Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ - 2002 (COM(2002) 209 - C5-0324/2002 - 2002/2168(COS))
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
- έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής (COM(2002) 209 – C5-0324/2002),
- έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την ενίσχυση του συντονισμού των δημοσιονομικών πολιτικών (CΟΜ(2002) 668),
- έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής - Διαρθρωτικοί δείκτες (CΟΜ(2002) 551),
- έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την αναγκαιότητα και τα μέσα αναβάθμισης της ποιότητας των δημοσιονομικών στατιστικών (CΟΜ(2002) 670),
- έχοντας υπόψη τις φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις 2002-2004 της Επιτροπής για την ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση (αριθ. 5/2002),
- έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής του Σεπτεμβρίου του 2002 σχετικά με τις δημοσιονομικές προκλήσεις στη ζώνη του ευρώ,
- έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής του Ιουλίου 2002 σχετικά με τη ζώνη ευρώ στην παγκόσμια οικονομία – απολογισμός των τριών πρώτων ετών (COM (2002) 332),
- έχοντας υπόψη την απόφαση 2002/923/EK του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Πορτογαλία - Εφαρμογή του άρθρου 104 παράγραφος 6 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας(1) καθώς και την έγκριση σύστασης όσον αφορά τα απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση του ελλείμματος,
- έχοντας υπόψη την σύσταση του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2002, για τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών και της Κοινότητας(2),
- έχοντας υπόψη τα Συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που εγκρίθηκαν στη Λισσαβώνα στις 24 Μαρτίου 2000 και στο Γκέτεμποργκ στις 15 και 16 Ιουνίου 2001, και ιδίως τη συμφωνηθείσα στρατηγική για οικονομική μεγέθυνση, πλήρη απασχόληση, διατηρήσιμη ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή,
- έχοντας υπόψη τα Συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που εγκρίθηκαν στη Στοκχόλμη στις 23 και 24 Μαρτίου 2001 και στη Βαρκελώνη στις 15 και 16 Μαρτίου 2002, και ιδίως το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) και τις δημοσιονομικές προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών σε συσχετισμό με τη δημογραφική εξέλιξη,
- έχοντας υπόψη το άρθρο 47, παράγραφος 1, του Κανονισμού του,
- έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (Α5-0018/2003),
Α . επισημαίνοντας ότι η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της για την ενίσχυση του συντονισμού των δημοσιονομικών πολιτικών παρουσίασε πέντε προτάσεις με σκοπό τη βελτίωση της ερμηνείας του ΣΣΑ, οι οποίες παρέχουν τη δυνατότητα να λαμβάνονται υπόψη, κατά τη δημοσιονομική εποπτεία, ο οικονομικός κύκλος και τα επίπεδα του χρέους και, συγχρόνως, διασφαλίζουν την αυστηρότερη προσήλωση στο στόχο της επίτευξης εύρωστων και βιώσιμων δημόσιων οικονομικών,
B. επισημαίνοντας ότι η οικονομική ανάκαμψη είναι πολύ βραδύτερη του αναμενομένου, με μέσο ρυθμό μεγέθυνσης που εκτιμάται σε 0,8% για το 2002 και προβλέπεται να ανέλθει μόλις σε 1,8% κατά το 2003, και ότι το έλλειμμα του δημόσιου τομέα στην ευρωζώνη αναμένεται να αυξηθεί σε 2,3% του ΑΕγχΠ κατά το 2002,
Γ . επισημαίνοντας ότι οι υπουργοί οικονομίας και οικονομικών της ευρωζώνης, κατά τη συνάντησή τους του Οκτωβρίου, είχαν συμφωνήσει σε "καθορισμό καθηκόντων" προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι τα τέσσερα κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη κατορθώσει να ισοσκελίσουν τον προϋπολογισμό τους (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Πορτογαλία) θα μειώνουν το διαρθρωτικό τους έλλειμμα κατά τουλάχιστον 0,5% του ΑΕγχΠ ετησίως από το 2003,
Δ . επισημαίνοντας ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας στις 24 Μαρτίου 2000 και του Γκέτεμποργκ στις 16 Ιουνίου 2001 έθεσαν ως στρατηγικό στόχο να αποκτήσει η Ευρώπη την περισσότερο ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία της γνώσης, ικανή για οικονομική μεγέθυνση με καλύτερες θέσεις εργασίας, πλήρη απασχόληση, διατηρήσιμη ανάπτυξη και μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή,
E. επισημαίνοντας ότι η δημιουργία των συνθηκών για νομισματική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα, όπως επίσης η αύξηση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης και του ποσοστού συμμετοχής στην απασχόληση, αποτελούν εξίσου προϋποθέσεις για την επίτευξη θετικών εξελίξεων στους τομείς της οικονομίας και της απασχόλησης,
ΣΤ . επισημαίνοντας ότι οι δημόσιες δαπάνες για τις βασικές λειτουργίες των κρατών μελών (π.χ. έρευνα, εκπαίδευση, υγεία και κοινωνική πρόνοια, δικαιοσύνη, άμυνα) έχουν παραμείνει αξιοσημείωτα σταθερές τα τελευταία 30 χρόνια και κυμαίνονται μεταξύ 14% και 16% του ΑΕγχΠ σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ,
Ζ . επισημαίνοντας ότι η επίτευξη μιας οικονομίας της γνώσης προϋποθέτει την ανάπτυξη, ταχεία έγκριση και εντατική χρησιμοποίηση των άκρως αποτελεσματικών δικτύων πληροφόρησης υψηλής ταχύτητας, της έρευνας και ανάπτυξης, καθώς και την προώθηση της διά βίου εκπαίδευσης και κατάρτισης, και ότι οι προσπάθειες αυτές απαιτούν την κινητοποίηση τόσο των δημόσιων όσο και των ιδιωτικών επενδύσεων,
1. υπογραμμίζει ότι το ΣΣΑ αποτελεί ένα μηχανισμό που αποσαφηνίζει και επιβεβαιώνει τον προληπτικό χαρακτήρα και τη χρησιμότητα των διατάξεων της Συνθήκης σχετικά με την εποπτεία και τον συντονισμό της οικονομικής πολιτικής των κρατών μελών, καθώς και τη σπουδαιότητα της οικονομικής σταθερότητας για την επίτευξη μιας ισχυρής και διατηρήσιμης ευρωπαϊκής οικονομίας· ζητεί ως εκ τούτου όπως οι βασικές αρχές του περιληφθούν στη μελλοντική συνταγματική Συνθήκη προκειμένου να αποκτήσουν χαρακτήρα σταθερότητας και να καταστούν πλήρως αξιόπιστες·
2. τονίζει την προσήλωση του Κοινοβουλίου στο ΣΣΑ ως κεφαλαιώδη πυλώνα της ΟΝΕ και υποστηρίζει τις αναγκαίες προσαρμογές για μια έξυπνη και ευέλικτη εφαρμογή του Συμφώνου στη μορφή που πρότεινε η Επιτροπή, με βάση την οποία, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες για δημόσιες επενδύσεις και ποιότητα των δαπανών, θα αποδίδεται μεγαλύτερη προσοχή στο επίπεδο του συνολικού χρέους των επί μέρους κρατών μελών·
3. χαιρετίζει τον συμβιβασμό σχετικά με τον "καθορισμό καθηκόντων" για μια ετήσια μείωση των διαρθρωτικών ελλειμμάτων κατά τουλάχιστον 0,5% του ΑΕγχΠ και, ειδικότερα, στα τέσσερα κράτη μέλη Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και Πορτογαλία· αυτό θα επιτρέψει να διασφαλισθεί η κάλυψη του χαμένου εδάφους, ώστε να τηρηθεί η δέσμευση για δημοσιονομική θέση "κοντά στην ισοσκέλιση" και να ενισχυθεί η διεθνής αξιοπιστία ολόκληρης της ζώνης του ευρώ, κυρίως στα μάτια των υποψήφιων χωρών·
4. καλεί την Επιτροπή να πάρει πολύ στα σοβαρά αυτή την οικονομική κάμψη και να προσανατολίσει κατά τέτοιο τρόπο την πολιτική της ώστε να εφαρμοσθούν στα κράτη μέλη αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και, με μία μείωση του συγκυριακού ελλείμματος, να είναι δυνατόν να ασκούν επιρροή οι αυτόματοι σταθεροποιητές σε περίπτωση οικονομικής κάμψης· υπογραμμίζει ότι αυτό είναι δυνατόν να προωθηθεί με μία συνεπή ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς·
5. επισημαίνει ότι είναι ανάγκη όπως τα κράτη μέλη εφαρμόσουν τις συμφωνίες που συμφωνήθηκαν στους κόλπους του Συμβουλίου· θεωρεί ότι η συζήτηση για την βελτίωση του ΣΣΑ δεν δικαιολογεί τη μη εφαρμογή του, ότι η εφαρμογή αυτών των συμφωνιών θα έχει θετική επίδραση στην πρόσληψη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας εκ μέρους των πολιτών και θα ελαχιστοποιήσει τις αρνητικές επιπτώσεις που έχουν οι υπερβολικά ανισοσκελείς δημοσιονομικές πολιτικές των κρατών μελών στις οικονομίες της ευρωζώνης·
6. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη την αμετάβλητη οικονομική κατάσταση, να εφαρμόσουν υπεύθυνη δημοσιονομική πολιτική που να υποστηρίζει μια μακροπρόθεσμη διατηρήσιμη και συνεχή οικονομική άνοδο, καθώς και να εξακολουθήσουν να προωθούν μια ανταγωνιστική οικονομία της γνώσης με στόχο την πλήρη απασχόληση και την κοινωνική συνοχή·
7. καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της γήρανσης του πληθυσμού· υποστηρίζει κατά συνέπεια τη συστηματική αξιολόγηση της διατηρησιμότητας των δημόσιων οικονομικών υπό το πρίσμα γηρασκόντων πληθυσμών·
8. αναγνωρίζει ότι οι νέες προοπτικές οικονομικής μεγέθυνσης στη ζώνη του ευρώ μάς οδηγούν να ανοίξουμε μια συζήτηση για τη φύση της δημοσιονομικής και οικονομικής πολιτικής που θα έπρεπε να ακολουθήσουν τα κράτη μέλη· υπενθυμίζει συναφώς ότι η οικονομική πολιτική εμπίπτει κατ' αρχήν στον τομέα αρμοδιοτήτων των κρατών μελών, ότι, ωστόσο, τα κράτη μέλη, βάσει του άρθρου 99 της Συνθήκης ΕΚ, συμφώνησαν να θεωρούν τις οικονομικές τους πολιτικές ως υπόθεση κοινού συμφέροντος και να τις συντονίζουν· υποστηρίζει εν προκειμένω τις εντατικότερες προσπάθειες να επιταχυνθεί η επίτευξη των στόχων που περιλαμβάνονται στη στρατηγική της Λισσαβώνας, καλύπτοντας τα κίνητρα για οικονομική μεγέθυνση και δημιουργία απασχόλησης, τις επενδύσεις, την έρευνα, την περιφερειακή ανάπτυξη, την επαγγελματική κατάρτιση και τις αγορές εργασίας·
9. συγχαίρει την Επιτροπή για τις βελτιώσεις του πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας με τον αναθεωρημένο κώδικα συμπεριφοράς, την ανάπτυξη της πληροφόρησης και οικονομικής ανάλυσης σχετικά με τη ζώνη του ευρώ, τις αναβαθμίσεις των χρησιμοποιούμενων συστημάτων στατιστικής, την αποσαφήνιση των κοινών αρχών που διέπουν τη δημοσιονομική και τη διαρθρωτική πολιτική, καθώς και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του συστήματος λήψης αποφάσεων·
10. σημειώνει εντούτοις ότι χρειάζεται περισσότερη και καλύτερη δουλειά όσον αφορά τις στατιστικές απαιτήσεις και μια γενικότερη κατανόηση του τι είναι και τι δεν είναι καλή οικονομική και δημοσιονομική πολιτική, προκειμένου να ενισχυθεί η οικονομική σύγκλιση και η διαφάνεια· ζητά ειδικότερα να επιτευχθεί μια κοινή κατανόηση της ποιοτικής παρακολούθησης των δημόσιων δαπανών, η οποία να προωθεί τους στόχους που περιλαμβάνονται στη στρατηγική της Λισσαβώνας·
11. ζητεί επιπλέον μια σαφή μέθοδο με ορισμό των "δημοσίων οικονομικών υψηλής ποιότητας" για την ποσοτικοποίηση των δημόσιων δημοσιονομικών θέσεων και της συμβολής τους στην οικονομική μεγέθυνση και τις επενδύσεις, έτσι ώστε να είναι δυνατή η ακριβής ποσοτική και ποιοτική αποτίμηση του οικονομικού κύκλου·
12. χαιρετίζει το γεγονός ότι το πλαίσιο της δημοσιονομικής εποπτείας, και ειδικότερα το ΣΣΑ, έχει δώσει ικανοποιητικά αποτελέσματα ως προς την εξασφάλιση σταθερότητας διατηρώντας σε γενικές γραμμές την ουδετερότητα των δημοσιονομικών πολιτικών και, πέραν αυτού, σε εκείνα τα κράτη τα οποία δεν ταλαιπώρησαν τον προϋπολογισμό τους, έδωσε τα αναγκαία περιθώρια για τη λήψη μέτρων σε περιόδους κρίσης·
13. υπενθυμίζει ότι η επίτευξη του στόχου της σταθερότητας αποβλέπει σε υψηλότερη ανάπτυξη· προειδοποιεί για τις προσπάθειες να μην λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό του ελλείμματος ορισμένες θέσεις δαπανών· πιστεύει ότι μια τέτοια μέθοδος θα αποτελούσε ως εκ του σχεδιασμού της μία ανυπέρβλητη αποστολή και για τους παρατηρητές της αγοράς μία μόνο δυσχερώς κατανοητή μεθόδευση, με αρνητικά αποτελέσματα για το επίπεδο των επιτοκίων καθώς και την εσωτερική και εξωτερική σταθερότητα του κοινού νομίσματος·
14. χαιρετίζει την προτεραιότητα για την αποφυγή πολιτικών προ-κυκλικού προϋπολογισμού στις καλές περιόδους και προτείνει την επέκταση του πολιτικού στόχου για γενική αποφυγή πολιτικών προ-κυκλικού προϋπολογισμού σε όλες τις περιόδους·
15. τονίζει εκ νέου την ανάγκη προώθησης των καταλλήλων δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων προκειμένου να ενισχυθεί μία ολοκληρωμένη στρατηγική βιωσιμότητας για την Ένωση περιλαμβανομένης της οικονομικής ανάπτυξης με καλύτερες θέσεις εργασίας, πλήρη απασχόληση, προστασία του περιβάλλοντος, και μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή, κατά την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα· ζητεί ειδικότερα τον αναπροσανατολισμό των δημόσιων επενδύσεων προς τις επενδύσεις σε κεφάλαια και ανθρωπίνους πόρους που θα υποστηρίζουν το στόχο επανασυμφιλίωσης της οικονομικής ανάπτυξης με τη διατήρηση των φυσικών πόρων και του περιβάλλοντος·
16. υπογραμμίζει, τέλος, τη μείζονα πολιτική πρόκληση την οποία αντιπροσωπεύει η εφαρμογή, όταν πραγματοποιηθεί η προσχώρηση, του πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας της ΕΕ με συνεκτίμηση των ειδικών αναγκών και συνθηκών των υποψήφιων χωρών· υποστηρίζει ότι για να επιτευχθεί μεσοπρόθεσμη μακροοικονομική σταθερότητα και ανάπτυξη, οι υποψήφιες χώρες πρέπει να κληθούν να συμμορφωθούν με τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, πράγμα το οποίο πρέπει να ενέχει ένα ελάχιστο μέτρο οικονομικής σύγκλισης· συνιστά στις υποψήφιες προς ένταξη χώρες να προετοιμάζονται ήδη από τώρα για την τήρηση των απαραίτητων κριτηρίων του Μάαστριχτ προκειμένου να καταστούν μέλη της ευρωζώνης·
17. αναθέτει στoν Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στα κοινοβούλια των κρατών μελών και των υποψήφιων χωρών καθώς και στους κοινωνικούς εταίρους.