Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2012 σχετικά με το δικαιοδοτικό σύστημα για τις διαφορές που αφορούν διπλώματα ευρεσιτεχνίας (2011/2176(INI))
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την απόφαση 2011/167/ΕΕ του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2011, για την έγκριση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών(1),
– έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών (COM(2011)0215),
– έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη θέσπιση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών σε σχέση με τις εφαρμοστέες μεταφραστικές ρυθμίσεις (COM(2011)0216),
– έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση αριθ. 1/09 του Δικαστηρίου της 8ης Μαρτίου 2011(2),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και της Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0009/2012),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματικότητα του συστήματος διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στην Ευρώπη αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την τόνωση της οικονομικής μεγέθυνσης μέσω της καινοτομίας και για την ενίσχυση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, ιδίως δε των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ), ώστε να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση και το διεθνή ανταγωνισμό·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι με την απόφαση 2011/167/ΕΕ του Συμβουλίου για την έγκριση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών το Βέλγιο, η Βουλγαρία, η Τσεχική Δημοκρατία, η Δανία, η Γερμανία, η Εσθονία, η Ιρλανδία, η Ελλάδα, η Γαλλία, η Κύπρος, η Λετονία, η Λιθουανία, το Λουξεμβούργο, η Ουγγαρία, η Μάλτα, οι Κάτω Χώρες, η Αυστρία, η Πολωνία, η Πορτογαλία, η Ρουμανία, η Σλοβενία, η Σλοβακία, η Φινλανδία, η Σουηδία, και το Ηνωμένο Βασίλειο έλαβαν έγκριση προκειμένου να θεσπίσουν ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ τους στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών, κατ' εφαρμογή των σχετικών διατάξεων των Συνθηκών·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 13 Απριλίου 2011, η Επιτροπή, βάσει εξουσιοδοτικής απόφασης του Συμβουλίου, ενέκρινε πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών, και πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη θέσπιση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών σε σχέση με τις εφαρμοστέες μεταφραστικές ρυθμίσεις·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 8 Μαρτίου 2011 το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης γνωμοδότησε όσον αφορά την πρόταση για ένα Δικαστήριο για ευρωπαϊκά και κοινοτικά διπλώματα ευρεσιτεχνίας τονίζοντας την ασυμβατότητα του με το ενωσιακό δίκαιο·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματικότητα του ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών μπορεί να διασφαλιστεί μόνο μέσω της ομαλής λειτουργίας ενός συστήματος επίλυσης των διαφορών στον τομέα των ευρεσιτεχνιών·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στην ενισχυμένη συνεργασία, ακολουθώντας τη γνώμη του Δικαστηρίου, δεσμεύτηκαν να ιδρύσουν, δυνάμει διεθνούς συμφωνίας, ένα Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο αυτό, υφίσταται μία ουσιαστική διαφορά μεταξύ συνήθων διεθνών συμφωνιών και των ιδρυτικών συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες έχουν εγκαθιδρύσει μια νέα έννομη τάξη με δικά της θεσμικά όργανα, χάριν της οποίας τα κράτη έχουν περιορίσει τα κυριαρχικά τους δικαιώματα σε διαρκώς διευρυνόμενους τομείς και στην οποία υπόκεινται όχι μόνο τα κράτη μέλη αλλά και οι υπήκοοί τους, ενώ θεματοφύλακες της έννομης αυτής τάξης είναι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα τακτικά δικαστήρια και τα δικαιοδοτικά όργανα των κρατών μελών·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, σε συνεργασία με το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να τηρεί και να εφαρμόζει πλήρως το ενωσιακό δίκαιο, πράγμα που ισχύει και για κάθε εθνικό Δικαστήριο·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας πρέπει να ακολουθεί τη νομολογία του Δικαστηρίου ζητώντας την έκδοση προδικαστικών αποφάσεων σύμφωνα με το άρθρο 267 ΣΛΕΕ·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι η τήρηση της αρχής της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου και η ορθή εφαρμογή του πρέπει να διασφαλίζονται βάσει των άρθρων 258, 259 και 260 ΣΛΕΕ·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας πρέπει να αποτελεί τμήμα των δικαστικών συστημάτων των συμβαλλομένων κρατών μελών και να διαθέτει αποκλειστική αρμοδιότητα για ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας με ενιαία ισχύ και για ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας σα οποία κατονομάζονται ένα ή περισσότερα συμβαλλόμενα κράτη μέλη·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι για ένα αποτελεσματικό δικαστικό σύστημα απαιτείται η ύπαρξη ενός αποκεντρωμένου πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματικότητα του συστήματος επίλυσης των διαφορών εξαρτάται από την ποιότητα και την εμπειρία των δικαστών·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να θεσπιστεί δέσμη δικονομικών κανόνων που θα εφαρμόζονται στις διαδικασίες ενώπιον όλων των τμημάτων και των βαθμών δικαιοδοσίας του δικαστηρίου·
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας πρέπει να αποσκοπεί στην έκδοση αποφάσεων υψηλής ποιότητας χωρίς περιττές διαδικαστικές καθυστερήσεις και θα πρέπει να βοηθά ιδίως τις ΜΜΕ να προστατεύουν τα δικαιώματά τους ή να αμύνονται κατά αβάσιμων αξιώσεων ή διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας που πρέπει να ακυρωθούν·
1. ζητεί τη δημιουργία ενός ενιαίου συστήματος επίλυσης διαφορών στον τομέα των ευρεσιτεχνιών, δεδομένου ότι μία κατακερματισμένη αγορά ευρεσιτεχνιών και η ανομοιογενής επιβολή του νόμου αποτελούν εμπόδιο στην καινοτομία και την πρόοδο στην εσωτερική αγορά, περιπλέκουν την χρησιμοποίηση του συστήματος των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, είναι δαπανηρές και εμποδίζουν την αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας, ειδικότερα εκείνων των ΜΜΕ·
2. παροτρύνει τα κράτη μέλη να ολοκληρώσουν τις διαπραγματεύσεις και να επικυρώσουν χωρίς περιττές καθυστερήσεις τη διεθνή σύμβαση («η σύμβαση») μεταξύ των εν λόγω κρατών μελών («συμβαλλόμενα κράτη μέλη») για την ίδρυση ενός Ενιαίου Δικαστηρίου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας («το Δικαστήριο») και παροτρύνει την Ισπανία και την Ιταλία να ενταχθούν στην διαδικασία της ενισχυμένης συνεργασίας·
3. τονίζει ότι το Δικαστήριο, ως θεματοφύλακας του ενωσιακού δικαίου, οφείλει στο πλαίσιο αυτό να διασφαλίσει τον ενιαίο χαρακτήρα της ενωσιακής έννομης τάξης και την υπεροχή του ευρωπαϊκού δικαίου·
4. φρονεί ότι τα κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη αποφασίσει να συμμετάσχουν στην ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών μπορούν να συμμετάσχουν στο ενιαίο σύστημα επίλυσης των διαφορών που αφορούν διπλώματα ευρεσιτεχνίας σε σχέση με τα ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας που ισχύουν στις επικράτειές τους·
5. τονίζει ότι προτεραιότητα του Ενιαίου Δικαστηρίου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας πρέπει να είναι η ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου και η βελτίωση της επιβολής των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, εξισορροπώντας με δίκαιο τρόπο τα συμφέροντα των δικαιούχων και των ενδιαφερομένων μερών·
6. τονίζει ότι είναι απαραίτητο ένα αποτελεσματικό από πλευράς κόστους σύστημα απονομής δικαιοσύνης, το οποίο χρηματοδοτείται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζει σε όλους τους κατόχους διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, και ιδίως ΜΜΕ, μεμονωμένα άτομα και μη κερδοσκοπικές οργανώσεις, πρόσβαση στη Δικαιοσύνη·
Γενική προσέγγιση
7. αναγνωρίζει ότι η δημιουργία ενός συνεκτικού δικαστικού συστήματος, που αφορά διπλώματα ευρεσιτεχνίας στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στην ενισχυμένη συνεργασία, πρέπει να επιτευχθεί μέσω της σύμβασης·
8. συνεπώς, τονίζει ότι:
i.
συμβαλλόμενα κράτη μέλη μπορεί να είναι μόνο κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
ii.
η σύμβαση πρέπει να τεθεί σε ισχύ εφόσον επικυρώσουν τη συμφωνία αυτή τουλάχιστον δέκα τρία συμβαλλόμενα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των τριών κρατών μελών στα οποία είχαν τεθεί σε ισχύ τα περισσότερα ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας κατά το έτος που προηγήθηκε του έτους διεξαγωγής της διπλωματικής διάσκεψης για την υπογραφή της σύμβασης·
iii.
το Δικαστήριο πρέπει να είναι ένα δικαστήριο κοινό στα συμβαλλόμενα κράτη μέλη και να υπόκειται, όπως κάθε εθνικό δικαστήριο, στις ίδιες υποχρεώσεις όσον αφορά την τήρηση του ενωσιακού δικαίου· συνεπώς, για παράδειγμα, το Δικαστήριο θα συνεργάζεται με το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζοντας το άρθρο 267 ΣΛΕΕ·
iv.
το Δικαστήριο πρέπει να τηρεί το σύνολο του ενωσιακού δικαίου και να σέβεται την υπεροχή του· σε περίπτωση που το Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο παραβιάζει το ενωσιακό δίκαιο, τα συμβαλλόμενα κράτη μέλη πρέπει να ευθύνονται αλληλεγγύως για τις ζημίες που υπέστησαν οι διάδικοι της σχετικής διαδικασίας· επιπλέον, πρέπει να εφαρμόζεται η διαδικασία επί παραβάσει εις βάρος όλων των συμβαλλομένων κρατών μελών σύμφωνα με τα άρθρα 258, 259 και 260 ΣΛΕΕ·
9. εκφράζει την ικανοποίησή του για τη δημιουργία κέντρου διαμεσολάβησης και διαιτησίας στο πλαίσιο της σύμβασης·
Δομή του συστήματος επίλυσης των διαφορών που αφορούν διπλώματα ευρεσιτεχνίας
10. πιστεύει ότι ένα αποτελεσματικό σύστημα δικαστικής επίλυσης των διαφορών πρέπει να είναι αποκεντρωμένο και υποστηρίζει ότι:
i.
το δικαστικό σύστημα επίλυσης των διαφορών πρέπει να αποτελείται από ένα πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας («Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο») και από ένα κατ' έφεσιν βαθμό δικαιοδοσίας («Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο»)· για λόγους αποτελεσματικότητας και ταχύτητας της διαδικασίας δεν πρέπει να υπάρχουν περαιτέρω βαθμοί δικαιοδοσίας·
ii.
ο αποκεντρωμένος πρώτος βαθμός δικαιοδοσίας πρέπει να αποτελείται, εκτός από ένα κεντρικό τμήμα, και από τοπικά και περιφερειακά τμήματα·
iii.
πρόσθετα τοπικά τμήματα σε πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας θα πρέπει να δημιουργούνται σε ένα συμβαλλόμενο κράτος κατόπιν αιτήματός του, σε περίπτωση που περισσότερες από 100 υποθέσεις ανά ημερολογιακό έτος εισήχθησαν στο συγκεκριμένο συμβαλλόμενο κράτος κατά τη διάρκεια τριών διαδοχικών ετών πριν ή μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης· προτείνει εξάλλου ο αριθμός των τμημάτων σε ένα συμβαλλόμενο κράτος μέλος να μην υπερβαίνει τα τέσσερα·
iv.
πρέπει να ιδρύεται ένα περιφερειακό τμήμα κατόπιν αιτήματος δύο ή περισσοτέρων συμβαλλομένων κρατών μελών·
Σύνθεση του Δικαστηρίου και προσόντα των δικαστών
11. υπογραμμίζει ότι η αποτελεσματικότητα του συστήματος επίλυσης των διαφορών εξαρτάται πρωτίστως από την ποιότητα και την εμπειρία των δικαστών·
12. για τον σκοπό αυτόν:
i.
αναγνωρίζει ότι η σύνθεση του Δευτεροβάθμιου και του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου πρέπει να έχει πολυεθνικό χαρακτήρα· φρονεί ότι η σύνθεσή τους πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις υφιστάμενες δικαστικές δομές εν γνώσει, πάντως, του γεγονότος ότι υπερκείμενος στόχος είναι η δημιουργία ενός νέου πραγματικά ενιαίου δικαιοδοτικού οργάνου· προτείνει, συνεπώς, η σύνθεση των τοπικών τμημάτων να αποκτήσει το συντομότερο πολυεθνικό χαρακτήρα, ενώ, εντός μέγιστης μεταβατικής περιόδου πέντε ετών, μπορούν να γίνουν δεκτές αιτιολογημένες παρεκκλίσεις από την θεμελιώδη αυτή αρχή αφού εγκριθούν από την διοικητική επιτροπή, και να ληφθεί μέριμνα ώστε να μην υποβαθμιστούν οι απαιτήσεις ποιότητας και αποτελεσματικότητας των υφισταμένων δομών· πιστεύει ότι το διάστημα των πέντε ετών πρέπει να αξιοποιηθεί για την εντατική κατάρτιση και προετοιμασία των δικαστών·
ii.
πιστεύει ότι το Δικαστήριο πρέπει να απαρτίζεται από δικαστές με νομική και τεχνική κατάρτιση· οι δικαστές πρέπει να ανταποκρίνονται στις υψηλότερες απαιτήσεις ικανότητας και να διαθέτουν αποδεδειγμένες γνώσεις στον τομέα της επίλυσης διαφορών που αφορούν διπλώματα ευρεσιτεχνίας καθώς και στον τομέα του δικαίου κατά των περιορισμών του ανταγωνισμού· τα προσόντα αυτά πρέπει να τεκμηριώνονται, μεταξύ άλλων, από σχετική εργασιακή εμπειρία και επαγγελματική κατάρτιση· οι νομικά καταρτισμένοι δικαστές πρέπει να διαθέτουν τα προσόντα που απαιτούνται για τις δικαστικές υπηρεσίες σε ένα συμβαλλόμενο κράτος μέλος· οι δικαστές με τεχνική κατάρτιση πρέπει να κατέχουν πανεπιστημιακό δίπλωμα και εμπειρία στον τεχνολογικό τομέα καθώς και γνώσεις στον τομέα του αστικού δικαίου και της πολιτικής δικονομίας·
iii.
πιστεύει ότι οι διατάξεις της σύμβασης σχετικά με τη σύνθεση του Δικαστηρίου, μετά τη θέσπισή τους, δεν θα πρέπει να τροποποιούνται εκτός εάν, λόγω των διατάξεων αυτών, δεν εκπληρούνται οι στόχοι του συστήματος επίλυσης των διαφορών, δηλαδή η ύψιστη ποιότητα και αποτελεσματικότητα· προτείνει ότι οι αποφάσεις που αφορούν τη σύνθεση του Δικαστηρίου πρέπει να λαμβάνονται με ομόφωνη απόφαση του αρμοδίου οργάνου·
iv.
φρονεί ότι η σύμβαση πρέπει να θεσπίζει εγγυήσεις που να διασφαλίζουν ότι οι δικαστές που διορίζονται παρέχουν εχέγγυα αμεροληψίας, ιδίως εάν έχουν διατελέσει μέλη συμβουλίων προσφυγών ενός εθνικού γραφείου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ή του Ευρωπαϊκού Γραφείου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνία·
Διαδικασία
13. πιστεύει, αναφορικά με τα διαδικαστικά ζητήματα, ότι:
i.
μία δέσμη δικονομικών κανόνων πρέπει να εφαρμόζεται σε διαδικασίες ενώπιον όλων των τμημάτων και των βαθμών δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου·
ii.
η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου, αποτελούμενη από ένα γραπτό, ενδιάμεσο και προφορικό στάδιο, ενσωματώνει τα κατάλληλα στοιχεία ευελιξίας, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους της ταχύτητας και της αποτελεσματικότητας της διαδικασίας·
iii.
η διαδικασία ενώπιον των τοπικών και περιφερειακών τμημάτων πρέπει να διεξάγεται στην επίσημη γλώσσα του συμβαλλόμενου κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται το τμήμα ή στην επίσημη γλώσσα που έχουν ορίσει τα συμβαλλόμενα κράτη μέλη τα οποία έχουν κοινό περιφερειακό τμήμα· οι διάδικοι πρέπει να έχουν το δικαίωμα να επιλέγουν, ως γλώσσα της διαδικασίας, τη γλώσσα στην οποία χορηγήθηκε το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας υπό τον όρο της έγκρισης από το αρμόδιο τμήμα· η γλώσσα της διαδικασίας ενώπιον του κεντρικού τμήματος πρέπει να είναι η γλώσσα στην οποία χορηγήθηκε το σχετικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας· η γλώσσα της διαδικασίας ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου πρέπει να είναι η γλώσσα της διαδικασίας ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου·
iv.
το Δικαστήριο πρέπει να έχει την αρμοδιότητα να λαμβάνει ασφαλιστικά μέτρα προκειμένου να αποτρέπει τυχόν επικείμενη προσβολή δικαιώματος και να απαγορεύει τη συνέχιση της εικαζόμενης παραβίασης· η εξουσία αυτή δεν πρέπει ωστόσο να έχει ως αποτέλεσμα μία ανεπίτρεπτη αναζήτηση ευνοϊκότερης δικαιοδοσίας «forum shopping»· και
v.
οι διάδικοι πρέπει να εκπροσωπούνται μόνο από δικηγόρους εξουσιοδοτημένους να παρίστανται ενώπιον των δικαστηρίων ενός από τα συμβαλλόμενα κράτη μέλη· οι εκπρόσωποι των διαδίκων μπορούν να επικουρούνται από συμβούλους ευρεσιτεχνιών στους οποίους θα επιτρέπεται να λαμβάνουν το λόγο στις συζητήσεις ενώπιον του Δικαστηρίου·
Δικαιοδοσία και συνέπειες των αποφάσεων του Δικαστηρίου
14. υπογραμμίζει ότι:
i.
το Δικαστήριο πρέπει να διαθέτει αποκλειστική δικαιοδοσία σε θέματα ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας με ενιαία ισχύ και ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας που κατονομάζουν ένα ή περισσότερα συμβαλλόμενα κράτη μέλη· επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 44/2001 θα πρέπει να τροποποιηθεί(3),
ii.
ο ενάγων πρέπει να ασκεί την αγωγή ενώπιον του τοπικού τμήματος που βρίσκεται σε ένα συμβαλλόμενο κράτος μέλος στο οποίο έλαβε ή ενδέχεται να λάβει χώρα η προσβολή, ή στον τόπο κατοικίας ή εγκατάστασης του εναγομένου ή στο περιφερειακό τμήμα στο οποίο συμμετέχει το συμβαλλόμενο κράτος μέλος· εάν το συμβαλλόμενο κράτος μέλος δεν διαθέτει τοπικό τμήμα και δεν συμμετέχει σε περιφερειακό τμήμα, ο ενάγων θα ασκεί την αγωγή ενώπιον του κεντρικού τμήματος· οι διάδικοι πρέπει να έχουν το δικαίωμα να συμφωνήσουν σχετικά με το τμήμα του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (τοπικό, περιφερειακό ή κεντρικό) ενώπιον του οποίου μπορεί να ασκηθεί μία αγωγή·
iii.
σε περίπτωση ανταγωγής για ακύρωση, το τοπικό ή περιφερειακό τμήμα πρέπει να έχει τη διακριτική ευχέρεια να εκδικάσει την αγωγή για την προσβολή του δικαιώματος ανεξαρτήτως του εάν το τμήμα εκδικάζει επίσης την ανταγωγή ή αν παραπέμπει την ανταγωγή στο κεντρικό τμήμα·
iv.
οι διατάξεις της σύμβασης σχετικά με τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, μετά τη θέσπισή τους, δεν θα πρέπει να τροποποιούνται εκτός εάν οι στόχοι του συστήματος επίλυσης των διαφορών, δηλαδή η ύψιστη ποιότητα και αποτελεσματικότητα, δεν εκπληρούνται εξ αιτίας των κανόνων αυτών περί δικαιοδοσίας· προτείνει οι αποφάσεις που αφορούν τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου να λαμβάνονται με ομόφωνη απόφαση του αρμοδίου οργάνου·
v.
οι αποφάσεις όλων των τμημάτων του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου καθώς και οι αποφάσεις του Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου πρέπει να είναι εκτελεστές σε κάθε συμβαλλόμενο κράτος χωρίς να απαιτείται κήρυξη της εκτελεστότητας·
vi.
πρέπει να καταστεί σαφής στη σύμβαση η σχέση μεταξύ της σύμβασης και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001·
Ουσιαστικό δίκαιο
15. φρονεί ότι οι αποφάσεις του Δικαστηρίου πρέπει να βασίζονται στο ενωσιακό δίκαιο, στη σύμβαση, στη Σύμβαση για το Ευρωπαϊκό Δίπλωμα Ευρεσιτεχνίας (ΣΕΔΕ) και στο εθνικό δίκαιο που έχει θεσπιστεί σύμφωνα με τη ΣΕΔΕ, στις διατάξεις των διεθνών συμφωνιών που διέπουν τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και είναι δεσμευτικές για όλα τα συμβαλλόμενα κράτη μέλη και στο εθνικό δίκαιο των συμβαλλομένων κρατών μελών υπό το φως του ισχύοντος ενωσιακού δικαίου·
16. τονίζει ότι το ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας με ενιαία ισχύ πρέπει να παρέχει στον κάτοχό του το δικαίωμα να απαγορεύει την άμεση και έμμεση εκμετάλλευση της εφεύρεσης από τρίτους που δεν έχουν λάβει τη συγκατάθεση του δικαιούχου στις επικράτειες των συμβαλλομένων κρατών μελών, ότι ο δικαιούχος πρέπει να έχει δικαίωμα αποζημίωσης σε περίπτωση παράνομης εκμετάλλευσης της εφεύρεσης και ότι ο δικαιούχος πρέπει να έχει δικαίωμα να αναζητήσει είτε το διαφυγόν κέρδος λόγω της προσβολής του δικαιώματός του καθώς και άλλες απώλειες, ένα εύλογο τέλος εκμετάλλευσης είτε το κέρδος που προέκυψε από την παράνομη εκμετάλλευση της εφεύρεσης·
o o o
17. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή και τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 44/2001 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2000 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 12 της 16.1.2001, σ. 1).