Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2013/0089(COD)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A7-0032/2014

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A7-0032/2014

Συζήτηση :

PV 24/02/2014 - 18
CRE 24/02/2014 - 18

Ψηφοφορία :

PV 25/02/2014 - 5.10
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P7_TA(2014)0119

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 608kWORD 264k
Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014 - Στρασβούργο
Νομοθεσία των κρατών μελών περί σημάτων ***I
P7_TA(2014)0119A7-0032/2014
Ψήφισμα
 Ενοποιημένο κείμενο

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (αναδιατύπωση) (COM(2013)0162 – C7-0088/2013 – 2013/0089(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία – αναδιατύπωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0162),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0088/2013),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 11ης Ιουλίου 2013(1),

–  έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μία πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(2),

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0032/2014),

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τη συμβουλευτική ομάδα εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην εκείνων που προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων των προηγούμενων πράξεων μαζί με τις τροποποιήσεις αυτές, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·

1.  εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

(1) ΕΕ C 327 της 12.11.2013, σ. 42.
(2) ΕΕ C 77 της 28.3.2002, σ. 1.


Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/.../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (αναδιατύπωση)
P7_TC1-COD(2013)0089

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114 παράγραφος 1, [Τροπολογία 1]

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Η οδηγία 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(3), πρέπει να τροποποιηθεί. Για λόγους σαφήνειας, είναι σκόπιμη η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

(2)  Με την οδηγία 2008/95/ΕΚ εναρμονίστηκαν βασικές διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου περί σημάτων, οι οποίες, την εποχή που εκδόθηκε η οδηγία, θεωρήθηκε ότι επηρέαζαν πιο άμεσα τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, παρεμποδίζοντας την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στην Ένωση.

(3)  Η προστασία των σημάτων στα κράτη μέλη συνυπάρχει με την προστασία που παρέχεται σε επίπεδο Ένωσης, μέσω κοινοτικών σημάτων τα οποία αποτελούν αντικείμενο δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας ενιαίου χαρακτήρα, με ισχύ σε ολόκληρη την Ένωση, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου(4). Η συνύπαρξη συστημάτων εμπορικών σημάτων σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο Ένωσης όντως συνιστά ακρογωνιαίο λίθο της προσέγγισης που ακολουθεί η Ένωση όσον αφορά την προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας.

(4)  Κατόπιν της ανακοίνωσης της Επιτροπής, της 16ης Ιουλίου 2008, σχετικά με μια στρατηγική για την Ευρώπη στον τομέα των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας(5), η Επιτροπή προέβη σε εκτενή αξιολόγηση της γενικής λειτουργίας ολόκληρου του συστήματος εμπορικών σημάτων στην Ευρώπη, η οποία κάλυπτε τόσο το επίπεδο της Ένωσης όσο και το εθνικό επίπεδο, καθώς και την αλληλεπίδραση μεταξύ τους.

(5)  Στα συμπεράσματά του, της 25ης Μαΐου 2010, σχετικά με τη μελλοντική αναθεώρηση του συστήματος εμπορικών σημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση(6), το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις για την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, καθώς και της οδηγίας 2008/95/ΕΚ. Εν προκειμένω, η αναθεώρηση της δεύτερης θα πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα ώστε η οδηγία να εναρμονιστεί περισσότερο με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και, κατά πράγμα που θα έχει ως συνέπεια, να μειωθούν τα πεδία όπου σημειώνονται αποκλίσεις στο πλαίσιο του συστήματος εμπορικών σημάτων στην Ευρώπη, στο σύνολό του, διατηρώντας παράλληλα την προστασία των εμπορικών σημάτων σε εθνικό επίπεδο ως ελκυστική επιλογή για τους καταθέτες. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να εξασφαλιστεί η συμπληρωματική σχέση μεταξύ του ενωσιακού και των εθνικών συστημάτων εμπορικών σημάτων. [Τροπολογία 2]

(6)  Στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Η Ενιαία Αγορά για τα δικαιώματα Διανοητικής Ιδιοκτησίας», της 24ης Μαΐου 2011(7), η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι αυξημένες απαιτήσεις των ενδιαφερομένων για πιο ταχύρρυθμα, υψηλότερης ποιότητας και πιο εναρμονισμένα συστήματα καταχώρισης εμπορικών σημάτων, συνεπέστερα, ευκολότερα για τους χρήστες, προσπελάσιμα στο κοινό και προσαρμοσμένα στις τεχνολογικές εξελίξεις, υπάρχει ανάγκη να εκσυγχρονιστεί το σύστημα των σημάτων σε όλη την Ένωση και να προσαρμοστεί στην εποχή του Διαδικτύου.

(7)  Από τις διαβουλεύσεις και την αξιολόγηση για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας φάνηκε ότι, παρά την προηγούμενη μερική εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών, το ευρωπαϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον παραμένει πολύ ετερογενές, γεγονός το οποίο περιορίζει τη γενικότερη πρόσβαση σε προστασία μέσω των σημάτων και, επομένως, έχει επιζήμιες συνέπειες για την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη.

(8)  Προκειμένου να υπάρξει ανταπόκριση στον στόχο να προωθηθεί και να διαμορφωθεί ενιαία αγορά, που να λειτουργεί εύρυθμα, και να διευκολυνθεί η απόκτηση και η προστασία των σημάτων στην Ένωση, κρίνεται, επομένως, αναγκαίο να διευρυνθεί το περιορισμένο πεδίο εφαρμογής της εναρμόνισης η οποία επετεύχθη με την οδηγία 2008/95/ΕΚ, και να επεκταθεί η προσέγγιση σε όλες τις πτυχές του ουσιαστικού δικαίου περί σημάτων, οι οποίες αφορούν σήματα προστατευόμενα μέσω καταχώρισης όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

(9)  Για να καταστούν ευχερέστερες οι καταχωρίσεις σημάτων και η διαχείρισή τους σε όλη την Ένωση, είναι απαραίτητο να υπάρξει προσέγγιση όχι μόνο των διατάξεων ουσιαστικού δικαίου, αλλά και των διαδικαστικών κανόνων. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν οι βασικοί διαδικαστικοί κανόνες στα κράτη μέλη με το σύστημα του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων όπου οι αποκλίσεις δημιουργούν σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Όσον αφορά τις διαδικασίες που προβλέπει η εθνική νομοθεσία, αρκεί να θεσπιστούν γενικές αρχές και να επαφίεται στα κράτη μέλη η θέσπιση πιο συγκεκριμένων κανόνων.

(10)  Είναι ζήτημα θεμελιώδους σημασίας η διασφάλιση ότι τα καταχωρισμένα σήματα τυγχάνουν της ίδιας προστασίας στο πλαίσιο της έννομης τάξης όλων των κρατών μελών, και ότι η προστασία των σημάτων σε εθνικό επίπεδο είναι ίδια με την προστασία των ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων. Σε ευθυγράμμιση με την εκτενή προστασία που παρέχεται στα ευρωπαϊκά ενωσιακά σήματα που έχουν αποκτήσει φήμη στην Ένωση, θα πρέπει επίσης να παρέχεται εκτενής προστασία σε εθνικό επίπεδο σε όλα τα καταχωρισμένα σήματα που έχουν αποκτήσει φήμη στο αντίστοιχο κράτος μέλος. [Τροπολογία 3, η παρούσα τροπολογία αφορά στο σύνολο του κειμένου]

(11)  Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να στερεί από τα κράτη μέλη το δικαίωμα να συνεχίζουν να προστατεύουν τα σήματα που έχουν αποκτηθεί λόγω χρήσης, αλλά θα πρέπει να διέπει μόνο τη σχέση τους με τα σήματα που αποκτώνται με καταχώριση.

(12)  Η επίτευξη των στόχων, οι οποίοι επιδιώκονται με την προσέγγιση των νομοθεσιών, προϋποθέτει ότι η απόκτηση και η διατήρηση του δικαιώματος επί του καταχωρισμένου σήματος εξαρτάται, κατ’ αρχήν, από τους ίδιους όρους σε όλα τα κράτη μέλη.

(13)  Για τον σκοπό αυτόν, είναι αναγκαίο να καταρτιστεί ενδεικτικός κατάλογος σημείων που μπορούν να αποτελούν ένα σήμα, από τη στιγμή που, βάσει αυτών, είναι δυνατόν να διακρίνονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα αντίστοιχα άλλων επιχειρήσεων. Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι του συστήματος καταχώρισης των σημάτων, οι οποίοι συνίστανται στην κατοχύρωση της ασφάλειας δικαίου και της χρηστής διοίκησης, είναι επίσης απαραίτητο να απαιτείται η παράσταση του σημείου στο μητρώο κατά τρόπο που να επιτρέπει τον σαφή, ακριβή, προσδιορισμό του αντικειμένου της προστασίας αφ’ εαυτού πλήρη, ευχερώς προσιτό, διαρκή και αντικειμενικό. Επομένως, άπαξ και η παράσταση χρησιμοποιεί ευρέως διαθέσιμη τεχνολογία και παρέχει ικανοποιητικές εγγυήσεις για τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να επιτρέπεται η παράσταση ενός σημείου σε οποιαδήποτε κατάλληλη μορφή, και άρα όχι κατ’ ανάγκη με γραφικά μέσα. [Τροπολογία 4]

(14)  Εξάλλου, οι λόγοι απαραδέκτου ή ακυρότητας που αφορούν το ίδιο το σήμα, μεταξύ άλλων η έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα, ή που αφορούν τις συγκρούσεις μεταξύ του σήματος και προγενέστερων δικαιωμάτων, θα πρέπει να απαριθμούνται περιοριστικά, έστω και αν ορισμένοι από αυτούς τους λόγους αναφέρονται ενδεικτικά για τα κράτη μέλη, τα οποία μπορούν, κατά συνέπεια, να διατηρήσουν ή να εισαγάγουν τους λόγους αυτούς στη νομοθεσία τους.

(15)  Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα επίπεδα προστασίας, που κατοχυρώνονται για τις γεωγραφικές ενδείξεις με άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης, εφαρμόζονται με ενιαίο και διεξοδικό τρόπο στο σύνολο της Ένωσης κατά την εξέταση των απόλυτων και των σχετικών λόγων απαραδέκτου, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιλαμβάνει τις ίδιες διατάξεις σχετικά με τις γεωγραφικές ενδείξεις όπως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

(16)  Η προστασία την οποία παρέχει το καταχωρισμένο σήμα, σκοπός της οποίας είναι, ιδίως, η διασφάλιση της λειτουργίας του σήματος ως ένδειξης προέλευσης, θα πρέπει να είναι απόλυτη σε περίπτωση ταυτότητας μεταξύ του σήματος και του σημείου και μεταξύ των προϊόντων ή των υπηρεσιών. Η προστασία θα πρέπει να ισχύει επίσης σε περίπτωση ομοιότητας μεταξύ του σήματος και του σημείου και μεταξύ των προϊόντων ή των υπηρεσιών. Η έννοια της ομοιότητας θα πρέπει οπωσδήποτε να ερμηνεύεται σε σχέση με τον κίνδυνο σύγχυσης. Ο κίνδυνος σύγχυσης, η εκτίμηση του οποίου εξαρτάται από πολυάριθμους παράγοντες, και ιδίως από το κατά πόσον είναι γνωστό το σήμα στην αγορά, από την ενδεχόμενη συσχέτιση με το χρησιμοποιούμενο ή καταχωρισμένο σημείο, από τον βαθμό ομοιότητας μεταξύ του σήματος και του σημείου και μεταξύ των προσδιοριζόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών, θα πρέπει να αποτελεί την ειδική προϋπόθεση της προστασίας. Τα μέσα με τα οποία μπορεί να διαπιστώνεται ο κίνδυνος σύγχυσης, και ιδίως το βάρος της απόδειξης, θα πρέπει να υπόκεινται στους εθνικούς δικονομικούς κανόνες, τους οποίους δεν θα πρέπει να θίγει η παρούσα οδηγία.

(17)  Για την κατοχύρωση της ασφάλειας δικαίου και της πλήρους συνέπειας με την αρχή της προτεραιότητας, βάσει της οποίας προγενέστερο καταχωρισμένο σήμα προηγείται του μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί ότι η επιβολή των δικαιωμάτων που παρέχει το σήμα δεν θα πρέπει να θίγει τα δικαιώματα των δικαιούχων τα οποία έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του σήματος. Η αρχή αυτή είναι σύμφωνη με το άρθρο 16 παράγραφος 1 της Συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, της 15ης Απριλίου 1994 (στο εξής «Συμφωνία TRIPS)(8).

(18)  Είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι παραποίηση/απομίμηση σήματος μπορεί να στοιχειοθετηθεί μόνον εάν υπάρξει διαπίστωση ότι το παράνομο σήμα ή σημείο χρησιμοποιείται στις συναλλαγές για σκοπούς διάκρισης προϊόντων ή υπηρεσιών ως προς την εμπορική τους προέλευση. Η χρήση για άλλους σκοπούς θα πρέπει να υπόκειται στις διατάξεις του εθνικού δικαίου.

(19)  Για να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου και η σαφήνεια, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί ότι, όχι μόνο σε περίπτωση ομοιότητας, αλλά επίσης και σε περίπτωση χρήσης ταυτόσημου σήματος για ταυτόσημα προϊόντα ή υπηρεσίες, η προστασία θα πρέπει να παρέχεται σε ένα σήμα μόνον εφόσον προσβάλλεται, και στον βαθμό που προσβάλλεται, η κύρια λειτουργία του σήματος, η οποία συνίσταται στην εγγύηση της εμπορικής προέλευσης των προϊόντων ή των υπηρεσιών. [Τροπολογία 5]

(20)  Η παραποίηση/απομίμηση σήματος θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει τη χρήση του σημείου ως εμπορικής επωνυμίας ή παρόμοιας ονομασίας, εφόσον η χρήση γίνεται για σκοπούς διάκρισης προϊόντων ή υπηρεσιών ως προς την εμπορική τους προέλευση.

(21)  Προκειμένου να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου και πλήρης συνέπεια με ειδική νομοθεσία της Ένωσης, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι ο δικαιούχος ενός σήματος θα πρέπει να δικαιούται να απαγορεύει σε τρίτους τη χρήση ενός σημείου σε συγκριτική διαφήμιση, εφόσον αυτή η συγκριτική διαφήμιση αντίκειται στην οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(9).

(22)  Για την ενίσχυση της προστασίας των σημάτων και για την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της παραποίησης/απομίμησης, και με την επιφύλαξη των κανόνων του ΠΟΕ, και ειδικότερα του άρθρου V της GATT για την ελευθερία διέλευσης, ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος θα πρέπει να δικαιούται να εμποδίζει τρίτους να εισάγουν προϊόντα στο τελωνειακό έδαφος του κράτους μέλους, χωρίς να έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία εκεί, όταν τα προϊόντα αυτά προέρχονται από τρίτες χώρες και φέρουν, χωρίς σχετική άδεια, σήμα το οποίο είναι κατ’ ουσία ταυτόσημο με το καταχωρισμένο σήμα για τα εν λόγω προϊόντα. Η διάταξη αυτή δεν θίγει την ομαλή διακίνηση γενόσημων φαρμάκων, σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως όπως αποτυπώνονται στη «Δήλωση για τη συμφωνία TRIPS και τη δημόσια υγεία» που εγκρίθηκε από την Υπουργική Διάσκεψη του ΠΟΕ στη Ντόχα στις 14 Νοεμβρίου 2001. [Τροπολογία 55]

(22α)  Ο δικαιούχος σήματος θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να προβαίνει σε σχετικές νομικές ενέργειες, συμπεριλαμβανομένου μεταξύ άλλων του δικαιώματος να ζητεί από τις εθνικές τελωνειακές αρχές να αναλαμβάνουν δράση όσον αφορά προϊόντα με τα οποία εικάζεται ότι παραβιάζονται τα δικαιώματα του δικαιούχου, όπως τη κατακράτηση και τη καταστροφή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(10). Οι τελωνειακές αρχές θα πρέπει να διεξάγουν τις σχετικές διαδικασίες που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013 μετά από αίτηση δικαιούχου και με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου. [Τροπολογία 7]

(22β)  Το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 608/2013 προβλέπει ότι δικαιούχος ευθύνεται για ζημίες έναντι του κατόχου των προϊόντων εφόσον, μεταξύ άλλων, αποδεικνύεται μεταγενέστερα ότι τα εν λόγω προϊόντα δεν παραβιάζουν δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. [Τροπολογία 8]

(22γ)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα ώστε να διασφαλίζουν την ομαλή διέλευση των γενόσημων φαρμάκων. Ως εκ τούτου, ο δικαιούχος σήματος δεν θα πρέπει να δικαιούται να εμποδίζει τυχόν τρίτο να εισάγει, στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, προϊόντα στο τελωνειακό έδαφος του κράτους μέλους βάσει φαινομενικής ή πραγματικής ομοιότητας μεταξύ της διεθνούς κοινής ονομασίας (ΙΝΝ) της δραστικής ουσίας του φαρμάκου και ενός καταχωρισμένου σήματος. [Τροπολογία 9]

(23)  Για να εμποδίζεται αποτελεσματικότερα η εισαγωγή παράνομων προϊόντων παραποίησης/απομίμησης, ιδίως στο πλαίσιο διαδικτυακών πωλήσεων μέσω του Διαδικτύου υπό μορφή μικροδεμάτων όπως ορίζονται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013, ο δικαιούχος έγκυρα καταχωρισμένου σήματος θα πρέπει να δικαιούται να απαγορεύει την εισαγωγή των εν λόγω προϊόντων στην Ένωση, εάν μόνον ο αποστολέας των προϊόντων παραποίησης/απομίμησης ενεργεί για εμπορικούς σκοπούς στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας. Στις περιπτώσεις που λαμβάνονται τέτοια μέτρα, τα άτομα ή οι οντότητες που είχαν παραγγείλει τα προϊόντα ενημερώνονται σχετικά με το λόγο λήψης των μέτρων καθώς και σχετικά με τα νόμιμα δικαιώματά τους έναντι του αποστολέα. [Τροπολογία 10]

(24)  Προκειμένου να είναι σε θέση οι δικαιούχοι των καταχωρισμένων σημάτων να καταπολεμούν αποτελεσματικότερα την παραποίηση/απομίμηση, θα πρέπει να δικαιούνται να απαγορεύουν την επίθεση παράνομου σήματος σε προϊόντα, καθώς και ορισμένες προπαρασκευαστικές πράξεις πριν από την επίθεση παράνομου σήματος.

(25)  Τα αποκλειστικά δικαιώματα που παρέχει το σήμα δεν θα πρέπει να επιτρέπουν στον δικαιούχο να απαγορεύει τη χρήση σημείων ή ενδείξεων που χρησιμοποιούνται με θεμιτό τρόπο και σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο. Προκειμένου να δημιουργηθούν ισότιμοι όροι για τις εμπορικές επωνυμίες και τα σήματα, δεδομένου ότι συνήθως παρέχεται απεριόριστη προστασία στις εμπορικές επωνυμίες έναντι των μεταγενέστερων σημάτων, αυτή η χρήση θα πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνει και τη χρήση του ονόματος προσώπων. Επιπλέον, θα πρέπει να περιλαμβάνει τη χρήση περιγραφικών ή μη διακριτικών σημείων ή ενδείξεων εν γένει. Συν τοις άλλοις, ο δικαιούχος δεν θα πρέπει να δικαιούται να εμποδίζει τη γενική, θεμιτή και έντιμη χρήση του σήματος για τον προσδιορισμό ή την αναφορά σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα/ες του δικαιούχου.

(26)  Όπως προκύπτει από την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, δεν πρέπει να επιτρέπεται στον δικαιούχο σήματος να απαγορεύει τη χρήση του από τρίτον για προϊόντα που έχουν τεθεί, υπό το σήμα αυτό, σε εμπορία στην Ένωση, από τον ίδιο τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του, εκτός εάν ο δικαιούχος έχει νόμιμους λόγους να αντιταχθεί στη μεταγενέστερη εμπορική εκμετάλλευση των προϊόντων.

(27)  Για λόγους ασφαλείας του δικαίου και χωρίς να θίγονται κατά τρόπο ανεπιεική τα συμφέροντα του δικαιούχου προγενέστερου σήματος, είναι σημαντικό να προβλεφθεί πως ο εν λόγω δικαιούχος δεν μπορεί πλέον να ζητά την ακυρότητα ή να αντιτίθεται στη χρήση σήματος μεταγενέστερου του δικού του, εφόσον εν γνώσει του ανέχθηκε τη χρήση αυτή για μεγάλο διάστημα, εκτός αν η αίτηση για το μεταγενέστερο σήμα έγινε κακόπιστα.

(28)  Προκειμένου να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου και να διασφαλιστούν τα δικαιώματα επί σημάτων που έχουν αποκτηθεί νομίμως, είναι σκόπιμο και αναγκαίο να προβλεφθεί, χωρίς να θίγεται η αρχή ότι το μεταγενέστερο σήμα δεν μπορεί να επιβληθεί του προγενέστερου σήματος, ότι οι δικαιούχοι προγενέστερων σημάτων δεν θα πρέπει να δικαιούνται την κήρυξη απαραδέκτου ή ακυρότητας, ούτε να αντιτάσσονται στη χρήση μεταγενέστερου σήματος, εάν το μεταγενέστερο σήμα αποκτήθηκε κατά τον χρόνο που το προγενέστερο σήμα ήταν δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο ή ο δικαιούχος να εκπέσει των δικαιωμάτων του, για παράδειγμα επειδή το σήμα δεν είχε ακόμη αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα μέσω της χρήσης, ή εάν το προγενέστερο σήμα δεν μπορούσε να προβληθεί έναντι του μεταγενέστερου σήματος διότι δεν συνέτρεχαν οι αναγκαίες προϋποθέσεις, για παράδειγμα επειδή το προγενέστερο σήμα δεν είχε ακόμη αποκτήσει φήμη.

(29)  Τα σήματα εκπληρώνουν τον σκοπό τους, που συνίσταται στη διάκριση των προϊόντων ή των υπηρεσιών και στην παροχή στους καταναλωτές της δυνατότητας να κάνουν συνειδητές επιλογές, μόνον εάν όντως χρησιμοποιούνται στην αγορά. Η απαίτηση χρήσης είναι επίσης αναγκαία προκειμένου να περιοριστεί ο συνολικός αριθμός των καταχωρισμένων και προστατευόμενων σημάτων εντός της Ένωσης και, κατ’ επέκταση, ο αριθμός των συγκρούσεων οι οποίες αναφύονται μεταξύ τους. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να απαιτείται η ουσιαστική χρησιμοποίηση των καταχωρισμένων σημάτων, για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες είναι καταχωρισμένα, επί ποινή εκπτώσεως, εντός διαστήματος 5 ετών από την ημερομηνία καταχώρισης. [Τροπολογία 11]

(30)  Κατά συνέπεια, ένα καταχωρισμένο σήμα θα πρέπει να προστατεύεται μόνον στον βαθμό που όντως χρησιμοποιείται, και προγενέστερο καταχωρισμένο σήμα δεν θα πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα στον δικαιούχο του να αντιτάσσεται στη χρήση μεταγενέστερου σήματος ή να το ακυρώνει, εάν ο εν λόγω δικαιούχος δεν έχει κάνει ουσιαστική χρήση του σήματος. Εξάλλου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπουν ότι ένα σήμα δεν μπορεί να προβληθεί εγκύρως σε δίκη παραποίησης/απομίμησης, εάν αποδεικνύεται, μετά από ένσταση, ότι ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να εκπέσει των δικαιωμάτων του ή, όταν η αγωγή ασκείται κατά μεταγενέστερου δικαιώματος, θα μπορούσε να είχε εκπέσει των δικαιωμάτων του κατά τον χρόνο που αποκτήθηκε το μεταγενέστερο δικαίωμα.

(31)  Είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι εφόσον, προκειμένου για ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα, έχει γίνει επίκληση της αρχαιότητας εθνικού σήματος από το οποίο, στη συνέχεια, έχει προηγηθεί παραίτηση ή το οποίο έχει αποσβεστεί, μπορεί ακόμη να τεθεί υπό αμφισβήτηση η ισχύς του εν λόγω εθνικού σήματος. Η αμφισβήτηση θα πρέπει να περιορίζεται σε περιπτώσεις όπου το εθνικό σήμα θα μπορούσε να έχει κηρυχθεί άκυρο ή ο δικαιούχος έκπτωτος των δικαιωμάτων του, κατά τον χρόνο που το σήμα διεγράφη από το μητρώο.

(32)  Για λόγους συνέπειας και προκειμένου να διευκολυνθεί η εμπορική εκμετάλλευση των σημάτων στην Ένωση, οι κανόνες που ισχύουν για τα σήματα ως αντικείμενα κυριότητας θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τους κανόνες που έχουν ήδη θεσπιστεί για τα ευρωπαϊκά ενωσιακά σήματα και θα πρέπει να περιλαμβάνουν κανόνες για την εκχώρηση και τη μεταβίβαση, την παραχώρηση άδειας χρήσης, τα εμπράγματα δικαιώματα, την αναγκαστική εκτέλεση και τη διαδικασία αφερεγγυότητας.

(33)  Τα συλλογικά σήματα έχουν αποδειχθεί χρήσιμο μέσο για την προώθηση των προϊόντων ή των υπηρεσιών με συγκεκριμένες κοινές ιδιότητες. Είναι, επομένως, σκόπιμο να υπόκεινται τα εθνικά συλλογικά σήματα σε κανόνες παρεμφερείς με τους κανόνες που ισχύουν για τα ευρωπαϊκά συλλογικά σήματα.

(34)  Προκειμένου να βελτιωθεί και να διευκολυνθεί η πρόσβαση στην προστασία των σημάτων και να αυξηθεί η ασφάλεια δικαίου και η προβλεψιμότητα, η διαδικασία για την καταχώριση των σημάτων στα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι αποτελεσματική και διαφανής, θα πρέπει δε να ακολουθούνται κανόνες ανάλογοι με εκείνους που ισχύουν για τα ευρωπαϊκά ενωσιακά σήματα. Για να επιτευχθεί η διαμόρφωση ενός συνεκτικού και εξισορροπημένου συστήματος σημάτων τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο Ένωσης, θα πρέπει, επομένως, όλες οι κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, κατά την αυτεπάγγελτη εξέταση της επιλεξιμότητας μιας αίτησης για καταχώριση σήματος, να περιορίζονται στην εξέταση της απουσίας μόνον απόλυτων λόγων απαραδέκτου. Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να θίγει το δικαίωμα των εν λόγω υπηρεσιών να πραγματοποιούν, εφόσον το ζητούν οι καταθέτες, έρευνες σχετικά με προγενέστερα δικαιώματα, για καθαρά ενημερωτικούς σκοπούς, υπό την επιφύλαξη της συνέχειας της διαδικασίας καταχώρισης, συμπεριλαμβανομένης επακόλουθης διαδικασίας ανακοπής, και χωρίς δεσμευτικό αποτέλεσμα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι ελεύθερα να αποφασίζουν κατά πόσο θα διεξάγουν αυτεπάγγελτη εξέταση για τυχόν σχετικούς λόγους απαραδέκτου. [Τροπολογία 12]

(35)  Για την κατοχύρωση της ασφάλειας δικαίου όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής των δικαιωμάτων επί σήματος και για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στην προστασία των σημάτων, ο χαρακτηρισμός και η ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών που καλύπτονται από την αίτηση καταχώρισης του σήματος θα πρέπει να ακολουθούν τους ίδιους κανόνες σε όλα τα κράτη μέλη και θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τους κανόνες που ισχύουν για τα ευρωπαϊκά ενωσιακά σήματα. Προκειμένου οι αρμόδιες αρχές και οι οικονομικοί φορείς να είναι σε θέση να προσδιορίζουν την έκταση της επιδιωκόμενης προστασίας του σήματος με βάση αποκλειστικά την αίτηση, ο χαρακτηρισμός των προϊόντων και των υπηρεσιών θα πρέπει να είναι επαρκώς σαφής και ακριβής. Η χρήση γενικών όρων θα πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνει μόνον προϊόντα και υπηρεσίες που καλύπτονται σαφώς από την κυριολεκτική έννοια του όρου.

(36)  Για τον σκοπό της διασφάλισης αποτελεσματικής προστασίας των σημάτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματική διοικητική διαδικασία ανακοπής, η οποία να επιτρέπει στους δικαιούχους προγενέστερων δικαιωμάτων επί σήματος να αντιτάσσονται στην αίτηση καταχώρισης ενός σήματος. Συν τοις άλλοις, προκειμένου να προσφέρουν αποτελεσματικά μέσα έκπτωσης ή ακυρότητας όσον αφορά τα σήματα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπουν διοικητική διαδικασία για την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας παρεμφερή με αυτήν που ισχύει για τα ευρωπαϊκά ενωσιακά σήματα σε επίπεδο Ένωσης.

(37)  Οι κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους και με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα εμπορικά σήματα, τα σχέδια και τα υποδείγματα τη διανοητική ιδιοκτησία (στο εξής «ο Οργανισμός») σε όλους τους τομείς της καταχώρισης και της διαχείρισης των σημάτων, προκειμένου να προωθηθεί η σύγκλιση των πρακτικών και των εργαλείων, όπως με τη δημιουργία και την επικαιροποίηση κοινών ή συνδεδεμένων βάσεων δεδομένων και πυλών για διαβούλευση και αναζήτηση. Οι υπηρεσίες των κρατών μελών και ο Οργανισμός θα πρέπει επίσης να συνεργάζονται σε όλους τους άλλους τομείς των δραστηριοτήτων τους οι οποίοι είναι συναφείς με την προστασία των σημάτων στην Ένωση.

(38)  Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να αποκλείει την εφαρμογή επί των σημάτων άλλων νομικών διατάξεων των κρατών μελών, εκτός από το δίκαιο των σημάτων, όπως είναι οι διατάξεις σχετικά με τον αθέμιτο ανταγωνισμό, την αστική ευθύνη ή την προστασία των καταναλωτών.

(39)  Όλα τα κράτη μέλη δεσμεύονται από τη Σύμβαση των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας (Σύμβαση των Παρισίων) και τη Συμφωνία TRIPS. Είναι απαραίτητο οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας να βρίσκονται σε πλήρη αρμονία με τις διατάξεις της εν λόγω Σύμβασης και της εν λόγω Συμφωνίας. Οι υποχρεώσεις των κρατών μελών που απορρέουν από τη Σύμβαση αυτή και τη Συμφωνία αυτή δεν θα πρέπει να επηρεάζονται από την παρούσα οδηγία. Αν χρειαστεί, θα πρέπει να εφαρμόζεται το άρθρο 351 δεύτερο εδάφιο της Συνθήκης.

(40)  Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν τροποποιήσεις ουσίας της προϋπάρχουσας οδηγίας. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται κατ’ ουσία απορρέει από την προϋπάρχουσα οδηγία.

(41)  Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά την προθεσμία ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας, που εμφαίνεται στο παράρτημα Ι μέρος Β της οδηγίας 2008/95/ΕΚ.

(41α)  Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(11), η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος γνωμοδότησε στις 11 Ιουλίου 2013(12), [Τροπολογία 13]

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Κεφάλαιο 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα σήματα προϊόντων ή υπηρεσιών που έχουν καταχωρισθεί ή ως προς τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση για καταχώριση σε ένα κράτος μέλος ως ατομικά ή συλλογικά σήματα ή σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης, ή έχουν καταχωρισθεί ή ως προς τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση για καταχώριση στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ, ή αποτέλεσαν αντικείμενο διεθνούς καταχώρισης η οποία παράγει αποτελέσματα σε ένα κράτος μέλος.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)  «υπηρεσία»: η κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας του κράτους μέλους – ή το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ – που είναι επιφορτισμένη με την καταχώριση του σήματος·

β)  «Οργανισμός»: ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα εμπορικά σήματα, τα σχέδια και τα υποδείγματα, τη διανοητική ιδιοκτησία, που ιδρύεται σύμφωνα με το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· [Τροπολογία 15, η παρούσα τροπολογία αφορά στο σύνολο του κειμένου]

γ)  «μητρώο»: το μητρώο εμπορικών σημάτων που τηρείται από μια υπηρεσία·

γα)  «προγενέστερα σήματα»»:

i)  τα σήματα τα οποία έχουν κατατεθεί πριν από την ημερομηνία αίτησης καταχώρισης του σήματος, αφού ληφθούν υπόψη, ενδεχομένως, τα προβαλλόμενα δικαιώματα προτεραιότητας για τα σήματα αυτά, και τα οποία ανήκουν στις ακόλουθες κατηγορίες:

—  ενωσιακά σήματα·

—  σήματα καταχωρισμένα σε κράτος μέλος ή, όσον αφορά το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και τις Κάτω Χώρες, στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ·

—  σήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο καταχώρισης βάσει διεθνών συμφωνιών, η οποία ισχύει σε ένα κράτος μέλος·

ii)  ενωσιακά σήματα των οποίων εγκύρως προβάλλεται η αρχαιότητα, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, έναντι σήματος που αναφέρεται στη δεύτερη και την τρίτη περίπτωση του σημείου i), ακόμη και αν έχει προηγηθεί παραίτηση από το εν λόγω σήμα ή απόσβεση του δικαιώματος επί του σήματος·

iii)  αιτήσεις για τα σήματα που υπάγονται στα σημεία i) και ii), υπό την επιφύλαξη της καταχώρισής τους·

iv)  τα σήματα τα οποία, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης καταχώρισης του σήματος ή, ενδεχομένως, κατά την ημερομηνία προτεραιότητας που προβάλλεται προς υποστήριξη της αίτησης καταχώρισης του σήματος, είναι παγκοίνως γνωστά στο οικείο κράτος μέλος, κατά την έννοια του άρθρου 6α της σύμβασης των Παρισίων· [Τροπολογία 16]

γβ)  ως «σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης» νοούνται τα σήματα που προσδιορίζονται ως σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης κατά την κατάθεση και που είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που πιστοποιούνται από τον δικαιούχο του σήματος, όσον αφορά τη γεωγραφική προέλευση, το υλικό, τον τρόπο παρασκευής των προϊόντων ή παροχής των υπηρεσιών, την ποιότητα, την ακρίβεια ή άλλα χαρακτηριστικά, από εκείνα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που δεν πιστοποιούνται· [Τροπολογία 17]

γγ)  ως «συλλογικά σήματα» νοούνται τα σήματα που προσδιορίζονται ως συλλογικά κατά την κατάθεση και που είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες των μελών της δικαιούχου οργάνωσης του σήματος από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων. [Τροπολογία 18]

Κεφάλαιο 2

Το δίκαιο των σημάτων

ΤΜΗΜΑ 1

ΣΗΜΕΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ ΕΝΑ ΣΗΜΑ

Άρθρο 3

Σημεία από τα οποία είναι δυνατόν να συνίσταται ένα σήμα

Το σήμα μπορεί να συνίσταται από οποιαδήποτε σημεία, ιδίως δε από λέξεις, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος προσώπων, από σχέδια, γράμματα, αριθμούς, καθαυτό χρώματα, το σχήμα του προϊόντος ή της συσκευασίας του ή ήχους, εφόσον τα σημεία αυτά μπορούν από τη φύση τους και χρησιμοποιώντας τεχνολογία προσβάσιμη σε όλους:

α)  να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα αντίστοιχα προϊόντα ή υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων· και

β)  να παριστώνται στο μητρώο κατά τρόπο που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και στο κοινό να προσδιορίζουν το ακριβές αντικείμενο τις προστασίας που παρέχεται στον δικαιούχο του σήματος. [Τροπολογία 19]

ΤΜΗΜΑ 2

ΛΟΓΟΙ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟΥ Η ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ

Άρθρο 4

Απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου ή ακυρότητας

1.  Δεν καταχωρίζονται ή, εάν έχουν καταχωρισθεί, είναι δυνατόν να κηρυχθούν άκυρα:

α)  τα σημεία από τα οποία δεν δύναται να συνίσταται ένα σήμα·

β)  τα σήματα που στερούνται διακριτικού χαρακτήρα·

γ)  τα σήματα που συνίστανται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις που μπορούν να χρησιμεύσουν στο εμπόριο, προς δήλωση του είδους, της ποιότητας, της ποσότητας, του προορισμού, της αξίας, της γεωγραφικής προέλευσης ή του χρόνου παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της υπηρεσίας ή άλλων χαρακτηριστικών του προϊόντος ή της υπηρεσίας·

δ)  τα σήματα που συνίστανται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις τα οποία έχουν καταστεί συνήθη στην καθημερινή γλώσσα ή στη θεμιτή και πάγια πρακτική του εμπορίου·

ε)  τα σήματα που αποτελούνται αποκλειστικά:

i)  από το σχήμα που επιβάλλεται από την ίδια τη φύση του προϊόντος·

ii)  από το σχήμα του προϊόντος που είναι απαραίτητο για την επίτευξη ενός τεχνικού αποτελέσματος·

iii)  από το σχήμα που προσδίδει ουσιαστική αξία στο προϊόν·

στ)  τα σήματα που αντίκεινται στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη·

ζ)  τα σήματα που θα μπορούσαν να παραπλανήσουν το κοινό, για παράδειγμα ως προς τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση του προϊόντος ή της υπηρεσίας·

η)  τα σήματα τα οποία, ελλείψει αδείας των αρμοδίων αρχών είναι απαράδεκτα ή ακυρωτέα δυνάμει του άρθρου 6β της σύμβασης των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας (στο εξής «σύμβαση των Παρισίων»)·

θ)  τα σήματα των οποίων αποκλείεται η καταχώριση και δεν εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία ή διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος, όπου προβλέπεται προστασία των ονομασιών προέλευσης και των γεωγραφικών ενδείξεων·

ι)  τα σήματα των οποίων αποκλείεται η καταχώριση σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία ή διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος, όπου προβλέπεται προστασία των αλκοολούχων ποτών, των παραδοσιακών ενδείξεων των οίνων και των εγγυημένων παραδοσιακών ιδιότυπων προϊόντων· [Τροπολογία 20]

ια)  τα σήματα που περιέχουν ή αποτελούνται από προγενέστερη ονομασία ποικιλίας καταχωρισμένης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2100/94 του Συμβουλίου(13) σε σχέση με τον ίδιο τύπο προϊόντος. [Τροπολογία 21]

2.  Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται ακόμη και αν οι λόγοι απαραδέκτου υφίστανται:

α)  σε άλλα κράτη μέλη από εκείνα όπου κατατέθηκε η αίτηση καταχώρισης·

β)  μόνο όταν ένα σήμα σε ξένη γλώσσα μεταφράζεται ή μεταγράφεται σε οποιαδήποτε γραφή ή επίσημη γλώσσα των κρατών μελών. [Τροπολογία 22]

3.  Ένα σήμα είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο, εάν η αίτηση για την καταχώριση του σήματος έγινε κακόπιστα από τον καταθέτη. Κάθε κράτος μέλος μπορεί επίσης να προβλέπει ότι το εν λόγω σήμα δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση.

4.  Ένα κράτος μέλος μπορεί να προβλέπει ότι ένα σήμα δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση ή, αν έχει καταχωρισθεί, μπορεί να κηρυχθεί άκυρο, εφόσον και στο μέτρο που:

α)  η χρήση του μπορεί να απαγορευθεί δυνάμει της εκτός του δικαίου των σημάτων νομοθεσίας του συγκεκριμένου κράτους μέλους ή της Ένωσης·

β)  περιλαμβάνει σημείο μεγάλης συμβολικής σημασίας, και ιδίως θρησκευτικό σύμβολο·

γ)  περιλαμβάνει διακριτικά σύμβολα, εμβλήματα ή θυρεούς, εκτός αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 6β της σύμβασης των Παρισίων, και είναι δημοσίου συμφέροντος, εκτός αν έχει επιτραπεί η καταχώρισή του από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους.

5.  Ένα σήμα γίνεται δεκτό προς καταχώριση ή, αν έχει καταχωρισθεί, κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1 στοιχείο β), γ) ή δ) εφόσον, πριν από την ημερομηνία της αίτησης καταχώρισης και μετά τη χρήση που του έχει γίνει, απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα. Ένα σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1 στοιχείο β), γ) ή δ) εφόσον, πριν από την ημερομηνία της αίτησης καταχώρισης ή μετά την ημερομηνία της καταχώρισης ακυρότητας και μετά τη χρήση που του έχει γίνει, απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα. [Τροπολογία 23]

6.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η παράγραφος 5 εφαρμόζεται επίσης εφόσον ο διακριτικός χαρακτήρας αποκτήθηκε μετά την αίτηση καταχώρισης και πριν από την καταχώριση.

Άρθρο 5

Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου ή ακυρότητας

1.  Ένα σήμα δεν καταχωρίζεται ή, αν έχει καταχωρισθεί, είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο:

α)  εάν ταυτίζεται με προγενέστερο σήμα, και τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες για τις οποίες ζητείται ή έχει καταχωρισθεί το σήμα, ταυτίζονται με εκείνες για τις οποίες προστατεύεται το προγενέστερο σήμα·

β)  εάν, λόγω του ταυτοσήμου ή της ομοιότητας με το προγενέστερο σήμα και του ταυτοσήμου ή της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που τα δύο σήματα προσδιορίζουν, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού· ο κίνδυνος σύγχυσης περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισης με το προγενέστερο σήμα.

2.  Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως «προγενέστερα σήματα» νοούνται:

α)  τα σήματα τα οποία έχουν κατατεθεί πριν από την ημερομηνία αίτησης καταχώρισης του σήματος, αφού ληφθούν υπόψη, ενδεχομένως, τα προβαλλόμενα δικαιώματα προτεραιότητας για τα σήματα αυτά, και τα οποία ανήκουν στις ακόλουθες κατηγορίες:

i)  ευρωπαϊκά σήματα·

ii)  σήματα καταχωρισμένα σε κράτος μέλος ή, όσον αφορά το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και τις Κάτω Χώρες, στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ·

iii)  σήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχώρισης, η οποία ισχύει σε ένα κράτος μέλος·

β)  τα ευρωπαϊκά σήματα των οποίων εγκύρως προβάλλεται η αρχαιότητα, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, έναντι σήματος που αναφέρεται στο στοιχείο α) σημεία ii) και iii), ακόμη και αν έχει προηγηθεί παραίτηση από το εν λόγω σήμα ή απόσβεση του δικαιώματος επί του σήματος·

γ)  οι αιτήσεις για τα σήματα που υπάγονται στα στοιχεία α) και β), υπό την επιφύλαξη της καταχώρισής τους·

δ)  τα σήματα τα οποία, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης καταχώρισης του σήματος ή, ενδεχομένως, κατά την ημερομηνία προτεραιότητας που προβάλλεται προς υποστήριξη της αίτησης καταχώρισης του σήματος, είναι παγκοίνως γνωστά στο οικείο κράτος μέλος, κατά την έννοια του άρθρου 6α της σύμβασης των Παρισίων. [Τροπολογία 24]

3.  Ένα σήμα δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση ή, αν έχει καταχωρισθεί, είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο:

α)  εάν ταυτίζεται ή είναι παρόμοιο με προγενέστερο σήμα, ανεξαρτήτως του αν τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες ζητείται ή καταχωρίζεται ταυτίζονται ή είναι παρόμοια/ες ή δεν είναι παρόμοια/ες με εκείνα/ες για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωρισθεί το προγενέστερο σήμα, εφόσον το προγενέστερο σήμα έχει φήμη σε ένα στο κράτος μέλος για το οποίο υποβάλλεται η αίτηση καταχώρισης ή στο οποίο έχει καταχωρισθεί το σήμα ή, σε περίπτωση ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, έχει φήμη στην Ένωση, η δε χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σήματος, χωρίς νόμιμη αιτία, θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος ή θα ήταν βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη· [Τροπολογία 25]

β)  όταν ο ειδικός πληρεξούσιος ή ο αντιπρόσωπος του δικαιούχου του σήματος υποβάλλει αίτηση καταχώρισης, ιδίω ονόματι και χωρίς την άδεια του δικαιούχου, εκτός εάν ο εν λόγω ειδικός πληρεξούσιος ή αντιπρόσωπος δικαιολογήσει την πράξη του·

γ)  όταν το σήμα ενδέχεται να δημιουργήσει σύγχυση με προγενέστερο σήμα που προστατεύεται εκτός της Ένωσης, υπό τον όρο ότι το σήμα ήταν ακόμη σε ουσιαστική χρήση κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και ο καταθέτης ενήργησε κακόπιστα.

δ)  εάν αποκλείεται η καταχώρισή του και δεν εξακολουθεί να χρησιμοποιείται, σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία όπου προβλέπεται προστασία των ονομασιών προέλευσης και των γεωγραφικών ενδείξεων. [Τροπολογία 26]

4.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι ένα σήμα δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση ή είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο, εφόσον και κατά το μέτρο που:

α)  δικαιώματα επί μη καταχωρισμένου σήματος ή άλλου χρησιμοποιουμένου στις συναλλαγές σημείου έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης καταχώρισης του μεταγενέστερου σήματος ή πριν από την ημερομηνία προτεραιότητας που προβάλλεται προς υποστήριξη της αίτησης καταχώρισης του μεταγενέστερου σήματος, και αυτό το μη καταχωρισμένο σήμα ή αυτό το άλλο σημείο παρέχει στον δικαιούχο του το δικαίωμα να απαγορεύει τη χρήση μεταγενέστερου σήματος·

β)  η χρήση του σήματος μπορεί να απαγορευθεί δυνάμει προγενεστέρου δικαιώματος, πέραν των δικαιωμάτων που προβλέπονται στην παράγραφο 2 και στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου, και ιδίως δυνάμει:

i)  του δικαιώματος επί του ονόματος·

ii)  δικαιώματος επί της ιδίας εικόνας·

iii)  πνευματικού δικαιώματος·

iv)  δικαιώματος βιομηχανικής ιδιοκτησίας.

5.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, εφόσον το επιτρέπουν οι περιστάσεις, δεν είναι απαραίτητο να μην μη γίνεται δεκτή η καταχώριση του σήματος ή να κηρύσσεται άκυρο ένα σήμα, εάν ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος ή άλλου προγενέστερου δικαιώματος συγκατατίθεται στην καταχώριση του μεταγενέστερου σήματος. [Τροπολογία 27]

6.  Ένα κράτος μέλος μπορεί να προβλέπει ότι, κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 5, οι λόγοι απαραδέκτου ή ακυρότητας, που ίσχυαν στο κράτος αυτό πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των αναγκαίων προς συμμόρφωση με την οδηγία 89/104/ΕΟΚ διατάξεων, ισχύουν για τα σήματα για τα οποία η αίτηση έχει κατατεθεί πριν από την εν λόγω ημερομηνία.

Άρθρο 6

Εκ των υστέρων διαπίστωση της ακυρότητας σήματος ή της έκπτωσης του δικαιούχου του σήματος από τα δικαιώματά του

Εφόσον, προκειμένου για ευρωπαϊκό σήμα, γίνεται επίκληση της αρχαιότητας εθνικού σήματος από το οποίο έχει προηγηθεί παραίτηση ή το οποίο έχει αποσβεστεί, η διαπίστωση της ακυρότητας του εθνικού σήματος ή της έκπτωσης από τα δικαιώματα επ’ αυτού μπορεί να γίνει εκ των υστέρων, υπό τον όρο ότι η ακυρότητα ή η έκπτωση από τα δικαιώματα θα μπορούσαν επίσης να είχαν δηλωθεί κατά τον χρόνο της παραίτησης από το σήμα ή της απόσβεσής του. Στην περίπτωση αυτή, η αρχαιότητα παύει να παράγει τα αποτελέσματά της.

Άρθρο 7

Λόγοι απαραδέκτου ή ακυρότητας που αφορούν μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών

Εάν οι λόγοι απαραδέκτου ή ακυρότητας ενός σήματος αφορούν μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες το εν λόγω σήμα έχει κατατεθεί ή καταχωρισθεί, το απαράδεκτο ή η ακυρότητα καλύπτει μόνο τα συγκεκριμένα αυτά προϊόντα ή τις συγκεκριμένες αυτές υπηρεσίες.

Άρθρο 8

Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα ή φήμης προγενέστερου σήματος που εμποδίζει την κήρυξη ακυρότητας καταχωρισμένου σήματος

Ένα καταχωρισμένο σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο, βάσει προγενεστέρου σήματος, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)  όταν το προγενέστερο σήμα, που είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ), δεν είχε αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 5 κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του καταχωρισμένου σήματος·

β)  όταν η αίτηση ακυρότητας βασίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) και το προγενέστερο σήμα δεν είχε καταστεί αρκετά διακριτικό ώστε να υποστηριχθεί η διαπίστωση της πιθανότητας σύγχυσης, κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 1 στοιχείο β), κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του καταχωρισμένου σήματος·

γ)  όταν η αίτηση ακυρότητας βασίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο α) και το προγενέστερο σήμα δεν είχε αποκτήσει φήμη, κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 3 στοιχείο α), κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του καταχωρισμένου σήματος. [Τροπολογία 28]

Άρθρο 9

Απώλεια δικαιώματος αίτησης ακυρότητας λόγω ανοχής

1.  Όταν, σε ένα κράτος μέλος, ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 3 παράγραφος 2 και στο άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο α), ανέχθηκε εν γνώσει του, για περίοδο πέντε συνεχών ετών, τη χρήση μεταγενέστερου σήματος καταχωρισμένου στο εν λόγω κράτος μέλος, δεν δικαιούται πλέον, βάσει του προγενέστερου σήματος, να ζητήσει την ακύρωση του μεταγενέστερου σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες χρησιμοποιήθηκε το μεταγενέστερο σήμα, εκτός αν η κατάθεση του μεταγενέστερου σήματος ήταν κακόπιστη. [Τροπολογία 29]

2.  Κάθε κράτος μέλος μπορεί να προβλέπει ότι η παράγραφος 1 εφαρμόζεται στον δικαιούχο οποιουδήποτε άλλου προγενέστερου δικαιώματος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 4 στοιχείο α) ή β).

3.  Στις περιπτώσεις των παραγράφων 1 και 2, ο δικαιούχος μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος δεν δικαιούται να αντιταχθεί στη χρήση του προγενέστερου δικαιώματος, ακόμη και αν το δικαίωμα εκείνο δεν μπορεί πλέον να προβληθεί κατά του μεταγενέστερου σήματος.

ΤΜΗΜΑ 3

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΕΧΕΙ ΤΟ ΣΗΜΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 10

Δικαιώματα που παρέχει το σήμα

1.  Η καταχώριση του σήματος παρέχει στον δικαιούχο αποκλειστικό δικαίωμα.

2.  Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων των δικαιούχων που έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του καταχωρισμένου σήματος, ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος δικαιούται να απαγορεύει σε κάθε τρίτο να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές, χωρίς τη συγκατάθεσή του, σημείο για προϊόντα ή υπηρεσίες, όταν:

α)  το σημείο είναι ταυτόσημο με το σήμα και χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες ταυτόσημα/ες με εκείνα/ες για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωρισθεί το σήμα και όταν η χρήση αυτή επηρεάζει ή είναι δυνατόν να επηρεάσει τη λειτουργία του σήματος να εγγυάται στους καταναλωτές την προέλευση των προϊόντων ή των υπηρεσιών·

β)  με την επιφύλαξη του στοιχείου α), το σημείο είναι ταυτόσημο ή παρόμοιο με το σήμα και χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες που είναι ταυτόσημα/ες ή παρόμοια/ες με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωρισθεί το σήμα, εάν υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού· ο κίνδυνος σύγχυσης συμπεριλαμβάνει τον κίνδυνο συσχέτισης του σημείου με το σήμα·

γ)  το σημείο είναι ταυτόσημο ή παρόμοιο με το σήμα, ανεξαρτήτως του αν χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες ταυτόσημα/ες, παρόμοια/ες ή μη παρόμοια/ες με εκείνα/ες για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωριστεί το σήμα, εάν αυτό χαίρει φήμης μέσα στο κράτος μέλος και η χρησιμοποίηση του σημείου, χωρίς νόμιμη αιτία, θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος ή θα ήταν βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη.

3.  Εάν πληρούνται οι όροι της παραγράφου 2, μπορεί, ιδίως, να απαγορεύεται:

α)  η επίθεση του σημείου επί των προϊόντων ή της συσκευασίας τους·

β)  η προσφορά των προϊόντων ή η εμπορία ή η κατοχή τους προς εμπορία ή η προσφορά ή η παροχή υπηρεσιών υπό το σημείο·

γ)  η εισαγωγή ή η εξαγωγή των προϊόντων υπό το σημείο·

δ)  η χρησιμοποίηση του σημείου ως εμπορικής ή εταιρικής επωνυμίας ή ως μέρους εμπορικής ή εταιρικής επωνυμίας·

ε)  η χρησιμοποίηση του σημείου σε επαγγελματικό έντυπο υλικό και στη διαφήμιση·

στ)  η χρησιμοποίηση του σημείου σε συγκριτική διαφήμιση κατά τρόπο που αντίκειται στην οδηγία 2006/114/ΕΚ.

4.  Ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος δικαιούται επίσης να εμποδίζει την εισαγωγή στην Ένωση προϊόντων σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο γ) υπό μορφή μικροδεμάτων όπως ορίζονται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013, εάν μόνον ο αποστολέας των προϊόντων ενεργεί για εμπορικούς σκοπούς στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας και εφόσον τα προϊόντα αυτά, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας, φέρουν, χωρίς σχετική άδεια, σήμα το οποίο είναι ταυτόσημο με το καταχωρισμένο σήμα για τα εν λόγω προϊόντα ή το οποίο δεν δύναται να διακριθεί ως προς τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του από το εν λόγω σήμα. Στις περιπτώσεις που λαμβάνονται τέτοια μέτρα, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το άτομο ή η οντότητα που παρήγγειλε τα προϊόντα ενημερώνεται σχετικά με το λόγο λήψης των μέτρων καθώς και σχετικά με τα νόμιμα δικαιώματά του/της έναντι του αποστολέα.

5.  Με την επιφύλαξη των κανόνων του ΠΟΕ, και ειδικότερα του άρθρου V της GATT για την ελευθερία διέλευσης, ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος δικαιούται επίσης να εμποδίζει όλους τους τρίτους να εισάγουν, στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, προϊόντα στο τελωνειακό έδαφος του κράτους μέλους όπου είναι καταχωρισμένο το σήμα, χωρίς να έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία εκεί, όταν τα προϊόντα αυτά, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας, προέρχονται από τρίτες χώρες και φέρουν, χωρίς σχετική άδεια, σήμα το οποίο είναι ταυτόσημο με το καταχωρισμένο σήμα για τα εν λόγω προϊόντα ή το οποίο δεν δύναται να διακριθεί ως προς τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του από το εν λόγω σήμα. [Τροπολογίες 30 και 56]

6.  Εφόσον, πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος σε ένα κράτος μέλος των αναγκαίων προς συμμόρφωση με την πρώτη οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου(14) διατάξεων, το δίκαιο του κράτους αυτού δεν επέτρεπε την απαγόρευση της χρήσης σημείου υπό τους όρους της παραγράφου 2 στοιχείο β) ή γ), το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν μπορεί να αντιταχθεί στην περαιτέρω χρήση του σημείου αυτού.

7.  Οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 6 δεν θίγουν τις διατάξεις που ισχύουν στα κράτη μέλη σχετικά με την προστασία από τη χρήση του σημείου για σκοπούς άλλους από εκείνους της διάκρισης των προϊόντων ή των υπηρεσιών, όταν η χρήση του σημείου αυτού, χωρίς νόμιμη αιτία, επιφέρει, αχρεωστήτως, όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος ή είναι βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη.

Άρθρο 11

Παραβίαση των δικαιωμάτων του δικαιούχου με τη χρήση της παρουσίασης, της συσκευασίας ή άλλων μέσων

Όταν υπάρχει πιθανότητα να χρησιμοποιηθούν η παρουσίαση, η συσκευασία ή άλλα μέσα επί των οποίων τοποθετείται το σήμα για προϊόντα ή υπηρεσίες, η δε χρήση για τα εν λόγω προϊόντα ή υπηρεσίες θα συνιστούσε παραβίαση των δικαιωμάτων του δικαιούχου του σήματος βάσει του άρθρου 10 παράγραφοι 2 και 3, ο δικαιούχος έχει το δικαίωμα να απαγορεύει:

α)  την επίθεση, κατά τις εμπορικές συναλλαγές, σημείου ταυτόσημου ή παρόμοιου το οποίο, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας, είναι ταυτόσημο ή παρόμοιο με το σήμα στην παρουσίαση, τη συσκευασία ή σε στη συσκευασία, τις ετικέτες, τις πινακίδες, τα χαρακτηριστικά ασφαλείας, τις διατάξεις γνησιότητας ή άλλα μέσα επί των οποίων δύναται να τοποθετηθεί το σήμα· [Τροπολογία 31]

β)  την προσφορά ή την εμπορία, ή την κατοχή τους προς εμπορία, ή την εισαγωγή ή την εξαγωγή παρουσίασης, συσκευασίας, ετικετών, πινακίδων, χαρακτηριστικών ασφαλείας, διατάξεων γνησιότητας ή άλλων μέσων επί των οποίων τοποθετείται το σήμα. [Τροπολογία 32]

Άρθρο 12

Ανατύπωση του σήματος σε λεξικά

Εάν η ανατύπωση του σήματος σε λεξικό, εγκυκλοπαίδεια ή παρόμοιο έργο αναφοράς δημιουργεί την εντύπωση ότι αποτελεί την κοινή ονομασία των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τις οποίες έχει καταχωρισθεί το σήμα, ο εκδότης, μετά από αίτηση του δικαιούχου του σήματος, μεριμνά ώστε, κατά την επόμενη έκδοση του έργου το αργότερο, η ανατύπωση του σήματος να συνοδεύεται από ένδειξη ότι πρόκειται για καταχωρισμένο σήμα.

Άρθρο 13

Απαγόρευση της χρήσης του σήματος το οποίο έχει καταχωρισθεί επ’ ονόματι ειδικού πληρεξουσίου ή αντιπροσώπου

1.  Εάν ένα σήμα έχει καταχωρισθεί επ’ ονόματι του ειδικού πληρεξουσίου ή του αντιπροσώπου εκείνου ο οποίος είναι δικαιούχος του σήματος αυτού, χωρίς την άδεια του δικαιούχου, ο δικαιούχος δικαιούται:

α)  είτε να αντιταχθεί στη χρήση του σήματός του από τον ειδικό πληρεξούσιό του ή τον αντιπρόσωπό του·

β)  είτε να απαιτήσει από τον ειδικό πληρεξούσιο ή τον αντιπρόσωπο την εκχώρηση του σήματος υπέρ αυτού.

2.  Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται εάν ο ειδικός πληρεξούσιος ή ο αντιπρόσωπος δικαιολογήσει την πράξη του.

Άρθρο 14

Περιορισμός των αποτελεσμάτων του σήματος

1.  Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει στους τρίτους να χρησιμοποιούν στις συναλλαγές:

α)  το ονοματεπώνυμό του και τη διεύθυνσή του·

β)  σημεία ή ενδείξεις που δεν έχουν διακριτικό χαρακτήρα ή που αφορούν το είδος, την ποιότητα, την ποσότητα, τον προορισμό, την αξία, τη γεωγραφική προέλευση, τον χρόνο παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της υπηρεσίας ή άλλα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή των υπηρεσιών·

γ)  το σήμα για σκοπούς προσδιορισμού ή αναφοράς σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα/ες του δικαιούχου του σήματος, ιδίως εάν η χρήση του σήματος:

i)  είναι αναγκαία προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας, και ιδίως όταν πρόκειται για εξαρτήματα ή ανταλλακτικά·

ii)  πραγματοποιείται στο πλαίσιο συγκριτικής διαφήμισης που πληροί όλους τους όρους που προβλέπονται στην οδηγία 2006/114/ΕΚ·

iii)  πραγματοποιείται προκειμένου να στραφεί η προσοχή των καταναλωτών στη μεταπώληση αυθεντικών προϊόντων που είχαν πωληθεί αρχικά από τον δικαιούχο του σήματος ή με τη συναίνεση αυτού·

iv)  πραγματοποιείται προκειμένου να υπάρξει μια θεμιτή εναλλακτική στα προϊόντα ή στις υπηρεσίες του δικαιούχου του σήματος·

v)  πραγματοποιείται για σκοπούς διακωμώδησης, καλλιτεχνικής έκφρασης, κριτικής ή σχολιασμού.

Το πρώτο εδάφιο Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται μόνον εφόσον η χρήση από τους τρίτους γίνεται σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο. [Τροπολογία 33]

2.  Η χρήση από τους τρίτους θεωρείται ότι δεν γίνεται σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν, ιδίως στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)  εάν δημιουργεί την εντύπωση ότι υπάρχει εμπορική σχέση μεταξύ του τρίτου και του δικαιούχου του σήματος·

β)  εάν προσπορίζει αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος, χωρίς νόμιμη αιτία, ή είναι βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη. [Τροπολογία 34]

2α.  Ο δικαιούχος του σήματος δεν δύναται να απαγορεύει σε ένα τρίτο να χρησιμοποιεί το σήμα νομότυπα για μη εμπορικούς σκοπούς. [Τροπολογία 35]

3.  Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει στους τρίτους να χρησιμοποιούν στις συναλλαγές ένα προγενέστερο δικαίωμα τοπικής ισχύος, εάν το δικαίωμα αυτό αναγνωρίζεται από τον νόμο του οικείου κράτους και η χρήση του γίνεται μέσα στα εδαφικά όρια στα οποία αναγνωρίζεται.

Άρθρο 15

Όρια του δικαιώματος που παρέχει το σήμα

1.  Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο να απαγορεύει τη χρήση του σήματος για προϊόντα που έχουν διατεθεί υπό το σήμα αυτό στο εμπόριο μέσα στην Ένωση από τον ίδιο τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του.

2.  Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται εάν ο δικαιούχος έχει νόμιμους λόγους να αντιταχθεί στη μεταγενέστερη εμπορική εκμετάλλευση των προϊόντων, ιδίως όταν η κατάσταση των προϊόντων μεταβάλλεται ή αλλοιούται μετά τη διάθεσή τους στο εμπόριο.

Άρθρο 16

Χρήση του σήματος

1.  Εάν σε διάστημα πέντε ετών από την ημερομηνία της καταχώρισης, ο δικαιούχος δεν έχει κάνει ουσιαστική χρήση του σήματος στο οικείο κράτος μέλος, για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί, η εάν έχει διακόψει τη χρήση του επί μια συνεχή πενταετία, το σήμα υπόκειται στα όρια και στις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 17, το άρθρο 19 παράγραφος 1, το άρθρο 46 παράγραφος 1 και το άρθρο 48 παράγραφοι 3 και 4, εκτός νομίμου αιτίας για τη μη χρήση.

2.  Εάν ένα κράτος μέλος προβλέπει διαδικασία ανακοπής μετά την καταχώριση, η πενταετία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία το σήμα δεν δύναται πλέον να αποτελέσει αντικείμενο ανακοπής ή, σε περίπτωση που έχει ασκηθεί ανακοπή και δεν έχει αποσυρθεί η αγωγή, από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη τελεσίδικη η απόφαση με την οποία περατώνεται η διαδικασία ανακοπής.

3.  Όσον αφορά τα σήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχώρισης, η οποία ισχύει στο κράτος μέλος, η πενταετία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία το σήμα δεν δύναται πλέον να αποτελέσει αντικείμενο απόρριψης ή ανακοπής. Σε περίπτωση που έχει ασκηθεί ανακοπή και δεν έχει αποσυρθεί η αγωγή, το χρονικό διάστημα υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη τελεσίδικη η απόφαση με την οποία περατώνεται η διαδικασία ανακοπής.

3α.  Η ημερομηνία έναρξης της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στις παραγράφους 1, 2 και 3 σημειώνεται στο μητρώο. [Τροπολογία 36]

4.  Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως χρήση θεωρείται επίσης:

α)  η χρήση του σήματος υπό μορφή που διαφέρει ως προς στοιχεία τα οποία δεν μεταβάλλουν τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος στην καταχωρισμένη του μορφή, ανεξαρτήτως αν το σήμα στη μορφή που χρησιμοποιείται είναι επίσης καταχωρισμένο επ’ ονόματι του δικαιούχου ή όχι·

β)  η επίθεση του σήματος επί προϊόντων ή στη συσκευασία τους μέσα στο συγκεκριμένο κράτος μέλος, αποκλειστικά με προορισμό την εξαγωγή.

5.  Η χρήση του σήματος με τη συγκατάθεση του δικαιούχου θεωρείται ως χρήση από τον δικαιούχο.

Άρθρο 17

Μη χρήση ως μέσο άμυνας σε διαδικασία για παραποίηση/απομίμηση

Ο δικαιούχος ενός σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση σημείου, παρά μόνον στον βαθμό που δεν είναι δυνατόν να κηρυχθεί έκπτωτος των δικαιωμάτων του, σύμφωνα με το άρθρο 19, κατά τον χρόνο που ασκείται η αγωγή για παραποίηση/απομίμηση.

Άρθρο 18

Δικαίωμα παρέμβασης του δικαιούχου μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος ως μέσο άμυνας σε διαδικασία για παραποίηση/απομίμηση

1.  Στο πλαίσιο διαδικασίας για παραποίηση/απομίμηση, ο δικαιούχος σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος, εφόσον το μεταγενέστερο καταχωρισμένο σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο δυνάμει του άρθρου 8, του άρθρου 9 παράγραφοι 1 και 2 και του άρθρου 48 παράγραφος 3.

2.  Στο πλαίσιο διαδικασίας για παραποίηση/απομίμηση, ο δικαιούχος σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, εφόσον το εν λόγω μεταγενέστερο σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο δυνάμει του άρθρου 53 παράγραφοι 3 και 4, του άρθρου 54 παράγραφοι 1 και 2 ή του άρθρου 57 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

3.  Όταν ο δικαιούχος σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος βάσει των παραγράφων 1 ή 2, ο δικαιούχος αυτού του μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση του προγενέστερου σήματος στο πλαίσιο διαδικασίας για παραποίηση/απομίμηση, μολονότι δεν είναι πλέον δυνατόν να γίνει επίκληση αυτού του δικαιώματος κατά του μεταγενέστερου σήματος.

ΤΜΗΜΑ 4

ΈΚΠΤΩΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΕΠΙ ΣΗΜΑΤΟΣ

Άρθρο 19

Απουσία ουσιαστικής χρήσης ως λόγος έκπτωσης

1.  Ο δικαιούχος του σήματος είναι δυνατόν να κηρυχθεί έκπτωτος των δικαιωμάτων του εάν, επί διάστημα πέντε συνεχών ετών, δεν έχει γίνει ουσιαστική χρήση του σήματος στο οικείο κράτος μέλος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωρισθεί και δεν υπάρχει νόμιμη αιτία για τη μη χρήση.

2.  Κανείς δεν μπορεί να επικαλεσθεί την έκπτωση του δικαιούχου από τα δικαιώματα που παρέχει το σήμα εάν, κατά το διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της λήξης αυτής της χρονικής περιόδου και της υποβολής της αίτησης έκπτωσης, υπήρξε έναρξη ή επανάληψη της ουσιαστικής χρήσης του σήματος.

3.  Η έναρξη ή επανάληψη της χρήσης εντός περιόδου τριών μηνών πριν από την υποβολή της αίτησης έκπτωσης, η οποία δεν αρχίζει να τρέχει νωρίτερα από τη συμπλήρωση της συνεχούς πενταετίας μη χρήσης, δεν λαμβάνεται υπόψη, στην περίπτωση κατά την οποία οι προπαρασκευαστικές ενέργειες για την έναρξη ή την επανάληψη της χρήσης συνέβησαν αφού ο δικαιούχος έλαβε γνώση του γεγονότος ότι υπήρχε πιθανότητα να υποβληθεί η αίτηση έκπτωσης.

Άρθρο 20

Μετεξέλιξη σε συνήθη εμπορική ονομασία ή παραπλανητική ένδειξη ως λόγοι έκπτωσης

Ο δικαιούχος του σήματος είναι δυνατόν να κηρυχθεί έκπτωτος των δικαιωμάτων του εάν, μετά την ημερομηνία καταχώρισης, το σήμα:

α)  συνεπεία πράξεων ή αδράνειας του δικαιούχου, έχει καταστεί συνήθης εμπορική ονομασία προϊόντος ή υπηρεσίας για την οποία έχει καταχωρισθεί·

β)  λόγω της χρήσης του σήματος από τον δικαιούχο, ή με τη συγκατάθεσή του για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί, ενδέχεται να παραπλανηθεί το κοινό, ιδίως ως προς τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση των προϊόντων ή των υπηρεσιών αυτών.

Άρθρο 21

Έκπτωση που αφορά μέρος μόνον των προϊόντων ή υπηρεσιών

Εάν οι λόγοι έκπτωσης από τα δικαιώματα επί σήματος αφορούν μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες το εν λόγω σήμα έχει καταχωρισθεί, η έκπτωση καλύπτει μόνον τα συγκεκριμένα αυτά προϊόντα ή τις συγκεκριμένες αυτές υπηρεσίες.

ΤΜΗΜΑ 5

ΣΗΜΑΤΑ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ

Άρθρο 22

Μεταβίβαση καταχωρισμένων σημάτων

1.  Το σήμα δύναται να μεταβιβαστεί, για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τις οποίες έχει καταχωρισθεί, ανεξάρτητα από τη μεταβίβαση της επιχείρησης.

2.  Η μεταβίβαση της επιχείρησης στο σύνολό της συνεπάγεται και τη μεταβίβαση του σήματος, εκτός εάν υπάρχει αντίθετη συμφωνία ή αυτό προκύπτει σαφώς από τις περιστάσεις. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και στη συμβατική υποχρέωση μεταβίβασης της επιχείρησης.

3.  Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, η εκχώρηση του σήματος ενεργείται εγγράφως και απαιτείται η υπογραφή της σύμβασης από τους συμβαλλομένους, εκτός εάν προκύπτει από δικαστική απόφαση· εν ελλείψει, η εκχώρηση είναι άκυρη. [Τροπολογία 37]

4.  Μετά από αίτηση ενός των συμβαλλομένων, η μεταβίβαση σημειώνεται στο μητρώο και δημοσιεύεται, εφόσον ο αιτών έχει παράσχει στην υπηρεσία αποδεικτικά στοιχεία της μεταβίβασης. [Τροπολογία 38]

5.  Εφόσον η μεταβίβαση υπηρεσία δεν έχει σημειωθεί στο μητρώο παραλάβει την αίτηση για καταχώριση της μεταβίβασης, ο διάδοχος δεν μπορεί να προβάλει έναντι τρίτων τα δικαιώματα που απορρέουν από την καταχώριση του σήματος. [Τροπολογία 39]

6.  Όταν υπάρχουν προθεσμίες που πρέπει να τηρηθούν έναντι της υπηρεσίας σημάτων, ο διάδοχος μπορεί να υποβάλει στην υπηρεσία τις προβλεπόμενες προς τούτο δηλώσεις, αφ’ ης στιγμής η υπηρεσία παρέλαβε την αίτηση καταχώρισης της μεταβίβασης.

Άρθρο 23

Εμπράγματα δικαιώματα

1.  Το σήμα δύναται να ενεχυριασθεί ή να αποτελέσει αντικείμενο άλλου εμπραγμάτου δικαιώματος, ανεξάρτητα από την επιχείρηση.

2.  Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 δικαιώματα σημειώνονται στο μητρώο και δημοσιεύονται, κατ’ αίτηση ενός των μερών.

Άρθρο 24

Αναγκαστική εκτέλεση

1.  Επί του σήματος χωρεί αναγκαστική εκτέλεση.

2.  Η αναγκαστική εκτέλεση σημειώνεται στο μητρώο και δημοσιεύεται, κατ’ αίτηση ενός των μερών.

Άρθρο 25

Διαδικασία αφερεγγυότητας

Όταν κοινοτικό σήμα συμπεριλαμβάνεται σε διαδικασία αφερεγγυότητας, σχετική σημείωση καταχωρίζεται στο μητρώο και δημοσιεύεται, κατ’ αίτηση της αρμόδιας εθνικής αρχής.

Άρθρο 26

Παραχώρηση άδειας χρήσης

1.  Είναι δυνατόν να παραχωρηθούν άδειες χρήσης σήματος για το σύνολο, ή μέρος των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωρισθεί και για το σύνολο ή τμήμα του εδάφους ενός κράτους μέλους. Οι άδειες χρήσης μπορεί να είναι αποκλειστικές ή μη αποκλειστικές.

2.  Ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να επικαλεστεί τα δικαιώματα που παρέχει το σήμα αυτό κατά του έχοντος την άδεια, εφόσον αυτός παραβιάζει διάταξη της σύμβασης για την παραχώρηση της άδειας χρήσης όσον αφορά:

α)  τη διάρκειά της·

β)  τη μορφή υπό την οποία μπορεί, σύμφωνα με την καταχώριση, να χρησιμοποιηθεί το σήμα·

γ)  τη φύση των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες έχει παραχωρηθεί η άδεια·

δ)  το έδαφος εντός του οποίου επιτρέπεται η επίθεση του σήματος· ή

ε)  την ποιότητα των προϊόντων που κατασκευάζει ή των υπηρεσιών που παρέχει ο έχων την άδεια.

3.  Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της σύμβασης για την παραχώρηση άδειας χρήσης, ο έχων την άδεια δύναται να προσφύγει στο δικαστήριο για παραποίηση/απομίμηση σήματος μόνο με τη συγκατάθεση του δικαιούχου του σήματος αυτού. Πάντως, ο κάτοχος αποκλειστικής άδειας δύναται να προσφύγει στο δικαστήριο εάν, μετά από όχληση, ο ίδιος ο δικαιούχος του σήματος δεν προσφύγει στο δικαστήριο για παραποίηση/απομίμηση κοινοτικού σήματος εντός ευλόγου προθεσμίας.

4.  Ο έχων την άδεια δικαιούται να παρέμβει στη διαδικασία για παραποίηση/απομίμηση την οποία έχει κινήσει ο δικαιούχος του σήματος, προκειμένου να επιτύχει επανόρθωση της ζημίας που υπέστη ο ίδιος.

5.  Η παραχώρηση ή η μεταβίβαση άδειας χρήσης σήματος σημειώνεται στο μητρώο και δημοσιεύεται, κατ’ αίτηση ενός των συμβαλλομένων.

Άρθρο 27

Η αίτηση σήματος ως αντικείμενο κυριότητας

Για τις αιτήσεις καταχώρισης σήματος εφαρμόζονται τα άρθρα 22 έως 26.

ΤΜΗΜΑ 6

ΣΗΜΑΤΑ ΕΓΓΥΗΣΗΣ, ΣΗΜΑΤΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ

Άρθρο 28

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος, ισχύουν τα ακόλουθα:

1)  Ως «σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης» νοούνται τα σήματα που προσδιορίζονται ως σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης κατά την κατάθεση και είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που πιστοποιούνται από τον δικαιούχο του σήματος, όσον αφορά τη γεωγραφική προέλευση, το υλικό, τον τρόπο παρασκευής των προϊόντων ή παροχής των υπηρεσιών, την ποιότητα, την ακρίβεια ή άλλα χαρακτηριστικά, από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που δεν πιστοποιούνται κατά τον τρόπο αυτόν·

2)  Ως «συλλογικά σήματα» νοούνται τα σήματα που προσδιορίζονται ως συλλογικά κατά την κατάθεση και είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες των μελών της δικαιούχου οργάνωσης του σήματος από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων. [Τροπολογία 40]

Άρθρο 29

Σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης

1.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν την καταχώριση σημάτων εγγύησης ή πιστοποίησης.

2.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι τα σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης δεν καταχωρίζονται ή κηρύσσονται άκυρα ή ότι οι δικαιούχοι τους κηρύσσονται έκπτωτοι από τα δικαιώματα τους, για λόγους άλλους πέραν εκείνων που ορίζονται στα άρθρα 3, 19 και 20, εφόσον το απαιτεί η λειτουργία του συγκεκριμένου σήματος.

3.  Ένα σήμα εγγύησης ή πιστοποίησης το οποίο συνίσταται από σημεία ή ενδείξεις που δύνανται να χρησιμεύσουν στο εμπόριο για τον προσδιορισμό της γεωγραφικής προέλευσης των προϊόντων ή των υπηρεσιών δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει σε τρίτους την εμπορική χρήση τέτοιων σημείων ή ενδείξεων, εφόσον αυτοί τα χρησιμοποιούν σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη του εμπορίου και της βιομηχανίας. Το σήμα αυτό δεν μπορεί ιδίως να αντιταχθεί έναντι τρίτου ο οποίος επιτρέπεται να χρησιμοποιεί γεωγραφική ονομασία.

Άρθρο 30

Συλλογικά σήματα

1.  Τα κράτη μέλη προβλέπουν την καταχώριση συλλογικών σημάτων.

2.  Δύνανται να καταθέτουν συλλογικά σήματα οι οργανώσεις κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών ή εμπόρων, οι οποίες, σύμφωνα με τη νομοθεσία στην οποία υπάγονται, έχουν την ικανότητα να είναι, ιδίω ονόματι, υποκείμενα πάσης φύσεως δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, να συμβάλλονται ή να ενεργούν άλλες δικαιοπραξίες και να παρίστανται ενώπιον δικαστηρίου, καθώς επίσης και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.

3.  Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ), συλλογικά σήματα μπορούν να αποτελέσουν τα σημεία ή οι ενδείξεις που δύνανται να χρησιμεύσουν στο εμπόριο για δήλωση της γεωγραφικής προέλευσης των προϊόντων ή των υπηρεσιών.

Το συλλογικό σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει σε τρίτους την εμπορική χρήση τέτοιων σημείων ή ενδείξεων, εφόσον αυτοί τα χρησιμοποιούν σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη του εμπορίου και της βιομηχανίας. Το σήμα αυτό δεν μπορεί ιδίως να αντιταχθεί έναντι τρίτου ο οποίος επιτρέπεται να χρησιμοποιεί γεωγραφική ονομασία.

Άρθρο 31

Κανονισμός χρήσης του συλλογικού σήματος

1.  Ο καταθέτης συλλογικού σήματος υποβάλλει στην υπηρεσία τον κανονισμό χρήσης του σήματος. [Τροπολογία 41]

2.  Ο κανονισμός χρήσης αναφέρει τα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να χρησιμοποιούν το σήμα, τους όρους συμμετοχής στην οργάνωση, καθώς και τις προϋποθέσεις χρήσης του σήματος, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κυρώσεων. Ο κανονισμός χρήσης σήματος που αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 3 επιτρέπει σε κάθε πρόσωπο του οποίου τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες προέρχονται από την εν λόγω γεωγραφική ζώνη, να καθίσταται μέλος της οργάνωσης που είναι δικαιούχος του σήματος.

Άρθρο 32

Απόρριψη της αίτησης

1.  Εκτός από τους λόγους απόρριψης της αίτησης καταχώρισης σήματος που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5, η αίτηση καταχώρισης συλλογικού σήματος απορρίπτεται όταν δεν πληροί τις διατάξεις του άρθρου 28 παράγραφος 2, του άρθρου 30 ή του άρθρου 31 ή όταν ο κανονισμός χρήσης αντίκειται στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη.

2.  Η αίτηση καταχώρισης συλλογικού σήματος απορρίπτεται επίσης όταν υπάρχει κίνδυνος παραπλάνησης του κοινού, όσον αφορά τον χαρακτήρα ή τη σημασία του σήματος, ιδίως όταν το σήμα πιθανόν να εκληφθεί ως κάτι άλλο, και όχι ως συλλογικό σήμα.

3.  Η αίτηση δεν απορρίπτεται, εάν ο καταθέτης, μετά από τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, πληροί τις προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2.

Άρθρο 33

Χρήση του συλλογικού σήματος

Οι απαιτήσεις του άρθρου 16 πληρούνται όταν γίνεται ουσιαστική χρήση του συλλογικού σήματος, σύμφωνα με το άρθρο 16, από οποιοδήποτε πρόσωπο που δικαιούται να το χρησιμοποιεί.

Άρθρο 34

Τροποποίηση του κανονισμού χρήσης του συλλογικού σήματος

1.  Ο δικαιούχος του συλλογικού σήματος υποβάλλει στην υπηρεσία σημάτων κάθε τροποποιημένο κανονισμό χρήσης.

2.  Η τροποποίηση σημειώνεται στο μητρώο, εκτός εάν ο τροποποιημένος κανονισμός χρήσης δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 31 ή συντρέχει ένας από τους λόγους απόρριψης του άρθρου 32.

3.  Το άρθρο 42 παράγραφος 2 εφαρμόζεται στον τροποποιημένο κανονισμό χρήσης.

4.  Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η τροποποίηση του κανονισμού χρήσης αρχίζει να ισχύει μόνον από την ημερομηνία που καταχωρίσθηκε η μνεία της τροποποίησης στο μητρώο.

Άρθρο 35

Πρόσωπα που δύνανται να ασκήσουν αγωγή για παραποίηση/απομίμηση

1.  Το άρθρο 26 παράγραφοι 3 και 4 ισχύει για κάθε πρόσωπο που νομιμοποιείται να χρησιμοποιεί συλλογικό σήμα.

2.  Ο δικαιούχος συλλογικού σήματος δύναται να αξιώνει, για λογαριασμό των προσώπων που νομιμοποιούνται να χρησιμοποιούν το σήμα, αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν τα πρόσωπα αυτά λόγω της χρήσης του σήματος χωρίς σχετική άδεια.

Άρθρο 36

Επιπρόσθετοι λόγοι έκπτωσης

Εκτός από τους λόγους έκπτωσης που προβλέπονται στα άρθρα 19 και 20, ο δικαιούχος συλλογικού σήματος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του μετά από αίτηση που υποβάλλεται στην υπηρεσία σημάτων ή κατόπιν ανταγωγής που ασκείται στο πλαίσιο αγωγής για παραποίηση/απομίμηση, εάν:

α)  ο δικαιούχος δεν λαμβάνει εύλογα μέτρα για να αποτρέψει χρήση του σήματος η οποία δεν συμβιβάζεται με τους όρους χρήσης που προβλέπονται στον κανονισμό χρήσης, του οποίου η τροποποίηση έχει, ενδεχομένως, σημειωθεί στο μητρώο·

β)  ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιήθηκε το σήμα από τα νομιμοποιούμενα πρόσωπα είχε ως συνέπεια τη δυνατότητα παραπλάνησης του κοινού, κατά την έννοια του άρθρου 32 παράγραφος 2·

γ)  η τροποποίηση του κανονισμού χρήσης του σήματος σημειώθηκε στο μητρώο κατά παράβαση του άρθρου 34 παράγραφος 2, εκτός εάν ο δικαιούχος του σήματος, μετά από νέα τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του εν λόγω άρθρου.

Άρθρο 37

Επιπρόσθετοι λόγοι ακυρότητας

Εκτός από τους λόγους ακυρότητας που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5, το συλλογικό σήμα κηρύσσεται άκυρο εάν καταχωρίσθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 32, εκτός εάν ο δικαιούχος του σήματος, μετά από τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου 32.

Κεφάλαιο 3

Διαδικασίες

ΤΜΗΜΑ 1

ΑΙΤΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ

Άρθρο 38

Προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί η αίτηση

1.  Η αίτηση καταχώρισης σήματος πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον: [Τροπολογία 42]

α)  αίτημα καταχώρισης·

β)  τα στοιχεία ταυτότητας του καταθέτη·

γ)  κατάλογο των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες ζητείται η καταχώριση·

δ)  ανατύπωση του σήματος.

2.  Η αίτηση καταχώρισης σήματος συνεπάγεται την πληρωμή τέλους κατάθεσης και, ενδεχομένως, ενός ή περισσοτέρων τελών ανά κλάση.

Άρθρο 39

Ημερομηνία κατάθεσης

1.  Ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης για καταχώριση σήματος είναι η ημερομηνία κατά την οποία προσκομίζονται από τον καταθέτη στην υπηρεσία σημάτων τα έγγραφα που περιλαμβάνουν τα αναφερόμενα στο άρθρο 38 στοιχεία.

2.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν, επιπλέον, ότι ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης αποδίδεται εφόσον καταβληθεί το βασικό τέλος αίτησης ή καταχώρισης.

Άρθρο 40

Χαρακτηρισμός και ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών

1.  Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ζητείται καταχώριση ταξινομούνται σύμφωνα με το σύστημα ταξινόμησης το οποίο καθιερώθηκε με τη Συμφωνία της Νίκαιας που αφορά τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957 (στο εξής «ταξινόμηση της Νίκαιας»).

2.  Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες ζητείται η προστασία ταυτοποιούνται από τον καταθέτη με επαρκή σαφήνεια και ακρίβεια, ώστε να μπορούν οι αρμόδιες αρχές και οι οικονομικοί φορείς, αποκλειστικά σε αυτή τη βάση, να προσδιορίσουν την έκταση της επιδιωκόμενης προστασίας. Βάσει του καταλόγου των προϊόντων και των υπηρεσιών, κάθε προϊόν και κάθε υπηρεσία μπορεί να ταξινομηθεί σε μία μόνον κλάση της ταξινόμησης της Νίκαιας.

3.  Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, μπορούν να χρησιμοποιούνται οι γενικές ενδείξεις που περιλαμβάνονται στους τίτλους των κλάσεων της ταξινόμησης της Νίκαιας ή άλλοι γενικοί όροι, εφόσον ανταποκρίνονται στα απαιτούμενα πρότυπα σαφήνειας και ακρίβειας.

4.  Η υπηρεσία σημάτων απορρίπτει την αίτηση λόγω όρων που είναι ασαφείς ή ανακριβείς, εάν ο καταθέτης δεν προτείνει αποδεκτή διατύπωση εντός προθεσμίας που τάσσεται προς τούτο από την υπηρεσία. Για λόγους σαφήνειας και ασφάλειας δικαίου, οι υπηρεσίες, σε συνεργασία μεταξύ τους, καταρτίζουν κατάλογο που αντικατοπτρίζει τις αντίστοιχες διοικητικές πρακτικές τους όσον αφορά την ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών.

5.  Η χρήση γενικών όρων, όπου συμπεριλαμβάνονται οι γενικές ενδείξεις των τίτλων των κλάσεων της ταξινόμησης της Νίκαιας, θεωρείται ότι περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που καλύπτονται σαφώς από την κυριολεκτική έννοια της ένδειξης ή του όρου. Η χρήση αυτών των όρων ή ενδείξεων δεν ερμηνεύεται ότι περιλαμβάνει απαίτηση επί προϊόντων ή υπηρεσιών που είναι αδύνατον να γίνουν κατανοητά/ές.

6.  Όταν ο καταθέτης ζητά καταχώριση για περισσότερες από μία κλάσεις, ομαδοποιεί ο ίδιος τα προϊόντα και οι τις υπηρεσίες ομαδοποιούνται σύμφωνα με τις κλάσεις της ταξινόμησης της Νίκαιας, κάθε δε ομάδας προηγείται ο αριθμός της κλάσης στην οποία ανήκει αυτή η ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών, και παραθέτει κάθε ομάδα παρατίθεται με τη σειρά των κλάσεων. [Τροπολογία 43]

7.  Η ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών εξυπηρετεί αποκλειστικά διοικητικούς σκοπούς. Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες δεν θεωρούνται ως παρόμοια μεταξύ τους επειδή εμφανίζονται στην ίδια κλάση στην ταξινόμηση της Νίκαιας, ούτε θεωρούνται ως διαφορετικά μεταξύ τους επειδή εμφανίζονται σε διαφορετικές κλάσεις στην ταξινόμηση της Νίκαιας.

Άρθρο 41

Αυτεπάγγελτη εξέταση

Κατά την αυτεπάγγελτη εξέταση της επιλεξιμότητας μιας αίτησης για καταχώριση σήματος, οι υπηρεσίες περιορίζονται στην εξέταση της απουσίας των απόλυτων λόγων απαραδέκτου που προβλέπονται στο άρθρο 4. [Τροπολογία 44]

Άρθρο 42

Παρατηρήσεις τρίτων

1.  Πριν από την καταχώριση ενός σήματος, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε οργάνωση ή φορέας εκπροσώπησης κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών μπορεί να υποβάλει στην υπηρεσία σημάτων γραπτές παρατηρήσεις, εξηγώντας τον λόγο, εκ των αναφερομένων στο άρθρο 4, για τον οποίο το σήμα δεν θα πρέπει να γίνει δεκτό προς καταχώριση, αυτεπαγγέλτως. Οι προαναφερόμενοι δεν αποκτούν την ιδιότητα του διαδίκου στην ενώπιον της υπηρεσίας διαδικασία.

2.  Επιπλέον των λόγων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε οργάνωση ή φορέας εκπροσώπησης κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών μπορεί να υποβάλει στην υπηρεσία γραπτές παρατηρήσεις, βασιζόμενες στον ιδιαίτερο λόγο για τον οποίο θα πρέπει να απορριφθεί η αίτηση συλλογικού σήματος βάσει του άρθρου 32 παράγραφοι 1 και 2.

2α.  Τα κράτη μέλη που έχουν θεσπίσει διαδικασίες ανακοπής βάσει των απόλυτων λόγων που προβλέπονται στο άρθρο 4 δεν υποχρεούνται να εφαρμόσουν το παρόν άρθρο. [Τροπολογία 45]

Άρθρο 43

Διαίρεση των αιτήσεων και των καταχωρίσεων

Ο καταθέτης ή ο δικαιούχος μπορεί να διαιρέσει αίτηση ή καταχώριση ενός σήματος σε μία ή περισσότερες χωριστές αιτήσεις ή καταχωρίσεις, υποβάλλοντας δήλωση στην υπηρεσία σημάτων.

Άρθρο 44

Τέλη

Η καταχώριση και η ανανέωση του σήματος υπόκεινται σε καταβολή πρόσθετου τέλους για εκάστη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της πρώτης κλάσης.

ΤΜΗΜΑ 2

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ, ΕΚΠΤΩΣΗΣ ΚΑΙ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ

Άρθρο 45

Διαδικασία ανακοπής

1.  Τα κράτη μέλη προβλέπουν αποτελεσματική και ταχεία διοικητική διαδικασία ενώπιον των υπηρεσιών τους για την άσκηση ανακοπής κατά της αίτησης καταχώρισης ενός σήματος, βάσει των λόγων που προβλέπονται στο άρθρο 5.

2.  Η διοικητική διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προβλέπει ότι δικόγραφο ανακοπής δύναται να καταθέσει τουλάχιστον ο δικαιούχος προγενέστερου δικαιώματος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 3 άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο θ) και στο άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο α). Ένα δικόγραφο ανακοπής μπορεί να κατατεθεί βάσει ενός ή περισσότερων προγενέστερων δικαιωμάτων, υπό την προϋπόθεση ότι ανήκουν όλα στον ίδιο δικαιούχο, και βάσει μέρους ή του συνόλου των προϊόντων ή υπηρεσιών σε σχέση με τα οποία έχει καταχωρισθεί το προγενέστερο δικαίωμα ή έχει υποβληθεί αίτηση καταχώρισης, και μπορεί να αφορά μέρος ή το σύνολο των προϊόντων ή υπηρεσιών σε σχέση με τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση καταχώρισης του αμφισβητούμενου σήματος. [Τροπολογία 46]

3.  Στους διαδίκους παραχωρείται, κατόπιν κοινού αιτήματός τους, τουλάχιστον δίμηνη προθεσμία, πριν από την έναρξη στο πλαίσιο της διαδικασίας ανακοπής, προκειμένου να υπάρξει δυνατότητα διαπραγμάτευσης για συμβιβασμό μεταξύ του ανακόπτοντος και του καταθέτη. [Τροπολογία 47]

Άρθρο 46

Μη χρήση ως μέσο άμυνας σε διαδικασία ανακοπής

1.  Σε διοικητικές διαδικασίες ανακοπής, όπου, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του μεταγενέστερου σήματος, έχει λήξει η πενταετία εντός της οποίας θα έπρεπε να έχει γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 16, ο ανακόπτων δικαιούχος του προγενέστερου σήματος, κατόπιν αιτήματος του καταθέτη, οφείλει να αποδείξει ότι έχει γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 16, κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του μεταγενέστερου σήματος, ή ότι υπήρχε εύλογη αιτία για τη μη χρήση. Εάν δεν αποδειχθούν τα ανωτέρω, η ανακοπή απορρίπτεται.

2.  Εάν το προγενέστερο σήμα χρησιμοποιήθηκε για μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες καταχωρίσθηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της ανακοπής, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1, θεωρείται καταχωρισμένο μόνον για το μέρος αυτό των προϊόντων ή των υπηρεσιών.

3.  Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται όταν το προγενέστερο σήμα είναι ευρωπαϊκό σήμα. Στην περίπτωση αυτή, η ουσιαστική χρήση του ευρωπαϊκού σήματος προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

Άρθρο 47

Διαδικασία για την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας

1.  Τα κράτη μέλη προβλέπουν αποτελεσματική και ταχεία διοικητική διαδικασία ενώπιον των υπηρεσιών τους για την κήρυξη έκπτωσης από τα δικαιώματα επί σήματος ή ακυρότητας σήματος. [Τροπολογία 48]

2.  Η διοικητική διαδικασία για την κήρυξη έκπτωσης προβλέπει ότι ο δικαιούχος του σήματος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του για τους λόγους που προβλέπονται στα άρθρα 19 και 20.

3.  Η διοικητική διαδικασία ακυρότητας προβλέπει ότι το σήμα κηρύσσεται άκυρο τουλάχιστον βάσει των ακόλουθων λόγων:

α)  το σήμα δεν θα έπρεπε να είχε καταχωρισθεί, διότι δεν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 4·

β)  το σήμα δεν θα έπρεπε να είχε καταχωρισθεί, λόγω της ύπαρξης προγενέστερου δικαιώματος κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφοι 2 και 3.

4.  Η διοικητική διαδικασία προβλέπει ότι αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας δύνανται να καταθέσουν τουλάχιστον οι εξής:

α)  στην περίπτωση της παραγράφου 2 και της παραγράφου 3 στοιχείο α), κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε οργάνωση ή φορέας που έχει συσταθεί για την εκπροσώπηση των συμφερόντων κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών, οι οποίοι, σύμφωνα με το δίκαιο στο οποίο υπάγονται, μπορούν να παρίστανται ενώπιον δικαστηρίου·

β)  στην περίπτωση της παραγράφου 3 στοιχείο β), ο δικαιούχος προγενέστερου δικαιώματος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 3.

4α.  Μια αίτηση έκπτωσης από τα δικαιώματα επί σήματος ή ακυρότητας σήματος μπορεί να αφορά μέρος ή το σύνολο των προϊόντων ή υπηρεσιών σε σχέση με τα οποία έχει καταχωριστεί το αμφισβητούμενο σήμα. [Τροπολογία 49]

4β.  Μια αίτηση ακυρότητας σήματος μπορεί να κατατεθεί βάσει ενός ή περισσότερων προγενέστερων δικαιωμάτων, υπό την προϋπόθεση ότι ανήκουν όλα στον ίδιο δικαιούχο. [Τροπολογία 50]

Άρθρο 48

Μη χρήση ως μέσο άμυνας σε διαδικασία κήρυξης ακυρότητας

1.  Σε διοικητικές διαδικασίες ακυρότητας βάσει καταχωρισμένου σήματος με προγενέστερη ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή ημερομηνία προτεραιότητας, ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος, εάν το ζητήσει ο δικαιούχος του μεταγενέστερου σήματος, οφείλει να αποδείξει ότι, κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου πριν από την ημερομηνία της αίτησης ακυρότητας, έχει γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 16, για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωρισθεί, και την οποία επικαλείται προς αιτιολόγηση της αίτησής του, ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση, εφόσον, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ακυρότητας, έχει λήξει η πενταετία εντός της οποίας θα έπρεπε να έχει γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος. [Τροπολογία 51]

2.  Εάν, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του μεταγενέστερου σήματος, έχει λήξει η πενταετία εντός της οποίας θα έπρεπε να έχει γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 16, ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος, επιπλέον των αποδεικτικών στοιχείων που απαιτούνται βάσει της παραγράφου 1, οφείλει να αποδείξει ότι έχει γίνει ουσιαστική χρήση του σήματος, κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας, ή ότι υπήρχε εύλογη αιτία για τη μη χρήση.

3.  Ελλείψει των αποδεικτικών στοιχείων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, η αίτηση ακυρότητας, βάσει προγενέστερου σήματος, απορρίπτεται.

4.  Εάν το προγενέστερο σήμα χρησιμοποιήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 16, για μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες καταχωρίσθηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της αίτησης ακυρότητας, θεωρείται καταχωρισμένο μόνον για το μέρος αυτό των προϊόντων ή των υπηρεσιών.

5.  Οι παράγραφοι 1 έως 4 εφαρμόζονται όταν το προγενέστερο σήμα είναι ευρωπαϊκό σήμα. Στην περίπτωση αυτή, η ουσιαστική χρήση του ευρωπαϊκού σήματος προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

Άρθρο 49

Αποτελέσματα της έκπτωσης και της ακυρότητας

1.  Στον βαθμό που ο δικαιούχος εκπίπτει των δικαιωμάτων του, το καταχωρισμένο σήμα θεωρείται ότι έχει παύσει να παράγει τα αποτελέσματα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, από την ημερομηνία της αίτησης για την έκπτωση. Κατ’ αίτηση ενός διαδίκου, μπορεί να καθοριστεί στην απόφαση προγενέστερη ημερομηνία, εφόσον κατ’ αυτήν συνέτρεχε ένας από τους λόγους έκπτωσης.

2.  Το καταχωρισμένο σήμα, στον βαθμό που κηρύχθηκε άκυρο, θεωρείται ότι ουδέποτε παρήγαγε τα αποτελέσματα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

ΤΜΗΜΑ 3

ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ

Άρθρο 50

Διάρκεια της καταχώρισης

1.  Η καταχώριση του σήματος διαρκεί επί μία δεκαετία από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης.

2.  Η καταχώριση δύναται να ανανεώνεται, ανά δεκαετία, σύμφωνα με το άρθρο 51.

Άρθρο 51

Ανανέωση

1.  Η καταχώριση ενός σήματος ανανεώνεται κατ’ αίτηση του δικαιούχου του σήματος ή κάθε προσώπου εξουσιοδοτημένου από αυτόν, εφόσον έχουν καταβληθεί τα τέλη ανανέωσης.

2.  Η υπηρεσία σημάτων ενημερώνει τον δικαιούχο του σήματος και κάθε δικαιούχο καταχωρισμένου επ’ αυτού δικαιώματος σχετικά με τη λήξη ισχύος της καταχώρισης, εγκαίρως πριν από την επέλευσή της. Η υπηρεσία δεν ευθύνεται σε περίπτωση μη ενημέρωσης.

3.  Η αίτηση για ανανέωση υποβάλλεται και τα τέλη ανανέωσης καταβάλλονται εντός προθεσμίας έξι μηνών, η οποία λήγει την τελευταία ημέρα του μηνός κατά τον οποίο λήγει η προστασία. Ελλείψει αυτού, η αίτηση μπορεί να υποβληθεί εντός συμπληρωματικής προθεσμίας έξι μηνών, η οποία αρχίζει την επομένη της ημέρας που αναφέρεται στην πρώτη περίοδο. Τα τέλη ανανέωσης και τα πρόσθετα τέλη καταβάλλονται εντός της συμπληρωματικής αυτής προθεσμίας.

4.  Εάν η αίτηση υποβληθεί ή τα τέλη καταβληθούν για μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τις οποίες έχει καταχωρισθεί το σήμα, η καταχώριση ανανεώνεται μόνο για τα συγκεκριμένα προϊόντα ή τις συγκεκριμένες υπηρεσίες.

5.  Η ανανέωση ισχύει από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία λήγει η υφιστάμενη καταχώριση. Η ανανέωση καταχωρίζεται και δημοσιεύεται.

ΤΜΗΜΑ 3Α

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Άρθρο 51α

Επικοινωνία με την υπηρεσία

Οι διάδικοι στη διαδικασία ή, εφόσον έχουν οριστεί, οι αντιπρόσωποί τους, δηλώνουν μια επίσημη διεύθυνση σε ένα από τα κράτη μέλη για κάθε επίσημη επικοινωνία με την υπηρεσία. [Τροπολογία 53]

Κεφάλαιο 4

Διοικητική συνεργασία

Άρθρο 52

Συνεργασία στον τομέα της καταχώρισης και της διαχείρισης των σημάτων

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι υπηρεσίες να συνεργάζονται αποτελεσματικά μεταξύ τους και με τον Οργανισμό, προκειμένου να προωθηθεί η σύγκλιση των πρακτικών και των εργαλείων και με στόχο να επιτευχθούν πιο συνεκτικά αποτελέσματα κατά την εξέταση και την καταχώριση των σημάτων. [Τροπολογία 52]

Άρθρο 53

Συνεργασία σε άλλους τομείς

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπηρεσίες συνεργάζονται αποτελεσματικά με τον Οργανισμό σε όλους τους άλλους τομείς των δραστηριοτήτων τους, εκτός εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 52, οι οποίοι είναι συναφείς με την προστασία των σημάτων στην Ένωση. [Τροπολογία 54]

Κεφάλαιο 5

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 54

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.  Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με τα άρθρα 2 έως 6, 8 έως 14, 16, 17, 18, 22 έως 28 και 30 έως 53, το αργότερο 24 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι αναφορές στην οδηγία που καταργείται με την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της αναφοράς και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.  Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο του ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 55

Κατάργηση

Η οδηγία 2008/95/ΕΚ καταργείται από τις [επομένη της ημερομηνίας που εμφαίνεται στο άρθρο 54 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της παρούσας οδηγίας], με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά την προθεσμία ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας που εμφαίνεται στο παράρτημα Ι μέρος Β της οδηγίας 2008/95/ΕΚ.

Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος.

Άρθρο 56

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα άρθρα 1, 7, 15, 19, 20, 21 και 54 έως 57 εφαρμόζονται από τις [επομένη της ημερομηνίας που εμφαίνεται στο άρθρο 54 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της παρούσας οδηγίας].

Άρθρο 57

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

...,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 2008/95/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 1

---

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως η)

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως η)

---

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία θ) και ι)

---

Άρθρο 4 παράγραφοι 2 και 3 πρώτη περίοδος

Άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως γ)

Άρθρο 4 παράγραφος 4 στοιχεία α) έως γ)

Άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 3 παράγραφος 3 πρώτη περίοδος

Άρθρο 3 παράγραφος 3 δεύτερη περίοδος

Άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 4 παράγραφοι 3 και 4 στοιχείο α)

---

Άρθρο 4 παράγραφος 4 στοιχείο ζ)

---

Άρθρο 4 παράγραφος 4 στοιχεία β) και γ)

Άρθρο 4 παράγραφος 4 στοιχεία δ) έως στ)

Άρθρο 4 παράγραφοι 5 και 6

---

Άρθρο 5 παράγραφος 1 πρώτη εισαγωγική φράση

Άρθρο 5 παράγραφος 1 δεύτερη εισαγωγική φράση

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχεία α) έως γ)

---

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο δ)

---

---

Άρθρο 5 παράγραφοι 4 και 5

---

---

---

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ)

---

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 7

Άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2

---

Άρθρο 9

Άρθρο 10 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

---

Άρθρο 10 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 3

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Άρθρο 11 παράγραφος 4

---

Άρθρο 12 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 12 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 12 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 13

Άρθρο 14

---

---

---

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 2

---

Άρθρο 16

Άρθρο 17

Άρθρο 18

Άρθρο 19

Άρθρο 4 παράγραφος 3 δεύτερη περίοδος

Άρθρο 4 παράγραφος 5

Άρθρο 4 παράγραφος 6

Άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο α)

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο β)

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο γ)

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο δ)

Άρθρο 5 παράγραφος 4 στοιχεία α) και β)

---

Άρθρο 5 παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 8

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2 εισαγωγική φράση

Άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχεία α) έως γ)

Άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο δ)

Άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο ε)

Άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο στ)

Άρθρο 10 παράγραφοι 4 και 5

Άρθρο 10 παράγραφοι 6 και 7

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 13

Άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ)

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 14 παράγραφος 3

Άρθρο 15

Άρθρο 26 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 26 παράγραφοι 3 έως 5

Άρθρο 9

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 10 παράγραφος 4

Άρθρο 10 παράγραφος 5

---

Άρθρο 48 παράγραφοι 1 έως 3

Άρθρο 46 παράγραφος 1

Άρθρο 17

Άρθρο 17, άρθρο 46 παράγραφος 2 και άρθρο 48 παράγραφος 4

Άρθρο 18

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφος 2

Άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 20

Άρθρο 7 και άρθρο 21

Άρθρο 6

Άρθρα 22 έως 25

Άρθρο 27

Άρθρο 28

Άρθρο 29 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 29 παράγραφος 3

Άρθρο 30 έως άρθρο 54 παράγραφος 1

Άρθρο 54 παράγραφος 2

Άρθρο 55

Άρθρο 56

Άρθρο 57

(1) ΕΕ C 327 της 12.11.2013, σ. 42.
(2) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014.
(3) Οδηγία 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 299 της 8.11.2008, σ. 25).
(4) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78 της 24.3.2009, σ. 1).
(5) COM(2008)0465.
(6) ΕΕ C 140 της 29.5.2010, σ. 22.
(7) COM(2011)0287.
(8) ΕΕ L 336 της 23.12.1994, σ. 213.
(9) Οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 21).
(10) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου 2013 σχετικά με την τελωνειακή επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1383/2003 (ΕΕ L 181 της 28.6.2013, σ. 15).
(11) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).
(12) ΕΕ C 32 της 4.2.2014, σ. 23.
(13) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2100/94 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 1994, για τα κοινοτικά δικαιώματα επί φυτικών ποικιλιών (ΕΕ L 227 της 1.9.1994, σ. 1).
(14) Πρώτη οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1988 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 40 της 11.2.1989, σ. 1).

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου