Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2008/2046(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A6-0363/2008

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A6-0363/2008

Συζήτηση :

Ψηφοφορία :

PV 21/10/2008 - 8.18
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P6_TA(2008)0494

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 381kWORD 89k
Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2008 - Στρασβούργο
Έλεγχος της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου
P6_TA(2008)0494A6-0363/2008

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου – 24η ετήσια έκθεση της Επιτροπής (2008/2046(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την 24η ετήσια έκθεση της Επιτροπής της 17ης Ιουλίου 2007 για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου (2006) (COM(2007)0398),

–   έχοντας υπόψη τα έγγραφα εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής (SEC(2007)0975 και SEC(2007)0976),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 5ης Σεπτεμβρίου 2007 με τίτλο "Μια Ευρώπη αποτελεσμάτων – εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου" (COM(2007)0502),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 86/378/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1986, για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στα επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης(1),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 96/34/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 1996, σχετικά με τη συμφωνία-πλαίσιο για τη γονική άδεια, η οποία συνήφθη από τη Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Επιχειρήσεων (UNICE), το Ευρωπαϊκό Κέντρο Δημοσίων Επιχειρήσεων (CEEP) και την Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικαλιστικών Οργανώσεων (CES)(2),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 96/97/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1996, που τροποποιεί την οδηγία 86/378/ΕΟΚ για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στα επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης(3),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής(4),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία(5),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2002, για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας(6),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών(7),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με την 23η ετήσια έκθεση της Επιτροπής για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου (2005)(8),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 και το άρθρο 112, παράγραφος 2, του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0363/2008),

Α.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματικότητα των πολιτικών της ΕΕ καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την εφαρμογή τους σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο και ότι η συμμόρφωση των κρατών μελών με την κοινοτική νομοθεσία πρέπει να υπόκειται σε αυστηρό έλεγχο και παρακολούθηση, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι αυτή αναπτύσσει τα επιθυμητά θετικά αποτελέσματα στην καθημερινή ζωή των πολιτών,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάλληλη παρακολούθηση της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου δεν συνίσταται απλώς στην αξιολόγηση της μεταφοράς με ποσοτικούς όρους, αλλά και στην αξιολόγηση της ποιότητας της μεταφοράς και των πρακτικών που ακολουθούνται κατά την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου στα κράτη μέλη,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο συνολικός αριθμός των διαδικασιών επί παραβάσει που κίνησε η Επιτροπή, έπειτα από σταθερή αύξηση τα προηγούμενα έτη, ανήλθε συνολικά στις 2.653 διαπιστωμένες παραβάσεις το 2005 και μειώθηκε ελαφρώς –στις 2.518– το 2006, καθώς και ότι η προσχώρηση των 10 νέων κρατών μελών δεν φαίνεται να έχει επηρεάσει τον αριθμό των καταχωρισμένων παραβιάσεων,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, όσον αφορά την ΕΕ των 25, ο αριθμός των διαδικασιών που κινήθηκαν το 2006 για μη κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς μειώθηκε κατά 16% σε σύγκριση με το 2005, από 1.079 σε 904 υποθέσεις, λόγω της μείωσης του αριθμού των οδηγιών των οποίων η προθεσμία μεταφοράς έληγε το έτος αυτό (από 123 το 2005 σε 108 το 2006) και λόγω της πιο έγκαιρης κοινοποίησης από τα κράτη μέλη,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα στατιστικά στοιχεία για το 2006 που παρέθεσε η Επιτροπή δείχνουν ότι τα δικαστήρια σε πολλά κράτη μέλη διστάζουν να κάνουν χρήση των προδικαστικών αποφάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 234 της Συνθήκης ΕΚ, κάτι που μπορεί να οφείλεται στην ακόμη ανεπαρκή κατανόηση του κοινοτικού δικαίου,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αρχή της ισότητας απέναντι στον νόμο επιτάσσει οι πολίτες της Ένωσης να έχουν πρόσβαση σε ισότιμες συνθήκες όχι μόνο απέναντι στη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και απέναντι στην εθνική νομοθεσία μεταφοράς· λαμβάνοντας υπόψη ότι, συνεπώς, συνιστάται, κατά την εκπνοή των προθεσμιών μεταφοράς της ευρωπαϊκής νομοθεσίας στο εθνικό δίκαιο, τα κράτη μέλη πέραν της ρητής αναφοράς στις διατάξεις μεταφοράς, να δημοσιεύουν στις Επίσημες Εφημερίδες τους ποιες εθνικές διατάξεις αποσκοπούν στην εφαρμογή της εκάστοτε νομοθετικής ρύθμισης και ποιες είναι οι αρμόδιες αρχές για την εφαρμογή τους,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι καταγγελίες των πολιτών δεν διαδραματίζουν συμβολικό μόνο ρόλο στην οικοδόμηση της "Ευρώπης των πολιτών", αλλά επίσης αποτελούν μετρήσιμο και αποδοτικό μέσο ελέγχου της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου,

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αναφορές στο Κοινοβούλιο αποτελούν πολύτιμο μέσο για τη διαπίστωση των παραβάσεων του κοινοτικού δικαίου στα κράτη μέλη και ότι τα τελευταία έτη ο αριθμός των αναφορών έχει αυξηθεί σημαντικά, με περίπου 1.000 αναφορές να έχουν υποβληθεί το 2006,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα θέματα που θίγουν συνήθως οι αναφορές αφορούν την αναγνώριση των τίτλων σπουδών και των επαγγελματικών προσόντων, τη φορολογία, το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας στην επικράτεια των κρατών μελών και προβλήματα που σχετίζονται με διακρίσεις,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2006 ο αριθμός των καταγγελιών που υποβλήθηκαν στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή παρέμεινε σταθερός στις 3.830· λαμβάνοντας υπόψη ότι το 75% των καταγγελιών που ελήφθησαν δεν ενέπιπτε στο πεδίο αρμοδιότητας του Διαμεσολαβητή, διότι επρόκειτο για θέματα που αφορούσαν τις εθνικές ή τις περιφερειακές αρχές στα κράτη μέλη, και λαμβάνοντας υπόψη ότι, όπως τα προηγούμενα έτη, το 70% των ερευνών που κίνησε ο Διαμεσολαβητής αφορούσε την Επιτροπή,

ΙΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αρχή της μη διάκρισης αποτελεί έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, συνδέεται άμεσα με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, ιδίως στο πλαίσιο της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, των υπηρεσιών, των εμπορευμάτων και των κεφαλαίων, και διασφαλίζει την ισότητα των δικαιωμάτων και των ευκαιριών σε όλους τους πολίτες της Ένωσης,

ΙΒ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ιθαγένεια της Ένωσης, όπως ορίζεται στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, εγγυάται στους πολίτες της Ένωσης το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας στην επικράτεια των κρατών μελών, μαζί με διάφορα πολιτικά δικαιώματα, τα οποία προασπίζονται τα θεσμικά όργανα της Ένωσης,

ΙΓ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η προθεσμία μεταφοράς της οδηγίας 2004/38/ΕΚ, η οποία γενικεύει το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας στην επικράτεια των κρατών μελών, είχε οριστεί για τις 30 Απριλίου 2006,

ΙΔ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι φοιτητές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία ή την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση σε άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως π.χ. εμπόδια διοικητικής φύσεως ή συστήματα ποσοστώσεων (που συνιστούν διάκριση σε βάρος των αλλοδαπών φοιτητών που επιθυμούν να εγγραφούν στα πανεπιστήμια), και ότι η ΕΕ μπορεί να επέμβει μόνο στις περιπτώσεις διάκρισης λόγω ιθαγένειας,

ΙΕ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 39 της Συνθήκης ΕΚ ορίζει ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων συνεπάγεται την κατάργηση κάθε διακρίσεως κατά των εργαζομένων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη, όσον αφορά την απασχόληση, την αμοιβή και τους λοιπούς όρους εργασίας και απασχόλησης, και ότι το παράγωγο κοινοτικό δίκαιο περιέχει ολόκληρη σειρά διατάξεων για την αποτελεσματική καταπολέμηση των διακρίσεων αυτού του είδους,

P.  ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει άμεση σύνδεση μεταξύ του βαθμού στον οποίο ένα κράτος μέλος εφαρμόζει το κοινοτικό δίκαιο, μεταξύ άλλων και στον τομέα της περιβαλλοντικής προστασίας, και της ικανότητας του εν λόγω κράτους μέλους να απορροφά τα κονδύλια που διατίθενται για βασικά σχέδια επενδύσεων, υποδομών και εκσυγχρονισμού,

Η ετήσια έκθεση για το 2006 και η ανάληψη δράσης με βάση το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Φεβρουαρίου 2008

1.   επικροτεί την ανωτέρω ανακοίνωση της Επιτροπής της 5ης Σεπτεμβρίου 2007 και τη δέσμευσή της να βελτιώσει τις μεθόδους εργασίας που χρησιμοποιεί με σκοπό να ορίσει τις προτεραιότητες και να ελέγξει αποτελεσματικότερα τις διαδικασίες οι οποίες έχουν διεξαχθεί μέχρι τούδε και τη διαχείρισή τους· εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του διότι η Επιτροπή δεν έχει ακόμη απαντήσει ούτε έχει δώσει συνέχεια στο προαναφερθέν ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 21ης Φεβρουαρίου 2008, στο οποίο το Κοινοβούλιο ζητεί από την Επιτροπή να παράσχει συγκεκριμένες πληροφορίες για διάφορες πτυχές της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, με ιδιαίτερη αναφορά στην κατάρτιση της προαναφερθείσας νέας μεθόδου εργασίας·

2.   εκφράζει έντονους φόβους ότι η νέα μέθοδος εργασίας που προβλέπει την παραπομπή στο οικείο κράτος μέλος (υπεύθυνο κατ" αρχάς για τη μη ορθή εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου) των καταγγελιών που λαμβάνει η Επιτροπή, ενδέχεται να την εμποδίσει από την άσκηση του θεσμικού της καθήκοντος ως "θεματοφύλακα των συνθηκών" να μεριμνά για την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου, όπως ορίζει το άρθρο 211 της Συνθήκης ΕΚ· επισημαίνει ότι η Επιτροπή είναι συχνά το μόνο όργανο στο οποίο οι πολίτες μπορούν να καταφύγουν σε τελευταίο βαθμό, προκειμένου να καταγγείλουν τη μη ορθή εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου· καλεί μετ" επιτάσεως την Επιτροπή να υποβάλει στο Κοινοβούλιο την πρώτη έκθεση έως τον Νοέμβριο 2008 σχετικά με τις διαδικασίες που ακολουθούνται και τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν στη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του πιλοτικού σχεδίου που ξεκίνησε στις 15 Απριλίου 2008 και περιλαμβάνει 15 κράτη μέλη·

3.   τονίζει ότι, δυνάμει του άρθρου 211 της Συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή αποτελεί το θεσμικό όργανο που είναι αρμόδιο να διασφαλίζει ότι εφαρμόζονται οι διατάξεις της Συνθήκης και τα μέτρα που λαμβάνονται από τα θεσμικά όργανα σύμφωνα με αυτές, και, δυνάμει του άρθρου 226, έχει την αρμοδιότητα να κινήσει διαδικασία κατά κράτους μέλους το οποίο δεν τηρεί υποχρέωση που απορρέει από τη Συνθήκη·

4.   καλεί μετ' επιτάσεως την Επιτροπή να εφαρμόσει ευρέως την αρχή σύμφωνα με την οποία κάθε αλληλογραφία που ενδέχεται να καταγγέλλει παράβαση του κοινοτικού δικαίου πρέπει να καταχωρίζεται ως καταγγελία, εκτός και αν αυτή εμπίπτει στις εξαιρετικές περιστάσεις που προβλέπονται στο σημείο 3 του παραρτήματος της ανακοίνωσης της Επιτροπής, της 20ης Μαρτίου 2002, για τις σχέσεις με τον καταγγέλλοντα στον τομέα των παραβάσεων του κοινοτικού δικαίου (COM(2002)0141)· ζητεί από την Επιτροπή να ενημερώνει το Κοινοβούλιο για τον τρόπο με τον οποίο θα τηρείται η εν λόγω αρχή όταν εφαρμοστεί η νέα μέθοδος· καλεί μετ' επιτάσεως την Επιτροπή να ενημερώνει και να συμβουλεύεται το Κοινοβούλιο για κάθε τροποποίηση των εξαιρετικών κριτηρίων που δικαιολογούν τη μη καταχώριση των καταγγελιών·

5.   διαπιστώνει ότι τα βασικά προβλήματα που συνδέονται με τη διαδικασία επί παραβάσει είναι η διάρκειά της (20,5 μήνες κατά μέσο όρο από την καταχώριση της υπόθεσης εντός του καθορισμένου χρονικού ορίου έως τη διαβίβαση της επιστολής παραπομπής εξέτασης από το Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 226 της Συνθήκης ΕΚ) καθώς και η περιορισμένη χρήση του άρθρου 228· καλεί την Επιτροπή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να συντομεύσει τη σχετικά χρονοβόρα περίοδο εξέτασης καταγγελιών ή αναφορών και να εξεύρει πρακτικές λύσεις στα προβλήματα που παρουσιάζονται, αποφασίζοντας, ανάλογα με την περίπτωση, μήπως θα ήταν καλύτερα να γίνει χρήση εναλλακτικών μεθόδων, όπως της SOLVIT, που δεν έχει ακόμη προωθηθεί αρκετά·

6.   διαπιστώνει σημαντική αύξηση των περιπτώσεων παραβιάσεων που συνοδεύονται από τη συνεχιζόμενη μη τήρηση της απόφασης του Δικαστηρίου που ελέγχθηκε το 2006 και επισημαίνει δύο περιπτώσεις κατά τις οποίες επιβλήθηκαν χρηματικές ποινές σε κράτη μέλη· καλεί την Επιτροπή να εφαρμόσει με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα το άρθρο 228 της Συνθήκης ΕΚ, ώστε να διασφαλίσει τη δέουσα συμμόρφωση στις αποφάσεις του Δικαστηρίου·

7.   καλεί την Επιτροπή, σχετικά με το συνεχιζόμενο πρόβλημα των κρατών μελών που δεν τηρούν τις προθεσμίες για τη μεταφορά των οδηγιών, να παράσχει κατάλογο των οδηγιών που παρουσιάζουν το χαμηλότερο ποσοστό εφαρμογής, μαζί με λεπτομέρειες σχετικά με τα πιθανά αίτια·

8.   εκφράζει την ικανοποίησή του για τις προσπάθειες που καταβάλλουν ορισμένες Γενικές Διευθύνσεις της Επιτροπής, ειδικά η ΓΔ Περιβάλλοντος, με σκοπό τη βελτίωση των ελέγχων συμβατότητας που προβλέπονται από τις οικείες οδηγίες, δεν είναι όμως ικανοποιημένο από τις απαντήσεις της Επιτροπής όσον αφορά την εμπιστευτικότητα των μελετών συμβατότητας· καλεί εκ νέου την Επιτροπή να δημοσιεύσει στον ιστότοπό της τις μελέτες που έχει διεξαγάγει, κατόπιν αιτήματος πολλών Γενικών Διευθύνσεων, σχετικά με την αξιολόγηση της συμβατότητας των μέτρων που εφαρμόζονται σε εθνικό επίπεδο με την κοινοτική νομοθεσία·

9.   εφιστά την προσοχή στον ανεπαρκή βαθμό συνεργασίας με το Δικαστήριο από την πλευρά των εθνικών δικαστηρίων στα περισσότερα κράτη μέλη, που εξακολουθούν να διστάζουν να εφαρμόσουν την αρχή της υπεροχής του κοινοτικού δικαίου· επισημαίνει, επιπλέον, τον εξαιρετικά σημαντικό ρόλο της διαδικασίας υποβολής προδικαστικών ερωτημάτων στην ορθή εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου·

10.   στηρίζει, εν προκειμένω, τις προσπάθειες της Επιτροπής να προσδιορίσει τους τομείς στους οποίους η πρόσθετη κατάρτιση σε θέματα κοινοτικής νομοθεσίας θα μπορούσε να αποδειχθεί ωφέλιμη για τους εθνικούς δικαστές, τους επαγγελματίες νομικούς και τους δημόσιους υπαλλήλους·

Διοργανική συνεργασία

11.   είναι πεπεισμένο ότι έχει ουσιώδη σημασία να υπάρξει συναίνεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου και να καθιερωθεί στενή συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή και των αρμόδιων κοινοβουλευτικών επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, προκειμένου να διασφαλισθεί η αποτελεσματική παρέμβαση σε όλες τις υποθέσεις στις οποίες ο αναφέρων έχει υποβάλει αιτιολογημένη καταγγελία για παραβίαση του κοινοτικού δικαίου·

12.   επισημαίνει ότι, αν και λίγες από αυτές (μόνο 4 το 2006) αποκαλύπτουν πραγματικές παραβάσεις του κοινοτικού δικαίου, οι αναφορές αποτελούν αναντικατάστατη πηγή πληροφοριών σχετικά με τις θεμελιώδεις απαιτήσεις των πολιτών της Ευρώπης και πρέπει να χρησιμοποιούνται ως δείκτες από την Επιτροπή ως προς τις νομοθετικές της πρωτοβουλίες·

13.   τονίζει την ανάγκη για καλύτερη παροχή πληροφοριών στους πολίτες με σκοπό να παραπέμπεται οποιοσδήποτε επιθυμεί να υποβάλει καταγγελία προς το όργανο που είναι το πλέον αρμόδιο να χειρισθεί το θέμα είτε σε εθνικό είτε σε κοινοτικό επίπεδο· πιστεύει ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα ώστε να καλλιεργηθεί νοοτροπία χρηστής διοίκησης και εξυπηρέτησης στο εσωτερικό των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, με σκοπό να διασφαλίζεται ότι οι πολίτες αντιμετωπίζονται με τον ορθό τρόπο και ότι έχουν τη δυνατότητα να ασκούν πλήρως τα δικαιώματά τους·

14.   συνιστά στην Επιτροπή να συνεχίσει να εξετάζει το ενδεχόμενο να ζητήσει από τις αντιπροσωπείες της στα κράτη μέλη να παρακολουθούν και να ελέγχουν την εφαρμογή επί τόπου·

15.   υπογραμμίζει την αναγκαιότητα να εξεταστεί η ιδέα, που έχει συζητηθεί στο παρελθόν, για κοινό σημείο πρόσβασης για όλες τις καταγγελίες που υποβάλλουν οι πολίτες και για όλα τα προβλήματα όσον αφορά τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, δεδομένου ότι ο πολίτης βρίσκεται επί του παρόντος αντιμέτωπος με πληθώρα επιλογών (αναφορές, καταγγελίες, Διαμεσολαβητής, SOLVIT, κ.λπ.) και ότι, συνεπώς, το κεντρικό σύστημα καθοδήγησης θα μπορούσε να παραγάγει πιο προσδιορισμένα ως προς τον σκοπό και έγκαιρα αποτελέσματα·

16.   επικροτεί το γεγονός ότι οι ετήσιες εκθέσεις της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου συνοδεύονται από παραρτήματα που επεξηγούν περαιτέρω τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στις εκθέσεις και παρέχουν σημαντικά στατιστικά στοιχεία·

17.   αναγνωρίζει ότι οι διαρκείς επιτροπές του Κοινοβουλίου θα πρέπει να διαδραματίσουν πολύ ενεργότερο ρόλο όσον αφορά τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου· είναι πεπεισμένο ότι οι επιτροπές θα πρέπει να λαμβάνουν επαρκή διοικητική στήριξη για να ασκούν αποτελεσματικά αυτόν τον ρόλο· ζητεί από την ομάδα εργασίας για την κοινοβουλευτική μεταρρύθμιση, από την Επιτροπή Προϋπολογισμών και από τα άλλα οικεία όργανα του Κοινοβουλίου να αξιολογήσουν τη δυνατότητα σύστασης ειδικής επιχειρησιακής ομάδας (task force) στο πλαίσιο της γραμματείας κάθε επιτροπής, προκειμένου να διασφαλίζεται ο συνεχής και αποτελεσματικός έλεγχος της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου·

Συνεργασία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων

18.   ζητεί στενότερη συνεργασία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων με σκοπό την προώθηση και την ενίσχυση του αποτελεσματικού ελέγχου της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο· θεωρεί ότι τα εθνικά κοινοβούλια μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην καλύτερη προσέγγισή της με τους πολίτες·

19.   υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο για τα εθνικά κοινοβούλια που έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη του Άμστερνταμ, οι πολιτικές που αφορούν τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης πρέπει να αποτελούν αντικείμενο ειδικής δέσμευσης από την πλευρά των εθνικών κοινοβουλίων και της διάσκεψης των οργάνων που ασχολούνται ειδικώς με τα κοινοτικά θέματα (COSAC)· θεωρεί ότι αυτή η δέσμευση πρέπει να αφορά τόσο το αρχικό στάδιο της διαδικασίας λήψης αποφάσεων όσο και το στάδιο της εφαρμογής της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, έτσι ώστε να μπορεί ο ευρωπαίος νομοθέτης και ο εθνικός νομοθέτης να ενσωματώνουν τις απαραίτητες τελευταίες ενημερώσεις στους τομείς που είναι και παραμένουν κοινής αρμοδιότητας· καλεί, κατά συνέπεια, τις αρμόδιες κοινοβουλευτικές επιτροπές σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο να βρίσκονται σε συνεχή επαφή για τα ειδικά νομοθετικά θέματα, εξετάζοντας από κοινού όλες τις χρήσιμες πληροφορίες για διαφανή και αποτελεσματική νομοθετική διαδικασία σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο· τάσσεται υπέρ της διοργάνωσης ειδικών συναντήσεων ανάμεσα στους ευρωπαίους νομοθέτες, όπως εκείνες που διεξήχθησαν στις 6 Απριλίου 2008 με τους αντιπροσώπους των εθνικών κοινοβουλίων, με την ευκαιρία της αναθεώρησης της απόφασης-πλαισίου για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, η οποία επέτρεψε την αξιολόγηση όχι μόνο των προβλημάτων εφαρμογής της ισχύουσας ευρωπαϊκής νομοθεσίας αλλά και της ευστοχίας των προτάσεων τροποποίησης που εξετάζονται από το Συμβούλιο·

20.   επισημαίνει ότι οι ρυθμίσεις της Συνθήκης της Λισαβόνας για τον έλεγχο της συμμόρφωσης με την αρχή της επικουρικότητας θα ενισχύσουν σημαντικά τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στη θέσπιση της κοινοτικής νομοθεσίας·

Καταπολέμηση των διακρίσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση

21.   επισημαίνει ότι η έννοια της ιθαγένειας διευρύνει σημαντικά το πεδίο εφαρμογής της αρχής της μη διάκρισης·

22.   σημειώνει την πρόσφατη αύξηση των αποφάσεων του Δικαστηρίου με βάση την έννοια της ιθαγένειας της ΕΕ και σχετικά με το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας, στο πλαίσιο του οποίου κάθε κράτος μέλος δεν επιτρέπεται να αντιμετωπίζει τους υπηκόους του που επωφελήθηκαν από το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής σε άλλο κράτος μέλος λιγότερο ευνοϊκά σε σύγκριση με εκείνους που δεν το έπραξαν·

23.   καλεί τα κράτη μέλη να σεβαστούν τα δικαιώματα που απορρέουν από την ιθαγένεια της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που έχει ιδιαίτερη σημασία ενόψει των εκλογών του 2009·

24.   σημειώνει ότι το Κοινοβούλιο έχει λάβει αναφορές που καταγγέλλουν παραβάσεις της οδηγίας 2004/38/ΕΚ από ορισμένα κράτη μέλη· εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη οδηγία έχει θεμελιώδη σημασία προκειμένου να διασφαλισθεί ότι οι πολίτες της ΕΕ μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών· επισημαίνει ότι η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει έκθεση το δεύτερο εξάμηνο του 2008 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας·

25.   καλεί την Επιτροπή να παρακολουθεί προσεκτικά τη μεταφορά των οδηγιών 2000/43/ΕΚ και 2000/78/ΕΚ, και το εάν η νομοθεσία μεταφοράς που θεσπίζουν τα κράτη μέλη τηρεί τις διατάξεις των εν λόγω οδηγιών, καθώς και να εξακολουθεί να ασκεί πίεση στα κράτη μέλη, μέσω των διαδικασιών επί παραβάσει και μη συμμόρφωσης, προκειμένου να τηρούν πλήρως την υποχρέωσή τους να μεταφέρουν τις οδηγίες το συντομότερο δυνατόν· πιστεύει ότι η αρμόδια επιτροπή του Κοινοβουλίου πρέπει να συμμετέχει στον συνεχή έλεγχο των υποχρεώσεων των κρατών μελών στο πλαίσιο των εν λόγω οδηγιών·

26.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την έγκριση από την Επιτροπή στις 2 Ιουλίου 2008, όπως προβλέπεται στην ετήσια στρατηγική πολιτικής για το 2008, της πρότασης οριζόντιας οδηγίας (COM(2008)0426) που θα εφαρμόζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης εκτός του πεδίου εφαρμογής της απασχόλησης και θα διασφαλίζει την ίση πρόσβαση στα προϊόντα, στις υπηρεσίες, στη στέγαση, στην εκπαίδευση, στην κοινωνική προστασία και στα κοινωνικά πλεονεκτήματα, και είναι της άποψης ότι αυτό αποτελεί σημαντική προσθήκη στην ισχύουσα δέσμη μέτρων κατά των διακρίσεων·

27.   καλεί την Επιτροπή να διεξαγάγει διεξοδική ανάλυση των υποθέσεων στις οποίες τα κράτη μέλη εφαρμόζουν περιορισμούς στην πρόσβαση στην εκπαίδευση με βάση τη διαφορετική υπηκοότητα των σπουδαστών από άλλες χώρες, με σκοπό να διασφαλισθεί ότι οι σπουδαστές μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα και να τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης στο πλαίσιο των συστημάτων ανώτερης εκπαίδευσης των εν λόγω κρατών μελών·

28.   καλεί ειδικά τα κράτη μέλη που είναι τα πλέον επιλέξιμα για διαρθρωτική χρηματοδότηση στο πλαίσιο του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2007-2013 να ευθυγραμμίσουν ταχέως το εθνικό τους δίκαιο με τα πρότυπα της ΕΕ, ιδίως στον τομέα της περιβαλλοντικής προστασίας, και να θεσπίσουν διαδικασίες υποβολής προσφορών που να είναι διαφανείς για τους πολίτες, με σκοπό να αξιοποιηθεί αποτελεσματικά η διαθέσιμη διαρθρωτική χρηματοδότηση και να ενισχυθεί η κοινωνική και η οικονομική ανάπτυξη σε περιφερειακό επίπεδο·

o
o   o

29.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στο Δικαστήριο, στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.

(1) ΕΕ L 225, 12.8.1986, σ. 40.
(2) ΕΕ L 145, 19.6.1996, σ. 4.
(3) ΕΕ L 46, 17.2.1997, σ. 20.
(4) ΕΕ L 180, 19.7.2000, σ. 22.
(5) ΕΕ L 303, 2.12.2000, σ. 16.
(6) ΕΕ L 269, 5.10.2002, σ. 15.
(7) ΕΕ L 158, 30.4.2004, σ. 77.
(8) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0060.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου