Ευρετήριο 
Κείμενα που εγκρίθηκαν
Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014 - Στρασβούργο
Αίτηση άρσης της βουλευτικής ασυλίας του Tadeusz Cymański
 Κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ή απειλούνται από σοβαρές δυσκολίες όσον αφορά τη χρηματοοικονομική τους σταθερότητα ***I
 Προσαρμογή νομικών πράξεων οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο (άρθρα 290 και 291 ΣΛΕΕ) ***I
 Προσαρμογή νομικών πράξεων στον τομέα της δικαιοσύνης που προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο (άρθρο 290 ΣΛΕΕ) ***I
 Προσαρμογή νομικών πράξεων οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο (άρθρο 290 ΣΛΕΕ) ***I
 Διορισμός ενός μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου - κ. Oskar HERICS (Αυστρία)
 Τροποποίηση του άρθρου 136 του Κανονισμού σχετικά με τη συμμετοχή των βουλευτών στις συνεδριάσεις
 Στόχος μείωσης των εκπομπών CO2 από καινούργια επιβατηγά αυτοκίνητα το 2020 ***I
 Κοινοτικό σήμα ***I
 Νομοθεσία των κρατών μελών περί σημάτων ***I
 Δέσμευση και δήμευση των προϊόντων του εγκλήματος ***I
 Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία και την κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου (Ευρωπόλ) ***I
 Προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών ***I
 Ευρωπαϊκό Σώμα Εθελοντών Ανθρωπιστικής Βοήθειας ***I
 Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους απόρους ***I
 Βιοκτόνα ***I
 Καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών
 Ανάθεση νομοθετικών αρμοδιοτήτων και άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή
 Ευρωπαϊκό Εξάμηνο για τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών: ετήσια επισκόπηση της ανάπτυξης 2014
 Ευρωπαϊκό εξάμηνο για τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών: απασχόληση και κοινωνικές πτυχές
 Διακυβέρνηση της ενιαίας αγοράς
 Βελτίωση των φυτών

Αίτηση άρσης της βουλευτικής ασυλίας του Tadeusz Cymański
PDF 295kWORD 45k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την αίτηση άρσης της ασυλίας του Tadeusz Cymański (2013/2278(IMM))
P7_TA(2014)0110A7-0099/2014

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την αίτηση για την άρση της βουλευτικής ασυλίας του κ. Tadeusz Cymański που διαβιβάστηκε στις 23 Οκτωβρίου 2013 από την εισαγγελική αρχή της Δημοκρατίας της Πολωνίας και ανακοινώθηκε στις 18 Νοεμβρίου 2013 στην ολομέλεια,

–  αφού άκουσε τον Tadeusz Cymański, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 5 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 8 και 9 του πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και το άρθρο 6 παράγραφος 2 της Πράξης της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία,

–  έχοντας υπόψη τις από 12 Μαΐου 1964, 10 Ιουλίου 1986, 15 και 21 Οκτωβρίου 2008, 19 Μαρτίου 2010 και 6 Σεπτεμβρίου 2011 αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 105 του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Πολωνίας ,

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 5 παράγραφος 2, 6 παράγραφος 1, και το άρθρο 7 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (Α7-0099/2014),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας της Πολωνίας έχει ζητήσει την άρση της βουλευτικής ασυλίας του Tadeusz Cymański σε συνάρτηση με μια αίτηση προκειμένου να επιτραπεί η κίνηση μιας ποινικής διαδικασίας εις βάρος ενός μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου την οποία υπέβαλε η Γενική Διεύθυνση Τροχαίας λόγω παραβίασης του άρθρου 96 παράγραφος 3 του πολωνικού κώδικα περί πταισμάτων·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 8 τoυ πρωτoκόλλoυ περί των πρoνoμίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κoινoτήτων, τα μέλη τoυ Ευρωπαϊκoύ Κoινoβoυλίoυ δεν υπόκεινται σε έρευνα, κράτηση ή δίωξη για γνώμη εκφρασθείσα ή ψήφo δoθείσα κατά την άσκηση των καθηκόντων τoυς·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απολαύουν, εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας τους·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το άρθρο 105 του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Πολωνίας «ο βουλευτής δεν καλείται να λογοδοτήσει για τις δραστηριότητες που αναπτύσσει στο πλαίσιο της βουλευτικής του εντολής, τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά τη λήξη της. Για τις δραστηριότητες αυτές ο βουλευτής μπορεί να κληθεί να λογοδοτήσει μόνο ενώπιον της Δίαιτας και, εάν έχει προσβάλει δικαιώματα τρίτων, μπορεί να διωχθεί δικαστικά μόνο μετά από άδεια της Δίαιτας»·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι αποκλειστικά αρμόδιο να αποφασίσει εάν σε μια συγκεκριμένη υπόθεση πρέπει να αρθεί η ασυλία είναι το Κοινοβούλιο· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο αποφασίζοντας περί άρσεως ή μη της ασυλίας μπορεί να λάβει δεόντως υπόψη του τη θέση του βουλευτή(2)·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η εικαζόμενη πράξη δεν τελεί σε άμεση και προφανή συνάρτηση με τα κοινοβουλευτικά καθήκοντα του Tadeusz Cymański υπό την ιδιότητά του ως βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ούτε συνιστά γνώμη εκφρασθείσα ή ψήφο δοθείσα κατά την άσκηση των καθηκόντων αυτών κατά την έννοια του άρθρου 8 του πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ποινική δίωξη του Tadeusz Cymański δεν συνδέεται συνεπώς κατ' ουδένα τρόπο με το αξίωμά του ως βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην παρούσα υπόθεση, το Κοινοβούλιο δεν έχει ενδείξεις περί fumus persecutionis, δηλαδή μια επαρκώς σοβαρή και ακριβή υπόνοια ότι η δίωξη ασκείται με πρόθεση να παρακωλυθεί η πολιτική δραστηριότητα του βουλευτή·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η αίτηση υποβάλλεται μετά από μια έγγραφη δήλωση του Tadeusz Cymański, με την οποία αρνήθηκε να ανταποκριθεί στην υποχρέωσή του να δώσει τα στοιχεία του προσώπου στο οποίο παραχώρησε τη χρήση του οχήματος που αναφέρεται στην έκθεση της Γενικής Διεύθυνσης Τροχαίας και συμφώνησε να καταβάλει πρόστιμο ύψους 500 PLN για την παραβίαση του άρθρου 96 παράγραφος 3 του πολωνικού κώδικα περί πταισμάτων·

1.  αποφασίζει να άρει την ασυλία του Tadeusz Cymański·

2.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει αμελλητί την παρούσα απόφαση και την έκθεση της αρμόδιας επιτροπής του στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας της Πολωνίας και στον Tadeusz Cymański.

(1) Απόφαση της 12ης Μαΐου 1964 στην υπόθεση 101/63, Wagner/Fohrmann και Krier (Ελληνική ειδική έκδοση, σελ. 1089)· απόφαση της 10ης Ιουλίου 1986 στην υπόθεση 149/85, Wybot/Faure και άλλων (Συλλογή 1986, σελ. 2391)· απόφαση της 15ης Οκτωβρίου 2008 στην υπόθεση T-345/05, Mote/Κοινοβούλιο (Συλλογή 2008, σελ. II-2849)· απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 2008 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-200/07 και C-201/07, Marra/De Gregorio και Clemente (Συλλογή 2008, σελ. I-7929)· απόφαση της 19ης Μαρτίου 2010 στην υπόθεση T-42/06, Gollnisch/Κοινοβούλιο (Συλλογή 2010, σελ. II-1135)· απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2011 στην υπόθεση C-163/10, Patriciello (Συλλογή 2011, σελ. I-7565).
(2) Υπόθεση T-345/05 Mote κατάv Κοινοβουλίου, παρ. 28.


Κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ή απειλούνται από σοβαρές δυσκολίες όσον αφορά τη χρηματοοικονομική τους σταθερότητα ***I
PDF 269kWORD 40k
Ψήφισμα
Κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1198/2006 του Συμβουλίου όσον αφορά ορισμένες διατάξεις σχετικά με τη χρηματοοικονομική διαχείριση για ορισμένα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ή απειλούνται από σοβαρές δυσκολίες όσον αφορά τη χρηματοοικονομική τους σταθερότητα (COM(2013)0428 – C7-0178/2013 – 2013/0200(COD))
P7_TA(2014)0111A7-0046/2014

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0428),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 43 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0178/2013),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 19ης Σεπτεμβρίου 2013(1),

–  έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 3ης Φεβρουαρίου 2014, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (A7-0046/2014),

1.  εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. ..../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1198/2006 του Συμβουλίου για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας όσον αφορά ορισμένες διατάξεις σχετικά με τη χρηματοοικονομική διαχείριση για ορισμένα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ή απειλούνται από σοβαρές δυσκολίες όσον αφορά τη χρηματοοικονομική τους σταθερότητα

P7_TC1-COD(2013)0200


(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 335/2014.)

(1) ΕΕ C 341 της 21.11.2013, σ. 75.


Προσαρμογή νομικών πράξεων οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο (άρθρα 290 και 291 ΣΛΕΕ) ***I
PDF 572kWORD 184k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου Όσον αφορά την προσαρμογή στα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαφόρων νομικών πράξεων οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο (COM(2013)0751 – C7-0386/2013 – 2013/0365(COD))
P7_TA(2014)0112A7-0011/2014

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0751),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 43 παράγραφος 2, το άρθρο 53 παράγραφος 1, το άρθρο 62, το άρθρο 100 παράγραφος 2, το άρθρο 114, το άρθρο 168 παράγραφος 4 στοιχεία α) και β), το άρθρο 172, το άρθρο 192 παράγραφος 1, το άρθρο 207, το άρθρο 214 παράγραφος 3 και το άρθρο 338 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0386/2013),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή(1),

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2014(2),

–  αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

–  έχοντας υπόψη την Κοινή Συνεννόηση για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, η οποία εγκρίθηκε στις 3 Μαρτίου 2011 από τη Διάσκεψη των Προέδρων,

–  έχοντας υπόψη τη συμφωνία-πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής(3), και ιδίως το σημείο 15 και το Παράρτημα 1,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 5ης Μαΐου 2010 σχετικά με την αρμοδιότητα νομοθετικής εξουσιοδότησης(4),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί στην ανάθεση νομοθετικών αρμοδιοτήτων και τον έλεγχο από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή(5),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου, της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0011/2014),

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή είχε δεσμευτεί να εξετάσει έως το τέλος του 2012 πόσες νομοθετικές πράξεις που περιέχουν αναφορές στη κανονιστική διαδικασία με έλεγχο παρέμεναν σε ισχύ, προκειμένου να προετοιμάσει τις κατάλληλες νομοθετικές πρωτοβουλίες και να ολοκληρώσει με τον τρόπο αυτό την προσαρμογή στο νέο νομικό πλαίσιο· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο δηλωμένος στόχος ήταν, μέχρι το τέλος της έβδομης θητείας του Κοινοβουλίου, όλες οι διατάξεις που αφορούν την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο να έχουν αποσυρθεί από όλες τις νομοθετικές πράξεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή έχει υποβάλει προτάσεις με τις οποίες εκπληρώνεται η δέσμευση αυτή, αν και πολύ αργότερα από το αναμενόμενο·

1.  εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προσαρμογή στα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαφόρων νομικών πράξεων οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο

P7_TC1-COD(2013)0365


ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 43 παράγραφος 2, 53 παράγραφος 1, 62, 100 παράγραφος 2, 114, 168 παράγραφος 4 στοιχείο α), 168 παράγραφος 4 στοιχείο β), 172, 192 παράγραφος 1, 207, 214 παράγραφος 3 και 338 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(6),

Αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(7),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Η Συνθήκη της Λισαβόνας εισήγαγε διάκριση μεταξύ των εξουσιών που ανατίθενται στην Επιτροπή για την έκδοση μη νομοθετικών πράξεων γενικής ισχύος που συμπληρώνουν ή τροποποιούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία μιας νομοθετικής πράξης (κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις), και των εξουσιών που ανατίθενται στην Επιτροπή για την έγκριση ενιαίων προϋποθέσεων για την εκτέλεση νομικά δεσμευτικών πράξεων της Ένωσης (εκτελεστικές πράξεις).

(2)  Μέτρα που δύνανται να καλύπτονται από την ανάθεση εξουσιών, σύμφωνα με το άρθρο 290 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), είναι καταρχήν τα μέτρα που καλύπτονται από την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, την οποία προβλέπει το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου(8).

(3)  Επιβάλλεται η προσαρμογή στο άρθρο 290 της ΣΛΕΕ διαφόρων ισχυουσών νομικών πράξεων οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο και πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 290 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

(4)  Κατά την κατάρτιση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων βάσει των νομικών πράξεων που προσαρμόζονται με τον παρόντα κανονισμό, η Επιτροπή πρέπει απαραιτήτως να προβαίνει σε κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Κατά την επεξεργασία και κατάρτιση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και προσήκουσα διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(5)  Επιβάλλεται η προσαρμογή στο άρθρο 291 της ΣΛΕΕ διαφόρων ισχυουσών νομικών πράξεων οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο και πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 291 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ.

(6)  Κατά την ανάθεση εκτελεστικών αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή, οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(9).

(7)  Ως συνέπεια της θέσεως σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας, είναι επίσης αναγκαία η τροποποίηση σειράς ισχυουσών νομικών πράξεων που προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο με τη διαγραφή ορισμένων μέτρων που καλύπτονται από την εν λόγω διαδικασία.

(8)  Ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να θίγει τις εκκρεμούσες διαδικασίες στο πλαίσιο των οποίων μια επιτροπή έχει ήδη διατυπώσει γνώμη σύμφωνα με το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(9)  Δεδομένου ότι οι προσαρμογές και τροποποιήσεις που πρέπει να επέλθουν με τον παρόντα κανονισμό αφορούν αποκλειστικά διαδικασίες, δεν απαιτείται, στην περίπτωση των οδηγιών, μεταφορά τους στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.  Στις περιπτώσεις στις οποίες οι διατάξεις που παρατίθενται στο παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο η οποία θεσπίζεται στο άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 5 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, η Επιτροπή έχει την εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 2 του παρόντος κανονισμού.

2.  Στις περιπτώσεις στις οποίες οι διατάξεις που παρατίθενται στο παράρτημα Ι προβλέπουν τη χρήση της διαδικασίας επείγοντος η οποία θεσπίζεται στο άρθρο 5α παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, η Επιτροπή έχει την εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με τη διαδικασία επείγοντος του άρθρου 3 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

1.  Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.  Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον για περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου. [Τροπολογία 1]

3.  Η εξουσιοδότηση μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Η απόφαση τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία την οποία προσδιορίζει. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα καμίας από τις ισχύουσες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις.

4.  Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.  Μια εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν προβάλουν ενστάσεις εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από την εκπνοή της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν αμφότερα ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν σκοπεύουν να προβάλουν ενστάσεις. Η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, ισχύει τρίμηνη περίοδος για τη διατύπωση αντιρρήσεων, η οποία παρατείνεται κατά τρεις μήνες έπειτα από πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου, όσον αφορά τις κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που εγκρίνονται δυνάμει των κανονισμών που αναφέρονται στα σημεία 12(10), 13(11), 14(12), 16(13) και 18(14) του Τμήματος ΣΤ, και στο σημείο 21(15) του Τμήματος Ζ, του Παραρτήματος Ι. [Τροπολογία 2]

6.  Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι διατάξεις που παρατίθενται στο παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού προβλέπουν σύντμηση της προθεσμίας του άρθρου 5α παράγραφος 3 στοιχείο γ) της απόφασης 1999/468/ΕΚ σύμφωνα με το άρθρο 5α παράγραφος 5 στοιχείο β) της εν λόγω απόφασης, οι προθεσμίες που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του συγκεκριμένου άρθρου καθορίζονται σε ένα μήνα.

Άρθρο 3

1.  Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο τίθενται σε ισχύ αμελλητί και εφαρμόζονται επί όσο χρονικό διάστημα δεν προβάλλεται ένσταση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Στην κοινοποίηση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εκτίθενται οι λόγοι για τους οποίους γίνεται χρήση της διαδικασίας επείγοντος.

2.  Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορούν να προβάλουν ένσταση όσον αφορά μια πράξη κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 5. Σε αυτή την περίπτωση, η Επιτροπή καταργεί αμελλητί την πράξη μετά την κοινοποίηση της απόφασης προβολής ένστασης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο.

Άρθρο 4

1.  Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι διατάξεις που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙ προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο η οποία θεσπίζεται στο άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 5 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, η Επιτροπή έχει την εξουσία να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.  Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι διατάξεις που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙ προβλέπουν τη χρήση της διαδικασίας επείγοντος η οποία θεσπίζεται στο άρθρο 5α παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, η Επιτροπή έχει την εξουσία να εκδίδει άμεσα εφαρμοστέες εκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 8 σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 5

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 66/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, Η οδηγία 97/70/ΕΚ του Συμβουλίου(16), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η οδηγία 2002/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1257/96 του Συμβουλίου(17) τροποποιούνται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογίες 61, 62 και 63]

Άρθρο 6

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις εκκρεμούσες διαδικασίες στο πλαίσιο των οποίων μια επιτροπή έχει ήδη διατυπώσει γνώμη σύμφωνα με το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Άρθρο 7

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

...,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Διατάξεις των νομικών πράξεων οι οποίες περιέχουν παραπομπές στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ και οι οποίες προσαρμόζονται στο καθεστώς των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων(18)

A.  Δίκτυα, Περιεχόμενο και Τεχνολογία Επικοινωνιών

-1. Απόφαση αριθ. 626/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ης Ιουνίου 2008, για την επιλογή και αδειοδότηση συστημάτων που παρέχουν κινητές δορυφορικές υπηρεσίες (MSS)

Άρθρο 9 παράγραφος 3* [Τροπολογία 4]

1.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 733/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Απριλίου 2002, για την υλοποίηση του .eu τομέα ανωτάτου επιπέδου

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α)**

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2

2.  Οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας)

Άρθρο 26 παράγραφος 7

Άρθρο 27α παράγραφος 5 [Τροπολογία 5]

Άρθρο 35

3.  Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο)

Άρθρο 9β παράγραφος 3

Άρθρο 10 παράγραφος 4

Άρθρο 13α παράγραφος 4

Άρθρο 15 παράγραφος 4

Άρθρο 17 παράγραφος 6a

Άρθρο 19 παράγραφος 4 [Τροπολογία 6]

Β.  Δράση για το κλίμα

4.  Απόφαση αριθ. 406/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, περί των προσπαθειών των κρατών μελών να μειώσουν τις οικείες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, ώστε να τηρηθούν οι δεσμεύσεις της Κοινότητας για μείωση των εκπομπών αυτών μέχρι το 2020

Άρθρο 3 παράγραφος 2 [Τροπολογία 7]

Άρθρο 3 παράγραφος 6

Άρθρο 11 παράγραφος 3

5.  Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου

Άρθρο 3δ παράγραφος 3

Άρθρο 3στ παράγραφος 9

Άρθρο 10 παράγραφος 4

Άρθρο 10α παράγραφος 1

Άρθρο 10α παράγραφος 7

Άρθρο 10α παράγραφος 8

Άρθρο 10α παράγραφος 13

Άρθρο 11α παράγραφος 8

Άρθρο 11α παράγραφος 9

Άρθρο 11β παράγραφος 7

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 15 πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 16 παράγραφος 12 [Τροπολογία 8]

Άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 22

Άρθρο 24 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 24 παράγραφος 3

Άρθρο 24α παράγραφος 1

Άρθρο 24α παράγραφος 2

Άρθρο 25 παράγραφος 2

Άρθρο 25α παράγραφος 1

Παράρτημα IV Μέρος Α

Γ.  Ενέργεια

6.  Οδηγία 2008/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, σχετικά με κοινοτική διαδικασία για τη βελτίωση της διαφάνειας των τιμών αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας για τον τελικό βιομηχανικό καταναλωτή (αναδιατύπωση)

Άρθρο 6

Δ.  Επιχειρήσεις και Βιομηχανία

7.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 715/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2007, που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων όσον αφορά εκπομπές από ελαφρά επιβατηγά και εμπορικά οχήματα (Euro 5 και Euro 6) και σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες επισκευής και συντήρησης οχημάτων

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 8

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 14 παράγραφος 3

8.  Οδηγία 2006/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, σχετικά με τα μηχανήματα και την τροποποίηση της οδηγίας 95/16/EK (αναδιατύπωση)

Άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) σε συνδυασμό με το άρθρο 9 παράγραφος 3. [Τροπολογία 9]

Ε.  Περιβάλλον

9.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 66/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με το οικολογικό σήμα της ΕΕ (EU Ecolabel)

Άρθρο 6 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο [Τροπολογία 10]

Άρθρο 6 παράγραφος 7

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 15

10.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, περί της εκούσιας συμμετοχής οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 761/2001 και των αποφάσεων της Επιτροπής 2001/681/ΕΚ και 2006/193/ΕΚ

Άρθρο 16 παράγραφος 4

Άρθρο 17 παράγραφος 3

Άρθρο 30 παράγραφος 6

Άρθρο 46 παράγραφος 6 [Τροπολογία 11]

Άρθρο 48 παράγραφος 2

ΣΤ.  Στατιστικές

11.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 453/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, σχετικά με τις τριμηνιαίες στατιστικές για τις κενές θέσεις εργασίας στην Κοινότητα

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 1 [Τροπολογία 12]

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 3

12.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 177/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2008, για τη θέσπιση κοινού πλαισίου όσον αφορά τα μητρώα επιχειρήσεων για στατιστικούς σκοπούς και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2186/93 του Συμβουλίου**** [Τροπολογία 13]

Άρθρο 3 παράγραφος 6

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 3 σε σχέση με την έγκριση «μέτρων που σχετίζονται με τα κοινά πρότυπα ποιότητας» σε συνδυασμό με το άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σε σχέση με την έγκριση «κοινών προτύπων ποιότητας»

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 15 παράγραφος 1

13.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 716/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2007, περί κοινοτικών στατιστικών για τη διάρθρωση και τη δραστηριότητα των αλλοδαπών συνδεόμενων επιχειρήσεων**** [Τροπολογία 14]

Άρθρο 5 παράγραφος 4

Άρθρο 6 παράγραφος 3 σε σχέση με την έγκριση των «κοινών προτύπων ποιότητας» σε συνδυασμό με το άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο γ) σε σχέση με τον ορισμό των «κατάλληλων κοινών ποιοτικών προτύπων»

14.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1445/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για την παροχή βασικών πληροφοριών σχετικά με τις ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης και για τον υπολογισμό και τη διάχυσή τους**** [Τροπολογία 15]

Άρθρο 7 παράγραφος 4 σε σχέση με την έγκριση των «κοινών κριτηρίων επί των οποίων βασίζεται ο ποιοτικός έλεγχος» σε συνδυασμό με το άρθρο 12 παράγραφος 3 στοιχείο γ) σε σχέση με τον ορισμό των «κριτηρίων ποιότητας»

Άρθρο 12 παράγραφος 3

15.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1552/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με στατιστικές για την επαγγελματική κατάρτιση στις επιχειρήσεις

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 4 σε σχέση με την έγκριση των «απαιτήσεων ποιότητας και των τυχόν μέτρων που απαιτούνται για την αξιολόγηση ή τη βελτίωση της ποιότητας»

Άρθρο 9 παράγραφος 4 σε σχέση με τον καθορισμό της «δομής των εκθέσεων ποιότητας» [Τροπολογία 16]

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 13

16.  Κανονισμός (EΚ) αριθ. 184/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιανουαρίου 2005, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για το ισοζύγιο πληρωμών, το διεθνές εμπόριο υπηρεσιών και τις άμεσες ξένες επενδύσεις**** [Τροπολογία 17]

Άρθρο 4 παράγραφος 3 σε σχέση με την έγκριση των «κοινών προτύπων ποιότητας»

Άρθρο 10

17.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1177/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης (EU-SILC)

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 15 παράγραφος 5 σε συνδυασμό με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο α) σε σχέση με «την κατάρτιση του καταλόγου των βασικών μεταβλητών-στόχων που θα περιληφθούν σε κάθε τομέα της συγχρονικής συνιστώσας και του καταλόγου των μεταβλητών-στόχων που θα περιληφθούν στη διαχρονική συνιστώσα, περιλαμβανομένου του καθορισμού των κωδικών των μεταβλητών»

Άρθρο 15 παράγραφος 5 σε συνδυασμό με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο α) σε σχέση με τον ορισμό του «τεχνικού μορφότυπου διαβίβασης στη Eurostat»,

Άρθρο 15 παράγραφος 5 σε συνδυασμό με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 15 παράγραφος 5 σε συνδυασμό με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 15 παράγραφος 5 σε συνδυασμό με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 15 παράγραφος 5 σε συνδυασμό με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο ε)

Άρθρο 15 παράγραφος 5 σε συνδυασμό με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο στ) [Τροπολογία 18]

18.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Φεβρουαρίου 2003, σχετικά με τον δείκτη κόστους εργασίας**** [Τροπολογία 19]

Άρθρο 2 παράγραφος 4

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 11 στοιχείο α)

Άρθρο 11 στοιχείο β)

Άρθρο 11 στοιχείο δ)

Άρθρο 11 στοιχείο ε)

Άρθρο 11 στοιχείο στ) σε σχέση με την έγκριση των «χωριστών κριτηρίων ποιότητας των διαβιβαζόμενων τρεχόντων και αναδρομικών δεδομένων»

Άρθρο 11 στοιχείο θ)

Παράρτημα σημείο 3

19.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 437/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Φεβρουαρίου 2003, για τις στατιστικές καταγραφές των αεροπορικών μεταφορών επιβατών, φορτίου και ταχυδρομείου

Άρθρο 5

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 2

20.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2150/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2002, για τις στατιστικές των αποβλήτων

Άρθρο 1 παράγραφος 5

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 4

Άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχείο γ) σε σχέση με τον ορισμό των «ορθών κριτηρίων ποιοτικής αξιολόγησης»

Άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχείο γ) σε σχέση με τον ορισμό του «περιεχομένου των εκθέσεων ποιότητας» [Τροπολογία 20]

Άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Παράρτημα Ι τμήμα 7 σημείο 1

Παράρτημα ΙΙ τμήμα 7 σημείο 1

Ζ.  Εσωτερική Αγορά και Υπηρεσίες

21.  Οδηγία 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, την τροποποίηση των οδηγιών 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2000/46/ΕΚ****

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 14 παράγραφος 2 [Τροπολογία 21]

22.  Οδηγία 2009/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης ορισμένων συμβάσεων έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών που συνάπτονται από αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας καθώς και την τροποποίηση των οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ

Άρθρο 68 παράγραφος 1***

Άρθρο 69 παράγραφος 2***

Η.  Κινητικότητα και Μεταφορές

23.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 391/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και ελέγχου πλοίων

Άρθρο 13

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 14 παράγραφος 2

24.  Οδηγία 2009/45/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, για τους κανόνες και τα πρότυπα ασφαλείας για τα επιβατηγά πλοία (Αναδιατύπωση)

Άρθρο 10 παράγραφος 3

25.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 725/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, για τη βελτίωση της ασφάλειας στα πλοία και στις λιμενικές εγκαταστάσεις

Άρθρο 10 παράγραφος 2**

Άρθρο 10 παράγραφος 3** [Τροπολογία 22]

26.  Οδηγία 2000/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, σχετικά με τις λιμενικές εγκαταστάσεις παραλαβής αποβλήτων πλοίου και καταλοίπων φορτίου

Άρθρο 15

27.  Οδηγία 97/70/ΕΚ του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1997, για θέσπιση εναρμονισμένου καθεστώτος για τα αλιευτικά σκάφη μήκους 24 μέτρων και άνω

Άρθρο 8 στοιχείο α) πρώτη περίπτωση

Άρθρο 8 στοιχείο β) [Τροπολογία 23]

Θ.  Υγεία και Καταναλωτές

28.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για τα καλλυντικά προϊόντα

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 13 παράγραφος 8

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 2**

Άρθρο 16 παράγραφος 8

Άρθρο 16 παράγραφος 9**

Άρθρο 18 παράγραφος 2 [Τροπολογία 24]

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 31 παράγραφος 1**

Άρθρο 31 παράγραφος 2

Άρθρο 31 παράγραφος 3

29.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου

Άρθρο 8 παράγραφος 4 τελευταία πρόταση σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 17 δεύτερο εδάφιο σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 25 παράγραφος 3 σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο ε)

Άρθρο 26 σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο στ)

Άρθρο 27 παράγραφος 2 σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο η)

Άρθρο 29 παράγραφος 4 σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο ζ)

Άρθρο 29 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο, δεύτερη πρόταση σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 30 παράγραφος 3 σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο θ)

Άρθρο 52 παράγραφος 4 τελευταίο εδάφιο σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο ι)

Άρθρο 54 παράγραφος 5 σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο ια)

Άρθρο 58 παράγραφος 2 σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ)

Άρθρο 65 παράγραφος 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο ιγ)

Άρθρο 68 τρίτο εδάφιο σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο ιδ)

Άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Παράρτημα II, σημείο 3.6.5 [Τροπολογία 25]

30.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, περί υγειονομικών κανόνων για ζωικά υποπροϊόντα και παράγωγα προϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002

Άρθρο 5 παράγραφος 1**

Άρθρο 5 παράγραφος 2*

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 6 παράγραφος 2*

Άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 17 παράγραφος 2

Άρθρο 18 παράγραφος 3

Άρθρο 19 παράγραφος 4

Άρθρο 20 παράγραφος 11

Άρθρο 21 παράγραφος 6

Άρθρο 27

Άρθρο 31 παράγραφος 2

Άρθρο 32 παράγραφος 3

Άρθρο 40 στοιχείο α)

Άρθρο 40 στοιχείο β)

Άρθρο 40 στοιχείο γ)

Άρθρο 40 στοιχείο δ)

Άρθρο 40 στοιχείο ε)

Άρθρο 40 στοιχείο στ)

Άρθρο 41 παράγραφος 1

Άρθρο 41 παράγραφος 3

Άρθρο 42 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 42 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 42 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 42 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 43 παράγραφος 3

Άρθρο 45 παράγραφος 4

Άρθρο 48 παράγραφος 7 στοιχείο α)

Άρθρο 48 παράγραφος 7 στοιχείο β)

Άρθρο 48 παράγραφος 7 στοιχείο γ)

Άρθρο 48 παράγραφος 7 στοιχείο δ) [Τροπολογία 26]

Άρθρο 48 παράγραφος 8

31.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ζωοτροφών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση των οδηγιών 79/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 80/511/ΕΟΚ της Επιτροπής, 82/471/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 83/228/ΕΚ του Συμβουλίου, 93/74/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 93/113/ΕΚ του Συμβουλίου, 96/25/ΕΚ του Συμβουλίου, και της απόφασης 2004/217/ΕΚ της Επιτροπής

Άρθρο 6 παράγραφος 2**

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 5*

Άρθρο 17 παράγραφος 4

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 26 παράγραφος 3 [Τροπολογία 27]

Άρθρο 27 παράγραφος 1

Άρθρο 32 παράγραφος 4

32.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 470/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, για θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών για τον καθορισμό ορίων καταλοίπων των φαρμακολογικά δραστικών ουσιών στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2377/90 του Συμβουλίου και τροποποίηση της οδηγίας 2001/82/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

Άρθρο 13 παράγραφος 2

Άρθρο 18** [Τροπολογία 28]

Άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 24 παράγραφος 4

33.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1334/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για αρωματικές ύλες και ορισμένα συστατικά τροφίμων με αρωματικές ιδιότητες που χρησιμοποιούνται εντός και επί των τροφίμων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1601/91 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 και της οδηγίας 2000/13/ΕΚ

Άρθρο 8 παράγραφος 2**

Άρθρο 22**

Άρθρο 25 παράγραφος 3

34.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, που αφορά τα πρόσθετα τροφίμων

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 4 δεύτερη περίοδος [Τροπολογία 29]

Άρθρο 24 παράγραφος 3*

Άρθρο 30 παράγραφος 1*

Άρθρο 30 παράγραφος 2*

Άρθρο 30 παράγραφος 3*

Άρθρο 30 παράγραφος 5

Άρθρο 31*

35.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1332/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για τα ένζυμα τροφίμων και την τροποποίηση της οδηγίας 83/417/ΕΟΚ του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου, της οδηγίας 2000/13/ΕΚ, της οδηγίας 2001/112/ΕΚ του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 258/97

Άρθρο 17 παράγραφος 5

36.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1331/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για τη θέσπιση ενιαίας διαδικασίας έγκρισης για τα πρόσθετα τροφίμων, τα ένζυμα τροφίμων και τις αρωματικές ύλες τροφίμων

Άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 7 παράγραφος 5*

Άρθρο 7 παράγραφος 6**

37.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1925/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την προσθήκη βιταμινών και ανόργανων συστατικών και ορισμένων άλλων ουσιών στα τρόφιμα

Άρθρο 3 παράγραφος 3**

Άρθρο 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 6 παράγραφος 2 [Τροπολογία 30]

Άρθρο 6 παράγραφος 6

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 5**

38.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1924/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τους ισχυρισμούς επί θεμάτων διατροφής και υγείας που διατυπώνονται για τα τρόφιμα

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 4

Άρθρο 3 στοιχείο δ)

Άρθρο 4 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφος 1 έκτο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφος 5

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 13 παράγραφος 3

Άρθρο 13 παράγραφος 4

Άρθρο 17 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 18 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 28 παράγραφος 4 στοιχείο β)

Άρθρο 28, παράγραφος 6 στοιχείο α) σημείο ii) [Τροπολογία 31]

39.  Οδηγία 2004/23/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, για τη θέσπιση προτύπων ποιότητας και ασφάλειας για τη δωρεά, την προμήθεια, τον έλεγχο, την επεξεργασία, τη συντήρηση, την αποθήκευση και τη διανομή ανθρώπινων ιστών και κυττάρων

Άρθρο 8 παράγραφος 5

Άρθρο 8 παράγραφος 6

Άρθρο 9 παράγραφος 4 [Τροπολογία 32]

Άρθρο 28**

40.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 12 παράγραφος 4

Άρθρο 14 παράγραφος 1 πρώτη περίπτωση

Άρθρο 14 παράγραφος 1 δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 14 παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 24 παράγραφος 4

Άρθρο 26 παράγραφος 1

Άρθρο 32 έκτο εδάφιο [Τροπολογία 33]

Άρθρο 47 παράγραφος 3

41.  Οδηγία 2002/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, για τη θέσπιση προτύπων ποιότητας και ασφάλειας για τη συλλογή, τον έλεγχο, την επεξεργασία, την αποθήκευση και τη διανομή ανθρωπίνου αίματος και συστατικών του αίματος και για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/EK

Άρθρο 29 πρώτο εδάφιο**

Άρθρο 29 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 29 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β)**

Άρθρο 29 δεύτερο εδάφιο στοιχείο γ)**

Άρθρο 29 δεύτερο εδάφιο στοιχείο δ)**

Άρθρο 29 δεύτερο εδάφιο στοιχείο ε)**

Άρθρο 29 δεύτερο εδάφιο στοιχείο στ)**

Άρθρο 29 δεύτερο εδάφιο στοιχείο ζ)**

Άρθρο 29 δεύτερο εδάφιο στοιχείο η)**

Άρθρο 29 δεύτερη παράγραφος στοιχείο θ) [Τροπολογία 34]

42.  Οδηγία 2002/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 2002, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί των συμπληρωμάτων διατροφής**

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 5**

Άρθρο 5 παράγραφος 4 σε σχέση με την έγκριση των «ελάχιστων ποσοτήτων βιταμινών και ανόργανων στοιχείων»

Άρθρο 5 παράγραφος 4 σε σχέση με την έγκριση των «μέγιστων ποσοτήτων βιταμινών και ανόργανων στοιχείων»

Άρθρο 12 παράγραφος 3 [Τροπολογία 35]

43.  Οδηγία 2002/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 2002, σε σχέση με τις ανεπιθύμητες ουσίες στις ζωοτροφές

Άρθρο 7 παράγραφος 2**

Άρθρο 8 παράγραφος 1**

Άρθρο 8 παράγραφος 2 δεύτερη περίπτωση

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Διατάξεις των νομικών πράξεων οι οποίες περιέχουν παραπομπές στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ και οι οποίες προσαρμόζονται στο καθεστώς των εκτελεστικών πράξεων(19)

A.  Δίκτυα, Περιεχόμενο και Τεχνολογία Επικοινωνιών

1.  Απόφαση αριθ. 626/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ης Ιουνίου 2008, για την επιλογή και αδειοδότηση συστημάτων που παρέχουν κινητές δορυφορικές υπηρεσίες (MSS)

Άρθρο 9 παράγραφος 3* [Τροπολογία 36]

2.  Οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας)

Άρθρο 26 παράγραφος 7

Άρθρο 27α παράγραφος 5 [Τροπολογία 37]

3.  Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο)

Άρθρο 9β παράγραφος 3

Άρθρο 10 παράγραφος 4

Άρθρο 15 παράγραφος 4

Άρθρο 17 παράγραφος 6 στοιχείο α)

Άρθρο 19 παράγραφος 4 [Τροπολογία 38]

Β.  Δράση για το κλίμα

4.  Απόφαση αριθ. 406/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, περί των προσπαθειών των κρατών μελών να μειώσουν τις οικείες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, ώστε να τηρηθούν οι δεσμεύσεις της Κοινότητας για μείωση των εκπομπών αυτών μέχρι το 2020

Άρθρο 3 παράγραφος 2 [Τροπολογία 39]

5.  Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου

Άρθρο 11α παράγραφος 8

Άρθρο 16 παράγραφος 12 [Τροπολογία 40]

Γ.  Επιχειρήσεις και Βιομηχανία

6.  Οδηγία 2006/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, σχετικά με τα μηχανήματα και την τροποποίηση της οδηγίας 95/16/EK (αναδιατύπωση)

Άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) σε συνδυασμό με το άρθρο 9 παράγραφος 3 [Τροπολογία 41]

Δ.  Περιβάλλον

7.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, περί της εκούσιας συμμετοχής οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 761/2001 και των αποφάσεων της Επιτροπής 2001/681/ΕΚ και 2006/193/ΕΚ

Άρθρο 46 παράγραφος 6 [Τροπολογία 42]

Ε.  Στατιστικές

8.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 453/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, σχετικά με τις τριμηνιαίες στατιστικές για τις κενές θέσεις εργασίας στην Κοινότητα

Άρθρο 5 παράγραφος 1 [Τροπολογία 43]

9.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 177/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2008, για τη θέσπιση κοινού πλαισίου όσον αφορά τα μητρώα επιχειρήσεων για στατιστικούς σκοπούς και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2186/93 του Συμβουλίου

Άρθρο 6 παράγραφος 3 σε σχέση με την έγκριση του «περιεχομένου και της περιοδικότητας των εκθέσεων ποιότητας» σε συνδυασμό με το άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σε σχέση με την έγκριση του «περιεχομένου και της περιοδικότητας των εκθέσεων ποιότητας»

10.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 716/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2007, περί κοινοτικών στατιστικών για τη διάρθρωση και τη δραστηριότητα των αλλοδαπών συνδεόμενων επιχειρήσεων

Άρθρο 6 παράγραφος 3 σε σχέση με την έγκριση του «περιεχομένου και της περιοδικότητας των εκθέσεων ποιότητας» σε συνδυασμό με το άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο γ) σε σχέση με τον ορισμό του «περιεχομένου και της περιοδικότητας των εκθέσεων ποιότητας»

11.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1445/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για την παροχή βασικών πληροφοριών σχετικά με τις ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης και για τον υπολογισμό και τη διάχυσή τους

Άρθρο 7 παράγραφος 4 σε σχέση με την έγκριση της «δομής των εκθέσεων ποιότητας» σε συνδυασμό με το άρθρο 12 παράγραφος 3 στοιχείο γ) ως προς τον ορισμό της «δομής των εκθέσεων ποιότητας»

12.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1552/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με στατιστικές για την επαγγελματική κατάρτιση στις επιχειρήσεις

Άρθρο 9 παράγραφος 4 σε σχέση με την έγκριση της «δομής των εκθέσεων ποιότητας» [Τροπολογία 44]

13.  Κανονισμός (EΚ) αριθ. 184/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιανουαρίου 2005, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για το ισοζύγιο πληρωμών, το διεθνές εμπόριο υπηρεσιών και τις άμεσες ξένες επενδύσεις

Άρθρο 4 παράγραφος 3 σε σχέση με την έγκριση του «περιεχομένου και της περιοδικότητας των εκθέσεων ποιότητας»

14.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1177/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης (EU-SILC)

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 15 παράγραφος 5 σε συνδυασμό με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο α) σε σχέση με τον ορισμό του «τεχνικού μορφότυπου διαβίβασης στη Eurostat»,

Άρθρο 15 παράγραφος 5 σε συνδυασμό με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 15 παράγραφος 5 σε συνδυασμό με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο δ) [Τροπολογία 45]

15.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Φεβρουαρίου 2003, σχετικά με τον δείκτη κόστους εργασίας

Άρθρο 8 παράγραφος 2 σε συνδυασμό με το άρθρο 11 στοιχείο στ) σε σχέση με την έγκριση του «περιεχομένου των εκθέσεων ποιότητας»

16.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2150/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2002, για τις στατιστικές των αποβλήτων

Άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχείο γ) σε σχέση με τον ορισμό του «περιεχομένου των εκθέσεων ποιότητας» [Τροπολογία 46]

ΣΤ.  Εσωτερική Αγορά και Υπηρεσίες

17.  Οδηγία 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, την τροποποίηση των οδηγιών 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2000/46/ΕΚ

Άρθρο 14 παράγραφος 2 [Τροπολογία 47]

Ζ.  Κινητικότητα και Μεταφορές

18.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 725/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, για τη βελτίωση της ασφάλειας στα πλοία και τις λιμενικές εγκαταστάσεις

Άρθρο 10 παράγραφος 3** [Τροπολογία 48]

19.  Οδηγία 97/70/ΕΚ του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1997, για θέσπιση εναρμονισμένου καθεστώτος για τα αλιευτικά σκάφη μήκους 24 μέτρων και άνω

Άρθρο 8 στοιχείο α), πρώτη περίπτωση [Τροπολογία 49]

Η.  Υγεία και Καταναλωτές

20.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για τα καλλυντικά προϊόντα

Άρθρο 18 παράγραφος 2 [Τροπολογία 50]

21.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου

Άρθρο 17 δεύτερο εδάφιο σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 29 παράγραφος 4 σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) [Τροπολογία 51]

22.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, περί υγειονομικών κανόνων για ζωικά υποπροϊόντα και παράγωγα προϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002

Άρθρο 40 στοιχείο γ)

Άρθρο 40 στοιχείο δ)

Άρθρο 40 στοιχείο ε)

Άρθρο 41 παράγραφος 1

Άρθρο 41 παράγραφος 3

Άρθρο 42 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 45 παράγραφος 4

Άρθρο 48 παράγραφος 7 στοιχείο γ) [Τροπολογία 52]

23.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ζωοτροφών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση των οδηγιών 79/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 80/511/ΕΟΚ της Επιτροπής, 82/471/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 83/228/ΕΚ του Συμβουλίου, 93/74/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 93/113/ΕΚ του Συμβουλίου, 96/25/ΕΚ του Συμβουλίου, και της απόφασης 2004/217/ΕΚ της Επιτροπής

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 5*

Άρθρο 26 παράγραφος 3 [Τροπολογία 53]

24.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 470/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, για θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών για τον καθορισμό ορίων καταλοίπων των φαρμακολογικά δραστικών ουσιών στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2377/90 του Συμβουλίου και τροποποίηση της οδηγίας 2001/82/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

Άρθρο 18** [Τροπολογία 54]

25.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1925/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την προσθήκη βιταμινών και ανόργανων συστατικών και ορισμένων άλλων ουσιών στα τρόφιμα

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 6 παράγραφος 2 [Τροπολογία 55]

26.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1924/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τους ισχυρισμούς επί θεμάτων διατροφής και υγείας που διατυπώνονται για τα τρόφιμα

Άρθρο 13 παράγραφος 3

Άρθρο 13 παράγραφος 4

Άρθρο 17 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 18 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 28 παράγραφος 6 στοιχείο α) σημείο ii) [Τροπολογία 56]

27.  Οδηγία 2004/23/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, για τη θέσπιση προτύπων ποιότητας και ασφάλειας για τη δωρεά, την προμήθεια, τον έλεγχο, την επεξεργασία, τη συντήρηση, την αποθήκευση και τη διανομή ανθρώπινων ιστών και κυττάρων

Άρθρο 8 παράγραφος 6

Άρθρο 9 παράγραφος 4 [Τροπολογία 57]

28.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 14 παράγραφος 1 πρώτη περίπτωση

Άρθρο 14 παράγραφος 1 δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 26 παράγραφος 1 [Τροπολογία 58]

29.  Οδηγία 2002/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, για τη θέσπιση προτύπων ποιότητας και ασφάλειας για τη συλλογή, τον έλεγχο, την επεξεργασία, την αποθήκευση και τη διανομή ανθρωπίνου αίματος και συστατικών του αίματος και για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/EK

Άρθρο 29 δεύτερο εδάφιο στοιχείο θ)** [Τροπολογία 59]

30.  Οδηγία 2002/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 2002, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί των συμπληρωμάτων διατροφής**

Άρθρο 5 παράγραφος 4 σε σχέση με την έγκριση των «μέγιστων ποσοτήτων βιταμινών και ανόργανων στοιχείων» [Τροπολογία 60]

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Τροποποιήσεις στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 66/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, στην οδηγία 97/70/ΕΚ του Συμβουλίου, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, στην οδηγία 2002/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1257/96 του Συμβουλίου [Τροπολογία 61]

Α.  Περιβάλλον

1)  Στην παράγραφο 5 του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010, το δεύτερο εδάφιο διαγράφεται.

2)  Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 τροποποιείται ως εξής:

α)  η παράγραφος 4 του άρθρου 16 διαγράφεται·

β)  η παράγραφος 6 του άρθρου 30 διαγράφεται. [Τροπολογία 62]

Β.  Κινητικότητα και Μεταφορές

3)  Στο στοιχείο α) του άρθρου 8 της οδηγίας 97/70/ΕΚ, η δεύτερη περίπτωση διαγράφεται.

Γ.  Υγεία και Καταναλωτές

4)  Στο άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008, η παράγραφος 4 δεύτερη πρόταση διαγράφεται.

5)  Στο άρθρο 12 της οδηγίας 2002/46/ΕΚ, η παράγραφος 3 διαγράφεται. [Τροπολογία 63]

Δ.  Ανθρωπιστική Βοηθεια

6)  Στο άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1257/96, η παράγραφος 1 διαγράφεται.

(1) ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.
(2) Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα
(3) ΕΕ L 304 της 20.11.2010, σ. 47.
(4) ΕΕ C 81 E της 15.3.2011, σ. 6.
(5) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0127.
(6)Γνώμη της 21ης Ιανουαρίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).
(7) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014.
(8)Απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23).
(9)Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση γενικών κανόνων και αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.02.2011, σ. 13).
(10) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 177/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2008, για τη θέσπιση κοινού πλαισίου όσον αφορά τα μητρώα επιχειρήσεων για στατιστικούς σκοπούς και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2186/93 του Συμβουλίου (ΕΕ L 61 της 5.3.2008, σ. 6).
(11) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 716/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2007, περί κοινοτικών στατιστικών για τη διάρθρωση και τη δραστηριότητα των αλλοδαπών συνδεόμενων επιχειρήσεων (ΕΕ L 171 της 29.6.2007, σ. 17).
(12) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1445/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για την παροχή βασικών πληροφοριών σχετικά με τις ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης και για τον υπολογισμό και τη διάχυσή τους (ΕΕ L 336 της 20.12.2007, σ. 1).
(13) Κανονισμός (EΚ) αριθ. 184/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιανουαρίου 2005, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για το ισοζύγιο πληρωμών, το διεθνές εμπόριο υπηρεσιών και τις άμεσες ξένες επενδύσεις (ΕΕ L 35 της 8.2.2005, σ. 23).
(14) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Φεβρουαρίου 2003, σχετικά με τον δείκτη κόστους εργασίας (ΕΕ L 69 της 13.3.2003, σ. 1).
(15) Οδηγία 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, την τροποποίηση των οδηγιών 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2000/46/ΕΚ (ΕΕ L 267 της 10.10.2009, σ. 7).
(16) Οδηγία 97/70/ΕΚ του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1997, για θέσπιση εναρμονισμένου καθεστώτος για τα αλιευτικά σκάφη μήκους 24 μέτρων και άνω (EE L 34 της 9.2.1998, σ. 1).
(17) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1257/96 του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 1996, σχετικά με την ανθρωπιστική βοήθεια (ΕΕ L 163 της 2.7.1996, σ. 1).
(18)Για σκοπούς ενημέρωσης, οι διατάξεις που περιέχουν παραπομπές στη συντετμημένη προθεσμία του άρθρου 2 παράγραφος 6 επισημαίνονται στο παρόν παράρτημα με έναν αστερίσκο*, οι διατάξεις που περιέχουν παραπομπές στη διαδικασία επείγοντος του άρθρου 3 επισημαίνονται στο παρόν παράρτημα με δύο αστερίσκους** και, οι διατάξεις που περιέχουν παραπομπές στη διαδικασία επείγοντος του άρθρου 3 και στη συντετμημένη προθεσμία του άρθρου 2 παράγραφος 6 επισημαίνονται στο παρόν παράρτημα με τρεις αστερίσκους***, και οι διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο επισημαίνονται στο παρόν παράρτημα με τέσσερεις αστερίσκους****. [Τροπολογία 3]
(19)Για σκοπούς ενημέρωσης, οι διατάξεις που περιέχουν παραπομπές στη διαδικασία επείγοντος του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 επισημαίνονται στο παρόν παράρτημα με δύο αστερίσκους **.


Προσαρμογή νομικών πράξεων στον τομέα της δικαιοσύνης που προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο (άρθρο 290 ΣΛΕΕ) ***I
PDF 289kWORD 61k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσαρμογή στο άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης μιας σειράς νομικών πράξεων στον τομέα της δικαιοσύνης που προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο (COM(2013)0452 – C7-0197/2013 – 2013/0220(COD))
P7_TA(2014)0113A7-0480/2013

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0452),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 81 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0197/2013),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 16ης Οκτωβρίου 2013(1),

–  έχοντας υπόψη την επιστολή του Προέδρου της Επιτροπής των Περιφερειών προς τον Πρόεδρο του Κοινοβουλίου, με ημερομηνία 11 Οκτωβρίου 2013,

–  έχοντας υπόψη την Κοινή Αντίληψη για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, η οποία εγκρίθηκε στις 3 Μαρτίου 2011 από τη Διάσκεψη των Προέδρων,

–  έχοντας υπόψη τη συμφωνία-πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής(2), και ιδίως το σημείο 15 και το Παράρτημα 1,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 5ης Μαΐου 2010 σχετικά με την αρμοδιότητα νομοθετικής εξουσιοδότησης(3),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί στην ανάθεση νομοθετικών αρμοδιοτήτων και τον έλεγχο από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή(4),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (Α7-0480/2013),

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή έχει δεσμευθεί να εξετάσει, έως τα τέλη του 2012, πόσες νομοθετικές πράξεις με αναφορές στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο εξακολουθούν να ισχύουν, προκειμένου να προετοιμάσει τις κατάλληλες νομοθετικές πρωτοβουλίες και να ολοκληρώσει, κατ’ αυτό τον τρόπο, τη διαδικασία προσαρμογής στο νέο νομοθετικό πλαίσιο· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο εξαγγελθείς στόχος συνίστατο στο να απαλειφθούν, μέχρι τη λήξη της έβδομης κοινοβουλευτικής περιόδου, από όλα τα νομοθετικά μέσα, όλες οι διατάξεις που αναφέρονται στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή έχει υποβάλει, αν και βραδύτερα από ό,τι αναμενόταν, τις προτάσεις με τις οποίες υλοποιείται η δέσμευση αυτή·

1.  εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσαρμογή στο άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης μιας σειράς νομικών πράξεων στον τομέα της δικαιοσύνης που προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο

P7_TC1-COD(2013)0220


ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 81 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(5),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(6),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Η Συνθήκη της Λισαβόνας εισήγαγε για τον νομοθέτη τη δυνατότητα να αναθέτει στην Επιτροπή την εξουσία έκδοσης μη νομοθετικών πράξεων γενικής ισχύος που συμπληρώνουν ή τροποποιούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία της νομοθετικής πράξης.

(2)  Τα μέτρα τα οποία μπορούν να καλυφθούν από την εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 290 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), αντιστοιχούν κατ’ αρχήν με εκείνα που καλύπτονται από την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου(7).

(3)  Είναι αναγκαίο να προσαρμοστούν στο άρθρο 290 της ΣΛΕΕ οι νομικές πράξεις οι οποίες ήδη ισχύουν και χρησιμοποιούν την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο.

(4)  Ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να θίξει τις εκκρεμούσες διαδικασίες, στο πλαίσιο των οποίων η επιτροπή έχει ήδη διατυπώσει γνώμη σύμφωνα με το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(5)  Όταν η Επιτροπή καταρτίζει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση βάσει των νομικών πράξεων που προσαρμόζονται με τον παρόντα κανονισμό, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διενεργεί τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, συμπεριλαμβανομένων διαβουλεύσεων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν καταρτίζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(6)  Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δεσμεύονται από τις νομικές πράξεις που αναφέρονται στο παράρτημα και, ως εκ τούτου, συμμετέχουν στη θέσπιση και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(7)  Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 22 για τη θέση της Δανίας, που έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Όταν οι νομικές πράξεις που απαριθμούνται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 2 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

1.  Η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.  Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον.

3.  Η εξουσιοδότηση μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία, η οποία καθορίζεται σ’ αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.  Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.  Η εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν έχουν εκφράσει αντιρρήσεις εντός προθεσμίας 2 μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν πληροφορήσει αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα εγείρουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις εκκρεμούσες διαδικασίες, στο πλαίσιο των οποίων μια επιτροπή έχει ήδη διατυπώσει γνώμη σύμφωνα με το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/EΚ.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

...,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Νομικές πράξεις οι οποίες παραπέμπουν στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ και προσαρμόζονται στο καθεστώς των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων

1.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2001, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις(8)

2.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 805/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τη θέσπιση ευρωπαϊκού εκτελεστού τίτλου για μη αμφισβητούμενες αξιώσεις(9)

3.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1896/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής(10)

4.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 861/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών(11)

5.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2007, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) και κατάργησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου(12).

(1) Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα.
(2) ΕΕ L 304 της 20.11.2010, σ. 47.
(3) ΕΕ C 81 E της 15.3.2011, σ. 6.
(4) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0127.
(5)EE C 67 της 6.3.2014, σ. 104.
(6) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014.
(7)Απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23).
(8) ΕΕ L 174 της 27.6.2001, σ. 1.
(9) ΕΕ L 143 της 30.4.2004, σ. 15.
(10) ΕΕ L 399 της 30.12.2006, σ. 1.
(11) ΕΕ L 199 της 31.7.2007, σ. 1.
(12) ΕΕ L 324 της 10.12.2007, σ. 79.


Προσαρμογή νομικών πράξεων οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο (άρθρο 290 ΣΛΕΕ) ***I
PDF 456kWORD 175k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την προσαρμογή στο άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαφόρων νομικών πράξεων οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο (COM(2013)0451 – C7-0198/2013 – 2013/0218(COD))
P7_TA(2014)0114A7-0010/2014

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0451),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 33, το άρθρο 43 παράγραφος 2, το άρθρο 53 παράγραφος 1, το άρθρο 62, το άρθρο 64 παράγραφος 2, το άρθρο 91, το άρθρο 100 παράγραφος 2, το άρθρο 114, το άρθρο 153 παράγραφος 2 στοιχείο β), το άρθρο 168 παράγραφος 4 στοιχείο β), το άρθρο 172, το άρθρο 192 παράγραφος 1, το άρθρο 207 και το άρθρο 338 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0198/2013),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 16 Οκτωβρίου 2013(1),

–  έχοντας υπόψη την επιστολή του Προέδρου της Επιτροπής των Περιφερειών προς τον Πρόεδρο του Κοινοβουλίου με ημερομηνία 11 Οκτωβρίου 2013,

–  έχοντας υπόψη την Κοινή Συνεννόηση για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, η οποία εγκρίθηκε στις 3 Μαρτίου 2011 από τη Διάσκεψη των Προέδρων,

–  έχοντας υπόψη τη συμφωνία-πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής(2), και ιδίως το σημείο 15 και το Παράρτημα 1,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 5ης Μαΐου 2010, σχετικά με την αρμοδιότητα νομοθετικής εξουσιοδότησης(3),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί στην ανάθεση νομοθετικών αρμοδιοτήτων και τον έλεγχο από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή(4),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου, της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, και της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0010/2014),

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή είχε δεσμευτεί να εξετάσει έως το τέλος του 2012 πόσες νομοθετικές πράξεις που περιέχουν αναφορές στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο παρέμεναν σε ισχύ, προκειμένου να προετοιμάσει τις κατάλληλες νομοθετικές πρωτοβουλίες και να ολοκληρώσει με αυτόν τον τρόπο την προσαρμογή στο νέο νομικό πλαίσιο· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο δηλωμένος στόχος ήταν, μέχρι το τέλος της έβδομης θητείας του Κοινοβουλίου, όλες οι διατάξεις που αφορούν την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο να έχουν αποσυρθεί από όλες τις νομοθετικές πράξεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή έχει υποβάλει τις προτάσεις με τις οποίες εκπληρώνεται η δέσμευση αυτή, αν και πολύ αργότερα από το αναμενόμενο·

1.  εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προσαρμογή στο άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαφόρων νομικών πράξεων οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο

P7_TC1-COD(2013)0218


ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 33, 43 παράγραφος 2, 53 παράγραφος 1, 62, 64 παράγραφος 2, 91, 100 παράγραφος 2, 114, 153 παράγραφος 2 στοιχείο β), 168 παράγραφος 4 στοιχείο β), 172, 192 παράγραφος 1, 207 και 338 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(5),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(6),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Η Συνθήκη της Λισαβόνας παρέχει στον νομοθέτη τη δυνατότητα να αναθέτει στην Επιτροπή την εξουσία να εκδίδει μη νομοθετικές πράξεις γενικής ισχύος οι οποίες συμπληρώνουν ή τροποποιούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία μιας νομοθετικής πράξης.

(2)  Μέτρα που δύνανται να καλύπτονται από την ανάθεση εξουσιών, σύμφωνα με το άρθρο 290 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), είναι καταρχήν τα μέτρα που καλύπτονται από την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο την οποία προβλέπει το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου(7).

(3)  Επιβάλλεται η προσαρμογή στο άρθρο 290 της ΣΛΕΕ διαφόρων ισχυουσών νομικών πράξεων οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο.

(4)  Ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να θίγει τις εκκρεμούσες διαδικασίες στο πλαίσιο των οποίων μια επιτροπή έχει ήδη διατυπώσει γνώμη σύμφωνα με το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(5)  Δεδομένου ότι οι προσαρμογές που επιδιώκει ο παρών κανονισμός αφορούν μόνο διαδικασίες, δεν απαιτείται, στην περίπτωση των οδηγιών, μεταφορά τους στα εθνικά δίκαια των κρατών μελών.

(6)  Κατά την κατάρτιση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων βάσει των νομικών πράξεων που προσαρμόζονται με τον παρόντα κανονισμό, η Επιτροπή πρέπει απαραιτήτως να προβαίνει σε κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Κατά την επεξεργασία και κατάρτιση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και προσήκουσα διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.  Στις περιπτώσεις στις οποίες οι νομικές πράξεις που παρατίθενται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο η οποία θεσπίζεται στο άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 5 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, η Επιτροπή έχει την εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 2 του παρόντος κανονισμού.

2.  Στις περιπτώσεις στις οποίες οι νομικές πράξεις που παρατίθενται στο παράρτημα προβλέπουν τη χρήση της διαδικασίας επείγοντος η οποία θεσπίζεται στο άρθρο 5α παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, η Επιτροπή έχει την εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με τη διαδικασία επείγοντος του άρθρου 3 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

1.  Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.  Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον για περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου. [Τροπολογία 1]

3.  Η εξουσιοδότηση μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Η απόφαση τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία την οποία προσδιορίζει. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα καμίας από τις ισχύουσες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις.

4.  Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.  Μια εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη τίθεται σε ισχύ μόνο εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν προβάλλουν ενστάσεις εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από την εκπνοή της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν αμφότερα ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν σκοπεύουν να προβάλουν ενστάσεις. Η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, ισχύει τρίμηνη περίοδος για τη διατύπωση αντιρρήσεων, η οποία παρατείνεται κατά τρεις μήνες έπειτα από πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου, όσον αφορά τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εγκρίνονται δυνάμει των κανονισμών που αναφέρονται στα σημεία 81(8), 82(9), 85(10), 86(11), 90 έως 93(12) του τμήματος Ζ, και στο σημείο 95(13) του τμήματος Η του παραρτήματος. [Τροπολογία 2]

6.  Στις περιπτώσεις στις οποίες οι νομικές πράξεις που παρατίθενται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού προβλέπουν σύντμηση της προθεσμίας του άρθρου 5α παράγραφος 3 στοιχείο γ) της απόφασης 1999/468/ΕΚ σύμφωνα με το άρθρο 5α παράγραφος 5 στοιχείο β) της εν λόγω απόφασης, οι προθεσμίες που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του συγκεκριμένου άρθρου καθορίζονται σε έναν μήνα.

Άρθρο 3

1.  Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο τίθενται σε ισχύ αμελλητί και εφαρμόζονται επί όσο χρονικό διάστημα δεν προβάλλεται ένσταση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Στην κοινοποίηση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εκτίθενται οι λόγοι για τους οποίους γίνεται χρήση της διαδικασίας επείγοντος.

2.  Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορούν να προβάλουν ένσταση όσον αφορά μια πράξη κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 5. Σε αυτή την περίπτωση, η Επιτροπή καταργεί αμελλητί την πράξη μετά την κοινοποίηση της απόφασης προβολής ένστασης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις εκκρεμούσες διαδικασίες στο πλαίσιο των οποίων μια επιτροπή έχει ήδη διατυπώσει γνώμη σύμφωνα με το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Άρθρο 5

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

...,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Νομικές πράξεις οι οποίες περιέχουν παραπομπές στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ και οι οποίες προσαρμόζονται στο καθεστώς των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων(14)

A.  Δίκτυα, Περιεχόμενο και Τεχνολογία Επικοινωνιών

1.  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες)

2.  Οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία για την πρόσβαση)

B.  Απασχόληση, Κοινωνικές Υποθέσεις και Κοινωνική ένταξη

3.  Οδηγία 2009/148/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που οφείλονται στην έκθεσή τους στον αμίαντο κατά τη διάρκεια της εργασίας**

4.  Οδηγία 2009/104/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους (δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

5.  Οδηγία 2006/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2006, περί των ελαχίστων προδιαγραφών υγείας και ασφάλειας όσον αφορά στην έκθεση των εργαζομένων σε κινδύνους προερχόμενους από φυσικούς παράγοντες (τεχνητή οπτική ακτινοβολία) (19η ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

6.  Οδηγία 2004/37/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που συνδέονται με την έκθεση σε καρκινογόνους ή μεταλλαξιογόνους παράγοντες κατά την εργασία (έκτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου)**

7.  Οδηγία 2003/10/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Φεβρουαρίου 2003, περί των ελάχιστων προδιαγραφών υγείας και ασφάλειας για την έκθεση των εργαζομένων σε κινδύνους προερχόμενους από φυσικούς παράγοντες (θόρυβος) (17η ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

8.  Οδηγία 2002/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, περί των ελαχίστων προδιαγραφών υγείας και ασφαλείας όσον αφορά την έκθεση των εργαζομένων σε κινδύνους προερχόμενους από φυσικούς παράγοντες (κραδασμοί) (δέκατη έκτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

9.  Οδηγία 2000/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 2000, για την προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία (έβδομη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

10.  Οδηγία 1999/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη βελτίωση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων οι οποίοι είναι δυνατόν να εκτεθούν σε κίνδυνο από εκρηκτικές ατμόσφαιρες (δέκατη πέμπτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

11.  Οδηγία 98/24/ΕΚ του Συμβουλίου, της 7ης Απριλίου 1998, για την προστασία της υγείας και ασφαλείας των εργαζομένων κατά την εργασία από κινδύνους οφειλομένους σε χημικούς παράγοντες (14η ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

12.  Οδηγία 93/103/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1993, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας κατά την εργασία στα αλιευτικά σκάφη (13η ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

13.  Οδηγία 92/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 1992, περί των ελαχίστων προδιαγραφών της για τη βελτίωση της προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων στις υπαίθριες ή υπόγειες εξορυκτικές βιομηχανίες (δωδέκατη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

14.  Οδηγία 92/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Νοεμβρίου 1992, περί των ελαχίστων προδιαγραφών για τη βελτίωση της προστασίας, της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων στις εξορυκτικές διά γεωτρήσεων βιομηχανίες (ενδέκατη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

15.  Οδηγία 92/58/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1992, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τη σήμανση ασφάλειας ή/και υγείας στην εργασία (ενάτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

16.  Οδηγία 92/57/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1992, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας που πρέπει να εφαρμόζονται στα προσωρινά ή κινητά εργοτάξια (όγδοη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

17.  Οδηγία 92/29/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 1992, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για την προώθηση βελτιωμένης ιατρικής περίθαλψης στα πλοία**

18.  Οδηγία 90/270/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1990, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας κατά την εργασία σε εξοπλισμό με οθόνη οπτικής απεικόνισης (πέμπτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

19.  Οδηγία 90/269/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1990, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις ασφάλειας και υγείας κατά τη χειρωνακτική διακίνηση φορτίων που συνεπάγεται κινδύνους ιδίως για τη ράχη και την οσφυϊκή χώρα των εργαζομένων (τέταρτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

20.  Οδηγία 89/656/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 1989, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρήση από τους εργαζόμενους εξοπλισμών ατομικής προστασίας κατά την εργασία (τρίτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

21.  Οδηγία 89/654/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 1989, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας στους χώρους εργασίας (πρώτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)**

22.  Οδηγία 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1989, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία**

Γ.  Δράση για το κλίμα

23.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος

24.  Οδηγία 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ, και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006

Δ.  Ενέργεια

25.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1222/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με τη σήμανση των ελαστικών επισώτρων αναφορικά με την εξοικονόμηση καυσίμου και άλλες ουσιώδεις παραμέτρους.

26.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005

27.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 714/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003

28.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 713/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενεργείας

29.  Οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ

30.  Οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 2003/55/ΕΚ

Ε.  Επιχειρήσεις και Βιομηχανία

31.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 661/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τις απαιτήσεις έγκρισης τύπου και γενικής ασφαλείας των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους, και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά

32.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 595/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2009, σχετικά με την έγκριση τύπου των μηχανοκίνητων οχημάτων και κινητήρων όσον αφορά τις εκπομπές των βαρέων επαγγελματικών οχημάτων (Euro VI) και σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες επισκευής και συντήρησης οχημάτων, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 715/2007 και της οδηγίας 2007/46/ΕΚ, και για την κατάργηση των οδηγιών 80/1269/ΕΟΚ, 2005/55/ΕΚ και 2005/78/ΕΚ

33.  Οδηγία 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα

34.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 79/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιανουαρίου 2009, σχετικά με την έγκριση τύπου υδρογονοκίνητων μηχανοκίνητων οχημάτων και την τροποποίηση της οδηγίας 2007/46/ΕΚ

35.  Οδηγία 2009/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2009, σχετικά με την ασφάλεια των παιχνιδιών

36.  Οδηγία 2009/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, για την απλούστευση των όρων και προϋποθέσεων για τις μεταφορές προϊόντων συνδεόμενων με τον τομέα της άμυνας εντός της Κοινότητας

37.  Οδηγία 2009/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με τις κοινές διατάξεις για τα όργανα μετρήσεως και για τις μεθόδους μετρολογικού ελέγχου (αναδιατύπωση)

38.  Οδηγία 2007/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Σεπτεμβρίου 2007 , για τη θέσπιση πλαισίου για την έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους, και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά (οδηγία-πλαίσιο)

39.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/EΚ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ

40.  Οδηγία 2004/10/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την εφαρμογή των αρχών ορθής εργαστηριακής πρακτικής και τον έλεγχο της εφαρμογής τους κατά τις δοκιμές των χημικών ουσιών

41.  Οδηγία 2004/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για την επιθεώρηση και τον έλεγχο της ορθής εργαστηριακής πρακτικής (ΟΕΠ)

42.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τα λιπάσματα

43.  Οδηγία 2000/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2000, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την εκπομπή θορύβου στο περιβάλλον από εξοπλισμό προς χρήση σε εξωτερικούς χώρους

44.  Οδηγία 97/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1997, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής αερίων και σωματιδιακών ρύπων προερχόμενων από κινητήρες εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά μηχανήματα

45.  Οδηγία 75/324/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 1975, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις συσκευές αερολυμάτων

ΣΤ.  Περιβάλλον

46.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1007/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, περί εμπορίου προϊόντων φώκιας

47.  Οδηγία 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών

48.  Οδηγία 2009/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη φάση ΙΙ της ανάκτησης ατμών βενζίνης κατά τη διάρκεια του ανεφοδιασμού μηχανοκίνητων οχημάτων σε πρατήρια καυσίμων

49.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων, την τροποποίηση και την κατάργηση των οδηγιών 67/548/EΟΚ και 1999/45/EΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1907/2006**

50.  Οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (οδηγία-πλαίσιο για τα απόβλητα)

51.  Οδηγία 2008/56/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, περί πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον (οδηγία-πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική)

52.  Οδηγία 2008/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2008, για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη

53.  Οδηγία 2007/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για την αξιολόγηση και τη διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας

54.  Οδηγία 2007/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2007, για τη δημιουργία υποδομής χωρικών πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (INSPIRE)

55.  Κανονισμός (EK) αριθ. 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για τις μεταφορές αποβλήτων [Τροπολογία 4]

56.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 166/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2006, για τη σύσταση ευρωπαϊκού μητρώου έκλυσης και μεταφοράς ρύπων και για την τροποποίηση των οδηγιών 91/689/EΟΚ και 96/61/EΚ του Συμβουλίου

57.  Οδηγία 2006/118/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από τη ρύπανση και την υποβάθμιση

58.  Οδηγία 2006/21/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, σχετικά με τη διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας και την τροποποίηση της οδηγίας 2004/35/ΕΚ

59.  Οδηγία 2006/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2006, σχετικά με τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης και την κατάργηση της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ

60.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 850/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τους έμμονους οργανικούς ρύπους και την τροποποίηση της οδηγίας 79/117/ΕΟΚ

61.  Οδηγία 2004/107/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, σχετικά με το αρσενικό, το κάδμιο, τον υδράργυρο, το νικέλιο και τους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες στον ατμοσφαιρικό αέρα

62.  Οδηγία 2004/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε χρώματα διακόσμησης και βερνίκια και σε προϊόντα φανοποιΐας αυτοκινήτων και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/13/ΕΚ

63.  Οδηγία 2002/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, σχετικά με την αξιολόγηση και τη διαχείριση του περιβαλλοντικού θορύβου

64.  Οδηγία 2001/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών για ορισμένους ατμοσφαιρικούς ρύπους

65.  Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων

66.  Οδηγία 2000/53/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 2000, για τα οχήματα στο τέλος του κύκλου ζωής τους

67.  Οδηγία 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων

68.  Οδηγία 98/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης

69.  Οδηγία 96/59/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 1996, για τη διάθεση των πολυχλωροδιφαινυλίων και των πολυχλωροτριφαινυλίων (PCB/PCT)

70.  Οδηγία 94/63/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1994, για τον έλεγχο των εκπομπών πτητικών οργανικών ουσιών (VOC) που προέρχονται από την αποθήκευση βενζίνης και τη διάθεσή της από τις τερματικές εγκαταστάσεις στους σταθμούς διανομής καυσίμων

71.  Οδηγία 94/62/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1994, για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας

72.  Οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης

73.  Οδηγία 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων

74.  Οδηγία 86/278/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1986, σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος και ιδίως του εδάφους κατά τη χρησιμοποίηση της ιλύος καθαρισμού λυμάτων στη γεωργία

Ζ.  Στατιστικές

75.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1185/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με τις στατιστικές για τα γεωργικά φάρμακα

76.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1338/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές στους τομείς της δημόσιας υγείας και της υγείας και ασφάλειας στην εργασία

77.  Kανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1166/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με τις έρευνες για τη διάρθρωση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και με την έρευνα για τις μεθόδους γεωργικής παραγωγής καθώς και σχετικά με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 571/88 του Συμβουλίου

78.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1099/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για τις στατιστικές ενέργειας

79.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 763/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, σχετικά με τις απογραφές πληθυσμού και στέγασης

80.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 452/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, σχετικά με την παραγωγή και την ανάπτυξη στατιστικών για την εκπαίδευση και τη διά βίου μάθηση

81.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 451/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τη δημιουργία νέας στατιστικής ταξινόμησης προϊόντων ανά δραστηριότητα (CPA) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3696/93 του Συμβουλίου**** [Τροπολογία 5]

82.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 295/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2008, σχετικά με τις στατιστικές διάρθρωσης των επιχειρήσεων (αναδιατύπωση)**** [Τροπολογία 6]

83.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 862/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, περί κοινοτικών στατιστικών για τη μετανάστευση και τη διεθνή προστασία και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 311/76 του Συμβουλίου περί τηρήσεως στατιστικών για τους αλλοδαπούς εργαζόμενους

84.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 458/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Απριλίου 2007, σχετικά με το ευρωπαϊκό σύστημα ολοκληρωμένων στατιστικών κοινωνικής προστασίας (ESSPROS)

85.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1398/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση της στατιστικής ταξινόμησης των οικονομικών δραστηριοτήτων NACE—αναθεώρηση 2 και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3037/90 του Συμβουλίου και ορισμένων κανονισμών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικών με ειδικούς στατιστικούς τομείς**** [Τροπολογία 7]

86.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1161/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 2005, για την κατάρτιση τριμηνιαίων μη χρηματοπιστωτικών λογαριασμών ανά θεσμικό τομέα**** [Τροπολογία 8]

87.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 808/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για την κοινωνία της πληροφορίας

88.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, για τη θέσπιση μιας κοινής ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων (NUTS)

89.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 530/1999 του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1999, για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με τις αποδοχές και το κόστος εργασίας

90.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1165/98 του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, περί βραχυπροθέσμων στατιστικών**** [Τροπολογία 9]

91.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2494/95 του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 1995, για τη θέσπιση εναρμονισμένων δεικτών τιμών καταναλωτή**** [Τροπολογία 10]

92.  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 696/93 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 1993, για τις στατιστικές μονάδες παρατήρησης και ανάλυσης του παραγωγικού συστήματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα**** [Τροπολογία 11]

93.  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3924/91 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1991, περί κοινοτικής έρευνας για τη βιομηχανική παραγωγή**** [Τροπολογία 12]

Η.  Εσωτερική Αγορά και Υπηρεσίες

94.  Οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά

95.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων**** [Τροπολογία 13]

96.  Οδηγία 97/67/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών

Θ.  Κινητικότητα και Μεταφορές

97.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τη θέσπιση κοινών κανόνων πρόσβασης στη διεθνή αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006

98.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα και για την κατάργηση της οδηγίας 96/26/ΕΚ του Συμβουλίου

99.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 392/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την ευθύνη των μεταφορέων που εκτελούν θαλάσσιες μεταφορές επιβατών, σε περίπτωση ατυχήματος

100.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών

101.  Οδηγία 2009/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την προώθηση καθαρών και ενεργειακώς αποδοτικών οχημάτων οδικών μεταφορών

102.  Οδηγία 2009/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, για τον καθορισμό των θεμελιωδών αρχών που διέπουν τη διερεύνηση των ατυχημάτων στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/35/ΕΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2002/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

103.  Οδηγία 2009/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και ελέγχου πλοίων και για τις συναφείς δραστηριότητες των ναυτικών αρχών

104.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 300/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2008, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στο πεδίο της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/2002**

105.  Οδηγία 2008/96/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τη διαχείριση της ασφάλειας των οδικών υποδομών

106.  Οδηγία 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις εσωτερικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων*

107.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών

108.  Οδηγία 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με την πιστοποίηση του προσωπικού οδήγησης μηχανών έλξης και συρμών στο σιδηροδρομικό σύστημα της Κοινότητας**

109.  Οδηγία 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για την άδεια οδήγησης (αναδιατύπωση)

110.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 336/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2006, για την εφαρμογή του διεθνούς κώδικα διαχείρισης της ασφάλειας εντός της Κοινότητας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3051/95 του Συμβουλίου

111.  Οδηγία 2006/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη θέσπιση τεχνικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας***

112.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2111/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2005, για τη σύσταση κοινοτικού καταλόγου αερομεταφορέων των οποίων απαγορεύεται η λειτουργία στην Κοινότητα και την ενημέρωση των επιβατών αεροπορικών μεταφορών σχετικά με την ταυτότητα του πραγματικού αερομεταφορέα

113.  Οδηγία 2005/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την ενίσχυση της ασφαλείας των λιμένων**

114.  Οδηγία 2005/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με τις εναρμονισμένες υπηρεσίες πληροφοριών εσωτερικής ναυσιπλοΐας (ΥΠΕΝ) στις εσωτερικές πλωτές οδούς της Κοινότητας

115.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 868/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για την προστασία από τις πρακτικές χορήγησης ενισχύσεων και τις αθέμιτες τιμολογιακές πρακτικές που προκαλούν ζημία στους κοινοτικούς αερομεταφορείς κατά την παροχή αεροπορικών υπηρεσιών από χώρες που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας

116.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 789/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τη μετανηολόγηση φορτηγών και επιβατηγών πλοίων στο εσωτερικό της Κοινότητας και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 613/91 του Συμβουλίου

117.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 785/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις απαιτήσεις ασφάλισης των αερομεταφορέων και των επιχειρήσεων εκμετάλλευσης αεροσκαφών

118.  Οδηγία 2004/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις ασφαλείας για τις σήραγγες του Διευρωπαϊκού Οδικού Δικτύου

119.  Οδηγία 2004/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα των συστημάτων τηλεδιοδίων στην Κοινότητα

120.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 782/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Απριλίου 2003, για την απαγόρευση οργανοκασσιτερικών ενώσεων σε πλοία

121.  Οδηγία 2003/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2003, σχετικά με την αρχική επιμόρφωση και την περιοδική κατάρτιση των οδηγών ορισμένων οδικών οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή επιβατών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου και της οδηγίας 91/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 76/914/ΕΟΚ του Συμβουλίου

122.  Οδηγία 2003/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Απριλίου 2003, σχετικά µε ειδικές απαιτήσεις ευστάθειας για επιβατηγά οχηµαταγωγά πλοία (ro-ro)

123.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2099/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, για την επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS) και για την τροποποίηση των κανονισμών για την ασφάλεια στη ναυτιλία και την πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία

124.  Οδηγία 2002/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2002, για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημέρωσης και την κατάργηση της οδηγίας 93/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου

125.  Οδηγία 2002/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαρτίου 2002, περί της καθιέρωσης των κανόνων και διαδικασιών για τη θέσπιση περιορισμών λειτουργίας σε συνάρτηση με τον προκαλούμενο θόρυβο στους κοινοτικούς αερολιμένες

126.  Οδηγία 2001/96/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με τον καθορισμό εναρμονισμένων απαιτήσεων και διαδικασιών για την ασφαλή φόρτωση και εκφόρτωση των φορτηγών πλοίων μεταφοράς φορτίου χύδην

127.  Οδηγία 1999/35/EK του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1999, σχετικά με ένα σύστημα υποχρεωτικών επιθεωρήσεων για την ασφαλή εκτέλεση τακτικών δρομολογίων από οχηματαγωγά ro- ro και ταχύπλοα επιβατηγά σκάφη

128.  Οδηγία 98/41/ΕΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1998, σχετικά με την καταγραφή των ατόμων που ταξιδεύουν με επιβατηγά πλοία που εκτελούν δρομολόγια προς ή από λιμένες των κρατών μελών της Κοινότητας

129.  Οδηγία 96/50/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, σχετικά με την εναρμόνιση των προϋποθέσεων απόκτησης εθνικού πιστοποιητικού κυβερνήτη σκάφους εσωτερικής ναυσιπλοΐας για τη μεταφορά εμπορευμάτων και προσώπων στην Κοινότητα

130.  Οδηγία 95/50/ΕΚ του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1995, σχετικά με την καθιέρωση ενιαίων διαδικασιών στον τομέα του ελέγχου των οδικών μεταφορών επικίνδυνων εμπορευμάτων

131.  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3922/91 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1991, για την εναρμόνιση τεχνικών κανόνων και διοικητικών διαδικασιών στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας

132.  Οδηγία 91/672/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1991, για την αμοιβαία αναγνώριση των εθνικών αποδεικτικών ναυτικής ικανότητας για τα σκάφη μεταφοράς εμπορευμάτων και προσώπων με εσωτερική ναυσιπλοΐα

Ι.  Υγεία και Καταναλωτές

133.  Οδηγία 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των γεωργικών φαρμάκων

134.  Οδηγία 2009/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2009, σχετικά με την εκμετάλλευση και τη θέση στο εμπόριο των φυσικών μεταλλικών νερών**

135.  Οδηγία 2009/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, για την περιορισμένη χρήση γενετικώς τροποποιημένων μικροοργανισμών (αναδιατύπωση)

136.  Οδηγία 2009/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τους διαλύτες εκχύλισης οι οποίοι χρησιμοποιούνται στην παρασκευή των τροφίμων και των συστατικών τους

137.  Οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου

138.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1394/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2007, για τα φάρμακα προηγμένων θεραπειών και για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726/2004

139.  Kανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1901/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για τα παιδιατρικά φάρμακα και για την τροποποίηση του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 1768/92, της οδηγίας 2001/20/EΚ, της οδηγίας 2001/83/EΚ και του κανονισμού (EΚ) αριθ. 726/2004

140.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 183/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιανουαρίου 2005, περί καθορισμού των απαιτήσεων για την υγιεινή των ζωοτροφών

141.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1935/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με τα υλικά και αντικείμενα που προορίζονται να έρθουν σε επαφή με τρόφιμα και με την κατάργηση των οδηγιών 80/590/ΕΟΚ και 89/109/ΕΟΚ***

142.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 854/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο

143.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευση

144.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 852/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την υγιεινή των τροφίμων

145.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 726/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών χορήγησης άδειας και εποπτείας όσον αφορά τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη και για κτηνιατρική χρήση και για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων

146.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για τον έλεγχο της σαλμονέλας και άλλων συγκεκριμένων τροφιμογενών ζωονοσογόνων παραγόντων

147.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2065/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Νοεμβρίου 2003, για τα αρτύματα καπνιστών τροφίμων που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν μέσα ή πάνω στα τρόφιμα

148.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τις πρόσθετες ύλες που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων

149.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1830/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με την ιχνηλασιμότητα και την επισήμανση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών και την ιχνηλασιμότητα τροφίμων και ζωοτροφών που παράγονται από γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς

150.  Οδηγία 2003/99/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για την παρακολούθηση των ζωονόσων και των ζωονοσογόνων παραγόντων, για την τροποποίηση της απόφασης 90/424/ΕΟΚ του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 92/117/ΕΟΚ του Συμβουλίου**

151.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων

152.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών

153.  Οδηγία 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση

154.  Οδηγία 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον και την κατάργηση της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου

155.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 141/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1999, για τα ορφανά φάρμακα

156.  Οδηγία 1999/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Φεβρουαρίου 1999, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών όσον αφορά τα τρόφιμα και τα συστατικά τροφίμων που έχουν υποστεί επεξεργασία με ιοντίζουσα ακτινοβολία***

157.  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 258/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 1997, σχετικά με τα νέα τρόφιμα και τα νέα συστατικά τροφίμων

158.  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 315/93 του Συμβουλίου, της 8ης Φεβρουαρίου 1993, για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών για τις προσμείξεις των τροφίμων**

159.  Οδηγία 89/108/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα τρόφιμα βαθείας κατάψυξης που προορίζονται για τη διατροφή του ανθρώπου

ΙΑ.  Φορολογία και Τελωνειακή Ένωση

160.  Απόφαση αριθ. 70/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2008, για ένα περιβάλλον χωρίς χαρτί για τα τελωνεία και τις εμπορικές επιχειρήσεις

(1) Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
(2) ΕΕ L 304 της 20.11.2010, σ. 47.
(3) ΕΕ C 81 Ε της 15.3.2011, σ. 6.
(4) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0127.
(5)Γνώμη της 16ης Οκτωβρίου 2013 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).
(6) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014.
(7)Απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23).
(8) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 451/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τη δημιουργία νέας στατιστικής ταξινόμησης προϊόντων ανά δραστηριότητα (CPA) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3696/93 του Συμβουλίου (ΕΕ L 145 της 4.6.2008, σ. 65).
(9) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 295/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2008, σχετικά με τις στατιστικές διάρθρωσης των επιχειρήσεων (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 97 της 9.4.2008, σ. 13).
(10) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1893/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση της στατιστικής ταξινόμησης των οικονομικών δραστηριοτήτων NACE—αναθεώρηση 2 και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3037/90 του Συμβουλίου και ορισμένων κανονισμών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικών με ειδικούς στατιστικούς τομείς (ΕΕ L 393 της 30.12.2006, σ. 1).
(11) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1161/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 2005, για την κατάρτιση τριμηνιαίων μη χρηματοπιστωτικών λογαριασμών ανά θεσμικό τομέα (ΕΕ L 191 της 22.7.2005, σ. 22).
(12) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1165/98 του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, περί βραχυπροθέσμων στατιστικών (ΕΕ L 162 της 5.6.1998, σ. 1)· Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2494/95 του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 1995, για τη θέσπιση εναρμονισμένων δεικτών τιμών καταναλωτή (ΕΕ L 257 της 27.10.1995, σ. 1)· Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 696/93 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 1993, για τις στατιστικές μονάδες παρατήρησης και ανάλυσης του παραγωγικού συστήματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΕ L 76 της 30.3.1993, σ. 1)· Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3924/91 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1991, περί κοινοτικής έρευνας για τη βιομηχανική παραγωγή (ΕΕ L 374 της 31.12.1991, σ. 1).
(13) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων (ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1).
(14)Για σκοπούς ενημέρωσης, οι νομικές πράξεις που περιέχουν παραπομπές στη συντετμημένη προθεσμία του άρθρου 2 παράγραφος 6 επισημαίνονται στο παρόν παράρτημα με έναν αστερίσκο*, οι νομικές πράξεις που περιέχουν παραπομπές στη διαδικασία επείγοντος του άρθρου 3 επισημαίνονται στο παρόν παράρτημα με δύο αστερίσκους**, και οι νομικές πράξεις που περιέχουν παραπομπές στη διαδικασία επείγοντος του άρθρου 3 και στη συντετμημένη προθεσμία του άρθρου 2 παράγραφος 6 επισημαίνονται στο παρόν παράρτημα με τρεις αστερίσκους***, και οι διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο επισημαίνονται στο παρόν παράρτημα με τέσσερεις αστερίσκους****. [Τροπολογία 3]


Διορισμός ενός μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου - κ. Oskar HERICS (Αυστρία)
PDF 262kWORD 35k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τον διορισμό του Oskar Herics ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου (C7-0009/2014 – 2014/0802(NLE))
P7_TA(2014)0115A7-0128/2014

(Διαβούλευση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 286 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C7-0009/2014),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 108 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού (A7-0128/2014),

Α.  έχοντας υπόψη ότι η Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού προέβη σε αξιολόγηση των προσόντων του υποψήφιου μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, και ειδικότερα με βάση τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 286 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά τη συνεδρίασή της στις 17 Φεβρουαρίου 2014 η Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού προέβη σε ακρόαση του ορισθέντος από το Συμβούλιο υποψηφίου για το αξίωμα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου,

1.  εκδίδει θετική γνωμοδότηση σχετικά με την πρόταση του Συμβουλίου να διοριστεί ο Oskar Herics μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου·

2.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση στο Συμβούλιο και προς ενημέρωση στο Ελεγκτικό Συνέδριο, στα λοιπά θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στα ελεγκτικά όργανα των κρατών μελών.


Τροποποίηση του άρθρου 136 του Κανονισμού σχετικά με τη συμμετοχή των βουλευτών στις συνεδριάσεις
PDF 328kWORD 42k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 για την τροποποίηση του άρθρου 136 του Κανονισμού του Κοινοβουλίου σχετικά με τη συμμετοχή των βουλευτών στις συνεδριάσεις (2013/2033(REG))
P7_TA(2014)0116A7-0038/2014

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση τροποποίησης του Κανονισμού του (B7-0051/2013),

–  έχοντας υπόψη την απόφασή του 2005/684/ΕΚ, Ευρατόμ της 28ης Σεπτεμβρίου 2005, για τη θέσπιση του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου(1),

–  έχοντας υπόψη την απόφαση του Προεδρείου, της 19ης Μαΐου και 9ης Ιουλίου 2008, που αφορά τα μέτρα εφαρμογής του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου(2),

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 211 και 212 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0038/2014),

1.  αποφασίζει να επιφέρει στον Κανονισμό του την εξής τροποποίηση·

2.  υπενθυμίζει ότι η εν λόγω τροποποίηση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα της προσεχούς περιόδου συνόδου·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Ισχύον κείμενο   Τροπολογία
Τροπολογία 1
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Άρθρο 136 – παράγραφος 2
2.  Τα ονόματα των βουλευτών των οποίων η παρουσία πιστοποιείται από τον εν λόγω κατάλογο αναγράφονται στα Συνοπτικά Πρακτικά κάθε συνεδρίασης.
2.  Τα ονόματα των βουλευτών των οποίων η παρουσία πιστοποιείται από τον εν λόγω κατάλογο αναγράφονται στα Συνοπτικά Πρακτικά κάθε συνεδρίασης ως «παρόντες». Τα ονόματα των βουλευτών των οποίων η απουσία δικαιολογείται από τον Πρόεδρο αναγράφονται στα Συνοπτικά Πρακτικά κάθε συνεδρίασης ως «δικαιολογημένα απόντες».

(1) ΕΕ L 262, 7.10.2005, σ. 1.
(2) ΕΕ C 159, 13.7.2009, σ. 1.


Στόχος μείωσης των εκπομπών CO2 από καινούργια επιβατηγά αυτοκίνητα το 2020 ***I
PDF 269kWORD 46k
Ψήφισμα
Κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 443/2009 με σκοπό τον καθορισμό των λεπτομερειών της επίτευξης του στόχου μείωσης των εκπομπών CO2 από καινούργια επιβατηγά αυτοκίνητα το 2020 (COM(2012)0393 – C7-0184/2012 – 2012/0190(COD))
P7_TA(2014)0117A7-0151/2013

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0393),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 192 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0184/2012),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2012(1),

–  αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

–  έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 29ης Νοεμβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, καθώς και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0151/2013),

1.  εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 443/2009 με σκοπό τον καθορισμό των λεπτομερειών της επίτευξης του στόχου μείωσης των εκπομπών CO2 από καινούργια επιβατηγά αυτοκίνητα το 2020

P7_TC1-COD(2012)0190


(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ.333/2014.)

(1)ΕΕ C 44 της 15.2.2013, σ. 109.


Κοινοτικό σήμα ***I
PDF 826kWORD 518k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (COM(2013)0161 – C7-0087/2013 – 2013/0088(COD))
P7_TA(2014)0118A7-0031/2014

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0161),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 118 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0087/2013),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων της 14ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με τη χρήση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0031/2014),

1.  εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  καλεί την Επιτροπή να λάβει μέτρα για την κωδικοποίηση του κανονισμού μετά την ολοκλήρωση της νομοθετικής διαδικασίας·

4.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 για το κοινοτικό σήμα

P7_TC1-COD(2013)0088


(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 118 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου(2), που κωδικοποιήθηκε το 2009 ως κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου(3), δημιουργήθηκε ένα σύστημα προστασίας των εμπορικών σημάτων ειδικά για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο προβλέπει την προστασία των σημάτων στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παράλληλα με την προστασία των σημάτων που παρέχεται στο επίπεδο των κρατών μελών στο πλαίσιο των συστημάτων εθνικών σημάτων, που εναρμονίστηκαν με την οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου(4), η οποία κωδικοποιήθηκε ως οδηγία 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(5).

(2)  Λόγω της έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, θα πρέπει να επικαιροποιηθεί η ορολογία του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Αυτό συνεπάγεται την αντικατάσταση του όρου «κοινοτικό σήμα» από τον όρο «ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα». Σύμφωνα με την κοινή προσέγγιση για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, τον Ιούλιο του 2012, η ονομασία «Γραφείο Εναρμόνισης στο Πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)» θα πρέπει να αντικατασταθεί από την ονομασία «Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα εμπορικά σήματα, τα σχέδια και τα υποδείγματα τη διανοητική ιδιοκτησία» (εφεξής «ο Οργανισμός»). [Τροπολογία 1]

(3)  Κατόπιν της ανακοίνωσης της Επιτροπής, της 16ης Ιουλίου 2008, σχετικά με μια στρατηγική για την Ευρώπη στον τομέα των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας(6), η Επιτροπή προέβη σε εκτενή αξιολόγηση της γενικής λειτουργίας ολόκληρου του συστήματος εμπορικών σημάτων στην Ευρώπη, η οποία κάλυπτε τόσο το επίπεδο της Ένωσης όσο και το εθνικό επίπεδο, καθώς και την αλληλεπίδραση μεταξύ τους.

(4)  Στα συμπεράσματά του, της 25ης Μαΐου 2010, σχετικά με τη μελλοντική αναθεώρηση του συστήματος εμπορικών σημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση(7), το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις για την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και της οδηγίας 2008/95/ΕΚ.

(5)  Η κτηθείσα πείρα από τότε που καθιερώθηκε το σύστημα του κοινοτικού σήματος έχει δείξει ότι οι επιχειρήσεις από το εσωτερικό της Ένωσης και από τρίτες χώρες έχουν αποδεχθεί το σύστημα, το οποίο έχει καταστεί μια επιτυχής και βιώσιμη συμπληρωματική και εναλλακτική λύση έναντι της προστασίας των σημάτων σε επίπεδο κρατών μελών. [Τροπολογία 2]

(6)  Παρά ταύτα, τα εθνικά σήματα εξακολουθούν να είναι αναγκαία για τις επιχειρήσεις οι οποίες δεν επιθυμούν προστασία των σημάτων τους στο επίπεδο της Ένωσης ή που αδυνατούν να εξασφαλίσουν προστασία σε κλίμακα Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ η εθνική προστασία δεν προσκρούει σε εμπόδια. Θα πρέπει να επαφίεται σε κάθε πρόσωπο που επιδιώκει την προστασία σήματος να αποφασίσει αν θα επιδιώξει προστασία του σήματος ως εθνικού σήματος σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, ή μόνον ως ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, ή και τα δύο.

(7)  Μολονότι από την αξιολόγηση της γενικής λειτουργίας του συστήματος κοινοτικού σήματος επιβεβαιώθηκε ότι πολλές πτυχές του συστήματος αυτού, συμπεριλαμβανομένων των θεμελιωδών αρχών στις οποίες βασίζεται, άντεξαν στη δοκιμασία του χρόνου και εξακολουθούν να ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τις προσδοκίες των επιχειρήσεων, η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Η Ενιαία Αγορά για τα δικαιώματα Διανοητικής Ιδιοκτησίας», της 24ης Μαΐου 2011(8), κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχει ανάγκη να εκσυγχρονιστεί το σύστημα των σημάτων σε όλη την Ένωση, να καταστεί περισσότερο αποτελεσματικό, αποδοτικό και συνεπές στο σύνολό του, και να προσαρμοστεί στην εποχή του Διαδικτύου.

(8)  Παράλληλα με τις βελτιώσεις και τις τροποποιήσεις του συστήματος κοινοτικού σήματος, θα πρέπει να εναρμονιστούν περαιτέρω οι εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές σχετικά με τα σήματα και να ευθυγραμμιστούν με το σύστημα σημάτων της Ένωσης, στον κατάλληλο βαθμό, προκειμένου να δημιουργηθούν, κατά το δυνατόν, ισότιμοι όροι για την καταχώριση και την προστασία των σημάτων σε ολόκληρη την Ένωση.

(9)  Προκειμένου να υπάρξει περισσότερη ευελιξία, με παράλληλη κατοχύρωση μεγαλύτερης ασφάλειας δικαίου όσον αφορά τα μέσα παράστασης εμπορικών σημάτων, θα πρέπει να διαγραφεί από τον ορισμό του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος η απαίτηση της επιδεκτικότητας γραφικής παράστασης. Θα πρέπει να επιτρέπεται η παράσταση στο μητρώο σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενός σημείου σε οποιαδήποτε κατάλληλη μορφή, και άρα όχι κατ’ ανάγκη με γραφικά μέσα, εφόσον με βάση την παράσταση οι αυτό παρουσιάζεται με τρόπο σαφή, ακριβή, αυτοτελή, ευχερώς προσιτό, διαρκή και αντικειμενικό. Επομένως, θα πρέπει να επιτρέπεται ένα σημείο να έχει οποιαδήποτε κατάλληλη μορφή, λαμβάνοντας υπόψη την γενικώς διαθέσιμη τεχνολογία που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και το κοινό είναι σε θέση να προσδιορίζουν, με ακρίβεια και σαφήνεια, το ακριβές αντικείμενο της προστασίας. [Τροπολογία 3]

(10)  Οι ισχύουσες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 δεν επιτυγχάνουν να προσφέρουν το ίδιο επίπεδο προστασίας των ονομασιών προέλευσης και των γεωγραφικών ενδείξεων όπως άλλες πράξεις της νομοθεσίας της Ένωσης. Είναι, επομένως, αναγκαίο να αποσαφηνιστούν οι απόλυτοι λόγοι απαράδεκτου όσον αφορά τις ονομασίες προέλευσης και τις γεωγραφικές ενδείξεις και να διασφαλιστεί πλήρης συνέπεια με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία που παρέχει προστασία των εν λόγω τίτλων διανοητικής ιδιοκτησίας, Για λόγους συνοχής με τη λοιπή νομοθεσία της Ένωσης, θα πρέπει να διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής αυτών των απόλυτων λόγων, ώστε να καλύπτει επίσης και τις προστατευόμενες παραδοσιακές ενδείξεις των οίνων και τα εγγυημένα παραδοσιακά ιδιότυπα προϊόντα.

(11)  Τα σήματα για τα οποία κατατίθεται αίτηση σε γραφή ή γλώσσα που δεν είναι κατανοητή στην Ένωση δεν θα πρέπει να χρήζουν προστασίας, εάν η καταχώρισή τους θα πρέπει να απορριφθεί για απόλυτους λόγους όταν μεταφράζονται ή μεταγράφονται σε οποιαδήποτε επίσημη γλώσσα των κρατών μελών.

(12)  Είναι σκόπιμο να καταστεί δυσχερέστερη η δόλια οικειοποίηση σημάτων, με την επέκταση των δυνατοτήτων άσκησης ανακοπής κατά αιτήσεων καταχώρισης ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων οι οποίες κατατέθηκαν κακόπιστα.

(13)  Προκειμένου να διατηρηθεί η ισχυρή προστασία των δικαιωμάτων των ονομασιών προέλευσης και των γεωγραφικών ενδείξεων που προστατεύονται σε επίπεδο Ένωσης, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι τα δικαιώματα αυτά παρέχουν το δικαίωμα άσκησης ανακοπής κατά της καταχώρισης μεταγενέστερου ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, ανεξαρτήτως του αν συντρέχουν επίσης λόγοι απαραδέκτου που πρέπει να ληφθούν υπόψη αυτεπαγγέλτως από τον εξεταστή.

(14)  Για την κατοχύρωση της ασφάλειας δικαίου και της πλήρους συνέπειας με την αρχή της προτεραιότητας, βάσει της οποίας προγενέστερο καταχωρισμένο σήμα προηγείται του μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί ότι η επιβολή των δικαιωμάτων που παρέχει το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα δεν θα πρέπει να θίγει τα δικαιώματα των δικαιούχων τα οποία έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος. Η αρχή αυτή είναι σύμφωνη με το άρθρο 16 παράγραφος 1 της Συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, της 15ης Απριλίου 1994(9).

(15)  Για να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου και η σαφήνεια, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί ότι, όχι μόνο σε περίπτωση ομοιότητας, αλλά επίσης και σε περίπτωση χρήσης ταυτόσημου σήματος για ταυτόσημα προϊόντα ή υπηρεσίες, η προστασία θα πρέπει να παρέχεται σε ένα ευρωπαϊκό σήμα μόνον εφόσον προσβάλλεται, και στον βαθμό που προσβάλλεται, η κύρια λειτουργία του ευρωπαϊκού σήματος, η οποία συνίσταται στην εγγύηση της εμπορικής προέλευσης των προϊόντων ή των υπηρεσιών. [Τροπολογία 4]

(16)  Μπορεί να υπάρξει σύγχυση ως προς την εμπορική πηγή από την οποία προέρχονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες, όταν μια εταιρεία χρησιμοποιεί το ίδιο ή παρόμοιο σημείο ως εμπορική επωνυμία κατά τρόπο ώστε να δημιουργείται σύνδεση μεταξύ της εταιρείας που φέρει την επωνυμία και των προϊόντων ή των υπηρεσιών που προέρχονται από την εν λόγω εταιρεία. Επομένως, η παραποίηση/απομίμηση ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει τη χρήση του σημείου ως εμπορικής επωνυμίας ή παρόμοιας ονομασίας, εφόσον η χρήση γίνεται για σκοπούς διάκρισης προϊόντων ή υπηρεσιών ως προς την εμπορική τους προέλευση.

(17)  Προκειμένου να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου και πλήρης συνέπεια με ειδική νομοθεσία της Ένωσης, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι ο δικαιούχος ενός ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος θα πρέπει να δικαιούται να απαγορεύει σε τρίτους τη χρήση ενός σημείου σε συγκριτική διαφήμιση, εφόσον αυτή η συγκριτική διαφήμιση αντίκειται στην οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(10).

(18)  Για την ενίσχυση της προστασίας των σημάτων και για την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της παραποίησης/απομίμησης, και με την επιφύλαξη των κανόνων του ΠΟΕ, και ειδικότερα του άρθρου V της GATT για την ελευθερία διέλευσης, ο δικαιούχος ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος θα πρέπει να δικαιούται να εμποδίζει τρίτους να εισάγουν προϊόντα στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, χωρίς να έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία εκεί, όταν τα προϊόντα αυτά προέρχονται από τρίτες χώρες και φέρουν, χωρίς σχετική άδεια, σήμα το οποίο είναι κατ’ ουσία ταυτόσημο με το καταχωρισμένο ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα για τα εν λόγω προϊόντα. Η διάταξη αυτή δεν θίγει την ομαλή διακίνηση γενόσημων φαρμάκων, σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως όπως αποτυπώνονται στη «Δήλωση για τη συμφωνία TRIPS και τη δημόσια υγεία» που εγκρίθηκε από την Υπουργική Διάσκεψη του ΠΟΕ στη Ντόχα στις 14 Νοεμβρίου 2001. [Τροπολογία 115]

(18α)  Ο δικαιούχος ενωσιακού σήματος θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να προβαίνει σε σχετικές νομικές ενέργειες, συμπεριλαμβανομένου μεταξύ άλλων του δικαιώματος να ζητεί από τις εθνικές τελωνειακές αρχές να αναλαμβάνουν δράση όσον αφορά προϊόντα με τα οποία εικάζεται ότι παραβιάζονται τα δικαιώματα του δικαιούχου, όπως τη κατακράτηση και τη καταστροφή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(11). [Τροπολογία 6]

(18β)  Το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 608/2013 προβλέπει ότι δικαιούχος ευθύνεται για ζημίες έναντι του κατόχου των προϊόντων εφόσον, μεταξύ άλλων, αποδεικνύεται μεταγενέστερα ότι τα εν λόγω προϊόντα δεν παραβιάζουν δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. [Τροπολογία 7]

(18γ)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα ώστε να διασφαλίζουν την ομαλή διέλευση των γενόσημων φαρμάκων. Ο δικαιούχος ενωσιακού σήματος δεν δικαιούται να εμποδίζει τυχόν τρίτο να εισάγει, στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, προϊόντα στο τελωνειακό έδαφος κράτους μέλους βάσει φαινομενικής ή πραγματικής ομοιότητας μεταξύ της διεθνούς κοινής ονομασίας (ΙΝΝ) της δραστικής ουσίας του φαρμάκου και ενός καταχωρισμένου σήματος. [Τροπολογία 8]

(19)  Για να εμποδίζεται αποτελεσματικότερα η εισαγωγή παράνομων προϊόντων παραποίησης/απομίμησης, ιδίως στο πλαίσιο διαδικτυακών πωλήσεων μέσω του Διαδικτύου υπό μορφή μικροδεμάτων όπως ορίζονται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013, ο δικαιούχος έγκυρα καταχωρισμένου ενωσιακού σήματος θα πρέπει να δικαιούται να απαγορεύει την εισαγωγή των εν λόγω προϊόντων στην Ένωση, εάν μόνον ο αποστολέας των προϊόντων παραποίησης/απομίμησης ενεργεί για εμπορικούς σκοπούς στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας. Στις περιπτώσεις που λαμβάνονται τέτοια μέτρα, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα άτομα ή οι οντότητες που είχαν παραγγείλει τα προϊόντα ενημερώνονται σχετικά με το λόγο λήψης των μέτρων καθώς και σχετικά με τα νόμιμα δικαιώματά τους έναντι του αποστολέα. [Τροπολογία 9]

(20)  Προκειμένου να είναι σε θέση οι δικαιούχοι των ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων να καταπολεμούν αποτελεσματικότερα την παραποίηση/απομίμηση, θα πρέπει να δικαιούνται να απαγορεύουν την επίθεση παράνομου σήματος σε προϊόντα, καθώς και προπαρασκευαστικές πράξεις πριν από την επίθεση παράνομου σήματος.

(21)  Τα αποκλειστικά δικαιώματα που παρέχει το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα δεν θα πρέπει να επιτρέπουν στον δικαιούχο να απαγορεύει τη χρήση σημείων ή ενδείξεων που χρησιμοποιούνται με θεμιτό τρόπο και σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο. Προκειμένου να δημιουργηθούν ισότιμοι όροι για τις εμπορικές επωνυμίες και τα σήματα σε περίπτωση συγκρούσεων, δεδομένου ότι συνήθως παρέχεται απεριόριστη προστασία στις εμπορικές επωνυμίες έναντι των μεταγενέστερων σημάτων, αυτή η χρήση θα πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνει και τη χρήση του ονόματος προσώπων μόνον. Επιπλέον, θα πρέπει να περιλαμβάνει τη χρήση περιγραφικών ή μη διακριτικών σημείων ή ενδείξεων εν γένει. Συν τοις άλλοις, ο δικαιούχος δεν θα πρέπει να δικαιούται να εμποδίζει τη γενική, θεμιτή και έντιμη χρήση του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος για τον προσδιορισμό ή την αναφορά σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα/ες του δικαιούχου.

(22)  Προκειμένου να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου και να διασφαλιστούν τα δικαιώματα επί σημάτων που έχουν αποκτηθεί νομίμως, είναι σκόπιμο και αναγκαίο να προβλεφθεί, χωρίς να θίγεται η αρχή ότι το μεταγενέστερο σήμα δεν μπορεί να επιβληθεί του προγενέστερου σήματος, ότι οι δικαιούχοι ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων δεν θα πρέπει να δικαιούνται να αντιτάσσονται στη χρήση μεταγενέστερου σήματος, εάν το μεταγενέστερο σήμα αποκτήθηκε κατά τον χρόνο που το προγενέστερο σήμα δεν μπορούσε να επιβληθεί του μεταγενέστερου σήματος. Κατά την διεξαγωγή των ελέγχων, οι τελωνειακές αρχές θα πρέπει να κάνουν χρήση των εξουσιών και των διαδικασιών που προβλέπονται από την ενωσιακή νομοθεσία επί θεμάτων εφαρμογής των τελωνειακών κανονισμών για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. [Τροπολογία 10]

(23)  Για λόγους δικαιοσύνης και ασφάλειας δικαίου, η χρήση ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος υπό μορφή που διαφέρει ως προς στοιχεία, τα οποία όμως δεν μεταβάλλουν τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος στην καταχωρισμένη του μορφή, θα πρέπει να επαρκεί για τη διατήρηση των δικαιωμάτων που παρέχονται, ανεξαρτήτως αν το σήμα στη μορφή που χρησιμοποιείται είναι επίσης καταχωρισμένο.

(24)  Στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ανατίθενται εξουσίες στην Επιτροπή για τη θέσπιση εκτελεστικών κανόνων του εν λόγω κανονισμού. Μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, οι εξουσίες που ανατίθενται στην Επιτροπή βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 χρειάζεται να εναρμονίζονται με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(25)  Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να προβαίνει η Επιτροπή σε κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

(26)  Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική καταχώριση των νομικών πράξεων σχετικά με το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα ως αντικείμενο κυριότητας και να διασφαλιστεί πλήρης διαφάνεια του μητρώου των ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, προκειμένου να προσδιορίσει ορισμένες υποχρεώσεις του καταθέτη όσον αφορά ειδικά σήματα, τις λεπτομέρειες σχετικά με τις διαδικασίες εγγραφής της μεταβίβασης ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων, της σύστασης και της μεταβίβασης εμπραγμάτου δικαιώματος, της αναγκαστικής εκτέλεσης, της συμμετοχής σε διαδικασία αφερεγγυότητας, και της παραχώρησης ή της μεταβίβασης άδειας χρήσης στο μητρώο, καθώς και ακύρωσης ή τροποποίησης των σχετικών εγγραφών.

(27)  Δεδομένης της σταδιακής μείωσης και του ασήμαντου αριθμού των αιτήσεων για κοινοτικό σήμα οι οποίες κατατίθενται στις κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών (εφεξής «οι υπηρεσίες των κρατών μελών»), θα πρέπει να επιτρέπεται κατάθεση αίτησης καταχώρισης ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος μόνον στον Οργανισμό.

(28)  Η προστασία του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος παρέχεται για συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες των οποίων η φύση και ο αριθμός καθορίζουν την έκταση της προστασίας που παρέχεται στον δικαιούχο του σήματος. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να συμπεριληφθούν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 κανόνες σχετικά με τον χαρακτηρισμό και την ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών, και να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου και η χρηστή διοίκηση, με την απαίτηση ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες ζητείται η προστασία του σήματος ταυτοποιούνται από τον καταθέτη με επαρκή σαφήνεια και ακρίβεια, ώστε να μπορούν οι αρμόδιες αρχές και οι οικονομικοί φορείς, με βάση αποκλειστικά την αίτηση, να προσδιορίσουν την έκταση της επιδιωκόμενης προστασίας. Η χρήση γενικών όρων θα πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνει μόνον όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που καλύπτονται σαφώς από την κυριολεκτική έννοια του όρου. Στους δικαιούχους ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων, τα οποία, λόγω της προηγούμενης πρακτικής του Οργανισμού, είναι καταχωρισμένα για ολόκληρο τον τίτλο μιας κλάσης της ταξινόμησης της Νίκαιας, θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα να προσαρμόσουν τον χαρακτηρισμό των προϊόντων και των υπηρεσιών τους, ώστε να διασφαλιστεί ότι το περιεχόμενο του μητρώου πληροί τα απαιτούμενα πρότυπα σαφήνειας και ακρίβειας, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(29)  Για να διασφαλιστεί αποτελεσματικό και αποδοτικό καθεστώς για την κατάθεση αιτήσεων καταχώρισης ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων, συμπεριλαμβανομένης της διεκδίκησης προτεραιότητας και αρχαιότητας, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, προκειμένου να προσδιορίσει τα μέσα και τις λεπτομέρειες κατάθεσης αίτησης για ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα, τις λεπτομέρειες όσον αφορά τις τυπικές προϋποθέσεις της αίτησης για ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα, το περιεχόμενο αυτής της αίτησης, το είδος του τέλους αίτησης, καθώς και τις λεπτομέρειες των διαδικασιών για την εξακρίβωση της αμοιβαιότητας, τη διεκδίκηση της προτεραιότητας προγενέστερης αίτησης, της προτεραιότητας έκθεσης και της αρχαιότητας εθνικού σήματος. [Τροπολογία 11]

(30)  Το ισχύον καθεστώς του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος και των εθνικών ερευνών δεν είναι ούτε αξιόπιστο ούτε αποτελεσματικό. Θα πρέπει, επομένως, να αντικατασταθεί από τη διάθεση συνολικών, γρήγορων και ισχυρών μηχανών αναζήτησης για ελεύθερη χρήση από το κοινό, στο πλαίσιο της συνεργασίας μεταξύ του Οργανισμού και των υπηρεσιών των κρατών μελών.

(31)  Προκειμένου να διασφαλιστεί αποτελεσματική, αποδοτική και ταχεία εξέταση των αιτήσεων για ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα από τον Οργανισμό, και καταχώρισή του, με διαφανείς, ολοκληρωμένες, δίκαιες και ισότιμες διαδικασίες, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, προκειμένου να προσδιορίσει τις λεπτομέρειες των διαδικασιών για την εξέταση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις για τη χορήγηση ημερομηνίας κατάθεσης, καθώς και με τις τυπικές προϋποθέσεις της αίτησης, των διαδικασιών για την επαλήθευση της πληρωμής των τελών της κλάσης και για την εξέταση των απόλυτων λόγων απαραδέκτου, τα λεπτομερή στοιχεία όσον αφορά τη δημοσίευση της αίτησης, τις διαδικασίες για τη διόρθωση λαθών και σφαλμάτων σε δημοσιεύσεις αιτήσεων, τις λεπτομέρειες των διαδικασιών σχετικά με τις παρατηρήσεις τρίτων, τις λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδικασία ανακοπής, τις λεπτομέρειες σχετικά με τις διαδικασίες άσκησης και εξέτασης της ανακοπής, καθώς και τις διαδικασίες που διέπουν την τροποποίηση και τη διαίρεση της αίτησης, τα στοιχεία που πρέπει να καταγράφονται στο μητρώο κατά την καταχώριση ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, τις λεπτομέρειες της δημοσίευσης της καταχώρισης, όπως το περιεχόμενο και τις λεπτομέρειες έκδοσης του πιστοποιητικού καταχώρισης.

(32)  Για να δοθεί η δυνατότητα ανανέωσης των ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων με αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο, και για να εφαρμοστούν με ασφάλεια στην πράξη οι διατάξεις σχετικά με την τροποποίηση και τη διαίρεση ενός ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, χωρίς να διακυβεύεται η ασφάλεια δικαίου, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, προκειμένου να προσδιορίσει τις λεπτομέρειες τη διαδικασία για την ανανέωση ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος και τις διαδικασίες που διέπουν την τροποποίηση και τη διαίρεση ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος. [Τροπολογία 12]

(33)  Προκειμένου να επιτρέπεται στον δικαιούχο ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος να παραιτείται εύκολα από ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα, με παράλληλη κατοχύρωση των δικαιωμάτων των τρίτων τα οποία έχουν εγγραφεί στο μητρώο σε σχέση με το εν λόγω σήμα, και για να διασφαλιστεί η δυνατότητα έκπτωσης από τα δικαιώματα επί ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος ή κήρυξης της ακυρότητάς του, κατά τρόπο αποτελεσματικό και αποδοτικό, με διαφανείς, ολοκληρωμένες, δίκαιες και ισότιμες διαδικασίες, και για να λαμβάνονται υπόψη οι αρχές που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, προκειμένου να προσδιορίσει τη διαδικασία που διέπει την παραίτηση από ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα, καθώς και τις διαδικασίες έκπτωσης και ακυρότητας.

(34)  Για την αποτελεσματική, αποδοτική και πλήρη επανεξέταση των αποφάσεων του Οργανισμού από τα τμήματα προσφυγών, με διαφανή, ολοκληρωμένη, δίκαιη και ισότιμη διαδικασία, η οποία λαμβάνει υπόψη τις αρχές που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, προκειμένου να προσδιορίσει τις λεπτομέρειες σχετικά με το περιεχόμενο του δικογράφου της προσφυγής, τη διαδικασία για την άσκηση και την εξέταση μιας προσφυγής, το περιεχόμενο και τη μορφή των αποφάσεων του τμήματος προσφυγών, όπως και την επιστροφή των τελών προσφυγής.

(35)  Ως συμπλήρωμα των υφιστάμενων διατάξεων για τα κοινοτικά συλλογικά σήματα, και για να αποκατασταθεί η σημερινή έλλειψη ισορροπίας μεταξύ των εθνικών συστημάτων και του ευρωπαϊκού ενωσιακού συστήματος σημάτων, είναι αναγκαίο να προστεθεί μια σειρά ειδικών διατάξεων για τον σκοπό της παροχής προστασίας στα ευρωπαϊκά σήματα πιστοποίησης, τα οποία παρέχουν τη δυνατότητα σε ίδρυμα ή οργανισμό πιστοποίησης να επιτρέπει στους συμμετέχοντες στο σύστημα πιστοποίησης να χρησιμοποιούν το σήμα ως σημείο για προϊόντα ή υπηρεσίες που πληρούν τις απαιτήσεις πιστοποίησης.

(35α)  Προκειμένου να συμβάλουν στη βελτίωση της απόδοσης του συστήματος καταχώρισης στο σύνολό του και να διασφαλίσουν ότι τα σήματα δεν καταχωρίζονται στις περιπτώσεις που υφίστανται απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου, συμπεριλαμβανομένων, ειδικότερα, των περιπτώσεων που το σήμα έχει περιγραφικό χαρακτήρα ή στερείται διακριτικής ισχύος, ή είναι τέτοιο ώστε να παραπλανεί το κοινό, για παράδειγμα όσον αφορά τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση των προϊόντων ή των υπηρεσιών, οι τρίτοι θα πρέπει να είναι σε θέση να υποβάλουν στις κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών γραπτές παρατηρήσεις με τις οποίες να εξηγούν ποιοί από τους απόλυτους λόγους συνιστούν εμπόδιο στην καταχώριση. [Τροπολογία 13]

(36)  Για να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική και αποδοτική χρήση των ευρωπαϊκών συλλογικών σημάτων και των ευρωπαϊκών σημάτων πιστοποίησης, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, προκειμένου να προσδιορίσει την προθεσμία για την υποβολή του κανονισμού το τυπικό περιεχόμενο των κανονισμών χρήσης των εν λόγω σημάτων και το περιεχόμενό του. [Τροπολογία 14]

(37)  Από την κτηθείσα πείρα από την εφαρμογή του σημερινού συστήματος κοινοτικού σήματος έχουν φανεί οι δυνατότητες βελτίωσης ορισμένων πτυχών της διαδικασίας. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να ληφθούν ορισμένα μέτρα για να απλοποιηθούν και να επιταχυνθούν οι διαδικασίες, όπου είναι σκόπιμο, και να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου και η προβλεψιμότητα, όπου απαιτείται.

(38)  Προκειμένου να διασφαλιστεί ομαλή, αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία του συστήματος ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, προκειμένου να καθορίσει τις απαιτήσεις όσον αφορά τη μορφή των αποφάσεων, τις λεπτομέρειες της προφορικής διαδικασίας και των αποδεικτικών μέσων, τις λεπτομέρειες της κοινοποίησης, τη διαδικασία για την διαπίστωση απώλειας δικαιωμάτων, τα μέσα επικοινωνίας και τα έντυπα που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν από τους διαδίκους, τους κανόνες που διέπουν τον υπολογισμό και τη διάρκεια των προθεσμιών, τις διαδικασίες για την ανάκληση απόφασης ή για την ακύρωση εγγραφής στο μητρώο, όπως και για τη διόρθωση προφανών σφαλμάτων στις αποφάσεις και σφαλμάτων που οφείλονται στον Οργανισμό, τις λεπτομέρειες της διακοπής της διαδικασίας και τις διαδικασίες για την κατανομή και τον προσδιορισμό των εξόδων, τα στοιχεία που σημειώνονται στο μητρώο, τις λεπτομέρειες για τον έλεγχο και τη φύλαξη των φακέλων, τις λεπτομέρειες των δημοσιεύσεων στο Δελτίο Ευρωπαϊκών Ενωσιακών Εμπορικών Σημάτων και στην Επίσημη Εφημερίδα του Οργανισμού, τις λεπτομέρειες της διοικητικής συνεργασίας μεταξύ του Οργανισμού και των αρχών των κρατών μελών, καθώς και τις λεπτομέρειες σχετικά με την εκπροσώπηση ενώπιον του Οργανισμού. [Τροπολογία 15]

(39)  Για λόγους ασφάλειας δικαίου και μεγαλύτερης διαφάνειας, είναι σκόπιμο να καθοριστούν σαφώς όλα τα καθήκοντα του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν έχουν σχέση με τη διαχείριση του συστήματος σημάτων της Ένωσης.

(40)  Για να προωθηθεί η σύγκλιση των πρακτικών και η ανάπτυξη κοινών εργαλείων, είναι αναγκαίο να καθιερωθεί κατάλληλο πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ του Οργανισμού και των υπηρεσιών των κρατών μελών, το οποίο να καθορίζει σαφώς τους βασικούς τομείς συνεργασίας, ώστε ο Οργανισμός να είναι σε θέση να συντονίζει τα σχετικά κοινά σχέδια ενωσιακού ενδιαφέροντος και να χρηματοδοτεί, μέχρις ενός μέγιστου ποσού, αυτά τα κοινά σχέδια μέσω επιχορηγήσεων. Αυτές οι δραστηριότητες συνεργασίας αναμένεται να είναι επωφελείς για τις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν συστήματα σημάτων στην Ευρώπη Ένωση. Για τους χρήστες του καθεστώτος της Ένωσης, που καθιερώνεται με τον παρόντα κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, τα κοινά σχέδια, και ιδίως οι βάσεις δεδομένων που χρησιμοποιούνται για σκοπούς αναζήτησης και διαβούλευσης, αναμένεται να προσφέρουν, χωρίς χρέωση, πρόσθετα, περιεκτικά και αποδοτικά εργαλεία, χωρίς χρέωση, για τη συμμόρφωση με τις ειδικές απαιτήσεις που απορρέουν από τον ενιαίο χαρακτήρα του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να είναι υποχρεωτικό για τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν τα αποτελέσματα αυτών των κοινών σχεδίων. Παρότι είναι σημαντικό να συμβάλλουν όλα τα μέρη στην επιτυχία των κοινών σχεδίων, μεταξύ άλλων μέσω της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και εμπειριών, η πρόβλεψη αυστηρής υποχρέωσης που θα απαιτεί από όλα τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν τα αποτελέσματα των κοινών σχεδίων, ακόμη και σε περιπτώσεις όπου, για παράδειγμα, ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι διαθέτει ήδη ένα καλύτερο εργαλείο πληροφορικής ή παρόμοιου τύπου, δεν θα ήταν ούτε αναλογική ούτε προς το βέλτιστο συμφέρον των χρηστών. [Τροπολογία 16]

(41)  Ορισμένες αρχές όσον αφορά τη διακυβέρνηση του Οργανισμού θα πρέπει να προσαρμοστούν στην κοινή προσέγγιση για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς της ΕΕ, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, τον Ιούλιο του 2012,

(42)  Για λόγους μεγαλύτερης ασφάλειας δικαίου και καλύτερης διαφάνειας, είναι αναγκαίο να επικαιροποιηθούν ορισμένες διατάξεις που αφορούν την οργάνωση και τη λειτουργία του Οργανισμού.

(43)  Για λόγους ορθής δημοσιονομικής διαχείρισης, θα πρέπει να αποφεύγεται η συσσώρευση σημαντικών δημοσιονομικών πλεονασμάτων. Ο κανόνας αυτός δεν θα πρέπει να επηρεάζει τη διατήρηση αποθεματικού από τον Οργανισμό, το οποίο να καλύπτει ένα έτος των λειτουργικών του δαπανών, ώστε να εξασφαλίζεται η συνέχεια των εργασιών του και η εκτέλεση των καθηκόντων του.

(44)  Προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική και αποδοτική μετατροπή μιας αίτησης ή καταχώρισης ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος σε αίτηση εθνικού σήματος, με ταυτόχρονη διασφάλιση εμπεριστατωμένης εξέτασης των σχετικών απαιτήσεων, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, προκειμένου να προσδιορίσει τις τυπικές προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληροί η αίτηση για μετατροπή και τις λεπτομέρειες της εξέτασης και της δημοσίευσής της.

(44α)  Η διάρθρωση των τελών έχει καθοριστεί από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2869/95 της Επιτροπής(12). Ωστόσο, η διάρθρωση των τελών αποτελεί κεντρική πτυχή της λειτουργίας του ενωσιακού συστήματος εμπορικών σημάτων και έχει αναθεωρηθεί μόλις δύο φορές από τη θέσπισή του, και μόνο μετά από σημαντική πολιτική συζήτηση. Η διάρθρωση των τελών θα πρέπει, κατά συνέπεια, να ρυθμίζεται απευθείας στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2869/95 θα πρέπει να καταργηθεί και οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2868/95 της Επιτροπής(13) που αφορούν τη διάρθρωση των τελών θα πρέπει να διαγραφούν. [Τροπολογία 17]

(45)  Για να διασφαλιστεί αποτελεσματική και αποδοτική μέθοδος για την επίλυση των επίλυσης διαφορών, για να διασφαλιστεί συνέπεια με το γλωσσικό καθεστώς που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ταχεία έκδοση αποφάσεων σε υποθέσεις επί απλού ζητήματος, καθώς και αποτελεσματική και αποδοτική οργάνωση των τμημάτων προσφυγών, και για να διασφαλιστεί κατάλληλο και ρεαλιστικό επίπεδο τελών που χρεώνονται από τον Οργανισμό, τηρουμένων των δημοσιονομικών αρχών που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, προκειμένου να προσδιορίσει τις λεπτομέρειες σχετικά με τις γλώσσες που πρόκειται να χρησιμοποιούνται ενώπιον του Οργανισμού, τις περιπτώσεις όπου οι αποφάσεις ανακοπής και ακύρωσης θα πρέπει να λαμβάνονται από μονομελή τμήματα, τις λεπτομέρειες σχετικά με την οργάνωση των τμημάτων προσφυγών, το ύψος των καταβλητέων τελών στον Οργανισμό και λεπτομέρειες για σχετικά με την καταβολή τους τελών. [Τροπολογία 18]

(46)  Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική καταχώριση διεθνών εμπορικών σημάτων, σε πλήρη συμφωνία με τους κανόνες του πρωτοκόλλου που αφορά τη συμφωνία της Μαδρίτης σχετικά με τη διεθνή καταχώριση σημάτων, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, προκειμένου να προσδιορίσει τις λεπτομέρειες των διαδικασιών σχετικά με τη διεθνή καταχώριση σημάτων.

(46α)  Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(14), η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος γνωμοδότησε στις 11 Ιουλίου 2013(15). [Τροπολογία 19]

(47)  Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009 τροποποιείται ως εξής:

1)  Στον τίτλο, ο όρος «κοινοτικό σήμα» αντικαθίσταται από τον όρο «ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα»·

2)  Σε ολόκληρο τον κανονισμό, οι λέξεις «κοινοτικό σήμα» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα» και πραγματοποιούνται τυχόν αναγκαίες γραμματικές αλλαγές· [Τροπολογία 20, η τροπολογία αυτή αφορά το σύνολο του κειμένου]

3)  Σε ολόκληρο τον κανονισμό, οι λέξεις «δικαστήριο κοινοτικών σημάτων» αντικαθίστανται από τις λέξεις «δικαστήριο ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων» και πραγματοποιούνται τυχόν αναγκαίες γραμματικές αλλαγές· [Τροπολογία 21, η τροπολογία αυτή αφορά το σύνολο του κειμένου]

4)  Σε ολόκληρο τον κανονισμό, οι λέξεις «κοινοτικό συλλογικό σήμα» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ευρωπαϊκό ενωσιακό συλλογικό σήμα» και πραγματοποιούνται τυχόν αναγκαίες γραμματικές αλλαγές· [Τροπολογία 22, η τροπολογία αυτή αφορά το σύνολο του κειμένου]

5)  Σε ολόκληρο τον κανονισμό, πλην των περιπτώσεων που αναφέρονται στα σημεία 2), 3) και 4), οι λέξεις «Κοινότητα», «Ευρωπαϊκή Κοινότητα» και «Ευρωπαϊκές Κοινότητες» αντικαθίστανται από τη λέξη «Ένωση» και πραγματοποιούνται τυχόν αναγκαίες γραμματικές αλλαγές·

6)  Σε ολόκληρο τον κανονισμό, ο όρος «Γραφείο», εφόσον αναφέρεται στο Γραφείο Εναρμόνισης στο Πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) που προβλέπεται στο άρθρο 2 του κανονισμού, αντικαθίσταται από τον όρο «Οργανισμός» και πραγματοποιούνται τυχόν αναγκαίες γραμματικές αλλαγές·

7)  Σε ολόκληρο τον κανονισμό, ο όρος «πρόεδρος» αντικαθίσταται από τον όρο «εκτελεστικός διευθυντής» και πραγματοποιούνται τυχόν αναγκαίες γραμματικές αλλαγές·

8)  Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 2

Οργανισμός

1.  Ιδρύεται Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα εμπορικά σήματα, τα σχέδια και τα υποδείγματα, τη διανοητική ιδιοκτησία, καλούμενος εφεξής «ο Οργανισμός». [Τροπολογία 23, η τροπολογία αυτή αφορά το σύνολο του κειμένου]

2.  Όλες οι παραπομπές στο Γραφείο Εναρμόνισης στο Πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), που περιλαμβάνονται στο ενωσιακό δίκαιο, νοούνται ως παραπομπές στον Οργανισμό.»·

"

9)  Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 4

Σημεία από τα οποία μπορεί να αποτελείται ένα ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα

Το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα μπορεί να αποτελείται από σημεία, ιδίως λέξεις, συμπεριλαμβανομένων ονομάτων προσώπων, σχέδια, γράμματα, αριθμούς, καθαυτό χρώματα, το σχήμα των προϊόντων ή της συσκευασίας τους, ή ήχους, υπό την προϋπόθεση ότι τα σημεία αυτά μπορούν από τη φύση τους και εφόσον χρησιμοποιείται μια γενικώς διαθέσιμη τεχνολογία,

   α) να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από εκείνα/ες άλλων επιχειρήσεων· και
   β) να παριστώνται στο μητρώο ενωσιακών σημάτων κατά τρόπο που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και στο κοινό να προσδιορίζουν σαφώς το ακριβές αντικείμενο τις της προστασίας που παρέχεται στον δικαιούχο του σήματος.»· [Τροπολογία 24]

"

10)  Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)  Στην παράγραφο 1, τα στοιχεία ι) και ια) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"

«ι) τα σήματα των οποίων αποκλείεται η καταχώριση και δεν εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία ή διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος, που προβλέπουν την προστασία των ονομασιών προέλευσης και των γεωγραφικών ενδείξεων·

   ια) τα σήματα των οποίων αποκλείεται η καταχώριση σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία ή διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος, που προβλέπουν την προστασία των αλκοολούχων ποτών, των παραδοσιακών ενδείξεων των οίνων και των εγγυημένων παραδοσιακών ιδιότυπων προϊόντων·
   ιβ) τα σήματα που περιέχουν ή αποτελούνται από προγενέστερη ονομασία της ποικιλίας καταχωρισμένης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2100/94 του Συμβουλίου*. [Τροπολογία 25]

__________________

* Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2100/94 του Συμβουλίου της 27ης Ιουλίου 1994 για τα κοινοτικά δικαιώματα επί φυτικών ποικιλιών (ΕΕ L 227 της 1.9.1994, σ. 1).»·

"

β)  η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται ακόμη και αν οι λόγοι απαραδέκτου υφίστανται:

   α) μόνο σε τμήμα της Ένωσης·
   β) μόνο όταν εμπορικό σήμα σε ξένη γλώσσα ή κείμενο μεταφράζεται ή μεταγράφεται σε κείμενο ή επίσημη γλώσσα κράτους μέλους.»· [Τροπολογία 26]

"

11)  Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)  η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«3. Κατόπιν ανακοπής του δικαιούχου του σήματος, η καταχώριση σήματος είναι απαράδεκτη:

   α) όταν ειδικός πληρεξούσιος ή αντιπρόσωπος του δικαιούχου του σήματος υποβάλλει αίτηση καταχώρισης στο όνομά του και χωρίς την άδεια του δικαιούχου, εκτός εάν ο εν λόγω ειδικός πληρεξούσιος ή αντιπρόσωπος δικαιολογήσει την πράξη του· ή [Τροπολογία 27]
   β) όταν το σήμα ενδέχεται να προκαλέσει σύγχυση με προηγούμενο σήμα προστατευόμενο εκτός της Ένωσης, υπό τον όρο ότι, κατά την ημερομηνία της αίτησης, το προηγούμενο σήμα ήταν ακόμη σε ουσιαστική χρήση και ο καταθέτης ενήργησε κακόπιστα.»·

"

β)  στην παράγραφο 4, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«4. Κατόπιν ανακοπής του δικαιούχου μη καταχωρισμένου σήματος ή άλλου χρησιμοποιούμενου στις συναλλαγές σημείου το οποίο δεν έχει μόνον τοπική ισχύ, το αιτούμενο σήμα δεν γίνεται δεκτό για καταχώριση στις περιπτώσεις και στον βαθμό που, σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία περί προστασίας των ονομασιών προέλευσης και των γεωγραφικών ενδείξεων, ή το δίκαιο του κράτους μέλους που διέπει το σημείο αυτό:»·

"

γ)  η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«5. Κατόπιν ανακοπής του δικαιούχου προγενέστερου σήματος κατά την έννοια της παραγράφου 2, το αιτούμενο σήμα δεν γίνεται επίσης δεκτό για καταχώριση αν ταυτίζεται ή ομοιάζει με προγενέστερο σήμα, ανεξάρτητα αν τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες για τα οποία ζητείται ταυτίζονται, ομοιάζουν ή δεν ομοιάζουν με εκείνα για τα οποία έχει καταχωρισθεί το προγενέστερο σήμα, εφόσον, στην περίπτωση προγενέστερου ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, το σήμα χαίρει φήμης στην Ένωση και, στην περίπτωση προγενέστερου εθνικού σήματος, το σήμα χαίρει φήμης στο οικείο κράτος μέλος, και η χρησιμοποίηση χωρίς εύλογη αιτία του αιτούμενου σήματος θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος ή θα έβλαπτε τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη.»·

"

(12)  Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 9

Δικαιώματα που παρέχει το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα

1.  Η καταχώριση ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος παρέχει στον δικαιούχο αποκλειστικά δικαιώματα.

2.  Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων των δικαιούχων που έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, ο δικαιούχος ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος δικαιούται να απαγορεύει σε όλους τους τρίτους που δεν έχουν τη συγκατάθεσή του να χρησιμοποιούν στις συναλλαγές κάθε σημείο για προϊόντα ή υπηρεσίες, εφόσον:

   α) το σημείο είναι ταυτόσημο με το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα και χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες που ταυτίζονται με εκείνες για τις οποίες το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα έχει καταχωρισθεί, και όταν η χρήση αυτή επηρεάζει ή είναι δυνατόν να επηρεάσει τη λειτουργία του ευρωπαϊκού σήματος να εγγυάται στους καταναλωτές την προέλευση των προϊόντων ή των υπηρεσιών·
   β) με την επιφύλαξη του στοιχείου α), το σημείο είναι ταυτόσημο, ή παρόμοιο, με το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα και χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες που να είναι ταυτόσημες ή παρόμοιες με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα έχει καταχωρισθεί, εάν υπάρχει πιθανότητα σύγχυσης από μέρους του κοινού· η πιθανότητα σύγχυσης περιλαμβάνει την πιθανότητα συσχέτισης του σημείου και του σήματος·
   γ) το σημείο είναι ταυτόσημο, ή παρόμοιο, με το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα, ανεξάρτητα από το αν χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες που ταυτίζονται, ομοιάζουν ή δεν ομοιάζουν με εκείνες για τις οποίες το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα έχει καταχωρισθεί, εφόσον αυτό έχει φήμη στην Ένωση και εφόσον η χρήση του εν λόγω σημείου χωρίς εύλογη αιτία θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος ή θα έβλαπτε τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος.

3.  Τα ακόλουθα, ειδικότερα, είναι δυνατόν να απαγορεύονται δυνάμει της παραγράφου 2:

   α) η επίθεση του σημείου επί των προϊόντων ή της συσκευασίας τους·
   β) η προσφορά των προϊόντων, η εμπορία ή η κατοχή τους προς τους σκοπούς αυτούς ή η προσφορά ή παροχή υπηρεσιών υπό το σημείο αυτό·
   γ) η εισαγωγή ή εξαγωγή των προϊόντων υπό το σημείο αυτό·
   δ) η χρησιμοποίηση του σημείου ως εμπορικής ή εταιρικής επωνυμίας ή ως μέρους εμπορικής ή εταιρικής επωνυμίας·
   ε) η χρησιμοποίηση του σημείου σε επαγγελματικό έντυπο υλικό και στη διαφήμιση·
   στ) η χρησιμοποίηση του σημείου σε συγκριτική διαφήμιση κατά τρόπο που αντίκειται στην οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*.

4.  Ο δικαιούχος ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος έχει δικαιούται επίσης δικαίωμα να εμποδίζει την εισαγωγή στην Ένωση προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο γ), αν μόνο υπό μορφή μικροδεμάτων όπως ορίζονται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου**, εάν μόνον ο αποστολέας των προϊόντων ενεργεί για εμπορικούς σκοπούς στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας και εφόσον τα προϊόντα αυτά, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας, φέρουν, χωρίς σχετική άδεια, σήμα το οποίο είναι ταυτόσημο με το καταχωρισμένο ενωσιακό σήμα για τα εν λόγω προϊόντα, ή το οποίο δεν δύναται να διακριθεί ως προς τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του από το εν λόγω ενωσιακό σήμα. Στις περιπτώσεις που λαμβάνονται τέτοια μέτρα, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το άτομο ή η οντότητα που παρήγγειλε τα προϊόντα ενημερώνεται σχετικά με το λόγο λήψης των μέτρων καθώς και σχετικά με τα νόμιμα δικαιώματά του έναντι του αποστολέα.

5.  Με την επιφύλαξη των κανόνων του ΠΟΕ, και ειδικότερα του άρθρου V της GATT για την ελευθερία διέλευσης, ο δικαιούχος ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος έχει επίσης δικαίωμα να εμποδίζει τρίτους να εισάγουν, στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, προϊόντα στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, χωρίς να έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία εκεί, όταν τα προϊόντα αυτά, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας, προέρχονται από τρίτες χώρες και φέρουν, χωρίς σχετική άδεια, σήμα το οποίο είναι ταυτόσημο με το καταχωρισμένο ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα των εν λόγω προϊόντων, ή δεν μπορεί να γίνει διάκριση ως προς τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του από το εν λόγω σήμα.

__________________

* Οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 21).

** Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013 , σχετικά με την τελωνειακή επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1383/2003 του Συμβουλίου (ΕΕ L 181της 29.6.2013, σ. 15).»· [Τροπολογίες 28 και 116]

"

(13)  Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:"

«Άρθρο 9α

Παραβίαση των δικαιωμάτων του δικαιούχου με τη χρήση της παρουσίασης, της συσκευασίας ή με άλλα μέσα

Όταν είναι πιθανό ότι η παρουσίαση, η συσκευασία ή άλλα μέσα επί των οποίων τοποθετείται το σήμα θα χρησιμοποιηθούν για προϊόντα ή υπηρεσίες και η χρήση για τα εν λόγω προϊόντα ή υπηρεσίες θα συνιστούσε παραβίαση των δικαιωμάτων του δικαιούχου του σήματος βάσει του άρθρου 9 παράγραφοι 2 και 3, ο δικαιούχος ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος έχει το δικαίωμα να απαγορεύει:

   α) την επίθεση κατά τη διάρκεια εμπορικών συναλλαγών σημείου ταυτόσημου ή παρόμοιου με το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα στην παρουσίαση, τη συσκευασία ή σε άλλα μέσα επί των οποίων δύναται να τοποθετηθεί το σήμα·
   β) την προσφορά ή τη διάθεση στην αγορά, ή την αποθήκευση για τους σκοπούς αυτούς, ή την εισαγωγή ή την εξαγωγή παρουσίασης, συσκευασίας ή άλλων μέσων επί των οποίων τοποθετείται το σήμα.

Άρθρο 9β

Ημερομηνία από την οποία τα δικαιώματα αντιτάσσονται κατά τρίτων

1.  Το δικαίωμα που παρέχει ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα αντιτάσσεται κατά τρίτων από την ημερομηνία της δημοσίευσης της καταχώρισης του σήματος.

2.  Δύναται να απαιτηθεί εύλογη αποζημίωση για ενέργειες μεταγενέστερες της δημοσίευσης αίτησης καταχώρισης ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, εφόσον οι ενέργειες αυτές θα απαγορεύονταν μετά τη δημοσίευση της καταχώρισης του σήματος και λόγω αυτής της δημοσίευσης.

3.  Το επιλαμβανόμενο δικαστήριο δεν μπορεί να αποφανθεί επί της ουσίας πριν δημοσιευθεί η καταχώριση.»·

"

14)  Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 12

Περιορισμός των αποτελεσμάτων του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος

1.  Το δικαίωμα που παρέχει το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει στους τρίτους τη χρήση στις συναλλαγές:

   α) του ονοματεπωνύμου του ή της διεύθυνσής του·
   β) σημείων ή ενδείξεων που δεν έχουν διακριτικό χαρακτήρα ή που αφορούν το είδος, την ποιότητα, την ποσότητα, τον προορισμό, την αξία, τη γεωγραφική προέλευση, τον χρόνο παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της υπηρεσίας ή άλλων χαρακτηριστικών των προϊόντων ή των υπηρεσιών·
   γ) του σήματος για τον σκοπό του προσδιορισμού ή της αναφοράς σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα του δικαιούχου του σήματος, ιδίως, εάν η χρήση του σήματος:
   i) είναι αναγκαία προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας, και ιδίως όταν πρόκειται για εξαρτήματα ή ανταλλακτικά·
   ii) πραγματοποιείται στο πλαίσιο συγκριτικής διαφήμισης που πληροί όλους τους όρους που προβλέπονται στην οδηγία 2006/114/ΕΚ·
   iii) πραγματοποιείται προκειμένου να στραφεί η προσοχή των καταναλωτών στη μεταπώληση αυθεντικών προϊόντων που είχαν πωληθεί αρχικά από τον δικαιούχο του σήματος ή με τη συναίνεση αυτού·
   iv) πραγματοποιείται προκειμένου να υπάρξει μια θεμιτή εναλλακτική στα προϊόντα ή στις υπηρεσίες του δικαιούχου του σήματος·
   v) πραγματοποιείται για σκοπούς διακωμώδησης, καλλιτεχνικής έκφρασης, κριτικής ή σχολιασμού.

Το πρώτο εδάφιο Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται μόνον όταν εφόσον η χρήση από τους τρίτους είναι σύμφωνη γίνεται σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία ή και το εμπόριο.

2.  Η χρήση από τρίτους θεωρείται ότι δεν είναι σύμφωνη με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν, ιδίως σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

   α) όταν δημιουργεί την εντύπωση ότι υπάρχει εμπορική σχέση μεταξύ του τρίτου και του δικαιούχου του σήματος·
   β) όταν προσπορίζει αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος χωρίς εύλογη αιτία ή είναι επιζήμια για τον εν λόγω χαρακτήρα ή τη φήμη.

2α.   Ο δικαιούχος του σήματος δεν δύναται να απαγορεύει σε ένα τρίτο να χρησιμοποιεί το σήμα νομότυπα για μη εμπορικούς σκοπούς.

2β.  Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει στους τρίτους να χρησιμοποιούν στις συναλλαγές ένα προγενέστερο δικαίωμα τοπικής ισχύος, εάν το δικαίωμα αυτό αναγνωρίζεται από τον νόμο του οικείου κράτους και η χρήση του γίνεται μέσα στα εδαφικά όρια στα οποία αναγνωρίζεται.»· [Τροπολογία 29]

"

15)  Στο Το άρθρο 13 παράγραφος 1, οι λέξεις «στην Κοινότητα» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.»· αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Το δικαίωμα που παρέχει το ενωσιακό σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει τη χρήση του σήματος για προϊόντα που έχουν διατεθεί υπό το σήμα αυτό στο εμπόριο εντός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου από τον ίδιο τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του.»· [Τροπολογία 30]

"

16)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"

«Άρθρο 13α

Δικαίωμα παρέμβασης του δικαιούχου μεταγενέστερα καταχωρισμένου σήματος ως μέσο άμυνας σε διαδικασίες για παραποίηση/απομίμηση

1.  Στις διαδικασίες για παραποίηση/απομίμηση, ο δικαιούχος ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερα καταχωρισμένου ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, εφόσον το μεταγενέστερο σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 53 παράγραφοι 3 και 4, του άρθρου 54 παράγραφοι 1 και 2 και του άρθρου 57 παράγραφος 2.

2.  Στις διαδικασίες για παραποίηση/απομίμηση, ο δικαιούχος ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερα καταχωρισμένου εθνικού σήματος εφόσον το μεταγενέστερα καταχωρισμένο εθνικό σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο δυνάμει του άρθρου 8, του άρθρου 9 παράγραφοι 1 και 2 και του άρθρου 48 παράγραφος 3 της οδηγίας [XXX].

3.  Όταν ο δικαιούχος ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος βάσει των παραγράφων 1 ή 2, ο δικαιούχος του μεταγενέστερα καταχωρισμένου σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση αυτού του προγενέστερου ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος στις διαδικασίες για παραποίηση/απομίμηση.»·

"

17)  Στο άρθρο 15 παράγραφος 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Κατά την έννοια της παραγράφου 1, ως χρήση θεωρείται επίσης:

   α) η χρήση του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος υπό μορφή που διαφέρει ως προς στοιχεία, τα οποία όμως δεν μεταβάλλουν τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος στην καταχωρισμένη του μορφή, ανεξαρτήτως αν το σήμα στη μορφή που χρησιμοποιείται είναι επίσης καταχωρισμένο·
   β) η επίθεση του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος σε προϊόντα ή στη συσκευασία τους στην Ένωση, αποκλειστικά με προορισμό την εξαγωγή.»·

"

18)  Στο άρθρο 16 παράγραφος 1, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Εκτός αντιθέτου διατάξεως των άρθρων 17 έως 24, το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα ως αντικείμενο κυριότητας θεωρείται στο σύνολό του, και για το σύνολο του εδάφους της Ένωσης, ως εθνικό σήμα καταχωρισμένο στο κράτος μέλος στο οποίο, σύμφωνα με το μητρώο ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων (εφεξής «το μητρώο»):»·

"

19)  Στο άρθρο 17, η παράγραφος 4 απαλείφεται·

20)  Το άρθρο 18 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 18

Μεταβίβαση σήματος που έχει καταχωρισθεί επ’ ονόματι ειδικού πληρεξουσίου

1.  Αν ένα ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα έχει καταχωρισθεί επ’ ονόματι του ειδικού πληρεξουσίου ή του αντιπροσώπου εκείνου ο οποίος είναι δικαιούχος του σήματος, χωρίς την άδεια του δικαιούχου, ο δικαιούχος δικαιούται να ζητήσει την υπέρ αυτού μεταβίβαση του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, εκτός εάν ο εν λόγω ειδικός πληρεξούσιος ή αντιπρόσωπος δικαιολογήσει την πράξη του.

2.  Ο δικαιούχος μπορεί να υποβάλει αίτηση για μεταβίβαση σύμφωνα με την παράγραφο 1:

   α) στον Οργανισμό, αντί αίτησης ακυρότητας βάσει του άρθρου 53 παράγραφος 1 στοιχείο β)·
   β) σε δικαστήριο ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 95, αντί για ανταγωγή περί ακυρότητας βασιζόμενη στο άρθρο 100 παράγραφος 1.»·

"

21)  Το άρθρο 19 τροποποιείται ως εξής:

α)  η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Κατόπιν αιτήσεως ενός εκ των μερών, τα δικαιώματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή η μεταβίβαση των εν λόγω δικαιωμάτων εγγράφονται στο μητρώο και δημοσιεύονται.»·

"

β)  προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"

«3. Εγγραφή στο μητρώο που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 2 ακυρώνεται ή τροποποιείται κατόπιν αιτήσεως ενός των μερών.»·

"

22)  Στο άρθρο 20, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"

«4. Εγγραφή στο μητρώο που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 3 ακυρώνεται ή τροποποιείται κατόπιν αιτήσεως ενός των μερών.»·

"

23)  Στο άρθρο 22, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"

«6. Εγγραφή στο μητρώο που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 5 ακυρώνεται ή τροποποιείται κατόπιν αιτήσεως ενός των μερών.»·

"

24)  Στον τίτλο ΙΙ, παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:"

«ΤΜΗΜΑ 5

Εξουσιοδότηση

Άρθρο 24α

Εξουσιοδότηση

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163, οι οποίες καθορίζουν:

   α) την υποχρέωση του καταθέτη να προσκομίζει μετάφραση ή μεταγραφή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β), στη γλώσσα της αίτησης·
   β) τη διαδικασία εγγραφής μεταβίβασης στο μητρώο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 5)·
   γ) τη διαδικασία εγγραφής στο μητρώο της σύστασης ή της μεταβίβασης εμπραγμάτου δικαιώματος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2·
   δ) τη διαδικασία εγγραφής αναγκαστικής εκτέλεσης στο μητρώο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 3·
   ε) τη διαδικασία για την καταχώριση στο μητρώο της συμμετοχής σε διαδικασία αφερεγγυότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 3·
   στ) τη διαδικασία εγγραφής στο μητρώο της παραχώρησης ή της μεταβίβασης άδειας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 5·
   ζ) τη διαδικασία για την ακύρωση ή την τροποποίηση της εγγραφής στο μητρώο εμπραγμάτου δικαιώματος, αναγκαστικής εκτέλεσης ή άδειας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 3, στο άρθρο 20 παράγραφος 4 και στο άρθρο 22 παράγραφος 6, αντίστοιχα.»·

"

25)  Το άρθρο 25 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 25

Κατάθεση της αίτησης

Η αίτηση για ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα κατατίθεται στον Οργανισμό.»·

"

26)  Το άρθρο 26 τροποποιείται ως εξής:

α)  στην παράγραφο 1, το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«δ) παράσταση του σήματος που να πληροί τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 στοιχείο β).»·

"

αα)  η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Η αίτηση καταχώρισης ενωσιακού σήματος υπόκειται στην πληρωμή τέλους κατάθεσης. Το τέλος κατάθεσης περιλαμβάνει:

   α) το βασικό τέλος·
   β) τα τέλη κλάσης για τις κλάσεις πέραν της πρώτης στις οποίες ανήκουν τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες σύμφωνα με το άρθρο 28·
   γ) κατά περίπτωση, το τέλος έρευνας που αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 2.

Ο καταθέτης δίνει την εντολή πληρωμής του τέλους κατάθεσης το αργότερο την ημερομηνία κατά την οποία καταθέτει την αίτησή του.»· [Τροπολογία 31]

"

β)  η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«3. Επιπλέον των απαιτήσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, η αίτηση καταχώρισης ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος πληροί τις τυπικές προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 35α στοιχείο β). Εάν οι προϋποθέσεις αυτές προβλέπουν την ηλεκτρονική παράσταση του σήματος, ο εκτελεστικός διευθυντής του Οργανισμού μπορεί να καθορίσει τη μορφή και το μέγιστο μέγεθος ενός τέτοιου ηλεκτρονικού αρχείου.»·

"

27)  Το άρθρο 27 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 27

Ημερομηνία κατάθεσης

Ημερομηνία κατάθεσης αίτησης για ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα είναι η ημερομηνία κατά την οποία τα έγγραφα που περιέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 1 κατατίθενται στον οργανισμό από τον καταθέτη, με την επιφύλαξη της ότι η εντολή πληρωμής του τέλους αιτήσεως, για το οποίο έχει κατάθεσης θα δοθεί εντολή πληρωμής το αργότερο κατά την ημερομηνία αυτή εντός 21 ημερών από την κατάθεση των ανωτέρω εγγράφων.»· [Τροπολογία 32]

"

28)  Το άρθρο 28 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 28

Χαρακτηρισμός και ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών

1.  Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ζητείται καταχώριση ταξινομούνται σύμφωνα με το σύστημα ταξινόμησης που καθιερώθηκε με τη συμφωνία της Νίκαιας που αφορά τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957 (εφεξής «ταξινόμηση της Νίκαιας»).

2.  Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες ζητείται η προστασία του σήματος ταυτοποιούνται από τον καταθέτη με επαρκή σαφήνεια και ακρίβεια, ώστε να μπορούν οι αρμόδιες αρχές και οι οικονομικοί φορείς, αποκλειστικά σε αυτή τη βάση, να προσδιορίσουν την έκταση της επιδιωκόμενης προστασίας. Βάσει του καταλόγου των προϊόντων και των υπηρεσιών, κάθε προϊόν και κάθε υπηρεσία μπορεί να ταξινομηθεί σε μία μόνον κλάση της ταξινόμησης της Νίκαιας.

3.  Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, μπορούν να χρησιμοποιούνται οι γενικές ενδείξεις που περιλαμβάνονται στους τίτλους των κλάσεων της ταξινόμησης της Νίκαιας ή άλλοι γενικοί όροι, εφόσον ανταποκρίνονται στα απαιτούμενα πρότυπα σαφήνειας και ακρίβειας.

4.  Ο Οργανισμός απορρίπτει την αίτηση λόγω ενδείξεων ή όρων που είναι ασαφείς ή ανακριβείς, εάν ο καταθέτης δεν προτείνει αποδεκτή διατύπωση εντός προθεσμίας που ορίζεται προς τούτο από τον Οργανισμό.

5.  Η χρήση γενικών όρων, όπου συμπεριλαμβάνονται οι γενικές ενδείξεις των τίτλων των κλάσεων της ταξινόμησης της Νίκαιας, θεωρείται ότι περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που καλύπτονται σαφώς από την κυριολεκτική έννοια της ένδειξης ή του όρου. Η χρήση αυτών των όρων ή ενδείξεων δεν ερμηνεύεται ότι περιλαμβάνει απαίτηση για προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν είναι δυνατόν να είναι κατανοητά.

6.  Όταν ο καταθέτης ζητά καταχώριση για περισσότερες από μία κλάσεις, ομαδοποιεί ο ίδιος τα προϊόντα και οι τις υπηρεσίες ομαδοποιούνται ανάλογα σύμφωνα με τις κλάσεις της ταξινόμησης της Νίκαιας, κάθε δε ομάδας προηγείται ο αριθμός της κλάσης στην οποία ανήκει αυτή η ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών, και παρατίθεται παραθέτει κάθε ομάδα με τη σειρά των κλάσεων. [Τροπολογία 33]

7.  Η ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών εξυπηρετεί αποκλειστικά διοικητικούς σκοπούς. Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες δεν θεωρούνται ως παρόμοια μεταξύ τους επειδή εμφανίζονται στην ίδια κλάση στην ταξινόμηση της Νίκαιας, ούτε θεωρούνται ως διαφορετικά μεταξύ τους επειδή εμφανίζονται σε διαφορετικές κλάσεις στην ταξινόμηση της Νίκαιας.

8.  Δικαιούχοι ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση πριν από τις 22 Ιουνίου 2012 και είναι καταχωρισμένα μόνον σε σχέση με ολόκληρο τον τίτλο κλάσης της Νίκαιας, μπορούν να δηλώσουν ότι η πρόθεσή τους, κατά την ημερομηνία κατάθεσης, ήταν να επιδιώξουν την προστασία προϊόντων ή υπηρεσιών πέραν εκείνων που καλύπτονται από την κυριολεκτική έννοια του τίτλου της κλάσης αυτής, υπό την προϋπόθεση ότι τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που έχουν ούτως χαρακτηρισθεί περιλαμβάνονται στον αλφαβητικό κατάλογο για την εν λόγω κλάση της ισχύουσας, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, έκδοσης της ταξινόμησης της Νίκαιας. [Τροπολογία 34]

Η δήλωση υποβάλλεται στον Οργανισμό εντός 4 μηνών έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και αναφέρει, με σαφή, ακριβή και συγκεκριμένο τρόπο, τα προϊόντα και τις υπηρεσίες, πλην εκείνων που καλύπτονται σαφώς από την κυριολεκτική έννοια των ενδείξεων του τίτλου της κλάσης, που κάλυπτε αρχικά η πρόθεση του δικαιούχου. Ο Οργανισμός λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για την ανάλογη τροποποίηση του μητρώου. Η δυνατότητα αυτή δεν θίγει την εφαρμογή του άρθρου 15, του άρθρου 42 παράγραφος 2, του άρθρου 51 παράγραφος 1 στοιχείο α) και του άρθρου 57 παράγραφος 2. [Τροπολογία 35]

Ευρωπαϊκά Ενωσιακά σήματα για τα οποία δεν έχει υποβληθεί δήλωση εντός του χρονικού διαστήματος το οποίο αναφέρεται το δεύτερο εδάφιο θεωρείται ότι επεκτείνονται, από τη λήξη της εν λόγω περιόδου, μόνο στα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που καλύπτονται από την κυριολεκτική έννοια των ενδείξεων οι οποίες περιλαμβάνονται στον τίτλο της σχετικής κλάσης.

8α.  Οσάκις το μητρώο τροποποιείται, τα αποκλειστικά δικαιώματα που παρέχει το ενωσιακό σήμα δυνάμει του άρθρου 9, δεν απαγορεύουν σε τρίτο να εξακολουθεί να χρησιμοποιεί ένα εμπορικό σήμα σε σχέση με αγαθά ή υπηρεσίες, όταν και στο βαθμό που:

   α) η χρήση του σήματος για τα συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες άρχισε πριν από την τροποποίηση του μητρώου, και
   β) η χρήση του σήματος σε σχέση με τα συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες, δεν παραβίαζε τα δικαιώματα του δικαιούχου με βάση την κυριολεκτική έννοια της καταχώρισης των αγαθών και υπηρεσιών τότε στο μητρώο.

Επιπλέον, η τροποποίηση του καταλόγου των προϊόντων ή υπηρεσιών που καταχωρούνται στο μητρώο δεν παρέχει στον δικαιούχο του ενωσιακού σήματος το δικαίωμα να υποβάλει αίτηση ανακοπής ή αίτηση κήρυξης της ακυρότητας μεταγενέστερου σήματος, όταν και στο βαθμό που:

   α) το μεταγενέστερο σήμα ήταν είτε σε χρήση, ή είχε υποβληθεί αίτηση καταχώρισης του σήματος, για προϊόντα ή υπηρεσίες πριν από την τροποποίηση του μητρώου, και
   β) η χρήση του σήματος σε σχέση με τα εν λόγω προϊόντα ή υπηρεσίες, δεν παραβίαζε στην πράξη ή δυνητικά τα δικαιώματα του δικαιούχου με βάση την κυριολεκτική έννοια της καταχώρισης των αγαθών και υπηρεσιών τότε στο μητρώο.»· [Τροπολογία 36]

"

29)  Στο άρθρο 29 παράγραφος 5, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος:"

«Εάν είναι αναγκαίο, ο εκτελεστικός διευθυντής του Οργανισμού ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει τη δυνατότητα να διερευνήσει κατά πόσον ένα κράτος, κατά την έννοια της πρώτης περιόδου, παρέχει αυτή την αμοιβαία μεταχείριση.»· [Τροπολογία 37]

"

30)  Το άρθρο 30 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 30

Διεκδίκηση προτεραιότητας

1.  Οι διεκδικήσεις προτεραιότητας υποβάλλονται μαζί με την αίτηση καταχώρισης ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος και περιλαμβάνουν την ημερομηνία, τον αριθμό και τη χώρα της προγενέστερης αίτησης. Ο αιτών υποβάλει αντίγραφο της προηγούμενης αίτησης εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης. Εάν η προηγούμενη αίτηση είναι για ενωσιακό σήμα, ο Οργανισμός αυτεπαγγέλτως συμπεριλαμβάνει αντίγραφο της προηγούμενης αίτησης στο φάκελο. [Τροπολογία 38]

2.  Ο εκτελεστικός διευθυντής του Οργανισμού μπορεί να ορίσει ότι οι πρόσθετες πληροφορίες και τα έγγραφα τεκμηρίωσης που υποβάλλονται από τον καταθέτη προς επίρρωση της διεκδίκησης προτεραιότητας μπορεί να είναι λιγότερα από τα απαιτούμενα βάσει των κανόνων που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 35α στοιχείο δ), υπό τον όρο ότι οι απαιτούμενες πληροφορίες είναι διαθέσιμες στον Οργανισμό από άλλες πηγές.»·

"

31)  Το άρθρο 33 τροποποιείται ως εξής:

α)  στην παράγραφο 1, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος:"

«Η διεκδίκηση προτεραιότητας υποβάλλεται μαζί με την αίτηση καταχώρισης ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος.»·

"

β)  η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Ο καταθέτης που επιθυμεί να διεκδικήσει προτεραιότητα σύμφωνα με την παράγραφο 1 προσκομίζει απόδειξη της παρουσίασης των προϊόντων ή των υπηρεσιών υπό το σήμα για το οποίο έχει κατατεθεί αίτηση.»·

"

32)  Στο άρθρο 34, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«3. Η διεκδικούμενη για το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα αρχαιότητα αποσβέννυται όταν το προγενέστερο σήμα, του οποίου διεκδικείται η αρχαιότητα, κηρύσσεται άκυρο ή ο δικαιούχος του κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του. Εάν ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος κηρυχθεί έκπτωτος των δικαιωμάτων του, η αρχαιότητα αποσβέννυται με την προϋπόθεση ότι η έκπτωση από τα δικαιώματα παράγει αποτελέσματα πριν από την ημερομηνία κατάθεσης ή πριν από την ημερομηνία προτεραιότητας του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος.»·

"

33)  Στον τίτλο III, παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:"

«ΤΜΗΜΑ 5

Εξουσιοδότηση

Άρθρο 35α

Εξουσιοδότηση

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163, οι οποίες καθορίζουν:

   α) τα μέσα και τις λεπτομέρειες κατάθεσης αίτησης για ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα στον Οργανισμό σύμφωνα με το άρθρο 25·
   β) τις λεπτομέρειες όσον αφορά το τυπικό περιεχόμενο της αίτησης για ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα που αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 1, το είδος των τελών που καταβάλλονται για την αίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 2, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού των κλάσεων των προϊόντων και υπηρεσιών που καλύπτονται από τα εν λόγω τέλη, και τις τυπικές προϋποθέσεις της αίτησης που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 3· [Τροπολογία 39]
   γ) τις διαδικασίες για την εξακρίβωση της αμοιβαιότητας σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 5·
   δ) τη διαδικασία και τους κανόνες για την ενημέρωση και τεκμηρίωση για τη διεκδίκηση της προτεραιότητας προγενέστερης αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 30·
   ε) τη διαδικασία και τους κανόνες περί αποδείξεως για τη διεκδίκηση προτεραιότητας έκθεσης σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 1·
   στ) τη διαδικασία για τη διεκδίκηση της αρχαιότητας εθνικού σήματος σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 1 και το άρθρο 35 παράγραφος 1.»·

"

34)  Στο άρθρο 36 παράγραφος 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«β) η αίτηση καταχώρισης ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και τις τυπικές προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 3.»·

"

35)  Στο άρθρο 37, η παράγραφος 2 απαλείφεται·

36)  Στον τίτλο IV, το τμήμα 2 απαλείφεται·

37)  Το άρθρο 39 τροποποιείται ως εξής:

α)  η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα, η αίτηση δημοσιεύεται για τους σκοπούς του άρθρου 42, εφόσον δεν έχει απορριφθεί βάσει του άρθρου 37. Η δημοσίευση της αίτησης δεν θίγει τις πληροφορίες που έχουν ήδη καταστεί διαθέσιμες για το κοινό διαφορετικά, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό ή με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού.»·

"

β)  προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"

«3. Ο Οργανισμός διορθώνει τυχόν σφάλματα ή λάθη στη δημοσίευση της αίτησης.»·

"

38)  Το άρθρο 40 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 40

Παρατηρήσεις τρίτων

1.  Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε ομάδα ή φορέας που εκπροσωπεί κατασκευαστές, παραγωγούς, παρόχους υπηρεσιών, εμπόρους ή καταναλωτές μπορεί να υποβάλλει στον Οργανισμό γραπτές παρατηρήσεις, εξηγώντας για ποιους λόγους το σήμα δεν θα πρέπει να γίνει δεκτό προς καταχώριση, αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 7.

Οι προαναφερόμενοι δεν αποτελούν μέρη στις ενώπιον του Οργανισμού διαδικασίες.

2.  Παρατηρήσεις τρίτων υποβάλλονται πριν από τη λήξη της προθεσμίας ανακοπής ή, στην περίπτωση που έχει κατατεθεί αίτηση ανακοπής κατά του σήματος, πριν από την τελική απόφαση σχετικά με την ανακοπή.

3.  Η υποβολή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν θίγει το δικαίωμα του Οργανισμού να αρχίσει εκ νέου την εξέταση των απόλυτων λόγων με ιδία πρωτοβουλία οποτεδήποτε πριν από την καταχώριση, κατά περίπτωση.

4.  Οι παρατηρήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 κοινοποιούνται στον καταθέτη, ο οποίος μπορεί να τις σχολιάσει.»·

"

39)  Στο άρθρο 41, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«3. Η ανακοπή ασκείται γραπτώς και να είναι αιτιολογημένη. Θεωρείται ασκηθείσα μόνο μετά την καταβολή του τέλους ανακοπής.

4.  Εντός προθεσμίας που τάσσει ο Οργανισμός, ο ανακόπτων δύναται να επικαλεστεί πραγματικά περιστατικά, να προσκομίσει αποδείξεις και να διατυπώσει επιχειρήματα προς επίρρωση της υποθέσεώς του.»·

"

40)  Στο Το άρθρο 42 παράγραφος 2 πρώτη περίοδος, η φράση «κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγήθηκαν της ημερομηνίας δημοσίευσης» αντικαθίσταται από τη φράση «κατά τη διάρκεια της περιόδου των πέντε ετών πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή από την ημερομηνία προτεραιότητας»· το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Μετά από αίτηση του καταθέτη, ο ανακόπτων δικαιούχος προγενέστερου ενωσιακού σήματος οφείλει να αποδείξει ότι, κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγήθηκαν της ημερομηνίας κατάθεσης ή της ημερομηνίας προτεραιότητας της αίτησης του ενωσιακού σήματος, είχε γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου ενωσιακού σήματος στην Ένωση για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία καταχωρίσθηκε και τα οποία επικαλείται προς αιτιολόγηση της ανακοπής ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση, εφόσον, κατά την ημερομηνία αυτή, το προγενέστερο ενωσιακό σήμα ήταν από πενταετίας τουλάχιστον καταχωρισμένο. Αν δεν αποδειχθούν τα ανωτέρω, η ανακοπή απορρίπτεται. Αν το προγενέστερο ενωσιακό σήμα χρησιμοποιήθηκε για μέρος μόνο των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίσθηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της ανακοπής, θεωρείται καταχωρισμένο μόνο για το μέρος αυτό των προϊόντων ή υπηρεσιών.»· [Τροπολογία 40]

"

41)  Το άρθρο 44 τροποποιείται ως εξής:

α)  στην παράγραφο 2, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«β) προτού χορηγηθεί η ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 27 από τον Οργανισμό και κατά τη διάρκεια της προθεσμίας ανακοπής που προβλέπεται στο άρθρο 41 παράγραφος 1.»·

"

β)  η παράγραφος 3 απαλείφεται·

42)  Το άρθρο 45 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 45

Καταχώριση

1.  Όταν μια αίτηση πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και εφόσον δεν έχει ασκηθεί ανακοπή εντός της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 41 παράγραφος 1 ή όταν η ανακοπή έχει απορριφθεί με οριστική απόφαση, το σήμα καταχωρίζεται ως ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα. Η καταχώριση δημοσιεύεται.

2.  Ο Οργανισμός εκδίδει πιστοποιητικό καταχώρισης. Το πιστοποιητικό μπορεί να εκδίδεται με ηλεκτρονικά μέσα.

3.  Ο δικαιούχος καταχωρισμένου ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει σε σχέση με τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που καλύπτονται από την καταχώριση ένα σύμβολο ακριβώς δίπλα στο σήμα που βεβαιώνει ότι το σήμα έχει καταχωριστεί στην Ένωση μόνον εφόσον η καταχώριση εξακολουθεί να ισχύει. Η ακριβής μορφή του συμβόλου αυτού αποφασίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή του Οργανισμού.

4.  Το σύμβολο καταχωρισμένου σήματος δεν χρησιμοποιείται από κανένα άλλο πρόσωπο πλην του δικαιούχου του σήματος, ούτε χωρίς τη συγκατάθεση του δικαιούχου. Ο δικαιούχος του σήματος δεν χρησιμοποιεί το σύμβολο σήματος πριν από την καταχώριση του σήματος ή μετά την έκπτωση, ακύρωση, λήξη της ισχύος του σήματος ή παραίτηση από το σήμα.»·

"

43)  Στον τίτλο IV, παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:"

«ΤΜΗΜΑ 7

Εξουσιοδότηση

Άρθρο 45α

Εξουσιοδότηση

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163, οι οποίες καθορίζουν:

   α) τη διαδικασία για την εξέταση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις για τη χορήγηση ημερομηνίας κατάθεσης που αναφέρονται στο άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο α), καθώς και με τις τυπικές προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 3 και τη διαδικασία επαλήθευσης της πληρωμής των τελών της κλάσης που αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο γ)·
   β) τη διαδικασία για την εξέταση των απόλυτων λόγων απαραδέκτου που αναφέρονται στο άρθρο 37·
   γ) τα λεπτομερή στοιχεία που περιλαμβάνονται στη δημοσίευση της αίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 39 παράγραφος 1·
   δ) τη διαδικασία για τη διόρθωση λαθών και σφαλμάτων σε δημοσιεύσεις αιτήσεων ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος που αναφέρονται στο άρθρο 39 παράγραφος 3·
   ε) τη διαδικασία για την υποβολή παρατηρήσεων από τρίτους που αναφέρονται στο άρθρο 40·
   στ) τις λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδικασία άσκησης και εξέτασης της ανακοπής που αναφέρονται στα άρθρα 41 και 42·
   ζ) τις διαδικασίες που διέπουν την τροποποίηση της αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 43 (2) και τη διαίρεση της αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 44·
   η) τα στοιχεία που πρέπει να καταγράφονται στο μητρώο κατά την καταχώριση ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος και τις λεπτομέρειες της δημοσίευσης της καταχώρισης που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1, το περιεχόμενο και τις λεπτομέρειες έκδοσης του πιστοποιητικού καταχώρισης που αναφέρονται στο άρθρο 45 παράγραφος 2.»·

"

43α)  Στο άρθρο 47, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"

«1α. Το τέλος που καταβάλλεται για την ανανέωση ενωσιακού σήματος περιλαμβάνει:

   α) ένα βασικό τέλος·
   β) τα τέλη κλάσης για τις κλάσεις πέραν της πρώτης για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση ανανέωσης· και
   γ) κατά περίπτωση, το πρόσθετο τέλος για εκπρόθεσμη πληρωμή του τέλους ανανέωσης ή εκπρόθεσμη υποβολή αίτησης ανανέωσης σύμφωνα με την παράγραφο 3»· [Τροπολογία 41]

"

44)  Στο άρθρο 49, η παράγραφος 3 απαλείφεται·

45)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"

«Άρθρο 49α

Εξουσιοδότηση

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163, οι οποίες καθορίζουν:

   α) τις διαδικαστικές λεπτομέρειες διαδικασίες για την ανανέωση του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος δυνάμει του άρθρου 47, μεταξύ των οποίων το είδος των τελών που πρέπει να καταβληθούν· [Τροπολογία 42]
   β) τη διαδικασία για την τροποποίηση της καταχώρισης ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος που προβλέπεται στο άρθρο 48 παράγραφος 2·
   γ) τη διαδικασία που διέπει τη διαίρεση καταχώρισης ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος που προβλέπεται στο άρθρο 49.»·

"

46)  Στο άρθρο 50, οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Η παραίτηση δηλώνεται γραπτώς στον Οργανισμό από τον δικαιούχο του σήματος. Παράγει αποτελέσματα μόνο μετά την καταχώρισή της στο μητρώο. Η ισχύς της παραίτησης από ένα ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα, η οποία δηλώνεται στον Οργανισμό μετά την υποβολή αίτησης για κήρυξη της έκπτωσης του δικαιούχου ή για κήρυξη της ακυρότητας του εν λόγω σήματος σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 1, εξαρτάται από την οριστική απόρριψη ή την απόσυρση της αίτησης για έκπτωση ή για κήρυξη ακυρότητας. [Τροπολογία 43]

3.  Η παραίτηση καταχωρίζεται μόνον εφόσον συναινεί ο δικαιούχος δικαιώματος που έχει εγγραφεί στο μητρώο. Αν έχει καταχωρισθεί άδεια χρήσης του σήματος, η παραίτηση εγγράφεται στο μητρώο μόνον εάν ο δικαιούχος του σήματος αποδείξει ότι έχει γνωστοποιήσει στον δικαιοδόχο την πρόθεσή του να παραιτηθεί· η εγγραφή πραγματοποιείται μετά την πάροδο της προθεσμίας που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 57α στοιχείο α) τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατά την οποία ο δικαιούχος του σήματος έχει αποδείξει στον Οργανισμό ότι έχει γνωστοποιήσει στον δικαιοδόχο την πρόθεσή του να παραιτηθεί.»· [Τροπολογία 44]

"

47)  Στο άρθρο 53 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:"

«Οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) πληρούνται κατά την ημερομηνία κατάθεσης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος.»·

"

48)  Στο άρθρο 54 οι παράγραφοι 1 και 2, οι λέξεις «ούτε να αντιταχθεί στη χρήση του μεταγενέστερου σήματος» απαλείφονται· αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Ο δικαιούχος ενωσιακού σήματος, ο οποίος επί πέντε συνεχή έτη γνώριζε αλλά ανέχθηκε τη χρήση μεταγενέστερου ενωσιακού σήματος στην Ένωση, δεν δικαιούται πλέον να ζητήσει την ακυρότητα […] του μεταγενέστερου σήματος βάσει του προγενέστερου σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες εχρησιμοποιείτο το μεταγενέστερο σήμα, εκτός αν η καταχώριση του μεταγενέστερου ενωσιακού σήματος έγινε με κακή πίστη.

2.  Ο δικαιούχος προγενέστερου εθνικού σήματος που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2, ή άλλου προγενέστερου σημείου που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 4, ο οποίος επί πέντε συνεχή έτη γνώριζε και ανέχθηκε τη χρήση μεταγενέστερου ενωσιακού σήματος στο κράτος μέλος όπου προστατεύεται το εν λόγω προγενέστερο σήμα ή το άλλο προγενέστερο σημείο, δεν δικαιούται πλέον να ζητήσει την ακυρότητα […] του μεταγενέστερου σήματος βάσει του προγενέστερου σήματος ή του άλλου προγενέστερου σημείου για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες εχρησιμοποιείτο το μεταγενέστερο σήμα, εκτός αν η κατάθεση του μεταγενέστερου ενωσιακού σήματος έγινε με κακή πίστη.»· [Τροπολογία 45]

"

49)  Το άρθρο 56 τροποποιείται ως εξής:

α)  στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), η φράση «σύμφωνα με το δίκαιο του συγκεκριμένου κράτους μέλους» αντικαθίσταται από τη φράση «σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο ή το δίκαιο του συγκεκριμένου κράτους μέλους»·

β)  η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«3. Η αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας είναι απαράδεκτη αν αίτηση με το αυτό αντικείμενο, για την αυτή αιτία, και μεταξύ των αυτών διαδίκων, έχει κριθεί και έχει εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας, είτε από τον Οργανισμό είτε από δικαστήριο ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 95, και η απόφαση του Οργανισμού ή του εν λόγω δικαστηρίου επί της συγκεκριμένης αίτησης έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου.»·

"

50)  Στο άρθρο 57, η παράγραφος 2 δεύτερη περίοδος, η φράση «κατά την ημερομηνία δημοσίευσης» αντικαθίσταται από τη φράση «κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή κατά την ημερομηνία προτεραιότητας στην αίτηση καταχώρισης ευρωπαϊκού σήματος»· το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Μετά από αίτηση του δικαιούχου του ενωσιακού σήματος, ο δικαιούχος προγενέστερου ενωσιακού σήματος, διάδικος σε διαδικασία ακυρότητας, οφείλει να αποδείξει ότι, κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγούνται της ημερομηνίας της αίτησης ακυρότητας, είχε γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου ενωσιακού σήματος στην Ένωση για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία είχε καταχωρισθεί, και τα οποία επικαλείται προς αιτιολόγηση της αίτησής του, ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση, εφόσον κατά την ημερομηνία αυτή το προγενέστερο ενωσιακό σήμα ήταν από πενταετίας τουλάχιστον καταχωρισμένο. Εξάλλου, εάν το προγενέστερο ενωσιακό σήμα ήταν, τουλάχιστον από πενταετίας, καταχωρισμένο κατά την ημερομηνία κατάθεσης ή την ημερομηνία προτεραιότητας της αίτησης ενωσιακού σήματος, ο δικαιούχος του προγενέστερου ενωσιακού σήματος πρέπει επίσης να αποδείξει ότι οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 42 παράγραφος 2 επληρούντο κατά την ημερομηνία αυτή. Αν δεν αποδειχθούν τα ανωτέρω, η αίτηση ακυρότητας απορρίπτεται. Αν το προγενέστερο ενωσιακό σήμα χρησιμοποιήθηκε για μέρος μόνο των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίσθηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της αίτησης ακυρότητας, θεωρείται καταχωρισμένο μόνο γι’ αυτό το μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών.»· [Τροπολογία 46]

"

51)  Στον τίτλο VI, παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:"

«ΤΜΗΜΑ 6

Εξουσιοδότηση

Άρθρο 57α

Εξουσιοδότηση

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163, οι οποίες καθορίζουν:

   α) τη διαδικασία που διέπει την παραίτηση από ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα που προβλέπεται στο άρθρο 50, συμπεριλαμβανομένης της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου· [Τροπολογία 47]
   β) τις διαδικασίες που διέπουν την έκπτωση και την ακυρότητα ενός ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, όπως αναφέρονται στο άρθρο 56 και στο άρθρο 57.»·

"

52)  Το άρθρο 58 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Μπορεί να ασκηθεί προσφυγή κατά των αποφάσεων οποιουδήποτε φορέα λήψης αποφάσεων του Οργανισμού που αναφέρονται στο άρθρο 130 στοιχεία α) έως δ). Τόσο η προθεσμία άσκησης προσφυγής που προβλέπεται στο άρθρο 60 όσο και η κατάθεση της προσφυγής έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα.»·

"

53)  Το άρθρο 62 απαλείφεται.

54)  Το άρθρο 64 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«3. Οι αποφάσεις των τμημάτων προσφυγών αρχίζουν να ισχύουν από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 65 παράγραφος 5 ή, αν έχει ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου εντός της προθεσμίας αυτής, από την ημερομηνία απορρίψεώς της ή τυχόν προσφυγής που έχει ασκηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου κατά της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου.»·

"

55)  Το άρθρο 65 τροποποιείται ως εξής:

α)  η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Είναι δυνατή η άσκηση προσφυγών ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου κατά αποφάσεων του τμήματος προσφυγών.»·

"

β)  η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«3. Το Γενικό Δικαστήριο είναι αρμόδιο για την ακύρωση ή την τροποποίηση της προσβαλλόμενης απόφασης.»·

"

γ)  οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"

«5. Η προσφυγή ασκείται ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης του τμήματος προσφυγών.

6.  Ο Οργανισμός λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου ή, σε περίπτωση έφεσης κατά της αποφάσεως αυτής, του Δικαστηρίου.»·

"

56)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"

«Άρθρο 65α

Εξουσιοδότηση

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163, οι οποίες καθορίζουν:

   α) το τυπικό περιεχόμενο του δικογράφου της προσφυγής που αναφέρεται στο άρθρο 60 και τη διαδικασία για την άσκηση και την εξέταση μιας προσφυγής· [Τροπολογία 48]
   β) το τυπικό περιεχόμενο και τη μορφή των αποφάσεων του τμήματος προσφυγών που αναφέρονται στο άρθρο 64· [Τροπολογία 49]
   γ) την επιστροφή των τελών προσφυγής που αναφέρονται στο άρθρο 60.»·

"

57)  Ο τίτλος VIII αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΕΝΩΣΙΑΚΑ ΣΥΛΛΟΓΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΣΗΜΑΤΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ»·

"

58)  Μεταξύ του τίτλου του τίτλου VIII και του άρθρου 66 παρεμβάλλεται η ακόλουθη επικεφαλίδα:"

«ΤΜΗΜΑ 1

Ευρωπαϊκά Ενωσιακά συλλογικά σήματα»·

"

59)  Στο άρθρο 66, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«3. Οι τίτλοι Ι έως VII και IX έως XIV εφαρμόζονται στα ευρωπαϊκά ενωσιακά συλλογικά σήματα στο βαθμό που στο τμήμα αυτό δεν προβλέπεται άλλως.»·

"

60)  Στο άρθρο 67, η παράγραφος 1, η φράση «εντός της ταχθείσας προθεσμίας» αντικαθίστανται από τη φράση «εντός της ταχθείσας προθεσμίας σύμφωνα με το άρθρο 74α»· αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Ο υποβάλλων αίτηση για ενωσιακό συλλογικό σήμα, υποβάλλει κανονισμό χρήσης του σήματος εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης.»· [Τροπολογία 50]

"

61)  Το άρθρο 69 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 69

Παρατηρήσεις τρίτων

Όταν υποβάλλονται στον Οργανισμό γραπτές παρατηρήσεις επί ευρωπαϊκού ενωσιακού συλλογικού σήματος σύμφωνα με το άρθρο 40, οι παρατηρήσεις αυτές μπορεί επίσης να βασίζονται στους ιδιαίτερους λόγους για τους οποίους απορρίπτεται η αίτηση για ευρωπαϊκό ενωσιακό συλλογικό σήμα σύμφωνα με το άρθρο 68.»·

"

61α)  Το άρθρο 71 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«3. Σύμφωνα με το άρθρο 69 μπορούν επίσης να υποβάλλονται γραπτές παρατηρήσεις όσον αφορά τον τροποποιημένο κανονισμό χρήσης.»· [Τροπολογία 51]

"

62)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"

«Άρθρο 74α

Εξουσιοδότηση

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163 διευκρινίζοντας την προθεσμία που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1 για την υποβολή του κανονισμού το τυπικό περιεχόμενο των κανονισμών χρήσης του ευρωπαϊκού ενωσιακού συλλογικού σήματος στον Οργανισμό και το περιεχόμενο του εν λόγω κανονισμού, όπως ορίζεται στο άρθρο 67 παράγραφος 2.»· [Τροπολογία 52]

"

63)  Στον τίτλο VIII, προστίθεται το ακόλουθο τμήμα:"

«ΤΜΗΜΑ 2

Ευρωπαϊκά σήματα πιστοποίησης

Άρθρο 74β

Ευρωπαϊκά σήματα πιστοποίησης

1.  Ευρωπαϊκό σήμα πιστοποίησης είναι το ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα που περιγράφεται κατ’ αυτόν τον τρόπο κατά την κατάθεση και είναι ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που πιστοποιούνται από τον δικαιούχο του σήματος όσον αφορά τη γεωγραφική προέλευση, το υλικό, τον τρόπο παρασκευής των προϊόντων ή παροχής των υπηρεσιών, την ποιότητα, την ακρίβεια ή άλλα χαρακτηριστικά, από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που δεν πιστοποιούνται κατά τον τρόπο αυτόν.

2.  Κάθε νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών, αρχών και φορέων δημοσίου δικαίου, μπορεί να υποβάλει αίτηση για ευρωπαϊκά σήματα πιστοποίησης υπό την προϋπόθεση ότι:

   α) το νομικό πρόσωπο δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα που περιλαμβάνει την παράδοση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών που πιστοποιούνται·
   β) το νομικό πρόσωπο είναι ικανό να πιστοποιήσει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες πρόκειται να καταχωρισθεί το σήμα.

3.  Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο γ), τα σημεία ή οι ενδείξεις που μπορούν να χρησιμεύσουν, στο εμπόριο, για δήλωση της γεωγραφικής προέλευσης των προϊόντων ή των υπηρεσιών δύνανται να αποτελέσουν ευρωπαϊκά σήματα πιστοποίησης κατά την έννοια της παραγράφου 1. Το σήμα πιστοποίησης δεν επιτρέπει στον δικαιούχο να απαγορεύει σε τρίτους την εμπορική χρήση τέτοιων σημείων ή ενδείξεων, εφόσον οι τρίτοι τα χρησιμοποιούν σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο. Ένα σήμα πιστοποίησης δεν μπορεί να αντιταχθεί έναντι τρίτου ο οποίος επιτρέπεται να χρησιμοποιεί γεωγραφική ονομασία.

4.  Οι τίτλοι Ι έως VII και IX έως XIV εφαρμόζονται στα ευρωπαϊκά σήματα πιστοποίησης στο βαθμό που στο τμήμα αυτό δεν προβλέπεται άλλως.

"

Άρθρο 74γ

Κανονισμοί που διέπουν τη χρήση του σήματος

1.  Ο υποβάλλων αίτηση για ευρωπαϊκό σήμα πιστοποίησης πρέπει να υποβάλει υποβάλλει κανονισμό χρήσης του σήματος πιστοποίησης εντός της ταχθείσας προθεσμίας σύμφωνα με άρθρο 74ια δύο μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης. [Τροπολογία 53]

2.  Ο κανονισμός χρήσης αναφέρει τα πρόσωπα που επιτρέπεται να χρησιμοποιούν το σήμα, τα χαρακτηριστικά που πρέπει να πιστοποιεί το σήμα, τον τρόπο με τον οποίο ο οργανισμός πιστοποίησης πρόκειται να εξετάσει τα χαρακτηριστικά αυτά και να εποπτεύσει τη χρήση του σήματος, καθώς και τις προϋποθέσεις χρήσης του σήματος, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κυρώσεων.

Άρθρο 74δ

Απόρριψη της αίτησης

1.  Εκτός από τους λόγους απόρριψης αίτησης καταχώρισης ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος που προβλέπονται στα άρθρα 36 και 37, η αίτηση καταχώρισης ευρωπαϊκού σήματος πιστοποίησης απορρίπτεται όταν δεν ικανοποιούνται οι όροι των άρθρων 74β και 74γ, ή όταν ο κανονισμός χρήσης αντιβαίνει στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη.

2.  Η αίτηση για ευρωπαϊκό σήμα πιστοποίησης απορρίπτεται επίσης εάν υπάρχει κίνδυνος παραπλάνησης του κοινού όσον αφορά τον χαρακτήρα ή τη σημασία του σήματος, ιδίως εάν το σήμα μπορεί να εκληφθεί ως κάτι άλλο και όχι ως σήμα πιστοποίησης.

3.  Η αίτηση δεν απορρίπτεται, αν ο καταθέτης, μετά από τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2.

Άρθρο 74ε

Παρατηρήσεις τρίτων

Όταν υποβάλλονται στον Οργανισμό γραπτές παρατηρήσεις επί ευρωπαϊκού σήματος πιστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 40, οι παρατηρήσεις αυτές μπορεί επίσης να βασίζονται στους ιδιαίτερους λόγους για τους οποίους απορρίπτεται η αίτηση για ευρωπαϊκό σήμα πιστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 74δ.

Άρθρο 74στ

Τροποποίηση του κανονισμού χρήσης του σήματος

1.  Ο δικαιούχος ευρωπαϊκού σήματος πιστοποίησης υποβάλλει στον Οργανισμό κάθε τροποποιημένο κανονισμό χρήσης.

2.  Η τροποποίηση δεν σημειώνεται στο μητρώο εάν ο τροποποιημένος κανονισμός χρήσης δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 74γ ή συντρέχει ένας από τους λόγους απαραδέκτου του άρθρου 74δ.

3.  Σύμφωνα με το άρθρο 74ε εφαρμόζεται στον μπορούν επίσης να υποβάλλονται γραπτές παρατηρήσεις όσον αφορά τον τροποποιημένο κανονισμό χρήσης. [Τροπολογία 54]

4.  Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η τροποποίηση του κανονισμού χρήσης αρχίζει να ισχύει μόνον από την ημερομηνία που καταχωρίσθηκε η μνεία της τροποποίησης στο μητρώο.

Άρθρο 74ζ

Μεταβίβαση

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 17 παράγραφος 1, ευρωπαϊκό σήμα πιστοποίησης μπορεί να μεταβιβάζεται μόνο σε νομικό πρόσωπο που πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 74β παράγραφος 2.

Άρθρο 74η

Πρόσωπα που δύνανται να ασκήσουν αγωγή για παραποίηση/απομίμηση

1.  Μόνο ο δικαιούχος ευρωπαϊκού σήματος πιστοποίησης ή πρόσωπο ρητά εξουσιοδοτημένο από αυτόν προς τον σκοπό αυτό έχει δικαίωμα άσκησης αγωγής για παραποίηση/απομίμηση.

2.  Ο δικαιούχος ευρωπαϊκού σήματος πιστοποίησης δύναται να αξιώνει, για λογαριασμό των προσώπων που νομιμοποιούνται να χρησιμοποιούν το σήμα, αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν τα πρόσωπα αυτά λόγω της χρήσης του σήματος χωρίς σχετική άδεια.

Άρθρο 74θ

Λόγοι έκπτωσης

Εκτός από τους λόγους έκπτωσης που προβλέπονται στο άρθρο 51, ο δικαιούχος ευρωπαϊκού σήματος πιστοποίησης κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του μετά από αίτηση που υποβάλλεται στον Οργανισμό ή κατόπιν ανταγωγής που ασκείται στα πλαίσια αγωγής για παραποίηση/απομίμηση, εφόσον συντρέχει μια από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)  ο δικαιούχος δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις του άρθρου 74β παράγραφος 2·

β)  ο δικαιούχος δεν λαμβάνει εύλογα μέτρα για να αποτρέψει χρήση του σήματος κατά τρόπο που δεν συμβιβάζεται με τους όρους χρήσης που προβλέπονται στον κανονισμό χρήσης, του οποίου τροποποιήσεις έχουν, ενδεχομένως, σημειωθεί στο μητρώο·

γ)  ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποίησε το σήμα ο δικαιούχος είχε ως συνέπεια τη δυνατότητα παραπλάνησης του κοινού κατά την έννοια του άρθρου 74δ παράγραφος 2·

δ)  η τροποποίηση του κανονισμού χρήσης του σήματος σημειώθηκε στο μητρώο κατά παράβαση του άρθρου 74στ παράγραφος 2, εκτός εάν ο δικαιούχος του σήματος, μετά από νέα τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του εν λόγω άρθρου.

Άρθρο 74ι

Λόγοι ακυρότητας

Εκτός από τους λόγους ακυρότητας που προβλέπονται στα άρθρα 52 και 53, ένα ευρωπαϊκό σήμα πιστοποίησης που έχει καταχωριστεί κατά παράβαση του άρθρου 74δ κηρύσσεται άκυρο μετά από αίτηση που υποβάλλεται στον Οργανισμό ή κατόπιν ανταγωγής που ασκείται στα πλαίσια αγωγής για παραποίηση/απομίμηση, εκτός αν ο δικαιούχος του σήματος, μετά από τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου 74δ.

Άρθρο 74ια

Εξουσιοδότηση

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163 διευκρινίζοντας την προθεσμία που αναφέρεται στο άρθρο 74γ παράγραφος 1 για την υποβολή του κανονισμού το τυπικό περιεχόμενο των κανονισμών χρήσης του ευρωπαϊκού σήματος πιστοποίησης στον Οργανισμό και το περιεχόμενο του εν λόγω κανονισμού, όπως ορίζεται στο άρθρο 74γ παράγραφος 2.»· [Τροπολογία 55]

(64)  Το άρθρο 75 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 75

Μορφή αποφάσεων και ανακοινώσεων του Οργανισμού

1.  Οι αποφάσεις του Οργανισμού αιτιολογούνται. Στηρίζονται μόνο στους λόγους ή στα αποδεικτικά στοιχεία επί των οποίων οι διάδικοι είχαν τη δυνατότητα να λάβουν θέση.

2.  Κάθε απόφαση, ανακοίνωση ή επίδοση του Οργανισμού αναφέρει το τμήμα ή την υπηρεσία του Οργανισμού καθώς και το όνομα ή τα ονόματα του αρμόδιου υπαλλήλου ή των αρμοδίων υπαλλήλων. Υπογράφονται από τον αρμόδιο υπάλληλο ή τους αρμόδιους υπαλλήλους ή, αντί για υπογραφή, φέρουν τον τύπο ή επίθεση της σφραγίδας του Οργανισμού. Ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να ορίσει ότι άλλα μέσα αναγνώρισης του τμήματος ή της υπηρεσίας του Οργανισμού και το όνομα του αρμόδιου υπαλλήλου ή των υπαλλήλων ή άλλο μέσο αναγνώρισης πλην της σφραγίδας μπορούν να χρησιμοποιηθούν όταν αποφάσεις, ανακοινώσεις ή ειδοποιήσεις από τον Οργανισμό διαβιβάζονται με τηλεομοιοτυπία ή με οποιοδήποτε άλλο τεχνικό μέσο επικοινωνίας.»·

"

65)  Στο άρθρο 76 παράγραφος 1, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος:"

«Σε διαδικασίες ακυρότητας σύμφωνα με το άρθρο 52, ο Οργανισμός περιορίζει την εξέτασή του στους λόγους και τα επιχειρήματα που προβάλλουν τα μέρη.»·

"

66)  Στο άρθρο 78 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"

«5. Ο εκτελεστικός διευθυντής του Οργανισμού καθορίζει τα ποσά των εξόδων που οφείλονται, συμπεριλαμβανομένων των προκαταβολών, σχετικά με το κόστος της αποδεικτικής διαδικασίας που αναφέρεται στο άρθρο 93α στοιχείο β.»·

"

67)  Το άρθρο 79 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 79

Κοινοποίηση

1.  Ο Οργανισμός κοινοποιεί αυτεπάγγελτα σε κάθε ενδιαφερόμενο όλες τις αποφάσεις και κλητεύσεις για εμφάνιση ενώπιόν του, καθώς και τις γνωστοποιήσεις που αποτελούν αφετηρία προθεσμιών ή των οποίων η κοινοποίηση προβλέπεται από άλλες διατάξεις του παρόντος κανονισμού ή από κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, ή διατάσσεται από τον εκτελεστικό διευθυντή του Οργανισμού.

2.  Ο εκτελεστικός διευθυντής δύναται να καθορίζει ποια έγγραφα πλην των αποφάσεων των οποίων η έκδοση αποτελεί αφετηρία προθεσμίας για προσφυγή και των κλητεύσεων επιδίδονται με συστημένη επιστολή και απόδειξη παραλαβής.

3.  Η κοινοποίηση μπορεί να γίνει με ηλεκτρονικά μέσα και οι λεπτομέρειες καθορίζονται από τον εκτελεστικό διευθυντή.

4.  Όταν η κοινοποίηση γίνεται με δημοσίευση, ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει τη διαδικασία δημοσίευσης καθώς και την ημερομηνία έναρξης της προθεσμίας του ενός μηνός μετά την παρέλευση της οποίας το έγγραφο θεωρείται ότι έχει κοινοποιηθεί.»·

"

68)  Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:"

«Άρθρο 79α

Διαπίστωση της απώλειας δικαιωμάτων

Όταν ο Οργανισμός κρίνει ότι η απώλεια των δικαιωμάτων προκύπτει από τον παρόντα κανονισμό ή από κατ 'εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, χωρίς να έχει ληφθεί απόφαση, ενημερώνει σχετικά τον ενδιαφερόμενο σύμφωνα με το άρθρο 79. Το πρόσωπο αυτό δύναται να ζητήσει την έκδοση απόφασης επί του θέματος. Ο Οργανισμός εκδίδει σχετική απόφαση όταν διαφωνεί με τον καταθέτη· σε διαφορετική περίπτωση, ο Οργανισμός τροποποιεί τα πορίσματά του και ενημερώνει το πρόσωπο που έχει ζητήσει την απόφαση.

Άρθρο 79β

Ανακοινώσεις προς τον Οργανισμό

Οι ανακοινώσεις προς τον Οργανισμό μπορούν να πραγματοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα. Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει την έκταση και τις τεχνικές προϋποθέσεις υποβολής των εν λόγω ανακοινώσεων σε ηλεκτρονική μορφή.

Άρθρο 79γ

Προθεσμίες

1.  Οι προθεσμίες υπολογίζονται σε πλήρη έτη, μήνες, εβδομάδες ή ημέρες. Ο υπολογισμός και η διάρκεια των προθεσμιών υπόκεινται στους κανόνες που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 93α στοιχείο στ) αρχίζει από την επομένη της ημέρας κατά την οποία συνέβη το σχετικό γεγονός. [Τροπολογία 56]

2.  Ο εκτελεστικός διευθυντής του Οργανισμού καθορίζει πριν από την έναρξη κάθε ημερολογιακού έτους οι ημέρες κατά τις οποίες ο Οργανισμός δεν παραλαμβάνει έγγραφα ή δεν παραδίδονται οι κανονικές ταχυδρομικές αποστολές στην περιοχή στην οποία ο Οργανισμός είναι εγκατεστημένος.

3.  Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει τη διάρκεια της περιόδου διακοπής σε περίπτωση γενικής διακοπής της παράδοσης ταχυδρομείου στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένος ο Οργανισμός ή σε περίπτωση πραγματικής διακοπής της σύνδεσης του Οργανισμού με αποδεκτά ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας.

4.  Αν έκτακτες περιστάσεις, όπως θεομηνίες ή απεργία, διακόψουν ή διαταράξουν την ομαλή επικοινωνία μεταξύ των μερών που συμμετέχουν στη διαδικασία και του Οργανισμού ή το αντίστροφο, ο εκτελεστικός διευθυντής του Οργανισμού δύναται να αποφανθεί ότι, για τα μέρη που συμμετέχουν στη διαδικασία και των οποίων ο τόπος κατοικίας ή η καταστατική έδρα βρίσκεται στο εν λόγω κράτος ή τα οποία έχουν ορίσει αντιπροσώπους που έχουν την επαγγελματική τους εγκατάσταση στο κράτος αυτό, παρατείνονται όλες οι προθεσμίες που θα είχαν ειδάλλως λήξει κατά την ημερομηνία έναρξης των έκτακτων αυτών περιστάσεων ή μετά από αυτήν, για μεταγενέστερη ημερομηνία την οποία καθορίζει ο ίδιος. Κατά τον καθορισμό της εν λόγω ημερομηνίας, αξιολογεί πότε λήγουν οι έκτακτες περιστάσεις. Εάν οι ανωτέρω περιστάσεις επηρεάζουν την έδρα του Οργανισμού, η απόφαση αυτή του εκτελεστικού διευθυντή διευκρινίζει ότι ισχύει για όλα τα μέρη που συμμετέχουν στη διαδικασία.

Άρθρο 79δ

Διόρθωση σφαλμάτων και πρόδηλων παραλείψεων

Ο Οργανισμός διορθώνει τα γλωσσικά ή ορθογραφικά σφάλματα και προφανείς παραλείψεις στις αποφάσεις του Οργανισμού ή τεχνικά σφάλματα που οφείλονται στον Οργανισμό κατά την καταχώριση του σήματος ή κατά τη δημοσίευση της καταχώρισης. Ο Οργανισμός τηρεί αρχείο των διορθώσεων αυτών.»· [Τροπολογία 57]

"

69)  Το άρθρο 80 τροποποιείται ως εξής:

α)  στην παράγραφο 1 πρώτη περίοδος, η φράση «απόφαση που περιέχει πρόδηλο διαδικαστικό σφάλμα» η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από τη φράση «απόφαση που περιέχει πρόδηλο σφάλμα»· το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Σε περίπτωση που ο Οργανισμός πραγματοποιήσει μια εγγραφή στο μητρώο ή λάβει απόφαση που περιέχει πρόδηλο […] σφάλμα, αποδιδόμενο στον Οργανισμό, ο τελευταίος αυτός προβαίνει στην ακύρωση της εν λόγω εγγραφής ή στην ανάκληση της εν λόγω απόφασης. Σε περίπτωση που στη διαδικασία υπάρχει μόνον ένας διάδικος και η εγγραφή ή η πράξη θίγει τα δικαιώματά του, η ακύρωση της εγγραφής ή η ανάκληση της απόφασης, αποφασίζεται ακόμη κι αν το σφάλμα δεν ήταν πρόδηλο για τον διάδικο.»· [Τροπολογία 58]

"

β)  στην παράγραφο 2, η δεύτερη περίοδος η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Η ακύρωση της εγγραφής ή η ανάκληση της απόφασης που προβλέπονται από την παράγραφο 1 αποφασίζεται αυτεπαγγέλτως ή κατ’ αίτηση ενός των διαδίκων από το τμήμα που έκανε την εγγραφή ή έλαβε την απόφαση. Η ακύρωση της εγγραφής στο μητρώο ή η ανάκληση της απόφασης πραγματοποιείται εντός ενός έτους από την ημερομηνία εγγραφής στο μητρώο ή λήψης της απόφαση αυτής, κατόπιν διαβουλεύσεως με τους διαδίκους και κατόχους δικαιωμάτων επί του εν λόγω ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος που έχουν εγγραφεί στο μητρώο. Ο Οργανισμός τηρεί αρχείο κάθε τέτοιας ακύρωσης ή ανάκλησης.»· [Τροπολογία 59]

"

γ)  η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«3. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τη δυνατότητα των διαδίκων να ασκήσουν προσφυγή κατ’ εφαρμογή των άρθρων 58 και 65, ούτε τη δυνατότητα να διορθώνουν τα σφάλματα και πρόδηλες παραλείψεις βάσει του άρθρου 79δ. Όταν έχει ασκηθεί έφεση κατά απόφασης του Οργανισμού που περιέχει σφάλμα, η διαδικασία άσκησης έφεσης καθίσταται άνευ αντικειμένου μετά την ανάκληση από τον Οργανισμό της απόφασής του, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.»·

"

70)  Το άρθρο 82 τροποποιείται ως εξής:

α)  η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στις προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 29 παράγραφος 1, το άρθρο 33 παράγραφος 1, το άρθρο 36 παράγραφος 2, το άρθρο 41 παράγραφοι 1 και 3, το άρθρο 47 παράγραφος 3, το άρθρο 60, το άρθρο 65 παράγραφος 5, το άρθρο 81, το άρθρο 112, ή στις προθεσμίες που καθορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή τη προθεσμία για διεκδίκηση αρχαιότητας σύμφωνα με το άρθρο 34, αφού έχει υποβληθεί η αίτηση.»·

"

β)  η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«4. Στην περίπτωση που ο Οργανισμός κάνει δεκτή την αίτηση, η μη τήρηση της προθεσμίας θεωρείται ότι δεν παρήγαγε συνέπειες. Εάν ληφθεί απόφαση μεταξύ της λήξης της μη τηρηθείσας προθεσμίας και της αίτησης συνέχισης της διαδικασίας, το τμήμα που είναι αρμόδιο να αποφασίσει για τη μη διενεργηθείσα πράξη επανεξετάζει την απόφαση και, όταν ολοκληρωθεί επαρκώς η μη διενεργηθείσα πράξη, λαμβάνει διαφορετική απόφαση. Εάν η αρχική απόφαση δεν πρέπει να μεταβληθεί, επιβεβαιώνεται γραπτώς.»·

"

71)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"

«Άρθρο 82α

Διακοπή της διαδικασίας

1.  Όταν διακοπεί ή επαναληφθεί Η διαδικασία, ο Οργανισμός συμμορφώνεται με τις λεπτομέρειες εφαρμογής που καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 93α στοιχείο θ). ενώπιον του Οργανισμού διακόπτεται:

   α) σε περίπτωση θανάτου ή απώλειας της δικαιοπρακτικής ικανότητας είτε του καταθέτη είτε του δικαιούχου ενωσιακού σήματος, είτε του προσώπου που είναι ικανό σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία να ενεργεί για λογαριασμό του. Πάντως, εάν τα γεγονότα αυτά δεν επηρεάζουν την εξουσιοδότηση του αντιπροσώπου που διορίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 93, η διαδικασία διακόπτεται μόνο μετά από αίτηση του εν λόγω αντιπροσώπου·
   β) σε περίπτωση που ο καταθέτης ή ο δικαιούχος ενωσιακού σήματος κωλύεται νομικά, λόγω αγωγής κατά της περιουσίας του, να συνεχίσει τη διαδικασία ενώπιον του Οργανισμού·
   γ) σε περίπτωση θανάτου ή απώλειας της δικαιοπρακτικής ικανότητας του αντιπροσώπου ενός καταθέτη ή δικαιούχου ενωσιακού σήματος, ή όταν κωλύεται νομικά, λόγω αγωγής κατά της περιουσίας του, να συνεχίσει τη διαδικασία ενώπιον του Οργανισμού.

2.  Αν, στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 στοιχεία α) και β), ο Οργανισμός έχει ενημερωθεί για την ταυτότητα του προσώπου που δικαιούται να συνεχίσει τη διαδικασία ενώπιον του Οργανισμού, ενημερώνει το πρόσωπο αυτό και, ενδεχομένως, όλους τους ενδιαφερόμενους τρίτους ότι η διαδικασία θα επαναληφθεί από την ημερομηνία που καθορίζει ο Οργανισμός.

3.  Στην περίπτωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), η διαδικασία επαναλαμβάνεται όταν ο Οργανισμός ειδοποιηθεί για το διορισμό νέου αντιπροσώπου του καταθέτη ή όταν ο Οργανισμός ανακοινώσει στους λοιπούς διαδίκους το διορισμό του νέου αντιπροσώπου του δικαιούχου του ενωσιακού σήματος. Εάν, εντός προθεσμίας τριών μηνών από την έναρξη της διακοπής της διαδικασίας, ο Οργανισμός δεν ενημερωθεί για το διορισμό νέου αντιπροσώπου, ενημερώνει τον καταθέτη ή τον δικαιούχο του ενωσιακού σήματος:

   α) στις περιπτώσεις εφαρμογής του άρθρου 92 παράγραφος 2, ότι η αίτηση για ενωσιακό σήμα θα θεωρηθεί ανακληθείσα, αν η γνωστοποίηση δεν υποβληθεί εντός δύο μηνών από την εν λόγω κοινοποίηση· ή
   β) στις περιπτώσεις μη εφαρμογής του άρθρου 92 παράγραφος 2, ότι η διαδικασία θα επαναληφθεί με τον καταθέτη ή το δικαιούχο του ενωσιακού σήματος από την ημερομηνία της εν λόγω κοινοποίησης.

4.  Οι προθεσμίες, εκτός από την προθεσμία καταβολής των τελών ανανέωσης, που ισχύουν έναντι του καταθέτη ή του δικαιούχου του ενωσιακού σήματος κατά την ημέρα διακοπής της διαδικασίας, αρχίζουν να υπολογίζονται εκ νέου από την ημερομηνία επανάληψης της διαδικασίας.»· [Τροπολογία 60]

"

72)  Το άρθρο 83 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 83

Αναφορά στις γενικές αρχές

Οσάκις δεν υπάρχει δικονομική διάταξη στον παρόντα κανονισμό ή σε κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ο Οργανισμός λαμβάνει υπόψη τις γενικά αποδεκτές στα κράτη μέλη αρχές δικονομίας.»·

"

73)  Στο Το άρθρο 85 παράγραφος 1, οι λέξεις «υπό τους όρους που προβλέπει ο εκτελεστικός κανονισμός» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Υπό τους όρους που καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 93α ι). αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Ο ηττηθείς διάδικος σε διαδικασία ανακοπής, έκπτωσης, ακυρότητας ή προσφυγής βαρύνεται με τα τέλη στα οποία έχει υποβληθεί ο άλλος διάδικος, καθώς, και με την επιφύλαξη του άρθρου 119 παράγραφος 6, με όλα τα απαραίτητα δικαστικά έξοδα που πραγματοποίησε ο άλλος διάδικος, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων μετακίνησης και παραμονής, καθώς και της αμοιβής ενός ειδικού πληρεξουσίου, συμβούλου ή δικηγόρου, εντός των ορίων των τελών που έχουν καθοριστεί για κάθε κατηγορία εξόδων.»· [Τροπολογία 61]

"

74)  Στο άρθρο 86 παράγραφος 2, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια και μόνη αρχή που είναι υπεύθυνη για την εξακρίβωση της γνησιότητας της απόφασης και ανακοινώνει τα στοιχεία επικοινωνίας της στον Υπηρεσία, το Δικαστήριο και την Επιτροπή. Ο εκτελεστήριος τύπος περιάπτεται από την εν λόγω αρχή, χωρίς κανένα άλλο έλεγχο πέραν της επαλήθευσης της γνησιότητας της απόφασης.»·

"

75)  Το άρθρο 87 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 87

Μητρώο ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων

1.  Ο Οργανισμός τηρεί μητρώο, όπου σημειώνονται όλα τα στοιχεία των οποίων η καταχώριση ή ενσωμάτωση προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό ή από κατ’εξουσιοδότηση πράξη που έχει εκδοθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Ο Οργανισμός τηρεί το μητρώο ενήμερο των ενωσιακών σημάτων και το ενημερώνει. [Τροπολογία 62]

2.  Το μητρώο είναι διαθέσιμα για δημόσια επιθεώρηση. Το εν λόγω μητρώο μπορεί να τηρείται με ηλεκτρονικά μέσα.

3.  Ο Οργανισμός τηρεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων που περιέχει τα στοιχεία των αιτήσεων καταχώρισης των ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων και τις εγγραφές στο μητρώο. Το περιεχόμενο αυτής της βάσης δεδομένων είναι διαθέσιμο στο κοινό. Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει τους όρους πρόσβασης στη βάση δεδομένων και τον τρόπο με τον οποίο το περιεχόμενο της εν λόγω βάσης δεδομένων μπορεί να διατίθεται σε μορφή αναγνώσιμη από μηχάνημα, καθώς και τα ποσά των αντίστοιχων επιβαρύνσεων.»·

"

76)  Το άρθρο 88 τροποποιείται ως εξής:

α)  ο τίτλος «Δημόσια έρευνα» αντικαθίσταται από τον τίτλο «Έλεγχος και φύλαξη φακέλων»·

β)  η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«4. Όταν οι φάκελοι είναι διαθέσιμοι προς επιθεώρηση κατ’εφαρμογή των παραγράφων 2 ή 3, ορισμένα έγγραφα των φακέλων δύνανται να εξαιρεθούν από την επιθεώρηση. Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει τα μέσα επιθεώρησης.

5.  Ο Οργανισμός τηρεί τα αρχεία κάθε διαδικασίας σχετικά με αίτηση καταχώρισης ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος ή καταχώριση ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος. Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει με ποιον τρόπο τηρούνται οι φάκελοι. Όταν οι φάκελοι τηρούνται σε ηλεκτρονική μορφή, τα πρωτότυπα έγγραφα που αποτελούν τη βάση για τους εν λόγω ηλεκτρονικούς φακέλους παύουν να φυλάσσονται αφού παρέλθει συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μετά την παραλαβή τους από τον Οργανισμό, το οποίο καθορίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή.»·

"

77)  Το άρθρο 89 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 89

Περιοδικές δημοσιεύσεις

1.  Ο Οργανισμός δημοσιεύει περιοδικά:

   α) Ένα Δελτίο ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων, το οποίο περιλαμβάνει τις εγγραφές στο μητρώο, καθώς και όλα τα άλλα στοιχεία των οποίων η δημοσίευση προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό ή με κατ’εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού· [Τροπολογία 63]
   β) Επίσημη εφημερίδα, η οποία περιλαμβάνει τις κοινοποιήσεις και πληροφορίες γενικής φύσεως που προέρχονται από τον εκτελεστικό διευθυντή του Οργανισμού, όπως επίσης και κάθε άλλη πληροφορία σχετική με τον παρόντα κανονισμό ή την εφαρμογή του.

Οι δημοσιεύσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) μπορεί να γίνονται με ηλεκτρονικά μέσα.

2.  Το ευρωπαϊκό ενωσιακό δελτίο σημάτων δημοσιεύεται κατά τρόπο και με συχνότητα που καθορίζονται από τον εκτελεστικό διευθυντή.

3.  Ο εκτελεστικός διευθυντής δύναται να ορίσει ότι ορισμένα στοιχεία δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης.»·

"

78)  Το άρθρο 92 τροποποιείται ως εξής:

α)  η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 δεύτερη περίοδος, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν έχουν κατοικία, ή έδρα ή πραγματική και ενεργό βιομηχανική ή εμπορική εγκατάσταση στην Ένωση εκπροσωπούνται ενώπιον του Οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 1, σε κάθε διαδικασία που θεσπίζει ο παρών κανονισμός, εκτός από την κατάθεση αίτησης για ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αναφέρονται στο εν λόγω εδάφιο δεν χρειάζεται να εκπροσωπούνται ενώπιον του Οργανισμού στις περιπτώσεις που προβλέπονται σύμφωνα με το άρθρο 93α (ιστ).»· [Τροπολογία 64]

"

β)  η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«4. Όταν πληρούνται οι όροι που καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 93α (ιστ), ορίζεται κοινός πληρεξούσιος.»· [Τροπολογία 65]

"

79)  Το άρθρο 93 τροποποιείται ως εξής:

α)  η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Η εκπροσώπηση των φυσικών και νομικών προσώπων ενώπιον του Οργανισμού αναλαμβάνεται μόνον:

   α) από δικηγόρο ο οποίος έχει λάβει άδεια ασκήσεως του επαγγέλματός του σε ένα από τα κράτη μέλη και είναι εγκατεστημένος εντός της Κοινότητας εφόσον, στο μέτρο που δικαιούται, στο συγκεκριμένο κράτος, να ενεργεί ως πληρεξούσιος σε θέματα σημάτων·
   β) από επαγγελματικούς αντιπροσώπους οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στον πίνακα που τηρεί, γι' αυτόν το σκοπό, ο Οργανισμός.

Οι αντιπρόσωποι που παρίστανται ενώπιον του Οργανισμού, καταθέτουν, κατόπιν σχετικού αιτήματος, στον Οργανισμό υπογεγραμμένο πληρεξούσιο το οποίο προστίθεται στον φάκελο.»·

"

β)  η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«4. Ο εκτελεστικός διευθυντής του Οργανισμού δύναται να χορηγήσει απαλλαγή από:

   α) την παράγραφο 2 στοιχείο γ) δεύτερη φράση, αν ο καταθέτης αποδείξει ότι έχει αποκτήσει το απαιτούμενο προσόν με άλλο τρόπο·
   β) τις απαιτήσεις της παραγράφου 2α σε περίπτωση επαγγελματιών με υψηλά προσόντα, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι απαιτήσεις των παραγράφων 2β) και 2γ).»·

"

γ)  η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«5. Οι προϋποθέσεις για τη διαγραφή ενός προσώπου από τον κατάλογο των επαγγελματικών αντιπροσώπων καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 93α (ιστ).»· [Τροπολογία 66]

"

80)  Στον τίτλο IX, παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:"

«ΤΜΗΜΑ 5

Ανάθεση εξουσιών

Άρθρο 93α

Εξουσιοδότηση

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163, οι οποίες καθορίζουν:

   α) τις απαιτήσεις όσον αφορά τη μορφή των αποφάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 75·
   β) τις λεπτομέρειες της προφορικής διαδικασίας και των αποδεικτικών μέσων που αναφέρονται στα άρθρα 77 και 78·
   γ) τις λεπτομέρειες της κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 79·
   δ) τη διαδικασία για την διαπίστωση απώλειας δικαιωμάτων που αναφέρεται στο άρθρο 79α·
   ε) τους κανόνες για τα μέσα ανακοινώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών μέσων ανακοινώσεων του άρθρου 79β, που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν από τους διαδίκους ενώπιον του Οργανισμού και τα έντυπα που διατίθενται από τον Οργανισμό·
   στ) τους κανόνες που διέπουν τον υπολογισμό και τη διάρκεια των προθεσμιών που αναφέρονται στο άρθρο 79γ παράγραφος 1·
   ζ) τη διαδικασία για τη διόρθωση των γλωσσικών ή ορθογραφικών σφαλμάτων και των πρόδηλων παραλείψεων στις αποφάσεις του Οργανισμού και των τεχνικών σφαλμάτων που οφείλονται στον Οργανισμό κατά την καταχώρηση του εμπορικού σήματος ή κατά τη δημοσίευση της καταχώρισης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 79δ·
   η) τη διαδικασία για ανάκληση απόφασης ή για ακύρωση εγγραφής στο μητρώο κατά το άρθρο 80, παράγραφος 1)·
   θ) τις λεπτομέρειες της διακοπής και επανάληψης της διαδικασίας ενώπιον του Οργανισμού, όπως αναφέρεται στο άρθρο 82α·
   ι) τις διαδικασίες για την κατανομή και τον προσδιορισμό των εξόδων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 85 παράγραφος 1· [Τροπολογία 67]
   ια) τα στοιχεία που αναφέρονται θα καταγραφούν στο μητρώο όπως αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 1· [Τροπολογία 68]
   ιβ) τη διαδικασία για τον έλεγχο των φακέλων που προβλέπεται στο άρθρο 88, συμπεριλαμβανομένων των τμημάτων του φακέλου που εξαιρούνται από τον έλεγχο, και των λεπτομερειών που αφορούν την τήρηση των αρχείων του Οργανισμού όπως προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 5)· [Τροπολογία 69]
   ιγ) τις λεπτομέρειες της δημοσίευσης των στοιχείων και των εγγραφών που αναφέρονται στο άρθρο 89 παράγραφος 1 στοιχείο α) στο Δελτίο Ευρωπαϊκών Ενωσιακών Εμπορικών Σημάτων, καθώς και το είδος των πληροφοριών, και τις γλώσσες στις οποίες πρέπει να δημοσιεύονται τα εν λόγω στοιχεία και εγγραφές·
   ιδ) τη συχνότητα, τη μορφή και τις γλώσσες στις οποίες πρέπει να γίνονται οι εκδόσεις της Επίσημης Εφημερίδας του Οργανισμού που αναφέρεται στο άρθρο 89 παράγραφος 1 στοιχείο β)·
   ιε) τις λεπτομέρειες της ανταλλαγής πληροφοριών και των ανακοινώσεων μεταξύ του Οργανισμού και των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και του ελέγχου των φακέλων από ή μέσω δικαστηρίων ή αρχών των κρατών μελών δυνάμει του άρθρου 90·
   ιστ) τις παρεκκλίσεις από την υποχρέωση εκπροσώπησης ενώπιον του Οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 2, τους όρους υπό τους οποίους διορίζεται κοινός αντιπρόσωπος σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 4, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι υπάλληλοι που αναφέρονται στο άρθρο 92 παράγραφος 3 και οι εγκεκριμένοι πληρεξούσιοι που αναφέρονται στο άρθρο 93 παράγραφος 1 πρέπει να υποβάλουν στον Οργανισμό υπογεγραμμένη άδεια προκειμένου να είναι σε θέση να αναλάβουν την εκπροσώπηση, το περιεχόμενο της εν λόγω άδειας, και τις προϋποθέσεις διαγραφής προσώπου από τον κατάλογο των εγκεκριμένων πληρεξουσίων που αναφέρεται στο άρθρο 93 παράγραφος 5.»· [Τροπολογία 70]

"

81)  Στον τίτλο Χ, ο τίτλος του τμήματος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Εφαρμογή των κανόνων της Ένωσης σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»·

"

82)  Το άρθρο 94 τροποποιείται ως εξής:

α)  Ο τίτλος αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:"

«Εφαρμογή των κανόνων της Ένωσης σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»·

"

β)  στην παράγραφο 1, οι λέξεις «οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οι κανόνες της Ένωσης για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις». η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Εφόσον δεν ορίζεται άλλως στον παρόντα κανονισμό, στις διαδικασίες που αφορούν τα ενωσιακά σήματα και τις αιτήσεις ενωσιακού σήματος καθώς και στις δίκες που αφορούν τις ταυτόχρονες ή διαδοχικές αγωγές που ασκούνται με βάση ενωσιακά και εθνικά σήματα, εφαρμόζονται οι κανόνες της Ένωσης για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις.»· [Τροπολογία 71]

"

γ)  προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"

«3. Οι αναφορές του παρόντος κανονισμού στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001 περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, που υπεγράφη στις 19 Οκτωβρίου 2005.»·

"

83)  Στο άρθρο 96 στοιχείο γ), οι λέξεις «άρθρο 9, παράγραφος 3, δεύτερη φράση» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 9β παράγραφος 2»·

84)  Στο άρθρο 99, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«3. Στις αναφερόμενες στο άρθρο 96 στοιχεία α) και γ) αγωγές, η ένσταση της έκπτωσης ή της ακυρότητας του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος που προβάλλεται με άλλο τρόπο πλην της ανταγωγής, είναι παραδεκτή μόνο στο βαθμό που ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι ο δικαιούχος του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος θα μπορούσε να εκπέσει των δικαιωμάτων του λόγω ανεπαρκούς χρήσης κατά το χρόνο της άσκησης της προσφυγής επί παραβάσει.»·

"

85)  Το άρθρο 100 τροποποιείται ως εξής:

α)  η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«4. Το δικαστήριο ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων ενώπιον του οποίου έχει ασκηθεί ανταγωγή έκπτωσης ή ακυρότητας ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, δεν προχωρεί στην εξέταση της ανταγωγής έως ότου το ενδιαφερόμενο μέρος ή το δικαστήριο ενημερώσουν τον Οργανισμό περί της ημερομηνίας άσκησης της ανταγωγής. Ο Οργανισμός σημειώνει το γεγονός αυτό στο μητρώο. Εάν αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας του Ευρωπαϊκού Ενωσιακού Σήματος εκκρεμεί ενώπιον του Οργανισμού, το δικαστήριο ενημερώνεται σχετικά από τον Οργανισμό και αναστέλλει τη διαδικασία μέχρι την τελική απόφαση για την αίτηση ή την απόσυρση της αίτησης.»·

"

β)  η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«6. Όταν απόφαση δικαστηρίου ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων επί ανταγωγής έκπτωσης ή ακυρότητας ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου, αντίγραφό της διαβιβάζεται χωρίς καθυστέρηση στον Οργανισμό, είτε από το δικαστήριο είτε από οιονδήποτε από τους διαδίκους στην εθνική διαδικασία. Ο Οργανισμός ή οιοσδήποτε άλλος ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει πληροφορίες για τη διαβίβαση αυτή. Ο Οργανισμός καταχωρίζει μνεία της απόφασης στο μητρώο και λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με το διατακτικό της.»·

"

86)  Στο άρθρο 102, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Το δικαστήριο ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων μπορεί επίσης να εφαρμόζει μέτρα ή διαταγές δυνάμει του εφαρμοστέου δικαίου που κρίνει κατάλληλα υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης.»·

"

87)  Το άρθρο 108 απαλείφεται.

88)  Στο Το άρθρο 113, παράγραφος 3, η φράση «καθώς και τις τυπικές προϋποθέσεις που προβλέπονται στον εκτελεστικό κανονισμό» αντικαθίσταται από τη φράση «καθώς και τις τυπικές προϋποθέσεις που προβλέπονται σύμφωνα με το άρθρο 114α» το ακόλουθο κείμενο:"

«3. Ο Οργανισμός ελέγχει αν η μετατροπή που ζητείται πληροί τις προϋποθέσεις του παρόντος κανονισμού και ιδίως του άρθρου 112 παράγραφοι 1, 2, 4, 5 και 6, και της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, καθώς και τις τυπικές προϋποθέσεις που προβλέπονται σύμφωνα με το άρθρο 114α. Αν πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές, ο Οργανισμός διαβιβάζει την αίτηση μετατροπής στις κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών που αναφέρονται σε αυτήν.»· [Τροπολογία 72]

"

89)  Στο Το άρθρο 114 παράγραφος 2, η φράση «εκτελεστικός κανονισμός» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.»· αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Η αίτηση ή το ενωσιακό σήμα, που διαβιβάζεται σύμφωνα με το άρθρο 113, δεν μπορεί να υπόκειται, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και όσον αφορά τον τύπο, σε προϋποθέσεις διαφορετικές από εκείνες ή επιπλέον εκείνων που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό ή σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού.»· [Τροπολογία 73]

"

90)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"

«Άρθρο 114α

Εξουσιοδότηση

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 163, οι οποίες προσδιορίζουν τις τυπικές προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληροί η αίτηση για μετατροπή ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, τις λεπτομέρειες της εξέτασής της, καθώς και τις λεπτομέρειες που αφορούν την δημοσίευσή της.»·

"

91)  Στο άρθρο 116, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, ο Οργανισμός μπορεί να χρησιμοποιήσει αποσπασμένους εθνικούς εμπειρογνώμονες ή άλλο προσωπικό που δεν απασχολείται από τον Οργανισμό. Το διοικητικό συμβούλιο εκδίδει απόφαση για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την απόσπαση στον Οργανισμό εθνικών εμπειρογνωμόνων.»·

"

92)  Στο Το άρθρο 117, οι λέξεις «στο Γραφείο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στον Οργανισμό και στο προσωπικό του»· αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Το πρωτόκολλο περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζεται στον Οργανισμό και στο προσωπικό του.»· [Τροπολογία 74]

"

93)  Το άρθρο 119 τροποποιείται ως εξής:

α)  Στην παράγραφο 6 δεύτερο εδάφιο, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Η μετάφραση υποβάλλεται εντός της προθεσμίας που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 144α στοιχείο β).»·

"

β)  προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"

«8. Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει τον τρόπο επικύρωσης της μετάφρασης.»·

"

94)  Στο Το άρθρο 120 παράγραφος 1, η φράση «τον εκτελεστικό κανονισμό» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.»· αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Η αίτηση ενωσιακού σήματος, όπως περιγράφεται στο άρθρο 26 παράγραφος 1 και όλες οι άλλες πληροφορίες η δημοσίευση των οποίων απαιτείται από τον παρόντα κανονισμό ή από κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που έχει εκδοθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού, δημοσιεύονται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»· [Τροπολογία 75]

"

95)  Το άρθρο 122 απαλείφεται.

96)  Το άρθρο 123 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 123

Διαφάνεια

1.  Στα έγγραφα που τηρούνται από τον Οργανισμό εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*.

2.  Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

3.  Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τον Οργανισμό κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο καταγγελίας στον Διαμεσολαβητή ή προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 228 και 263 της Συνθήκης, αντιστοίχως.

4.  Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον Οργανισμό υπόκειται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (**).

–––––––––––––––––––––

* Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43).

** Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).»·

"

97)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"

«Άρθρο 123α

Κανόνες ασφαλείας για την προστασία διαβαθμισμένων και ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών

Ο Οργανισμός εφαρμόζει τις αρχές ασφαλείας που περιλαμβάνονται στους κανόνες ασφάλειας της Επιτροπής σχετικά με την προστασία των Διαβαθμισμένων Πληροφοριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUCI) και ευαίσθητων, μη διαβαθμισμένων πληροφοριών, που καθορίζονται στο παράρτημα της απόφασης 2001/844/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ, της Επιτροπής*. Η εφαρμογή των αρχών ασφαλείας καλύπτει, μεταξύ άλλων, τις διατάξεις περί ανταλλαγής, επεξεργασίας και αποθήκευσης τέτοιων πληροφοριών.

–––––––––––––––––––––––

* Απόφαση 2001/844/ΕΚ,ΕΚΑΧ,Ευρατόμ της Επιτροπής, της 29ης Νοεμβρίου 2001, για την τροποποίηση του εσωτερικού κανονισμού της (ΕΕ L 317 της 3.12.2001, σ. 1).»·

"

98)  Στον τίτλο ΧΙΙ, παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:"

«ΤΜΗΜΑ 1α

Καθήκοντα του οργανισμού και συνεργασία για την προαγωγή της σύγκλισης

Άρθρο 123β

Καθήκοντα του Οργανισμού

1.  Ο Οργανισμός αναλαμβάνει τα ακόλουθα καθήκοντα:

   α) διαχείριση και προώθηση του συστήματος ευρωπαϊκών ενωσιακών εμπορικών σημάτων που θεσπίζεται στον παρόντα κανονισμό·
   β) διαχείριση και προώθηση του συστήματος ευρωπαϊκών σχεδίων και υποδειγμάτων που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 6/2002 του Συμβουλίου*·
   γ) την προώθηση της σύγκλισης των πρακτικών και εργαλείων στους τομείς των σημάτων, σχεδίων και υποδειγμάτων σε συνεργασία με τις κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένου του γραφείου πνευματικής ιδιοκτησίας του Benelux·
   δ) τα καθήκοντα που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 386/2012/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου**·
   δα) τα καθήκοντα που του ανατίθενται βάσει της οδηγίας 2012/28/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου***. [Τροπολογία 76]

2.  Ο Οργανισμός συνεργάζεται με θεσμικά όργανα, αρχές, φορείς, γραφεία βιομηχανικής ιδιοκτησίας, διεθνείς και μη κυβερνητικές οργανώσεις σε σχέση με τα καθήκοντα που καθορίζονται στην παράγραφο 1.

3.  Ο Οργανισμός μπορεί να παρέχει εθελοντικές υπηρεσίες διαμεσολάβησης και διαιτησίας για την παροχή βοηθείας σε μέρη με στόχο την επίτευξη φιλικού διακανονισμού. [Τροπολογία 77]

Άρθρο 123γ

Συνεργασία για την προώθηση της σύγκλισης πρακτικών και εργαλείων

1.  Ο Οργανισμός και τα κεντρικά γραφεία βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, καθώς και του γραφείου πνευματικής ιδιοκτησίας του Benelux συνεργάζονται μεταξύ τους για την προώθηση της σύγκλισης των πρακτικών και εργαλείων στον τομέα των σημάτων, σχεδίων και υποδειγμάτων.

Η εν λόγω συνεργασία καλύπτει, μεταξύ άλλων, τους εξής τομείς δραστηριοτήτων: [Τροπολογία 78]

   α) ανάπτυξη κοινών προτύπων εξέτασης·
   β) δημιουργία κοινών ή συνδεδεμένων βάσεων δεδομένων και διαδικτυακών πυλών για πανενωσιακή διαβούλευση, διερεύνηση και ταξινόμηση·
   γ) συνεχής παροχή και ανταλλαγή δεδομένων και πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένης της τροφοδότησης των βάσεων δεδομένων και των πυλών που αναφέρονται στο στοιχείο β)·
   δ) θέσπιση κοινών προτύπων και πρακτικών, με σκοπό την εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας μεταξύ διαδικασιών και συστημάτων σε ολόκληρη την Ένωση και ενίσχυση της συνοχής, της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητάς τους·
   ε) ανταλλαγή πληροφοριών για τα δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας και τις διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβαίας υποστήριξης στις υπηρεσίες τεχνικής υποστήριξης και τα κέντρα πληροφόρησης·
   στ) ανταλλαγή τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης και βοήθεια σε σχέση με τους τομείς που καθορίζονται στα σημεία α) έως ε).

2.  Ο Οργανισμός ορίζει, καταρτίζει και συντονίζει κοινά σχέδια ενωσιακού ενδιαφέροντος που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την Ένωση και τα κράτη μέλη όσον αφορά τους τομείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Ο ορισμός των σχεδίων περιλαμβάνει καθορίζει τις ιδιαίτερες υποχρεώσεις και αρμοδιότητες κάθε συμμετέχοντος γραφείου βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών και του γραφείου πνευματικής ιδιοκτησίας του Benelux. Σε κάθε φάση των κοινών σχεδίων, ο Οργανισμός διαβουλεύεται με εκπροσώπους των χρηστών. [Τροπολογία 79]

3.  Τα γραφεία βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, καθώς και το γραφείο πνευματικής ιδιοκτησίας του Benelux, συμμετέχουν αποτελεσματικά στα κοινά σχέδια που αναφέρονται στην παράγραφο 2, με στόχο να εξασφαλιστεί η ανάπτυξη, η λειτουργία, η διαλειτουργικότητα, και η επικαιροποίησή τους.

Ωστόσο, εάν τα σχέδια αυτά έχουν ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη μέσων τα οποία, κατά την άποψη κράτους μέλους που διατυπώνεται με τεκμηριωμένη απόφαση, είναι ισότιμα με ήδη υφιστάμενα στο οικείο κράτος μέλος μέσα, η συμμετοχή στο σχέδιο συνεργασίας δεν καθιστά υποχρεωτική την εφαρμογή του αποτελέσματος στο εν λόγω κράτος μέλος. [Τροπολογία 80]

4.  Ο Οργανισμός παρέχει οικονομική στήριξη στα κοινά σχέδια ενωσιακού ενδιαφέροντος που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την Ένωση και τα κράτη μέλη που αναφέρονται στην παράγραφο 2 εφόσον αυτό απαιτείται για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική συμμετοχή των γραφείων βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, και του γραφείου πνευματικής ιδιοκτησίας του Benelux σε σχέδια κατά την έννοια της παραγράφου 3. Η οικονομική στήριξη μπορεί να λάβει τη μορφή επιχορήγησης. Το συνολικό ποσό της χρηματοδότησης δεν υπερβαίνει το 10% 20% του ετήσιου εισοδήματος του Οργανισμού και καλύπτει το ελάχιστο ποσό για κάθε κράτος μέλος, για σκοπούς που συνδέονται στενά με τη συμμετοχή σε κοινά σχέδια. Οι δικαιούχοι των επιχορηγήσεων είναι τα γραφεία βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών και το γραφείο πνευματικής ιδιοκτησίας του Benelux. Οι επιχορηγήσεις είναι δυνατόν να δοθούν χωρίς πρόσκληση υποβολής προτάσεων σύμφωνα με τους δημοσιονομικούς κανόνες που ισχύουν για τον Οργανισμό και με βάση τις αρχές των διαδικασιών περί επιχορηγήσεων που περιλαμβάνει ο δημοσιονομικός κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου**** και ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής*****. [Τροπολογία 81]

––––––––––––––––––––––

* Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 6/2002 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2001, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (ΕΕ L 3 της 5.1.2002, σ. 1).

** Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 386/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Απριλίου 2012, σχετικά με την ανάθεση στο Γραφείο Εναρμόνισης στο Πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) καθηκόντων συναφών με την επιβολή της εφαρμογής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, συμπεριλαμβανομένης της σύγκλησης Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για την Παραβίαση των Δικαιωμάτων Διανοητικής Ιδιοκτησίας, με εκπροσώπους του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα (ΕΕ L 129 της 16.5.2012, σ. 1).

*** Οδηγία 2012/28/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με ορισμένες επιτρεπόμενες χρήσεις ορφανών έργων (EE L 299 της 27.10.2012, σ. 5)

**** Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

***** Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής, της 29ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (ΕΕ L 362 της 31.12.2012, σ. 1).»·

"

99)  Στον τίτλο ΧΙΙ, τα τμήματα 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"

«ΤΜΗΜΑ 2

Διοικητικό συμβούλιο

Άρθρο 124

Αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου

1.  Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην επιτροπή προϋπολογισμού στο τμήμα 5, το διοικητικό συμβούλιο έχει τις κατωτέρω καθοριζόμενες αρμοδιότητες:

   α) με βάση το σχέδιο που υποβάλλεται από τον εκτελεστικό διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο γ), το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του Οργανισμού για το επόμενο έτος, αφού λάβει υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής, και διαβιβάζει το εγκεκριμένο ετήσιο πρόγραμμα εργασίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή·
   β) με βάση το σχέδιο που υποβάλλεται από τον εκτελεστικό διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο δ), και λαμβανομένης υπόψη της γνώμης της Επιτροπής, το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει πολυετές στρατηγικό πρόγραμμα του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένης της στρατηγικής του Οργανισμού για τη διεθνή συνεργασία, μετά την ανταλλαγή απόψεων μεταξύ του εκτελεστικού διευθυντή και της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και διαβιβάζει το εγκεκριμένο πολυετές στρατηγικό πρόγραμμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή·
   γ) με βάση το σχέδιο που υποβάλλεται από τον εκτελεστικό διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο στ), το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει την ετήσια έκθεση και διαβιβάζει την εγκεκριμένη ετήσια έκθεση στο Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο·
   δ) με βάση το σχέδιο που υποβάλλεται από τον εκτελεστικό διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο ζ), το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει το πολυετές πρόγραμμα πολιτικής προσωπικού·
   ε) το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει κανόνες για την αποφυγή και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων στον Οργανισμό·
   στ) σύμφωνα με την παράγραφο 2, το διοικητικό συμβούλιο ασκεί, όσον αφορά το προσωπικό του Οργανισμού, τις αρμοδιότητες που ανατίθενται από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, και από το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων προσλήψεως αρχή («αρμοδιότητες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής»)· [Τροπολογία 83]
   ζ) το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει κατάλληλους εκτελεστικούς κανόνες του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης·
   η) το διοικητικό συμβούλιο διορίζει και μπορεί να απαλλάσσει από τα καθήκοντά τους στον Οργανισμό τον εκτελεστικό διευθυντή και τον αναπληρωτή εκτελεστικό διευθυντή ή τους αναπληρωτές εκτελεστικούς διευθυντές, σύμφωνα με το άρθρο 129, και διορίζει τον πρόεδρο των τμημάτων προσφυγών, τους προέδρους και τα μέλη κάθε τμήματος προσφυγών, σύμφωνα με το άρθρο 136·
   θ) το διοικητικό συμβούλιο διασφαλίζει κατάλληλη συνέχεια στα πορίσματα και τις συστάσεις που απορρέουν από τις εκθέσεις εσωτερικού ή εξωτερικού λογιστικού ελέγχου και τις αξιολογήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 165α, καθώς και από έρευνες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF)·
   θα) το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει και επεξεργάζεται κοινά σχέδια που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την Ένωση και τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 123γ· [Τροπολογία 82]
   ι) ζητείται η γνώμη του διοικητικού συμβουλίου πριν από την έκδοση των κατευθυντήριων γραμμών που αφορούν την εξέταση από τον Οργανισμό, καθώς και στις άλλες περιπτώσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό·
   ια) το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να διατυπώνει γνώμες και αιτήματα για πληροφορίες, που απευθύνονται στον εκτελεστικό διευθυντή και την Επιτροπή, εφόσον κρίνει ότι είναι αναγκαίο.

2.  Το διοικητικό συμβούλιο εκδίδει, σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και το άρθρο 142 του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, απόφαση βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 1 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του άρθρου 6 του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, με την οποία αναθέτει στον εκτελεστικό διευθυντή τις αντίστοιχες αρμοδιότητες που ανήκουν στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή και καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να ανασταλεί η εν λόγω ανάθεση αρμοδιοτήτων.

Ο εκτελεστικός διευθυντής έχει το δικαίωμα να μεταβιβάζει περαιτέρω τις αρμοδιότητές του.

Όταν το επιβάλλουν εξαιρετικές περιστάσεις, το διοικητικό συμβούλιο δύναται, με την έκδοση απόφασης, να αναστείλει προσωρινά την ανάθεση στον εκτελεστικό διευθυντή των αρμοδιοτήτων που ανήκουν στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή και των αρμοδιοτήτων που ο τελευταίος μεταβίβασε περαιτέρω, και να τις ασκήσει το ίδιο ή να τις αναθέσει σε ένα από τα μέλη του ή σε άλλο μέλος του προσωπικού πλην του εκτελεστικού διευθυντή. [Τροπολογία 84]

Άρθρο 125

Σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου

1.  Το διοικητικό συμβούλιο αποτελείται από έναν αντιπρόσωπο κάθε κράτους μέλους, και από δύο αντιπροσώπους της Επιτροπής και έναν αντιπρόσωπο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, καθώς και από τους αντίστοιχους αναπληρωτές τους. [Τροπολογία 85]

2.  Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου δύνανται να επικουρούνται από συμβούλους ή εμπειρογνώμονες, τηρουμένου του εσωτερικού κανονισμού του.

3.  Η διάρκεια της θητείας είναι τετραετής και δύναται να ανανεωθεί.

Άρθρο 126

Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου

1.  Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγει, μεταξύ των μελών του, πρόεδρο και αντιπρόεδρο. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά αυτοδικαίως τον πρόεδρο σε περίπτωση κωλύματος.

2.  Η διάρκεια της θητείας του προέδρου και του αντιπροέδρου είναι τετραετής και δύναται να ανανεωθεί. Η θητεία μπορεί να ανανεωθεί άπαξ. Ωστόσο, εάν απολέσουν την ιδιότητα του μέλους του διοικητικού συμβουλίου ανά πάσα στιγμή της θητείας τους, η θητεία τους επίσης λήγει αυτομάτως κατά την ίδια ημερομηνία.

Άρθρο 127

Συνεδριάσεις

1.  Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται μετά από πρόσκληση του προέδρου του.

2.  Ο εκτελεστικός διευθυντής λαμβάνει μέρος στις συσκέψεις, εκτός αν το διοικητικό συμβούλιο αποφασίσει άλλως.

3.  Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται σε τακτική συνεδρίαση άπαξ του έτους δύο φορές ετησίως. Συνέρχεται επίσης με πρωτοβουλία του προέδρου του ή μετά από αίτημα της Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του ενός τρίτου των κρατών μελών. [Τροπολογία 87]

4.  Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό.

5.  Το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει τις αποφάσεις του με απόλυτη πλειοψηφία των μελών του. Ωστόσο, απαιτείται πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του για τις αποφάσεις που είναι αρμόδιο να λαμβάνει το διοικητικό συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 124 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), του άρθρου 126 παράγραφος 1 και του άρθρου 129 παράγραφοι 2 και 4 παράγραφοι 2 και 3. Και στις δύο περιπτώσεις, κάθε μέλος διαθέτει μόνον μία ψήφο. [Τροπολογία 88]

6.  Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να προσκαλεί παρατηρητές να συμμετάσχουν στις συνεδριάσεις του.

7.  Η γραμματεία του διοικητικού συμβουλίου εξασφαλίζεται από τον Οργανισμό.

ΤΜΗΜΑ 2α

Εκτελεστική επιτροπή

Άρθρο 127α

Συγκρότηση

Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να συγκροτήσει εκτελεστική επιτροπή.

Άρθρο 127β

Αρμοδιότητες και οργάνωση

1.  Η εκτελεστική επιτροπή επικουρεί το διοικητικό συμβούλιο.

2.  Η εκτελεστική επιτροπή έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

   α) να προετοιμάζει αποφάσεις προς έκδοση από το διοικητικό συμβούλιο,
   β) να διασφαλίζει, σε συνεργασία με το διοικητικό συμβούλιο, κατάλληλη συνέχεια στα πορίσματα και τις συστάσεις που απορρέουν από τις εκθέσεις εσωτερικού ή εξωτερικού λογιστικού ελέγχου και τις αξιολογήσεις, καθώς και από έρευνες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF),
   γ) με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του εκτελεστικού διευθυντή, όπως ορίζονται στο άρθρο 128, να επικουρεί και να συμβουλεύει τον εκτελεστικό διευθυντή κατά την εφαρμογή των αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου, με σκοπό να ενισχυθεί η εποπτεία της διοικητικής διαχείρισης.

3.  Όταν είναι αναγκαίο λόγω έκτακτης ανάγκης, η εκτελεστική επιτροπή μπορεί να λαμβάνει ορισμένες προσωρινές αποφάσεις εξ ονόματος του διοικητικού συμβουλίου, ιδίως σε ζητήματα διοικητικής διαχείρισης, περιλαμβανομένης της αναστολής της ανάθεσης των αρμοδιοτήτων που ανήκουν στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή .

4.  Η εκτελεστική επιτροπή απαρτίζεται από τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου, έναν εκπρόσωπο της Επιτροπής στο διοικητικό συμβούλιο και από άλλα τρία μέλη που ορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο, μεταξύ των μελών του. Ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου είναι επίσης ο πρόεδρος της εκτελεστικής επιτροπής. Ο εκτελεστικός διευθυντής συμμετέχει στις συνεδριάσεις της εκτελεστικής επιτροπής, αλλά δεν έχει δικαίωμα ψήφου.

5.  Η διάρκεια της θητείας των μελών της εκτελεστικής επιτροπής είναι τετραετής. Η διάρκεια της θητείας των μελών της εκτελεστικής επιτροπής λήγει όταν παύουν να είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου.

6.  Η εκτελεστική επιτροπή συνέρχεται σε τακτική συνεδρίαση τουλάχιστον ανά τρίμηνο. Συνέρχεται επίσης με πρωτοβουλία του προέδρου του ή κατόπιν αιτήματος των μελών του.

7.  Η εκτελεστική επιτροπή ακολουθεί τον εσωτερικό κανονισμό που καθορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο. [Τροπολογία 86]

ΤΜΗΜΑ 3

Εκτελεστικός διευθυντής

Άρθρο 128

Αρμοδιότητες του εκτελεστικού διευθυντή

1.  Ο Οργανισμός διοικείται από τον εκτελεστικό διευθυντή. Ο εκτελεστικός διευθυντής λογοδοτεί στο διοικητικό συμβούλιο.

2.  Υπό την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής, του διοικητικού συμβουλίου και της επιτροπής προϋπολογισμού, ο εκτελεστικός διευθυντής ασκεί τα καθήκοντά του με πλήρη ανεξαρτησία και δεν ζητεί ούτε δέχεται οδηγίες από καμία κυβέρνηση ή άλλο οργανισμό.

3.  Ο εκτελεστικός διευθυντής είναι ο νόμιμος εκπρόσωπος του Οργανισμού.

4.  Ο εκτελεστικός διευθυντής έχει κυρίως τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

   α) λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει τη λειτουργία του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης εσωτερικών διοικητικών εντολών και της δημοσίευσης ανακοινώσεων·
   β) εκτελεί τις αποφάσεις που εκδίδονται από το διοικητικό συμβούλιο·
   γ) καταρτίζει σχέδιο του ετήσιου προγράμματος εργασίας, που αναφέρει τους εκτιμώμενους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους για κάθε δραστηριότητα, και το υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή·
   δ) καταρτίζει σχέδιο πολυετούς στρατηγικού προγράμματος, συμπεριλαμβανομένης της στρατηγικής του Οργανισμού για τη διεθνή συνεργασία, και το υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή και ανταλλαγή απόψεων με την αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·
   ε) εκτελεί το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας και το πολυετές στρατηγικό πρόγραμμα και υποβάλλει έκθεση στο διοικητικό συμβούλιο σχετικά με την εκτέλεσή τους·
   στ) καταρτίζει την ετήσια έκθεση επί των δραστηριοτήτων του Οργανισμού και την υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο προς έγκριση·
   ζ) καταρτίζει σχέδιο πολυετούς προγράμματος πολιτικής προσωπικού και το υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή·
   η) καταρτίζει σχέδιο δράσης για τη συνέχεια που δίδεται στα συμπεράσματα των εκθέσεων εσωτερικού ή εξωτερικού λογιστικού ελέγχου και των αξιολογήσεων, καθώς και των ερευνών της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), και υποβάλλει έκθεση προόδου δύο φορές τον χρόνο στην Επιτροπή και το διοικητικό συμβούλιο·
   θ) διασφαλίζει την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, με την εφαρμογή προληπτικών μέτρων κατά της απάτης, της δωροδοκίας και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας, με τη διενέργεια αποτελεσματικών ελέγχων και, σε περίπτωση που διαπιστωθούν παρατυπίες, με την ανάκτηση των αδικαιολογήτως καταβληθέντων ποσών και, κατά περίπτωση, με την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών διοικητικών και οικονομικών κυρώσεων·
   ι) χαράζει στρατηγική του Οργανισμού για την καταπολέμηση της απάτης και την υποβάλλει στην επιτροπή προϋπολογισμού προς έγκριση·
   ια) για να διασφαλιστεί η ενιαία εφαρμογή του κανονισμού, μπορεί να παραπέμπει στο διευρυμένο τμήμα προσφυγών νομικά ζητήματα, ιδίως όταν τα τμήματα προσφυγών έχουν εκδώσει αποκλίνουσες αποφάσεις επί του ζητήματος·
   ιβ) καταρτίζει κατάσταση των προβλεπομένων εσόδων και εξόδων του Οργανισμού και εκτελεί τον προϋπολογισμό του·
   ιβα) υπό την επιφύλαξη των άρθρων 125 και 136, ασκεί, όσον αφορά το προσωπικό του Οργανισμού, τις αρμοδιότητες που ανατίθενται από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, και από το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων προσλήψεως αρχή («αρμοδιότητες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής»)· [Τροπολογία 91]
   ιγ) ασκεί τις αρμοδιότητες που του έχουν ανατεθεί από το διοικητικό συμβούλιο σχετικά με το προσωπικό, δυνάμει του άρθρου 124 παράγραφος 1 στοιχείο στ)· [Τροπολογία 89]
   ιγα) μπορεί να υποβάλει στην Επιτροπή οποιαδήποτε πρόταση για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού, των κατ 'εξουσιοδότηση πράξεων που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τυχόν άλλων κανόνων που εφαρμόζονται επί των ενωσιακών σημάτων μετά από διαβούλευση με το διοικητικό συμβούλιο και, στην περίπτωση των τελών και δημοσιονομικών διατάξεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, με την Επιτροπή Προϋπολογισμού· [Τροπολογία 90]
   ιδ) ασκεί τις αρμοδιότητες που του έχουν ανατεθεί δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 3, του άρθρου 29 παράγραφος 5, του άρθρου 30 παράγραφος 2, του άρθρου 45 παράγραφος 3, του άρθρου 75 παράγραφος 2, του άρθρου 78 παράγραφος 5, των άρθρων 79, 79β, 79γ, του άρθρου 87 παράγραφος 3, των άρθρων 88, 89, του άρθρου 93 παράγραφος 4, του άρθρου 119 παράγραφος 8 και του άρθρου 144, σύμφωνα με τα κριτήρια που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού·
   ιε) μπορεί να μεταβιβάζει τις αρμοδιότητές του.

5.  Ο εκτελεστικός διευθυντής επικουρείται από έναν ή περισσότερους αναπληρωτές εκτελεστικούς διευθυντές. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος του εκτελεστικού διευθυντή, τον αντικαθιστούν ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής ή ένας από τους αναπληρωτές εκτελεστικούς διευθυντές σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από το διοικητικό συμβούλιο.

Άρθρο 129

Διορισμός του εκτελεστικού διευθυντή, απαλλαγή από τα καθήκοντά του και παράταση της θητείας του

1.  Ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται ως έκτακτος υπάλληλος του Οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο α) του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.

2.  Ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο, από κατάλογο τουλάχιστον τριών υποψηφίων που προτείνεται από την μια επιτροπή προεπιλογής του διοικητικού συμβουλίου η οποία αποτελείται από εκπροσώπους των κρατών μελών, της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μετά από ανοικτή και διαφανή διαδικασία επιλογής και τη δημοσίευση, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αλλού, πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος. Πριν από τον διορισμό του, ο επιλεγμένος από το διοικητικό συμβούλιο υποψήφιος ενδέχεται να κληθεί να προβεί σε δήλωση ενώπιον αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της. Για τους σκοπούς της σύναψης της σύμβασης με τον εκτελεστικό διευθυντή, ο Οργανισμός εκπροσωπείται από τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου.

Ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του μόνον με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, μετά από πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αφού η Επιτροπή εκπονήσει έκθεση αξιολόγησης μετά από αίτηση του διοικητικού συμβουλίου ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

3.  Η θητεία του εκτελεστικού διευθυντή είναι πενταετής. Στο τέλος αυτής της περιόδου, η Επιτροπή το διοικητικό συμβούλιο πραγματοποιεί αξιολόγηση, κατά την οποία λαμβάνονται υπόψη οι επιδόσεις του εκτελεστικού διευθυντή και τα μελλοντικά καθήκοντα και προκλήσεις του Οργανισμού. Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να παρατείνει τη θητεία του εκτελεστικού διευθυντή άπαξ για μέγιστη περίοδο πέντε ετών. Κατά τη λήψη της απόφασής του για την παράταση της θητείας του εκτελεστικού διευθυντή, το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει υπόψη την έκθεση αξιολόγησης της Επιτροπής για τις επιδόσεις του εκτελεστικού διευθυντή καθώς και τα μελλοντικά καθήκοντα και προκλήσεις του Οργανισμού.

4.  Το διοικητικό συμβούλιο, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής που λαμβάνει υπόψη την αναφερόμενη στην παράγραφο 3 αξιολόγηση, δύναται να παρατείνει άπαξ τη θητεία του εκτελεστικού διευθυντή για μέγιστη περίοδο πέντε ετών.

5.  Εκτελεστικός διευθυντής του οποίου η θητεία έχει ανανεωθεί δεν επιτρέπεται να συμμετάσχει σε άλλη διαδικασία επιλογής για την ίδια θέση στο τέλος της συνολικής περιόδου.

6.  Ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής ή οι αναπληρωτές εκτελεστικοί διευθυντές διορίζονται ή απαλλάσσονται από τα καθήκοντά τους, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2, μετά από διαβούλευση με τον εκτελεστικό διευθυντή ή, ανάλογα με την περίπτωση, με τον επιλεγέντα εκτελεστικό διευθυντή. Η θητεία του αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή είναι πενταετής. Μπορεί να παραταθεί άπαξ για μέγιστη περίοδο πέντε ετών από το διοικητικό συμβούλιο, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 4 παράγραφο 3, μετά από διαβούλευση με τον εκτελεστικό διευθυντή.»· [Τροπολογία 92]

"

100)  Το άρθρο 130 τροποποιείται ως εξής:

α)  Το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«γ) το τμήμα που είναι επιφορτισμένο με την τήρηση του μητρώου·»·

"

β)  Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:"

«στ) οποιαδήποτε άλλη μονάδα ή πρόσωπο που ορίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή για τον σκοπό αυτόν.»·

"

101)  Στο άρθρο 132 παράγραφος 2, η τρίτη περίοδος αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:"

«Σε ειδικές περιπτώσεις που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 144α στοιχείο γ), οι αποφάσεις λαμβάνονται από μονομελή τμήματα.»·

"

102)  Το άρθρο 133 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 133

Τμήμα επιφορτισμένο με την τήρηση του μητρώου

1.  Το τμήμα που είναι επιφορτισμένο με την τήρηση του μητρώου είναι αρμόδιο για τη λήψη κάθε απόφασης σχετικά με τις εγγραφές στο μητρώο.

2.  Είναι επίσης αρμόδιο για την τήρηση του πίνακα των εγκεκριμένων πληρεξουσίων που αναφέρεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2.

3.  Οι αποφάσεις του τμήματος λαμβάνονται σε μονομελή σύνθεση.»·

"

103)  Το άρθρο 134 τροποποιείται ως εξής:

α)  η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Το τμήμα ακύρωσης είναι αρμόδιο για τη λήψη κάθε απόφασης σχετικά με:

   α) αιτήσεις έκπτωσης ή ακυρότητας ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος·
   β) αιτήσεις εκχώρησης ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 18.»·

"

β)  στην παράγραφο 2, η τρίτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Σε ειδικές περιπτώσεις που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 144α στοιχείο γ), οι αποφάσεις λαμβάνονται από μονομελή τμήματα.»·

"

104)  παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"

«Άρθρο 134α

Γενικές αρμοδιότητες

Οι αποφάσεις που απαιτούνται βάσει του παρόντος κανονισμού, οι οποίες δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα εξεταστή, τμήματος ανακοπών, τμήματος ακύρωσης ή του τμήματος που είναι επιφορτισμένο με την τήρηση του μητρώου, λαμβάνονται από υπάλληλο ή από μονάδα που ορίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή για τον σκοπό αυτό.»·

"

105)  Το άρθρο 135 τροποποιείται ως εξής:

α)  η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«1. Τα τμήματα προσφυγών είναι αρμόδια να αποφαίνονται επί των προσφυγών που ασκούνται κατά των αποφάσεων που λαμβάνονται σύμφωνα με τα άρθρα 131 έως 134α.»·

"

β)  στην παράγραφο 3, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«α) από το όργανο των τμημάτων προσφυγών που αναφέρεται στο άρθρο 136 παράγραφος 4 στοιχείο α)· ή»·

"

γ)  η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«4. Το διευρυμένο τμήμα είναι επίσης αρμόδιο για την έκδοση αιτιολογημένων γνωμών επί νομικών ζητημάτων που του παραπέμπονται από τον εκτελεστικό διευθυντή, σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο ια).»·

"

δ)  στην παράγραφο 5, η τελευταία περίοδος απαλείφεται·

106)  Το άρθρο 136 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 136

Ανεξαρτησία των μελών των τμημάτων προσφυγών

1.  Ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών και οι πρόεδροι κάθε τμήματος προσφυγών διορίζονται, σύμφωνα με την προβλεπόμενη στο άρθρο 129 διαδικασία διορισμού του εκτελεστικού διευθυντή, για μια πενταετία. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους δεν απαλλάσσονται των καθηκόντων τους, εκτός αν συντρέχουν σοβαροί λόγοι και το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετά από αίτηση του οργάνου που τους έχει διορίσει, εκδώσει σχετική απόφαση.

2.  Η θητεία του προέδρου των τμημάτων προσφυγών δύναται να ανανεωθεί μόνον άπαξ για μία επιπλέον πενταετία ή έως την ηλικία συνταξιοδότησης, εφόσον αυτή συμπληρώνεται κατά τη διάρκεια της νέας θητείας, μετά από θετική αξιολόγηση των επιδόσεων του προέδρου από το διοικητικό συμβούλιο.

3.  Η θητεία των προέδρων των επιμέρους τμημάτων προσφυγών δύναται να ανανεωθεί για πρόσθετες πενταετείς περιόδους ή έως την ηλικία συνταξιοδότησης, εφόσον αυτή συμπληρώνεται κατά τη διάρκεια της νέας θητείας, μετά από θετική αξιολόγηση των επιδόσεών τους από το διοικητικό συμβούλιο, υπό την επιφύλαξη ευνοϊκής γνώμης από μέρους του προέδρου των τμημάτων προσφυγών.

4.  Ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών διαθέτει τις ακόλουθες διοικητικές και οργανωτικές αρμοδιότητες:

   α) προεδρεύει του οργάνου των τμημάτων προσφυγών, το οποίο είναι αρμόδιο για τη θέσπιση των κανόνων και την οργάνωση των εργασιών των τμημάτων·
   β) διασφαλίζει την εκτέλεση των αποφάσεων του εν λόγω οργάνου·
   γ) αναθέτει υποθέσεις σε ένα τμήμα βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που καθορίζονται από το όργανο των τμημάτων προσφυγών·
   δ) διαβιβάζει στον εκτελεστικό διευθυντή τις απαιτήσεις δαπανών των τμημάτων, προκειμένου να συνταχθεί η κατάσταση προβλέψεων δαπανών.

Ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών προεδρεύει του διευρυμένου τμήματος.

5.  Τα μέλη των τμημάτων προσφυγών διορίζονται για πενταετή περίοδο από το διοικητικό συμβούλιο. Η θητεία τους δύναται να ανανεωθεί για πρόσθετες πενταετείς περιόδους ή έως την ηλικία συνταξιοδότησης, εφόσον αυτή συμπληρώνεται κατά τη διάρκεια της νέας θητείας, μετά από θετική αξιολόγηση των επιδόσεών τους από το διοικητικό συμβούλιο, υπό την επιφύλαξη ευνοϊκής γνώμης από μέρους του προέδρου των τμημάτων προσφυγών.

6.  Τα μέλη των τμημάτων προσφυγών δεν απαλλάσσονται των καθηκόντων τους, εκτός αν συντρέχουν σοβαροί λόγοι και το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκδώσει σχετική απόφαση, κατόπιν προσφυγής από το διοικητικό συμβούλιο το οποίο ενεργεί κατόπιν προτάσεως του προέδρου του τμήματος προσφυγών, και αφού εκφέρει γνώμη ο πρόεδρος του τμήματος στο οποίο ανήκει το μέλος.

7.  Ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών και οι πρόεδροι και τα μέλη κάθε τμήματος προσφυγών είναι ανεξάρτητοι. Κατά τη λήψη των αποφάσεών τους δεν δεσμεύονται από οδηγίες.

8.  Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τμήμα με διευρυμένη σύνθεση, σχετικά με προσφυγές ή γνωμοδοτήσεις επί νομικών ζητημάτων που του παραπέμπονται από τον εκτελεστικό διευθυντή, σύμφωνα με το άρθρο 135, είναι δεσμευτικές για τα αρμόδια όργανα λήψης αποφάσεων του Οργανισμού, που αναφέρονται στο άρθρο 130.

9.  Ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών και οι πρόεδροι και τα μέλη κάθε τμήματος προσφυγών δεν είναι εξεταστές ούτε μέλη των τμημάτων ανακοπών, του τμήματος που είναι επιφορτισμένο με την τήρηση του μητρώου ή των τμημάτων ακύρωσης.

Άρθρο 136α

Κέντρο διαμεσολάβησης και διαιτησίας

1.  Ο Οργανισμός μπορεί να συστήσει ένα κέντρο διαμεσολάβησης και διαιτησίας, το οποίο είναι ανεξάρτητο από τα όργανα λήψης αποφάσεων του άρθρου 130. Το κέντρο εδρεύει στα κτίρια του Οργανισμού.

2.  Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί να χρησιμοποιεί σε οικειοθελή βάση τις υπηρεσίες του κέντρου, προκειμένου να επιλύονται, με κοινή συμφωνία, οι διαφορές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας ... .

3.  Ο Οργανισμός μπορεί επίσης να κινήσει με δική του πρωτοβουλία μια διαδικασία διαιτησίας, προκειμένου να παράσχει στα μέρη τη δυνατότητα να επιτύχουν μία αμοιβαία αποδεκτή συμφωνία.

4.  Το κέντρο διευθύνει ένας διευθυντής που είναι υπεύθυνος για τη δραστηριότητα του κέντρου.

5.  Τον διευθυντή ορίζει το διοικητικό συμβούλιο.

6.  Το κέντρο θεσπίζει κανονισμό που διέπει τις διαδικασίες διαμεσολάβησης και διαιτησίας καθώς και κανόνες που διέπουν τις εργασίες του. Ο κανονισμός που διέπει τις διαδικασίες διαμεσολάβησης και διαιτησίας καθώς και οι κανόνες που διέπουν τις εργασίες του κέντρου επικυρώνονται από το διοικητικό συμβούλιο.

7.  Το κέντρο καταρτίζει μητρώο των διαμεσολαβητών και διαιτητών που βοηθούν τα μέρη να επιλύσουν τις διαφορές τους. Τα πρόσωπα αυτά πρέπει να απολαύουν ανεξαρτησίας και να διαθέτουν σχετικές δεξιότητες και πείρα. Το μητρώο πρέπει να εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο.

8.  Οι εξεταστές και τα μέλη της Υπηρεσίας του Ιδρύματος ή των Τμημάτων Προσφυγών δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε οποιαδήποτε διαμεσολάβηση ή διαιτησία που αφορά περίπτωση όπου οι ανωτέρω:

   α) είχαν οποιαδήποτε προηγούμενη ανάμειξη στις υπό διαμεσολάβηση ή διαιτησία διαδικασίες·
   β) έχουν οποιοδήποτε προσωπικό συμφέρον· ή
   γ) είχαν προηγουμένως εμπλακεί ως εκπρόσωποι ενός εκ των διαδίκων.

9.  Οποιοδήποτε πρόσωπο κληθεί να αποφανθεί ως μέλος ομάδας διαιτησίας ή διαμεσολάβησης δεν πρέπει να έχει εμπλακεί προηγούμενα στην ανακοπή, ακύρωση ή προσφυγή που απετέλεσε την αιτία της διαμεσολάβησης ή της διαιτησίας.»· [Τροπολογία 93]

"

107)  Το άρθρο 138 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 138

Επιτροπή προϋπολογισμού

1.  Η επιτροπή προϋπολογισμού ασκεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται με το παρόν τμήμα.

2.  Για την επιτροπή προϋπολογισμού ισχύουν, κατ’ αναλογία, τα άρθρα 125, 126 και το άρθρο 127 παράγραφοι 1 έως 4, 6 και 7.

3.  Η επιτροπή προϋπολογισμού λαμβάνει τις αποφάσεις της με απόλυτη πλειοψηφία των μελών της. Ωστόσο, για αποφάσεις τις οποίες η επιτροπή προϋπολογισμού είναι αρμόδια να λάβει δυνάμει του άρθρου 140 παράγραφος 3 και του άρθρου 143, απαιτείται πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών της. Και στις δύο περιπτώσεις, κάθε μέλος διαθέτει μόνον μία ψήφο.»·

"

108)  Στο άρθρο 139, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:"

«4. Ο Οργανισμός συντάσσει ανά εξάμηνο έκθεση απευθυνόμενη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή σχετικά με την οικονομική του κατάσταση. Με βάση την εν λόγω έκθεση, η Επιτροπή προβαίνει σε εξέταση της οικονομικής κατάστασης του Οργανισμού. [Τροπολογία 94]

4α.  Ο Οργανισμός διατηρεί αποθεματικό ταμείο το οποίο καλύπτει ένα έτος των λειτουργικών του δαπανών, ώστε να εξασφαλίζεται η συνέχεια των εργασιών του.»· [Τροπολογία 95]

"

109)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"

«Άρθρο 141α

Καταπολέμηση της απάτης

1.  Προκειμένου να διευκολυνθεί η καταπολέμηση της απάτης, της δωροδοκίας και άλλων παράνομων δραστηριοτήτων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*, ο Οργανισμός προσχωρεί στη Διοργανική Συμφωνία, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και θεσπίζει τις κατάλληλες διατάξεις που εφαρμόζονται σε όλους τους υπαλλήλους του Οργανισμού, με βάση το υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα της εν λόγω συμφωνίας.

2.  Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο διαθέτει ελεγκτική εξουσία, βάσει δικαιολογητικών και επιτόπιου ελέγχου, έναντι όλων των δικαιούχων επιχορηγήσεων, εργολάβων και υπεργολάβων που έχουν λάβει μέσω του Οργανισμού κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.  Η OLAF δύναται να διενεργεί έρευνες, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων ελέγχων και επιθεωρήσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις και τις διαδικασίες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 και στον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου**, με σκοπό να διαπιστώσει κατά πόσον υπήρξε απάτη, δωροδοκία ή άλλη παράνομη δραστηριότητα εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης σε σχέση με επιχορήγηση ή σύμβαση χρηματοδοτούμενη από τον Οργανισμό.

4.  Υπό την επιφύλαξη των παραγράφων 1, 2 και 3, οι συμφωνίες συνεργασίας με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, οι συμβάσεις, οι συμφωνίες επιχορήγησης και οι αποφάσεις επιχορήγησης του Οργανισμού περιλαμβάνουν διατάξεις που εξουσιοδοτούν ρητά το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο και την OLAF να διενεργούν τέτοιους ελέγχους και έρευνες, αναλόγως των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους.

5.  Η επιτροπή προϋπολογισμού υιοθετεί στρατηγική καταπολέμησης της απάτης, η οποία είναι ανάλογη των κινδύνων απάτης, έχοντας υπόψη τη σχέση κόστους-οφέλους των μέτρων προς εφαρμογή.

________________________

* Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1).

** Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου της 11ης Νοεμβρίου 1996 σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2).».

"

110)  Το άρθρο 144 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 144

Τέλη

1.  Εκτός από τα τέλη τα οποία προβλέπονται στο άρθρο 26 παράγραφος 2, το άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο γ), το άρθρο 41 παράγραφος 3, το άρθρο 44 παράγραφος 4, το άρθρο 47 παράγραφοι 1 και 3, το άρθρο 49 παράγραφος 4, το άρθρο 56 παράγραφος 2, το άρθρο 60, το άρθρο 81 παράγραφος 3, το άρθρο 82 παράγραφος 1, το άρθρο 113 παράγραφος 1 και το άρθρο 147 παράγραφος 5, τέλη καταβάλλονται και στις ακόλουθες περιπτώσεις:

   α) έκδοση αντιγράφου του πιστοποιητικού καταχώρισης·
   β) καταχώριση άδειας χρήσης ή άλλου δικαιώματος επί ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος·
   γ) καταχώριση άδειας χρήσης ή άλλου δικαιώματος επί αιτήσεως ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος·
   δ) διαγραφή της καταχώρισης άδειας χρήσης ή άλλου δικαιώματος·
   ε) τροποποίηση καταχωρισμένου ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος·
   στ) έκδοση αποσπάσματος από το μητρώο·
   ζ) έρευνα φακέλου από το κοινό·
   η) έκδοση αντιγράφων των εγγράφων φακέλου·
   θ) έκδοση επικυρωμένου αντιγράφου της αίτησης·
   ι) γνωστοποίηση πληροφοριών που περιέχει ο φάκελος·
   ια) επανεξέταση του επιστρεπτέου ποσού εξόδων διαδικασίας.

2.  Το ύψος των τελών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζεται σε επίπεδο με το οποίο στα επίπεδα που ορίζονται στο παράρτημα -Ι, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα σχετικά έσοδα επαρκούν κατ’ αρχήν για την ισοσκέλιση του προϋπολογισμού του Οργανισμού και παράλληλα αποφεύγεται η συσσώρευση σημαντικών πλεονασμάτων. Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 139 παράγραφος 4, η Επιτροπή επανεξετάζει το ύψος των τελών, σε περίπτωση επανειλημμένης εμφάνισης σημαντικού πλεονάσματος. Εάν η επανεξέταση δεν καταλήγει σε μείωση ή μεταβολή του ύψους των τελών που να έχει ως αποτέλεσμα την αποτροπή της περαιτέρω συσσώρευσης σημαντικού πλεονάσματος, το συσσωρευθέν, μετά την επανεξέταση, πλεόνασμα μεταφέρεται στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. [Τροπολογία 96]

3.  Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει το καταβλητέο ποσό για κάθε άλλη υπηρεσία που παρέχεται από τον Οργανισμό, πλην εκείνων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, και για τα δημοσιεύματα που εκδίδονται από τον Οργανισμό, σύμφωνα με τα κριτήρια τα οποία καθορίζονται στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 144α στοιχείο δ). Το ύψος της χρέωσης δεν υπερβαίνει το αναγκαίο ποσό για την κάλυψη του κόστους της εκάστοτε υπηρεσίας την οποία παρέχει ο Οργανισμός.

4.  Σύμφωνα με τα κριτήρια τα οποία καθορίζονται στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 144α στοιχείο δ), ο εκτελεστικός διευθυντής δύναται να λαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα:

   α) να καθορίζει ποιες συγκεκριμένες μέθοδοι πληρωμής μπορούν να χρησιμοποιούνται, πέραν των καθοριζόμενων σύμφωνα με το άρθρο 144α στοιχείο δ), ιδίως μέσω καταθέσεων σε λογαριασμούς όψεως τους οποίους τηρεί ο Οργανισμός·
   β) να καθορίζει τα ποσά κάτω από τα οποία δεν επιστρέφονται τα υπέρ το δέον εισπραχθέντα ποσά για την κάλυψη τέλους ή επιβάρυνσης·
   γ) να αποφασίζει τη μη διενέργεια πράξεων αναγκαστικής ανάκτησης οφειλόμενου ποσού, όταν το εισπρακτέο ποσό είναι ελάχιστο ή όταν η είσπραξή του είναι πολύ αβέβαιη.

Στις περιπτώσεις στις οποίες ενδέχεται να γίνει χρήση των μεθόδων πληρωμής που αναφέρονται στο στοιχείο α), ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει την ημερομηνία κατά την οποία θεωρείται ότι έχουν καταβληθεί στον Οργανισμό οι σχετικές πληρωμές.»·

"

111)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:"

«ΤΜΗΜΑ 6

Εξουσιοδότηση

Άρθρο 114α

Εξουσιοδότηση

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163, οι οποίες καθορίζουν:

   α) τα ειδικά κριτήρια χρήσης των γλωσσών που αναφέρονται στο άρθρο 119·
   β) τις περιπτώσεις στις οποίες οι αποφάσεις ανακοπής και ακύρωσης λαμβάνονται από μονομελή τμήματα, βάσει του άρθρου 132 παράγραφος 2 και του άρθρου 134 παράγραφος 2·
   γ) τις λεπτομέρειες σχετικά με την οργάνωση των τμημάτων προσφυγών, όπου συμπεριλαμβάνεται η σύσταση και ο ρόλος του οργάνου των τμημάτων προσφυγών, που αναφέρεται στο άρθρο 135 παράγραφος 3 στοιχείο α), η σύνθεση του διευρυμένου τμήματος και οι κανόνες βάσει των οποίων παραπέμπεται σε αυτό μια υπόθεση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 135 παράγραφος 4, και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες λαμβάνονται οι αποφάσεις από μονομελή τμήματα, σύμφωνα με το άρθρο 135 παράγραφοι 2 και 5· [Τροπολογία 97]
   δ) το σύστημα των πληρωτέων προς τον Οργανισμό τελών και επιβαρύνσεων, σύμφωνα με το άρθρο 144, όπου συμπεριλαμβάνονται το ύψος των τελών, οι μέθοδοι πληρωμής, τα νομίσματα, η προθεσμία καταβολής τελών και επιβαρύνσεων, η ημερομηνία κατά την οποία θεωρείται ότι καταβλήθηκε η πληρωμή και οι συνέπειες σε περίπτωση μη πληρωμής ή εκπρόθεσμης πληρωμής, όπως και ελλιπούς πληρωμής ή καταβολής υψηλότερου ποσού, οι υπηρεσίες που μπορεί να μην χρεώνονται, καθώς και τα κριτήρια βάσει των οποίων ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στο άρθρο 144 παράγραφοι 3 και 4.»· [Τροπολογία 98]

"

112)  Στο Το άρθρο 145, οι λέξεις «οι εκτελεστικοί κανονισμοί του» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού. αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«Άρθρο 145

Εφαρμοστέες διατάξεις

Εκτός αν άλλως ορίζεται στον παρόντα τίτλο, ο παρών κανονισμός και οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται στις αιτήσεις διεθνούς καταχώρισης που έχουν κατατεθεί δυνάμει του πρωτοκόλλου που αφορά τη συμφωνία της Μαδρίτης σχετικά με τη διεθνή καταχώριση σημάτων, που εγκρίθηκε στη Μαδρίτη στις 27 Ιουνίου 1989 (στο εξής «διεθνείς αιτήσεις» και «πρωτόκολλο της Μαδρίτης», αντίστοιχα) και βασίζονται σε αίτηση ενωσιακού σήματος ή σε ενωσιακό σήμα, καθώς και στην καταχώριση σημάτων στο διεθνές μητρώο που τηρείται από το Διεθνές Γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας (στο εξής «διεθνής καταχώριση» και «Διεθνές Γραφείο», αντίστοιχα), η προστασία των οποίων επεκτείνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση.»· [Τροπολογία 99]

"

113)  Στο άρθρο 147, οι παράγραφοι 4, 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"

«4. Η κατάθεση διεθνούς αίτησης συνεπάγεται την καταβολή τέλους στον Οργανισμό. Στην περίπτωση που η διεθνής καταχώριση βασίζεται σε ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα, εφόσον αυτό καταχωρισθεί, το τέλος οφείλεται κατά την ημερομηνία καταχώρισης του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος. Η αίτηση θεωρείται ότι δεν κατατέθηκε εφόσον δεν έχει καταβληθεί το τέλος.

5.  Η διεθνής αίτηση πληροί τις τυπικές προϋποθέσεις που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 161α στοιχείο α).

6.  Ο Οργανισμός εξετάζει κατά πόσον η διεθνής αίτηση πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 146 και στις παραγράφους 1, 3 και 5 του παρόντος άρθρου.

7.  Ο Οργανισμός διαβιβάζει τη διεθνή αίτηση στο Διεθνές Γραφείο το ταχύτερο δυνατόν.»· [Τροπολογία 100]

"

114)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"

«Άρθρο 148α

Κοινοποίηση της ακυρότητας της βασικής αίτησης ή της καταχώρισης

Εντός Κατά τη διάρκεια μιας πενταετίας από την ημερομηνία της διεθνούς καταχώρισης, ο Οργανισμός κοινοποιεί στο Διεθνές Γραφείο τα πραγματικά περιστατικά και τις αποφάσεις που επηρεάζουν κάθε πραγματικό περιστατικό και απόφαση που επηρεάζει την ισχύ της αίτησης καταχώρισης ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος ή την καταχώριση ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος επί του οποίου βασίστηκε η διεθνής καταχώριση.»· [Τροπολογία 101]

"

115)  Στο άρθρο 149, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος:"

«Η αίτηση πληροί τις τυπικές προϋποθέσεις που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 161α στοιχείο γ).»· [Τροπολογία 102]

"

116)  Στο άρθρο 154, η παράγραφος 4 απαλείφεται·

117)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"

«Άρθρο 154α

Συλλογικά σήματα και σήματα πιστοποίησης

Όταν μια διεθνής καταχώριση βασίζεται σε βασική αίτηση ή βασική καταχώριση που αφορά συλλογικό σήμα, σήμα πιστοποίησης ή εγγύησης, ο Οργανισμός ακολουθεί τις διαδικασίες που προβλέπονται σύμφωνα με το άρθρο 161α στοιχείο στ) η διεθνής καταχώριση που προσδιορίζει την Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζεται ως ενωσιακό συλλογικό σήμα. Ο κάτοχος της διεθνούς καταχώρισης υποβάλλει τους κανονισμούς που διέπουν τη χρήση του σήματος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 67 απευθείας στον Οργανισμό, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία το Διεθνές Γραφείο κοινοποιεί τη διεθνή καταχώριση στον Οργανισμό.»· [Τροπολογία 103]

"

118)  Το άρθρο 155 απαλείφεται·

119)  Το άρθρο 156 τροποποιείται ως εξής:

α)  στην παράγραφο 2, οι λέξεις «έξι μήνες» αντικαθίστανται από τις λέξεις «έναν μήνα η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Η ανακοπή ασκείται εντός προθεσμίας τριών μηνών, η οποία αρχίζει ένα μήνα από την ημερομηνία δημοσίευσης που προβλέπεται στο άρθρο 152, παράγραφος 1. Η ανακοπή θεωρείται ασκηθείσα μόνο μετά την καταβολή του τέλους ανακοπής.»· [Τροπολογία 104]

"

β)  η παράγραφος 4 απαλείφεται·

120)  Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:"

«Άρθρο 158α

Έννομα αποτελέσματα της καταχώρισης των μεταβιβάσεων

Η εγγραφή στο διεθνές μητρώο αλλαγής στην κυριότητα της διεθνούς καταχώρισης παράγει τα ίδια αποτελέσματα όπως η εγγραφή μεταβίβασης στο μητρώο, σύμφωνα με το άρθρο 17.

Άρθρο 158β

Έννομα αποτελέσματα της καταχώρισης των αδειών χρήσης και άλλων δικαιωμάτων

Η εγγραφή στο διεθνές μητρώο άδειας χρήσης ή περιορισμού του δικαιώματος του δικαιούχου να διαθέτει τη διεθνή καταχώριση παράγει τα ίδια αποτελέσματα όπως η καταχώριση στο μητρώο άδειας χρήσης, εμπραγμάτου δικαιώματος, αναγκαστικής εκτέλεσης, συμμετοχής σε διαδικασία αφερεγγυότητας, σύμφωνα με τα άρθρα 19, 20, 21 και 22, αντιστοίχως.

Άρθρο 158γ

Εξέταση των αιτήσεων για καταχώριση μεταβιβάσεων, αδειών χρήσης ή περιορισμών του δικαιώματος διάθεσης του δικαιούχου

Ο Οργανισμός διαβιβάζει στο Διεθνές Γραφείο αιτήσεις για την καταχώριση αλλαγής στην κυριότητα, άδειας χρήσης ή περιορισμού του δικαιώματος διάθεσης του δικαιούχου, της τροποποίησης ή της διαγραφής άδειας χρήσης ή της άρσης περιορισμού του δικαιώματος διάθεσης του δικαιούχου, τα οποία οι οποίες έχουν κατατεθεί στον Οργανισμό, στις περιπτώσεις που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 161α στοιχείο η).»· [Τροπολογία 105]

"

121)  Το άρθρο 159 τροποποιείται ως εξής:

α)  στην παράγραφο 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«β) σε αίτηση επέκτασης της προστασίας μέσα σε ένα κράτος μέλος, το οποίο είναι μέρος του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, εφόσον, κατά την ημερομηνία αίτησης μετατροπής ήταν δυνατό να ζητηθεί η άμεση επέκταση της προστασίας στο οικείο κράτος μέλος βάσει του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης. Εφαρμόζονται τα άρθρα 112, 113 και 114.»·

"

β)  στην παράγραφο 2, οι λέξεις «ή της συμφωνίας της Μαδρίτης» διαγράφονται η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"

«2. Η αίτηση εθνικού σήματος ή η αίτηση επέκτασης της προστασίας σε κράτος μέλος το οποίο είναι μέρος του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης […], η οποία προκύπτει από τη μετατροπή της επέκτασης της προστασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω διεθνούς καταχώρισης, ισχύουν, όσον αφορά το εν λόγω κράτος μέλος, από την ημερομηνία της διεθνούς καταχώρισης δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 4 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, ή από την ημερομηνία της επέκτασης μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση δυνάμει του άρθρου 3β παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, εφόσον αυτή έγινε μετά τη διεθνή καταχώριση, ή την ημερομηνία προτεραιότητας της εν λόγω καταχώρισης και, ενδεχομένως, της αρχαιότητας σήματος του συγκεκριμένου κράτους, η οποία διεκδικείται σύμφωνα με το άρθρο 153.»· [Τροπολογία 106]

"

122)  Στον τίτλο XIII, παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:"

«ΤΜΗΜΑ 5

Ανάθεση εξουσιών

Άρθρο 161α

Εξουσιοδότηση

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163, οι οποίες καθορίζουν:

   α) τις τυπικές προϋποθέσεις διεθνούς αίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 147 παράγραφος 5, τη διαδικασία για την εξέταση της διεθνούς αίτησης σύμφωνα με το που αναφέρεται στο άρθρο 147 παράγραφος 6, και τις λεπτομέρειες για τη διαβίβαση της διεθνούς αίτησης στο Διεθνές Γραφείο σύμφωνα με το άρθρο 147 παράγραφος 4· [Τροπολογία 107]
   β) τις λεπτομέρειες της κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 148α·
   γ) τις τυπικές προϋποθέσεις αίτησης εδαφικής επέκτασης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 149 παράγραφος 2, της διαδικασίας για την εξέταση των προϋποθέσεων αυτών, και τις λεπτομέρειες της διαβίβασης της αίτησης εδαφικής επέκτασης στο Διεθνές Γραφείο· [Τροπολογία 108]
   δ) τη διαδικασία για την κατάθεση διεκδίκησης αρχαιότητας σύμφωνα με το άρθρο 153·
   ε) τις διαδικασίες για την εξέταση των απόλυτων λόγων απαραδέκτου που αναφέρονται στο άρθρο 154, και για την άσκηση και την εξέταση ανακοπής σύμφωνα με το άρθρο 156, καθώς και τις σχετικές ανακοινώσεις που πρέπει να απευθύνονται στο Διεθνές Γραφείο·
   στ) τις διαδικασίες σχετικά με τις διεθνείς καταχωρίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 154α·
   ζ) τις περιπτώσεις στις οποίες ο Οργανισμός κοινοποιεί στο Διεθνές Γραφείο την ακύρωση των αποτελεσμάτων διεθνούς καταχώρισης, σύμφωνα με το άρθρο 158, και τις πληροφορίες που περιέχει η εν λόγω κοινοποίηση·
   η) τις λεπτομέρειες της διαβίβασης στο Διεθνές Γραφείο των αιτήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 158γ·
   θ) τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί η αίτηση μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 159 παράγραφος 1·
   ι) τις τυπικές προϋποθέσεις της αίτησης μετατροπής που αναφέρεται στο άρθρο 161, και τις διαδικασίες για την εν λόγω μετατροπή·
   ια) τις λεπτομέρειες των ανακοινώσεων μεταξύ του Οργανισμού και του Διεθνούς Γραφείου, συμπεριλαμβανομένων των ανακοινώσεων σύμφωνα με το άρθρο 147 παράγραφος 4, το άρθρο 148α, το άρθρο 153 παράγραφος 2 και το άρθρο 158γ.»· [Τροπολογία 109]

"

123)  Το άρθρο 162 απαλείφεται·

124)  Το άρθρο 163 απαλείφεται·

125)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"

«Άρθρο 163α

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.  Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.  Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στα άρθρα 24α, 35α, 45α, 49α, 57α, 65α, 74α, 74ια, 93α, 114α, 144α και 161α ανατίθεται για αόριστη διάρκεια.

3.  Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την ανάθεση εξουσιών που προσδιορίζονται στην απόφαση αυτή. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται σε αυτήν. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.  Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.  Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα 24α, 35α, 45α, 49α, 57α, 65α, 74α, 74ια, 93α, 114α, 144α και 161α τίθεται σε ισχύ μόνον εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν διατύπωσαν αντιρρήσεις εντός δύο τεσσάρων μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημέρωσαν αμφότερα την Επιτροπή ότι αποφάσισαν να μην εγείρουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»· [Τροπολογία 110]

"

126)  Το άρθρο 164 απαλείφεται·

127)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"

«Άρθρο 165α

Αξιολόγηση και επανεξέταση

1.  Έως το 2019, και στη συνέχεια ανά πενταετία, η Επιτροπή αναθέτει την πραγματοποίηση αξιολόγησης σχετικά με την αξιολογεί εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 112]

2.  Στο πλαίσιο της αξιολόγησης εξετάζεται το νομικό πλαίσιο της συνεργασίας μεταξύ του Οργανισμού και των κεντρικών υπηρεσιών βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, καθώς και του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ, με ιδιαίτερη επικέντρωση στον μηχανισμό χρηματοδότησης. Στην αξιολόγηση αυτή εξετάζεται επίσης ο αντίκτυπος, η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα του Οργανισμού και των πρακτικών εργασίας του. Στην αξιολόγηση εξετάζεται, ιδίως, η ενδεχόμενη ανάγκη τροποποίησης της αποστολής του Οργανισμού, καθώς και οι δημοσιονομικές επιπτώσεις της όποιας τροποποίησης.

3.  Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση αξιολόγησης, μαζί με τα συμπεράσματα που συνήγαγε από την έκθεση, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στο διοικητικό συμβούλιο. Τα πορίσματα της αξιολόγησης δημοσιοποιούνται.

4.  Σε κάθε δεύτερη αξιολόγηση, πραγματοποιείται αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που επιτεύχθηκαν από τον Οργανισμό ως προς τους στόχους, την αποστολή και τα καθήκοντά του. Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι δεν δικαιολογείται πλέον η διατήρηση του Οργανισμού, όσον αφορά τους καθορισμένους στόχους, την αποστολή και τα καθήκοντά του, μπορεί να προτείνει την κατάργηση του παρόντος κανονισμού.»·

"

127α)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο Παράρτημα:"

«Παράρτημα -I

Ύψος των τελών

Τα τέλη που καταβάλλονται στον Οργανισμό δυνάμει του παρόντος κανονισμού και δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2868/95 ορίζονται ως εξής:

1.  Βασικό τέλος αίτησης για ατομικό σήμα (άρθρο 26 παράγραφος 2, κανόνας 4 στοιχείο a))

EUR 925

1a.  Τέλος έρευνας για αίτηση για ενωσιακό σήμα (άρθρο 38 παράγραφος 2, κανόνας 4 στοιχείο γ))

Το ποσό των 12 ευρώ επί τον αριθμό κεντρικών υπηρεσιών βιομηχανικής ιδιοκτησίας που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 2· το εν λόγω ποσό και οι επακόλουθες αλλαγές δημοσιεύονται από τον Οργανισμό στην Επίσημη Εφημερίδα του Οργανισμού

1β.  Βασικό τέλος ηλεκτρονικής αίτησης για ατομικό σήμα (άρθρο 26 παράγραφος 2, κανόνας 4 στοιχείο α))

EUR 775

1γ.  Βασικό τέλος ηλεκτρονικής αίτησης για ατομικό σήμα, με χρήση της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων ταξινόμησης (άρθρο 26 παράγραφος 2, κανόνας 4 στοιχείο α))

EUR 725

2.  Τέλος για τη δεύτερη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών για ατομικό σήμα (άρθρο 26 παράγραφος 2, κανόνας 4 στοιχείο β))

EUR 50

2α.  Τέλος για την τρίτη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών για ατομικό σήμα (άρθρο 26 παράγραφος 2, κανόνας 4 στοιχείο β))

EUR 75

2β.  Τέλος ανά κλάση προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της τρίτης για ατομικό σήμα (άρθρο 26 παράγραφος 2, κανόνας 4 στοιχείο β))

EUR 150

3.  Βασικό τέλος αίτησης για συλλογικό σήμα (άρθρο 26 παράγραφος 2 και άρθρο 66 παράγραφος 3, κανόνας 4 στοιχείο α) και κανόνας 42)

EUR 1 000

3α.  Βασικό τέλος ηλεκτρονικής αίτησης για συλλογικό σήμα, με χρήση της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων ταξινόμησης (άρθρο 26 παράγραφος 2 και άρθρο 66 παράγραφος 3, κανόνας 4 στοιχείο a) και κανόνας 42)

EUR 950

4.  Τέλος για τη δεύτερη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών για συλλογικό σήμα (άρθρο 26 παράγραφος 2 και άρθρο 66 παράγραφος 3, κανόνας 4 στοιχείο β) και κανόνας 42)

EUR 50

4α.  Τέλος για την τρίτη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών για συλλογικό σήμα (άρθρο 26 παράγραφος 2 και άρθρο 66 παράγραφος 3, κανόνας 4 στοιχείο β) και κανόνας 42)

EUR 75

4β.  Τέλος ανά κλάση προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της τρίτης για συλλογικό σήμα (άρθρο 26 παράγραφος 2 και άρθρο 66 παράγραφος 3, κανόνας 4 στοιχείο β) και κανόνας 42)

EUR 150

5.  Τέλος ανακοπής (άρθρο 41 παράγραφος 3)· κανόνας 17 παράγραφος 1)

EUR 350

7.  Βασικό τέλος καταχώρισης ατομικού σήματος (άρθρο 45)

EUR 0

8.  Τέλος ανά κλάση προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της τρίτης για ατομικό σήμα (άρθρο 45)

EUR 0

9.  Βασικό τέλος καταχώρισης για συλλογικό σήμα (άρθρο 45 και άρθρο 66 παράγραφος 3)

EUR 0

10.  Τέλος ανά κλάση προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της τρίτης για συλλογικό σήμα (άρθρο 45 και άρθρο 64 παράγραφος 3)

EUR 0

11.  Πρόσθετο τέλος για καθυστέρηση καταβολής του τέλους καταχώρισης (σημείο 2 του άρθρου 162 παράγραφος 2)

EUR 0

12.  Βασικό τέλος ανανέωσης ατομικού σήματος (άρθρο 47 παράγραφος 1, κανόνας 30 παράγραφος 2 στοιχείο α))

EUR 1 150

12α.  Βασικό τέλος ηλεκτρονικής ανανέωσης ατομικού σήματος (άρθρο 47 παράγραφος 1, κανόνας 30 παράγραφος 2 στοιχείο α))

EUR 1 000

13.  Τέλος ανανέωσης για τη δεύτερη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών για ατομικό σήμα (άρθρο 47 παράγραφος 1, κανόνας 30 παράγραφος 2 στοιχείο β))

EUR 100

13α.  Τέλος ανανέωσης για την τρίτη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών για ατομικό σήμα (άρθρο 47 παράγραφος 1, κανόνας 30 παράγραφος 2 στοιχείο β))

EUR 150

13β.  Τέλος ανανέωσης ανά κλάση προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της τρίτης για ατομικό σήμα (άρθρο 47 παράγραφος 1, κανόνας 30 παράγραφος 2 στοιχείο β))

EUR 300

14.  Βασικό τέλος ανανέωσης συλλογικού σήματος (άρθρο 47 παράγραφος 1 και άρθρο 66 παράγραφος 3, κανόνας 30 παράγραφος 2 στοιχείο α) και κανόνας 42)

EUR 1 275

15.  Τέλος ανανέωσης για τη δεύτερη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών για συλλογικό σήμα (άρθρο 47 παράγραφος 1 και άρθρο 66 παράγραφος 3, κανόνας 30 παράγραφος 2 στοιχείο β) και κανόνας 42)

EUR 100

15α.  Τέλος ανανέωσης για την τρίτη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών για συλλογικό σήμα (άρθρο 47 παράγραφος 1 και άρθρο 66 παράγραφος 3, κανόνας 30 παράγραφος 2 στοιχείο β) και κανόνας 42)

EUR 150

15β.  Τέλος ανανέωσης ανά κλάση προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της τρίτης για συλλογικό σήμα (άρθρο 47 παράγραφος 1 και άρθρο 66 παράγραφος 3, κανόνας 30 παράγραφος 2 στοιχείο β) και κανόνας 42)

EUR 300

16.  Πρόσθετο τέλος για καθυστέρηση καταβολής του τέλους ανανέωσης ή καθυστερημένη υποβολή αίτησης ανανέωσης (άρθρο 47 παράγραφος 3, κανόνας 30 παράγραφος 2 στοιχείο γ))

25% του τέλους για καθυστέρηση της ανανέωσης, με μέγιστο όριο τα 1.150 ευρώ

17.  Τέλος αίτησης για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας (άρθρο 56 παράγραφος 2, κανόνας 39 παράγραφος 1)

EUR 700

18.  Τέλος προσφυγής (άρθρο 60, κανόνας 49 παράγραφος 3)

EUR 800

19.  Τέλος αίτησης για την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση (restitutio in integrum) (άρθρο 81 παράγραφος 3)

EUR 200

20.  Τέλος αίτησης για τη μετατροπή αίτησης για ενωσιακό σήμα ή για τη μετατροπή ενωσιακού σήματος (άρθρο 113 παράγραφος 1, επίσης σε συνδυασμό με το άρθρο 159 παράγραφος 1· κανόνας 45 παράγραφος 2, επίσης σε συνδυασμό με τον κανόνα 123 παράγραφος 2)

α)  σε αίτηση εθνικού σήματος

β)  σε αίτηση επέκτασης της προστασίας σε κράτη μέλη δυνάμει της συμφωνίας της Μαδρίτης

EUR 200

21.  Τέλος για συνέχιση της διαδικασίας (άρθρο 82 παράγραφος 1)

EUR 400

22.  Τέλος δήλωσης για διαίρεση καταχωρισμένου ενωσιακού σήματος (άρθρο 49 παράγραφος 4) ή αίτησης ενωσιακού σήματος (άρθρο 44 παράγραφος 4):

EUR 250

23.  Τέλος αίτησης για καταχώριση άδειας χρήσης ή άλλου δικαιώματος επί καταχωρισμένου ενωσιακού σήματος (άρθρο 162 παράγραφος 2 στοιχείο γ), κανόνας 33 παράγραφος 2) ή αίτησης ενωσιακού σήματος (άρθρο 157 παράγραφος 2 στοιχείο δ), κανόνας 33 παράγραφος 4):

α)  χορήγηση άδειας χρήσης·

β)  μεταβίβαση άδειας χρήσης·

γ)  σύσταση εμπράγματου δικαιώματος·

δ)  μεταβίβαση εμπράγματου δικαιώματος·

ε)  αναγκαστική εκτέλεση·

EUR 200 ανά καταχώριση, σε περίπτωση όμως πολλαπλών αιτημάτων υποβαλλόμενων με την ίδια αίτηση ή ταυτόχρονα, δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 1 000 ευρώ συνολικά

24.  Τέλος για διαγραφή της καταχώρισης άδειας χρήσης ή άλλου δικαιώματος (άρθρο 162 παράγραφος 2 στοιχείο ε), κανόνας 35 παράγραφος 3)

EUR 200 ανά διαγραφή, σε περίπτωση όμως πολλαπλών αιτημάτων υποβαλλόμενων με την ίδια αίτηση ή ταυτόχρονα, δεν πρέπει να υπερβαίνει τα EUR 1 000 συνολικά

25.  Τέλος τροποποίησης καταχωρισμένου ενωσιακού σήματος (άρθρο 162 παράγραφος 2 στοιχείο στ), κανόνας 25 παράγραφος 2)

EUR 200

26.  Τέλος έκδοσης αντιγράφου της αίτησης για ενωσιακό σήμα (άρθρο 162 παράγραφος 2 στοιχείο ι), κανόνας 89 παράγραφος 5), αντιγράφου του πιστοποιητικού καταχώρισης (άρθρο 162 παράγραφος 2 στοιχείο β), κανόνας 24 παράγραφος 2) ή αποσπάσματος από το μητρώο (άρθρο 162 παράγραφος 2 στοιχείο ζ), κανόνας 84 παράγραφος 6):

α)  μη επικυρωμένο αντίγραφο ή απόσπασμα·

β)  επικυρωμένο αντίγραφο ή απόσπασμα

EUR 10

EUR 30

27.  Τέλος έρευνας φακέλου από το κοινό (άρθρο 162 παράγραφος 2 στοιχείο η), κανόνας 89 παράγραφος 1)

EUR 30

28.  Τέλος έκδοσης αντιγράφων των εγγράφων φακέλου (άρθρο 162 παράγραφος 2 στοιχείο θ), κανόνας 89 παράγραφος 5):

α)  μη επικυρωμένο αντίγραφο·

EUR 10

β)  επικυρωμένο αντίγραφο,

EUR 30

επιπλέον ανά σελίδα, πλέον των δέκα

EUR 1

29.  Τέλος ανακοίνωσης πληροφοριών που περιέχει ο φάκελος (άρθρο 162 παράγραφος 2 στοιχείο ια), κανόνας 90)

EUR 10

30.  Τέλος επανεξέτασης του επιστρεπτέου ποσού εξόδων διαδικασίας (άρθρο 162 παράγραφος 2 στοιχείο ιβ), κανόνας 94 παράγραφος 4)

EUR 100

31.  Τέλος κατάθεσης διεθνούς αίτησης στον Οργανισμό (άρθρο 147 παράγραφος 5)

EUR 300

[Τροπολογία 111]

Άρθρο 1α

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2868/95 τροποποιείται ως εξής:

   1) Ο κανόνας 4 διαγράφεται·
   2) Στον κανόνα 30, η παράγραφος 2 διαγράφεται. [Τροπολογία 113]

Άρθρο 1β

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2869/95 καταργείται.

Οι αναφορές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα(16). » [Τροπολογία 114]

"

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την [καθορίζεται ημερομηνία 90 ημέρες από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης].

Το άρθρο 1 σημείο 9), σημείο 10) στοιχείο β), σημεία 21), 22), 23), 25), 26), 27), 29), 30), 31), 34), 37), 38), 41), 44), 46), 57), 58), 59), 60), 61), 63), 64), 66), 67), 68), 69), 70), 71), 72), 73), 75), 76), 77), 78), 79), 88), 89), 93), 94), σημείο 99) όσον αφορά το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο ιδ), σημείο 101), σημείο 103) στοιχείο β), σημείο 105) στοιχείο δ), σημεία 112), 113), 114), 115), 117), 120), 123) και 124) εφαρμόζονται από την [καθορίζεται η πρώτη ημέρα του πρώτου μήνα 18 μήνες μετά την ημερομηνία που καθορίζεται στο πρώτο εδάφιο].

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

...,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

(1) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014.
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 1993 για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11 της 14.1.1994, σ. 1).
(3) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78 της 24.3.2009, σ. 1).
(4) Πρώτη οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1988 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 40 της 11.2.1989, σ. 1).
(5) Οδηγία 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 299 της 8.11.2008, σ. 25).
(6) COM(2008)0465.
(7) ΕΕ C 140 της 29.5.2010, σ. 22.
(8) COM(2011)0287.
(9) ΕΕ L 336 της 23.12.1994, σ. 214.
(10) Οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση (κωδικοποίηση) (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 21).
(11) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου 2013 σχετικά με την τελωνειακή επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1383/2003 του Συμβουλίου (ΕΕ L 181 της 29.6.2013, σ. 15).
(12) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2869/95 της Επιτροπής της 13ης Δεκεμβρίου 1995 σχετικά με τα πληρωτέα τέλη προς το Γραφείο εναρμόνισης στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΕΕ L 303 της 15.12.1995, σ. 33).
(13) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2868/95 της Επιτροπής της 13ης Δεκεμβρίου 1995 περί εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 303 της 15.12.1995, σ. 1).
(14) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).
(15) ΕΕ C 32 της 4.2.2014, σ. 23.
(16) Ο πίνακας αντιστοιχίας θα καταρτιστεί μετά τη σύναψη διοργανικής συμφωνίας επί του παρόντος κανονισμού.


Νομοθεσία των κρατών μελών περί σημάτων ***I
PDF 608kWORD 264k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (αναδιατύπωση) (COM(2013)0162 – C7-0088/2013 – 2013/0089(COD))
P7_TA(2014)0119A7-0032/2014

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία – αναδιατύπωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0162),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0088/2013),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 11ης Ιουλίου 2013(1),

–  έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μία πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(2),

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0032/2014),

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τη συμβουλευτική ομάδα εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην εκείνων που προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων των προηγούμενων πράξεων μαζί με τις τροποποιήσεις αυτές, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·

1.  εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/.../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (αναδιατύπωση)

P7_TC1-COD(2013)0089


(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114 παράγραφος 1, [Τροπολογία 1]

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(4),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Η οδηγία 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(5), πρέπει να τροποποιηθεί. Για λόγους σαφήνειας, είναι σκόπιμη η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

(2)  Με την οδηγία 2008/95/ΕΚ εναρμονίστηκαν βασικές διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου περί σημάτων, οι οποίες, την εποχή που εκδόθηκε η οδηγία, θεωρήθηκε ότι επηρέαζαν πιο άμεσα τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, παρεμποδίζοντας την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στην Ένωση.

(3)  Η προστασία των σημάτων στα κράτη μέλη συνυπάρχει με την προστασία που παρέχεται σε επίπεδο Ένωσης, μέσω κοινοτικών σημάτων τα οποία αποτελούν αντικείμενο δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας ενιαίου χαρακτήρα, με ισχύ σε ολόκληρη την Ένωση, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου(6). Η συνύπαρξη συστημάτων εμπορικών σημάτων σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο Ένωσης όντως συνιστά ακρογωνιαίο λίθο της προσέγγισης που ακολουθεί η Ένωση όσον αφορά την προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας.

(4)  Κατόπιν της ανακοίνωσης της Επιτροπής, της 16ης Ιουλίου 2008, σχετικά με μια στρατηγική για την Ευρώπη στον τομέα των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας(7), η Επιτροπή προέβη σε εκτενή αξιολόγηση της γενικής λειτουργίας ολόκληρου του συστήματος εμπορικών σημάτων στην Ευρώπη, η οποία κάλυπτε τόσο το επίπεδο της Ένωσης όσο και το εθνικό επίπεδο, καθώς και την αλληλεπίδραση μεταξύ τους.

(5)  Στα συμπεράσματά του, της 25ης Μαΐου 2010, σχετικά με τη μελλοντική αναθεώρηση του συστήματος εμπορικών σημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση(8), το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις για την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, καθώς και της οδηγίας 2008/95/ΕΚ. Εν προκειμένω, η αναθεώρηση της δεύτερης θα πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα ώστε η οδηγία να εναρμονιστεί περισσότερο με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και, κατά πράγμα που θα έχει ως συνέπεια, να μειωθούν τα πεδία όπου σημειώνονται αποκλίσεις στο πλαίσιο του συστήματος εμπορικών σημάτων στην Ευρώπη, στο σύνολό του, διατηρώντας παράλληλα την προστασία των εμπορικών σημάτων σε εθνικό επίπεδο ως ελκυστική επιλογή για τους καταθέτες. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να εξασφαλιστεί η συμπληρωματική σχέση μεταξύ του ενωσιακού και των εθνικών συστημάτων εμπορικών σημάτων. [Τροπολογία 2]

(6)  Στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Η Ενιαία Αγορά για τα δικαιώματα Διανοητικής Ιδιοκτησίας», της 24ης Μαΐου 2011(9), η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι αυξημένες απαιτήσεις των ενδιαφερομένων για πιο ταχύρρυθμα, υψηλότερης ποιότητας και πιο εναρμονισμένα συστήματα καταχώρισης εμπορικών σημάτων, συνεπέστερα, ευκολότερα για τους χρήστες, προσπελάσιμα στο κοινό και προσαρμοσμένα στις τεχνολογικές εξελίξεις, υπάρχει ανάγκη να εκσυγχρονιστεί το σύστημα των σημάτων σε όλη την Ένωση και να προσαρμοστεί στην εποχή του Διαδικτύου.

(7)  Από τις διαβουλεύσεις και την αξιολόγηση για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας φάνηκε ότι, παρά την προηγούμενη μερική εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών, το ευρωπαϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον παραμένει πολύ ετερογενές, γεγονός το οποίο περιορίζει τη γενικότερη πρόσβαση σε προστασία μέσω των σημάτων και, επομένως, έχει επιζήμιες συνέπειες για την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη.

(8)  Προκειμένου να υπάρξει ανταπόκριση στον στόχο να προωθηθεί και να διαμορφωθεί ενιαία αγορά, που να λειτουργεί εύρυθμα, και να διευκολυνθεί η απόκτηση και η προστασία των σημάτων στην Ένωση, κρίνεται, επομένως, αναγκαίο να διευρυνθεί το περιορισμένο πεδίο εφαρμογής της εναρμόνισης η οποία επετεύχθη με την οδηγία 2008/95/ΕΚ, και να επεκταθεί η προσέγγιση σε όλες τις πτυχές του ουσιαστικού δικαίου περί σημάτων, οι οποίες αφορούν σήματα προστατευόμενα μέσω καταχώρισης όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

(9)  Για να καταστούν ευχερέστερες οι καταχωρίσεις σημάτων και η διαχείρισή τους σε όλη την Ένωση, είναι απαραίτητο να υπάρξει προσέγγιση όχι μόνο των διατάξεων ουσιαστικού δικαίου, αλλά και των διαδικαστικών κανόνων. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν οι βασικοί διαδικαστικοί κανόνες στα κράτη μέλη με το σύστημα του ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων όπου οι αποκλίσεις δημιουργούν σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Όσον αφορά τις διαδικασίες που προβλέπει η εθνική νομοθεσία, αρκεί να θεσπιστούν γενικές αρχές και να επαφίεται στα κράτη μέλη η θέσπιση πιο συγκεκριμένων κανόνων.

(10)  Είναι ζήτημα θεμελιώδους σημασίας η διασφάλιση ότι τα καταχωρισμένα σήματα τυγχάνουν της ίδιας προστασίας στο πλαίσιο της έννομης τάξης όλων των κρατών μελών, και ότι η προστασία των σημάτων σε εθνικό επίπεδο είναι ίδια με την προστασία των ευρωπαϊκών ενωσιακών σημάτων. Σε ευθυγράμμιση με την εκτενή προστασία που παρέχεται στα ευρωπαϊκά ενωσιακά σήματα που έχουν αποκτήσει φήμη στην Ένωση, θα πρέπει επίσης να παρέχεται εκτενής προστασία σε εθνικό επίπεδο σε όλα τα καταχωρισμένα σήματα που έχουν αποκτήσει φήμη στο αντίστοιχο κράτος μέλος. [Τροπολογία 3, η παρούσα τροπολογία αφορά στο σύνολο του κειμένου]

(11)  Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να στερεί από τα κράτη μέλη το δικαίωμα να συνεχίζουν να προστατεύουν τα σήματα που έχουν αποκτηθεί λόγω χρήσης, αλλά θα πρέπει να διέπει μόνο τη σχέση τους με τα σήματα που αποκτώνται με καταχώριση.

(12)  Η επίτευξη των στόχων, οι οποίοι επιδιώκονται με την προσέγγιση των νομοθεσιών, προϋποθέτει ότι η απόκτηση και η διατήρηση του δικαιώματος επί του καταχωρισμένου σήματος εξαρτάται, κατ’ αρχήν, από τους ίδιους όρους σε όλα τα κράτη μέλη.

(13)  Για τον σκοπό αυτόν, είναι αναγκαίο να καταρτιστεί ενδεικτικός κατάλογος σημείων που μπορούν να αποτελούν ένα σήμα, από τη στιγμή που, βάσει αυτών, είναι δυνατόν να διακρίνονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα αντίστοιχα άλλων επιχειρήσεων. Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι του συστήματος καταχώρισης των σημάτων, οι οποίοι συνίστανται στην κατοχύρωση της ασφάλειας δικαίου και της χρηστής διοίκησης, είναι επίσης απαραίτητο να απαιτείται η παράσταση του σημείου στο μητρώο κατά τρόπο που να επιτρέπει τον σαφή, ακριβή, προσδιορισμό του αντικειμένου της προστασίας αφ’ εαυτού πλήρη, ευχερώς προσιτό, διαρκή και αντικειμενικό. Επομένως, άπαξ και η παράσταση χρησιμοποιεί ευρέως διαθέσιμη τεχνολογία και παρέχει ικανοποιητικές εγγυήσεις για τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να επιτρέπεται η παράσταση ενός σημείου σε οποιαδήποτε κατάλληλη μορφή, και άρα όχι κατ’ ανάγκη με γραφικά μέσα. [Τροπολογία 4]

(14)  Εξάλλου, οι λόγοι απαραδέκτου ή ακυρότητας που αφορούν το ίδιο το σήμα, μεταξύ άλλων η έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα, ή που αφορούν τις συγκρούσεις μεταξύ του σήματος και προγενέστερων δικαιωμάτων, θα πρέπει να απαριθμούνται περιοριστικά, έστω και αν ορισμένοι από αυτούς τους λόγους αναφέρονται ενδεικτικά για τα κράτη μέλη, τα οποία μπορούν, κατά συνέπεια, να διατηρήσουν ή να εισαγάγουν τους λόγους αυτούς στη νομοθεσία τους.

(15)  Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα επίπεδα προστασίας, που κατοχυρώνονται για τις γεωγραφικές ενδείξεις με άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης, εφαρμόζονται με ενιαίο και διεξοδικό τρόπο στο σύνολο της Ένωσης κατά την εξέταση των απόλυτων και των σχετικών λόγων απαραδέκτου, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιλαμβάνει τις ίδιες διατάξεις σχετικά με τις γεωγραφικές ενδείξεις όπως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

(16)  Η προστασία την οποία παρέχει το καταχωρισμένο σήμα, σκοπός της οποίας είναι, ιδίως, η διασφάλιση της λειτουργίας του σήματος ως ένδειξης προέλευσης, θα πρέπει να είναι απόλυτη σε περίπτωση ταυτότητας μεταξύ του σήματος και του σημείου και μεταξύ των προϊόντων ή των υπηρεσιών. Η προστασία θα πρέπει να ισχύει επίσης σε περίπτωση ομοιότητας μεταξύ του σήματος και του σημείου και μεταξύ των προϊόντων ή των υπηρεσιών. Η έννοια της ομοιότητας θα πρέπει οπωσδήποτε να ερμηνεύεται σε σχέση με τον κίνδυνο σύγχυσης. Ο κίνδυνος σύγχυσης, η εκτίμηση του οποίου εξαρτάται από πολυάριθμους παράγοντες, και ιδίως από το κατά πόσον είναι γνωστό το σήμα στην αγορά, από την ενδεχόμενη συσχέτιση με το χρησιμοποιούμενο ή καταχωρισμένο σημείο, από τον βαθμό ομοιότητας μεταξύ του σήματος και του σημείου και μεταξύ των προσδιοριζόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών, θα πρέπει να αποτελεί την ειδική προϋπόθεση της προστασίας. Τα μέσα με τα οποία μπορεί να διαπιστώνεται ο κίνδυνος σύγχυσης, και ιδίως το βάρος της απόδειξης, θα πρέπει να υπόκεινται στους εθνικούς δικονομικούς κανόνες, τους οποίους δεν θα πρέπει να θίγει η παρούσα οδηγία.

(17)  Για την κατοχύρωση της ασφάλειας δικαίου και της πλήρους συνέπειας με την αρχή της προτεραιότητας, βάσει της οποίας προγενέστερο καταχωρισμένο σήμα προηγείται του μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί ότι η επιβολή των δικαιωμάτων που παρέχει το σήμα δεν θα πρέπει να θίγει τα δικαιώματα των δικαιούχων τα οποία έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του σήματος. Η αρχή αυτή είναι σύμφωνη με το άρθρο 16 παράγραφος 1 της Συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, της 15ης Απριλίου 1994 (στο εξής «Συμφωνία TRIPS)(10).

(18)  Είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι παραποίηση/απομίμηση σήματος μπορεί να στοιχειοθετηθεί μόνον εάν υπάρξει διαπίστωση ότι το παράνομο σήμα ή σημείο χρησιμοποιείται στις συναλλαγές για σκοπούς διάκρισης προϊόντων ή υπηρεσιών ως προς την εμπορική τους προέλευση. Η χρήση για άλλους σκοπούς θα πρέπει να υπόκειται στις διατάξεις του εθνικού δικαίου.

(19)  Για να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου και η σαφήνεια, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί ότι, όχι μόνο σε περίπτωση ομοιότητας, αλλά επίσης και σε περίπτωση χρήσης ταυτόσημου σήματος για ταυτόσημα προϊόντα ή υπηρεσίες, η προστασία θα πρέπει να παρέχεται σε ένα σήμα μόνον εφόσον προσβάλλεται, και στον βαθμό που προσβάλλεται, η κύρια λειτουργία του σήματος, η οποία συνίσταται στην εγγύηση της εμπορικής προέλευσης των προϊόντων ή των υπηρεσιών. [Τροπολογία 5]

(20)  Η παραποίηση/απομίμηση σήματος θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει τη χρήση του σημείου ως εμπορικής επωνυμίας ή παρόμοιας ονομασίας, εφόσον η χρήση γίνεται για σκοπούς διάκρισης προϊόντων ή υπηρεσιών ως προς την εμπορική τους προέλευση.

(21)  Προκειμένου να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου και πλήρης συνέπεια με ειδική νομοθεσία της Ένωσης, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι ο δικαιούχος ενός σήματος θα πρέπει να δικαιούται να απαγορεύει σε τρίτους τη χρήση ενός σημείου σε συγκριτική διαφήμιση, εφόσον αυτή η συγκριτική διαφήμιση αντίκειται στην οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(11).

(22)  Για την ενίσχυση της προστασίας των σημάτων και για την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της παραποίησης/απομίμησης, και με την επιφύλαξη των κανόνων του ΠΟΕ, και ειδικότερα του άρθρου V της GATT για την ελευθερία διέλευσης, ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος θα πρέπει να δικαιούται να εμποδίζει τρίτους να εισάγουν προϊόντα στο τελωνειακό έδαφος του κράτους μέλους, χωρίς να έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία εκεί, όταν τα προϊόντα αυτά προέρχονται από τρίτες χώρες και φέρουν, χωρίς σχετική άδεια, σήμα το οποίο είναι κατ’ ουσία ταυτόσημο με το καταχωρισμένο σήμα για τα εν λόγω προϊόντα. Η διάταξη αυτή δεν θίγει την ομαλή διακίνηση γενόσημων φαρμάκων, σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως όπως αποτυπώνονται στη «Δήλωση για τη συμφωνία TRIPS και τη δημόσια υγεία» που εγκρίθηκε από την Υπουργική Διάσκεψη του ΠΟΕ στη Ντόχα στις 14 Νοεμβρίου 2001. [Τροπολογία 55]

(22α)  Ο δικαιούχος σήματος θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να προβαίνει σε σχετικές νομικές ενέργειες, συμπεριλαμβανομένου μεταξύ άλλων του δικαιώματος να ζητεί από τις εθνικές τελωνειακές αρχές να αναλαμβάνουν δράση όσον αφορά προϊόντα με τα οποία εικάζεται ότι παραβιάζονται τα δικαιώματα του δικαιούχου, όπως τη κατακράτηση και τη καταστροφή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(12). Οι τελωνειακές αρχές θα πρέπει να διεξάγουν τις σχετικές διαδικασίες που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013 μετά από αίτηση δικαιούχου και με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου. [Τροπολογία 7]

(22β)  Το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 608/2013 προβλέπει ότι δικαιούχος ευθύνεται για ζημίες έναντι του κατόχου των προϊόντων εφόσον, μεταξύ άλλων, αποδεικνύεται μεταγενέστερα ότι τα εν λόγω προϊόντα δεν παραβιάζουν δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. [Τροπολογία 8]

(22γ)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα ώστε να διασφαλίζουν την ομαλή διέλευση των γενόσημων φαρμάκων. Ως εκ τούτου, ο δικαιούχος σήματος δεν θα πρέπει να δικαιούται να εμποδίζει τυχόν τρίτο να εισάγει, στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, προϊόντα στο τελωνειακό έδαφος του κράτους μέλους βάσει φαινομενικής ή πραγματικής ομοιότητας μεταξύ της διεθνούς κοινής ονομασίας (ΙΝΝ) της δραστικής ουσίας του φαρμάκου και ενός καταχωρισμένου σήματος. [Τροπολογία 9]

(23)  Για να εμποδίζεται αποτελεσματικότερα η εισαγωγή παράνομων προϊόντων παραποίησης/απομίμησης, ιδίως στο πλαίσιο διαδικτυακών πωλήσεων μέσω του Διαδικτύου υπό μορφή μικροδεμάτων όπως ορίζονται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013, ο δικαιούχος έγκυρα καταχωρισμένου σήματος θα πρέπει να δικαιούται να απαγορεύει την εισαγωγή των εν λόγω προϊόντων στην Ένωση, εάν μόνον ο αποστολέας των προϊόντων παραποίησης/απομίμησης ενεργεί για εμπορικούς σκοπούς στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας. Στις περιπτώσεις που λαμβάνονται τέτοια μέτρα, τα άτομα ή οι οντότητες που είχαν παραγγείλει τα προϊόντα ενημερώνονται σχετικά με το λόγο λήψης των μέτρων καθώς και σχετικά με τα νόμιμα δικαιώματά τους έναντι του αποστολέα. [Τροπολογία 10]

(24)  Προκειμένου να είναι σε θέση οι δικαιούχοι των καταχωρισμένων σημάτων να καταπολεμούν αποτελεσματικότερα την παραποίηση/απομίμηση, θα πρέπει να δικαιούνται να απαγορεύουν την επίθεση παράνομου σήματος σε προϊόντα, καθώς και ορισμένες προπαρασκευαστικές πράξεις πριν από την επίθεση παράνομου σήματος.

(25)  Τα αποκλειστικά δικαιώματα που παρέχει το σήμα δεν θα πρέπει να επιτρέπουν στον δικαιούχο να απαγορεύει τη χρήση σημείων ή ενδείξεων που χρησιμοποιούνται με θεμιτό τρόπο και σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο. Προκειμένου να δημιουργηθούν ισότιμοι όροι για τις εμπορικές επωνυμίες και τα σήματα, δεδομένου ότι συνήθως παρέχεται απεριόριστη προστασία στις εμπορικές επωνυμίες έναντι των μεταγενέστερων σημάτων, αυτή η χρήση θα πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνει και τη χρήση του ονόματος προσώπων. Επιπλέον, θα πρέπει να περιλαμβάνει τη χρήση περιγραφικών ή μη διακριτικών σημείων ή ενδείξεων εν γένει. Συν τοις άλλοις, ο δικαιούχος δεν θα πρέπει να δικαιούται να εμποδίζει τη γενική, θεμιτή και έντιμη χρήση του σήματος για τον προσδιορισμό ή την αναφορά σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα/ες του δικαιούχου.

(26)  Όπως προκύπτει από την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, δεν πρέπει να επιτρέπεται στον δικαιούχο σήματος να απαγορεύει τη χρήση του από τρίτον για προϊόντα που έχουν τεθεί, υπό το σήμα αυτό, σε εμπορία στην Ένωση, από τον ίδιο τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του, εκτός εάν ο δικαιούχος έχει νόμιμους λόγους να αντιταχθεί στη μεταγενέστερη εμπορική εκμετάλλευση των προϊόντων.

(27)  Για λόγους ασφαλείας του δικαίου και χωρίς να θίγονται κατά τρόπο ανεπιεική τα συμφέροντα του δικαιούχου προγενέστερου σήματος, είναι σημαντικό να προβλεφθεί πως ο εν λόγω δικαιούχος δεν μπορεί πλέον να ζητά την ακυρότητα ή να αντιτίθεται στη χρήση σήματος μεταγενέστερου του δικού του, εφόσον εν γνώσει του ανέχθηκε τη χρήση αυτή για μεγάλο διάστημα, εκτός αν η αίτηση για το μεταγενέστερο σήμα έγινε κακόπιστα.

(28)  Προκειμένου να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου και να διασφαλιστούν τα δικαιώματα επί σημάτων που έχουν αποκτηθεί νομίμως, είναι σκόπιμο και αναγκαίο να προβλεφθεί, χωρίς να θίγεται η αρχή ότι το μεταγενέστερο σήμα δεν μπορεί να επιβληθεί του προγενέστερου σήματος, ότι οι δικαιούχοι προγενέστερων σημάτων δεν θα πρέπει να δικαιούνται την κήρυξη απαραδέκτου ή ακυρότητας, ούτε να αντιτάσσονται στη χρήση μεταγενέστερου σήματος, εάν το μεταγενέστερο σήμα αποκτήθηκε κατά τον χρόνο που το προγενέστερο σήμα ήταν δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο ή ο δικαιούχος να εκπέσει των δικαιωμάτων του, για παράδειγμα επειδή το σήμα δεν είχε ακόμη αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα μέσω της χρήσης, ή εάν το προγενέστερο σήμα δεν μπορούσε να προβληθεί έναντι του μεταγενέστερου σήματος διότι δεν συνέτρεχαν οι αναγκαίες προϋποθέσεις, για παράδειγμα επειδή το προγενέστερο σήμα δεν είχε ακόμη αποκτήσει φήμη.

(29)  Τα σήματα εκπληρώνουν τον σκοπό τους, που συνίσταται στη διάκριση των προϊόντων ή των υπηρεσιών και στην παροχή στους καταναλωτές της δυνατότητας να κάνουν συνειδητές επιλογές, μόνον εάν όντως χρησιμοποιούνται στην αγορά. Η απαίτηση χρήσης είναι επίσης αναγκαία προκειμένου να περιοριστεί ο συνολικός αριθμός των καταχωρισμένων και προστατευόμενων σημάτων εντός της Ένωσης και, κατ’ επέκταση, ο αριθμός των συγκρούσεων οι οποίες αναφύονται μεταξύ τους. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να απαιτείται η ουσιαστική χρησιμοποίηση των καταχωρισμένων σημάτων, για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες είναι καταχωρισμένα, επί ποινή εκπτώσεως, εντός διαστήματος 5 ετών από την ημερομηνία καταχώρισης. [Τροπολογία 11]

(30)  Κατά συνέπεια, ένα καταχωρισμένο σήμα θα πρέπει να προστατεύεται μόνον στον βαθμό που όντως χρησιμοποιείται, και προγενέστερο καταχωρισμένο σήμα δεν θα πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα στον δικαιούχο του να αντιτάσσεται στη χρήση μεταγενέστερου σήματος ή να το ακυρώνει, εάν ο εν λόγω δικαιούχος δεν έχει κάνει ουσιαστική χρήση του σήματος. Εξάλλου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπουν ότι ένα σήμα δεν μπορεί να προβληθεί εγκύρως σε δίκη παραποίησης/απομίμησης, εάν αποδεικνύεται, μετά από ένσταση, ότι ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να εκπέσει των δικαιωμάτων του ή, όταν η αγωγή ασκείται κατά μεταγενέστερου δικαιώματος, θα μπορούσε να είχε εκπέσει των δικαιωμάτων του κατά τον χρόνο που αποκτήθηκε το μεταγενέστερο δικαίωμα.

(31)  Είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι εφόσον, προκειμένου για ευρωπαϊκό ενωσιακό σήμα, έχει γίνει επίκληση της αρχαιότητας εθνικού σήματος από το οποίο, στη συνέχεια, έχει προηγηθεί παραίτηση ή το οποίο έχει αποσβεστεί, μπορεί ακόμη να τεθεί υπό αμφισβήτηση η ισχύς του εν λόγω εθνικού σήματος. Η αμφισβήτηση θα πρέπει να περιορίζεται σε περιπτώσεις όπου το εθνικό σήμα θα μπορούσε να έχει κηρυχθεί άκυρο ή ο δικαιούχος έκπτωτος των δικαιωμάτων του, κατά τον χρόνο που το σήμα διεγράφη από το μητρώο.

(32)  Για λόγους συνέπειας και προκειμένου να διευκολυνθεί η εμπορική εκμετάλλευση των σημάτων στην Ένωση, οι κανόνες που ισχύουν για τα σήματα ως αντικείμενα κυριότητας θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τους κανόνες που έχουν ήδη θεσπιστεί για τα ευρωπαϊκά ενωσιακά σήματα και θα πρέπει να περιλαμβάνουν κανόνες για την εκχώρηση και τη μεταβίβαση, την παραχώρηση άδειας χρήσης, τα εμπράγματα δικαιώματα, την αναγκαστική εκτέλεση και τη διαδικασία αφερεγγυότητας.

(33)  Τα συλλογικά σήματα έχουν αποδειχθεί χρήσιμο μέσο για την προώθηση των προϊόντων ή των υπηρεσιών με συγκεκριμένες κοινές ιδιότητες. Είναι, επομένως, σκόπιμο να υπόκεινται τα εθνικά συλλογικά σήματα σε κανόνες παρεμφερείς με τους κανόνες που ισχύουν για τα ευρωπαϊκά συλλογικά σήματα.

(34)  Προκειμένου να βελτιωθεί και να διευκολυνθεί η πρόσβαση στην προστασία των σημάτων και να αυξηθεί η ασφάλεια δικαίου και η προβλεψιμότητα, η διαδικασία για την καταχώριση των σημάτων στα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι αποτελεσματική και διαφανής, θα πρέπει δε να ακολουθούνται κανόνες ανάλογοι με εκείνους που ισχύουν για τα ευρωπαϊκά ενωσιακά σήματα. Για να επιτευχθεί η διαμόρφωση ενός συνεκτικού και εξισορροπημένου συστήματος σημάτων τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο Ένωσης, θα πρέπει, επομένως, όλες οι κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, κατά την αυτεπάγγελτη εξέταση της επιλεξιμότητας μιας αίτησης για καταχώριση σήματος, να περιορίζονται στην εξέταση της απουσίας μόνον απόλυτων λόγων απαραδέκτου. Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να θίγει το δικαίωμα των εν λόγω υπηρεσιών να πραγματοποιούν, εφόσον το ζητούν οι καταθέτες, έρευνες σχετικά με προγενέστερα δικαιώματα, για καθαρά ενημερωτικούς σκοπούς, υπό την επιφύλαξη της συνέχειας της διαδικασίας καταχώρισης, συμπεριλαμβανομένης επακόλουθης διαδικασίας ανακοπής, και χωρίς δεσμευτικό αποτέλεσμα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι ελεύθερα να αποφασίζουν κατά πόσο θα διεξάγουν αυτεπάγγελτη εξέταση για τυχόν σχετικούς λόγους απαραδέκτου. [Τροπολογία 12]

(35)  Για την κατοχύρωση της ασφάλειας δικαίου όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής των δικαιωμάτων επί σήματος και για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στην προστασία των σημάτων, ο χαρακτηρισμός και η ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών που καλύπτονται από την αίτηση καταχώρισης του σήματος θα πρέπει να ακολουθούν τους ίδιους κανόνες σε όλα τα κράτη μέλη και θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τους κανόνες που ισχύουν για τα ευρωπαϊκά ενωσιακά σήματα. Προκειμένου οι αρμόδιες αρχές και οι οικονομικοί φορείς να είναι σε θέση να προσδιορίζουν την έκταση της επιδιωκόμενης προστασίας του σήματος με βάση αποκλειστικά την αίτηση, ο χαρακτηρισμός των προϊόντων και των υπηρεσιών θα πρέπει να είναι επαρκώς σαφής και ακριβής. Η χρήση γενικών όρων θα πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνει μόνον προϊόντα και υπηρεσίες που καλύπτονται σαφώς από την κυριολεκτική έννοια του όρου.

(36)  Για τον σκοπό της διασφάλισης αποτελεσματικής προστασίας των σημάτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματική διοικητική διαδικασία ανακοπής, η οποία να επιτρέπει στους δικαιούχους προγενέστερων δικαιωμάτων επί σήματος να αντιτάσσονται στην αίτηση καταχώρισης ενός σήματος. Συν τοις άλλοις, προκειμένου να προσφέρουν αποτελεσματικά μέσα έκπτωσης ή ακυρότητας όσον αφορά τα σήματα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπουν διοικητική διαδικασία για την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας παρεμφερή με αυτήν που ισχύει για τα ευρωπαϊκά ενωσιακά σήματα σε επίπεδο Ένωσης.

(37)  Οι κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους και με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα εμπορικά σήματα, τα σχέδια και τα υποδείγματα τη διανοητική ιδιοκτησία (στο εξής «ο Οργανισμός») σε όλους τους τομείς της καταχώρισης και της διαχείρισης των σημάτων, προκειμένου να προωθηθεί η σύγκλιση των πρακτικών και των εργαλείων, όπως με τη δημιουργία και την επικαιροποίηση κοινών ή συνδεδεμένων βάσεων δεδομένων και πυλών για διαβούλευση και αναζήτηση. Οι υπηρεσίες των κρατών μελών και ο Οργανισμός θα πρέπει επίσης να συνεργάζονται σε όλους τους άλλους τομείς των δραστηριοτήτων τους οι οποίοι είναι συναφείς με την προστασία των σημάτων στην Ένωση.

(38)  Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να αποκλείει την εφαρμογή επί των σημάτων άλλων νομικών διατάξεων των κρατών μελών, εκτός από το δίκαιο των σημάτων, όπως είναι οι διατάξεις σχετικά με τον αθέμιτο ανταγωνισμό, την αστική ευθύνη ή την προστασία των καταναλωτών.

(39)  Όλα τα κράτη μέλη δεσμεύονται από τη Σύμβαση των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας (Σύμβαση των Παρισίων) και τη Συμφωνία TRIPS. Είναι απαραίτητο οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας να βρίσκονται σε πλήρη αρμονία με τις διατάξεις της εν λόγω Σύμβασης και της εν λόγω Συμφωνίας. Οι υποχρεώσεις των κρατών μελών που απορρέουν από τη Σύμβαση αυτή και τη Συμφωνία αυτή δεν θα πρέπει να επηρεάζονται από την παρούσα οδηγία. Αν χρειαστεί, θα πρέπει να εφαρμόζεται το άρθρο 351 δεύτερο εδάφιο της Συνθήκης.

(40)  Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν τροποποιήσεις ουσίας της προϋπάρχουσας οδηγίας. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται κατ’ ουσία απορρέει από την προϋπάρχουσα οδηγία.

(41)  Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά την προθεσμία ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας, που εμφαίνεται στο παράρτημα Ι μέρος Β της οδηγίας 2008/95/ΕΚ.

(41α)  Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(13), η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος γνωμοδότησε στις 11 Ιουλίου 2013(14), [Τροπολογία 13]

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Κεφάλαιο 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα σήματα προϊόντων ή υπηρεσιών που έχουν καταχωρισθεί ή ως προς τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση για καταχώριση σε ένα κράτος μέλος ως ατομικά ή συλλογικά σήματα ή σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης, ή έχουν καταχωρισθεί ή ως προς τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση για καταχώριση στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ, ή αποτέλεσαν αντικείμενο διεθνούς καταχώρισης η οποία παράγει αποτελέσματα σε ένα κράτος μέλος.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)  «υπηρεσία»: η κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας του κράτους μέλους – ή το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ – που είναι επιφορτισμένη με την καταχώριση του σήματος·

β)  «Οργανισμός»: ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα εμπορικά σήματα, τα σχέδια και τα υποδείγματα, τη διανοητική ιδιοκτησία, που ιδρύεται σύμφωνα με το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· [Τροπολογία 15, η παρούσα τροπολογία αφορά στο σύνολο του κειμένου]

γ)  «μητρώο»: το μητρώο εμπορικών σημάτων που τηρείται από μια υπηρεσία·

γα)  «προγενέστερα σήματα»»:

i)  τα σήματα τα οποία έχουν κατατεθεί πριν από την ημερομηνία αίτησης καταχώρισης του σήματος, αφού ληφθούν υπόψη, ενδεχομένως, τα προβαλλόμενα δικαιώματα προτεραιότητας για τα σήματα αυτά, και τα οποία ανήκουν στις ακόλουθες κατηγορίες:

—  ενωσιακά σήματα·

—  σήματα καταχωρισμένα σε κράτος μέλος ή, όσον αφορά το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και τις Κάτω Χώρες, στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ·

—  σήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο καταχώρισης βάσει διεθνών συμφωνιών, η οποία ισχύει σε ένα κράτος μέλος·

ii)  ενωσιακά σήματα των οποίων εγκύρως προβάλλεται η αρχαιότητα, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, έναντι σήματος που αναφέρεται στη δεύτερη και την τρίτη περίπτωση του σημείου i), ακόμη και αν έχει προηγηθεί παραίτηση από το εν λόγω σήμα ή απόσβεση του δικαιώματος επί του σήματος·

iii)  αιτήσεις για τα σήματα που υπάγονται στα σημεία i) και ii), υπό την επιφύλαξη της καταχώρισής τους·

iv)  τα σήματα τα οποία, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης καταχώρισης του σήματος ή, ενδεχομένως, κατά την ημερομηνία προτεραιότητας που προβάλλεται προς υποστήριξη της αίτησης καταχώρισης του σήματος, είναι παγκοίνως γνωστά στο οικείο κράτος μέλος, κατά την έννοια του άρθρου 6α της σύμβασης των Παρισίων· [Τροπολογία 16]

γβ)  ως «σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης» νοούνται τα σήματα που προσδιορίζονται ως σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης κατά την κατάθεση και που είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που πιστοποιούνται από τον δικαιούχο του σήματος, όσον αφορά τη γεωγραφική προέλευση, το υλικό, τον τρόπο παρασκευής των προϊόντων ή παροχής των υπηρεσιών, την ποιότητα, την ακρίβεια ή άλλα χαρακτηριστικά, από εκείνα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που δεν πιστοποιούνται· [Τροπολογία 17]

γγ)  ως «συλλογικά σήματα» νοούνται τα σήματα που προσδιορίζονται ως συλλογικά κατά την κατάθεση και που είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες των μελών της δικαιούχου οργάνωσης του σήματος από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων. [Τροπολογία 18]

Κεφάλαιο 2

Το δίκαιο των σημάτων

ΤΜΗΜΑ 1

ΣΗΜΕΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ ΕΝΑ ΣΗΜΑ

Άρθρο 3

Σημεία από τα οποία είναι δυνατόν να συνίσταται ένα σήμα

Το σήμα μπορεί να συνίσταται από οποιαδήποτε σημεία, ιδίως δε από λέξεις, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος προσώπων, από σχέδια, γράμματα, αριθμούς, καθαυτό χρώματα, το σχήμα του προϊόντος ή της συσκευασίας του ή ήχους, εφόσον τα σημεία αυτά μπορούν από τη φύση τους και χρησιμοποιώντας τεχνολογία προσβάσιμη σε όλους:

α)  να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα αντίστοιχα προϊόντα ή υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων· και

β)  να παριστώνται στο μητρώο κατά τρόπο που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και στο κοινό να προσδιορίζουν το ακριβές αντικείμενο τις προστασίας που παρέχεται στον δικαιούχο του σήματος. [Τροπολογία 19]

ΤΜΗΜΑ 2

ΛΟΓΟΙ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟΥ Η ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ

Άρθρο 4

Απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου ή ακυρότητας

1.  Δεν καταχωρίζονται ή, εάν έχουν καταχωρισθεί, είναι δυνατόν να κηρυχθούν άκυρα:

α)  τα σημεία από τα οποία δεν δύναται να συνίσταται ένα σήμα·

β)  τα σήματα που στερούνται διακριτικού χαρακτήρα·

γ)  τα σήματα που συνίστανται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις που μπορούν να χρησιμεύσουν στο εμπόριο, προς δήλωση του είδους, της ποιότητας, της ποσότητας, του προορισμού, της αξίας, της γεωγραφικής προέλευσης ή του χρόνου παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της υπηρεσίας ή άλλων χαρακτηριστικών του προϊόντος ή της υπηρεσίας·

δ)  τα σήματα που συνίστανται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις τα οποία έχουν καταστεί συνήθη στην καθημερινή γλώσσα ή στη θεμιτή και πάγια πρακτική του εμπορίου·

ε)  τα σήματα που αποτελούνται αποκλειστικά:

i)  από το σχήμα που επιβάλλεται από την ίδια τη φύση του προϊόντος·

ii)  από το σχήμα του προϊόντος που είναι απαραίτητο για την επίτευξη ενός τεχνικού αποτελέσματος·

iii)  από το σχήμα που προσδίδει ουσιαστική αξία στο προϊόν·

στ)  τα σήματα που αντίκεινται στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη·

ζ)  τα σήματα που θα μπορούσαν να παραπλανήσουν το κοινό, για παράδειγμα ως προς τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση του προϊόντος ή της υπηρεσίας·

η)  τα σήματα τα οποία, ελλείψει αδείας των αρμοδίων αρχών είναι απαράδεκτα ή ακυρωτέα δυνάμει του άρθρου 6β της σύμβασης των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας (στο εξής «σύμβαση των Παρισίων»)·

θ)  τα σήματα των οποίων αποκλείεται η καταχώριση και δεν εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία ή διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος, όπου προβλέπεται προστασία των ονομασιών προέλευσης και των γεωγραφικών ενδείξεων·

ι)  τα σήματα των οποίων αποκλείεται η καταχώριση σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία ή διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος, όπου προβλέπεται προστασία των αλκοολούχων ποτών, των παραδοσιακών ενδείξεων των οίνων και των εγγυημένων παραδοσιακών ιδιότυπων προϊόντων· [Τροπολογία 20]

ια)  τα σήματα που περιέχουν ή αποτελούνται από προγενέστερη ονομασία ποικιλίας καταχωρισμένης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2100/94 του Συμβουλίου(15) σε σχέση με τον ίδιο τύπο προϊόντος. [Τροπολογία 21]

2.  Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται ακόμη και αν οι λόγοι απαραδέκτου υφίστανται:

α)  σε άλλα κράτη μέλη από εκείνα όπου κατατέθηκε η αίτηση καταχώρισης·

β)  μόνο όταν ένα σήμα σε ξένη γλώσσα μεταφράζεται ή μεταγράφεται σε οποιαδήποτε γραφή ή επίσημη γλώσσα των κρατών μελών. [Τροπολογία 22]

3.  Ένα σήμα είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο, εάν η αίτηση για την καταχώριση του σήματος έγινε κακόπιστα από τον καταθέτη. Κάθε κράτος μέλος μπορεί επίσης να προβλέπει ότι το εν λόγω σήμα δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση.

4.  Ένα κράτος μέλος μπορεί να προβλέπει ότι ένα σήμα δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση ή, αν έχει καταχωρισθεί, μπορεί να κηρυχθεί άκυρο, εφόσον και στο μέτρο που:

α)  η χρήση του μπορεί να απαγορευθεί δυνάμει της εκτός του δικαίου των σημάτων νομοθεσίας του συγκεκριμένου κράτους μέλους ή της Ένωσης·

β)  περιλαμβάνει σημείο μεγάλης συμβολικής σημασίας, και ιδίως θρησκευτικό σύμβολο·

γ)  περιλαμβάνει διακριτικά σύμβολα, εμβλήματα ή θυρεούς, εκτός αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 6β της σύμβασης των Παρισίων, και είναι δημοσίου συμφέροντος, εκτός αν έχει επιτραπεί η καταχώρισή του από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους.

5.  Ένα σήμα γίνεται δεκτό προς καταχώριση ή, αν έχει καταχωρισθεί, κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1 στοιχείο β), γ) ή δ) εφόσον, πριν από την ημερομηνία της αίτησης καταχώρισης και μετά τη χρήση που του έχει γίνει, απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα. Ένα σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1 στοιχείο β), γ) ή δ) εφόσον, πριν από την ημερομηνία της αίτησης καταχώρισης ή μετά την ημερομηνία της καταχώρισης ακυρότητας και μετά τη χρήση που του έχει γίνει, απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα. [Τροπολογία 23]

6.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η παράγραφος 5 εφαρμόζεται επίσης εφόσον ο διακριτικός χαρακτήρας αποκτήθηκε μετά την αίτηση καταχώρισης και πριν από την καταχώριση.

Άρθρο 5

Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου ή ακυρότητας

1.  Ένα σήμα δεν καταχωρίζεται ή, αν έχει καταχωρισθεί, είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο:

α)  εάν ταυτίζεται με προγενέστερο σήμα, και τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες για τις οποίες ζητείται ή έχει καταχωρισθεί το σήμα, ταυτίζονται με εκείνες για τις οποίες προστατεύεται το προγενέστερο σήμα·

β)  εάν, λόγω του ταυτοσήμου ή της ομοιότητας με το προγενέστερο σήμα και του ταυτοσήμου ή της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που τα δύο σήματα προσδιορίζουν, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού· ο κίνδυνος σύγχυσης περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισης με το προγενέστερο σήμα.

2.  Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως «προγενέστερα σήματα» νοούνται:

α)  τα σήματα τα οποία έχουν κατατεθεί πριν από την ημερομηνία αίτησης καταχώρισης του σήματος, αφού ληφθούν υπόψη, ενδεχομένως, τα προβαλλόμενα δικαιώματα προτεραιότητας για τα σήματα αυτά, και τα οποία ανήκουν στις ακόλουθες κατηγορίες:

i)  ευρωπαϊκά σήματα·

ii)  σήματα καταχωρισμένα σε κράτος μέλος ή, όσον αφορά το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και τις Κάτω Χώρες, στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ·

iii)  σήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχώρισης, η οποία ισχύει σε ένα κράτος μέλος·

β)  τα ευρωπαϊκά σήματα των οποίων εγκύρως προβάλλεται η αρχαιότητα, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, έναντι σήματος που αναφέρεται στο στοιχείο α) σημεία ii) και iii), ακόμη και αν έχει προηγηθεί παραίτηση από το εν λόγω σήμα ή απόσβεση του δικαιώματος επί του σήματος·

γ)  οι αιτήσεις για τα σήματα που υπάγονται στα στοιχεία α) και β), υπό την επιφύλαξη της καταχώρισής τους·

δ)  τα σήματα τα οποία, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης καταχώρισης του σήματος ή, ενδεχομένως, κατά την ημερομηνία προτεραιότητας που προβάλλεται προς υποστήριξη της αίτησης καταχώρισης του σήματος, είναι παγκοίνως γνωστά στο οικείο κράτος μέλος, κατά την έννοια του άρθρου 6α της σύμβασης των Παρισίων. [Τροπολογία 24]

3.  Ένα σήμα δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση ή, αν έχει καταχωρισθεί, είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο:

α)  εάν ταυτίζεται ή είναι παρόμοιο με προγενέστερο σήμα, ανεξαρτήτως του αν τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες ζητείται ή καταχωρίζεται ταυτίζονται ή είναι παρόμοια/ες ή δεν είναι παρόμοια/ες με εκείνα/ες για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωρισθεί το προγενέστερο σήμα, εφόσον το προγενέστερο σήμα έχει φήμη σε ένα στο κράτος μέλος για το οποίο υποβάλλεται η αίτηση καταχώρισης ή στο οποίο έχει καταχωρισθεί το σήμα ή, σε περίπτωση ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, έχει φήμη στην Ένωση, η δε χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σήματος, χωρίς νόμιμη αιτία, θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος ή θα ήταν βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη· [Τροπολογία 25]

β)  όταν ο ειδικός πληρεξούσιος ή ο αντιπρόσωπος του δικαιούχου του σήματος υποβάλλει αίτηση καταχώρισης, ιδίω ονόματι και χωρίς την άδεια του δικαιούχου, εκτός εάν ο εν λόγω ειδικός πληρεξούσιος ή αντιπρόσωπος δικαιολογήσει την πράξη του·

γ)  όταν το σήμα ενδέχεται να δημιουργήσει σύγχυση με προγενέστερο σήμα που προστατεύεται εκτός της Ένωσης, υπό τον όρο ότι το σήμα ήταν ακόμη σε ουσιαστική χρήση κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και ο καταθέτης ενήργησε κακόπιστα.

δ)  εάν αποκλείεται η καταχώρισή του και δεν εξακολουθεί να χρησιμοποιείται, σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία όπου προβλέπεται προστασία των ονομασιών προέλευσης και των γεωγραφικών ενδείξεων. [Τροπολογία 26]

4.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι ένα σήμα δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση ή είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο, εφόσον και κατά το μέτρο που:

α)  δικαιώματα επί μη καταχωρισμένου σήματος ή άλλου χρησιμοποιουμένου στις συναλλαγές σημείου έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης καταχώρισης του μεταγενέστερου σήματος ή πριν από την ημερομηνία προτεραιότητας που προβάλλεται προς υποστήριξη της αίτησης καταχώρισης του μεταγενέστερου σήματος, και αυτό το μη καταχωρισμένο σήμα ή αυτό το άλλο σημείο παρέχει στον δικαιούχο του το δικαίωμα να απαγορεύει τη χρήση μεταγενέστερου σήματος·

β)  η χρήση του σήματος μπορεί να απαγορευθεί δυνάμει προγενεστέρου δικαιώματος, πέραν των δικαιωμάτων που προβλέπονται στην παράγραφο 2 και στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου, και ιδίως δυνάμει:

i)  του δικαιώματος επί του ονόματος·

ii)  δικαιώματος επί της ιδίας εικόνας·

iii)  πνευματικού δικαιώματος·

iv)  δικαιώματος βιομηχανικής ιδιοκτησίας.

5.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, εφόσον το επιτρέπουν οι περιστάσεις, δεν είναι απαραίτητο να μην μη γίνεται δεκτή η καταχώριση του σήματος ή να κηρύσσεται άκυρο ένα σήμα, εάν ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος ή άλλου προγενέστερου δικαιώματος συγκατατίθεται στην καταχώριση του μεταγενέστερου σήματος. [Τροπολογία 27]

6.  Ένα κράτος μέλος μπορεί να προβλέπει ότι, κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 5, οι λόγοι απαραδέκτου ή ακυρότητας, που ίσχυαν στο κράτος αυτό πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των αναγκαίων προς συμμόρφωση με την οδηγία 89/104/ΕΟΚ διατάξεων, ισχύουν για τα σήματα για τα οποία η αίτηση έχει κατατεθεί πριν από την εν λόγω ημερομηνία.

Άρθρο 6

Εκ των υστέρων διαπίστωση της ακυρότητας σήματος ή της έκπτωσης του δικαιούχου του σήματος από τα δικαιώματά του

Εφόσον, προκειμένου για ευρωπαϊκό σήμα, γίνεται επίκληση της αρχαιότητας εθνικού σήματος από το οποίο έχει προηγηθεί παραίτηση ή το οποίο έχει αποσβεστεί, η διαπίστωση της ακυρότητας του εθνικού σήματος ή της έκπτωσης από τα δικαιώματα επ’ αυτού μπορεί να γίνει εκ των υστέρων, υπό τον όρο ότι η ακυρότητα ή η έκπτωση από τα δικαιώματα θα μπορούσαν επίσης να είχαν δηλωθεί κατά τον χρόνο της παραίτησης από το σήμα ή της απόσβεσής του. Στην περίπτωση αυτή, η αρχαιότητα παύει να παράγει τα αποτελέσματά της.

Άρθρο 7

Λόγοι απαραδέκτου ή ακυρότητας που αφορούν μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών

Εάν οι λόγοι απαραδέκτου ή ακυρότητας ενός σήματος αφορούν μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες το εν λόγω σήμα έχει κατατεθεί ή καταχωρισθεί, το απαράδεκτο ή η ακυρότητα καλύπτει μόνο τα συγκεκριμένα αυτά προϊόντα ή τις συγκεκριμένες αυτές υπηρεσίες.

Άρθρο 8

Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα ή φήμης προγενέστερου σήματος που εμποδίζει την κήρυξη ακυρότητας καταχωρισμένου σήματος

Ένα καταχωρισμένο σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο, βάσει προγενεστέρου σήματος, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)  όταν το προγενέστερο σήμα, που είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ), δεν είχε αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 5 κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του καταχωρισμένου σήματος·

β)  όταν η αίτηση ακυρότητας βασίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) και το προγενέστερο σήμα δεν είχε καταστεί αρκετά διακριτικό ώστε να υποστηριχθεί η διαπίστωση της πιθανότητας σύγχυσης, κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 1 στοιχείο β), κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του καταχωρισμένου σήματος·

γ)  όταν η αίτηση ακυρότητας βασίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο α) και το προγενέστερο σήμα δεν είχε αποκτήσει φήμη, κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 3 στοιχείο α), κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του καταχωρισμένου σήματος. [Τροπολογία 28]

Άρθρο 9

Απώλεια δικαιώματος αίτησης ακυρότητας λόγω ανοχής

1.  Όταν, σε ένα κράτος μέλος, ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 3 παράγραφος 2 και στο άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο α), ανέχθηκε εν γνώσει του, για περίοδο πέντε συνεχών ετών, τη χρήση μεταγενέστερου σήματος καταχωρισμένου στο εν λόγω κράτος μέλος, δεν δικαιούται πλέον, βάσει του προγενέστερου σήματος, να ζητήσει την ακύρωση του μεταγενέστερου σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες χρησιμοποιήθηκε το μεταγενέστερο σήμα, εκτός αν η κατάθεση του μεταγενέστερου σήματος ήταν κακόπιστη. [Τροπολογία 29]

2.  Κάθε κράτος μέλος μπορεί να προβλέπει ότι η παράγραφος 1 εφαρμόζεται στον δικαιούχο οποιουδήποτε άλλου προγενέστερου δικαιώματος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 4 στοιχείο α) ή β).

3.  Στις περιπτώσεις των παραγράφων 1 και 2, ο δικαιούχος μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος δεν δικαιούται να αντιταχθεί στη χρήση του προγενέστερου δικαιώματος, ακόμη και αν το δικαίωμα εκείνο δεν μπορεί πλέον να προβληθεί κατά του μεταγενέστερου σήματος.

ΤΜΗΜΑ 3

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΕΧΕΙ ΤΟ ΣΗΜΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 10

Δικαιώματα που παρέχει το σήμα

1.  Η καταχώριση του σήματος παρέχει στον δικαιούχο αποκλειστικό δικαίωμα.

2.  Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων των δικαιούχων που έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του καταχωρισμένου σήματος, ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος δικαιούται να απαγορεύει σε κάθε τρίτο να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές, χωρίς τη συγκατάθεσή του, σημείο για προϊόντα ή υπηρεσίες, όταν:

α)  το σημείο είναι ταυτόσημο με το σήμα και χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες ταυτόσημα/ες με εκείνα/ες για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωρισθεί το σήμα και όταν η χρήση αυτή επηρεάζει ή είναι δυνατόν να επηρεάσει τη λειτουργία του σήματος να εγγυάται στους καταναλωτές την προέλευση των προϊόντων ή των υπηρεσιών·

β)  με την επιφύλαξη του στοιχείου α), το σημείο είναι ταυτόσημο ή παρόμοιο με το σήμα και χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες που είναι ταυτόσημα/ες ή παρόμοια/ες με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωρισθεί το σήμα, εάν υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού· ο κίνδυνος σύγχυσης συμπεριλαμβάνει τον κίνδυνο συσχέτισης του σημείου με το σήμα·

γ)  το σημείο είναι ταυτόσημο ή παρόμοιο με το σήμα, ανεξαρτήτως του αν χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες ταυτόσημα/ες, παρόμοια/ες ή μη παρόμοια/ες με εκείνα/ες για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωριστεί το σήμα, εάν αυτό χαίρει φήμης μέσα στο κράτος μέλος και η χρησιμοποίηση του σημείου, χωρίς νόμιμη αιτία, θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος ή θα ήταν βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη.

3.  Εάν πληρούνται οι όροι της παραγράφου 2, μπορεί, ιδίως, να απαγορεύεται:

α)  η επίθεση του σημείου επί των προϊόντων ή της συσκευασίας τους·

β)  η προσφορά των προϊόντων ή η εμπορία ή η κατοχή τους προς εμπορία ή η προσφορά ή η παροχή υπηρεσιών υπό το σημείο·

γ)  η εισαγωγή ή η εξαγωγή των προϊόντων υπό το σημείο·

δ)  η χρησιμοποίηση του σημείου ως εμπορικής ή εταιρικής επωνυμίας ή ως μέρους εμπορικής ή εταιρικής επωνυμίας·

ε)  η χρησιμοποίηση του σημείου σε επαγγελματικό έντυπο υλικό και στη διαφήμιση·

στ)  η χρησιμοποίηση του σημείου σε συγκριτική διαφήμιση κατά τρόπο που αντίκειται στην οδηγία 2006/114/ΕΚ.

4.  Ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος δικαιούται επίσης να εμποδίζει την εισαγωγή στην Ένωση προϊόντων σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο γ) υπό μορφή μικροδεμάτων όπως ορίζονται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013, εάν μόνον ο αποστολέας των προϊόντων ενεργεί για εμπορικούς σκοπούς στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας και εφόσον τα προϊόντα αυτά, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας, φέρουν, χωρίς σχετική άδεια, σήμα το οποίο είναι ταυτόσημο με το καταχωρισμένο σήμα για τα εν λόγω προϊόντα ή το οποίο δεν δύναται να διακριθεί ως προς τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του από το εν λόγω σήμα. Στις περιπτώσεις που λαμβάνονται τέτοια μέτρα, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το άτομο ή η οντότητα που παρήγγειλε τα προϊόντα ενημερώνεται σχετικά με το λόγο λήψης των μέτρων καθώς και σχετικά με τα νόμιμα δικαιώματά του/της έναντι του αποστολέα.

5.  Με την επιφύλαξη των κανόνων του ΠΟΕ, και ειδικότερα του άρθρου V της GATT για την ελευθερία διέλευσης, ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος δικαιούται επίσης να εμποδίζει όλους τους τρίτους να εισάγουν, στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, προϊόντα στο τελωνειακό έδαφος του κράτους μέλους όπου είναι καταχωρισμένο το σήμα, χωρίς να έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία εκεί, όταν τα προϊόντα αυτά, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας, προέρχονται από τρίτες χώρες και φέρουν, χωρίς σχετική άδεια, σήμα το οποίο είναι ταυτόσημο με το καταχωρισμένο σήμα για τα εν λόγω προϊόντα ή το οποίο δεν δύναται να διακριθεί ως προς τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του από το εν λόγω σήμα. [Τροπολογίες 30 και 56]

6.  Εφόσον, πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος σε ένα κράτος μέλος των αναγκαίων προς συμμόρφωση με την πρώτη οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου(16) διατάξεων, το δίκαιο του κράτους αυτού δεν επέτρεπε την απαγόρευση της χρήσης σημείου υπό τους όρους της παραγράφου 2 στοιχείο β) ή γ), το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν μπορεί να αντιταχθεί στην περαιτέρω χρήση του σημείου αυτού.

7.  Οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 6 δεν θίγουν τις διατάξεις που ισχύουν στα κράτη μέλη σχετικά με την προστασία από τη χρήση του σημείου για σκοπούς άλλους από εκείνους της διάκρισης των προϊόντων ή των υπηρεσιών, όταν η χρήση του σημείου αυτού, χωρίς νόμιμη αιτία, επιφέρει, αχρεωστήτως, όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος ή είναι βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη.

Άρθρο 11

Παραβίαση των δικαιωμάτων του δικαιούχου με τη χρήση της παρουσίασης, της συσκευασίας ή άλλων μέσων

Όταν υπάρχει πιθανότητα να χρησιμοποιηθούν η παρουσίαση, η συσκευασία ή άλλα μέσα επί των οποίων τοποθετείται το σήμα για προϊόντα ή υπηρεσίες, η δε χρήση για τα εν λόγω προϊόντα ή υπηρεσίες θα συνιστούσε παραβίαση των δικαιωμάτων του δικαιούχου του σήματος βάσει του άρθρου 10 παράγραφοι 2 και 3, ο δικαιούχος έχει το δικαίωμα να απαγορεύει:

α)  την επίθεση, κατά τις εμπορικές συναλλαγές, σημείου ταυτόσημου ή παρόμοιου το οποίο, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας, είναι ταυτόσημο ή παρόμοιο με το σήμα στην παρουσίαση, τη συσκευασία ή σε στη συσκευασία, τις ετικέτες, τις πινακίδες, τα χαρακτηριστικά ασφαλείας, τις διατάξεις γνησιότητας ή άλλα μέσα επί των οποίων δύναται να τοποθετηθεί το σήμα· [Τροπολογία 31]

β)  την προσφορά ή την εμπορία, ή την κατοχή τους προς εμπορία, ή την εισαγωγή ή την εξαγωγή παρουσίασης, συσκευασίας, ετικετών, πινακίδων, χαρακτηριστικών ασφαλείας, διατάξεων γνησιότητας ή άλλων μέσων επί των οποίων τοποθετείται το σήμα. [Τροπολογία 32]

Άρθρο 12

Ανατύπωση του σήματος σε λεξικά

Εάν η ανατύπωση του σήματος σε λεξικό, εγκυκλοπαίδεια ή παρόμοιο έργο αναφοράς δημιουργεί την εντύπωση ότι αποτελεί την κοινή ονομασία των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τις οποίες έχει καταχωρισθεί το σήμα, ο εκδότης, μετά από αίτηση του δικαιούχου του σήματος, μεριμνά ώστε, κατά την επόμενη έκδοση του έργου το αργότερο, η ανατύπωση του σήματος να συνοδεύεται από ένδειξη ότι πρόκειται για καταχωρισμένο σήμα.

Άρθρο 13

Απαγόρευση της χρήσης του σήματος το οποίο έχει καταχωρισθεί επ’ ονόματι ειδικού πληρεξουσίου ή αντιπροσώπου

1.  Εάν ένα σήμα έχει καταχωρισθεί επ’ ονόματι του ειδικού πληρεξουσίου ή του αντιπροσώπου εκείνου ο οποίος είναι δικαιούχος του σήματος αυτού, χωρίς την άδεια του δικαιούχου, ο δικαιούχος δικαιούται:

α)  είτε να αντιταχθεί στη χρήση του σήματός του από τον ειδικό πληρεξούσιό του ή τον αντιπρόσωπό του·

β)  είτε να απαιτήσει από τον ειδικό πληρεξούσιο ή τον αντιπρόσωπο την εκχώρηση του σήματος υπέρ αυτού.

2.  Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται εάν ο ειδικός πληρεξούσιος ή ο αντιπρόσωπος δικαιολογήσει την πράξη του.

Άρθρο 14

Περιορισμός των αποτελεσμάτων του σήματος

1.  Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει στους τρίτους να χρησιμοποιούν στις συναλλαγές:

α)  το ονοματεπώνυμό του και τη διεύθυνσή του·

β)  σημεία ή ενδείξεις που δεν έχουν διακριτικό χαρακτήρα ή που αφορούν το είδος, την ποιότητα, την ποσότητα, τον προορισμό, την αξία, τη γεωγραφική προέλευση, τον χρόνο παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της υπηρεσίας ή άλλα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή των υπηρεσιών·

γ)  το σήμα για σκοπούς προσδιορισμού ή αναφοράς σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα/ες του δικαιούχου του σήματος, ιδίως εάν η χρήση του σήματος:

i)  είναι αναγκαία προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας, και ιδίως όταν πρόκειται για εξαρτήματα ή ανταλλακτικά·

ii)  πραγματοποιείται στο πλαίσιο συγκριτικής διαφήμισης που πληροί όλους τους όρους που προβλέπονται στην οδηγία 2006/114/ΕΚ·

iii)  πραγματοποιείται προκειμένου να στραφεί η προσοχή των καταναλωτών στη μεταπώληση αυθεντικών προϊόντων που είχαν πωληθεί αρχικά από τον δικαιούχο του σήματος ή με τη συναίνεση αυτού·

iv)  πραγματοποιείται προκειμένου να υπάρξει μια θεμιτή εναλλακτική στα προϊόντα ή στις υπηρεσίες του δικαιούχου του σήματος·

v)  πραγματοποιείται για σκοπούς διακωμώδησης, καλλιτεχνικής έκφρασης, κριτικής ή σχολιασμού.

Το πρώτο εδάφιο Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται μόνον εφόσον η χρήση από τους τρίτους γίνεται σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο. [Τροπολογία 33]

2.  Η χρήση από τους τρίτους θεωρείται ότι δεν γίνεται σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν, ιδίως στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)  εάν δημιουργεί την εντύπωση ότι υπάρχει εμπορική σχέση μεταξύ του τρίτου και του δικαιούχου του σήματος·

β)  εάν προσπορίζει αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος, χωρίς νόμιμη αιτία, ή είναι βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη. [Τροπολογία 34]

2α.  Ο δικαιούχος του σήματος δεν δύναται να απαγορεύει σε ένα τρίτο να χρησιμοποιεί το σήμα νομότυπα για μη εμπορικούς σκοπούς. [Τροπολογία 35]

3.  Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει στους τρίτους να χρησιμοποιούν στις συναλλαγές ένα προγενέστερο δικαίωμα τοπικής ισχύος, εάν το δικαίωμα αυτό αναγνωρίζεται από τον νόμο του οικείου κράτους και η χρήση του γίνεται μέσα στα εδαφικά όρια στα οποία αναγνωρίζεται.

Άρθρο 15

Όρια του δικαιώματος που παρέχει το σήμα

1.  Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο να απαγορεύει τη χρήση του σήματος για προϊόντα που έχουν διατεθεί υπό το σήμα αυτό στο εμπόριο μέσα στην Ένωση από τον ίδιο τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του.

2.  Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται εάν ο δικαιούχος έχει νόμιμους λόγους να αντιταχθεί στη μεταγενέστερη εμπορική εκμετάλλευση των προϊόντων, ιδίως όταν η κατάσταση των προϊόντων μεταβάλλεται ή αλλοιούται μετά τη διάθεσή τους στο εμπόριο.

Άρθρο 16

Χρήση του σήματος

1.  Εάν σε διάστημα πέντε ετών από την ημερομηνία της καταχώρισης, ο δικαιούχος δεν έχει κάνει ουσιαστική χρήση του σήματος στο οικείο κράτος μέλος, για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί, η εάν έχει διακόψει τη χρήση του επί μια συνεχή πενταετία, το σήμα υπόκειται στα όρια και στις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 17, το άρθρο 19 παράγραφος 1, το άρθρο 46 παράγραφος 1 και το άρθρο 48 παράγραφοι 3 και 4, εκτός νομίμου αιτίας για τη μη χρήση.

2.  Εάν ένα κράτος μέλος προβλέπει διαδικασία ανακοπής μετά την καταχώριση, η πενταετία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία το σήμα δεν δύναται πλέον να αποτελέσει αντικείμενο ανακοπής ή, σε περίπτωση που έχει ασκηθεί ανακοπή και δεν έχει αποσυρθεί η αγωγή, από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη τελεσίδικη η απόφαση με την οποία περατώνεται η διαδικασία ανακοπής.

3.  Όσον αφορά τα σήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχώρισης, η οποία ισχύει στο κράτος μέλος, η πενταετία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία το σήμα δεν δύναται πλέον να αποτελέσει αντικείμενο απόρριψης ή ανακοπής. Σε περίπτωση που έχει ασκηθεί ανακοπή και δεν έχει αποσυρθεί η αγωγή, το χρονικό διάστημα υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη τελεσίδικη η απόφαση με την οποία περατώνεται η διαδικασία ανακοπής.

3α.  Η ημερομηνία έναρξης της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στις παραγράφους 1, 2 και 3 σημειώνεται στο μητρώο. [Τροπολογία 36]

4.  Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως χρήση θεωρείται επίσης:

α)  η χρήση του σήματος υπό μορφή που διαφέρει ως προς στοιχεία τα οποία δεν μεταβάλλουν τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος στην καταχωρισμένη του μορφή, ανεξαρτήτως αν το σήμα στη μορφή που χρησιμοποιείται είναι επίσης καταχωρισμένο επ’ ονόματι του δικαιούχου ή όχι·

β)  η επίθεση του σήματος επί προϊόντων ή στη συσκευασία τους μέσα στο συγκεκριμένο κράτος μέλος, αποκλειστικά με προορισμό την εξαγωγή.

5.  Η χρήση του σήματος με τη συγκατάθεση του δικαιούχου θεωρείται ως χρήση από τον δικαιούχο.

Άρθρο 17

Μη χρήση ως μέσο άμυνας σε διαδικασία για παραποίηση/απομίμηση

Ο δικαιούχος ενός σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση σημείου, παρά μόνον στον βαθμό που δεν είναι δυνατόν να κηρυχθεί έκπτωτος των δικαιωμάτων του, σύμφωνα με το άρθρο 19, κατά τον χρόνο που ασκείται η αγωγή για παραποίηση/απομίμηση.

Άρθρο 18

Δικαίωμα παρέμβασης του δικαιούχου μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος ως μέσο άμυνας σε διαδικασία για παραποίηση/απομίμηση

1.  Στο πλαίσιο διαδικασίας για παραποίηση/απομίμηση, ο δικαιούχος σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος, εφόσον το μεταγενέστερο καταχωρισμένο σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο δυνάμει του άρθρου 8, του άρθρου 9 παράγραφοι 1 και 2 και του άρθρου 48 παράγραφος 3.

2.  Στο πλαίσιο διαδικασίας για παραποίηση/απομίμηση, ο δικαιούχος σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου ευρωπαϊκού ενωσιακού σήματος, εφόσον το εν λόγω μεταγενέστερο σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο δυνάμει του άρθρου 53 παράγραφοι 3 και 4, του άρθρου 54 παράγραφοι 1 και 2 ή του άρθρου 57 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

3.  Όταν ο δικαιούχος σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος βάσει των παραγράφων 1 ή 2, ο δικαιούχος αυτού του μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση του προγενέστερου σήματος στο πλαίσιο διαδικασίας για παραποίηση/απομίμηση, μολονότι δεν είναι πλέον δυνατόν να γίνει επίκληση αυτού του δικαιώματος κατά του μεταγενέστερου σήματος.

ΤΜΗΜΑ 4

ΈΚΠΤΩΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΕΠΙ ΣΗΜΑΤΟΣ

Άρθρο 19

Απουσία ουσιαστικής χρήσης ως λόγος έκπτωσης

1.  Ο δικαιούχος του σήματος είναι δυνατόν να κηρυχθεί έκπτωτος των δικαιωμάτων του εάν, επί διάστημα πέντε συνεχών ετών, δεν έχει γίνει ουσιαστική χρήση του σήματος στο οικείο κράτος μέλος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωρισθεί και δεν υπάρχει νόμιμη αιτία για τη μη χρήση.

2.  Κανείς δεν μπορεί να επικαλεσθεί την έκπτωση του δικαιούχου από τα δικαιώματα που παρέχει το σήμα εάν, κατά το διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της λήξης αυτής της χρονικής περιόδου και της υποβολής της αίτησης έκπτωσης, υπήρξε έναρξη ή επανάληψη της ουσιαστικής χρήσης του σήματος.

3.  Η έναρξη ή επανάληψη της χρήσης εντός περιόδου τριών μηνών πριν από την υποβολή της αίτησης έκπτωσης, η οποία δεν αρχίζει να τρέχει νωρίτερα από τη συμπλήρωση της συνεχούς πενταετίας μη χρήσης, δεν λαμβάνεται υπόψη, στην περίπτωση κατά την οποία οι προπαρασκευαστικές ενέργειες για την έναρξη ή την επανάληψη της χρήσης συνέβησαν αφού ο δικαιούχος έλαβε γνώση του γεγονότος ότι υπήρχε πιθανότητα να υποβληθεί η αίτηση έκπτωσης.

Άρθρο 20

Μετεξέλιξη σε συνήθη εμπορική ονομασία ή παραπλανητική ένδειξη ως λόγοι έκπτωσης

Ο δικαιούχος του σήματος είναι δυνατόν να κηρυχθεί έκπτωτος των δικαιωμάτων του εάν, μετά την ημερομηνία καταχώρισης, το σήμα:

α)  συνεπεία πράξεων ή αδράνειας του δικαιούχου, έχει καταστεί συνήθης εμπορική ονομασία προϊόντος ή υπηρεσίας για την οποία έχει καταχωρισθεί·

β)  λόγω της χρήσης του σήματος από τον δικαιούχο, ή με τη συγκατάθεσή του για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί, ενδέχεται να παραπλανηθεί το κοινό, ιδίως ως προς τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση των προϊόντων ή των υπηρεσιών αυτών.

Άρθρο 21

Έκπτωση που αφορά μέρος μόνον των προϊόντων ή υπηρεσιών

Εάν οι λόγοι έκπτωσης από τα δικαιώματα επί σήματος αφορούν μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες το εν λόγω σήμα έχει καταχωρισθεί, η έκπτωση καλύπτει μόνον τα συγκεκριμένα αυτά προϊόντα ή τις συγκεκριμένες αυτές υπηρεσίες.

ΤΜΗΜΑ 5

ΣΗΜΑΤΑ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ

Άρθρο 22

Μεταβίβαση καταχωρισμένων σημάτων

1.  Το σήμα δύναται να μεταβιβαστεί, για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τις οποίες έχει καταχωρισθεί, ανεξάρτητα από τη μεταβίβαση της επιχείρησης.

2.  Η μεταβίβαση της επιχείρησης στο σύνολό της συνεπάγεται και τη μεταβίβαση του σήματος, εκτός εάν υπάρχει αντίθετη συμφωνία ή αυτό προκύπτει σαφώς από τις περιστάσεις. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και στη συμβατική υποχρέωση μεταβίβασης της επιχείρησης.

3.  Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, η εκχώρηση του σήματος ενεργείται εγγράφως και απαιτείται η υπογραφή της σύμβασης από τους συμβαλλομένους, εκτός εάν προκύπτει από δικαστική απόφαση· εν ελλείψει, η εκχώρηση είναι άκυρη. [Τροπολογία 37]

4.  Μετά από αίτηση ενός των συμβαλλομένων, η μεταβίβαση σημειώνεται στο μητρώο και δημοσιεύεται, εφόσον ο αιτών έχει παράσχει στην υπηρεσία αποδεικτικά στοιχεία της μεταβίβασης. [Τροπολογία 38]

5.  Εφόσον η μεταβίβαση υπηρεσία δεν έχει σημειωθεί στο μητρώο παραλάβει την αίτηση για καταχώριση της μεταβίβασης, ο διάδοχος δεν μπορεί να προβάλει έναντι τρίτων τα δικαιώματα που απορρέουν από την καταχώριση του σήματος. [Τροπολογία 39]

6.  Όταν υπάρχουν προθεσμίες που πρέπει να τηρηθούν έναντι της υπηρεσίας σημάτων, ο διάδοχος μπορεί να υποβάλει στην υπηρεσία τις προβλεπόμενες προς τούτο δηλώσεις, αφ’ ης στιγμής η υπηρεσία παρέλαβε την αίτηση καταχώρισης της μεταβίβασης.

Άρθρο 23

Εμπράγματα δικαιώματα

1.  Το σήμα δύναται να ενεχυριασθεί ή να αποτελέσει αντικείμενο άλλου εμπραγμάτου δικαιώματος, ανεξάρτητα από την επιχείρηση.

2.  Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 δικαιώματα σημειώνονται στο μητρώο και δημοσιεύονται, κατ’ αίτηση ενός των μερών.

Άρθρο 24

Αναγκαστική εκτέλεση

1.  Επί του σήματος χωρεί αναγκαστική εκτέλεση.

2.  Η αναγκαστική εκτέλεση σημειώνεται στο μητρώο και δημοσιεύεται, κατ’ αίτηση ενός των μερών.

Άρθρο 25

Διαδικασία αφερεγγυότητας

Όταν κοινοτικό σήμα συμπεριλαμβάνεται σε διαδικασία αφερεγγυότητας, σχετική σημείωση καταχωρίζεται στο μητρώο και δημοσιεύεται, κατ’ αίτηση της αρμόδιας εθνικής αρχής.

Άρθρο 26

Παραχώρηση άδειας χρήσης

1.  Είναι δυνατόν να παραχωρηθούν άδειες χρήσης σήματος για το σύνολο, ή μέρος των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωρισθεί και για το σύνολο ή τμήμα του εδάφους ενός κράτους μέλους. Οι άδειες χρήσης μπορεί να είναι αποκλειστικές ή μη αποκλειστικές.

2.  Ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να επικαλεστεί τα δικαιώματα που παρέχει το σήμα αυτό κατά του έχοντος την άδεια, εφόσον αυτός παραβιάζει διάταξη της σύμβασης για την παραχώρηση της άδειας χρήσης όσον αφορά:

α)  τη διάρκειά της·

β)  τη μορφή υπό την οποία μπορεί, σύμφωνα με την καταχώριση, να χρησιμοποιηθεί το σήμα·

γ)  τη φύση των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες έχει παραχωρηθεί η άδεια·

δ)  το έδαφος εντός του οποίου επιτρέπεται η επίθεση του σήματος· ή

ε)  την ποιότητα των προϊόντων που κατασκευάζει ή των υπηρεσιών που παρέχει ο έχων την άδεια.

3.  Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της σύμβασης για την παραχώρηση άδειας χρήσης, ο έχων την άδεια δύναται να προσφύγει στο δικαστήριο για παραποίηση/απομίμηση σήματος μόνο με τη συγκατάθεση του δικαιούχου του σήματος αυτού. Πάντως, ο κάτοχος αποκλειστικής άδειας δύναται να προσφύγει στο δικαστήριο εάν, μετά από όχληση, ο ίδιος ο δικαιούχος του σήματος δεν προσφύγει στο δικαστήριο για παραποίηση/απομίμηση κοινοτικού σήματος εντός ευλόγου προθεσμίας.

4.  Ο έχων την άδεια δικαιούται να παρέμβει στη διαδικασία για παραποίηση/απομίμηση την οποία έχει κινήσει ο δικαιούχος του σήματος, προκειμένου να επιτύχει επανόρθωση της ζημίας που υπέστη ο ίδιος.

5.  Η παραχώρηση ή η μεταβίβαση άδειας χρήσης σήματος σημειώνεται στο μητρώο και δημοσιεύεται, κατ’ αίτηση ενός των συμβαλλομένων.

Άρθρο 27

Η αίτηση σήματος ως αντικείμενο κυριότητας

Για τις αιτήσεις καταχώρισης σήματος εφαρμόζονται τα άρθρα 22 έως 26.

ΤΜΗΜΑ 6

ΣΗΜΑΤΑ ΕΓΓΥΗΣΗΣ, ΣΗΜΑΤΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ

Άρθρο 28

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος, ισχύουν τα ακόλουθα:

1)  Ως «σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης» νοούνται τα σήματα που προσδιορίζονται ως σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης κατά την κατάθεση και είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που πιστοποιούνται από τον δικαιούχο του σήματος, όσον αφορά τη γεωγραφική προέλευση, το υλικό, τον τρόπο παρασκευής των προϊόντων ή παροχής των υπηρεσιών, την ποιότητα, την ακρίβεια ή άλλα χαρακτηριστικά, από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που δεν πιστοποιούνται κατά τον τρόπο αυτόν·

2)  Ως «συλλογικά σήματα» νοούνται τα σήματα που προσδιορίζονται ως συλλογικά κατά την κατάθεση και είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες των μελών της δικαιούχου οργάνωσης του σήματος από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων. [Τροπολογία 40]

Άρθρο 29

Σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης

1.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν την καταχώριση σημάτων εγγύησης ή πιστοποίησης.

2.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι τα σήματα εγγύησης ή πιστοποίησης δεν καταχωρίζονται ή κηρύσσονται άκυρα ή ότι οι δικαιούχοι τους κηρύσσονται έκπτωτοι από τα δικαιώματα τους, για λόγους άλλους πέραν εκείνων που ορίζονται στα άρθρα 3, 19 και 20, εφόσον το απαιτεί η λειτουργία του συγκεκριμένου σήματος.

3.  Ένα σήμα εγγύησης ή πιστοποίησης το οποίο συνίσταται από σημεία ή ενδείξεις που δύνανται να χρησιμεύσουν στο εμπόριο για τον προσδιορισμό της γεωγραφικής προέλευσης των προϊόντων ή των υπηρεσιών δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει σε τρίτους την εμπορική χρήση τέτοιων σημείων ή ενδείξεων, εφόσον αυτοί τα χρησιμοποιούν σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη του εμπορίου και της βιομηχανίας. Το σήμα αυτό δεν μπορεί ιδίως να αντιταχθεί έναντι τρίτου ο οποίος επιτρέπεται να χρησιμοποιεί γεωγραφική ονομασία.

Άρθρο 30

Συλλογικά σήματα

1.  Τα κράτη μέλη προβλέπουν την καταχώριση συλλογικών σημάτων.

2.  Δύνανται να καταθέτουν συλλογικά σήματα οι οργανώσεις κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών ή εμπόρων, οι οποίες, σύμφωνα με τη νομοθεσία στην οποία υπάγονται, έχουν την ικανότητα να είναι, ιδίω ονόματι, υποκείμενα πάσης φύσεως δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, να συμβάλλονται ή να ενεργούν άλλες δικαιοπραξίες και να παρίστανται ενώπιον δικαστηρίου, καθώς επίσης και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.

3.  Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ), συλλογικά σήματα μπορούν να αποτελέσουν τα σημεία ή οι ενδείξεις που δύνανται να χρησιμεύσουν στο εμπόριο για δήλωση της γεωγραφικής προέλευσης των προϊόντων ή των υπηρεσιών.

Το συλλογικό σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει σε τρίτους την εμπορική χρήση τέτοιων σημείων ή ενδείξεων, εφόσον αυτοί τα χρησιμοποιούν σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη του εμπορίου και της βιομηχανίας. Το σήμα αυτό δεν μπορεί ιδίως να αντιταχθεί έναντι τρίτου ο οποίος επιτρέπεται να χρησιμοποιεί γεωγραφική ονομασία.

Άρθρο 31

Κανονισμός χρήσης του συλλογικού σήματος

1.  Ο καταθέτης συλλογικού σήματος υποβάλλει στην υπηρεσία τον κανονισμό χρήσης του σήματος. [Τροπολογία 41]

2.  Ο κανονισμός χρήσης αναφέρει τα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να χρησιμοποιούν το σήμα, τους όρους συμμετοχής στην οργάνωση, καθώς και τις προϋποθέσεις χρήσης του σήματος, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κυρώσεων. Ο κανονισμός χρήσης σήματος που αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 3 επιτρέπει σε κάθε πρόσωπο του οποίου τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες προέρχονται από την εν λόγω γεωγραφική ζώνη, να καθίσταται μέλος της οργάνωσης που είναι δικαιούχος του σήματος.

Άρθρο 32

Απόρριψη της αίτησης

1.  Εκτός από τους λόγους απόρριψης της αίτησης καταχώρισης σήματος που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5, η αίτηση καταχώρισης συλλογικού σήματος απορρίπτεται όταν δεν πληροί τις διατάξεις του άρθρου 28 παράγραφος 2, του άρθρου 30 ή του άρθρου 31 ή όταν ο κανονισμός χρήσης αντίκειται στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη.

2.  Η αίτηση καταχώρισης συλλογικού σήματος απορρίπτεται επίσης όταν υπάρχει κίνδυνος παραπλάνησης του κοινού, όσον αφορά τον χαρακτήρα ή τη σημασία του σήματος, ιδίως όταν το σήμα πιθανόν να εκληφθεί ως κάτι άλλο, και όχι ως συλλογικό σήμα.

3.  Η αίτηση δεν απορρίπτεται, εάν ο καταθέτης, μετά από τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, πληροί τις προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2.

Άρθρο 33

Χρήση του συλλογικού σήματος

Οι απαιτήσεις του άρθρου 16 πληρούνται όταν γίνεται ουσιαστική χρήση του συλλογικού σήματος, σύμφωνα με το άρθρο 16, από οποιοδήποτε πρόσωπο που δικαιούται να το χρησιμοποιεί.

Άρθρο 34

Τροποποίηση του κανονισμού χρήσης του συλλογικού σήματος

1.  Ο δικαιούχος του συλλογικού σήματος υποβάλλει στην υπηρεσία σημάτων κάθε τροποποιημένο κανονισμό χρήσης.

2.  Η τροποποίηση σημειώνεται στο μητρώο, εκτός εάν ο τροποποιημένος κανονισμός χρήσης δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 31 ή συντρέχει ένας από τους λόγους απόρριψης του άρθρου 32.

3.  Το άρθρο 42 παράγραφος 2 εφαρμόζεται στον τροποποιημένο κανονισμό χρήσης.

4.  Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η τροποποίηση του κανονισμού χρήσης αρχίζει να ισχύει μόνον από την ημερομηνία που καταχωρίσθηκε η μνεία της τροποποίησης στο μητρώο.

Άρθρο 35

Πρόσωπα που δύνανται να ασκήσουν αγωγή για παραποίηση/απομίμηση

1.  Το άρθρο 26 παράγραφοι 3 και 4 ισχύει για κάθε πρόσωπο που νομιμοποιείται να χρησιμοποιεί συλλογικό σήμα.

2.  Ο δικαιούχος συλλογικού σήματος δύναται να αξιώνει, για λογαριασμό των προσώπων που νομιμοποιούνται να χρησιμοποιούν το σήμα, αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν τα πρόσωπα αυτά λόγω της χρήσης του σήματος χωρίς σχετική άδεια.

Άρθρο 36

Επιπρόσθετοι λόγοι έκπτωσης

Εκτός από τους λόγους έκπτωσης που προβλέπονται στα άρθρα 19 και 20, ο δικαιούχος συλλογικού σήματος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του μετά από αίτηση που υποβάλλεται στην υπηρεσία σημάτων ή κατόπιν ανταγωγής που ασκείται στο πλαίσιο αγωγής για παραποίηση/απομίμηση, εάν:

α)  ο δικαιούχος δεν λαμβάνει εύλογα μέτρα για να αποτρέψει χρήση του σήματος η οποία δεν συμβιβάζεται με τους όρους χρήσης που προβλέπονται στον κανονισμό χρήσης, του οποίου η τροποποίηση έχει, ενδεχομένως, σημειωθεί στο μητρώο·

β)  ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιήθηκε το σήμα από τα νομιμοποιούμενα πρόσωπα είχε ως συνέπεια τη δυνατότητα παραπλάνησης του κοινού, κατά την έννοια του άρθρου 32 παράγραφος 2·

γ)  η τροποποίηση του κανονισμού χρήσης του σήματος σημειώθηκε στο μητρώο κατά παράβαση του άρθρου 34 παράγραφος 2, εκτός εάν ο δικαιούχος του σήματος, μετά από νέα τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του εν λόγω άρθρου.

Άρθρο 37

Επιπρόσθετοι λόγοι ακυρότητας

Εκτός από τους λόγους ακυρότητας που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5, το συλλογικό σήμα κηρύσσεται άκυρο εάν καταχωρίσθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 32, εκτός εάν ο δικαιούχος του σήματος, μετά από τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου 32.

Κεφάλαιο 3

Διαδικασίες

ΤΜΗΜΑ 1

ΑΙΤΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ

Άρθρο 38

Προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί η αίτηση

1.  Η αίτηση καταχώρισης σήματος πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον: [Τροπολογία 42]

α)  αίτημα καταχώρισης·

β)  τα στοιχεία ταυτότητας του καταθέτη·

γ)  κατάλογο των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες ζητείται η καταχώριση·

δ)  ανατύπωση του σήματος.

2.  Η αίτηση καταχώρισης σήματος συνεπάγεται την πληρωμή τέλους κατάθεσης και, ενδεχομένως, ενός ή περισσοτέρων τελών ανά κλάση.

Άρθρο 39

Ημερομηνία κατάθεσης

1.  Ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης για καταχώριση σήματος είναι η ημερομηνία κατά την οποία προσκομίζονται από τον καταθέτη στην υπηρεσία σημάτων τα έγγραφα που περιλαμβάνουν τα αναφερόμενα στο άρθρο 38 στοιχεία.

2.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν, επιπλέον, ότι ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης αποδίδεται εφόσον καταβληθεί το βασικό τέλος αίτησης ή καταχώρισης.

Άρθρο 40

Χαρακτηρισμός και ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών

1.  Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ζητείται καταχώριση ταξινομούνται σύμφωνα με το σύστημα ταξινόμησης το οποίο καθιερώθηκε με τη Συμφωνία της Νίκαιας που αφορά τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957 (στο εξής «ταξινόμηση της Νίκαιας»).

2.  Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες ζητείται η προστασία ταυτοποιούνται από τον καταθέτη με επαρκή σαφήνεια και ακρίβεια, ώστε να μπορούν οι αρμόδιες αρχές και οι οικονομικοί φορείς, αποκλειστικά σε αυτή τη βάση, να προσδιορίσουν την έκταση της επιδιωκόμενης προστασίας. Βάσει του καταλόγου των προϊόντων και των υπηρεσιών, κάθε προϊόν και κάθε υπηρεσία μπορεί να ταξινομηθεί σε μία μόνον κλάση της ταξινόμησης της Νίκαιας.

3.  Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, μπορούν να χρησιμοποιούνται οι γενικές ενδείξεις που περιλαμβάνονται στους τίτλους των κλάσεων της ταξινόμησης της Νίκαιας ή άλλοι γενικοί όροι, εφόσον ανταποκρίνονται στα απαιτούμενα πρότυπα σαφήνειας και ακρίβειας.

4.  Η υπηρεσία σημάτων απορρίπτει την αίτηση λόγω όρων που είναι ασαφείς ή ανακριβείς, εάν ο καταθέτης δεν προτείνει αποδεκτή διατύπωση εντός προθεσμίας που τάσσεται προς τούτο από την υπηρεσία. Για λόγους σαφήνειας και ασφάλειας δικαίου, οι υπηρεσίες, σε συνεργασία μεταξύ τους, καταρτίζουν κατάλογο που αντικατοπτρίζει τις αντίστοιχες διοικητικές πρακτικές τους όσον αφορά την ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών.

5.  Η χρήση γενικών όρων, όπου συμπεριλαμβάνονται οι γενικές ενδείξεις των τίτλων των κλάσεων της ταξινόμησης της Νίκαιας, θεωρείται ότι περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που καλύπτονται σαφώς από την κυριολεκτική έννοια της ένδειξης ή του όρου. Η χρήση αυτών των όρων ή ενδείξεων δεν ερμηνεύεται ότι περιλαμβάνει απαίτηση επί προϊόντων ή υπηρεσιών που είναι αδύνατον να γίνουν κατανοητά/ές.

6.  Όταν ο καταθέτης ζητά καταχώριση για περισσότερες από μία κλάσεις, ομαδοποιεί ο ίδιος τα προϊόντα και οι τις υπηρεσίες ομαδοποιούνται σύμφωνα με τις κλάσεις της ταξινόμησης της Νίκαιας, κάθε δε ομάδας προηγείται ο αριθμός της κλάσης στην οποία ανήκει αυτή η ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών, και παραθέτει κάθε ομάδα παρατίθεται με τη σειρά των κλάσεων. [Τροπολογία 43]

7.  Η ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών εξυπηρετεί αποκλειστικά διοικητικούς σκοπούς. Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες δεν θεωρούνται ως παρόμοια μεταξύ τους επειδή εμφανίζονται στην ίδια κλάση στην ταξινόμηση της Νίκαιας, ούτε θεωρούνται ως διαφορετικά μεταξύ τους επειδή εμφανίζονται σε διαφορετικές κλάσεις στην ταξινόμηση της Νίκαιας.

Άρθρο 41

Αυτεπάγγελτη εξέταση

Κατά την αυτεπάγγελτη εξέταση της επιλεξιμότητας μιας αίτησης για καταχώριση σήματος, οι υπηρεσίες περιορίζονται στην εξέταση της απουσίας των απόλυτων λόγων απαραδέκτου που προβλέπονται στο άρθρο 4. [Τροπολογία 44]

Άρθρο 42

Παρατηρήσεις τρίτων

1.  Πριν από την καταχώριση ενός σήματος, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε οργάνωση ή φορέας εκπροσώπησης κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών μπορεί να υποβάλει στην υπηρεσία σημάτων γραπτές παρατηρήσεις, εξηγώντας τον λόγο, εκ των αναφερομένων στο άρθρο 4, για τον οποίο το σήμα δεν θα πρέπει να γίνει δεκτό προς καταχώριση, αυτεπαγγέλτως. Οι προαναφερόμενοι δεν αποκτούν την ιδιότητα του διαδίκου στην ενώπιον της υπηρεσίας διαδικασία.

2.  Επιπλέον των λόγων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε οργάνωση ή φορέας εκπροσώπησης κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών μπορεί να υποβάλει στην υπηρεσία γραπτές παρατηρήσεις, βασιζόμενες στον ιδιαίτερο λόγο για τον οποίο θα πρέπει να απορριφθεί η αίτηση συλλογικού σήματος βάσει του άρθρου 32 παράγραφοι 1 και 2.

2α.  Τα κράτη μέλη που έχουν θεσπίσει διαδικασίες ανακοπής βάσει των απόλυτων λόγων που προβλέπονται στο άρθρο 4 δεν υποχρεούνται να εφαρμόσουν το παρόν άρθρο. [Τροπολογία 45]

Άρθρο 43

Διαίρεση των αιτήσεων και των καταχωρίσεων

Ο καταθέτης ή ο δικαιούχος μπορεί να διαιρέσει αίτηση ή καταχώριση ενός σήματος σε μία ή περισσότερες χωριστές αιτήσεις ή καταχωρίσεις, υποβάλλοντας δήλωση στην υπηρεσία σημάτων.

Άρθρο 44

Τέλη

Η καταχώριση και η ανανέωση του σήματος υπόκεινται σε καταβολή πρόσθετου τέλους για εκάστη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της πρώτης κλάσης.

ΤΜΗΜΑ 2

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ, ΕΚΠΤΩΣΗΣ ΚΑΙ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ

Άρθρο 45

Διαδικασία ανακοπής

1.  Τα κράτη μέλη προβλέπουν αποτελεσματική και ταχεία διοικητική διαδικασία ενώπιον των υπηρεσιών τους για την άσκηση ανακοπής κατά της αίτησης καταχώρισης ενός σήματος, βάσει των λόγων που προβλέπονται στο άρθρο 5.

2.  Η διοικητική διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προβλέπει ότι δικόγραφο ανακοπής δύναται να καταθέσει τουλάχιστον ο δικαιούχος προγενέστερου δικαιώματος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 3 άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο θ) και στο άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο α). Ένα δικόγραφο ανακοπής μπορεί να κατατεθεί βάσει ενός ή περισσότερων προγενέστερων δικαιωμάτων, υπό την προϋπόθεση ότι ανήκουν όλα στον ίδιο δικαιούχο, και βάσει μέρους ή του συνόλου των προϊόντων ή υπηρεσιών σε σχέση με τα οποία έχει καταχωρισθεί το προγενέστερο δικαίωμα ή έχει υποβληθεί αίτηση καταχώρισης, και μπορεί να αφορά μέρος ή το σύνολο των προϊόντων ή υπηρεσιών σε σχέση με τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση καταχώρισης του αμφισβητούμενου σήματος. [Τροπολογία 46]

3.  Στους διαδίκους παραχωρείται, κατόπιν κοινού αιτήματός τους, τουλάχιστον δίμηνη προθεσμία, πριν από την έναρξη στο πλαίσιο της διαδικασίας ανακοπής, προκειμένου να υπάρξει δυνατότητα διαπραγμάτευσης για συμβιβασμό μεταξύ του ανακόπτοντος και του καταθέτη. [Τροπολογία 47]

Άρθρο 46

Μη χρήση ως μέσο άμυνας σε διαδικασία ανακοπής

1.  Σε διοικητικές διαδικασίες ανακοπής, όπου, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του μεταγενέστερου σήματος, έχει λήξει η πενταετία εντός της οποίας θα έπρεπε να έχει γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 16, ο ανακόπτων δικαιούχος του προγενέστερου σήματος, κατόπιν αιτήματος του καταθέτη, οφείλει να αποδείξει ότι έχει γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 16, κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του μεταγενέστερου σήματος, ή ότι υπήρχε εύλογη αιτία για τη μη χρήση. Εάν δεν αποδειχθούν τα ανωτέρω, η ανακοπή απορρίπτεται.

2.  Εάν το προγενέστερο σήμα χρησιμοποιήθηκε για μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες καταχωρίσθηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της ανακοπής, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1, θεωρείται καταχωρισμένο μόνον για το μέρος αυτό των προϊόντων ή των υπηρεσιών.

3.  Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται όταν το προγενέστερο σήμα είναι ευρωπαϊκό σήμα. Στην περίπτωση αυτή, η ουσιαστική χρήση του ευρωπαϊκού σήματος προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

Άρθρο 47

Διαδικασία για την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας

1.  Τα κράτη μέλη προβλέπουν αποτελεσματική και ταχεία διοικητική διαδικασία ενώπιον των υπηρεσιών τους για την κήρυξη έκπτωσης από τα δικαιώματα επί σήματος ή ακυρότητας σήματος. [Τροπολογία 48]

2.  Η διοικητική διαδικασία για την κήρυξη έκπτωσης προβλέπει ότι ο δικαιούχος του σήματος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του για τους λόγους που προβλέπονται στα άρθρα 19 και 20.

3.  Η διοικητική διαδικασία ακυρότητας προβλέπει ότι το σήμα κηρύσσεται άκυρο τουλάχιστον βάσει των ακόλουθων λόγων:

α)  το σήμα δεν θα έπρεπε να είχε καταχωρισθεί, διότι δεν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 4·

β)  το σήμα δεν θα έπρεπε να είχε καταχωρισθεί, λόγω της ύπαρξης προγενέστερου δικαιώματος κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφοι 2 και 3.

4.  Η διοικητική διαδικασία προβλέπει ότι αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας δύνανται να καταθέσουν τουλάχιστον οι εξής:

α)  στην περίπτωση της παραγράφου 2 και της παραγράφου 3 στοιχείο α), κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε οργάνωση ή φορέας που έχει συσταθεί για την εκπροσώπηση των συμφερόντων κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών, οι οποίοι, σύμφωνα με το δίκαιο στο οποίο υπάγονται, μπορούν να παρίστανται ενώπιον δικαστηρίου·

β)  στην περίπτωση της παραγράφου 3 στοιχείο β), ο δικαιούχος προγενέστερου δικαιώματος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 3.

4α.  Μια αίτηση έκπτωσης από τα δικαιώματα επί σήματος ή ακυρότητας σήματος μπορεί να αφορά μέρος ή το σύνολο των προϊόντων ή υπηρεσιών σε σχέση με τα οποία έχει καταχωριστεί το αμφισβητούμενο σήμα. [Τροπολογία 49]

4β.  Μια αίτηση ακυρότητας σήματος μπορεί να κατατεθεί βάσει ενός ή περισσότερων προγενέστερων δικαιωμάτων, υπό την προϋπόθεση ότι ανήκουν όλα στον ίδιο δικαιούχο. [Τροπολογία 50]

Άρθρο 48

Μη χρήση ως μέσο άμυνας σε διαδικασία κήρυξης ακυρότητας

1.  Σε διοικητικές διαδικασίες ακυρότητας βάσει καταχωρισμένου σήματος με προγενέστερη ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή ημερομηνία προτεραιότητας, ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος, εάν το ζητήσει ο δικαιούχος του μεταγενέστερου σήματος, οφείλει να αποδείξει ότι, κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου πριν από την ημερομηνία της αίτησης ακυρότητας, έχει γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 16, για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωρισθεί, και την οποία επικαλείται προς αιτιολόγηση της αίτησής του, ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση, εφόσον, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ακυρότητας, έχει λήξει η πενταετία εντός της οποίας θα έπρεπε να έχει γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος. [Τροπολογία 51]

2.  Εάν, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του μεταγενέστερου σήματος, έχει λήξει η πενταετία εντός της οποίας θα έπρεπε να έχει γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 16, ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος, επιπλέον των αποδεικτικών στοιχείων που απαιτούνται βάσει της παραγράφου 1, οφείλει να αποδείξει ότι έχει γίνει ουσιαστική χρήση του σήματος, κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας, ή ότι υπήρχε εύλογη αιτία για τη μη χρήση.

3.  Ελλείψει των αποδεικτικών στοιχείων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, η αίτηση ακυρότητας, βάσει προγενέστερου σήματος, απορρίπτεται.

4.  Εάν το προγενέστερο σήμα χρησιμοποιήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 16, για μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες καταχωρίσθηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της αίτησης ακυρότητας, θεωρείται καταχωρισμένο μόνον για το μέρος αυτό των προϊόντων ή των υπηρεσιών.

5.  Οι παράγραφοι 1 έως 4 εφαρμόζονται όταν το προγενέστερο σήμα είναι ευρωπαϊκό σήμα. Στην περίπτωση αυτή, η ουσιαστική χρήση του ευρωπαϊκού σήματος προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

Άρθρο 49

Αποτελέσματα της έκπτωσης και της ακυρότητας

1.  Στον βαθμό που ο δικαιούχος εκπίπτει των δικαιωμάτων του, το καταχωρισμένο σήμα θεωρείται ότι έχει παύσει να παράγει τα αποτελέσματα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, από την ημερομηνία της αίτησης για την έκπτωση. Κατ’ αίτηση ενός διαδίκου, μπορεί να καθοριστεί στην απόφαση προγενέστερη ημερομηνία, εφόσον κατ’ αυτήν συνέτρεχε ένας από τους λόγους έκπτωσης.

2.  Το καταχωρισμένο σήμα, στον βαθμό που κηρύχθηκε άκυρο, θεωρείται ότι ουδέποτε παρήγαγε τα αποτελέσματα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

ΤΜΗΜΑ 3

ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ

Άρθρο 50

Διάρκεια της καταχώρισης

1.  Η καταχώριση του σήματος διαρκεί επί μία δεκαετία από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης.

2.  Η καταχώριση δύναται να ανανεώνεται, ανά δεκαετία, σύμφωνα με το άρθρο 51.

Άρθρο 51

Ανανέωση

1.  Η καταχώριση ενός σήματος ανανεώνεται κατ’ αίτηση του δικαιούχου του σήματος ή κάθε προσώπου εξουσιοδοτημένου από αυτόν, εφόσον έχουν καταβληθεί τα τέλη ανανέωσης.

2.  Η υπηρεσία σημάτων ενημερώνει τον δικαιούχο του σήματος και κάθε δικαιούχο καταχωρισμένου επ’ αυτού δικαιώματος σχετικά με τη λήξη ισχύος της καταχώρισης, εγκαίρως πριν από την επέλευσή της. Η υπηρεσία δεν ευθύνεται σε περίπτωση μη ενημέρωσης.

3.  Η αίτηση για ανανέωση υποβάλλεται και τα τέλη ανανέωσης καταβάλλονται εντός προθεσμίας έξι μηνών, η οποία λήγει την τελευταία ημέρα του μηνός κατά τον οποίο λήγει η προστασία. Ελλείψει αυτού, η αίτηση μπορεί να υποβληθεί εντός συμπληρωματικής προθεσμίας έξι μηνών, η οποία αρχίζει την επομένη της ημέρας που αναφέρεται στην πρώτη περίοδο. Τα τέλη ανανέωσης και τα πρόσθετα τέλη καταβάλλονται εντός της συμπληρωματικής αυτής προθεσμίας.

4.  Εάν η αίτηση υποβληθεί ή τα τέλη καταβληθούν για μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τις οποίες έχει καταχωρισθεί το σήμα, η καταχώριση ανανεώνεται μόνο για τα συγκεκριμένα προϊόντα ή τις συγκεκριμένες υπηρεσίες.

5.  Η ανανέωση ισχύει από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία λήγει η υφιστάμενη καταχώριση. Η ανανέωση καταχωρίζεται και δημοσιεύεται.

ΤΜΗΜΑ 3Α

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Άρθρο 51α

Επικοινωνία με την υπηρεσία

Οι διάδικοι στη διαδικασία ή, εφόσον έχουν οριστεί, οι αντιπρόσωποί τους, δηλώνουν μια επίσημη διεύθυνση σε ένα από τα κράτη μέλη για κάθε επίσημη επικοινωνία με την υπηρεσία. [Τροπολογία 53]

Κεφάλαιο 4

Διοικητική συνεργασία

Άρθρο 52

Συνεργασία στον τομέα της καταχώρισης και της διαχείρισης των σημάτων

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι υπηρεσίες να συνεργάζονται αποτελεσματικά μεταξύ τους και με τον Οργανισμό, προκειμένου να προωθηθεί η σύγκλιση των πρακτικών και των εργαλείων και με στόχο να επιτευχθούν πιο συνεκτικά αποτελέσματα κατά την εξέταση και την καταχώριση των σημάτων. [Τροπολογία 52]

Άρθρο 53

Συνεργασία σε άλλους τομείς

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπηρεσίες συνεργάζονται αποτελεσματικά με τον Οργανισμό σε όλους τους άλλους τομείς των δραστηριοτήτων τους, εκτός εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 52, οι οποίοι είναι συναφείς με την προστασία των σημάτων στην Ένωση. [Τροπολογία 54]

Κεφάλαιο 5

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 54

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.  Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με τα άρθρα 2 έως 6, 8 έως 14, 16, 17, 18, 22 έως 28 και 30 έως 53, το αργότερο 24 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι αναφορές στην οδηγία που καταργείται με την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της αναφοράς και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.  Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο του ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 55

Κατάργηση

Η οδηγία 2008/95/ΕΚ καταργείται από τις [επομένη της ημερομηνίας που εμφαίνεται στο άρθρο 54 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της παρούσας οδηγίας], με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά την προθεσμία ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας που εμφαίνεται στο παράρτημα Ι μέρος Β της οδηγίας 2008/95/ΕΚ.

Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος.

Άρθρο 56

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα άρθρα 1, 7, 15, 19, 20, 21 και 54 έως 57 εφαρμόζονται από τις [επομένη της ημερομηνίας που εμφαίνεται στο άρθρο 54 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της παρούσας οδηγίας].

Άρθρο 57

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

...,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 2008/95/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 1

---

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως η)

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως η)

---

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία θ) και ι)

---

Άρθρο 4 παράγραφοι 2 και 3 πρώτη περίοδος

Άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως γ)

Άρθρο 4 παράγραφος 4 στοιχεία α) έως γ)

Άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 3 παράγραφος 3 πρώτη περίοδος

Άρθρο 3 παράγραφος 3 δεύτερη περίοδος

Άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 4 παράγραφοι 3 και 4 στοιχείο α)

---

Άρθρο 4 παράγραφος 4 στοιχείο ζ)

---

Άρθρο 4 παράγραφος 4 στοιχεία β) και γ)

Άρθρο 4 παράγραφος 4 στοιχεία δ) έως στ)

Άρθρο 4 παράγραφοι 5 και 6

---

Άρθρο 5 παράγραφος 1 πρώτη εισαγωγική φράση

Άρθρο 5 παράγραφος 1 δεύτερη εισαγωγική φράση

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχεία α) έως γ)

---

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο δ)

---

---

Άρθρο 5 παράγραφοι 4 και 5

---

---

---

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ)

---

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 7

Άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2

---

Άρθρο 9

Άρθρο 10 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

---

Άρθρο 10 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 3

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Άρθρο 11 παράγραφος 4

---

Άρθρο 12 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 12 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 12 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 13

Άρθρο 14

---

---

---

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 2

---

Άρθρο 16

Άρθρο 17

Άρθρο 18

Άρθρο 19

Άρθρο 4 παράγραφος 3 δεύτερη περίοδος

Άρθρο 4 παράγραφος 5

Άρθρο 4 παράγραφος 6

Άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο α)

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο β)

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο γ)

Άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο δ)

Άρθρο 5 παράγραφος 4 στοιχεία α) και β)

---

Άρθρο 5 παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 8

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2 εισαγωγική φράση

Άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχεία α) έως γ)

Άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο δ)

Άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο ε)

Άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο στ)

Άρθρο 10 παράγραφοι 4 και 5

Άρθρο 10 παράγραφοι 6 και 7

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 13

Άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ)

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 14 παράγραφος 3

Άρθρο 15

Άρθρο 26 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 26 παράγραφοι 3 έως 5

Άρθρο 9

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 10 παράγραφος 4

Άρθρο 10 παράγραφος 5

---

Άρθρο 48 παράγραφοι 1 έως 3

Άρθρο 46 παράγραφος 1

Άρθρο 17

Άρθρο 17, άρθρο 46 παράγραφος 2 και άρθρο 48 παράγραφος 4

Άρθρο 18

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφος 2

Άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 20

Άρθρο 7 και άρθρο 21

Άρθρο 6

Άρθρα 22 έως 25

Άρθρο 27

Άρθρο 28

Άρθρο 29 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 29 παράγραφος 3

Άρθρο 30 έως άρθρο 54 παράγραφος 1

Άρθρο 54 παράγραφος 2

Άρθρο 55

Άρθρο 56

Άρθρο 57

(1) ΕΕ C 327 της 12.11.2013, σ. 42.
(2) ΕΕ C 77 της 28.3.2002, σ. 1.
(3) ΕΕ C 327 της 12.11.2013, σ. 42.
(4) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014.
(5) Οδηγία 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 299 της 8.11.2008, σ. 25).
(6) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78 της 24.3.2009, σ. 1).
(7) COM(2008)0465.
(8) ΕΕ C 140 της 29.5.2010, σ. 22.
(9) COM(2011)0287.
(10) ΕΕ L 336 της 23.12.1994, σ. 213.
(11) Οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 21).
(12) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου 2013 σχετικά με την τελωνειακή επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1383/2003 (ΕΕ L 181 της 28.6.2013, σ. 15).
(13) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).
(14) ΕΕ C 32 της 4.2.2014, σ. 23.
(15) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2100/94 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 1994, για τα κοινοτικά δικαιώματα επί φυτικών ποικιλιών (ΕΕ L 227 της 1.9.1994, σ. 1).
(16) Πρώτη οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1988 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 40 της 11.2.1989, σ. 1).


Δέσμευση και δήμευση των προϊόντων του εγκλήματος ***I
PDF 269kWORD 40k
Ψήφισμα
Κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση των προϊόντων του εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση (COM(2012)0085 – C7-0075/2012 – 2012/0036(COD))
P7_TA(2014)0120A7-0178/2013

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0085),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2, και τα άρθρα 82 παράγραφος 2 και 83 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0075/2012),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2012(1),

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών της 10ης Οκτωβρίου 2012(2),

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 4ης Δεκεμβρίου 2012,

–  έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 3ης Δεκεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A7-0178/2013),

1.  εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση οργάνων και προϊόντων εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση

P7_TC1-COD(2012)0036


(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/42/ΕΕ.)

(1) ΕΕ C 299, 4.10.2012, σ. 128.
(2) ΕΕ C 391, 18.12.2012, σ. 134.


Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία και την κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου (Ευρωπόλ) ***I
PDF 910kWORD 610k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία και την κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου (Ευρωπόλ) και για την κατάργηση των αποφάσεων 2009/371/ΔΕΥ και 2005/681/ΔΕΥ (COM(2013)0173 – C7-0094/2013 – 2013/0091(COD))
P7_TA(2014)0121A7-0096/2014

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0173),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 88 και το άρθρο 87 παράγραφος 2 στοιχείο β) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0094/2013),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν από τη Βουλή των Αντιπροσώπων του Βασιλείου του Βελγίου, το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο και το Κογκρέσο του Βασιλείου της Ισπανίας, στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών, της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού και της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0096/2014),

1.  εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  τονίζει πως οι διατάξεις του σημείου 31 της Διοργανικής Συμφωνία, της 2ας Δεκεμβρίου 2013, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία, τη συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση(1) πρέπει να εφαρμοστούν για την επέκταση της εντολής της Ευρωπόλ· υπογραμμίζει ότι οποιαδήποτε απόφαση της νομοθετικής αρχής υπέρ μιας τέτοιας επέκτασης λαμβάνεται με την επιφύλαξη των αποφάσεων της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας προϋπολογισμού·

3.  ζητεί από την Επιτροπή, αφού επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον κανονισμό, να λάβει πλήρως υπόψη της τη συμφωνία αυτή προκειμένου να ανταποκριθεί στις δημοσιονομικές απαιτήσεις και τις ανάγκες στελέχωσης του προσωπικού της Ευρωπόλ, καθώς και τα νέα της καθήκοντα, συγκεκριμένα το Ευρωπαϊκό Κέντρο για τα Εγκλήματα στον Κυβερνοχώρο, σύμφωνα με την παράγραφο 42 της κοινής δήλωσης του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του Συμβουλίου της ΕΕ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 19ης Ιουλίου 2012 σχετικά με τους αποκεντρωμένους οργανισμούς·

4.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

5.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία και την κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου (Ευρωπόλ) και για την κατάργηση των αποφάσεων της απόφασης 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου και 2005/681/ΔΕΥ [Τροπολογία 1]

P7_TC1-COD(2013)0091


ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 88 και το άρθρο 87 παράγραφος 2 στοιχείο β), [Τροπολογία 2]

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Κατόπιν διαβούλευσης με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Η Ευρωπόλ ιδρύθηκε με την απόφαση του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ(3) ως οργανισμός της Ένωσης, ο οποίος χρηματοδοτείται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και του οποίου αποστολή είναι η υποστήριξη και η ενίσχυση της δράσης των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και της αμοιβαίας συνεργασίας τους για την πρόληψη και την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, της τρομοκρατίας και άλλων μορφών σοβαρού εγκλήματος που επηρεάζουν δύο ή περισσότερα κράτη μέλη. Η απόφαση 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου αντικατέστησε τη σύμβαση δυνάμει του άρθρου Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), σχετικά με την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (σύμβαση Ευρωπόλ)(4).

(2)  Σύμφωνα με το άρθρο 88 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), η λειτουργία της Ευρωπόλ διέπεται από κανονισμό ο οποίος εκδίδεται με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία. Επίσης, το άρθρο αυτό απαιτεί να καθοριστούν όροι ελέγχου των δραστηριοτήτων της Ευρωπόλ από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με τη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων σύμφωνα με το άρθρο 12 στοιχείο γ) της ΣΕΕ και το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου αριθ. 1 σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να ενισχυθεί η δημοκρατική νομιμοποίηση και η υποχρέωση λογοδοσίας της Ευρωπόλ προς τους ευρωπαίους πολίτες. Επομένως, είναι αναγκαίο να αντικατασταθεί η απόφαση 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου από κανονισμό, ο οποίος θα προβλέπει κανόνες περί του κοινοβουλευτικού ελέγχου. [Τροπολογία 3]

(3)  Η Ευρωπαϊκή Αστυνομική Ακαδημία («ΕΑΑ») ιδρύθηκε με την απόφαση του Συμβουλίου 2005/681/ΔΕΥ(5) με αποστολή τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ των εθνικών αστυνομικών αρχών, μέσω της διοργάνωσης και του συντονισμού δραστηριοτήτων κατάρτισης σχετικών με την ευρωπαϊκής εμβέλειας αστυνόμευση. [Τροπολογία 4]

(4)  Το «Πρόγραμμα της Στοκχόλμης – Μια ανοικτή και ασφαλής Ευρώπη που εξυπηρετεί και προστατεύει τους πολίτες»(6) καλεί την Ευρωπόλ να εξελιχθεί και να καταστεί «κέντρο ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών, φορέας παροχής υπηρεσιών και πλατφόρμα των υπηρεσιών επιβολής του νόμου». Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος απαιτείται περαιτέρω ενίσχυση της επιχειρησιακής αποτελεσματικότητας της Ευρωπόλ βάσει της αξιολόγησης της λειτουργίας της. Το πρόγραμμα της Στοκχόλμης θέτει επίσης ως στόχο την καλλιέργεια μιας αυθεντικής ευρωπαϊκής παιδείας στον τομέα της επιβολής του νόμου, μέσω της εκπόνησης ευρωπαϊκών προγραμμάτων κατάρτισης και ανταλλαγών για το σύνολο των επαγγελματιών που δραστηριοποιούνται στον τομέα της επιβολής του νόμου σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο. [Τροπολογία 5]

(5)  Τα μεγάλης κλίμακας δίκτυα εγκληματιών και τρομοκρατών εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους για την εσωτερική ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και για την ασφάλεια και ευημερία των πολιτών της. Από τις διαθέσιμες αξιολογήσεις απειλών προκύπτει ότι οι εγκληματικές ομάδες αναπτύσσουν ολοένα περισσότερο πολυσχιδή εγκληματική δραστηριότητα, και μάλιστα σε διασυνοριακή βάση. Επομένως, οι εθνικές αρχές επιβολής του νόμου πρέπει να συνεργάζονται στενότερα με τις αντίστοιχες αρχές των άλλων κρατών μελών. Στο πλαίσιο αυτό, είναι αναγκαίο να τεθούν στη διάθεση της Ευρωπόλ μέσα για την αύξηση της συνδρομής που παρέχει στα κράτη μέλη με σκοπό την πρόληψη της εγκληματικότητας στο σύνολο της Ένωσης και τη διεξαγωγή σχετικών αναλύσεων και ερευνών. Η διαπίστωση αυτή έχει επιβεβαιωθεί και στις αξιολογήσεις που περιέχουν οι αποφάσεις στην αξιολόγηση που περιέχει η απόφαση 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου και 2005/681/ΔΕΥ. [Τροπολογία 6]

(6)  Δεδομένης της συνάφειας μεταξύ του έργου της Ευρωπόλ και της ΕΑΑ, η ενοποίηση και ο εξορθολογισμός των αρμοδιοτήτων των δύο οργανισμών αναμένεται να αυξήσει την αποδοτικότητα της επιχειρησιακής δραστηριότητας, τη χρησιμότητα της παρεχόμενης κατάρτισης και την αποτελεσματικότητα της αστυνομικής συνεργασίας στην ΕΕ. [Τροπολογία 7]

(7)  Κατά συνέπεια, οι αποφάσεις η απόφαση 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου και 2005/681/ΔΕΥ θα πρέπει να καταργηθούν και να αντικατασταθούν να καταργηθεί και να αντικατασταθεί με τον παρόντα κανονισμό, ο οποίος στηρίζεται στην εμπειρία από την εφαρμογή αμφότερων των αποφάσεωντης εν λόγω απόφασης. Η Ο οργανισμός Ευρωπόλ που θα συσταθεί βάσει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να αντικαταστήσει τις την Ευρωπόλ και ΕΑΑ που ιδρύθηκαν ιδρύθηκε βάσει των καταργηθεισών αποφάσεων της καταργηθείσας απόφασης και να ασκεί στο εξής τα καθήκοντα με τα οποία αυτές ήταν επιφορτισμένες αυτή ήταν επιφορτισμένη. [Τροπολογία 8]

(8)  Καθώς οι εγκληματικές πράξεις τελούνται συχνά σε διασυνοριακό επίπεδο, Η Ευρωπόλ θα πρέπει να στηρίζει και να ενισχύει τις ενέργειες των κρατών μελών και τη μεταξύ τους συνεργασία στον τομέα της πρόληψης και της καταπολέμησης της σοβαρής εγκληματικότητας που επηρεάζει δύο ή περισσότερα κράτη μέλη. Η τρομοκρατία είναι μία από τις σοβαρότερες απειλές αποτελεί απειλή για την ασφάλεια της Ένωσης και η Ευρωπόλ θα πρέπει να συνδράμει τα κράτη μέλη ώστε να αντιμετωπίσουν τις κοινές προκλήσεις στο συγκεκριμένο πεδίο. Ως ο οργανισμός επιβολής του νόμου της ΕΕ, η Ευρωπόλ θα πρέπει επίσης να στηρίξει και να ενισχύσει ενέργειες και συνεργασίες για την καταπολέμηση των μορφών εγκληματικότητας που θίγουν τα συμφέροντα της ΕΕ. Ακόμη, είναι σκόπιμο να προσφέρει στήριξη για την πρόληψη και την καταπολέμηση συναφών αξιόποινων πράξεων οι οποίες διαπράττονται με σκοπό την εξασφάλιση των μέσων, τη διευκόλυνση, την εκτέλεση ή τη διασφάλιση της ατιμωρησίας πράξεων για τις οποίες είναι αρμόδια η Ευρωπόλ. [Τροπολογία 9]

(9)  Η Ευρωπόλ οφείλει να διασφαλίζει καλύτερης ποιότητας, περισσότερο συντονισμένη και πιο συνεκτική κατάρτιση για τους λειτουργούς επιβολής του νόμου όλων των βαθμίδων, βάσει σαφούς πλαισίου, με γνώμονα τις εκάστοτε προσδιοριζόμενες ανάγκες κατάρτισης. [Τροπολογία 10]

(10)  Η Ευρωπόλ θα πρέπει να έχει την ευχέρεια να ζητά από τα κράτη μέλη να κινούν, να διεξάγουν ή να συντονίζουν ποινικές έρευνες σε συγκεκριμένες υποθέσεις όπου η διασυνοριακή συνεργασία θα απέφερε οφέλη. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να ενημερώνει τη Μονάδα δικαστικής συνεργασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Eurojust) σχετικά με τέτοιου είδους αιτήματα. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να αιτιολογεί τα αιτήματά της. [Τροπολογία 11]

(10α)  Η Ευρωπόλ θα πρέπει να τηρεί αρχείο σχετικά με τη συμμετοχή σε δραστηριότητες κοινών ομάδων έρευνας που ασχολούνται με την καταπολέμηση αξιόποινων πράξεων οι οποίες εμπίπτουν στους στόχους της. [Τροπολογία 12]

(10β)  Όταν υφίσταται συνεργασία μεταξύ της Ευρωπόλ και των κρατών μελών για συγκεκριμένη έρευνα, θα πρέπει να θεσπίζονται σαφείς διατάξεις μεταξύ της Ευρωπόλ και των εμπλεκόμενων κρατών μελών, οι οποίες αναφέρουν τα συγκεκριμένα προς εκτέλεση καθήκοντα, τον βαθμό συμμετοχής στις έρευνες ή τις δικαστικές διαδικασίες των κρατών μελών, τον επιμερισμό των ευθυνών καθώς και το εφαρμοστέο δίκαιο για τους σκοπούς της δικαστικής εποπτείας. [Τροπολογία 13]

(11)  Για να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα της Ευρωπόλ ως κέντρου ανταλλαγής πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα πρέπει να θεσπισθούν σαφείς υποχρεώσεις για την παροχή από τα κράτη μέλη στην Ευρωπόλ των δεδομένων που είναι αναγκαία για την εκπλήρωση της αποστολής της. Κατά την τήρηση των υποχρεώσεων αυτών, τα κράτη μέλη πρέπει να αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στην παροχή δεδομένων χρήσιμων για την καταπολέμηση μόνον εκείνων των μορφών εγκληματικότητας οι οποίες βρίσκονται στο επίκεντρο των στρατηγικών και επιχειρησιακών προτεραιοτήτων, στο πλαίσιο των συναφών μέσων πολιτικής της ΕΕ. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να παρέχουν στην Ευρωπόλ αντίγραφο των διμερών και πολυμερών ανταλλαγών πληροφοριών με άλλα κράτη μέλη σχετικά με εγκλήματα που εμπίπτουν στον τομέα αρμοδιότητας της Ευρωπόλ και να αναφέρουν επίσης από πού προέρχονται τα δεδομένα αυτά. Παράλληλα, η Ευρωπόλ θα πρέπει να αυξήσει το επίπεδο στήριξης που παρέχει στα κράτη μέλη ούτως ώστε να αναβαθμισθεί η αμοιβαία συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών. Η Ευρωπόλ πρέπει να υποβάλλει ετήσια έκθεση στο σύνολο των θεσμικών οργάνων και στα εθνικά κοινοβούλια σχετικά με τον βαθμό στον οποίο μεμονωμένα κράτη μέλη της παρέχουν πληροφορίες. [Τροπολογία 14]

(12)  Για να διασφαλισθεί η αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ της Ευρωπόλ και των κρατών μελών, θα πρέπει να συσταθεί εθνική μονάδα σε κάθε κράτος μέλος. Κάθε τέτοια εθνική μονάδα θα πρέπει να λειτουργεί ως ο βασικός σύνδεσμος μεταξύ αφενός των εθνικών αρχών επιβολής του νόμου και των ιδρυμάτων κατάρτισης και, αφετέρου, της Ευρωπόλ. Στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να διατηρηθεί ο ρόλος των εθνικών μονάδων της Ευρωπόλ ως εγγυητών και θεματαφυλάκων των εθνικών συμφερόντων εντός του οργανισμού. Θα πρέπει να διατηρηθούν οι εθνικές μονάδες ως σημείο επαφής μεταξύ της Ευρωπόλ και των αρμόδιων αρχών, εξασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτόν έναν ρόλο κομβικό, που παράλληλα θα συντονίζει το σύνολο της συνεργασίας των κρατών μελών με την Ευρωπόλ και μέσω αυτής, διασφαλίζοντας έτσι μια ενιαία ανταπόκριση των κρατών μελών στα αιτήματα της Ευρωπόλ. Προκειμένου να διασφαλισθεί η διαρκής και αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ευρωπόλ και των εθνικών μονάδων και να διευκολυνθεί η μεταξύ τους συνεργασία, κάθε εθνική μονάδα θα πρέπει να αποσπά έναν τουλάχιστον αξιωματικό-σύνδεσμο στην Ευρωπόλ. [Τροπολογία 15]

(13)  Λαμβανομένης υπόψη της αποκεντρωμένης δομής ορισμένων κρατών μελών και της ανάγκης να διασφαλιστεί η ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών σε ορισμένες υποθέσεις, η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να συνεργάζεται απευθείας με τις αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών στο πλαίσιο μεμονωμένων ερευνών, τηρώντας εκ παραλλήλου ενήμερες τις οικείες εθνικές μονάδες.

(14)  Με στόχο τη διασφάλιση υψηλής ποιότητας, συντονισμένης και συνεκτικής κατάρτισης σε θέματα επιβολής του νόμου στην Ένωση, η Ευρωπόλ πρέπει να ενεργεί σύμφωνα με την πολιτική της ΕΕ για την κατάρτιση σε θέματα επιβολής του νόμου. Κατάρτιση σε επίπεδο ΕΕ πρέπει να είναι διαθέσιμη σε λειτουργούς επιβολής του νόμου όλων των βαθμίδων. Η Ευρωπόλ πρέπει να μεριμνά για την αξιολόγηση της παρεχόμενης κατάρτισης και για την ενσωμάτωση των συμπερασμάτων εκτιμήσεων των αναγκών κατάρτισης στις εργασίες προγραμματισμού για την αποτροπή αλληλεπικαλύψεων. Η Ευρωπόλ πρέπει να προωθεί την αναγνώριση στα κράτη μέλη της κατάρτισης η οποία παρέχεται σε επίπεδο ΕΕ. [Τροπολογία 16]

(15)  Είναι επίσης αναγκαίο να βελτιωθεί η διακυβέρνηση της Ευρωπόλ, μέσω της αύξησης της αποτελεσματικότητας και του εξορθολογισμού των διαδικασιών.

(16)  Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να εκπροσωπούνται στο διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπόλ προκειμένου να ελέγχουν αποτελεσματικά τη λειτουργία της. Για να αντικατοπτρίζεται η διττή αποστολή του νέου οργανισμού, η οποία συνίσταται στην επιχειρησιακή υποστήριξη και στην παροχή κατάρτισης σε θέματα επιβολής του νόμου, Τα τακτικά μέλη του διοικητικού συμβουλίου θα πρέπει να διορίζονται με κριτήριο τις γνώσεις που διαθέτουν στον τομέα της συνεργασίας για την επιβολή του νόμου., ενώ τα αναπληρωματικά μέλη πρέπει να διορίζονται με κριτήριο τις γνώσεις τους σε θέματα κατάρτισης των λειτουργών επιβολής του νόμου. Τα αναπληρωματικά μέλη ενδείκνυται να ενεργούν ως πλήρη μέλη σε περίπτωση απουσίας των τακτικών μελών και οσάκις συζητούνται θέματα κατάρτισης ή λαμβάνονται αποφάσεις σχετικά με αυτά. Το διοικητικό συμβούλιο πρέπει να λαμβάνει συμβουλευτική υποστήριξη από επιστημονική επιτροπή σχετικά με τεχνικά ζητήματα κατάρτισης. [Τροπολογία 17]

(17)  Στο διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει να ανατεθούν οι αναγκαίες αρμοδιότητες, ιδίως σε σχέση με την κατάρτιση του προϋπολογισμού και τον έλεγχο της εκτέλεσής του, τη θέσπιση των ενδεδειγμένων δημοσιονομικών κανόνων και την έκδοση εγγράφων προγραμματισμού, τη λήψη μέτρων για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης και την καταπολέμηση της απάτης καθώς και την έγκριση κανόνων για την πρόληψη και αντιμετώπιση των συγκρούσεων συμφερόντων, την καθιέρωση διαφανών διαδικασιών εργασίας για τη λήψη αποφάσεων από τον εκτελεστικό διευθυντή της Ευρωπόλ και την έκδοση της ετήσιας έκθεσης πεπραγμένων. Θα πρέπει επίσης να ασκεί εξουσίες αρχής διορισμού των μελών του οργανισμού, συμπεριλαμβανομένου του εκτελεστικού διευθυντή. Για τον εξορθολογισμό της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και την ενίσχυση της εποπτείας της διοικητικής και της δημοσιονομικής διαχείρισης, το διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει επίσης να μπορεί να συστήσει εκτελεστική επιτροπή. [Τροπολογία 18]

(18)  Για να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα της καθημερινής λειτουργίας της Ευρωπόλ, ο εκτελεστικός διευθυντής θα πρέπει να αποτελεί τον νόμιμο εκπρόσωπο και ανώτατο διευθυντικό στέλεχος του οργανισμού, να ασκεί όλα τα καθήκοντά του υπό καθεστώς πλήρους ανεξαρτησίας και να εξασφαλίζει ότι η Ευρωπόλ επιτελεί το έργο το οποίο καθορίζεται στον παρόντα κανονισμό. Ειδικότερα, ο εκτελεστικός διευθυντής θα πρέπει να φέρει την ευθύνη για την κατάρτιση των εγγράφων προϋπολογισμού και προγραμματισμού τα οποία υποβάλλονται στο διοικητικό συμβούλιο για τη λήψη απόφασης, καθώς και την ευθύνη για την εφαρμογή των ετήσιων και πολυετών προγραμμάτων εργασιών της Ευρωπόλ και άλλων εγγράφων προγραμματισμού.

(19)  Για να μπορεί η Ευρωπόλ να προλαμβάνει και να καταπολεμεί τις αξιόποινες πράξεις οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων της, είναι απαραίτητο να διαθέτει όσο το δυνατόν πληρέστερες και πιο επικαιροποιημένες πληροφορίες. Επομένως, η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να επεξεργάζεται δεδομένα τα οποία λαμβάνει από κράτη μέλη, τρίτες χώρες, διεθνείς οργανισμούς, φορείς της ΕΕ και ιδιώτες, καθώς και από πηγές οι οποίες είναι προσιτές στο κοινό, υπό τον όρο ότι η Ευρωπόλ μπορεί να θεωρείται νόμιμος αποδέκτης των εν λόγω δεδομένων, με στόχο την καλύτερη κατανόηση των εγκληματικών φαινομένων και τάσεων, τη συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με κυκλώματα εγκληματιών και τη διαπίστωση τυχόν σχέσεων μεταξύ των διαφόρων αξιόποινων πράξεων. [Τροπολογία 19]

(20)  Για να αυξηθεί η αποτελεσματικότητά της όσον αφορά την παροχή επακριβών εγκληματολογικών αναλύσεων στις αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών, η Ευρωπόλ θα πρέπει να χρησιμοποιεί νέες τεχνολογίες κατά την επεξεργασία δεδομένων. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ανιχνεύει με ταχύτητα την ύπαρξη τυχόν δεσμών μεταξύ διαφορετικών ερευνών και κοινών μεθόδων δράσης τις οποίες μετέρχονται οι διάφορες εγκληματικές ομάδες, καθώς επίσης να ελέγχει τις διασταυρώσεις δεδομένων και να έχει σαφή συνολική εικόνα για τις σχετικές τάσεις, διασφαλίζοντας παράλληλα ένα υψηλό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Κατά συνέπεια, οι βάσεις δεδομένων της Ευρωπόλ δεν θα πρέπει να καθορίζονται εκ των προτέρων, αλλά να έχει η Ευρωπόλ την ελευθερία να επιλέγει την πλέον αποτελεσματική δομή ΤΠ. Για να διασφαλισθεί υψηλό επίπεδο προστασίας των δεδομένων, θα πρέπει να καθοριστούν ο σκοπός των πράξεων επεξεργασίας, τα δικαιώματα πρόσβασης και ειδικές πρόσθετες εγγυήσεις. Η αρχή του ειδικού σκοπού και η αρχή της αναλογικότητας πρέπει να τηρούνται κατά την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. [Τροπολογία 20]

(21)  Για να γίνεται σεβαστή η κυριότητα των δεδομένων και να διασφαλίζεται η προστασία των πληροφοριών, τα κράτη μέλη, οι αρχές τρίτων χωρών και οι διεθνείς οργανισμοί θα πρέπει να μπορούν να καθορίζουν τον σκοπό για τον οποίο η Ευρωπόλ έχει το δικαίωμα να υποβάλει δεδομένα σε επεξεργασία και να επιβάλλουν περιορισμούς στα δικαιώματα πρόσβασης. Ο περιορισμός βάσει σκοπού συμβάλλει στη διαφάνεια, την ασφάλεια δικαίου και την προβλεψιμότητα, και έχει ιδιαιτέρως μεγάλη σημασία στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας, όπου τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα συνήθως δεν γνωρίζουν ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν συλλέγονται και αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας και ότι η χρήση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ενδέχεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στη ζωή και στις ελευθερίες των μεμονωμένων ατόμων. [Τροπολογία 21]

(22)  Για να διασφαλίζεται ότι πρόσβαση σε δεδομένα διαθέτουν μόνον πρόσωπα για τα οποία η πρόσβαση στα συγκεκριμένα δεδομένα είναι αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις διάφορες βαθμίδες δικαιωμάτων πρόσβασης σε δεδομένα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία από την Ευρωπόλ. Οι εν λόγω κανόνες θα πρέπει να ισχύουν με την επιφύλαξη των περιορισμών οι οποίοι επιβάλλονται από τους παρόχους των δεδομένων επί της πρόσβασης, καθώς θα πρέπει να γίνεται σεβαστή η κυριότητα των δεδομένων. Με στόχο την αποτελεσματικότερη πρόληψη και καταπολέμηση των αξιόποινων πράξεων που εμπίπτουν στην αποστολή της Ευρωπόλ, η Ευρωπόλ θα πρέπει να κοινοποιεί στα κράτη μέλη τις πληροφορίες που τα αφορούν.

(23)  Με σκοπό την ενίσχυση της διοργανικής επιχειρησιακής συνεργασίας και, ιδίως, τη συσχέτιση δεδομένων που έχουν ήδη στη διάθεσή τους οι διάφοροι οργανισμοί, η Ευρωπόλ θα πρέπει να επιτρέπει την πρόσβαση της Εurojust και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) στα δεδομένα που έχει στη διάθεσή της ώστε να προβαίνουν σε σχετικές αναζητήσεις, σύμφωνα με συγκεκριμένες διασφαλίσεις. [Τροπολογία 22]

(24)  Στον βαθμό που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων της, η Ευρωπόλ θα πρέπει να διατηρεί σχέσεις συνεργασίας με άλλους φορείς της Ένωσης, και αρχές επιβολής του νόμου, καθώς και με ιδρύματα κατάρτισης σε θέματα επιβολής του νόμου τρίτων χωρών, διεθνείς οργανισμούς και ιδιώτες. [Τροπολογία 23]

(25)  Στον βαθμό που επιβάλλεται για την εκτέλεση των καθηκόντων της και προκειμένου να διασφαλισθεί η επιχειρησιακή της αποτελεσματικότητα, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να ανταλλάσσει κάθε είδους πληροφορίες, εξαιρουμένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με άλλα όργανα της Ένωσης, αρχές επιβολής του νόμου και ιδρύματα κατάρτισης σε θέματα επιβολής του νόμου τρίτων χωρών, καθώς και με διεθνείς οργανισμούς. Λαμβανομένου υπόψη ότι επιχειρήσεις, ενώσεις επιχειρήσεων, μη κυβερνητικές οργανώσεις και λοιποί ιδιώτες κατέχουν εμπειρογνωσία και δεδομένα τα οποία έχουν άμεση συνάφεια με το έργο της πρόληψης και της καταπολέμησης της σοβαρής εγκληματικότητας και της τρομοκρατίας, η Ευρωπόλ πρέπει να είναι σε θέση να ανταλλάσσει τέτοια δεδομένα και με ιδιώτες. Για την πρόληψη και την καταπολέμηση εγκλημάτων στον κυβερνοχώρο τα οποία σχετίζονται με συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών, η Ευρωπόλ θα πρέπει, σύμφωνα με την οδηγία [τίτλος της εκδοθείσας οδηγίας] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με μέτρα για την εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση(7), να συνεργαστεί και να ανταλλάξει πληροφορίες, εκτός των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με εθνικές αρχές αρμόδιες για την ασφάλεια δικτύων και συστημάτων πληροφοριών. [Τροπολογία 24]

(26)  Στον βαθμό που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων της, η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να ανταλλάσσει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με άλλα όργανα της ΕΕ. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να μεριμνά για τον περιορισμό της εν λόγω ανταλλαγής πληροφοριών στις περιπτώσεις ατόμων που έχουν διαπράξει ή είναι ύποπτα ότι θα διαπράξουν αξιόποινες πράξεις οι οποίες εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ευρωπόλ. [Τροπολογία 25]

(27)  Οι εμπλεκόμενοι με σοβαρές μορφές εγκληματικότητας και τρομοκρατικές ενέργειες συχνά διατηρούν διασυνδέσεις εκτός του εδάφους της ΕΕ. Κατά συνέπεια, η Ευρωπόλ, στον βαθμό που επιβάλλεται για την εκτέλεση των καθηκόντων της, θα πρέπει επίσης να μπορεί να ανταλλάσσει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με αρχές επιβολής του νόμου τρίτων χωρών και με διεθνείς οργανισμούς όπως η Ιντερπόλ. Κατά την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, πρέπει να εξασφαλίζεται κατάλληλη ισορροπία μεταξύ της ανάγκης για αποτελεσματική επιβολή του νόμου και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. [Τροπολογία 26]

(28)  Η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να διαβιβάζει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε αρχές τρίτων χωρών ή σε διεθνείς οργανισμούς μόνον βάσει απόφασης της Επιτροπής η οποία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η εκάστοτε χώρα ή ο διεθνής οργανισμός διασφαλίζει επαρκές επίπεδο προστασίας των δεδομένων, ή, απουσία απόφασης περί της επάρκειας, βάσει διεθνούς συμφωνίας συναφθείσας από την Ένωση κατ’ εφαρμογή του άρθρου 218 ΣΛΕΕ, ή βάσει συμφωνίας συνεργασίας συναφθείσας μεταξύ της Ευρωπόλ και της εν λόγω τρίτης χώρας πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. Βάσει του άρθρου 9 του προσαρτώμενου στη Συνθήκη πρωτοκόλλου 36 σχετικά με τις μεταβατικές διατάξεις, τα νομικά αποτελέσματα αυτών των συμφωνιών πρέπει να διατηρούνται μέχρι την κατάργηση, ακύρωση ή τροποποίησή τους κατά την εφαρμογή της Συνθήκης.

(29)  Σε περίπτωση που μια διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι δυνατό να στηριχθεί σε απόφαση της Επιτροπής περί της επάρκειας, ούτε σε διεθνή συμφωνία συναφθείσα από την Ένωση αλλά ούτε και σε ισχύουσα συμφωνία συνεργασίας, το διοικητικό συμβούλιο και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να έχουν την ευχέρεια να επιτρέπουν διαβίβαση ή σειρά διαβιβάσεων, εφόσον παρέχονται επαρκείς εγγυήσεις. Εάν δεν ισχύσει καμία από τις ανωτέρω περιπτώσεις, ο εκτελεστικός διευθυντής θα πρέπει να έχει την ευχέρεια να επιτρέπει τη διαβίβαση των δεδομένων κατ' εξαίρεση ή ανάλογα με την περίπτωση, εάν αυτή είναι αναγκαία για τη διασφάλιση των ουσιωδών συμφερόντων ενός κράτους μέλους, για την πρόληψη επικείμενου κινδύνου ο οποίος σχετίζεται με την εγκληματικότητα ή την τρομοκρατία, ή εάν η διαβίβαση είναι άλλως αναγκαία ή επιβαλλόμενη από τον νόμο για σοβαρούς δημόσιους λόγους, ή εάν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δηλώσει ότι συναινεί στη διαβίβαση, ή εάν διακυβεύονται ζωτικά συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων.

(30)  Η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να λαμβάνει και να επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προερχόμενα από ιδιωτικούς φορείς και ιδιώτες, μόνον εάν τα δεδομένα αυτά διαβιβάζονται στην Ευρωπόλ από εθνική μονάδα της Ευρωπόλ σε κράτος μέλος σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία ή από σημείο επαφής τρίτης χώρας με την οποία υπάρχει παγιωμένη συνεργασία βάσει συμφωνίας η οποία έχει συναφθεί δυνάμει του άρθρου 23 της απόφασης 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου πριν από την έναρξη ισχύς του παρόντος κανονισμού ή από αρχή τρίτης χώρας ή από διεθνή οργανισμό με τον οποίο η Ένωση έχει συνάψει διεθνή συμφωνία κατ’ εφαρμογή του άρθρου 218 ΣΛΕΕ.

(31)  Τυχόν πληροφορίες οι οποίες είναι σαφές ότι ελήφθησαν από τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό κατά παράβαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας. [Τροπολογία 27]

(32)  Οι κανόνες περί προστασίας δεδομένων στο πλαίσιο της Ευρωπόλ θα πρέπει να ενισχυθούν και να ευθυγραμμίζονται με άλλες συναφείς πράξεις για την προστασία δεδομένων οι οποίες εφαρμόζονται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας στην Ένωση, ούτως ώστε να διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας των φυσικών προσώπων σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Μολονότι η απόφαση 2009/371/ΔΕΥ προβλέπει αυστηρό καθεστώς προστασίας δεδομένων για την Ευρωπόλ, το εν λόγω καθεστώς πρέπει να τύχει περαιτέρω επεξεργασίας ώστε να ευθυγραμμίζεται η Ευρωπόλ με τις απαιτήσεις της Συνθήκης της Λισαβόνας, να λαμβάνεται υπόψη ο διαρκώς αυξανόμενος ρόλος της Ευρωπόλ και να βελτιωθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών μελών και της Ευρωπόλ, πράγμα αναγκαίο για την επιτυχή ανταλλαγή πληροφοριών. Οι κανόνες περί προστασίας δεδομένων στο πλαίσιο της Ευρωπόλ θα πρέπει να ενισχυθούν και να στηριχθούν στις βασικές αρχές του κανονισμού (EΚ) αριθ. 45/2001(8) ή στην πράξη που αντικαθιστά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 ούτως ώστε να διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας των φυσικών προσώπων σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και σε άλλες αρχές προστασίας δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της λογοδοσίας, της εκτίμησης επιπτώσεων σχετικά με την προστασία δεδομένων, της προστασίας της ιδιωτικής ζωής ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού και της κοινοποίησης παραβιάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Μόλις εγκριθεί το νέο πλαίσιο περί προστασίας δεδομένων των θεσμικών οργάνων και οργανισμών της ΕΕ, θα πρέπει να εφαρμοστεί στην Ευρωπόλ.

Δεδομένου ότι η προσαρτώμενη στη Συνθήκη δήλωση 21 αναγνωρίζει την ιδιαίτερη φύση της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της επιβολής του νόμου, οι κανόνες της καταδεικνύει ότι είναι αναγκαίο να θεσπιστούν για την Ευρωπόλ ειδικοί κανόνες περί της προστασίας δεδομένων πρέπει να είναι αυτόνομοι προσωπικού χαρακτήρα και της ελεύθερης κυκλοφορίας των δεδομένων αυτών βάσει του άρθρου 16 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και να ευθυγραμμίζονται με άλλες συναφείς πράξεις για την προστασία δεδομένων οι οποίες εφαρμόζονται στην τομέα της αστυνομικής συνεργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως με τη Σύμβαση αριθ. 108(9) και το πρόσθετο πρωτόκολλο της 8ης Νοεμβρίου 2001, και τη Σύσταση αριθ. R(87) 15 του Συμβουλίου της Ευρώπης(10), καθώς και με το αυστηρό καθεστώς για την προστασία δεδομένων που θεσπίζεται στην την απόφαση πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις(11) [να αντικατασταθεί με τη συναφή οδηγία που ισχύει κατά τον χρόνο της έκδοσης]. Η διαφάνεια είναι κρίσιμο τμήμα της προστασίας δεδομένων λόγω του ότι παρέχει τη δυνατότητα να εφαρμόζονται και άλλες αρχές και δικαιώματα σχετικά με την προστασία δεδομένων. Για την ενίσχυση της διαφάνειας, η Ευρωπόλ θα πρέπει να διαθέτει διαφανείς πολιτικές προστασίας δεδομένων, οι οποίες θα πρέπει να είναι εύκολα προσβάσιμες στο κοινό και οι οποίες αναφέρουν με κατανοητό τρόπο και χρησιμοποιώντας σαφή και απλή γλώσσα τις διατάξεις που αφορούν τη διαδικασία επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τα διαθέσιμα μέσα για την άσκηση των δικαιωμάτων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, καθώς επίσης να δημοσιεύει κατάλογο των διεθνών συνθηκών και συμφωνιών συνεργασίας που διατηρεί με τρίτες χώρες, οργανισμούς της Ένωσης και διεθνείς οργανισμούς. [Τροπολογία 28]

(33)  Στον βαθμό του εφικτού, Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να διακρίνονται ανάλογα με τον βαθμό ακρίβειας και αξιοπιστίας τους. Τα πραγματικά περιστατικά πρέπει να διακρίνονται από τις προσωπικές εκτιμήσεις, προκειμένου να διασφαλίζεται τόσο η προστασία των φυσικών προσώπων όσο και η ποιότητα και η αξιοπιστία των πληροφοριών που επεξεργάζεται η Ευρωπόλ. [Τροπολογία 29]

(33α)  Δεδομένου του ειδικού του χαρακτήρα, ο οργανισμός θα πρέπει να διαθέτει το δικό του καθεστώς, το οποίο εγγυάται την προστασία δεδομένων και σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να είναι τουλάχιστον εφάμιλλο του γενικού καθεστώτος που ισχύει για την Ένωση και τους οργανισμούς της. Για τον σκοπό αυτό, οι μεταρρυθμίσεις που αφορούν τους γενικούς κανόνες περί προστασίας των δεδομένων θα πρέπει να εφαρμόζονται το ταχύτερο δυνατόν στην Ευρωπόλ και το αργότερο δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος των νέων γενικών κανόνων· η εν λόγω κανονιστική ευθυγράμμιση μεταξύ των ειδικών καθεστώτων της Ευρωπόλ και της ΕΕ σχετικά με την προστασία των δεδομένων θα πρέπει να υλοποιείται εντός δύο ετών από την έγκριση κάθε συναφούς κανόνα. [Τροπολογία 30]

(34)  Στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας υποβάλλονται σε επεξεργασία δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία αφορούν διαφορετικές κατηγορίες προσώπων. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να διακρίνει όσο το δυνατόν σαφέστερα μεταξύ των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία αφορούν διαφορετικές κατηγορίες προσώπων. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα π.χ. θυμάτων, μαρτύρων, προσώπων που έχουν στην κατοχή τους συναφείς πληροφορίες, καθώς και τα δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των ανηλίκων θα πρέπει να απολαύουν αυξημένου βαθμού προστασίας. Κατά συνέπεια, η Ευρωπόλ δεν θα πρέπει να υποβάλλει τέτοια δεδομένα σε επεξεργασία εκτός εάν κάτι τέτοιο είναι απολύτως αναγκαίο για την πρόληψη και καταπολέμηση αξιόποινων πράξεων που εμπίπτουν στην αποστολή της, και υπό την προϋπόθεση ότι τα δεδομένα αυτά συμπληρώνουν άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν ήδη υποβληθεί σε επεξεργασία από την Ευρωπόλ.

(35)  Βάσει των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η Ευρωπόλ δεν θα πρέπει να αποθηκεύει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για περισσότερο χρόνο από αυτόν που είναι αναγκαίος για την εκτέλεση των καθηκόντων της. Το αργότερο τρία έτη από τη συλλογή των εν λόγω δεδομένων θα πρέπει να ελέγχεται αν είναι ανάγκη να παραμείνουν αποθηκευμένα. [Τροπολογία 32]

(36)  Η Ευρωπόλ πρέπει να λαμβάνει τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά αναγκαία μέτρα για την κατοχύρωση της ασφάλειας των προσωπικών δεδομένων. [Τροπολογία 33]

(37)  Κάθε πρόσωπο θα πρέπει να έχει δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, καθώς επίσης δικαίωμα διόρθωσής τους σε περίπτωση που τα δεδομένα είναι ανακριβή, και διαγραφής ή απαγόρευσης της πρόσβασης σε αυτά σε περίπτωση που τα δεδομένα έχουν παύσει να είναι αναγκαία. Τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στο πρόσωπο το οποίο αφορούν τα δεδομένα και η άσκησή τους δεν πρέπει να θίγουν τις υποχρεώσεις που βαρύνουν την Ευρωπόλ και πρέπει να υπόκεινται στους περιορισμούς οι οποίοι καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. [Τροπολογία 34]

(38)  Η προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων προϋποθέτει τον επακριβή επιμερισμό ευθυνών στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι υπεύθυνα για την ακρίβεια και την επικαιροποίηση των δεδομένων που διαβιβάζουν στην Ευρωπόλ, καθώς και για τη νομιμότητα κάθε τέτοιας διαβίβασης. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι υπεύθυνη για την ακρίβεια και την επικαιροποίηση των δεδομένων που της διαβιβάζουν άλλοι πάροχοι δεδομένων. Η Ευρωπόλ πρέπει επίσης να μεριμνά για τη θεμιτή και σύννομη επεξεργασία των δεδομένων, για τη συλλογή και επεξεργασία τους για συγκεκριμένο σκοπό, για την καταλληλότητα, συνάφεια και αναλογικότητά τους προς τους σκοπούς της επεξεργασίας τους, καθώς και για τη μη αποθήκευσή τους επί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από αυτό που είναι αναγκαίο για την επίτευξη αυτών των σκοπών. [Τροπολογία 35]

(39)  Για τους σκοπούς της εξακρίβωσης της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, του αυτοελέγχου και της κατοχύρωσης της ακεραιότητας και ασφάλειας των δεδομένων, η Ευρωπόλ θα πρέπει να τηρεί αρχεία συλλογής, μεταβολής, πρόσβασης, ανακοίνωσης, συνδυασμού ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η Ευρωπόλ πρέπει να είναι υποχρεωμένη να συνεργάζεται με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων και να θέτει, κατόπιν αιτήματος, στη διάθεσή του τις συναφείς καταχωρίσεις ή την τεκμηρίωση, ώστε να μπορούν να χρησιμεύσουν για την παρακολούθηση των πράξεων επεξεργασίας. [Τροπολογία 36]

(40)  Η Ευρωπόλ θα πρέπει να διορίσει έναν υπεύθυνο προστασίας δεδομένων, ο οποίος θα τη συνδράμει κατά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης προς τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων θα πρέπει να είναι σε θέση να εκτελεί τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντά του με ανεξαρτησία και αποτελεσματικότητα. Θα πρέπει να τίθενται στη διάθεση του υπευθύνου προστασίας δεδομένων τα μέσα που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων του. [Τροπολογία 37]

(41)  Μια δομή ελέγχου ανεξάρτητη, με επαρκή αυτονομία, διαφανής, υποκείμενη σε λογοδοσία και αποτελεσματική είναι απολύτως απαραίτητη για την προστασία των φυσικών προσώπων όσον αφορά την επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως απαιτείται από το άρθρο 8 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και από το άρθρο 16 ΣΛΕΕ. Οι εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για την εποπτεία της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να ελέγχουν τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη, ο δε Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να ελέγχει τη νομιμότητα των δραστηριοτήτων επεξεργασίας δεδομένων που εκτελούνται από την Ευρωπόλ στο πλαίσιο της εκτέλεσης των δραστηριοτήτων της υπό καθεστώς πλήρους ανεξαρτησίας. [Τροπολογία 38]

(42)  Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων και οι εθνικές εποπτικές αρχές θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους σε σχέση με ειδικά ζητήματα για τα οποία απαιτείται ανάμειξη κράτους μέλους και προκειμένου να διασφαλίζεται η συνεκτική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού στο σύνολο της Ένωσης.

(43)  Η επεξεργασία μη επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ τα οποία δεν σχετίζονται με ποινικές έρευνες, όπως τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των στελεχών της Ευρωπόλ, των πάροχων υπηρεσιών ή επισκεπτών, θα πρέπει να υπόκειται στον κανονισμό (EΚ) αριθ. 45/2001. [Τροπολογία 40]

(44)  Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να επιλαμβάνεται κάθε καταγγελίας η οποία υποβάλλεται από το υποκείμενο των δεδομένων και να διενεργεί συναφή έρευνα. Η διερεύνηση σε συνέχεια καταγγελίας θα πρέπει να διενεργείται, με την επιφύλαξη δικαστικού ελέγχου, στον βαθμό που ενδείκνυται είναι αναγκαία στην εκάστοτε περίπτωση προκειμένου να εξασφαλισθεί πλήρης διαλεύκανση. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να ενημερώνει πάραυτα το υποκείμενο των δεδομένων σχετικά με την πρόοδο και την έκβαση της καταγγελίας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. [Τροπολογία 41]

(45)  Κάθε φυσικό πρόσωπο θα πρέπει να έχει δικαίωμα δικαστικής προσφυγής κατά αποφάσεων του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων που το αφορούν.

(46)  Η Ευρωπόλ θα πρέπει να υπόκειται στους γενικούς κανόνες περί συμβατικής και εξωσυμβατικής ευθύνης οι οποίοι εφαρμόζονται στα θεσμικά και λοιπά όργανα και στους οργανισμούς της Ένωσης, με εξαίρεση την ευθύνη για παράνομη επεξεργασία δεδομένων.

(47)  Στην περίπτωση φυσικού προσώπου, ενδέχεται ενίοτε να μην είναι σαφές κατά πόσον η βλάβη την οποία υπέστη εξαιτίας παράνομης επεξεργασίας είναι αποτέλεσμα ενέργειας της Ευρωπόλ ή κράτους μέλους. Κατά συνέπεια, σε τέτοια περίπτωση η Ευρωπόλ και το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου επήλθε το ζημιογόνο γεγονός θα πρέπει να ευθύνονται από κοινού και εις ολόκληρον.

(48)  Για να διασφαλίζεται ότι Προκειμένου να διασφαλίζονται ο ρόλος των κοινοβουλίων κατά τον έλεγχο του ευρωπαϊκού χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, καθώς και οι πολιτικές αρμοδιότητες των εθνικών κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την άσκηση των αντίστοιχων εξουσιών τους στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας, είναι απαραίτητο η Ευρωπόλ να υπόκειται σε πλήρη λογοδοσία και διαφάνεια., είναι απαραίτητο, Για τον σκοπό αυτό, δυνάμει του άρθρου 88 ΣΛΕΕ, θα πρέπει να θεσπισθούν διαδικασίες για τον έλεγχο των δραστηριοτήτων της Ευρωπόλ από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, από κοινού με τα εθνικά κοινοβούλια, σύμφωνα με τις διατάξεις περί διακοινοβουλευτικής συνεργασίας που περιλαμβάνονται στον τίτλο ΙΙ του πρωτοκόλλου αριθ. 1 σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ανάγκης προστασίας του απορρήτου επιχειρησιακών πληροφοριών. [Τροπολογία 42]

(49)  Για το προσωπικό της Ευρωπόλ θα πρέπει να ισχύουν ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όπως καθορίζεται στον κανονισμό (EΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68(12). Η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να απασχολεί προσωπικό το οποίο προσλαμβάνεται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών σε θέσεις έκτακτων υπαλλήλων η θητεία των οποίων θα πρέπει να είναι περιορισμένη, ώστε να τηρείται η αρχή της εκ περιτροπής μετακίνησης, καθώς η επακόλουθη επανενσωμάτωσή τους στο δυναμικό της αρμόδιας αρχής από την οποία προέρχονται θα διευκολύνει τη στενή συνεργασία μεταξύ της Ευρωπόλ και των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν κάθε μέτρο που είναι αναγκαίο ώστε να διασφαλίζεται ότι το προσωπικό που προσλαμβάνεται από την Ευρωπόλ στις θέσεις έκτακτων υπαλλήλων μπορεί, μετά τη λήξη της θητείας στην Ευρωπόλ, να επιστρέψει στην εθνική πολιτική υπηρεσία στην οποία ανήκει.

(50)  Λόγω της φύσεως των καθηκόντων της Ευρωπόλ και του ρόλου του εκτελεστικού διευθυντή, ενδέχεται ο εκτελεστικός διευθυντής θα πρέπει να να καλείται να προβεί σε δήλωση και να απαντά σε ερωτήσεις στην αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενώπιον της μικτής ομάδας κοινοβουλευτικού ελέγχου, πριν από τον διορισμό του και πριν από ενδεχόμενη παράταση της θητείας του. Ο εκτελεστικός διευθυντής θα πρέπει επίσης να υποβάλλει την ετήσια έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην μικτή ομάδα κοινοβουλευτικού ελέγχου και στο Συμβούλιο. Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να καλεί τον εκτελεστικό διευθυντή να υποβάλει αναφορά σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων του. [Τροπολογία 43]

(51)  Για να εξασφαλιστεί η πλήρης αυτονομία και η ανεξαρτησία της, η Ευρωπόλ θα πρέπει να διαθέτει αυτόνομο προϋπολογισμό τα έσοδα του οποίου θα προέρχονται κυρίως από συνεισφορά από τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η δημοσιονομική διαδικασία της Ένωσης θα πρέπει να εφαρμόζεται όσον αφορά τη συνεισφορά της Ένωσης καθώς και οποιεσδήποτε άλλες επιδοτήσεις που βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης. Ο λογιστικός έλεγχος θα πρέπει να ασκείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

(52)  Για την Ευρωπόλ θα πρέπει να ισχύει ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13).

(53)  Για την Ευρωπόλ θα πρέπει να ισχύει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(14).

(54)  Η Ευρωπόλ επεξεργάζεται δεδομένα τα οποία χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας καθώς περιλαμβάνουν διαβαθμισμένες πληροφορίες της ΕΕ και ευαίσθητες μη διαβαθμισμένες πληροφορίες. Κατά συνέπεια, η Ευρωπόλ θα πρέπει να θεσπίσει κανόνες περί απορρήτου και περί της επεξεργασίας αυτών των πληροφοριών, λαμβάνοντας υπόψη τις βασικές αρχές και τις ελάχιστες προδιαγραφές που καθορίζονται στην απόφαση 2011/292/ΕΕ του Συμβουλίου(15).

(55)  Είναι σκόπιμο να αξιολογείται σε τακτική βάση η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(56)  Οι διατάξεις που απαιτούνται όσον αφορά τη στέγαση της Ευρωπόλ στο κράτος μέλος της έδρας, ήτοι στις Κάτω Χώρες, καθώς και οι ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται στο σύνολο του προσωπικού της Ευρωπόλ και στα μέλη των οικογενειών τους είναι σκόπιμο να καθορισθούν με συμφωνία περί της έδρας. Περαιτέρω, το κράτος μέλος υποδοχής οφείλει να παρέχει τις καλύτερες δυνατές συνθήκες για την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της Ευρωπόλ, συμπεριλαμβανομένων της σχολικής φοίτησης των παιδιών και των συγκοινωνιών, ώστε ο οργανισμός να μπορεί να προσελκύει ανθρώπινους πόρους υψηλής ποιότητας από μια όσο το δυνατόν ευρύτερη γεωγραφική βάση. [Τροπολογία 44]

(57)  Η Ευρωπόλ, όπως ιδρύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, αντικαθιστά και διαδέχεται, αφενός, την Ευρωπόλ, η οποία έχει ιδρυθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου και, αφετέρου, τη CEPOL, η οποία έχει ιδρυθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης του Συμβουλίου 2005/681/ΔΕΥ. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να υποκαταστήσει νομικώς τους δύο ανωτέρω οργανισμούς σε όλες τις συμβάσεις τις οποίες έχουν συνάψει, περιλαμβανομένων των συμβάσεων εργασίας, των υποχρεώσεων που υπέχουν και των περιουσιακών στοιχείων που έχουν αποκτήσει. Οι διεθνείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί από την Ευρωπόλ, η οποία έχει ιδρυθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου, και από τη CEPOL, η οποία έχει ιδρυθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης του Συμβουλίου 2005/681/ΔΕΥ, θα πρέπει να παραμένουν σε ισχύ, με εξαίρεση τη συμφωνία περί της έδρας που έχει συναφθεί από τη CEPOL. [Τροπολογία 45]

(58)  Για να μπορεί η Ευρωπόλ να εξακολουθήσει να ασκεί όσο το δυνατόν καλύτερα τα καθήκοντα της Ευρωπόλ, η οποία έχει ιδρυθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου, και της CEPOL, η οποία έχει ιδρυθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης του Συμβουλίου 2005/681/ΔΕΥ, θα πρέπει να θεσπισθούν μεταβατικές ρυθμίσεις, ιδίως όσον αφορά το διοικητικό συμβούλιο, τον εκτελεστικό διευθυντή και την οριοθέτηση ενός μέρους του προϋπολογισμού της Ευρωπόλ που προορίζεται για παροχή κατάρτισης, επί μία τριετία από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 46]

(59)  Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η ίδρυση οντότητας αρμόδιας για τη συνεργασία και την επαγγελματική κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου σε επίπεδο Ένωσης, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί, κατά συνέπεια, αλλά, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της δράσης, μπορεί μάλλον να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως αυτή διατυπώνεται στο άρθρο 5 της ΣΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο προαναφερθέν άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου αυτού. [Τροπολογία 47]

(60)  [Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου (αριθ. 21) για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, όσον αφορά το χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, τα συγκεκριμένα κράτη μέλη κοινοποίησαν την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν στην έκδοση και στην εφαρμογή του παρόντος κανονισμού] Ή [με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του πρωτοκόλλου (αριθ. 21) για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, τα συγκεκριμένα κράτη μέλη δεν θα συμμετάσχουν στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν θα δεσμεύονται από αυτόν ούτε θα υπόκεινται στην εφαρμογή του].

(61)  Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου (αριθ. 22) σχετικά με τη θέση της Δανίας που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(62)  Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως το δικαίωμα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και το δικαίωμα της προστασίας της ιδιωτικής ζωής, όπως αυτά κατοχυρώνονται από τα άρθρα 8 και 7 του Χάρτη, καθώς και από το άρθρο 16 ΣΛΕΕ,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Κεφάλαιο I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ

Άρθρο 1

Ίδρυση του οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία και την κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου [Τροπολογία 48]

1.  Ιδρύεται ο οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία και την κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου (Ευρωπόλ) με σκοπό τη βελτίωση της αμοιβαίας συνεργασίας μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και την ενίσχυση και την υποστήριξη των ενεργειών τους, καθώς και για την επίτευξη μιας συνεκτικής ευρωπαϊκής πολιτικής για την κατάρτιση. [Τροπολογία 49]

2.  Η Ευρωπόλ, όπως ιδρύεται με τον παρόντα κανονισμό, αντικαθιστά και διαδέχεται, αφενός, την Ευρωπόλ που ιδρύθηκε με την απόφαση 2009/371/ΔΕΥ και, αφετέρου, την Ευρωπαϊκή Αστυνομική Ακαδημία (CEPOL) που ιδρύθηκε με την απόφαση 2005/681/ΔΕΥ. [Τροπολογία 50]

2α.  Η Ευρωπόλ συνδέεται σε κάθε κράτος μέλος με μία μόνον εθνική μονάδα, η οποία συστήνεται ή ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 7. [Τροπολογία 51]

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

α)  ως «αρμόδιες αρχές των κρατών μελών» νοούνται όλες οι αστυνομικές δημόσιες αρχές και άλλες υπηρεσίες επιβολής του νόμου που υπάρχουν στα κράτη μέλη και είναι επιφορτισμένες βάσει της εθνικής νομοθεσίας, σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία, με την πρόληψη και την καταπολέμηση αξιόποινων πράξεων για τις οποίες είναι αρμόδια η Ευρωπόλ· [Τροπολογία 52]

β)  ως «ανάλυση» νοείται η συγκέντρωση, η επεξεργασία ή η χρήση δεδομένων προσεκτική εξέταση πληροφοριών με σκοπό την ανακάλυψη του συγκεκριμένου νοήματός τους και των βασικών χαρακτηριστικών τους προς υποβοήθηση ποινικής έρευνας καθώς και η εκτέλεση οποιουδήποτε από τα άλλα καθήκοντα που απαριθμούνται στο άρθρο 4· [Τροπολογία 53]

γ)  ως «φορείς της Ένωσης» νοούνται θεσμικά όργανα, φορείς, αποστολές, οργανισμοί και υπηρεσίες που έχουν ιδρυθεί δυνάμει ή επί τη βάσει της ΣΕΕ και της ΣΛΕΕ·

δ)  ως «λειτουργοί επιβολής του νόμου» νοούνται οι αξιωματικοί της αστυνομίας και οι υπάλληλοι των τελωνείων και άλλων συναφών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των φορέων της Ένωσης, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με την πρόληψη και την καταπολέμηση σοβαρών μορφών εγκληματικότητας που επηρεάζουν δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, της τρομοκρατίας και μορφών εγκληματικότητας που θίγουν κοινά συμφέροντα τα οποία καλύπτονται από πολιτική της Ένωσης, καθώς και με τη διαχείριση μη στρατιωτικών κρίσεων και με τη διεθνή αστυνόμευση συμβάντων μείζονος σημασίας·

ε)  ως «τρίτες χώρες» νοούνται οι χώρες που δεν είναι κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

στ)  ως «διεθνείς οργανισμοί» νοούνται οι διεθνείς οργανισμοί και οι υπαγόμενοι σε αυτούς φορείς δημοσίου δικαίου ή άλλοι φορείς οι οποίοι έχουν ιδρυθεί δυνάμει ή επί τη βάσει συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών·

ζ)  ως «ιδιωτικοί φορείς» νοούνται οι φορείς και οι οργανισμοί που έχουν συσταθεί κατά το δίκαιο κράτους μέλους ή τρίτης χώρας, ιδίως επιχειρήσεις και εταιρείες, επιχειρηματικές ενώσεις, οργανισμοί μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και άλλα νομικά πρόσωπα που δεν υπάγονται στο στοιχείο στ)·

η)  ως «ιδιώτες» νοούνται όλα τα φυσικά πρόσωπα·

θ)  ως «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» νοούνται κάθε είδους πληροφορίες που αναφέρονται σε φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί (στο εξής αποκαλούμενο «υποκείμενο των δεδομένων»). Ως πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί λογίζεται το πρόσωπο εκείνο που μπορεί να προσδιοριστεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως βάσει αριθμού ταυτότητας μέσω αναφοράς σε προσδιοριστικό στοιχείο όπως όνομα, αριθμός ταυτότητας, δεδομένα χώρου, μοναδικό αναγνωριστικό ή βάσει ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την υπόστασή του από άποψη φυσική, βιολογική, γενετική, ψυχική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική ή από την άποψη του φύλου· [Τροπολογία 54]

ι)  ως «επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», στο εξής αποκαλούμενη «επεξεργασία», νοείται κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγματοποιούνται με ή χωρίς τη βοήθεια αυτοματοποιημένων μεθόδων και εφαρμόζονται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η τροποποίηση, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η ανακοίνωση με διαβίβαση, η διάδοση και κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, καθώς και το κλείδωμα, η διαγραφή ή η καταστροφή·

ια)  ως «αποδέκτης» νοείται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή, η υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας στον οποίο ανακοινώνονται τα δεδομένα, είτε πρόκειται για τρίτο, είτε όχι. Ωστόσο, οι αρχές οι οποίες ενδεχομένως λαμβάνουν δεδομένα, στα πλαίσια ειδικής έρευνας, δεν θεωρούνται ως αποδέκτες· [Τροπολογία 55]

ιβ)  ως «διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» νοείται η ανακοίνωση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ περιορισμένου αριθμού καθορισμένων μερών, στο πλαίσιο της οποίας αυτός που ανακοινώνει παρέχει εν γνώσει του ή σκοπίμως στον αποδέκτη πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα·

ιγ)  ως «αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», στο εξής αποκαλούμενο «αρχείο», νοείται κάθε διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι προσιτά με γνώμονα συγκεκριμένα κριτήρια, είτε το σύνολο αυτό είναι συγκεντρωμένο είτε αποκεντρωμένο είτε κατανεμημένο σε λειτουργική ή γεωγραφική βάση·

ιδ)  ως «συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων» νοείται κάθε ελεύθερη, ρητή και εν πλήρη επιγνώσει δήλωση βουλήσεως, με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων δέχεται σαφώς και ρητά να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν· [Τροπολογία 56]

ιε)  ως «διοικητικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» νοούνται όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που επεξεργάζεται η Ευρωπόλ, εκτός από δεδομένα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία προς εκπλήρωση των στόχων που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2.

Άρθρο 3

Στόχοι

1.  Η Ευρωπόλ στηρίζει και ενισχύει τις ενέργειες των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών καθώς και την αμοιβαία συνεργασία τους για την πρόληψη και την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, της τρομοκρατίας και άλλων σοβαρών μορφών εγκληματικότητας, όπως ορίζονται στο παράρτημα 1, που επηρεάζουν δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, της τρομοκρατίας και μορφών εγκληματικότητας που θίγουν κοινά συμφέροντα τα οποία καλύπτονται από πολιτική της Ένωσης, όπως ορίζεται στο Παράρτημα 1 κατά τρόπο που να απαιτείται κοινή προσέγγιση από τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη την κλίμακα, τη σημασία και τις συνέπειες των αξιόποινων πράξεων. [Τροπολογία 57]

2.  Η Ευρωπόλ στηρίζει επίσης και ενισχύει ενέργειες των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών καθώς και την αμοιβαία συνεργασία τους για την πρόληψη και την καταπολέμηση αξιόποινων πράξεων συναφών με τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στο στοιχείο α). Ως συναφείς αξιόποινες πράξεις λογίζονται οι ακόλουθες:

α)  αξιόποινες πράξεις που διαπράττονται με σκοπό την απόκτηση των μέσων για την τέλεση πράξεων που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιότητας της Ευρωπόλ·

β)  αξιόποινες πράξεις που διαπράττονται με σκοπό τη διευκόλυνση ή την τέλεση πράξεων που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιότητας της Ευρωπόλ·

γ)  αξιόποινες πράξεις που διαπράττονται με σκοπό την εξασφάλιση της ατιμωρησίας για πράξεις που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιότητας της Ευρωπόλ.

3.  Η Ευρωπόλ στηρίζει, αναπτύσσει, παρέχει και συντονίζει δραστηριότητες κατάρτισης για τους λειτουργούς επιβολής του νόμου. [Τροπολογία 58]

Κεφάλαιο II

ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

Άρθρο 4

Καθήκοντα

1.  Η Ευρωπόλ είναι ο οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο οποίος ασκεί τα ακόλουθα καθήκοντα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό:

α)  συλλογή, αποθήκευση, επεξεργασία, ανάλυση και ανταλλαγή πληροφοριών·

β)  άμεση ενημέρωση των κρατών μελών, μέσω των εθνικών μονάδων της Ευρωπόλ όπως αναφέρεται στο άρθρο 7, για πληροφορίες που τα αφορούν και για τη συνάφεια που ενδεχομένως διαπιστώνεται μεταξύ αξιόποινων πράξεων· [Τροπολογία 59]

γ)  συντονισμό, οργάνωση και υλοποίηση ερευνητικών και επιχειρησιακών δράσεων

i)  από κοινού με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, είτε σε έρευνες που είχαν ήδη ξεκινήσει από τα κράτη μέλη είτε ως αποτέλεσμα αιτήματος που υποβάλλει η Ευρωπόλ σε κράτος μέλος για την έναρξη ποινικής έρευνας· ή [Τροπολογία 60]

ii)  στους κόλπους κοινών ομάδων έρευνας, σύμφωνα με το άρθρο 5, ενδεχομένως σε συνεννόηση με την Eurojust·

δ)  συμμετοχή σε κοινές ομάδες έρευνας και εισήγηση περί της σύστασής τους σύμφωνα με το άρθρο 5·

ε)  παροχή στοιχείων και αναλυτικής υποστήριξης στα κράτη μέλη σε σχέση με μείζονος σημασίας διεθνή συμβάντα·

στ)  εκπόνηση αξιολόγησης απειλών, στρατηγικών και επιχειρησιακών αναλύσεων και γενικών εκθέσεων προόδου των εργασιών·

ζ)  ανάπτυξη, διάδοση και προώθηση ειδικών γνώσεων σχετικά με μεθόδους πρόληψης της εγκληματικότητας, ερευνητικές διαδικασίες και τεχνικές και εγκληματολογικές μεθόδους, και παροχή συμβουλών στα κράτη μέλη·

η)  τεχνική και οικονομική υποστήριξη των διασυνοριακών επιχειρήσεων και ερευνών των κρατών μελών, περιλαμβανομένων μεταξύ άλλων μέσω των κοινών ομάδων έρευνας, σύμφωνα με το άρθρο 5· [Τροπολογία 61]

θ)  υποστήριξη, ανάπτυξη, παροχή, συντονισμό και υλοποίηση δράσεων κατάρτισης για τους λειτουργούς επιβολής του νόμου σε συνεργασία με το δίκτυο των ιδρυμάτων κατάρτισης των κρατών μελών, όπως ορίζεται στο κεφάλαιο III· [Τροπολογία 62]

ι)  παροχή στους φορείς της Ένωσης που συστάθηκαν δυνάμει του Τίτλου V της Συνθήκης και στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) πληροφοριών ασφαλείας σε ποινικές υποθέσεις και αναλυτικής υποστήριξης στους τομείς που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους· [Τροπολογία 63]

ια)  παροχή πληροφοριών και υποστήριξης στις δομές διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ και στις αποστολές διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ οι οποίες προβλέπονται στη ΣΕΕ·

ιβ)  ανάπτυξη κέντρων εμπειρογνωσίας στην Ένωση για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών εγκληματικότητας που εμπίπτουν στην αποστολή της Ευρωπόλ, συγκεκριμένα ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού Κέντρου για τα Εγκλήματα στον Κυβερνοχώρο·

ιβα)  διευκόλυνση ερευνών που διεξάγονται στα κράτη μέλη, ιδίως, με τη διαβίβαση όλων των συναφών πληροφοριών στις εθνικές μονάδες. [Τροπολογία 64]

2.  Η Ευρωπόλ παρέχει στρατηγικές αναλύσεις και αξιολογήσεις απειλών προς συνδρομή του Συμβουλίου και της Επιτροπής στον καθορισμό στρατηγικών και επιχειρησιακών προτεραιοτήτων για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας. Η Ευρωπόλ επικουρεί επίσης την επιχειρησιακή υλοποίηση αυτών των προτεραιοτήτων.

3.  Η Ευρωπόλ παρέχει στρατηγικής σημασίας στοιχεία προκειμένου να διευκολύνει την αποτελεσματική και αποδοτική χρήση των πόρων που είναι διαθέσιμοι σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο Ένωσης για επιχειρησιακές δραστηριότητες και για την υποστήριξη των δραστηριοτήτων αυτών.

4.  Η Ευρωπόλ ενεργεί επίσης ως Κεντρική Υπηρεσία για την καταπολέμηση της παραχάραξης και κιβδηλείας του ευρώ σύμφωνα με την απόφαση 2005/511/ΔΕΥ του Συμβουλίου(16). Η Ευρωπόλ ενθαρρύνει επίσης τον συντονισμό των μέτρων που εφαρμόζουν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών για την καταπολέμηση της παραχάραξης και κιβδηλείας του ευρώ ή στους κόλπους κοινών ομάδων έρευνας, ενδεχομένως σε συνεννόηση με φορείς της Ένωσης και αρχές τρίτων χωρών.

4α.  Η Ευρωπόλ δεν εφαρμόζει μέτρα καταναγκασμού. [Τροπολογία 65]

Άρθρο 5

Συμμετοχή σε κοινές ομάδες έρευνας

1.  Η Ευρωπόλ δύναται να συμμετέχει σε εργασίες των κοινών ομάδων έρευνας με αντικείμενο αξιόποινες πράξεις οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων της Ευρωπόλ.

2.  Η Ευρωπόλ δύναται, εντός των ορίων που προβλέπει η νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο δραστηριοποιείται η εκάστοτε κοινή ομάδα έρευνας, να παρέχει βοήθεια για όλες τις δραστηριότητες και να ανταλλάσσει πληροφορίες με όλα τα μέλη της κοινής ομάδας έρευνας. Οι υπάλληλοι της Ευρωπόλ δεν συμμετέχουν στην επιβολή μέτρων καταναγκασμού. [Τροπολογία 66]

3.  Στις περιπτώσεις όπου η Ευρωπόλ έχει λόγους να φρονεί ότι η σύσταση κοινής ομάδας έρευνας μπορεί να αποβεί επωφελής για μια έρευνα, μπορεί να υποβάλει σχετική πρόταση στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και να τα συνδράμει στη σύσταση της κοινής ομάδας έρευνας.

3α.  Η συμμετοχή της Ευρωπόλ σε κοινή ομάδα έρευνας θα πρέπει να συμφωνείται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών που την απαρτίζουν και να περιέχεται σε έγγραφο, το οποίο υπογράφεται από τον Διευθυντή της Ευρωπόλ και επισυνάπτεται στην εν λόγω συμφωνία σύστασης της κοινής ομάδας έρευνας. [Τροπολογία 67]

3β.  Στο παράρτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 3α ορίζονται οι όροι συμμετοχής των υπαλλήλων της Ευρωπόλ στην κοινή ομάδα έρευνας, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμίσεων περί προνομίων και ασυλιών των εν λόγω υπαλλήλων, καθώς και των ευθυνών που επισύρουν τυχόν παράτυπες ενέργειες αυτών. [Τροπολογία 68]

3γ.  Οι υπάλληλοι της Ευρωπόλ οι οποίοι συμμετέχουν σε κοινή ομάδα έρευνας υπόκεινται, όσον αφορά τυχόν παραβάσεις των οποίων είναι θύματα ή δράστες, στο εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο δραστηριοποιείται η κοινή ομάδα έρευνας και το οποίο εφαρμόζεται για τα μέλη αυτής τα οποία ασκούν αντίστοιχα καθήκοντα στο εν λόγω κράτος μέλος. [Τροπολογία 69]

3δ.  Οι υπάλληλοι της Ευρωπόλ που συμμετέχουν σε κοινή ομάδα έρευνας μπορούν να ανταλλάσουν πληροφορίες προερχόμενες από το σύστημα αποθήκευσης δεδομένων της Ευρωπόλ με τα μέλη της ομάδας. Δεδομένου ότι αυτό αποτελεί άμεση επαφή σύμφωνα με το άρθρο 7, η Ευρωπόλ ενημερώνει ταυτόχρονα τις εθνικές μονάδες της Ευρωπόλ στα κράτη μέλη που εκπροσωπούνται στην κοινή ομάδα έρευνας καθώς και τις εθνικές μονάδες της Ευρωπόλ στα κράτη μέλη που έχουν παράσχει τις πληροφορίες. [Τροπολογία 70]

3ε.  Οι πληροφορίες που λαμβάνει ένας υπάλληλος της Ευρωπόλ στο πλαίσιο μιας κοινής ομάδας έρευνας μπορούν να ενσωματωθούν μέσω των εθνικών μονάδων της Ευρωπόλ σε όλα τα συστήματα αποθήκευσης δεδομένων της Ευρωπόλ κατόπιν συμφωνίας και υπό την ευθύνη της αρμόδιας αρχής που διεβίβασε τις πληροφορίες. [Τροπολογία 71]

4.  Η Ευρωπόλ δεν εφαρμόζει μέτρα καταναγκασμού.

Άρθρο 6

Αιτήματα της Ευρωπόλ για την έναρξη ποινικών ερευνών

1.  Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις στις οποίες η Ευρωπόλ κρίνει σκόπιμη τη διενέργεια ποινικής έρευνας για αξιόποινη πράξη η οποία εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιοτήτων της, ενημερώνει την Εurojust. [Τροπολογία 72]

2.  Παράλληλα, η Ευρωπόλ μπορεί να ζητά από τις εθνικές μονάδες των ενδιαφερόμενων κρατών μελών, οι οποίες συστήνονται βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2, να κινήσουν, να διεξαγάγουν ή να συντονίσουν μια ποινική έρευνα. [Τροπολογία 73]

2α.  Σε περίπτωση υποψίας για κακόβουλη επίθεση σε δίκτυο και σύστημα πληροφοριών δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών ή φορέων της Ένωσης, η οποία πραγματοποιείται από κρατικό ή μη κρατικό φορέα εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα, η Ευρωπόλ ξεκινά έρευνα με δική της πρωτοβουλία. [Τροπολογία 74]

3.  Οι εθνικές αρχές Τα κράτη μέλη λαμβάνουν δεόντως υπόψη τέτοια αιτήματα και, μέσω των εθνικών μονάδων τους, ενημερώνουν πάραυτα την Ευρωπόλ σχετικά με την έναρξη της έρευνας για το εάν θα ξεκινήσει έρευνα. [Τροπολογία 75]

4.  Σε περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών αποφασίσουν να μην ικανοποιήσουν το αίτημα της Ευρωπόλ, την ενημερώνουν σχετικά με τους λόγους της απόφασής τους, εντός ενός μήνα από την υποβολή του αιτήματος. Μπορούν επίσης να μην παραθέσουν τους σχετικούς λόγους εάν η παράθεσή τους:

α)  θα έθιγε ουσιώδη εθνικά συμφέροντα ασφαλείας· ή

β)  θα έθετε σε κίνδυνο την επιτυχή έκβαση ερευνών που βρίσκονται σε εξέλιξη ή την ασφάλεια φυσικών προσώπων.

5.  Η Ευρωπόλ ενημερώνει την Eurojust σχετικά με απόφαση αρμόδιας αρχής κράτους μέλους να κινήσει έρευνα ή να αρνηθεί την εκκίνηση έρευνας.

Άρθρο 7

Συνεργασία των κρατών μελών με την Ευρωπόλ

1.  Τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ συνεργάζονται με την Ευρωπόλ κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της Ευρωπόλ. [Τροπολογία 76]

2.  Κάθε κράτος μέλος συγκροτεί ή ορίζει μια εθνική μονάδα που αποτελεί την υπηρεσία-σύνδεσμο μεταξύ της Ευρωπόλ και των ορισθεισών αρμόδιων αρχών των κρατών μελών., καθώς επίσης και με τα ιδρύματα κατάρτισης για τους λειτουργούς επιβολής του νόμου. Σε Κάθε κράτος μέλος διορίζεται ένας δημόσιος λειτουργός ως προϊστάμενος διορίζει έναν προϊστάμενο της εθνικής μονάδας. [Τροπολογία 77]

3.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικές μονάδες είναι σε θέση να φέρουν σε πέρας τα καθήκοντα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, ιδίως ότι έχουν πρόσβαση στις εθνικές βάσεις δεδομένων επιβολής του νόμου.

4.  Η εθνική μονάδα αποτελεί τη μοναδική υπηρεσία-σύνδεσμο μεταξύ της Ευρωπόλ και των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών. Ωστόσο, η Ευρωπόλ δύναται να συνεργάζεται απευθείας με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών σε ό, τι αφορά τις διάφορες έρευνες. Στην περίπτωση αυτή, στο πλαίσιο διαφόρων ερευνών τις οποίες διεξάγουν οι εν λόγω αρχές, υπό τον όρο ότι αυτή η απευθείας επαφή συνεπάγεται προστιθέμενη αξία για τη επιτυχή έκβαση της έρευνας και σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Η Ευρωπόλ ενημερώνει πάραυτα εκ των προτέρων την εθνική μονάδα σχετικά με την ανάγκη για την εν λόγω επαφή. Η Ευρωπόλ και διαβιβάζει, το συντομότερο δυνατό, αντίγραφο από όλες τις πληροφορίες που ανταλλάσσονται κατά τη διάρκεια των των πληροφοριών που ανταλλάχθηκαν μέσω των απευθείας επαφών μεταξύ της Ευρωπόλ και των αντίστοιχων αρμόδιων αρχών. [Τροπολογία 78]

5.  Ειδικότερα, τα κράτη μέλη, μέσω των εθνικών μονάδων ή των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών: [Τροπολογία 79]

α)  παρέχουν ιδία πρωτοβουλία στην Ευρωπόλ τις πληροφορίες και τα δεδομένα που είναι αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων της. Η δραστηριότητα αυτή περιλαμβάνει την άμεση παροχή στην Ευρωπόλ πληροφοριών σχετικά με τομείς εγκληματικότητας που συγκαταλέγονται στις προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Περιλαμβάνει επίσης την υποβολή αντιγράφου των διμερών ή πολυμερών συνομιλιών με άλλο ή άλλα κράτη μέλη, στον βαθμό που η ανταλλαγή αφορά αξιόποινη πράξη η οποία εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιοτήτων της Ευρωπόλ αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων της και ανταποκρίνονται σε αιτήματα ενημέρωσης, παροχής δεδομένων και συμβουλών που υποβάλλονται από την Ευρωπόλ·

Υπό την επιφύλαξη της εκ μέρους των κρατών μελών άσκησης των καθηκόντων τους αναφορικά με την τήρηση του νόμου και της τάξης και τη διασφάλιση της εσωτερικής ασφάλειας, μια εθνική μονάδα δεν υποχρεούται, σε μια συγκεκριμένη υπόθεση, να διαθέσει πληροφορίες και στοιχεία, εάν κάτι τέτοιο:

i)  θα έθιγε ουσιώδη συμφέροντα εθνικής ασφαλείας·

ii)  θα έθετε σε κίνδυνο την επιτυχή έκβαση διεξαγόμενης έρευνας ή την ασφάλεια φυσικών προσώπων· ή

iii)  θα συνεπάγετο την κοινολόγηση πληροφοριών σχετικά με οργανώσεις ή συγκεκριμένες δραστηριότητες των υπηρεσιών πληροφοριών στον τομέα της κρατικής ασφάλειας. [Τροπολογία 80]

β)  διασφαλίζουν την αποτελεσματική επικοινωνία και συνεργασία όλων των συναφών αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και των ιδρυμάτων κατάρτισης για τους λειτουργούς επιβολής του νόμου στα κράτη μέλη με την Ευρωπόλ· [Τροπολογία 81]

γ)  παρέχουν ενημέρωση σχετικά με τις δραστηριότητες της Ευρωπόλ. [Τροπολογία 82]

γα)  ζητούν από την Ευρωπόλ τις συναφείς πληροφορίες προς διευκόλυνση των ερευνών που διεξάγουν οι ορισθείσες αρμόδιες αρχές· [Τροπολογία 83]

γβ)  εξασφαλίζουν αποτελεσματική επικοινωνία και συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές· [Τροπολογία 84]

γγ)  μεριμνούν ώστε κάθε ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ευρωπόλ και των ιδίων να γίνεται σύμφωνα με τον νόμο. [Τροπολογία 85]

6.  Οι προϊστάμενοι των εθνικών μονάδων συνεδριάζουν τακτικά, με σκοπό ιδίως την επεξεργασία και την επίλυση προβλημάτων που προκύπτουν στο πλαίσιο της επιχειρησιακής τους συνεργασίας με την Ευρωπόλ.

7.  Κάθε κράτος μέλος καθορίζει την οργάνωση και το προσωπικό της εθνικής μονάδας σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία.

8.  Τα έξοδα επικοινωνίας των εθνικών μονάδων και των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών με την Ευρωπόλ βαρύνουν τα κράτη μέλη και, με εξαίρεση τα έξοδα διασύνδεσης, δεν βαρύνουν την Ευρωπόλ.

9.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ελάχιστο το υψηλότερο δυνατό επίπεδο ασφάλειας όλων των συστημάτων που χρησιμοποιούνται για τη διασύνδεση με την Ευρωπόλ. [Τροπολογία 86]

10.  Η Ευρωπόλ συντάσσει σε ετήσια βάση έκθεση σχετικά με τον όγκο και την ποιότητα των την ανταλλαγή πληροφοριών που παρέχονται από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 5 στοιχείο α), καθώς και σχετικά με τις επιδόσεις της εκάστοτε εθνικής μονάδας. Η έκθεση αναλύεται από το διοικητικό συμβούλιο με στόχο τη διαρκή βελτίωση της αμοιβαίας συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπόλ και των κρατών μελών. Η ετήσια έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια. [Τροπολογία 229]

Άρθρο 8

Αξιωματικοί-σύνδεσμοι

1.  Έκαστη εθνική μονάδα διορίζει τουλάχιστον έναν αξιωματικό-σύνδεσμο στην Ευρωπόλ. Με την επιφύλαξη τυχόν αντίθετων διατάξεων του παρόντος κανονισμού, οι αξιωματικοί-σύνδεσμοι υπόκεινται στην εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους από το οποίο έχουν διορισθεί.

2.  Οι αξιωματικοί-σύνδεσμοι στελεχώνουν τα εθνικά γραφεία σύνδεσης στην Ευρωπόλ και λαμβάνουν εντολές από την εθνική τους μονάδα στους κόλπους της Ευρωπόλ, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους από το οποίο έχουν διορισθεί και με τις διατάξεις που εφαρμόζονται για τη διοίκηση της Ευρωπόλ.

3.  Οι αξιωματικοί-σύνδεσμοι βοηθούν στην ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της διαβιβάζουν πληροφορίες από τις εθνικές τους μονάδες προς την Ευρωπόλ και των κρατών μελών τους και από την Ευρωπόλ προς τις εθνικές μονάδες. [Τροπολογία 87]

4.  Οι αξιωματικοί-σύνδεσμοι βοηθούν στην ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών τους και των αξιωματικών-συνδέσμων άλλων κρατών μελών, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Στο πλαίσιο αυτών των διμερών επαφών μπορεί να χρησιμοποιείται η υποδομή της Ευρωπόλ, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, ώστε να καλύπτονται επίσης αξιόποινες πράξεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων της Ευρωπόλ. Το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των αξιωματικών-συνδέσμων έναντι της Ευρωπόλ. Όλες αυτές οι ανταλλαγές πληροφοριών συνάδουν με τη νομοθεσία της Ένωσης και την εθνική νομοθεσία, ιδίως με την απόφαση 2008/977/ΔΕΥ ή την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(17), κατά περίπτωση. Η Ευρωπόλ επεξεργάζεται δεδομένα που λαμβάνονται δυνάμει της παρούσας διάταξης μόνο όταν μπορεί να θεωρηθεί νόμιμος αποδέκτης δυνάμει του εθνικού δικαίου ή του δικαίου της Ένωσης. [Τροπολογία 88]

5.  Οι αξιωματικοί-σύνδεσμοι απολαύουν των αναγκαίων για την άσκηση των καθηκόντων τους προνομίων και ασυλιών σύμφωνα με το άρθρο 65.

6.  Η Ευρωπόλ λαμβάνει μέριμνα ώστε οι αξιωματικοί-σύνδεσμοι να ενημερώνονται πλήρως και να συμμετέχουν στην άσκηση του συνόλου των δραστηριοτήτων της, στον βαθμό που κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο για την άσκηση των καθηκόντων τους.

7.  Η Ευρωπόλ θέτει με δικά της έξοδα στη διάθεση των κρατών μελών τους αναγκαίους χώρους στο κτίριό της και κατάλληλη υποστήριξη για την άσκηση των καθηκόντων των αξιωματικών-συνδέσμων. Όλα τα υπόλοιπα έξοδα που ανακύπτουν σε σχέση με τον διορισμό των αξιωματικών-συνδέσμων, συμπεριλαμβανομένου του κόστους του εξοπλισμού που τους παρέχεται, βαρύνουν το κράτος μέλος από το οποίο έχουν διορισθεί, υπό την επιφύλαξη τυχόν αντίθετης απόφασης της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής κατόπιν εισήγησης του διοικητικού συμβουλίου.

Κεφάλαιο ΙΙΙ

ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΤΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

Άρθρο 9

Ακαδημία της Ευρωπόλ

1.  Δυνάμει του παρόντος κανονισμού συστήνεται στους κόλπους της Ευρωπόλ υπηρεσία με την ονομασία Ακαδημία της Ευρωπόλ, η οποία υποστηρίζει, αναπτύσσει, παρέχει και συντονίζει την κατάρτιση των λειτουργών επιβολής του νόμου, ιδίως στους τομείς της καταπολέμησης σοβαρών μορφών εγκληματικότητας που επηρεάζουν δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, της τρομοκρατίας, της διαχείρισης καταστάσεων υψηλού κινδύνου για τα δημόσια τάξη και αθλητικών διοργανώσεων, του στρατηγικού σχεδιασμού και της διοίκησης μη στρατιωτικών αποστολών της Ένωσης, της ανάπτυξης επιτελικών ικανοτήτων στον τομέα επιβολής του νόμου, καθώς και γλωσσικών δεξιοτήτων, με σκοπό ιδίως:

α)  την ενίσχυση της ενημέρωσης και της εξοικείωσης με:

(i)  τις διεθνείς και ενωσιακές νομικές πράξεις στον τομέα της συνεργασίας για την επιβολή του νόμου·

(ii)  τους φορείς της Ένωσης, ιδίως την Ευρωπόλ, την Eurojust και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη Διαχείριση της Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα (FRONTEX), τη λειτουργία και το ρόλο τους·

(iii)  τις δικαστικές πτυχές της συνεργασίας για την επιβολή του νόμου και τις πρακτικές γνώσεις σχετικά με την πρόσβαση σε διαύλους πληροφόρησης·

β)  την ενθάρρυνση της ανάπτυξης της περιφερειακής και διμερούς συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων χωρών·

γ)  την επεξεργασία συγκεκριμένων ποινικών θεμάτων και θεμάτων αστυνόμευσης που επιλέγονται με γνώμονα την προστιθέμενη αξία της συναφούς κατάρτισης στο επίπεδο της Ένωσης·

δ)  την ανάπτυξη κοινών προγραμμάτων κατάρτισης των λειτουργών επιβολής του νόμου με αντικείμενο τη συμμετοχή σε μη στρατιωτικές αποστολές της Ένωσης·

ε)  την παροχή συνδρομής στα κράτη μέλη στο πλαίσιο διμερών δραστηριοτήτων ανάπτυξης ικανοτήτων επιβολής του νόμου σε τρίτες χώρες·

στ)  την κατάρτιση εκπαιδευτών και τη συμβολή στη βελτίωση και στην ανταλλαγή ορθών πρακτικών μάθησης.

2.  Η Ακαδημία της Ευρωπόλ καταρτίζει και επικαιροποιεί τακτικά τα εργαλεία και τις μεθοδολογίες μάθησης και μεριμνά για την εφαρμογή τους σε ένα πλαίσιο διά βίου μάθησης με γνώμονα την ενίσχυση των δεξιοτήτων των λειτουργών επιβολής του νόμου. Η Ακαδημία της Ευρωπόλ αξιολογεί τα αποτελέσματα αυτών των δραστηριοτήτων με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας, της συνοχής και της αποτελεσματικότητας των μελλοντικών δράσεων.

Άρθρο 10

Καθήκοντα της Ακαδημίας της Ευρωπόλ

1.  Η Ακαδημία της Ευρωπόλ εκπονεί αναλύσεις πολυετών στρατηγικών αναγκών κατάρτισης και καταρτίζει πολυετή προγράμματα μάθησης.

2.  Η Ακαδημία της Ευρωπόλ αναπτύσσει και υλοποιεί δραστηριότητες κατάρτισης και αξιοποιεί προϊόντα μάθησης, όπου περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων:

α)  κύκλοι μαθημάτων, σεμινάρια, διασκέψεις, διαδικτυακές δραστηριότητες και δραστηριότητες ηλεκτρονικής μάθησης·

β)  κοινά προγράμματα κατάρτισης για την ευαισθητοποίηση, την κάλυψη κενών ή/και τη διευκόλυνση μιας κοινής προσέγγισης σε ό,τι αφορά διασυνοριακά εγκληματικά φαινόμενα·

γ)  ενότητες κατάρτισης, διαρθρωμένες σε προοδευτικά στά