Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Απριλίου 2007 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την ευθύνη των μεταφορέων στις θαλάσσιες και εσωτερικές πλωτές μεταφορές επιβατών σε περίπτωση ατυχήματος (COM(2005)0592 – C6-0057/2006 – 2005/0241(COD))
(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2005)0592)(1),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 80, παράγραφος 2 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0057/2006),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0063/2007),
1. εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Απριλίου 2007 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ευθύνη των μεταφορέων στις θαλάσσιες μεταφορές επιβατών σε περίπτωση ατυχήματος
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 71, παράγραφος 1, και το άρθρο 80, παράγραφος 2,
έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,
έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(1),
έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(2),
Ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης(3),
Εκτιμώντας τα εξής:
(1) Στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής μεταφορών, είναι απαραίτητο να θεσπισθούν περαιτέρω μέτρα ώστε να βελτιωθεί η ασφάλεια των θαλάσσιων και των εσωτερικών πλωτών μεταφορών. Στα μέτρα αυτά συμπεριλαμβάνονται κανόνες περί ευθύνης για βλάβες και ζημίες που προκαλούνται στους επιβάτες. Δεδομένου ότι είναι απαραίτητο να εξασφαλίζεται κατάλληλη αποζημίωση των επιβατών σε περίπτωση ατυχήματος στις θαλάσσιες μεταφορές.
(2) Το Πρωτόκολλο του 2002 της Σύμβασης των Αθηνών του 1974 σχετικά με την θαλάσσια μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους εγκρίθηκε την 1η Νοεμβρίου 2002 υπό την αιγίδα του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ). [Η Κοινότητα προσχώρησε στο εν λόγω Πρωτόκολλο(4).]
(3) Η Σύμβαση των Αθηνών του 1974 σχετικά με τη μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους δια θαλάσσης, όπως τροποποιήθηκε με το πρωτόκολλο του 2002 (εφεξής: Σύμβαση των Αθηνών του 2002) έχει εφαρμογή μόνο στις διεθνείς μεταφορές. Στην εσωτερική αγορά θαλάσσιων μεταφορών έχει εξαλειφθεί ο διαχωρισμός μεταξύ εθνικής και διεθνούς μεταφοράς και επομένως είναι σκόπιμο να υπάρχει το ίδιο επίπεδο και η ιδία φύση ευθύνης στις διεθνείς και τις εθνικές μεταφορές εντός της Κοινότητας.
(4)Τα ασφαλιστικά συστήματα που απαιτούνται κατά τη Σύμβαση των Αθηνών του 2002 θα πρέπει να ανταποκρίνονται στa οικονομικά μέσα των πλοιοκτητών και των ασφαλιστικών εταιρειών. Οι πλοιοκτήτες θα πρέπει να είναι σε θέση να διαχειρίζονται τα ασφαλιστικά τους συστήματα με οικονομικά αποδεκτό τρόπο και, ειδικά όσον αφορά τις μικρές ναυτιλιακές εταιρείες που εκτελούν εγχώριες μεταφορές, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ο εποχιακός χαρακτήρας των δραστηριοτήτων τους. Η μεταβατική περίοδος για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να διαρκεί επαρκώς, ώστε να είναι δυνατό να εφαρμοστεί η υποχρεωτική ασφάλιση που προβλέπει η Σύμβαση των Αθηνών του 2002, χωρίς να θιγούν τα ισχύοντα ασφαλιστικά συστήματα.
(5) Είναι σκόπιμο να επιβληθεί στους μεταφορείς υποχρέωση πληρωμής προκαταβολής σε περίπτωση θανάτου ή σωματικής βλάβης επιβάτη, δεδομένου ότι η προκαταβολή δεν συνιστά αναγνώριση υπαιτιότητας.
(6) Είναι απαραίτητο να παρέχονται στους επιβάτες προ του απόπλου οι δέουσες, πλήρεις και εύληπτες πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα που έχουν δυνάμει του παρόντος κανονισμού.
(7) Κάθε τροποποίηση που επέρχεται στη Σύμβαση των Αθηνών θα ενσωματώνεται στην κοινοτική νομοθεσία, εκτός αν η εν λόγω τροποποίηση αποκλεισθεί κατόπιν της διαδικασίας του άρθρου 5, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2099/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, για την επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS) και για την τροποποίηση των κανονισμών για την ασφάλεια στη ναυτιλία και την πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία(5).
(8) Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την ασφάλεια στη Θάλασσα που έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(6) θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή κατά την κατάρτιση και τη σύνταξη της έκθεσης ║σχετικά με την εφαρμογή και την πρόταση τροποποιήσεων στη Σύμβαση των Αθηνών του 2002.
(9)Ως αποτέλεσμα της ανάγκης για καλύτερη συνεννόηση μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τα θέματα ασφάλειας στη θάλασσα, θα πρέπει να αξιολογηθούν εκ νέου οι αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Ναυσιπλοΐας και να μελετηθεί το ενδεχόμενο διεύρυνσης των εξουσιών του.
(10)Οι εθνικές αρχές, και κυρίως οι λιμενικές αρχές, διαδραματίζουν θεμελιώδη ρόλο στον εντοπισμό και στη διαχείριση των διαφόρων κινδύνων για την ασφάλεια στη θάλασσα.
(11) Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η καθιέρωση ενιαίου πλαισίου κανόνων για τα δικαιώματα των μεταφορέων και των επιβατών σε περίπτωση ατυχήματος, είναι αδύνατο να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται συνεπώς, λόγω της αναγκαιότητας διασφάλισης ιδίων ορίων ευθύνης σε όλα τα κράτη μέλη, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Αντικείμενο
Ο παρών κανονισμός θεσπίζει ║κοινοτικό καθεστώς ομοιόμορφων ορίων ευθύνης για τις μεταφορές επιβατών δια θαλάσσης.
Για τον σκοπό αυτό, ο παρών κανονισμός ενσωματώνει τις σχετικές διατάξεις της Σύμβασης των Αθηνών του 1974 σχετικά με τη μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους δια θαλάσσης, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο του 2002 (εφεξής: Σύμβαση των Αθηνών του 2002) και επεκτείνει την εφαρμογή αυτών των διατάξεων στις μεταφορές επιβατών δια θαλάσσης εντός ενός και του αυτού κράτους μέλους.
Άρθρο 2
Πεδίο εφαρμογής
Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε κάθε διεθνή ή εγχώρια μεταφορά που πραγματοποιείται δια θαλάσσης, αν:
α)
το πλοίο φέρει σημαία κράτους μέλους·
β)
η σύμβαση μεταφοράς έχει συναφθεί σε κράτος μέλος, ή
γ)
ο τόπος αναχώρησης ή προορισμού, σύμφωνα με τη σύμβαση μεταφοράς, βρίσκεται σε κράτος μέλος.
Άρθρο 3
Ευθύνη του μεταφορέα
Η ευθύνη του μεταφορέα και του υποκαθιστώντος τον μεταφορέα έναντι των επιβατών και των αποσκευών τους διέπεται από όλες τις διατάξεις της Σύμβασης των Αθηνών του 2002 που αφορούν την εν λόγω ευθύνη, περιλαμβανομένων της επιφύλαξης του ΔΝΟ και των κατευθυντηρίων γραμμών για την εφαρμογή της Σύμβασης των Αθηνών του 2002 που ενέκρινε η νομική επιτροπή του ΔΝΟ στις 19 Οκτωβρίου 2006 (στο εξής: επιφύλαξη του ΔΝΟ του 2006). Η Σύμβαση των Αθηνών 2002 και η επιφύλαξη του ΔΝΟ του 2006 επισυνάπτονται στον παρόντα κανονισμό.
Οι όροι "μεταφορέας" και "υποκαθιστών τον μεταφορέα" νοούνται κατά την έννοια των ορισμών του άρθρου 1, σημείο 1, στοιχεία α) και β), της Σύμβασης των Αθηνών του 2002.
Άρθρο 4
Όρια ευθύνης
Το άρθρο 7, παράγραφος 2, της Σύμβασης των Αθηνών του 2002 δεν εφαρμόζεται στις μεταφορές επιβατών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης, τροποποιήσουν προς αυτήν την κατεύθυνση τον παρόντα κανονισμό.
Το άρθρο 19 της Σύμβασης των Αθηνών του 2002 δεν εφαρμόζεται στην μεταφορά επιβατών που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.
Εφόσον προκαλείται απώλεια ή ζημία εξοπλισμού κινητικότητας ή ιατρικού εξοπλισμού επιβάτη μειωμένης κινητικότητας, η αποζημίωση μπορεί να είναι ίση αλλά δεν μπορεί να υπερβαίνει την αξία αντικατάστασης του εξοπλισμού.
Άρθρο 5
Προκαταβολές
Σε περίπτωση θανάτου ή σωματικής βλάβης επιβάτη που είναι αποτέλεσμα ναυτικού συμβάντος ή ατυχήματος, ο μεταφορέας ή ο υποκαθιστών τον μεταφορέα πληρώνει προκαταβολή, για την κάλυψη των οικονομικών αναγκών, εντός 15 ημερών από τον προσδιορισμό του δικαιούχου αποζημίωσης. Στην περίπτωση θανάτου ή πλήρους και μόνιμης αναπηρίας επιβάτη ή στην περίπτωση τραυματισμών εκτεινομένων στο 75% ή περισσότερο του σώματος επιβάτη που θεωρούνται πολύ σοβαροί από κλινική άποψη, το ποσό της προκαταβολής ανέρχεται σε 21 000 EUR τουλάχιστον.
Η προκαταβολή δεν συνιστά αναγνώριση της ευθύνης και μπορεί να αφαιρεθεί από οιαδήποτε μεταγενέστερη καταβολή πραγματοποιείται βάσει του παρόντος κανονισμού και δεν επιστρέφεται, εκτός των περιπτώσεων κατά τις οποίες το πρόσωπο που έλαβε την προκαταβολή δεν ήταν δικαιούχος αποζημίωσης ή κρίνεται ότι ο μεταφορέας δεν έχει υπαιτιότητα.
Η καταβολή ή η λήψη προκαταβολής, κατά περίπτωση, δίδει τη δυνατότητα στον μεταφορέα ή στον υποκαθιστώντα τον μεταφορέα ή στον επιβάτη να κινήσουν δίκη για την απόδοση των ευθυνών και της υπαιτιότητας.
Άρθρο 6
Πληροφόρηση των επιβατών
Οι μεταφορείς, οι υποκαθιστώντες τους μεταφορείς ή και οι ταξιδιωτικοί πράκτορες παρέχουν στους επιβάτες, πριν από την αναχώρησή τους, κατάλληλες, πλήρεις και εύληπτες πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα που έχουν δυνάμει του παρόντος κανονισμού, και ιδίως πληροφορίες σχετικά με τα όρια αποζημίωσης σε περίπτωση θανάτου ή σωματικής βλάβης επιβάτη ή απώλειας και φθοράς αποσκευών, το δικαίωμα άσκησης ευθείας αγωγής κατά του ασφαλιστή ή του προσώπου που παρέχει τη χρηματοοικονομική ασφάλεια και το δικαίωμα είσπραξης προκαταβολής.
Οι πληροφορίες παρέχονται υπό κατάλληλη, πλήρη και εύληπτη μορφή και, όσον αφορά τις πληροφορίες που παρέχουν ταξιδιωτικοί πράκτορες, σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1990, για τα οργανωμένα ταξίδια και τις οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις(7).
Άρθρο 7
Έκθεση και τροποποιήσεις της Σύμβασης των Αθηνών του 2002
Τρία έτη το αργότερο από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή εκπονεί έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του, η οποία λαμβάνει, μεταξύ άλλων, υπόψη τις οικονομικές εξελίξεις και τις εξελίξεις στα διεθνή φόρα.
Η έκθεση αυτή δύναται να συνοδεύεται από πρόταση τροποποίησης του παρόντος κανονισμού, ή από πρόταση εισήγησης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ενώπιον των αρμόδιων διεθνών φόρα.
Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS) που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 3 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 2099/2002.
Οιαδήποτε τροποποίηση της Σύμβασης των Αθηνών του 2002 δύναται να αποκλεισθεί του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, δυνάμει του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2099/2002.
Άρθρο 8
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την […] μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όσον αφορά τις εγχώριες μεταφορές με τακτικά δρομολόγια οχηματαγωγών, ο κανονισμός αρχίζει να ισχύει δύο έτη από ...(9).
Όσον αφορά τις μεταφορές μέσω των οδών εσωτερικής ναυσιπλοΐας, ισχύει τέσσερα χρόνια από ...*.
Όσον αφορά τις εγχώριες μεταφορές με τακτικά δρομολόγια οχηματαγωγών στις περιφέρειες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 299, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ, ο κανονισμός αρχίζει να ισχύει τέσσερα έτη από ...*.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
...,
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΤΟΥ 2002 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΕΠΙΒΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΠΟΣΚΕΥΩΝ ΤΟΥΣ
(Ενοποιημένο κείμενο της Σύμβασης των Αθηνών του 1974 σχετικά με τη θαλάσσια μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους και του Πρωτοκόλλου αυτής του 2002)
ΑΡΘΡΟ 1
Ορισμοί
Στην παρούσα Σύμβαση οι ακόλουθες εκφράσεις έχουν την εξής σημασία:
1.
α) "μεταφορέας" σημαίνει πρόσωπο με το οποίο ή για λογαριασμό του οποίου έχει συναφθεί σύμβαση μεταφοράς, ανεξαρτήτως αν η μεταφορά εκτελείται όντως από το πρόσωπο αυτό ή από τον υποκαθιστώντα τον μεταφορέα·
β)
"ο υποκαθιστών τον μεταφορέα" σημαίνει το διαφορετικό από τον μεταφορέα πρόσωπο, που είναι ο ιδιοκτήτης, ο ναυλωτής ή ο φορέας εκμετάλλευσης ενός πλοίου, το οποίο εκτελεί όντως όλη τη μεταφορά ή μέρος αυτής·
γ)
"μεταφορέας που εκτελεί όντως όλη τη μεταφορά ή μέρος αυτής" σημαίνει τον υποκαθιστώντα τον μεταφορέα, ή τον μεταφορέα εφόσον είναι αυτός που εκτελεί όντως όλη τη μεταφορά ή μέρος αυτής·
2.
"σύμβαση μεταφοράς" σημαίνει τη σύμβαση που έχει συναφθεί από ή για λογαριασμό ενός μεταφορέα για τη θαλάσσια μεταφορά επιβάτη ή επιβάτη και των αποσκευών του, ανάλογα με την περίπτωση·
3.
"πλοίο" σημαίνει μόνο θαλασσοπλοούν πλοίο, αποκλειομένου του αερόστρωμνου οχήματος·
4.
"επιβάτης" σημαίνει κάθε πρόσωπο που μεταφέρεται επί του πλοίου:
α)
με βάση σύμβαση μεταφοράς, ή
β)
το οποίο, με τη συναίνεση του μεταφορέα, συνοδεύει όχημα ή ζώντα ζώα βάσει σύμβασης μεταφοράς αγαθών που δεν διέπεται από την παρούσα Σύμβαση·
5.
"αποσκευές" σημαίνει κάθε αντικείμενο ή όχημα που μεταφέρεται από τον μεταφορέα βάσει σύμβασης μεταφοράς, με εξαίρεση:
α)
τα αντικείμενα και οχήματα που μεταφέρονται βάσει ναυλοσυμφώνου, φορτωτικής ή άλλης σύμβασης που αφορά πρωταρχικά τη μεταφορά αγαθών και
β)
τα ζώντα ζώα·
6.
"αποσκευές καμπίνας" σημαίνει αποσκευές που έχει ο επιβάτης στην καμπίνα του ή βρίσκονται με άλλο τρόπο στην κατοχή του, υπό την επιτήρηση ή τον έλεγχό του· στις αποσκευές καμπίνας περιλαμβάνονται και οι αποσκευές που έχει ο επιβάτης μέσα ή πάνω στο όχημά του, εκτός από τις περιπτώσεις που εφαρμόζεται η παράγραφος 8 του παρόντος άρθρου και το άρθρο 8·
7.
"απώλεια ή φθορά αποσκευών" περιλαμβάνει την απώλεια σε χρήμα που προέρχεται από τη μη παράδοση των αποσκευών στον επιβάτη μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα μετά την άφιξη του πλοίου πάνω στο οποίο έχουν ή θα έπρεπε να έχουν μεταφερθεί οι αποσκευές, αλλά δεν περιλαμβάνει καθυστερήσεις που είναι αποτέλεσμα εργατικών διαφορών·
8.
"μεταφορά" καλύπτει τις ακόλουθες περιόδους:
α)
σχετικά με τον επιβάτη και τις αποσκευές του καμπίνας, την περίοδο που ο επιβάτης ή και οι αποσκευές του καμπίνας βρίσκονται πάνω στο πλοίο ή στη διάρκεια της επιβίβασης ή αποβίβασης και την περίοδο που ο επιβάτης και οι αποσκευές του καμπίνας μεταφέρονται με πλωτά μέσα από την ξηρά στο πλοίο ή το αντίθετο, αν το κόστος της μεταφοράς αυτής περιλαμβάνεται στο ναύλο ή αν το σκάφος που χρησιμοποιείται γι" αυτόν το σκοπό της βοηθητικής μεταφοράς έχει τεθεί από το μεταφορέα στη διάθεση του επιβάτη· εντούτοις, όσον αφορά τον επιβάτη, η μεταφορά δεν περιλαμβάνει την περίοδο στην οποία αυτός βρίσκεται σε τερματικό σταθμό ή σταθμό ή σε αποβάθρα ή μέσα ή πάνω σε κάθε άλλη λιμενική εγκατάσταση·
β)
σχετικά με τις αποσκευές καμπίνας, επίσης την περίοδο στην οποία ο επιβάτης βρίσκεται σε τερματικό σταθμό ή σταθμό ή σε προκυμαία ή μέσα ή πάνω σε κάθε άλλη λιμενική εγκατάσταση εάν οι αποσκευές αυτές έχουν παραληφθεί από το μεταφορέα ή τον υπάλληλό του ή από πράκτορα και δεν παραδόθηκαν ξανά στον επιβάτη·
γ)
σχετικά με αποσκευές άλλες από τις αποσκευές καμπίνας, την περίοδο από τον χρόνο παραλαβής από το μεταφορέα ή τον υπάλληλό του ή από πράκτορα στην ξηρά ή στο πλοίο μέχρι το χρόνο παράδοσής τους από αυτούς·
9.
"διεθνής μεταφορά" σημαίνει κάθε μεταφορά στην οποία σύμφωνα με τη σύμβαση μεταφοράς, ο τόπος αναχώρησης και ο τόπος προορισμού βρίσκονται σε δύο διαφορετικά κράτη, ή μόνον σε ένα κράτος εάν, σύμφωνα με τη σύμβαση μεταφοράς ή το προγραμματισμένο δρομολόγιο, υπάρχει ενδιάμεσο λιμάνι προσέγγισης σε άλλο κράτος·
10.
"Οργανισμός" σημαίνει τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό·
11. "Γενικός Γραμματέας" σημαίνει τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού.
ΑΡΘΡΟ 1α
Παράρτημα
Το παράρτημα της παρούσας Σύμβασης αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Σύμβασης.
ΑΡΘΡΟ 2
Εφαρμογή
1. Η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται σε κάθε διεθνή μεταφορά αν:
α)
το πλοίο φέρει τη σημαία ή είναι νηολογημένο σε κράτος μέρος της παρούσας Σύμβασης, ή
β)
η σύμβαση μεταφοράς έχει συναφθεί σε κράτος μέρος της παρούσας Σύμβασης, ή
γ)
ο τόπος αναχώρησης ή προορισμού, σύμφωνα με τη σύμβαση μεταφοράς, βρίσκεται σε κράτος μέρος της παρούσας Σύμβασης.
2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η παρούσα Σύμβαση δεν εφαρμόζεται, όταν η μεταφορά διέπεται από καθεστώς αστικής ευθύνης σύμφωνα με τις διατάξεις μιας οιασδήποτε άλλης διεθνούς σύμβασης που αφορά τη μεταφορά επιβατών ή αποσκευών με άλλο είδος μεταφοράς, στο μέτρο που αυτές οι διατάξεις έχουν υποχρεωτική εφαρμογή στη θαλάσσια μεταφορά.
ΑΡΘΡΟ 3
Ευθύνη του μεταφορέα
1. Ο μεταφορέας είναι υπεύθυνος για τη ζημία που επήλθε ως αποτέλεσμα του θανάτου ή της σωματικής βλάβης επιβάτη λόγω ναυτικού συμβάντος, στο βαθμό που η ζημία αυτή σε σχέση με τον εν λόγω επιβάτη δεν υπερβαίνει σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση τις 250 000 μονάδες υπολογισμού, εκτός εάν ο μεταφορέας αποδείξει ότι το συμβάν:
α)
ήταν αποτέλεσμα πολεμικής πράξης, εχθροπραξιών, εμφυλίου πολέμου, εξέγερσης ή φυσικού φαινομένου έκτακτου, αναπόφευκτου και ακαταμάχητου χαρακτήρα· ή
β)
προκλήθηκε εξ ολοκλήρου από πράξη ή παράλειψη τρίτου με σκοπό την πρόκληση του συμβάντος.
Εφόσον και στο βαθμό που η ζημία υπερβαίνει το ανωτέρω όριο, ο μεταφορέας είναι περαιτέρω υπεύθυνος, εκτός εάν αποδείξει ότι το συμβάν που προκάλεσε τη ζημία δεν οφείλεται σε δικό του δόλο ή αμέλεια.
2. Για τη ζημία που επήλθε ως αποτέλεσμα του θανάτου ή της σωματικής βλάβης επιβάτη που δεν προκλήθηκε από ναυτικό συμβάν, την ευθύνη φέρει ο μεταφορέας, εφόσον το συμβάν, το οποίο προκάλεσε τη ζημία, οφειλόταν σε δικό του δόλο ή αμέλεια. Το βάρος απόδειξης του δόλου ή της αμέλειας φέρει ο ενάγων.
3. Για ζημία που επήλθε ως αποτέλεσμα της απώλειας ή φθοράς αποσκευών καμπίνας, την ευθύνη φέρει ο μεταφορέας, εφόσον το συμβάν που προκάλεσε τη ζημία οφειλόταν σε δικό του δόλο ή αμέλεια. Ο δόλος ή η αμέλεια του μεταφορέα τεκμαίρονται για τη ζημία που προκλήθηκε από ναυτικό συμβάν.
4. Για ζημία που προκλήθηκε από την απώλεια ή τη φθορά αποσκευών, πλην των αποσκευών καμπίνας, την ευθύνη φέρει ο μεταφορέας ,εκτός εάν αποδείξει ότι το συμβάν που προκάλεσε τη ζημία δεν οφείλεται σε δικό του δόλο ή αμέλεια.
5. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:
α)
"ναυτικό συμβάν" σημαίνει ναυάγιο, ανατροπή, σύγκρουση ή προσάραξη του πλοίου, έκρηξη ή πυρκαγιά στο πλοίο, ή ελάττωμα του πλοίου·
β)
με τους όρους "δόλος ή αμέλεια του μεταφορέα" καλύπτεται ο δόλος ή η αμέλεια του προσωπικού του μεταφορέα στο πλαίσιο της σχέσης εργασίας του·
γ)
"ελάττωμα του πλοίου" σημαίνει οιαδήποτε δυσλειτουργία, αστοχία ή μη συμμόρφωση με τους ισχύοντες κανονισμούς ασφαλείας σε σχέση με οιοδήποτε μέρος του πλοίου ή του εξοπλισμού του όταν χρησιμοποιείται για τη διαφυγή, εκκένωση, επιβίβαση και αποβίβαση επιβατών· ή όταν χρησιμοποιείται για την ώθηση, πηδαλιούχηση, ασφαλή πλεύση, πρόσδεση, αγκυροβόληση, άφιξη ή αναχώρηση από προκυμαία ή αγκυροβόλιο, ή έλεγχο βλάβης μετά από κατάκλιση· ή όταν χρησιμοποιείται για την καθέλκυση σωστικών μέσων· και
δ)
ο όρος "ζημία" δεν περιλαμβάνει αποζημιώσεις ποινικού ή παραδειγματικού χαρακτήρα.
6. Η ευθύνη του μεταφορέα βάσει του παρόντος άρθρου σχετίζεται μόνο με τη ζημία η οποία προκύπτει από συμβάντα τα οποία έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της μεταφοράς. Το βάρος της απόδειξης ότι το συμβάν που προκάλεσε τη ζημία έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, καθώς και την έκταση της ζημίας, φέρει ο ενάγων.
7. Καμία διάταξη της παρούσας Σύμβασης δεν θίγει τα δικαιώματα αναγωγής του μεταφορέα κατά τρίτου, ή τη δυνατότητα ενστάσεως συντρέχοντος πταίσματος βάσει του άρθρου 6 της παρούσας Σύμβασης. Κανένα σημείο του παρόντος άρθρου δεν θίγει οιοδήποτε δικαίωμα περιορισμού της ευθύνης βάσει των άρθρων 7 ή 8 της παρούσας Σύμβασης.
8. Τα τεκμήρια σχετικά με το δόλο ή την αμέλεια ενός μέρους ή ο καθορισμός του μέρους που φέρει το βάρος της απόδειξης δεν εμποδίζουν να ληφθούν υπόψη αποδεικτικά στοιχεία υπέρ του εν λόγω μέρους.
ΑΡΘΡΟ 4
Ο υποκαθιστών τον μεταφορέα
1. Εάν η εκτέλεση της μεταφοράς ή μέρους αυτής ανατέθηκε σε τον υποκαθιστώντα τον μεταφορέα, ο μεταφορέας εξακολουθεί παρά ταύτα να φέρει την ευθύνη για το σύνολο της μεταφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης. Επιπλέον, ο υποκαθιστών τον μεταφορέα υπόκειται στις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης και δύναται να τις επικαλεστεί για το μέρος της μεταφοράς που έχει ο ίδιος εκτελέσει.
2. Ο μεταφορέας είναι υπεύθυνος, σε σχέση με τη μεταφορά που έχει εκτελεσθεί από τον υποκαθιστώντα τον μεταφορέα, για τις πράξεις και παραλείψεις του υποκαθιστώντος τον μεταφορέα και των υπαλλήλων και πρακτόρων του που ενεργούν στο πλαίσιο της σχέσης εργασίας τους.
3. Οιαδήποτε ειδική συμφωνία βάσει της οποίας ο μεταφορέας αναλαμβάνει υποχρεώσεις που δεν επιβάλλονται από την παρούσα Σύμβαση ή παραιτείται δικαιωμάτων που απονέμονται από την παρούσα Σύμβαση, ισχύει έναντι του υποκαθιστώντος τον μεταφορέα μόνο αν ο τελευταίος συμφωνήσει ρητώς και εγγράφως.
4. Σε περίπτωση και στο βαθμό που τόσο ο μεταφορέας όσο και ο υποκαθιστών τον μεταφορέα είναι υπεύθυνοι, ευθύνονται από κοινού και εις ολόκληρον.
5. Καμία διάταξη του παρόντος άρθρου δεν θίγει δικαιώματα αναγωγής μεταξύ του μεταφορέα και του υποκαθιστώντος τον μεταφορέα.
ΑΡΘΡΟ 4α
Υποχρεωτική ασφάλιση
1. Όταν μεταφέρονται επιβάτες με πλοίο νηολογημένο σε κράτος μέρος το οποίο έχει την άδεια να μεταφέρει περισσότερους από 12 επιβάτες, και εφαρμόζεται η παρούσα Σύμβαση, κάθε μεταφορέας που εκτελεί όντως όλη τη μεταφορά ή μέρος αυτής πρέπει να διαθέτει ασφαλιστική κάλυψη ή άλλου είδους χρηματοοικονομική ασφάλεια, όπως είναι η τραπεζική εγγύηση ή η εγγύηση από παρόμοια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, για την κάλυψη της ευθύνης βάσει της παρούσας Σύμβασης έναντι θανάτου και σωματικής βλάβης των επιβατών. Το όριο της υποχρεωτικής ασφαλιστικής κάλυψης ή οιασδήποτε άλλης χρηματοοικονομικής ασφάλειας πρέπει να ανέρχεται τουλάχιστον σε 250.000 μονάδες υπολογισμού ανά επιβάτη για κάθε επιμέρους περίπτωση.
2. Η αρμόδια αρχή κράτους μέρους, αφού διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της παραγράφου 1, εκδίδει πιστοποιητικό για κάθε πλοίο όπου βεβαιούται η ισχύς της ασφαλιστικής κάλυψης ή οιασδήποτε άλλης χρηματοοικονομικής ασφάλειας σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης. Όσον αφορά τα πλοία που είναι νηολογημένα σε κράτος μέρος, το πιστοποιητικό αυτό εκδίδεται ή επικυρούται από την αρμόδια αρχή του κράτους του νηολογίου του πλοίου· όσον αφορά τα πλοία που δεν είναι νηολογημένα σε κράτος μέρος, το πιστοποιητικό εκδίδεται ή επικυρούται από την αρμόδια αρχή οιουδήποτε κράτους μέρους. Η μορφή του εν λόγω πιστοποιητικού είναι σύμφωνη με το υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα της παρούσας Σύμβασης και περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:
α)
ονομασία του πλοίου, διακριτικός αριθμός ή χαρακτήρες και λιμένας νηολογίου·
β)
επωνυμία και τόπος της κύριας εγκατάστασης του μεταφορέα που εκτελεί όντως όλη τη μεταφορά ή μέρος αυτής·
γ)
αριθμός αναγνώρισης ΙΜΟ του πλοίου·
δ)
τύπος και διάρκεια της ασφάλειας·
ε)
επωνυμία και τόπος κύριας εγκατάστασης του ασφαλιστή ή άλλου προσώπου που παρέχει τη χρηματοοικονομική ασφάλιση και, όπου ενδείκνυται, τόπος εγκατάστασης όπου έχει συναφθεί η ασφάλιση ή έχει συσταθεί άλλου είδους χρηματοοικονομική ασφάλεια· και
στ)
διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού, η οποία δεν υπερβαίνει τη διάρκεια ισχύος της ασφάλισης ή άλλου είδους χρηματοοικονομικής ασφάλειας.
3. α) Τα κράτη μέρη δύνανται να εξουσιοδοτούν αναγνωρισμένο από αυτά ίδρυμα ή οργανισμό για την έκδοση του πιστοποιητικού. Το εν λόγω ίδρυμα ή ο οργανισμός ενημερώνουν το κράτος αυτό για την έκδοση κάθε πιστοποιητικού. Σε κάθε περίπτωση, το κράτος μέρος εγγυάται πλήρως την πληρότητα και ακρίβεια του εκδοθέντος πιστοποιητικού και αναλαμβάνει να μεριμνήσει για τις αναγκαίες ρυθμίσεις για την εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής.
β) Τα κράτη μέρη ενημερώνουν τον Γενικό Γραμματέα:
i)
για τις συγκεκριμένες αρμοδιότητες και όρους βάσει των οποίων παραχωρήθηκε εξουσιοδότηση σε αναγνωρισμένο ίδρυμα ή οργανισμό·
ii)
για την απόσυρση της εξουσιοδότησης αυτής· και
iii)
για την ημερομηνία από την οποία τίθεται σε ισχύ η εν λόγω εξουσιοδότηση ή η άρση της εξουσιοδότησης αυτής.
Η παραχωρούμενη εξουσιοδότηση τίθεται σε ισχύ μετά την παρέλευση τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία διαβιβάστηκε σχετική κοινοποίηση στον Γενικό Γραμματέα.
γ) Το ίδρυμα ή ο οργανισμός που έχει εξουσιοδοτηθεί για την έκδοση πιστοποιητικών σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο πρέπει τουλάχιστον να είναι εξουσιοδοτημένο να αποσύρει τα πιστοποιητικά αυτά, εφόσον δεν πληρούνται οι όροι έκδοσής τους. Σε κάθε περίπτωση, τα ιδρύματα ή οι οργανισμοί γνωστοποιούν την απόσυρση στο κράτος, για λογαριασμό του οποίου έχει εκδοθεί το πιστοποιητικό.
4. Το πιστοποιητικό συντάσσεται στην επίσημη γλώσσα ή γλώσσες του εκδίδοντος κράτους. Εάν η χρησιμοποιούμενη γλώσσα δεν είναι τα αγγλικά, γαλλικά ή ισπανικά, το κείμενο περιλαμβάνει μετάφραση σε μια από τις εν λόγω γλώσσες και, εφόσον αποφασίσει σχετικά το κράτος, είναι δυνατό να παραλειφθεί η επίσημη γλώσσα του κράτους.
5. Το πιστοποιητικό διατηρείται επί του πλοίου και κατατίθεται αντίγραφό του στις αρχές οι οποίες τηρούν το μητρώο νηολόγησης του πλοίου ή, εάν το πλοίο δεν είναι νηολογημένο σε κράτος μέρος, στην αρχή του κράτους έκδοσης ή κύρωσης του πιστοποιητικού.
6. Η ασφάλιση ή άλλου είδους χρηματοοικονομική ασφάλεια δεν πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου εφόσον είναι δυνατό να παύσει να ισχύει, για κάποια αιτία ανεξάρτητη από την λήξη διάρκειας ισχύος της ασφάλισης ή της χρηματοοικονομικής ασφάλειας που σημειώνεται στο πιστοποιητικό, πριν από την παρέλευση τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία έχει κοινοποιηθεί η λήξη της ισχύος της στις αρχές που σημειώνονται στην παράγραφο 5, εκτός εάν το πιστοποιητικό έχει παραδοθεί στις αρχές αυτές ή έχει εκδοθεί νέο πιστοποιητικό στη διάρκεια της εν λόγω περιόδου. Οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται ομοίως σε οιαδήποτε τροποποίηση η οποία έχει ως αποτέλεσμα η ασφάλιση ή άλλου είδους χρηματοοικονομική ασφάλεια να παύσει να ικανοποιεί τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου.
7. Το κράτος νηολόγησης του πλοίου καθορίζει, με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου, τους όρους έκδοσης και ισχύος του πιστοποιητικού.
8. Καμία διάταξη της παρούσας Σύμβασης δεν ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι εμποδίζει κάποιο κράτος μέρος να βασίζεται σε πληροφορίες τις οποίες λαμβάνει από άλλα κράτη ή τον Οργανισμό ή άλλους διεθνείς οργανισμούς σχετικά με την χρηματοοικονομική κατάσταση των ασφαλιστών ή των φορέων που παρέχουν τη χρηματοοικονομική ασφάλεια για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης. Στις περιπτώσεις αυτές, το κράτος μέρος που βασίζεται σε τέτοιου είδους πληροφορίες δεν απαλλάσσεται από την ευθύνη του ως κράτος το οποίο εκδίδει το πιστοποιητικό.
9. Τα πιστοποιητικά που εκδίδονται ή κυρώνονται με εξουσιοδότηση κράτους μέρους γίνονται δεκτά από άλλα κράτη μέρη για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης και θεωρούνται από άλλα κράτη μέρη ότι έχουν την ίδια ισχύ όπως και τα πιστοποιητικά τα οποία εκδίδουν ή κυρώνουν τα ίδια, ακόμα και εάν τα εν λόγω πιστοποιητικά έχουν εκδοθεί ή κυρωθεί σε σχέση με πλοίο που δεν είναι νηολογημένο σε κράτος μέρος. Τα Κράτη Μέρη δύνανται να ζητήσουν ανά πάσα στιγμή διαβουλεύσεις με το κράτος που εκδίδει ή κυρώνει το πιστοποιητικό εάν θεωρούν ότι ο ασφαλιστής ή ο εγγυητής που σημειώνεται στο πιστοποιητικό ασφάλισης δεν είναι σε θέση να καλύψει χρηματοοικονομικά τις υποχρεώσεις που επιβάλλει η παρούσα Σύμβαση.
10. Οιαδήποτε αξίωση αποζημίωσης που καλύπτεται από ασφάλιση ή άλλου είδους χρηματοοικονομική ασφάλεια σύμφωνα με το παρόν άρθρο δύναται να προβληθεί ευθέως κατά του ασφαλιστή ή άλλου προσώπου το οποίο παρέχει τη χρηματοοικονομική ασφάλεια. Στην περίπτωση αυτή, το ποσό κατά την παράγραφο 1 αποτελεί το όριο ευθύνης του ασφαλιστή ή του άλλου προσώπου που παρέχει τη χρηματοοικονομική ασφάλεια, ακόμη και εάν ο μεταφορέας ή ο υποκαθιστών τον μεταφορέα δεν δικαιούται περιορισμό της ευθύνης του. Ο εναγόμενος δύναται περαιτέρω να προβάλει προς υπεράσπισή του ισχυρισμούς (εκτός από την πτώχευση ή την εκκαθάριση) τους οποίους θα είχε το δικαίωμα να προβάλει σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση ο μεταφορέας κατά την παράγραφο 1. Περαιτέρω, ο εναγόμενος δύναται να επικαλεστεί το επιχείρημα ότι η ζημία προκλήθηκε από εσκεμμένο παράπτωμα του ασφαλισμένου, πλην όμως ο εναγόμενος δεν δύναται να προβάλει κανέναν άλλο ισχυρισμό υπεράσπισης που θα είχε το δικαίωμα να επικαλεστεί σε περίπτωση αγωγής του ασφαλισμένου εναντίον του. Ο εναγόμενος, σε κάθε περίπτωση, έχει το δικαίωμα να απαιτήσει την συμμετοχή του μεταφορέα και του υποκαθιστώντος τον μεταφορέα στη δίκη.
11. Τα ποσά που έχουν συσταθεί μέσω ασφάλισης ή άλλου είδους χρηματοοικονομικής ασφάλειας η οποία έχει συναφθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 είναι διαθέσιμα αποκλειστικά για την ικανοποίηση απαιτήσεων βάσει της παρούσας Σύμβασης και οιεσδήποτε πληρωμές των ποσών αυτών απαλλάσσουν από κάθε ευθύνη η οποία προκύπτει βάσει της παρούσας Σύμβασης μέχρι του ύψους των καταβληθέντων ποσών.
12. Ένα κράτος μέρος δεν επιτρέπει σε οιοδήποτε χρόνο την εκμετάλλευση πλοίου που φέρει τη σημαία του και στο οποίο εφαρμόζεται το παρόν άρθρο, εκτός εάν έχει εκδοθεί πιστοποιητικό βάσει των παραγράφων 2 ή 15.
13. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου, κάθε κράτος μέρος μεριμνά, βάσει του εθνικού του δικαίου, ώστε οιοδήποτε πλοίο το οποίο έχει άδεια να μεταφέρει περισσότερους από δώδεκα επιβάτες, ανεξαρτήτως πού είναι νηολογημένο, να καλύπτεται από ασφάλιση ή άλλου είδους χρηματοοικονομική ασφάλεια, στην έκταση που προσδιορίζεται στην παράγραφο 1, κατά τον κατάπλου ή τον απόπλου από λιμένα στο έδαφός του καθόσον εφαρμόζεται η παρούσα Σύμβαση.
14. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 5, τα κράτη μέρη δύνανται να κοινοποιούν στον Γενικό Γραμματέα ότι, για τους σκοπούς της παραγράφου 13, τα πλοία δεν υποχρεούνται να φέρουν ή να επιδεικνύουν το πιστοποιητικό που απαιτείται στην παράγραφο 2 κατά τον κατάπλου ή τον απόπλου από λιμένες στο έδαφός τους, υπό τον όρο ότι το κράτος μέρος το οποίο εκδίδει το πιστοποιητικό έχει κοινοποιήσει στον Γενικό Γραμματέα ότι διατηρεί μητρώα σε ηλεκτρονική μορφή, προσπελάσιμα σε όλα τα κράτη μέρη, που βεβαιώνουν την ύπαρξη του πιστοποιητικού και επιτρέπουν στα κράτη μέρη να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους βάσει της παραγράφου 13.
15. Εάν πλοίο το οποίο ανήκει σε κράτος μέρος δεν καλύπτεται από ασφάλιση ή άλλου είδους χρηματοοικονομική ασφάλεια, δεν εφαρμόζονται στο πλοίο αυτό οι σχετικές διατάξεις του παρόντος άρθρου. Ωστόσο, το εν λόγω πλοίο πρέπει να είναι εφοδιασμένο με πιστοποιητικό το οποίο έχει εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές του κράτους νηολογίου, όπου βεβαιούται ότι το πλοίο ανήκει στο εν λόγω κράτος και ότι η ευθύνη καλύπτεται μέχρι του ποσού που προβλέπεται σύμφωνα με την παράγραφο 1. Το εν λόγω πιστοποιητικό πρέπει να ακολουθεί, όσο το δυνατόν πιο πιστά, το υπόδειγμα περί του οποίου η παράγραφος 2.
ΑΡΘΡΟ 5
Τιμαλφή
Ο μεταφορέας δεν είναι υπεύθυνος για την απώλεια ή φθορά χρημάτων, διαπραγματεύσιμων χρεογράφων, χρυσού, ασημικών, κοσμημάτων, διακοσμητικών αντικειμένων, έργων τέχνης, ή άλλα τιμαλφών, εκτός από τις περιπτώσεις που αυτά παραδόθηκαν στον μεταφορέα με ρητή συμφωνία για τη φύλαξή τους οπότε ο μεταφορέας ευθύνεται μέχρι του ορίου που προβλέπεται στο άρθρο 8, παράγραφος 3, εκτός εάν συμφωνήθηκε υψηλότερο όριο ευθύνης σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 1.
ΑΡΘΡΟ 6
Συντρέχον πταίσμα
Εάν ο μεταφορέας αποδείξει ότι πταίσμα ή αμέλεια του επιβάτη προκάλεσε ή συνέβαλε στον θάνατο ή τη σωματική του βλάβη ή στην απώλεια ή φθορά αποσκευών του, το δικαστήριο που επιλαμβάνεται της υποθέσεως δύναται να απαλλάξει τον μεταφορέα πλήρως ή εν μέρει από την ευθύνη του σύμφωνα με το δίκαιο που αυτό εφαρμόζει.
ΑΡΘΡΟ 7
Όριο ευθύνης για θάνατο και σωματικές βλάβες
1. Η ευθύνη του μεταφορέα για θάνατο ή σωματικές βλάβες επιβάτη βάσει του άρθρου 3 δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση τις 400 000 μονάδες υπολογισμού ανά επιβάτη για κάθε επιμέρους μεταφορά. Όπου, σύμφωνα με το δίκαιο που εφαρμόζει το δικαστήριο το οποίο επιλαμβάνεται της υπόθεσης, επιδικάζονται αποζημιώσεις με τη μορφή περιοδικών προσόδων, το ισότιμο της αξίας του κεφαλαίου των εν λόγω καταβολών δεν υπερβαίνει το ανωτέρω όριο.
2. Ένα κράτος μέρος δύναται να ρυθμίζει με ειδικές διατάξεις εθνικού δικαίου το όριο ευθύνης που ορίζεται στην παράγραφο 1, υπό την προϋπόθεση ότι το εθνικό όριο ευθύνης, εφόσον υπάρχει, δεν είναι χαμηλότερο από εκείνο που ορίζει η παράγραφος 1. Ένα κράτος μέρος το οποίο κάνει χρήση της δυνατότητας που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο, ενημερώνει τον Γενικό Γραμματέα για το εγκριθέν όριο ευθύνης ή για την μη ύπαρξη ορίου.
ΑΡΘΡΟ 8
Όριο ευθύνης για απώλεια ή φθορά αποσκευών και οχημάτων
1. Η ευθύνη του μεταφορέα για την απώλεια ή φθορά αποσκευών καμπίνας δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση τις 2 250 μονάδες υπολογισμού ανά επιβάτη και ανά μεταφορά.
2. Η ευθύνη του μεταφορέα για την απώλεια ή φθορά οχημάτων, συμπεριλαμβανομένων όλων των αποσκευών που μεταφέρονται εντός ή επί του οχήματος, δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση τις 12 700 μονάδες υπολογισμού ανά όχημα και ανά μεταφορά.
3. Η ευθύνη του μεταφορέα για την απώλεια ή φθορά αποσκευών άλλων από τις προβλεπόμενες κατά τις παραγράφους 1 και 2 δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση τις 3 375 μονάδες υπολογισμού ανά επιβάτη και ανά μεταφορά.
4. Ο μεταφορέας και ο επιβάτης δύνανται να συμφωνήσουν ότι η ευθύνη του μεταφορέα υπόκειται σε απαλλαγή το ύψος της οποίας δεν υπερβαίνει τις 330 μονάδες υπολογισμού στην περίπτωση φθοράς οχήματος και τις 149 μονάδες υπολογισμού ανά επιβάτη στην περίπτωση απώλειας ή φθοράς άλλων αποσκευών. Το ποσό αυτό αφαιρείται από το ποσό της απώλειας ή της φθοράς.
ΑΡΘΡΟ 9
Μονάδα υπολογισμού και μετατροπή
1. Η μονάδα υπολογισμού κατά την παρούσα Σύμβαση είναι τα Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα όπως ορίζονται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Τα ποσά περί των οποίων το άρθρο 3, παράγραφος 1, το άρθρο 4α, παράγραφος 1, το άρθρο 7, παράγραφος 1, και το άρθρο 8 μετατρέπονται στο εθνικό νόμισμα του κράτους, στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγεται το δικαστήριο το οποίο επιλαμβάνεται της υπόθεσης με βάση την αξία του εν λόγω νομίσματος σε σχέση με τα Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα κατά την ημερομηνία εκδίκασης της απόφασης ή την ημερομηνία που συμφωνήθηκε από τους διαδίκους. Η αξία του εθνικού νομίσματος σε όρους Ειδικών Τραβηκτικών Δικαιωμάτων, ενός κράτους μέρους το οποίο είναι μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, υπολογίζεται σύμφωνα με τη μέθοδο αποτίμησης που εφαρμόζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κατά την υπό εξέταση ημερομηνία για τις δικές του πράξεις και συναλλαγές. Η αξία του εθνικού νομίσματος, σε όρους Ειδικών Τραβηκτικών Δικαιωμάτων, ενός κράτους μέρους το οποίο δεν είναι μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, υπολογίζεται με τον τρόπο που καθορίζει το εν λόγω κράτος μέρος.
2. Ωστόσο, ║κράτος το οποίο δεν είναι μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και του οποίου η νομοθεσία δεν επιτρέπει την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 δύναται, κατά την στιγμή της κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης στην παρούσα Σύμβαση ή οιαδήποτε άλλη μεταγενέστερη χρονική στιγμή, να δηλώσει ότι η μονάδα υπολογισμού κατά την παράγραφο 1 ισούται με 15 χρυσά φράγκα. Το χρυσό φράγκο που σημειώνεται στην παράγραφο αυτή αντιστοιχεί με εξήντα πέντε και μισό χιλιοστόγραμμα χρυσού καθαρότητας εννιακοσίων βαθμών. Η μετατροπή του χρυσού φράγκου σε εθνικό νόμισμα πραγματοποιείται σύμφωνα με τη νομοθεσία του οικείου κράτους.
3. Ο υπολογισμός κατά την τελευταία πρόταση της παραγράφου 1 και η μετατροπή κατά την παράγραφο 2 πραγματοποιούνται με τρόπο ώστε να εκφράζεται σε εθνικό νόμισμα των κρατών μερών, στο μέτρο του δυνατού, η ίδια πραγματική αξία για τα ποσά του άρθρου 3, παράγραφος 1, του άρθρου 4α, παράγραφος 1, του άρθρου 7, παράγραφος 1, και του άρθρου 8 με εκείνη που θα προέκυπτε από την εφαρμογή των τριών πρώτων προτάσεων της παραγράφου 1. Τα κράτη κοινοποιούν στον Γενικό Γραμματέα τον τρόπο υπολογισμού σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή το αποτέλεσμα της μετατροπής σύμφωνα με την παράγραφο 2, ανάλογα με την περίπτωση, κατά τη στιγμή κατάθεσης της πράξης κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης στην παρούσα Σύμβαση και κάθε φορά που επέρχεται αλλαγή στον τρόπο υπολογισμού ή στο αποτέλεσμα της μετατροπής.
ΑΡΘΡΟ 10
Συμπληρωματικές διατάξεις για τα όρια ευθύνης
1. Ο μεταφορέας και ο επιβάτης δύνανται να συμφωνήσουν ρητά και εγγράφως υψηλότερα όρια ευθύνης από αυτά που ορίζονται στα άρθρα 7 και 8.
2. Τόκοι για ζημίες και δικαστικά έξοδα δεν περιλαμβάνονται στα όρια ευθύνης που καθορίζουν τα άρθρα 7 και 8.
ΑΡΘΡΟ 11
Υπεράσπιση και όρια για υπαλλήλους μεταφορέων
Εάν μια αγωγή ασκείται κατά υπαλλήλου ή πράκτορα του μεταφορέα ή του υποκαθιστώντος τον μεταφορέα, η οποία έχει σχέση με ζημία που καλύπτεται από την παρούσα Σύμβαση, αυτός ο υπάλληλος ή ο πράκτορας έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει τα μέσα υπεράσπισης και να επικαλεσθεί τα όρια ευθύνης που ο μεταφορέας ή ο υποκαθιστών τον μεταφορέα έχει δικαίωμα να επικαλεσθεί σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, αν αποδείξει ότι ενήργησε μέσα στον κύκλο της αρμοδιότητάς του.
ΑΡΘΡΟ 12
Σώρευση απαιτήσεων
1. Όταν εφαρμόζονται τα όρια ευθύνης που καθορίζονται στα άρθρα 7 και 8, ισχύουν για το σύνολο των ποσών που πρέπει να καταβληθούν ως αποζημίωση για όλες τις απαιτήσεις που απορρέουν από το θάνατο ή τις σωματικές βλάβες οιουδήποτε επιβάτη ή από την απώλεια ή φθορά αποσκευών του.
2. Σχετικά με μεταφορά που έχει εκτελεσθεί από τον υποκαθιστώντα τον μεταφορέα, το άθροισμα των ποσών που πρέπει να καταβληθούν ως αποζημίωση από τον μεταφορέα και τον υποκαθιστώντα τον μεταφορέα και από τους υπαλλήλους και πράκτορές τους που ενεργούν στο πλαίσιο των καθηκόντων τους, δεν υπερβαίνει το ανώτατο ποσό που είναι δυνατό να επιδικασθεί σε βάρος είτε του μεταφορέα είτε του υποκαθιστώντος τον μεταφορέα σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, αλλά κανένα από τα προαναφερθέντα πρόσωπα δεν φέρει ευθύνη για ποσό μεγαλύτερο από το όριο που ισχύει ως προς αυτό το πρόσωπο.
3. Σε κάθε περίπτωση στην οποία υπάλληλος ή πράκτορας του μεταφορέα ή του υποκαθιστώντος τον μεταφορέα έχει το δικαίωμα σύμφωνα με το άρθρο 11 της παρούσας Σύμβασης να επικαλεσθεί τα όρια ευθύνης που καθορίζονται στα άρθρα 7 και 8, το άθροισμα των ποσών που πρέπει να καταβληθούν ως αποζημίωση από τον μεταφορέα, ή από τον υποκαθιστώντα τον μεταφορέα, κατά περίπτωση, και από τον υπάλληλο ή πράκτορα, δεν υπερβαίνει αυτά τα όρια.
ΑΡΘΡΟ 13
Απώλεια του δικαιώματος περιορισμού της ευθύνης
1. Ο μεταφορέας δεν έχει το δικαίωμα να επικαλεσθεί τα όρια ευθύνης που καθορίζονται στα άρθρα 7, 8 και στο άρθρο 10, παράγραφος 1, αν αποδειχθεί ότι η ζημία προκλήθηκε από πράξη ή παράλειψη του μεταφορέα που έγινε με πρόθεση να προξενηθεί η ζημία αυτή, ή από αμέλεια με τη γνώση ότι τέτοια ζημία θα μπορούσε πιθανότατα να προκληθεί.
2. Ο υπάλληλος ή πράκτορας του μεταφορέα ή του υποκαθιστώντος τον μεταφορέα δεν έχει το δικαίωμα να επικαλεσθεί τα όρια αυτά, αν αποδειχθεί ότι η ζημία προκλήθηκε από πράξη ή παράλειψη αυτού του υπαλλήλου ή πράκτορα, που έγινε με πρόθεση να προξενηθεί η ζημία αυτή, ή από αμέλεια με τη γνώση ότι μια τέτοια ζημία θα μπορούσε πιθανότατα να προκληθεί.
ΑΡΘΡΟ 14
Βάση απαιτήσεων
Καμία αγωγή αποζημίωσης για τον θάνατο ή τις σωματικές βλάβες επιβάτη, ή για την απώλεια ή φθορά αποσκευών, δεν εγείρεται κατά μεταφορέως ή υποκαθιστώντος τον μεταφορέα με άλλο τρόπο εκτός από αυτόν που προβλέπει η παρούσα Σύμβαση.
ΑΡΘΡΟ 15
Ενημέρωση για την απώλεια ή τη φθορά αποσκευών
1. Ο επιβάτης ενημερώνει εγγράφως τον μεταφορέα ή τον πράκτορά του:
α)
σε περίπτωση εμφανούς φθοράς αποσκευών:
i)
για αποσκευές καμπίνας, πριν ή κατά το χρόνο αποβίβασης του επιβάτη,
ii)
για όλες τις άλλες αποσκευές, πριν ή κατά το χρόνο που του παραδίδονται.
β)
σε περίπτωση μη εμφανούς φθοράς αποσκευών, ή απώλειας αποσκευών, εντός δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία αποβίβασης ή παράδοσης ή από το χρόνο που η παράδοση αυτή θα έπρεπε να είχε γίνει.
2. Ο επιβάτης που δεν συμμορφούται με τη διαδικασία του παρόντος άρθρου, θεωρείται ότι έχει παραλάβει άθικτες τις αποσκευές του, εκτός αν αποδείξει το αντίθετο.
3. Η έγγραφη γνωστοποίηση δεν χρειάζεται να γίνει, αν η κατάσταση των αποσκευών κατά το χρόνο παραλαβής τους ελέγχθηκε ή επιθεωρήθηκε από κοινού.
ΑΡΘΡΟ 16
Παραγραφή αγωγών
1. Οιαδήποτε αγωγή αποζημίωσης που απορρέει από θάνατο ή σωματική βλάβη επιβάτη ή από απώλεια ή φθορά αποσκευών, παραγράφεται μετά την πάροδο δύο ετών.
2. Ο χρόνος παραγραφής υπολογίζεται ως ακολούθως:
α)
σε περίπτωση σωματικής βλάβης, από την ημερομηνία που αποβιβάσθηκε ο επιβάτης·
β)
σε περίπτωση θανάτου που συνέβη κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, από την ημερομηνία που ο επιβάτης θα έπρεπε να είχε αποβιβασθεί, και σε περίπτωση σωματικής βλάβης που συνέβη κατά τη διάρκεια της μεταφοράς και είχε σαν αποτέλεσμα το θάνατο του επιβάτη με την αποβίβαση, από την ημερομηνία του θανάτου, υπό την προϋπόθεση ότι η περίοδος αυτή δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια από την ημερομηνία της αποβίβασης·
γ)
σε περίπτωση απώλειας ή φθοράς αποσκευών, από την ημερομηνία αποβίβασης ή από την ημερομηνία που η αποβίβαση θα έπρεπε να είχε πραγματοποιηθεί, λαμβανομένης υπόψη της ημερομηνίας που είναι μεταγενέστερη.
3. Το δίκαιο που εφαρμόζει το δικαστήριο το οποίο έχει επιληφθεί της υπόθεσης διέπει τα θέματα αναστολής και διακοπής του χρόνου παραγραφής, πλην όμως σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται άσκηση αγωγής σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση μετά τη λήξη οιασδήποτε από τις κατωτέρω χρονικές περιόδους:
α)
περιόδου πέντε ετών από την ημερομηνία αποβίβασης του επιβάτη ή από την ημερομηνία κατά την οποία θα έπρεπε να είχε λάβει χώρα η αποβίβαση, ανάλογα με το ποια από τις δύο είναι μεταγενέστερη· ή, εάν είναι συντομότερη,
β)
περιόδου τριών ετών από την ημερομηνία κατά την οποία ο ενάγων έλαβε γνώση ή όφειλε ευλόγως να έχει λάβει γνώση της σωματικής βλάβης, απώλειας ή φθοράς που προκλήθηκε από το συμβάν.
4. Ανεξάρτητα από όσα περιλαμβάνονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου, ο χρόνος παραγραφής δύναται να παραταθεί με δήλωση του μεταφορέα ή κατόπιν συμφωνίας των διαδίκων μετά τη γενεσιουργός αιτία της αγωγής. Η δήλωση ή η συμφωνία πρέπει να είναι έγγραφη.
ΑΡΘΡΟ 17
Δικαιοδοσία
1. Η αγωγή βάσει των άρθρων 3 και 4 της παρούσας Σύμβασης ασκείται, κατ" επιλογή του ενάγοντος, ενώπιον ενός από τα κατωτέρω δικαστήρια, με την προϋπόθεση ότι το αυτό εδρεύει σε κράτος μέρος της παρούσας Σύμβασης και σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο κάθε κράτους μέρους σε θέματα κατά τόπον αρμοδιότητας στα κράτη στα οποία είναι δυνατό να επιληφθούν της υπόθεσης περισσότερα του ενός δικαστήρια:
α)
το δικαστήριο του κράτους συνήθους διαμονής ή κύριας εγκατάστασης του εναγόμενου, ή
β)
το δικαστήριο του κράτους αναχώρησης ή του κράτους προορισμού σύμφωνα με τη σύμβαση μεταφοράς, ή
γ)
το δικαστήριο του κράτους κατοικίας ή συνήθους διαμονής του ενάγοντος, εφόσον ο εναγόμενος διαθέτει εγκατάσταση για την άσκηση της δραστηριότητάς του και υπόκειται στη δικαιοδοσία του εν λόγω κράτους, ή
δ)
το δικαστήριο του κράτους στο οποίο έχει συναφθεί η σύμβαση μεταφοράς, εφόσον ο εναγόμενος διαθέτει σε αυτό εγκατάσταση για την άσκηση της δραστηριότητάς του και υπόκειται στη δικαιοδοσία του εν λόγω κράτους.
2. Οι αγωγές βάσει του άρθρου 4α της παρούσας Σύμβασης κατατίθενται, κατ" επιλογή του ενάγοντος, σε ένα από τα δικαστήρια στα οποία είναι δυνατή η κατάθεση αγωγής κατά του μεταφορέα ή του υποκαθιστώντος τον μεταφορέα σύμφωνα με την παράγραφο 1.
3. Μετά την επέλευση του συμβάντος το οποίο προκάλεσε τη ζημία, τα μέρη δύνανται να συμφωνήσουν ως προς τη δικαιοδοσία ή το διαιτητικό δικαστήριο όπου πρέπει να υποβληθεί η αξίωση αποζημίωσης.
ΑΡΘΡΟ 17α
Αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων
1. Κάθε απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 17, η οποία είναι εκτελεστή στο κράτος προέλευσης, όταν η απόφαση δεν υπόκειται πλέον σε συνήθεις μορφές προσφυγής, αναγνωρίζεται σε κάθε κράτος μέρος, εκτός
α)
εάν η απόφαση ελήφθη με δόλιο τρόπο· ή
β)
εάν ο εναγόμενος δεν ειδοποιήθηκε μέσα σε εύλογη προθεσμία και δεν του δόθηκε η δέουσα δυνατότητα υπεράσπισης.
2. Απόφαση η οποία έχει αναγνωριστεί βάσει της παραγράφου 1 είναι εκτελεστή σε κάθε κράτος μέρος μόλις ολοκληρωθούν οι διατυπώσεις που απαιτούνται στο κράτος αυτό. Οι διατυπώσεις δεν επιτρέπουν επί της ουσίας αναθεώρηση της υπόθεσης.
3. Ένα κράτος μέρος του παρόντος Πρωτοκόλλου δύναται να εφαρμόζει άλλους κανόνες για την αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν ως αποτέλεσμα να διασφαλίσουν ότι οι αποφάσεις αναγνωρίζονται και εκτελούνται τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό με εκείνο βάσει των παραγράφων 1 και 2.
ΑΡΘΡΟ 18
Ακυρότητα συμβατικών όρων
Οιοσδήποτε συμβατικός όρος έχει συνομολογηθεί πριν από την επέλευση του συμβάντος που προκάλεσε τον θάνατο ή τη σωματική βλάβη επιβάτη ή την απώλεια ή φθορά αποσκευών του επιβάτη, ο οποίος αποσκοπεί στην απαλλαγή οιουδήποτε προσώπου από την ευθύνη του βάσει της παρούσας Σύμβασης έναντι του επιβάτη ή στον καθορισμό κατώτερου ορίου ευθύνης από εκείνο που ορίζεται στην παρούσα Σύμβαση, εκτός από το προβλεπόμενο στο άρθρο 8, παράγραφος 4, και κάθε τέτοιος όρος ο οποίος αποσκοπεί στη μετακύλιση του βάρους της απόδειξης που φέρει ο μεταφορέας ή ο υποκαθιστών τον μεταφορέα, ή έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό του δικαιώματος επιλογής βάσει του άρθρου 17, παράγραφοι 1 ή 2, είναι εξ ολοκλήρου άκυρος, πλην όμως η ακυρότητα του όρου αυτού δεν καθιστά ανίσχυρη τη σύμβαση μεταφοράς, η οποία εξακολουθεί να υπόκειται στις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης.
ΑΡΘΡΟ 19
Άλλες συμβάσεις για τον περιορισμό της ευθύνης
Η παρούσα Σύμβαση δεν τροποποιεί τα δικαιώματα ή τις υποχρεώσεις του μεταφορέα, του υποκαθιστώντος τον μεταφορέα και των υπαλλήλων ή πρακτόρων τους που προβλέπουν διεθνείς συμβάσεις που αφορούν τον περιορισμό της ευθύνης των ιδιοκτητών θαλασσοπλοούντων πλοίων.
ΑΡΘΡΟ 20
Ζημίες από πυρηνική ενέργεια
Δεν υφίσταται ευθύνη σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση για ζημίες που προκλήθηκαν από συμβάν που σχετίζεται με την πυρηνική ενέργεια:
α)
εάν ο φορέας εκμετάλλευσης πυρηνικής εγκατάστασης είναι υπεύθυνος για τέτοια ζημία είτε σύμφωνα με την Σύμβαση των Παρισίων της 29ης Ιουλίου 1960 περί Ευθύνης Τρίτων στο Πεδίο της Πυρηνικής Ενέργειας, όπως τροποποιήθηκε με το Πρόσθετο Πρωτόκολλο της 28ης Ιανουαρίου 1964, είτε σύμφωνα με τη Σύμβαση της Βιέννης της 21ης Μαΐου 1963 περί Αστικής Ευθύνης για Ζημίες από Πυρηνική Ενέργεια ή οιαδήποτε σχετική τροποποίηση ή Πρωτόκολλο που είναι σε ισχύ· ή
β)
εάν ο φορέας εκμετάλλευσης πυρηνικής εγκατάστασης είναι υπεύθυνος για τέτοια ζημία βάσει εθνικής νομοθεσίας που ρυθμίζει την ευθύνη για τέτοιου είδους ζημία, υπό την προϋπόθεση ότι η νομοθεσία αυτή είναι από κάθε άποψη εξίσου ευνοϊκή για τα πρόσωπα τα οποία ενδέχεται να υποστούν ζημίες είτε με τη Σύμβαση των Παρισίων ή με τη Σύμβαση της Βιέννης ή οιαδήποτε σχετική τροποποίηση ή πρωτόκολλο που είναι σε ισχύ.
ΑΡΘΡΟ 21
Εμπορική μεταφορά από δημόσιες αρχές
Η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται σε εμπορικές μεταφορές που αναλαμβάνονται από κράτη ή δημόσιες αρχές βάσει σύμβασης μεταφοράς κατά την έννοια του άρθρου 1.
ΑΡΘΡΟ 22
Δήλωση μη εφαρμογής
1. Κατά το χρόνο της υπογραφής, κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης στην παρούσα Σύμβαση, οιοδήποτε μέρος δύναται να δηλώσει εγγράφως ότι δεν θα εφαρμόζει την παρούσα Σύμβαση όταν ο επιβάτης και ο μεταφορέας υπόκεινται στη δικαιοδοσία του ή είναι υπήκοοί του.
2. Οιαδήποτε δήλωση γίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δύναται να ανακληθεί οποτεδήποτε με έγγραφη ανακοίνωση προς το Γενικό Γραμματέα.
ΑΡΘΡΟ 22α
Τελικές ρήτρες της Σύμβασης
Οι τελικές ρήτρες της παρούσας Σύμβασης είναι τα άρθρα 17 έως 25 του Πρωτοκόλλου 2002 της Σύμβασης των Αθηνών του 1974 σχετικά με τη θαλάσσια μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους. Οι παραπομπές στην παρούσα Σύμβαση σε κράτη μέρη θεωρούνται ότι αναφέρονται σε κράτη μέρη του Πρωτοκόλλου αυτού.
ΤΕΛΙΚΕΣ ΡΗΤΡΕΣ
[Άρθρα 17 έως 25 του Πρωτοκόλλου 2002 της Σύμβασης του 1974των Αθηνών σχετικά με τη θαλάσσια μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους.]
ΑΡΘΡΟ 17
Υπογραφή, κύρωση, αποδοχή, έγκριση και προσχώρηση
1. Το παρόν Πρωτόκολλο είναι ανοικτό για υπογραφή στην έδρα του Οργανισμού από την 1η Μαΐου 2003 έως τις 30 Απριλίου 2004 και στη συνέχεια παραμένει ανοικτό για προσχώρηση.
2. Τα κράτη δύνανται να εκφράσουν τη συναίνεσή τους να δεσμεύονται από το παρόν Πρωτόκολλο:
α)
με υπογραφή χωρίς επιφύλαξη ως προς την κύρωση, αποδοχή ή έγκριση· ή
β)
με υπογραφή υπό την επιφύλαξη κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, ακολουθούμενη από κύρωση, αποδοχή ή έγκριση· ή
γ)
με προσχώρηση.
3. Η κύρωση, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση πραγματοποιούνται με την κατάθεση πράξης προς τον σκοπό αυτό στον Γενικό Γραμματέα.
4. Οιαδήποτε πράξη κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης η οποία κατατίθεται μετά την έναρξη ισχύος τροποποίησης του παρόντος Πρωτοκόλλου σε σχέση με όλα τα υφιστάμενα κράτη μέρη, ή μετά την ολοκλήρωση όλων των μέτρων που απαιτούνται για την έναρξη ισχύος της τροποποίησης σε σχέση με τα εν λόγω κράτη μέρη, θεωρείται ότι εφαρμόζεται στο παρόν Πρωτόκολλο, όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά την τροποποίηση.
5. Ένα κράτος δεν υποχρεούται να εκφράσει τη συναίνεσή του να δεσμεύεται από το παρόν Πρωτόκολλο εκτός εάν συμβαλλόμενο μέρος του Πρωτοκόλλου, καταγγείλει:
α)
τη Σύμβαση των Αθηνών σχετικά με τη θαλάσσια μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους, που υπεγράφη στην Αθήνα στις 13 Δεκεμβρίου 1974·
β)
το Πρωτόκολλο της Σύμβασης των Αθηνών σχετικά με τη θαλάσσια μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους, που υπεγράφη στο Λονδίνο στις 19 Νοεμβρίου 1976· και
γ)
το Πρωτόκολλο του 1990 για την τροποποίηση της Σύμβασης των Αθηνών σχετικά με τη θαλάσσια μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους, που υπεγράφη στο Λονδίνο στις 29 Μαρτίου 1990,
με ισχύ από τη χρονική στιγμή κατά την οποία το παρόν Πρωτόκολλο τίθεται σε ισχύ ως προς το εν λόγω κράτος σύμφωνα με το άρθρο 20.
ΑΡΘΡΟ 18
Κράτη με περισσότερα του ενός νομικά συστήματα
1. Εάν ένα κράτος έχει δύο ή περισσότερες εδαφικές μονάδες στις οποίες ισχύουν διαφορετικά νομικά καθεστώτα ως προς τα θέματα που πραγματεύεται το παρόν Πρωτόκολλο, δύναται κατά τη στιγμή της υπογραφής, κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης να δηλώσει ότι το παρόν Πρωτόκολλο εκτείνεται σε όλες τις εδαφικές μονάδες ή μόνο σε μία ή περισσότερες αυτών και να τροποποιήσει την παρούσα δήλωση υποβάλλοντας άλλη δήλωση ανά πάσα χρονική στιγμή.
2. Η δήλωση αυτή κοινοποιείται στον Γενικό Γραμματέα και αναφέρει ρητά τις εδαφικές μονάδες στις οποίες εφαρμόζεται το παρόν Πρωτόκολλο.
3. Όσον αφορά ένα κράτος μέρος το οποίο έχει υποβάλει τέτοια δήλωση:
α)
οι παραπομπές στο κράτος νηολόγησης πλοίου και, σε σχέση με το πιστοποιητικό υποχρεωτικής ασφάλισης, στο κράτος έκδοσης ή επικύρωσης, εκλαμβάνονται ότι αναφέρονται αντίστοιχα στην εδαφική μονάδα στην οποία είναι νηολογημένο το πλοίο και η οποία εκδίδει ή επικυρώνει το πιστοποιητικό·
β)
οι παραπομπές στις διατάξεις εθνικής νομοθεσίας, στο εθνικό όριο ευθύνης και στο εθνικό νόμισμα εκλαμβάνονται αντιστοίχως ως παραπομπές στις διατάξεις του δικαίου, στο όριο ευθύνης και στο νόμισμα της αντίστοιχης εδαφικής μονάδας· και
γ)
οι παραπομπές σε δικαστήρια και σε αποφάσεις οι οποίες πρέπει να αναγνωρίζονται σε κράτη μέρη, εκλαμβάνονται αντιστοίχως ως παραπομπές σε δικαστήρια και σε αποφάσεις οι οποίες πρέπει να αναγνωρίζονται στην αντίστοιχη εδαφική μονάδα.
ΑΡΘΡΟ 19
Περιφερειακοί Οργανισμοί Οικονομικής Ολοκλήρωσης
1. Οι Περιφερειακοί Οργανισμοί Οικονομικής Ολοκλήρωσης, που έχουν συσταθεί από κυρίαρχα κράτη τα οποία έχουν μεταβιβάσει στους οργανισμούς αυτούς δικαιοδοσία για ορισμένα θέματα που διέπονται από το παρόν Πρωτόκολλο δύνανται να υπογράψουν, να κυρώσουν, να αποδεχθούν, να εγκρίνουν ή να προσχωρήσουν στο παρόν Πρωτόκολλο. Οι Περιφερειακοί Οργανισμοί Οικονομικής Ολοκλήρωσης που είναι συμβαλλόμενα μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου έχουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις κράτους μέρους, στο βαθμό που οι Περιφερειακοί Οργανισμοί Οικονομικής Ολοκλήρωσης έχουν αρμοδιότητα για θέματα που διέπονται από το παρόν Πρωτόκολλο.
2. Όταν οι Περιφερειακοί Οργανισμοί Οικονομικής Ολοκλήρωσης ασκούν το δικαίωμα ψήφου σε θέματα της αρμοδιότητάς τους, διαθέτουν αριθμό ψήφων ίσο προς τον αριθμό των κρατών τα οποία είναι μέλη τους, είναι μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου και τους έχουν μεταβιβάσει αρμοδιότητα για το υπό εξέταση θέμα. Οι Περιφερειακοί Οργανισμοί Οικονομικής Ολοκλήρωσης δεν ασκούν το δικαίωμα ψήφου εφόσον τα κράτη που είναι μέλη τους ασκούν το δικαίωμά τους, και αντιστρόφως.
3. Όταν ο αριθμός των κρατών μερών έχει σημασία για τους σκοπούς του παρόντος Πρωτοκόλλου, συμπεριλαμβανομένων αλλά όχι αποκλειστικά των άρθρων 20 και 23 του παρόντος Πρωτοκόλλου, ο Περιφερειακός Οργανισμός Οικονομικής Ολοκλήρωσης δεν εκλαμβάνεται ως κράτος μέρος επιπλέον των κρατών που είναι μέλη του τα οποία είναι κράτη μέρη.
4. Κατά την υπογραφή, κύρωση, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση, ο Περιφερειακός Οργανισμός Οικονομικής Ολοκλήρωσης υποβάλλει δήλωση στον Γενικό Γραμματέα καθορίζοντας τα θέματα που διέπονται από το παρόν Πρωτόκολλο και για τα οποία έχει μεταβιβασθεί αρμοδιότητα στον εν λόγω Οργανισμό από τα κράτη μέλη του τα οποία έχουν υπογράψει ή είναι συμβαλλόμενα μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου, καθώς και οιουσδήποτε άλλους σχετικούς περιορισμούς ως προς το πεδίο της αρμοδιότητας αυτής. Ο Περιφερειακός Οργανισμός Οικονομικής Ολοκλήρωσης κοινοποιεί εγκαίρως στο Γενικό Γραμματέα κάθε μεταβολή που επέρχεται στην κατανομή αρμοδιοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των νέων μεταβιβάσεων αρμοδιότητας, που καθορίζεται στη δήλωση της παρούσας παραγράφου. Οι δηλώσεις αυτές κοινοποιούνται από τον Γενικό Γραμματέα σύμφωνα με το άρθρο 24 του παρόντος Πρωτοκόλλου.
5. Κράτη μέρη τα οποία είναι κράτη μέλη Περιφερειακού Οργανισμού Οικονομικής Ολοκλήρωσης που είναι συμβαλλόμενο μέρος του παρόντος Πρωτοκόλλου θεωρείται ότι έχουν αρμοδιότητα επί όλων των θεμάτων που διέπονται από το παρόν Πρωτόκολλο, σε σχέση με τα οποία δεν έχει δηλωθεί συγκεκριμένα ή κοινοποιηθεί βάσει της παραγράφου 4 μεταφορά αρμοδιότητας στον Οργανισμό.
ΑΡΘΡΟ 20
Έναρξη ισχύος
1. Το παρόν Πρωτόκολλο τίθεται σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία 10 κράτη έχουν είτε υπογράψει το Πρωτόκολλο αυτό χωρίς επιφύλαξη ως προς την κύρωση, αποδοχή ή έγκριση ή έχουν καταθέσει πράξεις κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης στον Γενικό Γραμματέα.
2. Για κάθε κράτος το οποίο κυρώνει, αποδέχεται, εγκρίνει ή προσχωρεί στο παρόν Πρωτόκολλο μετά την εκπλήρωση των όρων της παραγράφου 1 για την έναρξη ισχύος, το παρόν Πρωτόκολλο τίθεται σε ισχύ τρεις μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης από το εν λόγω κράτος της κατάλληλης πράξης, όχι όμως προτού τεθεί σε ισχύ το παρόν Πρωτόκολλο σύμφωνα με την παράγραφο 1.
ΑΡΘΡΟ 21
Καταγγελία
1. Οιοδήποτε κράτος μέρος δύναται να καταγγείλει το παρόν Πρωτόκολλο ανά πάσα στιγμή μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του Πρωτοκόλλου για το εν λόγω κράτος.
2. Η καταγγελία πραγματοποιείται με την κατάθεση πράξης προς τον σκοπό αυτό στον Γενικό Γραμματέα.
3. Η καταγγελία παράγει αποτελέσματα δώδεκα μήνες από την κατάθεση της σχετικής πράξης στον Γενικό Γραμματέα, ή κατά τη λήξη μεγαλύτερης χρονικής περιόδου που διευκρινίζεται στην πράξη καταγγελίας.
4. Μεταξύ των κρατών μερών του παρόντος Πρωτοκόλλου, η καταγγελία από οιοδήποτε εξ αυτών της Σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 25 αυτής δεν ερμηνεύεται σε καμία περίπτωση ως καταγγελία της Σύμβασης όπως αυτή τροποποιήθηκε από το παρόν Πρωτόκολλο.
ΑΡΘΡΟ 22
Αναθεώρηση και τροποποίηση
1. Ο Οργανισμός δύναται να συγκαλέσει διάσκεψη για την αναθεώρηση ή τροποποίηση του παρόντος Πρωτοκόλλου.
2. Ο Οργανισμός συγκαλεί διάσκεψη των κρατών μερών του παρόντος Πρωτοκόλλου για την αναθεώρηση ή τροποποίησή του μετά από αίτηση, τουλάχιστον, του ενός τρίτου των κρατών μερών.
ΑΡΘΡΟ 23
Τροποποίηση των ορίων
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 22, η ειδική διαδικασία του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται μόνο για τους σκοπούς της τροποποίησης των ορίων κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, άρθρο 4α, παράγραφος 1, άρθρο 7, παράγραφος 1 και άρθρο 8 της Σύμβασης, όπως τροποποιήθηκε από το παρόν Πρωτόκολλο.
2. Κατ' αίτηση τουλάχιστον του ημίσεος των κρατών μερών του παρόντος Πρωτοκόλλου, και σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον έξι κρατών μερών, οιαδήποτε πρόταση τροποποίησης των ορίων, συμπεριλαμβανομένων των ατελειών, κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, στο άρθρο 4α, παράγραφος 1, στο άρθρο 7, παράγραφος 1, και στο άρθρο 8 της Σύμβασης όπως τροποποιήθηκε από το παρόν Πρωτόκολλο διανέμεται από τον Γενικό Γραμματέα σε όλα τα μέλη του Οργανισμού και σε όλα τα κράτη μέρη.
3. Οιαδήποτε τροποποίηση η οποία έχει προταθεί και διανεμηθεί βάσει των ανωτέρω, υποβάλλεται στην Νομική Επιτροπή του Οργανισμού (στο εξής αποκαλούμενη "Νομική Επιτροπή") προς εξέταση, τουλάχιστον έξι μήνες μετά την ημερομηνία διανομής.
4. Όλα τα κράτη μέρη της Σύμβασης όπως τροποποιήθηκε από το παρόν Πρωτόκολλο, ανεξάρτητα από το εάν είναι μέλη του Οργανισμού, έχουν δικαίωμα συμμετοχής στις διαδικασίες της Νομικής Επιτροπής για την εξέταση και έγκριση των τροποποιήσεων.
5. Οι τροποποιήσεις εγκρίνονται με πλειοψηφία δύο τρίτων των Κρατών Μερών της Σύμβασης, όπως τροποποιήθηκε από το παρόν Πρωτόκολλο, που είναι παρόντα και ψηφίζουν στην διευρυμένη Νομική Επιτροπή όπως προβλέπεται στην παράγραφο 4, υπό την προϋπόθεση ότι τουλάχιστον το ήμισυ των Κρατών Μερών της Σύμβασης όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο, είναι παρόντα κατά την ψηφοφορία.
6. Η Νομική Επιτροπή, όταν καλείται να αποφανθεί σχετικά με πρόταση τροποποίησης των ορίων, λαμβάνει υπόψη την κτηθείσα εμπειρία για συμβάντα και, ιδιαίτερα, το ύψος της ζημίας από αυτά, τις μεταβολές στην αξία των νομισμάτων και τον αντίκτυπο της προτεινόμενης τροποποίησης στο κόστος ασφάλισης.
7. α) Καμία τροποποίηση των ορίων βάσει του παρόντος άρθρου δεν είναι δυνατό να εξεταστεί πριν από την παρέλευση πέντε ετών από την ημερομηνία ανοίγματος του παρόντος Πρωτοκόλλου για υπογραφή ούτε πριν από την παρέλευση πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της προηγούμενης τροποποίησης βάσει του παρόντος άρθρου.
β) Κανένα όριο δεν δύναται να αυξηθεί κατά τρόπο που να υπερβαίνει ποσό που να αντιστοιχεί στο όριο που καθορίζει η Σύμβαση όπως τροποποιήθηκε με το παρόν Πρωτόκολλο, αυξημένο κατά έξι τοις εκατό ετησίως σε βάση ανατοκισμού, από την ημερομηνία ανοίγματος του παρόντος Πρωτοκόλλου προς υπογραφή.
γ) Κανένα όριο δεν δύναται να αυξηθεί κατά τρόπο που να υπερβαίνει το τριπλάσιο του ορίου που καθορίζει η Σύμβαση, όπως τροποποιήθηκε με το παρόν Πρωτόκολλο.
8. Κάθε τροποποίηση η οποία εγκρίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 5 κοινοποιείται από τον Οργανισμό σε όλα τα Κράτη Μέρη. Η τροποποίηση θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή στο τέλος περιόδου δεκαοκτώ μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης, εκτός εάν εντός της περιόδου αυτής τουλάχιστον το ένα τέταρτο των κρατών τα οποία ήταν Κράτη Μέρη κατά τη στιγμή της έγκρισης της τροποποίησης κοινοποιήσουν στον Γενικό Γραμματέα ότι δεν αποδέχονται την τροποποίηση. Στην περίπτωση αυτή, η τροποποίηση απορρίπτεται και δεν παράγει αποτέλεσμα.
9. Κάθε τροποποίηση η οποία θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 8 τίθεται σε ισχύ δεκαοκτώ μήνες μετά την αποδοχή της.
10. Όλα τα Κράτη Μέρη δεσμεύονται από την τροποποίηση, εκτός εάν καταγγείλουν το παρόν Πρωτόκολλο σύμφωνα με το άρθρο 21, παράγραφοι 1 και 2, τουλάχιστον έξι μήνες προτού τεθεί σε ισχύ η τροποποίηση. Η καταγγελία αυτή παράγει αποτελέσματα όταν τεθεί σε ισχύ η τροποποίηση.
11. Εφόσον η τροποποίηση έχει εγκριθεί, ║δεν έχει όμως παρέλθει η προθεσμία των δεκαοκτώ μηνών για την αποδοχή της, κάθε κράτος το οποίο καθίσταται Κράτος Μέρος κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής δεσμεύεται από την τροποποίηση εφόσον αυτή τεθεί σε ισχύ. Το κράτος το οποίο καθίσταται Κράτος Μέρος μετά την περίοδο αυτή δεσμεύεται από την τροποποίηση η οποία έχει γίνει δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 8. Στις περιπτώσεις που σημειώνονται στην παρούσα παράγραφο║, εκάστοτε κράτος δεσμεύεται από μια τροποποίηση όταν η τροποποίηση αυτή τεθεί σε ισχύ ή όταν το παρόν Πρωτόκολλο τεθεί σε ισχύ για το εν λόγω κράτος, εφόσον η ημερομηνία αυτή είναι μεταγενέστερη.
ΑΡΘΡΟ 24
Θεματοφύλακας
1. Το παρόν Πρωτόκολλο και οι τροποποιήσεις που εγκρίνονται με βάση το άρθρο 23 κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα.
2. Ο Γενικός Γραμματέας:
α)
ενημερώνει όλα τα κράτη τα οποία έχουν υπογράψει ή προσχωρήσει στο παρόν Πρωτόκολλο σχετικά με:
i)
κάθε νέα υπογραφή ή κατάθεση πράξης κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης καθώς και τη σχετική ημερομηνία·
ii)
κάθε δήλωση και κοινοποίηση βάσει του άρθρου 9, παράγραφοι 2 και 3, του άρθρου 18, παράγραφος 1, και του άρθρου 19, παράγραφος 4, της Σύμβασης, όπως τροποποιήθηκε με το παρόν Πρωτόκολλο·
iii)
την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου·
iv)
οιαδήποτε πρόταση τροποποίησης των ορίων που υποβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 23, παράγραφος 2, του παρόντος Πρωτοκόλλου·
v)
οιαδήποτε τροποποίηση η οποία θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή βάσει του άρθρου 23, παράγραφος 5, του παρόντος Πρωτοκόλλου·
vi)
οιαδήποτε τροποποίηση η οποία θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή βάσει του άρθρου 23, παράγραφος 8, του παρόντος Πρωτοκόλλου, καθώς και την ημερομηνία κατά την οποία η τροποποίηση τίθεται σε ισχύ σύμφωνα με τις παραγράφους 9 και 10 του εν λόγω άρθρου·
vii)
την κατάθεση πράξης καταγγελίας του παρόντος Πρωτοκόλλου καθώς και την ημερομηνία κατάθεσης και την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να παράγει αποτελέσματα·
viii)
κάθε κοινοποίηση που προβλέπει οιοδήποτε άρθρο του παρόντος Πρωτοκόλλου·
β)
διαβιβάζει επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα του παρόντος Πρωτοκόλλου σε όλα τα κράτη τα οποία έχουν υπογράψει ή προσχωρήσει στο παρόν Πρωτόκολλο.
3. Με την έναρξη ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου, ο Γενικός Γραμματέας διαβιβάζει το κείμενο στη Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών προς καταχώριση και δημοσίευση, σύμφωνα με το άρθρο 102 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
ΑΡΘΡΟ 25
Γλώσσες
Το παρόν Πρωτόκολλο συντάσσεται σε ένα και μόνο πρωτότυπο στην Αραβική, Κινεζική, Αγγλική, Γαλλική, Ρωσική και Ισπανική γλώσσα, κάθε δε κείμενο είναι εξίσου αυθεντικό.
ΛΟΝΔΙΝΟ, 1η Νοεμβρίου 2002.
ΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογεγραμμένοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι από τις αντίστοιχες Κυβερνήσεις τους για τον σκοπό αυτό, υπέγραψαν το παρόν Πρωτόκολλο.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ Ή ΑΛΛΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΚΑΙ ΤΗ ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΒΛΑΒΗ ΕΠΙΒΑΤΩΝ
Εκδόθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4α της Σύμβασης των Αθηνών του 2002 σχετικά με τη θαλάσσια μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους.
Ονομασία του πλοίου
Διακριτικός αριθμός ή χαρακτήρες
Αριθμός αναγνώρισης του πλοίου ΔΝΟ
Λιμένας νηολόγησης
Επωνυμία και πλήρης διεύθυνση της κύριας εγκατάστασης του μεταφορέα που εκτελεί όντως τη μεταφορά
Με το παρόν πιστοποιείται ότι, σε σχέση με το πλοίο που φέρει την ανωτέρω ονομασία, ισχύει σύμβαση ασφάλισης ή άλλου είδους χρηματοοικονομική ασφάλεια που συμμορφούται προς τις διατάξεις του άρθρου 4α της Σύμβασης των Αθηνών του 2002 σχετικά με τη θαλάσσια μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους.
Είδος ασφάλειας................................................................................................................................
Διάρκεια της ασφάλειας...................................................................................................................
Επωνυμία και διεύθυνση του(ων) ασφαλιστή(ών) και/ή του(ων) εγγυητή(ών)
Το παρόν πιστοποιητικό ισχύει μέχρι..................................................................................................................
Εκδόθηκε ή επικυρώθηκε από την κυβέρνηση………………………......................................................................................................
……………………………………………….………………………………….
(Πλήρης ονομασία του κράτους)
Ή
Το ακόλουθο κείμενο χρησιμοποιείται στην περίπτωση κατά την οποία ένα κράτος μέλος κάνει χρήση του άρθρου 4α, παράγραφος 3:
Το παρόν πιστοποιητικό εκδίδεται με εξουσιοδότηση της κυβέρνησης της (του).......................................................................................................
(πλήρης ονομασία του κράτους) από..........................................................................................(ονομασία του φορέα ή του οργανισμού)
(Υπογραφή και ιδιότητα του προσώπου που εκδίδει ή επικυρώνει το πιστοποιητικό)
Επεξηγηματικές σημειώσεις:
1. Η ονομασία του κράτους είναι δυνατό να συνοδεύεται από παραπομπή στην αρμόδια δημόσια αρχή της χώρας στην οποία εκδίδεται το πιστοποιητικό.
2. Εάν το συνολικό ποσό της ασφάλειας προέρχεται από περισσότερες της μίας πηγές, πρέπει να σημειωθεί το ποσό καθεμίας από αυτές.
3. Εάν η ασφάλεια παρέχεται με διαφορετικές μορφές, οι μορφές αυτές πρέπει να σημειωθούν.
4. Στο σημείο "Διάρκεια της ασφάλειας" πρέπει να σημειωθεί η ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να ισχύει η ασφάλεια.
5. Στο σημείο "διεύθυνση του(ων) ασφαλιστή(ών) και/ή του(ων) εγγυητή(ών)" πρέπει να σημειωθεί ο τόπος της κύριας εγκατάστασης του(ων) ασφαλιστή(ών) και/ή του(ων) εγγυητή(ών). Εφόσον απαιτείται, πρέπει να σημειωθεί ο τόπος στον οποίο έχει συναφθεί η ασφάλιση ή έχει συσταθεί η ασφάλεια.
* Ημερομηνία έναρξης ισχύος του ή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Σύμβασης των Αθηνών για την Κοινότητα, αναλόγως του ποιά ημερομηνία είναι η πιο πρόσφατη.
* Ημερομηνία έναρξης της ισχύος του ή ημερομηνία έναρξης ισχύος της Σύμβασης των Αθηνών του 2002 ως προς την Κοινότητα, αναλόγως του ποια ημερομηνία είναι η πιο πρόσφατη.