Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2012/0342(NLE)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A7-0180/2013

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A7-0180/2013

Συζήτηση :

Ψηφοφορία :

PV 02/07/2013 - 9.2

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P7_TA(2013)0289

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 425kWORD 43k
Τρίτη 2 Ιουλίου 2013 - Στρασβούργο
Εφαρμογή του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ *
P7_TA(2013)0289A7-0180/2013

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Ιουλίου 2013 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 659/1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ (COM(2012)0725 – C7-0004/2013 – 2012/0342(NLE))

(Διαβούλευση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2012)0725),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 17ης Ιανουαρίου 2013 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των κρατικών ενισχύσεων(1),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 109 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C7-0004/2013),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7-0180/2013),

1.  εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.  καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 293 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

3.  καλεί το Συμβούλιο, στην περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

4.  ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

5.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή   Τροπολογία
Τροπολογία 1
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 1
(1)  Στο πλαίσιο ενός σε βάθος εκσυγχρονισμού των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, ο οποίος θα συμβάλει τόσο στην υλοποίηση της στρατηγικής Ευρώπη 2020 για την ανάπτυξη όσο και στη δημοσιονομική εξυγίανση, το άρθρο 107 της Συνθήκης θα πρέπει να εφαρμόζεται αποτελεσματικά και ομοιόμορφα σε όλη την Ένωση. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999 της 22ας Μαρτίου 1999 κωδικοποίησε και ενίσχυσε την προγενέστερη πρακτική της Επιτροπής να αυξήσει την ασφάλεια δικαίου και να στηρίξει την ανάπτυξη της πολιτικής για τις κρατικές ενισχύσεις σε περιβάλλον διαφάνειας. Ωστόσο, βάσει της εμπειρίας που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή του και δεδομένων των πρόσφατων εξελίξεων, όπως η διεύρυνση και η οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση, ορισμένες πτυχές του εν λόγω κανονισμού πρέπει να τροποποιηθούν, ώστε να δοθεί η δυνατότητα στην Επιτροπή να γίνει πιο αποτελεσματική.
(1)  Στο πλαίσιο ενός σε βάθος εκσυγχρονισμού των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, ο οποίος θα συμβάλει τόσο στην υλοποίηση της στρατηγικής Ευρώπη 2020 για την ανάπτυξη όσο και στη δημοσιονομική εξυγίανση, το άρθρο 107 της Συνθήκης θα πρέπει να εφαρμόζεται αποτελεσματικά και ομοιόμορφα σε όλη την Ένωση. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999 της 22ας Μαρτίου 1999 κωδικοποίησε και ενίσχυσε την προγενέστερη πρακτική της Επιτροπής να αυξήσει την ασφάλεια δικαίου και να στηρίξει την ανάπτυξη της πολιτικής για τις κρατικές ενισχύσεις σε περιβάλλον διαφάνειας. Ωστόσο, βάσει της εμπειρίας που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή του και δεδομένων των πρόσφατων εξελίξεων, όπως η διεύρυνση και η οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση, ορισμένες πτυχές του εν λόγω κανονισμού πρέπει να τροποποιηθούν, ώστε να εξοπλιστεί η Επιτροπή με εξορθολογισμένα και πιο αποτελεσματικά μέσα ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων και εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίας.
Τροπολογία 2
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 1 α (νέα)
(1α)  Είναι σημαντικό η Επιτροπή να εστιάσει την προσοχή της σε περιπτώσεις κρατικών ενισχύσεων που ενέχουν δυναμικό στρέβλωσης του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά. Ο στόχος αυτός συνάδει με την ανακοίνωση της Επιτροπής της 8ης Μαΐου 2012 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις (SAM), και εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με το ψήφισμα της 17ης Ιανουαρίου 2013 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των κρατικών ενισχύσεων. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θα πρέπει να αποφύγει κάθε συμμετοχή σε μέτρα τα οποία αφορούν μικρότερες επιχειρήσεις και παράγουν αμιγώς τοπικά αποτελέσματα, ιδίως όταν πρόκειται για μέτρα τα οποία αποσκοπούν κυρίως στην εκπλήρωση κοινωνικών στόχων που δεν προκαλούν στρεβλώσεις της εσωτερικής αγοράς. Η Επιτροπή θα πρέπει επομένως να έχει τη δυνατότητα να αρνείται να εξετάσει τέτοιες περιπτώσεις και, ιδίως, καταγγελίες που τίθενται υπόψη της, ακόμη και στις περιπτώσεις όπου επίμονοι καταγγέλλοντες αξιοποιούν κάθε πρόσκληση για την υποβολή παρατηρήσεων. Η Επιτροπή θα πρέπει ωστόσο να εξετάζει περιπτώσεις στις οποίες εφιστούν την προσοχή της πολλοί καταγγέλλοντες και να προσέχει πολύ να μην εξαιρεί υπερβολικά πολλές δραστηριότητες από τον έλεγχο των κρατικών ενισχύσεων.
Τροπολογία 3
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 1 β (νέα)
(1β)  Επί του παρόντος υπάρχουν διαφορετικές ερμηνείες στα κράτη μέλη για τις υπηρεσίες στις οποίες δεν υπάρχει πραγματικό οικονομικό συμφέρον και στις οποίες παρατηρείται έλλειψη προσφοράς ή ζήτησης που διαμορφώνεται από την αγορά. Οι υπηρεσίες αυτές δεν θα πρέπει να υπόκεινται στους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων. Η ασαφής κατάσταση έχει δημιουργήσει προβλήματα, ιδίως για τον «τριτογενή τομέα» του οποίου φορείς παροχής υπηρεσιών μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, υπό το ενδεχόμενο υποβολής καταγγελίας, στερούνται αδικαιολογήτως των ενισχύσεων που παρέχονται από το κράτος. Η Επιτροπή θα πρέπει, στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, να καλέσει τα κράτη μέλη να αξιολογήσουν μέσω μιας «δοκιμής αγοράς» κατά πόσον υπάρχει πραγματική ζήτηση ή προσφορά για συγκεκριμένες υπηρεσίες, και να τους παράσχει στήριξη κατά την εκτέλεση του έργου αυτού. Τούτο θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη από την Επιτροπή κατά την αξιολόγηση της εγκυρότητας μιας συγκεκριμένης καταγγελίας.
Τροπολογία 4
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 1 γ (νέα)
(1γ)  Η νομική βάση του παρόντος κανονισμού, το άρθρο 109 ΣΛΕΕ, προβλέπει μόνο διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και όχι συναπόφαση όπως συμβαίνει με άλλους τομείς που αφορούν την ολοκλήρωση της αγοράς και τη ρύθμιση της οικονομίας μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας. Το δημοκρατικό αυτό έλλειμμα δεν μπορεί να γίνει ανεκτό στο πλαίσιο των προτάσεων που αφορούν τα μέσα που διαθέτει η Επιτροπή για την εποπτεία αποφάσεων και πράξεων εθνικών και τοπικών εκλεγμένων αρχών, ιδίως όσον αφορά υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος σε σχέση με θεμελιώδη δικαιώματα. Το έλλειμμα αυτό θα πρέπει να διορθωθεί στο πλαίσιο μελλοντικής τροποποίησης της Συνθήκης. H ανακοίνωση της Επιτροπής της 28ης Νοεμβρίου 2012 με τίτλο «Σχέδιο στρατηγικής για μια βαθιά και ουσιαστική οικονομική και νομισματική ένωση» προβλέπει προτάσεις για τροποποίηση της Συνθήκης έως το 2014. Μια τέτοια πρόταση θα πρέπει να περιλαμβάνει ειδική πρόταση για την τροποποίηση του άρθρου 109 ΣΛΕΕ ούτως ώστε να εκδίδονται οι κανονισμοί που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία.
Τροπολογία 5
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 3
(3)  Για τον σκοπό της αξιολόγησης της συμβατότητας ενός μέτρου ενίσχυσης μετά την έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας, ιδίως όσον αφορά νέα ή τεχνικώς πολύπλοκα μέτρα που υπόκεινται σε λεπτομερή αξιολόγηση, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση, με απλή αίτηση ή με απόφαση, να απαιτεί από κάθε επιχείρηση, ένωση επιχειρήσεων ή κράτος μέλος να παράσχει όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την ολοκλήρωση της αξιολόγησής της, εάν οι πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της δεν είναι επαρκείς, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την αρχή της αναλογικότητας, ιδίως για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
(3)  Για τον σκοπό της αξιολόγησης της συμβατότητας ενός μέτρου ενίσχυσης μετά την έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας, ιδίως όσον αφορά νέα ή τεχνικώς πολύπλοκα μέτρα που υπόκεινται σε λεπτομερή αξιολόγηση, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση, με απλή αίτηση ή με απόφαση, να απαιτεί από κάθε επιχείρηση, ένωση επιχειρήσεων ή κράτος μέλος να παράσχει όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την ολοκλήρωση της αξιολόγησής της, εάν οι πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της δεν είναι επαρκείς, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την αρχή της αναλογικότητας, ιδίως για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Αρμοδιότητες αυτού του είδους προβλέπονται ήδη για την εφαρμογή της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, και αποτελεί ανωμαλία το γεγονός ότι δεν προβλέπονται αντίστοιχες αρμοδιότητες για την εφαρμογή της νομοθεσίας περί κρατικών ενισχύσεων, δεδομένου ότι οι κρατικές ενισχύσεις μπορούν εξίσου να οδηγήσουν σε στρέβλωση της αγοράς όπως οι παραβάσεις των άρθρων 101 ή 102 της Συνθήκης.
Τροπολογία 6
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 3 α (νέα)
(3α)  Στο ψήφισμά του της 17ης Ιανουαρίου 2013 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των κρατικών ενισχύσεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει ήδη εκφράσει την υποστήριξή του για τις πληροφορίες που προβλέπεται να συλλέγει η Επιτροπή απευθείας από τους συμμετέχοντες στην αγορά, εάν οι πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της δεν είναι επαρκείς.
Τροπολογία 7
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 3 β (νέα)
(3β)  Προκειμένου να εξισορροπηθούν οι νέες αυτές ελεγκτικές εξουσίες, η Επιτροπή θα πρέπει να λογοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώνει σε τακτική βάση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις τρέχουσες διαδικασίες έρευνας.
Τροπολογία 8
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 4
(4)  Η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλει τη συμμόρφωση με τις αιτήσεις παροχής πληροφοριών που απευθύνονται σε κάθε επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων, ανάλογα με την περίπτωση, με την επιβολή αναλογικών προστίμων και περιοδικών χρηματικών ποινών. Τα δικαιώματα των μερών που έχουν κληθεί να παράσχουν πληροφορίες πρέπει να προστατεύονται, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους πριν από την έκδοση οποιασδήποτε απόφασης περί επιβολής προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών. Θα πρέπει να αναγνωρισθεί η πλήρης δικαιοδοσία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σχέση με τα πρόστιμα και τις περιοδικές χρηματικές ποινές, σύμφωνα με το άρθρο 261 της Συνθήκης.
(4)  Η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλει τη συμμόρφωση με τις αιτήσεις παροχής πληροφοριών που απευθύνονται σε κάθε επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων, ανάλογα με την περίπτωση, με την επιβολή αναλογικών προστίμων και περιοδικών χρηματικών ποινών. Κατά την αξιολόγηση του ύψους των ποινών αυτών, η Επιτροπή θα πρέπει να πραγματοποιεί διάκριση μεταξύ των φορέων ανάλογα με τον ρόλο τους στην υπόθεση και τη σχέση τους με αυτήν. Θα πρέπει να ισχύουν χαμηλότερες ποινές για τα μέρη τα οποία καλεί η ίδια η Επιτροπή να συμμετάσχουν στην υπόθεση μέσω αίτησης παροχής πληροφοριών, καθώς δεν συνδέονται με την έρευνα με τον ίδιο τρόπο όπως ο φερόμενος ως δικαιούχος και ο καταγγέλλων. Επιπροσθέτως, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη της τις ειδικές συνθήκες κάθε περίπτωσης και το κόστος συμμόρφωσης που προκύπτει για κάθε αποδέκτη καθώς και την αρχή της αναλογικότητας, ιδίως για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Τα δικαιώματα των μερών που έχουν κληθεί να παράσχουν πληροφορίες πρέπει να προστατεύονται, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους πριν από την έκδοση οποιασδήποτε απόφασης περί επιβολής προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών. Θα πρέπει να αναγνωρισθεί η πλήρης δικαιοδοσία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σχέση με τα πρόστιμα και τις περιοδικές χρηματικές ποινές, σύμφωνα με το άρθρο 261 της Συνθήκης.
Τροπολογία 9
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 9
(9)  Η Επιτροπή δύναται να εξετάζει, αυτεπαγγέλτως, πληροφορίες ανεξαρτήτως πηγής σχετικά με παράνομες ενισχύσεις για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με το άρθρο 108 της Συνθήκης, και ιδίως με την υποχρέωση ενημέρωσης και τη ρήτρα περί αναστολής που προβλέπονται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της Συνθήκης, και να αξιολογεί τη συμβατότητά τους με την εσωτερική αγορά. Στο πλαίσιο αυτό, οι καταγγελίες αποτελούν ουσιώδη πηγή πληροφοριών για τον εντοπισμό παραβιάσεων των κανόνων της Ένωσης περί κρατικών ενισχύσεων.
(9)  Η Επιτροπή δύναται να εξετάζει, αυτεπαγγέλτως, πληροφορίες ανεξαρτήτως πηγής σχετικά με παράνομες ενισχύσεις για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με το άρθρο 108 της Συνθήκης, και ιδίως με την υποχρέωση ενημέρωσης και τη ρήτρα περί αναστολής που προβλέπονται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της Συνθήκης, και να αξιολογεί τη συμβατότητά τους με την εσωτερική αγορά. Στο πλαίσιο αυτό, οι καταγγελίες αποτελούν ουσιώδη πηγή πληροφοριών για τον εντοπισμό παραβιάσεων των κανόνων της Ένωσης περί κρατικών ενισχύσεων. Είναι, ως εκ τούτου, σημαντικό να μην επιβάλλονται υπερβολικά πολλοί ή υπερβολικά τυπικοί περιορισμοί στην υποβολή καταγγελιών. Συγκεκριμένα, οι μεμονωμένοι πολίτες θα πρέπει να διατηρούν το δικαίωμα να υποβάλλουν καταγγελίες μέσω προσιτής και εύχρηστης διαδικασίας.
Τροπολογία 10
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 9 α (νέα)
(9α)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν κίνητρο να κοινοποιούν τα μέτρα κρατικών ενισχύσεων και δεν θα πρέπει να τους επιβάλλονται αδικαιολόγητες κυρώσεις, εάν η Επιτροπή χρειάζεται υπερβολικό χρόνο για να εξετάσει τις κοινοποιηθείσες κρατικές ενισχύσεις. Συνεπώς, εάν μια απόφαση της Επιτροπής δεν παραληφθεί εντός έξι μηνών από την κοινοποίηση, οποιαδήποτε μελλοντική απόφαση που ορίζει ανάκτηση της εν λόγω ενίσχυσης θα πρέπει να αποδεικνύει ότι η κοινοποίηση ήταν ελλιπής και ότι το κράτος μέλος δεν ανταποκρίθηκε επαρκώς στις αιτήσεις παροχής πληροφοριών.
Τροπολογία 11
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 11
(11)  Οι καταγγέλλοντες πρέπει να υποχρεούνται να αποδείξουν ότι είναι ενδιαφερόμενα μέρη κατά την έννοια του άρθρου 108 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ και του άρθρου 1 στοιχείο η) του κανονισμού 659/99. Πρέπει επίσης να παρέχουν ορισμένο αριθμό πληροφοριών σε μορφή που η Επιτροπή θα εξουσιοδοτείται να καθορίζει σε εκτελεστική διάταξη.
(11)  Οι καταγγέλλοντες θα πρέπει να υποχρεούνται να αποδείξουν ότι είναι ενδιαφερόμενα μέρη κατά την έννοια του άρθρου 108 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ και του άρθρου 1 στοιχείο η) του κανονισμού (EK) αριθ. 659/1999. Ωστόσο θα πρέπει να αποφεύγεται υπερβολικά στενή ερμηνεία του όρου «ενδιαφερόμενο μέρος». Όλες οι καταγγελίες θα έπρεπε να παρέχουν ορισμένο ελάχιστο αριθμό πληροφοριών σε προσιτή και εύχρηστη μορφή που η Επιτροπή θα εξουσιοδοτείται να καθορίζει σε εκτελεστική διάταξη. Στις περιπτώσεις στις οποίες οι καταγγέλλοντες δεν υποβάλλουν παρατηρήσεις ή δεν παρέχουν πληροφορίες που καταδεικνύουν την ύπαρξη παράνομης ενίσχυσης ή την καταχρηστική εφαρμογή ενίσχυσης που ενέχει δυναμικό στρέβλωσης του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, η Επιτροπή θα έπρεπε να έχει τη δυνατότητα να θεωρεί ότι η καταγγελία έχει αποσυρθεί.
Τροπολογία 12
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 11 α (νέα)
(11α)  Η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει το ενδεχόμενο διερεύνησης καταγγελίας τρίτου, εάν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που καταδεικνύουν στρέβλωση του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά.
Αιτιολόγηση
Στόχος της παρούσας τροπολογίας είναι η επισήμανση της διαφοράς μεταξύ ενός ενδιαφερόμενου μέρους και ενός τρίτου.
Τροπολογία 13
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 13
(13)  Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η Επιτροπή αντιμετωπίζει παρόμοια ζητήματα με συνέπεια σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά, είναι σκόπιμο να συμπληρωθούν οι υπάρχουσες αρμοδιότητες της Επιτροπής με τη θέσπιση ειδικής νομικής βάσης για την έναρξη των ερευνών σε κλάδους της οικονομίας ή σε ορισμένα μέσα ενίσχυσης σε διάφορα κράτη μέλη. Για λόγους αναλογικότητας, οι έρευνες σε διάφορους τομείς θα πρέπει να βασίζονται σε προηγούμενη ανάλυση δημοσιοποιημένων πληροφοριών, οι οποίες θα καταδεικνύουν την ύπαρξη ζητημάτων κρατικής ενίσχυσης σε συγκεκριμένο κλάδο ή όσον αφορά τη χρήση συγκεκριμένου μέσου ενίσχυσης σε πολλά κράτη μέλη, για παράδειγμα ότι υφιστάμενα μέτρα ενίσχυσης σε συγκεκριμένο κλάδο ή βάσει συγκεκριμένου μέσου ενίσχυσης σε πολλά κράτη μέλη δεν είναι, ή δεν είναι πλέον, συμβιβάσιμα με την εσωτερική αγορά. Οι έρευνες αυτού του είδους θα επέτρεπαν στην Επιτροπή να αντιμετωπίσει με αποτελεσματικό και διαφανή τρόπο ζητήματα οριζόντιων κρατικών ενισχύσεων.
(13)  Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η Επιτροπή αντιμετωπίζει παρόμοια ζητήματα με συνέπεια σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά, είναι σκόπιμο να συμπληρωθούν οι υπάρχουσες αρμοδιότητες της Επιτροπής με τη θέσπιση ειδικής νομικής βάσης για την έναρξη των ερευνών σε κλάδους της οικονομίας ή σε ορισμένα μέσα ενίσχυσης σε διάφορα κράτη μέλη. Για λόγους αναλογικότητας, οι έρευνες σε διάφορους τομείς θα πρέπει να βασίζονται σε προηγούμενη ανάλυση δημοσιοποιημένων πληροφοριών, οι οποίες θα καταδεικνύουν την ύπαρξη ζητημάτων κρατικής ενίσχυσης σε συγκεκριμένο κλάδο ή όσον αφορά τη χρήση συγκεκριμένου μέσου ενίσχυσης σε πολλά κράτη μέλη, για παράδειγμα ότι υφιστάμενα μέτρα ενίσχυσης σε συγκεκριμένο κλάδο ή βάσει συγκεκριμένου μέσου ενίσχυσης σε πολλά κράτη μέλη δεν είναι, ή δεν είναι πλέον, συμβιβάσιμα με την εσωτερική αγορά. Δεδομένου ότι οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου βρίσκονται σε άμεση σύνδεση με τις εκλογικές τους περιφέρειες και μπορούν επίσης να ενημερώνονται σχετικά με πιθανές αποκλίσεις στις πρακτικές περί κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο ενός συγκεκριμένου τομέα, θα πρέπει να δοθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η δυνατότητα να ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει τον συγκεκριμένο τομέα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, προκειμένου να τηρείται το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενήμερο σχετικά με τις έρευνες, η Επιτροπή αποστέλλει ενδιάμεσες εκθέσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις οποίες περιγράφεται λεπτομερώς η πρόοδος των εν λόγω ερευνών. Οι έρευνες αυτού του είδους θα επέτρεπαν στην Επιτροπή να αντιμετωπίσει με αποτελεσματικό και διαφανή τρόπο ζητήματα οριζόντιων κρατικών ενισχύσεων.
Τροπολογία 14
Πρόταση κανονισμού
Αιτιολογική σκέψη 14
(14)  Η συνεπής εφαρμογή της νομοθεσίας για τις κρατικές ενισχύσεις προϋποθέτει επίσης τη συγκρότηση μηχανισμών για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών και της Επιτροπής. Η συνεργασία αυτή ισχύει για όλα τα δικαστήρια των κρατών μελών που εφαρμόζουν το άρθρο 107 παράγραφος 1 και το άρθρο 108 της Συνθήκης, ανεξαρτήτως πλαισίου. Ειδικότερα, τα εθνικά δικαστήρια θα πρέπει να μπορούν να απευθύνονται στην Επιτροπή και να της ζητούν πληροφορίες ή τη γνώμη της σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας περί κρατικών ενισχύσεων. Θα πρέπει να αναγνωρισθεί στην Επιτροπή η εξουσία να διατυπώνει παρατηρήσεις, γραπτές ή προφορικές, ενώπιον των δικαστηρίων που καλούνται να εφαρμόζουν τα άρθρα 107 παράγραφος 1 ή 108 της Συνθήκης. Οι παρατηρήσεις αυτές θα πρέπει να υποβάλλονται εντός των πλαισίων των εθνικών δικονομικών κανόνων και πρακτικών, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των διαδίκων.
(14)  Η συνεπής εφαρμογή της νομοθεσίας για τις κρατικές ενισχύσεις προϋποθέτει επίσης τη συγκρότηση μηχανισμών για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών και της Επιτροπής. Η συνεργασία αυτή ισχύει για όλα τα δικαστήρια των κρατών μελών που εφαρμόζουν το άρθρο 107 παράγραφος 1 και το άρθρο 108 της Συνθήκης, ανεξαρτήτως πλαισίου. Ειδικότερα, τα εθνικά δικαστήρια θα πρέπει να μπορούν να απευθύνονται στην Επιτροπή και να της ζητούν πληροφορίες ή τη γνώμη της σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας περί κρατικών ενισχύσεων. Θα πρέπει να αναγνωρισθεί στην Επιτροπή η εξουσία να διατυπώνει παρατηρήσεις, γραπτές ή προφορικές, ενώπιον των δικαστηρίων που καλούνται να εφαρμόζουν τα άρθρα 107 παράγραφος 1 ή 108 της Συνθήκης. Οι μη δεσμευτικές αυτές παρατηρήσεις θα πρέπει να υποβάλλονται εντός των πλαισίων των εθνικών δικονομικών κανόνων και πρακτικών, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των διαδίκων.
Τροπολογία 15
Πρόταση κανονισμού
Άρθρο 1 – σημείο 2
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999
Άρθρο 6α – παράγραφος 1
1.  Κατόπιν της κίνησης της επίσημης διαδικασίας έρευνας που προβλέπεται στο άρθρο 6, η Επιτροπή μπορεί, εάν το κρίνει σκόπιμο, να ζητήσει από μια επιχείρηση, ένωση επιχειρήσεων ή άλλο κράτος μέλος να παράσχει κάθε απαραίτητη πληροφορία προκειμένου να είναι σε θέση να ολοκληρώσει την αξιολόγησή της για το επίμαχο μέτρο, εφόσον δεν είναι επαρκείς οι πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της.
1.  Κατόπιν της κίνησης της επίσημης διαδικασίας έρευνας που προβλέπεται στο άρθρο 6, η Επιτροπή μπορεί, εάν το κρίνει σκόπιμο και αναλογικό, να ζητήσει από μια επιχείρηση, ένωση επιχειρήσεων ή άλλο κράτος μέλος να παράσχει κάθε απαραίτητη πληροφορία προκειμένου να είναι σε θέση να ολοκληρώσει την αξιολόγησή της για το επίμαχο μέτρο, εφόσον δεν είναι επαρκείς οι πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της.
Τροπολογία 16
Πρόταση κανονισμού
Άρθρο 1 – σημείο 2
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999
Άρθρο 6α - παράγραφος 5
5.  Η Επιτροπή ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος για το περιεχόμενο των αιτήσεων παροχής πληροφοριών που αποστέλλονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 4.
5.   Κατά την αποστολή αιτήσεων, η Επιτροπή παρέχει ταυτόχρονα στο οικείο κράτος μέλος αντίγραφο των αιτήσεων παροχής πληροφοριών που αποστέλλονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 4.
Επίσης, εντός ενός μηνός από την παραλαβή, η Επιτροπή παρέχει στο οικείο κράτος μέλος αντίγραφα όλων των εγγράφων που παραλαμβάνει στο πλαίσιο της αίτησης παροχής πληροφοριών, στον βαθμό που αυτά δεν περιλαμβάνουν εμπιστευτικές πληροφορίες οι οποίες δεν μπορούν να αναφερθούν συγκεντρωτικά ή να προσαρμοστούν με άλλο τρόπο προκειμένου να προστατευθεί η ταυτότητα του πληροφοριοδότη. Η Επιτροπή παρέχει στα οικεία κράτη μέλη τη δυνατότητα να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με τα εν λόγω έγγραφα εντός ενός μηνός από την παραλαβή.

Τροπολογία 17
Πρόταση κανονισμού
Άρθρο 1 – σημείο 2
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999
Άρθρο 6β – παράγραφος 1 – στοιχείο α
α) παρέχουν ανακριβή ή παραπλανητικά στοιχεία κατά την απάντησή τους σε αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 6α παράγραφος 3·
α) παρέχουν ανακριβή, ελλιπή ή παραπλανητικά στοιχεία ή παραλείπουν σκόπιμα σημαντικές πληροφορίες κατά την απάντησή τους σε αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 6α παράγραφος 3·
Τροπολογία 18
Πρόταση κανονισμού
Άρθρο 1 – σημείο 2
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999
Άρθρο 6β – παράγραφος 1 – στοιχείο β
β) παρέχουν ανακριβείς, ελλιπείς ή παραπλανητικές πληροφορίες, κατά την απάντηση σε αίτηση που τους υποβλήθηκε με απόφαση βάσει του άρθρου 6α παράγραφος 4, ή δεν παρέχουν πληροφορίες εντός της ταχθείσας προθεσμίας·
β) παρέχουν ανακριβείς, ελλιπείς ή παραπλανητικές πληροφορίες ή παραλείπουν σκόπιμα σημαντικές πληροφορίες κατά την απάντηση σε αίτηση που τους υποβλήθηκε με απόφαση βάσει του άρθρου 6α παράγραφος 4, ή δεν παρέχουν πληροφορίες εντός της ταχθείσας προθεσμίας·
Τροπολογία 19
Πρόταση κανονισμού
Άρθρο 1 – σημείο 2
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999
Άρθρο 6β – παράγραφος 3
3.  Κατά τον καθορισμό του ύψους του προστίμου ή της περιοδικής χρηματικής ποινής, λαμβάνεται υπόψη η φύση, η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης.
3.  Κατά τον καθορισμό του ύψους του προστίμου ή της περιοδικής χρηματικής ποινής, λαμβάνονται υπόψη τα εξής:
α) η φύση, η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης·
β) κατά πόσον η επιχείρηση ή η ένωση επιχειρήσεων μπορεί να θεωρηθεί ενδιαφερόμενο μέρος ή τρίτος στην έρευνα·
γ) η αρχή της αναλογικότητας, ιδίως όσον αφορά τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις·
Τροπολογία 20
Πρόταση κανονισμού
Άρθρο 1 – σημείο 4
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999
Άρθρο 10 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2
Η Επιτροπή εξετάζει χωρίς καθυστέρηση κάθε καταγγελία που υποβλήθηκε από οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2.

Η Επιτροπή εξετάζει χωρίς καθυστέρηση κάθε καταγγελία που υποβλήθηκε από οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2. Η Επιτροπή εξετάζει το ενδεχόμενο διερεύνησης καταγγελίας που έχει υποβάλει τρίτος, εάν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που καταδεικνύουν στρέβλωση του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά λόγω εικαζόμενων παράνομων ενισχύσεων ή εικαζόμενης καταχρηστικής εφαρμογής της ενίσχυσης.

Αιτιολόγηση
Στόχος της παρούσας τροπολογίας είναι η επισήμανση της διαφοράς μεταξύ ενός ενδιαφερόμενου μέρους και ενός τρίτου.
Τροπολογία 21
Πρόταση κανονισμού
Άρθρο 1 – σημείο 4 α (νέο)
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999
Άρθρο 14 – παράγραφος 1 α (νέα)
(4a)  Στο άρθρο 14 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:
«1α.  Σε περιπτώσεις στις οποίες παράνομη ενίσχυση έχει προηγουμένως κοινοποιηθεί στην Επιτροπή και έχει τεθεί σε εφαρμογή μετά από διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών, χωρίς η Επιτροπή να έχει λάβει εντωμεταξύ οποιαδήποτε απόφαση δυνάμει του άρθρου 4, η Επιτροπή αποδεικνύει στο πλαίσιο οποιασδήποτε απόφασης δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ότι η κοινοποίηση ήταν ελλιπής και ότι το κράτος μέλος δεν παρέσχε εν ευθέτω χρόνω όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που ζητήθηκαν από την Επιτροπή.«
Τροπολογία 22
Πρόταση κανονισμού
Άρθρο 1 – σημείο 9
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999
Άρθρο 20 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1
2.  Κάθε ενδιαφερόμενο μέρος μπορεί να υποβάλει καταγγελία για να ενημερώσει την Επιτροπή για εικαζόμενη παράνομη ενίσχυση και εικαζόμενη καταχρηστική εφαρμογή ενίσχυσης. Για τον σκοπό αυτό, το ενδιαφερόμενο μέρος συμπληρώνει δεόντως ένα έντυπο, το οποίο η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτείται να ορίζει σε εκτελεστική διάταξη, και παρέχει όλες τις υποχρεωτικές πληροφορίες που ζητούνται σε αυτό.
2.  Κάθε ενδιαφερόμενο μέρος μπορεί να υποβάλει καταγγελία για να ενημερώσει την Επιτροπή για εικαζόμενη παράνομη ενίσχυση και εικαζόμενη καταχρηστική εφαρμογή ενίσχυσης. Για τον σκοπό αυτό, το ενδιαφερόμενο μέρος συμπληρώνει δεόντως ένα έντυπο, το οποίο η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτείται να ορίζει σε εκτελεστική διάταξη, και παρέχει όλες τις υποχρεωτικές πληροφορίες που ζητούνται σε αυτό. Η Επιτροπή εξετάζει το ενδεχόμενο διεξαγωγής έρευνας όταν της υποβάλλονται από τρίτον επαρκή αποδεικτικά στοιχεία όσον αφορά τις εικαζόμενες παράνομες ενισχύσεις ή την εικαζόμενη καταχρηστική εφαρμογή της ενίσχυσης.
Τροπολογία 23
Πρόταση κανονισμού
Άρθρο 1 – σημείο 9
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999
Άρθρο 20 – παράγραφος 2 – εδάφιο 2
Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που προέβαλε ο ενδιαφερόμενος δεν παρέχουν επαρκείς λόγους για να αποδειχθεί, στο πλαίσιο μιας πρώτης εξέτασης, η ύπαρξη παράνομων ενισχύσεων ή καταχρηστικής εφαρμογής της ενίσχυσης, ενημερώνει σχετικώς το ενδιαφερόμενο μέρος και το καλεί να υποβάλει τις παρατηρήσεις του εντός ορισμένης προθεσμίας που δεν υπερβαίνει κατά κανόνα τον ένα μήνα. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν γνωστοποιήσει τις απόψεις του εντός της ταχθείσας προθεσμίας, η καταγγελία θεωρείται ότι έχει αποσυρθεί.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 13, εάν η Επιτροπή κρίνει ότι τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που προέβαλε ο ενδιαφερόμενος δεν παρέχουν επαρκείς λόγους για να αποδειχθεί, στο πλαίσιο μιας πρώτης εξέτασης, η ύπαρξη παράνομων ενισχύσεων ή καταχρηστικής εφαρμογής της ενίσχυσης που ενέχουν δυναμικό στρέβλωσης του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, ενημερώνει σχετικώς το ενδιαφερόμενο μέρος και το καλεί να υποβάλει τις παρατηρήσεις. Οι παρατηρήσεις αυτές υποβάλλονται εντός ορισμένης προθεσμίας που δεν υπερβαίνει κατά κανόνα τον ένα μήνα, εκτός εάν προβάλλεται δικαιολογία με βάση την αναλογικότητα και τον όγκο ή την πολυπλοκότητα των πληροφοριών που απαιτούνται για να υποστηριχθεί η υπόθεση. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν γνωστοποιήσει τις απόψεις του εντός της ταχθείσας προθεσμίας ή δεν παράσχει περαιτέρω πληροφορίες που να καταδεικνύουν την ύπαρξη παράνομης ενίσχυσης ή την καταχρηστική εφαρμογή ενίσχυσης που ενέχουν δυναμικό στρέβλωσης του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, η καταγγελία θεωρείται ότι έχει αποσυρθεί.

Τροπολογία 24
Πρόταση κανονισμού
Άρθρο 1 – σημείο 10
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999
Άρθρο 20α – παράγραφος 1 – εδάφιο 1
1.  Σε περίπτωση που οι διαθέσιμες πληροφορίες δείχνουν ότι τα μέτρα κρατικών ενισχύσεων σε συγκεκριμένο κλάδο ή συγκεκριμένο μέσο ενίσχυσης μπορεί να περιορίσουν ή να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό εντός της εσωτερικής αγοράς σε πολλά κράτη μέλη, ή ότι τα υφιστάμενα μέτρα ενίσχυσης σε έναν συγκεκριμένο κλάδο ή συγκεκριμένο μέσο ενίσχυσης σε πολλά κράτη μέλη δεν είναι, ή δεν είναι πλέον, συμβιβάσιμα με την εσωτερική αγορά, η Επιτροπή μπορεί να διεξάγει έρευνα στον κλάδο της οικονομίας ή στη χρήση του σχετικού μέσου ενίσχυσης σε διάφορα κράτη μέλη. Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας αυτής, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τα κράτη μέλη ή τις επιχειρήσεις ή τις ενώσεις επιχειρήσεων να παράσχουν τις απαιτούμενες πληροφορίες για την εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την αρχή της αναλογικότητας.
1.  Σε περίπτωση που οι διαθέσιμες στην Επιτροπή πληροφορίες δείχνουν ότι τα μέτρα κρατικών ενισχύσεων σε συγκεκριμένο κλάδο ή συγκεκριμένο μέσο ενίσχυσης μπορεί να περιορίσουν ή να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό εντός της εσωτερικής αγοράς σε πολλά κράτη μέλη, ή ότι τα υφιστάμενα μέτρα ενίσχυσης σε έναν συγκεκριμένο κλάδο ή συγκεκριμένο μέσο ενίσχυσης σε πολλά κράτη μέλη δεν είναι, ή δεν είναι πλέον, συμβιβάσιμα με την εσωτερική αγορά, ή κατόπιν αιτήματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το οποίο βασίζεται σε παρόμοιες πληροφορίες, η Επιτροπή μπορεί να διεξάγει έρευνα στον κλάδο της οικονομίας ή στη χρήση του σχετικού μέσου ενίσχυσης σε διάφορα κράτη μέλη. Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας αυτής, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τα κράτη μέλη ή τις επιχειρήσεις ή τις ενώσεις επιχειρήσεων να παράσχουν τις απαιτούμενες πληροφορίες για την εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την αρχή της αναλογικότητας.
Τροπολογία 25
Πρόταση κανονισμού
Άρθρο 1 – σημείο 10
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999
Άρθρο 20α – παράγραφος 1 – εδάφιο 2
Η Επιτροπή μπορεί να δημοσιεύσει έκθεση για τα αποτελέσματα της έρευνάς της σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας ή συγκεκριμένα μέσα ενισχύσεων σε διάφορα κράτη μέλη και να καλέσει τα οικεία κράτη μέλη και τις επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων να υποβάλουν παρατηρήσεις.

Η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση στην ιστοσελίδα της για τα αποτελέσματα της έρευνάς της σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας ή συγκεκριμένα μέσα ενισχύσεων σε διάφορα κράτη μέλη και να καλέσει τα οικεία κράτη μέλη και τις επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων να υποβάλουν παρατηρήσεις. Αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζητήσει έρευνα, η Επιτροπή υποβάλλει ενδιάμεση έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η Επιτροπή, κατά τη δημοσίευση των εκθέσεών της, τηρεί τους κανόνες για το επαγγελματικό απόρρητο, σύμφωνα με το άρθρο 339 της Συνθήκης.

Τροπολογία 26
Πρόταση κανονισμού
Άρθρο 1 – σημείο 11
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999
Άρθρο 23α – παράγραφος 2 – εδάφιο 1
2.  Όταν το απαιτεί η συνεπής εφαρμογή του άρθρου 107 παράγραφος 1 και του άρθρου 108 της Συνθήκης, η Επιτροπή δύναται να υποβάλλει αυτεπαγγέλτως γραπτές παρατηρήσεις στα δικαστήρια των κρατών μελών. Με την άδεια του εν λόγω δικαστηρίου μπορεί επίσης να υποβάλλει προφορικές παρατηρήσεις.
2.  Όταν το απαιτεί η συνεπής εφαρμογή του άρθρου 107 παράγραφος 1 και του άρθρου 108 της Συνθήκης, η Επιτροπή δύναται να υποβάλλει αυτεπαγγέλτως γραπτές παρατηρήσεις στα δικαστήρια των κρατών μελών. Με την άδεια του εν λόγω δικαστηρίου μπορεί επίσης να υποβάλλει προφορικές παρατηρήσεις. Οι παρατηρήσεις που υποβάλλονται από την Επιτροπή στα δικαστήρια των κρατών μελών είναι μη δεσμευτικές. Η Επιτροπή δύναται να ενεργεί βάσει της παρούσας διάταξης μόνο προς το δημόσιο συμφέρον της Ένωσης (ως amicus curiae) και όχι προς στήριξη ενός εκ των διαδίκων.

(1) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0026.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου