Απόφαση περί μη διατύπωσης αντίρρησης σε εκτελεστικά μέτρα: καθορισμός τεχνικών απαιτήσεων και διοικητικών διαδικασιών όσον αφορά το ιπτάμενο προσωπικό πολιτικής αεροπορίας
255k
37k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περί μη διατύπωσης αντίρρησης ως προς το σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής που τροποποιεί τον κανονισμό της Επιτροπής (ΕΕ) αριθ. 1178/2011 για τον καθορισμό τεχνικών απαιτήσεων και διοικητικών διαδικασιών όσον αφορά το ιπτάμενο προσωπικό πολιτικής αεροπορίας (D029683/02 – 2014/2500(RPS))
– έχοντας υπόψη το σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής (D029683/02)
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 216/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 2008 για τη θέσπιση κοινών κανόνων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και για την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Αεροπορίας, καθώς και για την κατάργηση της οδηγίας 91/670/ΕΟΚ του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1592/2002 και της οδηγίας 2004/36/ΕΚ(1), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφοι 5 και 6,
– έχοντας υπόψη την γνωμοδότηση που εξέδωσε η επιτροπή στις 18 Οκτωβρίου 2013 η οποία αναφέρεται στο άρθρο 65 του προαναφερθέντος κανονισμού,
– έχοντας υπόψη την με ημερομηνία 16 Ιανουαρίου 2014 επιστολή της Επιτροπής, διά της οποίας του ζητείται να δηλώσει ότι δεν θα διατυπώσει αντίρρηση επί του σχεδίου κανονισμού,
– έχοντας υπόψη την με ημερομηνία 21 Ιανουαρίου 2014 επιστολή της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού προς τον Πρόεδρο της Διάσκεψης των Προέδρων των Επιτροπών,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(2),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 88 παράγραφος 4 στοιχείο δ) και το άρθρο 87α παράγραφος 6 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη ότι δεν διατυπώθηκαν αντιρρήσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου που ορίζεται στο άρθρο 87α παράγραφος 6 τρίτη και τέταρτη περίπτωση του Κανονισμού του, η οποία έληξε στις 4 Φεβρουαρίου 2014,
1. δηλώνει ότι δεν αντιτίθεται στο σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση στην Επιτροπή και, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο.
Απόφαση περί μη διατύπωσης αντίρρησης σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη: ευρωπαϊκός κώδικας συμπεριφοράς για τις εταιρικές σχέσεις στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων
256k
38k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περί μη διατύπωσης αντίρρησης επί του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού της Επιτροπής της 7 Ιανουαρίου 2014, για τον ευρωπαϊκό κώδικα συμπεριφοράς για τις εταιρικές σχέσεις στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών Ταμείων (C(2013)9651 – 2014/2508(DEA))
– έχοντας υπόψη τον κατ 'εξουσιοδότηση κανονισμό της Επιτροπής (C(2013)9651),
– έχοντας υπόψη την επιστολή της Επιτροπής, της 21ης Ιανουαρίου 2014, με την οποία η Επιτροπή ζήτησε από το Κοινοβούλιο να δηλώσει ότι δεν θα αντιτεθεί στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης , το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής , το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας , και τον καθορισμό γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης , το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/ 2006(1), και ιδίως του άρθρου 5 παράγραφος 3,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 87α παράγραφος 6 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη ότι δεν έχει διατυπωθεί καμία αντίρρηση εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 87α παράγραφος 6 τρίτη και τέταρτη περίπτωση του Κανονισμού, η οποία έληγε στις 4 Φεβρουαρίου 2014,
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι ο κατ 'εξουσιοδότηση κανονισμός σχετικά με τον ευρωπαϊκό κώδικα δεοντολογίας για τις εταιρικές σχέσεις θα τεθεί σε ισχύ το συντομότερο δυνατό, δεδομένης της επείγουσας ανάγκης για την εφαρμογή του κώδικα δεοντολογίας στη συνεχιζόμενη κατάρτιση των συμφωνιών εταιρικής σχέσης και των προγραμμάτων για την περίοδο 2014-2020·
1. δηλώνει ότι δεν εκφράζει αντιρρήσεις ως προς τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την εποχική απασχόληση (COM(2010)0379 – C7-0180/2010 – 2010/0210(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2010)0379),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 79 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0180/2010),
– έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων σχετικά με την προτεινόμενη νομική βάση,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν από το Κοινοβούλιο της Τσεχικής Δημοκρατίας, τη Γερουσία της Τσεχικής Δημοκρατίας, τη Γερουσία του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, το Κοινοβούλιο του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, το Εθνικό Συμβούλιο της Δημοκρατίας της Αυστρίας, το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο της Δημοκρατίας της Αυστρίας στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και αναλογικότητας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 4ης Μαΐου 2011(1),
– έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Περιφερειών της 31ης Μαρτίου 2011(2),
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 6ης Νοεμβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 55 και 37 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A7-0428/2013),
1. εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την εποχιακή εργασία
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/36/ΕΕ)
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάργηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 827/2004 του Συμβουλίου για την απαγόρευση της εισαγωγής τόνου μεγαλόφθαλμου του Ατλαντικού (Τhunnus obesus), καταγωγής Βολιβίας, Καμπότζης, Ισημερινής Γουινέας, Γεωργίας και Σιέρα Λεόνε και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1036/2001 (COM(2013)0185 – C7-0091/2013 – 2013/0097(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0185),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 207 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0091/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 22ας Ιανουαρίου 2014 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (A7-0475/2013),
1. εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 827/2004 του Συμβουλίου για την απαγόρευση της εισαγωγής τόνου μεγαλόφθαλμου του Ατλαντικού (Τhunnus obesus), καταγωγής Βολιβίας, Καμπότζης, Ισημερινής Γουινέας, Γεωργίας και Σιέρα Λεόνε και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1036/2001
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 249/2014)
Πρωτόκολλο μεταξύ της ΕΕ και της Δημοκρατίας της Γκαμπόν σχετικά με τον καθορισμό των αλιευτικών δυνατοτήτων και της χρηματικής αντιπαροχής που προβλέπονται στη συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ των δύο μερών ***
260k
40k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για τον καθορισμό των αλιευτικών δυνατοτήτων και της χρηματικής αντιπαροχής που προβλέπονται στη συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Γκαμπόν (11871/2013 – C7-0484/2013 – 2013/0216(NLE))
– έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου (11871/2013),
– έχοντας υπόψη το σχέδιο πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Γκαμπόν σχετικά με τον καθορισμό των αλιευτικών δυνατοτήτων και της χρηματικής αντιπαροχής που προβλέπονται στη συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ των δύο μερών (11875/2013),
– έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 43 και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) και παράγραφος 7 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7‑0484/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 81 και το άρθρο 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με την έκθεση της ΕΕ του 2011 για τη Συνοχή της Αναπτυξιακής Πολιτική(1),
– έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Αλιείας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A7-0049/2014),
1. εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·
2. καλεί την Επιτροπή να διαβιβάσει στο Κοινοβούλιο τις πράξεις και τα συμπεράσματα των συνεδριάσεων της μικτής επιτροπής που προβλέπει το άρθρο 9 της συμφωνίας, το πολυετές τομεακό πρόγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο 3 του πρωτοκόλλου, τα αποτελέσματα των ετησίων αξιολογήσεων, καθώς και τα πρακτικά και τα συμπεράσματα των συνεδριάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 4 του πρωτοκόλλου· καλεί την Επιτροπή να διευκολύνει τη συμμετοχή των εκπροσώπων του Κοινοβουλίου, ως παρατηρητών, στις συνεδριάσεις της μικτής επιτροπής· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, κατά το τελευταίο έτος εφαρμογής του πρωτοκόλλου και πριν από την έναρξη διαπραγματεύσεων για την ανανέωσή του, πλήρη έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του, υπολογίζοντας επακριβώς την αξιοποίηση των αλιευτικών δυνατοτήτων και αξιολογώντας την σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας του πρωτοκόλλου· θεωρεί ότι δεν πρέπει να υπάρχουν περιττοί περιορισμοί όσον αφορά την πρόσβαση στην έκθεση αυτή·
3. καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή, εντός των ορίων των αντιστοίχων αρμοδιοτήτων τους, να τηρούν το Κοινοβούλιο άμεσα και πλήρως ενημερωμένο καθ’ όλα τα στάδια της σχετικής με το νέο πρωτόκολλο και την ανανέωσή του διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το άρθρο 218 παράγραφος 10 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών και στη Δημοκρατία της Γκαμπόν.
Σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφενός, και της Γροιλανδίας και του Βασιλείου της Δανίας, αφετέρου *
401k
106k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τις σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφενός, και της Γροιλανδίας και του Βασιλείου της Δανίας, αφετέρου (12274/2013 – C7-0237/2013 – 2011/0410(CNS))
– έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (12274/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 203 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C7‑0237/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ανάπτυξης (A7-0054/2014),
1. εγκρίνει το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου όπως τροποποιήθηκε·
2. καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·
3. ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στο σχέδιό του·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
(10) Η βοήθεια της Ένωσης θα πρέπει να εστιάζει στα σημεία με τον μεγαλύτερο αντίκτυπο, λαμβάνοντας υπόψη την ικανότητά της να δρα σε παγκόσμια κλίμακα και να αντιμετωπίζει παγκόσμιες προκλήσεις, όπως η εξάλειψη της φτώχειας, η αειφόρος και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη ή η παγκόσμια προώθηση της δημοκρατίας, της χρηστής διακυβέρνησης, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου, καθώς επίσης τη μακροχρόνια και προβλέψιμη συμμετοχή στην παροχή αναπτυξιακής βοήθειας και τον ρόλο της Ένωσης για τον συντονισμό των κρατών μελών της.
(10) Η βοήθεια της Ένωσης θα πρέπει να εστιάζει στα σημεία με τον μεγαλύτερο αντίκτυπο, λαμβάνοντας υπόψη την ικανότητά της να δρα σε παγκόσμια κλίμακα και να αντιμετωπίζει παγκόσμιες προκλήσεις, όπως η εξάλειψη της φτώχειας, η αειφόρος και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη και μεγέθυνση ή η παγκόσμια προώθηση της δημοκρατίας, της χρηστής διακυβέρνησης, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου, καθώς επίσης και τη μακροχρόνια και προβλέψιμη συμμετοχή στην παροχή αναπτυξιακής βοήθειας και τον ρόλο της Ένωσης για τον συντονισμό των κρατών μελών της.
(11) Η εταιρική σχέση ΕΕ-Γροιλανδίας θα πρέπει να παρέχει ένα πλαίσιο τακτικών συζητήσεων σε θέματα ενδιαφέροντος για την Ένωση ή τη Γροιλανδία, όπως παγκόσμια ζητήματα, για τα οποία η ανταλλαγή απόψεων και μια πιθανή σύγκλιση ιδεών και θέσεων, θα αποδεικνυόταν επωφελής για αμφότερα τα μέρη. Οι αυξανόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ανθρώπινη δραστηριότητα και στο περιβάλλον, οι θαλάσσιες μεταφορές, οι φυσικοί πόροι, μεταξύ των οποίων οι πρώτες ύλες, καθώς και η έρευνα και η καινοτομία επιτάσσουν τη διεξαγωγή διαλόγου και τη διασφάλιση στενότερης συνεργασίας.
(11) Η εταιρική σχέση ΕΕ-Γροιλανδίας θα πρέπει να παρέχει ένα πλαίσιο τακτικών συζητήσεων σε θέματα ενδιαφέροντος για την Ένωση ή τη Γροιλανδία, όπως παγκόσμια ζητήματα, για τα οποία η ανταλλαγή απόψεων και μια πιθανή σύγκλιση ιδεών και θέσεων, θα αποδεικνυόταν επωφελής για αμφότερα τα μέρη. Οι αυξανόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ανθρώπινη δραστηριότητα και στο περιβάλλον, οι θαλάσσιες μεταφορές, οι φυσικοί πόροι, μεταξύ των οποίων οι πρώτες ύλες, καθώς και η εκπαίδευση, η έρευνα και η καινοτομία επιτάσσουν τη διεξαγωγή διαλόγου και τη διασφάλιση στενότερης συνεργασίας.
(11α) Η κυβέρνηση της Γροιλανδίας θα πρέπει να συντάξει και να υποβάλει ένα έγγραφο προγραμματισμού για τη βιώσιμη ανάπτυξη της Γροιλανδίας. Το έγγραφο αυτό πρέπει να συνταχθεί, να εφαρμοστεί και να αξιολογηθεί στη βάση μιας διαφανούς και συμμετοχικής προσέγγισης.
(13) Η χρηματοδοτική στήριξη της Ένωσης για την περίοδο 2014-2020 θα πρέπει να εστιάζει σε έναν, κατά το μέγιστο δύο, τομείς συνεργασίας, παρέχοντας τη δυνατότητα σύναψης εταιρικής σχέσης με στόχο τη μεγιστοποίηση του αντικτύπου και την παροχή περιθωρίου για περαιτέρω ανάπτυξη οικονομιών κλίμακας, συνεργειών, καθώς και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και προβολή της δράσης της Ένωσης.
(13) Η χρηματοδοτική στήριξη της Ένωσης για την περίοδο 2014-2020 θα πρέπει να εστιάζει σε έναν περιορισμένο αριθμό τομέων συνεργασίας, παρέχοντας τη δυνατότητα σύναψης εταιρικής σχέσης με στόχο τη μεγιστοποίηση των επιπτώσεων και την παροχή περιθωρίου για περαιτέρω ανάπτυξη οικονομιών κλίμακας, συνεργειών, καθώς και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και προβολή της δράσης της Ένωσης.
(13α) Σε κάθε ενδεχόμενη συνεργασία στο πεδίο της αναζήτησης, εξόρυξης και εκμετάλλευσης φυσικών πόρων της Γροιλανδίας, και ιδίως ορυκτών, πετρελαίου και φυσικού αερίου, θα πρέπει να τηρούνται οι αυστηρότερες προδιαγραφές όσον αφορά την ασφάλεια και τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα, καθώς και αυστηρά κριτήρια περιβαλλοντικής διαχείρισης, ώστε να εξασφαλιστεί η βιώσιμη διαχείριση των πόρων και να προστατευτεί το πολύτιμο αλλά και ευαίσθητο οικοσύστημα της Αρκτικής.
(17) Τα έγγραφα προγραμματισμού και τα μέτρα χρηματοδότησης που απαιτούνται για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης θα πρέπει να καθιερωθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων5 από την Επιτροπή. Λαμβάνοντας υπόψη τον χαρακτήρα των εκτελεστικών πράξεων και ιδίως τον προσανατολισμό στην πολιτική ή τις δημοσιονομικές επιπτώσεις τους, πρέπει να χρησιμοποιείται κατ’ αρχήν η διαδικασία εξέτασης για την έγκρισή τους σε όλες τις περιπτώσεις εκτός των τεχνικών μέτρων εφαρμογής μικρής οικονομικής κλίμακας.
(17α) Θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την έγκριση των εγγράφων προγραμματισμού και μέτρων χρηματοδότησης που είναι αναγκαία για την υλοποίηση της παρούσας απόφασης. Είναι δε καίριας σημασίας να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει επίσης την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
2. Αναγνωρίζει τη γεωστρατηγική θέση της Γροιλανδίας στην Αρκτική περιοχή, το ζήτημα της έρευνας και αξιοποίησης φυσικών πόρων, όπως πρώτων υλών και διασφαλίζει στενότερη συνεργασία και ευρύτερο πολιτικό διάλογο επί των συγκεκριμένων θεμάτων.
2. Αναγνωρίζει τη γεωστρατηγική θέση της Γροιλανδίας στην Αρκτική περιοχή και διασφαλίζει στενότερη συνεργασία και ευρύτερο πολιτικό διάλογο για θέματα κοινού ενδιαφέροντος των δύο πλευρών.
– Παγκόσμια ζητήματα, όπως η ενέργεια, η κλιματική αλλαγή και το περιβάλλον, οι φυσικοί πόροι, μεταξύ των οποίων οι πρώτες ύλες, οι θαλάσσιες μεταφορές, η έρευνα και η καινοτομία.
– Παγκόσμια ζητήματα, όπως η ενέργεια, η κλιματική αλλαγή και το περιβάλλον, η βιοποικιλότητα, οι φυσικοί πόροι, μεταξύ των οποίων οι πρώτες ύλες, οι θαλάσσιες μεταφορές, η έρευνα και η καινοτομία.
α) Να υποστηρίζει τη Γροιλανδία και να συνεργάζεται μαζί της στην αντιμετώπιση των σημαντικότερων προκλήσεων και πιο συγκεκριμένα, της αειφόρου διαφοροποίησης της οικονομίας, της ανάγκης για βελτίωση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, μεταξύ των οποίων οι επιστήμονες, καθώς και της βελτίωσης των συστημάτων πληροφοριών της Γροιλανδίας στον τομέα των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών (ΤΠΕ). Το επίπεδο επίτευξης των στόχων μετριέται με βάση το ποσοστό του εμπορικού ισοζυγίου επί του ΑΕΠ, το ποσοστό του τομέα της αλιείας επί των συνολικών εξαγωγών και τα αποτελέσματα των στατιστικών δεικτών μέτρησης εκπαιδευτικών μεγεθών, καθώς και άλλων δεικτών που κρίνονται κατάλληλοι.
α) Να υποστηρίζει τη Γροιλανδία και να συνεργάζεται μαζί της στην αντιμετώπιση των σημαντικότερων προκλήσεων και πιο συγκεκριμένα, της αειφόρου ανάπτυξης και διαφοροποίησης της οικονομίας, της ανάγκης για βελτίωση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, μεταξύ των οποίων οι επιστήμονες, καθώς και της βελτίωσης των συστημάτων πληροφοριών της Γροιλανδίας στον τομέα των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών (ΤΠΕ). Το επίπεδο επίτευξης των στόχων μετριέται με βάση το ποσοστό του εμπορικού ισοζυγίου επί του ΑΕΠ, το ποσοστό του τομέα της αλιείας επί των συνολικών εξαγωγών και τα αποτελέσματα των στατιστικών δεικτών μέτρησης εκπαιδευτικών μεγεθών, καθώς και άλλων δεικτών που κρίνονται κατάλληλοι.
α) Να υποστηρίζει τη Γροιλανδία και να συνεργάζεται μαζί της στην αντιμετώπιση των σημαντικότερων προκλήσεων και πιο συγκεκριμένα, της αειφόρου διαφοροποίησης της οικονομίας, της ανάγκης για βελτίωση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, μεταξύ των οποίων οι επιστήμονες, καθώς και της βελτίωσης των συστημάτων πληροφοριών της Γροιλανδίας στον τομέα των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών (ΤΠΕ). Το επίπεδο επίτευξης των στόχων μετριέται με βάση το ποσοστό του εμπορικού ισοζυγίου επί του ΑΕΠ, το ποσοστό του τομέα της αλιείας επί των συνολικών εξαγωγών και τα αποτελέσματα των στατιστικών δεικτών μέτρησης εκπαιδευτικών μεγεθών, καθώς και άλλων δεικτών που κρίνονται κατάλληλοι.
α) Να υποστηρίζει τη Γροιλανδία και να συνεργάζεται μαζί της στην αντιμετώπιση των σημαντικότερων προκλήσεων και πιο συγκεκριμένα, της αειφόρου διαφοροποίησης της οικονομίας, της ανάγκης για βελτίωση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, μεταξύ των οποίων στα πεδία της εξορυκτικής δραστηριότητας και της επιστήμης, καθώς και της βελτίωσης των συστημάτων πληροφοριών της Γροιλανδίας στον τομέα των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών (ΤΠΕ). Το επίπεδο επίτευξης των στόχων μετριέται με βάση το ποσοστό του εμπορικού ισοζυγίου επί του ΑΕΠ, το ποσοστό του τομέα της αλιείας επί των συνολικών εξαγωγών και τα αποτελέσματα των στατιστικών δεικτών μέτρησης εκπαιδευτικών μεγεθών, καθώς και άλλων δεικτών που κρίνονται κατάλληλοι.
Το ΕΠΑΑ πρέπει να έχει ως βάση του τις διαβουλεύσεις και τον διάλογο με την κοινωνία των πολιτών, τις τοπικές αρχές και άλλους ενδιαφερόμενους και να αξιοποιεί τα αποκομισθέντα διδάγματα και τις βέλτιστες πρακτικές προκειμένου να εξασφαλίζεται επαρκής αυτεξουσιότητα του ΕΠΑΑ.
Το ΕΠΑΑ πρέπει να έχει ως βάση του τις διαβουλεύσεις και τον διάλογο με την κοινωνία των πολιτών, τους κοινωνικούς εταίρους, το Κοινοβούλιο, τις τοπικές αρχές και άλλους ενδιαφερόμενους στη Γροιλανδία και να αξιοποιεί τα αποκομισθέντα διδάγματα και τις βέλτιστες πρακτικές προκειμένου να εξασφαλίζεται επαρκής αυτεξουσιότητα του ΕΠΑΑ.
6. Το ΕΠΑΑ εγκρίνεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2. Η εν λόγω διαδικασία εφαρμόζεται επίσης στο πλαίσιο ουσιωδών αναθεωρήσεων, οι οποίες τροποποιούν σημαντικά την στρατηγική ή τον προγραμματισμό του εγγράφου. Ωστόσο δεν ισχύει για μη ουσιώδεις τροποποιήσεις του ΕΠΑΑ, οι οποίες αφορούν τεχνικές προσαρμογές, ανακατανομή των κονδυλίων εντός του πλαισίου των ενδεικτικών κονδυλίων ανά τομέα προτεραιότητας και αύξηση ή μείωση του μεγέθους του αρχικού ενδεικτικού κονδυλίου κατά ποσοστό μικρότερο του 20 %, με την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω τροποποιήσεις δεν επηρεάζουν τους τομείς προτεραιότητας και τους στόχους που καθορίζονται στο ΕΠΑΑ . Στην προκειμένη περίπτωση, οι προσαρμογές κοινοποιούνται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σε διάστημα ενός μήνα.
6. Το ΕΠΑΑ εγκρίνεται μέσω κατ' εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 9α και 9β αντιστοίχως. Η εν λόγω διαδικασία εφαρμόζεται επίσης στο πλαίσιο ουσιωδών αναθεωρήσεων, οι οποίες τροποποιούν σημαντικά την στρατηγική ή τον προγραμματισμό του εγγράφου. Ωστόσο δεν ισχύει για μη ουσιώδεις τροποποιήσεις του ΕΠΑΑ, οι οποίες αφορούν τεχνικές προσαρμογές, ανακατανομή των κονδυλίων εντός του πλαισίου των ενδεικτικών κονδυλίων ανά τομέα προτεραιότητας και αύξηση ή μείωση του μεγέθους του αρχικού ενδεικτικού κονδυλίου κατά ποσοστό μικρότερο του 20 %, με την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω τροποποιήσεις δεν επηρεάζουν τους τομείς προτεραιότητας και τους στόχους που καθορίζονται στο ΕΠΑΑ . Στην προκειμένη περίπτωση, οι προσαρμογές κοινοποιούνται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σε διάστημα ενός μήνα.
1. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η κυβέρνηση της Γροιλανδίας και η κυβέρνηση της Δανίας θα πραγματοποιήσουν ενδιάμεση αναθεώρηση του ΕΠΑΑ και των συνολικών επιπτώσεων του στη Γροιλανδία. Η Επιτροπή μεριμνά για τη συμμετοχή όλων των οικείων ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων των μη κρατικών φορέων και των τοπικών αρχών.
1. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η κυβέρνηση της Γροιλανδίας και η κυβέρνηση της Δανίας θα πραγματοποιήσουν ενδιάμεση αναθεώρηση του ΕΠΑΑ και των συνολικών επιπτώσεων του στη Γροιλανδία. Η Επιτροπή μεριμνά για τη συμμετοχή όλων των οικείων ενδιαφερόμενων μερών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 4.
1α. Εάν η κυβέρνηση της Γροιλανδίας αποφασίσει να περιλάβει στο ΕΠΑΑ αίτημα για χρηματοδοτική βοήθεια της Ένωσης στο πεδίο της εκπαίδευσης και κατάρτισης, η βοήθεια αυτή λαμβάνει δεόντως υπόψη την ανάγκη για συνεισφορά στις προσπάθειες της Γροιλανδίας για την ενίσχυση της ανάπτυξης ικανοτήτων στο πεδίο αυτό, καθώς και για διάθεση τεχνικής βοήθειας.
Τροπολογία 18 Πρόταση απόφασης Άρθρο 9 α (νέο)
Άρθρο 9α
Ανάθεση εξουσιών στην Επιτροπή
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 9β για την έγκριση του ΕΠΑΑ.
Τροπολογία 19 Πρόταση απόφασης Άρθρο 9 β (νέο)
Άρθρο 9β
Άσκηση της εξουσιοδότησης
1. Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.
2. Η αναφερόμενη στο άρθρο 9α εξουσιοδότηση παρέχεται για την περίοδο ισχύος της παρούσας απόφασης.
3. Η ανατιθέμενη εξουσία που αναφέρεται στο άρθρο 89 μπορεί οποτεδήποτε να ανακληθεί από το Συμβούλιο. Σε περίπτωση που το Συμβούλιο έχει κινήσει εσωτερική διαδικασία για να αποφασιστεί εάν θα ανακληθεί η εξουσιοδότηση, μεριμνά ώστε να ενημερώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Επιτροπή εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος πριν από τη λήψη της τελικής απόφασης, αναφέροντας την εξουσιοδότηση που θα μπορούσε να ανακληθεί καθώς και τους ενδεχόμενους λόγους της ανάκλησης. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Η ανάκληση τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσης της σχετικής απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν επηρεάζει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ήδη ισχύουν.
4. Μόλις η Επιτροπή εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί συγχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
5. Μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ληφθείσα δυνάμει του άρθρου 9β τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον το Συμβούλιο δεν εκφράσει αντιρρήσεις εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης αυτής στο Συμβούλιο ή, εάν πριν από την εκπνοή αυτής της προθεσμίας, το Συμβούλιο ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν θα εκφράσει αντιρρήσεις. Η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Συμβουλίου.
Σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να διατυπώσει αντιρρήσεις, μεριμνά ώστε να ενημερώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εντός εύλογου χρονικού διαστήματος πριν από τη λήψη της τελικής απόφασης, αναφέροντας την κατ' εξουσιοδότηση πράξη για την οποία προτίθεται να διατυπώσει αντιρρήσεις και τους πιθανούς λόγους των αντιρρήσεών του.
Τροπολογία 20 Πρόταση απόφασης Άρθρο 10
Άρθρο 10
Διαγράφεται
Διαδικασία επιτροπής
1. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή Γροιλανδίας, εφεξής «η επιτροπή». Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 182/2011.
3. Σε περίπτωση που η γνωμοδότηση της επιτροπής πρέπει να ληφθεί μέσω γραπτής διαδικασίας, η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται χωρίς αποτέλεσμα, όταν, εντός της προθεσμίας έκδοσης της γνωμοδότησης, το αποφασίσει ο πρόεδρος της επιτροπής ή το ζητήσουν τα μέλη της επιτροπής με απλή πλειοψηφία.
Τροπολογία 21 Πρόταση απόφασης Άρθρο 11
Το ενδεικτικό ποσό υλοποίησης της παρούσας απόφασης για την περίοδο 2014-2020 ανέρχεται σε [217,8 εκατ. ευρώ.]6
Λαμβανομένων υπόψη τόσο της ήδη μακροχρόνιας και ιδιαίτερης σχέσης μεταξύ της ΕΕ και της Γροιλανδίας όσο και της αυξανόμενης διεθνούς σημασίας της Αρκτικής, η συνέχιση της χρηματοδοτικής δέσμευσης της ΕΕ απέναντι στη Γροιλανδία επιβεβαιώνεται. Συνεπώς, το ενδεικτικό ποσό υλοποίησης της παρούσας απόφασης για την περίοδο 2014-2020 ανέρχεται σε 217,8 εκατ. EUR.
__________________
6 Όλα τα ποσά δημοσιονομικής αναφοράς θα αναγραφούν μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων όσον αφορά το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (2014-2020).
Ασφάλιση έναντι φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών
342k
63k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 για την ασφάλιση έναντι φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών (2013/2174(INI))
– έχοντας υπόψη την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής της 16ης Απριλίου 2013 σχετικά με την ασφάλιση έναντι φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών (COM(2013)0213),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 16ης Απριλίου 2013 με τίτλο «Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή» (COM(2013)0216),
– έχοντας υπόψη τη δημόσια διαβούλευση που διοργάνωσε η Επιτροπή για την Πράσινη Βίβλο από τις 16 Απριλίου 2013 έως τις 15 Ιουλίου 2013,
– έχοντας υπόψη την έκθεση αριθ. 12/2012 του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος με τίτλο «Κλιματική αλλαγή, επιπτώσεις και τρωτότητα στην Ευρώπη 2012, Έκθεση βάσει δεικτών»,
– έχοντας υπόψη την έκθεση του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Σεπτεμβρίου 2012 με τίτλο «Φυσικές καταστροφές: Σχέση με τον κίνδυνο και ασφαλιστική κάλυψη στην Ευρωπαϊκή Ένωση,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (A7–0005/2014),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο βαθμός διείσδυσης, ο οποίος αντανακλά το ποσοστό των συνολικών ασφαλίστρων σε σχέση με το ΑΕγχΠ μιας χώρας, διαφέρει ανάμεσα στα κράτη μέλη, και λαμβάνοντας υπόψη ότι το εύρος των οικονομικών απωλειών που σχετίζονται με καιρικά φαινόμενα χαρακτηρίζεται από διαφορετικά ποσοστά στα διάφορα κράτη μέλη·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαφορές ως προς τον βαθμό διείσδυσης στα κράτη μέλη, τα οποία χαρακτηρίζονται από διαφορετικές νομικές, γεωφυσικές και ιστορικοπολιτιστικές συνθήκες, και οι αποκλίσεις που προκύπτουν από αυτές όσον αφορά τη ζήτηση, μπορεί να δημιουργήσουν ανάγκη χειρισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ως επί το πλείστον στο επίπεδο των μέτρων ενημέρωσης και πρόληψης·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση στην ενωσιακή αγορά των ασφαλίσεων είναι ετερογενής επειδή τα κράτη μέλη είναι εκτεθειμένα σε διαφορετικούς κινδύνους και φυσικές καταστροφές, καθώς και επειδή η δυνατότητα πρόβλεψης μιας φυσικής καταστροφής εξαρτάται από διάφορους παράγοντες (μετεωρολογικούς, υδρολογικούς, γεωφυσικούς κ.ά.)·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι από το 1980 έως το 2011 ένας μικρός αριθμός σημαντικών συμβάντων είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν περίπου τα μισά από τα στοιχεία κόστους που σχετίζονται με καιρικά φαινόμενα· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι φυσικές και ανθρωπογενείς καταστροφές συνιστούν χρηματοοικονομικούς κινδύνους όπου και αν συμβαίνουν·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τα κύματα θυέλλης, οι δασικές πυρκαγιές, οι πλημμύρες ποταμών και οι στιγμιαίες πλημμύρες συγκαταλέγονται στους κύριους κινδύνους φυσικών καταστροφών με τους οποίους έρχεται αντιμέτωπη η Ευρώπη και ότι, παρά το γεγονός ότι τα κρούσματα αυξάνονται ραγδαία, δεν είναι δυνατός ο υπολογισμός των επιπτώσεών τους από άποψη ζημιών και κόστους·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι πολύ συχνά οι πολίτες είτε δεν συνειδητοποιούν τους κινδύνους που ενδέχεται να προκύψουν από καιρικά φαινόμενα είτε υποτιμούν, τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο κοινότητας, τους κινδύνους των φυσικών καταστροφών, καθώς και τις συνέπειες της ελλιπούς προετοιμασίας·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, αφενός, οι φυσικές καταστροφές εξαρτώνται από μετεωρολογικά και γεωγραφικά στοιχεία, και, αφετέρου, ότι οι ανθρωπογενείς καταστροφές οφείλονται σε λανθασμένη συμπεριφορά ή κακή διαχείριση των κινδύνων·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι συνέπειες κάποιων φυσικών καταστροφών αυξάνονται εξαιτίας της έλλειψης κατάλληλων προληπτικών μέτρων από τις κυβερνήσεις, τις τοπικές αρχές και τους πολίτες·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι σε ότι αφορά τις ανθρωπογενείς καταστροφές, η τήρηση και η βελτιστοποίηση των κανόνων ασφαλείας αποτελεί πολύ σημαντικό παράγοντα αποφυγής ατυχημάτων·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αγορά στον τομέα των ασφαλίσεων έναντι φυσικών καταστροφών επηρεάζεται από τον βαθμό στον οποίο λαμβάνονται προληπτικά μέτρα για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή (π.χ. αντιπλημμυρικά έργα ή ικανότητες ταχείας ανίχνευσης και απόκρισης σε περίπτωση δασικής πυρκαγιάς), ενώ η αγορά στον τομέα των ασφαλίσεων έναντι ανθρωπογενών καταστροφών στοχεύει στην εκπλήρωση των απαιτήσεων περί ευθύνης που επιβάλλονται από τα πρότυπα ασφαλείας, πράγμα που σημαίνει ότι δεν ενδείκνυται η ασφάλιση υλικών ζημιών και η ασφάλιση ευθύνης να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο·
Πρόληψη και ενημέρωση
1. θεωρεί ότι η πρόληψη συνιστά τον πιο σημαντικό παράγοντα για την προστασία των ανθρώπων και την ελαχιστοποίηση των απωλειών που προκαλούνται από απρόβλεπτα συμβάντα· επισημαίνει τον ρόλο της ΕΕ στην ανάπτυξη μιας περισσότερο υπεύθυνης κοινωνίας, η οποία ασχολείται επαρκώς με τα προληπτικά μέτρα, και στη δημιουργία μιας νοοτροπίας πρόληψης, η οποία να αυξάνει την ευαισθητοποίηση των πολιτών όσον αφορά όχι μόνο τις φυσικές, αλλά και τις ανθρωπογενείς καταστροφές·
2. πιστεύει ότι η ενίσχυση της έρευνας μπορεί να αποφέρει ένα λεπτομερές πλαίσιο διαφορετικών καταστάσεων όσον αφορά την κατανόηση και πρόληψη των περιβαλλοντικών κινδύνων και τη μείωση της αβεβαιότητας σε αυτόν τον τομέα· χαιρετίζει τις εταιρικές σχέσεις μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και ερευνητικών ιδρυμάτων που αποβλέπουν στην συνένωση πόρων, δεξιοτήτων και εμπειρογνωμοσύνης κινδύνου, με στόχο την καλύτερη κατανόηση των ζητημάτων, και έτσι την προπαρασκευή των πολιτών και των κοινοτήτων τους, ώστε να μπορούν να αντιμετωπίζουν καλύτερα τους κινδύνους που συνδέονται με φυσικές καταστροφές·
3. θεωρεί ότι η ενημέρωση έχει καθοριστική σημασία για την πρόληψη και τον μετριασμό των επιπτώσεων των εν λόγω καταστροφών· ζητεί, ως εκ τούτου, την ανάπτυξη στενότερης συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και του ιδιωτικού τομέα με σκοπό την ενημέρωση των πολιτών όσον αφορά τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν·
4. πιστεύει ότι η ΕΕ και οι εθνικές αρχές μπορούν να προσφέρουν αισθητή προστιθέμενη αξία υποστηρίζοντας την υπεύθυνη ατομική συμπεριφορά και με μερισμό των βέλτιστων πρακτικών σχετικά με την πρόληψη και τον μετριασμό του κινδύνου μεταξύ των κρατών μελών και περιφερειακά, ενώ χαιρετίζει την υποστήριξη σε εκστρατείες που αποβλέπουν στη βελτίωση της επίγνωσης των πολιτών για τους κινδύνους φυσικών καταστροφών, καθώς και των γνώσεων για τη γεωγραφία και το κλίμα·
5. επισημαίνει ότι η συμμετοχή των τοπικών αρχών και των ενδιαφερόμενων φορέων σε αποφάσεις σχετικά με τον σχεδιασμό των πόλεων και την αστική ανάπτυξη θα μπορούσε να βελτιώσει τη διαχείριση των φυσικών καταστροφών· πιστεύει ότι η στενότερη συνεργασία ανάμεσα στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα θα μπορούσε να βοηθήσει τα κράτη μέλη και τις τοπικές αρχές να εντοπίσουν περιοχές υψηλού κινδύνου, να λάβουν αποφάσεις σχετικά με προληπτικά μέτρα και να προετοιμαστούν για την ανάληψη συντονισμένης δράσης·
6. καλεί τα κράτη μέλη και τις δημόσιες αρχές να λάβουν κατάλληλα προληπτικά μέτρα με σκοπό τον μετριασμό των επιπτώσεων των φυσικών καταστροφών· παροτρύνει τις κυβερνήσεις να δημιουργήσουν και να διατηρήσουν μονάδες αντιμετώπισης κρίσεων με σκοπό τον μετριασμό των συνεπειών των εν λόγω κρίσεων·
7. καλεί τα κράτη μέλη να ανταλλάξουν βέλτιστες πρακτικές και εμπειρίες προκειμένου να προστατεύσουν τους πολίτες τους από απρόβλεπτα συμβάντα και να αναπτύξουν ένα δίκτυο ανταλλαγής πληροφοριών, καθώς και να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με τον συντονισμό και τη διαχείριση σε διασυνοριακό επίπεδο·
Η αγορά των ασφαλίσεων
8. εκφράζει την ικανοποίησή του σχετικά με τις προσπάθειες της Επιτροπής να αυξήσει την ευαισθητοποίηση όσον αφορά τις καταστροφές, αλλά τονίζει ότι οι φυσικές και ανθρωπογενείς καταστροφές χρειάζονται διαφορετικά είδη ασφάλισης και ότι καλύπτονται από δύο διαφορετικές αγορές ασφαλίσεων· ως εκ τούτου, δεν μπορούν να εξετάζονται μαζί ακόμη και αν πρόκειται για περιπτώσεις ανθρώπινων αποφάσεων που μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση της έκθεσης στους κινδύνους φυσικών καταστροφών·
9. υπογραμμίζει ότι η ΕΕ δεν πρέπει να θεσπίζει αλληλοκαλυπτόμενους και αντικρουόμενους κανόνες περί ευθύνης· επισημαίνει ότι στην πλειονότητα των κρατών μελών υφίστανται κάποιας μορφής ασφαλιστικά συστήματα για πλημμύρες και άλλες φυσικές καταστροφές· επισημαίνει ότι το σύστημα μπορεί να συμπληρωθεί με κρατικά κεφάλαια για αποζημίωση εκείνων των περιουσιακών στοιχείων που δεν είναι δυνατόν να ασφαλιστούν ιδιωτικά και ότι κρατικά κεφάλαια μπορεί επίσης να αποζημιώνουν ασφαλιστικές αξιώσεις που υπερβαίνουν τα μέγιστα ποσά ή για κατ' άλλο τρόπο εξαιρετικά βαριές ζημιές· φρονεί περαιτέρω ότι ένα κράτος μέλος μπορεί να συμμετέχει στην αποζημίωση ζημιών παρέχοντας αντασφάλιση· θεωρεί, ωστόσο, ότι τα συστήματα αυτά διαφέρουν από πολλές απόψεις και ότι δεν είναι συνετό ή αναγκαίο να ενοποιηθούν·
10. παρατηρεί ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2012/2002 για την ίδρυση του Ταμείου Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η βάση για την κοινοτική δράση σε περιπτώσεις μεγάλων καταστροφών και ότι ο κανονισμός αναφέρει ρητά ότι: "Η κοινοτική δράση δεν θα πρέπει να αίρει την ευθύνη τρίτων, οι οποίοι, σύμφωνα με την αρχή του "ο ρυπαίνων πληρώνει", είναι υπεύθυνοι σε πρώτο βαθμό για τη ζημία που προκαλούν, ούτε να αποθαρρύνει τη λήψη προληπτικών μέτρων τόσο σε επίπεδο κράτους μέλους όσο και σε κοινοτικό επίπεδο"·
11. ενθαρρύνει την Επιτροπή να διασφαλίσει την εύκολη πρόσβαση σε σχετικές πληροφορίες, μεταξύ άλλων μέσω συγκριτικών στατιστικών στοιχείων, και τα κράτη μέλη να δημοσιοποιήσουν σαφή και ακριβή δεδομένα προκειμένου να υποστηρίξουν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων από τους καταναλωτές, τις κοινότητες και τις επιχειρήσεις κατά τη σύναψη συμβάσεων ασφάλισης έναντι φυσικών καταστροφών· θεωρεί ότι θα μπορούσε να αποβεί χρήσιμη η καθιέρωση τυποποιημένων μορφοτύπων με βάση διάφορες κατηγοριοποιήσεις των συμβάντων·
12. υπενθυμίζει ότι οι φυσικές καταστροφές πλήττουν τόσο ιδιωτικά νοικοκυριά όσο και επιχειρηματικές δραστηριότητες και ενθαρρύνει τις ασφαλιστικές εταιρείες να αναγάγουν την τιμολόγηση βάσει κινδύνου σε κεντρική προσέγγιση στο θέμα της ασφάλισης από φυσικές καταστροφές· καλεί τα κράτη μέλη να προτείνουν κίνητρα ώστε να ενθαρρύνουν τους πολίτες να προστατεύονται και να ασφαλίζουν την περιουσία τους έναντι ζημιών, καθώς και κίνητρα που να ανταποκρίνονται στις ασφαλιστικές ανάγκες από πλευράς περιβαλλοντικής ευθύνης, π.χ. για εξορυκτικές επιχειρήσεις ή για επιχειρήσεις στους τομείς του φυσικού αερίου, της χημικής βιομηχανίας ή της πυρηνικής ενέργειας·
13. καλεί τις ασφαλιστικές εταιρείες να διευκρινίσουν τις συμβάσεις για τους καταναλωτές και να παράσχουν πληροφορίες για τις διαθέσιμες επιλογές και τον αντίκτυπό τους στην τιμή κάλυψης, προκειμένου να εξασφαλίζεται η επαρκής δυνατότητα εκλογής των καταναλωτών· καλεί τις ασφαλιστικές εταιρείες να προσφέρουν σαφείς και κατανοητές πληροφορίες στους πελάτες και τους δυνητικούς πελάτες τους·
14. αναγνωρίζει την ανάγκη των καταναλωτών να κατανοούν τι είδος κάλυψης έχουν και με ποιον τρόπο λειτουργεί σε περίπτωση επέλευσης του κινδύνου· επισημαίνει ότι είναι αναγκαίο οι καταναλωτές να ενημερώνονται πλήρως σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις όταν αγοράζουν προϊόντα ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών και των προθεσμιών που αφορούν τις διαδικασίες για τη διακοπή συμβολαίου και την υποβολή καταγγελιών, και πριν να υπογράψουν κάποια σύμβαση· θεωρεί ότι η τιμολόγηση βάσει των κινδύνων θα πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο της διαθεσιμότητας ασφαλιστικής κάλυψης· πιστεύει ότι η προστασία των καταναλωτών πρέπει να είναι θέμα ενδιαφέροντος για την ΕΕ και τα κράτη μέλη·
Μη υποχρεωτική ασφάλιση
15. υπενθυμίζει ότι οι ζημίες βαρύνουν τελικά το κράτος και τις περιφερειακές αρχές καθώς αναλαμβάνουν σημαντικό μέρος των άμεσων ή έμμεσων δαπανών, είτε οι εν λόγω ζημίες οφείλονται σε φυσικούς είτε σε ανθρωπογενείς παράγοντες, και προτείνει στα κράτη μέλη και στις περιφερειακές αρχές να αναγνωρίσουν τη σημασία της πρόληψης των κινδύνων και να τη μετατρέψουν σε πυλώνα επενδυτικής στρατηγικής, δεδομένου ότι η ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων των καταστροφών είναι αποτελεσματικότερη από την απλή παροχή κάλυψης και την αποκατάσταση των ζημιών αργότερα·
16. υπογραμμίζει τον κίνδυνο ηθικού κινδύνου εάν οι πολίτες θεωρήσουν δεδομένο ότι η κυβέρνησή τους πρόκειται να χρησιμοποιήσει δημόσιους πόρους από τον εθνικό προϋπολογισμό για την κάλυψη των ζημιών τους· επικρίνει για αυτόν τον λόγο δράσεις και μέτρα που ενδέχεται να αποθαρρύνουν τη λήψη μέτρων αυτοπροστασίας από τους πολίτες ή τις κοινότητες· θεωρεί ότι οι πολίτες πρέπει να αναλαμβάνουν το μερίδιο της ευθύνης που τους αναλογεί και ότι οι αποζημιώσεις δεν θα πρέπει να καλύπτουν όλες τις ζημίες·
17. υπενθυμίζει ότι η ατομική ευθύνη σε αυτόν τον τομέα θα πρέπει να διατηρηθεί και είναι ενήμερο όσον αφορά τις προσπάθειες των κρατών μελών να συνδυάσουν την προώθηση της ατομικής ευθύνης με την παρέμβαση της κυβέρνησης·
18. συμπεραίνει ότι δεν υπάρχει στρέβλωση της αγοράς σε αυτόν τον τομέα ώστε να δικαιολογηθεί η παρέμβαση σε ευρωπαϊκό επίπεδο και δεν πιστεύει ότι θα ήταν δυνατό να βρεθεί μία ενιαία και αδιαφοροποίητη λύση όσον αφορά αυτό το ζήτημα· υπενθυμίζει ότι τα εξατομικευμένα προϊόντα ασφάλισης εξαρτώνται από πολλά στοιχεία, όπως είναι το είδος των κινδύνων, η πιθανή ποσότητα και ποιότητά τους, η νοοτροπία πρόληψης, η κατάσταση ετοιμότητας και η ικανότητα ανάληψης δράσης, και η προσέγγιση των μεμονωμένων κρατών μελών και των περιφερειακών αρχών ως προς την παρακολούθηση των κινδύνων και την προετοιμασία για την αντιμετώπισή τους·
19. θεωρεί ότι μια ευέλικτη αγορά ασφάλισης έναντι φυσικών καταστροφών επιτρέπει στις ασφαλιστικές εταιρίες να προσαρμόζουν τα προϊόντα τους σε διαφορετικές συνθήκες, και πιστεύει ότι η καθιέρωση ενός μη υποχρεωτικού πλαισίου είναι ο καλύτερος τρόπος για να αναπτυχθούν προϊόντα προσαρμοσμένα στους φυσικούς κινδύνους που παρουσιάζονται σε κάθε μεμονωμένη γεωγραφική περιοχή·
o o o
20. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.
Διορισμός του αντιπροέδρου του Εποπτικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας
269k
40k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τον διορισμό του Αντιπροέδρου του Εποπτικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (N7-0003/2014 – C7-0017/2014 – 2014/0900(NLE))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκή Κεντρικής Τράπεζας, της 22ας Ιανουαρίου 2014, σχετικά με τον διορισμό του Αντιπροέδρου του Εποπτικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (N7-0003/2014),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 26 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 2013 με το οποίο ανατίθενται ειδικά καθήκοντα στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων(1),
– έχοντας υπόψη τη Διοργανική Συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σχετικά με τις πρακτικές λεπτομέρειες που αφορούν την άσκηση της δημοκρατικής λογοδοσίας και την επίβλεψη της άσκησης των καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΚΤ στο πλαίσιο του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού(2),
– έχοντας υπόψη τον Κανονισμό του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7-0086/2014),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 26 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου ορίζει ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) υποβάλλει στο Κοινοβούλιο πρόταση για το διορισμό του Αντιπροέδρου του Εποπτικού της Συμβουλίου και ότι ο Αντιπρόεδρος επιλέγεται μεταξύ των μελών της εκτελεστικής επιτροπής της ΕΚΤ·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου ορίζει ότι κατά τους διορισμούς για τη συγκρότηση του Εποπτικού Συμβουλίου κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού λαμβάνονται υπόψη οι αρχές της ισόρροπης συμμετοχής των φύλων και της ενδεδειγμένης πείρας και προσόντων·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 21 Ιανουαρίου 2014, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο διόρισε, σύμφωνα με το άρθρο 283 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Sabine Lautenschläger μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της ΕΚΤ·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, με επιστολή της 22ας Ιανουαρίου 2014, η ΕΚΤ υπέβαλε στο Κοινοβούλιο πρόταση για τον διορισμό της Sabine Lautenschläger ως Αντιπροέδρου του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ για θητεία διαρκείας πέντε ετών·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Κοινοβουλίου πραγματοποίησε στη συνέχεια αξιολόγηση της εντολής της προτεινόμενης υποψήφιας, λαμβάνοντας ειδικότερα υπόψη τις απαιτήσεις του άρθρου 26, παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013· λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά τη διενέργεια αυτής της αξιολόγησης, η επιτροπή είχε στη διάθεσή της το βιογραφικό σημείωμα της προταθείσας υποψήφιας καθώς και τις απαντήσεις της στο γραπτό ερωτηματολόγιο·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιτροπή πραγματοποίησε στις 3 Φεβρουαρίου 2014 ακρόαση με την προταθείσα υποψήφια, κατά την οποία η τελευταία προέβη σε προκαταρκτική δήλωση και στη συνέχεια απάντησε στις ερωτήσεις των μελών της επιτροπής·
1. εγκρίνει την πρόταση της ΕΚΤ για διορισμό της Sabine Lautenschläger ως Αντιπροέδρου του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στο Συμβούλιο και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.
Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη συνεργασία για την εφαρμογή των νομοθεσιών τους περί ανταγωνισμού ***
256k
36k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη συνεργασία για την εφαρμογή των νομοθεσιών τους περί ανταγωνισμού (12418/2012 – C7-0146/2013 – 2012/0127(NLE))
– έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (12418/2012),
– έχοντας υπόψη το σχέδιο συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη συνεργασία για την εφαρμογή των νομοθεσιών τους περί ανταγωνισμού (12513/2012),
– έχοντας υπόψη το αίτημα έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με τα άρθρα 103 και 352, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) σημείο v) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0146/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 81 και το άρθρο 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (A7-0060/2014),
1. εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·
2. υπενθυμίζει στο Συμβούλιο ότι, εάν τροποποιήσει το σχέδιο απόφασης, θα πρέπει να ζητήσει εκ νέου την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας.
Συμφωνίες συνεργασίας της ΕΕ για την εφαρμογή της πολιτικής ανταγωνισμού – μελλοντικές προοπτικές
269k
58k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις συμφωνίες συνεργασίας της ΕΕ για την εφαρμογή της πολιτικής ανταγωνισμού - μελλοντικές προοπτικές (2013/2921(RSP))
– έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη συνεργασία για την εφαρμογή των νομοθεσιών τους περί ανταγωνισμού (COM(2012)0245),
– έχοντας υπόψη τη συμφωνία της 17ης Μαΐου 2013 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη συνεργασία για την εφαρμογή των νομοθεσιών τους περί ανταγωνισμού (12418/2012),
– έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με τα άρθρα 103 και 352, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 6 στοιχείο α) σημείο v), της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0146/2013),
– έχοντας υπόψη την ερώτηση για προφορική απάντηση προς την Επιτροπή της ΕΕ σχετικά με τις συμφωνίες συνεργασίας της ΕΕ για την εφαρμογή της πολιτικής ανταγωνισμού - μελλοντικές προοπτικές (O-000022/2014 – B7‑0105/2014),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 115, παράγραφος 5 και 110 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,
1. χαιρετίζει την προταθείσα συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη συνεργασία για την εφαρμογή των νομοθεσιών τους περί ανταγωνισμού (εφεξής "συμφωνία")· εκφράζει ιδιαίτερη ικανοποίηση για παρόμοιου είδους συμφωνίες συνεργασίας που αποσκοπούν στην εφαρμογή των κανόνων περί ανταγωνισμού σε ένα όλο και πλέον παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον στο οποίο τα καρτέλ λειτουργούν διασυνοριακά και οι συγχωνεύσεις συχνά αφορούν περισσότερα του ενός δικαιοδοτικά συστήματα·
2. πιστεύει ότι μια τέτοια συμφωνία με την Ελβετία είναι απαραίτητη, δεδομένης της στρατηγικής γεωγραφικής θέσης της Ελβετίας για την ΕΕ, την παρουσία πολλών εταιριών της ΕΕ στην Ελβετία και αντιστρόφως, και τον αριθμό παράλληλων ερευνών που διεξάγονται από αμφότερα τα δικαιοδοτικά συστήματα κατά το πρόσφατο παρελθόν· πιστεύει, περαιτέρω, ότι η εφαρμογή της συμφωνίας θα διευκολυνθεί δεδομένου του υψηλού βαθμού συμβατότητας των βασικών κανόνων περί ανταγωνισμού της ΕΕ και της Ελβετίας· ελπίζει ότι η δίωξη των διεθνών καρτέλ και η τιμωρία των διασυνοριακών αδικημάτων σοβαρής φύσεως θα καταστεί πλέον αποτελεσματική με βάση την παρούσα συμφωνία· ελπίζει, επίσης, ότι θα μειωθεί η επικάλυψη της εργασίας των αρμόδιων αρχών για θέματα ανταγωνισμού στη λήψη αποφάσεων για παρόμοιες περιπτώσεις, καθώς και ο κίνδυνος διαφορετικών αξιολογήσεων στα δύο δικαιοδοτικά συστήματα· καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ελβετική Επιτροπή Ανταγωνισμού να παραμείνουν ιδιαίτερα αποφασισμένοι όσον αφορά την καταπολέμηση των καρτέλ, δεδομένου ότι αυτά είναι επιζήμια για την ευημερία των καταναλωτών και την καινοτομία και επηρεάζουν αρνητικά την ανταγωνιστικότητα και των δύο οικονομιών·
3. εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του για το γεγονός ότι η συμφωνία δεν ορίζει δεσμευτικές υποχρεώσεις σε σχέση με τη συνεργασία και αφήνει ευρύ περιθώριο διακριτικής ευχέρειας, κυρίως μέσω της αναφοράς σε "σημαντικά συμφέροντα", τα οποία μπορεί να επικαλεσθεί οιοδήποτε μέρος ως δικαιολογία για να μην συμμορφωθεί με αίτημα το οποίο έχει υποβληθεί από το άλλο μέρος· καλεί την Επιτροπή και τις αρχές της Ελβετίας να συνεργαστούν με ειλικρίνεια· καλεί επίσης τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού της ΕΕ και την Ελβετική Επιτροπή Ανταγωνισμού να συνεργαστούν μεταξύ τους·
4. επισημαίνει τη σημασία να διασφαλιστεί η τήρηση των διαδικαστικών εγγυήσεων που παρέχονται στα μέρη από τα αντίστοιχα νομικά τους συστήματα· ζητεί τη δημιουργία ασφαλών μηχανισμών για την χρήση και τη διαβίβαση εμπιστευτικών πληροφοριών· καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει την ελκυστικότητα προγραμμάτων επιεικούς μεταχείρισης και διαδικασιών διακανονισμού, λαμβάνοντας υπόψη την γενική αρχή που διέπει την ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών και η οποία κατοχυρώνεται στην εν λόγω συμφωνία· υπογραμμίζει, ως εκ τούτου, τη σημασία προστασίας εγγράφων που αφορούν προγράμματα επιείκειας ή διαδικασίες διακανονισμού, ειδικότερα από ενδεχόμενη μελλοντική δημοσιοποίηση στο πλαίσιο αστικών ή ποινικών διαδικασιών, προκειμένου να παρασχεθεί στα μέρη που υποβάλουν αίτηση επιεικούς μεταχείρισης και στα μέρη μιας διαδικασίας διακανονισμού, η βεβαιότητα ότι τα έγγραφα αυτά δεν θα διαβιβαστούν ή χρησιμοποιηθούν χωρίς προηγούμενη συγκατάθεσή τους· υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να υπάρξει πλήρη εγγύηση όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς και του επιχειρηματικού απορρήτου·
5. επισημαίνει ότι είναι επιθυμητή η συνεκτική προσέγγιση για προσφυγές κατά τελικών αποφάσεων στα δύο δικαιοδοτικά συστήματα και καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή καθώς και την Ελβετική Επιτροπή Ανταγωνισμού να διερευνήσουν αυτόν τον πιθανό τομέα περαιτέρω συνεργασίας· σημειώνει, όμως, ότι η δυνατότητα που παρέχεται στα μέρη να ασκούν προσφυγή κατά ενδιάμεσων αποφάσεων, όπως αυτές που αφορούν την ανταλλαγή πληροφοριών, θα εμπόδιζε τις έρευνες και θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα της παρούσης συμφωνίας·
6. καλεί τα κράτη μέλη και τις εθνικές τους αρχές ανταγωνισμού να συνεργάζονται πλήρως με την Επιτροπή προκειμένου να εξασφαλίσουν την αποτελεσματική υλοποίηση της παρούσας συμφωνίας· θεωρεί ουσιώδες να ελέγχεται προσεκτικά η εφαρμογή αυτής της συμφωνίας ώστε να αποκομιστούν διδάγματα από την εμπειρία, και να ελεγχθούν οιαδήποτε πιθανά προβληματικά ζητήματα· καλεί την Επιτροπή, στο πλαίσιο αυτό, να προβεί σε παρόμοια παρακολούθηση·
7. σημειώνει, όμως, ότι η πρόοδος η οποία έχει επιτευχθεί σε ό,τι αφορά τη συνεργασία για την εφαρμογή των νομοθεσιών περί ανταγωνισμού της Ελβετίας και της ΕΕ δεν θα πρέπει να συγκαλύπτει την επείγουσα ανάγκη για σύναψη μιας συνολικής θεσμικής συμφωνίας μεταξύ της Ελβετίας και της ΕΕ, η οποία θα διασφαλίζει την ενιαία ερμηνεία, παρακολούθηση και εφαρμογή των διμερών συμφωνιών τους· καλεί την Επιτροπή στο πλαίσιο αυτό να συνάψει ταχέως και να υποβάλει στο Κοινοβούλιο μια ολοκληρωμένη θεσμική συμφωνία μεταξύ της Ελβετίας και της ΕΕ προκειμένου να εξασφαλίσει την αποτελεσματικότητα της εν λόγω συμφωνίας·
8. θεωρεί την νέα κύρια διάταξη που έχει εισαχθεί από αυτού του είδους "δεύτερης γενεάς συμφωνία", δηλαδή την δυνατότητα για την Επιτροπή και την Ελβετική Επιτροπή Ανταγωνισμού να ανταλλάσσουν εμπιστευτικές πληροφορίες, ως μια θετική εξέλιξη· πιστεύει ότι η συμφωνία αυτή θα πρέπει να θεωρηθεί ως μοντέλο για μελλοντικές διμερείς συμφωνίες συνεργασίας στον τομέα της εφαρμογής της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, εφόσον υφίσταται υψηλός βαθμός ομοιότητας μεταξύ των μερών της συμφωνίας σε ό,τι αφορά τους ουσιαστικούς τους κανόνες περί ανταγωνισμού, τις εξουσίες έρευνας και τις εφαρμοστέες κυρώσεις· πιστεύει ότι η ΕΕ θα πρέπει να εγκρίνει ένα γενικό πλαίσιο που θα θεσπίζει μια κατώτατη κοινή και συνεπή βάση για όλες τις μελλοντικές διαπραγματεύσεις σχετικά με τη συνεργασία για την εφαρμογή της νομοθεσίας του ανταγωνισμού, αφήνοντας όμως στην Επιτροπή περιθώριο για ελιγμούς για την επίτευξη πλέον φιλόδοξων στόχων σε κατά περίπτωση βάση· σημειώνει ότι το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει κανόνες για ασφαλείς διαύλους όσον αφορά τη διαβίβαση εμπιστευτικών πληροφοριών·
9. καλεί την Επιτροπή να προωθήσει ενεργά τη συνεργασία για την εφαρμογή της νομοθεσίας του ανταγωνισμού σε διεθνές επίπεδο, ιδίως σε πολυμερή φόρα όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (ΠΟΕ), το Διεθνές Δίκτυο Ανταγωνισμού (ΔΔΑ) και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ)· πιστεύει ότι αυτό θα αποτελούσε τον πλέον αποτελεσματικό μέσο συνεργασίας, επειδή οι έρευνες συχνά αφορούν πολλά δικαιοδοτικά συστήματα στα οποία δεν υφίστανται διμερείς συμφωνίες μεταξύ όλων των μερών, ή έχουν διαφορετικούς όρους όπου υφίστανται· καλεί τον ΟΟΣΑ και το ΔΔΑ να αναπτύξουν εργαλεία για την προώθηση της πολυμερούς συνεργασίας και για την διατήρηση ενημερωμένων κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά τις βέλτιστες πρακτικές·
10. επισημαίνει ότι παρόλο που η πολυμερής συνεργασία δεν είναι πλήρως λειτουργική το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα πρέπει να προωθήσουν αυτή τη μορφή διμερούς συμφωνίας· ενθαρρύνει την Επιτροπή να διερευνήσει τη δυνατότητα έναρξης παρόμοιων διαπραγματεύσεων με τις χώρες με τις οποίες υφίσταται ήδη συμφωνία "πρώτης γενεάς" καθώς και με άλλους σημαντικούς διεθνείς παράγοντες και αναδυόμενες οικονομίες όπως η Κίνα ή η Ινδία, στην περίπτωση όπου υπάρχει επαρκής βαθμός ομοιότητας μεταξύ των μερών της συμφωνίας όσον αφορά τους ουσιαστικούς κανόνες ανταγωνισμού, τις εξουσίες έρευνας και τις εφαρμοστέες κυρώσεις· υποστηρίζει, σε σχέση με την Κίνα, την περαιτέρω ανάπτυξη της συνεργασίας στη βάση του μνημονίου συμφωνίας ΕΕ-Κίνας (MoU) για συνεργασία στον τομέα της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας της 20ής Σεπτεμβρίου 2012, και καλεί να συμπεριληφθεί το θέμα αυτό στις διαπραγματεύσεις για την διμερή συνθήκη επενδύσεων, έτσι ώστε να προστατευθούν καλύτερα τα δικαιώματα των εταιριών της ΕΕ· υπογραμμίζει ότι μια στρατηγική για την επίτευξη σύγκλισης όσον αφορά την εφαρμογή της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας σε παγκόσμιο επίπεδο θα πρέπει να προβλέπει την ανάπτυξη αποτελεσματικών μέσων ώστε να εξασφαλίζεται ότι η νομοθεσία περί ανταγωνισμού στις τρίτες χώρες δεν θα χρησιμοποιείται για να συγκαλύψει στόχους βιομηχανικής πολιτικής·
11. εκφράζει, στο πλαίσιο αυτό, την ικανοποίησή του σχετικά με το μνημόνιο συμφωνίας για συνεργασία στις δραστηριότητες εφαρμογής της νομοθεσίας του ανταγωνισμού που υπογράφηκε με την Ινδία στις 21 Νοεμβρίου 2013 και την τρέχουσα διαπραγμάτευση σχετικά με διμερή συμφωνία δεύτερης γενεάς με τον Καναδά, καθώς και για τις διαπραγματεύσεις σχετικά με τις διατάξεις όσον αφορά τη συνεργασία στον τομέα του ανταγωνισμού στο πλαίσιο της Συμφωνίας Ελεύθερων Συναλλαγών (ΣΕΣ) με την Ιαπωνία· υπογραμμίζει ότι παρά το γεγονός ότι τα μνημόνια συμφωνίας και οι διατάξεις των ΣΕΣ αποτελούν ένα καλό πρώτο βήμα σε ό,τι αφορά τη συνεργασία, είναι ουσιαστικό να προχωρήσουμε προς ένα πλέον εξελιγμένο, δεσμευτικό τύπο συνεργασίας σε μακροπρόθεσμη βάση, επειδή τα διεθνή καρτέλ και οι περιπτώσεις παράβασης των κανόνων περί ανταγωνισμού εμφανίζονται όλο και συχνότερα σε παγκόσμιο επίπεδο·
12. καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να δώσουν μεγαλύτερη προτεραιότητα στην ενίσχυση του τμήματος που αφορά την πολιτική ανταγωνισμού στις ΣΕΣ·
13. σημειώνει, όμως, ότι απαιτείται να υπάρχει επαρκής ομοιότητα μεταξύ των εμπλεκόμενων νομοθεσιών περί ανταγωνισμού· σημειώνει επίσης ότι θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες που διαβιβάζονται από την ΕΕ δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την επιβολή στερητικών της ελευθερίας κυρώσεων σε φυσικά πρόσωπα, στο βαθμό που η προσέγγιση αυτή αποτελεί πολιτική επιλογή σε επίπεδο ΕΕ·
14. καλεί την Επιτροπή να πληροφορεί και να ενημερώνει τακτικά το Κοινοβούλιο σχετικά με όλα τα είδη δραστηριοτήτων στις οποίες συμμετέχει στον τομέα της διεθνούς συνεργασίας, είτε πρόκειται για πολυμερείς, είτε για διμερείς πρωτοβουλίες κάθε είδους (τυπικές συμφωνίες, μνημόνια συμφωνίας, κ.λπ.) πολύ πριν από το τελικό αποτέλεσμα, ιδίως σε ό,τι αφορά τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για τη διμερή συμφωνία με τον Καναδά· ζητεί αυτού του τύπου οι δραστηριότητες να συμπεριλαμβάνονται στο ετήσιο πρόγραμμα εργασίας που παρουσιάζεται από τον Επίτροπο αρμόδιο για θέματα ανταγωνισμού στο Κοινοβούλιο και ο Επίτροπος να ενημερώνει τακτικά με επιστολή τον πρόεδρο της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής για την εξέλιξη της διεθνούς συνεργασίας σε θέματα εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού·
15. καλεί την Επιτροπή, ενόψει των προσεχών διαπραγματεύσεων για συμφωνίες σε θέματα ανταγωνισμού να παράσχει πλέον λεπτομερείς και συχνές πληροφορίες στο Κοινοβούλιο·
16. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού, την Ελβετική Επιτροπή Ανταγωνισμού, τον ΠΟΕ, τον ΟΟΣΑ και το ΔΔΑ.
Εξουσιοδότηση των κρατών μελών να επικυρώσουν, προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη συνθήκη για το εμπόριο όπλων ***
254k
35k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου με την οποία εξουσιοδοτούνται τα κράτη μέλη να επικυρώσουν, προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Συνθήκη για το Εμπόριο Όπλων (12178/2013 – C7-0233/2013 – 2013/0225(NLE))
– έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (12178/2013),
– έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 114, το άρθρο 207 παράγραφος 3 και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) σημείο v) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0233/2013),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 81 και 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου καθώς και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0041/2014),
1. εγκρίνει το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.
Συνθήκη για το εμπόριο όπλων
366k
83k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την κύρωση της Συνθήκης για το εμπόριο όπλων (ΣΕΟ) (2014/2534(RSP))
– έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για το εμπόριο όπλων (ΣΕΟ) που εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 2 Απριλίου 2013,
– έχοντας υπόψη την απόφαση του Συμβουλίου αριθ. 2010/336/ΚΕΠΠΑ της 14ης Ιουνίου 2010(1) και τις προηγούμενες αποφάσεις του Συμβουλίου για τις δραστηριότητες της ΕΕ προς υποστήριξη της συνθήκης για το εμπόριο όπλων, καθώς και το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για την εξουσιοδότηση των κρατών μελών να επικυρώσουν, προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη συνθήκη για το εμπόριο όπλων (12178/2013),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1991, σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων(2),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 2009/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, για την απλούστευση των όρων και προϋποθέσεων για τις μεταφορές προϊόντων συνδεόμενων με τον τομέα της άμυνας εντός της Κοινότητας(3),
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 258/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2012, για την εφαρμογή του άρθρου 10 του πρωτοκόλλου των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την καταπολέμηση της παράνομης κατασκευής και διακίνησης πυροβόλων όπλων, των εξαρτημάτων τους, των μερών τους και των πυρομαχικών, που συμπληρώνει τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος («πρωτόκολλο των ΗΕ για τα πυροβόλα όπλα»), και για τη θέσπιση άδειας εξαγωγής, καθώς και μέτρων εισαγωγής και διαμετακόμισης για πυροβόλα όπλα, τα μέρη και εξαρτήματά τους και τα πυρομαχικά(4),
– έχοντας υπόψη την κοινή θέση 2008/944/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 2008, για τον καθορισμό κοινών κανόνων που διέπουν τον έλεγχο των εξαγωγών στρατιωτικής τεχνολογίας και εξοπλισμού(5),
– έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 21ης Ιουνίου 2007 σχετικά με τη συνθήκη για το εμπόριο όπλων: θέσπιση κοινών διεθνών κανόνων για την εισαγωγή, την εξαγωγή και τη μεταφορά συμβατικών όπλων(6), το ψήφισμά του της 13ης Ιουνίου 2012 σχετικά με τις διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του ΟΗΕ με θέμα τη Συνθήκη για το Εμπόριο Όπλων (ΣΕΟ)(7), και το ψήφισμά του της 13ης Μαρτίου 2008 σχετικά με τον Κώδικα Συμπεριφοράς της ΕΕ για τις Εξαγωγές Όπλων, αποτυχία εκ μέρους του Συμβουλίου να εγκρίνει την Κοινή Θέση και να μετατρέψει τον Κώδικα νομικά δεσμευτικό έγγραφο(8),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 21 και 34 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 3, 4 και 5 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη το αίτημα για έγκριση που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με τα άρθρα 207 παράγραφος 3 και 218 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0233/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 110, παράγραφος 2, του Κανονισμού,
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι το διεθνές εμπόριο συμβατικών όπλων αποτελεί δραστηριότητα μέσω της οποίας διακινούνται κάθε χρόνο ποσά της τάξης των 70 τουλάχιστον δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ και ότι, σύμφωνα με υπολογισμούς του ΟΗΕ, περίπου ένα εκατομμύριο όπλα, από τα 8 εκατομμύρια που κατασκευάζονται σε καθημερινή βάση σε ολόκληρο τον κόσμο, καταλήγει συνήθως σε λάθος χέρια, κατόπιν απώλειας ή κλοπής· λαμβάνοντας υπόψη ότι κάθε λεπτό ένας άνθρωπος χάνει τη ζωή του ως αποτέλεσμα ένοπλης βίας·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το Διεθνές Ερευνητικό Ινστιτούτο της Στοκχόλμης, στην ΕΕ ως σύνολο αντιστοιχεί το 26% των παγκόσμιων εξαγωγών όπλων και ότι 61% από τις εν λόγω εξαγωγές έχουν ως προορισμό χώρες εκτός της ΕΕ·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι από την έγκριση της οδηγίας 2009/43/ΕΚ και μετά, το εμπόριο στρατιωτικού εξοπλισμού εντός της ΕΕ ρυθμίζεται από κοινό ευρωενωσιακό σύστημα χορήγησης συνολικών αδειών, και ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αρμόδια για να συνάπτει διεθνείς συμφωνίες σε τομείς οι οποίοι εμπίπτουν εντός της αποκλειστικής της αρμοδιότητας·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινή θέση του 2008 του Συμβουλίου θεσπίζει τέσσερα δεσμευτικά κριτήρια τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε απόρριψη των αδειών εξαγωγής και άλλα τέσσερα που πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εν λόγω κριτήρια δεν θίγουν τη δυνατότητα των κρατών μελών να λαμβάνουν πιο περιοριστικά μέτρα ελέγχου των εξοπλισμών·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο των κοινών αξιών στις οποίες βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση και ότι, σύμφωνα με τις συνθήκες, η εμπορική πολιτική, ως τμήμα της εξωτερικής δράσης της ΕΕ, θα πρέπει να συμβάλει στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εξαγωγές όπλων έχουν επίπτωση όχι μόνο στην ασφάλεια αλλά και στην έρευνα και ανάπτυξη, την καινοτομία και το βιομηχανικό δυναμικό, στο διμερές και το πλειομερές εμπόριο, και στην αειφόρο ανάπτυξη· λαμβάνοντας υπόψη ότι η στρατιωτική αστάθεια που δημιουργείται από την αυξημένη διαθεσιμότητα όπλων έχει συχνά ως αποτέλεσμα την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας και την εμφάνιση φτώχειας· λαμβάνοντας υπόψη ότι το εμπόριο όπλων, ειδικά με τις αναπτυσσόμενες χώρες, συχνά οδηγεί στη διαφθορά και την υπερχρέωση και αντλεί σημαντικούς αναπτυξιακούς πόρους από τις κοινωνίες των χωρών αυτών· λαμβάνοντας υπόψη ότι το διεθνές εμπόριο μπορεί να σταθεί στο ύψος των δυνατοτήτων του όσον αφορά τη δημιουργία σταθερών θέσεων εργασίας, ανάπτυξης και οικονομικής αύξησης μόνο μέσα σε κλίμα καλής διακυβέρνησης, αν όχι ειρήνης, ασφάλειας και σταθερότητας σε διεθνές επίπεδο·
Γενικά ζητήματα
1. εκφράζει την ικανοποίησή του για την σύναψη, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, μιας νομικά δεσμευτικής συνθήκης για το εμπόριο όπλων (ΣΕΟ) που αφορά το διεθνές εμπόριο συμβατικών όπλων και προέκυψε μετά από μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις που διήρκησαν επτά έτη· υπενθυμίζει ότι η Συνθήκη αποσκοπεί αφενός στη θέσπιση των υψηλότερων δυνατών κοινών διεθνών προτύπων για τη ρύθμιση του διεθνούς εμπορίου συμβατικών όπλων και, αφετέρου, στην πρόληψη και εξάλειψη του λαθρεμπορίου συμβατικών όπλων, με σκοπό να συμβάλει στη διεθνή και περιφερειακή ειρήνη, ασφάλεια και σταθερότητα και να μειώσει τον ανθρώπινο πόνο· πιστεύει ότι η αποτελεσματική εφαρμογή της Συνθήκης μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην ενίσχυση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου σε ολόκληρο τον κόσμο· εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών συνέβαλαν ουσιαστικά στο έργο σε όλη τη διάρκειά του, από την έναρξη των εργασιών έως την έγκριση της Συνθήκης για το εμπόριο όπλων·
2. επισημαίνει ότι η μακροπρόθεσμη επιτυχία του καθεστώτος ΣΕΟ προϋποθέτει την συμμετοχή όσο το δυνατόν περισσότερων χωρών περιλαμβανομένων ειδικότερα όλων των κύριων παραγόντων του διεθνούς εμπορίου όπλων· εκφράζει την ικανοποίησή του διότι τα περισσότερα κράτη μέλη του ΟΗΕ έχουν ήδη υπογράψει τη Συνθήκη και παροτρύνει τα υπόλοιπα να πράξουν το ίδιο και να την κυρώσουν το συντομότερο δυνατό· καλεί την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) να προσθέσει στους στόχους της όσον αφορά την εξωτερική πολιτική μία πρόσκληση προς τρίτες χώρες για προσχώρηση στη ΣΕΟ και να την συμπεριλάβει στα θέματα που πρόκειται να εξετασθούν στο πλαίσιο διμερών συμφωνιών·
3. σημειώνει ότι ορισμένες εμπορικές συμφωνίες περιλαμβάνουν ρήτρες που προάγουν στόχους και συμφωνίες για τη μη διάδοση των όπλων μαζικής καταστροφής και καλεί κατά συνέπεια την Επιτροπή να διερευνήσει μέχρι ποιο βαθμό θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν τα σημερινά και τα μελλοντικά εμπορικά μέσα με στόχο την προβολή της επικύρωσης και εφαρμογής της ΣΕΟ·
4. τονίζει το γεγονός ότι οι παράνομες ή ανεξέλεγκτες μεταβιβάσεις όπλων αποτελούν παράγοντα που προξενεί δεινά στην ανθρωπότητα και πυροδοτεί ένοπλες συρράξεις, τροφοδοτεί αστάθεια, τρομοκρατικές επιθέσεις και διαφθορά – με όλα τα αναμενόμενα επακόλουθα της υπονόμευσης της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης – καθώς και παραβιάσεις της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, της νομοθεσίας περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου·
Πεδίο εφαρμογής
5. θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι η Συνθήκη δεν θεσπίζει κοινό και ακριβή ορισμό των συμβατικών όπλων και εφαρμόζεται μόνο στις οκτώ κατηγορίες όπλων οι οποίες καθορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, και εκφράζει τη λύπη του επίσης για την απουσία καταλόγου ο οποίος περιγράφει τους συγκεκριμένους τύπους των όπλων που περιλαμβάνονται σε κάθε μία από τις κατηγορίες αυτές· εκφράζει ωστόσο τη ικανοποίησή του διότι χρησιμοποιούνται ευρείες κατηγορίες για τον προσδιορισμό των τύπων όπλων που καλύπτονται· εκφράζει ιδιαίτερη ικανοποίηση για το γεγονός ότι το πεδίο εφαρμογής της συνθήκης καλύπτει τα φορητά όπλα, τον ελαφρύ οπλισμό, τα πυρομαχικά, καθώς και τα μέρη και εξαρτήματα αυτών· καλεί τα συμβαλλόμενα μέρη να εφαρμόσουν, για κάθε κατηγορία όπλων, τον ευρύτερο δυνατό ορισμό στο πλαίσιο της εθνικής τους νομοθεσίας· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το εμπόριο των εξ αποστάσεως πλοηγούμενων οπλισμένων εναέριων συστημάτων (μη επανδρωμένα αεροσκάφη) δεν περιλαμβάνεται στο πεδίο εφαρμογής της Συνθήκης·
6. λυπάται διότι παραμένει εκτός πεδίου Συνθήκης η τεχνική βοήθεια, η οποία περιλαμβάνει την επισκευή, τη συντήρηση και την ανάπτυξη, δραστηριότητες οι οποίες έχουν ωστόσο περιληφθεί στη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
7. καλεί τα κράτη μέλη να διευκρινίσουν ότι ο όρος 'μεταβίβαση', που αναφέρεται στο άρθρο 2, παράγραφος 2 της Συνθήκης, ισχύει για δωρεές, δανεισμούς και εκμισθώσεις και για όλα τα άλλα είδη μεταβίβασης και ότι, ως εκ τούτου, οι δραστηριότητες αυτές εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω Συνθήκης·
8. καλεί, σε σχέση με τον έλεγχο των εξαγωγών και την εφαρμογή του άρθρου 6 (Απαγόρευση) και του άρθρου 7 (1) (Εξαγωγές και Αξιολόγηση Εξαγωγών) της ΣΕΟ, τα συμβαλλόμενα κράτη να δώσουν μεγαλύτερη προσοχή σε είδη που μπορεί να χρησιμοποιηθούν τόσο για πολιτικούς όσο και για στρατιωτικούς σκοπούς, όπως είναι η τεχνολογία επιτήρησης, καθώς και σε ανταλλακτικά και προϊόντα κατάλληλα προς χρήση για κυβερνοπόλεμο ή για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που δεν επιφέρουν τον θάνατο, και προτείνει να διερευνηθεί η δυνατότητα επέκτασης του πεδίου εφαρμογής της ΣΕΟ - ώστε να συμπεριλάβει υπηρεσίες που σχετίζονται με την εξαγωγή όπλων και είδη και τεχνολογία διπλής χρήσης·
9. εκφράζει την ικανοποίησή του για τις διατάξεις που αποσκοπούν στην πρόληψη της εκτροπής των όπλων· σημειώνει ωστόσο το πολύ μεγάλο περιθώριο που έχει παρασχεθεί στα συμβαλλόμενα κράτη για τον καθορισμό του βαθμού κινδύνου από την εκτροπή των όπλων· εκφράζει τη λύπη του διότι τα πυρομαχικά, καθώς και τα μέρη και εξαρτήματα αυτών, δεν καλύπτονται με σαφήνεια από τις σχετικές διατάξεις και καλεί τα συμβαλλόμενα κράτη, ιδίως εκείνα που είναι κράτη μέλη της ΕΕ, να επανορθώσουν τούτη την παράλειψη στις εθνικές νομοθεσίες τους, σύμφωνα με την κοινή θέση του 2008 του Συμβουλίου·
10. αναγνωρίζει την ουσιαστική σημασία της αμυντικής βιομηχανίας για την ανάπτυξη και την καινοτομία, πέραν του θεμελιώδους ρόλου της όσον αφορά την παροχή δυνατοτήτων ζωτικής σημασίας· υπενθυμίζει τα νόμιμα συμφέροντα των κρατών ως προς την απόκτηση συμβατικών όπλων και ως προς την άσκηση του δικαιώματός τους στην αυτοάμυνα και στην παραγωγή, την εξαγωγή, την εισαγωγή και τη μεταβίβαση συμβατικών όπλων· υπενθυμίζει επίσης ότι είναι προς το συμφέρον των συμβαλλόμενων κρατών να διασφαλίσουν ότι η αμυντική βιομηχανία συμμορφώνεται με τη διεθνή νομοθεσία και τα δεσμευτικά καθεστώτα ελέγχου όπλων, έτσι ώστε να διαφυλάσσονται και να προστατεύονται οι θεμελιώδεις αρχές της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του ανθρωπιστικού δικαίου, και να προάγεται η πρόληψη και η επίλυση των συγκρούσεων·
11. καλεί την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης να βοηθήσουν στην ανάπτυξη δεσμευτικών κωδίκων δεοντολογίας για ιδιωτικούς φορείς που εμπλέκονται στο εμπόριο στρατιωτικών αγαθών, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες αρχές των Ηνωμένων Εθνών για τις Επιχειρήσεις και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα· ενθαρρύνει ιδιαίτερα την ευρωπαϊκή βιομηχανία όπλων να συμβάλει στις προσπάθειες στήριξης της εφαρμογής κατά τρόπο ανοικτό και διαφανή περιλαμβανομένων, κατά περίπτωση, εταιρικών σχέσεων ιδιωτικού - δημοσίου τομέα, και να προωθήσει τη συμμόρφωση, ιδίως μέσω της ενίσχυσης των υποχρεώσεων λογοδοσίας και της υποχρέωσης που απορρέει από την αρμοδιότητά για την πρόληψη των παράνομων μεταφορών όπλων
Κριτήρια και διεθνή πρότυπα
12. επισημαίνει τη σημασία της υποχρέωσης που έχει επιβληθεί με τη Συνθήκη στα συμβαλλόμενα κράτη όσον αφορά την θέσπιση εθνικού συστήματος ελέγχου των μεταφορών όπλων (εξαγωγές, εισαγωγές, διαμετακομίσεις, μεταφορτώσεις και μεσιτείες)·
13. εκφράζει ιδιαίτερα την ικανοποίησή του όσον αφορά την απαγόρευση όλων μεταφορών εφόσον το κράτος γνωρίζει κατά τη διαδικασία έγκρισης ότι τα όπλα θα χρησιμοποιηθούν για την διάπραξη γενοκτονίας, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας ή εγκλημάτων πολέμου·
14. εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι, με τρόπο εν γένει συνεπή προς τις διάφορες περιφερειακές συμφωνίες και πράξεις ελέγχου της μεταβίβασης, συμπεριλαμβανομένης της κοινής θέσης της ΕΕ του 2008, οι μεταφορές όπλων ενδέχεται να μην λάβουν έγκριση εάν τα συμβαλλόμενα κράτη θεωρήσουν ότι υπάρχει σημαντικός κίνδυνος τα όπλα να υπονομεύουν την ειρήνη και ασφάλεια ή να χρησιμοποιηθούν ενδεχομένως για: (1) παραβίαση του ανθρωπιστικού δικαίου, (2) παραβίαση των διατάξεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, (3) διάπραξη οργανωμένου εγκλήματος και (4) διάπραξη τρομοκρατικών πράξεων· παροτρύνει όλα τα συμβαλλόμενα κράτη να αναπτύξουν λεπτομερείς κατευθυντήριες γραμμές, έτσι ώστε τα κριτήρια αυτά να εφαρμόζονται με τη δέουσα αυστηρότητα και συνέπεια·
15. καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη συνοχή μεταξύ των διαφόρων ευρωπαϊκών οργάνων που ρυθμίζουν την κίνηση (εξαγωγές, μεταφορές, μεσιτεία και διαμετακόμιση) όπλων και αντικειμένων στρατηγικής φύσεως, όπως η κοινή θέση του Συμβουλίου του 2008, ο κανονισμός για τα είδη διπλής χρήσης (ΕΚ) αριθ. 428/2009, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 258/2012 όσον αφορά το άρθρο 10 του πρωτόκολλου σχετικά με τα πυροβόλα όπλα καθώς και στοχοθετημένα μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 218 της Συνθήκης, από απόψεως θεσμικού πλαισίου σε ευρωπαϊκό επίπεδο και μηχανισμών εφαρμογής, ώστε να αποφευχθούν νομική σύγχυση και υπερβολικές πρόσθετες δαπάνες για τους σχετικούς οικονομικούς φορείς της ΕΕ·
16. εκφράζει την ικανοποίησή του για την απαίτηση βάσει της οποίας τα κράτη μέλη, κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με άδειες, πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τον κίνδυνο χρήσης των όπλων που μεταβιβάζονται για τη διάπραξη ή τη διευκόλυνση σοβαρών πράξεων βίας με βάση το φύλο ή σοβαρών πράξεων βίας εις βάρος γυναικών και παιδιών·
Εφαρμογή και υποβολή εκθέσεων
17. επισημαίνει την μεγάλη σημασία που έχει η αποτελεσματική και αξιόπιστη εφαρμογή της Συνθήκης και ο σαφής προσδιορισμός των αρμοδιοτήτων των συμβαλλόμενων κρατών· Παρατηρεί, στο πλαίσιο αυτό, ότι στα συμβαλλόμενα κράτη παρέχεται μεγάλο περιθώριο ερμηνείας·
18. εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι δεν υφίσταται υποχρέωση αξιολόγησης της ύπαρξης εντάσεων ή ένοπλων συγκρούσεων στη χώρα προορισμού ούτε λαμβάνεται υπόψη η έκτασή τους·
19. επισημαίνει ότι απαιτείται από τα συμβαλλόμενα κράτη να υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τις εξαγωγές και εισαγωγές συμβατικών όπλων που πραγματοποιούν· ζητεί μετ’ επιτάσεως την κατά κανόνα δημοσιοποίηση των σχετικών εκθέσεων· καλεί αναλόγως τα κράτη μέλη της ΕΕ να δεσμευτούν όσον αφορά τη διαφάνεια και να δημοσιοποιούν τις ετήσιες εκθέσεις τους σχετικά με τις μεταβιβάσεις όπλων, χωρίς να περιμένουν η αρχή αυτή να γίνει αποδεκτή σε παγκόσμιο επίπεδο·
20. φρονεί ότι η πλήρης διαφάνεια εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την υποχρέωση λογοδοσίας ενώπιον των κοινοβουλίων, των πολιτών και των φορέων της κοινωνίας των πολιτών και ζητεί επιτακτικά να θεσπιστούν μηχανισμοί διαφάνειας μέσω των οποίων θα εξασφαλιστεί η λογοδοσία των κυβερνήσεων·
21. τονίζει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν τα εθνικά κοινοβούλια, οι ΜΚΟ και η κοινωνία των πολιτών τόσο στην εφαρμογή όσο και στην επιβολή των συμφωνηθέντων προτύπων της ΣΕΟ σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, όσο και στη θέσπιση ενός συστήματος ελέγχου που θα χαρακτηρίζεται από διαφάνεια και υποχρέωση λογοδοσίας· ζητεί επομένως να δοθεί στήριξη (περιλαμβανομένης και της οικονομικής) σε ένα διεθνή, διαφανή και σταθερό μηχανισμό ελέγχου ο οποίος θα ενισχύσει τον ρόλο των κοινοβουλίων και της κοινωνίας των πολιτών·
22. εκφράζει την ικανοποίησή του όσον αφορά τις διατάξεις σχετικά με τη διεθνή συνεργασία και συνδρομή και τη θέσπιση εθελοντικού καταπιστευματικού ταμείου για την παροχή συνδρομής στα συμβαλλόμενα κράτη που χρειάζονται ενίσχυση για την εφαρμογή της Συνθήκης·
23. εκφράζει επίσης την ικανοποίησή του για τη συγκρότηση της Διάσκεψης των συμβαλλόμενων κρατών η οποία θα συνέρχεται σε τακτά χρονικά διαστήματα για να παρακολουθεί την εφαρμογή της Συνθήκης και, μεταξύ άλλων, να διασφαλίζει ότι το εμπόριο νέων τεχνολογιών για όπλα καλύπτεται από τη Συνθήκη·
Η ΕΕ και τα κράτη μέλη της
24. αναγνωρίζει τον συνεπή ρόλο που διαδραμάτισε η ΕΕ και τα κράτη μέλη της στην προσπάθεια υποστήριξης της διεθνούς διαδικασίας θέσπισης κοινών δεσμευτικών κανόνων που θα διέπουν το διεθνές εμπόριο όπλων· εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν υπογράψει τη Συνθήκη· προσβλέπει στην ταχεία κύρωσή της από τα κράτη μέλη μόλις το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δώσει τη συγκατάθεσή του·
25. καλεί ως εκ τούτου την ελληνική Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ να θέσει ως ύψιστη προτεραιότητα την κύρωση και εφαρμογή της ΣΕΟ και να ενημερώνει τακτικά το Κοινοβούλιο για τις αντίστοιχες δραστηριότητες· προτρέπει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τη ΣΕΟ γρήγορα, αποτελεσματικά και με ενιαίο τρόπο σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχίζοντας παράλληλα να εφαρμόζουν πλήρως την κοινή θέση του Συμβουλίου σχετικά με τις εξαγωγές όπλων του 2008, η οποία αποτελεί την ισχύουσα βάση κοινών ευρωπαϊκών προτύπων σε ό,τι αφορά τους ελέγχους στις εξαγωγές όπλων·
26. υπενθυμίζει στα κράτη μέλη την κοινή ευθύνη τους για την εφαρμογή και ερμηνεία της κοινής θέσης του Συμβουλίου του 2008 για τις εξαγωγές όπλων με ενιαίο, και ισότιμα αυστηρό τρόπο·
27. παροτρύνει τα κράτη μέλη να τηρούν πλήρως τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από την ΕΕ και τον ΟΗΕ όσον αφορά την υποβολή εκθέσεων σε πνεύμα διαφάνειας και πληρότητας και τα καλεί να προάγουν τη διαφάνεια και την ανταλλαγή πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών όσον αφορά τις μεταβιβάσεις όπλων και την εκτροπή όπλων σε παγκόσμιο επίπεδο·
28. χαιρετίζει τον ενεργό ρόλο που διαδραματίζει η ΕΕ στις διαπραγματεύσεις όσον αφορά τη Συνθήκη για το Εμπόριο Όπλων· εκφράζει όμως τη λύπη του για το γεγονός ότι η ΣΕΟ δεν περιλαμβάνει διατάξεις οι οποίες θα επέτρεπαν στην ΕΕ ή σε άλλες περιφερειακές οργανώσεις να καταστούν συμβαλλόμενα μέρη στη Συνθήκη· τονίζει ότι είναι ανάγκη οι περιφερειακές οργανώσεις να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στην εφαρμογή της Συνθήκης και ζητεί με την πρώτη ευκαιρία να περιληφθούν σχετικές διατάξεις στη ΣΕΟ ο οποίες θα επιτρέψουν στην ΕΕ και σε άλλες περιφερειακές οργανώσεις να καταστούν συμβαλλόμενα μέρη της·
29. εκφράζει την ικανοποίησή του διότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται δυνάμει της Συνθήκης να υποβάλουν ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τις εξαγωγές αλλά και με τις εισαγωγές τους (άρθρο 13 παράγραφος 3), κάτι το οποίο συνιστά μία πολύ θετική πτυχή που προωθεί την εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών, δεδομένου ότι με τον τρόπο αυτό λαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με τα όπλα που αγοράζουν οι άλλες χώρες·
30. καλεί την Επιτροπή να υποβάλει φιλόδοξη πρόταση για απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με ευρωενωσιακό μηχανισμό στήριξης για την εφαρμογή της ΣΕΟ·
31. καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να συνδράμουν τις τρίτες χώρες που έχουν ανάγκη ενίσχυσης στην προσπάθεια τήρησης των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη Συνθήκη· στο πλαίσιο αυτό, εκφράζει την ικανοποίησή του για τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της 16ης Δεκεμβρίου 2013, βάσει των οποίων χορηγούνται 5,2 εκατομμύρια EUR από τον προϋπολογισμό της ΕΕ στο εθελοντικό καταπιστευματικό ταμείο που θα δημιουργηθεί δυνάμει της Συνθήκης·
32. υπογραμμίζει ότι όλες οι προσπάθειες για την ενίσχυση της εφαρμογής θα πρέπει να συντονίζονται στενά με δραστηριότητες άλλων δωρητών, ή ερευνητικών ινστιτούτων καθώς και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, όπως αυτές οι οποίες χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο της διευκόλυνσης αρωγής του ΟΗΕ που στηρίζει τη συνεργασία για τη ρύθμιση των όπλων (UNSCAR), και η οποία παρέχει μεγάλες δυνατότητες για συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας των πολιτών·
33. καλεί την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) να σχεδιάσουν και να θέσουν σε εφαρμογή ένα συνεκτικό πρόγραμμα δραστηριοτήτων προβολής της ΣΕΟ, το οποίο θα ενσωματώνει και θα αξιοποιεί τις υφιστάμενες δραστηριότητες των συμβαλλομένων μερών στη ΣΕΟ λαμβάνοντας υπόψη τις δραστηριότητες που αφορούν τις πρωτοβουλίες παροχής συμβουλών από οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών σε τοπικό επίπεδο καθώς και δραστηριότητες προβολής άλλων δωρητών και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, συνυπολογίζοντας με τον προσήκοντα τρόπο τα διδάγματα που αποκομίστηκαν στον εν λόγω τομέα·
34. Εφιστά την προσοχή στην διάταξη με την οποία προβλέπεται, ως ύστατο μέτρο, η τροποποίηση της Συνθήκης με πλειοψηφία τριών τετάρτων των συμβαλλόμενων κρατών σε περίπτωση που αυτή κρίνεται σκόπιμη και παροτρύνει την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να κάνουν χρήση αυτής της διάταξης στο μέλλον προκειμένου να ενισχύσουν περαιτέρω το ρυθμιστικό καθεστώς και να εξαλείψουν οποιαδήποτε νομικά κενά· καλεί εν τω μεταξύ την Επιτροπή να προαγάγει διμερείς λύσεις στο πλαίσιο των εμπορικών σχέσεων που ρυθμίζονται μέσω συνθήκης·
35. καλεί την Ελληνική Βουλή, στο πλαίσιο της Ελληνικής Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ, να θέσει το ζήτημα της κύρωσης της Συνθήκης για το εμπόριο όπλων και της κοινής θέσης του Συμβουλίου του 2008 στην ημερήσια διάταξη της διακοινοβουλευτικής διάσκεψης σχετικά με την ΚΕΠΠΑ/ΚΠΑΑ·
36. καλεί το Συμβούλιο, δεδομένου ότι η ΣΕΟ αφορά τόσο αποκλειστικές αρμοδιότητες της ΕΕ όσο και εθνικές αρμοδιότητες, να επιτρέψει στα κράτη μέλη να κυρώσουν τη ΣΕΟ προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
o o o
37. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στα εθνικά κοινοβούλια των κρατών μελών της ΕΕ, στην Ύπατη Εκπρόσωπο για τις Εξωτερικές Υποθέσεις και την Πολιτική Ασφάλειας/Αντιπρόεδρο της Επιτροπής, στην Επιτροπή και στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
Άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της ΕΕ ***I
609k
349k
Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (COM(2013)0192 – C7-0097/2013 – 2013/0103(COD))(1)
(3) Μετά την επανεξέταση, θα πρέπει να τροποποιηθούν ορισμένες διατάξεις των κανονισμών προκειμένου να βελτιωθεί η διαφάνεια και η προβλεψιμότητα, να θεσπιστούν αποτελεσματικά μέτρα για την καταπολέμηση των αντιποίνων, να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα και ο έλεγχος της εφαρμογής τους και να βελτιστοποιηθεί η πρακτική επανεξέτασης. Επιπλέον, στους κανονισμούς θα πρέπει να συμπεριληφθούν ορισμένες πρακτικές που έχουν εφαρμοστεί κατά τα τελευταία χρόνια, στο πλαίσιο ερευνών αντιντάμπινγκ και κατά των επιδοτήσεων.
(3) Μετά την επανεξέταση, θα πρέπει να τροποποιηθούν ορισμένες διατάξεις των κανονισμών προκειμένου να βελτιωθεί η διαφάνεια και η προβλεψιμότητα, να θεσπιστούν αποτελεσματικά μέτρα για την καταπολέμηση των αντιποίνων από τρίτες χώρες, να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα και ο έλεγχος της εφαρμογής τους και να βελτιστοποιηθεί η πρακτική επανεξέτασης.
(4) Προκειμένου να βελτιωθεί η διαφάνεια και η προβλεψιμότητα των ερευνών αντιντάμπινγκ και κατά των επιδοτήσεων, τα μέρη που θίγονται από την επιβολή των προσωρινών μέτρων αντιντάμπινγκ και των αντισταθμιστικών μέτρων, ιδίως οι εισαγωγείς, πρέπει να ενημερώνονται για την επικείμενη επιβολή των εν λόγω μέτρων. Το διαθέσιμο χρονικό διάστημα πρέπει να αντιστοιχεί στην περίοδο που μεσολαβεί μεταξύ της υποβολής του σχεδίου εκτελεστικής πράξης στην επιτροπή αντιντάμπιγκ, που συστάθηκε με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 597/2009, και στη θέσπιση της πράξης από την Επιτροπή. Η εν λόγω περίοδος καθορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού (EΕ) αριθ. 182/2011. Επίσης, σε έρευνες, κατά τις οποίες δεν είναι σκόπιμο να επιβληθούν προσωρινά μέτρα, είναι επιθυμητό τα μέρη να λαμβάνουν γνώση της εν λόγω μη επιβολής, αρκετό χρόνο νωρίτερα.
(5) Πρέπει να παρέχεται στους εξαγωγείς ή παραγωγούς σύντομο χρονικό διάστημα πριν από την επιβολή των προσωρινών μέτρων προκειμένου να ελέγχουν τον υπολογισμό του οικείου ατομικού περιθωρίου του ντάμπινγκ ή των επιδοτήσεων. Κατά τον τρόπο αυτό θα μπορούν να διορθώνονται τυχόν υπολογιστικά σφάλματα πριν από την επιβολή των μέτρων.
(6) Προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων για την καταπολέμηση των αντιποίνων, οι παραγωγοί της Ένωσης θα πρέπει να μπορούν να επικαλούνται τους κανονισμούς χωρίς τον φόβο αντίποινων από τρίτα μέρη. Οι ισχύουσες διατάξεις προβλέπουν, σε ειδικές περιστάσεις, την έναρξη έρευνας, χωρίς να έχει υποβληθεί καταγγελία, εφόσον υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη ντάμπινγκ, αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας. Τέτοιες ειδικές περιστάσεις πρέπει να περιλαμβάνουν απειλές για αντίποινα.
(6) Προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων για την καταπολέμηση των αντιποίνων, οι παραγωγοί της Ένωσης θα πρέπει να μπορούν να επικαλούνται τους κανονισμούς χωρίς τον φόβο αντίποινων από τρίτα μέρη. Οι ισχύουσες διατάξεις προβλέπουν, σε ειδικές περιστάσεις, ιδίως στις περιπτώσεις που αφορούν διαφορετικούς και κατακερματισμένους τομείς που απαρτίζονται σε μεγάλο βαθμό από μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), την έναρξη έρευνας, χωρίς να έχει υποβληθεί καταγγελία, εφόσον υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη ντάμπινγκ, αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας. Τέτοιες ειδικές περιστάσεις πρέπει να περιλαμβάνουν απειλές για αντίποινα από τρίτες χώρες.
(7) Όταν μια έρευνα δεν έχει ξεκινήσει με καταγγελία πρέπει να επιβάλλεται στους παραγωγούς της Ένωσης η υποχρέωση παροχής των αναγκαίων πληροφοριών, για να προχωρήσει η έρευνα και να διασφαλίζεται ότι διατίθενται επαρκείς πληροφορίες για τη διενέργεια της έρευνας σε περίπτωση απειλής για αντίποινα.
(7) Όταν μια έρευνα δεν έχει ξεκινήσει με καταγγελία πρέπει να υποβάλλεται στους παραγωγούς της Ένωσης αίτημα συνεργασίας για την παροχή των αναγκαίων πληροφοριών, για να προχωρήσει η έρευνα και να διασφαλίζεται ότι διατίθενται επαρκείς πληροφορίες για τη διενέργεια της έρευνας σε περίπτωση απειλής για αντίποινα. Οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις θα πρέπει να απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή προκειμένου να μην επιβαρύνονται με αδικαιολόγητο διοικητικό φόρτο και δαπάνες.
(10) Για να βελτιστοποιηθεί η πρακτική της επανεξέτασης, οι δασμοί που έχουν εισπραχθεί κατά τη διάρκεια της έρευνας θα πρέπει να επιστρέφονται στους εισαγωγείς, εφόσον τα μέτρα δεν παρατείνονται μετά την περάτωση της έρευνας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων. Η προσέγγιση αυτή ενδείκνυται, δεδομένου ότι κατά τη διάρκεια της έρευνας δεν διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν οι απαιτούμενοι όροι για τη συνέχιση των μέτρων.
(11a) Κάθε έγγραφο που αποσκοπεί στην αποσαφήνιση των καθιερωμένων πρακτικών της Επιτροπής όσον αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού (συμπεριλαμβανομένων και των τεσσάρων σχεδίων κατευθυντήριων γραμμών για την επιλογή της ανάλογης χώρας, τις αναθεωρήσεις των λήξεων και τη διάρκεια των μέτρων, το περιθώριο ζημίας και το συμφέρον της Ένωσης) θα πρέπει να εγκρίνεται από την Επιτροπή μόνο μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και αφού προηγηθεί η δέουσα διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο και θα πρέπει συνεπώς να αντικατοπτρίζει το περιεχόμενο του παρόντος κανονισμού.
(11β) Η Ένωση δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος των συμβάσεων της ΔΟΕ, ενώ τα κράτη μέλη της Ένωσης είναι. Επί του παρόντος, μόνο οι βασικές συμβάσεις της ΔΟΕ έχουν επικυρωθεί από όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης. Προκειμένου να τηρείται επικαιροποιημένος ο ορισμός για το επαρκές επίπεδο κοινωνικών προτύπων που βασίζονται στις συμβάσεις της ΔΟΕ και παρατίθενται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 , η Επιτροπή, με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα επικαιροποιήσει το εν λόγω παράρτημα μόλις τα κράτη μέλη της Ένωσης επικυρώσουν άλλες συμβάσεις προτεραιότητας της ΔΟΕ.
(12a) Διαφορετικοί και κατακερματισμένοι τομείς που αποτελούνται σε μεγάλο βαθμό από ΜΜΕ, αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά την πρόσβαση σε διαδικασίες εμπορικής αντίκρουσης λόγω της πολυπλοκότητας των διαδικασιών και του υψηλού συναφούς κόστους. Η συμμετοχή των ΜΜΕ θα θα πρέπει να βελτιωθεί με την ενίσχυση του ρόλου του γραφείου υποστήριξης για τις ΜΜΕ, το οποίο θα πρέπει να στηρίζει τις ΜΜΕ στην υποβολή καταγγελιών και στην επίτευξη των απαραίτητων ορίων για την έναρξη ερευνών. Οι διοικητικές διαδικασίες που σχετίζονται με τις διαδικασίες εμπορικής άμυνας θα πρέπει επίσης να προσαρμοστούν καλύτερα στους περιορισμούς των ΜΜΕ.
(12β) Στις υποθέσεις αντιντάμπινγκ, η διάρκεια των ερευνών πρέπει να περιορίζεται στους εννέα μήνες και οι έρευνες αυτές πρέπει να ολοκληρώνονται εντός 12 μηνών από την έναρξη των διαδικασιών. Στις υποθέσεις κατά των επιδοτήσεων, η διάρκεια των ερευνών θα πρέπει να περιορίζεται στους εννέα μήνες και οι έρευνες αυτές πρέπει να ολοκληρώνονται εντός δέκα μηνών από την έναρξη των διαδικασιών. Σε κάθε περίπτωση, προσωρινοί δασμοί πρέπει να επιβάλλονται μόνο κατά την περίοδο που μεσολαβεί μεταξύ 60 ημερών και έξι μηνών μετά την έναρξη των διαδικασιών.
(12γ) Τα αδιαβάθμητα στοιχεία των επιχειρήσεων που διαβιβάζονται στην Επιτροπή, θα πρέπει καλύτερα να κοινοποιούνται στα ενδιαφερόμενα μέρη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η διαβούλευση με την ενωσιακή βιομηχανία θα πρέπει να αποτελεί υποχρέωση της Επιτροπής πριν από την αποδοχή οιασδήποτε ανάληψης υποχρέωσης.
(18) Για να αξιολογηθεί το συμφέρον της Ένωσης, πρέπει να παρέχεται σε όλους τους παραγωγούς της Ένωσης η ευκαιρία να υποβάλουν παρατηρήσεις και όχι μόνον στους παραγωγούς που υποβάλλουν την καταγγελία.
(18a) Η ετήσια έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1225/2009 και του κανονισμού (EΚ) αριθ. 597/2009, επιτρέπει την τακτική και έγκαιρη εποπτεία των μέσων εμπορικής άμυνας στο πλαίσιο της καθιέρωσης διαρθρωμένου βιομηχανικού διαλόγου επί του θέματος αυτού. Η δημοσιοποίηση της έκθεσης αυτής, έξι μήνες μετά την υποβολή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, διασφαλίζει τη διαφάνεια των μέσων εμπορικής άμυνας για τους εμπλεκόμενους φορείς και το κοινό.
(18β) Η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίσει μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τις διαδικασίες, τις εσωτερικές διαδικασίες και τα αποτελέσματα των ερευνών, καθώς και όλων των αδιαβάθμητων πληροφοριών στα ενδιαφερόμενα μέρη, μέσω μιας επιγραμμικής πλατφόρμας.
(18δ) Όπου ο αριθμός των παραγωγών στην Ένωση με τόσο μεγάλος ώστε να απαιτείται δειγματοληψία, κατά την επιλογή του δείγματος των παραγωγών, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη την αναλογία των ΜΜΕ στο δείγμα, ιδίως στην περίπτωση διαφορετικών και κατακερματισμένων βιομηχανικών τομέων που σε μεγάλο βαθμό απαρτίζονται από ΜΜΕ.
(18ε) Για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των μέσων εμπορικής άμυνας, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις πρέπει να έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν έγγραφες καταγγελίες από κοινού με τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 2009 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(Η τροπολογία αυτή εφαρμόζεται στο σύνολο του κανονισμού του Συμβουλίου (EΚ) αριθ. 1225/2009)
(11α) Όλο και περισσότερο, τρίτες χώρες παρεμβαίνουν στο εμπόριο προς όφελος των εγχώριων παραγωγών, παραδείγματος χάρη με την επιβολή φόρων εξαγωγής ή με την εφαρμογή συστημάτων διπλής τιμολόγησης. Τέτοιου είδους παρεμβάσεις δημιουργούν πρόσθετες στρεβλώσεις στις εμπορικές συναλλαγές. Κατά συνέπεια, οι ενωσιακοί παραγωγοί δεν υφίστανται μόνο ζημία από το ντάμπινγκ, αλλά υφίστανται, σε σύγκριση με τους παραγωγούς των επόμενων σταδίων του προϊόντος από τρίτες χώρες που εμπλέκονται σε τέτοιες πρακτικές, πρόσθετες στρεβλώσεις του εμπορίου. Οι διαφορές στο επίπεδο των εργασιακών και περιβαλλοντικών προτύπων μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε πρόσθετες στρεβλώσεις στις εμπορικές συναλλαγές. Ως εκ τούτου, ο κανόνας του χαμηλότερου δασμού δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που η χώρα εξαγωγής έχει ανεπαρκές επίπεδο κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων. Το επαρκές επίπεδο προσδιορίζεται μέσω της επικύρωσης των βασικών συμβάσεων της ΔΟΕ και των πολυμερών περιβαλλοντικών συμφωνιών (ΠΠΣ), στις οποίες η ΕΕ είναι συμβαλλόμενο μέρος. Οι ΜΜΕ πλήττονται ιδιαίτερα από τον αθέμιτο ανταγωνισμό λόγω του γεγονότος ότι το μικρό τους μέγεθος δεν τους επιτρέπει να προσαρμοστούν σε αυτόν. Ως εκ τούτου, ο κανόνας του χαμηλότερου δασμού δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση που η καταγγελία υποβάλλεται από τομέα που αποτελείται, σε μεγάλο βαθμό, από ΜΜΕ. Ωστόσο, προκειμένου να προστατευτεί το δημόσιο συμφέρον, ο κανόνας του χαμηλότερου δασμού εφαρμόζεται πάντοτε στις περιπτώσεις που οι διαρθρωτικές στρεβλώσεις στο εμπόριο πρώτων υλών είναι αποτέλεσμα σκόπιμης επιλογής από λιγότερο ανεπτυγμένη χώρα.
-1β. Στο άρθρο 1 παράγραφος 1 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
"Η χρήση προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ στην εξερεύνηση της υφαλοκρηπίδας ή της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης ενός κράτους μέλους, ή στην εκμετάλλευση των πόρων της, θεωρείται, δυνάμει του παρόντος κανονισμού, εισαγωγή και υπόκειται σε αντίστοιχο δασμό σε περίπτωση που προκαλεί ζημία στην ενωσιακή βιομηχανία."
-1γ. Στο άρθρο 1 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:
"4a. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως «πρώτη ύλη» νοείται ο συντελεστής παραγωγής ενός συγκεκριμένου προϊόντος που έχει καθοριστικό αντίκτυπο στο κόστος παραγωγής του."
-1δ. Στο άρθρο 1 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:
"4β. Θεωρείται ότι μια πρώτη ύλη αποτελεί αντικείμενο διαρθρωτικών στρεβλώσεων όταν η τιμή της δεν διαμορφώνεται μόνον από την κανονική λειτουργία των δυνάμεων της αγοράς με βάση την προσφορά και τη ζήτηση. Οι εν λόγω στρεβλώσεις οφείλονται στις παρεμβάσεις τρίτων χωρών που σχετίζονται μεταξύ άλλων με την επιβολή φόρων εξαγωγής, εξαγωγικών περιορισμών και συστημάτων διπλής τιμολόγησης."
-1ε. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) αντικαθίσταται ως εξής:
Μία κατάλληλη τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς θα επιλέγεται με εύλογο τρόπο, αφού ληφθεί δεόντως υπόψη κάθε αξιόπιστη πληροφορία διαθέσιμη κατά τη στιγμή της επιλογής. Επίσης θα λαμβάνονται υπόψη οι σχετικές προθεσμίες· όπου είναι σκόπιμο, θα χρησιμοποιείται μία τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς η οποία εμπλέκεται στην ίδια έρευνα.
«Μία κατάλληλη τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς θα επιλέγεται με εύλογο τρόπο, αφού ληφθεί δεόντως υπόψη κάθε αξιόπιστη πληροφορία διαθέσιμη κατά τη στιγμή της επιλογής. Η χώρα που επιλέγεται, έχει επαρκές επίπεδο κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων, με το επαρκές επίπεδο να προσδιορίζεται μέσω της επικύρωσης και της αποτελεσματικής εφαρμογής από την τρίτη χώρα των πολυμερών περιβαλλοντικών συμφωνιών και των σχετικών πρωτοκόλλων, στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος καθ' οιονδήποτε χρόνο, καθώς και των συμβάσεων της ΔΟΕ που αναφέρονται στο παράρτημα Ια. Επίσης θα λαμβάνονται υπόψη οι σχετικές προθεσμίες· όπου είναι σκόπιμο, θα χρησιμοποιείται μία τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς η οποία εμπλέκεται στην ίδια έρευνα.»
1α. Στο άρθρο 5 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
Με την επιφύλαξη όσων προβλέπονται στην παράγραφο 6, η έναρξη έρευνας για να διαπιστωθούν η ύπαρξη, η έκταση και οι επιπτώσεις των τυχόν εικαζόμενων πρακτικών ντάμπινγκ προϋποθέτει γραπτή καταγγελία εκ μέρους κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου, καθώς και κάθε ένωσης χωρίς νομική προσωπικότητα, που ενεργεί επ' ονόματι της κοινοτικής βιομηχανίας.
«Με την επιφύλαξη όσων προβλέπονται στην παράγραφο 6, η έναρξη έρευνας για να διαπιστωθούν η ύπαρξη, η έκταση και οι επιπτώσεις των τυχόν εικαζόμενων πρακτικών ντάμπινγκ προϋποθέτει γραπτή καταγγελία εκ μέρους κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου, καθώς και κάθε ένωσης χωρίς νομική προσωπικότητα, που ενεργεί επ' ονόματι της ενωσιακής βιομηχανίας. Καταγγελίες μπορούν επίσης να υποβάλλονται εκ μέρους του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, ή κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου ή ένωσης χωρίς νομική προσωπικότητα, που ενεργεί επ' ονόματι του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, από κοινού με συνδικαλιστικές οργανώσεις.»
1β. Στο άρθρο 5, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:
"1a. Στην περίπτωση διαφορετικών και κατακερματισμένων βιομηχανικών τομέων που αποτελούνται, σε μεγάλο βαθμό, από μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις (ΜΜΕ), η Επιτροπή διευκολύνει την πρόσβαση στο μέσο, στο πλαίσιο υποθέσεων αντιντάμπινγκ, μέσω ενός γραφείου υποστήριξης για τις ΜΜΕ.
Το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ προωθεί την ευαισθητοποίηση όσον αφορά το μέσο, παρέχει πληροφορίες και διευκρινίσεις σχετικά με τον τρόπο υποβολής των καταγγελιών και την καλύτερη παρουσίαση των αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με την ύπαρξη ντάμπινγκ και ζημίας, ιδίως όσον αφορά:
Το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ διαθέτει τυποποιημένα έντυπα στατιστικών στοιχείων που πρέπει να υποβάλλονται για συγκεκριμένους σκοπούς και ερωτηματολόγια.
Μετά την έναρξη μιας έρευνας, το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ προσδιορίζει και ενημερώνει τις ΜΜΕ που είναι πιθανό να επηρεάζονται, σχετικά με την έναρξη των ερευνητικών διαδικασιών και τις προθεσμίες για την εγγραφή τους ως ενδιαφερόμενα μέρη.
Το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ βοηθά στη συμπλήρωση ερωτηματολογίων, όπου δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στα ερωτήματα των ΜΜΕ όσον αφορά τις έρευνες που έχουν ξεκινήσει δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 6. Στο μέτρο του δυνατού, συμβάλλει στη μείωση του φόρτου που προκαλείται από τα γλωσσικά εμπόδια.
Σε περίπτωση που οι ΜΜΕ παρουσιάζουν αρχικά αποδεικτικά στοιχεία για ντάμπινγκ, το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ παρέχει σε αυτές πληροφορίες όσον αφορά την εξέλιξη του όγκου και της αξίας των εισαγωγών των εν λόγω προϊόντων, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 6
Παρέχει επίσης κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις συμπληρωματικές μεθόδους επαφής και σύνδεσης με τον σύμβουλο ακροάσεων και τις εθνικές τελωνειακές αρχές. Το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ ενημερώνει επίσης τις ΜΜΕ σχετικά με τις δυνατότητες και τους όρους υπό τους οποίους θα μπορούσαν να ζητήσουν την επανεξέταση των μέτρων και την επιστροφή των δασμών αντιντάμπινγκ που έχουν καταβληθεί."
1γ. Στο άρθρο 5 παράγραφος 4 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Στην περίπτωση των διαφορετικών και κατακερματισμένων βιομηχανικών τομέων που αποτελούνται, σε μεγάλο βαθμό, από μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, η Επιτροπή βοηθά στην επίτευξη αυτών των κατώτατων ορίων μέσω της στήριξης που παρέχει το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ.»
1δ. Στο άρθρο 5, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
6. Αν, υπό ειδικές περιστάσεις, αποφασίζεται από την Επιτροπή η έναρξη έρευνας χωρίς να έχει ληφθεί γραπτή καταγγελία εκ μέρους ή για λογαριασμό της κοινοτικής βιομηχανίας με αίτημα την έναρξη τέτοιας έρευνας, η απόφαση αυτή πρέπει να στηρίζεται στην ύπαρξη επαρκών αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με το ντάμπινγκ, τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2, τα οποία να δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.
«6. Αν, υπό ειδικές περιστάσεις, και ιδίως στην περίπτωση διαφορετικών και κατακερματισμένων βιομηχανικών τομέων που αποτελούνται, σε μεγάλο βαθμό, από μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, η Επιτροπή αποφασίσει να αρχίσει έρευνα χωρίς να έχει λάβει γραπτή καταγγελία προς τούτο εκ μέρους ή για λογαριασμό της ενωσιακής βιομηχανίας, οφείλει να στηρίζεται σε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το ντάμπινγκ, τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια, κατά την έννοια της παραγράφου 2, τα οποία δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.»
1ε. Στο άρθρο 6, η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
9. Όταν πρόκειται για διαδικασία κινηθείσα βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 9, η έρευνα ολοκληρώνεται, ει δυνατόν εντός προθεσμίας ενός έτους. Οι έρευνες περατούνται εντός 15 μηνών από την έναρξη της διαδικασίας βάσει των πορισμάτων που εξάγονται σύμφωνα με τα άρθρα 8 ή 9.
«9. Όταν πρόκειται για διαδικασία κινηθείσα βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 9, η έρευνα ολοκληρώνεται, ει δυνατόν, σε διάστημα μικρότεροτων εννέα μηνών. Οι έρευνες περατώνονται εντός ενός έτους από την έναρξη της διαδικασίας βάσει των πορισμάτων που εξάγονται σύμφωνα με τα άρθρα 8 ή 9. Οι περίοδοι έρευνας, ιδίως στην περίπτωση διαφορετικών και κατακερματισμένων τομέων που απαρτίζονται κατά κύριο λόγο από ΜΜΕ συμπίπτουν με το οικονομικό έτος.»
Οι παραγωγοί του ομοειδούς προϊόντος της Ένωσης υποχρεούνται να συνεργάζονται σε διαδικασίες που έχουν κινηθεί σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 6.
Οι παραγωγοί του ομοειδούς προϊόντος της Ένωσης,με εξαίρεση τους μικρούς και πολύ μικρούς παραγωγούς της Ένωσης,καλούνται να συνεργάζονται σε διαδικασίες που έχουν κινηθεί σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 6.
10a. Η Επιτροπή εξασφαλίζει σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη τη βέλτιστη δυνατή πρόσβαση στις πληροφορίες, διαμορφώνοντας ένα σύστημα ενημέρωσης στο πλαίσιο του οποίου τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώνονται όταν στους φακέλους των ερευνών προστίθενται νέες αδιαβάθμητες πληροφορίες. Οι αδιαβάθμητες πληροφορίες γίνονται επίσης προσβάσιμες μέσω μιας διαδικτυακής πλατφόρμας.
10β. Η Επιτροπή διασφαλίζει την ουσιαστική άσκηση των δικονομικών δικαιωμάτων των ενδιαφερομένων μερών και εξασφαλίζει ότι οι διαδικασίες διεξάγονται με αμεροληψία, αντικειμενικότητα και εντός εύλογης χρονικής περιόδου, διαμέσου ενός συμβούλου ακροάσεων, κατά περίπτωση.
Τροπολογία 27 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – σημείο 2 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 Άρθρο 6 – σημείο 10 γ (νέο)
10γ. Η Επιτροπή εκδίδει ερωτηματολόγια προς χρήση κατά τις έρευνες, σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης, μετά από αίτημα των ενδιαφερομένων μερών.
1. Είναι δυνατόν να επιβληθούν προσωρινοί δασμοί εφόσον έχει αρχίσει η διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 5, έχει εκδοθεί δημόσια ανακοίνωση, έχει παρασχεθεί στα ενδιαφερόμενα μέρη κατάλληλη δυνατότητα για να υποβάλλουν πληροφορίες και να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 10, έχει διατυπωθεί προσωρινό συμπέρασμα με το οποίο επιβεβαιώνεται η ύπαρξη ντάμπινγκ και η εξ αυτού πρόκληση ζημίας στην κοινοτική βιομηχανία και εφόσον το συμφέρον της Κοινότητας επιβάλλει τη λήψη μέτρων για την αποτροπή της ζημίας. Οι προσωρινοί δασμοί επιβάλλονται το νωρίτερο 60 ημέρες και το αργότερο εννέα μήνες μετά την έναρξη της διαδικασίας.
1. Είναι δυνατόν να επιβληθούν προσωρινοί δασμοί εφόσον έχει αρχίσει η διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 5, έχει εκδοθεί δημόσια ανακοίνωση, έχει παρασχεθεί στα ενδιαφερόμενα μέρη κατάλληλη δυνατότητα για να υποβάλλουν πληροφορίες και να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 10, έχει διατυπωθεί προσωρινό συμπέρασμα με το οποίο επιβεβαιώνεται η ύπαρξη ντάμπινγκ και η εξ αυτού πρόκληση ζημίας στην ενωσιακή βιομηχανία και εφόσον το συμφέρον της Ένωσης επιβάλλει τη λήψη μέτρων για την αποτροπή της ζημίας. Οι προσωρινοί δασμοί επιβάλλονται το νωρίτερο 60 ημέρες και το αργότερο έξι μήνες μετά την έναρξη της διαδικασίας.
(a) στην παράγραφο 1, προστίθεται η ακόλουθη πρόταση:
Διαγράφεται
«Οι προσωρινοί δασμοί δεν εφαρμόζονται για διάστημα τριών εβδομάδων από τη διαβίβαση των πληροφοριών προς τα ενδιαφερόμενα μέρη, σύμφωνα με το άρθρο 19α. Η παροχή των πληροφοριών αυτών δεν προδικάζει τις μεταγενέστερες αποφάσεις που μπορεί να λάβει η Επιτροπή.»
Το ύψος του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ, όπως αυτό έχει υπολογισθεί προσωρινά. Αν δεν διαπιστωθεί ότι υπάρχουν διαρθρωτικές στρεβλώσεις στο εμπόριο πρώτων υλών, όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν στη χώρα εξαγωγής, ο χαμηλότερος δασμός θα πρέπει να είναι κατώτερος από το περιθώριο ντάμπινγκ, αν η επιβολή αυτού του χαμηλότερου δασμού θεωρείται επαρκής για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής.
Το ύψος του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το προσωρινώς καθορισθέν περιθώριο ντάμπινγκ, και θα πρέπει να είναι κατώτερο του εν λόγω περιθωρίου, αν η επιβολή δασμού χαμηλότερου ύψους κρίνεται επαρκής για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται η ενωσιακή βιομηχανία.
Αυτός ο χαμηλότερος δασμός δεν εφαρμόζεται εφόσον:
(a) διαπιστωθεί ότι υπάρχουν διαρθρωτικές στρεβλώσεις ή σημαντικές κρατικές παρεμβάσεις που αφορούν, μεταξύ άλλων, τις τιμές, το κόστος και τις εισροές, συμπεριλαμβανομένων, για παράδειγμα, των πρώτων υλών και της ενέργειας, την έρευνα και την εργασία, τις εκροές, τις πωλήσεις και τις επενδύσεις, τη χειραγώγηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών και την αθέμιτη χρηματοδότηση του εμπορίου, όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν στη χώρα εξαγωγής·
(β) η χώρα εξαγωγής δεν έχει επαρκές επίπεδο κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων, με το επαρκές επίπεδο να προσδιορίζεται μέσω της επικύρωσης και της αποτελεσματικής εφαρμογής από την τρίτη χώρα των πολυμερών περιβαλλοντικών συμφωνιών και των σχετικών πρωτοκόλλων, στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος καθ' οιονδήποτε χρόνο, καθώς και των συμβάσεων της ΔΟΕ που αναφέρονται στο παράρτημα Ι·
(γ) ο προσφεύγων αντιπροσωπεύει διαφορετική και κατακερματισμένη βιομηχανία που σε μεγάλο βαθμό απαρτίζεται από ΜΜΕ·
(δ) διαπιστωθεί βάσει της έρευνας ή μιας ξεχωριστής έρευνας κατά των επιδοτήσεων τουλάχιστον προσωρινά ότι η χώρα εξαγωγής παρέχει μία ή περισσότερες επιδοτήσεις στους παραγωγούς του υπό εξέταση προϊόντος εξαγωγής.
Ωστόσο, αυτός ο χαμηλότερος δασμός πρέπει να εφαρμόζεται πάντοτε στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι υπάρχουν διαρθρωτικές στρεβλώσεις στο εμπόριο πρώτων υλών, όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν στη χώρα εξαγωγής και η χώρα εξαγωγής ανήκει στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες, όπως παρατίθενται στο παράρτημα IV του κανονισμού (EE) αριθ. 978/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
__________
* Κανονισμός (EE) αριθ. 978/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την εφαρμογή συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 732/2008.
3a. Στο άρθρο 8, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
1. Υπό την προϋπόθεση ότι έχει διατυπωθεί προσωρινό συμπέρασμα το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη ντάμπινγκ και την εξ αυτού πρόκληση ζημίας, η Επιτροπή μπορεί να αποδεχθεί ικανοποιητική οικειοθελή ανάληψη υποχρεώσεων που προσφέρει εξαγωγέας για να αναθεωρήσει τις τιμές του ή να παύσει τις εισαγωγές του σε τιμές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, αν, κατόπιν συγκεκριμένων διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, διαπιστωθεί ότι αυτή η ανάληψη υποχρεώσεων εξουδετερώνει τις ζημιογόνες επιπτώσεις του ντάμπινγκ. Σε αυτή την περίπτωση και στο βαθμό που ισχύουν οι αναλήψεις υποχρεώσεων, οι προσωρινοί δασμοί που έχει επιβάλει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 ή οι οριστικοί δασμοί που έχει επιβάλει το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4, κατά περίπτωση, δεν εφαρμόζονται στις αντίστοιχες εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που κατασκευάζεται από τις εταιρείες οι οποίες αναφέρονται στην απόφαση της Επιτροπής για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων όπως έχει τροποποιηθεί. Οι αυξήσεις τιμών βάσει αναλήψεων υποχρεώσεων αυτού του είδους δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερες από αυτές που χρειάζονται για την εξουδετέρωση του περιθωρίου ντάμπινγκ, και μάλιστα θα πρέπει να υπολείπονται του περιθωρίου ντάμπινγκ, εφόσον οι αυξήσεις αυτής της κλίμακας θα ήταν αρκετές για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται ο κοινοτικόςκλάδος παραγωγής.
«1. Υπό την προϋπόθεση ότι έχει διατυπωθεί προσωρινό συμπέρασμα το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη ντάμπινγκ και την εξ αυτού πρόκληση ζημίας, η Επιτροπή μπορεί να αποδεχθεί ικανοποιητική οικειοθελή ανάληψη υποχρεώσεων που προσφέρει εξαγωγέας για να αναθεωρήσει τις τιμές του ή να παύσει τις εισαγωγές του σε τιμές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, κατόπιν συγκεκριμένων διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή η ανάληψη υποχρεώσεων εξουδετερώνει πλήρως τις ζημιογόνες επιπτώσεις του ντάμπινγκ. Σε αυτή την περίπτωση και στο βαθμό που ισχύουν οι αναλήψεις υποχρεώσεων, οι προσωρινοί δασμοί που έχει επιβάλει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 ή οι οριστικοί δασμοί που έχει επιβάλει το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4, κατά περίπτωση, δεν εφαρμόζονται στις αντίστοιχες εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που κατασκευάζεται από τις εταιρείες οι οποίες αναφέρονται στην απόφαση της Επιτροπής για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων όπως έχει τροποποιηθεί. Οι αυξήσεις τιμών βάσει αναλήψεων υποχρεώσεων αυτού του είδους δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερες από αυτές που χρειάζονται για την εξουδετέρωση του περιθωρίου ντάμπινγκ, και μάλιστα υπολείπονται του περιθωρίου ντάμπινγκ, εφόσον οι αυξήσεις αυτής της κλίμακας θα ήταν αρκετές για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται η ενωσιακή βιομηχανία, εκτός αν, κατά την επιβολή προσωρινών, ή οριστικών δασμών, η Επιτροπή έχει αποφασίσει ότι δεν εφαρμόζεται ο χαμηλότερος δασμός».
3β. Στο άρθρο 8, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
4. Τα μέρη που προσφέρονται να αναλάβουν κάποια υποχρέωση οφείλουν να παρέχουν μη εμπιστευτική εκδοχή της ανάληψης υποχρέωσης ώστε να είναι δυνατό να την πληροφορούνται τα μέρη που αφορά η έρευνα.
"4. Τα μέρη που προσφέρονται να αναλάβουν κάποια υποχρέωση οφείλουν να παρέχουν ουσιαστική μη εμπιστευτική περιγραφή της ανάληψης υποχρέωσης, ώστε να είναι δυνατόν να την πληροφορούνται τα μέρη που αφορά η έρευνα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Τα μέλη καλούνται να δημοσιοποιούν όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες που αφορούν το περιεχόμενο και τη φύση της επιχείρησης προστατεύοντας όμως δεόντως τις εμπιστευτικές πληροφορίες κατά την έννοια του άρθρου 19. Επιπλέον, πριν από την αποδοχή της ανάληψης υποχρέωσης, η Επιτροπή διαβουλεύεται την ενωσιακή βιομηχανία σχετικά με τα κύρια χαρακτηριστικά και την εφαρμογή της ανάληψης υποχρέωσης.»
Το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ που έχει καθορισθεί. Αν δεν διαπιστωθεί ότι υπάρχουν διαρθρωτικές στρεβλώσεις στο εμπόριο πρώτων υλών, όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν στη χώρα εξαγωγής, ο χαμηλότερος δασμός θα πρέπει να είναι κατώτερος από το περιθώριο ντάμπινγκ, αν η επιβολή αυτού του χαμηλότερου δασμού κρίνεται επαρκής για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται ο ενωσιακός κλάδοςπαραγωγής.»
Το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ που έχει καθορισθεί, αλλά θα πρέπει να είναι κατώτερο του εν λόγω περιθωρίου, αν η επιβολή δασμού χαμηλότερου ύψους κρίνεται επαρκής για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται η ενωσιακή βιομηχανία.
Αυτός ο χαμηλότερος δασμός δεν εφαρμόζεται εφόσον:
(a) διαπιστωθεί ότι υπάρχουν διαρθρωτικές στρεβλώσεις ή σημαντικές κρατικές παρεμβάσεις που αφορούν, μεταξύ άλλων, τις τιμές, το κόστος και τις εισροές, συμπεριλαμβανομένων, για παράδειγμα, των πρώτων υλών και της ενέργειας, την έρευνα και την εργασία, τις εκροές, τις πωλήσεις και τις επενδύσεις, τη χειραγώγηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών και την αθέμιτη χρηματοδότηση του εμπορίου, όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν στη χώρα εξαγωγής·
(β) η χώρα εξαγωγής δεν έχει επαρκές επίπεδο κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων, με το επαρκές επίπεδο να προσδιορίζεται μέσω της επικύρωσης και της αποτελεσματικής εφαρμογής από την τρίτη χώρα των πολυμερών περιβαλλοντικών συμφωνιών και των σχετικών πρωτοκόλλων, στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος καθ' οιονδήποτε χρόνο, καθώς και των συμβάσεων της ΔΟΕ που αναφέρονται στο παράρτημα Ι·
(γ) ο προσφεύγων αντιπροσωπεύει διαφορετική και κατακερματισμένη βιομηχανία που σε μεγάλο βαθμό απαρτίζεται από ΜΜΕ·
(δ) διαπιστωθεί βάσει της έρευνας ή μιας ξεχωριστής έρευνας κατά των επιδοτήσεων ότι η χώρα εξαγωγής παρέχει μία ή περισσότερες επιδοτήσεις στους παραγωγούς του υπό εξέταση προϊόντος εξαγωγής.
Ωστόσο, αυτός ο χαμηλότερος δασμός πρέπει να εφαρμόζεται πάντοτε στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι υπάρχουν διαρθρωτικές στρεβλώσεις στο εμπόριο πρώτων υλών, όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν στη χώρα εξαγωγής και η χώρα εξαγωγής ανήκει στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες, όπως παρατίθενται στο παράρτημα IV του κανονισμού (EE) αριθ. 978/2012.
—α) Στην παράγραφο 2 το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
Για να αρχίσει επανεξέταση ενόψει της λήξης της ισχύος των μέτρων, πρέπει η σχετική αίτηση να περιέχει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι η λήξη ισχύος των μέτρων είναι πιθανόν να οδηγήσει στη συνέχιση ή την επανάληψη του ντάμπινγκ και της ζημίας. Η πιθανότητα αυτή μπορεί, παραδείγματος χάρη, να στηρίζεται σε στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το ντάμπινγκ και η ζημία συνεχίζονται ή ότι η εξάλειψη της ζημίας οφείλεται εν μέρει ή εξ ολοκλήρου στην ύπαρξη των μέτρων ή ότι η κατάσταση των εξαγωγέων ή οι συνθήκες που επικρατούν στην αγορά ενδέχεται να οδηγήσουν σε περαιτέρω άσκηση ζημιογόνων πρακτικών ντάμπινγκ.
«Για να αρχίσει επανεξέταση ενόψει της λήξης της ισχύος των μέτρων, πρέπει η σχετική αίτηση να περιέχει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι η λήξη ισχύος των μέτρων είναι πιθανόν να οδηγήσει στη συνέχιση ή την επανάληψη του ντάμπινγκ και της ζημίας. Η πιθανότητα αυτή μπορεί, παραδείγματος χάρη, να στηρίζεται σε στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το ντάμπινγκ και η ζημία συνεχίζονται ή ότι η εξάλειψη της ζημίας οφείλεται εν μέρει ή εξ ολοκλήρου στην ύπαρξη των μέτρων ή ότι η κατάσταση των εξαγωγέων ή οι συνθήκες που επικρατούν στην αγορά ενδέχεται να οδηγήσουν σε περαιτέρω άσκηση ζημιογόνων πρακτικών ντάμπινγκ. Η εν λόγω πιθανότητα μπορεί επίσης να στηρίζεται στις συνεχείς παρεμβάσεις της χώρας εξαγωγής
Κατά τη διεξαγωγή των ερευνών βάσει της παρούσας παραγράφου, παρέχεται στους εξαγωγείς, τους εισαγωγείς, τους εκπροσώπους της χώρας εξαγωγής και τους κοινοτικούς παραγωγούς η δυνατότητα να προβάλλουν περαιτέρω επιχειρήματα ή αντεπιχειρήματα ή να διατυπώνουν παρατηρήσεις σχετικά με τα θέματα που θίγονται στην αίτηση επανεξέτασης, ενώ για την εξαγωγή συμπερασμάτων λαμβάνονται καταλλήλως υπόψη όλα τα συναφή και δεόντως τεκμηριωμένα αποδεικτικά στοιχεία που έχουν υποβληθεί σχετικά με το αν τυχόν η λήξη ισχύος μέτρων είναι ή όχι πιθανόν να οδηγήσει σε συνέχιση ή σε επανάληψη του ντάμπινγκ και της ζημίας.»
(a) στην παράγραφο 5, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:
Διαγράφεται
«Εάν, ύστερα από έρευνα σύμφωνα με την παράγραφο 2, το μέτρο παύει να ισχύει, οι δασμοί που έχουν εισπραχθεί από την ημερομηνία έναρξης της εν λόγω έρευνας πρέπει να επιστρέφονται υπό την προϋπόθεση ότι θα υποβληθεί σχετικό αίτημα στις εθνικές τελωνειακές αρχές και ότι οι εν λόγω αρχές θα προβούν στην επιστροφή των δασμών, σύμφωνα με την ισχύουσα τελωνειακή νομοθεσία της Ένωσης, και σχετικά με την επιστροφή και διαγραφή δασμών. Επιστροφή τέτοιας μορφής δεν γεννά υποχρέωση καταβολής τόκων από τις εθνικές τελωνειακές αρχές.»
6a. Στο άρθρο 14, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
3. Βάσει του παρόντος κανονισμού είναι δυνατό να θεσπιστούν ειδικές διατάξεις, ιδίως όσον αφορά τον κοινό ορισμό της έννοιας της καταγωγής, όπως αυτός περιέχεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα.
"3. Είναι δυνατό να θεσπίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού ειδικές διατάξεις, ειδικότερα σε σχέση με τον κοινό ορισμό της έννοιας της καταγωγής, όπως αυτός περιέχεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (1) ή σύμφωνα με το άρθρο 2 αυτού."
6β. Στο άρθρο 14, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
5. Η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα, μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή, να ζητήσει από τις τελωνειακές αρχές να προβούν στις κατάλληλες ενέργειες για την καταγραφή των εισαγωγών, έτσι ώστε να είναι δυνατή η μεταγενέστερη επιβολή μέτρων έναντι των εισαγωγών αυτών με ισχύ από την ημερομηνία καταγραφής τους. Οι εισαγωγές είναι δυνατό να καταγράφονται μετά από σχετική αίτηση της κοινοτικής βιομηχανίας η οποία να περιλαμβάνει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν αυτή την ενέργεια. Η καταγραφή θεσπίζεται με κανονισμό ο οποίος διευκρινίζει το σκοπό της εν λόγω ενέργειας και, αν χρειάζεται, το υπολογιζόμενο ποσό στο οποίο θα ανέρχεται η ενδεχόμενη μελλοντική οφειλή. Οι εισαγωγές δεν υποβάλλονται σε καταγραφή για χρονική περίοδο μεγαλύτερη των εννέα μηνών.
«5. Η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα, αφού ενημερώσει τα κράτη μέλη σε εύθετο χρόνο, να ζητήσει από τις τελωνειακές αρχές να προβούν στις κατάλληλες ενέργειες για την καταγραφή των εισαγωγών, έτσι ώστε να είναι δυνατή η μεταγενέστερη επιβολή μέτρων έναντι των εισαγωγών αυτών με ισχύ από την ημερομηνία καταγραφής τους. Οι εισαγωγές καταγράφονται μετά από σχετική αίτηση της ενωσιακής βιομηχανίας η οποία να περιλαμβάνει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν αυτή την ενέργεια. Οι εισαγωγές είναι δυνατό να υποβάλλονται σε καταγραφή κατόπιν πρωτοβουλίας της Επιτροπής.
Οι εισαγωγές καταγράφονται από την ημερομηνία έναρξης της έρευνας όταν η καταγγελία της ενωσιακής βιομηχανίας περιλαμβάνει αίτηση για καταγραφή και επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν αυτή την ενέργεια.
Η καταγραφή θεσπίζεται με κανονισμό ο οποίος διευκρινίζει το σκοπό της εν λόγω ενέργειας και, αν χρειάζεται, το υπολογιζόμενο ποσό στο οποίο θα ανέρχεται η ενδεχόμενη μελλοντική οφειλή. Οι εισαγωγές δεν υποβάλλονται σε καταγραφή για χρονική περίοδο μεγαλύτερη των εννέα μηνών.»
6γ. Στο άρθρο 14, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
6. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή σε μηνιαία βάση τα στοιχεία για το εισαγωγικό εμπόριο των προϊόντων σε σχέση με τα οποία διεξάγεται έρευνα ή έχουν επιβληθεί μέτρα, καθώς και για το ύψος των δασμών που εισπράττονται βάσει του παρόντος κανονισμού.
«6. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή σε μηνιαία βάση τα στοιχεία για το εισαγωγικό εμπόριο των προϊόντων σε σχέση με τα οποία διεξάγεται έρευνα ή έχουν επιβληθεί μέτρα, καθώς και για το ύψος των δασμών που εισπράττονται βάσει του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή δύναται, κατόπιν δεόντως αιτιολογημένου και ρητού αιτήματος ενδιαφερόμενου μέρους, και αφού ζητηθεί η γνώμη της επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2, να αποφασίσει να κοινοποιήσει τις πληροφορίες που αφορούν τους όγκους και τις τιμές εισαγωγής των εν λόγω προϊόντων.»
6δ. Στο άρθρο 14 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:
«7a. Όταν η Επιτροπή προτίθεται να εκδώσει ή να δημοσιεύσει έγγραφο προκειμένου να αποσαφηνιστεί η καθιερωμένη πρακτική της ως προς την εφαρμογή οποιουδήποτε στοιχείου του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή πραγματοποιεί διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πριν από την έκδοση ή τη δημοσίευση και θα λαμβάνει υπόψη τις απόψεις τους. Οποιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίηση των εγγράφων αυτών υπόκειται σε διαδικαστικές απαιτήσεις. Σε κάθε περίπτωση, τα εν λόγω έγγραφα συμμορφώνονται πλήρως με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Τα έγγραφα αυτά δεν δύνανται να διευρύνουν τη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής, όπως αυτή ερμηνεύεται από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τη θέσπιση μέτρων.»
«1. Όταν είναι μεγάλος ο αριθμός των ενωσιακών παραγωγών, των εξαγωγέων ή των εισαγωγέων, των τύπων προϊόντος ή των συναλλαγών, η έρευνα είναι δυνατόν να περιορίζεται σε εύλογο αριθμό ενδιαφερομένων μερών, προϊόντων ή συναλλαγών, με τη χρήση δειγματοληψιών που να ανταποκρίνονται στις αρχές της στατιστικής και λαμβανομένων ως βάση των στοιχείων που είναι διαθέσιμα κατά το χρόνο της επιλογής· εναλλακτικά η έρευνα είναι δυνατόν να περιορίζεται στον μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο παραγωγής, πωλήσεων ή εξαγωγών, για τον οποίο μπορεί λογικά να διεξαχθεί έρευνα εντός του διαθέσιμου χρόνου.»
«1. Όταν είναι μεγάλος ο αριθμός των ενωσιακών παραγωγών, των εξαγωγέων ή των εισαγωγέων που συνεργάζονται με τη συγκατάθεσή τους στην έρευνα, ή των τύπων προϊόντος ή των συναλλαγών, η έρευνα είναι δυνατόν να περιορίζεται σε εύλογο αριθμό ενδιαφερομένων μερών, προϊόντων ή συναλλαγών, με τη χρήση δειγματοληψιών που να ανταποκρίνονται στις αρχές της στατιστικής και λαμβανομένων ως βάση των στοιχείων που είναι διαθέσιμα κατά το χρόνο της επιλογής· εναλλακτικά η έρευνα είναι δυνατόν να περιορίζεται στον μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο παραγωγής, πωλήσεων ή εξαγωγών, για τον οποίο μπορεί λογικά να διεξαχθεί έρευνα εντός του διαθέσιμου χρόνου. Στην περίπτωση διαφορετικών και κατακερματισμένων βιομηχανικών τομέων που αποτελούνται, σε μεγάλο βαθμό, από ΜΜΕ, στην τελική επιλογή των μερών θα πρέπει, όπου είναι δυνατόν, να λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό τους στον οικείο τομέα.»
1. Οι παραγωγοί της Ένωσης, οι εισαγωγείς, οι εξαγωγείς και οι αντιπροσωπευτικές τους ενώσεις και οι εκπρόσωποι της χώρας εξαγωγής δύνανται να ζητούν πληροφορίες σχετικά με τη σχεδιαζόμενη επιβολή των προσωρινών δασμών. Οι αιτήσεις για την παροχή αυτών των πληροφοριών υποβάλλονται εγγράφως εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να παρέχονται σ’ αυτά τα μέρη, τουλάχιστον δύο εβδομάδες πριν από τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 για την επιβολή των προσωρινών δασμών. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να περιλαμβάνουν:
Διαγράφεται
(a) περίληψη των προτεινόμενων δασμών μόνο για ενημερωτικούς σκοπούς και
(β) αναλυτικά στοιχεία για τον υπολογισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ και του περιθωρίου που είναι επαρκές για την εξουδετέρωση της ζημίας για τον κλάδο παραγωγής της Ένωσης, αφού ληφθεί δεόντως υπόψη η ανάγκη τήρησης των υποχρεώσεων εμπιστευτικότητας που περιέχονται στο άρθρο 19. Τα μέρη διαθέτουν προθεσμία τριών εργάσιμων ημερών για την υποβολή παρατηρήσεων σχετικά με την ακρίβεια των υπολογισμών.
9. Στο άρθρο 21 η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
Διαγράφεται
‘2. Προκειμένου να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις ώστε οι αρχές να μπορούν να λάβουν υπόψη τους όλες τις απόψεις και όλα τα στοιχεία, πριν αποφασίσουν αν η επιβολή μέτρων εξυπηρετεί ή όχι το συμφέρον της Ένωσης, παρέχεται το δικαίωμα στους ενωσιακούς παραγωγούς, εισαγωγείς και τις αντιπροσωπευτικές τους ενώσεις και σε αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των χρηστών και των καταναλωτών να αναγγελθούν εντός της προθεσμίας που τάσσεται στην ανακοίνωση για την έναρξη έρευνας αντιντάμπινγκ και να προσκομίσουν πληροφορίες στην Επιτροπή. Τα στοιχεία αυτά ή κατάλληλη περίληψη αυτών διατίθενται στα λοιπά μέρη που ορίζονται στο παρόν άρθρο, τα οποία έχουν το δικαίωμα να διατυπώνουν απόψεις και παρατηρήσεις σχετικά με τα στοιχεία αυτά.»
9α. Στο άρθρο 22 προστίθεται η ακόλουθη νέα παράγραφος:
"1a. Μόλις επικυρώσουν τις συμβάσεις της ΔΟΕ όλα τα κράτη μέλη, η Επιτροπή θα ενημερώσει αντίστοιχα το παράρτημα Ια, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 290 ΣΛΕΕ."
1. Για να διευκολυνθεί η παρακολούθηση της εφαρμογής του κανονισμού εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η Επιτροπή, μεριμνώντας δεόντως για την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών κατά την έννοια του άρθρου 19, υποβάλλει προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ετήσια έκθεση σχετικά με την εφαρμογή και τη λειτουργία του παρόντος κανονισμού στο πλαίσιο διαλόγου για τα μέσα εμπορικής άμυνας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για θέματα εμπορίου στον τομέα της άμυνας. Η έκθεση περιέχει πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή προσωρινών και οριστικών μέτρων, την περάτωση της έρευνας χωρίς λήψη μέτρων, τις αναλήψεις υποχρεώσεων, τις επανεξετάσεις και τους επιτόπιους ελέγχους και τις δραστηριότητες των διαφόρων οργάνων τα οποία είναι υπεύθυνα για την εποπτεία της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και την τήρηση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από αυτόν. Η έκθεση καλύπτει επίσης τη χρήση μέσων εμπορικής άμυνας εκ μέρους τρίτων χωρών και με στόχο την Ένωση, πληροφορίες σχετικά με την ανάκαμψη της ενωσιακής βιομηχανίας την οποία αφορούν τα επιβληθέντα μέτρα και τυχόν προσφυγές κατά διαφόρων μέτρων που έχουν επιβληθεί. Η έκθεση περιέχει πληροφορίες σχετικά με τις δραστηριότητες του συμβούλου ακροάσεων της Γενικής Διεύθυνσης Εμπορίου της Επιτροπής και του γραφείου υποστήριξης για τις ΜΜΕ που σχετίζονται την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.
2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί, εντός ενός μηνός από την υποβολή της έκθεσης από την Επιτροπή, να καλέσει την Επιτροπή σε ειδική συνεδρίαση της αρμόδιας επιτροπής του προκειμένου να παρουσιάσει και να διευκρινίσει όλα τα θέματα που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση μπορεί επίσης να αποτελέσει αντικείμενο ψηφίσματος.
3. Το αργότερο έξι μήνες μετά την υποβολή της έκθεσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, η Επιτροπή δημοσιοποιεί την έκθεση αυτή."
Τροπολογία 45 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – σημείο 9 γ (νέο) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 Παράρτημα I α (νέα)
9γ. Προστίθεται το ακόλουθο παράρτημα:
«Παράρτημα I α
Συμβάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 7, 8, 9
1. Σύμβαση περί της αναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας, αριθ. 29 (1930)
2. Σύμβαση περί συνδικαλιστικής ελευθερίας και προστασίας συνδικαλιστικού δικαιώματος, αριθ. 87 (1948)
3. Σύμβαση περί εφαρμογής των αρχών του δικαιώματος οργανώσεως και συλλογικής διαπραγματεύσεως, αριθ. 98 (1949)
4. Σύμβαση περί ίσης αμοιβής μεταξύ αρρένων και θηλέων εργαζομένων δι’ εργασίαν ίσης αξίας, αριθ. 100 (1951)
5. Σύμβαση για την κατάργηση της αναγκαστικής εργασίας, αριθ. 105 (1957)
6. Σύμβαση για τη διάκριση στην απασχόληση και στο επάγγελμα, αριθ. 111 (1958)
7. Σύμβαση περί του κατωτάτου ορίου ηλικίας εισόδου εις την απασχόλησιν, αριθ. 138 (1973)
8. Σύμβαση για την απαγόρευση των χειρότερων μορφών εργασίας των παιδιών και την άμεση δράση με σκοπό την εξάλειψή τους, αριθ. 182 (1999)»
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου της 11ης Ιουνίου 2009 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου της 11ης Ιουνίου 2009 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(Η τροπολογία αυτή εφαρμόζεται στο σύνολο του κανονισμού του Συμβουλίου (EΚ) αριθ. 597/2009.)
(9α) Στο εσωτερικό της Ένωσης, καταρχήν απαγορεύονται οι αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ. Επομένως, αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις που χορηγούνται από τρίτες χώρες είναι ιδιαίτερα στρεβλωτικές για το εμπόριο. Το ύψος των κρατικών ενισχύσεων που εγκρίθηκαν από την Επιτροπή έχει μειωθεί σταθερά με την πάροδο του χρόνου. Ως εκ τούτου, για το μέσο κατά των επιδοτήσεων δεν θα πρέπει πλέον να εφαρμόζεται ο κανόνας του χαμηλότερου δασμού στις εισαγωγές από χώρα/χώρες που μετέχουν στην πρακτική επιδοτήσεων.
-1β. Στο άρθρο 1 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
"Η χρήση επιδοτούμενου προϊόντος στην εξερεύνηση της υφαλοκρηπίδας ή της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης ενός κράτους μέλους, ή στην εκμετάλλευση των πόρων της, θεωρείται, δυνάμει του παρόντος κανονισμού, εισαγωγή και υπόκειται σε αντίστοιχο δασμό σε περίπτωση που προκαλεί ζημία στην ενωσιακή βιομηχανία."
1a. Στο άρθρο 10 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:
1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 8, η έναρξη έρευνας για τη διαπίστωση της ύπαρξης, της έκτασης και των συνεπειών οποιασδήποτε πιθανολογούμενης επιδότησης, προϋποθέτει την υποβολή γραπτής καταγγελίας εκ μέρους κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου, ή ένωσης χωρίς νομική προσωπικότητα, που ενεργεί για λογαριασμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.
«1. Με την επιφύλαξη όσων προβλέπονται στην παράγραφο 8, η έναρξη έρευνας για να διαπιστωθούν η ύπαρξη, η έκταση και οι επιπτώσεις των τυχόν εικαζόμενων πρακτικών ντάμπινγκ προϋποθέτει γραπτή καταγγελία εκ μέρους κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου, καθώς και κάθε ένωσης χωρίς νομική προσωπικότητα, που ενεργεί επ' ονόματι του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Καταγγελίες μπορούν επίσης να υποβάλλονται εκ μέρους του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, ή κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου ή ένωσης χωρίς νομική προσωπικότητα, που ενεργεί επ' ονόματι του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, από κοινού με συνδικαλιστικές οργανώσεις.»
1β. Στο άρθρο 10 παράγραφος 6, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Στην περίπτωση των διαφορετικών και κατακερματισμένων βιομηχανικών τομέων που αποτελούνται, σε μεγάλο βαθμό, από μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, η Επιτροπή βοηθά στην επίτευξη αυτών των κατώτατων ορίων μέσω της στήριξης που παρέχει το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ.»
1γ. Το άρθρο 10 παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
8. Αν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η Επιτροπή αποφασίσει να αρχίσει έρευνα χωρίς να έχει λάβει γραπτή καταγγελία προς τούτο εκ μέρους ή για λογαριασμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, οφείλει να στηρίζεται σε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια, κατά την έννοια της παραγράφου 2, τα οποία δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.
«8. Αν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ιδίως στην περίπτωση διαφορετικών και κατακερματισμένων βιομηχανικών τομέων που αποτελούνται, σε μεγάλο βαθμό, από ΜΜΕ, η Επιτροπή αποφασίσει να αρχίσει έρευνα χωρίς να έχει λάβει γραπτή καταγγελία προς τούτο εκ μέρους ή για λογαριασμό της ενωσιακής βιομηχανίας, οφείλει να στηρίζεται σε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια, κατά την έννοια της παραγράφου 2, τα οποία δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.»
9. Όταν πρόκειται για διαδικασία κινηθείσα βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 11, η έρευνα ολοκληρώνεται, ει δυνατόν εντός προθεσμίας ενός έτους. Οι έρευνες αυτές πρέπει, σε όλες τις περιπτώσεις, να ολοκληρώνονται εντός προθεσμίας 13μηνών από την έναρξή τους, κατ’ εφαρμογή είτε των συμπερασμάτων που έχουν διατυπωθεί βάσει του άρθρου 13 για τις αναλήψεις υποχρεώσεων είτε των συμπερασμάτων που έχουν διατυπωθεί βάσει του άρθρου 15 για την επιβολή οριστικών μέτρων.
9. Όταν πρόκειται για διαδικασία κινηθείσα βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 11, η έρευνα ολοκληρώνεται, ει δυνατόν εντός προθεσμίας εννέα μηνών. Οι έρευνες αυτές, σε όλες τις περιπτώσεις, ολοκληρώνονται εντός προθεσμίας 10 μηνών από την έναρξή τους, κατ’ εφαρμογή είτε των συμπερασμάτων που έχουν διατυπωθεί βάσει του άρθρου 13 για τις αναλήψεις υποχρεώσεων είτε των συμπερασμάτων που έχουν διατυπωθεί βάσει του άρθρου 15 για την επιβολή οριστικών μέτρων. Εφόσον είναι δυνατόν, οι περίοδοι έρευνας, ιδίως στην περίπτωση διαφορετικών και κατακερματισμένων βιομηχανικών τομέων που αποτελούνται, σε μεγάλο βαθμό, από ΜΜΕ, συμπίπτουν με το οικονομικό έτος.
11. Οι παραγωγοί του ομοειδούς προϊόντος της Ένωσης υποχρεούνται να συνεργάζονται σε διαδικασίες που έχουν κινηθεί σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 8.
11. Οι παραγωγοί του ομοειδούς προϊόντος της Ένωσης, με εξαίρεση τους μικρούς και πολύ μικρούς παραγωγούς της Ένωσης, καλούνται να συνεργάζονται σε διαδικασίες που έχουν κινηθεί σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 8.
11a. Στην περίπτωση διαφορετικών και κατακερματισμένων βιομηχανικών τομέων που αποτελούνται, σε μεγάλο βαθμό, από ΜΜΕ, η Επιτροπή διευκολύνει την πρόσβαση στο μέσο, στο πλαίσιο υποθέσεων αντιεπιδοτήσεων, μέσω ενός γραφείου υποστήριξης για τις ΜΜΕ.
Το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ προωθεί την ευαισθητοποίηση όσον αφορά το μέσο, παρέχει πληροφορίες και διευκρινίσεις σχετικά με τον τρόπο υποβολής των καταγγελιών και την καλύτερη παρουσίαση των αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με την ύπαρξη αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων και ζημίας. Το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ διαθέτει τυποποιημένα έντυπα για στατιστικά στοιχεία που υποβάλλονται για συγκεκριμένους σκοπούς και ερωτηματολόγια.
Μετά την έναρξη μιας έρευνας, το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ ενημερώνει τις ΜΜΕ και τις σχετικές ενώσεις τους, που είναι πιθανό να επηρεάζονται, σχετικά με την έναρξη των ερευνητικών διαδικασιών και τις προθεσμίες για την εγγραφή τους ως ενδιαφερόμενα μέρη.
Το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ βοηθά στη συμπλήρωση ερωτηματολογίων, όπου δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στα ερωτήματα των ΜΜΕ όσον αφορά τις έρευνες που έχουν ξεκινήσει δυνάμει του άρθρου 10 παράγραφος 8. Στο μέτρο του δυνατού, συμβάλλει στη μείωση του βάρους που απορρέει από τα γλωσσικά εμπόδια.
Σε περίπτωση που οι ΜΜΕ παρουσιάζουν αρχικά αποδεικτικά στοιχεία για αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις, το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ παρέχει σε αυτές πληροφορίες όσον αφορά την εξέλιξη του όγκου και της αξίας των εισαγωγών των εν λόγω προϊόντων, σύμφωνα με το άρθρο 24, παράγραφος 6.
Παρέχει επίσης κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις συμπληρωματικές μεθόδους επαφής και σύνδεσης με τον σύμβουλο ακροάσεων και τις εθνικές τελωνειακές αρχές. Το γραφείο υποστήριξης για τις ΜΜΕ ενημερώνει επίσης τις ΜΜΕ σχετικά με τις δυνατότητες και τους όρους υπό τους οποίους θα μπορούσαν να ζητήσουν την επανεξέταση των μέτρων και την επιστροφή των αντισταθμίσιμων δασμών που έχουν καταβληθεί.
11β. Η Επιτροπή εξασφαλίζει σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη τη βέλτιστη δυνατή πρόσβαση στις πληροφορίες, διαμορφώνοντας ένα σύστημα ενημέρωσης στο πλαίσιο του οποίου τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώνονται όταν στους φακέλους των ερευνών προστίθενται νέες αδιαβάθμητες πληροφορίες. Οι αδιαβάθμητες πληροφορίες γίνονται επίσης προσβάσιμες μέσω μιας διαδικτυακής πλατφόρμας.
11γ. Η Επιτροπή διασφαλίζει την ουσιαστική άσκηση των δικονομικών δικαιωμάτων των ενδιαφερομένων μερών και εξασφαλίζει ότι οι διαδικασίες διεξάγονται με αμεροληψία, αντικειμενικότητα και εντός εύλογης χρονικής περιόδου, διαμέσου ενός συμβούλου ακροάσεων, κατά περίπτωση.
(-a) το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
"Οι προσωρινοί δασμοί επιβάλλονται το νωρίτερο 60 ημέρες και το αργότερο εννέα μήνες μετά την έναρξη της διαδικασίας."
"Δεν επιτρέπεται επιβολή προσωρινών δασμών ούτε πριν από την πάροδο 60 ημερών αλλά ούτε και μετά την παρέλευση έξι μηνών από την έναρξη της διαδικασίας."
«Οι προσωρινοί δασμοί δεν εφαρμόζονται για διάστημα τριών εβδομάδων από τη διαβίβαση των πληροφοριών προς τα ενδιαφερόμενα μέρη, σύμφωνα με το άρθρο 19β. Η παροχή των πληροφοριών αυτών δεν προδικάζει τις μεταγενέστερες αποφάσεις που μπορεί να λάβει η Επιτροπή.»
3a. Στο άρθρο 13, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
1. Υπό την προϋπόθεση ότι έχει διατυπωθεί προσωρινό συμπέρασμα το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη επιδοτήσεων και την εξ αυτών πρόκληση ζημίας, η Επιτροπή μπορεί να αποδεχθεί οικειοθελώς προτεινόμενες ικανοποιητικές αναλήψεις υποχρεώσεων, βάσει των οποίων:
"1. Υπό την προϋπόθεση ότι έχει διατυπωθεί προσωρινό συμπέρασμα το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη επιδοτήσεων και την εξ αυτών πρόκληση ζημίας, η Επιτροπή μπορεί να αποδεχθεί οικειοθελώς προτεινόμενες αναλήψεις υποχρεώσεων, βάσει των οποίων:
(α) η χώρα καταγωγής ή/και εξαγωγής συμφωνεί να καταργήσει ή να μειώσει την επιδότηση ή να λάβει άλλου είδους μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της· ή
(α) η χώρα καταγωγής ή/και εξαγωγής συμφωνεί να καταργήσει ή να μειώσει την επιδότηση ή να λάβει άλλου είδους μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της· ή
(β) ο εξαγωγέας αναλαμβάνει την υποχρέωση να αναθεωρήσει τις τιμές που εφαρμόζει ή να διακόψει τις εξαγωγές προς την εκάστοτε περιοχή των προϊόντων τα οποία τυγχάνουν αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, ούτως ώστε η Επιτροπή, μετά από συγκεκριμένες διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή, να πεισθεί ότι εξαλείφθηκαν οι ζημιογόνες συνέπειες των επιδοτήσεων.
(β) ο εξαγωγέας αναλαμβάνει την υποχρέωση να αναθεωρήσει τις τιμές που εφαρμόζει ή να διακόψει τις εξαγωγές προς την εκάστοτε περιοχή των προϊόντων τα οποία τυγχάνουν αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, υπό τον όρο ότι η Επιτροπή, μετά από συγκεκριμένες διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή, θα έχει αποφανθεί ότι εξαλείφθηκαν οι ζημιογόνες συνέπειες των επιδοτήσεων.
Σε αυτή την περίπτωση και στο βαθμό που ισχύουν οι αναλήψεις υποχρεώσεων, οι προσωρινοί δασμοί που έχει επιβάλει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 και οι οριστικοί δασμοί που έχει επιβάλει το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1, δεν εφαρμόζονται στις αντίστοιχες εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που κατασκευάζεται από τις εταιρείες οι οποίες αναφέρονται στην απόφαση της Επιτροπής για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων και σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίηση της εν λόγω απόφασης.
Σε αυτή την περίπτωση και στο βαθμό που ισχύουν οι αναλήψεις υποχρεώσεων, οι προσωρινοί δασμοί που έχει επιβάλει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 και οι οριστικοί δασμοί που έχει επιβάλει το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1, δεν εφαρμόζονται στις αντίστοιχες εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που κατασκευάζεται από τις εταιρείες οι οποίες αναφέρονται στην απόφαση της Επιτροπής για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων και σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίηση της εν λόγω απόφασης.
Οι αυξήσεις τιμών βάσει αυτών των αναλήψεων υποχρεώσεων δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερες από αυτές που χρειάζονται για την αντιστάθμιση του ύψους των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, και μάλιστα πρέπει να υπολείπονται του ύψους των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων αν αυτές οι αυξήσεις επαρκούν για την εξάλειψη της ζημίας που έχει προκληθεί στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.
Ο κανόνας του χαμηλότερου δασμού δεν εφαρμόζεται σε τιμές που έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο ανάληψης υποχρεώσεων σε διαδικασίες κατά των επιδοτήσεων."
3β. Στο άρθρο 13, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
4. Τα μέρη που προσφέρονται να αναλάβουν κάποια υποχρέωση οφείλουν να παρέχουν μη εμπιστευτική εκδοχή της ανάληψης υποχρέωσης ώστε να είναι δυνατό να την πληροφορούνται τα μέρη που αφορά η έρευνα.
"4. Τα μέρη που προσφέρονται να αναλάβουν κάποια υποχρέωση οφείλουν να παρέχουν μη εμπιστευτική περιγραφή της ανάληψης υποχρέωσης, ώστε να είναι δυνατόν να την πληροφορούνται τα ενδιαφερόμενα μέρη που μετέχουν στην έρευνα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Τα μέλη καλούνται να δημοσιοποιούν όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες που αφορούν το περιεχόμενο και τη φύση της επιχείρησης προστατεύοντας όμως δεόντως τις εμπιστευτικές πληροφορίες κατά την έννοια του άρθρου 29. Επιπλέον, πριν από την αποδοχή μιας τέτοιας προσφοράς, η Επιτροπή διαβουλεύεται με την ενωσιακή βιομηχανία σχετικά με τα κύρια χαρακτηριστικά και την εφαρμογή της ανάληψης υποχρέωσης."
(a) στην παράγραφο 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
Διαγράφεται
«Εάν, κατόπιν έρευνας δυνάμει του άρθρου 18, το μέτρο περατώνεται, οι δασμοί που έχουν εισπραχθεί μετά την ημερομηνία έναρξης των εν λόγω έρευνας πρέπει να επιστρέφονται. Η επιστροφή ζητείται από τις εθνικές τελωνειακές αρχές σύμφωνα με την ισχύουσα τελωνειακή νομοθεσία της Ένωσης.»
7a. Στο άρθρο 24, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
3. Βάσει του παρόντος κανονισμού είναι δυνατό να θεσπιστούν ειδικές διατάξεις, ιδίως όσον αφορά τον κοινό ορισμό της έννοιας της καταγωγής, όπως αυτός περιέχεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα.
"3. Είναι δυνατό να θεσπίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού ειδικές διατάξεις, ειδικότερα σε σχέση με τον κοινό ορισμό της έννοιας της καταγωγής, όπως αυτός περιέχεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα ή σύμφωνα με το άρθρο 2 αυτού."
7β. Στο άρθρο 24, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
5. Η Επιτροπή δύναται, μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή, να ζητάει από τις τελωνειακές αρχές να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα με σκοπό την καταγραφή των επίμαχων εισαγωγών, ούτως ώστε να είναι δυνατό να εφαρμοστούν μεταγενέστερα μέτρα έναντι των εισαγωγών αυτών από την ημερομηνία της καταγραφής τους. Οι εισαγωγές είναι δυνατό να υποβάλλονται υποχρεωτικά σε καταγραφή μετά από αίτηση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επαρκώς αιτιολογημένη.
«5. Η Επιτροπή δύναται, αφού ενημερώσει τα κράτη μέλη σε εύθετο χρόνο, να ζητάει από τις τελωνειακές αρχές να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα με σκοπό την καταγραφή των επίμαχων εισαγωγών, ούτως ώστε να είναι δυνατό να εφαρμοστούν μεταγενέστερα μέτρα έναντι των εισαγωγών αυτών από την ημερομηνία της καταγραφής τους. Οι εισαγωγές υποβάλλονται υποχρεωτικά σε καταγραφή μετά από αίτηση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής επαρκώς αιτιολογημένη. Οι εισαγωγές είναι δυνατό να υποβάλλονται επίσης σε καταγραφή κατόπιν πρωτοβουλίας της Επιτροπής.
Οι εισαγωγές υποβάλλονται σε καταγραφή από την ημερομηνία έναρξης της έρευνας όταν η καταγγελία του ενωσιακού κλάδου παραγωγής περιλαμβάνει επαρκώς αιτιολογημένη αίτηση για καταγραφή.
Η καταγραφή επιβάλλεται με κανονισμό ο οποίος διευκρινίζει το σκοπό του μέτρου και, ενδεχομένως, το κατ’ εκτίμηση ύψος της πιθανής μελλοντικής οφειλής. Οι εισαγωγές δεν επιτρέπεται να υποβάλλονται σε καταγραφή για περίοδο μεγαλύτερη από εννέα μήνες.
Η καταγραφή επιβάλλεται με κανονισμό ο οποίος διευκρινίζει το σκοπό του μέτρου και, ενδεχομένως, το κατ’ εκτίμηση ύψος της πιθανής μελλοντικής οφειλής. Οι εισαγωγές δεν επιτρέπεται να υποβάλλονται σε καταγραφή για περίοδο μεγαλύτερη από εννέα μήνες.»
7γ. Στο άρθρο 24, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
6. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν κάθε μήνα στην Επιτροπή τα στοιχεία για τις εισαγωγές των προϊόντων για τα οποία διεξάγεται έρευνα ή έχουν επιβληθεί μέτρα, καθώς και για το ύψος των δασμών που εισπράττονται βάσει του παρόντος κανονισμού.
«6. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν κάθε μήνα στην Επιτροπή τα στοιχεία για τις εισαγωγές των προϊόντων για τα οποία διεξάγεται έρευνα ή έχουν επιβληθεί μέτρα, καθώς και για το ύψος των δασμών που εισπράττονται βάσει του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή δύναται, κατόπιν δεόντως αιτιολογημένου και ρητού αιτήματος ενδιαφερόμενου μέρους, και αφού ζητηθεί η γνώμη της επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2, να αποφασίσει να κοινοποιήσει τις πληροφορίες που αφορούν τους όγκους και τις τιμές εισαγωγής των εν λόγω προϊόντων.»
7δ. Στο άρθρο 24 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:
«7a. Όταν η Επιτροπή προτίθεται να εκδώσει ή να δημοσιεύσει έγγραφο προκειμένου να αποσαφηνιστεί η καθιερωμένη πρακτική της ως προς την εφαρμογή οποιουδήποτε στοιχείου του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή πραγματοποιεί διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πριν από την έκδοση ή τη δημοσίευση και θα λαμβάνει υπόψη τις απόψεις τους. Οποιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίηση των εγγράφων αυτών υπόκειται σε διαδικαστικές απαιτήσεις. Σε κάθε περίπτωση, τα εν λόγω έγγραφα συμμορφώνονται πλήρως με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Τα έγγραφα αυτά δεν δύνανται να διευρύνουν τη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής, όπως αυτή ερμηνεύεται από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τη θέσπιση μέτρων.»
8. Στο άρθρο 27 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
8. Στο άρθρο 27, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«1. Όταν είναι μεγάλος ο αριθμός των ενωσιακών παραγωγών, εξαγωγέων ή εισαγωγέων, των τύπων προϊόντος ή των συναλλαγών, η έρευνα είναι δυνατόν να περιορίζεται:»
«1. Όταν είναι μεγάλος ο αριθμός των ενωσιακών παραγωγών, εξαγωγέων ή εισαγωγέων που συνεργάζονται στην έρευνα, ή των τύπων προϊόντος ή των συναλλαγών, η έρευνα είναι δυνατόν να περιορίζεται:
(α) σε εύλογο αριθμό ενδιαφερομένων μερών, προϊόντων ή συναλλαγών, με τη χρήση δειγμάτων στατιστικά αντιπροσωπευτικών με βάση τα στοιχεία που είναι διαθέσιμα κατά το χρόνο της επιλογής· ή
(β) στον μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο παραγωγής, πωλήσεων ή εξαγωγών για τον οποίον είναι λογικό να διεξαχθεί έρευνα εντός του διαθέσιμου χρόνου.
Στην περίπτωση διαφορετικών και κατακερματισμένων βιομηχανικών τομέων που αποτελούνται, σε μεγάλο βαθμό, από ΜΜΕ, στην τελική επιλογή των μερών θα πρέπει, όπου είναι δυνατόν, να λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό τους στον οικείο τομέα.»
9. Μετά το άρθρο 29, παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:
Διαγράφεται
«Άρθρο 29β
Πληροφορίες σχετικά με προσωρινά μέτρα
1. Οι παραγωγοί της Ένωσης, οι εισαγωγείς, οι εξαγωγείς και οι αντιπροσωπευτικές τους ενώσεις και οι εκπρόσωποι της χώρας εξαγωγής δύνανται να ζητούν πληροφορίες σχετικά με τη σχεδιαζόμενη επιβολή των προσωρινών δασμών. Οι αιτήσεις για την παροχή αυτών των πληροφοριών υποβάλλονται εγγράφως εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να παρέχονται σ’ αυτά τα μέρη, τουλάχιστον δύο εβδομάδες πριν από τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 για την επιβολή των προσωρινών δασμών.
Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να περιλαμβάνουν:
(a) περίληψη των προτεινόμενων δασμών μόνο για ενημερωτικούς σκοπούς και
(β) αναλυτικά στοιχεία για τον υπολογισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ και του περιθωρίου που είναι επαρκές για την εξουδετέρωση της ζημία για τον κλάδο παραγωγής της Ένωσης, αφού ληφθεί δεόντως υπόψη η ανάγκη τήρηση των υποχρεώσεων εμπιστευτικότητας που προβλέπονται στο άρθρο 29. Τα μέρη διαθέτουν προθεσμία τριών εργάσιμων ημερών για την υποβολή παρατηρήσεων σχετικά με την ακρίβεια των υπολογισμών.
2. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες πρόκειται να μην επιβληθούν προσωρινοί δασμοί, αλλά να συνεχιστεί η έρευνα, τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να ενημερώνονται για τη μη επιβολή δασμών δύο εβδομάδες πριν από τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 για την επιβολή των προσωρινών δασμών.»
10. Στο άρθρο 31 η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
Διαγράφεται
"2. Προκειμένου να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις ώστε οι αρχές να μπορούν να λάβουν υπόψη τους όλες τις απόψεις και όλα τα στοιχεία, πριν αποφασίσουν αν η επιβολή μέτρων εξυπηρετεί ή όχι το συμφέρον της Ένωσης, παρέχεται το δικαίωμα στους ενωσιακούς παραγωγούς, εισαγωγείς και τις αντιπροσωπευτικές τους ενώσεις και σε αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των χρηστών και των καταναλωτών να αναγγελθούν εντός της προθεσμίας που τάσσεται στην ανακοίνωση για την έναρξη έρευνας αντιντάμπινγκ και να προσκομίσουν πληροφορίες στην Επιτροπή. Οι πληροφορίες αυτές ή κατάλληλες περιλήψεις αυτών των πληροφοριών, ανακοινώνονται στα λοιπά μέρη που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο, τα οποία έχουν δικαίωμα να διατυπώσουν τυχόν παρατηρήσεις επ' αυτών.»
1. Για να διευκολυνθεί η παρακολούθηση της εφαρμογής του κανονισμού εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η Επιτροπή, μεριμνώντας δεόντως για την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών κατά την έννοια του άρθρου 19, υποβάλλει προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ετήσια έκθεση σχετικά με την εφαρμογή και τη λειτουργία του παρόντος κανονισμού στο πλαίσιο διαλόγου για τα μέσα εμπορικής άμυνας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για θέματα εμπορίου στον τομέα της άμυνας. Η έκθεση περιέχει πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή προσωρινών και οριστικών μέτρων, την περάτωση της έρευνας χωρίς λήψη μέτρων, τις αναλήψεις υποχρεώσεων, τις επανεξετάσεις και τους επιτόπιους ελέγχους και τις δραστηριότητες των διαφόρων οργάνων τα οποία είναι υπεύθυνα για την εποπτεία της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και την τήρηση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από αυτόν. Η έκθεση καλύπτει επίσης τη χρήση μέσων εμπορικής άμυνας εκ μέρους τρίτων χωρών και με στόχο την Ένωση, πληροφορίες σχετικά με την ανάκαμψη της ενωσιακής βιομηχανίας την οποία αφορούν τα επιβληθέντα μέτρα και τυχόν προσφυγές κατά διαφόρων μέτρων που έχουν επιβληθεί. Η έκθεση περιέχει πληροφορίες σχετικά με τις δραστηριότητες του συμβούλου ακροάσεων της Γενικής Διεύθυνσης Εμπορίου και του γραφείου υποστήριξης των ΜΜΕ που σχετίζονται την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.
2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί, εντός ενός μηνός από την υποβολή της έκθεσης από την Επιτροπή, να καλέσει την Επιτροπή σε ειδική συνεδρίαση της αρμόδιας επιτροπής του προκειμένου να παρουσιάσει και να διευκρινίσει όλα τα θέματα που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση μπορεί επίσης να αποτελέσει και αντικείμενο ψηφίσματος.
3. Το αργότερο έξι μήνες μετά την υποβολή της έκθεσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, η Επιτροπή δημοσιοποιεί την έκθεση αυτή."
Τροπολογία 69 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της ημέρας δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της ημέρας δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ενσωματώνεται στον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1225/2009 και τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 597/2009 μέχρι τις ...*.
____________
* Παρακαλούμε εισαγάγετε ημερομηνία: τρεις μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1224/2009 περί θεσπίσεως κοινοτικού συστήματος ελέγχου της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής (COM(2013)0009 – C7-0019/2013 – 2013/0007(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0009),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 43 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0019/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 17ης Απριλίου 2013(1),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (Α7-0468/2013),
1. εγκρίνει τη θέση σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …./2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1224/2009 περί θεσπίσεως κοινοτικού συστήματος ελέγχου της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 43 παράγραφος 2,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(3),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου(4) ανατίθενται αρμοδιότητες στην Επιτροπή για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων του εν λόγω κανονισμού.
(2) Ως συνέπεια της έναρξης ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας, οι εξουσίες που ανατέθηκαν στην Επιτροπή βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 είναι ανάγκη να ευθυγραμμιστούν με τα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).
(3) Για να αναπτυχθούν κάποιες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ όσον αφορά τα ακόλουθα:
–
την απαλλαγή ορισμένων κατηγοριών αλιευτικών σκαφών από την υποχρέωση της προαναγγελίας· [Τροπολογία 1]
–
την απαλλαγή ορισμένων κατηγοριών αλιευτικών σκαφών από την υποχρέωση της συμπλήρωσης και υποβολής δηλώσεων εκφόρτωσης και μεταφόρτωσης·
–
την υιοθέτηση διαφορετικού τρόπου και συχνότητας όσον αφορά τη διαβίβαση δεδομένων από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή για την καταγραφή αλιευμάτων και αλιευτικής προσπάθειας·
–
την έγκριση κανόνων για την τήρηση επί του σκάφους σχεδίου στοιβασίας για ορισμένα αλιευτικά προϊόντα που έχουν υποστεί μεταποίηση·
–
τον καθορισμό του ορίου ενεργοποίησης για τα αλιεύματα για την απαγόρευση της αλιείας σε πραγματικό χρόνο·
–
την τροποποίηση των αποστάσεων βάσει των οποίων ένα αλιευτικό σκάφος πρέπει να αλλάξει στίγμα όταν υπερβαίνει ένα όριο ενεργοποίησης·
–
την τροποποίηση του ορίου κάτω από το οποίο τα αλιευτικά προϊόντα απαλλάσσονται από κανόνες ιχνηλασιμότητας·
–
την τροποποίηση του ορίου κάτω από το οποίο τα αλιευτικά προϊόντα απαλλάσσονται από τους κανόνες που αφορούν την πρώτη πώληση·
–
την απαλλαγή από την υποχρέωση υποβολής του δελτίου πώλησης για αλιευτικά προϊόντα που εκφορτώνονται από ορισμένες κατηγορίες αλιευτικών σκαφών·
–
την τροποποίηση του ορίου κάτω από το οποίο τα αλιευτικά προϊόντα απαλλάσσονται από τη συμπλήρωση δελτίου πώλησης·
–
τον καθορισμό της αλιείας που υπόκειται σε ειδικά προγράμματα ελέγχου και επιθεώρησης·
–
τη υιοθέτηση διαφορετικού τρόπου και συχνότητας όσον αφορά τη διαβίβαση δεδομένων από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή, σύμφωνα με δοκιμαστικά προγράμματα.
(4) Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξαγάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, όπως είναι τα περιφερειακά συμβουλευτικά συμβούλια, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της. Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και την κατάρτισηόταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ' εξουσιοδότηση πράξεωνπράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. [Τροπολογία 2]
(5) Για να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1224/2009, πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 291 ΣΛΕΕ σε σχέση με:
–
τις αλιευτικές άδειες·
–
τις άδειες αλιείας·
–
τη σήμανση των αλιευτικών εργαλείων· [Τροπολογία 3]
–
το σύστημα παρακολούθησης σκαφών·
–
τους συντελεστές μετατροπής για τη μετατροπή αποθηκευμένου ή μεταποιημένου βάρους ιχθύων σε βάρος ζωντανών ιχθύων·
–
τη συμπλήρωση και υποβολή ημερολογίων πλοίου στο βαθμό που δεν συνιστούν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις·
–
τη μεθοδολογία για τα σχέδια δειγματοληψίας όσον αφορά αλιευτικά σκάφη μη υποκείμενα στις απαιτήσεις σχετικά με το ημερολόγιο αλιείας·
–
την προαναγγελία· [Τροπολογία 4]
–
τη συμπλήρωση και υποβολή δηλώσεων μεταφόρτωσης εφόσον δεν συνιστούν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις·
–
τη συμπλήρωση και υποβολή των δηλώσεων εκφόρτωσης·
–
τη μεθοδολογία για τα σχέδια δειγματοληψίας όσον αφορά αλιευτικά σκάφη μη υποκείμενα στις απαιτήσεις σχετικά με τις απαιτήσεις της δήλωσης εκφόρτωσης·
–
τους μορφότυπους για τη διαβίβαση στην Επιτροπή των δεδομένων που αφορούν τα αλιεύματα και την αλιευτική προσπάθεια·
–
την απαγόρευση της αλιείας από την Επιτροπή·
–
διορθωτικά μέτρα σε περιπτώσεις απαγόρευσης της αλιείας από την Επιτροπή·
–
τους ελέγχους της αλιευτικής ικανότητας των κρατών μελών·
–
την πιστοποίηση της ισχύος πρόωσης κινητήρα και τη φυσική επαλήθευση της ισχύος του κινητήρα·
–
τη μεθοδολογία για τα σχέδια δειγματοληψίας όσον αφορά την επαλήθευση της ισχύος του κινητήρα·
–
την έγκριση από την Επιτροπή των σχεδίων σχετικά με ελέγχους σε καθορισμένους λιμένες·
–
τον υπολογισμό του ορίου ενεργοποίησης για τα αλιεύματα για την απαγόρευση της αλιείας σε πραγματικό χρόνο·
–
τις απαγορεύσεις σε πραγματικό χρόνο·
–
τη θέσπιση, κοινοποίηση και αξιολόγηση των σχεδίων δειγματοληψίας όσον αφορά την ερασιτεχνική αλιεία.
–
την ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με τα αλιευτικά προϊόντα και τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας·
–
την έγκριση από την Επιτροπή σχεδίων δειγματοληψίας, σχεδίων ελέγχου και κοινών προγραμμάτων ελέγχου για τη ζύγιση·
–
τη μεθοδολογία όσον αφορά τα σχέδια δειγματοληψίας, τα σχέδια ελέγχου και τα κοινά προγράμματα ελέγχου για τη ζύγιση·
–
το περιεχόμενο και το μορφότυπο των δελτίων πώλησης·
–
τον μορφότυπο των αναφορών επιτήρησης·
–
τις εκθέσεις ελέγχου·
–
την ηλεκτρονική βάση δεδομένων για την εισαγωγή αναφορών επιθεώρησης και επιτήρησης·
–
τη δημιουργία καταλόγου επιθεωρητών της Ένωσης·
–
τον καθορισμό ποσοτήτων ως διορθωτικών μέτρων εφόσον δεν προβλέπεται διαδικασία παράβασης από το κράτος μέλος εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης·
–
το σύστημα επιβολής μορίων για σοβαρές παραβάσεις εφόσον αυτές δεν συνιστούν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις·
–
την αλιεία που υπόκειται σε ειδικά προγράμματα ελέγχου και επιθεώρησης·
–
την παράταση μιας προθεσμίας για την προώθηση των αποτελεσμάτων μιας διοικητικής έρευνας στην Επιτροπή·
–
τη θέσπιση ενός σχεδίου δράσης σε περίπτωση παρατυπιών ή ελλείψεων στο σύστημα ελέγχου ενός κράτους μέλους·
–
την αναστολή και ακύρωση της χρηματοδοτικής ενίσχυσης της Ένωσης·
–
την απαγόρευση της αλιείας λόγω μη τήρησης των στόχων της κοινής αλιευτικής πολιτικής·
–
τη μείωση ποσοστώσεων·
–
τη μείωση της αλιευτικής προσπάθειας·
–
τη μείωση ποσοστώσεων λόγω μη τήρησης των στόχων της κοινής αλιευτικής πολιτικής·
–
τη λήψη προσωρινών μέτρων·
–
την έγκριση από την Επιτροπή εθνικών σχεδίων για την εφαρμογή του συστήματος επικύρωσης δεδομένων·
–
την ανάλυση και τον έλεγχο των δεδομένων·
–
την ανάπτυξη κοινών προδιαγραφών και διαδικασιών για να εξασφαλιστεί η διαφάνεια της επικοινωνίας·
–
τη λειτουργία δικτυακών τόπων και διαδικτυακών υπηρεσιών·
–
το περιεχόμενο και τον μορφότυπο των αναφορών κρατών μελών σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.
Σε περίπτωση που απαιτείται ο έλεγχος των κρατών μελών, οι αρμοδιότητες αυτές πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(5).
(6) Ως συνέπεια της έναρξης ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας, η διάταξη σχετικά με τη λήψη εκτάκτων μέτρων που προβλέπει την παραπομπή ορισμένων μέτρων της Επιτροπής στο Συμβούλιο υπό ορισμένες προϋποθέσεις, πρέπει να προσαρμοστεί.
(7) Ως συνέπεια της έναρξης ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας, ορισμένες διατάξεις βάσει των οποίων παραχωρούνταν στο Συμβούλιο αποκλειστικές αρμοδιότητες λήψης αποφάσεων πρέπει να προσαρμοστούν ώστε να ευθυγραμμιστούν με τις νέες διαδικασίες που ισχύουν όσον αφορά την κοινή αλιευτική πολιτική. Θα πρέπει συνεπώς να αναδιατυπωθούν οι παρακάτω διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.
–
ο καθορισμός των περιοχών περιορισμένης αλιείας·
–
η εισαγωγή νέων τεχνολογιών·
–
η υποβολή ορισμένων αλιευτικών σκαφών σε αναφορές αλιευτικής προσπάθειας·
–
η έγκριση, σε κάθε πολυετές σχέδιο, ορίου αλιευμάτων άνω του οποίου ένας καθορισμένος λιμένας ή σημείο πλησίον της ακτής πρέπει να χρησιμοποιείται και της συχνότητας της κοινοποίησης στοιχείων·
–
ο καθορισμός περιοχών περιορισμένης αλιείας και της ημερομηνίας κατά την οποία ορισμένες υποχρεώσεις ελέγχου που συνδέονται με αυτές καθίστανται υποχρεωτικές·
–
η υποβολή της ερασιτεχνικής αλιείας σε ειδικά μέτρα διαχείρισης·
–
η θέσπιση ενός καθεστώτος παρατηρητή ελέγχου.
(8) Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.
(8a) Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός στοχεύει στην ευθυγράμμιση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, είναι σημαντικό, στη μελλοντική αναθεώρηση του κανονισμού αυτού, να εξετάσει η Επιτροπή:
–
τα αιτήματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά τη διάκριση μεταξύ αδρανών και στατικών εργαλείων,
–
τη σκοπιμότητα του καθορισμού των επιπέδων ανοχής για τα ημερολόγια πλοίου στο 10 %,
–
τους όρους όσον αφορά τη γνωστοποίηση του κατάπλου στον λιμένα,
–
πιθανές παρεκκλίσεις στους όρους στοιβασίας,
–
τη διοικητική επιβάρυνση λόγω των περιορισμών ζύγισης,
–
τους όρους κατανομής και μεταφοράς των μορίων για παραβάσεις, και
–
τη δημοσίευση στοιχείων σχετικά με τις παραβάσεις, [Τροπολογία 5]
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 τροποποιείται ως εξής:
1) Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:
α) το σημείο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«7. ως «επιθεωρητές της Ένωσης» νοούνται οι υπάλληλοι κράτους μέλους, ή της Επιτροπής ή του οργάνου που ορίζει η ίδια, όπως αναφέρεται στον κατάλογο του άρθρου 79 του παρόντος κανονισμού·»·
"
β) το σημείο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«14. ως «περιοχή περιορισμένης αλιείας» νοείται κάθε θαλάσσια περιοχή υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους, η οποία έχει καθοριστεί από νομικά δεσμευτική πράξη της Ένωσης και όπου οι αλιευτικές δραστηριότητες είναι είτε περιορισμένες είτε απαγορευμένες·».
"
2) Στο άρθρο 6, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«5. Το κράτος μέλος σημαίας εκδίδει, διαχειρίζεται και αφαιρεί την αλιευτική άδεια με βάση τους λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την ισχύ τους και τις στοιχειώδεις πληροφορίες που αυτοί περιέχουν, που διατυπώνονται μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
3) Στο άρθρο 7, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«5. Οι λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την ισχύ των αδειών αλιείας και οι στοιχειώδεις πληροφορίες που περιέχονται σε αυτούς καθορίζονται μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.
6. ΗΑνατίθεται στην Επιτροπή εξουσιοδοτείταιη εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α σχετικά με κανόνες για την εφαρμογή τηςόσον αφορά τους όρους εξαίρεσης των μικρών σκαφών από την υποχρέωση έκδοσης άδειας αλιείας σε μικρά σκάφη.». [Τροπολογία 6]
"
4) Στο άρθρο 8, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείταιμπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότησηεκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α σχετικά με τη σήμανση και τα αναγνωριστικά στοιχεία των αλιευτικών σκαφών, των εργαλείων και των λεμβών όσον αφορά:
α)
έγγραφα φερόμενα επί του σκάφους·
β)
κανόνες για τη σήμανση των λεμβών·
γ)
κανόνες όσον αφορά τα αδρανή εργαλεία και τις δοκότρατες·
δ)
τα σήματα·
ε)
τους σημαντήρες·
στ)
τα σχοινιά.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.» [Τροπολογία 7]
"
5) Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:
α) η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«10. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείταιμπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότησηεκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α όσον αφορά:
α)
τις απαιτήσεις για τις συσκευές δορυφορικού εντοπισμού σε αλιευτικά σκάφη·
β)
τα χαρακτηριστικά συσκευών δορυφορικού εντοπισμού·
γ)
την ευθύνη των πλοιάρχων σε ό,τι αφορά τις συσκευές δορυφορικού εντοπισμού·
δ)
τα μέτρα ελέγχου που πρέπει να θεσπίζονται από το κράτος μέλος σημαίας·
ε)
τη συχνότητα διαβίβασης δεδομένων·
στ)
την παρακολούθηση της εισόδου σε και της εξόδου από συγκεκριμένη περιοχή·
ζ)
τη διαβίβαση δεδομένων στο παράκτιο κράτος μέλος·
η)
τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση τεχνικής βλάβης ή μη λειτουργίας των συστημάτων ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς πληροφοριών·
θ)
τη μη λήψη δεδομένων·
ι)
την παρακολούθηση και καταγραφή των αλιευτικών δραστηριοτήτων·
ια)
την πρόσβαση της Επιτροπής στα δεδομένα.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.»· [Τροπολογία 8]
"
β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«11. Η Επιτροπή εκδίδει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, κανόνες σχετικά με τον μορφότυπο της ηλεκτρονικής διαβίβασης των δεδομένων του συστήματος παρακολούθησης σκαφών από το κράτος μέλος σημαίας στο παράκτιο κράτος μέλος. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
6) Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 13
Νέες τεχνολογίες
1. Σύμφωνα με τη συνθήκη, είναι δυνατή η λήψη μέτρων ως προς την υποχρέωση χρησιμοποίησης ηλεκτρονικών συσκευών παρακολούθησης και οργάνων ιχνηλασιμότητας όπως είναι η γενετική ανάλυση. Για την εκτίμηση της τεχνολογίας που πρέπει να χρησιμοποιήσουν, τα κράτη μέλη, με πρωτοβουλία τους ή σε συνεργασία με την Επιτροπή ή με το όργανο που έχει καθορίσει η ίδια, πρέπει να πραγματοποιήσουν πιλοτικά προγράμματα για τα όργανα ιχνηλασιμότητας, όπως είναι η γενετική ανάλυση, πριν από την 1η Ιουνίου 2013.
2. Είναι δυνατόν να αποφασιστεί, σύμφωνα με τη Συνθήκη και σε συνεννόηση με τα ενδιαφερόμενα μέρη, η εισαγωγή άλλων νέων τεχνολογιών ελέγχου της αλιείας, εφόσον οι τεχνολογίες αυτές οδηγούν στη βελτίωση της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής κατά τρόπο αποδοτικό από οικονομικής πλευράς.». [Τροπολογία 9]
"
7) Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:
α) η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«7. Για τη μετατροπή αποθηκευμένου ή μεταποιημένου βάρους ιχθύων σε βάρος ζωντανών ιχθύων, οι πλοίαρχοι των αλιευτικών σκαφών της Ένωσης εφαρμόζουν συντελεστή μετατροπής. Η Επιτροπή ορίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τον εν λόγω συντελεστή μετατροπής. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.»·
"
β) η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«10. Η Επιτροπή καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:
α)
τη συμπλήρωση και υποβολή του ημερολογίου αλιείας σε έντυπη μορφή·
β)
τα υποδείγματα ημερολογίου αλιείας που πρέπει να χρησιμοποιούνται, σε έντυπη μορφή·
γ)
τις οδηγίες για τη συμπλήρωση και υποβολή του ημερολογίου αλιείας σε έντυπη μορφή·
δ)
τις προθεσμίες για την υποβολή των ημερολογίων αλιείας
ε)
τον υπολογισμό ενός περιθωρίου ανοχής όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3 μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.»·
"
γ) Προστίθεται η παράγραφος:"
«11. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α σχετικά με τις απαιτήσεις για την συμπλήρωση και υποβολή των δεδομένων ημερολογίου αλιείας σε έντυπη μορφή από τα αλιευτικά σκάφη που αναφέρονται στα άρθρα 16 παράγραφος 3 και 25 παράγραφος 3.».
"
8) Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:
α) προστίθεται η παράγραφος:"
«1α. Οι πλοίαρχοι αλιευτικών σκαφών της Ένωσης τα οποία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εκμετάλλευση της υδατοκαλλιέργειας εξαιρούνται από την παράγραφο 1.»·
"
β) η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«9. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α όσον αφορά:
α)
τις διατάξεις που ισχύουν για την περίπτωση τεχνικής βλάβης ή μη λειτουργίας των συστημάτων ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς πληροφοριών·
β)
τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση μη παραλαβής δεδομένων·
γ)
την πρόσβαση σε δεδομένα και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση μη πρόσβασης σε δεδομένα.
10. Η Επιτροπή καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:
α)
την προϋπόθεση του συστήματος ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς πληροφοριών επί των αλιευτικών σκαφών της Ένωσης·
β)
τους μορφότυπους διαβίβασης δεδομένων από ένα αλιευτικό σκάφος της Ένωσης στην αρμόδια αρχή του κράτους σημαίας·
γ)
τα μηνύματα απάντησης από τις αρχές·
δ)
τα δεδομένα που αφορούν τη λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς·
ε)
τους μορφότυπους για τη διαβίβαση των δεδομένων μεταξύ κρατών μελών·
στ)
την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών·
ζ)
τα καθήκοντα της ενιαίας αρχής·
η)
τη συχνότητα διαβίβασης μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
9) Στο άρθρο 16, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Για τον σκοπό της παρακολούθησης κατά την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη καταρτίζουν σχέδιο δειγματοληψίας το οποίο βασίζεται στη μεθοδολογία η οποία έχει εγκριθεί από την Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 119 παράγραφος 2 για τον καθορισμό ομάδων σκαφών, των επιπέδων κινδύνου και τον υπολογισμό των αλιευμάτων και το διαβιβάζουν έως την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους στην Επιτροπή αναφέροντας τις μεθόδους οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για την κατάρτιση του εν λόγω σχεδίου. Τα σχέδια δειγματοληψίας πρέπει να παραμένουν, κατά το δυνατόν, σταθερά στον χρόνο και τυποποιημένα εντός των αντίστοιχων γεωγραφικών περιοχών.».
"
10) Στο άρθρο 17, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«6. Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 119α, Η Επιτροπή εξουσιοδοτείταιμπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότησηεκτελεστικές πράξεις ώστε να μπορεί να απαλλάσσει για να απαλλάξει, για περιορισμένη και ανανεώσιμη περίοδο, ορισμένες κατηγορίες αλιευτικών σκαφών από την υποχρέωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ή να προβλέπει για την αναγγελία άλλο χρονικό διάστημα, λαμβάνοντας υπόψη το είδος των αλιευτικών προϊόντων και την απόσταση μεταξύ των περιοχών αλιείας, των τόπων εκφόρτωσης και των λιμένων στους οποίους τα εν λόγω σκάφη είναι νηολογημένα ή καταχωρισμένα.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.». [Τροπολογία 10]
"
11) Το άρθρο 21 τροποποιείται ως εξής:
α) η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«6. Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 119α, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ώστε να απαλλάσσει, για περιορισμένο και ανανεώσιμο χρονικό διάστημα, ορισμένες κατηγορίες αλιευτικών σκαφών τρίτων χωρών από την υποχρέωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1, ή να προβλέπει άλλη προθεσμία για την αναγγελία, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τον τύπο των αλιευτικών προϊόντων και την απόσταση μεταξύ των περιοχών αλιείας, των τόπων μεταφόρτωσης και των λιμένων στους οποίους τα εν λόγω σκάφη είναι νηολογημένα.»·
"
β) η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«7. Λεπτομερείς κανόνες για
α)
τη συμπλήρωση και υποβολή της δήλωσης μεταφόρτωσης σε έντυπη μορφή·
β)
τα υποδείγματα των δηλώσεων μεταφόρτωσης που πρέπει να χρησιμοποιούνται, σε έντυπη μορφή·
γ)
τις οδηγίες για τη συμπλήρωση και υποβολή των δηλώσεων μεταφόρτωσης σε έντυπη μορφή·
δ)
τις προθεσμίες για την υποβολή των δηλώσεων μεταφόρτωσης σε έντυπη μορφή·
ε)
την παράδοση δήλωσης μεταφόρτωσης σε έντυπη μορφή·
στ)
ο υπολογισμός ενός περιθωρίου ανοχής που καθορίζεται στην παράγραφο 3 εγκρίνεται μέσω εκτελεστικής πράξης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
12) Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:
α) προστίθεται η παράγραφος:"
«1α. Οι πλοίαρχοι αλιευτικών σκαφών της Ένωσης τα οποία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εκμετάλλευση της υδατοκαλλιέργειας εξαιρούνται από την παράγραφο 1.»·
"
β) η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«7. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α όσον αφορά:
α)
τις διατάξεις για την περίπτωση τεχνικής βλάβης ή μη λειτουργίας των συστημάτων ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς πληροφοριών·
β)
τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση μη παραλαβής δεδομένων·
γ)
την πρόσβαση σε δεδομένα και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση μη πρόσβασης σε δεδομένα.»·
"
γ) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«8. Η Επιτροπή καθορίζει κανόνες σχετικά με:
α)
την προϋπόθεση ύπαρξης συστήματος ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς πληροφοριών επί των αλιευτικών σκαφών της ΕΕ·
β)
τους μορφότυπους διαβίβασης δεδομένων από ένα αλιευτικό σκάφος της ΕΕ στην αρμόδια αρχή του κράτους σημαίας·
γ)
τα μηνύματα απάντησης·
δ)
τα δεδομένα που αφορούν τη λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς·
ε)
τους μορφότυπους για τη διαβίβαση των δεδομένων μεταξύ κρατών μελών·
στ)
την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών·
ζ)
τα καθήκοντα της ενιαίας αρχής μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
13) Στο άρθρο 23, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«5. Η Επιτροπή καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:
α)
τη συμπλήρωση δηλώσεων εκφόρτωσης σε έντυπη μορφή·
β)
τα υποδείγματα των δηλώσεων εκφόρτωσης που πρέπει να χρησιμοποιούνται, σε έντυπη μορφή·
γ)
τις οδηγίες για τη συμπλήρωση και υποβολή των δηλώσεων εκφόρτωσης σε έντυπη μορφή·
δ)
τις προθεσμίες για την υποβολή των δηλώσεων εκφόρτωσης·
ε)
τις αλιευτικές δραστηριότητες που αφορούν δύο ή περισσότερα αλιευτικά σκάφη της Ένωσης μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
14) Το άρθρο 24 τροποποιείται ως εξής:
α) προστίθεται η παράγραφος:"
«1α. Οι πλοίαρχοι αλιευτικών σκαφών της Ένωσης τα οποία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εκμετάλλευση της υδατοκαλλιέργειας εξαιρούνται από την παράγραφο 1.»·
"
β) η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«8. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείταιμπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότησηεκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α όσον αφορά:
α)
τις διατάξεις που ισχύουν για την περίπτωση τεχνικής βλάβης ή μη λειτουργίας των συστημάτων ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς πληροφοριών·
β)
τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση μη παραλαβής δεδομένων·
γ)
την πρόσβαση σε δεδομένα και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση μη πρόσβασης σε δεδομένα.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.»· [Τροπολογία 11]
"
γ) προστίθεται η παράγραφος:"
«9. Η Επιτροπή καθορίζει κανόνες σχετικά με:
α)
την προϋπόθεση ύπαρξης συστήματος ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς πληροφοριών επί των αλιευτικών σκαφών της Ένωσης·
β)
τους μορφότυπους διαβίβασης δεδομένων από ένα αλιευτικό σκάφος της ΕΕ στην αρμόδια αρχή του κράτους σημαίας·
γ)
τα μηνύματα απάντησης·
δ)
τα δεδομένα που αφορούν τη λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς·
ε)
τους μορφότυπους για τη διαβίβαση των δεδομένων μεταξύ κρατών μελών·
στ)
την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών·
ζ)
τα καθήκοντα της ενιαίας αρχής μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
15) στο άρθρο 25, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Για τον σκοπό της παρακολούθησης κατά την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη καταρτίζουν σχέδιο δειγματοληψίας το οποίο βασίζεται στη μεθοδολογία η οποία έχει εγκριθεί από την Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 119 παράγραφος 2 για τον καθορισμό ομάδων σκαφών, των επιπέδων κινδύνου και τον υπολογισμό των αλιευμάτων και το διαβιβάζουν έως την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους στην Επιτροπή αναφέροντας τις μεθόδους οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για την κατάρτιση του εν λόγω σχεδίου. Τα σχέδια δειγματοληψίας πρέπει να παραμένουν, κατά το δυνατόν, σταθερά στον χρόνο και τυποποιημένα εντός των αντίστοιχων γεωγραφικών περιοχών.».
"
16) Το άρθρο 28 τροποποιείται ως εξής:
α) Στην παράγραφο 1, η εισαγωγική πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Ύστερα από απόφαση που βασίζεται στη συνθήκη, ο πλοίαρχος αλιευτικού σκάφους της Ένωσης που δεν διαθέτει Σύστημα Παρακολούθησης Σκαφών εν λειτουργία, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 ή δεν διαβιβάζει ηλεκτρονικώς δεδομένα ημερολογίου αλιείας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 15 και υπάγεται σε καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας, κοινοποιεί με τέλεξ, φαξ, τηλεφωνικό ή ηλεκτρονικό μήνυμα δεόντως καταγραφέν από τον παραλήπτη ή με τον ασύρματο, μέσω ραδιοφωνικού σταθμού εγκεκριμένου βάσει των κανόνων της Ένωσης, υπό μορφή έκθεσης αλιευτικής προσπάθειας, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους της σημαίας του και, κατά περίπτωση, στο παράκτιο κράτος μέλος ακριβώς πριν από κάθε είσοδο σε γεωγραφική περιοχή υπαγόμενη στο συγκεκριμένο καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας και έξοδο από αυτήν, τις ακόλουθες πληροφορίες:»·
"
β) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«3. Η Επιτροπή εγκρίνει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη διαβίβαση των αναφορών αλιευτικής προσπάθειας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
17) Το άρθρο 32 απαλείφεται.
18) Το άρθρο 33 τροποποιείται ως εξής:
α) η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«7. Με την επιφύλαξη του Τίτλου ΧΙΙ, τα κράτη μέλη μπορούν μέχρι τις 30 Ιουνίου 2011 να εκτελούν πιλοτικά προγράμματα με την Επιτροπή και το όργανο που έχει καθορίσει η ίδια για την εξ αποστάσεως και σε πραγματικό χρόνο πρόσβαση στα δεδομένα των κρατών μελών που έχουν καταγραφεί και επικυρωθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Ο μορφότυπος και οι διαδικασίες πρόσβασης στα δεδομένα υποβάλλονται σε εξέταση και δοκιμή. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή πριν από την 1η Ιανουαρίου 2011 σχετικά με το αν προγραμματίζουν να εκτελέσουν πιλοτικά προγράμματα. Από την 1η Ιανουαρίου 2012 είναι δυνατόν να λαμβάνονται αποφάσεις σύμφωνα με τη συνθήκη, όσον αφορά την υιοθέτηση διαφορετικού τρόπου και συχνότητας διαβίβασης δεδομένων στην Επιτροπή.»·
"
β) η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«10. Η Επιτροπή δύναται να καθορίζει τους μορφότυπους για τη διαβίβαση των δεδομένων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
19) Στο άρθρο 36, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Σύμφωνα με τα στοιχεία του άρθρου 35 ή κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας, όταν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι οι αλιευτικές δυνατότητες τις οποίες διαθέτει η Ένωση, ένα κράτος μέλος ή ομάδα κρατών μελών θεωρείται ότι έχουν εξαντληθεί, ενημερώνει σχετικά τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και απαγορεύει τις αλιευτικές δραστηριότητες στις αντίστοιχες περιοχές, με τα αντίστοιχα εργαλεία, για τα αποθέματα, την ομάδα αποθεμάτων ή για τους στόλους που συμμετέχουν στις συγκεκριμένες αλιευτικές δραστηριότητες μέσω εκτελεστικών πράξεων.».
"
20) Το άρθρο 37 τροποποιείται ως εξής:
α) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Εάν η ζημία την οποία έχει υποστεί το κράτος μέλος, στο οποίο απαγορεύθηκε η αλιεία πριν από την εξάντληση των αλιευτικών του δυνατοτήτων δεν αποκατασταθεί, η Επιτροπή εγκρίνει μέτρα με στόχο να αποκατασταθεί δεόντως η προκληθείσα ζημία, μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2. Τα μέτρα αυτά μπορεί να συνεπάγονται μειώσεις στις αλιευτικές δυνατότητες οιουδήποτε κράτους μέλους έχει υπερβεί τις ποσοστώσεις του, ώστε οι αφαιρούμενες ποσότητες να κατανέμονται κατάλληλα στα κράτη μέλη που απαγόρευσαν τις αλιευτικές τους δραστηριότητες πριν από την εξάντληση των αλιευτικών τους δυνατοτήτων.»·
"
β) η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«4. Η Επιτροπή καθορίζει τους λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την κοινοποίηση ζημίας την οποία έχει υποστεί ένα κράτος μέλος, τον εντοπισμό των κρατών μελών τα οποία έχουν υποστεί ζημία και το ύψος της εν λόγω ζημίας, τον εντοπισμό των κρατών μελών που έχουν υπεραλιεύσει και τις ποσότητες ιχθύων που έχουν αλιεύσει καθ' υπέρβαση των επιτρεπόμενων ορίων, τις μειώσεις στις αλιευτικές δυνατότητες οιουδήποτε κράτους μέλους έχει υπερβεί τις ποσοστώσεις του, ανάλογα με τις αλιευτικές δυνατότητες τις οποίες το εν λόγω κράτος έχει υπερβεί, τις επιπλέον αλιευτικές δυνατότητες που πρέπει να χορηγηθούν στα κράτη μέλη που έχουν υποστεί ζημία ανάλογα με τη ζημία που έχουν υποστεί, τις ημερομηνίες κατά τις οποίες αρχίζουν να ισχύουν οι επιπλέον δυνατότητες ή η μειώσεις σε αυτές και, εφόσον αυτό κρίνεται σκόπιμο, οιοδήποτε άλλο απαραίτητο μέτρο ώστε να αντισταθμιστεί η ζημία που έχει υποστεί το εν λόγω κράτος μέλος, μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
21) Στο άρθρο 38, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει, με εκτελεστικές πράξεις, λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου όσον αφορά:
α)
τη νηολόγηση των αλιευτικών σκαφών·
β)
την επαλήθευση της ισχύος του κινητήρα των αλιευτικών σκαφών·
γ)
την επαλήθευση της χωρητικότητας των αλιευτικών σκαφών·
δ)
την επαλήθευση του είδους, του αριθμού και των χαρακτηριστικών των αλιευτικών εργαλείων.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
22) Στο άρθρο 40, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«6. Η Επιτροπή καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την πιστοποίηση της ισχύος πρόωσης κινητήρα και την φυσική επαλήθευση της ισχύος του κινητήρα μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
23) Στο άρθρο 41, η εισαγωγική φράση της παραγράφου 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Τα κράτη μέλη πραγματοποιούν, μετά από ανάλυση κινδύνου, ελέγχους δεδομένων για το κατά πόσον η ισχύς του κινητήρα συμφωνεί με όλα τα στοιχεία που διαθέτει η διοίκηση σχετικά με τα τεχνικά χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου σκάφους. Ο εν λόγω έλεγχος δεδομένων πραγματοποιείται σύμφωνα με σχέδιο δειγματοληψίας το οποίο βασίζεται στη μεθοδολογία η οποία έχει εγκριθεί από την Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 119 παράγραφος 2 σχετικά με τα κριτήρια υψηλού κινδύνου, το μέγεθος των τυχαίων δειγμάτων και των τεχνικών εγγράφων που πρέπει να επαληθευθούν. Τα κράτη μέλη επαληθεύουν συγκεκριμένα τις πληροφορίες που περιέχονται:».
"
24) Το άρθρο 43 τροποποιείται ως εξής:
α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Όταν ένα πολυετές σχέδιο εγκρίνεται σύμφωνα με τη Συνθήκη, μπορεί να αποφασιστεί να συμπεριληφθεί όριο ζώντος βάρους ειδών που υπάγονται σε πολυετές σχέδιο, άνω του οποίου ένα αλιευτικό σκάφος υποχρεούται να εκφορτώνει τα αλιεύματά του σε καθορισμένο λιμένα ή σε σημείο πλησίον της ακτής.»·
"
β) η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«7. Τα κράτη μέλη θα εξαιρούνται από τις διατάξεις της παραγράφου 5 στοιχείο γ) εάν το εθνικό ελεγκτικό πρόγραμμα δράσης που θεσπίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46 περιλαμβάνει σχέδιο του τρόπου διεξαγωγής των ελέγχων σε καθορισμένους λιμένες, εξασφαλίζοντας το ίδιο επίπεδο ελέγχου από πλευράς αρμοδίων αρχών. Το σχέδιο θεωρείται επαρκές εφόσον έχει εγκριθεί από την Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 119 παράγραφος 2.».
"
25) Στο άρθρο 45, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Το συναφές όριο και η συχνότητα της κοινοποίησης των στοιχείων της παραγράφου 1 καθορίζονται σε κάθε πολυετές σχέδιο σύμφωνα με τη συνθήκη.».
"
26) Στο άρθρο 49, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 44, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α, να εκδίδει κανόνες για την τήρηση επί του σκάφους σχεδίου στοιβασίας των μεταποιημένων προϊόντων, με αναφορά του σημείου αποθήκευσής τους στο αμπάρι ανά είδος.».
"
27) Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 50 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Οι αλιευτικές δραστηριότητες των ενωσιακών αλιευτικών σκαφών και αλιευτικών σκαφών τρίτων χωρών σε αλιευτικές ζώνες όπου μια περιοχή έχει οριστεί περιοχή περιορισμένης αλιείας σύμφωνα με τη συνθήκη, ελέγχονται από το κέντρο παρακολούθησης αλιείας του παράκτιου κράτους μέλους, το οποίο πρέπει να διαθέτει σύστημα για τον εντοπισμό και την καταγραφή της εισόδου, του διάπλου και της εξόδου των σκαφών από την περιοχή περιορισμένης αλιείας.
2. Επιπροσθέτως της παραγράφου 1, καθορίζεται, με βάση τη συνθήκη, ημερομηνία από την οποία τα αλιευτικά σκάφη θα φέρουν επιχειρησιακό σύστημα επ’ αυτών ώστε να ειδοποιείται ο πλοίαρχος για την είσοδο προς και έξοδο από περιοχή περιορισμένης αλιείας.».
"
28) Το άρθρο 51 τροποποιείται ως εξής:
α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Σύμφωνα με το παρόν τμήμα, όταν σε μια περιοχή ο όγκος αλιευμάτων ενός συγκεκριμένου είδους ή ομάδας ειδών υπερβαίνει το όριο ενεργοποίησης, απαγορεύεται προσωρινά η αλιεία στην αντίστοιχη περιοχή. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το 119α για τον καθορισμό του συγκεκριμένου είδους ή της ομάδας των ειδών για τα οποία ισχύει το όριο ενεργοποίησης, λαμβάνοντας υπόψη τη σύνθεση των αλιευμάτων ανά είδος και/ή ανά βάθος σε συγκεκριμένες περιοχές και/ή είδη αλιείας.»·
"
β) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Το όριο ενεργοποίησης για τα αλιεύματα υπολογίζεται με βάση μέθοδο δειγματοληψίας που καθορίζει η Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων που εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2 για τον καθορισμό των περιοχών που διατρέχουν κίνδυνο υπέρβασης του ορίου ενεργοποίησης και την επαλήθευση της υπέρβασης του ορίου ενεργοποίησης, ως το ποσοστό ή το βάρος ενός συγκεκριμένου είδους ή ομάδας ειδών σε σύγκριση με το συνολικό αλίευμα του εν λόγω είδους σε μια ανάσυρση.»·
"
γ) η παράγραφος 3 απαλείφεται.
29) Μετά το άρθρο 51 παρεμβάλλεται το ακόλουθο νέο άρθρο 51α:"
«Άρθρο 51α
Λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής
Η Επιτροπή καθορίζει λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά τις περιοχές απαγόρευσης της αλιείας σε πραγματικό χρόνο, την απαγόρευση της αλιείας και την ενημέρωση όσον αφορά απαγόρευση της αλιείας σε πραγματικό χρόνο, μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
30) Το άρθρο 52 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Σε περίπτωση που η ποσότητα των αλιευμάτων υπερβαίνει το όριο ενεργοποίησης για τα αλιεύματα σε δύο συνεχείς ανασύρσεις, το αλιευτικό σκάφος αλλάζει αλιευτική περιοχή κατά δεδομένη απόσταση από το στίγμα της προηγούμενης ανάσυρσης πριν συνεχίσει τις αλιευτικές του δραστηριότητες και ενημερώνει αμελλητί τις αρμόδιες αρχές του παράκτιου κράτους μέλους.
2. Η απόσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 θα είναι αρχικά πέντε τουλάχιστον ναυτικά μίλια ή δύο ναυτικά μίλια για αλιευτικά σκάφη συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων.
3. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α σχετικά με την τροποποίηση των αποστάσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, λαμβάνοντας υπόψη τα παρακάτω στοιχεία: [Τροπολογία 12]
—
τις διαθέσιμες επιστημονικές γνωμοδοτήσεις
—
και τα συμπεράσματα των αναφορών επιθεώρησης στην περιοχή για την οποία έχουν καθοριστεί επίπεδα ορίων ενεργοποίησης.».
"
31) στο άρθρο 54, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Με βάση τα στοιχεία τα οποία αποδεικνύουν ότι το όριο ενεργοποίησης για τα αλιεύματα έχει καλυφθεί, η Επιτροπή μπορεί να επιβάλει προσωρινή απαγόρευση της αλιείας σε μια περιοχή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, εάν δεν το έχει ήδη πράξει το παράκτιο κράτος μέλος.».
"
32) Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 55 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"
«4. Όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3 και με βάση την επιστημονική, η επιστημονική, τεχνικήκαι οικονομική επιτροπή αλιείας (ΕΤΟΕΑ/CSTEP) προβαίνει σε αξιολόγηση των βιολογικών επιπτώσεων της ερασιτεχνικής αλιείας,. Όταν διαπιστώνεται ότι οι επιπτώσεις της ερασιτεχνικής αλιείας είναι σημαντικές, είναι δυνατόν να εγκρίνονται μέτρα διαχείρισης όπως άδειες αλιείας και δηλώσεις αλιευμάτων, σύμφωνα με τη συνθήκη. [Τροπολογία 13]
5. Η Επιτροπή καθορίζει τους λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη θέσπιση σχεδίων δειγματοληψίας όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3 και σχετικά με την κοινοποίηση και αξιολόγηση σχεδίων δειγματοληψίας, μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
33) Το άρθρο 58 τροποποιείται ως εξής:
α) προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:"
«7α. Οι πληροφορίες που περιέχονται στα στοιχεία α) έως στ) της παραγράφου 5 δεν ισχύουν όσον αφορά:
α)
τα εισαγόμενα αλιευτικά προϊόντα και τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας που εξαιρούνται του πεδίου εφαρμογής του πιστοποιητικού αλιευμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008·
β)
τα αλιευτικά προϊόντα και τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας που αλιεύονται ή εκτρέφονται σε γλυκά ύδατα·
γ)
τα ψάρια για διακόσμηση, τα οστρακοειδή και τα μαλάκια.
7β. Οι πληροφορίες που απαριθμούνται στα στοιχεία α) έως η) της παραγράφου 5 δεν ισχύουν για τα αλιευτικά προϊόντα και τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτουν στις δασμολογικές κλάσεις 1604 και 1605 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας.»·
"
β) οι παράγραφοι 8 και 9 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"
«8. Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν από τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου τις μικρές ποσότητες προϊόντων που πωλούνται απευθείας από τα αλιευτικά σκάφη σε καταναλωτές, αρκεί να μην υπερβαίνουν μια ελάχιστη αξία.
9. Η αξία η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 8 αρχικά δεν θα υπερβαίνει τα 50 EUR ημερησίως.
10. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α όσον αφορά:
α)
τον καθορισμό των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας για τα οποία ισχύει το παρόν άρθρο·
β)
την επικόλληση ετικετών με πληροφορίες επάνω σε προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας·
γ)
τη συνεργασία μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά την πρόσβαση σε πληροφορίες που επικολλώνται επάνω σε μια παρτίδα ή την συνοδεύουν·
δ)
τον καθορισμό των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας για τα οποία δεν ισχύουν ορισμένες διατάξεις του παρόντος άρθρου·
ε)
τις πληροφορίες σχετικά με τη συναφή γεωγραφική περιοχή·
στ)
την τροποποίηση της αξίας που προβλέπεται στην παράγραφο 9.·
"
ζ) την ενημέρωση που διατίθεται στους καταναλωτές σχετικά με τα αλιευτικά προϊόντα και τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας·». [Τροπολογία 14]
34) Στο άρθρο 59, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«3. Οι αγοραστές αλιευτικών προϊόντων τα οποία φτάνουν σε ορισμένο μέγιστο βάρος τα οποία δεν διατίθενται στην αγορά, αλλά χρησιμοποιούνται μόνον για ιδιωτική κατανάλωση, απαλλάσσονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
4. Το όριο βάρους που αναφέρεται στην παράγραφο 3 αρχικά δεν θα υπερβαίνει τα 30kg ημερησίως.
5. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α σχετικά με την τροποποίηση του ορίου όσον αφορά το βάρος που αναφέρεται στην παράγραφο 4, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση του συναφούς αποθέματος.».
"
35) Το άρθρο 60 τροποποιείται ως εξής:
α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλα τα αλιευτικά προϊόντα έχουν ζυγιστεί με συστήματα εγκεκριμένα από τις αρμόδιες αρχές, εκτός εάν έχουν θεσπίσει σχέδιο δειγματοληψίας εγκεκριμένο από την Επιτροπή και στηριγμένο στη μεθοδολογία με βάση τον κίνδυνο που έχει υιοθετήσει η Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 119 παράγραφος 2 για τον καθορισμό του μεγέθους των δειγμάτων, των επιπέδων του κινδύνου, των κριτηρίων του κινδύνου και τις πληροφορίες που πρέπει να ληφθούν υπόψη.»·
"
β) η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«7. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α όσον αφορά:
α)
τον καθορισμό διαδικασιών ζύγισης όσον αφορά εκφορτώσεις από αλιευτικά σκάφη της Ένωσης και μεταφορτώσεις που αφορούν αλιευτικά σκάφη της Ένωσης καθώς και για τη ζύγιση αλιευτικών προϊόντων επί αλιευτικών σκαφών της Ένωσης σε ύδατα της ΕΕ·
β)
τα μητρώα ζύγισης·
γ)
την ώρα ζύγισης·
δ)
τα συστήματα ζύγισης·
ε)
τη ζύγιση κατεψυγμένων αλιευτικών προϊόντων·
στ)
την αφαίρεση πάγου και νερού·
ζ)
την πρόσβαση των αρμόδιων αρχών στα συστήματα ζύγισης, στα μητρώα ζύγισης, στις γραπτές δηλώσεις και στους χώρους όπου τα αλιευτικά προϊόντα αποθηκεύονται ή μεταποιούνται·
η)
τους ειδικούς κανόνες για τη ζύγιση ορισμένων πελαγικών ειδών σχετικά με:
i)
τον καθορισμό της διαδικασίας ζύγισης αλιευμάτων ρέγγας, σκουμπριού και σαφριδιού·
ii)
τους λιμένες ζύγισης·
iii)
την ενημέρωση των αρμόδιων αρχών πριν από την είσοδο στον λιμένα·
iv)
την εκφόρτωση·
v)
το ημερολόγιο αλιείας·
vi)
τις δημόσιες εγκαταστάσεις ζύγισης·
vii)
τις ιδιωτικές εγκαταστάσεις ζύγισης·
viii)
τη ζύγιση κατεψυγμένων ιχθύων·
ix)
την τήρηση αρχείων ζύγισης·
x)
το δελτίο πώλησης και τη δήλωση ανάληψης·
xi)
τους διασταυρούμενους ελέγχους·
xii)
την παρακολούθηση της ζύγισης.».
"
36) Το άρθρο 61 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 61
Ζύγιση των αλιευτικών προϊόντων μετά τη μεταφορά από το σημείο εκφόρτωσης
1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 60 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν τη ζύγιση αλιευτικών προϊόντων μετά τη μεταφορά από το σημείο εκφόρτωσης, υπό τον όρο ότι τα προϊόντα αυτά μεταφέρονται σε έναν προορισμό επί του εδάφους του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους και ότι το εν λόγω κράτος μέλος έχει υιοθετήσει σχέδιο ελέγχου εγκεκριμένο από την Επιτροπή μέσω εκτελεστικής πράξης. Το εν λόγω σχέδιο ελέγχου θα βασίζεται σε μια μέθοδο με βάση τον κίνδυνο για τον καθορισμό του μεγέθους των δειγμάτων, των επιπέδων του κινδύνου, των κριτηρίων κινδύνου και του περιεχομένου των σχεδίων ελέγχου. Η Επιτροπή εγκρίνει την εν λόγω μεθοδολογία μέσω εκτελεστικών πράξεων, σύμφωνα με την αναφερόμενη στο άρθρο 119 παράγραφος 2 διαδικασία εξέτασης.
2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο εκφορτώνονται τα αλιευτικά προϊόντα μπορούν να επιτρέπουν τη μεταφορά των προϊόντων αυτών πριν από τη ζύγισή τους σε εγκεκριμένους αγοραστές, εγκεκριμένες ιχθυόσκαλες ή άλλους οργανισμούς ή πρόσωπα που είναι υπεύθυνοι για την πρώτη εμπορία των αλιευτικών προϊόντων σε άλλο κράτος μέλος. Η άδεια αυτή υπόκειται σε κοινό πρόγραμμα ελέγχου μεταξύ των συναφών κρατών μελών, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 94 που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή μέσω εκτελεστικής πράξης. Το κοινό πρόγραμμα ελέγχου θα βασίζεται σε μια μέθοδο με βάση τον κίνδυνο για τον καθορισμό του μεγέθους των δειγμάτων, των επιπέδων του κινδύνου, των κριτηρίων κινδύνου και του περιεχομένου των σχεδίων ελέγχου. Η Επιτροπή εγκρίνει την εν λόγω μεθοδολογία μέσω εκτελεστικών πράξεων, σύμφωνα με την αναφερόμενη στο άρθρο 119 παράγραφος 2 διαδικασία εξέτασης.».
"
37) Στο άρθρο 64, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Η Επιτροπή καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την αναγραφή των ατόμων, το είδος της παρουσίασης και την αναγραφή της τιμής σε δελτία πώλησης και τους μορφότυπους των δελτίων πώλησης, μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
38) Το άρθρο 65 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 65
Εξαιρέσεις από απαιτήσεις για δελτία πωλήσεων
1. Είναι δυνατόν να χορηγείται απαλλαγή από την υποχρέωση υποβολής του δελτίου πώλησης στις αρμόδιες αρχές ή σε άλλους οργανισμούς εξουσιοδοτημένους από το κράτος μέλος, προκειμένου περί αλιευτικών προϊόντων που εκφορτώνονται από ορισμένες κατηγορίες ενωσιακών σκαφών που αναφέρονται στα άρθρα 16 και 25 ή για μικρές ποσότητες αλιευτικών προϊόντων που εκφορτώνονται. Η εν λόγω ποσότητα αρχικά δεν δύναται να υπερβαίνει τα 50 kg ισοδύναμου ζώντος βάρους ανά είδος. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη χορήγηση των εν λόγω απαλλαγών και για την προσαρμογή των μικρών ποσοτήτων λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση του συναφούς αποθέματος.
2. Οι αγοραστές προϊόντων που φτάνουν έως ένα συγκεκριμένο όριο βάρους τα οποία δεν διατίθενται στην αγορά, αλλά χρησιμοποιούνται μόνον για ιδιωτική κατανάλωση, απαλλάσσονται από τις διατάξεις των άρθρων 62, 63 και 64. Το εν λόγω όριο βάρους αρχικά δεν δύναται να υπερβαίνει τα 30 kg. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α σχετικά με την τροποποίηση του ορίου όσον αφορά το βάρος, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση του συναφούς αποθέματος.».
"
39) Στο άρθρο 71, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«5. Η Επιτροπή καθορίζει τον μορφότυπο της αναφοράς επιτήρησης μέσω εκτελεστικής πράξης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
40) Το άρθρο 73 τροποποιείται ως εξής:
α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Εφόσον έχει θεσπιστεί με βάση τη συνθήκη ενωσιακό καθεστώς παρατηρητή ελέγχου, οι παρατηρητές ελέγχου που βρίσκονται επί αλιευτικών σκαφών, που έχουν οριστεί από τα κράτη μέλη, εξακριβώνουν εάν αυτά τηρούν τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Εκτελούν όλα τα καθήκοντα που προβλέπει το πρόγραμμα παρατηρητών και συγκεκριμένα, επαληθεύουν και καταγράφουν τις αλιευτικές δραστηριότητες του σκάφους και τα συναφή έγγραφα.»·
"
β) η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«9. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α όσον αφορά τα παρακάτω θέματα σε σχέση με τους παρατηρητές ελέγχου:
α)
τον εντοπισμό των σκαφών για την εφαρμογή καθεστώτος παρατηρητή ελέγχου
β)
το σύστημα επικοινωνίας·
γ)
τους κανόνες ασφάλειας του σκάφους·
δ)
τα μέτρα για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας των παρατηρητών ελέγχου·
ε)
τα καθήκοντα των παρατηρητών ελέγχου·
στ)
τη χρηματοδότηση των δοκιμαστικών προγραμμάτων.».
"
41) Στο άρθρο 74, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«6. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α όσον αφορά τη μέθοδο και τη διεξαγωγή μιας επιθεώρησης συμπεριλαμβανομένων:
α)
κανόνων για την εξουσιοδότηση των αρμόδιων υπαλλήλων όσον αφορά τη διενέργεια επιθεώρησης εν πλω ή στην ξηρά·
β)
την έγκριση από τα κράτη μέλη μιας προσέγγισης με βάση τον κίνδυνο για την επιλογή στόχων επιθεώρησης·
γ)
Τον συντονισμό των δραστηριοτήτων ελέγχου, επιθεώρησης και επιβολής μεταξύ των κρατών μελών·
δ)
τα καθήκοντα των υπαλλήλων κατά το στάδιο της προκαταρκτικής επιθεώρησης·
ε)
τα καθήκοντα των υπαλλήλων που είναι εξουσιοδοτημένοι να διενεργούν επιθεωρήσεις·
στ)
τις υποχρεώσεις των κρατών μελών, της Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Ελέγχου της Αλιείας·
ζ)
τις ειδικές διατάξεις που ισχύουν όσον αφορά τις επιθεωρήσεις εν πλω, στους λιμένες, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς καθώς και την επιθεώρηση της αγοράς.».
"
42) Στο άρθρο 75, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α όσον αφορά τις υποχρεώσεις του εφοπλιστή και του πλοιάρχου κατά τη διάρκεια των επιθεωρήσεων.».
"
43) Στο άρθρο 76, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«4. Η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, λεπτομερείς κανόνες σχετικά με κοινούς κανόνες όσον αφορά το περιεχόμενο των αναφορών επιθεώρησης, τη συμπλήρωση αναφορών επιθεώρησης και τη διαβίβαση αντιγράφου της αναφοράς επιθεώρησης στον εφοπλιστή. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
44) Στο άρθρο 78, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Η Επιτροπή καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη λειτουργία της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων και της πρόσβασης της Επιτροπής σε αυτή μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
45) Το άρθρο 79 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 79
Επιθεωρητές της Ένωσης
1. Η Επιτροπή θεσπίζει, με εκτελεστικές πράξεις, κατάλογο επιθεωρητών της Ένωσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.
2. Με την επιφύλαξη της κύριας ευθύνης των παράκτιων κρατών μελών, οι επιθεωρητές της Ένωσης μπορούν να πραγματοποιούν επιθεωρήσεις σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό εντός των ενωσιακών υδάτων και σε ενωσιακά αλιευτικά σκάφη εκτός των ενωσιακών υδάτων.
3. Στους επιθεωρητές της Ένωσης είναι δυνατόν να ανατεθούν:
α)
η εφαρμογή των ειδικών προγραμμάτων ελέγχου και επιθεώρησης που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 95·
β)
διεθνή αλιευτικά προγράμματα ελέγχου, για τα οποία η Ένωση έχει την ευθύνη της διενέργειας ελέγχων.
4. Για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους και με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, οι επιθεωρητές της Ένωσης έχουν αμελλητί πρόσβαση:
α)
σε όλες τις περιοχές, επί ενωσιακών αλιευτικών σκαφών και οιωνδήποτε άλλων σκαφών που επιδίδονται σε αλιευτικές δραστηριότητες, σε δημόσιους χώρους ή τόπους και μέσα μεταφοράς· και
β)
σε όλες τις πληροφορίες και τα έγγραφα που είναι απαραίτητα για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους και ειδικότερα το ημερολόγιο αλιείας, τις δηλώσεις εκφόρτωσης, τα πιστοποιητικά αλιείας, τη δήλωση μεταφόρτωσης, τα δελτία πώλησης και άλλα συναφή έγγραφα,
στον ίδιο βαθμό και με τις ίδιες προϋποθέσεις όπως οι υπάλληλοι του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιείται η επιθεώρηση.
5. Οι επιθεωρητές της Ένωσης δεν έχουν αστυνομικές και διωκτικές εξουσίες πέραν της επικράτειας των κρατών μελών καταγωγής τους. ή εκτός των ενωσιακών υδάτων υπό την κυριαρχία και δικαιοδοσία των κρατών μελών καταγωγής τους.
6. Οι υπάλληλοι της Επιτροπής ή του φορέα που έχει ορίσει η ίδια, όταν αναλαμβάνουν καθήκοντα επιθεωρητών της Ένωσης, δεν έχουν αστυνομικές και διωκτικές εξουσίες.
7. Η Επιτροπή καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:
α)
την κοινοποίηση των επιθεωρητών της Ένωσης στην Επιτροπή·
β)
την έγκριση και διατήρηση του καταλόγου των επιθεωρητών της Ένωσης·
γ)
την κοινοποίηση των επιθεωρητών της Ένωσης με τις περιφερειακές οργανώσεις διαχείρισης αλιείας
δ)
τις εξουσίες και τα καθήκοντα των επιθεωρητών της Ένωσης
ε)
τις αναφορές των επιθεωρητών της Ένωσης·
στ)
τη συνέχεια που δίνεται στις αναφορές των επιθεωρητών της Ένωσης μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
46) Στο άρθρο 88, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Ύστερα από διαβούλευση με τα δύο ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καθορίζει τις ποσότητες ιχθύων που καταλογίζονται στην ποσόστωση του κράτους μέλους εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
47) Στο άρθρο 92, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«5. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α όσον αφορά:
α)
τα μόρια που καταλογίζονται λόγω σοβαρών παραβάσεων·
β)
το όριο των μορίων η υπέρβαση του οποίου συνεπάγεται την ενεργοποίηση της αναστολής και της ανάκλησης της αλιευτικής άδειας·
γ)
τη μεταγενέστερη παρακολούθηση της αναστολής και ανάκλησης αλιευτικής άδειας·
δ)
την παράνομη αλιεία κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής ή κατόπιν της ανάκλησης της αλιευτικής άδειας·
ε)
τις προϋποθέσεις που δικαιολογούν την διαγραφή των μορίων.
5α. Η Επιτροπή καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:
α)
τη σύσταση και λειτουργία ενός συστήματος σώρευσης μορίων για σοβαρές παραβάσεις·
β)
την κοινοποίηση αποφάσεων·
γ)
τη διαβίβαση της ιδιοκτησίας σκάφους στο οποίο έχουν καταλογισθεί μόρια·
δ)
τη διαγραφή της αλιευτικής άδειας εκάστου υπεύθυνου για σοβαρές παραβιάσεις από σχετικούς καταλόγους·
ε)
τις υποχρεώσεις ενημέρωσης σχετικά με το σύστημα μορίων για τους πλοιάρχους αλιευτικών σκαφών που έχει θεσπιστεί από τα κράτη μέλη μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
48) Στο άρθρο 95, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Ορισμένα είδη αλιείας δύνανται να υπόκεινται σε ειδικά προγράμματα ελέγχου και επιθεώρησης. Η Επιτροπή δύναται, μέσω εκτελεστικών πράξεων, και σε συνεννόηση με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, να καθορίζει ποια αλιεύματα θα αποτελούν αντικείμενο ειδικών προγραμμάτων ελέγχου και επιθεώρησης με βάση την ανάγκη για ειδικό και συντονισμένο έλεγχο των εν λόγω ειδών αλιείας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
49) Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 102 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"
«3. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τα αποτελέσματα της έρευνας και της διαβιβάζουν έκθεση η οποία συντάσσεται το αργότερο εντός τριμήνου μετά το αίτημα της Επιτροπής. Η περίοδος αυτή είναι δυνατόν να παραταθεί για εύλογο διάστημα από την Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, κατόπιν δεόντως αιτιολογημένου αιτήματος από το κράτος μέλος.
4. Σε περίπτωση που η διοικητική έρευνα η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 2 δεν οδηγήσει στη διάλυση των εικασιών περί παρατυπιών ή σε περίπτωση που η Επιτροπή εντοπίσει ελλείψεις στο σύστημα ελέγχου ενός κράτους μέλους κατά τη διάρκεια των επαληθεύσεων ή των αυτοτελών επιθεωρήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 98 και 99 ή στον έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 100, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταστρώνει σχέδιο δράσης με το εν λόγω κράτος μέλος. Το κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή του εν λόγω σχεδίου δράσης.».
"
50) Το άρθρο 103 τροποποιείται ως εξής:
α) στην παράγραφο 1, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να αναστείλει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, για μέγιστη χρονική περίοδο 18 μηνών, όλες ή μέρος των πληρωμών της χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1198/2006 του Συμβουλίου και του άρθρου 8 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 861/2006 εφόσον υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία ότι:»·
"
β) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Σε περίπτωση που, κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εξακολουθεί να μην αποδεικνύει ότι έχει λάβει διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσει την τήρηση των ισχυόντων κανόνων στο μέλλον και την εφαρμογή τους ή ότι δεν υφίσταται σοβαρός κίνδυνος να θιγεί η μελλοντική αποτελεσματική λειτουργία του ενωσιακού συστήματος ελέγχου και εφαρμογής, η Επιτροπή δύναται να καταργήσει μέσω εκτελεστικών πράξεων, συνολικά ή εν μέρει, την ενωσιακή χρηματοδοτική συνδρομή, η καταβολή της οποίας έχει ανασταλεί σύμφωνα με την παράγραφο 1. Η Επιτροπή δύναται να προβεί στην ακύρωση αυτή μόνον εφόσον η αντίστοιχη πληρωμή έχει ανασταλεί για 12 μήνες.»·
"
γ) η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«8. Η Επιτροπή καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:
α)
τη διακοπή της προθεσμίας πληρωμής,
β)
την αναστολή πληρωμών·
γ)
την ακύρωση της χρηματοδοτικής βοήθειας μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
51) Το άρθρο 104 τροποποιείται ως εξής:
α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Όταν ένα κράτος μέλος δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του ως προς την εφαρμογή πολυετούς σχεδίου και η Επιτροπή διαθέτει αποδείξεις ότι η αδυναμία τήρησης αυτών των υποχρεώσεων αποτελεί σοβαρή απειλή για τη διατήρηση του σχετικού αποθέματος, η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να απαγορεύσει προσωρινά στο εν λόγω κράτος μέλος την αλιεία του είδους που έχει πληγεί από αυτές τις ελλείψεις.»·
"
β) η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«4. Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, αίρει την απαγόρευση αφότου το κράτος μέλος αποδείξει γραπτώς, με τρόπο που να ικανοποιεί την Επιτροπή, ότι ο τύπος της αλιείας μπορεί να συνεχιστεί με ασφάλεια.».
"
52) Το άρθρο 105 τροποποιείται ως εξής:
α) στην παράγραφο 2 η εισαγωγική φράση του πρώτου εδαφίου αντικαθίσταται από τα εξής:"
«2. Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος έχει υπερβεί την ποσόστωση, την παραχωρούμενη ποσότητα ή το διαθέσιμο σε ένα δεδομένο έτος μερίδιο του αποθέματος ή της ομάδας αποθεμάτων του, η Επιτροπή προβαίνει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, σε μειώσεις στο επόμενο έτος ή έτη των ετήσιων ποσοστώσεων, της παραχωρούμενης ποσότητας ή του μεριδίου του εν λόγω κράτους μέλους το οποίο έχει υπεραλιεύσει, εφαρμόζοντας πολλαπλασιαστικό συντελεστή σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα:»·
"
β) Οι παράγραφοι 4, 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"
«4. Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος έχει υπεραλιεύσει την ποσόστωση, την παραχωρηθείσα ποσότητα ή το διαθέσιμο μερίδιο του αποθέματος ή της ομάδας αποθεμάτων του κατά τη διάρκεια προηγουμένων ετών, η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, κατόπιν διαβούλευσης με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, να προβεί σε αφαίρεση ποσοστώσεων από μελλοντικές ποσοστώσεις του εν λόγω κράτους μέλους, ούτως ώστε να ληφθεί υπόψη το επίπεδο της υπεραλίευσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.
5. Εάν δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μείωση σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, επί της ποσόστωσης, της παραχωρούμενης ποσότητας ή του μεριδίου αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων που υπέστησαν την υπεραλίευση διότι η ποσόστωση, η παραχωρούμενη ποσότητα ή το μερίδιο αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων δεν διατίθεται ή δεν διατίθεται επαρκώς στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, η Επιτροπή μετά από διαβούλευση με το οικείο κράτος μέλος και μέσω εκτελεστικών πράξεων, μπορεί να μειώσει κατά το επόμενο έτος ή έτη ποσοστώσεις για άλλα αποθέματα ή ομάδες αποθεμάτων διαθέσιμων στο εν λόγω κράτος μέλος στην ίδια γεωγραφική περιοχή ή με την ίδια εμπορική αξία σύμφωνα με την παράγραφο 1.
6. Η Επιτροπή καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:
α)
την αξιολόγηση της προσαρμοσμένης ποσόστωσης σε σχέση με την οποία θα υπολογισθεί η καθ’ υπέρβαση χρησιμοποίηση ποσόστωσης·
β)
τη διαδικασία για τη διαβούλευση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους σχετικά με την αφαίρεση των ποσοστώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5 μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
53) Το άρθρο 106 τροποποιείται ως εξής:
α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι ένα κράτος μέλος υπερέβη την αλιευτική προσπάθεια που του αναλογεί, επιβάλλει μειώσεις στις μελλοντικές αλιευτικές προσπάθειες αυτού του κράτους μέλους μέσω εκτελεστικών πράξεων.»·
"
β) στην παράγραφο 2, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Σε περίπτωση υπέρβασης της αλιευτικής προσπάθειας σε γεωγραφική περιοχή ή σε αλιεία στην οποία έχει πρόσβαση ένα κράτος μέλος, η Επιτροπή προβαίνει στο επόμενο έτος ή έτη σε μειώσεις της αλιευτικής προσπάθειας που διαθέτει το εν λόγω κράτος μέλος για τη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή ή αλιεία, μέσω εκτελεστικών πράξεων, εφαρμόζοντας πολλαπλασιαστικό συντελεστή σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα:»·
"
γ) οι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"
«3. Εάν δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μείωση σύμφωνα με την παράγραφο 2 επί της μέγιστης επιτρεπόμενης αλιευτικής προσπάθειας της οποίας έγινε υπέρβαση, όσον αφορά ένα απόθεμα, διότι η μέγιστη επιτρεπόμενη αλιευτική προσπάθεια για το εν λόγω απόθεμα δεν διατίθεται ή δεν διατίθεται επαρκώς στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, μπορεί να μειώσει κατά το επόμενο έτος ή έτη αλιευτική προσπάθεια που διατίθεται στο εν λόγω κράτος μέλος στην ίδια γεωγραφική περιοχή και σύμφωνα με την παράγραφο 2.
4. Η Επιτροπή καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:
α)
την αξιολόγηση της μέγιστης διαθέσιμης ποσόστωσης σε σχέση με την οποία θα υπολογισθεί η καθ’ υπέρβαση χρησιμοποίηση ποσόστωσης·
β)
τη διαδικασία για τη διαβούλευση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους σχετικά με την αφαίρεση της αλιευτικής προσπάθειας που αναφέρεται στην παράγραφο 3 μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
54) Το άρθρο 107 τροποποιείται ως εξής:
α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Εφόσον υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι από ένα κράτος μέλος δεν τηρούνται οι κανόνες για τα αποθέματα που υπάγονται σε πολυετές σχέδιο και ότι το γεγονός αυτό ενδέχεται να συνιστά σοβαρή απειλή για τη διατήρηση των αποθεμάτων αυτών, η Επιτροπή δύναται, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να προβαίνει σε μειώσεις κατά το επόμενο έτος ή έτη από τις ετήσιες ποσοστώσεις, την παραχωρούμενη ποσότητα ή το μερίδιο αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων που διαθέτει το εν λόγω κράτος μέλος, εφαρμόζοντας την αρχή της αναλογικότητας και με συνεκτίμηση των ζημιών που υφίστανται τα αποθέματα.»·
"
β) η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«4. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α σχετικά με την προθεσμία για τα κράτη μέλη να αποδεικνύουν ότι το είδος αλιείας μπορεί να αλιεύεται με ασφάλεια, το περιεχόμενο που πρέπει να περιλαμβάνουν τα κράτη μέλη στην απάντησή τους και τον καθορισμό των ποσοτήτων που πρέπει να αφαιρούνται λαμβάνοντας υπόψη:
α)
την έκταση και το χαρακτήρα της μη συμμόρφωσης·
β)
τη σοβαρότητα και την απειλή για τη διατήρηση,
γ)
τη ζημία που προκαλείται στο απόθεμα λόγω της μη συμμόρφωσης.».
"
55) Στον τίτλο ΧΙ, το κεφάλαιο IV αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
Προσωρινά μέτρα
Άρθρο 108
Προσωρινά μέτρα
1. Εάν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που βασίζονται σε αποτελέσματα δειγματοληψίας που έχει διενεργήσει η Επιτροπή, ότι οι αλιευτικές δραστηριότητες ή/και τα μέτρα που ενέκρινε ένα κράτος μέλος ή κράτη μέλη βλάπτουν τα μέτρα διατήρησης και διαχείρισης που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο πολυετών σχεδίων ή απειλούν το θαλάσσιο οικοσύστημα και απαιτείται η άμεση λήψη μέτρων, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν τεκμηριωμένης αίτησης κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, να αποφασίσει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τη λήψη προσωρινών μέτρων μέγιστης διάρκειας έξι μηνών.
2. Τα προσωρινά μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 είναι ανάλογα με την απειλή και μπορούν να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων:
α)
την αναστολή των αλιευτικών δραστηριοτήτων των σκαφών που φέρουν τη σημαία του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους·
β)
την απαγόρευση της αλιείας·
γ)
την απαγόρευση για τις ενωσιακές επιχειρήσεις να δέχονται την εκφόρτωση, την τοποθέτηση σε κλωβούς για πάχυνση ή εκτροφή ή τη μεταφόρτωση ιχθύων και αλιευτικών προϊόντων τα οποία έχουν αλιευθεί από σκάφη που φέρουν τη σημαία του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους·
δ)
την απαγόρευση της διάθεσης στην αγορά ή της χρησιμοποίησης για άλλους εμπορικούς λόγους ιχθύων και αλιευτικών προϊόντων τα οποία έχουν αλιευθεί από σκάφη που φέρουν τη σημαία του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους·
ε)
την απαγόρευση της προμήθειας ζώντων ιχθύων με προορισμό την ιχθυοτροφία, στα ύδατα υπό τη δικαιοδοσία του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους·
στ)
την απαγόρευση της αποδοχής ζώντων ιχθύων που έχουν αλιευθεί από σκάφη που φέρουν τη σημαία του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους για τους σκοπούς της ιχθυοτροφίας, σε ύδατα υπό τη δικαιοδοσία των λοιπών κρατών μελών·
ζ)
την απαγόρευση στα αλιευτικά σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους να αλιεύουν σε ύδατα υπό τη δικαιοδοσία άλλων κρατών μελών·
η)
την κατάλληλη τροποποίηση των αλιευτικών δεδομένων που έχουν υποβάλει τα κράτη μέλη.
3. Το κράτος μέλος κοινοποιεί το τεκμηριωμένο αίτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ταυτόχρονα στην Επιτροπή, στα υπόλοιπα κράτη μέλη και στα οικεία γνωμοδοτικά συμβούλια.».
"
56) Στο άρθρο 109, η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«8. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν εθνικό σχέδιο για την εφαρμογή του συστήματος επικύρωσης στο οποίο εμπίπτουν τα δεδομένα που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 στοιχεία α) και β) και για να εξασφαλιστεί η παρακολούθηση των ανακολουθιών. Το σχέδιο επιτρέπει στα κράτη μέλη να ορίζουν προτεραιότητες για την επικύρωση και τους διασταυρούμενους ελέγχους και κατ’ επέκταση να παρακολουθούν τις ανακολουθίες βάσει της διαχείρισης κινδύνων. Το σχέδιο υποβάλλεται στην Επιτροπή προς έγκριση έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011. Η Επιτροπή εγκρίνει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τα σχέδια έως την 1η Ιουλίου 2012 αφού δώσει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να προβούν σε διορθώσεις. Οι τροποποιήσεις του σχεδίου υποβάλλονται ετησίως στην Επιτροπή προς έγκριση. Η Επιτροπή εγκρίνει τις τροποποιήσεις στο σχέδιο με εκτελεστικές πράξεις.».
"
57) Στο άρθρο 110, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«3. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, τα κράτη μέλη μπορούν έως τις 30 Ιουνίου 2012 να διεξάγουν πιλοτικά σχέδια με την Επιτροπή ή τον φορέα που έχει ορίσει η ίδια για την παροχή εξ αποστάσεως πρόσβασης σε πραγματικό χρόνο σε δεδομένα για τις αλιευτικές δυνατότητες που έχουν καταγραφεί και επικυρωθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Εφόσον τόσο η Επιτροπή όσο και το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εκφράσουν ικανοποίηση ως προς το αποτέλεσμα του πιλοτικού σχεδίου και λειτουργεί η εξ αποστάσεως πρόσβαση βάσει των συμφωνηθέντων, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένο να υποβάλει έκθεση για τις αλιευτικές δυνατότητες σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφοι 2 και 8. Ο μορφότυπος και οι διαδικασίες πρόσβασης στα δεδομένα υποβάλλονται σε εξέταση και δοκιμή. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή πριν από την 1η Ιανουαρίου 2012 σχετικά με το αν προγραμματίζουν να εκτελέσουν πιλοτικά προγράμματα. Από την 1η Ιανουαρίου 2013 είναι δυνατόν να λαμβάνονται αποφάσεις σύμφωνα με τη συνθήκη, όσον αφορά την υιοθέτηση διαφορετικού τρόπου και συχνότητας διαβίβασης δεδομένων από τα κράτη μέλη ώστε να εξασφαλίζεται η πρόσβαση σε πραγματικό χρόνο.».
"
58) Στο άρθρο 111, η παράγραφος 3 απαλείφεται.
59) Το παρακάτω άρθρο εισάγεται πριν από τον τίτλο του κεφαλαίου II:"
«Άρθρο 111α
Λεπτομέρειες εφαρμογής για την εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με δεδομένα
Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καθορίζει λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά τον έλεγχο της ποιότητας, την τήρηση των προθεσμιών για την υποβολή των δεδομένων, τους διασταυρούμενους ελέγχους, την ανάλυση, την επαλήθευση των δεδομένων και τη θέσπιση τυποποιημένου μορφότυπου για την τηλεφόρτωση και ανταλλαγή των δεδομένων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
60) Στο άρθρο 114, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, κάθε κράτος μέλος πρέπει να έχει δημιουργήσει, το αργότερο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2012, επίσημο ιστότοπο προσβάσιμο μέσω διαδικτύου όπου θα περιέχονται τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 115 και 116. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τον επίσημο ιστότοπό τους στο διαδίκτυο. Η Επιτροπή δύναται να αποφασίζει μέσω εκτελεστικών πράξεων την ανάπτυξη κοινών προδιαγραφών και διαδικασιών για να εξασφαλίσει τη διαφάνεια της επικοινωνίας τόσο μεταξύ των κρατών μελών όσο και μεταξύ αυτών, του φορέα που έχει καθορίσει από κοινού με την Επιτροπή, καθώς και τη διαβίβαση σε τακτική βάση σύντομων πληροφοριακών στοιχείων για την εξέλιξη της σχέσης μεταξύ καταγεγραμμένων αλιευτικών δραστηριοτήτων και αλιευτικών δυνατοτήτων.».
"
61) Στο άρθρο 116, η παράγραφος 6 απαλείφεται.
62) Μετά τον τίτλο XIII παρεμβάλλεται το ακόλουθο νέο άρθρο 116α:"
«Άρθρο116α
Λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή διατάξεων όσον αφορά δικτυακούς τόπους και διαδικτυακές υπηρεσίες
Η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη λειτουργία δικτυακών τόπων και διαδικτυακών υπηρεσιών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
63) Στο άρθρο 117, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«4. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, κανόνες σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή όσον αφορά:
α)
τη διοικητική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, των τρίτων χωρών, της Επιτροπής και του φορέα που αυτή έχει καθορίσει, καθώς και όσον αφορά την προστασία των προσωπικών δεδομένων και τη χρήση των πληροφοριών και την προστασία του επαγγελματικού και εμπορικού απορρήτου,
β)
το κόστος της διεκπεραίωσης αιτημάτων για συνδρομή,
γ)
τον καθορισμό της ενιαίας αρχής των κρατών μελών,
δ)
την κοινοποίηση των μέτρων που ελήφθησαν από τις εθνικές αρχές σε συνέχεια της ανταλλαγής πληροφοριών·
ε)
αιτήματα για συνδρομή, συμπεριλαμβανομένων αιτημάτων για ενημέρωση, αιτημάτων για λήψη μέτρων και αιτημάτων για διοικητικές κοινοποιήσεις και τον καθορισμό προθεσμιών για απάντηση·
στ)
ενημέρωση χωρίς προηγούμενο αίτημα,
ζ)
τις σχέσεις των κρατών μελών με την Επιτροπή και με τρίτες χώρες.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
64) Στο άρθρο 118, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«5. «Η Επιτροπή εγκρίνει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, λεπτομερείς κανόνες σχετικά με το περιεχόμενο και τη μορφή των αναφορών από τα κράτη μέλη. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».
"
65) Το άρθρο 119 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 119
Διαδικασία επιτροπής
1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που συγκροτήθηκε βάσει του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002. Η εν λόγω επιτροπή είναι μια επιτροπή υπό την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.».
"
66) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"
«Άρθρο 119α
Άσκηση της εξουσιοδότησης
1. Εκχωρείται στην Επιτροπή το δικαίωμα να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.
2. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεταιπροβλεπόμενη στο άρθρο 7 παράγραφος 6, 8 παράγραφος 2, 9 παράγραφος 10, στο άρθρο 14 παράγραφος 11, στο άρθρο 15 παράγραφος 9, 17 παράγραφος 6, στο άρθρο 21 παράγραφος 6, στο άρθρο 22 παράγραφος 7, στο άρθρο 49 παράγραφος 2, στο άρθρο 51 παράγραφος 1, στο άρθρο 52 παράγραφος 3, στο άρθρο 58 παράγραφος 10, στο άρθρο 58 παράγραφος 11, στο άρθρο 59 παράγραφος 5, στο άρθρο 60 παράγραφος 7, στο άρθρο 65 παράγραφος 1, στο άρθρο 65 παράγραφος 2, στο άρθρο 73 παράγραφος 9, στο άρθρο 74 παράγραφος 6, στο άρθρο 75 παράγραφος 2, στο άρθρο 92 παράγραφος 5α και στο άρθρο 107 παράγραφος 4 ανατίθεται επ’ αόριστον εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο τριών ετών από την …(6).
Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των τριών ετών. Στην έκθεση αυτή, η Επιτροπή αξιολογεί την αποτελεσματικότητα των πράξεων που εκδίδονται υπό το πρίσμα των στόχων του παρόντος κανονισμού και της κοινής αλιευτικής πολιτικής, ώστε να διασφαλιστεί συγκεκριμένα ότι οι έλεγχοι διενεργούνται με δίκαιο τρόπο, για παράδειγμα με τη χρήση συγκριτικών δεικτών.
Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου. [Τροπολογία 15]
3. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 6, στο άρθρο 14 παράγραφος 11, στο άρθρο 15 παράγραφος 9, στο άρθρο 21 παράγραφος 6, στο άρθρο 22 παράγραφος 7, στο άρθρο 49 παράγραφος 2, στο άρθρο 51 παράγραφος 1, στο άρθρο 52 παράγραφος 3, στο άρθρο 58 παράγραφος 10, στο άρθρο 58 παράγραφος 11, στο άρθρο 59 παράγραφος 5, στο άρθρο 60 παράγραφος 7, στο άρθρο 65 παράγραφος 1, στο άρθρο 65 παράγραφος 2, στο άρθρο 73 παράγραφος 9, στο άρθρο 74 παράγραφος 6, στο άρθρο 75 παράγραφος 2, στο άρθρο 92 παράγραφος 5α και στο άρθρο 107 παράγραφος 4 είναι ανακλητή ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η ανακλητήρια απόφαση αίρει την εξουσιοδότηση που ορίζει η εν λόγω απόφαση Αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Ανάλογη απόφαση δεν επηρεάζει την εγκυρότητα ήδη ισχυουσών κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.
4. Κατά την έκδοση πράξης κατ’ εξουσιοδότηση, η Επιτροπή μεριμνά για την ταυτόχρονη κοινοποίηση της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
5. Μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 6, το άρθρο 14 παράγραφος 11, το άρθρο 15 παράγραφος 9, το άρθρο 21 παράγραφος 6, το άρθρο 22 παράγραφος 7, το άρθρο 49 παράγραφος 2, το άρθρο 51 παράγραφος 1, το άρθρο 52 παράγραφος 3, το άρθρο 58 παράγραφος 10, το άρθρο 58 παράγραφος 11, το άρθρο 59 παράγραφος 5, το άρθρο 60 παράγραφος 7, το άρθρο 65 παράγραφος 1, το άρθρο 65 παράγραφος 2, το άρθρο 73 παράγραφος 9, το άρθρο 74 παράγραφος 6, το άρθρο 75 παράγραφος 2, το άρθρο 92 παράγραφος 5α και το άρθρο 107 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν προβάλουν ενστάσεις εντός προθεσμίας 2 μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν από την εκπνοή της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να προβάλουν ενστάσεις. Η περίοδος παρατείνεται κατά 2 μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.».
"
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2009, περί θεσπίσεως κοινοτικού συστήματος ελέγχου της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 1).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών όσον αφορά τις συσκευές και τα συστήματα προστασίας που προορίζονται για χρήση σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες (αναδιατύπωση) (COM(2011)0772 – C7-0426/2011 – 2011/0356(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0772),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0426/2011),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 28ης Μαρτίου 2012(1),
– έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μία πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(2),
– έχοντας υπόψη την από 27 Μαρτίου 2012 επιστολή της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 του Κανονισμού,
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 11ης Οκτωβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7‑0255/2012),
A. εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην όσων προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων προηγούμενων πράξεων και των τροποποιήσεων αυτών, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·
1. εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·
2. εγκρίνει την επισυναπτόμενη δήλωσή του, η οποία θα δημοσιευθεί στη σειρά L της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαζί με την τελική νομοθετική πράξη·
3. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις συσκευές και τα συστήματα προστασίας που προορίζονται για χρήση σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες (αναδιατύπωση)
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/34/ΕΚ)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ
ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν «επιτροπές επιτροπολογίας» κατά την έννοια του Παραρτήματος Ι της Συμφωνίας-Πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Συνεπώς, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 15 της Συμφωνίας-Πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί της διαθεσιμότητας στην αγορά και του ελέγχου των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης (αναδιατύπωση) (COM(2011)0771 – C7-0423/2011 – 2011/0349(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0771),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0423/2011),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 28 Μαρτίου 2012(1),
– έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μία πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(2),
– έχοντας υπόψη την επιστολή που απέστειλε στις 27 Μαρτίου 2012 η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 11ης Οκτωβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0256/2012),
A. εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην όσων προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων προηγούμενων πράξεων και των τροποποιήσεων αυτών, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·
1. εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·
2. εγκρίνει την επισυναπτόμενη δήλωσή του, η οποία θα δημοσιευθεί στην σειρά L της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαζί με την τελική νομοθετική πράξη·
3. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί της διαθεσιμότητας στην αγορά και του ελέγχου των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης (αναδιατύπωση)
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/28/ΕΕ.)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ
ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν "επιτροπές επιτροπολογίας" κατά την έννοια του Παραρτήματος Ι της Συμφωνίας-Πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Έτσι, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 15 της Συμφωνίας-Πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την εναρμόνιση των νόμων των κρατών μελών όσον αναφορά τη διαθεσιμότητα στην αγορά οργάνων ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας (αναδιατύπωση) (COM(2011)0766 – C7-0430/2011 – 2011/0352(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0766),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0430/2011),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 28 Μαρτίου 2012(1),
– έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μία πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(2),
– έχοντας υπόψη την από 27 Μαρτίου 2012 επιστολή της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 του Κανονισμού,
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 11ης Οκτωβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7‑0257/2012),
A. εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην όσων προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων προηγούμενων πράξεων και των τροποποιήσεων αυτών, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·
1. εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·
2. εγκρίνει την επισυναπτόμενη δήλωσή του, η οποία θα δημοσιευθεί στη σειρά L της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαζί με την τελική νομοθετική πράξη·
3. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά οργάνων ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας (αναδιατύπωση)
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/31/ΕΕ.)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ
ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν "επιτροπές επιτροπολογίας" κατά την έννοια του Παραρτήματος Ι της Συμφωνίας-Πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Έτσι, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 15 της Συμφωνίας-Πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα (αναδιατύπωση) (COM(2011)0765 – C7-0429/2011 – 2011/0351(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0765),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0429/2011),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 28 Μαρτίου 2012(1),
– έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μία πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(2),
– έχοντας υπόψη την επιστολή που απέστειλε στις 27 Μαρτίου 2012 η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 11ης Οκτωβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0258/2012),
A. εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην όσων προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων προηγούμενων πράξεων και των τροποποιήσεων αυτών, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·
1. εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·
2. εγκρίνει την επισυναπτόμενη δήλωσή του, η οποία θα δημοσιευθεί στη σειρά L της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαζί με την τελική νομοθετική πράξη·
3. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα (αναδιατύπωση)
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/30/ΕΕ.)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ
ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν "επιτροπές επιτροπολογίας" κατά την έννοια του Παραρτήματος Ι της Συμφωνίας-Πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Έτσι, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 15 της Συμφωνίας-Πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διάθεση στην αγορά ηλεκτρολογικού υλικού που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί εντός ορισμένων ορίων τάσης (αναδιατύπωση) (COM(2011)0773 – C7-0427/2011 – 2011/0357(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0773),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0427/2011),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 28 Μαρτίου 2012(1),
– έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μία πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(2),
– έχοντας υπόψη την από 27 Μαρτίου 2012 επιστολή της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 του Κανονισμού,
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 11ης Οκτωβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7‑0259/2012),
A. εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην όσων προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων προηγούμενων πράξεων και των τροποποιήσεων αυτών, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·
1. εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·
2. εγκρίνει την επισυναπτόμενη δήλωσή του, η οποία θα δημοσιευθεί στη σειρά L της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαζί με την τελική νομοθετική πράξη·
3. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά ηλεκτρολογικού υλικού που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί εντός ορισμένων ορίων τάσης (αναδιατύπωση)
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/35/ΕΕ.)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ
ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν «επιτροπές επιτροπολογίας» κατά την έννοια του Παραρτήματος Ι της Συμφωνίας-Πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνον όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Συνεπώς, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 15 της Συμφωνίας-Πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά ανελκυστήρων και κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες (αναδιατύπωση) (COM(2011)0770 – C7-0421/2011 – 2011/0354(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0770),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0421/2011),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 28 Μαρτίου 2012(1),
– έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μία πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(2),
– έχοντας υπόψη την επιστολή που απέστειλε στις 27 Μαρτίου 2012 η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 11ης Οκτωβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0260/2012),
A. εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην όσων προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων προηγούμενων πράξεων και των τροποποιήσεων αυτών, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·
1. εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·
2. εγκρίνει την επισυναπτόμενη δήλωσή του, η οποία θα δημοσιευθεί στη σειρά L της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαζί με την τελική νομοθετική πράξη·
3. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τους ανελκυστήρες και τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες (αναδιατύπωση)
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/33/ΕΕ.)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ
ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν "επιτροπές επιτροπολογίας" κατά την έννοια του Παραρτήματος Ι της Συμφωνίας-Πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Έτσι, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 15 της Συμφωνίας-Πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διάθεση στην αγορά απλών δοχείων πίεσης (αναδιατύπωση) (COM(2011)0768 – C7-0428/2011 – 2011/0350(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0768),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0428/2011),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 28 Μαρτίου 2012(1),
– έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μία πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(2),
– έχοντας υπόψη την από 27 Μαρτίου 2012 επιστολή της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 του Κανονισμού,
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 11ης Οκτωβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7‑0261/2012),
A. εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην όσων προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων προηγούμενων πράξεων και των τροποποιήσεων αυτών, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·
1. εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·
2. εγκρίνει την επισυναπτόμενη δήλωσή του, η οποία θα δημοσιευθεί στη σειρά L της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαζί με την τελική νομοθετική πράξη·
3. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διάθεση στην αγορά απλών δοχείων πίεσης (αναδιατύπωση)
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/29/ΕΕ.)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ
ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν «επιτροπές επιτροπολογίας» κατά την έννοια του Παραρτήματος Ι της Συμφωνίας-Πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνον όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Συνεπώς, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 15 της Συμφωνίας-Πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα οργάνων μετρήσεων στην αγορά (αναδιατύπωση) (COM(2011)0769 – C7-0422/2011 – 2011/0353(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0769),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0422/2011),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 28 Μαρτίου 2012(1),
– έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 για μια πλέον συστηματοποιημένη χρήση της τεχνικής της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(2),
– έχοντας υπόψη την επιστολή που απέστειλε στις 8 Οκτωβρίου 2012 η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 11ης Οκτωβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0376/2012),
Α. εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει κάποια ουσιαστική τροποποίηση πλην εκείνων που προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων των προηγούμενων πράξεων μαζί με τις τροποποιήσεις αυτές, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·
1. εγκρίνει την θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·
2. εγκρίνει την επισυναπτόμενη δήλωσή του, η οποία θα δημοσιευθεί στη σειρά L της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαζί με την τελική νομοθετική πράξη·
3. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα των οργάνων μετρήσεων στην αγορά (αναδιατύπωση)
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/32/ΕΕ.)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ
ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν «επιτροπές επιτροπολογίας» κατά την έννοια του Παραρτήματος Ι της συμφωνίας πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο όταν και εφόσον σε αυτές συζητούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Συνεπώς, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 15 της συμφωνίας πλαίσιο όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητούνται άλλα θέματα.
Αποζημίωση των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχή βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποίησης του κανονισμού (EΚ) αριθ. 261/2004 για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης, καθώς και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2027/97 για την ευθύνη του αερομεταφορέα όσον αφορά την αεροπορική μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους (COM(2013)0130 – C7-0066/2013 – 2013/0072(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0130),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 100 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία τού υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0066/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 11ης Ιουλίου 2013(1),
– αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0020/2014),
1. εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 261/2004 για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης, καθώς και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2027/97 του Συμβουλίου για την ευθύνη του αερομεταφορέα όσον αφορά την αεροπορική μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους
P7_TC1-COD(2012)0072
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 100 παράγραφος 2,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(3),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(4),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(5), και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2027/97 του Συμβουλίου(6), έχουν συμβάλει σημαντικά στην προστασία των δικαιωμάτων των επιβατών αεροπορικών μεταφορών όταν τα ταξιδιωτικά τους σχέδια διαταράσσονται λόγω άρνησης επιβίβασης, μεγάλων καθυστερήσεων, ματαιώσεων ή απώλειας αποσκευών.
(2) Ορισμένες ελλείψεις που διαπιστώθηκαν κατά την εφαρμογή των δικαιωμάτων βάσει των κανονισμών, εμπόδισαν ωστόσο την αξιοποίηση του πλήρους δυναμικού τους όσον αφορά την προστασία των επιβατών. Προκειμένου να εξασφαλιστεί αποτελεσματικότερη, αποδοτικότερη και συνεπέστερη εφαρμογή των δικαιωμάτων των επιβατών αεροπορικών μεταφορών στην Ένωση, απαιτούνται ορισμένες προσαρμογές του υφιστάμενου νομικού πλαισίου. Αυτό τονίστηκε στην έκθεση της ΕΕ για την ιθαγένεια του 2010 που εξέδωσε η Επιτροπή σχετικά με την άρση των εμποδίων στα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ, στην οποία εξαγγέλθηκαν μέτρα για την εξασφάλιση συνόλου κοινών δικαιωμάτων, ιδίως για τους επιβάτες αερομεταφορών, και για την επαρκή επιβολή των εν λόγω δικαιωμάτων.
(2α) Οι υπηρεσίες αεροπορικών μεταφορών προπληρώνονται από τον επιβάτη και επιδοτούνται, άμεσα ή έμμεσα, από τους φορολογούμενους. Ως εκ τούτου, τα αεροπορικά εισιτήρια πρέπει να θεωρούνται «επακόλουθες συμβάσεις», βάσει των οποίων οι αεροπορικές εταιρείες εγγυώνται ότι θα εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις της σύμβασης με τη μεγαλύτερη δυνατή φροντίδα. [Τροπολογία 1]
(3) Προκειμένου να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου για τους αερομεταφορείς και τους επιβάτες, απαιτείται επακριβέστερος ορισμός της έννοιας «έκτακτες περιστάσεις», ο οποίος να λαμβάνει υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-549/07 (Wallentin-Hermann). Ο εν λόγω ορισμός θα πρέπει να αποσαφηνιστεί περαιτέρω μέσω μη εξαντλητικού καταλόγου περιστάσεων που θα προσδιορίζονται σαφώς ως έκτακτες ή μη. Θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σκοπό την προσθήκη στοιχείων στον εν λόγω κατάλογο, εφόσον είναι αναγκαίο. [Τροπολογία 2]
(4) Στην υπόθεση C-173/07 (Emirates), το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε ότι ο όρος «πτήση» κατά την έννοια του κανονισμού 261/2004 πρέπει να ερμηνευθεί ως συνιστάμενη στην ουσία σε μία διενέργεια αερομεταφοράς, αποτελούσα, τρόπον τινά, μία «μονάδα» της μεταφοράς αυτής, εκτελούμενη από έναν αερομεταφορέα ο οποίος και ορίζει το δρομολόγιό της. Προκειμένου να αποφευχθεί η αβεβαιότητα θα πρέπει να παρασχεθεί τώρα σαφής ορισμός της έννοιας «πτήση» καθώς και των συναφών εννοιών «ανταπόκριση» και «ταξίδι».
(5) Στην υπόθεση C-22/11 (Finnair), το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε ότι η έννοια «άρνηση επιβιβάσεως» πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι καλύπτει όχι μόνον την άρνηση επιβιβάσεως που οφείλεται σε υπεράριθμες κρατήσεις αλλά και την άρνηση επιβιβάσεως για άλλους λόγους, όπως είναι οι λόγοι που συνδέονται με τη λειτουργία της επιχειρήσεως του αερομεταφορέα. Με βάση την εν λόγω επιβεβαίωση, δεν υπάρχει λόγος τροποποίησης του υφιστάμενου ορισμούΟ ορισμός της έννοιας «άρνηση επιβιβάσεως» θα πρέπει να καλύπτει τις περιπτώσεις στις οποίες η προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης μετατίθεται σε προγενέστερη ώρα με αποτέλεσμα ένας επιβάτης να χάνει την πτήση. [Τροπολογία 3]
(6) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 εφαρμόζεται επίσης στους επιβάτες που έχουν κάνει κράτηση για το αεροπορικό τους ταξίδι ως μέρος οργανωμένου ταξιδίου. Ωστόσο, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι οι επιβάτες είναι δυνατόν να μην σωρεύουν αντίστοιχα δικαιώματα, ιδίως βάσει του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου(7). Οι επιβάτες θα πρέπει να είναι σε θέση να επιλέγουν βάσει ποιας νομοθεσίας θα υποβάλουν αίτηση αποζημίωσης αλλά δεν θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα σωρευτικής αποζημίωσης για το ίδιο πρόβλημα βάσει αμφότερων των νομικών πράξεων. Δεν θα πρέπει να αφορά τους επιβάτες με ποιον τρόπο οι αερομεταφορείς και οι ταξιδιωτικοί πράκτορες κατανέμουν τις εν λόγω αιτήσεις αποζημίωσης μεταξύθα πρέπει να παρέχουν αμελλητί στους επιβάτες τα απαραίτητα στοιχεία για την οριστικοποίηση των αιτήσεων αποζημίωσής τους. [Τροπολογία 4]
(7) Προκειμένου να βελτιωθεί το επίπεδο προστασίας, δεν θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα να αντιμετωπίσουν οι επιβάτες δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζουν άρνηση επιβίβασης σε ταξίδικάποιο σκέλος του ταξιδιού επιστροφής με εισιτήριο μετ' επιστροφής επειδή δεν έχουν ταξιδέψει στο πρώτοσε κάθε σκέλος της μετάβασης που καλύπτει το εισιτήριο. [Τροπολογία 5]
(8) Σήμερα, επιβάλλονται στους επιβάτες κυρώσεις υπό την μορφή διοικητικών τελών για τη γραφή του ονόματός τους. Οι εύλογες διορθώσεις των σφαλμάτων στις κρατήσεις θα πρέπει να γίνονται δωρεάν εφόσον δεν συνεπάγονται αλλαγές στην ώρα, την ημερομηνία, τη διαδρομή ή τον επιβάτη. [Τροπολογία 6]
(9) Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι σε περιπτώσεις ματαιώσεων η επιλογή μεταξύ της επιστροφής χρημάτων, της συνέχειας του ταξιδίου με μεταφορά με άλλη πτήση, ή του ταξιδιού αργότερα κατά τη διάρκεια της ίδιας ημέρας ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία, αποτελεί απόφαση του επιβάτη και όχι του αερομεταφορέα. [Τροπολογία 7]
(9α) Σε περίπτωση ακύρωσης πτήσης από τον επιβάτη οι αερομεταφορείς θα πρέπει να υποχρεούνται να επιστρέψουν ανέξοδα τους ήδη καταβληθέντες φόρους.[Τροπολογία 8]
(9β) Εάν ο επιβάτης αποφασίσει, βάσει συμφωνίας, να ταξιδέψει σε μεταγενέστερη ημερομηνία, οι δαπάνες μετάβασης στο αεροδρόμιο και αναχώρησης από αυτό για την ακυρωθείσα πτήση θα πρέπει πάντα να επιστρέφονται στο ακέραιο. Στις εν λόγω δαπάνες θα πρέπει πάντα να συγκαταλέγονται δαπάνες για δημόσια μέσα μεταφοράς και για ταξί και τέλη στάθμευσης στον αερολιμένα. [Τροπολογία 9]
(9γ) Η οικονομική προστασία των επιβατών σε περίπτωση πτώχευσης της αεροπορικής εταιρείας αποτελεί βασικό στοιχείο ενός αποτελεσματικού καθεστώτος δικαιωμάτων των επιβατών. Προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των επιβατών αεροπορικών μεταφορών σε περίπτωση ματαίωσης πτήσεων λόγω αφερεγγυότητας ενός αερομεταφορέα ή αναστολής των δραστηριοτήτων ενός αερομεταφορέα εξαιτίας της ανάκλησης της άδειας λειτουργίας του, οι αερομεταφορείς θα πρέπει να υποχρεούνται να παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις που να εξασφαλίζουν την επιστροφή των χρημάτων ή τον επαναπατρισμό των επιβατών. [Τροπολογία 10]
(9δ) Η δημιουργία ενός ταμείου εγγυήσεων ή ενός συστήματος υποχρεωτικής ασφάλισης θα επιτρέψει, για παράδειγμα, στον αερομεταφορέα να εξασφαλίσει την επιστροφή των χρημάτων των επιβατών ή τον επαναπατρισμό τους κατόπιν ματαίωσης πτήσης λόγω αφερεγγυότητας ενός αερομεταφορέα ή αναστολής των δραστηριοτήτων ενός αερομεταφορέα εξαιτίας της ανάκλησης της άδειας λειτουργίας του. [Τροπολογία 11]
(10) Οι αερολιμένεςΟ φορέας διαχείρισης αερολιμένα και οι χρήστες των αερολιμένων όπως οι αερομεταφορείς,και οι εταιρείες επίγειας εξυπηρέτησης, οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας και οι πάροχοι συνδρομής για επιβάτες με αναπηρία και επιβάτες με μειωμένη κινητικότητα θα πρέπει να συνεργάζονται λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την επιβολή του συντονισμού και της συνεργασίας μεταξύ των χρηστών του αερολιμένα για να ελαχιστοποιούν τις επιπτώσεις που έχουν στους επιβάτες οι πολλαπλές διακοπές των πτήσεων, εξασφαλίζοντας την παροχή φροντίδας και τη μεταφορά με άλλες πτήσεις. Προς το σκοπό αυτό θα πρέπει να καταρτίσουν σχέδια, οι φορείς διαχείρισης των αερολιμένων θα πρέπει να εξασφαλίσουν τον κατάλληλο συντονισμό μέσω κατάλληλου σχεδίου απρόβλεπτων καταστάσεων για τέτοια συμβάντα και να συνεργάζονται με τις εθνικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές για την κατάρτιση των εν λόγω σχεδίων. Τα σχέδια αυτά θα πρέπει να αξιολογούνται από τις εθνικές αρχές επιβολής, οι οποίες μπορούν να ζητήσουν προσαρμογές εάν κριθεί απαραίτητο. [Τροπολογία 12]
(10α) Οι αερομεταφορείς θα πρέπει να θεσπίσουν διαδικασίες και συντονισμένη δράση, ούτως ώστε να παρέχεται επαρκής πληροφόρηση στους καθηλωμένους επιβάτες. Στις εν λόγω διαδικασίες θα πρέπει να υποδεικνύεται με σαφήνεια ο υπεύθυνος, σε κάθε αερολιμένα, για την παροχή φροντίδας και βοήθειας, για την μεταφορά των επιβατών με άλλες πτήσεις ή την επιστροφή χρημάτων και θα πρέπει να να καθορίζονται οι διαδικασίες και οι προϋποθέσεις για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών. [Τροπολογία 13]
(10β) Προκειμένου να παρέχεται βοήθεια στους επιβάτες σε περίπτωση διακοπών ή καθυστερήσεων πτήσεων και ζημίας ή απώλειας αποσκευών, οι αερομεταφορείς θα πρέπει να συστήνουν γραφεία επικοινωνίας στους αερολιμένες, όπου το προσωπικό τους ή τρίτοι εξουσιοδοτημένοι από αυτές θα πρέπει να παρέχουν τις απαιτούμενες πληροφορίες στους επιβάτες όσον αφορά τα δικαιώματά τους, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών υποβολής καταγγελιών και να τους παρέχουν επίσης βοήθεια για την ανάληψη άμεσων ενεργειών. [Τροπολογία 14]
(11) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 θα πρέπει να συμπεριλάβει ρητά το δικαίωμα αποζημίωσης για επιβάτες που αντιμετωπίζουν μεγάλες καθυστερήσεις, σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-402/07 και C-432/07 (Sturgeon) και με την αρχή της ίσης μεταχείρισης, βάσει της οποίας απαιτείται συγκρίσιμες καταστάσεις να τυγχάνουν ίδιας μεταχείρισης. Ταυτόχρονα, Τα όρια άνω των οποίων οι καθυστερήσεις γεννούν δικαίωμα αποζημίωσης θα πρέπει να αυξηθούν για να ληφθούν μεταξύ άλλων υπόψη οι οικονομικές επιπτώσεις στον κλάδο. και να αποφευχθεί εξαιτίας αυτού η τυχόν αύξηση της συχνότητας των ματαιώσεων. Για ναΘα πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα ότι θα εξασφαλιστεί ότιπως οι πολίτες που ταξιδεύουν εντός της ΕΕ αντιμετωπίζουν ομοιογενείς όρους αποζημίωσης., το όριο θα πρέπει να είναι το ίδιο για όλα τα ταξίδια εντός της ΕΕ, αλλά και θα πρέπει να εξαρτάται απόΤαυτόχρονα, ορισμένα όριαθα πρέπει να τοποθετηθούν σε υψηλότερο επίπεδο ανάλογα με την απόσταση του ταξιδίου προς και από τρίτες χώρες για να ληφθούν υπόψη οι επιχειρησιακές δυσκολίες των αερομεταφορέων κατά την αντιμετώπιση καθυστερήσεων σε απομακρυσμένους αερολιμένες. Όσον αφορά το ύψος της αποζημίωσης, θα πρέπει πάντα να εφαρμόζεται ο ίδιος συντελεστής για την ίδια απόσταση που καλύπτει η εκάστοτε πτήση. [Τροπολογία 15]
(12) Για να εξασφαλιστεί ασφάλεια δικαίου, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 θα πρέπει να επιβεβαιώνει ρητά ότι οι επιπτώσεις στους επιβάτες από τον αναπρογραμματισμό των πτήσεων είναι παρόμοιες με τις μεγάλες καθυστερήσεις ή την άρνηση επιβιβάσεως και θα πρέπει συνεπώς να γεννούν παρόμοια δικαιώματα. [Τροπολογία 16]
(13) Οι επιβάτες που χάνουν την πτήση ανταπόκρισης λόγω αναπρογραμματισμού ή καθυστέρησης της πτήσης θα πρέπει να δέχονται κατάλληλη φροντίδα ενώ περιμένουν την μεταφορά με άλλη πτήση. Σύμφωνα με την αρχή της ισότιμης μεταχείρισης και την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην υπόθεση C-11/11 (Air France κατά Folkerts) οι εν λόγω επιβάτες θα πρέπει να μπορούν να υποβάλλουν αίτηση αποζημίωσης σε παρόμοια βάση με τους επιβάτες των οποίων οι πτήσεις έχουν καθυστερήσει ή ματαιωθεί αναλόγως της καθυστέρησης που αντιμετώπισαν για να φτάσουν στον τελικό προορισμό του ταξιδιού τους. [Τροπολογία 17]
(13α) Κατά κανόνα, η προσφορά βοήθειας και μεταφοράς με άλλη πτήση θα πρέπει να είναι υποχρέωση του αερομεταφορέα, ο οποίος ευθύνεται για τον αναπρογραμματισμό ή την καθυστέρηση. Ωστόσο, προκειμένου να μειωθεί η οικονομική επιβάρυνση για τον συγκεκριμένο αερομεταφορέα, η αποζημίωση που θα πρέπει να καταβάλλεται στον επιβάτη, θα πρέπει να εξαρτάται από την καθυστέρηση της προηγούμενης πτήσης ανταπόκρισης στο σημείο ανταπόκρισης. [Τροπολογία 18]
(13β) Οι επιβάτες με αναπηρία ή οι επιβάτες με μειωμένη κινητικότητα που χάνουν πτήση ανταπόκρισης λόγω καθυστέρησης εξαιτίας υπηρεσιών εξυπηρέτησης σε αερολιμένες θα πρέπει να λαμβάνουν επαρκή φροντίδα ενόσω περιμένουν τη μεταφορά τους με άλλη πτήση. Οι επιβάτες αυτοί θα πρέπει να μπορούν να υποβάλλουν αίτηση αποζημίωσης από τον φορέα διαχείρισης αερολιμένα σε παρόμοια βάση με τους επιβάτες των οποίων οι πτήσεις έχουν καθυστερήσει ή ματαιωθεί από τον αερομεταφορέα. [Τροπολογία 19]
(14) Προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των επιβατών, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι οι επιβάτες των οποίων η πτήση καθυστέρησε έχουν δικαίωμα σε φροντίδα και αποζημίωση ανεξάρτητα του αν περιμένουν στον τερματικό σταθμό του αερολιμένα ή έχουν ήδη καταλάβει τις θέσεις τους στο αεροσκάφος. Ωστόσο, επειδή στην δεύτερη περίπτωση οι επιβάτες δεν έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες που διατίθενται στον τερματικό σταθμό, τα δικαιώματά τους θα πρέπει να ενισχυθούν όσον αφορά τις βασικές τους ανάγκες και όσον αφορά το δικαίωμα τους να αποβιβαστούν.
(15) Στις περιπτώσεις που κάποιος επιβάτης έχει επιλέξει μεταφορά με άλλη πτήση το νωρίτερο δυνατόν, ο αερομεταφορέας συχνά επιτρέπει την μεταφορά με άλλη πτήση υπό την προϋπόθεση της διάθεσης θέσεων στις δικές του πτήσεις, αρνούμενος έτσι στους επιβάτες την δυνατότητα να μεταφερθούν με άλλη πτήση ταχύτερα μέσω εναλλακτικών δρομολογίων. Θα πρέπει να καθιερωθεί ότι μετά την παρέλευση ορισμένου χρόνου, ο αερομεταφορέας θα πρέπει να προσφέρει μεταφορά με άλλη πτήση με δρομολόγιο άλλου μεταφορέα ή με άλλο τρόπο μεταφοράς, εφόσον αυτό μπορεί να επιταχύνει την μεταφορά με άλλα μέσα. Η μεταφορά με εναλλακτική πτήση θα πρέπει να εξαρτάται από την διαθεσιμότητα θέσεων.
(16) Σήμερα, οι αερομεταφορείς έχουν απεριόριστη ευθύνη για την παροχή καταλύματος στους επιβάτες τους σε περίπτωση έκτακτων περιστάσεων μακράς διαρκείας. Αυτή η αβεβαιότητα που συνδέεται με την έλλειψη προβλέψιμου χρονικού ορίου ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την οικονομική σταθερότητα του μεταφορέα. Συνεπώς,Ωστόσο, ο αερομεταφορέας θα πρέπει να μπορεί να περιορίσει την παροχή φροντίδας όσον αφορά την κάλυψη της διάρκειας παροχής καταλύματος και, σε περιπτώσεις στις οποίες οι επιβάτες διευθετούν οι ίδιοι τη διαμονή τους, όσον αφορά την κάλυψη του κόστους και την παροχή φροντίδας μετά την παρέλευση ορισμένου χρόνου. Επιπλέον, ο προγραμματισμός για απρόβλεπτες καταστάσεις και η ταχεία μεταφορά με άλλη πτήση θα πρέπει να ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο να μένουν οι επιβάτες καθηλωμένοι για μεγάλες χρονικές περιόδους. [Τροπολογία 20]
(17) Η εφαρμογή ορισμένων δικαιωμάτων των επιβατών, ιδίως του δικαιώματος στην παροχή καταλύματος, έχει αποδειχτεί ότι είναι δυσανάλογη προς τα έσοδα των αερομεταφορέων για ορισμένες πτητικές λειτουργίες μικρής κλίμακας. Οι πτήσεις που εκτελούνται με μικρά αεροσκάφη σε μικρές αποστάσεις θα πρέπει συνεπώς να εξαιρεθούν από την υποχρέωση πληρωμής καταλύματος, παρόλο που ο αερομεταφορέας θα εξακολουθεί να υποχρεούται να βοηθήσει τον επιβάτη να βρει το εν λόγω κατάλυμα. [Τροπολογία 21]
(18) Για τα άτομα με αναπηρία, τα άτομα μειωμένης κινητικότητας και άλλα άτομα με ειδικές ανάγκες όπως τα ασυνόδευτα παιδιά, οι έγκυες και τα άτομα που χρήζουν ιδιαίτερης ιατρικής φροντίδας, ίσως να είναι δυσκολότερο να βρεθεί κατάλυμα σε περίπτωση διακοπής της πτήσης. Συνεπώς, οι τυχόν περιορισμοί του δικαιώματος στην παροχή καταλύματος σε περιπτώσεις έκτακτων περιστάσεων ή για περιφερειακές πτήσεις, δεν θα πρέπει να ισχύουν καμία περίπτωση για τις εν λόγω κατηγορίες επιβατών. [Τροπολογία 22]
(18a) Σε περίπτωση που ο κοινοτικός αερομεταφορέας απαιτεί τα άτομα με αναπηρία ή τα άτομα μειωμένης κινητικότητας να συνοδεύονται από πρόσωπο που τους παρέχει φροντίδα, το πρόσωπο αυτό δεν θα πρέπει να υπόκειται στην καταβολή του σχετικού φόρου αναχώρησης από αερολιμένα. [Τροπολογία 23]
(18β) Οι πάροχοι υπηρεσιών θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα με μειωμένη κινητικότητα και τα άτομα με αναπηρίες θα διαθέτουν ανά πάσα στιγμή δωρεάν το δικαίωμα χρήσης αναπνευστικών συσκευών, ασφαλών και εγκεκριμένων, επί του αεροσκάφους. Η Επιτροπή θα πρέπει να καταρτίσει κατάλογο του εγκεκριμένου ιατρικού εξοπλισμού οξυγόνου σε συνεργασία με τον κλάδο και οργανώσεις που εκπροσωπούν τα άτομα με αναπηρίες και τα ΑΜΚ, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις προδιαγραφές ασφαλείας. [Τροπολογία 24]
(19) Οι λόγοι στους οποίους οφείλονται οι σημερινές μεγάλες καθυστερήσεις και ματαιώσεις πτήσεων στην ΕΕ δεν έγκεινται στην αποκλειστική ευθύνη των αερομεταφορέων. Προκειμένου να δοθούν κίνητρα σε όλους τους παράγοντες της αλυσίδας της πολιτικής αεροπορίας να επιζητούν αποτελεσματικές και έγκαιρες λύσεις για να περιορίζεται στο ελάχιστο η ταλαιπωρία που προκαλούν στους επιβάτες οι μεγάλες καθυστερήσεις και οι ματαιώσεις, οι αερομεταφορείς θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα αποζημίωσης από τρίτους που συνέβαλαν σε γεγονός που γεννά την αποζημίωση ή άλλες υποχρεώσεις.
(20) Οι επιβάτες θα πρέπει αφενός να ενημερώνονται σωστά σχετικά με τα δικαιώματά τους σε περίπτωση διακοπής της πτήσης, αναπρογραμματισμού και άρνησης επιβίβασης, αλλά θα πρέπει επίσης να ενημερώνονται επαρκώς σχετικά με τα αίτια της ίδιας της διακοπής, αμέσως μόλις οι πληροφορίες καταστούν διαθέσιμες. Η εν λόγω ενημέρωση θα πρέπει επίσης να παρέχεται από τον αερομεταφορέα και στον τόπο όπου ο επιβάτης αγόρασε το εισιτήριο μέσω μεσάζοντος εγκατεστημένου στην Ένωση. Επιπλέον, οι επιβάτες θα πρέπει να ενημερώνονται για τις πιο απλές και ταχείες διαδικασίες υποβολής αιτήσεων αποζημιώσεως ή καταγγελιών, ούτως ώστε να μπορούν να ασκούν τα δικαιώματά τους. [Τροπολογία 25]
(21) Προκειμένου να εξασφαλιστεί καλύτερη επιβολή των δικαιωμάτων των επιβατών, θα πρέπει να οριστεί επακριβέστερα ο ρόλος των εθνικών αρχών επιβολής και σαφώς να μην σχετίζονται με την διεκπεραίωση των μεμονωμένων καταγγελιών των επιβατών.
(21α) Για να συνδράμουν τις εθνικές αρχές επιβολής κατά την εκπλήρωση του ρόλου τους όσον αφορά την επιβολή του παρόντος κανονισμού, οι αερομεταφορείς θα πρέπει να τους παρέχουν σχετική τεκμηρίωση συμμόρφωσης που να αποδεικνύει ότι συμμορφώνονται δεόντως με όλα τα σχετικά άρθρα του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 26]
(21β) Δεδομένου ότι η εμπορική αεροπορία είναι ενσωματωμένη στην αγορά της Ένωσης, τα μέτρα για τη διασφάλιση της επιβολής του παρόντος κανονισμού θα είναι αποτελεσματικότερα σε επίπεδο Ένωσης με την αυξημένη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Πιο συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να αυξήσει την ευαισθητοποίηση των επιβατών των αεροπλάνων όσον αφορά τη συμμόρφωση των αερομεταφορέων με τις απαιτήσεις σχετικά με τα δικαιώματα των επιβατών δημοσιεύοντας έναν κατάλογο αερομεταφορέων που αδυνατούν συστηματικά να συμμορφωθούν με τον παρόντα κανονισμό. [Τροπολογία 27]
(22) Οι επιβάτες θα πρέπει να ενημερώνονται επαρκώς για τις σχετικές διαδικασίες υποβολής αιτήσεων αποζημίωσης και καταγγελιών στους αερομεταφορείς και θα πρέπει να τους εφιστάται η προσοχή στις σχετικές εφαρμοστέες προθεσμίες, και ειδικότερα εκείνες του άρθρου 16α παράγραφος 2, ενώ θα πρέπει να λαμβάνουν απάντηση εντός εύλογου χρόνου το συντομότερο δυνατόν. Οι επιβάτες θα πρέπει να διαθέτουν επίσης την δυνατότητα να υποβάλλουν καταγγελίες κατά των αερομεταφορέων μέσω εξωδικαστικών μέτρων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν κατάλληλα στελεχωμένες υπηρεσίες διαμεσολάβησης σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η επίλυση διαφορών μεταξύ επιβατών και αερομεταφορέων. Ωστόσο, επειδή το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα αναγνωρισμένο στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα εν λόγω μέτρα δεν θα πρέπει ούτε να προλαμβάνουν ούτε να εμποδίζουν την προσφυγή των επιβατών στη δικαιοσύνη. Προς τον σκοπό αυτό, θα πρέπει πάντα να παρέχονται στους επιβάτες οι διευθύνσεις και τα στοιχεία επικοινωνίας όλων των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διεξαγωγή των εν λόγω διαδικασιών σε κάθε χώρα. Για την απλή, γρήγορη και οικονομική διεκπεραίωση των αιτήσεων αποζημίωσης μέσω εξωδικαστικών και δικαστικών διαδικασιών θα πρέπει να επισημανθούν ιδίως οι διαδικασίες επιγραμμικής και εναλλακτικής διευθέτησης διαφορών, καθώς και η ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών. [Τροπολογία 28]
(22α) Πριν από την αίτηση αποζημίωσης θα πρέπει να προηγείται πάντα μια καταγγελία. [Τροπολογία 29]
(23) Στην υπόθεση C-139/11 (Moré κατά KLM), το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποσαφήνισε ότι οι προθεσμίες για την αξίωση καταβολής αποζημιώσεως καθορίζονται σύμφωνα με τους κανόνες κάθε κράτους μέλους. Οι προθεσμίες για εξωδικαστική επίλυση των διαφορών καθορίζονται σύμφωνα με την οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών(8). [Τροπολογία 30]
(24) Η τακτική ροή πληροφοριών μεταξύ της Επιτροπής και των αρχών επιβολής θα επέτρεπε στην Επιτροπή να εκπληρώνει καλύτερα τον ρόλο της όσον αφορά την παρακολούθηση και τον συντονισμό των εθνικών αρχών και την υποστήριξή τους.
(25) Για να εξασφαλιστούν ομοιόμορφοι όροι εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 261/2004, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(9).
(26) Για την έκδοση εκτελεστικών αποφάσεων όσον αφορά το περιεχόμενο των εκθέσεων δραστηριοτήτων που παρέχουν τα κράτη μέλη στην Επιτροπή, θα πρέπει να χρησιμοποιείται η συμβουλευτική διαδικασία.
(26α) Προκειμένου να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου για τους αερομεταφορείς και τους επιβάτες αεροπορικών μεταφορών, θα πρέπει να καταστεί δυνατή η αποσαφήνιση της έννοιας «έκτακτες περιστάσεις», με βάση το έργο των εθνικών αρχών επιβολής και τις αποφάσεις του Δικαστηρίου. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξαγάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις με τις εθνικές αρχές επιβολής κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της. Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. [Τροπολογία 31]
(27) Για να εξασφαλιστεί ότι η ζημία ή η απώλεια εξοπλισμού κινητικότητας αποζημιώνεται πλήρως, οι αερομεταφορείς θα πρέπει να παρέχουν δωρεάν στα άτομακαι οι υπηρεσίες εξυπηρέτησης σε αερολιμένες ενημερώνουν τους επιβάτες με αναπηρία ή τους επιβάτες μειωμένης κινητικότητας κατάτην κράτηση και κατά τον έλεγχο των εισιτηρίων για την ευκαιρία υποβολής ειδικής δήλωσης ενδιαφέροντος, η οποία, σύμφωνα με τη σύμβαση του Μόντρεαλ, θα τους επιτρέπει να ζητήσουν πλήρη αποζημίωση σε περίπτωση απώλειας ή ζημίας. Οι αερομεταφορείς θα πρέπει να ενημερώνουν τους επιβάτες, κατά την κράτηση των εισιτηρίων, για την ύπαρξη της εν λόγω δήλωσης και για τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτήν. [Τροπολογία 32]
(28) Ορισμένες φορές δημιουργείται σύγχυση στους επιβάτες όσον αφορά τις διαστάσεις, το βάρος ή τον αριθμό των αποσκευών που επιτρέπεται να μεταφέρουν. Για να εξασφαλιστεί πλήρης ενημέρωση των επιβατών σχετικά με τα επιτρεπόμενα όρια αποσκευών που περιλαμβάνει το εισιτήριό τους, τόσο για τις χειραποσκευές όσο και για τις παραδιδόμενες αποσκευές, οι αερομεταφορείς θα πρέπει να αναφέρουν σαφώς τα εν λόγω επιτρεπόμενα όρια κατά την κράτηση και στον αερολιμένα.
(29) Τα μουσικά όργανα θα πρέπει στο μέτρο του δυνατού να γίνονται δεκτά ως αποσκευές εντός του θαλάμου επιβατών και, όπου αυτό δεν είναι δυνατόν, θα πρέπει να μεταφέρονται στο μέτρο του δυνατού υπό τις κατάλληλες συνθήκες στο τμήμα μεταφοράς εμπορευμάτων του αεροσκάφους. Προκειμένου οι ενδιαφερόμενοι επιβάτες να έχουν τη δυνατότητα να αξιολογήσουν κατά πόσον το μουσικό τους όργανο μπορεί να αποθηκευτεί στον θάλαμο επιβατών, οι αερομεταφορείς θα πρέπει να τους ενημερώνουν για το μέγεθος των εγκαταστάσεων αποθήκευσης. Θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2027/97. [Τροπολογία 33]
(30) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ορθή και συνεπής εφαρμογή των δικαιωμάτων που παρέχονται στους επιβάτες με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2027/97, οι εθνικές αρχές επιβολής που ορίζονται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 261/2004 θα πρέπει επίσης να παρακολουθούν και να επιβάλλουν τα δικαιώματα βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2027/97.
(31) Με δεδομένες τις σύντομες προθεσμίες για την υποβολή καταγγελιών για απώλεια, ζημία ή καθυστέρηση άφιξης αποσκευών, θα πρέπει να συσταθεί σε όλους τους αερολιμένες ειδική υπηρεσία αναζήτησης αποσκευών, όπουοι επιβάτες θα έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν καταγγελία κατά την άφιξή τους. Για τον σκοπό αυτό, οι αερομεταφορείς θα πρέπει να παρέχουν στους επιβάτες τη δυνατότητα να υποβάλλουν καταγγελία παρέχοντας έντυπο καταγγελίας στον αερολιμένα σε όλες τις επίσημες γλώσσες της ΕΕ. Το εν λόγω έντυπο μπορεί επίσης να έχει τη μορφή κοινής Δήλωσης Μη Παράδοσης Αποσκευής (Property Irregularity Report ή PIR). Η Επιτροπή θα πρέπει να ορίσει τη μορφή του τυποποιημένου εντύπου καταγγελίας μέσω εκτελεστικών πράξεων. [Τροπολογία 34]
(32) Το άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2027/97 έχει καταστεί παρωχημένο επειδή τα θέματα ασφάλισης ρυθμίζονται πλέον με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 785/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(10). Κατά συνέπεια θα πρέπει να καταργηθεί.
(33) Για να ληφθούν υπόψη οι οικονομικές εξελίξεις, απαιτείται η τροποποίηση των χρηματικών ορίων που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2027/97, όπως αναθεωρήθηκαν από τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ΔΟΠΑ) το 2009 δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 2 της σύμβασης του Μόντρεαλ.
(34) Για να διασφαλιστεί η αδιάλειπτη αντιστοιχία μεταξύ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2027/97 και της σύμβασης του Μόντρεαλ, η Επιτροπή θα πρέπει εξουσιοδοτηθεί δυνάμει του άρθρου 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εκδίδει πράξεις. Η εν λόγω εξουσιοδότηση θα επιτρέψει στην Επιτροπή να τροποποιεί τα χρηματικά όρια που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2027/97, εφόσον αυτά αναπροσαρμόζονται από τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ΔΟΠΑ) δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 2 της σύμβασης του Μόντρεαλ.
(35) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και να τηρεί τις αρχές του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών, το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την απαγόρευση κάθε είδους διακρίσεων και την ένταξη των ατόμων με ειδικές ανάγκες, καθώς και το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου.
(35α) Για να βελτιωθεί η προστασία των επιβατών ακόμη και πέραν των συνόρων της Ένωσης, τα δικαιώματα των επιβατών θα πρέπει να ρυθμίζονται με διμερείς και διεθνείς συμφωνίες. [Τροπολογία 35]
(35β) Θα πρέπει να παρέχονται δωρεάν ειδικές εγκαταστάσεις σε επιβάτες με σοβαρή αναπηρία που χρειάζονται εγκαταστάσεις αλλαγής και υγιεινής (τους λεγόμενους «χώρους αλλαγής») σε όλα τα αεροδρόμια της Ένωσης στα οποία ο ετήσιος αριθμός των διερχόμενων επιβατών υπερβαίνει το 1 εκατομμύριο. [Τροπολογία 36]
(35γ) Οι εθνικές αρχές επιβολής που συγκροτούνται από τα κράτη μέλη («ΕΑΕ») δεν διαθέτουν πάντοτε επαρκή εξουσία ώστε να διασφαλίζουν την αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων των επιβατών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει συνεπώς να εκχωρούν στις ΕΑΕ επαρκή εξουσία ώστε να τιμωρούν παραβάσεις και να επιλύουν διαφορές μεταξύ επιβατών και εταιρειών, και όλες οι ΕΑΕ θα πρέπει να διερευνούν πλήρως όλες τις καταγγελίες που λαμβάνουν, [Τροπολογία 37]
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Ο κανονισμός 261/2004 τροποποιείται ως εξής:
-1) Στο άρθρο 1 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:"
«δ) σε περιπτώσεις υποβάθμισης θέσης.». [Τροπολογία 38]
"
-1α) Στο άρθρο 1 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:"
-1β) Στο άρθρο 1, η παράγραφος 3 διαγράφεται. [Τροπολογία 174/αναθ.]
1) Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:
α) Ο ορισμός στο στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
««κοινοτικός αερομεταφορέας»: αερομεταφορέας που διαθέτει έγκυρη άδεια εκμετάλλευσης, την οποία έχει χορηγήσει κράτος μέλος σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*·
________________________
* Κανονισμός (EΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα (ΕΕ L 293 της 31.10.2008, σ. 3).»·
"
β) Ο ορισμός στο στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«δ) «διοργανωτής»: το πρόσωπο το οποίο, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 της οδηγίας 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1990, για τα μη περιστασιακό τρόπο, διοργανώνει οργανωμένα ταξίδια και τις οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις(11)τα πωλεί ή τα προσφέρει προς πώληση είτε απ’ ευθείας είτε μέσω πωλητή λιανικής·»· [Τροπολογία 40]
"
β) Το στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«ζ) «κράτηση»: η κατοχή από τον επιβάτη εισιτηρίου, ή άλλου στοιχείου, το οποίο αποδεικνύει ότι η κράτηση έχει γίνει δεκτή και καταγραφεί από τον αερομεταφορέα ή τον διοργανωτή·». [Τροπολογία 41]
"
γ) Ο ορισμός στο σημείο θ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«θ) «άτομο με αναπηρία» ή «άτομο με μειωμένη κινητικότηταςκινητικότητα»: άτομο κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2006, σχετικά με τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία και των ατόμων με μειωμένη κινητικότητα όταν ταξιδεύουν αεροπορικώς του οποίου η κινητικότητα είναι μειωμένηκατά τη χρήση μεταφορικών μέσων, λόγω οιασδήποτε σωματικής αναπηρίας (είτε αυτή αφορά τα αισθητήρια όργανα είτε την κινητικότητα είτε είναι μόνιμη είτε προσωρινή), διανοητικής αναπηρίας ή αδυναμίας, ή λόγω οιασδήποτε άλλης αιτίας αναπηρίας ή ηλικίας, και του οποίου η κατάσταση χρειάζεται κατάλληλη προσοχή και προσαρμογή των προσφερόμενων σε όλους τους επιβάτες υπηρεσιών στις ιδιαίτερες ανάγκες του προσώπου αυτού·»· [Τροπολογία 42]
"
γα) Το στοιχείο ι) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«ι) «άρνηση επιβίβασης», η άρνηση να μεταφερθούν σε μια πτήση επιβάτες, μολονότι εμφανίσθηκαν προς επιβίβαση υπό τους όρους του άρθρου 3 παράγραφος 2, εκτός εάν υπάρχουν σοβαροί λόγοι για να μην τους επιτραπεί η επιβίβαση, όπως λόγοι υγείας, ασφάλειας, ή έλλειψης των απαιτούμενων ταξιδιωτικών εγγράφων. Πτήση, η οποία αναχώρησε πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης, με αποτέλεσμα να την χάσει ο επιβάτης, θεωρείται πτήση για την οποία ο επιβάτης αντιμετώπισε άρνηση επιβιβάσεως·» [Τροπολογία 43]
"
δ) Στον ορισμό της «ματαίωσης» στο σημείο ιβ) προστίθεται η εξής πρόταση:"
«ιβ) Η πτήση κατά την οποία το αεροσκάφος απογειώθηκε, αλλά για οποιοδήποτε λόγο αναγκάστηκε στη συνέχεια να προσγειωθεί σε αερολιμένα διαφορετικό από τον αερολιμένα προορισμού ή να επιστρέψει στον αερολιμένα αναχώρησης, όπου οι επιβάτες του εν λόγω αεροσκάφους μεταφέρθηκαν σε άλλες πτήσεις για αναχώρηση, θεωρείται ως ματαιωθείσα πτήση·»· [Τροπολογία 44]
"
ε) Προστίθενται οι ακόλουθοι ορισμοί:"
«ιγ) «έκτακτες περιστάσεις»: περιστάσεις οι οποίες εκ της φύσεως και των αιτίων τους δεν συνδέονται αναπόσπαστα με την κανονική άσκησηεκφεύγουν της ελεγχόμενης άσκησης της δραστηριότητας του οικείου αερομεταφορέα και εκφεύγουν του αποτελεσματικού ελέγχου του δεν περιλαμβάνονται στις υποχρεώσεις που επιβάλλουν οι σχετικοί εφαρμοστέοι κανόνες ασφαλείας. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, οι έκτακτες περιστάσεις περιλαμβάνουν τιςπεριορίζονται στις περιστάσεις που καθορίζονται στο παράρτημα 1· [Τροπολογία 45]
ιδ)
«πτήση»»: εκτέλεση αερομεταφοράς μεταξύ δύο αερολιμένων· οι ενδιάμεσες στάσεις αποκλειστικά για τεχνικούς ή λειτουργικούς σκοπούς δεν λαμβάνονται υπόψη·
ιε)
«πτήση ανταπόκρισης»: πτήση η οποία βάσει ενιαίας σύμβασης μεταφοράς ή μοναδικού αριθμού κράτησης ή αμφότερων, έχει σκοπό να επιτρέψει στον επιβάτη να φτάσει σε σημείο ανταπόκρισης προκειμένου να αναχωρήσει με άλλη πτήση, ή, ανάλογα με την περίπτωση, στο πλαίσιο του άρθρου 6α, η συγκεκριμένη άλλη πτήση που αναχωρεί από το σημείο ανταπόκρισης· [Τροπολογία 46]
ιστ)
«ταξίδι»: πτήση ή συνεχής σειρά πτήσεων ανταπόκρισης για τη μεταφορά επιβάτη από τον αερολιμένα αναχώρησης στον τελικό του προορισμό σύμφωνα με τη σύμβαση μεταφοράς·
ιζ)
«αερολιμένας»»: κάθε χώρος διαρρυθμισμένος ειδικά για την προσγείωση, την απογείωση και τους ελιγμούς αεροσκαφών, συμπεριλαμβανομένων των βοηθητικών εγκαταστάσεων για τις ανάγκες της κίνησης και της εξυπηρέτησης των αεροσκαφών, καθώς και των εγκαταστάσεων που υποβοηθούν τις εμπορικές αεροπορικές μεταφορές·
ιη)
«φορέας διαχείρισης αερολιμένα»: φορέας ο οποίος, σε συνδυασμό ή όχι με άλλες δραστηριότητες, ανάλογα με την περίπτωση, έχει ως στόχο, δυνάμει εθνικών νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων ή συμβάσεων, τη διοίκηση και τη διαχείριση των αερολιμενικών υποδομών ή των υποδομών αερολιμενικών δικτύων και το συντονισμό και τον έλεγχο των δραστηριοτήτων των διαφόρων αερομεταφορέων που εξυπηρετούν τους συγκεκριμένους αερολιμένες ή αερολιμενικά δίκτυα σύμφωνα με τις αρμοδιότητές του· [Τροπολογία 47]
ιθ)
«τιμή εισιτηρίου»: το πλήρες αντίτιμο που καταβάλλεται για εισιτήριο που περιλαμβάνει τον αεροπορικό ναύλο, και όλους τους επιβαλλόμενους φόρους, επιβαρύνσεις, προσαυξήσεις και τέλη που καταβάλλονται για όλες τις προαιρετικές και μη προαιρετικές υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο εισιτήριο, όπως όλες οι δαπάνες του ελέγχου, της παράδοσης του εισιτηρίου, της έκδοσης της κάρτας επιβίβασης και της μεταφοράς μιας ελάχιστης ποσότητας αποσκευών, συμπεριλαμβανομένης μίας χειραποσκευής, μίας παραδιδόμενης αποσκευής και απαραίτητων ειδών, καθώς και όλες οι δαπάνες που συνδέονται με την πληρωμή, όπως οι χρεώσεις πιστωτικών καρτών· η τιμή εισιτηρίου που δημοσιεύεται εκ των προτέρων, περιλαμβάνει πάντα το τελικό ποσό που πρέπει να καταβληθεί· [Τροπολογία 48]
κ)
«τιμή πτήσης»: η αξία που προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό της τιμής του εισιτηρίου επί τον λόγο της απόστασης της πτήσης προς την συνολική απόσταση του ταξιδίου (ή των ταξιδίων) που καλύπτει το εισιτήριο όταν η τιμή του εισιτηρίου δεν είναι γνωστή, το ύψος τυχόν επιστροφής αντιτίμου ορίζεται στο επιπλέον κόστος της πρώτης θέσης για τη συγκεκριμένη πτήση· [Τροπολογία 49]
κα)
«ώρα αναχώρησης»: η χρονική στιγμή κατά την οποία το αεροσκάφος εγκαταλείπει τη θέση αναχώρησης, ωθείται προς τα πίσω ή κινείται με δικά του μέσα (ώρα αναχώρησης από τη θέση στάθμευσης)·
κβ)
«ώρα άφιξης»: η χρονική στιγμή κατά την οποία το αεροσκάφος φθάνει στην θέση άφιξης και ενεργοποιούνται τα φρένα στάθμευσης (χρόνος επαναφοράς στη θέση ακινητοποίησης)·
κγ)
«καθυστέρηση διαδρόμου»: κατά την αναχώρηση, ο χρόνος κατά τον οποίο το αεροσκάφος παραμένει στο έδαφος από την έναρξηολοκλήρωση της επιβίβασης των επιβατών μέχρι την ώρα απογείωσης του αεροσκάφους, ή, κατά την άφιξη, ο χρόνος από την προσγείωση του αεροσκάφους και την ώρα έναρξης της αποβίβασης των επιβατών· [Τροπολογία 50]
κδ)
«νύχτα»: η χρονική περίοδος από το μεσονύκτιο μέχρι τις 6 π.μ.·
κε)
«ασυνόδευτο παιδί»: παιδί που ταξιδεύει χωρίς να συνοδεύεται από γονέα ή κηδεμόνα και για το οποίο ο αερομεταφορέας έχει αναλάβει την ευθύνη της φροντίδας σύμφωνα με τους δημοσιευμένους κανόνες του·
κεα)
«καθυστέρηση άφιξης»: η διαφορά μεταξύ της ώρας άφιξης της πτήσης που αναγράφεται στο εισιτήριο του επιβάτη και της πραγματικής ώρας άφιξης της πτήσης. Πτήση κατά την οποία το αεροσκάφος απογειώθηκε, αλλά αναγκάστηκε στη συνέχεια να επιστρέψει στον αερολιμένα αναχώρησης και απογειώθηκε ξανά αργότερα θεωρείται περίπτωση καθυστέρησης άφιξης. Παρομοίως, πτήση κατά την οποία το αεροσκάφος παρεξέκλινε της πορείας του, όμως τελικά έφτασε στον τελικό προορισμό του ή σε αερολιμένα που γειτονεύει με τον τελικό προορισμό θεωρείται περίπτωση καθυστέρησης άφιξης· [Τροπολογία 51]
κεβ)
«μεταφορά με άλλη πτήση»: εναλλακτική προσφορά μεταφοράς, χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση, η οποία επιτρέπει στον επιβάτη να φτάσει στον τελικό προορισμό του.». [Τροπολογία 52]
"
2) Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:
α) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται με την προϋπόθεση ότι οι επιβάτες:
α)
έχουν επιβεβαιωμένη κράτηση στη συγκεκριμένη πτήση και, εκτός από την περίπτωση ματαιώσεως που προβλέπεται στο άρθρο 5, και την περίπτωση αναπρογραμματισμού που προβλέπεται στο άρθρο 6 ή την περίπτωση πτήσης ανταπόκρισης που προβλέπεται στο άρθρο 6α, παρουσιάζονται για επιβίβαση, [Τροπολογία 53]
–
όπως έχει ορίσει και την ώρα που έχει υποδείξει προηγουμένως εγγράφως (ενδεχομένως και με ηλεκτρονικά μέσα) ο αερομεταφορέας, ο διοργανωτής ή ο εξουσιοδοτημένος ταξιδιωτικός του πράκτορας,
ή, εφόσον δεν προσδιορίζεται η ώρα,
–
το αργότερο 45 λεπτά πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης, ή
β)
έχουν μεταφερθεί από τον αερομεταφορέα ή τον διοργανωτή από την πτήση για την οποία είχαν κράτηση σε άλλη πτήση, ανεξαρτήτως αιτίας. ·
αα)
Στην παράγραφο 3, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:
«3. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται για επιβάτες που ταξιδεύουν δωρεάν ή με έκπτωση στην οποία δεν έχει άμεση ή έμμεση πρόσβαση το ευρύ κοινό, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται και παιδιά ηλικίας κάτω των 2 ετών για τα οποία δεν γίνεται κράτηση χωριστής θέσης. Ωστόσο, εφαρμόζεται στους επιβάτες που ταξιδεύουν με εισιτήρια που εκδίδονται βάσει προγράμματος τακτικών επιβατών ή άλλων εμπορικών προγραμμάτων ενός αερομεταφορέα ή διοργανωτή.» [Τροπολογία 54]
"
β) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«4. Με την επιφύλαξη του άρθρου 8 παράγραφος 6, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μόνο σε επιβάτες που μεταφέρονται με μηχανοκίνητο αεροσκάφος με σταθερές πτέρυγες. Ωστόσο, στις περιπτώσεις που μέρος του ταξιδίου διεξάγεται, σύμφωνα με ενιαία σύμβαση μεταφοράς και βάσει μοναδικής κράτησης, με άλλον τρόπο μεταφοράς ή με ελικόπτερο, ο παρών κανονισμόςτο άρθρο 6α εφαρμόζεται για ολόκληρο το ταξίδι και το μέρος του ταξιδίου που διεξάγεται με άλλο τρόποεφόσον αναγράφεται άλλος τρόπος μεταφοράς θεωρείται ως πτήση ανταπόκρισης για τους σκοπούςστη σύμβαση μεταφοράς. Ο αερομεταφορέας είναι υπεύθυνος για την εξασφάλιση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στο σύνολο του ταξιδίου.»· [Τροπολογία 55]
"
γ) Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«6. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται επίσης σε επιβάτες αεροπορικών μεταφορών που μεταφέρονται βάσει συμβάσεων για οργανωμένα ταξίδια αλλά δεν θίγει τα δικαιώματα των επιβατών βάσει της οδηγίας 90/314/ΕΟΚ. Ο επιβάτης δικαιούται να υποβάλει αίτηση αποζημίωσης στον αερομεταφορέα βάσει του παρόντος κανονισμού και στον διοργανωτή βάσει της οδηγίας 90/314/ΕΟΚ, αλλά δεν δικαιούται για τα ίδια γεγονότα να σωρεύσει δικαιώματα βάσει αμφότερων των νομικών πράξεων εάν τα δικαιώματα διασφαλίζουν ταυτόσημο συμφέρον ή έχουν ταυτόσημους στόχους. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις ματαίωσης ή καθυστέρησης οργανωμένου ταξιδιού για λόγους άλλους από τη ματαίωση ή την καθυστέρηση της πτήσης.». [Τροπολογία 56]
"
3) Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:
—α) Το άρθρο 4 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Όταν ένας πραγματικός αερομεταφορέας εκτιμά εύλογα ότι θα προβεί σε άρνηση επιβίβασης, αναζητεί κατά πρώτον επιβάτες διατεθειμένους να παραιτηθούν από τις κρατήσεις τους («εθελοντές») με αντάλλαγμα κάποιο όφελος, υπό όρους που θα συμφωνηθούν μεταξύ ενδιαφερόμενου επιβάτη και πραγματικού αερομεταφορέα. Στους εθελοντές παρέχεται ενημέρωση σχετικά με τα δικαιώματά τους δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 2, και βοήθεια σύμφωνα με το άρθρο 8 και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η συμφωνηθείσα ώρα αναχώρησης είναι τουλάχιστον δύο ώρες μετά την αρχική ώρα αναχώρησης, ο πραγματικός αερομεταφορέας προσφέρει φροντίδα στον επιβάτη σύμφωνα με το άρθρο 9, επιπροσθέτως προς τα οφέλη που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο.»· [Τροπολογία 57]
"
α) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«3. Σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης επιβατών παρά τη θέλησή τους, ο πραγματικός αερομεταφορέας τους αποζημιώνει αμέσως σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 και τους παρέχει βοήθεια σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8. Εάν ο επιβάτης επιλέξει αλλαγή δρομολογίου με την νωρίτερη δυνατή πτήση δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) και εάν η ώρα αναχώρησης είναι τουλάχιστον δύο ώρες μετά την αρχική ώρα αναχώρησης, ο πραγματικός αερομεταφορέας παρέχει βοήθεια στον επιβάτη σύμφωνα με το άρθρο 9.»· [Τροπολογία 58]
"
αα) Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«3α. Οι αερομεταφορείς ή οι πράκτορές τους δεν μπορούν να αρνηθούν την επιβίβαση σε πτήσεις εσωτερικού λόγω άκυρων εγγράφων εάν ο επιβάτης είναι σε θέση να αποδείξει την ταυτότητά του προσκομίζοντας τα σχετικά έγγραφα που απαιτούνται από τη νομοθεσία του κράτους στο οποίο πραγματοποιείται η επιβίβαση.»· [Τροπολογία 169]
"
β) Προστίθενται οι ακόλουθες δύο παράγραφοι:"
«4. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται σε εισιτήρια επιστροφής εφόσον ο επιβάτης αντιμετωπίσει Οι επιβάτες δεν επιτρέπεται να αντιμετωπίζουν άρνηση επιβίβασης στο ταξίδι επιστροφής, συμπεριλαμβανομένων των ταξιδιών που αποτελούνται από πολλαπλές πτήσεις, με την δικαιολογία ότι δεν πραγματοποίησεπραγματοποίησαν το ταξίδι μετάβασης που αναγράφεται στο εισιτήριο επιστροφής και δεν κατέβαλεκατέβαλαν πρόσθετο τέλος για τον σκοπό αυτό. Σε περίπτωση που ο επιβάτης αντιμετωπίσει άρνηση επιβίβασης για τους λόγους αυτούς, παρά τη θέλησή του, εφαρμόζονται οι παράγραφοι 1 και 2. Επιπλέον, ο πραγματικός αερομεταφορέας αποζημιώνει άμεσα τους ενδιαφερόμενους επιβάτες σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 και τους προσφέρει βοήθεια σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 8 και 9.
Το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν ισχύει εάν το εισιτήριο περιλαμβάνει αποκόμματα για πολλαπλές πτήσεις και οι επιβάτες αντιμετωπίσουν άρνηση πρόσβασης με τη δικαιολογία ότι δεν έχουν κάνει χρήση της ανά ταξίδι μεταφοράς σε όλες τις επιμέρους πτήσεις ή δεν έχουν κάνει χρήση των πτήσεων στη συμφωνηθείσα σειρά που αναγράφεται στο εισιτήριο. [Τροπολογία 59]
5. Εάν ο επιβάτης, ή μεσάζων που ενεργεί για λογαριασμό του, αναφέρει λάθοςλάθη στη γραφή του ονόματος ενός ή περισσότερων επιβατών που περιλαμβάνονται στην ίδια σύμβαση μεταφοράς, το οποίο ενδέχεται να έχει ως αποτέλεσμα άρνηση επιβίβασης, ο αερομεταφορέας το διορθώνει τουλάχιστοντα εν λόγω λάθη τουλάχιστον μία φορά μέχρι και 48 ώρες πριν από την αναχώρηση χωρίς επιπλέον επιβάρυνση για τον επιβάτη ή τον μεσάζοντα, εκτός εάν του απαγορεύεται να ενεργήσει με αυτό τον τρόπο λόγω εθνικής η διεθνούς νομοθεσίας.». [Τροπολογία 60]
"
βα) Προστίθεται η εξής παράγραφος:"
«5a. Οι παράγραφοι 1, 2 και 4 εφαρμόζονται επίσης όταν ο επιβάτης χάνει την πτήση του επειδή:
α)
η πτήση αναχώρησε πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης, ενώ ο επιβάτης είχε φτάσει εγκαίρως στον αερολιμένα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2· ή
β)
η προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης της πτήσης μετατέθηκε σε προγενέστερη ώρα χωρίς να ενημερωθεί ο επιβάτης σχετικά τουλάχιστον 24 ώρες πριν την νέα ώρα αναχώρησης· το βάρος της απόδειξης ότι ο επιβάτης ενημερώθηκε εγκαίρως για την αλλαγή της προγραμματισμένης ώρας αναχώρησης φέρει ο πραγματικός αερομεταφορέας.
Επιπλέον, ο πραγματικός αερομεταφορέας αποζημιώνει άμεσα τον ενδιαφερόμενο επιβάτη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 και τους προσφέρει βοήθεια σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 8 και 9.». [Τροπολογία 61]
"
4) Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:
α) Στην παράγραφο 1, τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"
«α) να τους δοθεί από τον πραγματικό αερομεταφορέα η δυνατότητα να επιλέξουν ανάμεσα στην επιστροφή χρημάτων, να συνεχίσουν το ταξίδι με μεταφορά με άλλη πτήση ή να ταξιδεύσουν αργότερα κατά τη διάρκεια της ίδιας ημέρας ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία σύμφωνα με το άρθρο 8· και [Τροπολογία 63]
β)
σε περίπτωση μεταφοράς με άλλη πτήση και εφόσον η εύλογα αναμενόμενη ώρα αναχώρησης της πτήσης είναι τουλάχιστον 2 ώρες μετά την προγραμματισμένη αναχώρηση της ακυρωθείσας πτήσης, να του προσφέρει ο πραγματικός αερομεταφορέας την φροντίδα που καθορίζεται στο άρθρο 9 και»·
"
αα) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Όταν γνωστοποιείται στους επιβάτες η ματαίωση της πτήσης, ενημερώνονται πλήρως από τον πραγματικό αερομεταφορέα ή τον διοργανωτή για τα δικαιώματά τους σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 και για τους δυνατούς εναλλακτικούς τρόπους μεταφοράς.»· [Τροπολογία 64]
"
β) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«3. Ο πραγματικός αερομεταφορέας δεν υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση σύμφωνα με το άρθρο 7 αν μπορεί να αποδείξει ότι η ματαίωση έχει προκληθεί από έκτακτες περιστάσεις και ότι η ματαίωση δεν μπορούσε να αποφευχθεί ακόμη και αν είχαν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα. Επίκληση των εν λόγω έκτακτων περιστάσεων είναι δυνατόν να γίνει εφόσον επηρεάζουν την οικεία πτήση ή την προηγούμενη πτήση που πραγματοποιήθηκε με το ίδιο αεροσκάφος. Εάν ο αερομεταφορέας δεν παράσχει εγγράφως αποδείξεις για την ύπαρξη έκτακτων περιστάσεων, η αποζημίωση που αναφέρεται στο άρθρο 7 καταβάλλεται από τον αερομεταφορέα.
Το πρώτο εδάφιο δεν απαλλάσσει τους αερομεταφορείς από την υποχρέωση να παρέχουν βοήθεια στους επιβάτες, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού.»· [Τροπολογία 65]
"
γ) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«5. Στους αερολιμένες στους οποίους η ετήσια κυκλοφορία υπερβαίνει τα 3 εκατομμύρια επιβάτες επί τουλάχιστον τρία συνεχή έτη, ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα εξασφαλίζει ότι οι λειτουργίες του αερολιμένα και των χρηστών του, ιδίως των αερομεταφορέων και των παρόχων επίγειας εξυπηρέτησης, συντονίζονται μέσω κατάλληλου σχεδίου απρόβλεπτων καταστάσεων Ενόψει πιθανών καταστάσεων με πολλαπλές ματαιώσεις και/ή καθυστερήσεις πτήσεων που θα είχαν ως αποτέλεσμα να καθηλωθεί σημαντικός αριθμός επιβατών στον αερολιμένα, συμπεριλαμβανομένων και περιπτώσεων αφερεγγυότητας αεροπορικών εταιρειών ή ανάκλησης της άδειαςαδειών λειτουργίας, οι φορείς διαχείρισης του αερολιμένα θα πρέπει να εξασφαλίζουν τον κατάλληλο συντονισμό των χρηστώντου αερολιμένα μέσω κατάλληλου σχεδίου απρόβλεπτων καταστάσεων στους αερολιμένες της Ένωσης στους οποίους με ετήσια κυκλοφορία άνω του 1,5 εκατομμυρίων επιβατών επί τουλάχιστον τρία συνεχή έτη.
Το σχέδιο απρόβλεπτων καταστάσεων καταρτίζεται έτσι ώστε να εξασφαλίζεται επαρκής ενημέρωση και παροχή βοήθειας στους καθηλωμένους επιβάτες. από τον φορέα διαχείρισης του αερολιμένα σε συνεργασία με τους χρήστες του αερολιμένα, και ειδικότερα τους αερομεταφορείς, τους παρόχους επίγειας εξυπηρέτησης, τους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας, τα καταστήματα λιανικής των αερολιμένων και τους παρόχους ειδικής συνδρομής για επιβάτες με αναπηρία ή επιβάτες με μειωμένη κινητικότητα και με συμμετοχή των αρμόδιων εθνικών, περιφερειακών ή τοπικών αρχών και οργανώσεων κατά περίπτωση.
Ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα κοινοποιεί το σχέδιο απρόβλεπτων καταστάσεων και τις τυχόν τροποποιήσεις του στην εθνική αρχή επιβολής που έχει οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 16. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εθνική αρχή επιβολής έχει τόσο τη δυνατότητα όσο και τους πόρους για να αναλαμβάνει ουσιαστική δράση όσον αφορά τα σχέδια απρόβλεπτων καταστάσεων και να τα προσαρμόζει, εφόσον χρειάζεται.
Σε αερολιμένες με κυκλοφορία κάτω του ανωτέρω αναφερθέντος ορίου, ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα καταβάλλει κάθε εύλογη προσπάθεια για να συντονίσει τους χρήστες του αερολιμένα και για να βοηθήσει και να ενημερώσει τους καθηλωμένους επιβάτες σε παρόμοιες καταστάσεις.». [Τροπολογία 66]
"
γα) Προστίθεται η παράγραφος:"
«5α. Μολονότι οι αερομεταφορείς δεν μπορούν να μειώσουν τις υποχρεώσεις τους, που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, καταρτίζεται το σχέδιο απρόβλεπτων καταστάσεων που προβλέπεται στην παράγραφο 5, το οποίο καθορίζει συντονισμένη δράση, όπου είναι αναγκαίο, προκειμένου να διασφαλιστεί η παροχή επαρκούς ενημέρωσης και βοήθειας στους καθηλωμένους επιβάτες και ιδίως στα άτομα με αναπηρία και στα άτομα μειωμένης κινητικότητας, ιδίως όσον αφορά:
–
την παροχή ενημέρωσης στους καθηλωμένους επιβάτες και στους επιβάτες που κατευθύνονται προς τον αερολιμένα προκειμένου να επιβιβαστούν στην πτήση τους·
–
την παροχή επιτόπου καταλύματος όταν ο αριθμός των καθηλωμένων επιβατών υπερβαίνει τη διαθεσιμότητα των ξενοδοχείων·
–
την παροχή ενημέρωσης και βοήθειας στους επιβάτες που θίγονται από τους περιορισμούς που ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφοι 4 και 5·
–
την μεταφορά των καθηλωμένων επιβατών από άλλο αερομεταφορέα και με άλλο τρόπο μεταφοράς, με περιορισμένο ή χωρίς επιπλέον κόστος για τους επιβάτες, σε περίπτωση που ο πραγματικός αερομεταφορέας έχει παύσει τη λειτουργία του.»· [Τροπολογία 67]
"
γβ) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«5β. Οι αερομεταφορείς αναπτύσσουν και θέτουν σε εφαρμογή λεπτομερείς διαδικασίες που τους επιτρέπουν να συμμορφώνονται αποτελεσματικά και με συνέπεια με τον παρόντα κανονισμό, ιδίως σε περιπτώσεις καθυστερήσεων, ματαιώσεων, άρνησης επιβιβάσεως, μαζικών διακοπών πτήσεων και αφερεγγυότητας. Οι εν λόγω διαδικασίες υποδεικνύουν με σαφήνεια τον υπεύθυνο επικοινωνίας της αεροπορικής εταιρείας σε κάθε αερολιμένα, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την παροχή αξιόπιστων πληροφοριών σχετικά με την φροντίδα, τη συνδρομή, τη μεταφορά με άλλη πτήση ή την επιστροφή χρημάτων, καθώς και για την άμεση λήψη των απαραίτητων μέτρων. Ο αερομεταφορέας ορίζει τις διαδικασίες και τις προϋποθέσεις για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών κατά τρόπο ώστε ο αντιπρόσωπος αυτός να είναι σε θέση να εκπληρώσει την υποχρέωση αυτή χωρίς καθυστέρηση. Ο αερομεταφορέας κοινοποιεί τις διαδικασίες αυτές και οποιεσδήποτε τροποποιήσεις αυτών στην εθνική αρχή επιβολής που έχει οριστεί βάσει του άρθρου 16.»· [Τροπολογία 68]
"
γγ) Προστίθεται η εξής παράγραφος:"
«5γ. Σε περίπτωση ματαίωσης πτήσης λόγω αφερεγγυότητας, πτώχευσης, αναστολής ή διακοπής των δραστηριοτήτων ενός αερομεταφορέα, οι καθηλωμένοι επιβάτες έχουν δικαίωμα σε επιστροφή των χρημάτων τους, σε πτήση επιστροφής στον τόπο αναχώρησής τους ή σε μεταφορά με άλλη πτήση, καθώς και δικαίωμα στην παροχή φροντίδας, όπως προβλέπεται στα άρθρα 8 και 9 του παρόντος κανονισμού. Επίσης, οι επιβάτες που δεν άρχισαν ακόμη το ταξίδι τους έχουν δικαίωμα σε επιστροφή χρημάτων. Οι αερομεταφορείς αποδεικνύουν ότι έχουν λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα, όπως η ασφάλιση ή η δημιουργία ενός ταμείου εγγυήσεων, προκειμένου να εξασφαλίζουν, κατά περίπτωση, στους καθηλωμένους επιβάτες την παροχή φροντίδας, την επιστροφή χρημάτων ή τη μεταφορά με άλλη πτήση. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν για όλους τους ενδιαφερόμενους επιβάτες ανεξαρτήτως του τόπου κατοικίας τους, του τόπου αναχώρησης ή του τόπου αγοράς του εισιτηρίου τους.»· [Τροπολογία 69]
"
5) Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 6
Μεγάλες καθυστερήσεις
1. Όταν πραγματικός αερομεταφορέας αναμένει ευλόγως ότι μια πτήση θα καθυστερήσει, ή σε περίπτωση αναβολής από τον πραγματικό αερομεταφορέα της προγραμματισμένης ώρας αναχώρησης, πέραν από την αρχικά προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης, ο πραγματικός αερομεταφορέας προσφέρει στους επιβάτες:
i)
όταν η καθυστέρηση είναι τουλάχιστον δύο ώρες, τη βοήθεια που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στο άρθρο 9 παράγραφος 2· και
ii)
όταν η καθυστέρηση είναι τουλάχιστον πέντετρεις ώρες, και περιλαμβάνει μία ή περισσότερες διανυκτερεύσεις νυχτερινές ώρες, τη βοήθεια που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ)· και [Τροπολογία 71]
iii)
όταν η καθυστέρηση είναι τουλάχιστον πέντετρεις ώρες, τη βοήθεια που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο α). [Τροπολογία 72]
1α. Σε περίπτωση που πραγματικός αερομεταφορέας μεταθέτει την αναχώρηση κατά περισσότερο από τρεις ώρες νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα, παρέχει στους επιβάτες τη δυνατότητα επιστροφής χρημάτων που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή μεταφοράς με άλλη πτήση που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β). Ο επιβάτης μπορεί να διευθετήσει ο ίδιος τη μεταφορά του με άλλη πτήση και να αξιώσει την καταβολή των αντίστοιχων δαπανών, στην περίπτωση που ο πραγματικός αερομεταφορέας δεν του προσφέρει την επιλογή μεταφοράς με άλλη πτήση που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β). [Τροπολογία 73]
2. Οι επιβάτες δικαιούνται αποζημίωσης από τον πραγματικό αερομεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 7 όταν ο επιβάτης φτάσει στον τελικό του προορισμό:
α)
πέντετρεις ώρες ή περισσότερο μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης για όλα τα ενδοκοινοτικά ταξίδια και για ταξίδια προς/από τρίτες χώρες σε απόσταση το πολύ 3 500 χιλιομέτρων·
β)
εννέαπέντε ώρες ή περισσότερο μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης για ενδοκοινοτικά ταξίδια σε απόσταση άνω των 3 500 χιλιομέτρων ή για τα ταξίδια προς/από τρίτες χώρες σε απόσταση από 3 500 έως 6 000 χιλιόμετρα·
γ)
δώδεκαεπτά ώρες ή περισσότερο μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης για ταξίδια προς/από τρίτες χώρες σε απόσταση άνω των 6 000 χιλιομέτρων και άνω. [Τροπολογία 74]
3. Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται επίσης όταν ο πραγματικός αερομεταφορέας έχει τροποποιήσει τις προγραμματισμένες ώρες αναχώρησης και άφιξης, προκαλώντας καθυστέρηση ως προς τις αρχικά προγραμματισμένες ώρες άφιξης, εκτός εάν ο επιβάτης έχει ενημερωθεί περί του αναπρογραμματισμού περισσότερες από δεκαπέντε ημέρες πριν από την αρχικά προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης.
4. Ο πραγματικός αερομεταφορέας δεν υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση σύμφωνα με το άρθρο 7 αν μπορεί να αποδείξει ότι η καθυστέρηση ή ο αναπρογραμματισμός έχουνέχει προκληθεί από έκτακτες περιστάσεις και ότι η καθυστέρηση ή ο αναπρογραμματισμός δεν θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί ακόμη και αν είχαν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα.
Επίκληση των εν λόγω έκτακτων περιστάσεων είναι δυνατόν να γίνει εφόσον θίγουν τη σχετική πτήση ή την προηγούμενη πτήση που πραγματοποιήθηκε με το ίδιο αεροσκάφος. Εάν ο αερομεταφορέας δεν παράσχει εγγράφως αποδείξεις για την ύπαρξη έκτακτων περιστάσεων, η αποζημίωση που προβλέπεται στο άρθρο 7 καταβάλλεται από τον αερομεταφορέα. Τα προαναφερθέντα δεν απαλλάσσουν τους αερομεταφορείς από την υποχρέωση να παρέχουν βοήθεια στους επιβάτες, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 75]
5. Με την επιφύλαξη περιορισμών για λόγους ασφαλείας πτήσεων, εάν η καθυστέρηση διαδρόμου υπερβαίνει τη μία ώρα, ο πραγματικός αερομεταφορέας παρέχει δωρεάν πρόσβαση σε τουαλέτες και πόσιμο νερό, εξασφαλίζει επαρκή θέρμανση ή ψύξη του θαλάμου επιβατών, καθώς και τη διάθεση επαρκούς ιατρικής φροντίδας εάν απαιτείται. Εάν η μέγιστη καθυστέρηση διαδρόμου ανέλθει σε πέντεδύο ώρες, το αεροσκάφος επιστρέφει στην θύρα ή σε άλλο κατάλληλο σημείο αποβίβασης όπου θα επιτραπεί στους επιβάτες να αποβιβαστούν και να τους παρασχεθεί βοήθεια ίδια με εκείνη που καθορίζεται στην παράγραφο 1, εκτός και αν υπάρχουν λόγοι ασφαλείας πτήσεων ή ασφάλειας από έκνομες ενέργειες για τους οποίους το αεροσκάφος δεν μπορεί να εγκαταλείψει την θέση του στον διάδρομο. Έπειτα από συνολική καθυστέρηση άνω των τριών ωρών από την αρχική ώρα αναχώρησης, παρέχεται στους επιβάτες βοήθεια ίδια με εκείνη που καθορίζεται στην παράγραφο 1, συμπεριλαμβανομένης της επιλογής αποζημίωσης, πτήσης επιστροφής και μεταφοράς με άλλη πτήση, όπως ορίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1, και οι επιβάτες ενημερώνονται αντιστοίχως.». [Τροπολογία 76]
"
6) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:"
«Άρθρο 6α
Απώλεια πτήσης ανταπόκρισης
1. Εάν επιβάτης χάσει την πτήση ανταπόκρισης για την οποία έχει κάνει κράτηση, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης στην οποία έχει κρατηθεί θέση για αυτόν για τη μεταφορά του με άλλη πτήση, λόγω καθυστέρησης ή αναπρογραμματισμού της προηγούμενης πτήσης, ο κοινοτικόςενωσιακός αερομεταφορέας της εν λόγω προηγούμενης πτήσης ανταπόκρισης, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την εν λόγω καθυστέρηση ή τον εν λόγω αναπρογραμματισμό προσφέρει στον επιβάτη: [Τροπολογία 77]
i)
την βοήθεια που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στο άρθρο 9 παράγραφος 2 εάν ο χρόνος αναμονής του επιβάτη για την ανταπόκριση παραταθεί τουλάχιστον επί δίωρο· και
ii)
μεταφορά με άλλη πτήση όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β)· και
iii)
την βοήθεια που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), όταν η προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης της εναλλακτικής πτήσης ή του άλλου προσφερόμενου μεταφορικού μέσου βάσει του άρθρου 8 αναμένεται να καθυστερήσει τουλάχιστον πέντε3 ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης της απολεσθείσας πτήσης και η καθυστέρηση υπερβαίνει τη μια ή περισσότερες διανυκτερεύσεις λαμβάνει χώρα νυχτερινές ώρες. [Τροπολογία 78]
2. Όταν επιβάτης χάσει πτήση ανταπόκρισης λόγω αναπρογραμματισμού ή καθυστέρησης της προηγούμενης πτήσης ανταπόκρισης που ισούται ή υπερβαίνει τα 90 λεπτά ως προς τον χρόνο άφιξης στο σημείο ανταπόκρισης, ο επιβάτης δικαιούται αποζημίωσης από τον κοινοτικόενωσιακό αερομεταφορέα που εκτέλεσε την προηγούμενη πτήση σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2. Για τις εν λόγω περιπτώσεις η συνολική καθυστέρηση υπολογίζεται με βάση την προγραμματισμένη ώρα άφιξης στον τελικό προορισμό. [Τροπολογία 79]
3. Η παράγραφος 2 δεν θίγει τις τυχόν διευθετήσεις αποζημίωσης που έχουν γίνει μεταξύ των ενδιαφερόμενων αερομεταφορέων.
4. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται επίσης σε αερομεταφορείς τρίτων χωρών που εκτελούν πτήση ανταπόκρισης από αερολιμένα της Ένωσης σε άλλο αερολιμένα της Ένωσης,προς ή από αερολιμένα της Ένωσης σε αερολιμένα εκτός Ένωσης.». [Τροπολογία 80]
"
7) Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:
α) Στην παράγραφο 1 η λέξη «πτήσεις» αντικαθίσταται από τη λέξη «ταξίδια». Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Όταν γίνεται μνεία στο παρόν άρθρο, ο επιβάτης λαμβάνει αποζημίωση ύψους:
α)
300 EUR για όλα τα ταξίδια 2 500 χιλιομέτρων ή λιγότερο·
β)
400 EUR για όλα τα ταξίδια μεταξύ 2 500 χιλιόμετρων και 6 000 χιλιομέτρων·
γ)
600 EUR για όλα τα ταξίδια άνω των 6 000 χιλιομέτρων.
Για τον προσδιορισμό της σχετικής απόστασης, λαμβάνεται ως βάση ο τελευταίος προορισμός στον οποίο ο επιβάτης θα φθάσει καθυστερημένα μετά την προγραμματισμένη ώρα εξαιτίας άρνησης επιβίβασης ή ματαίωσης.»· [Τροπολογία 81]
"
β) Οι παράγραφοι 2, 3, 4 και 5 αντικαθίστανται από τα εξής:"
«2. Στις περιπτώσεις που επιβάτης επέλεξε να συνεχίσει το ταξίδι του δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο β), έχει δικαίωμα αποζημίωσης μόνο μία φορά κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του προς τον τελικό προορισμό, ακόμη και αν σημειωθεί νέα ματαίωση ή απώλεια ανταπόκρισης κατά τη διάρκεια της μεταφοράς με άλλη πτήση.
3. Σε συμφωνία με τον επιβάτη, η αποζημίωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 καταβάλλεται σε ρευστό, με ηλεκτρονικό τραπεζικό έμβασμα, με επιστροφή μέσω πιστωτικής κάρτας, ή με τραπεζική εντολή ή επιταγή στον λογαριασμό που έχει ορίσει ο δικαιούχος επιβάτης. Η Επιτροπή αυξάνει τα ποσά αποζημίωσης μετά από διαβούλευση με την επιτροπή που ορίζεται στο άρθρο 16. [Τροπολογία 82]
4. Οι αποστάσεις που δίδονται στην παράγραφο 1 μετρούνται με τη μέθοδο της μεγιστοκύκλιας διαδρομής.
5. Ο αερομεταφορέας δύναται να καταλήξει σε εθελοντική συμφωνία με τον επιβάτη, η οποία αντικαθιστά τις περίτην αποζημίωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1, με άλλα μη χρηματικά οφέλη τουλάχιστον ίσης αξίας (π.χ. αεροπορικά ταξιδιωτικά κουπόνια χωρίς ημερομηνία λήξης που αντιστοιχούν στο 100% του δικαιώματος αποζημίωσης)διατάξεις της παραγράφου 1, εφόσον η εν λόγω συμφωνία επιβεβαιώνεται με έγγραφο υπογεγραμμένο από τον επιβάτη στοτο οποίο ο επιβάτης δηλώνει ότι έχει ενημερωθείενημερώνει με τρόπο που δεν επιδέχεται παρερμηνεία τον επιβάτη για τα δικαιώματα αποζημίωσής του βάσει του παρόντος κανονισμού. Η σύναψη μιας τέτοιας συμφωνίας μπορεί να γίνει μόνο μετά από τα γεγονότα από τα οποία προκύπτει το δικαίωμα.»· [Τροπολογία 83]
"
γ) Στο άρθρο 7 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«5α. Το βάρος της απόδειξης σχετικά με το πότε και το πώς ο επιβάτης αποδέχθηκε τη μορφή της καταβολής της αποζημίωσης ή της επιστροφής της αξίας του εισιτηρίου, όπως ορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3, καθώς και το κατά πόσον και το πότε ο επιβάτης αποδέχθηκε τη συμφωνία που αναφέρεται στην παράγραφο 5, φέρει ο πραγματικός αερομεταφορέας.». [Τροπολογία 84]
"
8) Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 8
Δικαίωμα σε επιστροφή αντιτίμου ή μεταφορά με άλλη πτήση
1. Όταν γίνεται παραπομπή στο παρόν άρθρο, προσφέρονται δωρεάν στους επιβάτες μία από τις ακόλουθες επιλογές:
α)
- επιστροφή, εντός επτά εργάσιμων ημερών από την αίτηση του επιβάτη, με τους τρόπους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3, της τιμής της πτήσης του εισιτηρίου, για το μέρος ή τα μέρη του ταξιδιού που δεν πραγματοποιήθηκαν και για το μέρος ή τα μέρη του ταξιδιού που ήδη πραγματοποιήθηκαν, εφόσον η πτήση δεν εξυπηρετεί πλέον κανένα σκοπό ως προς το αρχικό ταξιδιωτικό του σχέδιο, καθώς επίσης, αν συντρέχει η περίπτωση· [Τροπολογία 85]
—
πτήσης επιστροφής στο αρχικό σημείο αναχώρησής του το νωρίτερο δυνατόν·
β)
συνέχιση των ταξιδιωτικών σχεδίων των επιβατών με τη μεταφορά τους το νωρίτερο δυνατό με άλλη πτήση, υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς, στον τελικό τους προορισμό· ή
γ)
μεταφορά τους, υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς, στον τελικό τους προορισμό σε μεταγενέστερη ημερομηνία που τους εξυπηρετεί εφόσον διατίθενται θέσεις.
2. Η παράγραφος 1 στοιχείο α) εφαρμόζεται επίσης στους επιβάτες των οποίων οι πτήσεις αποτελούν μέρος οργανωμένου ταξιδιού, εκτός όσον αφορά το δικαίωμα επιστροφής χρημάτων, όταν το σχετικό δικαίωμα γεννάται δυνάμει της οδηγίας 90/314/ΕΟΚ.
2α. Η παράγραφος 1 στοιχείο β) εφαρμόζεται επίσης σε περιπτώσεις στις οποίες το αεροσκάφος απογειώθηκε, αλλά αναγκάστηκε στη συνέχεια να προσγειωθεί σε αερολιμένα διαφορετικό από τον αερολιμένα προορισμού. Σύμφωνα με την παράγραφο 3, ο πραγματικός αερομεταφορέας καλύπτει το κόστος μεταφοράς του επιβάτη από τον άλλο αερολιμένα στον αερολιμένα για τον οποίο έγινε η κράτηση. [Τροπολογία 86]
3. Εάν ο πραγματικός αερομεταφορέας προσφέρει στον επιβάτη πτήση προς ή από αερολιμένα άλλον από εκείνον για τον οποίο έγινε η κράτηση, ο πραγματικός αερομεταφορέας καλύπτει το κόστος μεταφοράς του επιβάτη από τον άλλο αερολιμένα σε εκείνον για τον οποίο έγινε η κράτηση, ή, όσον αφορά τον αερολιμένα προορισμού, σε άλλο γειτονικό προορισμό που έχει συμφωνηθεί με τον επιβάτη. [Τροπολογία 87]
4. Εάν συμφωνήσει ο επιβάτης, για την πτήση επιστροφής ή τις πτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) ή τη μεταφορά με άλλη πτήση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ), είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν δρομολόγια που εκτελούνται από άλλο αερομεταφορέα, να περιλαμβάνεται διαφορετική διαδρομή ή να χρησιμοποιούνται άλλοι τρόποι μεταφοράς.
5. Όταν οι επιβάτες επιλέξουν την επιλογή της παραγράφου 1 στοιχείο β) δικαιούνται, ανάλογα με τη διάθεση θέσεων και εφόσον υφίστανται συγκρίσιμες εναλλακτικές επιλογές, μεταφορά με άλλη πτήση, το ταχύτερο δυνατόν, που εκτελείται από άλλο αερομεταφορέα ή με άλλο τρόπο μεταφοράς στις περιπτώσεις που ο αερομεταφορέας δεν μπορεί να μεταφέρει τον επιβάτη με τα δικά του δρομολόγια και εγκαίρως για να φτάσει στον τελικό του προορισμό εντός 12οκτώ ωρών από την προγραμματισμένη ώρα άφιξης. Με την επιφύλαξη του άρθρου 22 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008(12), ο άλλος αερομεταφορέας ή μεταφορέας δεν χρεώνει τον συμβατικό μεταφορέα με τιμή που υπερβαίνει τη μέση τιμή που έχουν καταβάλει οι δικοί του επιβάτες για ισοδύναμες πτήσεις κατά το τελευταίο τρίμηνο. Ο αερομεταφορέας ενημερώνει τον επιβάτη εντός διαστήματος 30 λεπτών μετά την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης, εάν μπορεί να πραγματοποιηθεί εγκαίρως μεταφορά με τα δικά του δρομολόγια. Ο επιβάτης έχει το δικαίωμα να αρνηθεί τη μεταφορά με άλλο τρόπο, και στην περίπτωση αυτή διατηρεί το δικαίωμά του σε φροντίδα, όπως ορίζεται στο άρθρο 9, κατά τη διάρκεια της αναμονής της μεταφοράς με άλλη πτήση. [Τροπολογία 88]
6. Όταν στους επιβάτες προσφέρεται, δυνάμει της παραγράφου 1, πλήρης ή μερική μεταφορά με άλλο τρόπο μεταφοράς, ο παρών κανονισμόςτο άρθρο 6α εφαρμόζεται στην μεταφορά που πραγματοποιείται με τον εν λόγω άλλο τρόπο μεταφοράς ως εάν ο επιβάτης να είχε μεταφερθεί με αεροσκάφος με σταθερές πτέρυγες, σύμφωνα με τις ισχύουσες συμφωνίες μεταφοράς μεταξύ της πραγματικής αεροπορικής εταιρείας και του άλλου τρόπου μεταφοράς. Ο αερομεταφορέας παραμένει υπεύθυνος για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, για το σύνολο του ταξιδιού.». [Τροπολογία 89]
"
8α) Στο άρθρο 8 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«6α. Ο επιβάτης μπορεί να διευθετήσει ο ίδιος τη μεταφορά του με άλλη πτήση και να αξιώσει την καταβολή των αντίστοιχων δαπανών, σε περίπτωση που ο πραγματικός αερομεταφορέας αδυνατεί να του προσφέρει την επιλογή μεταφοράς με άλλη πτήση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β).». [Τροπολογία 90]
"
9) Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:
—α) Στην παράγραφο 1, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«α) γεύματα και αναψυκτικά. Ο αερομεταφορέας παρέχει αυτομάτως πόσιμο νερό μαζί με τα γεύματα και σε κάθε αίτημα των επιβατών.»· [Τροπολογία 91]
"
α) Στην παράγραφο 1, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«γ) μεταφορά μεταξύαπό τον αερολιμένα και καταλύματος (ξενοδοχείου προς το κατάλυμα (ξενοδοχείο, τόπος διαμονής του επιβάτη ή άλλου) και επιστροφή»· [Τροπολογία 92]
"
αα) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Επιπλέον, προσφέρονται δωρεάν στους επιβάτες δύο τηλεφωνήματα και φαξ ή μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.»· [Τροπολογία 93]
"
αβ) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«3. Κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ο πραγματικός αερομεταφορέας αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή στις ανάγκες των ατόμων με αναπηρία, των προσώπων μειωμένης κινητικότητας και όλων των συνοδών τους, καθώς και στις ανάγκες των γονέων που ταξιδεύουν με μικρά παιδιά και των παιδιών που ταξιδεύουν χωρίς συνοδεία ενηλίκων.»· [Τροπολογία 94]
"
αγ) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«3α. Οι φορείς διαχείρισης των αερολιμένων παρέχουν ειδικές εγκαταστάσεις για επιβάτες με σοβαρές αναπηρίες που απαιτούν εγκαταστάσεις αλλαγής και τουαλέτας, χωρίς καμία επιβάρυνση για τον επιβάτη, σε όλους τους αερολιμένες της Ένωσης με ετήσια επιβατική κίνηση μεγαλύτερη του ενός εκατομμυρίου επιβατών.»· [Τροπολογία 95]
"
β) Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:"
«4. Εάν ο πραγματικός αερομεταφορέας μπορεί να αποδείξει ότι η ματαίωση, η καθυστέρηση ή ο αναπρογραμματισμός οφείλεται σε έκτακτες περιστάσεις και ότι η ματαίωση, η καθυστέρηση ή ο αναπρογραμματισμός ήταν αδύνατον να έχει αποφευχθεί έστω και αν είχαν ληφθεί με τον ορθό τρόπο όλα τα εύλογα μέτρα, τότε είναι δυνατόν να περιορίσει το συνολικό κόστοςτη συνολική διάρκεια του καταλύματος βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο β) το πολύσε πέντε διανυκτερεύσεις. Εάν ο επιβάτης επιλέξει να διευθετήσει μόνος του το κατάλυμά του, μπορεί να περιορίσει περαιτέρω το κόστος του καταλύματος σε 100125 EUR ανά διανυκτέρευση και ανά επιβάτη και για το πολύ 3 διανυκτερεύσεις. Εάν ο πραγματικός αερομεταφορέας επιλέξει να εφαρμόσει τον εν λόγω περιορισμό, υποχρεούται σε κάθε περίπτωση να ενημερώσει τους επιβάτες περί των διαθέσιμων καταλυμάτων μετά τις τρειςπέντε διανυκτερεύσεις, επιπλέον της συνεχούς υποχρέωσής τους σχετικά με την ενημέρωση των επιβατών σύμφωνα με το άρθρο 14.
Αυτός ο περιορισμός δεν θίγει σε καμία περίπτωση την υποχρέωση των πραγματικών αερομεταφορέων να μεριμνούν για κατάλυμα και οι αερομεταφορείς συμμορφώνονται κατά προτεραιότητα με αυτήν την υποχρέωση. Ο περιορισμός αυτός δεν ισχύει σε περιπτώσεις που ο αερομεταφορέας αδυνατεί να παράσχει το κατάλυμα. [Τροπολογία 96]
5. Η υποχρέωση παροχής καταλύματος βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο β) δεν ισχύει για πτήσεις σε αποστάσεις μέχρι 250 χιλιόμετρα που προβλέπεται να εκτελεστούν με αεροσκάφος μέγιστης δυναμικότητας έως 80 θέσεων, εκτός και αν πρόκειται για πτήση ανταπόκρισης. Εάν ο πραγματικός αερομεταφορέας επιλέξει να εφαρμόσει την παρούσα εξαίρεση, πρέπει οπωσδήποτε να ενημερώσει τους επιβάτες για τα διαθέσιμα καταλύματα. [Τροπολογία 97]
6. Όταν ο επιβάτης επιλέξει την επιστροφή χρημάτων βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο α) ενώ βρίσκεται στον αερολιμένα αναχώρησης του ταξιδίου του, ή επιλέξει τη μεταφορά με άλλη πτήση σε μεταγενέστερη ημερομηνία βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο γ), ο επιβάτης χάνει τα περαιτέρω δικαιώματά του όσον αφορά την φροντίδα βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 1 σε σχέση με την άλλη πτήση. Εφόσον ο επιβάτης μπορεί να αποδείξει ότι λόγω της απόφασης αυτής επιβαρύνθηκε με δαπάνες για την προσέλευσή του στον αερολιμένα και την αναχώρησή του από αυτόν, οι δαπάνες για την προσέλευσή του στον αερολιμένα για το ταξίδι που δεν πραγματοποίησε πρέπει να του αποδοθούν στο ακέραιο.». [Τροπολογία 98]
"
-10) Στο άρθρο 10 παράγραφος 2, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Εάν πραγματικός αερομεταφορέας τοποθετήσει επιβάτη σε θέση κατώτερη από εκείνη για την οποία αγοράσθηκε το εισιτήριο, επιστρέφει εντός επτά εργάσιμων ημερών, με τους τρόπους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3:». [Τροπολογία 99]
"
10) Στο άρθρο 10, παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ), ο όρος «τιμής του εισιτηρίου» αντικαθίσταται από τον όρο «τιμής πτήσης».
11) Στο άρθρο 11, προστίθεται η ακόλουθος παράγραφος προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:"
«3. Ο πραγματικός αερομεταφορέας δεν εφαρμόζει τους περιορισμούς του άρθρου 9 παράγραφοι 4 και 5 εάν ο επιβάτης είναι άτομο με αναπηρία ή άτομο με μειωμένη κινητικότητα ή πρόσωπο που τον/την συνοδεύει, ασυνόδευτο παιδί, έγκυος ή άτομο που χρήσει ιδιαίτερης ιατρικής φροντίδας, υπό τον όρο ότι ο πραγματικός αερομεταφορέας ή ο πράκτοράς του ή ο διοργανωτής έχουν ενημερωθεί για τις ιδιαίτερες ανάγκες παροχής βοήθειας τουλάχιστον 48 ώρες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης. Η εν λόγω ενημέρωση θεωρείται ότι καλύπτει ολόκληρο το ταξίδι και το ταξίδι επιστροφής εάν η σύμβαση για αμφότερα τα δύο ταξίδια έχει συναφθεί με τον ίδιο αερομεταφορέα περιλαμβάνονται στοίδιο εισιτήριο.
Οι αερομεταφορείς πρέπει επίσης να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να εξασφαλίζουν τη σωστή φροντίδα των σκύλων-οδηγών και των σκύλων συνοδείας. Οι πληροφορίες σχετικά με τη βοήθεια και τις διατάξεις που προβλέπονται παρέχονται μέσω διαφόρων διαθέσιμων μέσων επικοινωνίας. [Τροπολογία 100]
3α. Το ιπτάμενο προσωπικό πρέπει να έχει εκπαιδευτεί για την παροχή βοήθειας στα άτομα με αναπηρίες ή με μειωμένη κινητικότητα, ούτως ώστε να διευκολύνεται η πρόσβασή τους στο αεροσκάφος και η έξοδός τους από αυτό. [Τροπολογία 101]
3β. Μια εταιρεία δεν μπορεί να αρνηθεί την επιβίβαση σε επιβάτη με αναπηρία ή με μειωμένη κινητικότητα με το πρόσχημα ότι δεν συνοδεύεται, και δεν μπορεί να επιμείνει στη συστηματική συνοδεία του από άλλο πρόσωπο.». [Τροπολογία 102]
"
11α) Στο άρθρο 12, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τα δικαιώματα του επιβάτη για περαιτέρω αποζημίωση. Η χορηγούμενη δυνάμει του παρόντος κανονισμού αποζημίωση δεν πρέπει να εκπίπτει από την τυχόν περαιτέρω αποζημίωση.». [Τροπολογία 103]
"
12) Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 13
Δικαίωμα προσφυγής
Σε περίπτωση που πραγματικός αερομεταφορέας καταβάλει την αποζημίωση ή εκπληρώσει τις υπόλοιπες υποχρεώσεις του βάσει του παρόντος κανονισμού, και με την επιφύλαξη των δηλώσεων αποποίησης ευθύνης στο πλαίσιο συμβάσεων με τρίτους που ισχύουν κατά την ημερομηνία της διαφοράς, καμία διάταξη του παρόντος κανονισμού ή της εθνικής νομοθεσίας δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως περιορίζουσα το δικαίωμά του να απαιτήσει αποζημίωση για τις δαπάνες ή να ανακτήσει στο σύνολό τους τις δαπάνες που προκλήθηκαν βάσει του παρόντος κανονισμού από τυχόν τρίτους οι οποίοιοποιοδήποτε πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων οιωνδήποτε τρίτων που συνέβαλαν στο συμβάν που προκάλεσε την αποζημίωση ή τις υπόλοιπες υποχρεώσεις, σύμφωνα με την εφαρμοστέα νομοθεσία. Ειδικότερα, ο παρών κανονισμός ουδόλως περιορίζει το δικαίωμα του πραγματικού αερομεταφορέα να διεκδικήσει αποζημίωση ή να ανακτήσει τις δαπάνες του από αερολιμένα ή άλλον τρίτο με τον οποίο έχει συνάψει σύμβαση.». [Τροπολογία 104]
"
13) Το άρθρο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 14
Υποχρέωση ενημέρωσης των επιβατών
1. Ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα και ο πραγματικός αερομεταφορέας εξασφαλίζουν ότι στα σημεία ελέγχου εισιτηρίων (συμπεριλαμβανομένων και των μηχανών ελέγχου εισιτηρίων με αυτοεξυπηρέτηση) και στην θύρα επιβίβασης υπάρχει ανηρτημένη με ευδιάκριτο για τους επιβάτες τρόπο ευανάγνωστη γνωστοποίηση, η οποία περιέχει το ακόλουθο κείμενο: «Σε περίπτωση που σας αρνηθούν την επιβίβαση ή σε περίπτωση ματαίωσης ή δίωρης τουλάχιστον καθυστέρησης της πτήσης σας ή σε περίπτωση που η προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης της πτήσης έχει μετατεθεί κατά τουλάχιστον δύο ώρες νωρίτερα σε σχέση με την αρχική προγραμματισμένη ώρα που αναγράφεται στο εισιτήριό σας, ζητήστε στη θυρίδα ελέγχου των εισιτηρίων ή στη θύρα εξόδου το κείμενο που αναφέρει τα δικαιώματά σας, ιδίως όσον αφορά την παροχή βοήθειας και την ενδεχόμενη αποζημίωση. [Τροπολογία 105]
1α. Οι αερομεταφορείς συστήνουν, σε κάθε αερολιμένα όπου δραστηριοποιούνται, γραφεία επικοινωνίας στα οποία εξασφαλίζουν την παρουσία προσωπικού επικοινωνίας ή τρίτων εξουσιοδοτημένων από τον συγκεκριμένο αερομεταφορέα να παρέχουν στους επιβάτες τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματά τους, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών υποβολής καταγγελιών, να τους βοηθούν και να προβαίνουν σε άμεσες ενέργειες σε περίπτωση ματαίωσης ή καθυστέρησης πτήσεων, άρνησης επιβίβασης και απώλειας ή καθυστέρησης άφιξης αποσκευών. Κατά τις ώρες λειτουργίας των αερομεταφορέων και μέχρι την ώρα αποβίβασης των τελευταίων επιβατών από το τελευταίο αεροσκάφος, τα εν λόγω γραφεία επικοινωνίας είναι διαθέσιμα για τον σκοπό της παροχής βοήθειας στους επιβάτες, μεταξύ άλλων, όσον αφορά την επιστροφή χρημάτων, τη μεταφορά με άλλη πτήση, την αλλαγή κρατήσεων καθώς και για τον σκοπό της παραλαβής και υποβολής των καταγγελιών τους. [Τροπολογία 106]
1β. Ο πραγματικός αερομεταφορέας παρέχει στους επιβάτες ευανάγνωστες και διαφανείς πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα των επιβατών και τα στοιχεία επικοινωνίας για συνδρομή και βοήθεια ως προς τα ηλεκτρονικά εισιτήρια και τις ηλεκτρονικές και έντυπες εκδόσεις της κάρτας επιβίβασης. [Τροπολογία 107]
2. Σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης, ματαίωσης, καθυστέρησης ή αλλαγής προγραμματισμένης πτήσης κατά τουλάχιστον δύο ώρες, ο πραγματικός αερομεταφορέας που αρνείται την επιβίβαση ή ματαιώνει μια πτήση παρέχει σε κάθεενημερώνει πλήρως το συντομότερο δυνατόν τον θιγόμενο επιβάτη και του παρέχει γραπτή ή ηλεκτρονική γνωστοποίηση με τους κανόνες αποζημίωσης και παροχής βοήθειας σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τους δυνητικούς περιορισμούς βάσει του άρθρου 9 παράγραφοι 4 και 5 και τον ενημερώνει σχετικά με τους δυνατούς εναλλακτικούς τρόπους μεταφοράς. Ισοδύναμη γνωστοποίηση παρέχει επίσης σε κάθε θιγόμενο επιβάτη που έχει υποστεί καθυστέρηση ή αναπρογραμματισμό τουλάχιστον επί δίωρο. Επιδίδονται επίσης εγγράφως στον επιβάτη η διεύθυνση του αερομεταφορέα όπου μπορεί να υποβάλει καταγγελίες και τα στοιχεία των αρμόδιων εθνικών φορέων διεκπεραίωσης καταγγελιών που έχουν οριστεί βάσει του άρθρου 16α. [Τροπολογία 108]
3. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται έναντι των ατόμων με αναπηρία και των ατόμων μειωμένης κινητικότητας, ιδιαίτερα των τυφλών και των ατόμων με προβλήματα όρασης με τη χρήση άλλων κατάλληλων μέσων και με την κατάλληλη μορφή. [Τροπολογία 109]
4. Ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα εξασφαλίζει ότι στις περιοχές του αερολιμένα που προορίζονται για τους επιβάτες είναι αναρτημένες, με σαφή και ευδιάκριτο τρόπο, γενικές πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα των επιβατών. Με βάση τις πληροφορίες που λαμβάνει, εξασφαλίζει επίσης ότι οι επιβάτες που βρίσκονται στον αερολιμένα ενημερώνονται για τηντις αιτίες και τα δικαιώματά τους σε περιπτώσεις καθυστερήσεων και διακοπών των πτήσεων, όπως η ματαίωση της πτήσης τους και για τα δικαιώματά τους εάν αεροπορική εταιρεία διακόψει αιφνιδιαστικά τη λειτουργία της όπως για παράδειγμα σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της. [Τροπολογία 110]
5. Σε περίπτωση ματαίωσης ή καθυστερημένης αναχώρησης, οι επιβάτες ενημερώνονται από τον πραγματικό αερομεταφορέα για την κατάσταση το ταχύτερο δυνατόν, καθώς και για την αιτία της διακοπής, αμέσως μόλις η εν λόγω πληροφορία καταστεί διαθέσιμη, και σε κάθε περίπτωση πριν από την παρέλευση 30 λεπτών μετά την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης, καθώς και για την εκτιμώμενη ώρα αναχώρησης μόλις η εν λόγω πληροφορία καταστεί διαθέσιμη, εφόσον ο αερομεταφορέας έχει λάβει τα στοιχεία επικοινωνίας των επιβατών σύμφωνα με τις παραγράφους 6 και 7 σε περίπτωση που το εισιτήριο αγοράστηκε από μεσάζοντα. [Τροπολογία 111]
5α. Ο αερομεταφορέας διαθέτει στο σημείο ελέγχου των εισιτηρίων και στη θύρα επιβίβασης έγγραφα που περιλαμβάνουν τον ευρωπαϊκό χάρτη των δικαιωμάτων των επιβατών αεροπορικών μεταφορών, ο οποίος πρέπει να παρέχεται από το προσωπικό στους επιβάτες αερομεταφορών κατόπιν αιτήματος. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικαιροποιεί τα έγγραφα αυτά μετά από κάθε ουσιώδη τροποποίηση των δικαιωμάτων των επιβατών αεροπορικών μεταφορών. [Τροπολογία 112]
5β. Οι αεροπορικές εταιρείες παρέχουν προσιτή και αποτελεσματική τηλεφωνική εξυπηρέτηση σε όλους τους επιβάτες, από τη στιγμή που γίνεται κράτηση για μια πτήση· στο πλαίσιο αυτής της υπηρεσίας παρέχονται πληροφορίες και εναλλακτικές προτάσεις σε περίπτωση προβλημάτων, ενώ η χρέωση για την εν λόγω υπηρεσία δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει το κόστος μιας τοπικής κλήσης. [Τροπολογία 113]
6. Εάν ο επιβάτης δεν έχει αγοράσει εισιτήριο απευθείας από τον πραγματικό αερομεταφορέα αλλά από μεσάζοντα εγκατεστημένο στην Ένωση, ο εν λόγω μεσάζων παρέχει τα στοιχεία επικοινωνίας του επιβάτη στον αερομεταφορέα, υπό τον όρο ότι ο επιβάτης έχει δώσει την ρητή και έγγραφη συγκατάθεσήτη συναίνεσή του. Η συγκατάθεσησυναίνεση μπορεί να δοθεί μόνο σε «προαιρετική» βάση. Ο αερομεταφορέας επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει τα εν λόγω στοιχεία επικοινωνίας αποκλειστικά για το σκοπό της εκπλήρωσης της υποχρέωσης ενημέρωσης βάσει του παρόντος άρθρου και όχι για εμπορικούς σκοπούς και διαγράφει τα στοιχεία επικοινωνίας εντός 72 ωρών από την ολοκλήρωση της σύμβασης μεταφοράς. Η παροχή της συναίνεσης του επιβάτη για τη διαβίβαση των στοιχείων επικοινωνίας του στον αερομεταφορέα και για την επεξεργασία, πρόσβαση και αποθήκευση των εν λόγω δεδομένων πραγματοποιείται σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*. [Τροπολογία 114]
7. Ο μεσάζων εξαιρείται από τις υποχρεώσεις της παραγράφου 6 εάν είναι σε θέση να αποδείξει την ύπαρξη εναλλακτικού συστήματος που εξασφαλίζει την ενημέρωση του επιβάτη χωρίς την διαβίβαση των σχετικών στοιχείων επικοινωνίας ή εάν ο επιβάτης έχει επιλέξει να μην παράσχει τα στοιχεία επικοινωνίας του. [Τροπολογία 115]
7a. Ο πάροχος υπηρεσιών παρέχει εύκολη πρόσβαση σε ακριβή και αντικειμενική ενημέρωση που θα περιγράφει λεπτομερώς τον περιβαλλοντικό (καθώς και τον κλιματικό) αντίκτυπο και την ενεργειακή απόδοση του ταξιδιού. Οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να δημοσιεύονται και νε είναι ευδιάκριτες τόσο στις ιστοσελίδες των αερομεταφορέων και των ταξιδιωτικών πρακτόρων όσο και στα εισιτήρια· η Επιτροπή πρέπει να στηρίξει τη συνέχιση των εργασιών προς αυτήν την κατεύθυνση. [Τροπολογία 116]
7β. Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, σε κάθε ηλεκτρονική επικοινωνία με την οποία κοινοποιείται στον επιβάτη ματαίωση, μεγάλη καθυστέρηση ή αλλαγή της προγραμματισμένης πτήσης δηλώνεται ρητά ότι ο επιβάτης δικαιούται αποζημίωσης και/ή συνδρομής βάσει του παρόντος κανονισμού.
___________________
* Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.)». [Τροπολογία 117]
"
14) Το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 16
Επιβολή
1. Κάθε κράτος μέλος ορίζει εθνική αρχή επιβολής αρμόδια για την επιβολή του παρόντος κανονισμού όσον αφορά τις παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού σε αερολιμένες ευρισκόμενους στο έδαφός του, τις πτήσεις που αναχωρούν από αερολιμένες στο έδαφός του και τις πτήσεις από τρίτες χώρες προς τους εν λόγω αερολιμένες. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για την αρχή που ορίζεται κατ' εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. [Τροπολογία 118]
2. Οι εθνικές αρχές επιβολής παρακολουθούν στενά την συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν τον σεβασμό των δικαιωμάτων των επιβατών. Προς το σκοπό αυτό, οι αερομεταφορείς και οι φορείς διαχείρισης των αερολιμένων παρέχουν τα σχετικά έγγραφα στην εθνική αρχή επιβολής κατόπιν αιτήματος της εντός ενός μηνός από την υποβολή του, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των αερομεταφορέων βάσει του άρθρου 14α. Για να φέρει σε πέρας τα καθήκοντά της, η εθνική αρχή επιβολής λαμβάνει επίσης υπόψη τις πληροφορίες που της υποβάλλει ο φορέας που έχει οριστεί βάσει του άρθρου 16α. Δύναται επίσης να αποφασίσει να λάβειΛαμβάνει μέτρα επιβολής βάσει μεμονωμένων καταγγελιών που της διαβιβάζει ο φορέας ο οποίος έχει οριστεί βάσει του άρθρου 16α. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αντίστοιχες εθνικές τους αρχές επιβολής διαθέτουν επαρκή εξουσία ώστε να επιβάλλουν ουσιαστικές κυρώσεις σε περίπτωση παραβάσεων. [Τροπολογία 119]
2a. Οι αερομεταφορείς παρέχουν εκ των προτέρων στην εθνική αρχή επιβολής αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τεχνικά προβλήματα, και ειδικότερα σχετικά με τους λόγους για τους οποίους προέκυψαν. Η εθνική αρχή επιβολής μοιράζεται τις εν λόγω πληροφορίες με τους φορείς που είναι αρμόδιοι για εξωδικαστική επίλυση διαφορών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 16α. [Τροπολογία 120]
3. Οι κυρώσεις που προβλέπουν τα κράτη μέλη για τις παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού είναι αποτελεσματικές, αναλογικές,και αποτρεπτικές και επαρκείς ώστε να παρέχουν στους αερομεταφορείς ένα οικονομικό κίνητρο για σταθερή συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό. [Τροπολογία 121]
4. Στις περιπτώσεις που οι φορείς οι οποίοι έχουν οριστεί βάσει των άρθρων 16 και 16α είναι διαφορετικοί Σύμφωνα με την οδηγία 2013/11/EΕ, δημιουργούνται μηχανισμοί υποβολής αναφοράς για να εξετάζεται ησυνεργασίας μεταξύ της εθνικής αρχής επιβολής και του φορέα που έχει οριστεί βάσει του άρθρου 16α. Οι εν λόγω μηχανισμοί συνεργασίας περιλαμβάνουν αμοιβαία ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των διάφορων φορέων, ώστε η εθνική αρχή επιβολής να είναι σε θέση να φέρει σε πέρας τα καθήκοντά της όσον αφορά την επιτήρηση και την επιβολή και ο φορέας ο οποίος έχει οριστεί βάσει του άρθρου 16α να είναι σε θέση να συλλέγει τις πληροφορίες και να αποκτά την τεχνική εμπειρογνωμοσύνη που απαιτούνται για την εξέτασητη διεπεραίωση μεμονωμένων καταγγελιών. [Τροπολογία 122]
5. Για κάθε έτος, το αργότερο μέχρι το τέλος Απριλίου του επόμενου ημερολογιακού έτους, οι εθνικές αρχές επιβολής δημοσιεύουν στατιστικές σχετικά με τις δραστηριότητές τους, συμπεριλαμβανομένων των κυρώσεων που επέβαλαν. Οι εθνικές αρχές επιβολής δημοσιεύουν ταυτόχρονα και με βάση τα δεδομένα που υποχρεούνται να διατηρούν και να παρέχουν οι αερομεταφορείς και οι φορείς διαχείρισης των αερολιμένων στατιστικές σχετικά με τον αριθμό και το είδος των καταγγελιών, τον αριθμό των ματαιώσεων, των αρνήσεων επιβίβασης και των καθυστερήσεων και τη διάρκειά τους καθώς και δεδομένα σχετικά με την απώλεια, ζημία ή καθυστέρηση άφιξης αποσκευών. [Τροπολογία 123]
6. Οι αερομεταφορείς κοινοποιούν στις εθνικές αρχές επιβολής των κρατών μελών στα οποία δραστηριοποιούνται, τα στοιχεία επικοινωνίας τους, για τα θέματα που καλύπτει ο παρών κανονισμός.Εν αναμονή της μεταφοράς των διατάξεων της οδηγίας 2013/11/EΕ στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών, κάθε επιβάτης μπορεί, σε οιονδήποτε αερολιμένα ευρισκόμενο στο έδαφος κράτους μέλους, να υποβάλλει καταγγελία σε οιαδήποτε εθνική αρχή επιβολής σχετικά με εικαζόμενη παραβίαση του παρόντος κανονισμού η οποία διαπράττεται σε οιονδήποτε αερολιμένα ευρισκόμενο στο έδαφος κράτους μέλους, ή όσον αφορά τις πτήσεις από οιονδήποτε αερολιμένα ευρισκόμενο στο έδαφος ενός κράτους μέλους, ή τις πτήσεις από τρίτες χώρες προς αυτούς τους αερολιμένες.». [Τροπολογία 124]
"
14α) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:"
«Άρθρο 16-α
Έγγραφα συμμόρφωσης
1. Οι κοινοτικοί αερομεταφορείς καταρτίζουν και υποβάλλουν στην εθνική αρχή επιβολής του κράτους μέλους που εξέδωσε την άδεια λειτουργίας τους, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1008/2008, καθώς και στην Επιτροπή έως την 1η Ιανουαρίου 2016, έγγραφο το οποίο αποδεικνύει με ευλόγως λεπτομερή τρόπο ότι οι διαδικασίες λειτουργίας τους είναι επαρκείς ώστε να διασφαλιστεί ότι συμμορφώνονται πάντα προς όλα τα σχετικά άρθρα του παρόντος κανονισμού.
1α. Η Επιτροπή δύναται να εγκρίνει εκτελεστικές πράξεις που να ορίζουν το ελάχιστο περιεχόμενο αυτών των εγγράφων συμμόρφωσης. Το ελάχιστο περιεχόμενο περιλαμβάνει τουλάχιστον σχέδια απρόβλεπτων καταστάσεων για σημαντικές διακοπές πτήσεων, καθορίζει τους υπεύθυνους για την παροχή βοήθειας καθώς και άλλα δικαιώματα, τις πρακτικές ρυθμίσεις και διαδικασίες με τις οποίες διεκπεραιώνονται οι καταγγελίες και παρέχονται βοήθεια και αποζημίωση, και τις διαδικασίες και τα πρότυπα επικοινωνίας με τους επιβάτες. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 16γ παράγραφος 2.
2. Κάθε άλλος αερομεταφορέας που παρέχει υπηρεσίες από αερολιμένα της Ένωσης υποβάλλει έγγραφο συμμόρφωσης στις εθνικές αρχές επιβολής όλων των κρατών μελών στα οποία δραστηριοποιείται καθώς και στην Επιτροπή.
3. Οι αερομεταφορείς αναθεωρούν τα έγγραφα συμμόρφωσής τους και υποβάλλουν ενημερωμένες εκδόσεις στις σχετικές εθνικές αρχές επιβολής καθώς και στην Επιτροπή κάθε τρία έτη από 1ης Ιανουαρίου 2019.
4. Η εθνική αρχή επιβολής λαμβάνει υπόψη της τα έγγραφα συμμόρφωσης που υποβάλλουν οι αερομεταφορείς, ελέγχοντας, όποτε είναι δυνατόν, την εγκυρότητα των εγγράφων συμμόρφωσης έναντι καταγγελιών.». [Τροπολογία 125]
"
15) Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα:"
«Άρθρο 16α
Αξιώσεις αποζημίωσης και καταγγελίες επιβατών
1. Κατά την κράτηση, Οι αερομεταφορείς, οι διοργανωτές ή οι πωλητές εισιτηρίων κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2111/2005, ενημερώνουν τους επιβάτες σχετικά με τις διαδικασίες που εφαρμόζουν οι αερομεταφορείς για την διεκπεραίωση αξιώσεων αποζημίωσης και καταγγελιών και τις σχετικές προθεσμίες σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου όσον αφορά το δικαιώματα που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό και σχετικά με τις συναφείς διευθύνσεις επικοινωνίας στις οποίες οι επιβάτες μπορούν να υποβάλλουν αξιώσεις αποζημίωσης και καταγγελίες, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών μέσων διαβίβασης. Ο αερομεταφορέας και, κατά περίπτωση, ο διοργανωτής, ενημερώνει επίσης τους επιβάτες για τον φορέα ή τους φορείς που είναι αρμόδιοι για την διεκπεραίωση των καταγγελιών των επιβατών, όπως καθορίζεται από τα κράτη μέλη βάσει του παρόντος άρθρου και του άρθρου 16. Οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται κατά την κράτηση, είναι προσιτές σε όλους, αναφέρονται με σαφήνεια στο εισιτήριο του επιβάτη και στις ιστοσελίδες του αερομεταφορέα, διανέμονται στα γραφεία του αερομεταφορέα στους αερολιμένες και κοινοποιούνται στο μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που τους ενημερώνει για την ματαίωση ή την καθυστέρηση της πτήσης τους. Στους επιβάτες παρέχεται έντυπο υποβολής καταγγελίας κατόπιν αιτήματος. [Τροπολογία 126]
1α. Ο αερομεταφορέας φέρει το βάρος της απόδειξης σχετικά με την παροχή των αναγκαίων πληροφοριών στους επιβάτες. [Τροπολογία 127]
2. Εάν επιβάτης επιθυμεί να υποβάλει καταγγελία στον αερομεταφορέα σχετικά με τα δικαιώματά του βάσει του παρόντος κανονισμού, την υποβάλλει εντός τριμήνου από την ημερομηνία κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η πτήση ή είχε προγραμματιστεί να πραγματοποιηθεί. Το δικαίωμά του στη διεκδίκηση των αξιώσεών του σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό στο πλαίσιο δικαστικής ή εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών δεν θίγεται από την υποβολή καταγγελίαςεντός τριμήνου και μετά την παρέλευση του διαστήματος αυτού. Εντός 7επτά εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της καταγγελίας, ο μεταφορέας επιβεβαιώνει την παραλαβή της στον επιβάτη. Εντός διμήνου από την παραλαβή της καταγγελίας, ο μεταφορέας παρέχει πλήρη απάντηση στην επιβάτη. Σε περίπτωση που ο αερομεταφορέας δεν παρέχει την εν λόγω πλήρη απάντηση εντός του εν λόγω διμήνου, θεωρείται ότι έχει αποδεχθεί τις αξιώσεις του επιβάτη.
Όταν ο αερομεταφορέας επικαλείται την ύπαρξη έκτακτων περιστάσεων, ενημερώνει στην απάντησή του τον επιβάτη για τις συγκεκριμένες περιστάσεις που προκάλεσαν την ακύρωση ή την καθυστέρηση. Ακόμα, ο αερομεταφορέας αποδεικνύει ότι έλαβε κάθε εύλογο μέτρο για να αποφύγει την ακύρωση ή την καθυστέρηση.
Μαζί με την πλήρη απάντηση, ο αερομεταφορέας κοινοποιεί επίσης στον ενδιαφερόμενο επιβάτη τα σχετικά στοιχεία επικοινωνίας του ορισθέντα φορέα που αναφέρεται στην παράγραφο 3, συμπεριλαμβανομένων της ταχυδρομικής του διεύθυνσης, του αριθμού τηλεφώνου του, της διεύθυνσης του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του και της διεύθυνσης του δικτυακού του τόπου. [Τροπολογία 128]
3. Σύμφωνα με το συναφές ενωσιακό και εθνικό δίκαιο Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιβάτες αεροπορικών μεταφορών είναι σε θέση να υποβάλλουν τις διαφορές τους με τους αερομεταφορείς σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που καθορίζονται από τον παρόντα κανονισμό σε ανεξάρτητους, αποτελεσματικούς και αποδοτικούς μηχανισμούς εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών. Για τον σκοπό αυτόν, κάθε κράτος μέλος ορίζει εθνικό φορέα ή φορείς αρμόδιους για την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών μεταξύ αερομεταφορέων και επιβατών όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που καλύπτει ο παρών κανονισμός. Οι εν λόγω φορείς πρέπει να είναι διαφορετικοί από τις εθνικές αρχές επιβολής που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω φορείς έχουν την εξουσία να διευθετούν τις βασικές διαφορές μεταξύ επιβατών και αερομεταφορέων μέσω νομικά δεσμευτικής για αμφότερα τα μέρη και εκτελεστής απόφασης. Όσον αφορά τις διαφορές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2013/11/EΕ, εφαρμόζεται μόνο η εν λόγω οδηγία. Όλοι οι αερομεταφορείς που πραγματοποιούν πτήσεις από έναν αερολιμένα στην επικράτεια κράτους μέλους ή από τρίτη χώρα προς αυτούς τους αερολιμένες εφαρμόζουν το σύστημα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, όπως ορίζεται στην οδηγία 2013/11/ΕΕ, που μεριμνά για την ενιαία, ταχεία και φθηνή εξωδικαστική επίλυση των διαφορών μεταξύ επιβατών και αερομεταφορέων. [Τροπολογία 129]
4. ΚάθεΜετά την παραλαβή της πλήρους απάντησης από τον αερομεταφορέα, ο ενδιαφερόμενος επιβάτης μπορεί να υποβάλλει καταγγελία σε οιοδήποτε φορέα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχει οριστεί βάσει της παραγράφου 3, για παραβίαση του παρόντος κανονισμού, σε οιονδήποτε αερολιμένα ευρισκόμενο στο έδαφος κράτους μέλους ή για οιαδήποτε πτήση από τρίτη χώρα σε αερολιμένα ευρισκόμενο στο εν λόγω έδαφος κράτους μέλους ή από τρίτη χώρα προς αυτούς τους αερολιμένες. Οι εν λόγω καταγγελίες επιτρέπεται να υποβληθούν το νωρίτερο δύο μήνες μετά την υποβολή καταγγελίαςεντός προθεσμίας, η οποία ορίζεται εκ των προτέρων και δεν πρέπει να είναι μικρότερη από ένα έτος από την ημερομηνία κατά την οποία ο επιβάτης υπέβαλε την καταγγελία ή την αξίωση στον οικείο μεταφορέα, εκτός εάν ο μεταφορέας έχει ήδη δώσει τελική απάντηση στην εν λόγω καταγγελία. [Τροπολογία 130]
4α. Εάν διαπιστωθεί υπαιτιότητα για την αεροπορική εταιρεία, ο φορέας διεκπεραίωσης καταγγελιών ενημερώνει την εθνική αρχή επιβολής, η οποία, βάσει του άρθρου 16α παράγραφος 2, λαμβάνει μέτρα για να διασφαλίσει την επιβολή. [Τροπολογία 131]
5. Εντός 7 ημερών από την παραλαβή της καταγγελίας,Σε περίπτωση που ο ορισμένος φορέας επιβεβαιώνειλάβει καταγγελία, γνωστοποιεί στα μέρη τη διαφορά αμέσως μετά την παραλαβή της καιόλων των εγγράφων που περιέχουν τις σχετικές με την καταγγελία πληροφορίες. Ο ορισμένος φορέας αποστέλλει αντίγραφο των εγγράφων που σχετίζονται με την καταγγελία στην αρμόδια εθνική αρχή επιβολής. Η προθεσμία τελικής απάντησης στον καταγγέλλοντα δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνεςτις 90 ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία παραλαβήςκατά την οποία ο ορισμένος φορέας έλαβε τον πλήρη φάκελο της καταγγελίας. Αντίγραφο της τελικής απάντησης διαβιβάζεται στην εθνική αρχή επιβολής. [Τροπολογία 132]
5α. Προκειμένου να είναι δυνατή η επικοινωνία μαζί τους σε ζητήματα που καλύπτει ο παρών κανονισμός, οι αερομεταφορείς κοινοποιούν τα στοιχεία επικοινωνίας τους στους φορείς των κρατών μελών στα οποία δραστηριοποιούνται, οι οποίοι έχουν οριστεί βάσει του παρόντος άρθρου. [Τροπολογία 133]
5β. Όταν στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού γίνεται επίκληση σε λόγους ασφάλειας, το βάρος της απόδειξης φέρει ο ενδιαφερόμενος αερομεταφορέας.[Τροπολογία 134]
Άρθρο 16αα
Τα κράτη μέλη προνοούν για την παρουσία άρτια εξοπλισμένων, δωρεάν και ανεξάρτητων φορέων διαμεσολάβησης, οι οποίοι συμβάλλουν στην εξεύρεση λύσεων σε περίπτωση διαφορών μεταξύ των επιβατών και των αεροπορικών εταιρειών και των παρόχων υπηρεσιών άλλων μέσων μεταφοράς. [Τροπολογία 135]
Άρθρο 16β
Συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής
1. Η Επιτροπή στηρίζει το διάλογο και προωθεί τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με την ερμηνεία ανά κράτος μέλος και την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού μέσω της επιτροπής του άρθρου 16γ. [Τροπολογία 136]
2. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν σε ετήσια βάση έκθεση των δραστηριοτήτων τους στην Επιτροπή το αργότερο μέχρι το τέλος Απριλίου του επόμενου ημερολογιακού έτους, συμπεριλαμβανομένων των στατιστικών του άρθρου 16 παράγραφος 5. Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει για τα ζητήματα που καλύπτουν οι εν λόγω εκθέσεις μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 16γ. [Τροπολογία 137]
3. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν τακτικά στην Επιτροπή τις σχετικές πληροφορίες όσον αφορά την ερμηνεία και την εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο του παρόντος κανονισμού και η Επιτροπή καθιστά τις πληροφορίες αυτές διαθέσιμες σε ηλεκτρονική μορφή στα άλλα κράτη μέλη.
4. Μετά από αίτημα κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή εξετάζει τις υποθέσεις στις οποίες ανακύπτουν διαφορές όσον αφορά την εφαρμογή και την επιβολή οιασδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και ιδίως όσων αφορούν την ερμηνεία των έκτακτων περιστάσεων, και διευκρινίζει τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, με σκοπό την προαγωγή κοινής προσέγγισης. Προς το σκοπό αυτό, η Επιτροπή δύναται να εκδώσει σύσταση μετά από διαβούλευση με την επιτροπή του άρθρου 16γ.
5. Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής οι εθνικές αρχές επιβολής διερευνούν τις υπόνοιες για συγκεκριμένες πρακτικές από έναν ή περισσότερους αερομεταφορείς και αναφέρουν τα πορίσματά τους στην Επιτροπή εντός 4 μηνών από την υποβολή του αιτήματος.
5α. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη δημιουργούν, σε επίπεδο Ένωσης, έναν μηχανισμό αποτελούμενο από όλους τους φορείς που έχουν οριστεί δυνάμει των άρθρων 16 και 16α για να εξασφαλιστεί η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με τις παραβάσεις, τις κυρώσεις και τις βέλτιστες πρακτικές επιβολής μεταξύ των κρατών μελών. Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση όλων των κρατών μελών αυτές τις πληροφορίες σε ηλεκτρονική μορφή. [Τροπολογία 138]
5β. Οι εθνικές αρχές επιβολής παρέχουν στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος, πληροφορίες και σχετικά έγγραφα που αφορούν μεμονωμένες υποθέσεις παραβάσεων. [Τροπολογία 139]
5γ. Η Επιτροπή δημοσιεύει στον δικτυακό της τόπο και ενημερώνει τακτικά, αρχής γενομένης το αργότερο την 1η Μαΐου 2015, έναν κατάλογο με όλους τους αερομεταφορείς που λειτουργούν στην Ένωση οι οποίοι συστηματικά δε συμμορφώνονται με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Ανεξάρτητα από το μέγεθος ή την εθνικότητα, κάθε αερομεταφορέας για τον οποίο η Επιτροπή έχει λάβει στοιχεία για παραβάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 16β παράγραφος 5β, που εκδηλώθηκαν σε βάρος επιβατών σε περισσότερες από 10 διαφορετικές πτήσεις κατά τη διάρκεια ενός ημερολογιακού έτους και σχετίζονται με περισσότερα του ενός άρθρα του παρόντος κανονισμού, θεωρείται ότι έχουν παραβεί συστηματικά τον παρόντα κανονισμό. [Τροπολογία 140]
Άρθρο 16γ
Διαδικασία επιτροπής
1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή δικαιωμάτων των επιβατών, η οποία απαρτίζεται από δύο αντιπροσώπους από κάθε κράτος μέλος, τουλάχιστον ένας εκ των οποίων εκπροσωπεί την εθνική αρχή επιβολής. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
2. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.».
"
15α) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:"
«Άρθρο 16γα
Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις
Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 16γβ, με σκοπό τη διεύρυνση του μη εξαντλητικού καταλόγου περιστάσεων που θεωρούνται έκτακτες, όπως προκύπτει από το έργο των εθνικών αρχών επιβολής και τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.». [Τροπολογία 141]
"
15β) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:"
«Άρθρο 16γβ
Άσκηση εξουσιοδότησης
1. Η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.
2. Η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 16γα ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από ...(13). Η Επιτροπή εκπονεί έκθεση σχετικά με την εξουσιοδότηση το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.
3. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορούν ανά πάσα στιγμή να ανακαλέσουν την εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 16γα. Η απόφαση ανάκλησης θέτει τέλος στην εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επόμενη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιωνδήποτε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.
4. Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
5. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 16γα τίθεται σε ισχύ μόνο εφόσον δεν διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα κοινοποίησης της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.». [Τροπολογία 142]
"
16) Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 17
Έκθεση
Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2017 σχετικά με την λειτουργία και τα αποτελέσματα του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τις επιπτώσεις των αποζημιώσεων για μεγάλες καθυστερήσεις και τους περιορισμούς της παροχής καταλύματος σε έκτακτες περιστάσεις μεγάλης διάρκειας, θέματα που αφορούν την ερμηνεία των έκτακτων περιστάσεων, τα στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύθηκαν από τις εθνικές αρχές επιβολής σχετικά με τις δραστηριότητές τους, συμπεριλαμβανομένων των κυρώσεων και των πορισμάτων τους σχετικά με ύποπτες παραβατικές πρακτικές των αερομεταφορέων, την πρόοδο που έχει επιτευχθεί ως προς τη σύσταση εθνικών φορέων αρμόδιων για την εξωδικαστική επίλυση διαφορών και τις δραστηριότητες των τελευταίων. Η Επιτροπή υποβάλλει επίσης έκθεση σχετικά με την ενισχυμένη προστασία των επιβατών σε πτήσεις από τρίτες χώρες που πραγματοποιούνται από μη κοινοτικούς μεταφορείς, στο πλαίσιο διεθνών συμφωνιών αεροπορικών μεταφορών. Επιπλέον,η Επιτροπή υποβάλλειέκθεση σχετικά με την αποτελεσματικότητα των μέτρων που ελήφθησαν και των κυρώσεων που επιβλήθηκαν από τους φορείς που αναφέρονται στο άρθρο 16 και σχετικά με την ενδεχόμενη ανάγκη εναρμονισμένης προσέγγισης. Η έκθεση συνοδεύεται, εφόσον είναι απαραίτητο, από προτάσεις νομοθετικού περιεχομένου.». [Τροπολογία 143]
"
17) Το παράρτημα I του παρόντος κανονισμού προστίθεται ως παράρτημα I στον κανονισμό (ΕK) αριθ. 261/2004.
Άρθρο 2
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 2027/97 τροποποιείται ως εξής:
1) Στο άρθρο 3, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Σε όλους τους αερολιμένες στο εσωτερικό της Ένωσης, ο κοινοτικός αερομεταφορέας διαθέτει έντυποκαι οι φορείς παροχής υπηρεσιών εδάφους που ενεργούν εξ ονόματός του συστήνουν υπηρεσία που παρέχει στους επιβάτες έντυπα καταγγελίας στον αερολιμένα με το οποίομε τα οποία ο επιβάτης είναι δυνατόν να υποβάλει αμέσως σχετική καταγγελία για ζημία ή καθυστέρηση άφιξης αποσκευών κατά την άφιξή του. Παρομοίως, ο κοινοτικός αερομεταφορέας διανέμει αυτά τα έντυπα καταγγελίας κατόπιν αιτήματος του επιβάτη στα σημεία ελέγχου εισιτηρίων ή στα γραφεία εξυπηρέτησης που διαθέτει στους αερολιμένες, ή σε αμφότερα και δημοσιεύει τα έντυπα στην ιστοσελίδα του. Το εν λόγω έντυπο καταγγελίας, το οποίο είναι δυνατόν να έχει την μορφή Δήλωσης Μη Παράδοσης Αποσκευής (Property Irregularity Report ή PIR) γίνεται αποδεκτό από τον αερομεταφορέα στον αερολιμένα ως καταγγελία δυνάμει του άρθρου 31 παράγραφος 2 της σύμβασης του Μόντρεαλ. Η εν λόγω δυνατότητα δεν θίγει το δικαίωμα του επιβάτη να υποβάλει καταγγελία με άλλα μέσα εντός των προθεσμιών που προβλέπονται από τη σύμβαση του Μόντρεαλ.
2α. Η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει εκτελεστικές πράξεις με σκοπό τον ορισμό της μορφής του τυποποιημένου εντύπου καταγγελίας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία/διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 6στ παράγραφος 2.». [Τροπολογία 144]
"
2) Στο άρθρο 5, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, η προκαταβολή ισούται τουλάχιστον με το ισοδύναμο 18 096 ΕΤΔ, σε ευρώ ανά επιβάτη σε περίπτωση θανάτου. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται, με κατ' εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 6γ, να προσαρμόζει το εν λόγω ποσό βάσει απόφασης του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας, δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 2 της σύμβασης του Μόντρεαλ. Κάθε προσαρμογή του προαναφερθέντος ποσού έχει ως αποτέλεσμα και την τροποποίηση του αντίστοιχου ποσού στο παράρτημα.».
"
2α) Στο άρθρο 5, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«3α. Σε περίπτωση απώλειας, καθυστερημένης άφιξης ή φθοράς μιας αποσκευής, οι αεροπορικές εταιρείες αποζημιώνουν πρώτα τους επιβάτες με τους οποίους έχουν συνάψει σύμβαση, προτού μπορέσουν να εγείρουν οποιαδήποτε αξίωση έναντι των αεροδρομίων ή των φορέων παροχής υπηρεσιών για τις ζημίες για τις οποίες δεν φέρουν απαραιτήτως την ευθύνη.». [Τροπολογία 145]
"
3) Στο άρθρο 6 παράγραφος 1, προστίθεται η ακόλουθη πρόταση:"
«Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται, με κατ' εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 6γ, να προσαρμόζει τα ποσά που αναφέρονται στο παράρτημα, πλην του ποσού που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2, βάσει απόφασης του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας, δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 2 της σύμβασης του Μόντρεαλ.».
"
4) Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα:"
«Άρθρο 6α
1. Όταν μεταφέρει ελεγμένα αναπηρικά αμαξίδια ή άλλο εξοπλισμό κινητικότητας ή συσκευές υποβοήθησης, ο αερομεταφορέας και οι πράκτορές του ενημερώνουν τους επιβάτες σχετικά με τα δικαιώματά τους και προσφέρουν σε κάθε άτομο με αναπηρία ή μειωμένη κινητικότητα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*, την επιλογή να κάνει, δωρεάν, ειδική δήλωση ασφαλιστικού συμφέροντος δυνάμει του άρθρου 22 παράγραφος 2 της σύμβασης του Μόντρεαλ κατά την κράτηση και το αργότερο όταν ο εξοπλισμός παραδίδεται στον μεταφορέα. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που ορίζουν το υπόδειγμα του εντύπου που χρησιμοποιείται γι' αυτήν την δήλωση ασφαλιστικού συμφέροντος. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 6στ παράγραφος 2. [Τροπολογία 146]
2. Σε περίπτωση καταστροφής, απώλειας ή φθοράς των βοηθημάτων κινητικότητας, η ευθύνη του μεταφορέα περιορίζεται στο ποσό που δήλωσε το πρόσωπο κατά την παράδοση του ελεγμένου εξοπλισμού κινητικότητας στον κοινοτικό αερομεταφορέα.
3. Σε περίπτωση καταστροφής, απώλειας, φθοράς ή καθυστέρησης κατά τη μεταφορά των ελεγμένων αναπηρικών αμαξιδίων ή άλλου εξοπλισμού κινητικότητας ή συσκευών υποβοήθησης, ο κοινοτικός αερομεταφορέας είναι υπεύθυνος για την καταβολή ποσού που δεν υπερβαίνει το ποσό που έχει δηλώσει ο επιβάτης, εκτός εάν αποδείξει ότι το ζητούμενο ποσό είναι μεγαλύτερο από το πραγματικό ασφαλιστικό συμφέρον κατά την παράδοση στον προορισμό.
3α. Οι αερομεταφορείς εξασφαλίζουν, χωρίς καμία επιπλέον χρέωση, ότι οι επιβάτες θα είναι σε θέση να χρησιμοποιούν τα αναπηρικά αμαξίδιά τους, συμπεριλαμβανομένων των παιδικών καροτσιών, έως τη θύρα επιβίβασης και ότι τα αμαξίδια αυτά θα τους επιστρέφονται στην πόρτα του αεροσκάφους. Εάν, για λόγους ασφαλείας, αυτό δεν είναι εφικτό, οι αερομεταφορείς παρέχουν, χωρίς καμία επιπλέον χρέωση, στους χρήστες αναπηρικών αμαξιδίων εναλλακτικό μέσο κινητικότητας εντός του τερματικού σταθμού του αερολιμένα, έως ότου είναι σε θέση να παραλάβουν τις αποσκευές τους. Εάν αυτοί οι λόγοι ασφαλείας σχετίζονται άμεσα με τον ίδιο τον τερματικό σταθμό, υπεύθυνος για την παροχή του εναλλακτικού μέσου κινητικότητας που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο είναι ο φορέας διαχείρισης του αερολιμένα. [Τροπολογία 147]
Άρθρο 6β
1. Η εθνική αρχή επιβολής που έχει οριστεί βάσει του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 261/2004 εξασφαλίζει την συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό. Για το σκοπό αυτό παρακολουθεί:
—
τους όρους και τις προϋποθέσεις των συμβάσεων αεροπορικής μεταφοράς,
—
την συστηματική διάθεση ειδικής δήλωσης ασφαλιστικού συμφέροντος για τον ελεγμένο εξοπλισμό κινητικότητας και κατάλληλου επιπέδου αποζημίωσης σε περίπτωση φθοράς που προκαλείται στον εξοπλισμό κινητικότητας,
—
την καταβολή προκαταβολής βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 1, αναλόγως,
—
την εφαρμογή του άρθρου 6.
2. Για την παρακολούθηση της προστασίας των επιβατών με μειωμένη κινητικότητα και των επιβατών με αναπηρία σε περίπτωση φθοράς του εξοπλισμού κινητικότητάςκινητικότητας ή των συσκευών υποβοήθησής τους, η εθνική αρχή επιβολής, εξετάζει επίσης και συνεκτιμά τις πληροφορίες σχετικά με τις καταγγελίες που αφορούν τον εξοπλισμό κινητικότητας που έχουν υποβληθεί στους φορείς που αναφέρονται στο άρθρο 16α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 261/2004. [Τροπολογία 148]
3. Οι κυρώσεις που προβλέπουν τα κράτη μέλη για τις παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.
4. Στις ετήσιες εκθέσεις τους δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 261/2004, οι εθνικές αρχές επιβολής δημοσιεύουν επίσης στατιστικές σχετικά με την δραστηριότητά τους και με τις κυρώσεις που επιβάλλονται αναφορικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 6γ
1. Η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.
2. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεταιπροβλεπόμενη στο άρθρο 6 παράγραφος 1 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή επ' αόριστο από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.για περίοδο πέντε ετών από τις …(14)+ .Η Επιτροπή εκπονεί έκθεση σχετικά με την εξουσιοδότηση το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις γι’ αυτήν την ανανέωση το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου. [Τροπολογία 149]
3. Η ανάθεση των κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την ανάθεση της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επόμενη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιωνδήποτε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.
4. Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
5. Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 1 τίθεται σε ισχύ μόνον εάν δεν διατυπώσει αντίρρηση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα κοινοποίησης της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.
Άρθρο 6δ
1. Οι αερομεταφορείς είναι πλήρως ελεύθεροι από εμπορικής σκοπιάς να καθορίζουν τους όρους υπό τους οποίους επιτρέπουν τη μεταφορά αποσκευών, αλλά οφείλουν να αναφέρουν σαφώς και εγκαίρως κατά τη διαδικασία κράτησης, σε όλους τους διαύλους διανομής που χρησιμοποιούνται, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών συστημάτων κράτησης, κατά την κράτηση και στα σημεία ελέγχου εισιτηρίων (συμπεριλαμβανομένων και των μηχανών ελέγχου εισιτηρίων με αυτοεξυπηρέτηση), τα μέγιστα όρια αποσκευών που επιτρέπεται να μεταφέρουν οι επιβάτες ως χειραποσκευές και ως παραδιδόμενες αποσκευές στο αεροσκάφος σε κάθε πτήση που περιλαμβάνεται στην κράτηση του επιβάτη, συμπεριλαμβανομένων τυχόν περιορισμών του αριθμού των αποσκευών που ισχύει στο πλαίσιο δεδομένου μέγιστου ορίου επιτρεπόμενων αποσκευών και τυχόν περιορισμών των αγορών που πραγματοποιούνται στον αερολιμένα. Σε περίπτωση που επιβάλλονται πρόσθετα τέλη για την μεταφορά αποσκευών, Οι αερομεταφορείς αναφέρουν σαφώς τις λεπτομέρειες των εν λόγω τελών στην κράτησηενημερώνονται εγκαίρως κατά τη διαδικασία κράτησης και κατόπιν αιτήματος στον αερολιμένα, με σαφή, διαφανή και μονοσήμαντο τρόπο, για τις λεπτομέρειες σχετικά με πρόσθετα τέλη που επιβάλλονται για την μεταφορά αποσκευών. Οι βασικές ταξιδιωτικές υπηρεσίες και τα πρόσθετα τέλη πρέπει να είναι σαφώς αναγνωρίσιμα και να μπορούν να αγοράζονται ξεχωριστά οι μεν από τα δε. [Τροπολογία 150]
1α. Οι επιβάτες επιτρέπεται να μεταφέρουν κατά την πτήση στον θάλαμο επιβατών, χωρίς χρέωση, βασικά προσωπικά αντικείμενα, όπως πανωφόρια και τσάντες χειρός, συμπεριλαμβανομένης τουλάχιστον μιας τυποποιημένης τσάντας με πράγματα που αγόρασαν στον αερολιμένα, πέραν του προβλεπόμενου μέγιστου ορίου επιτρεπόμενων αποσκευών στον θάλαμο επιβατών. [Τροπολογία 151]
1β. Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2006, τα επιτρεπόμενα όρια χειραποσκευών μπορούν να εκφραστούν με τη μορφή μέγιστου ορίου διαστάσεων ή μέγιστου ορίου βάρους επί του συνολικού επιτρεπόμενου ορίου χειραποσκευών ανά επιβάτη, ή με αμφότερους τους τρόπους, χωρίς όμως κανέναν περιορισμό ως προς τον συγκεκριμένο αριθμό αποσκευών που μεταφέρονται. [Τροπολογία 152]
2. Σε έκτακτες περιστάσεις, όπως λόγοι ασφαλείας πτήσεων ή αλλαγή του τύπου του αεροσκάφους μετά την κράτηση, κατά τις οποίες δεν επιτρέπεται η μεταφορά αντικειμένων στον θάλαμο επιβατών, συμπεριλαμβανομένων των επιτρεπόμενων ορίων χειραποσκευών, ο αερομεταφορέας επιτρέπεται να τα μεταφέρει ως παραδιδόμενες αποσκευές, αλλά χωρίς επιπλέον χρέωση του επιβάτη Ο αερομεταφορέας επιτρέπεται να μεριμνά ώστε τα προαναφερθέντα αντικείμενα να μεταφέρονται ως παραδιδόμενες αποσκευές σε εξαιρετικές περιπτώσεις που σχετίζονται με λόγους ασφάλειας και εφόσον τα ειδικά χαρακτηριστικά του αεροσκάφους δεν επιτρέπουν τη μεταφορά στον θάλαμο επιβατών. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν επιβάλλονται πρόσθετα τέλη. [Τροπολογία 153]
2α. Εάν μια χειραποσκευή μεταφερθεί από τον θάλαμο επιβατών του αεροσκάφους στον χώρο παραδιδόμενων αποσκευών του αεροσκάφους πριν από την επιβίβαση σε αυτό ή την απογείωσή του, πρέπει να αποδοθεί στον επιβάτη ως χειραποσκευή κατά την αποβίβασή του από το αεροσκάφος. [Τροπολογία 154]
3. Τα εν λόγω δικαιώματα δεν θίγουν τους περιορισμούς για τις χειραποσκευές που έχουν θεσπισθεί με βάση ενωσιακούς και διεθνείς κανόνες ασφάλειας από έκνομες ενέργειες όπως οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 300/2008 και (ΕΚ) αριθ. 820/2008.
Άρθρο 6ε
1. Οι κοινοτικοί αερομεταφορείς της Ένωσης επιτρέπουν στους επιβάτες να μεταφέρουν ένα μουσικό όργανο στον θάλαμο επιβατών αεροσκάφους με την προϋπόθεση ότι εφαρμόζονται οι σχετικοί κανόνες ασφαλείας και οι τεχνικές προδιαγραφές και περιορισμοί του οικείου αεροσκάφους. Τα μουσικά όργανα γίνονται δεκτά προς μεταφορά εντός του θαλάμου επιβατών εφόσον τα εν λόγω όργανα είναι δυνατόν να τοποθετηθούν με ασφάλεια σε κατάλληλο διαμέρισμα αποσκευών εντός του θαλάμου ή κάτω από το κάθισμα του επιβάτη. Οι αερομεταφορείς μπορούν να καθορίσουν ότιΌταν γίνεται δεκτό για μεταφορά εντός του θαλάμου επιβατών του αεροσκάφους, το μουσικό όργανο αποτελεί μέρος της επιτρεπόμενης χειραποσκευής του επιβάτη και ότι δεν επιτρέπεται να μεταφερθεί. Ο αερομεταφορέας δύναται να καθορίσει την επιβολήεπιπλέον τελών για τις χειραποσκευές που μεταφέρονται επιπλέον των επιτρεπόμενων χειραποσκευών. [Τροπολογία 155]
2. Όταν το μουσικό όργανο είναι πολύ μεγάλο για να τοποθετηθεί με ασφάλεια σε κατάλληλο διαμέρισμα αποσκευών στο θάλαμο επιβατών ή κάτω από το κάθισμα του επιβάτη, οι αερομεταφορείς είναι δυνατόν να ζητήσουν την καταβολή δεύτερου ναύλου εάν τα μουσικά όργανα μεταφέρονται ως χειραποσκευές σε δεύτερο κάθισμα. Ο εν λόγω πρόσθετος ναύλος δεν υπόκειται στην καταβολή σχετικού τέλους αεροδρομίου αναχώρησης. Όταν καταβληθεί ναύλος για δεύτερο κάθισμα οι αερομεταφορείς καταβάλλουν εύλογες προσπάθειες το κάθισμα του επιβάτη να είναι δίπλα σε εκείνο στο οποίο τοποθετείται το μουσικό όργανο. Όταν διατίθεται και εάν ζητηθεί, τα μουσικά όργανα μεταφέρονται σε θερμαινόμενο τμήμα του διαμερίσματος φορτίου του αεροσκάφους με την προϋπόθεση ότι εφαρμόζονται οι σχετικοί κανόνες ασφαλείας, οι περιορισμοί χώρου και οι τεχνικές προδιαγραφές του οικείου αεροσκάφους. Οι αερομεταφορείς αναφέρουν σαφώς στους οικείους όρους και προϋποθέσεις τη βάση επί της οποίας μεταφέρονται τα μουσικά όργανα και τα εφαρμοζόμενα τέλη. [Τροπολογία 156]
2α. Όταν υπάρχει χώρος και εάν ζητηθεί, τα μουσικά όργανα μεταφέρονται σε θερμαινόμενο τμήμα του διαμερίσματος φορτίου του αεροσκάφους υπό την προϋπόθεση ότι εφαρμόζονται οι σχετικοί κανόνες ασφαλείας, οι περιορισμοί χώρου και οι τεχνικές προδιαγραφές του εκάστοτε αεροσκάφους. Οι αερομεταφορείς παρέχουν ειδικές ετικέτες οι οποίες τοποθετούνται σε ευδιάκριτες θέσεις στα μουσικά όργανα προκειμένου να διασφαλίζεται ότι θα τυγχάνουν της απαραίτητης φροντίδα. Μόνο τα μουσικά όργανα που είναι κατάλληλα συσκευασμένα σε άκαμπτη ή/και σκληρή θήκη, η οποία έχει σχεδιαστεί ειδικά για τα αντικείμενα αυτά, επιτρέπεται να μεταφέρονται ως φορτίο αεροσκάφους. [Τροπολογία 157]
2β. Οι αερομεταφορείς αναφέρουν σαφώς κατά την κράτηση, και στους όρους και προϋποθέσεις της εταιρείας, τη βάση επί της οποίας μεταφέρονται τα μουσικά όργανα, συμπεριλαμβανομένων των εφαρμοστέων χρεώσεων, των εγκαταστάσεων για τη μεταφορά των μουσικών οργάνων που είναι διαθέσιμες στο εκάστοτε αεροσκάφος και των διαστάσεων των εν λόγω εγκαταστάσεων. Όταν πρέπει να γίνει κράτηση για δεύτερο κάθισμα, οι επιβάτες πρέπει να έχουν τη δυνατότητα κράτησης του εν λόγω δεύτερου καθίσματος ηλεκτρονικά. [Τροπολογία 158]
Άρθρο 6στ
1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή δικαιωμάτων των επιβατών. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
2. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
___________________
* Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, σχετικά με τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία και των ατόμων με μειωμένη κινητικότητα όταν ταξιδεύουν αεροπορικώς (ΕΕ L 204 της 26.7.2006, σ. 1).». [Τροπολογία 159]
"
5) Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 7
Έως τις 1 Ιανουαρίου 2017, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τη λειτουργία και τα αποτελέσματα του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση συνοδεύεται, εφόσον είναι απαραίτητο, από προτάσεις νομοθετικού περιεχομένου. »
"
6) Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2027/97 αντικαθίσταται από το παράρτημα II του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
...,
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
«Παράρτημα: μη εξαντλητικός κατάλογος περιστάσεων που θεωρούνται ως έκτακτες περιστάσεις για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού [Τροπολογία 160]
1. Οι ακόλουθες περιστάσεις θεωρούνται ως έκτακτες:
i. φυσικές καταστροφές που καθιστούν επισφαλή την πραγματοποίηση της πτήσης·
ii. τεχνικά προβλήματα άσχετα προς την κανονική λειτουργία του αεροσκάφους, όπως ο εντοπισμός ελαττώματος κατά τη διάρκεια της σχετικής πτήσης,που επηρεάζουν το αεροσκάφος και τα οποία εμποδίζουν την κανονική συνέχιση της πτήσης· ήπροκαλούνται άμεσα από κρυφά κατασκευαστικά ελαττώματα που εντοπίζονται, επίσημα αναγνωρισμένα από τον κατασκευαστή ή από αρμόδια αρχή, τα οποία εντοπίζονται κατά τον έλεγχο συντήρησης που προηγείται της πτήσης ή αφού το αεροσκάφος διατεθεί σε υπηρεσία και τα οποία διακυβεύουν την ασφάλεια της πτήσης· [Τροπολογία 161]
iiα. βλάβη λόγω πρόσκρουσης πτηνών ·[Τροπολογία 162]
iii. κίνδυνοι ασφαλείας,πόλεμος, πολιτικές αναταραχές, πράξεις δολιοφθοράς ή τρομοκρατίας που καθιστούν αδύνατη την ασφαλή εκτέλεση της πτήσης· [Τροπολογία 163]
iv. υγειονομικοί κίνδυνοι που απειλούν ζωές ή ιατρικές έκτακτες ανάγκες που απαιτούν την διακοπή ή εκτροπή της σχετικής πτήσης· [Τροπολογία 164]
v. απρόβλεπτοι περιορισμοί της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας ή απρόβλεπτο κλείσιμο του εναέριου χώρου ή αερολιμένα, συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων κλεισίματος διαδρόμων προσγείωσης/απογείωσης από τις αρχές· [Τροπολογία 165]
vi. μετεωρολογικές συνθήκες ασύμβατες με την ασφάλεια της πτήσης, οι οποίες προκάλεσαν ζημίες στο αεροπλάνο κατά τη διάρκεια της πτήσης ή όταν βρισκόταν στον διάδρομο μετά τη διάθεσή του σε υπηρεσία, καθιστώντας αδύνατη τη διενέργεια ασφαλούς πτήσης· και [Τροπολογία 166]
vii. απρόβλεπτες εργατικές διαφορές στον πραγματικό αερομεταφορέα ή σε φορείς παροχής βασικών υπηρεσιών όπως οι αερολιμένες ή οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας. » [Τροπολογία 167]
2. Οι ακόλουθες περιστάσεις δεν θεωρούνται ως έκτακτες:
i. τεχνικά προβλήματα που σχετίζονται με την κανονική λειτουργία του αεροσκάφους όπως πρόβλημα που εντοπίζεται κατά την τακτική συντήρηση ή κατά τη διάρκεια των ελέγχων του αεροσκάφους πριν από την πτήση ή που ανακύπτει λόγω παράλειψης εκτέλεσης της συντήρησης ή των ελέγχων του αεροσκάφους πριν από την πτήση· και
ii. έλλειψη πληρώματος πτήσης ή πληρώματος καμπίνας (εκτός εάν οφείλεται σε εργασιακές διαφορές).[Τροπολογία 168]
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Ευθύνη του αερομεταφορέα για επιβάτες και τις αποσκευές τους
Το παρόν ενημερωτικό δελτίο συνοψίζει τους κανόνες περί ευθύνης που εφαρμόζουν οι κοινοτικοί αερομεταφορείς βάσει των απαιτήσεων της νομοθεσίας της ΕΕ και της σύμβασης του Μόντρεαλ.
Αποζημίωση σε περίπτωση θανάτου Ή τραυματισμού
Δεν υπάρχει οικονομικό όριο όσον αφορά την ευθύνη για τραυματισμό ή θάνατο επιβάτη λόγω ατυχήματος με αεροσκάφος ή κατά τη διάρκεια οιασδήποτε από τις φάσεις επιβίβασης ή αποβίβασης. Για ζημίες μέχρι 113 100 ΕΤΔ (κατά προσέγγιση ποσό σε τοπικό νόμισμα) ο μεταφορέας δεν μπορεί να απαλλαγεί από την ευθύνη του εξαιρεθεί ή να την περιορίσει. Άνω του ποσού αυτού, ο αερομεταφορέας δεν ευθύνεται, εάν αποδείξει ότι δεν αμέλησε ούτε έσφαλε κατ' άλλο τρόπο, ή ότι η ζημία οφειλόταν αποκλειστικά σε αμέλεια ή σφάλμα τρίτου.
Προκαταβολές
Σε περίπτωση θανάτου ή τραυματισμού επιβάτη, ο αερομεταφορέας οφείλει να καταβάλει προκαταβολή, για την κάλυψη των άμεσων οικονομικών αναγκών, εντός 15 ημερών από τον εντοπισμό του προσώπου που δικαιούται την αποζημίωση. Σε περίπτωση θανάτου, το ύψος της προκαταβολής δεν είναι μικρότερο από 18 096 ΕΤΔ (κατά προσέγγιση ποσό σε τοπικό νόμισμα).
Καθυστερήσεις επιβατών
Σε περίπτωση καθυστέρησης επιβάτη, ο αερομεταφορέας έχει την ευθύνη αποζημίωσης εκτός εάν έχει λάβει όλα τα εύλογα μέτρα για να αποφύγει τη ζημία ή ήταν αδύνατο να λάβει τέτοια μέτρα. Η ευθύνη για την καθυστέρηση επιβάτη περιορίζεται σε ύψος 4 694 ΕΤΔ (κατά προσέγγιση ποσό σε τοπικό νόμισμα).
Απώλεια, φθορά Ή καθυστέρηση άφιξης αποσκευών
Σε περίπτωση απώλειας, φθοράς ή καθυστερημένης άφιξης αποσκευών ο αερομεταφορέας ευθύνεται για αποζημίωση ύψους 1 113 ΕΤΔ (κατά προσέγγιση ποσό σε τοπικό νόμισμα), το όριο αποζημίωσης εφαρμόζεται ανά επιβάτη και όχι ανά ελεγμένη αποσκευή, εκτός εάν έχει συμφωνηθεί μεγαλύτερο όριο μεταξύ του μεταφορέα και του επιβάτη μέσω ειδικής δήλωσης ασφαλιστικού συμφέροντος. Για αποσκευές που έχουν υποστεί φθορά ή έχουν απολεσθεί, ο αερομεταφορέας δεν ευθύνεται εάν η φθορά ή η απώλεια προκλήθηκαν από την ίδια ποιότητα ή από ελάττωμα της αποσκευής. Σε περίπτωση καθυστερημένη άφιξης αποσκευής, ο αερομεταφορέας δεν ευθύνεται όταν έχει λάβει όλα τα εύλογα μέτρα για να αποφύγει τη φθορά που προκύπτει από την καθυστερημένη άφιξη της αποσκευής ή όταν ήταν αδύνατο να λάβει τέτοια μέτρα. Σε περίπτωση χειραποσκευών, συμπεριλαμβανομένων των προσωπικών αντικειμένων, η αεροπορική εταιρεία ευθύνεται μόνο εάν η φθορά προήλθε από δικό της σφάλμα.
Υψηλότερα όρια για αποσκευές
Οι επιβάτες μπορούν να τύχουν υψηλότερου ορίου ευθύνης υποβάλλοντας ειδική δήλωση το αργότερο κατά τον έλεγχο εισιτηρίων και με την καταβολή συμπληρωματικού τέλους, εάν απαιτείται. Το εν λόγω συμπληρωματικό τέλος στηρίζεται σε τιμολόγιο που σχετίζεται με το επιπλέον κόστος μεταφοράς και ασφάλισης της οικείας αποσκευής άνω του ορίου ευθύνης των 1 131 ΕΤΔ. Το τιμολόγιο διατίθεται στους επιβάτες κατόπιν σχετικού αιτήματος. Στους επιβάτες με αναπηρία και στους επιβάτες με μειωμένη κινητικότητα προσφέρεται συστηματικά και δωρεάν η επιλογή υποβολής ειδικής δήλωσης ασφαλιστικού συμφέροντος για την μεταφορά του εξοπλισμού κινητικότητάς τους.
Προθεσμία για την υποβολή καταγγελίας για αποσκευές
Σε περίπτωση φθοράς, καθυστερημένης άφιξης, απώλειας ή καταστροφής αποσκευής, ο επιβάτης πρέπει σε κάθε περίπτωση να απευθύνεται εγγράφως και να υποβάλει καταγγελία στον αερομεταφορέα το ταχύτερο δυνατόν. Ισχύει προθεσμία υποβολής καταγγελίας 7 ημερών σε περίπτωση φθοράς της αποσκευής και 21 ημερών σε περίπτωση καθυστερημένης άφιξης, σε αμφότερες τις περιπτώσεις από την ημερομηνία κατά την οποία ο επιβάτης παρέλαβε την αποσκευή. Προκειμένου να τηρήσουν εύκολα τις εν λόγω προθεσμίες, ο αερομεταφορέας πρέπει να δίδει στους επιβάτες την δυνατότητα συμπλήρωσης εντύπου καταγγελίας στον αερολιμένα. Το εν λόγω έντυπο καταγγελίας, το οποίο μπορεί επίσης να λάβει την μορφή Δήλωσης Μη Παράδοσης Αποσκευής (Property Irregularity Report ή PIR) πρέπει να γίνεται αποδεκτό από τον αερομεταφορέα στον αερολιμένα ως καταγγελία.
Ευθύνη συμβατικών και πραγματικών αερομεταφορεών
Εάν ο αερομεταφορέας που εκτελεί πράγματι την πτήση δεν είναι ο ίδιος με τον συμβατικό αερομεταφορέα, ο επιβάτης έχει δικαίωμα να απευθύνει καταγγελία ή να υποβάλει αίτηση αποζημίωσης και στους δύο. Αυτό περιλαμβάνει και τις περιπτώσεις στις οποίες έχει συμφωνηθεί ειδική δήλωση ασφαλιστικού συμφέροντος κατά την παράδοση με τον πραγματικό μεταφορέα.
Προθεσμία για ένδικα μέσα
Κάθε δικαστική προσφυγή για αποζημίωση πρέπει να υποβάλλεται εντός διετίας από την ημερομηνία άφιξης του αεροσκάφους, ή από την προβλεπόμενη ημερομηνία άφιξης του αεροσκάφους.
Βάση της ενημέρωσης
Οι κανόνες που περιγράφονται ανωτέρω στηρίζονται στην σύμβαση του Μόντρεαλ της 28ης Μαΐου 1999 που εφαρμόζεται στην Κοινότητα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2027/97 (όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 889/2002 και με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. xxx) και στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών.»
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (ΕΕ L 46 της 17.2.2004, σ. 1).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2027/97 του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 1997, για την ευθύνη του αερομεταφορέως σε περίπτωση ατυχήματος (ΕΕ L 285 της 17.10.1997, σ. 1).
Οδηγία 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1990, για τα οργανωμένα ταξίδια και τις οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις (ΕΕ L 158 της 23.6.1990, σ. 59).
Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (οδηγία ΕΕΚΔ) (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 785/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις απαιτήσεις ασφάλισης των αερομεταφορέων και των επιχειρήσεων εκμετάλλευσης αεροσκαφών (ΕΕ L 138 της 30.4.2004, σ. 1).
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1346/2000 περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας (COM(2012)0744 – C7-0413/2012 – 2012/0360(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0744),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 81 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0413/2012),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 22 Μαΐου 2013(1),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0481/2013),
1. εγκρίνει τη θέση σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1346/2000 περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 81,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(3),
Έπειτα από διαβούλευση με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων(4)
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1346/2000(5) δημιουργήθηκε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για τις διασυνοριακές διαδικασίες αφερεγγυότητας. Καθορίστηκε ποιο κράτος μέλος είναι αρμόδιο για την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας, θεσπίστηκαν ενιαίοι κανόνες για το εφαρμοστέο δίκαιο και ρυθμίστηκε η αναγνώριση και η εκτέλεση των σχετικών με την αφερεγγυότητα αποφάσεων, καθώς και ο συντονισμός της κύριας και της δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας.
(2) Η έκθεση της Επιτροπής της 12ης Δεκεμβρίου 2012 για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1346/2000(6) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι γενικά ο κανονισμός λειτουργεί ικανοποιητικά, αλλά είναι σκόπιμο να βελτιωθεί η εφαρμογή ορισμένων διατάξεών του προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματική διαχείριση των διασυνοριακών διαδικασιών αφερεγγυότητας.
(3) Το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1346/2000 θα πρέπει να περιλάβει τις διαδικασίες με τις οποίες προωθείται η διάσωση οικονομικά βιώσιμου οφειλέτη που αντιμετωπίζει σοβαρές οικονομικές δυσκολίες, προκειμένου να μπορέσουν να επιβιώσουν οι υγιείς εταιρίες και να δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία στους επιχειρηματίες. Το πεδίο εφαρμογής θα πρέπει να περιλάβει, ιδίως, τις διαδικασίες που προβλέπουν την αναδιάρθρωση οφειλέτη σε προ-πτωχευτικό στάδιο ή επιτρέπουν στην υπάρχουσα διοίκηση να συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντά της. Ο κανονισμός θα πρέπει να περιλάβει επίσης και τις διαδικασίες που προβλέπουν απαλλαγή από χρέη για καταναλωτές και αυτοαπασχολούμενους που δεν πληρούν τα κριτήρια του ισχύοντος κανονισμού. [Τροπολογία 1]
(4) Οι κανόνες δικαιοδοσίας για την έναρξη διαδικασιών αφερεγγυότητας θα πρέπει να διευκρινιστούν, ενώ το δικονομικό πλαίσιο για τον προσδιορισμό της δικαιοδοσίας θα πρέπει να βελτιωθεί. Θα πρέπει επίσης να θεσπιστεί ρητός κανόνας για τη δικαιοδοσία σε σχέση με αγωγές που απορρέουν άμεσα από διαδικασίες αφερεγγυότητας ήκαι έχουν στενή σχέση με αυτές. [Τροπολογία 2]
(5) Προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της διαδικασίας αφερεγγυότητας στην περίπτωση που ο οφειλέτης διαθέτει εγκατάσταση σε άλλο κράτος μέλος, θα πρέπει να καταργηθεί η απαίτηση η δευτερεύουσα διαδικασία να είναι διαδικασία εκκαθάρισης. Επίσης, το δικαστήριο θα πρέπει να μπορεί να απορρίψει την αίτηση έναρξης δευτερεύουσας διαδικασίας, αν δεν είναι απαραίτητη για την προστασία των συμφερόντων των τοπικών πιστωτών. Ο συντονισμός κύριας και δευτερεύουσας διαδικασίας θα πρέπει να βελτιωθεί, ιδίως απαιτώντας από τα εμπλεκόμενα δικαστήρια να συνεργάζονται.
(6) Προκειμένου να βελτιωθούν οι πληροφορίες που παρέχονται στους εμπλεκόμενους πιστωτές και δικαστήρια και να αποτραπεί η έναρξη παράλληλων διαδικασιών αφερεγγυότητας, θα πρέπει να απαιτείται από τα κράτη μέλη να δημοσιεύουν τις αποφάσεις που αφορούν διασυνοριακές υποθέσεις αφερεγγυότητας σε δημόσιο μητρώο προσπελάσιμο στο κοινό. Θα πρέπει να ληφθεί πρόνοια για τη διασύνδεση των μητρώων αφερεγγυότητας. Θα πρέπει επίσης να θεσπιστούν τυποποιημένα έγγραφα για την αναγγελία απαιτήσεων, προκειμένου να διευκολυνθούν οι αλλοδαποί πιστωτές και να μειωθούν οι δαπάνες μετάφρασης.
(7) Θα πρέπει να θεσπιστούν ειδικοί κανόνες για τον συντονισμό των διαδικασιών που αφορούν διαφορετικά μέλη του ίδιου ομίλου εταιριών. Οι σύνδικοι πτώχευσης και τα δικαστήρια που συμμετέχουν στις διάφορες διαδικασίες αφερεγγυότητας θα πρέπει να υπέχουν καθήκον συνεργασίας και ενημέρωσης. Επίσης, όλοι οι εμπλεκόμενοι σύνδικοι πτώχευσης θα πρέπει να διαθέτουν τα διαδικαστικά μέσα που θα τους επιτρέπουν να προτείνουν σχέδιο διάσωσης για τις εταιρίες του ομίλου για τις οποίες έχει αρχίσει διαδικασία αφερεγγυότητας και να ζητούν, εφόσον απαιτείται, αναστολή της διαδικασίας αφερεγγυότητας για εταιρία διαφορετική από εκείνη για την οποία έχουν διοριστεί. Ο ορισμός της έννοιας «όμιλος εταιριών» θα πρέπει να νοηθεί ότι περιορίζεται στην αφερεγγυότητα και δεν επηρεάζει τις εταιρικές πτυχές που αφορούν τους ομίλους. [Τροπολογία 3. Η παρούσα τροπολογία αφορά το σύνολο του κειμένου]
(8) Προκειμένου να καταστεί δυνατή η ταχεία προσαρμογή του κανονισμού στις τροποποιήσεις του εγχώριου δικαίου αφερεγγυότητας τις οποίες κοινοποιούν τα κράτη μέλη, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξη για την τροποποίηση των παραρτημάτων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες, ακόμη και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν προετοιμάζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
(9) Προκειμένου να διασφαλισθούν ενιαίοι όροι εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1346/2000, ενδείκνυται να ανατεθούν εκτελεστικές εξουσίες στην Επιτροπή. Οι εξουσίες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(7).
(10) Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1346/2000 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.
(11) Η τροποποίηση του κανονισμού δεν θα πρέπει να θίγει τους κανόνες για την ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων από αφερέγγυες εταιρίες, όπως έχουν ερμηνευθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C-454/09 Επιτροπή κατά Ιταλίας «New Interline»). Αν η πλήρης ανάκτηση της κρατικής ενίσχυσης δεν είναι δυνατή, διότι η εντολή ανάκτησης αφορά εταιρία για την οποία έχει αρχίσει διαδικασία αφερεγγυότητας, η διαδικασία αυτή θα πρέπει αναγκαστικά να είναι διαδικασία εκκαθάρισης και να οδηγεί στην οριστική παύση των δραστηριοτήτων του δικαιούχου και στη ρευστοποίηση των περιουσιακών του στοιχείων.
(12) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, [το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία γνωστοποίησαν ότι επιθυμούν να συμμετάσχουν στη θέσπιση και εφαρμογή του παρόντος κανονισμού]/[με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του πρωτοκόλλου, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δεν συμμετέχουν στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού, δεν δεσμεύονται από αυτόν και δεν υπόκεινται στην εφαρμογή του].
(13) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και συνεπώς δεν δεσμεύεται από αυτόν και δεν υπόκειται στην εφαρμογή του,
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1346/2000 τροποποιείται ως εξής:
1) Στην αιτιολογική σκέψη 2, η παραπομπή στο άρθρο 65 αντικαθίσταται από παραπομπή στο άρθρο 81.
2) Στις αιτιολογικές σκέψεις 3, 5, 8, 11, 12, 14 και 21, ό όρος «Κοινότητα» αντικαθίσταται από τον όρο «Ένωση».
3) Η αιτιολογική σκέψη 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«(4) Για την καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, απαιτείται να μην υπάρχουν κίνητρα για τα μέρη να μεταφέρουν τα περιουσιακά τους στοιχεία ή τις νομικές διαφορές τους από ένα κράτος μέλος σε άλλο επιδιώκοντας να βελτιώσουν τη νομική τους θέση εις βάρος του συνόλου των πιστωτών («forum shopping»).».
"
4) Η αιτιολογική σκέψη 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«(6) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να περιέχει διατάξεις που διέπουν τη δικαιοδοσία για την έναρξη διαδικασιών αφερεγγυότητας και διαδικασιών που απορρέουν άμεσα από τις διαδικασίες αφερεγγυότητας και έχουν στενή σχέση με αυτές. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει διατάξεις για την αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων που εκδίδονται στις διαδικασίες αυτές και διατάξεις για το δίκαιο που είναι εφαρμοστέο σε διαδικασίες αφερεγγυότητας. Επιπλέον, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να περιλαμβάνει κανόνες για τον συντονισμό των διαδικασιών αφερεγγυότητας που αφορούν τον ίδιο οφειλέτη ή διαφορετικά μέλη του ίδιου ομίλου εταιριών.».
"
5) Η αιτιολογική σκέψη 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«(7) Πτωχεύσεις, πτωχευτικοί συμβιβασμοί και άλλες ανάλογες διαδικασίες και αγωγές που συνδέονται με αυτές εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001 του Συμβουλίου*. Οι εν λόγω διαδικασίες θα πρέπει να διέπονται από τον παρόντα κανονισμό. Κατά την ερμηνεία του παρόντος κανονισμού θα πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να αποφεύγονται τα κανονιστικά κενά μεταξύ των δύο πράξεων.»
_________________________
* Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 44/2001 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2000 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 12 της 16.1.2001, σ. 1).».
"
6) Η αιτιολογική σκέψη 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«(9) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται στις διαδικασίες αφερεγγυότητας που πληρούν τις προϋποθέσεις τις οποίες προβλέπει ο παρών κανονισμός, ανεξάρτητα από το αν ο οφειλέτης είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο, έμπορος ή ιδιώτης. Οι εν λόγω διαδικασίες αφερεγγυότητας απαριθμούνται εξαντλητικά στο παράρτημα Α. Εφόσον μια εθνική διαδικασία περιλαμβάνεται στο παράρτημα Α, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται χωρίς να ελέγχεται από τα δικαστήρια άλλου κράτους μέλους αν πληρούνται οι προϋποθέσεις τις οποίες προβλέπει ο παρών κανονισμός. Οι διαδικασίες αφερεγγυότητας που αφορούν ασφαλιστικές επιχειρήσεις, πιστωτικά ιδρύματα, εταιρείες επενδύσεων που διέπονται από την οδηγία 2001/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*, καθώς και οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων, θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Οι επιχειρήσεις αυτές δεν θα πρέπει να καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, λόγω του ότι υπόκεινται σε ειδικό καθεστώς και επειδή οι εθνικές αρχές ελέγχου διαθέτουν, μέχρις ενός βαθμού, ιδιαίτερα ευρείες εξουσίες παρέμβασης.
_________________________
* Οδηγία 2001/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Απριλίου 2001, για την εξυγίανση και την εκκαθάριση των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 125 της 5.5.2001, σ. 15).».
"
7) Παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη 9α:"
«(9α) Το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να επεκταθεί σε διαδικασίες που προωθούν τη διάσωση οικονομικά βιώσιμου οφειλέτη που αντιμετωπίζει σοβαρές οικονομικές δυσκολίες, προκειμένου να μπορέσουν να επιβιώσουν οι υγιείς επιχειρήσεις και να δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία στους επιχειρηματίες. Θα πρέπει να επεκταθεί, ιδίως, σε διαδικασίες που προβλέπουν την αναδιάρθρωση οφειλέτη σε προ-πτωχευτικό στάδιο, σε διαδικασίες που επιτρέπουν στην υφιστάμενη διοίκηση να συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντά της και σε διαδικασίες που προβλέπουν την απαλλαγή καταναλωτών και αυτοαπασχολουμένων από χρέη. Δεδομένου ότι αυτές οι διαδικασίες δεν συνεπάγονται αναγκαστικά τον διορισμό συνδίκου πτώχευσης, θα πρέπει να εμπίπτουν στον παρόντα κανονισμό, εφόσον διεξάγονται υπό δικαστικό έλεγχο ή εποπτεία. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος "έλεγχος" θα πρέπει να περιλαμβάνει περιπτώσεις στις οποίες το δικαστήριο παρεμβαίνει μόνο μετά την άσκηση ενδίκου μέσου από πιστωτή ή άλλο ενδιαφερόμενο.». [Τροπολογία 3]
"
8) Η αιτιολογική σκέψη 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "
«(10) Οι διαδικασίες αφερεγγυότητας δεν απαιτούν την παρέμβαση δικαστικής αρχής. Η έκφραση "δικαστήριο" στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να χρησιμοποιείται εν ευρεία εννοία και να περιλαμβάνει κάθε πρόσωπο ή φορέα που έχει την εξουσία βάσει του εθνικού δικαίου να κηρύσσει την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας. Για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, οι διαδικασίες (περιλαμβανομένων των πράξεων και των διατυπώσεων που επιτάσσει ο νόμος) δεν θα πρέπει μόνο να είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, αλλά και να είναι επίσημα αναγνωρισμένες και να παράγουν έννομες συνέπειες στο κράτος μέλος έναρξης της διαδικασίας αφερεγγυότητας.». [Τροπολογία 4]
"
8a) Η αιτιολογική σκέψη 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«(11) Ο παρών κανονισμός παραδέχεται το γεγονός ότι, ως αποτέλεσμα των σημαντικών διαφορών που υπάρχουν όσον αφορά το ουσιαστικό δίκαιο, δεν είναι πρακτικό να καθιερωθεί μια ενιαία διαδικασία αφερεγγυότητας γενικής εφαρμογής για ολόκληρη την Κοινότητα Ένωση. Για το λόγο αυτό, η άνευ εξαιρέσεων εφαρμογή του δικαίου του κράτους έναρξης της διαδικασίας θα οδηγούσε συχνά σε δυσκολίες. Αυτό ισχύει ιδίως για τα δικαιώματα ασφαλείας, τα οποία διαφέρουν σημαντικά στα κράτη μέλη στην Ένωση. Επιπλέον, τα προνόμια που διαθέτουν ορισμένοι πιστωτές στη διαδικασία αφερεγγυότητας είναι επίσης, σε ορισμένες περιπτώσεις, πολύτελείως διαφορετικά. Τα μέτρα περαιτέρω εναρμόνισης πρέπει επίσης να θεσπίσουν προνόμια των εργαζομένων. Ο παρών κανονισμός αποσκοπεί να αντιμετωπίσει την κατάσταση αυτή με δύο τρόπους.προβλέπει, Αφενός, ότι θα πρέπει να θεσπισθούν ειδικοί κανόνες για το εφαρμοστέο δίκαιο σε ορισμένες περιπτώσεις ιδιαίτερα σημαντικών δικαιωμάτων και νομικών καταστάσεων (π.χ. εμπράγματα δικαιώματα και συμβάσεις εργασίας) και,. Αφετέρου, ότι παράλληλα με την κύρια διαδικασία αφερεγγυότητας γενικής εφαρμογής, θα πρέπει να επιτρέπεται και η εφαρμογή εθνικών διαδικασιών που αφορούν μόνο τα περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται στο κράτος έναρξης.». [Τροπολογία 5]
"
9) Παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη:"
«(12α)Πριν την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας, το αρμόδιο δικαστήριο θα πρέπει να εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν το κέντρο των κύριων συμφερόντων του ή η εγκατάσταση του οφειλέτη βρίσκεται πράγματι εντός της δικαιοδοσίας του. Αν από τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης γεννώνται αμφιβολίες σχετικά με τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου, το δικαστήριο θα πρέπει να ζητεί από τον οφειλέτη να προσκομίσει πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία προκειμένου να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του και, εφόσον απαιτείται, να δώσει στους πιστωτές του οφειλέτη τη δυνατότητα να προβάλουν τις απόψεις τους για το ζήτημα της δικαιοδοσίας. Επίσης, οι πιστωτές θα πρέπει να διαθέτουν αποτελεσματικό ένδικο βοήθημα κατά της απόφασης περί έναρξης διαδικασίας αφερεγγυότητας.».
"
10) Η αιτιολογική σκέψη 13 διαγράφεται.
11) Παρεμβάλλονται οι ακόλουθες αιτιολογικές σκέψεις 13α και 13β:"
«(13α)Το «κέντρο των κύριων συμφερόντων» εταιρίας ή άλλου νομικού προσώπου τεκμαίρεται ότι είναι ο τόπος της καταστατικής του έδρας. Το τεκμήριο αυτό θα πρέπει να είναι μαχητό, ιδίως αν η κεντρική διοίκηση εταιρίας βρίσκεται σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος της καταστατικής της έδρας και από συνολική αξιολόγηση όλων των κρίσιμων παραγόντων προκύπτει, κατά τρόπο αναγνωρίσιμο από τους τρίτους, ότι το πραγματικό κέντρο διαχείρισης και εποπτείας της εταιρίας, καθώς και διαχείρισης των συμφερόντων της βρίσκονται στο εν λόγω άλλο κράτος μέλος. Αντιθέτως, αν οι φορείς που είναι αρμόδιοι για τη διαχείριση και την εποπτεία εταιρίας βρίσκονται στον τόπο της καταστατικής έδρας και οι διαχειριστικές αποφάσεις λαμβάνονται εκεί κατά τρόπο αναγνωρίσιμο από τους τρίτους, το τεκμήριο θα πρέπει να καθίσταται αμάχητο.[Τροπολογία 6].
(13β)
Τα δικαστήρια του κράτους μέλους έναρξης της διαδικασίας αφερεγγυότητας θα πρέπει να έχουν δικαιοδοσία και για αγωγές που απορρέουν άμεσα από τις διαδικασίες αφερεγγυότητας και έχουν στενή σχέση με αυτές, όπως οι αγωγές διάρρηξης. Εάν η σχετική αγωγή είναι συναφής με άλλη αγωγή που θεμελιώνεται στο γενικό αστικό και εμπορικό δίκαιο, ο σύνδικος πτώχευσης θα πρέπει να είναι σε θέση να ασκήσει και τις δύο αγωγές στο δικαστήριο του τόπου κατοικίας του εναγομένου, αν κρίνει ότι αυτό είναι περισσότερο αποτελεσματικό. Τούτο θα μπορούσε να συμβεί, για παράδειγμα, αν ο σύνδικος πτώχευσης επιθυμεί να σωρεύσει αγωγή για την ευθύνη μέλους διοικητικού συμβουλίου βάσει του δικαίου αφερεγγυότητας με αγωγή βάσει του εταιρικού δικαίου ή του γενικού δικαίου των αδικοπραξιών.
"
12) Παρεμβάλλονται οι ακόλουθες αιτιολογικές σκέψεις:"
«(19α)Η δευτερεύουσα διαδικασία μπορεί επίσης να παρακωλύσει την αποτελεσματική διαχείριση της πτωχευτικής περιουσίας. Συνεπώς, το δικαστήριο έναρξης της δευτερεύουσας διαδικασίας θα πρέπει να μπορεί, μετά από αίτηση του συνδίκου πτώχευσης, να αναστείλει ή να απορρίψει, κατόπιν αίτησης του συνδίκου, την έναρξη, αν η δευτερεύουσα διαδικασία δεν είναι απαραίτητη για την προστασία των συμφερόντων των τοπικών πιστωτών. Αυτό θα πρέπει να ισχύει, ιδίως, αν ο σύνδικος πτώχευσης συμφωνεί, δεσμεύοντας την πτωχευτική περιουσία, ότι οι τοπικοί πιστωτές θα τύχουν της ίδιας μεταχείρισης όπως και αν είχε κινηθεί δευτερεύουσα διαδικασία και ότι θα εφαρμοστούν οι κανόνες κατάταξης του κράτους μέλους στο οποίο ζητήθηκε η έναρξη δευτερεύουσας διαδικασίας κατά τη διανομή των περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται στο εν λόγω κράτος μέλος. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να παρέχει στον σύνδικο πτώχευσης τη δυνατότητα να αναλαμβάνει ανάλογες δεσμεύσεις και να θεσπίζει αντικειμενικά κριτήρια που πρέπει να εκπληρώνουν οι δεσμεύσεις αυτές. [Τροπολογία 7]
(19β)
Προκειμένου να εξασφαλιστεί αποτελεσματική προστασία των τοπικών συμφερόντων, o σύνδικος πτώχευσης της κύριας διαδικασίας δεν θα πρέπει να μπορεί να προβαίνει σε καταχρηστική ρευστοποίηση ή μεταφορά των περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται στο κράτος μέλος όπου υπάρχει εγκατάσταση, ιδίως με σκοπό να αποτρέψει τη δυνατότητα να ικανοποιηθούν αποτελεσματικά τα τοπικά συμφέροντα, εάν αρχίσει στη συνέχεια δευτερεύουσα διαδικασία. Οι τοπικοί πιστωτές θα πρέπει επίσης να έχουν δικαίωμα να ζητούν από ένα δικαστήριο να λάβει προστατευτικά μέτρα σε περίπτωση κατά την οποία o σύνδικος πτώχευσης δεν φαίνεται να είναι σε θέση να τηρήσει τις δεσμεύσεις.». [Τροπολογία 8]
"
13) Η αιτιολογική σκέψη 20 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«(20) Οι κύριες και οι δευτερεύουσες διαδικασίες αφερεγγυότητας δεν μπορούν να συμβάλουν στην αποτελεσματική ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων παρά μόνον εάν όλες οι παράλληλες εκκρεμείς διαδικασίες είναι συντονισμένες. Βασική προϋπόθεση για τον σκοπό αυτό είναι να υπάρχει στενή συνεργασία μεταξύ των διαφόρων συνδίκων πτώχευσης και δικαστηρίων, ιδίως με την επαρκή ανταλλαγή πληροφοριών. Για να εξασφαλιστεί ο δεσπόζων ρόλος της κύριας διαδικασίας, ο σύνδικος πτώχευσης της διαδικασίας αυτής θα πρέπει να διαθέτει διάφορες δυνατότητες παρέμβασης στις δευτερεύουσες διαδικασίες αφερεγγυότητας που εκκρεμούν κατά το ίδιο χρονικό διάστημα. Ο σύνδικος πτώχευσης θα πρέπει να μπορεί, ιδίως, να προτείνει πρόγραμμα εξυγίανσης ή πτωχευτικό συμβιβασμό, ή να ζητήσει την αναστολή της εκκαθάρισης των περιουσιακών στοιχείων στη δευτερεύουσα διαδικασία αφερεγγυότητας. Στο πλαίσιο της συνεργασίας τους, οι σύνδικοι πτώχευσης και τα δικαστήρια θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις βέλτιστες πρακτικές συνεργασίας σε διασυνοριακές υποθέσεις αφερεγγυότητας οι οποίες περιέχονται στις αρχές και στις κατευθυντήριες γραμμές για την επικοινωνία και τη συνεργασία τις οποίες υιοθετούν ευρωπαϊκές και διεθνείς ενώσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα του δικαίου αφερεγγυότητας.».
"
14) Παρεμβάλλονται οι ακόλουθες αιτιολογικές σκέψεις:"
«(20α)Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εξασφαλίζει την αποτελεσματική διαχείριση των διαδικασιών αφερεγγυότητας που αφορούν διαφορετικές εταιρίες μέλη ομίλου εταιριών. Αν κινηθούν διαδικασίες αφερεγγυότητας για περισσότερες εταιρίες του ίδιου ομίλου, οι διαδικασίες αυτές θα πρέπει να συντονίζονται αποτελεσματικά, κυρίως με σκοπό να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να τεθεί σε κίνδυνο η συνέχιση των δραστηριοτήτων των άλλων μελών του ομίλου από την αφερεγγυότητα μίας εταιρείας του ομίλου. Κατά συνέπεια, οι διάφοροι σύνδικοι πτώχευσης και τα εμπλεκόμενα δικαστήρια θα πρέπει να υπέχουν τις ίδιες υποχρεώσεις συνεργασίας και ενημέρωσης όπως και στην περίπτωση κύριας και δευτερεύουσας διαδικασίας που αφορούν τον ίδιο οφειλέτη. Επιπλέον, ο σύνδικος που διορίζεται σε διαδικασία σχετική με ένα μέλος ομίλου εταιριών θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προτείνει σχέδιο διάσωσης σε διαδικασία σχετική με άλλο μέλος του ίδιου ομίλου, εφόσον το μέσο αυτό προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο αφερεγγυότητας. [Τροπολογία 10]
(20aa)
Η καθιέρωση διαδικασιών ομαδικού συντονισμού θα πρέπει να ενισχύει ιδίως την αναδιάρθρωση ενός ομίλου και/ή των μελών του, διευκολύνοντας τον ευέλικτο συντονισμό της διεξαγωγής της διαδικασίας αφερεγγυότητας. Οι διαδικασίες ομαδικού συντονισμού δεν θα πρέπει να δεσμεύουν τις επιμέρους διαδικασίες αλλά αντιθέτως να λειτουργούν ως μέτρο αναφοράς για τα ληπτέα στο πλαίσιο των επιμέρους διαδικασιών μέτρα. [Τροπολογίες 9 και 11]
(20β)
Η θέσπιση κανόνων για την αφερεγγυότητα ομίλων εταιριών δεν θα πρέπει να περιορίζει τη δυνατότητα ενιαίας δικαιοδοσίας δικαστηρίου για την έναρξη διαδικασιών αφερεγγυότητας σχετικά με περισσότερες εταιρίες μέλη του ίδιου ομίλου, εφόσον κρίνει ότι το κέντρο των κύριων συμφερόντων των εν λόγω εταιριών βρίσκεται στο ίδιο κράτος μέλος υπάγεταιστην εθνική και την κατά τόπο αρμοδιότητά του. Στην περίπτωση αυτή, το δικαστήριο θα πρέπει επίσης να μπορεί να διορίζει, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, τον ίδιο σύνδικο πτώχευσης για όλες τις διαδικασίες. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να θεσπίζουν διατάξεις για την αφερεγγυότητα ομίλων εταιρειών στην επικράτειά τους, οι οποίες να είναι ευρύτερες από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και οι οποίες δεν θα θίγουν την αποτελεσματική και αποδοτική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.». [Τροπολογία 12]
"
15) Παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη:"
«(21α)Έχει ουσιώδη σημασία οι πιστωτές των οποίων η κατοικία, η συνήθης διαμονή ή η καταστατική έδρα βρίσκεται στην Ένωση να ενημερώνονται για την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας σχετικής με τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη τους. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ταχεία διαβίβαση πληροφοριών στους πιστωτές, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου* δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται όπου ο παρών κανονισμός αναφέρεται στην υποχρέωση ενημέρωσης των πιστωτών. Η χρήση τυποποιημένων εγγράφων διαθέσιμων σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης θα πρέπει να διευκολύνει την αναγγελία απαιτήσεων από πιστωτές σε διαδικασίες που κινούνται σε άλλο κράτος μέλος.
__________________
* Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Νοεμβρίου 2007 περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 324 της 10.12.2007, σ. 79.».
"
16) Η αιτιολογική σκέψη 29 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«(29) Προς το συμφέρον των συναλλαγών, θα πρέπει, κατόπιν αιτήματος του συνδίκου πτώχευσης, να δημοσιεύεται στα άλλα κράτη μέλη το βασικό περιεχόμενο της απόφασης περί έναρξης της διαδικασίας. Στην περίπτωση που υπάρχει εγκατάσταση στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους, η δημοσίευση θα πρέπει να είναι υποχρεωτική μέχρις ότου δημιουργηθεί το σύστημα διασύνδεσης των μητρώων αφερεγγυότητας. Ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις, η δημοσίευση δεν θα πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση για την αναγνώριση της διαδικασίας που διεξάγεται σε άλλο κράτος μέλος.».
"
17) Παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη:"
«(29α)Προκειμένου να βελτιωθεί η ενημέρωση των εμπλεκόμενων πιστωτών και δικαστηρίων και να αποτραπεί η έναρξη παράλληλων διαδικασιών αφερεγγυότητας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να δημοσιεύουν τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν διασυνοριακές διαδικασίες αφερεγγυότητας σε δημόσια προσπελάσιμο ηλεκτρονικό μητρώο. Για να διευκολυνθεί η πρόσβαση πιστωτών και δικαστηρίων άλλων κρατών μελών σε αυτές τις πληροφορίες , ο κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει τη διασύνδεση των μητρώων αφερεγγυότητας.».
"
18) Η αιτιολογική σκέψη 31 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«(31) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να περιλαμβάνει παραρτήματα που να διευκρινίζουν, ιδίως, ποιες εθνικές διαδικασίες αφερεγγυότητας εμπίπτουν στον παρόντα κανονισμό. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η ταχεία προσαρμογή του κανονισμού στις σχετικές τροποποιήσεις των εγχώριων νομοθεσιών αφερεγγυότητας των κρατών μελών, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση πράξεων για την τροποποίηση των παραρτημάτων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Πριν τη θέσπιση κατ' εξουσιοδότηση πράξης για τροποποίηση του πίνακα εθνικών διαδικασιών των παραρτημάτων, ωστόσο, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει αν η κοινοποιηθείσα διαδικασία πληροί τα κριτήρια τα οποία προβλέπει ο παρών κανονισμός. Κατά την προετοιμασία και την εκπόνηση κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι τα σχετικά έγγραφα διαβιβάζονται ταυτόχρονα, εγκαίρως και κατά πρόσφορο τρόπο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.».
"
19) Παρεμβάλλονται οι ακόλουθες αιτιολογικές σκέψεις 31α, 31β και 31γ:"
«(31α)Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1346/2000, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές εξουσίες. Οι εξουσίες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*.
(31β)
Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο Χάρτης»). Ειδικότερα, ο παρών κανονισμός επιδιώκει να προαγάγει την εφαρμογή των άρθρων 8, 17 και 47 του Χάρτη, τα οποία αφορούν, αντίστοιχα, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το δικαίωμα ιδιοκτησίας και το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου.
(31γ)
Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου εφαρμόζονται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού.
_______________________
* Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
** Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).
*** Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ.1).».
"
20) Στις αιτιολογικές σκέψεις 32 και 33, οι λέξεις «Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
21) Τα άρθρα 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής
1. Ο παρών κανονισμός ισχύει για όλες τις συλλογικές δικαστικές ή διοικητικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών προσωρινών μέτρων, που θεμελιώνονται σε νόμο σχετικό με την αφερεγγυότητα ή την αναδιάρθρωση χρέους, αποσκοπούν στη διάσωση,στηναποφυγή της ρευστοποίησης, στην εξυγίανση, στην αναδιάρθρωση χρέους, στην εξυγίανση ή τη ρευστοποίηση·
α)
συνεπάγονται τη μερική ή ολική πτωχευτική απαλλοτρίωση του οφειλέτη και τον διορισμό συνδίκου πτώχευσης· ή
β)
στο πλαίσιο των οποίων τα περιουσιακά στοιχεία και οι υποθέσεις του οφειλέτη υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο ή εποπτεία.
Όταν οι διαδικασίες αυτές μπορούν να ξεκινήσουν πριν από την αφερεγγυότητα, ο στόχος τους πρέπει να έγκειται στην αποφυγή της ρευστοποίησης.
Οι διαδικασίες που εμπίπτουν στην παρούσα παράγραφο απαριθμούνται στο παράρτημα Α. [Τροπολογία 13]
1a.
Όταν, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους όπου ξεκίνησε η διαδικασία αφερεγγυότητας, η διαδικασία της παραγράφου 1 είναι εμπιστευτική, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στη διαδικασία αυτή μόνο από το χρονικό σημείο κατά το οποίο αυτή καθίσταται, σύμφωνα με το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους, δημόσια και, εφόσον δεν θίγει τις απαιτήσεις των πιστωτών που δεν εμπλέκονται σε αυτήν. [Τροπολογία 14]
2. Ο παρών κανονισμός δεν ισχύει για τις διαδικασίες αφερεγγυότητας που αφορούν
α)
ασφαλιστικές επιχειρήσεις,
β)
όλα τα πιστωτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των ιδρυμάτων που ορίζονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*, [Τροπολογία 15]
γ)
επιχειρήσεις επενδύσεων στο βαθμό που διέπονται από την οδηγία 2001/24/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε, και οργανισμοί που υπόκεινται στην οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου**, [Τροπολογία 16]
δ)
οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων.
______________________
* Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).
** Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 (ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 1).
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:
α)
ως «διαδικασίες αφερεγγυότητας», νοούνται οι διαδικασίες που απαριθμούνται στο παράρτημα Α·