Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2005/0214(COD)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A6-0080/2007

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A6-0080/2007

Συζήτηση :

PV 20/06/2007 - 2
CRE 20/06/2007 - 2

Ψηφοφορία :

PV 20/06/2007 - 5.4
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P6_TA(2007)0269

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 436kWORD 92k
Τετάρτη 20 Ιουνίου 2007 - Στρασβούργο
Βελτίωση της δυνατότητας μεταφοράς των δικαιωμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης ***I
P6_TA(2007)0269A6-0080/2007
Ψήφισμα
 Ενοποιημένο κείμενο

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 20ής Ιουνίου 2007 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη βελτίωση της δυνατότητας μεταφοράς των δικαιωμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης (COM(2005)0507 – C6-0331/2005 – 2005/0214(COD))

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2005)0507)(1),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και τα άρθρα 42 και 94 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0331/2005),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A6-0080/2007),

1.   εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.   ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.


Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 20 Ιουνίου 2007 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2007/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη βελτίωση της δυνατότητας μεταφοράς των δικαιωμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης
P6_TC1-COD(2005)0214

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 42 και 94,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(1),

κατόπιν γνωμοδότησης της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης(2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις ελευθερίες της Κοινότητας. Το άρθρο 42 της Συνθήκης προβλέπει ότι ║με τη διαδικασία του άρθρου 251 θεσπίζονται τα αναγκαία μέτρα στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης για την εγκαθίδρυση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων.

(2)  Η κοινωνική προστασία των εργαζομένων σε θέματα συνταξιοδότησης εξασφαλίζεται από τα νόμιμα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, τα οποία συμπληρώνονται από τα συμπληρωματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης που συνδέονται με τη σύμβαση εργασίας και κατέχουν όλο και μεγαλύτερη θέση στα κράτη μέλη.

(3)  Ο νομοθέτης διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια όσον αφορά την επιλογή των καταλληλότερων μέτρων για την επίτευξη του στόχου του άρθρου 42 της Συνθήκης· το σύστημα συντονισμού που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας(3) και στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 574/72(4) του Συμβουλίου, της 21ης Μαρτίου 1972, περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και, ειδικότερα, οι κανόνες που ισχύουν σε θέματα συνυπολογισμού των περιόδων ασφάλισης δεν αφορούν τα συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, με εξαίρεση τα συστήματα που καλύπτονται από τον όρο "νομοθεσία", όπως ορίζεται στο άρθρο 1 στοιχείο ι) πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 ή που έχουν αποτελέσει αντικείμενο σχετικής δήλωσης από ένα κράτος μέλος δυνάμει της εν λόγω διάταξης. Συνεπώς, τα συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ειδικών μέτρων, ώστε να ληφθεί υπόψη η φύση τους και τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά τους, καθώς και η πολυμορφία των συστημάτων αυτών εντός των κρατών μελών και μεταξύ αυτών, και ιδιαίτερα ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων στην εφαρμογή τους.

(4)  Η οδηγία 98/49/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1998, σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης των μισθωτών και των μη μισθωτών που μετακινούνται εντός της Κοινότητας(5), αποτελεί ένα πρώτο ειδικό μέτρο που αποσκοπεί στο να βελτιώσει την άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας των μισθωτών και των μη μισθωτών στον τομέα των συστημάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης.

(5)  Είναι επίσης σκόπιμο να χρησιμοποιηθεί ως νομική βάση το άρθρο 94 της Συνθήκης, δεδομένου ότι οι αποκλίσεις των εθνικών νομοθεσιών που διέπουν τα συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης παρεμποδίζουν, λόγω της φύσης τους, τόσο την άσκηση του δικαιώματος των εργαζομένων για ελεύθερη κυκλοφορία όσο και τη λειτουργία της κοινής αγοράς. Έτσι, για να βελτιωθούν τα δικαιώματα των εργαζομένων που διακινούνται στο εσωτερικό της Κοινότητας και στο εσωτερικό του εκάστοτε κράτους μέλους, πρέπει να θεσπιστούν ορισμένες ελάχιστες απαιτήσεις όσον αφορά την θεμελίωση και διατήρηση των θεμελιωμένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των αποχωρούντων εργαζομένων στα συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης που συνδέονται με εργασιακή σχέση.

(6)  Επιπλέον, πρέπει να ληφθούν υπόψη τα χαρακτηριστικά και η ειδική φύση των συστημάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης καθώς και το γεγονός ότι παρουσιάζουν διαφορές εντός και μεταξύ των επιμέρους κρατών μελών. Η δημιουργία νέων συστημάτων, η βιωσιμότητα των υφιστάμενων συστημάτων και οι προσδοκίες και απαιτήσεις των σημερινών ασφαλισμένων θα πρέπει να προστατευθούν επαρκώς. Επιπλέον, στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να ληφθεί ιδιαίτερα υπόψη ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων κατά την διαμόρφωση και εφαρμογή των συστημάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης.

(7)  Η παρούσα οδηγία δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης να θεσπίσουν νομοθετικές διατάξεις για την δημιουργία τέτοιων συστημάτων.

(8)  Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται μόνο στις συμπληρωματικές συντάξεις που, ανάλογα με τις διατάξεις του εκάστοτε συστήματος συνταξιοδότησης ή της εθνικής νομοθεσίας, βασίζονται στη συμπλήρωση της ηλικίας συνταξιοδότησης ή στην εκπλήρωση άλλων προϋποθέσεων. Δεν ισχύει ούτε για τις ατομικές συνταξιοδοτικές διευθετήσεις, χωρίς συμμετοχή του εργοδότη, ούτε για τις αναπηρικές συντάξεις και τις συντάξεις επιζώντων.

(9)  Η παρούσα οδηγία αφορά όλα τα συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις και πρακτικές και προσφέρουν πρόσθετες συνταξιοδοτικές παροχές για τους εργαζόμενους, όπως για παράδειγμα οι ομαδικές ασφαλιστικές συμβάσεις ή τα στατικά διανεμητικά συστήματα που έχουν συμφωνηθεί με έναν ή περισσοτέρους κλάδους ή τομείς, τα κεφαλαιοποιητικά συστήματα ή οι υποσχέσεις συνταξιοδότησης που υποστηρίζονται από λογιστικά αποθέματα ή οποιεσδήποτε συλλογικές ή άλλες παραπλήσιες συμφωνίες.

(10)  Σε περίπτωση που ήδη πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας έχει αποφασιστεί η παύση της λειτουργίας ενός συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον δυνατή η εγγραφή νέων μελών, η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται, διότι η θέσπιση νέων διατάξεων θα μπορούσε να σημαίνει αδικαιολόγητη επιβάρυνση του συστήματος.

(11)  Η παρούσα οδηγία δεν έχει στόχο να εναρμονίσει ή να επηρεάσει την εθνική νομοθεσία σχετικά με τα μέτρα εξυγίανσης και τις διαδικασίες εκκαθάρισης· εν προκειμένω είναι επουσιώδες αν οι διαδικασίες αυτές κινούνται λόγω αφερεγγυότητας ή όχι ή εάν κινούνται εθελοντικά ή υποχρεωτικά. Ομοίως, η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις σχετικά με τα μέτρα εξυγίανσης που αναφέρονται στην οδηγία 2001/17/ΕΚ(6). Τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 16, παράγραφος 2 της οδηγίας 2003/41/ΕΚ(7) δεν θεωρούνται μέτρα εξυγίανσης.

(12)  Η παρούσα οδηγία δεν πρέπει να θίγει τα συστήματα προστασίας έναντι αφερεγγυότητας και τα αντισταθμιστικά συστήματα, τα οποία δεν συγκαταλέγονται στα συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης που συνδέονται με εργασιακή σχέση και αποσκοπούν στην προστασία των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση αφερεγγυότητας της επιχείρησης ή του συστήματος συνταξιοδότησης. Κατά τον ίδιο τρόπο, η παρούσα οδηγία δεν πρέπει να αφορά τα εθνικά αποθεματικά συνταξιοδοτικά ταμεία.

(13)  Δεδομένου ότι η συμπληρωματική παροχή συντάξεων αποκτά ολοένα μεγαλύτερη σημασία για τη διασφάλιση του βιοτικού επιπέδου στα γηρατειά σε όλα τα κράτη μέλη, πρέπει να βελτιωθούν οι όροι απόκτησης, διατήρησης και μεταφοράς των θεμελιωμένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.

(14)  Σε περίπτωση που το σύστημα συνταξιοδότησης ή ο εργοδότης φέρει τον επενδυτικό κίνδυνο (ιδίως στα συστήματα με καθορισμένες παροχές), το σύστημα πρέπει να επιστρέφει τις εισφορές του αποχωρούντος εργαζόμενου, ανεξάρτητα από την επενδυτική αξία που αποδίδουν αυτές οι εισφορές. Σε περίπτωση που τον επενδυτικό κίνδυνο φέρει ο αποχωρών εργαζόμενος (ιδίως στα συστήματα με καθορισμένες εισφορές), το σύστημα συνταξιοδότησης θα πρέπει να επιστρέφει την επενδυτική αξία που αποδίδουν αυτές οι εισφορές. Η επενδυτική αξία μπορεί να είναι είτε υψηλότερη είτε χαμηλότερη από τις εισφορές που έχει καταβάλει ο αποχωρών εργαζόμενος. Σε περίπτωση που προκύψει αρνητική επενδυτική αξία, δεν πραγματοποιείται επιστροφή.

(15)  Ο αποχωρών εργαζόμενος θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να διατηρεί τα θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματά του ως αδρανοποιημένα δικαιώματα στο σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης στο οποίο θεμελιώθηκε το δικαίωμά του.

(16)  Σύμφωνα με τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις και πρακτικές, πρέπει να επιδιωχθεί η διασφάλιση τις δίκαιης μεταχείρισης της αξίας αυτών των αδρανοποιημένων δικαιωμάτων. Η αξία των δικαιωμάτων κατά την χρονική στιγμή της αποχώρησης του απασχολούμενου από το σύστημα συνταξιοδότησης προσδιορίζεται με βάση τις γενικά αναγνωρισμένες αναλογιστικές αρχές. Κατά τον υπολογισμό της αξίας πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες του συστήματος, τα συμφέροντα του αποχωρούντος εργαζόμενου και τα συμφέροντα των ασφαλισμένων που παραμένουν στο σύστημα.

(17)  Εάν η αξία των θεμελιωμένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων ενός αποχωρούντος εργαζόμενου δεν υπερβαίνει ένα όριο καθορισμένο από το εκάστοτε κράτος μέλος και προκειμένου να αποφευχθούν υπερβολικά υψηλές δαπάνες οφειλόμενες στην διαχείριση σημαντικού αριθμού αδρανοποιημένων δικαιωμάτων μικρής αξίας, είναι δυνατόν να δοθεί η δυνατότητα στα συστήματα να μην διατηρούν αυτά τα θεμελιωμένα δικαιώματα, αλλά να προβαίνουν σε πληρωμή κεφαλαίου ανάλογα με τα θεμελιωμένα δικαιώματα. Το ύψος του κεφαλαίου θα πρέπει να καθορίζεται πάντα με βάση αναγνωρισμένες αναλογιστικές αρχές και να αντιστοιχεί στην επικαιροποιημένη αξία των θεμελιωμένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων κατά την στιγμή της πληρωμής.

(18)  Στόχος της παρούσας οδηγίας δεν είναι ο περιορισμός των δυνατοτήτων μεταφοράς των θεμελιωμένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των αποχωρούντων εργαζομένων. Προκειμένου να προαχθεί η ελεύθερη διακίνηση των εργαζομένων, τα κράτη μέλη πρέπει να επιδιώκουν, στο μέτρο του δυνατού και ιδίως σε περίπτωση σύστασης νέων συστημάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, την βαθμιαία βελτίωση της δυνατότητας μεταφοράς θεμελιωμένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.

(19)  Με την επιφύλαξη της οδηγίας 2003/41/ΕΚ, οι εργαζόμενοι που ασκούν ή που προτίθενται να ασκήσουν το δικαίωμά τους για ελεύθερη κυκλοφορία πρέπει να είναι κατάλληλα ενημερωμένοι από τους υπευθύνους διαχείρισης των συστημάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, ιδίως όσον αφορά τις συνέπειες μιας ενδεχόμενης παύσης της επαγγελματικής τους δραστηριότητας στα δικαιώματά τους για συμπληρωματική συνταξιοδότηση.

(20)  Λόγω της πολυμορφίας των συμπληρωματικών συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, η Κοινότητα οφείλει να περιοριστεί στον καθορισμό των στόχων προς επίτευξη σε ένα γενικό πλαίσιο και ως, εκ τούτου, η οδηγία αποτελεί το κατάλληλο νομοθετικό μέσο.

(21)  Με δεδομένο ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η μείωση των εμποδίων στην άσκηση του δικαιώματος των εργαζομένων για ελεύθερη κυκλοφορία αφενός και στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς αφετέρου, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν σε ικανοποιητικό βαθμό από τα κράτη μέλη και μπορούν, κατά συνέπεια, λόγω της κλίμακας της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα έχει τη δυνατότητα να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως καθορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του εν λόγω στόχου, βασιζόμενη σε ανάλυση αντικτύπου η οποία θα διεξαχθεί με τη συνδρομή της επιτροπής στον τομέα των επικουρικών συντάξεων.

(22)  Η παρούσα οδηγία καθορίζει ελάχιστες απαιτήσεις, αφήνοντας στα κράτη μέλη τη δυνατότητα θέσπισης ή διατήρησης ευνοϊκότερων διατάξεων. Η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας δεν μπορεί να χρησιμεύσει ως δικαιολογία για ενδεχόμενη οπισθοδρόμηση σε σχέση με την κατάσταση που επικρατεί σε κάθε κράτος μέλος.

(23)  Όσον αφορά την ανάγκη να ληφθούν υπόψη οι συνέπειες της παρούσας οδηγίας ιδίως στην οικονομική βιωσιμότητα των συστημάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, στα κράτη μέλη μπορεί να δοθεί περισσότερος χρόνος για τη σταδιακή εφαρμογή των διατάξεων που ενδέχεται να επιφέρουν τις εν λόγω συνέπειες.

(24)  Σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις που διέπουν την οργάνωση των συστημάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, τα κράτη μέλη μπορούν να αναθέσουν στους κοινωνικούς εταίρους, εφόσον αυτοί το ζητήσουν από κοινού, την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας όσον αφορά τις διατάξεις που αναφέρονται σε συλλογικές συμβάσεις, με την προϋπόθεση ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο ώστε να είναι ανά πάσα στιγμή σε θέση να εξασφαλίζουν τα αποτελέσματα που απαιτούνται από την παρούσα οδηγία,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία αποσκοπεί στο να διευκολύνει την άσκηση του δικαιώματος των προσώπων για ελεύθερη κυκλοφορία και του δικαιώματός τους για επαγγελματική κινητικότητα στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους, καθώς και την έγκαιρη και ολοκληρωμένη καθιέρωση συμπληρωματικής σύνταξης λόγω γήρατος μειώνοντας τα εμπόδια που έχουν δημιουργηθεί εξαιτίας ορισμένων διατάξεων σχετικά με τα συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.  Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, εξαιρουμένων των συστημάτων που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 σχετικά με τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης.

2.  Ωστόσο, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στα εξής:

   α) συμπληρωματικά συστήματα συνταξιοδότησης που κατά την …(8) έχουν ολοκληρώσει την εγγραφή νέων ενεργών μελών και δεν δέχονται νέα μέλη·
   β) συμπληρωματικά συστήματα συνταξιοδότησης που υπόκεινται σε μέτρα τα οποία προβλέπουν δραστηριοποίηση αρχής ή δικαστηρίου κράτους μέλους, με στόχο την εξασφάλιση ή την αποκατάσταση της οικονομικής τους κατάστασης, συμπεριλαμβανομένων διαδικασιών εκκαθάρισης· ή
   γ) συστήματα προστασίας έναντι αφερεγγυότητας, αντισταθμιστικά συστήματα και εθνικά αποθεματικά συνταξιοδοτικά ταμεία.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας νοούνται:

   α) ως "συμπληρωματική σύνταξη", σύνταξη που προβλέπεται με βάση τους κανόνες των συστημάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και πρακτική·
   β) ως "σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης", σύστημα συνταξιοδότησης, το οποίο είναι σύμφωνο προς την εθνική νομοθεσία και/ή πρακτική και συνδέεται με εργασιακή σχέση και το οποίο αποσκοπεί στη χορήγηση συμπληρωματικών συντάξεων σε μισθωτούς·
   γ) ως "ενεργός ασφαλισμένος", εργαζόμενος, ο οποίος, βάσει της τρέχουσας εργασιακής του σχέσης, έχει ή πρόκειται να έχει, αφού εκπληρώσει τους όρους ασφάλισης, δικαίωμα για συμπληρωματική σύνταξη σύμφωνα με τις διατάξεις κάποιου συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης·
   δ) ως "θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα", όλα τα δικαιώματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης που έχουν αποκτηθεί κατόπιν εκπλήρωσης ενδεχόμενων όρων ασφάλισης βάσει των κανόνων ενός συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης και, όπου αυτό ισχύει, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία·
   ε) ως "περίοδος θεμελίωσης", το χρονικό διάστημα της ενεργού συμμετοχής σε ένα σύστημα, που απαιτείται, είτε βάσει της εθνικής νομοθεσίας είτε βάσει των κανόνων ενός συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, για την θεμελίωση δικαιώματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης·
   στ) ως "αποχωρών εργαζόμενος", ενεργός ασφαλισμένος, του οποίου η τρέχουσα εργασιακή σχέση λήγει πριν από την απόκτηση δικαιωμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης·
   ζ) ως "αποχωρήσας δικαιούχος", πρώην ασφαλισμένος σε σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης που κατέχει συνταξιοδοτικά δικαιώματα που έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο αυτού του συστήματος, όμως δεν είναι πλέον ενεργό μέλος του συστήματος και δεν λαμβάνει ακόμα συμπληρωματική σύνταξη από το σύστημα·
   η) ως "αδρανοποιημένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα", θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που διατηρούνται στο σύστημα, στο οποίο αποκτήθηκαν από έναν αποχωρήσαντα δικαιούχο·
   θ) ως "αξία του αδρανοποιημένου δικαιώματος", η κεφαλαιακή αξία του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, που έχει υπολογιστεί βάσει αναγνωρισμένων αναλογιστικών αρχών και σύμφωνα με την εθνική πρακτική.

Άρθρο 4

Όροι απόκτησης

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε:

   α) σε περίπτωση που, κατά την παύση της εργασίας του, ένας αποχωρών εργαζόμενος δεν έχει ακόμη αποκτήσει θεμελιωμένα δικαιώματα συνταξιοδότησης, το σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης να επιστρέφει τις εισφορές που κατεβλήθησαν από τον αποχωρούντα εργαζόμενο ή και τον εργοδότη για λογαριασμό του εργαζομένου, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις νόμου ή συλλογικών συμφωνιών ή συμβάσεων ή, σε περίπτωση που ο αποχωρών εργαζόμενος φέρει τον επενδυτικό κίνδυνο, την επενδυτική αξία που απέδωσαν οι εν λόγω εισφορές·
   β) όταν το σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης ορίζει περίοδο θεμελίωσης, η περίοδος αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει την πενταετία. Σε κάθε περίπτωση, δεν υπόκεινται σε περίοδο θεμελίωσης οι συμμετέχοντες σε συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης οι οποίοι έχουν συμπληρώσει τα 25 έτη·
   γ) να μπορεί ένας εργαζόμενος να εγγραφεί σε σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης ύστερα από μέγιστη περίοδο απασχόλησης ενός έτους ή, όπου αυτό αρμόζει, το αργότερο όταν φθάνει την ελάχιστη απαιτούμενη ηλικία·
   δ) σε αντικειμενικά δικαιολογημένες περιπτώσεις τα κράτη μέλη να μπορούν να παρέχουν στους κοινωνικούς εταίρους την δυνατότητα να ενσωματώνουν στις συλλογικές συμβάσεις ρυθμίσεις που αποκλίνουν από τα στοιχεία α) και β) και δεν συνεπάγονται διακρίσεις, εφόσον οι ρυθμίσεις αυτές διασφαλίζουν τουλάχιστον ισοδύναμη προστασία για τους ενδιαφερόμενους.

Άρθρο 5

Διατήρηση των αδρανοποιημένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων

1.  Σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα μέτρα που κρίνουν αναγκαία για να διασφαλίσουν ότι οι αποχωρούντες εργαζόμενοι μπορούν να διατηρούν τα θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματά τους στα συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης στα οποία τα απέκτησαν.

2.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα μέτρα που κρίνουν αναγκαία για να εξασφαλίσουν, λαμβάνοντας υπόψη το είδος του συνταξιοδοτικού συστήματος, δίκαιη μεταχείριση της αξίας των αδρανοποιημένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των αποχωρούντων εργαζομένων και για να προστατεύσουν αυτά τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα από ενδεχόμενη αφερεγγυότητα της επιχείρησης. Δίκαιη μεταχείριση υφίσταται όταν:

   α) η αξία των αδρανοποιημένων δικαιωμάτων παρουσιάζει σχεδόν την ίδια εξέλιξη με την αξία των δικαιωμάτων των ενεργών ασφαλισμένων ή
   β) τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα των αποχωρούντων εργαζομένων έχουν οριστεί ονομαστικώς ή
   γ) ο ανενεργός ασφαλισμένος διατηρεί το δικαίωμα να εισπράττει τους τόκους που προβλέπονται ως τμήμα του συστήματος συνταξιοδότησης ή
   δ) η αξία των αδρανοποιημένων δικαιωμάτων προσαρμόζεται ανάλογα με τον πληθωρισμό, το επίπεδο των μισθών, τις καταβαλλόμενες συνταξιοδοτικές παροχές ή την απόδοση των στοιχείων του ενεργητικού του συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης.

3.  Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν στα συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης να μην διατηρήσουν τα θεμελιωμένα δικαιώματα αλλά να προβούν σε καταβολή στον αποχωρούντα εργαζόμενο κεφαλαίου το οποίο να αντιπροσωπεύει την αξία των θεμελιωμένων δικαιωμάτων, εφόσον η αξία αυτών των θεμελιωμένων δικαιωμάτων δεν υπερβαίνει ένα όριο καθορισμένο από το εκάστοτε κράτος μέλος. Το εν λόγω κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή για όποιο όριο εφαρμόζει.

4.  Τα κράτη μέλη να μπορούν να παρέχουν στους κοινωνικούς εταίρους τη δυνατότητα να ενσωματώνουν στις συλλογικές συμβάσεις ρυθμίσεις που αποκλίνουν από τις παραγράφους 2 και 3, εφόσον οι ρυθμίσεις αυτές διασφαλίζουν τουλάχιστον ισοδύναμη προστασία για τους ενδιαφερόμενους.

Άρθρο 6

Eνημέρωση

1.  Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων πληροφόρησης των ιδρυμάτων επαγγελματικής συνταξιοδότησης έναντι των ασφαλισμένων μελών και των δικαιούχων, που απορρέουν από το άρθρο 11 της οδηγίας 2003/41/ΕΚ, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα μέτρα που κρίνουν αναγκαία για να εξασφαλίσουν ότι οι ενεργοί ασφαλισμένοι, σύμφωνα με την παράγραφο 2, μπορούν σε περίπτωση παύσης της επαγγελματικής τους δραστηριότητας να ζητούν πληροφορίες σχετικά με τις συνέπειες στα δικαιώματά τους για συμπληρωματική συνταξιοδότηση.

2.  Παρέχονται εγγράφως και εντός εύλογης προθεσμίας επαρκείς πληροφορίες στους ενεργούς ασφαλισμένους που υποβάλλουν σχετικό αίτημα. Αυτές οι πληροφορίες αφορούν ιδίως τα ακόλουθα:

   α) τους όρους απόκτησης δικαιωμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης και τις συνέπειες της εφαρμογής των όρων αυτών σε περίπτωση παύσης της εργασίας·
   β) τις προβλεπόμενες συνταξιοδοτικές παροχές σε περίπτωση παύσης της εργασίας· και
   γ) το ύψος και την διατήρηση των αδρανοποιημένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.

3.  Ένας ανενεργός ασφαλισμένος λαμβάνει πληροφορίες, κατόπιν αιτήματός του, από τον υπεύθυνο διαχείρισης του συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, σχετικά με τα αδρανοποιημένα του συνταξιοδοτικά δικαιώματα και με κάθε αλλαγή των κανόνων που διέπουν το σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης που τον αφορά.

Άρθρο 7

Ελάχιστες απαιτήσεις – μη οπισθοδρόμηση

1.  Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν ή να διατηρήσουν διατάξεις ευνοϊκότερες όσον αφορά τη θεμελίωση και τη διατήρηση των δικαιωμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης των αποχωρούντων εργαζομένων από εκείνες που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

2.  Η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας δεν επιτρέπεται με κανέναν τρόπο να χρησιμοποιηθεί ως αφορμή για να περιοριστούν οι υφιστάμενες ρυθμίσεις περί θεμελίωσης και διατήρησης των δικαιωμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης των αποχωρούντων εργαζομένων που ισχύουν στα κράτη μέλη.

Άρθρο 8

Μέτρα εφαρμογής

1.  Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία το αργότερο έως την 1η Ιουλίου 2008 ή εξασφαλίζουν, έως εκείνη την ημερομηνία, ότι οι κοινωνικοί εταίροι καθιερώνουν τις απαιτούμενες διατάξεις μέσω συμφωνίας. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα που θα τους δίνουν τη δυνατότητα να διασφαλίζουν πάντοτε τα αποτελέσματα που επιβάλλονται από την παρούσα οδηγία. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

2.  Me την επιφύλαξη της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιήσουν, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο, συμπληρωματικό χρονικό περιθώριο 60 μηνών από την 1η Ιουλίου 2008, ώστε να επιτύχουν τον στόχο που τίθεται στα άρθρα 4 και 5. Κάθε κράτος μέλος που επιθυμεί να χρησιμοποιήσει αυτό το συμπληρωματικό χρονικό περιθώριο ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά, αναφέροντας τις διατάξεις και τα συστήματα στα οποία επιθυμεί να το εφαρμόσει καθώς και τους συγκεκριμένους λόγους που δικαιολογούν την παράταση.

3.  Όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, τα εν λόγω μέτρα αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από τέτοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομέρειες της αναφοράς αυτής αποφασίζονται από τα κράτη μέλη.

4.  Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνουν για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 5.

Άρθρο 9

Έκθεση

1.  Ύστερα από την 1η Ιουλίου 2008 και κάθε πέντε έτη, η Επιτροπή εκπονεί έκθεση την οποία υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών, βάσει των πληροφοριών που της παρείχαν τα κράτη μέλη. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει επίσης αξιολόγηση της διαθεσιμότητας των εργοδοτών να προσφέρουν συμπληρωματική συνταξιοδότηση μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας οδηγίας.

2.  Η έκθεση θα περιλαμβάνει πρόταση σχετικά με το πότε και πώς μπορούν να μεταφερθούν θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, και με την οποία θα αποκλείεται η ευθύνη της επιχείρησης για τα μεταφερθέντα συνταξιοδοτικά δικαιώματα.

3.  Το αργότερο …(9), η Επιτροπή καταρτίζει έκθεση, ιδίως όσον αφορά τους όρους μεταφοράς κεφαλαίου που αντιπροσωπεύει τα δικαιώματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης των εργαζομένων. Με βάση αυτήν την έκθεση, η Επιτροπή υποβάλλει πρόταση που περιέχει ενδεχόμενες τροποποιήσεις στην παρούσα οδηγία ή σε άλλα μέσα που θα αποδειχθούν αναγκαία για την ελάττωση περαιτέρω εμποδίων στην κινητικότητα των εργαζομένων, τα οποία δημιουργούνται ως αποτέλεσμα ορισμένων ρυθμίσεων περί παροχής συμπληρωματικής συνταξιοδότησης.

Άρθρο 10

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 11

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Έγινε στ…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

(1) ΕΕ C 185, 8.8.2006, σ. 37.
(2) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 20ής Ιουνίου 2007.
(3) ΕΕ L 149, 5.7.1971, σ. 2. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1992/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 392, 30.12.2006, σ. 1).
(4) ΕΕ L 74, 27.3.1972, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 311/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 82, 23.3.2007, σ. 6).
(5) ΕΕ L 209, 25.7.1998, σ. 46.
(6) Οδηγία 2001/17/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Μαρτίου 2001 για την εξυγίανση και την εκκαθάριση των ασφαλιστικών επιχειρήσεων (ΕΕ L 110, 20.4.2001, σ. 28).
(7) Οδηγία 2003/41/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (ΕΕ L 235, 23.9.2003, σ. 10).
(8)* Ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας
(9)* Πέντε έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου