Θεσμικές πτυχές της προσχώρησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 19ης Μαΐου 2010 σχετικά με τις θεσμικές πτυχές της προσχώρησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (2009/2241(INI))
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 6, παράγραφος 2, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα άρθρα 216, παράγραφος 2, 218, παράγραφοι 6, 8 και 10 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και το πρωτόκολλο σχετικά με το άρθρο 6, παράγραφος 2, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά την προσχώρηση της Ένωσης στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (εφεξής ΕΣΔΑ),
– έχοντας υπόψη την απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της 14ης Ιανουαρίου 2010 με την οποία επιτρέπεται η εφαρμογή του άρθρου 50 του Κανονισμού (διαδικασία συνδεδεμένων επιτροπών)(1),
– έχοντας υπόψη τo άρθρο 48 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, και της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0144/2010),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με πάγια νομολογία από τις αποφάσεις για τις υποθέσεις Internationale Handelsgesellschaft, της 17ης Δεκεμβρίου 1970(2), και Nold, της 14ης Μαΐου 1974(3), αποφαίνεται ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των γενικών αρχών δικαίου, των οποίων τον σεβασμό εξασφαλίζει το Δικαστήριο,
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενεργώντας με τον τρόπο αυτό, εμπνέεται από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών καθώς και από τα διεθνή όργανα για την προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ανθρώπου, στα οποία έχουν προσχωρήσει τα κράτη μέλη, όπως είναι η ΕΣΔΑ,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομολογία αυτή ενσωματώθηκε ουσιαστικά στο πρωτογενές δίκαιο μέσω της Συνθήκης του Μάαστριχτ για την Ευρωπαϊκή Ένωση, του 1993,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δίδει ιδιαίτερη προσοχή στην εξέλιξη της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όπως μαρτυρά ο αυξανόμενος αριθμός αποφάσεων που περιέχουν αναφορές στις διατάξεις της ΕΣΔΑ,
E. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων λαμβάνει, κατ' αρχήν, υπόψη την «τεκμαιρόμενη συμβατότητα» της συμπεριφοράς ενός κράτους μέλους της Ένωσης προς την ΕΣΔΑ, εφόσον το συγκεκριμένο κράτος εφαρμόζει απλώς το δίκαιο της Ένωσης,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε γνωμοδότησή του της 28ης Μαρτίου 1996, διαπιστώνει ότι η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δεν δύναται να προσχωρήσει στην ΕΣΔΑ, χωρίς να προηγηθεί τροποποίηση της συνθήκης, λόγω του ότι η Κοινότητα δεν διαθέτει την απαραίτητη προς τούτο ρητή ή εξυπακουόμενη αρμοδιότητα,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατά την προσχώρηση, τηρούνται τα όρια που θέτει η Συνθήκη της Λισαβόνας και τα επισυναπτόμενα πρωτόκολλα και ειδικότερα, το άρθρο 6, παράγραφος 2, της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τι το πρωτόκολλο αριθ. 8 της Συνθήκης της Λισαβόνας· θεωρώντας ότι οι διατάξεις αυτές δεν αποτελούν απλώς μία επιλογή που επιτρέπει στην Ένωση να προσχωρήσει αλλά μία υποχρέωση για τα όργανα της Ένωσης να ενεργήσουν προς αυτή την κατεύθυνση, λαμβάνοντας υπόψη ότι η συμφωνία σχετικά με την προσχώρηση της Ένωσης στην ΕΣΔΑ πρέπει να αντανακλά την ανάγκη διατήρησης των ειδικών χαρακτηριστικών της Ένωσης και του δικαίου της Ένωσης,
H. εκτιμά ότι μετά τη σύναψη του πρωτοκόλλου αριθ. 14 που τροποποιεί την ΕΣΔΑ, η δυνατότητα προσχώρησης της Ένωσης είναι πλέον δεδομένη, όσον αφορά τα κράτη, που είναι μέρη της ΕΣΔΑ, και ότι οι όροι και λεπτομέρειες της προσχώρησης πρέπει να συμφωνηθούν με την ευκαιρία αυτή μεταξύ της Ένωσης, αφενός, και των κρατών μερών της ΕΣΔΑ, αφ' ετέρου,
Θ. εκτιμώντας ότι μια τέτοια συμφωνία θα πρέπει επίσης να καλύπτει διοικητικά και τεχνικά ζητήματα, όπως την αρχή της συνεισφοράς της Ένωσης στα έξοδα λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. λαμβάνοντας υπόψη ότι στο πλαίσιο αυτό πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο καθιέρωσης ενός αυτόνομου προϋπολογισμού για το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με σκοπό τη διευκόλυνση του καθορισμού των αντίστοιχων συνεισφορών,
Ι. εκτιμώντας ότι η Ένωση, προσχωρώντας στην ΕΣΔΑ, θα ενσωματωθεί σε αυτό το σύστημα προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και έτσι θα διαθέτει, εκτός από την εσωτερική προστασία των δικαιωμάτων της μέσω της νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έναν εξωτερικό φορέα προστασίας με διεθνή χαρακτήρα,
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΣΔΑ δημιουργήθηκε όχι μόνο μέσω των πρόσθετων πρωτοκόλλων, αλλά και μέσω άλλων συμβάσεων, χαρτών και συμφωνιών, που οδήγησαν σε ένα συνεχώς εξελισσόμενο σύστημα προάσπισης των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών,
1. τονίζει τα κύρια επιχειρήματα υπέρ της προσχώρησης της Ένωσης στην ΕΣΔΑ, τα οποία δύνανται να συνοψισθούν ως εξής:
–
η προσχώρηση αποτελεί πρόοδο στην πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και σηματοδοτεί ένα ακόμη βήμα προς την πολιτική ένωση,
–
ενώ το σύστημα προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ένωσης συμπληρώνεται και ενισχύεται από την ενσωμάτωση του Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων στο πρωτογενές της δίκαιο, η προσχώρησή της στην ΕΣΔΑ θα στείλει ένα ισχυρό μήνυμα για τη συνοχή μεταξύ της Ένωσης και των κρατών που ανήκουν στο Συμβούλιο της Ευρώπης και για το πανευρωπαϊκό καθεστώς του για ό,τι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα· η προσχώρηση αυτή θα ενισχύσει επίσης την αξιοπιστία της Ένωσης έναντι των τρίτων χωρών από τις οποίες συχνά αξιώνει, στο πλαίσιο των διμερών σχέσεών τους, να σέβονται την ΕΣΔΑ,
–
η προσχώρηση στην ΕΣΔΑ θα εξασφαλίσει στους πολίτες έναντι των ενεργειών της Ένωσης προστασία ανάλογη με αυτήν που διαθέτουν έναντι όλων των άλλων κρατών μελών· τούτο βαρύνει περισσότερο καθώς τα κράτη μέλη έχουν εκχωρήσει στην Ένωση σημαντικές αρμοδιότητες,
–
η νομοθετική και νομολογιακή εναρμόνιση στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των εννόμων τάξεων της ΕΕ και της ΕΣΔΑ θα συντελέσει στην αρμονική ανάπτυξη των δύο ευρωπαϊκών δικαστηρίων στον τομέα των ανθρώπινων δικαιωμάτων, κυρίως μέσω της αυξημένης ανάγκης για διάλογο και συνεργασία, και θα δημιουργήσει ένα ακέραιο σύστημα, όπου τα δύο δικαστήρια θα λειτουργούν με συγχρονισμένο τρόπο,
–
η προσχώρηση θα αντισταθμίσει επίσης, σε ένα βαθμό, το γεγονός ότι η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σχετικά περιορισμένη σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, παρέχοντας χρήσιμη εξωτερική δικαστική εποπτεία όλων των κοινοτικών δραστηριοτήτων,
–
η προσχώρηση ουδόλως πρόκειται να θέσει υπό αμφισβήτηση την αρχή της αυτονομίας του δικαίου της Ένωσης διότι, για τα ζητήματα που άπτονται του δικαίου της Ένωσης και της εγκυρότητας των πράξεών της, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα εξακολουθήσει να είναι το μοναδικό ανώτατο δικαιοδοτικό όργανο· το Δικαστήριο Ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν μπορεί να θεωρηθεί παρά μόνο ως ένα όργανο που ασκεί εξωτερικό έλεγχο για τον σεβασμό εκ μέρους της Ένωσης των υποχρεώσεων διεθνούς δικαίου που απορρέουν από την προσχώρησή της στην ΕΣΔΑ· η σχέση των δύο ευρωπαϊκών δικαστηρίων δεν είναι ιεραρχική αλλά σχέση εξειδίκευσης· το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα έχει καθεστώς ανάλογο με αυτό που έχουν σήμερα τα ανώτατα δικαστήρια των κρατών μελών σε σχέση με το Δικαστήριο·
2. υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 6 της συνθήκης ΕΕ και το πρωτόκολλο αριθ. 8, η προσχώρηση δεν συνεπάγεται επέκταση των αρμοδιοτήτων της Ένωσης και, ιδιαίτερα, δεν δημιουργεί γενική αρμοδιότητα της Ένωσης στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και ότι, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 2 και το άρθρο 6, παράγραφος 3, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα πρέπει να γίνονται σεβαστές οι συνταγματικές παραδόσεις και ταυτότητες των κρατών μελών·
3. βεβαιώνει ότι σύμφωνα με το άρθρο 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 8 της Συνθήκης της Λισαβόνας, η συμφωνία προσχώρησης της Ένωσης στην ΕΣΔΑ πρέπει να διασφαλίζει ότι η προσχώρηση δεν επηρεάζει την ιδιαίτερη εσωτερική κατάσταση των κρατών μελών όσον αφορά την ΕΣΔΑ και, γενικά, τα Πρωτόκολλα της Σύμβασης ούτε, ειδικότερα, τις παρεκκλίσεις από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση και τις επιφυλάξεις εκ μέρους των κρατών μελών και ότι αυτές οι περιστάσεις δεν θα επηρεάσουν τη θέση της Ένωσης έναντι της ΕΣΔΑ·
4. παρατηρεί ότι το σύστημα της ΕΣΔΑ συμπληρώθηκε από μία σειρά πρόσθετων πρωτοκόλλων σχετικών με την προστασία δικαιωμάτων, που δεν αποτελούσαν αντικείμενο της ΕΣΔΑ, και συνιστά να λάβει εντολή η Επιτροπή να διαπραγματευτεί επίσης προσχώρηση σε όλα τα πρωτόκολλα που έχουν σχέση με τα δικαιώματα τα οποία αντιστοιχούν στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ανεξαρτήτως της επικύρωσής τους από τα κράτη μέλη της Ένωσης·
5. υπογραμμίζει ότι, καθώς η προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ΕΣΑΔ είναι προσχώρηση μη κράτους σε μια νομική πράξη που έχει δημιουργηθεί για κράτη, η προσχώρηση της ΕΕ στη Σύμβαση θα πρέπει να ολοκληρωθεί χωρίς να αλλοιωθούν τα χαρακτηριστικά της ΕΣΔΑ, οι δε τροποποιήσεις στο δικαστικό της σύστημα θα πρέπει να περιοριστούν στο ελάχιστο· θεωρεί σημαντικό, προς το συμφέρον όσων επιζητούν δικαιοσύνη τόσο εντός της Ένωσης όσο και στις τρίτες χώρες, να προκριθούν οι τρόποι προσχώρησης που θα έχουν τον ελάχιστο δυνατό αντίκτυπο στον φόρτο εργασίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
6. τονίζει ότι, μαζί με την πολιτική δέσμευση, είναι απολύτως σημαντικό να βρεθούν επαρκείς απαντήσεις και λύσεις στα βασικά τεχνικά ερωτήματα προκειμένου να επιτραπεί η προσχώρηση της ΕΕ στην ΕΣΔΑ ώστε να χρησιμοποιηθεί προς όφελος των πολιτών· οι ανεπίλυτες και ασαφείς λεπτομέρειες ενδέχεται να δημιουργήσουν σύγχυση και να θέσουν σε κίνδυνο τον ίδιο το σκοπό της προσχώρησης. επισημαίνει, ωστόσο, ότι δεν πρέπει να επιτραπεί οι τεχνικές δυσκολίες να παρεμποδίσουν την διαδικασία·
7. υπογραμμίζει ότι με την προσχώρηση στην ΕΣΔΑ η Ένωση δεν θα καταστεί μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης αλλά η μέχρις ενός βαθμού συμμετοχή της Ένωσης στα όργανα της ΕΣΔΑ είναι απαραίτητη για να εξασφαλιστεί η καλή ενσωμάτωση της Ένωσης στο σύστημα της ΕΣΔΑ και, ως εκ τούτου, η Ένωση πρέπει να διαθέτει ορισμένα δικαιώματα, συγκεκριμένα δε:
–
το δικαίωμα να υποβάλει κατάλογο τριών υποψηφίων για το αξίωμα του δικαστή εκ των οποίων ο ένας εκλέγεται από την Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης εξ ονόματος της Ένωσης και συμμετέχει στις εργασίες του Δικαστηρίου σε βάση ισότητας με τους άλλους δικαστές, σύμφωνα με το άρθρο 27, παράγραφος 2 της ΕΣΔΑ· το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μετέχει στην κατάρτιση του καταλόγου των υποψηφίων σύμφωνα με μια διαδικασία που ομοιάζει με αυτήν η οποία προβλέπεται στο άρθρο 255 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τους υποψηφίους για την άσκηση των καθηκόντων του δικαστή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου,
–
το δικαίωμα συμμετοχής μέσω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με δικαίωμα ψήφου για λογαριασμό της ΕΕ, στις συνεδριάσεις της Επιτροπής των υπουργών, όταν η τελευταία ασκεί τα καθήκοντά της ελέγχου της εκτέλεσης των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ή όταν συζητεί για τη σκοπιμότητα αιτήσεως γνωμοδότησης του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και το δικαίωμα να εκπροσωπείται στο πλαίσιο της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (υπο-οργάνου της Επιτροπής υπουργών),
–
το δικαίωμα για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να ορίζει/αποστέλλει ορισμένο αριθμό αντιπροσώπων στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, όταν εκλέγει τους δικαστές του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων·
8. είναι της άποψης ότι τα κράτη μέλη πρέπει να αναλαμβάνουν τη δέσμευση, κατά την ένταξή τους στην ΕΣΔΑ, μεταξύ τους και στις αμοιβαίες σχέσεις τους με την Ένωση να μην ασκούν διακρατική προσφυγή λόγω παραλείψεως, κατά την έννοια του άρθρου 33 της ΕΣΔΑ, όταν η πράξη ή η παράλειψη που αποτελεί το αντικείμενο της διαφοράς εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, δεδομένου ότι τούτο θα ήταν αντίθετο προς το άρθρο 344 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
9. εκτιμά ότι η κυριότερη προστιθέμενη αξία της προσχώρησης της ΕΕ στην ΕΣΔΑ έγκειται στη δυνατότητα ατομικής προσφυγής κατά πράξεων εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης από τα θεσμικά της όργανα ή από τα κράτη μέλη· και ότι, συνεπώς, κάθε προσφυγή φυσικού ή νομικού προσώπου που αφορά πράξη ή παράλειψη ενός οργάνου η οργανισμού της Ένωσης πρέπει να κατευθύνεται μόνον κατ' αυτής· αντίστοιχα, κάθε προσφυγή που έχει ως αντικείμενο μέτρο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης από ένα κράτος μέλος πρέπει να κατευθύνεται αποκλειστικά κατά του τελευταίου· τούτο δεν εμποδίζει, αν υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία σχετικά με τον τρόπο καταμερισμού των ευθυνών, η προσφυγή να ασκείται κατά της Ένωσης και του κράτους μέλους ταυτόχρονα·
10. εκτιμά ότι, προκειμένου να τηρείται η προϋπόθεση της εξάντλησης των εσωτερικών ένδικων μέσων σύμφωνα με το άρθρο 35 της ΕΣΔΑ, ο προσφεύγων πρέπει να έχει εξαντλήσει τα ένδικα μέσα που προσφέρει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, καθώς και την προδικαστική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου του Λουξεμβούργου. Θα θεωρείται ότι η συγκεκριμένη διαδικασία έχει εξαντληθεί όταν, κατόπιν αιτήσεως του προσφεύγοντος, ο εθνικός δικαστής δεν κρίνει σκόπιμη την παραπομπή για προδικαστική απόφαση·
11. σημειώνει ότι, έπειτα από την προσχώρηση της ΕΕ στην ΕΣΔΑ, είναι πιθανόν τόσο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όσο και το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να έχουν δικαιοδοσία σε ορισμένες υποθέσεις και επισημαίνει ότι δεν θα είναι αποδεκτή η ταυτόχρονη προσφυγή για μια τέτοιου είδους υπόθεση ενώπιον δύο δικαστηρίων·
12. θεωρεί ενδεδειγμένο για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης και με την επιφύλαξη του άρθρου 36 της παραγράφου 2 της ΕΣΔΑ, όπως, σε κάθε υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά ενός κράτους μέλους, η οποία δύναται να θέσει θέμα σχετικά με το δίκαιο της Ένωσης, να μπορεί η Ένωση να επεμβαίνει ως συν-εναγόμενος καθώς και σε κάθε υπόθεση κατά της Ένωσης υπό τις ίδιες συνθήκες να μπορεί κάθε κράτος μέλος, να επεμβαίνει ως συν-εναγόμενος· η δυνατότητα αυτή πρέπει να προβλεφθεί μέσω διατάξεων που θα περιληφθούν στη συνθήκη προσχώρησης με τρόπο σαφή αλλά, επίσης, αρκούντως ευρύ·
13. εκτιμά ότι η έγκριση του καθεστώτος του συν-εναγόμενου δεν αποτελεί εμπόδιο για τις άλλες έμμεσες δυνατότητες που προσφέρει η ΕΣΔΑ (άρθρο 36, Ι), όπως το δικαίωμα της Ένωσης να παρεμβαίνει ως τρίτος σε κάθε προσφυγή πολίτη της Ένωσης·
14. θεωρεί ότι, καθώς το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναγνώρισε την εξωεδαφική εφαρμογή της ΕΣΑΔ, η Ένωση πρέπει να έχει ως στόχο την πλήρη τήρηση αυτής της υποχρέωσης στις εξωτερικές της σχέσεις και δραστηριότητες·
15. εκτιμά ότι δεν θα ήταν ορθό να τυποποιηθούν οι σχέσεις μεταξύ Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μέσω της καθιέρωσης προδικαστικής διαδικασίας ενώπιον του τελευταίου ή της δημιουργίας οργανισμού ή «ομάδας» που θα αποφαίνεται στις περιπτώσεις όπου το ένα από τα δύο όργανα προτίθεται να υιοθετήσει ερμηνεία της ΕΣΔΑ διαφορετική αυτής που έχει υιοθετήσει το άλλο· στο πλαίσιο αυτό υπενθυμίζει την δήλωση αριθ. 2 όσον αφορά το άρθρο 6, παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία διαπιστώνει την ύπαρξη τακτικού διαλόγου μεταξύ του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ο οποίος μπορεί να ενισχυθεί όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση προσχωρήσει στην εν λόγω Σύμβαση·
16. είναι σαφώς ενήμερη του γεγονότος ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δύναται να εντοπίσει παραβίαση σε υπόθεση για την οποία έχει ήδη αποφασίσει το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υπογραμμίζει ότι κάτι τέτοιο σε καμία περίπτωση δεν θέτει υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία του ΔΕΚ ως τελικού επιδιαιτητή στο δικαστικό σύστημα της ΕΕ·
17. υπογραμμίζει ότι, μετά την προσχώρηση, η ΕΣΔΑ θα συνιστά το ελάχιστο πρότυπο προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών στην Ευρώπη και ότι είναι κομβικής σημασίας, κυρίως σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η προστασία που παρέχεται από την ΕΕ είναι κατώτερη από αυτή που παρέχεται από την ΕΣΔΑ· επισημαίνει ότι η ΕΣΔΑ ενισχύει την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται στο πλαίσιο του Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων και εμπίπτουν στο πεδίο αναφοράς του και ότι ο Χάρτης αναγνωρίζει και άλλα δικαιώματα και αρχές που δεν περιλαμβάνονται στην ΕΣΔΑ αλλά στα συμπληρωματικά πρωτόκολλα και τα συναφή με την ΕΣΔΑ μέσα·
18. υπενθυμίζει ότι η προώθηση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που συνιστά κεντρική αξία της ΕΕ και κατοχυρώνεται στην ιδρυτική της Συνθήκη, αποτελεί κοινό παρονομαστή για τις σχέσεις της με τρίτες χώρες· θεωρεί επομένως ότι η προσχώρηση αυτή θα ενισχύσει περαιτέρω την εμπιστοσύνη των πολιτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς και την αξιοπιστία της ΕΕ στο πλαίσιο του διαλόγου για τα ανθρώπινα δικαιώματα με τις τρίτες χώρες· τονίζει επίσης ότι η ενιαία και πλήρης εφαρμογή των Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων σε επίπεδο ΕΕ είναι εξίσου απαραίτητη για να διασφαλισθεί η αξιοπιστία της Ένωσης στο διάλογο αυτό·
19. παρατηρεί ότι η ΕΣΔΑ έχει σημαντικό ρόλο στο πλαίσιο της ερμηνείας του Χάρτη Θεμελιωδών δικαιωμάτων, στο μέτρο που δικαιώματα κατοχυρωμένα από τον Χάρτη, που αντιστοιχούν σε δικαιώματα αναγνωρισμένα από την ΕΣΔΑ, πρέπει να ερμηνεύονται σύμφωνα με την τελευταία και ότι η ΕΣΔΑ αποτελεί, βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 3, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, πηγή έμπνευσης για το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την διατύπωση των γενικών αρχών δικαίου της Ένωσης· παρατηρεί επίσης ότι η ΕΣΔΑ, σύμφωνα με το άρθρο 53, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι περιορίζει ή θίγει δικαιώματα που έχουν αναγνωρισθεί από τον Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων· συνεπώς, ο τελευταίος διατηρεί ακέραια τη νομική του αξία·
20. τονίζει τη σημασία της ΕΣΔΑ και της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) για την εξασφάλιση νομικού πλαισίου και παροχής κατευθυντήριων αρχών για την τρέχουσα ή μελλοντική δράση της ΕΕ στον τομέα των δημοσίων ελευθεριών, της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων, ειδικότερα υπό το φως των νέων μορφών ενσωμάτωσης και εναρμόνισης των δημόσιων ελευθεριών, της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων που προωθήθηκαν με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας και την έγκριση του προγράμματος της Στοκχόλμης·
21. επισημαίνει ότι η προσχώρηση, πρώτα και κύρια, θα συμβάλει στην υιοθέτηση ενός συνεκτικότερου συστήματος ανθρωπίνων δικαιωμάτων εντός της ΕΕ· υποστηρίζει ότι η προσχώρηση θα ενδυναμώσει την αξιοπιστία της ΕΕ στα μάτια των ίδιων της των πολιτών στον τομέα της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, διασφαλίζοντας τον πλήρη και αποτελεσματικό σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων κάθε φορά που τίθεται θέμα ενωσιακής νομοθεσίας·
22. τονίζει ότι, μετά την προσχώρηση, η αρμοδιότητα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά την εκδίκαση υποθέσεων που διαβιβάζονται από την ΕΣΔΑ δεν θα αμφισβητούνται με βάση την εσωτερική διάρθρωση της νομοθεσίας της Ένωσης· τονίζει επίσης ότι η αρμοδιότητα του ΕΣΔΑ δεν πρέπει να περιορίζονται στους ευρωπαίους πολίτες ή στη γεωγραφική περιοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης (επί παραδείγματι, στην περίπτωση αποστολών ή αντιπροσωπειών)·
23. σημειώνει ότι η προσχώρηση της ΕΕ στην ΕΣΔΑ θα παράσχει έναν πρόσθετο μηχανισμό ενίσχυσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και συγκεκριμένα τη δυνατότητα προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ ) σε σχέση με πράξη ή παράλειψη ενός οργανισμού της ΕΕ ή ενός κράτους μέλους το οποίο εφαρμόζει την νομοθεσία της Ένωσης και που ταυτόχρονα εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων· επισημαίνει, ωστόσο, ότι αυτό δεν μεταβάλλει το υφιστάμενο δικαιοδοτικό σύστημα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ούτε του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ότι η ανάγκη εξάντλησης όλων των εσωτερικών ένδικων μέσων θα παραμείνει προϋπόθεση για το αποδεκτό κάθε προσφυγής· ζητεί οι προσφυγές και οι καταγγελίες να αντιμετωπίζονται εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος· ενθαρρύνει την Επιτροπή να παράσχει καθοδήγηση, σε συνεργασία με το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όσον αφορά τις δέουσες εγχώριες επανορθώσεις στο πλαίσιο της ΕΕ και τις δικαστικές αποφάσεις στο πλαίσιο της νομοθεσίας της ΕΕ· επισημαίνει, στο πλαίσιο αυτό, ότι είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι τα δικαστήρια των κρατών μελών, σε περίπτωση που τίθεται θέμα αμφισβήτησης θεμελιωδών δικαιωμάτων, θα παραπέμπουν υποθέσεις στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
24. επισημαίνει ότι, ταυτόχρονα, η προσχώρηση θα απαιτήσει την αυξημένη συνεργασία μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων, του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων· επισημαίνει ότι η συνεργασία μεταξύ των δύο ευρωπαϊκών δικαστηρίων θα προαγάγει την ανάπτυξη ενός συνεκτικού συστήματος νομολογίας στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·
25. χαιρετίζει περαιτέρω το γεγονός ότι το άρθρο 1 της ΕΣΑΔ όχι μόνο θα κατοχυρώνει την προστασία των πολιτών της ΕΕ και των άλλων ατόμων εντός της επικράτειας της Ένωσης, αλλά επίσης και όλων των ατόμων που υπάγονται στη δικαιοδοσία της Ένωσης και βρίσκονται εκτός της επικράτειάς της·
26. έχει επίγνωση του ότι η προσχώρηση δεν πρόκειται να επιλύσει από μόνη της τα πολύ σοβαρά προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζει το σύστημα της ΕΣΔΑ, δηλαδή τον υπερβολικό φόρτο εργασίας, αφενός, που οφείλεται στην εκθετική αύξηση των ατομικών αιτήσεων, και αφετέρου την μεταρρύθμιση της δομής και της λειτουργίας του Δικαστηρίου για να αντεπεξέλθει· σημειώνει ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναγνωρίζει το γεγονός ότι λειτουργεί σε ένα σύνθετο νομικό και πολιτικό περιβάλλον και παρατηρεί ότι η θέση σε ισχύ του πρωτοκόλλου αριθ. 14, την 1η Ιουνίου 2010, ναι μεν θα συμβάλει στη μείωση του αριθμού των διαδικασιών σε εκκρεμότητα, πλην όμως δεν πρόκειται να τον εκμηδενίσει· υπογραμμίζει, στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τη σημασία της Δήλωσης του Ιντερλάκεν, ιδιαίτερα δε της παραγράφου της 4, η οποία ορθώς υπενθυμίζει ότι τα κριτήρια που διέπουν το παραδεκτό των πράξεων και τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου πρέπει να εφαρμόζονται κατά τρόπο ομοιόμορφο και αυστηρό·
27. θεωρεί ουσιαστικό να διατηρηθεί η ανεξαρτησία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όσον αφορά το προσωπικό και τη δημοσιονομική πολιτική·
28. εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία που έχει από συνταγματικής πλευράς η προσχώρηση της Ένωσης στην ΕΣΔΑ, προβλέπει για αυτή απαιτητικές προϋποθέσεις, δεδομένου ότι το Συμβούλιο πρέπει να εγκρίνει ομόφωνα την απόφαση για τη σύναψη συμφωνίας, κατόπιν εγκρίσεως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ότι η συμφωνία αυτή δεν θα τεθεί σε ισχύ παρά μετά την έγκρισή της από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τους συνταγματικούς κανόνες εκάστου εξ αυτών·
29. ενθαρρύνει τα εθνικά κοινοβούλια των κρατών μελών της ΕΕ να εκφράσουν σαφώς τη βούληση και προθυμία τους να διευκολύνουν την προσχώρηση με τη συμμετοχή των εθνικών δικαστηρίων και υπουργείων δικαιοσύνης τους·
30. σημειώνει ότι η προσχώρηση της Ένωσης στην ΕΣΔΑ υποδηλώνει την αναγνώριση από την ΕΕ ολόκληρου του συστήματος προάσπισης των δικαιωμάτων του ανθρώπου, όπως αυτό αναπτύχθηκε και κωδικοποιήθηκε σε μία σειρά από άλλα έγγραφα του Συμβουλίου του Ευρώπης· από την πλευρά αυτή, η προσχώρηση της Ένωσης στην ΕΣΔΑ αποτελεί ένα ουσιαστικό πρώτο βήμα που πρέπει, εν συνεχεία, να συμπληρωθεί από την προσχώρηση της Ένωσης, μεταξύ άλλων, στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, που υπεγράφη στο Τουρίνο στις 18 Οκτωβρίου 1961 και αναθεωρήθηκε στο Στρασβούργο στις 3 Μαΐου 1996, σε συνάφεια με τα θεμελιώδη δικαιώματα που είναι ήδη κατοχυρωμένα από τον Χάρτη και από την κοινωνική νομοθεσία της Ένωσης·
31. ζητεί παράλληλα την προσχώρηση της Ένωσης στα όργανα του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων (CPT), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας (ECRI) και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης (CEPEJ)· τονίζει επίσης την ανάγκη για την Ένωση να συμμετέχει στις εργασίες κυρίως του Ύπατου Αρμοστή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κοινωνικών Δικαιωμάτων (ECSR) και της κυβερνητικής επιτροπής του Κοινωνικού Χάρτη και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Μετανάστευση, και ζητεί να τηρείται πλήρως ενήμερο για τα συμπεράσματα και τις αποφάσεις αυτών των οργάνων·
32. εκτιμά ότι, προς όφελος των πολιτών, της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ευρώπη και στην ΕΕ και προκειμένου να εξασφαλισθεί ο σεβασμός και η κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, θα πρέπει να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ειδικών οργάνων του Συμβουλίου της Ευρώπης ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερη συνοχή και μεγαλύτερη συμπληρωματικότητα στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο·
33. κρίνει ότι, προκειμένου να συνειδητοποιήσουν οι πολίτες την προστιθέμενη αξία της προσχώρησης, το Συμβούλιο της Ευρώπης και η ΕΕ θα πρέπει να εξετάσουν την ανάπτυξη κατευθυντήριων γραμμών με σαφείς επεξηγήσεις όλων των επιπτώσεων και των αποτελεσμάτων που θα επιφέρει η προσχώρηση· υποστηρίζει ότι η Επιτροπή για τα κράτη μέλη πρέπει να παράσχουν τους πολίτες της ΕΕ ενημέρωση που θα διασφαλίζει ότι θα έχουν απόλυτη επίγνωση της σημασίας του συμπληρωματικού αυτού μηχανισμού και του τρόπου για την κατάλληλη αξιοποίηση του·
34.τονίζει ότι είναι σημαντική η ύπαρξη ενός ανεπίσημου οργάνου για τον συντονισμό της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης·
35. υπογραμμίζει ότι, καθόσον η προσχώρηση στην ΕΣΔΑ δεν αφορά μόνο τους οργανισμούς της ΕΕ, αλλά και τους πολίτες της Ένωσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να ερωτηθεί και να εμπλακεί στη διαδικασία διαπραγμάτευσης, και πρέπει να ενημερώνεται άμεσα και πλήρως σε όλα τα στάδια των διαπραγματεύσεων, όπως προβλέπεται από το Άρθρο 218, παράγραφος 10 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση·
36. χαιρετίζει τη δέσμευση που ανέλαβε η παρούσα ισπανική Προεδρία όσον αφορά στην αντιμετώπιση της προσχώρησης ως «επείγον θέμα» και τη θετική στάση συνεργασίας του Συμβουλίου της Ευρώπης στο θέμα αυτό· καλεί τη βελγική και την ουγγρική Προεδρία να προωθήσουν κάθε προσπάθεια προκειμένου να οριστικοποιήσουν την προσχώρηση το συντομότερο δυνατόν και με όσο το δυνατόν απλούστερο και πλέον προσιτό τρόπο, ούτως ώστε οι πολίτες της Ένωσης να μπορούν να επωφεληθούν το ταχύτερο δυνατόν από την προσχώρηση της Ένωσης στην ΕΣΔΑ·
37. επιμένει, ενόψει του σημαντικού ρόλου που αναθέτει η συνθήκη της Λισαβόνας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσον αφορά τη σύναψη της συμφωνίας προσχώρησης, ότι το Κοινοβούλιο θα πρέπει να ενημερωθεί πλήρως σχετικά με τον καθορισμό της διαπραγματευτικής εντολής για την προσχώρηση στην ΕΣΑΔ και ότι θα πρέπει να συμμετέχει στενά στις προκαταρκτικές συζητήσεις, καθώς και στη διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων για αυτό το κείμενο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 218 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
38. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.