Ευρετήριο 
Κείμενα που εγκρίθηκαν
Τρίτη 10 Μαρτίου 2009 - Στρασβούργο
Συμφωνία ΕΚ/Αρμενίας σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών *
 Συμφωνία ΕΚ/Ισραήλ σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών *
 Πρόσθετο πρωτόκολλο στη συμφωνία μεταξύ ΕΚ και Νότιας Αφρικής, ώστε να ληφθεί υπόψη η προσχώρηση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ***
 Εξελίξεις όσον αφορά τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ανάλογες εμπειρίες τρίτων χωρών
 Διασυνοριακή μεταφορά της καταστατικής έδρας των εταιρειών
 Το μέλλον του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου
 Σχέδιο δράσης της Επιτροπής για ολοκληρωμένο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου
 Συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις
 Εφαρμογή της οδηγίας 2006/43/ΕΚ για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετησίων και των ενοποιημένων λογαριασμών
 Ίση μεταχείριση και πρόσβαση ανδρών και γυναικών στις τέχνες του θεάματος
 Απαιτήσεις όσον αφορά την έγκριση τύπου για τη γενική ασφάλεια των μηχανοκίνητων οχημάτων ***I
 Βιομηχανικές εκπομπές (ολοκληρωμένη πρόληψη και μείωση της ρύπανσης) (αναδιατύπωση) ***I
 Καταστατικό της ευρωπαϊκής ιδιωτικής εταιρείας *
 Κατευθυντήριες γραμμές για τον προϋπολογισμό 2010 - Τμήμα ΙΙΙ - Επιτροπή
 Κατευθυντήριες γραμμές για τον προϋπολογισμό 2010 - τμήματα I, II, IV, V, VI, VII, VIII και IX
 Τιμιότητα των τυχερών παιχνιδιών μέσω του Διαδικτύου
 Διασφάλιση της ποιότητας των τροφίμων – εναρμόνιση ή αμοιβαία αναγνώριση των προτύπων
 Εκθέσεις επί της πολιτικής ανταγωνισμού 2006 και 2007
 Small Business Act

Συμφωνία ΕΚ/Αρμενίας σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών *
PDF 253kWORD 32k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Αρμενίας σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών (COM(2007)0729 – C6-0519/2008 – 2007/0251(CNS))
P6_TA(2009)0082A6-0049/2009

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου (COM(2007)0729),

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 80, παράγραφος 2 και 300, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, πρώτη πρόταση, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 300, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0519/2008),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 51, το άρθρο 83, παράγραφος 7 και το άρθρο 43, παράγραφος 1, του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A6-0049/2009),

1.   εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Δημοκρατίας της Αρμενίας.


Συμφωνία ΕΚ/Ισραήλ σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών *
PDF 253kWORD 31k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του κράτους του Ισραήλ σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών COM(2008)0178 – C6-0520/2008 – 2008/0068(CNS))
P6_TA(2009)0083A6-0059/2009

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου (COM(2008)0178),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 80, παράγραφος 2 και το άρθρο 300, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, πρώτη πρόταση, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 300, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0520/2008),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 51, το άρθρο 83, παράγραφος 7, και το άρθρο 43, παράγραφος 1, του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A6-0059/2009),

1.   εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών και στο κράτος του Ισραήλ.


Πρόσθετο πρωτόκολλο στη συμφωνία μεταξύ ΕΚ και Νότιας Αφρικής, ώστε να ληφθεί υπόψη η προσχώρηση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ***
PDF 253kWORD 32k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου, που αφορά τη σύναψη πρόσθετου πρωτοκόλλου της Συμφωνίας για το εμπόριο, την ανάπτυξη και τη συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Νότιας Αφρικής, αφετέρου, ώστε να ληφθεί υπόψη η προσχώρηση της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (16447/2008 – COM(2008)0749 – C6-0017/2009 – 2008/0212(AVC))
P6_TA(2009)0084A6-0073/2009

(Διαδικασία σύμφωνης γνώμης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το κείμενο του Συμβουλίου (16447/2008),

–   έχοντας υπόψη την αίτηση του Συμβουλίου για παροχή σύμφωνης γνώμης, σύμφωνα με το άρθρο 300, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, σε συνδυασμό με τα άρθρα 310 και 300, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ (C6-0017/2009),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 75 και το άρθρο 83, παράγραφος 7, του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Ανάπτυξης (A6-0073/2009),

1.   εκδίδει σύμφωνη γνώμη σχετικά με τη σύναψη του πρόσθετου πρωτοκόλλου·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


Εξελίξεις όσον αφορά τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ανάλογες εμπειρίες τρίτων χωρών
PDF 376kWORD 69k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με τις εξελίξεις όσον αφορά τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ανάλογες εμπειρίες τρίτων χωρών (2008/2181(INI))
P6_TA(2009)0085A6-0061/2009

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 13ης Φεβρουαρίου 2008 με τίτλο "Προετοιμασία των επόμενων σταδίων όσον αφορά τη διαχείριση των συνόρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση" (COM(2008)0069),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 13ης Φεβρουαρίου 2008 με τίτλο "Έκθεση για την αξιολόγηση και τη μελλοντική ανάπτυξη του οργανισμού FRONTEX" (COM(2008)0067),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 13ης Φεβρουαρίου 2008 με τίτλο "Εξέταση της δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού συστήματος επιτήρησης των συνόρων (EUROSUR)" (COM(2008)0068),

–   έχοντας υπόψη τις προκαταρκτικές παρατηρήσεις του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων της 3ης Μαρτίου 2008 και τις κοινές παρατηρήσεις της Ομάδας Εργασίας Προστασίας Δεδομένων του άρθρου 29 και της Ομάδας Εργασίας "Αστυνομία και δικαιοσύνη" της 29ης Απριλίου 2008 σχετικά με τις τρεις ανωτέρω ανακοινώσεις,

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν)(1),

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας (κανονισμός VIS)(2),

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1104/2008 του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2008, σχετικά με τη μετάβαση από το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν (SIS 1+) στο σύστημα πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (3) και την απόφαση 2008/839/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2008, σχετικά με τη μετάβαση από το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν (SIS 1+) στο σύστημα πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II)(4),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 24ης Νοεμβρίου 2005 σχετικά με τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας, της διαλειτουργικότητας και των συνεργιών μεταξύ των ευρωπαϊκών βάσεων δεδομένων στον τομέα της Δικαιοσύνης και των Εσωτερικών Υποθέσεων(COM(2005)0597),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 18ης Δεκεμβρίου 2008 για την αξιολόγηση και τη μελλοντική ανάπτυξη του οργανισμού FRONTEX και του ευρωπαϊκού συστήματος επιτήρησης των συνόρων EUROSUR(5),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A6-0061/2009),

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάργηση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα της ΕΕ αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης,

B.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας χώρος χωρίς εσωτερικά σύνορα δεν μπορεί να λειτουργεί χωρίς να υπάρχει επιμερισμένη ευθύνη και αλληλεγγύη κατά τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων του,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να δοθεί προσοχή στη συνεργασία με τις αρμόδιες για την ασφάλεια των συνόρων αρχές τρίτων χωρών σύμφωνα με τη γενική εξωτερική πολιτική της ΕΕ,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι 160 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ διέρχονται κάθε χρόνο τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, ότι 60 εκατομμύρια υπήκοοι τρίτων χωρών δεν χρειάζονται θεώρηση και ότι 80 εκατομμύρια χρειάζονται θεώρηση,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα μέτρα για την ενίσχυση της ασφάλειας των συνόρων πρέπει να συνδυάζονται με τη διευκόλυνση των ροών των επιβατών και την προώθηση της κινητικότητας σε έναν ολοένα και περισσότερο,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης διαχείρισης των συνόρων της ΕΕ πολλές πράξεις και προγράμματα έχουν ήδη θεσπιστεί, τελούν υπό εκπόνηση ή βρίσκονται στο στάδιο της ανάπτυξης πολιτικής,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή δήλωσε ότι σκοπεύει να είναι έτοιμη το 2009-2010 να υποβάλει νομοθετικές προτάσεις για τη θέσπιση ενός συστήματος εισόδου/εξόδου, ενός προγράμματος καταχωρημένων ταξιδιωτών και ενός ηλεκτρονικού συστήματος άδειας ταξιδίου (ESTA),

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ανάλογα συστήματα είναι σε εφαρμογή στην Αυστραλία και εφαρμόζονται από τις ΗΠΑ στο πλαίσιο του προγράμματος US-VISIT,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι απαιτείται στρατηγικό σχέδιο που να καθορίζει τη γενική δομή της στρατηγικής συνόρων της ΕΕ καθώς και ενδελεχής αξιολόγηση και εκτίμηση των υπαρχόντων συστημάτων και των συστημάτων υπό εκπόνηση,

Σύστημα εισόδου/εξόδου

1.   γνωρίζει ότι τα άτομα που υπερβαίνουν την επιτρεπόμενη άδεια διαμονής, τα οποία κατέχουν κεντρική θέση στο προτεινόμενο σύστημα εισόδου/εξόδου, θεωρείται ότι αντιπροσωπεύουν τη μεγαλύτερη κατηγορία λαθρομεταναστών στην ΕΕ· ζητεί, συνεπώς, περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από εξωτερικό ανάδοχο τα οποία υπολογίζουν ότι υπήρχαν έως 8 εκατομμύρια παράνομοι μετανάστες στο εσωτερικό της ΕΕ των 25 το 2006(6)· ζητεί πέραν τούτου να δοθεί σαφής ορισμός στον όρο "πρόσωπο που υπερβαίνει την επιτρεπόμενη άδεια διαμονής" συμπεριλαμβανομένων των δυνατών εξαιρέσεων υπό ορισμένες συνθήκες, και μια πιο ακριβής ποιοτική και ποσοτική ανάλυση σχετικά με τις απειλές/τους κινδύνους/το κόστος που προκύπτουν για την ευρωπαϊκή κοινωνία·

2.   επισημαίνει ότι παρότι το προτεινόμενο σύστημα και οι πληροφορίες που διαβιβάζονται με την ειδοποίηση θα μπορούσαν να αποτρέψουν την υπέρβαση της επιτρεπόμενης διάρκειας διαμονής των υπηκόων τρίτων χωρών, καθώς και να παράσχουν δεδομένα και πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά των υπερβάσεων, εξακολουθεί να απαιτείται άλλη επαφή με τις αρχές επιβολής του νόμου για να συλληφθεί το άτομο που υπερέβη τη διάρκεια διαμονής του, και επομένως, δεν πιστεύει ότι το προτεινόμενο σύστημα αυτό καθεαυτό θα αναχαιτίσει το φαινόμενο της υπέρβασης της επιτρεπόμενης διάρκειας διαμονής·

3.   δεν διαθέτει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με το πώς το σύστημα αυτό θα ενσωματωθεί στο υπάρχον πλαίσιο και θα αλληλεπιδράσει με αυτό, σχετικά με τις αλλαγές που ενδέχεται να χρειαστεί να επέλθουν στα υπάρχοντα συστήματα και με το πραγματικό κόστος που θα προκύψει· είναι συνεπώς της άποψης ότι δεν έχει αποδειχθεί η απόλυτη ανάγκη υλοποίησης τέτοιου συστήματος·

4.   υπενθυμίζει ότι η εύρυθμη λειτουργία του συστήματος εισόδου/εξόδου εξαρτάται σε υλικό και επιχειρησιακό επίπεδο από την επιτυχία του συστήματος πληροφοριών για τις θεωρήσεις (VIS) και του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν (SIS)· επισημαίνει ότι τα δύο αυτά μέσα δεν είναι ακόμα πλήρως λειτουργικά και ότι ως εκ τούτου η ορθή αξιολόγησή τους δεν έχει ακόμη καταστεί δυνατή· τονίζει ότι η λειτουργικότητα και η αξιοπιστία του SIS II τίθενται υπό αμφισβήτηση·

5.   σημειώνει ότι αναμφίβολα, και σύμφωνα με τα διδάγματα που αποκομίσθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι πιο δύσκολο να αναπτυχθεί ικανότητα ελέγχου των εξόδων παρά ελέγχου των εισόδων, ιδίως όσον αφορά τις εξόδους από χερσαία και θαλάσσια σημεία διέλευσης· δηλώνει, εξάλλου, έχοντας υπόψη τα ίδια αυτά διδάγματα που αποκομίστηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες, έντονα προβληματισμένο από τη σχέση κόστους-οφέλους του συγκεκριμένου συστήματος· καλεί επομένως την Επιτροπή να παράσχει επιπρόσθετες πληροφορίες για τις πραγματικές επενδύσεις που παράγει ένα τέτοιο σύστημα·

Πρόγραμμα καταχωρισμένων ταξιδιωτών (Registered Traveller Programme - RTP)

6.   υποστηρίζει καταρχήν την ιδέα ενός προγράμματος καταχωρισμένων ταξιδιωτών για τους υπηκόους τρίτων χωρών, με ή χωρίς απαιτήσεις θεώρησης, το οποίο θα επιτρέπει την επιτάχυνση των ροών των ταξιδιωτών και την αποφυγή φαινομένων συμφόρησης στα σημεία εισόδου και εξόδου της επικράτειας και την πιθανή χρήση αυτόματων θυρών από τους πολίτες της ΕΕ, καθώς η κοινοτική νομοθεσία ως έχει επί του παρόντος δεν επιτρέπει τον απλουστευμένο έλεγχο στα σύνορα παρά μόνο για υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν σε παραμεθόριες περιοχές·

7.   επικρίνει, κατά συνέπεια, την ορολογία που χρησιμοποιείται στην προαναφερθείσα ανακοίνωση με τίτλο "Προετοιμασία των επόμενων σταδίων όσον αφορά τη διαχείριση των συνόρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση" (ταξιδιώτες χαμηλού κινδύνου/καλόπιστοι), διότι υπονοεί ότι μεγάλος αριθμός ταξιδιωτών θεωρούνται εκ των προτέρων "υψηλού κινδύνου" ή "κακόπιστοι" και προτείνει να χρησιμοποιηθεί ο όρος "συχνοί ταξιδιώτες'·

8.   επισημαίνει ότι πολλά κράτη μέλη έχουν ήδη θεσπίσει ή εκπονούν τέτοιο πρόγραμμα καταχωρισμένων ταξιδιωτών για τους υπηκόους τρίτων χωρών και εφιστά την προσοχή στον κίνδυνο να καταλήξουμε σε συνονθύλευμα 27 συστημάτων βάσει διαφορετικών κριτηρίων, μεταξύ άλλων για την προστασία δεδομένων και τα τέλη· έχει επίγνωση του γεγονότος ότι οι Κάτω Χώρες, μαζί με τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τον FRONTEX έχουν δρομολογήσει διεθνές πρόγραμμα ταχείας διεκπεραίωσης επιβατών (IET) ώστε να χρησιμοποιηθεί δυνητικά ως πρότυπο από τα άλλα κράτη μέλη·

9.   τάσσεται υπέρ εναρμονισμένης προσέγγισης και παροτρύνει την Επιτροπή να επιταχύνει τη διαδικασία, βασιζόμενη στις βέλτιστες πρακτικές των κρατών μελών, και να διασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη εξακολουθούν να ενεργούν σε συμμόρφωση με το κοινοτικό δίκαιο·

10.   σημειώνει ότι στην πραγματικότητα τα προγράμματα καταχωρισμένων ταξιδιωτών για τους υπηκόους τρίτων χωρών είναι διαφορετικά από τα προγράμματα τρίτων χωρών για τους πολίτες της ΕΕ· τονίζει επομένως ότι πρέπει να γίνεται πάντα σαφής διάκριση μεταξύ των δύο περιπτώσεων·

Ηλεκτρονικό σύστημα άδειας ταξιδίου (ESTA)

11.   αναγνωρίζει ότι δεν θα ήταν συνετό να επικεντρωθεί η προσοχή όσον αφορά τα μέτρα ασφάλειας μόνον σε υπηκόους τρίτων χωρών που ταξιδεύουν στην ΕΕ από χώρες με υποχρέωση θεώρησης· αμφισβητεί κατά πόσον το προτεινόμενο σύστημα είναι απολύτως αναγκαίο και θα ήθελε πλήρη αιτιολόγηση του σκεπτικού του· είναι πεπεισμένο ότι η στενή συνεργασία, ειδικότερα μεταξύ υπηρεσιών πληροφοριών, είναι ο κατάλληλος τρόπος για την επίτευξη του συγκεκριμένου σκοπού και όχι η μαζική συλλογή δεδομένων γενικά·

12.   επιθυμεί να ενημερωθεί σχετικά με το ακριβές χρονοδιάγραμμα και τις λεπτομέρειες της μελέτης όπως σχεδιάζεται από την Επιτροπή·

Προβληματισμός σχετικά με την προστασία δεδομένων και τα βιομετρικά στοιχεία

13.   θεωρεί απαράδεκτο το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν ζήτησε τη γνώμη ούτε του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος ωστόσο εξέφρασε αρκετές ανησυχίες, ούτε της ομάδας εργασίας του άρθρου 29 πριν από την έγκριση της ανακοίνωσης με τίτλο "Προετοιμασία των επόμενων σταδίων όσον αφορά τη διαχείριση των συνόρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση'· ζητεί επομένως από την Επιτροπή να διενεργήσει διαβουλεύσεις με αυτά τα όργανα για κάθε ενέργεια που θα αναληφθεί δυνάμει της εν λόγω ανακοίνωσης, διότι τα προτεινόμενα δομικά στοιχεία συνεπάγονται την επεξεργασία τεράστιας ποσότητας προσωπικών δεδομένων·

14.   γνωρίζει ότι τα βιομετρικά στοιχεία μπορούν θεωρητικά να χρησιμοποιηθούν για την αποτελεσματική εξακρίβωση στοιχείων ταυτότητας γιατί τα μετρούμενα χαρακτηριστικά θεωρείται ότι είναι μοναδικά για κάθε άτομο· υπογραμμίζει, ωστόσο, το γεγονός ότι η αξιοπιστία των βιομετρικών στοιχείων δεν είναι ποτέ απόλυτη ή/και τα βιομετρικά στοιχεία δεν είναι πάντα ακριβή· τονίζει λοιπόν ότι πρέπει να διατίθενται πάντα έκτακτες εναλλακτικές διαδικασίες και ότι τα χαρακτηριστικά κινδύνου πρέπει να υπόκεινται σε καλύτερη επεξεργασία·

15.   επιμένει στην υιοθέτηση πρότυπου πρωτοκόλλου για τη χρήση και την ανταλλαγή βιομετρικών στοιχείων και συμφωνιών ελέγχου διασύνδεσης για την περιγραφή της χρήσης του πρωτοκόλλου· είναι επίσης της γνώμης ότι η χρήση βιομετρικών στοιχείων πρέπει να υπόκειται σε ποιοτικές προδιαγραφές ώστε να αποφεύγονται οι αποκλίσεις στην αποδοχή μεταξύ των διαφορετικών συστημάτων που χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη·

16.   θεωρεί ότι η προσέγγιση για την προστασία των προσωπικών δεδομένων ήδη κατά το σχεδιασμό συστημάτων πληροφοριών (privacy by design) είναι απαραίτητο στοιχείο σε οποιαδήποτε εξέλιξη ενέχει κινδύνους για τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών και για την εμπιστοσύνη του κοινού στους φορείς που τηρούν αρχεία με τέτοιου είδους δεδομένα·

Συμπεράσματα

17.   θεωρεί ότι ο στόχος της πραγματικά ολοκληρωμένης διαχείρισης συνόρων στην ΕΕ είναι θεμιτός και συμφωνεί ότι είναι σημαντικό να συνεχιστεί η ανάπτυξη και η ενίσχυση της κοινής πολιτικής της ΕΕ στη διαχείριση συνόρων·

18.   είναι, ωστόσο, της γνώμης ότι, στο πλαίσιο της διαχείρισης των συνόρων και της μετανάστευσης, παρατηρείται ταχύτατη συσσώρευση φιλόδοξων προτάσεων· ζητεί, ως εκ τούτου, από την Επιτροπή να τις εξετάσει από την άποψη της αναγκαιότητας και του κόστους της υλικοτεχνικής υποδομής των συνόρων·

19. εκφράζει πέραν τούτων τη λύπη του για το γεγονός ότι η πολιτική διαχείρισης των συνόρων της Ένωσης πρέπει να στηρίζεται στην ιδέα ότι κάθε ταξιδιώτης είναι εν δυνάμει ύποπτος και οφείλει επομένως να αποδεικνύει την καλή του πίστη·

20.   ασκεί κριτική στην απουσία στρατηγικού σχεδίου που να καθορίζει τους γενικούς στόχους και τη γενική δομή της στρατηγικής διαχείρισης συνόρων της ΕΕ καθώς και στην απουσία λεπτομερειών που δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο όλα τα συναφή προγράμματα και συστήματα (ήδη υφιστάμενα, υπό εκπόνηση ή στο στάδιο της ανάπτυξης πολιτικής) πρέπει να λειτουργήσουν σε συνδυασμό και πώς μπορούν να βελτιστοποιηθούν οι μεταξύ τους σχέσεις· είναι της άποψης ότι κατά την εξέταση της δομής της στρατηγικής διαχείρισης συνόρων της ΕΕ, η Επιτροπή θα πρέπει καταρχάς να αναλύσει την αποτελεσματικότητα των υφιστάμενων συστημάτων διαχείρισης συνόρων των κρατών μελών, προκειμένου να πετύχει τη βέλτιστη συνέργεια μεταξύ τους·

21.   τονίζει την ανάγκη για αξιολόγηση και εκτίμηση πρώτα απ" όλα των υπαρχόντων συστημάτων και των συστημάτων υπό εκπόνηση και τονίζει ότι η ικανότητα της ΕΕ να επιτύχει τους στρατηγικούς της στόχους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το κατά πόσο θα καταφέρει να διαχειριστεί τις σχέσεις αλληλεξάρτησης μεταξύ συναφών προγραμμάτων, καθώς η αλληλοεπικάλυψη και η ασυνέχεια θα επιδράσουν αρνητικά στην οργανωσιακή απόδοση και τα αποτελέσματα· είναι της άποψης ότι δεν θα πρέπει να δρομολογηθούν νέα μέσα ή συστήματα έως ότου τα υφιστάμενα εργαλεία καταστούν πλήρως λειτουργικά, ασφαλή και αξιόπιστα·

22.   είναι της γνώμης ότι, πριν από τη διενέργεια οιωνδήποτε επενδύσεων, είναι υψίστης σημασίας να υπάρχει σαφώς προσδιορισμένο επιχειρησιακό πλαίσιο εντός του οποίου θα ευθυγραμμίζονται όλα τα μέτρα και οι αναδυόμενες πρωτοβουλίες· επισημαίνει πέραν τούτου ότι πρέπει να είναι απολύτως σαφές ποιες τροποποιήσεις απαιτούνται ώστε τα τεχνολογικά μέσα και οι διαδικασίες να λειτουργούν αρμονικά, και τονίζει ότι όλες οι επενδύσεις πρέπει να δικαιολογούνται από οικονομικής άποψης·

23.   εκφράζει αμφιβολίες όσον αφορά την αναγκαιότητα και την αναλογικότητα των προβλεπόμενων μέτρων, λόγω του μεγέθους του κόστους και των ενδεχόμενων κινδύνων για την προστασία των προσωπικών δεδομένων που τα μέτρα αυτά συνεπάγονται· είναι επομένως της γνώμης ότι πρέπει να αξιολογηθούν συναρτήσει αυτών των κριτηρίων προτού εξετασθεί το ενδεχόμενο οιασδήποτε επίσημης πρότασης·

24.   αναγνωρίζει ότι η ισορροπία που πρέπει να επιτευχθεί μεταξύ της διασφάλισης της ελεύθερης μετακίνησης ενός ολοένα αυξανόμενου αριθμού ανθρώπων διασυνοριακά και η διασφάλιση μεγαλύτερης ασφάλειας για τους πολίτες της Ευρώπης είναι πολυσύνθετο έργο και δεν αρνείται ότι η χρήση των δεδομένων έχει σαφή πλεονεκτήματα· ταυτόχρονα, είναι της γνώμης ότι η εμπιστοσύνη του κοινού στα μέτρα της κρατικής διοίκησης θα διαφυλαχθεί μόνο με την πρόβλεψη ικανοποιητικών εγγυήσεων για την προστασία των δεδομένων και μηχανισμών προσφυγής στη δικαιοσύνη·

o
o   o

25.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Frontex).

(1) ΕΕ L 105, 13.4.2006, σ.1.
(2) ΕΕ L 218, 13.8.2008, σ. 60.
(3) ΕΕ L 299, 8.11.2008, σ. 1.
(4) ΕΕ L 299, 8.11.2008, σ. 43.
(5) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0633.
(6) SEC(2008)0153.


Διασυνοριακή μεταφορά της καταστατικής έδρας των εταιρειών
PDF 463kWORD 73k
Ψήφισμα
Παράρτημα
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 2009 που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με τη διασυνοριακή μεταφορά της καταστατικής έδρας των εταιρειών (2008/2196(INI))
P6_TA(2009)0086A6-0040/2009

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 192, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 43 και 48 της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 21ης Μαΐου 2003 με τίτλο "Εκσυγχρονισμός του Εταιρικού Δικαίου και Ενίσχυση της Εταιρικής Διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση - Ένα Πρόγραμμα για την Επίτευξη Προόδου" (COM(2003)0284),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Απριλίου 2004 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Εκσυγχρονισμός του εταιρικού δικαίου και ενίσχυση της εταιρικής διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση - Σχέδιο για την επίτευξη προόδου(1),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Ιουλίου 2006 για τις πρόσφατες εξελίξεις και τις προοπτικές σε σχέση με το εταιρικό δίκαιο(2),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με την ευρωπαϊκή ιδιωτική εταιρία και σχετικά με τη δέκατη τέταρτη οδηγία περί εταιρικού δικαίου όσον αφορά τη μεταφορά της έδρας της εταιρίας(3),

–   έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου στις υποθέσεις Daily Mail and General Trust(4), Centros(5), Überseering(6), Inspire Art(7), SEVIC Systems(8) and Cadbury Schweppes(9),

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 39 and 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (A6-0040/2009),

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εταιρείες θα πρέπει να απολαύουν της ελευθερίας εγκατάστασης εντός της εσωτερικής αγοράς, όπως καθορίζεται στη Συνθήκη ΕΚ και ερμηνεύεται από το Δικαστήριο,

B.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η διασυνοριακή μετεγκατάσταση των εταιρειών είναι ένα από τα βασικά στοιχεία για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η διασυνοριακή μεταφορά της καταστατικής έδρας μιας εταιρείας δεν θα πρέπει να δίνει αφορμή για την εκκαθάρισή της ή οποιαδήποτε άλλη διακοπή ή απώλεια της νομικής προσωπικότητας,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η διασυνοριακή μεταφορά της καταστατικής έδρας δεν θα πρέπει να καταστρατηγεί νομικούς, κοινωνικούς και φορολογικούς όρους,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να συνεκτιμώνται τα δικαιώματα άλλων ενδιαφερομένων τους οποίους αφορά η μεταφορά, όπως μέτοχοι μειοψηφίας, εργαζόμενοι, πιστωτές, κ.λπ.,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να διατηρείται στο ακέραιο το οικείο κοινοτικό κεκτημένο που προβλέπει διασυνοριακή πληροφόρηση, διαβούλευση και τα δικαιώματα συμμετοχής των εργαζομένων και που διασφαλίζει προϋπάρχοντα δικαιώματα συμμετοχής των εργαζομένων (οδηγίες 94/45/ΕΚ(10) και 2005/56/ΕΚ(11)), και εκτιμώντας, κατά συνέπεια, ότι η μεταφορά της καταστατικής έδρας δεν θα πρέπει να οδηγεί στην απώλεια αυτών των υφισταμένων δικαιωμάτων,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομοθεσία που υποχρεώνει μια εταιρεία να διατηρήσει τα κεντρικά της γραφεία και την καταστατική της έδρα στο ίδιο κράτος μέλος αντιβαίνει στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σε ό,τι αφορά την ελευθερία εγκατάστασης και ως εκ τούτου παραβιάζει το κοινοτικό δίκαιο,

1.   ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει στο Κοινοβούλιο μέχρι τις 31 Μαρτίου 2009, βάσει του άρθρου 44 της Συνθήκης ΕΚ, νομοθετική πρόταση οδηγίας σχετικά με τον καθορισμό μέτρων για το συντονισμό της εθνικής νομοθεσίας των κρατών μελών, προκειμένου να διευκολυνθεί η διασυνοριακή μεταφορά της καταστατικής έδρας μιας εταιρείας εντός της Κοινότητας, σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους, ("14η οδηγία για το Δίκαιο των Εταιρειών") και ζητεί αυτή η πρόταση να εκπονηθεί στο πλαίσιο διοργανικών συζητήσεων και σύμφωνα με τις κατωτέρω λεπτομερείς συστάσεις·

2.   διαπιστώνει ότι επί του παρόντος οι επιχειρήσεις μπορούν να προβούν σε μεταφορά της έδρας τους μόνο μέσω διάλυσης και θέσπισης νέας νομικής οντότητας στο κράτος μέλος προορισμού ή μέσω θέσπισης νέου νομικού προσώπου στο κράτος μέλος προορισμού και συνακόλουθης συγχώνευσης αμφότερων των επιχειρήσεων· διαπιστώνει επίσης ότι αυτή η διαδικασία συνδέεται με διοικητικά εμπόδια, δαπάνες και κοινωνικές επιπτώσεις και δεν προσφέρει ασφάλεια δικαίου·

3.   εφιστά την προσοχή στην ελευθερία εγκατάστασης που εγγυάται το άρθρο 48 της Συνθήκης ΕΚ στις επιχειρήσεις, όπως ερμηνεύθηκε από το Δικαστήριο(12)·

4.   επισημαίνει ότι μια μεταφορά της έδρας της εταιρείας συνεπάγεται επίσης μεταφορά της εποπτείας· υπογραμμίζει ότι κατά την επεξεργασία της 14ης οδηγίας για το Δίκαιο των Εταιρειών σχετικά με τη διασυνοριακή μεταφορά της έδρας εταιρειών, πρέπει να διασφαλίζεται ο σεβασμός των υφισταμένων δικαιωμάτων των μετόχων, των πιστωτών και των εργαζομένων και να διατηρείται η υφιστάμενη ισορροπία της εταιρικής διακυβέρνησης ("Corporate governance")·

5.   προτείνει, στη νέα οδηγία, να γίνεται παραπομπή στις οδηγίες 94/45/EΚ και 2005/56/EΚ προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή και η ουσία των διαδικασιών για τη συμμετοχή των εργαζομένων κατά την εφαρμογή οδηγιών της ΕΕ για το εταιρικό δίκαιο·

6.   θεωρεί ότι η μεταφορά έδρας πρέπει να γίνεται μετά την εκπόνηση σχεδίου μεταφοράς και έκθεσης στην οποία θα εξηγούνται και θα αιτιολογούνται οι νομικές και οικονομικές πτυχές και οι επιπτώσεις της μεταφοράς για τους εταίρους και τους εργαζομένους· υπογραμμίζει ότι τόσο το σχέδιο μεταφοράς όσο και η έκθεση πρέπει να παρουσιάζονται έγκαιρα σε όλους τους ενδιαφερόμενους·

7.   υπογραμμίζει τις θετικές επιδράσεις του φορολογικού ανταγωνισμού στην οικονομική ανάπτυξη, στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισαβόνας·

8.   επισημαίνει ότι η μεταφορά της έδρας πρέπει να χαρακτηρίζεται από φορολογική ουδετερότητα·

9.   εισηγείται τη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών και της διοικητικής συνδρομής μεταξύ των φορολογικών αρχών·

10.   ζητεί διαφάνεια ως προς την εφαρμογή της νέας οδηγίας στα κράτη μέλη και προτείνει για τον λόγο αυτόν υποχρέωση δήλωσης από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή, βάσει της οποίας οι επιχειρήσεις που μεταφέρουν την έδρα τους κατ" εφαρμογή των διατάξεων της οδηγίας πρέπει να εγγράφονται σε ευρωπαϊκό μητρώο επιχειρήσεων· επισημαίνει ότι κατά την εφαρμογή της υποχρέωσης δήλωσης πρέπει να αποφευχθεί ο καταιγισμός πληροφοριών ("information overkill"), όταν η απαίτηση υποβολής έκθεσης μεταφέρεται στην εθνική νομοθεσία, υπό τον όρο ότι εξασφαλίζεται επαρκής ενημέρωση·

11.   επιβεβαιώνει ότι οι συστάσεις τηρούν την αρχή της επικουρικότητας και τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών·

12.   θεωρεί ότι η παρούσα πρόταση δεν έχει, σε καμία περίπτωση, χρηματοοικονομικές συνέπειες·

13.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα και τις συνοδευτικές λεπτομερείς συστάσεις στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο, καθώς και στα κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ:

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΣ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση οδηγίας που πρέπει να περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία :

Σύσταση 1 (συνέπειες της διασυνοριακής μεταφοράς της καταστατικής έδρας)

Η διασυνοριακή μεταφορά της καταστατικής έδρας δεν θα πρέπει να δίνει αφορμή για εκκαθάριση της συγκεκριμένης εταιρείας ή για οποιαδήποτε άλλη διακοπή ή απώλεια της νομικής της προσωπικότητας· ως εκ τούτου, η εταιρεία θα διατηρεί τη νομική της ταυτότητα ενώ όλα τα περιουσιακά της στοιχεία και οι συμβατικές της σχέσεις θα παραμένουν αμετάβλητα. Επιπλέον, η μεταφορά δεν θα πρέπει να καταστρατηγεί νομικούς, κοινωνικούς και φορολογικούς όρους. Η μεταφορά τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία της καταχώρησης στο κράτος μέλος υποδοχής. Από την ημερομηνία της καταχώρησης στο κράτος μέλος υποδοχής η εταιρεία διέπεται από τη νομοθεσία του συγκεκριμένου κράτους.

Σύσταση 2 (διαδικασία μεταφοράς εντός της εταιρείας)

Η διαχείριση ή το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας που σχεδιάζει μεταφορά καλείται να εκπονήσει πρόταση μεταφοράς. Η πρόταση καλύπτει τουλάχιστον τα εξής:

   α) τη νομική μορφή, το όνομα και την έδρα της εταιρείας στο κράτος μέλος καταγωγής·
   β) την προβλεπόμενη νομική μορφή, το όνομα και την έδρα της εταιρείας στο κράτος μέλος υποδοχής·
   γ) το υπόμνημα και τα άρθρα της προβλεπομένης σύνδεσης για την εταιρεία στο κράτος μέλος υποδοχής·
   δ) το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα της μεταφοράς·
   ε) την προθεσμία από την οποία οι συναλλαγές της εταιρείας που προτίθεται να μεταφέρει την έδρα της θα αντιμετωπίζονται, για λογιστικούς σκοπούς, ως εάν η εταιρεία έχει ως έδρα της το κράτος μέλος υποδοχής·
   στ) ενδεχομένως, λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τη μεταφορά της κεντρικής διοίκησης ή τον κύριο τόπο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων·
   ζ) τα δικαιώματα που έχουν διασφαλιστεί για τα μέλη, τους εργαζόμενους και τους πιστωτές της εταιρείας ή τα σχετικά προτεινόμενα μέτρα·
   η) εάν η διαχείριση της εταιρείας χαρακτηρίζεται από συμμετοχή των εργαζομένων και εάν η εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής δεν επιβάλλει τέτοιο σύστημα, πληροφορίες σχετικά με τις διαδικασίας με τις οποίες καθορίζονται οι ρυθμίσεις για συμμετοχή των εργαζομένων.

Η πρόταση μεταφοράς υποβάλλεται προς εξέταση στα μέλη και στους εκπροσώπους των εργαζομένων της εταιρείας εντός κατάλληλης περιόδου και πριν από την ημερομηνία της συνέλευσης των μετόχων της εταιρείας.

Μία εταιρεία που σχεδιάζει μεταφορά της έδρας της οφείλει να δημοσιεύει τουλάχιστον τα ακόλουθα χαρακτηριστικά στοιχεία, σύμφωνα με την εφαρμοζόμενη εθνική νομοθεσία και με την οδηγία 68/151/ΕΟΚ(13)·

   α) τη νομική μορφή, το όνομα και την καταστατική έδρα της εταιρείας στο κράτος μέλος καταγωγής, καθώς και εκείνα που προβλέπονται για την εταιρεία στο κράτος μέλος υποδοχής·
   β) το μητρώο, στο οποίο έχουν καταγραφεί, σε ό,τι αφορά την εταιρεία, τα έγγραφα και τα χαρακτηριστικά στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 68/151/ΕΟΚ, καθώς και ο αριθμός εγγραφής στο εν λόγω μητρώο·
   γ) ένδειξη των ρυθμίσεων βάσει των οποίων οι πιστωτές και οι μέτοχοι μειοψηφίας της εταιρείας μπορούν να ασκούν τα δικαιώματά τους, καθώς και η διεύθυνση όπου είναι δυνατόν να παρέχεται δωρεάν πλήρης ενημέρωση για τις εν λόγω ρυθμίσεις.

Η διαχείριση ή το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας που σχεδιάζει μεταφορά της έδρας εκπονεί επίσης έκθεση όπου επεξηγεί και αιτιολογεί τις νομικές και οικονομικές πτυχές της πρότασης, καταδεικνύοντας, επίσης, τις συνέπειες για τα μέλη, τους πιστωτές και τους εργαζομένους της εταιρείας, εκτός αν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά.

Σύσταση 3 (απόφαση μεταφοράς από τη συνέλευση των μετόχων)

Η συνέλευση των μετόχων εγκρίνει την πρόταση μεταφοράς σύμφωνα με τις καθορισθείσες ρυθμίσεις και την απαιτούμενη πλειοψηφία για τροποποίηση του υπομνήματος και των άρθρων σύνδεσης στο πλαίσιο της εφαρμοζόμενης νομοθεσίας για την εταιρεία στο κράτος μέλος καταγωγής της.

Εάν η διαχείριση της εταιρείας πραγματοποιείται με βάση τη συμμετοχή των εργαζομένων, η συνέλευση των μετόχων μπορεί να θέσει υπό όρους την ολοκλήρωση της μεταφοράς, δηλαδή μόνο αφού εγκρίνει ρητά τις ρυθμίσεις για συμμετοχή των εργαζομένων.

Σύσταση 4 (διοικητική διαδικασία μεταφοράς και επαλήθευση)

Το κράτος μέλος καταγωγής επαληθεύει, σύμφωνα με τη νομοθεσία του, τη νομιμότητα της διαδικασίας μεταφοράς. Η αρμόδια αρχή που έχει οριστεί από το κράτος μέλος καταγωγής εκδίδει πιστοποιητικό όπου δηλώνεται ότι όλες οι απαιτούμενες πράξεις και διατυπώσεις έχουν ολοκληρωθεί.

Το πιστοποιητικό, αντίγραφο του υπομνήματος και των άρθρων σύνδεσης που προβλέπονται για την εταιρεία στο κράτος μέλος υποδοχής και αντίγραφο της πρότασης μεταφοράς υποβάλλονται εντός κατάλληλης χρονικής περιόδου στο φορέα που είναι αρμόδιος για την καταχώρηση στο κράτος μέλος υποδοχής. Τα εν λόγω έγγραφα είναι αρκετά για να δώσουν στην εταιρεία τη δυνατότητα να καταχωρηθεί στο κράτος μέλος υποδοχής. Η αρμόδια αρχή καταχώρησης στο κράτος μέλος υποδοχής επαληθεύει την εκπλήρωση των ουσιαστικών και τυπικών προϋποθέσεων για τη μεταφορά.

Η αρμόδια αρχή στο κράτος μέλος υποδοχής πληροφορεί πάραυτα την αντίστοιχη αρχή του κράτους μέλους καταγωγής για την καταχώρηση. Με βάση την εν λόγω πληροφορία η αρχή του κράτους μέλους καταγωγής διαγράφει την εταιρεία από το μητρώο.

Η καταχώρηση στο κράτος μέλος υποδοχής και η διαγραφή από το μητρώο στο κράτος μέλος καταγωγής δημοσιεύονται. Πρέπει να καλύπτονται τουλάχιστον τα ακόλουθα χαρακτηριστικά στοιχεία:

   α) η ημερομηνία καταχώρησης·
   β) ο νέος και ο προηγούμενος αριθμός εγγραφής στα αντίστοιχα μητρώα των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής.

Σύσταση 5 (συμμετοχή των εργαζομένων)

Η συμμετοχή των εργαζομένων διέπεται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής.

Ωστόσο, η νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής δεν θα μπορεί να εφαρμοστεί:

   α) όταν το κράτος μέλος υποδοχής δεν εξασφαλίζει το ίδιο τουλάχιστον επίπεδο συμμετοχής όπως εξασφαλιζόταν για την εταιρεία στο κράτος μέλος καταγωγής, ή
   β) όταν η νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής δεν παρέχει άδεια στους εργαζομένους εγκαταστάσεων της εταιρείας σε άλλα κράτη μέλη να ασκούν τα δικαιώματα συμμετοχής, κατ' αντίθεση με την επικρατούσα κατάσταση πριν από τη μεταφορά.

Σε αυτές τις περιπτώσεις, θα πρέπει να εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 16 της οδηγίας 2005/56/ΕΚ.

Σύσταση 6 (συνέπειες της μεταφοράς για τρίτους)

Καμία εταιρεία, κατά της οποίας έχουν κινηθεί διαδικασίες εκκαθάρισης, ρευστοποίησης, πτώχευσης ή διακοπής πληρωμών ή άλλες παρόμοιες διαδικασίες, δεν επιτρέπεται να προβεί σε διασυνοριακή μεταφορά της καταστατικής της έδρας εντός της Κοινότητας.

Σε περίπτωση που διαδικασίες δικαστικού ή διοικητικού χαρακτήρα έχουν αρχίσει πριν από τη μεταφορά της έδρας, η εταιρεία θεωρείται ότι έχει την καταστατική της έδρα στο κράτος μέλος καταγωγής.

(1) ΕΕ C 104 Ε, 30.4.2004, σ. 714.
(2) ΕΕ C 303 E, 13.12.2006, σ. 114.
(3) ΕΕ C 263 E, 16.10.2008, σ. 671.
(4) Υπόθεση 81/87 Daily Mail and General Trust [1988] ECR 5483.
(5) Υπόθεση C-212/97 Centros [1999] ECR I-1459.
(6) Υπόθεση C-208/00 Überseering [2002] ECR I-9919.
(7) Υπόθεση C-167/01 Inspire Art [2003] ECR I-10155.
(8) Υπόθεση C-411/03 SEVIC Systems [2005] ECR I-10805.
(9) Υπόθεση C-196/04 Cadbury Schweppes [2006] ECR I-7995.
(10) Οδηγία 94/45/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Σεπτεμβρίου 1994 για τη θέσπιση μιας Ευρωπαϊκής Επιτροπής Επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας, με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους (ΕΕ L 254, 30.9.1994, σ. 64).
(11) Οδηγία 2005/56/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Οκτωβρίου 2005 για τις διασυνοριακές συγχωνεύσεως εταιριών περιορισμένης ευθύνης (ΕΕ L 310, 25.11.2005, σ. 1).
(12) Προπαρατεθείσα απόφαση Centros.
(13) Πρώτη οδηγία 68/151/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 1968 περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαιτούνται στα κράτη μέλη εκ μέρους των εταιριών, κατά την έννοια του άρθρου 58 δεύτερη παράγραφος της Συνθήκης, για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες (ΕΕ L 65, 14.3.1968, σ. 8).


Το μέλλον του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου
PDF 410kWORD 102k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με το μέλλον του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου (2008/2305(INI))
P6_TA(2009)0087A6-0050/2009

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 63, παράγραφοι 1 και 2, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–   έχοντας υπόψη τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων, και το συμπληρωματικό πρωτόκολλο αυτής του 1967,

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου της 18ης Φεβρουαρίου 2003 για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας(1) ("Κανονισμός του Δουβλίνου"),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2003/9/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιανουαρίου 2003 σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη(2) ("οδηγία για την υποδοχή"),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου της 1ης Δεκεμβρίου 2005 σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα(3) ("οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου"),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους(4),

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής για την εφαρμογή της οδηγίας 2003/9/ΕΚ της 27ης Ιανουαρίου 2003 σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη (COM(2007)0745),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Απριλίου 2005 σχετικά με τη Λαμπεντούσα(5),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Απριλίου 2006 σχετικά με την κατάσταση των καταυλισμών προσφύγων στη Μάλτα(6),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Ιουνίου 2007 σχετικά με το άσυλο: πρακτική συνεργασία, ποιότητα των αποφάσεων που λαμβάνονται στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου(7),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με την αξιολόγηση του συστήματος του Δουβλίνου(8),

–   έχοντας υπόψη τις εκθέσεις της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων σχετικά με τις επισκέψεις που πραγματοποιήθηκαν σε διάφορα κέντρα κράτησης για τον έλεγχο των συνθηκών υποδοχής,

–   έχοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 6ης Μαΐου 2008 στην υπόθεση C-133/06, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης(9), που έχει ως αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως της οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου, με την οποία ζητείται, κυρίως, η ακύρωση των διατάξεων της εν λόγω οδηγίας που αναφέρονται στη διαδικασία θέσπισης και τροποποίησης ελάχιστων κοινών καταλόγων ασφαλών χωρών,

–   έχοντας υπόψη το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 16ης Οκτωβρίου 2008, ο τέταρτος στόχος του οποίου είναι η "συγκρότηση της Ευρώπης ως χώρου ασύλου",

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανάπτυξης (A6-0050/2009),

Α.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, μολονότι τα νομοθετικά μέσα της πρώτης φάσης της καθιέρωσης του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου επέτρεψαν τη θέσπιση ελάχιστων κοινών προτύπων, δεν διασφάλισαν, ωστόσο, την υπό ίσους όρους πρόσβαση στην προστασία στο σύνολο της επικράτειας της ΕΕ, με αποτέλεσμα να εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα όπως οι δευτερογενείς μετακινήσεις των αιτούντων άσυλο και οι πολλαπλές αιτήσεις,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το κριτήριο της πρώτης χώρας εισόδου του συστήματος του Δουβλίνου ενδέχεται να συντελέσει στην επιβάρυνση ορισμένων κρατών μελών με δυσανάλογο φόρτο, ιδίως εκείνων που συγκροτούν τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, απλώς ως αποτέλεσμα της εκτεθειμένης γεωγραφικής τους θέσης, και ότι τούτο έχει δυσμενείς επιπτώσεις τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για τους αιτούντες άσυλο,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αξιολόγηση του συστήματος του Δουβλίνου από την Επιτροπή αποκαλύπτει ότι, το 2005, τα 13 συνοριακά κράτη μέλη της ΕΕ χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν αυξημένο αριθμό προκλήσεων λόγω του συστήματος του Δουβλίνου,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην προαναφερθείσα έκθεσή της για την αξιολόγηση της οδηγίας για την υποδοχή, η Επιτροπή επισημαίνει σοβαρά προβλήματα στην εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας, ιδίως στα κλειστά κέντρα και τις ζώνες διαμετακόμισης, όπως διαπίστωσαν επιτόπου οι κοινοβουλευτικές αντιπροσωπείες, στο πλαίσιο των πολυάριθμων επισκέψεών τους,

Γενικές εκτιμήσεις

1.   σημειώνει ότι πέρυσι ο αριθμός των προσφύγων αυξήθηκε σε περισσότερα από 12 εκατομμύρια πρόσφυγες και 26 εκατομμύρια εκτοπισθέντες στο εσωτερικό χωρών σε όλο τον κόσμο· υποστηρίζει, σε αυτό το πλαίσιο, την καθιέρωση ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου (ΚΕΣΑ) και επιδοκιμάζει το σχέδιο πολιτικής της Επιτροπής για το άσυλο, το οποίο θα χρησιμεύσει ως χάρτης πορείας για την ολοκλήρωση του ΚΕΣΑ·

2.   εκφράζει τη λύπη του διότι ενδέχεται να χρειαστεί να επανακαθοριστεί, ενδεχομένως για το 2012, λόγω της τροποποίησης της νομικής βάσης που θα επιφέρει η έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, η προθεσμία για την ολοκλήρωση της δεύτερης φάσης του ΚΕΣΑ, το οποίο αναμένεται να εξαλείψει τις υφιστάμενες δυσμενείς διαφορές μεταξύ των συστημάτων ασύλου των κρατών μελών·

3.   εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι τα ποσοστά αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα για ορισμένους υπηκόους τρίτων χωρών κυμαίνονται από περίπου 0% έως 90% μεταξύ των κρατών μελών·

4.   τονίζει ότι η εναρμόνιση των προτύπων, στόχος της οποίας είναι η θέσπιση κοινής διαδικασίας και ενιαίου καθεστώτος στον τομέα του ασύλου, πρέπει να οδηγήσει σε υψηλό επίπεδο προστασίας σε ολόκληρη την Ένωση και όχι σε μια προς τα κάτω εξομοίωση βασιζόμενη στον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή, με κίνδυνο να απολέσει το κοινό καθεστώς ασύλου την προστιθέμενη αξία του·

5.   εκφράζει τη λύπη του διότι η έννοια του θεσμού του ασύλου, που αποτελεί ουσιώδες τμήμα της δημοκρατίας και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έχει διαβρωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια· επαναλαμβάνει την ανάγκη να γίνονται πλήρως σεβαστά τα δικαιώματα και οι ανάγκες των αιτούντων άσυλο και η αρχή της μη επαναπροώθησης·

6.   επισημαίνει ότι η ΕΕ οφείλει να προβλέψει μηχανισμούς στα εξωτερικά της σύνορα για την αναγνώριση των αιτούντων άσυλο και τη διασφάλιση της πρόσβασης στο έδαφός της των προσώπων που δικαιούνται διεθνή προστασία, μεταξύ άλλων και στο πλαίσιο των επιχειρήσεων ελέγχου στα εξωτερικά της σύνορα·

7.   χαιρετίζει το γεγονός ότι η Επιτροπή έχει αναγνωρίσει την πρόσβαση όσων χρήζουν προστασίας ως έναν από τους πρωταρχικούς στόχους του ΚΕΣΑ·

8.   ζητεί την παροχή επακριβών δεδομένων από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Frontex) σχετικά με τον αριθμό των αιτούντων άσυλο, στους οποίους αναγνωρίζεται η ιδιότητα αυτή κατά τις επιχειρήσεις που διεξάγονται από τον εν λόγω οργανισμό, καθώς και σχετικά με την τύχη των προσώπων που συλλαμβάνονται και επαναπροωθούνται σε χώρα διαμετακόμισης ή προέλευσης στο πλαίσιο αυτών των επιχειρήσεων· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση για την αναθεώρηση της εντολής του Frontex, ούτως ώστε να αναφέρεται σαφώς ότι η παροχή προστασίας και τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ·

9.   επιδοκιμάζει το γεγονός ότι η Επιτροπή αναγνωρίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί η συνοχή με άλλες πολιτικές που έχουν αντίκτυπο στη διεθνή προστασία· καλεί επομένως την Επιτροπή να υποστηρίξει και να αναλάβει πρωτοβουλίες για την αναθεώρηση και την προσαρμογή όλων των πολιτικών και πρακτικών διαχείρισης των συνόρων, όπως ο Frontex και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Επιτήρησης των Συνόρων (EUROSUR) προκειμένου να εξασφαλίσει στους πρόσφυγες την πρόσβαση στην προστασία στην ΕΕ και στον πλήρη σεβασμό προς την αρχή της μη επαναπροώθησης στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ. Επιπλέον, τονίζει ότι το καθήκον παροχής βοήθειας, όπως αυτό περιέχεται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), δεσμεύει νομικά τα κράτη μέλη, την ΕΕ και τον Frontex.

Βελτίωση της ισχύουσας νομοθεσίας

10.   εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι στην προαναφερθείσα απόφασή του στην υπόθεση C-133/06 το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ακύρωσε τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 29, καθώς και την παράγραφο 3 του άρθρου 36 της "οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου" που αναφέρονται στη θέσπιση ή τροποποίηση ελάχιστου κοινού καταλόγου ασφαλών χωρών καταγωγής, καθώς και κοινού καταλόγου ασφαλών τρίτων χωρών·

11.   επιδοκιμάζει τις θετικές πρωτοβουλίες που αναλήφθηκαν σε ορισμένα κράτη μέλη για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο –ήδη από την υποβολή της αίτησής τους για διεθνή προστασία– σε δομές υποδοχής ανοικτές και πλήρως εντεταγμένες στις τοπικές κοινότητες·

12.   θεωρεί ότι οι αιτούντες άσυλο είναι ευάλωτα άτομα που πρέπει να τυγχάνουν κατάλληλα προσαρμοσμένων συνθηκών υποδοχής· υπενθυμίζει ότι το περιβάλλον των φυλακών δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να τους βοηθήσει να ξεπεράσουν τα τραύματα που υπέστησαν στη χώρα καταγωγής τους, αλλά και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους προς την Ευρώπη·

13.   χαιρετίζει τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στις τελευταίες προτάσεις της Επιτροπής σύμφωνα με τις οποίες τα κράτη μέλη δεν θα υποβάλλουν σε κράτηση ένα άτομο για τον λόγο και μόνο ότι αυτό ζητεί διεθνή προστασία· θεωρεί ότι οι αιτούντες άσυλο θα πρέπει καταρχήν να μην υποβάλλονται σε κράτηση, λόγω της ιδιαίτερα ευάλωτης κατάστασής τους·

14.   εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η κράτηση των αιτούντων άσυλο μετά την παράνομη είσοδό τους στο έδαφος αρκετών κρατών μελών εξακολουθεί να συνιστά τη συνήθη πρακτική στα εν λόγω κράτη και επικροτεί, ως εκ τούτου, την ενσωμάτωση διαδικαστικών εγγυήσεων όσον αφορά την κράτηση στην οδηγία για την υποδοχή· πιστεύει, στο πλαίσιο αυτό, ότι η κράτηση αιτούντων άσυλο πρέπει να είναι δυνατή μόνον σε σαφώς καθορισμένες, εξαιρετικές περιστάσεις και να διέπεται από την αρχή της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας όσον αφορά τόσο τον τρόπο όσο και τον σκοπό της εν λόγω κράτησης· σε περίπτωση που αιτών άσυλο τελεί υπό κράτηση, πρέπει να έχει δικαίωμα προσφυγής ενώπιον εθνικού δικαστηρίου·

15.   θεωρεί ουσιώδη την αποσαφήνιση του πεδίου εφαρμογής της νέας οδηγίας για την υποδοχή έτσι ώστε να καλύπτει τα κέντρα κράτησης, τις ζώνες διαμετακόμισης, τις συνοριακές διαδικασίες και τους μεταφερόμενους του συστήματος του Δουβλίνου·

16.   επικροτεί τη θέσπιση, στο πλαίσιο της οδηγίας για την υποδοχή, ενός επίσημου συστήματος για τον άμεσο εντοπισμό των ευάλωτων ατόμων, ειδικότερα των ασυνόδευτων ανηλίκων, των εξαρτώμενων ηλικιωμένων, των ατόμων με αναπηρία, των εγκύων, των μόνων γονέων με παιδιά και των ατόμων που έχουν υποστεί τραυματικές εμπειρίες (βασανιστήρια, βιασμούς, ψυχολογική, σωματική και σεξουαλική βία)·

17.   εκτιμά ότι είναι απαραίτητη η θέσπιση μιας ενιαίας διαδικασίας αίτησης ασύλου και ενιαίων προτύπων για να χαρακτηρισθεί ένα άτομο πρόσφυγας ή άτομο που χρήζει διεθνούς προστασίας, που θα πρέπει να καλύπτουν όλες τις αιτήσεις για "διεθνή προστασία" (καθεστώς πρόσφυγα, επικουρική προστασία, προσωρινή προστασία)·

18.   εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η Επιτροπή προτίθεται να αποσαφηνίσει τους όρους παροχής επικουρικής προστασίας, ειδικότερα δε για το ότι προτείνει να επανεξετασθεί σε ποιο βαθμό διασφαλίζονται τα δικαιώματα και τα οφέλη των δικαιούχων προστασίας αυτού του τύπου· το γεγονός αυτό θα πρέπει να διασφαλίζει μεγαλύτερη ισότητα μεταχείρισης σε βελτιωμένο επίπεδο·

19.   επιδοκιμάζει την πρόθεση της Επιτροπής να τροποποιήσει την οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου και υπογραμμίζει ότι η κοινή διαδικασία ασύλου θα πρέπει να προβλέπει σαφείς, ενιαίες και εύλογες προθεσμίες προκειμένου να αποφασίζουν οι αρχές σχετικά με μια αίτηση ασύλου, αποφεύγοντας κατ" αυτό τον τρόπο μακρές και αδικαιολόγητες περιόδους αναμονής οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην υγεία και την καλή κατάσταση των αιτούντων άσυλο· επαναλαμβάνει ότι η παροχή καθεστώτος πρόσφυγα ή καθεστώτος επικουρικής προστασίας θα πρέπει πάντοτε να αξιολογείται σε ατομική βάση και να μην περιορίζεται κατά κανένα τρόπο σε γενικευμένη εκτίμηση (π.χ. λόγω ιθαγένειας) ή σε προϋποθέσεις (π.χ. σχετικά με την κατάσταση των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε χώρα καταγωγής)·

20.   κρίνει επιθυμητή την συγκέντρωση των πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής που έχουν στη διάθεσή τους τα διάφορα κράτη μέλη και ενθαρρύνει την Επιτροπή να εντείνει τις προσπάθειές της για τη δημιουργία κοινής τράπεζας δεδομένων· υπογραμμίζει ότι η συγκέντρωση και η παρουσίαση των πληροφοριών σχετικά με τη χώρα καταγωγής και η διαχείριση μιας δικτυακής πύλης θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι συμπεριλαμβάνονται οι εκθέσεις διαφόρων εγκύρων εμπειρογνώμων σχετικά με τη χώρα, ότι οι πληροφορίες είναι προσβάσιμες στο κοινό και ότι κρατούνται χωριστά από την εφαρμογή τους από τους φορείς λήψης αποφάσεων (ώστε να παραμένουν αμερόληπτες και ανεξάρτητες από πολιτικές επιρροές), καθώς και ότι υπάρχει κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των κυβερνητικών, των μη κυβερνητικών και των διεθνών πηγών κατά τη συγκέντρωση των πληροφοριών σχετικά με τη χώρα καταγωγής·

21.   επιδοκιμάζει την αναδιατύπωση του κανονισμού του Δουβλίνου και τις προτεινόμενες διατάξεις για ένα μηχανισμό αναστολής των μεταφορών του Δουβλίνου εάν εκφράζονται ανησυχίες ότι θα είχαν ως αποτέλεσμα να μην απολαύουν οι αιτούντες άσυλο επαρκών προτύπων προστασίας στα αρμόδια κράτη μέλη ιδίως όσον αφορά τις συνθήκες υποδοχής και την πρόσβαση σε διαδικασίες ασύλου, καθώς και σε περιπτώσεις που οι εν λόγω μεταφορές θα πρόσθεταν επιβαρύνσεις στα κράτη μέλη τα οποία αντιμετωπίζουν δυσανάλογες πιέσεις κυρίως λόγω της γεωγραφικής ή της δημογραφικής τους κατάστασης· τονίζει, ωστόσο, ότι οι διατάξεις αυτές θα αποτελούσαν τελικά πολιτική διακήρυξη και όχι αποτελεσματικό μέσο για την σοβαρή υποστήριξη κράτους μέλους αν δεν καθιερωθεί διττό δεσμευτικό μέσο για όλα τα κράτη μέλη που θα εξασφαλίζει:

   α) την απόσπαση υπαλλήλων από άλλα κράτη μέλη υπό την αιγίδα της ευρωπαϊκής υπηρεσίας υποστήριξης σε θέματα ασύλου, για να συνδράμουν τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ειδικές και προβληματικές καταστάσεις·
   β) σύστημα μετεγκατάστασης δικαιούχων διεθνούς προστασίας από κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ειδικές και προβληματικές καταστάσεις, κατόπιν διαβούλευσης με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες και με τη συγκατάθεση των δικαιούχων·

22.   θεωρεί ότι σύμφωνα με τον αναθεωρημένο κανονισμό του Δουβλίνου, στους αιτούντες άσυλο θα πρέπει να χορηγείται το δικαίωμα ένστασης κατά των αποφάσεων εκείνων που προβλέπουν τη μεταφορά τους· η εν λόγω προσφυγή θα υποχρεώνει τα δικαστήρια να εξετάζουν αυτεπαγγέλτως την ανάγκη προσωρινής αναστολής της επιβολής μιας απόφασης μεταφοράς·

Διοικητικές δομές

23.   υποστηρίζει σθεναρά τη δημιουργία ευρωπαϊκής υπηρεσίας υποστήριξης σε θέματα ασύλου, η οποία θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, καθώς και με τις ΜΚΟ που εξειδικεύονται σε θέματα ασύλου·

24.   εκτιμά ότι ένα από τα καθήκοντα της υπηρεσίας υποστήριξης σε θέματα ασύλου θα πρέπει να είναι η εμπεριστατωμένη εξέταση των διαφορών που εξακολουθούν να υπάρχουν μεταξύ των εθνικών συστημάτων ασύλου προκειμένου να συμβάλλει στη βελτίωσή τους·

25.   θεωρεί ότι οι δραστηριότητες της υπηρεσίας υποστήριξης θα πρέπει να περιλαμβάνουν την ανάπτυξη κατευθυντήριων γραμμών, προκειμένου να διευκολύνεται η ακριβέστερη αξιολόγηση των αιτήσεων χορήγησης ασύλου, την προαγωγή της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και την παρακολούθηση της υλοποίησης και της εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίας της ΕΕ (υποστηρίζοντας τον ρόλο της Επιτροπής ως θεματοφύλακα των Συνθηκών)·

26.   θεωρεί ότι θα πρέπει να λαμβάνεται ουσιαστικά υπόψη η παρακολούθηση της μεταχείρισης όσων επιστρέφουν στη χώρα προέλευσης ή αναχώρησής τους ως αποτέλεσμα απόρριψης αιτήσεων προστασίας·

27.   ενθαρρύνει έντονα την Επιτροπή να συνεχίσει τις προσπάθειές της για τη θέσπιση ενός κοινού ευρωπαϊκού εκπαιδευτικού προγράμματος για το άσυλο, δεδομένου ότι η ποιότητα των αποφάσεων που λαμβάνονται στον εν λόγω τομέα συνδέεται άμεσα με το επίπεδο της κατάρτισης και της ενημέρωσης των φορέων λήψεως αποφάσεων σε εθνικό επίπεδο· είναι της άποψης ότι η διαβούλευση με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που εξειδικεύονται στον εν λόγω τομέα θα αποτελούσε εγγύηση αποδοτικότητας για την εκπόνηση των προγραμμάτων κατάρτισης·

28.   θεωρεί ότι όλοι οι φορείς λήψης αποφάσεων πρέπει να έχουν ίση πρόσβαση σε επιστημονικές και αντικειμενικές πληροφορίες για τη χώρα προέλευσης, οι οποίες συνιστούν εργαλείο καίριας σημασίας τόσο για τις αρχές χορήγησης ασύλου και τις αρχές εξέτασης των προσφυγών όσο και για τους αιτούντες άσυλο, που βασίζονται σε αυτές τις πληροφορίες για να εξακριβώσουν ευκολότερα το αίτημά τους για διεθνή προστασία·

29.   τονίζει ότι κατά τη διάρκεια των περιόδων αναμονής οι αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορετικές ανάγκες των αιτούντων άσυλο που βρίσκονται σε πιο ευάλωτη κατάσταση, όπως τα παιδιά, τα άτομα με αναπηρίες και οι γυναίκες, και να παρέχουν τις αναγκαίες υποδομές·

Ένταξη των δικαιούχων διεθνούς προστασίας

30.   αναγνωρίζει τη σημασία της ένταξης των δικαιούχων διεθνούς προστασίας με γνώμονα τη δημοκρατία, την ασφάλεια και οικονομικές παραμέτρους·

31.   εκφράζει τη λύπη του διότι στους κανόνες που ορίζονται από τον κανονισμό του Δουβλίνου για τον προσδιορισμό του κράτους που αναλαμβάνει την εξέταση αίτησης ασύλου δεν λαμβάνονται υπόψη οι επιθυμίες των αιτούντων, και εκτιμά ότι ορισμένα οικογενειακά, πολιτισμικά και γλωσσικά κριτήρια θα πρέπει να λαμβάνονται περισσότερο υπόψη κατά τον εν λόγω προσδιορισμό, προκειμένου να ευνοείται η ένταξη των αιτούντων άσυλο·

32.   προτρέπει το Συμβούλιο να καταλήξει σε συμφωνία για την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες(10) ώστε να καλύπτει τους πρόσφυγες και τους δικαιούχους επικουρικής προστασίας·

33.   επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής στην οδηγία για την υποδοχή να διευκολυνθεί η πρόσβαση των αιτούντων άσυλο στην αγορά εργασίας, δεδομένου ότι η ενσωμάτωσή τους στον επαγγελματικό κόσμο συνιστά βασική προϋπόθεση για την ένταξή τους στο κράτος μέλος υποδοχής και βοηθά επίσης στην ανάπτυξη δεξιοτήτων που είναι χρήσιμες τόσο κατά την παραμονή τους στο κράτος μέλος υποδοχής όσο και, σε περίπτωση επιστροφής, στη χώρα καταγωγής τους·

34.   θεωρεί ότι, κατά τον προσδιορισμό του αρμόδιου κράτους μέλους, το σύστημα ασύλου θα πρέπει να διευκολύνει την ένταξη λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, το κοινωνικό, πολιτιστικό και γλωσσικό υπόβαθρο, την αναγνώριση των τίτλων σπουδών, τα επαγγελματικά προσόντα και τις δεξιότητες του αιτούντος άσυλο που ανταποκρίνονται στις οικονομικές ανάγκες του κράτους μέλους υποδοχής·

35.   συνιστά να μην υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ των δικαιωμάτων που χορηγούνται σε πρόσφυγες και σε δικαιούχους επικουρικής προστασίας· υπογραμμίζει ιδίως την ανάγκη να ενισχυθεί η πρόσβαση των δικαιούχων επικουρικής προστασίας σε κοινωνικές και οικονομικές παροχές, γνωρίζοντας ότι τούτο είναι καθοριστικής σημασίας για την επιτυχή ενσωμάτωσή τους·

Μηχανισμοί αλληλεγγύης

36.   θεωρεί ότι ένας από τους στόχους του ΚΕΣΑ πρέπει να είναι η θέσπιση αποτελεσματικών μηχανισμών αλληλεγγύης, προκειμένου να βελτιωθεί η κατάσταση των χωρών που γίνονται αποδέκτες μεγαλύτερων ροών αιτούντων άσυλο και που αντιμετωπίζουν δυσκολίες ως προς τη διασφάλιση κατάλληλων συνθηκών υποδοχής για τα εν λόγω άτομα, την εξέταση των αιτήσεών τους, τηρώντας τις προθεσμίες και τους τύπους που προβλέπονται, ή την ένταξη των αιτούντων που έχουν αποκτήσει το καθεστώς του πρόσφυγα·

37.   είναι της άποψης ότι η αλληλεγγύη δεν μπορεί να περιορίζεται μόνο στη χορήγηση οικονομικών μέσων και ζητεί την αποτελεσματική εφαρμογή των μηχανισμών εσωτερικής επανεγκατάστασης και μετακίνησης σε εθελοντική βάση, όπως προβλέπεται από το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο· πιστεύει ότι τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να διασφαλίσουν την υποδοχή των δικαιούχων διεθνούς προστασίας από διαφορετικό κράτος μέλος από εκείνο που τους έχει παραχωρήσει το δικαίωμα της εν λόγω προστασίας·

38.   εκτιμά ότι θα πρέπει να εξετασθεί η δυνατότητα επέκτασης του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 2001/55/ΕΚ(11), προκειμένου να καταστεί κυρίως δυνατή η υποδοχή ειδικών κατηγοριών ατόμων που χρήζουν προσωρινής διεθνούς προστασίας, χωρίς να υπάρχει, ωστόσο, μαζική εισροή·

39.   ενθαρρύνει τη σύσταση, υπό την αιγίδα της μελλοντικής υπηρεσίας υποστήριξης σε θέματα ασύλου, ομάδων εμπειρογνωμόνων σε θέματα ασύλου που θα μπορούσαν να συνδράμουν τα κράτη μέλη που γνωρίζουν φαινόμενα αιφνίδιων και μαζικών εισροών αιτούντων άσυλο, τις οποίες δεν θα ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν·

40.   ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει τη δυνατότητα δημιουργίας ευρωπαϊκού μηχανισμού μεταφοράς της διεθνούς προστασίας, υπό την εποπτεία της μελλοντικής υπηρεσίας υποστήριξης σε θέματα ασύλου, προκειμένου να είναι δυνατή η κυκλοφορία των προσφύγων στην Ευρώπη και να αποσυμφορηθεί ο φόρτος ορισμένων κρατών μελών·

41.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόθεση της Επιτροπής να ξεκινήσει μελέτη για να αξιολογήσει πιθανές μεθόδους βελτίωσης της οικονομικής αλληλεγγύης στους κόλπους της ΕΕ, και αναμένει με ενδιαφέρον τις προτάσεις που θα διατυπωθούν στο πλαίσιο αυτό·

42.   υποστηρίζει συμφωνίες για την παρακολούθηση των συνόρων μεταξύ των εθνικών αρχών, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) και των ΜΚΟ στην ΕΕ, καθώς και τη διάθεση πόρων για τον σκοπό αυτό στο πλαίσιο του Ταμείου Εξωτερικών Συνόρων της ΕΕ·

Συνεργασία με τις τρίτες χώρες

43.   υπογραμμίζει ότι το ΚΕΣΑ πρέπει να συμφωνεί πλήρως με τους στόχους και τις δραστηριότητες στον τομέα της προστασίας των προσφύγων εκ μέρους των οργάνων της ΕΕ για τη συνεργασία με τις αναπτυσσόμενες χώρες (όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης, το Μέσο Αναπτυξιακής Συνεργασίας (DCI), ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Γειτονίας και Εταιρικής Σχέσης (ENPI) και το Ευρωπαϊκό Μέσο για τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (EIDHR)) και συμφωνίες και εταιρικές σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και των αναπτυσσόμενων χωρών (όπως η συμφωνία του Κοτονού και η στρατηγική εταιρική σχέση Αφρικής-ΕΕ)·

44.   συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι το άσυλο είναι αναπόσπαστο τμήμα της αναπτυξιακής συνεργασίας με τρίτες χώρες και όχι εργαλείο διαχείρισης κρίσεων· επαναλαμβάνει επίσης ότι η αναπτυξιακή συνεργασία, ειδικότερα δε η πρόληψη κρίσεων, η παρακολούθηση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η μετατροπή των συγκρούσεων και η οικοδόμηση της ειρήνης θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως εργαλείο πρόληψης των εκτοπισμών· τονίζει επομένως ότι το ΚΕΣΑ θα πρέπει να είναι στενά συνδεδεμένο με την ευρωπαϊκή ανάπτυξη και τις ανθρωπιστικές πολιτικές·

45.   αναμένει την αξιολόγηση των προγραμμάτων περιφερειακής προστασίας που θα πραγματοποιηθεί εντός του 2009· υπογραμμίζει ότι η ανάπτυξη τέτοιου είδους προγραμμάτων θα πρέπει να είναι πλήρως σύμμορφη με τα εθνικά και περιφερειακά σχέδια δράσης, με το Θεματικό Πρόγραμμα για τη Μετανάστευση και το Άσυλο του Μέσου Αναπτυξιακής Συνεργασίας και, γενικότερα, δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να αποτελέσει μέσο για την αποποίηση των ευθυνών των κρατών μελών και της ΕΕ· καλεί την Επιτροπή να συντονίσει καλύτερα τις δράσεις των διαφόρων υπηρεσιών της στο πλαίσιο αυτό, προκειμένου να βελτιστοποιηθεί η μεταξύ τους συνέργεια, και να ενημερώσει το Κοινοβούλιο για τις προσπάθειες που κατεβλήθησαν προς αυτήν την κατεύθυνση·

46.   αναγνωρίζει τη σημασία της ενίσχυσης των ικανοτήτων υποδοχής στις χώρες πρώτου ασύλου και της ανάπτυξης, σε ευρωπαϊκό επίπεδο και σε στενή συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, ενός προγράμματος για την επανεγκατάσταση, με το οποίο θα θεσπίζονται κοινά κριτήρια και μηχανισμοί συντονισμού·

47.   ζητεί επίσης τη διενέργεια αξιολόγησης για την επάρκεια των πόρων που προορίζονται για τη λήψη μέτρων σε τρίτες χώρες, για παράδειγμα προστασία στο εσωτερικό της περιοχής, ιδίως υπό το φως της διαπίστωσης του Κοινοβουλίου ότι τα συγκεκριμένα μέτρα απαιτούν πρόσθετη χρηματοδότηση και όχι ανακατανομή των αναπτυξιακών πόρων·

48.   καλεί την Επιτροπή να προωθήσει τη μεγαλύτερη συμμετοχή των κρατών μελών σε προσπάθειες παγκοσμίου επιπέδου για την επανεγκατάσταση προσφύγων·

49.   λαμβάνει υπόψη με μεγάλο ενδιαφέρον την ιδέα να θεσπισθούν "διαδικασίες προστατευόμενης εισόδου" και ενθαρρύνει έντονα την Επιτροπή να ασχοληθεί με τις συγκεκριμένες διαδικασίες και τις πρακτικές επιπτώσεις τέτοιου είδους μέτρων·

50.   αναμένει με ενδιαφέρον τα αποτελέσματα της μελέτης που σκοπεύει να εκπονήσει η ΕΕ για το 2009 σχετικά με την από κοινού επεξεργασία των αιτήσεων ασύλου εκτός του εδάφους της ΕΕ, και εφιστά την προσοχή σε οιασδήποτε απόπειρα μεταβίβασης της ευθύνης της υποδοχής των αιτούντων άσυλο και της επεξεργασίας των αιτήσεών τους σε τρίτες χώρες ή στην Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες·

o
o   o

51.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις των κρατών μελών, στον Frontex και στον Ύπατο Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες.

(1) ΕΕ L 50, 25.2.2003, σ. 1.
(2) ΕΕ L 31, 6.2.2003, σ. 18.
(3) ΕΕ L 326, 13.12.2005, σ. 13.
(4) ΕΕ L 304, 30.9.2004, σ. 12.
(5) ΕΕ C 33 E, 9.2.2006, σ. 598.
(6) ΕΕ C 293 E, 2.12.2006, σ. 301.
(7) ΕΕ C 146 E, 12.6.2008, σ. 364.
(8) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0385.
(9) ΕΕ C 158, 21.6.2008, σ. 3.
(10) ΕΕ L 16, 23.1.2004, σ. 44.
(11) Οδηγία 2001/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 2001, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές παροχής προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων και μέτρα για τη δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά την υποδοχή και την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτών των ατόμων (ΕΕ L 212, 7.8.2001, σ. 12).


Σχέδιο δράσης της Επιτροπής για ολοκληρωμένο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου
PDF 461kWORD 79k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με το σχέδιο δράσης της Επιτροπής για ολοκληρωμένο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου (2008/2150(INI))
P6_TA(2009)0088A6-0022/2009

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

-   έχοντας υπόψη τη Συνθήκη ΕΚ,

-   έχοντας υπόψη την γνώμη αριθ. 2/2004 του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΣ) των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με το πρότυπο του "ενιαίου ελέγχου" (single audit) (και με πρόταση για πλαίσιο εσωτερικού κοινοτικού ελέγχου)(1),

-   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 15ης Ιουνίου 2005 "σχετικά με τον χάρτη πορείας προς ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου" (COM(2005)0252),

-   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 17ης Ιανουαρίου 2006 για ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου (COM(2006)0009),

-   έχοντας υπόψη την δημοσιευθείσα στις 19 Ιουλίου 2006 πρώτη εξαμηνιαία έκθεση για τον δείκτη εφαρμογής του Σχεδίου Δράσης της Επιτροπής για ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου (SEC(2006)1009), σύμφωνα με το αίτημα που διατύπωσε το Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του της 27ης Απριλίου 2006 για την απαλλαγή για το οικονομικό έτος 2004(2),

-   έχοντας υπόψη την ενδιάμεση έκθεση προόδου της Επιτροπής που δημοσιεύθηκε στις 7 Μαρτίου 2007 (COM(2007)0086), στην οποία περιγράφεται η πρόοδος και ανακοινώνονται ορισμένες πρόσθετες δράσεις,

-   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 27ης Φεβρουαρίου 2008 με τίτλο "Έκθεση σχετικά με το σχέδιο δράσης της Επιτροπής για ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου" (COM(2008)0110) και το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής που προσαρτήθηκε σε αυτό (SEC(2008)0259),

-   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 4ης Ιουνίου 2008 με τίτλο "Συγκεφαλαιωτική έκθεση των επιτευγμάτων της Επιτροπής στον τομέα της διαχείρισης για το 2007" (COM(2008)0338),

-   έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση της Επιτροπής προς την αρμόδια για την απαλλαγή αρχή σχετικά με τους εσωτερικούς ελέγχους που διεξήχθησαν κατά το 2007 (COM(2008)0499),

-   έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση της Επιτροπής προς την αρμόδια για την απαλλαγή αρχή για τη συνέχεια που δόθηκε στις αποφάσεις απαλλαγής για το 2006 (COM(2008)0629 και COM(2008)0628), καθώς και το συνοδευτικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής (SEC(2008)2579 και SEC(2008)2580),

-   έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση του ΕΣ για την εφαρμογή του προϋπολογισμού όσον αφορά το οικονομικό έτος 2007, μαζί με τις απαντήσεις των θεσμικών οργάνων(3),

-   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

-   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ελέγχου των Προϋπολογισμών και την γνωμοδότηση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A6-0022/2009),

Α.   λαμβάνοντας υπόψη ότι δυνάμει του άρθρου 274 της Συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με δική της ευθύνη σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αρχή του αποτελεσματικού εσωτερικού ελέγχου αποτελεί μια από τις δημοσιονομικές αρχές, όπως καθορίζεται με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(4) (Δημοσιονομικός Κανονισμός) μετά την τροποποίησή του από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1995/2006 της 13ης Δεκεμβρίου 2006(5), όπως προτάθηκε από την Επιτροπή στο σχέδιο δράσης για ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου (το "Σχέδιο Δράσης"),

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο καλύτερος τρόπος που διαθέτει η Επιτροπή για να αποδείξει την πραγματική της διάθεση για διαφάνεια και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση είναι να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να υποστηρίξει τα μέτρα που αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας της δημοσιονομικής διαχείρισης, ώστε να εκδώσει το Ελεγκτικό Συνέδριο μια θετική δήλωση αξιοπιστίας ("DAS"(6)),

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι στην παράγραφο 5 των συμπερασμάτων του της 8ης Νοεμβρίου 2005, το Συμβούλιο ECOFIN έκρινε ως θεμελιώδους σημασίας την εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου συστήματος εσωτερικού ελέγχου καθώς και τη διευκρίνιση και απλούστευση της νομοθεσίας που διέπει τους ελέγχους, και "ζήτησε από την Επιτροπή μια εκτίμηση του κόστους των ελέγχων ανά τομέα δαπάνης",

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, προκειμένου να υποστηριχθεί ο στρατηγικός στόχος της χορήγησης θετικής DAS από το ΕΣ, η Επιτροπή ενέκρινε τον Ιανουάριο 2006 το Σχέδιο Δράσης, με βάση τις συστάσεις του ΕΣ(7), το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 12ης Απριλίου 2005 σχετικά με την απαλλαγή για το οικονομικό έτος 2003(8) και τα συμπεράσματα του ECOFIN της 8ης Νοεμβρίου 2005,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι στο Σχέδιο Δράσης εξετάζονται τα 'κενά' στις ελεγκτικές δομές της Επιτροπής που υπήρχαν εκείνη την εποχή και εντοπίζονται 16 τομείς για ανάληψη δράσης έως τα τέλη του 2007, λαμβάνοντας υπόψη ότι η βελτίωση της δημοσιονομικής διαχείρισης στην Ένωση πρέπει να υποστηριχθεί από στενή παρακολούθηση των ελέγχων στην Επιτροπή και τα κράτη μέλη,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι στην παράγραφο 2.29, κεφάλαιο 2 (που αφορά το σύστημα εσωτερικού ελέγχου της Επιτροπής) της ετήσιας έκθεσής του για το 2007, το ΕΣ τονίζει ότι "η συγκεφαλαιωτική έκθεση της Επιτροπής για το 2007 παρέχει θετική εκτίμηση της προόδου που σημειώθηκε στο πλαίσιο της εφαρμογής των ενεργειών μέχρι σήμερα, αν και αναφέρει ότι απαιτείται κάποια πρόοδος αναμονής μέχρις ότου αποδειχθεί η αποτελεσματικότητα των ενεργειών σχετικά με τη μείωση του επιπέδου των σφαλμάτων στις υποκείμενες πράξεις",

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την απάντηση της Επιτροπής στην παράγραφο 2.30 της ετήσιας έκθεσης του ΕΣ για το 2007, "η υλοποίηση των ενεργειών είναι σε εξέλιξη και προχωρά με εργώδεις προσπάθειες. Ο αντίκτυπος των ενεργειών είναι, όπως είναι λογικό, μεταγενέστερος της υλοποίησής τους κατά τα έτη 2006 και 2007 και μια πρώτη έκθεση του αντίκτυπου θα καταρτισθεί στις αρχές του 2009",

1.   χαιρετίζει την συνολική πρόοδο που σημειώθηκε όσον αφορά την ανάπτυξη του Σχεδίου Δράσης και το γεγονός ότι οι δράσεις έχουν ως επί το πλείστον υλοποιηθεί και ότι τα περισσότερα κενά που έχουν εντοπισθεί στο Σχέδιο Δράσης έχουν αναπληρωθεί·

2.   τονίζει ότι ένα αποτελεσματικό ολοκληρωμένο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου, όπως προβλέπεται στο Σχέδιο Δράσης της Επιτροπής, θα επιτρέψει στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη να εκτελέσουν καλύτερα τον προϋπολογισμό της ΕΕ, σύμφωνα με τους πολιτικούς στόχους και τις προτεραιότητες του Κοινοβουλίου·

3.   εκφράζει τη λύπη του για την ασάφεια λόγου και καλεί την Επιτροπή να δηλώσει σε ποιο στάδιο έχει προχωρήσει τη διαδικασία προς την επίτευξη ενός ολοκληρωμένου πλαισίου εσωτερικού ελέγχου και πότε αναμένει ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί θα φέρουν ορατά και θετικά αποτελέσματα ως προς τη νομιμότητα και την κανονικότητα των συναλλαγών·

4.   σημειώνει την έκθεση αντικτύπου που ενέκρινε η Επιτροπή στις 4 Φεβρουαρίου 2009 (COM(2009)0043) και θα την λάβει υπόψη στο ψήφισμά του σχετικά με τη χορήγηση απαλλαγής για το οικονομικό έτος 2007·

5.   σημειώνει τις προσπάθειες της Επιτροπής αλλά εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι μέχρι τώρα δεν έχει καταφέρει η Επιτροπή να παρουσιάσει πλήρη και αξιόπιστα στοιχεία σχετικά με τις ανακτήσεις και τις δημοσιονομικές διορθώσεις λόγω προβλημάτων στην υποβολή εκθέσεων εκ μέρους των κρατών μελών· ζητεί από την Επιτροπή να επιλύσει αυτά τα προβλήματα και αναμένει από αυτήν να παρουσιάσει λεπτομερές χρονοδιάγραμμα για την ανάπτυξη και εφαρμογή του νέου συστήματος υποβολής εκθέσεων·

6.   τονίζει ότι η βάση για την αξιολόγηση της επιτυχίας του Σχεδίου Δράσης θα είναι ο αντίκτυπος των δράσεων μέσω της μείωσης των ποσοστών σφάλματος και της βελτιωμένης βαθμολόγησης των συστημάτων ελέγχου που επιβεβαιώνονται από το ΕΣ·

7.   αναμένει με βεβαιότητα ότι οι βελτιώσεις αυτές θα έχουν πραγματικό αντίκτυπο στην ετήσια έκθεση του ΕΣ για το 2008·

8.   ενθαρρύνει την Επιτροπή να αυξήσει τη διαφάνεια στην έκθεση αξιολόγησης του αντίκτυπου που θα υποβάλει και να θέσει την εφαρμογή της υπό την πλήρη εποπτεία της·

Δράσεις 4, 10 και 10Ν: συντελεστής σφαλμάτων ή αποδεκτός κίνδυνος σφάλματος - ανάλυση της υπάρχουσας ισορροπίας ανάμεσα στις επιχειρησιακές δαπάνες και στο κόστος του συστήματος ελέγχου

9.   εκφράζει αποδοκιμασία για το γεγονός ότι σε δύο από τις σημαντικότερες δράσεις για το σημερινό Κοινοβούλιο υπάρχει κάποια καθυστέρηση όσον αφορά το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα·

10.   εκφράζει ιδιαίτερη αποδοκιμασία για το γεγονός ότι η δράση 4 του Σχεδίου Δράσης, η οποία αφορά την ανάληψη διοργανικής πρωτοβουλίας με αντικείμενο τις βασικές αρχές που πρέπει να ληφθούν υπόψη όσον αφορά τους κινδύνους που πρέπει να γίνονται ανεκτοί στις υποκείμενες πράξεις δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί· συμφωνεί με την δήλωση στην οποία προέβη το ΕΣ στη γνωμοδότησή του αριθ. 4/2006(9), σύμφωνα με την οποία, μολονότι αποτελεί θεμελιώδη έννοια του ολοκληρωμένου συστήματος εσωτερικού ελέγχου, δεν έχει διευκρινισθεί ακόμη ο τρόπος με τον οποίο μπορεί να οριστεί ένα "αποδεκτό επίπεδο κινδύνου'·

11.   τονίζει ότι, στις παραγράφους 2.9 και 2.10 της ετήσιας έκθεσης του για το 2005(10), το ΕΣ έχει ήδη εκφράσει την άποψη, όσον αφορά τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου πλαισίου εσωτερικού ελέγχου, ότι "ένας από τους σημαντικότερους στόχους που εγκρίθηκαν από την Επιτροπή, είναι εκείνος της αναλογικότητας και της αποδοτικότητας των ελέγχων σε σχέση με το κόστος'·

12.   υπενθυμίζει επίσης τα προαναφερθέντα συμπεράσματα του Συμβουλίου ECOFIN της 8ης Νοεμβρίου 2005, το οποίο δήλωσε ότι "το Συμβούλιο θεωρεί, συμφωνώντας με την έκθεση αριθ. 2/2004 του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ότι πρέπει να επιτευχθεί συμφωνία με το Κοινοβούλιο ως προς τους κινδύνους που μπορούν να είναι αποδεκτοί στις υποκείμενες πράξεις, λαμβανομένων υπόψη του κόστους και των ωφελειών των ελέγχων σε κάθε κοινοτική πολιτική και του ύψους της αντίστοιχης δαπάνης'·

13.   τονίζει ότι στην παράγραφο 2.42, στοιχείο γ) της ετήσιας έκθεσής του για το 2007, το ΕΣ συνιστά να σημειωθούν βήματα προόδου όσον αφορά την προαγωγή της έννοιας του ανεκτού κινδύνου, ενώ στην παράγραφο 1.52, στοιχείο γ) στο κεφάλαιο 1 (που αφορά τα στοιχεία προς υποστήριξη της δήλωσης αξιοπιστίας) της εν λόγω έκθεσης, το ΕΣ δηλώνει ότι "η ισορροπία μεταξύ του κόστους και του εναπομένοντος κινδύνου για τους διάφορους τομείς δαπανών είναι τόσο σημαντική, ώστε θα πρέπει να εγκρίνεται σε πολιτικό επίπεδο (δηλ. από τις αρμόδιες αρχές προϋπολογισμού/απαλλαγής) στο όνομα των πολιτών της Ένωσης'·

14.   παροτρύνει την Επιτροπή να εγκρίνει ταχέως την υπεσχημένη ανακοίνωση σχετικά με αυτό το ζήτημα, με στόχο την επανέναρξη του διοργανικού διαλόγου για τον ανεκτό κίνδυνο, όπως έχει ήδη ζητήσει το Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του σχετικά με τη χορήγηση απαλλαγής της 24ης Απριλίου 2007 για το οικονομικό έτος 2005(11) και στο ψήφισμά του σχετικά με τη χορήγηση απαλλαγής της 22ας Απριλίου 2008 για το οικονομικό έτος 2006(12)· καλεί την Επιτροπή να αποκαλύψει πλήρως στο κοινό τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό των ποσοστών σφάλματος·

15.   θεωρεί επομένως ότι η Επιτροπή, βάσει των αρχών της αναλογικότητας και της σχέσης κόστους/αποδοτικότητας (value for money) των συστημάτων ελέγχου, οφείλει να αξιολογήσει τη σχέση που υπάρχει μεταξύ, αφενός, των πιστώσεων που διαθέτει για κάθε συγκεκριμένη πολιτική και, αφετέρου, του ποσοστού αυτών των πιστώσεων που αφιερώνει στα συστήματα ελέγχου ανά τομέα δαπάνης, όπως έχει ζητήσει το Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του σχετικά με την απαλλαγή για το οικονομικό έτος 2005·

16.   υπενθυμίζει στην Επιτροπή την σημασία της πραγματοποίησης της συγκριτικής ανάλυσης ως μοναδικού μέσου ικανού να επιτρέψει τον προσδιορισμό ενός αποδεκτού επιπέδου κινδύνου και να την υποβάλει στο Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στο ΕΣ·

17.   θεωρεί ότι η υπάρχουσα σχέση κόστους/αποδοτικότητας μεταξύ των πιστώσεων που χρησιμοποιούνται για ελέγχους και του αποτελέσματος που επιτυγχάνεται με αυτούς τους ελέγχους, πρέπει να αποτελέσει ένα από τα θεμελιώδη στοιχεία που το Ελεγκτικό Συνέδριο οφείλει να λαμβάνει υπόψη του·

18.   επισημαίνει την ιδιαίτερα σημαντική παρατήρηση την οποία διατυπώνει το ΕΣ στην παράγραφο 1.52, στοιχείο δ) της ετήσιας έκθεσής του για το 2007 σύμφωνα με την οποία, "εάν ένα καθεστώς δεν μπορεί να εφαρμόζεται ικανοποιητικά με αποδεκτό επίπεδο κόστους και ανεκτό επίπεδο κινδύνου, τότε πρέπει να επανεξετάζεται'·

19.   ζητεί από την Επιτροπή, ενόψει των δράσεων 10 και 10Ν, να παρουσιάσει αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με τις δαπάνες των συστημάτων ελέγχου και με ενδεχόμενα μέσα απλοποίησης, με στόχο την επίτευξη καλύτερης ισορροπίας μεταξύ της ανάγκης για ελέγχους και της επιδιωκόμενης μείωσης του διοικητικού φόρτου για τους αιτούντες και τους δικαιούχους κοινοτικών πιστώσεων·

20.   υπενθυμίζει την άποψή του και άποψη του ΕΣ ότι οι περίπλοκοι ή ασαφείς κανόνες και οι περίπλοκες νομικές απαιτήσεις επιδρούν αρνητικά στη νομιμότητα και στην κανονικότητα των δαπανών της ΕΕ· θεωρεί αναγκαίο να ενσωματώσει το ζήτημα της απλοποίησης ως σημαντικό στοιχείο στη νέα μεταρρύθμιση του Δημοσιονομικού Κανονισμού και στη μελλοντική νομική βάση των προγραμμάτων δαπανών της ΕΕ·

Δράσεις 1, 3, 3Ν, 5, 10, 10α, 11Ν, 13 και 15: ανάγκη συνεργασίας με τα κράτη μέλη

21.   επισημαίνει ότι, όσον αφορά την υλοποίηση των δράσεων 1, 3, 3Ν, 5, 10, 10α, 11Ν, 13 και 15, η Επιτροπή εξαρτάται επίσης από τη συνεργασία με τα κράτη μέλη· τονίζει ότι υποστηρίζει πλήρως τις εν λόγω δράσεις και ως εκ τούτου παροτρύνει την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει κάθε εργαλείο που έχει στη διάθεσή της για την συντομότερη δυνατή υλοποίησή τους·

22.   υπενθυμίζει την δήλωση στην οποία προέβη η Επιτροπή στην προαναφερόμενη ανακοίνωσή της του 2008 (COM(2008)0110), σύμφωνα με την οποία οι δράσεις 1, 3, 3N, 5, 8 και 13 έχουν ολοκληρωθεί·

23.   επισημαίνει ωστόσο ότι, μέχρι σήμερα, το Κοινοβούλιο αγνοούσε τα αποδεικτικά έγγραφα ή τις δηλώσεις που αιτιολογούν μια τέτοια δήλωση· διατηρεί, εκ των πραγμάτων, σοβαρές αμφιβολίες για την ίδια την ολοκλήρωση των μέτρων αυτών καθώς και για την εφαρμογή τους ή τον αντίκτυπό τους στην πρόοδο της εφαρμογής του Σχεδίου Δράσης·

24.   καλεί το ΕΣ να συντάξει λεπτομερέστερη έκθεση σχετικά με τη συνεργασία με τους αντίστοιχους εθνικούς φορείς και να προβλέψει πότε θα φέρει αυτή η συνεργασία ορατά θετικά αποτελέσματα

Δράσεις 5 και 13: προαγωγή της χρήσης των ετήσιων περιλήψεων και των διαχειριστικών δηλώσεων

25.   χαιρετίζει τις ετήσιες περιλήψεις των διαθέσιμων ελέγχων και τις δηλώσεις σε εθνικό επίπεδο, που υποβλήθηκαν για πρώτη φορά στις 15 Φεβρουαρίου 2008, οι οποίες αποτελούν σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της επίτευξης του στόχου της βελτίωσης της διαχείρισης των πόρων της ΕΕ· εκφράζει, ωστόσο, αποδοκιμασία, για την έλλειψη διαφάνειας όσον αφορά αυτές τις ετήσιες περιλήψεις, τις οποίες η Επιτροπή δεν είχε στείλει στο Κοινοβούλιο·

26.   χαιρετίζει την υποβολή ετήσιων περιλήψεων που ξεκίνησε το 2008 και την αξιολόγηση και τις δηλώσεις που περιείχαν οι εκθέσεις ετήσιων δραστηριοτήτων 2006 και 2007 των Γενικών Διευθύνσεων που είναι αρμόδιες για τα Διαρθρωτικά Ταμεία, δεν μπορεί όμως να θεωρήσει ότι οι δράσεις 5 και 13 έχουν ολοκληρωθεί, λόγω ανεπαρκούς πληροφόρησης του Κοινοβουλίου·

27.   εκφράζει αποδοκιμασία για το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο δεν έχει λάβει μέχρι σήμερα ολοκληρωμένες πληροφορίες από την Επιτροπή όσον αφορά την αξιολόγηση και την συγκριτική ανάλυση των πρώτων ετήσιων περιλήψεων που έχουν υποβληθεί·

28.   τονίζει, επιπλέον, ότι στην ετήσια έκθεσή του για το 2007, το ΕΣ δηλώνει ότι, λόγω διαφορών παρουσίασης, οι ετήσιες περιλήψεις δεν παρέχουν ακόμη αξιόπιστη αξιολόγηση της λειτουργίας και αποτελεσματικότητας του συστήματος·

Δράση 11N: ανάπτυξη τυπολογίας σφαλμάτων και σχέση με τις ανακτήσεις και τις δημοσιονομικές διορθώσεις

29.   εκφράζει αποδοκιμασία για το γεγονός ότι, παρά τις σημαντικές προσπάθειες που κατέβαλε η Επιτροπή, σύμφωνα με το ΕΣ, η Επιτροπή δεν κατόρθωσε να προσκομίσει ολοκληρωμένα αριθμητικά στοιχεία ή να καταδείξει ότι τα αριθμητικά στοιχεία που υπέβαλε τελικώς θα μπορούσαν να συμφωνούν αδιαμφισβήτητα με τις οικονομικές καταστάσεις που δημοσιεύθηκαν

30.   ενθαρρύνει την Επιτροπή να ολοκληρώσει την υλοποίηση αυτής της σημαντικής δράσης, ούτως ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερος βαθμός συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων και να βελτιωθεί η ακρίβεια των δεδομένων που παρέχουν τα κράτη μέλη·

Δράση 8N: συνεργασία με τα εθνικά Ανώτατα Όργανα Ελέγχου και τρόπος με τον οποίο το έργο τους μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την διασφάλιση αξιοπιστίας

31.   τονίζει ότι, μολονότι δεν εντάσσονται στο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου, τα ανεξάρτητα Ανώτατα Όργανα Ελέγχου, ως εξωτερικοί ελεγκτές των εθνικών δημόσιων δαπανών, μπορούν να διαδραματίσουν πρωταρχικό ρόλο στον έλεγχο των δημόσιων κονδυλίων·

32.   υποστηρίζει πλήρως τη συνεργασία που ξεκίνησε η Επιτροπή με ορισμένα εθνικά Ανώτατα Όργανα Ελέγχου και ενθαρρύνει την συνεχή επαφή με αυτά τα όργανα, με στόχο να καθορισθεί με ποιο τρόπο το έργο τους μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αύξηση της αξιοπιστίας όσον αφορά την εκτέλεση των προγραμμάτων στα κράτη μέλη·

33.   χαιρετίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής για ανάπτυξη διαρθρωτικής προσέγγισης για την υποστήριξη των επαφών με τα εθνικά Ανώτατα Όργανα Ελέγχου και, επιπλέον, ενθαρρύνει την Επιτροπή να ολοκληρώσει την υλοποίηση αυτής της δράσης σε στενή συνεργασία με το ΕΣ·

o
o   o

34.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή καθώς και τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.

(1) ΕΕ C 107, 30.4.2004, σ. 1.
(2) ΕΕ L 340, 6.12.2006, σ. 5.
(3) ΕΕ C 286, 10.11.2008, σ. 1.
(4) ΕΕ L 248, 16.9.2002, σ. 1.
(5) ΕΕ L 390, 30.12.2006, σ. 1.
(6) Σύντμηση του γαλλικού όρου "Déclaration d'assurance".
(7) Γνωμοδότηση αριθ. 2/2004· (ΕΕ C107, 30.4.2004, σ. 1), (γνωμοδότηση σχετικά με το πρότυπο του "ενιαίου ελέγχου").
(8) ΕΕ L 196, 27.7.2005, σ. 4.
(9) ΕΕ C 273, 9.11.2006, σ. 2.
(10) ΕΕ C 263, 31.10.2006, σ. 1.
(11) ΕΕ L 187, 15.7.2008, σ. 25.
(12) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0133.


Συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις
PDF 265kWORD 47k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (2008/2180(INI))
P6_TA(2009)0089A6-0058/2009

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2001, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (COM(2007)0769),

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 του Συμβουλίου(1),

–   έχοντας υπόψη τις συνεχιζόμενες εργασίες της διάσκεψης της Χάγης για την εφαρμογή της Σύμβασης της Χάγης της 18ης Μαρτίου 1970 σχετικά με τη συγκέντρωση αποδείξεων σε αλλοδαπό κράτος σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0058/2009),

A.   εκτιμώντας ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 δεν εφαρμόστηκε τόσο αποτελεσματικά όσο θα ήταν δυνατόν, και ότι για τον λόγο αυτόν απαιτείται να ληφθούν περαιτέρω μέτρα, προκειμένου να βελτιωθεί η συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών στον τομέα της διεξαγωγής αποδείξεων και να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα του κανονισμού,

Β.   στόχος του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1206/2001 είναι να απλουστευθεί και να επιταχυνθεί η συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις,

Γ.   εκτιμώντας ότι η Επιτροπή έχει μεριμνήσει για τη διανομή συνολικά 50 000 αντιτύπων του πρακτικού οδηγού στα τέλη 2006/αρχές 2007, στα κράτη μέλη, αλλά ότι τούτο συνέβη πολύ αργά, και για το λόγο αυτό πρέπει να ληφθούν περισσότερα και περαιτέρω μέτρα προκειμένου να ενημερωθούν καλύτερα για τον κανονισμό οι συμμετέχοντες στη διαδικασία, ιδίως τα δικαστήρια και οι δικηγόροι,

Δ.   εκτιμώντας ότι η Επιτροπή διαπιστώνει ότι σε μεγάλο αριθμό περιπτώσεων υπήρξε υπέρβαση της προθεσμίας των 90 ημερών για τη συμμόρφωση στην απαίτηση συγκέντρωσης αποδείξεων κατά το άρθρο 10, παράγραφος 1, του κανονισμού και ότι σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα απαιτήθηκαν περισσότεροι των 6 μηνών,

Ε.   εκτιμώντας ότι μόνο λίγα κράτη μέλη διαθέτουν σήμερα δυνατότητα εικονοδιασκέψεων και ότι επομένως η εικονοδιάσκεψη δεν χρησιμοποιείται επαρκώς· εκτιμώντας επιπλέον ότι ούτε τα κράτη μέλη σπεύδουν να προωθήσουν τις σύγχρονες τεχνολογίες επικοινωνίας ούτε η Επιτροπή προβαίνει σε σχετικές συγκεκριμένες προτάσεις βελτίωσης,

1.   επικρίνει την καθυστερημένη υποβολή της προαναφερθείσας έκθεσης της Επιτροπής η οποία, κατά το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1206/2001, θα έπρεπε να είχε υποβληθεί έως την 1η Ιανουαρίου 2007, στην πραγματικότητα όμως υποβλήθηκε μόλις την 5η Δεκεμβρίου 2007·

2.   συμφωνεί με την Επιτροπή ότι πρέπει να καταβληθούν μεγαλύτερες προσπάθειες από τα κράτη μέλη για να γίνει ο κανονισμός επαρκώς γνωστός στους δικαστές και στους δικηγόρους εντός των κρατών μελών, ώστε να ενθαρρυνθούν οι επαφές μεταξύ δικαστηρίων, καθώς η άμεση διεξαγωγή των αποδείξεων που προβλέπει το άρθρο 17 του κανονισμού έχει αποδείξει τις δυνατότητές της να απλοποιεί και να επιταχύνει τη διεξαγωγή αποδείξεων χωρίς να προκαλεί ιδιαίτερα προβλήματα·

3.   θεωρεί ότι είναι βασικό να δίδεται προσοχή στο γεγονός ότι τα κεντρικά όργανα που προβλέπει ο κανονισμός εξακολουθούν να παίζουν σημαντικό ρόλο στην εποπτεία του έργου των δικαστηρίων που έχουν αρμοδιότητα να διεκπεραιώνουν τις δυνάμει του κανονισμού παραγγελίες και να επιλύουν τα προβλήματα που ανακύπτουν· τονίζει ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο μπορεί να βοηθήσει στην επίλυση προβλημάτων που δεν έχουν επιλυθεί από τα κεντρικά όργανα και ότι η συχνότητα παραπομπής στα όργανα αυτά θα μπορούσε να μειωθεί εάν τα αιτούντα δικαστήρια γνώριζαν καλύτερα τον κανονισμό· φρονεί ότι η βοήθεια που προσφέρουν τα κεντρικά όργανα μπορεί να είναι καίρια για μικρά τοπικά δικαστήρια που αντιμετωπίζουν πρόβλημα όσον αφορά τη διεξαγωγή αποδείξεων για πρώτη φορά σε διασυνοριακό πλαίσιο

4.   συνιστά την εκτενή χρήση των τεχνολογιών της πληροφορίας και των εικονοδιασκέψεων, σε συνδυασμό με ασφαλές σύστημα αποστολής και λήψης μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, που θα πρέπει εν ευθέτω χρόνω να καταστεί το σύνηθες μέσο διαβίβασης αιτημάτων για διεξαγωγή αποδείξεων· επισημαίνει ότι, στις απαντήσεις τους στο ερωτηματολόγιο που απέστειλε η διάσκεψη της Χάγης, ορισμένα κράτη μέλη αναφέρουν προβλήματα σε σχέση με τη συμβατότητα των βιντεοσυνδέσεων, και θεωρεί ότι το θέμα πρέπει να αντιμετωπισθεί στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη·

5.   θεωρεί ότι το γεγονός ότι σε πολλά κράτη μέλη εξακολουθούν να μην υπάρχουν δυνατότητες εικονοδιασκέψεων, σε συνδυασμό με τη διαπίστωση της Επιτροπής ότι τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται μάλλον σπάνια, επιβεβαιώνει την ευστοχία των σχεδίων για την ευρωπαϊκή στρατηγική ηλεκτρονικής δικαιοσύνης που προσφάτως πρότεινε η Επιτροπή Νομικών θεμάτων του Κοινοβουλίου· παροτρύνει τα κράτη μέλη να διαθέσουν μεγαλύτερους πόρους για την εγκατάσταση σύγχρονων επικοινωνιακών συστημάτων στα δικαστήρια και για την εκπαίδευση των δικαστών στη χρήση τους, και καλεί την Επιτροπή να κάνει συγκεκριμένες προτάσεις βελτίωσης για τη βελτίωση της κατάστασης· πιστεύει ότι πρέπει να διατεθεί το ταχύτερο δυνατό βοήθεια και οικονομική υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον κατάλληλο βαθμό·

6.   φρονεί ότι πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες στο πλαίσιο της στρατηγικής για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη για να παρασχεθεί βοήθεια στα δικαστήρια να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις μετάφρασης και διερμηνείας που θέτει η διεξαγωγή αποδείξεων σε διασυνοριακό επίπεδο εντός της διευρυμένης Ευρώπης·

7.   τονίζει με ιδιαίτερη ανησυχία τη διαπίστωση της Επιτροπής ότι υπήρξε υπέρβαση της προθεσμίας των 90 ημερών για τη συμμόρφωση προς τις παραγγελίες διεξαγωγής αποδείξεων του άρθρου 10, παράγραφος 1, του κανονισμού, σε μεγάλο αριθμό περιπτώσεων και ότι σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα απαιτήθηκαν περισσότεροι των 6 μηνών για να δοθεί συνέχεια στην παραγγελία· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει το ταχύτερο δυνατό συγκεκριμένες προτάσεις για μέτρα άρσης του προβλήματος, εξετάζοντας μεταξύ άλλων τη δυνατότητα δημιουργίας υπηρεσίας παραπόνων ή σημείου επαφής στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου·

8.   επικρίνει το γεγονός ότι η έκθεση της Επιτροπής, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 επήλθε βελτίωση της διεξαγωγής αποδείξεων από κάθε άποψη, παρουσιάζει εσφαλμένη εικόνα της κατάστασης· καλεί κατά συνέπεια την Επιτροπή να παράσχει πρακτική υποστήριξη, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο της στρατηγικής για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη, και να καταβάλει εντονότερες προσπάθειες για να αξιοποιηθούν οι πραγματικές δυνατότητες του κανονισμού ώστε να βελτιωθεί η λειτουργία της δικαιοσύνης στον τομέα των αστικών υποθέσεων προς όφελος των πολιτών, των επιχειρήσεων, των επαγγελματιών του κλάδου και των δικαστών·

9.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.

(1) ΕΕ L 174, 27.6.2001, σ. 1.


Εφαρμογή της οδηγίας 2006/43/ΕΚ για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετησίων και των ενοποιημένων λογαριασμών
PDF 357kWORD 68k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2006/43/ΕΚ για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετησίων και των ενοποιημένων λογαριασμών (2008/2247(INI))
P6_TA(2009)0090A6-0014/2009

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 2006 για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετησίων και των ενοποιημένων λογαριασμών(1),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με την 23η ετήσια έκθεση της Επιτροπής για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου (2005)(2),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου – 24η ετήσια έκθεση της Επιτροπής(3),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Σεπτεμβρίου 2007 για τη βελτίωση της νομοθεσίας 2005: εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας - 13η ετήσια έκθεση(4),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Σεπτεμβρίου 2007 σχετικά με τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση(5),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (A6-0014/2009),

Α.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι η νομοθεσία της ΕΕ έχει νόημα μόνο εφόσον τα κράτη μέλη συμμορφώνονται προς αυτή και ότι, για τον λόγο αυτόν, πρέπει να ενισχυθεί ο έλεγχος της μεταφοράς της στο εθνικό δίκαιο και της εφαρμογής της από τα κράτη μέλη· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο έχει προτείνει, μετά το πέρας της προθεσμίας μεταφοράς της νομοθεσίας στο εσωτερικό δίκαιο των κρατών μελών, ο αρμόδιος εισηγητής να πληροφορήσει το Κοινοβούλιο για την κατάσταση των πραγμάτων,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία 2006/43/ΕΚ (στο εξής: οδηγία) εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στις 17 Μαΐου 2006 και ότι η προθεσμία για τη μεταφορά της στο δίκαιο των κρατών μελών έληξε στις 29 Ιουνίου 2008, και λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει, ως εκ τούτου, να διεξαχθεί έλεγχος για να διαπιστωθεί η ορθή μεταφορά της,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πίνακας αποτελεσμάτων που δημοσιεύτηκε από την Επιτροπή, μολονότι αναφέρει ποια άρθρα της οδηγίας εφαρμόσθηκαν από ποιον, δεν παρέχει εντούτοις πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιήθηκε αυτή η εφαρμογή ούτε και αναφέρει αν οι εθνικοί κανόνες πληρούν τα ελάχιστα πρότυπα που θέτει η οδηγία,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι στόχος της οδηγίας είναι, πρώτον, να βελτιστοποιηθεί η ποιότητα των ελέγχων των ετησίων λογαριασμών σε ολόκληρη την ΕΕ και μέσω αυτής να αυξηθεί η εμπιστοσύνη για την πληροφόρηση αυτή και να βελτιωθεί η κατάσταση των στις χρηματοπιστωτικές αγορές, και, δεύτερον, η επίτευξη ίσων όρων ανταγωνισμού για τον λογιστικό κλάδο στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η εφαρμογή της οδηγίας στα κράτη μέλη πρέπει να ελεγχθεί με βάση την επίτευξη των δύο αυτών στόχων,

1.   σημειώνει ότι η οδηγία εγκρίθηκε ως αντίδραση στην κρίση που ακολούθησε την κατάρρευση της Enron· τονίζει με έμφαση ότι η παρούσα χρηματοπιστωτική κρίση υπογραμμίζει τη σημασία υψηλής ποιότητας λογιστικών και ελεγκτικών πρακτικών· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι μόνο 12 κράτη μέλη έχουν μεταφέρει την οδηγία στην εθνική τους νομοθεσία στο ακέραιο· προτρέπει την Επιτροπή να διασφαλίσει την άμεση μεταφορά και επιβολή της·

2.   διαπιστώνει με ανησυχία ότι η μεταφορά στο εθνικό δίκαιο των πολύ σημαντικών εννοιών "οντότητα δημοσίου συμφέροντος"(6) και "δίκτυο"(7) οδηγεί σε διαφορετικές ερμηνείες μεταξύ των κρατών μελών· τονίζει εν προκειμένω ότι η οδηγία ορίζει διάφορες εκτεταμένες υποχρεώσεις για τις επιχειρήσεις που χαρακτηρίζονται οντότητες δημοσίου συμφέροντος, καθώς και για τους λογιστές που διεξάγουν τους ελέγχους επί των επιχειρήσεων αυτών· σημειώνει, περαιτέρω, ότι η οδηγία ορίζει επίσης διάφορες πρόσθετες υποχρεώσεις για τις ελεγκτικές εταιρείες που εμπίπτουν στον ορισμό του "δικτύου'· επισημαίνει ότι χρειάζεται να εξετασθεί περαιτέρω ο αντίκτυπος του ορισμού του "δικτύου" και η έλλειψη νομικής σαφήνειας όσον αφορά την ευθύνη των επιχειρήσεων για τις πράξεις άλλων επιχειρήσεων που ανήκουν στο ίδιο δίκτυο· γενικότερα, εκφράζει τον φόβο ότι η άτακτη συρραφή ορισμών θα οδηγήσει σε έλλειψη ασφαλείας δικαίου και σε υψηλό κόστος συμμόρφωσης και θα θέσει εντέλει σε κίνδυνο την επίτευξη του στόχου της οδηγίας· καλεί ως εκ τούτου την Επιτροπή να εξετάσει διεξοδικά την εφαρμογή των ορισμών και τις ευδιάκριτες συνέπειες της θέσπισής τους, και να επιδιώξει σαφήνεια όσον αφορά τις μακροπρόθεσμες προτεραιότητες πολιτικής για την ΕΕ στον εν λόγω τομέα και τον τρόπο με τον οποίο θα καταστεί εφικτή η καλύτερη δυνατή επίτευξή τους, μέσα από διαβούλευση με τα κράτη μέλη·

3.   σημειώνει ότι πολλά κράτη μέλη δεν έχουν προβεί σε εφαρμογή του άρθρου 41 της οδηγίας, σύμφωνα με το οποίο τα κράτη μέλη υποχρεώνουν τις οντότητες δημοσίου συμφέροντος να διαθέτουν ελεγκτική επιτροπή ή αντίστοιχο όργανο· θεωρεί ότι η υποχρέωση αυτή αποτελεί σημαντικό μέσο για την εγγύηση της ανεξαρτησίας των νομίμων ελέγχων των ετησίων λογαριασμών των οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος·

4.   τονίζει ότι η πρόσφατη εμπειρία δείχνει ότι χρειάζεται συχνή και υψηλής ποιότητας αλληλεπίδραση εντός των ελεγκτικών επιτροπών και μεταξύ των ανεξαρτήτων διευθυντών, εποπτικών συμβουλίων και ελεγκτών, και ότι τα μη εκτελεστικά μέλη αυτών των συμβουλίων θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τη δυνατότητα να υπάρχουν συνεδριάσεις χωρίς την παρουσία των εκτελεστικών μελών·

5.   διαπιστώνει ότι ορισμένα κράτη μέλη προχώρησαν σε εφαρμογή της απαίτησης της οδηγίας για εναλλαγή των ελεγκτών εντός μεγίστου χρονικού διαστήματος επτά ετών με πολύ σύντομο διάστημα εναλλαγής, διαρκείας μόλις δύο ή τριών ετών· εκφράζει αμφιβολίες σε σχέση με το αν τόσο σύντομες περίοδοι εναλλαγής ενισχύουν την ποιότητα και τη συνέχεια των υποχρεωτικών ελέγχων των οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος, και επισημαίνει ότι δημιουργούν εμπόδια στην ορθή κατανόηση της ελεγχόμενης οντότητας από τους ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία·

6.   εκφράζει τη λύπη του διότι δεν έχουν εφαρμόσει όλα τα κράτη μέλη το απαιτούμενο από την οδηγία σύστημα δημόσιας εποπτείας· σημειώνει περαιτέρω ότι, μεταξύ των κρατών μελών όπου έχουν όντως εφαρμοσθεί διάφορες μορφές δημόσιας εποπτείας, υπάρχουν σημαντικές διαφορές· σημειώνει ότι η δημόσια εποπτεία πρέπει, βάσει της οδηγίας, να οργανώνεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αποφεύγονται τυχόν συγκρούσεις συμφερόντων· διερωτάται, με βάση τα παραπάνω, αν οι αρχές δημόσιας εποπτείας που συνδέονται άμεσα με τις εθνικές κυβερνήσεις ανταποκρίνονται στην απαίτηση αυτή·

7.   θεωρεί ότι είναι πολύ σημαντικό να επιτευχθεί πράγματι η απαιτούμενη από την οδηγία συνεργασία μεταξύ των αρχών δημόσιας εποπτείας, διότι η εντατική συνεργασία μεταξύ τους προωθεί τη σύγκλιση μεταξύ των κρατών μελών και μπορεί να αποτρέψει τυχόν πρόσθετη διοικητική επιβάρυνση που θα προέκυπτε λόγω διαφορετικών διαδικασιών και απαιτήσεων σε εθνικό επίπεδο·

8.   τονίζει ότι οι εισηγμένες θυγατρικές επιχειρήσεις υπόκεινται σε υποχρεωτικούς ελέγχους· συνιστά η εθνική νομοθεσία να απαιτεί για τις αντίστοιχες μητρικές επιχειρήσεις να υπόκεινται σε υποχρεωτικούς ελέγχους διενεργούμενους από ελεγκτές οι οποίοι έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με την παρούσα οδηγία·

9.   εκτιμά ότι υπάρχει πολύ σημαντική έλλειψη σαφήνειας όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 47 της οδηγίας, που ασχολείται με τα έγγραφα εργασίας του ελέγχου· επισημαίνει ότι, ενώ τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν τη διαβίβαση στις αρμόδιες αρχές τρίτης χώρας των εγγράφων εργασίας του ελέγχου ή άλλων εγγράφων που διαθέτουν οι νόμιμοι ελεγκτές ή τα ελεγκτικά γραφεία στα οποία έχουν χορηγήσει άδεια, υπάρχουν ζητήματα νομικής φύσης ή σχετικά με την προστασία δεδομένων που πρέπει να αντιμετωπισθούν, ούτως ώστε να διασφαλισθεί ότι οι πληροφορίες που λαμβάνουν οι ελεγκτές της ΕΕ από τις εταιρείες-πελάτες τους θα παραμένουν εμπιστευτικές και δεν θα εισέρχονται στη δημόσια σφαίρα τρίτων χωρών στις οποίες είναι εισηγμένες οι εν λόγω εταιρείες ή έχει συσταθεί η μητρική εταιρεία·

10.   καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει προσεκτικά το σύνολο της εθνικής νομοθεσίας μέσω της οποίας μεταφέρθηκε στο εθνικό δίκαιο η οδηγία, να αντιμετωπίσει αποφασιστικά τα προβλήματα στα οποία αναφέρονται οι παράγραφοι 1 έως 9 και να υποβάλει σχετική έκθεση στο Κοινοβούλιο εντός δύο ετών· εκφράζει αμφιβολίες σχετικά με το αν η επιλεγείσα μέθοδος ελάχιστης εναρμόνισης αποτελεί πράγματι τη σωστή οδό για την επίτευξη των στόχων της παρούσας και άλλων οδηγιών που αφορούν την εσωτερική αγορά, με δεδομένες τις πολλές αποκλίσεις που περιέχονται στην οδηγία και οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερο κατακερματισμό της αγοράς λογιστικού ελέγχου· καλεί την Επιτροπή, κατά την υλοποίηση της εναρμόνισης, να κάνει χρήση σαφών εννοιών·

11.   επισημαίνει ότι η αδικαιολόγητη καθυστέρηση της έγκρισης των διεθνών ελεγκτικών προτύπων ενδέχεται να έχει αρνητικές συνέπειες στο ρυθμιστικό περιβάλλον, οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν σε περαιτέρω κατακερματισμό, κάτι που αντιτίθεται στον γενικό στόχο της οδηγίας· ζητεί ως εκ τούτου από την Επιτροπή να αποφύγει τις άσκοπες καθυστερήσεις όσον αφορά της έγκριση των διεθνών ελεγκτικών προτύπων και να ξεκινήσει ευρεία δημόσια διαβούλευση για την έγκρισή τους·

12.   είναι της άποψης ότι η προσεκτική παρακολούθηση και επαλήθευση της ορθής και έγκαιρης εφαρμογής της νομοθεσίας της ΕΕ αποτελεί ουσιαστικό μέσο για την επίτευξη της καλύτερης δυνατής εφαρμογής του ευρωπαϊκού δικαίου και για την αποφυγή πρακτικών κανονιστικού υπερθεματισμού (gold-plating) που μπορεί να παρουσιασθούν, για παράδειγμα, στο πλαίσιο του άρθρου 40 της οδηγίας, το οποίο περιλαμβάνει μη εξαντλητικό κατάλογο των υποχρεώσεων όσον αφορά την έκθεση διαφάνειας·

13.   υποστηρίζει την καθοδήγηση που παρέχει η Επιτροπή στα κράτη μέλη και τη στενή συνεργασία της με αυτά, η οποία στοχεύει στη διασφάλιση ορθής και έγκαιρης εφαρμογής της οδηγίας, για παράδειγμα κάνοντας χρήση σεμιναρίων περί μεταφοράς της ευρωπαϊκής νομοθεσίας στο εθνικό δίκαιο ως φόρουμ για την επίτευξη συναίνεσης σχετικά με την εφαρμογή επιμέρους διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας· υποστηρίζει τη χρήση πινάκων αντιστοιχίας κατά τη διαδικασία της εφαρμογής ως μέσο για την επίτευξη μέγιστης σύγκλισης· θεωρεί ωστόσο ότι πρέπει ακόμα να γίνουν πολλά για να δοθεί σαφής καθοδήγηση στα κράτη μέλη κατά την πορεία της εφαρμογής και να στραφούν τα κράτη μέλη προς την αναμφίλεκτη εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας·

14.   τονίζει με έμφαση ότι κάθε οιονεί νομοθετικό μέτρο εντός του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας μπορεί να εγκριθεί μόνο σύμφωνα με την εφαρμογή της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο, συνοδευόμενο, όπου αυτό χρειάζεται, από εκτίμηση του αντικτύπου του·

Σύσταση σχετικά με τη διασφάλιση ποιότητας

15.   επιδοκιμάζει τη σύσταση της Επιτροπής αριθ. 2008/362/ΕΚ της 6ης Μαΐου 2008 σχετικά με την εξωτερική διασφάλιση της ποιότητας στους νόμιμους ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία που διενεργούν έλεγχο των οντοτήτων δημόσιου συμφέροντος(8)· συμφωνεί με την παγιωμένη άποψη ότι είναι σημαντικό να υπάρχουν ανεξάρτητες εξωτερικές επιθεωρήσεις διασφάλισης ποιότητας σύμφωνα με τον στόχο της οδηγίας για ενίσχυση της ποιότητας των ελέγχων και της αξιοπιστίας των δημοσιευόμενων χρηματοοικονομικών πληροφοριών· συμμερίζεται, επιπλέον, την παγιωμένη άποψη ότι η πλήρης ανεξαρτησία και αντικειμενικότητα των επιθεωρήσεων και των επιθεωρητών αποτελεί ζήτημα πολύ μεγάλης σπουδαιότητας·

16.   παροτρύνει την Επιτροπή να προωθήσει, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, εθνικές δομές διασφάλισης ποιότητας, κατά τρόπο ώστε να κατοχυρώνεται η ανεξάρτητη και αντικειμενική διασφάλιση ποιότητας των λογιστικών γραφείων· τονίζει ότι ο ευρωπαίος νομοθέτης πρέπει εν προκειμένω να περιοριστεί σε γενικές διατάξεις-πλαίσια που ορίζονται στην οδηγία και τη σύσταση, και ότι η περαιτέρω επεξεργασία των κανόνων αυτών πρέπει να επαφίεται στον επαγγελματικό κλάδο·

Απόφαση σχετικά με την εγγραφή ελεγκτών από τρίτες χώρες στα μητρώα

17.   σημειώνει την απόφαση 2008/627/ΕΚ της Επιτροπής της 29ης Ιουλίου 2008 σχετικά με μεταβατική περίοδο για τις δραστηριότητες λογιστικού ελέγχου ορισμένων ελεγκτών και ελεγκτικών οντοτήτων από τρίτες χώρες(9)· ζητεί από την Επιτροπή να αναφέρει στο Κοινοβούλιο τη συνέχεια που θα δώσει στο ζήτημα της εγγραφής ελεγκτών από τρίτες χώρες στα μητρώα·

Ευθύνη των ελεγκτών

18.   σημειώνει ότι οι αποκλίσεις μεταξύ των καθεστώτων ευθύνης των κρατών μελών θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε καταχρηστική επιλογή του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας και στην υπονόμευση της εσωτερικής αγοράς, γνωρίζει όμως τα διαφορετικά επίπεδα έκθεσης στον κίνδυνο αυτό που συνδέονται με το μέγεθος των ελεγκτικών γραφείων και των εταιρειών με τις οποίες συναλλάσσονται· τονίζει με έμφαση ότι οι αξιώσεις αστικής ευθύνης προέρχονται συχνά από τρίτες χώρες στις οποίες οι δίκες αυτές υποκινούνται σε μεγάλο βαθμό από συμφωνίες περί αμοιβών με βάση εργολαβία δίκης· είναι απρόθυμο να επιδοκιμάσει τέτοια δικομανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ζητεί περισσότερο αταλάντευτη στάση έναντι των επιπτώσεων πρακτικής που υποκινείται από τέτοιες συμφωνίες περί αμοιβών·

19.   σημειώνει τη σύσταση της Επιτροπής αριθ. 2008/473/ΕΚ της 5ης Ιουνίου 2008 σχετικά με τον περιορισμό της αστικής ευθύνης των νόμιμων ελεγκτών και των ελεγκτικών γραφείων(10), στο πλαίσιο της οποίας ζητείται από τα κράτη μέλη να περιορίσουν την ευθύνη των ελεγκτών λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη δική τους εθνική νομοθεσία και τις συνθήκες που επικρατούν στη συγκεκριμένη χώρα· υπογραμμίζει περαιτέρω τον στόχο της σύστασης αυτής για ενίσχυση των ίσων όρων ανταγωνισμού όσον αφορά τις επιχειρήσεις και τα λογιστικά γραφεία, μέσω μεγαλύτερης σύγκλισης μεταξύ των κρατών μελών στον εν λόγω τομέα· τονίζει ότι ο στόχος του περιορισμού της ευθύνης των ελεγκτών και των ελεγκτικών γραφείων, που προβλέπεται από τη σύσταση της Επιτροπής, δεν πρέπει να παραβιάζει τις αρχές που διέπουν το δίκαιο της αστικής ευθύνης σε ορισμένα κράτη μέλη, όπως είναι η αρχή του δικαιώματος αποζημίωσης των θυμάτων· υπογραμμίζει ότι, στο πλαίσιο της τρέχουσας οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης, η σύσταση δεν πρέπει να θέτει σε αμφισβήτηση την ποιότητα του υποχρεωτικού ελέγχου ούτε την εμπιστοσύνη προς τη λειτουργία των υποχρεωτικών ελέγχων· καλεί την Επιτροπή να ενημερώσει το Κοινοβούλιο, το αργότερο μέχρι το 2010, σχετικά με τις επιπτώσεις της εν λόγω σύστασης και τη συνέχεια που θα δοθεί σε αυτήν, ιδίως σε σχέση με το σημαντικό ερώτημα εάν και σε ποιον βαθμό συνάδει η σύσταση με τον στόχο της παρούσας οδηγίας για μεγαλύτερη σύγκλιση μεταξύ των κρατών μελών· τονίζει ότι, σε περίπτωση που θα αποβεί αναγκαία η θέσπιση περαιτέρω μέτρων, η Επιτροπή πρέπει απαραιτήτως να πραγματοποιήσει μελέτη αντικτύπου, με την οποία θα αποτιμώνται οι ενδεχόμενες συνέπειες του περιορισμού της αστικής ευθύνης των ελεγκτών και των ελεγκτικών γραφείων στην ποιότητα των ελέγχων, στη χρηματοπιστωτική ασφάλεια και στη διαδικασία συγκέντρωσης στην αγορά των λογιστικών ελέγχων·

Διαβουλεύσεις σχετικά με το δικαίωμα ιδιοκτησίας

20.   επικροτεί τις διαβουλεύσεις που έχει ξεκινήσει η Επιτροπή σχετικά με το δικαίωμα ιδιοκτησίας στα λογιστικά γραφεία και αναμένει με ενδιαφέρον τις αντιδράσεις των ενδιαφερομένων μερών·

o
o   o

21.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) ΕΕ L 157, 9.6.2006, σ. 87.
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0060.
(3) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0494.
(4) ΕΕ C 187 E, 24.7.2008, σ. 67.
(5) ΕΕ C 187 E, 24.7.2008, σ. 60.
(6) Άρθρο 2, παράγραφος 13, της οδηγίας.
(7) Άρθρο 2, παράγραφος 7, της οδηγίας.
(8) ΕΕ L 120, 7.5.2008, σ. 20.
(9) ΕΕ L 202, 31.7.2008, σ. 70.
(10) ΕΕ L 162, 21.6.2008, σ. 39.


Ίση μεταχείριση και πρόσβαση ανδρών και γυναικών στις τέχνες του θεάματος
PDF 283kWORD 54k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την ισότητα μεταχείρισης και πρόσβασης ανδρών και γυναικών στις τέχνες του θεάματος (2008/2182(INI))
P6_TA(2009)0091A6-0003/2009

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

-   έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/73/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2002, για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας(1),

-   έχοντας υπόψη την οδηγία 97/80/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με το βάρος απόδειξης σε περιπτώσεις διακριτικής μεταχείρισης λόγω φύλου(2),

-   έχοντας υπόψη τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–   έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα της 7ης Ιουνίου 2007 σχετικά με το κοινωνικό καθεστώς των καλλιτεχνών(3) και της 3ης Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με την ισότητα γυναικών και ανδρών - 2008(4),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A6-0003/2009),

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ανισότητες στις δυνατότητες απασχόλησης και στις ευκαιρίες μεταξύ γυναικών και ανδρών έχουν έντονη και μόνιμη παρουσία στις τέχνες του θεάματος,

B.   εκτιμώντας ότι πρέπει να γίνει σοβαρή ανάλυση των μηχανισμών που παράγουν αυτές τις ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών,

Γ.   εκτιμώντας ότι η αρχή της ισότητας ανδρών και γυναικών πρέπει να εφαρμόζεται στο σύνολο των καλλιτεχνών του τομέα του θεάματος, σε όλους τους κλάδους, σε κάθε τύπου δομές (παραγωγή, μετάδοση και διδασκαλία) και σε όλους τους τομείς δραστηριοτήτων (καλλιτεχνικό, τεχνικό, διοικητικό),

Δ.   εκτιμώντας ότι η αναλογία ανδρών και γυναικών δεν είναι η αυτή στα διάφορα επαγγέλματα των τεχνών του θεάματος και ότι σε αυτή την πρώτη μορφή ανισότητας έρχονται να προστεθούν η ανισότητα όρων εργασίας και απασχόλησης και η ανισότητα εισοδημάτων,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ανισότητες πρόσβασης σε θέσεις λήψης αποφάσεων, στα μέσα παραγωγής και στα δίκτυα μετάδοσης παρατηρούνται σε διαφόρους βαθμούς σε όλους τους κλάδους των τεχνών του θεάματος,

ΣΤ.   εκτιμώντας ότι ο στόχος της ισότητας στα επαγγέλματα των τεχνών του θεάματος προϋποθέτει τη συστηματική εγκαθίδρυση της ανάμειξης των δύο φύλων,

Ζ.   εκτιμώντας ότι το ταλέντο δεν αρκεί από μόνο του για να εξηγήσει την καλλιτεχνική ποιότητα ενός επιτεύγματος ή την επιτυχία μιας επαγγελματικής σταδιοδρομίας κι ότι εάν ληφθεί καλύτερα υπόψη η εκπροσώπηση μεταξύ γυναικών και ανδρών στα επαγγέλματα των τεχνών του θεάματος τούτο θα μπορούσε να δώσει νέο δυναμισμό στο σύνολο του τομέα,

Η.   εκτιμώντας, συνεπώς, ότι πρέπει να αλλάξουν οι σημερινές καταστάσεις διαχωρισμού που εξακολουθούν να επιμένουν στις τέχνες του θεάματος και όχι μόνο μέσω του εκσυγχρονισμού και του εκδημοκρατισμού του τομέα αλλά, επίσης, με τον καθορισμό ρεαλιστικών στόχων ισότητας που προωθούν την κοινωνική δικαιοσύνη,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι παρατηρούμενες ανισότητες αφήνουν ανεκμετάλλευτα προσόντα και ταλέντα και βλάπτουν τον καλλιτεχνικό δυναμισμό, την ακτινοβολία και την οικονομική ανάπτυξη αυτού του τομέα δραστηριοτήτων,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εμμένουσες προκαταλήψεις επιφέρουν πολύ συχνά συμπεριφορές εις βάρος των γυναικών στις διαδικασίες επιλογής και διορισμού καθώς και στις εργασιακές σχέσεις και ότι οι γυναίκες, παρά την ύπαρξη υψηλότερου επιπέδου κατάρτισης, ενδιαφέροντος για περαιτέρω επιμόρφωση καθώς και ισχυρότερης διαδικτύωσης, έχουν συχνά μικρότερες απολαβές από τους άνδρες,

ΙΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εμπόδια στην ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών είναι, σε αυτόν τον τομέα δραστηριοτήτων, ιδιαίτερα σταθερά και δικαιολογούν την ανάληψη ειδικών δράσεων για τη μείωση των παρατηρούμενων ανισοτήτων, λαμβάνοντας υπόψη τη μόχλευση που μπορεί να έχει στο σύνολο της κοινωνίας,

ΙΒ.   εκτιμώντας ότι υφίστανται μεγάλες ελλείψεις στον τομέα της κοινωνικής προστασίας των καλλιτεχνών και ότι ως εκ τούτου προκύπτει, κυρίως για τις γυναίκες, μια μειονεκτικότερη κατάσταση όσον αφορά το εισόδημα,

1.   υπογραμμίζει την έκταση και την εμμονή των ανισοτήτων μεταξύ γυναικών και ανδρών στις τέχνες του θεάματος και τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει ο άνισος τύπος οργάνωσης του τομέα αυτού σε ολόκληρη την κοινωνία, δεδομένης της ιδιαίτερης φύσης των δραστηριοτήτων του·

2.   επιμένει ότι είναι απόλυτη ανάγκη να προωθηθεί και να ενθαρρυνθεί η πρόσβαση των γυναικών σε όλα τα καλλιτεχνικά επαγγέλματα στα οποία εξακολουθούν να αποτελούν μειοψηφία·

3.   υπενθυμίζει ότι το ποσοστό των γυναικών σε καλλιτεχνικά επαγγέλματα που κατέχουν επίσημες θέσεις στον πολιτιστικό τομέα είναι ιδιαίτερα χαμηλό και ότι η εκπροσώπηση των γυναικών σε υπεύθυνες θέσεις στους πολιτιστικούς οργανισμούς ή στις ακαδημίες και στα πανεπιστήμια είναι χαμηλή·

4.   αναγνωρίζει ότι είναι απαραίτητο να αναληφθούν ειδικές ενέργειες σε αυτόν τον τομέα δραστηριοτήτων για να εξηγηθούν οι μηχανισμοί και οι συμπεριφορές που προξενούν τις ανισότητες αυτές·

5.   υπενθυμίζει ότι μόνον η ανάμειξη των δύο φύλων αλλάζει τις συμπεριφορές, καθώς οδηγεί σε συμπληρωματικότητα απόψεων, ευαισθησιών, μεθόδων και ενδιαφερόντων·

6.   επιμένει στην ανάγκη προώθησης της πρόσβασης των γυναικών σε όλα τα καλλιτεχνικά επαγγέλματα και σε όλα τα επαγγέλματα του θεάματος, όπου αποτελούν μειοψηφία, και ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να άρουν κάθε εμπόδιο στην πρόσβαση των γυναικών στις διευθυντικές θέσεις των πολιτιστικών ιδρυμάτων καθώς και ακαδημιών και πανεπιστημίων·

7.   υπογραμμίζει ότι οι διακρίσεις εις βάρος των γυναικών βλάπτουν την ανάπτυξη του πολιτιστικού τομέα, καθώς τον αποστερούν από ταλέντα και προσόντα και επισημαίνει ότι τα ταλέντα για να αναγνωρισθούν έχουν ανάγκη επαφών με το κοινό·

8.   ζητεί να καθιερωθούν μέτρα που θα αποσκοπούν στη βελτίωση της παρουσίας των γυναικών στις διευθυντικές θέσεις των ιδρυμάτων, ιδίως μέσω της προώθησης της ισότητας εντός των πολιτιστικών επιχειρήσεων και ιδρυμάτων και των επαγγελματικών οργανώσεων·

9.   καλεί τους πολιτιστικούς φορείς να βελτιώσουν την παρουσία των γυναικών δημιουργών και των έργων τους στον προγραμματισμό, τις συλλογές, τις εκδόσεις ή τις διαβουλεύσεις·

10.   σημειώνει ότι η πρόοδος που επετεύχθη στον τομέα της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών θα καταστήσει δυνατή την προοδευτική εγκαθίδρυση της ανάμειξης των δύο φύλων στις ομάδες εργασίας, τους προγραμματισμούς και τις επαγγελματικές συνεδριάσεις οι οποίες σήμερα συχνά λειτουργούν με ένα σύστημα διαχωρισμού των φύλων που ελάχιστα συμβιβάζεται με τις απαιτήσεις της κοινωνίας μας·

11.   υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να εξασφαλίζεται, κάθε φορά που τούτο είναι δυνατό, η ανωνυμία των υποψηφιοτήτων και επιμένει στην ανάγκη να διατηρηθεί για την πρόσληψη μουσικών ορχήστρας η πρακτική της ακρόασης πίσω από παραπέτασμα, σύστημα χάρη στο οποίο οι γυναίκες θα μπορούν να εισέρχονται σε αυτά τα σχήματα·

12.   καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να σχεδιάσουν άνευ χρονοτριβής ένα πρώτο ρεαλιστικό στάδιο στον αγώνα για την καταπολέμηση των ανισοτήτων στις τέχνες του θεάματος, που θα συνίσταται στην εξασφάλιση, σε όλους τους κλάδους του τομέα, παρουσίας, κατά το ένα τρίτο τουλάχιστον, ατόμων εκ του μειοψηφούντος φύλου·

13.   ενθαρρύνει τα κράτη μέλη:

   α) να συσκεφθούν με τα πολιτιστικά τους ιδρύματα σχετικά με τον καλύτερο τρόπο εντοπισμού των μηχανισμών που δημιουργούν τις ανισότητες, ούτως ώστε να αποφεύγεται στο μέτρο του δυνατού κάθε ανισότητα συνδεόμενη με το φύλο,
   β) να άρουν κάθε εμπόδιο για την πρόσβαση των γυναικών στις διευθυντικές θέσεις των πιο φημισμένων πολιτιστικών ιδρυμάτων και οργανώσεων,
   γ) να εγκαθιδρύσουν στον τομέα αυτό νέους τρόπους οργάνωσης της εργασίας, εκχώρησης αρμοδιοτήτων και διαχείρισης του χρόνου, που θα λαμβάνουν υπόψη τους περιορισμούς που θέτει η προσωπική ζωή των γυναικών και ανδρών,
   δ) να συνειδητοποιήσουν ότι στον τομέα αυτόν, όπου τα ακανόνιστα ωράρια, η υψηλή κινητικότητα και ο ευάλωτος χαρακτήρας των θέσεων απασχόλησης αποτελούν τον κανόνα και καθιστούν ακόμη πιο εύθραυστη τη θέση των γυναικών, θα πρέπει να εξευρεθούν συλλογικές λύσεις για την εξασφάλιση της φύλαξης των παιδιών (δημιουργία παιδικών σταθμών στις πολιτιστικές επιχειρήσεις με ωράρια προσαρμοσμένα στις ώρες δοκιμών και παραστάσεων)·

14.   υπενθυμίζει στα πολιτιστικά ιδρύματα ότι είναι απόλυτη ανάγκη να γίνει πράξη ο δημοκρατικός κανόνας σύμφωνα με τον οποίο ίση εργασία σημαίνει και ίση αμοιβή, για άντρες και γυναίκες, κανόνας ο οποίος στον καλλιτεχνικό τομέα, όπως και σε πολλούς άλλους, δεν εφαρμόζεται πάντοτε·

15.   ενθαρρύνει, τέλος, τα κράτη μέλη να καθιερώσουν στον τομέα των τεχνών του θεάματος συγκριτικές αναλύσεις των υφιστάμενων καταστάσεων στις διάφορες χώρες της Ένωσης, ώστε να διευκολύνεται ο σχεδιασμός και η εφαρμογή κοινών πολιτικών, να εκπονούνται στατιστικές και να καθίστανται συγκρίσιμες και μετρήσιμες οι επιτευχθείσες πρόοδοι·

16.   καλεί τα κράτη μέλη να βελτιώσουν την κοινωνική κατάσταση στον καλλιτεχνικό και πολιτιστικό τομέα, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές συνθήκες απασχόλησης, και να εγγυηθούν μια καλύτερη κοινωνική προστασία·

17.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.

(1) ΕΕ L 269, 5.10.2002, σ. 15.
(2) ΕΕ L 14, 20.1.1998, σ. 6.
(3) ΕΕ C 125 Ε, 22.5.2008, σ. 223.
(4) Κείμενα που εγκρίθηκαν αυτή την ημερομηνία, P6_TA(2008)0399.


Απαιτήσεις όσον αφορά την έγκριση τύπου για τη γενική ασφάλεια των μηχανοκίνητων οχημάτων ***I
PDF 266kWORD 40k
Ψήφισμα
Κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις απαιτήσεις όσον αφορά την έγκριση τύπου για τη γενική ασφάλεια των μηχανοκίνητων οχημάτων (COM(2008)0316 – C6-0210/2008 – 2008/0100(COD))
P6_TA(2009)0092A6-0482/2008
ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΑ

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0316),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0210/2008),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (A6-0482/2008),

1.   εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.   ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 10 Μαρτίου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με τις απαιτήσεις όσον αφορά την έγκριση τύπου για τη γενική ασφάλεια των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους, και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά

P6_TC1-COD(2008)0100


(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 661/2009.)


Βιομηχανικές εκπομπές (ολοκληρωμένη πρόληψη και μείωση της ρύπανσης) (αναδιατύπωση) ***I
PDF 1655kWORD 1920k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Παράρτημα
Παράρτημα
Παράρτημα
Παράρτημα
Παράρτημα
Παράρτημα
Παράρτημα
Παράρτημα
Παράρτημα
Παράρτημα
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις βιομηχανικές εκπομπές (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) (αναδιατύπωση) (COM(2007)0844 – C6-0002/2008 – 2007/0286(COD))
P6_TA(2009)0093A6-0046/2009

(Διαδικασία συναπόφασης: αναδιατύπωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2007)0844),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 175, παράγραφος 1 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0002/2008),

–   έχοντας υπόψη τη Διοργανική Συμφωνία, της 28ης Νοεμβρίου 2001, για μία πλέον συστηματοποιημένη χρήση της τεχνικής της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(1),

–   έχοντας υπόψη την επιστολή που απηύθυνε στις 10 Σεπτεμβρίου 2008 η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων σύμφωνα με το άρθρο 80α, παράγραφος 3 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 80α και 51 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0046/2009),

A.   εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με τη Συμβουλευτική Ομάδα Εργασίας των Νομικών Υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η υπό εξέταση πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην εκείνων που προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων προηγούμενων πράξεων και των τροποποιήσεων αυτών, η πρόταση συνιστά απλή και μόνο κωδικοποίηση των υφισταμένων κειμένων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους,

1.   εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως έχει προσαρμοστεί με βάση τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Ομάδας Εργασίας των Νομικών Υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής και τις τεχνικές τροποποιήσεις που ενέκρινε η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και όπως τροποποιείται κατωτέρω·

2.   ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 10 Μαρτίου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) (αναδιατύπωση)

P6_TC1-COD(2007)0286


(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη: τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 175 παράγραφος 1,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής║,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(3),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης(4),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)  Πρόκειται να επέλθουν ουσιαστικές αλλαγές στην οδηγία 78/176/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 1978 περί των αποβλήτων που προέρχονται από τη βιομηχανία διοξειδίου του τιτανίου(5), την οδηγία 82/883/EOK του Συμβουλίου της 3ης Δεκεμβρίου 1982 για τους τρόπους επιτήρησης και ελέγχου των χώρων οι οποίοι σχετίζονται με τα απόβλητα της βιομηχανίας του διοξειδίου του τιτανίου(6), την οδηγία 92/112/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1992 για τον καθορισμό των διαδικασιών εναρμόνισης των προγραμμάτων περιορισμού της ρύπανσης που προκαλούν τα απόβλητα της βιομηχανίας διοξειδίου του τιτανίου, με προοπτική την εξάλειψή της(7), την οδηγία 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 1996 σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης(8), την οδηγία 1999/13/ΕΚ του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 1999 για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε ορισμένες δραστηριότητες και εγκαταστάσεις(9), την οδηγία 2000/76/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 2000, για την αποτέφρωση των αποβλήτων(10), και την οδηγία 2001/80/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων(11). Για λόγους σαφήνειας, είναι σκόπιμη η αναδιατύπωση των εν λόγω οδηγιών.

(2)  Για να εξασφαλιστούν η πρόληψη, η μείωση και, στο μέτρο του δυνατού, η εξάλειψη της ρύπανσης που οφείλεται σε βιομηχανικές δραστηριότητες, σύμφωνα με την αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει" και την αρχή της πρόληψης της ρύπανσης, απαιτείται η θέσπιση γενικού πλαισίου για τον έλεγχο των κύριων βιομηχανικών δραστηριοτήτων με ενέργειες κατά προτεραιότητα στην πηγή, καθώς και με την εξασφάλιση συνετής διαχείρισης των φυσικών πόρων.

(3)  Η συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές εκπομπών που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία πρέπει να θεωρείται αναγκαία, αλλά όχι ικανή, προϋπόθεση για την υλοποίηση των στόχων της πρόληψης και μείωσης της ρύπανσης και της επίτευξης υψηλού βαθμού προστασίας του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένων των υπογείων υδάτων, του αέρα και του εδάφους, και του πληθυσμού. Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι μπορεί να είναι αναγκαίο να ορισθούν αυστηρότερες οριακές τιμές εκπομπών για τις ρυπαντικές ουσίες που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, τις τιμές εκπομπών για άλλες ουσίες και συνιστώσες του περιβάλλοντος, και άλλες κατάλληλες προϋποθέσεις.

(4)  Οι διαφορετικές προσεγγίσεις για τον χωριστό έλεγχο των εκπομπών στην ατμόσφαιρα, τα ύδατα ή το έδαφος ενδέχεται να ευνοήσουν τη μετατόπιση της ρύπανσης από το ένα επιμέρους στοιχείο του περιβάλλοντος στο άλλο αντί να προστατεύσουν το περιβάλλον στο σύνολό του. Ενδείκνυται συνεπώς να υιοθετηθεί ολοκληρωμένη προσέγγιση για την πρόληψη και τον έλεγχο των εκπομπών στην ατμόσφαιρα, στα ύδατα ή το έδαφος, τη διαχείριση των αποβλήτων, την αποτελεσματική χρήση της ενέργειας και την πρόληψη των ατυχημάτων.

(5)  Ενδείκνυται η αναθεώρηση της νομοθεσίας που αφορά τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις προκειμένου να απλοποιηθούν και να αποσαφηνιστούν οι ισχύουσες διατάξεις, να μειωθεί ο περιττός διοικητικός φόρτος και να εφαρμοστούν τα συμπεράσματα των ανακοινώσεων της Επιτροπής σχετικά με τη Θεματική στρατηγική για την ατμοσφαιρική ρύπανση(12), τη Θεματική στρατηγική για την προστασία του εδάφους(13) και τη Θεματική Στρατηγική για την πρόληψη της δημιουργίας και την ανακύκλωση των αποβλήτων(14), οι οποίες εκδόθηκαν σε συνέχεια της απόφασης αριθ. 1600/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2002, για τη θέσπιση του έκτου κοινοτικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον(15). Οι εν λόγω ανακοινώσεις θέτουν στόχους προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος που δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς περαιτέρω μειώσεις των εκπομπών από βιομηχανικές δραστηριότητες.

(6)  Προκειμένου να διασφαλιστούν η πρόληψη και ο έλεγχος της ρύπανσης, κάθε εγκατάσταση πρέπει να λειτουργεί μόνον εάν κατέχει άδεια ή, στην περίπτωση ορισμένων εγκαταστάσεων και δραστηριοτήτων που χρησιμοποιούν οργανικούς διαλύτες, μόνον εάν κατέχει άδεια ή έχει εγγραφεί σε μητρώο. Η συνολική χρήση οργανικών διαλυτών πρέπει να μειωθεί στο ελάχιστο.

(7)  Για να διευκολυνθεί η έκδοση των αδειών, τα κράτη μέλη πρέπει να μπορούν να καθορίζουν απαιτήσεις για ορισμένες κατηγορίες εγκαταστάσεων στο πλαίσιο γενικών δεσμευτικών κανόνων.

(8)  Για να αποφευχθεί επικάλυψη των ρυθμίσεων, η άδεια εγκατάστασης που καλύπτεται από την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου, εντός της Κοινότητας ║(16), δεν πρέπει να περιλαμβάνει οριακή τιμή εκπομπών για τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου εκτός των περιπτώσεων που αυτό απαιτείται για να εξασφαλιστεί ότι δεν προκαλείται σημαντική τοπική ρύπανση ή των περιπτώσεων που η εγκατάσταση εξαιρείται προσωρινά από το εν λόγω σύστημα.

(9)  Οι φορείς εκμετάλλευσης πρέπει να υποβάλλουν στην αρμόδια αρχή αίτηση για την έκδοση άδειας η οποία να περιλαμβάνει τις πληροφορίες που απαιτούνται για τον καθορισμό των όρων της άδειας. Κατά την υποβολή αίτησης για την έκδοση άδειας, οι φορείς εκμετάλλευσης πρέπει να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν πληροφορίες που προκύπτουν από την εφαρμογή της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 1985 για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον(17) και της οδηγίας 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 1996 για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες(18).

(10)  Η άδεια πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να επιτευχθεί υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του και πρέπει επίσης να περιλαμβάνει οριακές τιμές εκπομπών για τις ρυπαντικές ουσίες, κατάλληλες απαιτήσεις για την προστασία του εδάφους και των υπόγειων υδάτων καθώς και απαιτήσεις σχετικά με την παρακολούθηση και κατάλογο των χρησιμοποιούμενων επικίνδυνων ουσιών ή παρασκευασμάτων όπως ορίζονται στην οδηγία του Συμβουλίου 67/548/ΕΟΚ, της 27ης Ιουνίου 1967, περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν στην ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικινδύνων ουσιών(19). Οι όροι χορήγησης της άδειας πρέπει να καθορίζονται βάσει βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών.

(11)  Προκειμένου να προσδιοριστεί ποιες θεωρούνται βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές και να περιοριστούν οι διαφορές στην Κοινότητα όσον αφορά τα επίπεδα των εκπομπών από βιομηχανικές δραστηριότητες, η Επιτροπή πρέπει να δημοσιεύει τα έγγραφα αναφοράς βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, στο εξής "έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ ή BREF", που προκύπτουν από ανταλλαγή πληροφοριών με τους ενδιαφερόμενους. Τα εν λόγω έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ πρέπει να αποτελούν τη βάση για τον καθορισμό των όρων αδειοδότησης. Μπορούν να συμπληρωθούν από άλλες πηγές.

(12)  Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη ορισμένες ειδικές περιστάσεις, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να μπορούν να θεσπίζουν οριακές τιμές εκπομπών, ισοδύναμες παραμέτρους ή ισοδύναμα τεχνικά μέτρα που έχουν ως αποτέλεσμα επίπεδα εκπομπών τα οποία μπορούν να υπερβαίνουν τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές οι οποίες περιγράφονται στα έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ. ▌

(13)  Προκειμένου να δοθεί στους φορείς εκμετάλλευσης η δυνατότητα να δοκιμάζουν αναδυόμενες τεχνικές που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, η αρμόδια αρχή πρέπει επίσης να μπορεί να εγκρίνει προσωρινές παρεκκλίσεις από τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, οι οποίες περιγράφονται στα έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ.

(14)  Οι αλλαγές σε μια εγκατάσταση είναι δυνατό να προκαλέσουν υψηλότερα επίπεδα ρύπανσης. Συνεπώς, κάθε προγραμματισμένη αλλαγή που ενδέχεται να έχει συνέπειες για το περιβάλλον πρέπει να κοινοποιείται στην αρμόδια αρχή. Οι ουσιαστικές μετατροπές των εγκαταστάσεων που είναι δυνατόν να έχουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στους ανθρώπους ή στο περιβάλλον πρέπει να υπόκεινται σε επανεξέταση της άδειας για να εξασφαλιστεί ότι οι οικείες εγκαταστάσεις συνεχίζουν να ικανοποιούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(15)  Η διασπορά ζωικής κοπριάς και κτηνοτροφικής ιλύος μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ποιότητα του περιβάλλοντος. Προκειμένου να εξασφαλιστούν η πρόληψη και ο έλεγχος των εν λόγω επιπτώσεων κατά ολοκληρωμένο τρόπο πρέπει η κοπριά και η ιλύς που παράγονται από δραστηριότητες οι οποίες καλύπτονται από την παρούσα οδηγία να διασπείρονται από τον φορέα εκμετάλλευσης ή από τρίτους με χρήση βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών. Προκειμένου να παρασχεθεί ευελιξία στα κράτη μέλη για την τήρηση των εν λόγω απαιτήσεων, η εφαρμογή των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών κατά τη διασπορά από τον φορέα εκμετάλλευσης ή από τρίτους μπορεί να καθορίζεται στην άδεια ή σε άλλα μέτρα.

(16)  Για να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών ή άλλες αλλαγές σε μιαν εγκατάσταση, οι όροι της άδειας πρέπει να επανεξετάζονται περιοδικά και, όπου απαιτείται, να αναπροσαρμόζονται, ιδίως όταν η Επιτροπή θεσπίζει νέα ή επικαιροποιημένα έγραφα αναφοράς ΒΔΤ.

(17)  Είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί ότι η λειτουργία μιας εγκατάστασης δεν οδηγεί σε ουσιαστική υποβάθμιση της ποιότητας του εδάφους και των υπόγειων υδάτων. Συνεπώς, οι όροι αδειοδότησης, εάν είναι απαραίτητο και σκόπιμο, πρέπει να περιλαμβάνουν την παρακολούθηση του εδάφους και των υπόγειων υδάτων, καθώς και την υποχρέωση αποκατάστασης του χώρου της εγκατάστασης μετά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων σύμφωνα με τις απαιτήσεις της κοινοτικής και εθνικής νομοθεσίας. Μόλις τεθεί σε ισχύ η κοινοτική νομοθεσία που τροποποιεί την οδηγία 2004/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με την περιβαλλοντική ευθύνη όσον αφορά την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζημίας(20) ή νέα νομοθεσία περί προστασίας του εδάφους και των υπογείων υδάτων, η Επιτροπή πρέπει να επανεξετάσει τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας που αφορούν την προστασία του εδάφους και των υπογείων υδάτων προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνοχή και να αποφευχθεί η επικάλυψη.

(18)  Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή και επιβολή της παρούσας οδηγίας, οι φορείς εκμετάλλευσης πρέπει να υποβάλλουν τακτικά στην αρμόδια αρχή εκθέσεις σχετικά με την συμμόρφωση με τους όρους της άδειας. Τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίσουν ότι οι φορείς εκμετάλλευσης τηρούν τους εν λόγω όρους και ότι ο φορέας εκμετάλλευσης και η αρμόδια αρχή λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την παρούσα οδηγία και να καθιερώσουν σύστημα περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων. Τα κράτη μέλη είναι αρμόδια να καθορίζουν τα πλέον κατάλληλα καθεστώτα επιβολής, περιλαμβανομένων και των τρόπων συμμόρφωσης προς τις οριακές τιμές εκπομπών.

(19)  Λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων της Σύμβασης του Aarhus(21) απαιτείται αποτελεσματική συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων προκειμένου το κοινό να έχει τη δυνατότητα να εκφράζει, και ο φορέας λήψης των αποφάσεων να λαμβάνει υπόψη, απόψεις και ανησυχίες ενδεχομένως σχετικές με τις εν λόγω αποφάσεις, ενισχύοντας κατ' αυτόν τον τρόπο τη λογοδοσία και τη διαφάνεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και συμβάλλοντας στην ευαισθητοποίηση του κοινού για περιβαλλοντικά θέματα και στην υποστήριξη εκ μέρους του κοινού των αποφάσεων που λαμβάνονται. Οι ενδιαφερόμενοι πολίτες πρέπει να έχουν πρόσβαση στη δικαιοσύνη προκειμένου να προστατεύεται το δικαίωμα διαβίωσης σε περιβάλλον που εξασφαλίζει επαρκή προσωπική υγεία και ευημερία.

(20)  Οι μεγάλες μονάδες καύσης συμβάλλουν ιδιαίτερα στις εκπομπές ρυπογόνων ουσιών στην ατμόσφαιρα με αποτέλεσμα σημαντικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και στο περιβάλλον. Για να μειωθούν οι επιπτώσεις αυτές, να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της οδηγίας 2001/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών για ορισμένους ατμοσφαιρικούς ρύπους(22) και να επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί στην ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη Θεματική στρατηγική για την ατμοσφαιρική ρύπανση, απαιτείται ο καθορισμός αυστηρότερων οριακών τιμών εκπομπών σε κοινοτικό επίπεδο για ορισμένες κατηγορίες μονάδων καύσης και ρύπων.

(21)  Σε περίπτωση απότομης διακοπής της παροχής καυσίμου χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο ή αερίου λόγω σοβαρής έλλειψης, η αρμόδια αρχή πρέπει να μπορεί να εγκρίνει προσωρινές παρεκκλίσεις ώστε οι εκπομπές των οικείων μονάδων καύσης να επιτρέπεται να υπερβούν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

(22)  Ο οικείος φορέας εκμετάλλευσης δεν πρέπει να διατηρεί σε λειτουργία μια μονάδα καύσης άνω των 24 ωρών μετά από ελαττωματική λειτουργία ή βλάβη του εξοπλισμού μείωσης των εκπομπών και η λειτουργία χωρίς μείωση των εκπομπών δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 120 ώρες για χρονική περίοδο 12 μηνών, προκειμένου να περιοριστούν οι αρνητικές επιπτώσεις της ρύπανσης στο περιβάλλον. Ωστόσο, στις περιπτώσεις που υφίσταται επιτακτική ανάγκη ενεργειακού εφοδιασμού ή είναι απαραίτητο να αποφευχθεί η συνολική αύξηση των εκπομπών λόγω της λειτουργίας άλλης μονάδας καύσης, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να μπορούν να εγκρίνουν παρέκκλιση από τα λόγω χρονικά όρια.

(23)  Για να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας και να αποφευχθούν οι διασυνοριακές μεταφορές αποβλήτων σε μονάδες που λειτουργούν με κατώτερα περιβαλλοντικά πρότυπα, είναι απαραίτητο να διατηρηθούν και να καθοριστούν αυστηροί όροι λειτουργίας, τεχνικές απαιτήσεις και οριακές τιμές εκπομπών για μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων εντός της Κοινότητας.

(24)  Η χρήση οργανικών διαλυτών σε ορισμένες δραστηριότητες και εγκαταστάσεις έχει ως αποτέλεσμα εκπομπές οργανικών ενώσεων στην ατμόσφαιρα, οι οποίες συμβάλλουν στη δημιουργία, σε τοπικό και διασυνοριακό επίπεδο, φωτοχημικών οξειδωτικών που προκαλούν βλάβη στους φυσικούς πόρους και έχουν επιβλαβείς επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία. Απαιτείται συνεπώς η λήψη προληπτικών μέτρων κατά της χρήσης οργανικών διαλυτών και ο καθορισμός απαιτήσεως τήρησης οριακών τιμών εκπομπών για οργανικές ενώσεις και κατάλληλων όρων λειτουργίας. Πρέπει να είναι δυνατή η έγκριση παρεκκλίσεων από την τήρηση οριακών τιμών εκπομπών για τους φορείς εκμετάλλευσης, όταν υπάρχουν εναλλακτικά μέτρα, όπως η χρήση προϊόντων ή τεχνικών με χαμηλή ή μηδενική περιεκτικότητα σε διαλύτες, που επιτρέπουν να επιτευχθούν ισοδύναμα όρια εκπομπών.

(25)  Οι εγκαταστάσεις παραγωγής διοξειδίου του τιτανίου μπορούν να προκαλέσουν σημαντική ρύπανση της ατμόσφαιρας και των υδάτων και ενδέχεται να ενέχουν τοξικολογικούς κινδύνους. Προκειμένου να μειωθούν οι σχετικές επιπτώσεις, απαιτείται ο καθορισμός σε κοινοτικό επίπεδο αυστηρότερων οριακών τιμών εκπομπών για ορισμένες ρυπαντικές ουσίες.

(26)  Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(23).

(27)  Σύμφωνα με την αρχή ο "ρυπαίνων πληρώνει" τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τις επιβλητέες κυρώσεις για παραβάσεις των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και να εξασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι εν λόγω κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(28)  Προκειμένου να παρασχεθεί επαρκής χρόνος για την τεχνική προσαρμογή των υφιστάμενων εγκαταστάσεων στις νέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ορισμένες από τις νέες απαιτήσεις πρέπει να ισχύσουν για τις εν λόγω εγκαταστάσεις μετά από καθορισμένη προθεσμία από την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Για τις μονάδες καύσης απαιτείται επαρκής χρόνος για την καθιέρωση των απαραίτητων μέτρων μείωσης των εκπομπών προκειμένου να τηρηθούν οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα V.

(29)  Για να αντιμετωπιστούν τα σημαντικά προβλήματα που προκαλούνται από τις εκπομπές διοξινών, φουρανίων και άλλων σχετικών ρυπογόνων ουσιών που εκπέμπονται από εγκαταστάσεις παραγωγής χυτοσιδήρου και χάλυβα, και, ιδίως, από εγκαταστάσεις θερμοσυσσωμάτωσης σιδηρομεταλλευμάτων, η προβλεπόμενη στην παρούσα οδηγία διαδικασία περί ελαχίστων απαιτήσεων πρέπει να εφαρμόζεται στις εγκαταστάσεις αυτές κατά προτεραιότητα και οπωσδήποτε έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011.

(30)  Δεδομένου ότι οι στόχοι των μέτρων που θα ληφθούν για να διασφαλιστούν υψηλό επίπεδο περιβαλλοντικής προστασίας και η βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος, δεν είναι δυνατό να υλοποιηθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και συνεπώς, λόγω της διασυνοριακής φύσης της ρύπανσης από βιομηχανικές δραστηριότητες, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίζει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία επίσης διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(31)  Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που κατοχυρώνει, ιδίως, ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ιδιαίτερα, η παρούσα οδηγία επιδιώκει την εφαρμογή του άρθρου 37 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(32)  Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο πρέπει να περιορίζεται στις διατάξεις που συνιστούν ουσιαστική αλλαγή σε σύγκριση με τις προηγούμενες οδηγίες τις οποίες αναδιατυπώνει η παρούσα οδηγία. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που παραμένουν αμετάβλητες απορρέει από τις προηγούμενες οδηγίες.

(33)  Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα IX, μέρος Β,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Κοινές διατάξεις

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Με την παρούσα οδηγία θεσπίζονται κανόνες σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης που προκαλούν οι βιομηχανικές δραστηριότητες.

Η οδηγία προβλέπει επίσης κανόνες για την αποφυγή και, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, τη μείωση των εκπομπών στην ατμόσφαιρα, τα ύδατα και το έδαφος, καθώς και για την πρόληψη της παραγωγής, αποβλήτων, ώστε να επιτευχθεί υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.  Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις βιομηχανικές δραστηριότητες οι οποίες προκαλούν ρύπανση και αναφέρονται στα κεφάλαια II έως VI.

2.  Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης ούτε στη δοκιμή νέων προϊόντων και διαδικασιών.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

  (1) "ουσία": κάθε χημικό στοιχείο και οι ενώσεις του, πλην των ακόλουθων ουσιών:
   α) ραδιενεργών ουσιών, όπως ορίζονται στην οδηγία 96/29/Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 13ης Μαΐου 1996, για τον καθορισμό των βασικών κανόνων ασφάλειας για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του πληθυσμού από τους κινδύνους που προκύπτουν από ιονίζουσες ακτινοβολίες(24),
   β) γενετικώς τροποποιημένων μικροοργανισμών, όπως ορίζονται στην οδηγία 90/219/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 1990 για την περιορισμένη χρήση γενετικώς τροποποιημένων μικροοργανισμών(25),
   γ) γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών, όπως ορίζονται στην οδηγία 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον ║(26),
   (2) "ρύπανση": η άμεση ή έμμεση εισαγωγή στην ατμόσφαιρα, τα ύδατα ή το έδαφος, ως αποτέλεσμα ανθρώπινης δραστηριότητας, ουσιών, κραδασμών, θερμότητας ή θορύβου που ενδέχεται να βλάψουν την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, να υποβαθμίσουν υλικά αγαθά, να παραβλάψουν ή να εμποδίσουν την ψυχαγωγική λειτουργία καθώς και τις άλλες νόμιμες χρήσεις του περιβάλλοντος,
   (3) "εγκατάσταση": κάθε σταθερή τεχνική μονάδα εντός της οποίας διεξάγονται μία ή περισσότερες από τις δραστηριότητες του παραρτήματος Ι ή του μέρους 1 του παραρτήματος VII, καθώς και όλες οι άλλες άμεσα συνδεδεμένες δραστηριότητες, στον ίδιο χώρο, οι οποίες είναι τεχνικώς συναφείς με τις αναφερόμενες στα εν λόγω παραρτήματα, και ενδέχεται να επηρεάζουν τις εκπομπές και τη ρύπανση,
   (4) "εκπομπή": η άμεση ή έμμεση απόρριψη ουσιών, κραδασμών, θερμότητας ή θορύβου στην ατμόσφαιρα, τα ύδατα ή το έδαφος, από σημειακές ή διάχυτες πηγές της εγκατάστασης,
   (5) "οριακή τιμή εκπομπών": η μάζα, εκφρασμένη σε ορισμένες ειδικές παραμέτρους, η συγκέντρωση ή/και η στάθμη μιας εκπομπής, της οποίας δεν επιτρέπεται η υπέρβαση κατά τη διάρκεια μιας ή περισσοτέρων συγκεκριμένων χρονικών περιόδων,
   (6) "ποιοτικό πρότυπο περιβάλλοντος": δέσμη απαιτήσεων που πρέπει να πληρούνται σε συγκεκριμένο χρόνο από ένα συγκεκριμένο περιβάλλον ή ένα επί μέρους τμήμα του, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία,
   (7) "άδεια": η έγγραφη άδεια λειτουργίας μέρους ή ολόκληρης εγκατάστασης ή μονάδας καύσης ή μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων,
   (8) "ουσιαστική μετατροπή": κάθε μεταβολή της φύσης ή της λειτουργίας ή επέκταση εγκατάστασης ή μονάδας καύσης ή μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων που ενδέχεται να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στους ανθρώπους ή στο περιβάλλον,
  (9) "βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές": το πλέον αποτελεσματικό και προηγμένο στάδιο εξέλιξης των δραστηριοτήτων και των μεθόδων άσκησής τους, που αποδεικνύει την πρακτική καταλληλότητα συγκεκριμένων τεχνικών να συνιστούν τη βάση των οριακών τιμών εκπομπών και άλλων όρων αδειοδότησης για την αποφυγή και, όταν αυτό δεν είναι πρακτικά εφικτό, τη μείωση των εκπομπών και των επιπτώσεων στο περιβάλλον στο σύνολό του:
   α) στις "τεχνικές" περιλαμβάνονται τόσο η τεχνολογία που χρησιμοποιείται όσο και ο τρόπος σχεδιασμού, κατασκευής, συντήρησης, λειτουργίας και παροπλισμού της εγκατάστασης,
   β) ως "διαθέσιμες" τεχνικές νοούνται οι αναπτυχθείσες σε κλίμακα που επιτρέπει την εφαρμογή τους εντός του οικείου βιομηχανικού κλάδου, υπό οικονομικώς και τεχνικώς βιώσιμες συνθήκες, λαμβανομένων υπόψη του κόστους και των πλεονεκτημάτων, ανεξαρτήτως του αν οι ως άνω τεχνικές χρησιμοποιούνται ή παράγονται εντός του οικείου κράτους μέλους, εφόσον εξασφαλίζεται η πρόσβαση του φορέα εκμετάλλευσης σε αυτές με λογικούς όρους,
   γ) ως "βέλτιστες" νοούνται οι πλέον αποτελεσματικές όσον αφορά την επίτευξη υψηλού γενικού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του,
   (10) "επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές": τα επίπεδα εκπομπών που παράγονται, υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας, με εφαρμογή των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών όπως αυτές περιγράφονται στα έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ και εκφράζονται ως μέσοι όροι για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και υπό δεδομένες συνθήκες αναφοράς,
   (11) "φορέας εκμετάλλευσης": κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο εκμεταλλεύεται ή ελέγχει την εγκατάσταση ή τη μονάδα καύσης ή μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων ή, αν αυτό προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία, στο οποίο έχει εκχωρηθεί αποφασιστική οικονομική εξουσία επ' αυτής της τεχνικής λειτουργίας της εγκατάστασης ή της μονάδας,
   (12) "κοινό": ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα καθώς και, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή πρακτική, οι ενώσεις, οι οργανώσεις και οι ομάδες αυτών,
   (13) "ενδιαφερόμενο κοινό": το κοινό το οποίο θίγεται ή ενδέχεται να θιγεί ή του οποίου διακυβεύονται συμφέροντα από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με την έκδοση ή αναπροσαρμογή μιας άδειας ή των όρων της, για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος και ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις που ορίζονται σε όλες τις σχετικές νομοθετικές διατάξεις, θεωρούνται ότι έχουν συμφέροντα,
   (14) "αναδυόμενη τεχνική": νέα τεχνική για μια βιομηχανική δραστηριότητα, η οποία εάν δοκιμαστεί σε βιομηχανική κλίμακα και αναπτυχθεί εμπορικά, θα εξασφάλιζε υψηλότερο γενικό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος ή τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο προστασίας και μεγαλύτερες οικονομίες από τις υφιστάμενες βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές,
   (15) "επικίνδυνες ουσίες": επικίνδυνες ουσίες ή επικίνδυνα παρασκευάσματα, όπως ορίζονται στην οδηγία 67/548/ΕΟΚ ║ και την οδηγία 1999/45/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαΐου 1999, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων παρασκευασμάτων(27),
   (16) "βασική έκθεση": ποσοτικοποιημένες πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση μόλυνσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων από σημαντικές ποσότητες σχετικών επικίνδυνων ουσιών,
   (17) "τακτική επιθεώρηση": περιβαλλοντική επιθεώρηση που πραγματοποιείται ως μέρος εκ των προτέρων καταρτισμένου προγράμματος επιθεώρησης,
   (18) "έκτακτη επιθεώρηση": περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις που πραγματοποιούνται μετά από καταγγελίες ή προς διερεύνηση ατυχημάτων, συμβάντων και περιπτώσεων μη συμμόρφωσης,
   (19) "περιβαλλοντική επιθεώρηση": δραστηριότητα που περιλαμβάνει την εξακρίβωση της συμμόρφωσης μιας εγκατάστασης προς τις σχετικές περιβαλλοντικές απαιτήσεις,
   (20) "καύσιμο": κάθε στερεά, υγρή ή αέρια καύσιμη ύλη που τροφοδοτεί μονάδα καύσης,
   (21) "μονάδα καύσης": κάθε τεχνική συσκευή στην οποία οξειδώνονται καύσιμα με σκοπό τη χρησιμοποίηση της παραγόμενης θερμότητας,
   (22) "βιομάζα": οποιοδήποτε από τα ακόλουθα: 
   α) προϊόντα που αποτελούνται από οποιαδήποτε φυτική ύλη, προερχόμενη από τη γεωργία ή τη δασοκομία, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο προκειμένου να ανακτηθεί το ενεργειακό της περιεχόμενο,
  β) τα ακόλουθα απόβλητα που χρησιμοποιούνται ως καύσιμο:
   i) φυτικά απόβλητα της γεωργίας ή της δασοκομίας,
   ii) φυτικά απόβλητα της βιομηχανίας τροφίμων, εφόσον ανακτάται η εκλυόμενη θερμότητα,
   iii) ινώδη φυτικά απόβλητα από την παραγωγή παρθένου χαρτοπολτού και την παραγωγή χαρτιού από χαρτοπολτό, εφόσον για τα απόβλητα αυτά εφαρμόζεται διαδικασία συναποτέφρωσης στον τόπο παραγωγής και ανακτάται η εκλυόμενη θερμότητα,
   iv) απόβλητα φελλού,
   v) απόβλητα ξύλου εκτός από τα απόβλητα ξύλου που ενδέχεται να περιέχουν αλογονούχες οργανικές ενώσεις ή βαρέα μέταλλα ως αποτέλεσμα επεξεργασίας με συντηρητικά ξύλου ή επίστρωσης,
   (23) "μονάδα καύσης μεικτής εστίας": κάθε μονάδα καύσης που μπορεί να τροφοδοτείται ταυτόχρονα ή εναλλάξ με δύο ή περισσότερα είδη καυσίμων,
   (24) "αεριοστρόβιλος": κάθε περιστρεφόμενη μηχανή που μετατρέπει θερμική ενέργεια σε μηχανικό έργο και η οποία αποτελείται κυρίως από συμπιεστή, θερμική διάταξη, όπου το καύσιμο οξειδώνεται για να θερμάνει το φέρον ρευστό, και στρόβιλο,
   (25) "απόβλητα": απόβλητα κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, περί αποβλήτων(28),
   (26) "επικίνδυνα απόβλητα": επικίνδυνα απόβλητα κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ,
   (27) "μεικτά αστικά απόβλητα": τα απόβλητα των νοικοκυριών, καθώς και τα απόβλητα εμπορικών και βιομηχανικών δραστηριοτήτων και τα απόβλητα ιδρυμάτων, τα οποία, λόγω της φύσης και της σύνθεσής τους, είναι όμοια με τα απόβλητα των νοικοκυριών, εκτός των αποβλήτων που αναφέρονται υπό τον κωδικό 20 01 του παραρτήματος της απόφασης 2000/532/ΕΚ(29) ║ για τη θέσπιση ευρωπαϊκού καταλόγου αποβλήτων ║ και τα οποία συλλέγονται χωριστά στην πηγή και εκτός των λοιπών αποβλήτων που αναφέρονται υπό τον κωδικό 20 02 του ιδίου παραρτήματος,
   (28) "μονάδα αποτέφρωσης αποβλήτων": κάθε σταθερή ή κινητή τεχνική μονάδα με τον εξοπλισμό της, που προορίζεται αποκλειστικά για θερμική επεξεργασία αποβλήτων, με ή χωρίς ανάκτηση της θερμότητας που εκλύεται κατά την καύση, μέσω της αποτέφρωσης αποβλήτων με οξείδωση καθώς και άλλων τεχνικών θερμικής επεξεργασίας εφόσον οι ουσίες που προέρχονται από την επεξεργασία στη συνέχεια αποτεφρώνονται,
   (29) "μονάδα συναποτέφρωσης αποβλήτων": κάθε σταθερή ή κινητή τεχνική μονάδα της οποίας κύρια αποστολή είναι η παραγωγή ενέργειας ή η παραγωγή υλικών προϊόντων και στην οποία χρησιμοποιούνται απόβλητα ως σύνηθες ή συμπληρωματικό καύσιμο, ή στην οποία τα απόβλητα υφίστανται θερμική επεξεργασία για τη διάθεσή τους μέσω αποτέφρωσης αποβλήτων με οξείδωση καθώς και άλλων τεχνικών θερμικής επεξεργασίας, εφόσον οι ουσίες που προέρχονται από την επεξεργασία στη συνέχεια αποτεφρώνονται,
   (30) "ονομαστική δυναμικότητα": το άθροισμα των δυναμικοτήτων αποτέφρωσης των καμίνων που συνθέτουν τη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, όπως ορίζονται από τον κατασκευαστή και επιβεβαιώνονται από τον φορέα εκμετάλλευσης, λαμβάνοντας υπόψη τη θερμογόνο αξία των αποβλήτων. Η δυναμικότητα αυτή εκφράζεται ως η ποσότητα των αποβλήτων που αποτεφρώνονται ανά ώρα,
   (31) "διοξίνες και φουράνια": όλα τα πολυχλωροπαράγωγα της διβενζο-π-διοξίνης και του διβενζοφουρανίου που απαριθμούνται στο μέρος 2 του παραρτήματος VI,
   (32) "υπολείμματα": κάθε υγρό ή στερεό απόβλητο που παράγεται από μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων,
   (33) "οργανική ένωση": κάθε ένωση που περιέχει τουλάχιστον άνθρακα και ένα ή περισσότερα από τα στοιχεία υδρογόνο, αλογόνα, οξυγόνο, θείο, φωσφόρο, πυρίτιο ή άζωτο, εκτός από τα οξείδια του άνθρακα και τα ανόργανα ανθρακικά και όξινα ανθρακικά άλατα,
   (34) "πτητική οργανική ένωση": κάθε οργανική ένωση καθώς και το κλάσμα κρεωσότου που έχει τάση ατμών 0,01 kPa ή μεγαλύτερη, σε θερμοκρασία 293,15 Κ, ή ανάλογη πτητικότητα στις συγκεκριμένες συνθήκες χρήσης,
  (35) "οργανικός διαλύτης": κάθε πτητική οργανική ένωση που χρησιμοποιείται, για ένα από τα ακόλουθα:
   α) μόνη ή σε συνδυασμό με άλλα μέσα και χωρίς να υφίσταται χημική μετατροπή, για τη διάλυση πρώτων υλών, προϊόντων ή αποβλήτων,
   β) ως μέσο καθαρισμού για τη διάλυση ξένων προσμείξεων,
   γ) ως διαλυτοποιητής,
   δ) ως μέσο διασποράς,
   ε) ως ρυθμιστής του ιξώδους,
   στ) ως ρυθμιστής της επιφανειακής τάσης,
   ζ) ως πλαστικοποιητής,
   η) ως συντηρητικό,
   (36) "επίχρισμα": επίχρισμα, όπως ορίζεται στο άρθρο 2, παράγραφος 8 της οδηγίας 2004/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε χρώματα διακόσμησης και βερνίκια και σε προϊόντα φινιρίσματος οχημάτων(30),
   (37) "γενικοί δεσμευτικοί κανόνες": οι οριακές τιμές εκπομπών ή άλλες προϋποθέσεις, που ορίζονται στην περιβαλλοντική νομοθεσία, τουλάχιστον σε επίπεδο τομέα και που θεσπίζονται με την πρόθεση να χρησιμοποιηθούν άμεσα για τον καθορισμό των όρων αδειοδότησης.

Άρθρο 4

Υποχρέωση κατοχής άδειας

1.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι καμία εγκατάσταση ή μονάδα καύσης ή μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων δεν λειτουργεί χωρίς άδεια.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν διαδικασία για την εγγραφή σε μητρώο μόνο των εγκαταστάσεων που καλύπτονται από το κεφάλαιο V. 

Η διαδικασία εγγραφής σε μητρώο καθορίζεται σε δεσμευτική πράξη, και περιλαμβάνει ως ελάχιστη προϋπόθεση, γνωστοποίηση από τον φορέα εκμετάλλευσης προς την αρμόδια αρχή της πρόθεσής του να θέσει σε λειτουργία μίαν εγκατάσταση, .

2.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η άδεια μπορεί να καλύπτει δύο ή περισσότερες εγκαταστάσεις ή τμήματα εγκαταστάσεων την εκμετάλλευση των οποίων έχει ο ίδιος φορέας λειτουργίας στον ίδιο ή σε διαφορετικούς χώρους.

Στις περιπτώσεις που η άδεια καλύπτει δύο ή περισσότερες εγκαταστάσεις, κάθε επιμέρους εγκατάσταση πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 5

Φορείς εκμετάλλευσης

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα έχουν το δικαίωμα να είναι από κοινού ο φορέας εκμετάλλευσης εγκατάστασης ή μονάδας καύσης ή μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων ή μπορεί να είναι φορείς εκμετάλλευσης διαφορετικών τμημάτων εγκατάστασης ή μονάδας. Μόνον ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο προσδιορίζεται ως υπεύθυνο για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 6

Αδειοδότηση

1.  Η αρμόδια αρχή χορηγεί άδεια εφόσον η εγκατάσταση πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν τον πλήρη συντονισμό των διαδικασιών και των όρων αδειοδότησης, όταν σε αυτές μετέχουν πλείονες αρμόδιες αρχές ή περισσότεροι του ενός φορείς εκμετάλλευσης ή εκδίδονται περισσότερες της μιας άδειες, ώστε να διασφαλιστεί η αποτελεσματική ολοκληρωμένη προσέγγιση εκ μέρους όλων των αρχών των αρμοδίων για τη διαδικασία αυτή.

3.  Σε περίπτωση νέας εγκατάστασης ή ουσιαστικής μετατροπής στην οποία εφαρμόζεται το άρθρο 4 της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ, για τη χορήγηση της άδειας εξετάζεται και χρησιμοποιείται κάθε σχετική πληροφορία ή συμπέρασμα που έχει προκύψει κατ' εφαρμογή των άρθρων 5, 6 7 και 9 της προαναφερόμενης οδηγίας.

Άρθρο 7

Γενικοί δεσμευτικοί κανόνες

Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης κατοχής άδειας, , τα κράτη μέλη μπορούν να περιλάβουν ιδιαίτερες απαιτήσεις για ορισμένες κατηγορίες εγκαταστάσεων, μονάδων καύσης ή μονάδων αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων σε γενικούς δεσμευτικούς κανόνες.

Στις περιπτώσεις που θεσπίζονται γενικοί δεσμευτικοί κανόνες, η άδεια μπορεί απλώς να περιέχει αναφορά στους εν λόγω κανόνες. 

Άρθρο 8

Υποβολή εκθέσεων σχετικά με τη συμμόρφωση

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν τα εξής:

   (1) ότι ο φορέας εκμετάλλευσης υποβάλλει στην αρμόδια αρχή τα δεδομένα που αφορούν την τήρηση των όρων της άδειας, τουλάχιστον ανά 24 μήνες, τα οποία καθίστανται διαθέσιμα στο Διαδίκτυο χωρίς καθυστέρηση. Σε περίπτωση που κατά την επιθεώρηση, η οποία διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 25, διαπιστωθεί παράβαση των όρων της άδειας, η συχνότητα υποβολής των σχετικών δεδομένων αυξάνεται τουλάχιστον σε μία φορά ανά δωδεκάμηνο,
   (2)  ότι ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει την αρμόδια αρχή, το συντομότερο δυνατό, για κάθε συμβάν ή ατύχημα που επηρεάζει σημαντικά το περιβάλλον.

Άρθρο 9

Μη συμμόρφωση

1.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν την τήρηση των όρων της άδειας

2.  Σε περίπτωση που διαπιστώνεται παράβαση των απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τα ακόλουθα:

   α)  ότι ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει αμέσως την αρμόδια αρχή,
   β)  ότι ο φορέας εκμετάλλευσης και η αρμόδια αρχή λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα για την αποκατάσταση της συμμόρφωσης το συντομότερο δυνατόν.

Σε περιπτώσεις παράβασης που δημιουργεί σημαντικό κίνδυνο για την υγεία των ανθρώπων ή για το περιβάλλον, και για όσο διάστημα δεν αποκαθίσταται η συμμόρφωση, σύμφωνα με το στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου, η λειτουργία της εγκατάστασης ή της μονάδας καύσης ή της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων αναστέλλεται.

Άρθρο 10

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου

1.  Όταν οι εκπομπές ενός αερίου θερμοκηπίου από μιαν εγκατάσταση προσδιορίζονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2003/87/ΕΚ σε σχέση με μια δραστηριότητα της εν λόγω εγκατάστασης, η άδεια δεν περιλαμβάνει οριακή τιμή εκπομπών για άμεσες εκπομπές του εν λόγω αερίου εκτός εάν αυτό είναι αναγκαίο για να εξασφαλιστεί ότι δεν προκαλείται σημαντική τοπική ρύπανση.

2.  Για δραστηριότητες που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, τα κράτη μέλη μπορούν να μην επιβάλλουν απαιτήσεις σχετικά με την ενεργειακή απόδοση όσον αφορά τις μονάδες καύσης ή άλλες μονάδες που εκπέμπουν διοξείδιο του άνθρακος στον χώρο της εγκατάστασης.

3.  Όταν είναι αναγκαίο, οι αρμόδιες αρχές τροποποιούν την άδεια, κατά περίπτωση.

4.  Οι παράγραφοι 1 έως 3 δεν ισχύουν για τις εγκαταστάσεις που εξαιρούνται προσωρινά από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας σύμφωνα με το άρθρο 27 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Ειδικές διατάξεις για τις δραστηριότητες που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι

Άρθρο 11

Πεδίο εφαρμογής

Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται στις δραστηριότητες που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι και, όπου προβλέπεται, σε όσες φθάνουν στο όριο δυναμικότητας που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 12

Βασικές αρχές των θεμελιωδών υποχρεώσεων του φορέα εκμετάλλευσης

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι οι εγκαταστάσεις να λειτουργούν σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:

   (1) λαμβάνονται όλα τα κατάλληλα προληπτικά αντιρρυπαντικά μέτρα,
   (2) εφαρμόζονται οι βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές,
   (3) δεν προκαλείται σημαντική ρύπανση,
   (4) αποφεύγεται η παραγωγή αποβλήτων σύμφωνα με την οδηγία 2008/98/ΕΚ,
   (5) στις περιπτώσεις που παράγονται απόβλητα, αυτά ανακτώνται ή, όταν αυτό είναι τεχνικά και οικονομικά αδύνατο, διατίθενται με τρόπο που να αποφεύγονται ή να μειώνονται οι επιπτώσεις στο περιβάλλον,
   (6) η ενέργεια χρησιμοποιείται αποτελεσματικά,
   (7) λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα για να προλαμβάνονται τα ατυχήματα και να περιορίζονται οι συνέπειές τους,
   (8) λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων, ώστε να αποφεύγεται κάθε κίνδυνος ρύπανσης και ο χώρος της εκμετάλλευσης να επανέλθει σε ικανοποιητική κατάσταση σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 23, παράγραφοι 2 και 3.

Άρθρο 13

Αίτηση άδειας

1.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι η αίτηση άδειας περιλαμβάνει περιγραφή των ακόλουθων :

   α) της εγκατάστασης και των δραστηριοτήτων της,
   β) των πρώτων και βοηθητικών υλών, των λοιπών ουσιών και της ενέργειας που χρησιμοποιούνται ή παράγονται από την εγκατάσταση,
   γ) των πηγών εκπομπών της εγκατάστασης,
   δ) των συνθηκών στο χώρο όπου θα λειτουργήσει η εγκατάσταση,
   ε) εάν η δραστηριότητα περιλαμβάνει σημαντικές ποσότητες σχετικών επικίνδυνων ουσιών, βασική έκθεση που παρέχει πληροφορίες για τις ουσίες αυτές,
   στ) της φύσης και των ποσοτήτων των προβλεπόμενων εκπομπών της εγκατάστασης σε κάθε επιμέρους στοιχείο του περιβάλλοντος καθώς και προσδιορισμό των σημαντικών επιπτώσεων των εκπομπών στο περιβάλλον,
   ζ) της προτεινόμενης τεχνολογίας και των άλλων τεχνικών που αποσκοπούν στην πρόληψη των εκπομπών που προέρχονται από την εγκατάσταση ή, εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, στη μείωσή τους,
   η) εφόσον χρειάζεται, των μέτρων, πρόληψης και ανάκτησης των αποβλήτων που παράγει η εγκατάσταση,
   θ) των άλλων μέτρων που προβλέπονται για τη συμμόρφωση με τις βασικές αρχές των θεμελιωδών υποχρεώσεων του φορέα εκμετάλλευσης που αναφέρονται στο άρθρο 12,
   ι) των προβλεπόμενων παρακολούθησης των εκπομπών στο περιβάλλον.
   ια) σε γενικές γραμμές των κύριων σχετικών εναλλακτικών επιλογών όσον αφορά την τεχνολογία, τις τεχνικές και τα μέτρα που προτείνονται, οι οποίες έχουν μελετηθεί από τον αιτούντα,

Στην αίτηση έκδοσης άδειας περιλαμβάνεται επίσης μια μη τεχνικού περιεχομένου συγκεφαλαίωση των λεπτομερειών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο και, κατά περίπτωση, μια βασική έκθεση.

2.  Στις περιπτώσεις που πληροφορίες παρεχόμενες σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ ή έκθεση ασφαλείας συντασσόμενη κατ' εφαρμογή της οδηγίας 96/82/ΕΚ ή άλλες πληροφορίες διαθέσιμες βάσει άλλων νομοθετημάτων, ανταποκρίνονται σε κάποια από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1, οι πληροφορίες αυτές μπορούν να περιλαμβάνονται ή να επισυνάπτονται στην αίτηση.

Άρθρο 14

Έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ και ανταλλαγή πληροφοριών

1.  Η Επιτροπή οργανώνει ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, εκπροσώπων των σχετικών αρμοδίων αρχών τους, φορέων εκμετάλλευσης και παρόχων βιομηχανικών τεχνικών οι οποίοι εκπροσωπούν τους οικείους βιομηχανικούς κλάδους, μη κυβερνητικών οργανώσεων που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος και της Επιτροπής σχετικά με τα ακόλουθα:

   α) τις επιδόσεις των εγκαταστάσεων όσον αφορά τις εκπομπές, τη ρύπανση, την κατανάλωση και τη φύση των πρώτων υλών, τη χρήση ενέργειας και την παραγωγή αποβλήτων· και
   β) τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές που χρησιμοποιούνται, τη σχετική παρακολούθηση και τις εξελίξεις όσον αφορά τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές.

Για τη διοργάνωση της ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο, η Επιτροπή δημιουργεί Φόρουμ Ανταλλαγής Πληροφοριών αποτελούμενο από τους εκπροσώπους που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

Η Επιτροπή καταρτίζει κατευθυντήριες οδηγίες για την ανταλλαγή πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τη συλλογή δεδομένων και τον καθορισμό του περιεχομένου των εγγράφων αναφοράς ΒΔΤ. Η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση αξιολόγησης επί του θέματος αυτού. Η έκθεση καθίσταται προσβάσιμη μέσω του Διαδικτύου.

2.  Η Επιτροπή δημοσιεύει το αποτέλεσμα της ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ως νέο ή ως επικαιροποιημένο έγγραφο αναφοράς ΒΔΤ.

3.  Τα έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ περιγράφουν ιδίως της βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, τα αντίστοιχα επίπεδα εκπομπών, τα επίπεδα κατανάλωσης και τη σχετική παρακολούθηση, την παρακολούθηση του εδάφους και των υπόγειων υδάτων, καθώς και την αποκατάσταση του χώρου της εγκατάστασης και τις αναδυόμενες τεχνικές, με ειδική αναφορά στα κριτήρια που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙΙ, οριστικοποιώντας την αναθεώρηση εντός οκτώ ετών από τη δημοσίευση της προηγούμενης έκδοσης. Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι τα συμπεράσματα για τις ΒΔΤ τα οποία περιλαμβάνονται στα έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ διατίθενται στις επίσημες γλώσσες των κρατών μελών. Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, η Επιτροπή θέτει στη διάθεσή του το σύνολο του εγγράφου αναφοράς ΒΔΤ στη γλώσσα στην οποία έχει ζητηθεί.

Άρθρο 15

Όροι αδειοδότησης

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η άδεια περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα τήρησης των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 12 και 19.

Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα: 

   α) οριακές τιμές εκπομπών για τις ρυπαντικές ουσίες, που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ, και για άλλες ρυπαντικές ουσίες που είναι πιθανόν να εκπέμπονται από την οικεία εγκατάσταση σε σημαντικές ποσότητες ανάλογα με τη φύση τους και τη δυνατότητα μεταφοράς της ρύπανσης από το ένα επιμέρους στοιχείο του περιβάλλοντος στο άλλο.
   β) εφόσον χρειάζεται, κατάλληλες απαιτήσεις για να εξασφαλιστεί η προστασία του εδάφους και των υπογείων υδάτων και μέτρα για τη διαχείριση των αποβλήτων της εγκατάστασης,
   γ) κατάλληλες απαιτήσεις παρακολούθησης των απορρίψεων, στις οποίες καθορίζονται η μεθοδολογία και η συχνότητα των μετρήσεων, η διαδικασία αξιολόγησης, καθώς και η υποχρέωση τακτικής υποβολής στην αρμόδια αρχή των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης των απορρίψεων και των υπόλοιπων αναγκαίων στοιχείων για τον έλεγχο της τήρησης των όρων της άδειας,
   δ) απαιτήσεις περιοδικής παρακολούθησης όσον αφορά σχετικές επικίνδυνες ουσίες που είναι πιθανόν να είναι παρούσες σε σημαντικές ποσότητες στον χώρο της εγκατάστασης, λαμβανομένης υπόψη της πιθανότητας μόλυνσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων στον χώρο της εγκατάστασης,
   ε) μέτρα σχετικά με την έναρξη λειτουργίας, τις διαρροές, την ελαττωματική λειτουργία, τις προσωρινές διακοπές και την οριστική παύση της λειτουργίας,
   στ) διατάξεις για την ελαχιστοποίηση της διαμεθοριακής ρύπανσης ή της ρύπανσης σε μεγάλη απόσταση.

2.  Για τους σκοπούς του στοιχείου (α) της παραγράφου 1 οι οριακές τιμές εκπομπών μπορούν να συμπληρώνονται ή να υποκαθίστανται από ισοδύναμες παραμέτρους ή τεχνικά μέτρα.

3.  Τα έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ αποτελούν τη βάση για τον καθορισμό των όρων αδειοδότησης.

4.  Στις περιπτώσεις που εγκατάσταση ή τμήμα εγκατάστασης δεν καλύπτεται από έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ ή στις περιπτώσεις που τα εν λόγω έγγραφα δεν καλύπτουν όλες τις πιθανές περιβαλλοντικές επιπτώσεις της δραστηριότητας, η αρμόδια αρχή, κατόπιν διαβούλευσης με τον φορέα εκμετάλλευσης, προσδιορίζει τα επίπεδα εκπομπών που μπορούν να επιτευχθούν με τη χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών για την οικεία εγκατάσταση ή δραστηριότητα, με βάση τα κριτήρια που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙΙ, και καθορίζει ανάλογα τους όρους αδειοδότησης.

5.  Για τις εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο σημείο 6.6 του παραρτήματος Ι, ισχύουν οι παράγραφοι 1 έως 4 με την επιφύλαξη της νομοθεσίας περί της καλής μεταχείρισης των ζώων.

Άρθρο 16

Οριακές τιμές εκπομπών, ισοδύναμες παράμετροι και τεχνικά μέτρα

1.  Οι οριακές τιμές εκπομπών ρυπαντικών ουσιών ισχύουν στο σημείο όπου οι εκπομπές εξέρχονται από την εγκατάσταση, ενώ δεν υπολογίζεται για τον προσδιορισμό των τιμών αυτών, η τυχόν αραίωσή τους πριν από το εν λόγω σημείο.

Όσον αφορά τις έμμεσες απορρίψεις ρυπαντικών ουσιών στα ύδατα, οι επιπτώσεις ενός σταθμού καθαρισμού υδάτων μπορούν να συνυπολογίζονται κατά τον προσδιορισμό των οριακών τιμών εκπομπών της οικείας εγκατάστασης, υπό την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται ισοδύναμο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του και ότι δεν γεννώνται μεγαλύτερα ρυπαντικά φορτία για το περιβάλλον.

2.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 19, οι αναφερόμενες στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 15 οριακές τιμές εκπομπών και ισοδύναμες παράμετροι και τεχνικά μέτρα βασίζονται στις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, χωρίς να προδιαγράφουν τη χρήση μιας συγκεκριμένης τεχνικής ή τεχνολογίας

Η αρμόδια αρχή καθορίζει οριακές τιμές εκπομπών και απαιτήσεις παρακολούθησης και συμμόρφωσης για να εξασφαλίσει ότι δεν υπερβαίνονται τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές ▌.

Οι οριακές τιμές εκπομπών μπορούν να συμπληρώνονται από ισοδύναμες παραμέτρους ή ισοδύναμα τεχνικά μέτρα, υπό την προϋπόθεση ότι μπορεί να επιτευχθεί ισοδύναμο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος.

3.  Κατά παρέκκλιση από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2, η αρμόδια αρχή μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οι οποίες προκύπτουν από την εκτίμηση των περιβαλλοντικών και οικονομικών δαπανών και οφελών και αφού λάβει υπόψη τα τεχνικά χαρακτηριστικά της οικείας εγκατάστασης, τη γεωγραφική της θέση και τις τοπικές περιβαλλοντικές συνθήκες να καθορίσει οριακές τιμές εκπομπών, ισοδύναμες παραμέτρους ή ισοδύναμα τεχνικά μέτρα και απαιτήσεις παρακολούθησης και συμμόρφωσης κατά τρόπον ώστε να μπορούν να υπερβαίνονται τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές ▌.

Ωστόσο, οι εν λόγω οριακές τιμές εκπομπών, οι ισοδύναμες παράμετροι ή τα ισοδύναμα τεχνικά μέτρα δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 68 ή, όπου ισχύουν, στα παραρτήματα V έως VIII.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι δίδονται εγκαίρως στο ενδιαφερόμενο κοινό ουσιαστικές ευκαιρίες να συμμετέχει στη διαδικασία λήψεως απόφασης για τη χορήγηση της παρέκκλισης που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο.

Όταν καθορίζονται οριακές τιμές εκπομπών, ισοδύναμες παράμετροι ή ισοδύναμα τεχνικά μέτρα σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, οι λόγοι για τους οποίους τα επίπεδα εκπομπών μπορούν να αποκλίνουν από τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, όπως αυτές περιγράφονται στα έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ, τεκμηριώνονται και αναλύονται σε παράρτημα στους όρους αδειοδότησης.

Η Επιτροπή μπορεί να καθορίσει κριτήρια για την έγκριση της παρέκκλισης που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο.

Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 69, παράγραφος 2.

4.  Οι παράγραφοι 2 και 3 εφαρμόζονται στη διασπορά ζωικής κοπριάς και κτηνοτροφικής ιλύος εκτός του χώρου της εγκατάστασης κατά τα αναφερόμενα στο σημείο 6.6 του παραρτήματος Ι, με εξαίρεση τις περιοχές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης(31).

5.  Η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει προσωρινές παρεκκλίσεις από τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 και από τα στοιχεία (1) και (2) του ║ άρθρου 12 για αυξήσεις εκπομπών που προκύπτουν από τη δοκιμή και χρήση αναδυόμενων τεχνικών, υπό την προϋπόθεση ότι 6 μήνες μετά την έγκριση της παρέκκλισης είτε διακόπτεται η χρήση των εν λόγω τεχνικών είτε η δραστηριότητα επιτυγχάνει τουλάχιστον τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές.

Άρθρο 17

Απαιτήσεις παρακολούθησης

1.  Οι απαιτήσεις παρακολούθησης που αναφέρονται στο άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχεία γ) και δ) στηρίζονται, όπου ισχύει, στα συμπεράσματα επί της παρακολούθησης, όπως περιγράφονται στα έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ.

2.  Η συχνότητα της περιοδικής παρακολούθησης που αναφέρεται στο άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο δ) καθορίζεται από την αρμόδια αρχή στην άδεια για κάθε μεμονωμένη εγκατάσταση ή σε γενικούς δεσμευτικούς κανόνες.

Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, πραγματοποιείται περιοδική παρακολούθηση μία τουλάχιστον φορά ανά πενταετία για τα υπόγεια ύδατα και ανά δεκαετία για το έδαφος, εκτός εάν η παρακολούθηση αυτή βασίζεται σε συστηματική εκτίμηση του κινδύνου μόλυνσης.

Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει κριτήρια για τον καθορισμό της συχνότητας της περιοδικής παρακολούθησης.

Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 69, παράγραφος 2.

Άρθρο 18

Γενικοί δεσμευτικοί κανόνες

1.  Όταν θεσπίζουν γενικούς δεσμευτικούς κανόνες, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ολοκληρωμένη προσέγγιση και υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, ισοδύναμο με εκείνο που επιτυγχάνεται με τους όρους της μεμονωμένης άδειας.

2.  Οι γενικοί δεσμευτικοί κανόνες στηρίζονται στις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, χωρίς να προδιαγράφουν τη χρήση συγκεκριμένης τεχνικής ή τεχνολογίας προκειμένου να διασφαλισθεί η συμμόρφωση με τα άρθρα 15 και 16.

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι γενικοί δεσμευτικοί κανόνες επικαιροποιούνται βάσει των εξελίξεων των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών προκειμένου να διασφαλισθεί η συμμόρφωση με το άρθρο 22.

4.  Οι γενικοί δεσμευτικοί κανόνες που θεσπίζονται βάσει των παραγράφων 1 έως 3 περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από σχετική αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους.

Άρθρο 19

Ποιοτικά πρότυπα περιβάλλοντος

Στις περιπτώσεις που ένα ποιοτικό πρότυπο περιβάλλοντος επιβάλλει όρους αυστηρότερους από εκείνους που είναι δυνατόν να επιτευχθούν με τη χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, η άδεια περιλαμβάνει πρόσθετους όρους, με την επιφύλαξη άλλων μέτρων που είναι δυνατόν να ληφθούν για την τήρηση των ποιοτικών προτύπων περιβάλλοντος.

Άρθρο 20

Εξελίξεις των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αρμόδια αρχή να παρακολουθεί ή να ενημερώνεται σχετικά με τις εξελίξεις των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και τη δημοσίευση κάθε νέου ή αναθεωρημένου εγγράφου αναφοράς ΒΔΤ και ενημερώνουν το ενδιαφερόμενο κοινό.

Άρθρο 21

Μεταβολές των εγκαταστάσεων εκ μέρους των φορέων εκμετάλλευσης

1.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει την αρμόδια αρχή για κάθε σχεδιαζόμενη μεταβολή που αφορά τη φύση, τη λειτουργία ή την επέκταση της εγκατάστασης και που είναι δυνατόν να έχει επιπτώσεις στο περιβάλλον. Κατά περίπτωση, η αρμόδια αρχή αναπροσαρμόζει την άδεια.

2.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι καμία ουσιαστική μετατροπή, η οποία προβλέπεται από το φορέα εκμετάλλευσης, δεν πραγματοποιείται χωρίς άδεια, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Η αίτηση για τη χορήγηση άδειας και η σχετική απόφαση της αρμόδιας αρχής καλύπτουν τα τμήματα της εγκατάστασης και τις λεπτομέρειες που απαριθμούνται στο άρθρο 13 τα οποία ενδέχεται να θιγούν από την ουσιαστική μετατροπή.

3.  Κάθε μεταβολή στη φύση ή τη λειτουργία ή επέκταση εγκατάστασης θεωρείται ουσιαστική, όταν με την εν λόγω μεταβολή ή επέκταση, αυτή καθεαυτή, επιτυγχάνεται δυναμικότητα που φθάνει στα κατώτατα όρια, τα οποία καθορίζονται στο παράρτημα Ι.

Άρθρο 22

Επανεξέταση και αναπροσαρμογή των όρων της άδειας εκ μέρους της αρμόδιας αρχής

1.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι η αρμόδια αρχή επανεξετάζει περιοδικώς όλους τους όρους της άδειας και, όπου απαιτείται, τους αναπροσαρμόζει προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία.

2.  Κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας αρχής ο φορέας εκμετάλλευσης υποβάλλει όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την επανεξέταση των όρων της άδειας.

Κατά την επανεξέταση των όρων της άδειας, η αρμόδια αρχή χρησιμοποιεί κάθε πληροφορία που έχει προκύψει από παρακολούθηση ή επιθεωρήσεις.

3.  Όταν η Επιτροπή δημοσιεύει νέο ή επικαιροποιημένο έγγραφο αναφοράς ΒΔΤ, τα κράτη μέλη εντός τετραετίας από την δημοσίευση εξασφαλίζουν ότι η αρμόδια αρχή ▌ επανεξετάζει και, όπου απαιτείται, αναπροσαρμόζει τους όρους αδειοδότησης για τις οικείες εγκαταστάσεις.

Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται σε κάθε παρέκκλιση που έχει εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφος 3.

4.  Οι όροι αδειοδότησης επανεξετάζονται και, όπου απαιτείται, αναπροσαρμόζονται τουλάχιστον στις ακόλουθες περιπτώσεις:

   α) η ρύπανση από την εγκατάσταση είναι τέτοια ώστε να πρέπει να αναθεωρηθούν οι ισχύουσες οριακές τιμές εκπομπών της άδειας ή να περιληφθούν σε αυτήν νέες οριακές τιμές εκπομπών,
   β) οι ουσιαστικές μεταβολές των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών επιτρέπουν σημαντική μείωση των εκπομπών,
   γ) η ασφάλεια εκμετάλλευσης απαιτεί την εφαρμογή άλλων τεχνικών,
   δ)  όπου απαιτείται για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με την οδηγία 2001/81/ΕΚ ή με ποιοτικό πρότυπο περιβάλλοντος σύμφωνα με το άρθρο 19. 

Άρθρο 23

Παύση λειτουργίας εγκαταστάσεων και αποκατάσταση των χώρων

1.  Με την επιφύλαξη της οδηγίας 2004/35/ΕΚ, της οδηγίας 2006/118/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από τη ρύπανση και την υποβάθμιση(32), της οδηγίας 2008/99/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου(33) και της οδηγίας 2009/../ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον καθορισμό πλαισίου προστασίας του εδάφους║(34)(35), η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι οι όροι αδειοδότησης που επιβάλλονται για να εξασφαλιστεί η τήρηση της αρχής που διατυπώνεται στο σημείο (8) του άρθρου 12 υλοποιούνται κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων.

2.  Στις περιπτώσεις που η δραστηριότητα περιλαμβάνει τη χρήση, παραγωγή ή ελευθέρωση σημαντικών ποσοτήτων σχετικών επικίνδυνων ουσιών οι οποίες είναι πιθανόν να προκαλέσουν μόλυνση του εδάφους και των υπόγειων υδάτων στον χώρο της εγκατάστασης, ο φορέας εκμετάλλευσης συντάσσει βασική έκθεση πριν από την έναρξη της λειτουργίας της εγκατάστασης ή πριν από την αναπροσαρμογή της άδειας της εγκατάστασης. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει τις ποσοτικοποιημένες πληροφορίες που απαιτούνται για τον προσδιορισμό της αρχικής κατάστασης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων όσον αφορά την παρουσία σημαντικών ποσοτήτων σχετικών επικίνδυνων ουσιών.

Η Επιτροπή θεσπίζει τα γενικά κριτήρια για το περιεχόμενο της βασικής έκθεσης.

Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 69, παράγραφος 2.

3.  Κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων, ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει την αρμόδια αρχή και αξιολογεί την κατάσταση μόλυνσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων από επικίνδυνες ουσίες. Στις περιπτώσεις που η εγκατάσταση έχει προκαλέσει ρύπανση του εδάφους ή των υπόγειων υδάτων από επικίνδυνες ουσίες σε σύγκριση με την αρχική κατάσταση που έχει καθοριστεί στην βασική έκθεση η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 2, ο φορέας εκμετάλλευσης αποκαθιστά τον χώρο στην αρχική του κατάσταση.

4.  Στις περιπτώσεις που ο φορέας εκμετάλλευσης δεν υποχρεούται να συντάξει τη βασική έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων για να εξασφαλίσει ότι ο χώρος δεν θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον.

Άρθρο 24

Σύγκριση των επιπέδων των εκπομπών με τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές

Τα δεδομένα που αφορούν τη συμμόρφωση προς τους όρους της άδειας που αναφέρεται στο σημείο (1) του άρθρου 8 περιλαμβάνουν σύγκριση ▌ των επιπέδων των εκπομπών με τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές που περιγράφονται στα έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ. Τα εν λόγω δεδομένα καθίστανται προσβάσιμα στο Διαδίκτυο χωρίς καθυστέρηση.

Άρθρο 25

Επιθεωρήσεις

1.  Τα κράτη μέλη συγκροτούν σύστημα επιθεωρήσεων των εγκαταστάσεων.

Το σύστημα αυτό περιλαμβάνει επιτόπιες επιθεωρήσεις.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι φορείς εκμετάλλευσης παρέχουν στις αρμόδιες αρχές κάθε αναγκαία βοήθεια για τη διενέργεια των επιτόπιων επιθεωρήσεων, τη δειγματοληψία και τη συλλογή κάθε στοιχείου που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλες οι εγκαταστάσεις καλύπτονται από σχέδιο επιθεωρήσεων.

3.  Κάθε σχέδιο επιθεωρήσεων περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

   α) γενική αξιολόγηση των σημαντικών περιβαλλοντικών ζητημάτων,
   β) τη γεωγραφική περιοχή που καλύπτει το σχέδιο επιθεωρήσεων,
   γ) μητρώο των εγκαταστάσεων που καλύπτει το σχέδιο επιθεωρήσεων και γενική εκτίμηση της κατάστασης συμμόρφωσής τους με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.
   δ) προβλέψεις για την αναθεώρηση του σχεδίου,
   ε) γενική περιγραφή των τακτικών επιθεωρήσεων βάσει της παραγράφου 5,
   στ) διαδικασίες για έκτακτες επιθεωρήσεις βάσει της παραγράφου 6,
   ζ) όπου απαιτείται, προβλέψεις για τη συνεργασία μεταξύ των διαφόρων αρχών επιθεώρησης.

4.  Βάσει των σχεδίων επιθεώρησης, η αρμόδια αρχή καταρτίζει περιοδικά προγράμματα επιθεώρησης, καθορίζοντας τη συχνότητα των επιτόπου επισκέψεων για τις διάφορες κατηγορίες εγκαταστάσεων.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι είναι διαθέσιμος ικανός αριθμός εξειδικευμένου προσωπικού για τη διενέργεια των εν λόγω επιθεωρήσεων.

Τα εν λόγω προγράμματα περιλαμβάνουν, για κάθε εγκατάσταση, τουλάχιστον μία επιτόπου αιφνίδια επίσκεψη ανά 18 μήνες. Η συχνότητα αυτή αυξάνεται τουλάχιστον σε μία επίσκεψη ανά εξάμηνο εάν κατά την επιθεώρηση διαπιστωθεί περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τους όρους της άδειας.

Εάν τα προγράμματα αυτά στηρίζονται σε συστηματική εκτίμηση των περιβαλλοντικών κινδύνων των συγκεκριμένων εγκαταστάσεων, η συχνότητα των επιτόπου επισκέψεων μπορεί να μειωθεί σε μία τουλάχιστον επίσκεψη ανά 24 μήνες.

Η συστηματική εκτίμηση των περιβαλλοντικών κινδύνων βασίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια, μεταξύ άλλων:

   α) τις επιδόσεις των φορέων εκμετάλλευσης όσον αφορά τη συμμόρφωση προς τους όρους της άδειας·
   β) τις επιπτώσεις της εγκατάστασης στο περιβάλλον και την υγεία του ανθρώπου·
   γ) τη συμμετοχή του φορέα εκμετάλλευσης στο κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και ελέγχου (EMAS), σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 761/2001(36), ή στην εφαρμογή ισοδύναμων συστημάτων οικολογικής διαχείρισης.

Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει περαιτέρω κριτήρια για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών κινδύνων.

Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, στην οποία παραπέμπει το άρθρο 69, παράγραφος 2.

5.  Οι τακτικές επιθεωρήσεις επαρκούν για την εξέταση όλων των σημαντικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων της οικείας εγκατάστασης.

Οι τακτικές επιθεωρήσεις εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση του φορέα εκμετάλλευσης με τους όρους της άδειας.

Οι τακτικές επιθεωρήσεις χρησιμεύουν επίσης για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των απαιτήσεων αδειοδότησης.

6.  Έκτακτες και αιφνίδιες επιθεωρήσεις διενεργούνται προκειμένου να διερευνηθούν σοβαρές και τεκμηριωμένες περιβαλλοντικές καταγγελίες, σοβαρά περιβαλλοντικά ατυχήματα, συμβάντα και περιπτώσεις μη συμμόρφωσης ή περιστατικά που έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου, το ταχύτερο δυνατόν και, όπου ενδείκνυται, πριν από την έκδοση, επανεξέταση ή αναπροσαρμογή της άδειας.

Κατά τη διενέργεια έκτακτης επιθεώρησης, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ζητήσουν από τους φορείς εκμετάλλευσης να παράσχουν οιεσδήποτε πληροφορίες είναι απαραίτητες για τη διερεύνηση της φύσεως ενός ατυχήματος, ενός συμβάντος ή περίπτωσης μη συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένων στατιστικών στοιχείων σχετικών με την υγεία.

7.  Μετά από κάθε τακτική και έκτακτη επιθεώρηση, η αρμόδια αρχή συντάσσει έκθεση που περιγράφει τις διαπιστώσεις όσον αφορά τη συμμόρφωση της εγκατάστασης με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και περιέχει συμπεράσματα σχετικά με το κατά πόσον απαιτούνται περαιτέρω ενέργειες.

Η έκθεση κοινοποιείται εντός δύο μηνών στον οικείο φορέα εκμετάλλευσης. Η έκθεση δημοσιοποιείται στο Διαδίκτυο από την αρμόδια αρχή εντός τεσσάρων μηνών από την διενέργεια της επιθεώρησης.

Η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι όλες οι αναγκαίες ενέργειες που αναφέρονται στην έκθεση υλοποιούνται εντός εύλογης χρονικής περιόδου.

Άρθρο 26

Πρόσβαση στις πληροφορίες και συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία αδειοδότησης

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι παρέχεται έγκαιρα και πραγματικά στο ενδιαφερόμενο κοινό η δυνατότητα συμμετοχής στις ακόλουθες διαδικασίες:

   α) έκδοση αδειών για νέες εγκαταστάσεις,
   β) έκδοση άδειας για οιαδήποτε ουσιαστική μετατροπή,
   γ) αναπροσαρμογή άδειας ή των όρων της άδειας μιας εγκατάστασης σύμφωνα με το στοιχείο α) του άρθρου 22, παράγραφος 4.
   δ) αναπροσαρμογή άδειας ή των όρων της άδειας για μια εγκατάσταση στην οποία πρέπει να χορηγηθεί παρέκκλιση σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφος 3.

Στην εν λόγω συμμετοχή του κοινού εφαρμόζεται η διαδικασία που καθορίζεται στο παράρτημα IV·

Οι μη κυβερνητικές οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος και ανταποκρίνονται σε όλες τις απαιτήσεις οι οποίες καθορίζονται από την οικεία εθνική νομοθεσία, θεωρούνται ότι έχουν συμφέροντα.

2.  Όταν έχει ληφθεί απόφαση για τη χορήγηση, επανεξέταση ή αναπροσαρμογή άδειας, ▌ η αρμόδια αρχή ενημερώνει το κοινό και θέτει στη διάθεση του κοινού χωρίς καθυστέρηση τις ακόλουθες πληροφορίες:

   α) το περιεχόμενο της απόφασης, συμπεριλαμβανομένου αντιγράφου της άδειας και κάθε μετέπειτα αναπροσαρμογής της,
   β) τους λόγους στους οποίους βασίστηκε η απόφαση,
   γ) τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων πριν από τη λήψη της απόφασης και επεξήγηση του τρόπου με τον οποίο ελήφθησαν υπόψη στο πλαίσιο της εν λόγω απόφασης,
   δ) τους τίτλους των εγγράφων αναφοράς ΒΔΤ που αφορούν την οικεία εγκατάσταση ή δραστηριότητα,
   ε) ον τρόπο καθορισμού των όρων αδειοδότησης που αναφέρονται στο άρθρο 15 σε σχέση με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές και τα συναφή επίπεδα εκπομπών, όπως περιγράφονται στα έγγραφα αναφοράς των ΒΔΤ,
   στ) στις περιπτώσεις έγκρισης παρεκκλίσεων σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 3, τους συγκεκριμένους λόγους της παρέκκλισης, βάσει των κριτηρίων που ορίζονται στην εν λόγω παράγραφο, και τους επιβληθέντες όρους,
   ζ) το αποτέλεσμα της επανεξέτασης ▌ των αδειών σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 22, παράγραφοι 1, 3 και 4,
   η) τα αποτελέσματα που διαθέτει η αρμόδια αρχή από την παρακολούθηση των απορρίψεων που απαιτείται σύμφωνα με τους όρους της άδειας.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ζ) καθίστανται διαθέσιμες στο Διαδίκτυο χωρίς καθυστέρηση.

3.  Οι παράγραφοι 1 ║ και 2 εφαρμόζονται, υπό τους περιορισμούς του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες(37).

Άρθρο 27

Πρόσβαση στη δικαιοσύνη

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, σύμφωνα με το εθνικό νομικό τους σύστημα, κάθε μέλος του ενδιαφερόμενου κοινού έχει πρόσβαση σε διαδικασία εξέτασης ενώπιον δικαστηρίου ή άλλου ανεξάρτητου και αμερόληπτου οργάνου, συσταθέντος νομοθετικώς, προκειμένου να αμφισβητήσει την ουσιαστική ή τη διαδικαστική νομιμότητα αποφάσεων, πράξεων ή παραλείψεων που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 26, όταν πληρούται μια από τις ακόλουθες προϋποθέσεις :

   α) έχει επαρκές συμφέρον,
   β) υποστηρίζει ότι επέρχεται προσβολή δικαιώματος, εάν αυτό απαιτείται ως προϋπόθεση από τη διοικητική δικονομία ενός κράτους μέλους,

2.  Τα κράτη μέλη καθορίζουν σε ποιο στάδιο είναι δυνατόν να προσβάλλονται οι αποφάσεις, πράξεις ή παραλείψεις.

3.  Τα κράτη μέλη καθορίζουν τί αποτελεί επαρκές συμφέρον και τι προσβολή δικαιώματος, με σταθερό στόχο να παρέχεται στο ενδιαφερόμενο κοινό ευρεία πρόσβαση στη δικαιοσύνη.

Προς τούτο, το συμφέρον κάθε μη κυβερνητικής οργάνωσης που υποστηρίζει την προστασία του περιβάλλοντος και πληροί κάθε απαίτηση του εθνικού δικαίου θεωρείται επαρκές για τους σκοπούς του στοιχείου α) της παραγράφου 1.

Οι οργανώσεις αυτές θεωρείται επίσης ότι έχουν δικαιώματα που μπορούν να προσβληθούν, για τους σκοπούς του στοιχείου β) της παραγράφου 1.

4.  Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 δεν αποκλείουν τη δυνατότητα μιας προκαταρκτικής διαδικασίας εξέτασης ενώπιον διοικητικής αρχής και δεν θίγουν την απαίτηση να εξαντλούνται οι διοικητικές διαδικασίες εξέτασης πριν από την προσφυγή σε δικαστικές διαδικασίες εξέτασης, εάν υφίσταται τέτοιου είδους απαίτηση κατά την εθνική νομοθεσία.

Οι σχετικές διαδικασίες πρέπει να είναι ορθές, δίκαιες, εμπρόθεσμες και να μην έχουν απαγορευτικό κόστος.

5.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να τίθενται στη διάθεση του κοινού πρακτικές πληροφορίες σχετικά με την πρόσβαση στις διοικητικές και δικαστικές διαδικασίες εξέτασης.

Άρθρο 28

Διασυνοριακές επιπτώσεις

1.  Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώνει ότι η λειτουργία μιας εγκατάστασης ενδέχεται να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον άλλου κράτους μέλους, ή όταν το ζητά ένα κράτος μέλος το οποίο είναι πιθανόν να θιγεί σοβαρά, το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου είχε υποβληθεί η αίτηση άδειας σύμφωνα με το άρθρο 4 ή το άρθρο 21 παράγραφος 2, διαβιβάζει τις πληροφορίες που έχουν παρασχεθεί σύμφωνα με το παράρτημα IV στο άλλο κράτος μέλος, ταυτόχρονα με τη διάθεσή τους στο κοινό.

Οι πληροφορίες αυτές χρησιμεύουν ως βάση για τις τυχόν αναγκαίες διαβουλεύσεις στο πλαίσιο των διμερών σχέσεων μεταξύ δύο κρατών μελών, με αμοιβαιότητα και ισότητα.

2.  Στο πλαίσιο των διμερών σχέσεών τους, τα κράτη μέλη, εξασφαλίζουν ότι στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι αιτήσεις διατίθενται επί κατάλληλο χρονικό διάστημα και στο κοινό του κράτους μέλους το οποίο είναι πιθανόν να θιγεί, ώστε το κοινό να έχει δικαίωμα να διατυπώσει τα σχόλιά του πριν η αρμόδια αρχή λάβει τη σχετική απόφαση.

3.  Τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων που διεξάγονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη της απόφασης από την αρμόδια αρχή σχετικά με μια αίτηση.

4.  Η αρμόδια αρχή ενημερώνει κάθε κράτος μέλος το οποίο έχει συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1, σχετικά με την απόφαση που ελήφθη επί της αίτησης και διαβιβάζει σε αυτό τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 26, παράγραφος 2. Το εν λόγω κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι οι πληροφορίες αυτές τίθενται καταλλήλως στη διάθεση του ενδιαφερόμενου κοινού, στην επικράτειά του.

Άρθρο 29

Αναδυόμενες τεχνικές

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κίνητρα για την ανάπτυξη και εφαρμογή αναδυόμενων τεχνικών από τους φορείς εκμετάλλευσης.

Για τον σκοπό του πρώτου εδαφίου η Επιτροπή θεσπίζει ▌ τα εξής κριτήρια:

   α) την κατηγορία βιομηχανικών δραστηριοτήτων για την κατά προτεραιότητα ανάπτυξη και εφαρμογή αναδυόμενων τεχνικών,
   β) ενδεικτικούς στόχους για τα κράτη μέλη σχετικά με την ανάπτυξη και εφαρμογή αναδυόμενων τεχνικών,
   γ) εργαλεία αξιολόγησης της πραγματοποιηθείσας προόδου στην ανάπτυξη και εφαρμογή αναδυόμενων τεχνικών.

Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, στην οποία παραπέμπει το άρθρο 69, παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Ειδικές διατάξεις για τις μονάδες καύσης

Άρθρο 30

Πεδίο εφαρμογής

Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται στις μονάδες καύσης που προορίζονται για την παραγωγή ενέργειας με ονομαστική θερμική ισχύ τουλάχιστον ίση προς 50 MW, ασχέτως του είδους του χρησιμοποιούμενου καυσίμου.

Το παρόν κεφάλαιο δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες μονάδες καύσης:

   α) μονάδες όπου τα προϊόντα καύσης χρησιμοποιούνται για την απευθείας θέρμανση, ξήρανση ή οποιαδήποτε άλλη κατεργασία αντικειμένων ή υλικών,
   β) μονάδες μετάκαυσης, που προορίζονται για τον καθαρισμό των απαερίων με καύση και δεν λειτουργούν ως αυτόνομες μονάδες καύσης·
   γ) εγκαταστάσεις αναγέννησης των καταλυτών που χρησιμοποιούνται στην καταλυτική πυρόλυση·
   δ) εγκαταστάσεις μετατροπής του υδροθείου σε θείο·
   ε) αντιδραστήρες που χρησιμοποιούνται στη χημική βιομηχανία·
   στ) συστοιχίες καμίνων κοκ·
   ζ) προθερμαντήρες αέρος υψικαμίνων·
   η) κάθε τεχνική συσκευή που χρησιμοποιείται για την πρόωση οχήματος, πλοίου ή αεροσκάφους·
   θ) αεριοστροβίλους που χρησιμοποιούνται σε εξέδρες ανοικτής θάλασσας·
   ι) μονάδες που χρησιμοποιούν ως καύσιμο οιοδήποτε στερεό ή υγρό απόβλητο εκτός των αποβλήτων που αναφέρονται στο στοιχείο α) του άρθρου 37, παράγραφος 2.

Τα άρθρα 31, 32 και 35 δεν εφαρμόζονται σε εγκαταστάσεις καύσης όταν αυτές καλύπτονται από ειδικό έγγραφο αναφοράς τομέα ΒΔΤ και όταν εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του εγγράφου αναφοράς ΒΔΤ για μεγάλες μονάδες καύσης.

Άρθρο 31

Κανόνες συνυπολογισμού

1.  Στις περιπτώσεις που τα απαέρια δύο η περισσότερων χωριστών μονάδων καύσης απορρίπτονται μέσω κοινής καπνοδόχου, ο συνδυασμός των εν λόγω μονάδων θεωρείται ως ενιαία μονάδα καύσης και οι δυναμικότητές τους αθροίζονται.

2.  Στην περίπτωση που δύο ή περισσότερες χωριστές μονάδες καύσης, που έχουν λάβει άδεια ή που έχουν υποβάλλει πλήρη αίτηση μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 72, παράγραφος 2, εγκαθίστανται κατά τρόπο ώστε, λαμβανομένων υπόψη των τεχνικών και οικονομικών παραγόντων, τα απαέριά τους να είναι δυνατόν να απορρίπτονται από κοινή καπνοδόχο, το σύνολο των εν λόγω μονάδων θεωρείται ως μια ενιαία μονάδα καύσης και οι δυναμικότητές τους αθροίζονται. 

Άρθρο 32

Οριακές τιμές εκπομπών

1.  Η απόρριψη των απαερίων των μονάδων καύσης πραγματοποιείται κατά ελεγχόμενο τρόπο, μέσω καπνοδόχου που περιλαμβάνει έναν ή περισσότερους καπναγωγούς και της οποίας το ύψος έχει υπολογιστεί κατά τρόπο ώστε να διαφυλάσσεται η ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον.

2.  Όλες οι άδειες για εγκαταστάσεις με μονάδες καύσης, στις οποίες έχει χορηγηθεί άδεια ή οι οποίες έχουν υποβάλει πλήρη αίτηση πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 72 παράγραφος 2, υπό την προϋπόθεση ότι η υπόψη μονάδα έχει τεθεί σε λειτουργία το αργότερο ένα έτος μετά την ημερομηνία αυτή, περιλαμβάνουν όρους που εξασφαλίζουν ότι οι εκπομπές στην ατμόσφαιρα από τις εν λόγω μονάδες δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος 1 του παραρτήματος V.

3.  Όλες οι άδειες για εγκαταστάσεις με μονάδες καύσης οι οποίες δεν καλύπτονται από την παράγραφο 2 περιλαμβάνουν όρους με τους οποίους εξασφαλίζεται ότι οι εκπομπές στην ατμόσφαιρα από τις εν λόγω μονάδες δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος 2 του παραρτήματος V. 

4.  Η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει παρέκκλιση, για μέγιστο διάστημα έξι μηνών, από την υποχρέωση τήρησης των οριακών τιμών εκπομπών που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 για το διοξείδιο του θείου όσον αφορά μονάδες καύσης οι οποίες, για το σκοπό αυτό, χρησιμοποιούν κανονικά καύσιμο χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο, όταν ο φορέας εκμετάλλευσης δεν είναι σε θέση να τηρήσει τις εν λόγω οριακές τιμές λόγω διακοπής του εφοδιασμού με καύσιμα χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο η οποία οφείλεται σε σοβαρή έλλειψη.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή για κάθε παρέκκλιση που εγκρίνεται βάσει του πρώτου εδαφίου.

5.  Η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει παρέκκλιση από την υποχρέωση τήρησης των οριακών τιμών εκπομπών οι οποίες προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 σε περιπτώσεις που μια μονάδα καύσης η οποία χρησιμοποιεί μόνο αέριο καύσιμο αναγκάζεται, κατ' εξαίρεση, να χρησιμοποιήσει άλλα καύσιμα λόγω αιφνίδιας διακοπής του εφοδιασμού της με αέριο και για το λόγο αυτό πρέπει να εξοπλιστεί με σύστημα καθαρισμού απαερίων. Η περίοδος για την οποία εγκρίνεται η παρέκκλιση δεν υπερβαίνει τις 10 ημέρες εκτός εάν είναι απόλυτα απαραίτητο να διατηρηθεί ο ενεργειακός εφοδιασμός. 

Ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει αμέσως την αρμόδια αρχή για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά με κάθε παρέκκλιση που εγκρίνεται βάσει του πρώτου εδαφίου.

6.  Όταν μια μονάδα καύσης επεκτείνεται κατά τουλάχιστον 20 ΜW, οι οριακές τιμές εκπομπών, που καθορίζονται στο μέρος 2 του παραρτήματος V, εφαρμόζονται στο τμήμα της μονάδας που επηρεάζεται από τη μεταβολή και ορίζονται σε σχέση με την ονομαστική θερμική ισχύ του συνόλου της μονάδας καύσης.

Άρθρο 33

Ελαττωματική λειτουργία ή βλάβη του εξοπλισμού μείωσης των εκπομπών 

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι άδειες προβλέπουν διαδικασίες σχετικές με την ελαττωματική λειτουργία ή βλάβη του εξοπλισμού μείωσης των εκπομπών.

2.  Σε περίπτωση βλάβης, η αρμόδια αρχή απαιτεί από τον φορέα εκμετάλλευσης να περιορίσει ή να διακόψει εντελώς τη λειτουργία της μονάδας, εφόσον η κανονική λειτουργία δεν αποκατασταθεί εντός 24 ωρών, ή να χρησιμοποιήσει καύσιμα χαμηλής ρύπανσης για τη λειτουργία της μονάδας.

Ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει την αρμόδια αρχή εντός 48 ωρών από την ελαττωματική λειτουργία ή τη βλάβη του εξοπλισμού μείωσης των εκπομπών.

Η σωρευτική διάρκεια της λειτουργίας χωρίς τον εξοπλισμό μείωσης των εκπομπών δεν υπερβαίνει τις 120 ώρες για κάθε περίοδο 12 μηνών.

Η αρμόδια αρχή μπορεί δύναται να εγκρίνει παρέκκλιση από τα χρονικά όρια που καθορίζονται στο πρώτο και στο τρίτο εδάφιο σε μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις :

   α) είναι απόλυτα απαραίτητο να διατηρηθεί ο ενεργειακός εφοδιασμός,
   β) η μονάδα καύσης που έχει υποστεί βλάβη πρόκειται να αντικατασταθεί για περιορισμένο χρονικό διάστημα από άλλη μονάδα που θα προκαλέσει συνολική αύξηση των εκπομπών.

Άρθρο 34

Παρακολούθηση των εκπομπών στην ατμόσφαιρα

1.  Τα κράτη μέλη, εξασφαλίζουν την παρακολούθηση των ρυπαντικών ουσιών της ατμόσφαιρας πραγματοποιείται σύμφωνα με το μέρος 3 του παραρτήματος V. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν να διενεργείται αυτή η παρακολούθηση με έξοδα του φορέα εκμετάλλευσης.

2.  Η εγκατάσταση και η λειτουργία του εξοπλισμού αυτόματης παρακολούθησης υπόκεινται σε έλεγχο και σε ετήσιες δοκιμές επιτήρησης σύμφωνα με το μέρος 3 του παραρτήματος V.

3.  Η αρμόδια αρχή καθορίζει τη θέση των σημείων δειγματοληψίας ή μετρήσεων που θα χρησιμοποιηθούν για την παρακολούθηση των εκπομπών.

4.  Όλα τα αποτελέσματα της παρακολούθησης καταγράφονται, υφίστανται επεξεργασία και παρουσιάζονται κατά τρόπο που να επιτρέπει στην αρμόδια αρχή να εξακριβώσει τη συμμόρφωση με τους όρους λειτουργίας και τις οριακές τιμές εκπομπών που περιλαμβάνονται στην άδεια.

Άρθρο 35

Τήρηση των οριακών τιμών εκπομπών

Θεωρείται ότι οι οριακές τιμές εκπομπών τηρούνται εάν πληρούνται οι όροι που καθορίζονται στο μέρος 4 του παραρτήματος V. 

Άρθρο 36

Mονάδες καύσης μεικτής εστίας

1.  Για τις μονάδες καύσης με μεικτή εστία, η οποία συνεπάγεται την ταυτόχρονη χρησιμοποίηση δύο ή περισσοτέρων καυσίμων, οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν τις οριακές τιμές εκπομπών σύμφωνα με τα ακόλουθα στάδια:

   α) λαμβάνεται η οριακή τιμή εκπομπών για κάθε επίμέρους καύσιμο και ρύπο που αντιστοιχεί στην ονομαστική θερμική ισχύ ολόκληρης της μονάδας καύσης, όπως ορίζεται στα μέρη 1 και 2 του παραρτήματος V,
   β) καθορίζονται σταθμισμένες ως προς το καύσιμο οριακές τιμές εκπομπών, οι οποίες προκύπτουν με πολλαπλασιασμό καθεμιάς από τις επιμέρους οριακές τιμές που αναφέρονται στο στοιχείο α) επί τη θερμική ισχύ κάθε καυσίμου και διαίρεση του γινομένου δια του αθροίσματος της θερμικής ισχύος όλων των καυσίμων,
   γ) προστίθενται οι σταθμισμένες ως προς το καύσιμο οριακές τιμές εκπομπών.

2.  Στην περίπτωση μονάδων καύσης μεικτής εστίας που χρησιμοποιούν, αποκλειστικώς ή με άλλα καύσιμα, τα υπολείμματα απόσταξης και μετατροπής από τη διύλιση του αργού πετρελαίου για ίδια κατανάλωση, η Επιτροπή μπορεί να τροποποιήσει την παράγραφο 1 για να καθορίσει μέση οριακή τιμή εκπομπών διοξειδίου του θείου που να καλύπτει όλες τις εν λόγω μονάδες με ονομαστική θερμική ισχύ τουλάχιστον ίση προς 50 MW.

Τα μέτρα αυτά, που έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση των μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, στην οποία παραπέμπει το άρθρο 69, παράγραφος 2.

Κεφάλαιο IV

Ειδικές διατάξεις για τις μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης αποβλήτων

Άρθρο 37

Πεδίο εφαρμογής

1.  Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται στις μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης αποβλήτων στις οποίες αποτεφρώνονται ή συναποτεφρώνονται στερεά ή υγρά απόβλητα.

Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου οι μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης αποβλήτων περιλαμβάνουν όλες τις γραμμές αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, τις εγκαταστάσεις παραλαβής, αποθήκευσης και επιτόπιας προεπεξεργασίας των αποβλήτων, τα συστήματα τροφοδότησης της μονάδας με απόβλητα, καύσιμο και αέρα, τον λέβητα, τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας των καυσαερίων, τις επιτόπιες εγκαταστάσεις επεξεργασίας ή αποθήκευσης των υπολειμμάτων και των λυμάτων, την καπνοδόχο, τις διατάξεις και τα συστήματα για τον έλεγχο των εργασιών αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης και την καταγραφή και διαρκή παρακολούθηση των συνθηκών αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης.

Εάν η συναποτέφρωση πραγματοποιείται κατά τρόπο ώστε η κύρια αποστολή της μονάδας να μην είναι η παραγωγή ενέργειας ή υλικών προϊόντων αλλά η θερμική επεξεργασία αποβλήτων, η μονάδα θεωρείται μονάδα αποτέφρωσης αποβλήτων.

2.  Το παρόν κεφάλαιο δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες μονάδες: 

  α) μονάδες επεξεργασίας μόνο των ακόλουθων αποβλήτων:
   i) απόβλητα που απαριθμούνται στο στοιχείο β) του άρθρου 3 παράγραφος 22,
   ii) ραδιενεργά απόβλητα,
   iii) σφάγια ζώων όπως ρυθμίζονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Οκτωβρίου 2002 για τον καθορισμό υγειονομικών κανόνων σχετικά με τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο(38),
   iv) απόβλητα της έρευνας και εκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου σε εγκαταστάσεις ανοικτής θάλασσας, τα οποία αποτεφρώνονται επί τόπου,
   β) πειραματικές μονάδες που χρησιμεύουν για έρευνα, ανάπτυξη και δοκιμές με στόχο τη βελτίωση της διεργασίας αποτέφρωσης και οι οποίες επεξεργάζονται λιγότερο από 50 τόνους αποβλήτων ετησίως.

Άρθρο 38

Αιτήσεις για χορήγηση άδειας

Οι αιτήσεις χορήγησης άδειας, για μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, αποβλήτων περιλαμβάνουν περιγραφή των μέτρων που έχουν προβλεφθεί για να διασφαλιστούν οι ακόλουθες απαιτήσεις :

   α) ο σχεδιασμός, ο εξοπλισμός, η συντήρηση και η λειτουργία της μονάδας κατά τρόπον ώστε να πληρούνται οι απαιτήσεις του παρόντος κεφαλαίου, λαμβάνοντας υπόψη τις προς αποτέφρωση ή συναποτέφρωση κατηγορίες αποβλήτων,
   β) η μέγιστη εφικτή ανάκτηση της θερμότητας που παράγεται κατά τη διεργασία αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης, μέσω της παραγωγής θερμότητας, ατμού ή ηλεκτρικής ενέργειας,
   γ) η ελαχιστοποίηση της ποσότητας και του βλαβερού χαρακτήρα των υπολειμμάτων και η ανακύκλωσή τους, όπου απαιτείται,
   δ) η τελική διάθεση των υπολειμμάτων των οποίων η πρόληψη, η μείωση ή η ανακύκλωση δεν είναι εφικτή, σύμφωνα με την εθνική και την κοινοτική νομοθεσία.

Άρθρο 39

Όροι αδειοδότησης

1.  Οι άδειες περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

   α)  κατάλογο όλων των κατηγοριών αποβλήτων που επιτρέπεται να υποστούν επεξεργασία, που χρησιμοποιεί τουλάχιστον τις κατηγορίες αποβλήτων που προβλέπει ο ευρωπαϊκός κατάλογος αποβλήτων ο οποίος θεσπίστηκε με την απόφαση 2000/532/ΕΚ της Επιτροπής και, περιέχει πληροφορίες για την ποσότητα κάθε κατηγορίας αποβλήτων, όπου ενδείκνυται,
   β) τη συνολική δυναμικότητα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων της μονάδας,
   γ)  τις οριακές τιμές εκπομπών στην ατμόσφαιρα και στα ύδατα,
   δ) τις απαιτήσεις για το pH, τη θερμοκρασία και την παροχή των απορρίψεων λυμάτων,
   ε) τις διαδικασίες και συχνότητες δειγματοληψίας και μετρήσεων, που θα χρησιμοποιηθούν για την τήρηση των όρων που τίθενται για την παρακολούθηση των εκπομπών,
   στ) τη μέγιστη επιτρεπτή χρονική διάρκεια οποιασδήποτε τεχνικά αναπόφευκτης διακοπής, ανωμαλίας στη λειτουργία ή αστοχίας των συστημάτων καθαρισμού ή των οργάνων μετρήσεων, κατά την οποία οι εκπομπές στην ατμόσφαιρα και οι απορρίψεις λυμάτων τα επιτρέπεται να υπερβαίνουν τις καθορισμένες οριακές τιμές εκπομπών.

2.  Επιπλέον των απαιτήσεων που καθορίζονται στην παράγραφο 1, η χορηγούμενη άδεια για μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων που χρησιμοποιεί επικίνδυνα απόβλητα, περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

   α) κατάλογο με τις ποσότητες των διαφόρων κατηγοριών επικίνδυνων αποβλήτων, που επιτρέπεται να υποστούν επεξεργασία εκεί,
   β) τις ελάχιστες και τις μέγιστες ροές μάζας των εν λόγω επικίνδυνων αποβλήτων, την κατώτερη και την ανώτερη θερμογόνο αξία τους και τη μέγιστη περιεκτικότητά τους σε PCB, PCP, χλώριο, φθόριο, θείο, βαρέα μέταλλα και άλλες ρυπαντικές ουσίες.

3.  Τα κράτη μέλη μπορούν να καταρτίζουν καταλόγους των κατηγοριών αποβλήτων που πρέπει να περιλαμβάνονται στην άδεια και οι οποίες δύνανται να συναποτεφρωθούν σε ορισμένες κατηγορίες μονάδων συναποτέφρωσης αποβλήτων.

4.  Η αρμόδια αρχή επανεξετάζει κατά τακτά διαστήματα τους όρους αδειοδότησης και, εφόσον απαιτείται, τους αναπροσαρμόζει.

Άρθρο 40

Έλεγχος των εκπομπών

1.  Τα απαέρια από μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης αποβλήτων απάγονται με ελεγχόμενο τρόπο μέσω καπνοδόχου, της οποίας το ύψος υπολογίζεται με γνώμονα την προστασία της υγείας του ανθρώπου και του περιβάλλοντος.

2.  Οι εκπομπές στην ατμόσφαιρα από μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης αποβλήτων δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στα μέρη 3 και 4 του παραρτήματος VI ή που καθορίζονται σύμφωνα με το μέρος 4 του εν λόγω παραρτήματος.

Αν, σε μονάδα συναποτέφρωσης αποβλήτων, άνω του 40 % της προκύπτουσας θερμότητας προέρχεται από επικίνδυνα απόβλητα ή αν στη μονάδα συναποτεφρώνονται ακατέργαστα μεικτά αστικά απόβλητα, ισχύουν οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος 3 του παραρτήματος VI.

3.  Η απόρριψη στο υδάτινο περιβάλλον λυμάτων που προέρχονται από τον καθαρισμό των καυσαερίων περιορίζεται όσον είναι εφικτό και οι συγκεντρώσεις των ρυπαντικών ουσιών δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος 5 του παραρτήματος VI.

4.  Οι οριακές τιμές εκπομπών εφαρμόζονται στο σημείο απόρριψης των λυμάτων από τον καθαρισμό των απαερίων, από τη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων.

Όταν τα λύματα που προέρχονται από τον καθαρισμό των απαερίων υφίστανται επεξεργασία εκτός της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, σε μονάδα επεξεργασίας που προορίζεται μόνο για την επεξεργασία των λυμάτων του είδους αυτού, οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος 5 του παραρτήματος VI εφαρμόζονται στο σημείο εξόδου των λυμάτων από τη μονάδα επεξεργασίας. Στις περιπτώσεις που τα λύματα από τον καθαρισμό των απαερίων υφίστανται από κοινού επεξεργασία με άλλες πηγές λυμάτων επιτόπου ή εκτός του χώρου της μονάδας, ο φορέας εκμετάλλευσης εκτελεί τους ενδεικνυόμενους υπολογισμούς ισοζυγίου της μάζας, χρησιμοποιώντας τα αποτελέσματα των μετρήσεων που καθορίζονται στο σημείο 2 του μέρους 6 του παραρτήματος VI για να προσδιορίσει τα επίπεδα των εκπομπών στην τελική απόρριψη λυμάτων που μπορούν να αποδοθούν στα λύματα που προέρχονται από τον καθαρισμό των απαερίων.

Σε καμιά περίπτωση δεν πραγματοποιείται αραίωση λυμάτων με σκοπό τη συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος 5 του παραρτήματος VI.

5.  Οι χώροι των μονάδων αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων των συναφών χώρων αποθήκευσης αποβλήτων, σχεδιάζονται και λειτουργούν κατά τρόπο που παρεμποδίζει την άνευ αδείας ή τυχαία ελευθέρωση ρυπαντικών ουσιών στο έδαφος, τα επιφανειακά ύδατα και στα υπόγεια ύδατα.

Προβλέπεται αποθηκευτική ικανότητα για τις μολυσμένες όμβριες απορροές από τους χώρους της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων ή για τα μολυσμένα ύδατα από διαρροές ή πυροσβεστικές επιχειρήσεις. Η ανωτέρω αποθηκευτική ικανότητα είναι επαρκής, ώστε να εξασφαλίζεται η δυνατότητα ανάλυσης και επεξεργασίας των λυμάτων, όπου απαιτείται, πριν από την απόρριψή τους.

6.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 44, παράγραφος 4, στοιχείο γ), σε περίπτωση υπέρβασης των οριακών τιμών εκπομπών δεν συνεχίζεται για κανένα λόγο η αποτέφρωση αποβλήτων στη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων ή για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από τέσσερις συνεχείς ώρες σε μεμονωμένες καμίνους που αποτελούν τμήμα μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων.

Ο συνολικός χρόνος λειτουργίας σε παρόμοιες συνθήκες στη διάρκεια ενός έτους δεν υπερβαίνει τις 60 ώρες.

Το χρονικό όριο που ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο εφαρμόζεται στις καμίνους οι οποίες συνδέονται με ένα μόνο σύστημα καθαρισμού των απαερίων.

Άρθρο 41

Βλάβες

Σε περίπτωση βλάβης, ο φορέας εκμετάλλευσης περιορίζει ή διακόπτει τις εργασίες το ταχύτερο δυνατόν, μέχρι να αποκατασταθούν οι κανονικές συνθήκες λειτουργίας.

Άρθρο 42

Παρακολούθηση των εκπομπών

1.  Τα κράτη μέλη, εξασφαλίζουν την παρακολούθηση των εκπομπών σύμφωνα με τα μέρη 6 και 7 του παραρτήματος VI.

2.  Η εγκατάσταση και η λειτουργία των αυτόματων συστημάτων μέτρησης υπόκεινται σε έλεγχο καθώς και σε ετήσιες δοκιμές επιτήρησης όπως ορίζεται στο σημείο 1 του μέρους 6 του παραρτήματος VI.

3.  Η αρμόδια αρχή καθορίζει τη θέση των σημείων δειγματοληψίας ή μετρήσεων που θα χρησιμοποιηθούν για την παρακολούθηση των εκπομπών.

4.  Όλα τα αποτελέσματα της παρακολούθησης καταγράφονται, υφίστανται επεξεργασία και παρουσιάζονται με τρόπο που παρέχει στην αρμόδια αρχή τη δυνατότητα να εξακριβώνει τη συμμόρφωση προς τις συνθήκες λειτουργίας και τις οριακές τιμές εκπομπών που περιλαμβάνονται στην άδεια.

5.  Μόλις είναι διαθέσιμες στην Κοινότητα οι κατάλληλες τεχνικές μετρήσεων, η Επιτροπή ορίζει την ημερομηνία από την οποία εκτελούνται συνεχείς μετρήσεις των εκπομπών στην ατμόσφαιρα για τα βαρέα μέταλλα, τις διοξίνες και τα φουράνια.

Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, στην οποία παραπέμπει το άρθρο 69, παράγραφος 2.

Άρθρο 43

Συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές εκπομπών

Θεωρείται ότι τηρούνται οι οριακές τιμές εκπομπών για την ατμόσφαιρα και τα ύδατα εάν πληρούνται οι όροι που καθορίζονται στο μέρος 8 του παραρτήματος VΙ.

Άρθρο 44

Συνθήκες λειτουργίας

1.  Οι μονάδες αποτέφρωσης αποβλήτων λειτουργούν κατά τρόπο που διασφαλίζει βαθμό αποτέφρωσης τέτοιον ώστε η περιεκτικότητα των σκωριών και της τέφρας πυθμένα σε ολικό οργανικό άνθρακα να είναι μικρότερη από 3 % ή οι απώλειες κατά την έναυση να είναι μικρότερες από 5 % του βάρους του υλικού επί ξηρού. Αν είναι απαραίτητο, χρησιμοποιούνται τεχνικές προεπεξεργασίας αποβλήτων.

2.  Οι μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης αποβλήτων σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, εξοπλίζονται, και λειτουργούν κατά τρόπον ώστε, μετά την τελευταία διοχέτευση αέρα καύσης, η θερμοκρασία των αερίων που εκλύονται κατά την αποτέφρωση ή τη συναποτέφρωση των αποβλήτων να αυξάνεται, με ελεγχόμενο και ομοιογενή τρόπο και ακόμη και υπό τις δυσμενέστερες συνθήκες, τουλάχιστον στους 850 °C επί τουλάχιστον δύο δευτερόλεπτα.

Εάν αποτεφρώνονται ή συναποτεφρώνονται επικίνδυνα απόβλητα που περιέχουν πάνω από 1 % αλογονούχων οργανικών ουσιών, εκφρασμένων σε χλώριο, η θερμοκρασία που απαιτείται για τη συμμόρφωση με το πρώτο εδάφιο είναι τουλάχιστον 1.100 °C.

Στις μονάδες αποτέφρωσης αποβλήτων οι θερμοκρασίες που καθορίζονται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο μετρώνται κοντά στο εσωτερικό τοίχωμα του θαλάμου καύσης. Η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει την εκτέλεση μετρήσεων σε άλλο αντιπροσωπευτικό σημείο του θαλάμου καύσης. 

3.  Κάθε θάλαμος καύσης της μονάδας αποτέφρωσης αποβλήτων είναι εφοδιασμένος με έναν τουλάχιστον εφεδρικό καυστήρα. Ο εν λόγω καυστήρας τίθεται αυτόματα σε λειτουργία μόλις η θερμοκρασία των καυσαερίων, μετά την τελευταία διοχέτευση αέρα καύσης, κατέλθει κάτω από τις θερμοκρασίες που καθορίζονται στην παράγραφο 2. Χρησιμοποιείται επίσης στις φάσεις εκκίνησης και διακοπής της λειτουργίας για να εξασφαλίζεται η διατήρηση των εν λόγω θερμοκρασιών σε όλη τη διάρκεια των ανωτέρω φάσεων και για όσο χρόνο υπάρχουν ακόμη στο θάλαμο καύσης άκαυτα απόβλητα.

Ο εφεδρικός καυστήρας δεν τροφοδοτείται με καύσιμο που μπορεί να προκαλέσει υψηλότερα επίπεδα εκπομπών από εκείνα που συνεπάγεται η καύση πετρελαίου ντίζελ, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 23ης Μαρτίου 1993 σχετικά με την περιεκτικότητα ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο(39).

4.  Οι μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης αποβλήτων χρησιμοποιούν αυτόματο σύστημα που εμποδίζει την τροφοδότηση με απόβλητα στις ακόλουθες περιπτώσεις:

   α) κατά τη φάση εκκίνησης, μέχρι να επιτευχθεί η θερμοκρασία που καθορίζεται στην παράγραφο 2 ή η θερμοκρασία που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 45, παράγραφος 1,
   β) οποτεδήποτε δεν διατηρείται η θερμοκρασία που καθορίζεται στην παράγραφο 2 ή η θερμοκρασία που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 45, παράγραφος 1,
   γ) οποτεδήποτε διαπιστώνεται από τις συνεχείς μετρήσεις υπέρβαση οποιασδήποτε οριακής τιμής εκπομπών, οφειλόμενη σε ανωμαλία στη λειτουργία ή αστοχία των συστημάτων καθαρισμού των απαερίων.

5.  Η θερμότητα που παράγεται από μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων ανακτάται στο μέγιστο δυνατό βαθμό.

6.  Τα μολυσματικά κλινικά απόβλητα εισάγονται κατ' ευθείαν στην κάμινο, χωρίς να αναμιγνύονται πρώτα με άλλες κατηγορίες αποβλήτων και χωρίς να υποβάλλονται σε άμεσους χειρισμούς.

7.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η εκμετάλλευση και ο έλεγχος των μονάδων αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων ανατίθενται σε φυσικό πρόσωπο που διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα για τη διαχείριση τέτοιων μονάδων.

Άρθρο 45

Έγκριση της αλλαγής των συνθηκών λειτουργίας

1.  Για ορισμένες κατηγορίες αποβλήτων ή θερμικές διεργασίες, η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει διαφορετικές συνθήκες από εκείνες που καθορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 44 και, όσον αφορά τη θερμοκρασία, στην παράγραφο 4 του εν λόγω άρθρου και προσδιορίζονται στην άδεια, εφόσον πληρούνται οι υπόλοιπες απαιτήσεις του παρόντος κεφαλαίου. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν τους κανόνες που διέπουν τις εγκρίσεις αυτές.

2.  Για μονάδες αποτέφρωσης αποβλήτων η αλλαγή των συνθηκών λειτουργίας δεν οδηγεί σε αύξηση της ποσότητας των υπολειμμάτων ούτε της περιεκτικότητάς τους σε οργανικές ρυπαντικές ουσίες έναντι των αναμενόμενων υπολειμμάτων υπό τις συνθήκες που καθορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 44.

3.  Οι μονάδες συναποτέφρωσης αποβλήτων στις οποίες χορηγείται άδεια αλλαγής των συνθηκών λειτουργίας σύμφωνα με την παράγραφο 1 συμμορφώνονται τουλάχιστον με τις οριακές τιμές εκπομπών ολικού οργανικού άνθρακα και CO που καθορίζονται στο μέρος 3 του παραρτήματος VI.

Οι λέβητες στη βιομηχανία χαρτοπολτού και χαρτιού στους οποίους συναποτεφρώνονται απορρίματα φλοιών στον τόπο παραγωγής τους, οι οποίοι λειτουργούσαν και κατείχαν άδεια πριν τις 28 Δεκεμβρίου 2002 και στους οποίους χορηγείται άδεια αλλαγής των συνθηκών λειτουργίας σύμφωνα με την παράγραφο 1 συμμορφώνονται, τουλάχιστον με τις οριακές τιμές εκπομπών ολικού οργανικού άνθρακα που καθορίζονται στο μέρος 3 του παραρτήματος VI για.

4.  Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή όλες τις συνθήκες λειτουργίας που εγκρίνονται δυνάμει των παραγράφων 1, 2 και 3, καθώς και τα αποτελέσματα των διενεργούμενων εξακριβώσεων, ως μέρος των πληροφοριών που της παρέχονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις για την υποβολή εκθέσεων βάσει του άρθρου 66.

Άρθρο 46

Παράδοση και παραλαβή αποβλήτων

1.  Ο φορέας εκμετάλλευσης της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων λαμβάνει όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις σε σχέση με την παράδοση και την παραλαβή των αποβλήτων για την πρόληψη ή τον περιορισμό, όσο είναι εφικτό, της ρύπανσης της ατμόσφαιρας, του εδάφους και των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, καθώς και άλλων αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον, των οσμών και του θορύβου και των άμεσων κινδύνων για την υγεία του ανθρώπου.

2.  Ο φορέας εκμετάλλευσης, πριν δεχθεί τα απόβλητα στη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, καθορίζει τη μάζα κάθε κατηγορίας αποβλήτων σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό κατάλογο αποβλήτων ο οποίος θεσπίστηκε με την απόφαση 2000/532/ΕΚ της Επιτροπής.

3.  Πριν από την αποδοχή επικίνδυνων αποβλήτων στη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, ο φορέας εκμετάλλευσης συλλέγει τις διαθέσιμες πληροφορίες για τα απόβλητα για να εξακριβώσει αν πληρούνται οι, απαιτήσεις αδειδότησης που καθορίζονται στο άρθρο 39, παράγραφος 2.

Οι εν λόγω πληροφορίες καλύπτουν τα ακόλουθα:

   α) όλες τις διοικητικές πληροφορίες για τη διεργασία παραγωγής που περιέχονται στα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 4, στοιχείο α),
   β) τη φυσική και, στο μέτρο του εφικτού, τη χημική σύνθεση των αποβλήτων και όλες τις άλλες αναγκαίες πληροφορίες προκειμένου να εκτιμηθεί η καταλληλότητά τους για την προβλεπόμενη διεργασία αποτέφρωσης,
   γ) τα επικίνδυνα χαρακτηριστικά των αποβλήτων, τις ουσίες με τις οποίες δεν μπορούν να αναμιχθούν και τις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται κατά το χειρισμό των αποβλήτων.

4.  Πριν από την αποδοχή επικινδύνων αποβλήτων στην μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, τηρούνται από τον φορέα εκμετάλλευσης τουλάχιστον οι ακόλουθες διαδικασίες :

   α) έλεγχος των εγγράφων που απαιτούνται από την οδηγία 2008/98/ΕΚ και, όπου ισχύει, εκείνων που απαιτούνται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 259/93 του Συμβουλίου, της 1ης Φεβρουαρίου 1993, σχετικά με την παρακολούθηση και τον έλεγχο μεταφορών αποβλήτων στο εσωτερικό της Κοινότητας καθώς και κατά την είσοδο και έξοδό τους(40), καθώς και από τη νομοθεσία για τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων,
   β) λήψη αντιπροσωπευτικών δειγμάτων, εκτός εάν δεν ενδείκνυται, κατά το δυνατόν πριν από την εκφόρτωση, προκειμένου να εξακριβωθεί με τη διεξαγωγή ελέγχων ότι είναι σύμφωνα με τις πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 3 και να διευκολυνθούν οι αρμόδιες αρχές στον προσδιορισμό του είδους των αποβλήτων που υποβάλλονται σε επεξεργασία.

Τα δείγματα που αναφέρονται στο στοιχείο β) διατηρούνται τουλάχιστον ένα μήνα μετά την αποτέφρωση ή τη συναποτέφρωση των αντίστοιχων αποβλήτων.

5.  Η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει εξαιρέσεις από τις παραγράφους 2, 3 και 4 σε μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, οι οποίες αποτελούν τμήματα εγκαταστάσεων που καλύπτονται από το κεφάλαιο ΙΙ και αποτεφρώνουν ή συναποτεφρώνουν μόνον τα απόβλητα που παράγονται εντός της εγκατάστασης.

Άρθρο 47

Υπολείμματα

1.  Τα υπολείμματα περιορίζονται στο ελάχιστο όσον αφορά την ποσότητα και τις επιβλαβείς ιδιότητές τους. Τα υπολείμματα ανακυκλώνονται, όπου ενδείκνυται, κατευθείαν στη μονάδα ή εκτός αυτής.

2.  Τα ξηρά υπολείμματα σε μορφή σκόνης, μεταφέρονται και αποθηκεύονται προσωρινά κατά τρόπον ώστε να προλαμβάνεται ο διασκορπισμός τους στο περιβάλλον.

3.  Πριν επιλεγεί η οδός τελικής διάθεσης ή ανακύκλωσης των υπολειμμάτων διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές για τον προσδιορισμό των φυσικών και χημικών ιδιοτήτων καθώς και του ρυπογόνου δυναμικού των υπολειμμάτων. Οι εν λόγω δοκιμές καλύπτουν το συνολικό διαλυτό κλάσμα και το διαλυτό κλάσμα βαρέων μετάλλων.

Άρθρο 48

Ουσιαστική μετατροπή

Η μετατροπή μιας μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων που επεξεργάζεται μόνο μη επικίνδυνα απόβλητα σε εγκατάσταση που καλύπτεται από το κεφάλαιο ΙΙ, η οποία συμπεριλαμβάνει αποτέφρωση ή συναποτέφρωση επικινδύνων αποβλήτων θεωρείται ως ουσιαστική μετατροπή.

Άρθρο 49

Υποβολή εκθέσεων και ενημέρωση του κοινού σχετικά με τις μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης αποβλήτων

1.  Οι αιτήσεις για τη χορήγηση νέων αδειών μονάδων αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης αποβλήτων τίθενται στη διάθεση του κοινού, σε ένα ή περισσότερα σημεία και επί επαρκές χρονικό διάστημα, προκειμένου το κοινό να έχει τη δυνατότητα να διατυπώνει τις παρατηρήσεις του επί των αιτήσεων, πριν η αρμόδια αρχή λάβει την απόφασή της. Η εν λόγω απόφαση, μαζί με ένα τουλάχιστον αντίγραφο της άδειας, και οι τυχόν μετέπειτα επικαιροποιήσεις της, πρέπει επίσης να τίθενται στη διάθεση του κοινού.

2.  Προκειμένου για τις μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων με ονομαστική ωριαία δυναμικότητα δύο τόνων ή περισσότερο, η έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 66 περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία και την παρακολούθηση της μονάδας, και απολογισμό της λειτουργίας της διεργασίας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, καθώς και των εκπομπών στον ατμοσφαιρικό αέρα και τα ύδατα, σε σύγκριση με τις οριακές τιμές εκπομπών. Οι εν λόγω πληροφορίες τίθεται στη διάθεση του κοινού.

3.  Η αρμόδια αρχή καταρτίζει και θέτει στη διάθεση του κοινού κατάλογο των μονάδων αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων με ονομαστική ωριαία δυναμικότητα κάτω των δύο τόνων.

Κεφάλαιο V

Ειδικές διατάξεις για τις εγκαταστάσεις και τις δραστηριότητες που χρησιμοποιούν οργανικούς διαλύτες

Άρθρο 50

Πεδίο εφαρμογής

 Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται στις δραστηριότητες που απαριθμούνται στο μέρος 1 του παραρτήματος VII και, όπου προβλέπεται, σε εκείνες που φθάνουν στα όρια κατανάλωσης διαλυτών που εκτίθενται στο μέρος 2 του εν λόγω παραρτήματος.

Άρθρο 51

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

   (1) "υφιστάμενη εγκατάσταση": εγκατάσταση που ήδη λειτουργεί, , και έλαβε άδεια πριν από την 1η Απριλίου 2001 ή υπέβαλλε πλήρη αίτηση έκδοσης άδειας πριν από την 1η Απριλίου 2001, υπό την προϋπόθεση ότι η εγκατάσταση άρχισε να λειτουργεί το αργότερο την 1η Απριλίου 2002,
   (2) "απαέρια": τα τελικά αέρια απόβλητα που περιέχουν πτητικές οργανικές ενώσεις ή άλλους ρύπους και εκλύονται στον αέρα μέσω καπνοδόχου ή εξοπλισμού μείωσης,
   (3) "διάχυτες εκπομπές": όλες οι εκπομπές πτητικών οργανικών ενώσεων, πλην των περιεχόμενων στα απαέρια, στον ατμοσφαιρικό αέρα, στο έδαφος και στα ύδατα, καθώς και, οι διαλύτες που περιέχονται σε προϊόντα, εκτός αντιθέτων διατάξεων του μέρους 2 του παραρτήματος VII,
   (4) "συνολικές εκπομπές": το άθροισμα των διάχυτων εκπομπών και των εκπομπών απαερίων,
   (5) "μείγμα": μείγμα όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 3 του κανονισμού (EK) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH)(41),
   (6) "συγκολλητική ύλη": κάθε μείγμα, συμπεριλαμβανομένων όλων των απαραίτητων για την ορθή εφαρμογή του οργανικών διαλυτών ή μειγμάτων που περιέχουν οργανικούς διαλύτες, το οποίο χρησιμοποιείται για τη συγκόλληση χωριστών μερών ενός προϊόντος,
   (7) "μελάνη": το μείγμα, συμπεριλαμβανομένων όλων των απαραίτητων για την ορθή εφαρμογή του οργανικών διαλυτών ή μειγμάτων που περιέχουν οργανικούς διαλύτες, το οποίο χρησιμοποιείται σε δραστηριότητες εκτύπωσης για την αποτύπωση κειμένου ή εικόνων σε μία επιφάνεια,
   (8) "βερνίκι": ένα διαφανές επίχρισμα,
   (9) "κατανάλωση": οι συνολικές εισροές οργανικών διαλυτών σε μία εγκατάσταση ανά ημερολογιακό έτος ή οποιαδήποτε άλλη περίοδο δώδεκα μηνών, αφαιρουμένων των πτητικών οργανικών ενώσεων, που ενδεχομένως ανακτώνται για να επαναχρησιμοποιηθούν,
   (10) "εισροή": η ποσότητα οργανικών διαλυτών και η ποσότητα οργανικών διαλυτών σε μείγματα που χρησιμοποιούνται για την επιτέλεση δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων των ανακυκλούμενων εντός και εκτός της εγκατάστασης διαλυτών, και οι οποίοι υπολογίζονται κάθε φορά που χρησιμοποιούνται για την επιτέλεση της δραστηριότητας,
   (11) "επαναχρησιμοποίηση ": η χρήση οργανικών διαλυτών που έχουν ανακτηθεί από μία εγκατάσταση για οποιονδήποτε τεχνικό ή εμπορικό σκοπό, όπου συμπεριλαμβάνεται η χρήση τους ως καυσίμων, αλλά εξαιρείται η τελική διάθεση αυτών των ανακτηθέντων οργανικών διαλυτών ως αποβλήτων,
   (12) "συνθήκες κλειστού περιβάλλοντος": συνθήκες υπό τις οποίες η εγκατάσταση λειτουργεί έτσι ώστε οι πτητικές οργανικές ενώσεις που εκλύονται από τη δραστηριότητα, να συλλέγονται και να απορρίπτονται με ελεγχόμενο τρόπο, είτε μέσω καπνοδόχου είτε μέσω εξοπλισμού μείωσης των εκπομπών, με αποτέλεσμα να μην είναι τελείως αδιάχυτες,
   (13) "φάσεις εκκίνησης και διακοπής της λειτουργίας": οι εργασίες που εκτελούνται για να τεθεί μία δραστηριότητα, ένα στοιχείο εξοπλισμού ή μία δεξαμενή σε λειτουργία ή εκτός λειτουργίας ή σε άφορτη λειτουργία (ρελαντί) ή εκτός άφορτης λειτουργίας, εξαιρουμένων των τακτικών διακυμάνσεων των δραστηριοτήτων.

Άρθρο 52

Υποκατάσταση επικίνδυνων ουσιών

Οι ουσίες ή τα μείγματα που λόγω της περιεκτικότητάς τους σε πτητικές οργανικές ενώσεις, και που, βάσει της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ, ταξινομούνται ως καρκινογόνες, μεταλλαξιογόνες ή τοξικές για την αναπαραγωγή και τους έχουν αποδοθεί ή οφείλουν να φέρουν τις φράσεις κινδύνου R45, R46, R49, R60 ή R61, αντικαθίστανται, στο μέτρο του δυνατού, από λιγότερο επιβλαβείς ουσίες ή μείγματα το ταχύτερο δυνατόν.

Άρθρο 53

Έλεγχος των εκπομπών

1.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, για να εξασφαλίσουν ένα από τα ακόλουθα:

   α) οι εκπομπές πτητικών οργανικών ενώσεων από τις εγκαταστάσεις δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών απαερίων και τις οριακές τιμές διάχυτων εκπομπών ή τις οριακές τιμές συνολικών εκπομπών και τις υπόλοιπες απαιτήσεις που καθορίζονται στα μέρη 2 και 3 του παραρτήματος VII,
   β) οι εγκαταστάσεις συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του προγράμματος μείωσης που καθορίζεται στο μέρος 5 του παραρτήματος VII, υπό την προϋπόθεση ότι επιτυγχάνεται ίση μείωση των εκπομπών σε σύγκριση με εκείνη που επιτυγχάνεται μέσω της εφαρμογής των οριακών τιμών εκπομπών που αναφέρονται στο στοιχείο α).

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν εκθέσεις στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 66, παράγραφος 1, σχετικά με την πρόοδο που σημειώνεται προς την επίτευξη της ίσης μείωσης των εκπομπών που αναφέρεται στο στοιχείο β). 

2.  Κατά παρέκκλιση από το στοιχείο α) της παραγράφου 1, εφόσον ο φορέας εκμετάλλευσης αποδείξει στην αρμόδια αρχή ότι, σε μία συγκεκριμένη εγκατάσταση, η οριακή τιμή εκπομπών για τις διάχυτες εκπομπές δεν είναι εφικτή από τεχνική και οικονομική άποψη, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει την υπέρβαση της εν λόγω οριακής τιμής από τις εκπομπές υπό τον όρο ότι δεν αναμένεται να προκύψει σημαντικός κίνδυνος για την υγεία του ανθρώπου ή το περιβάλλον και ότι ο φορέας εκμετάλλευσης θα αποδείξει στην αρμόδια αρχή ότι χρησιμοποιούνται οι βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές.

3.  Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 για δραστηριότητες επίστρωσης που καλύπτονται από το σημείο 8 του πίνακα του μέρους 2 του παραρτήματος VII και δεν μπορούν να διεξαχθούν υπό συνθήκες κλειστού περιβάλλοντος, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει τη μη συμμόρφωση των εκπομπών της εγκατάστασης με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στην εν λόγω παράγραφο, εφόσον ο φορέας εκμετάλλευσης αποδείξει στην αρμόδια αρχή ότι η εν λόγω συμμόρφωση δεν είναι εφικτή από τεχνική και οικονομική άποψη και ότι χρησιμοποιούνται οι βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές. 

4.  Τα κράτη μέλη υποβάλλουν εκθέσεις στην Επιτροπή σχετικά με τις παρεκκλίσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, σύμφωνα με το άρθρο 66, παράγραφος 2.

5.  Οι εκπομπές πτητικών οργανικών ενώσεων στις οποίες έχουν αποδοθεί φράσεις κινδύνου R40, R45, R46, R49, R60, R61 ή R68 ή που οφείλουν να τις φέρουν, ελέγχονται υπό συνθήκες κλειστού περιβάλλοντος, στο μέτρο που αυτό είναι εφικτό από τεχνική και οικονομική άποψη, προκειμένου να διασφαλίζονται η δημόσια υγεία και το περιβάλλον και δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος 4 του παραρτήματος VII.

6.  Οι εγκαταστάσεις στις οποίες ασκούνται δύο ή περισσότερες δραστηριότητες, η καθεμία από τις οποίες υπερβαίνει τα όρια του μέρους 2 του παραρτήματος VII:

   α) όσον αφορά τις ουσίες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 5, πληρούν τις απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου για κάθε επιμέρους δραστηριότητα,
  β) όσον αφορά οποιαδήποτε άλλη ουσία, είτε:
   i) πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 για κάθε επιμέρους δραστηριότητα, είτε
   ii) οι συνολικές εκπομπές πτητικών οργανικών ενώσεων από τις εν λόγω εγκαταστάσεις δεν υπερβαίνουν εκείνες που θα προέκυπταν αν εφαρμοζόταν το σημείο i).

7.  Λαμβάνονται όλες οι ενδεικνυόμενες προφυλάξεις για την ελαχιστοποίηση των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων κατά τις φάσεις εκκίνησης και διακοπής της λειτουργίας.

Άρθρο 54

Παρακολούθηση των εκπομπών

Τα κράτη μέλη, είτε με προδιαγραφές στους όρους της άδειας είτε με γενικούς δεσμευτικούς κανόνες, εξασφαλίζουν τη διενέργεια μετρήσεων των εκπομπών σύμφωνα με το μέρος 6 του παραρτήματος VII.

Άρθρο 55

Συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές εκπομπών

Θεωρείται ότι τηρούνται οι οριακές τιμές εκπομπών των απαερίων εάν πληρούνται οι όροι που καθορίζονται στο μέρος 8 του παραρτήματος VΙΙ.

Άρθρο 56

Υποβολή εκθέσεων σχετικά με τη συμμόρφωση

Η έκθεση σχετικά με την συμμόρφωση, που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 8, αποδεικνύει την συμμόρφωση με ένα από τα ακόλουθα :

   α) οριακές τιμές εκπομπών απαερίων, οριακές τιμές διάχυτων εκπομπών και οριακές τιμές συνολικών εκπομπών,
   β) απαιτήσεις του προγράμματος μείωσης που περιγράφεται στο μέρος 5 του παραρτήματος VII,
   γ)  παρεκκλίσεις που εγκρίθηκαν βάσει των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 53.

Η έκθεση σχετικά με την συμμόρφωση μπορεί να περιλαμβάνει σχέδιο διαχείρισης διαλυτών που έχει καταρτιστεί σύμφωνα με το μέρος 7 του παραρτήματος VII.

Άρθρο 57

Ουσιαστική μετατροπή υφιστάμενων εγκαταστάσεων

1.  Η μεταβολή του ημερήσιου μέσου όρου της μέγιστης κατά μάζα εισροής οργανικών διαλυτών σε υφιστάμενη εγκατάσταση, σε περίπτωση που η εγκατάσταση λειτουργεί με την απόδοση για την οποία έχει σχεδιαστεί υπό συνθήκες που δεν περιλαμβάνουν τις φάσεις εκκίνησης και διακοπής της λειτουργίας και τις περιόδους συντήρησης του εξοπλισμού, θεωρείται ουσιαστική εάν έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων κατά ποσοστό που υπερβαίνει:

–   το 25% για εγκατάσταση με δραστηριότητες που εμπίπτουν στην κατώτερη κλίμακα ορίων μεγέθους των σημείων 1, 3, 4, 5, 8, 10, 13, 16 ή 17 του μέρους 2 του παραρτήματος VII, ή, για τις λοιπές δραστηριότητες του μέρους 2 του παραρτήματος VII, με κατανάλωση διαλυτών μικρότερη των 10 τόνων ετησίως,

–   το 10% για όλες τις άλλες εγκαταστάσεις. 

2.  Σε περίπτωση που μία υφιστάμενη εγκατάσταση υφίσταται ουσιαστική μετατροπή ή εμπίπτει για πρώτη φορά στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας κατόπιν ουσιαστικής μετατροπής, το τμήμα της εγκατάστασης το οποίο υφίσταται την ουσιαστική μετατροπή αντιμετωπίζεται είτε ως νέα εγκατάσταση είτε ως υφιστάμενη εγκατάσταση, με την προϋπόθεση ότι οι συνολικές εκπομπές της όλης εγκατάστασης δεν υπερβαίνουν εκείνες που θα προέκυπταν αν το τμήμα της εγκατάστασης που υφίσταται την ουσιαστική μετατροπή αντιμετωπιζόταν ως νέα εγκατάσταση.

3.  Σε περίπτωση ουσιαστικής μετατροπής, η αρμόδια αρχή ελέγχει τη συμμόρφωση της εγκατάστασης με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 58

Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την υποκατάσταση οργανικών διαλυτών

Η Επιτροπή οργανώνει ανταλλαγή πληροφοριών με τα κράτη μέλη, τον οικείο βιομηχανικό κλάδο και μη κυβερνητικές οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος σχετικά με τη χρήση οργανικών διαλυτών και τις δυνατότητες υποκατάστασής τους, καθώς και τις τεχνικές που έχουν τις ελάχιστες πιθανές επιπτώσεις στην ατμόσφαιρα, τα ύδατα, το έδαφος, τα οικοσυστήματα και την υγεία του ανθρώπου. 

Οργανώνεται ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με όλα τα ακόλουθα: 

   α) την καταλληλότητα προς χρήση,
   β) τις πιθανές επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων γενικώς και την επαγγελματική έκθεση, ειδικότερα,
   γ) τις πιθανές επιπτώσεις στο περιβάλλον,
   δ) τις οικονομικές συνέπειες, ιδίως δε το κόστος και τα οφέλη των διαθέσιμων εναλλακτικών λύσεων.

Άρθρο 59

Πρόσβαση στις πληροφορίες

1.  Η απόφαση της αρμόδιας αρχής, συνοδευόμενη από ένα τουλάχιστον αντίγραφο της άδειας και των τυχόν μετέπειτα αναπροσαρμογών της, τίθεται στη διάθεση του κοινού.

Οι γενικοί δεσμευτικοί κανόνες που εφαρμόζονται στις εγκαταστάσεις και ο κατάλογος των εγκαταστάσεων που υπόκεινται σε αδειοδότηση και καταχώρηση σε μητρώο τίθενται στη διάθεση του κοινού.

2.  Τα αποτελέσματα της παρακολούθησης των εκπομπών που απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 54 και τα οποία βρίσκονται στην κατοχή της αρμόδιας αρχής, τίθενται στη διάθεση του κοινού.

3.  Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται υπό τους περιορισμούς του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2003/4/EK.

Κεφάλαιο VI

Ειδικές διατάξεις για τις εγκαταστάσεις παραγωγής διοξειδίου του τιτανίου

Άρθρο 60

Πεδίο εφαρμογής

 Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται στις εγκαταστάσεις παραγωγής διοξειδίου του τιτανίου. 

Άρθρο 61

Απαγόρευση της διάθεσης αποβλήτων

Τα κράτη μέλη απαγορεύουν τη διάθεση των ακόλουθων αποβλήτων σε οποιοδήποτε υδατικό σύστημα, θάλασσα ή ωκεανό:

   (1) στερεών αποβλήτων,
   (2) μητρικών υγρών που προέρχονται από τη φάση διήθησης μετά από την υδρόλυση του διαλύματος θειικού τιτανυλίου από εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν τη διεργασία θειικών ενώσεων, συμπεριλαμβανομένων των όξινων αποβλήτων που συνδέονται με τα εν λόγω υγρά, τα οποία περιέχουν συνολικά ελεύθερο θειικό οξύ άνω του 0,5 % και διάφορα βαρέα μέταλλα, συμπεριλαμβανομένων των όξινων αποβλήτων τα οποία έχουν αραιωθεί μέχρι να περιέχουν το πολύ 0,5% ελεύθερου θειικού οξέος,
   (3) αποβλήτων από εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν τη διεργασία χλωριδίου, τα οποία περιέχουν άνω του 0,5% ελεύθερου υδροχλωρικού οξέος και διάφορα βαρέα μέταλλα, συμπεριλαμβανομένων των αποβλήτων τα οποία έχουν αραιωθεί μέχρι να περιέχουν το πολύ 0,5% ελεύθερου θειικού οξέος,
   (4) αλάτων διήθησης, ιλύων και υγρών αποβλήτων που προέρχονται από την κατεργασία (συμπύκνωση ή εξουδετέρωση) των αποβλήτων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 και τα οποία περιέχουν διάφορα βαρέα μέταλλα, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τα απόβλητα που έχουν υποστεί εξουδετέρωση και διήθηση ή καθίζηση, περιέχουν μόνον ίχνη βαρέων μετάλλων και τα οποία, πριν να υποστούν αραίωση, έχουν τιμή pH ανώτερη του 5,5,

Άρθρο 62

Έλεγχος των εκπομπών στα ύδατα

1.  Οι εκπομπές των εγκαταστάσεων στα ύδατα δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος 1 του παραρτήματος VIIΙ.

2.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν τη διεξαγωγή δοκιμών οξείας τοξικότητας σύμφωνα με το σημείο 1 του μέρους 2 του παραρτήματος VIII και τη συμφωνία των αποτελεσμάτων των εν λόγω δοκιμών με τις τιμές που καθορίζονται στο σημείο 2 του μέρους 2 του παραρτήματος VIII.

Άρθρο 63

Πρόληψη και έλεγχος των εκπομπών στην ατμόσφαιρα 

1.  Η εκπομπή όξινων σταγονιδίων από τις εγκαταστάσεις εμποδίζεται.

2.  Οι εκπομπές από τις εγκαταστάσεις στην ατμόσφαιρα δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος 3 του παραρτήματος VIIΙ. 

Άρθρο 64

Παρακολούθηση των εκπομπών και του περιβάλλοντος

1.  Τα κράτη μέλη, εξασφαλίζουν την παρακολούθηση των εκπομπών στα ύδατα, προκειμένου η αρμόδια αρχή να είναι σε θέση να εξακριβώσει τη συμμόρφωση με τους όρους της αδειοδότησης και με το άρθρο 62.

2.  Τα κράτη μέλη, εξασφαλίζουν την παρακολούθηση των εκπομπών στην ατμόσφαιρα προκειμένου η αρμόδια αρχή να είναι σε θέση να εξακριβώσει τη συμμόρφωση με τους όρους της αδειοδότησης και με το άρθρο 63.

Η εν λόγω παρακολούθηση περιλαμβάνει τουλάχιστον την παρακολούθηση των εκπομπών κατά τα προβλεπόμενα στο μέρος 5 του παραρτήματος VII. 

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την παρακολούθηση του περιβάλλοντος που επηρεάζεται από τις απορρίψεις αποβλήτων στα ύδατα από εγκαταστάσεις παραγωγής διοξειδίου του τιτανίου, σύμφωνα με το μέρος 4 του παραρτήματος VIII.

4.  Η παρακολούθηση διενεργείται βάσει προτύπων CEN ή, εάν δεν υπάρχουν πρότυπα CEN, βάσει προτύπων ISO, εθνικών ή διεθνών προτύπων που εξασφαλίζουν την παροχή δεδομένων ισοδύναμης επιστημονικής ποιότητας.

Κεφάλαιο VII

Επιτροπή, μεταβατικές και τελικές διατάξεις

Άρθρο 65

Αρμόδιες αρχές

Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες αρχές και τους οργανισμούς που φέρουν την ευθύνη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 66

Υποβολή εκθέσεων εκ μέρους των κρατών μελών

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την υποβολή στην Επιτροπή πληροφοριών που αφορούν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα αντιπροσωπευτικά στοιχεία σχετικά με τις εκπομπές και άλλες περιβαλλοντικές επιπτώσεις, τις οριακές τιμές εκπομπών και την εφαρμογή των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 16 και τις παρεκκλίσεις που χορηγούνται, σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφος 3.

Τα κράτη μέλη αναπτύσσουν και αναβαθμίζουν τακτικά εθνικά συστήματα πληροφοριών προκειμένου να θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής υπό ηλεκτρονική μορφή τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο. Τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση του κοινού περίληψη των παρασχεθεισών πληροφοριών.

2.  Η Επιτροπή καθορίζει το είδος και τον μορφότυπο των πληροφοριών που πρέπει να υποβάλλουν τα κράτη μέλη βάσει της παραγράφου 1.

Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, στην οποία παραπέμπει το άρθρο 69ν παράγραφος 2.

3.  Εντός τριών ετών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 71, παράγραφος 1 και ανά τριετία στη συνέχεια, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση επί της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας βάσει των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, συνοδευόμενη από νομοθετική πρόταση όπου ενδείκνυται.

Άρθρο 67

Τροποποιήσεις των παραρτημάτων

1.  Βάσει των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, όπως αυτές περιγράφονται στα σχετικά έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ, η Επιτροπή, εντός 12 μηνών από τη δημοσίευση εγγράφου αναφοράς ΒΔΤ σύμφωνα με το άρθρο 14, με βάση τα συμπεράσματα ΒΔΤ που περιέχονται στο έγγραφο αναφοράς ΒΔΤ, προσαρμόζει τα Παραρτήματα V, VI, VII, VIII καθορίζοντας οριακές τιμές εκπομπών ως ελάχιστες απαιτήσεις. Οι οριακές τιμές εκπομπών μπορούν να συμπληρώνονται από ισοδύναμες παραμέτρους ή ισοδύναμα τεχνικά μέτρα και από απαιτήσεις παρακολούθησης και συμμόρφωσης υπό την προϋπόθεση ότι μπορεί να επιτευχθεί ισοδύναμο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος.

Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 69, παράγραφος 2.

2.   Πριν από την έγκριση των μέτρων που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο, η Επιτροπή προβαίνει σε διαβουλεύσεις με τους οικείους βιομηχανικούς κλάδους και μη κυβερνητικές οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος και υποβάλλει έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων και τον τρόπο με τον οποίο αυτά ελήφθησαν υπόψη.

Άρθρο 68

Ελάχιστες απαιτήσεις

1.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 67, η Επιτροπή, εντός 12 μηνών από τη δημοσίευση εγγράφου αναφοράς ΒΔΤ σύμφωνα με το άρθρο 14, με βάση τα συμπεράσματα ΒΔΤ που περιέχονται στο έγγραφο αναφοράς ΒΔΤ, καθορίζει οριακές τιμές εκπομπών καθώς και απαιτήσεις παρακολούθησης και συμμόρφωσης ως ελάχιστες απαιτήσεις. Οι οριακές τιμές εκπομπών μπορούν να συμπληρώνονται από ισοδύναμες παραμέτρους ή ισοδύναμα τεχνικά μέτρα όταν με αυτές τις ισοδύναμες παραμέτρους μπορεί να επιτευχθεί ισοδύναμο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος.

Αυτές οι ελάχιστες απαιτήσεις αφορούν σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις των σχετικών δραστηριοτήτων ή εγκαταστάσεων και βασίζονται σε τιμές εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές.

Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 69, παράγραφος 2.

2.   Πριν από την έγκριση των μέτρων εφαρμογής που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο, η Επιτροπή προβαίνει σε διαβουλεύσεις με τους οικείους βιομηχανικούς οργανισμούς και μη κυβερνητικές οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος και υποβάλει έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων και τον τρόπο με τον οποίο αυτά ελήφθησαν υπόψη.

3.   Σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, η Επιτροπή καθορίζει ειδικότερα, έως την 31η Δεκεμβρίου 2011, οριακές τιμές εκπομπών καθώς και απαιτήσεις παρακολούθησης και συμμόρφωσης για τις διοξίνες και τα φουράνια που εκπέμπονται από εγκαταστάσεις οι οποίες ασκούν τις δραστηριότητες που αναφέρονται στα σημεία 2.1 και 2.2 του παραρτήματος I.

Τα κράτη μέλη ή οι αρμόδιες αρχές τους μπορούν να καθορίζουν αυστηρότερες οριακές τιμές εκπομπών για τις εκπομπές διοξινών και φουρανίων.

Τα μέτρα αυτά, τα οποία αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 69, παράγραφος 2.

Άρθρο 69

Διαδικασία επιτροπών

1.  Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2.  Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

Άρθρο 70

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις κυρώσεις που επιβάλλονται για παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Οι κυρώσεις πρέπει να έχουν αποτελεσματικό, αναλογικό και αποτρεπτικό χαρακτήρα. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή το αργότερο έως ... και κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση το συντομότερο δυνατόν.

Άρθρο 71

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.  Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με το άρθρο 2, το άρθρο 3 παράγραφος 4, το άρθρο 3 παράγραφοι 15 έως 18 και παράγραφος 20, το άρθρο 4 παράγραφος 2, τα άρθρα 5, 6, το άρθρο 8 παράγραφος 1, το άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο β), το άρθρο 12 παράγραφος 8, το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε), το άρθρο 14, το άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο δ), το άρθρο 15 παράγραφοι 3 έως 5, το άρθρο 16 παράγραφοι 2 έως 5, το άρθρο 17, το άρθρο 18 παράγραφοι 2 έως 4, το άρθρο 22 παράγραφοι 2 έως 3, το άρθρο 22 παράγραφος 4 στοιχεία β) και δ), τα άρθρα 23, 24, 25, το άρθρο 26 παράγραφος 1 στοιχείο δ), το άρθρο 26 παράγραφος 2║ στοιχεία γ) έως ζ), το άρθρο 29, το άρθρο 31, το άρθρο 32 παράγραφος 3, το άρθρο 34 παράγραφοι 2 έως 4, το άρθρο 35, το άρθρο 36 παράγραφος 2, το άρθρο 42 παράγραφος 5, το άρθρο 64 παράγραφος 2, το άρθρο 64 παράγραφος 4, τα άρθρα 65, 66 και το άρθρο 70, και τα εξής μέρη των παραρτημάτων: παράρτημα Ι, σημείο 1.1, σημείο 2.5 στοιχείο γ), σημεία 3.5, 4.7, 5.2, 5.3, σημείο 6.1 στοιχείο γ), σημείο 6.4 στοιχείο β), σημεία 6.6, 6.9 και 6.10, παράρτημα IV σημείο 1 στοιχείο β), παράρτημα V μέρη 1 έως 4, παράρτημα V μέρος 1 στοιχείο β), μέρος 4 σημεία 2.2, 3.1 και 3.2, μέρος 6 σημεία 2.5 και 2.6, παράρτημα VII μέρος 7 σημείο 3, παράρτημα VIII μέρος 1 σημεία 1 και 2 στοιχείο γ), μέρος 3 σημεία 2 έως 3, το αργότερο μέχρι ...(42). Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων, καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από ...*. Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.  Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 72

Κατάργηση

1.  Οι οδηγίες 78/176/ΕΟΚ, 82/883/ΕΟΚ, 92/112/ΕΟΚ, 96/61/ΕΚ, 1999/13/ΕΚ και 2000/76/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκαν με τις πράξεις που απαριθμούνται στο παράρτημα IX μέρος A, καταργούνται από ...(43)*, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα IX μέρος Β.

2.  Η οδηγία 2001/80/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με τις πράξεις που απαριθμούνται στο παράρτημα IX μέρος A, καταργείται από την 1η Ιανουαρίου 2016, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα IX μέρος B.

3.  Οι αναφορές στις καταργούμενες οδηγίες θεωρούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα Χ.

Άρθρο 73

Μεταβατικές διατάξεις

1.  Όσον αφορά τις εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο παράρτημα I, σημεία 1.2, 1.3, 1.4, 2.1 έως 2.4, σημείο 2.5 στοιχεία α) και β), σημεία 2.6, 3, 4.1 έως 4.6, 5.1, 5.2, σημείο 5.3 στοιχεία α) και β), σημείο 5.4, σημείο 6.1 στοιχεία α) και β), σημεία 6.2 έως 6.5, σημείο 6.6 στοιχεία β) και γ), σημεία 6.7 και 6.8 καθώς και στις εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο σημείο 1.1 με ονομαστική θερμική ισχύ ίση προς 50 MW ή περισσότερη και τις εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο σημείο 6.6 στοιχείο α) με περισσότερες από 40.000 θέσεις για πουλερικά και οι οποίες λειτουργούν και διαθέτουν άδεια ή έχουν υποβάλει πλήρη αίτηση χορήγησης άδειας πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 71 παράγραφος 1, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω εγκαταστάσεις έχουν αρχίσει να λειτουργούν το αργότερο εντός έτους από την εν λόγω ημερομηνία, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 1 από ...(44).

2.  Όσον αφορά τις εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, σημείο 2.5 στοιχείο γ), στο σημείο 5.3 στοιχεία γ), δ) και ε), στο σημείο 6.1 στοιχείο γ), στα σημεία 6.9 και 6.10 καθώς και τις εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο σημείο 1.1 με ονομαστική θερμική ισχύ κάτω των 50 MW και τις εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο σημείο 6.6 στοιχείο α) με λιγότερες από 40.000 θέσεις για πουλερικά και οι οποίες λειτουργούν πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 71 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 1 από ...(45)*.

3.  Όσον αφορά τις μονάδες καύσης που καλύπτονται από το κεφάλαιο ΙΙΙ, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 71, παράγραφος 1 από την 1η Ιανουαρίου 2016.

4.  Όσον αφορά τις μονάδες καύσης που συναποτεφρώνουν απόβλητα, το παράρτημα VI μέρος 4 σημείο 3.1 ισχύει μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2015.

Ωστόσο, όσον αφορά τις εν λόγω μονάδες ισχύει το παράρτημα VI μέρος 4 σημείο 3.2 από την 1η Ιανουαρίου 2016.

Άρθρο 74

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 75

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

...,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 11

Οι κατωτέρω κατώτατες οριακές τιμές αναφέρονται εν γένει σε παραγωγική δυναμικότητα ή σε πραγματική παραγωγή. Όταν στην ίδια εγκατάσταση αναπτύσσονται διάφορες δραστηριότητες υπαγόμενες στο ίδιο σημείο, η δυναμικότητα των δραστηριοτήτων αυτών αθροίζεται.

Κατά τον υπολογισμό της συνολικής ονομαστικής θερμικής ισχύος των εγκαταστάσεων που αναφέρονται στο σημείο 1.1, στις μονάδες καύσης που χρησιμοποιούνται σε μονάδες καύσης που χρησιμοποιούνται σε εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης, λαμβάνεται υπόψη μόνο η παραγωγική ικανότητα συνήθους λειτουργίας για τους σκοπούς αυτού του υπολογισμού.

Κατά τον υπολογισμό της συνολικής ονομαστικής θερμικής ισχύος των εγκαταστάσεων που αναφέρονται στο σημείο 1.1, δεν λαμβάνονται υπόψη οι μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ κάτω των 3 MW.

Κατά τον υπολογισμό της συνολικής ονομαστικής θερμικής ισχύος των εγκαταστάσεων που αναφέρονται στο σημείο 1.1, δεν λαμβάνονται υπόψη οι μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ κάτω των 50 MW οι οποίες δεν λειτουργούν πάνω από 500 ώρες ετησίως.

1.  Ενεργειακές βιομηχανίες

1.1.  Καύση καυσίμων σε εγκαταστάσεις με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ 20 MW ή μεγαλύτερη

1.2.  Διύλιση πετρελαίου και αερίου

1.3.  Παραγωγή οπτάνθρακα (κοκ)

1.4.  Αεριοποίηση ή υγροποίηση καυσίμων

2.  Παραγωγή και επεξεργασία μετάλλων

2.1.  Φρύξη ή πυροσυσσωμάτωση μεταλλευμάτων (συμπεριλαμβανομένων και θειούχων μεταλλευμάτων)

2.2.  Παραγωγή χυτοσιδήρου ή χάλυβα (πρωτογενής ή δευτερογενής τήξη), συμπεριλαμβανομένης και της συνεχούς χυτεύσεως, με δυναμικότητα άνω των 2,5 τόνων την ώρα

2.3.  Επεξεργασία σιδηρούχων μετάλλων:

   α) έλαση εν θερμώ, ωριαίας δυναμικότητας άνω των 20 τόνων ακατέργαστου χάλυβα,
   β) σφυρηλάτηση με σφύρες κρουστικής ενέργειας άνω των 50 kj ανά σφύρα εφόσον η χρησιμοποιούμενη θερμική ισχύς υπερβαίνει τα 20 MW,
   γ) επίθεση προστατευτικού στρώματος τηγμένου μετάλλου, με ωριαία δυναμικότητα κατεργασίας άνω των δύο τόνων ακατέργαστου χάλυβα.

2.4.  Χυτήρια σιδηρούχων μετάλλων με δυναμικότητα παραγωγής άνω των 20 τόνων αξιοποιήσιμων χυτών τεμαχίων ημερησίως.

2.5.  Επεξεργασία μη σιδηρούχων μετάλλων:

   α) παραγωγή ακατέργαστων μη σιδηρούχων μετάλλων από μεταλλεύματα, συμπυκνώματα ή δευτερογενείς πρώτες ύλες, με μεταλλουργικές, χημικές ή ηλεκτρολυτικές διεργασίες,
   β) τήξη και κραμματοποίηση μη σιδηρούχων μετάλλων, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων ανάκτησης, με τηκτική δυναμικότητα άνω των 4 τόνων ημερησίως για το μόλυβδο και το κάδμιο ή 20 τόνων ημερησίως για όλα τα άλλα μέταλλα εξαιρουμένης της λειτουργίας χυτηρίων,
   γ) χυτήρια μη σιδηρούχων μετάλλων για την παραγωγή χυτών μεταλλικών προϊόντων, με τηκτική δυναμικότητα ▌ άνω των 2,4 τόνων ημερησίως για το μόλυβδο και το κάδμιο ή 12 τόνων ημερησίως για όλα τα άλλα μέταλλα.

2.6.  Επιφανειακή επεξεργασία μετάλλων ή πλαστικών υλικών με ηλεκτρολυτικές ή χημικές διεργασίες, εφόσον ο όγκος των κάδων που χρησιμοποιούνται για την κατεργασία υπερβαίνει τα 30 m³.

3.  Βιομηχανία ορυκτών προϊόντων

3.1.  Παραγωγή κλίνκερ τσιμέντου ή ασβέστου σε περιστροφικές καμίνους παραγωγικής δυναμικότητας άνω των 500 τόνων ημερησίως ή σε άλλους κλιβάνους παραγωγικής δυναμικότητας άνω των 50 τόνων ημερησίως.

3.2.  Παραγωγή αμιάντου ή κατασκευή προϊόντων με βάση τον αμίαντο.

3.3.  Παραγωγή υάλου, συμπεριλαμβανομένων και ινών υάλου, με τηκτική δυναμικότητα άνω των 20 τόνων ημερησίως.

3.4.  Τήξη ορυκτών υλών, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής ινών από ορυκτές ύλες, με ημερήσια τηκτική δυναμικότητα άνω των 20 τόνων.

3.5.  Παραγωγή κεραμικών προϊόντων με πύρωση, ιδίως δε κεραμιδιών, τούβλων, πυρίμαχων τούβλων, πλακιδίων, πήλινων σκευών ή πορσελάνης, παραγωγικής δυναμικότητας άνω των 75 τόνων ημερησίως και πυκνότητας στοιβασίας ανά κάμινο άνω των 300 kg/m³

4.  Χημική βιομηχανία

Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος Ως παραγωγή κατά την έννοια των κατηγοριών δραστηριοτήτων του παρόντος τμήματος νοείται η παραγωγή, σε βιομηχανική κλίμακα και με χημική ή βιολογική κατεργασία, των ουσιών ή ομάδων ουσιών που αναφέρονται στα σημεία 4.1 έως 4.7.

4.1.  Παραγωγή οργανικών χημικών προϊόντων, όπως:

   α) απλών υδρογονανθράκων (ευθείας αλυσίδας ή κυκλικών, κεκορεσμένων ή ακόρεστων, αλειφατικών ή αρωματικών),
   β) οξυγονούχων υδρογονανθράκων, όπως αλκοολών, αλδεϋδών, κετονών, καρβοξυλικών οξέων, εστέρων, οξικών ενώσεων, αιθέρων, υπεροξειδίων, εποξειδικών ρητινών,
   γ) θειούχων υδρογονανθράκων,
   δ) αζωτούχων υδρογονανθράκων, όπως αμινών, αμιδίων, νιτρωμένων, νιτρωδών ή νιτρικών ενώσεων, νιτριλίων, κυανικών και ισοκυανικών ενώσεων,
   ε) φωσφορούχων υδρογονανθράκων,
   στ) αλογονούχων υδρογονανθράκων,
   ζ) οργανομεταλλικών ενώσεων,
   η) βασικών πλαστικών υλών, (πολυμερών, συνθετικών ινών, ινών με βάση την κυτταρίνη),
   θ) συνθετικού καουτσούκ,
   ι) χρωμάτων και χρωστικών υλικών,
   ια) απορρυπαντικών και τασιενεργών ουσιών.

4.2.  Παραγωγή ανόργανων χημικών προϊόντων, όπως:

   α) αερίων, όπως αμμωνίας, χλωρίου ή υδροχλωρίου, φθορίου ή υδροφθορίου, οξειδίων του άνθρακα, θειούχων ενώσεων, οξειδίων του αζώτου, υδρογόνου, διοξειδίου του θείου, καρβονυλοχλωριδίου,
   β) οξέων, όπως χρωμικού, υδροφθορικού, φωσφορικού, νιτρικού, υδροχλωρικού, θειϊκού, ατμίζοντος θειϊκού, θειώδους οξέος,
   γ) βάσεων, όπως υδροξειδίου του αμμωνίου, υδροξειδίου του καλίου, υδροξειδίου του νατρίου,
   δ) αλάτων, όπως χλωριούχου αμμωνίου, χλωρικού καλίου, ανθρακικού καλίου, ανθρακικού νατρίου, υπερβορικών αλάτων, νιτρικού αργύρου,
   ε) αμετάλλων, μεταλλοξειδίων και άλλων ανόργανων ενώσεων, όπως ανθρακασβεστίου, πυριτίου, ανθρακοπυριτίου.

4.3.  Παραγωγή φωσφορούχων, αζωτούχων ή καλιούχων λιπασμάτων (απλών ή σύνθετων).

4.4.  Παραγωγή φυτοϋγειονομικών προϊόντων ή βιοκτόνων.

4.5.  Παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων συμπεριλαμβανομένων και ενδιαμέσων προϊόντων.

4.6.  Παραγωγή εκρηκτικών υλών.

4.7.  Παραγωγή χημικών προϊόντων για χρήση ως καυσίμων ή λιπαντικών.

5.  Διαχείριση αποβλήτων

5.1.  Διάθεση ή ανάκτηση των επικίνδυνων αποβλήτων ημερήσιας δυναμικότητας άνω των δέκα τόνων με τις ακόλουθες δραστηριότητες:

   α) βιολογική κατεργασία,
   β) φυσικοχημική κατεργασία,
   γ) αποτέφρωση ή συναποτέφρωση,
   δ) ανάμειξη ή μείξη,
   ε) επανασυσκευασία,
   στ) αποθήκευση δυναμικότητας άνω των 10 τόνων αποθήκευσης,
   ζ) κύρια χρήση ως καύσιμο ή ως άλλο μέσο παραγωγής ενέργειας,
   η) ανάκτηση/αναγέννηση διαλυτών,
   θ) ανακύκλωση/ανάκτηση ανόργανων υλικών εκτός μετάλλων και μεταλλικών ενώσεων,
   ι) αναγέννηση οξέων ή βάσεων,
   ια) ανάκτηση συστατικών που χρησιμοποιούνται για τη μείωση της ρύπανσης,
   ιβ) ανάκτηση συστατικών από καταλύτες,
   ιγ) διύλιση πετρελαίου ή άλλη επαναχρησιμοποίηση πετρελαίου. 

5.2.  Αποτέφρωση και συναποτέφρωση μη επικίνδυνων αποβλήτων, , με ωριαία δυναμικότητα άνω των τριών τόνων.

5.3.  Διάθεση ή ανάκτηση μη επικίνδυνων αποβλήτων, με ημερήσια δυναμικότητα άνω των 50 τόνων με τις ακόλουθες δραστηριότητες: 

   α) βιολογική κατεργασία,
   β) φυσικοχημική κατεργασία· με την εξαίρεση των δραστηριοτήτων που καλύπτει η οδηγία 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, σχετικά με την επεξεργασία αστικών λυμάτων(46) και που καταλήγουν αποκλειστικά σε επεξεργασμένη ιλύ, όπως αυτή ορίζεται στην οδηγία 86/278/EΟΚ, της 12ης Ιουνίου 1986, σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος και ιδίως του εδάφους κατά τη χρησιμοποίηση της ιλύος καθαρισμού λυμάτων στη γεωργία(47). Η εξαίρεση αυτή ισχύει μόνο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες μπορεί να επιτευχθεί τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος που επιτυγχάνεται με την παρούσα οδηγία,
   γ) προεπεξεργασία αποβλήτων προς συναποτέφρωση,
   δ) κατεργασία σκωρίας και τέφρας που δεν καλύπτεται από άλλες κατηγορίες βιομηχανικών δραστηριοτήτων,
   ε) κατεργασία παλαιών μετάλλων σε τεμαχιστές.

5.4  Χώροι υγειονομικής ταφής που δέχονται άνω των δέκα τόνων ημερησίως ή ολικής χωρητικότητας άνω των 25.000 τόνων, εκτός από τους χώρους ταφής αδρανών απορριμμάτων

6.  Άλλες δραστηριότητες

6.1.  Παραγωγή σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις :

   α) χαρτοπολτού από ξύλο ή άλλα ινώδη υλικά
   β) χαρτιού ή χαρτονιού με ημερήσια παραγωγική δυναμικότητα άνω των 20 τόνων,

γ)   ξύλινων πετασμάτων, εκτός αντικολλητής ξυλείας με ημερήσια παραγωγική δυναμικότητα άνω των 600 m³.

6.2.   προεπεξεργασία (δραστηριότητες πλύσης, λεύκανσης, μερσερισμού) ή βαφή υφαντικών ινών ή υφασμάτων, εφόσον η ημερήσια δυναμικότητα κατεργασίας υπερβαίνει τους δέκα τόνους.

6.3.   δέψη δερμάτων, εφόσον η ημερήσια δυναμικότητα κατεργασίας υπερβαίνει τους δώδεκα τόνους τελικών προϊόντων.

6.4.   α) Λειτουργία σφαγείων με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής σφαγίων άνω των 50 τόνων,

β)   Επεξεργασία και μεταποίηση, εκτός από αποκλειστική συσκευασία, των ακόλουθων πρώτων υλών, ανεξάρτητα του αν έχουν υποστεί προηγούμενη ή μεταποίηση για την παραγωγή προϊόντων διατροφής των ανθρώπων ή των ζώων από:

   i) ζωική πρώτη ύλη (εκτός αποκλειστικά του γάλακτος) με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής τελικών προϊόντων άνω των 75 τόνων,
   ii) φυτική πρώτη ύλη, με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής τελικών προϊόντων άνω των 300 τόνων,
   iii) μείγμα ζωικής και φυτικής πρώτης ύλης με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής τελικών προϊόντων σε τόνους μεγαλύτερη από :

75, εάν το A ισούται ή υπερβαίνει το 10, ή

– [300- (22, 5 x A)] σε όλες τις άλλες περιπτώσεις

όπου "Α" είναι το κλάσμα των ζωικών πρώτων υλών (σε ποσοστό επί τοις εκατό) της δυναμικότητας παραγωγής τελικών προϊόντων.

Στο τελικό βάρος των προϊόντων δεν περιλαμβάνεται η συσκευασία.

Το παρόν κεφάλαιο δεν εφαρμόζεται όταν η πρώτη ύλη είναι αποκλειστικά γάλα.

γ)   Επεξεργασία και μεταποίηση γάλακτος μόνον, όταν η ποσότητα του λαμβανομένου γάλακτος υπερβαίνει τους 200 τόνους ημερησίως (μέση ετήσια τιμή).

6.5.  Διάθεση ή ανακύκλωση σφαγίων ή ζωικών απορριμμάτων με ημερήσια δυναμικότητα επεξεργασίας ανώτερη των 10 τόνων.

6.6.  Εντατική εκτροφή πουλερικών ή χοίρων με περισσότερες από:

α)   40.000 θέσεις για πουλερικά,

β)   2.000 θέσεις για χοίρους παραγωγής (άνω των 30 kg) ή

γ)   750 θέσεις για χοιρομητέρες.

Για περιπτώσεις ειδών πουλερικών διαφορετικών από τα αναφερόμενα στο στοιχείο α) ή διαφορετικών τύπων από τα είδη που αναφέρονται στα σημεία α), β) και γ), τα οποία εκτρέφονται στην ίδια εγκατάσταση, το όριο υπολογίζεται βάσει του συντελεστή ισοδύναμης έκλυσης αζώτου σε σύγκριση με τα όρια που καθορίζονται ανωτέρω. Η Επιτροπή καταρτίζει κατευθυντήριες οδηγίες για τον υπολογισμό των κατωτάτων ορίων και τον καθορισμό συντελεστών ισοδύναμης έκλυσης αζώτου.

6.7.  Επιφανειακή επεξεργασία υλών, αντικειμένων ή προϊόντων με τη χρησιμοποίηση οργανικών διαλυτών, ιδίως για τις εργασίες προετοιμασίας, εκτύπωσης, επίστρωσης, απολίπανσης, αδιαβροχοποίησης, κολλαρίσματος, βαφής, καθαρισμού ή διαβροχής, με δυναμικότητα κατανάλωσης οργανικών διαλυτών άνω των 150 kg ανά ώρα ή άνω των 200 τόνων ανά έτος.

6.8.  Παραγωγή άνθρακα (σκληρός άνθρακας) ή ηλεκτρογραφίτη με καύση ή γραφιτοποίηση.

6.9.  Συντήρηση ξύλου και προϊόντων ξύλου με ημερήσια παραγωγική δυναμικότητα άνω των 50 m3.

6.10.  Επεξεργασία λυμάτων εκτός του χώρου της εγκατάστασης που δεν καλύπτονται από την οδηγία 91/271/ΕΟΚ ║ και απορρίπτονται από εγκατάσταση που καλύπτεται από το κεφάλαιο Ι.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΡΥΠΑΝΤΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ 

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ

1.  Διοξείδιο του θείου και άλλες ενώσεις του θείου

2.  Οξείδια του αζώτου και άλλες ενώσεις του αζώτου

3.  Μονοξείδιο του άνθρακα

4.  Πτητικές οργανικές ενώσεις

5.  Μέταλλα και οι ενώσεις τους

6.  Σκόνη συμπεριλαμβανομένων των λεπτών σωματιδίων 

7.  Αμίαντος (αιωρούμενα σωματίδια και ίνες)

8.  Χλώριο και οι ενώσεις του

9.  Φθόριο και οι ενώσεις του

10.  Αρσενικό και οι ενώσεις του

11.  Κυανιούχες ενώσεις

12.  Ουσίες και παρασκευάσματα που έχουν αποδεδειγμένα ιδιότητες καρκινογόνες, μεταλλαξιογόνες ή ικανές να βλάψουν την αναπαραγωγή μέσω της ατμόσφαιρας

13.  Πολυχλωροδιβενζοδιοξίνες και πολυχλωροδιβενζοφουράνια

ΥΔΑΤΑ

1.  Αλογονούχες οργανικές ενώσεις και ουσίες από τις οποίες δύνανται να προκύψουν αναλόγου είδους ενώσεις μέσα στο υδάτινο περιβάλλον

2.  Οργανοφωσφορικές ενώσεις

3.  Οργανοκασσιτερικές ενώσεις

4.  Ουσίες και παρασκευάσματα που έχουν αποδεδειγμένα ιδιότητες καρκινογόνες μεταλλαξιογόνες ή ικανές να βλάψουν την αναπαραγωγή στο υδάτινο περιβάλλον ή μέσω αυτού

5.  Έμμονοι υδρογονάνθρακες και έμμονες και βιοσυσσωρεύσιμες τοξικές ουσίες

6.  Κυανιούχες ενώσεις

7.  Μέταλλα και οι ενώσεις τους

8.  Αρσενικό και οι ενώσεις του

9.  Βιοκτόνα και φυτοϋγειονομικά προϊόντα

10.  Αιωρούμενες ύλες

11.  Ουσίες που συμβάλλουν στον ευτροφισμό (ιδίως νιτρικά και φωσφορικά άλατα)

12.  Ουσίες που έχουν αρνητική επίδραση στο ισοζύγιο οξυγόνου (και που μετρούνται με παραμέτρους όπως το BOD, το COD κλπ.).

13.  Ουσίες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Χ της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000 για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων(48).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΒΕΛΤΙΣΤΩΝ ΔΙΑΘΕΣΙΜΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ

1.  Η χρησιμοποίηση τεχνικών που παράγουν λίγα απόβλητα.

2.  Η χρησιμοποίηση λιγότερο επικίνδυνων ουσιών.

3.  Η εξέλιξη των τεχνικών ανάκτησης και ανακύκλωσης των ουσιών που σχηματίζονται και χρησιμοποιούνται κατά τη διεργασία και, ενδεχομένως, των αποβλήτων.

4.  Οι συγκρίσιμες διεργασίες, εξοπλισμοί ή τρόποι λειτουργίας που έχουν δοκιμαστεί επιτυχώς σε βιομηχανική κλίμακα.

5.  Η τεχνολογική πρόοδος και η εξέλιξη των επιστημονικών γνώσεων.

6.  Το είδος, οι επιπτώσεις και ο όγκος των συγκεκριμένων εκπομπών.

7.  Οι ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας των νέων ή υφιστάμενων εγκαταστάσεων.

8.  Ο χρόνος που απαιτεί η υιοθέτηση μιας βέλτιστης διαθέσιμης τεχνικής.

9.  Η κατανάλωση και το είδος των πρώτων υλών (συμπεριλαμβανομένου του νερού) που χρησιμοποιούνται κατά τη διεργασία και η ενεργειακή απόδοση.

10.  Η ανάγκη πρόληψης ή μείωσης στο ελάχιστο των συνολικών επιπτώσεων των εκπομπών και των κινδύνων για το περιβάλλον.

11.  Η ανάγκη πρόληψης των ατυχημάτων και ελαχιστοποίησης των επιπτώσεών τους στο περιβάλλον.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΣΤΗ ΛΗΨΗ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ

1.  Το κοινό ενημερώνεται (με ανακοινώσεις ή άλλα πρόσφορα μέσα όπως τα ηλεκτρονικά μέσα όπου αυτά είναι διαθέσιμα) για τα ακόλουθα ζητήματα κατά την έναρξη της διαδικασίας λήψης απόφασης ή, το αργότερο, αμέσως μόλις καταστεί ευλόγως δυνατή η παροχή των πληροφοριών:

   α) την αίτηση χορήγησης άδειας, ή, ανάλογα με την περίπτωση, την πρόταση για αναπροσαρμογή μιας άδειας ή των όρων της σύμφωνα με το άρθρο 22, συμπεριλαμβανομένης της περιγραφής των στοιχείων που απαριθμούνται στο άρθρο 13 παράγραφος 1·
   β) την κατάρτιση νέων ή επικαιροποιημένων γενικών δεσμευτικών κανόνων σύμφωνα με το άρθρο 18, συμπεριλαμβανομένων των προτεινόμενων απαιτήσεων των κανόνων και μιας μη τεχνικής περίληψης του νομικού και διοικητικού πλαισίου βάσει του οποίου θα ισχύσουν οι κανόνες,
   γ) όπου ισχύει, το γεγονός ότι μια απόφαση υπόκειται σε εθνική ή διασυνοριακή εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή σε διαβουλεύσεις μεταξύ κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 28,
   δ) λεπτομέρειες σχετικά με τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για τη λήψη της απόφασης, τις αρχές από τις οποίες μπορούν να παρασχεθούν σχετικές πληροφορίες και τις αρχές προς τις οποίες μπορούν να υποβληθούν παρατηρήσεις ή ερωτήματα και λεπτομέρειες του χρονοδιαγράμματος για τη διαβίβαση των παρατηρήσεων ή ερωτημάτων,
   ε) το είδος των πιθανών αποφάσεων ή, στην περίπτωση που υφίσταται, το σχέδιο απόφασης,
   στ) όπου ισχύει, τις λεπτομέρειες της πρότασης για αναπροσαρμογή μιας άδειας ή των όρων της,
   ζ) δήλωση του χρόνου και του τόπου όπου οι σχετικές πληροφορίες καθίστανται διαθέσιμες ή των μέσων με τα οποία καθίστανται διαθέσιμες,
   η) λεπτομέρειες σχετικά με τη ρύθμιση της συμμετοχής του κοινού και της διαβούλευσης με αυτό σύμφωνα με το σημείο 5.

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα, τίθενται στη διάθεση του ενδιαφερόμενου κοινού τα εξής:

   α) σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, οι κύριες εκθέσεις και συμβουλές που παρέχονται στην ή στις αρμόδιες αρχές κατά το χρόνο που το ενδιαφερόμενο κοινό ενημερώνεται σύμφωνα με το σημείο 1,
   β) σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 2003/4/ΕΚ, πληροφορίες πλην των αναφερόμενων στο σημείο 1, οι οποίες έχουν σχέση με την απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 6 και οι οποίες καθίστανται διαθέσιμες μόνο αφού έχει ενημερωθεί το ενδιαφερόμενο κοινό σύμφωνα με το σημείο 1.

3.  Το ενδιαφερόμενο κοινό έχει το δικαίωμα να απευθύνει παρατηρήσεις και γνώμες στην αρμόδια αρχή, πριν από τη λήψη της απόφασης.

4.  Τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων που διενεργούνται σύμφωνα με το παρόν παράρτημα, πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη κατά τη λήψη της απόφασης.

5.  Οι λεπτομερείς ρυθμίσεις για την ενημέρωση του κοινού (παραδείγματος χάριν με τοιχοκόλληση σε ορισμένη ακτίνα ή δημοσίευση στις τοπικές εφημερίδες) και για τη διαβούλευση με το ενδιαφερόμενο κοινό (παραδείγματος χάριν με την υποβολή γραπτών προτάσεων ή τη διενέργεια δημόσιας έρευνας), καθορίζονται από τα κράτη μέλη. Για καθένα από τα διαφορετικά στάδια προβλέπονται εύλογα χρονικά πλαίσια, τα οποία παρέχουν επαρκή χρονικά περιθώρια διαστήματα για την ενημέρωση του κοινού καθώς και για την προετοιμασία και την αποτελεσματική συμμετοχή του ενδιαφερομένου κοινού στη λήψη αποφάσεων για το περιβάλλον, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος παραρτήματος.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΜΟΝΑΔΕΣ ΚΑΥΣΗΣ

Μέρος 1

Οριακές τιμές εκπομπών για τις μονάδες καύσης που αναφέρονται στο άρθρο 32, παράγραφος 2

1.  Όλες οι οριακές τιμές εκπομπών υπολογίζονται σε θερμοκρασία 273,15 K, πίεση 101,3 kPa και αφού διορθωθούν για τους περιεχόμενους στα απαέρια υδρατμούς και η τυπική περιεκτικότητα σε O2 αναχθεί σε 6% για τα στερεά καύσιμα, σε 3% για λέβητες που χρησιμοποιούν υγρά και αέρια καύσιμα και 15% για αεριοστρόβιλους και κινητήρες αερίου.

Σε περίπτωση αεριοστρόβιλων συνδυασμένου κύκλου με συμπληρωματική τροφοδότηση, η αρμόδια αρχή μπορεί να ορίσει την τυπική περιεκτικότητα σε Ο2 λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της οικείας εγκατάστασης.

2.  Οριακές τιμές εκπομπών SO2 (mg/Nm³) για λέβητες που χρησιμοποιούν στερεά ή υγρά καύσιμα 

Ονομαστική θερμική ισχύς (mwth)

Άνθρακας και λιγνίτης

Βιομάζα

Τύρφη

Υγρά καύσιμα

 50-100 

 400 

200

 300 

 350 

 100-300 

 250 

200

 300 

 250 

 > 300 

 200 

200

 200 

 200 

Για τις μονάδες καύσης ονομαστικής θερμικής ισχύος κάτω των 500 MW που χρησιμοποιούν υγρά καύσιμα, οι οποίες έλαβαν άδεια πριν από τις 27 Νοεμβρίου 2002 και των οποίων η ετήσια λειτουργία δεν υπερβαίνει τις 1 500 ώρες ως κινητός μέσος όρος πενταετίας ισχύει, για τις εκπομπές διοξειδίου του θείου, οριακή τιμή 800 mg/Nm³.

3.  Οριακές τιμές εκπομπών SO2 (mg/Nm³) για λέβητες που χρησιμοποιούν αέρια καύσιμα

Γενικά

35

Υγροποιημένο αέριο

5

Αέρια χαμηλής θερμογόνου δύναμης προερχόμενα από οπτανθρακοποιεία,

400

Αέρια χαμηλής θερμογόνου δύναμης προερχόμενα από υψικαμίνους

 200 

Οριακές τιμές εκπομπών NOx (mg/Nm³) για λέβητες που χρησιμοποιούν στερεά ή υγρά καύσιμα

Ονομαστική θερμική ισχύς (MWth)

Άνθρακας και λιγνίτης

Βιομάζα και τύρφη

Υγρά καύσιμα

50-100

300

450 σε περίπτωση καύσης κονιοποιημένου λιγνίτη

300

450

100-300

200

250

200

> 300

200

200

150

Για τις μονάδες καύσης που χρησιμοποιούν στερεά ή υγρά καύσιμα, ονομαστικής θερμικής ισχύος που δεν υπερβαίνει τα 500 MW, οι οποίες έλαβαν άδεια πριν από τις 27 Νοεμβρίου 2002 και λειτουργούν κατ' ανώτατο όριο 1.500 ώρες ετησίως ως κινητός μέσος όρος πενταετίας ισχύει οριακή τιμή εκπομπών NOx 450 mg/Nm3.

Για τις μονάδες καύσης που χρησιμοποιούν στερεά ή υγρά καύσιμα, ονομαστικής θερμικής ισχύος άνω των 500 MW, οι οποίες έλαβαν άδεια πριν από την 1η Ιουλίου 1987 και των οποίων η ετήσια λειτουργία δεν υπερβαίνει τις 1 500 ώρες, ως κινητός μέσος όρος πενταετίας, ισχύει οριακή τιμή εκπομπών NOx 450 mg/Nm3. 

5.  Οριακές τιμές εκπομπών NOx (mg/Nm³) και CO για τις μονάδες καύσης που τροφοδοτούνται με αέριο

 NOx 

 CO 

Λέβητες που τροφοδοτούνται με αέριο 

 100(5)

 100 

Αεριοστρόβιλοι (συμπεριλαμβανομένων των αεριοστρόβιλων συνδυασμένου κύκλου), που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο(1) ως καύσιμο 

 50(2)(3)

 100 

Αεριοστρόβιλοι (συμπεριλαμβανομένων των αεριοστρόβιλων συνδυασμένου κύκλου), που χρησιμοποιούν ως καύσιμο άλλο αέριο εκτός από φυσικό(4)

 90 

 100 

Κινητήρες αερίου 

 100 

 100 

Σημειώσεις:

(1)  Το φυσικό αέριο είναι μεθάνιο που απαντά στη φύση και περιέχει αδρανή και άλλα συστατικά σε αναλογία 20 % (κατ' όγκο) κατ' ανώτατο όριο.

(2)  75 mg/Nm³ στις ακόλουθες περιπτώσεις, όπου η απόδοση του αεριοστροβίλου προσδιορίζεται υπό συνθήκες βασικού φορτίου κατά ISO:

   i) αεριοστρόβιλοι που χρησιμοποιούνται σε συστήματα συνδυασμένης παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρισμού με συνολική απόδοση άνω του 75 %,
   ii) αεριοστρόβιλοι που χρησιμοποιούνται σε εγκαταστάσεις συνδυασμένου κύκλου με μέση ετήσια συνολική ηλεκτρική απόδοση άνω του 55 %,
   iii) αεριοστρόβιλοι που κινούν μηχανικά συστήματα.

(3)  Για τους αεριοστρόβιλους ανοικτού κύκλου που δεν ανήκουν σε καμία από τις κατηγορίες που αναφέρονται στη σημείωση 2 αλλά έχουν απόδοση άνω του 35 % - προσδιοριζόμενη κατά ISO υπό συνθήκες βασικού φορτίου - η οριακή τιμή εκπομπών NOx είναι 50xη/35, όπου η είναι η απόδοση του αεριοστρόβιλου, κατά ISO υπό συνθήκες βασικού φορτίου εκφρασμένη σε ποσοστό επί τοις εκατό.

(4)  Αυτές οι οριακές τιμές εκπομπών ισχύουν επίσης για τους αεριοστρόβιλους που χρησιμοποιούν ελαφρά και μεσαία κλάσματα ως υγρά καύσιμα.

Για αεριοστρόβιλους (συμπεριλαμβανομένων των αεριοστρόβιλων συνδυασμένου κύκλου), οι οριακές τιμές εκπομπών ΝΟx και CO που καθορίζονται στον πίνακα του παρόντος σημείου ισχύουν μόνο για λειτουργία με φορτίο άνω του 70 %.

Οι αεριοστρόβιλοι ή οι αεριοκίνητες μηχανές έκτακτης ανάγκης που λειτουργούν λιγότερο από 500 ώρες ετησίως δεν καλύπτονται από τις οριακές τιμές εκπομπών που ορίζονται στο παρόν σημείο. Ο φορέας εκμετάλλευσης των μονάδων αυτών καταγράφει αυτόν τον χρόνο λειτουργίας.

(5)  Για εγκαταστάσεις, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1 και το άρθρο 4, παράγραφος 3 της οδηγίας 2001/80/ΕΚ, για τη χρήση αερίων υψικαμίνων και / ή αερίων κλιβάνων οπτανθρακοποίησης, για το διοξείδιο του αζώτου και το μονοξείδιο του αζώτου, μετρούμενο ως διοξείδιο του αζώτου, εφαρμόζεται οριακή τιμή εκπομπών 135 mg/Nm3.

6.  Οριακές τιμές εκπομπών σκόνης (mg/Nm³) για λέβητες που χρησιμοποιούν στερεά ή υγρά καύσιμα

Ονομαστική θερμική ισχύς (MWth)

Άνθρακας και λιγνίτης

Βιομάζα και τύρφη

Υγρά καύσιμα

50-100

30

30

30

100-300

25

20

25

> 300

20

20

20

7. Οριακές τιμές εκπομπών σκόνης (mg/Nm³) για λέβητες που χρησιμοποιούν αέρια καύσιμα

Γενικά 

5

Αέρια υψικαμίνων

10

Αέρια που παράγονται από τη χαλυβουργία και μπορούν να χρησιμοποιηθούν αλλού

30

Μέρος 2

Οριακές τιμές εκπομπών για τις μονάδες καύσης που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 3

1.  Όλες οι οριακές τιμές εκπομπών υπολογίζονται σε θερμοκρασία 273, 15 K, πίεση 101, 3 kPa και αφού διορθωθούν για τους περιεχόμενους στα απαέρια υδρατμούς και η τυπική περιεκτικότητα σε O2 αναχθεί σε 6% για τα στερεά καύσιμα, σε 3% για λέβητες που χρησιμοποιούν υγρά και αέρια καύσιμα και 15% για αεριοστροβίλους και κινητήρες αερίου.

Σε περίπτωση αεριοστροβίλων συνδυασμένου κύκλου με συμπληρωματική τροφοδότηση, η αρμόδια αρχή μπορεί να ορίσει την τυπική περιεκτικότητα σε Ο2 λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της οικείας εγκατάστασης.

2.  Οριακές τιμές εκπομπών SO2 (mg/Nm³) για λέβητες που χρησιμοποιούν στερεά ή υγρά καύσιμα

Ονομαστική θερμική ισχύς (MWth)

Άνθρακας και λιγνίτης

Βιομάζα

Τύρφη

Υγρά καύσιμα

 50-100 

 400

200

 300 

 350 

 100-300 

 200 

200

 300

250 στην περίπτωση καύσης σε ρευστοστερεά κλίνη

 200 

 > 300 

 150

200 στην περίπτωση καύσης σε κυκλοφορούσα ή υπό πίεση ρευστοστερεά κλίνη

 150 

 150 

250 στην περίπτωση καύσης σε ρευστοστερεά κλίνη

 150 

Οριακές τιμές εκπομπών SO2 (mg/Nm³) για λέβητες που χρησιμοποιούν αέρια καύσιμα

Γενικά 

35

Υγροποιημένο αέριο

5

Αέρια χαμηλής θερμογόνου δύναμης από οπτανθρακοποιεία

400

Αέρια χαμηλής θερμογόνου δύναμης από υψικαμίνους

200

4. Οριακές τιμές εκπομπών NOx (mg/Nm³) για λέβητες που χρησιμοποιούν στερεά ή υγρά καύσιμα 

 Ονομαστική θερμική ισχύς (MWth) 

 Άνθρακας και λιγνίτης 

 Βιομάζα και τύρφη 

 Υγρά καύσιμα 

 50-100 

 300 

 400 σε περίπτωση καύσης κονιοποιημένου λιγνίτη 

 250 

 300 

 100-300 

 200 

 200 

 150 

 > 300 

 150

200 σε περίπτωση καύσης κονιοποιημένου λιγνίτη 

 150 

 100 

5.  Οριακές τιμές εκπομπών NOx και CO (mg/Nm³) για μονάδες καύσης που τροφοδοτούνται με αέριο 

 NOx 

 CO 

 Λέβητες που τροφοδοτούνται με αέριο 

 100 

 100 

 Αεριοστρόβιλοι (συμπεριλαμβανομένων των αεριοστροβίλων συνδυασμένου κύκλου)(1) 

 50(2) 

 100 

 Κινητήρες αερίου 

 75 

 100 

Παρατηρήσεις

(1)  Οι οριακές τιμές εκπομπών NOx και CO που ορίζονται στο παρόν σημείο ισχύουν επίσης για αεριοστροβίλους που χρησιμοποιούν ελαφρά και μεσαία κλάσματα ως υγρά καύσιμα. 

(2)  Για τους αεριοστροβίλους ανοικτού κύκλου που έχουν απόδοση άνω του 35 % - προσδιοριζόμενη κατά ISO υπό συνθήκες βασικού φορτίου - η οριακή τιμή εκπομπών NOx είναι 50xη/35, όπου η είναι η απόδοση του αεριοστροβίλου, εκφρασμένη σε ποσοστό επί τοις εκατό και προσδιοριζόμενη κατά ISO υπό συνθήκες βασικού φορτίου.

Για αεριοστροβίλους (συμπεριλαμβανομένων των αεριοστροβίλων συνδυασμένου κύκλου), οι οριακές τιμές εκπομπών ΝΟx και CO που καθορίζονται στο παρόν σημείο ισχύουν μόνο για λειτουργία με φορτίο άνω του 70 %.

Οι αεριοστρόβιλοι ή οι αεριοκίνητες μηχανές έκτακτης ανάγκης που λειτουργούν λιγότερο από 500 ώρες ετησίως εξαιρούνται από τις οριακές τιμές εκπομπών που ορίζονται στο παρόν σημείο. Ο φορέας εκμετάλλευσης των μονάδων αυτών καταγράφει αυτόν τον χρόνο λειτουργίας.

6.  Οριακές τιμές εκπομπών σκόνης (mg/Nm³) για λέβητες που χρησιμοποιούν στερεά ή υγρά καύσιμα 

Ονομαστική θερμική ισχύς (MWth)

50- 300

20

> 300

10

20 για βιομάζα και τύρφη

7.  Οριακές τιμές εκπομπών σκόνης (mg/Nm³) για λέβητες που χρησιμοποιούν αέρια καύσιμα 

Γενικά 

5

Αέρια υψικαμίνων

10

Αέρια που παράγονται από τη χαλυβουργία και μπορούν να χρησιμοποιηθούν αλλού

30

Μέρος 3

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΕΚΠΟΜΠΩΝ

1.  Οι συγκεντρώσεις SO2, NOx CO και σκόνης στα απαέρια που προέρχονται από όλες τις μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ 100 MW και άνω μετρώνται συνεχώς.

2.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει ότι δεν απαιτούνται οι συνεχείς μετρήσεις που αναφέρονται στο σημείο 1 στις ακόλουθες περιπτώσεις:

   α) για τις μονάδες καύσης με υπολειπόμενη διάρκεια ζωής μικρότερη από 10 000 ώρες λειτουργίας,
   β) για το SO2 και τη σκόνη από μονάδες καύσης που τροφοδοτούνται με φυσικό αέριο,
   γ) για το SO2 από μονάδες καύσης που τροφοδοτούνται με πετρέλαιο γνωστής περιεκτικότητας σε θείο σε περιπτώσεις που δεν υπάρχει εξοπλισμός αποθείωσης των απαερίων,
   δ) για το SO2 από μονάδες καύσης που τροφοδοτούνται με βιομάζα, εάν ο φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να αποδείξει ότι οι εκπομπές SO2 δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να υπερβούν τις ορισθείσες οριακές τιμές εκπομπών.

3.  Στις περιπτώσεις όπου δεν απαιτούνται συνεχείς μετρήσεις, εκτελούνται μετρήσεις SO2, NOx, σκόνης καθώς και CO για τις μονάδες που τροφοδοτούνται με αέριο τουλάχιστον μια φορά ανά εξάμηνο.

4.  Για τις μονάδες καύσης που τροφοδοτούνται με άνθρακα ή λιγνίτη, οι συνολικές εκπομπές υδράργυρου μετρώνται τουλάχιστον μία φορά ετησίως.

Αντί των μετρήσεων SO2 και NOx που αναφέρονται στο σημείο 3 επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των εκπομπών, SO2 κα NOx άλλες διαδικασίες, οι οποίες έχουν επαληθευθεί και εγκριθεί από την αρμόδια αρχή. Στις εν λόγω διαδικασίες εφαρμόζονται τα σχετικά πρότυπα CEN, ή αν δεν υπάρχουν πρότυπα CEN, τα πρότυπα ISO ή τα εθνικά ή διεθνή πρότυπα που εξασφαλίζουν την παροχή δεδομένων ισοδύναμης επιστημονικής ποιότητας.

6.  Στην περίπτωση σημαντικών μεταβολών ως προς το χρησιμοποιούμενο καύσιμο ή τον τρόπο λειτουργίας των μονάδων, πρέπει να ενημερώνεται σχετικά η αρμόδια αρχή. Η αρμόδια αρχή αποφασίζει αν οι απαιτήσεις σχετικά με την παρακολούθηση που προβλέπονται στα σημεία 1 έως 4 εξακολουθούν να επαρκούν ή αν χρειάζεται να αναπροσαρμοστούν.

7.  Οι συνεχείς μετρήσεις που εκτελούνται σύμφωνα με το σημείο 1 περιλαμβάνουν μέτρηση της περιεκτικότητας σε οξυγόνο, της θερμοκρασίας, της πίεσης και της περιεκτικότητας σε υδρατμούς των απαερίων. Η συνεχής μέτρηση της περιεκτικότητας των απαερίων σε υδρατμούς δεν είναι απαραίτητη, εφόσον το δείγμα απαερίων έχει ξηρανθεί πριν από την ανάλυση των εκπομπών.

8.  Η δειγματοληψία και ανάλυση, των σχετικών ρυπαντικών ουσιών και οι μετρήσεις των παραμέτρων της διεργασίας, καθώς και η διασφάλιση της ποιότητας των αυτόματων συστημάτων μέτρησης και των μεθόδων αναφοράς για τις μετρήσεις, με σκοπό τη βαθμονόμηση των εν λόγω συστημάτων εκτελούνται σύμφωνα με τα πρότυπα CEN. Εάν δεν υπάρχουν πρότυπα CEN, εφαρμόζονται τα πρότυπα ISO ή τα εθνικά ή διεθνή πρότυπα που εξασφαλίζουν την παροχή δεδομένων ισοδύναμης επιστημονικής ποιότητας.

Τα αυτόματα συστήματα μέτρησης ελέγχονται με παράλληλες μετρήσεις με τις μεθόδους αναφοράς τουλάχιστον μία φορά ετησίως.

Ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει, την αρμόδια αρχή για τα αποτελέσματα του ελέγχου των αυτόματων συστημάτων μέτρησης.

9.  Οι τιμές των διαστημάτων εμπιστοσύνης 95 % ενός μεμονωμένου αποτελέσματος μέτρησης, που προσδιορίζονται επί της οριακής τιμής εκπομπών, δεν υπερβαίνουν τα ακόλουθα ποσοστά επί τοις εκατό των οριακών τιμών εκπομπών:

Μονοξείδιο του άνθρακα 

10% 

Διοξείδιο του θείου

20%

Οξείδια του αζώτου

20%

Σκόνη

30%

10.  Οι επικυρωμένες ωριαίες και ημερήσιες μέσες τιμές προσδιορίζονται με βάση τις μετρημένες έγκυρες ωριαίες μέσες τιμές, μετά την αφαίρεση της τιμής του διαστήματος εμπιστοσύνης που ορίζεται στο σημείο 9.

Οι ημέρες κατά τις οποίες περισσότερες από τρεις ωριαίες μέσες τιμές είναι άκυρες, λόγω ελαττωματικής λειτουργίας ή συντήρησης του αυτόματου συστήματος μέτρησης, ακυρώνονται. Εάν στη διάρκεια ενός έτους έχουν ακυρωθεί περισσότερες από 10 ημέρες για τέτοιους λόγους, η αρμόδια αρχή απαιτεί από τον φορέα εκμετάλλευσης να λάβει κατάλληλα μέτρα για τη βελτίωση της αξιοπιστίας του αυτόματου συστήματος μέτρησης.

Μέρος 4

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΤΗΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΟΡΙΑΚΩΝ ΤΙΜΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ

1.  Στην περίπτωση συνεχών μετρήσεων, οι οριακές τιμές εκπομπών που ορίζονται στα μέρη 1 και 2 λογίζονται ως τηρηθείσες, εφόσον η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των μετρήσεων δείχνει ότι, για τις ώρες λειτουργίας εντός ενός ημερολογιακού έτους, πληρούνταν όλοι οι παρακάτω όροι:

   α) καμία επικυρωμένη ημερήσια μέση τιμή δεν υπερβαίνει τις οικείες οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στα μέρη 1 και 2,
  

β)   το 95 % όλων των επικυρωμένων ωριαίων μέσων τιμών εντός του έτους δεν υπερβαίνει το 200 % των οικείων οριακών τιμών εκπομπών που καθορίζονται στα μέρη 1 και 2,

2.  Σε περίπτωση που δεν απαιτούνται συνεχείς μετρήσεις οι οριακές τιμές εκπομπών που ορίζονται στα μέρη 1 και 2 λογίζονται ως τηρηθείσες, εφόσον τα αποτελέσματα καθεμίας από τις σειρές μετρήσεων ή των άλλων διαδικασιών, που ορίζονται και καθορίζονται σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζουν οι αρμόδιες αρχές, δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΟΝΑΔΕΣ ΑΠΟΤΕΦΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΠΟΤΕΦΡΩΣΗΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

Μέρος 1

ΟΡΙΣΜΟΙ

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

  α) "υφιστάμενη μονάδα αποτέφρωσης αποβλήτων": μια από τις ακόλουθες μονάδες αποτέφρωσης αποβλήτων :
   i) η οποία λειτουργούσε και είχε λάβει άδεια σύμφωνα με την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία πριν τις 28 Δεκεμβρίου 2002,
   ii) η οποία είχε λάβει άδεια ή καταχωρηθεί σε μητρώο ως μονάδα αποτέφρωσης αποβλήτων και η άδεια είχε εκδοθεί πριν τις 28 Δεκεμβρίου 2002 σύμφωνα με την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία, υπό τον όρο ότι η μονάδα είχε αρχίσει να λειτουργεί το αργότερο την 28η Δεκεμβρίου 2003,
   iii) για την οποία, κατά την άποψη της αρμόδιας αρχής, είχε υποβληθεί πλήρης αίτηση χορήγησης άδειας, πριν τις 28 Δεκεμβρίου 2002, υπό τον όρο ότι η μονάδα είχε αρχίσει να λειτουργεί το αργότερο στις 28 Δεκεμβρίου 2004,
   β) "νέα μονάδα αποτέφρωσης αποβλήτων": κάθε μονάδα αποτέφρωσης αποβλήτων που δεν καλύπτεται από το στοιχείο α).

Μέρος 2

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΙΣΟΔΥΝΑΜΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΒΕΝΖΟ-Π-ΔΙΟΞΙΝΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΒΕΝΖΟΦΟΥΡΑΝΙΑ

Για τον προσδιορισμό της συνολικής συγκέντρωσης διοξινών και φουρανίων, οι κατά μάζα συγκεντρώσεις των ακόλουθων διβενζο-π-διοξινών και διβενζοφουρανίων πολλαπλασιάζονται επί τους ακόλουθους συντελεστές ισοδυναμίας πριν από την άθροισή τους:

Συντελεστής τοξικής ισοδυναμίας

2, 3, 7, 8 ‐ Τετραχλωροδιβενζοδιοξίνη (TCDD)

1

1, 2, 3, 7, 8 ‐ Πενταχλωροδιβενζοδιοξίνη (PeCDD)

0,5

1, 2, 3, 4, 7, 8 ‐ Εξαχλωροδιβενζοδιοξίνη (HxCDD)

0,1

1, 2, 3, 6, 7, 8 ‐ Εξαχλωροδιβενζοδιοξίνη (HxCDD)

0,1

1, 2, 3, 7, 8, 9 ‐ Εξαχλωροδιβενζοδιοξίνη (HxCDD)

0,1

1, 2, 3, 4, 6, 7, 8 ‐ Επταχλωροδιβενζοδιοξίνη (HpCDD)

0,01

Οκταχλωροδιβενζοδιοξίνη (OCDD)

0,001

2, 3, 7, 8 ‐ Τετραχλωροδιβενζοφουράνιο (TCDF)

0,1

2, 3, 4, 7, 8 ‐ Πενταχλωροδιβενζοφουράνιο (PeCDF)

0,5

1, 2, 3, 7, 8 ‐ Πενταχλωροδιβενζοφουράνιο (PeCDF)

0,05

1, 2, 3, 4, 7, 8 ‐ Εξαχλωροδιβενζοφουράνιο (HxCDF)

0,1

1, 2, 3, 6, 7, 8 ‐ Εξαχλωροδιβενζοφουράνιο (HxCDF)

0,1

1, 2, 3, 7, 8, 9 ‐ Εξαχλωροδιβενζοφουράνιο (HxCDF)

0,1

2, 3, 4, 6, 7, 8 ‐ Εξαχλωροδιβενζοφουράνιο (HxCDF)

0,1

1, 2, 3, 4, 6, 7, 8 ‐ Επταχλωροδιβενζοφουράνιο (HpCDF)

0,01

1, 2, 3, 4, 7, 8, 9 ‐ Επταχλωροδιβενζοφουράνιο (HpCDF)

0,01

Οκταχλωροδιβενζοφουράνιο (OCDF)

0,001

Μέρος 3

ΟΡIΑΚΕΣ ΤIΜΕΣ ΑΤΜΟΣΦΑIΡIΚΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΓΙΑ ΜΟΝΑΔΕΣ ΑΠΟΤΕΦΡΩΣΗΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

1.  Όλες οι οριακές τιμές εκπομπών υπολογίζονται σε θερμοκρασία 273,15 K, πίεση 101,3 kPa, και αφού διορθωθούν για τους περιεχόμενους στα απαέρια υδρατμούς.

Ανάγονται σε εκατοστιαία αναλογία οξυγόνου στα απαέρια 11 % εκτός από την περίπτωση της αποτέφρωσης χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων, όπως ορίζονται στο άρθρο 3, παράγραφος 3 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ, οπότε ανάγονται σε αναλογία οξυγόνου 3% εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο σημείο 2.7 του μέρους 6.

1.1.  Ημερήσιες μέσες οριακές τιμές εκπομπών για τις ακόλουθες ρυπαντικές ουσίες (mg/Nm³)

Ολική σκόνη

10 

Οργανικές ουσίες υπό μορφή αερίων και ατμών, εκφραζόμενες σε ολικό οργανικό άνθρακα (TOC) 

10 

Υδροχλώριο (HCl)

10 

Υδροφθόριο (HF)

Διοξείδιο του θείου (SΟ2)

50

Υποξείδιο του αζώτου (NO) και οξείδιο του αζώτου (NO2), εκφραζόμενα σε NO2, για υφιστάμενες μονάδες αποτέφρωσης αποβλήτων ονομαστικής ωριαίας δυναμικότητας άνω των 6 τόνων ή νέες μονάδες αποτέφρωσης αποβλήτων 

200

Υποξείδιο του αζώτου (NO) και οξείδιο του αζώτου (NO2), εκφραζόμενα σε NO2, για υφιστάμενες μονάδες αποτέφρωσης αποβλήτων ονομαστικής ωριαίας δυναμικότητας 6 τόνων ή μικρότερης

400

1.2.  Μέσες οριακές τιμές εκπομπών ημιώρου για τις ακόλουθες ρυπαντικές ουσίες (mg/Nm³)

(100 %) A

(97 %) B

Ολική σκόνη

30 

10 

Οργανικές ουσίες υπό μορφή αερίων και ατμών, εκφραζόμενες σε ολικό οργανικό άνθρακα (TOC) 

20 

10 

Υδροχλώριο (HCl)

60 mg

10 

Υδροφθόριο (HF)

Διοξείδιο του θείου (SΟ2)

200 

50 

Υποξείδιο του αζώτου (NO) και οξείδιο του αζώτου (NO2), εκφραζόμενα σε NO2, για υφιστάμενες μονάδες αποτέφρωσης αποβλήτων ονομαστικής ωριαίας δυναμικότητας άνω των 6 τόνων ή νέες μονάδες αποτέφρωσης αποβλήτων 

400

200

1.3.  Μέσες οριακές τιμές εκπομπών (mg/Nm³) για τα ακόλουθα βαρέα μέταλλα περιόδου δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 30 λεπτών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών

Κάδμιο και οι ενώσεις του, ως κάδμιο (Cd)

Σύνολο: 0,05 

Θάλλιο και οι ενώσεις του, ως θάλλιο (Tl)

Υδράργυρος και οι ενώσεις του, ως υδράργυρος (Hg)

0,05 

Αντιμόνιο και οι ενώσεις του, ως αντιμόνιο (Sb)

Σύνολο: 0,5 mg

Αρσενικό και οι ενώσεις του, ως αρσενικό (As)

Μόλυβδος και οι ενώσεις του, ως μόλυβδος (Pb)

Χρώμιο και οι ενώσεις του, ως χρώμιο (Cr)

Κοβάλτιο και οι ενώσεις του, ως κοβάλτιο (Co)

Χαλκός και οι ενώσεις του, ως χαλκός (Cu)

Μαγγάνιο και οι ενώσεις του, ως μαγγάνιο (Mn)

Νικέλιο και οι ενώσεις του, ως νικέλιο (Ni)

Βανάδιο και οι ενώσεις του, ως βανάδιο (V)

Αυτές οι μέσες τιμές καλύπτουν επίσης, υπό μορφή αερίων και ατμών, τις εκπομπές των σχετικών βαρέων μετάλλων και των ενώσεών τους.

1.4.  Μέση οριακή τιμή εκπομπών (ng/Nm³) διοξινών και φουρανίων περιόδου δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 6 ωρών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών. Η οριακή τιμή εκπομπών αναφέρεται στη συνολική συγκέντρωση διοξινών και φουρανίων, υπολογιζόμενη σύμφωνα με το μέρος 2.

Διοξίνες και φουράνια

0,1 

1.5.  Οριακές τιμές εκπομπών (mg/Nm³) μονοξειδίου του άνθρακα (CO) στα απαέρια:

α)   50 ως ημερήσια μέση τιμή,

β)   100 ως μέση τιμή ημιώρου,

γ)   150 ως μέση τιμή, δεκαλέπτου.

Η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει εξαιρέσεις από τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παρόν σημείο για μονάδες αποτέφρωσης αποβλήτων στις οποίες χρησιμοποιείται τεχνολογία ρευστοστερεάς κλίνης, με την προϋπόθεση ότι στη σχετική άδεια ορίζεται οριακή τιμή εκπομπών για το μονοξείδιο του άνθρακα (CO) 100 mg/Nm3 κατ' ανώτατο όριο, ως ωριαία μέση τιμή.

2.  Οριακές τιμές εκπομπών που ισχύουν στις περιπτώσεις που περιγράφονται στο άρθρο 40, παράγραφος 5 και στο άρθρο 41.

Η συνολική συγκέντρωση σκόνης στις ατμοσφαιρικές εκπομπές των μονάδων αποτέφρωσης αποβλήτων δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση τα 150 mg/Nm3, ως μέση τιμή ημιώρου. Για τις ατμοσφαιρικές εκπομπές TOC και CO δεν πρέπει να σημειώνεται υπέρβαση των οριακών τιμών που καθορίζονται στο σημείο 1.2 και στο σημείο 1.5, στοιχείο β).

3.  Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν κανόνες που θα διέπουν τις εξαιρέσεις οι οποίες προβλέπονται στο παρόν παράρτημα.

Μέρος 4

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΟΡΙΑΚΩΝ ΤΙΜΩΝ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΑΠΟΤΕΦΡΩΣΗ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

1.  Αν στον πίνακα του παρόντος μέρους δεν προβλέπεται ειδική οριακή τιμή συνολικών εκπομπών "C", εφαρμόζεται ο ακόλουθος τύπος (κανόνας ανάμειξης).

Η οριακή τιμή εκπομπών για την εκάστοτε ρυπαντική ουσία και το CO στα απαέρια που παράγονται από τη συναποτέφρωση αποβλήτων υπολογίζεται ως εξής:

20090310-P6_TA(2009)0093_EL-p0000001.fig

Vαπόβλητα

:

ο όγκος των απαερίων μόνο από την αποτέφρωση αποβλήτων, ο οποίος προσδιορίζεται από τα απόβλητα με τη χαμηλότερη θερμιδογόνο δύναμη που ορίζεται στην άδεια λειτουργίας και ανάγεται στις συνθήκες που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

Αν η παραγόμενη θερμότητα από την καύση επικινδύνων αποβλήτων είναι μικρότερη του 10 % της ολικής θερμότητας που εκλύετεαι στη μονάδα, το Vαπόβλητα υπολογίζεται από μια (πλασματική) ποσότητα αποβλήτων, η οποία, όταν αποτεφρωθεί θα παράγει 10 % της καθορισμένης συνολικής θερμότητας.

Cαπόβλητα

:

οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος 3 για τις μονάδες αποτέφρωσης αποβλήτων.

Vδιεργασία

:

ο όγκος των απαερίων από τη διεργασία της μονάδας καθώς και από την καύση των εγκεκριμένων καυσίμων που χρησιμοποιούνται συνήθως στη μονάδα (εξαιρουμένων των αποβλήτων), προσδιοριζόμενος βάσει της περιεκτικότητας σε οξυγόνο στην οποία πρέπει να ανάγονται οι εκπομπές, όπως καθορίζεται στην κοινοτική και την εθνική νομοθεσία. Ελλείψει νομοθεσίας για τις μονάδες αυτού του είδους, πρέπει να χρησιμοποιείται η πραγματική περιεκτικότητα των απαερίων σε οξυγόνο, χωρίς να αραιώνονται με αέρα που δεν είναι απαραίτητος για τη διεργασία.

Cδιεργασία

:

οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παρόν μέρος για ορισμένες βιομηχανικές δραστηριότητες ή, ελλείψει τέτοιων τιμών, οι οριακές τιμές εκπομπών των μονάδων στις οποίες τηρούνται οι εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ισχύουν για την καύση στις εν λόγω μονάδες των συνήθως εγκρινόμενων καυσίμων (εξαιρουμένων των αποβλήτων). Ελλείψει τέτοιων διατάξεων, χρησιμοποιούνται οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στην άδεια λειτουργίας. Ελλείψει σχετικών τιμών στην άδεια, χρησιμοποιούνται οι πραγματικές συγκεντρώσεις κατά μάζα.

C

:

οι οριακές τιμές συνολικών εκπομπών για συγκεκριμένη περιεκτικότητα σε οξυγόνο που καθορίζονται στο παρόν μέρος για ορισμένες βιομηχανικές δραστηριότητες και ορισμένες ρυπαντικές ουσίες ή, ελλείψει τέτοιων τιμών, οι οριακές τιμές συνολικών εκπομπών οι οποίες αντικαθιστούν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στα αντίστοιχα παραρτήματα της παρούσας οδηγίας. Η συνολική περιεκτικότητα σε οξυγόνο, που χρησιμοποιείται αντί της περιεκτικότητας σε οξυγόνο για την αναγωγή, υπολογίζεται βάσει της παραπάνω περιεκτικότητας, τηρουμένων των μερικών όγκων.

Όλες οι οριακές τιμές εκπομπών υπολογίζονται σε θερμοκρασία 273, 15 K, πίεση 101, 3 kPa και αφού διορθωθούν για τους περιεχόμενους στα απαέρια υδρατμούς. 

Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν κανόνες που θα διέπουν τις εξαιρέσεις οι οποίες προβλέπονται στο παρόν μέρος.

2.  Ειδικές διατάξεις για τις τσιμεντοκαμίνους που συναποτεφρώνουν απόβλητα

2.1.  Οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στα σημεία 2.2 και 2.3 ισχύουν ωε ημερήσιες μέσες τιμές για ολική σκόνη, HCI, HF, NOx, SO2 και TOC (για συνεχείς μετρήσεις), ως μέσες τιμές περιόδου δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 6 ωρών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών για τα βαρέα μέταλλα και ως μέσες τιμές περιόδου δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 6 ωρών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών για διοξίνες και φουράνια. 

Όλες οι τιμές ανάγονται για : περιεκτικότητα σε οξυγόνο 10 %, .

Οι μέσες τιμές ημιώρου απαιτούνται μόνο για τον υπολογισμό των ημερήσιων μέσων τιμών.

2.2.  C ‐ οριακές τιμές συνολικών εκπομπών (mg/Nm3 πλην διοξινών και φουρανίων) για τις ακόλουθες ρυπαντικές ουσίες 

Ρυπαντική ουσία 

C

Ολική σκόνη

30

HCl

10

HF

1

NOx

 500

Cd + Tl

0,05

Hg

0,05

Sb + As + Pb + Cr + Co + Cu + Mn + Ni + V

0,5

Διοξίνες και φουράνια (ng/Nm³) 

0,1

2.3.  C - οριακές τιμές συνολικών εκπομπών (mg/Nm³) για το SO2 και τον TOC

Ρύπος

C

SO2

50

TOC

10

Η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει παρεκκλίσεις για τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παρόν σημείο σε περιπτώσεις όπου ο TOC και το SO2 δεν προέρχονται από την αποτέφρωση αποβλήτων.

3.  Ειδικές διατάξεις για μονάδες καύσης που συναποτεφρώνουν απόβλητα

3.1.  Cδιεργασία εκφραζόμενη σε ημερήσιες μέσες τιμές (mg/Nm³) ισχύουσες μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2015

Για τον καθορισμό της ονομαστικής θερμικής ισχύος εφαρμόζονται οι κανόνες συνυπολογισμού που ορίζονται στο άρθρο 31.

Οι μέσες τιμές ημιώρου απαιτούνται μόνο για τον υπολογισμό των ημερήσιων μέσων τιμών.

Cδιεργασία για στερεά καύσιμα εξαιρουμένης της βιομάζας (περιεκτικότητα σε O2 6 %):

Ρυπαντικές ουσίες 

< 50 MWth

50-100 MWth

100 έως 300 MWth

> 300 MWth

SO2

-

 850 

 200 

 200 

NOx

-

400

 200

200

Σκόνη

50

50

30

30

Cδιεργασία για βιομάζα (περιεκτικότητα σε O2 6 %):

Ρυπαντικές ουσίες 

< 50 MWth

50 έως 100 MWth

100 έως 300 MWth

> 300 MWth

SO2

-

200

200

200

NOx

-

350

300

 200

Σκόνη

50

50

30

30

Cδιεργασία για υγρά καύσιμα (περιεκτικότητα σε Ο2 3 %):

Ρυπαντικές ουσίες 

< 50 MWth

50 έως 100 MWth

100 έως 300 MWth

> 300 MWth

SO2

-

850

 400 έως 200

(γραμμική ελάττωση μεταξύ 100 και 300 MWth)

200

NOx

-

400

 200

200

Σκόνη

50

50

30

30

3.2  Η Cδιεργασία εκφράζεται σε ημερήσιες μέσες τιμές (mg/Nm³) με ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2016 και μετά.

Για τον καθορισμό της ονομαστικής θερμικής ισχύος μονάδων καύσης εφαρμόζονται οι κανόνες συνυπολογισμού που ορίζονται στο άρθρο 31. Οι μέσες τιμές ημιώρου απαιτούνται μόνο για τον υπολογισμό των ημερήσιων μέσων τιμών.

3.2.1  Cδιεργασία για τις μονάδες καύσης που αναφέρονται στο άρθρο 32, παράγραφος 2.

Cδιεργασία για στερεά καύσιμα εξαιρουμένης της βιομάζας (περιεκτικότητα σε O2 6 %):

Ρυπαντική ουσία

< 50 MWth

50-100 MWth

100 έως 300 MWth

> 300 MWth

SO2

-

400

για τύρφη: 300

200

200

NOx

-

300

για κονιοποιημένο λιγνίτη: 400

200

200

Σκόνη

50

30

25

για τύρφη: 20

20

Cδιεργασία για βιομάζα (περιεκτικότητα σε O2 6 %):

Ρυπογόνος ουσία

< 50 MWth

50 έως 100 MWth

100 έως 300 MWth

> 300 MWth

SO2

-

200

200

200

NOx

-

300

250

200

Σκόνη

50

30

20

20

Cδιεργασία για υγρά καύσιμα (περιεκτικότητα σε O2 3 %):

Ρυπαντική ουσία

< 50 MWth

50 έως 100 MWth

100 έως 300 MWth

> 300 MWth

SO2

-

350

250

200

NOx

-

400

200

150

Σκόνη

50

30

25

20

3.2.2  Cδιεργασία για τις μονάδες καύσης που αναφέρονται στο άρθρο 32, παράγραφος 3.

Cδιεργασία για στερεά καύσιμα εξαιρουμένης της βιομάζας (περιεκτικότητα σε O2 6 %):

Ρυπαντική ουσία

< 50 MWth

50-100 MWth

100 έως 300 MWth

> 300 MWth

SO2

-

400

για τύρφη: 300

200

για τύρφη: εξαιρουμένων των περιπτώσεων καύσης σε ρευστοστερεά κλίνη: 250

150

για καύση σε κυκλοφορούσα ή υπό πίεση ρευστοστερεά κλίνη ή, στην περίπτωση καύσης τύρφης, για όλες τις καύσεις σε ρευστοστερεά κλίνη: 200

NOx

-

300

για τύρφη: 250

200

150

για κονιοποιημένο λιγνίτη 200

Σκόνη

50

20

20

10

για τύρφη: 20

Cδιεργασία για βιομάζα (περιεκτικότητα σε O2 6 %):

Ρυπαντική ουσία

< 50 MWth

50 έως 100 MWth

100 έως 300 MWth

> 300 MWth

SO2

-

200

200

150

για καύση σε ρευστοστερεά κλίνη: 200

NOx

-

250

200

150

Σκόνη

50

20

20

20

Cδιεργασία για υγρά καύσιμα (περιεκτικότητα σε O2 3 %):

Ρυπαντική ουσία

< 50 MWth

50 έως 100 MWth

100 έως 300 MWth

> 300 MWth

SO2

-

350

200

150

NOx

-

300

150

100

Σκόνη

50

30

25

20

3.3.  C ‐ οριακές τιμές συνολικών εκπομπών για βαρέα μέταλλα (mg/Nm³) 

εκφρασμένες σε μέσες τιμές περιόδου δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 30 λεπτών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών (περιεκτικότητα σε O2 6% για στερεά καύσιμα και 3 % για υγρά καύσιμα).

Ρυπαντικές ουσίες 

C

Cd + Tl

0, 05

Hg

0, 05

Sb + As + Pb + Cr + Co + Cu + Mn + Ni + V

0, 5

3.4  C – οριακή τιμή συνολικών εκπομπών (ng/Nm³)

για διοξίνες και φουράνια εκφρασμένη σε μέσες τιμές περιόδου δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 6 ωρών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών (περιεκτικότητα σε O2 6% για στερεά καύσιμα και 3 % για υγρά καύσιμα).

Ρυπαντική ουσία 

C

Διοξίνες και φουράνια

0, 1

4.  Ειδικές διατάξεις για μονάδες συναποτέφρωσης σε βιομηχανικούς κλάδους μη καλυπτόμενους από τα σημεία 2 και 3 του παρόντος μέρους

4.1.  C ‐ οριακή τιμή συνολικών εκπομπών (mg/Nm³)

για διοξίνες και φουράνια εκφρασμένη σε μέσες τιμές περιόδου δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 6 ωρών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών:

Ρυπαντική ουσία 

C

Διοξίνες και φουράνια

0, 1

4.2  C ‐ οριακές τιμές συνολικών εκπομπών για βαρέα μέταλλα (mg/Nm³)

εκφρασμένες σε. μέσες τιμές περιόδου δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 30 λεπτών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών:

Ρυπαντικές ουσίες 

C

Cd + Tl

0, 05

Hg

0, 05

Μέρος 5

ΟΡΙΑΚΕΣ ΤΙΜΕΣ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΠΟΡΡΙΨΕΙΣ ΛΥΜΑΤΩΝ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΑΠΑΕΡΙΩΝ

Ρυπαντικές ουσίες

Οριακές τιμές εκπομπών για αδιήθητα δείγματα (mg/l πλην διοξινών και φουρανίων) 

1. Ολικά αιωρούμενα στερεά, όπως ορίζονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/271/ΕΟΚ

(95 %)

30

(100 %)

45

2. Υδράργυρος και οι ενώσεις του, ως υδράργυρος (Hg)

0,03 

3. Κάδμιο και οι ενώσεις του, ως κάδμιο (Cd)

0,05 

4. Θάλλιο και οι ενώσεις του, ως θάλλιο (Tl)

0,05 

5. Αρσενικό και οι ενώσεις του, ως αρσενικό (As)

0,15 

6. Μόλυβδος και οι ενώσεις του, ως μόλυβδος (Pb)

0,2 

7. Χρώμιο και οι ενώσεις του, ως χρώμιο (Cr)

0,5 

8. Χαλκός και οι ενώσεις του, ως χαλκός (Cu)

0,5 

9. Νικέλιο και οι ενώσεις του, ως νικέλιο (Ni)

0,5 

10. Ψευδάργυρος και οι ενώσεις του, ως ψευδάργυρος (Zn)

1,5 

11. Διοξίνες και φουράνια

0,3 ng/l 

Μέρος 6

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ

1.  Τεχνικές μετρήσεων

1.1  Οι μετρήσεις για τον προσδιορισμό των συγκεντρώσεων ρυπαντικών ουσιών του ατμοσφαιρικού αέρα και των υδάτων εκτελούνται κατά αντιπροσωπευτικό τρόπο.

1.2  Η δειγματοληψία και η ανάλυση όλων των ρυπαντικών ουσιών, συμπεριλαμβανομένων των διοξινών και των φουρανίων, καθώς και η διασφάλιση της ποιότητας των αυτόματων συστημάτων μέτρησης και των μεθόδων αναφοράς για τις μετρήσεις με σκοπό τη βαθμονόμηση τους, εκτελούνται σύμφωνα με τα πρότυπα CEN. Εάν δεν υπάρχουν πρότυπα CEN, εφαρμόζονται τα πρότυπα ISO ή τα εθνικά ή διεθνή πρότυπα που εξασφαλίζουν την παροχή δεδομένων ισοδύναμης επιστημονικής ποιότητας. Τα αυτόματα συστήματα μέτρησης ελέγχονται με παράλληλες μετρήσεις με τις μεθόδους αναφοράς τουλάχιστον μία φορά ετησίως.

1.3  Οι τιμές των διαστημάτων εμπιστοσύνης 95 % ενός μεμονωμένου αποτελέσματος μέτρησης, που προσδιορίζονται επί της ημερήσιας οριακής τιμής εκπομπών, δεν υπερβαίνουν τα ακόλουθα ποσοστά επί τοις εκατό των οριακών τιμών εκπομπών:

Μονοξείδιο του άνθρακα:

10 %

Διοξείδιο του θείου:

20 %

Διοξείδιο του αζώτου:

20 %

Ολική σκόνη:

30 %

Ολικός οργανικός άνθρακας

30 %

Υδροχλώριο:

40 %

Υδροφθόριο:

40 %

Εκτελούνται περιοδικές μετρήσεις των εκπομπών στην ατμόσφαιρα και στα ύδατα σύμφωνα με, τα σημεία 1.1 και 1.2.

2.  Μετρήσεις που αφορούν ατμοσφαιρικές ρυπαντικές ουσίες 

2.1.  Εκτελούνται οι κατωτέρω μετρήσεις που αφορούν ατμοσφαιρικές ρυπαντικές ουσίες :

   α) συνεχείς μετρήσεις των ακόλουθων ουσιών: NOx, εφόσον έχουν οριστεί οριακές τιμές εκπομπών, CO, ολική σκόνη, TOC, HCl, HF, SO2,
   β) συνεχείς μετρήσεις των ακόλουθων παραμέτρων λειτουργίας: θερμοκρασία κοντά στο εσωτερικό τοίχωμα ή σε άλλο αντιπροσωπευτικό σημείο του θαλάμου καύσης που επιτρέπει η αρμόδια αρχή, συγκέντρωση οξυγόνου, πίεση, θερμοκρασία και περιεκτικότητα σε υδρατμούς των απαερίων,
   γ) τουλάχιστον δύο μετρήσεις ετησίως των βαρέων μετάλλων, των διοξινών και των φουρανίων· κατά το πρώτο όμως δωδεκάμηνο λειτουργίας, εκτελείται μία μέτρηση τουλάχιστον ανά τρίμηνο.

2.2.  Ο χρόνος παραμονής καθώς και η ελάχιστη θερμοκρασία και η περιεκτικότητα σε οξυγόνο των απαερίων εξακριβώνονται κατάλληλα, τουλάχιστον μία φορά κατά την έναρξη της λειτουργίας της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων και στις δυσμενέστερες προβλεπόμενες συνθήκες λειτουργίας.

2.3.  Η συνεχής μέτρηση του HF επιτρέπεται να παραλείπεται, εάν χρησιμοποιούνται για το HCl στάδια επεξεργασίας που εξασφαλίζουν ότι δεν σημειώνεται υπέρβαση της οριακής τιμής εκπομπών HCl. Στην περίπτωση αυτή, οι εκπομπές HF υπόκεινται σε περιοδικές μετρήσεις, όπως καθορίζεται στο σημείο 2.1, στοιχείο γ).

2.4.  Η συνεχής μέτρηση της περιεκτικότητας σε υδρατμούς δεν είναι απαραίτητη, με την προϋπόθεση ότι το δείγμα απαερίων ξηραίνεται πριν από την ανάλυση των εκπομπών.

2.5.  Η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει ότι δεν απαιτούνται συνεχείς μετρήσεις των HCI, HF and SO2 στις μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, και ότι απαιτούνται περιοδικές μετρήσεις, όπως καθορίζεται στο σημείο 2.1, στοιχείο γ), ▌ εάν ο φορέας εκμετάλλευσης είναι σε θέση να αποδείξει ότι οι εκπομπές των ρύπων αυτών δεν υπάρχει περίπτωση να υπερβούν τις καθορισμένες οριακές τιμές εκπομπών. Η παρέκκλιση αυτή δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις αποτέφρωσης μεικτών αποβλήτων από διάφορες πηγές.

2.6.  Η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει να απαιτήσει μία μόνο μέτρηση ετησίως ▌ για βαρέα μέταλλα και για διοξίνες και φουράνια στις εξής περιπτώσεις:

   α) οι εκπομπές που προέρχονται από την αποτέφρωση ή τη συναποτέφρωση αποβλήτων είναι σε κάθε περίπτωση χαμηλότερες από το 50 % των οριακών τιμών εκπομπών,
   β) τα προς συναποτέφρωση ή αποτέφρωση απόβλητα αποτελούνται μόνον από ορισμένα διαλεγμένα καύσιμα κλάσματα μη επικινδύνων αποβλήτων τα οποία είναι ακατάλληλα για ανακύκλωση και παρουσιάζουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία προσέτι προσδιορίζονται βάσει της εκτίμησης που αναφέρεται στο σημείο γ),
   γ) ο φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να αποδείξει ότι με βάση πληροφορίες για την ποιότητα των σχετικών αποβλήτων και την παρακολούθηση των εκπομπών ότι οι εκπομπές είναι σε όλες τις περιπτώσεις σημαντικά χαμηλότερες των οριακών τιμών εκπομπών για τα βαρέα μέταλλα, τις διοξίνες και τα φουράνια,
   δ) ο φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να αποδείξει ότι δεν υποβάλλονται σε επεξεργασία ηλεκτρικά ή ηλεκτρονικά απόβλητα ή απόβλητα που περιέχουν χλωριωμένες ενώσεις.

2.7.  Τα αποτελέσματα των μετρήσεων ανάγονται με τη χρήση των τυπικών συγκεντρώσεων οξυγόνου που αναφέρονται στο μέρος 3 ή που υπολογίζονται σύμφωνα με το μέρος 4 και με την εφαρμογή του τύπου που δίδεται στο μέρος 7.

Σε περίπτωση αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης των αποβλήτων σε ατμόσφαιρα εμπλουτισμένη με οξυγόνο, τα αποτελέσματα των μετρήσεων μπορούν να ανάγονται σε περιεκτικότητα σε οξυγόνο, την οποία καθορίζει η αρμόδια αρχή ανάλογα με τις εκάστοτε ειδικές συνθήκες.

Όταν οι εκπομπές των ρυπαντικών ουσιών μειώνονται με επεξεργασία των απαερίων σε μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων που επεξεργάζεται επικίνδυνα απόβλητα, η αναγωγή όσον αφορά τις περιεκτικότητες σε οξυγόνο που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο γίνεται μόνον εφόσον η μετρούμενη περιεκτικότητα σε οξυγόνο κατά την ίδια περίοδο όπως και για την εξεταζόμενη ρυπαντική ουσία υπερβαίνει τη σχετική τυπική περιεκτικότητα σε οξυγόνο.

3.  Μετρήσεις που αφορούν ρυπαντικές ουσίες στα ύδατα 

3.1.  Εκτελούνται οι κατωτέρω μετρήσεις στο σημείο απόρριψης των λυμάτων:

   α) συνεχείς μετρήσεις του pH, της θερμοκρασίας και της παροχής,
   β) δειγματοληπτικές ημερήσιες μετρήσεις των ολικών αιωρούμενων στερεών ή μετρήσεις αντιπροσωπευτικού δείγματος ανάλογου προς τη ροή επί περίοδο 24 ωρών,
   γ) τουλάχιστον μηνιαίες μετρήσεις, με αντιπροσωπευτικά και ανάλογα με τη ροή δείγματα της απόρριψης εικοσιτετραώρου, Hg, Cd, TI, As, Pb, Cr, Ni και Zn,
   δ) τουλάχιστον μετρήσεις ανά εξάμηνο των διοξινών και των φουρανίων· κατά το πρώτο όμως δωδεκάμηνο λειτουργίας, εκτελείται μία μέτρηση τουλάχιστον ανά τρίμηνο.

3.2.  Εάν τα λύματα του καθαρισμού των απαερίων υποβάλλονται σε επιτόπου ομαδική επεξεργασία μαζί με λύματα από άλλες πηγές της μονάδας, ο φορέας εκμετάλλευσης εκτελεί τις μετρήσεις:

   α) στη ροή λυμάτων των διεργασιών καθαρισμού των απαερίων, πριν από την είσοδό της στην εγκατάσταση ομαδικής επεξεργασίας λυμάτων,
   β) στην ή στις ροές λυμάτων από άλλες πηγές, πριν από την είσοδό τους στην εγκατάσταση ομαδικής επεξεργασίας λυμάτων,
   γ) στο σημείο τελικής απόρριψης των λυμάτων από τη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, μετά την επεξεργασία τους.

Μέρος 7

ΤΥΠΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΣΤΗΝ ΤΥΠΙΚΗ ΕΚΑΤΟΣΤΙΑΙΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΟΞΥΓΟΝΟΥ

20090310-P6_TA(2009)0093_EL-p0000003.fig

ES

=

υπολογιζόμενη συγκέντρωση εκπομπών στην τυπική εκατοστιαία συγκέντρωση οξυγόνου.

EM

=

μετρούμενη συγκέντρωση εκπομπών

OS

=

τυπική συγκέντρωση οξυγόνου

OM

=

μετρούμενη συγκέντρωση οξυγόνου

Μέρος 8

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΤΗΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΟΡΙΑΚΩΝ ΤΙΜΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ

1.  Οριακές τιμές εκπομπών στον ατμοσφαιρικό αέρα 

1.1.  Οι οριακές τιμές εκπομπών στον ατμοσφαιρικό αέρα θεωρείται ότι τηρούνται, εάν: 

   α) καμία από τις ημερήσιες μέσες τιμές δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο σημείο 1.1 του μέρους 3 ή στο μέρος 4 ή που υπολογίζονται σύμφωνα με το μέρος 4,
   β) είτε καμία από τις μέσες τιμές ημιώρου δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στη στήλη Α του πίνακα του σημείου 1.2 του μέρους 3, είτε εφόσον συντρέχει λόγος, το 97 % των μέσων τιμών ημιώρου κατά τη διάρκεια του έτους δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στη στήλη Β του πίνακα του σημείου 1.2 του μέρους 3,
   γ) καμία από τις μέσες τιμές της περιόδου δειγματοληψίας που καθορίζεται για τα βαρέα μέταλλα, τις διοξίνες και τα φουράνια δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στα σημεία 1.3 και 1.4 του μέρους 3 ή στο μέρος 4 ή που υπολογίζονται σύμφωνα με το μέρος 4,
   δ) για το μονοξείδιο του άνθρακα (CO):
   i) στην περίπτωση μονάδων αποτέφρωσης αποβλήτων: 
   - τουλάχιστον το 97 % των ημερήσιων μέσων τιμών κατά τη διάρκεια του έτους δεν υπερβαίνει την οριακή τιμή εκπομπών που καθορίζεται στο σημείο 1.5 στοιχείο α) του μέρους 3,
  

 και 

   - τουλάχιστον το 97 % των μέσων τιμών δεκαλέπτου κατά τη διάρκεια ενός οποιουδήποτε 24ώρου ή όλων των μέσων τιμών ημιώρου κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο σημείο 1.5, στοιχεία β) και γ) του μέρους 3 
   ii) στην περίπτωση μονάδων συναποτέφρωσης αποβλήτων: τηρούνται οι διατάξεις του μέρους 4. 

1.2.  Οι μέσες τιμές ημιώρου και οι μέσες τιμές δεκαλέπτου προσδιορίζονται εντός του πραγματικού χρόνου λειτουργίας (εξαιρουμένων των φάσεων εκκίνησης και διακοπής, εάν δεν αποτεφρώνονται απόβλητα) από τις τιμές που έχουν προκύψει από τις μετρήσεις, αφού αφαιρεθεί η τιμή του διαστήματος εμπιστοσύνης που ορίζεται στο σημείο 1.3 του μέρους 6. Οι ημερήσιες μέσες τιμές προσδιορίζονται από τις ανωτέρω επικυρωμένες μέσες τιμές.

Για να ληφθεί έγκυρη ημερήσια μέση τιμή, δεν απορρίπτονται περισσότερες από πέντε μέσες τιμές ημιώρου στη διάρκεια μίας ημέρας για λόγους ελαττωματικής λειτουργίας ή συντήρησης του συστήματος συνεχών μετρήσεων. Στη διάρκεια ενός έτους δεν απορρίπτονται περισσότερες από δέκα ημερήσιες μέσες τιμές για λόγους ελαττωματικής λειτουργίας ή συντήρησης του συστήματος συνεχών μετρήσεων.

1.3.  Οι μέσες τιμές της περιόδου δειγματοληψίας και οι μέσες τιμές στην περίπτωση περιοδικών μετρήσεων του HF, HCI και SO2 προσδιορίζονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 39, παράγραφος 1, στοιχείο ε), του άρθρου 42, παράγραφος 3, και του σημείου 1 του μέρους 6.

2..  Οριακές τιμές εκπομπών στα ύδατα. 

Οι οριακές τιμές για τις εκπομπές στα ύδατα θεωρείται ότι τηρούνται, εάν:

   α) για τα ολικά αιωρούμενα στερεά, το 95 % και το 100 % των μετρουμένων τιμών δεν υπερβαίνει τις αντίστοιχες οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος 5,
   β) για τα βαρέα μέταλλα (Hg, Cd, TI, As, Pb, Cr, Cu, Ni και Zn), μία και μόνη μέτρηση κατ' έτος υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος 5 ή, εάν το κράτος μέλος προβλέπει περισσότερα από 20 δείγματα κατ' έτος, τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος 5 υπερβαίνει ένα ποσοστό των δειγμάτων αυτών όχι ανώτερο του 5 %,
   γ) για τις διοξίνες και τα φουράνια, τα αποτελέσματα των μετρήσεων δεν υπερβαίνουν την οριακή τιμή εκπομπών που καθορίζεται στο μέρος 5.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

Μέρος 1 

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ 

1.  Σε καθένα από τα ακόλουθα σημεία η δραστηριότητα περιλαμβάνει τον καθαρισμό του εξοπλισμού αλλά όχι τον καθαρισμό των προϊόντων, εκτός αντιθέτων διατάξεων.

2.  Επίχριση με συγκολλητικές ύλες

Κάθε δραστηριότητα κατά την οποία μια συγκολλητική ύλη εφαρμόζεται σε μία επιφάνεια, πλην της επίχρισης με κόλλα και της πολύστρωσης που συνδέονται με δραστηριότητες εκτύπωσης.

3.  Δραστηριότητα επίστρωσης

Κάθε δραστηριότητα κατά την οποία απλό ή πολλαπλό στρώμα συνεχούς μεμβράνης ή επιχρίσματος εφαρμόζεται σε:

  α)  ένα από τα ακόλουθα οχήματα:
   i) καινουργή αυτοκίνητα, τα οποία ορίζονται ως οχήματα της κατηγορίας M1 στην οδηγία 2007/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση πλαισίου για την έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους, και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά (οδηγία-πλαίσιο)(49), και της κατηγορίας N1, εφόσον υφίστανται επίστρωση στις ίδιες εγκαταστάσεις όπως και τα οχήματα της κατηγορίας M1,
   ii) θαλαμίσκοι φορτηγών οι οποίοι ορίζονται ως χώρος του οδηγού, και όλα τα ενσωματωμένα περικαλύμματα τεχνικού εξοπλισμού των οχημάτων της κατηγορίας Ν2 και Ν3 στην οδηγία 2007/46/ΕΚ,
   iii) κλειστά και ανοιχτά φορτηγά τα οποία ορίζονται ως οχήματα των κατηγοριών Ν1, Ν2 και Ν3 στην οδηγία 2007/46/ΕΚ, μη περιλαμβανομένων των θαλαμίσκων των φορτηγών,
   iv) λεωφορεία, τα οποία ορίζονται ως οχήματα των κατηγοριών Μ2 και Μ3 στην οδηγία 2007/46/ΕΚ,
   v) ρυμουλκούμενα, που ορίζονται ως οχήματα των κατηγοριών Ο1, Ο2, Ο3 και Ο4 στην οδηγία 2007/46/ΕΚ,
   β) μεταλλικές και πλαστικές επιφάνειες, συμπεριλαμβανομένων των επιφανειών αεροσκαφών, πλοίων, σιδηροδρομικών συρμών κ.λπ.,
   γ) ξύλινες επιφάνειες,
   δ) επιφάνειες υφαντουργικών προϊόντων και υφασμάτων, μεμβρανών και χαρτιού,
   ε) δέρμα.

Οι δραστηριότητες επίστρωσης δεν περιλαμβάνουν την επίστρωση υποστρωμάτων με μέταλλα μέσω τεχνικών ηλεκτροφόρησης και χημικού ψεκασμού. Αν η δραστηριότητα επίστρωσης περιλαμβάνει στάδιο κατά το οποίο το ίδιο είδος υφίσταται εκτυπώσεις με οποιαδήποτε μέθοδο, τότε το στάδιο της εκτύπωσης θεωρείται μέρος της δραστηριότητας επίστρωσης. Ωστόσο οι δραστηριότητες εκτύπωσης που λειτουργούν ως χωριστή δραστηριότητα δεν περιλαμβάνονται αλλά ενδέχεται να καλύπτονται από το κεφάλαιο V της παρούσας οδηγίας εφόσον η δραστηριότητα εκτύπωσης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του.

4.  Προεπίστρωση

Κάθε δραστηριότητα κατά την οποία χάλυβας σε πηνία, ανοξείδωτος χάλυβας, επιστρωμένος χάλυβας, κράματα χαλκού ή ταινίες αλουμινίου επιστρώνονται είτε με σχηματισμό μεμβράνης ή με πολυστρωματικό επίχρισμα σε συνεχή διεργασία.

5.  Στεγνό καθάρισμα

Κάθε βιομηχανική ή εμπορική δραστηριότητα που χρησιμοποιεί πτητικές οργανικές ενώσεις σε εγκατάσταση για τον καθαρισμό ενδυμάτων, επίπλων και ανάλογων καταναλωτικών αγαθών, εκτός από την χειρωνακτική αφαίρεση λεκέδων και κηλίδων στην κλωστοϋφαντουργία και στη βιομηχανία ενδυμάτων.

6.  Υποδηματοποιία

Κάθε δραστηριότητα παραγωγής πλήρων υποδημάτων ή μερών αυτών.

7.  Παραγωγή μειγμάτων επίχρισης, βερνικιών, μελανιών και συγκολλητικών υλών

Η παραγωγή των προαναφερομένων τελικών προϊόντων και των ενδιαμέσων προϊόντων, εφόσον γίνεται στον ίδιο βιομηχανικό χώρο, με την ανάμειξη χρωστικών, ρητινών και συγκολλητικών υλικών με οργανικούς διαλύτες ή άλλους φορείς, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων διασποράς και προδιασποράς, των ρυθμίσεων του ιξώδους και της απόχρωσης και των εργασιών πλήρωσης δοχείων με το τελικό προϊόν.

8.  Παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων

Η χημική σύνθεση, η ζύμωση, η εξαγωγή, η μορφοποίηση και η τελική επεξεργασία φαρμακευτικών προϊόντων και, όπου αυτό γίνεται στον ίδιο βιομηχανικό χώρο, η παραγωγή ενδιαμέσων προϊόντων.

9.  Εκτύπωση

Κάθε δραστηριότητα αναπαραγωγής κειμένου ή/και εικόνων κατά την οποία, με τη χρήση ενός φορέα εικόνας, η μελάνη μεταφέρεται σε οποιοδήποτε τύπο επιφανείας. Αυτό περιλαμβάνει τις συναφείς τεχνικές βερνικώματος, επίστρωσης και πολύστρωσης. Ωστόσο, μόνο οι ακόλουθες επιμέρους διεργασίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κεφαλαίου V :

   α) φλεξογραφία: δραστηριότητα εκτύπωσης που χρησιμοποιεί ένα φορέα εικόνας που αποτελείται από καουτσούκ ή ελαστικά φωτοπολυμερή, στα οποία οι εκτυπούμενες περιοχές βρίσκονται ψηλότερα από τις μη εκτυπούμενες περιοχές, και υγρές μελάνες οι οποίες στεγνώνουν με εξάτμιση,
   β) κυλινδρική όφσετ θερμοστερεούμενης μελάνης: δραστηριότητα εκτύπωσης με κυλινδρικό πιεστήριο που χρησιμοποιεί έναν φορέα εικόνας στον οποίο η εκτυπούμενη και η μη εκτυπούμενη περιοχή βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο και όπου "κυλινδρικό πιεστήριο" σημαίνει ότι το προς εκτύπωση υλικό τροφοδοτείται στη μηχανή από ρόλο, σε αντιδιαστολή προς την τροφοδοσία με χωριστά φύλλα. Η μη εκτυπούμενη περιοχή υφίσταται επεξεργασία για να έλκει το νερό και με τον τρόπο αυτό να απωθεί τη μελάνη. Η εκτυπούμενη περιοχή υφίσταται επεξεργασία για να δέχεται και να μεταδίδει τη μελάνη στην προς εκτύπωση επιφάνεια. Η εξάτμιση γίνεται σε κλίβανο όπου χρησιμοποιείται ζεστός αέρας για τη θέρμανση του τυπωμένου υλικού,
   γ) πολύστρωση συνδεόμενη με δραστηριότητα εκτύπωσης: η συγκόλληση δύο ή περισσοτέρων εύκαμπτων υλικών για την παραγωγή πολυστρωματικού υλικού,
   δ) εκδοτική βαθυτυπία: βαθυτυπίας που χρησιμοποιείται για την εκτύπωση χαρτιού για περιοδικά, φυλλάδια, καταλόγους και ανάλογα προϊόντα χρησιμοποιώντας μελάνες με βάση το τολουόλιο,
   ε) βαθυτυπία: εκτυπωτική δραστηριότητα που χρησιμοποιεί κυλινδρικό φορέα εικόνας στον οποίο η εκτυπούμενη περιοχή βρίσκεται χαμηλότερα από την μη εκτυπούμενη περιοχή, και υγρές μελάνες οι οποίες στεγνώνουν με εξάτμιση. Οι εσοχές γεμίζονται με μελάνη και το περίσσευμα καθαρίζεται από τη μη εκτυπούμενη επιφάνεια πριν η επιφάνεια που πρόκειται να εκτυπωθεί έρθει σε επαφή με τον κύλινδρο και απορροφήσει τη μελάνη από τις εσοχές,

στ)   περιστροφική μεταξοτυπία: δραστηριότητα εκτύπωσης σε κυλινδρικό πιεστήριο κατά την οποία η μελάνη μεταφέρεται στην επιφάνεια που πρόκειται να εκτυπωθεί εξαναγκαζόμενη να διέλθει μέσω πορώδους φορέα εικόνας, στον οποίο η εκτυπούμενη περιοχή είναι διαπερατή και η μη εκτυπούμενη είναι σφραγισμένη, και χρησιμοποιούνται υγρές μελάνες οι οποίες στεγνώνουν μόνο με εξάτμιση. Κυλινδρικό πιεστήριο σημαίνει ότι το υλικό που πρόκειται να εκτυπωθεί τροφοδοτείται στη μηχανή από ένα ρόλο σε αντιδιαστολή προς την τροφοδοσία με χωριστά φύλλα,

   ζ) βερνίκωμα: δραστηριότητα κατά την οποία εφαρμόζεται σε ένα εύκαμπτο υλικό βερνίκι ή συγκολλητικό επίχρισμα για τη μεταγενέστερη σφράγιση του υλικού συσκευασίας.

10.  Μετατροπή καουτσούκ

Κάθε δραστηριότητα ανάμειξης, άλεσης, μείξης, κυλίνδρωσης, εξέλασης και βουλκανισμού φυσικού ή συνθετικού καουτσούκ και κάθε συναφής δραστηριότητα μετατροπής φυσικού ή συνθετικού καουτσούκ σε τελικό προϊόν.

11.  Καθαρισμός επιφανειών

Κάθε δραστηριότητα εκτός του στεγνού καθαρίσματος κατά την οποία χρησιμοποιούνται οργανικοί διαλύτες για την αφαίρεση ρύπων από την επιφάνεια υλικών, περιλαμβανομένης της απολίπανσης. Η δραστηριότητα καθαρισμού η οποία συνίσταται σε περισσότερο από ένα στάδια πριν ή μετά κάθε άλλη δραστηριότητα θεωρείται σαν μία δραστηριότητα καθαρισμού επιφανείας. Η δραστηριότητα δεν αναφέρεται στον καθαρισμό του εξοπλισμού αλλά στον καθαρισμό της επιφάνειας των προϊόντων.

12.  Εξαγωγή φυτικών ελαίων και ζωικού λίπους και δραστηριότητες εξευγενισμού φυτικών ελαίων

Κάθε δραστηριότητα εξαγωγής φυτικού ελαίου από σπόρους και άλλες φυτικές ύλες, η επεξεργασία ξηρών υπολειμμάτων για την παραγωγή ζωοτροφών, ο καθαρισμός λιπών και φυτικών ελαίων που προέχονται από σπόρους, φυτικές ύλες ή/και ζωικές ύλες.

13.  Φινίρισμα οχημάτων

Κάθε βιομηχανική ή εμπορική δραστηριότητα επίστρωσης και οι σχετικές δραστηριότητες απολίπανσης που αφορούν κάποιο από τα ακόλουθα :

   α) την αρχική επίστρωση οδικών οχημάτων, όπως ορίζονται στην οδηγία 2007/46/ΕΚ, ή μέρους αυτών με υλικά φινιρίσματος, όταν αυτή πραγματοποιείται μακριά από την αρχική γραμμή παραγωγής,
   β) την επίστρωση ρυμουλκουμένων (συμπεριλαμβανομένων των ημιρυμουλκουμένων) (κατηγορία Ο της οδηγίας 2007/46/ΕΚ ).

14.  Επίστρωση σύρματος περιέλιξης

Κάθε διαδικασία επίστρωσης μεταλλικών αγωγών που χρησιμοποιούνται για την περιέλιξη πηνίων σε μετασχηματιστές και κινητήρες κ.λπ.

15.  Εμποτισμός ξύλου

Κάθε δραστηριότητα η οποία ενισχύει την ξυλεία με συντηρητικά.

16.  Πολύστρωση ξύλου και πλαστικών υλών

Κάθε δραστηριότητα συγκόλλησης ξύλου ή/και πλαστικού για την παραγωγή πολυστρωματικών προϊόντων.

Μέρος 2

ΟΡΙΑ ΚΑΙ ΟΡΙΑΚΕΣ ΤΙΜΕΣ ΕΚΠΟΜΠΩΝ

Οι οριακές τιμές εκπομπών των απαερίων υπολογίζονται σε θερμοκρασία 273, 15 Κ, πίεση 101, 3 kPa και μετά από διόρθωση για τους περιεχόμενους στα απαέρια υδρατμούς.

Διεργασία

(όριο κατανάλωσης διαλυτών σε τόνους/έτος)

Όριο

(όριο κατανάλωσης διαλυτών σε τόνους/έτος)

Οριακές τιμές των εκπομπών απαερίων

(mg C/Nm³)

 Οριακές τιμές διάχυτων εκπομπών (σε % των εισροών διαλυτών)

Οριακές τιμές συνολικών εκπομπών

Ειδικές διατάξεις

Νέες εγκατα-στάσεις 

Υφιστάμενες εγκατα-στάσεις 

Νέες εγκατα-στάσεις 

Υφιστάμενες εγκατα-στάσεις 

1

Κυλινδρική όφσετ θερμοστερεούμενης μελάνης

(> 15)

15‐25

> 25

100

20

30 (1)

30 (1)

(1) Τα υπολείμματα διαλυτών στο τελικό προϊόν δεν θεωρούνται μέρος των διάχυτων εκπομπών.

2

Εκδοτική βαθυτυπία

(> 25)

75

10

15

3

Άλλες μονάδες βαθυτυπίας, φλεξογραφίας, περιστροφικής μεταξοτυπίας, πολύστρωσης ή βερνικώματος (> 15)

περιστροφική μεταξοτυπία σε υφάνσιμες ύλες/χαρτόνι (> 30)

15‐25

> 25

> 30 (1)

100

100

100

25

20

20

(1) Όριο για περιστροφική μεταξοτυπία σε υφάνσιμες ύλες και σε χαρτόνι.

4

Επιφανειακός καθαρισμός με χρήση των ενώσεων που καθορίζονται στο άρθρο 53, παράγραφος 5

(> 1)

1‐5

> 5

20 (1)

20 (1)

15

10

(1) Η οριακή τιμή αναφέρεται στη μάζα των ενώσεων σε mg/Nm³ και όχι στον ολικό άνθρακα.

5

Άλλες διεργασίες επιφανειακού καθαρισμού

(> 2)

2‐10

> 10

75 (1)

75 (1)

20 (1)

15 (1)

(1) Οι εγκαταστάσεις που αποδεικνύουν στην αρμόδια αρχή ότι η μέση περιεκτικότητα σε οργανικούς διαλύτες όλου του υλικού καθαρισμού δεν υπερβαίνει το 30 % κατά βάρος απαλλάσσονται από την υποχρέωση τήρησης αυτών των τιμών.

6

Επίστρωση (< 15) και φινίρισμα οχημάτων

> 0, 5

50 (1)

25

(1) Η συμμόρφωση σύμφωνα με το σημείο 2 του μέρους 8 αποδεικνύεται με μετρήσεις μέσου όρου 15 λεπτών.

7

Προεπίστρωση

(> 25)

50 (1)

5

10

(1) Για τις εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν τεχνικές που επιτρέπουν την επαναχρησιμοποίηση ανακτώμενων διαλυτών, η οριακή τιμή εκπομπών είναι 150.

8

Άλλες διεργασίες επίχρισης, όπου συμπεριλαμβάνονται η επίχριση μετάλλων, πλαστικών υλών, υφάνσιμων υλών (5), υφασμάτων, μεμβρανών και χαρτιού

(> 5)

5‐15

> 15

100 (1) (4)

50/75 (2) (3) (4)

25 (4) 

20 (4)

(1) Η οριακή τιμή εκπομπών ισχύει για εφαρμογή του επιχρίσματος και την ξήρανση σε συνθήκες κλειστού περιβάλλοντος.

(2) Η πρώτη οριακή τιμή εκπομπών ισχύει για την ξήρανση ενώ η δεύτερη για την εφαρμογή του επιχρίσματος.

(3) Για εγκαταστάσεις επίχρισης υφάνσιμων υλών που χρησιμοποιούν τεχνικές που επιτρέπουν την επαναχρησιμοποίηση ανακτώμενων διαλυτών, η οριακή τιμή εκπομπών που εφαρμόζεται στην επίχριση και στις μεθόδους ξήρανσης είναι συνολικά 150.

(4) Οι δραστηριότητες επίχρισης που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν σε συνθήκες κλειστού περιβάλλοντος (όπως ναυπηγικές εργασίες, βαφή αεροσκαφών) μπορούν να εξαιρεθούν από τις τιμές αυτές, σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 3.

(5) Η περιστροφική μεταξοτυπία επί υφανσίμων υλών καλύπτεται από τη δραστηριότητα αριθ. 3.

9

Επίστρωση σύρματος περιέλιξης

(> 5)

10 g/kg (1)

5 g/kg (2)

(1) Ισχύει για τις εγκααταστάσεις στις οποίες η μέση διάμετρος του σύρματος είναι ≤ 0, 1 mm.

(2) Ισχύει για όλες τις άλλες εγκαταστάσεις.

10

Επικάλυψη ξύλινων επιφανειών

(> 15)

15‐25

> 25

100 (1)

50/75 (2)

25

20

(1) Η οριακή τιμή εκπομπών ισχύει για την εφαρμογή του επιχρίσματος και την ξήρανση σε συνθήκες κλειστού περιβάλλοντος.

(2) Η πρώτη τιμή ισχύει για την ξήρανση ενώ η δεύτερη για την εφαρμογή του επιχρίσματος.

11

Στεγνό καθάρισμα

20 g/kg (1) (2)

(1) Εκφράζεται σε μάζα εκπεμπόμενου διαλύτη ανά χιλιόγραμμο καθαριζόμενου και ξηραινομένου προϊόντος.

(2) Η οριακή τιμή εκπομπών που καθορίζεται στο σημείο 2 του μέρους 4 δεν ισχύει για τη δραστηριότητα αυτή.

12

Εμποτισμός ξύλου

(> 25)

100 (1)

45

11 kg/m3

(1) Η οριακή τιμή εκπομπών δεν ισχύει για τον εμποτισμό με κρεόσωτο.

13

Επίχριση δερμάτων

(> 10)

10‐25

> 25

> 10 (1)

85 g/m2

75 g/m2

150 g/m2

Οι οριακές τιμές εκπομπών εκφράζονται σε γραμμάρια εκπεμπόμενου διαλύτη ανά τετραγωνικό μέτρο παραγόμενου προϊόντος

(1) Για τις δραστηριότητες επίχρισης δερμάτων στην επιπλοποιία και για συγκεκριμένα δερμάτινα είδη που χρησιμοποιούνται ως μικρά καταναλωτικά αγαθά, όπως τσάντες, ζώνες, πορτοφόλια κλπ.

14

Υποδηματοποιία

(> 5)

25 g ανά ζεύγος

Η οριακή τιμή συνολικών εκπομπών εκφράζεται σε γραμμάρια εκπεμπόμενου διαλύτη ανά ζεύγος παραγόμενων τελικών υποδημάτων.

15

Πολύστρωση ξύλου και πλαστικών υλών

(> 5)

30 g/m2

16

Επίχριση με συγκολλητικές ύλες

(> 5)

5‐15

> 15

50 (1)

50 (1)

25

20

(1) Εφόσον εφαρμόζονται τεχνικές που επιτρέπουν την επαναχρησιμοποίηση ανακτώμενων διαλυτών, η οριακή τιμή των εκπομπών απαερίων είναι 150.

17

Παραγωγή μειγμάτων επίχρισης, βερνικιών, μελανών και συγκολλητικών υλών

(> 100)

100‐1 000

> 1 000

150

150

5

3

5 % εισροής διαλύτη

3 % εισροής διαλύτη

Η οριακή τιμή διάχυτων εκπομπών δεν περιλαμβάνει διαλύτες πωλούμενους ως μέρος μείγματος επίχρισης σε σφραγισμένο δοχείο.

18

Μετατροπή καουτσούκ

(> 15)

20 (1)

25 (2)

25 % εισροής διαλύτη

(1) Εφόσον εφαρμόζονται τεχνικές που επιτρέπουν την επαναχρησιμοποίηση ανακτώμενων διαλυτών, η οριακή τιμή εκπομπών των απαερίων είναι 150.

(2) Η οριακή τιμή διάχυτων εκπομπών δεν περιλαμβάνει διαλύτες πωλούμενους ως μέρος μείγματος ή προϊόντος εντός σφραγισμένου δοχείου.

19

Εξαγωγή φυτικών ελαίων και ζωικού λίπους και δραστηριότητες εξευγενισμού φυτικών ελαίων

(> 10)

Ζωικά λίπη

1, 5 kg/τόνο

Σπόροι ρίκινου:

3 kg/τόνο

Σπόροι ελαιοκράμβης:

1 kg/τόνο

Σπόροι ηλίανθου:

1 kg/τόνο

Σπόροι σόγιας (συνήθης έκθλιψη):

0, 8 kg/τόνο

Σπόροι σόγιας (λευκές νιφάδες): 1, 2 kg/τόνο

Άλλοι σπόροι και άλλες φυτικές ύλες :

3 kg/τόνο (1)

1, 5 kg/τόνο (2)

4 kg/τόνο (3)

(1) Οι οριακές τιμές συνολικών εκπομπών για εγκαταστάσεις που μεταποιούν μεμονωμένες παρτίδες σπόρων και άλλων φυτικών υλών πρέπει να καθορίζονται από την αρμόδια αρχή κατά περίπτωση, με την εφαρμογή των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών.

(2) Ισχύει για όλες τις διεργασίες κλασματικού διαχωρισμού εκτός από την αποκομμίωση (απομάκρυνση των κόμμεων από το έλαιο).

(3) Ισχύει για την αποκομμίωση.

20

Παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων

(> 50)

20 (1)

5 (2)

15 (2)

5 % εισροής διαλύτη

15 % εισροής διαλύτη

(1) Εφόσον εφαρμόζονται τεχνικές που επιτρέπουν την επαναχρησιμοποίηση ανακτώμενων διαλύτων, η οριακή τιμή εκπομπών των απαερίων είναι 150.

(2) Η οριακή τιμή διάχυτων εκπομπών δεν περιλαμβάνει διαλύτες πωλούμενους ως μέρος προϊόντων ή μειγμάτων εντός σφραγισμένου δοχείου.

Μέρος 3

ΟΡΙΑΚΕΣ ΤΙΜΕΣ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΓΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙΧΡΙΣΗΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ

1.  Οι οριακές τιμές συνολικών εκπομπών εκφράζονται σε γραμμάρια εκπεμπόμενου οργανικού διαλύτη συναρτήσει του εμβαδού του προϊόντος σε τετραγωνικά μέτρα και σε χιλιόγραμμα εκπεμπόμενου οργανικού διαλύτη συναρτήσει του αμαξώματος του αυτοκινήτου.

2.  Το εμβαδόν των προϊόντων που απαριθμούνται στον πίνακα του σημείου 3 κατωτέρω ορίζεται ως εξής:

   - το εμβαδόν που υπολογίζεται από τη συνολική επιφάνεια που υφίσταται επίστρωση με ηλεκτροφόρηση και το εμβαδόν των μερών που ενδεχομένως προστίθενται σε διαδοχικές φάσεις της διεργασίας επίστρωσης και επικαλύπτονται με τα ίδια επιχρίσματα όπως το εκάστοτε προϊόν, ή το συνολικό εμβαδόν του προϊόντος που επικαλύπτεται στην εγκατάσταση.

Το εμβαδόν της επιφάνειας που επιστρώνεται με ηλεκτροφόρηση υπολογίζεται από τον ακόλουθο τύπο:

2 × συνολικό βάρος του αμαξώματος

μέσο πάχος της λαμαρίνας × πυκνότητα της λαμαρίνας

Η μέθοδος αυτή ισχύει και για άλλα επιστρωμένα μέρη κατασκευασμένα από λαμαρίνα.

Για τον υπολογισμό του εμβαδού των άλλων μερών που προστίθενται, ή του συνολικού εμβαδού της επιφάνειας που επικαλύπτεται στην εγκατάσταση, χρησιμοποιείται CAD (Computer Aided Design/σχεδιασμός με υπολογιστή) ή άλλη ισοδύναμη μέθοδος.

3.  Οι οριακές τιμές συνολικών εκπομπών στον κατωτέρω πίνακα αναφέρονται σε όλα τα στάδια της διεργασίας που εκτελούνται στην ίδια εγκατάσταση, από την επίστρωση με ηλεκτροφόρηση ή με οποιαδήποτε άλλη τεχνική μέχρι την τελική επάλειψη με κηρό και στίλβωση του τελευταίου στρώματος του επιχρίσματος, καθώς και στους διαλύτες που χρησιμοποιούνται για τον καθαρισμό του εξοπλισμού διεργασιών, συμπεριλαμβανομένων των θαλάμων ψεκασμού και του λοιπού σταθερού εξοπλισμού, τόσο κατά τη διάρκεια όσο και εκτός χρόνου παραγωγής.

Δραστηριότητα

(όριο κατανάλωσης διαλυτών σε τόνους/έτος)

Όριο παραγωγής

(ετήσια παραγωγή επιστρωμένου προϊόντος)

Οριακή τιμή συνολικών εκπομπών

Νέες εγκαταστάσεις 

Υφιστάμενες εγκαταστάσεις 

Επίστρωση καινουργών αυτοκινήτων (> 15)

> 5 000

45 g/m2 ή 1, 3 kg/αμάξωμα + 33 g/m2

60 g/m2 ή 1, 9 kg/αμάξωμα + 41 g/m2

≤ 5 000 μονοκόματο ή > 3 500 με πλαίσιο

90 g/m2 ή 1, 5 kg/αμάξωμα + 70 g/m2

90 g/m2 ή 1, 5 kg/αμάξωμα + 70 g/m2

Οριακή τιμή συνολικών εκπομπών (g/m²)

Επίστρωση θαλάμων καινουργών φορτηγών (> 15)

≤ 5 000

65

85

> 5 000

55

75

Επίστρωση καινουργών κλειστών και ανοικτών φορτηγών (> 15)

≤ 2 500

90

120

> 2 500

70

90

Επίστρωση καινουργών λεωφορείων (> 15)

≤ 2 000

210

290

> 2 000

150

225

4.  Οι εγκαταστάσεις επίστρωσης οχημάτων, στις οποίες η κατανάλωση διαλυτών υπολείπεται των ορίων που αναφέρονται στον πίνακα του σημείου 3, τηρούν τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο μέρος 2 για τον κλάδο φινιρίσματος οχημάτων.

Μέρος 4

 ΟΡΙΑΚΕΣ ΤΙΜΕΣ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΠΤΗΤΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΙΚΕΣ ΕΝΩΣΕΙΣ ΠΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ 

1.  Σε περίπτωση εκπομπών των πτητικών οργανικών ενώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 52, και εφόσον η ροή μάζας του αθροίσματος των ενώσεων στις οποίες οφείλεται η αναφερόμενη στο εν λόγω άρθρο επισήμανση, είναι τουλάχιστον 10 g/ώρα, τηρείται οριακή τιμή εκπομπών 2 mg/Nm³. Η οριακή τιμή εκπομπών αναφέρεται στο άθροισμα των μαζών των επιμέρους ενώσεων.

2.  Σε περίπτωση εκπομπών αλογονωμένων πτητικών οργανικών ενώσεων, στις οποίες αντιστοιχεί η φράση κινδύνου R40 ή R68, και εφόσον η ροή μάζας του αθροίσματος των ενώσεων στις οποίες οφείλεται η επισήμανση με τη φράση κινδύνου R40 ή R68, είναι τουλάχιστον 100 g/ώρα, τηρείται οριακή τιμή εκπομπών 20 mg/Nm³. Η οριακή τιμή εκπομπών αναφέρεται στο άθροισμα των μαζών των επιμέρους ενώσεων.

Μέρος 5

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΙΩΣΗΣ

1.  Προκειμένου για την εφαρμογή επιχρισμάτων, βερνικιών, συγκολλητικών υλών ή μελανών, μπορεί να χρησιμοποιείται το παρακάτω πρόγραμμα. Στις περιπτώσεις όπου η παρακάτω μέθοδος κρίνεται απρόσφορη, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει στο φορέα εκμετάλλευσης να εφαρμόσει εναλλακτικό πρόγραμμα με το οποίο επιτυγχάνονται ίσες μειώσεις των εκπομπών με εκείνες που θα επιτυγχάνονταν αν εφαρμόζονταν οι οριακές τιμές εκπομπών του μέρους 2 και 3. Στην κατάστρωση του προγράμματος λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα δεδομένα:

   α) όταν τα προϊόντα υποκατάστασης με χαμηλή ή μηδενική περιεκτικότητα διαλυτών βρίσκονται ακόμη στο στάδιο της ανάπτυξης, δίδεται στον φορέα εκμετάλλευσης παράταση χρόνου για την εφαρμογή του προγράμματος μείωσης των εκπομπών που έχει καταρτίσει,
   β) το σημείο αναφοράς για τη μείωση των εκπομπών θα πρέπει να αντιστοιχεί όσο το δυνατόν περισσότερο στις εκπομπές που θα προέκυπταν, αν δεν λαμβανόταν κανένα μέτρο μείωσης.

2.  Το πρόγραμμα μείωσης που ακολουθεί έχει εφαρμογή στις εγκαταστάσεις για τις οποίες μπορεί να διατυπωθεί η υπόθεση ότι το προϊόν έχει σταθερή περιεκτικότητα στερεών.

α)   Οι ετήσιες εκπομπές αναφοράς υπολογίζονται ως εξής:

i)  Προσδιορίζεται η συνολική μάζα στερεών στην ποσότητα επιχρίσματος ή/και μελάνης. βερνικιού ή συγκολλητικής ύλης που καταναλώνεται στη διάρκεια ενός έτους. Ως στερεά νοούνται όλα τα υλικά των επιχρισμάτων, μελανών, βερνικιών και συγκολλητικών υλών που στερεοποιούνται όταν εξατμιστούν το νερό ή οι πτητικές οργανικές ενώσεις.

ii)  Οι ετήσιες εκπομπές αναφοράς υπολογίζονται με πολλαπλασιασμό της μάζας που προσδιορίζεται σύμφωνα με το στοιχείο (i) επί κατάλληλο συντελεστή, που λαμβάνεται από τον επόμενο πίνακα. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αναπροσαρμόζουν τους συντελεστές του πίνακα αυτού προκειμένου να ληφθούν υπόψη τεκμηριωμένες αυξήσεις της απόδοσης της χρήσης στερεών.

Δραστηριότητα

Πολλαπλασιαστικός συντελεστής για χρήση στο στοιχείο (α)(ii)

Εκδοτική βαθυτυπία, φλεξογραφία, πολύστρωση συνδεόμενη με δραστηριότητα εκτύπωσης, βερνίκωμα συνδεόμενο με δραστηριότητα εκτύπωσης, επίχριση ξύλου, επίχριση υφάνσιμων υλών, υφασμάτων, μεμβρανών ή χαρτιού, επίχριση με συγκολλητικές ύλες

4

Προεπίστρωση, φινίρισμα οχημάτων

3

Επιχρίσματα που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα, επιχρίσματα που χρησιμοποιούνται στην αεροδιαστημική βιομηχανία

2, 33

Άλλες διεργασίες επίχρισης και περιστροφική μεταξοτυπία

1, 5

β)   Oι εκπομπές στόχου ισούνται με τις ετήσιες εκπομπές αναφοράς, πολλαπλασιαζόμενες επί ένα ποσοστό ίσο με την:

   (1) (οριακή τιμή διάχυτων εκπομπών + 15) για τις εγκαταστάσεις που καλύπτονται από το στοιχείο 6 και από την κατώτερη κλίμακα ορίων των στοιχείων 8 και 10 του μέρους 2,
   (2) (οριακή τιμή διάχυτων εκπομπών + 5) για όλες τις υπόλοιπες εγκαταστάσεις.

γ)   Έχει επιτευχθεί συμμόρφωση, όταν η πραγματική εκπομπή διαλυτών, όπως προσδιορίζεται με τη βοήθεια των σχεδίων διαχείρισης διαλυτών, δεν υπερβαίνει τις εκπομπές στόχου.

Μέρος 6

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ 

1.  Οι απαγωγοί του εξοπλισμού μείωσης, οι οποίοι στο τελικό σημείο αποβολής εκπέμπουν περισσότερο από 10 kg/ώρα ολικού οργανικού άνθρακα κατά μέσον όρο, παρακολουθούνται συνεχώς ως προς τη συμμόρφωσή τους.

2.  Στις λοιπές περιπτώσεις, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διεξαγωγή είτε συνεχών είτε περιοδικών μετρήσεων. Προκειμένου για περιοδικές μετρήσεις, λαμβάνονται τουλάχιστον τρεις τιμές μέτρησης κατά τη διάρκεια κάθε σειράς μετρήσεων.

3.  Όταν δεν χρειάζεται εξοπλισμός μείωσης της ρύπανσης στο τέλος της παραγωγικής διαδικασίας προκειμένου να τηρηθεί η παρούσα οδηγία, δεν απαιτούνται μετρήσεις.

Μέρος 7

ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΙΑΛΥΤΩΝ

1.  Αρχές

Το σχέδιο διαχείρισης διαλυτών χρησιμοποιείται για:

   α) εξακρίβωση της συμμόρφωσης κατά το άρθρο 56,
   β) προσδιορισμό μελλοντικών εναλλακτικών λύσεων όσον αφορά τον περιορισμό των εκπομπών,
   γ)  διευκόλυνση της παροχής πληροφοριών στο κοινό σχετικά με την κατανάλωση και τις εκπομπές διαλυτών και τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του κεφαλαίου V.

2.  Ορισμοί

Οι ορισμοί που ακολουθούν παρέχουν ένα πλαίσιο για την εκπόνηση ισοζυγίου μάζας.

Εισροές οργανικών διαλυτών (Ι):

I1 Η ποσότητα οργανικών διαλυτών σε καθαρή μορφή ή οργανικών διαλυτών που περιέχονται σε αγοραζόμενα μείγματα που χρησιμοποιείται ως εισροή στη διεργασία εντός της χρονικής περιόδου για την οποία υπολογίζεται το ισοζύγιο μάζας.

I2 Η ποσότητα οργανικών διαλυτών σε καθαρή μορφή ή οργανικών διαλυτών που περιέχονται σε μείγματα που ανακτάται και επαναχρησιμοποιείται ως εισροή διαλυτών στη διεργασία. Οι ανακυκλωμένοι διαλύτες συνυπολογίζονται κάθε φορά που χρησιμοποιούνται για τη διεκπεραίωση της δραστηριότητας.

Εκροές οργανικών διαλυτών (Ο):

O1 Εκπομπές απαερίων.

O2 Οι απώλειες οργανικών διαλυτών στο νερό, λαμβανομένης υπόψη της επεξεργασίας των λυμάτων κατά τον υπολογισμό της ποσότητας Ο5.

O3 Η ποσότητα οργανικών διαλυτών που παραμένει στα προϊόντα της διεργασίας υπό μορφή προσμίξεων ή υπολειμμάτων.

O4 Οι μη δεσμευόμενες εκπομπές οργανικών διαλυτών στον ατμοσφαιρικό αέρα. Συμπεριλαμβάνεται ο γενικός εξαερισμός των χώρων, κατά τον οποίο ελευθερώνεται αέρας στο εξωτερικό περιβάλλον μέσω παραθύρων, θυρών, αεραγωγών και ομοειδών ανοιγμάτων.

O5 Οι απώλειες οργανικών διαλυτών ή/και οργανικών ενώσεων που οφείλονται σε χημικές ή φυσικές αντιδράσεις (όπου συμπεριλαμβάνονται οι ποσότητες που καταστρέφονται με αποτέφρωση ή άλλες τεχνικές επεξεργασίας απαερίων ή λυμάτων, ή δεσμεύονται, εφόσον δεν υπολογίζονται στις ποσότητες Ο6, Ο7 ή Ο8).

O6 Οι οργανικοί διαλύτες που περιέχονται στα συλλεγόμενα απόβλητα.

O7 Οι οργανικοί διαλύτες, ή οι περιεχόμενοι σε μείγματα οργανικοί διαλύτες, που πωλούνται ή προορίζονται να πωληθούν ως προϊόν εμπορικής αξίας.

O8 Οι οργανικοί διαλύτες που περιέχονται σε μείγματα και ανακτώνται για να επαναχρησιμοποιηθούν, όχι όμως ως εισροές στη διεργασία, εφόσον δεν υπολογίζονται στην ποσότητα Ο7.

O9 Οι οργανικοί διαλύτες που ελευθερώνονται με άλλους τρόπους.

3.  Χρήση του σχεδίου διαχείρισης διαλυτών για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης

Η χρήση του σχεδίου διαχείρισης διαλυτών εξαρτάται από τη συγκεκριμένη απαίτηση, της οποίας η κάλυψη πρόκειται να εξακριβωθεί, ως εξής:

α)   Εξακρίβωση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του προγράμματος μείωσης που ορίζεται στο μέρος 5, με την οριακή τιμή συνολικών εκπομπών να εκφράζεται σε εκπομπές διαλυτών ανά μονάδα προϊόντος ή όπως άλλως αναφέρεται στα μέρη 2 και 3,

i)   για όλες τις δραστηριότητες για τις οποίες γίνεται χρήση του προγράμματος μείωσης του μέρους 5, καταρτίζεται κάθε χρόνο σχέδιο διαχείρισης διαλυτών για τον προσδιορισμό της κατανάλωσης (C). Η κατανάλωση υπολογίζεται από την εξίσωση:

C = I1 − O8

Παράλληλα, προσδιορίζεται η περιεκτικότητα των επιχρισμάτων σε στερεά συστατικά, ώστε να συνάγονται οι ετήσιες εκπομπές αναφοράς και οι εκπομπές στόχου κάθε χρόνο.

ii)   για την αξιολόγηση της τήρησης των οριακών τιμών συνολικών εκπομπών που εκφράζονται σε εκπομπές διαλυτών ανά μονάδα προϊόντος ή όπως άλλως αναφέρεται στα μέρη 2 και 3, , κάθε χρόνο καταρτίζεται σχέδιο διαχείρισης διαλυτών για τον προσδιορισμό των εκπομπών (Ε). Οι εκπομπές υπολογίζονται από την εξίσωση:

E = F + O1

Όπου F είναι οι διάχυτες εκπομπές, όπως ορίζονται στο στοιχείο β) (i). Η τιμή που προκύπτει διαιρείται στη συνέχεια διά της κατάλληλης παραμέτρου για το εκάστοτε προϊόν.

iii)   για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του στοιχείου β) (ii) της παραγράφου 6 του άρθρου 54, καταρτίζεται κάθε χρόνο σχέδιο διαχείρισης διαλυτών για τον προσδιορισμό των συνολικών εκπομπών από όλες τις εκάστοτε δραστηριότητες. Ο αριθμός αυτός συγκρίνεται στη συνέχεια με τις συνολικές εκπομπές που θα προέκυπταν, αν η εγκατάσταση πληρούσε τις απαιτήσεις των μερών 2, 3 και 5 για κάθε δραστηριότητα χωριστά.

β)   Προσδιορισμός των διάχυτων εκπομπών για παραβολή προς τις οριακές τιμές διάχυτων εκπομπών του μέρους 2 :

i)  Οι διάχυτες εκπομπές υπολογίζονται από μια από τις παρακάτω εξισώσεις:

F = I1 − O1 − O5 − O6 − O7 − O8

ή

F = O2 + O3 + O4 + O9

Η F προσδιορίζεται είτε με απευθείας μέτρηση των ποσοτήτων είτε με ισοδύναμη μέθοδο ή με υπολογισμό, για παράδειγμα με βάση την απόδοση της διεργασίας ως προς τη δέσμευση των εκπομπών.

Η οριακή τιμή διάχυτων εκπομπών εκφράζεται ως εκατοστιαία αναλογία των εισροών, οι οποίες υπολογίζονται από την ακόλουθη εξίσωση:

I = I1 + I2

ii)  Οι διάχυτες εκπομπές υπολογίζονται με μια σύντομη αλλά πλήρη σειρά μετρήσεων και ο προσδιορισμός αυτός δεν χρειάζεται να επαναληφθεί μέχρι να τροποποιηθεί ο εξοπλισμός.

Μέρος 8

 ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΟΡΙΑΚΕΣ ΤΙΜΕΣ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΣΤΑ ΑΠΑΕΡΙΑ 

1.  Προκειμένου για συνεχείς μετρήσεις, οι οριακές τιμές εκπομπών θεωρείται ότι τηρούνται εάν:

   α) κανένας από τους αριθμητικούς μέσους όρους όλων των έγκυρων μετρήσεων που έχουν καταγραφεί κατά ένα οποιοδήποτε 24ωρο λειτουργίας μιας εγκατάστασης ή δραστηριότητας εκτός από τις φάσεις εκκίνησης και διακοπής της λειτουργίας ή κατά τη συντήρηση του εξοπλισμού δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών,
   β) κανένας από τους ωριαίους μέσους όρους δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών κατά συντελεστή μεγαλύτερο του 1,5.

2.  Προκειμένου για περιοδικές μετρήσεις, οι οριακές τιμές εκπομπών θεωρείται ότι τηρούνται εάν σε μια σειρά μετρήσεων παρακολούθησης:

   α) ο μέσος όρος όλων των τιμών των μετρήσεων δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών,
   β) κανένας από τους ωριαίους μέσους όρους δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών κατά συντελεστή μεγαλύτερο του 1,5.

3.  Η συμμόρφωση προς τις διατάξεις του μέρους 5, εξακριβώνεται με βάση το άθροισμα των κατά μάζα συγκεντρώσεων των επιμέρους πτητικών οργανικών ενώσεων. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, η συμμόρφωση εξακριβώνεται με βάση τη συνολική μάζα των εκπομπών οργανικού άνθρακα, εκτός αν το μέρος 2 ορίζει διαφορετικά.

4.  Όγκοι αερίου μπορούν να προστίθενται στα απαέρια για ψύξη ή αραίωση όταν δικαιολογείται τεχνικώς, αλλά δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον προσδιορισμό της κατά μάζα συγκέντρωσης του ρύπου στα απαέρια.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

 ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΔΙΟΞΕΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΤΙΤΑΝΙΟΥ 

Μέρος 1

 ΟΡΙΑΚΕΣ ΤΙΜΕΣ ΓΙΑ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΣΤΑ ΥΔΑΤΑ 

1.  Στις περιπτώσεις εγκαταστάσεων που εφαρμόζουν τη μέθοδο των θειϊκών ιόντων (ως ετήσιος μέσος όρος) :

550 χιλιόγραμμα θειϊκών ιόντων ανά τόνο παραγομένου διοξειδίου του τιτανίου,

2.  Στις περιπτώσεις εγκαταστάσεων που εφαρμόζουν τη μέθοδο χλωριδίου (ως ετήσιος μέσος όρος) :

α)   130 χιλιόγραμμα χλωριδίου ανά τόνο παραγόμενου διοξειδίου του τιτανίου, όταν χρησιμοποιείται φυσικό ρουτίλιο,

β)   228 χιλιόγραμμα χλωριδίου ανά τόνο παραγόμενου διοξειδίου του τιτανίου, όταν χρησιμοποιείται συνθετικό ρουτίλιο,

γ)    330 χιλιόγραμμα χλωριδίου ανά τόνο παραγόμενου διοξειδίου του τιτανίου, όταν χρησιμοποιείται σκωρία.

3.  Σε εγκαταστάσεις που εφαρμόζουν τη μέθοδο χλωριδίου και χρησιμοποιούν περισσότερους του ενός τύπους μεταλλευμάτων, οι οριακές τιμές εκπομπών του σημείου 2 εφαρμόζονται ανάλογα με τις ποσότητες των χρησιμοποιουμένων μεταλλευμάτων.

Μέρος 2

 ΔΟΚΙΜΕΣ ΟΞΕΙΑΣ ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΟΣ

1.  Διεξάγονται δοκιμές οξείας τοξικότητος επί ορισμένων ειδών μαλακίων, οστράκων, ιχθύων και πλαγκτόν που ευρίσκονται συνήθως στις ζώνες απόρριψης. Επίσης διεξάγονται δοκιμές επί δειγμάτων γαρίδας των αλυκών του είδους Artemia salina.

2.  Μέγιστη θνησιμότητα που προκύπτει από τις δοκιμές του σημείου 1 για χρονική περίοδο 36 ωρών και με αραίωση εκροών 1 προς 5 000:

   α) όσον αφορά τα ενήλικα άτομα των υπό εξέταση ειδών : θνησιμότητα 20%,
   β) όσον αφορά τις προνύμφες των υπό εξέταση ειδών: θνησιμότητα υψηλότερη της ομάδας μάρτυρα.

Μέρος 3

 ΟΡΙΑΚΕΣ ΤΙΜΕΣ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΣΤΟΝ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΟ ΑΕΡΑ 

1.  Οι οριακές τιμές εκπομπών που εκφράζονται ως συγκεντρώσεις κατά μάζα ανά κυβικό μέτρο (Nm³) υπολογίζονται σε θερμοκρασία 273, 15 Κ πίεση 101, 3 kPa και αφού διορθωθούν για τους περιεχόμενους στα απαέρια υδρατμούς

2.  Για τη σκόνη, ωριαία μέση τιμή 50 mg/Nm³,

3.  Για αέριο διοξείδιο και τριοξείδιο του θείου, συμπεριλαμβανομένων των οξίνων σταγονιδίων υπολογιζόμενων ως ισοδύναμο SO2,

α)   6 kg ανά τόνο παραγομένου διοξειδίου του τιτανίου ως ετήσιος μέσος όρος

β)   500 mg/Nm³ ως ωριαίος μέσος όρος για μονάδες συμπύκνωσης όξινων αποβλήτων,

4.  Για χλώριο στην περίπτωση εγκαταστάσεων που εφαρμόζουν τη μέθοδο του χλωριδίου:

α)    5 mg/Nm³ ως ημερήσιος μέσος όρος

β)   ανά πάσα στιγμή τα 40 mg/Nm³.

Μέρος 4

 ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΑΠΟΡΡΙΨΕΙΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΑΠΟ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΔΙΟΞΕΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΤΙΤΑΝΙΟΥ ΣΤΑ ΥΔΑΤΑ 

1.  Η στήλη νερού ελέγχεται τουλάχιστον τρεις φορές ετησίως, με παρακολούθηση του μη διηθημένου ή του διηθημένου νερού, με τον προσδιορισμό των ακόλουθων παραμέτρων: 

   α) στην περίπτωση ελέγχου μη διηθημένου νερού: θερμοκρασία, αλατότητα ή αγωγιμότητα στους 20°C, pH, διαλυμένο O2, θολερότητα ή αιωρούμενες ουσίες, διαλυμένος και αιωρούμενος Fe, Ti,
   β) στην περίπτωση ελέγχου διηθημένου νερού: 
   i) σε νερό διηθημένο με διηθητική μεμβράνη πορώδους 0, 45 μm: διαλυμένος Fe,
   ii) στα αιωρούμενα στερεά που συγκρατούνται από τη διηθητική μεμβράνη πορώδους 0, 45 μm: Fe, υδροξείδια και ένυδρα οξείδια του σιδήρου.

2.  Τα ιζήματα ελέγχονται τουλάχιστον μία φορά ετησίως με τη λήψη δειγμάτων από το άνω στρώμα του ιζήματος όσο το δυνατόν πλησιέστερα στην επιφάνεια και με τον προσδιορισμό των ακόλουθων παραμέτρων στα εν λόγω δείγματα: Ti, Fe, υδροξείδια και ένυδρα οξείδια του σιδήρου. 

3.  Οι ζώντες οργανισμοί ελέγχονται τουλάχιστον μία φορά ετησίως με προσδιορισμό της συγκέντρωσης των ακόλουθων ουσιών σε αντιπροσωπευτικά είδη της περιοχής: Ti, Cr, Fe, Ni, Zn, Pb, και με τον προσδιορισμό της ποικιλίας και της σχετικής αφθονίας της βενθικής πανίδας, και της παρουσίας παθολογικών και ανατομικών αλλοιώσεων στα ψάρια.

4.  Κατά τη διάρκεια των διαδοχικών δειγματοληψιών, τα δείγματα λαμβάνονται στις ίδιες τοποθεσίες και βάθη και υπό τις ίδιες συνθήκες.

Μέρος 5

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ

Η παρακολούθηση των εκπομπών στην ατμόσφαιρα περιλαμβάνει τη συνεχή παρακολούθηση τουλάχιστον των ακόλουθων:

α)   SO2 από μονάδες για τη συγκέντρωση απόβλητων οξέων σε εγκαταστάσεις που εφαρμόζουν τη μέθοδο θειικών ιόντων

   β) χλωρίου από τις εγκαταστάσεις που εφαρμόζουν τη μέθοδο χλωριδίου
   γ) σκόνη από τις μεγάλες πηγές.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΧ

Μέρος Α

Καταργούμενες οδηγίες με τις διαδοχικές τους τροποποιήσεις

(άρθρο 72)

Οδηγία 78/176/EOK του Συμβουλίου

(ΕΕ L 54, 25.2.1978, σ. 19)

Οδηγία 83/29/EOK του Συμβουλίου

(ΕΕ L 32, 3.2.1983, σ. 28)

Οδηγία 91/692/EOK του Συμβουλίου

(ΕΕ L 377, 31.12.1991, σ. 48)

μόνο το Παράρτημα Ι, στοιχείο β)

Οδηγία 82/883/EOK του Συμβουλίου

(ΕΕ L 378, 31.12.1982, σ. 1)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 807/2003 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 122, 16.5.2003, σ. 36)

μόνο το Παράρτημα III, σημείο 34

Οδηγία 92/112/EOK του Συμβουλίου

(ΕΕ L 409, 31.12.1992, σ. 11)

Οδηγία 96/61/EΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 257, 10.10.1996, σ. 26)

Οδηγία 2003/35/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 156, 25.6.2003, σ. 17)

μόνο το άρθρο 4 και το Παράρτημα II

Οδηγία 2003/87/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 275, 25.10.2003, σ. 32)

μόνο το άρθρο 26·

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 284, 31.10.2003, σ. 1)

μόνο το Παράρτημα III, σημείο 61

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 166/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 33, 4.2.2006, σ. 1)

μόνο το άρθρο 21, παράγραφος 2

Οδηγία 1999/13/EΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 85, 29.3.1999, σ. 1)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 284, 31.10.2003, σ. 1)

μόνο το Παράρτημα I, σημείο 17

Οδηγία 2004/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 143, 30.4.2004, σ. 87)

μόνο το άρθρο 13, παράγραφος 1

Οδηγία 2000/76/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 332, 28.12.2000, σ. 91)

Οδηγία 2001/80/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 309, 27.11.2001, σ. 1)

Οδηγία 2006/105/EΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 363, 20.12.2006, σ. 368)

μόνο το Παράρτημα, μέρος B σημείο 2

ΜΕΡΟΣ Β

Κατάλογος με τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο (άρθρο 72)

Οδηγία

Προθεσμία για τη μεταφορά

Προθεσμία για την εφαρμογή

78/176/ΕΟΚ

25 Φεβρουαρίου 1979

82/883/ΕΟΚ

31 Δεκεμβρίου 1984

92/112/ΕΟΚ

15 Ιουνίου 1993

96/61/ΕΚ

30 Οκτωβρίου 1999

1999/13/ΕΚ

1 Απριλίου 2001

2000/76/ΕΚ

28 Δεκεμβρίου 2000

28 Δεκεμβρίου 2002

28 Δεκεμβρίου 2005

2001/80/ΕΚ

27 Νοεμβρίου 2002

27 Νοεμβρίου 2004

2003/35/ΕΚ

25 Ιουνίου 2005

2003/87/ΕΚ

31 Δεκεμβρίου 2003

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Χ

Πίνακας αντιστοιχίας

Οδηγία 78/176/EΟΚ

Οδηγία 82/883/EΟΚ

Οδηγία 92/112/EΟΚ

Οδηγία 96/61/ΕΚ

Οδηγία 1999/13/ΕΚ

Οδηγία 2000/76/ΕΚ

Οδηγία 2001/80/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 1 πρώτη παράγραφος

Άρθρο 1

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 25

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία γ), δ) και ε)

---

Άρθρο 2

Άρθρο 61

Άρθρο 3

Άρθρο 12 σημεία (4) και (5)

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 3, εισαγωγή και παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 12 σημεία 4) και 5)

Άρθρο 6

Άρθρο 12 σημεία (4) και (5)

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 64 παράγραφος 1 και παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3

---

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 64, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 62 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 28, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 9

---

Άρθρο 10

---

Άρθρο 11

Άρθρο 13

Άρθρο 12

---

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 66

Άρθρο 13 παράγραφοι 2, 3 και 4

---

Άρθρο 14

---

Άρθρο 15

Άρθρο 14

Άρθρο 12

Άρθρο 21

Άρθρο 15

Άρθρο 21

Άρθρο 18 παράγραφοι 1 και 3

Άρθρο 71

Άρθρο 16

Άρθρο 15

Άρθρο 13

Άρθρο 23

Άρθρο 17

Άρθρο 23

Άρθρο 20

Άρθρο 75

Παράρτημα I

---

Παράρτημα ΙΙ-Α εισαγωγή και σημείο 1

---

Παράρτημα II-A σημείο 2

Παράρτημα VIII,μέρος 2

Παράρτημα II-B

---

Άρθρο 2

---

Άρθρο 3

---

Άρθρο 4 παρ. 1 και παρ. 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 64 παράγραφος 3

Άρθρο 4, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο

Παράρτημα VIII,μέρος 4

Άρθρο 4 παρ. 3 και 4

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 64 παράγραφος 4

Άρθρο 5

---

Άρθρο 6

---

Άρθρο 7

---

Άρθρο 8

---

Άρθρο 9

---

Άρθρο 10

Άρθρο 69

Άρθρο 11 παρ. 1

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρο 69 παράγραφος 1

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 69 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παρ.2 και 3

---

Άρθρο 12

---

Άρθρο 13

---

Παράρτημα I

---

Παράρτημα II

Παράρτημα VIII, μέρος 4

Παράρτημα III

Παράρτημα VIII, μέρος 4

Παράρτημα IV

---

Παράρτημα V

---

Άρθρο 2 παράγραφος 1 εισαγωγή

---

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) εισαγωγή και πρώτη περίπτωση

---

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 61 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) τρίτη περίπτωση και στοιχείο β) τρίτη περίπτωση

Άρθρο 61 παράγραφος 4

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) τέταρτη, πέμπτη, έκτη και έβδομη περίπτωση

---

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) εισαγωγή και πρώτη, τέταρτη, πέμπτη, έκτη και έβδομη περίπτωση

---

Άρθρο 2 παράγραφος 1, στοιχείο β) δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 61 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

---

Άρθρο 2 παράγραφος 2

---

Άρθρο 3

Άρθρο 61

Άρθρο 4

Άρθρο 61

Άρθρο 5

---

Άρθρο 6 πρώτο εδάφιο εισαγωγή

Άρθρο 62 παράγραφος 1

Άρθρο 6 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)

Παράρτημα VIII μέρος 1 σημείο 1

Άρθρο 6, 1ο εδάφιο στοιχείο β)

Παράρτημα VIII μέρος 1 σημείο 2

Άρθρο 6, 2ο εδάφιο

Παράρτημα VIII μέρος 1 σημείο 3

Άρθρο 7

---

Άρθρο 8

---

Άρθρο 9 παράγραφος 1 εισαγωγή

Άρθρο 63 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) εισαγωγή

---

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i)

Παράρτημα VIII μέρος 3 σημείο 2

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii)

Παράρτημα VIII μέρος 3 σημείο 3 εισαγωγή και σημείο 3 στοιχείο α)

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iii)

Άρθρο 63 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv)

Παράρτημα VIII μέρος 3 σημείο 3 στοιχείο β)

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο v)

---

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Παράρτημα VIII μέρος 3 σημείο 4

Άρθρο 9 παράγραφοι 2 και 3

---

Άρθρο 10

Άρθρο 64

Άρθρο 11

Άρθρο 12 σημεία 4 και 5

Παράρτημα

---

Άρθρο 2 εισαγωγή

Άρθρο 3 εισαγωγή

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 14

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 4

---

Άρθρο 2 παράγραφος 5

Άρθρο 2 παράγραφος 9

Άρθρο 3 παράγραφος 8

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 2 παράγραφος 6

Άρθρο 2 παράγραφος 13

Άρθρο 3 παράγραφος 9

Άρθρο 2 παράγραφος 3 πρώτο μέρος

Άρθρο 3 παράγραφος 5

Άρθρο 2 παράγραφος 7

Άρθρο 3 παράγραφος 6

Άρθρο 2 παράγραφος 8

Άρθρο 2 παράγραφος 5

Άρθρο 65

Άρθρο 2 παράγραφος 9 πρώτη φράση

Άρθρο 2 παράγραφος 7

Άρθρο 3 παράγραφος 12

Άρθρο 3 παράγραφος 7

Άρθρο 2 παράγραφος 9 δεύτερη φράση

Άρθρο 4 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 4, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο α)

---

Άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο β) πρώτο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 8

Άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο β) δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 21 παράγραφος 3

Άρθρο 2, παράγραφος 11, πρώτο εδάφιο και πρώτη, δεύτερη και τρίτη περίπτωση

Άρθρο 3 παράγραφος 9

Άρθρο 2, παράγραφος 11, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 2 και άρθρο 15 παράγραφος 4

Άρθρο 2 παράγραφος 12

Άρθρο 2 παράγραφος 6

Άρθρο 3 παράγραφος 11

Άρθρο 2 παράγραφος 5

Άρθρο 3 παράγραφος 11

Άρθρο 2 παράγραφος 13

Άρθρο 3 παράγραφος 12

Άρθρο 2 παράγραφος 14

Άρθρο 3 παράγραφος 13

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 3 παράγραφοι 14, 15, 16, 17 και 18

Άρθρο 3 πρώτο εδάφιο εισαγωγή

Άρθρο 12 εισαγωγή

Άρθρο 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 12 παράγραφος 3

Άρθρο 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ)

Άρθρο 12 παράγραφοι 4 και 5

Άρθρο 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ)

Άρθρο 12 παράγραφος 6

Άρθρο 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο ε)

Άρθρο 12 παράγραφος 7

Άρθρο 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο στ)

Άρθρο 12 παράγραφος 8

Άρθρο 3 δεύτερο εδάφιο

---

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 73 παράγραφοι 1 και 2

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 73 παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 71, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 1 εισαγωγή

Άρθρο 13 παράγραφος 1 εισαγωγή

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο πρώτη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο τρίτη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο δ).

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο ε)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο πέμπτη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο στ)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο έκτη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο ζ)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο έβδομη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο η).

Άρθρο 6 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο όγδοη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο θ)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο ένατη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο ι).

Άρθρο 6 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο δέκατη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο ια).

Άρθρο 6, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 13, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 13 παράγραφος 2

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 14

Άρθρο 7

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 8 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 8 δεύτερο εδάφιο

---

Άρθρο 9 παράγραφος 1, πρώτο μέρος της φράσης

Άρθρο 15 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 1, δεύτερο μέρος της φράσης

---

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 3

Άρθρο 9 παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, πρώτη και δεύτερη φράση

Άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο εισαγωγή και στοιχεία α) και β)

Άρθρο 9 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο τρίτη φράση

Άρθρο 15 παράγραφος 2

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 15 παράγραφοι 3, 4 και 5

Άρθρο 9, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο

---

Άρθρο 9 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 9, παράγραφος 3, τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 3 πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 10 παράγραφος 3

Άρθρο 9 παράγραφος 3, έκτο εδάφιο

Άρθρο 10 παράγραφος 4

Άρθρο 9 παράγραφος 4, πρώτο μέρος της πρώτης φράσης

Άρθρο 16 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 4, δεύτερο μέρος της πρώτης φράσης

Άρθρο 16 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 4 δεύτερη φράση

Άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο στ)

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 16, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 16 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο και παράγραφοι 4 και 5

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 17

Άρθρο 9 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο γ)

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο δ)

Άρθρο 9, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο

---

Άρθρο 9 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο ε)

Άρθρο 9, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο

---

Άρθρο 9 παράγραφος 7

---

Άρθρο 9 παράγραφος 8

Άρθρο 7 και άρθρο 18 παράγραφος 1

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 18 παράγραφοι 2, 3 και 4

Άρθρο 10

Άρθρο 19

Άρθρο 11

Άρθρο 20

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 21 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφος 2 πρώτη φράση

Άρθρο 21 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 12 παράγραφος 2 δεύτερη φράση

Άρθρο 21, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 12 παράγραφος 2 τρίτη φράση

---

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 22 παράγραφος 1

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 22 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 13 παράγραφος 2 εισαγωγή

Άρθρο 22 παράγραφος 4 εισαγωγή

Άρθρο 13 παράγραφος 2 πρώτη περίπτωση

Άρθρο 22 παράγραφος 4 στοιχείο α)

Άρθρο 13 παράγραφος 2 δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 22 παράγραφος 4 στοιχείο β)

Άρθρο 13 παράγραφος 2 τρίτη περίπτωση

Άρθρο 22 παράγραφος 4 στοιχείο γ)

Άρθρο 13 παράγραφος 2, τέταρτη περίπτωση

---

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 22 παράγραφος 4 στοιχείο δ).

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 23

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 24

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 25 παράγραφος 1 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 14 εισαγωγή

Άρθρο 9 παράγραφος 1 πρώτο μέρος της φράσης και άρθρο 25 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο, εισαγωγή

Άρθρο 14 πρώτη περίπτωση

Άρθρο 9 παράγραφος 1, δεύτερο μέρος της φράσης

Άρθρο 14 δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 8 σημείο 2) και άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 14 τρίτη περίπτωση

Άρθρο 25 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 25 παράγραφοι 2 έως 7

Άρθρο 15 παράγραφος 1 εισαγωγή και πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 12 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 26 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο και στοιχεία α) και β)

Άρθρο 15 παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση

Άρθρο 26 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ)

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 26 παράγραφος 1 στοιχείο δ).

Άρθρο 15, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 26, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

---

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 26 παράγραφος 2 στοιχείο η).

Άρθρο 15 παράγραφος 4

Άρθρο 26 παράγραφος 3

Άρθρο 15 παράγραφος 5

Άρθρο 26 παράγραφος 2 εισαγωγή και στοιχεία α) και β)

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 26 παράγραφος 2, στοιχεία γ) έως ζ)

Άρθρο 15α πρώτο εδάφιο

Άρθρο 27 παράγραφος 1

Άρθρο 15α δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 27 παράγραφος 2

Άρθρο 15α τρίτο εδάφιο

Άρθρο 27 παράγραφος 3

Άρθρο 15α τέταρτο και πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 27 παράγραφος 4

Άρθρο 15α έκτο εδάφιο

Άρθρο 27 παράγραφος 5

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 1, πρώτη φράση και παράγραφος 2

Άρθρο 66 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 66 παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 16 παράγραφος 2 πρώτη φράση

Άρθρο 29 εισαγωγή

Άρθρο 16 παράγραφος 2 δεύτερη φράση

---

Άρθρο 16 παράγραφος 3 πρώτη φράση

Άρθρο 11 παράγραφος 1 δεύτερη φράση

Άρθρο 66 παράγραφος 2

Άρθρο 16 παράγραφος 3 δεύτερη φράση

---

Άρθρο 16 παράγραφος 3 τρίτη φράση

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Άρθρο 66 παράγραφος 3

Άρθρο 16 παράγραφος 4

---

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 67

---

---

---

---

---

---

---

---

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 29

Άρθρο 17

Άρθρο 11

Άρθρο 28

Άρθρο 18 παράγραφος 1

---

Άρθρο 18 παράγραφος 2

Άρθρο 16, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφοι 2 και 3

---

Άρθρο 20 παράγραφοι 1 και 2

---

Άρθρο 20 παράγραφος 3

Άρθρο 18

Άρθρο 17

Άρθρο 72

Άρθρο 22

Άρθρο 16

Άρθρο 22

Άρθρο 19

Άρθρο 74

---

---

---

---

---

---

---

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Παράρτημα Ι πρώτο εδάφιο της εισαγωγής

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Παράρτημα Ι δεύτερο εδάφιο της εισαγωγής

Παράρτημα Ι πρώτο εδάφιο της εισαγωγής

---

---

---

---

---

---

---

Παράρτημα Ι δεύτερο και τρίτο εδαφιο της εισαγωγής

Παράρτημα I, σημείο 1

Παράρτημα I, σημείο 1

Παράρτημα I σημεία 2.1 έως 2.5 β)

Παράρτημα I σημεία 2.1 έως 2.5 β)

---

---

---

---

---

---

---

Παράρτημα I, σημείο 2.5 γ)

Παράρτημα I, σημείο 2.6

Παράρτημα I, σημείο 2.6

Παράρτημα I, σημείο 3

Παράρτημα I, σημείο 3

Παράρτημα I σημεία 4.1 έως 4.6

Παράρτημα I σημεία 4.1 έως 4.6

---

---

---

---

---

---

---

Παράρτημα I, σημείο 4.7

Παράρτημα Ι, σημείο 5 εισαγωγή

---

Παράρτημα I σημεία 5.1 έως 5.3 β)

Παράρτημα I σημεία 5.1 έως 5.3 β)

---

---

---

---

---

---

---

Παράρτημα I, σημείο 5.3 στοιχεία γ) έως ε)

Παράρτημα I, σημείο 5.4

Παράρτημα I, σημείο 5.4

Παράρτημα I σημεία 6.1 α) και β)

Παράρτημα I σημεία 6.1 α) και β)

---

---

---

---

---

---

---

Παράρτημα I, σημείο 6.1 γ)

Παράρτημα I σημεία 6.2 έως 6.4 β)

Παράρτημα I σημεία 6.2 έως 6.4 β) (ii)

---

---

---

---

---

---

---

Παράρτημα I σημείο 6.4 β) (iii)

Παράρτημα I, σημεία 6.4 γ) έως 6.6 γ)

Παράρτημα I, σημεία 6.4 γ) έως 6.6 γ)

---

---

---

---

---

---

---

Παράρτημα I, σημείο 6.6 γ) τελευταία φράση

Παράρτημα I σημεία 6.7 έως 6.8

Παράρτημα I σημεία 6.7 έως 6.8

---

---

---

---

---

---

---

Παράρτημα I σημεία 6.9 έως 6.10

Παράρτημα II

---

Παράρτημα III

Παράρτημα II

---

---

---

---

---

---

---

Παράρτημα II σημείο 13

Παράρτημα IV εισαγωγή

Άρθρο 3 παράγραφος 9

Παράρτημα IV σημεία 1 έως 11

Παράρτημα III

Παράρτημα IV σημείο 12

---

Παράρτημα V σημείο 1 α)

Παράρτημα IV σημείο 1 α)

---

---

---

---

---

---

---

Παράρτημα IV σημείο 1 β)

Παράρτημα V σημείο 1 στοιχεία α) έως ζ)

Παράρτημα IV σημείο 1 στοιχεία γ) έως η)

Παράρτημα V σημεία 2 έως 5

Παράρτημα IV σημεία 2 έως 5

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 51 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 3

---

Άρθρο 2 παράγραφος 4

Άρθρο 57 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 8

Άρθρο 4 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 10

Άρθρο 51 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 11

Άρθρο 51 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 12

Άρθρο 51 παράγραφος 4

Άρθρο 2 παράγραφος 15

Άρθρο 51 παράγραφος 5

Άρθρο 2 παράγραφος 16

Άρθρο 3 παράγραφος 33

Άρθρο 2 παράγραφος 17

Άρθρο 3 παράγραφος 34

Άρθρο 2 παράγραφος 18

Άρθρο 3 παράγραφος 35

Άρθρο 2 παράγραφος 19

---

Άρθρο 2 παράγραφος 20

Άρθρο 3 παράγραφος 36

Άρθρο 2 παράγραφος 21

Άρθρο 51 παράγραφος 6

Άρθρο 2 παράγραφος 22

Άρθρο 51 παράγραφος 7

Άρθρο 2 παράγραφος 23

Άρθρο 51 παράγραφος 8

Άρθρο 2 παράγραφος 24

Άρθρο 51 παράγραφος 9

Άρθρο 2 παράγραφος 25

Άρθρο 51 παράγραφος 10

Άρθρο 2 παράγραφος 26

Άρθρο 51 παράγραφος 11

Άρθρο 2 παράγραφος 27

---

Άρθρο 2 παράγραφος 28

Άρθρο 57 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 29

---

Άρθρο 2 παράγραφος 30

Άρθρο 51 παράγραφος 12

Άρθρο 2 παράγραφος 31

Παράρτημα VII μέρος 2 πρώτη φράση

Παράρτημα VIII μέρος 3 σημείο 1

Άρθρο 2 παράγραφος 32

---

Άρθρο 2 παράγραφος 33

Άρθρο 51 παράγραφος 13

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 4, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφοι 1 έως 3

Άρθρο 4 παράγραφος 1 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφος 4

Άρθρο 57 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 53 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 53 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο α)

Άρθρο 53 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο β)

Άρθρο 53 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 53 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφος 4

---

Άρθρο 5 παράγραφος 5

Άρθρο 53 παράγραφος 6

Άρθρο 5 παράγραφος 6

Άρθρο 52

Άρθρο 5 παράγραφος 7

Παράρτημα VII μέρος 4 σημείο 1

Άρθρο 5 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο

Παράρτημα VII μέρος 4 σημείο 2

Άρθρο 5 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 53 παράγραφος 5

Άρθρο 5 παράγραφος 9

---

Άρθρο 5 παράγραφος 10

Άρθρο 53 παράγραφος 7

Άρθρο 5 παράγραφοι 11, 12 και 13

---

Άρθρο 6

---

Άρθρο 7 παράγραφος 1 εισαγωγή και πρώτη, δεύτερη, τρίτη και τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 58

Άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο μέρος

---

Άρθρο 7 παράγραφος 2

---

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 8, εισαγωγή και σημείο 1

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Παράρτημα VII μέρος 6 σημείο 1

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Παράρτημα VII μέρος 6 σημείο 2

Άρθρο 8 παράγραφος 4

Παράρτημα VII μέρος 6 σημείο 3

Άρθρο 8 παράγραφος 5

---

Άρθρο 9 παράγραφος 1 εισαγωγή

Άρθρο 56 παράγραφος 1 εισαγωγή

Άρθρο 9 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, πρώτη, δεύτερη και τρίτη περίπτωση

Άρθρο 56 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 9, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 56 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Παράρτημα VII μέρος 8 σημείο 4

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 57 παράγραφος 3

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Παράρτημα VII μέρος 8 σημείο 1

Άρθρο 9 παράγραφος 4

Παράρτημα VII μέρος 8 σημείο 2

Άρθρο 9 παράγραφος 5

Παράρτημα VII μέρος 8 σημείο 3

Άρθρο 10

Άρθρο 4 παράγραφος 9

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 1 τρίτη και έκτη φράση

---

Άρθρο 12, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 59 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 12 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 59, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 59 παράγραφος 2

Άρθρο 12 παράγραφος 3

Άρθρο 59 παράγραφος 3

Άρθρο 13 παράγραφοι 2 και 3

---

Άρθρο 14

Άρθρο 19

Άρθρο 16

Άρθρο 70

Παράρτημα Ι πρώτη και δεύτερη φράση της εισαγωγής

Άρθρο 50

Παράρτημα Ι τρίτη φράση της εισαγωγής και κατάλογος δραστηριοτήτων

Παράρτημα VII, μέρος 1

Παράρτημα II-A μέρος I

Παράρτημα VII, μέρος 2

Παράρτημα IIA, μέρος 2

Παράρτημα VII, μέρος 3

Παράρτημα ΙΙ-Α μέρος ΙΙ τελευταία φράση της παραγράφου 6

---

Παράρτημα II-B, σημείο 1, πρώτη και δεύτερη φράση