Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με την επιληψία
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 123 του Κανονισμού του,
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιληψία αποτελεί την πλέον κοινή σοβαρή διαταραχή του εγκεφάλου,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι 6 000 000 άνθρωποι στην Ευρώπη πάσχουν από επιληψία, ενώ κάθε χρόνο διαγιγνώσκονται 300 000 νέα κρούσματα επιληψίας,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι έως και το 70 % των ανθρώπων που πάσχουν από επιληψία θα μπορούσαν να απαλλαχθούν από την εκδήλωση επιληπτικών κρίσεων με κατάλληλη θεραπευτική αγωγή, ενώ το 40 % των επιληπτικών ατόμων στην Ευρώπη δεν λαμβάνει τέτοια αγωγή,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το 40 % των επιληπτικών παιδιών αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο σχολείο,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα επιληπτικά άτομα στην Ευρώπη πλήττονται από υψηλά ποσοστά ανεργίας,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι άνθρωποι που πάσχουν από επιληψία εκτίθενται στον κίνδυνο του στιγματισμού και της προκατάληψης,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιληψία δεν προκαλεί μόνο βλάβες στην υγεία, αλλά διαταράσσει και όλες τις εκφάνσεις της ζωής, και ενδέχεται να επιβαρύνει σωματικά, ψυχολογικά και κοινωνικά άτομα και οικογένειες,
1. καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο:
–
να ενθαρρύνουν την έρευνα και την καινοτομία στον τομέα της πρόληψης και της έγκαιρης διάγνωσης και θεραπείας της επιληψίας·
–
να δώσουν προτεραιότητα στην επιληψία ως σοβαρή ασθένεια η οποία συνεπάγεται σημαντικές επιβαρύνσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη·
–
να αναλάβουν πρωτοβουλίες για την παροχή κινήτρων στα κράτη μέλη ώστε να διασφαλίσουν ισότιμη ποιότητα ζωής, μεταξύ άλλων στους τομείς της εκπαίδευσης, της απασχόλησης, των μεταφορών και της δημόσιας υγειονομικής περίθαλψης, για τα άτομα που πάσχουν από επιληψία, προωθώντας, π.χ., την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών·
–
να προωθήσουν τη διενέργεια αποτελεσματικών εκτιμήσεων επιπτώσεων για όλες τις μείζονες ενωσιακές και εθνικές πολιτικές·
2. ζητεί από τα κράτη μέλη να θεσπίσουν κατάλληλη νομοθεσία για την προστασία των δικαιωμάτων όλων των ατόμων που πάσχουν από επιληψία·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα δήλωση, μαζί με τα ονόματα των υπογραφόντων(1), στην Επιτροπή και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.