Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που αφορά την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με φόρους, δασμούς και άλλα μέτρα (COM(2009)0028 – C6-0061/2009 – 2009/0007(CNS))
(Ειδική νομοθετική διαδικασία – Διαβούλευση)
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2009)0028),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 93 και 94 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0061/2009),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, με τίτλο "Συνέπειες της έναρξης ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας στις τρέχουσες διοργανικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων" (COM(2009)0665),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 113 και 115 της Συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7-0002/2010),
1. εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·
2. καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 293, παράγραφος 2, της Συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ·
3. καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·
4. ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·
5. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
6α. Κάθε κράτος μέλος δημιουργεί ενδεδειγμένα συστήματα ελέγχου για την κεντρική του υπηρεσία διασύνδεσης ή τις υπηρεσίες διασύνδεσης που έχει ορίσει ως τμήματα διασύνδεσης για την επίτευξη διαφανούς και οικονομικά αποδοτικής οργάνωσης, και προς το σκοπό αυτό συντάσσει, στο πλαίσιο ετήσιου ελέγχου, μια προσβάσιμη στο κοινό έκθεση σχετικά με το θέμα αυτό.
1. Κατόπιν αιτήσεως μιας κεντρικής υπηρεσίας διασύνδεσης, η υπηρεσία διασύνδεσης ή οποιαδήποτε υπηρεσία διασύνδεσης ενός κράτους μέλους (εφεξής "αιτούσα αρχή"), η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, μια υπηρεσία διασύνδεσης ή οποιαδήποτε υπηρεσία διασύνδεσης του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση (εφεξής "αρχή-αποδέκτης αιτήματος") παρέχει οιεσδήποτε πληροφορίες ενδέχεται να αφορούν την αιτούσα αρχή για την είσπραξη απαιτήσεων της σύμφωνα με το άρθρο 2.
1. Οι κεντρικές υπηρεσίες διασύνδεσης ανταλλάσουν με τις κεντρικές υπηρεσίες διασύνδεσης των λοιπών κρατών μελών οιεσδήποτε πληροφορίες ενδέχεται να αφορούν τις τελευταίες αυτές υπηρεσίες για την είσπραξη των απαιτήσεών τους σύμφωνα με το άρθρο 2.
Τροπολογία 3 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 5
Οι κεντρικές υπηρεσίες διασύνδεσης ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με επιστροφές φόρων, εκτός από τον φόρο προστιθέμενης αξίας, από τις εθνικές φορολογικές αρχές, εάν οι εν λόγω επιστροφές αφορούν άτομα τα οποία είναι εγκατεστημένα σε άλλο κράτος μέλος και ποσά άνω των 10 000 ευρώ.
Οι κεντρικές υπηρεσίες διασύνδεσης ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με επιστροφές φόρων, εκτός από τον φόρο προστιθέμενης αξίας, από τις εθνικές φορολογικές αρχές, εάν οι εν λόγω επιστροφές αφορούν άτομα τα οποία είναι εγκατεστημένα σε άλλο κράτος μέλος.
2. Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αρχής-αποδέκτη της αίτησης και σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει η τελευταία, υπάλληλοι εξουσιοδοτημένοι από την αιτούσα αρχή δύνανται, για τους σκοπούς της λήψης πληροφοριών που αναφέρεται από το άρθρο 4 παράγραφος 1, να είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες οι οποίες διεξάγονται στο έδαφος του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.
2. Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αρχής-αποδέκτη της αίτησης και σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει η τελευταία, υπάλληλοι εξουσιοδοτημένοι από την αιτούσα αρχή δύνανται, για τους σκοπούς της λήψης πληροφοριών που αναφέρεται στην παρούσα οδηγία, να είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες οι οποίες διεξάγονται στο έδαφος του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.
Στην περίπτωση που υπάλληλοι του αιτούντος κράτους μέλους είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες δυνάμει του πρώτου εδαφίου, δύνανται να ασκούν τις εξουσίες ελέγχου που έχουν ανατεθεί στους υπαλλήλους του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, με την προϋπόθεση ότι ασκούν τις εν λόγω εξουσίες σύμφωνα με τους νόμους, τους κανονισμούς ή τις διοικητικές διατάξεις του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.
Στην περίπτωση που υπάλληλοι της αιτούσας αρχής είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες δυνάμει του πρώτου εδαφίου, δύνανται, εφόσον έχει συμφωνηθεί, να ασκούν τις εξουσίες ελέγχου που έχουν ανατεθεί στους υπαλλήλους της αρχής προς την οποία απευθύνεται η αίτηση, με την προϋπόθεση ότι ασκούν τις εν λόγω εξουσίες σύμφωνα με τους νόμους, τους κανονισμούς ή τις διοικητικές διατάξεις του κράτους μέλους της αρχής προς την οποία απευθύνεται η αίτηση.
Κάθε άρνηση του ατόμου που υπόκειται σε έρευνα να σεβαστεί τα μέτρα ελέγχου των υπαλλήλων του αιτούντος κράτους μέλους, αντιμετωπίζεται από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ως άρνηση κατά των δικών της υπαλλήλων.
Εφόσον έχει συναφθεί συμφωνία μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αρχής αποδέκτη της αίτησης σχετικά με τις εξουσίες ελέγχου που ανατίθενται σε υπαλλήλους της αρχής αποδέκτη, κάθε άρνηση του ατόμου που υπόκειται σε έρευνα να σεβαστεί τα μέτρα ελέγχου των υπαλλήλων της αιτούσας αρχής , αντιμετωπίζεται από την αρχή προς την οποία απευθύνεται η αίτηση ως άρνηση κατά των δικών της υπαλλήλων.
β) αποστέλλοντας, με συστημένη αλληλογραφία ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ένα τυποποιημένο έντυπο στο οποίο επισυνάπτεται η πράξη ή η απόφαση η οποία προέρχεται από το αιτούν κράτος μέλος· για το τυποποιημένο αυτό έντυπο, χρησιμοποιείται το πρότυπο που παρατίθεται στο παράρτημα Ι.
β) αποστέλλοντας, με συστημένη αλληλογραφία ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ένα τυποποιημένο έντυπο ή πιστοποιημένο αντίγραφό του, στο οποίο επισυνάπτεται η πράξη ή η απόφαση η οποία προέρχεται από το αιτούν κράτος μέλος· για το τυποποιημένο αυτό έντυπο, χρησιμοποιείται το πρότυπο που παρατίθεται στο παράρτημα Ι.
3. Το συνολικό ποσό της απαίτησης που εισπράττεται από την αρχή-αποδέκτη της αίτησης μεταφέρεται στο αιτούν κράτος μέλος.
3. Το συνολικό ποσό της απαίτησης που εισπράττεται από την αρχή-αποδέκτη της αίτησης μεταφέρεται εντός 14 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης στο αιτούν κράτος μέλος.
Τροπολογία 7 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 23 α (νέο)
Άρθρο 23 α Παρακολούθηση των δραστηριοτήτων που εκτελούνται στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας
Οι κεντρικές υπηρεσίες διασύνδεσης εκδίδουν ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες συνεργασίας που έχουν εκτελεστεί κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει τουλάχιστον τον αριθμό των αιτήσεων που έχουν παραληφθεί και εκδοθεί, τη συνέχεια που έχει δοθεί σχετικά με τις αιτήσεις αυτές, τους λόγους που έχουν αναφερθεί σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης, τον χρόνο που απαιτήθηκε για τη διεκπεραίωσή τους, το ποσό των απαιτήσεων και τα ποσά που έχουν πραγματικά εισπραχθεί. Η έκθεση αυτή παραπέμπεται για γνωμοδότηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Επιτροπή.
Η Επιτροπή στηρίζει την καλή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και παρακολουθεί σε συνεχή βάση οποιεσδήποτε καταγγελίες σχετικά με ελλείψεις στην ανταλλαγή πληροφοριών ή την συνδρομή μεταξύ των κρατών μελών με στόχο την είσπραξη των απαιτήσεων που προβλέπει η παρούσα οδηγία.
Τροπολογία 9 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 27 α (νέο)
Άρθρο 27α Ανάλυση της Επιτροπής
Η Επιτροπή πραγματοποιεί συγκριτική ανάλυση σχετικά με ευρύ φάσμα μέσων είσπραξης φόρων που προβλέπονται στους φορολογικούς κώδικες κρατών μελών, όπως είναι οι εντολές είσπραξης, οι απαιτήσεις εισπράξεων που καθορίζονται στα στοιχεία ακίνητης περιουσίας, οι εμπράγματες ασφάλειες, οι προθεσμίες της διαδικασίας επιβολής που απαιτείται δια νόμου και εφαρμόζεται εμπράκτως προκειμένου να διευκολύνεται η εφαρμογή της βέλτιστης πρακτικής για την είσπραξη φόρων στα κράτη μέλη.