Ευρετήριο 
Κείμενα που εγκρίθηκαν
Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2009 - Στρασβούργο
Συμφωνία ΕΚ/Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για τη συνεργασία όσον αφορά την κανονιστική ρύθμιση της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας *
 Κοινό σύστημα εμπορίας για την ωοαλβουμίνη και τη γαλακτοαλβουμίνη (κωδικοποιημένη έκδοση) *
 Φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, μερικές διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών καθώς και για τη μεταφορά της καταστατικής έδρας (κωδικοποιημένη έκδοση) *
 Γλωσσικό καθεστώς που ισχύει στις αιτήσεις αναιρέσεως κατά των αποφάσεων του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης *
 Οικονομικές και εμπορικές σχέσεις με τα Δυτικά Βαλκάνια
 Η κοινή γεωργική πολιτική και η παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια
 Προοπτικές ανάπτυξης του διαλόγου των πολιτών στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λισαβόνας
 Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο, εφαρμογή και επιβολή της οδηγίας 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και της οδηγίας 2006/114/ΕΚ για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση
 Η ΚΑΠ και η προσέγγιση διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα
 Οδηγία πλαίσιο για την ορθολογική χρήση των φυτοφαρμάκων ***II
 Διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά ***II
 Συντονισμός των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων όσον αφορά ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (αναδιατύπωση) ***I
 Τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ 2007-2008
 Ινομυαλγία

Συμφωνία ΕΚ/Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για τη συνεργασία όσον αφορά την κανονιστική ρύθμιση της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας *
PDF 255kWORD 33k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για τη συνεργασία όσον αφορά την κανονιστική ρύθμιση της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας (10972/2007 - COM(2007)0325 – C6-0275/2008 – 2007/0111(CNS))
P6_TA(2009)0001A6-0468/2008

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου (10972/2007 - COM(2007)0325),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 80, παράγραφος 2, το άρθρο 133, παράγραφος 4, το άρθρο 300, παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο, πρώτη πρόταση και το άρθρο 300, παράγραφος 4 της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 300, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0275/2008),

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 51, 83, παράγραφος 7 και 43, παράγραφος 1 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A6- 0468/2008),

1.   εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.


Κοινό σύστημα εμπορίας για την ωοαλβουμίνη και τη γαλακτοαλβουμίνη (κωδικοποιημένη έκδοση) *
PDF 254kWORD 32k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί κοινού συστήματος εμπορίας για την ωοαλβουμίνη και τη γαλακτοαλβουμίνη (κωδικοποιημένη έκδοση) (COM(2008)0488 – C6-0334/2008 – 2008/0155(CNS))
P6_TA(2009)0002A6-0510/2008

(Διαδικασία διαβούλευσης – κωδικοποίηση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2008)0488),

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 26, 87 έως 89, 132 κ.ε. και 308 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0334/2008),

–   έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 20ής Δεκεμβρίου 1994, που αφορά την ταχεία μέθοδο εργασίας για την επίσημη κωδικοποίηση νομοθετικών κειμένων(1),

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 80 και 51 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0510/2008),

A.   εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υπαρχόντων κειμένων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους,

1.   εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως προσαρμόστηκε με βάση τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) ΕΕ C 102, 4.4.1996, σ. 2.


Φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, μερικές διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών καθώς και για τη μεταφορά της καταστατικής έδρας (κωδικοποιημένη έκδοση) *
PDF 255kWORD 33k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που αφορά το κοινό φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, μερικές διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών καθώς και με τη μεταφορά της καταστατικής έδρας μιας SE ή μιας SCE μεταξύ κρατών μελών (κωδικοποιημένη έκδοση) (COM(2008)0492 – C6-0336/2008 – 2008/0158(CNS))
P6_TA(2009)0003A6-0511/2008

(Διαδικασία διαβούλευσης – κωδικοποίηση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2008)0492),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 94 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0336/2008),

–   έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 20ής Δεκεμβρίου 1994 που αφορά την ταχεία μέθοδο εργασίας για την επίσημη κωδικοποίηση νομοθετικών κειμένων(1),

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 80 και 51 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0511/2008),

A.   εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υπαρχόντων κειμένων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους,

1.   εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως προσαρμόστηκε με βάση τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) ΕΕ C 102, 4.4.1996, σ. 2.


Γλωσσικό καθεστώς που ισχύει στις αιτήσεις αναιρέσεως κατά των αποφάσεων του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης *
PDF 253kWORD 33k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσον αφορά το γλωσσικό καθεστώς που ισχύει στις αιτήσεις αναιρέσεως κατά των αποφάσεων του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (13301/2008 – C6-0348/2008 – 2008/0806(CNS))
P6_TA(2009)0004A6-0508/2008

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το κείμενο του Συμβουλίου (13301/2008),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 245, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 160, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης Ευρατόμ, σύμφωνα με τα οποία κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0348/2008),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0508/2008),

1.   εγκρίνει το κείμενο του Συμβουλίου·

2.   καλεί το Συμβούλιο, στην περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

3.   ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στο υποβαλλόμενο προς διαβούλευση κείμενο·

4.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


Οικονομικές και εμπορικές σχέσεις με τα Δυτικά Βαλκάνια
PDF 457kWORD 102k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τις εμπορικές και οικονομικές σχέσεις με τα δυτικά Βαλκάνια (2008/2149(INI))
P6_TA(2009)0005A6-0489/2008

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1946/2005 του Συμβουλίου της 14ης Νοεμβρίου 2005 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2000 για την εισαγωγή εκτάκτων εμπορικών μέτρων για χώρες και εδάφη που συμμετέχουν ή συνδέονται με τη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης(1),

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1085/2006 του Συμβουλίου της 17ης Ιουλίου 2006 για τη θέσπιση μηχανισμού προενταξιακής βοήθειας (IPA)(2),

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Θεσσαλονίκης που πραγματοποιήθηκε στις 19-20 Ιουνίου 2003, στο πλαίσιο του οποίου δόθηκε η υπόσχεση προς όλα τα κράτη των δυτικών Βαλκανίων ότι θα ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

–   έχοντας υπόψη την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 16 Δεκεμβρίου 2005 να χορηγήσει καθεστώς υποψήφιας χώρας στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας και τα συμπεράσματα της Προεδρίας των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων που πραγματοποιήθηκαν στις 15-16 Ιουνίου 2006, στις 14-15 Δεκεμβρίου 2006 και στις 19-20 Ιουνίου 2008,

–   έχοντας υπόψη την απόφαση που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 3 Οκτωβρίου 2005 σχετικά με την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Κροατία,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 5ης Μαρτίου 2008 "Δυτικά Βαλκάνια: ενίσχυση της ευρωπαϊκής προοπτικής" (COM(2008)0127),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμα αριθ. 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών της 10ης Ιουνίου 1999,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 29ης Μαρτίου 2007 σχετικά με το μέλλον του Κοσσυφοπεδίου και τον ρόλο της ΕΕ(3),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του της 12ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη χορήγηση έκτακτης κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής στο Κοσσυφοπέδιο(4),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Απριλίου 2008 σχετικά με την έκθεση προόδου του 2007 για την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας(5),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Απριλίου 2008 σχετικά με την έκθεση προόδου του 2007 για την Κροατία(6),

–   έχοντας υπόψη τη σύστασή του προς το Συμβούλιο της 15ης Μαρτίου 2007 σχετικά με τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη(7),

–   έχοντας υπόψη τη σύστασή του προς το Συμβούλιο της 25ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Σερβίας(8),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του της 6ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου και της Επιτροπής που αφορά τη σύναψη της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Αλβανίας, αφετέρου(9),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του της 13ης Δεκεμβρίου 2007 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη σύναψη, εξ ονόματος της Κοινότητας, της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου, αφετέρου(10),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 31ης Ιανουαρίου 2007 - Επέκταση των κύριων διευρωπαϊκών αξόνων μεταφορών στις γειτονικές χώρες - Κατευθυντήριες γραμμές για τις μεταφορές στην Ευρώπη και τις γειτονικές περιοχές (COM(2007)0032),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 5ης Μαρτίου 2008 σχετικά με την πρόοδο των διερευνητικών συζητήσεων για τη συνεργασία στον τομέα των μεταφορών με τις γειτονικές χώρες (COM(2008)0125),

–   έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ενεργειακής Κοινότητας των χωρών της νοτιοανατολικής Ευρώπης που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 25 Οκτωβρίου 2005,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 6ης Νοεμβρίου 2007 "Στρατηγική για τη διεύρυνση και κυριότερες προκλήσεις για την περίοδο 2007-2008" (COM(2007)0663),

–   έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 16ης Μαρτίου 2006 σχετικά με το έγγραφο στρατηγικής της Επιτροπής για τη διεύρυνση – 2005(11) και της 13ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής για τη στρατηγική διεύρυνσης και τις κυριότερες προκλήσεις για το διάστημα 2006-2007(12),

   έχοντας υπόψη όλα τα προηγούμενα ψηφίσματα σχετικά με τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A6-0489/2008),

Α.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Θεσσαλονίκης διατύπωσε σαφώς την "ευρωπαϊκή προοπτική" των κρατών των δυτικών Βαλκανίων και κατέδειξε ότι η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης συνιστά το γενικότερο πλαίσιο των ευρωπαϊκών σχέσεων με τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Κροατία βρίσκεται επί του παρόντος στο στάδιο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ και ότι η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας έλαβε το 2005 το καθεστώς της υποψήφιας χώρας,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εμπορικές παραχωρήσεις και η χρηματοδοτική ενίσχυση της ΕΕ έχουν διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης των δυτικών Βαλκανίων,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Κροατία βρίσκεται πολύ κοντά στην πλήρη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με προοπτικές για περάτωση των διαπραγματεύσεων το 2009, συνεχίζει να πληροί τα πολιτικά και οικονομικά κριτήρια της Κοπεγχάγης και έχει αναγνωριστεί ότι διαθέτει λειτουργούσα οικονομία αγοράς, η οποία θα μπορούσε χρησιμεύσει ως θετικό παράδειγμα για τις άλλες χώρες της περιοχής,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 17 Φεβρουαρίου 2008 η Συνέλευση του Κοσσυφοπεδίου ενέκρινε ψήφισμα με το οποίο κηρύχθηκε η ανεξαρτησία του· λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 18 Φεβρουαρίου 2008 το Συμβούλιο συμφώνησε ότι τα κράτη μέλη θα αποφάσιζαν, σύμφωνα με την εθνική πρακτική και το διεθνές δίκαιο, για τις σχέσεις τους με το Κοσσυφοπέδιο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνολική ενίσχυση που έχει παράσχει η ΕΕ στο Κοσσυφοπέδιο εκτιμάται ότι ανέρχεται σε ποσό άνω του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ για την περίοδο 2007-2010 που καλύπτει την παροχή στήριξης για την πολιτική και οικονομική ανάπτυξη του Κοσσυφοπεδίου και τη χρηματοδότηση της συμβολής της ΕΕ στη διεθνή παρουσία στο Κοσσυφοπέδιο,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική ευημερία και η πλήρης ένταξη στην εσωτερική αγορά και στο παγκόσμιο σύστημα εμπορίου έχουν ουσιαστική σημασία για τη μακροχρόνια σταθερότητα και την αειφόρο οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη σε ολόκληρη την περιοχή των δυτικών Βαλκανίων,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το προσεκτικό και σταδιακό άνοιγμα της αγοράς στις χώρες των δυτικών Βαλκανίων, η οποία περιλαμβάνει προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη τις επιμέρους συνθήκες σε κάθε χώρα, προάγοντας κυρίως τη δημιουργία περιφερειακής αγοράς, αναμένεται να συμβάλει σημαντικά στη διαδικασία της πολιτικής και οικονομικής σταθεροποίησης στην περιοχή,

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αυξημένη οικονομική συνεργασία στην περιοχή των δυτικών Βαλκανίων προσφέρει επίσης θετικές προοπτικές ανάπτυξης για τις οικονομίες των κρατών μελών της ΝΑ Ευρώπης και θα προαγάγει τη βαθύτερη ένταξή τους στην κοινή αγορά,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συμφωνία Ελεύθερων Συναλλαγών της Κεντρικής Ευρώπης (ΣΕΣΚΕ) ενοποίησε 32 διμερείς συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών στην περιοχή της νότιας Ευρώπης σε κοινή ολοκληρωμένη περιφερειακή συμφωνία ελευθέρων συναλλαγών που ενισχύει το υπάρχον επίπεδο ελευθέρωσης στην περιοχή μέσω ενιαίου δικτύου δίκαιων, διαφανών και προβλέψιμων κανόνων,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική ανάπτυξη των δυτικών Βαλκανίων διαφέρει σημαντικά και κυμαινόταν το 2006 από 3% στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας έως 10,3% στο Μαυροβούνιο· λαμβάνοντας υπόψη ότι διαφέρουν και τα ποσοστά ανεργίας, τα οποία το 2007 κυμαίνονταν ανάμεσα στα πολύ υψηλά ποσοστά του 40% (Κοσσυφοπέδιο) και στα χαμηλότερα ποσοστά του 11,9% (Μαυροβούνιο),

ΙΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οικονομίες των δυτικών Βαλκανίων εξαρτώνται σε ιδιαίτερα μεγάλο βαθμό από το εξωτερικό εμπόριο και ότι το σύνολο των εισαγωγών και εξαγωγών αντιπροσωπεύει σημαντικό μέρος του ΑΕγχΠ τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι το 61% των εμπορικών ροών της περιοχής έχουν κατεύθυνση προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, μολονότι αντιπροσωπεύουν ποσοστό μόλις 2 % του εξωτερικού εμπορίου της ΕΕ,

ΙΒ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υποδομές και η διευκόλυνση των μεταφορών έχουν ζωτική σημασία για την οικονομική ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή και την ολοκλήρωση,

ΙΓ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι χρειάζεται μεγαλύτερη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) των δυτικών Βαλκανίων για να διασφαλισθεί η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, η δημιουργία θέσεων εργασίας και οι εξαγωγές,

ΙΔ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τομέας των υπηρεσιών, και ιδίως ο τουρισμός, κατέχει σημαντικό ρόλο στις οικονομίες των χωρών των δυτικών Βαλκανίων,

ΙΕ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι μικρές αγορές όπως αυτές που υπάρχουν σε ορισμένες χώρες των δυτικών Βαλκανίων είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς σε δημιουργία συμπράξεων, σε περιοριστικές πρακτικές ή σε κατάχρηση της ισχύος στην αγορά, γεγονός που ενδέχεται να έχει μεγάλο αντίκτυπο στην περιφερειακή οικονομική ανάπτυξη, στο ποσοστό ανεργίας και στην κοινωνική ανάπτυξη,

ΙΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οικονομίες των δυτικών Βαλκανίων είναι πολύ ετερογενείς και έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά, για παράδειγμα η Αλβανία, η Κροατία και το Μαυροβούνιο διαφέρουν από τις άλλες οικονομίες των δυτικών Βαλκανίων καθόσον ο τουριστικός τομέας είναι ζωτικής σημασίας για αυτές,

ΙΖ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι όλες οι χώρες των δυτικών Βαλκανίων έχουν συνάψει συμφωνίες σταθεροποίησης και σύνδεσης με την ΕΕ,

Γενικά

1.   επιδοκιμάζει την πρόοδο που σημειώθηκε στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης και, συγκεκριμένα, την πρόσφατη προσυπογραφή των συμφωνιών σταθεροποίησης και σύνδεσης (ΣΣΣ) με τη Βοσνία και την Ερζεγοβίνη, καθώς και με τη Σερβία· καλεί τα κράτη μέλη να ολοκληρώσουν τη διαδικασία επικύρωσης για όλες τις ΣΣΣ το συντομότερο δυνατόν· επιδοκιμάζει την πρόοδο που σημειώθηκε στην υλοποίηση των ενδιάμεσων συμφωνιών και καλεί τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους σε αυτόν τον τομέα· τονίζει τη σημασία της περαιτέρω ενίσχυσης της πολυμερούς διάστασης της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης με την προοπτική της πλήρους συνέχισης της περιφερειακής συνεργασίας σε όλα τα πεδία·

2.   υπενθυμίζει την "ευρωπαϊκή προοπτική" των χωρών των δυτικών Βαλκανίων, η οποία διατυπώθηκε σαφώς στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Θεσσαλονίκης· επισημαίνει, ωστόσο, ότι η μελλοντική προσχώρηση των χωρών των δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ εξαρτάται άμεσα από την εκπλήρωση όλων των όρων και απαιτήσεων που έχουν οριστεί από την ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των κριτηρίων της Κοπεγχάγης για την ένταξη και την επιτυχή έκβαση της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης, η οποία περιλαμβάνει την περιφερειακή συνεργασία, τις καλές σχέσεις γειτονίας και την πλήρη συνεργασία με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία·

3.   τονίζει ότι η σοβαρή προοπτική ιδιότητας μέλους της ΕΕ για τα κράτη των δυτικών Βαλκανίων μπορεί να αποτελέσει καταλύτη για να ενθαρρύνει τον πληθυσμό τους και τις κυβερνήσεις τους να απομακρυνθούν από τον οπισθοδρομικό εθνικισμό και τη βία που οφείλεται σε μισαλλοδοξία και να στραφούν προς μέλλον ολοκλήρωσης με την υπόλοιπη Ευρώπη· επιπλέον, θα βελτιώσει τη σχετικά ανίσχυρη εικόνα των δυτικών Βαλκανίων στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξαιτίας των πρόσφατων πολέμων και των πολιτικών αντιπαραθέσεων των τελευταίων δεκαετιών, γεγονός θα δώσει με τη σειρά του ώθηση σε εταιρείες της ΕΕ να αυξήσουν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες στην περιοχή·

4.   ενθαρρύνει την Ευρωπαϊκή Ένωση να συνεχίσει να επιδεικνύει τη δέσμευσή της έναντι των δυτικών Βαλκανίων, ιδίως σε αυτήν την πολιτικά ευαίσθητη περίοδο· παροτρύνει το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συνειδητοποιήσουν ότι δεν είναι προς όφελος της ΕΕ και των δυτικών Βαλκανίων να δημιουργηθεί "μαύρη τρύπα" στο Κοσσυφοπέδιο· ζητεί, συνεπώς, από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να ασχοληθούν ενεργά προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν εντάσεις·

5.   εκτιμά ότι είναι ουσιαστικό για τη συνολική προσέγγιση που ακολουθείται σε σχέση με τα Δυτικά Βαλκάνια να ληφθούν υπόψη οι διαφορές μεταξύ των χωρών στην περιοχή όσον αφορά τα αντίστοιχα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης και συμμόρφωσής τους προς το κοινοτικό κεκτημένο και τους κανόνες του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ)· τονίζει, επομένως, τη σημασία της αυστηρά εξατομικευμένης πορείας προς την ιδιότητα μέλους στην ΕΕ για καθεμία από τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων, η οποία θα βασίζεται, μεταξύ άλλων, στην εκπλήρωση από κάθε έκαστη εξ αυτών των κριτηρίων της Κοπεγχάγης καθώς και των όρων και των απαιτήσεων που έχει θέσει η ΕΕ·

6.   επιδοκιμάζει τις συμφωνίες για τη διευκόλυνση της έκδοσης θεωρήσεων και την επανεισδοχή που τέθηκαν σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2008, καθώς και τον διάλογο σχετικά με τους οδικούς χάρτες για τη βαθμιαία απελευθέρωση του καθεστώτος θεωρήσεων για τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων· εκτιμά ότι υπάρχει πραγματική ανάγκη βελτίωσης και θεσμοθέτησης λειτουργικών καθεστώτων θεώρησης και τελωνείων ούτως ώστε να διευκολυνθούν οι εμπορικές ροές και να διασφαλισθεί η στενότερη οικονομική, επιστημονική, τεχνολογική και εμπορική συνεργασία· επιδοκιμάζει την απόφαση της Επιτροπής να προσφέρει ολοένα και περισσότερες υποτροφίες σε σπουδαστές από τα δυτικά Βαλκάνια στο πλαίσιο του προγράμματος Erasmus Mundus·

ΠΟΕ και ΣΕΣΚΕ

7.   καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να εφαρμόσουν όλα τα κατάλληλα μέτρα που θα ενθαρρύνουν τη βαθύτερη ένταξη των δυτικών Βαλκανίων στο παγκόσμιο εμπορικό και οικονομικό σύστημα, ιδίως μέσω της προσχώρησης στον ΠΟΕ των χωρών της περιοχής που δεν αποτελούν ακόμα μέλη του· σημειώνει με ικανοποίηση ότι η Αλβανία, η Κροατία και η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας αποτελούν ήδη μέλη του ΠΟΕ· υπογραμμίζει ότι η απελευθέρωση του εμπορίου πρέπει να συνδυάζεται με τη μείωση της φτώχειας και των ποσοστών ανεργίας, την προαγωγή των οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, και τον σεβασμό του περιβάλλοντος

8.   υπογραμμίζει τα κίνητρα που παρέχει η περιφερειακή συνεργασία και οι καλές σχέσεις γειτονίας για την οικονομική ανάπτυξη στην περιοχή και τον ουσιαστικό ρόλο που διαδραματίζει η ΣΕΣΚΕ στη συγκεκριμένη διαδικασία· τονίζει ότι η ΣΕΣΚΕ ενδέχεται να διαδραματίσει επίσης σημαντικό ρόλο στην περαιτέρω ολοκλήρωση της περιοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενισχύοντας τις οικονομικές και εμπορικές σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των δυτικών Βαλκανίων· εκτιμά, συνεπώς, ότι η ΣΕΣΚΕ συμβάλλει σε σημαντικό βαθμό στην προετοιμασία της προσχώρησης των χωρών των δυτικών Βαλκανίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

9.   καλεί τις κυβερνήσεις των δυτικών Βαλκανίων να ερευνήσουν περαιτέρω το ενδεχόμενο λήψης μέτρων μεγαλύτερης εμπορικής ελευθέρωσης σε τομείς που μέχρι τώρα εξαιρούνταν, και να θεσμοθετήσουν μηχανισμούς συστηματικής καταπολέμησης των παραβιάσεων των διεθνών δικαιωμάτων πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Καλεί επίσης αυτές τις κυβερνήσεις να προσεγγίσουν το κοινοτικό κεκτημένο και να αναλάβουν δράση για την εξάλειψη πρακτικών και ρυθμίσεων που συνιστούν φραγμούς εμπορίου μη δασμολογικού χαρακτήρα

Ευρωπαϊκή συνδρομή και συμμετοχή των δυτικών Βαλκανίων στη μεταρρυθμιστική διαδικασία

10.   υποστηρίζει τις προσπάθειες των χωρών των δυτικών Βαλκανίων για μεταρρύθμιση και περιφερειακή συνεργασία μέσω του ΜΠΒ· υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι χώρες των δυτικών Βαλκανίων έχουν την αποκλειστική "κυριότητα" της μεταρρυθμιστικής τους πορείας· παροτρύνει τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων να αναλάβουν την ευθύνη για τη διαμόρφωση ικανού αριθμού μεγαλόπνοων σχεδίων, προκειμένου να αξιοποιήσουν τους διαθέσιμους ευρωπαϊκούς πόρους χωρίς να τηρούν παθητική στάση και να εξαρτώνται σε υπερβολικό βαθμό από ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες·

11.   υπογραμμίζει το ρόλο των περιφερειών στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη και ως εκ τούτου, τη σημασία του Μηχανισμού Προενταξιακής Βοήθειας (ΜΠΒ) για να συνοδεύσει τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων στη διαδικασία εκδημοκρατισμού, οικονομικής και κοινωνικής μεταμόρφωσης και προσαρμογής στα ευρωπαϊκά πρότυπα, καθώς και για να προσεγγίσει τις εν λόγω χώρες στις δομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

12.   ζητεί από την Επιτροπή και από τα κράτη μέλη να εμπλουτίσουν τον ΜΠΒ με τα αναγκαία συμπληρωματικά οικονομικά μέσα για να αναπτυχθούν σχέδια που να είναι προσανατολισμένα προς τις πραγματικές ανάγκες και για να υπάρξει αποτελεσματική και επικεντρωμένη βοήθεια σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο· τονίζει τη σημασία διαπροσωπικών σχεδίων, τα οποία είναι ιδιαιτέρως αποτελεσματικά για να καταστήσουν γνωστή στον τοπικό πληθυσμό την προστιθέμενη αξία που προσπορίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση·

13.   εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι μια από τις προτεραιότητες του ΜΠΒ είναι να συμβάλει στην ανάπτυξη των θεσμικών και διοικητικών δυνατοτήτων στα δυτικά Βαλκάνια, τόσο σε επίπεδο εθνικό όσο και περιφερειακό· ενθαρρύνει την Επιτροπή να ενισχύσει αυτή την πτυχή δραστηριότητας με σκοπό να ενισχύσει την ανάπτυξη της διακυβέρνησης και να προετοιμάσει τις εν λόγω χώρες και περιφέρειες ώστε να απορροφήσουν τις πιστώσεις από τα διαρθρωτικά ταμεία και να δημιουργήσουν ευνοϊκές συνθήκες για την προσαρμογή τους στα ευρωπαϊκά πρότυπα ενόψει της πιθανής μελλοντικής προσχώρησής τους· ζητεί από την Επιτροπή να εξασφαλίσει την ύπαρξη υψηλής διαφάνειας κατά τη δημιουργία των θεσμικών οργάνων καθώς και να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να αποφευχθεί η διαφθορά·

14.   καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να παράσχουν στα κράτη της περιοχής οικονομική, διοικητική και τεχνική συνδρομή μέσω κατάλληλα καταρτισμένων ατόμων, σε συνεργασία με διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς που ασχολούνται με ζητήματα που άπτονται της οικονομίας των δυτικών Βαλκανίων, με σκοπό την ενίσχυση των εγχώριων δημόσιων δομών, τη θέσπιση αποτελεσματικότερης και περισσότερο διαφοροποιημένης οικονομικής βάσης και τη βελτίωση της διείσδυσης των τοπικών προϊόντων στις ξένες αγορές, και ιδίως σε εκείνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

15.   προτείνει στα κράτη μέλη να προσφέρουν στις χώρες των δυτικών Βαλκανίων τα αποκαλούμενα προγράμματα "διοίκησης με διοίκηση" που θα παράσχουν στις χώρες αυτές ειδική συνδρομή, κατάρτιση και συμβουλές στο πλαίσιο εθνικών τμημάτων σε τομείς που θα οριστούν σαφώς από τις αρχές των κρατών των δυτικών Βαλκανίων· υπογραμμίζει ότι τα προγράμματα αυτά μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου στην περιοχή, ενώ παράλληλα θα προσφέρουν στα κράτη των δυτικών Βαλκανίων τη δυνατότητα να ορίσουν τις ακριβείς μορφές βοήθειας που χρειάζονται·

16.   καλεί την Επιτροπή να υποβάλει εγκαίρως για έγκριση στο Κοινοβούλιο τυχόν νέες προτάσεις που στοχεύουν στην παροχή έκτακτης δημοσιονομικής βοήθειας προς τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων· τονίζει ότι περαιτέρω οικονομική βοήθεια προς τα δυτικά Βαλκάνια (και ιδίως προς το Κοσσυφοπέδιο) θα εξαρτηθεί από τη χάραξη, με την υποστήριξη διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ενός ολοκληρωμένου και ρεαλιστικού μακροπρόθεσμου σχεδίου οικονομικής ανάπτυξης·

17.   θεωρεί ότι οι τοπικές και περιφερειακές αρχές διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο για την αειφόρο οικονομική ανάπτυξη και την ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών συγκεκριμενοποιώντας τις εθνικές και κοινοτικές προτεραιότητες με σχέδια που αναπτύσσουν τις εταιρικές σχέσεις με τους φορείς του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα·

18.   υπογραμμίζει τη σημασία της διασυνοριακής καθώς και της διεθνικής συνεργασίας για την ανάπτυξη κοινών σχεδίων και τη δημιουργία αειφόρων σχέσεων τόσο μεταξύ των περιφερειών των δυτικών Βαλκανίων όσο και μεταξύ αυτών και των περιφερειών των κρατών μελών· υπογραμμίζει επίσης ότι τα οφέλη της εν λόγω συνεργασίας δεν είναι μόνο οικονομικής φύσεως, αλλά έχουν επίσης πολιτική και ανθρώπινη διάσταση που συμβάλλει στην προσέγγιση μεταξύ λαών και κυβερνήσεων και εξασφαλίζει, μακροπρόθεσμα, τη σταθερότητα και την ευημερία στην περιφέρεια αυτή·

19.   ενθαρρύνει τις περιφέρειες της Ένωσης να αναλάβουν πρωτοβουλία για να θέσουν σε εφαρμογή διασυνοριακά σχέδια με τις περιφέρειες των δυτικών Βαλκανίων με σκοπό να δημιουργηθεί στενή και μακροπρόθεσμη συνεργασία σε περιφερειακό επίπεδο, καθώς και στον τομέα ανταλλαγών εμπειρίας και καλών πρακτικών στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών δικτύων περιφερειακής συνεργασίας· εκφράζει την άποψη ότι μέσω της ενίσχυσης του Συμβουλίου Περιφερειακής Συνεργασίας θα καταστεί δυνατή η προώθηση της συνεργασίας στην περιφέρεια·

Οικονομικές πολιτικές, ενέργεια, μεταφορές και περιβάλλον

20.   παροτρύνει τις χώρες στην περιοχή, οι οποίες συνεργάζονται στενά με την Επιτροπή και με άλλα συναφή διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, να διατηρήσουν και να επεκτείνουν τα οφέλη τους ως προς τη μακροοικονομική σταθερότητα, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για τη διαρκή οικονομική ανάπτυξη, μέσω χρηστών δημοσιονομικών και νομισματικών πολιτικών· παροτρύνει περαιτέρω τις χώρες αυτές να επιταχύνουν τον ρυθμό των διαρθρωτικών τους μεταρρυθμίσεων, ιδίως στους τομείς της φορολογικής πολιτικής, των τελωνείων και της διοίκησης, προάγοντας τις αρχές της διαφάνειας και της λογοδοσίας και υποστηρίζοντας τη χρηστή διαχείριση στον δημόσιο τομέα·

21.   τονίζει την ανάγκη παροχής μεγαλύτερης υποστήριξης στην ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα και τις επενδύσεις υποδομής στην περιοχή μέσω, μεταξύ άλλων, της εντατικής συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων καθώς και με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης και με άλλους διεθνείς χρηματοδοτικούς οργανισμούς·

22.   θεωρεί ουσιώδη για την οικονομική ανάπτυξη της περιοχής τη δημιουργία ευνοϊκού επενδυτικού κλίματος και καλεί την Επιτροπή και τα κράτη των δυτικών Βαλκανίων να εργαστούν για την εντατικοποίηση των οικονομικών μεταρρυθμίσεων μέσω της κατάρτισης στρατηγικών σχεδίων ανάπτυξης για την εφαρμογή επενδυτικών προγραμμάτων μεγάλης σημασίας για το σύνολο της περιοχής·

23.   συγχαίρει τις κυβερνήσεις των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων για την πρόοδο που έχουν σημειώσει μέχρι στιγμής στον οικονομικό τομέα, διατηρώντας παράλληλα τη μακροοικονομική σταθερότητα· επιδοκιμάζει την από πλευράς των κυβερνήσεων εφαρμογή φορολογικών πολιτικών και πολιτικών δημοσιονομικής πειθαρχίας που έχουν οδηγήσει σε αύξηση των εσόδων των κρατικών προϋπολογισμών·

24.   τονίζει τη σημασία της προσπάθειας ανάπτυξης συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας στην περιοχή, ειδικά με την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, δημιουργώντας ανοιχτές, αξιόπιστες και ανταγωνιστικές αγορές και βελτιώνοντας τους γενικούς όρους για την επέκταση των ενεργειακών υποδομών στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των ενισχυμένων δυνατοτήτων διασύνδεσης μεταξύ των γειτονικών κρατών μελών της ΕΕ και των χωρών εταίρων· υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η Ενεργειακή Κοινότητα για την επίτευξη του εν λόγω στόχου·

25.   θεωρεί ότι η ανάπτυξη του λιμένα της Rijeka στην Κροατία αποτελεί εξαιρετικά σημαντικό έργο για την Ευρωπαϊκή Ένωση· πιστεύει ότι είναι προς συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης να προχωρήσει η υλοποίηση αυτού του έργου το συντομότερο δυνατό·

26.   τονίζει ότι η περιβαλλοντική προστασία αποτελεί σημαντικό στοιχείο της αειφόρου ανάπτυξης στην περιοχή των δυτικών Βαλκανίων· θεωρεί επιβεβλημένο για την Επιτροπή και τις κυβερνήσεις των δυτικών Βαλκανίων να προωθήσουν χρηστές περιβαλλοντικές πολιτικές και στρατηγικές που θα συνάδουν με την περιβαλλοντική νομοθεσία της ΕΕ·

27.   θεωρεί σημαντικό να εφαρμόσουν τα κράτη των δυτικών Βαλκανίων τις αρχές και τις κατευθυντήριες γραμμές της κοινής ευρωπαϊκής θαλάσσιας πολιτικής, και τονίζει την ανάγκη για αποδοτική και φιλική προς το περιβάλλον χρήση του ποταμού Δούναβη σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ, ως σημαντικού διαδρόμου μεταφορών και πηγής πολυτίμων πόρων· υποστηρίζει συνεπώς τις υπάρχουσες περιφερειακές πρωτοβουλίες και τους οργανισμούς (και ειδικότερα τη διεθνή επιτροπή για την προστασία του ποταμού Δούναβη – ICPDR ) που εργάζονται για την προστασία του περιβάλλοντος, για την ορθότερη χρήση των δυνατοτήτων μεταφοράς μέσω εσωτερικών πλωτών οδών και για υψηλότερο επίπεδο πρόληψης καταστροφών στον ποταμό Δούναβη·

28.   υπενθυμίζει την ανάγκη να αυξηθούν επίσης οι γεωργικές συναλλαγές με την Κροατία, ώστε, όταν η Κροατία ενταχθεί στην ΕΕ, να μπορεί να προσαρμοστεί όσο το δυνατόν ομαλότερα στην ΚΓΠ·

29.   αναγνωρίζει την ειδική γεωγραφία της περιοχής και τη στρατηγική της θέση, που καθιστά την περιοχή φυσικό σημείο διέλευσης του εμπορίου αγαθών, ιδίως των πρωτογενών ενεργειακών προϊόντων (αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου), μεταξύ Ευρώπης και Ασίας· επιδοκιμάζει την έναρξη μεγάλων μεταφορικών έργων σε υποπεριφερειακό επίπεδο, όπως ο "Νοτιοανατολικός Άξονας", που θα συμβάλει στην λειτουργική ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στο ευρύτερο δίκτυο ενεργειακών αγωγών που συνδέουν την Ευρωπαϊκή Ένωση με την Τουρκία και τις χώρες του Καυκάσου· καλεί την Επιτροπή και τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων να διαθέσουν επαρκείς χρηματοδοτικούς πόρους για τον εκσυγχρονισμό των υποδομών, με ιδιαίτερη έμφαση στον τομέα της υλικοτεχνικής υποστήριξης, και να πραγματοποιήσουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που θα καταστήσουν τον τομέα περισσότερο ανταγωνιστικό και δυναμικό·

30.   υπογραμμίζει ότι, στο λιανικό εμπόριο, οι διοικητικοί φραγμοί που αποτρέπουν την ανάδειξη ανταγωνιστικότερων εμπόρων τροφίμων πρέπει να εξαλειφθούν, καθώς η μη αποδοτικότητα του εμπορίου τροφίμων παρεμποδίζει τις προσπάθειες πρόσβασης των ευρωπαίων παραγωγών στην αγορά·

31.   τονίζει την ανάγκη να δοθεί μεγαλύτερη υποστήριξη στην ανάπτυξη των ΜΜΕ με βάση τον Ευρωπαϊκό Χάρτη για τις Μικρές Επιχειρήσεις, που έχει υπογραφεί από όλες τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν την πρόσβαση των ΜΜΕ στα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ και να παράσχουν καλύτερη χρηματοδότηση σε έργα που συνδέονται με ΜΜΕ· καλεί την Επιτροπή να θεσπίσει θεσμικό πλαίσιο για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ της Κοινότητας και του ιδιωτικού τομέα των χωρών των δυτικών Βαλκανίων, το οποίο θα εξασφαλίζει την ορθή χρήση των κοινοτικών πόρων·

32.   τονίζει την ανάγκη επέκτασης του πεδίου συνεργασίας στον τομέα της εκπαίδευσης και της επιστήμης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών των δυτικών Βαλκανίων, που θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για σταθερή οικονομική εξέλιξη και ανάπτυξη στην περιοχή, ενθαρρύνοντάς έτσι την ένταξη των δυτικών Βαλκανίων στον κοινό οικονομικό χώρο, στον κοινό χώρο έρευνας και εκπαίδευσης, καθώς και τη συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας σύμφωνα με τους κανόνες και τις απαιτήσεις της ΕΕ·

33.   δεδομένου ότι η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση έχει φθάσει στην Ευρώπη και ότι μπορεί να επηρεάσει έμμεσα το εμπόριο και τις ξένες επενδύσεις στα δυτικά Βαλκάνια, καλεί την Επιτροπή να παρακολουθήσει τις εξελίξεις και, εφόσον απαιτείται, να εγκρίνει τα κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να εγγυηθεί την ομαλή συνέχιση της διαδικασίας σταθερότητας και σύνδεσης, η οποία αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τη σταθερότητα στην περιοχή και εξυπηρετεί απόλυτα το συμφέρον της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, τελωνεία, καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και της διαφθοράς

34.   θεωρεί ουσιώδεις για την οικονομική ανάπτυξη των χωρών της περιοχής την ουσιαστική μεταρρύθμιση των τραπεζικών και ασφαλιστικών τους συστημάτων, τη θέσπιση αποτελεσματικού συστήματος μικροπιστώσεων και τη βελτίωση της ρύθμισης και της εποπτείας των τραπεζικών δραστηριοτήτων, προετοιμάζοντας έτσι το έδαφος για το σταδιακό άνοιγμα των χρηματοπιστωτικών αγορών τους·

35.   καλεί τα κράτη της περιοχής που μαστίζονται από διαφθορά στο δημόσιο τομέα να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την καταπολέμησή της και να διασφαλίσουν ότι οι τελωνειακές τους υπηρεσίες λειτουργούν καλύτερα και διαφανέστερα, σύμφωνα με τα πρότυπα που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τελωνείων·

36.   τονίζει την ανάγκη αύξησης των τελωνειακών ελέγχων, οι οποίοι πρέπει να καταστούν και αυστηρότεροι, ούτως ώστε να καταπολεμηθεί το λαθρεμπόριο, τα παραποιημένα προϊόντα και η πειρατεία αγαθών, πρακτικές οι οποίες, εκτός της απώλειας εισοδήματος που προκαλούν, εγκυμονούν επίσης μεγάλους κινδύνους για την υγεία των κατοίκων τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και των χωρών των δυτικών Βαλκανίων·

37.   επιδοκιμάζει το βελτιωμένο επιχειρηματικό κλίμα και τα μέτρα για τη μείωση των νομικών και διοικητικών φραγμών στις νεοσύστατες επιχειρήσεις· εκφράζει, ωστόσο, ανησυχία σχετικά με την ύπαρξη συμπράξεων και την κατάχρηση της ισχύος στην αγορά από τους αποκαλούμενους "μεγιστάνες" σε ορισμένες από τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων και από επιχειρήσεις με δεσπόζουσα θέση στην αγορά· παροτρύνει τις κυβερνήσεις των χωρών των δυτικών Βαλκανίων να ενισχύσουν τον αγώνα κατά της διαφθοράς και να αναπτύξουν αποτελεσματική πολιτική ανταγωνισμού η οποία θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει και τις δημόσιες επιχειρήσεις·

38.   καλεί τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων να αναπτύξουν στρατηγικές απασχόλησης και φορολογικές στρατηγικές, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της ανεργίας, των σχετικά υψηλών μισθών και του μεγάλου μεγέθους της άτυπης οικονομίας·

39.   τονίζει ότι ο θεμιτός και διαφανής περιφερειακός διασυνοριακός ανταγωνισμός για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων συνιστά σημαντικό δομικό στοιχείο της πραγματικά ολοκληρωμένης περιφερειακής αγοράς· καλεί τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων να αξιολογήσουν τη συμβολή των δημόσιων συμβάσεων στη σταθεροποίηση της βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης και να πολλαπλασιάσουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη περισσότερο ολοκληρωμένου και λειτουργικού περιφερειακού συστήματος δημοσίων συμβάσεων που θα εφαρμόζει την αρχή της μη εισαγωγής διακρίσεων μεταξύ εγχώριων και περιφερειακών προμηθευτών·

o
o   o

40.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών και των ενδιαφερομένων χωρών.

(1) ΕΕ L 312, 29.11.2005, σ. 1.
(2) ΕΕ L 210, 31.7.2006, σ. 82.
(3) ΕΕ C 27 E, 31.1.2008, σ. 207.
(4) ΕΕ C 308 E, 16.12.2006, σ. 141.
(5) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0172.
(6) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0120.
(7) ΕΕ C 301 E, 13.12.2007, σ. 224.
(8) ΕΕ C 263 Ε, 16.10.2008, σ. 626.
(9) ΕΕ C 305 E, 14.12.2006, σ. 141.
(10) ΕΕ C 323 Ε, 18.12.2008, σ. 467.
(11) ΕΕ C 291 E, 30.11.2006, σ. 402.
(12) ΕΕ C 317 E, 23.12.2006, σ. 480.


Η κοινή γεωργική πολιτική και η παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια
PDF 417kWORD 144k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κοινή γεωργική πολιτική και την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια (2008/2153(INI))
P6_TA(2009)0006A6-0505/2008

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 33 της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με τις αυξήσεις στις τιμές ζωοτροφών και τροφίμων(1), καθώς και το ψήφισμά του της 22ας Μαΐου 2008 σχετικά με την άνοδο της τιμής των τροφίμων στην ΕΕ και στις αναπτυσσόμενες χώρες(2),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 29ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με την ανάπτυξη της αφρικανικής γεωργίας – πρόταση για τη γεωργική ανάπτυξη και την επισιτιστική ασφάλεια στην Αφρική(3),

–   έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση διευκόλυνσης για την ταχεία αντιμετώπιση των διογκούμενων τιμών των τροφίμων στις αναπτυσσόμενες χώρες (COM(2008)0450),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 20ής Μαΐου 2008 προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο "Αντιμετώπιση της πρόκλησης από την αύξηση των τιμών των τροφίμων - Κατευθύνσεις για τη δράση της ΕΕ" (COM(2008)0321),

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Παγκόσμιας Διάσκεψης Κορυφής για τον Επισιτισμό που πραγματοποιήθηκε στη Ρώμη στις 13-17 Νοεμβρίου 1996 και τον στόχο να μειωθεί κατά το ήμισυ έως το 2015 ο αριθμός των ανθρώπων που υποφέρουν από πείνα παγκοσμίως,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση "Agricultural Outlook 2008-2017" που δημοσίευσαν από κοινού ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ),

–   έχοντας υπόψη τις συστάσεις του Παγκόσμιου Συμβουλίου Γεωργίας (Διεθνής αξιολόγηση των γνώσεων, των επιστημών και των τεχνολογιών στον τομέα της γεωργίας για την ανάπτυξη (IAASTD),

–   έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα του "check up" της μεταρρύθμισης της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής,

–   έχοντας υπόψη τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις του ΠΟΕ σχετικά με το Γύρο της Ντόχα για την ανάπτυξη,

–   έχοντας υπόψη τη δήλωση του Παρισιού της 2ας Μαρτίου 2005 για την αποτελεσματικότητα της βοήθειας,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης, της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (A6-0505/2008),

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1970, ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με μια σοβαρή επισιτιστική κρίση, οφειλόμενη τόσο σε διαρθρωτικούς και μακροπρόθεσμους παράγοντες, όσο και σε άλλες αιτίες, με την τιμή του αραβόσιτου να τριπλασιάζεται από το 2006 και με την τιμή του σιταριού να αυξάνεται σε παγκόσμια κλίμακα κατά 180% και πλέον σε διάστημα δύο ετών και τη συνολική παγκόσμια αύξηση των τιμών των τροφίμων να ανέρχεται σε 83% περίπου,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η σημαντική, απρόβλεπτη και ξαφνική άνοδος των τιμών επήλθε σε σχετικά μικρό διάστημα, μεταξύ του Σεπτεμβρίου 2006 και του Φεβρουαρίου 2008· λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη ότι οι τιμές άλλων τροφίμων σε παγκόσμια κλίμακα διπλασιάστηκαν κατά την τελευταία διετία και αναμένεται να παραμείνουν υψηλές, παρά τη σημειούμενη στην παρούσα φάση πτώση τιμών ορισμένων σιτηρών, όπως φαίνεται από την προθεσμιακή αγορά,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η άνοδος των τιμών των ζωοτροφών επιβαρύνει το κόστος παραγωγής με αποτέλεσμα κινδύνους για μείωση της παραγωγής κτηνοτροφικών προϊόντων για τα οποία υπάρχει και προβλέπεται αυξημένη ζήτηση σε ανερχόμενες κυρίως οικονομίες,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) προβλέπουν ότι, αν και οι τιμές των βασικών προϊόντων ενδέχεται να μειωθούν σε σχέση με πέρυσι, δεν αναμένεται να επιστρέψουν στα προ του 2006 επίπεδα· λαμβάνοντας υπόψη ότι, εντούτοις, οι πολύ μεγάλες διακυμάνσεις των τιμών των βασικών προϊόντων ενδέχεται να αποτελέσουν εντονότερο και συνηθέστερο χαρακτηριστικό της παγκόσμιας αγοράς, ότι οι υψηλότερες τιμές στα τρόφιμα δεν μεταφράζονται αυτομάτως σε υψηλότερα γεωργικά εισοδήματα κυρίως λόγω της ταχύτητας με την οποία αυξάνεται το κόστος των γεωργικών εισροών, αλλά και του παρατηρούμενου διαχρονικά αυξανόμενου ανοίγματος μεταξύ των τιμών παραγωγού και καταναλωτή,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα παγκόσμια επισιτιστικά αποθέματα μειώθηκαν σημαντικά, φτάνοντας σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, αφού τα αποθηκευμένα επισιτιστικά αποθέματα μετά τον Β" Παγκόσμιο Πόλεμο επαρκούσαν για ένα έτος, το 2007 για 57 ημέρες, ενώ το 2008 μόλις για 40 ημέρες,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτοί και άλλοι παράγοντες είχαν άμεσες και σοβαρές επιπτώσεις σε μεγάλο αριθμό ατόμων, ότι η κρίση στις τιμές των τροφίμων οδήγησε μερικά ακόμη εκατομμύρια ανθρώπων στη φτώχεια και την πείνα σε παγκόσμιο επίπεδο, ότι οι εξελίξεις αυτές πυροδότησαν εξεγέρσεις και ταραχές σε ολόκληρο τον κόσμο, αποσταθεροποιώντας ακόμη περισσότερο διάφορες χώρες και περιοχές του πλανήτη, ότι ακόμη και στην ΕΕ τα αποθέματα έχουν εξαντληθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε, αυτήν τη στιγμή, το πρόγραμμα έκτακτης επισιτιστικής βοήθειας δεν έχει πλέον άλλα τρόφιμα να διανείμει,

Ζ.   έχοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις τρέχουσες εκτιμήσεις οργανώσεων που αγωνίζονται για την καταπολέμηση της πείνας στον κόσμο, στις αναπτυσσόμενες χώρες ένα στα πέντε άτομα υποσιτίζεται και υποφέρει από χρόνια πείνα, και κάθε μέρα πεθαίνουν στον κόσμο πάνω από τριάντα χιλιάδες παιδιά από την πείνα και την φτώχεια,

Η.   έχοντας υπόψη ότι η γεωργία προσφέρει απασχόληση και βιοποριστικά μέσα σε ποσοστό μεγαλύτερο του 70% του εργατικού δυναμικού στις αναπτυσσόμενες χώρες, σε δε πολλές αφρικανικές χώρες μεγαλύτερο του 80 %, και, κατά συνέπεια, οι πολιτικές για την ανάπτυξη της υπαίθρου έχουν ζωτική σημασία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της φτώχειας και της πείνας,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες στις αναπτυσσόμενες χώρες παράγουν μεταξύ 60% και 80% των ειδών διατροφής, και είναι συνεπώς υπεύθυνες για το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων· λαμβάνοντας υπόψη τον εξαιρετικά σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι γυναίκες φροντίζοντας για την οικογένειά τους καθώς και το γεγονός ότι οι γυναίκες έχουν ασφαλώς δυσχερέστερη πρόσβαση στη γη και σε μέσα παραγωγής από ό,τι οι άνδρες, και ότι, για το λόγο αυτό, πρέπει να ενισχύονται και να υποστηρίζονται με συνέπεια,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρούσα κρίση έχει σοβαρότερες επιπτώσεις στα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στον αναπτυσσόμενο κόσμο, όπου το ποσοστό του οικιακού εισοδήματος που δαπανάται σε τρόφιμα αντιπροσωπεύει το 60 έως 80% του συνολικού εισοδήματος, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος της ΕΕ είναι κατώτερος του 20%,

ΙΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν απαιτήσει επανειλημμένως να δοθεί σθεναρή απάντηση στο γενικό πρόβλημα, κυρίως παρέχοντας την αναγκαία χρηματοδότηση για τις γεωργικές εισροές καθώς και βοήθεια στη χρησιμοποίηση μέσων διαχείρισης κινδύνου βασισμένων στην αγορά,

ΙΒ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό παραγωγό τροφίμων, αφού αντιπροσωπεύει το 17% της παγκόσμιας παραγωγής σίτου, το 25% της παγκόσμιας παραγωγής γάλακτος, το 20% της παγκόσμιας παραγωγής χοιρείου κρέατος και το 30% της παγκόσμιας παραγωγής βοείου κρέατος· λαμβάνοντας υπόψη ταυτόχρονα ότι αποτελεί μεγάλο εισαγωγέα γεωργικών προϊόντων και ότι υπολείπεται σημαντικά της αυτάρκειας για πολλά βασικά γεωργικά προϊόντα,

ΙΓ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στη θέσπιση προτύπων για την παραγωγή τροφίμων στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, εστιάζοντας στο σύστημα ιχνηλασιμότητας που βασίζεται στην αρχή "από το αγρόκτημα στο πιάτο" και εγγυώμενη την ασφάλεια των τροφίμων που παράγονται στην ΕΕ,

ΙΔ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ηγείται επίσης των πρωτοβουλιών για την προστασία του περιβάλλοντος, οι οποίες χρησιμεύουν στην προστασία των φυσικών πόρων, αλλά συνεπάγονται επιπλέον κόστος για τους γεωργούς της ΕΕ,

ΙΕ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί τον μεγαλύτερο χορηγό αναπτυξιακής και ανθρωπιστικής βοήθειας σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά ότι σε διεθνές επίπεδο το ποσοστό της βοήθειας που διατίθεται για τη γεωργία μειώνεται συνεχώς από τη δεκαετία του "80, και κυρίως εκείνο που προέρχεται από την ΕΕ,

ΙΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση χρηματοδοτεί παραδοσιακά περίπου το 10% της παγκόσμιας συνεργασίας για την ανάπτυξη, πλέον των συνεισφορών των κρατών μελών· επισημαίνοντας το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από την τρέχουσα κοινοτική χρηματοδοτική συνεισφορά (περίπου 1,8 δισεκατομμύρια ευρώ· 1 δισεκατομμύριο μέσω της νέας διευκόλυνσης για την ταχεία αντιμετώπιση των διογκούμενων τιμών των τροφίμων στις αναπτυσσόμενες χώρες και τα υπόλοιπα μέσω των διαθέσιμων επί του παρόντος μέσων αναπτυξιακής και ανθρωπιστικής βοήθειας),

ΙΖ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε ένα γενικό πλαίσιο άσκησης πίεσης στους φυσικούς πόρους, η παγκόσμια ζήτηση τροφίμων αναμένεται να διπλασιαστεί έως το 2050 και ότι η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων θα χρειαστεί να αυξηθεί,

ΙΗ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), μια επένδυση ύψους 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων τον χρόνο θα ήταν αρκετή για να διασφαλιστεί η επισιτιστική ασφάλεια ενός πληθυσμού που αναμένεται να φθάσει τα 9 δισεκατομμύρια το 2050,

ΙΘ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι έως τώρα διεθνείς και περιφερειακές συμφωνίες έχουν αποδειχθεί ανεπαρκείς για την εξομάλυνση του εφοδιασμού της αγοράς και του εμπορίου· λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόσφατη ξαφνική άνοδος των τιμών των τροφίμων πρέπει να θέσει σε συναγερμό τις κυβερνήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο, καθώς η γεωργική παραγωγή δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη,

1.   δηλώνει ότι η παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια αποτελεί εξαιρετικά επείγον ζήτημα για την Ευρωπαϊκή Ένωση και απαιτεί άμεση και αδιάλειπτη δράση για τη διασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας των πολιτών της ΕΕ, καθώς επίσης σε παγκόσμιο επίπεδο· θεωρεί ότι είναι σημαντικό να αναγνωριστεί η αξία όλων των καλλιεργειών προϊόντων διατροφής του κόσμου· τονίζει ότι τα τρόφιμα πρέπει να διατίθενται στους καταναλωτές σε λογικές τιμές, ενώ παράλληλα πρέπει να εξασφαλιστεί δίκαιο βιοτικό επίπεδο για τους γεωργούς·

2.   τονίζει τη σημασία της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (ΚΓΠ) ως μέσου για την εξασφάλιση της παραγωγής τροφίμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση· πιστεύει ότι η ΚΓΠ παρέχει στους πολίτες της ΕΕ ασφάλεια στην προσφορά τροφίμων από το 1962 που τέθηκε σε εφαρμογή, πέρα από την προστασία και την αναβάθμιση της υπαίθρου και των προτύπων παραγωγής τροφίμων της ΕΕ, τα οποία είναι τα υψηλότερα στον κόσμο· τονίζει ότι η κοινοτική γεωργία πρέπει να συνεχίσει να διαδραματίζει αυτόν τον ρόλο στο μέλλον·

3.   σημειώνει, πάντως, ότι την τελευταία εικοσιπενταετία το αποτέλεσμα του μεγάλου αριθμού μεταρρυθμίσεων της ΚΓΠ ήταν η μείωση της γεωργικής παραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με μια μετατόπιση της έμφασης από την ποσοτική στην ποιοτική παραγωγή που καθοδηγείται από την αγορά· πιστεύει ότι αυτή η αλλαγή πολιτικής είχε ως αποτέλεσμα να χαθούν ενδεχόμενες ευκαιρίες της αγοράς για τους παραγωγούς της ΕΕ και οδήγησε σε αύξηση της εξάρτησης από την εισαγωγή τροφίμων από χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία παράγονται σύμφωνα με πολύ διαφορετικά πρότυπα παραγωγής, εκθέτοντας έτσι σε άνισους όρους ανταγωνισμού τα γεωργικά προϊόντα της ΕΕ·

Επικρατούσα κατάσταση και αίτια

4.   επισημαίνει ότι, πριν από την πρόσφατη άνοδο των τιμών των τροφίμων, πάνω από 860 εκατομμύρια άνθρωποι υπέφεραν από χρόνια πείνα· σημειώνει ότι σύμφωνα με τις προβλέψεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, η απότομη αύξηση των τιμών των τροφίμων θα μπορούσε να ωθήσει 100 εκατομμύρια ανθρώπους σε ακόμη μεγαλύτερη φτώχεια·

5.   αναγνωρίζει την άποψη του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) ότι οι χώρες που είναι καθαροί εισαγωγείς ειδών διατροφής πλήττονται περισσότερο από την αύξηση των τιμών των τροφίμων και ότι πολλές από αυτές τις χώρες συγκαταλέγονται στις λιγότερο αναπτυγμένες του κόσμου· επαναβεβαιώνει το γεγονός ότι η φτώχεια και η εξάρτηση από την εισαγωγή ειδών διατροφής αποτελούν βασικά αίτια της επισιτιστικής ανασφάλειας· έχει δε επίγνωση του γεγονότος ότι, στην πραγματικότητα, ένα μικρό μόνο ποσοστό της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων διακινείται στις διεθνείς αγορές, από έναν ολοένα και περισσότερο περιορισμένο αριθμό χωρών εξαγωγής·

6.   σημειώνει ότι η σοδειά των βασικών δημητριακών το 2007 και το 2008 ήταν καλή· σημειώνει ότι το άμεσο πρόβλημα της επισιτιστικής ανασφάλειας οφείλεται στη μείωση της προσφοράς και στην αύξηση των τιμών των βασικών προϊόντων· εκφράζει τη βαθιά ανησυχία του για το χαμηλό επίπεδο των παγκόσμιων αποθεμάτων τροφίμων τα οποία, επί του παρόντος, επαρκούν για την κάλυψη των παγκόσμιων αναγκών για λιγότερες από 40 ημέρες·

7.   υπογραμμίζει ότι οι προσπάθειες ικανοποίησης των ζωτικών αναγκών των πληθυσμών, κυρίως σε τροφή και νερό, μπορούν συχνά να αποτελέσουν πηγή συγκρούσεων· επισημαίνει ότι η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού, που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις θα αυξηθεί κατά 3 δισεκατομμύρια μέχρι το 2050, θα επιτείνει αυτές τις εντάσεις σε όλες τις περιοχές του κόσμου· ζητεί επομένως, κατά την χάραξη των μελλοντικών γεωργικών πολιτικών, να ληφθεί υπόψη η εν λόγω γεωστρατηγική διάσταση·

8.   σημειώνει με ανησυχία το κλιμακούμενο κόστος των γεωργικών εισροών (αύξηση της τιμής των λιπασμάτων, των σπόρων κ.λπ.) το οποίο μεταφράστηκε σε αύξηση των δαπανών η οποία δεν αντισταθμίστηκε με τον ίδιο τρόπο για όλους τους γεωργούς (κυρίως στον κτηνοτροφικό τομέα) και που μείωσε αισθητά οποιαδήποτε ενδεχόμενη αύξηση των εισοδημάτων των γεωργών από την αύξηση των τιμών των βασικών προϊόντων και των τροφίμων, κάτι που μπορεί να μειώσει τα κίνητρα για αύξηση της παραγωγής· εκφράζει την ανησυχία του μήπως η πολύ μεγάλη αύξηση της τιμής των μέσων παραγωγής θα μπορούσε να οδηγήσει σε λιγότερη χρήση και ενδεχόμενη μείωση της παραγωγής που θα επιτείνει την επισιτιστική κρίση για την ΕΕ και τον πλανήτη·

9.   σημειώνει ότι στις αγορές βασικών προϊόντων παρατηρείται επί του παρόντος μια καθαρή υποχώρηση των τιμών, γεγονός που δημιουργεί ανησυχία στους παραγωγούς και κλονίζει την εμπιστοσύνη των γεωργών·

10.   τονίζει τη σημασία μιας ολοκληρωμένης επισκόπησης των υψηλών τιμών των τροφίμων, που θα λαμβάνει υπόψη την άνοδο των τιμών της ενέργειας, τα σφοδρότερα καιρικά φαινόμενα και την αυξημένη ενεργειακή ζήτηση λόγω της αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού, και ζητεί από την Επιτροπή να διερευνήσει περαιτέρω την ενδεχόμενη σύνδεση μεταξύ των υψηλών τιμών των τροφίμων και της αύξησης της τιμής της ενέργειας, ιδίως για καύσιμα· υπογραμμίζει περαιτέρω ότι πρέπει να γίνουν ενέργειες προκειμένου να μειωθεί η εξάρτηση της γεωργίας από ορυκτές πηγές ενέργειας με την αποδοτικότερη χρησιμοποίηση της ενέργειας και την ανάπτυξη συστημάτων γεωργικής παραγωγής με μικρή κατανάλωση ενέργειας·

11.   ζητεί μέσα πολιτικής τα οποία αφενός θα στοχεύουν στην αποτροπή μεγάλων και επιζήμιων διακυμάνσεων των τιμών αφετέρου θα λαμβάνουν υπόψη τους την ανάγκη εξασφάλισης δίκαιου βιοτικού επιπέδου για τους παραγωγούς· πιστεύει ότι το σύστημα του καθεστώτος ενιαίας ενίσχυσης δίνει την ευκαιρία στους γεωργούς να αλλάξουν την παραγωγή τους σύμφωνα με τις ανάγκες της αγοράς αλλά ενδέχεται να μην είναι επαρκές για την αντιμετώπιση των θεαματικών διακυμάνσεων των τιμών της αγοράς·

12.   εφιστά την προσοχή σε πιο μακροπρόθεσμα διαρθρωτικά αίτια που έπαιξαν ρόλο στην πρόσφατη αύξηση της τιμής των βασικών γεωργικών προϊόντων, όπως η σταθερή αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης και η συνεχής μείωση των επενδύσεων στη γεωργία παραγωγής· σημειώνει ότι, μεταξύ αυτών των παραγόντων, η αύξηση στην τιμή της ενέργειας και κυρίως στην τιμή του πετρελαίου είχε πολύ σημαντικές επιπτώσεις στην παγκόσμια γεωργική παραγωγή (αυξάνοντας το κόστος παραγωγής και διανομής τροφίμων) και στην εκδήλωση επισιτιστικών κρίσεων στις φτωχές χώρες (λόγω του κόστους των μεταφορών των τροφίμων στο εσωτερικό των κρατών)·

13.   σημειώνει ότι το 2007 το 2% της παραγωγής δημητριακών της ΕΕ διοχετεύθηκε στην παραγωγή βιοκαυσίμων το 2007, ενώ την ίδια χρονιά το 25% της παραγωγής αραβοσίτου των ΗΠΑ διοχετεύθηκε στην παραγωγή αιθυλικής αλκοόλης· ζητεί συνολική αξιολόγηση της εν λόγω τάσης και των επιπτώσεών της στις τιμές των τροφίμων, καθώς και συντονισμό των πολιτικών σε παγκόσμιο επίπεδο ώστε να διασφαλιστεί ότι η πίεση που ασκείται για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές δεν θέτει σε κίνδυνο τον επισιτιστικό εφοδιασμό· ζητεί επίσης τη συμπερίληψη στις διεθνείς και περιφερειακές συμφωνίες δεσμεύσεων ότι οι παρεχόμενες επιδοτήσεις για παραγωγή βιοκαυσίμων δε θα θέτουν σε κίνδυνο τη διατροφική ασφάλεια του πλανήτη και θα είναι συμβατές με κανόνες ώστε να μη διαταράσσουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των εμπορικών εταίρων· ζητεί ωστόσο ισχυρή δέσμευση από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προαγωγή των βιοκαυσίμων δεύτερης γενιάς·

14.   υπογραμμίζει την ανάγκη επίτευξης ισορροπίας σε ό,τι αφορά την παραγωγή βιοκαυσίμων και βιοενέργειας αφενός, και τα αποθέματα απαραίτητων τροφίμων σε παγκόσμιο επίπεδο αφετέρου· επισημαίνει ότι η αύξηση της παραγωγής βιοκαυσίμων και βιοενέργειας μπορεί να έχει θετικό αντίκτυπο στον γεωργικό τομέα προϊόντων διατροφής ο οποίος επί του παρόντος υφίσταται τον αντίκτυπο των υψηλών τιμών στις πρώτες ύλες που είναι απαραίτητες για τη βιομηχανία μεταποίησης όπως στα λιπάσματα, στο πετρέλαιο θέρμανσης κ.λπ.· τονίζει ότι η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αποτελεί επομένως μια βιώσιμη οικονομική και κοινωνική εναλλακτική επιλογή για την ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών και παράλληλα μια βιώσιμη διαδικασία για την προστασία του περιβάλλοντος, πόσο μάλλον αν λάβουμε υπόψη τους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μέχρι το 2020· τονίζει ωστόσο ότι ταυτόχρονα κρίνεται σκόπιμη η λήψη μέτρων για την ανάσχεση των δυσμενών επιπτώσεων που μπορεί να προκαλέσει η αύξηση της παραγωγής των ενεργειακών καλλιεργειών στη βιοποικιλότητα, στις τιμές των τροφίμων και στους τρόπους εκμετάλλευσης της γης·

15.   σημειώνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συμβάλει καθοριστικά στην αύξηση του αποθέματος των βασικών γεωργικών προϊόντων μέσω της κατάργησης του συστήματος της αγρανάπαυσης·

16.   εφιστά την προσοχή στις ταχέως μεταβαλλόμενες διατροφικές συνήθειες των καταναλωτών, ιδιαίτερα σε αναδυόμενες χώρες όπου παρατηρείται μετατόπιση προς την κατανάλωση κρέατος και πρωτεϊνών με αποτέλεσμα να απαιτούνται περισσότεροι σπόροι· σημειώνει, επίσης, την ευπρόσδεκτη αύξηση του πραγματικού εισοδήματος σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία, η οποία θα συνεχίσει να καθοδηγεί τη ζήτηση γεωργικών προϊόντων και ανακατεργασμένων τροφίμων·

17.   πιστεύει ότι η αυξημένη επικέντρωση της αγοράς στο λιανικό εμπόριο τροφίμων πρέπει να παρακολουθείται για να μην δημιουργούνται μονοπωλιακές καταστάσεις, καθώς οι δραστηριότητες των μεγάλων εμπόρων λιανικής ενδέχεται να μην είναι πάντα προς όφελος των παραγωγών, των μεταποιητών ή των καταναλωτών·

18.   επιθυμεί να υιοθετηθούν εναλλακτικές λύσεις για την αποκατάσταση της ισορροπίας υπέρ των μικροπαραγωγών, οι οποίοι δεν είναι σε θέση να διαπραγματεύονται με σημαντικούς εμπόρους λιανικής πώλησης· επισημαίνει ότι καίτοι σε επίπεδο ΕΕ υφίσταται ένα νομοθετικό πλαίσιο που απαγορεύει τα μονοπώλια και εμποδίζει τους μεγάλους παραγωγούς να προβαίνουν σε πρακτικές δεσπόζουσας θέσης στην αγορά της ΕΕ, δεν υπάρχει ακόμα ειδική νομοθεσία που να επιτρέπει την καταπολέμηση των μονοπωλιακών πρακτικών από ένα μέρος μεγάλων καταστημάτων, όπως π.χ. ορισμένα σούπερ μάρκετ και υπερκαταστήματα·

Η απάντηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης

19.   πιστεύει ότι η ΚΓΠ πρέπει να παραμείνει ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής επισιτιστικής ασφάλειας της ΕΕ τόσο τώρα όσο και μετά το 2013· θεωρεί ότι για τη μακροπρόθεσμη επισιτιστική ασφάλεια είναι απολύτως απαραίτητα τα λειτουργικά οικοσυστήματα, τα γόνιμα εδάφη, οι σταθεροί υδάτινοι πόροι και μια πολύπλευρη αγροτική οικονομία· θεωρεί επίσης ότι είναι θεμελιώδους σημασίας να συμμετέχει περισσότερο η ΚΓΠ, μαζί με άλλες κοινοτικές πολιτικές, στην παγκόσμια επισιτιστική ισορροπία·

20.   πιστεύει ακράδαντα, ωστόσο, ότι η ΚΓΠ πρέπει να προσαρμοστεί περαιτέρω ώστε να ανταποκριθεί στους προβληματισμούς σχετικά με την επισιτιστική ασφάλεια· εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι, στις νομοθετικές προτάσεις της για το "check up" της μεταρρύθμισης της ΚΓΠ τον Μάιο του 2008, η Επιτροπή δεν ανταποκρίθηκε απόλυτα στην πρόκληση· αντιτάσσεται στην περαιτέρω κατάργηση των μέτρων διαχείρισης της αγοράς και τις περικοπές των ενισχύσεων στήριξης των γεωργών·

21.   ζητεί, ενόψει της επανεξέτασης του προϋπολογισμού 2008-2009, ένα σταθερό και συνεπές επίπεδο δαπανών της ΕΕ και των κρατών μελών για την ΚΓΠ που να εγγυάται ένα δίκαιο εισόδημα για τους γεωργούς· υπενθυμίζει ότι οι γεωργοί χρειάζονται μια σταθερή πολιτική προκειμένου να κάνουν σχέδια για το μέλλον· τονίζει ότι η βασική αρχή μιας τέτοιας πολιτικής είναι η θέσπιση ενός δικτύου ασφαλείας του εισοδήματος έναντι κινδύνων και κρίσεων που προέρχονται είτε από αντίξοα φυσικά φαινόμενα είτε από στρεβλώσεις στην αγορά και ασυνήθιστης διάρκειας και έκτασης πτώση των τιμών· επισημαίνει, σχετικά, το γεγονός ότι η γεωργία αποφέρει σημαντική προστιθέμενη αξία στην οικονομία τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΕ·

22.   επισημαίνει ότι η αγορά από μόνη της δεν μπορεί να παράσχει στους παραγωγούς το σταθερό εκείνο εισόδημα που χρειάζονται για να συνεχίσουν να ασχολούνται με τη γεωργία λόγω του υψηλού κόστους που συνεπάγεται η συμμόρφωση με την παραγωγή τροφίμων, την επισιτιστική ασφάλεια, τα πρότυπα για το περιβάλλον και την ορθή μεταχείριση των ζώων στην ΕΕ· χαιρετίζει, ωστόσο, τον αυξημένο προσανατολισμό της ΚΓΠ προς την αγορά· εκφράζει τη λύπη του από την άλλη πλευρά, για το γεγονός ότι δεν επιτεύχθηκαν πλήρως οι στόχοι των μεταρρυθμίσεων του 2003 για αύξηση των τιμών της αγοράς και μείωση της γραφειοκρατίας για τους γεωργούς·

23.   εκτιμά ότι οι πολυάριθμοι κανόνες πολλαπλής συμμόρφωσης αποθαρρύνουν τους παραγωγούς και ότι, όπου είναι δυνατόν, οι συγκεκριμένοι κανόνες θα πρέπει να απλοποιηθούν· επικροτεί, για τον λόγο αυτόν, τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής με στόχο την απλοποίηση·

24.   έχει θορυβηθεί από το γεγονός ότι η προτεινόμενη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (για παράδειγμα, η νομοθεσία για τα προϊόντα φυτοπροστασίας), ενδέχεται να έχει σοβαρότατες επιπτώσεις καθώς θα μειώσει τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους οι γεωργοί για τη μεγιστοποίηση της απόδοσης και ενδέχεται, ουσιαστικά, να οδηγήσει σε κατακόρυφη μείωση της γεωργικής παραγωγής της ΕΕ· ζητεί λεπτομερή αξιολόγηση των επιπτώσεων – ιδιαίτερα των συνεπειών στην επισιτιστική ασφάλεια – όλων των προτεινόμενων μέσων·

25.   καλεί την Επιτροπή να μελετήσει τις επιπτώσεις των πρωτοβουλιών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής στον γεωργικό τομέα· θεωρεί ότι η γεωργία πρέπει να συνεισφέρει στην αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος, αλλά πρέπει και να της δοθούν τα μέσα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, καθώς είναι ένας από τους πιο ευαίσθητους τομείς της οικονομίας όσον αφορά το κλίμα, ώστε οι πρωτοβουλίες αυτές να μην μειώνουν τη γεωργική παραγωγή της ΕΕ και να μην οδηγούν στην υποκατάστασή της με εισαγόμενη παραγωγή·

26.   πιστεύει ότι πρέπει να εξετασθούν το σύστημα της ΕΕ και άλλα διεθνή συστήματα παρακολούθησης της παραγωγής και της αγοράς προκειμένου να θεσπισθεί αποτελεσματικότερος μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης για τον καθορισμό των τάσεων της παραγωγής· πιστεύει ότι χρειάζεται ένας παγκόσμιος κατάλογος απογραφής των τροφίμων και ένα παγκόσμιο σύστημα επισιτιστικών αποθεμάτων, καθώς και ότι η ΕΕ πρέπει να ηγηθεί της δημιουργίας ενός τέτοιου συστήματος· καλεί την Επιτροπή να αναλάβει δράση, σε συνεργασία με τους διεθνείς εταίρους της, και να υποβάλει πρόταση επί του θέματος·

27.   ζητεί τη διάθεση αποτελεσματικών ασφαλιστήριων συμβολαίων που θα προφυλάσσουν τόσο από τις μαζικές διακυμάνσεις των τιμών και των εισοδημάτων όσο και από τις επιπτώσεις των μετεωρολογικών συνθηκών στην παραγωγή·

28.   καλεί την Επιτροπή να μελετήσει ένα αποτελεσματικό σύστημα παρακολούθησης της αγοράς σε επίπεδο ΕΕ, ικανό να καταγράφει τις μεταβολές και τις τάσεις των τιμών των γεωργικών προϊόντων και του κόστους των εισροών· υποστηρίζει ότι το σύστημα αυτό πρέπει να εξασφαλίζει διαφάνεια και να επιτρέπει διασυνοριακές συγκρίσεις μεταξύ ομοειδών προϊόντων·

29.   κρίνει ότι είναι σκόπιμο να δημιουργηθεί στα πλαίσια του FAO ένα διεθνές παρατηρητήριο των τιμών των γεωργικών προϊόντων, των εισροών και των τροφίμων, ώστε να είναι δυνατή η παρακολούθηση των δεδομένων αυτών σε διεθνές επίπεδο·

30.   σημειώνει ότι, μέσω διαδοχικών μεταρρυθμίσεων της ΚΓΠ, δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή σε εκείνα τα στοιχεία της γεωργικής πολιτικής της Ένωσης που προκαλούσαν στρεβλώσεις στο εμπόριο και αρνητικές επιπτώσεις στους γεωργούς του αναπτυσσόμενου κόσμου, αλλά ότι οι σχέσεις συναλλαγών παραμένουν ετεροβαρείς και ότι χρειάζεται ακόμα να καταβληθούν πολλές προσπάθειες για τη δημιουργία ενός πιο δίκαιου συστήματος·

31.   σημειώνει, ωστόσο, ότι οι μεταρρυθμίσεις της πολιτικής της ΕΕ που αποσκοπούσαν στην ικανοποίηση των απαιτήσεων του ΠΟΕ οδήγησαν στον αναπροσανατολισμό των ενισχύσεων της ΚΓΠ και στην αποδέσμευσή τους από πληρωμές που συνδέονται με την παραγωγή, την κατάργηση των μέτρων διαχείρισης της αγοράς και το άνοιγμα των αγορών, αφήνοντας καταναλωτές και παραγωγούς όλο και πιο εκτεθειμένους στην αστάθεια της παγκόσμιας αγοράς· ζητεί τη συμπερίληψη στις πολιτικές της ΚΓΠ ρήτρας σχετικά με την επισιτιστική ασφάλεια και στις εμπορικές συμφωνίες ισότιμων δεσμεύσεων των εταίρων για ρυθμίσεις του εμπορίου που δε θα θέτουν σε κίνδυνο την επισιτιστική ασφάλεια του πλανήτη· καλεί την Επιτροπή, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ, να ταχθεί υπέρ της διαφοροποιημένης πρόσβασης στην αγορά η οποία θα διασφαλίζει ότι οι υψηλές περιβαλλοντικές προδιαγραφές της κοινοτικής γεωργίας και το δικαίωμα κάθε κράτους μέλους στην επισιτιστική ασφάλεια δεν θα υπονομευθούν από φθηνές εισαγωγές·

32.   σημειώνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί τις δεσμεύσεις της για την κατάργηση όλων των επιστροφών κατά την εξαγωγή έως το 2013 και ότι μέσω του "check up" της μεταρρύθμισης της ΚΓΠ επιδιώκεται η περαιτέρω μεταρρύθμιση των μέσων στήριξης της αγοράς, σύμφωνα με τις συμφωνίες του ΠΟΕ·

33.   θεωρεί ότι η χρηματοδοτική διευκόλυνση για την ταχεία αντιμετώπιση των διογκούμενων τιμών των τροφίμων στις αναπτυσσόμενες χώρες αποτελεί απαραίτητο πρώτο βήμα για την κάλυψη των άμεσων αναγκών των ανθρώπων που πλήττονται περισσότερο από την επισιτιστική κρίση· τονίζει, ωστόσο, ότι η εν λόγω διευκόλυνση αποτελεί εφάπαξ μέτρο το οποίο εκπονήθηκε για να κατευθύνει τα κεφάλαια της θέσης 4 του γενικού προϋπολογισμού της ΕΕ προς την γεωργία μικρής κλίμακας των χωρών που έχουν πληγεί περισσότερο, οι οποίες θα χρειαστεί να ενισχυθούν με περαιτέρω μελλοντικές επενδύσεις· θεωρεί ότι η Επιτροπή πρέπει να ελέγχει με ποιον τρόπο δαπανώνται τα χρήματα και να εξασφαλίζει ότι χρησιμοποιούνται με βιώσιμο τρόπο στους τομείς όπου υφίστανται οι πιο σημαντικές ανάγκες, καθώς και ότι πρέπει να υποβάλλονται τακτικές εκθέσεις στο Κοινοβούλιο· επιπλέον ζητεί από το Κοινοβούλιο να ελέγχει σε τακτική βάση την εφαρμογή, μέσω της "κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο'·

34.   καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει τα παρόντα προγράμματά της που εκπονήθηκαν με στόχο να διασφαλιστεί η επισιτιστική ασφάλεια στην Ευρώπη και στον κόσμο· ζητεί την ενίσχυση του θεματικού προγράμματος επισιτιστικής ασφάλειας (2007-2010), στο οποίο χορηγήθηκαν 925 εκατομμύρια ευρώ για ολόκληρη την περίοδο προγραμματισμού· χαιρετίζει την πρόταση για αύξηση της επιχορήγησης από τον προϋπολογισμό του προγράμματος διανομής τροφίμων σε απόρους της Κοινότητας που παρουσίασε η Επιτροπή στις 17 Σεπτεμβρίου 2008· καλεί την Επιτροπή να εγκρίνει συλλογική στρατηγική για τα ζητήματα της επισιτιστικής ασφάλειας η οποία θα επιφέρει συνοχή μεταξύ όλων των κοινοτικών πολιτικών της Ένωσης·

35.   εκφράζει την ανησυχία της για την τρέχουσα παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, η οποία ενδέχεται να οδηγήσει σε μείωση της χρηματοδότησης που διατίθεται στη γεωργία· καλεί την Επιτροπή να αναλύσει τις συνέπειες της χρηματοοικονομικής κρίσης στο γεωργικό τομέα και να εξετάσει προτάσεις προκειμένου να διασφαλίσει τη σταθερότητα του τομέα, μεταξύ άλλων όσον αφορά την παροχή δανείων και πιστωτικών εγγυήσεων·

36.   παραπέμπει στις έρευνες που δείχνουν ότι οι καταναλωτές αγνοούν σε μεγάλο βαθμό τα σημαντικότατα οφέλη που αποφέρει η ΚΓΠ από την άποψη της επισιτιστικής ασφάλειας και της λογικής τιμολόγησης των τροφίμων(4)∙ ζητεί πολιτικές ενημέρωσης των πολιτών και ανανέωση της δέσμευσης για απλούστευση της ΚΓΠ, οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην καλύτερη κατανόηση των μέσων και των οφελών της ΚΓΠ· προτείνει να ενημερωθεί η κοινή γνώμη για το κόστος που θα είχε δημιουργηθεί αν δεν υπήρχε η ΚΓΠ·

37.   πιστεύει ότι η ΚΓΠ πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εξωτερική πολιτική και στην πολιτική στον τομέα της ανάπτυξης της ΕΕ με ιδιαίτερη προσοχή στην πολιτική εξωτερικής επισιτιστικής ασφάλειας· πιστεύει ότι, παράλληλα με την εξασφάλιση της παραγωγής τροφίμων της ΕΕ, η ΚΓΠ μπορεί να συμβάλει στην κάλυψη της αυξανόμενης ζήτησης για τρόφιμα παγκοσμίως·

38.   σημειώνει ότι ο οι ένοπλες συγκρούσεις επηρεάζουν πολύ αρνητικά την παραγωγή τροφίμων και την πρόσβαση σε αυτά· εκφράζει την ανησυχία της για τις σοβαρές συνέπειες της προδιάθεσης για συγκρούσεις στην επισιτιστική ασφάλεια, π.χ. μαζικές μετακινήσεις πληθυσμού, παράλυση της γεωργικής παραγωγής, επιζήμιος αντίκτυπος σε υποδομή ζωτικής σημασίας·

39.   πιστεύει ότι έχει ζωτική σημασία να αποφευχθεί ο έντονος διασπαστικός ανταγωνισμός για τους επισιτιστικούς πόρους εν ανεπαρκεία· ζητεί επομένως περισσότερο αποτελεσματικό συντονισμό της ΕΕ με μη κυβερνητικές οργανώσεις, τον FAO και λοιπούς διεθνείς οργανισμούς σε τεχνικό επίπεδο και με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) σε πολιτικό επίπεδο για την προώθηση της δίκαιης πρόσβασης σε επισιτιστικούς πόρους σε παγκόσμιο επίπεδο και την αύξηση της παραγωγής τροφίμων σε βασικές αναπτυσσόμενες χώρες, λαμβάνοντας συγχρόνως υπόψη με συνεκτικό τρόπο την βιολογική ποικιλία και τις απαιτήσεις σε θέματα βιώσιμης ανάπτυξης·

40.   παροτρύνει την Ευρωπαϊκή Ένωση να βοηθήσει χώρες που βρίσκονται αντιμέτωπες με τον κίνδυνο σύγκρουσης να αναπτύξουν δικές τους ισχυρές γεωργικές πολιτικές, με βάση την εύκολη πρόσβαση σε πρώτες ύλες, την παιδεία υψηλού επιπέδου, την επαρκή χρηματοδότηση, καθώς και την αξιόπιστη υποδομή· πιστεύει ότι η βοήθεια της ΕΕ πρέπει να στοχεύει στη βελτιωμένη επισιτιστική αυτάρκεια για τις αποδέκτριες αναπτυσσόμενες χώρες, γεγονός που θα επιτρέψει καλύτερη περιφερειακή επισιτιστική ασφάλεια και πρόσβαση σε τρόφιμα για τα οικονομικά ασθενέστερα στρώματα της κοινωνίας·

41.   σημειώνει ότι ορισμένες αναπτυσσόμενες οικονομίες ενδέχεται να σχεδιάζουν τη μίσθωση μεγάλων εκτάσεων γης σε φτωχότερες περιοχές της Αφρικής και της Ασίας για τους σκοπούς γεωργικών καλλιεργειών και μεταφοράς των προϊόντων στις αγορές τους, ούτως ώστε να βελτιωθεί η δική τους επισιτιστική ασφάλεια· πιστεύει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, σε συνεργασία με τον FAO, πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη αυτό το φαινόμενο ως μείζονα απειλή για την επισιτιστική ασφάλεια και την αποτελεσματική γεωργική πολιτική στις χώρες υποδοχής·

Η γεωργία στον αναπτυσσόμενο κόσμο

42.   τονίζει ότι οι σημερινές επισιτιστικές προκλήσεις απαιτούν αύξηση της παραγωγής τροφίμων για την κάλυψη της αυξανόμενης ζήτησης, καθώς και βελτίωση της ποιότητας, μείωση του κόστους και εξασφάλιση μεγαλύτερης αειφορίας· εκτιμά ότι για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου, καθίσταται επιτακτική η συνολική επανεξέταση των δημόσιων πολιτικών για τη βελτίωση των μεθόδων παραγωγής, της διαχείρισης των αποθεμάτων και της ρύθμισης των διεθνών αγορών·

43.   τονίζει την ανάγκη ανάληψης περισσότερων μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων δράσεων για την ανάπτυξη της γεωργίας και της παραγωγής τροφίμων στις αναπτυσσόμενες χώρες, και ιδιαίτερα στην Αφρική λαμβανομένων υπόψη των προαναφερθεισών συστάσεων· φρονεί ότι η γεωργική ανάπτυξη μπορεί να αποτελέσει την απαρχή για τη συνολική οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας·

44.   πιστεύει ότι το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης πρέπει να επικεντρωθεί περισσότερο στη γεωργία, ιδίως δε στις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις και στην περαιτέρω επεξεργασία των προϊόντων σε τοπικό επίπεδο, καθώς η μεγάλη πλειονότητα των φτωχών του κόσμου ζουν σε αγροτικές περιοχές οι οποίες εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την αγροτική παραγωγή· θεωρεί, επίσης, ότι πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τις συναλλαγές γεωργικών προϊόντων, οι οποίες εγγυώνται την ύπαρξη επισιτιστικών πόρων σε όλες τις χώρες· πιστεύει ότι πρέπει να παραχωρηθούν στις αναπτυσσόμενες χώρες εμπορικά πλεονεκτήματα που να στηρίζουν την ενίσχυση της εθνικής παραγωγής· καλεί την Επιτροπή να λάβει υπόψη τις ανωτέρω εκτιμήσεις στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ και των συμφωνιών οικονομικής εταιρικής σχέσης (ΣΟΕΣ) με τις αναπτυσσόμενες χώρες·

45.   θεωρεί ότι ένα σοβαρό εμπόδιο στην αύξηση της γεωργικής παραγωγής στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι η έλλειψη πρόσβασης των μικροκαλλιεργητών σε δάνεια και μικροπιστώσεις για επενδύσεις σε βελτιωμένους σπόρους, λιπάσματα και αρδευτικά συστήματα· τονίζει, επιπλέον, το ζήτημα των δανειακών εγγυήσεων οι οποίες, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν είναι διαθέσιμες· καλεί την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων να εξετάσει μέσα για την παροχή προγραμμάτων για τοπικούς παραγωγούς ειδών διατροφής στις αναπτυσσόμενες χώρες με δανειακές εγγυήσεις ώστε να στηριχθεί η πρόσβαση σε πιστώσεις και μικροπιστώσεις·

46.   επανεπιβεβαιώνει την πεποίθησή του ότι χρειάζονται ολοκληρωμένες γεωργικές αγορές σε περιφερειακό επίπεδο· καλεί την Επιτροπή να στηρίξει την περιφερειακή συνεργασία και ολοκλήρωση· υπενθυμίζει στην ομάδα κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (ΑΚΕ) την επιτυχία της ολοκλήρωσης της γεωργίας στην Ευρώπη και τη σταθερότητα που εξασφάλισε για περισσότερα από 50 χρόνια· ενθαρρύνει επομένως τις περιφερειακές οικονομικές κοινότητες των κρατών ΑΚΕ να ενισχύσουν τη δράση τους στον τομέα της γεωργίας και καλεί τις αναπτυσσόμενες χώρες να μειώσουν τα εμπόδια στις μεταξύ τους συναλλαγές·

47.   υπογραμμίζει άλλωστε ότι η γεωργία πρέπει να εξελιχθεί από ένα σύστημα καλλιέργειας προϊόντων διατροφής προς μια αγροτική οικονομία που θα δημιουργεί θέσεις απασχόλησης· εκτιμά επιπλέον ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στα μέτρα στήριξης των νέων γεωργών στις αναπτυσσόμενες χώρες με στόχο την ανάπτυξη ενός ισχυρού γεωργικού κλάδου· θεωρεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να εντείνει τις προσπάθειές της για συνεργασία και στήριξη έτσι ώστε να εκσυγχρονιστούν οι αλυσίδες διατροφής των αναπτυσσόμενων χωρών, καθιστώντας τις τελευταίες περισσότερο αποτελεσματικές· εκτιμά τέλος ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να στηρίξει πρωτοβουλίες, όπως π.χ. το κοινό πρόγραμμα σπόρων, το οποίο θέσπισε η Αφρικανική Ένωση μαζί με τους εθνικούς και περιφερειακούς της εταίρους·

48.   εκτιμά ότι στο πλαίσιο μιας αποτελεσματικής αναπτυξιακής πολιτικής των ιδίων των αναπτυσσόμενων χωρών είναι απαραίτητο όπως οι χώρες αυτές αποκτήσουν εθνική ή και κοινή περιφερειακή στρατηγική αγροτικής ανάπτυξης με σαφή μέτρα στήριξης των παραγωγών και των προϊόντων· θεωρεί ότι στο πλαίσιο αυτό η αναπτυξιακή βοήθεια της ΕΕ δεν θα έχει αποσπασματικό χαρακτήρα αλλά θα αποτελεί μέρος της εν λόγω συγχρηματοδοτούμενης εθνικής ή κοινής περιφερειακής στρατηγικής αγροτικής ανάπτυξης·

49.   ζητεί τη δημιουργία μόνιμου ταμείου επισιτιστικής ασφάλειας για τη στήριξη των απόρων του πλανήτη, από τη θέση 4 του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συμπλήρωση άλλων αναπτυξιακών μέτρων χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση·

50.   χαιρετίζει παγκόσμιες πρωτοβουλίες όπως η Ειδική ομάδα υψηλού επιπέδου των Ηνωμένων Εθνών για την παγκόσμια κρίση των τιμών των τροφίμων και θεωρεί ότι η ΕΕ πρέπει να συντονίσει τις προσπάθειές της με την εν λόγω Ειδική ομάδα· υπογραμμίζει τη σημασία των προαιρετικών κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με το ανθρώπινο δικαίωμα στην τροφή που θεσπίστηκαν από τα κράτη μέλη του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) τον Νοέμβριο 2004· προτείνει, επίσης, προκειμένου να διασφαλιστεί η διαθεσιμότητα τροφίμων, τη δημιουργία παγκόσμιου προγράμματος υποχρεωτικής διατήρησης αποθεμάτων, καθώς και ενός καλύτερου βασικού συστήματος αποθεματοποίησης για τις βασικές εισροές παραγωγής (πρωτεΐνες, λιπάσματα, σπόρους, παρασιτοκτόνα), που θα στηρίζεται κατά προτίμηση σε φορείς του ιδιωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων των γεωργικών συνεταιρισμών·

51.   έχει επίγνωση των δεσμεύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έναντι του αναπτυσσόμενου κόσμου, καθώς και των τρεχουσών και μελλοντικών υποχρεώσεων του ΠΟΕ· ζητεί τα μέτρα στήριξης της ΕΕ να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στη Δήλωση του Μαπούτο του 2002 των κρατών της Αφρικής· καλεί τα κράτη μέλη να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους για την επίτευξη των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας που έθεσε ο ΟΗΕ, κυρίως τη συνεισφορά του 0,7 % του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος τους για αναπτυξιακή βοήθεια· είναι της άποψης, ωστόσο, ότι η ποιότητα της αναπτυξιακής βοήθειας είναι πιο σημαντική από τα ποσά που διατίθενται για αυτήν·

52.   εκφράζει τη λύπη του για τη μείωση του ποσού της αναπτυξιακής βοήθειας που διοχετεύεται στη γεωργία και την ανάπτυξη της υπαίθρου, το οποίο ανερχόταν σε 17 % το 1980 και σε μόλις 3 % το 2006· καλεί την Επιτροπή να κατευθύνει και να παρακολουθεί τη συνεισφορά της οικονομικής στήριξης της ΕΕ προς την επίτευξη ανάπτυξης βασισμένης στη γεωργία και να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε οι κυβερνήσεις να δαπανούν ποσοστό 10 % του εθνικού προϋπολογισμού στον αγροτικό τομέα, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις τους (π.χ. θέτοντας ειδικούς στόχους για τις εθνικές γεωργικές πολιτικές)·

53.   επιβεβαιώνει ότι για τις χώρες ΑΚΕ, η γεωργία είναι ένας τομέας που έχει περισσότερες δυνατότητες, σε σχέση με άλλους τομείς, ευημερίας για τους πτωχούς αγροτικούς πληθυσμούς, συνεισφέροντας έτσι κατά τρόπο απτό στην επίτευξη του πρώτου αναπτυξιακού στόχου της Χιλιετίας για την εξάλειψη της έσχατης ένδειας και της πείνας, και υπογραμμίζει, ως εκ τούτου, πόσο σημαντικό είναι να αναληφθεί άμεση δράση και να προωθηθούν περισσότερες επενδύσεις στην γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη·

54.   τονίζει ότι η αγροτική ανάπτυξη πρέπει να βασίζεται κατά κύριο λόγο στο δικαίωμα στη διατροφή και στο δικαίωμα στην παραγωγή τροφής, δίνοντας σε όλους τους ανθρώπους τη δυνατότητα να έχουν πρόσβαση σε ασφαλή, θρεπτικά και κατάλληλα για την κουλτούρα τους τρόφιμα που παράγονται με ορθολογικές και βιώσιμες οικολογικές μεθόδους αυτόνομης γεωργικής διάρθρωσης·

55.   καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να αναγνωρίσει το δικαίωμα των αναπτυσσόμενων χωρών να λαμβάνουν αποφάσεις για τον τομέα των τροφίμων τους και να υποστηρίξει τις χώρες αυτές με κατάλληλα στοχοθετημένα μέτρα, ενώ, στο πλαίσιο αυτό, πρέπει κατά κύριο λόγο να αξιοποιηθούν και να επεκταθούν οι διαρθρώσεις και οι πόροι που υπάρχουν - λ.χ. σπόροι, λιπάσματα, μέσα παραγωγής - και να προωθείται η περιφερειακή ολοκλήρωση·

56.   καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να επαναφέρει τη γεωργία στο επίκεντρο της αναπτυξιακής της ατζέντας, δίδοντας ειδική προτεραιότητα σε προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης και θέτοντας σαφείς και εφικτούς στόχους για τη μείωση της φτώχειας, και ιδίως σε μέτρα που ενισχύουν τις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις και υποστηρίζουν την παραγωγή τροφίμων για τις τοπικές αγορές αξιοποιώντας την βιοποικιλότητα, που θα εστιάζονται ειδικότερα στη δημιουργία δυνατοτήτων για μικρούς γαιοκτήμονες και γυναίκες·

57.   καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να ενώσει τις δυνάμεις της με τα κράτη μέλη, τις κυβερνήσεις ΑΚΕ, τις διεθνείς οργανώσεις, τις τράπεζες περιφερειακής ανάπτυξης και ιδιωτικά ιδρύματα, μη κυβερνητικές οργανώσεις και τοπικές αρχές, και να ενσωματώσει νέα σχέδια και προγράμματα παρέμβασης για τις υψηλές τιμές των τροφίμων στα περιφερειακά προγράμματα, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο·

58.   ζητεί την λήψη μέτρων με στόχο την βελτίωση της κατάρτισης ώστε να δοθεί η δυνατότητα στους νέους να συνεχίσουν σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην γεωργία, συμπεριλαμβανομένης της κατάρτισής τους ώστε να ανταποκρίνονται στα υγειονομικά και φυτοϋγειονομικά πρότυπα της ΕΕ, καθώς και τη δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης για απόφοιτους του κλάδου αυτού με στόχο την μείωση της φτώχειας και της μετανάστευσης από την ύπαιθρο στις αστικές περιοχές, και προς αποφυγή της "διαρροής εγκεφάλων" από τις αναπτυσσόμενες χώρες στις ανεπτυγμένες·

59.   πισημαίνει τον "Κώδικα Δεοντολογίας για την Πρόληψη και Διαχείριση της Επισιτιστικής Κρίσης του 2008" του Δικτύου Πρόληψης της Επισιτιστικής Κρίσης και ζητεί να εφαρμόζονται ή να λαμβάνονται υπόψη οι κανόνες αυτού του κώδικα στην Κοινή Γεωργική Πολιτική, υποστηρίζει και ταυτόχρονα ζητεί τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και την ενίσχυση ιδίως των γυναικών, των συνεταιρισμών μικρών γεωργών και των ενώσεων παραγωγών ώστε να διασφαλισθεί η επισιτιστική ασφάλεια και αυτονομία·

60.   εκφράζει την έντονη ανησυχία του για το γεγονός ότι, σε πολλές περιπτώσεις, ο προϋπολογισμός για το στρατό και την άμυνα είναι μεγαλύτερος από τον προϋπολογισμό για τη γεωργία και τα είδη διατροφής·

61.   πιστεύει ότι οι μικροκαλλιεργητές αποτελούν τους ακρογωνιαίους λίθους της γεωργικής ανάπτυξης· τονίζει μερικά από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μικροκαλλιεργητές στον αναπτυσσόμενο κόσμο, όπως η πρόσβαση στην αγορά, σε γη και σε εκπαίδευση, η χρηματοδότηση, οι εισροές και η τεχνολογία· επαναβεβαιώνει τη σημασία της ανάπτυξης αγροτικών υποδομών και των επενδύσεων σε μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις και παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής χαμηλών εισροών προσαρμοσμένες στα τοπικά δεδομένα·

62.   σημειώνει ότι, λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας σημαντικός παράγοντας της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων είναι η ανεπάρκεια εμπορικών συναλλαγών σε είδη διατροφής, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών, η παγκόσμια παραγωγή ρυζιού αυξήθηκε το 2007, ενώ την ίδια χρονιά το εμπόριο ρυζιού σημείωσε πτώση·

63.   φρονεί ότι η αυξημένη και μη ελεγχόμενη ελευθέρωση του γεωργικού εμπορίου θα επιφέρει ακόμη μεγαλύτερη αστάθεια των τιμών· τονίζει ότι η κατάσταση αυτή θα πλήξει περισσότερο τις πλέον ευάλωτες αναπτυσσόμενες χώρες που εισάγουν τρόφιμα· τονίζει, επιπλέον, ότι οι κανόνες του παγκόσμιου εμπορίου δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αντιβαίνουν στο δικαίωμα των χωρών ή των περιφερειών να στηρίζουν τη γεωργία τους για να εγγυώνται την επισιτιστική ασφάλεια του πληθυσμού τους·

64.   θεωρεί ότι οι πολιτικές ανοίγματος της αγοράς για τα γεωργικά προϊόντα στο πλαίσιο του ΠΟΕ και των διμερών συμφωνιών ελεύθερων συναλλαγών έχουν συμβάλει σε μεγάλο βαθμό στη μείωση της επισιτιστικής ασφάλειας σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες και στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας κρίσης του εφοδιασμού σε τρόφιμα· ζητεί από την Επιτροπή να επαναξιολογήσει αναλόγως την προσέγγιση ελεύθερης αγοράς που εφαρμόζει έναντι του γεωργικού εμπορίου·

65.   ζητεί από τις μεγάλες χώρες εξαγωγείς τροφίμων (Βραζιλία, Αργεντινή, Ταϊλάνδη, κτλ) να ενεργούν ως αξιόπιστοι προμηθευτές τροφίμων ευρείας κατανάλωσης και να αποφεύγουν τους περιορισμούς στις εξαγωγές που θα μπορούσαν να έχουν καταστροφικές συνέπειες, ειδικά για τις φτωχές αναπτυσσόμενες χώρες που εισάγουν τρόφιμα·

66.   ανησυχεί βαθύτατα για την τρέχουσα παγκόσμια οικονομική κρίση που θα μπορούσε να οδηγήσει στη μείωση των χρηματοδοτήσεων που διατίθενται για τη δημόσια αναπτυξιακή βοήθεια· καλεί την Επιτροπή να αναλύσει τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στον τομέα της αναπτυξιακής βοήθειας και να συνεχίσει να εξετάζει προτάσεις για τη στήριξη της γεωργίας των φτωχότερων χωρών·

67.   σημειώνει ότι η παγκόσμια επισιτιστική κρίση είναι μία από τις μεγαλύτερες απειλές για την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια· επιδοκιμάζει κατά συνέπεια τις πρόσφατες προσπάθειες της Επιτροπής σχετικά με τη διερεύνηση τρόπων αντιμετώπισης του θέματος της παγκόσμιας επισιτιστικής ασφάλειας· καλεί τα κράτη μέλη να υποστηρίξουν τέτοιες πρωτοβουλίες σε εθνικό και σε τοπικό επίπεδο·

Έρευνα και ανάπτυξη

68.   επαναβεβαιώνει τη δέσμευσή του για επενδύσεις στην τεχνολογία και την καινοτομία στη γεωργία και την γεωργική παραγωγή·

69.   υπογραμμίζει τη σημασία της χρηματοδότησης από δημόσιους πόρους μιας έρευνας που θα εξυπηρετεί την επισιτιστική ασφάλεια και όχι μονόπλευρα τα συμφέροντα της βιομηχανίας, θα προωθεί τις επενδύσεις όχι μόνο στην έρευνα νέων επιμέρους τεχνολογιών, αλλά και γενικών γεωργικών συστημάτων που θα εξυπηρετούν μια μακροπρόθεσμη επισιτιστική ασφάλεια· επισημαίνει σε αυτό το πλαίσιο τον πρωτοπόρο ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει στον τομέα αυτόν για παράδειγμα μια ευρωπαϊκή πλατφόρμα τεχνολογίας για την έρευνα σχετικά με την οικολογική γεωργία·

70.   τονίζει τη σημασία της έρευνας, αλλά και της μεταφοράς της γνώσης που αποκτάται μέσω αυτής σε επίπεδο γεωργικής εκμετάλλευσης μέσω αποτελεσματικής υπηρεσίας επέκτασης των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, ιδιαίτερα στον αναπτυσσόμενο κόσμο· ζητεί την ενίσχυση της γεωργικής έρευνας και της παραγωγής γνώσης·

71.   εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η έμφαση που δίδεται στη διασταυρούμενη συμμόρφωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενδέχεται να αποβεί εις βάρος της έρευνας και της παροχής συμβουλών σχετικά με την παραγωγή των αγροτικών εκμεταλλεύσεων· τονίζει την αναγκαιότητα και των δύο·

72.   ζητεί ένα επιταχυνόμενο πρόγραμμα έρευνας και ανάπτυξης σχετικά με τη βιώσιμη, προσαρμοσμένη στα τοπικά δεδομένα γεωργία με ενεργειακή απόδοση· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να στηρίξουν την έρευνα που αποσκοπεί στην αύξηση της παραγωγικότητας από την πλευρά των εφαρμογών στη γεωργία· έχει επίγνωση της ανησυχίας των καταναλωτών της ΕΕ·

Αειφόρος γεωργία σε παγκόσμιο επίπεδο

73.   εκφράζει την ανησυχία του για τις μεταβολές των καιρικών φαινομένων που επιφέρει η κλιματική αλλαγή, εξαιτίας της οποίας προβλέπεται να γίνουν συχνότερες οι ξηρασίες και οι πλημμύρες, προκαλώντας αρνητικές συνέπειες στις σοδειές και τη δυνατότητα πρόβλεψης της παγκόσμιας γεωργικής παραγωγής·

74.   εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η εφαρμογή στην Ευρωπαϊκή Ένωση προτάσεων για την περαιτέρω μείωση των αερίων θερμοκηπίου ενδέχεται να επηρεάσει δυσμενώς την παραγωγή τροφίμων, και ιδιαίτερα την κτηνοτροφία·

75.   αναγνωρίζει ότι χρειάζεται βελτιωμένη ενεργειακή απόδοση στον γεωργικό τομέα, ο οποίος παράγει ένα σημαντικό μερίδιο των συνολικών εκπομπών CO2·

76.   θεωρεί ότι η επέκταση της παραγωγής βιοκαυσίμων και βιοενέργειας θα μπορούσε να έχει θετικό αντίκτυπο στον τομέα της γεωργίας και επεξεργασίας τροφίμων ο οποίος πλήττεται από υψηλότερες τιμές για τις εισροές του όπως λιπάσματα, παρασιτοκτόνα και ντίζελ, καθώς και από το κόστος των μεταφορών και της επεξεργασίας·

77.   αναγνωρίζει ότι ο γεωργικός τομέας αποτελεί πηγή εισοδήματος για την πλειονότητα του πληθυσμού σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες και ενθαρρύνει ως εκ τούτου τις συγκεκριμένες χώρες να αναπτύξουν μηχανισμό σταθερών και διαφανών γεωργικών πολιτικών, ο οποίος θα διασφαλίζει τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και την αειφόρο ανάπτυξη·

78.   ζητεί από την Επιτροπή να παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς τα αποτελέσματα από την αυξημένη παραγωγή βιοενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σε τρίτες χώρες όσον αφορά αλλαγές στην χρήση της γης, στις τιμές των φυσικών προϊόντων για τα είδη διατροφής και στην πρόσβαση στα τρόφιμα·

79.   επαναλαμβάνει ότι τα κίνητρα για να καταστούν βιώσιμες οι ενεργειακές καλλιέργειες δεν πρέπει να θέτουν σε κίνδυνο την παραγωγή τροφίμων·

80.   καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προάγουν την έρευνα και ανάπτυξη για την πρόληψη της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτή, συμπεριλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, της έρευνας σε σχέση με τα βιοκαύσιμα νέας γενιάς, ιδιαίτερα την χρήση ενεργειακών καλλιεργειών υψηλής απόδοσης, λιπάσματα φιλικά προς το περιβάλλον που είναι όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά, νέες γεωργικές τεχνολογίες χωρίς σχεδόν καθόλου αρνητικά αποτελέσματα στην χρήση της γης, την ανάπτυξη νέων ειδών φυτών που να είναι ανθεκτικά στις κλιματικές αλλαγές και στις σχετικές ασθένειες, καθώς και την έρευνα σε σχέση με τρόπους χρησιμοποίησης των αποβλήτων στη γεωργία·

81.   πιστεύει ότι υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω έρευνα στον γεωργικό τομέα, προκειμένου να αυξηθεί η παραγωγικότητά του, και καλεί τα κράτη μέλη να αξιοποιήσουν πλήρως τις ευκαιρίες που προσφέρει σχετικά με αυτό το έβδομο Πρόγραμμα Πλαίσιο για δραστηριότητες έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης, και να εγκρίνουν μέτρα που θα βελτιώσουν τη γεωργική παραγωγή με έναν βιώσιμο και ενεργειακά αποδοτικό τρόπο·

o
o   o

82.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) ΕΕ C 263 E, 16.10.2008, σ. 621.
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0229.
(3) ΕΕ C 297 Ε, 20.11.2008, σ. 201.
(4) Έρευνα Agri Aware TNS/Mrbi, διεξήχθη στην Ιρλανδία τον Αύγουστο του 2008.


Προοπτικές ανάπτυξης του διαλόγου των πολιτών στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λισαβόνας
PDF 215kWORD 57k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης του διαλόγου των πολιτών στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λισαβόνας (2008/2067(INI))
P6_TA(2009)0007A6-0475/2008

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τη Συνθήκη της Λισαβόνας που τροποποιεί τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που υπεγράφη στη Λισαβόνα στις 13 Δεκεμβρίου 2007,

–   έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας(1),

–   έχοντας υπόψη διάφορα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο, στα οποία εξετάζεται η κοινωνία των πολιτών,

–   έχοντας υπόψη τις εργασίες της Επιτροπής Συνταγματικών Θεμάτων, με εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών, στις 3 Ιουνίου 2008,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A6-0475/2008),

A.   εκτιμώντας ότι μία δημοκρατική Ευρωπαϊκή Ένωση που βρίσκεται κοντά στους πολίτες της, προϋποθέτει στενή συνεργασία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των κρατών μελών με την κοινωνία των πολιτών σε ευρωπαϊκό, εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο,

Β.   έχοντας υπόψη ότι το άνοιγμα των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών στο διάλογο και στη συνεργασία με τους πολίτες και τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να μπορέσουν οι πολίτες να δραστηριοποιηθούν στη νομοθεσία και τη διακυβέρνηση σε όλα τα επίπεδα,

Γ.   έχοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας ενισχύει τα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ ως προς την Ένωση διευκολύνοντας τη συμμετοχή τους και αυτή των ενώσεων που εκπροσωπούν την κοινωνία των πολιτών στις συζητήσεις που αφορούν μια "Ευρώπη των Πολιτών",

Δ.   έχοντας υπόψη ότι οι ισχύουσες διατάξεις, που συμπεριλαμβάνονται επίσης στη Συνθήκη της Λισαβόνας, συνιστούν απαραίτητο νομικό πλαίσιο για την ανάπτυξη του διαλόγου των πολιτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο· έχοντας υπόψη ότι, ωστόσο, η εφαρμογή τους στην πράξη δεν είναι πάντοτε ικανοποιητική,

Ε.   έχοντας υπόψη ότι η κοινωνία των πολιτών στα 27 κράτη μέλη βρίσκεται σε διάφορα στάδια ανάπτυξης, και ότι αξιοποιεί σε διαφορετικό βαθμό της δυνατότητες συμμετοχικής δημοκρατίας και συμμετοχής στη διαδικασία διαμόρφωσης του δικαίου και στο διάλογο με τις κρατικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές,

ΣΤ.   έχοντας υπόψη ότι ο όρος "κοινωνία των πολιτών" αναφέρεται στο μεγάλο αριθμό μη κυβερνητικών και μη κερδοσκοπικών οργανώσεων που έχουν συσταθεί από πολίτες, αυτοβούλως, που έχουν παρουσία στη δημόσια ζωή, εκφράζοντας ενδιαφέροντα, ιδέες και ιδεολογίες των μελών τους ή άλλων, που βασίζονται σε ηθικές, πολιτισμικές, πολιτικές, επιστημονικές θρησκευτικές ή φιλανθρωπικές πεποιθήσεις,

Ζ.   έχοντας υπόψη ότι δεν έχει σημασία το κατά πόσο μια οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών είναι αντιπροσωπευτική και ότι η ενεργητικότητα και η αποτελεσματικότητα με την οποία ορισμένες οργανώσεις προωθούν τις συγκεκριμένες απόψεις τους δεν είναι πάντοτε ενδεικτική της αντιπροσωπευτικότητάς τους,

H.   έχοντας υπόψη ότι τα μεμονωμένα θεσμικά όργανα της ΕΕ προσεγγίζουν τον διάλογο των πολιτών με διαφορετικό τρόπο,

1.   επικροτεί τη συμβολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ανάπτυξη του διαλόγου των πολιτών, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο στα κράτη μέλη·

2.   υπογραμμίζει ότι η κοινωνία των πολιτών στην Ευρώπη διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ευρωπαϊκή διαδικασία ολοκλήρωσης, μεταφέροντας θέσεις και απαιτήσεις των πολιτών της ΕΕ στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα· υπογραμμίζει τη σημασία της εμπειρογνωμοσύνης, η οποία τίθεται στη διάθεση των θεσμικών οργάνων από την πλευρά της κοινωνίας των πολιτών, και υπογραμμίζει τη σημασία του ρόλου που διαδραματίζει ο διάλογος των πολιτών στην ενημέρωση και ευαισθητοποίηση, ιδιαίτερα για την προώθηση και διάδοση των δραστηριοτήτων και στόχων της ΕΕ, τη δημιουργία δικτύου ευρωπαϊκής συνεργασίας και την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ταυτότητας και αλληλεγγύης στην κοινωνία των πολιτών·

3.   υπογραμμίζει ότι εφόσον η ΕΕ επιθυμεί να επιτύχει τους πολιτικούς της σκοπούς και στόχους, χρειάζεται ευρύτερη δημόσια συζήτηση, αποτελεσματικότερος διάλογος των πολιτών και περισσότερη πολιτική ευαισθητοποίηση·

4.   τονίζει την ιδιαίτερη προσήλωσή του στον κοινωνικό διάλογο και τη σημασία που αποδίδεται σ' αυτόν στη Συνθήκη της Λισαβόνας, η οποία τον αναγνωρίζει ως ανώτερη αρχή που συνδέει όλους τους τομείς δραστηριότητας της ΕΕ·

5.   επικροτεί την ενίσχυση της αντιπροσωπευτικής και της συμμετοχικής δημοκρατίας, που απορρέει από την εισαγωγή στη Συνθήκη της Λισαβόνας της αποκαλούμενης "πρωτοβουλίας των πολιτών", η οποία επιτρέπει σε ένα εκατομμύριο πολίτες προερχόμενους από διάφορα κράτη μέλη να καλέσουν την Επιτροπή να υποβάλει νομοθετική πρόταση·

6.   καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ καθώς και τις εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές των κρατών μελών να αξιοποιήσουν πλήρως το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο καθώς και τον κατάλογο των βέλτιστων πρακτικών για να αναπτύξουν το διάλογο με τους πολίτες και με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών· θεωρεί, ειδικότερα, ότι τα γραφεία πληροφοριών του Κοινοβουλίου σε κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στην προώθηση, οργάνωση και διαχείριση δημοσίων συζητήσεων που πραγματοποιούνται τουλάχιστον ετησίως μεταξύ του Κοινοβουλίου και εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών στο εν λόγω κράτος μέλος, και τονίζει τη σημασία της τακτικής συμμετοχής των μελών του, τόσο από το ενεχόμενο κράτος μέλος όσο και από άλλα κράτη μέλη σε αυτές τις δημόσιες συζητήσεις·

7.   καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να μεριμνήσουν για τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών στον διάλογο των πολιτών· είναι της άποψης ότι στο πλαίσιο αυτό έχει κρίσιμη σημασία η φωνή των νέων πολιτών της Ευρώπης, οι οποίοι θα διαμορφώσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση του αύριο και θα είναι υπεύθυνοι για αυτήν·

8.   καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να παράσχουν εγγυήσεις ότι όλοι οι πολίτες της ΕΕ, άνδρες, γυναίκες, ηλικιωμένοι και νέοι, κάτοικοι πόλεων και της υπαίθρου θα έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν ενεργά, χωρίς διακρίσεις και με τα ίδια δικαιώματα, στο διάλογο των πολιτών και, ειδικότερα, ότι μέλη γλωσσικών μειονοτήτων θα είναι σε θέση να χρησιμοποιούν τις τοπικές τους γλώσσες σε τέτοιες δημόσιες συζητήσεις· είναι της άποψης ότι η δραστηριότητα της ΕΕ στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να συμβάλει στην υλοποίηση της ιδέας της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών και να αποτελέσει παράδειγμα για τη διάδοση της ιδέας αυτής τόσο στα κράτη μέλη όσο και εκτός της ΕΕ·

9.   καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να αποφασίσουν στο πλαίσιο διοργανικής συμφωνίας δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές για τον διορισμό εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών, μεθόδους για την οργάνωση διαβουλεύσεων και τη χρηματοδότησή τους, σύμφωνα με τις "γενικές αρχές και ελάχιστες προδιαγραφές για τη διαβούλευση των ενδιαφερομένων μερών από την Επιτροπή"(2)· επισημαίνει, για τον σκοπό αυτό, ότι όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει να τηρούν ενημερωμένα μητρώα όλων των σχετικών μη κυβερνητικών οργανώσεων ανεξαρτήτως εφόσον δραστηριοποιούνται στα κράτη μέλη και/ή εστιάζουν στα θεσμικά όργανα της ΕΕ·

10.   καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να καταστήσουν το διάλογο των πολιτών κεντρική δραστηριότητα για όλες τις γενικές διευθύνσεις της Επιτροπής, όλες τις ομάδες εργασίας του Συμβουλίου στο Συμβούλιο Υπουργών και όλες τις επιτροπές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατά τρόπο διαφανή και διατηρώντας πλήρως την ισορροπία μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα·

11.   καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να συνεργαστούν στενότερα στους τομείς της ανάπτυξης του διαλόγου των πολιτών και της προώθησης ενεργούς ευρωπαϊκής συμπεριφοράς εκ μέρους των πολιτών, προκειμένου να διασφαλιστεί η βελτίωση της επικοινωνίας, της διαβίβασης πληροφοριών και του συντονισμού των δραστηριοτήτων τους στο πλαίσιο της διαβούλευσης με τον πληθυσμό· σημειώνει ότι στο πλαίσιο αυτό, τακτικές συναντήσεις μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών και επιτρόπους σε δημόσιες συζητήσεις στα κράτη μέλη θα είναι ιδιαίτερα επιθυμητές ως τρόπος για τη μείωση του παρατηρούμενου χάσματος μεταξύ της ΕΕ και των πολιτών της Ευρώπης·

12.   καλεί το Συμβούλιο να διευκολύνει και να απλουστεύσει την πρόσβαση στις εργασίες του, απαραίτητη προϋπόθεση για την καθιέρωση πραγματικού διαλόγου με την κοινωνία των πολιτών·

13.   υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να αναπτυχθεί η ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα των επικοινωνιών ως προς την προσφορά νέων εργαλείων και τρόπων επικοινωνίας με τους πολίτες της ΕΕ (χάρη στο Διαδίκτυο, τις ηλεκτρονικές τεχνολογίες και τις σημερινές οπτικοακουστικές τεχνικές)·

14.   ζητεί επιτακτικά να συνεχιστούν οι σημερινές ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, που έχουν ήδη αποδείξει την αξία τους και αποβλέπουν στην ευρύτερη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, όπως : η Europe by Satelite, η Αγορά των πολιτών, τα θεματικά φόρουμ των πολιτών (π.χ. Η Ευρώπη σου), συζητήσεις στο Διαδίκτυο κλπ.·

15.   υπογραμμίζει τη σημασία των επαγγελματικών σφυγμομετρήσεων της ευρωπαϊκής γνώμης υπό το πρίσμα της εντόπισης και κατανόησης των αναγκών και προσδοκιών των πολιτών της ΕΕ εις ό, τι αφορά τη λειτουργία της Ένωσης· καλεί τόσο τα θεσμικά όργανα της ΕΕ όσο και την κοινωνία των πολιτών στα κράτη μέλη να έχουν υπόψη τους αυτές τις προσδοκίες στο πλαίσιο της διάδρασης και των συζητήσεων μεταξύ τους·

16.   καλεί τις εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές των κρατών μελών να υποστηρίξουν το διάλογο των πολιτών, ιδιαίτερα σε εκείνα τα κράτη και τις περιφέρειες καθώς και σ' εκείνους τους τομείς όπου ο διάλογος αυτός δεν έχει ακόμα αναπτυχθεί πλήρως ή δεν έχει καθιερωθεί σε επαρκή βαθμό· καλεί περαιτέρω τους φορείς να προωθήσουν ενεργά την ανάπτυξη της περιφερειακής διαλειτουργικότητας της κοινωνίας των πολιτών μεταξύ των κρατών μελών, και διαμεθοριακές πρωτοβουλίες· θεωρεί ότι η συγκρότηση ομάδων των κρατών μελών θα πρέπει επίσης να διερευνηθεί ως τρόπος προώθησης για την ανταλλαγή ιδεών και εμπειριών εντός της ΕΕ·

17.   καλεί τους εκπροσώπους της ευρωπαϊκής κοινωνίας να λάβουν ενεργό μέρος στο διάλογο των πολιτών και στην εκπόνηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων και πολιτικών, διευκολύνοντας έτσι την άσκηση επιρροής στις διαδικασίες λήψεως αποφάσεων·

18.   ενθαρρύνει τους ευρωπαίους πολίτες να συμμετάσχουν σε μεγαλύτερο βαθμό στις συζητήσεις που διοργανώνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να ψηφίσουν στις προσεχείς εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

19.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η πραγματοποίηση του διαλόγου με τους πολίτες σε όλα τα επίπεδα, ευρωπαϊκό, εθνικό, περιφερειακό και τοπικό απαιτεί ανάλογους χρηματοδοτικούς πόρους, καλεί τους ενδιαφερόμενους και αρμόδιους για τη διοργάνωσή του φορείς να μεριμνήσουν για την κατάλληλη χρηματοδοτική του υποστήριξη·

20.   τονίζει ότι πέραν του διαλόγου με την κοινωνία των πολιτών είναι επίσης απαραίτητος ένας ανοικτός, διαφανής και τακτικός διάλογος της Ένωσης με τις εκκλησίες και τις θρησκευτικές κοινότητες, όπως προβλέπεται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας·

21.   συνιστά στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, να διαθέσουν από κοινού πληροφορίες σχετικά με την αντιπροσωπευτικότητα και τα πεδία δραστηριότητας οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στην Ευρώπη, παραδείγματος χάριν μία δημόσια και χρηστική τράπεζα δεδομένων·

22.   καλεί την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση για τα ευρωπαϊκά σωματεία, προκειμένου οι ευρωπαϊκές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών να μπορούν να καταλήγουν σε κοινή νομική βάση·

23.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στα εθνικά κοινοβούλια των κρατών μελών, στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών.

(1) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0055.
(2) Βλ. ανακοίνωση της Επιτροπής της 11ης Δεκεμβρίου 2002 με τίτλο "Προς ενίσχυση της διαβούλευσης και του διαλόγου - Γενικές αρχές και ελάχιστες προδιαγραφές για τη διαβούλευση των ενδιαφερομένων μερών από την Επιτροπή" (COM(2002)0704).


Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο, εφαρμογή και επιβολή της οδηγίας 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και της οδηγίας 2006/114/ΕΚ για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση
PDF 362kWORD 70k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τη μεταφορά, την εφαρμογή και την επιβολή της οδηγίας 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και την οδηγία 2006/114/ΕΚ για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση (2008/2114(INI))
P6_TA(2009)0008A6-0514/2008

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τις διατάξεις αυτής σχετικά με τη δημιουργία της εσωτερικής αγοράς και την εξασφάλιση της ελευθερίας των επιχειρήσεων να παρέχουν υπηρεσίες σε άλλα κράτη μέλη,

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά(1) ("οδηγία ΑΕΠ"),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση(2) ("οδηγία ΠΣΔ"),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 97/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ σχετικά με την παραπλανητική διαφήμιση προκειμένου να συμπεριληφθεί η συγκριτική διαφήμιση(3),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Σεπτεμβρίου 1984, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παραπλανητική διαφήμιση(4),

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών (κανονισμός για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών)(5),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 98/27/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, περί των αγωγών παραλείψεως στον τομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών(6) και την έκθεση της Επιτροπής της 18ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με την εφαρμογή της (COM(2008)0756),

–   έχοντας υπόψη το Πράσινο Βιβλίο της Επιτροπής της 27ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με τα μέσα συλλογικής έννομης προστασίας των καταναλωτών (CΟΜ(2008)0794),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2007, σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ για την πολιτική καταναλωτών 2007-2013 (COM(2007)0099),

–   έχοντας υπόψη τις περισσότερες από 400 αναφορές για παραπλανητικές πρακτικές των εταιρειών έκδοσης καταλόγων επιχειρήσεων από 24 κράτη μέλη και 19 τρίτες χώρες, που έχει λάβει η Επιτροπή Αναφορών,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με τις παραπλανητικές πρακτικές των εταιρειών έκδοσης καταλόγων επιχειρήσεων(7),

–   έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας(8),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A6-0514/2008),

Α.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η στρατηγική της Επιτροπής για την πολιτική καταναλωτών της ΕΕ για το διάστημα 2007-2013 έχει στόχο την "καλύτερη παρακολούθηση των καταναλωτικών αγορών και των εθνικών πολιτικών για τους καταναλωτές" και ιδίως την επίτευξη "έγκαιρης και ομοιόμορφης μεταφοράς της οδηγίας για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές",

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία ΑΕΠ σηματοδοτεί μια νέα προσέγγιση στον τομέα του κοινοτικού δικαίου για την προστασία των καταναλωτών, προβλέποντας τη μέγιστη εναρμόνιση για την προστασία των καταναλωτών από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία ΠΣΔ κωδικοποιεί την οδηγία 84/450/ΕΟΚ, και ιδίως τις τροποποιήσεις της από την οδηγία 97/55/ΕΚ, και περιορίζει το πεδίο εφαρμογής της στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία ΑΕΠ περιορίζεται στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών και ότι δεν καλύπτει όλες τις εμπορικές πρακτικές, αλλά μόνο εκείνες που μπορούν να θεωρηθούν αθέμιτες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω οδηγία περιορίζεται σε εμπορικές πρακτικές που μπορούν να παραβλάψουν τα οικονομικά συμφέροντα των καταναλωτών και ότι στο πλαίσιο της οδηγίας αυτής δεν απαιτούνται προσαρμογές της εθνικής νομοθεσίας που προστατεύει τις επιχειρήσεις κατά των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών άλλων επιχειρήσεων,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τρία κράτη μέλη δεν έχουν κοινοποιήσει στην Επιτροπή τα μέτρα για τη μεταφορά της οδηγίας ΑΕΠ, και συγκεκριμένα η Γερμανία, η Ισπανία και το Λουξεμβούργο· λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουν κατατεθεί στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) τρεις αιτήσεις έκδοσης προδικαστικής απόφασης όσον αφορά τη συμβατότητα των εθνικών μέτρων με την οδηγία ΑΕΠ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι σε ορισμένα κράτη μέλη έχει διαπιστωθεί μια μη ορθή μεταφορά της οδηγίας,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οδηγίες ΑΕΠ και ΠΣΔ αφήνουν μεγάλο περιθώριο στα κράτη μέλη όσον αφορά τα μέσα προσφυγής και τις ποινές σε περίπτωση παράβασης των διατάξεών τους,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη αποτελεσματικών μέσων έννομης προστασίας σε περίπτωση παράβασης της οδηγίας ΠΣΔ, καθώς και τη μη επιβολή της οδηγίας, όπως καταδεικνύεται, μεταξύ άλλων, από τις εταιρείες έκδοσης καταλόγων επιχειρήσεων που εφαρμόζουν παραπλανητικές πρακτικές,

Εισαγωγή

1.   τονίζει τη σημασία των οδηγιών ΑΕΠ και ΠΣΔ ως προς την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και των εμπόρων στις διασυνοριακές συναλλαγές και την ενίσχυση της νομικής ασφάλειας για τις επιχειρήσεις όσον αφορά το παραδεκτό διαφόρων εμπορικών και διαφημιστικών πρακτικών στην εσωτερική αγορά·

2.   χαρακτηρίζει την οδηγία ΑΕΠ σταθμό στον τομέα του κοινοτικού δικαίου για την προστασία του καταναλωτή και σημειώνει ότι η μεταφορά, η εφαρμογή και η επιβολή της θα αποτελούν καθοριστικής σημασίας πηγή για τη μελλοντική εξέλιξη του κοινοτικού δικαίου για την προστασία του καταναλωτή, καθώς και για την πλήρη ανάπτυξη των δυνατοτήτων της εσωτερικής αγοράς, την ανάπτυξη των διασυνοριακών συναλλαγών και του ηλεκτρονικού εμπορίου·

3.   πιστεύει ακράδαντα ότι η ορθή μεταφορά, εφαρμογή και επιβολή των οδηγιών ΑΕΠ και ΠΣΔ έχει ζωτική σημασία για την επίτευξη των στόχων τους, ιδίως εάν λάβει κανείς υπόψη τις διαφορές μεταξύ των συστημάτων επιβολής και των τεχνικών εφαρμογής των κρατών μελών, την πολυπλοκότητα ορισμένων εκ των νομικών εννοιών που περιλαμβάνονται στις οδηγίες, τις πολλαπλές και εκτενείς υφιστάμενες εθνικές διατάξεις που ρυθμίζουν τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και τη διαφήμιση, καθώς και το ευρύ πεδίο εφαρμογής των οδηγιών·

4.   καλεί την Επιτροπή, λαμβανομένης υπόψη της αιτιολογικής σκέψης 8 της οδηγίας ΑΕΠ, να διερευνήσει την ανάγκη προστασίας των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων έναντι επιθετικών εμπορικών πρακτικών και, ενδεχομένως, να λάβει τα απαραίτητα μέτρα·

Κωδικοποίηση και μεταφορά

5.   χαιρετίζει τις προσπάθειες της Επιτροπής να βοηθήσει τα κράτη μέλη στη μεταφορά των οδηγιών ΑΕΠ και ΠΣΔ·

6.   σημειώνει ότι το άρθρο 3, στοιχείο α, σημείο 2 της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/55/ΕΚ, το οποίο κάνει λόγο για "κάθε σύγκριση που αναφέρεται σε ειδική προσφορά", διαγράφηκε και δεν περιλαμβάνεται ούτε στην οδηγία ΑΕΠ ούτε στην οδηγία ΠΣΔ· εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι επικρατεί σύγχυση όσον αφορά τις συνέπειες αυτής της διαγραφής για τις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών, όπως καταδεικνύεται, ιδιαίτερα, από τις αποκλίνουσες προσεγγίσεις των κρατών μελών σχετικά με τη διατήρηση στην εθνική νομοθεσία –μετά την έγκριση της οδηγίας ΑΕΠ– ήδη υφιστάμενων διατάξεων εφαρμογής του άρθρου 3, στοιχείο α, σημείο 2 της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/55/ΕΚ· καλεί τα κράτη μέλη να ερευνήσουν το ζήτημα αυτό, με τη συνδρομή της Επιτροπής, και να προβούν ενδεχομένως σε σχετικές ενέργειες·

7.   θεωρεί ότι η Επιτροπή θα έπρεπε είτε να υποβάλει πρόταση τροποποίησης της οδηγίας ΠΣΔ, προκειμένου να περιληφθεί μια "μαύρη λίστα" πρακτικών που πρέπει να θεωρούνται σε κάθε περίπτωση παραπλανητικές, είτε να επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας ΑΕΠ προκειμένου να καλύψει τις συμβάσεις μεταξύ επιχειρήσεων ειδικά όσον αφορά το σημείο 21 του Παραρτήματος Ι αυτής· ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει έως τον Δεκέμβριο του 2009 έκθεση για τα μέτρα που θα ληφθούν·

8.   παρατηρεί ότι αρκετά κράτη μέλη έχουν κατακερματίσει τη "μαύρη λίστα" που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα I της οδηγίας ΑΕΠ κατά τη μεταφορά και την εφαρμογή της στα νομικά συστήματά τους· θεωρεί ότι ο κατακερματισμός της μαύρης λίστας σε διάφορους εθνικούς νόμους δημιουργεί σύγχυση για τις επιχειρήσεις και θα μπορούσε να οδηγήσει σε στρεβλώσεις κατά την εφαρμογή της οδηγίας ΑΕΠ· καλεί την Επιτροπή να συνεργαστεί με τα κράτη μέλη για την προσαρμογή της εθνικής τους νομοθεσίας προκειμένου οι "μαύρες λίστες" να είναι όσο το δυνατόν πιο προσβάσιμες και χρήσιμες για τους καταναλωτές·

9.   καλεί τα κράτη μέλη να ελέγξουν προσεκτικά τα νομικά τους συστήματα ώστε να αποφύγουν πιθανές αλληλεπικαλύψεις μεταξύ των κανόνων που εγκρίνονται κατά τη μεταφορά των οδηγιών ΑΕΠ και ΠΣΔ και ήδη υφιστάμενων εθνικών διατάξεων, και να διασφαλίσουν κατά τον τρόπο αυτό μεγαλύτερη σαφήνεια για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις όσον αφορά τη διαδικασία μεταφοράς·

10.   καλεί τα κράτη μέλη να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στην ορθή μεταφορά, εφαρμογή και επιβολή των οδηγιών ΑΕΠ και ΠΣΔ και να διασφαλίσουν την τήρηση όλων των συναφών αποφάσεων των εθνικών δικαστηρίων και του ΔΕΚ·

11.   φρονεί ότι η εσφαλμένη ή καθυστερημένη μεταφορά των οδηγιών από τα κράτη μέλη προκαλεί εμπόδια στους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις στο πλαίσιο των διασυνοριακών συναλλαγών·

Εφαρμογή και επιβολή

12.   σημειώνει ότι ορισμένα κράτη μέλη έχουν προβλέψει ότι μόνο ορισμένοι ρυθμιστικοί φορείς δύνανται να επιβάλουν τις εθνικές διατάξεις που θεσπίζονται κατ" εφαρμογή της οδηγίας ΑΕΠ και δεν έχουν προβλέψει άμεσο δικαίωμα προσφυγής για τους καταναλωτές, οι οποίοι δεν δικαιούνται επομένως να αξιώσουν αποζημιώσεις για ζημίες που προκλήθηκαν από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές· καλεί τα κράτη μέλη που δεν το έχουν ήδη πράξει να εξετάσουν την ανάγκη να δοθεί στους καταναλωτές άμεσο δικαίωμα προσφυγής, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι προστατεύονται επαρκώς από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές·

13.   χαιρετίζει τα αποτελέσματα της μεθόδου σάρωσης (EU sweep) της ΕΕ για τις αεροπορικές εταιρείες και τους ήχους κλήσης για κινητά τηλέφωνα που οργάνωσε η Επιτροπή ως πρώτο βήμα για την καλύτερη παρακολούθηση της εφαρμογής και της επιβολής της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για τη διενέργεια διευρυμένων αντίστοιχων ελέγχων ανά τακτά χρονικά διαστήματα· καλεί την Επιτροπή, σε συνεργασία με το δίκτυο συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών, να συλλέξει παρόμοια δεδομένα για την εφαρμογή της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά σε άλλους βασικούς τομείς της εσωτερικής αγοράς·

14.   ενθαρρύνει την Επιτροπή να αναπτύξει πιο αποτελεσματικά εργαλεία παρακολούθησης της εφαρμογής, όπως σαρώσεις (sweeps), ώστε να βελτιωθεί η επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει τη δυνατότητα ενσωμάτωσης της μεθόδου σάρωσης στους μηχανισμούς παρακολούθησης του πίνακα επιδόσεων για τον καταναλωτή·

15.   καλεί όλα τα κράτη μέλη να συνεργαστούν πλήρως με την Επιτροπή κατά τη διεξαγωγή και την παρακολούθηση της εφαρμογής των μεθόδων σάρωσης της Επιτροπής·

16.   τονίζει τη σημασία της ύπαρξης αξιόπιστων, έγκαιρων και σαφών δεδομένων και πληροφοριών για τη δέουσα παρακολούθηση των αγορών καταναλωτικών αγαθών· σημειώνει τον καθοριστικό ρόλο των ενώσεων επιχειρήσεων και καταναλωτών για τη διάθεση των δεδομένων αυτών·

17.   τονίζει τη σημασία της διασυνοριακής επιβολής για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς· καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει περαιτέρω τη χρήση του δικτύου συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών ώστε να βελτιωθεί η διασυνοριακή επιβολή του νόμου· υπογραμμίζει την ανάγκη να καταστεί περισσότερο γνωστό το ευρωπαϊκό δίκτυο ενώσεων καταναλωτών·

18.   καλεί τα κράτη μέλη να διαθέσουν επαρκές προσωπικό και οικονομικούς πόρους για τη διασυνοριακή επιβολή·

19.   καλεί τα κράτη μέλη και τις εθνικές δικαστικές αρχές να ενισχύσουν τη διασυνοριακή συνεργασία όσον αφορά τις παραπλανητικές "υπηρεσίες βάσεων δεδομένων'·

20.   χαιρετίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής να καταρτίσει μια δημοσίως προσβάσιμη βάση δεδομένων για τα εθνικά μέτρα που θεσπίζονται κατά τη μεταφορά της οδηγίας ΑΕΠ, τη σχετική νομολογία και άλλο συναφές υλικό· καλεί την Επιτροπή να συμπληρώσει την εν λόγω βάση δεδομένων με επιστημονικές εκθέσεις παρακολούθησης, οι οποίες, με βάση τις υποθέσεις που έχουν καταγραφεί στην τράπεζα δεδομένων, διατυπώνουν συγκεκριμένες συστάσεις για τη λήψη μέτρων προκειμένου να βελτιωθεί η επιβολή του νόμου· καλεί επιπλέον την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει την εν λόγω βάση δεδομένων για τη δημιουργία ενός ιστότοπου που θα αποτελεί "ενιαίο σημείο πρόσβασης" από το οποίο τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι καταναλωτές θα μπορούν να αποκτούν πληροφορίες σχετικά με τη νομοθεσία που ισχύει στα κράτη μέλη·

21.   ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να οργανώσουν ενημερωτικές εκστρατείες προκειμένου να αυξηθεί η επίγνωση των καταναλωτών για τα δικαιώματά τους, προσφέροντάς τους μεγαλύτερη προστασία από τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και από πρακτικές παραπλανητικής συγκριτικής διαφήμισης·

22.   επισημαίνει ότι η παρακολούθηση της μεταφοράς, της εφαρμογής και της επιβολής απαιτεί σημαντικούς πόρους· θεωρεί, για τον λόγο αυτό, ότι θα πρέπει να διατεθούν στην Επιτροπή επαρκείς ανθρώπινοι πόροι για τον πιο αποτελεσματικό έλεγχο της εφαρμογής·

23.   καλεί τα κράτη μέλη να παρέχουν επαρκή καθοδήγηση στις εταιρείες σε εθνικό επίπεδο· επισημαίνει ως βέλτιστη πρακτική τον οδηγό με τίτλο "Consumer Protection from Unfair Trading Regulations: a basic guide for business" (Προστασία των καταναλωτών από αθέμιτους εμπορικούς κανονισμούς: ένας βασικός οδηγός για τις επιχειρήσεις) που δημοσίευσε το βρετανικό υπουργείο εμπορίου, επιχειρηματικότητας και κανονιστικής μεταρρύθμισης σε συνεργασία με τη βρετανική υπηρεσία για τις θεμιτές εμπορικές πρακτικές·

24.   επιμένει στην εμπρόθεσμη υποβολή από την Επιτροπή, έως τις 12 Ιουνίου 2011, μιας εμπεριστατωμένης έκθεσης εφαρμογής, σύμφωνα με το άρθρο 18 της οδηγίας ΑΕΠ, η οποία θα ενσωματώνει την κτηθείσα εμπειρία από την οδηγία ΠΣΔ·

o
o   o

25.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.

(1) ΕΕ L 149, 11.6.2005, σ. 22.
(2) ΕΕ L 376, 27.12.2006, σ. 21.
(3) ΕΕ L 290, 23.10.1997, σ. 18.
(4) ΕΕ L 250, 19.9.1984, σ. 17.
(5) ΕΕ L 364, 9.12.2004, σ. 1.
(6) ΕΕ L 166, 11.6.1998, σ. 51.
(7) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0608.
(8) ΕΕ C 321, 31.12.2003, σ. 1.


Η ΚΑΠ και η προσέγγιση διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα
PDF 298kWORD 81k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την ΚΑΠ και την προσέγγιση διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα (2008/2178(INI))
P6_TA(2009)0009A6-0485/2008

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982,

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής(1) (ΚΑΠ),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Ο ρόλος της ΚΑΠ στην εφαρμογή μιας προσέγγισης διαχείρισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος με βάση το οικοσύστημα" (COM(2008)0187),

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Γεωργίας και Αλιείας της 29ης και 30ής Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με την προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (A6-0485/2008),

Α.   λαμβάνοντας υπόψη ότι σε κάθε γεωγραφική περιοχή όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί (άνθρωποι, φυτά, ζώα και μικροοργανισμοί), το φυσικό περιβάλλον τους (το έδαφος, το νερό και ο αέρας) και οι φυσικοί κύκλοι που τους συντηρούν είναι στοιχεία αλληλένδετα,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εξελίξεις, οι αλληλεπιδράσεις και οι αλλαγές στο εσωτερικό αυτών των οικοσυστημάτων έχουν άμεσες και συχνά ανεπιθύμητες ή απρόβλεπτες επιπτώσεις στα άλλα στοιχεία τόσο εντός όσο και εκτός του συστήματος και, παρομοίως, οι εξελίξεις που σημειώνονται εκτός του συστήματος μπορούν να έχουν άμεσο αντίκτυπο στο σύστημα,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι μια προσέγγιση διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα προσφέρει επί του παρόντος την καλύτερη βάση για ένα συνολικό σύστημα διαχείρισης και λήψης αποφάσεων το οποίο θα λαμβάνει υπόψη όλα τα εμπλεκόμενα και ενδιαφερόμενα μέρη και στοιχεία, τις απαιτήσεις και τις ανάγκες τους, καθώς και τις μελλοντικές επιπτώσεις στο σύστημα και τις αλληλεπιδράσεις του,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία της αλιείας στα ύδατα της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ) κάθε κράτους μέλους για την κυριαρχία και την ανεξαρτησία του, ιδίως σε επισιτιστικό επίπεδο,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η γνώση που διαθέτουμε για τους ωκεανούς και για τους παράγοντες που τους επηρεάζουν είναι ακόμη περιορισμένη, αλλά είναι ωστόσο αρκετή ώστε να γνωρίζουμε ότι πολλά αλιευτικά αποθέματα, τόσο εμπορικά όσο και μη εμπορικά, εξαντλούνται στην ΕΕ και αλλού, και ότι, ενώ αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, τις περισσότερες φορές η κυριότερη αιτία είναι η υπεραλίευση,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιστημονική έρευνα σχετικά με τη βιωσιμότητα των αλιευτικών πόρων προϋποθέτει την άρση οποιωνδήποτε προκαταλήψεων και ότι, συνεπώς, η πρόταση για μια ανάλυση της αξιολόγησης των αλιευτικών πόρων με βάση το οικοσύστημα θα είναι πράγματι οικοσυστημική μόνο αν στηρίζεται σε έγκυρα επιστημονικά δεδομένα,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι μια τέτοια προσέγγιση με βάση το οικοσύστημα πρέπει να είναι δυναμική και ευέλικτη ως προς τις διαδικασίες ενημέρωσης και λήψης αποφάσεων, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης για διαρκή αναπροσαρμογή που οφείλεται στην εμφάνιση νέων επιστημονικών γνώσεων και νέων διασυνδέσεων,

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής COM(2008)0670, εξακολουθεί να παρατηρείται μεγάλος αριθμός σοβαρών και ανησυχητικών παραβιάσεων των κανόνων της ΚΑΠ, παρά τις προσπάθειες για μείωση της δυναμικότητας του κοινοτικού στόλου,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά την αξιολόγηση των αλιευτικών πόρων εξετάζεται το ζήτημα της βιωσιμότητας των αποθεμάτων, η οποία είναι θεμελιώδης για την αλιευτική δραστηριότητα και την οποία τα κράτη μέλη καλούνται να διαφυλάξουν,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη τον πρωταρχικό στόχο της αλιευτικής πολιτικής, ο οποίος έχει γίνει αποδεκτός από όλα τα κράτη μέλη που συμμετείχαν στην παγκόσμια διάσκεψη για την αειφόρο ανάπτυξη στο Γιοχάνεσμπουργκ το 2002, δηλαδή την επίτευξη της μέγιστης βιώσιμης ποσότητας αλιευμάτων,

ΙΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η έντονη μείωση των εισοδημάτων στον τομέα της αλιείας οφείλεται στην εξάντληση πολλών αλιευτικών αποθεμάτων εμπορικής αξίας, που έχει καταστήσει απαραίτητη την επιβολή περιορισμών στην αλιευτική δραστηριότητα και στη στασιμότητα/μείωση των τιμών κατά την πρώτη πώληση, η οποία συνοδεύεται από την εκθετική αύξηση των συντελεστών παραγωγής (πετρέλαιο και βενζίνη), κατάσταση που επιδεινώνεται στις χώρες στις οποίες το κόστος τους είναι υψηλότερο, ιδίως εξαιτίας της έλλειψης ή της ανεπάρκειας μέτρων στήριξης προς τον τομέα, σε σύγκριση με τα μέτρα που υιοθετούνται από άλλες χώρες,

ΙΒ.   λαμβάνοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για την έναρξη διαλόγου σχετικά με μια ενδεχόμενη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ,

1.   επικροτεί την προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την προσέγγιση διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα και υπογραμμίζει την ανάγκη η εν λόγω πρωτοβουλία να αποτελέσει συμβολή στην εξασφάλιση μιας εκμετάλλευσης των αλιευτικών πόρων που θα δημιουργεί βιώσιμες συνθήκες από κοινωνική, περιβαλλοντική και οικονομική άποψη·

2.   τονίζει την ανάγκη η προσέγγιση αυτή διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα να εξελιχθεί σε σύστημα διαχείρισης, αμοιβαίας μάθησης και έρευνας δυναμικό και ευέλικτο έτσι ώστε να ενσωματωθούν και άλλες μεταβλητές που ενδέχεται να προκύψουν μελλοντικά από απρόβλεπτους παράγοντες επιρροής ή άλλους επιστημονικούς κλάδους·

3.   καλεί, σε αυτό το πλαίσιο, την Επιτροπή να συμπεριλάβει στις μεθόδους της πρότασής της και εργαλεία που θα επιτρέπουν την αμοιβαία ανταλλαγή πληροφοριών και δεδομένων και μια αδιάλειπτη διαδικασία μάθησης για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ούτως ώστε η προσέγγιση με βάση το οικοσύστημα να αναπτυχθεί περαιτέρω από όλους και με στόχο να φανεί και να αποδειχθεί το όφελος για όλους·

4.   υπενθυμίζει ότι η αλιεία αποτελεί θεμελιώδη δραστηριότητα για τη διασφάλιση της σίτισης και της επιβίωσης των ανθρώπων και θεωρεί ότι αυτός είναι ο πρωταρχικός στόχος κάθε αλιευτικής πολιτικής·

5.   εφιστά την προσοχή στη νευραλγική σημασία που έχει ο τομέας της αλιείας για κάποιες παράκτιες κοινότητες της ΕΕ από οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική άποψη·

6.   επαναλαμβάνει ότι η ΚΑΠ οφείλει να προωθεί τον εκσυγχρονισμό και την αειφόρο ανάπτυξη του τομέα της αλιείας, διασφαλίζοντας την κοινωνικοοικονομική βιωσιμότητά του και την αειφορία των αλιευτικών πόρων και παρέχοντας εγγυήσεις για τον εφοδιασμό των κρατών σε αλιεύματα και για την επισιτιστική κυριαρχία και ασφάλεια, για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των αλιέων·

7.   θεωρεί ότι κάθε αλιευτική πολιτική θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της μια πλειάδα διαστάσεων –κοινωνικών, περιβαλλοντικών, οικονομικών– που απαιτούν ολοκληρωμένη και ισόρροπη προσέγγιση, ασύμβατη με μια θεώρηση που τις ιεραρχεί σύμφωνα με έναν a priori ορισμό προτεραιοτήτων·

8.   υπογραμμίζει ότι, έχοντας υπόψη τους ίδιους στόχους της, η ΚΑΠ δεν πρέπει να υπόκειται σε άλλες κοινοτικές πολιτικές οι οποίες έχουν καθοριστεί στο μεταξύ· θεωρεί, αντιθέτως, ότι οι τελευταίες οφείλουν να διαφυλάξουν και να ενσωματώσουν τους στόχους της αλιευτικής πολιτικής·

9.   τονίζει ότι η αειφόρος ανάπτυξη μιας δεδομένης παράκτιας περιοχής απαιτεί την αξιοποίηση της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στις περιβαλλοντικές, φυσικές και ανθρώπινες συνιστώσες της και την προώθηση της ποιότητας ζωής των αλιευτικών κοινοτήτων της· επαναβεβαιώνει ότι μια πολιτική για την αλιεία θα πρέπει να στηρίζεται στην αλληλεξάρτηση ανάμεσα στην ευημερία των αλιευτικών κοινοτήτων και στη βιωσιμότητα των οικοσυστημάτων των οποίων συνιστούν αναπόσπαστα μέρη·

10.   τονίζει ότι, υπό αυτήν την έννοια, είναι αναγκαία η αναγνώριση της ιδιαιτερότητας και της σημασίας της παράκτιας αλιείας μικρής κλίμακας και της παραδοσιακής αλιείας·

11.   υπογραμμίζει, συνεπώς, ότι η συνέχιση της ικανοποίησης των επισιτιστικών αναγκών κάθε κράτους μέλους, η διασφάλιση της βιωσιμότητας του στρατηγικού τομέα της αλιείας και των αλιευτικών κοινοτήτων και η διατήρηση της βιωσιμότητας των θαλάσσιων οικοσυστημάτων δεν αποτελούν ασυμβίβαστους στόχους·

12.   θεωρεί ότι, για τη διατήρηση των αλιευτικών αποθεμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, χρειάζεται επίσης να τεθούν ανώτατα όρια στον αριθμό των ημερών κατά τις οποίες οι αλιείς θα μπορούν να παραμείνουν στη θάλασσα·

13.   επισημαίνει ότι η εφαρμογή μιας προσέγγισης διαχείρισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος με βάση το οικοσύστημα επιβάλλει, απαραιτήτως, μια πολυεπιστημονική και διατομεακή δράση που θα ενσωματώνει τα διάφορα μέτρα και τις πολιτικές που έχουν αντίκτυπο στα θαλάσσια οικοσυστήματα –που υπερβαίνουν κατά πολύ και υπερέχουν των πολιτικών που έχουν υιοθετηθεί στον τομέα της αλιείας– χωρίς την οποία δεν θα είναι δυνατή η επίτευξη των στόχων της εν λόγω προσέγγισης·

14.   επαναλαμβάνει την ανάγκη που υπάρχει για τη μελέτη και έγκριση μέτρων που αφορούν πλειάδα παραγόντων με έντονο αντίκτυπο στη βιωσιμότητα των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και στην κατάσταση των αλιευτικών πόρων και, κατά συνέπεια, στην αλιευτική δραστηριότητα, όπως είναι η παράκτια ρύπανση και η ρύπανση της ανοιχτής θάλασσας, τα βιομηχανικά και γεωργικά λύματα, η μεταβολή της ροής των ποταμών, η βυθοκόρηση, η λιμενική δραστηριότητα, οι θαλάσσιες μεταφορές και ο τουρισμός·

15.   υπογραμμίζει ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των διαφόρων θαλάσσιων περιοχών και των αντίστοιχων αλιευτικών πόρων, καθώς επίσης μεταξύ των διαφόρων στόλων και των αλιευτικών μέσων που χρησιμοποιούνται και του αντικτύπου τους στα οικοσυστήματα, γεγονός που απαιτεί την επιβολή διαφοροποιημένων, συγκεκριμένων και κατάλληλων προς κάθε χρήση μέτρων διαχείρισης της αλιείας, όπως π.χ. τεχνικές τροποποιήσεις στα δίχτυα, κλείσιμο ορισμένων περιοχών αλιείας και μείωση της αλιευτικής προσπάθειας·

16.   εμμένει στην ανάγκη για εφαρμογή μηχανισμών επιδότησης ή αποζημίωσης προς τους αλιείς που έχουν πληγεί από τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις των πολυετών σχεδίων ανασύστασης και διαχείρισης, καθώς και για την εφαρμογή μέτρων για την προστασία των οικοσυστημάτων·

17.   επισημαίνει ότι η εφαρμογή, απαραίτητα προοδευτική, μιας συνολικής, διεπιστημονικής και διατομεακής προσέγγισης διαχείρισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος απαιτεί τη διαρκή βελτίωση και εμβάθυνση της επιστημονικής γνώσης, προκειμένου να διασφαλίσει τη λήψη μέτρων που στηρίζονται σε έγκυρα επιστημονικά δεδομένα·

18.   εφιστά την προσοχή της Επιτροπής στην ανάγκη να συμπεριληφθεί ο τομέας της αλιείας σε ένα αμιγώς διατομεακό σχέδιο για τη διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας-πλαίσιο για τη "θαλάσσια στρατηγική"(2), τον περιβαλλοντικό πυλώνα της νέας ευρωπαϊκής θαλάσσιας πολιτικής·

19.   υπογραμμίζει ότι η επιστημονική έρευνα για την αλιεία αποτελεί απαραίτητο εργαλείο για τη διαχείριση της αλιείας, αναγκαίο για τον εντοπισμό των παραγόντων που επηρεάζουν την εξέλιξη των αλιευτικών πόρων, για την ποιοτική αξιολόγησή τους και για την ανάπτυξη προτύπων που επιτρέπουν την πρόβλεψη της εξέλιξής τους, καθώς επίσης και για τη βελτίωση των αλιευτικών μέσων, των σκαφών, των συνθηκών εργασίας και της ασφάλειας των αλιέων, από κοινού με τις γνώσεις και την εμπειρία αυτών των τελευταίων·

20.   εισηγείται τη διεξαγωγή επιστημονικών μελετών που θα επιτρέψουν τον προσδιορισμό της αναδιανομής των θαλάσσιων ειδών που εκμεταλλεύεται ο τομέας της αλιείας εξαιτίας του αντικτύπου της πρόσφατης αλλαγής των φυσικών και χημικών παραμέτρων των υδάτων λόγω της κλιματικής αλλαγής· θεωρεί ότι αυτές οι μελέτες θα πρέπει να αποτελέσουν τη βάση για την αναδιαμόρφωση ορισμένων υφιστάμενων σχεδίων αποκατάστασης των αποθεμάτων, όπως για παράδειγμα το σχέδιο αποκατάστασης για το μερλούκιο του Νότου και την καραβίδα στα ανοιχτά των ακτών της Ιβηρικής Χερσονήσου·

21.   εφιστά την προσοχή στην ανάγκη ανάπτυξης ερευνητικών έργων για τις υδατοκαλλιέργειες έτσι ώστε να αναπληρωθούν τα αποθέματα των ειδών που απειλούνται περισσότερο·

22.   θεωρεί ότι, σε αυτό το πλαίσιο, είναι αναγκαία η επένδυση στην κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού, η διάθεση επαρκών οικονομικών μέσων και η προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των διάφορων δημόσιων οργανισμών των κρατών μελών·

23.   επισημαίνει ότι η επιστημονική έρευνα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές συνιστώσες της αλιευτικής δραστηριότητας· θεωρεί αναγκαία την αξιολόγηση του αντικτύπου των διαφορετικών συστημάτων/μέσων διαχείρισης της αλιείας στην απασχόληση και στο εισόδημα των αλιευτικών κοινοτήτων·

24.   επισημαίνει ότι πρώτο και κύριο έργο της διαχείρισης της αλιείας, ως δραστηριότητας που εκμεταλλεύεται πόρους με δυνατότητα αυτοανανέωσης, είναι ο έλεγχος (άμεσος ή έμμεσος) του συνόλου της αλιευτικής προσπάθειας, κατά τρόπον ώστε να επιτυγχάνεται ο στόχος της προαναφερθείσας παγκόσμιας διάσκεψης του Γιοχάνεσμπουργκ του 2002·

25.   προτρέπει την Επιτροπή να επανεξετάσει το υφιστάμενο σύστημα των συνολικών επιτρεπόμενων αλιευμάτων (ΣΕΑ) και των ποσοστώσεων ως το βασικό μέσο για τη διαχείριση των θαλάσσιων πόρων καθώς και τη χρησιμότητά του, δεδομένων των υφιστάμενων αλιευτικών περιορισμών·

26.   προτρέπει την Επιτροπή να εφαρμόζει πιο ανοικτά συστήματα ελέγχου και εποπτείας σε ό, τι αφορά τις εκφορτώσεις αλιευμάτων, τα παράνομα αλιεύματα και την απόρριψη των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων στη θάλασσα·

27.   θεωρεί τα προαναφερθέντα μέτρα θεμελιώδους σημασίας για την ακριβή εκτίμηση της κατάστασης των αλιευτικών πόρων από τους αρμόδιους επιστημονικούς φορείς·

28.   αναγνωρίζει ότι τα υπάρχοντα μέσα διαχείρισης της αλιείας, τα οποία βασίζονται στα ΣΕΑ, επιδρούν άμεσα στα αλιεύματα και έμμεσα στην αλιευτική προσπάθεια· τονίζει, εξάλλου, ότι απαιτείται έλεγχος της αλιευτικής προσπάθειας προκειμένου η μέθοδος αυτή να λειτουργεί με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο· παροτρύνει την Επιτροπή να μελετήσει διάφορα μέσα διαχείρισης των αλιευτικών πόρων, διασφαλίζοντας ότι δεν θα τροποποιηθούν τα υφιστάμενα μέσα όσο δεν θα υπάρχει εναλλακτική λύση η οποία θα εξασφαλίζει καταλληλότερη διαχείριση των πόρων·

29.   υπογραμμίζει ότι η κατανομή των ΣΕΑ μεταξύ των αλιευτικών στόλων και των αλιευτικών μέσων, στο πλαίσιο της αρχής της σταθερότητας, εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα κάθε κράτους μέλους· θεωρεί ότι η κατανομή των ποσοστώσεων σε κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη το είδος των αλιευτικών μέσων (τράτα και άλλα) και τα συναφή αλιεύματα·

30.   εκφράζει βαθιά ανησυχία όσον αφορά το ενδεχόμενο τυχόν τροποποίησης της ΚΑΠ που να προωθεί τη συγκέντρωση της αλιευτικής δραστηριότητας, κυρίως ως προς το δικαίωμα πρόσβασης στους πόρους·

31.   επισημαίνει ότι η μείωση και η συγκέντρωση ποσοστώσεων σε ορισμένους παράγοντες δεν σημαίνει κατ' ανάγκη και μείωση της αλιευτικής προσπάθειας, παρά μόνο τη συγκέντρωση της εκμετάλλευσης των αλιευτικών πόρων·

32.   επικροτεί τη θετική διάκριση σχετικά με την ενίσχυση για την ανανέωση του στόλου σε ορισμένες εξόχως απόκεντρες περιφέρειες της ΕΕ (ΕΑΠ) και θεωρεί εξαιρετικά σημαντικό η συγκεκριμένη ενίσχυση να διατηρηθεί και μετά το τέλος του τρέχοντος δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013 έτσι ώστε να καταστεί δυνατόν, ακόμα και μετά τη συγκεκριμένη περίοδο, να διασφαλιστεί μια μορφή αλιείας που θα είναι βιώσιμη και φιλική προς το περιβάλλον·

33.   θεωρεί επιτακτική τη διατήρηση της παρέκκλισης πρόσβασης στα χωρικά ύδατα, στο ελάχιστο, έως τα 12 μίλια, ως μέσο προώθησης της βιωσιμότητας των παράκτιων θαλάσσιων οικοσυστημάτων, των παραδοσιακών δραστηριοτήτων αλιείας και της επιβίωσης των αλιευτικών κοινοτήτων· ζητεί να αποκτήσει η εν λόγω παρέκκλιση μόνιμο χαρακτήρα·

34.   ζητεί η περιοχή που αντιστοιχεί στις ΑΟΖ (αποκλειστικές οικονομικές ζώνες) των ΕΑΠ να θεωρηθεί "ζώνη αποκλειστικής πρόσβασης" η οποία θα διαθέτει μόνιμο χαρακτήρα, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, της αλιευτικής δραστηριότητας και των τοπικών αλιευτικών κοινοτήτων·

35.   θεωρεί ανάρμοστη την ενιαία μέτρηση της αλιευτικής προσπάθειας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ποικιλομορφία των αλιευτικών στόλων και των αλιευτικών μέσων· θεωρεί ότι ο έλεγχος της αλιευτικής προσπάθειας οφείλει να λαμβάνει υπόψη τα διάφορα είδη, τα διάφορα αλιευτικά μέσα και τον εκτιμώμενο αντίκτυπο των αλιευμάτων επί των αποθεμάτων του κάθε είδους·

36.   θεωρεί ότι η έμφαση που δίδεται στην αλιευτική προσπάθεια, που βασίζεται σε kw/ημέρα έχει νόημα μόνο στην περίπτωση της αλιείας με τράτα, ενώ είναι άχρηστη στις περιπτώσεις αλιείας με άλλα μέσα·

37.   θεωρεί ότι οι χωρικοί περιορισμοί (κλειστές ή προστατευόμενες περιοχές, όπως οι προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές) πρέπει να στηρίζονται σε μια πολυεπιστημονική βάση, ιδίως όσον αφορά την επιρροή των ποικίλων δραστηριοτήτων και των διαφόρων παραγόντων που έχουν πραγματικό αντίκτυπο στα οικοσυστήματα, καθώς και όσον αφορά τα πραγματικά οφέλη της δημιουργίας τους, η οποία θα περιλαμβάνει ειδικές ενδελεχείς μελέτες σχετικά με τον περιβαλλοντικό και κοινωνικοοικονομικό τους αντίκτυπο στις αλιευτικές κοινότητες·

38.   διαπιστώνει ότι ο περιορισμός της αλιευτικής ικανότητας πραγματοποιήθηκε αρχικά μέσω της προώθησης ενός συστήματος οριστικής παύσης των αλιευτικών δραστηριοτήτων των πλοίων, το οποίο όμως δεν έχει ενιαία εφαρμογή στα διάφορα κράτη μέλη· υπογραμμίζει, ως εκ τούτου, ότι η αντιπαραβολή των διαφορετικών εθνικών στόλων προς τους αλιευτικούς πόρους οφείλει να λάβει υπόψη τη μείωση της αλιευτικής προσπάθειας που έχει ήδη συντελεστεί·

39.   θεωρεί ακατάλληλη και αδικαιολόγητη μια πολιτική που ενθαρρύνει μια αδιαφοροποίητη παύση των αλιευτικών δραστηριοτήτων των πλοίων χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες των στόλων, τους αλιευτικούς πόρους, τις καταναλωτικές ανάγκες κάθε κράτους μέλους και τον κοινωνικοοικονομικό τους αντίκτυπο·

40.   εκτιμά, ως εκ τούτου, ότι ένας από τους πρώτους στόχους που πρέπει να υλοποιηθούν στο πλαίσιο της διαχείρισης της αλιείας είναι η επιστημονική εκτίμηση εάν υπάρχουν, και ποιοι είναι, οι αλιευτικοί στόλοι των οποίων η δραστηριότητα έχει προσλάβει υπερβολικές διαστάσεις και οι πόροι οι οποίοι υφίστανται αλόγιστη εκμετάλλευση, προκειμένου να υιοθετηθούν κατάλληλα ειδικά μέτρα·

41.   σημειώνει ότι η προληπτική προσέγγιση στη διαχείριση της αλιείας ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου ως "η έλλειψη κατάλληλων επιστημονικών πληροφοριών δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως λόγος για την αναβολή ή την παράλειψη λήψης διαχειριστικών μέτρων για τη διατήρηση ειδών-στόχων, συναφών ή εξαρτώμενων ειδών ή ειδών που δεν αποτελούν στόχο της αλιείας, καθώς και του περιβάλλοντός τους'·

42.   επαναβεβαιώνει τη σημασία της άσκησης ελέγχου στη διαχείριση της αλιείας, για την οποία είναι αρμόδια τα κράτη μέλη·

43.   ζητεί στήριξη για την εγκατάσταση και τον εκσυγχρονισμό των μέσων επιτήρησης, εποπτείας και ελέγχου των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών από τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη τον αγώνα κατά της παράνομης, αδήλωτης και ανεξέλεγκτης αλιείας, την ενίσχυση της ασφάλειας στη θάλασσα και τη διατήρηση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων·

44.   θεωρεί αναγκαία την εφαρμογή των μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί για την εξάλειψη της παράνομης, αδήλωτης και ανεξέλεγκτης αλιείας και ζητεί από τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τους μηχανισμούς ελέγχου τους·

45.   καλεί την Επιτροπή να προτείνει μέτρα προκειμένου να εφαρμοστούν στα εισαγόμενα προϊόντα αλιείας, τα οποία διακινούνται στην εσωτερική αγορά, οι ίδιες προϋποθέσεις που ισχύουν για τα προϊόντα αλιείας στα διάφορα κράτη μέλη·

46.   επαναλαμβάνει την ανάγκη για διαρκή βελτίωση των αλιευτικών μέσων με σκοπό την τελειοποίηση της επιλεκτικότητας, γεγονός που θα αποτελέσει σημαντικό παράγοντα προκειμένου να περιοριστούν τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα και ο αντίκτυπός τους στο περιβάλλον· καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει συγκεκριμένα μέσα πολιτικής που θα ενθαρρύνουν τους αλιείς να λαμβάνουν όλα τα διαθέσιμα μέτρα για τη μέγιστη δυνατή μείωση των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων τους·

47.   θεωρεί ότι η εισαγωγή των βιομηχανικών αλιευτικών εργαλείων προκάλεσε αύξηση της θνησιμότητας από την αλιεία, γεγονός που επέφερε την ανάγκη άσκησης ελέγχου επί των μέσων αυτών χωριστά, του οποίου παραδείγματα που πρέπει να διατηρηθούν είναι οι περιορισμοί που έχουν επιβληθεί σε ό, τι αφορά την αλιευτική περιοχή (εγγύτητα ή απομάκρυνση από την ακτή)·

48.   προτρέπει την Επιτροπή να προωθήσει περισσότερο οικολογικές αλιευτικές πρακτικές μέσω της χρήσης περισσότερο επιλεκτικών αλιευτικών τεχνικών που θα επιτρέπουν τον περιορισμό τόσο των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων όσο και της κατανάλωσης καυσίμων κατά τη διάρκεια των αλιευτικών περιόδων·

49.   καλεί την Επιτροπή να επιταχύνει κατά το δυνατόν τη διαδικασία της οικολογικής πιστοποίησης των αλιευμάτων, έτσι ώστε να προαχθεί μια καθαρότερη και περισσότερο φιλική προς το περιβάλλον αλιεία·

50.   υπογραμμίζει ότι η ανάμειξη του τομέα της αλιείας στον προσδιορισμό, την εφαρμογή και την αξιολόγηση των διαφόρων μέτρων στο πλαίσιο της ΚΑΠ είναι θεμελιώδης για την υιοθέτηση καταλληλότερων και αποτελεσματικότερων πολιτικών·

51.   επισημαίνει ότι τα περιφερειακά γνωμοδοτικά συμβούλια μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΚΑΠ, δεδομένου ότι περιλαμβάνουν αλιείς και ερευνητές υπεύθυνους για την αξιολόγηση των αλιευτικών πόρων· θεωρεί ότι η λειτουργία τους πρέπει να χρηματοδοτηθεί επαρκώς·

52.   τονίζει ότι, στο πλαίσιο της περιφερειακής πολιτικής και της πολιτικής καλής γειτονίας, θα πρέπει να ενισχυθεί η συνεργασία με μη κοινοτικούς στόλους που εκμεταλλεύονται διαμοιραζόμενα αποθέματα προκειμένου να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των αποθεμάτων·

53.   εμμένει στην ανάγκη στήριξης των ομάδων αλιέων και των επαγγελματικών οργανώσεων που προτίθενται να μοιραστούν την ευθύνη για την εφαρμογή της ΚΑΠ (συνδιαχείριση)·

54.   απευθύνει έκκληση για μεγαλύτερη αποκέντρωση της ΚΑΠ, η οποία θα επιτρέψει τη μεγαλύτερη συμμετοχή των αλιέων, των οργανώσεων εκπροσώπησής τους και των αλιευτικών κοινοτήτων στην ΚΑΠ και στη διαχείριση της αλιείας, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την τήρηση συνεκτικών ελάχιστων προτύπων σε όλη την Κοινότητα·

55.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.

(1) ΕΕ L 358, 31.12.2002, σ. 59.
(2) Οδηγία 2008/56/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, περί πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον (οδηγία-πλαίσιο για τη "θαλάσσια στρατηγική") (ΕΕ L 164, 25.6.2008, σ. 19).


Οδηγία πλαίσιο για την ορθολογική χρήση των φυτοφαρμάκων ***II
PDF 264kWORD 34k
Ψήφισμα
Κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης της οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των φυτοφαρμάκων (6124/2008 – C6-0323/2008 – 2006/0132(COD))
P6_TA(2009)0010A6-0443/2008

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (6124/2008 – C6-0323/2008)(1),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση(2) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2006)0373),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 62 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A6-0443/2008),

1.   εγκρίνει την κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 13 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των φυτοφαρμάκων

P6_TC2-COD(2006)0132


(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε δεύτερη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία ....)

(1) ΕΕ C 254 Ε, 7.10.2008, σ. 1.
(2) ΕΕ C 263 Ε, 16.10.2008, σ. 157.


Διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά ***II
PDF 262kWORD 70k
Ψήφισμα
Κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης του κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (11119/8/2008 – C6-0326/2008 – 2006/0136(COD))
P6_TA(2009)0011A6-0444/2008

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (11119/8/2008 – C6-0326/2008)(1),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση(2) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2006)0388),

–   έχοντας υπόψη την τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής (COM(2008)0093),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 62 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A6-0444/2008),

1.   εγκρίνει την κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 13 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου

P6_TC2-COD(2006)0136


(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε δεύτερη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. ....)

(1) ΕΕ C 266 Ε, 21.10.2008, σ. 1.
(2) ΕΕ C 263 Ε, 16.10.2008, σ. 181.


Συντονισμός των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων όσον αφορά ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (αναδιατύπωση) ***I
PDF 271kWORD 62k
Ψήφισμα
Κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (αναδιατύπωση) (COM(2008)0458 – C6-0287/2008 – 2008/0153(COD))
P6_TA(2009)0012A6-0497/2008

(Διαδικασία συναπόφασης: αναδιατύπωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0458),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 47, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0287/2008),

–   έχοντας υπόψη τη Διοργανική Συμφωνία, της 28ης Νοεμβρίου 2001, για μια πλέον συστηματοποιημένη χρήση της τεχνικής της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(1),

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 80α και 51 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0497/2008),

A.   εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην εκείνων που προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων των προηγούμενων πράξεων μαζί με τις τροποποιήσεις αυτές, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους,

1.   εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως έχει προσαρμοστεί στις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής και όπως τροποποιείται κατωτέρω·

2.   ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (αναδιατύπωση)

P6_TC1-COD(2008)0153


(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2009/65/ΕΚ.)

(1) ΕΕ C 77, 28.3.2002, σ.1.


Τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ 2007-2008
PDF 404kWORD 111k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ 2007-2008 (2008/2244(INI))
P6_TA(2009)0013A6-0507/2008

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 24ης Ιουνίου 2008 με τίτλο "Τα Δημόσια Οικονομικά στην ΟΝΕ - 2008 – Ο ρόλος της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών στο πλαίσιο διακυβέρνησης της ΕΕ" (COM(2008)0387),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 13ης Ιουνίου 2007 με τίτλο "Τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ - 2007 – Εξασφαλίζοντας την αποτελεσματικότητα του προληπτικού σκέλους του ΣΣΑ" (COM(2007)0316),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 7ης Μαΐου 2008 με τίτλο "EMU@10: επιτυχίες και προκλήσεις μετά από δέκα έτη λειτουργίας της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης" (COM(2008)0238),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Απριλίου 2007 σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ κατά το 2006(1),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 22ας Φεβρουαρίου 2005 σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ - 2004(2),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 12ης Ιουλίου 2007 σχετικά με την ετήσια έκθεση 2007 για την ευρωζώνη(3),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Νοεμβρίου 2006 σχετικά με την ετήσια έκθεση του 2006 για την ευρωζώνη(4),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη συμβολή στο Εαρινό Συμβούλιο του 2008 όσον αφορά τη στρατηγική της Λισαβόνας(5),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με το ευρωπαϊκό συμφέρον: Επιτυχία στην εποχή της παγκοσμιοποίησης(6),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Φεβρουαρίου 2007 σχετικά με την κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας: προπαρασκευαστική έκθεση για τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών για το 2007(7),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 25ης Οκτωβρίου 2005 με τίτλο "Η Συμβολή των Φορολογικών και Τελωνειακών Πολιτικών στη Στρατηγική της Λισαβόνας (COM(2005)0532) και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 2007 για το ίδιο θέμα(8),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 3ης Ιουλίου 2003 σχετικά με το gender budgeting – κατάρτιση των κρατικών προϋπολογισμών με γνώμονα το φύλο(9),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τον συντονισμό της οικονομικής πολιτικής κατά το τρίτο στάδιο της ΟΝΕ και για τα άρθρα 109 και 109 Β της Συνθήκης ΕΚ, που προσαρτήθηκε στα συμπεράσματα της Προεδρίας μετά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο Λουξεμβούργο στις 12 και 13 Δεκεμβρίου 1997,

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας μετά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 2008 και τα συμπεράσματα της έκτακτης συνόδου του Συμβουλίου (Ecofin) στις 16 Δεκεμβρίου 2008 όσον αφορά τη διαχείριση της χρηματοοικονομικής κρίσης,

   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου (ECOFIN) της 4ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με διεθνείς πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής κρίσης και με την προετοιμασία της παγκόσμιας διάσκεψης για την κρίση αυτή,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 29ης Οκτωβρίου 2008 με τίτλο "Από τη χρηματοπιστωτική κρίση στην ανάκαμψη: Ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο δράσης" (COM(2008)0706),

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας μετά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες στις 15 και 16 Οκτωβρίου 2008, σχετικά με την ενίσχυση του κανονιστικού καθεστώτος και την παρακολούθηση των χρηματοπιστωτικών αγορών,

–   έχοντας υπόψη τη συνεδρίαση των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της ευρωζώνης της 12ης Οκτωβρίου 2008 με σκοπό τη θέσπιση ενός σχεδίου συντονισμένης διάσωσης για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης,

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου (ECOFIN) της 7ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με τις άμεσες αντιδράσεις στις χρηματοπιστωτικές αναταραχές, και το ψήφισμά του Κοινοβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2008 σχετικά με τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 2008(10),

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου (ECOFIN) της 14ης Μαΐου 2008 σχετικά με τη μελλοντική αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα των κοινωνικών δαπανών και τον τρόπο προόδου επί της ανάλυσης της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών,

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου (ECOFIN) της 9ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών: Εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης,

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου (ECOFIN) της 10ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (A6-0507/2008),

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ποιότητα των δημοσίων οικονομικών με στόχο τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης αποτελεί δέσμευσή μας απέναντι στις μελλοντικές γενιές και ότι τούτο είναι ιδιαίτερα σημαντικό στην παρούσα φάση της έντονης αναταραχής των αγορών,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη την αναγκαιότητα ανάπτυξης συντονισμένων ποιοτικών δημοσιονομικών πολιτικών σε κοινοτικό επίπεδο, και ειδικότερα στην ευρωζώνη, οι οποίες θα εκπονούνται και θα αξιολογούνται βάσει κοινών ομοιογενών μηχανισμών και θα έχουν ως στόχο την υποστήριξη της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης για να ανταποκριθούν στις προκλήσεις των δημογραφικών αλλαγών, της παγκοσμιοποίησης και των κλιματικών αλλαγών,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα δημόσια οικονομικά έχουν ως στόχο την υποστήριξη του μακροοικονομικού πλαισίου, την παροχή δημόσιων υπηρεσιών και αγαθών και την εξισορρόπηση των αδυναμιών της αγοράς, καθώς και τους εξωτερικούς αντικτύπους,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα εννοιολογικό και λειτουργικό πλαίσιο ποιοτικών δημόσιων οικονομικών με στόχο την ανάπτυξη, καθώς και η επιλογή της ανάπτυξης ως τελικού σημείου αναφοράς για την αξιολόγηση των ποιοτικών δημόσιων οικονομικών, δεν μπορούν να μην συνδέονται με την άποψη ότι οι δημοσιονομικές πολιτικές και οι δημόσιες δαπάνες των κρατών μελών θα πρέπει να είναι προσανατολισμένες στη διατήρηση και στην ανανέωση του κοινωνικού κράτους, την ασφαλιστική κάλυψη και την κοινωνική ασφάλιση και την αναδιανομή των πόρων,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το χαμηλό ύψος των δημόσιων επενδύσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (κάτω από το 3 % του ΑΕγχΠ) και η διασπορά τους έχουν αρνητικές συνέπειες για τον στόχο της βιώσιμης και μακροπρόθεσμης ανάπτυξης, η οποία, αντιθέτως, απαιτεί δημόσιες δαπάνες με σαφείς στόχους και καθορισμένες βάσει προτεραιοτήτων,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη και τη σκοπιμότητα της εφαρμογής των θεμάτων που αφορούν τα δύο φύλα στην ανάλυση, την αξιολόγηση και τις προοπτικές βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών,

Αλλαγές της οικονομικής τάσης κατά τη διάρκεια του 2007/2008 - οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση και μελλοντικές προοπτικές

1.   διαπιστώνει ότι, από την ανάλυση της κατάστασης των δημόσιων οικονομικών για το 2007 και το πρώτο μέρος του 2008, προκύπτει με σαφήνεια η αλλαγή της οικονομικής τάσης και σημειώνει ότι οι τελευταίες προβλέψεις επιβεβαιώνουν μια πορεία προς την ύφεση, παράλληλα με συνεχή χαμηλότερα ποσοστά πληθωρισμού και εντεινόμενες εισοδηματικές ανισότητες·

2.   εκφράζει ανησυχία για τη δύσκολη σημερινή διεθνή και ευρωπαϊκή οικονομική και χρηματοπιστωτική κατάσταση, η οποία προκαλεί αστάθεια άνευ προηγουμένου, και παρατηρεί τις νέες δυναμικές που αναπτύσσονται στη σχέση δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, καθώς και τις αλλαγές της νομισματικής και οικονομικής πολιτικής, όπου οι ανεπάρκειες της αγοράς και η έλλειψη κανονισμών και παρακολούθησης, καθιστούν κρίσιμη και απαραίτητη την παρέμβαση του δημόσιου τομέα, η οποία πολλές φορές εκδηλώνεται με γενναίες κρατικοποιήσεις·

3.   επισημαίνει ότι η κρίση σε στρατηγικούς τομείς, ειδικότερα στον χρηματοπιστωτικό τομέα και στις μεταφορές, ωθούν στην επένδυση δημόσιων πόρων σε εξαγορές, χωρίς να δίδεται προσοχή ώστε οι επεμβάσεις κεφαλαιακής υποστήριξης να περιορίζονται στο αναγκαίο για τη σταθερότητα και την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας και να μην ανταποκρίνονται σε καθαρά εθνικά συμφέροντα·

4.   θεωρεί αναγκαίο να προβούν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη σε κατάλληλη αξιολόγηση των επιπτώσεων που θα έχουν για τα δημόσια οικονομικά η δημόσια υποστήριξη και η συμμετοχή στη βαριά βιομηχανία και στον χρηματοπιστωτικό τομέα· θεωρεί επίσης σκόπιμο οι εν λόγω επιπτώσεις να αξιολογηθούν σε σχέση με τον ανταγωνισμό, τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και τη διατήρηση ισότιμων όρων ανταγωνισμού·

5.   επαναλαμβάνει ότι το αναθεωρημένο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) επιτρέπει ήδη την αντιμετώπιση ιδιαίτερα δύσκολων καταστάσεων και ότι η δημοσιονομική εξυγίανση και οι στόχοι που έχουν τεθεί στα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης παραμένουν θεμελιώδους σημασίας για τις προοπτικές ανάκαμψης και ανάπτυξης· υποστηρίζει πλήρως, επ' αυτού, τα συμπεράσματα της Προεδρίας μετά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 2008, όπου τονίζεται τόσο η ευελιξία όσο και η αειφορία των δημοσίων οικονομικών ώστε να επιτευχθεί ταχεία και βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη·

6.   επισημαίνει τη σημασία συντονισμένης προσέγγισης σε κοινοτικό επίπεδο για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και των φορολογικών παραδείσων –προς το συμφέρον των πολιτών, των φορολογουμένων και της δημόσιας οικονομίας– πόσο μάλλον σε περίοδο κατά την οποία η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και το ύψος του δημόσιου χρέους κινδυνεύουν να επηρεασθούν αρνητικά από τις μαζικές δημόσιες παρεμβάσεις υπέρ των μεγάλων χρηματοπιστωτικών και βιομηχανικών παραγόντων·

7.   υπογραμμίζει ότι είναι επίσης προς το συμφέρον των πολιτών, των φορολογουμένων και των δημόσιων προϋπολογισμών να καταβληθεί προσπάθεια, ώστε κάθε παρέμβαση και χρήση δημόσιων πόρων προς ενίσχυση χρηματοπιστωτικών οργανισμών να συνοδεύεται από κατάλληλη παρακολούθηση, από πραγματικές βελτιώσεις στη διαχείριση και στη συμπεριφορά της επιχείρησης ή του οργανισμού, από συγκεκριμένους περιορισμούς για τις αμοιβές των διευθυντών και τη λογοδοσία έναντι των δημόσιων αρχών· θεωρεί σκόπιμο να προωθήσει η Επιτροπή, στο πλαίσιο αυτό, κατευθυντήριες γραμμές, προκειμένου να διασφαλίζεται η συμβατή και συντονισμένη εφαρμογή των διάφορων εθνικών σχεδίων δράσης·

8.   θεωρεί ότι οι μαζικές δημόσιες παρεμβάσεις σε ορισμένα κράτη μέλη, για τη διάσωση και την υποστήριξη του τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού τομέα θα έχουν εμφανείς συνέπειες στα δημόσια οικονομικά και στο εισόδημα των πολιτών· θεωρεί, συνεπώς, αναγκαία τη σωστή και δίκαιη κατανομή του φορολογικού βάρους μεταξύ όλων των φορολογουμένων, πράγμα που προϋποθέτει, αφενός, την επιβολή του κατάλληλου επιπέδου φορολόγησης όλων των χρηματοπιστωτικών παραγόντων και, αφετέρου, τον προγραμματισμό σταδιακής και αποτελεσματικής μείωσης της φορολογικής πίεσης στα μικρομεσαία εισοδήματα και στις συντάξεις –με φοροαπαλλαγές, αναθεώρηση φορολογικών συντελεστών και επιστροφή της δημοσιονομικής απορρόφησης– έτσι ώστε να μειωθεί η φτώχεια, και όχι μόνον η ακραία, να ενισχυθεί η κατανάλωση και η αύξηση της ζήτησης, αντιμετωπίζοντας με αντικυκλικό τρόπο την τρέχουσα οικονομική κρίση, η οποία οδηγεί σε ύφεση·

9.   υπογραμμίζει ότι οι ευρωπαϊκές μακροοικονομικές πολιτικές πρέπει να ανταποκριθούν γρήγορα και συντονισμένα για να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους ύφεσης και χρηματοπιστωτικής αστάθειας· ενθαρρύνει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη –ιδίως εκείνα της ευρωζώνης– να χρησιμοποιήσουν ευφυώς και με σαφή κατεύθυνση την ευελιξία του ΣΣΑ και κατάλληλους αντικυκλικούς μηχανισμούς με στόχο τις διαρθρωτικές αλλαγές, την αποτελεσματική διάθεση των δημόσιων πόρων, τον επαναπροσδιορισμό των δημόσιων δαπανών και επενδύσεων για την ανάπτυξη σύμφωνα με τους στόχους της Λισαβόνας, με ιδιαίτερη προσοχή στον ρόλο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων·

10.   τονίζει στο πλαίσιο αυτό, την ανάγκη κοινής προσέγγισης –ιδίως στην ευρωζώνη– στις μισθολογικές πολιτικές, η οποία θα προβλέπει αυξήσεις ανάλογες του πραγματικού πληθωρισμού και ενίσχυση της παραγωγικότητας, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι φορολογικές και μισθολογικές πολιτικές αποτελούν ισχυρούς και αποτελεσματικούς μοχλούς για την ενίσχυση της κατανάλωσης, τη σταθερότητα και την οικονομική ανάπτυξη·

11.   επιδοκιμάζει τη δημιουργία μηχανισμών λήψης αποφάσεων στους οποίους η Ευρωομάδα δρα ως (κυρίαρχο) όργανο πολιτικού και οικονομικού συντονισμού για τον εντοπισμό έγκαιρων απαντήσεων και κοινών στρατηγικών, όχι μόνο για την αντιμετώπιση της οικονομικής χρηματοπιστωτικής κρίσης, αλλά και για την προαγωγή μακροοικονομικών πολιτικών και κοινών επενδύσεων, με στόχο να ενισχυθούν οι προοπτικές ανάπτυξης, να αποφευχθούν σοβαρές συνέπειες για τα δημόσια οικονομικά και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να επιτευχθεί καλύτερη ισορροπία μεταξύ της νομισματικής και της οικονομικής πολιτικής στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

12.   θεωρεί σκόπιμη τη δημιουργία υποχρεωτικού μηχανισμού διαβούλευσης και συντονισμού μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών –ιδίως των μελών της Ευρωομάδας – πριν τη θέσπιση σημαντικών οικονομικών μέτρων, κυρίως όσον αφορά διατάξεις αντιμετώπισης της αστάθειας των τιμών της ενέργειας, των πρώτων υλών και των τροφίμων·

Η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και η αποτελεσματικότητα του προληπτικού σκέλους του ΣΣΑ

13.   θεωρεί τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών αναγκαία και πρωταρχική προϋπόθεση όχι μόνο για τη σταθερότητα και την ανάπτυξη και για την διαμόρφωση των μακροοικονομικών πολιτικών, των πολιτικών απασχόλησης και των κοινωνικών και περιβαλλοντικών πολιτικών κάθε κράτους μέλους, αλλά και για τη σταθερότητα της οικονομίας και του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου που συνδέεται εγγενώς με την ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

14.   εκφράζει τη βαθιά ανησυχία του όσον αφορά τις άμεσες συνέπειες της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης στη βιωσιμότητα και στην ποιότητα των δημόσιων οικονομικών των κρατών μελών· ανησυχεί ειδικότερα για τις επιπτώσεις της εν λόγω κρίσης στην πραγματική οικονομία και στο ισοζύγιο πληρωμών των νέων κρατών μελών, τα οποία δεν είναι εντός της ευρωζώνης και υφίστανται σοβαρή μείωση των άμεσων ξένων επενδύσεων·

15.   επισημαίνει ότι τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη στον βαθμό που περιορίζουν τα περιθώρια ελιγμών των κρατών μελών κατά τις περιόδους κρίσεων· καλεί τα κράτη μέλη να καταβάλουν μεγαλύτερες προσπάθειες για τη δημοσιονομική εξυγίανση και τη μείωση του δημόσιου χρέους σε περιόδους ανάπτυξης, ως προϋπόθεση για υγιή, ανταγωνιστική και βιώσιμη ευρωπαϊκή οικονομία· υπενθυμίζει επίσης ότι οι κακοσχεδιασμένες προσπάθειες μείωσης του ελλείμματος και του δημόσιου χρέους –όπως οι γενικευμένες περικοπές των δημόσιων επενδύσεων– έχουν αρνητικές συνέπειες για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης·

16.   επισημαίνει ότι, υπό το πρίσμα των νέων διεθνών δεδομένων όπως αυτά προκύπτουν από την παρούσα χρηματοπιστωτική κρίση και την ύφεση που ήδη έχει αρχίσει να διαφαίνεται για την απασχόληση και την ανάπτυξη στην ευρωζώνη είναι δύσκολο να αποφευχθεί η διόγκωση των ελλειμμάτων· προτείνει, επομένως, τα κράτη μέλη να κάνουν χρήση της ευελιξίας που παρέχεται από το ΣΣΑ θέτοντας σαφέστερους στόχους, έτσι ώστε να ενθαρρύνεται η οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη· εφιστά την προσοχή στις δημοσιονομικές επιπτώσεις της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης και καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει τις επιπτώσεις στα δημόσια οικονομικά των κρατών μελών από τη χρήση των δημόσιων πόρων στα σχέδια διάσωσης για τα εθνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει τα κριτήρια του ΣΣΑ εντός του υφιστάμενου πλαισίου, κατά το οποίο η οικονομική ανάπτυξη είναι μικρή και πολλά κράτη μέλη βρίσκονται αντιμέτωπα με την προοπτική της ύφεσης, και ζητεί αξιολόγηση των επιπτώσεων της αύξησης του κόστους πίστωσης στο δημόσιο χρέος των κρατών μελών·

17.   διαπιστώνει τη σωστή λειτουργία του αναθεωρημένου ΣΣΑ, θεωρεί ότι το διορθωτικό σκέλος εφαρμόσθηκε ικανοποιητικά τα προηγούμενα έτη και υπογραμμίζει τη σημασία του προληπτικού σκέλους ως βασικού μέσου για τη βιωσιμότητα και τη σύγκλιση των δημοσιονομικών πολιτικών των κρατών μελών και κυρίως όσων έχουν ενταχθεί στην ευρωζώνη·

18.   συμφωνεί με τις επισημάνσεις της Επιτροπής όσον αφορά τη σημασία του προληπτικού σκέλους του ΣΣΑ, την υποστήριξη και την παρότρυνση των κρατών μελών και την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών· αναγνωρίζει ειδικότερα ότι το προληπτικό σκέλος βασίζεται στην κατάρτιση μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών πολιτικών και στον συντονισμό σε κοινοτικό επίπεδο, δεδομένου ότι η αποτελεσματική εφαρμογή απαιτεί κοινή αντίληψη για τις προκλήσεις οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ισχυρή πολιτική βούληση για την αντιμετώπισή τους με παρεμβάσεις που θα έχουν κοινή κατεύθυνση και αντικυκλικούς στόχους·

19.   υπογραμμίζει τη σημασία του μεσοπρόθεσμου στόχου (ΜΠΣ) ως ειδικού στόχου δημοσιονομικού προγραμματισμού συνδεδεμένου με την οικονομική, φορολογική και εισοδηματική πολιτική, που πρέπει να επιτευχθεί μέσω μακροοικονομικού διαλόγου, να προσαρμοστεί στη συγκεκριμένη πραγματικότητα κάθε κράτους μέλους και να καθοριστεί σε πολυετή βάση· προτρέπει τα κράτη μέλη να ενισχύσουν την αξιοπιστία και την αποδοχή του ΜΠΣ τόσο σε εθνικό επίπεδο, με μεγαλύτερη συμμετοχή των κυβερνητικών οργάνων, των εθνικών κοινοβουλίων και των κοινωνικών εταίρων (εθνική διαχείριση), όσο και σε τοπικό επίπεδο με περιφερειακή δημόσια χρηματοδότηση, καταρτίζοντας περιφερειακά ΣΣΑ και ΜΠΣ που θα λαμβάνουν υπόψη τον αντίκτυπο των τοπικών δημοσίων δαπανών και επενδύσεων στα εθνικά δημόσια οικονομικά και στις προοπτικές ανάπτυξης των διαφόρων χωρών·

20.   θεωρεί θεμελιώδους σημασίας τη συνεκτικότητα μεταξύ των πολυετών δημοσιονομικών προγραμμάτων και της κατάρτισης και εφαρμογής των ετήσιων προϋπολογισμών· καλεί τα κράτη μέλη να επιδεικνύουν μεγαλύτερη αυστηρότητα κατά την κατάρτιση των μακροοικονομικών προβλέψεων και καλύτερο συντονισμό κατά τον ορισμό των κριτηρίων, των χρονοδιαγραμμάτων και των στόχων των πολυετών πλαισίων δαπανών, προκειμένου να διασφαλισθεί μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και να επιτευχθούν καλύτερες επιδόσεις των δημοσιονομικών και μακροοικονομικών πολιτικών σε κοινοτικό επίπεδο·

21.   επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη χρειάζονται πρόσθετες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και μεγαλύτερη δημοσιονομική πειθαρχία, καθώς και αντικυκλικές φορολογικές πολιτικές, μειώνοντας τα δημοσιονομικά ελλείμματα σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης, έτσι ώστε να είναι καλύτερα προετοιμασμένα για την αντιμετώπιση των αρνητικών εξωτερικών κλυδωνισμών·

22.   υπογραμμίζει τη σημασία της κατάρτισης μακροοικονομικών σχεδίων για την αντιμετώπιση των εξωτερικών κλυδωνισμών (όπως η χρηματοπιστωτική κρίση με τα δάνεια υψηλού κινδύνου) που θα λαμβάνουν υπόψη τόσο την κατάσταση στην ευρωζώνη όσο και την κατάσταση που επικρατεί στις ανερχόμενες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

Τα δημόσια οικονομικά στο επίκεντρο ευρύτερης και πληρέστερης οικονομικής προοπτικής

23.   υπενθυμίζει ότι ο κεντρικός στόχος για υγιή και σταθερά δημόσια οικονομικά πρέπει να καθοριστεί σε σχέση με τις δεσμεύσεις του νέου ΣΣΑ και, παράλληλα, με την προοπτική ανάπτυξης, μεγέθυνσης και ανταγωνιστικότητας της στρατηγικής της Λισαβόνας, η οποία δεν απαιτεί απλώς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά και σύνθεση των δημοσίων δαπανών και δομή φορολόγησης που θα υποστηρίζουν τις επενδύσεις (σε ανθρώπινο κεφάλαιο, έρευνα και καινοτομία, εκπαίδευση και κατάρτιση, συμπεριλαμβανομένης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, υγεία, υποδομές, περιβάλλον, ασφάλεια και δικαιοσύνη) και την αναδιανομή των εσόδων αυτών με στόχο την κοινωνική συνοχή, την ανάπτυξη και την απασχόληση·

24.   υπογραμμίζει ότι είναι πολύ σημαντικό οι στόχοι σχετικά με τα δημόσια οικονομικά, οι οποίοι καθορίζονται σύμφωνα με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές του νέου κύκλου της Λισαβόνας, να συνδέουν συνεκτικά και οργανικά τα σχέδια σταθερότητας και σύγκλισης με τα εθνικά σχέδια μεταρρύθμισης και είναι πεπεισμένο ότι η προστιθέμενη αξία των υγιών ευρωπαϊκών δημόσιων οικονομικών με στόχο την ανάπτυξη πρέπει να εκδηλώνεται –ιδίως στην ευρωζώνη– μέσω ευρωπαϊκής πολιτικής δημόσιων επενδύσεων στις υποδομές η οποία θα καταρτίζεται και θα συντονίζεται βάσει κοινά αποδεκτών στόχων, και η οποία θα μπορεί να χρηματοδοτηθεί όχι μόνον από τους εθνικούς προϋπολογισμούς και (εν μέρει) από τον προϋπολογισμό της Ένωσης, αλλά και από νέους ευρωπαϊκούς χρηματοδοτικούς μηχανισμούς (όπως το Eurobond ή το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων) με σκοπό την υποστήριξη της ανάπτυξης, της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης στο διεθνές πλαίσιο·

25.   θεωρεί σκόπιμη τη δημιουργία υποχρεωτικού μηχανισμού διαβούλευσης των εθνικών κοινοβουλίων, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, για τη συντονισμένη κατάρτιση των Προγραμμάτων Σταθερότητας και Σύγκλισης, σύμφωνα με το Σύμφωνο Σταθερότητας, και των Εθνικών Προγραμμάτων Μεταρρύθμισης, σύμφωνα με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές της Λισαβόνας, έτσι ώστε να συνδέονται και να υποβάλλονται από κοινού, κατά προτίμηση το φθινόπωρο κάθε έτους·

26.   συμφωνεί με το γεγονός ότι οι δημογραφικές αλλαγές εντείνουν την ανάγκη διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ιδίως στα συνταξιοδοτικά συστήματα, στη δημόσια υγεία και τη μακροχρόνια περίθαλψη και επισημαίνει ότι θα ήταν πολύ περιοριστικό να επικεντρωθεί μόνο στη γήρανση του πληθυσμού (και στη μείωση της γεννητικότητας), χωρίς να ληφθούν υπόψη οι επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης, συμπεριλαμβανομένων των ασυγκράτητων μεταναστευτικών ρευμάτων από τις τρίτες χώρες, που δεν οφείλονται μόνο σε οικονομικούς λόγους, αλλά και στη φυγή από πολέμους και κλιματικές καταστροφές·

27.   υπενθυμίζει τη σημασία της διαμόρφωσης πολιτικών απασχόλησης και κοινωνικής ένταξης που θα καθορίζονται ανά γενιά, φύλο και πληθυσμό και θα βασίζονται στις αρχές της ευελιξίας με ασφάλεια και, συνεπώς, σε προορατικές παρεμβάσεις, στην υποστήριξη των αποδοχών και των εισοδημάτων –μέσω του κοινωνικού διαλόγου– θέτοντας στο επίκεντρο την αύξηση της παραγωγικότητας, χωρίς να παραμελούνται οι παρεμβάσεις με στόχο την προστασία των συντάξεων, καθώς οι χαμηλές συντάξεις δεν αποτελούν μόνο κοινωνικό πρόβλημα, αλλά έχουν ως αποτέλεσμα και την αύξηση των κοινωνικών δαπανών εις βάρος των δημόσιων οικονομικών·

28.   θεωρεί ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές και υπηρεσίες που εντάσσονται στις πολιτικές της στρατηγικής της Λισαβόνας, θα πρέπει να συνδέονται με τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τους μηχανισμούς παρακολούθησης, ως εγγύηση προστασίας από αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη και στα δημόσια οικονομικά· εκφράζει ανησυχία για τις επισημάνσεις χρήσης παραγώγων και νέων χρηματοοικονομικών μηχανισμών, κυρίως από τις τοπικές διοικήσεις, τα οποία μπορούν να πλήξουν τις τοπικές κοινότητες·

29.   θεωρεί αναγκαία την υιοθέτηση νέας προσέγγισης στα δημόσια οικονομικά –που θα είναι συστηματική και συντονισμένη μεταξύ των κρατών μελών και ιδίως των κρατών μελών της ευρωζώνης– η οποία θα έχει ως στόχο την υποστήριξη της μακροπρόθεσμης οικονομικής ανάπτυξης (και του δυναμικού ανάπτυξης) και ως επίκεντρο πολυδιάστατο πλαίσιο προσδιορισμού και μέτρησης της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών που θα καταστήσει ανθεκτική την ευρωπαϊκή οικονομία στους εξωτερικούς κλυδωνισμούς και θα της δώσει τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει τις δημογραφικές προκλήσεις και τον διεθνή ανταγωνισμό και να διασφαλίσει δικαιοσύνη και κοινωνική συνοχή·

Η ποιότητα των δημόσιων οικονομικών: το σκέλος των εσόδων και το σκέλος των δαπανών

30.   θεωρεί αναγκαίο να στραφούν τα κράτη μέλη σε συγκλίνουσες πολιτικές για την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών, οι οποίες θα βασίζονται σε μέθοδο αξιολόγησης που θα περιλαμβάνει δείκτες και στόχους, για την επεξεργασία και τον καθορισμό της οποίας θα συνεργάζονται το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια· θεωρεί χρήσιμη την πρόταση της Επιτροπής και εστιάζει σε σύστημα αξιολόγησης των δημοσιονομικών πολιτικών που θα επικεντρώνεται σε ειδικές πτυχές όπως η σύνθεση, η αποδοτικότητα και η αποτελεσματικότητα των δημόσιων δαπανών, η δομή και η αποτελεσματικότητα του συστήματος εσόδων, η αποτελεσματικότητα και η ποιότητα της δημόσιας διοίκησης, η χρηστή δημοσιονομική διαχείριση και μέθοδος συντονισμού για τις πολιτικές για την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών μεταξύ των κρατών μελών· ζητεί μετ" επιτάσεως καλύτερη συγκρισιμότητα των εθνικών προϋπολογισμών για την εκπλήρωση των προαναφερθέντων στόχων·

31.   ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν πολιτικές για την ποιότητα των δημοσίων οικονομικών που θα συνοδεύονται από σύστημα αξιολόγησης των δημοσιονομικών πολιτικών –όπως κατάρτιση των προϋπολογισμών βάσει επιδόσεων (PBB) - (κατά το πρότυπο του ΟΟΣΑ)– με σκοπό να αυξηθεί η ποιότητα των δημόσιων δαπανών ενισχύοντας τον δεσμό μεταξύ της διάθεσης των πόρων και των αποτελεσμάτων· θεωρεί καλό δείγμα PBB την κατάρτιση των προϋπολογισμών με γνώμονα το φύλο, μέθοδο που πρότεινε και προώθησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η οποία εφαρμόζεται ποικιλοτρόπως σε τοπικό και κεντρικό επίπεδο στα διάφορα κράτη μέλη και πρέπει να εφαρμοστεί συνεκτικότερα και σε κοινοτικό επίπεδο· ζητεί από την Επιτροπή να καθορίσει μεθόδους, κατευθυντήριες γραμμές και δείκτες PBB που θα καθιστούν δυνατή τη σύγκριση και τη σύγκλιση των δημοσιονομικών και μακροοικονομικών πολιτικών των κρατών μελών, αναγνωρίζοντας ότι τούτο προϋποθέτει αυξημένη συμμετοχή και, συνεπώς, ανάληψη ευθυνών από ενημερωμένους και συνειδητοποιημένους πολίτες·

32.   εκτιμά τον προβληματισμό που ξεκίνησε η Επιτροπή όσον αφορά τις μεθόδους εισαγωγής ποιότητας, αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας στο σύστημα εσόδων και θεωρεί ότι οι μεταρρυθμίσεις στα φορολογικά συστήματα των κρατών μελών μπορούν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη ανάπτυξη μόνον εάν προσαρμοσθούν στις ειδικές συνθήκες του θεσμικού και διοικητικού συστήματος και του παραγωγικού συστήματος και της αγορά εργασίας (ειδικότερα, στα ποσοστά της απασχόλησης και της παραοικονομίας) κάθε κράτους μέλους·

33.   υπενθυμίζει τις υφιστάμενες διαφορές μεταξύ των κρατών μελών από άποψη φορολογικών πιέσεων και δομών, αναγνωρίζει τις δυσκολίες επεξεργασίας ενιαίας μεθόδου μεταρρύθμισης του φορολογικού συστήματος που θα οδηγεί σε μεγαλύτερη ανάπτυξη –όπως για παράδειγμα τα πλεονεκτήματα (της διεύρυνσης της βάσης) και τα μειονεκτήματα (της εξασθένησης της αρχής της προοδευτικότητας) που συνδέονται με τη μετάβαση από την άμεση φορολογία προς την έμμεση– αλλά υπογραμμίζει ότι ορισμένα κοινά μέτρα φορολογικής μεταρρύθμισης, θα μπορούσαν να βελτιώσουν σημαντικά την αποδοτικότητα του φορολογικού συστήματος και των φορολογικών εσόδων, να αυξήσουν την απασχόληση, να μειώσουν τις στρεβλώσεις και να αυξήσουν την ανάπτυξη σε κοινοτικό επίπεδο, κυρίως μεταξύ άλλων:

   - η δημιουργία ευρύτερων φορολογητέων βάσεων (και χαμηλότερων ποσοστών) που μειώνουν τις στρεβλώσεις και αυξάνουν τα έσοδα, και
   - η μείωση της φορολογικής πίεσης στην εργασία μέσω δικαιότερης κατανομής του φορολογικού φορτίου μεταξύ διαφόρων ομάδων φορολογούμενων, η αναδιοργάνωση του συστήματος των κινήτρων και των φοροαπαλλαγών και, ειδικότερα, η μετακίνηση σε άλλους παράγοντες ή/και τομείς,

34.   εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις με στόχο την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, την ανάπτυξη, την αποτελεσματικότητα, την απλοποίηση, την εξάλειψη των στρεβλώσεων, την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, της φοροαποφυγής και των φορολογικών παραδείσων, θα είναι αποτελεσματικότερες εάν εφαρμοσθούν συντονισμένα και δυναμικά από τα κράτη μέλη –ιδίως όσα ανήκουν στην ευρωζώνη– λαμβάνοντας υπόψη το δυναμικό ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας της εσωτερικής αγοράς·

35.   εφιστά την προσοχή στο κομβικό θέμα της σύνθεσης των δημόσιων δαπανών με στόχο τη βιώσιμη ανάπτυξη, υπογραμμίζοντας ότι η ποιότητα και η αποτελεσματικότητα των επενδύσεων σε υποδομές και ανθρώπινο κεφάλαιο, με προτεραιότητα στις κοινωφελείς υπηρεσίες και βάσει προκαθορισμένου προσδιορισμού των αναγκών των ανθρώπων και της σύνθεσης του πληθυσμού, εστιάζοντας επίσης στις πολιτικές για θέματα φύλου και στις δημογραφικές αλλαγές, οδηγούν στην αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας· υπενθυμίζει ότι η πίεση στις κοινωνικουγειονομικές υπηρεσίες λόγω της γήρανσης του πληθυσμού μπορεί να μειωθεί με επενδύσεις στην εκπαίδευση στον τομέα των επιστημών υγείας· υπογραμμίζει την ανάγκη επαναπροσδιορισμού των δημοσίων δαπανών με την αναδιανομή των κονδυλίων του προϋπολογισμού σε τομείς που ενισχύουν την ανάπτυξη, με την αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη χρήση των δημόσιων πόρων και με ενδεδειγμένο ολοκληρωμένο δίκτυο δημόσιου-ιδιωτικού τομέα·

36.   επισημαίνει την ανάγκη μεταρρύθμισης και εκσυγχρονισμού της δημόσιας διοίκησης –που αποτελεί τον κεντρικό δακτύλιο του συστήματος των δημόσιων δαπανών και εσόδων– βάσει κριτηρίων αποτελεσματικότητας, αποδοτικότητας, παραγωγικότητας, υπευθυνότητας και αξιολόγησης του αποτελέσματος, αναλόγως της δομής του συστήματος δημόσιας διοίκησης και των κεντρικών και περιφερειακών οργάνων των κρατών μελών, λαμβάνοντας υπόψη τις υποχρεώσεις και τις δυνατότητες που απορρέουν από τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έτσι ώστε ο δημόσιος τομέας να συνδεθεί με υγιείς προϋπολογισμούς και να συμβάλει στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας·

37.   επισημαίνει τον κεντρικό ρόλο της ορθής διαχείρισης του προϋπολογισμού με βάση σύνολο κανόνων και διαδικασιών που θα ορίζουν τον τρόπο με τον οποίο θα καταρτίζονται, θα εκτελούνται και θα παρακολουθούνται οι δημόσιοι προϋπολογισμοί μεσοπρόθεσμα, λαμβάνοντας υπόψη τη δημοσιονομική εξυγίανση των κρατών μελών και τον επαναπροσδιορισμό των δημοσίων δαπανών, παράλληλα με μέθοδο ανάλυσης του (κοινοτικού, εθνικού, τοπικού) πλαισίου και προσδιορισμού των στόχων, η οποία θα περιλαμβάνει την προληπτική και τελική αξιολόγηση των στόχων, τον έλεγχο και την αξιολόγηση του αποτελέσματος, των επιδόσεων και των διορθωτικών μηχανισμών βάσει του PBB· θεωρεί ότι οι πρέπει να ληφθούν μέτρα για να διασφαλισθεί ότι οι κανόνες φορολογικής διαχείρισης των κρατών μελών θα καταστούν ομοιογενείς και συνεκτικοί τόσο ως προς τους χρόνους όσο και ως προς τους στόχους· θεωρεί ότι οι κανόνες φορολογικής διαχείρισης θα πρέπει να συνδυαστούν με την οικονομική διαχείριση, προκειμένου να αξιοποιηθούν οι κοινά αποδεκτές οικονομικές και επενδυτικές επιλογές του προϋπολογισμού που θα αποσκοπούν στην ίδια κατεύθυνση για να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητά τους, να δημιουργηθεί πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα και να επιτευχθούν σημαντικές επιδόσεις, που καθίστανται ακόμη πιο αναγκαίες στο πλαίσιο της σημερινής δύσκολης οικονομικής συγκυρίας· κρίνει ότι τα μη συντονισμένα εθνικά σχέδια ανάκαμψης διατρέχουν τον κίνδυνο να ακυρωθούν· στο ίδιο πνεύμα εκτιμά ότι οι εθνικοί προϋπολογισμοί πρέπει να καταρτίζονται με βάση κοινές συγκυριακές προοπτικές και αναλύσεις·

38.   ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, βάσει των ανωτέρω, να αναπτύξουν μηχανισμό συντονισμού για την επίβλεψη και την αξιολόγηση της ποιότητας της δημοσιονομικής πολιτικής των κρατών μελών, ο οποίος θα συνδυάζεται στενά με τους μηχανισμούς του ΣΣΑ και θα καθιστά δυνατή την εφαρμογή των ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών της στρατηγικής της Λισαβόνας και θα βασίζεται σε συστηματικό πλαίσιο υποβολής στοιχείων όσον αφορά την ποιότητα, στην αξιολόγηση της πολιτικής για την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών με σύστημα PBB και στην περιοδική επανεξέτασή της εν λόγω πολιτικής

o
o   o

39.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) ΕΕ C 74 E, 20.3.2008, σ. 780.
(2) ΕΕ C 304 E, 1.12.2005, σ. 132.
(3) ΕΕ C 175 E, 10.7.2008, σ. 569.
(4) ΕΕ C 314 E, 21.12.2006, σ. 125.
(5) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0057.
(6) ΕΕ C 282 Ε, 6.11.2008, σ. 422.
(7) ΕΕ C 287 E, 29.11.2007, σ. 535.
(8) ΕΕ C 263 Ε, 16.10.2008, σ. 441.
(9) ΕΕ C 74 E, 24.3.2004, σ. 746.
(10)2 Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0506.


Ινομυαλγία
PDF 316kWORD 74k
Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την ινομυαλγία
P6_TA(2009)0014P6_DCL(2008)0069

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 116 του Κανονισμού του,

A.   έχοντας υπόψη ότι 14 εκατομμύρια περίπου άτομα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το 1 έως 3% του συνολικού παγκόσμιου πληθυσμού πάσχουν από ινομυαλγία, εκφυλιστική πάθηση που καταλήγει σε χρόνιους διάχυτους πόνους,

Β.   έχοντας υπόψη ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει αναγνωρίσει την ινομυαλγία ως νόσο από το 1992, αλλά αυτή δεν έχει ακόμα κωδικοποιηθεί στον επίσημο πίνακα νόσων στην ΕΕ, με αποτέλεσμα να αποκλείονται οι ασθενείς από την τυπική διάγνωση,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ασθενείς που πάσχουν από ινομυαλγία πραγματοποιούν περισσότερες επισκέψεις σε παθολόγους, έχουν περισσότερες παραπομπές σε ειδικούς, λαμβάνουν περισσότερες άδειες ασθενείας και δέχονται πιο συχνά ιατρικές υπηρεσίες, προξενώντας με τον τρόπο αυτό σημαντική οικονομική επιβάρυνση για την ΕΕ,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ασθενείς με ινομυαλγία αγωνίζονται για μια κανονική, ανεξάρτητη ζωή, γεγονός που προϋποθέτει πρόσβαση στην κατάλληλη θεραπεία και υποστήριξη,

1.   ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή:

   να αναπτύξουν κοινοτική στρατηγική για την ινομυαλγία προκειμένου να αναγνωριστεί αυτή η κατάσταση ως νόσος·
   να βοηθήσουν στην ευαισθητοποίηση του κοινού όσον αφορά την κατάσταση αυτή και να διευκολύνουν την πρόσβαση στην ενημέρωση για τους επαγγελματίες του κλάδου υγείας και τους ασθενείς, υποστηρίζοντας εκστρατείες ενημέρωσης σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο·
   να ενθαρρύνουν τα κράτη μέλη να βελτιώσουν την πρόσβαση στη διάγνωση και τη θεραπεία·
   να διευκολύνουν τις έρευνες για την ινομυαλγία μέσω των προγραμμάτων εργασίας του Έβδομου Προγράμματος-Πλαισίου για την Έρευνα και την Τεχνολογική Ανάπτυξη και των μελλοντικών ερευνητικών προγραμμάτων·
   να διευκολύνουν την ανάπτυξη προγραμμάτων συλλογής δεδομένων σχετικά με την ινομυαλγία·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα δήλωση, συνοδευόμενη από τα ονόματα των υπογραφόντων, στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.

Κατάλογος υπογραφόντων

Αδάμος Αδάμου, Vincenzo Aita, Jim Allister, Alexander Alvaro, Roberta Alma Anastase, Georgs Andrejevs, Laima Liucija Andrikienė, Εμμανουήλ Αγγέλακας, Σταύρος Αρναουτάκης, Richard James Ashworth, Robert Atkins, Elspeth Attwooll, Margrete Auken, Liam Aylward, Pilar Ayuso, Maria Badia i Cutchet, Paolo Bartolozzi, Κατερίνα Μπατζελή, Jean Marie Beaupuy, Christopher Beazley, Zsolt László Becsey, Angelika Beer, Bastiaan Belder, Ivo Belet, Irena Belohorská, Thijs Berman, Slavi Binev, Šarūnas Birutis, Johannes Blokland, Sebastian Valentin Bodu, Herbert Bösch, Victor Boştinaru, Κώστας Μποτόπουλος, Catherine Boursier, John Bowis, Sharon Bowles, Emine Bozkurt, Mihael Brejc, Frieda Brepoels, Hiltrud Breyer, Jan Březina, Danutė Budreikaitė, Kathalijne Maria Buitenweg, Nicodim Bulzesc, Ieke van den Burg, Colm Burke, Philip Bushill-Matthews, Niels Busk, Cristian Silviu Buşoi, Philippe Busquin, Simon Busuttil, Jerzy Buzek, Maddalena Calia, Martin Callanan, Mogens Camre, Marie-Arlette Carlotti, David Casa, Paulo Casaca, Michael Cashman, Pilar del Castillo Vera, Jorgo Chatzimarkakis, Zdzisław Kazimierz Chmielewski, Ole Christensen, Sylwester Chruszcz, Philip Claeys, Luigi Cocilovo, Carlos Coelho, Richard Corbett, Dorette Corbey, Giovanna Corda, Jean Louis Cottigny, Jan Cremers, Gabriela Creţu, Brian Crowley, Magor Imre Csibi, Marek Aleksander Czarnecki, Ryszard Czarnecki, Daniel Dăianu, Joseph Daul, Dragoş Florin David, Chris Davies, Antonio De Blasio, Bairbre de Brún, Arūnas Degutis, Jean-Luc Dehaene, Véronique De Keyser, Παναγιώτης Δημητρίου, Gérard Deprez, Proinsias De Rossa, Marielle De Sarnez, Marie-Hélène Descamps, Albert Deß, Mia De Vits, Jolanta Dičkutė, Gintaras Didžiokas, Koenraad Dillen, Γιώργος Δημητρακόπουλος, Alexandra Dobolyi, Bert Doorn, Avril Doyle, Mojca Drčar Murko, Andrew Duff, Árpád Duka-Zólyomi, Constantin Dumitriu, Lena Ek, Saïd El Khadraoui, James Elles, Edite Estrela, Harald Ettl, Jill Evans, Jonathan Evans, Fernando Fernández Martín, Francesco Ferrari, Anne Ferreira, Elisa Ferreira, Ilda Figueiredo, Petru Filip, Roberto Fiore, Alessandro Foglietta, Hanna Foltyn-Kubicka, Glyn Ford, Carmen Fraga Estévez, Juan Fraile Cantón, Armando França, Monica Frassoni, Duarte Freitas, Urszula Gacek, Michael Gahler, Kinga Gál, Milan Gaľa, Vicente Miguel Garcés Ramón, José Manuel García-Margallo y Marfil, Elisabetta Gardini, Jean-Paul Gauzès, Evelyne Gebhardt, Eugenijus Gentvilas, Γεώργιος Γεωργίου, Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Claire Gibault, Neena Gill, Lutz Goepel, Bruno Gollnisch, Ana Maria Gomes, Hélène Goudin, Genowefa Grabowska, Dariusz Maciej Grabowski, Ingeborg Gräßle, Martí Grau i Segú, Nathalie Griesbeck, Lissy Gröner, Elly de Groen-Kouwenhoven, Françoise Grossetête, Ignasi Guardans Cambó, Ambroise Guellec, Pedro Guerreiro, Cristina Gutiérrez-Cortines, Fiona Hall, David Hammerstein, Małgorzata Handzlik, Malcolm Harbour, Marian Harkin, Rebecca Harms, Erna Hennicot-Schoepges, Jeanine Hennis-Plasschaert, Edit Herczog, Jim Higgins, Richard Howitt, Ján Hudacký, Ian Hudghton, Stephen Hughes, Alain Hutchinson, Filiz Hakaeva Hyusmenova, Monica Maria Iacob-Ridzi, Sophia in 't Veld, Mikel Irujo Amezaga, Marie Anne Isler Béguin, Caroline Jackson, Lily Jacobs, Mieczysław Edmund Janowski, Lívia Járóka, Elisabeth Jeggle, Jelko Kacin, Filip Kaczmarek, Gisela Kallenbach, Othmar Karas, Sajjad Karim, Ιωάννης Κασουλίδης, Sylvia-Yvonne Kaufmann, Metin Kazak, Tunne Kelam, Glenys Kinnock, Timothy Kirkhope, Dieter-Lebrecht Koch, Jaromír Kohlíček, Christoph Konrad, Maria Eleni Koppa, Eija-Riitta Korhola, Ρόδη Κράτσα-Τσαγκαροπούλου, Wolfgang Kreissl-Dörfler, Ģirts Valdis Kristovskis, Sepp Kusstatscher, Joost Lagendijk, André Laignel, Jean Lambert, Alexander Graf Lambsdorff, Vytautas Landsbergis, Esther De Lange, Raymond Langendries, Romano Maria La Russa, Henrik Lax, Johannes Lebech, Roselyne Lefrançois, Klaus-Heiner Lehne, Jo Leinen, Jean-Marie Le Pen, Marcin Libicki, Peter Liese, Kartika Tamara Liotard, Alain Lipietz, Pia Elda Locatelli, Eleonora Lo Curto, Andrea Losco, Patrick Louis, Caroline Lucas, Sarah Ludford, Astrid Lulling, Elizabeth Lynne, Marusya Ivanova Lyubcheva, Jules Maaten, Linda McAvan, Arlene McCarthy, Mary Lou McDonald, Mairead McGuinness, Edward McMillan-Scott, Jamila Madeira, Eugenijus Maldeikis, Ramona Nicole Mănescu, Thomas Mann, Marian-Jean Marinescu, Catiuscia Marini, Helmuth Markov, Sérgio Marques, Maria Martens, David Martin, Miguel Angel Martínez Martínez, Antonio Masip Hidalgo, Véronique Mathieu, Μάριος Ματσάκης, Μαρία Ματσούκα, Μανώλης Μαυρομμάτης, Erik Meijer, Emilio Menéndez del Valle, Rosa Miguélez Ramos, Miroslav Mikolášik, Gay Mitchell, Eluned Morgan, Luisa Morgantini, Philippe Morillon, Jan Mulder, Cristiana Muscardini, Juan Andrés Naranjo Escobar, Michael Henry Nattrass, Cătălin-Ioan Nechifor, Bill Newton Dunn, James Nicholson, null Nicholson of Winterbourne, Rareş-Lucian Niculescu, Angelika Niebler, Lambert van Nistelrooij, Péter Olajos, Jan Olbrycht, Seán Ó Neachtain, Gérard Onesta, Ria Oomen-Ruijten, Dumitru Oprea, Josu Ortuondo Larrea, Miroslav Ouzký, Siiri Oviir, Reino Paasilinna, Maria Grazia Pagano, Justas Vincas Paleckis, Μαρία Παναγιωτοπούλου-Κασσιώτου, Vladko Todorov Panayotov, Pier Antonio Panzeri, Δημήτριος Παπαδημούλης, Γεώργιος Παπαστάμκος, Neil Parish, Ioan Mircea Paşcu, Aldo Patriciello, Alojz Peterle, Maria Petre, Tobias Pflüger, João de Deus Pinheiro, Hubert Pirker, Francisca Pleguezuelos Aguilar, Zita Pleštinská, Rovana Plumb, Guido Podestà, José Javier Pomés Ruiz, Mihaela Popa, Nicolae Vlad Popa, Miguel Portas, Horst Posdorf, Bernd Posselt, Christa Prets, Vittorio Prodi, John Purvis, Poul Nyrup Rasmussen, Vladimír Remek, Karin Resetarits, José Ribeiro e Castro, Teresa Riera Madurell, Frédérique Ries, Karin Riis-Jørgensen, Marco Rizzo, Bogusław Rogalski, Zuzana Roithová, Luca Romagnoli, Raül Romeva i Rueda, Dagmar Roth-Behrendt, Libor Rouček, Paul Rübig, Heide Rühle, Flaviu Călin Rus, Leopold Józef Rutowicz, Eoin Ryan, Aloyzas Sakalas, José Ignacio Salafranca Sánchez-Neyra, María Isabel Salinas García, Antolín Sánchez Presedo, Daciana Octavia Sârbu, Toomas Savi, Christel Schaldemose, Agnes Schierhuber, Carl Schlyter, Olle Schmidt, Pál Schmitt, György Schöpflin, Jürgen Schröder, Martin Schulz, Adrian Severin, Brian Simpson, Kathy Sinnott, Peter Skinner, Alyn Smith, Csaba Sógor, Renate Sommer, Søren Bo Søndergaard, María Sornosa Martínez, Jean Spautz, Bart Staes, Grażyna Staniszewska, Petya Stavreva, Dirk Sterckx, Struan Stevenson, Catherine Stihler, Theodor Dumitru Stolojan, Dimitar Stoyanov, Daniel Strož, Robert Sturdy, Margie Sudre, David Sumberg, László Surján, Gianluca Susta, Eva-Britt Svensson, József Szájer, István Szent-Iványi, Hannu Takkula, Charles Tannock, Michel Teychenné, Britta Thomsen, Marianne Thyssen, Silvia-Adriana Ţicău, Gary Titley, Patrizia Toia, László Tőkés, Ewa Tomaszewska, Witold Tomczak, Jacques Toubon, Αντώνιος Τρακατέλλης, Catherine Trautmann, Κυριάκος Τριανταφυλλίδης, Ευαγγελία Τζαμπάζη, Thomas Ulmer, Adina-Ioana Vălean, Johan Van Hecke, Anne Van Lancker, Geoffrey Van Orden, Daniel Varela Suanzes-Carpegna, Ιωάννης Βαρβιτσιώτης, Donato Tommaso Veraldi, Bernadette Vergnaud, Marcello Vernola, Cornelis Visser, Sahra Wagenknecht, Diana Wallis, Graham Watson, Henri Weber, Manfred Weber, Renate Weber, Anja Weisgerber, Jan Marinus Wiersma, Anders Wijkman, Glenis Willmott, Iuliu Winkler, Janusz Wojciechowski, Corien Wortmann-Kool, Anna Záborská, Zbigniew Zaleski, Mauro Zani, Andrzej Tomasz Zapałowski, Stefano Zappalà, Tatjana Ždanoka, Vladimír Železný, Roberts Zīle, Marian Zlotea, Jaroslav Zvěřina, Tadeusz Zwiefka

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου