Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Ιουλίου 2007 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα (2007/2023(INI))
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τη σύμβαση C87 της ΔΟΕ σχετικά με την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και την προστασία του συνδικαλιστικού δικαιώματος (1948), τη σύμβαση C98 της ΔΟΕ σχετικά με το συνδικαλιστικό δικαίωμα και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις (1949) και τη σύσταση R198 της ΔΟΕ σχετικά με τις σχέσεις εργασίας (2006),
– έχοντας υπόψη την οδηγία του Συμβουλίου 2000/78/ΕΚ, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία(1),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο για το μέλλον(2), το οποίο επαναλαμβάνει τις κοινές αξίες της ισότητας, αλληλεγγύης, μη διάκρισης και ανακατανομής της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 136 έως 145 της Συνθήκης ΕΚ,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 15, 20 και 27 έως 38 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης(3), και ιδίως το δικαίωμα προστασίας σε περίπτωση αδικαιολόγητης απόλυσης και το δικαίωμα σε δίκαιες και πρόσφορες συνθήκες εργασίας,
– έχοντας υπόψη τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη,
– έχοντας υπόψη την έκθεση του Μαΐου 2004 της ομάδας υψηλού επιπέδου σχετικά με το μέλλον της κοινωνικής πολιτικής στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση,
– έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής με τίτλο "Κοινοτικό Πρόγραμμα της Λισαβόνας: Έκθεση τεχνικής εφαρμογής 2006" και την εφαρμογή του (SEC(2006)1379),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ατζέντα για την κοινωνική πολιτική (COM(2005)0033),
– έχοντας υπόψη τα εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα της Λισαβόνας που παρουσίασαν τα κράτη μέλη,
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Η Ευρώπη στον κόσμο: Η συμμετοχή της στον παγκόσμιο ανταγωνισμό" (COM(2006)0567),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη και την απασχόληση (2005-2008) (COM(2005)0141),
– έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας του Μαρτίου 2000, του Μαρτίου 2001, του Μαρτίου και του Οκτωβρίου 2005 και του Μαρτίου 2006,
– έχοντας υπόψη την οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999, σχετικά με τη συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP(4),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Μαρτίου 2006 σχετικά με τις δημογραφικές προκλήσεις και την αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών(5),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών(6),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 96/71/ΕΚ όσον αφορά την απόσπαση εργαζομένων(7),
– έχοντας υπόψη τη σύμβαση της ΔΟΕ για τους διακινούμενους εργαζόμενους (συμπληρωματικές διατάξεις) του 1975,
– έχοντας υπόψη τη σύμβαση της ΔΟΕ του 1997 περί ιδιωτικών εταιρειών απασχόλησης,
– έχοντας υπόψη την ατζέντα αξιοπρεπούς εργασίας της ΔΟΕ,
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας για όλους: Η συμβολή της Ένωσης στην εφαρμογή της ατζέντας της αξιοπρεπούς εργασίας στον κόσμο" (COM(2006)0249),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 75/117/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Φεβρουαρίου 1975, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν την εφαρμογή της αρχής της ισότητας των αμοιβών μεταξύ εργαζομένων ανδρών και γυναικών(8),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 9ης Φεβρουαρίου 1976, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών, όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας(9),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων (δέκατη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)(10),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 94/33/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1994, για την προστασία των νέων κατά την εργασία(11),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 94/45/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 1994, για τη θέσπιση ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους(12),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2002, για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της εφαρμογής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας(13),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 97/81/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με τη συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης που συνήφθη από την UNICE, το CEEP και την CES – Παράρτημα: Συμφωνία πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης(14),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, της Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A6-0247/2007),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε εποχή παγκοσμιοποίησης και ταχείας τεχνολογικής προόδου, δημογραφικής αλλαγής και σημαντικής ανάπτυξης του τομέα των υπηρεσιών, η βελτίωση της ευρωπαϊκής εργατικής νομοθεσίας, όπου αυτό είναι αναγκαίο, ώστε να ληφθεί υπόψη η απαίτηση για αυξημένη ευελιξία που ζητούν εξίσου εργοδότες και εργαζόμενοι, καθώς επίσης η επιθυμία για μεγαλύτερη ασφάλεια στην εργασία, αποτελεί έναν από τους παράγοντες που θα διασφαλίσουν ότι τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι εργαζόμενοι θα είναι σε θέση να προσαρμοσθούν επιτυχώς, ενισχύοντας κατά συνέπεια τις αξίες του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική ανάπτυξη αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την βιώσιμη ανάπτυξη της απασχόλησης, και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κοινωνικές πολιτικές, όπου έχουν τύχει κατάλληλου σχεδιασμού, δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως κόστος, αλλά, αντίθετα, ως θετικός παράγοντας στην οικονομική ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την υλοποίηση της ατζέντας της Λισαβόνας,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι μόνο ζώνη ελευθέρων συναλλαγών, αλλά και κοινότητα κοινών αξιών και, ως εκ τούτου, το εργατικό δίκαιο θα πρέπει να αντικατοπτρίζει τις αξίες αυτές· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι βασικές αρχές του εργατικού δικαίου που αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη εξακολουθούν να ισχύουν· λαμβάνοντας υπόψη ότι το εργατικό δίκαιο προβλέπει νομική ασφάλεια και προστασία για εργαζόμενους και εργοδότες, ή διά της νομοθεσίας ή διά συλλογικών συμβάσεων ή με συνδυασμό των δύο, και ότι ρυθμίζει την ισορροπία εξουσιών μεταξύ εργαζόμενου και εργοδότη· λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιτυχία οιασδήποτε διαδικασίας αλλαγών στο εργατικό δίκαιο θα είναι μεγαλύτερη εάν οι εργαζόμενοι νιώθουν ασφαλέστεροι και ότι η ασφάλεια αυτή εξαρτάται περισσότερο από την ευκολία εξεύρεσης νέας θέσης εργασίας,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ελεύθερη κυκλοφορία εργαζομένων αποτελεί μια από τις θεμελιώδεις αρχές της ΕΕ όπως ορίζει το άρθρο 39 της Συνθήκης ΕΚ και ότι η θεμελιώδης αυτή ελευθερία θα πρέπει να συμβαδίζει με την αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων που εξασφαλίζουν την αρχή της ίσης αμοιβής για ίση εργασία,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι νέες μορφές μη συνήθων συμβάσεων και ευέλικτων παραδοσιακών συμβάσεων (όπως οι συμβάσεις μερικής απασχόλησης, ορισμένου χρόνου, προσωρινές συμβάσεις μέσω εταιρείας απασχόλησης, ανανεώσιμες συμβάσεις ελεύθερων συνεργατών και συμβάσεις έργου), πολλές από τις οποίες είναι επισφαλείς, είναι όλο και πιο συχνά κοινό στοιχείο στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τέτοιες μορφές συμβατικών σχέσεων, εάν συνοδεύονται από τις απαραίτητες εγγυήσεις για την ασφάλεια των εργαζομένων, μπορούν να συμβάλουν στην παροχή προς τις επιχειρήσεις της απαιτούμενης προσαρμοστικότητας στο νέο διεθνές πλαίσιο και παράλληλα να καλύψουν τις συγκεκριμένες ανάγκες των απασχολούμενων για διαφορετική ισορροπία μεταξύ προσωπικής και οικογενειακής ζωής, και επαγγελματικής κατάρτισης,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η μερική απασχόληση αντιστοιχεί στο 60% περίπου των νέων θέσεων εργασίας που έχουν δημιουργηθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2000, και λαμβάνοντας υπόψη ότι το 68% των εργαζομένων μερικής απασχόλησης δηλώνουν ικανοποιημένοι με τις ώρες εργασίας τους, λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, ότι αυτός ο βαθμός ικανοποίησης συνδέεται στενά με το επίπεδο προστασίας που παρέχεται στους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης από το εργατικό δίκαιο και την κοινωνική ασφάλιση,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι η μερική απασχόληση αποτελεί κυρίως χαρακτηριστικό της απασχόλησης των γυναικών καθώς αυτή συχνά αποτελεί στρατηγική συμβιβασμού που ακολουθούν οι γυναίκες λόγω της έλλειψης προσβάσιμων και οικονομικά προσιτών δυνατοτήτων για τη φροντίδα των παιδιών και των εξαρτωμένων ατόμων,
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η υφιστάμενη κοινοτική νομοθεσία που προάγει την ισότητα μεταξύ των φύλων δεν έχει μέχρι τούδε επιτύχει τους στόχους της και ότι το μισθολογικό χάσμα λόγω φύλου καθώς και η έλλειψη διατάξεων για τον συνδυασμό επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής και η έλλειψη δημόσιων υπηρεσιών μέριμνας παιδιών εξακολουθούν να αποτελούν βασικές ανησυχίες για τους ευρωπαίους εργαζόμενους,
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι η προσωρινή απασχόληση έχει αναπτυχθεί ταχέως στα κράτη μέλη στα οποία έχουν πραγματοποιηθεί αλλαγές στους σχετικούς κανόνες προκειμένου να ενθαρρυνθεί η προσωρινή απασχόληση και λαμβάνοντας υπόψη ότι η μη συνήθης απασχόληση μπορεί να είναι ωφέλιμη εάν ανταποκρίνεται στις καταστάσεις των εργαζομένων και η επιλογή της είναι εκούσια· λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, ότι επί του παρόντος μεγάλο μέρος της μη συνήθους απασχόλησης δεν είναι αποτέλεσμα οικειοθελούς επιλογής και ότι πολλοί εργαζόμενοι δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των θεμελιωδών εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης,
ΙΑ. ότι οι υπηρεσίες που παρέχονται από τις εταιρίες προσωρινής απασχόλησης έχουν αποκλεισθεί από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά(15),
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το 60% των ατόμων που είχαν μη συνήθεις συμβατικές διευθετήσεις το 1997 είχαν παραδοσιακές συμβάσεις το 2003, γεγονός που σημαίνει ότι το 40% των εργαζομένων με μη συνήθη απασχόληση ακόμη δεν επωφελούνται από καθεστώς πλήρους απασχόλησης ύστερα από 6 χρόνια·ότι αυτό αφορά ιδίως τους νέους που εντάσσονται στην απασχόληση όλο και περισσότερο με εναλλακτικές μορφές απασχόλησης σε εργασιακές και κοινωνικές συνθήκες πολύ πιο επισφαλείς από το μέσο όρο, και οι οποίοι κινδυνεύουν συνεχώς περισσότερο να παραμείνουν εγκλωβισμένοι στο περιθώριο της αγοράς εργασίας,
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόσφατη αύξηση των μη συνήθων συμβάσεων επέφερε διαφορές στις εργασιακές συνθήκες όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια και ενδέχεται να οδηγήσει σε χειρότερες συνθήκες εργασίας και σε υψηλότερα ποσοστά ατυχημάτων,
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι καθόσον οι ανισότητες προκαλούν έμμεσο και άμεσο οικονομικό κόστος, και ότι, αντίθετα, η ίση μεταχείριση δημιουργεί ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, η υλοποίησή της συνιστά σαφώς σημαντική στρατηγική συμβολή στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να αγνοήσει την ενέργεια και το παραγωγικό δυναμικό των γυναικών που συνιστούν το ήμισυ του πληθυσμού,
O. IΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζουν σήμερα τριπλή δέσμευση, και συγκεκριμένα τη μεγαλύτερη συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας, την απόκτηση περισσότερων παιδιών και την ανάληψη αυξανομένων ευθυνών στο πλαίσιο των καθηκόντων οικογενειακής μέριμνας· ότι σχεδόν πάντοτε στις γυναίκες απόκειται να κάνουν τους απαιτούμενους συμβιβασμούς για την προσαρμογή της εργασίας με τις οικογενειακές απαιτήσεις και οι γυναίκες εκτίθεται σε μεγάλο άγχος και ένταση λόγω του συνδυασμού του επαγγελματικού ρόλου και των καθηκόντων παροχής φροντίδας,
P. ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι γεγονός ότι εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες έχουν μοναδική επιλογή το να αποδέχονται μη ομαλές συνθήκες απασχόλησης διότι εκτελούν οικιακή εργασία εκτός της εστίας τους ή διότι πρέπει να φροντίσουν ηλικιωμένα μέλη της οικογένειάς τους,
ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εργαζόμενοι που έχουν μη συνήθεις συμβάσεις μπορεί να εκτίθενται σε μεγαλύτερους κινδύνους από τους συναδέλφους τους με άλλες μορφές απασχόλησης, λόγω της έλλειψης κατάρτισης, άγνοιας των κινδύνων και μη επίγνωσης των δικαιωμάτων τους,
ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι όλοι οι εργαζόμενοι θα πρέπει να χαίρουν επαρκούς ασφάλειας και προστασίας στην απασχόληση, ανεξάρτητα από τις συμβατικές τους ρυθμίσεις,
ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι σε ορισμένα κράτη μέλη, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις βοηθούν την αγορά εργασίας να λειτουργεί με ευελιξία και αποτελούν βασικό στοιχείο του εργατικού δικαίου, καθώς και απαραίτητο εργαλείο για τη ρύθμιση της αγοράς εργασίας· ότι οι διαφορετικές συνθήκες ως προς τις εργασιακές σχέσεις πρέπει να τυγχάνουν σεβασμού καθώς και οι παραδόσεις εργασιακών σχέσεων και το επίπεδο συμμετοχής σε συνδικαλιστικές οργανώσεις οι οποίες ποικίλλουν από το ένα κράτος μέλος στο άλλο λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθούν τον κοινωνικό διάλογο μεταξύ των κοινωνικών εταίρων σε όλα τα επίπεδα, καθώς αυτός μπορεί να αποτελέσει αποτελεσματικό μέσο προς επαρκή μεταρρύθμιση του εργατικού δικαίου,
Κ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η δράση που αναλαμβάνεται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να σέβεται την αρμοδιότητα των κρατών μελών στον τομέα της εργατικής νομοθεσίας και τις αρχές της επικουρικότητας και αναλογικότητας, και ότι η Επιτροπή πρέπει να προτείνει πρωτοβουλίες όπου θεωρείται αναγκαίο για τη διασφάλιση συστήματος ελάχιστων κοινωνικών προτύπων που θα εφαρμόζεται στο σύνολο της Ένωσης και θα βασίζεται στο κοινοτικό κεκτημένο,
ΚΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, ενώπιον των σύγχρονων οικονομικών προκλήσεων, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να διασφαλίσει τη σταθερότητα των αγορών εργασίας των κρατών μελών, να ανταποκριθεί στις εκτεταμένες απολύσεις σε ορισμένους τομείς και να παράσχει στους πολίτες της υψηλότερο επίπεδο υγείας και ασφάλειας στον χώρο εργασίας απ" ό,τι στο παρελθόν, απαραίτητο στοιχείο για τη διατήρηση των συνθηκών διαβίωσης σύμφωνα με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τις θεμελιώδεις ευρωπαϊκές αξίες,
ΚΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το υψηλό επίπεδο ανεργίας στην Ευρώπη αποτελεί αποτυχία που επιβάλλει την ανάληψη δράσεων ώστε να καταστεί ευκολότερο για περισσότερους ανθρώπους να εισέλθουν στην αγορά εργασίας, αυξάνοντας την κινητικότητα και βοηθώντας τους εργαζόμενους να αλλάξουν εργασία χωρίς να θυσιάζεται η ασφάλεια· λαμβάνοντας υπόψη ότι προτεραιότητα πρέπει να έχει η δημιουργία κλίματος το οποίο θα ενισχύσει τη δημιουργία πρόσθετων νέων καλύτερων ποιοτικών απασχολήσεων,
1. χαιρετίζει τη νέα προσέγγιση του εργατικού δικαίου που αποσκοπεί στην κάλυψη όλων των εργαζομένων, ανεξάρτητα από τη σύμβαση δυνάμει της οποίας απασχολούνται·
2. χαιρετίζει τις συζητήσεις σχετικά με την ανάγκη βελτίωσης της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα, γεγονός που σημαίνει ότι οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι εξίσου απαιτούν μεγαλύτερη ευελιξία, και την ανάγκη μεγαλύτερης ασφάλειας από εκείνη που τώρα μπορεί να συνδέεται με τις μη συνήθεις μορφές απασχόλησης, και ενίσχυσης της προστασίας των ευάλωτων εργαζομένων προκειμένου να δημιουργηθούν περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή, συνδράμοντας με τον τρόπο αυτό στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισαβόνας· θεωρεί ότι η βελτίωση της εργατικής νομοθεσίας θα πρέπει να συνάδει με τις αρχές του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, με συγκεκριμένη αναφορά στον Τίτλο IV, και να τηρεί και να διασφαλίζει τις αξίες του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου και τα κατοχυρωμένα κοινωνικά δικαιώματα·
3. επιδοκιμάζει την μεγάλη ποικιλία εργατικών παραδόσεων, συμβάσεων και προτύπων για τις επιχειρήσεις που υφίστανται στις αγορές εργασίας·
4. ζητεί τη δημιουργία ευέλικτων και ασφαλών συμβατικών ρυθμίσεων στο πλαίσιο της σύγχρονης οργάνωσης της εργασίας·
5. θεωρεί ότι μεταξύ των προτεραιοτήτων για τη μεταρρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας στα κράτη μέλη είναι:
α)
η διευκόλυνση της μετάβασης μεταξύ διάφορων καταστάσεων απασχόλησης και ανεργίας,
β)
η εξασφάλιση της κατάλληλης προστασίας για εργαζόμενους σε μη συνήθεις μορφές απασχόλησης·
γ)
η αποσαφήνιση του πλαισίου της εξαρτημένης εργασίας και της γκρίζας ζώνης μεταξύ αυτοαπασχολουμένων και εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας·
δ)
η καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας·
6. τονίζει ότι έχει κοινωνική και οικονομική προτεραιότητα να εισέλθουν πολύ περισσότερα άτομα στην απασχόληση, προκειμένου να είναι σε θέση η ευρωπαϊκή οικονομία να είναι ανταγωνιστική σε παγκόσμιο επίπεδο και να εκπληρώσει τις υποσχέσεις για κοινωνική ασφάλιση· υπογραμμίζει ότι η υψηλή ανεργία στην Ευρώπη σήμερα υπονομεύει τον πλούτο και την μελλοντική ευημερία καθώς και την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης και, κυρίως, δημιουργεί κοινωνικό διαχωρισμό·
7. εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του για το γεγονός ότι δεν ζητήθηκε η γνώμη των κοινωνικών εταίρων, όπως προβλέπει το άρθρο 138 της Συνθήκης ΕΚ, δεδομένου ότι η Πράσινη Βίβλος της Επιτροπής με τίτλο "Εκσυγχρονισμός της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα" (COM(2006)0708) έχει σαφώς σημαντικό αντίκτυπο στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής·
8. θεωρεί ότι, για να αντιμετωπίσει η εργατική νομοθεσία τις προκλήσεις του 21ου αιώνα, πρέπει να επικεντρωθεί περισσότερο στην ασφάλεια της απασχόλησης κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου παρά στην προστασία συγκεκριμένων θέσεων εργασίας, καθιστώντας ευκολότερη τόσο την πρόσβαση και την παραμονή στην αγορά εργασίας όσο και τις μεταβάσεις από την ανεργία στην απασχόληση και από το ένα καθεστώς απασχόλησης στο άλλο με την εφαρμογή δραστήριων πολιτικών απασχόλησης που εστιάζουν τόσο στην ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού για την ενίσχυση των δυνατοτήτων απασχόλησης όσο και στη δημιουργία ευνοϊκού επιχειρηματικού κλίματος καθώς και στη βελτίωση της ποιότητας των θέσεων εργασίας·
9. θεωρεί ότι οι εργασιακές σχέσεις που χαρακτηρίζουν την απασχόληση και την επαγγελματική δραστηριότητα των πολιτών έχουν υποστεί μείζονες αλλαγές κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας· επισημαίνει ότι οι μόνιμες συμβάσεις πλήρους απασχόλησης συνιστούν την παραδοσιακή μορφή σχέσης απασχόλησης και υπό την έννοια αυτή θα πρέπει να θεωρηθεί σημείο αναφοράς για τη συνεκτική και συνεπή εφαρμογή της αρχής της μη διάκρισης· πιστεύει, κατά συνέπεια, ότι το ευρωπαϊκό εργατικό δίκαιο θα πρέπει να αναγνωρίζει τις συμβάσεις απασχόλησης αορίστου χρόνου ως γενική μορφή απασχόλησης, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες προβλέπεται επαρκής κοινωνική προστασία και προστασία της υγείας και εξασφαλίζεται ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων·
10. αναγνωρίζει, συναφώς, την ανάγκη οι ρυθμίσεις του χρόνου εργασίας να είναι επαρκώς ευέλικτες ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες εργοδοτών και εργαζομένων, να μπορούν τα άτομα να συνδυάζουν καλύτερα επαγγελματική και οικογενειακή ζωή, καθώς και να διασφαλίζουν την ανταγωνιστικότητα και να βελτιώνουν την κατάσταση της απασχόλησης στην Ευρώπη, χωρίς να παραμελείται η υγεία των εργαζομένων·
11. εκφράζει την έντονη διαφωνία του ως προς το αναλυτικό πλαίσιο που παρουσιάζεται στην Πράσινη Βίβλο, σύμφωνα με το οποίο η παραδοσιακή σύμβαση απασχόλησης αορίστου χρόνου είναι παρωχημένη, αυξάνει τον κατακερματισμό της αγοράς και το χάσμα μεταξύ των "εσωτερικών" και των "εξωτερικών" και κατά συνέπεια πρέπει να θεωρείται εμπόδιο στην ανάπτυξη της απασχόλησης και στη βελτίωση του δυναμισμού της οικονομίας·
12. τονίζει ότι η εργατική νομοθεσία είναι αποτελεσματική, δίκαιη και ισχυρή μόνον εάν εφαρμόζεται από όλα τα κράτη μέλη, εάν ισχύει εξίσου για όλους τους παράγοντες και εάν ελέγχεται σταθερά και αποτελεσματικά· ζητεί, στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας, να ενισχύσει η Επιτροπή τον ρόλο της ως θεματοφύλακας της Συνθήκης όσον αφορά την εφαρμογή της νομοθεσίας περί απασχόλησης και κοινωνικών θεμάτων·
13. επισημαίνει ότι πρόσφατες μελέτες του ΟΟΣΑ και άλλες κατέδειξαν ότι δεν υπάρχουν στοιχεία υπέρ του ισχυρισμού ότι η μείωση της προστασίας από τις απολύσεις και η αποδυνάμωση των παραδοσιακών συμβάσεων απασχόλησης συμβάλλουν στην ανάπτυξη της απασχόλησης· επισημαίνει ότι το παράδειγμα των σκανδιναβικών χωρών δείχνει με σαφήνεια ότι το υψηλό επίπεδο προστασίας από τις απολύσεις και προτύπων απασχόλησης είναι πλήρως συμβατό με υψηλή ανάπτυξη της απασχόλησης·
14. σημειώνει ότι ορισμένες μορφές μη συνήθων συμβάσεων εργασίας, ανάλογα με το βαθμό της ενσωμάτωσής τους στην εργατική νομοθεσία και στην κοινωνική ασφάλιση, καθώς και η παροχή ευκαιριών για διά βίου μάθηση και κατάρτιση, μπορούν να συμβάλλουν στον διττό στόχο της βελτίωσης της οικονομικής ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στην κάλυψη των διαφορετικών αναγκών των εργαζομένων, λαμβάνοντας υπόψη το στάδιο της ζωής στο οποίο βρίσκονται καθώς και τις επαγγελματικές προοπτικές τους· ταυτοχρόνως, αναγνωρίζει ότι οι μη συνήθεις μορφές εργασίας πρέπει να συνδυάζονται με τη στήριξη των εργαζομένων που βρίσκονται σε καταστάσεις μετάβασης από μια θέση εργασίας σε άλλη ή από ένα καθεστώς απασχόλησης σε άλλο· επισημαίνει, επίσης, ότι προκειμένου να καταστεί ταχεία και βιώσιμη η εν λόγω μετάβαση, είναι αναγκαίο το επίκεντρο να είναι η ενεργητική παρέμβαση που θα επιτρέπει στους εργαζόμενους που επανέρχονται στην αγορά εργασίας να δικαιούνται κάποια ενίσχυση εισοδήματος κατά το απολύτως απαραίτητο γι" αυτούς χρονικό διάστημα, ώστε να διαθέτουν περισσότερες δυνατότητες απασχόλησης διά της κατάρτισης και επιμόρφωσης·
15. τονίζει ότι η Πράσινη Βίβλος θα πρέπει να εστιάζει στο ίδιο το εργατικό δίκαιο·
16. επισημαίνει το γεγονός ότι η Επιτροπή εστιάζει στο ατομικό εργατικό δίκαιο και της ζητεί να προωθήσει το συλλογικό εργατικό δίκαιο ως ένα από τα μέσα που θα αυξήσουν τόσο την ευελιξία όσο και την ασφάλεια για εργαζόμενους και εργοδότες·
17. πιστεύει ακράδαντα ότι κάθε μορφή απασχόλησης, μη συνήθους ή άλλης, θα πρέπει να περιέχει έναν πυρήνα δικαιωμάτων ανεξαρτήτως του συγκεκριμένου καθεστώτος απασχόλησης, ο οποίος θα πρέπει να περιλαμβάνει: την ίση μεταχείριση, την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, ρυθμίσεις για το χρόνο εργασίας/ανάπαυσης, την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και την ελευθερία εκπροσώπησης, καθώς και το δικαίωμα συλλογικών διαπραγματεύσεων και συλλογικών δράσεων, και την πρόσβαση στην κατάρτιση· ταυτοχρόνως, τονίζει ότι τα ζητήματα αυτά πρέπει να εφαρμόζονται επαρκώς σε επίπεδο κρατών μελών, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές παραδόσεις και κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες σε κάθε χώρα· υπογραμμίζει ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία δεν αντιβαίνει στην εθνική νομοθεσία, αλλά θα πρέπει να θεωρείται συμπληρωματική·
18. σημειώνει ότι σημαντικό τμήμα του εργατικού δικαίου σε πολλά κράτη μέλη, όπως καθορίζεται στη Συνθήκη, αποτελεί το δικαίωμα ανάληψης επαγγελματικής δράσης και ότι η Επιτροπή έχει δηλώσει ενώπιον του Δικαστηρίου ότι η συγκεκριμένη μορφή ορισμένων συλλογικών δράσεων από τις σκανδιναβικές χώρες συνάδει με τη Συνθήκη ΕΚ και ζητεί από την Επιτροπή να σεβαστεί τις συλλογικές συμφωνίες ως συγκεκριμένο είδος εργατικού δικαίου όπως αναγνωρίστηκε από το Δικαστήριο·
19. ζητεί να έχουν πρόσβαση όλοι οι εργαζόμενοι στο ίδιο επίπεδο προστασίας και να μην αποκλείονται ορισμένες ομάδες αυτόματα από το ευρύτερο επίπεδο προστασίας, όπως συμβαίνει συχνά σήμερα με τους ναυτικούς, τους εργαζόμενους στα πλοία και σε πλωτές μονάδες, καθώς και τους εργαζόμενους στις οδικές μεταφορές· ζητεί να εφαρμοστεί αποτελεσματική νομοθεσία για όλους, ανεξάρτητα από τον χώρο εργασίας τους·
20. θεωρεί ότι ο υπερβολικός διοικητικός φόρτος μπορεί να αποτρέψει τους εργοδότες να προσλαμβάνουν νέους εργαζομένους ακόμα και κατά την περίοδο οικονομικής ανάπτυξης, επιδεινώνοντας τις προοπτικές απασχόλησης και αποτρέποντας την είσοδο εργαζομένων στην αγορά εργασίας· τονίζει ότι η δημιουργία θέσεων απασχόλησης αποτελεί ευρωπαϊκό στόχο προτεραιότητας σύμφωνα με τις αποφάσεις που ελήφθησαν από το Συμβούλιο στη Λισαβόνα το 2000·
21. επισημαίνει τη διογκούμενη άτυπη οικονομία και ιδίως την εργασιακή εκμετάλλευση εργαζομένων χωρίς νόμιμα έγγραφα και θεωρεί ότι ο καλύτερος τρόπος καταπολέμησης του εν λόγω φαινομένου είναι να εστιαστεί η προσοχή σε εργαλεία και μηχανισμούς για την αντιμετώπιση της εκμετάλλευσης, μεταξύ άλλων με περισσότερη και καλύτερη εφαρμογή του εργατικού δικαίου και των εργασιακών προδιαγραφών, να καταστεί ευκολότερη η νόμιμη απασχόληση, να εστιαστεί το ενδιαφέρον στα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα των εργαζομένων· καλεί τα κράτη μέλη να προωθήσουν νομοθεσία για την πρόληψη της εκμετάλλευσης των ευάλωτων εργαζομένων από μεσάζοντες και να υπογράψουν και να κυρώσουν τη σύμβαση του ΟΗΕ για την προστασία των δικαιωμάτων όλων των μεταναστών εργατών και των οικογενειών τους, καθώς και να υπογράψουν και να κυρώσουν τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη δράση κατά της εμπορίας ανθρώπων·
22. διαπιστώνει με μεγάλη ανησυχία ότι η προαναφερθείσα Πράσινη Βίβλος, μολονότι αναγνωρίζει ότι οι σημερινές συνθήκες της αγοράς εργασίας δημιουργούν άνισες καταστάσεις μεταξύ των δύο φύλων, λ.χ. οι διαφορές στις αμοιβές ανδρών και γυναικών καθώς και όσον αφορά τον επαγγελματικό και τομεακό διαχωρισμό της αγοράς εργασίας, και αγνοεί πλήρως τις υποχρεώσεις και ευθύνες βάσει της ανακοίνωσης της Επιτροπής με τίτλο "Χάρτης πορείας για την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών" (COM(2006)0092)·
23. διαπιστώνει, επίσης με μεγάλη ανησυχία, ότι η Πράσινη Βίβλος, μολονότι αναγνωρίζει ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζουν αστάθμητες καταστάσεις μεταξύ της επαγγελματικής και της ιδιωτικής τους ζωής, αγνοεί την επιτακτική ανάγκη ανάληψης δράσεων με στόχο τον συνδυασμό μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής και των δημογραφικών προκλήσεων, η οποία θα συνάδει με το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την Ισότητα των Φύλων και την προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής για το δημογραφικό μέλλον της Ευρώπης (COM(2006)0571)·
24. επιδοκιμάζει το ευρύ φάσμα εργασιακών παραδόσεων, μορφών συμβάσεων και επιχειρηματικών μοντέλων που απαντώνται στις αγορές εργασίας·
25. ζητεί τη διαμόρφωση ευέλικτων και ασφαλών συμβατικών ρυθμίσεων στο πλαίσιο των σύγχρονων οργανώσεων εργαζομένων·
26. τονίζει ότι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) αναγνωρίζονται ως σημαντική κινητήρια δύναμη για τη δημιουργία και αύξηση της απασχόλησης στην Ευρώπη, καθώς και για την προαγωγή της κοινωνικής και περιφερειακής ανάπτυξης· πιστεύει, συνεπώς, ότι είναι ζωτικής σημασίας να αυξηθεί ο ρόλος των ΜΜΕ στη δημιουργία επιπλέον θέσεων εργασίας με τη βελτίωση του εργατικού δικαίου·
27. θεωρεί ότι για την πιο αποτελεσματική εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας είναι απαραίτητο να αντιμετωπισθούν οι ελλείψεις του υφισταμένου κοινωνικού διαλόγου σε μερικά κράτη μέλη, δεδομένης της έλλειψης εκπροσώπησης των εργαζομένων σε ορισμένους τομείς, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας αναλαμβάνεται από ΜΜΕ που απασχολούν λιγότερους από 10 υπαλλήλους (η έλλειψη αυτή εκπροσώπησης είναι ιδιαίτερα έντονη σε μερικά νέα κράτη μέλη)·
28. παρατηρεί ότι η παρούσα δομή του κοινωνικού διαλόγου δεν συμπεριλαμβάνει πολλούς από τους ευέλικτους εργαζομένους που μνημονεύονται στην Πράσινη Βίβλο, οι οποίοι δεν είναι ούτε εργοδότες ούτε εργαζόμενοι, και από τους οποίους θα πρέπει να ζητηθεί η γνώμη επιπλέον των συζητήσεων μεταξύ των κοινωνικών εταίρων·
29. συμμερίζεται τον στόχο του Συμβουλίου για κινητοποίηση όλων των καταλλήλων εθνικών και κοινοτικών πόρων για την ανάπτυξη ειδικευμένου, καταρτισμένου και προσαρμόσιμου εργατικού δυναμικού και αγορών εργασίας που θα ανταποκρίνονται στις προκλήσεις που προκύπτουν από τον συνδυασμένο αντίκτυπο της παγκοσμιοποίησης και της γήρανσης των ευρωπαϊκών κοινωνιών·
30. σημειώνει ότι, λόγω του κατακερματισμού της αγοράς εργασίας, με συνέπεια η εργασιακή ασφάλεια να είναι χαμηλή και η απασχόληση πιο ασταθής, σε μεγάλο αριθμό μη συνήθων συμβάσεων παρέχεται ελάχιστη ή μηδενική πρόσβαση σε εκπαίδευση και κατάρτιση, επαγγελματικές συντάξεις και επαγγελματική εξέλιξη και, γενικά, παρατηρείται υποεπένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό· τονίζει ότι αυτό αυξάνει την οικονομική ανασφάλεια και δημιουργεί αντίθεση προς την αλλαγή και την παγκοσμιοποίηση γενικότερα·
31. σημειώνει ότι σε πολλά κράτη μέλη, λόγω έλλειψης επαρκούς κοινωνικής ασφάλισης, καθίσταται αδύνατη η λήψη σύνταξης και στον δεύτερο πυλώνα, με αποτέλεσμα να ασκείται περαιτέρω πίεση στις συντάξεις γήρατος στον πρώτο πυλώνα·
32. πιστεύει ότι ο συνδυασμός ατομικής παρώθησης, υποστήριξης εκ μέρους των εργοδοτών, δυνατότητας πρόσβασης και ύπαρξης των αναγκαίων υποδομών αποτελούν τους πιο σημαντικούς παράγοντες όσον αφορά τη συμμετοχή στη διαδικασία της διά βίου μάθησης και ζητεί την ανάπτυξη εκπαιδευτικού κλάδου και σχολών που θα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας και στις ατομικές προσδοκίες των εργαζομένων και των εργοδοτών· τονίζει την ανάγκη να υπάρχει η δέουσα σύνδεση μεταξύ της επαγγελματικής σταδιοδρομίας και των σχολικών προγραμμάτων·
33. επισημαίνει την επείγουσα ανάγκη βελτίωσης του μορφωτικού επιπέδου του πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καλεί την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τους κοινωνικούς εταίρους να επενδύσουν στη διά βίου μάθηση και στην ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου ως το αποτελεσματικότερο μέσο αντιμετώπισης της μακροχρόνιας ανεργίας· στο πλαίσιο αυτό, η ανάπτυξη δεξιοτήτων και η απόκτηση προσόντων είναι προς το κοινό συμφέρον, όπως τονίζουν από κοινού οι ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι στο "πλαίσιο δράσεων για τη διά βίου ανάπτυξη ικανοτήτων και προσόντων" του 2006·
34. είναι της άποψης ότι οι μεταρρυθμίσεις του εργατικού δικαίου θα πρέπει να διευκολύνουν την επένδυση εκ μέρους των εταιρειών στις δεξιότητες των εργαζομένων τους, να ωθήσουν τους εργαζόμενους να αναβαθμίσουν τις δεξιότητές τους και να εγγυώνται την παρέμβαση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης για τη διασφάλιση μιας τέτοιας προσέγγισης·
35. τονίζει τη σημασία που έχει να επιτευχθεί ορισμένος βαθμός συνοχής στον τομέα του εργατικού δικαίου, ο οποίος μπορεί να επιτευχθεί με οδηγίες και συλλογικές συμφωνίες και με την ανοικτή μέθοδο συντονισμού· καλεί την Επιτροπή να λάβει υπόψη τις τεράστιες διαφορές που επικρατούν στις εθνικές αγορές εργασίας και τις αρμοδιότητες των κρατών μελών στον τομέα αυτό, αλλά υπενθυμίζει το στόχο να καταστεί η Ευρώπη ανταγωνιστική, καινοτόμος και χωρίς αποκλεισμούς και να δημιουργηθούν περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας·
36. τονίζει την έλλειψη ορθής εφαρμογής και επιβολής της υφιστάμενης κοινοτικής νομοθεσίας, και καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει το συντονισμό μεταξύ των εθνικών επιθεωρήσεων εργασίας· τονίζει την ανάγκη τα κράτη μέλη να συμμορφώσουν τη νομοθεσία τους στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας με την κοινοτική νομοθεσία·
37. θεωρεί ότι τα δικαιώματα των διασυνοριακών εργαζομένων θα μπορούσαν να τύχουν επαρκούς προστασίας στο πλαίσιο της συναφούς νομοθεσίας εάν εφαρμοζόταν αποτελεσματικά, και ότι ο στόχος της θέσπισης ενιαίου ορισμού του εργαζόμενου και του αυτοαπασχολούμενου προσώπου βάσει του κοινοτικού δικαίου είναι εξαιρετικά πολύπλοκος λόγω των πολύ διαφορετικών κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών και παραδόσεων των επιμέρους κρατών μελών· θεωρεί ότι, παράλληλα, πρέπει να αναληφθεί πρωτοβουλία με στόχο την άνοδο του επιπέδου της απαιτούμενης σύγκλισης που θα διασφαλίζει τη συνεκτική και πιο αποτελεσματική εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου· η σύγκλιση αυτή πρέπει να σέβεται τα δικαιώματα των κρατών μελών να καθορίζουν την ύπαρξη σχέσης εργασίας·
38. αναγνωρίζει ότι οι νέες επιχειρήσεις και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις μπορεί να είναι οικονομικά εξαρτημένες, εάν αρχικά συμμετέχουν στην οικονομία με έναν βασικό πελάτη· είναι της άποψης, ως εκ τούτου, ότι οι πραγματικά αυτοαπασχολούμενοι όταν εξαρτώνται από έναν πελάτη δεν θα πρέπει να κατατάσσονται ούτε σε τρίτη ενδιάμεση κατηγορία μεταξύ των αυτοαπασχολούμενων και των απασχολούμενων ούτε στην κατηγορία των απασχολούμενων·
39. επαναλαμβάνει τη θέση του Κοινοβουλίου, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που έχει θεσπίσει το Δικαστήριο, ότι κάθε ορισμός του εργαζόμενου θα πρέπει να βασίζεται στην πραγματική κατάσταση στο χώρο και στο χρόνο εργασίας·
40. καλεί τα κράτη μέλη να προωθήσουν την εφαρμογή της σύστασης του 2006 της ΔΟΕ όσον αφορά το πεδίο της σχέσης απασχόλησης·
41. καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη ότι κατά την προαναφερθείσα σύσταση της ΔΟΕ το εργατικό δίκαιο δεν θα πρέπει να παρεμβαίνει στις καθαρά εμπορικές σχέσεις·
42. ζητεί να χρησιμοποιηθεί η ανοικτή μέθοδος συντονισμού στον τομέα της πολιτικής της απασχόλησης και της κοινωνικής πολιτικής ως χρήσιμο εργαλείο για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών, με στόχο την αντιμετώπιση των κοινών προκλήσεων με τρόπο ευέλικτο και διαφανή, και για τη συνεκτίμηση των διαφορετικών συνθηκών που έχουν καίρια σημασία για τις αγορές εργασίας στα επιμέρους κράτη μέλη·
43. συνιστά στα κράτη μέλη, στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, στο πλαίσιο της ανοικτής μεθόδου συντονισμού, να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές σχετικά με την ευέλικτη οργάνωση του χρόνου εργασίας και να λαμβάνουν υπόψη καινοτόμους ρυθμίσεις του χρόνου εργασίας που θα εξασφαλίζουν καλή ισορροπία μεταξύ της επαγγελματικής και της οικογενειακής ζωής·
44. καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει να συλλέγει και να αναλύει πληροφορίες για τις εθνικές αγορές εργασίας, ώστε να διασφαλίσει ότι οι ανταλλαγές ορθών πρακτικών σχετικά με τις πολιτικές απασχόλησης που ακολουθούν τα διάφορα κράτη μέλη βασίζονται σε αξιόπιστα δεδομένα, ιδίως δε σε ομοιογενή και συγκρίσιμα στατιστικά στοιχεία·
45. καλεί τα κράτη μέλη να αναθεωρήσουν και να προσαρμόσουν τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και να συμπληρώσουν τις δραστήριες πολιτικές για την αγορά εργασίας, ιδίως όσον αφορά την κατάρτιση και τη διά βίου μάθηση με σκοπό την αντιμετώπιση της νέας πραγματικότητας στην εργασία και την υποστήριξη των μεταβατικών φάσεων της απασχόληση καθώς και την επάνοδο στην αγορά εργασίας αποτρέποντας τη μακροπρόθεσμη εξάρτηση από τα επιδόματα, καθώς και την εργασία στην άτυπη οικονομία·
46. καταδικάζει εντόνως οιαδήποτε καταχρηστική αντικατάσταση της τακτικής απασχόλησης από νέες μορφές απασχόλησης χωρίς να υφίστανται επιτακτικοί οικονομικοί λόγοι με στόχο την αύξηση στο μέγιστο των βραχυπρόθεσμων οφελών υπέρ το δέον, εις βάρος του κοινωνικού συνόλου, των εργαζομένων και των ανταγωνιστών· τονίζει ότι οιεσδήποτε παρόμοιες ενέργειες παραβιάζουν το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο, καθώς πλήττουν σε βάθος χρόνου τη συναίνεση, τη δικαιοσύνη και την εμπιστοσύνη μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων· ζητεί από τα κράτη μέλη και τους κοινωνικούς εταίρους να αναλάβουν δράση εν προκειμένω, ώστε να τεθεί τέλος σε οιεσδήποτε ανεύθυνες καταχρήσεις·
47. υπενθυμίζει ότι ο όρος "ασφάλεια με ευελιξία" ορίζεται ως ο συνδυασμός της ευελιξίας και της ασφάλειας στην αγορά εργασίας κατά τρόπον ώστε να συμβάλει στην παραγωγικότητα και την ποιότητα των απασχολήσεων παρέχοντας ασφάλεια, ενώ συγχρόνως επιτρέπει στις επιχειρήσεις την απαραίτητη ευελιξία για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης σε ανταπόκριση των μεταβαλλόμενων αναγκών της αγοράς· είναι της γνώμης ότι οι απαιτήσεις ευελιξίας και ασφάλειας δεν είναι ασυμβίβαστες αλλά ενισχύουν αλλήλους·
48. τονίζει ότι η ασφάλεια με ευελιξία μπορεί μόνον να επιτευχθεί με αποτελεσματική και σύγχρονη εργατική νομοθεσία που αντικατοπτρίζει την μεταλλασσόμενη πραγματικότητα της εργασίας· επισημαίνει ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και οι ισχυροί κοινωνικοί εταίροι αποτελούν σημαντικό τμήμα της προσέγγισης "ευελιξία-ασφάλεια'· πιστεύει ωστόσο ότι υφίστανται διάφοροι τύποι "ευελιξίας-ασφάλειας'· σημειώνει ότι μια κοινή προσέγγιση θα πρέπει να βασίζεται στον συνδυασμό της προσαρμοστικότητας επιχειρήσεων και εργαζομένων με ένα επαρκές επίπεδο κοινωνικής προστασίας, επιδομάτων κοινωνικής ασφάλισης και ανεργίας, δραστήριες πολιτικές για την αγορά εργασίας, ευκαιρίες για κατάρτιση και διά βίου μάθηση· θεωρεί ότι οι εκτενείς κοινωνικές παροχές και η πρόσβαση σε υπηρεσίες όπως η μέριμνα παιδιών και άλλων εξαρτωμένων ατόμων συμβάλλουν θετικά στους στόχους αυτούς·
49. πιστεύει ότι ο ορισμός της ευελιξίας με ασφάλεια στην Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής είναι πολύ περιοριστικός· επισημαίνει, ωστόσο, ότι η Επιτροπή θα δημοσιεύσει ανακοίνωση για την ευελιξία με ασφάλεια·
50. πιστεύει ότι οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι θα πρέπει να παραμένουν στο εργατικό δυναμικό σε εθελούσια και ευέλικτη βάση, με την υποστήριξη της κατάλληλης κατάρτισης και ιατρικής περίθαλψης στον χώρο εργασίας· τονίζει την επείγουσα ανάγκη για θετική δράση προκειμένου να ενθαρρυνθούν οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι να επανέλθουν στην αγορά εργασίας, καθώς και την ανάγκη για μεγαλύτερη ευελιξία κατά την επιλογή συνταξιοδοτικού προγράμματος·
51. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν ότι η εργατική νομοθεσία έχει τεράστια επίδραση στη συμπεριφορά των επιχειρήσεων και ότι η εμπιστοσύνη τους σε σταθερές, σαφείς και ορθές διατάξεις αποτελεί βασικό στοιχείο κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων για τη δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων απασχόλησης και καλεί, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν και να επιβάλουν δεόντως το σύνολο της υφιστάμενης κοινοτικής νομοθεσίας που επηρεάζει τις αγορές εργασίας·
52. καλεί τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τα δικαιώματα για γονική άδεια και παροχή μέριμνας παιδιών σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο τόσο για τους άντρες όσο και για τις γυναίκες·
53. επιδοκιμάζει τη στρατηγική για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας και της παραοικονομίας, οι οποίες – αν και η παρουσία τους ποικίλλει ως προς την ένταση στα διάφορα κράτη μέλη – πλήττουν την οικονομία, αφήνουν απροστάτευτους τους εργαζομένους, λειτουργούν εις βάρος των καταναλωτών, μειώνουν τα φορολογικά έσοδα και οδηγούν στον αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ εταιρειών· συμμερίζεται την προσέγγιση της Επιτροπής για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας χάρη στον αυξημένο συντονισμό μεταξύ κυβερνητικών φορέων επιβολής του νόμου, επιθεωρήσεων εργασίας ή/και συνδικαλιστικών οργανώσεων, φορέων κοινωνικής ασφάλισης και φορολογικών αρχών και καλεί τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν καινοτόμες μεθόδους βάσει δεικτών και ορόσημων, συγκεκριμένων για κάθε επιχειρηματικό τομέα, προκειμένου να καταπολεμηθεί η διάβρωση της φορολογικής βάσης·
54. καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να εγκαινιάσουν ενημερωτική εκστρατεία που θα απευθύνεται σε απασχολούμενους και εργαζόμενους με στόχο την εστίαση της προσοχής στους ελάχιστους κοινοτικούς κανόνες και κανονισμούς προς εφαρμογή καθώς και στις αρνητικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει η παράνομη εργασία στα εθνικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, στα δημόσια οικονομικά, στον δίκαιο ανταγωνισμό, στις οικονομικές επιδόσεις και στους ίδιους τους εργαζόμενους·
55. ζητεί να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στους νεαρούς εργαζόμενους οι οποίοι κυρίως απασχολούνται με καθεστώς μερικής απασχόλησης, ώστε να διασφαλιστεί ότι η έλλειψη επαγγελματικής εμπειρίας δεν συνεπάγεται εργατικά ατυχήματα· παροτρύνει τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές εν προκειμένω και καλεί τις εταιρείες προσωρινής απασχόλησης να ευαισθητοποιήσουν τους εργοδότες και τους ίδιους τους νεαρούς εργαζόμενους·
56. επισημαίνει τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων στην ενημέρωση και στην εκπαίδευση των εργαζομένων και των εργοδοτών σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων και σχετικά με την εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας στον τομέα αυτόν, και, προς τούτο, καλεί την Επιτροπή να παράσχει τεχνική υποστήριξη για τους κοινωνικούς εταίρους και να τους ενθαρρύνει να ανταλλάσσουν γνώσεις και εμπειρίες προς όφελος των συνθηκών εργασίας·
57. τονίζει τον πολύτιμο ρόλο των κοινωνικών εταίρων, οι οποίοι έχουν ήδη σημειώσει κάποια επιτυχία όσον αφορά τη μεταρρύθμιση των αγορών εργασίας, συγκεκριμένα με τη σύναψη συμφωνιών για τη γονική άδεια, τη μερική απασχόληση και τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, καθώς και για την τηλεργασία και τη διά βίου μάθηση·
58. πιστεύει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να επιδείξουν ανοικτό πνεύμα στον διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους σχετικά με τον εκσυγχρονισμό του εργατικού δικαίου και την προσαρμογή αυτού στις προκλήσεις του 21ου αιώνα, να λάβουν υπόψη τα επιχειρήματα των κοινωνικών εταίρων και να ανταποκριθούν στους προβληματισμούς τους·
59. πιστεύει ότι η Επιτροπή πρέπει να πραγματοποιήσει διαβουλεύσεις όχι μόνον με τους συνήθεις κοινωνικούς εταίρους αλλά και με όλες τις οργανώσεις και τα άτομα που επηρεάζονται από την εργατική νομοθεσία· σημειώνει ιδίως ότι οι ΜΜΕ εκπροσωπούνται προς το παρόν πλημμελώς στη διαδικασία διαβούλευσης καθώς και οι εργαζόμενοι οι οποίοι δεν ανήκουν σε συνδικαλιστική οργάνωση·
60. επισημαίνει τον θετικό ρόλο των συλλογικών διαπραγματεύσεων σε εθνικό, τομεακό και εταιρικό επίπεδο στις εργασιακές σχέσεις και την οργάνωση της εργασίας αυξάνοντας την παραγωγικότητα των εταιρειών και βελτιώνοντας τις συνθήκες εργασίας, ενθαρρύνοντας έτσι την ανάπτυξη της απασχόλησης, και επισημαίνει τη δυνατότητα τροποποίησης των ρυθμίσεων με στόχο να υποστηριχθεί ο ρόλος των συλλογικών διαπραγματεύσεων και να προαχθούν τέτοιες διαπραγματεύσεις για λύσεις προσιτές σε επίπεδο επιχειρήσεων, οι οποίες θα ωφελούν εργαζόμενους και εργοδότες·
61. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο του προγράμματος για τη βελτίωση της νομοθεσίας, να συνεργάζονται σε διαρκή βάση με τους κοινωνικούς εταίρους, και όταν χρειασθεί με άλλες συναφείς, αντιπροσωπευτικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών για οποιοδήποτε θέμα του εργατικού δικαίου ή της κοινωνικής πολιτικής, με στόχο την απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ιδίως οι νέες επιχειρήσεις, καθιστώντας την οικονομική τους κατάσταση ευκολότερη ώστε να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητά τους και να δημιουργηθούν θέσεις απασχόλησης·
62. τονίζει την ανάγκη να ρυθμισθεί η από κοινού και ατομική ευθύνη για τις γενικές ή κύριες επιχειρήσεις, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι καταχρήσεις κατά την υπεργολαβία και την εξωτερική ανάθεση εργαζομένων και να διαμορφωθεί μια διαφανής και ανταγωνιστική αγορά για όλες τις εταιρείες βάσει ισοτίμων όρων ανταγωνισμού όσον αφορά τα πρότυπα και τις συνθήκες εργασίας· συγκεκριμένα, καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να καθορίσουν με σαφήνεια ποιος είναι αρμόδιος για τη συμμόρφωση με το εργατικό δίκαιο και για την καταβολή των ανάλογων μισθών, εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και φόρων σε μια αλυσίδα υπεργοληπτών·
63. εκφράζει τη έντονη πεποίθησή του ότι η δημιουργία επισφαλών θέσεων εργασίας με χαμηλές αμοιβές δεν αποτελεί κατάλληλη απάντηση προς την τάση μετεγκαταστάσεων που πλήττει ολοένα και περισσότερους τομείς· θεωρεί, αντίθετα, ότι η επένδυση στην έρευνα, στην ανάπτυξη, στην κατάρτιση και στη διά βίου μάθηση θα μπορέσει να δώσει ώθηση στους τομείς που σήμερα πάσχουν από έλλειψη ανταγωνιστικότητας·
64. καλεί την Επιτροπή να διευκολύνει τη θέσπιση συστήματος επίλυσης διαφορών ώστε να μπορέσουν οι ευρωπαϊκές συμφωνίες μεταξύ κοινωνικών εταίρων να εξελιχθούν σε αποτελεσματικό και ευέλικτο εργαλείο που θα προαγάγει την πιο αποτελεσματική ρυθμιστική προσέγγιση σε ευρωπαϊκό επίπεδο·
65. καλεί τα κράτη μέλη να άρουν τους περιορισμούς στην πρόσβαση στις αγορές εργασίας τους και να βελτιώσουν, κατά τον τρόπο αυτόν, την κινητικότητα των εργαζομένων εντός της ΕΕ, επιτρέποντας έτσι την ταχύτερη επίτευξη των στόχων της ενιαίας αγοράς και της στρατηγικής της Λισαβόνας·
66. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.