Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2012/2264(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A7-0022/2013

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A7-0022/2013

Συζήτηση :

Ψηφοφορία :

PV 12/03/2013 - 8.2
CRE 12/03/2013 - 8.2
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P7_TA(2013)0062

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 371kWORD 34k
Τρίτη 12 Μαρτίου 2013 - Στρασβούργο
Ειδική Έκθεση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή (Αεροδρόμιο Βιέννης)
P7_TA(2013)0062A7-0022/2013

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2013 σχετικά με την ειδική έκθεση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή ως προς την έρευνά του στην αναφορά 2591/2010/GG κατά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Αεροδρόμιο της Βιέννης) (2012/2264(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την ειδική έκθεση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 228 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη την απόφαση 94/262/ΕΚΑΧ, ΕΚ, Ευρατόμ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1994, σχετικά με το καθεστώς του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή και τους γενικούς όρους άσκησης των καθηκόντων του(1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 7 της απόφασης αυτής,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 205 παράγραφος 2 πρώτη πρόταση του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αναφορών (A7-0022/2013),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 228 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξουσιοδοτεί τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή να λαμβάνει τις καταγγελίες όλων των πολιτών της Ένωσης σχετικά με περιπτώσεις κακής διοίκησης στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων των θεσμικών οργάνων ή οργανισμών της Ένωσης,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αναφορές που υποβάλλονται από πολίτες της ΕΕ συνιστούν σημαντική πηγή πληροφόρησης σχετικά με πιθανές παραβιάσεις του δικαίου της ΕΕ,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 41 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, «κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην αμερόληπτη, δίκαιη και εντός ευλόγου προθεσμίας εξέταση των υποθέσεών του από τα θεσμικά όργανα, οργανισμούς, υπηρεσίες και λοιπά όργανα της Ένωσης»,

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τόσο οι Συνθήκες όσο και το καθεστώς του Διαμεσολαβητή δεν ορίζουν την έννοια της κακοδιοίκησης, εκχωρώντας ως εκ τούτου στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή το καθήκον αυτό, που υπόκειται στην ερμηνευτική εξουσία του Δικαστηρίου· λαμβάνοντας υπόψη ότι στην Πρώτη Ετήσια Έκθεσή του, ο Διαμεσολαβητής εισήγαγε έναν μην εξαντλητικό κατάλογο συμπεριφορών που στοιχειοθετούν περιπτώσεις κακοδιοίκησης·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι μετά από σχετική πρόσκληση του Κοινοβουλίου να καθορίσει έναν ακριβή και σαφή ορισμό της κακοδιοίκησης, ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής ανέφερε στην Ετήσια Έκθεσή του για το 1997 ότι «περίπτωση κακής διοίκησης σημειώνεται όταν ένα δημόσιο όργανο παραλείπει να ενεργήσει σύμφωνα με έναν κανόνα ή μια αρχή η οποία το δεσμεύει»·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο εν λόγω ορισμός συμπληρώθηκε από σχετική δήλωση η οποία αναφέρει, ότι όταν διενεργείται έρευνα σχετικά με το εάν ένα θεσμικό όργανο ή οργανισμός της Κοινότητας έχει δράσει σύμφωνα με αρχές και κανόνες οι οποίοι είναι δεσμευτικοί για το εν λόγω όργανο ή τον εν λόγω οργανισμό, το πρώτο και κύριο καθήκον του πρέπει να είναι να εξακριβώσει κατά πόσον το εν λόγω όργανο έχει δράσει κατά τρόπο νόμιμο·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Διαμεσολαβητής ελέγχει επίσης την εφαρμογή του κώδικα ορθής διοικητικής πρακτικής που έχουν υπογράψει τα θεσμικά όργανα και ο οποίος εκφράζει γενικές αρχές διοικητικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων της αρχής της δημόσιας υπηρεσίας, καθώς και του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ο οποίος εφαρμόζεται πλήρως σε όλα τα τμήματα της ίδιας της διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, με την υποβολή 18 ειδικών εκθέσεων σε 16,5 έτη, ο Διαμεσολαβητής έχει εργαστεί μέχρι σήμερα με πνεύμα συνεργασίας και υπευθυνότητας, καθώς χρησιμοποιεί τέτοιου είδους εκθέσεις προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μόνο ως ύστατο πολιτικό μέσο, αποδεικνύοντας ότι γενικά τάσσεται υπέρ των συναινετικών λύσεων·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρούσα ειδική έκθεση αφορά τον τρόπο κατά τον οποίο η Επιτροπή έχει αντιμετωπίσει αναφορά που υποβλήθηκε σε αυτή το 2006 από 27 πρωτοβουλίες πολιτών που αγωνίζονταν να αποτρέψουν τις δυσμενείς κατά την αντίληψή τους επιπτώσεις της επέκτασης του αεροδρομίου της Βιέννης·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 2 της οδηγίας ΕΠΕ(2) αναφέρει ότι «τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις απαραίτητες διατάξεις ώστε τα σχέδια που (…) επιπτώσεις στο περιβάλλον (…) υποβάλλονται σε εκτίμηση όσον αφορά τις επιπτώσεις τους πριν δοθεί η άδεια»·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εργασίες για την επέκταση του αεροδρομίου είχαν πραγματοποιηθεί χωρίς την υποχρεωτική εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον (ΕΠΕ), και απηύθυνε προειδοποιητική επιστολή στην Αυστρία στις 21 Μαρτίου 2007 επειδή παρέλειψε να προβεί σε ΕΠΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι στην απάντησή της τής 7ης Μαΐου 2007 η Αυστρία δεν μπορούσε να αρνηθεί το γεγονός ότι τα εν λόγω μέτρα υποδομών οδήγησαν και εξακολουθούν να οδηγούν σε σημαντική αύξηση της εναέριας κυκλοφορίας και των οχλήσεων λόγω της εναέριας κυκλοφορίας των αεροσκαφών πάνω από τη Βιέννη, δηλαδή ότι τα εν λόγω μέτρα έχουν σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις·

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ενόψει του γεγονότος ότι οι εργασίες είτε είχαν περατωθεί είτε επρόκειτο να περατωθούν άμεσα, η Επιτροπή προτίμησε, αντί να προσφύγει κατά της Αυστρίας ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – να αναζητήσει την επίτευξη συμφωνίας με τις αυστριακές αρχές, με την οποία, στο βαθμό του δυνατού, θα αντιμετωπίζονταν με τον καλύτερο τρόπο οι εν λόγω παραλείψεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή συμφώνησε με τις αυστριακές αρχές ότι οι τελευταίες θα πραγματοποιούσαν μια ex post ΕΠΕ με σκοπό να καθοριστεί μεταξύ άλλων ποια μέτρα άμβλυνσης θα χρειάζονταν ώστε να μειωθούν οι επιπτώσεις του θορύβου στον πληθυσμό που διαβιεί πλησίον του αεροδρομίου·

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Διαμεσολαβητής απεδέχθη την εν λόγω επιλογή της Επιτροπής· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ενδιαφερόμενοι δεν ήσαν ικανοποιημένοι από τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιήθηκε η ex post ΕΠΕ, επικρίνοντας ιδιαίτερα το γεγονός ότι δεν είχαν πρόσβαση σε ένδικα μέσα όπως προβλεπόταν από την οδηγία ΕΠΕ και ότι η αρμόδια αρχή για την ΕΠΕ, το Αυστριακό Υπουργείο Μεταφορών, ήταν η ίδια αρχή η οποία είχε προηγουμένως χορηγήσει τις άδειες για τις σχετικές εργασίες και ως εκ τούτου βρισκόταν σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων·

ΙΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, μετά την έρευνά του, ο Διαμεσολαβητής εξέφρασε την άποψη ότι δεν ήταν σε θέση να αποφανθεί ότι η Επιτροπή είχε εξασφαλίσει την ορθή διεξαγωγή της ex post ΕΠΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρόλα ταύτα, περάτωσε την υπόθεση εκτιμώντας ότι δεν απαιτείτο περαιτέρω δράση εκ μέρους του, δεδομένου ότι η διαδικασία βρισκόταν εν εξελίξει και η Επιτροπή είχε αναφέρει ότι θα περάτωνε τη διαδικασία επί παραβάσει μόνον εάν είχε εξακριβώσει ότι οι αυστριακές αρχές είχαν λάβει τα απαραίτητα μέτρα·

ΙΕ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, τον Νοέμβριο 2010 οι ενδιαφερόμενοι προσέφυγαν εκ νέου στον Διαμεσολαβητή και ότι δρομολογήθηκε δεύτερη έρευνα, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Διαμεσολαβητής προέβη σε επιθεώρηση του φακέλου της Επιτροπής· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Διαμεσολαβητής θεώρησε ότι ο φάκελος δεν αποδείκνυε τόσο ότι τα διαβήματα στα οποία προέβησαν οι ενδιαφερόμενοι κατά την περίοδο στην οποία πραγματοποιήθηκε η ex post ΕΠΕ, είχαν συζητηθεί με τις αυστριακές αρχές όσο και ότι η απόφαση του Διαμεσολαβητή στην πρώτη αναφορά είχε οδηγήσει σε περαιτέρω ανταλλαγή επιστολών, εκτός των εκθέσεων σχετικά με την ΕΠΕ εκ μέρους της Αυστρίας·

ΙΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω κατάσταση οδήγησε τον Διαμεσολαβητή στο συμπέρασμα ότι η Επιτροπή δεν είχε λάβει υπόψη τα πορίσματά του από την πρώτη έρευνα, και ιδίως ότι δεν ήταν συνεπής προς τις απαντήσεις της στον Διαμεσολαβητή σχετικά με το ενδεχόμενο προσφυγής σε ένδικα μέσα κατά την ex post ΕΠΕ και ότι δεν επέμεινε στο διορισμό ενός άλλου φορέα για την πραγματοποίηση της ΕΠΕ εκτός του Υπουργείου Μεταφορών, το οποίο είχε χορηγήσει την άδεια για τη διεξαγωγή των εργασιών·

ΙΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Διαμεσολαβητής υπέβαλε σχέδιο σύστασης προς την Επιτροπή, προτρέποντάς την να αναθεωρήσει την προσέγγισή της όσον αφορά τη διεκπεραίωση της αναφοράς που υπέβαλαν οι ενδιαφερόμενοι σχετικά με παραβάσεις όσον αφορά το αεροδρόμιο της Βιέννης και να αντιμετωπίσει τις ελλείψεις οι οποίες έχουν επισημανθεί από τον Διαμεσολαβητή και τονίζοντας ότι τούτο θα συνεπαγόταν ότι οι περαιτέρω ενέργειες της Επιτροπής στις διαδικασίες επί παραβάσει θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την υποχρέωση των εθνικών αρχών να εξασφαλίσουν ότι (i) οι ενδιαφερόμενοι έχουν πρόσβαση σε διαδικασία επανεξέτασης και (ii) ότι έχουν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα για να αντιμετωπιστεί μια πρόδηλη σύγκρουση συμφερόντων στην εφαρμογή της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ·

ΙΗ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή εξέφρασε την άποψη στην απάντησή της προς τον Διαμεσολαβητή όσον αφορά το πρώτο θέμα ότι είχε συζητήσει το ζήτημα της προσφυγής σε ένδικα μέσα με τις αυστριακές αρχές, αλλά είχε αποδεχθεί την άποψή τους ότι τούτο θα δημιουργούσε προβλήματα από πλευράς εθνικού δικαίου περί δικαστικών διαδικασιών, και επεσήμανε ότι οι αυστριακές αρχές έχουν δεσμευτεί να εξασφαλίσουν ότι οι σωρευτικές συνέπειες των προηγούμενων εργασιών που αξιολογήθηκαν μόνον εκ των υστέρων, θα λαμβάνονταν πλήρως υπόψη σε μια ΕΠΕ για τον νέο τρίτο διάδρομο στο πλαίσιο της οποίας θα είναι δυνατή η πλήρης διαδικασία δικαστικού ελέγχου·

ΙΘ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το επιχείρημα της Επιτροπής όσον αφορά τον δεύτερο ισχυρισμό για κακοδιοίκηση ήταν ότι η οδηγία ΕΠΕ δεν θέσπιζε οιεσδήποτε διατάξεις σχετικά με την κατανομή αρμοδιοτήτων όσον αφορά τη διαδικασία ΕΠΕ που θα διεξαχθεί στα κράτη μέλη· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, εναπόκειται πλήρως στα κράτη μέλη, που φέρουν την ευθύνη για την οργάνωση της διοίκησής τους, να αποφασίζουν ποια αρχή θα ηγείται των διαδικασιών σύμφωνα με την οδηγία ΕΠΕ, και λαμβάνοντας υπόψη ότι ως γενική αρχή του διοικητικού δικαίου σε όλα τα κράτη μέλη μια αρχή η οποία έχει λάβει παράνομη απόφαση που αποτέλεσε αντικείμενο διοικητικής έφεσης, ή απόφασης δικαστηρίου, είναι αρμόδια για την επανόρθωση της κατάστασης·

Κ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το σχέδιο σύστασης ήταν, ως εκ τούτου, ανεπιτυχές και ότι ο Διαμεσολαβητής θεώρησε ότι η παρούσα περίπτωση αποτελούσε παράδειγμα κατάστασης στην οποία η Επιτροπή, σε σχέση με σαφή παραβίαση του ενωσιακού δικαίου, δεν έλαβε κατάλληλα διορθωτικά μέτρα εξασφαλίζοντας ότι μια εκ των υστέρων αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων πραγματοποιήθηκε κατά τρόπο αμερόληπτο και ότι η Επιτροπή δεν ακολούθησε σωστά τη σύσταση του Διαμεσολαβητή σχετικά με τη δυνατότητα προσφυγής σε ένδικα μέσα κατά της εν λόγω αξιολόγησης·

ΚΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Διαμεσολαβητής κατέληξε ως εκ τούτου στην άποψη ότι ήταν σκόπιμο να θέσει το εν λόγω θέμα υπόψη του Κοινοβουλίου·

ΚΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή, στις 26 Οκτωβρίου 2012, ενέκρινε πρόταση για την αναθεώρηση της οδηγίας ΕΠΕ, και ότι Επιτροπή Νομικών Θεμάτων έχει συντάξει έκθεση νομοθετικής πρωτοβουλίας στην οποία ζητείται η θέσπιση γενικού κανονισμού που να διέπει τις διοικητικές διαδικασίες για την οικεία διοίκηση της ΕΕ·

Η σύσταση του Διαμεσολαβητή

1.  χαιρετίζει την ειδική έκθεση του Διαμεσολαβητή, η οποία επισημαίνει σημαντικά θέματα σε σχέση με τα προβλήματα που αφορούν την εφαρμογή της οδηγίας ΕΠΕ και τη διεξαγωγή των διαδικασιών επί παραβάσει·

2.  υπενθυμίζει ότι η κακοδιοίκηση συντρέχει όταν ένας δημόσιος φορέας δεν ενεργεί σύμφωνα με αρχή ή κανόνα δεσμευτικού χαρακτήρα·

3.  επισημαίνει ότι η εικαζόμενη κακοδιοίκηση αφορούσε τον τρόπο με τον οποίο η Επιτροπή χειρίστηκε τη διαδικασία επί παραβάσει κατά της Αυστρίας, και συγκεκριμένα την αποτυχία της να εξασφαλίσει τόσο ότι η αρχή η οποία είχε εκδώσει τις άδειες για τις εργασίες χωρίς την απαιτούμενη αξιολόγηση επιπτώσεων δεν θα ήταν αρμόδια για τη διεξαγωγή της ex post ΕΠΕ, όσο και ότι οι ενδιαφερόμενοι θα είχαν πρόσβαση σε δυνατότητες προσφυγής σε ένδικα μέσα κατά της εν λόγω αξιολόγησης·

4.  υπογραμμίζει ότι η εν λόγω ειδική έκθεση δεν εξετάζει εάν οι αυστριακές αρχές έδρασαν με τρόπο λανθασμένο, αλλά διερευνά κατά πόσον η Επιτροπή δεν τήρησε τις υποχρεώσεις της κατά την έρευνα και ανάληψη ενεργειών σχετικά με αναφορά την οποία είχε λάβει καθώς επίσης και στην απάντησή της στις συστάσεις και στα αιτήματα του Διαμεσολαβητή από την πρώτη έρευνά του σε σχέση με την υπόθεση·

5.  συμμερίζεται τον προβληματισμό του Διαμεσολαβητή σχετικά με τον πιθανό δυσμενή αντίκτυπο συγκρούσεων συμφερόντων στην πραγματοποίηση εκτιμήσεων των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, και συμφωνεί ότι θα πρέπει να εξευρεθούν δυνατότητες για να αντιμετωπιστεί το εν λόγω ζήτημα, ενώ ταυτόχρονα αντιλαμβάνεται τις ανησυχίες της Επιτροπής σχετικά με την υπέρβαση των αρμοδιοτήτων της σε περίπτωση που θα είχε ζητήσει από τις αυστριακές αρχές να ορίσουν άλλη οντότητα ως αρμόδια για την ex post αξιολόγηση·

6.  συμβουλεύει τις αρμόδιες αρχές στα κράτη μέλη να μεριμνούν για πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων που υφίστανται ήδη στην επικρατούσα κατάσταση δικαίου και να προετοιμαστούν για πιθανές τροποποιήσεις του ενωσιακού δικαίου όσον αφορά το εν λόγω ζήτημα· τονίζει το ρόλο των εθνικών διαμεσολαβητών ως σημαντικών φορέων που μπορούν να βοηθήσουν τους πολίτες να αναλάβουν δράση κατά ενδεχόμενων συγκρούσεων συμφερόντων και περιπτώσεων κακοδιοίκησης γενικότερα στο πλαίσιο της διοίκησης των κρατών μελών

7.  θεωρεί, όσον αφορά τον δεύτερο ισχυρισμό του Διαμεσολαβητή, ότι η έντιμη, ενεργός και συνεκτική συμπερίληψη του τοπικού πληθυσμού στην εφαρμογή της οδηγίας ΕΠΕ είναι γενικά απαραίτητη, και πιστεύει συνεπώς ότι οι ανοικτές και διαφανείς διαδικασίες διαμεσολάβησης πρέπει να διεξάγονται συχνότερα πριν από έργα που ενδέχεται να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στο τοπικό περιβάλλον και στην ανθρώπινη υγεία· στο πλαίσιο αυτό, χαιρετίζει την ευρεία μεσολάβηση του κοινού πριν από τη διεξαγωγή της ΕΠΕ σε σχέση με την κατασκευή τρίτου αεροδιάδρομου στο αεροδρόμιο της Βιέννης, σχετικά με την οποία έγινε επίσης αξιολόγηση των σωρευτικών επιπτώσεων, π.χ. των ηχητικών οχλήσεων, των επεκτάσεων που ήταν η αφορμή για τη συγκεκριμένη διαδικασία επί παραβάσει και για την οποία διατίθεται πλήρης διαδικασία εξέτασης·

8.  συμφωνεί με τον Διαμεσολαβητή ότι μια σαφής τεκμηρίωση με τακτική ενημέρωση αποτελεί τμήμα καλής διοίκησης, εφόσον επιτρέπει π.χ. στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή να εξακριβώνει εάν οι συστάσεις του λαμβάνονται υπόψη με κατάλληλο τρόπο·

9.  θεωρεί ότι είναι επίσης σκόπιμο ως σημαντικό στοιχείο χρηστής διοικητικής πρακτικής, να υπάρχει κατάλληλη, σαφής και συνεπής ανταλλαγή επιστολών με τους ενδιαφερόμενους κατά τη διάρκεια διαδικασιών επί παραβάσει και με τον Διαμεσολαβητή κατά τη διάρκεια της έρευνάς του·

10.  χαιρετίζει τη δήλωση της Επιτροπής ότι προτίθεται να βελτιώσει την πρακτική της και στους δύο αυτούς τομείς, δηλαδή τις γραπτές καταστάσεις και τη διεξοδική αλληλογραφία, με σκοπό να αποφύγει τα προβλήματα κατά την επικοινωνία που προέκυψαν στην παρούσα υπόθεση·

11.  τονίζει ότι τόσο η Επιτροπή όσο και οι αυστριακές αρχές δεν παραβίασαν ισχύουσες διατάξεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας κατά τη διεξαγωγή ex post ΕΠΕ, η οποία βασίστηκε σε διαδικασία sui generis με διαπραγμάτευση επί τόπου· τονίζει, ωστόσο, ότι, δεδομένου ότι το δίκαιο της ΕΕ δεν προβλέπει νομική βάση για την εν λόγω διαδικασία, τούτο πρέπει να θεωρηθεί μια εξαίρεση και συνέπεια προηγούμενης μη συμμόρφωσης με την οδηγία που δεν μπορεί να διορθωθεί·

12.  εκτιμά, ότι, στις διαπραγματεύσεις της με τις αυστριακές αρχές, η Επιτροπή θα μπορούσε να είχε καταβάλει μεγαλύτερες προσπάθειες σε ό,τι αφορά τη διαθεσιμότητα δικαστικού ελέγχου, λαμβάνοντας υπόψη τη μεταφορά των σχετικών διατάξεων (άρθρο 10α) στο αυστριακό δίκαιο το 2005, καθώς και τη σύγκρουση συμφερόντων στο αρμόδιο αυστριακό υπουργείο, και λαμβάνοντας επίσης υπόψη τη δεσπόζουσα αρχή στη νομολογία της ΕΕ ότι θα πρέπει τόσο να ακολουθείται το γράμμα του νόμου, όσο και να λαμβάνεται υπόψη ο σκοπός και το πνεύμα της νομοθεσίας·

Η περίπτωση του αεροδρομίου της Βιέννης, η αναθεώρηση της οδηγίας ΕΠΕ και ο κανονισμός για χρηστή διοικητική πρακτική

13.  θεωρεί ότι οι περιστάσεις οι οποίες οδήγησαν στην έναρξη διαδικασίας επί παραβάσει από την Επιτροπή και, στη συνέχεια, στην αναφορά προς τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή εγείρουν σοβαρά ερωτήματα σε ό,τι αφορά την εφαρμογή εκ μέρους κράτους μέλους, στη συγκεκριμένη περίπτωση της Αυστρίας, της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ τη συγκεκριμένη περίοδο· αναγνωρίζει ότι, κατά την αναθεώρηση του αυστριακού ομοσπονδιακού νόμου για την εφαρμογή της οδηγίας ΕΠΕ το 2009 συνυπολογίστηκαν δεόντως, μεταξύ άλλων, τα πορίσματα της συγκεκριμένης διαδικασίας επί παραβάσει και η αυστριακή νομοθεσία εναρμονίστηκε με τη νομοθεσία της ΕΕ στο συγκεκριμένο τομέα·

14.  υπενθυμίζει σχετικά, ότι η Επιτροπή Αναφορών κατά τα παρελθόντα έτη έλαβε γνώση πολλών περιπτώσεων, κατά τις οποίες κράτη μέλη εφέροντο να έχουν εγκρίνει άδειες καθώς και να έχουν υλοποιήσει έργα χωρίς την απαραίτητη ΕΠΕ·

15.  πιστεύει ότι, σε περιπτώσεις όπου ορισμένα έργα είναι πολύ πιθανό να παραβιάζουν τις βασικές απαιτήσεις της οδηγίας ΕΠΕ, το ενδιαφερόμενο κοινό θα πρέπει να διαθέτει αποτελεσματικά μέσα για να επιδιώξει την παροχή άμεσων διευκρινίσεων από την αρμόδια για τις ΕΠΕ αρχή σχετικά με τη συμμόρφωση των έργων αυτών με τους κανόνες της ΕΕ, έτσι ώστε να προληφθεί ανεπανόρθωτη βλάβη όταν υλοποιηθούν παρόμοια έργα·

16.  σημειώνει επίσης ότι η έννοια μιας ex post ΕΠΕ δεν αναφέρεται στην ισχύουσα οδηγία ΕΠΕ και ότι το εν λόγω μέσο αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης εκ μέρους της Επιτροπής σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει μια de facto κατάσταση, στην οποία έχουν ήδη χορηγηθεί άδειες και έχουν διεξαχθεί εργασίες·

17.  επισημαίνει ότι η περίπτωση του αεροδρομίου της Βιέννης υπογραμμίζει αδυναμίες στην ισχύουσα οδηγία ΕΠΕ, όπως π.χ. με ποιο τρόπο είναι δυνατό να αντιμετωπιστούν έργα τα οποία είναι πρακτικώς μη αναστρέψιμα διότι έχουν ήδη υλοποιηθεί και έχουν ήδη προκληθεί πιθανές ζημίες στο περιβάλλον, καθώς και το πρόβλημα της σύγκρουσης συμφερόντων στους κόλπους των αρμοδίων αρχών, όπως εικάζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση·

18.  παραπέμπει στην Ετήσια Έκθεση 2011 της Επιτροπής Αναφορών, η οποία τονίζει την ανάγκη να εξασφαλιστεί η αντικειμενικότητα και η αμεροληψία σε ό,τι αφορά τις διαδικασίες ΕΠΕ· υπενθυμίζει ότι ζητήθηκε από την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι η οδηγία για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΕΠΕ) θα ενισχυθεί παρέχοντας σαφέστερες παραμέτρους όσον αφορά την ανεξαρτησία των μελετών εκ μέρους των εμπειρογνωμόνων, τις κοινές για την ΕΕ οριακές τιμές, το μέγιστο χρονικό πλαίσιο για τη διαδικασία, συμπεριλαμβανομένων της αποτελεσματικής δημόσιας διαβούλευσης, της απαίτησης αιτιολόγησης των αποφάσεων, της υποχρεωτικής αξιολόγησης των εύλογων εναλλακτικών δυνατοτήτων και του μηχανισμού ελέγχου της ποιότητας·

19.  χαιρετίζει την πρόταση της Επιτροπής για αναθεώρηση της πρότασης ΕΠΕ με σκοπό να την ενισχύσει· εκφράζει τη δέσμευσή του να συμμετάσχει πλήρως, από κοινού με την Επιτροπή και το Συμβούλιο, στη διαδικασία με σκοπό να εξασφαλίσει ότι αυτή η σημαντική οδηγία υπηρετεί τον σκοπό της κατά τρόπο ακόμη πιο αποτελεσματικό και αντικειμενικό(3)·

20.  σημειώνει ότι η ισχύουσα οδηγία δεν περιλαμβάνει απαιτήσεις σχετικά με την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία των αρμόδιων αρχών για τη χορήγηση αδειών και δεν καθορίζει παρόμοιες απαιτήσεις για οργανισμούς που διεξάγουν σχετικές ΕΠΕ· σημειώνει επίσης ότι δεν περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με τον τρόπο ανάληψης δράσης όταν ένα έργο έχει ήδη υλοποιηθεί ή βαίνει προς ολοκλήρωση ή σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο το ενδιαφερόμενο κοινό θα μπορούσε, μέσω σαφούς και μη γραφειοκρατικής διαδικασίας, να λάβει άμεσες διευκρινίσεις από την αρμόδια για τις ΕΠΕ αρχή σχετικά με το κατά πόσον τα έργα που είναι πολύ πιθανόν να παραβιάσουν βασικές διατάξεις της οδηγίας ΕΠΕ συμμορφώνονται με τους κανόνες της ΕΕ· ως εκ τούτου, πιστεύει ότι η αναθεώρηση της οδηγίας ΕΠΕ προσφέρει μια καλή ευκαιρία για την καθιέρωση παρόμοιων απαιτήσεων και διατάξεων·

21.  θεωρεί ότι η παρούσα υπόθεση δείχνει επίσης ότι, πέραν των μέτρων για την ενίσχυση των διατάξεων της οδηγίας ΕΠΕ, απαιτούνται σαφέστερες διαδικασίες όσον αφορά τη διαδικασία επί παραβάσει, κατά προτίμηση μέσω της έγκρισης ενός γενικού κανονισμού για τις διοικητικές διαδικασίες σχετικά με τη διοίκηση της ΕΕ, προκειμένου να ενισχυθεί η θέση των ενδιαφερομένων· θεωρεί ότι ο κανονισμός αυτός θα είναι το κατάλληλο μέσο για την αποσαφήνιση των υποχρεώσεων των αρχών στην επικοινωνία τους με τους ενδιαφερόμενους στο πλαίσιο διαδικασίας επί παραβάσει ή με φορείς που εκπροσωπούν ευρωπαίους πολίτες, όπως είναι η Επιτροπή Αναφορών και ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής, όπως για παράδειγμα με την καθιέρωση υποχρέωσης να δίδεται απάντηση στις συστάσεις του Διαμεσολαβητή το ταχύτερο δυνατόν, προκειμένου να αποφεύγονται οι παρερμηνείες, όπως συνέβη στην παρούσα υπόθεση·

o
o   o

22.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή, στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Διαμεσολαβητών και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.

(1) ΕΕ L 113 της 4.5.1994, σ. 15.
(2) Οδηγία 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1985, περί εκτίμησης των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (τροποποιημένη).
(3) COM(2012)0628.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου