Συμφωνία ΕΚ/Ρωσίας για την αλιεία και την προστασία των θαλάσσιων πόρων στη Βαλτική Θάλασσα *
330k
40k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2007 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας περί συνεργασίας στους τομείς της αλιείας και της προστασίας των έμβιων θαλάσσιων πόρων στη Βαλτική Θάλασσα (COM(2006)0868 – C6-0052/2007 – 2006/0309(CNS))
– έχοντας υπόψη πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου (COM(2006)0868)(1),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 37 και το άρθρο 300, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 300, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0052/2007),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 51 και το άρθρο 83, παράγραφος 7, του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (A6-0160/2007),
1. εγκρίνει την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου όπως τροποποιήθηκε και εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή
Τροπολογία του Κοινοβουλίου
Τροπολογία 1 Άρθρο 2α (νέο)
Άρθρο 2α
Κατά το τρίτο έτος εφαρμογής της συμφωνίας, και κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους εφαρμογής της, πριν από την έναρξη των διαπραγματεύσεων για ενδεχόμενη ανανέωσή της, η Επιτροπή υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο γενική έκθεση αξιολόγησης, κατά τρόπον ώστε να εξεταστούν οι επιπτώσεις της συμφωνίας όσον αφορά τη συντήρηση των πόρων και την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις που απορρέουν από την εφαρμογή της.
Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
Χρηματοδοτικό μέσο για το περιβάλλον (LIFE+) ***III
261k
36k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2007 σχετικά με το εγκριθέν από την επιτροπή συνδιαλλαγής κοινό σχέδιο κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά το χρηματοδοτικό μέσο για το περιβάλλον (LIFE +) (PE-CONS 3611/2007 – C6-0105/2007 – 2004/0218(COD))
– έχοντας υπόψη το κοινό σχέδιο που εγκρίθηκε από την επιτροπή συνδιαλλαγής και τη σχετική δήλωση της Επιτροπής (PE-CONS 3611/2007 – C6-0105/2007),
– έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση(1) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2004)0621)(2),
– έχοντας υπόψη την τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής (COM(2004)0621/2)(3),
– έχοντας υπόψη τη θέση του κατά τη δεύτερη ανάγνωση(4) σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου(5),
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής σχετικά με τις τροπολογίες του Κοινοβουλίου στην κοινή θέση (COM(2006)0759)(6),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 5, της Συνθήκης ΕΚ,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 65 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της αντιπροσωπείας του στην επιτροπή συνδιαλλαγής (A6-0180/2007),
1. εγκρίνει το κοινό σχέδιο και επισημαίνει τη σχετική δήλωση της Επιτροπής·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να υπογράψει την πράξη, μαζί με την Πρόεδρο του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 254, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ·
3. αναθέτει στον Γενικό Γραμματέα του να υπογράψει την πράξη, αφού προηγουμένως ελεγχθεί ότι όλες οι διαδικασίες έχουν δεόντως ολοκληρωθεί, και να προβεί, σε συμφωνία με τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου, στη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν νομοθετικό ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2007 σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης της απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση, για την περίοδο 2007-2013, του ειδικού προγράμματος για την πρόληψη και καταπολέμηση της βίας κατά των παιδιών, νέων και γυναικών και την προστασία των θυμάτων και των ομάδων υψηλού κινδύνου (πρόγραμμα Daphne ΙΙΙ) ως μέρος του γενικού προγράμματος "Θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη" (16367/1/2006 – C6-0089/2007 – 2005/0037A(COD))
– έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (16367/1/2006 – C6-0089/2007) και την αντίστοιχη δήλωση του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου,
– έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση(1) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2005)0122)(2), και την τροποποιημένη πρόταση (COM(2006)0230)(3),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 67 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A6-0147/2007),
1. εγκρίνει την κοινή θέση και επιβεβαιώνει τη δήλωση που προσαρτάται σ" αυτό το νομοθετικό ψήφισμα·
2. διαπιστώνει ότι η πράξη εκδόθηκε σύμφωνα με την κοινή θέση·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να υπογράψει την πράξη, μαζί με την Πρόεδρο του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 254, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ·
4. αναθέτει στον Γενικό Γραμματέα του να υπογράψει την πράξη, αφού προηγουμένως ελεγχθεί ότι όλες οι διαδικασίες έχουν δεόντως ολοκληρωθεί, και να προβεί, σε συμφωνία με τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου, στη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
5. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
Η βία και η απειλή βίας θίγουν το δικαίωμα για ζωή, ασφάλεια, ελευθερία, αξιοπρέπεια και σωματική και συναισθηματική ακεραιότητα, και απειλούν σοβαρά τη σωματική και πνευματική υγεία των θυμάτων. Οι συνέπειες αυτής της βίας, η οποία δεν φείδεται καμιάς περιοχής της Κοινότητας, συνιστούν πραγματική καταπάτηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και αποτελούν μάστιγα στον χώρο της υγείας, ενώ εμποδίζουν τους πολίτες να ζουν σε κλίμα ασφάλειας, ελευθερίας και δικαιοσύνης. Στόχος του προγράμματος Δάφνη ΙΙΙ είναι η πρόληψη και καταπολέμηση της βίας εις βάρος παιδιών, νέων και γυναικών και η προστασία των θυμάτων και των ομάδων κινδύνου. Για να προωθηθούν αυτοί οι στόχοι, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο καλούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο πρωτοβουλίας για Ευρωπαϊκό Έτος καταπολέμησης της βίας εις βάρος παιδιών, νέων και γυναικών.
Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
Αναθεώρηση του άρθρου 47 του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
340k
45k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2007 σχετικά με την τροποποίηση του άρθρου 47 του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου: Συνεργασία μεταξύ των επιτροπών (2007/2016(REG))
– έχοντας υπόψη την πρόταση τροποποίησης του Κανονισμού του (B6-0461/2006),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 201 και 202 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A6-0139/2007),
1. αποφασίζει να επιφέρει στον Κανονισμό του την εξής τροποποίηση·
2. υπενθυμίζει ότι η εν λόγω τροποποίηση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα της προσεχούς περιόδου συνόδου·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Ισχύον κείμενο
Τροπολογίες
Τροπολογία 3 Άρθρο 47
Ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ των επιτροπών
Διαδικασία συνδεδεμένων επιτροπών
Εφόσον, κατά την άποψη της Διάσκεψης των Προέδρων, έναζήτημα εμπίπτει σχεδόν εξίσου στην αρμοδιότητα δύο επιτροπών ή εφόσον διαφορετικά μέρη του ζητήματος εμπίπτουν στην αρμοδιότητα δύο διαφορετικών επιτροπών, εφαρμόζεται το άρθρο 46, με τις εξής προσθήκες:
Εφόσον ζήτημα αρμοδιότητας έχει παραπεμφθεί στη Διάσκεψη των Προέδρων κατά τα άρθρα 179, παράγραφος 2, ή 45, και η Διάσκεψη των Προέδρων, βάσει του Παραρτήματος VI του Κανονισμού, φρονεί ότι τοθέμα εμπίπτει σχεδόν εξίσου στην αρμοδιότητα δύο ή περισσοτέρων επιτροπών ή ότι διαφορετικά μέρη του θέματος εμπίπτουν στην αρμοδιότητα δύο ή περισσοτέρων επιτροπών, εφαρμόζεται το άρθρο 46, με τις εξής προσθήκες:
- το χρονοδιάγραμμα συμφωνείται από κοινού από τις δύο επιτροπές·
- το χρονοδιάγραμμα συμφωνείται από κοινού από τις ενδιαφερόμενες επιτροπές·
- ο εισηγητής και ο συντάκτης της γνωμοδότησης προσπαθούν να συμφωνήσουν επί των κειμένων που προτείνουν στις επιτροπές τους και επί των θέσεών τους όσον αφορά τις τροπολογίες·
- ο εισηγητής και οι συντάκτες της γνωμοδότησης αλληλοενημερώνονται και προσπαθούν να συμφωνήσουν επί των κειμένων που προτείνουν στις επιτροπές τους και επί των θέσεών τους όσον αφορά τις τροπολογίες·
- οι ενδιαφερόμενες επιτροπές δύνανται να εντοπίσουν από κοινού τομείς του κειμένου που εμπίπτουν στην αποκλειστική ή κοινή τους αρμοδιότητα και να συμφωνήσουν για τους ακριβείς όρους της συνεργασίας τους·
- η αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή αποδέχεται χωρίς ψηφοφορία τροπολογίες από τη γνωμοδοτική επιτροπή, εφόσον αυτές αφορούν ζητήματα τα οποία ο πρόεδρος της αρμόδιας επί της ουσίας επιτροπής θεωρεί, βάσει του Παραρτήματος VI, μετά από διαβούλευση με τον πρόεδρο της γνωμοδοτικής επιτροπής, ότι εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της γνωμοδοτικής επιτροπής και δεν είναι αντίθετες με άλλα στοιχεία της έκθεσης.
- η αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή αποδέχεται χωρίς ψηφοφορία τροπολογίες από γνωμοδοτική επιτροπή, εφόσον αυτές αφορούν ζητήματα τα οποία ο πρόεδρος της αρμόδιας επί της ουσίας επιτροπής θεωρεί, βάσει του Παραρτήματος VI, μετά από διαβούλευση με τον πρόεδρο της γνωμοδοτικής επιτροπής, ότι εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της γνωμοδοτικής επιτροπής και δεν είναι αντίθετες με άλλα στοιχεία της έκθεσης. Ο πρόεδρος της αρμόδιας επιτροπής λαμβάνει υπόψη οιαδήποτε συμφωνία επετεύχθη σύμφωνα με την τρίτη περίπτωση·
- σε περίπτωση διαδικασίας συνδιαλλαγής σχετικά με την πρόταση, στην αντιπροσωπεία του Κοινοβουλίου περιλαμβάνεται και ο εισηγητής οιασδήποτε συμμετέχουσας επιτροπής.
Πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος στον τομέα της πολιτικής των υδάτων ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2007 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος στον τομέα της πολιτικής των υδάτων και σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ (COM(2006)0397 – C6-0243/2006 – 2006/0129(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2006)0397),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 175, παράγραφος 1 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0243/2006),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου καθώς και της Επιτροπής Αλιείας (A6-0125/2007),
1. εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 22 Μαΐου 2007 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2007/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος στον τομέα της υδατικής πολιτικής και σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 175, παράγραφος 1,
έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,
έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινοτικής Επιτροπής(1),
έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(2),
ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης(3),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Η χημική ρύπανση επιφανειακών υδάτων συνιστά απειλή για το υδάτινο περιβάλλον με επιπτώσεις όπως η οξεία και η χρόνια τοξικότητα για υδρόβιους οργανισμούς, η σώρευση στο οικοσύστημα και οι απώλειες ενδιαιτημάτων και βιοποικιλότητας, καθώς και απειλές για την ανθρώπινη υγεία. Η ρύπανση θα πρέπει να εντοπίζεται κατά προτεραιότητα και οι εκπομπές θα πρέπει να αντιμετωπίζονται στην πηγή, με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο τόσο από οικονομική όσο και από περιβαλλοντική άποψη.
(2)Σύμφωνα με το άρθρο 174 της Συνθήκης, η κοινοτική πολιτική για το περιβάλλον βασίζεται στις αρχές της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης, της επανόρθωσης των καταστροφών του περιβάλλοντος, κατά προτεραιότητα στην πηγή, καθώς και στην αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει".
(3)Η μικρής κλίμακας βιολογική γεωργία που επιτελείται ορθολογικά είναι απαραίτητη για να εξασφαλισθεί καλή ποιότητα ύδατος.
(4) Η απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2002, για τη θέσπιση του έκτου κοινοτικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον(4), αναφέρει ότι το περιβάλλον και η υγεία καθώς και η ποιότητα ζωής αποτελούν πρωταρχικής σημασίας περιβαλλοντικές προτεραιότητες του έκτου ΠΠΔ, τονίζοντας στο άρθρο 7, παράγραφος 2, στοιχείο ε) την ανάγκη θέσπισης ειδικότερης νομοθεσίας στον τομέα της υδατικής πολιτικής.
(5)Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν τα αναγκαία μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφοι 1 και 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000 για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων(5), με σκοπό την προοδευτική μείωση της ρύπανσης από τις ουσίες προτεραιότητας και την παύση ή τη σταδιακή εξάλειψη των εκπομπών, των απορρίψεων και των διαρροών επικινδύνων ουσιών προτεραιότητας.
(6) Η οδηγία 2000/60/ΕΚ καθορίζει στρατηγική κατά της ρύπανσης των υδάτων ενώ το άρθρο 16 της οδηγίας αυτής απαιτεί περαιτέρω ειδικά μέτρα για τον έλεγχο της ρύπανσης και πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος (ΠΠΠ).
(7) Από το έτος 2000 και μετά έχουν εγκριθεί πολυάριθμες κοινοτικές πράξεις οι οποίες αποτελούν μέτρα ελέγχου της ρύπανσης κατά τις διατάξεις του άρθρου 16 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ για επιμέρους ουσίες προτεραιότητας. Επιπλέον, πολυάριθμα μέτρα περιβαλλοντικής προστασίας εμπίπτουν στα πεδία εφαρμογής άλλων υφιστάμενων κοινοτικών νομοθετημάτων. Συνεπώς πρέπει βραχυπρόθεσμα να δοθεί προτεραιότητα στην εφαρμογή και την αναθεώρηση των υφιστάμενων μέσων μάλλον παρά στον καθορισμό νέων ελέγχων οι οποίοι είναι δυνατόν να αποτελέσουν άσκοπη επανάληψη υφιστάμενων. Ωστόσο, μετά τη διαβίβαση των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής ποταμών από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος μέτρων που καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 11 της ίδιας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογεί αν η υλοποίηση και η αναθεώρηση των υφισταμένων μέσων έχει οδηγήσει στην πλήρη επίτευξη των στόχων της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, ή αν χρειάζεται περαιτέρω δράση σύμφωνα με την ανωτέρω οδηγία. Αν η τήρηση των ΠΠΠ είναι δυνατή μόνο με τον περιορισμό ή την απαγόρευση της χρήσης ορισμένων ουσιών, τα σχετικά μέτρα θα πρέπει να υλοποιούνται με βάση υπάρχουσες ή νέες κοινοτικές νομικές πράξεις, ιδιαίτερα στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την έγκριση και τον περιορισμό των χημικών ουσιών (REACH) και τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού χημικών προϊόντων(6).
(8)Η οδηγία 2000/60/ΕΚ περιλαμβάνει στο άρθρο 11, παράγραφος 4, και στο Μέρος Β του Παραρτήματος VI για το πρόγραμμα μέτρων μη εξαντλητικό κατάλογο συμπληρωματικών μέτρων τα οποία τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να θεσπίσουν ως τμήμα του προγράμματος μέτρων, μεταξύ άλλων νομοθετικά μέσα, διοικητικά μέσα, και συμφωνίες για την προστασία του περιβάλλοντος μετά από διαπραγμάτευση.
(9) Όσον αφορά τους ελέγχους εκπομπών ουσιών προτεραιότητας από σημειακές και διάχυτες πηγές όπως αναφέρεται στο άρθρο 16, παράγραφος 6 και παράγραφος 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, τα κράτη μέλη θα πρέπει να περιλάβουν, στις περιπτώσεις που αυτό είναι αναγκαίο, επιπροσθέτως προς την εφαρμογή της υπόλοιπης υφιστάμενης κοινοτικής νομοθεσίας, τα ενδεδειγμένα μέτρα ελέγχου, σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, στο πρόγραμμα μέτρων που πρόκειται να αναπτυχθούν για κάθε λεκάνη απορροής ποταμού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 της ίδιας οδηγίας, ενδεχομένως με την εφαρμογή του άρθρου 10 της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 1996, σχετικά με ένα ολοκληρωμένο σύστημα πρόληψης και ελέγχου της ρύπανσης(7). Για τη διατήρηση ίσων όρων ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά, όλες οι αποφάσεις για τον καθορισμό μέτρων οριοθέτησης σημειακών πηγών ουσιών προτεραιότητας θα πρέπει να διέπονται από την αρχή των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, που προβλέπεται στο άρθρο 2, σημείο 11 της οδηγίας 96/61/ΕΚ.
(10)Σε περίπτωση που ένα θέμα που έχει επίπτωση στη διαχείριση των υδάτων δεν είναι δυνατόν να επιλυθεί από το ίδιο το κράτος μέλος, αυτό μπορεί να υποβάλει έκθεση στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 12 της οδηγίας 2000/60/EΚ. Ένα κράτος μέλος θα πρέπει επίσης να μπορεί να υποβάλει έκθεση σχετικά με τέτοιο θέμα όταν τα κοινοτικά μέτρα φαίνεται να είναι περισσότερο αποτελεσματικά από απόψεως κόστους ή καταλληλότερα. Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει η Επιτροπή να κινήσει διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών με όλα τα κράτη μέλη και, σε περίπτωση που ως καλύτερη λύση κριθεί η ανάληψη κοινοτικής δράσης, η Επιτροπή θα πρέπει να δημοσιεύσει έκθεση και να προτείνει μέτρα.
(11)Επειδή οι περισσότερες από τις υπόλοιπες κοινοτικές πράξεις δεν έχουν ακόμη πλήρως εγκριθεί και εφαρμοστεί, είναι δύσκολο να γνωρίζουμε σήμερα εάν η εφαρμογή των πολιτικών αυτών θα επιτρέψει την επίτευξη των στόχων της οδηγίας 2000/60/ΕΚ ή εάν θα χρειαστεί και περαιτέρω κοινοτική παρέμβαση. Κατά συνέπεια, θα ήταν χρήσιμο να γίνει επίσημη αξιολόγηση της συνοχής και της αποτελεσματικότητας όλων των κοινοτικών νομοθετικών πράξεων που συντελούν άμεσα ή έμμεσα στη διασφάλιση της ποιότητας των υδάτων.
(12) Η απόφαση αριθ. 2455/2001/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20 Νοεμβρίου 2001, για τη θέσπιση του καταλόγου ουσιών προτεραιότητας στον τομέα της πολιτικής των υδάτων και τροποποίησης της οδηγίας 2000/60/ΕΚ(8), ορίζει τον πρώτο κατάλογο 33 ουσιών ή ομάδων ουσιών στις οποίες έχει δοθεί προτεραιότητα για δράση σε κοινοτικό επίπεδο. Μεταξύ αυτών των ουσιών προτεραιότητας ορισμένες έχουν χαρακτηριστεί ως επικίνδυνες ουσίες προτεραιότητας οι οποίες υπόκεινται σε σταδιακή εξάλειψη ή παύση εκπομπών, απορρίψεων και διαρροών. Για ουσίες που απαντώνται στη φύση ή παράγονται από φυσικές διεργασίες, ωστόσο, είναι αδύνατη η ολοκληρωμένη σταδιακή εξάλειψη των εκπομπών, των απορρίψεων και των διαρροών από όλες τις δυνητικές πηγές. Ορισμένες ουσίες επανεξετάζονταν και θα έπρεπε να ταξινομηθούν. Στον κατάλογο ουσιών προτεραιότητας θα πρέπει να προστεθούν περαιτέρω ουσίες, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Ωστόσο, για ουσίες που απαντώνται στη φύση ή παράγονται από φυσικές διεργασίες, όπως το κάδμιο, ο υδράργυρος και οι αρωματικοί πολυκυκλικοί υδρογονάνθρακες, είναι αδύνατη η ολοκληρωμένη σταδιακή εξάλειψη των εκπομπών, των απορρίψεων και των διαρροών από όλες τις δυνητικές πηγές.
(13)Η Επιτροπή θα συνεχίσει να αναθεωρεί τον κατάλογο των ουσιών προτεραιότητας, τουλάχιστον ανά τετραετία, δίνοντας προτεραιότητα για δράση σε ουσίες με βάση τον κίνδυνο ή μέσω του υδάτινου περιβάλλοντος, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που ορίζει το άρθρο 16, παράγραφος 4, της οδηγίας 2000/60/EΚ, και θα υποβάλλει τις δέουσες προτάσεις.
(14) Από την άποψη κοινοτικού ενδιαφέροντος και για αποτελεσματικότερη ρύθμιση της προστασίας επιφανειακών υδάτων, είναι σκόπιμο να καθοριστούν ΠΠΠ για ρύπους που έχουν καταταχθεί στις ουσίες προτεραιότητας σε κοινοτικό επίπεδο και να αφεθεί στα κράτη μέλη ο καθορισμός κανόνων για τους υπόλοιπους ρύπους σε εθνικό επίπεδο, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των σχετικών κοινοτικών κανόνων. Πάντως, οκτώ ρύποι οι οποίοι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 86/280/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1986, σχετικά με τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους για τις απορρίψεις ορισμένων επικίνδυνων ουσιών που υπάγονται στον κατάλογο Ι του παραρτήματος της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ(9), και αποτελούν μέρος της ομάδας ουσιών για τις οποίες θα πρέπει μέχρι το έτος 2015 να διαμορφωθεί καλή χημική κατάσταση δεν περιλαμβάνονταν στον κατάλογο ουσιών προτεραιότητας. Αλλά τα κοινά πρότυπα που έχουν καθοριστεί για τους ρύπους αυτούς αποδείχθηκαν χρήσιμα και είναι σκόπιμη η διατήρηση της ρύθμισής τους σε κοινοτικό επίπεδο.
(15)Ορισμένες ουσίες είναι εξαιρετικά επιβλαβείς για τους ιχθύες όταν βρίσκονται σε επιφανειακά ύδατα, αλλά δεν περιλαμβάνονται στους καταλόγους ΠΠΠ στον τομέα της υδατικής πολιτικής. Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει, εφόσον απαιτείται, προτάσεις για τη θέσπιση ΠΠΠ στον τομέα της υδατικής πολιτικής και για τις εν λόγω ουσίες.
(16) Κατά συνέπεια, οι διατάξεις που αφορούν τους τρέχοντες στόχους ποιότητας περιβάλλοντος, οι οποίοι ορίζονται στην οδηγία 82/176/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1982, περί των οριακών τιμών και των ποιοτικών στόχων για τις απώλειες γύρω από το βιομηχανικό τομέα της ηλεκτρόλυσης των χλωριούχων αλάτων αλκαλίων(10), στην οδηγία 83/513/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 1983, για τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους για τις απώλειες καδμίου(11), στην οδηγία 84/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 8ης Μαρτίου 1984, για τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους όσον αφορά τις απορρίψεις υδραργύρου σε τομείς άλλους εκτός του τομέα της ηλεκτρόλυσης των χλωριούχων αλάτων, των αλκαλίων(12), στην οδηγία 84/491/ΕΟΚ ου Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 1984, σχετικά με τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους για τις απορρίψεις εξαχλωροκυκλοεξανίου(13), και στην οδηγία 86/280/ΕΟΚ, θα καταστούν περιττές και θα πρέπει να καταργηθούν.
(17) Το υδάτινο περιβάλλον είναι δυνατό να επιβαρύνεται από χημική ρύπανση τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, οπότε ως βάση για τον καθορισμό των ΠΠΠ θα πρέπει να χρησιμοποιούνται δεδομένα τόσο για οξείες όσο και για χρόνιες επιπτώσεις. Για να διασφαλιστεί η επαρκής προστασία του υδάτινου περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας, πρέπει να καθοριστούν ετήσια μέσα πρότυπα ποιότητας σε επίπεδο που να παρέχει προστασία κατά της μακροπρόθεσμης έκθεσης καθώς και μέγιστες επιτρεπόμενες συγκεντρώσεις για την προστασία έναντι βραχυπρόθεσμης έκθεσης. Θα πρέπει να υπάρξει εναρμόνιση της εφαρμογής των μέγιστων επιτρεπόμενων συγκεντρώσεων, σύμφωνα με τη συνδυασμένη προσέγγιση του άρθρου 10 της οδηγίας 2000/60/EΚ, και ιδίως όσον αφορά τη μεταχείριση των ακραίων τιμών, καθώς και του καθορισμού των ελέγχων των εκπομπών.
(18) Σε περίπτωση απουσίας εκτεταμένων και αξιόπιστων πληροφοριών σχετικά με συγκεντρώσεις για ουσίες προτεραιότητας σε ζώντες οργανισμούς και ιζήματα σε κοινοτικό επίπεδο και επειδή οι πληροφορίες σχετικά με τα επιφανειακά ύδατα φαίνεται ότι παρέχουν επαρκή βάση για τη διασφάλιση συνολικής προστασίας και αποτελεσματικού ελέγχου της ρύπανσης, ο καθορισμός τιμών για τα ΠΠΠ θα πρέπει, κατά την παρούσα φάση, να περιορίζεται μόνο στα επιφανειακά ύδατα. Όσον αφορά όμως το εξαχλωλοβενζόλιο, το εξαχλωροβουταδιένιο και τον υδράργυρο, δεν είναι δυνατή η εξασφάλιση της προστασίας έναντι έμμεσων επιδράσεων και δευτερογενούς δηλητηρίασης απλώς με ΠΠΠ για τα επιφανειακά ύδατα σε κοινοτικό επίπεδο. Έτσι, στις εν λόγω περιπτώσεις επιβάλλεται να καθοριστούν ΠΠΠ για ζώντες οργανισμούς. Για να παρέχεται στα κράτη μέλη κάποια ευελιξία ανάλογα με τη στρατηγική τους για την παρακολούθηση, θα πρέπει να τους δοθεί η δυνατότητα είτε να παρακολουθούν τα ΠΠΠ αυτά και να ελέγχουν τη συμμόρφωση προς αυτά όσον αφορά τους ζώντες οργανισμούς ή να τα μετατρέπουν προς ΠΠΠ για τα επιφανειακά ύδατα. Επιπλέον, εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίζουν ΠΠΠ για ιζήματα ή για ζώντες οργανισμούς στις περιπτώσεις που αυτό είναι αναγκαίο και ενδεδειγμένο προς συμπλήρωση των ΠΠΠ που έχουν καθοριστεί σε κοινοτικό επίπεδο. Ακόμη, τα ιζήματα και οι ζώντες οργανισμοί παραμένουν σημαντικά υποστρώματα για την παρακολούθηση ορισμένων ουσιών με σημαντική εν δυνάμει συσσώρευση και έναντι της έμμεσης επίπτωσης των οποίων τα ΠΠΠ για τα επιφανειακά ύδατα δεν παρέχουν επί του παρόντος προστασία. Η παρακολούθηση αυτή πρέπει να διενεργείται προκειμένου να προωθηθεί το μελλοντικό τεχνικό και επιστημονικό έργο για τα ΠΠΠ στα ιζήματα και τους ζώντες οργανισμούς όσον αφορά τις παρακολουθούμενες ουσίες, όπου αυτό κριθεί αναγκαίο.
(19) Στην περίπτωση του μολύβδου, του νικελίου και των ενώσεών τους δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί οι συζητήσεις σχετικά με τις εκτιμήσεις επικινδυνότητας στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γραφείου Χημικών Ουσιών/Κοινό Κέντρο Ερευνών, οπότε δεν είναι δυνατός ο καθορισμός οριστικών προτύπων ποιότητας για τα στοιχεία αυτά. Κατόπιν τούτου είναι ενδεδειγμένο να αναφέρεται σαφώς ο προσωρινός χαρακτήρας των προτύπων.
(20)Ο μόλυβδος που χρησιμοποιείται στον αλιευτικό εξοπλισμό τόσο για ερασιτεχνικούς όσο και για επαγγελματικούς σκοπούς, αποτελεί πηγή μόλυνσης των υδάτων. Για να ελαττωθούν τα επίπεδα του μολύβδου στα αλιευτικά ύδατα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν τον αλιευτικό κλάδο να χρησιμοποιεί λιγότερο επιβλαβείς εναλλακτικές ουσίες αντί του μολύβδου.
(21)Τα πολυχλωροδιφαινύλια (PCBs) και οι διοξίνες είναι δύο ομάδες τοξικών, ανθεκτικών και βιοσυσσωρεύσιμων ουσιών. Αμφότερες αντιπροσωπεύουν σημαντικό κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου και το περιβάλλον, έχουν σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στα υδρόβια είδη και, ως εκ τούτου, απειλούν τη βιωσιμότητα του τομέα της αλιείας. Επιπλέον, η Επιτροπή έχει τονίσει επανειλημμένως ότι είναι ανάγκη να περιληφθούν οι εν λόγω ουσίες στον κατάλογο των ουσιών προτεραιότητας. Επομένως, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να διασφαλίσει την μελλοντική ενσωμάτωσή τους στον κατάλογο αυτό.
(22) Τα κράτη μέλη πρέπει να τηρούν την οδηγία 98/83/ΕΚ του Συμβουλίου της 3ης Νοεμβρίου 1998 σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης(14) και να διαχειρίζονται τις επιφανειακές υδάτινες μάζες που χρησιμοποιούνται για την απόληψη πόσιμου ύδατος σύμφωνα με της διατάξεις του άρθρου 7 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Κατόπιν τούτου η παρούσα οδηγία πρέπει να εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των εν λόγω απαιτήσεων, λόγω των οποίων ενδέχεται να απαιτούνται αυστηρότερα πρότυπα.
(23) Ενδέχεται να μην είναι δυνατή η τήρηση των ΠΠΠ στην περικείμενη περιοχή απορρίψεων από σημειακές πηγές, διότι οι συγκεντρώσεις ρύπων σε απορρίψεις είναι γενικώς υψηλότερες σε σχέση με τις συγκεντρώσεις περιβάλλοντος σε ύδατα. Συνεπώς τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν υπόψη τους το γεγονός αυτό κατά τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τα ΠΠΠ, με τον προσδιορισμό μεταβατικού χώρου υπέρβασης για κάθε σχετική απόρριψη. Για να διασφαλίζεται ότι οι περιοχές αυτές είναι οροθετημένες, κατά τον προσδιορισμό τους επιβάλλεται να εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 10 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και άλλες σχετικές διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας. Επειδή οι εξελίξεις στις τεχνικές επεξεργασίας και στις τεχνολογικές καινοτομίες, όπως οι βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, μπορεί να καταστήσουν δυνατή τη μείωση της συγκέντρωσης ρύπων στην περικείμενη περιοχή σημείων απόρριψης μελλοντικώς, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν αντιστοίχως τη μείωση της υπέρβασης στους μεταβατικούς χώρους.
(24)Η παρούσα οδηγία παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν μικτές ζώνες ("μεταβατικοί χώροι υπέρβασης" κατά το άρθρο 4 της παρούσας οδηγίας) εφόσον δεν επηρεάζουν τη συμμόρφωση του υπόλοιπου μέρους των επιφανειακών υδάτων με τα σχετικά ΠΠΠ. Στον σχεδιασμό των μικτών ζωνών, τα κράτη μέλη πρέπει να υιοθετούν αναλογική προσέγγιση λαμβάνοντας υπόψη τη ροή, τη συγκέντρωση και τον όγκο των απορρίψεων, καθώς και την ικανότητα των υδάτων να απορροφήσουν τις απορρίψεις αυτές. Τα κράτη μέλη θα περιορίσουν το εύρος των μικτών ζωνών εκπληρώνοντας την υποχρέωσή τους για σταδιακή μείωση της ρύπανσης από ουσίες προτεραιότητας.
(25) Είναι αναγκαίος ο έλεγχος της συμμόρφωσης προς τους στόχους για την παύση ή τη σταδιακή εξάλειψη και τη μείωση, όπως ορίζεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α), σημείο iv) της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και να πραγματοποιείται η εκτίμηση συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις αυτές κατά τρόπο διαφανή, ιδίως όσον αφορά την εξέταση σημαντικών και μη εκπομπών, απορρίψεων και διαρροών λόγω ανθρωπίνων δραστηριοτήτων. Επιπλέον, το χρονοδιάγραμμα για την παύση ή τη σταδιακή εξάλειψη και τη μείωση επιβάλλεται να συναρτάται προς συγκεκριμένα απογραφικά δεδομένα. Ακόμη, θα πρέπει να είναι δυνατή η εκτίμηση της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 4, παράγραφοι 4 έως 7 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Κατάλληλο εργαλείο απαιτείται επίσης για την ποσοτικοποίηση διαρροών ουσιών οι οποίες συμβαίνουν κατά τρόπο φυσικό, ή προκύπτουν μέσω φυσικών διεργασιών, περίπτωση κατά την οποία είναι αδύνατη η πλήρης παύση ή σταδιακή εξάλειψη απ" όλες τις δυνητικές πηγές. Για την αντιμετώπιση των ως άνω αναγκών, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να καθιερώσει κατάλογο απογραφής των εκπομπών, των απορρίψεων και των διαρροών για κάθε λεκάνη απορροής ποταμού στο έδαφός του.
(26) Για την αποφυγή της άσκοπης επανάληψης εργασιών κατά την κατάρτιση αυτών των καταλόγων και τη διασφάλιση της συνέπειάς τους προς άλλα υφιστάμενα εργαλεία στον τομέα της προστασίας των επιφανειακών υδάτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που συλλέγονται με βάση την οδηγία 2000/60/ΕΚ και με βάση τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 166/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2006, για τη σύσταση ευρωπαϊκού μητρώου έκλυσης και μεταφοράς ρύπων και για την τροποποίηση των οδηγιών 91/689/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου(15).
(27) Για να αντικατοπτρίζονται καλύτερα οι ανάγκες τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να επιλέγουν κατάλληλη περίοδο αναφοράς ενός έτους για τη μέτρηση των βασικών καταχωρίσεων στον κατάλογο. Πάντως, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι οι διαρροές λόγω της χρησιμοποίησης φυτοφαρμάκων είναι δυνατό να διαφέρουν σημαντικά από έτος σε έτος λόγω των διαφορετικών ρυθμών χρησιμοποίησης, π.χ. εξ αιτίας διαφορετικών κλιματικών συνθηκών. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση ορισμένων ουσιών καλυπτόμενων από την οδηγία 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων(16), τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν τριετή περίοδο αναφοράς σχετικά με τις ουσίες αυτές.
(28) Για τη βελτιστοποίηση της χρήσης του καταλόγου, είναι ενδεδειγμένο να ορίζεται προθεσμία ώστε να ελέγχει η Επιτροπή κατά πόσο τα κράτη μέλη έλαβαν όλα τα απαραίτητα μέτρα για την επίτευξη των στόχων που εκτίθενται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α), σημείο iv) της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.
(29) Τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των ουσιών που είναι έμμονες, βιοσυσσωρεύσιμες και τοξικές, καθώς και ουσιών ισοδυνάμως προβληματικών, ιδίως πολύ έμμονων και πολύ βιοσυσωρεύσιμων, όπως αναφέρεται στην οδηγία 2000/60/ΕΚ, καθορίζονται στο Έγγραφο Τεχνικών Οδηγιών για την Εκτίμηση Επικινδυνότητας με σκοπό τη στήριξη της οδηγίας 93/67/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 20ης Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό των αρχών εκτίμησης των κινδύνων που διατρέχει ο άνθρωπος και το περιβάλλον από τις ουσίες που γνωστοποιούνται σύμφωνα με την οδηγία 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου(17), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 1994, για τον καθορισμό των αρχών αξιολόγησης των κινδύνων για τον άνθρωπο και το περιβάλλον από τις υπάρχουσες ουσίες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου(18), και της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά(19). Για να εξασφαλιστεί η συνέπεια μεταξύ των διάφορων κοινοτικών νομοθετημάτων, τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο για τις υπό επανεξέταση ουσίες σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 2455/2001/ΕΚ, ενώ το Παράρτημα X της οδηγίας 2000/60/ΕΚ επιβάλλεται να τροποποιηθεί και να αντικατασταθεί δεόντως.
(30)Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 προβλέπει την πραγματοποίηση αναθεώρησης για την αξιολόγηση της καταλληλότητας των κριτηρίων προσδιορισμού των ανθεκτικών, βιοσυσσωρεύσιμων και τοξικών ουσιών. Η Επιτροπή θα πρέπει να τροποποιήσει κατάλληλα το Παράρτημα Χ της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, μόλις τροποποιηθούν τα κριτήρια που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1907/2006.
(31) Οι υποχρεώσεις που ορίζονται στις οδηγίες που αναφέρονται στο Παράρτημα IX της οδηγίας 2000/60/ΕΚ έχουν ήδη ενσωματωθεί στην οδηγία 96/61/ΕΚ και στα άρθρα 8, 10, στο άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχεία ζ) και η) και σε άλλες διατάξεις της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και, τουλάχιστον, το αυτό επίπεδο προστασίας εξασφαλίζεται εφόσον τα ΠΠΠ διατηρούνται ή αναθεωρούνται. Για να εξασφαλιστεί συνεκτική προσέγγιση όσον αφορά τη χημική ρύπανση των επιφανειακών υδάτων καθώς και την απλούστευση και τη διευκρίνιση της υφιστάμενης κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα αυτό, είναι σκόπιμη η κατάργηση, κατά τις διατάξεις του άρθρου 16 παράγραφος 10 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, με ισχύ από το έτος 2012, της οδηγίας 82/176/ΕΟΚ, της οδηγίας 83/513/ΕΟΚ, της οδηγίας 84/156/ΕΟΚ, της οδηγίας 84/491/ΕΟΚ και της οδηγίας 86/280/ΕΟΚ.
(32) Λήφθηκαν υπόψη οι συστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 16, παράγραφος 5 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και ειδικότερα οι συστάσεις της Επιστημονικής Επιτροπής για την Τοξικότητα, την Οικοτοξικότητα και το Περιβάλλον.
(33)Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η έκδοση ΠΠΠ για τα ύδατα, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί συνεπώς να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο ώστε να διατηρηθεί ενιαίο επίπεδο προστασίας των επιφανειακών υδάτων σε όλη την Κοινότητα, η Κοινότητα δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, που αναφέρει το άρθρο 5 της Συνθήκης, Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως εκτίθεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος αυτός.
(34) Τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28 Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(20).
(35)Σύμφωνα με το άρθρο 174 της Συνθήκης αλλά και όπως επαναλαμβάνεται στην οδηγία 2000/60/ΕΚ, κατά την εκπόνηση της περιβαλλοντικής της πολιτικής, η Κοινότητα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα διαθέσιμα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα, τις συνθήκες του περιβάλλοντος στις διάφορες περιοχές της Κοινότητας, την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της Κοινότητας στο σύνολό της και την ισόρροπη ανάπτυξη των περιοχών της, καθώς και τα πλεονεκτήματα και τις επιβαρύνσεις που μπορούν να προκύψουν από τη δράση και την απουσία δράσης,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Αντικείμενο
Η παρούσα οδηγία καθορίζει μέτρα για τον περιορισμό της ρύπανσης των υδάτων, καθώς και πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος για ουσίες προτεραιότητας και ορισμένους άλλους ρύπους, με στόχο:
α)
τη μείωση των απορρίψεων, των εκπομπών και των διαρροών ουσιών προτεραιότητας έως το 2015, και
β)
τον τερματισμό των απορρίψεων, εκπομπών και διαρροών επικίνδυνων ουσιών προτεραιότητας, σύμφωνα με τα άρθρα 1, 4 και 16 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, για την επίτευξη καλής χημικής κατάστασης για όλα τα επιφανειακά ύδατα. Στόχος είναι επίσης η πρόληψη της περαιτέρω υποβάθμισης της ποιότητας των υδάτων, η επίτευξη, έως το 2020, συγκεντρώσεων που να πλησιάζουν τα φυσικά επίπεδα συγκεντρώσεων για όλες τις ουσίες που απαντώνται στη φύση, και πρακτικά μηδενικών συγκεντρώσεων για όλες τις ανθρωπογενείς συνθετικές ουσίες, σύμφωνα με τις διεθνείς συμφωνίες για την προστασία της θάλασσας.
Οι στόχοι που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία πρέπει να θεωρούνται στόχοι κατά την έννοια του άρθρου 4 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.
Έως το 2020 η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 21, παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, έκθεση σχετικά με την επιτυχία στην εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.
Άρθρο 2
Πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος
1. Για να επιτυγχάνεται καλή χημική κατάσταση των συστημάτων επιφανειακών υδάτων, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α) της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η σύνθεση αυτών των συστημάτων επιφανειακών υδάτων, των ιζημάτων και των ζώντων οργανισμών ανταποκρίνεται στα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος για τις ουσίες προτεραιότητας, όπως ορίζεται στο Μέρος Α του Παραρτήματος Ι.
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν πάντα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου οι επιχειρήσεις που διοχετεύουν σε υδάτινα σώματα λύματα τα οποία περιέχουν ουσίες προτεραιότητας, να χρησιμοποιούν τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές στην παραγωγή και στην επεξεργασία των λυμάτων. Τα εν λόγω μέτρα βασίζονται στα αποτελέσματα της ανταλλαγής πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφος 2, της οδηγίας 96/61/ΕΚ.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη συμμόρφωση προς τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο Μέρος Β του Παραρτήματος I.
Τα κράτη μέλη οφείλουν να βελτιώσουν τις διαθέσιμες γνώσεις και στοιχεία για τις πηγές των ουσιών προτεραιότητας και τα μέσα ρύπανσης για να μπορούν να προκρίνονται αποτελεσματικές και εύστοχες επιλογές ελέγχου.
2.Όταν ένα ρεύμα υδάτων διασχίζει περισσότερα από ένα κράτος μέλος, οργανώνεται συντονισμός των προγραμμάτων παρακολούθησης και των εθνικών απογραφών για να αποφεύγεται να έρχονται σε μειονεκτική θέση τα κράτη μέλη που βρίσκονται προς τις εκβολές των ρευμάτων ύδατος.
3.Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, τα κράτη μέλη παρακολουθούν τις συγκεντρώσεις ουσιών που αναφέρονται στο Μέρος Α του ΠαραρτήματοςΙ σε ύδατα, ιζήματα και σε ζώντες οργανισμούς.
4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι δεν σημειώνεται υπέρβαση των ακόλουθων συγκεντρώσεων εξαχλωλοβενζολίου, εξαχλωροβουταδιενίου και υδραργύρου στους ιστούς (υγρό βάρος) θηρευόμενων ιχθύων, μαλακίων, οστρακόδερμων και άλλων ζώντων οργανισμών:
α)
10 µg/kg για το εξαχλωλοβενζόλιο,
β)
55 µg/kg για το εξαχλωροβουταδιένιο,
β)
20 µg/kg για το μεθυλικό υδράργυρο.
Για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης προς τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος όσον αφορά τις ουσίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη είτε καθορίζουν για τα ύδατα αυστηρότερο πρότυπο με το οποίο αντικαθίσταται το αναφερόμενο στο Μέρος Α του Παραρτήματος Ι είτε ορίζουν συμπληρωματικά πρότυπα για τους ζώντες οργανισμούς.
Η παρακολούθηση άλλων ουσιών του Παραρτήματος Ι μπορεί να γίνει επίσης σε ιζήματα ή σε ζώντες οργανισμούς αντί σε ύδατα, αν τα κράτη μέλη το κρίνουν περισσότερο ενδεδειγμένο και οικονομικά αποδοτικότερο. Αν εντοπιστούν σημαντικές συγκεντρώσεις ουσιών και τα κράτη μέλη θεωρήσουν ότι υπάρχει κίνδυνος να μην τηρούνται τα περιβαλλοντικά πρότυπα ποιότητας για τα ύδατα, απαιτείται παρακολούθηση στα ύδατα προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τα περιβαλλοντικά πρότυπα ποιότητας για τα ύδατα.
5.Το αργότερο 12 μήνες μετά την υποβολή των καταλόγων από τα κράτη μέλη, η Επιτροπή υποβάλλει πρόταση για πρότυπα ποιότητας που αφορούν τις συγκεντρώσεις των ουσιών προτεραιότητας στα ιζήματα και τους ζώντες οργανισμούς.
6.Τα κράτη μέλη τηρούν την οδηγία 98/83/ΕΚ και διαχειρίζονται τις επιφανειακές υδάτινες μάζες που χρησιμοποιούνται για την άντληση πόσιμου ύδατος σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Κατά συνέπεια, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων, που ενδέχεται να απαιτούν αυστηρότερα πρότυπα.
7.Οι περιπτώσεις κατά τις οποίες η τήρηση των προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος δεν είναι τεχνικώς εφικτή ή οδηγεί σε δυσανάλογο κοινωνικό ή οικονομικό κόστος εξετάζονται δυνάμει των άρθρων 4, παράγραφοι 4, 5 και 6, της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, με σκοπό να καθορισθεί η πλέον αποδοτική ως προς το κόστος και αποδεκτή από περιβαλλοντική άποψη προσέγγιση για την υλοποίηση του στόχου του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο α) της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.
8. Η Επιτροπή, χρησιμοποιώντας συστηματικά τη βάση δεδομένων που έχει δημιουργηθεί βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 για τον εντοπισμό ουσιών επιβλαβών για τους υδρόβιους οργανισμούς, καθώς και ουσιών συσσωρεύσιμων ή ανθεκτικών, εξετάζει την τεχνική και επιστημονική πρόοδο, καθώς και τα συμπεράσματα εκτιμήσεων επικινδυνότητας όπως αναφέρεται στα στοιχεία α) και β) του άρθρου 16, παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και προτείνει, τουλάχιστον ανά τετραετία, την αναθεώρηση των προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος που περιέχονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος Ι της παρούσας οδηγίας.
Η Επιτροπή εξετάζει τις πλέον πρόσφατες επιστημονικές πληροφορίες και την τεχνική πρόοδο όσον αφορά τις ουσίες που συσσωρεύονται σε ιζήματα και ζώντες οργανισμούς και καταρτίζει πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος σε σχέση με αυτές.
9. Η Επιτροπή, για να επιτύχει μια συνεπή και εναρμονισμένη μέθοδο υπολογισμού, ορίζει, με βάση την κανονιστική διαδικασία του άρθρου 21, παράγραφος 2, της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και έως τις ...(21), τις υποχρεωτικές μεθοδολογίες τουλάχιστον για τα θέματα που αναφέρονται στο 2ο εδάφιο του σημείου 3 του Μέρους Β του Παραρτήματος Ι της παρούσας οδηγίας.
10.Αν για την επίτευξη των περιβαλλοντικών προτύπων ποιότητας απαιτείται η απαγόρευση ουσιών, η Επιτροπή υποβάλλει κατάλληλες προτάσεις για την τροποποίηση των ισχυουσών νομικών πράξεων ή τη θέσπιση νέων νομικών πράξεων σε κοινοτικό επίπεδο.
11.Αν για ορισμένες εγκαταστάσεις, ουσίες ή σημειακές πηγές απαιτούνται οριακές τιμές εκπομπών σε κοινοτικό επίπεδο, στο πλαίσιο της ενίσχυσης της αρχής "ο ρυπαίνων πληρώνει" καθώς και της αρχής της πρόληψης και για λόγους ενιαίας εφαρμογής από τα κράτη μέλη, ή εάν οι εν λόγω οριακές τιμές εκπομπών μπορούν αν είναι αποτελεσματικές ως προς την εξασφάλιση της συμμόρφωσης με τα περιβαλλοντικά πρότυπα ποιότητας, η Επιτροπή υποβάλλει προτάσεις σύμφωνα με το άρθρο 18 της οδηγίας 96/61/ΕΚ.
Άρθρο 3
Προς επίτευξη του στόχου που τίθεται στο άρθρο 2, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλουν αυστηρότερους περιορισμούς για τη χρήση ή την απόρριψη ουσιών σε σχέση με εκείνους που ορίζονται στην οδηγία 91/414/ΕΟΚ και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. .../... του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων(22) που την αντικαθιστά, ή σε άλλες πράξεις της κοινοτικής νομοθεσίας.
Άρθρο 4
Μεταβατικός χώρος υπέρβασης
1. Εάν δεν υπάρχουν τεχνικώς εφικτά μέσα για τον επαρκή καθαρισμό λυμάτων από μία ή περισσότερες σημειακές πηγές, τα κράτη μέλη καθορίζουν μεταβατικούς χώρους υπέρβασης, όπου οι συγκεντρώσεις ενός ή περισσότερων ρύπων υπό συνθήκες χαμηλής ροής υπερβαίνουν τα σχετικά πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος, στο βαθμό που δεν επηρεάζεται η συμμόρφωση της υπόλοιπης επιφάνειας της υδάτινης μάζας προς τα υπόψη πρότυπα.
Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν σχέδιο δράσης για τη μείωση της έκτασης και της διάρκειας κάθε μεταβατικού χώρου υπέρβασης στα σχέδια διαχείρισης της ποτάμιας λεκάνης, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 13 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, προκειμένου να επιτευχθούν τα σχετικά περιβαλλοντικά πρότυπα ποιότητας έως το 2018 το αργότερο.
2. Σε καθεμία περίπτωση τα κράτη μέλη οριοθετούν την έκταση των μερών των επιφανειακών υδάτινων μαζών των περικείμενων σε σημεία απόρριψης, τα οποία πρόκειται να καταταχθούν στους μεταβατικούς χώρους υπέρβασης, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας.
Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν περιγραφή κάθε οριοθέτησης στα σχέδιά τους για τη διαχείριση λεκάνης απορροής ποταμού τα αναφερόμενα στο άρθρο 13 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.
3.Στην περίπτωση διασυνοριακών πηγών ύδατος χρειάζεται η συναίνεση και των άλλων θιγομένων κρατών μελών για τον καθορισμό του μεταβατικού χώρου υπέρβασης.
4. Τα κράτη μέλη εκτελούν την επανεξέταση των αδειών που αναφέρονται στην οδηγία 96/61/ΕΚ ή στις προγενέστερες ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο ζ) της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, με σκοπό τη σταδιακή μείωση της έκτασης κάθε μεταβατικού χώρου υπέρβασης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο οποίος προσδιορίζεται σε ύδατα όπου απορρίπτονται ουσίες προτεραιότητας.
5. Η Επιτροπή, σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία του άρθρου 21, παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, καθορίζει τη μέθοδο που πρέπει να χρησιμοποιείται από τα κράτη μέλη για τον προσδιορισμό του μεταβατικού χώρου υπέρβασης.
Άρθρο 5
Μέθοδοι ελέγχου των εκπομπών από τα κράτη μέλη
1.Για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 1, τα κράτη μέλη καταρτίζουν ολοκληρωμένα σχέδια ελέγχου των εκπομπών και θεσπίζουν μέτρα σταδιακής εξάλειψης των ουσιών προτεραιότητας και των επικίνδυνων ουσιών προτεραιότητας στο πλαίσιο του προγράμματος μέτρων που προβλέπεται από το άρθρο 11 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Τα σχέδια περιλαμβάνουν κατ' ελάχιστο:
α)
τα αποτελέσματα των ερευνών σύμφωνα με το άρθρο 6 της παρούσας οδηγίας·
β)
στόχους για τις ουσίες, συμπεριλαμβανομένων των ισοζυγίων όγκου και μάζας·
γ)
τομεακές στρατηγικές για τις κύριες πηγές ρύπανσης (ιδιαίτερα για τη βιομηχανία, τη γεωργία, τη δασοκομία, τα νοικοκυριά, το σύστημα υγείας, τις μεταφορές)·
δ)
μέτρα για τη μείωση της διάχυτης ρύπανσης λόγω διαρροής ουσιών από προϊόντα·
ε)
μέτρα για την υποκατάσταση των επικίνδυνων ουσιών προτεραιότητας·
στ)
μέσα, συμπεριλαμβανομένων οικονομικών μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 9 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ·
ζ)
πρότυπα εκπομπών επιπλέον των υφισταμένων κοινοτικών ρυθμίσεων·
η)
μέτρα πληροφόρησης, παροχής συμβουλών και εκπαίδευσης·
2.Τα σχέδια θα πρέπει να εκπονηθούν με διαφανή κριτήρια και να αναθεωρούνται στο πλαίσιο της αναθεώρησης προγραμμάτων ή μέτρων. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ανά τριετία έκθεση στην Επιτροπή και την κοινή γνώμη, σχετικά με την πρόοδο στην εφαρμογή των σχεδίων και τον τρόπο με τον οποίο τα μέτρα έχουν συμβάλει στην επίτευξη των στόχων της παρούσας οδηγίας.
Άρθρο 6
Κατάλογος εκπομπών, απορρίψεων και διαρροών
1. Με βάση τις πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ ή άλλα διαθέσιμα δεδομένα, και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 166/2006, τα κράτη μέλη καταρτίζουν κατάλογο εκπομπών, συμπεριλαμβανομένων ενδεχομένως χαρτών εκπομπών, απορρίψεων και διαρροών και των πηγών τους για όλες τις αρχικές πηγές ουσιών προτεραιότητας (τόσο τις σημειακές όσο και τις διάχυτες πηγές) και όλους τους ρύπους που σημειώνονταιστο Παράρτημα ΙΙ ή στο μέρος Α του Παραρτήματος Ι όσον αφορά κάθε λεκάνη απορροής ποταμού ή μέρος της εντός του εδάφους τους, συμπεριλαμβανομένων των συγκεντρώσεών τους στα ιζήματα και τους ζώντες οργανισμούς. Οι ουσίες προτεραιότητας και οι ρύποι που ελευθερώνονται από ιζήματα ως αποτέλεσμα ναυτιλίας, βυθοκόρησης ή φυσικών φαινομένων δεν θεωρούνται διαρροές.
Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν στον κατάλογο όλα τα μέτρα ελέγχου εκπομπών που λαμβάνουν για ουσίες προτεραιότητας και ρύπους που παρατίθενται στο Μέρος Α του Παραρτήματος Ι.
2.Τα κράτη μέλη καταρτίζουν ειδικά προγράμματα παρακολούθησης για ιζήματα και ζώντες οργανισμούς, εντοπίζοντας τα προς ανάλυση είδη και ιστούς και τη μορφή με την οποία πρέπει να εκφρασθούν τα αποτελέσματα, σύμφωνα με τις εποχιακές διακυμάνσεις των οργανισμών.
3. Η περίοδος αναφοράς για τη μέτρηση τιμών ρύπων προς καταχώριση στους καταλόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι ένα έτος μεταξύ των ετών 2007 και 2009.
Όμως, για ουσίες προτεραιότητας ή ρύπους που καλύπτονται από την οδηγία 91/414/ΕΟΚ, οι καταχωρήσεις είναι δυνατό να υπολογίζονται ως η μέση τιμή των ετών 2007, 2008 και 2009.
Κατά την εκπόνηση των καταλόγων τους, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν πληροφορίες σχετικά με εκπομπές, απορρίψεις και απώλειες που συνελέγησαν από την έναρξη ισχύος της οδηγίας 2000/60/EΚ, υπό την προϋπόθεση ότι οι πληροφορίες αυτές καλύπτουν τις ίδιες απαιτήσεις ποιότητας με αυτές που εφαρμόζονται στις πληροφορίες που μνημονεύονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
4. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους καταλόγους που έχουν εκπονηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, τις αντίστοιχες περιόδους αναφοράς, και τα σχέδια διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμού μαζί με έκθεση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15, παράγραφος 1 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.
5. Τα κράτη μέλη επικαιροποιούν τους καταλόγους τους κατά την επανεξέταση των αναλύσεων σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.
Η περίοδος αναφοράς για τον καθορισμό τιμών στους επικαιροποιημένους καταλόγους είναι το έτος που προηγείται εκείνου κατά το οποίο πρέπει να ολοκληρωθεί η εν λόγω ανάλυση. Για ουσίες προτεραιότητας ή ρύπους καλυπτόμενους από την οδηγία 91/414/ΕΟΚ, οι καταχωρίσεις είναι δυνατό να υπολογίζονται ως η μέση τιμή των τριών ετών που προηγούνται της ολοκλήρωσης της εν λόγω ανάλυσης.
Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν τους επικαιροποιημένους καταλόγους στα επικαιροποιημένα σχέδια διαχείρισής τους για κάθε λεκάνη απορροής ποταμού όπως ορίζεται στο άρθρο 13 παράγραφος 7 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.
6.Για να διακοπούν ή να μειωθούν βαθμιαία οι εκπομπές, απορρίψεις και απώλειες των ουσιών προτεραιότητας, τα κράτη μέλη πρέπει να συνοδεύουν τον κατάλογό τους με το ενδεδειγμένο χρονοδιάγραμμα επιδίωξης αυτών των στόχων.
7. Η Επιτροπή επαληθεύει ότι, με ορίζοντα το έτος 2015, οι εν λόγω εκπομπές, απορρίψεις και διαρροές, όπως αντικατοπτρίζονται στον κατάλογο, μπορεί να αναμένεται ότι θα ανταποκρίνονται έως το 2025 στις απαιτήσεις σχετικά με τη μείωση και την παύση που ορίζονται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α), σημείο iv), της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εν λόγω επαλήθευση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Αν από την έκθεση προκύπτει ότι δεν αναμένεται συμμόρφωση, η Επιτροπή προτείνει τα αναγκαία κοινοτικά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 251 της Συνθήκης έως το 2016.
Κατά τη διενέργεια της επαλήθευσης αυτής, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη:
-
την τεχνική εφικτότητα και την αναλογικότητα·
-
την εφαρμογή των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών·
-
την ύπαρξη συγκεντρώσεων στο φυσικό υπόβαθρο.
8. Η Επιτροπή καθορίζει, σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 21, παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, τις τεχνικές προδιαγραφές για τις αναλύσεις καθώς και τη μέθοδο που πρέπει να χρησιμοποιείται από τα κράτη μέλη για την εκπόνηση των καταλόγων.
Άρθρο 7
Μέτρα για τη μείωση της ρύπανσης από ουσίες προτεραιότητας
1.Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι για μείωση της ρύπανσης από ουσίες προτεραιότητας και επικίνδυνες ουσίες προτεραιότητας που θεσπίζονται με το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α), σημείο iν), της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το πρόγραμμα μέτρων που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 11 της ανωτέρω οδηγίας περιλαμβάνει μέτρα πρόληψης ή ελέγχου για σημειακές και διάχυτες πηγές ρύπανσης, καθώς και τα πρότυπα ποιότητας του περιβάλλοντος που καθορίζονται στην ανωτέρω οδηγία.
2.Με βάση τα άρθρα 4 και 12 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και γνώμονα την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται σε αυτά, τα κράτη μέλη αποφασίζουν σχετικά με την ανάγκη για αναθεώρηση της εφαρμογής των υφισταμένων μέτρων ή θέσπιση νέων μέτρων για τη μείωση και τον έλεγχο της ρύπανσης από ουσίες προτεραιότητας και επικίνδυνες ουσίες προτεραιότητας. Η Επιτροπή προτείνει ενδεχομένως τα κατάλληλα μέτρα σε κοινοτικό επίπεδο.
3.Στην έκθεσή της δυνάμει του άρθρου 18, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, σχετικά με την εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας, η Επιτροπή διενεργεί επίσημη αξιολόγηση της συνοχής και της αποτελεσματικότητας όλων των κοινοτικών νομοθετικών πράξεων με άμεσο και έμμεσο αντίκτυπο στην καλή ποιότητα των υδάτων. Αυτή η αξιολόγηση θα καταστήσει δυνατή την υποβολή, προσαρμογή ή εκτέλεση των κοινοτικών μέτρων όπου χρειάζεται.
4.Η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφος 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, προτείνει τεχνικές ελέγχου των εκπομπών, βάσει των καλύτερων διαθέσιμων τεχνολογιών και των περιβαλλοντικών πρακτικών, προς χρήση από τα κράτη μέλη για όλες τις σημειακές πηγές.
Άρθρο 8
Ενσωμάτωση διοξινών και πολυχλωροδιφαινυλίων (PCBs)
Σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και όχι αργότερα από την 31η Ιανουαρίου 2008, η Επιτροπή υποβάλλει πρόταση αναθεώρησης της παρούσας οδηγίας, με σκοπό την ενσωμάτωση των διοξινών και των πολυχλωροδιφαινυλίων (PCBs) στον κατάλογο ουσιών προτεραιότητας του Παραρτήματος II και την ενσωμάτωση των αντίστοιχων προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος στο Παράρτημα I.
Άρθρο 9
Ρύπανση προερχόμενη από τρίτες χώρες
Η Επιτροπή υποβάλλει, το αργότερο ως τις ...(23), έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τις καταστάσεις ρύπανσης προερχομένης από τρίτες χώρες. Βάσει αυτής της έκθεσης και εάν τούτο κρίνεται απαραίτητο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο καλούν την Επιτροπή να διατυπώσει προτάσεις.
Άρθρο 10
Τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ
Το Παράρτημα X της οδηγίας 2000/60/ΕΚ αντικαθίσταται από το κείμενο του Παραρτήματος II της παρούσας οδηγίας.
Άρθρο 11
Τροποποίηση των οδηγιών 82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ και 84/491/ΕΟΚ
Τα Παραρτήματα II στις οδηγίες 82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ και 84/491/ΕΟΚ διαγράφονται αντιστοίχως.
Άρθρο 12
Τροποποίηση της οδηγίας 86/280/ΕΟΚ
Οι επικεφαλίδες Β στα τμήματα I έως XI του Παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 86/280/ΕΟΚ διαγράφονται.
Άρθρο 13
Καταργήσεις
1. Οι οδηγίες 82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ, 84/491/ΕΟΚ και 86/280/ΕΟΚ καταργούνται από τις 22 Δεκεμβρίου έτους 2012.
2. Πριν από τις 22 Δεκεμβρίου 2012, τα κράτη μέλη μπορούν να ασκούν παρακολούθηση και να συντάσσουν εκθέσεις σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5, 8 και 15 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, αντί να ενεργούν κατά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων αυτών σύμφωνα με τις οδηγίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 14
Μεταφορά
1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις τις αναγκαίες για τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία το αργότερο μέχρι ...(24). Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων και υποβάλλουν πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.
Όταν οι εν λόγω διατάξεις εκδίδονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παραπομπή του είδους αυτού κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η παραπομπή αυτή.
2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των βασικών διατάξεων εθνικής νομοθεσίας που εκδίδουν στον τομέα τον καλυπτόμενο από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 15
Συμπληρωματική κοινοτική δράση
Η Επιτροπή θεσπίζει απλές και διαφανείς διαδικασίες δημιουργώντας ένα ορθολογικό και λυσιτελές πλαίσιο για την κοινοποίηση εκ μέρους των κρατών μελών, πληροφοριών για τις ουσίες προτεραιότητας, οι οποίες στηρίζουν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε κοινοτικό επίπεδο και επιτρέπουν την καθιέρωση εναρμονισμένων προτύπων ποιότητας περιβάλλοντος στο μέλλον για τα ιζήματα ή τους ζώντες οργανισμούς, καθώς και συμπληρωματικούς ελέγχους των εκπομπών.
Άρθρο 16
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 17
Αποδέκτες
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Έγινε στις
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
ΠΡΟΤΥΠΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΓΙΑ ΟΥΣΙΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ
ΜΕΡΟΣ Α: Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος (ΠΠΠ) σε επιφανειακά ύδατα
ΜΕΡΟΣ Β: Συμμόρφωση Προς τα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος (ΠΠΠ)
1. Στήλες 4 και 5: Για κάθε δεδομένη επιφάνεια υδάτινης μάζας, η συμμόρφωση προς το ΠΠΠ-ΕΜΤ απαιτεί ότι, για οποιοδήποτε αντιπροσωπευτικό σημείο παρακολούθησης εντός της υδάτινης μάζας, ο αριθμητικός μέσος των μετρούμενων συγκεντρώσεων σε διάφορους χρόνους κατά τη διάρκεια του έτους είναι μικρότερος απ" ό,τι στο πρότυπο.
2. Στήλες 6 και 7: Για κάθε δεδομένη επιφάνεια υδάτινης μάζας, η συμμόρφωση προς το ΠΠΠ-ΜΕΣ σημαίνει ότι η μετρηθείσα συγκέντρωση σε οποιοδήποτε αντιπροσωπευτικό σημείο παρακολούθησης εντός της υδάτινης μάζας δεν πρέπει να είναι υψηλότερη απ" ό,τι στο πρότυπο.
3. Με εξαίρεση το κάδμιο, το μόλυβδο, τον υδράργυρο και το νικέλιο (αποκαλούμενα εφ" εξής "μέταλλα") τα ΠΠΠ που ορίζονται στο παρόν παράρτημα εκφράζονται ως ολικές συγκεντρώσεις στο συνολικό δείγμα ύδατος. Στην περίπτωση μετάλλων, το ΠΠΠ αναφέρεται στην εν διαλύσει συγκέντρωση, δηλαδή την εν διαλύσει φάση δείγματος ύδατος που λαμβάνεται με διήθηση μέσω ηθμού 0,45μm ή κάθε ισοδύναμη προεπεξεργασία.
Οι φυσικές διαμορφωμένες συνήθεις συγκεντρώσεις για μέταλλα προστίθενται στην τιμή του ΠΠΠ. Επιπροσθέτως εάν η σκληρότητα, το pH ή άλλες παράμετροι ποιότητας ύδατος επηρεάζουν τη βιοδιαθεσιμότητα μετάλλων, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν το γεγονός αυτό υπόψη κατά την εκτίμηση των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης σε σχέση με ΠΠΠ. Οι φυσικές διαμορφωμένες συνήθεις συγκεντρώσεις για μέταλλα στα εσωτερικά επιφανειακά ύδατα ή στα παράκτια ύδατα καθορίζονται λαμβάνοντας υπόψη ιδιαιτέρως το έδαφος και την φυσική απόπλυση στις λεκάνες απορροής ποταμού. Τα κράτη μέλη στα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού υποβάλλουν αναφορά σχετικά με τις φυσικές διαμορφωμένες συνήθεις συγκεντρώσεις για μέταλλα και σχετικά με το πώς αυτές οι συγκεντρώσεις μετάλλων έχουν ληφθεί υπόψη κατά την αποτίμηση των αποτελεσμάτων σε σχέση προς τα ΠΠΠ.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
ΤΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Χ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2000/60/ΕΚ
Το Παράρτημα X της οδηγίας 2000/60/ΕΚ αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:
"
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X
ΠΙΝΑΚΑΣ 1: ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΟΥΣΙΩΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΥΔΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ (*)
Αριθμός
Αριθμός CAS1
Αριθμός ΕΕ2
Ονομασία ουσίας προτεραιότητας
Χαρακτηρισμός ως επικίνδυνης ουσίας προτεραιότητας
(1)
15972-60-8
240-110-8
Alachlor
X
(2)
120-12-7
204-371-1
Ανθρακένιο
X
(3)
1912-24-9
217-617-8
Ατραζίνη
X
(4)
71-43-2
200-753-7
Βενζόλιο
(5)
Δεν εφαρμόζεται
Δεν εφαρμόζεται
Βρωμιούχος διφαινυλαιθέρας(**)
X (***)
(6)
7440-43-9
231-152-8
Κάδμιο και ενώσεις του
X
(7)
85535-84-8
287-476-5
Χλωροαλκάνια, C10-13 (**)
X
(8)
470-90-6
207-432-0
Chlorfenvinphos
(9)
2921-88-2
220-864-4
Chlorpyrifos
(10)
107-06-2
203-458-1
1,2-Διχλωροαιθάνιο
(11)
75-09-2
200-838-9
Διχλωρομεθάνιο
(12)
117-81-7
204-211-0
Φθαλικό δι(2-αιθυλεξυλιο) (ΦΔΑΕ - DEHP)
(13)
330-54-1
206-354-4
Diuron
X
(14)
115-29-7
204-079-4
Ενδοσουλφάνιο
X
959-98-8
Δεν εφαρμόζεται
(Άλφα-ενδοσουλφάνιο)
(15)
206-44-0
205-912-4
Φθορανθένιο (****)
(16)
118-74-1
204-273-9
Εξαχλωροβενζόλιο
X
(17)
87-68-3
201-765-5
Εξαχλωροβουταδιένιο
X
(18)
608-73-1
210-158-9
Εξαχλωροκυκλοεξάνιο
X
58-89-9
200-401-2
(Λινδάνιο, γ-ισομερές)
(19)
34123-59-6
251-835-4
Isoproturon
(20)
7439-92-1
231-100-4
Μόλυβδος και ενώσεις του
X
(21)
7439-97-6
231-106-7
Υδράργυρος και ενώσεις του
X
(22)
91-20-3
202-049-5
Ναφθαλίνιο
X
(23)
7440-02-0
231-111-14
Νικέλιο και ενώσεις του
(24)
25154-52-3
246-672-0
Εννεϋλοφαινόλη
X
104-40-5
203-199-4
(4-(παρα)εννεϋλοφαινόλη
(25)
1806-26-4
217-302-5
Οκτυλοφαινόλη
X
140-66-9
Δεν εφαρμόζεται
(Παρατετραοκτυλοφαινόλη)
X
(26)
608-93-5
210-172-5
Πενταχλωροβενζόλιο
X
(27)
87-86-5
231-152-8
Πενταχλωροφαινόλη (PCP)
X
(28)
Δεν εφαρμόζεται
Δεν εφαρμόζεται
Πολυαρωματικοί υδρογονάνθρακες
X
50-32-8
200-028-5
(Βενζο(α)πυρένιο)
205-99-2
205-911-9
(Βενζο(β)φθορανθένιο)
191-24-2
205-883-8
(Βενζο(ζ,η,θ)περυλένιο
207-08-9
205-916-6
(Βενζο(κ)φθορανθένιο)
193-39-5
205-893-2
(Iνδενο(1,2,3-γδ)πυρένιο
(29)
122-34-9
204-535-2
Σιμαζίνη
X
(30)
688-73-3
211-704-4
Ενώσεις τριβουτυλτίνης
X
36643-28-4
δεν εφαρμόζεται
Κατιόν τριβουτυλτίνης
(31)
12002-48-1
234-413-4
Tριχλωροβενζόλια
X
120-82-1
204-428-0
(1,2,4-τριχλωροβενζόλιο)
X
(32)
67-66-3
200-663-8
Τριχλωρομεθάνιο
(Χλωροφόρμιο)
(33)
1582-09-8
216-428-8
Τριφθοραλίνη
X
(34)
Δεν εφαρμόζεται
xxx-xxx-x
DDT ολικό3
X(*****)
(35)
50-29-3
200-024-3
Παρα-παρα-DDT
X(*****)
(36)
309-00-2
206-215-8
Aldrin
X(*****)
(37)
60-57-1
200-484-5
Dieldrin
X(*****)
(38)
72-20-8
200-775-7
Endrin
X(*****)
(39)
465-73-6
207-366-2
Isodrin
X(*****)
(40)
56-23-5
200-262-8
Ανθρακοτετραχλωρίδιο
X(*****)
(41)
127-18-4
204-825-9
Τετραχλωροαιθυλένιο
X(*****)
(42)
79-01-6
201-167-4
Τριχλωροαιθυλένιο
X(*****)
1 CAS: Παροχή Υπηρεσιών για Χημικές Ουσίες.
2 Αριθμός ΕΕ: Ευρωπαϊκό Ευρετήριο Υφιστάμενων Εμπορικών Χημικών Ουσιών (EINΕCS) ή Ευρωπαϊκός Κατάλογος Γνωστοποιημένων Χημικών Ουσιών (ELNICS).
3 Το ολικό DDT περιλαμβάνει το άθροισμα των ισομερών 1,1,1-τριχλωρο-2,2 δις (p -χλωροφαινυλο) αιθάνιο (αριθμός CAS 50-29-3· αριθμός ΕΕ 200-024-3)· 1,1,1-τριχλωρο-2 (o - χλωροφαινυλο)-2-(p - χλωροφαινυλο) αιθάνιο (αριθμός CAS 789-02-6· αριθμός ΕΕ 212-332-5)· 1,1-διχλωρο-2,2 δις (p - χλωροφαινυλο) αιθυλένιο (αριθμός CAS 72-55-9· αριθμός ΕΕ 200-784-6) και 1,1-διχλωρο-2,2 δις (p - χλωροφαινυλο) αιθάνιο (αριθμός CAS 72-54-8· αριθμός ΕΕ 200-783-0).
(*) Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες έχουν επιλεγεί ομάδες ουσιών, ως ενδεικτικές παράμετροι παρατίθενται τυπικές μεμονωμένες αντιπροσωπευτικές τιμές (σε αγκύλες και χωρίς αριθμό).
(**) Αυτές οι ομάδες ουσιών κανονικά περιλαμβάνουν σημαντικό πλήθος μεμονωμένων ενώσεων. Επί του παρόντος δεν είναι δυνατό να δοθούν οι κατάλληλες ενδεικτικές παράμετροι.
(***) Μόνο ο πενταβρωμοδιφαινυλαιθέρας (αριθμός CAS 32534-81-9).
(****) Το φθορανθένιο αναφέρεται στον κατάλογο ως δείκτης άλλων, περισσότερο επικίνδυνων πολυαρωματικών υδρογονανθράκων.
(*****) Για την ουσία αυτή, που προηγουμένως χαρακτηριζόταν "άλλος ρύπος", η ταξινόμηση της ως επικίνδυνης ουσίας προτεραιότητας δεν τροποποιεί τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις κατά την οδηγία 2000/60/EΚ, και ιδίως το Παράρτημα V, σημείο 1.3. αυτής.
ΠΙΝΑΚΑΣ 2: ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΟΥΣΙΩΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΓΙΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟ ΩΣ ΠΙΘΑΝΩΝ "ΟΥΣΙΩΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ" Η ΩΣ ΠΙΘΑΝΩΝ "ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ ΟΥΣΙΩΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ
Αρ.
Αριθ. CAS
Αριθ. ΕΕ
Όνομα ουσίας
Ουσίες προτεραιότητας/
Επικίνδυνες ουσίες προτεραιότητας
(1)
131-49-7
205-024-7
Amidotrizoate
(*)
(2)
1066-51-9
--
AMPA
X(**)
(3)
25057-89-0
246-585-8
Bentazon
X(**)
(4)
80-05-7
Δισφαινόλη Α
X(**)
(5)
92-88-6
202-200-5
4 4'-διφαινόλη
X(**)
(6)
298-46-4
06-062-7
Carbamazepine
(*)
(7)
23593-75-1
245-764-8
Κλοτριμαζόλη
X(**)
(8)
84-74-2
201-557-4
dibutylphthalat (DBP)
X(**)
(9)
15307-86-5
Diclofenac
(*)
(10)
115-32-2
204-082-0
Dicofol
X(**)
(11)
67-43-6
200-652-8
DTPA
X(**)
(12)
60-00-4
200-449-4
EDTA
X(**)
(13)
637-92-3
211-309-7
Αιθυλο-τριτ-βουτυλαιθέρας (ETBE)
X(**)
(14)
57-12-5
Ελεύθερες κυανιούχες ενώσεις
(*)
(15)
1071-83-6
213-997-4
Glyphosate
X(**)
(16)
1222-05-5
214-946-9
HHCB
X(**)
(17)
60166-93-0
262-093-6
Ιοπαμιδόλη
(*)
(18)
7085-19-0
230-386-8
Mecoprop (MCPP)
X(**)
(19)
36861-47-9
253-242-6
4-Methylbenzylidene camphor
X(**)
(20)
81-14-1
201-328-9
Κετονικός μόσχος
X(**)
(21)
81-15-2
201-329-4
Ξυλολικός μόσχος
X(**)
(22)
1634-04-4
16-653-1
MTBE
X(**)
(23)
81-04-9
201-317-9
Naphthalene-1,5-disulfonate
(24)
5466-77-3
226-775-7
Octyl-Methoxycinnamate
X(**)
(25)
---
1763-23-1
2795-39-3
29081-56-9
29457-72-5
70225-39-5
335-67-1
3825-26-1
---
217-179-8
220-527-1
249-415-0
249-644-6
---
206-397-9
23-320-4
Υπερφθοριωμένες ενώσεις (PFC)
Υπερφθοριωμένο σουλφονικό οξύ (PFOS)
Άλατα καλίου
Άλατα αμμωνίου
Άλατα λιθίου
Διαιθαλοαμινικά άλατα (DEA)
Υπερφθοριωμένο οκτανοϊκό οξύ (PFOS)
Υπερφθοριωμένο οκτανοϊκό αμμώνιο (APFO)
X(**)
(26)
124495-18-7
---
Κινοξυφαιν (5,7-διχλωρο-4-
(p-φθοροφαινοξυ)κινολίνη)
X(**)
(27)
79-94-7
201-236-9
Τετραβρωμοδιφαινόλη A (TBBP-A)
X(**)
(28)
21145-77-7
244-240-6
Tonalid (AHTN)
X(**)
(*) Αυτή η ουσία υπόκειται σε επανεξέταση για χαρακτηρισμό ως πιθανή "ουσία προτεραιότητας". Η Επιτροπή θα υποβάλει πρόταση στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την τελική ταξινόμησή της το αργότερο ...*, με την επιφύλαξη του χρονοδιαγράμματος του άρθρου 16 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ για τις προτάσεις ελέγχου της Επιτροπής.
(**) Αυτή η ουσία προτεραιότητας υπόκειται σε επανεξέταση για χαρακτηρισμό ως πιθανή "επικίνδυνη ουσία προτεραιότητας". Η Επιτροπή θα υποβάλει πρόταση στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την τελική ταξινόμησή της το αργότερο ...(31), με την επιφύλαξη του χρονοδιαγράμματος του άρθρου 16 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ για τις προτάσεις ελέγχου της Επιτροπής.
ΕΕ L 257, 10.10.1996, σ. 26. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 166/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 33, 4.2.2006, σ. 1).
ΕΕ L 330, 5.12.1998, σ. 32. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284, 31.10.2003, σ. 1).
Η παράμετρος αυτή είναι το Πρότυπο Ποιότητας Περιβάλλοντος εκφραζόμενο ως Μέγιστη Επιτρεπόμενη Συγκέντρωση (ΠΠΠ-ΜΕΣ). Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες για το ΠΠΠ-ΜΕΣ σημειώνεται "δεν εφαρμόζεται", οι τιμές ΕΜΤ-ΠΠΠ προστατεύουν και έναντι των βραχυπρόθεσμων αιχμών ρύπανσης εφόσον είναι σημαντικά χαμηλότερες σε σχέση με τις τιμές που προκύπτουν με βάση την οξεία τοξικότητα.
Για την ομάδα ουσιών προτεραιότητας την καλυπόμενη από βρωμιούχοι διφαινυλαιθέρες (αριθ. 5) που αναφέρεται στην απόφαση αριθ. 2455/2001/EΚ καθορίζεται ΠΠΠ μόνο για τον πενταβρωμοδιφαινυλαιθέρα.
Για το κάδμιο και τις ενώσεις του (αριθ. 6) οι τιμές ΠΠΠ κυμαίνονται ανάλογα με τη σκληρότητα του ύδατος όπως ορίζεται στις 5 κατηγορίες κατάταξης (Κατηγορία 1: <40 mg CaCO3/l, Κατηγορία 2: 40 έως <50 mg CaCO3/l, Κατηγορία 3: 50 έως <100 mg CaCO3/l, Κατηγορία 4: 100 έως <200 mg CaCO3/l και Κατηγορία 5: ≥200 mg CaCO3/l).
5 Για την ομάδα ουσιών προτεραιότητας πολυαρωματικών υδρογονανθράκων (ΠΑΥ - PAH) (αριθ. 28), κάθε μεμονωμένο ΠΠΠ συμφωνεί με, π.χ. το ΠΠΠ για το βενζο(α)πυρένιο και το ΠΠΠ για το άθροισμα βενζο(β)φθορανθένιο και βενζο(κ)φθορανθένιο και το ΠΠΠ για το άθροισμα βενζο(ζ,η,θ)περυλένιο και ινδενο(1,2,3-γδ)πυρένιο.
6 Το ολικό DDT περιλαμβάνει το άθροισμα των ισομερών 1,1,1-τριχλωρο-2,2 δις (p-χλωροφαινυλο) αιθάνιο (αριθμός CAS 50-29-3); 1,1,1-τριχλωρο-2 (o- χλωροφαινυλο)-2-(p- χλωροφαινυλο) αιθάνιο (αριθμός CAS 789-02-6); 1,1-διχλωρο-2,2 δις (p- χλωροφαινυλο) αιθυλένιο (αριθμός CAS 72-55-9); και 1,1-διχλωρο-2,2 δις (p- χλωροφαινυλο) αιθάνιο (αριθμός CAS 72-54-8).
* 12 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.
Βιολογική παραγωγή και επισήμανση των βιολογικών προϊόντων *
270k
41k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2007 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων (COM(2005)0671 – C6-0032/2006 – 2005/0278(CNS))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2005)0671)(1),
– έχοντας υπόψη τo άρθρo 37 της Συνθήκης EK σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0032/2006),
‐ έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων σχετικά με την προτεινόμενη νομική βάση,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 51 και 35 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A6-0061/2007),
1. εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε στις 29 Μαρτίου 2007(2)·
2. καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ·
3. καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·
4. ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·
5. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2007 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου όσον αφορά τη σύναψη συμφωνίας αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, αφενός, και της Κυβέρνησης της Δανίας και της Τοπικής Κυβέρνησης της Γροιλανδίας, αφετέρου (COM(2006)0804 – C6-0506/2006 – 2006/0262(CNS))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2006)0804)(1),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 37, σε συνδυασμό με το άρθρο 300, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 300, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0506/2006),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 51 και 83, παράγραφος 7, του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A6-0161/2007),
1. εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε και εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·
2. καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ·
3. καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·
4. ζητεί να κινηθεί η διαδικασία συνεννόησης, που προβλέπεται από την κοινή δήλωση της 4ης Μαρτίου 1975, σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο·
5. ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·
6. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή
Τροπολογίες του Κοινοβουλίου
Τροπολογία 1 Αιτιολογική σκέψη 2α (νέα)
(2α) Εάν οι αλιευτικές δυνατότητες καθορίζονται από την Κοινή Επιτροπή σε χαμηλότερο επίπεδο από το επίπεδο που καθορίζεται στο κεφάλαιο Ι του Παραρτήματος, η Γροιλανδία οφείλει να αποζημιώνει την Κοινότητα κατά τα επόμενα έτη με αντίστοιχες αλιευτικές δυνατότητες ή το ίδιο έτος με άλλες αλιευτικές δυνατότητες ή αφαιρώντας ένα ποσοστό από τη συμφωνηθείσα αποζημίωση.
Τροπολογία 2 Αιτιολογική σκέψη 2β (νέα)
(2β) Η Κοινότητα επιφυλάσσεται του δικαιώματός της να αναπροσαρμόσει τις ποσοστώσεις στις περιπτώσεις στις οποίες, μετά το 2010, θα διαπιστωθεί ότι δεν ευθυγραμμίζονται στην πολιτική της ΕΕ σχετικά με την αειφορία.
Τροπολογία 3 Αιτιολογική σκέψη 2γ (νέα)
(2γ) Κατά την εφαρμογή του άρθρου 2, παράγραφος 1, του Πρωτοκόλλου, πρέπει να τηρούνται οι όροι που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, του Πρωτοκόλλου.
Τροπολογία 4 Άρθρο 3α (νέο)
Άρθρο 3α Η Επιτροπή υποβάλλει κάθε χρόνο έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα της τομεακής αλιευτικής πολιτικής όπως περιγράφεται στο άρθρο 4 του Πρωτοκόλλου.
Τροπολογία 5 Άρθρο 4, εδάφιο 1α (νέο)
Η Επιτροπή αξιολογεί κάθε χρόνο κατά πόσον τα κράτη μέλη τα σκάφη των οποίων ασκούν δραστηριότητα με βάση το παρόν Πρωτόκολλο έχουν συμμορφωθεί με την υποχρέωση υποβολής έκθεσης· εάν δεν το έχουν πράξει, η Επιτροπή δεν δίδει συνέχεια στις αιτήσεις για αλιευτικές άδειες για τον επόμενο χρόνο.
Τροπολογία 6 Άρθρο 4α (νέο)
Άρθρο 4a Πριν από τη λήξη της ισχύος του Πρωτοκόλλου και πριν από την έναρξη νέων διαπραγματεύσεων για πιθανή ανανέωσή του, η Επιτροπή υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μια εκ των υστέρων αξιολόγηση του Πρωτοκόλλου στην οποία θα περιλαμβάνεται ανάλυση κόστους-ωφέλειας.
Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
Μόνιμη αντιπροσωπεία EUROLAT
248k
31k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2007 σχετικά με τη σύσταση και την αριθμητική σύνθεση της μόνιμης αντιπροσωπείας στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση ΕΕ - Λατινικής Αμερικής (EUROLAT)
– έχοντας υπόψη την απόφασή του της 10ης Μαρτίου 2004 σχετικά με τον αριθμό των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών, των μικτών κοινοβουλευτικών επιτροπών και των αντιπροσωπειών στις κοινοβουλευτικές επιτροπές συνεργασίας(1),
– έχοντας υπόψη την καταστατική πράξη της Κοινοβουλευτική Συνέλευση ΕΕ - Λατινικής Αμερικής της 8ης Νοεμβρίου 2006,
1. αποφασίζει να συστήσει αντιπροσωπεία στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση ΕΕ - Λατινικής Αμερικής·
2. ορίζει την αριθμητική σύνθεση της εν λόγω αντιπροσωπείας σε 60 μόνιμα και 30 αναπληρωματικά μέλη·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2007 σχετικά με την έκδοση της κοινής δήλωσης για την εφαρμογή στην πράξη της διαδικασίας συναπόφασης (2005/2125(ACI))
– έχοντας υπόψη το άρθρο 251 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 5ης Μαΐου 1999 σχετικά με την κοινή δήλωση για την εφαρμογή στην πράξη της νέας διαδικασίας συναπόφασης(1),
– έχοντας υπόψη την απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της 8ης Μαρτίου 2007,
– έχοντας υπόψη το σχέδιο αναθεωρημένης κοινής δήλωσης σχετικά με την εφαρμογή στην πράξη της διαδικασίας συναπόφασης (που αναφέρεται εφεξής ως "η αναθεωρημένη δήλωση"),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 120, παράγραφος 1, του Κανονισμού του, και το σημείο ΧVΙΙΙ(4) του παραρτήματος VΙ του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A6-0142/2007),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνεχής επέκταση του πεδίου εφαρμογής της διαδικασίας συναπόφασης αυξάνει τη σημασία της στη νομοπαραγωγική διαδικασία της ΕΕ και επιφέρει μια αλλαγή στη φύση των διοργανικών σχέσεων μεταξύ Κοινοβουλίου, Συμβουλίου και Επιτροπής,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή έχουν προσπαθήσει να καταστήσουν το νομοπαραγωγικό έργο της ΕΕ περισσότερο διαφανές, συντονισμένο, αποτελεσματικό και δημοκρατικό,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, αν και η κοινή δήλωση σχετικά με την εφαρμογή στην πράξη της διαδικασίας συναπόφασης του 1999 έχει αποδείξει την αξία της, ορισμένες πρακτικές εξελίξεις στην εφαρμογή της με το πέρασμα του χρόνου έχουν καταδείξει την ανάγκη τροποποίησης,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαδοχικές διευρύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν δημιουργήσει προκλήσεις που σχετίζονται τόσο με την εναρμόνιση των διαδικασιών όσο και με τη βελτιστοποίηση των πόρων,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αναθεωρημένη δήλωση ανταποκρίνεται στις προσδοκίες αυτές και καθιστά δυνατή την ανάπτυξη της διοργανικής συνεργασίας στο μέλλον κατά τρόπο εποικοδομητικό και ευέλικτο,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διοργανικές συμφωνίες και οι συμφωνίες πλαίσιο επιφέρουν σημαντικές συνέπειες και ότι έχει συνεπώς ζωτική σημασία, προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση σε αυτές και να διασφαλιστεί η διαφάνεια, να συνενωθούν όλες οι υφιστάμενες συμφωνίες και να δημοσιευθούν ως παράρτημα στον Κανονισμό του Κοινοβουλίου,
1. επιβεβαιώνει την προσήλωσή του στις αρχές της διαφάνειας, της λογοδοσίας και της αποτελεσματικότητας καθώς και στην ανάγκη να δοθεί προσοχή στην απλοποίηση της νομοπαραγωγικής διαδικασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με παράλληλο σεβασμό προς την έννομη τάξη της Ένωσης·
2. χαιρετίζει την αναθεωρημένη δήλωση, η οποία βελτιώνει τόσο τη δομή όσο και το περιεχόμενο της δήλωσης του 1999 με την προσθήκη μιας σειράς σημαντικών διατάξεων, οι οποίες ευθυγραμμίζουν το έγγραφο με τις ισχύουσες βέλτιστες πρακτικές και αποσκοπούν στην ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των τριών οργάνων με στόχο τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας της νομοθεσίας της ΕΕ·
3. εκφράζει την επιθυμία να αποκτήσει το Κοινοβούλιο μια μέθοδο εναρμόνισης των πρακτικών που ακολουθούν οι κοινοβουλευτικές επιτροπές κατά τις τριμερείς συνομιλίες, μέσω του ορισμού κανόνων σχετικά με τη σύνθεση των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών και την υποχρέωση εμπιστευτικότητας των εργασιών·
4. χαιρετίζει ειδικότερα τις ακόλουθες βελτιώσεις που περιλαμβάνει η αναθεωρημένη δήλωση:
α)
τις νέες διατάξεις σχετικά με τη συμμετοχή στις συνεδριάσεις των κοινοβουλευτικών επιτροπών εκπροσώπων της Προεδρίας του Συμβουλίου και την υποβολή ερωτήσεων για παροχή πληροφοριών σχετικά με τη θέση του Συμβουλίου, οι οποίες από κοινού συνιστούν ένα βήμα για την επίτευξη του στόχου της βελτίωσης του διαλόγου μεταξύ των δύο βραχιόνων της νομοθετικής εξουσίας·
β)
την αναγνώριση της πρακτικής της οριστικοποίησης των συμφωνιών που έχουν επιτευχθεί κατά τη διάρκεια άτυπων διαπραγματεύσεων μεταξύ των οργάνων μέσω ανταλλαγής επιστολών·
γ)
την επιβεβαίωση της αρχής ότι, σε σχέση με τη νομική - γλωσσική αναθεώρηση, οι υπηρεσίες του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου συνεργάζονται σε ισότιμη βάση·
δ)
τη συμφωνία για την διοργάνωση, στο μέτρο του δυνατού, της υπογραφής σημαντικών εγκριθέντων κειμένων σε κοινή τελετή παρουσία των μέσων ενημέρωσης καθώς επίσης και κοινών ανακοινωθέντων Τύπου και κοινών συνεντεύξεων Τύπου για την ανακοίνωση της επιτυχούς κατάληξης των σχετικών εργασιών·
5. είναι πεπεισμένο ότι η αναθεωρημένη δήλωση θα αυξήσει περαιτέρω τη διαφάνεια και το δημόσιο έλεγχο του νομοθετικού έργου που διεξάγεται σύμφωνα με τη διαδικασία συναπόφασης·
6. εγκρίνει την αναθεωρημένη δήλωση που προσαρτάται στην παρούσα απόφαση και αποφασίζει να προσαρτήσει την αναθεωρημένη δήλωση στον Κανονισμό του· ζητεί η αναθεωρημένη δήλωση να δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
7. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση και το παράρτημά της στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ
ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΣΥΝΑΠΟΦΑΣΗΣ (ΑΡΘΡΟ 251 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΚ)
ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή, αποκαλούμενα στο εξής συλλογικώς "όργανα", διαπιστώνουν ότι η τρέχουσα πρακτική που περιλαμβάνει επαφές μεταξύ της Προεδρίας του Συμβουλίου, της Επιτροπής και των προέδρων των αρμοδίων επιτροπών και/ή των εισηγητών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθώς επίσης και μεταξύ των συμπροέδρων της επιτροπής συνδιαλλαγής έχει αποδειχθεί αποτελεσματική.
2. Τα όργανα επιβεβαιώνουν ότι απαιτείται συνεχής ενθάρρυνση της εν λόγω πρακτικής, η οποία εκτείνεται σε όλα τα στάδια της διαδικασίας της συναπόφασης. Τα όργανα δεσμεύονται να εξετάσουν τις μεθόδους εργασίας τους, προκειμένου να αξιοποιήσουν ακόμη πιο αποτελεσματικά το πλήρες φάσμα των δυνατοτήτων που παρέχει η διαδικασία συναπόφασης όπως την ορίζει η Συνθήκη ΕΚ.
3. Η παρούσα κοινή δήλωση διευκρινίζει αυτές τις μεθόδους εργασίας και τις πρακτικές ρυθμίσεις για την εφαρμογή τους. Συμπληρώνει τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας(2) και κυρίως τις διατάξεις της που αφορούν τη διαδικασία της συναπόφασης. Τα όργανα αναλαμβάνουν να σέβονται απόλυτα τέτοιες δεσμεύσεις σύμφωνα με τις αρχές της διαφάνειας, της υπευθυνότητας και της αποτελεσματικότητας. Από την άποψη αυτή, τα όργανα θα πρέπει να εστιάζουν ιδιαιτέρως την προσοχή τους ώστε να σημειώνεται πρόοδος σε σχέση με προτάσεις απλούστευσης, τηρουμένου του κοινοτικού κεκτημένου.
4. Τα όργανα συνεργάζονται με καλή πίστη καθ" όλη τη διάρκεια της διαδικασίας προκειμένου να επιτυγχάνουν τη μέγιστη δυνατή προσέγγιση των θέσεών τους και έτσι να ανοίγουν τον δρόμο, κατά περίπτωση, για την έκδοση της σχετικής πράξης σε αρχικό στάδιο της διαδικασίας.
5. Προς εκπλήρωση του στόχου αυτού, συνεργάζονται με κατάλληλες διοργανικές επαφές ώστε να παρακολουθούν την πρόοδο των εργασιών και να αναλύουν τον βαθμό σύγκλισης σε όλα τα στάδια της διαδικασίας συναπόφασης.
6. Τα όργανα, σύμφωνα με τους εσωτερικούς κανονισμούς τους, δεσμεύονται να ανταλλάσσουν τακτικά πληροφορίες σχετικά με την πρόοδο των διαφόρων φακέλων της συναπόφασης. Μεριμνούν για τον κατά το δυνατό συντονισμό των οικείων χρονοδιαγραμμάτων εργασίας τους, ώστε να διευκολύνεται η διεξαγωγή των εργασιών με συνοχή και συναινετικό πνεύμα. Κατά συνέπεια, προσπαθούν να καταρτίσουν ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα των διαφόρων σταδίων που θα καταλήξουν στην τελική έγκριση διαφόρων νομοθετικών προτάσεων ενώ παράλληλα σέβονται τον πολιτικό χαρακτήρα της διαδικασίας λήψης αποφάσεων.
7. Η συνεργασία μεταξύ των οργάνων στο πλαίσιο της διαδικασίας συναπόφασης συχνά προσλαμβάνει τη μορφή τριμερών συναντήσεων ("τριμερείς διάλογοι"). Το σύστημα των τριμερών διαλόγων έχει αποδείξει την ζωτικότητα και την ευελιξία του αυξάνοντας αισθητά τις δυνατότητες επίτευξης συμφωνίας στο στάδιο της πρώτης ή της δεύτερης ανάγνωσης, καθώς και συνεισφέροντας στην προπαρασκευή των εργασιών της επιτροπής συνδιαλλαγής.
8. Οι τριμερείς αυτοί διάλογοι συνήθως πραγματοποιούνται ανεπίσημα. Μπορεί να διεξάγονται σε όλα τα στάδια της διαδικασίας και σε διάφορα επίπεδα εκπροσώπησης, ανάλογα με τη φύση της αναμενόμενης συζήτησης. Κάθε όργανο, σύμφωνα με τον δικό του εσωτερικό κανονισμό, ορίζει τους συμμετέχοντες σε κάθε συνεδρίαση, καθορίζει την εντολή για τις διαπραγματεύσεις και ενημερώνει εγκαίρως τα άλλα όργανα σχετικά με τις ρυθμίσεις που αφορούν τις συνεδριάσεις.
9. Στο μέτρο του δυνατού, οιαδήποτε σχέδια συμβιβαστικών κειμένων υποβάλλονται για συζήτηση σε επικείμενη συνεδρίαση, διανέμονται εκ των προτέρων σε όλους τους συμμετέχοντες. Προκειμένου να αυξηθεί η διαφάνεια, οι τριμερείς διάλογοι που πραγματοποιούνται εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ανακοινώνονται εκ των προτέρων, εφόσον είναι εφικτό.
10. Η Προεδρία του Συμβουλίου προσπαθεί να παρευρίσκεται στις συνεδριάσεις των κοινοβουλευτικών επιτροπών. Εξετάζει προσεκτικά και με τον ενδεδειγμένο τρόπο τα αιτήματα που δέχεται για παροχή πληροφοριών σχετικά με τη θέση του Συμβουλίου.
ΠΡΩΤΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ
11. Τα όργανα συνεργάζονται με καλή πίστη προκειμένου να επιτύχουν τη μέγιστη δυνατή προσέγγιση των θέσεών τους, ώστε η πράξη να εκδίδεται, εφόσον είναι δυνατόν, σε πρώτη ανάγνωση.
Συμφωνία κατά το στάδιο της πρώτης ανάγνωσης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
12. Πραγματοποιούνται οι κατάλληλες επαφές ώστε να διευκολύνεται η διεξαγωγή των εργασιών κατά την πρώτη ανάγνωση.
13. Η Επιτροπή διευκολύνει τις επαφές αυτές και ασκεί το δικαίωμα πρωτοβουλίας της εποικοδομητικά, προκειμένου να επιτευχθεί προσέγγιση των θέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη διοργανική ισορροπία, καθώς και τον ρόλο που της ανατίθεται με τη Συνθήκη.
14. Εφόσον επιτευχθεί συμφωνία με ανεπίσημες διαπραγματεύσεις σε τριμερείς διαλόγους, ο/η πρόεδρος της Επιτροπής Μονίμων Αντιπροσώπων (Coreper) διαβιβάζει, με επιστολή προς τον/την πρόεδρο της οικείας κοινοβουλευτικής επιτροπής, λεπτομέρειες ως προς το περιεχόμενο της συμφωνίας, υπό μορφή τροπολογιών στην πρόταση της Επιτροπής. Με την εν λόγω επιστολή εκφράζεται η προθυμία του Συμβουλίου να αποδεχθεί, με την επιφύλαξη νομικής-γλωσσικής επαλήθευσης, την έκβαση αυτή, εφόσον επιβεβαιωθεί από το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας στην ολομέλεια. Αντίγραφο της εν λόγω επιστολής διαβιβάζεται στην Επιτροπή.
15. Στο πλαίσιο αυτό, όταν επίκειται το κλείσιμο φακέλου σε πρώτη ανάγνωση, οι πληροφορίες για την πρόθεση σύναψης συμφωνίας θα πρέπει να δημοσιοποιούνται το ταχύτερο δυνατό.
Συμφωνία κατά το στάδιο της κοινής θέσης του Συμβουλίου
16. Εφόσον δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία κατά την πρώτη ανάγνωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, είναι δυνατόν να συνεχισθούν οι επαφές με στόχο να επιτευχθεί συμφωνία κατά το στάδιο της κοινής θέσης.
17. Η Επιτροπή διευκολύνει παρόμοιες επαφές και ασκεί το δικαίωμα πρωτοβουλίας της εποικοδομητικά, προκειμένου να επιφέρει προσέγγιση των θέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη διοργανική ισορροπία, καθώς και τον ρόλο που της ανατίθεται με τη Συνθήκη.
18. Εφόσον επιτευχθεί συμφωνία κατά το στάδιο αυτό, ο/η πρόεδρος της οικείας κοινοβουλευτικής επιτροπής διατυπώνει, με επιστολή της προς τον/την πρόεδρο της Coreper, σύσταση προς την ολομέλεια να αποδεχθεί την κοινή θέση του Συμβουλίου χωρίς τροποποιήσεις, με την επιφύλαξη επιβεβαίωσης της κοινής θέσης από το Συμβούλιο, καθώς και νομικής-γλωσσικής επαλήθευσης. Αντίγραφο της επιστολής διαβιβάζεται στην Επιτροπή.
ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ
19. Με την αιτιολογική του έκθεση, το Συμβούλιο εξηγεί, όσο το δυνατόν σαφέστερα, τους λόγους που το οδήγησαν να υιοθετήσει την κοινή του θέση. Στη δεύτερή του ανάγνωση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο λαμβάνει στο μέγιστο βαθμό υπόψη τους λόγους αυτούς, καθώς και τη θέση της Επιτροπής.
20. Πριν από τη διαβίβαση κοινής θέσης, το Συμβούλιο προσπαθεί να προσδιορίσει, σε διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Επιτροπή, την ημερομηνία διαβίβασής της, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η μέγιστη αποτελεσματικότητα της νομοθετικής διαδικασίας σε δεύτερη ανάγνωση.
Συμφωνία κατά το στάδιο της δεύτερης ανάγνωσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
21. Οι κατάλληλες επαφές συνεχίζονται αμέσως μόλις διαβιβαστεί η κοινή θέση του Συμβουλίου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με στόχο να γίνουν καλύτερα κατανοητές οι αντίστοιχες θέσεις και έτσι να περατωθεί η νομοθετική διαδικασία το ταχύτερο δυνατό.
22. Η Επιτροπή διευκολύνει τις επαφές αυτές και γνωμοδοτεί προκειμένου να επιτευχθεί προσέγγιση των θέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη διοργανική ισορροπία, καθώς και τον ρόλο που της ανατίθεται με τη Συνθήκη.
23. Εφόσον επιτευχθεί συμφωνία με ανεπίσημες διαπραγματεύσεις σε τριμερείς διαλόγους, ο/η πρόεδρος της Coreper διαβιβάζει, με επιστολή προς τον/την πρόεδρο της οικείας κοινοβουλευτικής επιτροπής, λεπτομέρειες σχετικά με το περιεχόμενο της συμφωνίας, υπό μορφή τροπολογιών στην κοινή θέση του Συμβουλίου. Με την εν λόγω επιστολή εκφράζεται η προθυμία του Συμβουλίου να αποδεχτεί την έκβαση, με την επιφύλαξη νομικής-γλωσσικής επαλήθευσης, εφόσον η έκβαση αυτή επιβεβαιωθεί από το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας στην ολομέλεια. Αντίγραφο της επιστολής αυτής διαβιβάζεται στην Επιτροπή.
ΣΥΝΔΙΑΛΛΑΓΗ
24. Εάν καταστεί σαφές ότι το Συμβούλιο δεν είναι σε θέση να αποδεχθεί όλες τις τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε δεύτερη ανάγνωση και όταν το Συμβούλιο είναι έτοιμο να παρουσιάσει τη θέση του, διοργανώνεται ο πρώτος τριμερής διάλογος. Κάθε όργανο, σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό του, ορίζει τους συμμετέχοντες σε κάθε συνεδρίαση και καθορίζει την εντολή για τις διαπραγματεύσεις. Η Επιτροπή κάνει γνωστές το νωρίτερο δυνατό και στις δύο αντιπροσωπείες τις προθέσεις της όσον αφορά τη γνώμη της σε σχέση με τις τροπολογίες δεύτερης ανάγνωσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
25. Τριμερείς διάλογοι πραγματοποιούνται καθ" όλη τη διάρκεια της διαδικασίας συνδιαλλαγής με στόχο να διευθετηθούν τα εναπομένοντα προβλήματα και να προετοιμαστεί το έδαφος για την επίτευξη συμφωνίας στην επιτροπή συνδιαλλαγής. Τα αποτελέσματα των τριμερών διαλόγων συζητούνται και, ενδεχομένως, εγκρίνονται κατά τις συνεδριάσεις των οικείων οργάνων.
26. Η επιτροπή συνδιαλλαγής συγκαλείται από τον/την Πρόεδρο του Συμβουλίου, κατόπιν συμφωνίας με τον/την Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τηρουμένων των διατάξεων της Συνθήκης.
27. Η Επιτροπή συμμετέχει στις εργασίες της συνδιαλλαγής και αναλαμβάνει όλες τις απαραίτητες πρωτοβουλίες προκειμένου να επιτύχει προσέγγιση των θέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Οι πρωτοβουλίες αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν σχέδια συμβιβαστικών κειμένων, λαμβανομένων υπόψη των θέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και με τον δέοντα σεβασμό στον ρόλο που ανατίθεται στην Επιτροπή με τη Συνθήκη.
28. Η προεδρία της επιτροπής συνδιαλλαγής ασκείται από κοινού από τον/την Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τον/την Πρόεδρο του Συμβουλίου. Οι συνεδριάσεις της επιτροπής προεδρεύονται εκ περιτροπής από κάθε συμπρόεδρο.
29. Οι συμπρόεδροι καθορίζουν από κοινού τις ημερομηνίες και ημερήσιες διατάξεις των συνεδριάσεων της επιτροπής συνδιαλλαγής, με στόχο την αποτελεσματική λειτουργία της εν λόγω επιτροπής καθ" όλη τη διάρκεια της διαδικασίας συνδιαλλαγής. Ζητείται η γνώμη της Επιτροπής σχετικά με τις προβλεπόμενες ημερομηνίες. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο καθορίζουν, ενδεικτικά, κατάλληλες ημερομηνίες για τις εργασίες της συνδιαλλαγής και ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή.
30. Οι συμπρόεδροι δύνανται να εγγράφουν διάφορα θέματα στην ημερήσια διάταξη κάθε συνεδρίασης της επιτροπής συνδιαλλαγής. Παράλληλα με το βασικό θέμα ("θέμα Β"), στο οποίο δεν έχει ακόμη επιτευχθεί συμφωνία, είναι δυνατόν να ανοίγουν ή και να κλείνουν διαδικασίες συνδιαλλαγής για άλλα θέματα, χωρίς συζήτηση των θεμάτων αυτών ("θέμα Α").
31. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, τηρώντας τις διατάξεις της Συνθήκης σχετικά με τις προθεσμίες, προσπαθούν, στο μέτρο του δυνατού, να λαμβάνουν υπόψη τις απαιτήσεις χρονοπρογραμματισμού, και ιδίως όσες απορρέουν από διακοπές των δραστηριοτήτων των οργάνων και από τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Σε κάθε περίπτωση, οι διακοπές των δραστηριοτήτων είναι οι συντομότερες δυνατές.
32. Η επιτροπή συνδιαλλαγής συνεδριάζει εκ περιτροπής στους χώρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, με γνώμονα την ισοβαρή χρήση της υπάρχουσας υποδομής, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών διερμηνείας.
33. Η επιτροπή συνδιαλλαγής έχει στη διάθεσή της την πρόταση της Επιτροπής, την κοινή θέση του Συμβουλίου και τη γνώμη της Επιτροπής επ" αυτής, τις τροπολογίες που προτείνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τη γνώμη της Επιτροπής επ" αυτών, καθώς και το κοινό έγγραφο εργασίας των αντιπροσωπειών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Το εν λόγω έγγραφο εργασίας θα πρέπει να δίνει τη δυνατότητα στους χρήστες να εντοπίζουν εύκολα τα ζητήματα που διακυβεύονται και να ανατρέχουν αποτελεσματικά σ" αυτά. Η Επιτροπή υποβάλλει τη γνώμη της, κατά γενικό κανόνα εντός τριών εβδομάδων από την επίσημη παραλαβή των αποτελεσμάτων της ψηφοφορίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και το αργότερο μέχρι την έναρξη των εργασιών συνδιαλλαγής.
34. Οι συμπρόεδροι μπορούν να υποβάλλουν στην επιτροπή συνδιαλλαγής κείμενα προς έγκριση.
35. Η συμφωνία επί κοινού κειμένου διαπιστώνεται κατά τη συνεδρίαση της επιτροπής συνδιαλλαγής ή, στη συνέχεια, με ανταλλαγή επιστολών μεταξύ των συμπροέδρων. Αντίγραφα των επιστολών αυτών διαβιβάζονται στην Επιτροπή.
36. Εάν η επιτροπή συνδιαλλαγής καταλήξει σε συμφωνία επί κοινού κειμένου, το κείμενο αυτό, αφού λάβει την οριστική διατύπωση από νομική-γλωσσική άποψη, διαβιβάζεται στους συμπροέδρους για έγκριση. Ωστόσο, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, προκειμένου να τηρηθούν οι προθεσμίες, το σχέδιο κοινού κειμένου μπορεί να υποβάλλεται στους συμπροέδρους προς έγκριση.
37. Οι συμπρόεδροι διαβιβάζουν το εγκριθέν κοινό κείμενο στους/στις Προέδρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, με επιστολή την οποία συνυπογράφουν. Όταν η επιτροπή συνδιαλλαγής δεν είναι σε θέση να συμφωνήσει επί κοινού κειμένου, οι συμπρόεδροι ενημερώνουν σχετικά τους/τις Προέδρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, με επιστολή την οποία συνυπογράφουν. Οι επιστολές αυτές αποτελούν επίσημα πρακτικά. Αντίγραφα των επιστολών αυτών διαβιβάζονται στην Επιτροπή προς ενημέρωση. Τα έγγραφα εργασίας που χρησιμοποιούνται κατά τη διαδικασία συνδιαλλαγής είναι διαθέσιμα στο Μητρώο κάθε οργάνου, μόλις περατωθεί η διαδικασία.
38. Η Γραμματεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου ενεργούν από κοινού ως γραμματεία της επιτροπής συνδιαλλαγής, σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία της Επιτροπής.
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
39. Εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο θεωρούν αναγκαίο να παρατείνουν τις προθεσμίες του άρθρου 251 της Συνθήκης, ενημερώνουν σχετικά τον/την Πρόεδρο του άλλου οργάνου και στην Επιτροπή.
40. Όταν επιτυγχάνεται συμφωνία στην πρώτη ή την δεύτερη ανάγνωση ή κατά τη διάρκεια της συνδιαλλαγής, το συμφωνηθέν κείμενο λαμβάνει οριστική διατύπωση από τις υπηρεσίες γλωσσομαθών νομικών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, οι οποίες ενεργούν σε στενή συνεργασία και με κοινή συμφωνία.
41. Δεν γίνονται αλλαγές σε τυχόν συμφωνηθέν κείμενο χωρίς ρητή συμφωνία, στο κατάλληλο επίπεδο, των εκπροσώπων τόσο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσο και του Συμβουλίου.
42. Κατά την οριστική διατύπωση λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι διαφορετικές διαδικασίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ιδίως όσον αφορά τις προθεσμίες για την περάτωση των εσωτερικών διαδικασιών. Τα όργανα δεσμεύονται να μη χρησιμοποιούν τις προθεσμίες που ορίζονται για τη νομική-γλωσσική οριστική διατύπωση των πράξεων για να επανέλθουν σε συζητήσεις επί θεμάτων ουσίας.
43. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο συμφωνούν σε κοινό μορφότυπο των κειμένων που συντάσσουν από κοινού.
44. Στο μέτρο του δυνατού, τα όργανα δεσμεύονται να χρησιμοποιούν κοινώς αποδεκτές τυποποιημένες ρήτρες για ενσωμάτωση στις πράξεις που θεσπίζονται στο πλαίσιο της συναπόφασης, ιδίως όσον αφορά διατάξεις που αφορούν την άσκηση των εκτελεστικών εξουσιών (σύμφωνα με την απόφαση περί "επιτροπολογίας"(3)), την έναρξη ισχύος, τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή των πράξεων, καθώς και τον σεβασμό του δικαιώματος πρωτοβουλίας της Επιτροπής.
45. Τα όργανα προσπαθούν να πραγματοποιούν κοινή συνέντευξη τύπου για να ανακοινώνουν την επιτυχή έκβαση της νομοθετικής διαδικασίας σε πρώτη ή δεύτερη ανάγνωση ή σε συνδιαλλαγή. Προσπαθούν επίσης να εκδίδουν κοινά ανακοινωθέντα τύπου.
46. Μετά την έκδοση νομοθετικής πράξης με τη διαδικασία συναπόφασης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, το κείμενο υποβάλλεται προς υπογραφή στον/στην Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και στον/στην Πρόεδρο του Συμβουλίου, καθώς και στους γενικούς γραμματείς των εν λόγω οργάνων.
47. Οι Πρόεδροι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου λαμβάνουν το κείμενο προς υπογραφή στις αντίστοιχες γλώσσες τους και, στο μέτρο του δυνατού, συνυπογράφουν το κείμενο σε κοινή τελετή, η οποία οργανώνεται κάθε μήνα με αντικείμενο την υπογραφή σημαντικών κειμένων παρουσία των μέσων ενημέρωσης.
48. Το συνυπογραφέν κείμενο διαβιβάζεται προς δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα πραγματοποιείται κανονικά εντός δύο μηνών από την έκδοση της νομοθετικής πράξης εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
49. Αν ένα από τα όργανα εντοπίσει τεχνικό ή προφανές σφάλμα σε κείμενο (ή σε μια από τις γλωσσικές του αποδόσεις) ενημερώνει αμέσως τα άλλα όργανα σχετικά. Εάν το σφάλμα αφορά πράξη που δεν έχει ακόμη εκδοθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο, οι υπηρεσίες γλωσσομαθών νομικών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου συντάσσουν σε στενή συνεργασία το αναγκαίο διορθωτικό. Εάν το σφάλμα αφορά πράξη η οποία έχει ήδη εκδοθεί από το ένα ή και τα δύο αυτά όργανα, ανεξαρτήτως του αν έχει ή όχι δημοσιευθεί, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εκδίδουν, με κοινή συμφωνία, διορθωτικό που συντάσσεται σύμφωνα με τις οικείες διαδικασίες τους.
Απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23). Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200, 27.7.2006, σ. 11).
Ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητας έως το 2010
433k
137k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2007 σχετικά με την ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητας έως το 2010 (2006/2233(INI))
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την "ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητας έως το 2010 – και μετέπειτα: η υποστήριξη των υπηρεσιών οικοσυστήματος με στόχο την ευημερία του ανθρώπου" (COM(2006)0216),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Οκτωβρίου 1998 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που αφορά τη στρατηγική βιοποικιλότητας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας(1),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Μαρτίου 2002 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με σχέδια δράσης για τη βιοποικιλότητα στους τομείς της διατήρησης των φυσικών πόρων, της γεωργίας, της αλιείας και της οικονομικής και αναπτυξιακής συνεργασίας(2),
– έχοντας υπόψη τη γνωμοδότησή του της 25ης Ιουνίου 1993 σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής για απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με τη σύναψη της σύμβασης για τη βιολογική ποικιλομορφία(3),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1979 περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών(4) (οδηγία για τα πτηνά) και το ψήφισμά του της 17ης Ιανουαρίου 2001(5) σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992 για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας(6) (οδηγία για τους οικοτόπους),
– έχοντας υπόψη τη θέση του της 31ης Μαΐου 2001 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του έκτου κοινοτικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον (2001-2010)(7),
– έχοντας υπόψη την επανεξέταση της στρατηγικής της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη – ανανεωμένη στρατηγική(8),
– έχοντας υπόψη το αποτέλεσμα της όγδοης συνεδρίασης της Διάσκεψης των Μερών (COP 8) στη σύμβαση για τη βιολογική ποικιλομορφία και της τρίτης Συνόδου των Μερών (MOP 3) στο πρωτόκολλο της Καρθαγένης για τη βιοασφάλεια,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και της Επιτροπής Αλιείας (A6-0089/2007),
Α. εκτιμώντας ότι ο σημερινός ανησυχητικός ρυθμός απώλειας της βιοποικιλότητας είναι πιθανόν να αυξηθεί και να συνεχίσει να αυξάνεται ελλείψει μέτρων μεγάλης κλίμακας,
Β. εκτιμώντας ότι υπάρχουν ελάχιστοι κατάλληλοι δείκτες για την αποτελεσματική μέτρηση του βαθμού συμμόρφωσης προς τις επιταγές της βιολογικής ποικιλομορφίας κατά την εφαρμογή των διαφόρων πολιτικών, εκ των οποίων ένας από τους πιο σημαντικούς είναι ο Κοινός Δείκτης για τα Πτηνά Αγρών,
Γ. εκτιμώντας ότι η βιοποικιλότητα διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στην υποστήριξη της ζωής και των μέσων διαβίωσης, της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, της ευημερίας του ανθρώπου, καθώς και στην επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της Χιλιετίας του 2015,
Δ. εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την αξιολόγηση των οικοσυστημάτων επ' ευκαιρία της Χιλιετίας που πραγματοποιήθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη το 2005, υπήρξε υποβάθμιση στα 2/3 του συνόλου των οικοσυστημάτων από τις αρχές της δεκαετίας του 1960,
E. εκτιμώντας ότι οι κύριες αιτίες για την απώλεια της βιοποικιλότητας είναι οι κλιματικές αλλαγές, η υποβάθμιση του περιβάλλοντος, η εφαρμογή εντατικών μεθόδων γεωργικής παραγωγής καθώς και η ακατάλληλη διαχείριση των δασικών εκτάσεων και των υδάτινων πόρων,
ΣΤ. θεωρεί ότι η γεωργία, ως τομέας απολαμβάνων τη βιοποικιλότητα, μπορεί να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στη διαχείριση και τη διατήρηση της ίδιας της βιοποικιλότητας· κρίνει ότι η κοινή αγροτική πολιτική πρέπει στο εξής να προωθεί πρότυπα παραγωγής με χρονική διάρκεια, τα οποία, εκτός του ότι θα είναι οικονομικώς βιώσιμα, θα επιτρέπουν την επιρροή στο περιβάλλον και στην αναβάθμιση και αποκατάσταση της βιοποικιλότητας των περισσοτέρων ειδών, ζωικών, φυτικών και μικροβιακών,
Ζ. εκτιμώντας ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη για εντατικοποίηση και συντονισμό των προσπαθειών με σκοπό την ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητας το αργότερο έως το 2010,
1. χαιρετίζει την προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής (COM(2006)0216) για την εννοιολογική της προσέγγιση, τους στόχους προτεραιότητας για την περίοδο 2007-2008 και τα καθοριστικής σημασίας μέτρα υποστήριξης και τη θεωρεί καλή αφετηρία για μια πιο επικεντρωμένη προσέγγιση σχετικά με την επίτευξη του στόχου βιοποικιλότητας για το 2010 και στηρίζει την απόφαση να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην ενίσχυση της εφαρμογής της υφιστάμενης πολιτικής και των υφιστάμενων μέτρων·
2. χαιρετίζει την πρωτοβουλία του Πότσδαμ που συμφωνήθηκε στις 17 Μαρτίου 2007 στο πλαίσιο της ομάδας G8+5 (Κίνα, Ινδία, Μεξικό , Νότιος Αφρική και Βραζιλία) και η οποία αποσκοπεί να συμβάλει στην κάμψη της μαζικής απώλειας βιοποικιλότητας μέχρι το 2010· ενθαρρύνει την ομάδα G8+5 να εφαρμόσει επειγόντως την εγκριθείσα πρωτοβουλία και να προβλέψει χρηματοδότηση και την προστασία των ωκεανών, να στηρίξει την έρευνα και να βελτιώσει την παρακολούθηση ειδών που απειλούνται με εξαφάνιση·
3. τονίζει την εγγενή αξία της βιοποικιλότητας και τον επείγοντα χαρακτήρα της προστασίας της από περαιτέρω υποβάθμιση λόγω ανθρώπινης επιρροής και παρέμβασης, η οποία περιλαμβάνει αλλά δεν περιορίζεται στην εκμετάλλευση, την κλιματική αλλαγή και την απώλεια ενδιαιτημάτων·
4. εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τη συνεχιζόμενη απώλεια βιοποικιλότητας, καθώς και τη συνακόλουθη υποβάθμιση των υπηρεσιών οικοσυστημάτων·
5. αναγνωρίζει τη ζωτική σημασία των υγιών οικοσυστημάτων στην επίτευξη ευμάρειας και ευημερίας στην ΕΕ και παγκοσμίως·
6. τονίζει ότι η κλιματική αλλαγή και η απώλεια βιοποικιλότητας είναι στενά συνδεδεμένες και εξίσου σημαντικές·
7. επιβεβαιώνει την επείγουσα ανάγκη να καταβληθούν προσπάθειες για την τήρηση των δεσμεύσεων οι οποίες έχουν αναληφθεί με σκοπό την ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητας στην ΕΕ έως το 2010, από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ το 2001 στο πλαίσιο της στρατηγικής της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη και του έκτου προγράμματος δράσης για το περιβάλλον)· υπογραμμίζει την επείγουσα ανάγκη για εντατικοποίηση και συντονισμό των προσπαθειών με σκοπό την ανάσχεση αυτής της τάσεως, ειδικότερα ενόψει του σύντομου χρονικού διαστήματος που απομένει για την τήρηση των δεσμεύσεων του 2010· υποστηρίζει την ολοκληρωμένη προσέγγιση που προτείνεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής, σύμφωνα με την οποία η ανάσχεση της μείωσης της φυσικής ποικιλότητας θα πρέπει να αποτελεί τμήμα όλων των συναφών πολιτικών της ΕΕ·
8. αναγνωρίζει την πιθανή σημασία της αναδυόμενης έννοιας των υπηρεσιών οικοσυστήματος, η οποία προωθείται από την ανακοίνωση της Επιτροπής, ως μέσου ενσωμάτωσης της οικονομικής αξίας της βιοποικιλότητας σε άλλους τομείς πολιτικής, και προτείνει η διατήρηση των υπηρεσιών οικοσυστήματος να καταστεί θεμελιώδης στόχος όλων των οριζόντιων και τομεακών πολιτικών της ΕΕ· προειδοποιεί, ωστόσο, για το ενδεχόμενο συρρίκνωσης της αξίας της βιοποικιλότητας μόνο και μόνο στα οφέλη που μπορούν να αποκομίσουν οι άνθρωποι από αυτήν, ή για την αντιμετώπιση της απώλειας βιοποικιλότητας ως αποκλειστικά οικονομικό πρόβλημα·
9. χαιρετίζει το "πρόγραμμα δράσης της ΕΕ μέχρι το 2010 και μετέπειτα", το οποίο αποτελεί παράρτημα της ανακοίνωσης της Επιτροπής, και αναγνωρίζει ότι συνιστά σημαντικό μέσο και έσχατη ευκαιρία για την προσέγγιση παραγόντων σε επίπεδο Κοινότητας και κρατών μελών σε ό,τι αφορά δράσεις καθοριστικής σημασίας προκειμένου να τηρηθούν οι δεσμεύσεις του 2010· δεδομένου όμως του περιορισμένου χρόνου που απομένει για την υλοποίησή του, προτρέπει την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι υφίστανται οι αναγκαίες δομές για την άμεση και αποτελεσματική υλοποίησή του σε επίπεδο Κοινότητας και κρατών μελών·
10. αναγνωρίζει ότι το πρόγραμμα δράσης δεν επαρκεί για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και την υποστήριξη των υπηρεσιών οικοσυστήματος σε πιο μακροπρόθεσμη βάση· χαιρετίζει κάθε πρόταση για την έναρξη διαλόγου σε επίπεδο ΕΕ σχετικά με μια πιο μακροπρόθεσμη θεώρηση ως πλαίσιο άσκησης μιας πιο μακροπρόθεσμης πολιτικής· καλεί την Επιτροπή να ξεκινήσει διαδικασία για την ανάπτυξη μιας μακροπρόθεσμης ευρωπαϊκής θεώρησης της βιοποικιλότητας ως πλαισίου για την περαιτέρω ανάπτυξη της πολιτικής·
11. σε αυτό το πλαίσιο καλεί την Επιτροπή να μελετήσει και να υποβάλει προτάσεις για τη λήψη πρακτικών μέτρων με στόχο την εσωτερικοποίηση του κόστους της απώλειας της βιοποικιλότητας σε δραστηριότητες που έχουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα·
12. θεωρεί απαραίτητη την ενεργό συμμετοχή ολόκληρης της κοινωνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των κλάδων της βιομηχανίας και της παιδείας, στη διαδικασία προστασίας της βιοποικιλότητας·
ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ 1 – Η ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΕΕ Σημαντικότερα οικολογικά ενδιαιτήματα και βιολογικά είδη (στόχος 1)
13. τονίζει τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζουν οι οδηγίες για τα πτηνά και τους οικοτόπους στην προστασία της βιοποικιλότητας της ΕΕ, αναγνωρίζει τη σημασία της συμπλήρωσης του δικτύου Natura 2000 στην ξηρά και στη θάλασσα, της αποτελεσματικής διαχείρισης και της επαρκούς χρηματοδότησης του δικτύου, του σχεδιασμού της χρήσης γης που θα λαμβάνει υπόψη το εν λόγω δίκτυο, καθώς και της ενίσχυσης της συνοχής, της αντοχής και της σύνδεσης του δικτύου, ειδικότερα ενόψει της αλλαγής του κλίματος·
14. υπογραμμίζει τη σημασία της συμπερίληψης στο δίκτυο Natura 2000 περιοχών στις υπερπόντιες χώρες και εδάφη που βρίσκονται υπό την κυριαρχία κρατών μελών της ΕΕ·
15. τονίζει τη σημασία της λήψης πρόσθετων μέτρων τα οποία θα εστιάζουν στα απειλούμενα είδη και αναγνωρίζει την αξία που έχει η διεύρυνση της αξιοποίησης των προγραμμάτων δράσης υπέρ συγκεκριμένων ειδών εν προκειμένω· τονίζει ότι η κατάσταση διατήρησης των ενδιαιτημάτων και ειδών των οποίων η προστασία απαιτείται από την οδηγία για τα ενδιαιτήματα θα πρέπει να υπόκειται σε επιστημονικούς ελέγχους ανά τακτά χρονικά διαστήματα·
16. επισημαίνει την ανάγκη λήψης ειδικά προσαρμοσμένων μέτρων για την προώθηση της βιοποικιλότητας στα νέα κράτη μέλη και το γεγονός ότι οι υπηρεσίες οικοσυστήματος, όπως η διατήρηση των φυσικών τοπίων, και οι οικονομικές δραστηριότητες, όπως ο τουρισμός, είναι αλληλεξαρτώμενες·
17. λαμβάνει υπόψη ότι η προώθηση επιλεκτικών μεθόδων αλιείας αποτελεί προτεραιότητα διότι θα συμβάλει στην αειφορία της αλιείας και τη διατήρηση της βιοποικιλότητας μέσω της μείωσης των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων·
18. υπογραμμίζει τη σημασία της μεγάλης βιοποικιλότητας των εξόχως απόκεντρων περιφερειών και ζητεί να ληφθούν νομοθετικά μέτρα με σκοπό τη διατήρηση και την αειφόρο χρήση της·
19. αναγνωρίζει ότι, ενώ η παγίδευση και το εμπόριο ζώντων ζώων εξακολουθεί να συνιστά απειλή για τη βιοποικιλότητα, η Ευρώπη έχει επίσης αρκετά ιδρύματα για ζώα και άλλους οργανισμούς οι οποίοι αποδεικνύουν μέσω προγραμμάτων εκτροφής και επιτόπιων μέτρων διατήρησης ότι μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο στην υποστήριξη της επιβίωσης ορισμένων απειλούμενων ειδών·
20. εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόθεση της Επιτροπής να εφαρμόσει μια κοινή θαλάσσια πολιτική που θα βασίζεται σε μια ολιστική προσέγγιση των ωκεανών και επισύρει την προσοχή στην ανάγκη περιβαλλοντικής και οικολογικής προστασίας των ωκεανών, ως εγγύησης για την οικονομική ανάπτυξη τομέων όπως η αλιεία, ο τουρισμός και άλλοι·
Ευρύτερη ύπαιθρος και ευρύ θαλάσσιο περιβάλλον (στόχοι 2 & 3)
21. αναγνωρίζει ότι ο σχεδιασμός της χρήσης γης και η εκμετάλλευση των αγρίων ειδών (με μη βιώσιμη θήρευση και αλίευση) αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες που επηρεάζουν τη βιοποικιλότητα και τις υπηρεσίες οικοσυστήματος· τονίζει ειδικότερα τις απειλές που συνεπάγεται τόσο η εντατικοποίηση όσο και η εγκατάλειψη για τις υψηλής φυσικής αξίας καλλιεργήσιμες και δασικές εκτάσεις· αναγνωρίζει τις απειλές που συνιστούν οι μη βιώσιμες οικολογικά αλιευτικές πρακτικές για τα αλιευτικά αποθέματα, τα είδη που δεν αποτελούν στόχο των αλιευτικών δραστηριοτήτων και τα θαλάσσια ενδιαιτήματα, συμπεριλαμβανομένης της παράνομης αλιείας και της αλιείας με χρήση καταστροφικών και μη επιλεκτικών τεχνολογιών·
22. επισημαίνει ότι η διατήρηση της ποικιλότητας των τοπίων της ευρωπαϊκής υπαίθρου είναι ουσιαστικής σημασίας όχι μόνο για τη διατήρηση των υπηρεσιών που προσφέρει μια βιώσιμη γεωργία, αλλά και για τη διατήρηση της γενετικής ροής μεταξύ των πληθυσμών της άγριας πανίδας και χλωρίδας·
23. υπογραμμίζει τη σημασία της εφαρμογής της αναθεωρημένης Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής καθώς προβλέπει την αειφόρο διαχείριση των αλιευτικών πόρων και αποθαρρύνει την υπεραλίευση, η οποία αποτελεί απειλή για τη θαλάσσια ζωή·
24. καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει συγκεκριμένο πρόγραμμα δράσης για την εξάλειψη της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων, η οποία αποτελεί βασική απειλή για την ανασύσταση των ιχθυαποθεμάτων·
25. χαιρετίζει την πρόταση εκ μέρους της ΕΕ και των κρατών μελών να συμπεριλάβουν τα θαλάσσια και τα ποτάμια οικοσυστήματα στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών NATURA 2000 και ζητεί να δοθεί έμφαση και στις περιοχές αναπαραγωγής των ιχθυοαποθεμάτων·
26. καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει περαιτέρω την επέκταση του δικτύου NATURA 2000 στα δέκα κράτη μέλη που προσχώρησαν στην ΕΕ το 2004 και στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, δεδομένου ότι, με την προσχώρηση των τελευταίων, ο Εύξεινος Πόντος αποτελεί πλέον τμήμα των κοινοτικών υδάτων·
27. προτρέπει τα κράτη μέλη να αξιοποιήσουν όλες τις ευκαιρίες που παρέχονται στο πλαίσιο της ΚΓΠ και της ΚΑΠ, προκειμένου να στηρίξουν τους στόχους της βιοποικιλότητας στην ευρύτερη ύπαιθρο και στο ευρύ θαλάσσιο περιβάλλον (δηλ. εκτός των τοποθεσιών του Natura 2000)· ζητεί την περαιτέρω ενσωμάτωση της βιοποικιλότητας και των υπηρεσιών οικοσυστήματος στην ΚΓΠ και στην ΚΑΠ και την αναγνώριση ειδικότερα της ευκαιρίας που παρέχεται εν προκειμένω από την επανεξέταση του προϋπολογισμού το 2008-2009·
28. εκφράζει την ανησυχία του για τις επιπτώσεις που ενδέχεται να έχουν στη βιοποικιλότητα η εισαγωγή εξωτικών ειδών και η πιθανή διαφυγή γενετικώς τροποποιημένων ιχθύων στα θαλάσσια οικοσυστήματα, και ζητεί από την Επιτροπή περαιτέρω εξέταση των κινδύνων·
29. παροτρύνει την Επιτροπή να θεσπίσει κίνητρα και να υποστηρίξει τις μελέτες που αφορούν την καλλιέργεια νέων ειδών υπό αιχμαλωσία, ιδίως αυτών που αποτελούν αντικείμενο υπεραλίευσης, προκειμένου να δώσει απάντηση στις ανάγκες της αγοράς που αντιμετωπίζει τη δυνάμει απειλή της μείωσης των αλιευμάτων·
30. ανησυχεί για τη μείωση της ποικιλότητας των ζώων εκμετάλλευσης και των φυτικών ποικιλιών· ζητεί ως εκ τούτου την άμεση μεταφορά της οδηγίας 98/95/ΕΚ(9) του Συμβουλίου, η οποία προβλέπει την νομική βάση για να καταστεί δυνατή, στο πλαίσιο της νομοθεσίας περί εμπορίας σπόρων, η διατήρηση, μέσω της επιτόπιας χρήσης και της χρήσης στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις, ποικιλιών που απειλούνται με γενετική υποβάθμιση·
31. επισημαίνει ότι η ΚΓΠ από κοινού με τη σχετική αναπτυξιακή δυναμική που οδηγεί, αφενός, στην εξειδίκευση και την εντατικοποίηση και, αφετέρου, στην περιθωριοποίηση και ελλιπή αξιοποίηση του εδάφους, συνέβαλαν σε σημαντική απώλεια της βιοποικιλότητας κατά τις τελευταίες δεκαετίες·
32. επισημαίνει τον μεγάλο πλούτο ειδών και τη γενετική ποικιλότητα των γεωργικών καλλιεργειών και ζώων και τάσσεται υπέρ της διατήρησης και της ενίσχυσης αυτής της ποικιλότητας·
33. ζητεί από την Επιτροπή να επανεξετάσει τα προγράμματα διαχείρισης και ανασύστασης των πόρων που εφαρμόζονται σε ορισμένα είδη ιχθύων, τα οποία συχνά δεν συνάδουν με την ορθή παρακολούθηση των ειδών αυτών· παροτρύνει την Επιτροπή να εφαρμόσει πιο συγκεκριμένα μέτρα, που θα είναι συμβατά με τα εργαλεία και τις μεθόδους αλιείας που χρησιμοποιούνται στις εν λόγω βιογεωγραφικές περιοχές·
34. τονίζει τη σημασία της έγκαιρης και αποτελεσματικής εφαρμογής της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα(10), προκειμένου να επιτευχθεί "καλή οικολογική κατάσταση" και "όχι επιδείνωση" των γλυκών υδάτων, καθώς και της σύστασης για την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών· προτρέπει τα κράτη μέλη να κάνουν χρήση των οικονομικών μέσων που προβλέπονται στο άρθρο 5 και στο άρθρο 9 της οδηγίας πλαίσιο για τα ύδατα προκειμένου να δοθούν κίνητρα για την προσεκτική χρήση αυτού του σπάνιου πόρου και να παρασχεθεί μια ισχυρή οικονομική βάση για την εφαρμογή των σχεδίων διαχείρισης των λεκανών απορροής ποταμών·τονίζει τη σημασία της θέσπισης μιας φιλόδοξης οδηγίας πλαισίου για τη θάλασσα, προκειμένου να επιτευχθεί η "καλή περιβαλλοντική κατάσταση" του θαλάσσιου περιβάλλοντος· θεωρεί ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό η επικείμενη θαλάσσια στρατηγική να αναγάγει τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και των υπηρεσιών οικοσυστήματος σε πρωταρχικό στόχο καθοριστικής σημασίας·
35. ζητεί από την Επιτροπή να ελέγχει εκ του σύνεγγυς το κατά πόσον τηρείται η κοινοτική νομοθεσία που αφορά την καταπολέμηση της ρύπανσης και της υποβάθμισης των θαλάσσιων οικοσυστημάτων·
36. αναγνωρίζει την τεράστια ζημία που προκαλείται στα οικοσυστήματα της ΕΕ από τους ρύπους, και δη τους διάχυτους ρύπους που προκαλούν τα φαινόμενα της οξίνισης και του ευτροφισμού, συμπεριλαμβανομένου του αμμωνίου γεωργικής προέλευσης· τονίζει τη σημασία της μείωσης των πιέσεων που οφείλονται στους εν λόγω ρύπους, ειδικότερα στις τοποθεσίες του Natura 2000 και γύρω από αυτές, καθώς και σε άλλες περιοχές υψηλής φυσικής αξίας· επισημαίνει την ευκαιρία να αντιμετωπιστούν οι εν λόγω ανησυχίες στο πλαίσιο της επικείμενης αναθεώρησης της οδηγίας για τα εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών, καθώς και μέσω της έγκαιρης εφαρμογής της θεματικής στρατηγικής για την ποιότητα του αέρα·
37. αναγνωρίζει την απειλή που συνιστά για τα οικοσυστήματα η χρήση ορισμένων φυτοφαρμάκων, επιβραδυντικών φλόγας και άλλων επίμονων, βιοσυσσωρευτικών και τοξικών χημικών προϊόντων· τονίζει, εν προκειμένω, τη σημασία που έχει η αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του REACH· τονίζει την ανάγκη ελέγχου της βιοσυσσώρευσης τέτοιων ρύπων μέσω της χρήσης ανώτερων θηρευτών σε χερσαία και θαλάσσια περιβάλλοντα καθώς και σε περιβάλλοντα γλυκών υδάτων· φρονεί επίσης ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στους κινδύνους της χρήσης φυτοφαρμάκων τα οποία είναι σκοπίμως τοξικά και χρησιμοποιούνται στο περιβάλλον· επισημαίνει ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία για τα φυτοφάρμακα –πρόταση κανονισμού σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (COM(2006)0388)· πρόταση οδηγίας πλαισίου για την αειφόρο χρήση των φυτοφαρμάκων (COM(2006)0372)· θεματική στρατηγική για την αειφόρο χρήση των φυτοφαρμάκων (COM(2006)0373)– θα πρέπει να διασφαλίσει ότι η απώλεια βιοποικιλότητας στην Ευρώπη δεν θα αυξηθεί λόγω της χρήσης φυτοφαρμάκων·
38. υπενθυμίζει ότι η προώθηση των Προστατευμένων Ονομασιών Προελεύσεως και των Προστατευμένων Γεωγραφικών Ενδείξεων διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην προστασία των περιφερειακών ιδιότυπων προϊόντων, όλων των γεωργικών παραδόσεων που συνδέονται με αυτά και των αντίστοιχων παραδοσιακών γεωργικών μεθόδων που επιτρέπουν τη διατήρηση του τοπίου και των γεωργικών συστημάτων ως οικοτόπων για πολλά άγρια είδη χλωρίδας και πανίδας·
39. επισημαίνει ότι το 1992 δόθηκε η αρχική ώθηση για την ενσωμάτωση της προστασίας της βιοποικιλότητας στην ΚΓΠ και ότι, μετέπειτα, η μεταρρύθμιση του 2003 εισήγαγε μέτρα, όπως η πολλαπλή συμμόρφωση, το καθεστώς ενιαίας ενίσχυσης ανά γεωργική εκμετάλλευση (αποσύνδεση) και η ανάπτυξη της υπαίθρου, τα οποία αποβαίνουν επωφελή για τη βιοποικιλότητα·
40. προτείνει η βιοποικιλότητα να αποτελέσει μία από τις βασικές αρχές του "υγειονομικού ελέγχου" της ΚΓΠ που πρόκειται να διεξαχθεί το 2008 και θεωρεί απαραίτητη τη χρήση του "υγειονομικού ελέγχου" του 2008 για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των διαφόρων μέτρων για τη βιοποικιλότητα, ιδίως μέτρων για τον τομέα της δασοκομίας, καθώς και την ορθή αντιμετώπιση των ελλείψεων σε αυτόν τον τομέα·
41. εφιστά την προσοχή στον νέο κανονισμό για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης (περίοδος προγραμματισμού 2007-2013), ο οποίος προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη χρηματοδότηση του Natura 2000, περιέχει αγροπεριβαλλοντικά μέτρα και μέτρα υπέρ της διατήρησης των γενετικών πόρων στην γεωργία και της στήριξης της αειφόρου δασικής διαχείρισης, διατηρεί δε τις πληρωμές για τις περιοχές που εμφανίζουν φυσικά μειονεκτήματα·
42. τάσσεται υπέρ της προώθησης (τοπικών/περιφερειακών) εταιρικών σχέσεων μεταξύ ιδιοκτητών γης και χρηστών, οργανισμών για τη διατήρηση της φύσης, κυβερνήσεων και κέντρων εμπειρογνωμοσύνης ώστε να συνεργάζονται με σκοπό την από κοινού εξεύρεση λύσεων στα προβλήματα βιοποικιλότητας, υιοθετώντας μια προσέγγιση εκ των κάτω προς τα άνω·
43. ζητεί να αξιοποιηθούν η καλλιέργεια και η χρήση της βιομάζας ως καυσίμου και για την παραγωγή ενέργειας ως ευκαιρία να ενισχυθεί η ποικιλότητα στην γεωργία· πιστεύει ότι τούτο θα πρέπει να αντικατοπτρίζεται και στην ενίσχυση που παρέχεται στην έρευνα μέσω του εβδόμου προγράμματος πλαισίου· η παραγωγή βιομάζας δεν θα πρέπει να επιτρέπεται να οδηγεί σε απώλεια της βιοποικιλότητας, είτε εντός είτε εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
Περιφερειακή και χωροταξική ανάπτυξη (στόχος 4)
44. αναγνωρίζει την αυξανόμενη κατάτμηση των οικοσυστημάτων που προκύπτει από την επέκταση των υποδομών, της βιομηχανίας και της στέγασης· υποστηρίζει ότι, με προσεκτικό σχεδιασμό, είναι δυνατόν να μειωθεί σε μεγάλο βαθμό η ζημία που προκαλείται στα οικοσυστήματα και να αναγνωριστούν οι ευκαιρίες προς όφελος των οικοσυστημάτων· προτρέπει τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι τα έργα που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Συνοχής και τα διαρθρωτικά ταμεία δεν ζημιώνουν τη βιοποικιλότητα και τις υπηρεσίες οικοσυστήματος, αλλά βελτιστοποιούν τα οφέλη υπέρ της βιοποικιλότητας· προτρέπει τα κράτη μέλη να καταστήσουν προτεραιότητα τη διατήρηση και την αποκατάσταση της βιοποικιλότητας και των υπηρεσιών οικοσυστήματος στον χωροταξικό σχεδιασμό σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, και να διασφαλίσουν ότι η βιοποικιλότητα λαμβάνεται επαρκώς υπόψη στο πλαίσιο των στρατηγικών περιβαλλοντικών εκτιμήσεων και των εκτιμήσεων των επιπτώσεων στο περιβάλλον·
Επεκτατικά αλλόχθονα είδη και αλλόχθονοι γενότυποι (στόχος 5)
45. αναγνωρίζει ότι τα επεκτατικά αλλόχθονα είδη συνιστούν κύρια απειλή κατά της βιοποικιλότητας και ότι η διάδοση επεκτατικών αλλοχθόνων ειδών επιτείνεται από την αυξανόμενη κυκλοφορία των προσώπων και των εμπορευμάτων· συνιστά την ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης κοινοτικής αντίδρασης στο πρόβλημα, όπως ενός συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης, το οποίο θα καλύπτει τα κενά στο νομοθετικό πλαίσιο, καθώς και τη χάραξη μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής για τα επεκτατικά αλλόχθονα είδη·
46. υπογραμμίζει το γεγονός ότι η ανοσοαντισύλληψη θα μπορούσε να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στον έλεγχο των επεκτατικών αλλοχθόνων θηλαστικών ειδών (IAS) και επισημαίνει τη σημαντική έρευνα που βρίσκεται επί του παρόντος σε εξέλιξη στον εν λόγω τομέα· προτρέπει την Επιτροπή να διαθέσει χρηματοδότηση για τη διενέργεια ευρωπαϊκής έρευνας στον τομέα της ανοσοαντισύλληψης και να ζητήσει την εκπόνηση προτάσεων σχεδίων· επισημαίνει ότι το πρόγραμμα LIFE + είναι ένα υφιστάμενο πλαίσιο το οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί προκειμένου να ενθαρρυνθεί η δράση για τα επεκτατικά αλλόχθονα είδη·
47. καλεί την Επιτροπή να προχωρήσει στην πρόταση νομοθεσίας για τον περιορισμό της εισαγωγής αλλοχθόνων ειδών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον έλεγχο της συμμόρφωσης στη Σύμβαση CITES (Σύμβαση για το Διεθνές Εμπόριο Απειλούμενων Ειδών της Άγριας Πανίδας και Χλωρίδας)·
48. εφιστά την προσοχή στις ενίοτε καταστροφικές επιπτώσεις εξωτικών οργανισμών στο θαλάσσιο οικοσύστημα· ζητεί τη λήψη επειγόντων μέτρων για την πρόληψη της μεταφοράς οργανισμών μέσω του ερματικού ύδατος και προτρέπει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τη διεθνή σύμβαση για τον έλεγχο και τη διαχείριση του ερματικού ύδατος των πλοίων και των συναφών ιζημάτων στο πλαίσιο του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ)·
49. ζητεί από την ΕΚ να καθιερώσει ουσιαστικούς ελέγχους για την απόρριψη υδάτων έρματος στα ύδατα της ΕΕ·
50. τονίζει τη σημασία της πλήρους εφαρμογής του νομοθετικού πλαισίου της ΕΕ για τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς· υπογραμμίζει τους πιθανούς κινδύνους που παρουσιάζει για τη βιοποικιλότητα η βιομηχανικής κλίμακας παραγωγή γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών και ζητεί από την Επιτροπή να αξιολογήσει τις επιπτώσεις στα ευρωπαϊκά οικοσυστήματα·
51. εκφράζει την ανησυχία του για τη δυνατότητα διαφυγής γενετικώς τροποποιημένων ιχθύων στα θαλάσσια οικοσυστήματα και την πιθανότητα αναπαραγωγής τους με τοπικούς ιχθύες, γεγονός που ενδέχεται να διαταράξει τη βιοποικιλότητα σε αυτά τα οικοσυστήματα· ζητεί από την ΕΚ να απαγορεύσει την είσοδο στην ΕΕ γενετικώς τροποποιημένων ιχθύων που προορίζονται για την τροφική αλυσίδα της·
52. εκφράζει την ικανοποίησή του για την εκπεφρασμένη πρόθεση της Επιτροπής να θεσπίσει ειδική νομοθεσία για την οικολογική πιστοποίηση των ιχθύων και την παροτρύνει να υποβάλει το συντομότερο νομοθετική πρόταση·
ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ 2 – Η ΕΕ ΚΑΙ Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ Διεθνής διακυβέρνηση (στόχος 6)
53. στηρίζει μετ" επιτάσεως την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης για τη βιολογική ποικιλομορφία (CBD) και προτρέπει την ΕΕ να αναλάβει ηγετικό ρόλο από αυτήν την άποψη· τονίζει τη σημασία της εφαρμογής προγραμμάτων εργασίας της CBD, μεταξύ των άλλων, για προστατευόμενες περιοχές· τονίζει την ανάγκη να περατωθούν οι εργασίες σχετικά με ένα διεθνές καθεστώς πρόσβασης σε γενετικούς πόρους και κατανομής των οφελών· πιστεύει ότι το υλικό αναφοράς που σχετίζεται με είδη και ποικιλίες πρέπει να αποθηκεύεται μόνο σε χώρες που έχουν προσχωρήσει στη σύμβαση για τη βιολογική ποικιλομορφία· τονίζει ότι θα πρέπει να αυξηθεί η αμοιβαία υποστήριξη και συνέργεια μεταξύ των διεθνών περιβαλλοντικών συμφωνιών και προτείνει ότι οι τρίτες χώρες οι οποίες λαμβάνουν κοινοτικές επιχορηγήσεις θα πρέπει να σέβονται τις κοινοτικές πολιτικές για τη βιοποικιλότητα·
54. αναγνωρίζει την απειλή που υφίσταται για τη βιοποικιλότητα στην ανοικτή θάλασσα· συνιστά τη σύναψη συμφωνίας για την προστασία της βιοποικιλότητας στην ανοικτή θάλασσα στο πλαίσιο της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας· προτρέπει την ΕΕ να εξακολουθήσει να διαδραματίζει ηγετικό ρόλο στον τομέα αυτόν·
55. θεωρεί σημαντική την υποστήριξη συμφωνιών και σχεδίων δράσης μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών με στόχο τη διατήρηση κοινών θαλάσσιων περιοχών·
56. επισημαίνει την απειλή που συνιστά για τη βιοποικιλότητα η αλιεία με βενθοπελαγικές τράτες και άλλες μη βιώσιμες αλιευτικές πρακτικές· επισημαίνει εν προκειμένω την πρόσφατη απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών· παρακινεί την Επιτροπή να υποβάλει νομοθετικές προτάσεις το συντομότερο δυνατό για την αλιεία βυθού στην ανοιχτή θάλασσα· προτρέπει την Επιτροπή να συνεργαστεί με τα Ηνωμένα Έθνη και τις συναφείς περιφερειακές οργανώσεις διαχείρισης της αλιείας, όπου υπάρχουν, με στόχο την έγκριση και την εφαρμογή μέτρων για τη διαχείριση του συνόλου των αλιευτικών δραστηριοτήτων που διεξάγονται στην ανοιχτή θάλασσα, συμπεριλαμβανομένων αυτών που χρησιμοποιούν τράτες· προτρέπει επίσης την Επιτροπή να εργαστεί με σκοπό την επείγουσα εφαρμογή μέτρων για την προστασία σημαντικών βενθοπελαγικών ενδιαιτημάτων στην ανοικτή θάλασσα από καταστροφικές αλιευτικές πρακτικές, συμπεριλαμβανομένης της αλιείας με τράτες βυθού·
57. στηρίζει πλήρως τα συμπεράσματα της διάσκεψης του Παρισιού (19-21 Σεπτεμβρίου 2006), που περιλαμβάνονται στο "Μήνυμα από το Παρίσι", σχετικά με τη βιοποικιλότητα στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής αναπτυξιακής συνεργασίας· προτρέπει την Επιτροπή και τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι θα παρέχεται επαρκής χρηματοδότηση στα υπερπόντια διαμερίσματα και εδάφη της ΕΕ για θέματα που αφορούν το περιβάλλον και τη βιοποικιλότητα και ότι θα βελτιωθεί η πρόσβαση των τοπικών οργανισμών και ΜΚΟ σε ευρωπαϊκά προγράμματα, σε συντονισμό με τις τοπικές αρχές·
58. εκφράζει τη λύπη του για την περιορισμένη προσοχή που δίδεται στα θέματα βιοποικιλότητας στις διμερείς και πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες· τάσσεται υπέρ της ενσωμάτωσης της διάστασης της βιοποικιλότητας στο διεθνές εμπόριο και στις παγκόσμιες προσπάθειες αλλαγής των μη αειφόρων παραγωγικών και καταναλωτικών προτύπων· καλεί ως εκ τούτου την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο των τρεχουσών διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ, να δίδουν απόλυτη προτεραιότητα στην αναγνώριση των μη εμπορικού χαρακτήρα πτυχών·
Εξωτερική βοήθεια (στόχος 7)
59. συμμερίζεται την έντονη ανησυχία που διατυπώνεται στην έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για την περιβαλλοντική ολοκλήρωση στον τομέα της αναπτυξιακής συνεργασίας και στα συμπεράσματα της επανεξέτασης της πολιτικής της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα (2004) σχετικά με το χαμηλό επίπεδο υλοποίησης του σχεδίου δράσης της ΕΕ υπέρ της βιοποικιλότητας στον τομέα της οικονομικής και αναπτυξιακής συνεργασίας· επιδοκιμάζει την έκκληση που διατυπώνεται στην ευρωπαϊκή συναίνεση για την ανάπτυξη για μεγαλύτερη διάθεση κονδυλίων υπέρ της βιοποικιλότητας και για ενίσχυση της "ενσωμάτωσης της διάστασης" της βιοποικιλότητας στο πλαίσιο της αναπτυξιακής συνεργασίας·
60. επισημαίνει ότι, παρά τις φιλοδοξίες αυτές, τα κονδύλια υπέρ της βιοποικιλότητας στα προγράμματα εξωτερικής βοήθειας της Κοινότητας και των κρατών μελών είναι εξαιρετικά περιορισμένα· χαιρετίζει την πρόσφατη 4η ανασύσταση του Παγκόσμιου Ταμείου Περιβάλλοντος, αλλά εκφράζει τη λύπη του που το γεγονός αυτό δεν αντιπροσωπεύει καμία αύξηση, υπό πραγματικούς όρους, των κονδυλίων υπέρ της βιοποικιλότητας· τονίζει τη ζωτική σημασία που έχει η δέσμευση περιορισμένων κονδυλίων για προτεραιότητες που αφορούν τη βιοποικιλότητα σε τρίτες χώρες·
61. υπογραμμίζει ότι η αποτελεσματική ενσωμάτωση των προβληματισμών για τη βιοποικιλότητα στα προγράμματα εξωτερικής βοήθειας της Κοινότητας και των κρατών μελών (συμπεριλαμβανομένων δημοσιονομικών μέτρων στήριξης) είναι αποφασιστικής σημασίας, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι δεν ζημιώνουν τη βιοποικιλότητα και τις υπηρεσίες οικοσυστήματος· τονίζει, εν προκειμένω, τη σημασία που έχει η οικοδόμηση της ικανότητας των δικαιούχων χωρών να ενσωματώνουν προβληματισμούς για τη βιοποικιλότητα στις εθνικές στρατηγικές ανάπτυξης (συμπεριλαμβανομένων των στρατηγικών για τη μείωση της ένδειας)·
62. εκφράζει την έντονη ανησυχία του διότι, παρά τις πολιτικές φιλοδοξίες, υφίσταται στην πραγματικότητα σοβαρός κίνδυνος η νέα γενιά εγγράφων στρατηγικής ανά χώρα και ανά περιφέρεια να εξακολουθήσει να μην λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες της βιοποικιλότητας αν δεν υπάρξει εν προκειμένω μια πιο προορατική δέσμευση της Επιτροπής έναντι των δικαιούχων χωρών·
Εμπόριο (στόχος 8)
63. αναγνωρίζει το "οικολογικό αποτύπωμα" που συνεπάγεται το εμπόριο της ΕΕ στη βιοποικιλότητα και στις υπηρεσίες οικοσυστήματος τρίτων χωρών· προτρέπει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν τις μείζονες επιπτώσεις του εμπορίου στη βιοποικιλότητα και στις υπηρεσίες οικοσυστήματος, ειδικότερα μέσω της διενέργειας εκτιμήσεων του αντικτύπου του στην αειφορία· τονίζει τη σημασία της θέσπισης μέτρων για τη μείωση του οικολογικού αντικτύπου της παγκοσμιοποίησης στο πλαίσιο πολυμερών, περιφερειακών και διμερών συμφωνιών ελευθέρων συναλλαγών· τονίζει ότι οι ευρωπαϊκές πολιτικές δεν θα πρέπει να οδηγούν σε μείωση της βιοποικιλότητας σε τρίτες χώρες·
64. εκφράζει τη βαθιά ανησυχία του για τις εισαγωγές εμπορικών αγαθών στην ΕΕ, όπως ξυλείας, φοινικέλαιου και σόγιας, που οδηγούν στην αποψίλωση των τροπικών δασών· εκφράζει την ανησυχία του για την αυξανόμενη ζήτηση βιοκαυσίμων που ενδέχεται να επιτείνει τις πιέσεις που ασκούνται στα τροπικά δάση· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προβούν σε άμεσες ενέργειες, προκειμένου να εγκρίνουν μέτρα για την αποτροπή ή την ελαχιστοποίηση των αρνητικών επιπτώσεων αυτού του είδους εμπορίου στα τροπικά δάση, συμπεριλαμβανομένης της σύναψης διμερών συμφωνιών στο πλαίσιο του προγράμματος για την επιβολή της δασικής νομοθεσίας, τη διακυβέρνηση και το εμπόριο (FLEGT)· προτρέπει την Επιτροπή να υποβάλει το ταχύτερο δυνατόν ανάλυση των επιλογών για την επέκταση της νομοθεσίας με σκοπό να περιοριστεί η εισαγωγή ξυλείας παράνομης υλοτόμησης·
65. καλεί τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειές τους, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το παράνομο εμπόριο ειδών που καλύπτει η CITES, και ζητεί από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να διαμορφώσουν συντονισμένες αποκρίσεις και δράσεις για την επιβολή της CITES·
66. εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι οι αλιευτικές συμφωνίες εταιρικής σχέσης είχαν στο παρελθόν επιτείνει τις πιέσεις επί των αλιευτικών αποθεμάτων, των ειδών που δεν αποτελούν στόχο των αλιευτικών δραστηριοτήτων και των θαλάσσιων ενδιαιτημάτων στα ύδατα τρίτων χωρών· τονίζει ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να διασφαλίζεται πως οι αλιευτικές συμφωνίες εταιρικής σχέσης εγγυώνται τη διατήρηση των αλιευτικών αποθεμάτων σε επίπεδα που υποστηρίζουν τη μέγιστη βιώσιμη απόδοση και ελαχιστοποιούν τις επιπτώσεις επί των ειδών που δεν αποτελούν στόχο των αλιευτικών δραστηριοτήτων, καθώς και επί των θαλάσσιων ενδιαιτημάτων· προτρέπει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι οι αλιευτικοί στόλοι της ΕΕ λειτουργούν συμμορφούμενοι με αυτές τις συμφωνίες·
ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ 3 – ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ Αλλαγή του κλίματος (στόχος 9)
67. αναγνωρίζει ότι διάγουμε μια περίοδο αναπόφευκτων κλιματικών αλλαγών που θα επιφέρουν σημαντικές επιπτώσεις στα ευρωπαϊκά και παγκόσμια οικοσυστήματα· τονίζει ότι πολλές επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος θα γίνουν αισθητές στις ανθρώπινες κοινωνίες και οικονομίες μέσω αλλαγών στα οικοσυστήματα· αναγνωρίζει ότι οι αλλαγές στα οικοσυστήματα και οι επιπτώσεις στα είδη είναι ήδη αισθητές· τονίζει, ως εκ τούτου, ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να αναπτυχθεί μια οικοσυστημική προσέγγιση με σκοπό την προσαρμογή στην αλλαγή του κλίματος, ειδικότερα όσον αφορά τις πολιτικές που επηρεάζουν την αξιοποίηση του εδάφους, των υδάτων και του θαλάσσιου περιβάλλοντος· καλεί την ΕΕ να διαδραματίζει ισχυρό ρόλο διεθνώς στην προσπάθεια μείωσης, σε παγκόσμιο επίπεδο, των εκπομπών που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου·
68. τονίζει ότι είναι σημαντικό να διασφαλίζεται ότι τα μέτρα άμβλυνσης της αλλαγής του κλίματος, όπως η ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, θα αξιολογούνται προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι λαμβάνουν δεόντως υπόψη ενδεχόμενες αρνητικές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα, καθώς και το ότι τέτοιες επιπτώσεις θα πρέπει να αποτρέπονται ή να ελαχιστοποιούνται – ειδικότερα όσον αφορά τα αιολικά πάρκα, η υδροηλεκτρική ενέργεια και τα βιοκαύσιμα·
69. αναγνωρίζει ότι η αλλαγή του κλίματος θα ασκήσει έντονες επιπρόσθετες πιέσεις στα ευρωπαϊκά οικοσυστήματα· τονίζει τη ζωτική σημασία ενός μεγάλου, συνεκτικού δικτύου προστατευόμενων περιοχών (ειδικότερα τοποθεσιών του Natura 2000) και ενός υγιούς ευρύτερου περιβάλλοντος, προκειμένου να ενισχυθεί η αντοχή των οικοσυστημάτων στην αλλαγή του κλίματος· τονίζει, συνεπώς, την ανάγκη να μειωθούν οι "συμβατικές" πιέσεις που ασκούνται στα οικοσυστήματα (κατάτμηση, υπερεκμετάλλευση, μόλυνση, επεκτατικά αλλόχθονα είδη)· την ανάγκη να εξευρεθούν πρόσθετα μέτρα, ειδικά σχεδιασμένα για την αντιμετώπιση της πρόσθετης πίεσης που ασκείται από την αλλαγή του κλίματος καθώς και την ανάγκη να διενεργηθεί κατεπειγόντως αξιολόγηση των οικολογικών ενδιαιτημάτων και των βιολογικών ειδών που κινδυνεύουν περισσότερο από την αλλαγή του κλίματος·
70. αναγνωρίζει την τεράστια πρόκληση που συνιστά η ανάγκη συνειδητοποίησης της βιοποικιλότητας· εκφράζει την έντονη ανησυχία του για το εξαιρετικά χαμηλό ύψος πόρων που διατίθενται στην έρευνα για τη βιοποικιλότητα και τα οικοσυστήματα, δεδομένης της καθοριστικής σημασίας του θέματος για την ευμάρεια και την ευημερία μας· απευθύνει έκκληση, ώστε να δοθεί υψηλότερη προτεραιότητα στη χρηματοδότηση της έρευνας για τη βιοποικιλότητα στο πλαίσιο των κοινοτικών (ΠΠ7) και εθνικών προγραμμάτων έρευνας·
71. αναγνωρίζει την ανάγκη για τη δημιουργία αποτελεσματικότερων μηχανισμών, προκειμένου η βάση τεκμηρίωσης που σχετίζεται με τη βιοποικιλότητα και τις υπηρεσίες οικοσυστήματος να αντικατοπτρίζεται στην πολιτική σε κοινοτικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο· υποστηρίζει, προς τον σκοπό αυτόν, την πρόταση θέσπισης ενός νέου μηχανισμού της ΕΕ για τη συγκέντρωση ανεξάρτητων, έγκυρων συμβουλών, που θα λαμβάνει δεόντως υπόψη τις ισχύουσες διατάξεις· καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει μελέτες και εκτιμήσεις σχετικά με τις επιπτώσεις της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας στη βιοποικιλότητα και την αλλαγή της βιοποικιλότητας στις αστικές περιοχές, συμπεριλαμβανομένων τόσο των θετικών όσο και των αρνητικών επιπτώσεων της εμφάνισης νέων ειδών στις αστικές περιοχές·
72. εκφράζει ανησυχία για τη μείωση σε πολλά είδη ψαριών και για το γεγονός ότι οι επιστημονικές εκθέσεις του ICES (Διεθνές Συμβούλιο για την εξερεύνηση της θάλασσας) τηρούνται μόνον εν μέρει, εάν τηρούνται καν, κατά τη θέσπιση των ετήσιων συνολικών επιτρεπόμενων αλιευμάτων (TAC)· αναγνωρίζει ότι οι επιστημονικές εκθέσεις δεν αποτελούν πολιτικά διατάγματα, αλλά θεωρεί ότι πρέπει να συντρέχουν ισχυροί λόγοι και επαρκή επιχειρήματα για τη μη συμμόρφωση προς τις επιστημονικές συστάσεις· θεωρεί ότι, στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή και το Συμβούλιο πρέπει να προβάλλουν επίσης επιχειρήματα προκειμένου να αποδείξουν ότι η αρχή της μέγιστης διαρκούς απόδοσης τηρείται ουσιαστικά στο εσωτερικό της ΕΕ·
73. καλεί την Επιτροπή να χρηματοδοτήσει μελέτες για τα θαλάσσια οικοσυστήματα, ιδίως σε περιοχές με πλούσια βιοποικιλότητα και έντονη αλιευτική δραστηριότητα·
ΜΕΤΡΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ Χρηματοδότηση
74. εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τους οικονομικούς περιορισμούς στη χρηματοδότηση του Natura 2000 και άλλων δράσεων υπέρ της βιοποικιλότητας που προβλέπονται στο πρόγραμμα δράσης της ΕΕ μέχρι το 2010 και μετέπειτα, οι οποίοι απορρέουν από αποφάσεις Δημοσιονομικού Πλαισίου·
75. τονίζει την ευθύνη των κρατών μελών να κάνουν χρήση όλων των ευκαιριών που παρέχονται στο πλαίσιο της ΚΓΠ, της ΚΑΠ, του Ταμείου Συνοχής και των διαρθρωτικών Ταμείων, καθώς και του προγράμματος Life+ και του έβδομου προγράμματος πλαισίου και να εκχωρήσουν εθνικούς πόρους· συνιστά να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στις οικονομικές ανάγκες κατά την επανεξέταση του προϋπολογισμού το 2008-2009, στο πλαίσιο της οποίας θα πρέπει να αξιολογηθεί η επάρκεια και η διαθεσιμότητα ευρωπαϊκών κονδυλίων για τη βιοποικιλότητα, ιδίως για το Natura 2000·
76. εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του για το γεγονός ότι η πρόταση της Επιτροπής, η οποία υποστηρίχθηκε από το Κοινοβούλιο, για την παροχή 20 δισ. ευρώ επιπλέον για την πολιτική αγροτικής ανάπτυξης στο πλαίσιο του δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013, δεν έγινε δεκτή από το Συμβούλιο, πολλώ δε μάλλον που τα χρήματα θα μπορούσαν να είχαν χρησιμοποιηθεί ειδικά για την περαιτέρω διεύρυνση και εμβάθυνση των μέτρων για τη βιοποικιλότητα·
77. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι χρηματοδοτικές δυνατότητες του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου για την Ανάπτυξη της Υπαίθρου (EAFRD) αποδεικνύονται εντελώς ανεπαρκείς για να έχουν τον ευκταίο αντίκτυπο στη διαχείριση του δικτύου Natura 2000, που εξαρτάται από τις γεωργικές και δασικές δραστηριότητες, δεδομένου ότι είναι ιδιαιτέρως πενιχρή η προταθείσα στήριξη για τη βελτίωση των γνώσεων και της παρακολούθησης·
78. εφιστά την προσοχή στην ανάγκη οικονομικής αποζημίωσης των τοπικών κοινοτήτων, τα εισοδήματα των οποίων ζημιώνονται λόγω των ειδικών δράσεων για τη διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος·
79. εφιστά την προσοχή στις δυνατότητες που υπάρχουν στο πλαίσιο της οδηγίας για την περιβαλλοντική ευθύνη(11) όσον αφορά την εφαρμογή της αρχής "ο ρυπαίνων πληρώνει" και προτρέπει τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν τις εν λόγω δυνατότητες προκειμένου να χρηματοδοτήσουν μέτρα τα οποία θα συντελέσουν στην επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων, συμπεριλαμβανομένων αυτών που περιέχονται στις οδηγίες για τους οικοτόπους και τα πτηνά·
Ενίσχυση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων
80. χαιρετίζει την πρόταση για την έναρξη διαλόγου σε επίπεδο ΕΕ σχετικά με μια πιο μακροπρόθεσμη θεώρηση της βιοποικιλότητας και των υπηρεσιών οικοσυστήματος ως πλαίσιο άσκησης πολιτικής· τονίζει ότι ο εν λόγω διάλογος θα πρέπει να συνδέεται σαφώς με τον διάλογο για το μέλλον της Ευρώπης· προτείνει ο εν λόγω διάλογος να καταστεί όσο το δυνατόν περιεκτικότερος και, ειδικότερα, να κινηθεί προς τις περιφέρειες· προτρέπει οι ευρωπαϊκές αξίες που συνδέονται με τη φύση (τόσο εντός της ΕΕ όσο και παγκοσμίως) να αποτελέσουν αναπόσπαστο τμήμα της προταθείσας διακήρυξης των ευρωπαϊκών αξιών στο πλαίσιο της γερμανικής Προεδρίας·
81. αναγνωρίζει την υψηλή ποιότητα των εκτιμήσεων του αντικτύπου των πολιτικών που αφορούν κοινοτικές πρωτοβουλίες περιβαλλοντικής πολιτικής· εκφράζει τη λύπη του που η περιβαλλοντική διάσταση στις εκτιμήσεις του αντικτύπου των πολιτικών που αφορούν πρωτοβουλίες πολιτικής άλλων τομέων είναι συχνά αποδυναμωμένη· προτρέπει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ελέγχουν όλες τις νέες πρωτοβουλίες πολιτικής για πιθανές σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα και να διασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που διαπιστωθούν τέτοιες πιθανές επιπτώσεις, θα υπάρξει κατάλληλη αντιμετώπιση των ανησυχιών σε σχέση με τη βιοποικιλότητα, καθώς και των επιπτώσεων επί των υπηρεσιών οικοσυστήματος, στο πλαίσιο της διαδικασίας εκτίμησης του αντικτύπου·
82. τονίζει τη σημασία της συμπληρωματικότητας μεταξύ των δράσεων σε επίπεδο Κοινότητας και κρατών μελών· αναγνωρίζει τη μοναδική αξία του "προγράμματος δράσης της ΕΕ μέχρι το 2010 και μετέπειτα" ως μέσου για την ενίσχυση της συμπληρωματικότητας· προτρέπει, συνεπώς, τα κράτη μέλη να εναρμονίσουν τις δράσεις τους με εκείνες του προγράμματος δράσης· προτρέπει τα κράτη μέλη να επεκτείνουν την εν λόγω εναρμόνιση, ώστε να συμπεριλάβει περιφερειακά και τοπικά επίπεδα·
83. υπογραμμίζει τη σημασία της πλήρους και συνεπούς εφαρμογής και επιβολής των οδηγιών για τα πτηνά και τους οικοτόπους· ζητεί μετ' επιτάσεως η Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διαθέσουν επαρκείς πόρους και προσοχή σε αυτόν τον σκοπό·
84. τονίζει τη σημασία του χωροταξικού σχεδιασμού σε ό,τι αφορά τη βιοποικιλότητα και τις υπηρεσίες οικοσυστήματος· προτρέπει τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τις προσεγγίσεις και τις μεθόδους σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, με σκοπό την υποστήριξη της βιοποικιλότητας και των υπηρεσιών οικοσυστημάτων, μεταξύ άλλων μέσω της συμπληρωματικής εφαρμογής του Natura 2000, του σχεδιασμού της διαχείρισης λεκανών απορροής και μέτρων ανάπτυξης της υπαίθρου, και στη θάλασσα μέσω της εφαρμογής της οικοσυστημικής προσέγγισης, όπως ορίζεται στην οδηγία για τη θαλάσσια στρατηγική·
85. ζητεί από την Επιτροπή να ασκήσει πίεση στους υπευθύνους για τις διαδοχικές καθυστερήσεις στη συγκρότηση των Περιφερειακών Γνωμοδοτικών Συμβουλίων για την αλιεία, που είναι απαραίτητα για την καλύτερη παρακολούθηση και διατήρηση των αλιευτικών πόρων·
Σχέσεις συνεργασίας
86. επιδοκιμάζει την έκκληση για ενίσχυση των εταιρικών σχέσεων μεταξύ των ομάδων που αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα της βιοποικιλότητας και των βασικών ομάδων ενδιαφερομένων· τονίζει τη σημασία της σύναψης εταιρικών σχέσεων με κύριους ιδιοκτήτες και χρήστες χερσαίων, υδάτινων και θαλάσσιων πόρων· υποστηρίζει, ειδικότερα, τη σύναψη εταιρικών σχέσεων με κυνηγούς, την αλιευτική κοινότητα, γεωργούς και δασοκόμους, καθώς και με τους τομείς των επιχειρήσεων και της οικονομίας· αναγνωρίζει τον εξέχοντα ρόλο που διαδραματίζει η πρωτοβουλία "Αντίστροφη μέτρηση 2010" από αυτήν την άποψη·
Εκπαίδευση, ευαισθητοποίηση και συμμετοχή
87. τονίζει τη σημασία που έχει η αύξηση της συνειδητοποίησης από το κοινό της σπουδαιότητας της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων στην ευμάρεια και την ευημερία· προτρέπει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν σημαντικά προγράμματα και εκστρατείες, με σκοπό την επιμόρφωση και την ενημέρωση της κοινής γνώμης, την οικοδόμηση πολιτικού αιτήματος για δράση και την ενίσχυση της ενεργής συμμετοχής του κοινού σε μέτρα που άπτονται της διατήρησης· τονίζει τη σημασία της πρόσβασης στην πληροφόρηση και στη δικαιοσύνη εν προκειμένω·
88. επισημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι αισθάνονται συναισθηματικά συνδεδεμένοι με τα τοπία και τα ιστορικά χαρακτηριστικά τους που οφείλονται σε ανθρώπινη παρέμβαση και εκτιμούν την ομορφιά τους· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η μεγάλης κλίμακας γεωργία έχει υποβαθμίσει τη βιοποικιλότητα και την ομορφιά των τοπίων· θεωρεί ότι η αποκατάσταση των τοπίων, επί παραδείγματι δενδροστοιχιών μεταξύ λιβαδιών, θα έχαιρε ευρείας αποδοχής και θα συντελούσε στην αποκατάσταση της βιοποικιλότητας·
89. επισημαίνει ότι οι ζωολογικοί κήποι και τα ενυδρεία της Ευρώπης υποδέχονται ετησίως περισσότερα από 100 εκατομμύρια επισκέπτες, και αναγνωρίζει ότι αυτά τα ιδρύματα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης·
90. παροτρύνει την Επιτροπή να προχωρήσει σε δράσεις ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης για τα προβλήματα που σχετίζονται με τη διατήρηση των αλιευτικών πόρων και των συναφών οικοσυστημάτων·
ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ, ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ
91. τονίζει τη σημασία που έχουν οι δείκτες όσον αφορά την ενημέρωση του κοινού και των φορέων λήψης αποφάσεων επί της προόδου που σημειώνεται· επιδοκιμάζει την προταθείσα δέσμη συνοπτικών δεικτών για τη βιοποικιλότητα· προτείνει την υιοθέτηση και τη διατήρηση ενός δείκτη για τη βιοποικιλότητα ως διαρθρωτικού δείκτη και ως δείκτη αειφόρου ανάπτυξης·
92. επισημαίνει την εξέχουσα σημασία που έχει η ενίσχυση των μακροπρόθεσμων δυνατοτήτων και μεθόδων ελέγχου στη στήριξη της δέσμης δεικτών και στην παροχή ευρύτερων πηγών πληροφόρησης σχετικά την κατάσταση της βιοποικιλότητας, τις πιέσεις που ασκούνται στη βιοποικιλότητα και την αποτελεσματικότητα της ανταπόκρισης της πολιτικής· τονίζει την ανάγκη να καταστούν οι εν λόγω πληροφορίες ευρέως διαθέσιμες μέσω ενός κοινού συστήματος πληροφόρησης·
93. στηρίζει τα υφιστάμενα έργα στο πλαίσιο των οποίων αναπτύσσονται αντικειμενικοί δείκτες για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της βιοποικιλότητας και καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει την τήρηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η Ευρωπαϊκή Ένωση δυνάμει της Σύμβασης για την Βιοποικιλότητα - δηλαδή της βιώσιμης χρησιμοποίησης, της διατήρησης και της δίκαιης συμμετοχής στα οφέλη από την αξιοποίηση της βιοποικιλότητας - και να καταβάλει προσπάθειες, ούτως ώστε το υλικό αναφοράς σχετικά με τα είδη και τις ποικιλίες να συγκεντρώνεται μόνο στα συμβαλλόμενα στη Σύμβαση για τη Βιοποικιλότητα κράτη, καθώς και να εναρμονίσει τις διαθέσιμες πληροφορίες και να χρησιμοποιήσει τα υφιστάμενα δίκτυα·
94. επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο για την υποβολή ενδιάμεσων (έως τα τέλη του 2008) και τελικών (έως τα τέλη του 2010 και τα τέλη του 2013) αξιολογήσεων της προόδου που έχει σημειωθεί ως προς την επίτευξη των στόχων του εν λόγω προγράμματος δράσης· τονίζει ότι τα πορίσματα αυτών των αξιολογήσεων θα ενημερώνουν ευρύτερες διαδικασίες επανεξέτασης της πολιτικής και του προϋπολογισμού, συμπεριλαμβανομένης της αναθεώρησης του προϋπολογισμού το 2008-2009 και αναθεωρήσεων της πολιτικής και του προϋπολογισμού για την περίοδο μετά το 2013· προτρέπει την Επιτροπή να προωθήσει μια ολοκληρωμένη μακροπρόθεσμη στρατηγική για τη βιοποικιλότητα μετά το 2010·
95. θεωρεί ότι οι υφιστάμενες υποχρεώσεις κοινοποίησης θα πρέπει να εκσυγχρονιστούν και να απλοποιηθούν και ότι οι μελλοντικές κοινοποιήσεις δεν θα πρέπει να επιφέρουν αύξηση του διοικητικού φόρτου·
o o o
96. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.
Οδηγία 98/95/ΕΚ του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 1998 για την τροποποίηση, στα πλαίσια της ενοποίησης της εσωτερικής αγοράς, των γενετικώς τροποποιημένων φυτικών ποικιλιών και των φυτικών γενετικών πόρων, των οδηγιών 66/400/ΕΟΚ, 66/401/ΕΟΚ, 66/402/ΕΟΚ, 66/403/ΕΟΚ, 69/208/ΕΟΚ, 70/457/ΕΟΚ και 70/458/ΕΟΚ που αφορούν, αντίστοιχα, την εμπορία σπόρων προς σπορά τεύτλων, κτηνοτροφικών φυτών, σιτηρών, γεωμήλων, ελαιούχων και κλωστικών φυτών, κηπευτικών και τον κοινό κατάλογο ποικιλιών των καλλιεργούμενων φυτικών ειδών (ΕΕ L 25, 1.2.1999, σ. 1).
Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000 για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ L 327, 22.12.2000, σ. 1). Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση αριθ. 2455/2001/ΕΚ (ΕΕ L 331, 15.12.2001, σ. 1).
Οδηγία 2004/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με την περιβαλλοντική ευθύνη όσον αφορά την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζημίας (ΕΕ L 143, 30.4.2004, σ. 56). Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2006/21/ΕΚ (ΕΕ L 102, 11.4.2006, σ. 15).
Η Ευρώπη στον κόσμο - εξωτερικές πτυχές της ανταγωνιστικότητας
417k
127k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2007 σχετικά με την Ευρώπη στον κόσμο - εξωτερικές πτυχές της ανταγωνιστικότητας (2006/2292(INI))
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο "Η Ευρώπη στον κόσμο: η συμμετοχή της στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Συμβολή στη Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση" (COM(2006)0567),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Η Ευρώπη στον κόσμο: τα μέσα εμπορικής άμυνας της Ευρώπης σε μια μεταβαλλόμενη παγκόσμια οικονομία. Πράσινη Βίβλος για δημόσια διαβούλευση" (CΟΜ(2006)0763),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 28ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με τις οικονομικές και εμπορικές πτυχές της ΕΕ με την Ινδία(1),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με την ετήσια έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για δράσεις αντιντάμπιγκ, αντεπιδοτήσεων και μέτρων διασφάλισης τρίτων χωρών κατά της Κοινότητας (2004)(2),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Απριλίου 2006 σχετικά με τον απολογισμό του Γύρου της Ντόχα μετά την Υπουργική Διάσκεψη του ΠΟΕ στο Χονγκ Κονγκ(3),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 12ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με τις οικονομικές και εμπορικές σχέσεις της ΕΕ με τη Μercosur ενόψει της σύναψης Διαπεριφερειακής Συμφωνίας Σύνδεσης(4),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 1ης Ιουνίου 2006 σχετικά με τις διατλαντικές οικονομικές σχέσεις ΕΕ-ΗΠΑ(5),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 13ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με τις προοπτικές για τις εμπορικές σχέσεις μεταξύ Ευρωπαϊκή Ένωσης και Κίνας(6),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με τη κλωστοϋφαντουργία και την ένδυση μετά το 2005(7),
– έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής που συνοδεύει την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Οικονομικές μεταρρυθμίσεις και ανταγωνιστικότητα: τα βασικά μηνύματα της έκθεσης για την Ευρωπαϊκή Ανταγωνιστικότητα 2006" (SEC(2006)1467),
– έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών, που πραγματοποιήθηκε στις 23-24 Μαρτίου 2006(8),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Μαρτίου 2006 σχετικά με τη συμβολή στο Εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2006 όσον αφορά τη Στρατηγική της Λισαβόνας(9),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο "ΕΕ - Κίνα: στενότερη συνεργασία, αυξανόμενες ευθύνες" και το συνοδευτικό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής με τίτλο "Στενότερη συνεργασία, αυξανόμενες ευθύνες: έγγραφο πολιτικής για το εμπόριο και τις επενδύσεις μεταξύ ΕΕ και Κίνας: ανταγωνισμός και εταιρική σχέση"(CΟΜ(2006)0631 και 0632),
– έχοντας υπόψη τη Δήλωση που εγκρίθηκε με συναίνεση στις 2 Δεκεμβρίου 2006 στο πλαίσιο της ετήσιας συνόδου της Κοινοβουλευτικής Διάσκεψης για τον ΠΟΕ,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (A6-0149/2007),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εμπορική πολιτική μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στην προώθηση της ανάπτυξης και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, σύμφωνα με τους στόχους της ανανεωμένης ατζέντας της Λισαβόνας,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να θεσπίσει η ΕΕ κατάλληλη στρατηγική προκειμένου να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης και να αντιμετωπίσει τον αυξανόμενο ανταγωνισμό σημαντικών αναδυόμενων οικονομιών διατηρώντας παράλληλα το ευρωπαϊκό μοντέλο της οικονομικής, περιφερειακής και κοινωνικής συνοχής,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνεκτικότητα μεταξύ των εσωτερικών και εξωτερικών πτυχών της ανανεωμένης ατζέντας της Λισαβόνας είναι απαραίτητη για την επιτυχία της εν λόγω πρωτοβουλίας,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εσωτερικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη βελτίωση τόσο της εσωτερικής όσο και της εξωτερικής ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων της ΕΕ,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αναβολή της αναπτυξιακής ατζέντας της Ντόχα στις 24 Ιουλίου 2006, μετά από περίπου πέντε χρόνια διαπραγματεύσεων, έχει δημιουργήσει μία νέα κατάσταση βάσει της οποίας έχει καταστεί απαραίτητο για την ΕΕ να προσαρμόσει προσωρινά τις προτεραιότητές της και τα μέσα της εμπορικής πολιτικής της, διατηρώντας παράλληλα την πολυμέρεια ως κύρια προτεραιότητα της εμπορικής πολιτικής της,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εμπορική πολιτική είναι μέσον και όχι αυτοσκοπός και ότι θα πρέπει να χαράσσεται κατά τρόπον ώστε να συμβάλλει στη γενική ευημερία των ανθρώπων εντός και εκτός ΕΕ,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ είναι ήδη στους περισσότερους τομείς μία από τις πιο ανοιχτές οικονομίες στον κόσμο,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ολοκληρωμένος χαρακτήρας της κοινής εμπορικής πολιτικής συνιστά σημαντικό πλεονέκτημα για την ΕΕ και της επιτρέπει να διαδραματίζει εξέχοντα ρόλο στο διεθνές εμπορικό σύστημα,
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο προστατευτισμός προφυλάσσει τεχνητά μη αποδοτικούς οικονομικούς τομείς από το διεθνή ανταγωνισμό, μετατοπίζει πόρους από παραγωγικότερους τομείς, αυξάνει τις τιμές και οδηγεί τελικά στην ανεργία,
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι συχνά εκφράζεται η αποδοκιμασία της κοινής γνώμης για τον αποδιοργανωτικό αντίκτυπο που έχει το άνοιγμα του εμπορίου σε ορισμένες περιοχές και ορισμένους οικονομικούς τομείς, ενώ οι θετικές επιδράσεις του στην καινοτομία, την ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση συχνότατα παραβλέπονται,
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόσβαση στην αγορά παρεμποδίζεται ολοένα περισσότερο από διάφορα είδη φραγμών μη δασμολογικού χαρακτήρα,
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υψηλοί δασμοί εξακολουθούν να συνιστούν σημαντικό εμπόδιο στο εμπόριο, και ιδίως στις σχέσεις με τις σημαντικότερες αναδυόμενες οικονομίες,
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το πολυμερές εμπορικό σύστημα, που περιλαμβάνεται στον ΠΟΕ, εξακολουθεί να αποτελεί το αποτελεσματικότερο πλαίσιο για την επίτευξη δίκαιου και θεμιτού εμπορίου σε παγκόσμια βάση, διαμορφώνοντας κατάλληλους κανόνες και διασφαλίζοντας τη συμμόρφωση προς τους κανόνες αυτούς,
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ εξακολουθεί να δεσμεύεται ως προς την επιτυχία της αναπτυξιακής ατζέντας της Ντόχα και έχει ήδη επιδείξει την καλή θέλησή της με σειρά αξιόλογων προσφορών σε όλους τους τομείς των διαπραγματεύσεων,
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, να επανεξεταστεί η σύναψη διμερών και περιφερειακών συμφωνιών ελευθέρων συναλλαγών (ΣΕΣ), έχοντας ωστόσο κατά νου ότι μια υπερβολική διάδοση τέτοιων συμφωνιών θα μπορούσε να επιδράσει αρνητικά στην ενίσχυση του πολυμερούς συστήματος που προτείνεται από την ΕΕ,
P. ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητο να προσδιοριστεί η ορθή ισορροπία μεταξύ πολυμερών, διμερών και πλειομερών συμφωνιών,
ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ πρέπει να είναι προετοιμασμένη να αναλάβει την προάσπισή της, όποτε κρίνεται αναγκαίο, έναντι παραβιάσεων συμφωνημένων κανόνων προσφεύγοντας στους μηχανισμούς διευθέτησης διαφορών, και έναντι αθέμιτων εμπορικών πρακτικών με την εφαρμογή αποτελεσματικών και νόμιμων μέτρων εμπορικής άμυνας παρέχοντας άμεση αρωγή σε βιομηχανίες που έχουν υποστεί ζημία,
ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν μπορεί να ασκείται αξιόπιστη και νόμιμη εμπορική πολιτική χωρίς την τελέσφορη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,
ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σημαντικό το Κοινοβούλιο να διαθέτει έγκαιρη πρόσβαση στα κείμενα των διαφόρων διαπραγματευτικών εντολών που έχουν δοθεί στην Επιτροπή,
Η ΕΕ στο πλαίσιο του παγκόσμιου ανταγωνισμού
1. εκτιμά ότι η εμπορική πολιτική συνιστά απαραίτητο στοιχείο κάθε στρατηγικής στόχος της οποίας είναι η τόνωση της ανάπτυξης και η δημιουργία θέσεων εργασίας μέσω βελτίωσης της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας· συνεπώς εκφράζει ικανοποίηση για την προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Η Ευρώπη στον κόσμο: η συμμετοχή της στον παγκόσμιο ανταγωνισμό'·
2. εκτιμά ότι η ανάπτυξη του εμπορίου δεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά πρέπει να αξιολογείται με βάση τον αντίκτυπό της στην οικονομική μεγέθυνση, την απασχόληση και τη βιώσιμη ανάπτυξη· τονίζει ότι η ανάλυση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας δεν πρέπει να εστιάζεται μόνο σε εμπορικά αριθμητικά στοιχεία αλλά πρέπει να λαμβάνει επίσης υπόψη το μερίδιο της ευρωπαϊκής παραγωγής επί της συνολικής παγκόσμιας παραγωγής καθώς και τη συμβολή της στην ανάπτυξη του επιπέδου απασχόλησης·
3. υπενθυμίζει τη δέσμευση της ΕΕ υπέρ της συνοχής στην πολιτική και θεωρεί ότι η δέσμευση αυτή απαιτεί να είναι οι διαπραγματευτικοί στόχοι της ΕΕ στις εμπορικές συνομιλίες συνεπείς προς την ευρωπαϊκή αναπτυξιακή πολιτική, με ιδιαίτερη μέριμνα για τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες και για τις αναπτυσσόμενες χώρες·
4. εκτιμά ότι η αύξηση της εξωτερικής ανταγωνιστικότητας είναι ζωτικής σημασίας, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση· πιστεύει ότι η ΕΕ, όταν αναλαμβάνει εξωτερική δράση, πρέπει να ενθαρρύνει τις μεταρρυθμίσεις και τη διεθνή συνεργασία στον οικονομικό τομέα ούτως ώστε να δημιουργηθεί ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον και να προαχθεί η βιώσιμη ανάπτυξη σε παγκόσμια κλίμακα· προς τον σκοπό αυτό, σκοπεύει να εργαστεί για την επίτευξη μεγαλύτερης συνεκτικότητας και συμβατότητας στις μακροοικονομικές πολιτικές της, για τη βελτίωση της νομισματικής και δημοσιονομικής ασφάλειας, της συνεργασίας σε φορολογικά ζητήματα και για την εξάλειψη του αθέμιτου φορολογικού ανταγωνισμού·
5. θεωρεί αναγκαίο, πρώτον, να επιδιώξει τη στήριξη της νομισματικής πολιτικής στη σταθερότητα των τιμών, ώστε να μπορεί να χρηματοδοτεί την τεχνολογική πρόοδο και να υποστηρίζει τις ΜΜΕ, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να εισέλθουν σε αγορές εκτός της ευρωζώνης· δεύτερον, να καθιερώσει ευνοϊκά για τις επιχειρήσεις φορολογικά συστήματα που μπορούν να αυξήσουν τον αριθμό των νέων επιχειρήσεων και, προς τον σκοπό αυτό, να μειώσει τους φόρους που υποσκάπτουν την αποτελεσματικότητα και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, ειδικότερα για συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, όπως οι γυναίκες, οι μακροχρόνια άνεργοι και οι ηλικιωμένοι· και, τρίτον, να αυξήσει τον ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά, δεδομένου ότι όσο μεγαλύτερος είναι ο ανταγωνισμός εντός της ΕΕ, τόσο πιο ανταγωνιστικές θα είναι οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και εκτός ΕΕ·
6. είναι πεπεισμένο ότι το κοινωνικό μοντέλο που εξακολουθεί να αποτελεί τη βάση των ευρωπαϊκών εργασιακών σχέσεων έχει επιτρέψει στην ΕΕ να διατηρήσει υψηλό βαθμό παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας έναντι των κύριων ανταγωνιστών της· εκτιμά ότι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η ΕΕ είναι να προασπίσει τη λειτουργία αυτού του κοινωνικού μοντέλου, παρά τις πιέσεις που υφίσταται στις ολοένα και περισσότερο ανταγωνιστικές παγκόσμιες αγορές για περαιτέρω μείωση του κοινωνικού και περιβαλλοντικού κόστους παραγωγής·
7. πιστεύει ότι τα πλεονεκτήματα ενός ανοικτού εμπορικού συστήματος αντισταθμίζουν τον πιθανό αποδιοργανωτικό του αντίκτυπο· εκτιμά, συνεπώς, ότι η ΕΕ θα πρέπει να εξακολουθήσει να προσπαθεί για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς, να εξακολουθήσει να προωθεί την αυξημένη παγκόσμια ελευθέρωση και το ελεύθερο και δίκαιο εμπόριο και να αντιστέκεται στον προστατευτισμό· επίσης όμως πιστεύει ότι δεν μπορούν να αγνοηθούν οι πιθανές αρνητικές επιπτώσεις της σε ορισμένους τομείς, ορισμένες περιφέρειες και ορισμένες χώρες, όπως είναι οι συνέπειες της μετακίνησης και της μετακόμισης επιχειρήσεων·
8. πιστεύει ότι τα οφέλη της ελευθέρωσης τα αποκομίζουν ως επί το πλείστον οι χώρες που αίρουν φραγμούς δασμολογικού και μη δασμολογικού χαρακτήρα και ανοίγουν τις αγορές τους· θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι η ικανότητα της ΕΕ να αυξήσει την ανταγωνιστικότητά της εξαρτάται μεταξύ άλλων από το εάν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τους φραγμούς που επιβάλλονται στο εμπόριο σε παγκόσμιο επίπεδο, να εγγυηθεί την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς και να ανοίξει τις αγορές της σε τρίτες χώρες·
9. συμφωνεί με τη στρατηγική της Επιτροπής να επηρεάσει θετικά τη διαδικασία παγκοσμιοποίησης και να διαχειριστεί τους κινδύνους·
10. θεωρεί λυπηρό οι πολίτες της ΕΕ να εξομοιώνουν την παγκοσμιοποίηση με τη μειωμένη ευρωπαϊκή παραγωγή και την απώλεια θέσεων εργασίας· τονίζει την ανάγκη η ΕΕ να υιοθετήσει μια κατάλληλη στρατηγική για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται, προκειμένου να μπορέσει να επωφεληθεί των πλεονεκτημάτων της παγκοσμιοποίησης, δίνοντας με τον τρόπο αυτό ώθηση στην παραγωγή και στην απασχόληση·
11. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενημερώνουν καλύτερα τους ευρωπαίους πολίτες για όλες τις πτυχές της παγκοσμιοποίησης και τα συγκεκριμένα οφέλη που προκύπτουν από τη συμμετοχή της ΕΕ στο διεθνές εμπορικό σύστημα·
12. θεωρεί ότι οι έννοιες που στηρίζουν την δια βίου μάθηση είναι χρήσιμα εργαλεία αλλά ανεπαρκής απάντηση σε προγραμματισμένες αλλαγές στις παγκόσμιες παραγωγικές δομές· ζητεί η εφαρμογή της νέας παγκόσμιας στρατηγικής ανταγωνιστικότητας της ΕΕ να εξαρτάται από την πρόοδο στην υλοποίηση της ατζέντας της Λισαβόνας η οποία πρέπει να προσανατολιστεί εκ νέου, προκειμένου να αντιμετωπιστούν καλύτερα οι θεμιτοί φόβοι των ευρωπαίων πολιτών που δεν θα είναι σε θέση να προσαρμοσθούν στην αλλαγή·
13. πιστεύει ότι ο αυξημένος ανταγωνισμός θα πρέπει να παροτρύνει την ΕΕ να ενισχύσει τις προσπάθειές της στην εκπαίδευση, καθώς και στην έρευνα και την ανάπτυξη, προκειμένου να διατηρήσει τη θέση της στις παγκόσμιες αγορές καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής εξειδίκευσης και να βελτιώσει τη θέση της μέσω της δημιουργίας νέων συγκριτικών πλεονεκτημάτων·
14. πιστεύει ότι είναι απαραίτητο να υποστηριχθεί η ομαλή ενσωμάτωση άκρως καινοτόμων ευρωπαϊκών εταιρειών υψηλής τεχνολογίας στο παγκόσμιο εμπορικό περιβάλλον·
15. τονίζει τη στρατηγική ανάγκη να διατηρήσει η ΕΕ, παρά τις εξωτερικές ανταγωνιστικές πιέσεις, μια επαρκώς ευρεία και διαφοροποιημένη βιομηχανική βάση· θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι το άνοιγμα του εμπορίου θα πρέπει να συνοδεύεται και να είναι συνεπές με στέρεες βιομηχανικές πολιτικές τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο·
16. επιμένει ότι ο στυλοβάτης της οικονομικής επιτυχίας της ΕΕ είναι η δραστηριότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεών της στις οποίες, μέσω βελτίωσης της πρόσβασης σε ευκαιρίες για έρευνα και ανάπτυξη, πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα να διασφαλίσουν την παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας στο υψηλότερο σημείο της αλυσίδας αξιών·
17. υπενθυμίζει ότι η ΕΕ αποτελεί ήδη στους περισσότερους τομείς μία από τις πλέον ανοιχτές οικονομίες στον κόσμο και ότι έχει σε μεγάλο βαθμό συνεισφέρει και επωφεληθεί από τη σημαντική επέκταση του παγκόσμιου εμπορίου τα τελευταία πενήντα χρόνια·
18. θεωρεί, ωστόσο, ότι η απόδοση της ΕΕ σε σχέση με τις ήδη αναπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες επηρεάζεται αρνητικά από την έλλειψη αμοιβαιότητας στους όρους πρόσβασης στην αγορά, καθώς και από τον ανεπαρκή βαθμό συμμόρφωσης προς τους συμφωνηθέντες εμπορικούς κανόνες και τη διάδοση αθέμιτων εμπορικών πρακτικών·
19. τονίζει ότι πολλές χώρες στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων σημαντικών αναδυόμενων οικονομιών, διατηρούν μεγάλους φραγμούς δασμολογικού και μη δασμολογικού χαρακτήρα στις εξαγωγές της ΕΕ· πιστεύει ότι η άρση ή η σημαντική μείωση των εν λόγω φραγμών για αναπτυξιακούς λόγους θα πρέπει να συνιστά μια από τις βασικές προτεραιότητες της εμπορικής πολιτικής της ΕΕ·
20. συμφωνεί με την Επιτροπή ότι το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα δεν αποτελεί πλέον μονοπώλιο των χωρών του ΟΟΣΑ· συνιστά, εντούτοις, τη συμπερίληψη χωρών όπως το Μεξικό στον κατάλογο των χωρών τις οποίες η Επιτροπή θεωρεί ως αναδυόμενες· υπενθυμίζει ότι σε αναδυόμενες χώρες όπως η Κίνα, η Βραζιλία, η Ινδία και το Μεξικό αντιστοιχεί ήδη άνω του 18 % των παγκόσμιων εμπορικών ροών·
21. απευθύνει έκκληση ώστε οι εξωτερικές πολιτικές της ΕΕ να διασφαλίζουν τη δίκαιη οικονομική ανάπτυξη μεταξύ των χωρών εταίρων, να καταπολεμούν το κοινωνικό ντάμπινγκ και να προωθούν τη συμμόρφωση προς την κοινωνική νομοθεσία και τις διατάξεις σχετικά με τα πρότυπα αξιοπρεπούς απασχόλησης τα οποία, όπως προτείνονται από τη ΔΟΕ, εγγυώνται ένα αξιοπρεπές εισόδημα για τους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους, το δικαίωμα στην ασφάλεια και την υγεία στην εργασία και το δικαίωμα κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και συνδικαλιστικές ελευθερίες·
22. τονίζει την ανάγκη να προαχθούν κώδικες δεοντολογίας που να ενσωματώνουν ως στόχους τις ευπρεπείς προδιαγραφές εργασίας και άλλες πτυχές κοινωνικής ευθύνης των εταιρειών εκ μέρους θυγατρικών, υπεργολάβων και προμηθευτών εταιρειών που εδρεύουν στην ΕΕ·
23. τονίζει ότι η ΕΕ έχει συμφέρον να συνεχίσει και να εντείνει τις διμερείς διαπραγματεύσεις με τους πλέον ανεπτυγμένους εμπορικούς εταίρους της, υπό την προϋπόθεση ότι τούτο δεν θα οδηγήσει στην υποβάθμιση των ευρωπαϊκών προτύπων για το περιβάλλον και για την υγεία και θα τηρείται η Σύμβαση της UΝΕSCΟ της 20ής Οκτωβρίου 2005 για την Προστασία και την Προώθηση της Πολιτιστικής Πολυφωνίας·
ΠΟΕ
24. εκτιμά ότι το πολυμερές εμπορικό σύστημα που περιλαμβάνει ο ΠΟΕ εξακολουθεί να αποτελεί το αποτελεσματικότερο πλαίσιο για την επίτευξη του ελεύθερου εμπορίου σε παγκόσμια βάση· εκτιμά, ωστόσο, ότι το σύστημα του ΠΟΕ θα πρέπει να μεταρρυθμιστεί σε κάποιο βαθμό, προκειμένου να αυξηθεί η διαφάνεια και η αποτελεσματικότητά του· επικροτεί την επανάληψη των επίσημων διαπραγματεύσεων για την αναπτυξιακή ατζέντα της Ντόχα και επαναλαμβάνει την έντονη υποστήριξή του για την επιτυχή ολοκλήρωση των εν λόγω διαπραγματεύσεων·
25. εκτιμά ότι η επίτευξη μιας φιλόδοξης και ισορροπημένης έκβασης των διαπραγματεύσεων της αναπτυξιακής ατζέντας της Ντόχα είναι καθοριστικής σπουδαιότητας για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και πρέπει να θεωρείται ως προτεραιότητα από τους διαπραγματευτές της ΕΕ·
26. επισημαίνει ότι ο Γύρος της Ντόχα είναι ένας αναπτυξιακός γύρος, και ότι, συνεπώς, η νέα εμπορική ατζέντα της ΕΕ πρέπει να αντικατοπτρίζει τους αναπτυξιακούς στόχους· επισημαίνει περαιτέρω ότι η νέα εμπορική ατζέντα συνεπάγεται επίσης ειδική ευθύνη ως προς την αποτελεσματικότητα της ευρωπαϊκής αναπτυξιακής πολιτικής, ειδικότερα έναντι των φτωχότερων χωρών του πλανήτη·
27. θεωρεί απαραίτητη την ουσιαστική μεταρρύθμιση της θεσμικής διάρθρωσης και της διαδικασίας λήψης αποφάσεων του ΠΟΕ για τη βελτίωση της λειτουργίας του και την αντιμετώπιση των προκλήσεων ενός σταθερά αυξανόμενου αριθμού μελών· καλεί την Επιτροπή να συμβάλει ενεργά στον παγκόσμιο προβληματισμό για αυτό το θέμα και να καταρτίσει εποικοδομητικές προτάσεις·
28. πιστεύει ότι η προώθηση από την ΕΕ βασικών πολυμερών κανόνων για την πολιτική ανταγωνισμού και η ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας στον τομέα αυτό, θα καταστήσει τις αγορές πιο ανοιχτές, ισορροπημένες και αποδοτικές·
Διμερείς και περιφερειακές συμφωνίες ελευθέρων συναλλαγών
29. υπογραμμίζει ότι ο ΠΟΕ είναι το καταλληλότερο φόρουμ για τη διασφάλιση της δίκαιης κατανομής των οφελών που προκύπτουν από την αυξημένη παγκοσμιοποίηση· εκτιμά, συνεπώς, ότι η επίτευξη μιας φιλόδοξης, προσανατολισμένης στην ανάπτυξη έκβασης των διαπραγματεύσεων της αναπτυξιακής ατζέντας της Ντόχα πρέπει να αποτελεί την πρώτη προτεραιότητα της ΕΕ· φρονεί ότι οι διμερείς και περιφερειακές συμφωνίες ελευθέρων συναλλαγών δεν συνιστούν τη βέλτιστη λύση· υπενθυμίζει ότι τέτοιους είδους συμφωνίες οδηγούν στην αλλαγή του ρου του εμπορίου, συχνά δεν είναι σταθμισμένες, συντελούν στη δημιουργία διακρίσεων στις διεθνείς εμπορικές σχέσεις, και έχουν την τάση να περιορίζουν το επίπεδο δεσμεύσεων των χωρών που συμμετέχουν στον ΠΟΕ·
30. πιστεύει ότι οι νέες διμερείς ή περιφερειακές πρωτοβουλίες ελευθέρων συναλλαγών θα πρέπει να αναπτύσσονται μόνον όταν απαιτείται να βελτιωθεί η ανταγωνιστική θέση των εξαγωγέων της ΕΕ σε σημαντικές αγορές εξωτερικού, ιδίως σε περιπτώσεις κατά τις οποίες άλλοι σημαντικοί εμπορικοί εταίροι έχουν ήδη συνάψει ή είναι στο στάδιο διαπραγμάτευσης τέτοιου είδους συμφωνιών με τις εν λόγω χώρες ή περιοχές· απαιτεί πλήρη διαφάνεια από την Επιτροπή σχετικά με τα κριτήρια που εφαρμόζονται για την επιλογή νέων εταίρων ΣΕΣ και επιμένει ότι πρέπει να διεξαχθούν ολοκληρωμένες οικονομικές και αειφόρες εκτιμήσεις επιπτώσεων, με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων, και ότι τα αποτελέσματά τους πρέπει να δημοσιοποιούνται·
31. εκτιμά ότι όλες οι νέες ΣΕΣ που συνάπτονται από την ΕΕ πρέπει να είναι συμβατές με τον ΠΟΕ, συνεκτικές, φιλόδοξες, να οδηγούν σε πραγματικά αμοιβαία πρόσβαση στην αγορά και επίσης να εξασφαλίζουν την εκτεταμένη ελευθέρωση υπηρεσιών και επενδύσεων, υπερβαίνοντας τόσο τις ισχύουσες πολυμερείς δεσμεύσεις όσο και εκείνες που αναμένονται να προκύψουν από την επιτυχή έκβαση της αναπτυξιακής ατζέντας της Ντόχα·
32. εκτιμά ότι, κατά τη διαπραγμάτευση των ΣΕΣ, η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει υπόψη τους κινδύνους αποκλεισμού των μικρότερων και ασθενέστερων εμπορικών εταίρων από τα κέρδη του διεθνούς εμπορίου, και ως εκ τούτου επιμένει ότι τα συμφέροντά τους πρέπει να λαμβάνονται υπόψη καθ' όλη τη διάρκεια της διαπραγματευτικής διαδικασίας·
33. καλεί το Συμβούλιο να κάνει διάκριση μεταξύ των αναδυόμενων οικονομιών και των αναπτυσσόμενων χωρών κατά τη διατύπωση διαπραγματευτικών εντολών ΣΕΣ ή συμφωνιών σύνδεσης, και να μεριμνήσει ώστε στις διαπραγματεύσεις με τις αναπτυσσόμενες χώρες να επικρατήσει ένας προσανατολισμός που θα εστιάζεται στις ανάγκες τους για ανάπτυξη·
34. είναι πεπεισμένο ότι όλες οι μελλοντικές ΣΕΣ πρέπει να διαθέτουν σύγχρονο χαρακτήρα και να περιλαμβάνουν τα πρότυπα που έχουν ενσωματωθεί στις θεμελιώδεις Συμβάσεις της ΔΟΕ·
35. απαιτεί να περιλαμβάνουν όλες οι νέες ΣΕΣ που συνάπτονται από την ΕΕ μηχανισμούς που θα επιτρέπουν την αναστολή, είτε εξ ολοκλήρου είτε εν μέρει, της εφαρμογής τους όταν πιστοποιείται η μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων ΣΕΣ από τα λοιπά μέρη· θεωρεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να συμφωνεί να ενεργοποιεί τέτοιου είδους μηχανισμούς οποτεδήποτε καλείται να το πράξει με ψήφισμα του Κοινοβουλίου·
36. καλεί την Επιτροπή να διαπραγματευθεί, με ομόφρονα μέλη του ΠΟΕ, κοινές βασικές διατάξεις για ΣΕΣ σχετικά λ.χ. με τους προτιμησιακούς κανόνες προέλευσης με στόχο την επίτευξη μεγαλύτερης συνεκτικότητας μεταξύ αυτού του είδους των συμφωνιών και την απλούστερη χρήση τους προς όφελος των οικονομικών παραγόντων·
Πολυμερείς/ τομεακές διαπραγματεύσεις
37. καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να εξετάσουν επίσης την αξία των πολυμερών/τομεακών διαπραγματεύσεων σε ορισμένες περιπτώσεις, σύμφωνα με τα παραδείγματα της συμφωνίας περί εμπορίου πολιτικών αεροσκαφών, της συμφωνίας για τις δημόσιες προμήθειες και της συμφωνίας για τις τεχνολογίες της πληροφορίας·
Γενική προσέγγιση σε εμπορικές διαπραγματεύσεις
38. υποστηρίζει επίμονα ότι οποιεσδήποτε παραχωρήσεις της ΕΕ στους διαπραγματευόμενους εταίρους της θα πρέπει, εκτός σαφώς αιτιολογημένων περιπτώσεων για λόγους αναπτυξιακών προβληματισμών, να αντισταθμίζονται με παραχωρήσεις από τις εν λόγω χώρες·
39. εφιστά την προσοχή στη στρατηγική σημασία και τον πολυλειτουργικό χαρακτήρα της γεωργίας στην ΕΕ· τονίζει ότι η γεωργία δεν πρέπει να είναι ο μόνος τομέας στον οποίο η ΕΕ προβαίνει σε υποχωρήσεις κατά την διάρκεια των εμπορικών διαπραγματεύσεων και ότι η εμπορική πολιτική πρέπει να συνεχίσει να συμμορφώνεται προς τις βασικές προσεγγίσεις που υπαγορεύονται στο πλαίσιο αρκετών διαδοχικών μεταρρυθμίσεων της κοινής γεωργικής πολιτικής·
40. υπενθυμίζει ότι η ΕΕ, ως η μεγαλύτερη ενιαία αγορά αγαθών και υπηρεσιών στον κόσμο, είναι ιδιαίτερα ελκυστική στα μάτια των εξαγωγέων όλου του κόσμου· εφιστά την προσοχή στη σημαντική επιρροή που αποκτούν με τον τρόπο αυτό οι διαπραγματεύσεις της ΕΕ, τόσο στο πολυμερές πλαίσιο όσο και στο διμερές και περιφερειακό πλαίσιο·
41. θεωρεί ότι η εφαρμογή θεμιτών εμπορικών πολιτικών από την ΕΕ και όλους τους εμπορικούς της εταίρους θα πρέπει προοδευτικά να δίδει μεγαλύτερη έμφαση στη διεθνή αναγνώριση των ελάχιστων περιβαλλοντικών προτύπων που διαμορφώνουν ίσους όρους ανταγωνισμού μεταξύ όλων των εταίρων·
42. θεωρεί ότι οι εμπορικές διαπραγματεύσεις, σε πολυμερές, διμερές ή περιφερειακό επίπεδο, πρέπει να επιδιώκουν την αναβάθμιση του διεθνούς εμπορίου από άποψη δέσμευσης έναντι των γενικών κοινωνικών, περιβαλλοντικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων και ως εκ τούτου να συμβάλλουν στις αντίστοιχες προσπάθειες που καταβάλλονται σε άλλα πλαίσια· τονίζει ότι η πρόοδος στα θέματα αυτά θα πρέπει να αξιολογείται με γνώμονα μόνον τα εμπορικά συμφέροντα της ΕΕ, δεδομένου ότι το εξωτερικό εμπόριο δεν είναι παρά μία, αν και σημαντική, πτυχή της βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης στην ΕΕ·
43. ζητεί από την Επιτροπή να διευκρινίσει με ποιόν τρόπο αντιλαμβάνεται τους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς κανόνες και προδιαγραφές στη διεθνή εμπορική πολιτική, να καθορίσει τις βασικές αρχές και το περιεχόμενο του υπό κατάρτιση κοινωνικού και περιβαλλοντικού κεφαλαίου των νέων Συμφωνιών Ελευθέρου Εμπορίου και των νέων Συμφωνιών Σύνδεσης, και να καταρτίσει πειστική στρατηγική για την αποδοχή των κεφαλαίων αυτών από τους εμπορικούς εταίρους της ΕΕ·
Διατλαντικές σχέσεις
44. πιστεύει ότι η ΕΕ έχει ανάγκη να διαφοροποιήσει τις οικονομικές της σχέσεις, να διαφυλάξει τις δικές της πολιτικές σε τομείς όπως της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος, και να ενισχύσει τις οικονομικές της σχέσεις με άλλες περιοχές του πλανήτη με γνώμονα την ειρήνη και τις αρχές της κυριαρχίας, του σεβασμού των πολιτικών ελευθεριών, του σεβασμού του περιβάλλοντος, των κοινωνικών προδιαγραφών, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανάπτυξης·
45. η ενίσχυση των διατλαντικών οικονομικών σχέσεων πρέπει να προχωρήσει βάσει της συμμόρφωσης προς τους περιβαλλοντικούς κανόνες και τους κανόνες δημόσιας υγείας της ΕΕ, και δεν πρέπει να διακυβεύει την ανεξαρτησία της πολιτικής ανταγωνισμού της και των κανόνων της για την προστασία των δημόσιων υπηρεσιών και της πολιτιστικής πολυμορφίας·
46. συνιστά τη συγκέντρωση αξιόπιστων δεδομένων ώστε να αναλυθεί η επίδραση που ασκεί η ενοποίηση των οικονομικών αγορών της ΕΕ και των ΗΠΑ στις οικονομίες και στις κοινωνίες του Μεξικού και του Καναδά· εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι οι ξένες άμεσες επενδύσεις στο Μεξικό διοχετεύονται αρκετά συχνά μέσω ευρωπαϊκών θυγατρικών που λειτουργούν στις ΗΠΑ, γεγονός το οποίο εξηγεί για ποιον λόγο οι εν λόγω δραστηριότητες δεν αντικατοπτρίζονται πράγματι στα δεδομένα ΕΕ-Μεξικού·
Κίνα
47. παραπέμπει στο προαναφερθέν ψήφισμά του σχετικά με τις προοπτικές των εμπορικών σχέσεων μεταξύ της ΕΕ και της Κίνας· θεωρεί την Κίνα ως σαφές παράδειγμα των θετικών επιπτώσεων της ελευθερίας του εμπορίου και της ενεργού συμμετοχής στις παγκόσμιες και ανταγωνιστικές αγορές από την άποψη της οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας· έχει επίγνωση των σημαντικών κοινωνικών και περιβαλλοντικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η εν λόγω χώρα· επιμένει ότι η Κίνα πρέπει να συμμορφωθεί προς όλες τις υποχρεώσεις της στον ΠΟΕ, όπως η εφαρμογή διεθνών εργασιακών προδιαγραφών και η προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας· επικροτεί την προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής και το έγγραφο εργασίας ΕΕ-Κίνα και στηρίζει τις προσπάθειες της Επιτροπής για τον καθορισμό μιας κατάλληλης στρατηγικής με σκοπό την αντιμετώπιση όλων των πτυχών των σχέσεων μεταξύ ΕΕ και Κίνας·
48. εκτιμά ότι η ανάπτυξη οικονομικών και εμπορικών σχέσεων με την Κίνα πρέπει να συμβαδίζει με έναν πολιτικό διάλογο ο οποίος θα περιλαμβάνει τις ευθύνες αμφότερων των εταίρων στον περιβαλλοντικό και κοινωνικό τομέα· τονίζει ότι οι οικονομικές και εμπορικές σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και της Κίνας πρέπει να βασίζονται στον σεβασμό δίκαιων και αμερόληπτων εμπορικών κανόνων και στην εφαρμογή των κανόνων του ΠΟΕ·
49. εκτιμά ότι η ανεπαρκής προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ στις διμερείς της σχέσεις με τις κινεζικές αρχές· καλεί συνεπώς την Επιτροπή να εντείνει τις προσπάθειές της προκειμένου να πείσει την Κίνα να σεβαστεί πλήρως τις συμφωνίες TRIP και να βελτιώσει την επιβολή των δικαστικών αποφάσεων·
Κανονιστικά ζητήματα
50. τονίζει την αυξανόμενη σπουδαιότητα των κανονιστικών ζητημάτων στο διεθνές εμπόριο· ζητεί να υπάρχει μεγαλύτερη συνοχή μεταξύ των κανόνων και πρακτικών της ΕΕ και εκείνων των σημαντικότερων εμπορικών μας εταίρων· υπογραμμίζει ότι αυτό δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα μία φθίνουσα εναρμόνιση των κανόνων και κανονισμών η οποία θα έπληττε την εμπιστοσύνη των πολιτών όσον αφορά την υγεία, την ασφάλεια και το περιβάλλον· τονίζει ότι θα πρέπει αντιθέτως να εντείνουν τις προσπάθειες, προκειμένου να διασφαλιστεί η αναγνώριση και η επιβολή αμφοτέρων από τους σημαντικούς εμπορικούς εταίρους της ΕΕ·
51. ζητεί από την Επιτροπή να αξιολογεί συστηματικά τον αντίκτυπο των εσωτερικών πολιτικών και ρυθμίσεων της ΕΕ στη διεθνή ανταγωνιστικότητα και να δίδει τη δέουσα προσοχή στο πλαίσιο των διεργασιών λήψης κανονιστικών αποφάσεων στην ανταγωνιστική θέση των επιχειρήσεων της ΕΕ εντός και εκτός Ευρώπης·
52. τονίζει, στο πλαίσιο του ΠΟΕ και των διμερών συμφωνιών ελεύθερων συναλλαγών, τη σημασία που έχει η επίσπευση της άρσης των εμπορικών φραγμών μη δασμολογικού χαρακτήρα και η εναρμόνιση των τεχνικών κανόνων, ιδίως μέσω της εφαρμογής της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης·
53. θεωρεί ότι ο αποτελεσματικότερος τρόπος αποφυγής ρυθμιστικών αποκλίσεων, που προκαλούν τη δημιουργία εμπορικών φραγμών, έγκειται στη χάραξη παγκόσμιων κανόνων και προτύπων· ενθαρρύνει την Επιτροπή να συμμετάσχει ενεργά στο έργο όλων των αρμοδίων διεθνών οργανισμών και των φορέων τυποποίησης·
54. υποστηρίζει την πολυμερή και διμερή κανονιστική συνεργασία με τις σημαντικότερες χώρες εταίρους, εφόσον τούτο δεν προκαλεί αδικαιολόγητες διακρίσεις σε βάρος άλλων και δεν επιτρέπει στους εν λόγω εταίρους να παρεμβαίνουν αδικαιολόγητα στην εσωτερική διαδικασία λήψεως αποφάσεων της ΕΕ·
Προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας
55. καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει τις προσπάθειές της στους τομείς της έρευνας, της ανάπτυξης και της καινοτομίας· επισημαίνει ότι ο σεβασμός των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και η προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας βρίσκονται στο επίκεντρο της εξωτερικής ανταγωνιστικότητας της ΕΕ, και πιστεύει ότι η ΕΕ θα πρέπει εν προκειμένω να υιοθετήσει μια αποφασιστικότερη στάση στην προσέγγισή της έναντι τρίτων χωρών·
56. τονίζει ότι η απομίμηση και η πειρατεία έχουν ως αποτέλεσμα την απώλεια θέσεων εργασίας, υπονομεύουν την καινοτομία και στερούν φορολογικά έσοδα από τις κυβερνήσεις· τονίζει ότι η επαρκής προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και η αποτελεσματική επιβολή τους συνιστούν τον θεμέλιο λίθο της παγκόσμιας οικονομίας·
57. θεωρεί ότι η δέουσα προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας από τους κύριους εμπορικούς εταίρους της ΕΕ συνιστά απαραίτητη απαίτηση για τη διατήρηση και τη βελτίωση της εξωτερικής ανταγωνιστικότητας της ΕΕ·
58. επικροτεί τη δέσμευση της Επιτροπής να ενισχύσει τις διατάξεις για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες, καθώς και την επιβολή των υφιστάμενων δεσμεύσεων·
59. επιμένει οι σημαντικοί εμπορικοί εταίροι της ΕΕ, όπως η Κίνα και η Ρωσία, να επιβάλουν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας σύμφωνα με τις υποχρεώσεις στο πλαίσιο του ΠΟΕ/TRIPs·
60. τονίζει ότι η ευρωπαϊκή πολιτική δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας έναντι των αναπτυσσόμενων χωρών δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τις υποχρεώσεις των συμφωνιών TRIPs, αλλά θα πρέπει αντίθετα να ενθαρρύνει τη χρήση των ευελιξιών των TRIPs·
61. εκτιμά ότι η προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και η απόδειξη της αποτελεσματικής επιβολής τους με τα κατάλληλα νομικά και διοικητικά μέσα θα πρέπει να αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση προσχώρησης στον ΠΟΕ·
62. καλεί το Συμβούλιο να εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής για κανονισμό του Συμβουλίου σχετικά με την αναγραφή της χώρας καταγωγής σε ορισμένα προϊόντα που εισάγονται από τρίτες χώρες (COM(2005)0661) όπως υποστηρίχθηκε από το Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του της 6ης Ιουλίου 2006 σχετικά με τη σήμανση καταγωγής(10)·
Στρατηγική πρόσβασης στην αγορά
63. επικροτεί την απόφαση της Επιτροπής να αναθεωρήσει τη στρατηγική πρόσβασης στην αγορά και προσβλέπει στην έγκριση της σχετικής ανακοίνωσής της το 2007· καλεί την Επιτροπή να περιλαμβάνει ενεργά το Κοινοβούλιο στην παρούσα πρωτοβουλία·
64. εμμένει στην ανάγκη επικέντρωσης ειδικά σε φραγμούς μη δασμολογικού χαρακτήρα οι οποίοι, με την προοδευτική μείωση ή εξάλειψη των δασμών, τείνουν να καταστούν τα κύρια εμπόδια του διεθνούς εμπορίου· εφιστά την προσοχή στη μεγάλη ποικιλία, τεχνική πολυπλοκότητα και πολιτική ευαισθησία των φραγμών μη δασμολογικού χαρακτήρα, γεγονός που δυσχεραίνει την αντιμετώπισή τους, και καλεί την Επιτροπή να διαθέσει επαρκείς πόρους σε αυτό το απαιτητικό καθήκον·
65. εφιστά την προσοχή στον σοβαρό κίνδυνο να καταστούν τα μέτρα που συνδέονται με την ασφάλεια οι κύριοι φραγμοί μη δασμολογικού χαρακτήρα του 21ου αιώνα· καλεί όλες τις χώρες να αντιμετωπίσουν τις θεμιτές ανησυχίες τους περί ασφάλειας μέσω μέτρων που θα περιορίζουν το εμπόριο στο ελάχιστο δυνατόν και να συνεργαστούν μεταξύ τους –πολυμερώς, πλειομερώς ή διμερώς– για την επιδίωξη του εν λόγω στόχου·
66. καλεί τις αντιπροσωπείες της Επιτροπής, τις πρεσβείες των κρατών μελών και τους φορείς προώθησης του εμπορίου, τα εμπορικά επιμελητήρια και άλλους δημόσιους και ιδιωτικούς οργανισμούς που εκπροσωπούν τα ευρωπαϊκά οικονομικά συμφέροντα στο εξωτερικό να συντονίσουν καλύτερα τη δράση τους για την προώθηση των ευρωπαϊκών προϊόντων και υπηρεσιών, το άνοιγμα των αγορών και την αύξηση των επενδυτικών ροών·
Υπηρεσίες
67. υπενθυμίζει το αυξανόμενο μερίδιο των υπηρεσιών στην παγκόσμια οικονομική απόδοση και στο ΑΕγχΠ της ΕΕ· εφιστά την προσοχή στο υψηλό επίπεδο εξωτερικής ανταγωνιστικότητας των ευρωπαίων παρόχων υπηρεσιών· καλεί την Επιτροπή να επιδιώξει, σε όλες τις εμπορικές διαπραγματεύσεις, τόσο την προοδευτική όσο και την αμοιβαία ελευθέρωση των υπηρεσιών καθώς και μια πολιτική μεγαλύτερης τυποποίησης και τη διαφάνεια και την προβλεψιμότητα των κανόνων και ρυθμίσεων που αφορούν τον εν λόγω τομέα, προκειμένου ο υψηλά ανταγωνιστικός ευρωπαϊκός τομέας υπηρεσιών να μπορεί να λειτουργήσει περισσότερα ελεύθερα σε τρίτες χώρες· επισημαίνει ωστόσο ότι αυτό δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε προσφορές ούτε σε αιτήσεις στον τομέα των δημόσιων υπηρεσιών·
68. πιστεύει ότι πρέπει να υπάρξει διάκριση μεταξύ των εμπορικών και των δημόσιων υπηρεσιών· τονίζει την ανάγκη να κρατηθούν οι δημόσιες υπηρεσίες εκτός όλων των διαπραγματεύσεων, ιδίως στην περίπτωση των δημόσιων υπηρεσιών που καλύπτουν βασικές ανάγκες των ανθρώπων και παρέχουν πρόσβαση σε απαραίτητα "δημόσια αγαθά" όπως η υγεία, η εκπαίδευση, το πόσιμο νερό και η ενέργεια, και όσων διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της πολιτιστικής πολυμορφίας, όπως οι οπτικοακουστικές υπηρεσίες·
69. εμμένει στην ανάγκη να διασφαλιστεί ότι οι εταίροι από τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες διατηρούν έναν χώρο πολιτικής προκειμένου να είναι σε θέση να ρυθμίσουν υπηρεσίες που είναι σημαντικές για την ανάπτυξή τους·
70. υποστηρίζει ότι η ΕΕ πρέπει να προωθήσει τη διάδοση και αναγνώριση των διεθνών λογιστικών και ελεγκτικών προτύπων και πρακτικών, έτσι ώστε να εξασφαλίσει την αύξηση της σταθερότητας και της διαφάνειας των αγορών και να διασφαλισθεί ότι οι επιχειρηματίες θα επωφελούνται μεγαλύτερης βεβαιότητας και θα ενημερώνονται καλύτερα σε ό,τι αφορά τις δραστηριότητές τους εκτός της ΕΕ·
71. υποστηρίζει ειδικότερα ότι προκειμένου να αυξηθεί η εξωτερική ανταγωνιστικότητά της, η ΕΕ πρέπει να λάβει μέτρα στο πλαίσιο της εμπορικής της πολιτικής για να ενισχύσει την ασφάλεια των ηλεκτρονικών συναλλαγών και του εμπορίου και να βελτιώσει την προστασία των δεδομένων·
72. πιστεύει ότι το άνοιγμα της αγοράς στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και η διευκόλυνση των κινήσεων κεφαλαίων πρέπει να συμβαδίζουν με την επίτευξη μεγαλύτερης διαφάνειας και με βελτιώσεις των μέτρων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της οικονομικής υποστήριξης της τρομοκρατίας και της φορολογικής απάτης, ειδικά δε όταν εμπλέκονται εξωχώρια χρηματοπιστωτικά κέντρα·
Πρώτες ύλες και ενέργεια
73. θεωρεί ότι οι πρώτες ύλες, και ιδίως οι ενεργειακοί πόροι, αξίζουν ειδικής μεταχείρισης στη νέα εμπορική ατζέντα της ΕΕ·
74. εκτιμά, βάσει της ανάγκης για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής μέσω περισσότερων αειφόρων εμπορικών προτύπων, ότι η πρόσβαση και η χρήση της ενέργειας και των πόρων αποτελεί ζήτημα πολυμερούς διακανονισμού που δεν πρέπει να υπονομεύεται από διμερείς εμπορικές συμφωνίες οι οποίες ανταγωνίζονται για ευνοϊκότερους όρους πρόσβασης·
Δημόσιες προμήθειες
75. θεωρεί ότι το μεγάλο επίπεδο του ανοίγματος των αγορών δημοσίων προμηθειών της ΕΕ σε όλα τα κυβερνητικά επίπεδα δεν συνοδεύεται με την ανάλογη πρόσβαση προμηθευτών της ΕΕ, ιδίως ΜΜΕ, στις ξένες αγορές δημοσίων προμηθειών στον τομέα των προϊόντων, των υπηρεσιών και των κατασκευών και ότι η Επιτροπή θα πρέπει να εργαστεί προς την κατεύθυνση της αμοιβαίας πρόσβασης σε σχέση με τις αναπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες στον σημαντικό αυτό οικονομικό τομέα· συμφωνεί ότι μπορεί να εξετάζεται κατ' εξαίρεση το ενδεχόμενο επιβολής στοχοθετημένων περιορισμών στην πρόσβαση σε μέρη της αγοράς δημοσίων προμηθειών της ΕΕ με στόχο την ενθάρρυνση της αμοιβαιότητας, αλλά ωστόσο αντιτίθεται επίμονα σε κάθε προσπάθεια κλεισίματος της αγοράς αυτής για προστατευτικούς σκοπούς·
76. καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει συγκεκριμένες δεσμεύσεις από τους λοιπούς μετέχοντες στη συμφωνία δημόσιων προμηθειών του ΠΟΕ στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης αναδιαπραγμάτευσης της εν λόγω συμφωνίας·
77. τονίζει ωστόσο την ανάγκη υψηλότερου επιπέδου διαφάνειας και ζητεί από την Επιτροπή να μην προβάλει υπερβολικές απαιτήσεις στον τομέα των δημόσιων προμηθειών, ειδικά στον τομέα των δημόσιων υπηρεσιών κοινής ωφελείας, οπουδήποτε αυτές δημιουργούν δυσκολίες στους λιγότερο αναπτυγμένους εταίρους·
78. λαμβάνει γνώση της πρωτοβουλίας ορισμένων κρατών μελών με στόχο την εξισορρόπηση της συμφωνίας για τις δημόσιες προμήθειες υπέρ των ΜΜΕ· συνιστά ως εκ τούτου στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο να επιμένουν για τη συμπερίληψη στη συμφωνία για τις δημόσιες προμήθειες, η οποία αποτελεί αντικείμενο επαναδιαπραγμάτευσης στον ΠΟΕ, ρήτρας που θα επιτρέπει στην ΕΕ να δίνει προτίμηση στις ΜΜΕ κατά την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων, κατά το πρότυπο εκείνων που έχουν ήδη εφαρμόσει άλλα μεγάλα κράτη που συμμετέχουν σ' αυτή τη συμφωνία, όπως οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία·
79. θεωρεί ότι οι δημόσιες προμήθειες πρέπει επίσης να αποτελούν μέρος όλων των διμερών και περιφερειακών εμπορικών διαπραγματεύσεων που αρχίζει η ΕΕ, με στόχο το άνοιγμα των αγορών δημοσίων προμηθειών σε ισορροπημένη βάση·
Σεβασμός των κανόνων
80. τονίζει την ανάγκη να εξασφαλιστεί η πλήρης συμμόρφωση εκ μέρους των εμπορικών εταίρων της ΕΕ προς τους κανόνες και τις υποχρεώσεις που απορρέουν είτε από τη συμμετοχή τους στον ΠΟΕ ή από διμερείς ή περιφερειακές συμφωνίες με την ΕΕ· τονίζει την καθοριστική σπουδαιότητα του μηχανισμού διευθέτησης διαφορών του ΠΟΕ για την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα του πολυμερούς εμπορικού συστήματος· προτρέπει την Επιτροπή να ενεργοποιεί το μηχανισμό αυτό κάθε φορά που η μη τήρησή του από άλλα μέλη επιδρά δυσμενώς στα εμπορικά συμφέροντα της ΕΕ και δεν μπορεί να εξευρεθεί διαπραγματευτική λύση σε εύλογο χρονικό διάστημα·
Μέσα εμπορικής άμυνας
81. πιστεύει ότι η αναζήτηση της μεγαλύτερης ελευθέρωσης του εμπορίου υποχρεώνει την ΕΕ να διατηρεί τη δυνατότητα αυτοπροστασίας της έναντι αθέμιτων εμπορικών πρακτικών· θεωρεί συνεπώς τα μέσα εμπορικής άμυνας ως απαραίτητο στοιχείο της στρατηγικής εξωτερικής ανταγωνιστικότητας της ΕΕ·
82. λαμβάνει, με προσοχή, γνώση της πρωτοβουλίας της Επιτροπής να μετάσχει σε συνεκτική αναθεώρηση των μέσων εμπορικής άμυνας και στη διεξαγωγή διαδικασίας δημόσιας διαβούλευσης με βάση την προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την Πράσινη Βίβλο για δημόσια διαβούλευση·
83. υπενθυμίζει ότι, όπως επισημαίνεται στη συνοπτική έκθεση της Επιτροπής για την "Αξιολόγηση των κοινοτικών μέσων εμπορικής άμυνας" που εκπονήθηκε από τη Mayer, Brown, Rowe & Maw LLP και υποβλήθηκε τον Δεκέμβριο του 2005, η εν λόγω μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ισχύον καθεστώς είναι εξίσου λογικό και επαρκές ώστε να καλύπτει τα συμφέροντα όλων των ομάδων των συμβαλλόμενων μερών, και ως εκ τούτου υποστηρίζει την άποψη ότι δεν υπάρχει προφανής ή επείγουσα ανάγκη αναθεώρησης ή μεταβολής των υφιστάμενων κοινοτικών μέσων εμπορικής άμυνας·
84. υπενθυμίζει ότι διεξάγονται επί τους παρόντος διαπραγματεύσεις σχετικά με πολυμερή συστήματα κανόνων που διέπουν τα μέσα εμπορικής άμυνας στο πλαίσιο της αναπτυξιακής ατζέντας της Ντόχα· επικροτεί τις εν λόγω διαπραγματεύσεις, εκφράζει όμως λύπη για την αμερικανική αντίθεση στις μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο του ΠΟΕ για τα μέσα εμπορικής άμυνας· πιστεύει ότι η παγκόσμια κλιμάκωση στη χρήση των μέσων εμπορικής άμυνας, ιδίως από τις βιομηχανικά προηγμένες χώρες, απαιτεί νέους και αυστηρότερους κανόνες σε επίπεδο ΠΟΕ, έτσι ώστε να διασφαλιστεί η συνέχιση του ελεύθερου και δίκαιου παγκόσμιου εμπορίου·
85. επικροτεί την ιδέα για την προσαρμογή των εν λόγω μέσων στις νέες πραγματικότητες της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά προειδοποιεί για τον κίνδυνο του μονομερούς αφοπλισμού της ΕΕ σε βαθμό που να μην είναι σε θέση να αντικρούσει αθέμιτες εμπορικές πρακτικές σε ένα διεθνές πλαίσιο που χαρακτηρίζεται από τη διάδοση τέτοιων πρακτικών και την εντατική, και συχνά καταχρηστική, εφαρμογή μέτρων εμπορικής άμυνας από τρίτες χώρες κατά των εισαγωγών από την ΕΕ·
86. υποστηρίζει τις προσπάθειες της Επιτροπής για την παρακολούθηση της εφαρμογής μέτρων εμπορικής άμυνας τρίτων χωρών κατά των εισαγωγών της ΕΕ, να αντιδρά σε πιθανές καταχρήσεις και να παρέχει κατάλληλη συνδρομή στις θιγόμενες επιχειρήσεις·
Τελωνεία
87. τονίζει τη σημασία της τελωνειακής νομοθεσίας και των τελωνειακών διαδικασιών για την ορθή εφαρμογή των μέτρων εμπορικής πολιτικής· πιστεύει ότι πρέπει να επιτευχθεί μια κατάλληλη ισορροπία στον ορισμό και την εφαρμογή των εν λόγω κανόνων και διαδικασιών μεταξύ του αποτελεσματικού ελέγχου και της διευκόλυνσης των εμπορικών ροών·
88. υπενθυμίζει ότι οι υπερβολικά περίπλοκες και επαχθείς διαδικασίες εισαγωγών που εφαρμόζονται σε πολλές χώρες στον κόσμο συχνά συνεπάγονται σημαντικό κόστος συναλλαγών για τους εξαγωγείς της ΕΕ και αποτελούν σημαντικούς φραγμούς για το εμπόριο· υποστηρίζει συνεπώς τις προσπάθειες της Επιτροπής να αντιμετωπίσει αυτό το θέμα τόσο στο πολυμερές πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για την αναπτυξιακή ατζέντα της Ντόχα σχετικά με τη διευκόλυνση των συναλλαγών όσο και μέσω διμερών και περιφερειακών διαπραγματεύσεων·
89. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξετάσουν σοβαρά την ιδέα θέσπισης μιας ενιαίας τελωνειακής υπηρεσίας της ΕΕ για αποτελεσματικότερη εφαρμογή των τελωνειακών κανόνων και διαδικασιών σε ολόκληρο το τελωνειακό έδαφος της ΕΕ·
Τιμές συναλλάγματος
90. παρατηρεί ότι οι τιμές συναλλάγματος αποτελούν μείζονα παράγοντα ανάπτυξης του διεθνούς εμπορίου· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει συγκεκριμένες προτάσεις σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται όταν οι τιμές συναλλάγματος είναι τέτοιες που μπορούν να υποσκάψουν την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ και να εξετάσει τη δυνατότητα έγκρισης τέτοιων μέτρων κατά την επικείμενη αναθεώρηση των μέσων εμπορικής άμυνας της ΕΕ·
Θεσμικά θέματα
91. πιστεύει ότι η αξιοπιστία και η αποτελεσματικότητα της κοινής εμπορικής πολιτικής ως μέσο ανταγωνιστικότητας της ΕΕ επηρεάζονται δυσμενώς από την έλλειψη νομιμότητας της εν λόγω πολιτικής η οποία προκύπτει από την ανεπαρκή συμμετοχή του Κοινοβουλίου·
92. αποδοκιμάζει το γεγονός ότι σημαντική εμπορική νομοθεσία, όπως αυτή που αφορά τα μέσα εμπορικής άμυνας, παραμένει εκτός του πεδίου εφαρμογής της διαδικασίας συναπόφασης και ότι εξακολουθεί να υφίσταται αβεβαιότητα όσον αφορά την εφαρμοσιμότητα της διαδικασίας σύμφωνης γνώμης σε σχέση με τις ΣΕΣ· καλεί τα κράτη μέλη να διορθώσουν επειγόντως αυτήν την απογοητευτική κατάσταση προβαίνοντας στις απαραίτητες θεσμικές μεταρρυθμίσεις και, ειδικότερα, θέτοντας σε ισχύ τις διατάξεις της Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης που αφορούν το διεθνές εμπόριο·
93. καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να το τηρούν πλήρως ενήμερο και να το περιλαμβάνουν σε όλες τις νέες πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται ως συνέχεια στην ανακοίνωση σχετικά με την Ευρώπη στον κόσμο·
o o o
94. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών και των υποψηφίων προς ένταξη χωρών.
Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την καθιέρωση πράσινης οικονομίας υδρογόνου και με την τρίτη βιομηχανική επανάσταση στην Ευρώπη μέσω εταιρικής σχέσης με περιφέρειες και πόλεις, μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που έχουν αναλάβει δέσμευση προς τούτο
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι η θερμοκρασία του πλανήτη και το κόστος των ορυκτών καυσίμων αυξάνονται και παραπέμποντας στην συζήτηση με θέμα το μέλλον της ενεργειακής πολιτικής και την αλλαγή του κλίματος, συζήτηση τη διεξαγωγή της οποίας έχουν κινήσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Επιτροπή,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι μία θεώρηση για την ενέργεια στην εποχή μετά τη χρήση τόσο ορυκτών όσο και πυρηνικών καυσίμων πρέπει να αποτελέσει το επόμενο σημαντικό έργο της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι 5 βασικοί παράγοντες για ανεξαρτησία στον τομέα της ενέργειας είναι: μεγιστοποίηση της ενεργειακής απόδοσης, μείωση των εκπομπών αερίων που προκαλούν αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη, βελτιστοποίηση της εισαγωγής των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας για εμπορικούς σκοπούς, καθιέρωση της τεχνολογίας των κυψελών καυσίμου υδρογόνου για την αποθήκευση ανανεώσιμων μορφών ενέργειας και δημιουργία έξυπνων ηλεκτρικών δικτύων για την διανομή της ενέργειας,
1. καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ:
-
να επιδιώξουν αύξηση κατά 20% της ενεργειακής απόδοσης έως το 2020,
-
να μειώσουν τα αέρια που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά 30% έως το 2020 (εν συγκρίσει προς τα επίπεδα του 1990),
-
να παράγουν το 33% του ηλεκτρισμού και το 25% της συνολικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έως το 2020,
-
να θεσπίσουν τεχνολογία αποθήκευσης κυψελών καυσίμου υδρογόνου, και άλλες τεχνολογίες αποθήκευσης, για την χρήση τους σε φορητές και στατικές εφαρμογές καθώς και στις μεταφορές, και να δημιουργήσουν αποκεντρωμένη, εκ των κάτω προς τα άνω υποδομή υδρογόνου έως το 2025 σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ,
-
να καταστήσουν τα ηλεκτρικά δίκτυα έξυπνα και ανεξάρτητα έως το 2025 ώστε οι περιφέρειες, οι πόλεις, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οι πολίτες να μπορούν να παράγουν και να μοιράζονται την ενέργεια έχοντας την ίδια ανοιχτή πρόσβαση όπως συμβαίνει επί του παρόντος με το διαδίκτυο·
2. αναθέτει στον Πρόεδρο του να διαβιβάσει την παρούσα δήλωση συνοδευόμενη από τα ονόματα των υπογραφόντων στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.