Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2011/2156(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A7-0361/2011

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A7-0361/2011

Συζήτηση :

PV 01/12/2011 - 3
CRE 01/12/2011 - 3

Ψηφοφορία :

PV 01/12/2011 - 6.11
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P7_TA(2011)0530

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 373kWORD 84k
Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011 - Βρυξέλλες
Ετήσια έκθεση της ΕΚΤ για το 2010
P7_TA(2011)0530A7-0361/2011

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 1ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με την ετήσια έκθεση της ΕΚΤ για το 2010 (2011/2156(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την Ετήσια Έκθεση της ΕΚΤ για το 2010,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 284 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 15 του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 2ας Απριλίου 1998 για τον δημοκρατικό έλεγχο στην τρίτη φάση την ΟΝΕ(1),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με την ετήσια έκθεση της ΕΚΤ για το 2009(2),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 119 παράγραφος 1 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7-0361/2011),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2010 η ευρωζώνη ανέκαμψε με αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,7% και προβλεπόμενη αύξηση 1,6% για το 2011, μετά την ύφεση του 2009 και τη μείωση του ΑΕΠ κατά 4,2%, μολονότι ορισμένοι διεθνείς οργανισμοί προειδοποιούν για το ενδεχόμενο παγκόσμιας οικονομικής επιβράδυνσης·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το μέσο έλλειμμα της «γενικής κυβέρνησης» στην ευρωζώνη αυξήθηκε στο 6% του ΑΕΠ το 2010 και ο μέσος δείκτης χρέους ανήλθε στο 85,1% του ΑΕΠ, από 0,7% και 66,2% το 2007 αντιστοίχως, έναντι δείκτη χρέους 101,1% του ΑΕΠ για τις ΗΠΑ και 212,71% για την Ιαπωνία·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ρυθμός πληθωρισμού, βάσει της μέσης αύξησης του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) στην ευρωζώνη, ανήλθε στο 1,6% το 2010 και η αύξηση της προσφοράς χρήματος M3 παρέμεινε χαμηλή, με μέση τιμή 0,6% το 2010·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 10 Μαΐου 2010, η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι το ευρωσύστημα προτίθεται να παρέμβει προσωρινά στις δευτερογενείς αγορές των τίτλων δημόσιου χρέους της ευρωζώνης μέσω του προγράμματος για τις αγορές τίτλων, και ότι στο πλαίσιο αυτό η λογιστική αξία των διακανονισμένων αγορών ανήλθε σε 129 δισεκατομμύρια EUR στις αρχές Σεπτεμβρίου του 2011· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τίτλοι αυτοί αγοράστηκαν σε μειωμένη τιμή·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 4 Ιουνίου 2009 η ΕΚΤ αποφάσισε να δρομολογήσει πρόγραμμα αγοράς καλυμμένων ομολογιών στην πρωτογενή και δευτερογενή αγορά, ύψους 60 δισεκατομμυρίων EUR, το οποίο αναμενόταν να έχει εφαρμοστεί πλήρως μέχρι τα τέλη Ιουνίου 2010·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στα τέλη του 2010 η ΕΚΤ είχε 480 δισεκατομμύρια EUR σε προϊόντα τιτλοποίησης και 360 δισεκατομμύρια EUR σε μη εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία, με τις δύο αυτές κατηγορίες να συμποσούνται στο 44% του συνολικού ενεργητικού της·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επίμονες φήμες περί αναδιάρθρωσης του χρέους και ο αντίκτυπος στις χρηματοπιστωτικές αγορές και στην ευρύτερη οικονομία μπορεί να καθυστερήσουν και πάλι την έξοδο της ΕΚΤ από τα μη συμβατικά μέτρα· πιστεύει ωστόσο ότι πρέπει να εξευρεθεί μια συνολική μακροπρόθεσμη λύση χωρίς τη συμμετοχή της ΕΚΤ όσον αφορά τη διαχείριση του δημόσιου χρέους·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα επιτόκια στην ευρωζώνη παρέμειναν στο 1% καθ' όλη τη διάρκεια του 2010, αλλά έκτοτε αυξήθηκαν κατά 25 μονάδες βάσης τον Απρίλιο του 2011 και ακόμη 25 μονάδες τον Ιούλιο του 2011, φθάνοντας έτσι το 1,5%·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 282 της ΣΛΕΕ αναφέρει ότι πρωταρχικός στόχος της ΕΚΤ είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών και ότι η ΕΚΤ πρέπει να στηρίζει τις γενικές οικονομικές πολιτικές συμβάλλοντας στην επίτευξη των στόχων, ενώ αναφέρει επίσης και το έργο που επιτελεί το EΣΣΚ υπό την αιγίδα της ΕΚΤ για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα·

Εισαγωγή

1.  χαιρετίζει το γεγονός ότι, μέχρι στιγμής, η ΕΚΤ κατέγραψε σημαντική επιτυχία διατηρώντας την αύξηση του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή κοντά στο 2%, παρά τους μακρο-χρηματοπιστωτικούς κλυδωνισμούς και τις ευμετάβλητες τιμές των βασικών προϊόντων και σε καιρούς όπου η μέση αύξηση του ΑΕΠ στην Ένωση ήταν χαμηλή·

2.  εκφράζει ανησυχία για τις συνέπειες των αυξήσεων του επιτοκίου στην οικονομική μεγέθυνση στην ευρωζώνη· προσθέτει ότι αυτό θα μπορούσε να παρεμποδίσει την ήδη βραδεία ανάκαμψη στην ευρωζώνη, ιδίως μάλιστα στις ασθενέστερες οικονομίες της·

3.  υπογραμμίζει ότι, μολονότι από τις αρχές του 2010 η αύξηση του ΕνΔΤΚ σε μηνιαία βάση συνήθως κινιόταν πάνω από το 2%, αυτό που έχει σημασία για τη νομισματική πολιτική είναι οι μελλοντικές πληθωριστικές προσδοκίες, το χαμηλό επίπεδο των οποίων αποδεικνύει την υψηλή αξιοπιστία και ανεξαρτησία της ΕΚΤ·

4.  τονίζει ότι πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση το ιδιωτικό χρέος, όπως επίσης οι πιστωτικές φούσκες και σε ορισμένες περιπτώσεις το δημόσιο χρέος, αυξάνονταν κατά μη βιώσιμο τρόπο και ότι προκλήθηκαν κίνδυνοι από φούσκες ιδιωτικού χρέους· επισημαίνει περαιτέρω ότι η αύξηση του δημόσιου χρέους οφειλόταν στην ανάγκη διάσωσης του ιδιωτικού τομέα, και ιδίως του χρηματοπιστωτικού·

5.  πιστεύει ότι, πέρα από τον ΕνΔΤΚ, κρίσιμης σημασίας δείκτες για την αποτελεσματική παρακολούθηση της χρηματοπιστωτική σταθερότητας εντός της ΟΝΕ και γενικότερα στην ΕΕ αποτελούν η εξέλιξη των τιμών των περιουσιακών στοιχείων και η πιστωτική επέκταση στην ΕΕ και τα κράτη μέλη·

6.  σημειώνει ότι το ποσοστό του δημόσιου χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ της ευρωζώνης είναι πολύ χαμηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας·

7.  πιστεύει στην ευρωστία της οικονομίας της ευρωζώνης και στη σπουδαιότητα του ευρώ ως διεθνούς νομίσματος·

8.  υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 282 της ΣΛΕΕ, κύριος στόχος της ΕΚΤ είναι η σταθερότητα των τιμών και ότι αυτό συμβάλει στην επίτευξη χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και κατάλληλης ρευστότητας στις χρηματοπιστωτικές αγορές· σημειώνει ότι η χρηματοπιστωτική αστάθεια δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους όσον αφορά τη μεσοπρόθεσμη σταθερότητα των τιμών, στον βαθμό που παρεμποδίζει την εύρυθμη λειτουργία των μηχανισμών μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής· χαιρετίζει τη σύσταση του ΕΣΣΚ από 1ης Ιανουαρίου 2011 υπό την αιγίδα της ΕΚΤ· συγχαίρει την ΕΚΤ για τον αποφασιστικό ρόλο που ανέλαβε με τη λήψη έκτακτων μέτρων για τη διατήρηση της σταθερότητας της αγοράς·

9.  τονίζει ότι, δυνάμει του άρθρου 127 παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομοφώνως, μέσω κανονισμών σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία και μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μπορεί να αναθέσει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ειδικά καθήκοντα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και των λοιπών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, εξαιρέσει των ασφαλιστικών επιχειρήσεων.

10.  υπογραμμίζει ότι η επαναγορά ομολόγων στις δευτερογενείς αγορές δικαιολογείται από τον σκοπό της αποκατάστασης μιας νομισματικής πολιτικής που θα λειτουργεί αποτελεσματικά, κατά την παρούσα περίοδο εξαιρετικής δυσλειτουργίας ορισμένων τομέων της αγοράς· επισημαίνει ότι αυτά τα προγράμματα επαναγοράς ομολόγων συμπληρώνονται από προγράμματα απορρόφησης ρευστότητας·

11.  εκφράζει τη βαθύτατη ανησυχία του για την παράταση της νέας χρηματοπιστωτικής αναταραχής στην ΕΕ και για τη διαιώνιση σημαντικών μακρο-χρηματοπιστωτικών ανισορροπιών μεταξύ των οικονομιών της ευρωζώνης καθώς και αποπληθωριστικών πιέσεων σε πολλά κράτη μέλη της ευρωζώνης·

12.  υπενθυμίζει ότι η συνεχιζόμενη ή και εντεινόμενη έλλειψη οικονομικής σύγκλισης εξακολουθεί να αποτελεί διαρθρωτικό πρόβλημα για μια ενιαία νομισματική πολιτική στην ευρωζώνη· τονίζει ότι ο αντίκτυπος της νομισματικής πολιτικής διαφέρει σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών στην ευρωζώνη· θεωρεί ότι αυτή η ασυμμετρία του αντικτύπου είναι πιθανό να ενταθεί ακόμα περισσότερο εάν η ΕΚΤ συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια, λόγω του ότι τα δάνεια που συνδέονται με τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια δεσπόζουν σε αρκετά κράτη μέλη· είναι συνεπώς πεπεισμένο για την ανάγκη κοινής δημοσιονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ·

13.  καλεί την Επιτροπή να προχωρήσει στη σύσταση ενός ευρωπαϊκού ιδρύματος αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και να σταθμίσει τα υπέρ και τα κατά μιας προσωρινής αναστολής της πιστοληπτικής αξιολόγησης των χωρών οι οποίες ακολουθούν πρόγραμμα προσαρμογής της ΕΕ/ΔΝΤ· αποδοκιμάζει περαιτέρω το σημερινό ολιγοπώλιο της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και ζητεί μέτρα για την τόνωση του ανταγωνισμού μεταξύ των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και για την αύξηση του αριθμού τους·

14.  καλεί την Επιτροπή να προβεί στις απαιτούμενες ενέργειες για τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, ώστε να εξασφαλιστεί ότι δεν θα είναι απαραίτητο να εμπλέκεται το ΔΝΤ στη μελλοντική πιστωτική πολιτική της Ευρώπης κι έτσι να περιοριστεί η εξάρτηση των κρατών μελών από άλλους διεθνείς οργανισμούς και τις αγορές·

15.  χαιρετίζει την ένταξη της Εσθονίας στην ευρωζώνη ως απόδειξη της ισχύος του εγχειρήματος του κοινού νομίσματος·

16.  εκφράζει την ανησυχία του για τις παγκόσμιες νομισματικές εξελίξεις και την εξωτερική αξία του ευρώ, καθόσον οι μη συμβατικές ενέσεις ρευστότητας στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ παρουσιάζουν σημαντικές δευτερογενείς επιπτώσεις· πιστεύει ότι είναι απαραίτητο να υπάρξει μεγαλύτερος διεθνής συντονισμός προκειμένου να γίνει σταθερότερο το παγκόσμιο νομισματικό σύστημα·

Διαχείριση κρίσεων

17.  χαιρετίζει την αποφασιστική και ενεργό στάση της ΕΚΤ καθ' όλη τη διάρκεια της κρίσης από το 2007, ιδίως μάλιστα στις αναταραχές των χρηματοπιστωτικών αγορών το 2007, το 2008, το 2010 και, πιο πρόσφατα, το καλοκαίρι του 2011, όταν ορισμένες σημαντικές οικονομίες της ΕΕ αντιμετώπισαν δυσκολίες εξαιτίας της συνεχούς αναποφασιστικότητας των κρατών μελών – μια στάση που ωθεί την ΕΚΤ να αναλάβει έναν ανοιχτά πολιτικό ρόλο για την αντιμετώπιση της σημερινής κρίσης χρέους·

18.  επισημαίνει ότι η νομισματική πολιτική πρέπει να αναλάβει ένα μερίδιο ευθύνης για τις φούσκες των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, λόγω της μη βιώσιμης πιστωτικής επέκτασης στα χρόνια πριν από την κρίση·

19.  λαμβάνει υπό σημείωση τις προτάσεις για τη διαχείριση της κρίσης τις οποίες υπέβαλε η ΕΚΤ όσον αφορά την οικονομική διακυβέρνηση αλλά και τον μηχανισμό εξυγίανσης τραπεζών·

20.  αποδοκιμάζει την έλλειψη επαρκούς πλαισίου οικονομικής πολιτικής της ΕΕ για τη διαχείριση κρίσεων και τη διστακτική διαχείριση της κρίσης από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, ιδίως μάλιστα εκείνα στα οποία χρειάζονται μεταρρυθμίσεις, και προτρέπει το Συμβούλιο και την Επιτροπή να προωθήσουν γρήγορα τα ολοκληρωμένα και μακρόπνοα μέτρα που απαιτούνται για την προάσπιση της σταθερότητας του ευρώ·

21.  εκφράζει την ανησυχία του για τις συνεχείς πιέσεις που ασκούνται στις αγορές κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης, όπως αντικατοπτρίζεται στη διεύρυνση των σπρεντ κατά την τελευταία διετία· φρονεί ότι η εναγώνια αναζήτηση ασφάλειας, η οποία προκλήθηκε από τα κύματα πανικού που εξαπέλυσε η τρέχουσα χρηματοπιστωτική κρίση, είχε αναρίθμητα στρεβλωτικά αποτελέσματα και δημιούργησε δυσβάστακτο εξωτερικό κόστος· επαινεί τις προσπάθειες της ΕΚΤ, μέσω του προγράμματός της για τις αγορές τίτλων, να μειώσει τα σπρεντ για τα ευπαθή κράτη μέλη·

22.  λαμβάνει υπό σημείωση την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, μέσω της συντονιζόμενης από την ΕΕ προσφοράς εθελοντικής ανταλλαγής ομολόγων· πιστεύει ότι η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους που συμφωνήθηκε στη σύνοδο κορυφής της 21ης Ιουλίου 2011 δεν συνέβαλε καθόλου στην αποκατάσταση τη βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους·

23.  σημειώνει ότι, μολονότι σε τμήματα του ιδιωτικού τομέα και στα περισσότερα κράτη μέλη συνεχίζεται η απομόχλευση, τα υπέρμετρα επίπεδα χρέους εξακολουθούν να είναι πολύ διαδεδομένα στον δημόσιο τομέα, κάτι στο οποίο έχουν παίξει σημαντικό ρόλο τα μέτρα για την απορρόφηση των επιπτώσεων της χρηματοπιστωτικής κρίσης·

24.  υπενθυμίζει ότι, πριν από το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης, ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ στην ευρωζώνη είχε μειωθεί από 72% το 1999 σε 67% το 2007 και ότι, αντιθέτως, την ίδια περίοδο τα επίπεδα χρέους των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων και η μόχλευση του χρηματοπιστωτικού τομέα σημείωσαν σημαντική αύξηση· επισημαίνει ειδικότερα ότι το χρέος των νοικοκυριών στην ευρωζώνη αυξήθηκε την ίδια περίοδο από 52% σε 70% του ΑΕΠ και ότι το χρέος των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αυξήθηκε από κάτω του 200% σε άνω του 250% του ΑΕΠ· αναγνωρίζει ότι μερικά κράτη μέλη, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, αποτέλεσαν σημαντικές εξαιρέσεις αυτής της γενικής τάσης·

25.  επισημαίνει την ταχεία αύξηση του δείκτη μόχλευσης της ΕΚΤ, όπως αποτιμάται από τα κεφάλαια και τα αποθεματικά της σε σχέση με το ενεργητικό της, μολονότι ο δείκτης μόχλευσης δεν μπορεί να εφαρμοστεί στις κεντρικές τράπεζες με τον ίδιο τρόπο όπως στις εμπορικές· σημειώνει ωστόσο, ότι στα μέσα Αυγούστου 2011 ο ισολογισμός της ΕΚΤ είχε ήδη συρρικνωθεί κατά περίπου 10% από το ανώτατο σημείο του, αν και έκτοτε αυξάνεται με ταχύ ρυθμό· σημειώνει ότι, αν και καταγράφηκε σημαντική επέκταση του ισολογισμού άλλων κεντρικών τραπεζών, ο δείκτης μόχλευσης της ΕΚΤ υπερβαίνει κατά πολύ τον δείκτη μόχλευσης άλλων συγκρίσιμων κεντρικών τραπεζών, με εξαίρεση όσες έχουν εφαρμόσει προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, όπως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και η Τράπεζα της Αγγλίας·

26.  επισημαίνει και επικροτεί το γεγονός ότι η επέκταση του ισολογισμού της ΕΚΤ δεν έχει οδηγήσει σε πληθωρισμό· τονίζει τον κομβικό ρόλο της ως κεντρικού αντισυμβαλλομένου μεταξύ των κεντρικών τραπεζών της ευρωζώνης, γεγονός που αντικατοπτρίζει την προσωρινή μετατόπιση της διαμεσολάβησης από τη διατραπεζική αγορά προς το ευρωσύστημα καθώς και μια αύξηση των στοιχείων ενεργητικού της ευρωζώνης που διακρατούνται από το ευρωσύστημα και θα ωριμάσουν με την πάροδο του χρόνου· επισημαίνει περαιτέρω ότι η παροχή ρευστότητας σε φερέγγυες τράπεζες δεν συνεπάγεται κατ' ανάγκη αύξηση της προσφοράς χρήματος και σημειώνει ότι τα μη συμβατικά μέτρα είναι προσωρινού χαρακτήρα· είναι πεπεισμένο ότι οι εξελίξεις αυτές, σε συνδυασμό με εξωτερικούς παράγοντες, έχουν εξασφαλίσει τη σταθεροποίηση του πληθωρισμού γύρω στο 2%·

27.  εφιστά και πάλι την προσοχή στην ανησυχητική υπερεξάρτηση πολλών τραπεζών της ευρωζώνης από τη ρευστότητα που παρέχεται από την ΕΚΤ, καθόσον απουσιάζει μια πλήρως λειτουργούσα διατραπεζική αγορά· σημειώνει ότι, ενώ το 2010 το ευρωσύστημα δέχθηκε κατά μέσο όρο ως ασφάλειες 488 δισ. τίτλων προερχόμενων από τιτλοποίηση, τα κριτήρια επιλεξιμότητας για τους τίτλους αυτούς στις πιστωτικές πράξεις του ευρωσυστήματος κατέστησαν σημαντικά αυστηρότερα, κάτι που αναμένεται να μειώσει το ποσό αυτό σε βάθος χρόνου·

28.  τονίζει ότι το ευρωσύστημα αρνήθηκε να κοινοποιήσει τη μέθοδο που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της «θεωρητικής τιμής» των απομειωμένων στοιχείων ενεργητικού που είναι επιλέξιμα για τις δικές της δράσεις ρευστότητας στο πλαίσιο του προγράμματος ενισχυμένης πιστωτικής στήριξης· υπογραμμίζει ότι, ως εκ τούτου, είναι αδύνατον να διαπιστωθεί κατά πόσον η ΕΚΤ διαδραμάτισε έναν οιονεί δημοσιονομικό ρόλο· καλεί συνεπώς την ΕΚΤ να γνωστοποιήσει τις μεθόδους αποτίμησης που έχει χρησιμοποιήσει κατά τη διάρκεια της κρίσης·

29.  υπογραμμίζει ότι, λόγω της έλλειψης κατάλληλου πλαισίου διαχείρισης κρίσεων στην ευρωζώνη, η ΕΚΤ υποχρεώθηκε να αναλάβει κινδύνους που δεν καλύπτονταν από την εντολή της·

30.  ζητεί από την ΕΚΤ να δίνει περισσότερες πληροφορίες όσον αφορά την ποιότητα και ποσότητα των τίτλων που έχει στην κατοχή της, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων τιτλοποίησης που έχουν γίνει δεκτά ως ασφάλειες, άλλων εμπορεύσιμων και μη εμπορεύσιμων τίτλων που παραμένουν στην κατοχή της για νομισματικούς σκοπούς, καθώς και τίτλων που δεν βρίσκονται στην κατοχή της για νομισματικούς σκοπούς·

31.  αναγνωρίζει την ανάγκη μη συμβατικών μέτρων νομισματικής πολιτικής και επισημαίνει τον προσωρινό χαρακτήρα τους, αλλά ζητεί να αποσυρθούν σταδιακά τα προγράμματα αυτά, μόλις σταθεροποιηθούν οι χρηματοπιστωτικές αγορές και επιλυθεί η κρίση του δημόσιου χρέους και με την προϋπόθεση ότι θα δημιουργηθεί κοινοτικό πλαίσιο για την πρόσφορη αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής αστάθειας· ζητεί μέτρα για τη συγκρότηση μιας πιο ολοκληρωμένης οικονομικής διακυβέρνησης·

32.  καλεί την ΕΚΤ να δημιουργήσει, στο πλαίσιο του προγράμματος για τις αγορές τίτλων, έναν μηχανισμό προεξοφλητικού επιτοκίου που να μπορεί να προσαρμόζεται όταν κάποιο χρεόγραφο υποβαθμίζεται ακόμη περισσότερο από τους περισσότερους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η ΕΚΤ δεν θα καταλήξει να συγκεντρώσει υπερβολικά πολλά στοιχεία ενεργητικού που ενέχουν σημαντικό κίνδυνο· επιπλέον, πιστεύει ότι η ΕΚΤ πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο διεύρυνσης της πολιτικής βάσει της οποίας χρησιμοποιεί τουλάχιστον δύο πιστωτικές αξιολογήσεις πριν αποδεχθεί ως ασφάλεια κάποιο χρεόγραφο, ώστε να μην εφαρμόζεται μόνο στα προϊόντα τιτλοποίησης αλλά και σε όλα τα άλλα είδη ασφαλειών για τις οποίες σήμερα απαιτείται μόνο μία πιστωτική αξιολόγηση, και καλεί την ΕΚΤ να αναπτύξει δικό της πλαίσιο εκτίμησης κινδύνων·

33.  τονίζει ότι οι όροι που επιβάλλονται στις τράπεζες οι οποίες επωφελούνται από το σύστημα διακανονισμού TARGET-2, και γενικότερα από τις διευκολύνσεις παροχής ρευστότητας της ΕΚΤ, δημιουργούν ανησυχία όσον αφορά τους πιστωτικούς κινδύνους που αναλαμβάνει η ίδια η ΕΚΤ· καλεί συνεπώς την ΕΚΤ να γνωστοποιεί σε πιο τακτική βάση τις ροές μεταξύ των κεντρικών τραπεζών της ευρωζώνης, όπως οι ροές αυτές μετριούνται από το σύστημα διακανονισμού Target-2, για λόγους αυξημένης διαφάνειας και ευχερέστερης κατανόησης των πρόσφατων εξελίξεων, ώστε οι ροές αυτές να μην ερμηνεύονται εσφαλμένα σαν μόνιμες μεταφορές από τις χώρες με πλεονασματικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών προς τις ελλειμματικές χώρες·

34.  εκφράζει την ανησυχία του για τα υψηλά επίπεδα ωρίμανσης του χρέους και νομισματικής αναντιστοιχίας σε διάφορα, συστημικώς σημαντικά ή μη, τραπεζικά ιδρύματα της ευρωζώνης·

35.  πιστεύει ότι στη σημερινή συγκυρία έκτακτης ανάγκης καθίσταται επιτακτικός ο καθορισμός και η δημοσιοποίηση συμπληρωματικών αυστηρών κανόνων που θα διέπουν την παροχή ρευστότητας από την ΕΚΤ, συμπεριλαμβανομένων όρων προληπτικής εποπτείας που θα υπερβαίνουν τους εσωτερικούς και μη κοινοποιούμενους κανόνες και τις περικοπές αποτίμησης οι οποίες σχετίζονται με τις ασφάλειες που γίνονται αποδεκτές για τις πράξεις αναχρηματοδότησης·

36.  καλεί την ΕΚΤ να διερευνήσει κατά πόσον οι απαιτήσεις τήρησης ελάχιστων αποθεματικών θα μπορούσαν να αποτελέσουν εργαλείο συμπληρωματικό των επιτοκίων, προκειμένου να προστατευτεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα χωρίς να παρεμποδιστεί η ανάκαμψη·

37.  επισημαίνει ότι μία από τις συνέπειες των νομισματικών πολιτικών στις ΗΠΑ και στην ΕΕ πριν και κατά τη διάρκεια της κρίσης ήταν η δημιουργία μιας απότομης καμπύλης απόδοσης που παρέχει δυνατότητα ταχύτερης ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού συστήματος με τη βοήθεια καταθετών και βραχυπρόθεσμων δανειστών·

38.  υπογραμμίζει την επίμονη και αυστηρή στάση που υιοθέτησε η ΕΚΤ για πολλά χρόνια όσον αφορά την ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης προς ευρωπαϊκό όφελος·

Οικονομική και χρηματοπιστωτική διακυβέρνηση

39.  ζητεί να υπάρξει μακροοικονομική προληπτική εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η οποία να είναι καλύτερα ενσωματωμένης στο πλαίσιο της νομισματικής πολιτικής και να λαμβάνει υπόψη τις διαφορές μεταξύ των χωρών εντός και εκτός της ευρωζώνης· ζητεί να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για την ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου αναλυτικού πλαισίου με στόχο την από κοινού αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της μακροπροληπτικής και νομισματικής πολιτικής, καθώς επίσης να αναπτυχθεί περαιτέρω η δέσμη εργαλείων μακροπροληπτικής πολιτικής του ΕΣΣΚ, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές, νομικές και άλλες ιδιαιτερότητες του χρηματοπιστωτικού συστήματος·

40.  ζητεί σημαντική αύξηση των πόρων για τη νέα αρχιτεκτονική χρηματοπιστωτικής εποπτείας με στόχο την αύξηση της αποτελεσματικότητάς της, και ζητεί επίσης να διενεργείται συνεχής ανάλυση της αποτελεσματικότητας της νέας αρχιτεκτονικής χρηματοπιστωτικής εποπτείας με τη βοήθεια εκτιμήσεων αντικτύπου και να αξιολογηθεί το μακροπρόθεσμο ενδεχόμενο της δημιουργίας μιας ενιαίας ευρωπαϊκής αρχής χρηματοπιστωτικής εποπτείας, η οποία να συνενώνει υπό την αιγίδα της τις υφιστάμενες ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου·

41.  τονίζει την ανάγκη καθιέρωσης ενιαίου ευρωπαίου υπουργού οικονομικών, ενδεχομένως προερχόμενος από την Επιτροπή, σύμφωνα με το πνεύμα της πρότασης που διατύπωσε ο Jean-Claude Trichet στο Άαχεν στις 2 Ιουνίου 2011· πιστεύει ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί δεόντως το θέμα της δημοκρατικής νομιμότητας μιας τέτοιας πρότασης· σημειώνει εν προκειμένω ότι, σε μια νομισματική ένωση, η δημοσιονομική πολιτική δεν αφορά απλώς τα κράτη μέλη αλλά έχει πολλούς διασυνοριακούς δευτερεύοντες αντικτύπους και ότι η παρούσα κρίση κατέδειξε τα όρια των απολύτως αποκεντρωμένων δημοσιονομικών πολιτικών· πιστεύει ότι ο ενιαίος ευρωπαίος υπουργός οικονομικών πρέπει να λογοδοτεί δημοκρατικά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· τονίζει ότι ένα τέτοιο περαιτέρω βήμα στην κατεύθυνση μιας δημοσιονομικής ένωσης βάσει της κοινοτικής μεθόδου προϋποθέτει μεγαλύτερο δημοκρατικό ενστερνισμό και ενδεχομένως, πιο μακροπρόθεσμα, μια αναθεώρηση της Συνθήκης, αλλά αναγνωρίζει ότι το υφιστάμενο πλαίσιο επιτρέπει ισχυρότερη οικονομική διακυβέρνηση σε βραχυχρόνιο ορίζοντα·

42.  τονίζει την ανάγκη δημιουργίας ενιαίου ευρωπαϊκού δημόσιου ταμείου, που θα απαλλάξει την ΕΚΤ από τον οιονεί δημοσιονομικό ρόλο της· πιστεύει ότι αυτό το ευρωπαϊκό δημόσιο ταμείο θα μπορούσε να δημιουργηθεί μέσω μιας τροποποίησης στη Συνθήκη της ΕΕ·

43.  χαιρετίζει το γεγονός ότι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ) απέκτησε το δικαίωμα αγοράς κρατικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά, καθόσον αυτό θα μπορούσε να αμβλύνει την πίεση στην ΕΚΤ μέσα στις σημερινές συνθήκες·

44.  αποδοκιμάζει εν προκειμένω το γεγονός ότι ο ΕΜΣ δημιουργήθηκε εκτός των Συνθηκών της ΕΕ και, συνεπώς, καλεί την Επιτροπή να προτείνει έναν μόνιμο μηχανισμό διαχείρισης κρίσεων με βάση τους κοινοτικούς κανόνες (π.χ. ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο)·

45.  υπογραμμίζει ότι είναι απολύτως αναγκαίο να υιοθετηθούν και να εφαρμοστούν σύντομα οι διατάξεις της δέσμης για την οικονομική διακυβέρνηση· ζητεί εν προκειμένω τη συνεπή και ισορροπημένη εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και τη δημιουργία αυτόματου μηχανισμού επιβολής κυρώσεων στις χώρες με δημοσιονομικά ελλείμματα·

46.  προσβλέπει στην υποβολή, πριν από το τέλος του 2011, της έκθεσης της Επιτροπής σχετικά με τη δημιουργία ενός συστήματος κοινής έκδοσης ευρωπαϊκών κρατικών ομολόγων, ή ευρωχρεογράφων, που θα τελούν υπό κοινή και αλληλέγγυα ευθύνη, συνοδευόμενης από νομοθετικές προτάσεις εφόσον αυτό κριθεί ενδεδειγμένο·

Εξωτερική διάσταση

47.  δεδομένου ότι η ΕΚΤ, το ΔΝΤ και η Επιτροπή συνεργάζονται σε αποστολές σε ορισμένα κράτη μέλη, καλεί την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις για ενιαία εξωτερική εκπροσώπηση της ευρωζώνης σύμφωνα με το άρθρο 138 της ΣΛΕΕ, ιδίως μάλιστα στο ΔΝΤ·

Διαφάνεια και λογοδοσία

48.  συνιστά στην ΕΚΤ να ενισχύσει τη διαφάνεια των εργασιών της προκειμένου να αυξηθεί η νομιμότητα και η προβλεψιμότητά τους· επαναλαμβάνει την από μακρού διατυπωθείσα έκκλησή του για δημοσιοποίηση των συνοπτικών πρακτικών των συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ·

49.  ζητεί, σύμφωνα με τις εκθέσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου, μεγαλύτερη διαφάνεια και λογοδοσία όσον αφορά την τεκμηρίωση των αποφάσεων που αφορούν τις διαδικασίες πρόσληψης καθώς επίσης τη μισθοδοσία και την καταβολή μπόνους·

50.  χαιρετίζει τη δέσμευση που ανέλαβε η ΕΚΤ όσον αφορά τη λογοδοσία της ενώπιον του ΕΚ και υπογραμμίζει τον ιδιαίτερα εποικοδομητικό ρόλο της ΕΚΤ στη διαδικασία συναπόφασης, τόσο στο υψηλότερο επίπεδο όσο και μέσω του προσωπικού της·

o
o   o

51.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Ευρωομάδα και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

(1) ΕΕ C 138 της 4.5.1998, σ. 177.
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2010)0418.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου