Ευρετήριο 
Κείμενα που εγκρίθηκαν
Τετάρτη 13 Απριλίου 2005 - Στρασβούργο
Δημοσιονομικές επιπτώσεις της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας
 Αίτηση προσχώρησης της Βουλγαρίας στην ΕΕ
 Αίτηση ένταξης της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας στην ΕΕ ***
 Αίτηση της Ρουμανίας να γίνει μέλος της ΕΕ
 Αίτηση προσχώρησης της Δημοκρατίας της Ρουμανίας στην ΕΕ ***
 Κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών ***II
 Εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών ***II
 Οικολογικός σχεδιασμός για τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια ***II
 Περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο ***II
 Κυκλοφορία στην αγορά και χρήση του τολουολίου και τριχλωροβενζολίου ***I
 Ετήσια στρατηγική έκθεση της Επιτροπής (προϋπολογισμός 2006)
 Συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (Βρυξέλλες, 22/23 Μαρτίου 2005)

Δημοσιονομικές επιπτώσεις της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας
PDF 355kWORD 59k
Ψήφισμα
Παράρτημα
Παράρτημα
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις δημοσιονομικές επιπτώσεις της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας (2005/2031(INI))
P6_TA(2005)0116A6-0090/2005

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 272 της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη τη Διοργανική Συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού(1), και ιδιαίτερα τις παραγράφους 27 και 30 αυτής,

–   έχοντας υπόψη την έκβαση των διαπραγματεύσεων με την Προεδρία του Συμβουλίου καθώς και του τριμερούς διαλόγου της 5ης και 13ης Απριλίου 2005,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (Α6-0090/2005),

Α.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη ΕΚ και ιδίως το άρθρο 272 αυτής, καθώς και η Διοργανική Συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999, ιδιαίτερα δε οι παράγραφοι 27 και 30 αυτής, περιέχουν διατάξεις που επικυρώνουν τις εξουσίες και τις διαδικασίες της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής σχετικά με την κατάταξη των δαπανών και την αντίστοιχη δικαιοδοσία,

1.   εγκρίνει την επισυναπτόμενη στο παρόν ψήφισμα Κοινή Δήλωση·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα, καθώς και την Κοινή Δήλωση, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Παράρτημα 1

Κοινή Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Επιτροπής και του Συμβουλίου

Δημοσιονομικές επιπτώσεις της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας

1.  Με την επιφύλαξη του σχεδίου συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης

   α. Οι εκπρόσωποι των κυβερνήσεων των κρατών μελών που συνέρχονται στο πλαίσιο του Συμβουλίου δηλώνουν ότι τα ποσά στον Τίτλο ΙΙΙ "Δημοσιονομικές διατάξεις" της Πράξης Προσχώρησης που επισυνάπτεται στο σχέδιο Συνθήκης Προσχώρησης το οποίο υπεβλήθη δυνάμει της διαδικασίας σύμφωνης γνώμης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, υποδεικνύονται με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εξουσιών και προνομιών της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής που εκχωρεί το άρθρο 272 της Συνθήκης ΕΚ και των σχετικών διατάξεων της Διοργανικής Συμφωνίας της 6ης Μαΐου 1999.
   β. Το Συμβούλιο, η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επιβεβαιώνουν ότι η κατάταξη των δαπανών στα άρθρα 30-34, Τίτλος ΙΙΙ "Δημοσιονομικές διατάξεις" της Πράξης Προσχώρησης που επισυνάπτεται στο σχέδιο Συνθήκης Προσχώρησης θα αποτελούν μη υποχρεωτικές δαπάνες μετά το 2009.

2.  Η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι η πρότασή της για χρηματοοικονομικό πλαίσιο (2007-2013) στηρίζεται στην προϋπόθεση ότι η Βουλγαρία και η Ρουμανία θα είναι κράτη μέλη την 1η Ιανουαρίου 2007. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν γνώση των ενδεικτικών ποσών για την Βουλγαρία και την Ρουμανία που προέβλεψε η Επιτροπή τον Μάρτιο 2004 και εξέτασε το Συμβούλιο στα συμπεράσματά του της 22ας Μαρτίου 2004 σχετικά με "το χρηματοδοτικό πακέτο για τις διαπραγματεύσεις προσχώρησης για τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία". Η χρηματοδότηση της προσχώρησης της Βουλγαρία και της Ρουμανίας θα εξασφαλισθεί χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι υποχρεώσεις που έχουν αναληφθεί για τα υφιστάμενα πολυετή προγράμματα ή οι αποφάσεις για τις επόμενες χρηματοδοτικές προοπτικές.

3.  Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή υπενθυμίζουν τη σπουδαιότητα της Διοργανικής Συμφωνίας της 6ης Μαΐου 1999 για τη λειτουργία των διαδικασιών του προϋπολογισμού που μπορεί να εξασφαλισθεί μόνον εφόσον όλα τα θεσμικά όργανα συμμορφώνονται πλήρως προς αυτήν.

Παράρτημα 2

Χρηματοδοτικό πακέτο που προτάθηκε από την Επιτροπή στις 22 Μαρτίου 2004 για τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία

2007

2008

2009

Σύνολο

ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΑΝΑΛΗΨΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

Γεωργία

1141

1990

2342

5473

Διαρθρωτικές ενέργειες

1938

2731

3605

8273

Εσωτερικές πολιτικές

444

434

426

1304

Διοίκηση

96

125

125

346

Συνολικές πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων

3619

5279

3498

15396

Πιστώσεις πληρωμών

1648

3276

4131

9056

Πηγή: Συμπεράσματα του Συμβουλίου Υπουργών Γενικών Υποθέσεων της 22ας Μαρτίου 2004

(1) ΕΕ C 172 της 18.6.1999, σ. 1. Συμφωνία όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 2003/429/ΕΚ (ΕΕ L 147 της 14.6.2003, σ. 25).


Αίτηση προσχώρησης της Βουλγαρίας στην ΕΕ
PDF 373kWORD 82k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την αίτηση προσχώρησης της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2005/2029(INI))
P6_TA(2005)0117A6-0078/2005

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την αίτηση που υπέβαλε η Δημοκρατία της Βουλγαρίας στις 14 Δεκεμβρίου 1995 για προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

–   έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής του 1997 σχετικά με την αίτηση της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας για προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

–   έχοντας υπόψη τις περιοδικές εκθέσεις της Επιτροπής σχετικά με την πρόοδο της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας προς την προσχώρηση οι οποίες καλύπτουν τα έτη 1998-2004 και έχοντας υπόψη το Έγγραφο Στρατηγικής της Επιτροπής σε ό,τι αφορά στην πρόοδο της διαδικασίας διεύρυνσης (COM(2004)0657 – C6-0150/2004),

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των Βρυξελλών της 16ης-17ης Δεκεμβρίου 2004,

–   έχοντας υπόψη όλα τα ψηφίσματα και τις εκθέσεις από την έναρξη των διαπραγματεύσεων για την προσχώρηση έως σήμερα,

–   έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής της 22ας Φεβρουαρίου 2005 σχετικά με τις αιτήσεις της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας για προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση (COM(2005)0055),

–   έχοντας υπόψη το σχέδιο συνθήκης για την προσχώρηση της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

–   έχοντας υπόψη την ανταλλαγή επιστολών μεταξύ του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Προέδρου της Επιτροπής όσον αφορά την πλήρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κάθε φορά που σχεδιάζεται η ενεργοποίηση μιας από τις ρήτρες διασφάλισης της Συνθήκης Προσχώρησης,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου (A6-0078/2005),

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Βουλγαρία κατέθεσε αίτηση για προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση στις 14 Δεκεμβρίου 1995, αναγνωρίστηκε επισήμως ως υποψήφια χώρα στις 16 Ιουλίου 1997, ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις στις 15 Φεβρουαρίου 2000 και ολοκλήρωσε επιτυχώς τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της στις 14 Δεκεμβρίου 2004,

B.   λαμβάνοντας υπόψη ότι κοινός μας στόχος είναι ότι η Βουλγαρία θα πρέπει να ολοκληρώσει επιτυχώς τις προετοιμασίες της ενόψει της υπογραφής της Συνθήκης Προσχώρησης στις 25 Απριλίου 2005 και ενόψει της ένταξής της την 1η Ιανουαρίου 2007,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Βουλγαρία εξακολουθεί να πληροί τα πολιτικά κριτήρια και ότι αναμένεται να μπορέσει να συμμορφωθεί με όλες τις απαιτήσεις για την ένταξή της εντός του καθορισμένου χρονικού πλαισίου,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποστηρίζει συνεχώς ότι η προσχώρηση της Βουλγαρίας θα πρέπει να εξαρτηθεί αποκλειστικά από τις δικές της προσπάθειες και δεν θα πρέπει να συνδεθεί με την υποψηφιότητα κάποιας άλλης χώρας,

1.   χαιρετίζει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2004 για την επιτυχή ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων με τη Βουλγαρία, κατόπιν πολυετών ενταξιακών διαπραγματεύσεων και προετοιμασιών, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο ότι η Βουλγαρία βρίσκεται στην πορεία ένταξής της στην ΕΕ την 1η Ιανουαρίου 2007·

2.   συμμερίζεται τα συμπεράσματα του Συμβουλίου, σύμφωνα με τα οποία η Βουλγαρία θα μπορέσει να αναλάβει όλες τις υποχρεώσεις της προσχώρησης, και προς τον σκοπό αυτόν ενθαρρύνει τη Βουλγαρία να συνεχίσει να σημειώνει πρόοδο με επιτυχή και έγκαιρο τρόπο και με όλες τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις απέναντι στις ελλείψεις που προσδιορίστηκαν στην τελευταία Περιοδική Έκθεση της Επιτροπής και αναφέρθηκαν στα πρόσφατα ψηφίσματα του Κοινοβουλίου, απομακρύνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο οποιαδήποτε πιθανότητα επίκλησης των "ρητρών διασφάλισης'·

3.   παρατηρεί ότι η εξαιρετική πρόοδος που έχει σημειωθεί έως σήμερα κατέστη δυνατή χάρη στη σταθερή πολιτική αποφασιστικότητα των διαδοχικών βουλγαρικών κυβερνήσεων και χάρη στην εμπιστοσύνη και αντοχή του βουλγαρικού λαού όσον αφορά την επιδίωξη και την αποδοχή των απαραίτητων αλλαγών·

4.   χαιρετίζει τις πολυάριθμες νομοθετικές και συνταγματικές αλλαγές που πραγματοποίησε η Βουλγαρία τα τελευταία χρόνια και τονίζει την ανάγκη για πρακτική υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, προκειμένου τα οφέλη τους να γίνουν ευρύτερα αισθητά·

5.   αναγνωρίζει τη συμβολή της Βουλγαρίας στη σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και τον συνεχή ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει στην προώθηση της περιφερειακής ασφάλειας και ευημερίας·

Πολιτικά κριτήρια

6.   σημειώνει τη σταθερότητα των δημοκρατικών θεσμών στη Βουλγαρία, τη νέα δέσμευση των πολιτικών κομμάτων για αποτελεσματικούς πολιτικούς συνασπισμούς και την ομόφωνη έγκριση στις 18 Φεβρουαρίου 2005 των τροπολογιών επί του Συντάγματος, καθώς και την έγκριση του νέου Νόμου για τα Πολιτικά Κόμματα τον Δεκέμβριο του 2004·

7.   αναμένει από την Επιτροπή να υποβάλλει σε τακτά διαστήματα εκθέσεις στο Κοινοβούλιο σχετικά με την πρόοδο που επιτυγχάνεται όσον αφορά την υλοποίηση των δεσμεύσεων της Βουλγαρίας και να ληφθεί υπόψη η γνώμη του Κοινοβουλίου σε περίπτωση που εξεταστεί το ενδεχόμενο επίκλησης της ρήτρας διασφάλισης·

8.   αναγνωρίζει ότι η μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης θα αποτελέσει βασικό παράγοντα στην ετοιμότητα της Βουλγαρίας για την προσχώρηση και στην καθιέρωση πραγματικής εμπιστοσύνης στους εθνικούς θεσμούς και διαδικασίες, με σημαντικές επιπτώσεις σε άλλους τομείς, καθώς και στις σχέσεις της Βουλγαρίας με άλλες χώρες· συνεπώς, επικροτεί τα σημαντικά βήματα που έχει κάνει η Βουλγαρία, όπως τα προσφάτως εγκεκριμένα νομοθετικά, διοικητικά και οργανωτικά μέτρα, κυρίως τον Νόμο περί Διαμεσολάβησης, την Εθνική Αρχή για τη Μεταρρύθμιση των Ποινικών Διαδικασιών και την Κοινή Δήλωση περί Συνεργασίας για τη Μεταρρύθμιση της Ποινικής Δικαιοσύνης·

9.   ζητεί να υπάρξει περαιτέρω ενασχόληση με την προδικαστική φάση της δικαστικής διαδικασίας και τον ρόλο του Εισαγγελέα, ώστε να εξασφαλιστεί η διαφανής, υπεύθυνη και αποτελεσματική διοίκηση της υπηρεσίας ερευνών και της Εισαγγελίας, καθώς και τη θέσπιση αξιόπιστου μηχανισμού για την απόλυση διεφθαρμένων ή ανίκανων δικαστών, εισαγγελέων και ανακριτών· εκφράζει εν προκειμένω τη λύπη του για το γεγονός ότι η προγραμματισμένη μεταρρύθμιση της ποινικής δικαιοσύνης, η οποία προβλέπει την ανάπτυξη ολωσδιόλου νέων κωδίκων ποινικής δικονομίας, δεν προβλέπεται να εγκριθεί από το σημερινό κοινοβούλιο λόγω της αδυναμίας διασφάλισης επαρκούς πλειοψηφίας· παροτρύνει, ως εκ τούτου το βουλγαρικό κοινοβούλιο να συνεχίσει τις πολλά υποσχόμενες προσπάθειές του σε αυτόν τον τομέα·

10.   ζητεί να υπάρξει συνεχής απτή βελτίωση όσον αφορά τη μεταρρύθμιση της αστυνομίας, ώστε να της δοθεί η δυνατότητα να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά το οργανωμένο έγκλημα, τη σωματεμπορία και τη διαφθορά, και παράλληλα αναγνωρίζει την πρόοδο που το Υπουργείο Εσωτερικών έχει ήδη πραγματοποιήσει όσον αφορά την καταπολέμηση της εγκληματικότητας σε υψηλά κλιμάκια, όπως αναγνωρίζει η Europol, και χαιρετίζει ιδιαίτερα την έγκριση του Νόμου περί Δήμευσης των Περιουσιακών Στοιχείων από Εγκληματική Δραστηριότητα τον Φεβρουάριο του 2005· ζητεί μετ' επιτάσεως από τις βουλγαρικές αρχές να ενισχύσουν ακόμα περισσότερο τα σθεναρά μέτρα ενάντια στο ξέπλυμα χρήματος και τη σχετική κατάχρηση των δημοσιονομικών θεσμών·

11.   συγχαίρει τη Βουλγαρία για την έναρξη της "Δεκαετίας για την Ένταξη των Ρομ" στις 2 Φεβρουαρίου 2005 και αναγνωρίζει τη δέσμευση της Βουλγαρίας για την ένταξη των Ρομ μέσω της έγκρισης πλήρους νομοθεσίας κατά των διακρίσεων· σημειώνει με ικανοποίηση την ανάπτυξη ενός εθνικού προγράμματος με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών στέγασης στις αστικές περιοχές που κατοικούνται ως επί το πλείστον από Ρομ και άλλες εθνοτικές μειονότητες, αλλά ζητεί την πιο αποτελεσματική εφαρμογή πρακτικών και ουσιαστικών μέτρων, ιδιαίτερα όσον αφορά την αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών μειονεκτημάτων και των υψηλών ποσοστών ανεργίας εντός της κοινότητας των Ρομ· διαπιστώνει την ανάγκη για παρεμβάσεις στις υποδομές ώστε να αναβαθμιστούν και να βελτιωθούν οι συνθήκες διαβίωσης ως μέρος επαρκώς χρηματοδοτούμενης στρατηγικής αναγέννησης, καθώς και για την απόδοση προσοχής στην άνευ διακρίσεων παροχή υγειονομικής περίθαλψης και δημόσιων και κοινωνικών υπηρεσιών· τονίζει ότι η επιτυχής ένταξη της κοινότητας των Ρομ εξαρτάται από την παροχή στους Ρομ της δυνατότητας ενεργού συμμετοχής στην εκπόνηση και εφαρμογή στρατηγικών και προγραμμάτων που αποσκοπούν στην επίτευξη αυτών των στόχων·

12.   χαιρετίζει τη θέσπιση τον Ιούνιο του 2004 στρατηγικής για την εκπαίδευση μαθητών από μειονοτικές κοινότητες, διαπιστώνει όμως ότι ο διαχωρισμός στην εκπαίδευση εξακολουθεί να ισχύει για πολλά παιδιά Ρομ και να τους στερεί την πρόσβαση σε ποιοτική εκπαίδευση· καλεί τις βουλγαρικές αρχές να διασφαλίσουν ότι οι πολιτικές δεσμεύσεις για την άρση των εκπαιδευτικών μειονεκτημάτων και του διαχωρισμού θα υλοποιηθούν και θα ενισχυθούν οικονομικά, ώστε να υποστηριχθεί η γλωσσική και πολιτιστική ταυτότητα των εθνικών μειονοτήτων·

13.   καλεί την Επιτροπή να βελτιώσει σημαντικά τα προγράμματά της που αφορούν τους Ρομ, σημειώνοντας ότι, σύμφωνα με την Ανασκόπηση του ΕΝΣ σχετικά με τη βοήθεια του προγράμματος Phare της ΕΕ προς τις Μειονότητες των Ρομ που εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 2004, η διαχείριση των προγραμμάτων επιδεινώθηκε από τις ελλείψεις και τις αλλαγές του προσωπικού και από την ανεπαρκή διοικητική ικανότητα και ικανότητα απορρόφησης, τα ζητήματα της ανεργίας παραβλέφθηκαν σε μεγάλο βαθμό και διατέθηκαν ανεπαρκείς πόροι σε προγράμματα για την υγεία και στην παροχή πληροφοριών που αφορούν την υγεία·

14.   χαιρετίζει την έγκριση Εθνικού Σχεδίου Στρατηγικής και Δράσης για την προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών του δρόμου και ζητεί τώρα την πλήρη υλοποίησή του, με τη στήριξη επαρκών χρηματοοικονομικών και ανθρώπινων πόρων, ώστε να σημειωθούν πρακτικές και ορατές βελτιώσεις όσον αφορά την ευημερία των παιδιών και τις συνθήκες διαβίωσης αυτού του εξαιρετικά ευάλωτου τμήματος της κοινωνίας·

15.   σημειώνει, σε ό,τι αφορά την κατάσταση των παιδιών σε ιδρύματα, ότι πρέπει να σημειωθεί σημαντικά μεγαλύτερη πρόοδος στο σχέδιο αποϊδρυματοποίησης της Βουλγαρίας· συνεπώς, καλεί μετ' επιτάσεως τη Βουλγαρία να εντατικοποιήσει τις προσπάθειές της σε αυτόν τον τομέα και επαναλαμβάνει την έκκλησή του για μία ενιαία κυβερνητική υπηρεσία με επαρκή χρηματοδότηση και πόρους, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι μεταρρυθμίσεις που αφορούν την ευημερία των παιδιών θα υλοποιηθούν αποτελεσματικά· ζητεί μεγαλύτερη βοήθεια εκ μέρους της Επιτροπής σε αυτόν τον τομέα·

16.   καλεί την Βουλγαρία να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στην κατάσταση των ατόμων τα οποία οι δημόσιες αρχές εγκλείουν σε ιδρύματα για ενήλικες με διανοητικές διαταραχές· τονίζει, εν προκειμένω, την επείγουσα ανάγκη παροχής κατάλληλης μέριμνας για τους διαμένοντες στα ιδρύματα αυτά, ιδίως όσον αφορά τους υλικούς και ανθρώπινους πόρους·

Οικονομικά κριτήρια

17.   επιδοκιμάζει την οικονομική απόδοση της Βουλγαρίας (ένας από τους υψηλότερους ρυθμούς αύξησης του ΑΕγχΠ μεταξύ των υποψήφιων κρατών και των κρατών μελών της ΕΕ), η οποία είναι συνέπεια ουσιαστικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων· αυτή η κατάσταση πρέπει να παγιωθεί ακόμα περισσότερο, ώστε να μπορέσει η Βουλγαρία να αντιμετωπίσει μακροπρόθεσμα την πίεση του ανταγωνισμού και τις δυνάμεις της αγοράς εντός της Ένωσης·

18.   χαιρετίζει την ετυμηγορία της Επιτροπής, σύμφωνα με την οποία η Βουλγαρία διαθέτει σταθερή χρηματοοικονομική διάρθρωση και υγιή προϋπολογισμό που θα μπορούσε να αποτελέσει παράδειγμα για ορισμένα κράτη μέλη, και ζητεί τη βελτίωση των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου και δημοσιονομικού ελέγχου·

19.   εξακολουθεί να επιμένει ότι η πραγματική οικονομική πρόοδος θα μετρηθεί με τα απτά οφέλη για τους βούλγαρους πολίτες όσον αφορά τη βελτίωση του επιπέδου διαβίωσής τους· σε αυτό το πλαίσιο, συγχαίρει τη Βουλγαρία για τη μείωση του επιπέδου της ανεργίας, εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι το ποσοστό αυτό προβλέπεται να μειωθεί ακόμη περισσότερο το 2005, και καλεί τη Βουλγαρία να εισαγάγει μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας της, προκειμένου να επιταχύνει την ανάπτυξη στον τομέα της απασχόλησης·

20.   χαιρετίζει τη συνεχή συμβολή στη βουλγαρική οικονομία που οφείλεται στη μεγάλη διόγκωση της βιομηχανικής παραγωγής από τα μέσα του 2002·

21.   χαιρετίζει τους πρόσφατους νέους νόμους για τις επενδυτικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες που έχουν εκσυγχρονίσει τις διαδικασίες εισόδου και εξόδου από την αγορά, και παράλληλα εφιστά την προσοχή έναντι των υπερβολικών και πολύ περίπλοκων κανονισμών που παρακωλύουν την ανάπτυξη·

22.   χαιρετίζει τη διεύρυνση του ιδιωτικού τομέα και τη σημαντική πρόοδο που σημειώθηκε στην ελευθέρωση βασικών τομέων, κυρίως του τραπεζικού τομέα, των τηλεπικοινωνιών και των αερομεταφορών, με την αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα από 46% το 1999 σε 64% το 2004· συνεπώς εκφράζει την απογοήτευσή του, σε αυτό το πλαίσιο, για την αποτυχία της πώλησης των θυγατρικών εταιρειών της Bulgartabac· εκφράζει την επιδοκιμασία του για το σχέδιο της κυβέρνησης για επανάληψη της δημοπρασίας για τις θυγατρικές εταιρείες της Bulgartabac πριν από το τέλος της θητείας της· ζητεί μετ' επιτάσεως από τη βουλγαρική κυβέρνηση να διατηρήσει την ώθηση που έχει δοθεί στις ιδιωτικοποιήσεις και να κάνει βήματα ώστε να εγγυηθεί ότι οι διαδικασίες είναι διαφανείς και δίκαιες·

Κοινοτικό κεκτημένο

23.   ενθαρρύνει τη Βουλγαρία να συνεχίσει τη βελτίωση της διοικητικής ικανότητας σε τομείς όπως οι δημόσιες συμβάσεις, ο ανταγωνισμός, η δικαιοσύνη και οι εσωτερικές υποθέσεις, προκειμένου να εξασφαλίσει την αποτελεσματική υλοποίηση του κεκτημένου και να προσφέρει δίκαιες και διαφανείς δημόσιες υπηρεσίες στους πολίτες και τους οικονομικούς παράγοντες·

24.   τονίζει ότι η ικανότητα διασφάλισης του ελέγχου των μελλοντικών εξωτερικών συνόρων της ΕΕ και πρόληψης της σωματεμπορίας και του λαθρεμπορίου παραμένει ζήτημα υψίστης σημασίας για τους πολίτες των ευρωπαϊκών χωρών·

25.   επιμένει ότι η Βουλγαρία πρέπει να εγκρίνει τα εναπομείναντα τμήματα της νομοθεσίας, ιδιαίτερα στους τομείς της ενιαίας αγοράς, του εταιρικού δικαίου, του περιβάλλοντος και της προστασίας των καταναλωτών· ανησυχεί για την ευρείας κλίμακας παράνομη υλοτομία στη Βουλγαρία· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι σχεδόν το ήμισυ της συνολικής ποσότητας ξυλείας που προέρχεται από τη Βουλγαρία είναι αποτέλεσμα παράνομης υλοτομίας και ότι σημειώνεται υπέρβαση κατά 1,5 εκατ. κυβικά μέτρα της ετήσιας επιτρεπόμενης ποσότητας υλοτομίας· επομένως, τονίζει την ανάγκη να σταματήσει η παράνομη υλοτομία στη Βουλγαρία·

26.   εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρόοδο που πραγματοποίησε η Βουλγαρία όσον αφορά την ευθυγράμμιση της αγροτικής πολιτικής της με το ισχύον κοινοτικό δίκαιο· τονίζει όμως τη σημασία της ολοκλήρωσης της απαιτούμενης προετοιμασίας για την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου, η οποία, πέραν της δημιουργίας των απαιτούμενων φορέων ελέγχων και πληρωμών, προϋποθέτει την στελέχωση αυτών με κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό·

27.   ανησυχεί διότι οι κανόνες που αφορούν την ευζωία των ζώων, ιδιαίτερα όσον αφορά τη μεταφορά τους και τα σφαγεία, δεν πληρούν ακόμη τα πρότυπα της ΕΕ·

28.   υπογραμμίζει τη σημασία της δημιουργίας επαρκούς αριθμού καταλλήλως εξοπλισμένων παραμεθορίων σημείων ελέγχου που θα πραγματοποιούν κτηνιατρικούς και φυτοϋγειονομικούς ελέγχους·

29.   τονίζει ότι η εφαρμογή της νέας κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με την υγιεινή των τροφίμων αποσκοπεί αποκλειστικά και μόνο στην προστασία των καταναλωτών και στη διασφάλιση της ποιότητας των τροφίμων και δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα σκόπιμη διαρθρωτική συγκέντρωση στη βιομηχανία επεξεργασίας τροφίμων· ενθαρρύνει την βουλγαρική κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει τους πόρους του προγράμματος SAPARD για τη διαφοροποίηση της παραγωγής και την υποστήριξη της αποκεντρωμένης παραγωγής τροφίμων υψηλής ποιότητας·

30.   σημειώνει την έγκριση, τον Μάρτιο του 2005, μιας από καιρό επιθυμητής Στρατηγικής για την Ανάπτυξη της Ραδιοφωνίας και της Τηλεόρασης και ζητεί να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για τη διασφάλιση πλήρως ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης στα οποία δεν θα ασκείται πολιτική επιρροή και να αναληφθεί δράση για την μείωση του αυξανόμενου αριθμού περιπτώσεων δυσφήμισης εις βάρος δημοσιογράφων·

31.   ανησυχεί για τις δυσκολίες που αφορούν την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, ιδιαίτερα όσον αφορά την πειρατεία των μέσων ενημέρωσης και την παραβίαση του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας που εξακολουθεί να επηρεάζει το εμπορικό συμφέρον και τις επενδύσεις τόσο των βουλγαρικών όσο και των αλλοδαπών τομέων πνευματικής ιδιοκτησίας· ενθαρρύνει τη βουλγαρική κυβέρνηση να αναπτύξει και να εφαρμόσει ορθά ένα αποτελεσματικό ρυθμιστικό καθεστώς για την πρόληψη αυτών των παράνομων πρακτικών·

32.   χαιρετίζει τις πρόσφατες νομικές ρυθμίσεις που θέτουν τέλος στο εισάγον διακρίσεις δασμολογικό σύστημα στον τομέα του τουρισμού· ενθαρρύνει τις βουλγαρικές αρχές να εξαλείψουν τις εναπομείνασες μορφές διάκρισης και τους περιορισμούς κατά πολιτών της ΕΕ και οικονομικών παραγόντων, ιδιαίτερα, όσον αφορά το δικαίωμα εγκατάστασης·

33.   συγχαίρει τη Βουλγαρία για τα βήματα που έγιναν προκειμένου να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο πυρηνικής ασφάλειας στο εργοστάσιο πυρηνικής ενέργειας του Κοζλοντούι· σημειώνει ότι η Ομάδα του Συμβουλίου για Θέματα Ατομικής Ενέργειας εξέδωσε ιδιαίτερα ευνοϊκή έκθεση σχετικά με αυτό το υψηλό επίπεδο πυρηνικής ασφάλειας και σημειώνει επίσης τη σημαντική συμβολή της Βουλγαρίας στην παροχή ενέργειας στην ευρύτερη περιοχή· αναγνωρίζει ότι, στη διάρκεια των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ, η Βουλγαρία προέβη σε σημαντικούς συμβιβασμούς που είχαν σημαντική επίπτωση στη μελλοντική ενεργειακή κατάσταση τόσο σε εθνικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι προβλέπεται για την περίοδο 2010-2012 σημαντική μείωση των δυνατοτήτων παραγωγής αποθεμάτων στην περιοχή· τονίζει, κατά συνέπεια, τη σημασία της οικοδόμησης νέων ικανοτήτων για τη διατήρηση της ευνοϊκής ενεργειακής κατάστασης της Βουλγαρίας σε βιώσιμη βάση, για την εγγύηση της ασφάλειας παροχής ηλεκτρισμού στην περιοχή, καθώς και για την επίτευξη των στόχων του Πρωτοκόλλου του Κυότο· επιμένει ότι η Επιτροπή πρέπει να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις εξελίξεις και να παρέχει κάθε δυνατή βοήθεια από αυτήν την άποψη· και καλεί το Συμβούλιο, ως υπογράφον της συμφωνίας για το κλείσιμο του εργοστασίου του Κοζλοντούι, να συνειδητοποιήσει τον συνακόλουθο κίνδυνο διακοπής της ηλεκτροδότησης σε πολλές χώρες της περιοχής και για τον λόγο αυτό να είναι έτοιμο να αντιμετωπίσει τις ημερομηνίες παύσης της λειτουργίας που προβλέπονται σε αυτήν τη συμφωνία με μεγαλύτερη ευελιξία έως ότου μπορέσει να υπάρξει νέα δυνατότητα παραγωγής στη Βουλγαρία, χωρίς να διακυβευτούν σε καμία περίπτωση οι απαιτήσεις ασφαλείας, οι οποίες πρέπει να έχουν απόλυτη προτεραιότητα·

34.   τονίζει ότι, αν και οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στη Βουλγαρία αποτελούν το κύριο όχημα για την εφαρμογή μιας βιομηχανικής πολιτικής που συμβάλλει στην βιώσιμη ανάπτυξη, την καινοτομία και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, υπάρχει έλλειψη συντονισμού μεταξύ κυβερνητικών και μη κυβερνητικών φορέων και εξακολουθεί να εκκρεμεί η θέσπιση πολιτικής για τις επιχειρήσεις και η διοικητική ικανότητα είναι περιορισμένη·

35.   χαιρετίζει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στον τομέα των επικοινωνιών, φρονεί όμως ότι υπάρχουν δύο ζητήματα για τα οποία απαιτείται επείγουσα ανάληψη δράσης: πρώτο, πρέπει να ανατεθεί στη ρυθμιστική αρχή η διευθέτηση εμπορικών διαφορών και να ενισχυθεί η ανεξαρτησία της και δεύτερο, η καθολική υπηρεσία πρέπει να ευθυγραμμιστεί περαιτέρω με το "κοινοτικό κεκτημένο" και να εφαρμοστεί και στην πράξη·

36.   καλεί την Επιτροπή να βελτιώσει σημαντικά τη διαχείριση, τη στοχοθέτηση και τη διαφάνεια της κοινοτικής χρηματοδότησης, σημειώνοντας ότι τα κοινοτικά προγράμματα, (PHARE, SAPARD, ISPA και πυρηνικός παροπλισμός) αποτελούνταν από χορήγηση 495,7 εκατ. ευρώ για το 2004, 399,5 εκατ. ευρώ για το 2005 και 432,1 εκατ. ευρώ για το 2006· παράλληλα, αναμένεται ότι το μετενταξιακό χρηματοδοτικό πακέτο θα παράσχει περίπου 4,6 δισεκατομμύρια ευρώ για τα έτη 2007-2009·

37.   ζητεί από τις βουλγαρικές αρχές να διασφαλίσουν τη διαφάνεια όσον αφορά τις χρηματοδοτικές ενισχύσεις που χορηγεί στη χώρα η ΕΕ·

38.   κρίνει ευκταίο, προκειμένου να επιτραπεί η εφαρμογή της κοινής αλιευτικής πολιτικής σε όλους τους τομείς, η διοίκηση και οι επαγγελματίες του τομέα να προετοιμαστούν για την προσχώρηση μέσω της διάθεσης των αναγκαίων ανθρώπινων και χρηματοοικονομικών πόρων και κυρίως μέσω της υλοποίησης των πρωτοβουλιών που προβλέπει το πρόγραμμα SAPARD·

39.   εξακολουθεί να εκφράζει σοβαρές ανησυχίες για τη μη απελευθέρωση από τις αρχές τις Λιβύης των βουλγάρων εργαζομένων στον ιατρικό τομέα, οι οποίοι βρίσκονται υπό κράτηση από το 1999 ως ύποπτοι σε ποινική υπόθεση και οι οποίοι αντιμετωπίζουν τώρα τη θανατική ποινή· καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να αντιμετωπίσουν αυτήν την κατάσταση·

40.   υπενθυμίζει ότι η προσχώρηση της Βουλγαρίας στην ΕΕ δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά θεωρεί ότι η διαδικασία οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής μεταρρύθμισης είναι αυτοδικαίως θετική, γεγονός που θα πρέπει τελικά να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ευημερία και βελτίωση της ποιότητας ζωής όλων των πολιτών της Βουλγαρίας·

41.   ζητεί από την Επιτροπή να διαθέσει επαρκείς πόρους για ενημερωτικές εκστρατείες, προκειμένου να βελτιωθεί το επίπεδο των γνώσεων του κοινού όσον αφορά τις επιπτώσεις της προσχώρησης της Βουλγαρίας (και της Ρουμανίας)·

42.   συναινεί στην υπογραφή της Συνθήκης Προσχώρησης τον Απρίλιο του 2005 και αναμένει να καλωσορίσει τους 18 βούλγαρους κοινοβουλευτικούς παρατηρητές στους κόλπους του·

43.   επιμένει ότι οι απόψεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα πρέπει να εξακολουθήσουν να λαμβάνονται υπόψη κατά την παρακολούθηση της προόδου της μεταρρύθμισης στη Βουλγαρία μετά από την υπογραφή της συνθήκης προσχώρησης και προτού εξετασθεί το ενδεχόμενο επίκλησης των ρητρών διασφάλισης και για τον σκοπό αυτό, καλεί την Επιτροπή να υποβάλλει εγκαίρως και σε τακτά χρονικά διαστήματα εκθέσεις στο Κοινοβούλιο σχετικά με τις εξελίξεις στη Βουλγαρία·

o
o   o

44.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει αυτό το ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας.


Αίτηση ένταξης της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας στην ΕΕ ***
PDF 259kWORD 34k
Σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την αίτηση προσχώρησης της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (AA1/2/2005 – C6-0085/2005 – 2005/0901(AVC))
P6_TA(2005)0118A6-0082/2005

(Διαδικασία σύμφωνης γνώμης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την αίτηση της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας για προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

–   έχοντας υπόψη την αίτηση του Συμβουλίου για παροχή σύμφωνης γνώμης, σύμφωνα με το άρθρο 49 της Συνθήκης ΕΕ (C6-0085/2005),

–   έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής (COM(2005)0055),

–   έχοντας υπόψη το σχέδιο Συνθήκης σχετικά με την προσχώρηση της Βουλγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

–   έχοντας υπόψη την ανταλλαγή επιστολών μεταξύ του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Προέδρου της Επιτροπής όσον αφορά την πλήρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κάθε φορά που σχεδιάζεται η ενεργοποίηση μιας από τις ρήτρες διασφάλισης της Συνθήκης Προσχώρησης,

–   έχοντας υπόψη το από 13 Απριλίου 2005 ψήφισμά του σχετικά με τις δημοσιονομικές επιπτώσεις της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας(1),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 75 και το άρθρο 82, παράγραφος 6, του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A6-0082/2005),

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι όροι προσχώρησης των υποψηφίων χωρών και οι προσαρμογές που ενέχει η ένταξή τους θεσπίζονται στο σχέδιο Συνθήκης προσχώρησης, και ότι πρέπει να ζητηθεί η γνώμη του Κοινοβουλίου στην περίπτωση κατά την οποία το εν λόγω κείμενο τροποποιηθεί ουσιαστικά,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο και η Επιτροπή οφείλουν να μεριμνήσουν για την πλήρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην παρακολούθηση της διαδικασίας προσχώρησης της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και στη λήψη απόφασης για την περίπτωση κατά την οποία οι ρήτρες διασφάλισης που περιλαμβάνονται στη Συνθήκη προσχώρησης θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο της προσχώρησης της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινή συναίνεση των δύο σκελών της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής σχετικά με τη χρηματοοικονομική δέσμη που θα πρέπει να περιληφθεί στη Συνθήκη προσχώρησης, καθώς και η έγκριση δήλωσης σχετικά με τις δημοσιονομικές και θεσμικές επιπτώσεις της εν λόγω συνθήκης, προηγήθηκαν της παρούσας σύμφωνης γνώμης,

1.   εκδίδει σύμφωνη γνώμη σχετικά με την αίτηση της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας για προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας.

(1) Κείμενα που εγκρίθηκαν στις 13.4.2005, P6_TA(2005)0116.


Αίτηση της Ρουμανίας να γίνει μέλος της ΕΕ
PDF 303kWORD 73k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την αίτηση προσχώρησης της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2005/2028(INI))
P6_TA(2005)0119A6-0077/2005

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την αίτηση προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση που υπέβαλε η Ρουμανία στις 22 Ιουνίου 1995,

–   έχοντας υπόψη την γνώμη της Επιτροπής σχετικά με την αίτηση προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση που υπέβαλε η Ρουμανία το 1997,

–   έχοντας υπόψη τις τακτικές εκθέσεις της Επιτροπής σχετικά με τις προόδους που πραγματοποίησε η Ρουμανία προς την κατεύθυνση της προσχώρησης κατά το χρονικό διάστημα 1998 - 2004 καθώς και το έγγραφο στρατηγικής της Επιτροπής σε ό,τι αφορά στην πρόοδο της διαδικασίας διεύρυνσης (COM(2004)0657 - C6-0150/2004)(1),

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών στις 16 και 17 Δεκεμβρίου 2004,

–   έχοντας υπόψη όλα τα ψηφίσματα και όλες τις εκθέσεις που έχουν εκπονηθεί από τότε που άρχισε η διαδικασία διεύρυνσης μέχρι σήμερα,

–   έχοντας υπόψη το σχέδιο Συνθήκης για την προσχώρηση της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

–   έχοντας υπόψη την ανταλλαγή επιστολών μεταξύ του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Προέδρου της Επιτροπής όσον αφορά την πλήρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κάθε φορά που σχεδιάζεται η ενεργοποίηση μιας από τις ρήτρες διασφάλισης της Συνθήκης Προσχώρησης,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου (A6-0077/2005),

A.   θεωρώντας ότι κοινός μας στόχος είναι η προπαρασκευή της προσχώρησης της Ρουμανίας στην Ένωση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο·

Β.   θεωρώντας ότι οι προσπάθειες υλοποίησης του στόχου αυτού πρέπει να συμβάλλουν στην σύγκλιση της πολιτικής βούλησης των αρχών με την κινητοποίηση των κοινωνικοοικονομικών φορέων της Ρουμανίας που τυγχάνουν της ευρείας στήριξης της ρουμανικής κοινωνίας·

Γ.   θεωρώντας ότι το εύρος των μεταρρυθμίσεων που δρομολογήθηκαν στην Ρουμανία ενόψει της πρσχώρησής της είναι αξιοσημείωτο κρινόμενο με γνώμονα την τεράστια καθυστέρηση που έπρεπε να απορροφηθεί στον οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό τομέα·

Δ.   επισημαίνοντας ότι επιβάλλεται να αναγνωριστεί η εντυπωσιακή προσπάθεια της Ρουμανίας κατά τη διάρκεια της διαδικασίας μετάβασης, πράγμα που πιστώνεται κυρίως στον πληθυσμό της που αντιμετώπισε αυτήν την περίοδο με μεγάλη υπομονή καθώς και με πολιτική και οικονομική αυτοσυγκράτηση·

Ε.   θεωρώντας ότι η προοπτική προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενήργησε ως καταλύτης που συσπείρωσε την πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων της χώρας αυτής γύρω από ένα κοινό σχέδιο το οποίο μετουσιώθηκε σε στρατηγικό στόχο της Ρουμανίας·

ΣΤ.   θεωρώντας ότι η πραγματοποιηθείσα από την Ρουμανία πρόοδος επέτρεψε την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για την προσχώρηση, ότι ωστόσο οι προσπάθειες που απαιτούνται για την αντιμετώπιση των υφισταμένων αδυναμιών οι οποίες επισημαίνονται στην έκθεση προόδου της Επιτροπής για το 2004 καθώς και στο τελευταίο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2004(2) πρέπει να συνεχισθούν πριν και μετά την προσχώρηση ειδικότερα δε στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων για την καταπολέμηση της διαφθοράς, του οργανωμένου εγκλήματος, και την ενίσχυση των ελέγχων στα σύνορα καθώς και στον τομέα του ανταγωνισμού και ειδικότερα όσον αφορά στις κρατικές ενισχύσεις καθώς επίσης και στον τομέα του περιβάλλοντος όσον αφορά στην εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας σε όλους τους τομείς και την ευθυγράμμιση της οριζόντιας νομοθεσίας·

Ζ.   θεωρώντας ότι εφόσον γίνουν οι προσπάθειες αυτές η Ρουμανία θα κατορθώσει να ικανοποιήσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε κατά τις διαπραγματεύσεις και θα ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της που απορρέουν από το χρονοδιάγραμμα προσχώρησής της στην Ένωση το 2007·

1.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 16-17 Δεκεμβρίου 2004 να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις για την προσχώρηση της Ρουμανίας θέτοντας τέρμα σε τέσσερα έτη διαπραγματεύσεων και σε μια πολυετή προετοιμασία της χώρας αυτής που είχε ως αποτέλεσμα την ριζική μεταβολή του κοινωνικοπολιτικού, οικονομικού και πολιτιστικού περιβάλλοντός της παρέχοντάς της τη δυνατότητα να προχωρήσει σε μια δυναμική μεταρρυθμίσεων και προόδου·

2.   υπογραμμίζει ότι η προοπτική προσχώρησης της Ρουμανίας υπήρξε σημαντικός μοχλός για τις μεταρρυθμίσεις και ότι οι προσπάθειές της συνέβαλαν στον εκσυγχρονισμό και τον εκδημοκρατισμό της, θεωρεί ωστόσο ότι η διαδικασία αυτή απέχει πολύ από την πλήρη ολοκλήρωσή της·

3.   τονίζει τον ανεκτίμητο ρόλο που διαδραμάτισαν από το 1990 οι μη κυβερνητικές οργανώσεις και άλλοι παράγοντες της κοινωνίας των πολιτών στην Ρουμανία στην προώθηση της διαδικασίας εκδημοκρατισμού, την καταπολέμηση της διαφθοράς, την προστασία της ελευθερίας του τύπου και στον αγώνα για μια ανεξάρτητη δικαιοσύνη·

4.   διαπιστώνει με ικανοποίηση ότι η διαδικασία μεταρρύθμισης της οικονομίας και των δομών της που άρχισε το 1997 κατέληξε σε σημαντική βελτίωση της οικονομικής απόδοσης της χώρας και στη δημιουργία βιώσιμης οικονομίας της αγοράς χάρη στις σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν· θεωρεί ωστόσο ότι η μακροοικονομική σταθερότητα πρέπει να παγιωθεί περαιτέρω για να επιτρέψει στην Ρουμανία να αντιμετωπίσει τις ανταγωνιστικές πιέσεις και τις δυνάμεις της αγοράς που επικρατούν στους κόλπους της Ένωσης· καλεί τις ρουμανικές αρχές να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για την συγκράτηση του ελλείμματος του προϋπολογισμού εφόσον η χώρα αυτή επιθυμεί να επιτύχει τους στόχους της όσον αφορά τον πληθωρισμό και τον περιορισμό του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, ενθαρρύνει δε τις ρουμανικές αρχές να συνεχίσουν τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης και αναδιάρθρωσης ιδιαίτερα στον τομέα του χάλυβα·

5.   υπενθυμίζει στη Ρουμανία ότι για να ικανοποιήσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε κατά τις διαπραγματεύσεις για την προσχώρηση καθώς και τα κριτήρια προσχώρησης κατά τρόπον ώστε να καταστεί κράτος μέλος της Ένωσης το 2007 σύμφωνα με το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα, θα πρέπει να καταβάλει όλες τις απαιτούμενες προσπάθειες προκειμένου να αντιμετωπίσει με επιτυχία όλες τις ελλείψεις που διαπιστώθηκαν και καταγράφονται στην τελευταία έκθεση προόδου της Επιτροπής καθώς και στο ψήφισμα που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 16 Δεκεμβρίου 2004·

6.   στο πλαίσιο αυτό τονίζει ειδικότερα :

   την ανάγκη ουσιαστικής δρομολόγησης διοικητικών και δικαστικών μεταρρυθμίσεων που θα παράσχουν στη δημόσια διοίκηση και στη δικαστική εξουσία την δυνατότητα αμοιβαίας στήριξης και αποτελεσματικής, διαφανούς και ανεξάρτητης λειτουργίας· τονίζει επίσης την ανάγκη να περιορισθεί έτι περαιτέρω η προσφυγή στα "επείγοντα βουλεύματα'·
   την ανάγκη συνέχισης της καταπολέμησης της διαφθοράς, ιδίως της διαφθοράς σε υψηλά κλιμάκια η οποία, παρά τις πραγματοποιηθείσες προσφάτως προσπάθειες, συνεχίζει να υποσκάπτει την κοινωνικοοικονομική και πολιτική ζωή της χώρας υποβαθμίζοντας την εικόνα της Ρουμανίας στην διεθνή κοινότητα·
   την ανάγκη εξασφάλισης του ελέγχου των μελλοντικών εξωτερικών συνόρων της Ένωσης και των μεταναστευτικών ρευμάτων και πρόληψης της εμπορίας ανθρώπων και του λαθρεμπορίου·
   την ανάγκη εξασφάλισης της πλήρους ανεξαρτησίας των μέσων ενημέρωσης καθώς και της άνευ περιορισμών ελευθερίας της έκφρασης·
   την ανάγκη ενίσχυσης της τοπικής και περιφερειακής διακυβέρνησης προκειμένου να εξασφαλισθεί η κατάλληλη εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου στο εν λόγω επίπεδο· της προώθησης της αρχής της "χρηστής διακυβέρνησης" και της διοικητικής παιδείας καθώς και του σεβασμού των αρχών της ηθικής στον τομέα της διαχείρισης των δημοσίων υποθέσεων·
   την ανάγκη σεβασμού, αναγνώρισης και υποστήριξης των μειονοτήτων, προκειμένου να εξαλειφθεί κάθε μορφή βίας και διακρίσεων εις βάρος τους·
   την ανάγκη εφαρμογής της νομοθεσίας που αφορά την προστασία της παιδικής ηλικίας η οποία τέθηκε σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2005 καθώς και την επείγουσα ανάγκη εξεύρεσης λύσεως στα προβλήματα των διεθνών υιοθετήσεων· την ανάγκη αισθητής βελτίωσης της κατάστασης των ατόμων με ειδικές ανάγκες καθώς και των ασθενών που νοσηλεύονται σε ψυχιατρικά νοσοκομεία·
   την ανάγκη ορθής και διαφανούς εφαρμογής του νέου νόμου για τις κρατικές ενισχύσεις και του αυστηρού ελέγχου των ενισχύσεων αυτών εκ μέρους του ρουμανικού συμβουλίου για τον ανταγωνισμό σύμφωνα με τις διατάξεις της ευρωπαϊκής συμφωνίας και τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η Ρουμανία κατά τις διαπραγματεύσεις·
   την ανάγκη πραγματοποίησης περαιτέρω προσπαθειών στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος που απαιτούν κατάλληλες επενδύσεις και αυξημένη επαγρύπνηση για την αποφυγή κινδύνων βιομηχανικής ρύπανσης καθώς και προσπαθειών για τη διαχείριση των αποβλήτων, την επεξεργασία των λυμάτων, των χημικών ουσιών και των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών·

7.   επισημαίνει επίσης ότι παρόλο που η βιομηχανική πολιτική της Ρουμανίας είναι σταθερή και σε κάποιο βαθμό προβλέψιμη, η ικανότητα των διοικητικών της υπηρεσιών υστερεί, γεγονός το οποίο δημιουργεί εμπόδια στην εφαρμογή καταλλήλων βιομηχανικών μέτρων· παρατηρεί ότι υπάρχει επίσης επείγουσα ανάγκη εξάλειψης των διαρθρωτικών εμποδίων για τις επενδύσεις όπως είναι η υπερβολική γραφειοκρατία και το ασταθές νομοθετικό περιβάλλον· τονίζει επιπλέον ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή μιας αποτελεσματικής στρατηγικής για τα ΜΜΕ είναι η ενίσχυση των θεσμών·

8.   θεωρεί ότι πρέπει να ληφθούν επειγόντως μέτρα για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των ενεργειακών προμηθειών, δεδομένου ότι η παύση λειτουργίας αναποτελεσματικών θερμοηλεκτρικών σταθμών και η αντιμετώπιση του προβλήματος των μη βιώσιμων ανθρακωρυχείων αποτελούν σημαντικές προκλήσεις για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτείται η λήψη κοινωνικών μέτρων προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα των εργαζομένων στους τομείς αυτούς·

9.   εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η νέα κυβέρνηση της Ρουμανίας έχει θέσει ως βασικό της στόχο την ενίσχυση της ελευθερίας του τύπου και την ανεξαρτησία των μέσων ενημέρωσης, διαπιστώνει δε με ικανοποίηση ότι η κυβέρνηση ανήγγειλε το τέλος της επιλεκτικής ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων για διαφημιστικούς σκοπούς, η οποία χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν για την άσκηση πολιτικού ελέγχου στα μέσα ενημέρωσης καθώς και τον σχεδιασμό νομοθεσίας με τη συμμετοχή φορέων παρακολούθησης των μέσων ενημέρωσης με στόχο τη δημιουργία διαφανούς και ελέγξιμου συστήματος·

10.   λαμβάνει γνώση του φιλόδοξου προγράμματος της νέας ρουμανικής κυβέρνησης και χαιρετίζει την αποφασιστικότητά της να επιταχύνει τις εργασίες προπαρασκευής της προσχώρησης δίδοντας ώθηση στις μεταρρυθμίσεις που έχουν ως στόχο την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και της ποιότητας ζωής του μέσου ρουμάνου πολίτη·

11.   εκφράζει την ικανοποίησή του για τις θετικές εξελίξεις που σημειώνονται στη Ρουμανία στον τομέα της εκπαίδευσης οι οποίες αποβαίνουν μεταξύ άλλων υπέρ και των παιδιών των Ρόμα (σε επίπεδο σχολείων, υποδομών και εξοπλισμού) απευθύνει δε έκκληση στις αρχές της Ρουμανίας να συνεχίσουν να δίδουν υψηλή προτεραιότητα στην εργασία αυτή, βελτιώνοντας ειδικότερα την ποιότητα των διδασκάλων και αυξάνοντας τις αποδοχές τους·

12.   διαπιστώνει ότι, παρά τις προόδους που σημειώθηκαν στον τομέα της καταπολέμησης του κοινωνικού αποκλεισμού καθώς και στον τομέα της νομοθεσίας για την κοινωνική προστασία, θα πρέπει να γίνουν ακόμα μεγαλύτερες προσπάθειες για τον περιορισμό της ανέχειας και την εξασφάλιση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής της χώρας η οποία παραμένει πολύ επισφαλής·

13.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την υπογραφή εκ μέρους της Ρουμανίας της δήλωσης για την "Δεκαετία της ενσωμάτωσης των Ρόμα", αναγνωρίζει δε τις προσπάθειες που πραγματοποιεί η Ρουμανία για την ενσωμάτωση των Ρόμα μέσω της θέσπισης νομοθετικών διατάξεων που απαγορεύουν τις διακρίσεις, απευθύνει ωστόσο έκκληση για αποτελεσματικότερη εφαρμογή μέτρων που έχουν ως στόχο να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα του διαχωρισμού στην εκπαίδευση, της άστοχης τοποθέτησης μαθητών σε σχολεία για άτομα με διανοητική καθυστέρηση, της πρόωρης εγκατάλειψης της σχολικής εκπαίδευσης, την έλλειψη πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη και τις δημόσιες κοινωνικές υπηρεσίες, των υψηλών ποσοστών ανεργίας και των μη ικανοποιητικών συνθηκών στέγασης, ζητεί δε την εφαρμογή μέτρων για την ενεργό συμμετοχή της κοινότητας των Ρόμα στην επίτευξη αυτών των στόχων·

14.   διαπιστώνει ότι παρά τη γενική βελτίωση της προστασίας των μειονοτήτων θα πρέπει να ληφθούν συμπληρωματικά μέτρα προκειμένου να διασφαλισθεί η προστασία της ουγγρικής μειονότητας με την τήρηση των αρχών της επικουρικότητας και της αυτοδιοίκησης·

15.   υποστηρίζει την Επιτροπή στην προσπάθεια της στενής παρακολούθησης της προόδου που σημειώνεται όσον αφορά στην υλοποίηση των δεσμεύσεων που ανέλαβε η Ρουμανία κατά τις διαπραγματεύσεις· θεωρεί ότι ο έλεγχος αυτός αποτελεί αναγκαίο και αποτελεσματικό μέσο που θα επιτρέψει να εντοπισθούν οι αδυναμίες και θα παράσχει τη δυνατότητα να βρεθεί λύση στις αδυναμίες αυτές το ταχύτερο δυνατόν με την κινητοποίηση όλων των αναγκαίων δυνάμεων σε επίπεδο τόσο ανθρωπίνων πόρων όσο και υλικών πόρων· ζητεί από την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε η βοήθεια που παρέχεται από τα διάφορα οικονομικά μέσα (PHARE, SAPARD, ISPA) να γίνει καταλληλότερη και αποτελεσματικότερη·

16.   απευθύνει έκκληση στις ρουμανικές αρχές να εγκρίνουν σαφείς και προληπτικούς κανόνες συνύπαρξης που διέπουν την εκούσια διασπορά ποικιλιών ΓΤΟ ούτως ώστε κατά την προσχώρηση να μην σημειώνονται παραβάσεις των διατάξεων του κοινοτικού κεκτημένου για τους ΓΤΟ ·

17.   τονίζει ότι η εφαρμογή της νέας κοινοτικής νομοθεσίας που αφορά την υγιεινή των τροφίμων έχει σχεδιασθεί με μόνο στόχο την προστασία των καταναλωτών και την εξασφάλιση της ποιότητας των τροφίμων και δεν πρέπει να οδηγήσει σε διαρθρωτικές συγκεντρώσεις των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην βιομηχανία μεταποίησης των τροφίμων· ενθαρρύνει την κυβέρνηση της Ρουμανίας να χρησιμοποιήσει τους πόρους SAPARD προκειμένου να διαφοροποιήσει την παραγωγή και να στηρίξει την αποκεντρωμένη παραγωγή ειδών διατροφής υψηλής ποιότητας·

18.   προκειμένου να καταστεί δυνατή η εφαρμογή σε όλους τους τομείς της κοινής πολιτικής στον τομέα της αλιείας, εκφράζει την ανάγκη κατάλληλης προετοιμασίας της διοίκησης και των επαγγελματιών του τομέα μέσω της διάθεσης των αναγκαίων ανθρωπίνων και οικονομικών πόρων και ειδικότερα μέσω της εφαρμογής των πρωτοβουλιών που προβλέπονται στο πρόγραμμα SAPARD·

19.   όσον αφορά στη διαδικασία προσδιορισμού των προτεραιοτήτων που εμπίπτουν στο στρατηγικό πλαίσιο προενταξιακής χρηματοδότησης και διαρθρωτικών ταμείων, τονίζει την επείγουσα ανάγκη να διαθέσουν η Ρουμανία και η Επιτροπή τις αναγκαίες πιστώσεις για την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και την νοσηλεία ασθενών και ατόμων που έχουν εισαχθεί σε ψυχιατρικές κλινικές και τα νοσοκομεία·

20.   εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι κατά τις διαπραγματεύσεις επήλθε συμφωνία για εκτεταμένη μεταβατική περίοδο όσον αφορά τα θέματα περιβάλλοντος, ζητεί δε από την Επιτροπή και τις ρουμανικές αρχές να λάβουν μέτρα με στόχο την ουσιαστική βελτίωση των δυνατοτήτων της διοίκησης για την αντιμετώπιση προβλημάτων στον τομέα του περιβάλλοντος· επιπλέον τονίζει εκ νέου την ανησυχία του για την σχεδιαζόμενη λειτουργία των ορυχείων χρυσού στη Rosia Montana και ζητεί να γίνει πλήρης αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων προκειμένου να εκτιμηθούν οι κίνδυνοι ειδικότερα όσον αφορά την ενδεχόμενη ρύπανση με ενώσεις κυανίου και την αποκατάσταση της περιοχής μετά την παύση λειτουργίας των ορυχείων·

21.   θα συνεχίσει να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τη διαδικασία που θα οδηγήσει στην προσχώρηση της Ρουμανίας τον Ιανουάριο του 2007 και ζητεί από την Επιτροπή να το ενημερώνει τακτικά σχετικά με την τήρηση από τις ρουμανικές αρχές των υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο της συνθήκης προσχώρησης, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της διαφθοράς, το περιβάλλον, τον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων και τον ανταγωνισμό· υπογραμμίζει ότι αποδέχεται τη συνθήκη προσχώρησης υπό τον όρο ότι το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα το εμπλέξουν πλήρως στη λήψη της απόφασης στην περίπτωση που οι περιεχόμενες στη συνθήκη προσχώρησης ρήτρες διασφάλισης θα πρέπει να εφαρμοστούν στο πλαίσιο της προσχώρησης της Ρουμανίας·

22.   εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η ενδεχόμενη προσφυγή στην ρήτρα διασφάλισης δεν πρέπει να εκληφθεί ως κύρωση αλλά ως μηχανισμός ο οποίος έχει ως στόχο να παράσχει στη Ρουμανία τον αναγκαίο χρόνο που θα της επιτρέψει να ενσωματωθεί στην εσωτερική αγορά χωρίς προβλήματα ούτε για την ίδια ούτε για τις κοινοτικές πολιτικές στο μέτρο που η εύρυθμη λειτουργία τους αποβαίνει υπέρ του κοινού συμφέροντος των κρατών μελών και των υποψηφίων κρατών και έχει άμεση επίπτωση στη ζωή του πολίτη·

23.   είναι πεπεισμένο ότι η προσχώρηση της Ρουμανίας στην Ένωση θα δώσει πραγματική πρόσθετη αξία στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα στην πολιτιστική και πολιτική του διάσταση ειδικότερα δε στο πλαίσιο της προσπάθειας σταθεροποίησης της περιοχής των Βαλκανίων καθώς και στο πλαίσιο της νέας ευρωπαϊκής πολιτικής γειτονίας·

24.   επισημαίνει ότι η επιτυχία της προσχώρησης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την υποστήριξη και συμμετοχή των πολιτών της προσχωρούσας χώρας· ως εκ τούτου ενθαρρύνει τις ρουμανικές αρχές καθώς και τις μη κυβερνητικές οργανώσεις να δρομολογήσουν ευρεία, σοβαρή και αντικειμενική εκστρατεία ενημέρωσης για την Ένωση και τους στόχους της καθώς και για τα πλεονεκτήματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την προσχώρηση της Ρουμανίας, κατά τρόπον ώστε ο ρουμάνος πολίτης να έχει πλήρη συνείδηση της επιλογής που πρόκειται να κάνει και να συμμετάσχει στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό στις εργασίες προπαρασκευής της προσχώρησης· ζητεί ταυτόχρονα από την Επιτροπή να διαθέσει επαρκή μέσα για τις εκστρατείες πληροφόρησης ούτως ώστε να βελτιωθεί το επίπεδο ενημέρωσης της κοινής γνώμης όσον αφορά την προσχώρηση της Ρουμανίας (και της Βουλγαρίας)·

25.   υπογραμμίζει ότι η προσχώρηση της Ρουμανίας στην Ένωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως αυτοσκοπός αλλά ως ευκαιρία που παρέχεται στη χώρα αυτή να συμβάλει στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση η οποία έχει ως στόχο την προώθηση της ειρήνης και των αξιών της καθώς και τη δημιουργία ενός χώρου αλληλεγγύης και ευμάρειας, εκτείνοντας τα πλεονεκτήματά της σε όλα τα κράτη μέλη και τους λαούς τους·

26.   επιδοκιμάζει την υπογραφή της συνθήκης προσχώρησης του Απριλίου 2005 και με ιδιαίτερη ικανοποίηση θα υποδεχθεί τριανταπέντε ρουμάνους βουλευτές ως παρατηρητές·

27.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Ρουμανίας.

(1) Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν την ίδια ημερομηνία, P6_TA(2004)0111.


Αίτηση προσχώρησης της Δημοκρατίας της Ρουμανίας στην ΕΕ ***
PDF 258kWORD 34k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την αίτηση προσχώρησης της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (AA1/2/2005 – C6-0086/2005 – 2005/0902(AVC))
P6_TA(2005)0120A6-0083/2005

(Διαδικασία σύμφωνης γνώμης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την αίτηση της Ρουμανίας για προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

–   έχοντας υπόψη την αίτηση του Συμβουλίου για παροχή σύμφωνης γνώμης, σύμφωνα με το άρθρο 49 της Συνθήκης ΕΕ (C6-0086/2005),

–   έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής (COM(2005)0055),

–   έχοντας υπόψη το σχέδιο Συνθήκης σχετικά με την προσχώρηση της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

–   έχοντας υπόψη την ανταλλαγή επιστολών μεταξύ του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Προέδρου της Επιτροπής όσον αφορά την πλήρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κάθε φορά που σχεδιάζεται η ενεργοποίηση μιας από τις ρήτρες διασφάλισης της Συνθήκης Προσχώρησης,

–   έχοντας υπόψη το από 13 Απριλίου 2005 ψήφισμά του σχετικά με τις δημοσιονομικές επιπτώσεις της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας(1),

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 75 και 82, παράγραφος 6, του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A6-0083/2005),

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι όροι προσχώρησης των υποψηφίων χωρών και οι προσαρμογές που ενέχει η ένταξή τους θεσπίζονται στο σχέδιο Συνθήκης προσχώρησης, και ότι πρέπει να ζητηθεί η γνώμη του Κοινοβουλίου στην περίπτωση κατά την οποία το εν λόγω κείμενο τροποποιηθεί ουσιαστικά,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο και η Επιτροπή οφείλουν να μεριμνήσουν για την πλήρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην παρακολούθηση της διαδικασίας προσχώρησης της Ρουμανίας και στη λήψη απόφασης για την περίπτωση κατά την οποία οι ρήτρες διασφάλισης που περιλαμβάνονται στη Συνθήκη προσχώρησης θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο της προσχώρησης της Ρουμανίας,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινή συμφωνία των δύο σκελών της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής σχετικά με τη χρηματοοικονομική δέσμη που θα πρέπει να περιληφθεί στη συνθήκη προσχώρησης, καθώς και η έγκριση δήλωσης σχετικά με τις δημοσιονομικές και θεσμικές επιπτώσεις της εν λόγω συνθήκης, προηγήθηκαν της παρούσας σύμφωνης γνώμης·

1.   εκδίδει σύμφωνη γνώμη σχετικά με την αίτηση της Ρουμανίας για προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Ρουμανίας.

(1) Κείμενα που εγκρίθηκαν στις 13.4.2005, P6_TA(2005)0116.


Κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών ***II
PDF 445kWORD 97k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης της οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό ελάχιστων προϋποθέσεων για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με την κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών (11336/1/2004 – C6-0249/2004 – 2003/0255(COD))
P6_TA(2005)0121A6-0073/2005

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (11336/1/2004 – C6-0249/2004)(1),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση(2) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2003)0628)(3),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 62 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A6-0073/2005),

1.   εγκρίνει την κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 13 Απριλίου 2005 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2005/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον καθορισμό ελάχιστων προϋποθέσεων για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με την κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών

P6_TC2-COD(2003)0255


(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 71, παράγραφος 1,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(4),

Αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης(5),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)  Οι κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών(6) και (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών(7), καθώς και η οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών(8), έχουν μεγάλη σημασία για τη δημιουργία κοινής αγοράς υπηρεσιών εσωτερικών μεταφορών, για την οδική ασφάλεια και για τις συνθήκες εργασίας.

(2)  Στη Λευκή Βίβλο "Η ευρωπαϊκή πολιτική μεταφορών με ορίζοντα το έτος 2010: η ώρα των επιλογών", η Επιτροπή μνημονεύει την ανάγκη να καταστούν αυστηρότεροι οι έλεγχοι και οι κυρώσεις, ειδικότερα όσον αφορά την κοινωνική νομοθεσία στον τομέα των δραστηριοτήτων οδικών μεταφορών, και συγκεκριμένα να αυξηθεί ο αριθμός των ελέγχων, να ενθαρρύνονται οι συστηματικές ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών, να συντονίζονται οι ενέργειες επιθεώρησης και να προωθείται η κατάρτιση των ελεγκτών.

(3)  Κατόπιν τούτου, είναι αναγκαίο να εξασφαλίζεται η ορθή εφαρμογή και η εναρμονισμένη ερμηνεία των κοινωνικών κανόνων στις οδικές μεταφορές με τον καθορισμό ελάχιστων απαιτήσεων για τον ομοιόμορφο και αποτελεσματικό έλεγχο εκ μέρους των κρατών μελών της συμμόρφωσης προς τις σχετικές διατάξεις. Οι έλεγχοι αυτοί θα πρέπει να χρησιμεύουν στη μείωση και την πρόληψη των παραβάσεων. Εξάλλου, θα πρέπει να θεσπισθεί μηχανισμός ο οποίος να εξασφαλίζει ότι οι επιχειρήσεις με υψηλή επικινδυνότητα θα ελέγχονται στενότερα και συχνότερα.

(4)  Τα μέτρα που προβλέπει η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να οδηγήσουν μόνον σε μεγαλύτερη οδική ασφάλεια, αλλά θα πρέπει επίσης να συμβάλλουν στην εναρμόνιση των συνθηκών εργασίας στην Κοινότητα και στην εξασφάλιση ίσων συνθηκών για όλους.

(5)  Η αντικατάσταση του αναλογικού ταχογράφου από ψηφιακό θα δημιουργήσει προοδευτικά τη δυνατότητα να ελέγχονται μεγαλύτερες ποσότητες δεδομένων, ταχύτερα και ακριβέστερα, και, κατ" αυτόν τον τρόπο, θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να αυξήσουν τον αριθμό των πραγματοποιούμενων ελέγχων. Όσον αφορά τους ελέγχους, το ποσοστό ημερών εργασίας των οδηγών οχημάτων που εμπίπτουν στο πεδίο της κοινωνικής νομοθεσίας, οι οποίοι ελέγχονται, θα πρέπει να αυξηθεί βαθμιαία σε 4%.

(6)  Σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των συστημάτων ελέγχου, στόχος θα πρέπει να είναι η ανάπτυξη εθνικών λύσεων με σκοπό την επίτευξη ευρωπαϊκής διαλειτουργικότητας και εφαρμογής των διατάξεων.

(7)  Στη διάθεση όλων των ελεγκτικών μονάδων θα πρέπει να τίθεται επαρκές τυποποιημένο υλικό και αρμοδιότητες επιβολής της νομοθεσίας ώστε να τους παρέχεται η δυνατότητα να εκτελούν τα καθήκοντά τους αποτελεσματικά και αποδοτικά.

(8)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδιώκουν να εξασφαλίζουν, με την επιφύλαξη της ορθής εκτέλεσης των καθηκόντων που επιβάλλει η παρούσα οδηγία, ότι οι έλεγχοι καθ' οδόν διενεργούνται αποτελεσματικά και ταχέως, ώστε ο έλεγχος να ολοκληρώνεται, το συντομότερο δυνατόν, και με τη μικρότερη δυνατή καθυστέρηση του οδηγού.

(9)  Σε κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να ορισθεί συντονιστικό όργανο επιβολής της νομοθεσίας, το οποίο θα ενεργεί ως εθνικό κέντρο επιβολής της νομοθεσίας, με αρμοδιότητα να επιτηρεί και να εφαρμόζει συνεκτική εθνική στρατηγική επιβολής της νομοθεσίας σε συνεννόηση με άλλες αρμόδιες αρχές και να επιδιώκει την επίτευξη της διαλειτουργικότητας των συστημάτων ελέγχου. Ο οργανισμός αυτός θα πρέπει να συλλέγει τα σχετικά στατιστικά στοιχεία.

(10)  Η συνεργασία μεταξύ αρχών επιβολής του νόμου σε κράτη μέλη θα πρέπει να προωθείται περαιτέρω με συντονισμένους ελέγχους, κοινές πρωτοβουλίες κατάρτισης, την ηλεκτρονική ανταλλαγή πληροφοριών και την ανταλλαγή επιχειρησιακών πληροφοριών και εμπειρίας.

(11)  Η βέλτιστη πρακτική σε ενέργειες επιβολής του νόμου στον τομέα των οδικών μεταφορών, ειδικότερα για την εξασφάλιση εναρμονισμένης προσέγγισης του θέματος της απόδειξης σχετικά με την ετήσια άδεια ή την άδεια ασθενείας οδηγού, θα πρέπει να διευκολύνεται και να προωθείται μέσω ενός φόρουμ για τις αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών.

(12)  Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(9).

(13)  Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, ήτοι ο καθορισμός σαφών κοινών κανόνων σχετικά με τους ελάχιστους όρους για τον έλεγχο της ορθής και ομοιόμορφης εφαρμογής των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85, καθώς και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της ..., [για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 και (ΕΚ) αριθ. 2135/98 του Συμβουλίου](10), δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και, μπορεί συνεπώς, λόγω της ανάγκης συντονισμένης διεθνικής δράσης, μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(14)  Η οδηγία 88/599/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1988, σχετικά με τυποποιημένες διαδικασίες ελέγχου για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85(11), θα πρέπει, κατά συνέπεια, να καταργηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία καθορίζει τις ελάχιστες προϋποθέσεις για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85, καθώς και της οδηγίας 2002/15/ΕΚ.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.  Η παρούσα οδηγία ισχύει ανεξάρτητα από τη χώρα έκδοσης της άδειας κυκλοφορίας του οχήματος, όταν η οδική μεταφορά πραγματοποιείται:

   α) αποκλειστικά εντός της Κοινότητας, ή
   β) μεταξύ της Κοινότητας, της Ελβετίας και των χωρών που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.

2.  Η Ευρωπαϊκή Συμφωνία περί της εργασίας των πληρωμάτων των οχημάτων που εκτελούν διεθνείς οδικές μεταφορές (ΑΕΤR) εφαρμόζεται, αντί της παρούσας οδηγίας, στις δραστηριότητες διεθνών οδικών μεταφορών που αναλαμβάνονται εν μέρει εκτός των περιοχών που καθορίζονται στην παράγραφο 1 στην περίπτωση χρησιμοποίησης οχημάτων με άδεια κυκλοφορίας στην Κοινότητα ή σε κράτη τα οποία είναι συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας ΑΕΤR, για το σύνολο της διαδρομής σε κοινοτικό έδαφος.

3.  Η παρούσα οδηγία ισχύει στην περίπτωση μεταφορών με οχήματα που έχουν λάβει άδεια κυκλοφορίας σε τρίτη χώρα η οποία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της ΑΕΤR, για το σύνολο της διαδρομής σε κοινοτικό έδαφος.

Άρθρο 3

Συστήματα ελέγχου

1.  Τα κράτη μέλη οργανώνουν σύστημα κατάλληλων και τακτικών ελέγχων της ορθής και συνεπούς εφαρμογής, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 1, τόσο καθ" οδόν όσο και στις εγκαταστάσεις των επιχειρήσεων όλων των κατηγοριών μεταφορών.

Οι έλεγχοι αυτοί καλύπτουν ετησίως ευρεία και αντιπροσωπευτική διατομή μετακινούμενων εργαζομένων, οδηγών, επιχειρήσεων και οχημάτων όλων των κατηγοριών μεταφορών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 καθώς και οδηγών και μετακινούμενων εργαζομένων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2002/15/ΕΚ.

2.  Εφόσον αυτό δεν έχει ήδη συμβεί, τα κράτη μέλη χορηγούν στους αρμόδιους για τον έλεγχο υπαλλήλους, έως την …(12) κάθε απαραίτητη αρμοδιότητα επιβολής της νομοθεσίας, ούτως ώστε να μπορούν να ασκήσουν τα καθήκοντα ελέγχου που τους έχουν ανατεθεί βάσει της παρούσας οδηγίας.

3.  Κάθε κράτος μέλος οργανώνει τους ελέγχους κατά τρόπο ώστε, από την ...(13)*, να ελέγχεται τουλάχιστον το 1% των ημερών που εργάσθηκαν οι οδηγοί οχημάτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85, καθώς και της οδηγίας 2002/15/ΕΚ. Το ποσοστό αυτό θα αυξηθεί σε 2% από την 1η Ιανουαρίου 2007 και σε 3% από την 1η Ιανουαρίου 2009.

Από την 1η Ιανουαρίου 2011, το ελάχιστο αυτό ποσοστό μπορεί να αυξηθεί στο 4% από την Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13, παράγραφος 2, υπό την προϋπόθεση ότι τα στατιστικά στοιχεία που συλλέγονται δυνάμει του άρθρου 4 αποδεικνύουν ότι, κατά μέσο όρο, άνω των 90% όλων των ελεγχόμενων οχημάτων διαθέτουν ψηφιακό ταχογράφο. Κατά τη λήψη της απόφασης αυτής, η Επιτροπή λαμβάνει επίσης υπόψη την αποτελεσματικότητα των υφιστάμενων μέτρων επιβολής του νόμου, ιδίως τη διαθεσιμότητα δεδομένων ψηφιακού ταχογράφου στις εγκαταστάσεις των επιχειρήσεων.

Τουλάχιστον το 15% του συνολικού αριθμού των εργάσιμων ημερών που ελέγχονται, ελέγχεται καθ" οδόν, και τουλάχιστον το 50% ελέγχεται στις εγκαταστάσεις των επιχειρήσεων.

4.  Οι πληροφορίες οι οποίες υποβάλλονται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85, περιλαμβάνουν τον αριθμό των οδηγών που ελέγχθηκαν καθ" οδόν, τον αριθμό των ελέγχων σε εγκαταστάσεις επιχειρήσεων, τον αριθμό των εργάσιμων ημερών που ελέγχθηκαν και τον αριθμό καθώς και τη φύση των παραβάσεων που αναφέρθηκαν, διευκρινίζοντας ταυτόχρονα εάν πρόκειται για μεταφορά προσώπων ή εμπορευμάτων.

Άρθρο 4

Στατιστικά στοιχεία

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα στατιστικά στοιχεία που συλλέγονται κατά τους ελέγχους που οργανώνονται σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 3, κατατάσσονται στις ακόλουθες κατηγορίες:

  α) όσον αφορά τους καθ" οδόν ελέγχους:
   i) τύπος οδού, δηλαδή αν πρόκειται για αυτοκινητόδρομο, εθνική ή επαρχιακή οδό, αριθμός οδού, χώρα άδειας κυκλοφορίας του επιθεωρηθέντος οχήματος και αριθμός των οχημάτων που κατέχει η επιχείρηση,

ii)   το κράτος μέλος προέλευσης των οχημάτων, των οδηγών και των επιχειρήσεων, προκειμένου να αποφεύγονται οι διακρίσεις,

   iii) τύπος αναλογικού ή ψηφιακού ταχογράφου,
  β) όσον αφορά τους ελέγχους σε εγκαταστάσεις επιχειρήσεων:
   i) είδος μεταφορικής δραστηριότητας, δηλαδή κατά πόσον πρόκειται για διεθνή ή εσωτερική μεταφορά· μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων· μεταφορά για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου,
   ii) μέγεθος στόλου της εταιρίας,
   iii) τύπος αναλογικού ή ψηφιακού ταχογράφου.

Τα στατιστικά αυτά στοιχεία υποβάλλονται ετησίως στην Επιτροπή.

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, καθώς και οι επιχειρήσεις που είναι υπεύθυνες για τους οδηγούς, τηρούν αρχείο των δεδομένων που συγκεντρώνονται κατά το προηγούμενο έτος.

Τυχόν περαιτέρω απαιτούμενη διευκρίνιση των ορισμών των κατηγοριών που αναφέρονται στα στοιχεία (α) και (β) διατυπώνεται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13, παράγραφος 2.

Άρθρο 5

Έλεγχοι καθ" οδόν

1.  Οι καθ" οδόν έλεγχοι οργανώνονται σε διαφορετικά σημεία και οποιαδήποτε ώρα και καλύπτουν ένα αρκετά εκτεταμένο τμήμα του οδικού δικτύου ώστε να είναι δύσκολη η αποφυγή σημείων ελέγχου.

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι:

   α) προβλέπονται αρκετά σημεία ελέγχου σε υφιστάμενες και σχεδιαζόμενες οδούς ή πλησίον αυτών και ότι ως σημεία ελέγχου μπορούν να χρησιμεύσουν κυρίως πρατήρια καυσίμων, χώροι εξυπηρέτησης και άλλοι ασφαλείς χώροι σε αυτοκινητοδρόμους, καθώς και χώροι στάθμευσης,
   β) οι έλεγχοι διενεργούνται με δειγματοληπτικό εκ περιτροπής σύστημα, ενώ καταβάλλεται προσπάθεια για διατήρηση ισορροπίας στη συχνότητα των καθ' οδόν ελέγχων σε διάφορα σημεία του οδικού δικτύου.

3.  Τα στοιχεία που πρέπει να ελέγχονται στους καθ" οδόν ελέγχους καθορίζονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος I. Οι έλεγχοι είναι δυνατόν να επικεντρώνονται σε συγκεκριμένο στοιχείο, εφόσον το απαιτούν οι περιστάσεις.

4.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 10, παράγραφος 2, οι καθ" οδόν έλεγχοι διενεργούνται χωρίς διάκριση. Ειδικότερα, οι ελεγκτές δεν κάνουν διακρίσεις για κανέναν από τους ακόλουθους λόγους:

   α) τη χώρα αριθμού κυκλοφορίας του οχήματος,
   β) τη χώρα διαμονής του οδηγού,
   γ) τη χώρα εγκατάστασης της επιχείρησης,
   δ) την αφετηρία και τον προορισμό της μετακίνησης,
   ε) εάν τα οχήματα είναι εφοδιασμένα με αναλογικό ή με ψηφιακό ταχογράφο.

5.  Ο ελεγκτής είναι εφοδιασμένος με:

   α) κατάλογο των βασικών στοιχείων που πρέπει να ελεγχθούν, κατά τα οριζόμενα στο Μέρος Α του Παραρτήματος I,
   β) τυποποιημένο εξοπλισμό για τον έλεγχο, κατά τα οριζόμενα στο Παράρτημα II.

6.  Εάν, σε κάποιο κράτος μέλος, τα πορίσματα καθ" οδόν ελέγχου σε οδηγό οχήματος με αριθμό κυκλοφορίας άλλου κράτους μέλους παρέχουν βάσιμες υπόνοιες ότι σημειώθηκαν παραβάσεις οι οποίες δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθούν κατά τον έλεγχο λόγω έλλειψης των απαραίτητων στοιχείων, οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών συνδράμουν η μια την άλλη για τη διευκρίνιση της κατάστασης.

Άρθρο 6

Συντονισμένοι έλεγχοι

Τα κράτη μέλη πραγματοποιούν, τουλάχιστον έξι φορές το χρόνο, συντονισμένους καθ' οδόν ελέγχους οδηγών και οχημάτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85, καθώς και της οδηγίας 2002/15/ΕΚ. Αυτοί οι έλεγχοι πραγματοποιούνται ταυτόχρονα από τις αρχές επιβολής του νόμου δύο ή περισσότερων κρατών μελών, καθεμία από τις οποίες ενεργεί εντός της επικρατείας της.

Άρθρο 7

Έλεγχοι στις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων

1.  Οι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων προγραμματίζονται λαμβάνοντας υπόψη την προηγούμενη εμπειρία όσον αφορά τις διάφορες κατηγορίες μεταφορών και επιχειρήσεων. Έλεγχοι διενεργούνται επίσης σε περιπτώσεις που έχουν εντοπιστεί καθ" οδόν σοβαρές παραβάσεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 ή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85.

2.  Οι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις περιλαμβάνουν τα στοιχεία που παρατίθενται στα Μέρη Α και Β του Παραρτήματος I.

3.  Οι ελεγκτές είναι εφοδιασμένοι με:

   α) κατάλογο των βασικών στοιχείων που πρέπει να ελεγχθούν, όπως ορίζονται στα Μέρη Α και Β του Παραρτήματος I,
   β) τυποποιημένο εξοπλισμό ελέγχου, όπως ορίζεται στο Παράρτημα II.

4.  Κατά τον έλεγχο σε ένα κράτος μέλος, οι ελεγκτές λαμβάνουν υπόψη τις πληροφορίες που παρέχονται από τον αναφερόμενο στο άρθρο 8, παράγραφος 1 συντονιστικό φορέα ελέγχου άλλου κράτους μέλους σχετικά με τις δραστηριότητες της εν λόγω επιχείρησης σε αυτό το άλλο κράτος μέλος.

5.  Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 έως 4, οι έλεγχοι που διενεργούνται στις εγκαταστάσεις των αρμοδίων αρχών, με βάση τα σχετικά έγγραφα ή στοιχεία που χορηγούν οι επιχειρήσεις μετά από αίτηση των εν λόγω αρχών, ισοδυναμούν με ελέγχους που διενεργούνται στις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων.

Άρθρο 8

Συντονιστικό όργανο επιβολής της νομοθεσίας

1.  Τα κράτη μέλη ορίζουν έναν φορέα με τα ακόλουθα καθήκοντα:

   α) να εξασφαλίζει τον συντονισμό μεταξύ των διαφόρων αρμοδίων αρχών στο κράτος μέλος όσον αφορά ενέργειες που διεξάγονται δυνάμει των άρθρων 5 και 7 με αντίστοιχους φορείς στα λοιπά ενδιαφερόμενα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 6,
   β) να διαβιβάζει στην Επιτροπή τα ανά διετία στατιστικά στοιχεία δυνάμει του άρθρου 16, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85,
   γ) να χαράζει συνεκτική εθνική στρατηγική επιβολής της νομοθεσίας,
   δ) να είναι ο κύριος υπεύθυνος για την παροχή συνδρομής στις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 6,
   ε) να δημοσιοποιεί τα στατιστικά στοιχεία που έχουν συλλεγεί σύμφωνα με το άρθρο 4.

Ο φορέας αντιπροσωπεύεται στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 13, παράγραφος 1.

2.  Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τον ορισμό του φορέα αυτού και η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα λοιπά κράτη μέλη.

3.  Η ανταλλαγή στοιχείων, εμπειρίας και πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών προωθείται ενεργά, κατά κύριο λόγο αλλά όχι αποκλειστικά, μέσω της επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 13, παράγραφος 1 και μέσω κάθε παρόμοιου φορέα που είναι δυνατόν να ορίσει η Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13, παράγραφος 2.

Άρθρο 9

Ανταλλαγή πληροφοριών

1.  Πληροφορίες που έχουν ανταλλαγεί διμερώς δυνάμει του άρθρου 17, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 και του άρθρου 19, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85, ανταλλάσσονται μεταξύ των καθορισμένων φορέων που έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 2:

   α) τουλάχιστον μία φορά ανά εξάμηνο μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας,
   β) μετά από σχετική αίτηση κράτους μέλους σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.

2.  Τα κράτη μέλη επιδιώκουν να εγκαταστήσουν συστήματα για την ηλεκτρονική ανταλλαγή πληροφοριών. Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13, παράγραφος 2, η Επιτροπή καθορίζει κοινή μεθοδολογία για την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών.

Άρθρο 10

Σύστημα αποτίμησης επικινδυνότητας και παραβάσεις

1.  Τα κράτη μέλη εισάγουν κοινό σύστημα αποτίμησης επικινδυνότητας για τις επιχειρήσεις ανάλογα με τον σχετικό αριθμό και τη σοβαρότητα των παραβάσεων των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 ή (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 ή της οδηγίας 2002/15/ΕΚ, τις οποίες διαπράττει μια εξατομικευμένη επιχείρηση.

2.  Οι επιχειρήσεις υψηλής επικινδυνότητας ελέγχονται στενότερα και συχνότερα και σε περίπτωση επαναλαμβανόμενων παραβάσεων υπόκεινται σε βαρύτερες κυρώσεις. Τα κριτήρια και οι λεπτομέρειες εφαρμογής του εν λόγω συστήματος αποτελούν αντικείμενο συζητήσεων στο πλαίσιο της επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 13, προκειμένου να θεσπισθεί σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών για τις βέλτιστες πρακτικές.

3.  Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος πληροφορείται παράβαση των διατάξεων των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 ή (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 ή της οδηγίας 2002/15/ΕΚ που έχει σημειωθεί στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους, ενημερώνει σχετικά το εν λόγω κράτος μέλος ούτως ώστε αυτό να μπορέσει να επιβάλει κυρώσεις.

4.  Τα κράτη μέλη θεωρούν ιδίως τις ακόλουθες παραβάσεις των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 ή της οδηγίας 2002/15/ΕΚ ως σοβαρές:

   α) την υπέρβαση κατά 20% ή περισσότερο των μέγιστων χρονικών ορίων ημερήσιου, εξαήμερου ή δεκαπενθήμερου χρόνου οδήγησης·
   β) την παραβίαση κατά 20% ή περισσότερο της ελάχιστης ημερήσιας ή εβδομαδιαίας περιόδου ανάπαυσης·
   γ) την υστέρηση κατά 33% ή περισσότερο του ελάχιστου χρόνου διαλείμματος·
   δ) την υπέρβαση ωρών κατά 10% ή περισσότερο του μέγιστου εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας 60 ωρών.

Άρθρο 11

Έκθεση

Μέχρι τις …(14) η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση στην οποία αναλύονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στη νομοθεσία των κρατών μελών για σοβαρές παραβάσεις. Συγχρόνως, η Επιτροπή υποβάλλει πρόταση οδηγίας για την εναρμόνιση των κυρώσεων αυτών.

Η έκθεση καταδεικνύει αφενός το μέγεθος της διαφοράς μεταξύ των κυρώσεων και αφετέρου τον αντίκτυπο της εναρμόνισης ελάχιστων και μέγιστων κυρώσεων που επιβάλλονται για δεδομένη παράβαση ως προς την τήρηση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και των απαιτήσεων της οδικής ασφάλειας.

Άρθρο 12

Βέλτιστη πρακτική

1.  Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13, παράγραφος 2, η Επιτροπή χαράσσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη βέλτιστη πρακτική επιβολής του νόμου.

Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές δημοσιεύονται σε διετή έκθεση της Επιτροπής.

2.  Τα κράτη μέλη εκπονούν κοινά προγράμματα κατάρτισης σχετικά με τη βέλτιστη πρακτική που διοργανώνονται τουλάχιστον μία φορά το χρόνο και διευκολύνουν τις ανταλλαγές προσωπικού μεταξύ των αντίστοιχων φορέων τους για ενδοκοινοτικό σύνδεσμο με ομολόγους τους σε άλλα κράτη μέλη, τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο.

3.  Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13, παράγραφος 2, η Επιτροπή εκπονεί ηλεκτρονικό έγγραφο, δυνάμενο να εκτυπωθεί, το οποίο χρησιμοποιείται όταν ο οδηγός είναι σε άδεια λόγω ασθενείας ή σε ετήσια άδεια, ή όταν ο οδηγός έχει οδηγήσει άλλο όχημα που εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85, και κατά την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 15, παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85.

4.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ελεγκτές είναι καλά καταρτισμένοι για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 13

Διαδικασία επιτροπής

1.  Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 18, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85.

2.  Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται τρίμηνη.

3.  Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 14

Εκτελεστικά μέτρα

Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους ή με ίδια πρωτοβουλία, η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13, παράγραφος 2, εκτελεστικά μέτρα, ιδίως με έναν από τους ακόλουθους στόχους:

   α) την προαγωγή κοινής προσέγγισης για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας,
   β) την ενθάρρυνση συνεκτικής προσέγγισης και εναρμονισμένης ερμηνείας του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 από τις αρχές επιβολής του νόμου,
   γ) τη διευκόλυνση του διαλόγου μεταξύ της βιομηχανίας και των αρχών επιβολής του νόμου.

Άρθρο 15

Ενημέρωση των Παραρτημάτων

Οι τροποποιήσεις των Παραρτημάτων οι οποίες είναι αναγκαίες για την προσαρμογή τους στις εξελίξεις της βέλτιστης πρακτικής, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13, παράγραφος 2.

Άρθρο 16

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.  Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2006. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και τον πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από τέτοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.  Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 17

Κατάργηση

1.  Η οδηγία 88/599/ΕΟΚ καταργείται από τις ...(15)

2.  Οι αναφορές στην καταργηθείσα οδηγία θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 18

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 19

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Έγινε στις

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Μέρος A

Έλεγχοι καθ" οδόν

Κατά τους καθ" οδόν ελέγχους, πρέπει να καλύπτονται, εν γένει, τα ακόλουθα στοιχεία:

   1) ημερήσιες και εβδομαδιαίες περίοδοι οδήγησης, συνολικός χρόνος οδήγησης κατά τη διάρκεια δύο διαδοχικών εβδομάδων, διαλείμματα και ημερήσιες και εβδομαδιαίες περίοδοι ανάπαυσης καθώς και οι αντισταθμιστικές περίοδοι ανάπαυσης· επίσης τα φύλλα καταγραφής των δύο προηγούμενων εβδομάδων που πρέπει να φέρονται επί του οχήματος σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου ή/και τα δεδομένα των 28 τελευταίων ημερών που έχουν καταχωρηθεί για το αυτό χρονικό διάστημα στην κάρτα οδηγού ή/και στη μνήμη της συσκευής ελέγχου σύμφωνα με το Παράρτημα II της παρούσας οδηγίας ή/και στις εκτυπώσεις,
   2) για την περίοδο την αναφερόμενη στο άρθρο 15, παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85, περιπτώσεις κατά τις οποίες σημειώνεται υπέρβαση της επιτρεπόμενης ταχύτητας του οχήματος, η οποία ορίζεται ως κάθε περίοδος διάρκειας άνω του 1 λεπτού κατά την οποία η ταχύτητα του οχήματος υπερβαίνει τα 90 km/h για οχήματα κατηγορίας N3 ή τα 105 km/h για οχήματα κατηγορίας M3 (οι κατηγορίες N3 και M3 ορίζονται στο Παράρτημα IΙ της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 6ης Φεβρουαρίου 1970, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν στην έγκριση των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τους(16)),
   3) ανάλογα με την περίπτωση, στιγμιαίες ταχύτητες του οχήματος οι οποίες έχουν καταγραφεί από τη συσκευή ελέγχου κατά τη χρήση του οχήματος σε διάστημα όχι μεγαλύτερο από τις προηγούμενες 24 ώρες,
   4) ορθή λειτουργία της συσκευής ελέγχου (εντοπισμός ενδεχόμενης αντικανονικής χρησιμοποίησης της συσκευής ή/και της κάρτας οδηγού ή/και των φύλλων καταγραφής) ή, ανάλογα με την περίπτωση, παρουσία των εγγράφων που αναφέρονται στο άρθρο 14, παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85.

Μέρος B

Έλεγχοι στις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων

Επιπλέον των στοιχείων που ελέγχονται καθ" οδόν, στις εγκαταστάσεις των επιχειρήσεων ελέγχονται τα ακόλουθα στοιχεία:

   1) εβδομαδιαίες περίοδοι ανάπαυσης και περίοδοι οδήγησης μεταξύ των εν λόγω περιόδων ανάπαυσης,
   2) τήρηση του δεκαπενθήμερου ορίου των ωρών οδήγησης,
   3) φύλλα καταγραφής, δεδομένα και εκτυπώσεις της μονάδας οχήματος και της κάρτας του οδηγού,
   4) ο μέσος μέγιστος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας 48 ωρών κατά την οριζόμενη περίοδο αναφοράς όπως καθορίζεται στο άρθρο 4, στοιχείο (α), της οδηγίας 2002/15/ΕΚ.

Τα κράτη μέλη μπορούν, εάν το κρίνουν σκόπιμο, να ελέγχουν τη συνυπευθυνότητα άλλων ηθικών αυτουργών ή συνεργών στην αλυσίδα μεταφοράς, όπως φορτωτές, μεταφορείς ή συμβαλλόμενοι σε περίπτωση εντοπισμού παράβασης, συμπεριλαμβανόμενης της επαλήθευσης ότι οι συμβάσεις για την παροχή της υπηρεσίας μεταφοράς επιτρέπουν τη συμμόρφωση προς τους κανόνες που περιλαμβάνονται στους κανονισμούς (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85, καθώς και στην οδηγία 2002/15/ΕΚ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Τυποποιημένος εξοπλισμός που πρέπει να διατίθεται στις ελεγκτικές μονάδες

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι στις ελεγκτικές μονάδες που εκτελούν τα καθήκοντα που αναφέρονται στο Παράρτημα I, διατίθεται ο ακόλουθος τυποποιημένος εξοπλισμός:

   1) εξοπλισμός ικανός να τηλεφορτώνει δεδομένα από τη μονάδα οχήματος και την κάρτα οδηγού του ψηφιακού ταχογράφου, να αναγιγνώσκει δεδομένα και να αναλύει δεδομένα ή/και να διαβιβάζει ευρήματα προς κεντρική βάση δεδομένων για ανάλυση,
   2) εξοπλισμός για τον έλεγχο των φύλλων ταχογράφου.

(1) EE C 63 Ε της 15.3.2005, σ. 1.
(2) ΕΕ C 104 Ε της 30.4.2004, σ. 385.
(3) Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
(4) ΕΕ C 241 της 28.9.2004, σ. 65.
(5) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 20ής Απριλίου 2004 (EE C 104 Ε της 30.4.2004, σ. 385), κοινή θέση του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 2004 (ΕΕ C 63 Ε της 15.3.2005, σ. 1) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Απριλίου 2005.
(6) ΕΕ L 370 της 31.12.1985, σ. 1. Κανονισμός ο οποίος τροποποιήθηκε με την οδηγία 2003/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 226 της 10.9.2003, σ. 4).
(7) ΕΕ L 370 της 31.12.1985, σ. 8. Κανονισμός ο οποίος τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 432/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 71 της 10.3.2004, σ. 3).
(8) ΕΕ L 80 της 23.3.2002, σ. 35.
(9) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.
(10) ΕΕ L ...
(11) ΕΕ L 325 της 29.11.1988, σ. 55. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2135/98 (ΕΕ L 274 της 9.10.1998, σ. 1).
(12)* Έξι μήνες μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας οδηγίας.
(13)** Ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.
(14)* Τρία έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.
(15)* Ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.
(16) ΕΕ L 42 της 23.2.1970, σ. 1. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/104/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 337 της 13.11.2004, σ. 13).


Εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών ***II
PDF 535kWORD 194k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης του κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 και (ΕΚ) αριθ. 2135/98 του Συμβουλίου (11337/2/2004 – C6-0250/2004 – 2001/0241(COD))
P6_TA(2005)0122A6-0076/2005

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (11337/2/2004 – C6-0250/2004)(1),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση(2) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2001)0573)(3),

–   έχοντας υπόψη την τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής (COM(2003)0490)(4),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 62 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A6-0076/2005),

1.   εγκρίνει την κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 13 Απριλίου 2005 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 και (ΕΚ) αριθ. 2135/98 του Συμβουλίου

P6_TC2-COD(2001)0241


(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 71,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(5),

Aφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης(6),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)  Στον τομέα των οδικών μεταφορών, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών(7) στοχεύει στην εναρμόνιση των όρων ανταγωνισμού στις χερσαίες μεταφορές και ιδίως στον οδικό τομέα, καθώς και στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και της οδικής ασφάλειας. Η πρόοδος που έχει σημειωθεί στους τομείς αυτούς θα πρέπει να διαφυλαχθεί και να προωθηθεί.

(2)  Σύμφωνα με την οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών(8), τα κράτη μέλη υποχρεούνται να θεσπίζουν μέτρα που περιορίζουν τον ανώτατο εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας των μετακινούμενων εργαζομένων.

(3)  Έχουν διαπιστωθεί δυσκολίες όσον αφορά την ομοιόμορφη σε όλα τα κράτη μέλη ερμηνεία, εφαρμογή, επιβολή και έλεγχο ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 σχετικά με τους κανόνες που διέπουν τον χρόνο οδήγησης, τα διαλείμματα και τις περιόδους ανάπαυσης των οδηγών που απασχολούνται στις εθνικές και διεθνείς οδικές μεταφορές στο εσωτερικό της Κοινότητας, επειδή οι εν λόγω διατάξεις έχουν διατυπωθεί με γενικό τρόπο.

(4)  Για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων και τη διατήρηση της αξιοπιστίας των σχετικών κανόνων, είναι επιθυμητή η αποτελεσματική και ομοιόμορφη επιβολή της εφαρμογής των διατάξεων. Συνεπώς, απαιτείται ένα σύνολο σαφέστερων και απλούστερων κανόνων, οι οποίοι θα κατανοούνται, θα ερμηνεύονται και θα εφαρμόζονται ευκολότερα από τις επιχειρήσεις οδικών μεταφορών και τις αρχές που είναι αρμόδιες για την επιβολή τους.

(5)  Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό για τις συνθήκες εργασίας δεν θα πρέπει να θίγουν το δικαίωμα εργοδοτών και εργαζομένων να θεσπίζουν, με συλλογικές διαπραγματεύσεις ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, διατάξεις ευνοϊκότερες για τους εργαζόμενους.

(6)  Είναι επιθυμητός ο σαφής καθορισμός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, μέσω του προσδιορισμού των κύριων κατηγοριών οχημάτων που περιλαμβάνει.

(7)  Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται στις οδικές μεταφορές που πραγματοποιούνται είτε αποκλειστικά εντός της Κοινότητας είτε μεταξύ της Κοινότητας, της Ελβετίας και των χωρών που αποτελούν μέρος της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.

(8)  Η Ευρωπαϊκή Συμφωνία περί της εργασίας των πληρωμάτων οχημάτων που εκτελούν διεθνείς οδικές μεταφορές (AETR) της 1ης Ιουλίου 1970, όπως τροποποιήθηκε, πρέπει να εξακολουθήσει να εφαρμόζεται στις οδικές μεταφορές εμπορευμάτων και επιβατών με οχήματα για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας σε κράτος μέλος ή σε χώρα που είναι συμβαλλόμενο μέρος της AETR, για το σύνολο της διαδρομής, όταν η διαδρομή αυτή πραγματοποιείται μεταξύ της Κοινότητας και μιας τρίτης χώρας εκτός, της Ελβετίας και των χωρών που είναι μέρη της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο ή μέσω μιας τέτοιας χώρας. Εκφράζεται η επιθυμία, η Κοινότητα και τα κράτη μέλη της AETR να τροποποιήσουν τη συμφωνία αυτή ώστε να συνάδει με τον παρόντα κανονισμό.

(9)  Σε περίπτωση οδικών μεταφορών με οχήματα για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας σε τρίτη χώρα που δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της AETR, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται σε κάθε τμήμα της διαδρομής που πραγματοποιείται εντός της Κοινότητας.

(10)  Δεδομένου ότι το αντικείμενο της συμφωνίας AETR εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, την αρμοδιότητα διαπραγμάτευσης και σύναψης της εν λόγω συμφωνίας έχει η Κοινότητα.

(11)  Εάν η τροποποίηση των εσωτερικών κανόνων της Κοινότητας στο συγκεκριμένο τομέα απαιτεί αντίστοιχη τροποποίηση της AETR, τα κράτη μέλη θα πρέπει να δράσουν από κοινού προκειμένου να επιφέρουν την εν λόγω τροποποίηση της AETR το συντομότερο δυνατόν, σύμφωνα με την προβλεπόμενη σε αυτή διαδικασία.

(12)  Θα πρέπει να γίνει ενημέρωση του καταλόγου των εξαιρέσεων προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στον τομέα των οδικών μεταφορών κατά τα τελευταία δέκα εννέα έτη.

(13)  Θα πρέπει να διατυπωθούν πλήρεις ορισμοί για όλους τους βασικούς όρους, προκειμένου να καθίσταται ευκολότερη η ερμηνεία και να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Παράλληλα, θα πρέπει να επιδιωχθεί ενιαία ερμηνεία και εφαρμογή του κανονισμού από πλευράς των μεμονωμένων εθνικών υπηρεσιών ελέγχου. Ο ορισμός της "εβδομάδας" που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό δεν θα πρέπει να εμποδίζει τους οδηγούς να αρχίζουν την εργασία τους οποιαδήποτε ημέρα της εβδομάδας.

(14)  Για να εξασφαλισθεί ουσιαστική επιβολή του νόμου, έχει ουσιώδη σημασία να μπορούν οι αρμόδιες αρχές, όταν διενεργούν καθ' οδόν ελέγχους και ύστερα από μεταβατική περίοδο, να εξακριβώνουν ότι οι χρόνοι οδήγησης και οι περίοδοι ανάπαυσης έχουν τηρηθεί ορθώς κατά την ημέρα του ελέγχου και κατά τις προηγούμενες 28 ημέρες.

(15)  Οι βασικοί κανόνες σχετικά με τη διάρκεια οδήγησης πρέπει να γίνουν σαφέστεροι και απλούστεροι ώστε να μπορούν να επιβάλλονται με αποτελεσματικό και ομοιόμορφο τρόπο μέσω του ψηφιακού ταχογράφου, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, σχετικά με τη συσκευή ελέγχων στον τομέα των οδικών μεταφορών(9) και τον παρόντα κανονισμό. Επιπλέον, μέσω της μόνιμης επιτροπής, οι αρμόδιες για την επιβολή του νόμου αρχές των κρατών μελών θα πρέπει να επιδιώξουν να καταλήξουν σε συναίνεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(16)  Έχει αποδειχθεί ότι, σύμφωνα με τους κανόνες του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85, είναι δυνατόν να προγραμματίζονται οι ημερήσιες περίοδοι οδήγησης και τα διαλείμματα κατά τρόπο ώστε να μπορεί ένας οδηγός να οδηγεί για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς πλήρες διάλειμμα, γεγονός που οδηγεί σε μειωμένη οδική ασφάλεια και σε επιδείνωση των συνθηκών εργασίας των οδηγών. Ως εκ τούτου, ενδείκνυται να εξασφαλισθεί ότι η κατανομή των διαλειμμάτων διευθετείται κατά τρόπο που να αποφεύγονται καταχρήσεις.

(17)  Ο παρών κανονισμός αποσκοπεί στη βελτίωση των κοινωνικών συνθηκών των εργαζομένων τους οποίους καλύπτει καθώς και στη γενική βελτίωση της οδικής ασφάλειας. Ο σκοπός αυτός επιδιώκεται κυρίως με τις διατάξεις που αφορούν το μέγιστο χρόνο οδήγησης ανά ημέρα, ανά εβδομάδα και ανά δεκαπενθήμερο, με τη διάταξη η οποία υποχρεώνει τον οδηγό να λαμβάνει μία κανονική περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης τουλάχιστον ανά δεκαπενθήμερο και με τις διατάξεις που ορίζουν ότι η περίοδος ημερήσιας ανάπαυσης δεν θα πρέπει να διαρκεί επ' ουδενί λιγότερο από εννέα συνεχείς ώρες. Δεδομένου ότι αυτές οι διατάξεις εξασφαλίζουν επαρκή ανάπαυση και λαμβάνοντας επίσης υπόψη την εμπειρία από τις πρακτικές επιβολής των τελευταίων ετών, δεν απαιτείται πλέον σύστημα αντιστάθμισης για μειωμένες περιόδους ημερήσιας ανάπαυσης.

(18)  Πολλές οδικές μεταφορές εντός της Κοινότητας αφορούν μεταφορά με πορθμείο ή σιδηρόδρομο σε τμήμα της διαδρομής. Θα πρέπει, επομένως, να καθορισθούν σαφείς και κατάλληλες διατάξεις σχετικά με τις περιόδους ημερήσιας ανάπαυσης και τα διαλείμματα για τις εν λόγω μεταφορές.

(19)  Λόγω της αύξησης της διασυνοριακής μεταφοράς εμπορευμάτων και επιβατών, είναι επιθυμητό, χάριν της οδικής ασφάλειας και της ενίσχυσης της επιβολής των καθ' οδόν ελέγχων και των ελέγχων στις εγκαταστάσεις των επιχειρήσεων, να καλύπτονται ο χρόνος οδήγησης, οι περίοδοι ανάπαυσης και τα διαλείμματα που πραγματοποιούνται εντός άλλων κρατών μελών ή τρίτων χωρών και να ορίζεται κατά πόσον οι σχετικοί κανόνες τηρούνται πλήρως και με ορθό τρόπο.

(20)  Η ευθύνη των επιχειρήσεων μεταφορών θα πρέπει να ισχύει τουλάχιστον στις επιχειρήσεις μεταφορών οι οποίες είναι νομικά ή φυσικά πρόσωπα, και δεν θα πρέπει να αποκλείει την άσκηση δίωξης κατά φυσικών προσώπων τα οποία διαπράττουν ή υποκινούν παραβάσεις του παρόντος κανονισμού ή συνεργούν σ' αυτές.

(21)  Οι οδηγοί που εργάζονται σε πολλές επιχειρήσεις μεταφορών είναι ανάγκη να παρέχουν σε κάθε μία από αυτές επαρκείς πληροφορίες, ώστε να μπορεί αυτή να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

(22)  Γα την προαγωγή της κοινωνικής προόδου και τη βελτίωση της οδικής ασφάλειας, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να διατηρεί το δικαίωμα λήψης ορισμένων ενδεδειγμένων μέτρων.

(23)   Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίσουν κανόνες για τα οχήματα που χρησιμοποιούνται για τις μεταφορές επιβατών σε τακτικές γραμμές η διαδρομή των οποίων δεν υπερβαίνει τα 50 km. Οι εν λόγω κανόνες θα πρέπει να παρέχουν επαρκή προστασία όσον αφορά τις επιτρεπόμενες περιόδους οδήγησης καθώς και τα διαλείμματα και τις περιόδους ανάπαυσης που επιβάλλονται.

(24)  Χάριν της αποτελεσματικής επιβολής της εφαρμογής, είναι επιθυμητό όλες οι τακτικές εθνικές και διεθνείς μεταφορές επιβατών να ελέγχονται με την κανονική συσκευή ελέγχου.

(25)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις οι οποίες επιβάλλονται για παραβάσεις του παρόντος κανονισμού και να διασφαλίζουν την επιβολή τους. Οι εν λόγω κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές, αποτρεπτικές και να μην εισάγουν διακρίσεις. Η δυνατότητα ακινητοποίησης του οχήματος σε περίπτωση διαπίστωσης σοβαρών παραβάσεων θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνεται μεταξύ των μέτρων που μπορούν να επιβάλλουν τα κράτη μέλη. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού που αφορούν τις κυρώσεις ή την κίνηση διαδικασιών δεν θα πρέπει να θίγουν τους εθνικούς κανόνες σχετικά με το βάρος της απόδειξης.

(26)  Χάριν της σαφούς και αποτελεσματικής επιβολής της εφαρμογής, είναι επιθυμητό να διασφαλισθούν ομοιόμορφες διατάξεις σχετικά με την ευθύνη των επιχειρήσεων μεταφορών και των οδηγών για τις παραβάσεις του παρόντος κανονισμού. Η ευθύνη αυτή είναι δυνατό να συνεπάγεται ποινικές, αστικές ή διοικητικές κυρώσεις, ανάλογα με την περίπτωση, στα κράτη μέλη.

(27)  Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, ήτοι ο καθορισμός σαφών κοινών κανόνων για τον χρόνο οδήγησης, τα διαλείμματα και τις περιόδους ανάπαυσης, δεν δύναται να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί, συνεπώς, λόγω της ανάγκης συντονισμένης δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(28)  Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(10).

(29)  Δεδομένου ότι οι διατάξεις για την ελάχιστη ηλικία των οδηγών έχουν ρυθμιστεί στο μεταξύ με την οδηγία 2003/59/ΕΚ(11) η οποία θα πρέπει να ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο έως το 2009, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να περιλαμβάνει μόνο τις μεταβατικές διατάξεις για το ελάχιστο όριο ηλικίας των οδηγών.

(30)  Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να διευκρινισθούν οι συγκεκριμένες υποχρεώσεις των επιχειρήσεων μεταφορών και των οδηγών, καθώς και για να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου και να διευκολύνεται η επιβολή των ορίων του χρόνου οδήγησης και των περιόδων ανάπαυσης κατά τους καθ' οδόν ελέγχους.

(31)  Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 θα πρέπει να τροποποιηθεί επίσης για να εξασφαλισθεί ασφάλεια δικαίου όσον αφορά τις νέες ημερομηνίες εισαγωγής του ψηφιακού ταχογράφου και τη διαθεσιμότητα καρτών οδηγού.

(32)  Με τη θέσπιση της συσκευής ελέγχου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2135/98 που καθιστά δυνατή την ηλεκτρονική καταγραφή των ενεργειών του οδηγού στην κάρτα οδήγησης για χρονική περίοδο 28 ημερών και του οχήματος για χρονική περίοδο 365 ημερών, θα επιτραπεί στο μέλλον ταχύτερος και πληρέστερος έλεγχος των οδικών μεταφορών.

(33)  Η εμπειρία καταδεικνύει ότι η τήρηση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, και ιδίως του επιβαλλόμενου ανώτατου χρονικού ορίου οδήγησης για περίοδο δύο εβδομάδων, μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν γίνονται αποτελεσματικοί έλεγχοι σε σχέση με τη συνολική περίοδο και όχι μόνο την περίοδο των 8 ημερών που προβλέπει η οδηγία 88/599/ΕΟΚ(12) σε συνδυασμό με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85.

(34)  Η οδηγία 88/599/ΕΟΚ επιβάλλει, όσον αφορά τους ελέγχους στις οδικές μεταφορές, μόνο έλεγχο του ημερήσιου χρόνου οδήγησης, του ημερήσιου χρόνου ανάπαυσης, καθώς και των στάσεων. Με τη θέσπιση ψηφιακής συσκευής καταγραφής, καταγράφονται ηλεκτρονικά τα στοιχεία που αφορούν τον οδηγό και το όχημα, ενώ καθίσταται δυνατή η ηλεκτρονική αξιολόγηση των στοιχείων αυτών επί τόπου. Η εν λόγω μέθοδος θα επιτρέψει εύκολο έλεγχο των εβδομαδιαίων περιόδων ανάπαυσης, καθώς και των στάσεων, που αντισταθμίζουν βραχύτερες από τις προβλεπόμενες ημερήσιες ή εβδομαδιαίες περιόδους ανάπαυσης. Κατά τους ελέγχους επί του οδικού δικτύου, θα πρέπει επίσης να μπορεί να επαληθευθεί η τήρηση του ανώτατου ορίου απασχόλησης 60 ωρών ανά εβδομάδα σύμφωνα με την οδηγία 2002/15/ΕΚ. Αυτό μπορεί να συμβεί με την προσκόμιση πιστοποιητικού του εργοδότη, όπως ίσχυε μέχρι τώρα ως απόδειξη για τον εβδομαδιαίο χρόνο ανάπαυσης, ενόσω δεν έχει επιβληθεί δεσμευτικά η χειρόγραφη καταγραφή στοιχείων στην ψηφιακή συσκευή ελέγχου. Με βάση τη χρονική περίοδο αναφοράς, ο έλεγχος του μέσου όρου του χρόνου εργασίας 48 ωρών εβδομαδιαίως θα πρέπει να συνεχίσει να πραγματοποιείται κατά τη διενέργεια ελέγχων στις επιχειρήσεις.

(35)  Το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 88/599/ΕΟΚ επιβάλλει τον έλεγχο τουλάχιστον 1% ετησίως των ημερών εργασίας, από τις οποίες τουλάχιστον 15% ελέγχονται στο οδικό δίκτυο και τουλάχιστον 25% γίνονται στην έδρα της μεταφορικής εταιρείας. Λόγω των πολυάριθμων παραβάσεων κατά το παρελθόν, επιβάλλεται η βαθμιαία αύξηση των ελεγχόμενων ημερών σε τουλάχιστον 2% από την 1η Ιανουαρίου 2007, 3% από την 1η Ιανουαρίου 2009 και 4% από την 1η Ιανουαρίου 2011. Τουλάχιστον 30% όλων των ελεγχόμενων ημερών εργασίας θα πρέπει να ελέγχονται στο οδικό δίκτυο και τουλάχιστον 50% στην έδρα της εταιρείας, δεδομένου ότι αυτοί οι έλεγχοι αποτελούν το μόνο μέσο για τη διαπίστωση του συνόλου του παρεχομένου έργου από τον οδηγό. Επιπλέον, η οδηγία 88/599/ΕΟΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί κατά τρόπον ώστε οι έλεγχοι να διενεργούνται σύμφωνα με την οδηγία 2002/15/ΕΚ.

(36)  Η εφαρμογή των νομικών διατάξεων για τον ψηφιακό ταχογράφο θα πρέπει να γίνει σε συνδυασμό με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού για να επιτευχθεί η μέγιστη αποτελεσματικότητα κατά την εποπτεία και την εκτέλεση της κοινωνικής νομοθεσίας στις οδικές μεταφορές.

(37)  Για λόγους σαφήνειας και εξορθολογισμού, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 θα πρέπει να καταργηθεί και να αντικατασταθεί από τον παρόντα κανονισμό,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

Εισαγωγικές διατάξεις

Άρθρο 1

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τους κανόνες που διέπουν τον χρόνο οδήγησης, τα διαλείμματα και τις περιόδους ανάπαυσης των οδηγών που απασχολούνται στην οδική μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών με σκοπό την εναρμόνιση των όρων ανταγωνισμού μεταξύ των τρόπων χερσαίων μεταφορών, ιδιαίτερα στον οδικό τομέα, καθώς και τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και της οδικής ασφάλειας. Ο παρών κανονισμός στοχεύει επίσης να προωθηθεί η βελτίωση των πρακτικών παρακολούθησης και επιβολής των κανόνων από τα κράτη μέλη και η βελτίωση των πρακτικών εργασίας στον κλάδο των οδικών μεταφορών.

Άρθρο 2

1.  Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις οδικές μεταφορές:

   α) εμπορευμάτων, όταν το μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος των οχημάτων, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε ρυμουλκούμενου ή ημιρυμουλκούμενου, υπερβαίνει τους 3,5 τόνους, ή
   β) επιβατών με οχήματα τα οποία είναι κατασκευασμένα ή διαμορφωμένα με μόνιμο τρόπο και κατάλληλα για τη μεταφορά άνω των εννέα ατόμων, συμπεριλαμβανομένου του οδηγού, και προορίζονται για το σκοπό αυτόν.

2.  Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τη χώρα έκδοσης της άδειας κυκλοφορίας του οχήματος, όταν η οδική μεταφορά πραγματοποιείται:

   α) αποκλειστικά εντός της Κοινότητας, και
   β) μεταξύ της Κοινότητας, της Ελβετίας και των χωρών που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.

3.  Ο παρών κανονισμός ισχύει για τις μεταφορές στο οδικό δίκτυο με οχήματα που έχουν λάβει άδεια κυκλοφορίας σε τρίτη χώρα η οποία δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας περί της εργασίας των πληρωμάτων των οχημάτων που εκτελούν διεθνείς οδικές μεταφορές (AETR), για το συνόλο της διαδρομής σε κοινοτικό έδαφος.

4.  Η AETR εφαρμόζεται, αντί του παρόντος κανονισμού, στις δραστηριότητες διεθνών οδικών μεταφορών που αναλαμβάνονται εν μέρει εκτός των περιοχών που καθορίζονται στην παράγραφο 2 για τα οχήματα που έχουν λάβει άδεια κυκλοφορίας στην Κοινότητα ή στις χώρες που είναι συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας AETR, για το σύνολο της διαδρομής σε κοινοτικό έδαφος.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις οδικές μεταφορές που εκτελούνται από:

   α) οχήματα που χρησιμοποιούνται για τις μεταφορές επιβατών σε τακτικές γραμμές, η διαδρομή των οποίων δεν υπερβαίνει τα 50 χιλιόμετρα,
   β) οχήματα των οποίων η μέγιστη επιτρεπόμενη ταχύτητα δεν υπερβαίνει τα 40 χιλιόμετρα την ώρα,
   γ) ελκυστήρες με ανώτατη επιτρεπόμενη ταχύτητα που δεν υπερβαίνει τα 40 χιλιόμετρα την ώρα,
   δ) οχήματα που ανήκουν ή μισθώνονται χωρίς οδηγό από τις ένοπλες δυνάμεις, τις υπηρεσίες πολιτικής άμυνας, την πυροσβεστική υπηρεσία και τα σώματα ασφαλείας όταν η μεταφορά πραγματοποιείται ως συνέπεια της αποστολής των ανωτέρω και τελεί υπό τον έλεγχό τους,
   ε) οχήματα που χρησιμοποιούνται σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, σε μεταφορές ανθρωπιστικής βοήθειας ή σε επιχειρήσεις διάσωσης,
   στ) ειδικά οχήματα τα οποία χρησιμοποιούνται για ιατρικούς σκοπούς,
   ζ) ειδικά οχήματα παροχής οδικής βοήθειας τα οποία επιχειρούν σε ακτίνα 100 km από τη βάση τους,
   η) οχήματα τα οποία υποβάλλονται σε οδικές δοκιμές για λόγους τεχνικής βελτίωσης, επισκευής ή συντήρησης, και νέα οχήματα ή οχήματα που έχουν υποστεί μετατροπές και δεν έχουν ακόμα τεθεί σε κυκλοφορία,
   θ) οχήματα ή συνδυασμούς οχημάτων με μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος που δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους, τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μη επαγγελματική μεταφορά εμπορευμάτων,
   ι) επαγγελματικά οχήματα τα οποία χαρακτηρίζονται ως αντίκες σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο κυκλοφορούν και τα οποία χρησιμοποιούνται για μη εμπορικές μεταφορές επιβατών ή εμπορευμάτων,
   ια) οχήματα που χρησιμοποιούνται από τις υπηρεσίες αποχέτευσης, αντιπλημμυρικής προστασίας, ύδρευσης, φυσικού αερίου και ηλεκτροδότησης, συντήρησης και ελέγχου αυτοκινητοδρόμων καθώς και συλλογής και διάθεσης απορριμμάτων, από υπηρεσίες τηλεγράφου και τηλεφωνίας, ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών και ανίχνευσης ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών δεκτών ή πομπών,
   ιβ) συνδυασμοί οχημάτων στους οποίους το έλκον όχημα δεν υπερβαίνει το συνολικό βάρος των 3,5 τόνων και οι οποίοι χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά υλικού, εξοπλισμών ή εργαλειομηχανημάτων που χρειάζεται ο οδηγός για την άσκηση του επαγγέλματός του και τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο σε ακτίνα 100 χιλιομέτρων από την επιχείρηση, υπό την προϋπόθεση ότι η οδήγησή τους δεν αποτελεί την κύρια δραστηριότητα του οδηγού.

Άρθρο 4

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

   α) "οδική μεταφορά": κάθε διαδρομή εκτελούμενη, εν μέρει ή πλήρως, επί οδών ανοικτών στο κοινό, από όχημα με ή χωρίς φορτίο, το οποίο χρησιμοποιείται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων,
  β) "όχημα": όχημα με κινητήρα, ελκυστήρας, ρυμουλκούμενο ή ημιρυμουλκούμενο, ή συνδυασμός αυτών των οχημάτων, όπως ορίζονται ακολούθως:
   "όχημα με κινητήρα": κάθε αυτοκινούμενο όχημα, το οποίο κυκλοφορεί στις οδούς και όχι μόνιμα επί σιδηροτροχιών και χρησιμοποιείται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων,
   "ελκυστήρας": κάθε αυτοκινούμενο όχημα το οποίο κυκλοφορεί στις οδούς, και όχι μόνιμα επί σιδηροτροχιών και το οποίο έχει κατασκευασθεί ειδικά για να έλκει, να ωθεί ή να κινεί ρυμουλκούμενα, ημιρυμουλκούμενα, εργαλεία ή μηχανήματα,
   "ρυμουλκούμενο": κάθε όχημα προορισμένο να ζευχθεί σε όχημα με κινητήρα ή σε ελκυστήρα,
   "ημιρυμουλκούμενο": ρυμουλκούμενο χωρίς εμπρόσθιο άξονα το οποίο έχει ζευχθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε σημαντικό μέρος του βάρους του ρυμουλκούμενου και του φορτίου του να φέρεται από τον ελκυστήρα ή το όχημα με κινητήρα,
   γ) "οδηγός": κάθε πρόσωπο που οδηγεί το όχημα, ακόμη και για βραχύ χρονικό διάστημα, ή που βρίσκεται στο όχημα με σκοπό να το οδηγήσει,
   δ) "διάλειμμα": κάθε περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας ο οδηγός δεν επιτρέπεται να οδηγεί ή να εκτελεί κάποια άλλη εργασία και η οποία εξυπηρετεί αποκλειστικά την ανάπαυσή του,
   ε) "άλλη εργασία": όλες οι δραστηριότητες που ορίζονται ως χρόνος εργασίας στο άρθρο 3, στοιχείο α), της οδηγίας 2002/15/ΕΚ εκτός από την "οδήγηση", καθώς και κάθε εργασία για τον ίδιο ή άλλον εργοδότη, εντός ή εκτός του τομέα των μεταφορών,
   στ) "ανάπαυση": κάθε περίοδος χωρίς διακοπή, κατά τη διάρκεια της οποίας ο οδηγός μπορεί να διαθέτει ελεύθερα το χρόνο του,
   ζ) "περίοδος ημερήσιας ανάπαυσης": καθημερινή περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας ο οδηγός μπορεί να διαθέτει ελεύθερα το χρόνο του και η οποία καλύπτει μια "κανονική περίοδο ημερήσιας ανάπαυσης" ή μια "μειωμένη περίοδο ημερήσιας ανάπαυσης":
   "κανονική περίοδος ημερήσιας ανάπαυσης": κάθε περίοδος ανάπαυσης χωρίς διακοπή, διάρκειας τουλάχιστον 12 ωρών. Εναλλακτικά, η κανονική περίοδος ημερήσιας ανάπαυσης μπορεί να χωρίζεται σε δύο περιόδους, η πρώτη εκ των οποίων πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον 3 ώρες χωρίς διακοπή και η δεύτερη τουλάχιστον 9 ώρες χωρίς διακοπή,
   "μειωμένη περίοδος ημερήσιας ανάπαυσης": κάθε περίοδος χωρίς διακοπή, μικρότερη των 11 ωρών, αλλά διάρκειας τουλάχιστον 9 ωρών,
   η) "περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης": περίοδος ανάπαυσης χωρίς διακοπή, κατά τη διάρκεια της οποίας ο οδηγός μπορεί να διαθέτει ελεύθερα το χρόνο του· ο όρος καλύπτει την "κανονική περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης" ή τη "μειωμένη περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης":
   "κανονική περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης": κάθε περίοδος ανάπαυσης χωρίς διακοπή, διάρκειας τουλάχιστον 45 ωρών,
   "μειωμένη περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης": κάθε περίοδος ανάπαυσης χωρίς διακοπή διάρκειας μικρότερης των 45 ωρών, που γίνεται στον τόπο στάθμευσης του οχήματος ή στην κατοικία του οδηγού με ελάχιστη διάρκεια 36 συναπτών ωρών ή εκτός των τόπων αυτών με ελάχιστη διάρκεια 24 συναπτών ωρών. Οι οδηγοί μεγάλων αποστάσεων μπορούν να κάνουν αυτή την αντισταθμιστική διακοπή εντός 3 εβδομάδων,
   θ) "εβδομάδα": η χρονική περίοδος από τη Δευτέρα, ώρα 00.00 έως την Κυριακή, ώρα 24.00,
   ι) "χρόνος οδήγησης": η διάρκεια της δραστηριότητας κατά την οποία ο οδηγός σύμφωνα με την καταγραφή των δρομολογίων έχει τον έλεγχο του οχήματος και μετέχει ενεργά στην οδική κυκλοφορία, καθώς και ο χρόνος κατά τον οποίο ο οδηγός μεταβαίνει στον τόπο ανάληψης της εργασίας ή για την παραλαβή του οχήματος, εφόσον η μετάβαση αυτή γίνεται με αυτοκίνητο που οδηγεί ο ίδιος ο οδηγός και η διανυόμενη απόσταση υπερβαίνει τα 100 χιλιόμετρα,    ια) "ημερήσια διάρκεια οδήγησης": το σύνολο του χρόνου οδήγησης που σωρεύεται μεταξύ του τέλους μιας περιόδου ημερήσιας ανάπαυσης και της αρχής της επόμενης περιόδου ημερήσιας ανάπαυσης ή μεταξύ μιας περιόδου ημερήσιας ανάπαυσης και μιας περιόδου εβδομαδιαίας ανάπαυσης,    ιβ) "εβδομαδιαίος χρόνος οδήγησης": το σύνολο του χρόνου οδήγησης που σωρεύεται κατά τη διάρκεια μιας εβδομάδας,    ιγ) "μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος": το μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος του οχήματος έτοιμου προς κίνηση, συμπεριλαμβανομένου του ωφέλιμου φορτίου,    ιδ) "τακτικές επιβατικές γραμμές": οι εθνικές και διεθνείς γραμμές, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 684/92 του Συμβουλίου, της 16ης Μαρτίου 1992, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στις διεθνείς μεταφορές επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία(13),    ιε) "πολλαπλή επάνδρωση": όταν στο όχημα είναι παρών τουλάχιστον ένας δεύτερος οδηγός κατά τις περιόδους οδήγησης μεταξύ δύο διαδοχικών περιόδων ημερήσιας ανάπαυσης ή μεταξύ μίας περιόδου ημερήσιας ανάπαυσης και μίας περιόδου εβδομαδιαίας ανάπαυσης, για να αναλάβει την οδήγηση. Για την πρώτη και τελευταία ώρα της πολλαπλής επάνδρωσης, η παρουσία άλλου οδηγού ή οδηγών είναι προαιρετική, στο υπόλοιπο διάστημα της περιόδου, όμως, είναι υποχρεωτική,    ( ιστ) "επιχείρηση μεταφορών": κάθε φυσικό πρόσωπο, νομικό πρόσωπο, ένωση ή ομάδα ατόμων χωρίς νομική προσωπικότητα, κερδοσκοπική ή μη, ή κάθε επίσημος φορέας, ο οποίος είτε έχει τη δική του νομική προσωπικότητα είτε εξαρτάται από μια αρχή η οποία έχει νομική προσωπικότητα, που εκτελεί οδικές μεταφορές έναντι μίσθωσης ή για ίδιο λογαριασμό,    ιζ) "περίοδος οδήγησης": η σωρευτική διάρκεια οδήγησης από τη στιγμή που ο οδηγός αρχίζει να οδηγεί έπειτα από χρόνο ανάπαυσης ή εγκεκριμένο διάλειμμα μέχρις ότου λάβει περίοδο ανάπαυσης ή εγκεκριμένο διάλειμμα. Η περίοδος οδήγησης μπορεί να είναι συνεχής ή διακεκομμένη,    ιη) "εγκεκριμένο διάλειμμα": το μη διακοπτόμενο διάλειμμα τουλάχιστον 15 λεπτών, που υπολογίζεται σε τουλάχιστον πέντε λεπτά ανά μισή ώρα χρόνου οδήγησης, ή μέρους αυτού, επί του σωρευτικού χρόνου οδήγησης κατά τη στιγμή έναρξης του εγκεκριμένου διαλείμματος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

Πλήρωμα, χρόνος οδήγησης, διαλείμματα και περίοδοι ανάπαυσης

Άρθρο 5

1.  Το ελάχιστο όριο ηλικίας για τους οδηγούς είναι το 18ο έτος.

2.  Το ελάχιστο όριο ηλικίας για τους βοηθούς οδηγών είναι το 18ο έτος συμπληρωμένο. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δύνανται να μειώνουν το ελάχιστο όριο ηλικίας των βοηθών οδηγών στο 16ο έτος, εφόσον:

   α) η οδική μεταφορά εκτελείται εντός ενός κράτους μέλους σε ακτίνα 50 χιλιομέτρων από τον τόπο όπου βρίσκεται η βάση του οχήματος, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών διοικητικών ενοτήτων το κέντρο των οποίων ευρίσκεται μέσα στην ακτίνα αυτή,
   β) η μείωση γίνεται για λόγους επαγγελματικής κατάρτισης, και
   γ) η μείωση γίνεται στα πλαίσια των εθνικών διατάξεων κάθε κράτους μέλους σε θέματα απασχόλησης.

Άρθρο 6

1.  Ο ημερήσιος χρόνος οδήγησης δεν πρέπει να υπερβαίνει τις εννέα ώρες.

Ωστόσο, ο ημερήσιος χρόνος οδήγησης μπορεί να παρατείνεται σε 10 ώρες κατ' ανώτατο όριο, όχι περισσότερες από δύο φορές στη διάρκεια της εβδομάδας.

2.  Ο εβδομαδιαίος χρόνος οδήγησης δεν υπερβαίνει τις 56 ώρες και δεν έχει ως αποτέλεσμα την υπέρβαση του μέγιστου εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας, όπως καθορίζεται στην οδηγία 2002/15/ΕΚ.

3.  Ο συνολικός χρόνος οδήγησης, ο οποίος σωρεύεται κατά τη διάρκεια δύο διαδοχικών εβδομάδων, δεν υπερβαίνει τις 90 ώρες.

4.  Ο ημερήσιος και ο εβδομαδιαίος χρόνος οδήγησης περιλαμβάνουν το συνολικό χρόνο οδήγησης στο έδαφος της Κοινότητας ή τρίτης χώρας.

5.  Ο οδηγός καταγράφει ως "άλλη εργασία" οποιονδήποτε χρόνο που περιγράφεται στο άρθρο 4, στοιχείο ε), καθώς και οποιονδήποτε χρόνο αναλώνεται για την οδήγηση ενός οχήματος που χρησιμοποιείται για επαγγελματικές δραστηριότητες εκτός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, και καταγράφει οποιεσδήποτε περιόδους "διαθεσιμότητας", κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 15, παράγραφος 3, στοιχείο γ), του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85, μετά την τελευταία περίοδο ημερήσιας ή εβδομαδιαίας ανάπαυσης. Η καταγραφή αυτή γίνεται χειρογράφως σε φύλλο καταγραφής, σε εκτυπωμένο αντίγραφο ή με το χέρι μέσω της συσκευής ελέγχου.

Άρθρο 7

Μετά από περίοδο οδήγησης τεσσερισήμισι ωρών, ο οδηγός κάνει διάλειμμα 45 τουλάχιστον λεπτών χωρίς διακοπή, εκτός εάν λάβει περίοδο ανάπαυσης.

Το διάλειμμα αυτό μπορεί να αντικαθίσταται από διαλείμματα τουλάχιστον 15 λεπτών το καθένα, που κατανέμονται μέσα στην περίοδο οδήγησης ή αμέσως μετά από αυτήν, κατά τρόπον ώστε να γίνονται σεβαστά τα όσα ορίζονται στην παράγραφο 1 και να εξασφαλίζεται ότι έχουν πραγματοποιηθεί διαλείμματα συνολικής διάρκειας τουλάχιστον 45 λεπτών στη διάρκεια περιόδου οδήγησης 4,5 ωρών ή αμέσως μετά από αυτήν.

Άρθρο 8

1.  Ο οδηγός λαμβάνει περιόδους ημερήσιας και εβδομαδιαίας ανάπαυσης.

2.  Εντός 24 ωρών από το τέλος της προηγούμενης περιόδου ημερήσιας ή εβδομαδιαίας ανάπαυσής του, ο οδηγός πρέπει να έχει λάβει νέα περίοδο ημερήσιας ανάπαυσης.

Αν το τμήμα της περιόδου ημερήσιας ανάπαυσης, το οποίο πραγματοποιείται εντός της 24ωρης περιόδου, έχει διάρκεια τουλάχιστον 9 ωρών αλλά κάτω των 12 ωρών, η εν λόγω περίοδος ημερήσιας ανάπαυσης θεωρείται μειωμένη περίοδος ημερήσιας ανάπαυσης.

3.  Μια περίοδος ημερήσιας ανάπαυσης μπορεί να παρατείνεται ώστε να συμπληρωθεί μια κανονική ή μια μειωμένη περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης.

4.  Ο οδηγός μπορεί να πραγματοποιεί τρεις, το πολύ, μειωμένες περιόδους ημερήσιας ανάπαυσης μεταξύ δύο περιόδων εβδομαδιαίας ανάπαυσης.

5.  Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 2, σε περίπτωση πολλαπλής επάνδρωσης οχήματος, ο οδηγός πρέπει, εντός 30 ωρών από το τέλος της προηγούμενης περιόδου ημερήσιας ή εβδομαδιαίας ανάπαυσής του, να έχει λάβει νέα περίοδο ημερήσιας ανάπαυσης διάρκειας τουλάχιστον 9 ωρών.

6.  Κατά τη διάρκεια δεκαπενθημέρου, ο οδηγός πρέπει να λαμβάνει τουλάχιστον:

   δύο κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης,
   μία κανονική περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης και μία μειωμένη περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης διάρκειας τουλάχιστον 24 ωρών· ωστόσο, η μείωση πρέπει να αντισταθμίζεται με ισοδύναμη ανάπαυση που λαμβάνεται συνολικά πριν από το τέλος της τρίτης εβδομάδας που έπεται της εν λόγω εβδομάδας.

Μια περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης πρέπει να αρχίζει το αργότερο μόλις συμπληρωθούν 6 συνεχόμενα εικοσιτετράωρα από το τέλος της προηγούμενης περιόδου εβδομαδιαίας ανάπαυσης.

7.  Κατά παρέκκλιση των ανωτέρω, σε περίπτωση μεταφοράς επιβατών η εβδομαδιαία περίοδος ανάπαυσης μπορεί να αρχίζει όχι αργότερα από το τέλος των δωδεκάωρων ή εικοσιτετράωρων περιόδων που ακολουθούν το τέλος της προηγούμενης εβδομαδιαίας περιόδου ανάπαυσης, περίπτωση κατά την οποία δύο κανονικές εβδομαδιαίες περίοδοι ανάπαυσης και μία μειωμένη εβδομαδιαία περίοδος ανάπαυσης λαμβάνονται μαζί. Το σύνολο του συσσωρευμένου χρόνου οδήγησης κατά τις δωδεκάωρες και εικοσιτετράωρες αυτές περιόδους οδήγησης δεν υπερβαίνει τις 90 ώρες.

8.  Οιαδήποτε ανάπαυση η οποία λαμβάνεται ως αντιστάθμιση για μια μειωμένη περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης πρέπει να συνοδεύεται από άλλη περίοδο ανάπαυσης τουλάχιστον εννέα ωρών.

9.  Οι περίοδοι ημερήσιας ανάπαυσης μακριά από τη βάση, μπορούν να λαμβάνονται μέσα σε όχημα, εφόσον αυτό διαθέτει κατάλληλες εγκαταστάσεις ύπνου για κάθε οδηγό και είναι σταθμευμένο.

10.  Εβδομαδιαία περίοδος ανάπαυσης που αναλογεί σε δύο εβδομάδες μπορεί να καταλογίζεται σε οποιαδήποτε από τις δύο εβδομάδες, αλλά όχι και στις δύο.

Άρθρο 9

1.  Κατά παρέκκλιση του άρθρου 8, όταν ο οδηγός συνοδεύει όχημα που μεταφέρεται με πορθμείο ή σιδηρόδρομο, και λαμβάνει κανονική περίοδο ημερήσιας ανάπαυσης, η περίοδος αυτή μπορεί να διακόπτεται δύο μόνον φορές από άλλες δραστηριότητες, η συνολική διάρκεια των οποίων δεν υπερβαίνει τη μία ώρα.

2.  Κατά τη διάρκεια της κανονικής ημερήσιας ανάπαυσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο οδηγός πρέπει να έχει στη διάθεσή του κλίνη ή κουκέτα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

Ευθύνη των επιχειρήσεων

Άρθρο 10

1.  Επιχείρηση μεταφορών δεν αμείβει τους οδηγούς που απασχολεί ή διαθέτει, ακόμη και εάν οι αμοιβές έχουν τη μορφή επιδόματος ή μισθολογικής αύξησης, σε συνάρτηση με τις διανυόμενες αποστάσεις ή/και με τον όγκο των μεταφερομένων εμπορευμάτων.

2.  Η επιχείρηση μεταφορών οργανώνει την εργασία των οδηγών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 κατά τρόπον ώστε οι οδηγοί να μπορούν να συμμορφώνονται με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 καθώς και με το κεφάλαιο II του παρόντος κανονισμού. Η επιχείρηση μεταφορών δίδει κατάλληλες οδηγίες στον οδηγό και διενεργεί τακτικούς ελέγχους προκειμένου να διασφαλίζει την τήρηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 καθώς και του κεφαλαίου ΙΙ του παρόντος κανονισμού.

3.  Η επιχείρηση μεταφορών είναι υπεύθυνη για τις παραβάσεις που διαπράττονται από οδηγούς της επιχείρησης προς όφελός της, ακόμη και όταν η παράβαση έχει διαπραχθεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας.

Με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών να θεωρούν εξ ολοκλήρου υπεύθυνες τις επιχειρήσεις, τα κράτη μέλη δύνανται να εξαρτούν την εν λόγω ευθύνη από την παράβαση, εκ μέρους της επιχείρησης, των παραγράφων 1 και 2. Τα κράτη μέλη δύνανται να εξετάζουν οποιοδήποτε στοιχείο που ενδέχεται να αποδεικνύει ότι η επιχείρηση μεταφορών δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνη για τη διαπραχθείσα παράβαση.

4.  Οι επιχειρήσεις, οι αποστολείς, οι μεταφορείς φορτίων, οι διοργανωτές ταξιδιών, οι εργολάβοι, οι υπεργολάβοι και τα γραφεία απασχόλησης οδηγών εξασφαλίζουν ότι τα συμβατικώς συμφωνούμενα ωράρια δρομολογίων πληρούν τον παρόντα κανονισμό.

5.  Οι επιχειρήσεις μεταφορών υποχρεούνται, σύμφωνα με το άρθρο 9, στοιχείο β), της οδηγίας 2002/15/ΕΚ, να τηρούν βιβλίο σχετικά με τους χρόνους εργασίας των οδηγών. Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνουν τα μέτρα που απαιτούνται για να ενημερώνονται σχετικά με το σύνολο του χρόνου εργασίας και την απασχόληση των οδηγών που εργάζονται σε περισσότερους του ενός εργοδότες ή είναι προσωρινά μόνον στη διάθεση της επιχείρησης.

6.  (α) Επιχείρηση μεταφορών η οποία χρησιμοποιεί οχήματα εφοδιασμένα με συσκευή ελέγχου σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΒ του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85, τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού:

   i) εξασφαλίζει ότι όλα τα σχετικά δεδομένα τηλεφορτώνονται από τη μονάδα επί του οχήματος και την κάρτα οδηγού με τη συχνότητα που ορίζει το κράτος μέλος. Επίσης, η επιχείρηση μεταφορών τηλεφορτώνει τα σχετικά δεδομένα συχνότερα ώστε να εξασφαλίζεται ότι τηλεφορτώνονται όλα τα δεδομένα που αφορούν δραστηριότητες που εκτελούνται από εν λόγω επιχείρηση ή για λογαριασμό της,
   ii) εξασφαλίζει ότι όλα τα δεδομένα που τηλεφορτώνονται από τη μονάδα του οχήματος και την κάρτα του οδηγού φυλάσσονται επί τουλάχιστον δώδεκα μήνες μετά την καταγραφή τους και, σε περίπτωση που ζητηθούν από επιθεωρητή, τα δεδομένα αυτά πρέπει να είναι προσβάσιμα, είτε απευθείας είτε εξ αποστάσεως, στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης.

β)   Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, η "τηλεφόρτωση" ερμηνεύεται σύμφωνα με τον ορισμό που περιέχεται στο Παράρτημα ΙΒ, Κεφάλαιο Ι, σημείο (ιθ), του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85.

γ)   Η μέγιστη περίοδος εντός της οποίας τα σχετικά δεδομένα τηλεφορτώνονται δυνάμει του εδαφίου α), σημείο (i), αποφασίζεται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

Εξαιρέσεις

Άρθρο 11

Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των ήδη εν ισχύ συμβάσεων ή συμφωνηθέντων μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, κάθε κράτος μέλος μπορεί να εφαρμόζει μεγαλύτερα κατώτατα όρια για τα διαλείμματα και τις περιόδους ανάπαυσης ή μικρότερα ανώτατα όρια για τη διάρκεια οδήγησης από τα καθοριζόμενα στα άρθρα 6 έως και 9, για τις οδικές μεταφορές που εκτελούνται εξ ολοκλήρου εντός της επικρατείας του. Ωστόσο, ο παρών κανονισμός εξακολουθεί να ισχύει για τους οδηγούς που εκτελούν διεθνείς μεταφορές.

Άρθρο 12

Υπό την προϋπόθεση ότι δεν τίθεται σε κίνδυνο η οδική ασφάλεια και για να μπορέσει να φθάσει σε κατάλληλο τόπο στάθμευσης, ο οδηγός μπορεί να παρεκκλίνει από τα άρθρα 6 έως 9 εφόσον αυτό είναι απαραίτητο για την ασφάλεια των προσώπων, του οχήματος ή του φορτίου του. Ο οδηγός αναφέρει τον λόγο της παρέκκλισης χειρογράφως στο φύλλο καταγραφής της συσκευής ελέγχου ή σε εκτυπωμένο αντίγραφο από τη συσκευή ελέγχου ή στο πρόγραμμα υπηρεσίας το αργότερο κατά την άφιξή του στον κατάλληλο τόπο στάθμευσης.

Άρθρο 13

1.  Υπό την προϋπόθεση ότι δεν θίγονται οι στόχοι του άρθρου 1, κάθε κράτος μέλος μπορεί να χορηγεί εξαιρέσεις από τα άρθρα 5 έως 9 για τις μεταφορές που εκτελούνται στο έδαφός του ή κατόπιν συναίνεσης του οικείου κράτους, στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, με τα εξής οχήματα:

   α) οχήματα που ανήκουν ή μισθώνονται χωρίς οδηγό από δημόσιες αρχές για την εκτέλεση οδικών μεταφορών οι οποίες δεν ανταγωνίζονται τις ιδιωτικές επιχειρήσεις μεταφορών,
   β) οχήματα που χρησιμοποιούνται ή μισθώνονται χωρίς οδηγό από γεωργικές, δενδροκηπευτικές, δασοκομικές, κτηνοτροφικές ή αλιευτικές επιχειρήσεις για μεταφορά εμπορευμάτων στο πλαίσιο της οικείας επιχειρηματικής δραστηριότητας σε ακτίνα έως 100 km από τη βάση της επιχείρησης,
   γ) γεωργικούς και δασικούς ελκυστήρες που χρησιμοποιούνται για γεωργικές ή δασοκομικές δραστηριότητες σε ακτίνα έως 100 km από τη βάση της επιχείρησης, στην οποία ανήκει το όχημα ή η οποία ενοικιάζει ή μισθώνει με χρηματοδοτική μίσθωση το όχημα,
   δ) οχήματα τα οποία χρησιμοποιούνται από φορείς παροχής καθολικής υπηρεσίας, όπως ορίζονται στο άρθρο 2, παράγραφος 13 της οδηγίας 97/67/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών(14), για την παράδοση αντικειμένων στο πλαίσιο της παροχής της καθολικής υπηρεσίας ή χρησιμοποιούνται για να μεταφέρουν υλικά ή εξοπλισμό προς χρήση από τον οδηγό κατά την άσκηση του επαγγέλματός του. Τα οχήματα αυτά χρησιμοποιούνται μόνον σε ακτίνα 50 χιλιομέτρων από τη βάση της επιχείρησης, και υπό την προϋπόθεση ότι η οδήγηση των εν λόγω οχημάτων δεν αποτελεί την κύρια δραστηριότητα του οδηγού. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν τέτοιες εξαιρέσεις υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις,
   ε) οχήματα που κυκλοφορούν αποκλειστικά σε νησιά επιφάνειας κάτω των 2300 τετραγωνικών χιλιομέτρων και μη συνδεδεμένα με την ηπειρωτική χώρα με γέφυρα, διάβαση ή σήραγγα τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν από οχήματα με κινητήρα,
   στ) οχήματα που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων σε ακτίνα 50 km από τη βάση της επιχείρησης και κινούνται με φυσικό αέριο ή υγραέριο ή ηλεκτρισμό, το μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος των οποίων, συμπεριλαμβανομένου του βάρους των ρυμουλκούμενων ή ημιρυμουλκούμενων, δεν υπερβαίνει τους 7,5 τόνους,
   ζ) οχήματα που χρησιμοποιούνται για μαθήματα και εξετάσεις οδήγησης αυτοκινήτου για την απόκτηση άδειας οδήγησης ή πιστοποιητικού επαγγελματικής ικανότητας, εφόσον δεν χρησιμοποιούνται για επαγγελματικές μεταφορές εμπορευμάτων ή επιβατών,
   η) οχήματα με 10 έως 17 θέσεις που χρησιμοποιούνται αποκλειστικώς για τη μη επαγγελματική μεταφορά επιβατών,
   θ) οχήματα με ειδικό εξοπλισμό για κινητά προγράμματα, πρωταρχικός σκοπός των οποίων είναι η χρήση τους ως εκπαιδευτικών εγκαταστάσεων όταν είναι σταθμευμένα,
   ι) οχήματα που χρησιμοποιούνται για τη συλλογή γάλακτος από αγροκτήματα και την επιστροφή στα αγροκτήματα των δοχείων γάλακτος ή των γαλακτοκομικών προϊόντων που προορίζονται για τη διατροφή των ζώων,
   ια) ειδικά οχήματα μεταφοράς χρημάτων ή/και τιμαλφών,
   ιβ) οχήματα που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά ζωικών αποβλήτων ή σφαγίων που δεν προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση,
   ιγ) οχήματα που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε οδούς εντός εγκαταστάσεων κεντρικών σταθμών, όπως είναι οι λιμένες, οι λιμένες για συνδυασμένες μεταφορές και οι σιδηροδρομικοί σταθμοί,
   ιδ) οχήματα που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά ζώντων ζώων από αγροκτήματα σε τοπικές αγορές και αντιστρόφως ή από αγορές προς τοπικά σφαγεία.

2.  Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τις εξαιρέσεις που χορηγούν δυνάμει της παραγράφου 1 και η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα άλλα κράτη μέλη.

3.  Υπό την προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύονται οι στόχοι που ορίζονται στο άρθρο 1 και παρέχεται επαρκής προστασία στους οδηγούς, τα κράτη μέλη δύνανται, κατόπιν εγκρίσεως της Επιτροπής, να παραχωρούν, για την επικράτειά τους, ήσσονες εξαιρέσεις από τον παρόντα κανονισμό για οχήματα που χρησιμοποιούνται σε προκαθορισμένες περιοχές με πυκνότητα πληθυσμού κατώτερη από 5 κατοίκους ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο, στις εξής περιπτώσεις:

   για εσωτερικές τακτικές μεταφορές επιβατών, εφόσον το ωράριό τους έχει επιβεβαιωθεί από τις αρχές, για τις οποίες είναι δυνατό να επιτρέπονται μόνον εξαιρέσεις όσον αφορά τα διαλείμματα, και
   για τις εσωτερικές οδικές μεταφορές εμπορευμάτων, είτε πραγματοποιούνται για ίδιο λογαριασμό είτε υπέρ τρίτων, οι οποίες δεν έχουν συνέπειες στην ενιαία αγορά και είναι αναγκαίες για να διατηρηθούν ορισμένοι βιομηχανικοί κλάδοι στο σχετικό έδαφος και εφόσον οι διατάξεις για εξαίρεση από τον παρόντα κανονισμό προβλέπουν περιορισμό σε ακτίνα που δεν υπερβαίνει τα 100 km.

Η οδική μεταφορά δυνάμει της εν λόγω εξαίρεσης μπορεί να περιλαμβάνει διαδρομή σε περιοχή με πυκνότητα πληθυσμού ίση ή ανώτερη από 5 κατοίκους ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο μόνον για να τελειώσει ή να αρχίσει το ταξίδι. Ο χαρακτήρας και το πεδίο εφαρμογής των μέτρων αυτών είναι αναλογικά.

Άρθρο 14

1.  Υπό την προϋπόθεση ότι δεν θίγονται οι στόχοι του άρθρου 1, τα κράτη μέλη μπορούν, μετά από άδεια της Επιτροπής, να χορηγούν εξαιρέσεις από την εφαρμογή των άρθρων 6 έως 9 για μεταφορές που εκτελούνται σε έκτακτες περιστάσεις.

2.  Σε επείγουσες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν προσωρινή εξαίρεση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τις 30 ημέρες, η οποία κοινοποιείται αμέσως στην Επιτροπή.

3.  Η Επιτροπή ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη για κάθε εξαίρεση που χορηγείται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Άρθρο 15

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι οδηγοί των οχημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 3, στοιχείο α), καλύπτονται από εθνικούς κανόνες οι οποίοι παρέχουν επαρκή προστασία όσον αφορά τους επιτρεπόμενους χρόνους οδήγησης καθώς και τα διαλείμματα και τις περιόδους ανάπαυσης που επιβάλλονται.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Διαδικασίες ελέγχου και κυρώσεις

Άρθρο 16

1.  Ο αριθμός των ελάχιστων ελέγχων που πρέπει να πραγματοποιούνται στα κράτη μέλη ορίζεται σε τουλάχιστον 2% από 1ης Ιανουαρίου 2007, 3% από 1ης Ιανουαρίου 2009 και 4% από 1ης Ιανουαρίου 2011 επί των δεδουλευμένων ημερών εργασίας. Η τελευταία βαθμίδα ενεργοποιείται μόνο όταν τα στατιστικά δεδομένα δεικνύουν ότι κατά μέσο όρο άνω του 90% όλων των ελεγχθέντων οχημάτων έχει εξοπλιστεί με ψηφιακό ταχογράφο.

2.  Όταν το όχημα δεν είναι εφοδιασμένο με συσκευή ελέγχου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85, οι παράγραφοι 3 και 4 του παρόντος άρθρου ισχύουν για:

   α) τακτικές εθνικές μεταφορές επιβατών, και
   β) τακτικές διεθνείς μεταφορές επιβατών, μεταξύ σημείων που βρίσκονται σε απόσταση 50 km κατ' ευθεία γραμμή από τα σύνορα μεταξύ δύο κρατών μελών και για διαδρομές το μήκος των οποίων δεν υπερβαίνει τα 100 km.

3.  Η επιχείρηση καταρτίζει πίνακα δρομολογίων και πρόγραμμα υπηρεσίας, τα οποία περιέχουν, για κάθε οδηγό, το όνομα, τη βάση του οδηγού, καθώς και το προκαθορισμένο ωράριο για τις διάφορες περιόδους οδήγησης, άλλης εργασίας, διαλειμμάτων και διαθεσιμότητας.

Κάθε οδηγός, που εκτελεί υπηρεσία της παραγράφου 2, φέρει μαζί του απόσπασμα του προγράμματος υπηρεσίας και αντίγραφο του πίνακα δρομολογίων.

4.  Το πρόγραμμα υπηρεσίας:

   α) περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία της παραγράφου 3 για χρονικό διάστημα που καλύπτει τις 28 προηγούμενες ημέρες τουλάχιστον· τα στοιχεία αυτά πρέπει να ενημερώνονται τακτικά και τουλάχιστον μία φορά το μήνα,
   β) υπογράφεται από τον προϊστάμενο της επιχείρησης μεταφορών ή από εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό του,
   γ) φυλάσσεται από την επιχείρηση μεταφορών επί ένα έτος μετά τη λήξη της περιόδου που καλύπτει. Η επιχείρηση μεταφορών χορηγεί απόσπασμα του προγράμματος υπηρεσίας στους ενδιαφερόμενους οδηγούς κατόπιν αιτήματός τους, και
   δ) συντάσσεται και παραδίδεται στον εξουσιοδοτημένο επιθεωρητή κατόπιν αιτήματός του.

Άρθρο 17

1.  Τα κράτη μέλη, χρησιμοποιώντας το τυποποιημένο έντυπο που ορίζεται στην απόφαση 93/173/ΕΟΚ(15), ανακοινώνουν στην Επιτροπή τις απαιτούμενες πληροφορίες προκειμένου να συντάσσει κάθε δύο χρόνια έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 και τις εξελίξεις στους αντίστοιχους τομείς.

2.  Οι πληροφορίες αυτές γνωστοποιούνται στην Επιτροπή το αργότερο στις 30 Σεπτεμβρίου του έτους που έπεται της λήξης της διετούς περιόδου που καλύπτει η έκθεση.

3.  Η έκθεση αυτή αναφέρει επίσης τι χρήση έγινε της εξαίρεσης που προέβλεπαν τα άρθρα 3 και 13 και, εάν η κατάσταση το επιβάλλει, η Επιτροπή οφείλει να υποβάλει πρόταση για αναθεώρηση αυτών των εξαιρέσεων.

4.  Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εντός 13 μηνών από την ημερομηνία λήξης της εν λόγω διετούς περιόδου.

Άρθρο 18

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 19

1.  Τα κράτη μέλη θεσπίζουν, ύστερα από πρόταση της Επιτροπής, κανόνες για ένα κοινό φάσμα παραβάσεων του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 οι οποίες ταξινομούνται σε κατηγορίες ανάλογα με τη σοβαρότητά τους. Για τις παραβάσεις αυτές τα κράτη μέλη προβλέπουν ανάλογες κυρώσεις και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζεται η εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές, αποτρεπτικές και να μην εισάγουν διακρίσεις. Καμία παράβαση του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 δεν υπόκειται σε περισσότερες της μιας κυρώσεις ή διαδικασίες. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα εν λόγω μέτρα και τους κανόνες περί κυρώσεων έως την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 29, δεύτερη παράγραφος. Η Επιτροπή ενημερώνει αναλόγως τα κράτη μέλη.

2.  Ένα κράτος μέλος επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να επιβάλλουν κύρωση σε επιχείρηση ή/και σε οδηγό για παράβαση του παρόντος κανονισμού που διαπιστώνεται στην επικράτειά του και για την οποία δεν έχει ήδη επιβληθεί κύρωση, ακόμη και όταν η παράβαση έχει διαπραχθεί στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας.

Κατ' εξαίρεση, όταν διαπιστώνεται παράβαση:

   η οποία δεν διεπράχθη στην επικράτεια του εν λόγω κράτους μέλους, και
   η οποία διεπράχθη από επιχείρηση η οποία είναι εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα ή από οδηγό του οποίου ο τόπος απασχόλησης είναι σε άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα,
  

ένα κράτος μέλος δύναται, μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2009, αντί να επιβάλει κύρωση, να κοινοποιεί τα στοιχεία της παράβασης στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας όπου είναι εγκατεστημένη η επιχείρηση ή όπου έχει τον τόπο απασχόλησής του ο οδηγός.

3.  Όταν ένα κράτος μέλος κινεί διαδικασία ή επιβάλλει κυρώσεις για συγκεκριμένη παράβαση, παρέχει στον οδηγό τις οφειλόμενες αποδείξεις γραπτώς.

4.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζεται σύστημα αναλογικών κυρώσεων, στις οποίες ενδέχεται να περιλαμβάνονται οικονομικές κυρώσεις, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τον παρόντα κανονισμό ή τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 εκ μέρους επιχειρήσεων ή συνεργαζόμενων αποστολέων, μεταφορέων φορτίων, διοργανωτών ταξιδιών, εργολάβων, υπεργολάβων και γραφείων απασχόλησης οδηγών.

Άρθρο 20

1.  Ο οδηγός τηρεί οιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο παρέχεται από κράτος μέλος όσον αφορά κυρώσεις ή την κίνηση διαδικασιών, μέχρις ότου η ίδια αυτή παραβίαση του παρόντος κανονισμού δεν μπορεί πλέον να οδηγήσει σε δεύτερη διαδικασία ή κύρωση, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2.  Ο οδηγός προσκομίζει τα αποδεικτικά στοιχεία της παραγράφου 1 κατόπιν αιτήματος.

3.  Ο οδηγός που απασχολείται ή είναι στη διάθεση περισσοτέρων της μιας επιχειρήσεων μεταφορών υποχρεούται να παρέχει σε κάθε επιχείρηση επαρκείς πληροφορίες ώστε να καθίσταται δυνατή η συμμόρφωσή τους με το Κεφάλαιο ΙΙ.

Άρθρο 21

Στις κυρώσεις που επιβάλλουν τα κράτη μέλη περιλαμβάνεται η προσωρινή ακινητοποίηση του οχήματος μέχρις ότου αρθεί το αίτιο της παράβασης. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν στον οδηγό περίοδο ημερήσιας ανάπαυσης. Επίσης τα κράτη μέλη μπορούν να ανακαλούν, να αναστέλλουν ή να περιορίζουν την άδεια μιας επιχείρησης, εάν η επιχείρηση είναι εγκατεστημένη στο εν λόγω κράτος μέλος ή να ανακαλούν, να αναστέλλουν ή να περιορίζουν την άδεια οδήγησης ενός οδηγού. Η επιτροπή του άρθρου 24, παράγραφος 1, εκπονεί κατευθυντήριες γραμμές με σκοπό την προαγωγή της εναρμονισμένης εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 22

1.  Τα κράτη μέλη συνδράμουν το ένα το άλλο για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και τον έλεγχο της συμμόρφωσης.

2.  Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ανταλλάσσουν τακτικά όλα τα διαθέσιμα στοιχεία που αφορούν:

   α) τις παραβάσεις των κανόνων του κεφαλαίου ΙΙ από μη κατοίκους, καθώς και τις κυρώσεις που επιβάλλονται για τις παραβάσεις αυτές,
   β) τις κυρώσεις που επιβάλλει ένα κράτος μέλος σε κατοίκους του για παραβάσεις που διαπράττουν σε άλλα κράτη μέλη.

3.  Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν τακτικά στην Επιτροπή τις σχετικές πληροφορίες όσον αφορά την ερμηνεία και την εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο του παρόντος κανονισμού· η Επιτροπή καθιστά τις πληροφορίες αυτές διαθέσιμες σε ηλεκτρονική μορφή για τα άλλα κράτη μέλη.

4.  Η Επιτροπή στηρίζει το διάλογο μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με την ερμηνεία ανά κράτος μέλος και την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού. Το αργότερο στις ...(16) η Επιτροπή υποβάλει πρόταση με ενιαίες ρυθμίσεις περί ερμηνείας και εφαρμογής για ελεγκτικές αρχές των διαφόρων κρατών μελών.

Άρθρο 23

Η Κοινότητα προσέρχεται σε όποιες διαπραγματεύσεις με τρίτες χώρες κρίνονται απαραίτητες προς τον σκοπό της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 24

1.  Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή του άρθρου 18, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85.

2.  Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/EΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

3.  Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 25

1.  Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, ή εξ ιδίας πρωτοβουλίας, η Επιτροπή:

   α) εξετάζει περιπτώσεις στις οποίες ανακύπτουν διαφορές στην εφαρμογή και την επιβολή της εφαρμογής οιασδήποτε εκ των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τον χρόνο οδήγησης, τα διαλείμματα και τις περιόδους ανάπαυσης,
   β) διευκρινίζει τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, με σκοπό την προαγωγή μιας κοινής προσέγγισης.

2.  Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1, η Επιτροπή αποφασίζει με βάση μια συνιστώμενη προσέγγιση σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής του άρθρου 24, παράγραφος 2. Η Επιτροπή γνωστοποιεί την απόφασή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 26

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 τροποποιείται ως εξής:

1.  Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ορισμοί που παρατίθενται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. .../2005(17) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, [για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 και (ΕΚ) αριθ. 2135/98 του Συμβουλίου]*.

___________________________

* ΕΕ L ...

"

2.  Στο άρθρο 3, οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

"

1.  Η συσκευή ελέγχου τοποθετείται και χρησιμοποιείται σε οχήματα οδικής μεταφοράς επιβατών ή εμπορευμάτων τα οποία έχουν άδεια κυκλοφορίας κράτους μέλους, εκτός των οχημάτων των άρθρων 3 και 16, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. .../2005+ και τα οχήματα, τα οποία είχαν εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85, αλλά τα οποία δεν εξαιρούνται πλέον δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. .../2005+ υποχρεούνται να συμμορφωθούν με την παρούσα απαίτηση έως τις 31 Δεκεμβρίου 2007.

2.  Τα κράτη μέλη δύνανται να εξαιρούν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού τα οχήματα του άρθρου 13, παράγραφοι 1 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. .../2005(18).

3.  Τα κράτη μέλη δύνανται, κατόπιν αδείας της Επιτροπής, να εξαιρούν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού τα οχήματα που χρησιμοποιούνται για τις μεταφορές του άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. .../2005+

"

3.  Στο άρθρο 14, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"

2.  Η επιχείρηση φυλάσσει φύλλα καταγραφής και εκτυπωμένα αντίγραφα, αν έχουν εκτυπωθεί αντίγραφα προς συμμόρφωση με το άρθρο 15, παράγραφος 1, σε χρονολογική σειρά και σε αναγνώσιμη μορφή για διάστημα ενός τουλάχιστον έτους μετά τη χρησιμοποίησή τους και χορηγεί αντίγραφα στους ενδιαφερόμενους οδηγούς που το ζητούν. Η επιχείρηση παραδίδει επίσης αντίγραφα των δεδομένων που έχουν τηλεφορτωθεί από τις κάρτες των οδηγών στους ενδιαφερόμενους οδηγούς που τα ζητούν, καθώς και τα αντίγραφα αυτά σε έντυπη μορφή. Τα φύλλα ελέγχου, τα εκτυπωμένα αντίγραφα και τα τηλεφορτωμένα δεδομένα επιδεικνύονται ή παραδίδονται σε οποιοδήποτε εξουσιοδοτημένο επιθεωρητή κατόπιν αιτήματός του.

"

4.  To άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

   α) Στην παράγραφο 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:"
  i) στην αρχή της διαδρομής του, εκτυπώνει τα στοιχεία του οχήματος που οδηγεί και καταγράφει στο εν λόγω τυπωμένο αντίγραφο:
   α) στοιχεία που καθιστούν δυνατή την επαλήθευση της ταυτότητας του οδηγού (ονοματεπώνυμο, αριθμό κάρτας οδηγού ή άδειας οδήγησης), συμπεριλαμβανομένης της υπογραφής τους,
   β) τα χρονικά διαστήματα της παραγράφου 3, δεύτερη περίπτωση, στοιχεία β), γ) και δ),
   ii) στο τέλος της διαδρομής του, εκτυπώνει τις πληροφορίες σχετικά με τις χρονικές περιόδους που καταγράφηκαν από τη συσκευή ελέγχου, καταγράφει τα χρονικά διαστήματα εκτέλεσης άλλης εργασίας, διαθεσιμότητας και ανάπαυσης από τη στιγμή που έγινε το εκτυπωμένο αντίγραφο στην αρχή της διαδρομής, εφόσον δεν έχουν καταγραφεί από τον ταχογράφο, και σημειώνει στο εν λόγω έγγραφο τις λεπτομέρειες που επιτρέπουν την επαλήθευση της ταυτότητας του οδηγού (ονοματεπώνυμο, αριθμός κάρτας οδηγού ή άδειας οδήγησης), συμπεριλαμβανομένης της υπογραφής του οδηγού.
"
   β) Στην παράγραφο 2, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
   i) εάν το όχημα είναι εφοδιασμένο με συσκευή ελέγχου σύμφωνα με το Παράρτημα Ι, καταχωρούνται στο φύλλο καταγραφής, είτε χειρογράφως, είτε με αυτόματη καταγραφή ή με άλλο τρόπο και χωρίς να μουτζουρωθεί το φύλλο, ή
   ii) εάν το όχημα είναι εφοδιασμένο με συσκευή ελέγχου σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΒ, καταχωρούνται στην κάρτα οδηγού με τη χρήση της δυνατότητας χειρόγραφης καταχώρισης που διαθέτει η συσκευή ελέγχου.

Στην περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός οδηγοί στο όχημα που είναι εφοδιασμένο με συσκευή ελέγχου σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΒ, εξασφαλίζουν ότι οι κάρτες οδηγού που διαθέτουν μπαίνουν στη σωστή σχισμή του ταχογράφου."
   γ) Στην παράγραφο 3, τα στοιχεία β) και γ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"
___________________
* ΕΕ L 80 της 23.3.2002, σ. 35.
   β) "άλλη εργασία" σημαίνει κάθε δραστηριότητα διαφορετική από την οδήγηση, όπως ορίζεται στο άρθρο 3, στοιχείο α), της οδηγίας 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων δραστηριότητες οδικών μεταφορών *, καθώς και κάθε εργασία για τον ίδιο ή άλλου εργοδότη εντός ή εκτός του τομέα των μεταφορών και πρέπει να καταγράφεται με το σύμβολο #·
   γ) η "διαθεσιμότητα" που ορίζεται στο άρθρο 3, στοιχείο β) της οδηγίας 2002/15/ΕΚ πρέπει να καταγράφεται με το εν λόγω σύμβολο #.
"
   δ) Η παράγραφος 4 διαγράφεται.
   ε) Η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
7. a)  7(α) Όταν ο οδηγός οδηγεί όχημα εξοπλισμένο με συσκευή ελέγχου σύμφωνη με το Παράρτημα 1, ο οδηγός πρέπει να είναι σε θέση να επιδεικνύει, όποτε αυτό του ζητηθεί από τους ελέγχοντες:
   i) τα φύλλα καταγραφής της τρέχουσας εβδομάδας και εκείνα που χρησιμοποίησε ο οδηγός κατά τις προηγούμενες 15 ημέρες,
   ii) την κάρτα οδηγού, αν διαθέτει, και
   iii) κάθε χειρόγραφη καταγραφή και εκτυπωμένο αντίγραφο που έχει γίνει κατά τη διάρκεια της τρέχουσας εβδομάδας και των προηγούμενων 15 ημερών, κατά τα οριζόμενα από τον παρόντα κανονισμό και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. .../2005(19)

Ωστόσο, μετά την 1η Ιανουαρίου 2008, οι χρονικές περίοδοι των σημείων (i) και (iii) καλύπτουν την τρέχουσα ημέρα και τις προηγούμενες 28 ημέρες.
  β) Όταν ο οδηγός οδηγεί όχημα εξοπλισμένο με συσκευή ελέγχου σύμφωνη με το Παράρτημα ΙΒ, ο οδηγός πρέπει να είναι σε θέση να επιδεικνύει, όποτε αυτό του ζητηθεί από τους ελέγχοντες:
   i) την κάρτα οδηγού της οποίας είναι κάτοχος,
   ii) κάθε χειρόγραφη καταγραφή και εκτυπωμένο αντίγραφο που έχει γίνει κατά τη διάρκεια της τρέχουσας εβδομάδας και των προηγούμενων 15 ημερών, κατά τα οριζόμενα από τον παρόντα κανονισμό και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. .../2005+ και
   iii) τα φύλλα καταγραφής που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα του προηγούμενου εδαφίου, εφόσον κατά τη διάρκειά του οδήγησε όχημα εξοπλισμένο με συσκευή ελέγχου σύμφωνη με το Παράρτημα Ι.

Ωστόσο, μετά την 1η Ιανουαρίου 2008, οι χρονικές περίοδοι του σημείου (ii) καλύπτουν την τρέχουσα ημέρα και τις προηγούμενες 28 ημέρες.
   γ) Ένας εξουσιοδοτημένος υπάλληλος μπορεί να ελέγχει τη συμμόρφωση με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. .../2005+ αναλύοντας τα φύλλα καταγραφής, τα εικονιζόμενα ή εκτυπωμένα δεδομένα που έχουν καταγραφεί από τη συσκευή ελέγχου ή από την κάρτα οδηγού ή, αν δεν υπάρχουν τέτοια, από οιοδήποτε συνοδευτικό έγγραφο που αποδεικνύει τη μη τήρηση μιας εκ των διατάξεων που προβλέπονται στο άρθρο 16, παράγραφοι 3 και 4.
"

Άρθρο 27

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2135/98 τροποποιείται ως εξής:

1.  Στο άρθρο 2, παράγραφος 1, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"

1.  (α) "Όλα τα οχήματα που κατασκευάζονται μετά τις 5 Αυγούστου 2006, οφείλουν να είναι εξοπλισμένα με συσκευή ελέγχου σύμφωνη προς τις προδιαγραφές του Παραρτήματος ΙΒ του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85. Μετά τις 5 Αυγούστου 2007, όλα τα οχήματα που τίθενται για πρώτη φορά στην κυκλοφορία οφείλουν να είναι εξοπλισμένα με συσκευή ελέγχου σύμφωνη με τις προδιαγραφές του Παραρτήματος ΙΒ του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85.

"

2.  Στο άρθρο 2, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"

2.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι είναι σε θέση να χορηγούν κάρτες οδηγού το αργότερο στις ...*.

_________________________

* 2 μήνες μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. .../2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, [σχετικά με την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 και (ΕΚ) αριθ. 2135/98 του Συμβουλίου].

"

Άρθρο 28

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 καταργείται.

Ωστόσο, οι παράγραφοι 1, 2 και 4 του άρθρου 5 του παρόντος κανονισμού εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τις ημερομηνίες που καθορίζονται στο άρθρο 15, παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/59/ΕΚ.

Άρθρο 29

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει ένα έτος από την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξαιρουμένου του άρθρου 10, παράγραφος 6, του άρθρου 26, παράγραφοι 3 και 4, και του άρθρου 27, που αρχίζουν να ισχύουν από την εικοστή ημέρα από την προαναφερόμενη ημέρα δημοσίευσης.

Εφαρμόζεται από τις ….. (20).

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Έγινε στις

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

(1) ΕΕ C 63 Ε της 15.3.2005, σ. 11.
(2) ΕΕ C 38 E της 12.2.2004, σ. 152.
(3) ΕΕ C 51 Ε της 26.2.2002, σ. 234.
(4) Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
(5) EE C 221 της 17.9.2002, σ. 19.
(6) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2003 (ΕΕ C 38 Ε της 12.2.2004, σ. 152), κοινή θέση του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 2004 (ΕΕ C 63 Ε της 15.3.2005, σ. 11) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Απριλίου 2005.
(7) ΕΕ L 370 της 31.12.1985, σ. 1. Κανονισμός ο οποίος τροποποιήθηκε με την οδηγία 2003/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 226 της 10.9.2003, σ. 4).
(8) ΕΕ L 80 της 23.3.2002, σ. 35.
(9) ΕΕ L 370 της 31.12.1985, σ. 8. Κανονισμός ο οποίος τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 432/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 71 της 10.3.2004, σ. 3).
(10) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.
(11) Οδηγία 2003/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2003, σχετικά με την αρχική επιμόρφωση και την περιοδική κατάρτιση των οδηγών ορισμένων οδικών οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή επιβατών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου και της οδηγίας 91/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 76/914/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 226 της 10. 9.2003, σ. 4). Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2004/66/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 168 της 1.5.2004, σ. 35).
(12) Οδηγία 88/599/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1988, σχετικά με τυποποιημένες διαδικασίες ελέγχου για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών (ΕΕ L 325 της 29.11.1988, σ. 55).
(13) ΕΕ L 74 της 20.3.1992, σ. 1. Κανονισμός ο οποίος τροποποιήθηκε τελευταία με την Πράξη Προσχώρησης του 2003.
(14) ΕΕ L 15 της 21.1.1998, σ. 14. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).
(15) Απόφαση 93/173/EOK της Επιτροπής, της 22ας Φεβρουαρίου 1993, περί της κατάρτισης τυποποιημένου εντύπου που προβλέπεται στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (ΕΕ L 72 της 25.3.1993, σ. 33).
(16)* Δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.
(17)+ ΕΕ: Να συμπληρωθεί ο αριθμός του παρόντος κανονισμού.
(18)+ ΕΕ: Να συμπληρωθεί ο αριθμός του παρόντος κανονισμού.
(19)+ ΕΕ: Να συμπληρωθεί ο αριθμός του παρόντος κανονισμού.
(20)* Τρείς μήνες από την ημερομηνία δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα.


Οικολογικός σχεδιασμός για τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια ***II
PDF 586kWORD 258k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης της οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου όσον αφορά τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια και για την τροποποίηση της οδηγίας 92/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών 96/57/ΕΚ και 2000/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11414/1/2004 – C6-0246/2004 – 2003/0172(COD))
P6_TA(2005)0123A6-0057/2005

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (11414/1/2004 – C6-0246/2004)(1),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση(2) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2003)0453)(3),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 62 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A6-0057/2005),

1.   εγκρίνει την κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 13 Απριλίου 2005 εν όψει της έγκρισης της οδηγίας 2005/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια και για την τροποποίηση της οδηγίας 92/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών 96/57/ΕΚ και 2000/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

P6_TC2-COD(2003)0172


ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(4),

αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης(5),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)  Οι διαφορές μεταξύ των νομοθετικών ή διοικητικών μέτρων που θεσπίζουν τα κράτη μέλη για τον οικολογικό σχεδιασμό των προϊόντων που καταναλώνουν ενέργεια είναι δυνατόν να δημιουργήσουν εμπόδια στο εμπόριο και να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό στην Κοινότητα και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να έχουν άμεσο αντίκτυπο στην καθιέρωση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Η εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών είναι το μόνο μέσο για την πρόληψη των εμποδίων αυτών στο εμπόριο και για την αποτροπή του αθέμιτου ανταγωνισμού.

(2)  Τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια (στο εξής "ΠΚΕ") αντιπροσωπεύουν μεγάλο ποσοστό της κατανάλωσης φυσικών πόρων και ενέργειας στην Κοινότητα. Έχουν επίσης και ορισμένες άλλες σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Για τη μεγάλη πλειονότητα των κατηγοριών προϊόντων που διατίθενται στην κοινοτική αγορά, είναι δυνατόν να σημειωθούν πολύ διαφορετικοί βαθμοί περιβαλλοντικών επιπτώσεων, αν και αυτά παρουσιάζουν παρόμοιες λειτουργικές επιδόσεις. Προς το συμφέρον της αειφόρου ανάπτυξης, θα πρέπει να ενθαρρύνεται η συνεχής βελτίωση του συνολικού περιβαλλοντικού αντικτύπου αυτών των προϊόντων, κυρίως μέσω της αναγνώρισης των κύριων πηγών αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και της αποφυγής μεταφοράς της ρύπανσης, όταν η βελτίωση αυτή δεν συνεπάγεται υπερβολικό κόστος.

(3)  Ο οικολογικός σχεδιασμός των προϊόντων αποτελεί ζωτικό παράγοντα της κοινοτικής στρατηγικής για την ολοκληρωμένη πολιτική προϊόντων. Ως προληπτική προσέγγιση, που αποσκοπεί στη βελτιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων των προϊόντων, διατηρώντας ταυτόχρονα τις λειτουργικές τους ιδιότητες, προσφέρει νέες και πραγματικές ευκαιρίες για τους κατασκευαστές, τους καταναλωτές και την κοινωνία στο σύνολό της.

(4)  Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, για την επίτευξη της οποίας μια από τις διαθέσιμες εναλλακτικές επιλογές είναι η αποδοτικότερη τελική χρήση της ηλεκτρικής ενέργειας, θεωρείται ως ουσιαστική συμβολή στην επίτευξη των στόχων για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην Κοινότητα. Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί την ταχύτερα αναπτυσσόμενη κατηγορία τελικής χρήσης ενέργειας που υπολογίζεται να αυξηθεί εντός των προσεχών 20 έως 30 ετών, εάν δεν ληφθούν μέτρα πολιτικής για να αντιστραφεί η τάση αυτή. Σύμφωνα με το υποβληθέν, από την Επιτροπή, Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα για τις Κλιματικές Αλλαγές, είναι εφικτή η σημαντική μείωση της κατανάλωσης ενέργειας. Οι κλιματικές αλλαγές αποτελούν μια από τις προτεραιότητες του Έκτου Κοινοτικού Προγράμματος Δράσης για το Περιβάλλον, όπως καθορίσθηκε με την απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 2002(6). Η εξοικονόμηση ενέργειας αποτελεί τον αποτελεσματικότερο από πλευράς κόστους τρόπο ενίσχυσης της ασφάλειας του εφοδιασμού και μείωσης της εξάρτησης από τις εισαγωγές. Συνεπώς, θα πρέπει να θεσπισθούν ουσιαστικά συνοδευτικά μέτρα και στόχοι που αφορούν τη ζήτηση.

(5)  Θα πρέπει να αναληφθεί δράση κατά τη φάση σχεδιασμού του ΠΚΕ, δεδομένου ότι, σε αυτό το στάδιο, καθορίζεται η ρύπανση που θα προκαλέσει το προϊόν σε ολόκληρο τον κύκλο της ζωής του και αυτό το στάδιο αντιστοιχεί στο μεγαλύτερο μέρος του κόστους.

(6)  Θα πρέπει να καταρτισθεί συνεκτικό πλαίσιο για την εφαρμογή των κοινοτικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τα ΠΚΕ, με στόχο να διασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων που συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις αυτές και να βελτιωθεί ο συνολικός περιβαλλοντικός αντίκτυπός τους. Οι κοινοτικές αυτές απαιτήσεις θα πρέπει να σέβονται τις αρχές του θεμιτού ανταγωνισμού και του διεθνούς εμπορίου.

(7)  Οι απαιτήσεις του οικολογικού σχεδιασμού θα πρέπει να ορισθούν λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους και τις προτεραιότητες του Έκτου Κοινοτικού Προγράμματος Δράσης για το Περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων, ανάλογα με την περίπτωση, των εφαρμόσιμων στόχων που τίθενται στις αντίστοιχες θεματικές στρατηγικές του προγράμματος αυτού.

(8)  Η παρούσα οδηγία επιδιώκει να επιτύχει υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος μέσω της μείωσης του δυνητικού περιβαλλοντικού αντικτύπου των ΠΚΕ, γεγονός που τελικά θα ωφελήσει τους καταναλωτές και τους λοιπούς τελικούς χρήστες. Η αειφόρος ανάπτυξη επιβάλλει επίσης τη δέουσα συνεκτίμηση του αντικτύπου που θα έχουν τα μελετώμενα μέτρα στον τομέα της υγείας, καθώς και στον κοινωνικό και οικονομικό τομέα. Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των προϊόντων συμβάλλει στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, γεγονός που αποτελεί προϋπόθεση για την υγιή οικονομική δραστηριότητα και, συνεπώς, για την αειφόρο ανάπτυξη.

(9)  Αν κράτος μέλος θεωρεί αναγκαίο να διατηρεί εθνικές διατάξεις λόγω μειζόνων αναγκών που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος ή να εισαγάγει νέες, με βάση νέα επιστημονικά στοιχεία που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος, εν όψει προβλήματος το οποίο συντρέχει μόνο στην περίπτωση αυτού του κράτους μέλους και το οποίο έχει ανακύψει μετά τη λήψη των μέτρων εφαρμογής, μπορεί να το πράξει τηρώντας τους όρους του άρθρου 95, παράγραφοι 4, 5 και 6, της Συνθήκης, το οποίο προβλέπει ότι προηγείται κοινοποίηση στην Επιτροπή και έγκριση εκ μέρους της.

(10)  Προκειμένου να μεγιστοποιηθούν τα περιβαλλοντικά οφέλη από τον βελτιωμένο σχεδιασμό, μπορεί να είναι χρήσιμο να ενημερώνονται οι καταναλωτές για τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά και τις περιβαλλοντικές επιδόσεις των ΠΚΕ και να τους παρέχονται συμβουλές για τη χρήση του προϊόντος κατά τρόπο φιλικό προς το περιβάλλον.

(11)  Η προσέγγιση που καθορίζεται στην Πράσινη Βίβλο για την Ολοκληρωμένη Πολιτική Προϊόντων, η οποία αποτελεί ένα σημαντικό καινοτόμο στοιχείο του Έκτου Κοινοτικού Προγράμματος Δράσης για το Περιβάλλον, αποσκοπεί στη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των προϊόντων καθ" όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους. Αν ληφθεί υπόψη, στο στάδιο του σχεδιασμού, ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος ενός προϊόντος καθ' όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του, υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες να διευκολυνθεί η βελτίωση του περιβάλλοντος με αποτελεσματικό, σε σχέση προς το κόστος, τρόπο. Θα πρέπει να προβλεφθεί επαρκής ευελιξία ώστε να υπάρχει η δυνατότητα ενσωμάτωσης του παράγοντος αυτού στον σχεδιασμό του προϊόντος, λαμβανομένων συγχρόνως υπόψη των τεχνικών, λειτουργικών και οικονομικών παραμέτρων.

(12)  Μολονότι είναι επιθυμητή μια σφαιρική προσέγγιση όσον αφορά τις περιβαλλοντικές επιδόσεις, η μείωση των αερίων θερμοκηπίου μέσω της βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας θα πρέπει να θεωρείται ως πρώτιστος περιβαλλοντικός στόχος μέχρις ότου καταρτισθεί πρόγραμμα εργασίας.

(13)  Μπορεί να είναι αναγκαία και δικαιολογημένη η θέσπιση ειδικών, ποσοτικώς προσδιορισμένων απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για ορισμένα προϊόντα ή περιβαλλοντικές πτυχές τους, ούτως ώστε να διασφαλίζεται η ελαχιστοποίηση του περιβαλλοντικού τους αντικτύπου. Λαμβάνοντας υπόψη την επείγουσα ανάγκη συμβολής στην εκπλήρωση των δεσμεύσεων που ανελήφθησαν στα πλαίσια του Πρωτοκόλλου του Κυότο της Σύμβασης-Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για τις Κλιματικές Μεταβολές (UNFCCC), και με την επιφύλαξη της ολοκληρωμένης προσέγγισης που προωθεί η παρούσα οδηγία, θα πρέπει να δίδεται προτεραιότητα στα μέτρα με υψηλή δυνατότητα μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου με χαμηλό κόστος. Τα μέτρα αυτά μπορούν επίσης να συμβάλλουν στην αειφόρο χρήση των πόρων και να συνεισφέρουν σημαντικά στο δεκαετές πλαίσιο προγραμμάτων για τη βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση που συμφωνήθηκε στην Παγκόσμια Σύνοδο Κορυφής για την Αειφόρο Ανάπτυξη, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Γιοχάνεσμπουργκ, τον Σεπτέμβριο του 2002.

(14)  Ως γενική αρχή, η κατανάλωση ενέργειας των ΠΚΕ σε λειτουργία αναμονής ή εκτός λειτουργίας πρέπει να μειωθεί στο ελάχιστο αναγκαίο για την κανονική λειτουργία τους.

(15)  Ενώ τα διαθέσιμα στην αγορά προϊόντα ή τεχνολογίες με τις καλύτερες επιδόσεις, συμπεριλαμβανομένων όσων διατίθενται στις διεθνείς αγορές, πρέπει να λαμβάνονται ως σημεία αναφοράς, το επίπεδο των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού θα πρέπει να καθορίζεται βάσει τεχνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών αναλύσεων. Η ευελιξία στη μέθοδο καθορισμού του επιπέδου των απαιτήσεων μπορεί να διευκολύνει την ταχεία βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων. Κατά τις αναλύσεις αυτές, θα πρέπει να ζητείται η γνώμη και η ενεργός συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών. Η θέσπιση υποχρεωτικών μέτρων απαιτεί την πραγματοποίηση κατάλληλων διαβουλεύσεων με τους ενδιαφερομένους. Οι διαβουλεύσεις αυτές μπορούν να αναδείξουν την ανάγκη για σταδιακή θέσπιση απαιτήσεων ή για λήψη μεταβατικών μέτρων. Ο καθορισμός ενδιάμεσων στόχων αυξάνει την προβλεψιμότητα της πολιτικής, επιτρέπει την προσαρμογή του κύκλου ανάπτυξης του προϊόντος και διευκολύνει τον μακροπρόθεσμο προγραμματισμό των ενδιαφερομένων.

(16)  Θα πρέπει να δίδεται προτεραιότητα σε εναλλακτικούς τρόπους δράσης, όπως η αυτορρύθμιση από τη βιομηχανία, όταν οι δράσεις αυτές είναι πιθανόν να εξασφαλίζουν την επίτευξη των στόχων πολιτικής ταχύτερα ή με χαμηλότερο κόστος απ" ό,τι οι υποχρεωτικές απαιτήσεις. Εάν οι δυνάμεις της αγοράς δεν κινηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση ή με αποδεκτή ταχύτητα, μπορεί να χρειασθεί η λήψη νομοθετικών μέτρων.

(17)  Η αυτορρύθμιση, συμπεριλαμβανομένων των εθελοντικών συμφωνιών ως μονομερών δεσμεύσεων της βιομηχανίας, μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη ταχείας προόδου λόγω ταχείας και οικονομικής εφαρμογής, και επιτρέπει την προσαρμογή σε τεχνολογικές επιλογές και ευαισθησίες της αγοράς με ευέλικτο και κατάλληλο τρόπο.

(18)  Για την αξιολόγηση των εθελοντικών συμφωνιών ή άλλων μέτρων αυτορρύθμισης που προτείνονται ως εναλλακτικές δυνατότητες αντί των μέτρων εφαρμογής πρέπει να υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες για τα εξής τουλάχιστον ζητήματα: ανοικτός χαρακτήρας της συμμετοχής, προστιθέμενη αξία, αντιπροσωπευτικότητα, ποσοτικώς εκπεφρασμένοι και εφαρμοζόμενοι σταδιακά στόχοι, συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, επίβλεψη και σύνταξη αναφορών, σχέση κόστους-ωφέλειας στη διαχείριση αυτορρυθμιζόμενης πρωτοβουλίας και βιωσιμότητα.

(19)  Το κεφάλαιο 6 της "Ανακοίνωσης περιβαλλοντικών συμφωνιών σε κοινοτικό επίπεδο στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για την απλούστευση και βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος" της Επιτροπής μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο οδηγό κατά την αξιολόγηση της αυτορρύθμισης από τη βιομηχανία στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.

(20)  Η παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνει την ένταξη της αρχής του οικολογικού σχεδιασμού στο πλαίσιο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) και των πολύ μικρών επιχειρήσεων. Η ένταξη αυτή μπορεί να διευκολυνθεί από την ευρεία διαθεσιμότητα και την εύκολη πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν τον αειφόρο χαρακτήρα των προϊόντων τους.

(21)  Τα ΠΚΕ που συνάδουν με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού οι οποίες καθορίζονται στα μέτρα εφαρμογής της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να φέρουν τη σήμανση "CE" και συναφή πληροφοριακά στοιχεία, προκειμένου να μπορούν να διατίθενται στην εσωτερική αγορά και να κυκλοφορούν ελεύθερα. Η αυστηρή επιβολή των μέτρων εφαρμογής είναι απαραίτητη ώστε να διασφαλίζεται η μείωση του περιβαλλοντικού αντικτύπου των ΠΚΕ που υπόκεινται στη ρύθμιση και να εξασφαλίζεται ο θεμιτός ανταγωνισμός.

(22)  Κατά την κατάρτιση των μέτρων εφαρμογής και του προγράμματος εργασίας της, η Επιτροπή θα πρέπει να διαβουλεύεται με τους αντιπροσώπους των κρατών μελών καθώς και με τα αφορώμενα από την ομάδα του προϊόντος ενδιαφερόμενα μέρη, όπως η βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ και των βιοτεχνιών, των συνδικαλιστικών ενώσεων, των εμπόρων, των εισαγωγέων, των ομάδων προστασίας του περιβάλλοντος και των ενώσεων καταναλωτών.

(23)  Κατά την κατάρτιση μέτρων εφαρμογής, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη την υφιστάμενη εθνική περιβαλλοντική νομοθεσία, ιδίως όσον αφορά τις τοξικές ουσίες, που κατά τη δεδηλωμένη εκτίμηση των κρατών μελών θα πρέπει να διατηρείται, χωρίς να μειώνονται τα υφιστάμενα και δικαιολογημένα επίπεδα προστασίας στα κράτη μέλη.

(24)  Θα πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στις ενότητες και τους κανόνες που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στις οδηγίες τεχνικής εναρμόνισης και που καθορίζονται από την απόφαση 93/465/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22 Ιουλίου 1993, για τις ενότητες που αφορούν τις διάφορες φάσεις των διαδικασιών αξιολόγησης της πιστότητας και τους κανόνες επίθεσης και χρήσης της σήμανσης πιστότητας "CE"(7).

(25)  Οι αρχές επιτήρησης θα πρέπει να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που σχεδιάζονται εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, προκειμένου να βελτιωθεί η επιτήρηση της αγοράς. Η συνεργασία αυτή θα πρέπει να αξιοποιεί στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνιών και τα σχετικά κοινοτικά προγράμματα. Η ανταλλαγή πληροφοριών για περιβαλλοντικές επιδόσεις και επιτεύξεις κύκλου ζωής των διαφόρων σχεδιαστικών λύσεων θα πρέπει να διευκολύνεται. Η σώρευση και η διάδοση των γνώσεων που παράγονται από τις προσπάθειες οικολογικού σχεδιασμού των κατασκευαστών αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα οφέλη της παρούσας οδηγίας.

(26)  Αρμόδιος φορέας είναι συνήθως ο δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας τον οποίο έχουν ορίσει οι δημόσιες αρχές και διαθέτει τα αναγκαία εχέγγυα αμεροληψίας και υπάρχουσας τεχνικής εμπειρίας για τον έλεγχο της συμμόρφωσης ενός προϊόντος με τα ισχύοντα μέτρα εφαρμογής.

(27)  Δεδομένης της σημασίας της αποφυγής της μη συμμόρφωσης, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίσουν ότι είναι διαθέσιμα τα αναγκαία μέσα για την αποτελεσματική επίβλεψη της αγοράς.

(28)  Όσον αφορά την κατάρτιση και την ενημέρωση των ΜΜΕ στον οικολογικό σχεδιασμό, μπορεί να είναι σκόπιμη η εξέταση συνοδευτικών δραστηριοτήτων.

(29)  Είναι προς το συμφέρον της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς να υπάρχουν πρότυπα που να έχουν εναρμονισθεί σε κοινοτικό επίπεδο. Όταν έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα στοιχεία ενός τέτοιου προτύπου, η συμμόρφωση με το εν λόγω πρότυπο θα πρέπει να συνιστά τεκμήριο συμμόρφωσης με τις αντίστοιχες απαιτήσεις που καθορίζονται στα μέτρα εφαρμογής τα οποία θεσπίζονται βάσει της παρούσας οδηγίας, αν και θα πρέπει να επιτρέπονται και άλλα μέτρα απόδειξης της εν λόγω συμμόρφωσης.

(30)  Ένας από τους κύριους ρόλους των εναρμονισμένων προτύπων θα πρέπει να είναι η βοήθεια των κατασκευαστών κατά την εφαρμογή των μέτρων εφαρμογής που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Τα πρότυπα αυτά θα μπορούσαν να έχουν ουσιαστικό ρόλο στην καθιέρωση μεθόδων μέτρησης και δοκιμών. Στην περίπτωση γενικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, τα εναρμονισμένα πρότυπα θα μπορούσαν να συμβάλλουν σημαντικά στην καθοδήγηση των κατασκευαστών όσον αφορά την καθιέρωση του οικολογικού προφίλ των προϊόντων τους σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής. Τα πρότυπα αυτά θα πρέπει να αναφέρουν σαφώς τη σχέση των ρητρών τους με τις αντίστοιχες απαιτήσεις. Τα εναρμονισμένα πρότυπα δεν θα πρέπει να έχουν ως σκοπό τον καθορισμό ορίων για περιβαλλοντικές πτυχές.

(31)  Όσον αφορά τους ορισμούς που χρησιμοποιούνται στην παρούσα οδηγία, η παραπομπή σε σχετικά διεθνή πρότυπα, όπως το ISO 14040, είναι χρήσιμη.

(32)  Η παρούσα οδηγία συνάδει με ορισμένες αρχές για την εφαρμογή της νέας προσέγγισης, κατά τα οριζόμενα στο ψήφισμα του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 1985, για νέα προσέγγιση στο θέμα της τεχνικής εναρμόνισης και τυποποίησης(8), και της παραπομπής σε εναρμονισμένα ευρωπαϊκά πρότυπα. Το ψήφισμα του Συμβουλίου, της 28ης Οκτωβρίου 1999, για τον ρόλο της τυποποίησης στην Ευρώπη(9) συνέστησε στην Επιτροπή να εξετάσει εάν η αρχή της νέας προσέγγισης θα μπορούσε να επεκταθεί, ως μέσο βελτίωσης και απλούστευσης της νομοθεσίας, και σε τομείς που δεν καλύπτονται ακόμη, όπου αυτό είναι δυνατόν.

(33)  Η παρούσα οδηγία συμπληρώνει ισχύουσες κοινοτικές πράξεις, όπως η οδηγία 92/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 1992, για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων των οικιακών συσκευών με την επισήμανση και την παροχή ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα(10), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1980/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2000, περί αναθεωρημένου κοινοτικού συστήματος απονομής οικολογικού σήματος(11), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2422/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, σχετικά με κοινοτικό πρόγραμμα επισήμανσης ενεργειακής απόδοσης για γραφειακό εξοπλισμό(12), η οδηγία 2002/96/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τα απόβλητα ειδών ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού(13), η οδηγία 2002/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε είδη ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού(14) και η οδηγία 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 1976, σχετικά με τους περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσεως μερικών επικινδύνων ουσιών και παρασκευασμάτων(15). Οι συνέργειες μεταξύ της παρούσας οδηγίας και των ισχυουσών κοινοτικών πράξεων θα πρέπει να συμβάλλουν στην αύξηση του αντίστοιχου αντικτύπου τους και στη θέσπιση συνεκτικών απαιτήσεων τις οποίες πρέπει να εφαρμόζουν οι κατασκευαστές.

(34)  Δεδομένου ότι η οδηγία 92/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, σχετικά με τις απαιτήσεις απόδοσης για τους νέους λέβητες ζεστού νερού που τροφοδοτούνται με υγρά ή αέρια καύσιμα(16), η οδηγία 96/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Σεπτεμβρίου 1996, σχετικά με τις απαιτήσεις για την ενεργειακή απόδοση των οικιακών ηλεκτρικών ψυγείων, καταψυκτών και συνδυασμών τους(17) και η οδηγία 2000/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 2000, σχετικά με τις απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης για τα στραγγαλιστικά πηνία που προορίζονται για τους λαμπτήρες φθορισμού(18), περιέχουν ήδη διατάξεις για την αναθεώρηση των απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης, αυτές θα πρέπει να ενσωματωθούν στο παρόν πλαίσιο.

(35)  Η οδηγία 92/42/ΕΟΚ προβλέπει ένα σύστημα επισήμανσης βάσει αστέρων προκειμένου να προσδιορίζονται με σαφήνεια τα ενεργειακά χαρακτηριστικά των λεβήτων. Δεδομένου ότι τα κράτη μέλη και η βιομηχανία συμφωνούν ότι το σύστημα επισήμανσης βάσει αστέρων αποδείχθηκε ότι δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, η οδηγία 92/42/ΕΟΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να ανοίξει ο δρόμος για πιο αποτελεσματικά συστήματα.

(36)  Οι απαιτήσεις που θεσπίζονται στην οδηγία 78/170/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Φεβρουαρίου 1978, περί λειτουργίας των μονάδων παραγωγής θερμότητας για τη θέρμανση χώρων και την παραγωγή ζεστού νερού σε υπάρχοντα και σε νέα μη βιομηχανικά κτίρια καθώς και περί της μονώσεως του δικτύου διανομής ζεστού νερού οικιακής χρήσεως στα νέα μη βιομηχανικά κτίρια(19) έχουν αντικατασταθεί από τις διατάξεις της οδηγίας 92/42/ΕΟΚ, της οδηγίας 90/396/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1990, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις συσκευές αερίου(20) και της οδηγίας 2002/91/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων(21). Κατά συνέπεια, η οδηγία 78/170/ΕΟΚ θα πρέπει να καταργηθεί.

(37)  Η οδηγία 86/594/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 1ης Δεκεμβρίου 1986, που αφορά τον αερόφερτο θόρυβο που εκπέμπουν οι οικιακές συσκευές(22) καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν τη δημοσίευση πληροφοριών σχετικά με τον θόρυβο που εκπέμπουν αυτές οι συσκευές και προβλέπει διαδικασία για τον προσδιορισμό του επιπέδου του θορύβου. Για σκοπούς εναρμόνισης, οι εκπομπές θορύβου θα πρέπει να περιλαμβάνονται σε μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων. Εφόσον η παρούσα οδηγία προβλέπει μια τέτοια ολοκληρωμένη προσέγγιση, η οδηγία 86/594/ΕΟΚ θα πρέπει να καταργηθεί.

(38)  Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(23).

(39)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν τις κυρώσεις που θα επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Οι κυρώσεις αυτές θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(40)  Θα πρέπει να υπομνησθεί ότι, στην παράγραφο 34 της Διοργανικής Συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας(24), ορίζεται ότι το Συμβούλιο παροτρύνει τα κράτη μέλη να καταρτίζουν, προς ιδία χρήση, και προς όφελος της Κοινότητας, τους δικούς τους πίνακες, οι οποίοι θα αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία των οδηγιών με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και να τους δημοσιοποιούν.

(41)  Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η διασφάλιση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς με τη θέσπιση της απαίτησης για επίτευξη κατάλληλου επιπέδου περιβαλλοντικών επιδόσεων από τα προϊόντα, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων και των αποτελεσμάτων του, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτού του στόχου,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.  Η παρούσα οδηγία καθορίζει ένα πλαίσιο για τη θέσπιση κοινοτικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια, προκειμένου να διασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων αυτών στην εσωτερική αγορά.

2.  Η παρούσα οδηγία προβλέπει τη θέσπιση απαιτήσεων τις οποίες πρέπει να πληρούν τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια τα οποία καλύπτονται από μέτρα εφαρμογής, προκειμένου τα εν λόγω προϊόντα να διατίθενται στην αγορά ή/και να τίθενται σε λειτουργία. Συμβάλλει στην αειφόρο ανάπτυξη αυξάνοντας την ενεργειακή απόδοση και το επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, ενώ ταυτόχρονα αυξάνει την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.

3.  Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στα μέσα μεταφοράς προσώπων ή εμπορευμάτων.

4.  Η παρούσα οδηγία και τα μέτρα εφαρμογής που θεσπίζονται δυνάμει αυτής ισχύουν υπό την επιφύλαξη της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με τη διαχείριση αποβλήτων, και της κοινοτικής νομοθεσίας περί χημικών ουσιών, συμπεριλαμβανομένης της κοινοτικής νομοθεσίας περί φθοριωμένων θερμοκηπιακών αερίων.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί :

   1) "προϊόν που καταναλώνει ενέργεια (ΠΚΕ)": το προϊόν το οποίο, αφού διατεθεί στην αγορά ή/και τεθεί σε λειτουργία, εξαρτάται από την κατανάλωση ενέργειας (ηλεκτρική ενέργεια, ορυκτά καύσιμα και ανανεώσιμες ενεργειακές πηγές) για να λειτουργήσει σύμφωνα με τη χρήση για την οποία προορίζεται, καθώς και το προϊόν το οποίο χρησιμοποιείται για την παραγωγή, τη μεταφορά και τη μέτρηση της ενέργειας αυτής, συμπεριλαμβανομένων των εξαρτημάτων που εξαρτώνται από την κατανάλωση ενέργειας και προορίζονται να ενσωματωθούν σε ΠΚΕ που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, και τα οποία διατίθενται στην αγορά και/ή τίθενται σε λειτουργία ως μεμονωμένα εξαρτήματα για τελικούς χρήστες, και των οποίων οι περιβαλλοντικές επιδόσεις μπορούν να αξιολογούνται με ανεξάρτητο τρόπο,
   2) "κατασκευαστικά στοιχεία και υπομονάδες συναρμολόγησης": εξαρτήματα που προορίζονται να ενσωματωθούν σε ΠΚΕ και τα οποία δεν διατίθενται στην αγορά και/ή τίθενται σε λειτουργία ως μεμονωμένα εξαρτήματα για τελικούς χρήστες ή οι περιβαλλοντικές επιδόσεις των οποίων δεν μπορούν να αξιολογούνται με ανεξάρτητο τρόπο,
   3) "μέτρα εφαρμογής": μέτρα που εκδίδονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και τα οποία θεσπίζουν απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για συγκεκριμένα ΠΚΕ ή για ορισμένες περιβαλλοντικές πτυχές τους,
   4) "διάθεση στην αγορά": κυκλοφορία, για πρώτη φορά, ΠΚΕ στην κοινοτική αγορά, με στόχο τη διανομή ή τη χρήση του στην Κοινότητα, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν, και ανεξάρτητα από την τεχνική πώλησης,
   5) "θέση σε λειτουργία": η πρώτη χρήση ΠΚΕ από τον εντός της Κοινότητας τελικό χρήστη προς τον σκοπό για τον οποίο προορίζεται,
   6) "κατασκευαστής": κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει ΠΚΕ τα οποία εμπίπτουν στην παρούσα οδηγία και είναι υπεύθυνο για τη συμμόρφωσή τους με αυτή, ενόψει της διάθεσής τους στην αγορά και/ή της θέσης τους σε λειτουργία με τη δική του επωνυμία ή το δικό του σήμα ή για δική του χρήση. Εάν δεν υπάρχει κατασκευαστής κατά τα οριζόμενα στην πρώτη πρόταση, ή εισαγωγέας κατά την έννοια του σημείου 8, οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που διαθέτει στην αγορά και/ή θέτει σε λειτουργία ΠΚΕ τα οποία εμπίπτουν στην παρούσα οδηγία θεωρείται κατασκευαστής,
   7) "εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος": κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Κοινότητα, το οποίο έχει λάβει γραπτή εντολή από τον κατασκευαστή να διεκπεραιώνει, εξ ονόματός του, όλες ή ορισμένες από τις υποχρεώσεις και διατυπώσεις που συνδέονται με την παρούσα οδηγία,
   8) "εισαγωγέας": κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Κοινότητα που διαθέτει προϊόν τρίτης χώρας στην κοινοτική αγορά στο πλαίσιο των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων,
   9) "υλικά": όλα τα υλικά που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής τωνΠΚΕ,
   10) "σχεδιασμός προϊόντος": το σύνολο των διαδικασιών που μετατρέπουν τις απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληροί το προϊόν από απόψεως νομικής, τεχνικής, ασφαλείας, λειτουργίας, αγοράς ή άλλης σε τεχνικές προδιαγραφές ενός ΠΚΕ,
   11) "περιβαλλοντική πτυχή": στοιχείο ή λειτουργία ενός ΠΚΕ που μπορεί να αλληλεπιδράσει με το περιβάλλον κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής του,
   12) "περιβαλλοντικός αντίκτυπος": κάθε μεταβολή στο περιβάλλον η οποία προκύπτει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από ΠΚΕ κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής του,
   13) "κύκλος ζωής": τα διαδοχικά και αλληλοσυνδεόμενα στάδια ενός ΠΚΕ, από τη χρήση της πρώτης ύλης έως την τελική διάθεσή του,
   14) "επαναχρησιμοποίηση": κάθε ενέργεια με την οποία ένα ΠΚΕ ή εξαρτήματά του, που έχουν φτάσει στο τέλος της πρώτης χρήσης τους, χρησιμοποιούνται για τον ίδιο σκοπό για τον οποίο σχεδιάσθηκαν, συμπεριλαμβανομένης της συνεχούς χρήσης ενός ΠΚΕ το οποίο επιστρέφεται σε σημεία συλλογής, διανομείς, φορείς ανακύκλωσης ή κατασκευαστές, καθώς και της επαναχρησιμοποίησης ενός ΠΚΕ μετά από ανακαίνιση,
   15) "ανακύκλωση": η επανεπεξεργασία αποβλήτων στα πλαίσια μιας διαδικασίας παραγωγής για τον αρχικό σκοπό ή για άλλους σκοπούς, όχι όμως για την ανάκτηση ενέργειας,
   16) "ανάκτηση ενέργειας": κάθε χρήση καυσίμων αποβλήτων ως μέσων παραγωγής ενέργειας μέσω της άμεσης καύσης με ή χωρίς άλλα απόβλητα αλλά με ανάκτηση της θερμότητας,
   17) "ανάκτηση": κάθε εφαρμοστέα ενέργεια που προβλέπεται στο Παράρτημα II B της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1975, περί των στερεών αποβλήτων(25),
   18) "απόβλητο": κάθε ουσία ή αντικείμενο των κατηγοριών που ορίζονται στο Παράρτημα Ι της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ την οποία ο κάτοχος απορρίπτει ή προτίθεται ή υποχρεούται να απορρίψει,
   19) "επικίνδυνο απόβλητο": κάθε απόβλητο που εμπίπτει στο άρθρο 1, παράγραφος 4 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για τα επικίνδυνα απόβλητα(26),
   20) "οικολογικό προφίλ": περιγραφή, σύμφωνα με το εφαρμόσιμο μέτρο εφαρμογής για το συγκεκριμένο ΠΚΕ, των εισροών και εκροών (όπως πρώτες ύλες, εκπομπές και απόβλητα) που συνδέονται με ένα ΠΚΕ καθ" όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του και που είναι σημαντικές από την άποψη του περιβαλλοντικού αντικτύπου του και εκφράζονται σε φυσικά μεγέθη τα οποία μπορούν να μετρηθούν,
   21) "περιβαλλοντικές επιδόσεις" ενός ΠΚΕ: τα αποτελέσματα της εκ μέρους του κατασκευαστή διαχείρισης των περιβαλλοντικών πτυχών του ΠΚΕ, όπως αντικατοπτρίζονται στον φάκελο τεχνικών προδιαγραφών,
   22) "βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων": η διαδικασία βελτίωσης των περιβαλλοντικών επιδόσεων ενός ΠΚΕ, κατά τη διάρκεια διαδοχικών γενεών του, αν και όχι κατ" ανάγκην για όλες τις περιβαλλοντικές πτυχές του προϊόντος ταυτοχρόνως,
   23) "οικολογικός σχεδιασμός": η ένταξη των περιβαλλοντικών πτυχών στο σχεδιασμό του προϊόντος με στόχο τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων του ΠΚΕ καθ" όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του,
   24) "απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού": κάθε απαίτηση που αφορά ένα ΠΚΕ ή τον σχεδιασμό ενός ΠΚΕ, σκοπός της οποίας είναι η βελτίωση των περιβαλλοντικών του επιδόσεων, ή κάθε απαίτηση παροχής πληροφοριών για τις περιβαλλοντικές πτυχές ενός ΠΚΕ,
   25) "γενική απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού": κάθε απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού που βασίζεται στο οικολογικό προφίλ συνολικά και που δεν θέτει συγκεκριμένες οριακές τιμές για συγκεκριμένες περιβαλλοντικές πτυχές,
   26) "ειδική απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού": μια ποσοτικοποιημένη και μετρήσιμη απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού που αφορά μια συγκεκριμένη περιβαλλοντική πτυχή ενός ΠΚΕ, όπως η κατανάλωση ενέργειας κατά τη χρήση, υπολογιζόμενη για δεδομένη μονάδα επίδοσης,
   27) "εναρμονισμένο πρότυπο": τεχνική προδιαγραφή που εκδίδεται από αναγνωρισμένο φορέα τυποποίησης βάσει εντολής της Επιτροπής, σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στην οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών(27), με σκοπό τη θέσπιση ευρωπαϊκής απαίτησης, η συμμόρφωση με την οποία δεν είναι υποχρεωτική.

Άρθρο 3

Διάθεση στην αγορά ή/και θέση σε λειτουργία

1.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίζουν ότι τα ΠΚΕ που καλύπτονται από μέτρα εφαρμογής μπορούν να διατίθενται στην αγορά ή/και να τίθενται σε λειτουργία μόνο εάν έχουν συμμορφωθεί με τα εν λόγω μέτρα και φέρουν τη σήμανση CE σύμφωνα με το άρθρο 5.

2.  Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την επιτήρηση της αγοράς. Φροντίζουν ώστε οι εν λόγω αρχές να διαθέτουν και να χρησιμοποιούν τις απαραίτητες εξουσίες, προκειμένου να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για τα οποία είναι αρμόδιες δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τα καθήκοντα, τις εξουσίες και τις οργανωτικής φύσεως ρυθμίσεις των αρμόδιων αρχών. Οι αρχές αυτές δύνανται :

   i) να οργανώνουν κατάλληλους ελέγχους συμμόρφωσης των ΠΚΕ, σε κατάλληλη κλίμακα, και να υποχρεώνουν τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του να αποσύρει από την αγορά μη συμμορφούμενα προϊόντα ΠΚΕ, σύμφωνα με το άρθρο 7,
   ii) να απαιτούν την παροχή όλων των αναγκαίων πληροφοριών εκ μέρους των ενδιαφερομένων, όπως ορίζεται στα μέτρα εφαρμογής,
   iii) να λαμβάνουν δείγματα των προϊόντων και να τα υποβάλλουν σε ελέγχους συμμόρφωσης.

3.  Τα κράτη μέλη τηρούν ενήμερη την Επιτροπή ως προς τα αποτελέσματα της επιτήρησης της αγοράς, και, οσάκις ενδείκνυται, η Επιτροπή διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα υπόλοιπα κράτη μέλη.

4.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρέχεται η δυνατότητα στους καταναλωτές και τους λοιπούς ενδιαφερομένους να υποβάλλουν παρατηρήσεις σχετικά με τη συμμόρφωση των προϊόντων στις αρμόδιες αρχές.

Άρθρο 4

Ευθύνες του εισαγωγέα

Εφόσον ο παραγωγός δεν είναι εγκατεστημένος εντός της Κοινότητας και δεν υπάρχει εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος, η υποχρέωση

   να διασφαλίζει ότι το ΠΚΕ το οποίο διαθέτει στην αγορά ή θέτει σε λειτουργία συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία και τα ισχύοντα μέτρα εφαρμογής,
   να έχει διαθέσιμη τη δήλωση συμμόρφωσης και την τεχνική τεκμηρίωση, βαρύνει τον εισαγωγέα.

Άρθρο 5

Σήμανση και δήλωση συμμόρφωσης

1.  Πριν από τη διάθεση στην αγορά ή/και τη θέση σε λειτουργία ενός ΠΚΕ που καλύπτεται από μέτρα εφαρμογής, τοποθετείται στο προϊόν η σήμανση συμμόρφωσης CE και εκδίδεται δήλωση συμμόρφωσης, με την οποία ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του διασφαλίζει και δηλώνει ότι το ΠΚΕ έχει συμμορφωθεί με όλες τις σχετικές διατάξεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής.

2.  Η σήμανση συμμόρφωσης CE αποτελείται από τα αρχικά "CE", όπως ορίζεται στο Παράρτημα III.

3.  Η δήλωση συμμόρφωσης περιλαμβάνει τα στοιχεία που ορίζονται στο Παράρτημα VI και παραπέμπει στο εφαρμόσιμο μέτρο εφαρμογής.

4.  Η τοποθέτηση στο ΠΚΕ σημάτων που ενδέχεται να παραπλανήσουν τους χρήστες ως προς την έννοια ή τη μορφή της σήμανσης CE απαγορεύεται.

5.  Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με το Μέρος 2 του Παραρτήματος Ι να είναι διατυπωμένες στην ή τις επίσημες γλώσσες τους, όταν το ΠΚΕ φθάνει στον τελικό χρήστη.

Τα κράτη μέλη επιτρέπουν επίσης την παροχή των εν λόγω πληροφοριών σε μία ή περισσότερες άλλες επίσημες κοινοτικές γλώσσες.

Κατά την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου, τα κράτη μέλη λαμβάνουν ιδίως υπόψη :

   α) τη δυνατότητα παροχής των πληροφοριών με εναρμονισμένα σύμβολα ή αναγνωρισμένους κωδικούς ή άλλα μέτρα,
   β) το είδος των χρηστών που προβλέπεται να χρησιμοποιήσουν το ΠΚΕ και τη φύση των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται.

Άρθρο 6

Ελεύθερη κυκλοφορία

1.  Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν, περιορίζουν ή παρεμποδίζουν, για λόγους απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού που αφορούν τις παραμέτρους οικολογικού σχεδιασμού που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι, Μέρος 1, οι οποίες καλύπτονται από το εφαρμόσιμο μέτρο εφαρμογής, τη διάθεση στην αγορά και/ή τη θέση σε λειτουργία στο έδαφός τους ενός ΠΚΕ, που έχει συμμορφωθεί με όλες τις σχετικές διατάξεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής και φέρει τη σήμανση CE σύμφωνα με το άρθρο 5.

2.  Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν, περιορίζουν ή παρεμποδίζουν, για λόγους απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού που αφορούν τις παραμέτρους οικολογικού σχεδιασμού που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι, Μέρος 1, ενός ΠΚΕ που φέρει τη σήμανση CE σύμφωνα με το άρθρο 5, για το οποίο το εφαρμόσιμο μέτρο εφαρμογής δεν προβλέπει απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού.

3.  Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν την παρουσίαση, π.χ. σε εμπορικές εκθέσεις και επιδείξεις, ΠΚΕ τα οποία δεν συμφωνούν με τις διατάξεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής, υπό την προϋπόθεση να υπάρχει ορατή ένδειξη σύμφωνα με την οποία δεν διατίθενται στην αγορά/τίθενται σε λειτουργία έως ότου συμμορφωθούν με τις διατάξεις αυτές.

Άρθρο 7

Ρήτρα διασφάλισης

1.  Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώνει ότι ένα ΠΚΕ που φέρει την αναφερόμενη στο άρθρο 5 σήμανση CE και χρησιμοποιείται σύμφωνα με τη χρήση για την οποία προορίζεται δεν έχει συμμορφωθεί με όλες τις σχετικές διατάξεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής, ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του υποχρεούται να εξασφαλίζει τη συμμόρφωση του ΠΚΕ με τις διατάξεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής και/ή με τη σήμανση CE και να θέτει τέρμα στην παράβαση σύμφωνα με τους όρους που θέτει το κράτος μέλος.

Όταν υπάρχουν επαρκή στοιχεία ότι ΠΚΕ ενδέχεται να μη συμμορφώνεται, το κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, τα οποία, αναλόγως της βαρύτητας της μη συμμόρφωσης, μπορεί να φθάνουν και στην απαγόρευση της διάθεσης του ΠΚΕ στην αγορά, μέχρι να αποδειχθεί η συμμόρφωση.

Αν η μη συμμόρφωση συνεχίζεται, το κράτος μέλος αποφασίζει να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη διάθεση του εν λόγω ΠΚΕ στην αγορά και/ή τη θέση του σε λειτουργία ή διασφαλίζει την απόσυρσή του από την αγορά.

Σε περιπτώσεις απαγόρευσης ή απόσυρσης από την αγορά, ενημερώνονται αμέσως η Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

2.  Κάθε απόφαση η οποία λαμβάνεται από κράτος μέλος σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και η οποία περιορίζει ή απαγορεύει τη διάθεση στην αγορά και/ή τη θέση σε λειτουργία ενός ΠΚΕ, αναφέρει με ακρίβεια τους λόγους στους οποίους βασίζεται.

Η εν λόγω απόφαση κοινοποιείται αμέσως στον ενδιαφερόμενο, ο οποίος συγχρόνως ενημερώνεται για τα ένδικα μέσα που διαθέτει δυνάμει της νομοθεσίας που ισχύει στο οικείο κράτος μέλος και για τις προθεσμίες άσκησης των μέσων αυτών.

3.  Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης δυνάμει της παραγράφου 1, αναφέροντας τους σχετικούς λόγους και, ιδίως, διευκρινίζοντας αν η μη συμμόρφωση οφείλεται :

   α) στη μη πλήρωση των απαιτήσεων του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής,
   β) στην εσφαλμένη εφαρμογή των εναρμονισμένων προτύπων κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 10, παράγραφος 2,
   γ) σε ελλείψεις των εναρμονισμένων προτύπων κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 10, παράγραφος 2.

4.  Η Επιτροπή αρχίζει αμελλητί διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερομένους, και μπορεί να ζητά τεχνικές συμβουλές από ανεξάρτητους εξωτερικούς εμπειρογνώμονες.

Μετά τις διαβουλεύσεις αυτές, η Επιτροπή ενημερώνει αμέσως το κράτος μέλος το οποίο έλαβε την απόφαση και τα άλλα κράτη μέλη για τις απόψεις της.

Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι η απόφαση δεν είναι δικαιολογημένη, ενημερώνει αμέσως σχετικά τα κράτη μέλη.

5.  Όταν η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου βασίζεται σε έλλειψη του εναρμονισμένου προτύπου, η Επιτροπή κινεί αμέσως τη διαδικασία του άρθρου 10, παράγραφοι 2, 3 και 4. Η Επιτροπή ενημερώνει συγχρόνως την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 19, παράγραφος 1.

6.  Tα κράτη μέλη και η Επιτροπή λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εγγυηθούν, όταν αυτό δικαιολογείται, την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που παρέχονται κατά τη διαδικασία αυτήν.

7.  Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το παρόν άρθρο δημοσιοποιούνται με διαφανή τρόπο.

8.  Η γνώμη της Επιτροπής για τις αποφάσεις αυτές δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 8

Αξιολόγηση συμμόρφωσης

1.  Πριν από τη διάθεση στην αγορά ενός ΠΚΕ που καλύπτεται από μέτρα εφαρμογής, και/ή τη θέση ενός ΠΚΕ σε λειτουργία, ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του μεριμνά για τη διενέργεια αξιολόγησης σχετικά με τη συμμόρφωση του ΠΚΕ με όλες τις οικείες απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής.

2.  Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης διευκρινίζονται από τα μέτρα εφαρμογής και αφήνουν στους κατασκευαστές τη δυνατότητα να επιλέγουν μεταξύ του εσωτερικού ελέγχου σχεδιασμού, που αναφέρεται στο Παράρτημα ΙV, και του συστήματος διαχείρισης, που αναφέρεται στο Παράρτημα V. Όταν είναι δεόντως δικαιολογημένη και ανάλογη προς τον κίνδυνο, η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης επιλέγεται μεταξύ των σχετικών ενοτήτων που περιγράφονται στην απόφαση 93/465/ΕΟΚ.

Εφόσον κράτος μέλος έχει ισχυρές ενδείξεις ενδεχόμενης μη συμμόρφωσης ΠΚΕ, το εν λόγω κράτος μέλος δημοσιεύει το ταχύτερο δυνατόν τεκμηριωμένη αξιολόγηση της συμμόρφωσης του ΠΚΕ, την οποία μπορεί να διεξαγάγει αρμόδιος φορέας, ώστε να είναι δυνατή η έγκαιρη διορθωτική επέμβαση, εφόσον απαιτείται.

Αν ένα ΠΚΕ που καλύπτεται από μέτρα εφαρμογής έχει σχεδιασθεί από οργανισμό καταχωρημένο σύμφωνα με τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 761/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαρτίου 2001, για την εκούσια συμμετοχή οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS)(28) και η σχεδιαστική λειτουργία περιλαμβάνεται στο πεδίο εφαρμογής αυτής της καταχώρισης, το σύστημα διαχείρισης αυτού του οργανισμού τεκμαίρεται ότι έχει συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του Παραρτήματος V της παρούσας οδηγίας.

Αν ένα ΠΚΕ που καλύπτεται από μέτρα εφαρμογής έχει σχεδιασθεί από οργανισμό ο οποίος διαθέτει σύστημα διαχείρισης που περιλαμβάνει τη λειτουργία του σχεδιασμού του προϊόντος και το οποίο εφαρμόζεται σύμφωνα με εναρμονισμένα πρότυπα, οι αριθμοί αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αυτό το σύστημα διαχείρισης τεκμαίρεται ότι έχει συμμορφωθεί με τις αντίστοιχες απαιτήσεις του Παραρτήματος V.

3.  Μετά τη διάθεση στην αγορά ή/και τη θέση σε λειτουργία ενός ΠΚΕ που καλύπτεται από μέτρα εφαρμογής, ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του διατηρεί, για διενέργεια επιθεώρησης, επί χρονικό διάστημα 10 ετών μετά την κατασκευή του τελευταίου ΠΚΕ, τα σχετικά έγγραφα που αφορούν τη διενεργηθείσα αξιολόγηση συμμόρφωσης, καθώς και τις δηλώσεις συμμόρφωσης που εκδόθηκαν.

Τα σχετικά έγγραφα τίθενται στη διάθεση της αρμόδιας αρχής κράτους μέλους εντός 10 ημερών μετά την παραλαβή σχετικού αιτήματος.

4.  Τα έγγραφα που αφορούν την αξιολόγηση της συμμόρφωσης και τη δήλωση συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 5 συντάσσονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.

Άρθρο 9

Τεκμήριο συμμόρφωσης

1.  Τα κράτη μέλη θεωρούν ότι τα ΠΚΕ που φέρουν την αναφερόμενη στο άρθρο 5 σήμανση CE έχουν συμμορφωθεί με τις σχετικές διατάξεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής.

2.  Τα κράτη μέλη θεωρούν ότι τα ΠΚΕ για τα οποία έχουν εφαρμοσθεί εναρμονισμένα πρότυπα, οι αριθμοί αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν συμμορφωθεί με όλες τις σχετικές απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής στο οποίο αναφέρονται τα εν λόγω πρότυπα.

3.  Τα ΠΚΕ στα οποία έχει απονεμηθεί το κοινοτικό οικολογικό σήμα σύμφωνα με τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1980/2000 τεκμαίρεται ότι έχουν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από το οικολογικό σήμα.

4.  Για τους σκοπούς της τεκμαιρόμενης συμμόρφωσης στα πλαίσια της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή, ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 19, παράγραφος 2, μπορεί να αποφασίζει ότι και άλλα οικολογικά σήματα πληρούν ισοδύναμους όρους με το κοινοτικό οικολογικό σήμα σύμφωνα με τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1980/2000. Τα ΠΚΕ στα οποία έχουν απονεμηθεί τέτοια οικολογικά σήματα, τεκμαίρεται ότι έχουν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από το οικολογικό σήμα.

Άρθρο 10

Εναρμονισμένα πρότυπα

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν, κατά το δυνατόν, για τη λήψη των κατάλληλων μέτρων ώστε να καθίσταται δυνατή η διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη σε εθνικό επίπεδο σχετικά με τη διαδικασία κατάρτισης και παρακολούθησης των εναρμονισμένων προτύπων.

2.  Όταν ένα κράτος μέλος ή η Επιτροπή θεωρεί ότι τα εναρμονισμένα πρότυπα, η εφαρμογή των οποίων τεκμαίρεται ότι πληροί τις ειδικές διατάξεις ενός εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής, δεν ανταποκρίνονται πλήρως στις εν λόγω διατάξεις, το οικείο κράτος μέλος ή η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τη μόνιμη επιτροπή που συστάθηκε με το άρθρο 5 της οδηγίας 98/34/ΕΚ, αναφέροντας τους σχετικούς λόγους. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της κατεπειγόντως.

3.  Υπό το πρίσμα της γνώμης της εν λόγω επιτροπής, η Επιτροπή αποφασίζει να δημοσιεύσει, να μη δημοσιεύσει, να δημοσιεύσει με περιορισμό, να διατηρήσει ή να αποσύρει τις αναφορές των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4.  Η Επιτροπή ενημερώνει τον οικείο ευρωπαϊκό φορέα τυποποίησης και, αν χρειάζεται, εκδίδει νέα εντολή με σκοπό την αναθεώρηση των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων.

Άρθρο 11

Απαιτήσεις για τα κατασκευαστικά στοιχεία και τις υπομονάδες συναρμολόγησης

Τα μέτρα εφαρμογής δύνανται να απαιτούν από τους κατασκευαστές ή τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους τους οι οποίοι διαθέτουν στην αγορά και/ή θέτουν σε λειτουργία κατασκευαστικά στοιχεία και υπομονάδες αξιολόγησης να παρέχουν στον κατασκευαστή ενός ΠΚΕ που καλύπτεται από μέτρα εφαρμογής τις σχετικές πληροφορίες για την υλική σύνθεση και για την κατανάλωση ενέργειας, υλικών ή/και πόρων των κατασκευαστικών στοιχείων ή υπομονάδων συναρμολόγησης.

Άρθρο 12

Διοικητική συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη λήψη των δεόντων μέτρων ώστε να ενθαρρύνουν τις αρμόδιες για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας αρχές να συνεργάζονται μεταξύ τους και να παρέχουν προς άλληλες και προς την Επιτροπή πληροφορίες, ούτως ώστε να υποβοηθείται η λειτουργία της παρούσας οδηγίας, και ιδίως η εφαρμογή του άρθρου 7.

Η διοικητική συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών πρέπει να αξιοποιούν, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας και μπορούν να υποστηρίζονται από σχετικά κοινοτικά προγράμματα.

Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή τις αρχές που είναι αρμόδιες για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

2.  Η ακριβής φύση και η δομή της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών αποφασίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 19, παράγραφος 2.

3.  Η Επιτροπή λαμβάνει τα δέοντα μέτρα ώστε να ενθαρρύνει τη συνεργασία μεταξύ κρατών μελών και να συμβάλει σε αυτήν κατά τα αναφερόμενα στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 13

Επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους

1.  Στο πλαίσιο προγραμμάτων από τα οποία οι ΜΜΕ και πολύ μικρές επιχειρήσεις μπορούν να αντλήσουν οφέλη, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη της πρωτοβουλίες που βοηθούν τις ΜΜΕ και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις να ενσωματώσουν περιβαλλοντικές παραμέτρους, συμπεριλαμβανομένης της ενεργειακής αποδοτικότητας κατά το σχεδιασμό των προϊόντων τους.

2.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν, ιδίως με την ενίσχυση των δικτύων και δομών παροχής βοήθειας, για την ενθάρρυνση των ΜΜΕ και των πολύ μικρών εταιρειών να υιοθετήσουν, ήδη από το στάδιο του σχεδιασμού του προϊόντος, περιβαλλοντικώς υγιή προσέγγιση και να προσαρμοσθούν προς την μελλοντική ευρωπαϊκή νομοθεσία.

Άρθρο 14

Πληροφορίες για τον καταναλωτή

Σύμφωνα με τα ισχύοντα μέτρα εφαρμογής, οι κατασκευαστές διασφαλίζουν, υπό τη μορφή που κρίνουν κατάλληλη, ότι στους καταναλωτές των ΠΚΕ παρέχονται

   η αναγκαία πληροφόρηση σχετικά με το ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν στην αειφόρο χρήση του προϊόντος·
   τα οικολογικά χαρακτηριστικά του προϊόντος και τα οφέλη του οικολογικού σχεδιασμού, όταν τα μέτρα εφαρμογής το απαιτούν.

Άρθρο 15

Μέτρα εφαρμογής

1.  Εφόσον ΠΚΕ πληροί τα κριτήρια που παρατίθενται στην παράγραφο 2, εμπίπτει σε μέτρο εφαρμογής ή μέτρο αυτορρύθμισης κατά την παράγραφο 3, στοιχείο β). Όταν η Επιτροπή εγκρίνει μέτρα εφαρμογής, ενεργεί σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 19, παράγραφος 2.

2.  Τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι τα εξής:

   α) το ΠΚΕ πρέπει να αντιπροσωπεύει σημαντικό όγκο πωλήσεων και εμπορικών συναλλαγών εντός της Κοινότητας, ενδεικτικά άνω των 200.000 τεμαχίων εντός ενός έτους, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία,
   β) δεδομένων των ποσοτήτων που διατίθενται στην αγορά και/ή τίθενται σε λειτουργία, το ΠΚΕ πρέπει να έχει σημαντικό περιβαλλοντικό αντίκτυπο εντός της Κοινότητας, όπως προσδιορίζεται στις κοινοτικές στρατηγικές προτεραιότητες κατά τα οριζόμενα στην απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ,
  γ) το ΠΚΕ πρέπει να παρουσιάζει σημαντικές δυνατότητες βελτίωσης όσον αφορά τον περιβαλλοντικό του αντίκτυπο χωρίς υπερβολικό κόστος, λαμβάνοντας υπόψη ειδικότερα:
   έλλειψη άλλης σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας ή ακατάλληλη αντιμετώπιση του ζητήματος από τις δυνάμεις της αγοράς,
   μεγάλη ανισότητα περιβαλλοντικών επιδόσεων μεταξύ των διαθέσιμων στην αγορά ΠΚΕ με ισοδύναμες λειτουργίες.

3.  Όταν καταρτίζει σχέδιο μέτρου εφαρμογής, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τυχόν απόψεις τις οποίες έχει εκφράσει η επιτροπή του άρθρου 19, παράγραφος 1 και επιπλέον λαμβάνει υπόψη:

   α) τις κοινοτικές περιβαλλοντικές προτεραιότητες, όπως αυτές που καθορίζονται στην απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ, ή στο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα για την Αλλαγή του Κλίματος (ΕΠΑΚ) της Επιτροπής,
   β) συναφείς κοινοτικές διατάξεις και μέτρα αυτορρύθμισης, όπως οι εθελοντικές συμφωνίες, τα οποία, κατόπιν αξιολογήσεως σύμφωνα με το άρθρο 17, αναμένεται να επιτύχουν τους στόχους της σχετικής πολιτικής ταχύτερα ή με μικρότερο κόστος απ" ό,τι οι υποχρεωτικές απαιτήσεις.

4.  Κατά την κατάρτιση σχεδίου μέτρου εφαρμογής, η Επιτροπή:

   α) μελετά τον κύκλο ζωής του ΠΚΕ και όλες τις σημαντικές περιβαλλοντικές παραμέτρους, μεταξύ άλλων την ενεργειακή αποδοτικότητα. Το βάθος ανάλυσης των περιβαλλοντικών πτυχών και της δυνατότητας βελτίωσής τους είναι ανάλογο της σημασίας τους. Η υιοθέτηση των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού στις σημαντικές περιβαλλοντικές πτυχές ενός ΠΚΕ δεν επιβραδύνεται αδικαιολόγητα από ασάφειες που αφορούν τις άλλες πτυχές,
   β) πραγματοποιεί αξιολόγηση των συνεπειών για το περιβάλλον, τους καταναλωτές και τους κατασκευαστές, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, από άποψη ανταγωνιστικότητας και για τις αγορές εκτός Κοινότητας, καινοτομίας, πρόσβασης στην αγορά και κόστους και οφέλους,
   γ) λαμβάνει υπόψη την υφισταμένη εθνική νομοθεσία για το περιβάλλον την οποία τα κράτη μέλη θεωρούν σχετική,
   δ) προβαίνει στις δέουσες διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερομένους,
   ε) καταρτίζει επεξηγηματικό υπόμνημα του σχεδίου μέτρου εφαρμογής, βασιζόμενη στην αξιολόγηση που προβλέπεται στο εδάφιο (β),
   στ) ορίζει ημερομηνία(-ες) εφαρμογής, τυχόν σταδιακά ή μεταβατικά μέτρα ή περιόδους, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις ενδεχόμενες επιπτώσεις για τις ΜΜΕ ή για συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων που κατασκευάζονται κατά κύριο λόγο από ΜΜΕ.

5.  Τα μέτρα εφαρμογής πληρούν όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

   α) δεν πρέπει να υπάρχει σημαντικός αρνητικός αντίκτυπος στη λειτουργικότητα του προϊόντος σε ό,τι αφορά τον χρήστη,
   β) δεν πρέπει να επηρεάζονται αρνητικά η υγεία, η ασφάλεια και το περιβάλλον,
   γ) δεν πρέπει να υπάρχει σημαντικός αρνητικός αντίκτυπος στους καταναλωτές, ιδίως όσον αφορά την προσιτή τιμή και το κόστος του κύκλου ζωής του προϊόντος,
   δ) δεν πρέπει να υπάρχει σημαντικός αρνητικός αντίκτυπος στην ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας,
   ε) κατ" αρχήν, ο καθορισμός μιας απαίτησης οικολογικού σχεδιασμού δεν πρέπει να έχει ως συνέπεια να επιβάλλει στους κατασκευαστές τη χρήση μιας αποκλειστικής τεχνολογίας,
   στ) δεν πρέπει να βαρύνει με υπερβάλλοντα διοικητικό φόρτο τους κατασκευαστές.

6.  Τα μέτρα εφαρμογής θεσπίζουν απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού σύμφωνα με το Παράρτημα I και/ή το Παράρτημα II.

Θεσπίζονται ειδικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για επιλεγμένες περιβαλλοντικές πτυχές που έχουν σημαντικό περιβαλλοντικό αντίκτυπο.

Τα μέτρα εφαρμογής μπορούν επίσης να προβλέπουν ότι δεν είναι απαραίτητη η απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού σχετικά με τις ορισμένες ειδικές παραμέτρους οικολογικού σχεδιασμού που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι, Μέρος 1.

7.  Οι απαιτήσεις διατυπώνονται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι αρχές επιτήρησης της αγοράς μπορούν να επαληθεύουν τη συμμόρφωση του ΠΚΕ προς τις απαιτήσεις του μέτρου εφαρμογής. Στο μέτρο εφαρμογής προσδιορίζεται κατά πόσον η διαδικασία επαλήθευσης μπορεί να επιτευχθεί άμεσα στο ΠΚΕ ή βάσει τεχνικής τεκμηρίωσης.

8.  Τα μέτρα εφαρμογής περιλαμβάνουν τα στοιχεία που απαριθμούνται στο Παράρτημα VII.

9.  Οι σχετικές μελέτες και αναλύσεις που χρησιμοποιεί η Επιτροπή κατά την κατάρτιση των μέτρων εφαρμογής θα πρέπει να δημοσιοποιούνται, λαμβανομένης ιδιαιτέρως υπόψη της εύκολης προσβάσεως και χρήσεως από ενδιαφερόμενες ΜΜΕ.

10.  Εφόσον απαιτείται, μέτρο εφαρμογής που καθορίζει απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού συνοδεύεται από κατευθυντήριες γραμμές, τις οποίες θεσπίζει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 19, παράγραφος 2, για τον υπολογισμό των διαφόρων περιβαλλοντικών πτυχών· οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές καλύπτουν ιδιαιτερότητες των ΜΜΕ που χρησιμοποιούνται στον παραγωγικό τομέα και επηρεάζονται από τα μέτρα εφαρμογής. Εφόσον απαιτείται, συμφώνως προς το άρθρο 13, παράγραφος 1, η Επιτροπή μπορεί να παρέχει επιπλέον ειδικευμένο υλικό για να διευκολύνει τις ΜΜΕ στην εφαρμογή.

Άρθρο 16

Πρόγραμμα εργασίας

1.  Σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 15 και μετά από συνεργασία με το Φόρουμ διαβούλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 18, η Επιτροπή καταρτίζει πρόγραμμα εργασίας το οποίο δημοσιοποιείται, το αργότερο ...(29).

Το πρόγραμμα εργασίας καταρτίζει, για τα τρία επόμενα χρόνια, ενδεικτικό κατάλογο ομάδων προϊόντων που θεωρούνται ότι έχουν προτεραιότητα για τη θέσπιση μέτρων εφαρμογής.

Το πρόγραμμα εργασίας τροποποιείται περιοδικά από την Επιτροπή μετά από διαβούλευση με το Φόρουμ διαβούλευσης.

2.  Ωστόσο, κατά τη μεταβατική περίοδο εντός της οποίας καταρτίζεται το πρώτο πρόγραμμα εργασίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 19, παράγραφος 2 και τα κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 15, και μετά από διαβούλευση με το φόρουμ διαβούλευσης, η Επιτροπή θεσπίζει, κατά τα προσήκοντα, εκ των προτέρων:

   μέτρα εφαρμογής αρχίζοντας από τα προϊόντα που έχουν χαρακτηρισθεί από το ΕΠΑΚ ως παρέχοντα μεγάλες δυνατότητες οικονομικώς αποδοτικής μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, όπως ο εξοπλισμός θέρμανσης και παραγωγής ζεστού νερού, τα συστήματα ηλεκτρικών κινητήρων, τα συστήματα φωτισμού τόσο του οικιακού όσο και του τριτογενούς τομέα, οι οικιακές συσκευές, ο γραφειακός εξοπλισμός τόσο του οικιακού όσο και του τριτογενούς τομέα, οι καταναλωτικές ηλεκτρονικές συσκευές και τα συστήματα θέρμανσης, αερισμού, και κλιματισμού,
   χωριστό μέτρο εφαρμογής που αφορά τη μείωση της ενεργειακής απώλειας όλων των προϊόντων σε λειτουργία αναμονής.

Άρθρο 17

Αυτορρύθμιση

Οι εθελοντικές συμφωνίες ή άλλα μέτρα αυτορρύθμισης που προτάθηκαν ως εναλλακτικές λύσεις αντί των μέτρων εφαρμογής στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας αξιολογούνται τουλάχιστον βάσει του παραρτήματος VΙΙI.

Άρθρο 18

Φόρουμ διαβούλευσης

Η Επιτροπή διασφαλίζει ότι, κατά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων της, ως προς κάθε μέτρο εφαρμογής, εφαρμόζει ισόρροπη συμμετοχή των εκπροσώπων των κρατών μελών και όλων των ενδιαφερομένων για το εν λόγω προϊόν ή ομάδα προϊόντων, όπως η βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, των βιοτεχνιών, των συνδικαλιστικών ενώσεων, των εμπόρων, των εμπόρων λιανικής πώλησης, των εισαγωγέων, των ενώσεων προστασίας του περιβάλλοντος και των οργανώσεων καταναλωτών. Τα εν λόγω μέρη συμβάλλουν ειδικότερα στον ορισμό και στην αναθεώρηση των μέτρων εφαρμογής, στην εξέταση της αποτελεσματικότητας των καθιερωμένων μηχανισμών εποπτείας της αγοράς και στην αξιολόγηση των εθελοντικών μηχανισμών και άλλων μέτρων αυτορρύθμισης. Τα εν λόγω μέρη συναντώνται σε ένα φόρουμ διαβούλευσης, Η Επιτροπή καταρτίζει τον εσωτερικό κανονισμό του φόρουμ.

Άρθρο 19

Διαδικασία επιτροπής

1.  Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2.  Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 6, της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται τρίμηνη.

3.  Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 20

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη ορίζουν τις κυρώσεις που επιβάλλονται στις παραβιάσεις των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται κατ" εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Οι κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές, λαμβανομένου υπόψη του βαθμού μη συμμόρφωσης και του αριθμού τεμαχίων των μη συμμορφούμενων προϊόντων που διατίθενται στην κοινοτική αγορά.

Άρθρο 21

Τροποποίηση

1.  Η οδηγία 92/42/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:

1)  Το άρθρο 6 διαγράφεται.

2)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

"

Άρθρο 10α

Η παρούσα οδηγία αποτελεί μέτρο εφαρμογής, κατά την έννοια του άρθρου 15 της οδηγίας 2005/ /ΕΚ*(30), όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση κατά τη χρήση, σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία, και είναι δυνατόν να τροποποιείται ή να καταργείται σύμφωνα με το άρθρο 19, παράγραφος 2, της οδηγίας 2005/ /EK(31)+.

______________

* ΕΕ L …

"

3)  Στο Παράρτημα I, το Τμήμα 2 διαγράφεται.

4)  Το Παράρτημα ΙΙ διαγράφεται.

2.  Η οδηγία 96/57/ΕΚ τροποποιείται ως εξής :

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο :

"

Άρθρο 9α

Η παρούσα οδηγία αποτελεί μέτρο εφαρμογής, κατά την έννοια του άρθρου 15 της οδηγίας 2005/  /EK*(32), όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση κατά τη χρήση, σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία, και είναι δυνατόν να τροποποιείται ή να καταργείται σύμφωνα με το άρθρο 19, παράγραφος 2 της οδηγίας 2005/  /EK(33)+.

________________

* ΕΕ L ...

"

3.  Η οδηγία 2000/55/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

"

Άρθρο 9α

Η παρούσα οδηγία αποτελεί μέτρο εφαρμογής, κατά την έννοια του άρθρου 15 της οδηγίας 2005/  /EK*+, όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση κατά τη χρήση, σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία, και είναι δυνατόν να τροποποιείται ή να καταργείται σύμφωνα με το άρθρο 19, παράγραφος 2 της οδηγίας 2005/  /EK++.

_________________

* ΕΕ L ...

"

Άρθρο 22

Κατάργηση

Οι οδηγίες 78/170/ΕΟΚ και 86/594/ΕΟΚ καταργούνται. Τα κράτη μέλη δύνανται να εξακολουθούν να εφαρμόζουν τα υφιστάμενα εθνικά μέτρα που υιοθετήθηκαν δυνάμει της οδηγίας 86/594/EOK έως ότου θεσπισθούν μέτρα εφαρμογής για τα σχετικά προϊόντα δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 23

Επανεξέταση

Το αργότερο ...(34), η Επιτροπή επανεξετάζει την αποτελεσματικότητα της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων εφαρμογής της, του ορίου για τη λήψη μέτρων εφαρμογής, των μηχανισμών επιτήρησης της αγοράς και οποιασδήποτε σχετικής αυτορρύθμισης που προκύπτει, μετά από διαβούλευση με το φόρουμ διαβούλευσης που αναφέρει το άρθρο 18 και, ανάλογα με την περίπτωση, υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο προτάσεις για την τροποποίησή της.

Άρθρο 24

Απόρρητο

Οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών από τον κατασκευαστή και/ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 11 και το Παράρτημα Ι, Μέρος 2, είναι αναλογικές και λαμβάνουν υπόψη το εύλογο του εμπιστευτικού χαρακτήρα των εμπορικώς ευαίσθητων πληροφοριών.

Άρθρο 25

Εφαρμογή

1.  Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από τις ...(35)*.

Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.  Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των κυρίων διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 26

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 27

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Έγινε στις

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Μέθοδος καθορισμού των γενικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού

(η οποία αναφέρεται στο άρθρο 15)

Οι γενικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού αποσκοπούν στη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων ΠΚΕ, με γνώμονα τις σημαντικές περιβαλλοντικές του πτυχές και χωρίς καθορισμό οριακών τιμών. Η μέθοδος σύμφωνα με το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται όταν δεν ενδείκνυται να οριστούν οριακές τιμές για την υπό εξέταση ομάδα προϊόντων. Κατά την κατάρτιση και την εφαρμογή σχεδίου μέτρου εφαρμογής το οποίο θα υποβληθεί στην επιτροπή του άρθρου 19, η Επιτροπή προσδιορίζει σημαντικές περιβαλλοντικές πτυχές οι οποίες διευκρινίζονται στο μέτρο εφαρμογής.

Κατά την κατάρτιση μέτρων εφαρμογής που θεσπίζουν γενικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού σύμφωνα με το άρθρο 15, η Επιτροπή προσδιορίζει, όπως ενδείκνυται ανάλογα με το ΠΚΕ που καλύπτεται από το μέτρο εφαρμογής, τις σχετικές παραμέτρους οικολογικού σχεδιασμού εκ των απαριθμουμένων στο Μέρος 1, τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών εκ των απαριθμουμένων στο Μέρος 2 και τις απαιτήσεις για τον κατασκευαστή εκ των απαριθμουμένων στο Μέρος 3.

Μέρος 1. Παράμετροι οικολογικού σχεδιασμού για τα ΠΚΕ

1.1.  Οι σημαντικές περιβαλλοντικές πτυχές προσδιορίζονται με συνεκτίμηση των ακόλουθων φάσεων του κύκλου ζωής του προϊόντος και στο βαθμό που αυτές συνδέονται με τον σχεδιασμό του προϊόντος :

   α) επιλογή και χρησιμοποίηση πρώτων υλών,
   β) κατασκευή,
   γ) συσκευασία, μεταφορά και διανομή,
   δ) εγκατάσταση και συντήρηση,
   ε) χρήση,
   στ) τέλος ζωής, ήτοι κατάσταση ενός ΠΚΕ που έχει φθάσει στο τέλος της πρώτης του χρήσης έως την τελική διάθεσή του.

1.2.  Για κάθε φάση, πρέπει να εκτιμώνται οι ακόλουθες περιβαλλοντικές πτυχές, ανάλογα με την περίπτωση :

   α) προβλεπόμενη κατανάλωση υλικών, ενέργειας και άλλων πόρων, όπως γλυκού νερού,
   β) προβλεπόμενες εκπομπές στον αέρα, το νερό ή το έδαφος,
   γ) προβλεπόμενη ρύπανση μέσω φυσικών φαινομένων, όπως ο θόρυβος, οι δονήσεις, οι ακτινοβολίες, τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία,
   δ) προβλεπόμενη παραγωγή αποβλήτων,
   ε) δυνατότητες επαναχρησιμοποίησης, ανακύκλωσης και ανάκτησης υλικών και/ή ενέργειας, λαμβανομένης υπόψη της οδηγίας 2002/96/ΕΚ.

1.3.  Ιδιαίτερα, πρέπει να χρησιμοποιούνται και να συμπληρώνονται από άλλες, οσάκις απαιτείται, οι ακόλουθες παράμετροι για την αξιολόγηση των δυνατοτήτων βελτίωσης των περιβαλλοντικών πτυχών που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο :

   α) βάρος και όγκος του προϊόντος,
   β) χρήση υλικών που προέρχονται από δραστηριότητες ανακύκλωσης,
   γ) κατανάλωση ενέργειας, νερού και άλλων πόρων καθ" όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής,
   δ) χρήση ουσιών που ταξινομούνται ως επικίνδυνες για την υγεία και/ή το περιβάλλον σύμφωνα με την οδηγία 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1967, περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικινδύνων ουσιών(36) και λαμβανομένης υπόψη της νομοθεσίας σχετικά με την εμπορία και τη χρήση συγκεκριμένων ουσιών, όπως οι οδηγίες 76/769/ΕΟΚ ή 2002/95/ΕΚ,
   ε) ποσότητα και φύση των αναλωσίμων που χρειάζονται για τη σωστή χρήση και συντήρηση,
   στ) ευχέρεια επαναχρησιμοποίησης και ανακύκλωσης, όπως εκφράζεται μέσω των εξής στοιχείων: αριθμός χρησιμοποιουμένων υλικών και εξαρτημάτων, χρήση τυποποιημένων εξαρτημάτων, χρόνος που απαιτείται για την αποσυναρμολόγηση, πολυπλοκότητα των εργαλείων που απαιτούνται για την αποσυναρμολόγηση, χρήση προτύπων κωδικοποίησης για τον προσδιορισμό των εξαρτημάτων και των υλικών που είναι κατάλληλα για επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση (συμπεριλαμβανομένης της σήμανσης των πλαστικών εξαρτημάτων σύμφωνα με τα πρότυπα ISO), χρήση εύκολα ανακυκλώσιμων υλικών, ευχερής πρόσβαση σε πολύτιμα και άλλα ανακυκλώσιμα εξαρτήματα και υλικά, ευχερής πρόσβαση σε εξαρτήματα και υλικά που περιέχουν επικίνδυνες ουσίες,
   ζ) ενσωμάτωση μεταχειρισμένων εξαρτημάτων,
   η) αποφυγή τεχνικών λύσεων που βλάπτουν την επαναχρησιμοποίηση και την ανακύκλωση εξαρτημάτων και ολόκληρων συσκευών,
   θ) παράταση του χρόνου ζωής, όπως εκφράζεται μέσω των εξής στοιχείων: ελάχιστη εγγυημένη διάρκεια ζωής, ελάχιστο διάστημα διαθεσιμότητας ανταλλακτικών, δομοστοιχειωτός σχεδιασμός, δυνατότητα αναβάθμισης, δυνατότητα επιδιόρθωσης,
   ι) ποσότητες παραγομένων αποβλήτων και ποσότητες παραγομένων επικίνδυνων αποβλήτων,
   ια) εκπομπές στον αέρα (αέρια θερμοκηπίου, παράγοντες οξίνισης, πτητικές οργανικές ενώσεις, ουσίες που εξασθενούν τη στιβάδα του όζοντος, ανθεκτικοί οργανικοί ρύποι, βαρέα μέταλλα, λεπτά σωματίδια και αιωρούμενα σωματίδια), με την επιφύλαξη της οδηγίας 97/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με τα ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής αερίων και σωματιδιακών ρύπων προερχόμενων από κινητήρες εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά μηχανήματα(37),
   ιβ) εκπομπές στο νερό (βαρέα μέταλλα, ουσίες που έχουν αρνητική επίδραση στο ισοζύγιο οξυγόνου, ανθεκτικοί οργανικοί ρύποι),
   ιγ) εκπομπές στο έδαφος (ιδίως διαρροή και διάχυση επικίνδυνων ουσιών κατά τη φάση της χρήσης των προϊόντων, και κίνδυνος απόπλυσης κατά τη διάθεση των προϊόντων ως αποβλήτων).

Mέρος 2. Απαιτήσεις παροχής πληροφοριών

Τα μέτρα εφαρμογής μπορεί να απαιτούν από τον κατασκευαστή την παροχή πληροφοριών, οι οποίες είναι δυνατόν να επηρεάζουν τον τρόπο χειρισμού, χρήσης ή ανακύκλωσης του προϊόντος από μέρη άλλα πλην του κατασκευαστή. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν, ανάλογα με την περίπτωση :

   Πληροφορίες από τον σχεδιαστή σχετικά με τη διαδικασία κατασκευής.
   Πληροφόρηση των καταναλωτών σχετικά με τα σημαντικά περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά και επιδόσεις του προϊόντος· οι πληροφορίες αυτές πρέπει να συνοδεύουν το προϊόν, όταν αυτό διατίθεται στην αγορά, ούτως ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να συγκρίνει αυτές τις πτυχές των προϊόντων.
   Πληροφόρηση των καταναλωτών σχετικά με τον τρόπο εγκατάστασης, χρήσης και συντήρησης του προϊόντος, προκειμένου να ελαχιστοποιείται ο αντίκτυπός του στο περιβάλλον και να διασφαλίζεται η βέλτιστη προσδοκώμενη διάρκεια ζωής του, καθώς και σχετικά με τον τρόπο επιστροφής του προϊόντος μετά το τέλος της ζωής του, και, ανάλογα με την περίπτωση, παροχή πληροφοριών για την περίοδο διαθεσιμότητας ανταλλακτικών και για τις δυνατότητες για βελτίωση του προϊόντος.
   Παροχή πληροφοριών για τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας σχετικά με την αποσυναρμολόγηση, την ανακύκλωση ή τη διάθεση του προϊόντος μετά το τέλος της ζωής του.

Οι πληροφορίες πρέπει να βρίσκονται επάνω στο ίδιο το προϊόν, όταν αυτό είναι δυνατόν.

Οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από άλλη κοινοτική νομοθεσία, όπως η οδηγία 2002/96/ΕΚ.

Μέρος 3. Απαιτήσεις για τον κατασκευαστή

1.  Λαμβάνοντας υπόψη τις περιβαλλοντικές πτυχές οι οποίες, σύμφωνα με τα μέτρα εφαρμογής, είναι δυνατόν να επηρεάζονται ουσιαστικά από τον σχεδιασμό του προϊόντος, οι κατασκευαστές ΠΚΕ υποχρεούνται να διενεργούν αξιολόγηση του μοντέλου ΠΚΕ καθ" όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του, με βάση ρεαλιστικές παραδοχές σχετικά με τις κανονικές συνθήκες και για τους σκοπούς της χρησιμοποίησής του. Άλλες περιβαλλοντικές πτυχές μπορεί να εξετάζονται σε εθελοντική βάση.

Με βάση αυτή την αξιολόγηση, οι κατασκευαστές καταρτίζουν το οικολογικό προφίλ του ΠΚΕ. Το οικολογικό προφίλ βασίζεται σε χαρακτηριστικά του προϊόντος που έχουν σχέση με το περιβάλλον και σε εισροές/εκροές που προκύπτουν καθ" όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του προϊόντος και εκφράζονται σε φυσικά μεγέθη τα οποία είναι δυνατόν να μετρηθούν.

2.  Οι κατασκευαστές χρησιμοποιούν την αξιολόγηση αυτή για να αξιολογούν τις εναλλακτικές σχεδιαστικές λύσεις και την επιτευχθείσα περιβαλλοντική επίδοση του προϊόντος βάσει κριτηρίων αξιολόγησης.

Τα κριτήρια αξιολόγησης προσδιορίζονται από την Επιτροπή στο μέτρο εφαρμογής βάσει των πληροφοριών που συγκεντρώνονται κατά την κατάρτιση του μέτρου.

Η επιλογή συγκεκριμένης σχεδιαστικής λύσης εξασφαλίζει εύλογη ισορροπία μεταξύ των διαφόρων περιβαλλοντικών πτυχών και μεταξύ, αφενός, των περιβαλλοντικών πτυχών και άλλων σχετικών θεμάτων, όπως η ασφάλεια και η υγεία, οι τεχνικές απαιτήσεις λειτουργικότητας, ποιότητας και επιδόσεων, και, αφετέρου, των οικονομικών πτυχών, συμπεριλαμβανομένου του κόστους κατασκευής και της δυνατότητας εμπορίας, τηρουμένου, συγχρόνως, του συνόλου της σχετικής νομοθεσίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Mέθοδος καθορισμού των ειδικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού

(η οποία αναφέρεται στο άρθρο 15)

Οι ειδικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού αποσκοπούν στη βελτίωση μιας επιλεγμένης περιβαλλοντικής πτυχής του προϊόντος. Μπορούν να λαμβάνουν τη μορφή απαιτήσεων για μειωμένη κατανάλωση ενός συγκεκριμένου πόρου, όπως όρια για τη χρήση αυτού του πόρου κατά τα διάφορα στάδια του κύκλου ζωής του ΠΚΕ, όπως ενδείκνυται (π.χ. όρια για την κατανάλωση νερού στη φάση της χρήσης ή για τις ποσότητες ενός συγκεκριμένου υλικού που ενσωματώνεται στο προϊόν ή απαίτηση για τις ελάχιστες ποσότητες ανακυκλωμένου υλικού).

Κατά την κατάρτιση μέτρων εφαρμογής που καθορίζουν ειδικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού δυνάμει του άρθρου 15, η Επιτροπή προσδιορίζει, όπως ενδείκνυται ανάλογα με το ΠΚΕ που καλύπτεται από το μέτρο εφαρμογής, τις σχετικές παραμέτρους οικολογικού σχεδιασμού εκ των απαριθμουμένων στο Παράρτημα Ι, Μέρος 1 και ορίζει το επίπεδο των απαιτήσεων αυτών σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 19, παράγραφος 2, ως ακολούθως:

1.  Στην τεχνική, περιβαλλοντική και οικονομική ανάλυση επιλέγεται ένας αριθμός αντιπροσωπευτικών μοντέλων του εν λόγω ΠΚΕ στην αγορά και προσδιορίζονται οι τεχνικές εναλλακτικές δυνατότητες βελτίωσης των περιβαλλοντικών επιδόσεων του προϊόντος, λαμβανομένης υπόψη της οικονομικής βιωσιμότητας των εν λόγω εναλλακτικών επιλογών και αποφεύγοντας κάθε σημαντική απώλεια επιδόσεων ή χρησιμότητας του προϊόντος για τους καταναλωτές.

Η τεχνική, περιβαλλοντική και οικονομική ανάλυση προσδιορίζει επίσης, για τις συγκεκριμένες περιβαλλοντικές πτυχές, τα προϊόντα και την τεχνολογία με τις καλύτερες επιδόσεις που είναι διαθέσιμα στην αγορά.

Η αποδοτικότητα προϊόντων που διατίθενται στις διεθνείς αγορές και τα σημεία αναφοράς που ορίζονται στη νομοθεσία άλλων χωρών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την ανάλυση καθώς και κατά τον καθορισμό των απαιτήσεων.

Με βάση την ανάλυση αυτή και λαμβανομένης υπόψη της οικονομικής και τεχνικής εφικτότητας, καθώς και των δυνατοτήτων βελτίωσης, λαμβάνονται συγκεκριμένα μέτρα με στόχο τη μείωση του περιβαλλοντικού αντικτύπου του προϊόντος στο ελάχιστο.

Όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας κατά τη χρήση, το επίπεδο της ενεργειακής απόδοσης ή κατανάλωσης καθορίζεται με στόχο το ελάχιστο κόστος κύκλου ζωής για τους τελικούς χρήστες για αντιπροσωπευτικά μοντέλα ΠΚΕ, λαμβανομένων υπόψη των συνεπειών σε άλλες περιβαλλοντικές πτυχές. Η μέθοδος διενέργειας της ανάλυσης κόστους κύκλου ζωής χρησιμοποιεί πραγματικό προεξοφλητικό επιτόκιο βάσει των δεδομένων που παρέχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και μια ρεαλιστική διάρκεια ζωής για το ΠΚΕ· βασίζεται στο άθροισμα των διακυμάνσεων της τιμής αγοράς (που προκύπτει από τις διακυμάνσεις του βιομηχανικού κόστους) και των λειτουργικών δαπανών που προκύπτουν από τα διάφορα επίπεδα εναλλακτικών επιλογών για πραγματοποίηση τεχνικών βελτιώσεων υπολογιζόμενων με αφαίρεση για όλη τη διάρκεια ζωής των εξεταζομένων αντιπροσωπευτικών μοντέλων ΠΚΕ. Οι λειτουργικές δαπάνες καλύπτουν πρωτίστως την κατανάλωση ενέργειας και τις πρόσθετες δαπάνες για άλλους πόρους (όπως νερό ή απορρυπαντικά).

Πρέπει να διεξάγεται ανάλυση ευαισθησίας που να καλύπτει τα σχετικά στοιχεία (όπως τιμή της ενέργειας ή άλλων πόρων, κόστος των πρώτων υλών ή κόστος παραγωγής, προεξοφλητικά επιτόκια) και, κατά περίπτωση, το εξωτερικό περιβαλλοντικό κόστος, συμπεριλαμβανομένων των αποτρεπόμενων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, προκειμένου να ελέγχεται αν υπάρχουν σημαντικές αλλαγές και αν τα γενικά συμπεράσματα είναι αξιόπιστα. Η απαίτηση αναπροσαρμόζεται ανάλογα.

Παρόμοια μεθοδολογία μπορεί να εφαρμόζεται και για άλλους πόρους, όπως για το νερό.

2.  Για την σύνταξη των τεχνικών, περιβαλλοντικών και οικονομικών αναλύσεων, μπορούν να χρησιμοποιούνται πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στο πλαίσιο άλλων κοινοτικών δραστηριοτήτων.

Το ίδιο ισχύει και για πληροφορίες που προέρχονται από υφιστάμενα προγράμματα που εφαρμόζονται σε άλλα μέρη του κόσμου, για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τα ΠΚΕ που αποτελούν αντικείμενο εμπορικών συναλλαγών με τους οικονομικούς εταίρους της ΕΕ.

3.  Η ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να ισχύει η απαίτηση λαμβάνει υπόψη της τον κύκλο ανασχεδιασμού του προϊόντος.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Σήμανση CE

(η οποία αναφέρεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2)

20050413-P6_TA(2005)0123_EN-p0000001.fig

Η σήμανση CE πρέπει να έχει ύψος τουλάχιστον 5 mm. Αν η σήμανση CE μειωθεί ή αυξηθεί, πρέπει να τηρούνται οι αναλογίες που δίνονται στο παραπάνω σχήμα.

Η σήμανση CE πρέπει να τίθεται πάνω στο ΠΚΕ. Όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, πρέπει να τίθεται πάνω στη συσκευασία και στα συνοδευτικά έγγραφα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Εσωτερικός έλεγχος σχεδιασμού

(η οποία αναφέρεται στο άρθρο 8)

1.  Το παρόν Παράρτημα περιγράφει τη διαδικασία με την οποία ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του που εκπληρώνει τις υποχρεώσεις οι οποίες καθορίζονται στο Τμήμα 2 του παρόντος Παραρτήματος διασφαλίζει και δηλώνει ότι το ΠΚΕ πληροί τις σχετικές απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής. Η δήλωση συμμόρφωσης μπορεί να καλύπτει ένα ή περισσότερα προϊόντα και πρέπει να φυλάσσεται από τον κατασκευαστή.

2.  Ο κατασκευαστής καταρτίζει φάκελο τεχνικής τεκμηρίωσης που καθιστά δυνατή την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του ΠΚΕ με τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής.

Η εν λόγω τεκμηρίωση περιλαμβάνει ιδίως:

   α) γενική περιγραφή του ΠΚΕ και της χρήσης για την οποία προορίζεται,
   β) τα πορίσματα σχετικών μελετών περιβαλλοντικής αξιολόγησης που εκπόνησε ο κατασκευαστής ή/και παραπομπές σε βιβλιογραφία περιβαλλοντικής αξιολόγησης ή σε περιπτωσιολογικές μελέτες, που χρησιμοποιούνται από τον κατασκευαστή για την αξιολόγηση, την τεκμηρίωση και τον καθορισμό λύσεων όσον αφορά το σχεδιασμό του προϊόντος,
   γ) το οικολογικό προφίλ, εφόσον απαιτείται από το μέτρο εφαρμογής,
   δ) στοιχεία των προδιαγραφών σχεδιασμού του προϊόντος σχετικά με τις πτυχές περιβαλλοντικού σχεδιασμού του,
   ε) κατάλογο των αναφερόμενων στο άρθρο 10 κατάλληλων προτύπων, που εφαρμόσθηκαν εν όλω ή εν μέρει, και περιγραφή των λύσεων που υιοθετήθηκαν για να καλυφθούν οι απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής σε περίπτωση μη εφαρμογής των προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 10 ή όταν τα εν λόγω έγγραφα δεν πληρούν πλήρως τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής,
   στ) αντίγραφο των πληροφοριών που αφορούν τις πτυχές περιβαλλοντικού σχεδιασμού του προϊόντος οι οποίες παρέχονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Παραρτήματος I, Μέρος 2,
   ζ) τα αποτελέσματα των μετρήσεων που διενεργήθηκαν για τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, με λεπτομερή στοιχεία για τη συμμόρφωση των μετρήσεων αυτών με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού που καθορίζονται στο εφαρμόσιμο μέτρο εφαρμογής.

3.  Ο κατασκευαστής πρέπει να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζει ότι το προϊόν κατασκευάζεται σύμφωνα με τις προδιαγραφές σχεδιασμού που αναφέρονται στο Τμήμα 2 και με τις απαιτήσεις του μέτρου που εφαρμόζεται σ' αυτό.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Σύστημα διαχείρισης για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης

(η οποία αναφέρεται στο άρθρο 8)

1.  Το παρόν Παράρτημα περιγράφει τη διαδικασία με την οποία ο κατασκευαστής ο οποίος εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του Τμήματος 2 του παρόντος Παραρτήματος, διασφαλίζει και δηλώνει ότι το ΠΚΕ πληροί τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής. Η δήλωση συμμόρφωσης μπορεί να καλύπτει ένα ή περισσότερα προϊόντα και πρέπει να φυλάσσεται από τον κατασκευαστή.

2.  Για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του ΠΚΕ είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται σύστημα διαχείρισης, υπό την προϋπόθεση ότι ο κατασκευαστής εφαρμόζει τα περιβαλλοντικά στοιχεία που καθορίζονται στο Τμήμα 3 του παρόντος Παραρτήματος.

3.  Περιβαλλοντικά στοιχεία του συστήματος διαχείρισης

Το παρόν σημείο προσδιορίζει τα στοιχεία ενός συστήματος διαχείρισης και τις διαδικασίες βάσει των οποίων ο κατασκευαστής μπορεί να αποδεικνύει ότι το ΠΚΕ πληροί τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής.

3.1.  Πολιτική στον τομέα των περιβαλλοντικών επιδόσεων του προϊόντος

Ο κατασκευαστής πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύει ότι πληροί τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής. Ο κατασκευαστής πρέπει επίσης να είναι σε θέση να παρέχει ένα πλαίσιο για τον καθορισμό και την επανεξέταση των στόχων και δεικτών περιβαλλοντικών επιδόσεων του προϊόντος για τη βελτίωση των συνολικών περιβαλλοντικών επιδόσεων του προϊόντος.

Όλες οι διατάξεις που θεσπίζονται από τον κατασκευαστή για τη βελτίωση των συνολικών περιβαλλοντικών επιδόσεων και τον καθορισμό του οικολογικού προφίλ του ΠΚΕ, εφόσον απαιτείται από το μέτρο εφαρμογής, μέσω του σχεδιασμού και της κατασκευής του, πρέπει να τεκμηριώνονται με συστηματικό και τακτικό τρόπο υπό μορφή γραπτών διαδικασιών και οδηγιών.

Οι εν λόγω διαδικασίες και οδηγίες πρέπει, ιδίως, να περιλαμβάνουν κατάλληλη περιγραφή:

   του καταλόγου των εγγράφων που πρέπει να συντάσσονται - και ανάλογα με την περίπτωση - να προσκομίζονται για να αποδεικνύεται η συμμόρφωση του ΠΚΕ,
   των στόχων και δεικτών περιβαλλοντικών επιδόσεων του προϊόντος και της οργανωτικής δομής, των ευθυνών, των εξουσιών της διοίκησης και του τρόπου κατανομής των πόρων όσον αφορά την εφαρμογή και τη διατήρησή τους,
   των ελέγχων και των δοκιμών που πρέπει να διενεργούνται μετά την κατασκευή του προϊόντος για να ελέγχονται οι επιδόσεις του σε σχέση με τους δείκτες περιβαλλοντικών επιδόσεων,
   των διαδικασιών για τον έλεγχο της αναγκαίας τεκμηρίωσης και για τη διασφάλιση της συνεχούς ενημέρωσής της,
   της μεθόδου για τον έλεγχο της εφαρμογής και της αποτελεσματικότητας των περιβαλλοντικών στοιχείων του συστήματος διαχείρισης.

3.2.  Προγραμματισμός

Ο κατασκευαστής θεσπίζει και διατηρεί:

   α) διαδικασίες για τον καθορισμό του οικολογικού προφίλ του προϊόντος,
   β) στόχους και δείκτες περιβαλλοντικών επιδόσεων του προϊόντος, οι οποίοι συνεκτιμούν τις τεχνολογικές εναλλακτικές επιλογές οι οποίες λαμβάνουν υπόψη τις τεχνικές και οικονομικές απαιτήσεις,
   γ) πρόγραμμα για την επίτευξη αυτών των στόχων.

3.3.  Εφαρμογή και τεκμηρίωση

3.3.1  Η τεκμηρίωση του συστήματος διαχείρισης καλύπτει, ιδίως, τα εξής:

   α) καθορίζονται και τεκμηριώνονται ευθύνες και αρχές ούτως ώστε να διασφαλίζεται η επίτευξη ουσιαστικών περιβαλλοντικών επιδόσεων από το προϊόν και η υποβολή εκθέσεων για τη λειτουργία του, με στόχο την επανεξέταση και τη βελτίωσή του,
   β) συντάσσονται έγγραφα που περιγράφουν τις τεχνικές ελέγχου και εξακρίβωσης του σχεδιασμού και τις διαδικασίες και τα συστηματικά μέτρα που χρησιμοποιήθηκαν κατά τον σχεδιασμό του προϊόντος,
   γ) ο κατασκευαστής συντάσσει και διατηρεί πληροφορίες που περιγράφουν τα βασικά περιβαλλοντικά στοιχεία του συστήματος διαχείρισης και τις διαδικασίες ελέγχου όλων των απαιτούμενων εγγράφων.

3.3.2  Η τεκμηρίωση του ΠΚΕ διευκρινίζει, ιδίως, τα εξής:

   α) τη γενική περιγραφή του ΠΚΕ και την προβλεπόμενη χρήση του,
   β) τα αποτελέσματα σχετικών μελετών περιβαλλοντικής αξιολόγησης εκ μέρους του κατασκευαστή, και/ή παραπομπές σε βιβλιογραφία περιβαλλοντικής αξιολόγησης ή σε περιπτωσιολογικές μελέτες που χρησιμοποίησε ο κατασκευαστής για την αξιολόγηση, την τεκμηρίωση και τον καθορισμό λύσεων όσον αφορά τον σχεδιασμό του προϊόντος,
   γ) το οικολογικό προφίλ εφόσον απαιτείται από το μέτρο εφαρμογής,
   δ) τα έγγραφα που περιγράφουν τα αποτελέσματα των μετρήσεων που διενεργήθηκαν για τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, με λεπτομερή στοιχεία για τη συμμόρφωση των μετρήσεων αυτών με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού που καθορίζονται στο εφαρμόσιμο μέτρο εφαρμογής,
   ε) ο κατασκευαστής καθορίζει προδιαγραφές που αναφέρουν, ιδίως, τα πρότυπα που εφαρμόσθηκαν· σε περίπτωση μη εφαρμογής των προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 10 ή όταν τα εν λόγω πρότυπα δεν πληρούν πλήρως τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής, τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης,
   στ) αντίγραφο των πληροφοριών σχετικά με τις πτυχές περιβαλλοντικού σχεδιασμού του προϊόντος οι οποίες παρέχονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που προσδιορίζονται στο Παράρτημα Ι, Μέρος 2.

3.4.  Έλεγχος και διορθωτικά μέτρα

α)   ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίζει ότι το ΠΚΕ κατασκευάζεται σύμφωνα με τις προδιαγραφές σχεδιασμού του και σύμφωνα με τις απαιτήσεις του μέτρου εφαρμογής που εφαρμόζεται σε αυτό,

β)   ο κατασκευαστής θεσπίζει και διατηρεί διαδικασίες για τη διερεύνηση και την αντιμετώπιση της μη συμμόρφωσης, και επιφέρει στις τεκμηριωμένες διαδικασίες τις τροποποιήσεις που προκύπτουν από τα διορθωτικά μέτρα,

γ)   ο κατασκευαστής διενεργεί τουλάχιστον κάθε τρία χρόνια, πλήρη εσωτερικό έλεγχο του συστήματος διαχείρισης, αναφορικά προς τα περιβαλλοντικά του στοιχεία.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

Δήλωση συμμόρφωσης

(η οποία αναφέρεται στο άρθρο 5, παράγραφος 3)

Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΚ πρέπει να περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία :

   1. Ονοματεπώνυμο και διεύθυνση του κατασκευαστή ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του.
   2. Περιγραφή του μοντέλου, επαρκή για τη σαφή αναγνώρισή του.
   3. Ανάλογα με την περίπτωση, τα στοιχεία των εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων.
   4. Ανάλογα με την περίπτωση, τα άλλα τεχνικά πρότυπα και προδιαγραφές που χρησιμοποιήθηκαν.
   5. Ανάλογα με την περίπτωση, τα στοιχεία άλλης κοινοτικής νομοθεσίας που προβλέπει την τοποθέτηση της σήμανσης CE.
   6. Στοιχεία ταυτότητας και υπογραφή του προσώπου που έχει το δικαίωμα να δεσμεύει τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

Περιεχόμενο των μέτρων εφαρμογής

(η οποία αναφέρεται στο άρθρο 15, παράγραφος 8)

Τα μέτρα εφαρμογής πρέπει να διευκρινίζουν, ιδίως:

   1. Τον ακριβή ορισμό του ή των τύπων των καλυπτομένων ΠΚΕ.
   2. Τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για το καλυπτόμενο ΠΚΕ, τις ημερομηνίες εφαρμογής και τα σταδιακά ή μεταβατικά μέτρα ή περιόδους,
   σε περίπτωση γενικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, τις σχετικές φάσεις και πτυχές εκ των αναφερομένων στο Παράρτημα Ι, Τμήμα 1.1. και 1.2, μαζί με παραδείγματα παραμέτρων επιλεγομένων ΕΚ των αναφερομένων στο Παράρτημα I, Τμήμα 1.3, ως οδηγίες για την αξιολόγηση βελτιώσεων συγκεκριμένων περιβαλλοντικών πτυχών,
   σε περίπτωση ειδικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, το ή τα επίπεδά τους.
   3. Τις παραμέτρους οικολογικού σχεδιασμού οι οποίες αναφέρονται στο Παράρτημα Ι, Μέρος Ι, και για τις οποίες δεν χρειάζεται απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού.
   4. Τις απαιτήσεις σχετικά με την εγκατάσταση του ΠΚΕ, όταν το στοιχείο αυτό έχει άμεση σχέση με τις εξεταζόμενες περιβαλλοντικές επιδόσεις.
   5. Τα πρότυπα και/ή τις μεθόδους μέτρησης που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν· όταν υπάρχουν, χρησιμοποιούνται εναρμονισμένα πρότυπα, των οποίων οι αριθμοί αναφοράς έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
  6. Λεπτομερή στοιχεία για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης δυνάμει της απόφασης 93/465/ΕΟΚ
   όταν οι ενότητες που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν είναι διαφορετικές από την ενότητα A, τους παράγοντες που οδηγούν στην επιλογή αυτής της συγκεκριμένης διαδικασίας,
   ανάλογα με την περίπτωση, τα κριτήρια για την έγκριση και/ή την πιστοποίηση των τρίτων μερών.

Όταν για το ίδιο ΠΚΕ ορίζονται διαφορετικές ενότητες σε άλλες απαιτήσεις ΕΚ, η ενότητα που ορίζεται στο μέτρο εφαρμογής υπερισχύει όσον αφορά τη σχετική απαίτηση.

   7. Τις απαιτήσεις για τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν οι κατασκευαστές, ιδίως για τα στοιχεία τεχνικής τεκμηρίωσης που απαιτούνται για να διευκολυνθεί ο έλεγχος της συμμόρφωσης των ΠΚΕ με τα μέτρα εφαρμογής.
   8. Τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου κατά την οποία τα κράτη μέλη πρέπει να επιτρέπουν τη διάθεση στην αγορά και/ή τη θέση σε λειτουργία ΠΚΕ, τα οποία έχουν συμμορφωθεί με τους κανονισμούς που ίσχυαν στο έδαφός τους κατά την ημερομηνία έκδοσης του μέτρου εφαρμογής.
   9. Την ημερομηνία αξιολόγησης και ενδεχόμενης αναθεώρησης του μέτρου εφαρμογής, λαμβανομένης υπόψη της ταχύτητας της τεχνολογικής προόδου.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIΙI

Πέραν της βασικής νομικής απαιτήσεως κατά την οποία οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης συμμορφούνται προς όλες τις διατάξεις της Συνθήκης ΕΚ (ιδίως προς τους κανόνες της εσωτερικής αγοράς και του ανταγωνισμού), καθώς και με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένων πολυμερών εμπορικών κανόνων, ο εξής μη εξαντλητικός κατάλογος ενδεικτικών κριτηρίων μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αξιολόγηση του παραδεκτού των πρωτοβουλιών αυτορρύθμισης ως εναλλακτικής λύσης αντί μέτρου εφαρμογής στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας:

1.  Ανοικτός χαρακτήρας της συμμετοχής

Οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης είναι ανοικτές στη συμμετοχή φορέων τρίτων χωρών, στις φάσεις τόσο της προετοιμασίας όσο και της εφαρμογής.

2.  Προστιθέμενη αξία

Οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης δημιουργούν προστιθέμενη αξία (μεγαλύτερη από ό,τι οι "συνήθεις υποθέσεις") όσον αφορά τη βελτίωση της γενικής περιβαλλοντικής απόδοσης του καλυπτόμενου ΠΚΕ.

3.  Αντιπροσωπευτικότητα

Ο βιομηχανικός κλάδος και οι φορείς του που συμμετέχουν σε δράσεις αυτορρύθμισης αντιπροσωπεύουν μεγάλη πλειοψηφία του σχετικού οικονομικού τομέα, με όσο το δυνατόν λιγότερες εξαιρέσεις. Πρέπει να ληφθεί μέριμνα για τη διασφάλιση της τήρησης των κανόνων του ανταγωνισμού.

4.  Στόχοι ποσοτικά εκπεφρασμένοι και σταδιακής εφαρμογής

Οι στόχοι που καθορίζουν οι συμμετέχοντες εκφράζονται με σαφήνεια και ακρίβεια, σε επακριβώς καθορισμένη βάση. Αν η πρωτοβουλία αυτορρύθμισης καλύπτει μεγάλο χρονικό διάστημα, περιλαμβάνονται προσωρινοί στόχοι. Εξασφαλίζεται η δυνατότητα εποπτείας της συμμόρφωσης προς τους σκοπούς και τους ενδιαμέσους στόχους κατά τρόπο οικονομικώς προσιτό και αξιόπιστο, με σαφείς και αξιόπιστους δείκτες. Η ανάπτυξη των δεικτών αυτών διευκολύνεται με στοιχεία που προέρχονται από την έρευνα και τις επιστημονικές και τεχνολογικές γνώσεις.

5.  Συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών

Για τη διασφάλιση της διαφάνειας, οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης δημοσιοποιούνται, μεταξύ άλλων με τη χρήση του Διαδικτύου και άλλων ηλεκτρονικών μέσων διάδοσης των πληροφοριών.

Τούτο ισχύει επίσης για τις προσωρινές και τις τελικές εκθέσεις παρακολούθησης. Οι συμμετέχοντες –δηλαδή η βιομηχανία, οι περιβαλλοντικές ΜΚΟ και οι ενώσεις καταναλωτών– έχουν τη δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων σχετικά με τις πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης.

6.  Παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων

Οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης πρέπει να περιλαμβάνουν ένα καλοσχεδιασμένο σύστημα παρακολούθησης, με σαφώς προσδιορισμένες ευθύνες για τη βιομηχανία και τους ανεξάρτητους φορείς ελέγχου. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής, σε συνεργασία με τους συμμετέχοντες στην πρωτοβουλία αυτορρύθμισης, καλούνται να εποπτεύουν την επίτευξη των στόχων.

Το σχέδιο εποπτείας και υποβολής εκθέσεων πρέπει να είναι λεπτομερές, διαφανές και αντικειμενικό. Απόκειται στις υπηρεσίες της Επιτροπής να εξετάζουν, επικουρούμενες από την επιτροπή του άρθρου 19, παράγραφος 1, εάν έχουν επιτευχθεί οι στόχοι της εθελοντικής συμφωνίας ή άλλων αυτορρυθμιστικών μέτρων.

7.  Οικονομική αποδοτικότητα της διαχείρισης πρωτοβουλιών αυτορρύθμισης

Το κόστος διαχείρισης των πρωτοβουλιών αυτορρύθμισης, ιδίως όσον αφορά την παρακολούθηση, δεν πρέπει να οδηγεί σε δυσανάλογη διοικητική επιβάρυνση σε σχέση με τους στόχους τους και τα άλλα διαθέσιμα μέσα πολιτικής.

8.  Αειφορία

Οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης ανταποκρίνονται στους στόχους πολιτικής της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένης της ολοκληρωμένης προσέγγισης, καθώς και στην οικονομική και την κοινωνική διάσταση της βιώσιμης ανάπτυξης. Ενσωματώνεται η προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών (υγεία, ποιότητα ζωής και οικονομικά συμφέροντα).

9.  Συμβατότητα κινήτρων

Οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης δεν αναμένεται να φέρουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, αν άλλοι παράγοντες και κίνητρα –πίεση στην αγορά, φορολογία, και νομοθεσία σε εθνικό επίπεδο– στέλνουν αντιφατικά μηνύματα στους συμμετέχοντες στη δέσμευση. Η συνέπεια της πολιτικής αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο από την άποψη αυτή και λαμβάνεται υπόψη κατά την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της πρωτοβουλίας.

(1) EE C 38 Ε της 15.2.2005, σ. 45.
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν στις 20.4.2004, P5_TA(2004)0302.
(3) Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
(4) ΕΕ C 112 της 30.4.2004, σ. 25.
(5) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 20ής Απριλίου 2004 (EE C 104 E της 30.4.2004, σ. 319), κοινή θέση του Συμβουλίου της 29ης Νοεμβρίου 2004 (EE C 38 E της 15.2.2005, σ. 45) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Απριλίου 2005.
(6) ΕΕ L 242 της 10.9.2002, σ. 1.
(7) ΕΕ L 220 της 30.8.1993, σ. 23.
(8) ΕΕ C 136 της 4.6.1985, σ. 1.
(9) ΕΕ C 141 της 19.5.2000, σ. 1.
(10) ΕΕ L 297 της 13.10.1992, σ. 16. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).
(11) ΕΕ L 237 της 21.9.2000, σ. 1.
(12) ΕΕ L 332 της 15.12.2001, σ. 1.
(13) ΕΕ L 37 της 13.2.2003, σ. 24. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2003/108/ΕΚ (ΕΕ L 345 της 31.12.2003, σ. 106).
(14) ΕΕ L 37 της 13.2.2003, σ. 19.
(15) ΕΕ L 262 της 27.9.1976, σ. 201. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/98/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 305 της 1.10.2004, σ. 63).
(16) ΕΕ L 167 της 22.6.1992, σ. 17. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 52 της 21.2.2004, σ. 50).
(17) ΕΕ L 236 της 18.9.1996, σ. 36.
(18) ΕΕ L 279 της 1.11.2000, σ. 33.
(19) ΕΕ L 52 της 23.2.1978, σ. 32. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε με την οδηγία 82/885/ΕΟΚ (ΕΕ L 378 της 31.12.1982, σ. 19).
(20) ΕΕ L 196 της 26.7.1990, σ. 15. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε με την οδηγία 93/68/ΕΟΚ (ΕΕ L 220 της 30.8.1993, σ. 1).
(21) ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 65.
(22) ΕΕ L 344 της 6.12.1986, σ. 24. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36).
(23) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.
(24) ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σ. 1.
(25) ΕΕ L 194 της 25.7.1975, σ. 39. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003.
(26) ΕΕ L 377 της 31.12.1991, σ. 20. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε με την οδηγία 94/31/ΕΚ (ΕΕ L 168 της 2.7.1994, σ. 28).
(27) ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 37. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την Πράξη Προσχώρησης του 2003.
(28) ΕΕ L 114 της 24.4.2001, σ. 1.
(29)* Δύο έτη μετά την έκδοση της παρούσας οδηγίας.
(30)+ Παρεμβάλλεται ο αριθμός, η ημερομηνία και ο τίτλος της παρούσας οδηγίας.
(31)++ Παρεμβάλλεται ο αριθμός της παρούσας οδηγίας.
(32)+ ΕΕ: Παρεμβάλλεται ο αριθμός, η ημερομηνία και ο τίτλος της παρούσας οδηγίας.
(33)++ ΕΕ: Παρεμβάλλεται ο αριθμός της παρούσας οδηγίας.
(34)* Πέντε έτη μετά την έκδοση της παρούσας οδηγίας.
(35)** 24 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.
(36) ΕΕ 196 της 16.8.1967, σ. 1. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/73/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 152 της 30.4.2004, σ. 1).
(37) ΕΕ L 59 της 27.2.1998, σ. 1. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/26/ΕΚ (ΕΕ L 146 της 30.4.2004, σ. 1).


Περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο ***II
PDF 490kWORD 151k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης της οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση της οδηγίας 1999/32/ΕΚ σχετικά με την περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο (12891/2/2004 – C6-0248/2004 – 2002/0259(COD))
P6_TA(2005)0124A6-0056/2005

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (12891/2/2004 – C6-0248/2004),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση(1) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2002)0595)(2),

–   έχοντας υπόψη την τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής (COM(2003)0476)(3),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 62 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A6-0056/2005),

1.   εγκρίνει την κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 13 Απριλίου 2005 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2005/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/32/ΕΚ σχετικά με την περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο

P6_TC2-COD(2002)0259


ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 175, παράγραφος 1,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής(4),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(5),

αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης(6),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Η περιβαλλοντική πολιτική της Κοινότητας, όπως καθορίζεται στα προγράμματα δράσης για το περιβάλλον και, ιδίως, στο Έκτο Κοινοτικό Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον, το οποίο θεσπίστηκε με την απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(7), βάσει των αρχών του άρθρου 174 της Συνθήκης, αποσκοπεί στην επίτευξη επιπέδων ποιότητας του αέρα που δεν οδηγούν σε απαράδεκτες επιπτώσεις ή κινδύνους για την υγεία του ανθρώπου και το περιβάλλον.

(2)  Η οδηγία 1999/32/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, σχετικά με τη μείωση της περιεκτικότητας ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο(8) ορίζει τη μέγιστη επιτρεπτή περιεκτικότητα σε θείο του βαρέος μαζούτ, του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και του πετρελαίου εσωτερικής καύσης πλοίων που χρησιμοποιούνται στην Κοινότητα.

(3)  Με την οδηγία 1999/32/ΕΚ ζητείται από την Επιτροπή να εξετάσει ποια μέτρα μπορούν να λαμβάνονται για να μειωθεί η συμβολή των καυσίμων των πλοίων, πέραν του ντίζελ πλοίων, στην οξίνιση, και, εφόσον απαιτείται, να υποβάλει πρόταση.

(4)  Οι εκπομπές που προέρχονται από τη ναυτιλία λόγω της καύσης καυσίμων πλοίων με υψηλή περιεκτικότητα σε θείο συμβάλλουν στην ατμοσφαιρική ρύπανση με τη μορφή διοξειδίου του θείου και αιωρούμενων σωματιδίων, βλάπτουν την υγεία του ανθρώπου, προκαλούν ζημίες στο περιβάλλον, στη δημόσια και ιδιωτική περιουσία και στην πολιτιστική κληρονομιά και συμβάλλουν στην οξίνιση.

(5)  Οι άνθρωποι και το φυσικό περιβάλλον σε παράκτιες περιοχές και σε περιοχές πλησίον λιμένων επηρεάζονται ιδιαίτερα από πλοία που χρησιμοποιούν καύσιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε θείο. Κατά συνέπεια, απαιτείται η λήψη ειδικών μέτρων ως προς το θέμα αυτό.

(6)  Τα μέτρα που προβλέπει η παρούσα οδηγία συμπληρώνουν τα εθνικά μέτρα τα οποία λαμβάνουν τα κράτη μέλη προκειμένου να συμμορφωθούν με τα ανώτατα όρια εκπομπών για τους ατμοσφαιρικούς ρύπους που καθορίζονται με την οδηγία 2001/81/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(9).

(7)  Η μείωση της περιεκτικότητας των καυσίμων σε θείο έχει ορισμένα πλεονεκτήματα για τα πλοία όσον αφορά τη λειτουργική αποδοτικότητα και τις δαπάνες συντήρησης, και διευκολύνει την αποτελεσματική χρήση ορισμένων τεχνολογιών μείωσης των εκπομπών, όπως η επιλεκτική καταλυτική μείωση.

(8)  Η Συνθήκη απαιτεί να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εξόχως αποκέντρων περιοχών της Κοινότητας, και κυρίως των γαλλικών υπερποντίων διαμερισμάτων, των Αζορών, της Μαδέρας και των Καναρίων Νήσων.

(9)  Το 1997, στο πλαίσιο διπλωματικής διάσκεψης, υιοθετήθηκε Πρωτόκολλο για την τροποποίηση της Διεθνούς Σύμβασης του 1973 για την Πρόληψη της Ρύπανσης από Πλοία, όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο του 1978 (στο εξής "MARPOL"). Με το Πρωτόκολλο αυτό προστίθεται νέο Παράρτημα VI στη MARPOL, στο οποίο περιέχονται κανονισμοί για την πρόληψη της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από τα πλοία. Το Πρωτόκολλο του 1997 και, συνεπώς, το Παράρτημα VI της MARPOL, αρχίζουν να ισχύουν στις 19 Μαΐου 2005.

(10)  Με το Παράρτημα VI της MARPOL προβλέπεται ότι ορισμένες περιοχές θα χαρακτηρισθούν ως περιοχές ελέγχου των εκπομπών οξειδίου του θείου (στο εξής "περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx"). Χαρακτηρίζεται ήδη η Βαλτική Θάλασσα ως τέτοια περιοχή. Μετά από συζητήσεις στο πλαίσιο του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ), επιτεύχθηκε κατ" αρχήν συμφωνία για τον χαρακτηρισμό της Βόρειας Θάλασσας, συμπεριλαμβανομένης της Μάγχης, ως περιοχής ελέγχου των εκπομπών SOx μετά την έναρξη ισχύος του Παραρτήματος VI.

(11)  Δεδομένου του παγκόσμιου χαρακτήρα των θαλάσσιων μεταφορών πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια για την εξεύρεση λύσεων σε διεθνές επίπεδο. Τόσο η Επιτροπή όσο και τα κράτη μέλη οφείλουν να επιδιώξουν να εξασφαλίσουν εντός του ΔΝΟ παγκόσμια μείωση της μέγιστης επιτρεπόμενης περιεκτικότητας σε θείο των καυσίμων πλοίων, μεταξύ άλλων εξετάζοντας εάν θα ήταν σκόπιμο να οριστούν νέες θαλάσσιες περιοχές ως περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx κατά το Παράρτημα VI της Σύμβασης MARPOL.

(12)  Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, είναι αναγκαία η επιβολή της τήρησης των υποχρεώσεων που αφορούν την περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο. Για να εξασφαλισθεί η αξιόπιστη εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, απαιτούνται ουσιαστική δειγματοληψία και αποτρεπτικές κυρώσεις σε ολόκληρη την Κοινότητα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβαίνουν σε ενέργειες επιβολής του νόμου για τα σκάφη που φέρουν τη σημαία τους και για τα σκάφη κάθε σημαίας που καταπλέουν στους λιμένες τους. Είναι επίσης σκόπιμο να συνεργάζονται στενά τα κράτη μέλη προκειμένου να προβαίνουν σε πρόσθετες ενέργειες επιβολής του νόμου για άλλα σκάφη, σύμφωνα με το διεθνές ναυτιλιακό δίκαιο.

(13)  Προκειμένου να δοθεί επαρκής χρόνος στο ναυτιλιακό κλάδο για την τεχνική προσαρμογή ώστε το μέγιστο όριο θείου κατά βάρος να είναι 0,1% των καυσίμων πλοίων που χρησιμοποιούνται από σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας και από σκάφη ελλιμενισμένα σε κοινοτικούς λιμένες, η ημερομηνία εφαρμογής της απαίτησης αυτής θα πρέπει να είναι η 1η Ιανουαρίου 2010. Επειδή η προθεσμία αυτή ενδέχεται να θέσει τεχνικά προβλήματα στην Ελλάδα, είναι σκόπιμο να εφαρμοσθεί προσωρινή παρέκκλιση για ορισμένα συγκεκριμένα σκάφη που εκτελούν δρομολόγια εντός της ελληνικής επικράτειας.

(14)  Η παρούσα οδηγία πρέπει να θεωρηθεί ως το πρώτο στάδιο της εξελισσόμενης διαδικασίας για τη μείωση των εκπομπών θείου στη θάλασσα, προσφέροντας προοπτικές για περαιτέρω μειώσεις των εκπομπών μέσω χαμηλοτέρων ορίων θείου και τεχνολογιών μείωσης και για την ανάπτυξη οικονομικών μέσων ως κινήτρων για την επίτευξη σημαντικών μειώσεων.

(15)  Είναι ουσιώδες να ενισχυθούν οι θέσεις των κρατών μελών στις διαπραγματεύσεις του ΔΝΟ, ιδίως προκειμένου να προωθηθεί, στη φάση αναθεώρησης του Παραρτήματος VI της MARPOL 73/78, η εξέταση περισσότερο φιλόδοξων μέτρων όσον αφορά αυστηρότερα όρια για το θείο στο βαρύ μαζούτ που χρησιμοποιείται από τα πλοία και η χρήση ισοδύναμων εναλλακτικών μέτρων μείωσης των εκπομπών.

(16)  Η Συνέλευση του ΔΝΟ, με το ψήφισμα A.926(22), κάλεσε τις κυβερνήσεις, ιδίως στις περιοχές όπου έχουν ορισθεί περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx, να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα καυσίμων πλοίων χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο εντός της δικαιοδοσίας τους και να ζητήσουν από τις βιομηχανίες πετρελαίου και ναυπήγησης να διευκολύνουν τη διαθεσιμότητα και χρήση καυσίμων πλοίων χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο. Τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε οι τοπικοί προμηθευτές καυσίμων πλοίων να διαθέτουν καύσιμα που ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές σε επαρκείς ποσότητες για την κάλυψη της ζήτησης.

(17)  Ο ΔΝΟ έχει θεσπίσει κατευθυντήριες γραμμές για τη δειγματοληψία του μαζούτ για τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς το Παράρτημα VI της MARPOL και οφείλει να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές για συστήματα καθαρισμού των καυσαερίων και άλλες τεχνολογικές μεθόδους για τον περιορισμό των εκπομπών SOx στις περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx.

(18)  Με την οδηγία 2001/80/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων(10) αναδιατυπώνεται η οδηγία 88/609/EΟΚ του Συμβουλίου(11). Η οδηγία 1999/32/EΚ θα πρέπει να αναθεωρηθεί αντιστοίχως, όπως προβλέπει το άρθρο 3, παράγραφος 4 αυτής.

(19)  Είναι σκόπιμο η επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία, η οποία έχει θεσπισθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2099/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(12), να συνδράμει την Επιτροπή στο πλαίσιο της έγκρισης τεχνολογιών μείωσης των εκπομπών.

(20)  Οι τεχνολογίες μείωσης των εκπομπών, εάν δεν έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στα οικοσυστήματα και έχουν αναπτυχθεί με τους κατάλληλους μηχανισμούς έγκρισης και ελέγχου, μπορούν να προσφέρουν τουλάχιστον ισοδύναμες ή και μεγαλύτερες μειώσεις εκπομπών από ό,τι η χρήση καυσίμων χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο. Έχει ουσιώδη σημασία να υπάρχουν οι σωστές συνθήκες για να προωθείται η ανάδειξη νέων τεχνολογιών μείωσης των εκπομπών.

(21)  Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια στη Θάλασσα θα πρέπει να συνδράμει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, ανάλογα με την περίπτωση, στην παρακολούθηση της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(22)  Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(13).

(23)  Η οδηγία 1999/32/ΕΚ θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 1999/32/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.  Στο άρθρο 1, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο :

"

2.  Η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του θείου, οι οποίες οφείλονται στην καύση ορισμένων υγρών καυσίμων παραγώγων πετρελαίου επιτυγχάνεται με την επιβολή ορίων περιεκτικότητας των εν λόγω καυσίμων σε θείο, ως προϋπόθεση για τη χρήση τους εντός της επικράτειας, των χωρικών υδάτων και των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών ή των ζωνών ελέγχου της ρύπανσης των κρατών μελών.

Ωστόσο, οι περιορισμοί στην περιεκτικότητα σε θείο ορισμένων υγρών καυσίμων παραγώγων πετρελαίου, οι οποίοι θεσπίζονται με την παρούσα οδηγία, δεν ισχύουν για:

   α) τα καύσιμα που προορίζονται για έρευνα και δοκιμές,
   β) τα καύσιμα που προορίζονται να υποστούν επεξεργασία πριν από την τελική καύση,
   γ) τα καύσιμα που προορίζονται να υποστούν επεξεργασία στη βιομηχανία διύλισης,
  δ) τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται και διατίθενται στην αγορά στις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Κοινότητας, εφόσον τα κράτη μέλη μπορούν να εξασφαλίσουν ότι στις περιοχές αυτές:
   τηρούνται τα πρότυπα ποιότητας του αέρα,
   το βαρύ μαζούτ δεν χρησιμοποιείται εάν η περιεκτικότητά του σε θείο υπερβαίνει το 3% κατά μάζα,
   ε) τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται από πολεμικά πλοία και άλλα σκάφη που εκτελούν στρατιωτική υπηρεσία. Ωστόσο, με τη θέσπιση κατάλληλων μέτρων τα οποία δεν δυσχεραίνουν την επιχειρησιακή δραστηριότητα ή ικανότητα των εν λόγω πλοίων, τα κράτη μέλη επιδιώκουν να διασφαλίζουν ότι τα πλοία αυτά λειτουργούν κατά τρόπο συμβιβαζόμενο με την παρούσα οδηγία, εφόσον αυτό είναι εύλογο και πρακτικά εφικτό,
   στ) οιαδήποτε χρήση καυσίμων σε σκάφος που είναι αναγκαία ειδικά για την ασφάλεια των πλοίων ή για τη διάσωση ανθρώπινων ζωών στη θάλασσα,
   ζ) οιαδήποτε χρήση καυσίμων σε πλοίο που καθίσταται αναγκαία λόγω βλάβης του σκάφους ή του εξοπλισμού του, υπό τον όρο ότι, μετά την εμφάνιση της βλάβης, έχουν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα για την πρόληψη ή την ελαχιστοποίηση των υπερβολικών εκπομπών και ότι λαμβάνονται, το ταχύτερο δυνατό, μέτρα για την αποκατάσταση της βλάβης. Τούτο δεν εφαρμόζεται εάν ο πλοιοκτήτης ή ο πλοίαρχος προκάλεσαν τη βλάβη εκ προθέσεως ή εξ αμελείας,
   η) τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται σε σκάφη τα οποία χρησιμοποιούν εγκεκριμένες τεχνολογίες μείωσης των εκπομπών σύμφωνα με το άρθρο 4γ.

"

2.  Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:


3ζ) τακτικό δρομολόγιο: σειρά διαπλεύσεων επιβατηγού πλοίου που εξυπηρετεί τη συγκοινωνία μεταξύ των αυτών δύο ή περισσότερων λιμανιών, ή σειρά ταξιδιών από και προς το ίδιο λιμάνι χωρίς ενδιάμεσες στάσεις, είτε:
3η) πολεμικό πλοίο: πλοίο το οποίο ανήκει στις ένοπλες δυνάμεις ενός κράτους και φέρει τα εξωτερικά χαρακτηριστικά που διακρίνουν τέτοια πλοία της εθνικότητάς του, υπό τη διοίκηση αξιωματικού δεόντως τοποθετημένου από την κυβέρνηση του κράτους και του οποίου το όνομα εμφαίνεται στη σχετική επετηρίδα ή ανάλογο πίνακα, και το οποίο πλοίο είναι επανδρωμένο με πλήρωμα που τελεί υπό κανονική στρατιωτική πειθαρχία,
3θ) ελλιμενισμένα πλοία: πλοία που βρίσκονται ασφαλώς προσδεδεμένα ή αγκυροβολημένα σε κοινοτικό λιμένα κατά τη διάρκεια της παραμονής τους για φόρτωση, εκφόρτωση ή διανυκτέρευση, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου που διανύουν όταν δεν εκτελούν εργασίες φορτοεκφόρτωσης,
3ι) σκάφος εσωτερικής ναυσιπλοΐας: σκάφος που προορίζεται ιδίως να χρησιμοποιηθεί σε εσωτερική πλωτή οδό, όπως ορίζεται στην οδηγία 82/714/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 4ης Οκτωβρίου 1982, για τη θέσπιση τεχνικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας *, συμπεριλαμβανομένων όλων των σκαφών που διαθέτουν:
3ια) διάθεση στην αγορά: η προμήθεια ή η διάθεση σε τρίτους, επί πληρωμή ή δωρεάν, οπουδήποτε εντός της δικαιοδοσίας των κρατών μελών, καυσίμων πλοίων προς καύση επ'αυτών. Εξαιρείται η προμήθεια ή η διάθεση καυσίμων πλοίων προς εξαγωγή στις δεξαμενές φορτίου των πλοίων,
3ιβ) εξόχως απόκεντρες περιοχές της Κοινότητας: τα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα, οι Αζόρες, η Μαδέρα και οι Κανάριες Νήσοι, όπως προβλέπεται στο άρθρο 299 της Συνθήκης,
3ιγ) τεχνολογία μείωσης των εκπομπών: σύστημα καθαρισμού των καυσαερίων ή κάθε άλλη εξακριβώσιμη και υποχρεωτικά εφαρμόσιμη τεχνολογική μέθοδος.
___________________________
* ΕΕ L 301 της 28.10.1982, σ. 1. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την Πράξη προσχώρησης του 2003"
   α) Στο σημείο 1, η πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο :"
   - κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του πετρελαίου, πλην των καυσίμων των πλοίων, το οποίο υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 2710 19 51 έως 2710 19 69, ή
"
   β) Στο σημείο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
πετρέλαιο εσωτερικής καύσης:
   κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του πετρελαίου, πλην των καυσίμων των πλοίων, το οποίο υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 2710 19 25, 2710 19 29 ή 2710 19 45 ή 2710 19 49, ή
   κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του πετρελαίου, πλην των καυσίμων των πλοίων, του οποίου λιγότερο από το 65% κατ" όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 250°C και του οποίου τουλάχιστον 85% κατ" όγκον (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 350°C με τη μέθοδο ASTM D86.
"
   γ) Το σημείο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
   3) καύσιμο πλοίων: κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του πετρελαίου που προορίζεται για πλοία ή χρησιμοποιείται επ" αυτών, συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων που ορίζονται στο πρότυπο ISO 8217,
"
   δ) Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία :"
3α) ντίζελ πλοίων: κάθε καύσιμο πλοίων του οποίου το ιξώδες ή η πυκνότητα εμπίπτουν στο εύρος του ιξώδους ή της πυκνότητας που καθορίζονται για τις ποιότητες DMB και DMC στον πίνακα I του ISO 8217,
3β) πετρέλαιο εσωτερικής καύσης πλοίων: κάθε καύσιμο πλοίων του οποίου το ιξώδες ή η πυκνότητα εμπίπτουν στο εύρος του ιξώδους ή της πυκνότητας που καθορίζονται για τις ποιότητες DMX και DMA στον πίνακα I του ISO 8217,
3γ) MARPOL: η Διεθνής Σύμβαση για την πρόληψη ρύπανσης από πλοία του 1973, όπως τροποποιήθηκε από το σχετικό Πρωτόκολλο του 1978,
3δ) Παράρτημα VI της MARPOL: το Παράρτημα με τίτλο "Κανονισμοί για την πρόληψη ρύπανσης του αέρα από πλοία", το οποίο προστίθεται στη MARPOL με το Πρωτόκολλο του 1997,
3ε) Περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx: θαλάσσιες περιοχές που ορίζονται με αυτόν τον τρόπο από το Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΔΝΟ) δυνάμει του Παραρτήματος VI της MARPOL,
3στ) Επιβατηγά πλοία: πλοία που μεταφέρουν περισσότερους από 12 επιβάτες· ως επιβάτης νοείται οιοδήποτε άτομο, εκτός από:
   i) τον πλοίαρχο και τα μέλη του πληρώματος ή άλλα άτομα που απασχολούνται ή έχουν προσληφθεί υπό οποιαδήποτε ιδιότητα στο πλοίο για τις ανάγκες του εν λόγω πλοίου, και
   ii) παιδιά κάτω του ενός έτους,
   i) σύμφωνα με δημοσιευμένο πρόγραμμα, είτε
   ii) όταν οι διαπλεύσεις είναι τόσο τακτικές ή συχνές που να συνιστούν αναγνωρίσιμο πρόγραμμα,
   i) κοινοτικό πιστοποιητικό εσωτερικής ναυσιπλοΐας, όπως ορίζεται στην οδηγία 82/714/ΕΟΚ,
   ii) πιστοποιητικό που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 22 της Αναθεωρημένης Σύμβασης για τη Ναυσιπλοΐα του Ρήνου,
   ε) Το σημείο 6 απαλείφεται.

3.  Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"

Άρθρο 3

Μέγιστη περιεκτικότητα του βαρέος μαζούτ σε θείο

1.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν ότι, από την 1η Ιανουαρίου 2003, δεν χρησιμοποιείται, εντός της επικράτειάς τους, βαρύ μαζούτ περιεκτικότητας σε θείο άνω του 1% κατά μάζα.

2. (i)  Με την επιφύλαξη της κατάλληλης παρακολούθησης των εκπομπών εκ μέρους των αρμόδιων αρχών, η απαίτηση αυτή δεν εφαρμόζεται για το βαρύ μαζούτ που χρησιμοποιείται:

   α) στις εγκαταστάσεις καύσης, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2001/80/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων*, οι οποίες θεωρούνται νέες εγκαταστάσεις σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 2, παράγραφος 9, της εν λόγω οδηγίας και οι οποίες τηρούν τις οριακές τιμές εκπομπών διοξειδίου του θείου που ισχύουν για αυτές τις εγκαταστάσεις, ισχύοντα κατά τα οριζόμενα στο Παράρτημα ΙV, και σύμφωνα με το άρθρο 4 αυτής,
   β) στις εγκαταστάσεις καύσης, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2001/80/ΕΚ, οι οποίες θεωρούνται υφιστάμενες εγκαταστάσεις σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 2, παράγραφος 10 της εν λόγω οδηγίας, όταν οι εκπεμπόμενες από αυτές ποσότητες διοξειδίου του θείου είναι το πολύ 1.700 mg/Nm³, όταν το καυσαέριο έχει περιεκτικότητα οξυγόνου 3% κατ" όγκο σε ξηρή βάση, και όταν, από την 1η Ιανουαρίου 2008, οι εκπεμπόμενες ποσότητες διοξειδίου του θείου από τις εγκαταστάσεις καύσης που εμπίπτουν στο άρθρο 4, παράγραφος 3, στοιχείο α) της οδηγίας 2001/80/ΕΚ είναι ίσες ή μικρότερες από εκείνες οι οποίες προκύπτουν λόγω συμμόρφωσης προς τις οριακές τιμές εκπομπών διοξειδίου του θείου για νέες εγκαταστάσεις που περιέχονται στο Μέρος A του Παραρτήματος IV της εν λόγω οδηγίας, καθώς και όταν είναι σκόπιμο να εφαρμόζονται τα άρθρα 5, 7 και 8 αυτής,
   γ) σε άλλες εγκαταστάσεις καύσης, οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του στοιχείου α) ή του στοιχείου β), όταν οι εκπεμπόμενες από αυτές ποσότητες διοξειδίου του θείου δεν υπερβαίνουν τα 1.700 mg/Nm³, όταν το καυσαέριο έχει περιεκτικότητα οξυγόνου 3% κατ" όγκο σε ξηρή βάση,
   δ) για την καύση σε διυλιστήρια, όταν ο μηνιαίος μέσος όρος των εκπομπών διοξειδίου του θείου όλων των εγκαταστάσεων του διυλιστηρίου, ανεξαρτήτως του τύπου του χρησιμοποιούμενου καυσίμου ή συνδυασμού καυσίμων, είναι εντός ορίου το οποίο ορίζει κάθε κράτος μέλος και το οποίο δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 1.700 mg/Nm³. Αυτό δεν εφαρμόζεται σε εγκαταστάσεις καύσης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του στοιχείου α) ή, από την 1η Ιανουαρίου 2008, στις εγκαταστάσεις καύσης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του στοιχείου β).

(ii)  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν ότι οι εγκαταστάσεις καύσης που χρησιμοποιούν βαρύ μαζούτ με συγκέντρωση σε θείο μεγαλύτερη από την προβλεπόμενη στην παράγραφο 1 λειτουργούν μόνο με άδεια εκδιδόμενη από την αρμόδια αρχή, στην οποία ορίζονται τα όρια εκπομπής.

3.  Οι διατάξεις της παραγράφου 2 επανεξετάζονται και, εάν χρειάζεται, τροποποιούνται, υπό το πρίσμα κάθε μελλοντικής τροποποίησης της οδηγίας 2001/80/EΚ.

___________________________

* ΕΕ L 309 της 27.11.2001, σ. 1. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την Πράξη προσχώρησης του 2003

"

4.  Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

  α) Από την 1η Ιανουαρίου 2010:
   i) στην παράγραφο 1, απαλείφονται οι λέξεις "περιλαμβανομένου και του ντίζελ πλοίων,",
   ii) η παράγραφος 2 απαλείφεται.
   β) Από την …(14), οι παράγραφοι 3 και 4 απαλείφονται.

5.  Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

"

Άρθρο 4α

Μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων πλοίων που χρησιμοποιούνται σε περιοχές ελέγχου των εκπομπών SΟx και από επιβατηγά πλοία που εκτελούν τακτικά δρομολόγια από ή προς λιμένες της Κοινότητας.

1.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν ότι, στα χωρικά τους ύδατα, στις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες τους και στις ζώνες τους ελέγχου ρύπανσης που ανήκουν σε περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx, δεν χρησιμοποιούνται καύσιμα πλοίων εάν η περιεκτικότητα των καυσίμων αυτών σε θείο υπερβαίνει το 1,5% κατά μάζα. Αυτό ισχύει για όλα τα σκάφη κάθε σημαίας, συμπεριλαμβανομένων των σκαφών το ταξίδι των οποίων άρχισε εκτός της Κοινότητας.

2.  Οι ημερομηνίες εφαρμογής για την παράγραφο 1 είναι οι ακόλουθες:

   α) για την περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας που αναφέρεται στον κανονισμό 14, παράγραφος 3, στοιχείο α), του Παραρτήματος VI της MARPOL, …(15)*,
  β) για τη Βόρεια Θάλασσα:

εάν η ημερομηνία αυτή είναι προγενέστερη·
   12 μήνες μετά την έναρξη ισχύος του ορισμού ΔΝΟ, σύμφωνα με τις θεσμοθετημένες διαδικασίες, ή
   (16)**,
   γ) για οιεσδήποτε άλλες θαλάσσιες περιοχές, συμπεριλαμβανομένων των λιμένων, τις οποίες ο ΔΝΟ ορίζει μεταγενεστέρως ως περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx κατά τον κανονισμό 14, παράγραφος 3, στοιχείο β), του Παραρτήματος VI της MARPOL, ...(17).

3.  Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για την επιβολή της εφαρμογής της παραγράφου 1 τουλάχιστον όσον αφορά:

   - τα σκάφη που φέρουν τη σημαία τους, και
   - στην περίπτωση κρατών μελών που συνορεύουν με περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx, τα σκάφη κάθε σημαίας ενόσω βρίσκονται στους λιμένες τους.

Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβαίνουν σε πρόσθετες ενέργειες επιβολής του νόμου για άλλα σκάφη, σύμφωνα με το διεθνές ναυτιλιακό δίκαιο.

4.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι, από την ημερομηνία που εμφαίνεται στην παράγραφο 2, στοιχείο α), δεν χρησιμοποιούνται στα χωρικά τους ύδατα, στις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες τους και στις ζώνες τους ελέγχου της ρύπανσης, από επιβατηγά πλοία που εκτελούν τακτικά δρομολόγια από ή προς οποιονδήποτε κοινοτικό λιμένα, καύσιμα πλοίων των οποίων η περιεκτικότητα σε θείο υπερβαίνει το 1,5% κατά μάζα. Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για την επιβολή της εφαρμογής απαίτησης αυτής τουλάχιστον όσον αφορά τα σκάφη που φέρουν τη σημαία τους και τα σκάφη κάθε σημαίας ενόσω βρίσκονται στους λιμένες τους.

5.  Από την ημερομηνία που εμφαίνεται στην παράγραφο 2, στοιχείο α), τα κράτη μέλη απαιτούν τη σωστή συμπλήρωση των ημερολογίων των πλοίων, συμπεριλαμβανομένων των εργασιών αλλαγής καυσίμου, ως προϋπόθεση για την είσοδο των πλοίων σε λιμένες της Κοινότητας.

6.  Από την ημερομηνία που εμφαίνεται στην παράγραφο 2, στοιχείο α), και σύμφωνα με το άρθρο 18 του Παραρτήματος VI της MARPOL, τα κράτη μέλη

   τηρούν μητρώο των τοπικών προμηθευτών καυσίμων πλοίων,
   εξασφαλίζουν ότι η περιεκτικότητα σε θείο όλων των καυσίμων πλοίων που πωλούνται στην επικράτειά τους αναγράφεται στο δελτίο παράδοσης του προμηθευτή που συνοδεύεται από σφραγισμένο δείγμα και φέρει υπογραφή του εκπροσώπου του παραλαμβάνοντος πλοίου,
   λαμβάνουν τα δέοντα μέτρα κατά των προμηθευτών καυσίμων πλοίων για τους οποίους διαπιστώνεται ότι παραδίδουν καύσιμα που δεν συμφωνούν με όσα μνημονεύονται στο δελτίο παράδοσης του προμηθευτή,
   εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται τα δέοντα μέτρα επανόρθωσης ώστε τα καύσιμα πλοίων που δεν είναι σύμφωνα με τις προδιαγραφές να συμμορφωθούν με αυτές.

7.  Από την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 2, στοιχείο (α), τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι δεν διατίθεται στην αγορά, στην επικράτειά τους, ντίζελ πλοίων, εάν η περιεκτικότητα σε θείο του εν λόγω ντίζελ πλοίων υπερβαίνει το 1,5% κατά μάζα.

8.  Η Επιτροπή κοινοποιεί στα κράτη μέλη τις ημερομηνίες εφαρμογής που αναφέρονται στην παράγραφο 2, στοιχείο (β) και δημοσιεύει τις εν λόγω ημερομηνίες στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4β

Μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων πλοίων που χρησιμοποιούνται από σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας και από σκάφη ελλιμενισμένα σε κοινοτικούς λιμένες

1.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι, από την 1η Ιανουαρίου 2010, τα εξής σκάφη δεν χρησιμοποιούν καύσιμα πλοίων με περιεκτικότητα σε θείο που να υπερβαίνει το 0,1% κατά μάζα:

   α) σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας, και
   β) πλοία ελλιμενισμένα σε κοινοτικούς λιμένες· παρέχεται στο πλήρωμα επαρκής χρόνος για να ολοκληρώσει κάθε αναγκαία αλλαγή καυσίμου, το συντομότερο δυνατόν, μετά την άφιξη στη θέση ελλιμενισμού και, όσο το δυνατόν αργότερα, πριν από την αναχώρηση.

Τα κράτη μέλη απαιτούν να καταχωρίζεται στα ημερολόγια των πλοίων κάθε αλλαγή καυσίμου.

2.  Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται:

   α) όταν, σύμφωνα με τα δημοσιευμένα προγράμματα δρομολογίων, τα πλοία αναμένεται να παραμείνουν ελλιμενισμένα για λιγότερο από δύο ώρες,
   β) στα σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας που διαθέτουν πιστοποιητικό συμμόρφωσης προς τη Διεθνή Σύμβαση για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα του 1974, όπως τροποποιήθηκε, ενόσω τα σκάφη αυτά βρίσκονται στη θάλασσα,
   γ) μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2012, για τα σκάφη τα οποία απαριθμούνται στο Παράρτημα και τα οποία εκτελούν υπηρεσία αποκλειστικά εντός της ελληνικής επικράτειας,
   δ) στα πλοία που κλείνουν όλες τις μηχανές και συνδέονται με παροχή ηλεκτρικής ενεργείας όσο είναι ελλιμενισμένα.

3.  Από την 1η Ιανουαρίου 2010, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι δεν διατίθεται στην αγορά, εντός της επικράτειάς τους, πετρέλαιο εσωτερικής καύσης πλοίων, εάν η περιεκτικότητα σε θείο του εν λόγω πετρελαίου εσωτερικής καύσης πλοίων υπερβαίνει το 0,1 % κατά μάζα.

Άρθρο 4γ

Δοκιμές και χρήση νέων τεχνολογιών μείωσης των εκπομπών

1.  Κράτη μέλη, σε συνεργασία με άλλα κράτη μέλη, κατά περίπτωση, μπορούν να εγκρίνουν δοκιμές τεχνολογιών μείωσης των εκπομπών σε σκάφη που φέρουν τη σημαία τους ή στις θαλάσσιες περιοχές εντός της δικαιοδοσίας τους. Κατά τις δοκιμές αυτές, δεν είναι υποχρεωτική η χρησιμοποίηση καυσίμων πλοίων που πληρούν τις απαιτήσεις των άρθρων 4α και 4β, υπό τον όρον ότι:

   στην Επιτροπή και σε κάθε ενδιαφερόμενο κράτος λιμένα απευθύνεται κοινοποίηση γραπτώς τουλάχιστον 6 μήνες πριν από την έναρξη των δοκιμών,
   η διάρκεια της άδειας για τη διενέργεια των δοκιμών δεν υπερβαίνει τους 18 μήνες,
   όλα τα πλοία τα οποία συμμετέχουν στις δοκιμές είναι εφοδιασμένα με απαραβίαστο εξοπλισμό για τη συνεχή παρακολούθηση των εκπομπών καυσαερίων και τον χρησιμοποιούν καθ" όλη τη διάρκεια των δοκιμών,
   όλα τα πλοία τα οποία συμμετέχουν στις δοκιμές επιτυγχάνουν μειώσεις των εκπομπών τουλάχιστον ισοδύναμες προς εκείνες που θα μπορούσαν να επιτευχθούν μέσω των ορίων περιεκτικότητας του καυσίμου σε θείο που καθορίζονται με την παρούσα οδηγία,
   υπάρχουν τα κατάλληλα συστήματα διαχείρισης αποβλήτων για όλα τα απόβλητα που παράγονται από τις τεχνολογίες μείωσης των εκπομπών καθ" όλη τη διάρκεια της δοκιμής,
   διενεργείται εκτίμηση των επιπτώσεων στο θαλάσσιο περιβάλλον, ιδίως όσον αφορά τα οικοσυστήματα σε περίκλειστους εσωτερικούς και σε εξωτερικούς λιμένες και εκβολές ποταμών καθ" όλη τη διάρκεια της δοκιμής, και
   παρέχονται στην Επιτροπή και δημοσιεύονται πλήρη αποτελέσματα, εντός 6 μηνών από το τέλος των δοκιμών.

2.  Οι τεχνολογίες μείωσης των εκπομπών για τα πλοία που φέρουν σημαία κράτους μέλους εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 3, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2099/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, για την επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS)*, λαμβάνοντας υπόψη:

   τις κατευθυντήριες γραμμές που θα συντάξει ο ΔΝΟ,
   τα αποτελέσματα τυχόν δοκιμών που έχουν διενεργηθεί δυνάμει της παραγράφου 1,
   τις συνέπειες για το περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων των εφικτών μειώσεων των εκπομπών και τις επιπτώσεις στα οικοσυστήματα σε περίκλειστους εσωτερικούς και σε εξωτερικούς λιμένες και εκβολές ποταμών,
   τη δυνατότητα παρακολούθησης και εξακρίβωσης.

3.  Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 9, παράγραφος 2, καθορίζονται κριτήρια για τη χρήση τεχνολογιών μείωσης των εκπομπών από τα πλοία κάθε σημαίας σε περίκλειστους εσωτερικούς και σε εξωτερικούς λιμένες και εκβολές ποταμών στην Κοινότητα. Η Επιτροπή γνωστοποιεί τα κριτήρια αυτά στον ΔΝΟ.

4.  Αντί της χρήσης καυσίμων πλοίων με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο που πληρούν τις απαιτήσεις των άρθρων 4α και 4β, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στα πλοία να χρησιμοποιούν εγκεκριμένες τεχνολογίες μείωσης των εκπομπών, υπό τον όρο ότι τα εν λόγω πλοία:

   επιτυγχάνουν συνεχώς μειώσεις των εκπομπών οι οποίες είναι τουλάχιστον ισοδύναμες προς εκείνες που θα μπορούσαν να επιτευχθούν μέσω των ορίων περιεκτικότητας του καυσίμου σε θείο που προβλέπει η παρούσα οδηγία,
   έχουν εγκατεστημένο εξοπλισμό συνεχούς παρακολουθήσεως των εκπομπών και
   αποδεικνύουν σαφώς ότι τα τυχόν απόβλητα που απορρίπτουν σε περίκλειστους εσωτερικούς και σε εξωτερικούς λιμένες και εκβολές ποταμών, δεν έχουν επιπτώσεις επί των οικοσυστημάτων, βάσει κριτηρίων τα οποία οι αρχές του κράτους του λιμένα γνωστοποιούν στον ΔΝΟ.
  

________________________

  

* ΕΕ L 324 της 29.11.2002, σ. 1. Κανονισμός ο οποίος τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 415/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 68 της 6.3.2004, σ. 10).

"

6.  Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

   α) Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος :"
1α. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζουν ότι η περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο είναι σύμφωνη προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στις σχετικές διατάξεις των άρθρων 4α και 4β.
   δειγματοληψία του καυσίμου πλοίων που προορίζεται για καύση επί των πλοίων κατά την παράδοση του στα πλοία, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του ΔΝΟ, και ανάλυση της περιεκτικότητάς του σε θείο,
   δειγματοληψία και ανάλυση της περιεκτικότητας σε θείο του καυσίμου πλοίων που προορίζεται για καύση επί των πλοίων και το οποίο περιέχεται σε δεξαμενές, εφόσον είναι εφικτό, και σε σφραγισμένα δείγματα καυσίμων επί των πλοίων,
   επιθεώρηση των ημερολογίων των πλοίων και των δελτίων παράδοσης καυσίμων.

Η δειγματοληψία αρχίζει από την ημερομηνία κατά την οποία τίθεται σε ισχύ το σχετικό όριο για τη μέγιστη περιεκτικότητα του καυσίμου σε θείο. Διεξάγεται με επαρκή συχνότητα, σε επαρκείς ποσότητες και κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι τα δείγματα είναι αντιπροσωπευτικά του εξεταζόμενου καυσίμου και του καυσίμου που χρησιμοποιείται από τα πλοία ενώ βρίσκονται σε σχετικές θαλάσσιες περιοχές, λιμένες και εσωτερικές πλωτές οδούς.
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επίσης εύλογα μέτρα, ανάλογα με την περίπτωση, για να παρακολουθούν την περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων πλοίων, πλην εκείνων για τα οποία εφαρμόζονται τα άρθρα 4α και 4β."
   β) Στην παράγραφο 2, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
   α) τη μέθοδο ISO 8754 (1992) και τη μέθοδο PrEN ISO 14596 για το βαρύ μαζούτ και τα καύσιμα πλοίων,
"

7.  Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"

Άρθρο 7

Σύνταξη εκθέσεων και επανεξέταση

1.  Με βάση τα αποτελέσματα της δειγματοληψίας, της ανάλυσης και των επιθεωρήσεων που διενεργούνται σύμφωνα με το άρθρο 6, τα κράτη μέλη, έως τις 30 Ιουνίου κάθε έτους, υποβάλλουν στην Επιτροπή σύντομη έκθεση σχετικά με την περιεκτικότητα σε θείο των υγρών καυσίμων τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και τα οποία χρησιμοποιήθηκαν εντός της επικράτειάς τους κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Η έκθεση αυτή αναφέρει τον συνολικό αριθμό δειγμάτων που ελέγχθηκαν ανά τύπο καυσίμου καθώς και την αντίστοιχη ποσότητα καυσίμου που χρησιμοποιήθηκε και την υπολογισμένη μέση περιεκτικότητα σε θείο. Τα κράτη μέλη αναφέρουν επίσης τον αριθμό των επιθεωρήσεων που διενεργήθηκαν επί των πλοίων, καθώς και τη μέση περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων πλοίων τα οποία χρησιμοποιούνται στην επικράτειά τους και τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας στις.....(18)

2.  Με βάση, μεταξύ άλλων:

   α) τις ετήσιες εκθέσεις οι οποίες υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1,
   β) τις παρατηρούμενες τάσεις της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα, της οξίνισης, του κόστους των καυσίμων και της μεταστροφής από έναν τρόπο μεταφοράς σε άλλον, και
   γ) την πρόοδο όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών οξειδίων του θείου από τα πλοία μέσω των μηχανισμών του ΔΝΟ, κατόπιν των σχετικών κοινοτικών πρωτοβουλιών,
   δ) νέα ανάλυση κόστους-αποτελεσματικότητας, συμπεριλαμβανομένων των άμεσων και έμμεσων θετικών επιπτώσεων στο περιβάλλον, των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 4α, παράγραφος 4, και τυχόν μέτρων για περαιτέρω μείωση των εκπομπών,
   ε) την εφαρμογή του άρθρου 4γ,
  

η Επιτροπή, έως το 2008, υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Η Επιτροπή μπορεί να συνοδεύσει την εν λόγω έκθεση με προτάσεις τροποποίησης της παρούσας οδηγίας, ιδίως όσον αφορά ένα δεύτερο στάδιο οριακών τιμών για το θείο, οι οποίες θεσπίζονται για κάθε κατηγορία καυσίμου και, λαμβάνοντας υπόψη τις εργασίες στο πλαίσιο του ΔΝΟ, τις θαλάσσιες περιοχές όπου πρέπει να χρησιμοποιούνται καύσιμα πλοίων με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο.

Η Επιτροπή αποδίδει ιδιαίτερη σημασία σε προτάσεις σχετικά με:

   α) τον ορισμό επιπρόσθετων περιοχών ελέγχου των εκπομπών SOx,
   β) τη μείωση ει δυνατόν σε 0,5% των ορίων περιεκτικότητας θείου για τα καύσιμα πλοίων που χρησιμοποιούνται στις περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx,
   γ) εναλλακτικά ή συμπληρωματικά μέτρα.

3.  Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005, η Επιτροπή υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τη ενδεχόμενη χρήση οικονομικών μέσων, τα οποία περιλαμβάνουν μηχανισμούς, όπως διαφοροποιημένες επιβαρύνσεις και χιλιομετρικά τέλη, εμπορεύσιμες άδειες εκπομπών και αντισταθμίσεις.

Η Επιτροπή μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο να υποβάλει προτάσεις για οικονομικά μέσα ως εναλλακτικά ή συμπληρωματικά μέτρα στο πλαίσιο της επανεξέτασης του 2008, υπό την προϋπόθεση ότι τα οφέλη για το περιβάλλον και την υγεία μπορούν να καταδειχθούν με σαφήνεια.

4.  Οι τροποποιήσεις που απαιτούνται για την τεχνική προσαρμογή του άρθρου 2, σημεία 1, 2, 3α, 3β και 4, ή του άρθρου 6, παράγραφος 2, υπό το πρίσμα της επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 9, παράγραφος 2. Οι προσαρμογές αυτές δεν οδηγούν σε άμεσες αλλαγές όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής ή τα όρια για την περιεκτικότητα των καυσίμων σε θείο που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

"

8.  Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"

Άρθρο 9

Διαδικασία επιτροπής

1.  Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2.  Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου*, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 6, της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται τρίμηνη.

3.  Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

_________________________

* ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

"

9.  Προστίθεται το κείμενο που περιέχεται στο Παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία μέχρι τις …(19). Πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Έγινε στις

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

"Παράρτημα

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΚΑΦΗ

ΟΝΟΜΑ ΣΚΑΦΟΥΣ

ΕΤΟΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ

ΔΝΟ

ARIADNE PALACE

2002

9221310

IKARUS PALACE

1997

9144811

KNOSSOS PALACE

2001

9204063

OLYMPIA PALACE

2001

9220330

PASIPHAE PALACE

1997

9161948

FESTOS PALACE

2001

9204568

EUROPA PALACE

2002

9220342

BLUE STAR I

2000

9197105

BLUE STAR II

2000

9207584

BLUE STAR ITHAKI

1999

9203916

BLUE STAR NAXOS

2002

9241786

BLUE STAR PAROS

2002

9241774

HELLENIC SPIRIT

2001

9216030

OLYMPIC CHAMPION

2000

9216028

LEFKA ORI

1991

9035876

SOPHOKLIS VENIZELOS

1990

8916607

"

(1) ΕΕ C 68 Ε της 18.3.2004, σ. 311.
(2) ΕΕ C 45 E της 25.2.2003, σ. 277.
(3) Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.
(4) ΕΕ C 45 Ε της 25.2.2003, σ. 277.
(5) ΕΕ C 208 της 3.9.2003, σ. 27.
(6) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 4ης Ιουνίου 2003, (ΕΕ C 68 Ε της 18.3.2004, σ. 311), κοινή θέση του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην ΕΕ) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Απριλίου 2005.
(7) ΕΕ L 242 της 10.9.2002, σ. 1.
(8) ΕΕ L 121 της 11.5.1999, σ. 13. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).
(9) ΕΕ L 309 της 27.11.2001, σ. 22). Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε με την Πράξη προσχώρησης του 2003.
(10) ΕΕ L 309 της 27.11.2001, σ. 1. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε με την Πράξη προσχώρησης του 2003.
(11) ΕΕ L 336 της 7.12.1988, σ. 1.
(12) ΕΕ L 324 της 29.11.2002, σ. 1. Κανονισμός ο οποίος τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 415/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 68 της 6.3.2004, σ. 10).
(13) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.
(14)* Ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.
(15)** Η 19η Μαΐου 2006 ή, εάν αργότερα, 12 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.
(16)*** 24 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.
(17)* 12 μήνες από την έναρξη ισχύος του ορισμού.
(18)* Ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.
(19)* 12 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.


Κυκλοφορία στην αγορά και χρήση του τολουολίου και τριχλωροβενζολίου ***I
PDF 395kWORD 50k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τους περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσης του τολουολίου και τριχλωροβενζολίου (εικοστή όγδοη τροποποίηση της οδηγίας 76/769/EΟΚ του Συμβουλίου) (COM(2004)0320 – C6-0030/2004 – 2004/0111(COD))
P6_TA(2005)0125A6-0005/2005

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2004)0320)(1),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0030/2004),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A6-0005/2005),

1.   εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.   ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Απριλίου 2005 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2005/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσης του τολουολίου και τριχλωροβενζολίου (εικοστή όγδοη τροποποίηση της οδηγίας 76/769/EΟΚ του Συμβουλίου)

P6_TC1-COD(2004)0111


ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης(3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Οι κίνδυνοι που ενέχουν για την υγεία και το περιβάλλον το τολουόλιο και το τριχλωροβενζόλιο (TCB) έχουν αξιολογηθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (EΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου της 23ης Μαρτίου 1993 για την αξιολόγηση και τον έλεγχο των κινδύνων από τις υπάρχουσες ουσίες(4). Με την αξιολόγηση του κινδύνου εντοπίστηκε η ανάγκη για μείωση αυτών των κινδύνων και η επιστημονική επιτροπή για την τοξικότητα, την οικοτοξικότητα και το περιβάλλον (CSTEE) επιβεβαίωσε αυτό το συμπέρασμα.

(2)  Στη σύσταση 2004/394/ΕΚ της Επιτροπής, της 29ης Απριλίου 2004, για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των κινδύνων και τις στρατηγικές περιορισμού των κινδύνων από τις ουσίες: ακετονιτρίλιο, ακρυλαμίδιο, ακρυλονιτρίλιο, ακρυλικό οξύ, βουταδιένιο, υδροφθόριο, υπεροξείδιο του υδρογόνου, μεθακρυλικό οξύ, μεθακρυλικό μεθύλιο, τολουόλιο, τριχλωροβενζόλιο(5), που εγκρίθηκε στο πλαίσιο του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 793/93, προτείνεται στρατηγική μείωσης του κινδύνου για το τολουόλιο και το TCB, με τη σύσταση περιορισμών για τη μείωση των κινδύνων από ορισμένες χρήσεις αυτών των χημικών ουσιών.

(3)  Προκειμένου να προστατευθούν η υγεία και το περιβάλλον, φαίνεται συνεπώς αναγκαίο να περιοριστεί η κυκλοφορία στην αγορά και η χρήση του τολουολίου και του TCB.

(4)  Η οδηγία 76/769/EΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιουλίου 1976 περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που αφορούν περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσεως μερικών επικινδύνων ουσιών και παρασκευασμάτων(6) θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(5)  Ο στόχος της παρούσας οδηγίας είναι η θέσπιση εναρμονισμένων διατάξεων για το τολουόλιο και το TCB, έτσι ώστε να επιτευχθεί η διαφύλαξη της εσωτερικής αγοράς και η εξασφάλιση προστασίας υψηλού επίπέδου της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος, όπως απαιτείται από το άρθρο 95 της Συνθήκης.

(6)  Η παρούσα οδηγία δεν επηρεάζει την κοινοτική νομοθεσία για τον καθορισμό ελάχιστων απαιτήσεων για την προστασία των εργαζομένων, όπως είναι η οδηγία 89/391/EΟΚ της 12ης Ιουνίου 1989 σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία(7), και οι ειδικές οδηγίες που βασίζονται σ" αυτή, ιδίως η οδηγία 2004/37/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που συνδέονται με την έκθεση σε καρκινογόνους και μεταλλαξιογόνους παράγοντες κατά την εργασία (έκτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)(8) και η οδηγία 98/24/EΚ της 7 Aπριλίου 1998 για την προστασία της υγείας και ασφαλείας των εργαζομένων κατά την εργασία από κινδύνους οφειλόμενους σε χημικούς παράγοντες (14η ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)(9),

ΕΞΕΔΩΣAN ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα της οδηγίας 76/769/EΟΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.  Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, το αργότερο έως τις...(10) τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Κοινοποιούν άμεσα στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την(11)*.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομέρειες της παραπομπής αυτής καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.  Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Έγινε στις

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Tα ακόλουθα σημεία [XX] έως [XX] προστίθενται στο παράρτημα I της οδηγίας 76/769/EΟΚ:

"[XX].

Tολουόλιο

CAS No. 108-88-3

Δεν μπορούν να διατίθενται στην αγορά ή να χρησιμοποιούνται ως ουσία ή συστατικό παρασκευασμάτων σε συγκέντρωση ίση ή μεγαλύτερη του 0.1 % ανά μάζα σε κολλητικές ουσίες και βαφές ψεκασμού που προορίζονται για πώληση στο ευρύ κοινό.

[XX].

Τριχλωροβενζόλιο

CAS No. 120-82-1

Δεν μπορούν να διατίθενται στην αγορά ή να χρησιμοποιούνται ως ουσία ή συστατικό παρασκευασμάτων σε συγκέντρωση ίση ή μεγαλύτερη του 0.1 % ανά μάζα για όλες τις χρήσεις εκτός της χρήσης

- ως ενδιάμεσου σύνθεσης

- ως διαλύτη διαδικασίας σε κλειστές χημικές εφαρμογές για αντιδράσεις χλωρίωσης, ή

- για την παρασκευή 1,3,5 - τρινιτρο - 2,4,6 - τριαμινοβενζολίου (TATB)."

(1) Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
(2) ΕΕ C 
(3) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Απριλίου 2005.
(4) ΕΕ L 84 της 5.4.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).
(5) ΕΕ L 144 της 30.4.2004, σ. 75. Διορθωτικό: ΕΕ L 199 της 7.6.2004, σ. 41.
(6) ΕΕ L 262 της 27.9.1976, σ. 201. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε την τελευταία φορά με την οδηγία 2004/98/EΚ της Επιτροπής (OJ L 305, της 1.10.2004, σ. 63).
(7) ΕΕ L 183 της 29.6.1989, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1882/2003.
(8) ΕΕ L 158 της 30.4.2004, σ.50. Διορθωτικό: ΕΕ L 229 της 29.6.2004, σ. 23.
(9) ΕΕ L 131 της 5.5.1998, σ. 11.
(10)* Δώδεκα μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.
(11)** Δεκαοχτώ μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.


Ετήσια στρατηγική έκθεση της Επιτροπής (προϋπολογισμός 2006)
PDF 404kWORD 81k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τον προϋπολογισμό 2006: η Ετήσια Στρατηγική Χάραξης Πολιτικής της Επιτροπής (ΕΣΧΠ) (2004/2270(BUD))
P6_TA(2005)0126A6-0071/2005

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο - Ετήσια Στρατηγική Χάραξης Πολιτικής για το 2006 (CΟΜ(2005)0073),

–   έχοντας υπόψη την Διοργανική Συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού(1),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 272 της Συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 177 της Συνθήκης Ευρατόμ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 112, παράγραφος 1, του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών και τις γνωμοδοτήσεις των άλλων επιτροπών που κλήθηκαν να γνωμοδοτήσουν (A6-0071/2005),

A.   εκτιμώντας ότι ο προϋπολογισμός 2006 θα είναι ο τελευταίος προϋπολογισμός των σημερινών δημοσιονομικών προοπτικών και ότι αποτελεί, με δεδομένες τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις για την κατάρτιση νέων δημοσιονομικών προοπτικών για το διάστημα 2007-2013, το στρατηγικό πλαίσιο, εντός του οποίου το Κοινοβούλιο θα αποφασίσει σχετικά με τις προτεραιότητές του, ώστε οι στόχοι της Ένωσης να υποστηριχθούν από επαρκείς δημοσιονομικούς πόρους,

Β.   εκτιμώντας ότι ο προϋπολογισμός 2006 θα είναι ο δεύτερος προϋπολογισμός της διευρυμένης Ένωσης και ότι είναι αναγκαίο να διασφαλισθούν επαρκείς πόροι, τόσο για την αρμονική εφαρμογή των ευρωπαϊκών πολιτικών σε ολόκληρη την Ένωση, όσο και για την υποστήριξη των προσπαθειών των σημερινών υποψήφιων χωρών,

Γ.   εκτιμώντας ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε κρίσιμη για την εξέλιξή της συγκυρία, η οποία χαρακτηρίζεται από τις διεργασίες θέσπισης συντάγματος, τη λήψη αποφάσεων για τη διεύρυνση, την ενίσχυση του ρόλου της στη διεθνή σκηνή, την θέσπιση νέων μέτρων για την αναζωογόνηση του προγράμματος δράσης της Λισαβόνας εντός νέου πλαισίου ανάπτυξης και απασχόλησης, ανταγωνιστικότητας και βιώσιμης ανάπτυξης, την ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς και την πλήρη ένταξη των Ευρωπαίων πολιτών· υπογραμμίζοντας ότι οι προκλήσεις αυτές πρέπει να υποστηριχθούν από συνεκτικές, κατάλληλα συντονισμένες και επαρκώς χρηματοδοτούμενες δράσεις,

Δ.   εκτιμώντας ότι ενδεχόμενο χάσμα μεταξύ αυτών των μεγαλόπνοων στόχων και των μέσων που διατίθενται για την επίτευξή τους θα εγκυμονούσε τώρα τον κίνδυνο να πυροδοτηθεί διαδικασία ύφεσης και θα έθετε σε κίνδυνο την ήδη επιτευχθείσα πρόοδο· τονίζοντας το ρόλο του προϋπολογισμού 2006 στη διασφάλιση της συνέχειας των δράσεων και ως μέσου γεφύρωσης για τον πολυετή προγραμματισμό μετά το 2006, που έχει στόχο να διασφαλίσει ότι η Ένωση θα μπορέσει να χρηματοδοτήσει τις πολιτικές φιλοδοξίες της,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποστηρίζει την επιτακτικότερη προτεραιότητα της Επιτροπής: να επαναφέρει στην Ευρώπη τη δυναμική και βιώσιμη ανάπτυξη και να μεριμνήσει ώστε να εξασφαλιστούν περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας για τους πολίτες, και είναι πρόθυμο να χρηματοδοτήσει κατάλληλα προγράμματα για την επίτευξη του στόχου αυτού,

Δημοσιονομικό πλαίσιο

1.   φρονεί ότι, προκειμένου να επιτευχθούν οι εκπεφρασμένοι στόχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα ήταν προς το συμφέρον όλων των πολιτών της να διασφαλιστεί χρηστή και αυστηρή διαχείριση του προϋπολογισμού της· υπογραμμίζει την ευθύνη της δημοσιονομικής αρχής να διασφαλίσει αυτήν την διαχείριση και τη σημασία που αποδίδει στην διαφανή παρουσίαση του προϋπολογισμού και στην επαρκή πληροφόρηση σχετικά με την εκτέλεσή του·

2.   τονίζει ότι τα ποσά του προϋπολογισμού που προορίζονται για αναλήψεις υποχρεώσεων πρέπει να βασίζονται στους συμπεφωνημένους στόχους και ότι οι πληρωμές θα πρέπει να ορισθούν ανάλογα· αποφασίζει να αναγάγει το ζήτημα της διασφάλισης επαρκούς επιπέδου πληρωμών σε θεμελιώδη προτεραιότητα για την διαδικασία του προϋπολογισμού 2006, ενόψει επίσης των επικειμένων διαπραγματεύσεων για τις νέες δημοσιονομικές προοπτικές·

3.   έχει υπόψη του τα προβλήματα εκτέλεσης του προϋπολογισμού που οφείλονται στον σημερινό δημοσιονομικό κανονισμό ιδιαίτερα σε τομείς όπως ενημερωτικά γραφεία (Info-point), εξωτερική συνεργασία και καθυστερήσεις για συμβόλαια· αναμένει τις προτάσεις της Επιτροπής για αναθεώρηση του δημοσιονομικού κανονισμού και των κανόνων εφαρμογής του, όπου πρέπει να θίγονται αυτά και άλλα εκκρεμή ζητήματα και θα δίδεται η δυνατότητα εξεύρεσης συγκεκριμένων λύσεων προς την κατεύθυνση της μείωσης του γραφειοκρατικού χαρακτήρα του δημοσιονομικού κανονισμού· εκφράζει τη λύπη του που η Επιτροπή δεν περιέλαβε την ενδιάμεση αυτή επισκόπηση στο νομοθετικό της πρόγραμμα και στο πρόγραμμα εργασίας της για το 2005, παρά την επιβεβαίωση για νομοθετική αναθεώρηση κατά τη διάρκεια της διαδικασίας προϋπολογισμού 2005·

4.   φρονεί ότι η έναρξη της κοινοβουλευτικής περιόδου, που συμπίπτει με την αναθεώρηση της διοργανικής συμφωνίας στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τις νέες δημοσιονομικές προοπτικές, παρέχει τη δυνατότητα αναθεώρησης των ήδη υπαρχόντων μέσων σχετικά με τον πολυετή και ετήσιο προγραμματισμό, δίνοντας νέας ώθηση στο νομοθετικό και δημοσιονομικό προγραμματισμό·υπενθυμίζει την κοινή δήλωση για τον οικονομικό προγραμματισμό που συμφωνήθηκε στις 13 Ιουλίου 2004·

5.   έχει πλήρη επίγνωση των πιθανών συνεπειών που θα έχουν οι διαπραγματεύσεις για τις μετά το 2006 νέες δημοσιονομικές προοπτικές στη διαδικασία προϋπολογισμού 2006· δηλώνει ότι θα χρησιμοποιήσει τις επί του προϋπολογισμού εξουσίες του για να διασφαλίσει ότι ο προϋπολογισμός 2006 θα παράσχει τις πιστώσεις που χρειάζονται ώστε η Ένωση να ανταποκριθεί στις ευθύνες της·

6.   επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής όπως εκτίθεται στους στρατηγικούς στόχους της, με την οποία καλεί το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να καταλήξουν από κοινού σε συμφωνία σχετικά με κοινό πρόγραμμα δράσης των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων για τα επόμενα πέντε χρόνια· είναι διατεθειμένο να ξεκινήσει συζήτηση με την Επιτροπή και το Συμβούλιο με βάση τους δικούς του στρατηγικούς πολιτικούς προσανατολισμούς, προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία έως το τέλος της Προεδρίας του Λουξεμβούργου για τις προτεραιότητες του έτους 2006·

Δημοσιονομική Στρατηγική και Τομεακές Προτεραιότητες
Αρχές

7.   πιστεύει ότι ο προϋπολογισμός 2006 πρέπει να αντανακλά τις εξής αρχές, προκειμένου να διασφαλίζεται χρηστή οικονομική και δημοσιονομική διαχείριση:

   θέσπιση ικανοποιητικού επιπέδου πληρωμών για την κάλυψη των πραγματικών αναγκών·
   αναθεώρηση των δημοσιονομικών προοπτικών μέσω της μεταφοράς πιστώσεων από την υποκατηγορία 1α) στην υποκατηγορία 1β), ώστε να εφαρμοσθούν οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς(2)·
   ορθή εφαρμογή της κοινής δήλωσης της 13ης Ιουλίου 2004 σχετικά με τον οικονομικό προγραμματισμό·
   χρήση όλων των διαθέσιμων μέσων που προβλέπονται στη Συνθήκη και/ή στην σημερινή Διοργανική Συμφωνία για την δημοσιονομική πειθαρχία για την αντιμετώπιση των σημαντικών δημοσιονομικών και οικονομικών προκλήσεων που θα αντιμετωπίσει η ΕΕ με τον προϋπολογισμό 2006 και την εξασφάλιση σταθερής βάσης για τα προσεχή δημοσιονομικά έτη·

Προτεραιότητες

8.   υποστηρίζει την Επιτροπή στη γενική της προσέγγιση που αποσκοπεί στην προαγωγή της ευημερίας και της αλληλεγγύης, της ασφάλειας στην Ένωση, να καταστήσει την Ευρώπη ανταγωνιστικότερη και πιο αλληλέγγυα, πιο κοντά στους πολίτες της και ισχυρότερη στον κόσμο· τονίζει ωστόσο ότι ο πιο πρόσφατος δημοσιονομικός προγραμματισμός της, καθώς και η ΕΣΧΠ, καταδεικνύουν την ύπαρξη αρκετών διαφορών μεταξύ των καίριων δράσεων για το 2006 και των δημοσιονομικών πόρων (πρωτοβουλία i2020, πρωτοβουλία 'γνώση για την ανάπτυξη', πρωτοβουλία για τη νεότητα, ευρωπαϊκή υπηρεσία ασύλου, προγράμματα που προωθούν την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, Ευρωπαϊκό Έτος Κινητικότητας για τους εργαζόμενους, κτλ)·

9.   δηλώνει ότι ο προϋπολογισμός 2006 θα αντανακλά, κυρίως:

  α) τη νέα προσέγγιση της Στρατηγικής της Λισσαβόνας της ΕΕ, όπως αυτή εκφράζεται από την ομάδα συντονισμού του Κοινοβουλίου,
   ενίσχυση της συμβολής της στην ανταγωνιστικότητα και την κοινωνική και οικονομική συνοχή·
   συγκέντρωση και ενίσχυση της στήριξης της ΕΕ για καίριους τομείς της Λισσαβόνας και του Gothenburg, π.χ. την απασχόληση, την περιβαλλοντική πολιτική, την έρευνα και την ανάπτυξη, τις ΜΜΕ, την προαγωγή της κοινωνίας της γνώσης και της πληροφορίας, την διάδοση των περιβαλλοντικών τεχνολογιών, την δια βίου μάθηση, και την ορθή εφαρμογή των Διευρωπαϊκών Δικτύων·
   δυνατότητα να καταβληθούν μεγαλύτερες προσπάθειες που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς·
   προετοιμασία για νέους τομείς κοινοτικής στήριξης, όπως Natura 2000·
   β) τον σημαντικό ρόλο που παίζουν οι νέοι για την ολοκλήρωση και την ευημερία της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων νέων προτάσεων σχετικά με προγράμματα ανταλλαγών·
   γ) την ενίσχυση του ρόλου της ΕΕ στη διεθνή σκηνή·

Γεωργία

10.   εκφράζει την υποστήριξή του για τους στόχους που ορίστηκαν στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της ΚΑΠ, και ιδίως γι" αυτούς που ενισχύουν την ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών, η οποία έχει ζωτική σημασία για τη βιωσιμότητα της υπαίθρου· υποστηρίζει σθεναρά την χορήγηση των πόρων που είναι αναγκαίοι για τα μέτρα αυτά, εφιστά όμως την προσοχή στο γεγονός ότι είναι αναγκαία η επίτευξη συμφωνίας για τη μεταφορά πιστώσεων από την υποκατηγορία 1α) στην υποκατηγορία 1β) ("δημοσιονομική αναπροσαρμογή") πριν από την πρώτη ανάγνωση του Συμβουλίου·

11.   εκφράζει την ανησυχία του για τις πληροφορίες σχετικά με την ανάπτυξη της γρίπης των πουλερικών στην νοτιοανατολική Ασία· παροτρύνει την Επιτροπή να συνεργασθεί στενά με τον FAO, τον ΠΟΕ, το OIE (Διεθνές Γραφείο Επιζωοτιών) και με τις χώρες της περιοχής, και να αυξήσει τη χρηματοδότηση για την έρευνα στον τομέα αυτής της εν δυνάμει σοβαρής απειλής για τη γεωργία καθώς και την υγεία των ζώων αλλά και των ανθρώπων στην ΕΕ·

12.   υπενθυμίζει στην Επιτροπή τη σημασία που αποδίδει στα πιλοτικά σχέδια (προώθηση συστημάτων ποιότητας και μοντέλο χρηματοδότησης στο οποίο έχουν ενσωματωθεί οι κίνδυνοι που συνδέονται με τις επιζωοτίες), τα οποία είχαν συμφωνηθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού 2004· ζητεί από την Επιτροπή να διαθέσει επαρκείς πιστώσεις στον προϋπολογισμό 2006 για τη συνέχιση αυτών των σχεδίων·

Διαρθρωτικές δράσεις

13.   τονίζει τη σημασία της πλήρους εγγραφής στον προϋπολογισμό των πραγματικών αναγκών για πληρωμές στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων· υπογραμμίζει την ανάγκη να προβλεφθεί επαρκές επίπεδο πληρωμών ώστε να μην διακυβευτεί η εφαρμογή των προγραμμάτων· πιστεύει ότι οι πληρωμές πρέπει να αντιστοιχούν στις πιο αξιόπιστες διαθέσιμες προβλέψεις, σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής οικονομικής διαχείρισης και δημοσιονομικής πρακτικής· υπογραμμίζει τα σημαντικά συμπεράσματα που μπορούν να συναχθούν εν προκειμένω από την εκτέλεση του προϋπολογισμού 2005·

14.   τονίζει την ανάγκη στενής παρακολούθησης του κανόνα "Ν+2" (ρήτρα προθεσμίας) και ενίσχυσης της πλήρους και ταχείας ενημέρωσης της δημοσιονομικής αρχής, ιδίως σχετικά με αναλήψεις υποχρεώσεων του προϋπολογισμού που κινδυνεύουν να ματαιωθούν· καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει μέχρι το τέλος του Ιουλίου 2005 συνολική αξιολόγηση της κατάστασης όσον αφορά την εκτέλεση των πληρωμών σε σύγκριση με τις πολυετείς αρχικές προβλέψεις·

Εσωτερικές πολιτικές

15.   καλεί την Επιτροπή να προτείνει στο πλαίσιο της Στρατηγικής της Λισσαβόνας πραγματικές δράσεις προτεραιότητας που να δημιουργούν ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία· φρονεί ότι τα δημοσιονομικά μέσα της ΕΕ θα πρέπει να διοχετεύονται σε βασικούς τομείς προτεραιότητας, όπως η απασχόληση, η έρευνα και η ανάπτυξη, η υποστήριξη των ΜΜΕ, μέσω του δανειοδοτικού μηχανισμού για τις ΜΜΕ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, που δημιουργήθηκε στον προϋπολογισμό 2004 και 2005, η προαγωγή της κοινωνίας της πληροφορίας και η διάδοση των περιβαλλοντικών τεχνολογιών, η δια βίου μάθηση· υπογραμμίζει την ανάγκη αποτελεσματικής ανάπτυξης των υποδομών μέσω των μεταφορών, της ενέργειας και των τηλεπικοινωνιών, των ΔΕΔ και των Πανευρωπαϊκών διαδρόμων·

16.   υπενθυμίζει ότι η υποστήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ), συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων μικρής κλίμακας, έχει αποτελέσει προτεραιότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο πλαίσιο των πρόσφατων διαδικασιών του προϋπολογισμού· ενθαρρύνει τις προσπάθειες να συνεχισθεί η διευκόλυνση της πρόσβασης των ΜΜΕ στην χρηματοδότηση μέσω της χρήσης των χρηματοδοτικών μέσων της Κοινότητας με βάση τη ζήτηση και τονίζει την ανάγκη για μέσα προώθησης της διεθνοποίησής τους·

17.   τάσσεται επίσης υπέρ της θέσπισης μέτρων προώθησης δεοντολογικά αποδεκτών και βασιζόμενων στην αλληλεγγύη χρηματοδοτικών μέσων για την προαγωγή της ανθρώπινης, της κοινωνικής και περιβαλλοντικής ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένων των δράσεων που αποσκοπούν στην τοπική ανάπτυξη·

18.   υποστηρίζει την ανακήρυξη Ευρωπαϊκού Έτους για την κινητικότητα των εργαζομένων και αναμένει ότι τα κράτη μέλη δεν θα χρησιμοποιούν πλέον τις παρεκκλίσεις που εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία εργαζομένων από τα νέα κράτη μέλη·

19.   τονίζει ότι η Στρατηγική της Λισσαβόνας θα πρέπει να προαγάγει την ανταγωνιστικότητα και τη δημιουργία απασχολήσεων, ενώ θα λαμβάνονται υπόψη η κοινωνική συνοχή και οι περιβαλλοντικές ανησυχίες· πιστεύει συνεπώς ότι, με την επίτευξη των στόχων της Λισσαβόνας, η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε ευρύτερα χάσματα και κοινωνική αβεβαιότητα·

20.   σκοπεύει να ενισχύσει τον προϋπολογισμό της ΕΕ για δράσεις που προορίζονται για τους νέους, ανταποκρινόμενο μεταξύ άλλων στην έμφαση που αποδίδει η Επιτροπή στην προαγωγή της κινητικότητας στους τομείς της εκπαίδευσης και της μάθησης και στην προώθηση της αποτελεσματικής αξιοποίησης του δυναμικού της νεολαίας· υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα των προγραμμάτων ανταλλαγών σε αυτόν τον τομέα· επιμένει ότι το πρόγραμμα Έρασμος θα πρέπει να επεκταθεί στους μαθητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και στους νέους επιχειρηματίες· υπενθυμίζει την ανάγκη συνέχισης του πιλοτικού σχεδίου, ώστε το πρόγραμμα Έρασμος να επεκταθεί και στους μαθητευόμενους· λυπάται που η Επιτροπή, στον δημοσιονομικό προγραμματισμό της, μείωσε τις πιστώσεις για το πρόγραμμα Λεονάρντο Ντα Βίντσι σε σχέση με τον προϋπολογισμό 2005·

21.   υποστηρίζει τη θέσπιση ολοκληρωμένης στρατηγικής για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων της παροχής βοήθειας στα θύματα, της αποτελεσματικής συνεργασίας και των ανταλλαγών πληροφοριών μεταξύ των δικαστικών και των αστυνομικών αρχών, της προαγωγής του κράτους δικαίου, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της καταπολέμησης της φτώχειας, της στρατηγικής πρόληψης της διάδοσης των όπλων, της πρόληψης, της διαχείρισης και της επίλυσης των διενέξεων και της ενισχυμένης υποστήριξης του διαλόγου μεταξύ των πολιτισμών· επιθυμεί περαιτέρω ανάπτυξη των πιλοτικών σχεδίων που ξεκίνησε το Κοινοβούλιο· υπογραμμίζει ότι η Ένωση θα πρέπει να προωθήσει περαιτέρω τα θεμελιώδη δικαιώματα, το κράτος δικαίου και την ποιότητα της δικαιοσύνης·

22.   καλεί την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις για την ενίσχυση της συνολικής ικανότητας της Κοινότητας να παράσχει συνδρομή στους πολίτες σε επείγουσες καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που συμβαίνουν εκτός του εδάφους της ΕΕ, και τη διευθέτηση διασυνοριακών κρίσεων· υπογραμμίζει τη σημασία της πλήρους συμμετοχής του Κοινοβουλίου στην τρέχουσα συζήτηση για το θέμα αυτό·

23.   φρονεί ότι η πληροφόρηση και η επικοινωνία είναι βασικοί τομείς, δεδομένου ότι φέρνουν την ΕΕ εγγύτερα στους πολίτες της και πιστεύει ότι για την επίτευξη αυτού του στόχου χρειάζονται πιο δυναμικές και επικοινωνιακές καινοτομίες· καλεί επομένως την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση για ολοκληρωμένη πολιτική ενημέρωσης και επικοινωνίας της ΕΕ, στο πλαίσιο της οποίας θα πραγματοποιείται μεγαλύτερος συντονισμός των ενημερωτικών δραστηριοτήτων των οργάνων της Ένωσης·

24.   υπενθυμίζει το διαρθρωτικό πρόβλημα που δημιουργεί η υπαγόμενη στην κατηγορία 3 χρηματοδότηση των αποκεντρωμένων οργανισμών και τις επιπτώσεις του στις άλλες πολιτικές προτεραιότητες, πρόβλημα που οφείλεται στον ισχύοντα δημοσιονομικό κανονισμό· υπογραμμίζει την ανάγκη συγκερασμού αυτών των πτυχών και σκοπεύει να καταβάλει προσπάθειες για την εξεύρεση λύσης που θα βασίζεται στις πραγματικές ανάγκες κάθε οργανισμού και πολιτικής· υπενθυμίζει στην Επιτροπή την ανάγκη διασφάλισης ενδιάμεσου προγραμματισμού, συμπεριλαμβανομένων ακριβών δημοσιονομικών εκτιμήσεων σχετικά με την ανάπτυξη των αποκεντρωμένων και των εκτελεστικών οργανισμών καθώς και την ανάγκη κριτικής εξέτασης του Δημοσιονομικού Κανονισμού ώστε να γίνει λιγότερο γραφειοκρατικός·

Εξωτερικές δράσεις

25.   τονίζει τη σημερινή δυσκολία συγκερασμού όλων των παραδοσιακών προτεραιοτήτων της Ένωσης με πολλές νέες δημοσιονομικές ευθύνες, οι οποίες έχουν υπαχθεί στην Κατηγορία IV κατά τα τελευταία χρόνια (Βαλκάνια, Αφγανιστάν, Ιράκ, παλιρροϊκό κύμα και άλλες φυσικές καταστροφές)· υπενθυμίζει στο Συμβούλιο ότι τα νέα καθήκοντα δεν πρέπει να χρηματοδοτηθούν σε βάρος των παραδοσιακών προτεραιοτήτων του Κοινοβουλίου·

26.   πιστεύει ακράδαντα ότι οι χρηματοοικονομικοί πόροι που διατίθενται για την υποστήριξη των χωρών και των κοινοτήτων που έπληξε το παλιρροϊκό κύμα ή για οποιαδήποτε άλλη φυσική καταστροφή, πρέπει να είναι πρόσθετοι προς τα υπάρχοντα ή τα προγραμματισμένα κονδύλια του προϋπολογισμού για την παροχή βοήθειας και να μην μετατοπίζονται απλώς εντός αυτών των κονδυλίων ή να διοχετεύονται από άλλες περιοχές (ανακατανομή)· ζητεί σαφή επισκόπηση του δημοσιονομικού αντίκτυπου όλων των προτάσεων για την παροχή χρηματοοικονομικής υποστήριξης σε αυτήν την περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των προταθέντων πόρων για ανασυγκρότηση, μετά από την ολοκλήρωση των αποστολών αξιολόγησης των Ηνωμένων Εθνών και της Παγκόσμιας Τράπεζας· τονίζει την σημασία των μέτρων ετοιμότητας σε περιπτώσεις καταστροφών·

27.   επαναλαμβάνει τη δέσμευσή του να υποστηρίξει την επίτευξη των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας, με την στήριξη για την εξάλειψη της φτώχειας και προγραμμάτων για την προαγωγή της υγείας, συμπεριλαμβανομένης της καταπολέμησης του ιού του HIV/AIDS, της ελονοσίας και της φυματίωσης καθώς και τη συμβολή στο Παγκόσμιο Ταμείο· τονίζει τη δέσμευσή του να υποστηρίξει όλες τις περιοχές που επωφελούνται τώρα από τον προϋπολογισμό της ΕΕ· τονίζει τη σημασία των θεμελιωδών ελευθεριών και της προαγωγής της δημοκρατίας του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής νέας γειτονίας· ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις προκειμένου να αποκατασταθεί ο έλεγχος από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας για τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα· τονίζει την ανάγκη για τεχνική υποστήριξη των πολυμερών ενδιαφερομένων προκειμένου να εξαλειφθεί η συμφόρηση· παρακινεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει ουσιαστικό συμπληρωματικό ποσό για αυτές τις δράσεις "αμέσου αποτελέσματος" στο προσχέδιο προϋπολογισμού, να εξασφαλίσει ότι οι νέες δράσεις της συνάδουν με τα υφιστάμενα προγράμματα και συντονίζονται με τα κράτη μέλη και τα ΗΕ·

28.   τονίζει την ανάγκη να υποστηρίξει η ΕΕ τη δημοκρατική αλλαγή στις γειτονικές της χώρες, ιδιαίτερα δε όσον αφορά χώρες όπως η Ουκρανία, η Γεωργία και η Μολδαβία καθώς και οι χώρες της Μεσογείου·

29.   θεωρεί ότι το Κοινοβούλιο πρέπει να εξασφαλίσει την ενίσχυση των δημοσιονομικών του αρμοδιοτήτων στον τομέα της ΚΕΠΠΑ· υπενθυμίζει στο Συμβούλιο να εμμείνει στη διεξαγωγή συνεδριάσεων διαβούλευσης και ουσιαστικής ανταλλαγής πληροφοριών, όπως προβλέπει η Διοργανική Συμφωνία, για την επίτευξη συμφωνίας όσον αφορά τη χρηματοδότηση αποφάσεων που σχετίζονται με την ΚΕΠΠΑ· επισημαίνει την ιδιαίτερη σημασία για την Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την Ασφάλεια (ΕΣΑ) της παροχής επαρκών δημοσιονομικών πόρων· τονίζει ότι είναι δύσκολος ο διαχωρισμός της χρηματοδότησης για κοινές δαπάνες σε μη στρατιωτικές επιχειρήσεις μέσω του προϋπολογισμού της Ένωσης από αυτές με στρατιωτικό ή αμυντικό χαρακτήρα εκτός προϋπολογισμού της Ένωσης, όπως κατέδειξε η δημιουργία του Πολιτικού/Στρατιωτικού Πυρήνα·

30.   σημειώνει ότι υπάρχουν ευκαιρίες προόδου στην ειρηνευτική διαδικασία της Μέσης Ανατολής και επιβεβαιώνει την υποστήριξή του για την παροχή ενισχύσεων της ΕΕ σε αυτό το πλαίσιο·

Προσωπικό και διοίκηση

31.   επισημαίνει ότι η Επιτροπή έχει ζητήσει τη δημιουργία 700 νέων θέσεων το 2006, σύμφωνα με το πολυετές σχέδιό της για πρόσθετους ανθρώπινους πόρους μετά από την διεύρυνση του 2004· σημειώνει ότι η Επιτροπή εκτιμά ότι η ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας θα απαιτούσε την δημιουργία 850 νέων θέσεων μέχρι το 2010· καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει αξιολόγηση των μεσοπρόθεσμων αναγκών σε προσωπικό, όπως πρότεινε η προηγούμενη Επιτροπή, έως τις 31 Ιουλίου 2005· ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει έως τις 31 Ιουλίου 2005 λεπτομερή έκθεση σχετικά με τα καθήκοντα υποστήριξης και συντονισμού του προσωπικού της Επιτροπής·

32.   εκφράζει την επιδοκιμασία του για το σχετικά υψηλό ποσοστό κάλυψης θέσεων στην διοίκηση της Επιτροπής· ενθαρρύνει την Επιτροπή να εξακολουθήσει να χρησιμοποιεί την αναδιάταξη εντός και μεταξύ των τμημάτων για την κινητοποίηση πρόσθετων ανθρώπινων πόρων·

Πιλοτικά σχέδια και προπαρασκευαστικές δράσεις

33.   επαναλαμβάνει την υποστήριξή του για στενή συνεργασία με την Επιτροπή σε πιλοτικά σχέδια και προπαρασκευαστικές δράσεις, ώστε να διευκολυνθεί η από κοινού εξέταση της σκοπιμότητας των προτάσεων·

34.   καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει τα αποτελέσματα των πρωτοβουλιών –πιλοτικών σχεδίων και προπαρασκευαστικών δράσεων– που ξεκίνησαν τα τελευταία χρόνια, προκειμένου να αποφασίσει για την πιθανή τους συνέχιση·

o
o   o

35.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

(1) ΕΕ C 172 της 18.6.1999, σ. 1, συμφωνία όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2003/429/ΕK (ΕΕ L 147 της 14.6.2003, σ. 25).
(2) ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1.


Συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (Βρυξέλλες, 22/23 Μαρτίου 2005)
PDF 364kWORD 68k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την έκβαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες στις 22-23 Μαρτίου 2005
P6_TA(2005)0127RC-B6-0225/2005

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας σε συνέχεια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 22-23 Μαρτίου 2005,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και τη δήλωση της Επιτροπής σχετικά με τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 22-23 Μαρτίου 2005,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 4, του Κανονισμού του,

Ι. Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης

1.   χαιρετίζει το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ύστερα από μήνες αμφιλεγόμενων μηνυμάτων, κατέληξε σε πολιτική συμφωνία σχετικά με τη μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, που έχει στόχο να βελτιώσει το συντονισμό και την παρακολούθηση των οικονομικών πολιτικών και παράλληλα να εισαγάγει μεγαλύτερη ευελιξία και να αναζωογονήσει την προσήλωση στη δημοσιονομική πειθαρχία ως βάση για ένα σταθερό νόμισμα και για την οικονομική ανάπτυξη και την δημιουργία θέσεων απασχόλησης·

2.   χαιρετίζει ιδίως τις κινήσεις για ενίσχυση του προληπτικού σκέλους του Συμφώνου, την αυξημένη προσοχή που δίνεται στα επίπεδα χρέους και τη συμφωνία για σύνδεση του Συμφώνου με τους στόχους και τις πολιτικές της Λισαβόνας, αλλά ανησυχεί για την έλλειψη σαφήνειας στους κανόνες που διέπουν το κατασταλτικό σκέλος του Συμφώνου·

3.   ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να υποβάλουν τις συμφωνηθείσες τροποποιήσεις στους αντίστοιχους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1466/97(1) και (ΕΚ) αριθ.1467/97(2), έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η αντιμετώπιση των υπόλοιπων ανησυχιών·

4.   καλεί την Επιτροπή να κάνει χρήση στο έπακρο του δικαιώματος πρωτοβουλίας της και των διαδικασιών που έχει στη διάθεσή της, προκειμένου να εξασφαλίζει την ορθή εφαρμογή του Συμφώνου και να διαδραματίζει ενεργό ρόλο στο μακρο-οικονομικό συντονισμό· εκφράζει αμφιβολίες για αυτή την πτυχή των μεταρρυθμίσεων, όπου χάθηκε η ευκαιρία να ενισχυθεί ο ρόλος της Επιτροπής·

ΙΙ. Επανενεργοποίηση της Στρατηγικής της Λισαβόνας

5.   εκφράζει την ικανοποίησή του για τη δέσμευση του Συμβουλίου και της Επιτροπής να προσδώσουν στη στρατηγική της Λισαβόνας νέο δυναμισμό και νέα εστιασμένη προσέγγιση που βασίζεται σε κύκλο τριών ετών και την υιοθέτηση εκ μέρους τους πολλών θέσεων που είχε λάβει το Κοινοβούλιο πριν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπως η επαναβεβαίωση της αλληλεξάρτησης της οικονομικής, της κοινωνικής και της περιβαλλοντικής διάστασης της Στρατηγικής·

6.   αναμένει από την Επιτροπή να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην αναζωογόνηση της στρατηγικής της Λισαβόνας, υποβάλλοντας κοινοτικό πρόγραμμα για τη Λισαβόνα που να περιλαμβάνει σαφή οδικό χάρτη της δράσης των κοινοτικών οργάνων· επιμένει σε λεπτομερή διαβούλευση με το Κοινοβούλιο σχετικά με το περιεχόμενό του και με τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού μηχανισμού Επιτροπής-Κοινοβουλίου για τον από κοινού προγραμματισμό·

7.   υποστηρίζει την ιδέα ότι τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν μεγαλύτερη και πρακτικότερη συνεισφορά στην ανάπτυξη και στην απασχόληση και επιδοκιμάζει την ιδέα να θεσπισθούν "εθνικά προγράμματα μεταρρύθμισης" κατόπιν ανοικτής συζήτησης με τους συμμέτοχους και διαβούλευσης με τα εθνικά κοινοβούλια·

8.   εκφράζει ωστόσο τη λύπη του διότι η σύσταση της ομάδας υψηλού επιπέδου να αναφέρει η Επιτροπή σε ετήσια βάση ποια κράτη μέλη έχουν τις καλύτερες επιδόσεις σε σχέση με τους στόχους της Λισαβόνας και ποια κράτη μέλη υστερούν, δεν έγινε δεκτή από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο·

9.   υπενθυμίζει ότι η ευημερία των πολιτών της Ευρώπης είναι προαπαιτούμενο για την οικονομική και ανταγωνιστική επιτυχία της Ευρώπης· χαιρετίζει την προοπτική μιας Πράσινης Βίβλου σχετικά με τις δημογραφικές τάσεις στην ΕΕ και επαναλαμβάνει την ανάγκη αυτή να ακολουθηθεί από απτή δράση·

10.   επαναλαμβάνει την άποψή του ότι η στρατηγική της Λισαβόνας πρέπει να αποτελεί μέσο για την ενίσχυση του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου με μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή, αύξηση του ποσοστού και της ποιότητας της απασχόλησης, βελτίωση της προσαρμοσιμότητας των εργαζομένων, επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο, εκσυγχρονισμό και διασφάλιση της κοινωνικής προστασίας, προώθηση των ίσων ευκαιριών και της ισορροπίας των φύλων, διευκόλυνση της ισορροπίας μεταξύ εργασίας και ζωής·

11.   υποστηρίζει την ανάγκη για στιβαρό βιομηχανικό ιστό σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή επικράτεια και την ανάγκη άσκησης ενεργητικής βιομηχανικής πολιτικής·

12.   χαιρετίζει το γεγονός ότι ο ζωτικός ρόλος των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) στην καινοτομία, την ανάπτυξη και την απασχόληση αναγνωρίζεται ρητά·

13.   συμμερίζεται την άποψη ότι η πολιτική για το περιβάλλον διαδραματίζει ουσιώδη ρόλο στην αειφόρο ανάπτυξη που συνεισφέρει στην απασχόληση και υπογραμμίζει τη σημασία της εστίασης στις οικολογικές καινοτομίες και στις περιβαλλοντικές τεχνολογίες, επιτρέποντας έτσι στην ΕΕ να αντεπεξέλθει σε σειρά προκλήσεων σχετικά με τους φυσικούς πόρους και το περιβάλλον, όπως η βιοποικιλότητα και οι κλιματικές αλλαγές·

14.   χαιρετίζει τη δέσμευση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σε μια πλήρως λειτουργική εσωτερική αγορά για τις υπηρεσίες συμβατή με το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο, έτσι ώστε να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα, η δημιουργία θέσεων απασχόλησης και η ανάπτυξη, με παράλληλη εξασφάλιση της κοινωνικής ευθύνης, της προστασίας των δικαιωμάτων των καταναλωτών και των κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων· συμφωνεί ότι πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας έτσι ώστε να εξασφαλιστεί ευρεία συναίνεση για μια οδηγία για τις υπηρεσίες η οποία να ικανοποιεί όλους αυτούς τους στόχους·

15.   συμφωνεί και επιβεβαιώνει ότι το REACH πρέπει να συμβιβάζει τις ανησυχίες για το περιβάλλον και την υγεία με την ανάγκη προώθησης της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, με ιδιαίτερη έμφαση στις ΜΜΕ και την ικανότητά τους για καινοτομία·

16.   υπογραμμίζει την ανάγκη εξασφάλισης των απαραίτητων δημοσιονομικών πόρων για την εφαρμογή της Ατζέντας της Λισαβόνας σε επίπεδο προϋπολογισμού ΕΕ και εθνικών προϋπολογισμών·

17.   απαιτεί οι εθνικοί προϋπολογισμοί και ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός, περιλαμβανομένων των μελλοντικών δημοσιονομικών προοπτικών 2007 - 2013, να αντανακλούν τους στόχους που επιδιώκονται στο πλαίσιο της διαδικασίας της Λισαβόνας· εκφράζει την ικανοποίησή του για την ισχυρή υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στα έργα προτεραιότητας του Διευρωπαϊκού Δικτύου Μεταφορών και ζητεί από το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να επιταχύνουν το σχεδιασμό και να διαθέσουν τα αναγκαία οικονομικά μέσα από τους εθνικούς προϋπολογισμούς τους για τα έργα προτεραιότητας και ιδιαίτερα για τις ελλείπουσες διασυνοριακές συνδέσεις·

18.   εκφράζει την ικανοποίησή του για τη θέση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου όσον αφορά τη σημασία και το ρόλο της πολιτικής συνοχής και των αειφόρων μεταφορών στην επανενεργοποίηση της στρατηγικής της Λισαβόνας και τους στόχους ανάπτυξης και απασχόλησης·

19.   χαιρετίζει το συνολικό στόχο των επενδύσεων του 3% του ΑΕγχΠ της ΕΕ στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης, με κατάλληλο καταμερισμό μεταξύ ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων· καλεί τα κράτη μέλη και την ΕΕ να δώσουν προτεραιότητα σε ερευνητικά προγράμματα που να ανταποκρίνονται στους στόχους της βελτίωσης της ποιότητας ζωής και της ενίσχυσης της αειφόρου οικονομίας· επισημαίνει τη σημασία των επενδύσεων στην καινοτομία και τις νέες τεχνολογίες ως ουσιαστικής συνιστώσας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων στις οποίες καλείται να ανταποκριθεί η ΕΕ σε ένα κόσμο που βρίσκεται υπό παγκοσμιοποίηση·

20.   πιστεύει ότι μια συνεπέστερη ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για τις επενδύσεις είναι ουσιώδης για την επιτυχία της στρατηγικής της Λισαβόνας·

ΙΙΙ. Αειφόρος ανάπτυξη

21.   συμμερίζεται την άποψη ότι η περιβαλλοντική πολιτική αποτελεί σημαντική συνεισφορά στην αειφόρο ανάπτυξη και απασχόληση και ότι η ΕΕ πρέπει να αντιμετωπίσει μια σειρά προκλήσεων σχετικά με τους φυσικούς πόρους και το περιβάλλον, όπως οι κλιματικές αλλαγές και οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες· εκφράζει την ικανοποίησή του για την έμφαση που δίνεται στις περιβαλλοντικές πολιτικές ως κεφαλαίου για την ανάπτυξη, την απασχόληση, την ανταγωνιστικότητα και, τελευταίο αλλά όχι έσχατο, την ποιότητα ζωής· υποστηρίζει την έκκληση του Συμβουλίου για ταχεία υλοποίηση του προγράμματος δράσης για την οικοτεχνολογία·

22.   εκφράζει απογοήτευση για το χρονοδιάγραμμα που αποφασίστηκε για την αναθεώρηση της στρατηγικής αειφόρου ανάπτυξης της ΕΕ, διότι πιστεύει ότι η περιβαλλοντική πολιτική θα μπορούσε να προσφέρει σημαντικές οικονομικές δυνατότητες, δεδομένων ιδιαίτερα των επιπτώσεών της στην βιομηχανική καινοτομία· καλεί, συνεπώς, την Επιτροπή, να ενεργήσει αποφασιστικά και να υποβάλει κατάλληλες προτάσεις το συντομότερο δυνατόν· πιστεύει, επομένως, ότι είναι αναγκαίο να διατεθούν επαρκείς οικονομικοί πόροι για την επίτευξη των στόχων που ορίζονται στην αναθεωρημένη στρατηγική της Λισαβόνας·

23.   επαναλαμβάνει ότι απαιτείται αειφόρος διαχείριση και χρήση των φυσικών πόρων και ζητεί από την Επιτροπή να τη συμπεριλάβει στη στρατηγική της·

24.   πιστεύει ότι η ενδιάμεση επανεξέταση θα πρέπει να δώσει το απαιτούμενο βάρος στη συμβολή που μπορούν να έχουν σε μια νικητήρια ανταγωνιστική στρατηγική οι νέες τεχνολογίες με πολλά υποσχόμενο μέλλον καθώς και οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες και τα υψηλά περιβαλλοντικά πρότυπα· ζητεί την αύξηση της υποστήριξης στις οικοτεχνολογίες και τις οικολογικώς αποδοτικές καινοτομίες· υπογραμμίζει, γενικότερα, το ρόλο της ποιότητας ζωής ως παράγοντα στις επενδύσεις και την εγκατάσταση βιομηχανιών· πιστεύει ότι αν αγνοηθούν οι κλιματικές μεταβολές και η απώλεια της βιοποικιλότητας θα περιοριστεί σημαντικά η ικανότητα επίτευξης των στόχων αυτών·

25.   υπενθυμίζει την ανάγκη να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην απειλή μεταδοτικών ασθενειών, και ιδιαίτερα στο ενδεχόμενο πανδημίας γρίπης που θα έπληττε ιδιαίτερα τα πιο ευαίσθητα τμήματα του πληθυσμού όπως τα παιδιά και τους ηλικιωμένους·

IV.Κλιματικές μεταβολές

26.   εκφράζει την ικανοποίησή του για τη βούληση να διερευνηθούν λύσεις σχετικά με μια ρύθμιση της διαδικασίας του ΟΗΕ για τις κλιματικές μεταβολές μετά το 2012 με την ανάπτυξη μακροπρόθεσμης στρατηγικής της ΕΕ, θεωρώντας μεθόδους μείωσης των εκπομπών κατά ποσοστό 15%-30% έως το 2020 ως την ενδεδειγμένη οδό για τις αναπτυσσόμενες χώρες· επιμένει ότι η ΕΕ θα πρέπει να διατηρήσει τον ηγετικό ρόλο της στις διεθνείς προσπάθειες για την αναχαίτιση των κλιματικών μεταβολών και να υποβάλει συγκεκριμένες προτάσεις για ένα φιλόδοξο πρόγραμμα για μετά το 2012·

27.   υπογραμμίζει ότι οι στόχοι του Πρωτοκόλλου του Κυότο συνιστούν ουσιαστική προϋπόθεση μιας παγκόσμιας στρατηγικής για τις κλιματικές μεταβολές, αλλά ότι θα πρέπει να τεθούν περαιτέρω στόχοι για το διάστημα μετά το 2012 και ότι οι συνολικές εκπομπές σε παγκόσμιο επίπεδο θα πρέπει να μειωθούν στο ήμισυ έως το 2050, προκειμένου να αναχαιτιστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη ώστε να φτάσει κατ' ανώτατο τους 2 βαθμούς Κελσίου πάνω από τα επίπεδα πριν από την εκβιομηχάνιση·

28.   υπογραμμίζει ότι οι επιπλέον πολιτικές και μέτρα είναι απαραίτητες για την επίτευξη του συλλογικού στόχου Κυότο της ΕΕ των 15, ιδίως στους τομείς της ενέργειας και των μεταφορών, όπου οι εκπομπές προβλέπεται να συνεχίσουν να αυξάνονται αισθητά·

29.   καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν περαιτέρω μέτρα για την αύξηση της εξοικονόμησης ενέργειας, τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και τη στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και επαναλαμβάνει το αίτημά του οι διεθνείς συμφωνίες να διαμορφωθούν κατά τρόπο ώστε οι εκπομπές από διεθνείς πτήσεις και ναυσιπλοΐα να ενσωματωθούν στους στόχους μείωσης των εκπομπών για τη δεύτερη περίοδο δεσμεύσεων μετά το 2012·

V.Προετοιμασία της συνόδου κορυφής του ΟΗΕ

30.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την προτεραιότητα που δίνει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις προετοιμασίες για τη σύνοδο κορυφής του ΟΗΕ για τους αναπτυξιακούς στόχους της χιλιετίας, το Σεπτέμβριο· υπογραμμίζει ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη πρέπει να επιδείξουν την προσήλωσή τους στην ανάπτυξη και τους αναπτυξιακούς στόχους της χιλιετίας αυξάνοντας το ποσοστό του προϋπολογισμού της ΕΕ που προορίζεται για την ανάπτυξη και βελτιώνοντας την αποτελεσματικότητα της βοήθειας μέσω, για παράδειγμα, κινήσεων για πλήρη αποδέσμευση του συνόλου της αναπτυξιακής βοήθειας·

31.   υποστηρίζει σθεναρά τη δήλωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ότι πρέπει να ενισχυθεί η στήριξη της Ένωσης προς την Αφρική· εκφράζει την ικανοποίησή του για τις πρωτοβουλίες για την Αφρική που προτείνει η Επιτροπή για το 2005· υπογραμμίζει ότι η εστίαση αυτή στις φτωχότερες χώρες, που είναι σύμφωνη με τις προσπάθειες για επίτευξη των στόχων της χιλιετίας και της δέσμευσης της Ένωσης για εξάλειψη της φτώχειας, πρέπει να υποστηριχτεί με τη σημαντική αύξηση της βοήθειας τόσο από την Ένωση όσο και από τα κράτη μέλη·

32.   υποστηρίζει ένθερμα την έκκληση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ προς τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων των αναπτυγμένων κρατών να ορίσουν σαφή χρονοδιαγράμματα για την επίτευξη του στόχου του 0,7% του ΑΕΕ για επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να εγκρίνουν χωρίς καθυστέρηση τις επικείμενες προτάσεις της Επιτροπής για τέτοιο συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα·

33.   επιδοκιμάζει πλήρως την έκκληση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ προς τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων των αναπτυγμένων κρατών να αποφασίσουν τη δρομολόγηση σειράς πρωτοβουλιών άμεσου οφέλους όπως προτείνεται στο πρόγραμμα της χιλιετίας του ΟΗΕ από τον καθηγητή Jeffrey Sachs·

34.   καλεί τα κράτη μέλη να δείξουν την προσήλωσή τους στο σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων υποστηρίζοντας την πρόταση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για αντικατάσταση της Επιτροπής Ανθρώπινων Δικαιωμάτων του Οργανισμού από ένα ισχυρότερο και πιο αξιόπιστο Συμβούλιο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων·

VI.Εξωτερικές σχέσεις

35.   υπενθυμίζει ότι το Κοινοβούλιο έχει επιμείνει επανειλημμένα πως το εμπάργκο στην πώληση όπλων στην Κίνα δεν πρέπει να αρθεί υπό τις τρέχουσες συνθήκες και επισημαίνει με ικανοποίηση ότι ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεν έλαβε περαιτέρω μέτρα για την άρση του εμπάργκο·

36.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να δημιουργήσει ειδική ομάδα για την υποβολή έκθεσης σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειώσει η Κροατία όσον αφορά την ικανοποίηση των προϋποθέσεων για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση και ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να αποστείλουν την ειδική ομάδα παρακολούθησης στην Κροατία το ταχύτερο δυνατόν, προκειμένου να συγκεντρώσει αξιόπιστα στοιχεία στα οποία το προσεχές Συμβούλιο θα στηριχτεί κατά τη λήψη της απόφασής του·

37.   επαναλαμβάνει τη θέση του σχετικά με τη συνεχιζόμενη κατάσταση στο Λίβανο και χαιρετίζει την ανακοίνωση του Υπουργού Εξωτερικών της Συρίας ότι όλα τα στρατεύματα, ο στρατιωτικός εξοπλισμός και ο μηχανισμός συλλογής πληροφοριών της Συρίας πρέπει να απομακρυνθούν πλήρως και ολοκληρωτικά έως τις 30 Απριλίου 2005, σύμφωνα με την απόφαση 1559 (2004) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ και το Συμβούλιο να θέσουν το ζήτημα της σταθεροποίησης της χώρας στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών· ελπίζει ότι θα σχηματιστεί νέα κυβέρνηση, ως συμβολή στη σταθερότητα της χώρας, με στόχο τη διεξαγωγή ελεύθερων, δίκαιων και διαφανών εκλογών κατά τα προβλεπόμενα· καλεί το Συμβούλιο να μεριμνήσει για την αποστολή εκλογικών παρατηρητών της ΕΕ, και για την περίοδο έως τις εκλογές, σε συμφωνία με τις λιβανικές αρχές·

38.   εκφράζει την ανησυχία του για τα πρόσφατα γεγονότα στην Κυργυζία, και ενστερνίζεται τη δήλωση του Συμβουλίου με την οποία ζητείται από τους νέους ηγέτες της χώρας να ξεκινήσουν διάλογο προκειμένου να εγγυηθούν μια δημοκρατική διαδικασία που να περιλαμβάνει τον πλήρη σεβασμό του κράτους δικαίου και των δικαιωμάτων του ανθρώπου, μέσω της εθνικής συμφιλίωσης·

o
o   o

39.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια των κρατών μελών καθώς και της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας.

(1) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 1997 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1).
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 1997 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6).

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου