Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2008/2035(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A6-0365/2008

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A6-0365/2008

Συζήτηση :

Ψηφοφορία :

PV 09/10/2008 - 7.4
Αιτιολογήσεις ψήφου
Αιτιολογήσεις ψήφου
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P6_TA(2008)0466

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 460kWORD 146k
Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2008 - Βρυξέλλες
Ενίσχυση της καταπολέμησης της αδήλωτης εργασίας
P6_TA(2008)0466A6-0365/2008

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με την ενίσχυση της καταπολέμησης της αδήλωτης εργασίας (2008/2035(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 24ης Οκτωβρίου 2007, με τίτλο "Ενίσχυση της καταπολέμησης της αδήλωτης εργασίας" (COM(2007)0628),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Σεπτεμβρίου 2000 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής για την αδήλωτη εργασία(1),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, που εγκρίθηκε κατά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου, της 22ας Απριλίου 1999, όσον αφορά έναν κώδικα συμπεριφοράς για τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των αρχών των κρατών μελών σχετικά με την καταπολέμηση της απάτης στις κοινωνικές παροχές και εισφορές και της αδήλωτης εργασίας καθώς και τη διασυνοριακή διάθεση εργαζομένων(2),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 1999/85/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 1999 για τροποποίηση της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ όσον αφορά τη δυνατότητα δοκιμαστικής εφαρμογής μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στις υπηρεσίες υψηλής έντασης εργατικού δυναμικού(3),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 14ης Ιανουαρίου 2003, με τίτλο "Το μέλλον της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση (ΕΣΑ): "Μια στρατηγική για την πλήρη απασχόληση και καλύτερες θέσεις εργασίας για όλους" (COM(2003)0006),

–   έχοντας υπόψη τις αποφάσεις 2003/578/ΕΚ(4) και 2005/600/ΕΚ(5) του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003 και της 12ης Ιουλίου 2005, σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές των κρατών μελών για την απασχόληση και ιδίως τις κατευθυντήριες γραμμές αριθ. 9 και 21,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Συμβουλίου σχετικά με τη μετατροπή της αδήλωτης εργασίας σε κανονική απασχόληση(6),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 25ης Ιανουαρίου 2006, προς το Εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με τίτλο "Ώρα να ανεβάσουμε ταχύτητα - Η νέα εταιρική σχέση για την ανάπτυξη και την απασχόληση" (COM(2006)0030),

–   έχοντας υπόψη την απόφαση 2006/702/ΕΚ του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2006 για τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας για τη συνοχή(7),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 8ης Φεβρουαρίου 2006, με τίτλο "Έκθεση σχετικά με τη λειτουργία των μεταβατικών διατάξεων που ορίζονται στην συνθήκη προσχώρησης του 2003 (περίοδος 1η Μαΐου 2004 - 30 Απριλίου 2006)" (COM(2006)0048),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Μαΐου 2007 σχετικά με την προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας για όλους(8),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Ιουλίου 2007 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα(9),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 96/71/ΕΚ όσον αφορά την απόσπαση εργαζομένων(10),

–   έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την επιβολή κυρώσεων στους εργοδότες που απασχολούν παράνομα διαμένοντες στην ΕΕ υπηκόους τρίτων χωρών (COM(2007)0249),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 29ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με τις κοινές αρχές όσον αφορά την ευελιξία με ασφάλεια(11),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 24ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης για την πράσινη βίβλο της Επιτροπής "Εκσυγχρονισμός του εργατικού δικαίου για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα" (COM(2007)0627),

–   έχοντας υπόψη τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη και την απασχόληση (2008-2010) (COM(2007)0803),

–   έχοντας υπόψη την ατζέντα της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) σχετικά με την αξιοπρεπή εργασία,

–   έχοντας υπόψη τους θεμελιώδεις κανόνες της ΔΟΕ σχετικά με την εργασία, τις συμβάσεις και τις συστάσεις της ΔΟΕ σχετικά με τη διαχείριση της εργασίας και την επιθεώρηση της εργασίας, που αποτελούν σημεία αναφοράς σε διεθνές επίπεδο, όταν τίθεται θέμα διασφάλισης της εφαρμογής των νομικών διατάξεων που διέπουν τις συνθήκες εργασίας και την προστασία των εργαζομένων,

–   έχοντας υπόψη τη Σύμβαση αριθ. 143 της ΔΟΕ σχετικά με τους διακινούμενους εργαζομένους (1975) και τις συμπληρωματικές διατάξεις της ΔΟΕ σχετικά με τους μετανάστες εργαζομένους, που προβλέπουν την έγκριση όλων των αναγκαίων και ενδεδειγμένων μέτρων για την εξάλειψη της παράνομης μετανάστευσης με στόχο την αναζήτηση εργασίας, καθώς και της παράνομης εργασίας των μεταναστών, έχοντας δε παράλληλα υπόψη τις διατάξεις με στόχο την εφαρμογή διοικητικών, αστικών και ποινικών κυρώσεων για την παράνομη εργασία των μεταναστών εργαζομένων,

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1995 σχετικά με την εναρμόνιση των μέσων για την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης και της παράνομης απασχόλησης(12),

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου της 27ης Σεπτεμβρίου 1996 για την καταπολέμηση της παράνομης απασχόλησης υπηκόων τρίτων χωρών(13),

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της ανεπίσημης συνάντησης των Υπουργών Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων στο Βερολίνα στις 18-20 Ιανουαρίου 2007, για τη "χρηστή εργασία",

–   έχοντας υπόψη την έκθεση του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβιώσεως και Εργασίας (EUROFOUND) σχετικά με την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση(14),

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 136 και 145 της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A6-0365/2008),

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αδήλωτη εργασία αποτελεί πολύπλοκο φαινόμενο, το οποίο εξακολουθεί να βρίσκεται σε άνοδο σε αρκετά κράτη μέλη, δεδομένου ότι επηρεάζεται από πληθώρα οικονομικών, κοινωνικών, θεσμικών και πολιτισμικών παραγόντων,

B.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αδήλωτη εργασία είναι ένα ιδιαιτέρως ανησυχητικό και επίμονο χαρακτηριστικό στις αγορές εργασίας στην Ευρώπη, το οποίο απειλεί τις οικονομίες των κρατών μελών και την οικονομική βιωσιμότητα του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, δεδομένου ότι αποτελεί εμπόδιο για την ανάπτυξη και τις δημοσιονομικές και κοινωνικές πολιτικές· λαμβάνοντας εξάλλου υπόψη ότι ευθύνεται για τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, δεδομένου ότι δημιουργεί αθέμιτο ανταγωνισμό έναντι άλλων κρατών και επιχειρήσεων,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αδήλωτη εργασία είναι ο βασικός παράγοντας που προκαλεί το κοινωνικό ντάμπινγκ και, κατά συνέπεια, ένα από τα καίρια θέματα για τον εκσυγχρονισμό του κοινοτικού εργατικού δικαίου,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανασφάλιστη εργασία δημιουργεί αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ ασφαλισμένων και ανασφάλιστων εργαζομένων, με συνέπεια να εντείνονται οι πιέσεις σε βάρος των δικαιωμάτων των εργαζόμενων,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τομείς που κατεξοχήν πλήττονται από την αδήλωτη εργασία είναι οι τομείς υψηλής έντασης εργατικού δυναμικού, όπως είναι η γεωργία, ο κατασκευαστικός κλάδος, οι οικιακές υπηρεσίες, οι υπηρεσίες παροχής διαμονής και εστίασης, που χαρακτηρίζονται από επισφαλείς συνθήκες απασχόλησης και δυσμενείς μισθολογικούς όρους,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αδήλωτη εργασία ευνοείται κυρίως από τη βιομηχανική αναδιάρθρωση με τη δημιουργία αλυσίδων υπεργολαβίας, με αποτέλεσμα την αύξηση του αριθμού των αυτοαπασχολούμενων, ενίοτε αδήλωτων εργαζομένων,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αδήλωτη εργασία ευνοείται επιπλέον από τα υψηλά επίπεδα ανεργίας, φτώχειας και πρόσκαιρης και επισφαλούς απασχόλησης, αφού οι εργαζόμενοι σε αυτές τις περιπτώσεις αναγκάζονται να απεμπολήσουν τα όποια ασφαλιστικά ή άλλα δικαιώματά τους,

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι μπορεί να υπάρχει σύνδεση μεταξύ της παράνομης μετανάστευσης και της αδήλωτης εργασίας, πιστεύει ότι αυτό αποτελεί ακόμη έναν λόγο για τον οποίο τα κράτη μέλη και η Επιτροπή πρέπει να συνεχίσουν να εξετάζουν μια κοινή προσέγγιση σε σχέση με τη μετανάστευση, καθώς και τη δυνατότητα ανοίγματος περισσότερων νόμιμων μεταναστευτικών οδών προς την Ευρωπαϊκή Ένωση για υπηκόους τρίτων χωρών που επιθυμούν να εργαστούν,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μετανάστες, ή τουλάχιστον οι παράνομοι μετανάστες, είναι περισσότερο επιρρεπείς στην αδήλωτη εργασία και στην εργασία υπό επισφαλείς συνθήκες,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υπήκοοι τρίτων χωρών που απασχολούνται παράνομα είναι πολύ περισσότερο ευάλωτοι, αφού υπάρχει η πιθανότητα απέλασής τους στη χώρα καταγωγής τους αν συλληφθούν,

ΙΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλά κράτη μέλη αντιμετωπίζουν χρόνιες ελλείψεις εργαζομένων ικανών και πρόθυμων να απασχοληθούν σε συγκεκριμένες, συχνά μη εξειδικευμένες, εργασίες, επί παραδείγματι στον τομέα της γεωργίας και της φυτοκομίας,

ΙΒ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα άτομα που παρέχουν οικιακές υπηρεσίες αποτελούν σημαντικό αδήλωτο εργατικό δυναμικό, είναι μετανάστες και ενίοτε παράνομοι, ορισμένοι δε γίνονται θύματα εκμετάλλευσης για σκοπούς παράνομης διακίνησης και εργασίας υπό καθεστώς δουλείας,

ΙΓ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αδήλωτη εργασία δεν συνυπολογίζεται στη φορολογητέα ύλη και υπονομεύει τη χρηματοδότηση και την κατανομή της κοινωνικής πρόνοιας και των δημοσίων υπηρεσιών, περιορίζοντας επιπλέον την ικανότητα των κρατών μελών να διευρύνουν τις κοινωνικές υπηρεσίες,

ΙΔ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αδήλωτη εργασία αποστερεί πολύτιμους πόρους από τα ασφαλιστικά ταμεία,

ΙΕ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εργαζόμενοι που απασχολούνται σε αδήλωτη δραστηριότητα δεν έχουν κοινωνική προστασία ούτε ασφάλιση ατυχημάτων και ασθενείας, γεγονός που τους εκθέτει σε υψηλούς κινδύνους και οικονομικές απώλειες,

P.  ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αδήλωτη εργασία καθιστά αδύνατο τον έλεγχο της συμμόρφωσης με τις διατάξεις της νομοθεσίας για την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία, εκθέτοντας τους εργαζόμενους σε σοβαρούς κινδύνους για την υγεία και επιτρέποντας στους εργοδότες να απεκδύονται των ευθυνών τους,

ΙΖ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι για να καταπολεμηθεί αποτελεσματικά η παράνομη εργασία, είναι απαραίτητη η ενίσχυση των μηχανισμών εποπτείας και επιβολής κυρώσεων, με τη συντονισμένη παρέμβαση των υπηρεσιών της επιθεώρησης εργασίας, των φορολογικών αρχών και των κοινωνικών εταίρων,

ΙΗ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αδήλωτη εργασία έχει αρνητικές συνέπειες για όλους τους πυλώνες της στρατηγικής της Λισαβόνας: την πλήρη απασχόληση, την ποιότητα και την παραγωγικότητα της εργασίας και την κοινωνική συνοχή·

1.   εκφράζει ικανοποίηση για την προσέγγιση που υιοθέτησε η Επιτροπή και ζητεί επίσης να δοθεί νέα ώθηση στην καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας και της παραοικονομίας, οι οποίες - αν και σε ποικίλο βαθμό μεταξύ των κρατών μελών - ζημιώνουν την οικονομία, αφήνουν απροστάτευτους τους εργαζόμενους, είναι επιζήμιες για τους καταναλωτές, μειώνουν τα φορολογικά έσοδα και οδηγούν σε αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ επιχειρήσεων·

2.   εκφράζει την έντονη ανησυχία του για την έκταση της αδήλωτης εργασίας, το ποσοστό της οποίας ισούται με ή υπερβαίνει το 20% του ΑΕγχΠ σε ορισμένα κράτη μέλη·

3.   καλεί τα κράτη μέλη να εξετάσουν το ενδεχόμενο βελτίωσης των κινήτρων για κανονική εργασία, τα οποία ενδέχεται να περιλαμβάνουν την αύξηση του αφορολόγητου ορίου για τα εισοδήματα και, για τους εργοδότες, τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους που συνδέεται με τη νόμιμη απασχόληση·

4.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρωτοβουλία της Επιτροπής, να εντάξει την αδήλωτη εργασία στις πολιτικές προτεραιότητες της Ένωσης που απαιτούν σημαντικές παρεμβάσεις σε κοινοτικό και εθνικό επίπεδο·

5.   ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να συνεχίσουν τις μεταρρυθμίσεις του φορολογικού συστήματος και του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, μειώνοντας έτσι τη φορολογική επιβάρυνση των εργαζομένων·

6.   διαπιστώνει, ωστόσο, τη δυσκολία μετασχηματισμού των ευρωπαϊκών πολιτικών κατευθυντήριων γραμμών για την αδήλωτη εργασία σε σαφώς καθορισμένα νομικά και θεσμικά μέσα, που να μπορούν να μετουσιωθούν σε συγκεκριμένα μέτρα σε κάθε κράτος μέλος·

7.   επισημαίνει την έντονη ασυμμετρία μεταξύ των μέσων που δύναται να χρησιμοποιήσει η Κοινότητα για να εφαρμόσει πολιτικές υπέρ μιας ποιοτικής εργασίας και των μέσων για να εφαρμόσει πολιτικές που στοχεύουν στη διασφάλιση της ελευθερίας της αγοράς·

8.   θεωρεί ότι οι δράσεις για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας απαιτούν ολοκληρωμένη προσέγγιση η οποία θα καλύπτει πτυχές που σχετίζονται με την παρακολούθηση και τον έλεγχο, το οικονομικό και θεσμικό πλαίσιο, και την τομεακή και εδαφική ανάπτυξη και θα περιλαμβάνει συντονισμένη δράση σε διαφορετικά επίπεδα, καθώς και τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων φορέων (δημοσίων αρχών, κοινωνικών εταίρων, επιχειρήσεων και εργαζομένων)·

9.   επισημαίνει τη σχέση μεταξύ της καθυστέρησης στην οικονομική και παραγωγική ανάπτυξη και της εξάπλωσης της αδήλωτης εργασίας· θεωρεί ότι οι δράσεις για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας θα πρέπει να ενσωματώνονται στις οικονομικές πολιτικές και τις πολιτικές απασχόλησης που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισαβόνας· θεωρεί, επίσης, ότι προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η στρατηγική για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας θα είναι αποτελεσματική και θα επιφέρει θετικά αποτελέσματα, πρέπει να εκπονηθούν ακριβείς μελέτες που θα αναλύουν τους αποφασιστικούς μακροοικονομικούς παράγοντες και τη σχέση μεταξύ αγορών, παραγωγικών μοντέλων και εξάπλωσης της αδήλωτης εργασίας·

10.   ζητεί, επομένως, να καταστεί περισσότερο προορατική και αποτελεσματική η κοινοτική δράση για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο εκσυγχρονισμός του εργατικού δικαίου στην Ένωση δεν θα περιοριστεί σε απλή θεωρητική διατύπωση, αλλά θα μετουσιωθεί σε αποτελεσματικές πολιτικές υψηλής ποιότητας· και ότι η βελτίωση της ποιότητας των θέσεων εργασίας μπορεί να επιτευχθεί σε κάθε περίπτωση συμφώνως προς τον στόχο της "αξιοπρεπούς εργασίας'·

11.   θεωρεί ότι η εξάλειψη της αδήλωτης εργασίας εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, από την αποτελεσματικότητα των προτύπων απασχόλησης και των διατάξεων για την κοινωνική ασφάλιση και τη φορολογία, γεγονός που συνεπάγεται την ανάγκη ενίσχυσης των πόρων και της δράσης των διαφόρων εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για αυτά τα θέματα και την ανάγκη βελτίωσης του συντονισμού τους και της ροής των πληροφοριών που ανταλλάσσονται μεταξύ τους·

12.   ζητεί μια στρατηγική για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας η οποία θα βασίζεται σε έναν ισχυρό και αποτελεσματικό συντονισμό και στη διοικητική συνεργασία μεταξύ κυβερνητικών υπηρεσιών επιβολής των μέτρων, επιθεωρήσεων εργασίας και κοινωνικών εταίρων, αρχών κοινωνικής ασφάλισης και φορολογικών αρχών·

13.   υπογραμμίζει ότι η αδήλωτη εργασία ορίζεται με διαφορετικό τρόπο στα εθνικά νομικά συστήματα και ότι ένας κοινός ορισμός σε όλα τα κράτη μέλη θα συνέβαλλε στην εξάλειψη των αβεβαιοτήτων που συνδέονται με τα στατιστικά στοιχεία αυτού του φαινομένου· παρατηρεί εν προκειμένω ότι ο ορισμός που χρησιμοποιείται στην έκθεση της Επιτροπής, που προβαίνει σε διάκριση μεταξύ νόμιμων και παράνομων δραστηριοτήτων, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αφετηρία, δεδομένου ότι η εμβέλεια του φαινομένου ποικίλλει ποσοτικά και ποιοτικά στα διάφορα κράτη·

14.   επισημαίνει ότι τα μέτρα που θα εισαχθούν για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας θα αναδείξουν επίσης παρατυπίες αναφορικά με τις σχέσεις δηλωμένης εργασίας που βασίζονται σε συμβάσεις·

15.   προτρέπει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν καλύτερα την ισχύουσα εργατική νομοθεσία και τα πρότυπα εργασίας που έχουν στόχο να καταπολεμήσουν την αδήλωτη εργασία· πιστεύει ότι η ΕΕ πρέπει να διαδραματίσει ισχυρότερο ρόλο στην προώθηση περισσότερης και καλύτερης συνεργασίας και συντονισμού μεταξύ των εθνικών επιθεωρητών εργασίας και των κοινωνικών υπηρεσιών·

16.   επισημαίνει ότι η εξάλειψη της παραοικονομίας δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την εφαρμογή κατάλληλων μηχανισμών κινήτρων· πιστεύει ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να δηλώνουν, στο πλαίσιο των στόχων για τη στρατηγική της Λισσαβόνας, ποια επιτεύγματα έχουν υλοποιηθεί ως αποτέλεσμα της μείωσης του μεγέθους της παραοικονομίας·

17.   ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις με στόχο την επεξεργασία γενικώς αποδεκτών μεθόδων για τη μέτρηση της αδήλωτης εργασίας, βάσει πλέγματος δεδομένων ανά φύλο και τομέα, δεδομένου του εξαιρετικά ανόμοιου βαθμού στον οποίο οι άνδρες και οι γυναίκες απασχολούνται αντίστοιχα σε αδήλωτη εργασία σε πολλούς τομείς, καθώς και της επακόλουθης έμμεσης επίπτωσης στο μισθολογικό χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών·

18.   επιμένει στο γεγονός ότι είναι πολύ σημαντικό να εγκαθιδρυθεί σε κοινοτικό επίπεδο, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, μια πλατφόρμα που θα είναι επιφορτισμένη με τη συλλογή των απαραίτητων πληροφοριών, έτσι ώστε να δημιουργηθεί αξιόπιστη βάση δεδομένων για την καταγραφή της αδήλωτης εργασίας στο εσωτερικό της Ένωσης, λαμβανομένης υπόψη της διάστασης του φύλου, και ιδιαίτερα της κατάστασης των γυναικών·

19.   υπογραμμίζει ότι μολονότι οι γυναίκες δεν υπερεκπροσωπούνται όσον αφορά την αδήλωτη εργασία, ωστόσο, σε σύγκριση με τους άντρες, απασχολούνται σε υψηλότερο ποσοστό σε "παραδοσιακά γυναικείους" τομείς εργασίας όπως π.χ. οι οικιακές υπηρεσίες, ο ξενοδοχειακός τομέας, ο τομέας της εστίασης, ο τομέας της υγειονομικής περίθαλψης, που χαρακτηρίζονται από χαμηλή εξειδίκευση, μειωμένη ασφάλεια στη θέση εργασίας, χαμηλές αμοιβές και ελάχιστη ή ανεπαρκή κοινωνική προστασία, γεγονός που τις θέτει πολύ συχνά σε ιδιαίτερα ευάλωτη κατάσταση·

20.   ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο της δημιουργίας βάσης δεδομένων για την καταγραφή των διαφορετικών προσεγγίσεων και μεθόδων που χρησιμοποιούνται για τη μέτρηση της αδήλωτης εργασίας από τα κράτη μέλη με στόχο την προώθηση της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και της μεταφοράς γνώσεων και την αξιολόγηση της δυνατότητας εφαρμογής και μεταφοράς των υλοποιηθέντων μέτρων·

21.   ζητεί από την Επιτροπή να καταρτίσει πολιτικές που να εξετάζουν τόσο μέτρα γενικού χαρακτήρα όσο και μέτρα τομεακού χαρακτήρα, προκειμένου να καταπολεμηθεί η αδήλωτη εργασία με την πλήρη συμμετοχή των κοινωνικών παραγόντων και με ιδιαίτερη αναφορά στους τομείς που πλήττονται κατεξοχήν, όπως είναι ο ξενοδοχειακός τομέας και ο τομέας της εστίασης, η γεωργία, οι οικιακές εργασίες και ο κατασκευαστικός κλάδος· εφιστά την προσοχή της Επιτροπής και των κρατών μελών στην ιδιαίτερη κατάσταση του τομέα κατ' οίκον περίθαλψης, όπου υπάρχει σημαντική συγκέντρωση γυναικών υπηκόων τρίτων χωρών που σε πολλές περιπτώσεις δεν διαμένουν νόμιμα στην Ένωση·

22.   επισημαίνει ότι η αδήλωτη εργασία μπορεί να αποτραπεί μέσω της αναγνώρισης εθνικών προτύπων και προϋποθέσεων σχετικά με την ασφάλεια στην εργασία που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο διμερών και τριμερών συμφωνιών μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, και ότι η προσπάθεια αυτή υποστηρίζεται από τη συνεργασία και τις ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ των κοινωνικών εταίρων·

23.   ζητεί από τα κράτη μέλη να μειώσουν την οικονομική ελκυστικότητα της αδήλωτης εργασίας διασφαλίζοντας ότι τα συστήματα φορολόγησης και κοινωνικής προστασίας τους είναι όσο το δυνατόν πιο απλά, διαφανή και προσβάσιμα και να εφαρμόσουν αποτελεσματικές πολιτικές για τη δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θεσμών εργασίας·

24.   καλεί την Επιτροπή να προτείνει στα κράτη μέλη καθεστώς-πλαίσιο για τις συζύγους ή τα μέλη της οικογένειας που εργάζονται σε οικογενειακές επιχειρήσεις, πράγμα που θα διασφάλιζε την υποχρεωτική τους συμμετοχή σε σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, όπως έχει ήδη ζητήσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του της 21ης Φεβρουαρίου 1997 για την κατάσταση των συμμετεχουσών συζύγων των προσώπων που ασκούν ανεξάρτητη δραστηριότητα(15)·

25.   υπογραμμίζει ότι η λειτουργία της ίδιας της οικογένειας αποτελεί οικογενειακή επιχείρηση, και ότι θα πρέπει να εξετασθεί η αναγνώριση της άτυπης οικογενειακής εργασίας και η ένταξή της σε σύστημα κοινωνικής ασφάλισης·

26.   πιστεύει ότι οποιαδήποτε μεταρρύθμιση της οικονομικής και φορολογικής πολιτικής και των συστημάτων κοινωνικής προστασίας στα κράτη μέλη, θα πρέπει να είναι ολοκληρωμένη και να λαμβάνει υπόψη τις βασικές αιτίες της αδήλωτης εργασίας·

27.   ζητεί από τα κράτη μέλη, να θεσπίσουν ισχυρά κίνητρα για όσους αναλαμβάνουν να μετατρέψουν την αδήλωτη εργασία σε επίσημη οικονομική δραστηριότητα· φροντεί ότι οι άτυπες συμβάσεις εργασίας μπορούν στο πλαίσιο αυτό να συμβάλουν αφενός μεν στην εγκατάλειψη της παράνομης απασχόλησης αφετέρου δε στην ενίσχυση της σταθερότητας της εργασίας·

28.   ζητεί από τα κράτη μέλη να θεσπίσουν αυστηρές κυρώσεις για τους εργοδότες που, παρά τα όποια κίνητρα τους δίδονται, εξακολουθούν να κάνουν χρήση της αδήλωτης εργασίας·

29.   ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν τα διαθέσιμα πολιτικά μέσα που δίνουν τη δυνατότητα συνδυασμένης εφαρμογής προληπτικών μέτρων και κυρώσεων προκειμένου να μετατραπεί η αδήλωτη εργασία σε κανονική απασχόληση, και να συντονίσουν κατά το δυνατόν τη χρησιμοποίηση αυτών των μέσων έτσι ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερη συνοχή σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά·

30.   σημειώνει το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι κοινωνικοί εταίροι για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας και καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να παράσχουν περισσότερη υποστήριξη και ενθάρρυνση στις οργανώσεις των εργοδοτών και στα εργατικά συνδικάτα στον αγώνα αυτό· διαπιστώνει με ανησυχία ότι οι εργαζόμενοι που απασχολούνται χωρίς να έχουν δηλωθεί συχνά δεν τυγχάνουν προστασίας βάσει σημαντικών νομοθετικών διατάξεων για την υγεία και την ασφάλεια καθώς και για τις κατώτατες αμοιβές, στερούμενοι της δυνατότητας να συμμετάσχουν σε μια συνδικαλιστική οργάνωση· ζητεί ειδικότερα την αποτελεσματικότερη εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας για τους κατώτατους μισθούς σε κάθε κράτος μέλος και καλεί μετ' επιτάσεως τα κράτη μέλη που δεν προβλέπουν σήμερα έναν αξιοπρεπή κατώτατο μισθό να εξετάσουν το ενδεχόμενο να θεσπίσουν σχετική ρύθμιση κατόπιν διαπραγματεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους και σύμφωνα με τις εθνικές πρακτικές·

31.   ζητεί, με βάση τις εμπειρίες που απέκτησαν ορισμένα κράτη μέλη, την αξιολόγηση και την προώθηση νέων κατηγοριών κανονικής εργασίας, σε συμφωνία με τους κοινωνικούς εταίρους στο κατάλληλο επίπεδο, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα σε αυτούς που απασχολούνται σε αδήλωτες δραστηριότητες να νομιμοποιήσουν την κατάστασή τους, σύμφωνα με τις βέλτιστες τρέχουσες ρυθμιστικές πρακτικές που έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές·

32.   επισημαίνει το υφιστάμενο σύστημα με κουπόνια παροχής υπηρεσιών του Βελγίου, της Γερμανίας και της Γαλλίας το οποίο επιτρέπει στα νοικοκυριά να αγοράζουν οικιακές υπηρεσίες σε χαμηλότερη τιμή, διασφαλίζοντας ωστόσο ότι οι εισφορές της κοινωνικής ασφάλισης και οι φόροι θα καταβληθούν με τα εν λόγω κουπόνια·

33.   έχει την πεποίθηση ότι η νομιμοποίηση των αδήλωτων σχέσεων εργασίας πρέπει πάντοτε να περιλαμβάνει την υποχρέωση της καταβολής εισφορών, υπό την προϋπόθεση ότι τα κράτη μέλη θα μπορούν να προβλέπουν μέτρα για να διευκολύνουν την απαραίτητη καταβολή από τους εργοδότες·

34.   καλεί τα κράτη μέλη να εξετάζουν ειδικές για κάθε τομέα προσεγγίσεις, όταν λαμβάνουν μέτρα πολιτικής για τη νομιμοποίηση της αδήλωτης εργασίας·

35.   χαιρετίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής να κινήσει διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά των κρατών μελών που δεν έχουν ακόμη εισαγάγει στη νομοθεσία τους την αυτόματη αναγνώριση των προσόντων που έχουν αποκτηθεί στα νέα κράτη μέλη· καλεί τα κράτη μέλη να εκπληρώσουν αμέσως τις υποχρεώσεις τους·

36.   ζητεί από τα κράτη μέλη που εφάρμοσαν μεταβατικά συστήματα σε ό,τι αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση να ανοίξουν την αγορά εργασίας τους στους εργαζομένους που προέρχονται από τα νέα κράτη μέλη, δεδομένου ότι οι έστω και τμηματικοί περιορισμοί πρόσβασης στην αγορά εργασίας, όχι μόνο αντιστρατεύονται τις θεμελιώδεις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το ευρωπαϊκό πνεύμα, αλλά έχουν ως αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη προσφυγή στην αδήλωτη εργασία και την πρόκληση εδαφικών ανισορροπιών· στο πλαίσιο αυτό θεωρεί ζωτικής σημασίας να εφαρμοστεί η αρχή της ίσης μεταχείρισης των δικαιωμάτων των εργαζομένων και να εξουδετερωθούν ο αθέμιτος ανταγωνισμός και το κοινωνικό ντάμπινγκ·

37.   πιστεύει ότι, στην περίπτωση εργαζόμενων που ασκούν το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας, η αδήλωτη εργασία μπορεί να οφείλεται στην άγνοια των σχετικών διατάξεων και, για το λόγο αυτό, καλεί τα κράτη μέλη να οργανώσουν εκστρατείες ευαισθητοποίησης που θα απευθύνονται σε εργαζόμενους και εργοδότες·

38.   θεωρεί ότι η απλοποίηση ή η μείωση των διοικητικών βαρών και διαδικασιών, κυρίως για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, θα περιόριζε την αδήλωτη εργασία και θα προωθούσε την επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ένωση·

39.   καλεί τις αρμόδιες εθνικές αρχές να ενθαρρύνουν τη χρήση ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και ηλεκτρονικής καταχώρισης και να ανταλλάσσουν ορθές πρακτικές με στόχο τη μείωση του κόστους και του σύνθετου χαρακτήρα της καταχώρισης και των διοικητικών διαδικασιών για τις επιχειρήσεις, και ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, για παράδειγμα με μείωση του αριθμού των φορολογικών εντύπων, με χρήση μοναδικών δηλώσεων στοιχείων, ενιαίων δελτίων πληρωμών και κέντρων πολλαπλών συναλλαγών·

40.   εκτιμά ότι πρέπει να καθιερωθούν άμεσα αποτελεσματικοί επιτόπιοι έλεγχοι και κυρώσεις και να δοθεί στα κράτη μέλη το απαραίτητο περιθώριο χειρισμών ώστε να περιορίσουν την έκταση της αδήλωτης εργασίας·

41.   θεωρεί απαραίτητο οι εταιρείες που αναθέτουν υπεργολαβίες να θεωρούνται συνυπεύθυνες για ενδεχόμενες παρατυπίες σε ό,τι αφορά την καταβολή εισφορών και φόρων εκ μέρους των εταιρειών με τις οποίες έχουν συνάψει άμεση σύμβαση υπεργολαβίας·

42.   τονίζει ότι οι περιπτώσεις αδήλωτης εργασίας στο πλαίσιο των αλυσίδων υπεργολαβίας θα μπορούσαν ενδεχομένως να μειωθούν, εάν οι εντολείς και οι κύριοι των έργων υποχρεώνονταν να ενεργούν υπεύθυνα και δίκαια στο πλαίσιο ενός συστήματος εθνικών διατάξεων·

43.   καλεί τα κράτη μέλη, τους κοινωνικούς εταίρους και άλλους σημαντικούς παράγοντες της αγοράς εργασίας να ενθαρρύνουν την εταιρική κοινωνική ευθύνη (ΕΚΕ) και άλλες ανάλογες προσεγγίσεις για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας·

44.   καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν καινοτόμες μεθόδους που βασίζονται σε δείκτες και σε κριτήρια αναφοράς που ισχύουν για τους διάφορους επιχειρηματικούς τομείς προκειμένου να καταπολεμηθεί η αδήλωτη εργασία και η φοροδιαφυγή· καλεί την Επιτροπή να υποστηρίξει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ κρατών μελών για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας·

45.   υπενθυμίζει ότι μια αυστηρώς κατασταλτική πολιτική, αν δεν συνοδεύεται από καλύτερο συντονισμό μεταξύ των κρατών μελών, ενδέχεται να οδηγήσει σε συγκέντρωση της αδήλωτης εργασίας σε κράτη με χαλαρότερη θεσμική οργάνωση και σε οικονομίες με ανεπαρκές ρυθμιστικό πλαίσιο·

46.   συνιστά θερμά τη σύναψη σε περιφερειακό, εθνικό και τοπικό επίπεδο "συμφωνιών" για τη σταδιακή και κατά τομείς αντιμετώπιση του φαινομένου της παράνομης εργασίας και ενθαρρύνει τη λήψη μέτρων που προσφέρουν αποτελεσματικές λύσεις προς όφελος του κοινωνικού συνόλου·

47.   καλεί στη συνάρτηση αυτή την Επιτροπή να προτείνει στα κράτη μέλη και στους κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες που συμμετέχουν στην καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας ένα "σύμφωνο δήλωσης της αδήλωτης εργασίας", με στόχο τη σταδιακή ανάδειξη των αδήλωτων δραστηριοτήτων· πιστεύει ότι το σύμφωνο αυτό πρέπει να προβλέπει περιορισμένη μεταβατική περίοδο χωρίς επιβολή κυρώσεων, μετά την πάροδο της οποίας θα πρέπει, ωστόσο, να εφαρμόζονται μηχανισμοί επιβολής αυστηρότερων κυρώσεων·

48.   ζητεί πιο δραστήρια παρέμβαση σε όλες τις επιχειρήσεις που απασχολούν αδήλωτους εργαζόμενους, ανεξαρτήτως του κράτους εντός του οποίου ασκούν τη δραστηριότητά τους και σημειώνει ότι η εφαρμογή της απόφασης-πλαίσιο 2005/214/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 24ης Φεβρουαρίου 2005 σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης των χρηματικών ποινών(16) θα μπορούσε να βελτιώσει την κατάσταση·

49.   ζητεί μεγαλύτερη και περισσότερο αποτελεσματική τήρηση του δικαιώματος στην εργασία καθώς και του ισχύοντος εργατικού δικαίου ως μέσο για την προώθηση της εφαρμογής της ατζέντας για την αξιοπρεπή εργασία και την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου και ιδίως των οδηγιών 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών(17), από την πρώτη ημέρα της απόσπασης, βάσει κατάλληλης ερμηνείας της οδηγίας, η οποία ανατρέπει τη σημερινή ερμηνευτική τάση, σύμφωνα με την οποία η αντιμετώπιση των εργαζομένων πρέπει να γίνεται στη βάση ενιαίων για όλους κατώτατων προτύπων·

50.   καλεί την Επιτροπή να αναθεωρήσει την οδηγία 96/71/ΕΚ και να ενισχύει τη διοικητική συνεργασία και τις ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων εθνικών αρχών (επιθεωρήσεις εργασίας, φορολογικές αρχές, οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης), με στόχο την αποτροπή της αδήλωτης εργασίας και την αντιμετώπιση της κατάστασης·

51.   προτείνει στενότερη σχέση μεταξύ εθνικών υπηρεσιών επιθεώρησης εργασίας και μέτρων για την προώθηση ανταλλαγών βέλτιστων πρακτικών σε κοινοτικό επίπεδο, ώστε να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο της αδήλωτης εργασίας·

52.   ζητεί από τα κράτη μέλη να προβούν σε ενίσχυση των επιθεωρήσεων εργασίας και σε εντατικοποίηση των ελέγχων, που σε ορισμένες χώρες έχουν ατονήσει·

53.   ελπίζει ότι η Ένωση μπορεί να διαδραματίσει μεγαλύτερο ρόλο στην προώθηση καλύτερης και αποτελεσματικότερης συνεργασίας και συντονισμού μεταξύ των επιθεωρήσεων εργασίας με την ενίσχυση των οικονομικών και τεχνολογικών πόρων των υπηρεσιών επιθεώρησης, την ενδυνάμωση των μέτρων συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών επιθεώρησης εργασίας και την ανάπτυξη συστημάτων πληροφορικής για κοινή χρήση, σύμφωνα με τη νομοθεσία περί προστασίας δεδομένων· καλεί την Επιτροπή να διεξαγάγει, στο πλαίσιο αυτό, μελέτη σκοπιμότητας σχετικά με τη δημιουργία μόνιμης κοινοτικής δομής διασυνοριακής συνεργασίας που θα συντονίζει τις προσπάθειες των κρατών μελών για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας·

54.   ζητεί βελτίωση της συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών προκειμένου να μελετηθεί το φαινόμενο της αδήλωτης εργασίας και να προβληθούν τα επιτευχθέντα αποτελέσματα καθώς και αυτά που δεν αναμένονταν·

55.   καλεί την Επιτροπή να εξετάσει τη χρησιμότητα και την καταλληλότητα των συστημάτων που προβλέπονται από την οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά(18), συμπεριλαμβανομένων των ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης, για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας·

56.   χαιρετίζει τη σύσταση επιτροπής υψηλού επιπέδου επιφορτισμένης να συνδράμει τα κράτη μέλη στην επεξεργασία και ανταλλαγή δοκιμασμένων πρακτικών, όσον αφορά τους ελέγχους και τη βελτίωση της νομοθεσίας για τους αποσπασμένους εργαζόμενους·

57.   υποστηρίζει δυναμικότερη παρέμβαση στο θέμα της ανασφάλιστης εργασίας καθώς και μέτρα για την προώθηση της συνεργασίας και της ανταλλαγής απόψεων και βέλτιστων πρακτικών από την πλευρά των συνδικαλιστικών οργανώσεων στην ΕΕ·

58.   εκτιμά ότι χρειάζεται περαιτέρω ευαισθητοποίηση των εργοδοτών, των εργαζομένων, των δυνητικών χρηστών αδήλωτης εργασίας και όλων των κοινωνικών φορέων σχετικά με τους κινδύνους και τα κόστη της αδήλωτης εργασίας καθώς και σχετικά με τα πλεονεκτήματα της κατάργησης της παραοικονομίας και της νομιμοποίησης της εργασίας αυτής·

59.   καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ξεκινήσουν ενημερωτική εκστρατεία απευθυνόμενη στους εργοδότες και στους εργαζόμενους, η οποία θα επισημαίνει τους ισχύοντες ελάχιστους κοινοτικούς κανόνες και κανονισμούς καθώς και τις αρνητικές συνέπειες που έχει η αδήλωτη εργασία στα δημόσια οικονομικά, στα εθνικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, στο θεμιτό ανταγωνισμό, στις οικονομικές επιδόσεις και στους ίδιους τους εργαζόμενους·

60.   ζητεί συνεχείς εκστρατείες σχετικά με την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας μέσω πρωτοβουλιών ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης σε κοινοτικό, εθνικό και τοπικό επίπεδο, με συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, των δημόσιων αρχών των εμπορικών επιμελητηρίων και των οργανισμών απασχόλησης, των σχολείων, των νομαρχιών καθώς και των διαφόρων συστημάτων ελέγχου και καταστολής·

61.   θεωρεί ότι οι συνεχείς αυτές εκστρατείες θα πρέπει να συνοδεύουν τα διάφορα μέτρα που εγκρίνονται, προκειμένου να καλλιεργηθεί νοοτροπία νομιμότητας και προαγωγής της ποιοτικής εργασίας και νόμιμης επιχειρηματικής νοοτροπίας και καλεί τα κράτη μέλη, τα αντίστοιχα εθνικά όργανα και τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών να ενώσουν τις προσπάθειές τους για να δημιουργήσουν συνθήκες μη ανοχής έναντι της αδήλωτης εργασίας και μεταστροφής των σχετικών απόψεων της κοινής γνώμης·

62.   υπογραμμίζει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να διαθέσουν περισσότερα δημόσια κονδύλια για την ευαισθητοποίηση του κοινού, που θα προέρχονται, μεταξύ άλλων, από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο ή το Κοινοτικό Πρόγραμμα για την Απασχόληση και Κοινωνική Αλληλεγγύη - PROGRESS· προτείνει όπως οι δραστηριότητες για την ευαισθητοποίηση υπογραμμίζουν τις κυρώσεις, το κόστος, τους κινδύνους της αδήλωτης εργασίας και τα οφέλη της δηλωμένης εργασίας, καθώς μια τέτοια ευαισθητοποίηση αντιστοιχεί στους κύριους στόχους της Στρατηγικής της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση· καλεί τους κοινωνικούς εταίρους να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία·

63.   καλεί όλα τα κράτη μέλη να υπογράψουν τη διεθνή σύμβαση για την προστασία των δικαιωμάτων όλων των διακινούμενων εργαζομένων και των μελών των οικογενειών τους·

64.   εκτιμά ότι για να καταπολεμηθεί το φαινόμενο της αδήλωτης εργασίας απαιτούνται προγραμματικά μέσα σε τοπικό και κοινοτικό επίπεδο, που θα δίνουν ταυτόχρονα τη δυνατότητα να ασκηθούν πολιτικές κοινωνικο-οικονομικής στήριξης και ανάπτυξης και να εφαρμοσθούν μέτρα εποπτείας και καταστολής·

65.   ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει τη δυνατότητα συμπλήρωσης των μέτρων για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας με οικονομικές πολιτικές με στόχο την υποστήριξη περιφερειακών και τοπικών σχεδίων·

66.   καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει για τα κράτη μέλη δοκιμαστικό μηχανισμό με βάση τις καλές πρακτικές που εφαρμόζονται σε ορισμένα κράτη μέλη και πρότυπα, όπως αυτό που έχει αναπτυχθεί στο πλαίσιο του "σχεδίου 2 Plus" στο Λουξεμβούργο (που συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο στο πλαίσιο του προγράμματος Στόχος 3) και που έχει ως στόχο να καταστεί η αδήλωτη εργασία άνευ ενδιαφέροντος, μέσω:

   - της εκτενούς απλοποίησης των διοικητικών διαδικασιών που επιβάλλονται στους εργοδότες, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων,
   - ενός ευνοϊκού φορολογικού καθεστώτος για τους εργοδόττες συμπεριλαμβανομένης της έκπτωσης των δαπανών, μεταξύ άλλων, για τοπική απασχόληση,
   - της φορολογικής απαλλαγής για κάθε εργασία που εκτελείται έναντι αμοιβής χαμηλότερης ενός ορίου που καθορίζεται από το κράτος μέλος·

67.   εκτιμά ότι, για την καταπολέμηση του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας, θα ήταν ευκταίο να εξεταστεί και να εκτιμηθεί η δυνατότητα προσφυγής στις κρατικές ενισχύσεις χωρίς υποχρέωση γνωστοποίησης μέσω διασταλτικής ερμηνείας της έννοιας "δημιουργία θέσεων απασχόλησης" και σε σχέση με την έννοια της "δημιουργίας νόμιμης απασχόλησης'· σημειώνει ότι η αδήλωτη εργασία δεν ισοδυναμεί με πραγματική απασχόληση και ότι, κατά συνέπεια, η παροχή κινήτρων για τη νομιμοποίησή της δύναται να αποτελέσει "ενίσχυση για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης'·

68.   επισημαίνει την σε γενικές γραμμές ασθενέστερη θέση των γυναικών στην αγορά εργασίας, η οποία οφείλεται συχνά στις οικογενειακές υποχρεώσεις που αυτές επωμίζονται εξαιτίας των οποίων δυσχεραίνεται η πρόσβασή τους στην επίσημη αγορά εργασίας και γίνεται ευκολότερα αποδεκτή η χαμηλά αμειβόμενη αδήλωτη εργασία, ενώ παραβιάζεται με τον τρόπο αυτόν το δικαίωμα σε αξιοπρεπή εργασία, δικαίωμα που υπερασπίζεται σθεναρά η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας ιδίως για τις νοικοκυρές, τις παράνομες μετανάστριες και τις γυναίκες που συνδυάζουν ενίοτε μια πενιχρά αμειβόμενη δραστηριότητα με μια αδήλωτη εργασία· επισημαίνει τις σοβαρές συνέπειες για την επαγγελματική σταδιοδρομία και τις προοπτικές συνταξιοδότησης των γυναικών αλλά και για την ορθή λειτουργία της αγοράς εργασίας και την δυνατότητα χρηματοδότησης των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης·

69.   πιστεύει ότι μια πολιτική που θα αναγνώριζε την άδεια μητρότητας και τη γονική άδεια ως χρόνο εργασίας και θα τις άμειβε, θα μετρίαζε τις σοβαρές συνέπειες των οικογενειακών υποχρεώσεων και θα συνέβαλε στην επαγγελματική σταδιοδρομία των γυναικών αλλά και στην απρόσκοπτη λειτουργία της αγοράς εργασίας·

70.   ζητεί τη χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία και μέτρων στήριξης με στόχο την πρόληψη και την καλλιέργεια πνεύματος υγείας και ασφάλειας στους χώρους εργασίας, με ιδιαίτερη αναφορά στους τομείς στους οποίους οι κίνδυνοι ατυχήματος είναι μεγαλύτεροι, και στους οποίους είναι κατά βάση περισσότερο διαδεδομένη η αδήλωτη εργασία· θεωρεί ότι η σχέση μεταξύ εργατικών ατυχημάτων και παράνομης εργασίας θα πρέπει να διερευνηθεί βάσει των στοιχείων για τα θανατηφόρα ατυχήματα·

71.   εκτιμά ότι μια κατάλληλη πολιτική κατάρτισης αποτελεί ένα πρώτο βήμα για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας·

72.   προτείνει τη σύναψη συμφωνίας σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο με τη συμμετοχή κοινωνικών φορέων και ενώσεων εργοδοτών, με σκοπό την ανάληψη δέσμευσης για την παρακολούθηση και τη σταδιακή καταπολέμηση του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας·

73.   επικροτεί τις προσπάθειες της Επιτροπής για την επιβολή κυρώσεων σε βάρος των εργοδοτών που απασχολούν παράνομα διαμένοντες υπηκόους τρίτων χωρών· εκφράζει ωστόσο τη λύπη του για την έλλειψη μέτρων για την καταπολέμηση της εκμετάλλευσης των υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στην Ένωση·

74.   υπογραμμίζει τον σημαντικό αντίκτυπο στην αδήλωτη εργασία της πρότασης της Επιτροπής για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που θεσπίζει κυρώσεις σε βάρος των εργοδοτών που απασχολούν παράνομα διαμένοντες στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπηκόους τρίτων χωρών, και εκφράζει την ανησυχία του για την εισαγωγή κατασταλτικών μέτρων πριν από τη θέσπιση κοινού πλαισίου κανόνων και πολιτικών σχετικά με τη νόμιμη πρόσβαση στην αγορά εργασίας·

75.   επισημαίνει την πρόοδο που επιτελείται με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με ενιαία διαδικασία υποβολής αίτησης για τη χορήγηση σε υπηκόους τρίτων χωρών ενιαίας άδειας διαμονής και εργασίας στην επικράτεια κράτους μέλους και σχετικά με κοινή δέσμη δικαιωμάτων για τους εργαζομένους τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα σε κράτος μέλος (COM(2007)0638)· εκφράζει ωστόσο τη λύπη του για το μακρύ δρόμο που πρέπει ακόμα να διανυθεί για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων που προβλέπονται από τα άρθρα 27 έως 34 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

76.   καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα για να μειωθεί ο ιδιαίτερος κίνδυνος που διατρέχουν οι μετανάστες όταν εκτελούν αδήλωτη εργασία·

77.   εκτιμά ότι το ζήτημα της παράνομης απασχόλησης λαθρομεταναστών αποτελεί πολύπλοκο πρόβλημα, το οποίο πάντως δεν μπορεί να επιλυθεί μόνο με την επιβολή κυρώσεων σε βάρος των εργοδοτών αλλά προϋποθέτει οριζόντια μέτρα σε ευρεία κλίμακα· πιστεύει ειδικότερα ότι είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί συμμόρφωση προς τις κατευθυντήριες γραμμές της ΔΟΕ, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να παρέχεται υποστήριξη στους διακινούμενους εργαζόμενους κατά την άσκηση των δικαιωμάτων τους·

78.   θεωρεί ότι η καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας απαιτεί σφαιρική προσέγγιση που πρέπει να συνυπολογίζει τις απαιτήσεις της διαφύλαξης και προώθησης των δικαιωμάτων των διακινούμενων εργαζόμενων, νόμιμων ή παράνομων, που υφίστανται εκμετάλλευση από τους εργοδότες τους·

79.   θεωρεί ότι η καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας των λαθρομεταναστών δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί αποτελεσματικά χωρίς το άνοιγμα των διαύλων νόμιμης μετανάστευσης, έτσι ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση να εξασφαλίσει εργατικό δυναμικό από τρίτες χώρες με υψηλή ή λιγότερο υψηλή ειδίκευση, το οποίο έχει ανάγκη·

80.   εκτιμά ότι η καταπολέμηση της διογκούμενης παραοικονομίας και ιδίως της εκμετάλλευσης των λαθρομεταναστών εργαζόμενων μπορεί να στηριχθεί όχι μόνο σε μια πολιτική επαναπροώθησης αλλά και σε μέσα και μηχανισμούς πρόληψης και καταπολέμησης της εκμετάλλευσης των μεταναστών εργαζομένων, μέσω της αναγνώρισης και της τήρησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου·

81.   καλεί όλα τα κράτη μέλη να υπογράψουν και να επικυρώσουν άμεσα τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων·

82.   καλεί τα κράτη μέλη να θεσπίσουν ή να ενισχύσουν τα κατάλληλα νομοθετικά μέτρα για να ενθαρρύνουν τους μετανάστες που είναι θύματα εκμετάλλευσης να καταγγέλλουν την κατάστασή τους, γεγονός που θα συνέβαλλε κυρίως στην αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας·

83.   υποστηρίζει την πραγματοποίηση συνδυασμένων οικονομικών, φορολογικών και εργασιακών ελέγχων για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας·

84.   καλεί την Επιτροπή να ενθαρρύνει τη διοικητική συνεργασία και την ανταλλαγή ορθών πρακτικών για την καταπολέμηση της παραοικονομίας σε κοινοτικό επίπεδο·

85.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.

(1) ΕΕ C 146, 17.5.2001, σ. 102.
(2) ΕΕ C 125, 6.5.1999, σ. 1.
(3) ΕΕ L 277, 28.10.1999, σ. 34.
(4) ΕΕ L 197, 5.8.2003, σ. 13.
(5) ΕΕ L 205, 6.8.2005, σ. 21.
(6) ΕΕ C 260, 29.10.2003, σ. 1.
(7) ΕΕ L 291, 21.10.2006, σ. 11.
(8) ΕΕ C 102 E, 24.4.2008, σ. 321.
(9) EE C 175 E, 10.7.2008, σ. 401.
(10) ΕΕ C 313 E, 20.12.2006, σ. 452.
(11) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2007)0574.
(12) ΕΕ C 5, 10.1.1996, σ. 1.
(13) ΕΕ C 304, 14.10.1996, 1.
(14) http://www.eurofound.europa.eu/pubdocs/2008/13/en/1/ef0813en.pdf
(15) ΕΕ C 85, 17.3.1997, σ. 186.
(16) ΕΕ L 76, 22.3.2005, σ. 16.
(17) ΕΕ L 18, 21.1.1997, σ. 1.
(18) ΕΕ L 376, 27.12.2006, σ. 36.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου