Ευρετήριο 
Κείμενα που εγκρίθηκαν
Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2006 - Στρασβούργο
Δημοσιονομικές προοπτικές
 Σύσταση εξεταστικής επιτροπής για την οικονομική κρίση της εταιρείας Equitable Life Assurance Society
 Σύσταση προσωρινής επιτροπής για την εικαζόμενη χρήση ευρωπαϊκών κρατών από τη CIA για τη μεταφορά και την παράνομη κράτηση ατόμων
 Περιοριστικά μέτρα προς ορισμένα άτομα που θεωρούνται ύποπτα συμμετοχής στη δολοφονία του Rafiq Hariri *
 Διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας ***III
 Ύδατα κολύμβησης ***III
 Εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης του Århus στα θεσμικά και λοιπά όργανα της ΕΚ ***II
 Αφγανιστάν
 Ομοφοβία στην Ευρώπη
 Κλιματικές αλλαγές
 Περιβαλλοντικές πτυχές της αειφόρου ανάπτυξης

Δημοσιονομικές προοπτικές
PDF 279kWORD 47k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη θέση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου όσον αφορά τις δημοσιονομικές προοπτικές και την ανανέωση της Διοργανικής Συμφωνίας για την περίοδο 2007-2013
P6_TA(2006)0010B6-0049/2006

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

‐  &space; έχοντας υπόψη τη Συνθήκη ΕΚ, συγκεκριμένα δε το άρθρο 272 αυτής,

–   έχοντας υπόψη την Διοργανική συμφωνία, της 6ης Μαΐου 1999, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού(1), συγκεκριμένα δε το σημείο 26 αυτής,

–   έχοντας υπόψη τις ανακοινώσεις της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, της 26ης Φεβρουαρίου 2004, με τίτλο "Η οικοδόμηση του κοινού μας μέλλοντος: Προκλήσεις πολιτικής και δημοσιονομικά μέσα της διευρυμένης Ένωσης 2007-2013" (COM(2004)0101), της 14ης Ιουλίου 2004, με τίτλο "Δημοσιονομικές προοπτικές 2007-2013" (COM(2004)0487), καθώς και το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής της 12ης Απριλίου 2005 με τίτλο "Τεχνικές προσαρμογές στην πρόταση της Επιτροπής για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2007-2013" (SEC(2005)0494),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 8ης Ιουνίου 2005, σχετικά με τις πολιτικές προκλήσεις και τα δημοσιονομικά μέσα της διευρυμένης Ένωσης 2007-2013(2),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 1ης Δεκεμβρίου 2005 σχετικά με την διοργανική συμφωνία για την δημοσιονομική πειθαρχία και την βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού(3),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 54 του Κανονισμού του,

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 15-16 Δεκεμβρίου 2005 ενέκρινε συμπεράσματα σχετικά με τις δημοσιονομικές προοπτικές 2007-2013,

B.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ισχύουσα διοργανική συμφωνία για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού θα τερματιστεί, κατ" αρχήν, το 2006 και ότι νέα συμφωνία ή παράταση της ισχύουσας μπορεί να επιτευχθεί μόνο εφόσον συμφωνήσουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία επί των δημοσιονομικών προοπτικών, το άρθρο 272 της Συνθήκης προβλέπει ετήσιους προϋπολογισμούς,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο προϋπολογισμός του 2006, τελευταίου έτους των εν ισχύι δημοσιονομικών προοπτικών, ανέρχεται στο 1,093% του Ακαθάριστου Εγχώριου Εισοδήματος (ΑΕΕ) της ΕΕ σε πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων για 25 κράτη μέλη,

E.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που εγκρίθηκαν στις 15-16 Δεκεμβρίου 2005, οι πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων προβλέπεται ότι θα ανέλθουν κατά μέσο όρο σε ποσοστό 1,045% του ΑΕΕ της ΕΕ για 27 κράτη μέλη στο πλαίσιο του προϋπολογισμού της ΕΕ, με το σύνολο των πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων να ανέρχονται σε 862 363 δισ. ευρώ,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η εγκριθείσα στις 8 Ιουνίου 2005 διαπραγματευτική θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διασφαλίζει καλύτερη αντιστοιχία πολιτικών προτεραιοτήτων και δημοσιονομικών αναγκών, επιτυγχάνει τον εκσυγχρονισμό του προϋπολογισμού προσδίδοντάς του μεγαλύτερη ευελιξία και βελτιώνει την ποιότητα εφαρμογής του προϋπολογισμού με δημοσιονομικό πλαίσιο που ανέρχεται σε 974 837 δισ. ευρώ και αντιστοιχεί σε κατά μέσο όρο ποσοστό 1,18% του ΑΕΕ της ΕΕ για πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων,

1.   διαπιστώνει ότι ευοδώθηκαν εν τέλει οι προσπάθειες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των κρατών μελών, γεγονός που επιτρέπει την έναρξη των διαπραγματεύσεων με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις προσεχείς δημοσιονομικές προοπτικές·

2.   επισημαίνει ότι τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου επικεντρώνονται μάλλον στις παραδοσιακές πολιτικές που διαχειρίζονται τα κράτη μέλη παρά στις πολιτικές που θα επιτρέψουν στην Ένωση να αντιμετωπίσει με επιτυχία νέες προκλήσεις και να διευρύνει τα οφέλη των πολιτών από την Ευρώπη· εκφράζει, σχετικά, τη λύπη του για την απαράδεκτη μείωση των αναλήψεων υποχρεώσεων για την ανταγωνιστικότητα, την ανάπτυξη και την απασχόληση, παρά τη σημασία που αποδίδουν όλα τα όργανα της ΕΕ στη στρατηγική της Λισαβόνας, καθώς και για τις περικοπές στις δράσεις σχετικά με την ευρωπαϊκή υπηκοότητα, την ελευθερία, την ασφάλεια και τη δικαιοσύνη, καθώς και τις εξωτερικές δράσεις· εκφράζει δε τη λύπη του διότι τα κράτη μέλη αγωνίζονται κυρίως για να προασπίσουν τα εθνικά τους συμφέροντα παρά για να θεμελιώσουν την ευρωπαϊκή διάσταση και παρέλειψαν να ασχοληθούν με το μείζον θέμα της μεταρρύθμισης του συστήματος ιδίων πόρων·

3.   επισημαίνει ότι τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τα οποία παραπέμπουν ορισμένες φορές σε πολύ συγκεκριμένους κανόνες στο πλαίσιο προγραμμάτων δαπανών, δεν είναι δυνατόν να αναστείλουν τις αρμοδιότητες που έχουν ανατεθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως σκέλος της νομοθετικής και δημοσιονομικής αρχής· διακηρύσσει συνεπώς ότι θα εξακολουθήσει να επιτελεί πλήρως το ρόλο του στη χάραξη των πολιτικών, στη μεταρρύθμιση αυτών και στον προϋπολογισμό τους·

4.   απορρίπτει τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στη παρούσα μορφή τους, διότι δεν εγγυώνται έναν προϋπολογισμό της ΕΕ που προάγει την ευημερία, την ανταγωνιστικότητα, την αλληλεγγύη, την συνοχή και την ασφάλεια, σύμφωνα με εκείνες τις πολιτικές που το ίδιο το Συμβούλιο συμφώνησε, διότι δεν τηρούν τις δεσμεύσεις που ανελήφθησαν ενώπιον των νέων κρατών μελών και διότι δεν προβλέπουν ούτε αποτελεσματικό και λεπτομερή μηχανισμό ευελιξίας, ούτε απαρέγκλιτη δέσμευση για την πραγματοποίηση αναθεώρησης με σαφώς καθορισμένο ρόλο για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ούτε αποτελεσματικά συνοδευτικά μέτρα που θα διασφαλίζουν, για παράδειγμα, αποτελεσματικότερη εφαρμογή και έλεγχο δαπανών στα κράτη μέλη·

5.   επισημαίνει την μεγίστη σημασία που αποδίδει στην ύπαρξη μεγαλυτέρου βαθμού ευελιξίας·

6.   διατυπώνει εκ νέου τη θέση του, όπως αυτή εκφράσθηκε στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 8ης Ιουνίου 2005, και αναθέτει στην Επιτροπή Προϋπολογισμών να διαπραγματευθεί αναλόγως τη διοργανική συμφωνία·

7.   εκφράζει την βούλησή του να διεξαγάγει εποικοδομητικές διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο στη βάση των αντίστοιχων θέσεων, με την προϋπόθεση ότι η αυστριακή Προεδρία διαθέτει ουσιαστική εντολή για να προβεί σε διαπραγματεύσεις· είναι αποφασισμένο δε να υπερασπισθεί τα ποσοτικά, δομικά και ποιοτικά δεδομένα της διαπραγματευτικής του θέσης και να ενισχύσει την ευρωπαϊκή διάσταση της αγροτικής, της εσωτερικής και της εξωτερικής πολιτικής·

8.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) EE C 172 της 18.6.1999, σ. 1. Συμφωνία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 2005/708/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβoυλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 269 της 14.10.2005, σ. 24).
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2005)0224.
(3) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2005)0453.


Σύσταση εξεταστικής επιτροπής για την οικονομική κρίση της εταιρείας Equitable Life Assurance Society
PDF 295kWORD 44k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής για την οικονομική κρίση της εταιρείας Equitable Life Assurance Society
P6_TA(2006)0011B6-0050/2006

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 193 της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη την απόφαση 95/167/ΕΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής της 19ης Απριλίου 1995 περί των λεπτομερών διατάξεων άσκησης του δικαιώματος εξέτασης των πραγμάτων από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο(1),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 176 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη το αίτημα που υπέβαλαν 213 βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

–   έχοντας υπόψη την απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της 14ης Δεκεμβρίου 2005, με την οποία συμφωνήθηκε κατ' αρχήν η σύσταση εξεταστικής επιτροπής για να διερευνηθούν οι κατηγορίες που προέκυψαν από την αναφορά 0611/2004 του Arthur White (Βρετανός) και την αναφορά 0029/2005 του Paul Braithwaite (Βρετανός), εξ ονόματος της ομάδας δράσης Equitable Members' Action Group, καθώς και από ακόλουθες αναφορές για το ίδιο ζήτημα που κατατέθηκαν από αναφέροντες από τη Γερμανία και την Ιρλανδία, οι οποίες είχαν όλες σχέση με την εταιρεία Equitable Life Assurance Society (Equitable Life),

1.   αποφασίζει να συστήσει εξεταστική επιτροπή για να διερευνήσει τις καταγγελλόμενες παραβάσεις του κοινοτικού δικαίου και την κακή διαχείριση της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου σχετικά με την οικονομική κρίση της εταιρείας Equitable Life, με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας των εθνικών και των κοινοτικών δικαστηρίων·

2.   αποφασίζει ότι η εξεταστική επιτροπή πρέπει:

   να εξετάσει τις καταγγελλόμενες παραβάσεις και την κακή διαχείριση της εφαρμογής της οδηγίας 92/96/ΕΟΚ(2), που πλέον έχει ενσωματωθεί στην κωδικοποιημένη οδηγία 2002/83/ΕΚ(3), από τις αρμόδιες αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου σε σχέση με την εταιρεία Equitable Life, ιδίως σε ό,τι αφορά το ρυθμιστικό καθεστώς και τη διάταξη για την επαρκή εποπτεία της χρηματοοικονομικής ευρωστίας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων κυρίως όσον αφορά τη φερεγγυότητά τους, τη σύσταση επαρκών τεχνικών αποθεματικών, καθώς και την κάλυψη αυτών των αποθεματικών από στοιχεία ενεργητικού στο αυτό ύψος·
   να αξιολογήσει εάν η Επιτροπή εξεπλήρωσε κανονικά το καθήκον της να εποπτεύει την ορθή και έγκαιρη μεταφορά του κοινοτικού δικαίου, καθώς και να προσδιορίσει κατά πόσον αδυναμίες του συστήματος συνέβαλαν στην κατάσταση που έχει ανακύψει·
   να αξιολογήσει τις κατηγορίες σύμφωνα με τις οποίες οι ρυθμιστικές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου για πολλά έτη, και τουλάχιστον από το 1989, δεν προστάτευσαν τους ασφαλισμένους μέσω της άσκησης αυστηρής εποπτείας στις λογιστικές και αποθεματικές πρακτικές καθώς και στην οικονομική κατάσταση της Equitable Life·
   να εκτιμήσει το καθεστώς των αξιώσεων που προβάλλονται από ευρωπαίους πολίτες εκτός Ηνωμένου Βασιλείου και την επάρκεια των μέσων που διατίθενται από τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου σε κατόχους ασφαλιστηρίων συμβολαίων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη·
   να καταθέσει οιεσδήποτε προτάσεις τις οποίες κρίνει σκόπιμες σχετικά με το εν λόγω ζήτημα·

3.   αποφασίζει ότι η εξεταστική επιτροπή θα υποβάλει ενδιάμεση έκθεση στο Κοινοβούλιο εντός 4 μηνών από την έναρξη των εργασιών της, με στόχο να υποβάλει την τελική έκθεση προς το Κοινοβούλιο εντός 12 μηνών από την έγκριση της παρούσας απόφασης·

4.   αποφασίζει ότι η επιτροπή θα αποτελείται από 22 βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

(1) ΕΕ L 113 της 19.5.1995, σ. 1.
(2) Οδηγία 92/96/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Νοεμβρίου 1992, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση ζωής, και για την τροποποίηση των οδηγιών 79/267/ΕΟΚ και 90/619/ΕΟΚ (τρίτη οδηγία σχετικά με την ασφάλεια ζωής) (ΕΕ L 360 της 9.12.1992, σ. 1).
(3) Οδηγία 2002/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφάλιση ζωής (ΕΕ L 345 της 19.12.2002, σ. 1). Οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2005/68/ΕΚ (ΕΕ L 323 της 9.12.2005, σ. 1).


Σύσταση προσωρινής επιτροπής για την εικαζόμενη χρήση ευρωπαϊκών κρατών από τη CIA για τη μεταφορά και την παράνομη κράτηση ατόμων
PDF 274kWORD 47k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη σύσταση προσωρινής επιτροπής για την εικαζόμενη χρήση ευρωπαϊκών κρατών από τη CIA για τη μεταφορά και την παράνομη κράτηση ατόμων
P6_TA(2006)0012B6-0051/2006

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

‐   έχοντας υπόψη την προσήλωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των θεμελιωδών ελευθεριών και του κράτους δικαίου, όπως αυτές περιγράφονται στο προοίμιο της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδίως στα άρθρα 6 και 7 της Συνθήκης αυτής,

‐   έχοντας κατά νου ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων αποτελεί επίσης μέρος της συνταγματικής τάξης της Κοινότητας,

‐   έχοντας κατά νου ότι η προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας αποτελεί βασική επιδίωξη του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως διακηρύχθηκε από τα όργανα στις 7 Δεκεμβρίου 2000, και ότι η θεμελιώδης αυτή αξία θα παραβιαζόταν σε περίπτωση σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης προσώπων, εάν η ως άνω μεταχείριση γίνει για οποιονδήποτε λόγο υπό την άμεση ή έμμεση ευθύνη των κρατών μελών και των οργάνων της ΕΕ,

‐   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Δεκεμβρίου 2005 σχετικά με την υποτιθέμενη χρησιμοποίηση ευρωπαϊκών κρατών από την Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ (CIA) για την παράνομη μεταφορά και κράτηση ατόμων(1), η οποία, όσον αφορά την εν εκκρεμότητι έρευνα στο Συμβούλιο της Ευρώπης, προβλέπει την ανάγκη σύστασης προσωρινής επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παράλληλα με τη διεξαγωγή της ως άνω έρευνας, ιδίως εφόσον εμπλέκονται κράτη μέλη,

‐   έχοντας υπόψη το άρθρο 175 του Κανονισμού του,

‐   έχοντας υπόψη την πρόταση της Διάσκεψης των Προέδρων που ορίζει την εντολή και τη σύνθεση της προσωρινής επιτροπής αρμόδιας για τη φερόμενη χρησιμοποίηση της επικράτειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των υπό προσχώρηση, υποψήφιων προς ένταξη και συνδεδεμένων χωρών, από τη CIA ή τις υπηρεσίες πληροφοριών άλλων τρίτων χωρών για τη μεταφορά και παράνομη κράτηση ατόμων,

1.   αποφασίζει να συστήσει προσωρινή επιτροπή με την ακόλουθη εντολή:

  α) να συλλέξει και να αναλύσει πληροφορίες για να διαπιστωθεί εάν:
   η CIA ή άλλοι πράκτορες των ΗΠΑ ή υπηρεσίες πληροφοριών άλλων τρίτων χωρών έχουν προβεί σε απαγωγές, "ασυνήθεις παραδόσεις", κράτηση σε μυστικές τοποθεσίες, κράτηση σε συνθήκες απομόνωσης, βασανιστήρια, σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ατόμων στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων και των υπό προσχώρηση και υποψηφίων για ένταξη χωρών, ή εάν έχουν χρησιμοποιήσει την επικράτεια αυτή για τους σκοπούς αυτούς, παραδείγματος χάριν μέσω πτήσεων·
   τέτοιου είδους πράξεις που έλαβαν κατά τους ισχυρισμούς χώρα στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας μπορούν να θεωρηθούν παραβίαση μεταξύ άλλων του άρθρου 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, των άρθρων 2, 3, 5 και 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά των Βασανιστηρίων και Άλλων Τρόπων Σκληρής, Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας, καθώς και των συμφωνιών ΕΕ - ΗΠΑ για την έκδοση και την αμοιβαία νομική βοήθεια, καθώς και άλλων διεθνών συνθηκών και συμφωνιών που έχουν υπογραφεί μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης/Κοινότητας και των κρατών μελών της, συμπεριλαμβανομένου του Βορειοατλαντικού Συμφώνου και των σχετικών με αυτό συμφωνιών σχετικά με το νομικό καθεστώς των δυνάμεων καθώς και τη Συνθήκη περί Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας·
   πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή των υποψηφίων χωρών ή οποιαδήποτε άλλα πρόσωπα δικαιούνται προστασία από ή βρίσκονται στη δικαιοδοσία της ΕΕ, των κρατών μελών ή των υποψήφιων χωρών συμπεριλαμβάνονται μεταξύ εκείνων που εμπλέκονται στις απαγωγές ή υπήρξαν θύματα απαγωγών, επιχειρήσεων "ασυνήθων παραδόσεων", κράτησης σε μυστικές τοποθεσίες, κράτησης σε συνθήκες απομόνωσης, βασανιστηρίων ή σκληρής, απάνθρωπης και ταπεινωτικής μεταχείρισης στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή αλλού·
   κράτη μέλη, δημόσιοι υπάλληλοι, άτομα που δρουν με επίσημη ιδιότητα ή όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν εμπλακεί ή είναι συνεργοί στην παράνομη στέρηση της ελευθερίας ατόμων, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής, ασυνήθους παράδοσης, μεταφοράς, κράτησης ή βασανιστηρίων, είτε έμπρακτα είτε εξ αμελείας·
   β) να υποβάλει στην ολομέλεια οιαδήποτε σύσταση που η επιτροπή θα κρίνει απαραίτητη σχετικά με το ζήτημα αυτό, ιδίως όσον αφορά τα πολιτικά, νομικά και διοικητικά συμπεράσματα που θα προκύψουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς και τις πιθανές συνέπειες στις σχέσεις της ΕΕ με τρίτες χώρες·

2.   αποφασίζει ότι η προσωρινή επιτροπή θα βρίσκεται σε επαφή και θα συνεργάζεται όσο το δυνατόν πιο στενά με το Συμβούλιο της Ευρώπης, τον Γενικό του Γραμματέα, την Κοινοβουλευτική Συνέλευση και τον Επίτροπο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, καθώς και τον Ύπατο Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, καθώς και τα εθνικά κοινοβούλια·

3.   αποφασίζει ότι η προσωρινή επιτροπή θα υποβάλει ενδιάμεση έκθεση στο Κοινοβούλιο εντός τεσσάρων μηνών από την έναρξη των εργασιών της, με λεπτομερείς προτάσεις σχετικά με τη συνέχεια των εργασιών της·

4.   αποφασίζει ότι η προσωρινή επιτροπή θα αποτελείται από 46 βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

(1) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2005)0529.


Περιοριστικά μέτρα προς ορισμένα άτομα που θεωρούνται ύποπτα συμμετοχής στη δολοφονία του Rafiq Hariri *
PDF 363kWORD 51k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που αφορά την επιβολή ειδικών περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων για τα οποία υπάρχουν υποψίες ότι ενέχονται στη δολοφονία του πρώην Λιβανέζου Πρωθυπουργού Rafiq Hariri (COM(2005)0614 – 15098/2005 – C6-0434/2005 – 2005/0234(CNS))
P6_TA(2006)0013A6-0003/2006

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

‐   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2005)0614)(1),

‐   έχοντας υπόψη το σχέδιο του Συμβουλίου (15098/2005),

‐   έχοντας υπόψη την κοινή θέση 2005/888/ΚΕΠΠΑ(2) του Συμβουλίου,

‐   έχοντας υπόψη τα άρθρα 60 και 301 της Συνθήκης ΕΚ,

‐   έχοντας υπόψη το άρθρο 308 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0434/2005),

‐   έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

‐   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A6-0003/2006),

1.   εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.   καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει ανάλογα την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2 της Συνθήκης ΕΚ·

3.   καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

4.   ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

5.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή   Τροπολογίες του Κοινοβουλίου
Τροπολογία 1
Αιτιολογική αναφορά 1α (νέα)
έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εφαρμογή και την αξιολόγηση των περιοριστικών μέτρων (κυρώσεων) στο πλαίσιο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας της ΕΕ που εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο στις 12 Δεκεμβρίου 2005,
Τροπολογία 2
Άρθρο 2, παράγραφοι 1 και 2
1.  Δεσμεύονται όλα τα κεφάλαια και όλοι οι οικονομικοί πόροι που βρίσκονται στην ιδιοκτησία ή κατοχή ή τελούν υπό τον έλεγχο φυσικών ή νομικών προσώπων, οντοτήτων ή φορέων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι.
1.  Δεσμεύονται όλα τα κεφάλαια και όλοι οι οικονομικοί πόροι που βρίσκονται στην ιδιοκτησία ή κατοχή ή τελούν υπό τον έλεγχο φυσικών ή νομικών προσώπων, οντοτήτων ή φορέων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο που καταρτίζει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 8.
2.  Κανένα κεφάλαιο ή οικονομικός πόρος δεν θα διατεθεί, άμεσα ή έμμεσα, στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οντότητες ή φορείς που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι ή προς όφελός τους.
2.  Κανένα κεφάλαιο ή οικονομικός πόρος δεν θα διατεθεί, άμεσα ή έμμεσα, στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οντότητες ή φορείς που απαριθμούνται στον κατάλογο που καταρτίζει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 8 ούτε χρησιμοποιούνται προς όφελός τους.
Τροπολογία 3
Άρθρο 8, παράγραφος 1
1.  Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται:
1.  Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται, κατόπιν διαβουλεύσεως με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο:
α) να τροποποιεί το παράρτημα Ι με βάση τις αποφάσεις που λαμβάνει η Επιτροπή Κυρώσεων· και
α) να καταρτίζει και να τροποποιεί με βάση τις αποφάσεις που λαμβάνει η Επιτροπή Κυρώσεων, κατάλογο των φυσικών ή νομικών προσώπων, οντοτήτων ή φορέων που προβλέπονται στο άρθρο 2, των οποίων τα κεφάλαια και οι οικονομικοί πόροι πρέπει να δεσμευθούν, και να διορθώνει τον κατάλογο σε περίπτωση αποδεδειγμένου λάθους και
β) να τροποποιεί το παράρτημα ΙΙ βάσει των πληροφοριών που παρέχουν τα κράτη μέλη.
β) να τροποποιεί το παράρτημα βάσει των πληροφοριών που παρέχουν τα κράτη μέλη.
Η κατάρτιση και η τροποποίηση του καταλόγου που προβλέπεται στο στοιχείο α) αποτελούν αντικείμενο προηγουμένης ενημέρωσης εκ μέρους της Επιτροπής, σε εμπιστευτική βάση, της επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που είναι αρμόδια για τις πολιτικές ελευθερίες, τη δικαιοσύνη και τις εσωτερικές υποθέσεις και εκείνης που είναι αρμόδια για την ανάπτυξη.
Τροπολογία 4
Παράρτημα Ι
Το παράρτημα αυτό διαγράφεται

(1) Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
(2) ΕΕ L 327 της 14.12.2005, σ. 26.


Διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας ***III
PDF 269kWORD 43k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το εγκριθέν από την επιτροπή συνδιαλλαγής κοινό σχέδιο οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας και την τροποποίηση της οδηγίας 2004/35/ΕΚ (PE-CONS 3665/2005 – C6-0405/2005 – 2003/0107(COD))
P6_TA(2006)0014A6-0001/2006

(Διαδικασία συναπόφασης: τρίτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το κοινό σχέδιο που ενέκρινε η επιτροπή συνδιαλλαγής (PE-CONS 3665/2005 - C6-0405/2005), τη σχετική διοργανική δήλωση και την κοινή δήλωση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας, στην οποία αναφέρεται η εν λόγω διοργανική δήλωση(1),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση(2) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο κα το Συμβούλιο (COM(2003)0319)(3),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του κατά τη δεύτερη ανάγνωση(4) σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου(5),

–   έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής σχετικά με τις τροπολογίες του Κοινοβουλίου στην κοινή θέση (COM(2005)0477)(6),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 5, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 65 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της αντιπροσωπείας του στην επιτροπή συνδιαλλαγής (A6-0001/2006),

1.   εγκρίνει το κοινό σχέδιο και επιβεβαιώνει τη δήλωσή του σχετικά με την κοινή δήλωση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να υπογράψει την πράξη μαζί με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 254, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ·

3.   αναθέτει στον Γενικό Γραμματέα του να υπογράψει την πράξη, αφού προηγουμένως ελεγχθεί ότι όλες οι διαδικασίες έχουν δεόντως ολοκληρωθεί, και, να προβεί σε συμφωνία με τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου, στη δημοσίευσή της, από κοινού με τη σχετική διοργανική δήλωση, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

4.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν νομοθετικό ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.

Διοργανική δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή εκφράζουν την ικανοποίησή τους για την κοινή δήλωση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας σχετικά με την εφαρμογή της επικείμενης οδηγίας για τη διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας.

Κοινή δήλωση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας σχετικά με την εφαρμογή της επικείμενης οδηγίας για τη διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας

Δεδομένης της σημασίας που έχει η εν λόγω οδηγία για την προστασία του περιβάλλοντος στην Ευρώπη, η Βουλγαρία και η Ρουμανία, με την ιδιότητά τους ως κρατών υπό προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την θεωρούν σημαντικό μέρος του κοινοτικού κεκτημένου.

Για τον λόγο αυτό, η Βουλγαρία και η Ρουμανία προτίθενται να ενσωματώσουν την οδηγία στην εθνική τους νομοθεσία έως την ημερομηνία ενσωμάτωσης που προσδιορίζεται στο κείμενό της.

Η Βουλγαρία και η Ρουμανία δεσμεύονται να καταβάλουν κάθε αναγκαία προσπάθεια για την εφαρμογή της οδηγίας εντός των προθεσμιών που προσδιορίζονται στο κείμενό της. Αμφότερες λαμβάνουν ήδη μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των υφισταμένων εγκαταστάσεων που εμπίπτουν στην ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία, όπως η οδηγία πλαίσιο για τα απόβλητα, η οδηγία για τις χωματερές, η οδηγία περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων και η σχετική νομοθεσία για την προστασία των επιφανειακών και των υπόγειων υδάτων.

Με την παρούσα κοινή δήλωση, η Βουλγαρία και η Ρουμανία εκφράζουν την ισχυρή πολιτική τους βούληση να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν προς τις διατάξεις της οδηγίας για τη διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας κατά τον ίδιο τρόπο με τα λοιπά κράτη μέλη.

(1) Τόσο η διοργανική δήλωση όσο και η κοινή δήλωση επισυνάπτονται στο παρόν ψήφισμα.
(2) ΕΕ C 103 E της 29.4.2004, σ. 634.
(3) Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.
(4) Κείμενα που εγκρίθηκαν στις 6.9.2005, P6_TA(2005)0319.
(5) ΕΕ C 172 E της 12.7.2005, σ. 1.
(6) Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.


Ύδατα κολύμβησης ***III
PDF 259kWORD 35k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το εγκριθέν από την επιτροπή συνδιαλλαγής κοινό σχέδιο οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης και την κατάργηση της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ (PE-CONS 3659/2005 – C6-0373/2005 – 2002/0254(COD))
P6_TA(2006)0015A6-0415/2005

(Διαδικασία συναπόφασης: τρίτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το κοινό σχέδιο που εγκρίθηκε από την επιτροπή συνδιαλλαγής (PE-CONS 3659/2005 – C6-0373/2005),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση(1) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2002)0581)(2),

–   έχοντας υπόψη την τροποποιημένη πρόταση (COM(2004)0245)(3),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του κατά τη δεύτερη ανάγνωση(4) σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου(5),

–   έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής σχετικά με τις τροπολογίες του Κοινοβουλίου στην κοινή θέση (COM(2005)0277)(6),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 5, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 65 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της αντιπροσωπείας του στην επιτροπή συνδιαλλαγής (A6-0415/2005),

1.   εγκρίνει το κοινό σχέδιο·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να υπογράψει την πράξη μαζί με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 254, παράγραφος 1 της Συνθήκης ΕΚ·

3.   αναθέτει στον Γενικό Γραμματέα του να υπογράψει την πράξη, αφού προηγουμένως ελεγχθεί ότι όλες οι διαδικασίες έχουν δεόντως ολοκληρωθεί, και να προβεί, σε συμφωνία με τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου, στη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

4.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν νομοθετικό ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) ΕΕ C 82 E της 1.4.2004, σ. 115.
(2) ΕΕ C 45 E της 25.2.2003, σ. 127.
(3) Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.
(4) Κείμενα που εγκρίθηκαν στις 10.05.2005, P6_TA(2005)0165.
(5) ΕΕ C 111 E της 11.5.2005, σ. 1.
(6) Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.


Εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης του Århus στα θεσμικά και λοιπά όργανα της ΕΚ ***II
PDF 455kWORD 116k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την κοινή θέση η οποία υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο για την έκδοση του κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή στα όργανα και στους οργανισμούς της Κοινότητας των διατάξεων της Σύμβασης του Århus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα (6273/2/2005 – C6-0297/2005 – 2003/0242(COD))
P6_TA(2006)0016A6-0381/2005

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (6273/2/2005 – C6-0297/2005),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση(1) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2003)0622)(2),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 62 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A6-0381/2005),

1.   εγκρίνει την κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 18 Ιανουαρίου 2006 εν όψει της έγκρισης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή στα όργανα και στους οργανισμούς της Κοινότητας των διατάξεων της Σύμβασης του Århus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα

P6_TC2-COD(2003)0242


ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 175, παράγραφος 1,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),

αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης(4),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Η κοινοτική νομοθεσία στον τομέα του περιβάλλοντος αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στη διαφύλαξη, προστασία και βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος, στην προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης καθώς και στην προστασία της υγείας του ανθρώπου.

(2)  Το έκτο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον(5) τονίζει τη σημασία της παροχής επαρκών περιβαλλοντικών πληροφοριών και αποτελεσματικών ευκαιριών στο κοινό για συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων που αφορούν το περιβάλλον, βελτιώνοντας τοιουτοτρόπως τις δυνατότητες απόδοσης ευθυνών και τη διαφάνεια όσον αφορά στη λήψη αποφάσεων ενώ παράλληλα συμβάλλει στην ευαισθητοποίηση του κοινού και τη στήριξη των λαμβανόμενων αποφάσεων. Επιπλέον, ενθαρρύνει, όπως συνέβη και με τα προηγούμενα(6) από αυτό, την αποτελεσματικότερη εφαρμογή και υλοποίηση της κοινοτικής νομοθεσίας για την προστασία του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανόμενης της τήρησης των κοινοτικών κανόνων και της ανάληψης δράσης για την αντιμετώπιση των παραβιάσεων της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας.

(3)  Η Κοινότητα υπέγραψε, στις 25 Ιουνίου 1998, τη Σύμβαση της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (UNECE) σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα (εφεξής αναφερόμενη ως "Σύμβαση του Århus"). Η Κοινότητα ενέκρινε τη Σύμβαση του Århus στις 17 Φεβρουαρίου 2005. Οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου θα πρέπει να συνάδουν με την εν λόγω Σύμβαση.

(4)  Η Κοινότητα έχει ήδη εκδώσει μια σειρά νομοθετικών πράξεων οι οποίες εξελίσσονται και συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της Σύμβασης του Århus. Θα πρέπει να προβλεφθεί η εφαρμογή των απαιτήσεων της Σύμβασης στα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας.

(5)  Είναι σκόπιμο οι τρεις πυλώνες της Σύμβασης του Århus, ήτοι η πρόσβαση στις πληροφορίες, η συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και η πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικές υποθέσεις, να συνοψισθούν σε μία νομοθετική πράξη και να θεσπισθούν κοινές διατάξεις για τους στόχους και τους ορισμούς. Αυτό συμβάλλει στον εξορθολογισμό της νομοθεσίας και αυξάνει τη διαφάνεια των μέτρων εφαρμογής που λαμβάνονται όσον αφορά τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας.

(6)  Κατά γενικό κανόνα, τα δικαιώματα που εγγυώνται οι τρεις πυλώνες της Σύμβασης του Århus ασκούνται άνευ διακρίσεων ως προς την ιθαγένεια, την εθνικότητα ή τον τόπο διαμονής.

(7)  Η Σύμβαση του Århus καθορίζει με την ευρεία έννοια τις δημόσιες αρχές, δεδομένου ότι η βασική ιδέα της Σύμβασης είναι ότι, οποτεδήποτε ασκείται δημόσια εξουσία, θα πρέπει να υφίστανται δικαιώματα για τα άτομα και τις οργανώσεις τους. Κατά συνέπεια, είναι αναγκαίο τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό να καθορισθούν με τον ίδιο ευρύ και λειτουργικό τρόπο. Σύμφωνα με τη Σύμβαση του Århus, τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας μπορούν να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης, εφόσον ενεργούν υπό δικαστική ή νομοθετική ιδιότητα. Ωστόσο, για λόγους συνέπειας προς τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής(7), οι διατάξεις σχετικά με την πρόσβαση στις περιβαλλοντικές πληροφορίες θα πρέπει να εφαρμόζονται στα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας που ενεργούν υπό νομοθετική ιδιότητα.

(8)  Ο ορισμός των περιβαλλοντικών πληροφοριών στον παρόντα κανονισμό καλύπτει παντός είδους πληροφορίες για την κατάσταση του περιβάλλοντος. Ο ορισμός αυτός ευθυγραμμίσθηκε προς τον ορισμό που υιοθετήθηκε από την οδηγία 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για την πρόσβαση στις περιβαλλοντικές πληροφορίες(8) και περιλαμβάνει το στάδιο προόδου των διαδικασιών επί παραβάσει της κοινοτικής νομοθεσίας. Στον ορισμό του "εγγράφου" του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 περιλαμβάνονται οι περιβαλλοντικές πληροφορίες, όπως καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

(9)  Είναι σκόπιμο ο παρών κανονισμός να προβλέψει ορισμό των "σχεδίων και προγραμμάτων", λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις της Σύμβασης του Århus, παράλληλα με την προσέγγιση που ακολουθείται για τις υποχρεώσεις των κρατών μελών βάσει του ισχύοντος κοινοτικού δικαίου. "Τα σχέδια και τα προγράμματα που σχετίζονται με το περιβάλλον" θα πρέπει να ορισθούν ανάλογα με τη συμβολή τους στην επίτευξη ή με τον ενδεχόμενο σημαντικό αντίκτυπό τους στην επίτευξη των στόχων και προτεραιοτήτων της κοινοτικής πολιτικής για το περιβάλλον. Το έκτο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον καθορίζει τους στόχους της κοινοτικής περιβαλλοντικής πολιτικής και τις δράσεις που προγραμματίζονται για την επίτευξη των στόχων αυτών, καλύπτοντας περίοδο δέκα ετών αρχής γενομένης από τις 22 Ιουλίου 2002. Στο τέλος αυτής της περιόδου, θα πρέπει να θεσπισθεί το επόμενο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον.

(10)  Δεδομένου ότι εξελίσσεται συνεχώς η περιβαλλοντική νομοθεσία, ο ορισμός του περιβαλλοντικού δικαίου θα πρέπει να αναφέρεται στους στόχους της κοινοτικής περιβαλλοντικής πολιτικής, όπως αυτοί ορίζονται από τη Συνθήκη.

(11)  Οι διοικητικές πράξεις ατομικού περιεχομένου θα πρέπει να είναι ανοιχτές σε πιθανή εσωτερική επανεξέταση, εφόσον είναι νομικώς δεσμευτικές και έχουν εξωτερική ισχύ. Ομοίως, οι τυχόν παραλείψεις θα πρέπει να εξετάζονται εφόσον υφίσταται υποχρέωση έκδοσης διοικητικής πράξης δυνάμει του περιβαλλοντικού δικαίου. Δεδομένου ότι οι πράξεις που θεσπίζονται από όργανο ή οργανισμό της Κοινότητας που ενεργεί υπό δικαστική ή νομοθετική ιδιότητα μπορούν να εξαιρεθούν, το αυτό θα πρέπει να ισχύει και για άλλες διαδικασίες έρευνας στις οποίες το όργανο ή ο οργανισμός της Κοινότητας ενεργεί ως φορέας διοικητικής επανεξέτασης βάσει των διατάξεων της Συνθήκης.

(12)  Η Σύμβαση του Århus προβλέπει την πρόσβαση του κοινού στις περιβαλλοντικές πληροφορίες είτε κατόπιν υποβολής αίτησης είτε μέσω της ενεργούς διάδοσης από τις αρχές που καλύπτονται από τη Σύμβαση. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 ισχύει για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και για τους οργανισμούς και ανάλογους φορείς που έχουν συσταθεί με νομική πράξη της Κοινότητας. Προβλέπει κανόνες για τα εν λόγω όργανα που σε μεγάλο βαθμό συνάδουν προς τους κανόνες που τέθηκαν από τη Σύμβαση του Århus. Η εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 είναι αναγκαίο να επεκταθεί σε όλα τα λοιπά όργανα και οργανισμούς της Κοινότητας.

(13)  Όπου η Σύμβαση του Århus περιλαμβάνει διατάξεις οι οποίες δεν απαντώνται, εν όλω ή εν μέρει, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ 1049/2001, είναι αναγκαίο να αντιμετωπισθούν, ιδιαίτερα όσον αφορά τη συλλογή και τη διάδοση των περιβαλλοντικών πληροφοριών.

(14)  Οι περιβαλλοντικές πληροφορίες καλής ποιότητας είναι καθοριστικής σημασίας για να είναι αποτελεσματικό το δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στις περιβαλλοντικές πληροφορίες. Ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμο να θεσπισθούν κανόνες που να υποχρεώνουν τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας να εξασφαλίζουν την ποιότητα αυτή.

(15)  Όσον αφορά τις εξαιρέσεις από τους κανόνες που διέπουν την πρόσβαση στις περιβαλλοντικές πληροφορίες, οι σχετικές διατάξεις της οδηγίας 2003/4/ΕΚ θα πρέπει να εφαρμόζονται επίσης στα όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης. Οι λόγοι άρνησης σχετικά με την πρόσβαση στις περιβαλλοντικές πληροφορίες θα πρέπει να ερμηνεύονται περιοριστικά, λαμβάνοντας υπόψη το δημόσιο συμφέρον που εξυπηρετείται με την δημοσιοποίηση καθώς και το κατά πόσον οι αιτούμενες πληροφορίες σχετίζονται με εκπομπές στο περιβάλλον.

(16)  Δυνάμει της απόφασης αριθ. 2119/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 1998, για τη δημιουργία δικτύου επιδημιολογικής παρακολούθησης και ελέγχου των μεταδοτικών ασθενειών στην Κοινότητα(9), έχει ήδη συγκροτηθεί δίκτυο σε κοινοτικό επίπεδο για την προαγωγή της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των κρατών μελών, με την αρωγή της Επιτροπής, και με στόχο τη βελτίωση της πρόληψης και του ελέγχου στην Κοινότητα ενός αριθμού μεταδοτικών ασθενειών. Η απόφαση αριθ. 1786/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2002(10), θεσπίζει πρόγραμμα κοινοτικής δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας που συμπληρώνει τις εθνικές πολιτικές. Η βελτίωση των πληροφοριών και των γνώσεων για την ανάπτυξη της δημόσιας υγείας και η αύξηση των δυνατοτήτων ταχείας και συντονισμένης αντιμετώπισης απειλών κατά της υγείας, που αποτελούν αμφότερες στοιχεία του εν λόγω προγράμματος, είναι στόχοι που ευθυγραμμίζονται πλήρως προς τις απαιτήσεις της Σύμβασης του Århus. Ο παρών κανονισμός, κατά συνέπεια, θα πρέπει να εφαρμόζεται υπό την επιφύλαξη των αποφάσεων αριθ. 2119/98/ΕΚ και αριθ. 1786/2002/ΕΚ.

(17)  Σύμφωνα με τη Σύμβαση του Århus, τα μέρη θεσπίζουν διατάξεις για τη συμμετοχή του κοινού κατά την προπαρασκευή σχεδίων και προγραμμάτων που σχετίζονται με το περιβάλλον. Οι διατάξεις αυτές πρέπει να περιλαμβάνουν εύλογες προθεσμίες για την ενημέρωση του κοινού σε ό,τι αφορά τη λήψη αποφάσεων για το εκάστοτε περιβαλλοντικό θέμα. Για να είναι αποτελεσματική, η συμμετοχή του κοινού θα πρέπει να πραγματοποιείται σε αρχικό στάδιο, όταν ακόμη όλες οι εναλλακτικές δυνατότητες είναι ανοικτές. Τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας, κατά τη διατύπωση των διατάξεων σχετικά με τη συμμετοχή του κοινού, θα πρέπει να προσδιορίζουν το κοινό που μπορεί να συμμετάσχει.

(18)  Το άρθρο 9, παράγραφος 3 της Σύμβασης του Århus προβλέπει την πρόσβαση σε διαδικασίες δικαστικής ή άλλης επανεξέτασης για την αμφισβήτηση της εγκυρότητας πράξεων ή παραλείψεων ιδιωτών ή δημόσιων αρχών που αντιτίθενται προς τις διατάξεις του περιβαλλοντικού δικαίου. Οι διατάξεις για την πρόσβαση στη δικαιοσύνη θα πρέπει να συνάδουν προς τη Συνθήκη. Στο πλαίσιο αυτό, είναι σκόπιμο ο παρών κανονισμός να αφορά μόνο πράξεις και παραλείψεις των δημόσιων αρχών.

(19)  Για να εξασφαλισθούν επαρκή και αποτελεσματικά μέσα ένδικης προστασίας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ασκούνται ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Συνθήκης, είναι σκόπιμο το όργανο ή ο οργανισμός της Κοινότητας που εξέδωσε την αμφισβητούμενη πράξη ή που, σε περίπτωση προβαλλόμενης διοικητικής παράλειψης, παρέλειψε να ενεργήσει, να έχει τη δυνατότητα να επανεξετάζει την προηγούμενη απόφασή του, ή να ενεργεί, εφόσον το παρέλειψε.

(20)  Μη κυβερνητικοί οργανισμοί που δραστηριοποιούνται στο πεδίο της προστασίας του περιβάλλοντος και πληρούν ορισμένα κριτήρια, ιδίως προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι πρόκειται για ανεξάρτητους, νομοταγείς οργανισμούς, των οποίων ο πρωτεύων στόχος είναι η προαγωγή της προστασίας του περιβάλλοντος, θα πρέπει να δικαιούνται να ζητούν εσωτερική επανεξέταση, σε κοινοτικό επίπεδο, πράξεων που θεσπίσθηκαν ή παραλείψεων δυνάμει του περιβαλλοντικού δικαίου από όργανο ή οργανισμό της Κοινότητας, προκειμένου να επανεξετάζονται από το εν λόγω όργανο ή οργανισμό.

(21)  Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες προηγούμενα αιτήματα για εσωτερική επανεξέταση δεν ικανοποιήθηκαν, η ενδιαφερόμενη μη κυβερνητική οργάνωση θα πρέπει να μπορεί να προσφύγει ενώπιον του Δικαστηρίου, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Συνθήκης.

(22)  Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από το άρθρο 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και αντανακλώνται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως στο άρθρο 37 αυτού,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΤΙΤΛΟΣ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Στόχος

1.  Στόχος του παρόντος κανονισμού είναι να συμβάλλει στην εφαρμογή των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη Σύμβαση της Οικονoμικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (UNECE) σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα, εφεξής αποκαλούμενη "Σύμβαση του Århus", θεσπίζοντας κανόνες για την εφαρμογή των διατάξεων της Σύμβασης στα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας, ιδίως:

   α) εξασφαλίζοντας το δικαίωμα πρόσβασης του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες που παραλαμβάνονται ή προέρχονται από όργανα ή οργανισμούς της Κοινότητας και βρίσκονται στην κατοχή τους, και καθορίζοντας τους βασικούς όρους και τις προϋποθέσεις, καθώς και τις πρακτικές ρυθμίσεις, για την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος,
   β) εξασφαλίζοντας ότι οι περιβαλλοντικές πληροφορίες προοδευτικά διατίθενται και διαδίδονται στο κοινό προκειμένου να επιτυγχάνεται η ευρύτερη δυνατή συστηματική διάθεση και διάδοσή τους. Προς τον σκοπό αυτόν, προωθείται, όπου είναι εφικτό, η χρήση, ιδίως, τηλεπικοινωνίας με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και/ή άλλης ηλεκτρονικής τεχνολογίας,
   γ) προβλέποντας για τη συμμετοχή του κοινού όσον αφορά σχέδια, προγράμματα και πολιτικές σχετικά με το περιβάλλον,
   δ) επιτρέποντας την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα σε κοινοτικό επίπεδο υπό τους όρους που καθορίζει ο παρών κανονισμός.

2.  Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας επιχειρούν να συνδράμουν και να παρέχουν καθοδήγηση στο κοινό για την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για θέματα περιβάλλοντος.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.  Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

   α) "αιτών": οιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο ζητεί περιβαλλοντικές πληροφορίες·
   β) "το κοινό": ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα και οι ενώσεις, οργανώσεις ή ομάδες των προσώπων αυτών·
   γ) "όργανο ή οργανισμός της Κοινότητας": οιοδήποτε δημόσιο όργανο, οργανισμός, γραφείο ή υπηρεσία που έχει ιδρυθεί από ή με βάση, τη Συνθήκη, εκτός των περιπτώσεων κατά τις οποίες ενεργεί υπό δικαστική ή νομοθετική ιδιότητα. Ωστόσο, οι διατάξεις του Τίτλου ΙΙ εφαρμόζονται στα όργανα ή στους οργανισμούς της Κοινότητας που ενεργούν υπό νομοθετική ιδιότητα·
  δ) "περιβαλλοντική πληροφορία": οιαδήποτε πληροφορία σε γραπτή, οπτική, ηχητική, ηλεκτρονική ή άλλη υλική μορφή, σχετικά με:
   i) την κατάσταση των στοιχείων του περιβάλλοντος, όπως ο αέρας και η ατμόσφαιρα, το νερό, το έδαφος, οι εδαφικές εκτάσεις, τα τοπία και οι φυσικές τοποθεσίες, συμπεριλαμβανομένων των υδροβιότοπων και των παράκτιων και των θαλάσσιων περιοχών, η βιοποικιλότητα και τα συστατικά στοιχεία της, συμπεριλαμβανομένων των γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών, καθώς και η αλληλεπίδραση μεταξύ των εν λόγω στοιχείων,
   ii) παράγοντες, όπως οι ουσίες, η ενέργεια, ο θόρυβος, οι ακτινοβολίες ή τα απόβλητα, συμπεριλαμβανομένων των ραδιενεργών αποβλήτων, οι εκπομπές, οι απορρίψεις και άλλες εκλύσεις στο περιβάλλον, που επηρεάζουν ή ενδέχεται να επηρεάσουν τα στοιχεία του περιβάλλοντος που αναφέρονται στο σημείο i),
   iii) μέτρα (συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών μέτρων), όπως οι πολιτικές, η νομοθεσία, τα σχέδια, τα προγράμματα, οι περιβαλλοντικές συμφωνίες και οι δραστηριότητες που επηρεάζουν ή ενδέχεται να επηρεάσουν τα στοιχεία και τους παράγοντες που αναφέρονται στα σημεία i) και ii), καθώς και μέτρα ή δραστηριότητες που αποσκοπούν στην προστασία των εν λόγω στοιχείων,
   iv) εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας,
   v) το στάδιο προόδου των διαδικασιών επί παραβάσει τη κοινοτικής νομοθεσίας,
   vi) αναλύσεις κόστους-ωφέλειας και άλλες οικονομικές αναλύσεις και παραδοχές που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο των μέτρων και των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο σημείο iii), και
   vii) την κατάσταση της υγείας και της ασφάλειας του ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένης της ρύπανσης της τροφικής αλυσίδας, όπου ενδείκνυται, τις συνθήκες διαβίωσης του ανθρώπου, τις τοποθεσίες και τα οικοδομήματα πολιτισμικού ενδιαφέροντος στο μέτρο που επηρεάζονται ή ενδέχεται να επηρεασθούν από την κατάσταση των στοιχείων του περιβάλλοντος που αναφέρονται στο σημείο i) ή, μέσω των εν λόγω στοιχείων, από οιοδήποτε των θεμάτων που αναφέρονται στα σημεία ii) και iii)·
   ε) "σχέδια και προγράμματα σχετικά με το περιβάλλον": οιαδήποτε σχέδια και προγράμματα,
   i) τα οποία προετοιμάζονται, χρηματοδοτούνται και, κατά περίπτωση, θεσπίζονται από όργανο ή οργανισμό της Κοινότητας,
   ii) τα οποία απαιτούνται βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, και
   iii) τα οποία συμβάλλουν, ή ενδέχεται να έχουν σοβαρές επιπτώσεις, στην επίτευξη των στόχων της κοινοτικής πολιτικής στον τομέα του περιβάλλοντος, όπως ορίζονται στο έκτο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον ή σε οιοδήποτε επόμενο γενικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον.

Τα γενικά προγράμματα δράσης για το περιβάλλον θεωρούνται επίσης ως σχέδια και προγράμματα που σχετίζονται με το περιβάλλον.

Ο ορισμός αυτός δεν περιλαμβάνει τα χρηματοδοτικά ή δημοσιονομικά σχέδια και προγράμματα, κυρίως όσα καθορίζουν πώς θα πρέπει να χρηματοδοτούνται συγκεκριμένα σχέδια ή δραστηριότητες ή όσα αφορούν τους προτεινόμενους ετήσιους προϋπολογισμούς, τα εσωτερικά προγράμματα εργασίας οργάνου ή οργανισμού της Κοινότητας, ή σχέδια και προγράμματα έκτακτης ανάγκης, τα οποία έχουν καταρτισθεί με μοναδικό σκοπό την πολιτική προστασία·

   στ) "περιβαλλοντικό δίκαιο": νομοθεσία της Κοινότητας η οποία, ανεξάρτητα από τη νομική της βάση, συμβάλλει στην επιδίωξη των στόχων της κοινοτικής πολιτικής για το περιβάλλον κατά τα οριζόμενα στη Συνθήκη, ήτοι τη διαφύλαξη, την προστασία και τη βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος, την προστασία της ανθρώπινης υγείας, τη συνετή και ορθολογική χρησιμοποίηση των φυσικών πόρων και την προαγωγή μέτρων σε διεθνές επίπεδο για την αντιμετώπιση τοπικών, περιφερειακών ή παγκόσμιων περιβαλλοντικών προβλημάτων·
   ζ) "διοικητική πράξη": οιοδήποτε μέτρο με ατομικό περιεχόμενο, το οποίο λαμβάνεται, δυνάμει του δικαίου του περιβάλλοντος, από όργανο ή οργανισμό της Κοινότητας, και έχει νομικά δεσμευτική και εξωτερική ισχύ·
   η) "διοικητική παράλειψη": οιαδήποτε παράλειψη οργάνου ή οργανισμού της Κοινότητας να εκδώσει διοικητική πράξη κατά τα οριζόμενα στο στοιχείο ζ).

2.  Οι διοικητικές πράξεις και παραλείψεις δεν περιλαμβάνουν μέτρα τα οποία ελήφθησαν ή παραλείψεις εκ μέρους οργάνου ή οργανισμού της Κοινότητας, υπό την ιδιότητά του ως φορέα διοικητικής επανεξέτασης, όπως βάσει:

   α) των άρθρων 81, 82, 86 και 87 της Συνθήκης (κανόνες ανταγωνισμού),
   β) των άρθρων 226 και 228 της Συνθήκης (διαδικασία επί παραβάσει),
   γ) του άρθρου 195 της Συνθήκης (διαδικασία διαμεσολαβητή),
   δ) του άρθρου 280 της Συνθήκης (διαδικασία της OLAF).

TΙΤΛΟΣ II

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Άρθρο 3

Εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 ισχύει για οιαδήποτε αίτηση πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες τις οποίες έχουν στην κατοχή τους όργανα και οργανισμοί της Κοινότητας, άνευ διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, εθνικότητας ή τόπου διανομής του αιτούντος, και, στην περίπτωση νομικού προσώπου, άνευ διακρίσεων ως προς τον τόπο της καταστατικής έδρας του ή του πραγματικού κέντρου των δραστηριοτήτων του.

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως "θεσμικό όργανο" στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 νοείται "όργανο ή οργανισμός της Κοινότητας".

Άρθρο 4

Συλλογή και διάδοση των περιβαλλοντικών πληροφοριών

1.  Τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας οργανώνουν τις περιβαλλοντικές πληροφορίες που είναι σχετικές με τις λειτουργίες τους και τις οποίες έχουν στην κατοχή τους, με στόχο την ενεργό και συστηματική διάδοσή τους στο κοινό, ιδίως μέσω τηλεπικοινωνίας με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και/ή άλλης ηλεκτρονικής τεχνολογίας σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001. Εισάγουν προοδευτικά τις περιβαλλοντικές αυτές πληροφορίες σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων που είναι ευπρόσιτες στο κοινό μέσω των δημοσίων τηλεπικοινωνιακών δικτύων. Προς τον σκοπό αυτό, καταχωρίζουν τις περιβαλλοντικές πληροφορίες που έχουν στην κατοχή τους σε βάσεις δεδομένων και τις εφοδιάζουν με βοηθήματα αναζήτησης και άλλες μορφές λογισμικού με στόχο να βοηθήσουν το κοινό να εντοπίσει τις πληροφορίες που ζητεί.

Οι πληροφορίες που διατίθενται μέσω τηλεπικοινωνίας με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και/ή άλλης ηλεκτρονικής τεχνολογίας δεν χρειάζεται να περιλαμβάνουν πληροφορίες οι οποίες έχουν συλλεγεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, εφόσον οι εν λόγω πληροφορίες δεν είναι ήδη διαθέσιμες υπό ηλεκτρονική μορφή. Εάν αυτό δεν ισχύει, διευκρινίζεται με σαφήνεια πού διατίθενται αυτές οι πληροφορίες και με ποιο τρόπο είναι δυνατή η απόκτησή τους.

Τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να διατηρούν τις περιβαλλοντικές πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους υπό μορφή και σχήμα άμεσα αναπαραγώγιμο και ευπρόσιτο μέσω τηλεπικοινωνίας με ηλεκτρονικούς υπολογιστές ή με άλλα ηλεκτρονικά μέσα.

2.  Οι προς διάθεση και διάδοση περιβαλλοντικές πληροφορίες επικαιροποιούνται κατάλληλα. Εκτός από τα έγγραφα που απαριθμούνται στα άρθρα 12, παράγραφοι 2 και 3 και 13, παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, οι βάσεις δεδομένων ή τα μητρώα περιλαμβάνουν τα εξής:

   α) κείμενα διεθνών συνθηκών, συμβάσεων ή συμφωνιών, και κείμενα της κοινοτικής νομοθεσίας για το περιβάλλον ή για συναφή θέματα, καθώς και πολιτικών, σχεδίων και προγραμμάτων για το περιβάλλον,
   β) εκθέσεις προόδου ως προς την εφαρμογή των θεμάτων που αναφέρονται στο στοιχείο α), εφόσον έχουν εκπονηθεί από τα όργανα ή τους οργανισμούς της Κοινότητας, ή βρίσκονται στην κατοχή τους, υπό ηλεκτρονική μορφή,
   γ) το στάδιο προόδου των διαδικασιών επί παραβάσει της κοινοτικής νομοθεσίας,
   δ) εκθέσεις για την κατάσταση του περιβάλλοντος, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 4,
   ε) δεδομένα ή συνόψεις δεδομένων από την παρακολούθηση δραστηριοτήτων που επηρεάζουν, ή ενδέχεται να επηρεάσουν, το περιβάλλον,
   στ) άδειες με ουσιαστικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και περιβαλλοντικές συμφωνίες ή αναφορά για το πού μπορούν να αναζητηθούν ή να ευρεθούν οι εν λόγω πληροφορίες,
   ζ) μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων και αξιολόγηση των κινδύνων σχετικά με στοιχεία του περιβάλλοντος ή αναφορά για το πού μπορούν να αναζητηθούν ή να ευρεθούν οι εν λόγω πληροφορίες.

3.  Στις ενδεδειγμένες περιπτώσεις, τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας μπορούν να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2, δημιουργώντας ζεύξεις με τους ιστοχώρους του Διαδικτύου στους οποίους διατίθενται οι εν λόγω πληροφορίες.

4.  Η Επιτροπή μεριμνά ώστε, σε τακτά χρονικά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν τα 4 έτη, να δημοσιεύεται και να κυκλοφορεί έκθεση για την κατάσταση του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με την ποιότητα και τις πιέσεις που ασκούνται στο περιβάλλον.

Άρθρο 5

Ποιότητα των περιβαλλοντικών πληροφοριών

1.  Τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας μεριμνούν, στο μέτρο των εξουσιών τους, ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που συγκεντρώνουν, ή που συγκεντρώνονται εξ ονόματός τους, είναι επίκαιρες, ακριβείς και συγκρίσιμες.

2.  Τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας, κατόπιν σχετικής αίτησης, ενημερώνουν τον αιτούντα ως προς το πού μπορεί να βρίσκονται οι πληροφορίες σχετικά με τις μεθόδους μέτρησης, συμπεριλαμβανομένων των μεθόδων ανάλυσης, δειγματοληψίας και προεπεξεργασίας των δειγμάτων, που χρησιμοποιήθηκαν για τη συλλογή των πληροφοριών, εφόσον διατίθενται. Εναλλακτικά, μπορούν να αναφέρονται στην τυποποιημένη διαδικασία που χρησιμοποιήθηκε.

Άρθρο 6

Εφαρμογή των εξαιρέσεων όσον αφορά τις αιτήσεις πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες

1.  Τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας μπορούν να αρνηθούν πρόσβαση σε περιβαλλοντική πληροφορία, ή να αποφασίσουν να μην τη διαδώσουν, μόνον δυνάμει μιας εκ των εξαιρέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2003/4/ΕΚ ή δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

2.  Εκτός από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας μπορούν να αρνούνται την πρόσβαση σε περιβαλλοντικές πληροφορίες, όταν η δημοσιοποίηση των πληροφοριών θα είχε αρνητικές συνέπειες στην προστασία του περιβάλλοντος το οποίο αφορούν οι πληροφορίες, όπως οι χώροι αναπαραγωγής σπανίων ειδών.

Άρθρο 7

Αιτήσεις πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες που δεν βρίσκονται στην κατοχή οργάνου ή οργανισμού της Κοινότητας

Εάν όργανο ή οργανισμός της Κοινότητας λάβει αίτηση πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και εφόσον οι πληροφορίες αυτές δεν ευρίσκονται στην κατοχή του εν λόγω οργάνου ή οργανισμού της Κοινότητας, ενημερώνει, το ταχύτερο δυνατόν, αλλά το αργότερο εντός 15 εργάσιμων ημερών, τον αιτούντα σχετικά με το όργανο ή οργανισμό της Κοινότητας ή τη δημόσια αρχή κατά την έννοια της οδηγίας 2003/4/EΚ, όπου θεωρεί ότι είναι δυνατό να υποβληθεί αίτηση για τις αιτούμενες πληροφορίες ή διαβιβάζει την αίτηση στο οικείο όργανο ή οργανισμό της Κοινότητας ή την οικεία δημόσια αρχή και ενημερώνει αναλόγως τον αιτούντα.

Άρθρο 8

Τέλη

Τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας που δεν καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 μπορούν, όπου δεν εφαρμόζεται το άρθρο 10 του εν λόγω κανονισμού, να επιβάλλουν εύλογο τέλος για την παροχή πληροφοριών. Δημοσιεύουν και θέτουν στη διάθεση των αιτούντων πίνακα των τελών που μπορεί να εισπράττονται, αναφέροντας τις περιστάσεις υπό τις οποίες μπορεί να εισπράττονται ή να εκπίπτουν και πότε η παροχή πληροφοριών εξαρτάται από την προκαταβολή των τελών αυτών.

Άρθρο 9

Συνεργασία

Σε περίπτωση άμεσης απειλής για την υγεία και τη ζωή του ανθρώπου ή το περιβάλλον, που οφείλεται σε ανθρώπινες δραστηριότητες ή φυσικά αίτια, τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας, κατόπιν αιτήσεως των δημόσιων αρχών, κατά την έννοια της οδηγίας 2003/4/ΕΚ, συνεργάζονται και επικουρούν τις εν λόγω δημόσιες αρχές ώστε αυτές να μπορούν να διαδίδουν αμέσως και χωρίς καθυστέρηση στο κοινό που μπορεί να πληγεί όλες τις περιβαλλοντικές πληροφορίες που θα μπορούσαν, ενδεχομένως, να του επιτρέψουν να λάβει μέτρα για την πρόληψη ή την ελαχιστοποίηση των επιβλαβών συνεπειών της εκάστοτε απειλής, στο βαθμό που οι πληροφορίες αυτές βρίσκονται στην κατοχή οργάνων και οργανισμών της Κοινότητας και/ή των εν λόγω δημόσιων αρχών, ή διατηρούνται για λογαριασμό τους.

Το πρώτο εδάφιο ισχύει υπό την επιφύλαξη οιασδήποτε ειδικής υποχρέωσης την οποία καθορίζει η κοινοτική νομοθεσία, ιδίως με τις αποφάσεις αριθ. 2119/98/ΕΚ και αριθ. 1786/2002/ΕΚ.

TΙΤΛΟΣ III

Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΣΧΕΔΙΑ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Άρθρο 10

1.  Τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας, όταν εκπονούν, τροποποιούν ή αναθεωρούν ένα σχέδιο, πρόγραμμα ή μια πολιτική σχετικά με το περιβάλλον, ενημερώνουν το κοινό σχετικά, είτε με δημόσια ανακοίνωση είτε με άλλο πρόσφορο τρόπο όπως τα ηλεκτρονικά μέσα. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει, ει δυνατόν, το σχέδιο πρότασης και τις περιβαλλοντικές πληροφορίες ή αποτιμήσεις σχετικά με το σχέδιο, πρόγραμμα ή πολιτική που εκπονείται, τροποποιείται ή αναθεωρείται.

2.  Το όργανο ή οργανισμός της Κοινότητας που εκπονεί, τροποποιεί ή αναθεωρεί το σχέδιο ή πρόγραμμα ή την πολιτική σχετικά με το περιβάλλον ενημερώνει το κοινό για τις πρακτικές ρυθμίσεις της συμμετοχής του, και ιδιαίτερα για τη διοικητική μονάδα του οργάνου ή οργανισμού της Κοινότητας από την οποία μπορούν να ληφθούν οι σχετικές πληροφορίες και στην οποία μπορούν να υποβληθούν παρατηρήσεις ή ερωτήσεις, καθώς και για το χρονοδιάγραμμα υποβολής των παρατηρήσεων.

3.  Τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας προβλέπουν πρακτικές ρυθμίσεις για να δώσουν τη δυνατότητα στο κοινό να υποβάλει σχόλια και γνώμη εγκαίρως, προτού ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση επί του σχεδίου, του προγράμματος ή της πολιτικής. Ανάλογα με τη φύση του σχεδίου, του προγράμματος ή της πολιτικής, το κοινό πρέπει να έχει τη δυνατότητα να υποβάλλει σχόλια στα διάφορα στάδια της εκπόνησης, τροποποίησης ή αναθεώρησής του.

Οι πρακτικές ρυθμίσεις περιλαμβάνουν εύλογα χρονικά πλαίσια για τα διάφορα στάδια, ώστε το κοινό να έχει επαρκή χρόνο για να ενημερωθεί και για να προετοιμασθεί και συμμετάσχει πραγματικά στη διαδικασία λήψης αποφάσεων όσον αφορά το περιβάλλον. Κατά κανόνα, όταν οι διαβουλεύσεις επί σχεδίου, προγράμματος ή πολιτικής σχετικά με το περιβάλλον διεξάγονται γραπτώς, προβλέπεται προθεσμία οκτώ εβδομάδων για την παραλαβή των παρατηρήσεων. Όταν διοργανώνονται συνεδριάσεις ή ακροάσεις, αυτές ανακοινώνονται τουλάχιστον οκτώ εβδομάδες ενωρίτερα. Οι προθεσμίες αυτές μπορεί να συντομεύονται σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης ή όταν το κοινό είχε ήδη τη δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του για το εν λόγω σχέδιο, πρόγραμμα ή πολιτική.

Άρθρο 11

Αποτελέσματα της συμμετοχής του κοινού

Τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας, κατά τη λήψη αποφάσεως επί σχεδίου, προγράμματος ή πολιτικής σχετικά με το περιβάλλον, λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα της διαδικασίας συμμετοχής του κοινού.

Τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας ενημερώνουν το κοινό για το εν λόγω σχέδιο, πρόγραμμα ή πολιτική, συμπεριλαμβανομένου του κειμένου του, καθώς και για τους λόγους και τους παράγοντες στους οποίους βασίσθηκε η απόφαση, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τη διαδικασία συμμετοχής του κοινού.

TΙΤΛΟΣ IV

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Άρθρο 12

Αίτηση εσωτερικής επανεξέτασης διοικητικών πράξεων

1.  Οιαδήποτε μη κυβερνητική οργάνωση η οποία πληροί τα κριτήρια του άρθρου 13 δικαιούται να ζητήσει εσωτερική επανεξέταση από το όργανο ή τον οργανισμό της Κοινότητας που εξέδωσε διοικητική πράξη δυνάμει του δικαίου του περιβάλλοντος ή, σε περίπτωση διατεινόμενης διοικητικής παράλειψης, θα έπρεπε να είχε εκδώσει την πράξη αυτή.

Η αίτηση αυτή πρέπει να υποβάλλεται γραπτώς και εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τις οκτώ εβδομάδες μετά την έκδοση, κοινοποίηση ή δημοσίευση της διοικητικής πράξης, αναλόγως ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη, ή, σε περίπτωση προβαλλόμενης παράλειψης, εντός οκτώ εβδομάδων μετά την ημερομηνία κατά την οποία έπρεπε να είχε εκδοθεί η διοικητική πράξη. Στην αίτηση αναφέρονται οι λόγοι της επανεξέτασης.

2.  Το όργανο ή ο οργανισμός της Κοινότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 εξετάζει την αίτηση, εκτός εάν αυτή είναι προδήλως αβάσιμη. Το όργανο ή ο οργανισμός της Κοινότητας εκθέτει τους λόγους του σε γραπτή απάντηση, το ταχύτερο δυνατόν, και το αργότερο δώδεκα εβδομάδες μετά την παραλαβή της αίτησης.

3.  Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το όργανο ή ο οργανισμός της Κοινότητας δεν είναι σε θέση, παρά τη δέουσα επιμέλεια που κατέβαλε, να ενεργήσει σύμφωνα με την παράγραφο 2, ενημερώνει τη μη κυβερνητική οργάνωση που υπέβαλε την αίτηση, το ταχύτερο δυνατό, και το αργότερο εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο, σχετικά με τους λόγους για τους οποίους παρέλειψε να ενεργήσει καθώς και για το πότε προτίθεται να το πράξει.

Σε κάθε περίπτωση, το όργανο ή ο οργανισμός της Κοινότητας ενεργεί εντός προθεσμίας δεκαοκτώ εβδομάδων από την παραλαβή της αίτησης.

Άρθρο 13

Κριτήρια νομιμοποίησης σε κοινοτικό επίπεδο

1.  Μια μη κυβερνητική οργάνωση δικαιούται να υποβάλει αίτηση εσωτερικής επανεξέτασης, σύμφωνα με το άρθρο 12, εφόσον:

   α) είναι ανεξάρτητο, νομοταγές νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο ή την πρακτική κράτους μέλους,
   β) έχει διατυπώσει ως κύριο στόχο την προαγωγή της προστασίας του περιβάλλοντος στο πλαίσιο του δικαίου του περιβάλλοντος και/ή την προαγωγή της αειφόρου ανάπτυξης,
   γ) υφίσταται επί χρονικό διάστημα άνω της διετίας και επιδιώκει ενεργά τον στόχο της κατά τα αναφερόμενα στο στοιχείο β),
   δ) το θέμα, για το οποίο υποβάλλεται η αίτηση εσωτερικής επανεξέτασης, καλύπτεται από τον στόχο και τις δραστηριότητές της.

2.  Η Επιτροπή θεσπίζει τις απαραίτητες διατάξεις για να εξασφαλίσει τη διαφανή και συνεπή εφαρμογή των κριτηρίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 14

Προσφυγή στο Δικαστήριο

1.  Η μη κυβερνητική οργάνωση η οποία υπέβαλε αίτηση εσωτερικής επανεξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 12 δύναται να προσφύγει στο Δικαστήριο σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της Συνθήκης.

2.  Εφόσον το όργανο ή ο οργανισμός της Κοινότητας παραλείπει να ενεργήσει σύμφωνα με το άρθρο 12, παράγραφος 2 ή 3, η μη κυβερνητική οργάνωση δύναται να προσφύγει στο Δικαστήριο σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της Συνθήκης.

TΙΤΛΟΣ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 15

Μέτρα εφαρμογής

Τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας προσαρμόζουν, οσάκις απαιτείται, τον εσωτερικό κανονισμό τους στις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Οι εν λόγω προσαρμογές παράγουν αποτέλεσμα από τις …(11).

Άρθρο 16

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις … (12).

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Έγινε στις

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

(1) ΕΕ C 103 Ε της 29.4.2004, σ. 612.
(2) Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
(3) ΕΕ C 117 της 30.4.2004, σ. 52.
(4) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 31ης Μαρτίου 2004 (ΕΕ C 103 Ε της 29.4.2004, σ. 612), κοινή θέση του Συμβουλίου της 18ης Ιουλίου 2005 (ΕΕ C 264 Ε της 25.10.2005, σ. 18) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Ιανουαρίου 2006.
(5) Απόφαση αριθ. 1600/2002/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2002, για τη θέσπιση του έκτου κοινοτικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον (ΕΕ L 242 της 10.9.2002, σ. 1).
(6) Τέταρτο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον (ΕΕ C 328 της 7.12.1987, σ. 1). Πέμπτο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον (ΕΕ C 138 της 17.5.1993, σ. 1).
(7) ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.
(8) ΕΕ L 41 της 14.2.2003, σ. 26.
(9) ΕΕ L 268 της 3.10.1998, σ. 1. Απόφαση η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).
(10) ΕΕ L 271 της 9.10.2002, σ. 1. Απόφαση η οποία τροποποιήθηκε με την απόφαση αριθ. 786/2004/ΕΚ (ΕΕ L 138 της 30.4.2004, σ. 7).
(11)* Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.
(12)* 3 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.


Αφγανιστάν
PDF 292kWORD 54k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την κατάσταση στο Αφγανιστάν
P6_TA(2006)0017RC-B6-0026/2006

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για το Αφγανιστάν,

–   έχοντας υπόψη το νέο κοινοβούλιο που συγκροτήθηκε στο Αφγανιστάν στις 19 Δεκεμβρίου 2005, μετά τις εκλογές της 18ης Σεπτεμβρίου 2005,

–   έχοντας υπόψη την εκ των πραγμάτων περάτωση, με την ανάδειξη Εθνοσυνέλευσης, της διαδικασίας που ξεκίνησε με τις συμφωνίες της Βόννης στις 5 Δεκεμβρίου 2001,

–   έχοντας υπόψη την εκλογή επαρχιακών συμβουλίων και στις 34 επαρχίες της χώρας,

–   έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση ΕΕ-Αφγανιστάν, η οποία υπεγράφη στο Στρασβούργο στις 16 Νοεμβρίου 2005 και αφορά την ανάληψη υποχρέωσης για τη σύναψη νέας εταιρικής σχέσης μεταξύ ΕΕ και Αφγανιστάν,

–   έχοντας υπόψη την έναρξη της διεθνούς διάσκεψης στο Λονδίνο, στις 31 Ιανουαρίου 2006, για τη θέσπιση κοινού συμφώνου για το Αφγανιστάν κατόπιν των συμφωνιών της Βόννης, το οποίο θα αφορά τη στήριξη εκ μέρους της διεθνούς κοινότητας σε θέματα ασφάλειας, διακυβέρνησης και ανάπτυξης στο Αφγανιστάν,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 4, του Κανονισμού του,

Α.   λαμβάνοντας υπόψη τη θέσπιση νέου Συντάγματος τον Ιανουάριο του 2004, τη διεξαγωγή προεδρικών εκλογών τον Οκτώβριο του 2004 και τη διεξαγωγή εθνικών και επαρχιακών εκλογών τον Σεπτέμβριο του 2005 –με τη συμμετοχή εκατομμυρίων εγγεγραμμένων ψηφοφόρων και στις δύο– που αποτελούν σημαντικά βήματα της μεταβατικής διαδικασίας για την καθιέρωση αντιπροσωπευτικότερων και δημοκρατικότερων θεσμών, που θα συμβάλει στη διαμόρφωση ειρηνικού και βιώσιμου μέλλοντος για το Αφγανιστάν μετά από μια εικοσιπενταετία συγκρούσεων και καταπίεσης,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξασφάλιση επαρκούς επιπέδου ασφάλειας εξακολουθεί να αποτελεί προτεραιότητα στο Αφγανιστάν, κυρίως στις νότιες και νοτιοανατολικές επαρχίες, όπου παραμένει αναγκαία η διεθνής παρουσία προκειμένου να καταπολεμηθεί η τρομοκρατία και να αποκατασταθεί η ειρήνη σε ολόκληρη τη χώρα,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διακρίσεις για λόγους φύλου, που γνώρισαν πρωτοφανή επίπεδα υπό το καθεστώς των Ταλιμπάν, εξακολουθούν να αποτελούν πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί επειγόντως, συμπεριλαμβανομένων παραδόσεων όπως ο κατ" οίκον περιορισμός και ο εξαναγκασμός σε γάμο,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η παραγωγή οπίου και ηρωίνης εγκυμονεί τον κίνδυνο να αποτελέσει μόνιμο παράγοντα επιρροής των πολιτικών πραγμάτων της χώρας, να αποδυναμώσει την κοινωνία και να στρεβλώσει την εύθραυστη οικονομία, δημιουργώντας παράλληλα διεφθαρμένα ισχυρά κυκλώματα ναρκωτικών,

1.   εκφράζει τη συμπάθειά του προς το λαό του Αφγανιστάν, ο οποίος καθ" όλη τη διάρκεια της διαδικασίας της Βόννης, και ιδίως στις δύο εκλογές, επέδειξε πρωτοφανή θέληση να υπερβεί τις δυσκολίες της μεταπολεμικής κατάστασης και προσήλωση στην ειρήνη και την οικοδόμηση της δημοκρατίας·

2.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την επιτυχία των πρόσφατων εκλογών, η οποία αποτελεί εξαιρετικό επίτευγμα, λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητά τους και τις επιχειρησιακές προκλήσεις, όπως επιβεβαίωσε και η Αποστολή Παρακολούθησης των Εκλογών της ΕΕ· εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του για το γεγονός ότι, κατά την εκλογική διαδικασία, σκοτώθηκαν οκτώ υποψήφιοι, όπως επίσης και ορισμένοι εκλογικοί υπάλληλοι, κληρικοί και άλλοι, καθώς και για το γεγονός ότι η Αποστολή Παρακολούθησης των Εκλογών της ΕΕ κατέγραψε παρατυπίες και νοθεία σε ορισμένες επαρχίες·

3.   επικροτεί το γεγονός ότι οι γυναίκες υποψήφιοι αποτελούσαν το 10% περίπου του συνολικού αριθμού των υποψηφίων και ότι, χάρη στο σύστημα σύμφωνα με το οποίο ορισμένες έδρες προορίζονται αποκλειστικά για γυναίκες, οι γυναίκες κατέλαβαν το 27,3% των εδρών της Wolesi Jirga (Κάτω Βουλή) και περίπου το 30% των εδρών του Επαρχιακού Συμβουλίου· θεωρεί ότι ο εκλογικός νόμος θα πρέπει να διευκρινισθεί, προκειμένου να κατοχυρωθεί ότι ο αριθμός των εδρών που προορίζονται αποκλειστικά για γυναίκες αποτελούν το ελάχιστο και όχι το μέγιστο όριο εδρών που διατίθενται σε γυναίκες·

4.   πιστεύει ότι, μετά τις εκλογές αυτές, οι αφγανικές αρχές στο σύνολό τους –κυρίως όμως το αξίωμα του Προέδρου, η Κυβέρνηση, η Εθνοσυνέλευση και τα Επαρχιακά Συμβούλια– αναδεικνύονται με πλήρη λαϊκή νομιμοποίηση, και ότι πρέπει τώρα οι προσδοκίες του αφγανικού λαού να ευοδωθούν από καλή διακυβέρνηση με δημοκρατική ευθύνη, αρχής γενομένης από την πραγματοποίηση βιώσιμων μεταρρυθμίσεων για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής του λαού και τη λήψη αξιόπιστων μέτρων για την ισότητα μεταξύ των φύλων και των εθνοτήτων·

5.   πιστεύει ότι το Αφγανιστάν, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής, αποτελεί πλέον σημαντική χώρα για ολόκληρη την περιοχή από άποψη εκδημοκρατισμού, και καλεί, συνεπώς, τη διεθνή κοινότητα χορηγών, και ιδιαίτερα τους συμμετέχοντες στη διάσκεψη του Λονδίνου, να λάβουν σοβαρά υπόψη το γεγονός αυτό·

6.   υπογραμμίζει, δεδομένων των επειγουσών αναγκών του πληθυσμού του Αφγανιστάν, τη σημασία της εξομάλυνσης του συντονισμού μεταξύ των χορηγών, συμπεριλαμβανομένης της επιτάχυνσης των χρονοβόρων διαδικασιών· ζητεί, στο πλαίσιο αυτό, από τα Ηνωμένα Έθνη να ηγηθούν του συντονισμού αυτού και καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να διασφαλίσουν τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ σε κοινή προσέγγιση για να εξυπηρετηθούν καλύτερα τα συμφέροντα του αφγανικού λαού·

7.   εκτιμά ότι, στη μελλοντική εταιρική μας σχέση με το Αφγανιστάν, πρέπει να δοθεί πιο μεγάλη έμφαση στην ιδέα ενός Αφγανιστάν "ιδιοκτήτη" και στην ανάθεση μεγαλύτερων αρμοδιοτήτων στις αρχές του Αφγανιστάν και στην κοινωνία των πολιτών για να προβούν στις στρατηγικές επιλογές για την ανάπτυξη της χώρας τους, ενώ η ΕΕ θα συνδέει πιο άμεσα την βοήθεια με την απόδοση, και ιδίως με τη χρηστή διακυβέρνηση, τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την ορθή δημοσιονομική διαχείριση των προγραμμάτων·

8.   επιμένει να δοθεί μεγαλύτερη προβολή στη χρηματοδότηση εκ μέρους της ΕΕ, δεδομένου ότι η ΕΕ είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος χορηγός στο Αφγανιστάν, και ζητεί οι διεθνείς οργανώσεις που διαχειρίζονται τα προγράμματα που συγχρηματοδοτούνται από την ΕΕ να επιδεικνύουν μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τις πηγές των κεφαλαίων τους· αναγνωρίζει ότι το Κοινοβούλιο θα πρέπει να προσφέρει άμεση και συγκεκριμένη συμβολή, προσφέροντας δυνατότητες κατάρτισης για τους υπαλλήλους του Κοινοβουλίου και τους κοινοβουλευτικούς·

9.   συμφωνεί με την ανάγκη να καθοριστεί η διαδικασία "μετά τη Βόννη" και υποστηρίζει τη διεξαγωγή διάσκεψης χορηγών υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών στο Λονδίνο, τον Ιανουάριο του 2006, προκειμένου να εκτιμηθεί η πολιτική και οικονομική στήριξη που χρειάζεται η προσωρινή "Εθνική Στρατηγική Ανάπτυξης του Αφγανιστάν" την οποία θα παρουσιάσει η κυβέρνηση της χώρας· εκτιμά ότι η στρατηγική αυτή θα πρέπει να δώσει έμφαση στη βιωσιμότητα, καθώς και σε ειδικούς στόχους όπως:

   στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και ιδίως των δικαιωμάτων των γυναικών και του κράτους δικαίου·
   στη διακυβέρνηση και την οικοδόμηση θεσμών και, ιδίως, στη λειτουργικότητα της διοίκησης, στην ανεξαρτησία του δικαστικού συστήματος που πρέπει να είναι ικανό να ενεργήσει κατά της διαδεδομένης διαφθοράς και στη οργάνωση καλώς εκπαιδευμένου αστυνομικού σώματος, δεδομένου ότι η σταθερότητα στο Αφγανιστάν σήμερα απειλείται περισσότερο εκ των ένδον παρά έξωθεν·
   στη δημιουργία συστήματος ελέγχων και ισορροπιών, ώστε να καθοριστούν οι ρόλοι και οι εξουσίες κάθε θεσμικού οργάνου, και στην προώθηση της πολιτικής πολυφωνίας·

10.   επιβεβαιώνει την ανάγκη αντιμετώπισης του Αφγανιστάν σε περιφερειακό πλαίσιο· ζητεί, προς τούτο, από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να αναπτύξουν πολιτική για τη σταθερότητα και τη δημοκρατία στην περιοχή·

11.   εκφράζει, στο πλαίσιο αυτό, την ικανοποίησή του για την πρόσφατη προσχώρηση του Αφγανιστάν στον SAARC (Νοτιοασιατικός Σύνδεσμος Περιφερειακής Συνεργασίας) και, στο περιφερειακό αυτό πλαίσιο, παροτρύνει όλα τα γειτονικά κράτη να απέχουν από οποιαδήποτε παρέμβαση στην εθνική κυριαρχία του Αφγανιστάν·

12.   θεωρεί σκόπιμη την καθιέρωση, εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αντιπροσωπείας για τις σχέσεις με το Αφγανικό Κοινοβούλιο, προκειμένου να είναι σε θέση να επηρεάσει θετικά τη διαδικασία εκδημοκρατισμού στο Αφγανιστάν·

13.   ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει τη σκοπιμότητα της σύναψης συμφωνίας σύνδεσης ΕΕ/Αφγανιστάν, προκειμένου να στηριχθεί και ενισχυθεί η συνεργασία με τη χώρα αυτή·

14.   καταδικάζει όλες τις τρομοκρατικές ενέργειες εις βάρος αμάχων, αστυνομικών, εγχώριου προσωπικού βοήθειας και στρατιωτών των διεθνών δυνάμεων, και συγχαίρει τον αφγανικό λαό, ιδίως δε τις αφγανές γυναίκες, που αψηφώντας τον εκφοβισμό και τις απειλές έλαβαν μέρος στις εκλογές, ως υποψήφιες, μέλη εφορευτικών επιτροπών, τοπικοί παρατηρητές ή ψηφοφόροι·

15.   επιβεβαιώνει την ανάγκη να συνεχίσουν οι αφγανικές αρχές, σε συνεργασία με τη διεθνή στρατιωτική δύναμη που διεξάγει επιχειρήσεις στη χώρα, να καταπολεμούν την τρομοκρατία και να θέσουν τέρμα στο καθεστώς των φατριών·

16.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την ενδεχόμενη ανάπτυξη της Διεθνούς Επικουρικής Δύναμης Ασφαλείας στη χώρα, συμπεριλαμβανομένων των νότιων επαρχιών, και υποστηρίζει τα σχέδια για ενιαία –ή περισσότερο ολοκληρωμένη– διοικητική διάρθρωση για όλες τις επιχειρήσεις των διεθνών δυνάμεων στο Αφγανιστάν· ζητεί να επιλυθεί το πρόβλημα των επιλεγόμενων caveats (γραπτών περιορισμών όσον αφορά την ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων) τα οποία παρεμποδίζουν την ομαλή συνεργασία μεταξύ των διαφόρων εθνικών ομάδων στη χώρα·

17.   καταδικάζει τη μεταφορά εκατοντάδων ανθρώπων, που συνελήφθησαν από τις δυνάμεις των ΗΠΑ μετά την εισβολή στο Αφγανιστάν το 2002, στο παράνομο κέντρο κράτησης του Γκουαντανάμο, όπου τα βασανιστήρια και άλλες μορφές κακομεταχείρισης από το προσωπικό των ΗΠΑ αποτελούν, σύμφωνα με πολυάριθμες μαρτυρίες, συνήθειες πρακτικές, και ζητεί το άμεσο κλείσιμό του·

18.   εκφράζει την πεποίθηση ότι η λαϊκή στήριξη είναι αναγκαία για την επιτυχή καταπολέμηση της τρομοκρατίας· ζητεί, στο πλαίσιο αυτό, από το ΝΑΤΟ και τις συμμαχικές δυνάμεις να αναθεωρήσουν τους κανόνες εμπλοκής και να εξετάσουν όλα τα αναγκαία μέτρα για τη βελτίωση τόσο του επιπέδου ασφάλειας όσο και της προστασίας των αμάχων που πλήττονται από τη στρατιωτική δράση στις περιοχές των συγκρούσεων, και να σέβονται πλήρως τη Σύμβαση της Γενεύης· καλεί τις ΗΠΑ να κλείσουν κάθε μυστική "σκοτεινή" φυλακή στη χώρα·

19.   εκφράζει τη βαθειά ανησυχία του για την παράνομη παραγωγή ναρκωτικών –όπως περιγράφεται από την πρόσφατη έρευνα για το αφγανικό όπιο του 2005 της Υπηρεσίας του ΟΗΕ κατά των Ναρκωτικών και του Εγκλήματος, ιδίως υπό το πρίσμα των τελευταίων στατιστικών στοιχείων για την εγχώρια κατανάλωση ηρωίνης– που εγκυμονεί τον κίνδυνο εξάπλωσης του HIV/AIDS στην περιοχή·

20.   εφιστά την προσοχή στο εξαιρετικά υψηλό κόστος και στις σοβαρές ελλείψεις, από άποψη αποτελεσματικότητας, της στρατηγικής για την καταπολέμηση των ναρκωτικών, η οποία βασίζεται αποκλειστικά στην εξάλειψη και σε εναλλακτικούς πόρους διαβίωσης, και καλεί όλους τους συμμετέχοντες στην προαναφερθείσα Διάσκεψη του Λονδίνου να λάβουν υπόψη την πρόταση για εγκεκριμένη παραγωγή οπίου για ιατρικούς σκοπούς, που έχει επιτραπεί ήδη σε διάφορες χώρες·

21.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Προεδρία της Διάσκεψης του Λονδίνου, στην Κυβέρνηση και στο Κοινοβούλιο του Αφγανιστάν, στους Γενικούς Γραμματείς των Ηνωμένων Εθνών και του SAARC, και στις κυβερνήσεις των ΗΠΑ, όλων των χωρών του SAARC, της Ρωσίας, του Ιράν, του Ουζμπεκιστάν, του Τουρκμενιστάν, του Τατζικιστάν και της Κίνας.


Ομοφοβία στην Ευρώπη
PDF 269kWORD 50k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την ομοφοβία στην Ευρώπη
P6_TA(2006)0018RC-B6-0025/2006

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τις διεθνείς και ευρωπαϊκές υποχρεώσεις στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως αυτές που περιέχονται στις συμβάσεις του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τις Θεμελιώδεις Ελευθερίες,

–   έχοντας υπόψη τις διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα, και ιδίως τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης(1) καθώς και τα άρθρα 6 και 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 13 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το οποίο αναθέτει στην Κοινότητα την αρμοδιότητα να εγκρίνει μέτρα για την καταπολέμηση των διακρίσεων που βασίζονται, μεταξύ άλλων, στο γενετήσιο προσανατολισμό και να προωθεί την αρχή της ισότητας,

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής(2), και την οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία(3) που απαγορεύουν τις άμεσες ή έμμεσες διακρίσεις για λόγους φυλετικής ή εθνικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού,

–   έχοντας υπόψη την παράγραφο 1 του άρθρου 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που απαγορεύει οποιαδήποτε διάκριση "λόγω λόγους φύλου, φυλής, χρώματος, εθνοτικής καταγωγής ή κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών, γλώσσας, θρησκείας ή πεποιθήσεων, πολιτικών φρονημάτων ή κάθε άλλης γνώμης, ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας, περιουσίας, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετησίου προσανατολισμού",

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 4, του Κανονισμού του,

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ομοφοβία μπορεί να ορισθεί ως ένας παράλογος φόβος και μια απέχθεια έναντι της ομοφυλοφιλίας και των λεσβιών, των ομοφυλόφιλων, των αμφιφυλόφιλων και των διαφυλικών ατόμων, που βασίζεται σε προκαταλήψεις και που προσιδιάζει στον ρατσισμό, στην ξενοφοβία, στον αντισημιτισμό και στον σεξισμό,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ομοφοβία εκδηλώνεται στον ιδιωτικό και τον δημόσιο βίο με διάφορα μέσα όπως τα λόγια μίσους και η παρότρυνση στη διάκριση, η γελοιοποίηση, η λεκτική, ψυχολογική και σωματική βία καθώς και η καταδίωξη και ο φόνος, οι διακρίσεις κατά παράβαση της αρχής της ισότητας, οι αδικαιολόγητοι και παράλογοι περιορισμοί των δικαιωμάτων, οι οποίοι συχνά προβάλλονται ότι γίνονται για λόγους δημόσιας τάξης, θρησκευτικής ελευθερίας και του δικαιώματος στην ελευθερία συνείδησης,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόσφατα σημειώθηκε σε ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ σειρά ανησυχητικών επεισοδίων που καταγράφηκαν ευρέως από τον Τύπο και τις ΜΚΟ, τα οποία περιελάμβαναν την απαγόρευση ομοφυλοφιλικών παρελάσεων ή πορειών ισότητας, τη χρήση εμπρηστικής, γεμάτης μίσους ή απειλητικής γλώσσας από πολιτικούς και θρησκευτικούς ηγέτες, την αδυναμία της αστυνομίας να προστατεύσει κατάλληλα ή ακόμη και να διαλύσει ειρηνικές συγκεντρώσεις, τις βίαιες διαδηλώσεις ομοφοβικών ομάδων, καθώς και την εισαγωγή τροποποιήσεων σε Συντάγματα, οι οποίες απέβλεπαν ρητώς στο να εμποδίσουν τις ενώσεις μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, παράλληλα, μια θετική, δημοκρατική και ανεκτική αντίδραση εκδηλώθηκε σε ορισμένες περιπτώσεις από το ευρύ κοινό, την κοινωνία των πολιτών και τις τοπικές και περιφερειακές αρχές που διαδήλωσαν κατά της ομοφοβίας, καθώς και από τα δικαστικά συστήματα, τα οποία επανόρθωσαν τις πλέον εμφανείς και παράνομες μορφές διακρίσεων,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι σύντροφοι ιδίου φύλου σε ορισμένα κράτη μέλη δεν απολαύουν όλων των δικαιωμάτων και της προστασίας που απολαύουν οι παντρεμένοι σύντροφοι διαφορετικού φύλου, υφιστάμενοι ως εκ τούτου διακρίσεις και μειονεκτήματα,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι συγχρόνως περισσότερες χώρες στην Ευρώπη κινούνται προς την κατεύθυνση της εξασφάλισης ίσων ευκαιριών, ενσωμάτωσης και σεβασμού, και παρέχουν προστασία έναντι διακρίσεων λόγω γενετήσιου προσανατολισμού, έκφρασης φύλου και ταυτότητας φύλου, και αναγνώρισης οικογενειών του ίδιου φύλου,

Ζ.   έχοντας υπόψη το γεγονός ότι η Επιτροπή έχει διακηρύξει την προσήλωσή της στην εξασφάλιση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών στην ΕΕ και έχει συγκροτήσει μια ομάδα Επιτρόπων υπεύθυνη για τα ανθρώπινα δικαιώματα,

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ δεν έχουν εισαγάγει στις έννομες τάξεις τους μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων των λεσβιών, των ομοφυλόφιλων, των αμφιφυλόφιλων και των διαφυλικών ατόμων, όπως απαιτείται από την οδηγία 2000/43/ΕΚ και την οδηγία 2000/78/ΕΚ, δεν καταπολεμούν όλα τις διακρίσεις οι οποίες βασίζονται στον γενετήσιο προσανατολισμό, ούτε προωθούν όλα την ισότητα,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι χρειάζεται περαιτέρω δράση, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε επίπεδο κρατών μελών, για την εξάλειψη της ομοφοβίας και την προώθηση μιας κουλτούρας ελευθερίας, ανοχής και ισότητας τόσο μεταξύ των πολιτών όσο και στο πλαίσιο της έννομης τάξης τους,

1.   καταδικάζει έντονα οιαδήποτε διάκριση λόγω γενετήσιου προσανατολισμού·

2.   καλεί τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι οι λεσβίες, οι ομοφυλόφιλοι, οι αμφιφυλόφιλοι και τα διαφυλικά άτομα προστατεύονται από τους ομοφοβικούς λόγους μίσους και βίας και να εξασφαλίσουν ότι οι σύντροφοι ίδιου φύλου απολαύουν τον ίδιο σεβασμό και την ίδια αξιοπρέπεια και προστασία όπως και τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας·

3.   ζητεί με έμφαση από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να καταδικάσουν κατηγορηματικά τα ομοφοβικά λόγια μίσους και την παρακίνηση στο μίσος και στη βία, καθώς και να εξασφαλίσουν ότι γίνεται πράγματι σεβαστή η ελευθερία διαδήλωσης, που κατοχυρώνεται από όλες τις συνθήκες για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

4.   καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει την απαγόρευση των διακρίσεων λόγω γενετήσιου προσανατολισμού σε όλους τους τομείς, συμπληρώνοντας τη δέσμη μέτρων κατά των διακρίσεων βάσει του άρθρου 13 της Συνθήκης, προτείνοντας είτε νέες οδηγίες είτε ένα γενικό πλαίσιο που να καλύπτει όλους τους λόγους διακρίσεων σε όλους τους τομείς·

5.   ζητεί με έμφαση από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να επιταχύνουν τον αγώνα κατά της ομοφοβίας, με μέτρα διαφώτισης - όπως εκστρατείες κατά της ομοφοβίας στα σχολεία, τα πανεπιστήμια και τα μέσα ενημέρωσης - καθώς και με διοικητικά, δικαστικά και νομοθετικά μέτρα·

6.   επαναλαμβάνει τη θέση του, σε ό,τι αφορά την πρόταση απόφασης σχετικά με το Ευρωπαϊκό Έτος Ίσων Ευκαιριών για Όλους, σύμφωνα με την οποία η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίσει την ισότιμη αντιμετώπιση όλων των μορφών διάκρισης που αναφέρονται στο άρθρο 13 της Συνθήκης καθώς και στο άρθρο 2 της πρότασης, όπως αναφέρεται στην θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 2005 σχετικά με την πρόταση απόφασης(4), και υπενθυμίζει στην Επιτροπή την υπόσχεσή της να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς το πρόβλημα αυτό και να υποβάλλει έκθεση στο Κοινοβούλιο·

7.   ζητεί με έμφαση από την Επιτροπή να εξασφαλίσει την ορθή μεταφορά και υλοποίηση, από όλα τα κράτη μέλη, της οδηγίας 2000/78/ΕΚ που θεσπίζει γενικό πλαίσιο για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, καθώς και να κινήσει διαδικασίες επί παραβάσει εις βάρος των κρατών μελών που δεν το έχουν πράξει· καλεί, επιπλέον, την Επιτροπή να εξασφαλίσει ότι η ετήσια έκθεση σχετικά με την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην ΕΕ θα περιλαμβάνει πλήρη και εκτενή στοιχεία σχετικά με την εμφάνιση ομοφοβικών αδικημάτων μίσους και βίας στα κράτη μέλη·

8.   προτρέπει την Επιτροπή να προχωρήσει στην υποβολή πρότασης οδηγίας για την προστασία έναντι των διακρίσεων για όλους τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 13 της Συνθήκης που θα έχει το ίδιο πεδίο εφαρμογής όπως η οδηγία 2000/43/ΕΚ·

9.   προτρέπει την Επιτροπή να εξετάσει τη χρήση ποινικών κυρώσεων στις περιπτώσεις παραβίασης των οδηγιών του άρθρου 13·

10.   καλεί όλα τα κράτη μέλη να αναλάβουν οποιαδήποτε άλλη δράση κρίνουν κατάλληλη για την καταπολέμηση της ομοφοβίας και των διακρίσεων για λόγους γενετήσιου προσανατολισμού, και να προωθήσουν και να εφαρμόσουν την αρχή της ισότητας στην κοινωνία και την έννομη τάξη τους·

11.   προτρέπει τα κράτη μέλη να εκδώσουν νομοθεσία με την οποία θα τίθεται τέρμα στις διακρίσεις έναντι των συντρόφων του ίδιου φύλου στους τομείς της κληρονομιάς, της ιδιοκτησίας, της μίσθωσης, των συντάξεων, της φορολογίας, της κοινωνικής ασφάλισης, κλπ·

12.   χαιρετίζει τα μέτρα που ελήφθησαν πρόσφατα σε διάφορα κράτη μέλη για τη βελτίωση της θέσης των λεσβιών, των ομοφυλόφιλων, των αμφιφυλόφιλων και των διαφυλικών ατόμων, και αποφασίζει να διοργανώσει σεμινάριο ανταλλαγής καλών πρακτικών στις 17 Μαΐου 2006 (Παγκόσμια Ημέρα κατά της Ομοφοβίας)·

13.   επαναλαμβάνει το αίτημά του προς την Επιτροπή να προωθήσει προτάσεις που να κατοχυρώνουν την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών της Ένωσης και των μελών της οικογενείας τους και των καταχωρημένων συντρόφων και των δύο φύλων, όπως αναφέρεται στη σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Οκτωβρίου 2004 για το μέλλον του Χώρου Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης(5)·

14.   καλεί τα οικεία κράτη μέλη να αναγνωρίσουν τελικά πλήρως ότι οι ομοφυλόφιλοι υπήρξαν στόχοι και θύματα του ναζιστικού καθεστώτος·

15.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών, των υπό ένταξη και των υποψήφιων χωρών.

(1) ΕΕ C 364 της 18.12.2000, σ. 1.
(2) ΕΕ L 180 της 19.7.2000, σ. 22.
(3) ΕΕ L 303 της 2.12.2000, σ. 16.
(4) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2005)0489.
(5) ΕΕ C 166 E της 7.7.2005, σ. 58.


Κλιματικές αλλαγές
PDF 296kWORD 66k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις κλιματικές αλλαγές
P6_TA(2006)0019B6-0027/2006

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την 11η Διάσκεψη των συμβαλλομένων μερών της Σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή και την παράλληλη πρώτη συνεδρίαση των συμβαλλομένων μερών του προσαρτώμενου στη σύμβαση αυτή Πρωτοκόλλου του Κυότο, που πραγματοποιήθηκαν αμφότερες στο Μόντρεαλ, τον Δεκέμβριο του 2005,

–   έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του, και ιδίως το ψήφισμα της 12ης Μαΐου 2005 σχετικά με το σεμινάριο κυβερνητικών εμπειρογνωμόνων για την αλλαγή του κλίματος(1) και το ψήφισμα της 16ης Νοεμβρίου 2005 σχετικά με τη "μάχη κατά της αλλαγής του κλίματος στον πλανήτη και πώς μπορεί να κερδηθεί"(2),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 2, του Κανονισμού του,

1.   χαιρετίζει τη συνολική έκβαση της Διάσκεψης, και ιδίως την έναρξη του διαλόγου για το μελλοντικό καθεστώς σχετικά με την κλιματική αλλαγή, τόσο στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου του Κυότο όσο και της Σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή· χαιρετίζει επίσης την ικανοποιητική τεχνική πρόοδο που επιτεύχθηκε όσον αφορά τους κανόνες εφαρμογής του υπάρχοντος καθεστώτος σχετικά με την κλιματική αλλαγή·

2.   συγχαίρει την καναδική προεδρία για την ενεργητικότητα και το σθένος που επέδειξε κατά την προετοιμασία της Διάσκεψης και στη συνέχεια την οδήγησε προς την επιτυχή έκβαση·

3.   χαιρετίζει την προθυμία που επέδειξαν στο Μόντρεαλ τα συμβαλλόμενα μέρη του Παραρτήματος Ι του Πρωτοκόλλου του Κυότο να δεχθούν δεύτερη περίοδο δέσμευσης μετά το 2012, αλλά επισημαίνει το γεγονός ότι οι χώρες αυτές δεν μπορούν να λύσουν από μόνες τους το πρόβλημα και συνειδητοποιεί ότι στον αγώνα για την συνολική μείωση των εκπομπών πρέπει να εμπλακούν περισσότερες χώρες·

4.   επιδοκιμάζει την ενεργό δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την προώθηση διεθνούς συμφωνίας στο Μόντρεαλ, αλλά θεωρεί ότι η ΕΕ δεν πρέπει να εφησυχάσει ως προς τον ρόλο της και την προτρέπει να διατηρήσει υψηλές προσδοκίες στις μελλοντικές συζητήσεις με τους διεθνείς εταίρους της·

5.   εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι ΗΠΑ εξακολουθούν να είναι τόσο απρόθυμες να προσχωρήσουν σε οποιαδήποτε αποτελεσματική διεθνή σύμπραξη σχετικά με την κλιματική αλλαγή, αλλά επισημαίνει ότι τουλάχιστον δεν στάθηκαν εμπόδιο για την επίτευξη συμφωνίας στο Μόντρεαλ· επίσης, χαιρετίζει την αυξημένη έμφαση που δίνουν τώρα στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής πολλοί σημαντικοί παράγοντες της αμερικανικής κοινωνίας, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται μέλη του Κογκρέσου από αμφότερα τα σώματα και τα κόμματα, πολιτειακοί νομοθέτες, δήμαρχοι, ΜΚΟ και πολλοί παράγοντες της επιχειρηματικής κοινότητας·

6.   χαιρετίζει το γεγονός ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες με γρήγορη εκβιομηχάνιση φαίνεται να έχουν διάθεση ουσιαστικότερης συμμετοχής στον διάλογο για την κλιματική αλλαγή και να εξερευνούν καινοτόμους τρόπους για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτήν·

7.   σημειώνει με ικανοποίηση την έγκριση σειράς σημαντικών μέτρων εφαρμογής που επιδιώκουν να εξασφαλίσουν την κατάλληλη αξιοποίηση των δυνατοτήτων του Πρωτοκόλλου του Κυότο, και ιδίως:

   i) την τελική έγκριση των Συμφωνιών του Μαρακές και του Βιβλίου κανόνων του Κυότο·
   ii) τη συμφωνία για κατάλληλο καθεστώς συμμόρφωσης όσον αφορά το Πρωτόκολλο του Κυότο·
   iii) την ενίσχυση του Μηχανισμού Καθαρής Ανάπτυξης (CDM), ώστε να έχει επαρκέστερη χρηματοδότηση, λιγότερη γραφειοκρατία και εν γένει περισσότερες δυνατότητες αποτελεσματικής λειτουργίας·
   iv) την επαναδρομολόγηση της Κοινής Εφαρμογής (Joint Implementation), ώστε να μπορεί κι αυτή να έχει ισχυρότερο ρόλο στο μέλλον·
   v) την έγκριση πενταετούς προγράμματος για την προσαρμογή στον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής, καθόσον πρόκειται για μέτρα ζωτικής σημασίας που συμπληρώνουν τα μέτρα ανάσχεσης·

8.   χαιρετίζει το γεγονός ότι στο Μόντρεαλ αναγνωρίστηκε τόσο ότι χρειάζεται να υπάρξει νέα περίοδος δέσμευσης για τις χώρες του Παραρτήματος Ι του Πρωτοκόλλου του Κυότο, αλλά και ότι δεν πρέπει να υπάρξει μεσοδιάστημα μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης περιόδου δέσμευσης· πιστεύει ότι αυτό θα πρέπει να οδηγήσει στην κατανόηση του επείγοντος χαρακτήρα των νέων συνομιλιών, καθόσον αυτές πρέπει να ολοκληρωθούν εγκαίρως ώστε να υπάρχει αρκετός χρόνος για την ολοκλήρωση της διαδικασίας επικύρωσης· υπενθυμίζει εν προκειμένω το αίτημά του, που διατυπώθηκε στο προαναφερθέν ψήφισμά του, της 16ης Νοεμβρίου 2005, να τεθεί χρονικό όριο –το τέλος του 2008– για την επίτευξη συμφωνίας για μελλοντικές δεσμεύσεις σχετικά με το κλίμα·

9.   σημειώνει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη του Πρωτοκόλλου του Κυότο πρέπει να υποβάλουν τις αρχικές παρατηρήσεις τους έως τις 15 Μαρτίου 2006 και ότι η πρώτη συνεδρίαση της σχετικής ομάδας εργασίας έχει προβλεφθεί για τον Μάιο του 2006·

10.   χαιρετίζει επίσης την έναρξη, στο ευρύτερο πλαίσιο της Διάσκεψης, διαλόγου με στόχο την ανάπτυξη αποτελεσματικών και κατάλληλων εθνικών και διεθνών αποκρίσεων στην κλιματική αλλαγή, στις οποίες να μπορούν να συμμετέχουν όλες οι χώρες· σημειώνει, περαιτέρω, ότι ο διάλογος αυτός θα οργανωθεί υπό μορφή εργαστηρίων, ότι ζητείται από τα συμβαλλόμενα μέρη να υποβάλουν τις αρχικές απόψεις τους έως τις 15 Απριλίου 2006 και ότι προβλέπεται έκθεση σχετικά με τα ζητήματα που θα τεθούν κατά τις δύο προσεχείς διασκέψεις των συμβαλλομένων μερών (COP 12 και COP 13)·

11.   ζητεί να υπάρξει εντατικός διάλογος ανάμεσα στο Κοινοβούλιο, την Επιτροπή και το Συμβούλιο καθώς θα πλησιάζουν όλες αυτές οι προθεσμίες·

12.   επιμένει ότι η ΕΕ πρέπει να προτείνει μεγαλόπνοο πρόγραμμα και για τις δύο σειρές συνομιλιών, στο πλαίσιο τόσο του Πρωτοκόλλου του Κυότο όσο και της Διάσκεψης·

13.   υπενθυμίζει δύο καίριους στρατηγικούς στόχους που εκτέθηκαν στο προαναφερθέν ψήφισμα της 16ης Νοεμβρίου 2005:

   περιορισμός της μέσης παγκόσμιας αύξησης της θερμοκρασίας σε 2° C πάνω από τα προ της εκβιομηχάνισης επίπεδα·
   ανάληψη δέσμευσης των αναπτυγμένων χωρών για μεγάλες μειώσεις των εκπομπών, κατά 30% έως το 2020 και 60-80% έως το 2050·

14.   ζητεί διεξοδική επανεξέταση των πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων των καινοτόμων προσεγγίσεων που συμπληρώνουν τις νέες υποχρεωτικές μειώσεις για τις εκβιομηχανισμένες χώρες του Παραρτήματος Ι, όπως π.χ. της έννοιας της συστολής και σύγκλισης καθώς και της προτεινόμενης "μεθόδου της τομεακής δέσμευσης", βάσει της οποίας οι κυριότερες αναπτυσσόμενες χώρες θα θέσουν εθελοντικούς στόχους εντάσεως αερίων θερμοκηπίου για τους βασικούς βιομηχανικούς τομείς και θα λάβουν κίνητρα σε επίπεδο αγοράς και τεχνολογίας για την υπέρβαση των στόχων αυτών·

15.   υπενθυμίζει την υποστήριξή του προς τη συνέχιση της χρησιμοποίησης ευέλικτων μηχανισμών και προς τον μακροπρόθεσμο στόχο της παγκόσμιας αγοράς εκπομπών άνθρακα με βάση το σχήμα "ανωτάτου ορίου και εμπορίου'·

16.   πιστεύει ότι ένας από τους σημαντικότερους τρόπους αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής είναι μέσω της τεχνολογικής ανάπτυξης και επισημαίνει ότι η ΕΕ πρέπει να ενισχύσει τη συνεργασία της με άλλες χώρες και, ως εκ τούτου, ζητεί διεξοδική εξερεύνηση των δυνατοτήτων που ανοίγουν οι νέες τεχνολογίες, όπως οι τεχνολογίες των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η παγίδευση και αποθήκευση του άνθρακα· επισημαίνει και πάλι ότι οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες μπορούν να δώσουν στην ΕΕ ανταγωνιστικό πλεονέκτημα συμβάλλοντας, ταυτόχρονα, τα μέγιστα στη μείωση των εκπομπών· επισημαίνει ότι, ως εκ τούτου, οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες βρίσκονται στο επίκεντρο μιας στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη που είναι συμβατή με τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η ΕΕ στο Κυότο και τη Στρατηγική της Λισσαβόνας και υποστηρίζει ότι η έρευνα στον τομέα αυτό πρέπει να ενισχυθεί και πρέπει να θεσπιστούν σαφείς στόχοι περιβαλλοντικών επιδόσεων, προκειμένου να ενθαρρυνθεί η χρήση των πλέον ενδεδειγμένων διαθέσιμων τεχνολογιών·

17.   θεωρεί ότι οι εκβιομηχανισμένες χώρες του Παραρτήματος Ι πρέπει να εξακολουθήσουν να παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής σε παγκόσμιο επίπεδο· καλεί εν προκειμένω τα συμβαλλόμενα μέρη του Παραρτήματος Ι του Πρωτοκόλλου του Κυότο να ανταποκριθούν στις υπάρχουσες δεσμεύσεις τους και να θέσουν μεγαλόπνοους στόχους για δεύτερη περίοδο δέσμευσης μετά το 2012· καλεί επιπλέον όσες εκβιομηχανισμένες χώρες δεν έχουν επικυρώσει το Πρωτόκολλο του Κυότο να επανεξετάσουν τη θέση τους, να λάβουν δραστικά μέτρα στο εσωτερικό τους και να αναλάβουν ενεργό ρόλο στις μελλοντικές διεθνείς διαπραγματεύσεις, με την προοπτική να συμμετάσχουν στο μελλοντικό καθεστώς σχετικά με την κλιματική αλλαγή·

18.   τονίζει πόσο κρίσιμη σημασία έχει η συμμετοχή των αναπτυσσομένων χωρών με γρήγορη εκβιομηχάνιση στο μελλοντικό διεθνές καθεστώς σχετικά με την κλιματική αλλαγή, ενώ παράλληλα θα γίνονται σεβαστοί οι ζωτικοί προβληματισμοί τους για την προώθηση της οικονομικής τους ανάπτυξης και την καταπολέμηση της φτώχειας· σημειώνει την απροθυμία των χωρών αυτών να δεχθούν στην παρούσα φάση δεσμευτικούς στόχους μείωσης των εκπομπών, αλλά ελπίζει ότι αυτό τελικά θα καταστεί δυνατόν και θεωρεί ότι η θέση εθελοντικών τομεακών στόχων θα μπορούσε να αποτελέσει χρήσιμο πρώτο βήμα· επισημαίνει ότι η φτώχεια συμβαδίζει με τις χαμηλές περιβαλλοντικές επιδόσεις και, ως εκ τούτου, ζητεί από την ΕΕ και τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν μια φιλόδοξη πολιτική τεχνολογικής συνεργασίας με αναπτυσσόμενες χώρες και μεταφοράς τεχνολογίας σε αυτές, παρέχοντάς τους έτσι τη δυνατότητα να αναπτύξουν την οικονομία τους και να αυξήσουν την ευημερία τους, σε βάση βιωσιμότερη και φιλικότερη προς το κλίμα·

19.   επιμένει ότι οι επιμέρους χώρες της ΕΕ καθώς και η ΕΕ ως σύνολο πρέπει να ανταποκριθούν στις υπάρχουσες δεσμεύσεις τους, δεδομένου ότι η ηγετική θέση της ΕΕ στις διεθνείς συνομιλίες θα υπονομευθεί αν τούτο δεν επιτευχθεί· αναλαμβάνει, στο πλαίσιο αυτό, να ξεκινήσει την συστηματικότερη παρακολούθηση της εσωτερικής δράσης της ΕΕ σχετικά με την κλιματική αλλαγή και του βαθμού απόδοσης των υφισταμένων μέτρων·

20.   τονίζει τη θεμελιώδη σημασία της ολοκληρωμένης προσέγγισης της ΕΕ σχετικά με την πολιτική για την κλιματική αλλαγή, στο πλαίσιο της οποίας οι τομεακές πολιτικές για τη διατήρηση της ενέργειας και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, για τις μεταφορές, για τη γεωργία, για τη βιομηχανία, για την έρευνα και ανάπτυξη κτλ. θα συμπληρώνουν και δεν θα αντικρούουν η μία την άλλη· επισημαίνει ειδικότερα την ανάγκη στενής παρακολούθησης των πολιτικών αυτών όσον αφορά τις επιπτώσεις τους στην κλιματική αλλαγή και τη λήψη μέτρων για τον περιορισμό των συνεπειών αυτών στο επίπεδο στο οποίο έχει δεσμευτεί η ΕΕ στο Πρωτόκολλο του Κυότο· υπενθυμίζει τις διάφορες συγκεκριμένες προτάσεις του για τον σκοπό αυτό, οι οποίες περιέχονται στο προαναφερθέν ψήφισμα της 16ης Νοεμβρίου 2005·

21.   επισημαίνει ότι η ενεργειακή πολιτική αποτελεί κομβικής σημασίας συνιστώσα της γενικής στρατηγικής μας για την κλιματική αλλαγή: η διαφοροποίηση των ενεργειακών πόρων μας και η μεταστροφή σε εναλλακτικές, πιο αειφόρες και φιλικές προς το περιβάλλον μορφές ενέργειας δημιουργούν μεγάλες δυνατότητες μείωσης των εκπομπών· επί πλέον, επισημαίνει ότι η διαφοροποίηση θα καταστήσει την ΕΕ λιγότερο εξαρτημένη από τις εξωτερικές πηγές και λιγότερο ευάλωτη στις κρίσεις ενεργειακής τροφοδοσίας·

22.   ζητεί ενδελεχή επανεξέταση των κάτωθι στοιχείων:

   i) οι συνολικές πιστώσεις που έχουν εγγραφεί για την περίοδο 2008-2013 για το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπής, σε συνδυασμό με τις υφιστάμενες πολιτικές και τα μέτρα που αποσκοπούν στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από άλλους τομείς, ούτως ώστε να προσήλωση στις δεσμεύσεις του Πρωτοκόλλου του Κυότο·
   ii) της λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Εκπομπών, των τρόπων περαιτέρω βελτίωσής του κατά την επικείμενη αναθεώρησή του (για παράδειγμα με την εξέταση εναλλακτικών λύσεων για τα κεκτημένα δικαιώματα, όπως η συγκριτική αξιολόγηση και η δημοπράτηση), τρόπων περαιτέρω διεύρυνσής του σε άλλους τομείς, και τέλος τρόπων σύνδεσής του με τα συστήματα άλλων χωρών·
   iii) της χρησιμοποίησης πιστώσεων του Μηχανισμού Καθαρής Ανάπτυξης και Κοινής Εφαρμογής από τις χώρες της ΕΕ ώστε να συμπληρωθούν οι εγχώριες μειώσεις, καθώς και η περιβαλλοντική τους αποτελεσματικότητα·

23.   επισημαίνει την ανάγκη περαιτέρω ενίσχυσης της ευρωπαϊκής τεχνολογικής ηγεμονίας και αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής μέσω της μεταφοράς τεχνολογιών και, ως εκ τούτου, ζητεί την προώθηση απλών κατευθυντηρίων γραμμών στο πλαίσιο του Μηχανισμού Καθαρής Ανάπτυξης και των σχεδίων κοινής υλοποίησης, ιδίως για να δοθεί στις ΜΜΕ η δυνατότητα να επωφεληθούν από τις οικονομικές δυνατότητες των αναδυομένων αγορών άνθρακα·

24.   υπογραμμίζει την ανάγκη αποτελεσματικής επικοινωνιακής στρατηγικής της ΕΕ για τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής, που να καλύπτει την ενδεδειγμένη δημοσιότητα των τελευταίων επιστημονικών στοιχείων για τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής, το κόστος της αδράνειας, την παροχή διεξοδικών πληροφοριών για την περιεκτικότητα όλων των προϊόντων και υπηρεσιών σε άνθρακα, τις προτάσεις πολιτικής που διατυπώνει η ΕΕ, τη σημερινή κατάσταση των διεθνών διαπραγματεύσεων, καθώς και τα συγκεκριμένα βήματα που θα πρέπει να γίνουν σε επίπεδο ΕΕ, κρατών μελών και πολίτη·

25.   καλεί όλες τις σχετικές επιτροπές και αντιπροσωπείες του να συνεργασθούν στενά για τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής, ώστε οι πρωτοβουλίες του σε επίπεδο βιομηχανικής και ενεργειακής πολιτικής, μεταφορών, γεωργίας, έρευνας και ανάπτυξης κτλ. να είναι καλύτερα συντονισμένες με τους στόχους στον τομέα της κλιματικής αλλαγής, και τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής να εγείρονται τακτικά σε επίπεδο διακοινοβουλευτικής αντιπροσωπείας και στο πλαίσιο του Διατλαντικού Νομοθετικού Διαλόγου·

26.   εκφράζει εκ νέου τη συνεχιζόμενη δυσαρέσκειά του για τον αποκλεισμό των βουλευτών του που συμμετέχουν σε αντιπροσωπείες της ΕΕ από την παρακολούθηση των συνεδριάσεων συντονισμού της ΕΕ και ζητεί την ταχεία επίλυση του προβλήματος αυτού, ει δυνατόν πριν από την COP 12 του Νοεμβρίου 2006·

27.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών καθώς και στη Γραμματεία της Σύμβασης-Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC), με αίτηση να διανεμηθεί σε όλα τα εκτός ΕΕ συμβαλλόμενα μέρη.

(1) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2005)0177.
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2005)0433.


Περιβαλλοντικές πτυχές της αειφόρου ανάπτυξης
PDF 404kWORD 113k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις περιβαλλοντικές πτυχές της αειφόρου ανάπτυξης (2005/2051(INI))
P6_TA(2006)0020A6-0383/2005

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 31ης Μαΐου 2001 σχετικά με την περιβαλλοντική πολιτική και την αειφόρο ανάπτυξη: προετοιμασία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Γκέτεμποργκ(1),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 28ης Φεβρουαρίου 2002 σχετικά με τη στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη εν όψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Βαρκελώνης(2),

–   έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 16ης Μαΐου 2002 σχετικά με την προετοιμασία για την παγκόσμια διάσκεψη για την αειφόρο ανάπτυξη του 2002(3),

–   έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής με τίτλο "Ενσωμάτωση των περιβαλλοντικών μελημάτων σε άλλους τομείς πολιτικής – απολογισμός της διαδικασίας του Cardiff" (COM(2004)0394),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Επανεξέταση της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αειφόρο ανάπτυξη 2005: πρώτος απολογισμός και μελλοντικές κατευθύνσεις" (COM(2005)0037),

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων του Γκέτεμποργκ (15-16 Ιουνίου 2001), της Βαρκελώνης (15-16 Μαρτίου 2002) και των Βρυξελλών (16-17 Ιουνίου 2005),

–   έχοντας υπόψη την αναθεωρημένη στρατηγική της Λισσαβώνας που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 22ας και 23ης Μαρτίου 2005,

–   έχοντας υπόψη τους στρατηγικούς στόχους της Επιτροπής για την περίοδο 2005-2009 "Ευημερία, αλληλεγγύη και ασφάλεια" (COM(2005)0012),

–   έχοντας υπόψη την απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2002, για τη θέσπιση του έκτου κοινοτικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον(4) και τις θεματικές του στρατηγικές,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A6-0383/2005),

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι στη διάσκεψη κορυφής του Γιοχάνεσμπουργκ τον Σεπτέμβριο του 2002 προσδιορίστηκαν πέντε βασικοί τομείς στους οποίους πρέπει να επιτευχθούν συγκεκριμένα αποτελέσματα: υγεία, ενέργεια, γεωργία και βιοποικιλότητα, διαχείριση των οικοσυστημάτων, ύδρευση και αποχέτευση,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν στις διασκέψεις του Ρίο το 1992 και του Γιοχάνεσμπουργκ το 2002, τα υπογράφοντα κράτη δεν έχουν λάβει τα απαραίτητα μέτρα για την αντιστροφή της σημερινής τάσης προς την υπερεκμετάλλευση των πόρων, καθώς και προς τη ρύπανση του φυσικού περιβάλλοντος, την εξάντληση των φυσικών πόρων και την αλλαγή του κλίματος, που αποτελούν τα πιο ορατά αποτελέσματα της παράλειψης αυτής,

Γ.   εκτιμώντας ότι ο αριθμός των φυσικών καταστροφών έχει υπερδιπλασιαστεί στην Ευρώπη από τη δεκαετία του 1990, καθώς και ότι η άνοδος τη θερμοκρασίας αναμένεται να συνεχιστεί, ενώ όλο και περισσότερα απτά στοιχεία αποδεικνύουν την επίπτωσή της στην αειφορία των οικονομιών μας, των οικοσυστημάτων μας και της ανθρώπινης υγείας,

Δ.   εκτιμώντας ότι απαιτείται ένας νέος ορισμός της ανάπτυξης, βασισμένος στην υπεύθυνη και αποτελεσματική χρήση των φυσικών πόρων και στην τροποποίηση των μοντέλων παραγωγής και κατανάλωσης,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αειφόρος ανάπτυξη είναι ζήτημα αλληλεγγύης μεταξύ των γενεών, αλλά και μεταξύ των χωρών του Βορρά και του Νότου και ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, ως εκ τούτου, οφείλει να διαμορφώσει μια πολιτική ανάπτυξης για να αποκτήσουν οι πληθυσμοί των αναπτυσσόμενων χωρών τη δυνατότητα πρόσβασης σε μια καλύτερη ζωή, προστατεύοντας ταυτοχρόνως το περιβάλλον του πλανήτη,

1.   εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η Επιτροπή προχωρεί στον απολογισμό της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη, όπως είχε δεσμευτεί· εκφράζει την ικανοποίησή του για τις κατευθυντήριες αρχές της αειφόρου ανάπτυξης που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Ιούνιο του 2005· ζητεί από την Επιτροπή να αξιοποιήσει όλα τα μέσα προκειμένου η αναθεώρηση της στρατηγικής να γίνει όσο το δυνατόν συντομότερα βάσει των εν λόγω κατευθυντήριων αρχών και ζητεί από την αυστριακή Προεδρία του Συμβουλίου να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εγκριθεί η εν λόγω αναθεώρηση εντός του πρώτου εξαμήνου του 2006·

2.   εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η αναθεώρηση της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη δεν πραγματοποιήθηκε από κοινού με την ενδιάμεση αναθεώρηση της στρατηγικής της Λισσαβώνας· ελπίζει η αναθεωρημένη στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη να αποτελέσει μακροπρόθεσμα στρατηγική για την Ευρώπη και να διαμορφώσει το βέλτιστο πολιτικό σχέδιο για την επίτευξη των στόχων της για δημιουργία ενός αειφόρου κόσμου εντός της επόμενης πεντηκονταετίας και ελπίζει οι άλλες μεσοπρόθεσμες πολιτικές διαδικασίες της Ένωσης, όπως η στρατηγική της Λισσαβώνας, να συμβαδίσουν με την εν λόγω μακροπρόθεσμη στρατηγική·

3.   τονίζει -έχοντας υπόψη τους περιορισμένους δημοσιονομικούς πόρους- την ανάγκη μιας ταυτόσημης, αποτελεσματικής και συστηματικής διαδικασίας παρακολούθησης και ελέγχου για τις δύο στρατηγικές·

4.   εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι προσανατολισμοί που περιλαμβάνονται στο δεύτερο μέρος της ανακοίνωσης της Επιτροπής δεν ανταποκρίνονται στο εύρος των προκλήσεων που πρέπει να αντιμετωπιστούν, όπως διαπιστώνεται στο πρώτο μέρος της ανακοίνωσης· υπογραμμίζει την ανεπάρκεια ορισμένων προσανατολισμών, κυρίως σε ό,τι αφορά την καταπολέμηση των μη αειφόρων τάσεων·

Η επιδείνωση των μη αειφόρων τάσεων

5.   συμφωνεί με τη διαπίστωση της Επιτροπής ότι οι τάσεις που αντιβαίνουν στην αειφόρο ανάπτυξη επιδεινώνονται, τόσο σε ό,τι αφορά την καταχρηστική εκμετάλλευση και τη ρύπανση των φυσικών πόρων, την απώλεια της βιοποικιλότητας και την επιδείνωση των κλιματικών αλλαγών, όσο και σε σχέση με τις ανισότητες και τη φτώχεια, καθώς και με τη συσσώρευση δημόσιου χρέους, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στις τρίτες χώρες·

6.   υποστηρίζει το αίτημα της Επιτροπής να οριστούν στόχοι για την καταπολέμηση αυτών των αρνητικών τάσεων· ο μεσοπρόθεσμος στόχος που θα πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο είναι το αίτημα που περιλαμβάνεται στη Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης να επιτευχθεί η "βιώσιμη ανάπτυξη της Ευρώπης με γνώμονα μια ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη, μια κοινωνική οικονομία της αγοράς με υψηλή ανταγωνιστικότητα και με στόχο την πλήρη απασχόληση και την κοινωνική πρόοδο, και ένα υψηλό επίπεδο προστασίας και βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος'· θεωρεί ότι ο πρωταρχικός αυτός στόχος πρέπει να συνοδεύεται από συγκεκριμένους ενδιάμεσους στόχους·

7.   εκτιμά ότι μια στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη πρέπει να επιτρέπει την εφαρμογή μέτρων προσαρμοσμένων στις απαιτήσεις της τοπικής ανάπτυξης και στους περιορισμούς που είναι σύμφυτοι με τον τόπο·

Κλιματικές αλλαγές, μεταφορές, καθαρές μορφές ενέργειας και έλεγχος της κατανάλωσης ενέργειας

8.   διαπιστώνει ότι, παρά τη νομοθεσία που έχει θεσπιστεί και την τεχνική πρόοδο που έχει συντελεστεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση για τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και τον περιορισμό των αερίων του θερμοκηπίου, υπάρχει κίνδυνος να μην επιτευχθούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση οι στόχοι του πρωτοκόλλου του Κιότο για το 2012, λόγω της απουσίας μέτρων ικανών να περιορίσουν την αύξηση των οδικών μεταφορών·

9.   εκφράζει επίσης την ανησυχία του για τη μεγάλη και ταχεία αύξηση των αεροπορικών μεταφορών και των ρυπογόνων αερίων που εκλύονται από αυτές· εάν δεν ληφθούν σύντομα μέτρα, καθίσταται επισφαλής η επίτευξη των στόχων για τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου· καλεί την Επιτροπή να αναλάβει εγκαίρως δράση για τη μείωση των επιπτώσεων από την αεροπλοΐα στο κλίμα, δημιουργώντας ένα πιλοτικό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων για τις εκπομπές από τις αεροπορικές μεταφορές για την περίοδο 2008-2012, που θα καλύπτει όλες τις πτήσεις προς και από όλα τα αεροδρόμια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να εξασφαλίσει ότι θα θεσπισθούν παράλληλα μέσα για την αντιμετώπιση του συνολικού αντίκτυπου των αεροπορικών μεταφορών στο κλίμα·

10.   καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να ενισχύσουν τις προσπάθειές τους και να προσαρμόσουν την υφιστάμενη νομοθεσία βάσει των πλέον πρόσφατων επιστημονικών γνώσεων, καθώς και να υποδείξουν λύσεις με στόχο την επίτευξη ουσιαστικής μείωσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ κατά 30% έως το 2020, και κατά 80% έως το 2050 σε σχέση με το 1990, ενώ πρόσφατες έρευνες επιβεβαιώνουν ότι για τον περιορισμό των κλιματικών αλλαγών απαιτείται δραστικότερη μείωση των εκπομπών στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο·

11.   στηρίζει την πρόταση της Επιτροπής για μεταστροφή μεγάλου μέρους των οδικών μεταφορών προς άλλα μεταφορικά μέσα φιλικότερα προς το περιβάλλον· καλεί την Επιτροπή, τις διάφορες συνθέσεις του Συμβουλίου και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να λάβουν γρήγορα μέτρα για τη σταθεροποίηση της κατανομής των μεριδίων των διαφόρων μεταφορικών μέσων στο επίπεδο του 1998 το αργότερο έως το 2010· εκτιμά, γενικότερα, ότι για μια πολιτική κινητικότητας φιλικότερη προς το περιβάλλον απαιτείται εκ βάθρων αλλαγή πολιτικής·

12.   εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι η Ευρώπη, σύμφωνα με τις μελέτες που έχουν εκπονηθεί, χρησιμοποιεί σήμερα διπλάσιους φυσικούς πόρους από τη βιολογική ικανότητά της, γεγονός που σημαίνει ότι η Ευρώπη ιδιοποιείται δυσανάλογο μέρος των υφιστάμενων επίγειων και θαλάσσιων φυσικών πόρων·

13.   εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα περισσότερα κράτη μέλη εξακολουθούν να εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τα ορυκτά καύσιμα και την πυρηνική ενέργεια για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών τους· εκφράζει τη λύπη του για το ότι η Επιτροπή απέσυρε την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τη δυνατότητα εφαρμογής μειωμένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης σε ορισμένα πετρελαιοειδή που περιέχουν βιοκαύσιμα και στα βιοκαύσιμα, ενώ το Κοινοβούλιο είχε ταχθεί υπέρ των διατάξεων αυτών·

14.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόθεση της Επιτροπής να παρουσιάσει ένα σχέδιο δράσης για τη βιομάζα, με στόχο να ενθαρρύνει τη χρήση βιοκαυσίμων αντί των ορυκτών καυσίμων· ζητεί από την Επιτροπή να προτείνει μέτρα για την εξεύρεση λύσεων για την ανάπτυξη των βιοενεργειακών καλλιεργειών στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

Διαχείριση των φυσικών πόρων

15.   αναγνωρίζει ότι η πρόοδος των αποτελεσμάτων της πολιτικής προστασίας και διαχείρισης των υδάτων είναι αργή και όχι πλήρης και θα καταστεί πιο ορατή σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα· καλεί όλα τα κράτη μέλη, ιδίως εκείνα της δυτικής και νότιας Ευρώπης, καθώς και τους ενδιαφερόμενους τομείς, ιδίως τη γεωργία και τον τουρισμό, να λάβουν μέτρα για να μειώσουν τις αφαιρέσεις νερού να διασφαλίσουν την παροχή νερού για τις διάφορες ανθρώπινες δραστηριότητες· ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να καταβάλλουν τις προσπάθειες που απαιτούνται στους τομείς του ύδατος και της ρύπανσης (νιτρικά άλατα, φυτοφάρμακα, επικίνδυνες και βιοσυσσωρεύσιμες ουσίες και ουσίες που διαταράσσουν τις ενδοκρινικές λειτουργίες)·

16.   ενθαρρύνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επιτύχει τον φιλόδοξο στόχο της αναχαίτισης, έως το 2010, της απώλειας της βιοποικιλότητας στην Ευρώπη και παγκοσμίως· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι αποφάσεις και τα μέτρα που λαμβάνονται, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο, δεν θα επιτρέψουν την επίτευξη του στόχου αυτού έως την προβλεπόμενη ημερομηνία και για το γεγονός ότι πολλά είδη χλωρίδας και πανίδας απειλούνται με εξαφάνιση· ζητεί, για τον λόγο αυτό, από την Επιτροπή να παρουσιάσει ένα νέο φιλόδοξο, συνεκτικό ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης, στο οποίο θα διατεθεί επαρκής χρηματοδότηση για την επίτευξη των στόχων της προστασίας και της αποκατάστασης των οικοσυστημάτων και της βιολογικής ποικιλομορφίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και στις τρίτες χώρες· θεωρεί ότι πρέπει να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για την πλήρη ένταξη της προστασίας της βιοποικιλότητας σε όλες τις σχετικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως στη γεωργία, την περιφερειακή ανάπτυξη, την αλιεία και την ανάπτυξη· καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να φροντίσουν ώστε να διατεθούν επαρκή κονδύλια στο δίκτυο Natura 2000· καλεί επίσης την Επιτροπή να προτείνει έναν μηχανισμό για το υδάτινο περιβάλλον αντίστοιχο του Natura 2000·

17.   ζητεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη να συμπεριλάβουν στην αειφόρο ανάπτυξη, σύμφωνα με τις αρχές που ορίστηκαν στο Γιοχάνεσμπουργκ και στο πλαίσιο άλλων ευρωπαϊκών πολιτικών, την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και των τοπιακών, αστικών και ιστορικών πόρων που αποτελούν ένα οικείο περιβάλλον και πολύ συχνά πηγή πλούτου·

18.   εκφράζει τη λύπη του για την αύξηση του συνολικού όγκου των λυμάτων, κυρίως δε των προερχόμενων από συσκευασίες· καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει στη θεματική στρατηγική για τα λύματα νέες διατάξεις για τη μείωση της παραγωγής λυμάτων από την πηγή τους σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο επίπεδο·

Χρήση των γαιών

19.   ζητεί η επέκταση των αστικών περιοχών και η βελτίωση των υποδομών (οδικό δίκτυο, σιδηροδρομικό δίκτυο, αερολιμένες, κανάλια, αγωγοί αερίου, πετρελαιαγωγοί, κ.λπ.) να πραγματοποιούνται με παράλληλη προστασία των καλλιεργήσιμων εκτάσεων, των δασών και των προστατευόμενων περιοχών· ζητεί από την Επιτροπή, εάν το κρίνει απαραίτητο, να ενισχύσει την ισχύουσα νομοθεσία για τη διασφάλιση της βελτιστοποίησης των αποτιμήσεων του αντικτύπου στο περιβάλλον, στη βιωσιμότητα των διευρωπαϊκών δικτύων και στην επίτευξη του στόχου της διατήρησης της βιοποικιλότητας έως το 2010·

20.   καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει την προστασία του εδάφους στα κοινοτικά μέτρα που αφορούν το περιβάλλον· εφιστά εκ νέου την προσοχή στην τελική φάση κάθε διαδικασίας διάβρωσης των γαιών, ήτοι, την απερήμωση, η οποία πλήττει τεράστιες περιοχές της Ένωσης και έχει σαφείς επιπτώσεις στη φτώχεια, στην απώλεια της βιοποικιλότητας, στην ποιότητα των υδάτων και στην αλλαγή του κλίματος· υπενθυμίζει το θεμελιώδη ρόλο που επιτελούν τα δάση όσον αφορά τη σταθεροποίηση του εδάφους, την αποτροπή της διάβρωσης, την απορρόφηση διοξειδίου του άνθρακα και την πρόληψη των πλημμυρών·

21.   στηρίζει την πρόταση της Επιτροπής για μια θεματική στρατηγική σε ό,τι αφορά το αστικό περιβάλλον, στόχος της οποίας θα είναι η βελτίωση του επιπέδου ποιότητας των αστικών περιοχών, προκειμένου να διασφαλιστεί ένα υγιές πλαίσιο διαβίωσης για τους ευρωπαίους πολίτες, ιδίως σε σχέση με την ποιότητα του αέρα στις αστικές περιοχές· θεωρεί, επ" αυτού, ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα σε τρεις τομείς: στην ανάπτυξη των δημόσιων μεταφορών που χρησιμοποιούν καθαρές ή λιγότερο ρυπαντικές τεχνολογίες, στην προώθηση των αειφόρων και υψηλής περιβαλλοντικής ποιότητας κατασκευών και στην αειφόρο αστικοποίηση, προκειμένου να αποφευχθεί, μεταξύ άλλων, ο οικονομικός και κοινωνικός αποκλεισμός και ο περιορισμός του πρασίνου στις πόλεις·

22.   διαπιστώνει ότι, παρά τις δεσμεύσεις της, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει ακόμη καταφέρει να αποσυνδέσει την ανάπτυξη από την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων· καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει προτάσεις μέτρων και ρυθμίσεων με στόχο τον τετραπλασιασμό, έως το 2010, και τον δεκαπλασιασμό, έως το 2025, της αποτελεσματικότητας των πόρων και της ενέργειας στην παραγωγή και την κατανάλωση·

23.   υπογραμμίζει ότι η εξάντληση, η μόλυνση και η όλο και πιο δύσκολη πρόσβαση στους φυσικούς πόρους και στις πρώτες ύλες αποτελούν απειλή για την προστασία της βιοποικιλότητας και θα οδηγήσουν σε αύξηση των τιμών, το εύρος της οποίας θα αποσταθεροποιήσει λιγότερο ή περισσότερο βαθιά τα οικονομικά και κοινωνικά συστήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των τρίτων χωρών, και σε κίνδυνο συγκρούσεων· εκφράζει, για τον λόγο αυτό, τη λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχουν δώσει απαντήσεις που να ανταποκρίνονται στο ύψος των περιστάσεων·

Δημόσια Υγεία

24.   εκφράζει τη λύπη του για την απόσταση μεταξύ της αξιολόγησης των επιπτώσεων της υποβάθμισης του περιβάλλοντος στην υγεία και της ατολμίας των μέτρων που προτείνει η Επιτροπή στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού σχεδίου δράσης 2004-2010 για το περιβάλλον και την υγεία (COM(2004)0416)· εκτιμά ότι ένας τέτοιος προσανατολισμός δεν αποτελεί πραγματική πολιτική αειφόρου ανάπτυξης δυνάμενη να αποφέρει περιορισμό των κινδύνων κατά της υγείας και διασφάλιση της βιωσιμότητας των συστημάτων κοινωνικών ασφαλίσεων και υγείας·

25.   δέχεται με ικανοποίηση την πρόταση REACH, στόχος της οποίας είναι η βελτίωση της προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος, με παράλληλη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας και προώθηση της καινοτομίας στη χημική βιομηχανία της Ευρώπης· εκφράζει την επιθυμία να εγκριθεί μια νομοθεσία που θα προσεγγίζει την αρχική πρόταση της Επιτροπής· ελπίζει να μην καθυστερήσει η προβλεπόμενη έναρξη ισχύος του νέου συστήματος την 1η Ιανουαρίου 2007·

Διεθνές επίπεδο

26.   ζητεί από τα κράτη μέλη να επεκτείνουν τη διαγραφή του χρέους σε περισσότερες αναπτυσσόμενες χώρες· θεωρεί ότι το εν λόγω πρόγραμμα διαγραφής του χρέους πρέπει να συνοδεύεται από μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος και μηχανισμούς μεταφοράς τεχνολογιών φιλικών προς το περιβάλλον·

27.   καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να τηρήσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει στο πλαίσιο των διαφόρων διεθνών συμβάσεων και να αναλάβει τις πρωτοβουλίες που απαιτούνται ώστε τα διάφορα κράτη και η διεθνής κοινότητα να τηρήσουν τις δεσμεύσεις και τις υποχρεώσεις που έλαβαν κατά τη διάρκεια των πρόσφατων παγκόσμιων διαπραγματεύσεων, οι οποίες αφορούσαν άμεσα ή έμμεσα τη στρατηγική της αειφόρου ανάπτυξης (Κιότο, Μοντερέι, Ντόχα, Γιοχάνεσμπουργκ)·

28.   υπογραμμίζει ότι η αναθεωρημένη στρατηγική πρέπει να αναφέρει με σαφήνεια ότι θέτει ως στόχο της τη μεταρρύθμιση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), μέσω της οποίας οι εμπορικές συναλλαγές θα υπαχθούν στους στόχους της αειφόρου ανάπτυξης, στις παγκόσμιες προσπάθειες προστασίας του περιβάλλοντος και στην τήρηση των διεθνών συμβάσεων κοινωνικού χαρακτήρα συμπεριλαμβανομένων των προτύπων που έχει θεσπίσει το Διεθνές Γραφείο Εργασίας· καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να φροντίσει για την αναγνώριση και τη διαφανή εφαρμογή της αρχής της προφύλαξης στους κόλπους του ΠΟΕ·

29.   εκφράζει την ικανοποίησή του για τα αποτελέσματα της Διάσκεψης του Μόντρεαλ που χαρακτηρίστηκε από την προσχώρηση όλων των μερών -περιλαμβανομένων των ΗΠΑ- στην υπόθεση της καταπολέμησης της μεταβολής του κλίματος· υπενθυμίζει ωστόσο ότι απομένει να επιτελεσθεί σημαντική πρόοδος στον τομέα αυτό· καλεί τις χώρες που δεν το έχουν ακόμη πράξει -ιδίως τις ΗΠΑ- να κυρώσουν το Πρωτόκολλο του Κιότο δεδομένου ότι έχει πλέον αποκτήσει ισχύ νόμου·

30.   ζητεί την αναγνώριση στο πολιτικό επίπεδο της επιρροής που ασκεί η Ευρωπαϊκή Ένωση στην κατανάλωση των παγκόσμιων πόρων –άλλως ειπείν του "οικολογικού αποτυπώματός" της– καθώς, σύμφωνα με ανεξάρτητες έρευνες, η Ευρωπαϊκή Ένωση –δηλαδή το 7% μόνο του παγκόσμιου πληθυσμού– είναι υπεύθυνη για το 17% της συνολικής ζήτησης των παγκόσμιων πόρων·

31.   ζητεί η εξωτερική διάσταση της στρατηγικής της αειφόρου ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αποτελέσει το γενικό πλαίσιο διασφάλισης της συνοχής του συνόλου των κοινοτικών πολιτικών που έχουν επιπτώσεις στους περιβαλλοντικούς πόρους και των πολιτικών αειφόρου ανάπτυξης των χωρών εταίρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης· ζητεί, επίσης, η εν λόγω στρατηγική να συμπεριλάβει την ειδική αξιολόγηση των μέσων με τα οποία οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα μπορούσαν να βοηθήσουν τις αναπτυσσόμενες χώρες να επιτύχουν τους στόχους της Χιλιετίας για την ανάπτυξη έως το 2015·

32.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με την επόμενη θεματική στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το περιβάλλον και τους φυσικούς πόρους, το οποίο θα καλύπτει όλες τις χώρες εταίρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ευρωπαϊκό μέσο γειτνίασης και εταιρικής σχέσης και μέσο αναπτυξιακής συνεργασίας και οικονομικής συνεργασίας), ώστε να ενσωματωθούν οι πρωτοβουλίες για τις εξωτερικές διαστάσεις της στρατηγικής της αειφόρου ανάπτυξης στις επόμενες δημοσιονομικές προοπτικές 2007-2013·

33.   υπογραμμίζει ότι υπάρχουν στενοί δεσμοί μεταξύ της φτώχειας και του περιβάλλοντος, δεδομένου ότι οι φτωχότεροι αποτελούν συχνά τα πρώτα θύματα της υποβάθμισης του περιβάλλοντος· διαπιστώνει ότι οι προσπάθειες που καταβάλλονται για τον περιορισμό της φτώχειας, κυρίως μέσω της οικονομικής ανάπτυξης, συχνά δεν λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη να ενσωματωθούν οι περιβαλλοντικοί προβληματισμοί στις πολιτικές καταπολέμησης της φτώχειας· συνιστά να ληφθούν στο εξής ειδικές πρωτοβουλίες για τη μελέτη των εν λόγω δεσμών μεταξύ φτώχειας και περιβάλλοντος στο πλαίσιο των πολιτικών και των προγραμμάτων και επισημαίνει επίσης ότι πρέπει να τερματιστεί η διασύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης και της καταστροφής του περιβάλλοντος, μέσω της προώθησης αειφόρων μορφών κατανάλωσης και παραγωγής, που θα χρησιμοποιηθούν για την επίλυση των προβλημάτων προσφοράς και ζήτησης στις αναπτυσσόμενες χώρες·

34.   καλεί τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Ένωση να προωθήσουν στους κόλπους των διεθνών οργανισμών, κατά προτεραιότητα δε στον ΟΗΕ, την αναγνώριση των πόρων, κυρίως των υδάτινων, ως παγκόσμιων δημόσιων αγαθών·

Απόκτηση μέσων δράσης

35.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την ανακοίνωση της βρετανικής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι θα επανακινήσει τη διαδικασία του Cardiff· καλεί το Συμβούλιο, με τη βοήθεια της Επιτροπής, να εγκρίνει πραγματικά μέτρα ενσωμάτωσης της προστασίας του περιβάλλοντος στις λοιπές πολιτικές·

36.   υπογραμμίζει τη σημασία της ένταξης της έννοιας της αειφόρου ανάπτυξης στο σύνολο των δημόσιων πολιτικών που εφαρμόζονται σε εθνική, περιφερειακή και τοπική κλίμακα, αλλά και σε ιδιωτικό επίπεδο από τις εταιρείες και τις μη κυβερνητικές ενώσεις και οργανώσεις·

37.   υπενθυμίζει ότι ο χάρτης του Aalborg κατέστησε τις πόλεις βασικούς παράγοντες της αειφόρου ανάπτυξης· για τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι συνεπώς απαραίτητο να ενθαρρυνθεί η βιώσιμη και συνεκτική αστική διαχείριση και η γενίκευση των ορθών πρακτικών στο τοπικό επίπεδο, κυρίως μέσω δικτύων ανταλλαγών μεταξύ των πόλεων·

38.   εκφράζει την ικανοποίησή του για τη θέσπιση από μέρους της Επιτροπής αξιολογήσεων των επιπτώσεων όλων των αποφάσεων και των νομοθετικών προτάσεών της· ζητεί από την Επιτροπή να ενισχυθούν και να λαμβάνονται στο εξής υπόψη οι περιβαλλοντικές και κοινωνικές πτυχές του εργαλείου αυτού· υπενθυμίζει ότι το εν λόγω εργαλείο αποτελεί βοήθημα της λήψης πολιτικών αποφάσεων, αλλά δεν μπορεί και δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να την υποκαθιστά·

39.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την έγκριση από την Επιτροπή και την Eurostat περίπου 150 δεικτών και της υποδιαίρεσής τους σε τρία επίπεδα για την αξιολόγηση της εφαρμογής της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη και τη σταδιακή επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί· καλεί την Επιτροπή και την Eurostat να προβαίνουν τακτικά στην αξιολόγηση των δεικτών, προκειμένου, εφόσον απαιτείται, να τους προσαρμόζουν, ώστε να λαμβάνονται καλύτερα υπόψη η εξέλιξη των προβλημάτων και το περιβάλλον· ζητεί από την Επιτροπή να εγγυηθεί την καλύτερη συνεκτίμηση του περιβάλλοντος στο πλαίσιο του καταλόγου των δεκατεσσάρων δεικτών αξιολόγησης της προόδου της στρατηγικής της Λισσαβώνας· εκτιμά ότι ο κατάλογος αυτός θα έπρεπε επίσης να συμπεριλάβει και ένα δείκτη για τη βιοποικιλότητα·

Ώθηση με τη χρήση μέσων της αγοράς

40.   σημειώνει την πρόταση της Επιτροπής να προσθέσει στα παραδοσιακά ρυθμιστικά μέτρα μέσα της αγοράς, όπως η εσωτερίκευση του κόστους, οι οικολογικοί φόροι, οι επιδοτήσεις και το σύστημα ανταλλαγής ποσοστώσεων εκπομπών·

41.   υποστηρίζει το αίτημα της Επιτροπής να ανταποκρίνονται οι τιμές της αγοράς στο πραγματικό κόστος της οικονομικής δραστηριότητας, κυρίως στο περιβάλλον, προκειμένου να τροποποιηθούν τα μοντέλα παραγωγής και κατανάλωσης· εκτιμά ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα προς την κατεύθυνση αυτή στον τομέα των οδικών μεταφορών και να εφαρμοστούν χωρίς καθυστέρηση, ώστε να προωθηθεί η χρήση των μέσων μαζικής μεταφοράς·

42.   τονίζει το γεγονός ότι μια τέτοια διαδικασία πρέπει να λαμβάνει υπόψη το εισόδημα του κάθε πολίτη και να συνδυάζει την κάλυψη των αναγκών, τις ελευθερίες και τα θεμελιώδη δικαιώματα και την ποιότητα του περιβάλλοντος·

43.   τονίζει ότι η Επιτροπή οφείλει να στηριχτεί για τις μελλοντικές της προτάσεις στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 8ης Σεπτεμβρίου 2005 σχετικά με τις νέες προοπτικές και τις νέες προκλήσεις για έναν αειφόρο ευρωπαϊκό τουρισμό(5)·

44.   υπογραμμίζει ότι οι όροι χορήγησης κοινοτικών επιδοτήσεων και ενισχύσεων, κυρίως στον τομέα της ΚΓΠ, πρέπει να συμβάλλουν στην επίτευξη της πολιτικής για την αειφόρο ανάπτυξη· ζητεί μετ" επιτάσεως να τερματιστεί όσο το δυνατόν ταχύτερα η χορήγηση όλων των επιδοτήσεων σε μη αειφόρους δραστηριότητες, κυρίως στον τομέα της ενέργειας και της γεωργίας·

45.   επισημαίνει ότι η επιδείνωση της διάβρωσης και της αποσάθρωσης του εδάφους και των καλλιεργήσιμων γαιών απειλεί την ικανότητά μας διασφαλίζουμε στο μέλλον τον εφοδιασμό των πολιτών μας σε τρόφιμα· ζητεί, ως εκ τούτου, να προταθεί στο πλαίσιο μιας νέας μεταρρύθμισης της ΚΓΠ μια επαναστάθμιση των διαφόρων τρόπων καλλιέργειας και να εξεταστούν πειραματικές μέθοδοι που δοκιμάζονται σε άλλες χώρες· εκτιμά ότι τα γενετικά τροποποιημένα φυτά και οργανισμοί δεν προσφέρουν ακόμα ικανοποιητική απάντηση στα προβλήματα που σχετίζονται με τη χρησιμοποίηση χημικών προϊόντων στη γεωργία·

46.   στηρίζει την επιβολή οικολογικών φόρων από τα κράτη μέλη· υπογραμμίζει ότι αποτελούν, όπως και τα λοιπά μέσα της αγοράς, ένα μηχανισμό απαραίτητο για μια αποτελεσματική πολιτική για τη μείωση της ρύπανσης· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις και τα κράτη μέλη να εγκρίνουν τον πρώτο οικολογικό φόρο έως το 2009 το αργότερο·

47.   υπογραμμίζει ότι τα μέσα της αγοράς θα μπορούσαν ακόμη να προσφέρουν πραγματικές δυνατότητες στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος· υπογραμμίζει ωστόσο ότι τα μέσα αυτά είναι μεν αναγκαία, αλλά και ανεπαρκή για την άσκηση μιας πολιτικής μείωσης των ρυπογόνων ουσιών και προστασίας του περιβάλλοντος· καλεί την Επιτροπή να καταρτίσει στοχοθετημένες προτάσεις·

48.   καλεί την Επιτροπή να αναγνωρίσει, να ενθαρρύνει και να στηρίξει, τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στις τρίτες χώρες και στους κόλπους διεθνών οργανισμών, την ανάπτυξη των νέων και πιο αειφόρων οικονομικών μοντέλων της κοινωνικής οικονομίας της αλληλεγγύης και του δίκαιου εμπορίου·

Καινοτομία

49.   συμφωνεί με την πρόταση της Επιτροπής να επενδύσει στην καινοτομία σε ό,τι αφορά τις φιλικότερες προς το περιβάλλον τεχνολογίες, ενώ η επιστημονική και τεχνική έρευνα θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα περιβαλλοντικά και κοινωνικά ζητήματα· εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν αναφέρει το μερίδιο επί του ΑΕγχΠ των επενδύσεων που πρέπει να πραγματοποιηθούν για τη στήριξη της ανάπτυξης νέων περιβαλλοντικών τεχνολογιών·

50.   ζητεί να διαμορφωθεί το 7ο πρόγραμμα πλαίσιο για την έρευνα έτσι ώστε η αειφόρος ανάπτυξη να φέρει καρπούς σε όλο και περισσότερους τομείς και να συμβάλει στην δημιουργία θέσεων εργασίας υψηλής ποιότητας·

51.   υπογραμμίζει ότι οι καινοτομίες στον τομέα των περιβαλλοντικών τεχνολογιών αποτελούν σημαντικό μοχλό της αειφόρου ανάπτυξης στον τομέα του περιβάλλοντος· επισημαίνει ωστόσο τον περιορισμένο χαρακτήρα τους και την ανάγκη λήψης μέτρων για την τροποποίηση των συνηθειών παραγωγής κυκλοφορίας και κατανάλωσης προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι περιβαλλοντικές προκλήσεις·

52.   καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να εντείνει τις προσπάθειές της και να λάβει αποφάσεις για να καταστεί η πιο φειδωλή οικονομία παγκοσμίως σε ό,τι αφορά τη χρησιμοποίηση πόρων και ενέργειας· υπογραμμίζει ότι η επίτευξη των στόχων αυτών θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ανεξαρτησία και μεγαλύτερη ασφάλεια σε ό,τι αφορά τον εφοδιασμό πόρων και ενέργειας, καθώς και στην αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης και της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων·

Εφαρμογή των αρχών της αειφόρου ανάπτυξης

53.   υπενθυμίζει ότι η αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει" και η αρχή της προφύλαξης πρέπει να εδραιωθούν ως ρυθμιστικός παράγοντας των δημόσιων πολιτικών σε ό,τι αφορά τη δημόσια υγεία, την ασφάλεια των τροφίμων, την προστασία των καταναλωτών και το περιβάλλον·

54.   καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να μελετήσουν εις βάθος την αρχή της υποκατάστασης, η οποία μπορεί να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα όσον αφορά την ώθηση της έρευνας και της ανάπτυξης νέων τεχνολογιών φιλικότερων προς το περιβάλλον και την υγεία·

Πληροφόρηση και ευαισθητοποίηση των πολιτών και των επιχειρήσεων

55.   εκτιμά ότι για την προστασία του περιβάλλοντος απαιτείται ταυτόχρονα ενημέρωση, ευαισθητοποίηση και εκπαίδευση· πιστεύει ότι η στρατηγική πρέπει να είναι το αποτέλεσμα μιας διαφανούς διαδικασίας στην οποία θα συμμετέχουν οι ευρωπαίοι πολίτες, και για να επιτευχθεί αυτό, πρέπει να τεθεί πλήρως σε ισχύ η σύμβαση του Aarhus σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στην δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα(6)·

56.   καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να αναπτύσσουν την περιβαλλοντική εκπαίδευση και να την εντάξουν πλήρως στη βασική εκπαίδευση, καθώς και να οργανώσουν προγράμματα πληροφόρησης και ευαισθητοποίησης για ενηλίκους·

57.   ζητεί να εκπληρωθούν οι προσδοκίες για την ένταξη του συνόλου των εργαζομένων -ανεξάρτητα από το φύλο και την ηλικία- στην αγορά εργασίας, και μάλιστα με την αξιοποίηση της δυνατότητας της δια βίου εκπαίδευσης, προκειμένου να προαχθούν έτσι όλες οι δράσεις στο πλαίσιο της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη·

58.   ζητεί να αναπτυχθεί η δια βίου κατάρτιση, λαμβάνοντας περισσότερο υπόψη στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης τις προοπτικές εξέλιξης των τεχνικών και των μοντέλων παραγωγής· υπογραμμίζει ότι η εξέλιξη αυτή αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο για το σύνολο των εργαζομένων, κυρίως των μισθωτών, ώστε να εξοικειωθούν με τις νέες τεχνολογίες και, ταυτοχρόνως, να προσαρμοστούν σε μια εξελισσόμενη αγορά εργασίας·

59.   υπογραμμίζει ότι η αειφόρος χρηματοδότηση των συστημάτων κοινωνικής προστασίας μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο με ενίσχυση της αλληλεγγύης μεταξύ των γενεών· υπογραμμίζει την ιδιαίτερη επιθυμία του να αποκτήσουν οι πολίτες ευαισθησία και συνείδηση σε κοινωνικά ζητήματα και σε περιβαλλοντικά θέματα· ζητεί την ελάφρυνση τις μισθωτής εργασίας στα φορολογικά συστήματα των κρατών μελών· ζητεί μεγαλύτερο συντονισμό εντός των κρατών μελών, προκειμένου να περιορισθεί ο κοινωνικός αποκλεισμός, να εξασφαλισθεί με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα η κοινωνική ασφάλεια όλων των Ευρωπαίων πολιτών και να επιτευχθούν παντού εξίσου υψηλά οικολογικά πρότυπα·

Οι θεματικές στρατηγικές

60.   εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι παρουσιάσθηκαν επιτέλους οι πρώτες θεματικές στρατηγικές· ζητεί από την Επιτροπή να φροντίσει ώστε να θεσπιστούν όσο το δυνατόν ταχύτερα και το αργότερο έως το καλοκαίρι του 2006 όλες οι θεματικές στρατηγικές που έχουν ανακοινωθεί·

61.   σημειώνει με ικανοποίηση τη θέσπιση και την αναθεώρηση των διαφόρων κοινοτικών νομοθετικών πράξεων, κυρίως σε ό,τι αφορά την προστασία του περιβάλλοντος· θεωρεί ότι πολλές εξ αυτών, κυρίως η αναθεώρηση της ΚΓΠ και της αλιευτικής πολιτικής, δεν λαμβάνουν επαρκώς υπόψη τους στόχους της αειφόρου ανάπτυξης και εξακολουθούν να προωθούν εντατικές μορφές παραγωγής·

62.   καλεί την Επιτροπή να προβεί στο πλαίσιο της πρότασής της για αναθεώρηση της στρατηγικής της αειφόρου ανάπτυξης πιο φιλόδοξες προτάσεις όσον αφορά την παρακολούθηση της εν λόγω στρατηγικής· υπογραμμίζει ότι η αναθεωρημένη στρατηγική πρέπει να αποτελεί αντικείμενο ετήσιας αξιολόγησης, όπως αποφασίστηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ το 2001· ζητεί, στο ενδιάμεσο και όποτε απαιτείται, η αξιολόγηση αυτή να είναι δυνατόν να συμπληρώνεται με μέτρα και προτάσεις για την επίτευξη των αρχικών στόχων· εκφράζει την ικανοποίησή της για τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου στην αξιολόγηση αυτή·

Συμπεράσματα

63.   εκφράζει την ικανοποίησή του για τη βούληση της Επιτροπής να λάβει διάφορα μέτρα υπέρ της αειφόρου ανάπτυξης· σημειώνει, ωστόσο, με λύπη την απόσταση μεταξύ των διακηρυγμένων προθέσεων και των προτεινόμενων πολιτικών· φρονεί, ότι λόγω της επιδείνωσης της κατάστασης του περιβάλλοντος, οι προτεραιότητες της αναθεώρησης της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη δεν πρέπει να συνίστανται κατά κύριο λόγο σε μέτρα συντονισμού και βελτίωσης των γνώσεων, αλλά στην υποβολή προτάσεων για δράσεις και σαφείς μεσοπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους, για εργαλεία καθώς και για ένα σύστημα τακτικού ελέγχου, παρακολούθησης και αξιολόγησης·

64.   είναι απολύτως πεπεισμένο ότι η αειφόρος ανάπτυξη αποτελεί για την Ευρωπαϊκή Ένωση θεμελιώδες και ζωτικής σημασίας μέσο προώθησης της οικονομικής και κοινωνικής προόδου, καθώς βελτιώνει την ποιότητα και το επίπεδο διαβίωσης των πολιτών και επιτρέπει τη διαμόρφωση νέας αντίληψης για την πολιτική στην υπηρεσία της χειραφέτησης των ανθρώπων·

65.   ζητεί να προβλεφθούν επαρκείς πιστώσεις στις Δημοσιονομικές Προοπτικές 2007-2013, προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά σε άκρως διαφορετικά επίπεδα τάσεις αντίθετες προς την αειφόρο ανάπτυξη όπως η φτώχεια, ο κοινωνικός αποκλεισμός και οι συνέπειες της γήρανσης της κοινωνίας· υπογραμμίζει ότι ως εκ τούτου η αειφόρος ανάπτυξη πρέπει να είναι μία από τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε όλους τους τομείς· συνιστά να εξασφαλίσουν αυτές οι Δημοσιονομικές Προοπτικές τους κατάλληλους πόρους για την προαγωγή της πλήρους απασχόλησης, της κοινωνικής ένταξης και της εξάλειψης της φτώχειας καθώς και για την ενίσχυση της κοινωνικής, εδαφικής και οικονομικής συνοχής·

66.   οφείλει να υπογραμμίσει ότι η αναθεωρημένη στρατηγική απαιτεί βασικά μια πραγματική αλλαγή των μοντέλων παραγωγής και κατανάλωσης και την εξέταση των σκοπών της οικονομικής δραστηριότητας·

67.   οφείλει να υπενθυμίσει ότι η αδράνεια θα έχει κόστος και όλο και πιο σοβαρές άμεσες συνέπειες και θα καταστήσει ακόμα δυσκολότερη την εφαρμογή και την επίτευξη των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ό,τι αφορά την κοινωνική πρόοδο, την υγεία και την προστασία του περιβάλλοντος, θα δημιουργήσει δε δυσβάσταχτο χρέος για τις μέλλουσες γενεές·

68.   ζητεί να κληθεί επισήμως να γνωμοδοτήσει επί της πρότασης της Επιτροπής σχετικά με την αναθεώρηση της στρατηγικής της αειφόρου ανάπτυξης μετά τη δημοσίευσή της·

o
o   o

69.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) ΕΕ C 47 E της 21.2.2002, σ. 223.
(2) ΕΕ C 293 E της 28.11.2002, σ. 84.
(3) ΕΕ C 180 E της 31.7.2003, σ. 507 και 517.
(4) ΕΕ L 242 της 10.9.2002, σ. 1.
(5) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2005)0335.
(6) EΕ L 124 της 17.5.2005, σ. 4.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου