Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2007, Τμήμα ΙΙΙ - Επιτροπή (C6-0299/2006 - 2006/2018(BUD)), και τη διορθωτική επιστολή αριθ. 1/2007 (SEC(2006)0762) επί του σχεδίου γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2007
– έχοντας υπόψη το άρθρο 272 της Συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 177 της Συνθήκης Ευρατόμ,
– έχοντας υπόψη την απόφαση 2000/597/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2000, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(1),
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, σχετικά με το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(2),
– έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση(3),
– έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού(4),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 18ης Μαΐου 2006 σχετικά με την έκθεση της Επιτροπής για την Ετήσια Στρατηγική Πολιτικής (APS)(5),
– έχοντας υπόψη το προσχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2007, που υπέβαλε η Επιτροπή στις 3 Μαΐου 2006 (SEC(2006)0531),
– έχοντας υπόψη το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2007, που κατάρτισε το Συμβούλιο στις 14 Ιουλίου 2006 (C6-0299/2006),
– έχοντας υπόψη τη διορθωτική επιστολή αριθ. 1/2007 (SEC(2006)0762) επί του σχεδίου γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2007,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών της 11ης Ιουλίου 2006 σχετικά με την εντολή συνεννόησης για τη διαδικασία του σχεδίου προϋπολογισμού του 2007 για την πρώτη ανάγνωση του Συμβουλίου,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 69 και το Παράρτημα IV του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών και τις γνωμοδοτήσεις των άλλων αρμόδιων επιτροπών (A6-0358/2006),
Γενικές σκέψεις: ορισμός προτεραιοτήτων, αξιοποίηση των πόρων, προετοιμασία για την ανασκόπηση 2008/2009
1. υπενθυμίζει ότι οι πολιτικές προτεραιότητές του για τον προϋπολογισμό του 2007 ορίσθηκαν στο προαναφερθέν ψήφισμα της 18ης Μαΐου 2006 για την Ετήσια Στρατηγική Πολιτικής (APS)· σημειώνει ότι η παράγραφος 5 του ψηφίσματος αυτού όριζε τα τρία βασικά στοιχεία: τον ορισμό προτεραιοτήτων πολιτικής, την εξασφάλιση ποιοτικής αξιοποίησης των πόρων και την προετοιμασία για την ανασκόπηση 2008/2009 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013·
2. σημειώνει ότι αυτή η στρατηγική εφαρμόσθηκε στις προετοιμασίες της πρώτης ανάγνωσης του Κοινοβουλίου για τον προϋπολογισμό του 2007 με τον ορισμό προτεραιοτήτων πολιτικής στην παράγραφο 6 του ψηφίσματος APS και την επανάληψή τους στην παράγραφο 5 της προαναφερθείσας έκθεσης σχετικά με την εντολή συνεννόησης για τη διαδικασία του σχεδίου προϋπολογισμού του 2007 με το Συμβούλιο· σημειώνει ότι αυτές οι προτεραιότητες είχαν κεντρική σημασία για τις τροπολογίες του Κοινοβουλίου επί του προϋπολογισμού σε σχέση με τα προγράμματα προτεραιότητας·
3. παρατηρεί ότι αυτός είναι ο πρώτος προϋπολογισμός βάσει του νέου δημοσιονομικού πλαισίου, βάσεις νέας διοργανικής συμφωνίας – (ΔΣ) και με πολλά νέα πολυετή προγράμματα· παρατηρεί επιπλέον ότι η ιδανικότερη συνθήκη θα ήταν να εφαρμοσθεί νέος δημοσιονομικός κανονισμός για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2007·
4. τονίζει ότι, σύμφωνα με την προσέγγιση κόστους – ωφελείας που εμφαίνεται στην παράγραφο 7 του ψηφίσματος APS, ξεκίνησε προσέγγιση ποιοτικής αξιοποίησης των πόρων χάρη στη διοργάνωση ακροάσεων για θέματα πολιτικής στην Επιτροπή Προϋπολογισμών και σε ενδελεχή ανάλυση ορισμένων πηγών πληροφόρησης σχετικά με την ποιότητα της δαπάνης των κονδυλίων της ΕΕ και την εκτέλεση του προϋπολογισμού· σημειώνει ότι οι τροπολογίες του προϋπολογισμού συντάχθηκαν, μεταξύ άλλων, βάσει των πληροφοριών που ελήφθησαν με τον τρόπο αυτό· επιδοκιμάζει το γεγονός ότι τόσο το Συμβούλιο όσο και η Επιτροπή και το Κοινοβούλιο συμμετείχαν στην τάση για αξιοποίηση των πόρων·
5. θεωρεί ότι το επίπεδο των συνολικών πιστώσεων που πρότεινε το Συμβούλιο στο σχέδιο προϋπολογισμού του είναι αρκετά χαμηλότερο από εκείνο που χρειάζεται η ΕΕ για να απαντήσει αποτελεσματικά στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη, το οποίο χρησιμεύει απλώς στο να προβληθεί η σπουδαιότητα της τρίτης πτυχής της στρατηγικής του Κοινοβουλίου, προετοιμάζοντας την ανασκόπηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου που θα συμβάλει στο να επικεντρωθούν καλύτερα οι δαπάνες της ΕΕ στις προτεραιότητες πολιτικής· πιστεύει ότι επικεντρώνοντας τις αναλήψεις υποχρεώσεων σε προγράμματα προτεραιότητας και διασφαλίζοντας ότι οι πιστώσεις δαπανώνται όπως πρέπει, οι δαπάνες της ΕΕ θα υπηρετήσουν καλύτερα τα συμφέροντα των πολιτών·
6. αναμένει ότι όλα τα νέα στοιχεία και οι αναμορφώσεις που εισήχθησαν στη νέα ΔΣ της 17ης Μαΐου 2006 θα εφαρμοσθούν πλήρως στο πλαίσιο του προϋπολογισμού 2007 ώστε να υπάρξει ταχέως αποτέλεσμα επί της ποιοτικής εκτέλεσης του προϋπολογισμού και των διοργανικών σχέσεων·
Διατομεακά θέματα: Επικέντρωση σε προτεραιότητες
7. Σύμφωνα με τις προτεραιότητες του Κοινοβουλίου, θεωρεί ότι οι δαπάνες της ΕΕ πρέπει να επικεντρωθούν σε τομείς προτεραιότητας και το ύψος τους να υπερβεί εκείνο που προτείνεται στο σχέδιο προϋπολογισμού του Συμβουλίου για να εξασφαλισθεί αποτελεσματική προσφορά προγραμμάτων προτεραιότητας στους πολίτες· προτείνει, για τον λόγο αυτό, να αυξηθούν οι πληρωμές στον προϋπολογισμό του 2007 σε επίπεδο 1,04% του ΑΕΕ της ΕΕ, με την αύξηση των πιστώσεων στις θέσεις του προϋπολογισμού που έχουν σχέση με τις πολιτικές προτεραιότητες του Κοινοβουλίου· σημειώνει ότι οι περισσότερες ειδικευμένες κοινοβουλευτικές επιτροπές πρότειναν να αποκατασταθούν τα ποσά του προσχεδίου προϋπολογισμού (ΠΣΠ), σύμφωνα με τις εν εξελίξει νομοθετικές διαδικασίες ή εκείνες που θα ξεκινήσουν το 2007·
Αντιμετώπιση των προκλήσεων της παγκοσμιοποίησης
8. πιστεύει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εξετάσει ενεργά και να αντιμετωπίσει πιο αποτελεσματικά τις οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές και αναπτυξιακές προκλήσεις που παρουσιάζει, μεταξύ άλλων, η εν εξελίξει διεργασία της παγκοσμιοποίησης· για τον λόγο αυτό καταθέτει τροπολογίες στον προϋπολογισμό του 2007 που αποσκοπούν στην τόνωση της ικανότητας της οικονομίας της ΕΕ να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις κατά τρόπο πιο στρατηγικό και αυξάνοντας τα ποσά της βοήθειας για την ανάπτυξη που διατίθενται σε περιοχές όπως η Ασία, η Λατινική Αμερική και η Μεσόγειος·
Υλοποίηση της αξιοποίηση των πόρων
9. τονίζει την ανάγκη για βελτίωση της αξιοποίησης των πόρων στον προϋπολογισμό της ΕΕ· προτείνει τροπολογίες με σκοπό την εγγραφή στο αποθεματικό 30% των πιστώσεων για αριθμό θέσεων του προϋπολογισμού έως ότου η Επιτροπή μπορέσει να διαβεβαιώσει το Κοινοβούλιο ότι τα χρήματα αυτά θα δαπανηθούν κατά τρόπο που θα εξασφαλίζει στον ευρωπαίο φορολογούμενο αξιοποίηση των πόρων·
10. υπενθυμίζει ότι αυτές οι θέσεις του προϋπολογισμού επελέγησαν βάση ενδελεχούς εξέτασης των ειδικών εκθέσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, των Συγκεφαλαιωτικών Εκθέσεων σχετικά με τη διαχείριση των πιστώσεων εκ μέρους της Επιτροπής, του εγγράφου ενημέρωσης για τις προβλέψεις του προϋπολογισμού που συνέταξε η Επιτροπή και των αναλύσεων κόστους – ωφελείας που διεξήχθησαν κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής Προϋπολογισμών και λαμβάνοντας υπόψη τα δελτία δραστηριότητας που συντάσσουν οι υπηρεσίες της Επιτροπής·
11. επιδοκιμάζει ιδιαιτέρως την αίτηση για ακρόαση στα μέσα Νοεμβρίου με σκοπό να απαντήσει η Επιτροπή στις ανησυχίες που θίγονται στις τροπολογίες αυτές· προτρέπει τα μέλη των ειδικών επιτροπών του Κοινοβουλίου να συμμετάσχουν στην ακρόαση αυτή·
12. μειώνει κατά 10% τις πιστώσεις για διοικητική διαχείριση που έχουν άμεση σχέση με προγράμματα επί διατομεακής βάσης· δεν βλέπει καμιά αντίφαση στο γεγονός ότι, για ορισμένες θέσεις του προϋπολογισμού, το Κοινοβούλιο αφενός εγγράφει ποσά στο αποθεματικό λόγω του ότι ανησυχεί ως ένα βαθμό για την ποιότητα της εκτέλεσης και αφετέρου αυξάνει τις πιστώσεις ανάλογα με τις πολιτικές προτεραιότητες· επαναλαμβάνει επ' αυτού ότι επιθυμεί να δει ποιοτική αξιοποίηση των πόρων σε όλους τους τομείς δαπανών της ΕΕ·
13. υπενθυμίζει τη σημασία που αποδίδει το Κοινοβούλιο στην επίτευξη θετικής δήλωσης αξιοπιστίας για πιστώσεις υπό επιμερισμένη διαχείριση· υπογραμμίζει την πρόθεσή του να διασφαλίσει ότι, σύμφωνα με τη ΔΣ της 17ης Μαΐου 2006, οι σχετικές εξελεγκτικές αρχές στα κράτη μέλη συντάσσουν αξιολόγηση όσον αφορά τη συμμόρφωση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου με τους κανονισμούς της Κοινότητας· επαναλαμβάνει, συνεπώς, ότι τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετήσια περίληψη στο κατάλληλο εθνικό επίπεδο των διαθέσιμων λογιστικών ελέγχων και δηλώσεων·
Πρότυπα έργα και προπαρασκευαστικές δράσεις
14. όσον αφορά τα πρότυπα έργα και τις προπαρασκευαστικές δράσεις, σημειώνει τα αυξημένα ανώτατα όρια για νέα έργα που ορίσθηκαν στη ΔΣ της 17ης Μαΐου 2006· προτείνει σειρά νέων έργων που εντάσσονται σε μεγάλο βαθμό στις προτεραιότητες που καθορίσθηκαν στην παράγραφο 6 του ψηφίσματος για την ετήσια στρατηγική πολιτικής (APS)·
Υπηρεσίες
15. για τους υπάρχοντες οργανισμούς προτείνει, ως γενική προσέγγιση με μικρό αριθμό επιμέρους εξαιρέσεων, να αποκατασταθούν οι πιστώσεις του ΠΣΠ αλλά οι πιστώσεις που αυξάνονται πάνω από ένα ποσό αναφοράς να εγγραφούν σε αποθεματικό εν αναμονή θετικής αξιολόγησης της επίδοσης της υπηρεσίας σε σχέση με το τελικό πρόγραμμα εργασίας της που θα περιλαμβάνει πλήρη κατάλογο καθηκόντων για το 2007 και τα νέα σχέδια της Επιτροπής για την πολιτική προσωπικού· όσον αφορά τους νέους οργανισμούς (Οργανισμός Χημικών Προϊόντων, Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων, Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων), προτείνει, με σκοπό να διασφαλισθεί η εφαρμογή της παραγράφου 47 της ΔΣ της 17ης Μαΐου 2006, να διαγραφούν οι πιστώσεις που ενεγράφησαν στο σχέδιο προϋπολογισμού ιδιαίτερα με γνώμονα το γεγονός ότι δεν υπάρχει νομική βάση για τις υπηρεσίες αυτές· αναμένει από το Συμβούλιο να αποσαφηνίσει το ζήτημα των συνεισφορών των χωρών υποδοχής στις υπηρεσίες που έχουν ήδη εγκατασταθεί και να θεσπίσει δέσμη κοινών δεσμευτικών κανόνων·
Ειδική προσέγγιση κατά κατηγορία Κατηγορία 1α - Ανταγωνιστικότητα για ανάπτυξη και απασχόληση
16. επιβεβαιώνει την πεποίθηση που εξέφρασε στο ψήφισμα για την APS, σύμφωνα με την οποία η γνώση, οι δεξιότητες, η έρευνα και ανάπτυξη, η καινοτομία, οι τεχνολογίες της κοινωνίας της πληροφορίας και μια αειφόρος πολιτική για τις μεταφορές και την ενέργεια αποτελούν τη βάση για μια υγιή σύγχρονη κοινωνία και έχουν θεμελιώδη σημασία για τη δημιουργία θέσεων εργασίας· για τον λόγο αυτό απέρριψε την προσέγγιση του Συμβουλίου περί μειώσεων σε ορισμένες κρίσιμης σημασίας θέσεις του προϋπολογισμού που αποσκοπούν στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας της ΕΕ· αποφάσισε να αυξήσει τις πιστώσεις πληρωμών για προγράμματα προτεραιότητας που συνδέονται με τους στόχους της Λισαβόνας, όπως το πρόγραμμα ανταγωνιστικότητας και καινοτομίας και το έβδομο πρόγραμμα πλαίσιο για την έρευνα, την τεχνολογική ανάπτυξη και την επίδειξη·
17. εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι οι πιστώσεις για τα διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών (ΔΔΜ) μειώθηκαν σημαντικά για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2007-2013 φθάνοντας σε χαμηλότερο από το αναμενόμενο επίπεδο· υπογραμμίζει ότι έχει σημασία να δηλώσει σαφώς η Επιτροπή τις προτεραιότητες που προτείνει για τις επενδύσεις στα ΔΔΜ· αναμένει τη σύναψη ικανοποιητικής συμφωνίας με το Συμβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με κανονισμό για τη χορήγηση οικονομικής βοήθειας στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων μεταφορών και για έργα προτεραιότητας στα οποία πρέπει να διατεθούν πιστώσεις·
18. είναι πεπεισμένο ότι η αύξηση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της απάντησης της ΕΕ στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης· επομένως θεωρεί ότι οι αυξήσεις των πιστώσεων στην κατηγορία 1α αποτελούν σαφή ένδειξη της κατεύθυνσης που πρέπει να πάρουν στο μέλλον οι δαπάνες της ΕΕ· υπενθυμίζει την ανάγκη για τη δέουσα δημόσια χρηματοδότηση για τη δημιουργία του αναμενόμενου πολλαπλασιαστικού αποτελέσματος από τη συγχρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων· αναμένει με ανυπομονησία τις προτάσεις της Επιτροπής και του Συμβουλίου επί του θέματος αυτού· τονίζει ότι μια αύξηση μακροπρόθεσμα του εγγεγραμμένου κεφαλαίου θα ήταν επιθυμητή για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων, τόσο για να συνοδεύσει τις νέες αποστολές (περιλαμβανομένου του CIP) το 2007 όσο και για να χρηματοδοτηθούν οι νέες δράσεις έργων μεταφοράς τεχνολογίας, σύμφωνα με τις επιθυμίες του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής·
19. τονίζει την εξαιρετική τεχνολογική και οικονομική σημασία του προγράμματος Galileo· υπενθυμίζει ότι, εάν ληφθεί υπόψη το χρονικό διάστημα στο σύνολό του, το πρόγραμμα αυτό υποχρηματοδοτείται στο νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και ζητεί από την Επιτροπή να αναζητήσει εγκαίρως εφικτή και μόνιμη λύση για να εξασφαλισθεί η επιτυχία αυτού του προγράμματος·
Κατηγορία 1β - Συνοχή για ανάπτυξη και απασχόληση
20. σημειώνει ότι οι πιστώσεις για τα διαρθρωτικά ταμεία και το ταμείο συνοχής είναι σημαντικά χαμηλότερες για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2007-2013 σε σύγκριση με τις αναμενόμενες, εν πολλοίς ως αποτέλεσμα των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου 2005· θεωρεί επομένως ότι οι πιστώσεις του ΠΣΠ πρέπει να αποκατασταθούν· υπογραμμίζει ότι έχει σημασία να καταρτισθούν και να εγκριθούν το ταχύτερο δυνατόν εθνικά προγράμματα τώρα που εγκρίθηκε η νέα ΔΣ· αποφάσισε να αυξήσει τις πιστώσεις πληρωμών για θέσεις του προϋπολογισμού που συνδέονται με τη συνοχή σύμφωνα με τις προτεραιότητες πολιτικής που έχει ορίσει·
21. καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει τα αναγκαία κείμενα και να κινήσει το συντομότερο δυνατό διαδικασίες ώστε να καταστεί δυνατή η διάθεση πόρων για το Διεθνές Ταμείο για την Ιρλανδία κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους 2007· ζητεί επιπλέον από την Επιτροπή να αποσαφηνίσει τη νομική βάση για το πρόγραμμα Peace·
Κατηγορία 2 - Προστασία και διαχείριση των φυσικών πόρων
22. σημειώνει ότι το 2007 θα είναι το πρώτο έτος πλήρους εκτέλεσης της πλέον πρόσφατης μεταρρύθμισης της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής· εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι το Συμβούλιο, σε μια καθαρά λογιστική βάση και χωρίς να λάβει υπόψη του τις προτεραιότητες που καθόρισε το Κοινοβούλιο, εφάρμοσε μια γραμμική και δραστική περικοπή των δαπανών για την αγορά, ύψους 525 εκατ. ευρώ· ζητεί επομένως να αποκατασταθούν τα ποσά του ΠΣΠ·
23. εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι, παρά τις μείζονες ανάγκες για αναδιάρθρωση, εκσυγχρονισμό και διαφοροποίηση της αγροτικής οικονομίας της Ευρώπης, οι πόροι που διατίθενται για την αγροτική ανάπτυξη σημείωσαν πτώση σε πραγματικές τιμές· θεωρεί ότι η προαιρετική μεταφορά πιστώσεων από την άμεση στήριξη της γεωργίας ("τρίτος πυλώνας" της ΚΓΠ) στην αγροτική ανάπτυξη δεν είναι το κατάλληλο μέσο για τη διόρθωση αυτής της κατάστασης· εκφράζει επ' αυτού μεγάλες επιφυλάξεις σχετικά με την τρέχουσα πρόταση της Επιτροπής όσον αφορά την προαιρετική διαφοροποίηση έως 20% της άμεσης αγροτικής στήριξης στην αγροτική ανάπτυξη· ζητεί από την Επιτροπή να διενεργήσει αξιολόγηση αντικτύπου σύμφωνα με τη διοργανική συμφωνία της 16ης Δεκεμβρίου 2003 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας(6), και με βάση αυτή να υποβάλει αναθεωρημένη πρόταση για την προαιρετική διαφοροποίηση·
24. ζητεί από την Επιτροπή, ελλείψει συμφωνίας μεταξύ των συννομοθετών για το LIFE +, να συμπεριλάβει σε διορθωτική επιστολή τις απαραίτητες τροποποιήσεις ώστε να καταστεί δυνατή η προσωρινή χρηματοδότηση δραστηριοτήτων που συμβάλλουν στο προπαρασκευαστικό έργο και στη συνέχεια των περιβαλλοντικών προγραμμάτων·
Κατηγορία 3α – Ελευθερία, ασφάλεια και δικαιοσύνη
25. επισημαίνει ότι ο τομέας της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ασφάλειας, ιδιαίτερα η προώθηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, η χάραξη κοινής πολιτικής για το άσυλο και τη μετανάστευση και η καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος, αποτελεί μία από τις βασικές προτεραιότητες της Ένωσης· είναι αποφασισμένο επομένως να αυξήσει τους πόρους που διατίθενται στον τομέα αυτό, ιδιαίτερα στην Eurojust, το μοναδικό φορέα για δικαστική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα του ποινικού δικαίου, η συνεχώς αυξανόμενη αποτελεσματικότητα του οποίου πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω·
26. θεωρεί ότι η ολοκληρωμένη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης είναι ένας από τους στόχους που απαιτούν επί του παρόντος επείγουσα και μεγαλύτερη στήριξη υποστηρίζει αναλόγως την αύξηση των πόρων που διατίθενται στο Ταμείο Εξωτερικών Συνόρων· αυξάνει τις πιστώσεις που διατίθενται στον Οργανισμό Εξωτερικών Συνόρων υπενθυμίζει το αίτημα που επανειλημμένως εξέφρασε να ενταχθεί η Europol σε κοινοτικό επίπεδο τόσο για να αυξηθεί η αποτελεσματικότητά της όσο και για να ενισχυθεί ο δημοκρατικός και δικαστικός έλεγχος στον οποίο πρέπει να υπόκειται·
Κατηγορία 3β – Ιθαγένεια
27. υπενθυμίζει τη σπουδαιότητα της αρχής της επικουρικότητας στους τομείς του πολιτισμού, της παιδείας, της κατάρτισης και της νεολαίας, και πιστεύει ότι ο σεβασμός της πολυφωνίας αποτελεί πρωταρχική προϋπόθεση για μια αποτελεσματική πολιτική στον τομέα της επικοινωνίας για να προσεγγίσει η ΕΕ τους πολίτες· θεωρεί ότι μπορεί να γίνει καλύτερη χρήση των νέων μέσων επικοινωνίας για να έλθουν σε επαφή οι ευρωπαίοι αρμόδιοι για χάραξη πολιτικής όλων των πολιτικών πεποιθήσεων με σκοπό να μοιρασθούν τις ιδέες τους· ζητεί επιμόνως από την Επιτροπή να διευκρινίσει τις επιπτώσεις στον προϋπολογισμό και τις δράσεις που πρέπει να αναληφθούν στο πλαίσιο του Σχεδίου Δ για δημοκρατία, διάλογο και δημόσια συζήτηση· ζητεί από την Επιτροπή να δημοσιεύσει στο Διαδίκτυο λεπτομερή στοιχεία για τη διάθεση των επιχορηγήσεων (ποσά και παραλήπτες) για όλες τις δράσεις·
Κατηγορία 4 – Η ΕΕ ως παγκόσμιος εταίρος
28. πιστεύει ότι η ΕΕ μπορεί και πρέπει να ασχοληθεί με ταχύτερο ρυθμό και στρατηγικότερο τρόπο με τη διεργασία της παγκοσμιοποίησης· προτείνει την επαναφορά των ποσών του ΠΣΠ σε ορισμένες θέσεις και αυξάνει τις πιστώσεις πληρωμών και υποχρεώσεων σε σχέση με το ΠΣΠ σε άλλους τομείς με σκοπό να τονώσει τις δραστηριότητες της ΕΕ μέσω κοινοτικών προγραμμάτων στους τομείς εξωτερικής πολιτικής, αναπτυξιακής και ανθρωπιστικής βοήθειας, και εμπορικών και επιστημονικών ανταλλαγών με τις βασικές αναδυόμενες χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία·
29. σημειώνει ότι το νέο νομικό πλαίσιο των εξωτερικών δράσεων της ΕΕ συνεπάγεται επίσης νέα δομή του προϋπολογισμού· επιδοκιμάζει γενικώς την απλοποίηση των μέσων και τη νέα ονοματολογία του προϋπολογισμού που προτείνεται παράλληλα με αυτήν· επιδοκιμάζει επίσης την υποβολή χωριστού μέσου για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία, που απαιτεί τροποποίηση της ονοματολογίας του ΠΣΠ· δεν μπορεί, πάντως, να δεχθεί ότι ορισμένες από τις προτεινόμενες αλλαγές μειώνουν τη διαφάνεια είτε για τομείς είτε/και για περιοχές είτε για χώρες· έχει εισαγάγει τις απαραίτητες τροποποιήσεις ως προς αυτό· ζητεί από την Επιτροπή να παράσχει επίσης ανάλυση ανά δραστηριότητα και ανά χώρα που βρίσκεται σε προενταξιακό στάδιο και, χάριν διαφάνειας, αντίστοιχη ονοματολογία σε όλα τα αντίστοιχα κονδύλια του προϋπολογισμού· καλεί περαιτέρω την Επιτροπή να παρέχει σε τακτική βάση έκθεση παρακολούθησης προς την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σχετικά με την πρόοδο των δύο νέων κρατών μελών καθώς και των χωρών που βρίσκονται σε προενταξιακό στάδιο·
30. ανησυχεί για το γεγονός ότι η επέκταση των δραστηριοτήτων στον τομέα της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και της Πολιτικής Ασφάλειας δεν συνοδεύτηκε από αύξηση της υποχρέωσης απόδοσης λογαριασμού σε δημοκρατικά εκλεγμένο όργανο και κοινοβουλευτικό έλεγχο· προτείνει τροπολογίες επί του προϋπολογισμού για να προωθηθεί μεγαλύτερος βαθμός διαφάνειας και συνεργασίας στον τομέα αυτό·
Κατηγορία 5 – Διοίκηση
31. είναι κατηγορηματικά αντίθετο στην προσέγγιση που υιοθέτησε το Συμβούλιο στα σχέδια δηλώσεων που επισυνάπτονται στο σχέδιο προϋπολογισμού σχετικά με τις διοικητικές πιστώσεις, η οποία υποστηρίζει την περικοπή 200 θέσεων στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, κυρίως στην Επιτροπή, το 2008, και άλλων 500 θέσεων μεταξύ 2008 και 2010·
32. αποφασίζει να επαναφέρει τα ποσά που περιέκοψε το Συμβούλιο για τις διοικητικές δαπάνες της Επιτροπής, περιλαμβανομένου του οργανογράμματος, προκειμένου να επιτραπεί η λειτουργία της· εγγράφει ωστόσο 50 εκατ. ευρώ στο αποθεματικό με τους ακόλουθους τέσσερις όρους:
—
? δέσμευση για τη διενέργεια screening πριν από τις 30 Απριλίου 2007 που θα παρέχει μεσοπρόθεσμη αξιολόγηση όσον αφορά τις ανάγκες της σε προσωπικό και λεπτομερή έκθεση σχετικά με τη στελέχωση των υπηρεσιών υποστήριξης και συντονισμού της Επιτροπής, που θα καλύπτει όλους τους τόπους εργασίας·
—
? δέσμευση για τη θέσπιση βελτιωμένης διαδικασίας σύμφωνα με τη συμφωνία πλαίσιο - ώστε να περιληφθούν οι νομοθετικές και δημοσιονομικές προτεραιότητες του Κοινοβουλίου στο νομοθετικό πρόγραμμα και πρόγραμμα εργασίας της - που θα επιτρέψει την υποβολή του προγράμματος εργασίας της Ένωσης ενώπιον του Κοινοβουλίου το Φεβρουάριο 2007·
—
? συμφωνία για κοινό πρόγραμμα απλούστευσης του κανονιστικού περιβάλλοντος της Ένωσης·
—
? δέσμευση για την υποβολή κατάστασης πραγμάτων της αναθεώρησης όλων των εκκρεμών προτάσεων κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης έκθεσης σχετικά με τις δραστηριότητες της Επιτροπής για τη βελτίωση της μεταφοράς της νομοθεσίας της ΕΕ στην εθνική νομοθεσία, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι πληρούνται τα κριτήρια ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας·
33. είναι της γνώμης ότι η υπηρεσία επιλογής του προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (EPSO) πρέπει να επιφέρει ριζικές αλλαγές στις μεθόδους λειτουργίας της προκειμένου να παρέχει ταχύτερα στα όργανα μεγαλύτερο αριθμό υποψηφίων που ανταποκρίνονται περισσότερο στις ανάγκες των οργάνων·
o o o
34. λαμβάνει υπό σημείωση τις γνωμοδοτήσεις των ειδικευμένων επιτροπών που επισυνάπτονται στην έκθεση Α6-0358/2006·
35. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα, μαζί με τις τροπολογίες και τις προταθείσες τροποποιήσεις στο Τμήμα ΙΙΙ του σχεδίου γενικού προϋπολογισμού, στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα λοιπά ενδιαφερόμενα θεσμικά και άλλα όργανα.
4 ΕΕ C 172 της 18.6.1999, σ. 1. Συμφωνία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2005/708/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 269 της 14.10.2005, σ. 24).
Σχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2007 (τμήματα Ι, II, IV, V, VI, VII, VII)
454k
149k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2007 - Τμήμα Ι - Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Τμήμα II – Συμβούλιο, Τμήμα IV – Δικαστήριο, Τμήμα V –Ελεγκτικό Συνέδριο, Τμήμα VI – Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, Τμήμα VII –Επιτροπή των Περιφερειών, Τμήμα VIII(Α) – Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής, Τμήμα VIII(Β) – Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων (C6-0300/2006 – 2006/2018B(BUD))
‐ έχοντας υπόψη την απόφαση του Συμβουλίου 2000/597/ΕΚ, Ευρατόμ, της 29ης Σεπτεμβρίου 2000, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(1),
‐ έχοντας υπόψη τον κανονισμό του Συμβουλίου (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002, της 25ης Ιουνίου 2002, σχετικά με το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(2),
‐ έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση(3),
‐ έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού(4), και ιδίως το σημείο 26,
‐ έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 15ης Μαρτίου 2006, σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τη διαδικασία του προϋπολογισμού 2007, Τμήματα II, IV, V, VI, VII, VIII(Α) και VIII (B) και σχετικά με το προσχέδιο προβλεπομένων εσόδων και δαπανών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Τμήμα I) για τη διαδικασία του προϋπολογισμού 2007(5),
‐ έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 1ης Ιουνίου 2006, σχετικά με τις προβλέψεις εσόδων και δαπανών του Κοινοβουλίου για το οικονομικό έτος 2007(6),
‐ έχοντας υπόψη το προσχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2007 που υπέβαλε η Επιτροπή στις 3 Μαΐου 2006 (SEC(2006)0531),
‐ έχοντας υπόψη το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2007 που κατάρτισε το Συμβούλιο στις 14 Ιουλίου 2006 (C6-0300/2006),
‐ έχοντας υπόψη το άρθρο 69 και το Παράρτημα IV του Κανονισμού του,
‐ έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου, της Επιτροπής Ανάπτυξης, της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Αναφορών (A6-0356/2006),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2007 είναι το πρώτο έτος του νέου δημοσιονομικού πλαισίου (2007-2013), για το οποίο το ανώτατο όριο της κατηγορίας 5 (διοικητικές δαπάνες) έχει ορισθεί σε 7 115 000 000 EUR σε τρέχουσες τιμές,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι το προσχέδιο προϋπολογισμού (ΠΣΠ) όλων των θεσμικών οργάνων άφησε περιθώριο περίπου 160 750 000 EUR κάτω από το ανώτατο όριο της κατηγορίας 5 των δημοσιονομικών προοπτικών για το οικονομικό έτος 2007,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, μετά την απόφαση του Συμβουλίου το σχέδιο προϋπολογισμού (ΣΠ) έχει περιθώριο 285 190 000 EUR κάτω από το ανώτατο όριο της κατηγορίας 5 για το 2007,
Γενικό Πλαίσιο
1. συμφωνεί με το Συμβούλιο ότι η δημοσιονομική πειθαρχία και η αύξηση παραγωγικότητας συνιστούν βασικές αρχές για όλα τα θεσμικά όργανα· δεν συντάσσεται με το Συμβούλιο όσον αφορά τη γενικευμένη μείωση· θεωρεί ότι τα αιτήματα για πόρους από τον προϋπολογισμό πρέπει να αποτιμώνται έκαστο κατά περίπτωση, το οποίο θα φέρει ως αποτέλεσμα σαφή και ακριβέστερη εικόνα των πραγματικών αναγκών και προτεραιοτήτων εκάστου θεσμικού οργάνου·
2. επαναλαμβάνει ότι, στο πλαίσιο του σεβασμού του ετήσιου χαρακτήρα και της διοικητικής φύσης του προϋπολογισμού, τα όργανα πρέπει να υιοθετήσουν πιο επιχειρησιακή, βάσει δραστηριοτήτων, πολυετή προσέγγιση· πιστεύει ότι η προσέγγιση αυτή αντικατοπτρίζει ρεαλιστικότερα και αποτελεσματικότερα τη βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη και τις απαιτήσεις των θεσμικών οργάνων·
3. αναμένει από τα θεσμικά όργανα να εξασφαλίζουν ότι οι πολιτικές και οι δραστηριότητες που χρηματοδοτούνται από τους φορολογουμένους παρέχουν πραγματική προστιθέμενη αξία προς όφελος των πολιτών και ότι η χρήση των πιστώσεων του προϋπολογισμού είναι σύμφωνη με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της αποδοτικότητας ως προς το κόστος· έχει κατά συνέπεια αποφασίσει να περιορίσει την αύξηση του προϋπολογισμού 2007 σε 4,79%, μη περιλαμβανομένου του κόστους για τη διεύρυνση·
4. επισημαίνει ότι, στο πέρασμα του χρόνου, διάφορα θεσμικά όργανα έχουν εξασφαλίσει ότι τα πολύ υψηλά περιθώρια συνιστούν σταθερά των προβλέψεων δαπανών και εσόδων που υποβάλλουν, το οποίο φέρει ως αποτέλεσμα ευρεία χρήση συνολικής μεταφοράς υπολοίπων και μερικές φορές ακύρωση πιστώσεων· αναγνωρίζει ότι είναι μεν συνετό να προβλέπονται επαρκή περιθώρια, αλλά θεωρεί ανάρμοστα τα παράλογα, υπερβολικά περιθώρια υπό κανονικές συνθήκες και ειδικά όταν στη διεργασία αγοράς και αποκτήσεως κτιρίων αρχίζει να σημειώνεται επιβράδυνση·
5. αποφασίζει να αφεθεί περιθώριο κάτω από το ανώτατο όριο της κατηγορίας 5· συνιστά την επαναφορά 30 389 840 EUR από την ύψους 47 812 781 EUR μείωση την οποία επέβαλε το Συμβούλιο στον προϋπολογισμό των λοιπών θεσμικών οργάνων (πλην της Επιτροπής)·
6. είναι της γνώμης ότι, υπό κανονικές συνθήκες, η πολιτική της αγοράς γραφείων και κτιρίων πρέπει να συνεχισθεί, ιδίως διότι με την πάροδο των ετών η πολιτική αυτή έχει αποβεί σαφώς προς το συμφέρον το Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επιτυγχάνοντας εξοικονομήσεις και καθιστώντας έτσι δυνατή τη χρηματοδότηση άλλων έργων· είναι, όμως, της γνώμης ότι μερικά θεσμικά όργανα ίσως εγκρίνουν αυτή την πολιτική αποκλειστικά με σκοπό την απόκτηση ακίνητης ιδιοκτησίας· ζητεί η συγκεκριμένη πολιτική να λαμβάνει υπόψη στοιχεία όπως είναι το εμβαδόν / ο όγκος χώρου γραφείων ανά υπάλληλο και να δίδει τη δέουσα προσοχή στο μεγάλο συναφές κόστος που επιφέρει, όπως είναι η ασφάλεια και η συντήρηση, ιδίως διότι το κόστος κτιρίων αντιστοιχεί σε άνω του 16% της κατηγορίας 5· εμμένει επίσης στο ότι τα θεσμικά όργανα πρέπει να παρουσιάζουν για κάθε πρόταση μελλοντικής αποκτήσεως ακινήτων και ένδειξη του προσθέτου συναφούς κόστους το οποίο αυτή θα συνεπάγεται μεσοπρόθεσμα· συνιστά την εφαρμογή πολιτικής σχεδιασμού των επενδύσεων σε ακίνητα σε πολυετή βάση αντί της εφαρμογής ετησίου σχεδίου·
7. χαιρετίζει την εκ μέρους των θεσμικών οργάνων έγκριση της νέας ονοματολογίας, η οποία καθιστά την παρουσίαση των περί προϋπολογισμού εγγράφων περισσότερο κατανοητή και διαφανή για τους πολίτες, θεωρεί όμως ότι θα μπορούσε να βελτιωθεί περαιτέρω·
8. έχει σημειώσει ότι ενίοτε τα θεσμικά όργανα αντιμετωπίζουν δυσκολία να καλύψουν από την αγορά εργασίας τις ανάγκες τους σε συγκεκριμένες επαγγελματικές δεξιότητες, όπως είναι το προσωπικό στους τομείς της λογιστικής και της πληροφορικής· σημειώνει τη διαρκώς μεγαλύτερη αύξηση που χαρακτηρίζει την τάση της προσφυγής σε έκτακτο προσωπικό και την ανάθεση ορισμένων υπηρεσιών σε εξωτερικούς συνεργάτες· θεωρεί ότι θα ήταν σκόπιμο να αντιμετωπισθεί το θέμα της πολιτικής που πρέπει να ακολουθούν τα θεσμικά όργανα όσον αφορά την ανάθεση σε εξωτερικούς συνεργάτες και την προσφυγή σε προσωρινούς συμβασιούχους εργαζομένους·
9. καλεί τα θεσμικά όργανα να προβούν σε αναδιάρθρωση των μεταφραστικών υπηρεσιών και ιδίως του αριθμού και του μεγέθους των προς μετάφραση κειμένων· ζητεί από τα θεσμικά όργανα να παρουσιάσουν έκθεση με θέμα πόσο αποδοτικές ως προς το κόστος είναι οι μεταφραστικές τους υπηρεσίες·
10. είναι της γνώμης ότι τα θεσμικά όργανα πρέπει να παρέχουν περισσότερη πληροφόρηση σχετικά με την επίδοσή τους στα κύρια καθήκοντά τους για να αιτιολογούν το πώς καταναλώνουν τους οικονομικούς πόρους που τους διατίθενται· τονίζει την ανάγκη να ελεγχθεί εάν η διάθεση προσθέτων πόρων καθιστά τη λειτουργία των θεσμικών οργάνων περισσότερο ή ολιγότερο αποτελεσματική και αποδοτική· θεωρεί ότι, πέραν των εκθέσεων σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού, τα θεσμικά όργανα πρέπει να παρέχουν περισσότερες πληροφορίες με εκθέσεις, οι οποίες πρέπει να έχουν υποβληθεί στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή έως την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου κατ" έτος· οι εκθέσεις αυτές πρέπει να χρησιμεύουν για να εξηγούν καλύτερα τυχόν αιτήματα για πρόσθετους πόρους ενώ θα καθιστούν ταυτοχρόνως για την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή δυνατή τη λήψη περισσότερο ορθολογιστικής αποφάσεως σχετικά με τη χορήγηση των πόρων αυτών·
11. εκφράζει την απογοήτευσή του διότι δεν επιδεικνύουν δέσμευση όλα τα θεσμικά όργανα στο να επιδοθούν σε αναδιάταξη του προσωπικού κατά βιώσιμο τρόπο· χαιρετίζει τις προσπάθειες που καταβάλλουν μερικά θεσμικά όργανα – κυρίως η Διοίκηση του Κοινοβουλίου, έστω και εάν το πράττει σε πολύ περιορισμένο βαθμό – για επιτυχή υλοποίηση μιας πολιτικής αναδιάταξης επί σειράν ετών· συνιστά τα εξασφαλίζουν τα προσεχή έτη τα θεσμικά όργανα ότι μία πολιτική αναδιάταξης αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της διαδικασίας σχεδιασμού όταν ετοιμάζουν τις ετήσιες προβλέψεις εσόδων και δαπανών, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι ανθρώπινοι πόροι για τους οποίους διατυπώνεται αίτημα συμβαδίζουν με τις απαιτήσεις λειτουργίας των οργάνων·
12. σημειώνει ότι στην πλειονότητά τους τα αιτήματα για πρόσθετο προσωπικό προέρχονται από τη διεργασία διεύρυνσης, η οποία παραμένει πρώτη προτεραιότητα· συμφωνεί με την πολιτική του Συμβουλίου να γίνουν δεκτά όλα τα αιτήματα για νέες θέσεις που σχετίζονται με τη διεύρυνση· θωρεί όμως ότι πρέπει να δοθούν περισσότερες πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο θα αναπτυχθεί αποτελεσματικά το πρόσθετο προσωπικό, ιδίως για να εξασφαλίζεται ότι οι νέοι υπάλληλοι πράγματι επιτελούν καθήκοντα που σχετίζονται με τη διεύρυνση·
13. υποστηρίζει ότι οι πιστώσεις πρέπει να σχετίζονται όσο το δυνατό περισσότερο με συγκεκριμένες δραστηριότητες για να αποφευχθεί έτσι η ακύρωση πιστώσεων και η συγκεντρωτική μεταφορά υπολοίπων στο τέλος του έτους·
14. δεν συμφωνεί με την απόφαση του Συμβουλίου να αυξήσει την "κατ' αποκοπή μείωση" σε σχετικά υψηλό επίπεδο βασίζοντάς την στο τρέχον ποσοστό κενών θέσεων, διότι τούτο θα μπορούσε να δημιουργήσει μερικά περιττά προβλήματα, ειδικότερα εάν θα ήταν αδύνατον να απασχοληθούν επιτυχείς υποψήφιοι λόγω ελλείψεως πιστώσεων·
15. συνιστά μορφές συνεργασίας μεταξύ θεσμικών οργάνων οι οποίες θα οδηγήσουν στη δημιουργία συνεργειών και θα συμβάλουν σε εξοικονόμηση πόρων και μεγαλύτερη αποδοτικότητα, ενώ θα βοηθούν παράλληλα τους πολίτες να κατανοήσουν καλύτερα το ρόλο που διαδραματίζει η ΕΕ στην καθημερινή ζωή τους·
16. παροτρύνει τα θεσμικά όργανα να έχουν περισσότερο εναρμονισμένη και τυποποιημένη προσέγγιση κατά τη σύνταξη των προβλέψεων εσόδων και δαπανών τους, περιλαμβανομένων και σαφών και επακριβών αιτιολογήσεων, καθότι τούτο θα διευκόλυνε την ανάλυση των προβλέψεων·
Τμήμα Ι - Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Μέγεθος του προϋπολογισμού
17. καλεί το Προεδρείο να ασχοληθεί εκ νέου με το θέμα του αυτοεπιβαλλομένου ανωτάτου ορίου 20% στην κατηγορία 5 κατά τα προσεχή έτη, λαμβάνοντας υπόψη την ανάπτυξη του Κοινοβουλίου για το 2009 και μετέπειτα και τις απαιτήσεις που απορρέουν από αυτή·
18. εκφράζει τη λύπη του, διότι η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή δεν είχε περαιτέρω ενημέρωση από τη διοίκηση όσον αφορά το αίτημα που είχε διατυπώσει σχετικά με την μείωση του κόστους στο ελάχιστο σε τομείς στους οποίους παρατηρούνται περιττές δαπάνες ως αποτέλεσμα της υπάρξεως τριών τόπων εργασίας· υπενθυμίζει ότι το κόστος του γεωγραφικού αυτού κατακερματισμού αντιπροσωπεύει κατά προσέγγιση 16% του συνόλου των δαπανών του Κοινοβουλίου· ζητεί από τη διοίκηση να υποβάλει έκθεση για τον αριθμό των υπαλλήλων που απαιτούνται στο Στρασβούργο κατά τη σύνοδο ολομελείας·
19. σημειώνει τη διορθωτική επιστολή του Προεδρείου της 6ης Σεπτεμβρίου 2006 με την οποία προτείνεται να ορισθεί ο προϋπολογισμός στο μέγιστο επίπεδο του 20% της κατηγορίας 5, το οποίο αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 7,72% σε σχέση με τον προϋπολογισμό 2006· επισημαίνει ότι το ποσό της συγκεντρωτικής μεταφοράς υπολοίπων το 2005 ήταν 123 800 000 EUR και το πλεόνασμα το 2006 αναμένεται να ανέλθει σε περίπου 100 000 000 EUR· εφιστά την προσοχή των μελών στο ψήφισμα της 1ης Ιουνίου 2006 (παράγραφοι 1 και 2), του οποίου μνεία έγινε ανωτέρω, με το οποίο δηλώνεται ότι ο προϋπολογισμός πρέπει να βασίζεται σε ρεαλιστικά αιτήματα·
20. αφού εξέτασε προσεκτικά τα αιτήματα του Κοινοβουλίου για πόρους από τον προϋπολογισμό, έχει αποφασίσει να ορίσει το τελικό επίπεδο του προϋπολογισμού του Κοινοβουλίου σε 1 397 460 174 EUR, το οποίο αντιστοιχεί σε 5,74% αύξηση έναντι του προϋπολογισμού 2006 και σημειώνει μείωση του προϋπολογισμού του Κοινοβουλίου κατά ποσό 25 539 826 EUR από το 20% της κατηγορίας 5· υπογραμμίζει ότι τούτο δεν συνιστά περιορισμό του δικαιώματος του Κοινοβουλίου να χρησιμοποιήσει πλήρως το αυτοεπιβαλλόμενο ανώτατο όριο για το 2007 και τα μετέπειτα έτη· είναι πεπεισμένο ότι αυτό το επίπεδο προϋπολογισμού ουδόλως περιορίζει τη δυνατότητα του θεσμικού οργάνου να συνεχίσει να λειτουργεί σε αποτελεσματικό επίπεδο·
Πολιτική πληροφόρησης και επικοινωνίας
21. επαναβεβαιώνει την πολιτική του ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να συνεχίσει να καταβάλλει προσπάθειες για να αναπτύξει αποτελεσματική και φιλική προς τον χρήστη στρατηγική πληροφόρησης, με κύριο στόχο να βελτιωθεί η σχέση ανάμεσα στο θεσμικό όργανο και τους ευρωπαίους πολίτες· θεωρεί ότι τούτο μπορεί να επιτευχθεί μόνο βάσει έκθεσης σχετικά με ένα σφαιρικό σχέδιο για την πληροφόρηση και την επικοινωνία με τους πολίτες και ύστερα από ανάλυση της προστιθέμενης αξίας κάθε εργαλείου πληροφόρησης·
22. αποφασίζει να τροποποιήσει την ονοματολογία και να δημιουργήσει δύο νέες θέσεις του προϋπολογισμού για το Κέντρο Επισκεπτών και τη διαδικτυακή τηλεόραση (Web-TV) για περισσότερη δημοσιονομική διαφάνεια και έλεγχο·
23. σημειώνει τις προτάσεις του Προεδρείου να αποδεσμευθούν 6 700 000 EUR από το αποθεματικό για την πολιτική πληροφόρησης και επικοινωνίας τα οποία προορίζονται για την διαδικτυακή τηλεόραση (Web TV)· έχει αποφασίσει να διατηρήσει στο αποθεματικό τα 6 700 000 EUR που χορηγεί το Προεδρείο για τη διαδικτυακή τηλεόραση στο κεφάλαιο 104 ("Αποθεματικό για την πολιτική πληροφόρησης και επικοινωνίας"), καθώς και τις 5 θέσεις που σχετίζονται με το έργο, έως ότου παρουσιασθούν το υπόδειγμα του έργου, το περιεχόμενο και το κόστος του εγχειρήματος, περιλαμβανομένων των δομών και του επιπέδου συμμετοχής των πολιτικών ομάδων στον καθορισμό του περιεχομένου των προγραμμάτων, στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή η οποία θαα λάβει τελική απόφαση·
24. εκφράζει τη λύπη του διότι κατά τα παρελθόντα έτη οι περιττές καθυστερήσεις ήταν καταφανείς στην υλοποίηση συνολικής βελτιώσεως του προγράμματος επισκεπτών· επισημαίνει ότι θέματα που σχετίζονται με την εν λόγω υπηρεσία έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη βελτίωση της σχέσης ανάμεσα στους βουλευτές και τις εκλογικές τους περιφέρειες· θεωρεί ότι η άμεση αυτή επαφή με τους ευρωπαίους πολίτες έχει θετικό, πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται οι ευρωπαίοι πολίτες το Κοινοβούλιό τους·
25. επαναλαμβάνει ότι με την παράγραφο 37 του ψηφίσματος που εξέδωσε την 1η Ιουνίου 2006 ζητεί άμεση δράση για να επιλυθεί το ευαίσθητο θέμα της μη απορροφήσεως για τα 5 000 000 EUR που σχετίζονται με το πρόγραμμα επισκεπτών· χαιρετίζει την απόφαση του Προεδρείου να εγκρίνει την πρόταση των Κοσμητόρων για αναθεώρηση των κανόνων περί των ομάδων επισκεπτών για να αυξηθεί το ποσό που διατίθεται προς κάλυψη του κόστους και να αυξηθεί ο αριθμός επισκεπτών ανά βουλευτή στους 100· εκτιμά επίσης την σημασία που έχει η έγκαιρη παράδοση του κτιρίου D4 στο οποίο ευρίσκεται το Κέντρο Επισκεπτών· ζητεί από τον Γενικό Γραμματέα να πληροφορήσει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σχετικά με τον αντίκτυπο από την υλοποίηση των νέων κανόνων και την αποτελεσματικότητα του συστήματος έως το τέλος Μαρτίου 2007·
26. υπογραμμίζει ότι η υποδοχή ομάδων επισκεπτών θα πρέπει να γίνεται υπό τις καλύτερες συνθήκες· ζητεί, συνεπώς, από τη διοίκηση να μελετήσει προσεκτικά πρακτικές ρυθμίσεις, όπως η πρόσβαση στο νέο Κέντρο Επισκεπτών, οι όροι για την πραγματοποίηση επίσκεψης στην αίθουσα ολομελείας και η διαθεσιμότητα αιθουσών συνεδριάσεων·
27. αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλει η Διοίκηση προς κάλυψη της ανεπάρκειας που παρατηρείται στην υπηρεσία επισκεπτών· καλεί όμως τη Διοίκηση να επιληφθεί των καταγγελιών που αφορούν την έλλειψη διαθέσιμων κενών για την υποδοχή επισκεπτών·
28. έχει αποφασίσει να συμφωνήσει με τις εξής προτάσεις του Προεδρείου όσον αφορά διαφόρων ειδών πιστώσεις:
‐
να χορηγηθεί περαιτέρω ποσό 2 700 000 EUR για το πρόγραμμα επισκεπτών·
‐
να χορηγηθεί ποσό 6 800 000 EUR για τη διαρρύθμιση των χώρων του Κέντρου Επισκεπτών· από το ποσό αυτό τα 2 600 000 EUR θα αποτελούν μεταφορά από το κεφάλαιο 104 ("Αποθεματικό για την πολιτική πληροφόρησης και επικοινωνίας"),
‐
να διατηρηθεί στο κεφάλαιο 104 ("Αποθεματικό για την πολιτική πληροφόρησης και επικοινωνίας") ποσό 15 700 000 EUR για τον οπτικοακουστικό εξοπλισμό του κτιρίου D5·
29. έχει αποφασίσει να επιβεβαιώσει την απόφαση που έλαβε το Προεδρείο σχετικά με την πρωτοβουλία "Αγορά των Πολιτών" επί δοκιμαστική περίοδο· ζητεί από το Προεδρείο να ενημερωθεί σχετικά με το εκτιμώμενο κόστος και το περιεχόμενο της πρωτοβουλίας αυτής πριν από την υλοποίηση του έργου·
Διεύρυνση
30. επιβεβαιώνει την απόφαση να εγγράψει ποσό 48 000 000 EUR για δαπάνες που σχετίζονται με τη διεύρυνση (Ρουμανία και Βουλγαρία) όσον αφορά τα εξής:
1.
δαπάνες για προσωπικό για νέους βουλευτές (35 Ρουμάνοι και 18 Βούλγαροι)·
2.
πρόσθετο προσωπικό (οι εναπομένουσες 113 από τις 226 θέσεις μονίμων υπαλλήλων και 22 θέσεις εκτάκτων υπαλλήλων για τις πολιτικές ομάδες)·
3.
τεχνικοί διερμηνείας και συνεδριάσεων·
4.
εξοπλισμός και έπιπλα·
5.
δαπάνες λειτουργίας·
6.
χρηματοδότηση της πληροφόρησης και των πολιτικών ομάδων και κομμάτων·
31. καλεί τη διοίκηση να εξασφαλίσει ότι στις διεργασίες προσλήψεων που συνδέονται με τη διεύρυνση δεν θα παρατηρηθούν οι ίδιες καθυστερήσεις με εκείνες που διαπιστώθηκαν κατά τη διεύρυνση με τα κράτη ΕΕ 10· ζητεί από τη διοίκηση να ενημερώνει και κατά διαστήματα να παρουσιάζει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την περί προσλήψεων προσωπικού έκθεση όσον αφορά τη διεύρυνση·
Οργανόγραμμα
32. επισημαίνει ότι η εδραίωση του οργανογράμματος από κοινού με την αναδιάταξη υπαλλήλων παραμένουν κύριοι στόχοι του στρατηγικού σχεδιασμού για την πρόσληψη υπαλλήλων όσον αφορά το οργανόγραμμα 2007· φρονεί ότι πρέπει να δημιουργηθεί πιο λιτή οργανωτική δομή κυρίως με την εφαρμογή ορθολογικών κριτηρίων όσον αφορά τις νέες θέσεις, την απόδοση προτεραιοτήτων στους στόχους και στη διακοπή δραστηριοτήτων που δεν είναι βασικές και δεν παρέχουν προστιθέμενη αξία· επανεπιβεβαιώνει ότι η πλήρωση θέσεων που καθίστανται κενές λόγω αποχωρήσεως από την ενεργό δραστηριότητα δεν θα γίνεται δεκτή ως αυτόματη διεργασία·
33. σημειώνει ότι μετά τη διορθωτική επιστολή του Προεδρείου οι νέες θέσεις των οποίων ζητήθηκε η δημιουργία, πριν ληφθούν τα μέτρα αναδιάταξης, αντιστοιχούσαν σε ποσό 3 062 347 EUR και ανέρχονταν σε 106· αφού προέβη σε ακριβέστερη αποτίμηση των αιτιολογήσεων για τις θέσεις αυτές, θεωρεί ότι το συνολικό ποσό υπερβαίνει κατά πολύ τις ουσιαστικές ανάγκες του Κοινοβουλίου για το 2007· κατά συνέπεια, έχει εγκρίνει τις εξής νέες θέσεις:
‐
ιρλανδική γλώσσα: 3 θέσεις AD5 (γλωσσομαθείς νομικοί), 3 θέσεις AD5 (μεταφραστές) και 3 θέσεις AST3·
‐
ανάθεση αρμοδιοτήτων εντός του οργάνου (πρώην επικουρικοί συνόδου): 4 θέσεις AST1 (οπτικοακουστικός τομέας)·
‐
επιτροπολογία: 5 θέσεις AD5 και 2 θέσεις AST3·
‐
βελτίωση της νομοθεσίας: 1 θέση AD5·
‐
έλεγχος του προϋπολογισμού: 1 θέση AD 5 και Διεύθυνση D: 1 θέση AST3·
‐
επέκταση του κτιρίου KAD: 1 θέση AD5 και 2 θέσεις AST3, εξ ων μία στο αποθεματικό·
‐
διαδικτυακή τηλεόραση: 1 θέση AD9, 2 θέσεις AD5 και 2 θέσεις AST3 στο αποθεματικό·
‐
EMAS: 1 θέση AST3·
34. έχει αποφασίσει να αποδεσμεύσει από το αποθεματικό:
‐
ανάθεση αρμοδιοτήτων εντός του οργάνου (πρώην επικουρικοί συνόδου): 8 θέσεις AST1 (οπτικοακουστικός τομέας), 4 θέσεις AD5 και 4 θέσεις AST1, εξ ων 2 AD5 και 2 AST1 παραμένουν στο αποθεματικό (συνοπτικά και πλήρη πρακτικά) και 4 θέσεις εκτάκτων υπαλλήλων AD5 (διδάσκαλοι)·
‐
συντήρηση κτιρίων: 3 θέσεις AST3, εξ ων μία παραμένει στο αποθεματικό·
‐
Κέντρο Επισκεπτών: 1 θέση AD5 και 1 θέση AST3·
‐
λοιπά: 1 θέση AST3 (οπτικοακουστικός τομέας) και 1 θέση AST3 (ιατρική υπηρεσία)
‐
διαγραφή των 47 εναπομενουσών στο αποθεματικό θέσεων·
35. έχει επίσης αποφασίσει να διαθέσει τις κατάλληλες πιστώσεις για τη δημιουργία δύο θέσεων AD5 για τη βασική εσωτερική επικοινωνία· έχει ακόμη εγκρίνει τη μετατροπή τριών έκτακτων θέσεων ορισμένου χρόνου AD5 και μίας έκτακτης θέσης ορισμένου χρόνου AST3 σε έκτακτες θέσεις αορίστου χρόνου στη Νομική Υπηρεσία, λόγω της σημασίας που αποδίδει το θεσμικό όργανο στη βελτίωση της ποιότητας της νομοθεσίας·
36. έχει επίγνωση του ότι η αναβάθμιση είναι ουσιαστικό στοιχείο όσον αφορά την παροχή κινήτρων στο προσωπικό, επισημαίνει όμως ότι τούτο πρέπει να είναι πάντοτε σύμφωνο με τον Κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων· σημειώνει τα αιτήματα για αναβάθμιση που ζήτησε η διοίκηση και έχει αποφασίσει να επιβεβαιώσει την αναβάθμιση των εξής θέσεων που ζήτησε το Προεδρείο για τους μονίμους και εκτάκτους υπαλλήλους: 2 AST 2 σε AST 3, 168 AST 3 σε AST 4, 15 AST 4 σε AST 5, 205 AST 5 σε AST 6, 225 AST 6 σε AST 7, 30 AST 7 σε AST 8, 25 AST 8 σε AST 9, 10 AST 10 σε AST 11, 57 AD 5 σε AD 6, 19 AD 7 σε AD 8, 25 AD 12 σε AD 13, 2 AD 13 σε AD 14 και 1 AD 10 σε AD 11, 1 AD 8 σε AD 9, 2 AST 7 σε AST 8, 1 AST 5 σε AST 6, 1 AD 8 σε AD 10, 1 AD 6 σε AD 10, συν 1 AD8 σε AD9·
37. έχει ομοίως αποφασίσει να επιβεβαιώσει τις εξής αναβαθμίσεις που ζήτησαν οι πολιτικές ομάδες: 8 AD12 σε AD13, 9 AD11 σε AD12, 6 AD10 σε AD11, 1 AD9 σε AD10, 4 AD6 σε AD7, 9AD5 σε AD6, 10 AST10 σε AST11, 1 AST9 σε AST10, 5 AST8 σε AST9, 5AST7 σε AST8, 14 AST6 σε AST7, 14 AST5 σε AST6, 1 AST4 σε AST5, 9 AST3 σε AST4, 7 AST2 σε AST3, 2AST1 σε AST2·
38. έχει αποφασίσει να επιβεβαιώσει τις εξής μετατροπές και να αποδεσμεύσει για αυτές τις αντίστοιχες πιστώσεις:
‐
τέσσερις θέσεις AST3 σε AD5,
‐
2 θέσεις AST και 2 θέσεις AD5 εκτάκτων υπαλλήλων ορισμένου χρόνου σε αορίστου χρόνου θέσεις εκτάκτων υπαλλήλων·
39. αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλει ο Γενικός Γραμματέας για να αρχίσει τουλάχιστον η εφαρμογή της διεργασίας αναδιάταξης για την προσεχή τριετία· πιστεύει ότι με την αναγκαία συνεργασία και επένδυση από όλους η διαδικασία αυτή θα μπορούσε να αναπτυχθεί σε ευρύτερη κλίμακα· έχει αποφασίσει, εν συνεχεία της συνεδρίασης συνδιαλλαγής με το Προεδρείο στις 5 Οκτωβρίου 2006, να καταργήσει 15 θέσεις από το οργανόγραμμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έως την 1η Ιανουαρίου 2007· καλεί τη διοίκηση να διασφαλίσει, σύμφωνα με το εγκριθέν σχέδιο αναδιάταξης, ότι όλες οι θέσεις που μένουν κενές δεν θα πληρούνται αυτομάτως, αλλά μόνον μετά από αξιολόγηση των αναγκών· θεωρεί ότι η αναδιάταξη 10 ακόμη θέσεων μπορεί να πραγματοποιηθεί το αργότερο έως την πρώτη ανάγνωση του προϋπολογισμού 2008· από τις 10 αυτές θέσεις, οι έξι προορίζονται να ενισχύσουν τη δημοσιονομική διαχείριση, η μία θα τοποθετηθεί στη διαχείριση των αποζημιώσεων των βουλευτών και μία από τις εναπομένουσες στη μονάδα ανθρωπίνων δικαιωμάτων·
40. επισημαίνει ότι το επίπεδο των πιστώσεων για το οργανόγραμμα βάσει των ανωτέρω τροποποιήσεων έχει μειωθεί από 2 760 616 EUR σε 1 608 096 EUR, το οποίο αντιπροσωπεύει εξοικονομήσεις ύψους 1 152 520 EUR·
41. χαιρετίζει το γεγονός ότι κατά τα παρελθόντα έτη τα μαθήματα επαγγελματικής κατάρτισης και τα μαθήματα κατά την ανάληψη των καθηκόντων, περιλαμβανομένων εκείνων που πραγματεύονται την κινητικότητα και αναδιάταξη του προσωπικού, που δίδονται στους υπαλλήλους από την Ευρωπαϊκή Σχολή Διοίκησης έχουν σημειώσει επιτυχή εξέλιξη·
42. εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του διότι η επί τη αναλήψει των καθηκόντων κατάρτιση για τους βοηθούς των βουλευτών δεν έχει ακόμη λάβει επιτυχή μορφή· παροτρύνει τον Γενικό Γραμματέα να αναπτύξει, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Σχολή Διοίκησης, ειδικά προγράμματα κατάρτισης για τους βοηθούς των βουλευτών·
43. χαιρετίζει το γεγονός ότι το πρόγραμμα άσκησης για τα άτομα με αναπηρία, μνεία του οποίου γίνεται στις κατευθυντήριες γραμμές 2007, έχει διαμορφωθεί και αναπτύσσεται ικανοποιητικά·
Πολιτική κτιρίων
44. σημειώνει ότι το Προεδρείο, στην διορθωτική επιστολή της 7ης Σεπτεμβρίου 2006, έχει προτείνει την εγγραφή προσθέτου ποσού 19 000 000 EUR στο αποθεματικό για ακίνητα πέραν των 50 000 000 EUR που ζητήθηκαν στις προβλέψεις εσόδων και δαπανών του Κοινοβουλίου· αφού προέβη σε αποτίμηση του σχεδίου επενδύσεων σε ακίνητα για το 2007, θεωρεί ότι η εγγραφή ποσού 19 000 000 EUR δεν αποτελεί στο παρόν στάδιο ρεαλιστικό αίτημα· έχει αποφασίσει να διατηρήσει τα 50 000 000 EUR στο αποθεματικό προσωρινών πιστώσεων για κτίρια για να καλύψει τις επενδύσεις του θεσμικού οργάνου σε ακίνητα (κεφάλαιο 105 "Προσωρινές πιστώσεις για ακίνητα")·
45. καλεί τη διοίκηση, ιδίως μετά την "εμπειρία του Στρασβούργου", να εφαρμόσει αυστηρότερες, απολύτως αδιάβλητες και διαφανείς διαδικασίες κατά την αγορά κτιρίων·
46. σημειώνει ότι δεν έχουν ενεργοποιηθεί οι πιστώσεις που πρέπει να διατεθούν στη νέα θέση που δημιουργήθηκε στον προϋπολογισμό 2006 για τα γραφεία πληροφοριών (άρθρο 325), λόγω περιορισμών στην ονοματολογία· καλεί τη διοίκηση να παρουσιάζει ετησίως λεπτομερή ανάλυση των δαπανών που συνδέονται με τα γραφεία πληροφοριών, η οποία θα επισυνάπτεται στο σχέδιο της κατάστασης προβλέψεων·
47. είναι της γνώμης ότι η συμφωνία με την Επιτροπή σχετικά με τη διαχείριση της αποκτήσεως κτιρίων, συμπεριλαμβανομένων των εργασιών βελτίωσης, μετατροπής και συντήρησης, ειδικά των γραφείων πληροφοριών στα κράτη μέλη, πρέπει να τεθεί υπό επανεξέταση και αναθεώρηση· αναμένει να υποβληθεί στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή έκθεση επί του θέματος το αργότερο έως τον Μάρτιο 2007·
48. καθιστά σαφέστατο ότι θα προσυπογράψει πλήρως την ανάληψη οιωνδήποτε αχρησιμοποίητων πόρων εντός του ανωτάτου ορίου 20% της κατηγορίας 5 –με διορθωτικοιύς προϋπολογισμούς– εφόσον το Κοινοβούλιο χρειάζεται να δαπανήσει πρόσθετο κεφάλαιο για απρόβλεπτα, ιδίως σχετικά με την αγορά και απόκτηση ουσιαστικής σημασίας νέων κτιρίων·
49. υπενθυμίζει στη Διοίκηση το αίτημα που διατυπώνεται με την παράγραφο 20 του ψηφίσματός του, της 26ης Σεπτεμβρίου 2006, σχετικά με την απαλλαγή 2004: Τμήμα Ι - Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο(7), να συνταχθεί έκθεση με την οποία θα εξετάζεται το εφικτό της ίδρυσης ευρωπαϊκής αρχής για τα κτίρια, επιφορτισμένης με την ανέγερση και συντήρηση των κτιρίων των θεσμικών οργάνων και οργανισμών της ΕΕ, και ζητεί να παρουσιασθεί η έκθεση αυτή στην Επιτροπή Προϋπολογισμών·
50. σημειώνει το αίτημα του Προεδρείου να χορηγηθεί το ειδικό ποσό για την αγορά των εξής κτηρίων και έχει αποφασίσει να εγκρίνει:
‐
πρόσθετο ποσό 4 000 000 EUR για την επέκταση του κτιρίου KAD στο Λουξεμβούργο·
‐
ποσό 7 832 000 EUR για τη διαρρύθμιση και διευθέτηση των χώρων του κτιρίου D4 λόγω της πρόωρης παραδόσεώς του·
‐
ποσό 350 000 EUR για τις μετατροπές στην αίθουσα της ολομελείας στις Βρυξέλλες λόγω της προσχωρήσεως της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας·
51. θεωρεί ότι το Κοινοβούλιο πρέπει να εφαρμόσει στην πράξη, όσο το δυνατόν πιο σύντομα, τις προδιαγραφές σχετικά με την Περιβαλλοντική Διαχείριση και το Σχέδιο Ελέγχου· επαναλαμβάνει την έκκλησή του για μια αυστηρότερη πολιτική μείωσης του ενεργειακού κόστους, ιδίως του κόστους του κλιματισμού το καλοκαίρι·
Ασφάλεια
52. χαιρετίζει τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι βελγικές αρχές σχετικά με την ασφάλεια γύρω από το Κοινοβούλιο· είναι της γνώμης ότι το κόστος ασφαλείας εντός του Κοινοβουλίου γίνεται υπέρμετρο και έχει αποφασίσει την εγγραφή 10% των πιστώσεων στο κεφάλαιο 100 ("Προσωρινές πιστώσεις")· είναι πρόθυμο να αποδεσμεύσει την πίστωση όταν θα του χορηγηθεί έκθεση που αποτιμά την αποτελεσματικότητα και ποιότητα της παρεχομένης υπηρεσίας εν συγκρίσει προς το κόστος και τους σχετικούς κινδύνους στους τρείς τόπους εργασίας και τα Σπίτια της Ευρώπης·
Πολυγλωσσία
53. αναγνωρίζει πόσο σημαντική είναι και πόσο νόημα έχει η πολυγλωσσία για τα θεσμικά όργανα· θεωρεί ότι η παροχή αυτής της υπηρεσίας είναι ουσιαστική για το έργο των βουλευτών και για τους πολίτες·
54. αναγνωρίζει τις δυσκολίες που ενυπάρχουν στον έλεγχο της τεράστιας αυτής δαπάνης, η οποία αντιπροσωπεύει κατά προσέγγιση 33% του συνόλου των δαπανών του Κοινοβουλίου· είναι της γνώμης ότι απαιτούνται περισσότερη πειθαρχία και έλεγχος για να παρέχεται αποτελεσματικά η υπηρεσία αυτή· χαιρετίζει την πρωτοβουλία που ανέλαβε το Προεδρείο για τη θέσπιση οδηγού ορθής πρακτικής· συνιστά ωστόσο να ενσωματωθούν στον κώδικα συμπεριφοράς σχετικά με την πολυγλωσσία ποινές και κυρώσεις για ανεύθυνη ή κακή χρήση αυτών των υπηρεσιών από οιονδήποτε· έχει αποφασίσει να εγγράψει στο αποθεματικό 3 000 000 EUR· ζητεί να καταρτίσει η διοίκηση μελέτη σκοπιμότητας σχετικά με γραφείο παροχής βοηθείας (help desk) για επίσημη διερμηνεία για τους βουλευτές·
55. έχει αποφασίσει σχετικά με την ιρλανδική γλώσσα να εγκρίνει τις εξής πιστώσεις:
‐
100 000 EUR στη θέση 1420 Ανάθεση υπηρεσιών εκτός οργάνου·
‐
150 000 EUR στη θέση 3240 Επίσημη Εφημερίδα·
‐
112 000 EUR στη θέση 2100 Αγορά, εργασίες, συντήρηση των μηχανημάτων και του λογισμικού·
‐
50 000 EUR στη γραμμή 3222 Δαπάνες για υλικό των αρχείων·
Επικούρηση και παροχή υπηρεσιών στους βουλευτές
56. σημειώνει την έκθεση που παρουσίασε ο Γενικός Γραμματέας σχετικά με την τελική αποτίμηση της εκστρατείας "Ανεβάζοντας τον πήχυ", που περιλαμβάνει τα αποτελέσματα της έρευνας ποιότητας που διεξήχθη προς μέτρηση του επιπέδου υπηρεσιών που χορηγούνται στα μέλη· συμφωνεί ότι οι απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές έχουν πραγματοποιηθεί και ότι οι κύριοι στόχοι της βελτίωσης της στήριξης που παρέχεται στα όργανα και τους βουλευτές του Κοινοβουλίου έχουν συνολικώς επιτευχθεί· εκφράζει την ανησυχία του διότι από τα αποτελέσματα της έρευνας αναδεικνύεται ότι τα μέλη συχνά δεν έχουν πλήρη επίγνωση των υπηρεσιών στήριξης που έχουν στη διάθεσή τους· καλεί τον Γενικό Γραμματέα να οργανώσει στρατηγική πληροφόρησης επί του θέματος το αργότερο έως τις 15 Δεκεμβρίου 2006·
57. εξακολουθεί να είναι της γνώμης ότι θα μπορούσε να γίνεται καλύτερη χρήση τόσο των πόρων του Κοινοβουλίου όσο και του εντός του οργάνου ειδικευμένου προσωπικού, ειδικά στην περίπτωση κοινοβουλευτικών εκθέσεων μείζονος σημασίας·
58. παροτρύνει τη διοίκηση να εξετάσει την ανάγκη να παρέχονται στα μέλη ουσιώδεις βασικές πληροφορίες επί παντός θέματος το οποίο ανακύπτει κατά την επιτέλεση των καθηκόντων τους· οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να παρέχονται από τις υπηρεσίες έρευνας του Κοινοβουλίου και να επιτρέπουν στους βουλευτές να λαμβάνουν σαφή θέση για πολυσύνθετα θέματα·
59. σημειώνει τη βελτίωση στην παρακολούθηση της εκτέλεσης του προϋπολογισμού της ΕΕ κατά την ψήφιση του προϋπολογισμού· ζητεί από τις αρμόδιες επιτροπές να εξετάσουν τη δημιουργία δομής και μια διαδικασία για την αξιολόγηση της εφαρμογής της εκτέλεσης του έργου της για το 2007 από κοινού με τις εξειδικευμένες επιτροπές· φρονεί ότι κατ" αυτόν τον τρόπο θα βοηθηθεί επίσης η προετοιμασία της αναθεώρησης του προϋπολογισμού το 2008-2009· ζητεί από τον Γενικό Γραμματέα να παράσχει τα μέσα (αίθουσες και διερμηνεία) για την οργάνωση τακτικών συνεδριάσεων παρακολούθησης, σύμφωνα με τις προτεραιότητες που θα καθορισθούν από τις οικείες επιτροπές·
60. έχει σημειώσει τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει η έκθεση αξιολόγησης σχετικά με την απόκτηση εμπειρίας (θέση 320)· σημειώνει ότι η όλη υπηρεσία παρουσιάζει βελτίωση· ισχυρίζεται ωστόσο ότι η υπηρεσία θα μπορούσε να είναι αποτελεσματικότερη, ιδίως όσον αφορά το ότι η σχετική εμπειρογνωμοσύνη δεν παρουσιάσθηκε πάντοτε εγκαίρως· έχει αποφασίσει την αποδέσμευση 1 500 000 EUR και τη διατήρηση 500 000 EUR στο αποθεματικό·
61. ενθαρρύνει τον Γενικό Γραμματέα να προβαίνει σε περιοδικούς ελέγχους σχετικά με την υπηρεσία που παρέχεται στους βουλευτές, συγκεκριμένα όσον αφορά τους υπολογιστές, το πρακτορείο ταξιδίων, τα τηλέφωνα, τις υπηρεσίες οχημάτων και τη Νομική Υπηρεσία·
62. θεωρεί ότι η τεχνολογία της πληροφορίας αποτελεί ουσιαστικό και θεμελιώδες στοιχείο για την ορθή επιτέλεση έργου από τα μέλη και το επιτελείο τους· σημειώνει ότι έχει επέλθει βελτίωση στην υπηρεσία που παρέχεται, είναι όμως της γνώμης ότι αυτό που λαμβάνουν οι βουλευτές εξακολουθεί να μην αποτελεί πλήρη αξιοποίηση των πόρων· αποφασίζει την εγγραφή στο αποθεματικό 2 000 000 EUR από τη θέση 2102 ("Πληρωμή παρασχεθεισών υπηρεσιών σε εξωτερικό προσωπικό") σχετικά με τη λειτουργία, ανάπτυξη και συντήρηση συστημάτων λογισμικού·
Διάφορες πτυχές
63. σημειώνει την πρόθεση του Προεδρείου να συγκροτήσει Ευρωλατινοαμερικανική Κοινοβουλευτική Συνέλευση (EUROLAT)· σημειώνει ότι θα εξετάσει το ζήτημα αυτό όταν θα έχει στη διάθεσή του όλα τα απαραίτητα στοιχεία, ιδίως όσον αφορά τις δημοσιονομικές επιπτώσεις·
64. σημειώνει τη συμφωνία σχετικά με τις περί επιτροπολογίας διατάξεις η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 23 Ιουλίου 2006· αναγνωρίζει τη σημασία που θα έχει αυτή η νέα ρυθμιστική διαδικασία για το Κοινοβούλιο στη διεργασία λήψεως αποφάσεων στο μέλλον· θεωρεί ότι είναι απαραίτητο να προβεί κανείς στη δέουσα ανάλυση του φόρτου εργασίας που θα συνεπάγεται στο μέλλον αυτή η συμφωνία·
65. επαναλαμβάνει, όπως και στο ψήφισμά του της 1ης Ιουνίου 2006, ότι υποστηρίζει πλήρως την έγκριση πραγματικού και ουσιώδους Καθεστώτος των βοηθών των βουλευτών· καλεί το Συμβούλιο να λάβει τελική απόφαση ώστε να είναι δυνατή η χορήγηση των αναγκαίων πιστώσεων·
Τμήμα IV - Δικαστήριο
66. σημειώνει τα επαναλαμβανόμενα αιτήματα του Δικαστηρίου για την απόκτηση τρίτου διορθωτή κειμένων· έχει αποφασίσει να επιτραπεί, στο παρόν στάδιο η πρόσληψη συμβασιούχων εργαζομένων για κάθε κομβική γλώσσα· έχει αποφασίσει να μειώσει αντίστοιχα τις πιστώσεις που εγγράφονται στη θέση 1406 ("Άλλες έκτακτες παροχές υπηρεσιών (υπηρεσία μετάφρασης/διερμηνείας)"), οι οποίες συνήθως καλύπτουν τις πρόσθετες ανάγκες σε διόρθωση κειμένων·
67. συμφωνεί με το Συμβούλιο να επιτραπεί η διενέργεια 111 αναβαθμίσεων, περιλαμβανομένων και 10 αιτημάτων για τροποποίηση της διοικητικής δομής του Δικαστηρίου με τη δημιουργία νέας διευθύνσεως· σημειώνει ότι τούτο δεν θα έχει άλλες δημοσιονομικές συνέπειες στο μέλλον·
68. έχει αποφασίσει να λάβει τα ακόλουθα μέτρα σε σχέση με το οργανόγραμμα:
‐
δημιουργία 5 νέων μόνιμων θέσεων (3 AD5 και 2 AST3), επιπλέον των 10 νέων θέσεων για τις οποίες έχει ήδη συμφωνήσει το Συμβούλιο στο σχέδιο προϋπολογισμού που ενέκρινε· με τις πέντε αυτές θέσεις ολοκληρώνεται η διεργασία που ξεκίνησε το 2004 προς ενδυνάμωση της στήριξης της τεχνολογίας της πληροφορίας εντός του Τμήματος Τεχνολογίας της Πληροφορίας και των υπηρεσιών δημοσιονομικού και εκ των προτέρων ελέγχου·
‐
δημιουργία 115 θέσεων μονίμων υπαλλήλων για τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία·
69. είναι της γνώμης ότι η ίδρυση του νέου Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης θα έχει βοηθήσει να μειωθεί η συμφόρηση εργασίας στα άλλα δικαστήρια· καλεί το Δικαστήριο να παρουσιάσει έκθεση σχετικά με τον αντίκτυπο από τη δημιουργία του νέου Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης όσον αφορά το κόστος κτιρίων, προσωπικού και τις λοιπές δαπάνες πριν από τον Μάρτιο 2007·
70. έχει αποφασίσει να περιορίσει την αύξηση στο σχέδιο προϋπολογισμού του Δικαστηρίου σε διάφορους τομείς, όπως είναι ο τομέας της τεχνολογίας της πληροφορίας και να παγώσει τις δαπάνες στο συνολικό ανώτατο ποσό του προϋπολογισμού 2007· έχει όμως αυξήσει τις πιστώσεις που διαθέτει το σχέδιο προϋπολογισμού του Συμβουλίου κατά 4 633 400 EUR, το οποίο αντιπροσωπεύει αύξηση 3,45%, μη συμπεριλαμβανομένου του κόστους που σχετίζεται με τη διεύρυνση·
Τμήμα V ‐ Ελεγκτικό Συνέδριο
71. έχει αποφασίσει τη δημιουργία δύο θέσεων για τη μονάδα ανθρωπίνων πόρων για να διευκολυνθεί ο εκσυγχρονισμός του προσωπικού διαχείρισης και αναλαμβάνει δέσμευση να δημιουργήσει περαιτέρω δύο θέσεις που απαιτούνται το οικονομικό έτος 2008·
72. έχει αποφασίσει τη δημιουργία μιας θέσεως για τη μονάδα επαγγελματικής κατάρτισης για να παρέχεται το δέον πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης στους νέους ελεγκτές·
73. έχει συνεπώς αποφασίσει να λάβει τα εξής μέτρα σε σχέση με το οργανόγραμμα:
‐
δημιουργία 3 νέων μόνιμων θέσεων (1 AST3 και 2 AST1), επιπλέον των 3 νέων θέσεων για τις οποίες έχει ήδη συμφωνήσει το Συμβούλιο στο σχέδιο προϋπολογισμού του·
‐
δημιουργία 41 θέσεων μονίμων υπαλλήλων για τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία·
74. είναι της γνώμης ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο παρουσιάζει καθυστέρηση στον τομέα της τεχνολογίας της πληροφορίας και ότι χρειάζεται να ενημερώσει το σύστημά του για να επιτελεί τα καθήκοντά του κατά τον δέοντα τρόπο· έχει αποφασίσει να επαναφέρει 518 000 EUR που το Συμβούλιο έχει αποφασίσει να περικόψει·
75. έχει αυξήσει τις πιστώσεις που διαθέτει το σχέδιο προϋπολογισμού του Συμβουλίου κατά 3 579 729 EUR, το οποίο αντιπροσωπεύει αύξηση 3,12%, μη συμπεριλαμβανομένου του κόστους που σχετίζεται με τη διεύρυνση·
Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και Επιτροπή των Περιφερειών
76. είναι της γνώμης ότι η δημιουργία της κοινής διοικητικής υπηρεσίας έχει αποβεί προς όφελος αμφοτέρων των επιτροπών και ότι έχει οδηγήσει σε σημαντικές εξοικονομήσεις στον προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων· αναμένει από τις δύο επιτροπές να ανανεώσουν τη συμφωνία εταιρικής σχέσης πριν από το τέλος του έτους και/ή να διερευνήσουν άλλες μορφές συνεργασίας·
77. θεωρεί ότι οι δύο επιτροπές θα μπορούσαν να αυξήσουν την αποτελεσματικότητά τους και να εστιασθούν περισσότερο στην πολιτική αποστολή τους εάν ορισμένα καθήκοντα, κυρίως αυτά των οδηγών, κλητήρων και του προσωπικού του τυπογραφείου, μπορούσαν να ανατεθούν σε εξωτερικό προσωπικό με αναδιάταξη του προσωπικού· εμμένει ότι οι υφιστάμενοι ανθρώπινοι πόροι πρέπει να τύχουν αναδιατάξεως για να ληφθεί μέριμνα για μελλοντικές ανάγκες όσον αφορά τόσο τη διεύρυνση όσο και την ενδυνάμωση του πολιτικού ρόλου που διαδραματίζουν οι δύο επιτροπές·
78. σημειώνει ότι η Επιτροπή των Περιφερειών ζήτησε τη διενέργεια δύο ανεξαρτήτων εξωτερικών αποτιμήσεων των κοινών υπηρεσιών από τον Joan COLOM i NAVAL και τον Robert REYNDERS και καλεί τον Γενικό Γραμματέα της Επιτροπής των Περιφερειών να διαβιβάσει τις εκθέσεις αυτές στην Επιτροπή Προϋπολογισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·
Τμήμα VI ‐ Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή
79. ζητεί από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να συντάσσει ετήσια έκθεση πριν από την 1η Σεπτεμβρίου κάθε έτους σχετικά με τον αντίκτυπο του συμβουλευτικού έργου που επιτελεί για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή·
80. έχει αποφασίσει να προσυπογράψει την ύψους 1 995 120 EUR αρχική ιδιαίτερη επιβάρυνση από τον προϋπολογισμό 2006 για να καλυφθεί μέρος των αναγκών του έτους 2007 και να προβεί σε αντίστοιχη μείωση του αιτήματος για το 2007·
81. είναι της γνώμης ότι για να αντιμετωπίσει η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή τον αυξανόμενο φόρτο εργασίας της πρέπει να περιορίσει το μήκος των κειμένων των γνωμοδοτήσεων που εγκρίνει και άλλων δημοσιεύσεων, όπως κάνουν τα λοιπά θεσμικά όργανα·
82. έχει αποφασίσει να λάβει τα εξής μέτρα σε σχέση με το οργανόγραμμα:
‐
δημιουργία 5 νέων μόνιμων θέσεων (1 AD5 και 4 AST3), επιπλέον των 13 νέων θέσεων για τις οποίες έχει ήδη συμφωνήσει το Συμβούλιο στο σχέδιο προϋπολογισμού του·
‐
δημιουργία 6 θέσεων μονίμων υπαλλήλων για τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία·
83. έχει αυξήσει τις πιστώσεις που διαθέτει το σχέδιο προϋπολογισμού του Συμβουλίου κατά 1 529 115 EUR, το οποίο αντιπροσωπεύει αύξηση 1,12 %, μη συμπεριλαμβανομένου του κόστους που σχετίζεται με τη διεύρυνση·
Τμήμα VII ‐ Επιτροπή των Περιφερειών
84. συμφωνεί με το Συμβούλιο σχετικά με το αίτημα για αναβαθμίσεις που σχετίζεται με τον νέο κανονισμό υπηρεσιακής καταστάσεως και επίσης με το αίτημα για αναβάθμιση μιας θέσεως επικεφαλής μονάδας της Επιτροπής των Περιφερειών σε θέση διευθυντή για την κοινή υπηρεσία υπό τον όρο ότι τούτο δεν θα οδηγήσει στην ανάγκη για πρόσθετο προσωπικό και ότι από τη συγκεκριμένη αναβάθμιση δεν θα προκύψει πρόταση να διαιρεθεί η υπηρεσία, πριν διεξαχθεί εμπεριστατωμένη και προσεκτική ανάλυση και αξιολόγηση της υπηρεσίας· θεωρεί ότι τούτο θα διασφαλίσει δικαιότερη διαχείριση της κοινής υπηρεσίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής και της Επιτροπής των Περιφερειών·
85. σημειώνει ότι δεν υπάρχει αίτημα για τη δημιουργία νέων θέσεων λόγω της διεύρυνσης με την προσχώρηση Βουλγαρίας και Ρουμανίας·
86. έχει αποφασίσει να λάβει τα ακόλουθα μέτρα σε σχέση με το οργανόγραμμα:
‐
δημιουργία 3 νέων μόνιμων θέσεων (2 AD5 και 1 AST3) και μιας θέσεως εκτάκτου υπαλλήλου (AD5), επιπλέον των 3 νέων θέσεων για τις οποίες έχει ήδη συμφωνήσει το Συμβούλιο στο σχέδιο προϋπολογισμού του·
87. έχει αυξήσει τις πιστώσεις που διαθέτει το σχέδιο προϋπολογισμού του Συμβουλίου κατά 581 684 EUR, το οποίο αντιπροσωπεύει αύξηση 2,53 %, μη συμπεριλαμβανομένου του κόστους που σχετίζεται με τη διεύρυνση·
Τμήμα VIII (Α) ‐ Διαμεσολαβητής
88. σημειώνει ότι ο διαμεσολαβητής έχει υποβάλει αίτημα για 10 μόνον αναβαθμίσεις, για τις οποίες και έχει συμφωνήσει το Συμβούλιο·
89. έχει αποφασίσει να περιορίσει τις πιστώσεις που χορηγούνται για τη διοργάνωση του ανά διετία συμποσίου των επιτρόπων διοικήσεως των κρατών μελών, για την οποία την ευθύνη φέτος φέρει ο διαμεσολαβητής, στο ποσό των 45 000 EUR·
90. έχει αυξήσει τις πιστώσεις που διαθέτει το σχέδιο προϋπολογισμού του Συμβουλίου κατά 150 000 EUR για να συμπληρωθεί η πίστωση για τη μετάφραση·
Τμήμα VIII (Β) - Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων
91. θεωρεί ότι οι προβλέψεις εσόδων και δαπανών πρέπει να είναι ακριβέστερες, ιδίως όσον αφορά το προσωπικό και τις νέες απαιτήσεις· ζητεί από τη διοίκηση και την Επιτροπή, στο πλαίσιο της διοργανικής συμφωνίας, να παράσχουν την αρμόζουσα στήριξη για την κατάρτιση των προβλέψεων εσόδων και δαπανών για το προσεχές οικονομικό έτος·
92. έχει αποφασίσει να λάβει τα εξής μέτρα σε σχέση με το οργανόγραμμα:
‐
δημιουργία 2 νέων μόνιμων θέσεων (1 AD9 και 1 AST5), επιπλέον των 3 νέων θέσεων (1AD9, 1 AD8 και 1 AD7) για τις οποίες έχει ήδη συμφωνήσει το Συμβούλιο στο σχέδιο προϋπολογισμού του·
93. έχει αυξήσει τις πιστώσεις που διαθέτει το σχέδιο προϋπολογισμού του Συμβουλίου κατά 158 846 EUR, ώστε να διατηρήσει το επίπεδο ανάπτυξης της υπηρεσίας, γεγονός που αποτελεί αύξηση 38,28% χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο διορθωτικός προϋπολογισμός·
o o o
94. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα μαζί με τις τροπολογίες στα τμήματα Ι, ΙΙ, ΙV, V, VΙ, VII, VΙΙΙ(Α) και VΙΙΙ(Β) του σχεδίου γενικού προϋπολογισμού στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα λοιπά ενδιαφερόμενα θεσμικά και άλλα όργανα.
ΕΕ C 172 της 18.6.1999, σ. 1. Συμφωνία όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2005/708/ΕΚ (ΕΕ L 269 της 14.10.2005, σ. 24).
Αλιευτικοί στόλοι των άκρως απόκεντρων περιφερειών *
252k
34k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 639/2004 του Συμβουλίου για τη διαχείριση των αλιευτικών στόλων που είναι νηολογημένοι σε εξόχως απόκεντρες περιοχές της Κοινότητας (COM(2006)0433 – C6-0295/2006 – 2006/0148(CNS))
(Διαδικασία διαβούλευσης)
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2006)0433)(1),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 37 και 299, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0295/2006),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 51 και 134 του Κανονισμού του,
1. εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής·
2. καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·
3. ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
– έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 2, του Κανονισμού του,
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση εδράζεται στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών – αρχές οι οποίες είναι κοινές σε όλα τα κράτη μέλη,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης στερήθηκαν την κυριαρχία και την ελευθερία τους, για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες, με τη διαίρεση της μεταπολεμικής Ευρώπης που συμφωνήθηκε στη Γιάλτα,
Γ. εκτιμώντας ότι τα κομμουνιστικά καθεστώτα στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη δεν βασίζονταν στη συγκατάθεση ή τη βούληση του λαού, και ότι διατηρήθηκαν εξαιτίας της σοβιετικής στρατιωτικής κατοχής και με τη συνεργασία των κομμουνιστικών κομμάτων,
Δ. υπενθυμίζοντας το θάρρος και την αποφασιστικότητα των Ούγγρων οι οποίοι κατέβηκαν στους δρόμους διαμαρτυρόμενοι εναντίον του δικτατορικού καθεστώτος του Κομμουνιστικού Κόμματος στις 23 Οκτωβρίου 1956,
Ε. εκφράζοντας την εκτίμησή του για την επιμονή των Ούγγρων οι οποίοι συνέχισαν τον απελευθερωτικό αγώνα για την εθνική τους ανεξαρτησία και τα πολιτικά δικαιώματα, παρά την παντελή απουσία στρατιωτικής βοήθειας από τη Δύση και παρά την επέμβαση και την συντριπτική στρατιωτική υπεροχή της Σοβιετικής Ένωσης,
ΣΤ. χαιρετίζοντας το ανθρώπινο και πολιτικό θάρρος του Imre Nagy, μεταρρυθμιστή-κομμουνιστή πρωθυπουργού της Ουγγαρίας, ο οποίος κατανόησε σωστά τη στοιχειώδη έκφραση της βούλησης του λαού και δέχτηκε να γίνει ο πολιτικός ηγέτης της λαϊκής επανάστασης για ελευθερία και δημοκρατία, και τελικά θυσίασε τη ζωή του και έγινε μάρτυρας της ελευθερίας, δεδομένου ότι εκτελέστηκε το 1958 επειδή δεν υπέκυψε στις πιέσεις να καταγγείλει δημόσια την επανάσταση,
Ζ. χαιρετίζοντας τη μνήμη των θυμάτων της Επανάστασης – 2170 άνθρωποι σκοτώθηκαν στις μάχες – και των σκληρών αντιποίνων – 228 εκτελέστηκαν μεταξύ 1956 και 1961, 20.000 συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν μεταξύ 1956 και 1958, και χιλιάδες υπέστησαν διακρίσεις επί δεκαετίες μετά την επανάσταση από την κομμουνιστική ηγεσία που ανακατέλαβε την εξουσία,
Η. εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του για την αλληλεγγύη που έδειξαν οι πολίτες σε πολλές χώρες της Δύσης που υποδέχτηκαν 194 000 Ούγγρους πρόσφυγες το 1956 και το 1957,
Θ. αναγνωρίζοντας την κεφαλαιώδη αξία της αλληλεγγύης μεταξύ των εθνών γενικά και ειδικότερα της αλληλεγγύης μεταξύ των αγώνων για την ελευθερία τους οποίους έδωσαν αρκετά έθνη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης – Ούγγροι, Τσέχοι, Σλοβάκοι, Πολωνοί, Γερμανοί, Εσθονοί, Λεττονοί και Λιθουανοί,
Ι. αναγνωρίζοντας την ιστορική και πολιτική σχέση μεταξύ της Ουγγρικής Επανάστασης του Οκτωβρίου 1956 και ποικίλων άλλων μορφών και κινημάτων αντίστασης, όπως οι μαζικές διαδηλώσεις στην Ανατολική Γερμανία τον Ιούνιο 1953, οι διαδηλώσεις του Πόζναν στην Πολωνία τον Ιούνιο του 1956, η Άνοιξη της Πράγας το 1968, η γέννηση του κινήματος Αλληλεγγύη στην Πολωνία το 1980, καθώς και δημοκρατικά κινήματα στην πρώην ΕΣΣΔ, ιδίως των λαών της Βαλτικής,
ΙΑ. αναγνωρίζοντας ότι η Ουγγρική Επανάσταση απετέλεσε ιστορική προσπάθεια επανένωσης της διηρημένης Ευρώπης, και υπό την έννοια αυτή παραμένει ακρογωνιαίος λίθος της κοινής ευρωπαϊκής ιστορικής κληρονομιάς,
ΙΒ. αναγνωρίζοντας ότι η Ουγγρική Επανάσταση συνέβαλε στην ενίσχυση της συνοχής του δημοκρατικού κόσμου και τελικά στην ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το 1957 και αποτέλεσε πρόδρομο των δημοκρατικών πολιτικών αλλαγών που σημειώθηκαν το 1989-1990 στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη επιτρέποντας την ειρηνική επανένωση της Ευρώπης με τη διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης,
1. αναγνωρίζει την Ουγγρική Επανάσταση του 1956 ως μια από τις κορυφαίες εκδηλώσεις επιδίωξης ελευθερίας και δημοκρατίας στον 20ό αιώνα, που αψήφησε τον Κομμουνισμό στο σοβιετικό στρατόπεδο·
2. χαιρετίζει τους γενναίους άνδρες και γυναίκες της Ουγγαρίας οι οποίοι με την αυτοθυσία τους έγιναν φάρος ελπίδας για άλλα έθνη που βρίσκονταν κάτω από τον κομμουνιστικό ζυγό·
3. υπογραμμίζει ότι η δημοκρατική κοινότητα πρέπει να απορρίψει απερίφραστα την καταπιεστική και αντιδημοκρατική κομμουνιστική ιδεολογία και να υποστηρίζει τις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, των ανθρώπινων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου, και να υιοθετήσει σθεναρή στάση οποτεδήποτε αυτά παραβιάζονται·
4. καλεί όλες τις δημοκρατικές χώρες να καταδικάσουν σαφώς τα εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί από όλα τα ολοκληρωτικά καθεστώτα·
5. ζητεί τη συγκρότηση ευρωπαϊκού προγράμματος για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ ερευνητικών κέντρων και κέντρων τεκμηρίωσης στα κράτη μέλη σχετικά με τα εγκλήματα των ολοκληρωτικών καθεστώτων·
6. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.
Μολδαβία/Υπερδνειστερία
354k
54k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη Μολδαβία (Υπερδνειστερία)
– έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για την κατάσταση στη Μολδαβία και την κατάσταση στην Υπερδνειστερία, και ιδίως το ψήφισμα της 16ης Μαρτίου 2006(1),
– έχοντας υπόψη τη συμφωνία εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ Μολδαβίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία ετέθη σε ισχύ την 1η Ιουλίου 1998,
– έχοντας υπόψη το σχέδιο δράσης της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας για τη Μολδαβία που εγκρίθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2005 και θεσπίζει τους γενικούς προσανατολισμούς για τη στρατηγική συνεργασία μεταξύ της Δημοκρατίας της Μολδαβίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τις δηλώσεις του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) κατά τη σύνοδο κορυφής του 1999 στην Κωνσταντινούπολη και κατά τη σύνοδο του Συμβουλίου Υπουργών το 2002 στο Οπόρτο,
– έχοντας υπόψη την ουκρανική πρωτοβουλία "προς διακανονισμό διά της δημοκρατίας" την οποία ξεκίνησε ο Πρόεδρος της Ουκρανίας Viktor Yushchenko στις 22 Απριλίου 2005,
– έχοντας υπόψη τη δήλωση της Προεδρίας της 18ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με το "δημοψήφισμα" στην περιοχή της Υπερδνειστερίας της Δημοκρατίας της Μολδαβίας,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 4, του Κανονισμού του,
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 17 Σεπτεμβρίου 2006 διενεργήθηκε "δημοψήφισμα" στην περιοχή της Υπερδνειστερίας στη Μολδαβία, το οποίο αποσκοπούσε στην πλήρη ανεξαρτησία της περιοχής και στην πιθανή ένωσή της με τη Ρωσική Ομοσπονδία,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι ούτε το "δημοψήφισμα" ούτε το αποτέλεσμά του έγιναν δεκτά από τη διεθνή κοινότητα, δεδομένου ότι οργανώθηκε απολύτως μονομερώς από το καταπιεστικό καθεστώς της Υπερδνειστερίας, αποκλείοντας έτσι τις δυνατότητες διαπραγματευτικής πολιτικής λύσης στη διένεξη στη Μολδαβία, και διότι τόσο ο χαρακτήρας των ερωτήσεων, που προκατέβαλαν τις απαντήσεις, όσο και η μη τήρηση των βασικών κριτηρίων για ελεύθερες και δίκαιες εκλογές, όπως η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, η ελευθερία του συνέρχεσθαι και η πολιτική πολυφωνία, θεωρήθηκε ότι προκαθορίζουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η διένεξη μεταξύ της αποσχιστικής αρχής της Υπερδνειστερίας και της κεντρικής κυβέρνησης της Μολδαβίας έχει συντελέσει σε μεγάλο βαθμό στην αστάθεια ολόκληρης της χώρας,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι από το 1992 διεξάγονται διαπραγματεύσεις για το καθεστώς της Υπερδνειστερίας με το σχήμα 5+2, στο οποίο μετέχουν η Μολδαβία, η περιοχή της Υπερδνειστερίας της Μολδαβίας, η Ρωσία, η Ουκρανία και ο ΟΑΣΕ, καθώς και η ΕΕ και οι ΗΠΑ ως παρατηρητές· λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Απρίλιο του 2006 διακόπηκαν οι διαπραγματεύσεις,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση προέβη πρόσφατα σε σημαντικές ενέργειες για ενίσχυση της συνεργασίας της με τη Δημοκρατία της Μολδαβίας και την αναζήτηση λύσης στη διένεξη για την Υπερδνειστερία, όπως η εγκατάσταση μόνιμης αντιπροσωπείας της Επιτροπής στο Τσισινάου, ο ορισμός Ειδικού Εκπροσώπου της ΕΕ για τη Μολδαβία με εντολή να συμβάλει στη βιώσιμη διευθέτηση της διένεξης στην Υπερδνειστερία, και η εγκατάσταση αποστολής μεθοριακής συνδρομής της ΕΕ στη Μολδαβία και στην Ουκρανία,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με την έκθεση περί ανθρώπινης ανάπτυξης του ΟΗΕ για το 2005, η Μολδαβία είναι η φτωχότερη χώρα στην Ευρώπη και ότι η κατάσταση σε σχέση με την Υπερδνειστερία αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη της χώρας,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις αρχές του έτους, η Ρωσική Ομοσπονδία επέβαλε απαγόρευση στην εισαγωγή γεωργικών προϊόντων (οίνου και οπωροκηπευτικών) από τη Μολδαβία και τη Γεωργία, γεγονός που βλάπτει σημαντικά την οικονομική ανάπτυξη των δύο χωρών,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μονομερείς κινήσεις για ανεξαρτησία στην Υπερδνειστερία, τη Νότιο Οσσετία και την Αμπχαζία δεν έχουν τη στήριξη κανενός διεθνούς οργανισμού, καθώς και ότι συνεχίζονται οι προσπάθειες, υπό την αιγίδα του ΟΑΣΕ και του ΟΗΕ, για αποκατάσταση της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Μολδαβίας και της Γεωργίας,
1. καταγγέλλει έντονα την προσπάθεια της περιοχής της Υπερδνειστερίας της Μολδαβίας να εγκαθιδρύσει την ανεξαρτησία της με μονομερή τρόπο, οργανώνοντας το αποκαλούμενο δημοψήφισμα·
2. καλεί την κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας να άρει την υποστήριξή της από το εγχείρημα αυτό και ειδικότερα στη διοργάνωση των λεγόμενων δημοψηφισμάτων για την ανεξαρτησία της περιοχής· καλεί την κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας να υποστηρίξει πλήρως τις πολυμερείς προσπάθειες για την εξεύρεση λύσης στις διενέξεις στις γειτονικές της περιοχές· καλεί επίσης την κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε το 1996 στο Συμβούλιο της Ευρώπης και που αντικατοπτρίζονται στις αποφάσεις της συνόδου κορυφής του ΟΑΣΕ (Κωνσταντινούπολη 1999) και του Συμβουλίου Υπουργών (Πόρτο 2002) σε σχέση με την απομάκρυνση των ρωσικών στρατευμάτων και όπλων από το έδαφος της Μολδαβίας· εκφράζει την ανησυχία του για την έλλειψη προόδου στο θέμα αυτό·
3. απορρίπτει πλήρως τη διενέργεια και το αποτέλεσμα του "δημοψηφίσματος" για την ανεξαρτησία της περιοχής της Υπερδνειστερίας της Μολδαβίας και την πιθανή προσχώρησή της στη Ρωσική Ομοσπονδία, δεδομένου ότι έρχονται σε σαφή αντίθεση με τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Δημοκρατίας της Μολδαβίας και διότι το καταπιεστικό καθεστώς της Υπερδνειστερίας δεν επιτρέπει την ελεύθερη έκφραση της λαϊκής βούλησης·
4. υπογραμμίζει ότι η διευθέτηση του ζητήματος της Υπερδνειστερίας αποτελεί κεφαλαιώδες στοιχείο για την προώθηση της πολιτικής σταθερότητας και της οικονομικής ευημερίας στη Δημοκρατία της Μολδαβίας και σε ολόκληρη την περιοχή· υπογραμμίζει την ανάγκη για ειρηνική επίλυση της σύγκρουσης, σύμφωνα με τον Καταστατικό Χάρτη και τις συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών και τις διακηρύξεις του ΟΑΣΕ, και με πλήρη σεβασμό της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Δημοκρατίας της Μολδαβίας εντός των διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων της·
5. καλεί όλα τα ενεχόμενα στη διένεξη μέρη να μη λάβουν μέτρα που θα προκαλούσαν περαιτέρω κλιμάκωση της κατάστασης, να επιστρέψουν πάραυτα στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων με το σχήμα 5+2 και να εργαστούν για την ταχεία και διαφανή λύση της διένεξης·
6. καλεί το Συμβούλιο, τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, να συνεχίσουν να παρέχουν πλήρη υποστήριξη για την πολιτική και ειρηνική επίλυση των περιφερειακών διενέξεων στις κοινές γειτονικές περιοχές ΕΕ και Ρωσικής Ομοσπονδίας, και τους ζητεί να συζητήσουν τα θέματα αυτά κατά τις προσεχείς συναντήσεις τους με τον Πρόεδρο και την κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας·
7. καλεί την κυβέρνηση της Μολδαβίας να διατυπώσει μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και νέες προτάσεις για τους κατοίκους της Υπερδνειστερίας, προσφέροντας θετικά κίνητρα ώστε αυτοί να υποστηρίξουν πλήρως την ειρηνική επανένωση του κράτους, έχοντας διασφαλίσει τα δικαιώματα των μειονοτικών γλωσσών και την τοπική αυτονομία·
8. καταδικάζει τη συνεχιζόμενη καταστολή, παρενόχληση και τον εκφοβισμό εναντίον εκπροσώπων των ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης, μη κυβερνητικών οργανώσεων και της κοινωνίας των πολιτών εκ μέρους των αυτοανακηρυχθεισών αρχών της Υπερδνειστερίας·
9. εκφράζει τη λύπη του για την έλλειψη αισθητής προόδου στις συνομιλίες της ΕΕ σχετικά με τη συμφωνία διευκόλυνσης θεώρησης και επανεισδοχής με τη Μολδαβία· καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να επιταχύνουν τη διαδικασία που οδηγεί σε περάτωση συμφωνίας διευκόλυνσης θεώρησης διαβατηρίου με τη Μολδαβία και να εξασφαλίσουν την εφαρμογή της· θεωρεί ότι είναι άδικη διάκριση το γεγονός ότι οι πολίτες της Υπερδνειστερίας οι οποίοι κατέχουν ρωσικά διαβατήρια επωφελούνται από τη δυνατότητα να μεταβαίνουν στην ΕΕ ευκολότερα από τους Μολδαβούς, γεγονός που συμβάλλει στην αύξηση των εντάσεων στην περιοχή της Υπερδνειστερίας και δημιουργεί αντικίνητρα για διευθέτηση της διένεξης·
10. εκφράζει την ικανοποίησή του για την απόφαση της Ουκρανίας, το Μάρτιο του 2006, να επιβάλει νέες τελωνειακές ρυθμίσεις στα σύνορά της με την Υπερδνειστερία, σύμφωνες με το διεθνές δίκαιο·
11. χαιρετίζει τα καλά αποτελέσματα που επέτυχε η αποστολή μεθοριακής συνδρομής της ΕΕ στα σύνορα μεταξύ Μολδαβίας και Ουκρανίας, η οποία δημιουργήθηκε το Μάρτιο του 2005 και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην καταπολέμηση της διαφθοράς, του λαθρεμπορίου και της παράνομης εμπορίας, με τη βελτίωση της διαφάνειας και τη δημιουργία των κατάλληλων επιχειρησιακών και θεσμικών δυνατοτήτων στη Μολδαβία, ώστε να εξασφαλίζεται αποτελεσματικός μεθοριακός έλεγχος, συμβάλλοντας έτσι παράλληλα στην τελική διευθέτηση της σύγκρουσης στην Υπερδνειστερία·
12. εκφράζει την έντονη και συνεχιζόμενη στήριξή του στις προσπάθειες του λαού της Μολδαβίας να εγκαθιδρύσει πλήρως λειτουργούσα δημοκρατία σε κράτος δικαίου και με σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στοιχεία απαραίτητα για να εξασφαλιστεί η πρόοδος των μεταρρυθμίσεων·
13. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην κυβέρνηση και στο κοινοβούλιο της Μολδαβίας, στην κυβέρνηση της Ρουμανίας, στην κυβέρνηση της Ουκρανίας, στην κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας, στην κυβέρνηση των ΗΠΑ, στο Γενικό Γραμματέα του ΟΑΣΕ και στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
– έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με την Γεωργία, ιδίως δε το ψήφισμά του της 14ης Οκτωβρίου 2004(1),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 19ης Ιανουαρίου 2006, σχετικά με την ευρωπαϊκή πολιτική γειτονίας(2),
– έχοντας υπόψη την σύστασή του της 26ης Φεβρουαρίου 2004 προς το Συμβούλιο σχετικά με την πολιτική της ΕΕ έναντι του Νότιου Καυκάσου(3) και τo ψήφισμά του της 26ης Μαΐου 2005 για τις σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας(4),
– έχοντας υπόψη τη συμφωνία εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφ' ενός, και της Γεωργίας, αφ' ετέρου, η οποία ετέθη σε ισχύ την 1η Ιουλίου 1999,
– έχοντας υπόψη τη δήλωση της Προεδρίας της 20ης Ιουλίου 2006 για τις πρόσφατες εξελίξεις στη Γεωργία - Αμπχαζία και στη Νότια Οσσετία·
– έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων της 16ης-17ης Οκτωβρίου 2006,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 4, του Κανονισμού του,
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση στη Νότια Οσσετία επιδεινώνεται συνεχώς, καθώς τους τελευταίους μήνες σημειώνονται επεισόδια, ανταλλαγές πυροβολισμών και συγκρούσεις μεταξύ των γεωργιανών και οσετιανών στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων προκαλώντας θανάτους και τραυματισμούς,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Γεωργίας αμφισβήτησαν έντονα τον σημερινό τρόπο διεξαγωγής των διαπραγματεύσεων, την σύνθεση των ειρηνευτικών δυνάμεων και τους μηχανισμούς των επιχειρήσεων διατήρησης της ειρήνης που απορρέουν από τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός του 1992,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δύο πλευρές παρουσίασαν δύο χωριστά σχέδια ειρήνης που περιλαμβάνουν πολλά κοινά στοιχεία τα οποία θα μπορούσαν και θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν ως βάση για αποδοτικές διαπραγματεύσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Μικτή Επιτροπή Ελέγχου δεν μπόρεσε πρόσφατα να επιτύχει σημαντικά αποτελέσματα,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ρωσική Ομοσπονδία χορηγεί διαβατήρια σε κατοίκους της Νοτίου Οσσετίας και της Αμπχαζίας και περιπλέκει έτσι περαιτέρω το ζήτημα της ειρηνικής επίλυσης της διένεξης στις περιοχές συγκρούσεων της Γεωργίας,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατόπιν απόφασης της ηγεσίας της Νοτίου Οσσετίας, θα πραγματοποιηθεί ταυτόχρονα με τις προεδρικές εκλογές δημοψήφισμα για την αυτοδιάθεση στις 12 Νοεμβρίου 2006,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Γεωργία έχει εισέλθει στο στάδιο του "εντατικού διαλόγου" με το ΝΑΤΟ με την προοπτική να καταστεί πλήρες μέλος του οργανισμού,
Ζ. ανησυχώντας βαθύτατα για την διπλωματική κρίση που έχει ξεσπάσει στις σχέσεις Γεωργίας και Ρωσίας με αφορμή την πρόσφατη σύλληψη τεσσάρων αξιωματικών των ρωσικών στρατιωτικών υπηρεσιών πληροφοριών (GRU) από τις γεωργιανές υπηρεσίες αντικατασκοπείας με την κατηγορία της κατασκοπείας, καθώς και την επακόλουθη ανάκληση του ρώσου πρεσβευτή στη Μόσχα για διαβουλεύσεις,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 2 Οκτωβρίου 2006, οι ρωσικές αρχές ανέστειλαν κάθε μορφή χερσαίας, θαλάσσιας και εναέριας συγκοινωνίας μεταξύ Ρωσίας και Γεωργίας, συμπεριλαμβανομένης της ταχυδρομικής επικοινωνίας, μολονότι οι τέσσερεις αξιωματικοί είχαν ήδη απελευθερωθεί και παραδοθεί στον ΟΑΣΕ και έχουν πλέον επιστρέψει στην Ρωσία,
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ρωσικές αρχές έχουν λάβει σειρά μέτρων που συνιστούν σοβαρές διακρίσεις εις βάρος των γεωργιανών που ζουν στην Ρωσία με αποκλειστικό κριτήριο την εθνότητά τους, μέτρα στα οποία περιλαμβάνεται η απέλαση σχεδόν 700 γεωργιανών που μεταφέρθηκαν από τη Μόσχα στη Τιφλίδα και η καταγγελλόμενη παρενόχληση γεωργιανών εκκλησιαζομένων, επιχειρηματιών αλλά και παιδιών, με το πρόσχημα της καταστολής του οργανωμένου εγκλήματος και της λαθρομετανάστευσης,
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ρωσική Ομοσπονδία απαγόρευσε στην αρχή του 2006 την εισαγωγή γεωργικών προϊόντων (οίνου και οπωροκηπευτικών) από την Μολδαβία και τη Γεωργία, απόφαση η οποία βλάπτει σημαντικά την οικονομική ανάπτυξη και των δύο χωρών,
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μονομερείς κινήσεις ανεξαρτησίας στη Νότια Οσσετία και στην Αμπχαζία δεν υποστηρίζονται από κανένα διεθνή οργανισμό και ότι συνεχίζουν να καταβάλλονται προσπάθειες, υπό την αιγίδα του ΟΑΣΕ και του ΟΗΕ, για την αποκατάσταση της κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της Γεωργίας,
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αυξήσει τη στήριξή της για τις συνεχιζόμενες προσπάθειες επίλυσης των συγκρούσεων στη Γεωργία και στην περιοχή του Νοτίου Καυκάσου, σε συνεργασία με τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) και με άλλους φορείς,
1. επαναλαμβάνει την έκκλησή του για ειρηνική επίλυση της διένεξης και τη δέσμευσή του να στηρίξει την ειρηνευτική διαδικασία· καλεί όλες τις πλευρές να ενεργήσουν με υπευθυνότητα αποφεύγοντας τη λήψη μονομερών μέτρων και εμπρηστικές και επιθετικές δηλώσεις που οξύνουν την κατάσταση και μπορεί να οδηγήσουν σε πράξεις βίας·
2. επαναλαμβάνει την πλήρη υποστήριξή του στην κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Γεωργίας και ζητεί από τις ρωσικές αρχές να σεβαστούν πλήρως την κυριαρχία της Γεωργίας μέσα στα διεθνώς αναγνωρισμένα σύνορά της·
3. καταδικάζει έντονα τις απόπειρες κινημάτων στις περιοχές της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσσετίας να θεσπίσουν μονομερώς την ανεξαρτησία τους από τη Γεωργία·
4. καλεί την κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας να μην υποστηρίξει κανένα από τα κινήματα αυτά και να υποστηρίξει όσο το δυνατόν περισσότερο τις πολυμερείς προσπάθειες που καταβάλλονται για την επίλυση των διενέξεων στις γειτονικές της περιοχές·
5. καταδικάζει το γεγονός ότι η Νότιος Οσσετία θα διεξαγάγει δημοψήφισμα περί ανεξαρτησίας στις 12 Νοεμβρίου 2006 και υπενθυμίζει στις εμπλεκόμενες πλευρές ότι παρόμοιο δημοψήφισμα περί ανεξαρτησίας που διεξήχθη το 1992 δεν αναγνωρίστηκε από την διεθνή κοινότητα·
6. επισημαίνει ότι η λιμνάζουσα ειρηνευτική διαδικασία χρειάζεται να προωθηθεί εκ νέου και ζητεί να αναληφθεί εντονότερη και συνδυασμένη δράση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον ΟΑΣΕ, προκειμένου όλες οι πλευρές να επανέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με βάση την πρόοδο που είχε επιτευχθεί στα αρχικά στάδια των δύο προταθέντων σχεδίων ειρήνης·
7. καλεί, στο πλαίσιο αυτό, και τις δύο πλευρές να υπογράψουν το κοινό έγγραφο με το οποίο δεσμεύονται ότι δεν θα χρησιμοποιήσουν βία και ότι θα εφαρμόσουν εγγυήσεις ασφάλειας καθώς και ότι θα διεξαγάγουν εποικοδομητικές διαπραγματεύσεις, προκειμένου να βρεθεί λύση στο σημερινό αδιέξοδο· εκφράζει τη λύπη του διότι η συνεδρίαση της Μικτής Επιτροπής Ελέγχου στο Βλαντικαβκάζ στις 12-13 Οκτωβρίου 2006 δεν απέδωσε αποτελέσματα·
8. υποστηρίζει ότι η πλήρης αποστρατιωτικοποίηση και η μείωση των όπλων στην περιοχή της σύγκρουσης, με εξαίρεση την κοινή ειρηνευτική δύναμη του ΟΑΣΕ, αποτελούν θεμελιώδεις προϋποθέσεις για την πρόληψη των συγκρούσεων και ένα πρώτο ουσιαστικό βήμα προς νέα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης· καλεί επομένως τη Ρωσία να μην οργανώνει στρατιωτικές ασκήσεις και να μην επιδεικνύει κανενός είδους στρατιωτική δύναμη στον χώρο κοντά στα χωρικά ύδατα της Γεωργίας·
9. τονίζει ότι οι ουδέτερες, αποτελεσματικές και αμερόληπτες επιχειρήσεις διατήρησης της ειρήνης έχουν ουσιαστική σημασία για την διευθέτηση εδαφικών διαφορών στη Γεωργία· αναμένει στο πλαίσιο αυτό με ενδιαφέρον νέες προτάσεις σχετικά με την υφιστάμενη τριμερή κοινή ειρηνευτική δύναμη η οποία αναπτύσσεται στην περιοχή των συγκρούσεων κατά μήκος της γραμμής κατάπαυσης του πυρός μεταξύ Γεωργίας και Νότιας Οσσετίας· επισημαίνει ότι μια νέα δύναμη θα πρέπει να περιλαμβάνει ένα ισχυρό αστυνομικό στοιχείο για την καταπολέμηση του εγκλήματος και της παρανομίας· υπογραμμίζει δε ότι η ΕΕ πρέπει να είναι προετοιμασμένη να συμμετάσχει, αν χρειασθεί, με στρατεύματα σε νέα ειρηνευτική δύναμη·
10. θεωρεί άδικο και μεροληπτικό το γεγονός ότι πολίτες της Νότιας Οσσετίας, με ρωσικό διαβατήριο, μπορούν να ταξιδεύουν στην ΕΕ ευκολότερα απ' ότι οι Γεωργιανοί, πράγμα που συντελεί στην αύξηση των εντάσεων σχετικά με την περιοχή της Νότιας Οσσετίας και λειτουργεί ως αντικίνητρο για τη διευθέτηση της διαφοράς·
11. καλεί τις ρωσικές κρατικές αρχές να σταματήσουν αμέσως όλες τις πράξεις καταστολής και παρενόχλησης που διαπράττουν καθώς και όλες τις κατηγορίες που απευθύνουν εκπρόσωποι επισήμων κρατικών οργάνων κατά των Γεωργιανών που ζουν στη Ρωσία·
12. καλεί τις ρωσικές αρχές να άρουν όλα τα μέτρα που έλαβαν πρόσφατα κατά της Γεωργίας και κατά των Γεωργιανών που διαμένουν στην επικράτειά της· καλεί περαιτέρω τις ρωσικές αρχές να άρουν την απαγόρευση εισαγωγής προϊόντων από τη Μολδαβία και τη Γεωργία·
13. καλεί τη Ρωσία να αποδεχθεί την πραγματικότητα που προέκυψε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και να εγκαταλείψει τις πεπαλαιωμένες απόψεις περί ζωνών επιρροής·
14. καλεί το Συμβούλιο να συνεχίσει να καταβάλλει κάθε προσπάθεια για την αποκλιμάκωση της έντασης και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μεταξύ Γεωργίας και Ρωσικής Ομοσπονδίας και να εμποδίσει την περαιτέρω κλιμάκωση της σημερινής διπλωματικής κρίσης· ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να εξεύρουν τρόπους για να βοηθήσουν την Γεωργία να ξεπεράσει και να αντισταθμίσει τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες των μέτρων που έλαβε η Μόσχα·
15. καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να περιλάβουν το ζήτημα των υποβοσκουσών συγκρούσεων και της επίλυσής τους στην ημερήσια διάταξη των επόμενων διασκέψεων κορυφής ΕΕ-Ρωσίας·
16. επιδοκιμάζει την ολοκλήρωση και την υπογραφή του σχεδίου δράσης για την Γεωργία στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας· αναμένει ότι η εφαρμογή του θα δώσει νέα ώθηση στην πολιτική και μεταρρυθμιστική διαδικασία στην εν λόγω χώρα, χαιρετίζει τις δηλώσεις του Ύπατου Εκπροσώπου της ΚΕΠΠΑ, Ξαβιέ Σολάνα, ο οποίος δήλωσε πρόσφατα ότι η ΕΕ προτίθεται να εμπλακεί δυναμικότερα στην προσπάθεια επίλυσης των συγκρούσεων στη Γεωργία και ζητεί από το Συμβούλιο να διαθέσει στον Ειδικό Εντεταλμένο της ΕΕ στο Νότιο Καύκασο όλα τα αναγκαία μέσα για να καταστήσει τη δράση του περισσότερο αποτελεσματική και ορατή·
17. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, στον Πρόεδρο και το Κοινοβούλιο της Γεωργίας, στον Πρόεδρο και το Κοινοβούλιο της Ρωσικής Ομοσπονδίας και στις de-facto αρχές της Νότιας Οσσετίας καθώς και στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και τον ΟΑΣΕ.
– έχοντας υπόψη τη σύμβαση για τον έλεγχο της διασυνοριακής διακίνησης επικίνδυνων αποβλήτων και της διάθεσής τους (σύμβαση της Βασιλείας), η οποία υιοθετήθηκε στις 22 Μαρτίου 1989 και εγκρίθηκε από την Κοινότητα με την απόφαση 93/98/ΕΟΚ(1) και την απαγόρευση επί των εξαγωγών επικίνδυνων αποβλήτων από χώρες του ΟΟΣΑ προς χώρες μη μέλη του ΟΟΣΑ,
– έχοντας υπόψη την κοινοτική νομοθεσία σχετικά με τη μεταφορά αποβλήτων, ιδίως δε τον κανονισμό του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 259/93 της 1ης Φεβρουαρίου 1993 σχετικά με την παρακολούθηση και τον έλεγχο των μεταφορών αποβλήτων στο εσωτερικό της Κοινότητας καθώς και κατά την είσοδο και έξοδό τους(2), καθώς και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για τις μεταφορές αποβλήτων(3), ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 259/93, από την 12η Ιουλίου 2007,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 4, του Κανονισμού του,
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου 500 τόνοι χημικών αποβλήτων απορρίφθηκαν σε διάφορες περιοχές κοντά στο Αμπιτζάν (Ακτή Ελεφαντοστού), όπου ζουν 5 εκατομμύρια άτομα,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι μέχρι στιγμής έχουν πεθάνει 8 άτομα και περίπου 85 000 μεταφέρθηκαν σε νοσοκομείο για θεραπεία για ρινορραγίες, διάρροια, ναυτία, οφθαλμική φλεγμονή και αναπνευστικές δυσκολίες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συνέπειες αυτής της απόρριψης τοξικών αποβλήτων ενδέχεται να είναι εκτεταμένες και να περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων μόλυνση του εδάφους και ρύπανση των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η δηλητηρίαση έπληξε ιδιαίτερα σοβαρά μεγάλο αριθμό παιδιών: σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της UNICEF, 9 000 έως 23 000 παιδιά θα χρειασθούν ιατρική βοήθεια, περίθαλψη και άλλα μέτρα ώστε να καθαριστεί το περιβάλλον στο οποίο ζουν,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η απόρριψη των αποβλήτων έγινε από δεξαμενόπλοιο ελληνικής ιδιοκτησίας με σημαία Παναμά, που είχε ναυλωθεί από την εταιρεία Trafigura Beheer B.V με έδρα τις Κάτω Χώρες· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο επιμερισμός των ευθυνών τέτοιου είδους θέτει ένα συστηματικό και απαράδεκτο πρόβλημα όσον αφορά την επιβολή της κοινοτικής νομοθεσίας,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περιβαλλοντικές ρυθμίσεις στις χώρες του Βορρά έχουν καταστήσει τη διάθεση επικίνδυνων αποβλήτων δαπανηρή,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι λιμενικές αρχές του Άμστερνταμ ανακάλυψαν ότι επρόκειτο για επικίνδυνα απόβλητα κατά την εκφόρτωση του πλοίου και ζήτησαν υψηλότερη αμοιβή για να ολοκληρώσουν την εκφόρτωση, οπότε το δεξαμενόπλοιο προτίμησε αντ' αυτού να τα επαναφορτώσει με αντλίες στο πλοίο· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχές των Κάτω Χωρών επέτρεψαν στο πλοίο να αποπλεύσει από την επικράτειά τους μολονότι γνώριζαν την επικίνδυνη φύση των αποβλήτων και την απροθυμία του κυβερνήτη να πληρώσει για την περιβαλλοντικά ασφαλή διάθεση των αποβλήτων στις Κάτω Χώρες,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εταιρεία είχε μεν τη δυνατότητα να διαθέσει τα απόβλητα με νόμιμο και ασφαλή τρόπο στην Ευρώπη, αλλά επέλεξε φθηνότερη εναλλακτική λύση στην Ακτή του Ελεφαντοστού,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Αφρική αποτελεί έδαφος απόρριψης πάσης φύσεως επικίνδυνων αποβλήτων· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Greenpeace έχει εντοπίσει 80 μέρη όπου έχουν απορριφθεί επικίνδυνα απόβλητα από τα ανεπτυγμένα κράτη, συμπεριλαμβανομένων παλαιών υπολογιστών στη Νιγηρία, ραδιενεργών δοχείων στη Σομαλία, χλωρίου στο Καμερούν κλπ.,
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περισσότερες αφρικανικές χώρες δεν διαθέτουν αυστηρούς κανονισμούς για την προστασία του περιβάλλοντος και της διαβίωσης του πληθυσμού από τα επικίνδυνα απόβλητα,
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι όλες οι εξαγωγές αποβλήτων προς διάθεση από την ΕΕ απαγορεύονται από το Μάιο του 1994 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 259/93· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξαγωγή επικίνδυνων αποβλήτων από την ΕΕ προς χώρες που δεν ανήκουν στον ΟΟΣΑ για ανάκτηση απαγορεύεται από τον Ιανουάριο του 1997, σύμφωνα με τον ίδιο κανονισμό,
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η απόρριψη επικίνδυνων αποβλήτων στην Ακτή του Ελεφαντοστού αποτελεί μόνο την κορυφή του παγόβουνου των συνεχιζόμενων μεταφορών επικίνδυνων αποβλήτων από την ΕΕ προς τις χώρες που δεν ανήκουν στον ΟΟΣΑ· λαμβάνοντας υπόψη ότι πολύ μεγάλες ποσότητες αποβλήτων ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού απορρίπτονται σε χώρες που δεν ανήκουν στον ΟΟΣΑ με το πρόσχημα της επαναχρησιμοποίησης· λαμβάνοντας υπόψη ότι σημαντικός αριθμός παλαιών πλοίων της ΕΕ στα οποία υπάρχει πληθώρα τοξικών ουσιών και υλικών υποβάλλονται σε διάλυση στην Ασία υπό συνθήκες εξαιρετικά επιβλαβείς για τους εργαζόμενους και το περιβάλλον,
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 9 Απριλίου 2002 υιοθέτησε σε πρώτη ανάγνωση θέση σχετικά με την πρόταση οδηγίας για την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου(4)· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο ποτέ δεν ενέκρινε πολιτική συμφωνία για την ως άνω πρόταση και τάχθηκε αντ' αυτού υπέρ της εγκρίσεως αποφάσεως πλαισίου του τρίτου πυλώνα επί του ιδίου θέματος (Απόφαση-πλαίσιο 2003/80/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003(5))· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ακύρωσε την απόφαση-πλαίσιο με την απόφασή του της 13ης Σεπτεμβρίου 2005 στην υπόθεση C-176/03,
1. ζητεί από την Επιτροπή, τις Κάτω Χώρες και την Ακτή του Ελεφαντοστού να διερευνήσουν πλήρως την υπόθεση, να αποδώσουν ευθύνη σε όλα τα επίπεδα, να προσαγάγουν ενώπιον της δικαιοσύνης τους υπαίτιους του περιβαλλοντικού αυτού εγκλήματος και να διασφαλίσουν την πλήρη εξουδετέρωση της περιβαλλοντικής μόλυνσης, καθώς και την αποζημίωση των θυμάτων·
2. ζητεί από τα όργανα της ΕΕ και τα κράτη μέλη να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να παράσχουν κάθε δυνατή βοήθεια στον πληγέντα πληθυσμό και ειδικότερα στα παιδιά, με τη χρήση κάθε μέσου υποστήριξης, συνεργασίας και πολιτικής προστασίας·
3. εκτιμά ότι στην περίπτωση της εξαγωγής τοξικών αποβλήτων στο Αμπιτζάν υπήρξε καταφανής παραβίαση τόσο της κοινοτικής νομοθεσίας όσο και των διεθνών συμβάσεων, και καλεί επομένως την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την πλήρη επιβολή της κοινοτικής νομοθεσίας για τη μεταφορά φορτίων αποβλήτων·
4. ζητεί από την Επιτροπή και τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να κοινοποιήσουν όλες τις διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες που έχουν συνάψει με χώρες που δεν ανήκουν στον ΟΟΣΑ για τη μεταφορά φορτίων αποβλήτων·
5. καλεί την Επιτροπή να υποβάλει νομοθετικές προτάσεις για να καλυφθούν τα κενά που υπάρχουν στο ισχύον καθεστώς περί επικίνδυνων αποβλήτων ώστε να τεθεί τέρμα στις μεταφορές αποβλήτων ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού και απαρχαιωμένων πλοίων και σκαφών σε χώρες που δεν είναι μέλη του ΟΟΣΑ·
6. καλεί την Επιτροπή να συγκεντρώσει πληροφορίες για την παράνομη διακίνηση και απόρριψη τέτοιων επικίνδυνων αποβλήτων και προϊόντων σε αφρικανικές και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, να υποβάλει προτάσεις για μέτρα ελέγχου, μείωσης και εξάλειψης της παράνομης αυτής διακίνησης, μεταφοράς και απόρριψης παρόμοιων προϊόντων σε αφρικανικές και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες και να συντάσσει ετησίως κατάλογο των χωρών και των διεθνικών εταιρειών που εμπλέκονται στην παράνομη απόρριψη τοξικών αποβλήτων και προϊόντων σε αφρικανικές και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες·
7. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, την κυβέρνηση της Ακτής του Ελεφαντοστού και τη Γραμματεία της Σύμβασης της Βασιλείας.
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη συνέχεια που δόθηκε στη γνωμοδότηση του Κοινοβουλίου για την προστασία του περιβάλλοντος: καταπολέμηση του εγκλήματος, ποινικά αδικήματα και κυρώσεις
‐ έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου(1),
– έχοντας υπόψη τη θέση του της 9ης Απριλίου 2002 σχετικά με την έγκριση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου(2),
– έχοντας υπόψη τη θέση του της 9ης Απριλίου 2002 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τον καθορισμό προγράμματος πλαισίου βάσει του άρθρου VI της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις(3),
– έχοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2005 στην υπόθεση C-176/03, Επιτροπή κατά Συμβουλίου(4),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για τις συνέπειες της απόφασης του Δικαστηρίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2005 (C-176/03 Επιτροπή κατά Συμβουλίου) (COM(2005)0583),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Ιουνίου 2006 σχετικά με τις συνέπειες της απόφασης του Δικαστηρίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2005 (C-176/03, Επιτροπή κατά Συμβουλίου)(5),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 108, παράγραφος 5, του Κανονισμού του,
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο, στην απόφασή του της 13ης Σεπτεμβρίου 2005, απεφάνθη ότι ο κοινοτικός νομοθέτης μπορεί να λαμβάνει μέτρα που άπτονται του ποινικού δικαίου των κρατών μελών, τα οποία κρίνει αναγκαία για να διασφαλιστεί η πλήρης εφαρμογή των κανονισμών που εκδίδει στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος,
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο θεωρεί ότι οι διατάξεις των άρθρων 135 και 280, παράγραφος 4 της Συνθήκης EΚ (ΣΕΚ) δεν εμποδίζουν την εναρμόνιση του ποινικού δικαίου για λόγους εφαρμογής της πολιτικής περιβάλλοντος,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο θεωρεί ότι "ολόκληρη η απόφαση- πλαίσιο, εφόσον είναι αδιαίρετη, παραβιάζει το άρθρο 47 της Συνθήκης EΕ δεδομένου ότι προσβάλλει τις εξουσίες που παρέχει στην Κοινότητα το άρθρο 175 ΣEΚ",
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή, στην προαναφερθείσα ανακοίνωσή της σχετικά με τις συνέπειες της απόφασης του Δικαστηρίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2005, ανέφερε ότι οι διατάξεις του ποινικού δικαίου που απαιτούνται για την ουσιαστική εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου εμπίπτουν στη ΣΕΚ,
E. E λαμβάνοντας υπόψη ότι η θέση που έλαβε το Δικαστήριο, όπως επανερμηνεύθηκε από την Επιτροπή, πρέπει να θεωρηθεί ευπρόσδεκτη δεδομένου ότι συμπίπτει με τη θέση που είχε ήδη λάβει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του της 3ης Σεπτεμβρίου 2003 σχετικά με τις νομικές βάσεις και την τήρηση του κοινοτικού δικαίου(6),
1. χαιρετίζει την απόφαση του Δικαστηρίου, που ακυρώνει την απόφαση-πλαίσιο σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος η οποία είχε λανθασμένα εγκριθεί στο πλαίσιο του τρίτου πυλώνα αντί του πρώτου·
2. σημειώνει ότι η απόφαση του Δικαστηρίου οδηγεί σε ένα νομικό κενό όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου·
3. θεωρεί ότι η έγκριση της απόφασης-πλαισίου εκ μέρους του Συμβουλίου δείχνει ότι τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν πως οι διατάξεις ποινικού δικαίου είναι απαραίτητες για να ενισχύουν την εφαρμογή των νόμων περί προστασίας του περιβάλλοντος·
4. θεωρεί ότι η έγκριση της απόφασης πλαισίου εκ μέρους του Συμβουλίου δείχνει ότι τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν την ανάγκη κάποιας εναρμόνισης στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου·
5. σημειώνει ότι το Δικαστήριο δήλωσε ρητώς ότι τα άρθρα 1 έως 7 της απόφασης-πλαισίου θα μπορούσαν να έχουν εγκριθεί ορθώς βάσει του άρθρου 175 ΣEΚ·
6. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή, στην προαναφερθείσα ανακοίνωσή της σχετικά με τις συνέπειες της απόφασης του Δικαστηρίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2005, δεν καθίσταται σαφέστερη ως προς τις ενέργειες στις οποίες προτίθεται να προβεί σε σχέση με την υφιστάμενη πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου·
7. ζητεί από το Συμβούλιο να εξετάσει την αρχική πρόταση της Επιτροπής με σκοπό να την τροποποιήσει ή να παράσχει κατευθυντήριες γραμμές για νέα πρόταση σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου βάσει του άρθρου 175 της Συνθήκης·
8. εφόσον το Συμβούλιο δεν είναι αποφασισμένο να προχωρήσει στην έγκριση κοινής θέσης επί της αρχικής πρότασης της Επιτροπής, ζητεί από την Επιτροπή να συντάξει νέα πρόταση σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου βάσει του άρθρου 175 ΣΕΚ, λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου και ενσωματώνοντας το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση επί της αρχικής πρότασης οδηγίας·
9. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, και στις κυβερνήσεις και Κοινοβούλια των κρατών μελών.
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που περιέχει τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς το Συμβούλιο σχετικά με τη σύναψη ευρωμεσογειακής συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Αραβικής Δημοκρατίας της Συρίας, αφετέρου (2006/2150(INI))
– έχοντας υπόψη την πρόταση ψηφίσματος που υπέβαλε η Véronique De Keyser εξ ονόματος της Ομάδας ΕΣΚ σχετικά με τις διαπραγματεύσεις με στόχο τη σύναψη ευρω-μεσογειακής συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών, αφενός, και της Αραβικής Δημοκρατίας της Συρίας, αφετέρου (B6-0373/2006),
– έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη ευρωμεσογειακής συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Αραβικής Δημοκρατίας της Συρίας, αφετέρου (COM(2004)0808),
– έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για τη Συρία, και συγκεκριμένα τα ψηφίσματα της 8ης Σεπτεμβρίου 2005 σχετικά με την κατάσταση των πολιτικών κρατουμένων στη Συρία(1) και της 15ης Ιουνίου 2006 για τη Συρία(2),
– έχοντας υπόψη την έβδομη διακοινοβουλευτική συνάντηση Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου/Συρίας που πραγματοποιήθηκε από τις 11 έως τις 18 Ιουνίου 2005 στη Συρία,
– έχοντας υπόψη τη δήλωση της Βαρκελώνης της 28ης Νοεμβρίου 1995 και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2005 σχετικά με την επανεξέταση της διαδικασίας της Βαρκελώνης(3),
– έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα του ΟΗΕ για τις σχέσεις μεταξύ της Συρίας και του Λιβάνου, και ιδίως τα ψηφίσματα 1559(2004) της 2ας Σεπτεμβρίου 2004 και 1701(2006) της 11ης Αυγούστου 2006 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και την τελευταία έκθεση, της 25ης Σεπτεμβρίου 2006, του κ. Serge Brammertz, μέλους της ανεξάρτητης διεθνούς εξεταστικής επιτροπής του ΟΗΕ η οποία διερευνά, σύμφωνα με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, τη δολοφονία του πρώην πρωθυπουργού του Λιβάνου Rafik Hariri,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 83, παράγραφος 5, και το άρθρο 45 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A6-0334/2006),
Α. λαμβάνοντας υπόψη τη γεωστρατηγική σημασία της Συρίας στην περιοχή της Εγγύς και Μέσης Ανατολής, ιδίως δε τον ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει ως σύνδεσμος μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών στο πλαίσιο της ειρηνευτικής διαδικασίας και παράγοντας επίλυσης της περιφερειακής σύγκρουσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αυτός ο ρόλος θα μπορούσε να ενισχυθεί με την αναβάθμιση του διαλόγου με την εν λόγω χώρα,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι, αν και επί του παρόντος δεν πληρούνται τα απαραίτητα στοιχεία για τη σύναψη συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Συρίας, το Κοινοβούλιο διατηρεί την πεποίθηση ότι η Συρία έχει τις δυνατότητες να ανταποκριθεί στους απαραίτητους όρους,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πόλεμος στο Ιράκ, οι στρατηγικές σχέσεις της Συρίας με το Ιράν και η εμπλοκή της στις υποθέσεις του Λιβάνου, επηρέασαν στο σύνολό τους τις σχέσεις της Συρίας με τους γείτονές της και την ευρύτερη διεθνή κοινότητα,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στόχος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Συρίας είναι η ενθάρρυνση και η υποστήριξη της μετάβασης σε ένα δημοκρατικό πολιτικό καθεστώς που θα σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες, σε μια ανοικτή και βασισμένη στην αγορά οικονομία, πάντοτε στο πλαίσιο ενός αποτελεσματικού διαλόγου και μιας ουσιαστικής εταιρικής σχέσης,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συρία έχει ήδη εγκρίνει αρκετά οικονομικά μέτρα που υποστηρίζονται από την επικείμενη συμφωνία σύνδεσης,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η προστασία των θεμελιωδών ελευθεριών αποτελεί τη βάση της ανάπτυξης μιας ισχυρής και ανεξάρτητης κοινωνίας των πολιτών και ότι παρόλο που η στάση της κυβέρνησης κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών ήταν αμφίσημη, γέννησε ωστόσο κάποιες ελπίδες για μεγαλύτερο άνοιγμα του συριακού πολιτικού συστήματος,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι παρά την ενεργή και εποικοδομητική συμμετοχή της στη διαδικασία της Βαρκελώνης, η Συρία είναι η μόνη χώρα με την οποία η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δεν έχει ακόμη υπογράψει συμφωνία σύνδεσης παρεμποδίζοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την πλήρη ανάπτυξη της ευρωμεσογειακής εταιρικής σχέσης,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι το διάταγμα για την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης του Μαρτίου του 1963, καθώς και όλες οι συναφείς νομοθετικές πράξεις εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι σήμερα, παρόλο που στις συστάσεις οι οποίες εγκρίθηκαν με αφορμή το δέκατο περιφερειακό συνέδριο του κόμματος Μπάαθ (το οποίο πραγματοποιήθηκε από τις 6 έως τις 9 Ιουνίου 2005), προβλεπόταν η αναθεώρησή τους,
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα συμπεράσματα της προαναφερθείσας ανεξάρτητης διεθνούς εξεταστικής επιτροπής του ΟΗΕ αποτελούν θεμελιώδες στοιχείο για την υπογραφή μιας μελλοντικής συμφωνίας σύνδεσης,
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα έχει επιδεινωθεί μετά το ψήφισμα του Κοινοβουλίου για τη Συρία της 15ης Ιουνίου 2006, το οποίο αναφέρθηκε ανωτέρω, και ότι δεν έχουν απελευθερωθεί όλοι οι ακτιβιστές που συνελήφθησαν τον Μάιο του 2006 επειδή υπέγραψαν αναφορά που ζητούσε τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Συρίας και Λιβάνου,
1. έχει την πεποίθηση ότι η σύναψη της συμφωνίας σύνδεσης θα μπορούσε να δώσει αποφασιστική ώθηση στις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για τη βελτίωση της κατάστασης της χώρας·
2. επιβεβαιώνει ωστόσο ότι ο σεβασμός των δημοκρατικών αξιών, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις, καθώς και ότι, προς το σκοπό αυτό, θα ήταν σκόπιμο να συμπεριληφθεί ένας μηχανισμός αποτελεσματικού ελέγχου στη ρήτρα της συμφωνίας περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων· ζητεί ιδίως να γίνονται περισσότερο σεβαστές οι εθνοτικές μειονότητες και επιβεβαιώνει την ανάγκη περιφρούρησης της θρησκευτικής ελευθερίας·
3. πιστεύει ότι η στήριξη της Συρίας στο πλαίσιο της ευρωμεσογειακής εταιρικής σχέσης θα ενισχύσει της σχέσεις της Συρίας με τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους εταίρους της Νότιας Μεσογείου, και θα διευκολύνει την ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή·
4. ζητά να ενημερωθεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με τα επόμενα στάδια της διαδικασίας για την υπογραφή της ευρωμεσογειακής συμφωνίας σύνδεσης που μονογράφτηκε ήδη στις 19 Οκτωβρίου 2004·
5. καλεί το Συμβούλιο να ενισχύσει περαιτέρω τις πρωτοβουλίες του ενόψει της εμβάθυνσης της συνεργασίας μεταξύ της ΕΕ και της Συρίας και, εν τέλει, της υπογραφής της εν λόγω συμφωνίας, λαμβάνοντας υπόψη τις ακόλουθες συστάσεις:
—
· να ενθαρρύνει και να στηρίξει τις δράσεις της κυβέρνησης της Συρίας προς την κατεύθυνση της εγκαθίδρυσης ενός δημοκρατικού συστήματος·
—
· να ζητήσει από τη Συρία να σεβαστεί την κυριαρχία του Λιβάνου και να απόσχει από οιανδήποτε παρέμβαση στις εσωτερικές του υποθέσεις όσον αφορά, ειδικότερα, τη διακοπή της προμήθειας όπλων και την αποφυγή επανεξοπλισμού των στρατιωτικών ομάδων της Χεζμπολάχ σε πλήρη συνεργασία με την Προσωρινή Δύναμη των Ηνωμένων Εθνών στο Λίβανο (UNIFIL) και να καταβάλει νέες προσπάθειες προκειμένου να κινηθεί εκ νέου μια αξιόπιστη ειρηνευτική διαδικασία στην περιοχή η οποία θα οδηγήσει σε συνολική διευθέτηση και στην επιστροφή των υψιπέδων του Γκολάν στη Δαμασκό·
—
· να λάβει υπόψη του τα πολιτικά μηνύματα που προέκυψαν από το δέκατο περιφερειακό συνέδριο του κόμματος Μπάαθ, εκ των οποίων το πλέον ξεκάθαρο είναι η αλλαγή που παρατηρείται στην κυβερνητική ομάδα με τη συμμετοχή νεότερων μελών, που πρόσκεινται στον πρόεδρο Al-Assad, όπως αποδεικνύει ο διορισμός του Abdullah Dardari στη θέση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης·
—
· να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στην εφαρμογή των ρητρών που περιέχονται στη συμφωνία σύνδεσης με στόχο τη βελτίωση της διαφάνειας των δημοσίων συμβάσεων· καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε και άλλες διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες να ακολουθήσουν αυτήν την προσέγγιση·
—
· να ζητήσει από την κυβέρνηση της Συρίας να υιοθετήσει μέτρα στους τομείς της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προκειμένου να συμμορφωθεί με το διεθνές δίκαιο για τα ανθρώπινα δικαιώματα όσον αφορά τον σεβασμό της ελευθερίας έκφρασης, την προστασία των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την πρόληψη και την καταπολέμηση των βασανιστηρίων και την κατάργηση της θανατικής ποινής· εφιστά ειδικότερα την προσοχή στην ανάγκη μεταρρύθμισης της συριακής νομοθεσίας για τις ενώσεις προκειμένου να αρθεί κάθε σημαντικός περιορισμός που στρέφεται κατά των δραστηριοτήτων των οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα·
—
· να εκφράσει πάντως στην κυβέρνηση της Συρίας τις έντονες ανησυχίες του για την απουσία προόδου σε θέματα όπως, για παράδειγμα, το άνοιγμα στον πολυκομματισμό και ο σεβασμός των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των πολιτικών ελευθεριών· να επισημάνει ότι ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της συμφωνίας σύνδεσης και να ζητήσει από τη Συρία να τηρήσει τις δεσμεύσεις της στο πλαίσιο της διαδικασίας της Βαρκελώνης και σύμφωνα με τις επιταγές της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας· να καλέσει τη Συρία, εν προκειμένω, να πράξει ό,τι κρίνεται αναγκαίο προκειμένου να αρθεί άμεσα η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης·
—
· να ζητήσει από την κυβέρνηση της Συρίας να επανεξετάσει τις υποθέσεις των πολιτικών κρατουμένων και να ελευθερώσει τους κρατούμενους συνείδησης και τους ειρηνικούς ακτιβιστές, να επιτρέψει τη λειτουργία ομάδων όπως, για παράδειγμα, τους υπογράφοντες τη Δήλωση της Δαμασκού, η οποία υπεγράφη στις 16 Οκτωβρίου 2005 από πέντε απαγορευμένα κόμματα και από ανεξάρτητες προσωπικότητες, καθώς και τους υπογράφοντες τη Δήλωση "Βηρυτός-Δαμασκός, Δαμασκός-Βηρυτός" της 12ης Μαΐου 2006· να ζητήσει από τη Συρία να διασφαλίσει ότι οι κρατούμενοι ή οι φυλακισμένοι τυγχάνουν καλής μεταχείρισης, δεν υπόκεινται σε βασανιστήρια και τους παρέχεται η δυνατότητα άμεσης, τακτικής και απεριόριστης επικοινωνίας με τους δικηγόρους, τους ιατρούς και τις οικογένειές τους· να ενθαρρύνει την συριακή κυβέρνηση ώστε να συνεργασθεί πλήρως με την κυβέρνηση του Λιβάνου, κατά τα προβλεπόμενα στη συμφωνία της 5ης Μαΐου 2005 μεταξύ των πρωθυπουργών της Συρίας και του Λιβάνου, για να επιτευχθούν συγκεκριμένα αποτελέσματα όσον αφορά τις περιπτώσεις εξαφάνισης πολιτών της Συρίας και του Λιβάνου, στο πλαίσιο της κοινής εξεταστικής επιτροπής που συστήθηκε για τον σκοπό αυτό·
—
· να καταγγείλει στην κυβέρνηση της Συρίας –όπως έχει ήδη πράξει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 15 Ιουνίου 2006– το κύμα συλλήψεων που ακολούθησε τη δημοσιοποίηση της δήλωσης "Βηρυτός-Δαμασκός, Δαμασκός-Βηρυτός", η οποία αποτελεί την πρώτη κοινή πρωτοβουλία Σύριων και Λιβανέζων διανοούμενων και υπέρμαχων των δικαιωμάτων του ανθρώπου και να ζητήσει την άμεση απελευθέρωσή τους·
—
· να εκφράσει τις ανησυχίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το θέμα του σεβασμού των δικαιωμάτων των θρησκευτικών και άλλων μειονοτήτων, ειδικότερα δε των δικαιωμάτων των Κούρδων· να ζητήσει από την κυβέρνηση της Συρίας να γνωστοποιήσει την πρόοδο που έχει σημειωθεί στα ζητήματα αυτά·
—
· να ανοίξει εκ νέου γνήσιο διάλογο με τη Συρία με σκοπό τη συμμετοχή της εν λόγω χώρας στις ειρηνευτικές προσπάθειες για μια συνολική διευθέτηση της σύγκρουσης στην Εγγύς Ανατολή·
—
· να παρακινήσει τη Συρία να διαδραματίσει εποικοδομητικό ρόλο στην εφαρμογή των ψηφισμάτων 1559(2004) και 1701(2006) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, και να την καλέσει συγκεκριμένα να εντείνει τους ελέγχους της στα λιβανοσυριακά σύνορα προκειμένου να αποτρέψει την προμήθεια όπλων σε μη κρατικούς φορείς·
—
· να επισημάνει ότι η συνεργασία εκ μέρους των συριακών αρχών με τη διεθνή ανεξάρτητη εξεταστική επιτροπή του ΟΗΕ βελτιώθηκε, να επιμείνει όμως στο γεγονός ότι απαιτείται περαιτέρω εντατικοποίησή της και ότι πρέπει να δοθεί ουσιαστική συνέχεια στην έρευνα και συμμόρφωση με τα πορίσματά της·
—
· να επιμείνει ώστε η Συρία να συμμορφωθεί πλήρως με τα ψηφίσματα 1559(2004), 1562(2004), 1680(2006) και 1701(2006) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και με τη δήλωση για τον Λίβανο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 16ης και 17ης Ιουνίου 2006, που καλούν τη Συρία και τον Λίβανο να προσδιορίσουν τα κοινά σύνορά τους προκειμένου να ενισχυθεί η περιφερειακή σταθερότητα· να καλέσει τη Συρία να συνεισφέρει θετικά στην αποσαφήνιση του τελικού καθεστώτος της περιοχής αγροκτημάτων της Shebaa, σύμφωνα με τις συστάσεις που διατύπωσε, στις 12 Σεπτεμβρίου 2006, ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών καθώς και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο·
—
· να επιδοκιμάσει, στο πλαίσιο αυτό, την απόσυρση των συριακών στρατευμάτων από το έδαφος του Λιβάνου· να ζητήσει, ωστόσο, με επιμονή από την κυβέρνηση της Συρίας να αναπτύξει επίσημες διπλωματικές σχέσεις με τον Λίβανο, κάτι που αρνείται να πράξει μέχρι σήμερα , και να σταματήσει να στηρίζει τη Χεζμπολάχ·
—
· να ζητήσει από την κυβέρνηση της Συρίας να αναφέρει λεπτομερώς τις συγκεκριμένες ενέργειες στις οποίες προέβη για την καταπολέμηση της διάδοσης των όπλων, της τρομοκρατίας και της Αλ Κάιντα, και για τον έλεγχο των συνόρων της προκειμένου να αποτραπεί το λαθρεμπόριο όπλων και η διέλευση τρομοκρατών σε γειτονικές χώρες·
—
· να εκφράσει τη λύπη του, στο πλαίσιο αυτό, για την υπογραφή στρατιωτικής συμφωνίας με το Ιράν στις 15 Ιουνίου 2006 για την ενίσχυση της αμοιβαίας συνεργασίας ενάντια στις αμερικανικές και ισραηλινές "απειλές'·
—
· να τονίσει στη Συρία τη σπουδαιότητα του ρόλου που θα μπορούσε να διαδραματίσει στην Εγγύς και Μέση Ανατολή, ιδίως σε σχέση με το Ιράν και την Παλαιστίνη, για την ειρηνική επίλυση των συγκρούσεων στην περιοχή· να επιληφθεί των ανησυχιών για τη στήριξη που παρέχει η Συρία στις παλαιστινιακές στρατιωτικές ομάδες της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ με έδρα τη Δαμασκό, εις βάρος των μετριοπαθών παλαιστινιακών δυνάμεων που επιδιώκουν συνύπαρξη και ειρήνη με το Ισραήλ·
—
· να καλέσει την κυβέρνηση της Συρίας να βελτιώσει τις περιβαλλοντικές συνθήκες και τις συνθήκες διαβίωσης των στρατοπέδων παλαιστινίων προσφύγων στη Συρία σύμφωνα με τα παγκόσμια πρότυπα ανθρωπίνων δικαιωμάτων·
—
· να καλέσει την κυβέρνηση της Συρίας να απελευθερώσει τον Yacoub Hanna Shamoun, έναν ασσύριο Χριστιανό που εξακολουθεί να κρατείται στη φυλακή επί περισσότερα από είκοσι χρόνια χωρίς να έχει ακολουθηθεί η δέουσα διαδικασία ή να έχει ορισθεί ημερομηνία απελευθέρωσης στο εγγύς μέλλον·
—
· να επιδείξει σύνεση κατά τον επαναπατρισμό στη Συρία μεταναστών και προσφύγων που ανήκουν σε θρησκευτικές μειονότητες για όσο διάστημα συνεχίζεται η καταστολή· σε κάθε περίπτωση, να βελτιώσει τον συντονισμό μεταξύ των διαφόρων προσεγγίσεων των κρατών μελών στο εν λόγω θέμα·
—
· να ζητήσει τη διεξαγωγή διαλόγου μεταξύ της Συρίας και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα διάφορα αυτά θέματα προκειμένου να σημειωθεί πρόοδος όσον αφορά τη συνεργασία μεταξύ της ΕΕ και της Συρίας με την προσδοκία της υπογραφής της συμφωνίας σύνδεσης·
6. ζητεί από το Συμβούλιο να εξετάσει την παροχή πρόσθετων κινήτρων και προνομίων για τη Συρία, πέραν των παρεχόμενων μέσω της συμφωνίας σύνδεσης, προκειμένου να ενθαρρύνει τη Συρία να επανεξετάσει την ισχύουσα εξωτερική πολιτική και περιφερειακή εναρμόνισή της με τρόπους που θα συμβάλουν στην προαγωγή της ειρήνης, της σταθερότητας και της ευημερίας στην περιοχή και, συγκεκριμένα, στην αναγνώριση του δικαιώματος ύπαρξης του κράτους του Ισραήλ, καθώς και στη στήριξη εκ μέρους της Συρίας της επίτευξης προόδου στην ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή·
7. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα που περιέχει τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στην κυβέρνηση και στην Majlis al-Sha'ab της Αραβικής Δημοκρατίας της Συρίας.
Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Διάσκεψη του Ναϊρόμπι σχετικά με την αλλαγή του κλίματος
296k
65k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ για τη Διάσκεψη του Ναϊρόμπι σχετικά με την αλλαγή του κλίματος (CΟΡ 12 και CΟΡ/ΜΟΡ 2)
– έχοντας υπόψη τη Σύμβαση Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος (UNFCCC), το Πρωτόκολλο του Κυότο στην UNFCCC και τις διαδικασίες εφαρμογής για την υλοποίησή της, οι οποίες εγκρίθηκαν στις Διασκέψεις των συμβαλλομένων μερών στη Βόννη (Ιούλιος 2001), στο Μαρακές (Οκτώβριος και Νοέμβριος 2001), στο Νέο Δελχί (Οκτώβριος και Νοέμβριος 2002), στο Μιλάνο (Δεκέμβριος 2003), στο Μπουένος Άιρες (Δεκέμβριος 2004) και στο Μόντρεαλ (Νοέμβριος και Δεκέμβριος 2005),
– έχοντας υπόψη την επικείμενη Δωδέκατη Διάσκεψη των Συμβαλλομένων Μερών (CΟΡ 12) στην UNFCCC και τη Δεύτερη Διάσκεψη των Συμβαλλομένων Μερών, η οποία χρησιμεύει ως συνεδρίαση των συμβαλλομένων μερών στο Πρωτόκολλο του Κυότο (CΟΡ/ΜΟΡ 2) που θα πραγματοποιηθούν στο Ναϊρόμπι της Κένυας μεταξύ 6 και 17 Νοεμβρίου 2006,
– έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με την αλλαγή του κλίματος και ιδίως εκείνα της 16ης Νοεμβρίου 2005 σχετικά με τη μάχη κατά της αλλαγής του κλίματος στον πλανήτη και πώς μπορεί να κερδηθεί(1), της 18ης Ιανουαρίου 2006 σχετικά με την έκβαση της Διάσκεψης του Μόντρεαλ (CΟΡ 11 - CΟΡ/ΜΟΡ 1)(2) και της 4ης Ιουλίου 2006 σχετικά με τον περιορισμό του αντικτύπου των αερομεταφορών στην αλλαγή του κλίματος(3),
– έχοντας υπόψη την προφορική ερώτηση Β6-0440/2006 της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, σύμφωνα με το άρθρο 108 του Κανονισμού του και έχοντας υπόψη τις δηλώσεις του Συμβουλίου και της Επιτροπής,
– έχοντας υπόψη τα πλέον πρόσφατα επιστημονικά ευρήματα, συμπεριλαμβανομένων και των πρόσφατων αναφορών σχετικά με την τήξη του στρώματος πάγου της Γροινλανδίας, των αιώνιων θαλάσσιων πάγων της Αρκτικής, του μόνιμου στρώματος πάγου στη Σιβηρία, καθώς και των νέων ευρημάτων σχετικά με την άνοδο της στάθμης της θάλασσας που προκαλείται από την αλλαγή του κλίματος,
– έχοντας υπόψη τη δημοσιευθείσα προτεραιότητα της φινλανδικής Προεδρίας σχετικά με τα δάση,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 108, παράγραφος 5, του Κανονισμού του,
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πλήρης εφαρμογή εκ μέρους όλων των συμβαλλομένων μερών της UNFCCC και του Πρωτοκόλλου του Κυότο είναι θεμελιώδους σημασίας για την αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος, ακόμη και εάν τα μέτρα δεν θα είναι πραγματικά αποτελεσματικά μέχρις ότου εξευρεθεί παγκόσμια λύση η οποία θα περιλαμβάνει τα μεγάλα οικονομικά συγκροτήματα που είναι υπεύθυνα για τον κύριο όγκο των ρυπογόνων εκπομπών,
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενδέκατη Διάσκεψη των Συμβαλλομένων Μερών (CΟΡ 11) στην UNFCCC και η πρώτη Διάσκεψη των Συμβαλλομένων Μερών που χρησίμευσε ως συνεδρίαση των Συμβαλλομένων Μερών στο Πρωτόκολλο του Κυότο (CΟΡ/ΜΟΡ 1) οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στο Μόντρεαλ τον Νοέμβριο και Δεκέμβριο του 2005, αποφάσισαν να κινήσουν διαδικασία για την εξέταση περαιτέρω δεσμεύσεων από τα συμβαλλόμενα στο Παράρτημα Ι μέρη για την μετά το 2012 περίοδο και να ξεκινήσουν διάλογο για την ανταλλαγή εμπειριών και την ανάλυση στρατηγικών προσεγγίσεων για μακρόπνοη συνεργατική δράση σχετικά με την αλλαγή του κλίματος, με τη σύσταση εργαστηρίου της UNFCCC σχετικά με τη μείωση των εκπομπών από την αποψίλωση στις αναπτυσσόμενες χώρες,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητο οι νέες τεχνολογίες να αντιμετωπίσουν την αλλαγή του κλίματος με οικονομικά αποδοτικό τρόπο και εστιάζοντας εκ νέου στην αυξημένη ενεργειακή απόδοση,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι χρειάζεται σύντομα να τεθούν περαιτέρω στόχοι προκειμένου να αποφευχθεί η ανεξέλεγκτη αλλαγή του κλίματος και να εξασφαλιστούν επαρκή κίνητρα για ταχείες επενδύσεις στην περαιτέρω ανάπτυξη και εγκατάσταση ανανεώσιμων μορφών ενέργειας και τεχνολογιών ενεργειακής απόδοσης, ενώ πρέπει παράλληλα να αποφευχθούν οι επενδύσεις που δεν συνάδουν με τους στόχους της πολιτικής για το κλίμα,
E. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εκπομπές αερίων του φαινομένου του θερμοκηπίου εξακολουθούν να αυξάνονται σε πολλά κράτη μέλη, γεγονός που υποδηλώνει την ανάγκη ανάληψης έντονης δράσης, την επανεξέταση μέτρων και την ανάληψη νέων πρωτοβουλιών εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ούτως ώστε να μπορέσει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει του Πρωτοκόλλου του Κυότο,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνεισφορά της αεροπλοΐας στην αλλαγή του κλίματος είναι σημαντική και αυξάνεται ραγδαία και ότι η διεθνής αεροπλοΐα δεν υπόκειται σε καμία δέσμευση απορρέουσα από την UNFCCC και το Πρωτόκολλο του Κυότο,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία, ο περιορισμός της αύξησης της θερμοκρασίας σε +2°C ενδεχομένως να μην αρκεί για να διασφαλίσει την επίτευξη του στόχου της UNFCCC για την αποφυγή της επικίνδυνης αλλαγής του κλίματος,
H. λαμβάνοντας υπόψη ότι στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 16ης Νοεμβρίου 2005 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ανέφερε ότι από τις αναπτυγμένες χώρες πρέπει να επιτευχθούν μεγάλες μειώσεις εκπομπών της τάξης του 30% έως το 2020 και της τάξης του 60-80% έως το 2050,
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το 24% των εκπομπών αερίων του φαινομένου του θερμοκηπίου το 2005 οφειλόταν σε δασικές πυρκαγιές και ότι τα τελευταία επιστημονικά στοιχεία από την Αμαζονία καταδεικνύουν τις επιπτώσεις της μείωσης των δασικών εκτάσεων και της εξασθένισης του "δασικού πνεύμονα" στο κλίμα, που οδηγεί στην αύξηση της έντασης των τυφώνων που προέρχονται από το νότιο τμήμα του Βορείου Ατλαντικού και τη μείωση των βροχοπτώσεων στη νότια Βραζιλία, την Ουρουγουάη και την Αργεντινή,
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα Συμπεράσματα του Συμβουλίου θα βασιστούν επίσης στις προετοιμασίες της ΕΕ για την επικείμενη σύνοδο του Φόρουμ των Ηνωμένων Εθνών για τα δάση, η οποία ελπίζεται ότι θα εγκρίνει συνολικό μέσο για την προστασία των δασών,
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενεργειακή ασφάλεια και η ασφάλεια του κλίματος πρέπει να συμβαδίζουν και ότι στην Ευρώπη η ενεργειακή ασφάλεια και η ασφάλεια του κλίματος εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις επιλογές μεγάλων οικονομικών δυνάμεων όπως η Κίνα και η Ινδία· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο μετριασμός της αλλαγής του κλίματος μπορεί να είναι αποτελεσματικός μόνον εάν οι αναπτυσσόμενες χώρες –ιδίως οι μεγάλες και ραγδαία αναπτυσσόμενες οικονομίες όπως η Κίνα και η Ινδία– συμμετέχουν ενεργά στις προσπάθειες περιορισμού των εκπομπών αερίων του φαινομένου του θερμοκηπίου,
1. παροτρύνει την Ευρωπαϊκή Ένωση να διατηρήσει τον ηγετικό ρόλο της στις διαπραγματεύσεις στη Διάσκεψη CΟΡ 12-CΟΡ/ΜΟΡ 2 στο Ναϊρόμπι και να διατηρήσει υψηλό επίπεδο φιλοδοξιών στις μελλοντικές συζητήσεις με τους διεθνείς εταίρους της·
2. επιμένει με αυτή την ευκαιρία η Ευρωπαϊκή Ένωση να εισηγηθεί φιλόδοξη ατζέντα αφενός για τις συζητήσεις σχετικά με τις περαιτέρω δεσμεύσεις για τα συμβαλλόμενα μέρη του Παραρτήματος Ι βάσει του Πρωτοκόλλου του Κυότο και, αφετέρου, για τις νέες συζητήσεις σχετικά με την αναθεώρηση του εν λόγω Πρωτοκόλλου, καθώς και τον διάλογο στο πλαίσιο της UNFCCC σχετικά με μακροπρόθεσμη συνεργατική δράση·
3. υπενθυμίζει ότι, όπως αναφέρεται στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 16ης Νοεμβρίου 2005, η στρατηγική της ΕΕ σχετικά με την αλλαγή του κλίματος θα πρέπει να βασίζεται σε μια προσέγγιση με επτά πτυχές:
‐
αξιοποίηση των βασικών στοιχείων του Κυότο - δεσμευτικοί στόχοι για τις εκπομπές αερίων του φαινομένου του θερμοκηπίου, ένα παγκόσμιο σύστημα υπέρβασης-εμπορικής εκμετάλλευσης και ευέλικτοι μηχανισμοί,
‐
ενέργειες για δραστική μείωση των εκπομπών κατά 30% μέχρι το 2020, με σκοπό την επίτευξη μείωσης της τάξης του 80% έως το 2050, χρησιμοποιώντας συνδυασμό κινήτρων στην αγορά και ρυθμίσεων με σκοπό την τόνωση των επενδύσεων στον τομέα της αποδοτικότητας και των τεχνολογιών χαμηλής ή μηδενικής χρήσης άνθρακα,
‐
υιοθέτηση μιας προληπτικής προσέγγισης για την εξασφάλιση της συμμετοχής άλλων βασικών παραγόντων και ιδίως των ΗΠΑ,
‐
ανάπτυξη στρατηγικής ενεργειακής συνεργασίας με χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, η Νότια Αφρική, η Βραζιλία και το Μεξικό ώστε να μπορέσουν, με τη βοήθεια που θα λάβουν, να αναπτύξουν στρατηγικές βιώσιμης ενέργειας αξιοποιώντας πηγές ενέργειας μηδενικής ή χαμηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα και να εξασφαλίσουν τη συμμετοχή τους στις προσπάθειες μετριασμού της αλλαγής του κλίματος,
‐
ενεργός προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας για τις τεχνολογίες αειφόρου ενέργειας, διευκολύνοντας την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών, καθώς και μεταξύ των πανεπιστημίων, των ερευνητικών κέντρων και της βιομηχανίας, και κατάργηση "στρεβλών" κινήτρων, όπως οι επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων, καθώς και εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους, όπως του κόστους των κλιματικών μεταβολών, στην τιμή παραγωγής της ενέργειας,
‐
χρήση της ευρωπαϊκής και εθνικής νομοθεσίας προκειμένου να τονωθεί η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και η μείωση της τιμής των τεχνολογιών που περιορίζουν τις επιπτώσεις του κλίματος,
‐
ενθάρρυνση της αυξημένης, άμεσης συμμετοχής στις προσπάθειες μετριασμού σε επίπεδο ευρωπαίου πολίτη, μέσω εκστρατειών ευαισθητοποίησης, απαραίτητη προϋπόθεση των οποίων είναι η παροχή λεπτομερών πληροφοριών για την περιεκτικότητα των προϊόντων, όπως αυτοκινήτων, αεροπλάνων, οικιών, και των υπηρεσιών σε άνθρακα, ενώ μια μελλοντική επιλογή είναι ένα σύστημα προσωπικών εμπορεύσιμων ποσοστώσεων·
4. υπενθυμίζει το αίτημά του ότι δεν θα πρέπει να υπάρξει κενό μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης περιόδου δέσμευσης βάσει του Πρωτοκόλλου του Κυότο και ότι το χρονικό όριο για την επίτευξη συμφωνίας σχετικά με τις μελλοντικές δεσμεύσεις όσον αφορά το κλίμα θα πρέπει να είναι το τέλος του 2008·
5. υπενθυμίζει την υποστήριξή του για τη συνεχή χρήση ευέλικτων μηχανισμών και για το μακροπρόθεσμο στόχο μιας παγκόσμιας αγοράς άνθρακα που θα βασίζεται στην υπέρβαση και στην εμπορική εκμετάλλευση·
6. καλεί τα συμβαλλόμενα μέρη της COP 12-COP/MOP 2 να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της διεθνούς αεροπλοΐας στην αλλαγή του κλίματος και εμμένει στη διεξαγωγή συζήτησης σχετικά με παγκόσμιο φόρο επί των πτήσεων στις προσεχείς διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της Διάσκεψης της COP 12-COP/MOP 2 στο Ναϊρόμπι·
7. θεωρεί ότι οι εκβιομηχανισμένες χώρες πρέπει να εξακολουθήσουν να διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στην αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος σε παγκόσμιο επίπεδο· καλεί συνεπώς τα συμβαλλόμενα μέρη του Παραρτήματος Ι να τηρήσουν τις υφιστάμενες δεσμεύσεις τους και να θέσουν φιλόδοξους στόχους για μια δεύτερη περίοδο δέσμευσης μετά το 2012· καλεί περαιτέρω τις εκβιομηχανισμένες χώρες που δεν έχουν επικυρώσει το Πρωτόκολλο του Κυότο να επανεξετάσουν τη θέση τους, να λάβουν αυστηρά εσωτερικά μέτρα και να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στις μελλοντικές διεθνείς διαπραγματεύσεις με απώτερο στόχο τη συμμετοχή τους στο μελλοντικό καθεστώς σχετικά με την αλλαγή του κλίματος·
8. τονίζει ότι η οικονομική ανάπτυξη αποτελεί δικαίωμα όλων των αναπτυσσόμενων χωρών· υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν πρέπει να επαναλαμβάνουν τις ρυπαντικές πρακτικές των εκβιομηχανισμένων χωρών και, ως εκ τούτου, ζητεί να δοθεί αυξημένη προσοχή στη συνεργασία για την τεχνολογία και την ανάπτυξη ικανοτήτων στον τομέα της βιώσιμης ενέργειας·
9. καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να δώσουν προτεραιότητα στην πρόσβαση σε αποτελεσματικές και χαμηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα τεχνολογίες ενέργειας στο πλαίσιο της αναπτυξιακής συνεργασίας της ΕΕ·
10. τονίζει τη θεμελιώδη σημασία της δέσμευσης των τάχιστα εκβιομηχανιζόμενων αναπτυσσόμενων χωρών σε ένα μελλοντικό διεθνές καθεστώς σχετικά με την αλλαγή του κλίματος, με παράλληλο πλήρη σεβασμό της ζωτικής σημασίας μέριμνάς τους για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξής τους και την καταπολέμηση της φτώχειας·
11. επικροτεί το έργο του εργαστηρίου της UNFCCC για τη μείωση των εκπομπών από την αποψίλωση στις αναπτυσσόμενες χώρες, προσφάτως στη συνεδρίασή του στη Ρώμη, που έλαβε χώρα στις 30 Αυγούστου-1 Σεπτεμβρίου 2006 και σημειώνει την ευρεία συμφωνία που επιτεύχθηκε σχετικά με την ανάγκη πληρωμών για υπηρεσίες οικοσυστήματος και συνιστά την ταχεία συμπερίληψη της αποφευχθείσας αποψίλωσης, ως συνεισφορά στους αναπτυξιακούς στόχους της χιλιετηρίδας, στη δεύτερη περίοδο δέσμευσης του Πρωτοκόλλου του Κυότο·
12. σημειώνει ότι η Αφρική και άλλες αναπτυσσόμενες περιοχές θα πρέπει να είναι σε θέση να συμμετάσχουν στη μείωση των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του φαινομένου του θερμοκηπίου και ότι οι διεθνείς διαπραγματεύσεις πρέπει να περιλαμβάνουν κίνητρα για την αποφυγή της αποψίλωσης· καλεί επιπλέον τα κράτη μέλη να μετάσχουν σε σχέδια μηχανισμών βιώσιμης καθαρής ανάπτυξης·
13. πιστεύει ότι, προκειμένου να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η αλλαγή του κλίματος, η παγκόσμια πολιτική για το κλίμα πρέπει να δημιουργήσει ισότιμους όρους ανταγωνισμού για τη βιομηχανία, ενθαρρύνοντας, κατ' αυτόν τον τρόπο, καινοτομίες και την ενεργειακή απόδοση και αποφεύγοντας τη διαρροή διοξειδίου του άνθρακα· συνιστά, ως εκ τούτου, τη δημιουργία παγκόσμιων προτύπων και στόχων απόδοσης για διάφορες δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των καταναλωτικών προϊόντων και των μεταφορών σε παγκόσμιο επίπεδο·
14. τονίζει ότι οι επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος στην κοινωνία πρέπει να γίνουν καλύτερα αντιληπτές· καλεί ως εκ τούτου την Επιτροπή να εξετάσει τον καλύτερο δυνατό τρόπο για τη διοργάνωση εργαστηρίων –στην Ευρώπη και αλλού με τους άμεσα ενδιαφερόμενους, όπως ομάδες πολιτών, βιομηχανία, αγροτικές κοινότητες, εμπειρογνώμονες ασφάλειας και οικονομολόγους– για την καλύτερη και λεπτομερέστερη κατανόηση των επιπτώσεων της αλλαγής του κλίματος·
15. επιμένει οι επιμέρους χώρες της ΕΕ και η Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της να ανταποκριθούν στις υφιστάμενες υποχρεώσεις τους βάσει του Πρωτοκόλλου του Κυότο και στη συμφωνία καταμερισμού του βάρους, διότι εάν αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί η ηγετική θέση της ΕΕ στις διεθνείς συμφωνίες θα υπονομευθεί·
16. πιστεύει ότι η αντιπροσωπεία της ΕΕ διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σ' αυτές τις διαπραγματεύσεις σχετικά με την αλλαγή του κλίματος και συνεπώς θεωρεί απαράδεκτο ότι τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που συμμετέχουν στην αντιπροσωπεία αυτή δεν μπόρεσαν να παρευρεθούν στις συντονιστικές συνεδριάσεις της ΕΕ κατά την προηγούμενη διάσκεψη των συμβαλλομένων μερών· αναμένει ότι οι εκπρόσωποι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα έχουν πρόσβαση σε αυτές τις συνεδριάσεις στο Ναϊρόμπι τουλάχιστον με καθεστώς παρατηρητή, με ή χωρίς δικαιώματα λόγου·
17. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών και τη Γραμματεία της Σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος, με το αίτημα να κυκλοφορήσει σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη που δεν είναι μέλη της ΕΕ.
Ολοκληρωμένο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Δράσης για την Εσωτερική Ναυσιπλοΐα "NAIADES"
391k
74k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την προώθηση της εσωτερικής ναυσιπλοΐας: NAIADES, ολοκληρωμένο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Δράσης για την Εσωτερική Ναυσιπλοΐα (2006/2085(INI))
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής για την προώθηση της εσωτερικής ναυσιπλοΐας: NAIADES, Ένα Ολοκληρωμένο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Δράσης για την Εσωτερική Ναυσιπλοΐα (COM(2006)0006),
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 718/1999 του Συμβουλίου της 29ης Μαρτίου 1999 σχετικά με μια πολιτική ρύθμισης της μεταφορικής ικανότητας των κοινοτικών στόλων στην εσωτερική ναυσιπλοΐα για την προώθηση των μεταφορών διά της πλωτής οδού(1),
– έχοντας υπόψη τη Λευκή Βίβλο της Επιτροπής για την ευρωπαϊκή πολιτική μεταφορών με ορίζοντα το έτος 2010: η ώρα των επιλογών (COM(2001)0370),
– έχοντας υπόψη τα πορίσματα της συνεδρίασης υψηλού επιπέδου για την εσωτερική ναυσιπλοΐα η οποία πραγματοποιήθηκε στη Βιέννη στις 15 Φεβρουαρίου 2006,
– έχοντας υπόψη την ατζέντα της Λισαβόνας σχετικά με την απασχόληση και την οικονομική ανάπτυξη,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A6-0299/2006),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μεταφορικές ροές αναμένονται να αυξηθούν και ότι η εσωτερική ναυσιπλοΐα εξακολουθεί να προσφέρει μεγάλα περιθώρια μεταφορικής ικανότητας και μπορεί να συμβάλει στην παροχή ανταγωνιστικών λύσεων μεταφοράς, χρησιμοποιώντας συνδυασμούς τρόπων μεταφοράς,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι απαιτείται μεγαλύτερη φιλοδοξία στην Ευρώπη προκειμένου να αξιοποιηθεί μεγαλύτερο μέρος της διαθέσιμης μεταφορικής ικανότητας των εσωτερικών πλωτών οδών και η δυναμικότητα της εσωτερικής ναυσιπλοΐας ως αγοράς τόσο μεμονωμένα όσο και ως τμήμα της πολυτροπικής αλυσίδας μεταφορών ανά την Ευρώπη, περιλαμβανομένων των εθνικών και κοινοτικών δημοσίων και των ιδιωτικών φορέων, καθώς και προκειμένου να ενισχυθούν οι δυνατότητες αύξησης του όγκου των μεταφορών μέσω εσωτερικών πλωτών οδών με σχετικά χαμηλό κόστος υποδομών,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απολύτως απαραίτητο να υπάρξει στενή συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, των επιτροπών εσωτερικής ναυσιπλοΐας, των κρατών μελών και όλων των ενδιαφερομένων ιδιωτικών μερών, προκειμένου να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα και να αναπτυχθεί η εσωτερική ναυσιπλοΐα,
Το πρόγραμμα δράσης NAIADES
1. αναγνωρίζει ότι το ευρωπαϊκό σύστημα μεταφορών αντιμετωπίζει ολοένα και περισσότερα προβλήματα μεταφορικής ικανότητας, τα οποία οδηγούν σε συμφόρηση και σε καθυστερήσεις και ότι η εσωτερική ναυσιπλοΐα μπορεί να βοηθήσει στη μείωση της συμφόρησης, στη βελτίωση της ασφάλειας των εμπορευματικών μεταφορών, στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και στην προστασία του περιβάλλοντος·
2. υποστηρίζει, ως εκ τούτου, την πρωτοβουλία της Επιτροπής για τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου ευρωπαϊκού προγράμματος δράσης για την εσωτερική ναυσιπλοΐα: NAIADES – Navigation and inland waterway action and development in Europe (Πρόγραμμα Δράσης και Ανάπτυξης της Εσωτερικής Ναυσιπλοΐας στην Ευρώπη)·
3. καλεί τα κράτη μέλη να αναπτύξουν περαιτέρω τις εθνικές πολιτικές προκειμένου να τονώσουν την εσωτερική ναυσιπλοΐα, λαμβάνοντας υπόψη το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Δράσης, και να ενθαρρύνουν τις περιφερειακές, τοπικές και λιμενικές αρχές και βιομηχανίες να κάνουν το ίδιο·
Αγορές
4. υπογραμμίζει ότι οι υπάρχουσες αγορές θα πρέπει να ενισχυθούν, συγκεκριμένα καθιστώντας τις υποδομές πιο αξιόπιστες και καλύτερα ενταγμένες σε ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού·
5. τονίζει ότι οι συνδέσεις με τα νέα κράτη μέλη της ΕΕ στην Ανατολική και την Κεντρική Ευρώπη, καθώς και με τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία πρέπει να αναπτυχθούν και να αναβαθμιστούν στα επίπεδα της σημερινής τεχνολογίας, κάτι που σημαίνει ότι πρέπει να εξεταστούν επιπρόσθετα μέτρα υποδομής και να ληφθούν μέτρα σχετικά με τη διατροπικότητα και τη διαλειτουργικότητα·
6. τονίζει ότι πρέπει να αναπτυχθούν ευκαιρίες για καινοτόμες πολυτροπικές γραμμές, να δημιουργηθούν νέες αγορές στο πλαίσιο των οποίων θα είναι ουσιαστικής σημασίας η συνεργασία μεταξύ των πρακτόρων και των χρηστών εσωτερικής ναυσιπλοΐας (ΕΝ), καθώς και των εθνικών και των περιφερειακών αρχών·
7. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, λαμβανομένου υπόψη ότι ο κλάδος αποτελείται κυρίως από μικρές επιχειρήσεις, να βελτιώσει την πρόσβαση στη χρηματοδότηση και ιδίως στο κεφάλαιο επιχειρηματικού κινδύνου, για τη σύσταση νέων επιχειρήσεων, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη, κατά τον σχεδιασμό και την υλοποίηση των σχετικών μέτρων, την ειδική δομή του κλάδου·
8. υποστηρίζει πλήρως, από αυτή την άποψη, την πρωτοβουλία της Επιτροπής να παράσχει πηγές πληροφόρησης σχετικά με το θέμα της χρηματοδότησης, για παράδειγμα ένα εγχειρίδιο χρηματοδότησης που περιέχει έναν κατάλογο ευρωπαϊκών, εθνικών και περιφερειακών μέσων ενίσχυσης της ΕΝ, το οποίο θα καλύπτει, εάν κρίνεται σκόπιμο, τη χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων·
9. ζητεί από την Επιτροπή να δημοσιεύσει, το συντομότερο δυνατόν, κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις προγραμμάτων στήριξης της εσωτερικής ναυσιπλοΐας και να εγκρίνει ελάχιστους κανόνες οι οποίοι θα λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις ανάγκες του κλάδου της εσωτερικής ναυσιπλοΐας·
10. χαιρετίζει το σχέδιο της Επιτροπής να εντοπίσει τα υφιστάμενα σημεία συμφόρησης σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, τα οποία εμποδίζουν την ανάπτυξη της ΕΝ· ζητεί από όλους τους ενδιαφερόμενους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς να συμβάλουν σε αυτή την προσπάθεια, να εξετάσουν πιθανές λύσεις και να αναζητήσουν βέλτιστες πρακτικές, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα του εντοπισμού κατά τη θέσπιση νομοθεσίας στο μέλλον ή κατά τη λήψη νέων μέτρων·
11. τονίζει ότι τα διοικητικά σημεία συμφόρησης θα πρέπει να εξαλειφθούν και να απλουστευθούν οι διαδικασίες, αξιοποιώντας ιδίως με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και δημιουργώντας θυρίδες εξυπηρέτησης· πιστεύει ότι θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις διαδικασίες των θαλάσσιων λιμένων και των λιμένων εσωτερικής ναυσιπλοΐας, καθώς και στη νομοθεσία σχετικά με το περιβάλλον, τα απόβλητα και την ασφάλεια των τροφίμων που οδηγεί στη διάσπαση των διαδικασιών εφοδιαστικής·
Υποδομές
12. επισημαίνει ότι η αξιοπιστία του δικτύου ναυσιπλοΐας και η διαθεσιμότητα πολυλειτουργικών (εσωτερικών) λιμένων είναι η σημαντικότερη προϋπόθεση για την περαιτέρω ανάπτυξη της ΕΝ - κυρίως ως μέρος των αλυσίδων πολυτροπικών εμπορευματικών μεταφορών - και γενικότερα για τον τομέα από τεχνική και οικονομική άποψη· υπογραμμίζει ότι τα κράτη μέλη φέρουν την ιδιαίτερη ευθύνη να εντείνουν τις προσπάθειές τους με σκοπό να διασφαλίσουν ικανές και αξιόπιστες υποδομές, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τους κινδύνους και τις πτυχές που αφορούν το περιβάλλον·
13. υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην ανάπτυξη των πλωτών οδών στα νέα κράτη μέλη και τις υπό προσχώρηση χώρες, όπως θα πρέπει να δοθεί περισσότερη προσοχή στις πλωτές οδούς των χωρών αυτών απ' ό,τι σε αυτές των άλλων κρατών μελών·
14. επισημαίνει τη σημασία των υπηρεσιών παροχής πληροφοριών για τους ποταμούς (River Information Services (RIS)) σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότερη και ασφαλέστερη χρήση του δικτύου εσωτερικής ναυσιπλοΐας και τη σύνδεσή του με άλλους τρόπους μεταφοράς· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να συμπεριλάβουν τις υπηρεσίες παροχής πληροφοριών για τα ποτάμια στο ενδεικτικό πολυετές πρόγραμμα των ΔΕΔ-Μ και να αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητες των υπηρεσιών παροχής πληροφοριών για τους ποταμούς για τους σκοπούς της επίτευξης βιώσιμης υλικοτεχνικής υποδομής·
15. επισημαίνει την ανάγκη ολοκλήρωσης του συστήματος εσωτερικής ναυσιπλοΐας με τη θαλάσσια ναυσιπλοΐα με την ανάπτυξη πρόσβασης στη θάλασσα, την βελτίωση των διασυνδέσεων μεταξύ των συστημάτων εσωτερικής και θαλάσσιας ναυσιπλοΐας και με την επένδυση σε νέα σκάφη που συνδυάζουν την εσωτερική και την ποντοπόρο ναυσιπλοΐα, συμπεριλαμβανομένων σκαφών καινοτόμου σχεδιασμού·
16. καλεί την Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη και τυχόν τρίτες ενδιαφερόμενες χώρες, να καταρτίσουν ευρωπαϊκό πρόγραμμα ανάπτυξης το οποίο θα πρέπει να περιέχει επικαιροποιημένο κατάλογο απογραφής των υποδομών για την ευρωπαϊκή εσωτερική ναυσιπλοΐα και να παράσχει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις πλωτές οδούς που χρειάζονται συντήρηση και άλλες διαρθρωτικές βελτιώσεις υποδομής· καλεί επίσης την Επιτροπή, κατά την εν λόγω διαδικασία, να χρησιμοποιήσει τα υπάρχοντα ευρήματα των επιστημονικών μελετών και εκθέσεων εμπειρογνωμόνων στα κράτη μέλη·
17. καλεί την Επιτροπή να ορίσει όσο το δυνατόν συντομότερα, και το αργότερο έως τα τέλη του 2006, έναν συντονιστή ΔΕΔ-Μ για την εσωτερική ναυσιπλοΐα, ο οποίος θα στηρίζει την εφαρμογή των έργων προτεραιότητας ΔΕΔ-Μ στην την εσωτερική ναυσιπλοΐα, αξιοποιώντας την εμπειρία των υφιστάμενων συντονιστών·
18. καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να δώσουν υψηλότερο βαθμό προτίμησης κατά τουλάχιστον 20% σε όλα τα έργα εσωτερικής ναυσιπλοΐας κοινού συμφέροντος και να δώσουν μεγαλύτερη προτεραιότητα στα έργα εσωτερικής ναυσιπλοΐας κοινού συμφέροντος στο πολυετές πρόγραμμα ΔΕΔ-Μ·
19. καλεί τα κράτη μέλη να εξετάσουν τις δυνατότητες εσωτερικής ναυσιπλοΐας στον χωροταξικό σχεδιασμό και σε οικονομικές πολιτικές σε ομοσπονδιακό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, προκειμένου να ενθαρρύνουν ενεργά την ανάπτυξη των παρόχθιων εμπορικών και εφοδιαστικών χώρων, λαμβάνοντας υπόψη τις αειφόρες μεταφορές και τη δημιουργία θέσεων εργασίας στη βιομηχανία και τη διανομή, καθώς επίσης να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή σε μικρές πλωτές οδούς οι οποίες διαθέτουν ανεκμετάλλευτες δυνατότητες ενίσχυσης της κινητικότητας των εμπορευμάτων·
Στόλος
20. υπενθυμίζει την ανάγκη να οριστούν το 2007 αυστηρότερα κοινοτικά όρια για τις εκπομπές διοξειδίου του θείου (SOx), αιωρούμενων σωματιδίων (PM), οξειδίων του αζώτου (NOx) και διοξειδίου του άνθρακα (CO2), ιδίως μέσω της προώθησης καυσίμων με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να παράσχουν κίνητρα για την επιτάχυνση της εισαγωγής και της χρήσης φιλικών προς το περιβάλλον και αποδοτικών ως προς την κατανάλωση καυσίμου κινητήρων (συγκρίσιμων με το πρότυπο εκπομπών Euro VI) στην εσωτερική ναυσιπλοΐα, ώστε να βελτιωθεί η ενεργειακή της απόδοση·
21. αναγνωρίζοντας ότι οι εκπομπές συνδέονται στενά με την ποιότητα του διαθέσιμου στην αγορά καυσίμου, καλεί την Επιτροπή να υποβάλει το συντομότερο δυνατό πρόταση θέσπισης αυστηρότερων προδιαγραφών για τα καύσιμα εσωτερικής ναυσιπλοΐας·
22. καλεί την Επιτροπή να υποβάλει το 2007 πρόταση δημιουργίας ενός ταμείου καινοτομίας των ευρωπαϊκών πλωτών μεταφορών για τη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων που βασίζονται στη ζήτηση και καινοτόμων ιδεών ευρωπαϊκού συμφέροντος στους τομείς της υλικοτεχνικής υποδομής, της τεχνολογίας και του περιβάλλοντος που απαιτούν διασυνοριακή συνεργασία και διαλειτουργικότητα· είναι της γνώμης ότι το ταμείο αυτό, ως βασικό μέσο του προγράμματος δράσης NAIADES, θα πρέπει να χρηματοδοτείται κατά το ένα τρίτο από τον κλάδο (το υφιστάμενο αποθεματικό ταμείο για την εσωτερική ναυσιπλοΐα, το οποίο δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 718/1999), ως μέσο συγχρηματοδότησης), κατά το ένα τρίτο από την ΕΕ και κατά το υπόλοιπο ένα τρίτο από τα κράτη μέλη· επιπλέον, καλεί την Επιτροπή να ορίσει, σε στενή συνεργασία με τον κλάδο, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα ιδρυθεί το ταμείο, επισημαίνει δε ότι η υποστήριξη των γραφείων πληροφοριών θα πρέπει να θεωρείται ως επιλογή·
23. τονίζει ότι είναι απαραίτητο να δοθεί ώθηση στην ανάπτυξη καθαρών και αποτελεσματικών σκαφών στο πλαίσιο του έβδομου προγράμματος-πλαισίου για την έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη· επισημαίνει, από την άποψη αυτή, τις εξελίξεις στην κατασκευή πλοίων προς χρήση σε διάφορα είδη υδάτων, συμπεριλαμβανομένου του περιορισμένου βυθίσματος, οι οποίες μπορούν να προαγάγουν την ΕΝ ακόμα και σε ύδατα χαμηλής ή μεταβλητής στάθμης, χωρίς να ζημιώνεται το φυσικό περιβάλλον· θεωρεί, εν προκειμένω, ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στις τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνίας και στον σχεδιασμό, την οικολογική αποδοτικότητα και τον εξοπλισμό των σκαφών·
Απασχόληση, δεξιότητες και εικόνα
24. αναγνωρίζει ότι η έλλειψη επιχειρηματιών και προσωπικού αρχίζει να αποτελεί πρόβλημα για τον κλάδο της ΕΝ, δεδομένης της γήρανσης του σημερινού προσωπικού και της έλλειψης ελκυστικότητας για την είσοδο νέων επιχειρήσεων·
25. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για την εναρμόνιση των απαιτήσεων επάνδρωσης και των πιστοποιητικών κυβερνήτη σκάφους εσωτερικής ναυσιπλοΐας και να προαγάγουν την αμοιβαία αναγνώριση των προσόντων αυτών, π.χ. μέσω του ευρωπαϊκού πλαισίου προσόντων (European Qualifications Framework (EQF))·
26. καλεί την Επιτροπή, τις επιτροπές εσωτερικής ναυσιπλοΐας και τα κράτη μέλη να αναπτύξουν, σε συνεργασία με τον κλάδο, σύγχρονα και προσανατολισμένα προς την αγορά προγράμματα κατάρτισης για τον κλάδο, χρησιμοποιώντας, όπου είναι δυνατό, κοινά εκπαιδευτικά πρότυπα, σε συνεργασία επίσης με προγράμματα ναυτιλιακής κατάρτισης όπως το "Leadership", για να προσελκύσουν την είσοδο νέων επιχειρήσεων να εργαστούν σε ένα διεθνές περιβάλλον και να προσφέρουν ελκυστικές προοπτικές σταδιοδρομίας·
27. τονίζει τη σημασία της επιβολής της υφιστάμενης κοινωνικής νομοθεσίας, για την προστασία των καλών συνθηκών εργασίας·
28. επισημαίνει ότι εξακολουθεί να μην υπάρχει επίγνωση των δυνατοτήτων μεταφοράς προϊόντων μέσω της εσωτερικής ναυσιπλοΐας, ιδίως σε ό,τι αφορά τις δυνατότητες ευελιξίας και βιωσιμότητάς της·
29. αναγνωρίζει ότι, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί πλήρως και επιτυχώς η εσωτερική ναυσιπλοΐα, πρέπει να αποσαφηνιστούν και να διαφημιστούν η οικονομική αξία και οι δυνατότητές της· ζητεί συνεπώς να υποστηριχθούν τα υφιστάμενα γραφεία προώθησης της εσωτερικής ναυσιπλοΐας και να δημιουργηθούν νέα γραφεία σε κράτη μέλη με δυνατότητες ΕΝ, τα οποία θα μπορούν να παρέχουν συμβουλές και να ενθαρρύνουν τους χρήστες μεταφορικών μέσων να χρησιμοποιούν την εσωτερική ναυσιπλοΐα, καθώς επίσης να υποστηριχθούν οι αρχές σε ό,τι αφορά τον εντοπισμό προβλημάτων και τον καθορισμό πολιτικών·
30. συνιστά αυτό το ευρωπαϊκό δίκτυο για την προώθηση της εσωτερικής ναυσιπλοΐας να ενσωματωθεί σε ένα ευρωπαϊκό δίκτυο με σκοπό την προώθηση της διατροπικότητας, χρησιμοποιώντας τις υφιστάμενες δομές και την εμπειρία που αποκτήθηκε κατά την προώθηση άλλων τρόπων μεταφοράς, όπως εκείνες που ήδη υπάρχουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο σε σχέση με την προώθηση των θαλάσσιων μεταφορών μικρών αποστάσεων·
31. καλεί τα κράτη μέλη και τους ενδιαφερομένους, απουσία ειδικής κοινοτικής χρηματοδότησης, να διασφαλίσουν την οικονομική βιωσιμότητα του δικτύου αυτού·
32. επισημαίνει τη σημασία ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Παρατήρησης της Αγοράς στο οποίο θα συμμετέχουν όλοι οι φορείς, και το οποίο θα παρέχει συγκρίσιμες πληροφορίες για την αγορά, ιδίως για να καταστήσει δυνατή τη λήψη έγκαιρων και υπεύθυνων επενδυτικών αποφάσεων, τον εντοπισμό ισχυρών και ασθενών σημείων και την εξεύρεση πιθανών νέων αγορών·
Το θεσμικό πλαίσιο
33. επισημαίνει ότι η ανάπτυξη και η ευημερία της εσωτερικής ναυσιπλοΐας πρέπει να αποτελέσει κεντρικό στοιχείο των μελλοντικών συζητήσεων για το θεσμικό πλαίσιο· τονίζει σχετικά ότι είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη οι υφιστάμενες αρμοδιότητες όλων των πλευρών, να αξιοποιηθεί η εμπειρογνωμοσύνη διεθνών οργανισμών και να αποφευχθεί η πρόσθετη γραφειοκρατία·
34. ζητεί την κατάρτιση μνημονίου συνεννόησης το οποίο θα προβλέπει την εντατικοποιημένη και ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ των επιτροπών εσωτερικής ναυσιπλοΐας και της Κοινότητας και θα περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής:
−
εφαρμογή του προγράμματος δράσης NAIADES,
−
καλύτερη ανταλλαγή υπαρχουσών γνώσεων και ανθρώπινου δυναμικού στον τομέα της εσωτερικής ναυσιπλοΐας μεταξύ της Κοινότητας, των κρατών μελών και των επιτροπών εσωτερικής ναυσιπλοΐας·
o o o
35. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα και κοινοτικό δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων και των συμβάσεων παραχώρησης
445k
83k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα και το κοινοτικό δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων και των συμβάσεων παραχώρησης (2006/2043(INI))
– έχοντας υπόψη την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής σχετικά με τις συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα και το κοινοτικό δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων και των συμβάσεων παραχώρησης (COM(2004)0327),
– έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το οικείο άρθρο 5, παράγραφος 2 για την αρχή της επικουρικότητας και τα οικεία άρθρα 43 έως 49 για την ελευθερία εγκατάστασης και παροχής υπηρεσιών, καθώς και τις αρχές της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης, της αναλογικότητας και της αμοιβαίας αναγνώρισης που απορρέουν από αυτά,
– έχοντας υπόψη τις ισχύουσες οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις,
– έχοντας υπόψη τον Ευρωπαϊκό Χάρτη της Τοπικής Αυτονομίας του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 15ης Οκτωβρίου 1985,
– έχοντας υπόψη το άρθρο I-5 της Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού και της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A6-0363/2006),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι σε πολλά κράτη μέλη έχουν πραγματοποιηθεί πολυάριθμες συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) την τελευταία δεκαετία,
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υπάρχει μέχρι σήμερα ορισμός που να εφαρμόζεται σε ολόκληρη την Ευρώπη ούτε ειδικές διατάξεις στο ισχύον κοινοτικό δίκαιο που να καλύπτουν όλες τις επιμέρους μορφές των ΣΔΙΤ,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ΣΔΙΤ μπορούν να χαρακτηριστούν μακροπρόθεσμη, συμβατικά ρυθμισμένη συνεργασία μεταξύ δημοσίων αρχών και ιδιωτικού τομέα με σκοπό την εκπλήρωση καθηκόντων του δημοσίου τομέα, κατά την οποία οι απαιτούμενοι πόροι υπόκεινται σε κοινή διαχείριση και οι κίνδυνοι του έργου κατανέμονται μεταξύ των εταίρων αναλόγως της αρμοδιότητας για τη διαχείριση κινδύνου,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ΣΔΙΤ είναι συχνά περίπλοκες από νομική, χρηματοοικονομική και εμπορική άποψη, δομές που αποτελούν συνένωση ιδιωτικών επιχειρήσεων και δημοσίων φορέων με σκοπό την κοινή υλοποίηση και διαχείριση έργων υποδομής ή την παροχή δημόσιων υπηρεσιών,
E. λαμβάνοντας υπόψη ότι κυρίως τοπικές και δημοτικές αρχές επιδιώκουν να συμμετάσχουν σε έργα ΣΔΙΤ, αλλά υπάρχει ταυτόχρονα ανάγκη υλοποίησης των έργων αυτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ιδίως όσον αφορά τα διευρωπαϊκά δίκτυα,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ΣΔΙΤ δεν αποτελούν πρώτο βήμα προς την ιδιωτικοποίηση καθηκόντων του δημοσίου τομέα,
Z. λαμβάνοντας υπόψη ότι προορισμός των ΣΔΙΤ είναι να επιτρέψουν στις δημόσιες υπηρεσίες να επωφεληθούν από τις ικανότητες σχεδιασμού, κατασκευής και διαχείρισης των ιδιωτικών επιχειρήσεων και, εάν είναι απαραίτητο, από τις ικανότητες χρηματοδότησής τους,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνεργασία μεταξύ δημοσίων αρχών και επιχειρήσεων μπορεί να παράγει συνέργιες και δημόσια οφέλη, καθιστά δυνατή την αποτελεσματικότερη χρησιμοποίηση του δημοσίου χρήματος και μπορεί, σε καιρούς δημοσιονομικής στενότητας να αποτελέσει εναλλακτική λύση για την ιδιωτικοποίηση και να συμβάλει στον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης με τη χρησιμοποίηση της τεχνογνωσίας που διαθέτει ο ιδιωτικός τομέας,
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ΣΔΙΤ εμπίπτουν καταρχήν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της Συνθήκης για την εσωτερική αγορά –κυρίως στις αρχές της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης, της αναλογικότητας και της αμοιβαίας αναγνώρισης– καθώς επίσης και στις διατάξεις του παράγωγου κοινοτικού δικαίου για τις δημόσιες συμβάσεις,
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι ιδιώτες επενδυτές πρέπει να έχουν εγγυήσεις ότι οι όροι μιας σύμβασης δεν θα τροποποιηθούν κατά τη διάρκεια ισχύος της,
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οποιοδήποτε νομικό καθεστώς των ΣΔΙΤ θα πρέπει να σέβεται το δικαίωμα αυτοδιοίκησης σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, εφόσον αυτό είναι κατοχυρωμένο στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών,
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ΣΔΙΤ αποτελούν δυνατό τρόπο οργάνωσης της εκπλήρωσης των καθηκόντων του δημοσίου και ότι το τελευταίο μπορεί και μελλοντικά να αποφασίζει αν θα εκπληρώσει ένα έργο το ίδιο ή με δικές του επιχειρήσεις, ή με τη βοήθεια τρίτων από τον ιδιωτικό τομέα,
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση των πολιτών όσον αφορά τις συνέπειες των ΣΔΙΤ,
Γενικές παρατηρήσεις
1. επιδοκιμάζει το γεγονός ότι η Επιτροπή παρουσίασε την προαναφερθείσα Πράσινη Βίβλο για τις συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα και το κοινοτικό δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων και των συμβάσεων παραχώρησης, έκθεση για τη δημόσια διαβούλευση για αυτήν την Πράσινη Βίβλο και τέλος ανακοίνωση για τα ενδεχόμενα μέτρα παρακολούθησης στον τομέα των ΣΔΙΤ (COM(2005)0569)·
2. θεωρεί πρόωρη την αξιολόγηση των επιπτώσεων των οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις και τάσσεται συνεπώς κατά ενός ανοίγματος των οδηγιών αυτών· είναι αντίθετο με τη δημιουργία ξεχωριστού νομοθετικού καθεστώτος για τις ΣΔΙΤ, θεωρεί ωστόσο απαραίτητη την ανάληψη νομοθετικής πρωτοβουλίας στον τομέα των συμβάσεων παραχώρησης, η οποία σέβεται τις βασικές αρχές της εσωτερικής αγοράς και τις οριακές τιμές και προβλέπει απλούς κανόνες για τη διαδικασία υποβολής προσφορών καθώς και διασαφήνιση στον τομέα των θεσμοθετημένων ΣΔΙΤ·
3. καλεί την Επιτροπή, κατά τη ρύθμιση των μελλοντικών συστάσεων ΣΔΙΤ και στην παρούσα εκτίμηση των επιπτώσεων των νομικών διατάξεων σχετικά με τις συμβάσεις παραχώρησης, να λαμβάνει σοβαρά υπόψη της τα συμφέροντα της περιφερειακής αυτοδιοίκησης και να περιλαμβάνει εκπροσώπους περιφερειακών καθώς και τοπικών συμφερόντων στην εκπόνηση των μελλοντικών κανόνων·
4. τάσσεται υπέρ μεταβατικών προθεσμιών για τις υφιστάμενες συμβάσεις που συνήφθησαν καλή τη πίστει με βάση την εθνική νομοθεσία, προκειμένου να αποφευχθεί η έλλειψη νομικής ασφάλειας·
5. απορρίπτει κάθε είδους καταστρατήγηση της νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις και τις συμβάσεις παραχώρησης·
6. θεωρεί την εφαρμογή του δικαίου περί ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων απαραίτητη, σε περίπτωση επιλογής ιδιώτη εταίρου·
7. θεωρεί ότι η ανάθεση σε τρίτους της παροχής υπηρεσιών κοινής ωφελείας υποχρεώνει την αναθέτουσα αρχή να κατακυρώσει τη σύμβαση βάσει διαδικασιών δημόσιων συμβάσεων·
8. είναι της άποψης ότι η εκ νέου απόδοση σε δημοτικούς φορείς καθηκόντων που εκτελούνταν ικανοποιητικά με συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα δεν αποτελεί έγκυρη εναλλακτική λύση έναντι των ΣΔΙΤ συνάδουσα με τις αρχές του ανταγωνισμού·
9. θεωρεί ότι οι κοινότητες και οι θυγατρικές τους εταιρείες πρέπει να έχουν δικαίωμα να εξαιρούνται από τους κανόνες του ανταγωνισμού μόνον όταν εκτελούν τα αμιγώς τοπικά τους καθήκοντα που δεν έχουν καμία συνάφεια με την εσωτερική αγορά·
10. υπογραμμίζει τη σημασία της διαφάνειας, ο σεβασμός της οποίας πρέπει να είναι δεδομένος κατά τη χρησιμοποίηση δημοσίων πόρων και η οποία πρέπει να συμπεριλαμβάνει και το δικαίωμα των εκλεγέντων αντιπροσώπων να ελέγχουν τις συμβάσεις και τους φακέλους·
11. συνιστά στα κράτη μέλη να δημιουργήσουν διαφανείς μηχανισμούς που να διασφαλίζουν την προστασία των νομικών και οικονομικών συμφερόντων των ιδιωτών επενδυτών καθ' όλη τη διάρκεια ισχύος μιας σύμβασης·
12. θεωρεί ότι οι διαφανείς κανόνες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων ενισχύουν τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό και την προστασία από τη διαφθορά προς όφελος του πολίτη·
13. υπογραμμίζει ότι η έκφραση "σύγκρουση συμφερόντων" θα πρέπει να ορίζεται σε επίπεδο ΕΕ, ώστε να καταστεί δυνατή η πραγματοποίηση έντιμου και δίκαιου καταμερισμού του κινδύνου·
14. συνιστά να προβλεφθεί για την υλοποίηση των ΣΔΙΤ δεσμευτική υποχρέωση λογοδοσίας απέναντι στον πολίτη, προκειμένου να υπάρχουν προδιαγραφές ασφάλειας, αποτελεσματικότητας και ποιότητας·
15. συνιστά στα κράτη μέλη να διευκολύνουν το έργο του δημοσίου τομέα βελτιώνοντας την εκπαίδευση των φορέων λήψης αποφάσεων που πρέπει να επιλέγουν τους ιδιωτικούς εταίρους για τις ΣΔΙΤ·
16. περιμένει από τα κράτη μέλη να μεριμνήσουν προκειμένου να αντιμετωπιστούν έγκαιρα και με ευαισθησία οι επιπτώσεις στους εργαζομένους σε τοπικό επίπεδο και να προωθηθούν και να τηρηθούν δίκαιες συμφωνίες για τη μεταφορά εργαζομένων (του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα) και τις εργασιακές συνθήκες τους, σύμφωνα με την οδηγία 2001/23/EΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση, εκ μέρους των εκπροσώπων του δημοσίου στα κράτη μέλη, των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων(1)·
17. αναμένει να τηρηθούν οι διατάξεις της οδηγίας 2001/23/ΕΚ από τις δημόσιες αρχές των κρατών μελών·
18. τάσσεται εναντίον της σύστασης ευρωπαϊκού οργανισμού για τις ΣΔΙΤ, αλλά επιδοκιμάζει άλλες μορφές ανταλλαγής εμπειριών που αφορούν βέλτιστες και χείριστες πρακτικές, όπως για παράδειγμα η δικτύωση εθνικών και περιφερειακών αρχών επιφορτισμένων με τη διαχείριση των ΣΔΙΤ·
19. ενθαρρύνει την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων να συγκεντρώσουν την εμπειρογνωμοσύνη τους και να την διαδώσουν ειδικά σε εκείνα τα κράτη μέλη, των οποίων οι δημόσιες αρχές δεν είναι εξοικειωμένες με τις ΣΔΙΤ·
20. τονίζει ότι οι συσσωρευμένες εμπειρίες των ΣΔΙΤ θα συμβάλλουν στην πρόληψη της επανάληψης λαθών και αποτυχημένων μεθόδων·
21. τάσσεται κατά της θέσπισης κανόνων σχετικά με την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων κάτω των οριακών τιμών σε επίπεδο ΕΕ, υπογραμμίζει την ευθύνη των κρατών μελών να εφαρμόζουν με αποτελεσματικό τρόπο τις αρχές της Συνθήκης για διαφάνεια, μη διακρίσεις και την ελευθερία παροχής υπηρεσιών σε σχέση με τις δημόσιες συμβάσεις κάτω των οριακών τιμών και επιβεβαιώνει τη θέση του ότι η θέσπιση κανόνων για τις δημόσιες συμβάσεις σε επίπεδο ΕΕ αποτελεί προνόμιο του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου·
22. καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει, μέσω του ελέγχου σε κοινοτικό επίπεδο των κρατικών ενισχύσεων, ότι η χορήγηση επιδοτήσεων δεν συνεπάγεται την επιβολή διακρίσεων μεταξύ των επιχειρηματιών, είτε ιδιωτών είτε δημόσιων είτε μικτών·
Οι ΣΔΙΤ ως δημόσιες συμβάσεις
23. συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι, κατά την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων έργων ή υπηρεσιών, η επιλογή και η ανάθεση σε ιδιωτικό εταίρο καθορίζεται κατ' αρχήν από τις οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις, όταν η επιλογή και η ανάθεση της σύμβασης συμπίπτουν·
24. θεωρεί ότι η δημόσια υπηρεσία πρέπει να έχει δυνατότητα επιλογής μεταξύ ανοιχτής και κλειστής διαδικασίας·
25. θεωρεί ότι, για λόγους διαφάνειας, η διαδικασία με διαπραγμάτευση πρέπει να περιορίζεται σε εκείνες τις εξαιρετικές περιπτώσεις που προβλέπονται στις σχετικές διατάξεις των οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις·
26. θεωρεί σωστό για λόγους ευελιξίας να γίνεται η ανάθεση συμβάσεων μέσω ανταγωνιστικού διαλόγου, όταν πρόκειται για ανάθεση που χαρακτηρίζεται από "νομική και οικονομική πολυπλοκότητα" και καλεί την Επιτροπή να συγκεκριμενοποιήσει την προβλεπόμενη προϋπόθεση εφαρμογής της "νομικής και οικονομικής πολυπλοκότητας" κατά τρόπον ώστε να διατηρηθεί όσο γίνεται μεγαλύτερο περιθώριο για διαπραγμάτευση· είναι της άποψης ότι η νομική και οικονομική πολυπλοκότητα μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη όταν υπάρχουν χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ΣΔΙΤ όπως έννοια του κύκλου ζωής και μακροπρόθεσμη μεταβίβαση κινδύνου στον ιδιωτικό φορέα· θεωρεί ότι σε μια διαδικασία ανταγωνιστικού διαλόγου πρέπει να αποκλειστεί η δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών από έναν εκ των συμμετεχόντων·
Οι ΣΔΙΤ ως συμβάσεις παραχώρησης
27. επισημαίνει το γεγονός ότι η Επιτροπή θέλει να προβεί μετά τη διεξαγωγή διεξοδικής αξιολόγησης επιπτώσεων σε νομοθετικές δραστηριότητες· θεωρεί ότι εάν προτείνεται από την Επιτροπή τέτοια νομοθεσία, θα επιτρέπει στις δημόσιες αρχές, μέσω ευέλικτων, διαφανών και χωρίς διακρίσεις διαδικασιών, να επιλέξουν τον καλύτερο εταίρο, σύμφωνα με τα εκ των προτέρων καθορισμένα κριτήρια·
28. αναμένει να περιλαμβάνει η ενδεχόμενη νομοθεσία σαφή ορισμό των συμβάσεων παραχώρησης που θα τις διακρίνει από τις δημόσιες συμβάσεις, καθώς και να θεσπίζει αντικειμενικά ελέγξιμα κριτήρια επιλογής·
29. φρονεί ότι οι συμβάσεις παραχώρησης πρέπει να έχουν περιορισμένη διάρκεια ζωής, η οποία ωστόσο εξαρτάται από τη διάρκεια της απόσβεσης της ιδιωτικής επένδυσης, ούτως ώστε οι ανταγωνιστές να μην αποκλείονται αναιτίως για μεγάλο χρονικό διάστημα από τον ανταγωνισμό· πιστεύει ότι η διάρκεια των εταιρικών σχέσεων πρέπει να καθοριστεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε ο ελεύθερος ανταγωνισμός να περιορίζεται κατά βάση μόνο στο βαθμό που απαιτείται, προκειμένου να διασφαλίζεται η απόσβεση των επενδύσεων, η εύλογη απόδοση του χρησιμοποιηθέντος κεφαλαίου και η επαναχρηματοδότηση μελλοντικών επενδύσεων·
30. θεωρεί ότι η αρχή της διαφάνειας υπαγορεύει να δημοσιοποιούνται στα έγγραφα της ανάθεσης τα στοιχεία στα οποία βασίζεται ο ορισμός της διάρκειας της σύμβασης, προκειμένου να μπορούν να τα λάβουν υπόψη οι προσφέροντες κατά την επεξεργασία της προσφοράς τους·
31. είναι της άποψης ότι μια ολιστική προσέγγιση των προμηθειών (έννοια του κύκλου ζωής) και ο ανταγωνισμός των προσφερόντων ως προς την καινοτομία μπορούν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα όταν, κατά την κοινή υλοποίηση έργων, οι κίνδυνοι κατανέμονται με τον καλύτερο τρόπο και υπάρχουν περιγραφές της λειτουργικής απόδοσης και μηχανισμός πληρωμών με τα καλύτερα δυνατά κίνητρα·
32. ζητεί από την Επιτροπή να συναγάγει συμπεράσματα από την κτηθείσα εμπειρία του ανταγωνιστικού διαλόγου, προκειμένου να προβεί σε συστάσεις για κατάλληλη διαδικασία ανάθεσης, δεδομένου ότι η ευελιξία του ανταγωνιστικού διαλόγου κατά κανόνα ανταποκρίνεται στον πολύπλοκο χαρακτήρα των συμβάσεων παραχώρησης χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την τήρηση των αρχών της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης και της αναλογικότητας·
33. στηρίζει την Επιτροπή στους ελέγχους που διενεργεί όσον αφορά τη θέσπιση ενιαίων κανόνων ανάθεσης για όλες τις ΣΔΙΤ σε συμβατική βάση, ανεξάρτητα από το χαρακτήρα των επί μέρους ΣΔΙΤ ως δημόσια σύμβαση ή παραχώρηση·
ΘΣΔΙΤ και "ενδοϋπηρεσιακές σχέσεις"
34. υποστηρίζει τις προσπάθειες της Επιτροπής να αναλάβει δράση στον τομέα των θεσμοθετημένων ΣΔΙΤ (ΘΣΔΙΤ) ενόψει των σαφών ενδείξεων ύπαρξης νομικής ανασφάλειας·
35. αναγνωρίζει ότι υπάρχει στην πράξη η επιθυμία να διευκρινιστεί ο τρόπος εφαρμογής του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων στη σύσταση μικτών επιχειρήσεων που συνδέεται με την ανάθεση δημόσιας σύμβασης ή σύμβασης παραχώρησης και καλεί την Επιτροπή να προβεί το συντομότερο δυνατόν στις ανάλογες διευκρινίσεις·
36. είναι της άποψης ότι "οι ενδοϋπηρεσιακές σχέσεις" άνευ διαγωνισμού δεν θα πρέπει να επεκταθούν περαιτέρω, καθώς με τον τρόπο αυτόν θα εξαιρούνταν ορισμένοι τομείς από την ανάγκη συμμόρφωσης με τους κανόνες για την εσωτερική αγορά και τον ανταγωνισμό·
37. θεωρεί απαραίτητη, ενόψει της αρχής της διαφάνειας και της απαγόρευσης των διακρίσεων, την εφαρμογή του δικαίου της ανάθεσης κατά τη σύσταση νέων ΘΣΔΙΤ και όταν μεταβιβάζονται μερίδια στο πλαίσιο των ΣΔΙΤ, εφόσον η νέα αυτή σύσταση ή μεταβίβαση τελεί σε ουσιαστική και χρονική συνάρτηση με την ανάθεση δημοσίας σύμβασης·
38. κατανοεί, ενόψει μιας σχετικής και διαρκώς διευρυνόμενης νομολογίας, τη δημιουργία γενικευμένης ανασφάλειας δικαίου κατά την εφαρμογή των κριτηρίων για τις ενδοϋπηρεσιακές σχέσεις και καλεί συνεπώς την Επιτροπή να αναπτύξει, με βάση την ισχύουσα νομολογία του Δικαστηρίου, κριτήρια που θεσπίζουν σταθερό πλαίσιο αναφοράς για τη λήψη αποφάσεων από τις τοπικές διοικητικές αρχές, και να εξετάσει τη δυνατότητα ενσωμάτωσης των κριτηρίων αυτών στη κοινοτική νομοθεσία·
39. θεωρεί, ότι ένα οποιαδήποτε κατώτερο ποσοστό συμμετοχής του δημόσιου φορέα ανάθεσης σε κοινή εταιρεία με τον ιδιωτικό τομέα θα οδηγούσε σε κάποιας μορφής μόνιμη σχέση προστασίας και ότι συνεπώς όλα τα όρια που έχουν τεθεί προς συζήτηση δημιουργούν προβλήματα·
40. θεωρεί ότι εάν η πρώτη πρόσκληση υποβολής προσφορών για την ίδρυση μικτής επιχείρησης ήταν ακριβής και εκτενής, δεν απαιτείται δεύτερη πρόσκληση υποβολής προσφορών·
41. ζητεί να διευκρινιστεί περαιτέρω ο ορισμός της έννοιας του "ανάλογου ελέγχου" που ασκείται από την αναθέτουσα δημόσια αρχή στον πάροχο υπηρεσιών, ιδίως στις περιπτώσεις όπου μικτές εταιρείες παρέχουν, για λογαριασμό της αναθέτουσας δημόσιας αρχής και σε σύνδεση με την εκτέλεση των καθηκόντων της, υπηρεσίες που χρηματοδοτούνται ή εξασφαλίζονται κυρίως από την αναθέτουσα δημόσια αρχή·
Συνεργασία μεταξύ δημοσίων αρχών
42. επικροτεί καταρχήν, χάριν της τοπικής αυτοδιοίκησης και της αποτελεσματικής διοικητικής δράσης, τις μορφές συνεργασίας σε τοπικό επίπεδο, προκειμένου να επιτευχθούν, μεταξύ άλλων, και αποτελέσματα συνέργειας, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν καθιστά δυνατή την κατάχρηση που οδηγεί σε κλείσιμο της αγοράς·
43. θεωρεί απαραίτητο η Επιτροπή να αποσαφηνίσει τη νομική ανασφάλεια των συνεργασιών των δημοσίων αρχών που ανέκυψε ως αποτέλεσμα της νομολογίας του Δικαστηρίου·
44. συμμερίζεται την άποψη του Δικαστηρίου που διατυπώνεται στην απόφασή του στην υπόθεση C-84/03 (Επιτροπή κατά Ισπανίας(2)) ότι οι συμφωνίες συνεργασίας μεταξύ οργανισμών δημόσιας αυτοδιοίκησης βάσει νομικής μορφής σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο δεν μπορούν να εξαιρεθούν γενικά από το δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων· θεωρεί ότι είναι αναγκαίο να γίνει διάκριση μεταξύ των μέτρων αμιγώς διοικητικού ή/και οργανωτικού χαρακτήρα και των συμβάσεων προμηθειών μεταξύ διοικητικών αρχών·
45. φρονεί ότι περιπτώσεις συνεργασίας των δημοσίων αρχών πρέπει να θεωρηθούν άνευ σημασίας σε σχέση με το δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων όταν:
-
πρόκειται για συνεργασία μεταξύ δημοτικών αρχών,
-
τα καθήκοντα, η εκπλήρωση των οποίων έχει μεταβιβαστεί στις δημοτικές αυτές αρχές, πρέπει να θεωρηθούν ζήτημα τεχνικής αναδιάρθρωσης ή όταν τα εποπτικά δικαιώματα των ενδιαφερομένων τοπικών αρχών ομοιάζουν με εκείνα που ασκούν στις δικές τους υπηρεσίες,
-
οι δραστηριότητες πραγματοποιούνται κατά βάση για τις ενδιαφερόμενες τοπικές αρχές·
46. απορρίπτει την εφαρμογή του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων στις περιπτώσεις που οι δημόσιες αρχές θέλουν να εκπληρώσουν μαζί με άλλες δημόσιες αρχές έργα εντός της ακτίνας δράσης τους, ως μέτρο διοικητικής αναδιοργάνωσης, χωρίς να προσφέρουν σε τρίτους στην αγορά τις σχετικές υπηρεσίες·
47. διαπιστώνει ότι η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων για καθήκοντα δημόσιου τομέα από μια δημόσια αρχή σε μια άλλη δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου για τις δημόσιες συμβάσεις·
48. θεωρεί, ωστόσο, την εφαρμογή του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων πάντοτε απαραίτητη όταν δημόσιες αρχές προσφέρουν στην αγορά υπηρεσίες ως ιδιωτικές στο πλαίσιο της συνεργασίας μεταξύ των εν λόγω δημοσίων αρχών ή όταν διεκπεραιώνουν έργα του δημοσίου από ιδιωτικές επιχειρήσεις ή άλλες δημόσιες αρχές·
o o o
49. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών.
– έχοντας υπόψη την οδηγία 96/71/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών(1) (στο εξής: οδηγία περί αποσπάσεως εργαζομένων),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής για την εφαρμογή της οδηγίας 96/71/EΚ στα κράτη μέλη (COM(2003)0458),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο: Κατευθύνσεις για την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (COM(2006)0159) (στο εξής: κατευθύνσεις),
– έχοντας υπόψη την έκθεση των υπηρεσιών της Επιτροπής για την εφαρμογή της οδηγίας 96/71/EΚ (SEC(2006)0439) (στο εξής: έκθεση των υπηρεσιών της Επιτροπής),
– έχοντας υπόψη το από 15 Ιανουαρίου 2004 ψήφισμά του σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 96/71/EΚ στα κράτη μέλη(2),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 27 και 34 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη σύμβαση για τους διακινούμενους εργαζόμενους (συμπληρωματικές διατάξεις) αριθ. 143 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας,
– έχοντας υπόψη την απόφαση-πλαίσιο 2005/214/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 24ης Φεβρουαρίου 2005, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης επί χρηματικών ποινών(3),
– έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) της 9ης Αυγούστου 1994 στην υπόθεση C-43/93, Vander Elst(4), της 23ης Νοεμβρίου 1999 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-369/96 και 376/96, Arblade(5), της 25ης Οκτωβρίου 2001 στις υνεκδικασθείσες υποθέσεις C-49/98, C-50/98, C-52/98, C-54/98, C-68/98 και C-71/98, Finalarte(6), της 7ης Φεβρουαρίου 2002 στην υπόθεση C-279/00, Επιτροπή κατά Ιταλίας(7), της 12ης Οκτωβρίου 2004 στην υπόθεση C-60/03, Wolff & Müller GmbH(8), της 21ης Οκτωβρίου 2004 στην υπόθεση C-445/03, Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου(9), και της 19ης Ιανουαρίου 2006 στην υπόθεση C-244/04, Επιτροπή κατά Γερμανίας(10),
– έχοντας υπόψη την οδηγία του Συμβουλίου 91/533/ΕΟΚ της 14ης Οκτωβρίου 1991 σχετικά με την υποχρέωση του εργοδότη να ενημερώνει τους εργαζομένους για τους όρους που διέπουν τη σύμβαση ή τη σχέση εργασίας(11),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων καθώς και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A6-0308/2006),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία περί αποσπάσεως εργαζομένων έχει δύο εξίσου σημαντικούς στόχους, οι οποίοι είναι η εγγύηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων και των υπηρεσιών και η παράλληλη διασφάλιση του ότι οι αποσπασμένοι εργαζόμενοι υπόκεινται στους όρους και στις προϋποθέσεις που αφορούν τις ελάχιστες αμοιβές, τις συνθήκες εργασίας και την υγεία και την ασφάλεια των κρατών μελών υποδοχής, σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων και ότι τούτο συνιστά σημαντικό μέσο για τη διασφάλιση της δίκαιης μεταχείρισης,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι όροι και οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων πρέπει να θεωρούνται ελάχιστοι μόνον κανόνες· λαμβάνοντας δε υπόψη ότι το άρθρο 3, παράγραφος 7, της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων ορίζει ότι οι όροι του άρθρου 3, παράγραφοι 1 έως 6, δεν παρεμποδίζουν την εφαρμογή των όρων και των προϋποθέσεων που είναι ευνοϊκότερες για τους εργαζομένους,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων, απόκειται στη χώρα υποδοχής να ορίσει την έννοια του εργαζομένου· λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη ότι η προαναφερθείσα έκθεση των υπηρεσιών της Επιτροπής επιβεβαιώνει ότι η εκ των πραγμάτων εργασιακή κατάσταση στη χώρα υποδοχής παίζει καθοριστικό ρόλο στο πλαίσιο αυτό,
Δ. υπενθυμίζοντας ότι, με τη θέση της 16ης Φεβρουαρίου 2006, το Κοινοβούλιο, διέγραψε τα άρθρα 24 και 25 της προταθείσας οδηγίας για τις υπηρεσίες στην ενιαία αγορά(12),
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι στην υπόθεση Wolff & Müller, το Δικαστήριο των ΕΚ απεφάνθη ότι τα μέτρα της χώρας υποδοχής για τον περιορισμό του αθέμιτου ανταγωνισμού θεωρούνται δικαιολογημένα, που διασφαλίζουν ότι οι αποσπασμένοι εργαζόμενοι επωφελούνται από τους ελάχιστους κανόνες που ορίζονται στο άρθρο 3 της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων, και ότι τέτοιου είδους μέτρα προστασίας με σαφείς στόχους συνιστούν δικαιολογημένο περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στην υπόθεση Wolff & Müller το Δικαστήριο απεφάνθη ότι δεν υπάρχει αναγκαστικά ανακολουθία μεταξύ της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και της τήρησης θεμιτού ανταγωνισμού, αφενός, κει της διασφάλισης της προστασίας των εργαζομένων, αφετέρου,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αρχή της ίσης μεταχείρισης της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων έχει διπλή λειτουργία· διασφαλίζει, αφενός, την ίση μεταχείριση των επιχειρήσεων στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και, αφετέρου, σύμφωνα με το άρθρο 3, την ίση μεταχείριση των αποσπασμένων μισθωτών όσον αφορά τους ελάχιστους κανόνες των όρων εργασίας και απασχόλησης που ισχύουν σε συγκεκριμένο τόπο,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι με τις κατευθύνσεις της Επιτροπής ζητούνται μέτρα τα οποία θα αποτρέψουν το ενδεχόμενο να καταστρατηγηθούν οι ελάχιστοι κανόνες και τα δικαιώματα προστασίας εις βάρος των αποσπασμένων εργαζομένων,
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πολύ μικρός αριθμός καταγγελιών που δέχτηκε η Επιτροπή όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων και ο περιορισμένος αριθμός διαδικασιών λόγω παραβάσεως που κίνησε η Επιτροπή υπογραμμίζουν το γεγονός ότι οι άνθρωποι αγνοούν τα δικαιώματά τους δυνάμει της οδηγίας και ως εκ τούτου δεν επιτυγχάνονται οι στόχοι της,
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα συμβαλλόμενα μέρη με συλλογικές συμβάσεις εργασίας μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην επιτυχή εφαρμογή της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων και ότι η μεγάλη ενίσχυση του ρόλου των κοινωνικών εταίρων και της διασυνοριακής συνεργασίας θα συνέβαλε καθοριστικά στην επιδιωχθείσα αρχή της ίσης μεταχείρισης· αναγνωρίζοντας, ωστόσο, ότι σε πολλές χώρες, η πλειονότητα των εργαζομένων δεν είναι μέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων και ότι συνήθως οι εν λόγω εργαζόμενοι λαμβάνουν τις λιγότερες πληροφορίες όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους,
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κοινωνικοί εταίροι στα κράτη μέλη εντός των οποίων η οδηγία εφαρμόζεται διά συλλογικών συμβάσεων πρέπει να αποκτήσουν άμεση πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τις εταιρείες που αποσπούν εργαζομένους, ούτως ώστε να είναι σε θέση να ασκούν την εποπτεία η οποία στα υπόλοιπα κράτη μέλη υπόκειται στις αρχές που διαθέτουν αντίστοιχη πρόσβαση σε εταιρικές πληροφορίες,
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι διμερείς και οι τριμερείς συμβάσεις μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών αναγνωρίζουν αμοιβαία τους εκάστοτε εθνικούς κανόνες για την ασφάλεια στην εργασία και όρους εργασίας, προλαμβάνεται επιτυχώς η καταστρατήγηση των εθνικών προτύπων, και ότι η κατάσταση αυτή έχει βελτιωθεί και στη συνεργασία των γραφείων συνδέσμων ή την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των συνδικάτων,
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία περί αποσπάσεως εργαζομένων εξακολουθεί να είναι απαραίτητη προκειμένου να παρασχεθεί ασφάλεια δικαίου στους αποσπασμένους εργαζομένους και τις επιχειρήσεις που εμπλέκονται, καθώς και ότι η Επιτροπή πρέπει να λάβει ενεργό θέση προκειμένου να καταστήσει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, των γραφείων συνδέσμου τους και των επιθεωρήσεων εργασίας περισσότερο αποτελεσματική και αποδοτική, ιδιαίτερα για την εξουδετέρωση του αθέμιτου ανταγωνισμού και του κοινωνικού ντάμπινγκ,
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ των 15 δεσμεύτηκαν με προτιμησιακή ρήτρα στη συνθήκη προσχώρησης στο πλαίσιο των ελευθεριών της εσωτερικής αγοράς να μην προβαίνουν σε δυσμενή μεταχείριση των υπηκόων των δέκα νέων κρατών μελών σε σχέση με τους υπηκόους τρίτων χωρών· λαμβάνοντας, επιπλέον, υπόψη ότι αυτό είναι εφικτό μόνον αν είναι γνωστός ο τόπος παραμονής των υπηκόων των τρίτων χωρών στις αρμόδιες αρχές, και ότι τα κράτη μέλη υποδοχής ενδέχεται να επιβάλλουν πρόσθετους όρους σε αποσπασμένους εργαζόμενους τρίτων χωρών εάν έχουν προσληφθεί νομίμως από πάροχο υπηρεσιών εγκατεστημένο σε κράτος μέλος,
1. διαπιστώνει ότι η Επιτροπή, με τις κατευθύνσεις της, αναγνωρίζει τόσο τον κοινωνικό στόχο της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων όσο και την πλήρη ευθύνη που φέρει η χώρα υποδοχής για την υλοποίηση αυτού του στόχου, διασφαλίζοντας την προστασία και τα δικαιώματα όλων των εργαζομένων που έχουν αποσπασθεί προσωρινά στο εξωτερικό· θεωρεί ότι η Επιτροπή πρέπει να ζητήσεις από κράτη μέλη να αναλάβουν αυτήν την ευθύνη διασφαλίζοντας παράλληλα τα δικαιώματα των εταιρειών για την παροχή διασυνοριακών υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 49 της Συνθήκης·
2. επισημαίνει ότι οι δυσκολίες που ανακύπτουν από την εφαρμογή της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων σχετίζονται εν μέρει με το γεγονός ότι δεν έχει μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία από όλα τα κράτη μέλη, και καλεί την Επιτροπή να κρατά ενήμερο το Κοινοβούλιο για την πρόοδο των διαδικασιών λόγω παραβάσεως κατά των υπαίτιων κρατών μελών· εφιστά επίσης την προσοχή στις δυσκολίες εφαρμογής της που προκύπτουν από τις διαφορές ερμηνείας όσον αφορά ορισμένες βασικές έννοιες, όπως εργαζόμενος, ελάχιστος μισθός και υπεργολαβία, στη δυσκολία τόσο των εργαζομένων όσο και των μικρών επιχειρήσεων να αποκτήσουν πληροφορίες και στη δυσκολία παρακολούθησης της συμμόρφωσης με την οδηγία·
3. διαπιστώνει ότι οι κατευθύνσεις της Επιτροπής επιδιώκουν να περιορίσουν τα υφιστάμενα εμπόδια στα κράτη μέλη που παρακωλύουν σοβαρά την αποτελεσματική απόσπαση εργαζομένων· επισημαίνει, ωστόσο ότι, με τη νομική της ερμηνεία, η Επιτροπή υπερβαίνει σε ορισμένες περιπτώσεις την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου των ΕΚ· επισημαίνει ότι η Επιτροπή, με τα συμπεράσματα των κατευθύνσεων της αναγνωρίζει την ανάγκη σαφέστερου καθορισμού των μέτρων ελέγχου και καλύτερης πρόσβασης σε πληροφορίες, αναμένει, ωστόσο να θεσπιστούν μέτρα υποχρεωτικού χαρακτήρα για την επιβολή της οδηγίας·
4. καλεί την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση οδηγίας σχετικά με τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για τα πληρώματα πλοίων που παρέχουν υπηρεσίες τακτικών επιβατικών και εμπορευματικών μεταφορών μεταξύ των κρατών μελών·
5. διαπιστώνει ότι μια από τις βασικές πρακτικές δυσκολίες για την επιτυχή εφαρμογή της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων είναι το θέμα της διπλής απόσπασης και ότι απαιτείται καλύτερος συντονισμός μεταξύ των κρατών μελών και ενίσχυση των διαδικασιών γνωστοποίησης μεταξύ των κρατών μελών προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ζήτημα αυτό·
6. επισημαίνει την παρατήρηση στις κατευθύνσεις της Επιτροπής ότι η οδηγία περί αποσπάσεως εργαζομένων δεν έχει εφαρμοστεί έμπρακτα σε ορισμένα κράτη μέλη, και καλεί την Επιτροπή να λάβει ενδεδειγμένα μέτρα προς την κατεύθυνση αυτή·
Εργασιακές σχέσεις και ορισμός του "εργαζόμενου"
7. υποστηρίζει την ανάλυση των κατευθύνσεων της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία η οδηγία περί αποσπάσεως εργαζομένων δεν αποτελεί το ενδεδειγμένο πλαίσιο για την αντιμετώπιση προβλημάτων όσον αφορά το νομικό καθεστώς των αυτοαπασχολουμένων· συμπεραίνει από εκθέσεις που βασίζονται στη σημερινή πρακτική ότι η ψευδοαυταπασχόληση συνιστά συνήθη πρακτική για την παράκαμψη των ελάχιστων όρων του άρθρου 3 της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων·
8. καλεί τα κράτη μέλη, όσον αφορά τη μελέτη Perulli για την οικονομικά εξαρτημένη/σχεδόν βοηθητική (εξαρτημένη απασχόληση: νομικές, κοινωνικές και οικονομικές πλευρές), να προσαρμόσουν τον ορισμό των "απασχολουμένων", ώστε να γίνει σαφής διάκριση μεταξύ του καθεστώτος των "επιχειρηματιών", που αποτελούν οικονομικά ανεξάρτητες επιχειρήσεις, αφενός, και των "εργαζομένων" που εργάζονται στο πλαίσιο οργανωτικής και οικονομικής εξάρτησης υπό εποπτεία και κατόπιν αμοιβής, αφετέρου·
9. επισημαίνει ότι το Δικαστήριο έχει διατυπώσει, σε αρκετές περιπτώσεις, λεπτομερή κριτήρια τα οποία καθιστούν δυνατή τη διάκριση μεταξύ "εργαζομένων" και "αυτοαπασχολούμενων'· εκτιμά ότι, λαμβάνοντας υπόψη την αρμοδιότητα των κρατών μελών να καθορίζουν το καθεστώς σε σχέση με το εργατοϋπαλληλικό δίκαιο , η Επιτροπή μεριμνά ώστε η διάκριση να γίνεται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που ορίζει το Δικαστήριο· καλεί την Επιτροπή να ξεκινήσει επειγόντως διαπραγματεύσεις με τα κράτη μέλη, με στόχο τη θέσπιση διαφανών και συνεκτικών κριτηρίων για τον καθορισμό του καθεστώτος των "εργαζομένων" και των "αυτοαπασχολούμενων ατόμων" σε σχέση με το εργατοϋπαλληλικό δίκαιο·
10. επισημαίνει ότι η απόδειξη πως οι ψευδοαυτοαπασχολούμενοι αποτελούν εκ των πραγμάτων μισθωτούς συνιστά επί του παρόντος δύσκολη και χρονοβόρα διαδικασία και σημειώνει ότι ο εργαζόμενος θα έχει προφανώς ολοκληρώσει την εργασία και θα έχει επιστρέψει στην πατρίδα του έως ότου συγκεντρωθούν τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία·
11. ζητεί να ενθαρρυνθούν οι ανταλλαγές μεταξύ των υπηρεσιών επιθεώρησης εργασίας των κρατών μελών, προκειμένου να καταστεί δυνατή η κοινή εκστρατεία για την καταπολέμηση της ψευδοαυτοαπασχόλησης, ιδίως με ανταλλαγή πληροφοριών·
12. διαπιστώνει ότι η ισχύουσα νομολογία αναγνωρίζει το δικαίωμα των κρατών μελών υποδοχής να ζητούν έγγραφα για την πιστοποίηση της συμμόρφωσης με τους όρους απασχόλησης που προβλέπει η οδηγία περί αποσπάσεως εργαζομένων· υποστηρίζει την άποψη ότι τα αιτήματα αυτά δεν θα πρέπει να περιορίζονται απλώς σε δελτία ή σε έγγραφα για τους όρους ασφάλεια και υγεία στον τόπο εργασίας, υπό την προϋπόθεση ότι τα αιτήματα είναι αναλογικά· τονίζει ότι το κράτος μέλος στο οποίο λειτουργεί η εταιρία (το κράτος απόσπασης) πρέπει να παράσχει στο κράτος υποδοχής το έντυπο Ε101 που αποδεικνύει ότι ο αποσπασμένος εργαζόμενος είναι εγγεγραμμένος στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης του κράτους απόσπασης·
13. διαπιστώνει ότι μπορεί να προκύπτουν διαφορές σε κράτη μέλη στα οποία δεν έχουν θεσπιστεί διατάξεις σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 9, της οδηγίας για να διασφαλιστεί ότι οι αποσπασμένοι εργαζόμενοι από υπηρεσία προσωρινής απασχόλησης απολαύουν των ίδιων όρων με τους εκτάκτους απασχολουμένους στο κράτος μέλος στο οποίο εκτελείται η εργασία· καλεί τα εν λόγω κράτη μέλη να λάβουν μέτρα για να παύσουν οι διακρίσεις αυτές·
Διασφάλιση των όρων εργασίας και απασχόλησης σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων
14. επαναλαμβάνει ότι η οδηγία περί αποσπάσεως εργαζομένων θεσπίζει τους ελάχιστους αναγκαίους κανόνες για την προστασία των εργαζομένων και της απασχόλησης που ισχύουν για τους αποσπασμένους εργαζόμενους στο έδαφός τους και δεν αποτρέπει τα κράτη μέλη από την επιβολή άλλων όρων για την εργασία και την απασχόληση που προβλέπονται σε συλλογικές συμβάσεις που έχουν χαρακτηριστεί γενικής εφαρμογής, ούτε από την επιβολή άλλων όρων εργασίας και απασχόλησης όπου αυτοί συνιστούν "διατάξεις δημόσιας τάξης'· αντιτίθεται στην περιοριστική ερμηνεία της έννοιας "διατάξεις δημόσιας τάξης" της Επιτροπής, ιδίως με τη μετατροπή των διατάξεων της Σύμβασης για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές της 19ης Ιουνίου 1980, (COM(2005)0650)·
15. διαπιστώνει ότι σε πολλά κράτη μέλη τα συνδικάτα διαδραματίζουν ρόλο ως συμβαλλόμενα μέρη σε συλλογικές διαπραγματεύσεις και ότι η Επιτροπή έχει δηλώσει σε δίκη ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(13) ότι η ιδιαίτερη μορφή ορισμένων σκανδιναβικών συλλογικών συμβάσεων εναρμονίζεται με τη Συνθήκη ΕΚ και την οδηγία περί αποσπάσεως εργαζομένων·
16. πιστεύει ότι για τη διασφάλιση της κατάλληλης εφαρμογής της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων είναι απαραίτητο να διατίθεται άτομο που θα εκπροσωπεί την εταιρεία απόσπασης, προκειμένου να είναι δυνατή στις περιπτώσεις αυτές η εφαρμογή των διατάξεων και των όρων της οδηγίας περί αποσπάσεων·
17. διαπιστώνει ότι όπου δεν υπάρχουν ειδικές συλλογικές συμβάσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 3, παράγραφος 8 της οδηγίας για την απόσπαση εργαζομένων, ισχύουν οι όροι εργασίας και απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης καταβολής κατώτατου μισθού, που καθορίζονται από τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις·
18. διαπιστώνει ότι όλα τα μέτρα, που ενημερώνουν τους εργαζομένους για τα δικαιώματά τους και τα διαφυλάσσουν, συμβάλλουν στην επιτυχή εφαρμογή της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων· πιστεύει ότι θα πρέπει να βελτιωθεί για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη η ενημέρωση και η συνειδητοποίηση των δικαιωμάτων που παρέχει η οδηγία· καλεί την Επιτροπή να υποστηρίξει ενεργά τα μέτρα αυτά· επιδοκιμάζει, συνεπώς την πρωτοβουλία της Επιτροπής για δημιουργηθεί ιστότοπος για την απόσπαση εργαζομένων με άμεσες συνδέσεις στη σχετική εθνική νομοθεσία· τονίζει ότι οι πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται στην κατάλληλη γλώσσα·
19. πιστεύει ότι η αποτελεσματική εφαρμογή της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων δεν επιτυγχάνεται με τεράστια γραφειοκρατία αλλά, αντίθετα, με αύξηση της πληροφόρησης και με απλές διαδικασίες που δίνουν τη δυνατότητα στους ανθρώπους να ενημερώνονται για τα δικαιώματά τους· καλεί, ως εκ τούτου, το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας (EUROFOUND) στο Δουβλίνο να αναπτύξει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές για την προετοιμασία της πληροφόρησης για τους εργαζόμενους και τους εργοδότες·
20. υπογραμμίζει τη σημασία της διατήρησης του δικαιώματος των κρατών μελών υποδοχής να καθορίζουν τον ελάχιστο μισθό, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων, καλεί όμως τα κράτη μέλη που καθορίζουν τους ελάχιστους μισθούς με συλλογικές συμβάσεις να διευκολύνουν την πρόσβαση των επιχειρήσεων που προτίθενται να αποκτήσουν έδρα σε άλλο κράτος μέλος σε πληροφορίες σχετικά με τα επίπεδα ελάχιστου μισθού·
21. αποδοκιμάζει την έλλειψη συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων αρχών, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, με τους τομεακούς κοινωνικούς εταίρους που διαδραματίζουν πολύ σημαντικό ρόλο και αναμένει από την Επιτροπή να τονώσει τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών γραφείων συνδέσμου και των εμπλεκόμενων τομεακών κοινωνικών εταίρων· εκτιμά ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη συνεργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο μεταξύ των τμημάτων της Επιτροπής, συμπεριλαμβανομένης της ομάδας εμπειρογνωμόνων και των τομεακών κοινωνικών εταίρων, όσον αφορά το ζήτημα περιεχομένου·
22. ζητεί τη λήψη αποτελεσματικών μέτρων για την προστασία των εργαζομένων που καταγγέλλουν παραβιάσεις των δικαιωμάτων στον χώρο εργασίας·
23. διαπιστώνει ότι η συμμετοχή στα ταμεία αδείας σύμφωνα με τις γενικές δεσμευτικές συλλογικές συμβάσεις συνεπάγεται μεγαλύτερη προστασία των αποσπασμένων εργαζομένων σε ορισμένα κράτη μέλη και ότι είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο στόχο η άμεση πληρωμή στους εργαζομένους, σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου των ΕΚ στην υπόθεση Finalarte, γεγονός που σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις τις οποίες αφορούν οι αποσπάσεις μπορούν να έχουν την υποχρέωση να καταβάλλουν εισφορές σε ταμεία αδείας, τα οποία πρέπει να είναι επίσης ανοιχτά για τους αποσπασμένους εργαζομένους, προκειμένου να επωφελούνται και εκείνοι· θεωρεί αναγκαία τη λεπτομερή ενημέρωση των αποσπασμένων εργαζομένων σχετικά με τις διατάξεις που διέπουν τα εν λόγω ταμεία αδείας·
24. διαπιστώνει την ανάπτυξη μέσων πληροφόρησης με εξηγήσεις των όρων που ισχύουν στους αποσπασμένους εργαζομένους από τους κοινωνικούς εταίρους σε ορισμένους τομείς· καλεί τα κράτη μέλη να προωθήσουν τη συγκέντρωση των εν λόγω πληροφοριών και σε άλλους τομείς οικονομικής δραστηριότητας σε μια προσπάθεια να διευκολυνθεί η πρόσβαση των εργαζομένων και των απασχολούμενων ομοίως σε αυτές τις πληροφορίες ζωτικής σημασίας και να βελτιωθεί η συμμόρφωση με την οδηγία περί αποσπάσεως εργαζομένων·
25. υπογραμμίζει το γεγονός ότι τα ενημερωτικά δελτία της εκάστοτε χώρας, τα οποία θα εμπλουτίσουν το περιεχόμενο των κατευθύνσεων της Επιτροπής, εκπονούνται επί του παρόντος από εμπειρογνώμονες· συνιστά οι κατευθύνσεις της Επιτροπής να λάβουν πλήρως υπόψη αντίστοιχες συνεισφορές προκειμένου να γεφυρωθεί το κενό πληροφόρησης·
26. διαπιστώνει ότι οι δημόσιες αρχές φέρουν σαφή ευθύνη και μπορούν να συμβάλουν σε σημαντικό βαθμό στον περιορισμό του αθέμιτου ανταγωνισμού, αναθέτοντας συμβάσεις μόνο σε εταιρείες που τηρούν όλες τις διατάξεις που ισχύουν στη χώρα υποδοχής όσον αφορά το άρθρο 3 της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων· παραπέμπει, εν προκειμένω, στο άρθρο 55 της οδηγίας περί σύναψης δημόσιων συμβάσεων(14), σύμφωνα με την οποία ο φορέας ανάθεσης επιτρέπεται να ζητήσει να ενημερωθεί σχετικά με την προστασία των εργαζομένων και τους όρους απασχόλησης, όταν οι προσφορές είναι ασυνήθιστα χαμηλές σε σχέση με τις παροχές·
27. θεωρεί ότι οι εταιρείες που αποσπούν εργαζομένους, καθώς και οι μητρικές τους επιχειρήσεις, στην περίπτωση συμβάσεων σε θυγατρικές, πρέπει να θεωρούνται από κοινού υπεύθυνες για τις συνθήκες διαβίωσης των αποσπασμένων εργαζομένων στη χώρα υποδοχής και να διασφαλίζουν την ύπαρξη αξιοπρεπών συνθηκών·
28. επικαλείται την απόφαση στην υπόθεση Wolff & Müller, με την οποία το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων απεφάνθη ότι το νομικό σύστημα της γενικής ευθύνης των αναδόχων συμβάλλει στη διασφάλιση της προστασίας των εργαζομένων και, ως εκ τούτου, αποτελεί επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος· καλεί τα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν ακόμη τέτοια εθνική νομοθεσία να καλύψουν γρήγορα το κενό· καλεί την Επιτροπή να ρυθμίσει ζητήματα κοινής και άλλης ευθύνης, για κεντρικές και κύριες επιχειρήσεις για την αντιμετώπιση καταχρήσεων κατά την υπεργολαβία και εξωτερική ανάθεση έργου σε μεθοριακούς εργαζομένους και να δημιουργήσει μια διαφανή και ανταγωνιστική εσωτερική αγορά για όλες τις εταιρίες·
Διασφάλιση ενός αποτελεσματικού ελέγχου
29. διαπιστώνει ότι, σύμφωνα με την ισχύουσα νομολογία, οι εθνικές αρχές μπορούν να λαμβάνουν ενδεδειγμένα μέτρα για να διασφαλίζουν την τήρηση των ελάχιστων απαιτήσεων του άρθρου 3 της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων· υποστηρίζει το συμπέρασμα της Επιτροπής ως προς το ότι το κράτος μέλος υποδοχής θα πρέπει να ζητεί από τον πάροχο υπηρεσιών να πραγματοποιεί προηγουμένως δήλωση, ώστε να μπορεί να πιστοποιεί τη συμμόρφωση προς τους όρους απασχόλησης·
30. θεωρεί ότι η κοινή δράση για την εποπτεία της συμμόρφωσης με τους κανόνες έχει σημαντικά διοικητικά πλεονεκτήματα επί των διμερών σχέσεων μεταξύ των κρατών μελών· καλεί, ως εκ τούτου, την Επιτροπή να συντονίσει τη δράση των κρατών μελών για την εποπτεία της συμμόρφωσης με την οδηγία από τις επιχειρήσεις της χώρας υποδοχής·
31. διαπιστώνει ότι τα μέτρα κατά το άρθρο 5 της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων είναι αποτελεσματικά μόνον αν επιβληθούν κυρώσεις· επισημαίνει ότι αυτό προϋποθέτει τη δυνατότητα κοινοποίησης πράξεων επιβολής προστίμου στον αντιπρόσωπο της επιχείρησης κατά το εθνικό δίκαιο, διότι, στο πλαίσιο της αμοιβαίας αναγνώρισης ποινών, τα πρόστιμα μπορούν να επιβληθούν μόνον αν η ποινική διαδικασία έχει κινηθεί νόμιμα στη χώρα υποδοχής·
32. επισημαίνει την παρατήρηση της Επιτροπής όσον αφορά την αναποτελεσματικότητα των εθνικών γραφείων συνδέσμου· επισημαίνει επίσης ότι ο στόχος να καταστούν λειτουργικά τα γραφεία συνδέσμου αποτελεί μία από τις βασικές προτεραιότητες της Επιτροπής και των κρατών μελών και ότι η λειτουργία των εθνικών γραφείων συνδέσμου συνιστά κοινή αρμοδιότητα της Επιτροπής και των κρατών μελών·
33. υποστηρίζει έντονα το αίτημα της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη να παράσχουν στα γραφεία συνδέσμου και τις αρχές επιθεώρησης τον απαραίτητο εξοπλισμό και πόρους που θα τους επιτρέψουν να ανταποκριθούν αποτελεσματικά στα αιτήματα για την παροχή πληροφοριών και τη συνεργασία· καλεί τα κράτη μέλη να εδραιώσουν τη διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των αρχών επιθεώρησης και ζητεί από την Επιτροπή να υποστηρίξει ενεργά αυτήν τη συνεργασία βελτιώνοντας τις διαθέσιμες πληροφορίες στον ιστότοπό της και δημιουργώντας υποχρεωτικό σημείο επαφής των αποσπασμένων εργαζομένων με τους κοινωνικούς εταίρους της χώρας υποδοχής και, στη συνέχεια, μόνιμη ευρωπαϊκή δομή διασυνοριακής συνεργασίας·
34. επισημαίνει ότι η Επιτροπή θα εγκρίνει, εντός 12 μηνών από την έγκριση των προαναφερόμενων κατευθύνσεων της, έκθεση η οποία θα περιγράφει την κατάσταση σε όλα τα κράτη μέλη σε σχέση με όλες τις πτυχές που μνημονεύουν οι κατευθύνσεις, προκειμένου να αξιολογήσει τη σημειωθείσα πρόοδο στους εν λόγω τομείς· επιμένει ότι η έκθεση πρέπει να καλύψει επίσης τις καταβληθείσες προσπάθειες για την επίλυση των νομικών θεμάτων που αναφέρονται στην έκθεση των υπηρεσιών της Επιτροπής όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων· ζητεί να συμμετάσχει δεόντως το Κοινοβούλιο στη διαβούλευση σχετικά με την εν λόγω έκθεση προκειμένου να αποφασιστεί εάν απαιτείται αναθεώρηση της οδηγίας·
35. καλεί την Επιτροπή να υποβάλλει ανά διετία στο Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο συγκεκριμένα δεδομένα για τη μεταφορά σε εθνικό επίπεδο της οδηγίας περί αποσπάσεως εργαζομένων, εστιάζοντας στις περιπτώσεις παραβίασης της οδηγίας·
o o o
36. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών και στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή.
Οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114).
Ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (2005)
375k
84k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την ετήσια έκθεση 2005 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (2006/2206(INI))
– έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για το 2005,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 113 της Συνθήκης ΕΚ,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 15 του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 2ας Απριλίου 1998 σχετικά με τον δημοκρατικό έλεγχο κατά το τρίτο στάδιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης(1),
– έχοντας υπόψη την ψηφοφορία της 5ης Ιουλίου 2005 κατά την οποία απορρίφθηκε η πρόταση ψηφίσματος σχετικά με την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για το 2004(2),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Απριλίου 2006 σχετικά με την κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας: προπαρασκευαστική έκθεση σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής για το 2006(3),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 17ης Μαΐου 2006 σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ)(4),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 12ης Ιουλίου 2006 σχετικά με την ετήσια δήλωση για την ευρωζώνη (COM(2006)0392),
– έχοντας υπόψη τη θέση του της 13ης Μαρτίου 2003 σχετικά με τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για απόφαση του Συμβουλίου αναφορικά με την τροποποίηση του άρθρου 10.2 του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας(5),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Μαρτίου 2006 σχετικά με τη στρατηγική επανεξέταση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ)(6),
– έχοντας υπόψη τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σχετικά με τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και σχετικά με τη χρηματοπιστωτική ενοποίηση στη ζώνη του ευρώ,
– έχοντας υπόψη την από 5ης Μαΐου 2006 επιστολή της προέδρου της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων προς τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ecofin σχετικά με τη διαδικασία διορισμού της εκτελεστικής επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,
– έχοντας υπόψη τις οικονομικές προβλέψεις του Ευρωσυστήματος του Ιουνίου 2006,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 106 και 112, παράγραφος 1, του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (A6-0349/2006),
A. αναγνωρίζοντας την πλήρη ανεξαρτησία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ),
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κύριος στόχος της ΕΚΤ και του ΕΣΚΤ συνίσταται στη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών με ταυτόχρονη στήριξη των γενικών οικονομικών πολιτικών της Κοινότητας, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 της Συνθήκης ΕΚ· ότι το άρθρο 105 της Συνθήκης ΕΚ ορίζει πως η νομισματική πολιτική πρέπει να συμβάλλει, "με την επιφύλαξη του στόχου της σταθερότητας των τιμών", στην υλοποίηση των στόχων της Κοινότητας,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕγχΠ) της ζώνης του ευρώ αυξήθηκε κατά 1,4% το 2005, εμφανίζοντας μείωση σε σχέση με το 1,8% του 2004, ενώ ο πληθωρισμός της ζώνης του ευρώ ανήλθε σε 2,2%, ποσοστό που βρίσκεται κοντά στο 2,1% του 2004,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη δεν μπόρεσαν να επωφεληθούν στον ίδιο βαθμό από την ισχυρή παγκόσμια ανάπτυξη το 2005· ότι, μεταξύ άλλων λόγων, αυτό μπορεί να αποδοθεί στην αύξηση των τιμών του πετρελαίου και τη δυσμενή εξέλιξη των συναλλαγματικών ισοτιμιών, με το ευρώ να βρίσκεται σε επίπεδο υψηλότερο των 1,17 δολαρίων το Δεκέμβριο 2005 (έναντι μέγιστου επιπέδου –1,36 δολάρια– τον Δεκέμβριο 2004)· ότι οι προγνώσεις ανάπτυξης υποδεικνύουν ορισμένη οικονομική ανάκαμψη, με τις προβλέψεις της Επιτροπής να αναφέρουν ανάπτυξη 2,5% το 2006 και μεταξύ 1,3% και 2,3% το 2007, ενώ ο πληθωρισμός προβλέπεται ελαφρώς ανώτερος του 2%,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, αφού διατήρησε σταθερά τα βασικά επιτόκια επί δυόμισι έτη στο επίπεδο του 2%, προέβη στην διαδοχική αύξησή τους κατά 25 μονάδες βάσης την 1η Δεκεμβρίου 2005, στις 2 Μαρτίου, στις 8 Ιουνίου, στις 3 Αυγούστου και στις 5 Οκτωβρίου 2006, και ότι τόσο τα ονομαστικά όσο και τα πραγματικά επιτόκια παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη τον μεγάλο αριθμό των υφιστάμενων υποψηφιοτήτων για τον διορισμό σε υπεύθυνες θέσεις στο ΔΝΤ, στον ΠΟΕ και στον ΟΟΣΑ, εκτός από εκείνες στην Παγκόσμια Τράπεζα, χωρίς δυσμενείς επιπτώσεις στην εξέλιξη της σταδιοδρομίας των υποψηφίων,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι αρκετές κεντρικές τράπεζες τρίτων χωρών ανακοίνωσαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών την πρόθεσή τους να αυξήσουν το ποσοστό των συναλλαγματικών διαθεσίμων τους που τηρούνται σε ευρώ,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι παγκόσμιες ανισορροπίες αυξήθηκαν το 2005, κυρίως λόγω της αύξησης του ελλείμματος του ισοζυγίου πληρωμών των Ηνωμένων Πολιτειών, που έφτασε στο 6,4% του ΑΕγχΠ,
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ετήσιοι λογαριασμοί της ΕΚΤ για το 2005 αποκαλύπτουν μηδενικό καθαρό κέρδος, γεγονός το οποίο εξηγείται από τη διοχέτευση όλου του χρηματοοικονομικού αποτελέσματος σε προβλέψεις,
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΚΤ διαδραματίζει καίριο ρόλο στην εύρυθμη λειτουργία του ευρωπαϊκού μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών (ΜΣΙ II) και στην καταπολέμηση του πληθωρισμού,
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη την πρόθεση του Κοινοβουλίου να συμβάλει στην ενίσχυση του ρόλου και του κύρους της ΕΚΤ στη διεθνή σκηνή,
Οικονομικές και νομισματικές εξελίξεις
1. υπογραμμίζει ότι η οικονομική ανάκαμψη χαρακτηρίζεται από ετήσια αύξηση κατά 2,5% του πραγματικού ΑΕγχΠ και συμβολή της εσωτερικής ζήτησης κατά 2,1% στο δεύτερο τρίμηνο του 2006· επισημαίνει ότι η πρόσφατη οικονομική ανάπτυξη στηρίζεται από τις εθνικές μεταρρυθμίσεις και τα επενδυτικά προγράμματα στις αγορές εργασίας, χρηματοπιστωτικών προϊόντων και εμπορευμάτων· πιστεύει ότι τα επιτόκια θα μπορούσαν να αυξηθούν μόνον με την απαιτούμενη σύνεση για να μην διακυβευτεί η ανάπτυξη· εφιστά την προσοχή στους κινδύνους που συνδέονται με την αύξηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ και της τιμής του πετρελαίου, παράγοντες που συνέβαλαν στην ασθενική ανάπτυξη κατά το 2005· επικροτεί την πολιτική της ΕΚΤ να επικεντρώνεται στον κύριο στόχο της, δηλαδή στη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών· εκτιμά συνεπώς ότι η ΕΚΤ ανταποκρίθηκε με τον ενδεδειγμένο τρόπο στις οικονομικές και χρηματοπιστωτικές εξελίξεις του 2005 αυξάνοντας το επιτόκιό της, αφού η κορυφή της καμπύλης του πληθωρισμού ανήλθε έως το 2,6% τον Σεπτέμβριο 2005·
2. υπογραμμίζει ότι η ΕΚΤ πρέπει, ωστόσο, να έχει επίγνωση των κινδύνων που εγκυμονούν για την ανάπτυξη οι συνεχείς αυξήσεις των επιτοκίων, στο πλαίσιο της πρόσφατης οικονομικής ανάκαμψης· επισημαίνει ότι, προκειμένου να στηρίξουν την οικονομική ανάκαμψη, τα κράτη μέλη οφείλουν να προβούν στις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επενδυτικές δραστηριότητες· θεωρεί ότι η πολιτική των επιτοκίων επηρεάζεται από την πρόοδο των μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης των κρατών μελών·
3. διαπιστώνει ότι, κατά τη διάρκεια της περιόδου 2003-2005, τα επιτόκια έπεσαν σε ιστορικά χαμηλό επίπεδο, δηλαδή στο 2%, προκειμένου να στηριχθεί η οικονομική ανάκαμψη· καλεί την ΕΚΤ να εξακολουθήσει να ανταποκρίνεται στην αποστολή της, με πολιτική η οποία συνίσταται στο να συγκρατεί σθεναρά τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες πληθωριστικές προσδοκίες σε επίπεδα συμβατά με τη σταθερότητα των τιμών· υπογραμμίζει ότι η ΕΚΤ πρέπει να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την εξέλιξη των τιμών του πετρελαίου και των ακινήτων, καθώς και την επίμονη ύπαρξη πλεονάζουσας ρευστότητας·
4. παρατηρεί ότι η εξυγίανση που δρομολογήθηκε από τα κράτη μέλη πρέπει να συνεχιστεί, προκειμένου να τεθούν οι βάσεις για μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, αν και ταυτόχρονα δεν μπορούν να παραμεληθούν οι επενδύσεις προς όφελος μιας κοινωνίας ικανής να αντιμετωπίσει το μέλλον· ότι οι παρούσες παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές του ΔΝΤ επιβεβαιώνουν την εν λόγω διάγνωση· ότι οι περαιτέρω πρόοδοι όσον αφορά τη μεταρρύθμιση στα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ παραμένουν καθοριστικές για την εδραίωση των βάσεων της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης·
5. παρατηρεί ότι, στα τέλη του 2001 και στις αρχές του 2003, υπήρχαν παρόμοιες ενδείξεις με αυτές που παρατηρούνται σήμερα όσον αφορά την οικονομική ανάκαμψη, οι οποίες όμως δεν μετουσιώθηκαν σε σταθερή ανάπτυξη· επισημαίνει ότι οι εκτιμήσεις της Επιτροπής και του Ευρωσυστήματος προβλέπουν μικρή ανάκαμψη για το 2006, η οποία θα ακολουθηθεί από επιβράδυνση το 2007· εκτιμά ότι η αύξηση του δυναμικού ανάπτυξης της ζώνης του ευρώ εξαρτάται από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις καθώς και από προσεκτικά υλοποιημένες επενδυτικές δραστηριότητες στα κράτη μέλη· αναγνωρίζει ότι ο ανταγωνισμός στις αγορές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η υψηλή ποιότητα της απασχόλησης αποτελούν κινητήρια δύναμη οικονομικής ανάπτυξης και ότι ο αντίκτυπός τους στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της καινοτομίας δεν πρέπει να παρεμποδιστεί· επισημαίνει την πρόσφατη οικονομική ανάκαμψη το 2006 και υπογραμμίζει ότι η εν λόγω θετική κατάσταση πρέπει να αξιοποιηθεί πληρέστερα από τα κράτη μέλη για μια σοβαρή δημοσιονομική εξυγίανση·
6. εκτιμά ότι η αύξηση του δυναμικού ανάπτυξης της ζώνης του ευρώ εξαρτάται από τη συνέχιση μιας συνεπούς εφαρμογής του προγράμματος μεταρρυθμίσεων· ότι αυτό πρέπει οπωσδήποτε, λαμβανομένων υπόψη των δημογραφικών μεταβολών, να περιλαμβάνει συστήματα κοινωνικής ασφάλισης που να μπορούν να αντεπεξέλθουν στις μελλοντικές εξελίξεις· ότι, σε αυτό το πλαίσιο, οι ευρωπαϊκοί μακροοικονομικοί διάλογοι που αποσκοπούν στον καθορισμό σημείων αναφοράς για τα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων και μιας ισορροπημένης μακροοικονομικής πολιτικής αποτελούν σημαντικό παράγοντα· ότι η ΕΚΤ πρέπει να διατηρήσει εν προκειμένω την ανεξαρτησία της·
7. εκτιμά ότι οι αποκλίσεις εντός της ζώνης του ευρώ, όπου υπάρχουν διαφορές σε επίπεδο ανάπτυξης (έως 4,5 % το 2005) και σε επίπεδο πληθωρισμού (έως 2,7 % το 2005), συνιστούν, μακροπρόθεσμα, μείζονα κίνδυνο για τον ΜΣΙ·
8. παρατηρεί την ύπαρξη αυξανόμενων κινδύνων προσαρμογής των τιμών των ακινήτων κατά τρόπο που θα αντανακλά την ταχεία και αδικαιολόγητη αύξηση των τιμών κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών· εύχεται την αποσαφήνιση της πολιτικής της ΕΚΤ όσον αφορά την εξέλιξη των τιμών των στοιχείων ενεργητικού, και δη των ακινήτων· εκτιμά ότι, μακροπρόθεσμα, μια σαφέστερη θέση θα συνέβαλλε ώστε να αποφευχθούν οι κερδοσκοπικές φούσκες·
9. επικροτεί την προσχώρηση στον ΜΣΙ II της Κύπρου, της Λετονίας και της Μάλτας στις 29 Απριλίου 2005 και της Σλοβακίας στις 25 Νοεμβρίου 2005· τάσσεται υπέρ της υιοθέτησης του ευρώ από όλα τα κράτη μέλη· εκτιμά ότι, όσον αφορά τον σεβασμό των κριτηρίων σύγκλισης, πρέπει να δίδεται η δέουσα προσοχή στην ακρίβεια και την αξιοπιστία των στατιστικών των κρατών μελών· καλεί τα άλλα κράτη μέλη να λάβουν αμέσως μέτρα, προκειμένου να εκπληρώσουν εξίσου τα κριτήρια που διέπουν την προσχώρηση στη ζώνη του ευρώ·
10. παρατηρεί ότι οι μηχανισμοί διάδοσης της νομισματικής πολιτικής διαφέρουν μεταξύ των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ, δεδομένου ιδίως ότι ορισμένες χώρες υφίστανται αμεσότερη επίδραση λόγω της επικράτησης του δανεισμού με μεταβλητά επιτόκια· ζητεί από την ΕΚΤ και την Επιτροπή να υποβάλουν σαφή ανάλυση αυτών των διαφορών και των ενδεχόμενων βελτιώσεων που πρέπει να γίνουν, ώστε να διευκολυνθεί η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής· ότι οι προοπτικές αφύπνισης στην Ευρώπη μπορούν να ενισχυθούν μόνον εφόσον η κατευθυντήρια αρχή της "ενότητας στην ποικιλομορφία" γίνει αποδεκτή τόσο κοινωνικά όσο και οικονομικά·
11. υπογραμμίζει τους κινδύνους των γρήγορων προσαρμογών στις παγκόσμιες ανισορροπίες, που είναι πιθανό να επιφέρουν ανατίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου· καλεί την Ευρωομάδα, το Συμβούλιο και την ΕΚΤ να ασκήσουν πλήρως τις αντίστοιχες εξουσίες τους και να εντείνουν τον συντονισμό της δράσης τους σε θέματα συναλλαγματικής πολιτικής·
12. παρατηρεί ότι η ΕΚΤ διάκειται ευνοϊκά έναντι της ενίσχυσης του προληπτικού σκέλους του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης (ΣΣΑ), αλλά επίσης έχει υιοθετήσει επανειλημμένως επικριτική στάση σε σχέση με ενδεχόμενη χαλάρωση του διορθωτικού σκέλους του εν λόγω συμφώνου, θέση που συνάδει με τις θέσεις όλων των υπόλοιπων κεντρικών τραπεζών της ζώνης του ευρώ, ορισμένες από τις οποίες έχουν εν προκειμένω διατυπώσει έντονη κριτική·
Νομισματική πολιτική
13. εκτιμά ότι απαιτείται περισσότερη σαφήνεια και συνοχή στη νομισματική πολιτική που εφαρμόζεται από την ΕΚΤ, ιδίως όσον αφορά τον προσδιορισμό της συγκριτικής σπουδαιότητας και της σχέσης των δύο κύριων πυλώνων πολιτικής, δηλαδή της προσφοράς χρήματος (M3) και όλων των άλλων σχετικών πληροφοριών για τη μελλοντική εξέλιξη του πληθωρισμού· εκτιμά ότι οι σαφείς και διαφανείς κανόνες όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι δύο αυτοί πυλώνες επηρεάζουν τις επιχειρησιακές αποφάσεις σε θέματα νομισματικής πολιτικής θα καθιστούσαν τις πολιτικές της ΕΚΤ περισσότερο προβλέψιμες και αποτελεσματικές·
14. καλεί την ΕΚΤ να αναλάβει δράση όσον αφορά την επίμονα αυξημένη προσφορά χρήματος M3 (8,8% τον Μάιο 2006 έναντι 7,4% τον Δεκέμβριο 2005) σε σχέση με το μακροπρόθεσμο ποσοστό αναφοράς 4,5%· εφιστά ιδίως την προσοχή στη σημαντική αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας και των καταθέσεων όψεως, και εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι μια τέτοια επέκταση δεν είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη· καλεί την ΕΚΤ να μελετήσει προσεκτικά τις εξελίξεις στην αγορά ενυπόθηκων δανείων και στα δάνεια για συγχωνεύσεις και εξαγορές, και τις πιθανές επιπτώσεις τους από την άποψη του συστημικού κινδύνου, της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και της εξέλιξης των επιτοκίων·
Χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ενοποίηση
15. χαιρετίζει τη δημοσίευση της πρώτης έκθεση της ΕΚΤ σχετικά με τη χρηματοπιστωτική ενοποίηση στη ζώνη του ευρώ, που απαιτείται τόσο για τη διάδοση των πληροφοριών που αφορούν τη νομισματική πολιτική όσο και για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα· σημειώνει ότι, για την ΕΚΤ, η χρηματοπιστωτική ενοποίηση απαιτεί την ενοποίηση των υποδομών της αγοράς, και ιδίως των συστημάτων διακανονισμού-παράδοσης· παρατηρεί ότι η ΕΚΤ έχει την πρόθεση να δημιουργήσει υποδομή διακανονισμού· διαπιστώνει ότι, έως την ενδεχόμενη καθιέρωση υποδομής, θα πρέπει να προβλεφθεί ένας μηχανισμός διαχείρισης της ΕΚΤ·
16. καταδικάζει το γεγονός ότι η ΕΚΤ ήρθε σε επαφή με την ευρωπαϊκή επιτροπή ρυθμιστικών αρχών των αγορών κινητών αξιών όσον αφορά μέτρα του επιπέδου 2 προτού καν ενεργήσει ο νομοθέτης·
17. συμμερίζεται τους φόβους που έχει εκφράσει η ΕΚΤ όσον αφορά τα αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου και καλεί, ως εκ τούτου, την ΕΚΤ να εκπονήσει περαιτέρω αναλύσεις στον τομέα αυτό·
18. καλεί την Επιτροπή να δώσει μεγαλύτερη προσοχή στον αντίκτυπο που έχει η συμπεριφορά των χρηματοπιστωτικών αγορών στη μακροοικονομική κατάσταση της ζώνης του ευρώ·
19. επισημαίνει τους κινδύνους που εγκυμονούν για τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών οι διασυνοριακές συγχωνεύσεις· ζητεί ως εκ τούτου από την ΕΚΤ να εκπονήσει σχετική ανάλυση, εστιαζόμενη ιδίως στο ζήτημα του δανειστή εσχάτης ανάγκης, και να υποβάλει αντίστοιχες αναλύσεις στο πλαίσιο του νομισματικού διαλόγου του 2007·
20. αναμένει με ενδιαφέρον την εφαρμογή ολοκληρωμένου συστήματος TARGET II, το οποίο θα βελτιώσει τη διαχείριση των ρευστών διαθέσιμων στο πλαίσιο του ΕΣΚΤ και θα αποφέρει σημαντικά αυξημένη αποτελεσματικότητα· προτρέπει το ΕΣΚΤ να διαμορφώσει διεξοδικό, διαφανές και στέρεο νομικό πλαίσιο για τη μελλοντική λειτουργία του TARGET II·
21. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η ΕΚΤ, όπως και το Συμβούλιο, δεν έκρινε σκόπιμο να ενημερώσει το Κοινοβούλιο σχετικά με το Μνημόνιο συμφωνίας για τη διαχείριση των χρηματοπιστωτικών κρίσεων·
Εξωτερικός ρόλος του ευρώ
22. επαναλαμβάνει το αίτημά του για ενέργειες με στόχο την ενοποίηση της εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ στο πλαίσιο των διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών, προκειμένου τα συμφέροντά της να προστατεύονται με ισχύ ανάλογη του οικονομικού βάρους της·
23. παρατηρεί με ενδιαφέρον τις εξαγγελίες αρκετών κεντρικών τραπεζών ότι προτίθενται να αυξήσουν το ποσοστό των συναλλαγματικών διαθεσίμων τους που τηρούνται σε ευρώ· ζητεί από την ΕΚΤ να παρακολουθεί με προσοχή τις εν λόγω κινήσεις και, στο πλαίσιο της ετήσιας έκθεσής της σχετικά με τον διεθνή ρόλο του ευρώ, να προσδιορίσει ποσοτικά και να αναλύσει τις συνέπειές τους, ιδίως όσον αφορά τις συναλλαγματικές ισοτιμίες·
Τραπεζογραμμάτια
24. παρατηρεί ότι η αξία των κυκλοφορούντων τραπεζογραμματίων σε ευρώ συνέχισε να αυξάνεται με ταχύ ρυθμό, εμφανίζοντας άνοδο 12,8% το 2005· επισημαίνει ότι αυτή η συνεχιζόμενη αύξηση οφείλεται κυρίως στα τραπεζογραμμάτια μεγάλης ονομαστικής αξίας, και ιδίως στα τραπεζογραμμάτια των 500 ευρώ, των οποίων η αύξηση σε αριθμό άγγιξε το 20,9%· ζητεί από την ΕΚΤ να διερευνήσει τους λόγους αυτής της αισθητής αύξησης και να αναλύσει το είδος των συναλλαγών που πραγματοποιήθηκαν με τα εν λόγω τραπεζογραμμάτια και την κατανομή ανά χώρα ζήτησης, προκειμένου να εντοπιστούν οι κίνδυνοι που μπορεί να συνδέονται με το εν λόγω γεγονός·
25. εκτιμά ότι η πρώτη γενιά τραπεζογραμματίων, από τα οποία λείπουν όλες οι απεικονίσεις ζώντων οργανισμών, πραγματικών τοπίων ή μνημείων, συμβάλλει στη διαμόρφωση ψυχρής εικόνας της νομισματικής ολοκλήρωσης και συμβάλλει στην αποστασιοποίηση των Ευρωπαίων από το ευρώ· καλεί την ΕΚΤ να εισαγάγει στη δεύτερη γενιά τραπεζογραμματίων ζώντες οργανισμούς, τοπία, ευρωπαϊκά ανθρώπινα έργα ή ευρωπαϊκές προσωπικότητες που χαίρουν συναίνεσης· καλεί την ΕΚΤ να του υποβάλει τις σκέψεις της επί του θέματος·
Δημοκρατικός έλεγχος
26. εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η ΕΚΤ τάσσεται σαφώς υπέρ της επικύρωσης του σχεδίου συντάγματος, που απαριθμεί τα απαραίτητα στοιχεία του πλαισίου πολιτικής για την ΟΝΕ εντός των ορίων τόσο του νομισματικού πυλώνα όσο και του οικονομικού και φορολογικού πυλώνα· υπογραμμίζει ότι η διαδικασία επικύρωσης δεν ασκεί ουδεμία επιρροή στη λειτουργία της νομισματικής ένωσης και δεν επηρεάζει τη σταθερότητα του ευρώ· καλεί την ΕΚΤ να συνεχίσει να εγγυάται την αξιοπιστία του ευρώ και να διασφαλίζει τη σταθερότητα των τιμών, που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση ενός μη πληθωριστικού μακροοικονομικού περιβάλλοντος που προάγει την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία απασχόλησης·
27. εκτιμά ότι έχει αποδειχτεί η αξία της ανεξαρτησίας της ΕΚΤ, συμπεριλαμβανομένης της διαδικασίας διορισμού των μελών της εκτελεστικής επιτροπής· υπογραμμίζει ότι στο άρθρο 112, παράγραφος 2, στοιχείο β), της Συνθήκης ορίζεται ότι τα μέλη της εκτελεστικής επιτροπής της ΕΚΤ επιλέγονται μεταξύ ατόμων των οποίων το κύρος και η επαγγελματική εμπειρία στον νομισματικό ή τραπεζικό τομέα χαίρουν αναγνώρισης, και τονίζει ότι η ιθαγένειά τους δεν θα μπορούσε να διαδραματίσει κανέναν ρόλο και ότι πρέπει να συνεχίσουν να κρίνονται με γνώμονα αυστηρά και μόνο τα κριτήρια της Συνθήκης, όπως για παράδειγμα το κριτήριο των προσόντων τους· θεωρεί ότι η εκ των προτέρων απόδοση λογαριασμού σε δημοκρατικά εκλεγμένο όργανο και η διαφάνεια θα βελτιώνονταν εάν το Συμβούλιο αξιολογούσε αρκετούς εν δυνάμει υποψήφιους και εάν ο υποψήφιος που προτείνεται από το Συμβούλιο υπόκειται σε ψήφο έγκρισης εκ μέρους του Κοινοβουλίου·
28. καλεί το Συμβούλιο να παραμείνει πιστό στη διαδικασία διορισμού των μελών της εκτελεστικής επιτροπής· υπογραμμίζει ότι είναι πρόθυμο να δρομολογήσει μαζί με τα άλλα θεσμικά όργανα διερεύνηση των ενδεχόμενων βελτιώσεων πριν από την επόμενη ανανέωση της εκτελεστικής επιτροπής το 2010·
29. θεωρεί ότι ο νομισματικός διάλογος μεταξύ του Κοινοβουλίου και της ΕΚΤ στέφθηκε με επιτυχία, η οποία θα πρέπει περαιτέρω να ενισχυθεί· υπογραμμίζει ότι η εκ των υστέρων ευθύνη της ΕΚΤ έχει ζωτική σημασία για την εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών και, συνεπώς, τη σταθερότητά τους· θεωρεί ότι η ενότητα της εκτελεστικής επιτροπής και του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ πρέπει να εξακολουθήσει να εξασφαλίζεται στη δημόσια παρουσία τους· υποστηρίζει μια στοχοθετημένη πολιτική ενημέρωσης από την ΕΚΤ έναντι του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής· τονίζει ρητά ότι το αίτημα για βελτιώσεις στην πολιτική επικοινωνίας της ΕΚΤ πρέπει να γίνει αντιληπτό αυστηρά και μόνο στο πλαίσιο της ταυτόχρονης διατήρησης της ανεξαρτησίας της ΕΚΤ και των οργάνων της· υπενθυμίζει ωστόσο ότι ζήτησε να δημοσιεύεται ετησίως όχι μόνον επισκόπηση με ανάλυση ανά χώρα αλλά και περιφερειακή και διασυνοριακή επισκόπηση των σχετικών τάσεων, στα πρότυπα του "Beige Book" της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας, γεγονός το οποίο θα έδινε στην ΕΚΤ τη δυνατότητα να επηρεάσει τη συζήτηση για τις τάσεις της παραγωγικότητας και τις προοπτικές σχετικά με τις τιμές και τις αμοιβές· καλεί την ΕΚΤ να εξετάσει το ενδεχόμενο δημοσίευσης συνοπτικών πρακτικών·
30. υπογραμμίζει ότι η αξιοπιστία της ΕΚΤ εξαρτάται επίσης από τον υψηλό βαθμό διαφάνειας των διαδικασιών λήψης αποφάσεων που ακολουθεί· επαναλαμβάνει το αίτημα του να δημοσιεύονται, λίγο μετά τις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, συνοπτικά πρακτικά των εν λόγω συνεδριάσεων, τα οποία να παρουσιάζουν με σαφήνεια τα επιχειρήματα υπέρ και κατά των αποφάσεων που ελήφθησαν και τους λόγους για τους οποίους ελήφθησαν οι εν λόγω αποφάσεις και κατά πόσο αυτές οι αποφάσεις ελήφθησαν ομόφωνα ή όχι· υπογραμμίζει ότι αυτή η μορφή επικοινωνίας δεν μπορεί να αντικαταστήσει την ενημέρωση που παρέχεται από τον πρόεδρο της ΕΚΤ αμέσως μετά την έγκριση νομισματικών αποφάσεων, ενημέρωση που παρέχει πολύτιμες και έγκαιρες επισημάνσεις στους παρατηρητές και στους παράγοντες της αγοράς· θεωρεί σημαντική την εν λόγω διαφάνεια, διότι η αγορά μπορεί κατ' αυτό τον τρόπο να έχει σαφέστερη εικόνα για τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ·
31. υπενθυμίζει ότι απέρριψε ως υπερβολικά περίπλοκο το σύστημα των εκ περιτροπής δικαιωμάτων ψήφου για τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ όπως εγκρίθηκε το 2003· εκτιμά ότι, εν όψει μελλοντικών διευρύνσεων της ζώνης του ευρώ, πρέπει να θεσπισθεί σύστημα που θα είναι ταυτόχρονα δίκαιο και αποτελεσματικό· υπενθυμίζει το ψήφισμά του για εννεαμελές συμβούλιο της ΕΚΤ το οποίο θα ήταν υπεύθυνο για τη νομισματική πολιτική, κατά τρόπο ώστε να αντικατασταθεί το παρόν δύσκαμπτο σύστημα και να αποφευχθεί η ακόμη περιπλοκότερη λύση που αποφασίστηκε για το μέλλον· ζητεί μετ' επιτάσεως να τροποποιηθεί αναλόγως η Συνθήκη·
32. καλεί την ΕΚΤ, στο πλαίσιο της στρατηγικής της στον τομέα της επικοινωνίας, να δώσει μεγαλύτερη βαρύτητα στις ακροάσεις του προέδρου της από την επιτροπή του Κοινοβουλίου που είναι αρμόδια για τα οικονομικά και νομισματικά θέματα·
Διαχείριση της ΕΚΤ
33. παρατηρεί ότι το προσωπικό της ΕΚΤ αυξάνεται σημαντικά και αδιάκοπα από το 1999, κατά 86% την εν λόγω περίοδο· παρατηρεί ότι η ΕΚΤ εμφανίζει προσωρινό πάγωμα του προσωπικού της κατά τη διάρκεια αρκετών μηνών του 2005, αλλά το προσωπικό της συνέχισε παρ" όλα αυτά να αυξάνεται κατά 3,5% το 2005· επισημαίνει ότι η ΕΚΤ έχει υπογραμμίσει τη βούλησή της να αυξήσει την εσωτερική της αποτελεσματικότητα· θεωρεί ότι ο στόχος αυτός είναι αξιέπαινος και ελπίζει να επιτευχθεί σε βιώσιμη βάση, ιδίως μέσω μακροπρόθεσμης σταθεροποίησης του προσωπικού·
34. υπογραμμίζει τη σημασία που πρέπει να δοθεί από την ΕΚΤ και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες στην ποιότητα του διαλόγου, στη διαφάνεια των πληροφοριών και στην αναγνώριση του συνδικαλιστικού παράγοντα κατά τις συνεδριάσεις της Επιτροπής Προσωπικού·
35. εκτιμά ότι η συμμετοχή των υπαλλήλων και των συνδικαλιστικών οργανώσεών τους στη λήψη των αποφάσεων που τους αφορούν, καθώς και ένας κοινωνικός διάλογος υψηλού επιπέδου, θα συμβάλουν στην εμφάνιση κοινού πνεύματος στο πλαίσιο του Ευρωσυστήματος και του ΕΣΚΤ·
36. παρατηρεί ότι ολόκληρο το πλεόνασμα της χρήσης 2005 της ΕΚΤ, ύψους 992 εκατομμυρίων ευρώ, έχει διοχετευθεί σε προβλέψεις για την κάλυψη του συναλλαγματικού κινδύνου, του επιτοκιακού κινδύνου και του κινδύνου διακυμάνσεων της τιμής του χρυσού, με αποτέλεσμα το καθαρό κέρδος να είναι μηδενικό· σημειώνει ότι το ύψος αυτών των προβλέψεων θα επανεξετάζεται κάθε χρόνο· διαπιστώνει παράλληλα ότι το κόστος κατασκευής της νέας έδρας της ΕΚΤ υπολογίζεται στα 850 εκατομμύρια ευρώ· ζητεί από την ΕΚΤ να αποσαφηνίσει τους στόχους της για το επίπεδο των ιδίων κεφαλαίων και των προβλέψεων, καθώς και να ασκήσει πολιτική προϋπολογισμού η οποία, ενώ θα καλύπτει τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεται, θα της επιτρέπει να επιτυγχάνει ικανοποιητικά χρηματοοικονομικά αποτελέσματα·
o o o
37. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στον πρόεδρο της Ευρωομάδας, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
– έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με το Θιβέτ και την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Σεπτεμβρίου 2006, σχετικά με τις σχέσεις ΕΕ-Κίνας(1),
– έχοντας υπόψη την έλλειψη προόδου που διαπιστώνεται στον διάλογο ΕΕ-Κίνας για τα ανθρώπινα δικαιώματα,
– έχοντας υπόψη τις Βασικές Αρχές των Ηνωμένων Εθνών περί χρήσης βίας και χρήσης πυροβόλων όπλων από αστυνομικούς, όπως εγκρίθηκαν από την όγδοη διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την πρόληψη του εγκλήματος και τη μεταχείριση των υπαιτίων, που διεξήχθη στη Χαβάνα, Κούβα, από τις 27 Αυγούστου έως τις 7 Σεπτεμβρίου 1990,
– έχοντας υπόψη το Διεθνές Σύμφωνο των Ηνωμένων Εθνών για την προστασία των ατομικών και των πολιτικών δικαιωμάτων,
– έχοντας υπόψη την Συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5, του Κανονισμού του,
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 30 Σεπτεμβρίου 2006, περισσότεροι από 70 θιβετιανοί αποπειράθηκαν να διασχίσουν την καλυμμένη από παγετώνες διάβαση Nangpa Pass, στα θιβετιανά Ιμαλάϊα, η οποία απέχει περίπου δύο ώρες πεζή από τα σύνορα με το Νεπάλ, προκειμένου να ζητήσουν άσυλο ως πρόσφυγες στο Νεπάλ,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, η κινεζική Λαϊκή Ένοπλη Αστυνομία (ΡΑΡ) άνοιξε πυρ εναντίον αόπλων θιβετιανών πολιτών στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν γυναίκες και παιδιά· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι, σύμφωνα με τα όσα κατεγράφησαν από βιντεοκάμερες και φωτογραφικές μηχανές, το πλήθος των θιβετιανών πολιτών δεν πλησίαζε αλλά αντιθέτως απομακρυνόταν αργά από τις κινεζικές δυνάμεις που άνοιξαν πυρ εναντίον τους και σε καμία περίπτωση δεν συνιστούσε απειλή,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Kelsang Namtso, μία δεκαεπτάχρονη καλόγρια, σκοτώθηκε από τα πυρά των κινέζων αστυνομικών της ΡΑΡ· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες καταγγελίες αυτοπτών μαρτύρων, οι νεκροί είναι περισσότεροι· λαμβάνοντας υπόψη ότι ομάδα θιβετιανών στην οποία υπήρχαν παιδιά συνελήφθησαν ενώ προσπαθούσαν να διαφύγουν μετά το περιστατικό,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το επίσημο πρακτορείο ειδήσεων της Κίνας Xinhua, αναφερόμενο σε περιστατικό που συνέβη στην περιοχή, κάνει λόγο για "αυτοάμυνα" μολονότι υπάρχουν βιντεοσκοπήσεις και φωτογραφίες που τεκμηριώνουν το αντίθετο· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι οι κινεζικές αρχές δεν έχουν ακόμα παραδεχτεί επισήμως ότι το περιστατικό στη διάβαση Nangpa Pass έλαβε χώρα, ούτε ότι υπήρξαν θύματα από τις ενέργειες των κινεζικών δυνάμεων,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι από τον Σεπτέμβριο 2002 υφίστανται και πάλι επίσημες επαφές μεταξύ των κινεζικών αρχών και εκπροσώπων του Δαλάι Λάμα με σκοπό την αποκατάσταση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και σεβασμού,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά τις εν λόγω επαφές, αλλά και την σημασία που αποδίδουν σε αυτές τις συναντήσεις τα ανώτατα κλιμάκια των κινεζικών αρχών, έχουν σημειωθεί τα προηγούμενα χρόνια πολλές καταχρήσεις και παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εις βάρος του θιβετιανού πληθυσμού και κυρίως των θιβετιανών μοναχών,
1. καταδικάζει την υπέρμετρη χρήση βίας από την κινεζική Λαϊκή Ένοπλη Αστυνομία, η οποία άνοιξε πυρ εναντίον αόπλων θιβετιανών πολιτών, μεταξύ των οποίων υπήρχαν παιδιά·
2. καταδικάζει έντονα τη δολοφονία της άοπλης θιβετιανής η οποία, δεδομένου ότι δεν ήταν ακόμη 18 ετών, ήταν σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο ανήλικη·
3. εκφράζει την φρίκη του για την φυλάκιση θιβετιανών πολιτών, εννέα εκ των οποίων είναι παιδιά·
4. παροτρύνει τις κινεζικές αρχές να εγγυηθούν ότι οι θιβετιανοί που συνελήφθησαν στο περιστατικό δεν θα τύχουν κακομεταχείρισης κατά την κράτησή τους και ότι τηρούνται τα διεθνή πρότυπα ως προς τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι διατάξεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου·
5. παροτρύνει τις κινεζικές αρχές να απελευθερώσουν αμέσως όλα τα παιδιά που συνελήφθησαν στο περιστατικό·
6. παροτρύνει τις κινεζικές αρχές να διεξαγάγουν πλήρη προανακριτική έρευνα για τα γεγονότα της διάβασης Nangpa Pass και να εγγυηθούν ότι οι υπαίτιοι για οποιοδήποτε διαπραχθέν έγκλημα θα προσαχθούν στη δικαιοσύνη·
7. καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να παρακολουθήσουν εκ του σύνεγγυς, μέσω των αντιπροσωπειών τους στο Νεπάλ, την κατάσταση στην οποία ευρίσκονται οι θιβετιανοί της ομάδας που κατόρθωσαν να φτάσουν στο Νεπάλ, και να προβούν σε έντονες παραστάσεις προς τις κινεζικές αρχές σχετικά με αυτό το ζήτημα, στο πλαίσιο του διαλόγου ΕΕ-Κίνας για τα ανθρώπινα δικαιώματα·
8. καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να διατυπώσουν εκ νέου την θέση τους ότι μόνο ο διάλογος μεταξύ της κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και των εκπροσώπων του Δαλάι Λάμα μπορεί να συμβάλει σε ειρηνική και μόνιμη λύση για το Θιβέτ, που θα είναι αποδεκτή από αμφότερες τις πλευρές·
9. καλεί την κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας να συνεχίσει τον διάλογο με τους εκπροσώπους του Δαλάι Λάμα προκειμένου να σημειωθεί πρόοδος ως προς τον σεβασμό των θρησκευτικών, πολιτισμικών, γλωσσικών και πολιτικών δικαιωμάτων στην Αυτόνομη Περιοχή του Θιβέτ·
10. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και στην κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.
– έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 18ης Μαΐου 2000(1), της 14ης Ιουνίου 2001(2), της 11ης Απριλίου 2002(3), της 10ης Απριλίου 2003(4) και της 7ης Ιουλίου 2005(5) για τη Γουατεμάλα,
– έχοντας υπόψη το καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, τη Σύμβαση κατά των βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών,
– έχοντας υπόψη την αποφασιστική και μόνιμη δέσμευσή του για διασφάλιση της συμμόρφωσης στις συνθήκες ειρήνης και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Γουατεμάλα,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5 του Κανονισμού του,
A. λαμβάνοντας υπόψη τις καταγγελίες για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και για γενοκτονία κατά τη διάρκεια της ένοπλης σύγκρουσης στη Γουατεμάλα, σύμφωνα με τις οποίες το 83% των θυμάτων της σύγκρουσης ήταν μέλη της κοινότητας των Μάγιας, 200 000 άτομα δολοφονήθηκαν και 45 000 άτομα έπεσαν θύματα βίαιων εξαφανίσεων, 10% του πληθυσμού μετακινήθηκε και ολόκληρες κοινότητες αυτοχθόνων εκριζώθηκαν· λαμβάνοντας υπόψη ότι, όπως σταδιακά έφθασε να παραδεχθεί και το ίδιο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δεν είναι δυνατόν τα εγκλήματα αυτά να παραμένουν ατιμώρητα,
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υπεύθυνοι για τον σχεδιασμό και τη διάπραξη των ανωτέρω εγκλημάτων ουδέποτε προσήχθησαν ενώπιον της δικαιοσύνης και ορισμένοι από αυτούς εξακολουθούν να κατέχουν υψηλά πολιτικά αξιώματα,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, τον Δεκέμβριο 2006, θα εορταστεί η 10η επέτειος των ειρηνευτικών συμφωνιών, ενώ εξακολουθεί να μην έχει εφαρμοστεί η Γενική Συμφωνία για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα: τα θύματα δεν έχουν λάβει ούτε τη δέουσα υλική ούτε ηθική αποκατάσταση· οι υπεύθυνοι για τα εγκλήματα αυτά ουδέποτε απολογήθηκαν δημοσίως, ενώ εξακολουθεί να αγνοείται η τύχη των περισσοτέρων ατόμων που εξαφανίσθηκαν,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 7 Ιουλίου 2006 ένας δικαστής της ισπανικής Audiencia Nacional εξέδωσε διεθνές ένταλμα σύλληψης σε βάρος 7 πρώην δικτατόρων και αξιωματικών του στρατού της Γουατεμάλας, οι οποίοι κατηγορούνται για γενοκτονία, βασανιστήρια και παράνομες κρατήσεις,
E. λαμβάνοντας υπόψη ότι πριν από την έκδοση του εντάλματος αυτού, ο εν λόγω δικαστής μετέβη στη Γουατεμάλα προκειμένου να διενεργήσει ανακρίσεις, τις οποίες δεν κατέστη δυνατόν να ολοκληρώσει λόγω προσφυγών που υπέβαλε η υπεράσπιση των κατηγορουμένων ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου και του Δικαστηρίου της Γουατεμάλας που αποφασίζει επί θεμάτων δικαιοδοσίας,
1. καλεί μετ" επιτάσεως τις αρχές της Γουατεμάλας να συνεργαστούν πλήρως και να πράξουν ό,τι είναι δυνατόν προκειμένου να ριχτεί άπλετο φως στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να διασφαλίσουν την προσαγωγή των υπευθύνων στη δικαιοσύνη και τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των ερευνών αυτών, όπως ζητείται και στο διεθνές ένταλμα σύλληψης που εξέδωσε η ισπανική δικαιοσύνη στις 7 Ιουλίου 2006 σε βάρος των José Efraín Ríos Montt, Oscar Humberto Mejía Víctores, Ángel Aníbal Guevara Rodríguez, Germán Chupina Barahona, Pedro García Arredondo, Donaldo Álvarez Ruiz και Benedicto Lucas García, οι όποιοι κατηγορούνται άπαντες για εγκλήματα γενοκτονίας, βασανιστήρια, τρομοκρατία και παράνομη κράτηση·
2. ζητεί από τις εμπλεκόμενες κυβερνήσεις, καθώς και από τους διοικητές των εμπλεκόμενων τραπεζικών οργανισμών να συνεργαστούν για την κατάσχεση των αγαθών και των περιουσιακών στοιχείων των κατηγορουμένων, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι αυτοί θα αναλάβουν τις οικονομικές και αστικές τους ευθύνες·
3. καλεί την Interpol και τη Europol, σε περίπτωση που υποβληθεί αίτημα των αρμοδίων αρχών, να παράσχουν τα αναγκαία μέσα για να εξασφαλιστεί η έκδοσή τους·
4. επιβεβαιώνει τη δέσμευσή του κατά της ατιμωρησίας των κατηγορηθέντων·
5. χαιρετίζει την πρόοδο που σημειώθηκε όσον αφορά την εφαρμογή της οικουμενικής δικαιοδοσίας για περιπτώσεις εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, γενοκτονίες και βασανιστήρια·
6. πιστεύει ότι, σε περίπτωση επιτυχούς ολοκλήρωσης των δικαστικών διαδικασιών, πρέπει η ίδια διαδικασία να ακολουθηθεί και σε παρεμφερείς περιπτώσεις, κατά δικτατόρων και υπευθύνων για τη διάπραξη μαζικών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·
7. εκφράζει την υποστήριξή του στον λαό και τις αρχές της Γουατεμάλας για τις προσπάθειες που καταβάλλουν για τη συνέχιση της ορθής εφαρμογής του κράτους δικαίου και της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ανάπτυξης, προς όφελος της ειρήνης και της ιστορικής συμφιλίωσης·
8. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και στην κυβέρνηση της Γουατεμάλας, τις κυβερνήσεις των χωρών της Κεντρικής Αμερικής, την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών και το Κοινοβούλιο της Κεντρικής Αμερικής.
‐ έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με τις Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας και το Ουζμπεκιστάν και ιδιαίτερα εκείνα της 9ης Ιουνίου 2005(1) και της 27ης Οκτωβρίου 2005(2),
‐ έχοντας υπόψη το Έγγραφο Στρατηγικής της Επιτροπής για την Κεντρική Ασία 2002-2006,
‐ έχοντας υπόψη τη Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης και Συνεργασίας μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους αφενός και της Δημοκρατίας του Ουζμπεκιστάν αφετέρου που ετέθη σε ισχύ από 1ης Ιουλίου 1999,
‐ έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων της 18ης Ιουλίου και 3ης Οκτωβρίου 2005,
‐ έχοντας υπόψη τις δηλώσεις της Προεδρίας του Συμβουλίου σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Ουζμπεκιστάν το 2005 και το 2006,
‐ έχοντας υπόψη την έκθεση της Ομάδας Εργασίας των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τις διά της βίας και ακούσιες εξαφανίσεις της 27ης Δεκεμβρίου 2005,
‐ έχοντας υπόψη την έκθεση ελέγχου του Γραφείο Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (OSCE/ODIHR) της 3ης Μαρτίου 2006,
‐ έχοντας υπόψη την έκθεση του Ειδικού Εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών για τα Βασανιστήρια Manfred Nowak σχετικά με τα δικαιώματα του πολίτη και τα πολιτικά δικαιώματα, περιλαμβανομένου του θέματος των βασανιστηρίων και της κράτησης, της 21ης Μαρτίου 2006,
‐ έχοντας υπόψη την επιστολή σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Ουζμπεκιστάν της 26ης Ιουνίου 2006 εκ μέρους του Μονίμου Αντιπροσώπου του Ουζμπεκιστάν στον ΟΗΕ προς το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών,
‐ έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5, του Κανονισμού του,
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι η προσεχής σύνοδος του Συμβουλίου Συνεργασίας μεταξύ ΕΕ και Δημοκρατίας του Ουζμπεκιστάν έχει προγραμματιστεί για τις 8 Νοεμβρίου 2006,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων αναμένεται να εξετάσει στις 13 Νοεμβρίου 2006 το κατά πόσον θα επεκτείνει τις κυρώσεις που ενέκρινε κατά το παρελθόν έτος μετά τα γεγονότα του Μαΐου 2005 στο Andijan,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κυβέρνηση του Ουζμπεκιστάν δεν έχει τηρήσει τους όρους που έθεσε το Συμβούλιο όταν εφαρμόστηκαν κυρώσεις,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κυβέρνηση του Ουζμπεκιστάν δεν έχει ακόμη επιτρέψει κάποια ανεξάρτητη έρευνα σχετικά με τα γεγονότα του Andijan στις 13 Μαΐου 2005, και τούτο παρά τα επανειλημμένα αιτήματα που διατυπώθηκαν σταθερά και επί ένα έτος από διάφορους διεθνείς φορείς,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι μετά τη σφαγή του Andijan το 2005, οι αρχές του Ουζμπεκιστάν προέβησαν σε ενέργειες καταστολής των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ανεξαρτήτων δημοσιογράφων και θεσμών της κοινωνίας των πολιτών και πέρασαν από δίκη εκατοντάδες ατόμων υπόπτων για συμμετοχή στην εξέγερση,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με διεθνείς οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ουδεμία είδηση δόθηκε κατά το παρελθόν έτος για χιλιάδες άτομα που συνελήφθησαν σε προσπάθεια να καλυφθεί η αλήθεια, ότι οι κρατούμενοι αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο να υποβληθούν σε βασανιστήρια και άλλες μορφές κακομεταχείρισης και ότι δεν επετράπη σε παρατηρητές να παρακολουθήσουν τις δίκες πολλών άλλων ατόμων που κατηγορούνται για εγκλήματα που επισύρουν τη θανατική ποινή,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με την έκθεση του Μαρτίου 2006 του Ειδικού Εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών για τα Βασανιστήρια δεν σημειώθηκαν βασικές αλλαγές στη διαδεδομένη χρήση των βασανιστηρίων ή σε πολιτικές και πρακτικές που θα μπορούσαν πράγματι να καταπολεμήσουν την πρακτική αυτή και ότι η κυβέρνηση του Ουζμπεκιστάν δεν έλαβε κάποια μέτρα προκειμένου να τερματιστεί το κλίμα ατιμωρησίας,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) στην Τασκένδη έκλεισε στις 17 Μαρτίου 2006,
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι μετά τα γεγονότα του Andijan εκατοντάδες ουζμπέκων πολιτών υποχρεώθηκαν να διαφύγουν στη Δημοκρατία της Κιργισίας και σε άλλες γειτονικές χώρες και ότι οι ουζμπέκοι πρόσφυγες απελάθηκαν στο Ουζμπεκιστάν κατά παράβαση της Σύμβασης του 1951 για το καθεστώς των προσφύγων,
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινωνία του Ουζμπεκιστάν είναι σε μεγάλο βαθμό κοσμική και ότι ο περιορισμένος θρησκευτικός εξτρεμισμός τροφοδοτείται ουσιαστικά από την κοινωνική αδικία· τονίζοντας ότι η καταπολέμηση του θρησκευτικού εξτρεμισμού μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με νόμιμα μέσα και όχι με ενέργειες καταστολής,
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινωνία των πολιτών στην Κεντρική Ασία, περιλαμβανομένου του Ουζμπεκιστάν, ζητεί όλο και περισσότερο μια πιο ανοικτή κοινωνία στο πλαίσιο της οποίας θα γίνονται πλήρως σεβαστά τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι ατομικές ελευθερίες, καθώς και αλλαγές προς την κατεύθυνση της δημοκρατίας,
1. επαναλαμβάνει τη σημασία των σχέσεων ΕΕ-Ουζμπεκιστάν και αναγνωρίζει τον κρίσιμο ρόλο του Ουζμπεκιστάν στην Κεντρική Ασία, τονίζει όμως ότι οι σχέσεις αυτές πρέπει να βασίζονται στον αμοιβαίο σεβασμό των αρχών της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως σαφώς παρατίθενται στη Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης και Συνεργασίας ΕΕ-Ουζμπεκιστάν·
2. καλεί το Συμβούλιο να λάβει μια μελετημένη απόφαση εν όψει της βελτίωσης των μελλοντικών σχέσεων στις 13 Νοεμβρίου 2006 ως προς την πιθανή παράταση των κυρώσεων, βασιζόμενη στις δεσμεύσεις που ανέλαβε η πλευρά του Ουζμπεκιστάν στο πλαίσιο του Συμβουλίου Συνεργασίας ΕΕ-Ουζμπεκιστάν στις 8 Νοεμβρίου 2006 και στις πληροφορίες που ελήφθησαν από ευρωπαίους διπλωμάτες που υπηρετούν στην περιοχή·
3. επισημαίνει ότι η πολιτική των στοχοθετημένων κυρώσεων δεν είχε μέχρι σήμερα θετικά αποτελέσματα και καλεί ως εκ τούτου την Επιτροπή και το Συμβούλιο να επανεξετάσουν προσεκτικά την κατάσταση προκειμένου να εξεύρουν τρόπους και μέσα για την επίτευξη των πολιτικών στόχων που έχουν τεθεί·
4. επιμένει στη συνέχιση του αποκλεισμού όσον αφορά τις πωλήσεις όπλων και μεταφορών στρατιωτικής τεχνολογίας·
5. καλεί το Ουζμπεκιστάν να συνεργαστεί πλήρως με τον ΟΑΣΕ και τον ΟΗΕ, ιδίως όσον αφορά την έκκληση για αξιόπιστη και διαφανή ανεξάρτητη έρευνα και να συμμορφωθεί με το διεθνές δίκαιο καθώς επίσης και να κινήσει τις οποιεσδήποτε ειδικές διαδικασίες του ΟΗΕ που απαιτούσαν την πρόσκληση παρατηρητών του ΟΑΣΕ και ανεξαρτήτων παρατηρητών·
6. καλεί το Συμβούλιο να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα στο πλαίσιο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ ώστε να μην αντιμετωπίζεται πλέον το Ουζμπεκιστάν στο πλαίσιο της γνωστής ως "1503" εμπιστευτικής διαδικασίας και να υπαχθεί η χώρα αυτή σε δημόσιο μηχανισμό ελέγχου όπως συνέστησε η Louise Arbour, Ύπατος Αρμοστής των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην έκθεσή της του Ιουλίου 2005 σχετικά με τη σφαγή του Andijan·
7. καλεί επειγόντως την κυβέρνηση του Ουζμπεκιστάν να ελευθερώσει όλους τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δημοσιογράφους και μέλη της πολιτικής αντιπολίτευσης που εξακολουθούν να κρατούνται και να τους επιτρέψει να εργάζονται ελεύθερα και χωρίς φόβο δίωξης όπως επίσης και να τερματίσει τις παρενοχλήσεις στις ΜΚΟ·
8. καλεί επειγόντως τις αρχές του Ουζμπεκιστάν να επιτρέψουν να ανοίξει εκ νέου το Γραφείο της UNHCR στην Τασκένδη·
9. καλεί τη Δημοκρατία της Κιργισίας και τις άλλες γειτονικές χώρες να σεβαστούν πλήρως τη Σύμβαση του 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων, στο πλαίσιο της οποίας κανένας πρόσφυγας δεν πρέπει να υποχρεώνεται να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του και ως εκ τούτου να μην απελάσουν τους ουζμπέκους πρόσφυγες στο Ουζμπεκιστάν· καλεί σχετικά επειγόντως το Συμβούλιο και την Επιτροπή να παρακολουθήσουν εκ του σύνεγγυς την κατάσταση όλων των ουζμπέκων προσφύγων που έχουν ήδη απελαθεί στο Ουζμπεκιστάν·
10. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στον Ειδικό Εκπρόσωπο της ΕΕ για την Κεντρική Ασία, στους προέδρους, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια του Ουζμπεκιστάν και της Κιργισίας, στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και το Γενικό Γραμματέα του ΟΑΣΕ.