Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 2010 σχετικά με τη συμφωνία της Βασιλείας II και την αναθεώρηση των οδηγιών για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΟΚΑ 4) (2010/2074(INI))
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τις οδηγίες για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις(1) και την οδηγία 2009/111/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 για την τροποποίηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ, 2006/49/ΕΚ και 2007/64/ΕΚ όσον αφορά τράπεζες συνδεδεμένες με κεντρικούς οργανισμούς, ορισμένα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, τις εποπτικές ρυθμίσεις και τη διαχείριση κρίσεων(2),
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2006/48/EΚ και 2006/49/EΚ όσον αφορά τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για το χαρτοφυλάκιο συναλλαγών και για τις πράξεις επανατιτλοποίησης, και τον εποπτικό έλεγχο των μισθολογικών πολιτικών (COM(2009)0362),
– έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής, της 26ης Απριλίου 2010, σχετικά με πιθανές περαιτέρω αλλαγές στην οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις,
– έχοντας υπόψη τα συμβουλευτικά έγγραφα της επιτροπής τραπεζικής εποπτείας της Βασιλείας σχετικά με την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού κλάδου(4) και σχετικά με διεθνές πλαίσιο για τη μέτρηση, τους κανόνες και την παρακολούθηση του κινδύνου ρευστότητας(5),
– έχοντας υπόψη τα έγγραφα του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας,
– έχοντας υπόψη τα ανακοινωθέντα που εκδόθηκαν από την ομάδα G20 κατά τις διασκέψεις κορυφής της στην Ουάσινγκτον, το Λονδίνο και το Πίτσμπεργκ,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Ιουνίου 2010 σχετικά με τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα(6),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση για υψηλότερα πρότυπα συνολικού ελάχιστου κεφαλαίου, στην οποία προέβη η ομάδα κυβερνητών και επικεφαλής εποπτικών αρχών στις 12 Σεπτεμβρίου 2010,
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με ένα κοινοτικό πλαίσιο για τη διαχείριση της διασυνοριακής κρίσης στον τραπεζικό τομέα (COM(2009)0561) και το συνοδευτικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής (SEC(2009)1407),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τα ταμεία εξυγίανσης τραπεζών (COM(2010)0254),
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2008, για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(7),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7–0251/2010),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι απαιτούνται ισχυρές, σταθερές και αποδοτικές χρηματοπιστωτικές αγορές και ιδρύματα για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών των διαφόρων οικονομικών παραγόντων της ΕΕ και για την ώθηση της ανάπτυξης και της απασχόλησης, της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρηματοδοτική λειτουργία είναι ιδιαίτερα σημαντική για την οικονομική ανάκαμψη· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κανονιστική μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα θα πρέπει να στοχεύει στην διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της αειφόρου ανάπτυξης,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αναθεωρημένοι, αυστηρότεροι κανόνες για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις πρέπει να εγκριθούν με δέουσα συνεκτίμηση του οικονομικού κύκλου και της συνεχιζόμενης οικονομικής ανάκαμψης,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή της Βασιλείας δεν καθιστά δυνατόν να συνεκτιμηθούν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ούτε η αρχή της αμοιβαιότητας,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι όλες οι χρηματοπιστωτικές αγορές και όλοι οι χρηματοπιστωτικοί φορείς και μηχανισμοί πρέπει να αποτελούν αντικείμενο εποπτείας και ρύθμισης και το ίδιο ισχύει για όλες οι συστημικά σημαντικές χρηματοπιστωτικές υποδομές, όπως τα συστήματα, οι μηχανισμοί και οι πλατφόρμες πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού, καθώς και οι συναφείς υπηρεσίες φύλαξης, προκειμένου να εξασφαλίζεται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα που αποτελεί πολύτιμο δημόσιο αγαθό· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κρίση κατέδειξε ότι το κεφάλαιο των τραπεζών ήταν σαφώς ανεπαρκές από την άποψη της φερεγγυότητας,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα πρότυπα προληπτικής εποπτείας πρέπει να ενισχυθούν και να εφαρμοσθούν ορθά και ότι οι ελλείψεις όσον αφορά την ποιότητα και το ύψος του κεφαλαίου, τη διαχείριση ρευστότητας, τις αδυναμίες των εσωτερικών μοντέλων και τον φιλοκυκλικό χαρακτήρα της συμφωνίας της Βασιλείας ΙΙ και των οδηγιών για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις που αποκαλύφθηκαν από την κρίση πρέπει να αντιμετωπισθούν,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι αναγκαίο να επεκταθούν τα ελάχιστα μέσα παρέμβασης για τη διαχείριση κρίσεων τα οποία διαθέτουν οι εποπτικές αρχές,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να επιδιωχθεί ο σαφής διαχωρισμός ή η στεγανοποίηση (firewalling) μεταξύ λιανικών και επενδυτικών τραπεζικών υπηρεσιών, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι ασφαλισμένες καταθέσεις δεν χρησιμοποιούνται ως εγγύηση για εμπορικές δραστηριότητες,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα νέα πρότυπα πρέπει να συνεκτιμούν το μέγεθος των τραπεζών και το προφίλ κινδύνου καθώς και το επιχειρησιακό τους μοντέλο,
Θ. λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη ότι πρέπει να συνεκτιμηθούν δεόντως οι σωρευτικές επιπτώσεις των σχετικών στοιχείων του αναθεωρημένου πλαισίου της Βασιλείας ΙΙ και άλλων ρυθμιστικών πρωτοβουλιών στην πραγματική οικονομία και την οικονομική ανάπτυξη,
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι άνευ προηγουμένου αδυναμίες της αγοράς και οι ρυθμιστικές ελλείψεις ώθησαν την G20 να αποφασίσει, κατά τις συνεδριάσεις της στο Λονδίνο, στο Πίτσμπεργκ και στο Τορόντο, την αύξηση της ποιότητας των κεφαλαίων, την ενίσχυση της κάλυψης του κινδύνου, τον μετριασμό της φιλοκυκλικότητας (pro-cyclicality), την καθιέρωση προνοητικού σχηματισμού αποθεματικών για πιστωτικές απώλειες, την αποθάρρυνση της υπερβολικής μόχλευσης και την καθιέρωση ενός δείκτη μόχλευσης που να συμπληρώνει το βασισμένο στον κίνδυνο πλαίσιο της Βασιλείας II εν όψει της μετάβασης σε μεταχείριση πυλώνα 1, καθώς και την ενίσχυση των προτύπων ρευστότητας,
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρώπη εφαρμόζει την οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις σε όλα τα πιστωτικά ιδρύματα και τις επιχειρήσεις επενδύσεων, που λειτουργούν με βάση ποικίλα επιχειρηματικά μοντέλα· λαμβάνοντας υπόψη ότι άλλες χώρες περιορίζουν την εφαρμογή των κανόνων της Βασιλείας ΙΙ σε ορισμένες τράπεζες που λειτουργούν με βάση ένα συγκεκριμένο επιχειρηματικό μοντέλο, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαφορές στο πεδίο εφαρμογής προξενεί ανησυχίες όσον αφορά τη συμβατότητα, την ισότητα των όρων ανταγωνισμού και τον κίνδυνο ενός ενδεχόμενου ρυθμιστικού αρμπιτράζ,
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν σημαντικές ευρωπαϊκές ιδιαιτερότητες, όπως είναι το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις στην Ευρώπη χρηματοδοτούνται κυρίως μέσω τραπεζικού δανεισμού· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αναθεωρημένοι κανόνες της Βασιλείας πρέπει να συνεκτιμούν δεόντως αυτού του είδους τις ιδιαιτερότητες· λαμβάνοντας υπόψη ότι θα ήταν επιθυμητό ο τραπεζικός δανεισμός να είναι πιο επικεντρωμένος σε συγκεκριμένους τομείς, όπως στη δανειοδότηση των ΜΜΕ, ενώ οι μεγαλύτερες εταιρείες θα έπρεπε να ενθαρρυνθούν να εκδίδουν ομόλογα απευθείας στους επενδυτές,
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι μια προσέγγιση «κοινή για όλους συλλήβδην», η οποία δεν λαμβάνει υπόψη τα ειδικά προφίλ κινδύνου και την ποικιλομορφία του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα, θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα και, κατά συνέπεια, ενδέχεται να βλάψει την οικονομική ανάπτυξη και την οικονομική ανάκαμψη,
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, καθώς η ΕΕ υπόκειται σήμερα σε εκτεταμένη μεταρρύθμιση του δημοσιονομικού κανονισμού, πρέπει να υπάρχει συνέπεια μεταξύ των μεταρρυθμίσεων και ότι, επιπλέον, τα χρονοδιαγράμματα εφαρμογής πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους σωρευτικούς αντικτύπους των μέτρων στην πραγματική οικονομία και δεν πρέπει να εμποδίζουν την οικονομική ανάκαμψη,
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύγκλιση προς ένα ενιαίο σύνολο παγκόσμιων λογιστικών προτύπων υψηλής ποιότητας είναι ουσιαστικής σημασίας για τη διατήρηση ίσων όρων ανταγωνισμού και για τη διασφάλιση της δυνατότητας σύγκρισης των δεδομένων σε παγκόσμιο επίπεδο· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα πρότυπα αυτά πρέπει να αναβαθμισθούν κατάλληλα ώστε να λάβουν υπόψη τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την κρίση,
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αρχή «η ουσία υπερισχύει του τύπου» πρέπει να τηρείται από όλες τις αρμόδιες αρχές για να αποφεύγονται μη ικανοποιητικά αποτελέσματα,
ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η διεθνής σύγκλιση μεταξύ της υποβολής αναφορών για λογιστικούς σκοπούς και της υποβολής αναφορών για ρυθμιστικούς και φορολογικούς σκοπούς έχει ουσιαστική σημασία προκειμένου να διασφαλισθεί ότι οι εποπτικές αρχές και οι επενδυτές θα λαμβάνουν την ίδια διαφανή και σαφή πληροφόρηση, και λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να μειωθεί στο ελάχιστο η επικάλυψη των αναφορών, λαμβάνοντας υπόψη ότι τούτο δεν αποκλείει φίλτρα εποπτείας υπό την προϋπόθεση ότι αφορούν όλους τους λογαριασμούς,
ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τράπεζες πρέπει να επικεντρωθούν περισσότερο στις βασικές δραστηριότητες που υπηρετούν την πραγματική οικονομία· λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιτροπή της Βασιλείας και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να ενθαρρύνουν την τάση αυτή,
ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στην αναθεώρηση της Βασιλείας ΙΙ πρέπει να συμβαδίζουν με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις της τραπεζικής εποπτείας, όπως υποστήριξε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και τελικά να ακολουθούν μια κατεύθυνση που οδηγεί στην εκπόνηση και τη συνεπή εφαρμογή μέτρων τύπου πυλώνα 2,
Γενικά θέματα
1. επικροτεί τη δέσμευση της ομάδας G20 για αύξηση της ποιότητας και της ποσότητας του κεφαλαίου, καθιέρωση προτύπων διαχείρισης της ρευστότητας, αντιμετώπιση της φιλοκυκλικότητας και αναβάθμιση των γενικότερων προτύπων προληπτικής εποπτείας ως απάντηση στη χρηματοπιστωτική κρίση·
2. χαιρετίζει τις προσπάθειες που κατέβαλαν η επιτροπή της Βασιλείας και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή· τονίζει ωστόσο ότι πρέπει να καταρτιστούν και να εφαρμοστούν με προσοχή νέοι κανόνες περί κεφαλαιακής επάρκειας, ενώ οι επιπτώσεις τους πρέπει επίσης να αναλυθούν υπό το ευρύτερο πρίσμα της βελτίωσης του κανονιστικού πλαισίου·
3. εκφράζει ανησυχίες σχετικά με τα διαρθρωτικά ελλείμματα και την έλλειψη ισορροπίας στην παρούσα πρόταση, καθώς και σχετικά με τον κίνδυνο πρόκλησης ζημίας στην οικονομική ανάκαμψη και την οικονομική ανάπτυξη· υποστηρίζει ότι, με δεδομένη την τρέχουσα οικονομική κατάσταση, είναι απαραίτητο να υπάρξει παρακολούθηση ώστε οι τράπεζες να μην μετακυλίσουν το κόστος της επικείμενης πρότασης στους τελικούς χρήστες των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών·
4. επισημαίνει την ανάγκη ενίσχυσης της διάδρασης μεταξύ της διαδικασίας εποπτικής αναθεώρησης (πυλώνας 2) και της κοινοποίησης (πυλώνας 3), με δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων καθώς και των απαιτήσεων πρόσθετου κεφαλαίου·
5. υπενθυμίζει τις σημαντικές ιδιαιτερότητες του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα, όπως είναι η ποικιλία των επιχειρηματικών μοντέλων που λειτουργούν υπό διάφορες νομικές μορφές και το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις χρηματοδοτούνται κυρίως μέσω τραπεζικού δανεισμού, και ζητεί, ως εκ τούτου, να υπάρξει συνολική εξέταση των μικροοικονομικών και μακροοικονομικών επιπτώσεων που συνεπάγονται οι προτεινόμενοι νέοι κανόνες·
6. προτρέπει την επιτροπή της Βασιλείας καθώς και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβουν δεόντως υπόψη αυτού του είδους τις ιδιαιτερότητες καθώς και τους διαφορετικούς τύπους κινδύνου που αντιμετωπίζει ο τραπεζικός κλάδος· τονίζει την ανάγκη σαφούς διαφοροποίησης μεταξύ των επενδυτικών και των παραδοσιακών λιανικών τραπεζικών υπηρεσιών, καθώς και των συναλλακτικών υπηρεσιών, στους αναθεωρημένους κανόνες της Βασιλείας ΙΙ·
7. καλεί την Επιτροπή να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στη διαδικασία μεταρρύθμισης των κανόνων της Βασιλείας ΙΙ, στη δραστήρια προώθηση και διασφάλιση των ευρωπαϊκών συμφερόντων και στον συντονισμό των προσεγγίσεων των κρατών μελών προκειμένου να επιτευχθεί το καλύτερο αποτέλεσμα για την ευρωπαϊκή οικονομία, και την καλεί επίσης να παρέχει στο Κοινοβούλιο τακτικές αναφορές σχετικά με την κατάσταση των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων και να διασφαλίσει την ενεργό συμμετοχή του στις διαπραγματεύσεις·
8. αναγνωρίζει τη σημασία της διεθνούς συνεργασίας και του διεθνούς συντονισμού με στόχο την επίτευξη ισότιμων όρων ανταγωνισμού σε διεθνές επίπεδο και την αποφυγή του ρυθμιστικού αρμπιτράζ· επισημαίνει, ωστόσο, ότι ο στόχος αυτός δεν πρέπει να δημιουργήσει ανταγωνιστικό μειονέκτημα για την ευρωπαϊκή οικονομία και τον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα και πιστεύει ότι η ποικιλία που επικρατεί στον τραπεζικό τομέα πρέπει να διατηρηθεί·
9. υπογραμμίζει ότι η ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας προϋποθέτει δυναμικές χρηματοπιστωτικές αγορές, ικανές να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις και την καινοτομία· εφιστά την προσοχή στους κανόνες και τις απαιτήσεις που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν νέα πιστωτική ασφυξία, αποσταθεροποιώντας την οικονομική ανάπτυξη και τις ευρωπαϊκές αγορές εργασίας·
10. τονίζει ότι η πλήρης δέσμευση όλων των εμπλεκόμενων μερών στη διαδικασία της Βασιλείας και της ομάδας G20 για ένα σαφές και συνεκτικό χρονοδιάγραμμα εφαρμογής συνιστά προϋπόθεση για μια επιτυχημένη μεταρρύθμιση που θα διασφαλίζει ίσους όρους ανταγωνισμού σε διεθνές επίπεδο και θα αποφεύγει το ρυθμιστικό αρμπιτράζ· προτρέπει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την επιτροπή της Βασιλείας να μεριμνήσουν ώστε οι συμφωνημένοι κανόνες να εφαρμοστούν συγχρονισμένα·
11. υπενθυμίζει ότι η συμφωνία της Βασιλείας ΙΙ, καθώς και η επικείμενη αναθεώρησή της, προορίζονται να αποτελέσουν παγκόσμιο πρότυπο· εκφράζει συνεπώς έντονη ανησυχία για το γεγονός ότι οι περιορισμοί που τίθενται από διάφορες εθνικές νομοθεσίες ως απάντηση στην κρίση (ιδίως από τη μεταρρύθμιση της Wall Street και τον νόμο περί προστασίας των καταναλωτών στις ΗΠΑ, που έχουν αποτέλεσμα να περιορίζεται η αναγνώριση των εξωτερικών αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας) θα κατέληγαν σε σοβαρή κατάτμηση της εφαρμογής αυτού του παγκόσμιου προτύπου· προτρέπει επομένως την επιτροπή της Βασιλείας καθώς και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αξιολογήσουν ενδελεχώς και να προσδιορίσουν τις συνέπειες αυτής της νομοθεσίας όσον αφορά την εφαρμογή της Βασιλείας ΙΙ και τις διαπραγματεύσεις για την αναθεώρηση της Βασιλείας ΙΙ, και προτρέπει την Επιτροπή να υποβάλει στο Κοινοβούλιο έκθεση για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης αυτής·
12. προτρέπει την Επιτροπή να αποσαφηνίσει τον ρόλο των εξωτερικών αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας ως προς το ρυθμιστικό αποθεματικό ρευστότητας και να μεριμνήσει ώστε τα ενδεχόμενα εναλλακτικά κριτήρια που θα εξεταστούν να μην περιορίζουν το φάσμα των στοιχείων ενεργητικού που είναι επιλέξιμα για το ρυθμιστικό αποθεματικό· πιστεύει περαιτέρω ότι τα ενδεχόμενα εναλλακτικά κριτήρια που θα συμφωνηθούν πρέπει να αντικαθιστούν τις εξωτερικές αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και όχι να χρησιμοποιούνται επιπροσθέτως προς αυτές, προκειμένου να εξασφαλίζονται ίσοι όροι ανταγωνισμού διεθνώς·
13. καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει τον διατλαντικό διάλογό της με τις ΗΠΑ για το χρηματοπιστωτικό κανονιστικό πλαίσιο·
14. υπογραμμίζει ότι το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής πρέπει να αντικατοπτρίζει τον συνολικό αντίκτυπο των αναθεωρημένων προτύπων στον κλάδο, στις δυνατότητές του για δανειοδότηση της πραγματικής οικονομίας, καθώς και στη διαδικασία ανάκαμψης στην Ευρώπη· υπενθυμίζει την αναθεώρηση του χρονοδιαγράμματος που έχει αναγγείλει η επιτροπή της Βασιλείας για να εξασφαλιστεί καλύτερα η ομαλή μετάβαση στα νέα πρότυπα·
15. υπενθυμίζει την ανάγκη συμμετοχής του Κοινοβουλίου, ως του δημοκρατικά εκλεγμένου ευρωπαϊκού οργάνου, στις διαπραγματεύσεις, και προτρέπει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την επιτροπή της Βασιλείας να προβούν στις αναγκαίες ενέργειες για τη συμμετοχή του σε μόνιμη βάση·
16. υπενθυμίζει τις ανησυχίες του σχετικά με τους περιορισμούς των υποθέσεων που αφορούν συσχετίσεις που κάνουν οι τράπεζες, στις οποίες βασίζονται πτυχές της μεθοδολογίας για τον υπολογισμό του υποχρεωτικού κεφαλαίου· τονίζει εν προκειμένω τη σπουδαιότητα που έχει μια κατάλληλη εποπτεία και παρακολούθηση της εσωτερικοποιημένης εκτίμησης εκ μέρους των τραπεζών με βάση τη μέθοδο IRB· επισημαίνει περαιτέρω ότι χρειάζεται προσοχή για να μην καθιερωθούν στρεβλά κίνητρα·
17. καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει προς περαιτέρω ολοκλήρωση της ενωσιακής εποπτείας στον τραπεζικό τομέα με τη δημιουργία του νέου ευρωπαϊκού συστήματος χρηματοπιστωτικής εποπτείας και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου·
18. καλεί την Επιτροπή να προβεί σε κατάλληλη αξιολόγηση του αντικτύπου στην πραγματική οικονομία των αναθεωρημένων κανόνων της Βασιλείας ΙΙ πριν από την εφαρμογή τους, με ιδιαίτερη εστίαση στη χρηματοδότηση των ΜΜΕ καθώς και στην ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα υπό συνθήκες πίεσης·
19. πιστεύει ότι είναι απαραίτητο να διευρυνθεί το σύνολο εργαλείων ελάχιστης παρέμβασης που διαθέτουν οι εποπτικές αρχές για τη διαχείριση της κρίσης και πέραν των διατάξεων του άρθρου 136 της οδηγίας 2006/48/EΚ, ώστε να συμπεριληφθούν τουλάχιστον οι δυνατότητες: να απαιτούν προσαρμογές του κεφαλαίου, της ρευστότητας, του μίγματος επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και των εσωτερικών διαδικασιών· να συστήνουν ή να επιβάλλουν αλλαγές στο επίπεδο της διοίκησης· να περιορίζουν τους όρους των αδειών λειτουργίας τραπεζών· να επιβάλλουν «διαθήκες προθανάτιας εφαρμογής» (living wills)· να επιβάλλουν ολική ή μερική πώληση· να δημιουργήσουν μια «ενδιάμεση τράπεζα» ή μια διαίρεση σε «καλή τράπεζα»/«κακή τράπεζα'· να απαιτούν μετοχοποίηση χρεών με κατάλληλες περικοπές κατά την αποτίμηση· να επιβάλλουν απαιτήσεις παρακράτησης κερδών και μερισμάτων και περιορισμούς με στόχο την εξυγίανση από πλευράς κεφαλαιακών απαιτήσεων και την εξασφάλιση ότι οι μέτοχοι θα πληρώνουν πριν από τους φορολογουμένους· να προβαίνουν σε αναδιάρθρωση και μεταφορά περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων προς άλλα ιδρύματα, με στόχο την εξασφάλιση της συνέχειας συστημικά σημαντικών λειτουργιών· να θεσπίζουν κριτήρια αποτίμησης απομειωμένων περιουσιακών στοιχείων· να προβαίνουν σε προσωρινή επιβολή κρατικού ελέγχου· να προβαίνουν σε εκκαθάριση χρεωκοπημένων τραπεζών·
20. καλεί την Επιτροπή να δημιουργήσει κίνητρα για τον τραπεζικό τομέα όσον αφορά τη διαχείριση κινδύνων και κερδών, με σκοπό την επίτευξη μακροπρόθεσμων αποτελεσμάτων, και να ενθαρρύνει τις τράπεζες να διατηρούν ενεργό και συνεχές συμφέρον στα δάνεια στα δικά τους βιβλία, χωρίς υπερβολική στήριξη σε πολύπλοκη τιτλοποίηση ή μη διαφανείς διευθετήσεις στοιχείων εκτός ισολογισμού και να ενοποιήσουν πλήρως κάποια εκτός ισολογισμού στοιχεία, όπως οι φορείς ειδικού σκοπού·
21. επισημαίνει ότι οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις, όπως οι υποδομές διανομής ενέργειας, εξαρτώνται από την τιτλοποίηση·
22. προτείνει να ενσωματωθούν η Επιτροπή της Βασιλείας, ο Διεθνής Οργανισμός Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς (IOSCO), ο Οργανισμός Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB) κτλ. σε μια παγκόσμια δομή, που θα μπορούσε να είναι το ΔΝΤ, ώστε να δημιουργηθεί μια πραγματική οργάνωση του χρηματοπιστωτικού τομέα και να εξασφαλιστεί η συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων στην επεξεργασία κανόνων και η ικανότητα επαλήθευσης της εφαρμογής τους·
23. πιστεύει ότι πρέπει οπωσδήποτε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των «υπερβολικά μεγάλων για να χρεωκοπήσουν» χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, και ότι συνεπώς οι κεφαλαιακές α απαιτήσεις και τα αντικυκλικά αποθεματικά πρέπει να κλιμακώνονται ανάλογα με το μέγεθος, το επίπεδο ανάληψης κινδύνων και το επιχειρηματικό μοντέλο του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος·
Ποιότητα του κεφαλαίου
24. υποστηρίζει την πρωτοβουλία για την αύξηση της ποιότητας και του επιπέδου του κεφαλαίου ως απάντηση στην κρίση και υπενθυμίζει την απόφαση της επιτροπής της Βασιλείας της 12ης Σεπτεμβρίου 2010 να αυξήσει τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις, να εισαγάγει αποθεματικό κεφαλαιακής συντήρησης και να αυξήσει σημαντικά την αναλογία των κοινών μετοχών· υπενθυμίζει ότι το ζήτημα αυτό, σε τελική ανάλυση, συνδέεται με τους λογιστικούς κανόνες και, συνεπώς, προϋποθέτει συνεκτική προσέγγιση, λαμβάνοντας υπόψη και την παγκόσμια σύγκλιση·
25. σημειώνει την απόφαση της επιτροπής της Βασιλείας να επιτρέψει από τα τέλη του Ιουλίου 2010 κάποια εποπτική αναγνώριση των συμφερόντων της μειοψηφίας, των στοιχείων ενεργητικού που συνίστανται σε οφειλόμενο φόρο και των επενδύσεων σε άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα· είναι της γνώμης ότι ενδέχεται να χρειαστούν περαιτέρω προσαρμογές·
26. υπογραμμίζει ότι, προκειμένου να εξασφαλισθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού και να μην βρεθούν σε μειονεκτική θέση οιαδήποτε επιχειρηματικά μοντέλα μη μετοχικών εταιρειών, ιδίως συνεταιρισμών, ταμείων αλληλασφάλισης και ταμιευτηρίων, το κεφάλαιο πρέπει να ορίζεται ανεξαρτήτως νομικής μορφής με ισορροπημένο τρόπο, με βάση την ποιότητα των κεφαλαιακών μέσων (δηλαδή τη μονιμότητα, την απορρόφηση των απωλειών, την ευελιξία των πληρωμών)·
27. καλεί την επιτροπή της Βασιλείας και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατά τον καθορισμό των επιλέξιμων κεφαλαιακών μέσων, να λάβουν δεόντως υπόψη τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες των μη μετοχικών εταιρειών (δηλαδή των συνεταιρισμών, των ταμείων αλληλασφάλισης και των ταμιευτηρίων), που αποτελούν μεγάλο τμήμα του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα·
28. καλεί μετ' επιτάσεως την Επιτροπή να αναθεωρήσει τα προτεινόμενα κριτήρια επιλεξιμότητας για τον κεφαλαιακό σκληρό πυρήνα της κατηγορίας 1 και να περιορίσει τον κατάλογο στα κριτήρια που είναι απαραίτητα για τη διασφάλιση της ποιότητας των κεφαλαίων (δηλ. μονιμότητα, απορρόφηση ζημιών, ευελιξία πληρωμών)·
29. προτρέπει την επιτροπή της Βασιλείας και την Επιτροπή να διασφαλίσουν ότι, κατά τους υπολογισμούς του ενοποιημένου κεφαλαίου, τόσο ο κίνδυνος όσο και το κεφάλαιο λαμβάνονται υπόψη με ισορροπημένο και συνετό τρόπο και, ιδίως, ότι το κεφάλαιο που προέρχεται από μειοψηφίες και έχει εισφερθεί άμεσα σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στο πλαίσιο του ιδίου τραπεζικού ομίλου αναγνωρίζεται δεόντως (λαμβάνοντας δηλαδή υπόψη και τα δικαιώματα της μειοψηφίας), καθώς και ότι δεν παρεμποδίζονται οι συμμετοχές περιφερειακών, συνεταιριστικών και αποταμιευτικών τραπεζών στα κεντρικά τους ιδρύματα (δηλ. όχι μείωση των ιδίων κεφαλαίων)·
30. τονίζει τον σημαντικό ρόλο που έπαιξαν τα κεφάλαια έκτακτης ανάγκης κατά τη διάρκεια της κρίσης· ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την επιτροπή της Βασιλείας να αναγνωρίσουν τον ρόλο των ευέλικτων κεφαλαίων έκτακτης ανάγκης σε καταστάσεις κρίσης και να εποπτεύσουν την από πλευράς αγοράς αποδοχή των μετατρέψιμων τίτλων·
31. καλεί την Επιτροπή να λάβει δεόντως υπόψη τις υπάρχουσες διαφορές μεταξύ των φορολογικών και των λογιστικών ισολογισμών, προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν ανταγωνιστικά μειονεκτήματα·
32. καλεί την επιτροπή της Βασιλείας και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αποσαφηνίσουν τη μεταχείριση των συμφωνιών αμοιβαίων χρηματοοικονομικών συμμετοχών·
33. ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει μια ισόρροπη μεταχείριση μεταξύ μη πραγματοποιηθέντων κερδών και ζημιών, προκειμένου να συγκρατηθεί η μεταβλητότητα και οι φιλοκυκλικές επιδράσεις·
34. καλεί την Επιτροπή να πραγματοποιήσει διεξοδική έρευνα όσον αφορά τα κεφαλαιακά μέσα πριν και μετά την κρίση, προκειμένου να αξιολογηθεί η σπουδαιότητα των συγκεκριμένων κεφαλαιακών μέσων και ο ρόλος τους σε κατάσταση κρίσης·
Πρότυπα ρευστότητας
35. θεωρεί ότι η ανάπτυξη προτύπων ρευστότητας υψηλής ποιότητας αποτελεί βασικό στοιχείο της απάντησης στην κρίση· είναι της άποψης ότι τα πρότυπα ρευστότητας πρέπει να διαφοροποιούνται επαρκώς ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες του επιχειρηματικού μοντέλου και του προφίλ κινδύνου κάθε τράπεζας· πιστεύει πως πρέπει να αναγνωριστεί το γεγονός ότι ο κίνδυνος ενός στοιχείου ενεργητικού μπορεί να ποικίλλει με την πάροδο του χρόνου, καθώς και οι μηχανισμοί μέσω των οποίων αντιμετωπίζεται το φαινόμενο αυτό·
36. επισημαίνει ότι ο μετασχηματισμός της ληκτότητας εκθέτει εγγενώς τις τράπεζες σε μακροπρόθεσμους ή βραχυπρόθεσμους κινδύνους ρευστότητας·
37. πιστεύει ότι, προκειμένου να μην τεθούν σε μειονεκτική θέση οι τράπεζες που θεωρούνται χρηματοπιστωτικοί όμιλοι ετερογενών δραστηριοτήτων με συμμετοχή σε ασφαλιστικές εταιρείες, οι διπλοεγγραφές των ιδίων κεφαλαίων μεταξύ τραπεζών και ασφαλιστικών εταιρειών πρέπει να ρυθμιστούν στο πλαίσιο του ισχύοντος καθεστώτος της οδηγίας περί χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων·
38. καλεί την επιτροπή της Βασιλείας και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επανεξετάσουν τη στάθμιση των δεικτών ρευστότητας και χρηματοδότησης·
39. είναι της άποψης ότι ένας «δείκτης κάλυψης ρευστότητας» θα πρέπει να λαμβάνει περισσότερο υπόψη τον κίνδυνο της συγκέντρωσης επιλέξιμων στοιχείων ενεργητικού σε κάποιο ρυθμιστικό αποθεματικό ρευστότητας, να ενθαρρύνει τη διαφοροποίηση και να αποθαρρύνει την υπερβολική συγκέντρωση σε μία συγκεκριμένη κατηγορία στοιχείων ενεργητικού, συμπεριλαμβανομένου του δημόσιου χρέους· πιστεύει ότι τα αποθεματικά ρευστότητας πρέπει να απαρτίζονται, στο μέτρο του δυνατού, από στοιχεία ενεργητικού που εξακολουθούν να έχουν υψηλή ρευστότητα σε περιόδους έντονων πιέσεων και ότι ο δείκτης αυτός, αν σχεδιαστεί σωστά, θα βελτιώσει τη δυνατότητα προσαρμογής των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στους κινδύνους ρευστότητας·
40. καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι, στην πρόταση που πρόκειται να υποβάλει για την αναθεώρηση των ΟΚΑ 4, τα πρότυπα ρευστότητας θα καλύψουν τις εκτός ισολογισμού υποχρεώσεις·
41. καλεί, σε περίπτωση θέσπισης τυχόν διαρθρωτικού προτύπου ρευστότητας (για παράδειγμα «καθαρός δείκτης σταθερής χρηματοδότησης»), να υπάρξει δέουσα αναγνώριση των σταθερών πηγών χρηματοδότησης που ισχύουν ειδικά για την Ευρώπη (π.χ. τα γερμανικά ομόλογα Pfandbriefe)· πιστεύει ότι οι εθνικές αρχές των κρατών μελών υποδοχής θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που αφορούν την κατάσταση ρευστότητας του υποκαταστήματος·
42. καλεί την Επιτροπή να καθορίσει κριτήρια για υψηλής ποιότητας ρευστοποιήσιμα στοιχεία ενεργητικού λαμβάνοντας υπόψη τον ισχύοντα ορισμό των επιλέξιμων στοιχείων ενεργητικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για δράσεις νομισματικής πολιτικής (διευκόλυνση πράξεων επαναγοράς)·
43. προτρέπει την Επιτροπή να περιλάβει το σύνολο των κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης στα υψηλής ποιότητας ρευστοποιήσιμα στοιχεία ενεργητικού ανεξαρτήτως της συγκεκριμένης πιστωτικής διαβάθμισής τους, μειώνοντας έτσι τον δυσανάλογο αντίκτυπο των ενεργειών των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας·
44. εφιστά ωστόσο την προσοχή στην πιθανότητα τα υψηλής ποιότητας στοιχεία ενεργητικού ρευστότητας να καταστούν ταχέως μη ρευστοποιήσιμα σε περιόδους έντονων πιέσεων, και καλεί ως εκ τούτου, τα πιστωτικά ιδρύματα να πραγματοποιήσουν προσομοιώσεις αντίξοων καταστάσεων πέραν του «δείκτη κάλυψης ρευστότητας» και του «καθαρού δείκτη σταθερής χρηματοδότησης'·
45. καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την επιτροπή της Βασιλείας να λάβουν δεόντως υπόψη τις νομικές οντότητες εντός ενός ομίλου ή δικτύου τραπεζών σε σχέση με τις απαιτήσεις ρευστότητας· ζητά να αντιμετωπίζονται οι συναλλαγές και δεσμεύσεις εντός τέτοιων ομίλων ή δικτύων κατά τρόπο ευαίσθητο ως προς τον κίνδυνο και, εφόσον ενδείκνυται, διαφορετικά από τις συναλλαγές και δεσμεύσεις μεταξύ τρίτων·
Αντικυκλικά μέτρα
46. επικροτεί την προσπάθεια περιορισμού της υπερβολικής αύξησης των πιστώσεων και του κινδύνου να δημιουργούνται πιστωτικές φούσκες·
47. εκφράζει ανησυχία σχετικά με τον ενδεχόμενο φιλοκυκλικό χαρακτήρα που θα έχει ένα σταθερό, ειδικό για κάθε τράπεζα ρυθμιστικό αποθεματικό κεφαλαιακής συντήρησης (capital conservation buffer), όπως προτείνεται σήμερα· θεωρεί ότι τόσο τα ρυθμιστικά αποθεματικά κεφαλαιακής συντήρησης όσο και τα αντικυκλικά ρυθμιστικά αποθεματικά πρέπει να μπορούν να απορροφούν απώλειες σε περιόδους έντονων πιέσεων· είναι της γνώμης ότι τα ρυθμιστικά αποθεματικά, για να είναι αποτελεσματικά, πρέπει να σχεδιάζονται και να αναπτύσσονται εκ παραλλήλου·
48. επικροτεί την απόπειρα εντοπισμού μιας σειράς εναρμονισμένων μακροοικονομικών μεταβλητών προκειμένου να δημιουργηθούν αποτελεσματικά αντικυκλικά αποθεματικά·
49. αναγνωρίζει τα οφέλη της δημιουργίας μελλοντοστρεφών αποθεματικών (μέθοδος αναμενόμενων απωλειών) ως πιθανό πρόσθετο μέτρο για τη μείωση της φιλοκυκλικότητας και για την ενθάρρυνση της αναγνώρισης των αναμενόμενων πιστωτικών απωλειών σε συνάρτηση με τον οικονομικό κύκλο·
50. πιστεύει ότι η επικείμενη Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή πρέπει να παίξει ηγετικό ρόλο για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή των μέτρων που αφορούν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις και τα πρότυπα αντικυκλικών κεφαλαιακών αποθεματικών σε επίπεδο ΕΕ·
51. ζητεί να υπάρξει διεθνής σύγκλιση μεταξύ της υποβολής αναφορών για λογιστικούς σκοπούς και της υποβολής αναφορών για ρυθμιστικούς σκοπούς, ιδίως όσον αφορά τη μέθοδο των αναμενόμενων απωλειών σε σχέση με τα κέρδη που ανακοινώνονται, ώστε να ληφθούν υπόψη τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την κρίση και να διασφαλισθεί ότι κατά τη διαμόρφωση της πληροφόρησης των εποπτικών αρχών και των επενδυτών χρησιμοποιείται η ίδια σειρά σαφών και διαφανών κανόνων· προειδοποιεί σχετικά με την ανάγκη μείωσης της επικάλυψης των αναφορών· πιστεύει ότι οι προσπάθειες αυτές πρέπει να αξιοποιήσουν και να διερευνήσουν περισσότερο ορισμένες καινοτομίες, όπως η καθιέρωση κανονιστικής σελίδας ή φίλτρων προληπτικής εποπτείας στους λογαριασμούς·
52. επισημαίνει ότι η αντικυκλική ρύθμιση προϋποθέτει εναρμονισμένα κριτήρια προκειμένου να διασφαλιστεί η συνολική και προσεκτική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών αγορών και του περιβάλλοντος της αγοράς εκ μέρους των εποπτικών αρχών, όπου, μεταξύ άλλων, συμπεριλαμβάνονται η πλήρης ανταλλαγή πληροφοριών, ο συγχρονισμός των ρυθμιστικών δράσεων καθώς και η σε πραγματικό χρόνο εποπτεία των ανοιγμάτων και των κινδύνων, ακόμη και μέσω απαιτήσεων ελεγκτικού ίχνους για όλες τις συναλλαγές της χρηματοπιστωτικής αγοράς·
Δείκτης μόχλευσης (ΔΜ)
53. λόγω της πολυπλοκότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, σημειώνει την έννοια ενός ΔΜ ως χρήσιμου, απλού, και μη προσφερόμενου για χειραγώγηση αναχώματος έναντι της υπερβολικής μόχλευσης και της υπερβολικής ανάληψης κινδύνων· τονίζει ότι ένας ενιαίος, κατ' αποκοπή δείκτης μόχλευσης, για να είναι αποτελεσματικός, πρέπει να σταθμίζεται ώστε να εντοπίζονται οι διαφορές που υπάρχουν στα επιχειρηματικά πρότυπα των πιστωτικών ιδρυμάτων καθώς και στα προφίλ κινδύνου τους·
54. είναι της άποψης ότι, για να είναι αποτελεσματικός, ένας τέτοιος δείκτης πρέπει να συμπεριλαμβάνει όλα τα εκτός ισολογισμού στοιχεία και τα παράγωγα, να είναι σαφώς καθορισμένος, απλός και συγκρίσιμος σε διεθνές επίπεδο και να λαμβάνει υπόψη τον ρυθμιστικό συμψηφισμό και τα διαφορετικά λογιστικά πρότυπα που υπάρχουν διεθνώς·
55. εκφράζει ωστόσο ανησυχία ότι, από μόνος του, ένας ακαθάριστος ΔΜ δεν θα λαμβάνει επαρκώς υπόψη τον κίνδυνο και ενδέχεται να είναι επιβαρυντικός για φορείς που παρέχουν παραδοσιακές τραπεζικές υπηρεσίες χαμηλού κινδύνου (όπως οι λιανικές τραπεζικές υπηρεσίες, η χρηματοδότηση επιχειρήσεων και συναλλαγών σε ακίνητα, καθώς και οι υπηρεσίες τραπεζικών συναλλαγών) ή για οικονομίες όπου οι επιχειρήσεις χρηματοδοτούνται κυρίως μέσω δανεισμού· τονίζει, συνεπώς, τη σημασία που έχει η εκ μέρους των εποπτικών αρχών παρακολούθηση των μεταβολών της μόχλευσης καθώς και των συνολικών επιπέδων μόχλευσης, καθόσον οι σημαντικές αλλαγές μπορεί να είναι ενδεικτικές προσαυξανόμενου κινδύνου· εκφράζει επίσης ανησυχία για το γεγονός ότι, από μόνος του, ένας «ακαθάριστος» (μη διαφοροποιημένος) ΔΜ μπορεί να δημιουργήσει αντικίνητρα με τη μεταστροφή των χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού σε πιο επικίνδυνα ανοίγματα·
56. ζητεί από την επιτροπή της Βασιλείας και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάσουν προσεκτικά τις επιλογές όσον αφορά τους δείκτες μόχλευσης που εφαρμόζονται στις κατηγορίες 1 και 2, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ιδιαιτερότητες του τραπεζικού κλάδου της ΕΕ·
57. ζητεί από την επιτροπή της Βασιλείας και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ερευνήσουν την δυνατότητα θέσπισης ορίων προστασίας για τους τομείς επιχειρηματικής δραστηριότητας, τα περιουσιακά στοιχεία σταθμισμένου κινδύνου και τα χαρτοφυλάκια· πιστεύει ότι, στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να εξεταστεί και η μέτρηση των στοιχείων ενεργητικού είτε ως καθαρού είτε ως ακαθάριστου ποσού·
58. ζητεί επιπλέον από την επιτροπή της Βασιλείας και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ερευνήσουν την αναλογικότητα στο πλαίσιο του ακαθάριστου ΔΜ με τη χρήση ανωτάτων ορίων ενεργοποίησης της ρυθμιστικής παρέμβασης·
59. σημειώνει την απόφαση της επιτροπής της Βασιλείας να υπάρχει μια περίοδος παρακολούθησης στον πυλώνα 2 ενόψει της υπαγωγής σε μεταχείριση πυλώνα 1· καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει ρήτρα αναθεώρησης στη νομοθετική πρόταση της ΟΚΑ 4·
60. επισημαίνει ότι ο δείκτης μόχλευσης είναι αναγκαίο εργαλείο για τη μέτρηση του συνολικού ανοίγματος των τραπεζών, αλλά καλεί την Επιτροπή να δημιουργήσει ρυθμιστικά εργαλεία που θα αποσκοπούν στον περιορισμό της πραγματικά υπερβολικής μόχλευσης (ιδίως της υπερβολικής εξάρτησης από τη βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση και τη χρηματοδότηση χονδρικής)·
61. ζητεί να υπάρξει περαιτέρω μελέτη εναλλακτικών μορφών του δείκτη μόχλευσης στον πυλώνα 2· επισημαίνει ότι ένας δείκτης μόχλευσης θα μπορούσε, για παράδειγμα, να έχει ευέλικτο περιθώριο και οι εποπτικές αρχές να έχουν τη διακριτική ευχέρεια να αναλάβουν δράση σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου αυτού·
62. προτρέπει την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι ο δείκτης μόχλευσης δεν οδηγεί σε ακατάλληλη τιτλοποίηση, σαν εκείνη που βρέθηκε στο προσκήνιο με τη χρηματοπιστωτική κρίση, ή σε υποκατάστατα και λιγότερες πιστώσεις, ιδίως για τον δανεισμό της πραγματικής οικονομίας (με αυτά να αποτελούν πιθανούς τρόπους μέσω των οποίων οι τράπεζες μπορούν να μειώσουν τον δείκτη μόχλευσής τους)·
Πιστωτικός κίνδυνος αντισυμβαλλόμενου (CCR)
63. ζητεί να υπάρξουν ενισχυμένα πρότυπα όσον αφορά τις προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων, τους εκ των υστέρων ελέγχους και την αντιμετώπιση του κινδύνου δυσμενούς συσχέτισης (wrong-way risk), καθώς και εκτιμήσεις όσον αφορά τους μακροπρόθεσμους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους που προέρχονται από εταιρείες και έργα που λαμβάνουν τραπεζικά δάνεια·
64. καλεί την επιτροπή της Βασιλείας και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διερευνήσουν εναλλακτικές λύσεις για καλύτερη αντιμετώπιση των προσαρμογών πιστωτικής αποτίμησης λόγω της επιδείνωσης της ποιότητας των πιστώσεων των αντισυμβαλλομένων των τραπεζών·
65. πιστεύει ότι οι συμφωνίες ανταλλαγής κινδύνων αθέτησης (CDS) δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παράκαμψη των κεφαλαιακών απαιτήσεων·
66. ζητεί η μεταχείριση του πιστωτικού κινδύνου αντισυμβαλλόμενου να είναι ανάλογη του κινδύνου και οι κεφαλαιακές δαπάνες να είναι υψηλότερες για τις μη κεντρικής εκκαθάρισης συναλλαγές σε σχέση με τις συναλλαγές μέσω κεντρικού αντισυμβαλλόμενου, υπό την προϋπόθεση ότι ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος πληροί τις υψηλού επιπέδου προϋποθέσεις που θα ορισθούν στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας ενώ λαμβάνει παράλληλα υπόψη τα πρότυπα που έχουν συμφωνηθεί σε διεθνές επίπεδο, με δέουσα συνεκτίμηση του ενδεχόμενου κόστους για τον επιχειρηματικό κλάδο από τη χρήση παραγώγων για την κάλυψη των εμπορικών του δραστηριοτήτων· ζητεί να παρέχονται κίνητρα για τα υψηλότερα πρότυπα σε περίπτωση διμερούς συμψηφισμού·
67. υπογραμμίζει το γεγονός ότι η κρίση έδειξε ότι η διασυνδεσιμότητα μεταξύ των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων είναι μεγαλύτερη από τη διασυνδεσιμότητα μεταξύ των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων, και είναι της άποψης ότι οι κεφαλαιακές απαιτήσεις όσον αφορά τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλόμενου πρέπει να είναι πιο αυστηρές όσον αφορά τα ανοίγματα χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων έναντι άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και να αντικατοπτρίζουν επίσης τη δυναμική φύση του εν λόγω κινδύνου σε βάθος χρόνου· τονίζει ότι είναι απαραίτητο να υπάρξει προσεκτική παρακολούθηση της διασύνδεσης προκειμένου να εντοπίζεται οποιαδήποτε συγκέντρωση συναλλαγών μεταξύ μεγάλων φορέων και να λαμβάνονται τα συνεπακόλουθα ρυθμιστικά μέτρα όσον αφορά τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου·
o o o
68. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, στην Ευρωομάδα και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Συμβουλευτικές προτάσεις της επιτροπής της Βασιλείας για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού κλάδου, 17 Δεκεμβρίου 2009, http://www.bis.org/press/p091217.htm.
Συμβουλευτικές προτάσεις της επιτροπής της Βασιλείας σχετικά με ένα διεθνές πλαίσιο για τη μέτρηση, τους κανόνες και την παρακολούθηση του κινδύνου ρευστότητας, της 16.12.2009, http://www.biz.org/publ/bcbs165.htm.