Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2004/2137(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A6-0136/2005

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A6-0136/2005

Συζήτηση :

PV 07/06/2005 - 14

Ψηφοφορία :

PV 09/06/2005 - 9.7

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P6_TA(2005)0235

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 333kWORD 103k
Πέμπτη 9 Ιουνίου 2005 - Στρασβούργο
Σχέσεις μεταξύ νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης και ένταξη των μεταναστών
P6_TA(2005)0235A6-0136/2005

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης και με την ένταξη των μεταναστών (2004/2137(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

‐   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, με τίτλο "Μελέτη για τις σχέσεις μεταξύ νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης" (COM(2004)0412),

‐   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, με τίτλο "Πρώτη ετήσια έκθεση για τη μετανάστευση και την ένταξη" (COM(2004)0508),

‐   έχοντας υπόψη την "Πράσινη βίβλο για μια κοινοτική προσέγγιση της διαχείρισης της οικονομικής μετανάστευσης", που εξέδωσε η Επιτροπή (COM(2004)0811),

‐   έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής και εκείνην της Επιτροπής Περιφερειών, της 15ης Δεκεμβρίου 2004 και 24ης Ιανουαρίου 2005 αντιστοίχως, επί της ανακοίνωσης της Επιτροπής με τίτλο "Μελέτη για τις σχέσεις μεταξύ νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης",

‐   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 15ης Ιανουαρίου 2004, σχετικά με την Ανακοίνωση της Επιτροπής για τη μετανάστευση, την απασχόληση και την ένταξη των μεταναστών(1),

‐   έχοντας υπόψη τη Συνθήκη του Άμστερνταμ, που παρέχει στην Κοινότητα αρμοδιότητες και ευθύνες στους τομείς της μετανάστευσης και του ασύλου, καθώς και το άρθρο 63 της Συνθήκης ΕΚ,

‐   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων του Tampere στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, του Laeken στις 14 και 15 Δεκεμβρίου 2001, της Σεβίλλης στις 21 και 22 Ιουνίου 2002 και της Θεσσαλονίκης στις 19 και 20 Ιουνίου 2003,

‐   έχοντας υπόψη τη σύστασή του της 14ης Οκτωβρίου 2004 προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σχετικά με "Το μέλλον του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης καθώς και σχετικά με τις προϋποθέσεις για την ενίσχυση της νομιμότητας και της αποτελεσματικότητάς του"(2),

‐   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών στις 4 και 5 Νοεμβρίου 2004 καθώς και το Πρόγραμμα της Χάγης που περιλαμβάνεται σε αυτά,

‐   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

‐   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων καθώς και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A6-0136/2005),

Α.   εκτιμώντας ότι έληξε η προθεσμία που έθεσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Tampere για τη δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη την απουσία πραγματικής, οργανωμένης και συντονισμένης ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής και την συνεπακόλουθη μετανάστευση που προκαλείται, καθώς και την ανάγκη για την Ένωση και τα κράτη μέλη να στραφούν προς μια μετανάστευση που θα ρυθμίζεται σε συνεργασία με τις τρίτες χώρες,

Γ.   επισημαίνοντας ότι η έγκριση του Προγράμματος της Χάγης, που θα τεθεί προσεχώς σε ισχύ από το Πρόγραμμα Δράσης της Επιτροπής, θα επιτρέψει να εξακολουθήσουν να ισχύουν τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν από το πρόγραμμα του Tampere και να αντιμετωπισθούν οι νέες προκλήσεις για τη δημιουργία του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης,

Δ.   εκτιμώντας ότι είναι πρωταρχικής σημασίας επί του προκειμένου η συνεργασία της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, με τις τρίτες χώρες καταγωγής και διαμετακόμισης, αφετέρου,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη αποτροπής οποιασδήποτε αμφισημίας στις σχέσεις μεταξύ αναπτυξιακής συνεργασίας και μετανάστευσης,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο της διεύρυνσης, μια ασφαλέστερη ευρωπαϊκή κοινωνία προϋποθέτει - με σεβασμό των διατάξεων του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων καθώς και της Συνθήκης - την ενίσχυση των ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα και την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αλληλεγγύης,

Ζ.   εκτιμώντας ότι η Ένωση, ως χώρος χωρίς εσωτερικά σύνορα, οφείλει να διαθέτει κοινή, συνεκτική και αποτελεσματική, προσέγγιση στον τομέα της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων και πρέπει να χαράξει κοινή πολιτική στον τομέα των θεωρήσεων, του ασύλου και της μετανάστευσης,

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης και της εμπορίας ανθρώπων, η θέσπιση νομίμων οδών μετανάστευσης και η ένταξη πρέπει να παραμείνουν προτεραιότητες της διευρυμένης Ένωσης και ότι η εκμετάλλευση των μεταναστών μέσω της παράνομης εργασίας και της απάνθρωπης μεταχείρισης πρέπει να τιμωρείται σοβαρά,

Θ.   εκτιμώντας ότι η οικονομική μετανάστευση αντιπροσωπεύει μια νέα πρόκληση για την Ένωση, για την οποία η συζήτηση αναζωπυρώθηκε με την προαναφερθείσα Πράσινη Βίβλο, ύστερα από το οποίο θα ακολουθήσει, πριν από τα τέλη του 2005, ένα πρόγραμμα δράσης, που ευχόμαστε ότι θα χαρακτηρίζεται από κανόνες κοινούς και ανοικτούς στην οικονομική μετανάστευση,

Ι.   επισημαίνει ότι απαιτείται μια νόμιμη και ελεγχόμενη οικονομική μετανάστευση για μια Ευρώπη όπου η μείωση του ενεργού πληθυσμού θα οδηγήσει σε μείωση του αριθμού των εργαζομένων της τάξης των 20 εκατομμυρίων μεταξύ 2005 και 2030, όπως τονίζουν διάφορες μελέτες(3),

ΙΑ.   τονίζει ότι ένα από τα βασικά αίτια της οικονομικής μετανάστευσης είναι η εύλογη επιδίωξη των μεταναστών να καλύψουν τις βασικές ανάγκες τους και να διαφύγουν της φτώχειας, και ζητεί η κοινή μεταναστευτική πολιτική να λάβει υπόψη την κοινοτική πολιτική ανάπτυξης, που έχει ως βασικό στόχο της την καταπολέμηση της φτώχειας, ώστε να στηριχθεί η ανάπτυξη των τρίτων χωρών ως προς την πρόσβαση στην παιδεία και την υγεία και να επιτευχθούν οι λοιποί Αναπτυξιακοί Στόχοι της Χιλιετίας,

ΙΒ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιτυχία των πολιτικών νόμιμης μετανάστευσης εξαρτάται από την εφαρμογή στρατηγικών που αποβλέπουν στην επίτευξη της πλήρους ένταξης, που θα λαμβάνουν υπόψη την εμπειρία των άλλων και θα αξιοποιούν την εμπειρία και τη συνεργασία μη κερδοσκοπικών οργανώσεων και θα είναι βασισμένες στο σεβασμό των δικαιωμάτων και των κοινών υποχρεώσεων των αλλοδαπών πολιτών που διαμένουν νομίμως και των πολιτών της κοινωνίας υποδοχής, σε ένα διαρκή διάλογο θεμελιωμένο στην αμοιβαία εμπιστοσύνη και τον σεβασμό, καθώς επίσης και στην ικανότητα των θεσμικών οργάνων να οργανώνουν ενημερωτικές εκστρατείες για την οικοδόμηση μιας διαπολιτισμικής κοινωνίας, και μια συνεχή δράση κατά οποιασδήποτε μορφής φυλετικών, πολιτιστικών και οικονομικών διακρίσεων,

ΙΓ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οποιαδήποτε αλλαγή της μεταναστευτικής πολιτικής ενός κράτους μέλους επηρεάζει τις μεταναστευτικές ροές και τις πολιτικές κατευθύνσεις άλλων κρατών μελών,

ΙΔ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αγώνας κατά της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των γυναικών και των παιδιών πρέπει να αποτελέσουν βασικό στοιχείο της μεταναστευτικής πολιτικής,

ΙΕ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη Συντάγματος για την Ευρώπη ορίζει στο άρθρο ΙΙΙ-268 ότι η αρχή της αλληλεγγύης και ο δίκαιος καταμερισμός αρμοδιοτήτων θα διαπνέουν την ανάπτυξη της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τομείς της μετανάστευσης και του ασύλου,

P.  ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαθέσιμοι κοινοτικοί οικονομικοί πόροι είναι περιορισμένοι και ότι πρέπει να κατανεμηθούν δίκαια μεταξύ των διαφόρων στοιχείων της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής,

1.   φρονεί ότι η μεταναστευτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να θεμελιωθεί σε μια συνολική και όχι τομεακή θεώρηση, βασισμένη όχι μόνο στις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας των κρατών μελών αλλά ιδίως σε πολιτικές υποδοχής και ένταξης και στον καθορισμό σαφούς καθεστώτος και δικαιωμάτων πολιτογράφησης και κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων για τους μετανάστες σε ολόκληρη την Ένωση·

2.   θεωρεί λυπηρό το ότι το Συμβούλιο, πέντε χρόνια μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε, παρά τα πολλά ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν μπόρεσε να καθορίσει κοινή μεταναστευτική πολιτική και, αντίθετα, αποφάσισε να διατηρήσει τον κανόνα της ομοφωνίας και τη διαδικασία της διαβούλευσης για ολόκληρο τον τομέα της νόμιμης μετανάστευσης·

3.   εμμένει στην ανάγκη να εγκριθεί, στον τομέα της μετανάστευσης, συνολική και συνεκτική προσέγγιση, βασισμένη σε στενές συνέργιες μεταξύ των διαφόρων εμπλεκομένων πολιτικών και εκφράζει τη λύπη του για την ευρωπαϊκή προσέγγιση, που συχνά έχει υπερβολικά τομεακό χαρακτήρα· εκφράζει προς τούτο την ικανοποίησή του για την πρωτοβουλία της Επιτροπής και της σημερινής Προεδρίας του Συμβουλίου που σκοπεύει στη σύσταση ενός συστήματος αμοιβαίας ενημέρωσης και έγκαιρης ειδοποίησης με πλήρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

4.   τονίζει ότι η πραγματική ανάπτυξη των κοινών πολιτικών ασύλου και μετανάστευσης, εν πλήρει σεβασμώ των θεμελιωδών δικαιωμάτων, αποτελεί πρωταρχικό σχέδιο στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικοδόμησης, όπως διαπιστώνει η Συνθήκη για τη θέσπιση ενός Συντάγματος για την Ευρώπη·

5.   καλεί την Επιτροπή να αρχίσει, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προβληματισμούς για τον καλύτερο συντονισμό του συνόλου των δομών και φορέων που εμπλέκονται στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών και να μεριμνήσει για την καλή χρήση και διάδοση των χρηματοοικονομικών προγραμμάτων επί του θέματος·

6.   εκφράζει τη λύπη του διότι μέχρι σήμερα τα μέτρα που έχουν εγκρίνει το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη για τον έλεγχο των μεταναστευτικών κυμάτων ήταν μάλλον κατασταλτικά μέτρα ελέγχου παρά θετικά προληπτικά μέτρα· υπενθυμίζει ότι οι στρατηγικές που στοχεύουν στη μείωση της φτώχειας, τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας, τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και την ανάπτυξη της κατάρτισης στις χώρες προέλευσης, συμβάλλουν μακροπρόθεσμα στην ομαλοποίηση των μεταναστευτικών ροών·

7.   καλεί την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τις χώρες καταγωγής να ξεκινήσουν εκστρατείες ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης για τις μεταναστευτικές πολιτικές·και για τις πολιτικές ένταξης των μεταναστών και καταπολέμησης του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, δεδομένου ότι οι μαφίες που οργανώνουν την εμπορία ανθρώπων εκμεταλλεύονται την απουσία ενημέρωσης ως προς τις δυνατότητες νόμιμης μετανάστευσης· θεωρεί ότι η συνεργασία με τις χώρες καταγωγής στο θέμα της ενημέρωσης και της πρόληψης της εκμετάλλευσης των ανθρώπων είναι θεμελιώδους σημασίας, με έμφαση στο ρόλο της ένταξης, στην κοινωνική ενσωμάτωση και στα διαπολιτισμικά·

8.   θεωρεί πρωταρχικής σημασίας να δοθεί η μεγίστη προσοχή στο δυναμικό της μετανάστευσης στο πλαίσιο μιας ευρωπαϊκής πολιτικής κοινής ανάπτυξης, με τη συμμετοχή των κοινωνιών υποδοχής και καταγωγής και τα δίκτυα της διασποράς·

9.   τονίζει ότι, για να αξιοποιηθεί κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο το δυναμικό της μετανάστευσης, η Ένωση οφείλει να προτείνει συγκεκριμένες λύσεις στο πρόβλημα της "διαρροής εγκεφάλων" και να παροτρύνει τα κράτη μέλη να διευκολύνουν την αποστολή εμβασμάτων από τους μετανάστες στις χώρες καταγωγής τους·

10.   υπενθυμίζει την κοινή ευθύνη όλων των κρατών μελών στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών Βορρά-Νότου προκειμένου αφενός -στη νότια όχθη κυρίως- να αντιμετωπισθούν η λαθρομετανάστευση και την εμπορία ανθρώπων και, αφετέρου, στη βόρεια όχθη κυρίως, να δημιουργηθούν οι οικονομικές συνθήκες για την κοινωνική ανάπτυξη της τρίτης χώρας καθώς και μια ευπρεπής υποδοχή που να σέβεται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια·

11.   ενθαρρύνει την ένταξη του μεταναστευτικού ζητήματος στην εξωτερική πολιτική της Ένωσης· καλεί τα κράτη μέλη να θεραπεύσουν τα βαθύτερα αίτια της μετανάστευσης, συνάπτοντας εταιρικές σχέσεις με τις αναπτυσσόμενες χώρες, θεμελιωμένες σε έναν πραγματικό διάλογο· τονίζει πάντως ότι η αναπτυξιακή βοήθεια και οι οικονομικές εταιρικές σχέσεις δεν επαρκούν προκειμένου να καταπολεμηθούν τα βαθύτερα αίτια της μετανάστευσης·

12.   συνιστά στο Συμβούλιο να αναλάβει τις ενδεδειγμένες πρωτοβουλίες ώστε οι υπεύθυνοι για την μετανάστευση στο κάθε κράτος μέλος να έχουν τον ίδιο βαθμό και να ανήκουν στο ίδιο τμήμα υπουργείου·

13.   τονίζει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να διαδραματίζει πολιτικό ρόλο, μεταξύ άλλων υποδεικνύοντας στην Επιτροπή τα μέτρα που αφορούν την μετανάστευση τα οποία θα έπρεπε να διέπονται από κοινούς κανόνες, ως φάσεις-κλειδιά για την άσκηση πραγματικής κοινής πολιτικής για την μετανάστευση·

14.   υπενθυμίζει τη σημασία του να συμπεριλαμβάνει η Ευρωπαϊκή Ένωση σε όλες τις συμφωνίες σύνδεσης και συνεργασίας που υπογράφει ρήτρες κοινής διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών και υποχρεωτικής επανεισδοχής σε περίπτωση λαθρομετανάστευσης·

15.   θεωρεί πάντως ότι η αναπτυξιακή συνεργασία, αν και αποτελεί απαραίτητο μέσον για την καταπολέμηση των αιτίων των μεταναστευτικών ροών στη ρίζα τους, παραμένει συμπληρωματικός μηχανισμός που δεν υποκαθιστά τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα ένταξης και νόμιμης μετανάστευσης·

16.   καλεί τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να ενισχύσουν τα ανθρώπινα και χρηματοοικονομικά μέσα των προξενικών αρχών τους στις τρίτες χώρες καταγωγής προκειμένου να ενημερώνουν τους υποψήφιους μετανάστες για τις δυνατότητες νόμιμης εισόδου με σκοπό την απασχόληση, τις σπουδές και την έρευνα· καλεί την Επιτροπή να ενθαρρύνει το συντονισμό των διπλωματικών και προξενικών αρχών των κρατών μελών που είναι εγκατεστημένες στην ίδια χώρα, προκειμένου κυρίως να κατευθύνονται οι μετανάστες προς τις χώρες που ενδιαφέρονται για τα επαγγελματικά τους προσόντα και να αυξηθούν στο μέγιστο οι αναχωρήσεις προς χώρες με δυνατότητες υποδοχής· προτείνει, μεταξύ άλλων, τη χρήση των προγραμμάτων ARGO και AENEAS·

17.   θεωρεί ότι η καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης και ο έλεγχος των συνόρων είναι μία μόνο πτυχή της πολιτικής της ΕΕ έναντι των τρίτων χωρών και ότι πρέπει να εφαρμοσθεί ενεργός πολιτική ανάπτυξης των χωρών προέλευσης ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι αρνητικές συνέπειες της μετανάστευσης· θεωρεί ότι η ΕΕ δεν μπορεί να αναλύει τη μεταναστευτική της πολιτική μόνο ως προς το οικονομικό της συμφέρον, αλλά πρέπει να συνεκτιμά και τους λόγους που οδηγούν στη μετανάστευση·

18.   φρονεί ότι η εφαρμογή του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων πρέπει να βασίζεται στην εναρμόνιση σε σημαντικό βαθμό στον τομέα των θεωρήσεων, στην ενεργό εμπλοκή της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Διαχείρισης των Συνόρων, με τη σύσταση κοινοτικού ταμείου σχετικά με τα σύνορα, και στην ενισχυμένη προξενική συνεργασία που αναμένεται να οδηγήσει στη δημιουργία κοινών προξενικών θέσεων·

19.   θεωρεί απαραίτητο να ενισχυθεί η αλληλεγγύη, ειδικότερα απέναντι στα νέα κράτη μέλη, στους τομείς της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων και του αγώνα κατά της λαθρομετανάστευσης·

20.   υπενθυμίζει πως οποιοδήποτε μέτρο κατά της λαθρομετανάστευσης και για τον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων, ακόμη κι όταν η εφαρμογή του γίνεται σε συνεργασία με τρίτες χώρες, πρέπει να σέβεται τις εγγυήσεις και τα θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, μεταξύ των οποίων ειδικότερα είναι το δικαίωμα ασύλου και το δικαίωμα μη επαναπροώθησης στα σύνορα·

21.   επανεπιβεβαιώνει ότι η νόμιμη μετανάστευση δεν θα εξαλείψει τελείως τη λαθρομετανάστευση και ότι οι λόγοι για τους οποίους έρχονται οι άνθρωποι στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι περίπλοκοι· είναι πεπεισμένο, συνεπώς, ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην πάταξη της δουλεμπορίας και στους μετανάστες - θύματα αυτής και ειδικότερα στις πιο ευπαθείς κατηγορίες, όπως είναι οι γυναίκες και οι ανήλικοι, καθιστώντας προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης την πάταξη των εμπόρων ανθρώπων· εκφράζει την ικανοποίησή του για ένα μελλοντικό πρόγραμμα δράσης της Επιτροπής στον εν λόγω τομέα, σχέδιο που θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την αναγκαία συνεργασία των χωρών καταγωγής και διέλευσης·

22.   αναγνωρίζει ότι πολλές γυναίκες που πέφτουν θύματα εμπορίας ζουν στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως παράνομες μετανάστριες και ότι στην πλειοψηφία τους δεν έχουν πρόσβαση σε νομική ή κοινωνική προστασία· ζητεί από τα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν την κατάστασή τους και, σύμφωνα με τη νομοθεσία τους, να θεωρήσουν τη μόνιμη κατοικία ως κατάλληλο μέσο για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων·

23.   υπενθυμίζει ότι η θέση των μεταφορέων και των αρχών των χωρών προέλευσης προ των ευθυνών τους, η ενίσχυση του κατασταλτικού ποινικού πλαισίου κατά των δικτύων μεταφοράς λαθρομεταναστών, η καταπολέμηση της παράνομης εργασίας και της εμπορίας ανθρώπων και ο εντοπισμός της διοικητικής διαφθοράς αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της καταπολέμησης της παράνομης μετανάστευσης, που πρέπει να στηρίζεται σε ένα υψηλό επίπεδο αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας· καλεί συνεπώς την Ένωση και τα κράτη μέλη της να πατάξουν ενεργά την παράνομη εργασία των μεταναστών μέσα από σύνολο ποινικών κυρώσεων για τις εμπλεκόμενες εταιρείες, μέσα από την ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού που ασχολείται με τους ελέγχους και μέσα από την προστασία των θυμάτων·

24.   διευκρινίζει πάντως ότι τα μέτρα αυτά πρέπει να εφαρμόζονται με αυστηρότατο σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, και ειδικότερα του δικαιώματος ασύλου·

25.   θεωρεί ότι τα κράτη μέλη πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες για να διευκρινιστεί το θέμα της παράνομης απασχόλησης, ειδικότερα στους τομείς των οικιακών υπηρεσιών και των οικογενειακών βοηθών, τομείς που απασχολούν μεγάλο αριθμό μεταναστριών· εκτιμά ότι πρέπει να βρεθεί μια νέα λύση που θα επιτρέπει στις οικογένειες που απασχολούν τέτοιο προσωπικό να χρησιμοποιούν μια νομική λύση που να επιτρέπει την κοινωνική κάλυψη αυτών των ατόμων·

26.   καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να προβληματιστούν, όσον αφορά την επανεισδοχή των λαθρομεταναστών, ως προς την εφαρμογή των συμφωνιών που έχουν συναφθεί και τους προσανατολισμούς των μελλοντικών συμφωνιών· υπενθυμίζει την ευθύνη των χωρών καταγωγής και των χωρών διέλευσης στο θέμα της επανεισδοχής και ενθαρρύνει μια ευρωπαϊκή πολιτική επιστροφής που να σέβεται την αξιοπρέπεια και τη φυσική ακεραιότητα των ατόμων, δυνάμει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και της Σύμβασης της Γενεύης·

27.   επαναλαμβάνει ότι απορρίπτει κατηγορηματικά την ιδέα να δημιουργηθούν στρατόπεδα υποδοχής ή ανάσχεσης προσφύγων χωρίς χαρτιά ή αιτούντων άσυλο, έξω από τα σύνορα της ΕΕ, στις περιοχές προέλευσης της μετανάστευσης·

28.   τονίζει ότι η διαχείριση των προσωρινών κέντρων υποδοχής που υπάρχουν εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει επίσης να είναι σύμφωνη με τη Σύμβαση της Γενεύης·

29.   συμμερίζεται, μαζί με την Επιτροπή, την άποψη ότι η μαζική νομιμοποίηση των λαθρομεταναστών δεν αποτελεί λύση στο πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης και, ελλείψει κοινού συστήματος για τη μετανάστευση και το άσυλο, θα πρέπει να εξακολουθήσει να έχει έκτακτο και ad hoc χαρακτήρα, δεδομένου ότι δεν λύνει τα πραγματικά προβλήματα ουσίας· καλεί την Επιτροπή να αναλύσει τις καλές πρακτικές των κρατών μελών οι οποίες θα πρέπει να εφαρμόζονται στο πλαίσιο ενός συστήματος αμοιβαίας ενημέρωσης και έγκαιρης ειδοποίησης·

30.   θεωρεί ότι η μαζική νομιμοποίηση των λαθρομεταναστών πρέπει να συνεκτιμά οικονομικούς, δημογραφικούς και πολιτιστικούς παράγοντες, και ζητεί να αναλυθούν οι επιπτώσεις των προηγούμενων νομιμοποιήσεων που διενήργησαν τα κράτη μέλη·

31.   θεωρεί ότι η νόμιμη μετανάστευση παίζει σημαντικό ρόλο στην ενδυνάμωση της ευρωπαϊκής οικονομίας που στηρίζεται στη γνώση καθώς και στην προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης·

32.   θεωρεί ότι η συνολική ευρωπαϊκή στρατηγική στο θέμα της οικονομικής μετανάστευσης θα πρέπει να προωθεί οργανωμένες μορφές μετανάστευσης και, ειδικότερα, θα πρέπει να ενισχύσει τις διμερείς συμφωνίες διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών με τις χώρες καταγωγής· τονίζει ότι οι επιχειρήσεις νομιμοποίησης είναι σημαντικές για την καταπολέμηση της λαθραίας απασχόλησης, για την ενσωμάτωση των λαθρομεταναστών στην κοινωνία και για την αποτροπή της εκμετάλλευσής τους·

33.   φρονεί ότι είναι αναγκαίο να οργανωθούν στα κράτη μέλη, ανάλογα με τις δυνατότητές τους υποδοχής, τα νόμιμα δίκτυα μετανάστευσης για λόγους δημογραφικούς, οικονομικούς και μείωσης της παράνομης μετανάστευσης·

34.   χαιρετίζει τα μέτρα που υποσχέθηκε να λάβει η Επιτροπή σε ό,τι αφορά τον ειδικό αντίκτυπο που έχει η λαθρομετανάστευση στις εξαιρετικά απομακρυσμένες περιφέρειες(4), οι οποίες, λόγω της γεωγραφικής τους θέσης, της μικρής τους διάστασης και του απομακρυσμένου χαρακτήρα τους, είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στα παράνομα μεταναστευτικά ρεύματα·

35.   καλεί τα κράτη μέλη να μετάσχουν στον προβληματισμό που άρχισε η Επιτροπή στο Πράσινο Βιβλίο της για τον βαθμό συντονισμού που πρέπει να επιτευχθεί και για την προστιθέμενη αξία της έγκρισης μιας ευρωπαϊκής νομοθεσίας που να λαμβάνει υπόψη την εθνική αρμοδιότητα για τον καθορισμό του αριθμού των μεταναστών που μπορούν να γίνουν δεκτοί·

36.   εκφράζει την ανησυχία του εν όψει της δημιουργίας, στις χώρες της Μεσογείου, μετά από αίτημα ορισμένων κρατών μελών της Ένωσης, "κέντρων πρώτης υποδοχής" μεταναστών που έχουν προορισμό το έδαφος της Ένωσης, κέντρων που δεν παρέχουν στους ενδιαφερόμενους τις ελάχιστες εγγυήσεις για τα θεμελιώδη δικαιώματα· υπενθυμίζει ότι η διαχείριση των μεταναστευτικών ροών δεν μπορεί να ασχολείται αποκλειστικά και μόνο με το σκέλος της ασφάλειας, αλλά πρέπει επίσης να θεμελιώνεται στη διαχείριση μιας βιώσιμης και κοινωνικής ανάπτυξης·

37.   έχει επίγνωση ότι τα κράτη μέλη είναι αρμόδια για τον καθορισμό του αριθμού των υπηκόων τρίτων χωρών που μπορούν να ζουν στο έδαφός τους, υποστηρίζει όμως την ιδέα της κατάρτισης συνολικών εκτιμήσεων που θα συνυπολογίζουν επίσης τα άτομα των οποίων η παραμονή έχει επιτραπεί για λόγους άλλους από της οικονομικής δραστηριότητας, όπως είναι οι πρόσφυγες, οι δικαιούχοι καθεστώτος επικουρικής προστασίας και οι δικαιούχοι της οικογενειακής επανένωσης, συμπεριλαμβανομένων των ανηλίκων σε ηλικία εργασίας, στους οποίους πρέπει να δοθούν εγγυήσεις για την πρόσβασή τους στην αγορά εργασίας·

38.   θεωρεί λυπηρό το ότι η πρόταση οδηγίας περί μετανάστευσης για λόγους ανεύρεσης εργασίας δεν μπόρεσε να ευοδωθεί και υποστηρίζει την επιλογή, που πρότεινε η Επιτροπή στην Πράσινη Βίβλο της, η οποία αποσκοπεί στη θέσπιση κοινού πλαισίου ελάχιστων προδιαγραφών για την είσοδο πολιτών τρίτων χωρών για απασχόληση τόσο έμμισθη όσο και ανεξάρτητη·

39.   θεωρεί σκόπιμο να γίνουν πιο ευέλικτες και αποτελεσματικές οι προϋποθέσεις εισόδου, π.χ, εν αναμονή άδειας παραμονής για εργασία· ενθαρρύνει τη χρήση κοινοτικών προγραμμάτων τύπου EURES για την προώθηση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με τις δυνατότητες απασχόλησης για τους πολίτες τρίτων χωρών που κατοικούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

40.   ζητεί από την Επιτροπή να εκδόσει βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες προβλέψεις για τις πρόσθετες ανάγκες κάθε κράτους μέλους σε εργατικό δυναμικό· καλεί τα κράτη μέλη να διαβιβάσουν στην Επιτροπή στατιστική πρόβλεψη προκειμένου να μπορέσει η Επιτροπή να κάνει τις δέουσες προβλέψεις περί των αναγκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε εργατικό δυναμικό·

41.   καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να συντηρήσουν έναν διαρκή διάλογο με τις ΜΚΟ που ασχολούνται με τη μετανάστευση, ώστε αυτές να προσφέρουν τη γνώμη τους για τα θέματα που αφορούν τη μετανάστευση, και να υποστηρίζονται οι δραστηριότητές τους σε θέματα υποδοχής μεταναστών καθώς και έρευνας·

42.   φρονεί ότι επείγει η χάραξη μεταναστευτικών πολιτικών περισσότερο προσαρμοσμένων στις αγορές εργασίας, ώστε η εσωτερική αγορά εργασίας να μην απορυθμιστεί από χαμηλόμισθους και παράνομους εργαζομένους και να αποτραπεί τυχόν ανισομέρεια μεταξύ ενεργού και μη ενεργού πληθυσμού και καλεί τα κράτη μέλη να συνδέσουν τις περιφερειακές και τοπικές διοικήσεις, τις περιφερειακές υπηρεσίες εύρεσης εργασίας και τους κοινωνικούς εταίρους, τις συνδικαλιστικές και τομεακές οργανώσεις, τις ενώσεις εθελοντών που καλύπτουν την επικράτεια και τους δήμους υποδοχής στην απόφαση όσον αφορά τον αριθμό των αλλοδαπών εργαζομένων που γίνονται δεκτοί·

43.   καλεί τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν ειδικές συνδυασμένες άδειες παραμονής και εργασίας που να διευκολύνουν την πρόσληψη εποχιακών εργαζομένων ή εργαζομένων ορισμένου έργου·

44.   υπογραμμίζει ιδιαίτερα την ανάγκη να ενταθούν οι προσπάθειες της ΕΕ για την καταπολέμηση της φτώχειας στις χώρες προέλευσης των μεταναστευτικών ροών, στο πλαίσιο των Στόχων της Χιλιετίας, στηρίζοντας μεταξύ άλλων την εφαρμογή ενός στέρεου και ισότιμου εκπαιδευτικού συστήματος, καθώς και την ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας·

45.   προτρέπει τα κράτη μέλη , στο πλαίσιο της εθνικής μεταναστευτικής πολιτικής τους, να υπογράψουν με τις χώρες μεγάλης μετανάστευσης διμερείς συμφωνίες που να καλύπτουν τις ευρωπαϊκές ανάγκες σε εργατικό δυναμικό ή να ανοίξουν νέες νόμιμες οδούς μετανάστευσης ώστε η διαδικασία μετανάστευσης να είναι καλύτερα οργανωμένη και πιο διαφανής και να προαχθούν οι σχέσεις με τις τρίτες χώρες στο πλαίσιο μιας στενής εταιρικής σχέσης· υπογραμμίζει επίσης ότι η σύναψη των διμερών συμφωνιών για τη διαχείριση της μετανάστευσης με τις χώρες προέλευσης επιτρέπει την έναρξη μιας πραγματικής εταιρικής σχέσης με τις χώρες προέλευσης στον κοινό αγώνα κατά της παράνομης μετανάστευσης και της σωματεμπορίας, ιδίως των πιο ευάλωτων ομάδων, όπως οι γυναίκες και τα παιδιά·

46.   καλεί τα κράτη μέλη να αρχίσουν διάλογο επί της προαναφερθείσας Πράσινης Βίβλου και να ενημερώνουν τακτικά την Επιτροπή για την εφαρμογή των μεταναστευτικών πολιτικών τους·

47.   τονίζει ότι η ένταξη των μεταναστών είναι ζωτικής σημασίας και ζητεί γενναία μέτρα υπέρ της ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας καθώς και υπέρ των κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών δικαιωμάτων, που έχουν εξ ίσου σημασία για την επίτευξη των στόχων της Λισαβώνας περί ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας·

48.   υπενθυμίζει την εθνική αρμοδιότητα στον τομέα της μετανάστευσης και τα συνεπαγόμενα δικαιώματα και υποχρεώσεις τόσο της κοινωνίας υποδοχής όσο και του μετανάστη· καλεί τα κράτη μέλη να συντονίσουν τις εθνικές πολιτικές τους χάρη στην ανοικτή μέθοδο συντονισμού, με βάση τις κοινές βασικές αρχές που πρόσφατα ενέκρινε το Συμβούλιο·

49.   τονίζει ότι ο συντονισμός των εθνικών πολιτικών δεν μπορεί να υποκαταστήσει μια ευρωπαϊκή πολιτική ένταξης· καλεί τα κράτη μέλη να εκδόσουν τα ελάχιστα κριτήρια για τη θέσπιση αυτής της πολιτικής·

50.   τονίζει ότι επιβάλλεται να ενθαρρυνθεί η εφαρμογή της εκμάθησης της γλώσσας της κοινωνίας υποδοχής και η οργάνωση μαθημάτων πολιτικής αγωγής και προγραμμάτων διδασκαλίας, μεταξύ άλλων για την ισότητα ανδρών και γυναικών, καθώς και να ενισχυθεί η ένταξη μέσω της εργασίας, ο αγώνας κατά των γκέτο, η πολιτική συμμετοχή στις τοπικές εκλογές· δηλώνει ότι αντιμετωπίζει ευνοϊκά τα προγράμματα εισαγωγής που εφαρμόζουν ορισμένα κράτη μέλη, τα οποία προϋποθέτουν αμοιβαία δέσμευση των χωρών υποδοχής και ιδίως του πρώτου κύματος μετανάστευσης· ζητεί να εναθαρρύνεται η δέσμευση των μεταναστών ότι θα σέβονται τις θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ μέσω μιας συμβολικής δέσμευσης· προτρέπει τα κράτη μέλη να προωθήσουν περισσότερο τη συμμετοχή των ενσωματωμένων μεταναστών στην πολιτική τους επί θεμάτων ενσωμάτωσης προωθώντας τις ανταλλαγές μεταξύ μεταναστών και αυτοχθόνων·

51.   θεωρεί ότι μια ενεργός πολιτική ένταξης των υπηκόνων τρίτων χωρών που κατοικούν νομίμως στην Ένωση θα πρέπει μεταξύ άλλων: να καθορίζει σαφείς κανόνες που θα διέπουν το νομικό καθεστώς των αλλοδαπών μονίμων κατοίκων και θα κατοχυρώνει το δικαίωμά τους σε χρηστές διοικητικές πρακτικές, να επιτρέπει την ομαλή ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας, να υποχρεώνει τους υπηκόους τρίτων χωρών να παρακολουθούν μαθήματα διδασκαλίας της εθνικής γλώσσας ή των εθνικών γλωσσών, οργανωμένα από τα κράτη μέλη υποδοχής, να τους δίδει το δικαίωμα να έχουν πρόσβαση στις κοινωνικές και υγειονομικές υπηρεσίες, να προσπαθεί να προσφέρει ευπρεπείς συνθήκες διαβίωσης στις πόλεις και τα χωριά, να διασφαλίζει τη συμμετοχή των μεταναστών στην κοινωνική, πολιτιστική και πολιτική ζωή·

52.   καλεί τα κράτη μέλη και τα όργανα της ΕΕ να προωθήσουν τη συμμετοχή των αλλοδαπών στη δημόσια και πολιτική ζωή, χωρίς δικαίωμα ψήφου και εφόσον διαμένουν νομίμως στην ΕΕ, κυρίως μέσω των κατάλληλων μηχανισμών διαβούλευσης και εκπροσώπησης· καλεί όλα τα κράτη μέλη να επικυρώσουν την Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί συμμετοχής των αλλοδαπών στο δημόσιο βίο σε τοπικό επίπεδο·

53.   ζητεί με έμφαση από όλα τα κράτη μέλη να κυρώσουν τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την προστασία των δικαιωμάτων όλων των μεταναστών εργαζομένων και των μελών των οικογενειών τους·

54.   φρονεί ότι η καταπολέμηση των διακρίσεων, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας αποτελεί πρωταρχικής σημασίας συνιστώσα της πολιτικής ένταξης· καλεί τα κράτη μέλη να μεριμνήσουν ώστε να καλλιεργήσουν στους ευρωπαίους πολίτες μια νοοτροπία φιλοξενίας, ένταξης και κοινωνικής ενσωμάτωσης, ώστε να οικοδομηθεί μια διαπολιτισμική κοινωνία, αποφεύγοντας σε οποιοδήποτε πολιτικό και θεσμικό κείμενο να παραβιάζουν την αρχή της φιλοξενίας και της μη επαναπροώθησης, να μεταφέρουν το ταχύτερο δυνατόν τις δυο συναφείς οδηγίες στο εσωτερικό δίκαιο· και εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρωτοβουλία της Προεδρίας του Συμβουλίου να προβάλει εκ νέου την πρόταση απόφασης-πλαισίου όσον αφορά την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας· ζητεί να κληθεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να γνωμοδοτήσει εκ νέου επί της απόφασης-πλαισίου μετά τις νέες συνομιλίες στο Συμβούλιο·

55.   εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την αύξηση των εγκλημάτων για λόγους τιμής, τις διώξεις και τις σοβαρές παραβιάσεις των δικαιωμάτων των μεταναστριών λόγω θρησκευτικού φανατισμού και απάνθρωπων παραδόσεων και ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να αντιμετωπίσουν τα θέματα αυτά με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και να διασφαλίζουν προστασία για τις γυναίκες που απειλούνται·

56.   καλεί τα κράτη μέλη να συνάψουν συμφωνίες με τις χώρες καταγωγής των μεταναστών, ώστε να διασφαλιστεί η μεταφορά των κεκτημένων δικαιωμάτων κοινωνικής ασφάλισης·

57.   θεωρεί ότι η διεθνής κοινότητα δεν έχει ακόμη συνειδητοποιήσει το δυναμικό των οικονομικών εμβασμάτων των μεταναστών προς τις χώρες καταγωγής τους για τη στήριξη των αναπτυξιακών τους πολιτικών, και καλεί την Επιτροπή να προτείνει συγκεκριμένα μέτρα για να διευκολύνει την εθελοντική μεταφορά μέρους των αποδοχών στις χώρες προέλευσης, ελαχιστοποιώντας τα έξοδα συναλλαγής, όπως προτείνεται στην προαναφερθείσα Πράσινη Βίβλο·

58.   καλεί το Συμβούλιο να υιοθετήσει μια πιο προορατική στάση ώστε να διαμορφωθεί, βάσει αυτών των προτάσεων, μια αποτελεσματική ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική που να ανταποκρίνεται στις προκλήσεις τις οποίες η Ένωση οφείλει να αντιμετωπίσει·

59.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.

(1) EE C 92 Ε της 16.04.2004, σ. 390.
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2004)0022.
(3) World Economic and Social Survey 2004.
(4) CΟΜ(2004)0343, παράγραφος 2.3.1 και CΟΜ(2004)0628.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου