Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2010/0278(COD)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A7-0180/2011

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A7-0180/2011

Συζήτηση :

PV 22/06/2011 - 16
PV 22/06/2011 - 18
CRE 22/06/2011 - 16
CRE 22/06/2011 - 18

Ψηφοφορία :

PV 23/06/2011 - 12.16
Αιτιολογήσεις ψήφου
Αιτιολογήσεις ψήφου
PV 28/09/2011 - 4.9
CRE 28/09/2011 - 4.9
Αιτιολογήσεις ψήφου
Αιτιολογήσεις ψήφου
Αιτιολογήσεις ψήφου
Αιτιολογήσεις ψήφου
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P7_TA(2011)0290
P7_TA(2011)0422

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 474kWORD 116k
Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011 - Βρυξέλλες
Δημοσιονομική εποπτεία στη ζώνη του ευρώ ***I
P7_TA(2011)0290A7-0180/2011
Κείμενο
 Ενοποιημένο κείμενο

Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Ιουνίου 2011 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αποτελεσματική επιβολή της δημοσιονομικής εποπτείας στη ζώνη του ευρώ (COM(2010)0524 – C7-0298/2010 – 2010/0278(COD))(1)
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ(2)
στην πρόταση της Επιτροπής για

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

[Τροπολογία 2]

-------------------------------------------------------

(1) Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0180/2011).
(2)* Τροπολογίες: το νέο ή τροποποιημένο κείμενο σημειώνεται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες· η διαγραφή κειμένου σημειώνεται με το σύμβολο ▌.


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
για την αποτελεσματική επιβολή της δημοσιονομικής εποπτείας στη ζώνη του ευρώ

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 136 σε συνδυασμό με το άρθρο 121 παράγραφος 6,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας(1),

Κατόπιν διαβιβάσεως του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ έχουν ιδιαίτερο συμφέρον και ευθύνη να εφαρμόζουν οικονομικές πολιτικές που προωθούν την εύρυθμη λειτουργία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης και να αποφεύγουν πολιτικές που την θέτουν σε κίνδυνο.

(2)  Η Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) επιτρέπει τη θέσπιση συγκεκριμένων μέτρων στη ζώνη του ευρώ που υπερβαίνουν τις διατάξεις τις εφαρμοστέες σε όλα τα κράτη μέλη, με σκοπό την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.

(2α)  Η πείρα που αποκτήθηκε και τα σφάλματα που διαπράχθηκαν κατά την πρώτη δεκαετία λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης δείχνει την ανάγκη να βελτιωθεί η οικονομική διακυβέρνηση στην Ένωση, με ενδεικνυόμενη βάση έναν αποφασιστικότερο εθνικό ενστερνισμό των από κοινού συμφωνηθέντων κανόνων και πολιτικών και ένα στιβαρότερο εποπτικό πλαίσιο των εθνικών οικονομικών πολιτικών σε επίπεδο Ένωσης.

(2β)  Το βελτιωμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης θα πρέπει να βασίζεται σε διάφορες αλληλοσυνδεόμενες πολιτικές για βιώσιμη ανάπτυξη και απασχόληση, οι οποίες θα στηρίζονται σε μια υγιή στρατηγική της Ένωσης για ανάπτυξη και απασχόληση, εστιάζοντας ιδιαίτερα στην ανάπτυξη και την ενίσχυση της ενιαίας αγοράς, στην προώθηση των διεθνών εμπορικών συναλλαγών και της ανταγωνιστικότητας, σε ένα αποτελεσματικό πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση υπερβολικού δημόσιου ελλείμματος (Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης), σε ένα ισχυρό πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση μακροοικονομικών ανισορροπιών, σε ελάχιστες απαιτήσεις για τα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια, σε μια ενισχυμένη ρύθμιση και εποπτεία της χρηματοπιστωτικής αγοράς (συμπεριλαμβανομένης της μακροπροληπτικής εποπτείας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου).

(2γ)  Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και το ολοκληρωμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης θα πρέπει να συμπληρώνουν και να είναι συμβατά με μια ενωσιακή στρατηγική ανάπτυξης και απασχόλησης. Ωστόσο, αυτές οι αλληλοσυνδέσεις μεταξύ των διαφόρων πτυχών δεν θα πρέπει να προβλέπουν εξαιρέσεις στις διατάξεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

(2δ)  Η ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης πρέπει να περιλαμβάνει στενότερη και πιο έγκαιρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων.

(2ε)  Η επίτευξη και διατήρηση μιας δυναμικής ενιαίας αγοράς πρέπει να θεωρείται χαρακτηριστικό στοιχείο κατάλληλης και εύρυθμης λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.

(2στ)  Η Επιτροπή θα πρέπει να διαδραματίζει ισχυρότερο συντονιστικό ρόλο στις διαδικασίες ενισχυμένης εποπτείας, κυρίως όσον αφορά στις ειδικές αξιολογήσεις για κράτη μέλη, στην παρακολούθηση, τις επιτόπου αποστολές, τις συστάσεις και τις έγκαιρες προειδοποιήσεις.

(2ζ)  Η Επιτροπή θα πρέπει να διαδραματίζει ισχυρότερο ρόλο στη διαδικασία της ενισχυμένης εποπτείας, όσον αφορά τις αξιολογήσεις που αφορούν κάθε κράτος μέλος ξεχωριστά, την παρακολούθηση, τις αποστολές, τις συστάσεις και τις έγκαιρες προειδοποιήσεις. Συγκεκριμένα, πρέπει να περιορισθεί ο ρόλος του Συμβουλίου στη λήψη αποφάσεων για κυρώσεις, ενώ στο Συμβούλιο πρέπει να χρησιμοποιείται η λήψη απόφασης με αντίστροφη ειδική πλειοψηφία.

(2η)  Είναι δυνατόν να καθιερωθεί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διάλογος οικονομικού περιεχομένου, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στην Επιτροπή να δημοσιοποιεί τις αναλύσεις της και στον Πρόεδρο του Συμβουλίου, την Επιτροπή και, εφόσον κριθεί ενδεδειγμένο, τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή το Πρόεδρο της Ευρωομάδας να συζητούν. Μια τέτοια δημόσια συζήτηση θα μπορούσε να ασχολείται με τα δευτερογενή αποτελέσματα των εθνικών αποφάσεων και να παρέχει τη δυνατότητα για αμοιβαία πίεση μεταξύ των εταίρων. Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να προσφέρει την ευκαιρία στο κράτος μέλος το οποίο αφορούν οι αποφάσεις του Συμβουλίου που ελήφθησαν σύμφωνα με τα άρθρα 3, 4 και 5 του παρόντος κανονισμού, να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων.

(3)  Είναι απαραίτητες πρόσθετες κυρώσεις για να καταστεί πιο αποτελεσματική η επιβολή της δημοσιονομικής εποπτείας στη ζώνη του ευρώ. Οι εν λόγω κυρώσεις αναμένεται ότι θα ενισχύσουν την αξιοπιστία του πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας της Ένωσης.

(4)  Οι κανόνες που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό αναμένεται ότι θα εξασφαλίσουν δίκαιους, έγκαιρους, κλιμακωτούς και αποτελεσματικούς μηχανισμούς για τη συμμόρφωση με το προληπτικό και το διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ιδίως δε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97, της 7ης Ιουλίου 1997, για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών(3) και με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, όπου η τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας εξετάζεται με βάση τα κριτήρια του δημοσίου ελλείμματος και του δημόσιου χρέους(4).

(5)  Στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, οι κυρώσεις για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ, όσον αφορά το προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, αναμένεται ότι θα δώσουν κίνητρα για την προσαρμογή και τη διατήρηση του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου.

(5α)  Προς αποφυγή της παραποίησης, εκ προθέσεως ή λόγω αμέλειας, των δεδομένων του δημοσίου ελλείμματος και του δημόσιου χρέους, τα οποία αποτελούν ουσιαστικά στοιχεία για το συντονισμό της οικονομικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πρέπει να επιβάλλεται πρόστιμο στο κράτος μέλος εκείνο που προβαίνει στην εν λόγω παραποίηση.

(6)   Για να συμπληρωθούν οι κανόνες σχετικά με τον υπολογισμό των προστίμων σε περίπτωση παραποίησης των στατιστικών στοιχείων καθώς και με τη διαδικασία που θα ακολουθεί η Επιτροπή για τη διερεύνηση τέτοιων πράξεων, πρέπει να δοθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει κανόνες σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει ενδελεχών κριτηρίων που θα ορίζουν το ύψος του πρόστιμου και τον τρόπο με τον οποίο θα διεξάγει τις έρευνες η Επιτροπή. Έχει ιδιαίτερη σημασία να διεξάγει η Επιτροπή τις απαιτούμενες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια του προπαρασκευαστικού έργου της, συμπεριλαμβανομένων διαβουλεύσεων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Κατά την επεξεργασία και την κατάρτιση των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή πρέπει να μεριμνά ώστε τα σχετικά έγγραφα να διαβιβάζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ταυτόχρονα, έγκαιρα και με κατάλληλο τρόπο.

(7)  Στο προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, η προσαρμογή στον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο και η προσήλωση σε αυτόν θα πρέπει να διασφαλίζονται μέσω της υποχρέωσης πραγματοποίησης τοκοφόρου κατάθεσης που επιβάλλεται προσωρινά σε ένα κράτος μέλος με νόμισμα το ευρώ, το οποίο σημειώνει ανεπαρκή πρόοδο στο πεδίο της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Αυτό θα πρέπει να ισχύει όταν ▌ ένα κράτος μέλος, ακόμη και αν το έλλειμμά του είναι κάτω από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕΠ, αποκλίνει σημαντικά από τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο ή την ενδεδειγμένη πορεία προσαρμογής προς αυτόν και αδυνατεί να διορθώσει την απόκλιση αυτή.

(8)  Η τοκοφόρος κατάθεση που επιβάλλεται θα πρέπει να αποδεσμεύεται και να τίθεται εκ νέου στη διάθεση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους με τους δεδουλευμένους τόκους μόλις το Συμβούλιο διαπιστώσει ότι έχει τερματιστεί η κατάσταση από την οποία προέκυψε η υποχρέωση της κατάθεσης.

(9)  Στο διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οι κυρώσεις για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ θα πρέπει να έχουν τη μορφή της υποχρέωσης να πραγματοποιείται άτοκη κατάθεση που θα συνδέεται με απόφαση του Συμβουλίου για τη διαπίστωση της ύπαρξης υπερβολικού ελλείμματος εφόσον έχει ήδη επιβληθεί τοκοφόρος κατάθεση στο συγκεκριμένο κράτος μέλος στο προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης ή, σε περιπτώσεις ιδιαίτερα σοβαρής μη συμμόρφωσης προς τις νομικές υποχρεώσεις δημοσιονομικής πολιτικής που προβλέπονται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, και της υποχρέωσης καταβολής προστίμου σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με σύσταση του Συμβουλίου για τη διόρθωση υπερβολικού δημόσιου ελλείμματος. ▌

(9a)  Για να αποφευχθεί η αναδρομική εφαρμογή των κυρώσεων δυνάμει του προληπτικού σκέλους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, οι εν λόγω κυρώσεις θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να εφαρμόζονται μόνο σε σχέση με τις οικείες συστάσεις τις οποίες έχει εγκρίνει το Συμβούλιο δυνάμει του τέταρτου εδαφίου του άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 μετά από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. Ομοίως, για να αποφευχθεί η αναδρομική εφαρμογή των κυρώσεων δυνάμει του διορθωτικού σκέλους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να εφαρμόζονται μόνο σε σχέση με τις οικείες συστάσεις και αποφάσεις για τη διόρθωση υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος τις οποίες έχει εγκρίνει το Συμβούλιο μετά από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(10)  Το ύψος της τοκοφόρου κατάθεσης, της άτοκης κατάθεσης και του προστίμου που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να ορίζεται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται η κλιμάκωση των κυρώσεων στο προληπτικό και στο διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και να παρέχει επαρκή κίνητρα για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ ώστε να συμμορφώνονται με το δημοσιονομικό πλαίσιο της Ένωσης. Το πρόστιμο που συνδέεται με το άρθρο 126 παράγραφος 11 της Συνθήκης, όπως ορίζεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97(5), αποτελείται από μια σταθερή συνιστώσα που ισούται με 0,2% του ΑΕΠ και από μια μεταβλητή συνιστώσα. Συνεπώς, η κλιμάκωση και η ισότιμη μεταχείριση μεταξύ των κρατών μελών εξασφαλίζονται εάν η τοκοφόρος κατάθεση, η άτοκη κατάθεση και το πρόστιμο που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό είναι ίσα με 0,2% του ΑΕΠ, δηλαδή με το ύψος της σταθερής συνιστώσας του προστίμου που συνδέεται με το άρθρο 126 παράγραφος 11 της Συνθήκης.

(10α)  Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να συστήνει τη μείωση του ύψους μιας κύρωσης ή να την ακυρώνει λόγω έκτακτων οικονομικών περιστάσεων.

(11)  Θα πρέπει να δοθεί στο Συμβούλιο η δυνατότητα να μειώνει ή να ακυρώνει τις κυρώσεις που επιβάλλονται στα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ, βάσει σύστασης της Επιτροπής ύστερα από αιτιολογημένο αίτημα του οικείου κράτους μέλους. Στο διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να συστήνει τη μείωση του ύψους μιας κύρωσης ή να την ακυρώνει λόγω έκτακτων οικονομικών περιστάσεων.

(12)  Η άτοκη κατάθεση θα πρέπει να αποδεσμεύεται με τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, ενώ οι τόκοι των καταθέσεων και τα εισπραττόμενα πρόστιμα θα πρέπει να διατίθενται στους μηχανισμούς σταθερότητας για την παροχή οικονομικής στήριξης οι οποίοι έχουν δημιουργηθεί από τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ προς διασφάλιση της σταθερότητας στο σύνολο της ζώνης του ευρώ.

(13)  Θα πρέπει να δοθεί στο Συμβούλιο η εξουσία να εκδίδει μεμονωμένες αποφάσεις για την εφαρμογή των μηχανισμών κύρωσης που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Στο πλαίσιο του συντονισμού των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών που διεξάγεται στο Συμβούλιο όπως ορίζεται στο άρθρο 121 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, οι εν λόγω μεμονωμένες αποφάσεις αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της συνέχειας των μέτρων που θεσπίζει το Συμβούλιο σύμφωνα με τα άρθρα 121 και 126 της ΣΛΕΕ και τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1466/97 και (ΕΚ) αριθ. 1467/97.

(14)  Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός περιέχει γενικούς κανόνες για την αποτελεσματική επιβολή των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1466/97 και (ΕΚ) αριθ. 1467/97, θα πρέπει να εγκριθεί σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 121 παράγραφος 6.

(15)  Δεδομένου ότι ο στόχος της δημιουργίας ενός ομοιόμορφου μηχανισμού κυρώσεων δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς στο επίπεδο των κρατών μελών, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου αυτού όρια.

(15α)  Για να εξασφαλιστεί ένας μόνιμος διάλογος με τα κράτη μέλη με στόχο την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή πρέπει να πραγματοποιεί αποστολές εποπτείας.

(15β)  Η Επιτροπή πρέπει, σε τακτά διαστήματα, να προβαίνει σε εκτεταμένη αξιολόγηση του συστήματος οικονομικής διακυβέρνησης και, ειδικότερα, της αποτελεσματικότητας και επάρκειας των κυρώσεων. Οι αξιολογήσεις αυτές πρέπει εν ανάγκη να συνοδεύονται από αντίστοιχες προτάσεις.

(15γ)  Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει υπόψη την τρέχουσα οικονομική κατάσταση των υπό συζήτηση κρατών μελών.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Κεφάλαιο I

Αντικείμενο

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.  Ο παρών κανονισμός θεσπίζει σύστημα κυρώσεων για την ενίσχυση της επιβολής του προληπτικού και του διορθωτικού σκέλους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ.

2.  Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ.

Κεφάλαιο Ια

Οικονομικός διάλογος

Άρθρο 1α

Για να ενισχυθεί ο διάλογος ανάμεσα στα θεσμικά όργανα της Ένωσης, και συγκεκριμένα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, και για να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια και λογοδοσία, η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να καλεί τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, της Επιτροπής και, εφόσον κριθεί αναγκαίο, τον Πρόεδρο της Ευρωομάδας να εμφανισθούν ενώπιον της επιτροπής για συζητήσουν αποφάσεις που ελήφθησαν σύμφωνα με τα άρθρα 3, 4 και 5 του παρόντος κανονισμού.

Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να προσφέρει την ευκαιρία στο κράτος μέλος το οποίο αφορούν οι ληφθείσες αποφάσεις να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

   1) ως «προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης» νοείται το σύστημα πολυμερούς εποπτείας, όπως θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 της 7ης Ιουλίου 1997·
   2) ως «διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης» νοείται η διαδικασία αποφυγής υπερβολικού ελλείμματος των κρατών μελών, όπως ρυθμίζεται από το άρθρο 126 της Συνθήκης και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 της 7ης Ιουλίου 1997·
   3) ως «έκτακτες οικονομικές περιστάσεις» νοούνται περιστάσεις όπου η υπέρβαση ενός δημοσιονομικού ελλείμματος σε σχέση με την τιμή αναφοράς θεωρείται έκτακτη κατά την έννοια του άρθρου 126 παράγραφος 2 στοιχείο α) δεύτερη περίπτωση της Συνθήκης και όπως διευκρινίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97.

Κεφάλαιο II

Κυρώσεις στο προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης

Άρθρο 3

Τοκοφόρος κατάθεση

1.  Εάν το Συμβούλιο εγκρίνει απόφαση που ορίζει ότι κράτος μέλος δεν ανέλαβε δράση ανταποκρινόμενο στη σύσταση του Συμβουλίου για την οποία γίνεται λόγος στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97, η Επιτροπή συστήνει στο Συμβούλιο, εντός 20 ημερών από την έγκριση της σύστασης του Συμβουλίου, να επιβάλλει την πραγματοποίηση τοκοφόρου κατάθεσης ▌. Η απόφαση θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο εκτός εάν αυτό αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να απορρίψει τη σύσταση μέσα σε δέκα ημέρες από την έγκρισή της από την Επιτροπή. Το Συμβούλιο μπορεί να τροποποιεί τη σύσταση της Επιτροπής αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία.

2.  Η τοκοφόρος κατάθεση που συστήνει η Επιτροπή ανέρχεται σε 0,2% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) του οικείου κράτους μέλους κατά το προηγούμενο έτος.

4.  Κατά παρέκκλιση, η Επιτροπή, μετά από αιτιολογημένο αίτημα που θα απευθύνει το οικείο κράτος μέλος στην Επιτροπή μέσα σε δέκα ημέρες από την έγκριση της σύστασης του Συμβουλίου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, μπορεί να συστήσει τη μείωση του ποσού της τοκοφόρου κατάθεσης ή την ακύρωσή της.

4a.  Το επιτόκιο της κατάθεσης αντικατοπτρίζει τον πιστωτικό κίνδυνο της Επιτροπής και τη σχετική επενδυτική περίοδο.

5.  Εάν η κατάσταση που προκάλεσε τη σύσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν υφίσταται πλέον, το Συμβούλιο, βάσει σύστασης της Επιτροπής, αποφασίζει ότι η κατάθεση και οι σχετικοί δεδουλευμένοι τόκοι επιστρέφονται στο οικείο κράτος μέλος. Το Συμβούλιο μπορεί να τροποποιεί τη σύσταση της Επιτροπής αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία.

Κεφάλαιο III

Κυρώσεις στο διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης

Άρθρο 4

Άτοκη κατάθεση

1.  Εάν το Συμβούλιο αποφασίσει σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 6 της Συνθήκης ότι υφίσταται υπερβολικό έλλειμμα σε κράτος μέλος το οποίο έχει πραγματοποιήσει τοκοφόρο κατάθεση στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, ή εφόσον διαπιστωθεί σοβαρή μη συμμόρφωση προς τις νομικές υποχρεώσεις δημοσιονομικής πολιτικής που προβλέπονται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, η Επιτροπή συστήνει στο Συμβούλιο, εντός 20 ημερών από την έγκριση της απόφασης του Συμβουλίου, να επιβάλει την πραγματοποίηση άτοκης κατάθεσης ▌. Η απόφαση θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο εκτός εάν αυτό αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να απορρίψει τη σύσταση εντός δέκα ημερών από την έγκρισή της από την Επιτροπή. Το Συμβούλιο μπορεί να τροποποιεί τη σύσταση της Επιτροπής αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία.

2.  Η άτοκη κατάθεση που συστήνει η Επιτροπή ανέρχεται σε 0,2% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) του οικείου κράτους μέλους κατά το προηγούμενο έτος.

4.  Κατά παρέκκλιση ▌, η Επιτροπή, λόγω έκτακτων οικονομικών περιστάσεων ή μετά από αιτιολογημένο αίτημα που απευθύνει το οικείο κράτος μέλος στην Επιτροπή εντός 10 ημερών από την έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 6 της Συνθήκης, μπορεί να συστήσει τη μείωση του ποσού της άτοκης κατάθεσης ή την ακύρωσή της.

4a.  Η κατάθεση γίνεται στην Επιτροπή. Εάν το κράτος μέλος έχει πραγματοποιήσει τοκοφόρο κατάθεση στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 3, η τοκοφόρος κατάθεση μετατρέπεται σε άτοκη κατάθεση.

Εάν το ύψος της προηγουμένως πραγματοποιηθείσας τοκοφόρου κατάθεσης και των δεδουλευμένων τόκων υπερβαίνει το ύψος της απαιτούμενης άτοκης κατάθεσης, το υπόλοιπο επιστρέφεται στο κράτος μέλος.

Εάν το ύψος της απαιτούμενης άτοκης κατάθεσης υπερβαίνει το ύψος της προηγουμένως πραγματοποιηθείσας τοκοφόρου κατάθεσης και των σχετικών δεδουλευμένων τόκων, το κράτος μέλος συμπληρώνει το υπόλοιπο όταν πραγματοποιεί την άτοκη κατάθεση.

Άρθρο 5

Πρόστιμο

1.  Εντός 20 ημερών από την έγκριση απόφασης του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 8 της ΣΛΕΕ, κατά τη διάρκεια των οποίων το κράτος μέλος δεν έχει λάβει αποτελεσματικά μέτρα για να διορθώσει το υπερβολικό του έλλειμμα, η Επιτροπή συστήνει στο Συμβούλιο την επιβολή προστίμου. Η απόφαση θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο εκτός εάν αυτό αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να απορρίψει τη σύσταση εντός δέκα ημερών από την έγκρισή της από την Επιτροπή. Το Συμβούλιο μπορεί να τροποποιεί τη σύσταση της Επιτροπής αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία.

2.  Το πρόστιμο που συστήνει η Επιτροπή ανέρχεται σε 0,2% του ΑΕΠ του οικείου κράτους μέλους κατά το προηγούμενο έτος.

4.  Κατά παρέκκλιση ▌ , η Επιτροπή, λόγω έκτακτων οικονομικών περιστάσεων ή μετά από αιτιολογημένο αίτημα που απευθύνει το οικείο κράτος μέλος στην Επιτροπή εντός δέκα ημερών από την έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 8 της ΣΛΕΕ, μπορεί να συστήσει τη μείωση του ποσού του προστίμου ή την ακύρωσή του.

4a.  Εάν το κράτος μέλος έχει πραγματοποιήσει άτοκη κατάθεση στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 4, η άτοκη κατάθεση μετατρέπεται σε πρόστιμο.

Εάν το ύψος της προηγουμένως πραγματοποιηθείσας άτοκης κατάθεσης υπερβαίνει το ύψος του απαιτούμενου προστίμου, το υπόλοιπο επιστρέφεται στο κράτος μέλος.

Εάν το ύψος του απαιτούμενου προστίμου υπερβαίνει το ύψος της προηγουμένως πραγματοποιηθείσας άτοκης κατάθεσης, ή εάν δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία άτοκη κατάθεση προηγουμένως, το κράτος μέλος συμπληρώνει το υπόλοιπο όταν καταβάλλει το πρόστιμο.

Άρθρο 6

Επιστροφή της άτοκης κατάθεσης

Εάν το Συμβούλιο αποφασίσει, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 12 της Συνθήκης, να καταργήσει ορισμένες ή όλες τις αποφάσεις του, οποιαδήποτε άτοκη κατάθεση που έχει πραγματοποιήσει το κράτος μέλος στην Επιτροπή επιστρέφεται στο οικείο κράτος μέλος.

Άρθρο 6α

Τιμωρία της παραποίησης των στατιστικών στοιχείων

1.  Το Συμβούλιο ενεργώντας βάσει σύστασης της Επιτροπής μπορεί να αποφασίσει να επιβάλει πρόστιμο σε ένα κράτος μέλος το οποίο εκ προθέσεως ή λόγω σοβαρής αμέλειας παραποιεί το έλλειμμα και το χρέος σ' ό, τι αφορά την εφαρμογή των άρθρων 121 και 126 της Συνθήκης και του πρωτοκόλλου αριθ. 12 που επισυνάπτεται σ' αυτήν.

2.  Τα πρόστιμα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι αποτελεσματικά, αποτρεπτικού χαρακτήρα και ανάλογα με τη φύση και τη σοβαρότητα καθώς και τη διάρκεια της παράβασης. Το ύψος του προστίμου δεν πρέπει να υπερβαίνει το 0,2% του ΑΕΠ.

3.  Για να εντοπισθούν οι παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί να διεξάγει κάθε αναγκαία έρευνα. Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να ξεκινήσει κάποια έρευνα όταν κρίνει ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ως προς την πιθανή ύπαρξη γεγονότων που ενδέχεται να αποτελούν παράβαση κατά την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή διερευνά τις υποτιθέμενες παραβάσεις λαμβάνοντας υπόψη οποιεσδήποτε παρατηρήσεις υποβάλλει το υποκείμενο σε έρευνα κράτος μέλος. Για να επιτελέσει το έργο της, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το υποκείμενο σε έρευνα κράτος μέλος να παράσχει στοιχεία, καθώς και να διεξαγάγει επιτόπιους ελέγχους και να έχει πρόσβαση στους λογαριασμούς όλων των δημόσιων φορέων σε επίπεδο κεντρικής, κρατικής, τοπικής διοίκησης καθώς και σε επίπεδο οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης. Εάν το απαιτεί η εθνική νομοθεσία του υποκείμενου σε έρευνα κράτους μέλους, εκδίδεται ειδική άδεια από δικαστική αρχή πριν από οποιουσδήποτε επιτόπιους ελέγχους.

Μόλις ολοκληρώσει την έρευνά της, και πριν υποβάλει οποιαδήποτε έρευνα στο Συμβούλιο, η Επιτροπή δίνει στο υποκείμενο σε έρευνα κράτος μέλος την ευκαιρία να τοποθετηθεί επί των υπό έρευνα ζητημάτων. Η Επιτροπή βασίζει την πρότασή της στο Συμβούλιο μόνο επί γεγονότων επί των οποίων το εν λόγω κράτος μέλος είχε την ευκαιρία να τοποθετηθεί.

Κατά τη διεξαγωγή των ερευνών διασφαλίζονται πλήρως τα δικαιώματα υπεράσπισης του υποκείμενου σε έρευνα κράτους μέλους.

4.  Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 8α σχετικά με (α) ενδελεχή κριτήρια που ορίζουν το ύψος του πρόστιμου· (β) ενδελεχείς κανόνες σχετικά με τη διαδικασία για τις έρευνες που ορίζονται στην παράγραφο 3, συνδεόμενα μέτρα και σύνταξη εκθέσεων σχετικά με τις έρευνες, καθώς και ενδελεχείς διαδικαστικούς κανόνες με σκοπό την πλήρη διασφάλιση των δικαιωμάτων υπεράσπισης, της πρόσβασης στο φάκελο, της νομικής εκπροσώπησης, της εμπιστευτικότητας, των προσωρινών διατάξεων και της είσπραξης των προστίμων.

5.  Το Δικαστήριο διαθέτει πλήρη δικαιοδοσία για τον έλεγχο των αποφάσεων με τις οποίες η Επιτροπή επιβάλλει πρόστιμο σύμφωνα με την παράγραφο 1. Το Δικαστήριο δύναται να ακυρώσει, να μειώσει ή να αυξήσει το επιβληθέν πρόστιμο.

Άρθρο 6β

Τα πρόστιμα που επιβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 3 έως 6α είναι διοικητικής φύσης.

Άρθρο 7

Διανομή των τόκων και των προστίμων

Οι τόκοι τους οποίους εισπράττει η Επιτροπή από καταθέσεις που έχουν πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 4 και τα πρόστιμα που εισπράττονται σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6α αποτελούν «άλλα έσοδα», όπως αναφέρονται στο άρθρο 311 της Συνθήκης, και διατίθενται ▌ στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας. Όταν δημιουργηθεί από τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ άλλος μηχανισμός σταθερότητας για την παροχή οικονομικής στήριξης προς διασφάλιση της σταθερότητας στο σύνολο της ζώνης του ευρώ, οι τόκοι και τα πρόστιμα διατίθενται σε αυτόν τον τελευταίο μηχανισμό.

Κεφάλαιο IV

Γενικές διατάξεις

Άρθρο -8

Άσκηση των ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων

1.  Η εξουσία για την έκδοση κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.  Η εξουσία έκδοσης των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων του άρθρου 6α ανατίθεται στην Επιτροπή επί τρία έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. Το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της τριετίας, η Επιτροπή εκπονεί έκθεση σχετικά με την εξουσιοδότηση. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο αντιταχθεί σε αυτήν την ανανέωση το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη κάθε περιόδου.

3.  Η κατά το άρθρο 6α εξουσιοδότηση μπορεί να ανακαλείται ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που καθορίζεται στην απόφαση αυτή. Αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των πράξεων κατ' εξουσιοδότηση οι οποίες ισχύουν ήδη.

4.  Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ' εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.  Κάθε κατ' εξουσιοδότηση πράξη δυνάμει του άρθρου 6α τίθεται σε ισχύ μόνο εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν έχει γνωστοποιήσει την αντίθεσή του εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν και τα δύο την Επιτροπή ότι δεν σκοπεύουν να διατυπώσουν αντιρρήσεις. Η ως άνω προθεσμία παρατείνεται κατά 2 μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 8

Ψηφοφορία στο Συμβούλιο

Για τα μέτρα που αναφέρονται στα άρθρα 3, 4 και 5, ψηφίζουν μόνο τα μέλη του Συμβουλίου που αντιπροσωπεύουν κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ και το Συμβούλιο ενεργεί χωρίς να λάβει υπόψη την ψήφο του μέλους του Συμβουλίου που αντιπροσωπεύει το οικείο κράτος μέλος.

Η ειδική πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 238 παράγραφος 3 στοιχείο β) της Συνθήκης.

Άρθρο 8α

Επανεξέταση

1.  Εντός τριετίας μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και εν συνεχεία ανά πενταετία, η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Η έκθεση αξιολογεί μεταξύ άλλων:

   α) την αποτελεσματικότητα του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένου του ενδεχόμενου να δοθούν τα μέσα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή να δράσουν για να αντιμετωπίσουν καταστάσεις που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της νομισματικής ένωσης·
   β) την πρόοδο ως προς την εξασφάλιση στενότερου συντονισμού των οικονομικών πολιτικών και συνεχούς σύγκλισης των οικονομικών επιδόσεων των κρατών μελών σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ.

2.  Εφόσον κριθεί σκόπιμο, η έκθεση συνοδεύεται από πρόταση με τροποποιήσεις του παρόντος κανονισμού.

3.  Η έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

4.  Πριν από το τέλος του 2011 η Επιτροπή υποβάλει στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έκθεση σχετικά με το ενδεχόμενο καθιέρωσης «τίτλων σε ευρώ».

Άρθρο 9

Έναρξη της ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την [xx] ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

...

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

(1) ΕΕ C 150 της 20.5.2011, σ. 1.
(2) ΕΕ C ...
(3) ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1.
(4) ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6.
(5) EE L 209 της 2.8.1997, σ. 6.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου