Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την 7η και την 8η έκθεση προόδου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πολιτική συνοχής της ΕΕ και τη στρατηγική έκθεση του 2013 σχετικά με την υλοποίηση των προγραμμάτων της περιόδου 2007-2013 (2013/2008(INI))
– έχοντας υπόψη την «Έβδομη έκθεση προόδου σχετικά με την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή» της Επιτροπής, της 24ης Νοεμβρίου 2011 (COM(2011)0776), και το συνοδευτικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της (SEC(2011)1372),
– έχοντας υπόψη την «Όγδοη έκθεση προόδου για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή – Η περιφερειακή και αστική διάσταση της κρίσης» της Επιτροπής, της 26ης Ιουνίου 2013 (COM(2013)0463), και το συνοδευτικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της (SWD(2013)0232),
– έχοντας υπόψη την «Πολιτική για τη συνοχή: Στρατηγική έκθεση του 2013 για την υλοποίηση των προγραμμάτων της περιόδου 2007-2013» της Επιτροπής, της 18ης Απριλίου 2013 (COM(2013)0210), και το συνοδευτικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της (SWD(2013)0129),
– έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού της Επιτροπής, της 6ης Οκτωβρίου 2011, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας, τα οποία καλύπτονται από το κοινό στρατηγικό πλαίσιο, περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 (COM(2011)0615),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Μαρτίου 2009 για την πολιτική συνοχής: επένδυση στην πραγματική οικονομία(1),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Οκτωβρίου 2010 σχετικά με την πολιτική συνοχής και περιφερειακή πολιτική της ΕΕ μετά το 2013(2),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Μαΐου 2010 σχετικά με τη συμβολή της πολιτικής συνοχής στην επίτευξη των στόχων της Λισαβόνας και της ΕΕ2020(3),
– έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού της Επιτροπής της 6ης Οκτωβρίου 2011 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για τη θέσπιση ειδικών διατάξεων σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και τον στόχο «Επενδύσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση» και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 (COM(2011)0614),
– έχοντας υπόψη την τέταρτη έκθεση της Επιτροπής των Περιφερειών για την παρακολούθηση της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», τον Οκτώβριο 2013,
– έχοντας υπόψη το κοινό έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης και της Γενικής Διεύθυνσης Απασχόλησης, Κοινωνικών Υποθέσεων και Κοινωνικής Ένταξης της Επιτροπής, με τίτλο «Συμβολή της πολιτικής συνοχής της ΕΕ στην απασχόληση και την ανάπτυξη στην Ευρώπη», Ιούλιος 2013,
– έχοντας υπόψη τη μελέτη που δημοσιεύτηκε από το Κοινοβούλιο με τίτλο «Πολιτική συνοχής μετά το 2013: μια κριτική αξιολόγηση των νομοθετικών προτάσεων», Ιούνιος 2012,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης καθώς και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A7-0081/2014),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εμπειρικά στοιχεία δείχνουν πως η οικονομική, χρηματοπιστωτική και κοινωνική κρίση έχει αναστείλει, ή ακόμα και αντιστρέψει, τη διαδικασία σύγκλισης, επιτείνοντας με τον τρόπο αυτό τις ανισότητες μεταξύ περιφερειών και θέτοντας τέλος σε μια μακρά περίοδο κατά την οποία οι ανισότητες μεταξύ των περιφερειών ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ καθώς και η ανεργία στην ΕΕ μειώνονταν σταθερά, ενώ ταυτόχρονα έχει πιο σοβαρές επιπτώσεις στις πλέον αδύναμες περιφέρειες της Ένωσης·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πόροι, τόσο σε επίπεδο κρατών μελών όσο και σε επίπεδο ΕΕ, έχουν γίνει πιο δυσεύρετοι και υφίστανται όλο και μεγαλύτερη πίεση, ενώ η κρίση και η επακόλουθη ύφεση, καθώς και η κυρίαρχη κρίση χρέους σε αρκετά κράτη μέλη, έχουν ωθήσει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν επιτέλους τις απαιτούμενες σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα συμβάλουν στην αποκατάσταση της οικονομικής ανάπτυξης και στη δημιουργία θέσεων εργασίας, οδηγώντας σε περικοπές στη συγχρηματοδότηση από τα διαρθρωτικά ταμεία και το Ταμείο Συνοχής·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πολιτικές της δημοσιονομικής εξυγίανσης έχουν αυξήσει τον ρόλο και τη σημασία της πολιτικής συνοχής ως πηγής δημόσιων επενδύσεων, κυρίως σε υποεθνικό επίπεδο, καθώς η χρηματοδότηση από αυτήν την πολιτική αντιπροσωπεύει, για έναν σημαντικό αριθμό κρατών μελών και περιφερειών, περισσότερες από τις μισές δημόσιες επενδύσεις·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κρίση πλήττει όλες τις ευρωπαϊκές περιφέρειες και πόλεις, αυξάνοντας επομένως τη σημασία της χρηματοδότησης της πολιτικής συνοχής τόσο για τις περιφέρειες μετάβασης όσο και για τις πιο ανεπτυγμένες περιφέρειες∙
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι η συμβολή στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» έχει μια πολύ ισχυρή περιφερειακή διάσταση, η οποία πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την κατάρτιση και την υλοποίηση της επόμενης γενιάς προγραμμάτων στο πλαίσιο των πολιτικών συνοχής καθώς και άλλων επενδυτικών πολιτικών της ΕΕ·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι μέχρι τώρα η πολιτική συνοχής ήταν επικεντρωμένη στην απορρόφηση και όχι στον προσδιορισμό και την παρακολούθηση – ούτε στην αξιολόγηση της επίτευξης – των στόχων, ενώ τα συστήματα παρακολούθησης και αξιολόγησης δεν επιτυγχάνουν πλήρως τον στόχο της βελτίωσης του προσδιορισμού διαφοροποιημένων στόχων σύμφωνα με τα τοπικά και διαπεριφερειακά χαρακτηριστικά, τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες των περιφερειών·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική συνοχής θα εξακολουθήσει να αποτελεί τη βασική πηγή δημόσιας χρηματοδότησης της ΕΕ στο πλαίσιο του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2014-2020, και λαμβάνοντας υπόψη ότι το νέο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής επικεντρώνεται αποκλειστικά στην ανάγκη να συγκεντρωθούν επενδύσεις σε περιφερειακό επίπεδο σε σημαντικούς τομείς όπως η δημιουργία θέσεων εργασίας, οι ΜΜΕ, η απασχόληση (ιδίως η απασχόληση των νέων), η κινητικότητα του εργατικού δυναμικού, η κατάρτιση και η εκπαίδευση, η έρευνα και καινοτομία, η ΤΠΕ, οι βιώσιμες μεταφορές και η άρση των σημείων συμφόρησης, η βιώσιμη ενέργεια, το περιβάλλον, η προώθηση των θεσμικών ικανοτήτων των δημόσιων αρχών και της αποδοτικής δημόσιας διοίκησης, η αστική ανάπτυξη και οι πόλεις·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανάγκη για επίτευξη περισσότερων αποτελεσμάτων με λιγότερους πόρους οδήγησε στην ένταξη της έξυπνης εξειδίκευσης στο νέο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής (Κανονισμός Κοινών Διατάξεων(4)), ώστε οι περιφέρειες να υιοθετήσουν μια στρατηγική και λιγότερο κατακερματισμένη προσέγγιση ως προς την οικονομική ανάπτυξη μέσω της στοχευμένης στήριξης της έρευνας και της καινοτομίας·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εταιρική σχέση και η πολυεπίπεδη διακυβέρνηση αποτελούν οριζόντιες γενικές αρχές ενόψει της υλοποίησης της ενωσιακής στρατηγικής για έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, στο πλαίσιο του επόμενου νομοθετικού πλαισίου για την πολιτική συνοχής·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αξιολογήσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά την προγραμματική περίοδο 2007-2013 δεν λαμβάνουν υπόψη ολόκληρο τον κύκλο αξιολόγησης, όπως, μεταξύ άλλων, την αποδοτικότητα, την αποτελεσματικότητα και τις επιπτώσεις∙
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το ποσοστό απορρόφησης κονδυλίων είναι περίπου 50% εντός των κρατών μελών και περίπου 30% κατά το τελευταίο έτος της περιόδου∙
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ΜΜΕ αντιμετωπίζουν δυσχέρειες όσον αφορά τη χρηματοδότησή τους από τον τραπεζικό τομέα∙
Γενικές προκλήσεις που συνεπάγεται η εφαρμογή για την τρέχουσα περίοδο προγραμματισμού
1. χαιρετίζει την έβδομη και όγδοη έκθεση προόδου, καθώς και την έκθεση στρατηγικής 2013 και καλεί την Επιτροπή – που αρχίζει σήμερα την εκ των υστέρων αξιολόγηση της περιόδου 2007-2013 – και τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι η αξιολόγηση θα βασίζεται σε αξιόπιστα δεδομένου, θα εξετάσει την αποδοτικότητα, την αποτελεσματικότητα και τις επιπτώσεις των δράσεων και ότι θα ολοκληρωθεί έως τα τέλη του 2015 όπως ορίζεται στο πρώην Γενικό Κανονισμό προκειμένου να εξαχθούν σαφή συμπεράσματα ενόψει της εφαρμογής της νέας περιόδου προγραμματισμού·
2. θεωρεί ότι οι πολιτικές δημοσιονομικής εξυγίανσης δεν επαρκούν από μόνες τους για την ενίσχυση της ανάπτυξης και την προώθηση των επενδύσεων που οδηγούν σε ποιοτικές, βιώσιμες θέσεις απασχόλησης, οι οποίες απαιτούν επίσης μέτρα για τη στήριξη της οικονομίας και την ενθάρρυνση της –εύθραυστης και δειλής ακόμα– προόδου προς την ανάκαμψη·
3. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αυξήσουν τις επενδύσεις στους τομείς της επιχειρηματικότητας, της ίδρυσης νέων επιχειρήσεων και της αυτοαπασχόλησης ως μέσα για τη δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας, δεδομένου μάλιστα ότι οι ΜΜΕ και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις παρέχουν περισσότερα από τα δύο τρίτα των θέσεων εργασίας του ιδιωτικού τομέα της ΕΕ· υποστηρίζει ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στο περιφερειακό και τοπικό επίπεδο· θεωρεί επιπλέον ότι οι επενδύσεις στις κοινωνικές επιχειρήσεις και στην κοινωνική επιχειρηματικότητα προσφέρουν μια καλή συμπληρωματική δυνατότητα ικανοποίησης των κοινωνικών αναγκών που δεν καλύπτονται από τα δημόσια αγαθά και τις δημόσιες υπηρεσίες·
4. εκφράζει την ανησυχία του για την έλλειψη επαρκών δημόσιων οικονομικών πόρων, ιδίως σε υποεθνικό επίπεδο, για την επαρκή υλοποίηση της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», εξαιτίας του αντίκτυπου που έχει η οικονομική κρίση και λόγω του γεγονότος ότι ένας σημαντικός αριθμός λιγότερο ανεπτυγμένων κρατών μελών και περιφερειών εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη χρηματοδότηση της πολιτικής συνοχής· θεωρεί ότι πριν από τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης σχετικά με τη δυνητική επιβολή μακροοικονομικών κυρώσεων, θα πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά η τεράστια εξάρτηση της ανάπτυξης ορισμένων κρατών μελών από τη χρηματοδότηση της συνοχής·
5. πιστεύει ότι, παρόλο που οι πόροι που διατίθενται για την πολιτική συνοχής στο τρέχον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο είναι σχετικά μικροί σε σύγκριση με τις πραγματικές ανάγκες, ωστόσο η διασφάλιση μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας καθώς και οι συνέργειες μεταξύ του προϋπολογισμού της ΕΕ και των εθνικών προϋπολογισμών μπορούν να αποτελέσουν σημαντικούς μοχλούς για πολιτικές ενίσχυσης της ανάπτυξης·
6. θεωρεί ότι προκειμένου να επιτευχθεί η στρατηγική ΕΕ 2020 για έξυπνη, βιώσιμη και περιεκτική ανάπτυξη σύμφωνα με τους στόχους της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής, παρά την ανάγκη επικέντρωσης σε τομείς με μακροπρόθεσμες δυνατότητες δημιουργίας θέσεων εργασίας και καινοτομίας, είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπόψη οι σημαντικές ανάγκες των πολλών λιγότερο ανεπτυγμένων περιφερειών σε σχέση με τις επενδύσεις σε προγράμματα υποδομών σε βασικούς τομείς όπως οι μεταφορές, οι τηλεπικοινωνίες και η βιώσιμη ενέργεια·
7. πιστεύει ότι –παρά τις ενδείξεις ότι οι τοπικές και περιφερειακές αρχές συμμετέχουν στην προετοιμασία των συμφωνιών εταιρικής σχέσης– πρέπει να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για την ενίσχυση της εδαφικής διάστασης του συστήματος διακυβέρνησης της πολιτικής συνοχής, τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» και το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, διασφαλίζοντας πραγματικό συντονισμό και συμπληρωματικότητα μεταξύ, αφενός, των διαφόρων επιπέδων διακυβέρνησης και, αφετέρου, του συντονισμού των προτεραιοτήτων που έχουν καθοριστεί στα εν λόγω επίπεδα με τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες που εντοπίζονται σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο· τονίζει σχετικά τη σημασία του να εξασφαλίζεται η δέουσα συμμετοχή των κοινοτήτων και των περιφερειών στην κατάστρωση των εθνικών στρατηγικών και τον προσδιορισμό των συγκεκριμένων προβλημάτων και προκλήσεων που αντιμετωπίζουν, αποφεύγοντας ταυτόχρονα κάθε αύξηση του διοικητικού φόρτου·
8. θεωρεί ότι η πολιτική συνοχής είναι κατάλληλη για να προσδώσει στη στρατηγική «Ευρώπη 2020» την απαραίτητη εδαφική διάσταση που απαιτείται για να αντιμετωπίσει τόσο τις πολύ σχετικές αποκλίσεις της ανάπτυξης μέσα στην Ένωση και εντός των κρατών μελών, διασφαλίζοντας ότι το δυναμικό ανάπτυξης αξιοποιείται επίσης στις εξόχως απόκεντρες και τις πιο αραιοκατοικημένες περιοχές, όσο και το γεγονός ότι οι διαφορές ως προς τις θεσμικές ικανότητες συνεπάγονται ότι οι διάφορες περιφέρειες δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν με τον ίδιο τρόπο τους δεδομένους στόχους ως αναφορές·
Τόνωση της απασχόλησης και της κοινωνικής ένταξης:
9. εκφράζει ιδιαίτερα τη λύπη του γιατί λόγω της κρίσης, το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, που πάσχει από υλική στέρηση, υποβάθμιση του περιβάλλοντος και ελλιπείς συνθήκες στέγασης, ή έχει πολύ χαμηλή ένταση εργασίας και απειλείται από αποκλεισμό και ελλιπή ενέργεια έχει αυξηθεί σημαντικά, ιδίως στις περιφέρειες σύγκλισης και τις πόλεις και ιδιαίτερα στις περιφέρειες γύρω από τις πρωτεύουσες που σύμφωνα με τους δείκτες κατατάσσονται ως αναπτυγμένες, πλήττοντας επίσης παράλληλα τις γυναίκες, τις μονογονικές οικογένειες, τις πολυμελείς οικογένειες με τέσσερα ή περισσότερα παιδιά, τα άτομα που φροντίζουν άλλους, (ιδίως εκείνους που φροντίζουν ανάπηρα μέλη οικογενειών), τα μέλη των περιθωριοποιημένων κοινοτήτων ή των ηλικιωμένων που πλησιάζουν τη σύνταξη για τους οποίους η πρόσβαση στις ίσες ευκαιρίες είναι δυσχερής·
10. θεωρεί επείγουσα την αντιμετώπιση των θεμάτων αυτών – που υποσκάπτουν σε μεγάλο βαθμό τη συνοχή μεταξύ των περιφερειών και ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την ανταγωνιστικότητα της Ένωσης μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα – δίδοντας έμφαση σε πολιτικές που εξασφαλίζουν την πρόσβαση στην βιώσιμη, καλής ποιότητας απασχόληση και στην κοινωνική ένταξη και ιδιαίτερα εκ μέρους των νέων, προωθώντας το ζωτικό ρόλο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σχετικά, μειώνοντας τον κατακερματισμό και διευκολύνοντας τη μετάβαση μεταξύ των θέσεων απασχόλησης, επικεντρωνόμενοι στα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης για τους μακροπρόθεσμα άνεργους χρησιμοποιώντας την εμπειρία που απέκτησαν τα άτομα στο τέλος της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας και προωθώντας ισότιμη οικονομική ανεξαρτησία για άνδρες και γυναίκες· θεωρεί ουσιώδους σημασίας να προωθηθεί επίσης η φυσική προσβασιμότητα και πρόσβαση στην ενημέρωση και τα μέσα επικοινωνίας, την επίτευξη που πρέπει να αξιολογείται με τη χρήση αξιόπιστων, αντικειμενικών και συγκρίσιμων δεικτών και λαμβάνοντας υπόψη τις δημογραφικές προκλήσεις·
11. επιμένει στο ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΚΤ) στη μείωση των ανισοτήτων μεταξύ των περιφερειών και συμβάλλοντας στην αύξηση των ποσοστών απασχόλησης παράλληλα και σε συνδυασμό με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ), συμβάλλει στην υλοποίηση ορισμένων από τις τρέχουσες σημαντικές προτεραιότητες της Ένωσης, δίδοντας συγκεκριμένα ώθηση στην απασχόληση των νέων και την αγορά εργασίας, προωθώντας τη βιώσιμη οικονομία και την ανάπτυξη, μειώνοντας τον αριθμό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο και καταπολεμώντας τη φτώχεια, τις διακρίσεις και τον κοινωνικό αποκλεισμό· επιμένει ως εκ τούτου ότι χρειάζεται να ενισχυθεί η αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, ειδικότερα όσον αφορά την αποδοτικότητα και την αποτελεσματικότητα των δράσεων του ΕΚΤ και καλεί την Επιτροπή να αναλύσει πλήρως τα γενικά αποτελέσματα και τις πραγματικές επιπτώσεις του ΕΚΤ στην ανεργία και τις θέσεις εργασίας·
12. αναγνωρίζει ότι ένα μεγάλο τμήμα των δαπανών του ΕΚΤ διοχετεύεται στην προώθηση περισσότερων και καλύτερων θέσεων απασχόλησης, στη στήριξη της ένταξης και της συμμετοχής των μειονεκτουσών ομάδων, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρία, και στην ανάπτυξη μιας κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς που είναι προσβάσιμη σε όλους· τονίζει εντούτοις ότι, σε περιόδους κρίσης, πρέπει να καταβάλλεται μεγαλύτερη προσπάθεια ώστε το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο να αποσκοπεί με αποτελεσματικότητα στην καταπολέμηση των τοπικών και περιφερειακών ανισοτήτων και του κοινωνικού αποκλεισμού, να καθιστά δυνατή την πρόσβαση των πλέον ευάλωτων ομάδων και ιδιαίτερα των νέων στην απασχόληση και να υποστηρίζει την επανένταξη των γυναικών στην αγορά εργασίας μέσω της μείωσης του διαχωρισμού με βάση το φύλο·
13. επισημαίνει ότι ο μεγάλος αριθμός των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο σε ορισμένες περιοχές υπερβαίνει κατά πολύ τον στόχο του 10% και ότι για τα άτομα αυτά πρέπει να προβλέπεται προσφορά εκπαίδευσης, κατάρτισης ή εργασίας που ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους· παραπέμπει, στο πλαίσιο αυτό, στη σημασία της «Ευρωπαϊκής Εγγύησης για τους νέους» για τα άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο· επισημαίνει ότι, προκειμένου να μειωθεί ο αριθμός των νέων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο, το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να είναι ανοικτό σε όλους και να προσφέρει ίσες ευκαιρίες σε όλους του νέους· τονίζει, ως εκ τούτο, ότι πρέπει να βρεθεί λύση στο πρόβλημα της ένταξης των νέων που έχουν ανεπαρκή κατάρτιση στην αγορά εργασίας μέσω της παροχής ανεμπόδιστης, προσβάσιμης και ποιοτικής επαγγελματικής κατάρτισης και κατάρτισης στον χώρο της εργασίας προκειμένου να βοηθηθούν να αποκτήσουν δεξιότητες, δεδομένου ότι η έλλειψη προσόντων μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο της ανεργίας, η οποία με τη σειρά της αυξάνει τον κίνδυνο της φτώχειας και δημιουργεί πληθώρα κοινωνικών προβλημάτων που συνδέονται με τον αποκλεισμό, την αποξένωση και την αποτυχία της προσπάθειας οικοδόμησης μιας ανεξάρτητης ζωής· εκτιμά ότι η συνεισφορά του ΕΚΤ είναι κρίσιμη για την επίτευξη του σκοπού αυτού, προκειμένου, αφενός, να βοηθηθούν περισσότεροι νέοι ώστε να μείνουν στο σχολείο και να αποκτήσουν τα κατάλληλα προσόντα που απαιτούνται για την απασχόληση και τη σταδιοδρομία και, αφετέρου, να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη πρόσβαση σε εκπαίδευση υψηλής ποιότητας μέσω ειδικών προγραμμάτων που απευθύνονται σε παιδιά από μειονεκτούσες ομάδες και μειονότητες, π.χ. σε παιδιά με αναπηρία· καλεί τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν την κατάλληλη επαγγελματική κατάρτιση και την κατάρτιση στον χώρο της εργασίας για εκείνους που θα επωφεληθούν από αυτήν·
14. επισημαίνει ότι η εργασιακή κατάσταση των νέων εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την γενική οικονομική κατάσταση και ότι, ως εκ τούτου, είναι πολύ σημαντική η υποστήριξη, η καθοδήγηση και η παρακολούθηση των νέων ανθρώπων κατά τη μετάβασή τους από την εκπαίδευση στην επαγγελματική ζωή· υποστηρίζει ότι η Επιτροπή θα μπορούσε να εναρμονίσει οιεσδήποτε μελλοντικές προτάσεις πολιτικής στον τομέα αυτό με τις πρωτοβουλίες «Νεολαία σε Κίνηση» και «Ευκαιρίες για τη Νεολαία»·
15. υπογραμμίζει ότι το ποσοστό απασχόλησης σε ορισμένες περιοχές συνεχίζει να είναι κάτω από 60% και ότι ορισμένες περιοχές αποκλίνουν από τους εθνικούς τους στόχους κατά 20–25%, γεγονός που έχει ιδιαίτερα αρνητικό αντίκτυπο στους νέους, τις γυναίκες, τους ηλικιωμένους, τα άτομα που αναλαμβάνουν την φροντίδα άλλων και τα άτομα με αναπηρίες· επισημαίνει ότι ορισμένα μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης έχουν αρνητικό αντίκτυπο στη συνοχή και έχουν διευρύνει σημαντικά τις ανισότητες στην ΕΕ· επισημαίνει ότι για την απασχόληση ομάδων υψηλού κινδύνου ή για τη δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης για τις ομάδες αυτές απαιτείται να ληφθούν στοχοθετημένα μέτρα για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και ευκαιριών κατάρτισης και τη διατήρηση των θέσεων αυτών· τονίζει ότι ορισμένες απομονωμένες κοινότητες πλήττονται επί σειρά γενεών από την ανεργία, γεγονός που συνιστά απειλή κυρίως για τις περιθωριοποιημένες ομάδες του πληθυσμού·
16. υπενθυμίζει ότι τα ποσοστά απασχόλησης υστερούν πολύ σε σχέση με τον στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», σύμφωνα με τον οποίο τουλάχιστον το 75% του πληθυσμού ηλικίας 20-64 πρέπει να έχει απασχόληση μέχρι το 2020· παρατηρεί ότι, αν και δεν υφίστανται συγκεκριμένοι στόχοι σε σχέση με τα ποσοστά απασχόλησης σε περιφερειακό επίπεδο, τα κράτη μέλη έχουν καθορίσει, το καθένα χωριστά, εθνικούς στόχους οι οποίοι, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν έχουν εκπληρωθεί λόγω των ασύμμετρων επιπτώσεων της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης στις περιφερειακές αγορές εργασίας, κυρίως στη Νότια Ευρώπη, όπου έχει σημειωθεί ιδιαίτερα έντονη αύξηση της ανεργίας των νέων·
17. πιστεύει ότι όλες οι περιφέρειες έχουν αντιμέτωπες με την πρόκληση της δημιουργίας βιώσιμης ανάπτυξης και της ενίσχυσης της αποδοτικότητας των πόρων· τονίζει σχετικά την ανάγκη για πολιτικές που θα περιλαμβάνουν την κατά προτεραιότητα χορήγηση πόρων στους τομείς της εκπαίδευσης, της δια βίου μάθησης, της έρευνας, της καινοτομίας και της ανάπτυξης, της ενεργειακής απόδοσης και του τοπικού επιχειρηματικού πνεύματος καθώς και στη δημιουργία νέων χρηματοπιστωτικών μέσων για όλα τα είδη επιχειρήσεων και ιδιαίτερα για τις μικρομεσαίες·
18. υπενθυμίζει τις δυνατότητες που έχουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις για τη δημιουργία θέσεων εργασίας και παροτρύνει τα κράτη μέλη να αναπτύξουν πολιτικές που θα βελτιώσουν την πρόσβαση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη χρηματοδότηση και τους όρους που τη διέπουν· καλεί την Επιτροπή να συνεργασθεί με τα κράτη μέλη και την αύξηση της διαφάνειας και της προβλεψιμότητας του συστήματος προσκλήσεων σε διαγωνισμούς ανάθεσης έργου καθώς και τη μείωση του χρονικού διαστήματος που μεσολαβεί μεταξύ πρόσκλησης και ανάθεσης μιας σύμβασης, ιδίως για τις ΜΜΕ που ανταγωνίζονται σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο περιβάλλον·
19. ζητεί να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στους κλάδους του πολιτισμού και της δημιουργικότητας, οι οποίοι συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», ιδίως δε στη δημιουργία θέσεων εργασίας· υπογραμμίζει την καίρια συμβολή που έχουν οι κλάδοι αυτοί στην ανάπτυξη των περιφερειών και των πόλεων· ζητεί να ληφθούν συστηματικά μέτρα για την προώθηση της συνεχούς κατάρτισης των γυναικών ειδικά στους κλάδους αυτούς, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική αξιοποίηση των προσόντων τους και να δημιουργηθούν νέες προοπτικές απασχόλησης·
Τα στοιχεία της αξιολόγησης
20. υπενθυμίζει ότι ενώ υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η υλοποίηση της πολιτικής συνοχής έχει επιταχυνθεί και ότι τα προγράμματα που προκύπτουν έχουν συμβάλει σημαντικά σε πολλούς τομείς στους οποίους οι επενδύσεις είναι απαραίτητες για τον οικονομικό εκσυγχρονισμό και την ανταγωνιστικότητα (όπως η έρευνα και η ανάπτυξη, η στήριξη των ΜΜΕ, η επανεκβιομηχάνιση, η κοινωνική ένταξη, και η εκπαίδευση και κατάρτιση), ορισμένα κράτη μέλη κινδυνεύουν να μην υλοποιήσουν τα προγράμματά τους πριν από το τέλος της τρέχουσας περιόδου προγραμματισμού· προτρέπει την Επιτροπή να αναλύσει εις βάθος τα αίτια του χαμηλού ποσοστού απορρόφησης και τα κράτη μέλη να παράσχουν συγχρηματοδότηση προκειμένου να επισπευσθεί η εκτέλεση των κονδυλίων·
21. ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να αναζητήσουν συνέργειες μεταξύ της χρηματοδότησης που προέρχεται από την πολιτική συνοχής και άλλων πηγών ενωσιακής χρηματοδότησης (όπως της χρηματοδότησης για τα προγράμματα ΔΕΔ-Μ, ΔΕΔ-Ε, ΔΣΕ, Ορίζων 2020, COSME και για άλλα προγράμματα), καθώς και χρηματοδότηση που παρέχεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης· προτρέπει τα κράτη μέλη, αφενός, να επισπεύσουν την εκτέλεση των κονδυλίων και, αφετέρου, να απλοποιήσουν και να βελτιώσουν την πρόσβαση σε διαθέσιμα κονδύλια προκειμένου να παρακινήσουν τις ΜΜΕ, τους κατά τόπους δήμους και άλλους ενδιαφερόμενους δικαιούχους να τα αξιοποιήσουν·
Προκλήσεις σε σχέση με την παρακολούθηση και την αξιολόγηση
22. θεωρεί ότι η αξιολόγηση έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην πολιτική συζήτηση και τη μάθηση, εκφράζει όμως την ανησυχία ότι εάν και η παροχή στοιχείων και πληροφοριών παρακολούθησης σχετικά με την εφαρμογή, βελτιώνει την ποιότητα των ορισθέντων στόχων, οι ποιοτικές αποκλίσεις που παρατηρούνται στις εκθέσεις προόδου σε πολλές περιπτώσεις καθιστούν δυσχερή τη δημιουργία μιας πλήρους εικόνας της προόδου που σημειώνεται σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο όσον αφορά την επίτευξη των στόχων· τονίζει ότι στο πλαίσιο της αξιολόγησης θα πρέπει να αξιολογούνται και να προτείνονται μέτρα για την αντιμετώπιση της ανώφελης επιβάρυνσης των δικαιούχων, περιλαμβανομένων των ΜΜΕ, των τοπικών και περιφερειακών αρχών και των ΜΚΟ· θεωρεί ότι δεν πρέπει να επιβάλλεται πρόσθετη επιβάρυνση σε σχέση με την παρακολούθηση·
23. πιστεύει ότι οι εκθέσεις προόδου δεν παρέχουν πλήρως μια σαφή εικόνα της προόδου που έχει σημειωθεί στην υλοποίηση της πολιτικής συνοχής και στην επίτευξη των καθορισμένων στόχων, είτε λόγω της μη διαθεσιμότητας δεδομένων σε σχετικό επίπεδο είτε λόγω της μη σαφούς σύνδεσης μεταξύ των παρεχόμενων στατιστικών στοιχείων και του βαθμού επίτευξης των στόχων της πολιτικής συνοχής που απαιτούν παρακολούθηση·
24. προκειμένου να ενισχυθεί η διαφάνεια της υποβολής εκθέσεων και η ποιότητα του προγραμματισμού και της υλοποίησής του, ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αξιοποιήσουν πλήρως τα εργαλεία παρακολούθησης και αξιολόγησης που διατίθενται στο πλαίσιο του τρέχοντος νομοθετικού πλαισίου (εντονότερος προσανατολισμός στα αποτελέσματα, χρήση κοινών δεικτών υλοποιήσεων, επιλογή των ειδικών για κάθε πρόγραμμα δεικτών αποτελεσμάτων και σαφές πλαίσιο επιδόσεων)·
25. 25.θεωρεί ότι ενώ οι αξιολογήσεις των προγραμμάτων της πολιτικής συνοχής για την περίοδο 2007-2013, τα οποία συγχρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και το Ταμείο Συνοχής, δείχνουν υψηλή γενική ευαισθητοποίηση στα κράτη μέλη όσον αφορά την υποχρέωση τήρησης της ισότητας των φύλων κατά τη διαμόρφωση των εν λόγω προγραμμάτων (70 %(5)), επισημαίνουν επίσης ότι η ισότητα των φύλων είναι κάθε άλλο παρά αποτελεσματικά ενταγμένη στα προγράμματα μέσω του σαφούς εντοπισμού των προβλημάτων ή του καθορισμού ποσοτικών στόχων (σε ποσοστό μικρότερο του 8%)· καλεί την Επιτροπή να βελτιώσει περισσότερο τα συστήματα υποβολής εκθέσεων των κρατών μελών εις τρόπον ώστε να καταστεί δυνατή η αξιολόγηση της στήριξης που παρέχεται στο πλαίσιο της πολιτικής για τη συνοχή προκειμένου να επιτευχθεί ουσιαστική πρόοδος όσον αφορά την ισότητα των φύλων και του κατά πόσον τούτο επετεύχθη·
26. προτρέπει την Επιτροπή να ελέγξει κατά πόσον οι διαχειριστικές αρχές εφαρμόζουν την οδηγία για τις καθυστερήσεις πληρωμών σε σχέση με τους δικαιούχους των προγραμμάτων και να λάβει τα δέοντα μέτρα για τη μείωση των καθυστερήσεων πληρωμών·
27. παροτρύνει την Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου να αυξήσουν τους ελέγχους επιδόσεων που διενεργούν στα διαρθρωτικά ταμεία και το ταμείο συνοχής και ιδιαίτερα στο ΕΚΤ·
o o o
28. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη.
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013 περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας, περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 (ΕΕ L 347, 20.12.2013, σ. 320).
Βελτιστοποίηση της ανάπτυξης του δυναμικού των εξόχως απόκεντρων περιοχών
431k
127k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τη βελτιστοποίηση της ανάπτυξης του δυναμικού των εξόχως απόκεντρων περιοχών μέσω της δημιουργίας συνεργειών μεταξύ των διαρθρωτικών ταμείων και των άλλων προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2013/2178(INI))
– έχοντας υπόψη το άρθρο 349 και το άρθρο 355 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), στο οποίο αναγνωρίζεται ειδικό καθεστώς για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές και το οποίο προβλέπει τη θέσπιση «ειδικών μέτρων» για την πλήρη εφαρμογή των συνθηκών και των κοινών πολιτικών,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ σχετικά με το καθεστώς των κρατικών ενισχύσεων για τις περιοχές αυτές,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 174 καθώς και τα επόμενα της ΣΛΕΕ, που θέτουν τον στόχο της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής και προσδιορίζουν τα διαρθρωτικά χρηματοδοτικά μέσα για την επίτευξή του,
– έχοντας υπόψη το σύνολο των ανακοινώσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τις εξόχως απόκεντρες περιοχές και ιδίως την ανακοίνωση της 17ης Οκτωβρίου 2008 με τίτλο: «Οι ιδιαίτερα απομακρυσμένες περιφέρειες: ένα πλεονέκτημα για την Ευρώπη» (COM(2008)0642),
– έχοντας υπόψη το σύνολο των ψηφισμάτων του σχετικά με τις εξόχως απόκεντρες περιοχές, και ιδίως το ψήφισμά του της 20ής Μαΐου 2008 σχετικά με τη στρατηγική για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές: επιτεύγματα και μελλοντικές προοπτικές(1),
– έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής με τίτλο «Περιφέρειες 2020 – μια αξιολόγηση των μελλοντικών προκλήσεων για τις περιφέρειες της Ένωσης» (SEC(2008)2868),
– έχοντας υπόψη το μήνυμα της νήσου της Ρεϋνιόν της 7ης Ιουλίου 2008 που εκδόθηκε μετά τη διάσκεψη «Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα υπερπόντια εδάφη της: στρατηγικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και της απώλειας της βιοποικιλότητας» και έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 25ης Ιουνίου 2009 σχετικά με την «Ενδιάμεση αξιολόγηση της εφαρμογής του προγράμματος δράσης της Ένωσης για τη βιοποικιλότητα και προς χάραξη στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα χωροκατακτητικά ξένα είδη»,
– έχοντας υπόψη το κοινό μνημόνιο για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές, της 14ης Οκτωβρίου 2009, με θέμα «Οι εξόχως απόκεντρες περιοχές με ορίζοντα το έτος 2020»,
– έχοντας υπόψη την κοινή πλατφόρμα της 6ης Ιουλίου 2010, που απέστειλε προς τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. José Manuel Durão Barroso, η Διάσκεψη των βουλευτών των εξόχως απόκεντρων περιοχών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,
– έχοντας υπόψη το μνημόνιο της Ισπανίας, της Γαλλίας, της Πορτογαλίας και των εξόχως απόκεντρων περιοχών, της 7ης Μαΐου 2010, με τίτλο «Ανανεωμένο όραμα μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές»,
– έχοντας υπόψη την κοινή συμβολή των εξόχως απόκεντρων περιοχών, της 28ης Ιανουαρίου 2011, σχετικά με την πέμπτη έκθεση για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της 12ης Οκτωβρίου 2011, του Επιτρόπου Michel Barnier, με θέμα «Οι εξόχως απόκεντρες περιοχές της Ευρώπης στην ενιαία αγορά: η προβολή της Ένωσης στον κόσμο» την οποία παρουσίασε ο κ. Pedro Solbes Mira,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 18ης Απριλίου 2012 σχετικά με τον ρόλο της πολιτικής συνοχής στις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»(2),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 20ής Ιουνίου 2012, με τίτλο: «Οι εξόχως απόκεντρες περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης: προς μια εταιρική σχέση για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» (COM(2012)0287),
– έχοντας υπόψη την έκθεση του βουλευτή Serge Letchimy προς τον Πρωθυπουργό της Γαλλικής Δημοκρατίας με τίτλο «το άρθρο 349 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης: συμβολή στην εφαρμογή του πλαισίου παρέκκλισης με στόχο ένα συνολικό έργο ανάπτυξης των εξόχως απόκεντρων περιοχών»,
– έχοντας υπόψη το σύνολο των κοινών εισηγήσεων και των τεχνικών και πολιτικών εγγράφων της Διάσκεψης των προέδρων των εξόχως απόκεντρων περιοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως την τελική δήλωση της XIX Διάσκεψης των προέδρων των εξόχως απόκεντρων περιοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 17ης και 18ης Οκτωβρίου 2013,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A7-0121/2014),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα πλεονεκτήματα, οι πόροι και οι δυνατότητες των εξόχως απόκεντρων περιοχών, που έχουν αναγνωριστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην στρατηγική της του 2008 και στην ανακοίνωσή της του 2012, περιλαμβάνουν βασικούς τομείς για την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ό, τι αφορά την έρευνα, την καινοτομία και την ανάπτυξη, και ότι η στήριξη και χρηματοδότηση που λαμβάνουν από τα ευρωπαϊκά ταμεία και προγράμματα είναι υπερβολικά ανεπαρκείς·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εξόχως απόκεντρες περιοχές αποτελούνται από ένα σύνολο αρχιπελάγων, νησιών και από μια περίκλειστη περιοχή στο δάσος του Αμαζονίου, οι οποίες χαρακτηρίζονται από κοινούς ειδικούς περιορισμούς που τις διαφοροποιούν από άλλες περιοχές της Ένωσης με ιδιαίτερη γεωγραφική θέση (νησιωτικές, ορεινές και αραιοκατοικημένες περιοχές)·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ως προς τους στόχους που έχει ορίσει η Ένωση για την πραγμάτωση της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για την ανάπτυξη, της στρατηγικής «Ορίζων 2020», της στρατηγικής «Ενέργεια 2020», των προγραμμάτων LIFE+ και Natura 2000, των διευρωπαϊκών δικτύων τηλεπικοινωνιών, μεταφορών και ενέργειας, οι εξόχως απόκεντρες περιοχές συνιστούν περιοχές αριστείας οι οποίες μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην ανταπόκριση στις προκλήσεις αυτές·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη, εν προκειμένω, ότι είναι σημαντικό να ενθαρρύνονται οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις και να προωθείται το δυναμικό ανάπτυξης των εξόχως απόκεντρων περιοχών, ώστε να ενισχυθεί με βιώσιμο τρόπο η οικονομική και κοινωνική τους άνθηση και να αυξηθούν οι πιθανότητες επιτυχίας των διαφόρων στρατηγικών της Ένωσης·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι, για την επίτευξη των εν λόγω στρατηγικών, τα διαρθρωτικά ταμεία και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές πρέπει να παρακολουθούνται στενά και να προσαρμόζονται ή να συμπληρώνονται για να παρασχεθεί η δυνατότητα στις εξόχως απόκεντρες περιοχές να συμμετάσχουν, ανάλογα με τις δυνατότητες και τους στόχους τους, στις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η τρέχουσα οικονομική και κοινωνική κρίση επιφέρει ιδιαίτερα σοβαρές συνέπειες στις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση, και ότι προκειμένου να ανταποκριθούμε στην ανάγκη για οικονομική ανάπτυξη και να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της ανεργίας, απαιτούνται άμεσες και κατάλληλες δράσεις κατά τη διάρκεια της επόμενης χρηματοδοτικής και προγραμματικής περιόδου·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 349 πρέπει επίσης να χρησιμοποιηθεί ως νομική βάση για να μπορέσουν οι εξόχως απόκεντρες περιοχές να βρουν με συγκεκριμένα μέτρα τη θέση που τους αρμόζει στα διάφορα προγράμματα της Ένωσης που μπορούν να αναπτύξουν συγκεκριμένα τις δυνατότητες που τους αναγνωρίζονται·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εξόχως απόκεντρες περιοχές μπορούν να εξελιχθούν σε περιφέρειες πειραματισμού και αριστείας προς όφελος του συνόλου της Ένωσης σε τομείς όπως: η βιοποικιλότητα, το περιβάλλον, η προσαρμογή στις κλιματικές αλλαγές και ο μετριασμός τους, η διαχείριση και η παρατήρηση ακραίων καιρικών φαινομένων, η έρευνα, η καινοτομία, το διάστημα, η αεροδιαστημική, οι ωκεανοί, η γαλάζια ανάπτυξη, ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός και η θαλάσσια διακυβέρνηση, η σεισμολογία, η ηφαιστειολογία, οι νεοεμφανιζόμενες ασθένειες, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι μεταφορές, οι τηλεπικοινωνίες, η ικανότητα επείγουσας ανθρωπιστικής παρέμβασης σε τρίτες χώρες και ο πολιτισμός·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εξόχως απόκεντρες περιοχές βρίσκονται στις θαλάσσιες λεκάνες της Καραϊβικής, του Ινδικού Ωκεανού και του Ατλαντικού Ωκεανού, ότι καθιστούν την Ευρωπαϊκή Ένωση παγκόσμια θαλάσσια δύναμη, ότι η γεωστρατηγική τους θέση συμβάλλει στην παγκόσμια διάσταση της Ένωσης και ότι τις χαρακτηρίζει η ύπαρξη εξαιρετικών φυσικών, θαλάσσιων και αλιευτικών πόρων που αντιστοιχούν σε ποσοστό πλέον του 50 % της παγκόσμιας βιοποικιλότητας·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εξόχως απόκεντρες περιοχές αποτελούν μοναδική πραγματικότητα και συνιστούν ένα κοινό σύνολο τόσο εντός όσο και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο πρέπει να προβληθεί και να υποστηριχθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ιδίως με την εφαρμογή κοινών πολιτικών·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι για τη βελτιστοποίηση των δυνατοτήτων των εξόχως απόκεντρων περιοχών απαιτείται η δημιουργία μέγιστων συνεργειών μεταξύ όλων των μέσων, ταμείων και προγραμμάτων της Ένωσης·
Νέες προοπτικές για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές
1. είναι πεπεισμένο ότι οι δυνατότητες, τα πλεονεκτήματα, οι πόροι και η πείρα των εξόχως απόκεντρων περιοχών συνιστούν μια επιπλέον ευκαιρία ώστε να διαχειριστούν η Ένωση και τα κράτη μέλη τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν όσον αφορά την παγκοσμιοποίηση, την ικανότητα καινοτομίας, την ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή, τις δημογραφικές πιέσεις, τις κλιματικές αλλαγές, την πρόληψη μεγάλων κινδύνων από φυσικές καταστροφές, την ενέργεια, τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων και τη διατήρηση της βιοποικιλότητάς της·
2. είναι πεπεισμένο ότι η βελτίωση της πρόσβασης των εξόχως απόκεντρων περιοχών στα διάφορα προγράμματα και ταμεία της Ένωσης αποβαίνει βραχυπρόθεσμα αλλά και μακροπρόθεσμα προς όφελος του συνόλου της Ένωσης· λυπάται δε για την κατεύθυνση που υιοθετείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ήτοι χρήση μόνο πολιτικών συνοχής για τη χρηματοδότηση σχεδόν όλων των αναπτυξιακών σχεδίων των εξόχως απόκεντρων περιοχών·
3. στηρίζει τη βούληση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για εφαρμογή πολιτικών που ενισχύουν την αυτονομία, την οικονομική σταθεροποίηση και τη δημιουργία βιώσιμων θέσεων εργασίας στις εξόχως απόκεντρες περιοχές με την αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων τους, καθώς επίσης και πρακτικών και καινοτόμων μέτρων με βάση το άρθρο 349 της ΣΛΕΕ και ειδικών μέσων, ιδίως στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών και των ΤΠΕ, για κάθε ταμείο και πρόγραμμα, με στόχο την αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων των εξόχως απόκεντρων περιοχών για μια βιώσιμη ανάπτυξη·
4. τονίζει επίσης την ανάγκη και τη σημασία για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές να συμβάλλουν οι ευρωπαϊκές πολιτικές, μεταξύ άλλων και με ειδικά φορολογικά και δασμολογικά μέσα, στην προώθηση και τη διαφοροποίηση της οικονομικής βάσης των οικονομιών των εξόχως απόκεντρων περιοχών και στη δημιουργία θέσεων εργασίας·
5. θεωρεί ότι το άρθρο 349 της ΣΛΕΕ παρέχει κατάλληλη νομική βάση για τη θέσπιση ειδικών μέτρων για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές, εκφράζει ωστόσο τη λύπη του για την περιορισμένη και μειωμένη χρήση της εν λόγω διάταξης της συνθήκης, η οποία προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης ειδικών μέτρων βάσει του καθεστώτος των εξόχως απόκεντρων περιοχών·
6. ζητεί από την Επιτροπή να προβεί στη σύσταση μιας ομάδας επαφής με τους διάφορους Επίτροπου που είναι αρμόδιοι για τα εν λόγω θέματα, τη διυπηρεσιακή ομάδα εργασίας που συντονίζει τις πολιτικές για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές και τους ευρωβουλευτές από τις εξόχως απόκεντρες περιοχές, που θα συνέρχεται σε εξαμηνιαία βάση, προκειμένου να γίνεται απολογισμός των προγραμμάτων που έχουν προβλεφθεί και/ή ξεκινήσει για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές·
7. υπογραμμίζει ότι οι εξόχως απόκεντρες περιοχές, καθότι απομακρυσμένες από την ευρωπαϊκή ήπειρο, συνιστούν φορείς προβολής μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποκτά συνείδηση της παγκόσμιας διάστασής της και του ρόλου της σε ένα κόσμο που γνωρίζει βαθιές μεταβολές·
8. επιμένει πως πρέπει να δίδεται ειδική προσοχή στις εξόχως απόκεντρες περιοχές σε περίπτωση φυσικής καταστροφής, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους και σύμφωνα με το άρθρο 349, το οποίο προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης ειδικών μέτρων, υπενθυμίζοντας ταυτόχρονα τη σημασία του συντονισμού των διαρθρωτικών ταμείων με το Ταμείο αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
9. ζητεί οι επενδύσεις που πραγματοποιούνται μέσω των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος στον τομέα των ΤΠΕ, των μεταφορών, του ύδατος και της ενέργειας να καταστούν προτεραιότητα στις περιοχές αυτές και τάσσεται υπέρ της μεγαλύτερης συνοχής του πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις στις εξόχως απόκεντρες περιοχές, ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»·
10. είναι πεπεισμένο ότι υφίσταται στενή σχέση μεταξύ της συνειδητοποίησης της παγκόσμιας διάστασης που μπορεί να έχει η Ένωση και της προσοχής που δίδεται στις εξόχως απόκεντρες περιοχές της· είναι επίσης πεπεισμένο ότι η εκ μέρους της Ένωσης και των κρατών μελών αναγνώριση του βάρους και της μελλοντικής διάστασης που συνιστούν οι στρατηγικής σημασίας επιλογές της για επένδυση στις εξόχως απόκεντρες περιοχές δεν ανταποκρίνεται στο ύψος των περιστάσεων και η κατάσταση αυτή συνιστά προφανή δείκτη της πλημμελούς φροντίδας της Ένωσης για την παγκόσμια και διεθνή διάστασή της. θεωρεί πως είναι ουσιαστικό για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές να βελτιωθούν οι συνέργειες όσον αφορά τα μέσα και τα προγράμματα για την προώθηση της διεθνούς συνεργασίας των περιοχών αυτών στον κόσμο·
11. υπενθυμίζει πως είναι σημαντικό, για την προώθηση της δημιουργίας συνεργειών μεταξύ των διαρθρωτικών ταμείων και άλλων προγραμμάτων της ΕΕ, να υιοθετηθεί μια μακροπεριφερειακή προοπτική και να χαραχτούν στρατηγικές για τις μακροπεριφέρειες που περιλαμβάνουν τις εξόχως απόκεντρες περιοχές, αξιοποιώντας τα χαρακτηριστικά και τους πόρους των περιοχών αυτών·
12. καλεί τις εθνικές και περιφερειακές αρχές να επωφεληθούν από μια προσέγγιση που θα βασίζεται σε πολλά ταμεία και να δημιουργήσουν κατά το δυνατόν και όσο πιο αποτελεσματικά, σημεία σύνδεσης μεταξύ των διαρθρωτικών ταμείων και των άλλων χρηματοδοτικών μέσων άλλων προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
13. ζητεί από την Επιτροπή να εμβαθύνει την ευρωπαϊκή στρατηγική για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές ούτως ώστε να καταστεί δυνατό να αναπτυχθούν τα πλεονεκτήματα των εν λόγω περιοχών και να ληφθούν υπόψη οι διαρθρωτικοί και μόνιμοι περιορισμοί τους· σε αυτό το πλαίσιο καλεί την Επιτροπή να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες βάσει των προτάσεων των εξόχως απόκεντρων περιοχών, οι οποίες περιλαμβάνονται συγκεκριμένα στα σχέδια δράσης τους·
Συνέργειες με το πρόγραμμα «Ορίζων 2020»
14. εκτιμά ότι οι εξόχως απόκεντρες περιοχές έχουν τις δυνατότητες να είναι πρωτοπόρες στην έρευνα και την τεχνολογία στους τομείς που προβλέπονται στους στόχους του προγράμματος «Ορίζων 2020», όπως το διάστημα, η αεροδιαστημική, οι βιοτεχνολογίες, η παρατήρηση των φυσικών κινδύνων, η θαλάσσια έρευνα, η βιοποικιλότητα, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η υγεία, η προσαρμογή στις κλιματικές αλλαγές και οι ευφυείς μεταφορές·
15. υπενθυμίζει ότι στόχος της πολιτικής συνοχής 2014-2020 είναι, μεταξύ άλλων, η ενίσχυση της έρευνας, της τεχνολογικής ανάπτυξης και της καινοτομίας·
16. εκφράζει τη λύπη του που οι εξόχως απόκεντρες περιοχές, επειδή τα προγράμματά τους πληρούν μετά δυσκολίας τις απαιτήσεις για την απόκτηση κοινοτικής χρηματοδότησης ακριβώς λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους, δεν επωφελήθηκαν αρκετά από το πρόγραμμα πλαίσιο για την έρευνα και την ανάπτυξη για την περίοδο 2007-2013, με αποτέλεσμα η συμμετοχή και τα ποσοστά επιτυχίας τους να είναι χαμηλά και η παρουσία τους στα ευρωπαϊκά δίκτυα έρευνας να είναι περιορισμένη· καλεί προς τούτο την Επιτροπή να φροντίσει να στηρίξει την έρευνα στις εξόχως απόκεντρες περιοχές και να ευνοήσει την επίτευξη ενός σημαντικού ποσοστού·
17. φρονεί πως το ΕΤΠΑ δεν θα μπορέσει από μόνο του να βοηθήσει τις εξόχως απόκεντρες περιοχές να ανταποκριθούν στους στόχους της πολιτικής της συνοχής και των στρατηγικών της ΕΕ 2020 του Ορίζοντα 2020· γι' αυτό θεωρεί πως η Επιτροπή θα έπρεπε να προσαρμόσει και να εξασφαλίσει την πρόσβαση των εξόχως απόκεντρων περιοχών στο πρόγραμμα «Ορίζων 2020» με τη δημιουργία συγκεκριμένων προγραμμάτων που θα ευνοούν την ένταξη των εν λόγω περιοχών στη ευρωπαϊκά και διεθνή δίκτυα έρευνας και καινοτομίας· υπενθυμίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι το πρόγραμμα «Ορίζων 2020» υπογραμμίζει στην ενότητα σχετικά με το πρόγραμμα «Διεύρυνση της συμμετοχής και διάδοση της αριστείας» την ύπαρξη σημαντικών διαφορών, όπως αυτές διαπιστώθηκαν στον πίνακα επιδόσεων στον τομέα της καινοτομίας της Ένωσης, ανάμεσα στις επιδόσεις στον τομέα της έρευνας και καινοτομίας και των ειδικών μέτρων που προορίζονται για τη διάδοση της αριστείας και την ευρύτερη συμμετοχή των κρατών μελών και των περιφερειών που παρουσιάζουν καθυστέρηση σε θέματα έρευνα και καινοτομίας·
18. συνηγορεί υπέρ της αξιοποίησης και της διαρθρωτικής ανάπτυξης των πανεπιστημίων των εξόχως απόκεντρων περιοχών, προκειμένου να συμβάλουν, σε συνέργεια με το πρόγραμμα «Ορίζων 2020», στην προβολή τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο των πανεπιστημίων των εξόχως απόκεντρων περιοχών, των κέντρων έρευνας, των ερευνητών και των φοιτητών τους· υπενθυμίζει ότι τα προγράμματα που προωθούν τη διαπανεπιστημιακή κινητικότητα φοιτητών, καθηγητών και προσωπικού παρουσιάζουν ένα σοβαρό μειονέκτημα στις εξόχως απόκεντρες περιοχές, λόγω του πρόσθετου κόστους που προκύπτει από την απομόνωση και την απόσταση·
19. υπενθυμίζει ότι τα προγράμματα έρευνας και καινοτομίας πρέπει να διαθέτουν επαρκή βαθμό ευελιξίας, ούτως ώστε να είναι δυνατή η προσαρμογή τους σε νέα σύνορα και νέες προκλήσεις στον τομέα της γνώσης, όπως ο θαλάσσιος βυθός, ο οποίος παρουσιάζει σημαντικές δυνατότητες·
20. επισύρει την προσοχή στο αυξανόμενο οικονομικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει ο απέραντος πλούτος των θαλάσσιων βυθών και τις τεράστιες δυνατότητες των εξόχως απόκεντρων περιοχών στους τομείς της βιογενετικής, των ορυκτών και της βιοτεχνολογίας, αλλά και στο ότι είναι σημαντικό να ληφθούν αυτά υπόψη στο πλαίσιο της «νέας ευρωπαϊκής στρατηγικής για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές», με σκοπό την ανάπτυξη οικονομίας που θα βασίζεται στη γνώση της θάλασσας και στη δημιουργία οικονομικών δραστηριοτήτων με υψηλή προστιθέμενη αξία, σε τομείς όπως η ιατρική, η φαρμακευτική και η ενέργεια, μεταξύ άλλων·
Συνέργειες με την εσωτερική αγορά
21. ζητεί από την Επιτροπή να αξιοποιήσει τα διαφορετικά συμπεράσματα της έκθεσης Solbes προκειμένου να αυξήσει την ένταξη και την ανάπτυξη των εξόχως απόκεντρων περιοχών στην εσωτερική αγορά·
22. υπογραμμίζει ότι ο ανταγωνισμός στις εξόχως απόκεντρες περιοχές δεν διαμορφώνεται με τον ίδιο τρόπο όπως στον υπόλοιπο ευρωπαϊκό χώρο, καθώς η ελεύθερη λειτουργία της αγοράς στις περιοχές αυτές δεν είναι δυνατή στην πλειονότητα των τομέων των υπηρεσιών γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος, επειδή η δραστηριοποίησή τους δεν προσελκύει τις ιδιωτικές επενδύσεις· υπογραμμίζει ότι η προσφορά ποιοτικών προϊόντων σε ανταγωνιστικές τιμές στις εξόχως απόκεντρες περιοχές είναι δυνατή μόνο έναντι επαρκούς αντιστάθμισης από το κράτος και για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών στις περιοχές αυτές απαιτείται η διενέργεια επείγουσας αξιολόγησης από την Επιτροπή ούτως ώστε να προβλεφθεί μεγαλύτερη ευελιξία και προσαρμογή του σημερινού νομοθετικού πλαισίου της Ένωσης στην πραγματικότητα αυτή·
23. ζητεί από την Επιτροπή να φροντίσει καλύτερα για την τήρηση των διατάξεων που αφορούν τον ανταγωνισμό, προκειμένου να αποφεύγονται οι καταστάσεις μονοπωλίων και παράνομων συνεννοήσεων στις εξόχως απόκεντρες περιοχές·
24. καλεί την Επιτροπή να δημοσιεύσει έναν οδηγό για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στις εξόχως απόκεντρες περιοχές και για τη συμβολή τους στην εσωτερική αγορά, συμπεριλαμβάνοντας τα διάφορα ευρωπαϊκά ταμεία και προγράμματα που εφαρμόζονται στις εξόχως απόκεντρες περιοχές·
25. ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει το πρόσθετο κόστος και το πρόβλημα της ακρίβειας στις εξόχως απόκεντρες περιοχές και να τα λάβει υπόψη κατά την εκπόνηση ευρωπαϊκών πολιτικών·
Συνέργειες με το πρόγραμμα LIFE+ και τη στρατηγική «Ενέργεια 2020»
26. εκτιμά ότι οι δυνατότητες των εξόχως απόκεντρων περιοχών στη διαχείριση, τη διατήρηση και την αποκατάσταση της βιοποικιλότητας, στην προσαρμογή στην αλλαγή του κλίματος και στην ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μπορούν να βελτιστοποιηθούν, βοηθώντας παράλληλα την Ένωση να επιτύχει τους σχετικούς στόχους της, με τη δημιουργία συμπληρωματικών συνεργειών και χρηματοδότησης μεταξύ της πολιτικής συνοχής, του προγράμματος LIFE+ και της στρατηγικής «Ενέργεια 2020»·
27. επισημαίνει ότι το πρόγραμμα LIFE+ για την περίοδο 2014-2020 αποσκοπεί στη συγχρηματοδότηση καινοτόμων προγραμμάτων με στόχο την προστασία του περιβάλλοντος και την καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος· υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να αναπτυχθούν συνέργειες με τους στόχους 5 και 6 της πολιτικής συνοχής της περιόδου 2014-2020, δεδομένου ότι είναι απαραίτητο να ενισχυθεί προς τούτο η συμμετοχή των εξόχως απόκεντρων περιοχών στο πρόγραμμα LIFE+·
28. θεωρεί λυπηρό που, αντίθετα προς τη γνωμοδότηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τα πορίσματα του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 2009, δεν μετετράπη η προπαρασκευαστική δράση BEST σε πραγματικό πρόγραμμα αφιερωμένο στις εξόχως απόκεντρες περιοχές και τις ΥΧΕ·
29. εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι οι οικότοποι και τα ζωικά και φυτικά είδη που χρήζουν προστασίας στις γαλλικές εξόχως απόκεντρες περιοχές δεν συμπεριελήφθησαν στο παράρτημα Ι της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τη διατήρηση των οικοτόπων και της χλωρίδας και πανίδας, πράγμα που εκ των πραγμάτων καθιστά αδύνατη την εφαρμογή της οδηγίας στις γαλλικές εξόχως απόκεντρες περιοχές και αποκλείοντας τη συμμετοχή των γαλλικών εξόχως απόκεντρων περιοχών στα δίκτυα και προγράμματα NATURA 2000·
30. ζητεί από την Επιτροπή να εκπονήσει ένα πρόγραμμα Natura 2000 ειδικά για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές με βάση το άρθρο 349 της ΣΛΕΕ·
31. ζητεί από την Επιτροπή να προωθήσει, με βάση τα επιτυχημένα παραδείγματα και τα αποτελέσματα που επετεύχθησαν από ορισμένες εξόχως απόκεντρες περιοχές στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, μέτρα με σκοπό την επίτευξη της ενεργειακής αυτονομίας και των στόχων της στρατηγικής «Ενέργεια 2020» και υπενθυμίζει στην Επιτροπή την πρότασή της να δημιουργήσει ένα ειδικό πρόγραμμα στον τομέα της ενέργειας για να μειωθεί το κόστος των προμηθειών, των υποδομών και υπηρεσιών στις εξόχως απόκεντρες περιοχές, προκειμένου να ενθαρρύνει τις πολιτικές των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με βάση τα προγράμματα POSEI και επιτυγχάνοντας το υψηλότερο δυνατό επίπεδο συνεργειών με άλλους άξονες δράσης της Ένωσης·
32. επισύρει την προσοχή στο ότι χρειάζεται να προαχθεί η αξιοποίηση του υφιστάμενου δυναμικού ανανεώσιμης ενέργειας των νησιών, των οποίων η εξάρτηση από ορυκτά καύσιμα επιδεινώνεται λόγω της απόστασης και της γεωγραφικής απομόνωσης· γι' αυτό θεωρεί σκόπιμο να ληφθεί υπόψη ότι χρειάζεται να προβλεφθούν, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής, μέσα που θα επιτρέψουν την κατάλληλη αντιμετώπιση των προκλήσεων που δημιουργούν τα απομονωμένα ενεργειακά συστήματα·
Συνέργειες με τα ευρωπαϊκά προγράμματα για τους νέους
33. υπογραμμίζει ότι οι στόχοι 8, 9 και 10 της νέας πολιτικής συνοχής είναι η απασχόληση, η κοινωνική ένταξη, η καταπολέμηση της φτώχειας, η εκπαίδευση, η μάθηση και η επαγγελματική κατάρτιση·
34. υπογραμμίζει ότι οι εξόχως απόκεντρες περιοχές συγκαταλέγονται μεταξύ των ευρωπαϊκών περιφερειών με τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας, ιδίως μεταξύ των νέων· Επισύρει ωστόσο την προσοχή στο γεγονός ότι είναι δύσκολο να χρησιμοποιηθούν τα κεφάλαια που προορίζονται στην εξασφάλιση της νεολαίας μέσω της συγχρηματοδότησης· εκφράζει επίσης τη λύπη του για την απουσία ειδικών διατάξεων για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές στα προγράμματα απασχόλησης και κοινωνικής καινοτομίας και υπενθυμίζει ότι οι εξόχως απόκεντρες περιοχές αντιμετώπισαν δυσκολίες για να επωφεληθούν από τις δυνατότητες που παρείχε το πρόγραμμα «Progress»· ζητεί λοιπόν να αναπτυχθεί ο κοινωνικός άξονας μέσω της εφαρμογής ενός επείγοντος πειραματικού σχεδίου για την καταπολέμηση της ανεργίας στις εξόχως απόκεντρες περιοχές· ζητεί την πρόβλεψη ειδικών ομάδων δράσης για την απασχόληση των νέων εντός της Επιτροπής προκειμένου να υλοποιηθεί η εξασφάλιση της νεολαίας και η κινητοποίηση του ΕΚΤ και της ΠΑΝ·
35. καλεί την ΕΤΕπ να εντάξει τις εξόχως απόκεντρες περιοχές στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας της με τίτλο «Θέσεις εργασίας για τους νέους» και στο πρόγραμμα «Επένδυση σε δεξιότητες»·
36. εκφράζει την ανησυχία του για τη σημαντική διαρροή ικανοτήτων που αντιμετωπίζουν οι εξόχως απόκεντρες περιοχές λόγω των υψηλών ποσοστών ανεργίας και της ανεπάρκειας προγραμμάτων κατάρτισης, ενώ είναι απαραίτητο για να αναπτυχθεί η βιώσιμη ανάπτυξη ένα καταρτισμένο και ειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, ιδίως σε παραδοσιακούς ή χαρακτηριστικούς τομείς των περιοχών αυτών, αλλά και για την τόνωση της ανάπτυξης νέων δραστηριοτήτων και την αντιμετώπιση του παγκόσμιου ανταγωνισμού·
37. σημειώνει ότι το νέο πρόγραμμα Erasmus έχει ως στόχο την ανάπτυξη μιας κοινωνίας γνώσης· υπογραμμίζει ότι η επίτευξη του εν λόγω στόχου είναι απαραίτητα για την υλοποίηση της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» η οποία δίνει στη γνώση τη θέση της κινητήριας δύναμης της ευρωπαϊκής οικονομίας· αναγνωρίζει λοιπόν πως χρειάζεται να δημιουργηθούν περισσότερες συνέργειες ανάμεσα στο πρόγραμμα ERASMUS και στο ΕΚΤ και τις εξόχως απόκεντρες περιοχές, κατά τρόπον τέτοιο που να δυναμοποιηθούν οι ανθρώπινοι πόροι και η τοπική εμπειρογνωμοσύνη, που συνιστούν ισχυρούς μοχλούς ανάπτυξης·
38. υποστηρίζει την ανάπτυξη των ακαδημαϊκών ικανοτήτων των εξόχως απόκεντρων περιοχών και των νέων δικτύων αριστείας προκειμένου να ενισχυθεί η ελκυστικότητα και η προβολή των πανεπιστημίων των εξόχως απόκεντρων περιοχών στην Ευρώπη· υποστηρίζει την ανάπτυξη διαπανεπιστημιακών συνεργασιών και με το άνοιγμα προς τα πανεπιστήμια τρίτων χωρών με τις οποίες οι εξόχως απόκεντρες περιοχές διατηρούν προνομιακές σχέσεις· ζητεί επίσης να αναλάβουν τα προγράμματα ERASMUS+ και «URES» το επί πλέον κόστος μεταφοράς που έχει να κάνει με την υποχρεωτική απομάκρυνση για να μπορέσουν οι φοιτητές των εξόχως απόμακρων περιοχών να επωφεληθούν από τα ευρωπαϊκά προγράμματα ανταλλαγών κατάρτισης και τα πανεπιστήμια των εν λόγω περιοχών να επωφεληθούν περισσότερο από το πρόγραμμα Erasmus Mundus μεταξύ των κρατών μελών και του υπόλοιπου κόσμου·
Συνέργειες με τα διευρωπαϊκά δίκτυα (μεταφορών, τηλεπικοινωνιών, ενέργειας)
39. επικαλείται την έκθεση Teixeira σχετικά με τον ρόλο της πολιτικής συνοχής στις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» (2011/2195(INI)), όπου καλείται η Επιτροπή να δημιουργήσει ένα ειδικό πρόγραμμα στον τομέα της ενέργειας, των μεταφορών και των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας, με βάση τα προγράμματα POSEI, και συγκεκριμένα ένα ειδικό πλαίσιο για τις ενισχύσεις των μεταφορών στις εξόχως απόκεντρες περιοχές, ευνοώντας μεταξύ άλλων τις δημόσιες συγκοινωνίες και την ανάπτυξη των θαλάσσιων μεταφορών μεταξύ των νησιών·
40. υπογραμμίζει την ανάγκη ανάπτυξης στις εξόχως απόμακρες περιοχές συνεργειών μεταξύ των διευρωπαϊκών δικτύων, του μηχανισμού για τη διασύνδεση στην Ευρώπη, των προγραμμάτων Civitas και Ορίζων 2020 και των επενδύσεων του ΕΤΠΑ και του Ταμείου Συνοχής που αφορούν τις μεταφορές, τις τηλεπικοινωνίες και την ενέργεια·
41. υπενθυμίζει ότι η προσβασιμότητα διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στο πλαίσιο της ανάπτυξης των εξόχως απόκεντρων περιοχών, και ότι επιτάσσει συχνά τη λειτουργία ενός σύνθετου εσωτερικού και εξωτερικού δικτύου υπηρεσιών θαλάσσιων και αεροπορικών μεταφορών, δημιουργώντας δυσμενείς συνθήκες κινητικότητας και προσβασιμότητας στις εξόχως απόκεντρες περιοχές, οι οποίες δεν διαθέτουν εναλλακτικές επιλογές αντί για τις αεροπορικές ή θαλάσσιες μεταφορές, ενώ είναι υποχρεωμένες, επιπλέον, να αντιμετωπίσουν την αύξηση των τιμών στις μεταφορές, η οποία έχει από μόνη της αρνητικό αντίκτυπο στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα·
42. χαιρετίζει τη βούληση της Επιτροπής να ενσωματώσει τις εξόχως απόκεντρες περιοχές στα διευρωπαϊκά δίκτυα αλλά εκφράζει τη λύπη του για τον αποκλεισμό της πλειονότητας των εν λόγω περιοχών από τους άξονες προτεραιότητας και κατά συνέπεια για την εξαίρεσή τους από τη χρηματοδότηση της ΔΣΕ· καλεί την Επιτροπή να επανεξετάσει τον αποκλεισμό αυτό, στο πλαίσιο της στρατηγικής της για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές και εξασφαλίσει τις επενδύσεις στον τομέα των μεταφορών στις εξόχως απόκεντρες περιοχές για την αντιμετώπιση του απομονωμένου και νησιωτικού χαρακτήρα τους· καλεί δε την Επιτροπή να προβλέψει ένα ειδικό τομεακό πλαίσιο για τις εξόχως απόμακρες περιοχές προκειμένου να καταστεί ευκολότερή η πρόσβαση και η σύνδεσή τους με την ευρωπαϊκή ήπειρο·
43. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα έργα θαλάσσιων αρτηριών δεν έχουν σημειώσει επαρκή πρόοδο λόγω της προτεραιότητας που δόθηκε στις διασυνδέσεις μικρών αποστάσεων, αποκλείοντας τις εξόχως απόκεντρες περιοχές, κατά τρόπο που συνιστά διάκριση· καλεί την Επιτροπή να επανεξετάσει τον αποκλεισμό αυτό, στο πλαίσιο της στρατηγικής της για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές·
44. υπογραμμίζει την ανάγκη αναθεώρησης των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών προκειμένου να επιτραπεί η χορήγηση δημόσιων ενισχύσεων για τις συνδέσεις μεταξύ των εξόχως απόκεντρων περιοχών και τρίτων χωρών·
45. τονίζει πως χρειάζεται να προσαρμοσθεί η κατάταξη των περιφερειακών αερολιμένων, στον βαθμό που αυτή δεν είναι δυνατόν να βασίζεται, στην περίπτωση των εξόχως απόκεντρων περιοχών, μόνο στους παράγοντες της ροής επιβατών και της κερδοφορίας·
46. εκτιμά ότι, δεδομένης της θέσης της ψηφιακής οικονομίας, το πρόβλημα του ψηφιακού χάσματος μεταξύ των εξόχως απόκεντρων περιοχών και της Ευρώπης συνιστά τροχοπέδη στην ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα των εν λόγω περιοχών· σημειώνει ότι η καθυστέρηση στην ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό των ΤΠΕ στις εξόχως απόκεντρες περιοχές προκαλεί ψηφιακή υστέρηση η οποία προστίθεται στο μειονέκτημα της γεωγραφικής απόστασης· προτείνει να ενταθεί η ανάπτυξή των ΤΠΕ μέσω της επέκτασης και του εκσυγχρονισμού των δικτύων, μέσω της ανάπτυξης συνεργειών με το ΕΤΠΑ καθώς και με την ευκολότερη πρόσβαση των έργων αυτών στις χρηματοδοτήσεις της ΕΤΕπ και τονίζει επίσης την ανάγκη να παρασχεθεί στις περιοχές αυτές κατά προτεραιότητα πρόσβαση στα προγράμματα GMES και GALILEO·
Συνέργειες με τη θαλάσσια πολιτική της Ένωσης (ΚΑΠ, ΕΤΘΑ)
47. υπενθυμίζει ότι, χάρη στις εξόχως απόκεντρες περιοχές, η Ένωση απέκτησε καθεστώς παγκόσμιας θαλάσσιας δύναμης·
48. ζητεί από την Επιτροπή να συνειδητοποιήσει την παγκόσμια ναυτική της διάσταση, την πρόκληση που συνιστούν οι θάλασσες, οι ωκεανοί και η γαλάζια ανάπτυξη για το σύνολο της Ένωσης, τη στρατηγική θέση που κατέχουν οι εξόχως απόκεντρες περιοχές της, τον ρόλο που μπορούν αυτές να διαδραματίσουν στη βιώσιμη αξιοποίηση των θαλασσών, των ωκεανών και των παράλιων ζωνών, στην παγκόσμια διαχείριση των θαλασσών και στην ανάπτυξη μιας οικονομίας που θα βασίζεται στη γνώση της θάλασσας·
49. διαπιστώνει την έλλειψη συνεργειών μεταξύ της πολιτικής συνοχής και μιας ΚΑΠ η οποία δεν λαμβάνει ακόμη επαρκώς υπόψη τις πραγματικότητες στις περιφέρειες αυτές· τονίζει δε τη σημασία της διατήρησης ενός προγράμματος POSEI για την αλιεία και προτείνει την ανάπτυξη της έρευνας και της καινοτομίας στη θαλάσσια οικονομία καθώς αυτές συνιστούν αναπτυξιακές δυνατότητες·
50. υπογραμμίζει ότι οι εξόχως απόκεντρες περιοχές εξαρτώνται από τους αλιευτικούς πόρους των ΑΟΖ τους που συνιστούν ιδιαίτερα ευπαθή παράγοντα σε βιολογικό και οικολογικό επίπεδο, και ότι είναι επομένως σημαντικό να προστατευθούν κατάλληλα και αποτελεσματικά οι βιογεωγραφικά ευαίσθητες περιοχές τους, εξασφαλίζοντας συγκεκριμένα αποκλειστική πρόσβαση σε τοπικούς στόλους που χρησιμοποιούν αλιευτικά εργαλεία φιλικά προς το περιβάλλον· υπογραμμίζει ότι είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ισορροπημένη και βιώσιμη αξιοποίηση των πόρων αυτών, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την προστασία της αλιείας· ζητεί η διαπραγμάτευση των αλιευτικών συμφωνιών της Ένωσης να γίνεται στο μέλλον με τη συμμετοχή των φορέων των εξόχως απόκεντρων περιοχών και προς όφελος των τοπικών πληθυσμών μακροπρόθεσμα, στις δε αναλύσεις του αντίκτυπου να προστίθεται συστηματικά ένα κεφάλαιο για τις εν λόγω περιοχές·
51. αποδοκιμάζει το γεγονός ότι το πρόγραμμα POSEI-Αλιεία, το οποίο θεσπίζει ένα καθεστώς αντιστάθμισης του επιπλέον κόστους λόγω του εξόχως απόκεντρου χαρακτήρα για την εμπορία ορισμένων προϊόντων αλιείας των περιοχών αυτών, ενσωματώθηκε πρόσφατα στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας (ΕΤΘΑ) και ότι επομένως δεν αποτελεί πλέον μια αυτόνομη ρύθμιση που έχει σχεδιαστεί ειδικά και αποκλειστικά για τις περιοχές αυτές, γεγονός που μετριάζει τη σημασία των θετικών διακρίσεων που αναγνωρίζονται ως δικαίωμα των εξόχως απόκεντρων περιοχών σύμφωνα με το άρθρο 349 της ΣΛΕΕ·
52. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ, δεν επετράπησαν ενισχύσεις για ανανέωση των στόλων σε ορισμένες εξόχως απόκεντρες περιοχές εξ αιτίας της κατάστασής τους·
Συνέργειες με την κοινή γεωργική πολιτική
53. σημειώνει ότι η γεωργία είναι ένας δυναμικός τομέας που προσφέρει θέσεις απασχόλησης και συμμετέχει στην ανάπτυξη δραστηριοτήτων με ισχυρή προστιθέμενη αξία· υπενθυμίζει ωστόσο τις ιδιαιτερότητες της γεωργίας στις εξόχως απόκεντρες περιοχές, οι οποίες έχουν σημαντικό αντίκτυπο σε αυτή τη δραστηριότητα, και συγκεκριμένα το μικρό μέγεθος των εκμεταλλεύσεων ή η περιορισμένη αγορά· υπενθυμίζει ότι ο τρίτος στόχος της νέας πολιτικής συνοχής είναι η ενίσχυση των ΜΜΕ του γεωργικού κλάδου·
54. επισημαίνει ότι η γεωργία στις εξόχως απόκεντρες περιοχές αντιμετωπίζει προβλήματα διαφοροποίησης και ανταγωνιστικότητας καθώς και νέες προκλήσεις που συνδέονται κυρίως με την παγκοσμιοποίηση, την ελευθέρωση των αγορών, την ασφάλεια των τροφίμων και τη βιώσιμη ανάπτυξη·
55. υπογραμμίζει πως χρειάζεται να διατηρηθεί το POSEI, πρόγραμμα που έχει αποδείξει την αξία του, είναι προσαρμοσμένο στις πραγματικότητες των εξόχως απόκεντρων περιοχών, αλλά υποφέρει από χρόνια υποχρηματοδότηση η οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί επειγόντως· υπογραμμίζει σχετικά με το θέμα αυτό την ανάγκη να χορηγηθούν στο POSEI τα απαραίτητα μέσα που θα βοηθήσουν τους παραγωγούς των εξόχως απόκεντρων περιοχών να αντιμετωπίσουν τα αποτελέσματα της ελευθέρωσης των αγορών σε πολλούς τομείς, τα οποία οφείλονται στις ευρωπαϊκές πολιτικές και τη σύναψη διεθνών συμφωνιών μεταξύ άλλων στους τομείς του γάλακτος, της ζάχαρης, του ρουμιού, του κρέατος και της μπανάνας· υπογραμμίζει επίσης την οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική σπουδαιότητα όλων των γεωργικών παραγωγών των εξόχως απόκεντρων περιοχών· υποστηρίζει δε τη διατήρηση του καθεστώτος POSEI σε ένα κατάλληλο και αυτόνομο πλαίσιο·
56. ενθαρρύνει τη δημιουργία συνεργειών μεταξύ της πολιτικής συνοχής και του ΕΤΠΑ προκειμένου να διασφαλιστεί η βιώσιμη διαχείριση των υδάτινων πόρων μέσω του εκσυγχρονισμού, της επέκτασης των αρδευτικών δικτύων, της χωροταξίας, της κατάρτισης, της τουριστικής αξιοποίησης της βιώσιμης γεωργίας και των αγροτικών κοινοτήτων·
57. καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει την ενδογενή γεωργική παραγωγή και τις βραχείες αλυσίδες εμπορίας, δηλαδή μια ποιοτική τοπική παραγωγή που θα υποκαταστήσει τις εισαγωγές·
58. τάσσεται υπέρ της δημιουργίας ΠΟΠ, ΕΟΠ και τοπικών ετικετών στις εξόχως απόκεντρες περιοχές και ζητεί μια πολιτική προώθησης η οποία να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των εν λόγω περιοχών, και υπεράσπισης της προστασίας γεωγραφικών ενδείξεων·
Συνέργειες με την εξωτερική πολιτική της Ένωσης
59. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι εξακολουθεί να μην υπάρχει συσχετισμός μεταξύ των ευρωπαϊκών ταμείων, του ΕΤΑ, του ΕΤΠΑ και της ΕΕΣ, ιδίως για έργα διασυνοριακής συνεργασίας, παρόλο που αυτή είναι σημαντική για την επίτευξη των στόχων των ταμείων αυτών· υπενθυμίζει σχετικά με το θέμα αυτό πως χρειάζεται να διασφαλιστεί ότι οι κανόνες προγραμματισμού του ΕΤΑ είναι συμβατοί με αυτούς του ΕΤΠΑ·
60. ζητεί από την Επιτροπή να δρομολογήσει διαβούλευση μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης, των ΕΑΠ, των ΥΧΕ και των χωρών ΑΚΕ γα την ενίσχυση του διαλόγου και την ενθάρρυνση της ενσωμάτωσης των εξόχως απόκεντρων περιοχών στις γεωγραφικές τους λεκάνες· προς τούτο, υπογραμμίζει τον κρίσιμο ρόλο που θα έπρεπε επίσης να διαδραματίζουν οι αντιπροσωπείες της Ένωσης για τη διευκόλυνση του διαλόγου μεταξύ των διαφόρων φορέων προγραμματισμού στις ΕΑΠ, στις ΥΧΕ και στις χώρες ΑΚΕ·
61. ζητεί από την Επιτροπή να συνειδητοποιήσει καλύτερα τη γεωστρατηγική θέση που καταλαμβάνουν οι εξόχως απόκεντρες περιοχές λόγω της εγγύτητάς τους με πλείονες ηπείρους·
62. ζητεί από την Επιτροπή να οριστικοποιήσει το σχέδιο δράσης για την ευρύτερη γειτνίαση επί του οποίου εργάζεται από το 1999 και να εντοπίσει τα εμπόδια και τις λύσεις που διευκολύνουν την περιφερειακή ενσωμάτων των εξόχως απόκεντρων περιοχών στις αντίστοιχες γεωγραφικές λεκάνες· υπενθυμίζει στο πλαίσιο αυτό τις προνομιακές ιστορικές και πολιτιστικές σχέσεις κάθε εξόχως απόκεντρης περιοχής με ορισμένες τρίτες χώρες, καθώς και τις δυνατότητες ανάπτυξης των σχέσεων οικονομίας, εμπορίου και συνεργασίας με πολλές περιοχές του κόσμου·
63. ζητεί από την Επιτροπή να λάβει περισσότερο υπόψη τον αντίκτυπο των συμφωνιών που έχουν συναφθεί με τρίτες χώρες για τις οικονομίες των εξόχως απόκεντρων περιοχών, διεκδικώντας τη συστηματική διεξαγωγή μιας προκαταρκτικής μελέτης του αντίκτυπου για την προστασία των επονομαζόμενων ευαίσθητων προϊόντων, κατά περίπτωση, και τη δίκαιη αποζημίωση για ζημίες που προκαλούνται σε συγκεκριμένους τομείς· ζητεί επίσης τη δημιουργία ενός μηχανισμού διαβούλευσης των περιφερειακών αρχών αυτών των περιοχών· συνιστά δε στην Επιτροπή να προβλέψει, για τις διεθνείς συμφωνίες που είναι υπό εφαρμογή, περιοδικές μελέτες με τις οποίες θα είναι δυνατό να αξιολογείται και να λαμβάνεται υπόψη το ευάλωτο των αγορών στις εξόχως απόκεντρες περιοχές·
64. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι συμφωνίες που εγκρίθηκαν με τις χώρες της Λατινικής Αμερικής και τις χώρες ΑΚΕ δεν έχουν λάβει υπόψη τα συμφέροντα των εξόχως απόκεντρων περιοχών καθώς και για το ότι δεν πραγματοποιήθηκε καμία μελέτη του αντίκτυπου πριν τη διαπραγμάτευση αυτών συμφωνιών·
65. καλεί την Επιτροπή, στις εμπορικές συμφωνίες που εγκρίνονται με τις χώρες ΑΚΕ που γειτνιάζουν με εξόχως απόκεντρες περιοχές, να διαπραγματεύεται συστηματικά μια ειδική πτυχή υπέρ της δημιουργίας μιας αγοράς μεταξύ των εξόχως απόκεντρων περιοχών και των χωρών ΑΚΕ, με στόχο την καλύτερη ένταξη των εξόχως απόκεντρων περιοχών στο γεωγραφικό τους περιβάλλον·
66. υπενθυμίζει πόσο χρήσιμες είναι οι εξόχως απόκεντρες περιοχές για να μπορεί η Ένωση να αναπτύσσει και να αξιοποιεί τις ικανότητές της για ανθρωπιστική παρέμβαση σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών· προς τούτο, προτείνει την ίδρυση μιας ευρωπαϊκής δύναμης πολιτικής προστασίας·
Συνέργεια με τα προγράμματα καταπολέμησης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού
67. πρόκειται για θεμελιώδη προβλήματα, και συγκεκριμένα τον κοινωνικό αποκλεισμό, τα οποία αντιμετωπίζουν οι εξόχως απόκεντρες περιοχές· υπενθυμίζει ότι ο στόχος 9 της νέας πολιτικής συνοχής είναι η προώθηση της κοινωνικής ένταξης, η καταπολέμηση της φτώχειας και κάθε μορφής διάκρισης και ότι το ΕΤΠΑ προβλέπει ως επενδυτική προτεραιότητα την στήριξη των ενδεέστερων πληθυσμών·
68. εκφράζει την ικανοποίησή του για την έγκριση του ΕΤΠΑ και ζητεί η εφαρμογή του να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική στις εξόχως απόκεντρες περιοχές·
69. επισημαίνει ότι ορισμένες εξόχως απόκεντρες περιοχές αντιμετωπίζουν αυξημένες ανάγκες στέγασης κυρίως λόγω της έντονης δημογραφικής αύξησης που παρατηρείται στο έδαφός τους· ενθαρρύνει την εφαρμογή ενός επενδυτικού πλαισίου για τις κοινωνικές κατοικίες και τη σύνταξη ειδικών διατάξεων δυνάμει των οποίων οι ενισχύσεις που υποστηρίζουν τις επενδύσεις σε κοινωνικές κατοικίες να μην θεωρούνται κρατικές ενισχύσεις· διαπιστώνει ότι σε ορισμένες εξόχως απόκεντρες περιοχές παρατηρείται αυξημένη απερήμωση, η οποία συνεπάγεται την υποβάθμιση χαρακτηριστικών ενδιαιτημάτων των περιοχών αυτών· το εν λόγω φαινόμενο είναι σημαντικό να αντιμετωπιστεί με ενισχύσεις για την αστική ανάπλαση και την προώθηση οικονομικών δραστηριοτήτων κατάλληλων για τις διαφορετικές περιοχές, προκειμένου έτσι να επιτευχθεί η καθήλωση του πληθυσμού·
Συνέργειες με το πρόγραμμα COSME και το μηχανισμό μικροχρηματοδοτήσεων Progress
70. σημειώνει ότι ορισμένες εξόχως απόκεντρες περιοχές βρίσκονται σε ένα περιβάλλον όπου ο βιομηχανικός ανταγωνισμός είναι έντονος, ιδίως λόγω του χαμηλού κόστους του ανθρώπινου δυναμικού και της αφθονίας πρώτων υλών στις γειτονικές χώρες· υπενθυμίζει ότι οι στόχοι 3 και 8 της πολιτικής συνοχής 2014-2020 αποσκοπούν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ΜΜΕ και στην προώθηση βιώσιμων θέσεων εργασίας υψηλής ποιότητας·
71. επισημαίνει ότι οι πολύ μικρές και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις των εξόχως απόκεντρων περιοχών, των οποίων ο ρυθμός σύστασης παραμένει σημαντικός παρά την κρίση, αντιμετωπίζουν αυξημένες δυσκολίες στην πρόσβαση στη χρηματοδότηση, πράγμα που θέτει σε κίνδυνο την ανάπτυξη και τη βιωσιμότητά τους·
72. εκφράζει εν προκειμένω την ικανοποίησή του για τους στόχους του μελλοντικού προγράμματος COSME που αποσκοπεί στην υποστήριξη των ευρωπαϊκών ΜΜΕ, ιδίως ως προς τα θέματα της χρηματοδότησης και της κατάκτησης νέων αγορών· επιδοκιμάζει την ανάπτυξη του μηχανισμού μικροχρηματοδοτήσεων Progress· ζητεί δε από την Επιτροπή να εξασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή των προγραμμάτων αυτών στις εξόχως απόκεντρες περιοχές και χαιρετίζει το ενδεχόμενο ενός διαλόγου με την ΕΤΕπ και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων σχετικά με την πιθανότητα συνεισφοράς στη βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση για τις ΜΜΕ στις εξόχως απόκεντρες περιοχές, προκειμένου να δημιουργηθούν έτσι τοπικά επενδυτικά ταμεία σε κάθε εξόχως απόκεντρη περιοχή και να αναπτυχθούν περιφερειακές αγορές επιχειρηματικών κεφαλαίων·
73. υπογραμμίζει την ανάγκη προσαρμογής της οικονομικής ανάπτυξης κάθε εξόχως απόκεντρης περιοχής αναλόγως των δυνατοτήτων της· διαπιστώνει, για παράδειγμα, ότι λόγω της έλλειψης ικανοτήτων στον τομέα της επεξεργασίας αποβλήτων υπάρχουν περιθώρια προόδου τόσο στον τομέα των θέσεων εργασίας όσο και στον τομέα του περιβάλλοντος·
74. εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόσφατη έναρξη της δημόσιας διαβούλευσης με τίτλο «Πράσινο σχέδιο δράσης για τις ΜΜΕ»· ζητεί, επομένως, από την Επιτροπή να εντάξει στα μελλοντικά της πορίσματα τις σχετικές προκλήσεις και ικανότητες των ΜΜΕ των εξόχως απόκεντρων περιοχών·
75. υπογραμμίζει ότι ο τουρισμός συνιστά έναν από τους βασικούς κινητήριους μοχλούς των οικονομιών των εξόχως απόκεντρων περιοχών· εκτιμά εν προκειμένω ότι η ανάπτυξη και ο εκσυγχρονισμός των ξενοδοχειακών εγκαταστάσεων των εξόχως απόκεντρων περιοχών, με κοινή στήριξη από το ΕΤΠΑ και το πρόγραμμα COSMΕ, είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την επίτευξη του στόχου υπέρ της διαφοροποίησης και της ανάπτυξης της προσφοράς αειφόρου τουρισμού στις εν λόγω περιοχές·
76. προτείνει να απλοποιηθούν οι πολιτικές στον τομέα των θεωρήσεων όχι για τα κράτη μέλη της Ένωσης, αλλά και για ορισμένα τρίτα κράτη, προκειμένου να διευκολυνθεί ο τουρισμός και να προωθηθεί η ανάπτυξη του τουρισμού πολλαπλών προορισμών μεταξύ των εξόχως απόκεντρων περιοχών και των γειτονικών χωρών·
Συνέργειες με το πρόγραμμα «Δημιουργική Ευρώπη»
77. επισημαίνει ότι ορισμένες εξόχως απόκεντρες περιοχές χαρακτηρίζονται από έντονη πολυπολιτισμικότητα και ότι το πολιτιστικό περιβάλλον τους πρέπει επίσης να έχει τη δυνατότητα να λαμβάνει και να δέχεται στοιχεία από το ευρωπαϊκό πολιτιστικό περιβάλλον· καλεί δε την Επιτροπή να ανοίξει τη δυνατότητα πρόσβασης σχεδίων που προέρχονται από εξόχως απόκεντρες περιοχές στο πρόγραμμα «Δημιουργική Ευρώπη»·
78. ζητεί από την Επιτροπή να καθορίσει μια στρατηγική για την ανάπτυξη και την προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς των εξόχως απόκεντρων περιοχών με βάση το πρόγραμμα Euromed Heritage IV·
o o o
79. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την αξιολόγηση των οικονομικών της Ένωσης βασιζόμενη στα αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί: χρήσιμο εργαλείο για την βελτιωμένη διαδικασία απαλλαγής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (2013/2172(INI))
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού (A7-0068/2014),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αξιολόγηση είναι εργαλείο με στόχο τον προσδιορισμό και την κατανόηση των αποτελεσμάτων και του αντίκτυπου μιας διαδικασίας, και τον προσδιορισμό τυχόν εναλλακτικών λύσεων που θα βοηθήσουν στη λήψη των αποφάσεων οι οποίες θα οδηγήσουν στην περαιτέρω βελτίωση της διαδικασίας·
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αξιολόγηση δεν πρέπει να συγχέεται με τον έλεγχο, δεδομένου ότι η αξιολόγηση εμπίπτει στις αρμοδιότητες των αρχών διαχείρισης ενώ ο έλεγχος αποτελεί ευθύνη των ελεγκτικών οργάνων·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και ο έλεγχος των επιδόσεων βασίζονται στους στόχους που τίθενται στο πλέον αρχικό στάδιο στο επίπεδο του προγραμματισμού·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά την παρουσίαση του σχεδίου της Επιτροπής για το νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο τον Ιούνιο του 2011, ο κ. Barroso ζήτησε οι αποφάσεις επί του προϋπολογισμού «να μην λαμβάνονται μέσω των παραδοσιακών κονδυλίων που καθορίζονται από τη γραφειοκρατία, αλλά σε σχέση με δεδομένα και στόχους […] προκειμένου να αξιοποιείται στο έπακρο κάθε ευρώ που δαπανάται»·
E. λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά τη δέσμευση της Επιτροπής για επιδόσεις, η κατάρτιση του προϋπολογισμού βάσει δραστηριοτήτων εξακολουθεί να αποτελεί τη θεμελιώδη αρχή κατά την κατάρτιση του προϋπολογισμού της Ένωσης·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 3 Ιουλίου 2013 το Κοινοβούλιο ζήτησε από την Επιτροπή να συστήσει ομάδα εργασίας αποτελούμενη από εκπροσώπους της Επιτροπής, του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου με σκοπό την εξέταση μέτρων για την εφαρμογή της μεθόδου κατάρτισης του προϋπολογισμού βάσει επιδόσεων και την ανάπτυξη προγραμματισμένου σχεδίου δράσης για τον σκοπό αυτό·
1. επισημαίνει ότι, χάρη στην επικέντρωσή της στα οικονομικά της Ένωσης με βάση τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν, η έκθεση αξιολόγησης που καθιερώθηκε δυνάμει του άρθρου 318 ΣΛΕΕ συμπληρώνει την προσέγγιση όσον αφορά τη συμμόρφωση που αναπτύσσει το Ελεγκτικό Συνέδριο στα κεφάλαια 1 έως 9 της ετήσιας έκθεσής του και δίνει στο Κοινοβούλιο την ευκαιρία να ασκεί καλύτερα την εξουσία πολιτικού ελέγχου που διαθέτει επί των μέτρων που λαμβάνουν οι ευρωπαϊκές αρχές·
2. υπενθυμίζει ότι η απαλλαγή αποτελεί πολιτική διαδικασία που καλύπτει την εκτέλεση του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την Επιτροπή με δική της ευθύνη και σε συνεργασία με τα κράτη μέλη·
3. υπενθυμίζει ότι στις 17 Απριλίου 2013 το Κοινοβούλιο προέτρεψε την Επιτροπή να τροποποιήσει τη διάρθρωση της προαναφερθείσας έκθεσης αξιολόγησης, «διακρίνοντας τις εσωτερικές πολιτικές από τις εξωτερικές και εστιάζοντας, στο πλαίσιο του τμήματος που αφορά τις εσωτερικές πολιτικές, στη στρατηγική Ευρώπη 2020 […] [και] να δώσει έμφαση στην πρόοδο που έχει σημειωθεί στην επίτευξη των εμβληματικών πρωτοβουλιών»(1)·
4. υπενθυμίζει επίσης ότι η διοργανική συμφωνία(2) που συνοδεύει το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ) 2014-2020 προσδιορίζει ότι η Επιτροπή θα διαχωρίσει τις εσωτερικές πολιτικές, που εστιάζονται στην στρατηγική «Ευρώπη 2020», από τις εξωτερικές πολιτικές και θα χρησιμοποιήσει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις επιδόσεις, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσμάτων του ελέγχου των επιδόσεων, για την αξιολόγηση των οικονομικών της ΕΕ βάσει των αποτελεσμάτων που έχουν επιτευχθεί·
5. τονίζει ότι η κατάρτιση του προϋπολογισμού βάσει δραστηριοτήτων εξακολουθεί να συνιστά τη θεμελιώδη αρχή κατά την κατάρτιση του προϋπολογισμού της Ένωσης· εκφράζει την ανησυχία του για το ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο στην ετήσια έκθεσή του για το 2012 καταλήγει στο συμπέρασμα ότι για πολλούς τομείς του προϋπολογισμού της ΕΕ το νομοθετικό πλαίσιο είναι πολύπλοκο και ότι δεν αποδίδεται επαρκής προσοχή στις επιδόσεις, και εκφράζει την αποδοκιμασία του για το γεγονός ότι οι προτάσεις σχετικά με τη γεωργία και τη συνοχή για την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020 εξακολουθούν να βασίζονται ουσιαστικά στις εισροές (με άξονα τις δαπάνες) και, κατά συνέπεια, να εστιάζονται στη συμμόρφωση προς τους κανόνες αντί στις επιδόσεις·
6. επιδοκιμάζει το γεγονός ότι στην τελευταία έκθεσή της σχετικά με την αξιολόγηση των οικονομικών της Ένωσης βασιζόμενη στα αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί (COM(2013)0461), η Επιτροπή έλαβε υπόψη αρκετές συστάσεις που διατύπωσε το Κοινοβούλιο στις αποφάσεις του για τη χορήγηση απαλλαγής·
7. αποδοκιμάζει ωστόσο το γεγονός ότι αντί να εστιάζεται στην επίτευξη των βασικών στόχων της Ένωσης και στην αποτελεσματικότητα των πολιτικών της, η Επιτροπή παρέσχε φάσμα συνοπτικών αξιολογήσεων που καλύπτουν προγράμματα της ΕΕ σε όλους τους στρατηγικούς τομείς δαπανών στο πλαίσιο του τρέχοντος ΠΔΠ σύμφωνα με τα ισχύοντα κονδύλια του προϋπολογισμού·
8. επισημαίνει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο αξιολόγησε τη δεύτερη και τρίτη έκθεση αξιολόγησης και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι παρόλο που σημειώθηκαν βελτιώσεις, οι εκθέσεις δεν παρέχουν ακόμη στοιχεία σχετικά με επιτεύγματα των πολιτικών της ΕΕ τα οποία να είναι επαρκή, σχετικά και αξιόπιστα για να χρησιμοποιηθούν στη διαδικασία απαλλαγής·
9. παροτρύνει την Επιτροπή να χρησιμοποιεί συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τα επιτεύγματα των κρατών μελών στην αξιολόγησή της σχετικά με τα οικονομικά επιτεύγματα της Ένωσης·
10. επιμένει ότι η έκθεση αξιολόγησης για τις οικονομικές επιδόσεις δεν θα πρέπει να οδηγήσει στην παραγωγή μιας ακόμα σειράς μερικών αξιολογήσεων, είτε αυτές διενεργηθούν στο μέσον της περιόδου προγραμματισμού είτε στο τέλος·
11. επισημαίνει ότι η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή χρειάζεται, κάθε χρόνο, να έχει σαφή εικόνα του πραγματικού βαθμού επίτευξης των βασικών στόχων της Ένωσης, η οποία θα πρέπει να παρέχεται σε πρώτο στάδιο από μια αξιολόγηση των κύριων οικονομικών προγραμμάτων και σε δεύτερο στάδιο από μια οριζόντια αξιολόγηση μέσω δηλώσεων προγραμμάτων για την αξιολόγηση των λειτουργικών δαπανών(3), που θα εκτιμούν τον βαθμό συμβολής των προγραμμάτων στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»·
12. θεωρεί ότι η αξιολόγηση που διενεργείται από την Επιτροπή θα πρέπει να χρησιμεύει ως πηγή πληροφόρησης και έμπνευσης για το Ελεγκτικό Συνέδριο· ζητεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο να ελέγχει κάθε χρόνο τη διεργασία αξιολόγησης που χρησιμοποιεί η Επιτροπή, να ενημερώνει σχετικά το Κοινοβούλιο μέσω της ετήσιας έκθεσής του και να την λαμβάνει υπόψη του όταν καθορίζει το πρόγραμμα ελέγχου επιδόσεων·
13. καλεί το Ελεγκτικό Συνέδριο να υποβάλει έκθεση στο Κοινοβούλιο σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειώσει η Επιτροπή όσον αφορά τον σχεδιασμό και την εκτέλεση των διεργασιών διαχείρισης κινδύνου, διακυβέρνησης και εσωτερικού ελέγχου με σκοπό την επίτευξη των στόχων της Ένωσης με διαφάνεια και λογοδοσία και να διατυπώσει συστάσεις εάν εντοπισθούν ανεπάρκειες·
14. χαιρετίζει το σχέδιο δράσης για την εκπόνηση της έκθεσης αξιολόγησης που προβλέπεται στο άρθρο 318, όπως παρουσιάζεται στο έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής που συνοδεύει την τελευταία έκθεση αξιολόγησης της Επιτροπής (SWD(2013)0229), και, ειδικότερα, επιδοκιμάζει το γεγονός ότι η έκθεση αξιολόγησης του άρθρου 318 ενσωματώνει πληροφορίες για τις επιδόσεις από τα σχέδια διαχείρισης, τις ετήσιες εκθέσεις δραστηριότητας και τη συγκεφαλαιωτική έκθεση, όπως ζήτησε το Κοινοβούλιο το 2013·
15. χαιρετίζει επίσης το γεγονός ότι η Επιτροπή προτίθεται να διαμορφώσει και να βασίσει την έκθεση αξιολόγησης που θα συντάξει στο νέο πλαίσιο επιδόσεων για το προσεχές ΠΔΠ·
16. επισημαίνει ότι αυτό το πλαίσιο επιδόσεων θα πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα τρία κύρια στοιχεία: την επίτευξη των στόχων του προγράμματος (αποτελέσματα), τη χρηστή διαχείριση του προγράμματος από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη και τον τρόπο με τον οποίο τα αποτελέσματα του προγράμματος και η χρηστή διαχείριση συμβάλλουν στους κύριους στόχους της Ένωσης·
17. τονίζει ότι η εν λόγω αξιολόγηση των επιδόσεων μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο σε τομείς στους οποίους η ΕΕ φέρει πραγματική πολιτική ευθύνη και στους οποίους είναι πράγματι δυνατή η άσκηση σημαντικής ευρωπαϊκής επιρροής·
18. εμμένει στην ανάγκη συγκεντρωτικής παρουσίασης των δεδομένων που συλλέγονται κατά τη διεργασία αξιολόγησης συνολικά και, όσον αφορά τις εσωτερικές πολιτικές, σε σχέση με τους στόχους της «Ευρώπης 2020»·
19. ζητεί να υποβάλλει η Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο την έκθεση αξιολόγησης των οικονομικών της Ένωσης που βασίζεται στα αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί, όπως προβλέπεται στο άρθρο 318 δεύτερο εδάφιο ΣΛΕΕ, πριν τις 30 Ιουνίου του έτους που ακολουθεί το οικονομικό έτος που αποτελεί αντικείμενο της αξιολόγησης·
20. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή, στο Συμβούλιο και στο Ελεγκτικό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βλ.απόφαση του Κοινοβουλίου σχετικά με την απαλλαγή όσον αφορά την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2011, τμήμα ΙΙΙ – Επιτροπή και εκτελεστικοί οργανισμοί (ΕΕ L 308 της 16.11.2013, σ. 27).
Βλ.‘Σχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2014: Έγγραφο εργασίας Μέρος Ι – Δηλώσεις προγραμμάτων για την αξιολόγηση των λειτουργικών δαπανών, COM(2013)0450, Ιούνιος 2013.
Συμφωνία πολιτικού διαλόγου και συνεργασίας μεταξύ της ΕΚ και της Κόστα Ρίκα, του Ελ Σαλβαδόρ, της Γουατεμάλας, της Ονδούρας, της Νικαράγουας και του Παναμά, με την εξαίρεση του άρθρου 49 παράγραφος 3 της συμφωνίας αυτής ***
257k
36k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας πολιτικού διαλόγου και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και των Δημοκρατιών της Κόστα Ρίκα, του Ελ Σαλβαδόρ, της Γουατεμάλας, της Ονδούρας, της Νικαράγουας και του Παναμά, αφετέρου, με την εξαίρεση του άρθρου 49 παράγραφος 3 της συμφωνίας αυτής (12399/2013 – C7-0425/2013 – 2012/0219Α(NLE))
– έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (12399/2013),
– έχοντας υπόψη τη συμφωνία πολιτικού διαλόγου και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και των Δημοκρατιών της Κόστα Ρίκα, του Ελ Σαλβαδόρ, της Γουατεμάλας, της Ονδούρας, της Νικαράγουας και του Παναμά, αφετέρου (13368/2012),
– έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 209 παράγραφος 2 και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0425/2013),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 81 και 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0463/2013),
1. εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και των Δημοκρατιών της Κόστα Ρίκα, του Ελ Σαλβαδόρ, της Γουατεμάλας, της Ονδούρας, της Νικαράγουας και του Παναμά.
Συμφωνία πολιτικού διαλόγου και συνεργασίας μεταξύ της ΕΚ και της Κόστα Ρίκα, του Ελ Σαλβαδόρ, της Γουατεμάλας, της Ονδούρας, της Νικαράγουας και του Παναμά, όσον αφορά το άρθρο 49 παράγραφος 3 της συμφωνίας αυτής ***
257k
36k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας πολιτικού διαλόγου και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και των Δημοκρατιών της Κόστα Ρίκα, του Ελ Σαλβαδόρ, της Γουατεμάλας, της Ονδούρας, της Νικαράγουας και του Παναμά, αφετέρου, όσον αφορά το άρθρο 49 παράγραφος 3 της συμφωνίας αυτής (12400/2013 – C7-0426/2013 – 2012/0219B(NLE))
– έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (12400/2013),
– έχοντας υπόψη τη συμφωνία πολιτικού διαλόγου και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και των Δημοκρατιών της Κόστα Ρίκα, του Ελ Σαλβαδόρ, της Γουατεμάλας, της Ονδούρας, της Νικαράγουας και του Παναμά, αφετέρου (13368/2012),
– έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με τα άρθρο 79 παράγραφος 3 και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0426/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 81 και το άρθρο 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A7-0119/2014),
1. εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και των Δημοκρατιών της Κόστα Ρίκα, του Ελ Σαλβαδόρ, της Γουατεμάλας, της Ονδούρας, της Νικαράγουας και του Παναμά.
Κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών *
253k
34k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών (COM(2013)0803 – C7-0417/2013 – 2013/0392(NLE))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2013)0803),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 148 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το οποίο ζητήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C7‑0417/2013),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 55 και 46 παράγραφος 1 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A7-0470/2013),
1. εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής·
2. καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·
3. ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στο κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας *
359k
59k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που αφορά τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας όσον αφορά τυποποιημένη δήλωση ΦΠΑ (COM(2013)0721 – C7-0394/2013 – 2013/0343(CNS))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2013)0721),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 113 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C7‑0394/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7-0090/2014),
1. εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·
2. καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 293 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
3. καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·
4. ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·
5. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή
Τροπολογία
Τροπολογία 1 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 1
(1) Η οδηγία 2006/112/ΕΚ12 του Συμβουλίου υποχρεώνει τους υποκείμενους στον φόρο να υποβάλλουν δηλώσεις ΦΠΑ αλλά παρέχει στα κράτη μέλη κάποια ευελιξία όσον αφορά τον καθορισμό των απαιτούμενων πληροφοριών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υφίστανται ανομοιογενείς κανόνες και διαδικασίες όσον αφορά την υποβολή δηλώσεων ΦΠΑ στην Ένωση, να αυξάνεται η περιπλοκότητα για τις επιχειρήσεις και να επιβάλλονται επιπλέον υποχρεώσεις σχετικά με τον ΦΠΑ οι οποίες δημιουργούν εμπόδια στις εμπορικές συναλλαγές εντός της Ένωσης.
(1) Η οδηγία 2006/112/ΕΚ12 του Συμβουλίου υποχρεώνει τους υποκείμενους στον φόρο να υποβάλλουν δηλώσεις ΦΠΑ αλλά παρέχει στα κράτη μέλη κάποια ευελιξία όσον αφορά τον καθορισμό των απαιτούμενων πληροφοριών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υφίστανται ανομοιογενείς κανόνες και διαδικασίες όσον αφορά την υποβολή δηλώσεων ΦΠΑ στην Ένωση, να αυξάνεται η περιπλοκότητα για τις επιχειρήσεις, να προκύπτει περιττό κόστος τόσο για τις φορολογικές αρχές όσο και τους φορολογούμενους των κρατών μελών, να δημιουργούνται νομικά κενά που να επιτρέπουν την διάπραξη απάτης στον τομέα του ΦΠΑ και να επιβάλλονται επιπλέον υποχρεώσεις σχετικά με τον ΦΠΑ οι οποίες δημιουργούν εμπόδια στις εμπορικές συναλλαγές εντός της Ένωσης και περιττό κόστος τόσο για τις φορολογικές αρχές όσο και τους φορολογούμενους των κρατών μελών.
_____________
_____________
12Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (EE L 347 της 11.12.2006, σ. 1).
12Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (EE L 347 της 11.12.2006, σ. 1).
Τροπολογία 2 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 2
(2) Προκειμένου να μειωθεί ο φόρτος για τις επιχειρήσεις και να βελτιωθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, θα πρέπει να θεσπιστεί τυποποιημένη δήλωση ΦΠΑ για όλες τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ένωση. Η χρήση τυποποιημένων δηλώσεων θα διευκολύνει τον έλεγχο των δηλώσεων ΦΠΑ από τα κράτη μέλη.
(2) Προκειμένου να μειωθεί ο φόρτος για τις επιχειρήσεις και να βελτιωθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, θα πρέπει να θεσπιστεί τυποποιημένη δήλωση ΦΠΑ για όλες τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ένωση και η χρήση τυποποιημένων δηλώσεων θα διευκολύνει τόσο την είσπραξη και καταβολή του ΦΠΑ όσο και τον έλεγχο των δηλώσεων ΦΠΑ από τις φορολογικές αρχές των κρατών μελών. Θα συμβάλει επίσης στην διευκόλυνση της προσπάθειας των επιχειρήσεων να συμμορφωθούν με τη νομοθεσία ΦΠΑ, μειώνοντας με τον τρόπο αυτό το ποσοστό λάθους και συμβάλλοντας τελικά στη μείωση ή ακόμη και στην εξάλειψη της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ και του ελλείμματος ΦΠΑ.
Τροπολογία 3 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 3
(3) Είναι αναγκαίο να περιοριστεί στο ελάχιστο ο διοικητικός φόρτος. Συνεπώς, οι πληροφορίες που απαιτούνται στην τυποποιημένη δήλωση ΦΠΑ θα πρέπει να περιλαμβάνουν ένα περιορισμένο σύνολο υποχρεωτικών πληροφοριών. Επιπλέον, όσον αφορά την τυποποιημένη δήλωση ΦΠΑ και τις άλλες δηλώσεις, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν περισσότερες πληροφορίες πέραν εκείνων που προβλέπονται στον τίτλο ΧΙ κεφάλαιο 5 της οδηγίας.
(3) Είναι αναγκαίο να περιοριστεί στο ελάχιστο ο διοικητικός φόρτος. Συνεπώς, οι πληροφορίες που απαιτούνται στην τυποποιημένη δήλωση ΦΠΑ θα πρέπει να περιλαμβάνουν ένα περιορισμένο σύνολο υποχρεωτικών πληροφοριών. Επιπλέον, όσον αφορά την τυποποιημένη δήλωση ΦΠΑ και τις άλλες δηλώσεις, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν περισσότερες πληροφορίες πέραν εκείνων που προβλέπονται στον τίτλο ΧΙ κεφάλαιο 5 της οδηγίας. Η τυποποιημένη δήλωση ΦΠΑ θα μπορέσει να εκπληρώσει στο έπακρο όσα σχεδιάστηκε να επιτύχει μόνο εάν τα κράτη μέλη μεταφέρουν πλήρως και εγκαίρως την παρούσα οδηγία στην εθνική νομοθεσία και στις κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις τους, χωρίς να αποκλίνουν από το πεδίο εφαρμογής της.
(9α) Οι φορολογικές αρχές των κρατών μελών θα πρέπει να παρέχουν στους υπαλλήλους τους και στα υποκείμενα σε φόρο πρόσωπα διαδικτυακά προγράμματα αυτοδιδασκαλίας σχετικά με την κατάλληλη χρήση ηλεκτρονικής υποβολής εγγράφων έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι η υποβολή της τυποποιημένης δήλωσης ΦΠΑ πραγματοποιείται με κατάλληλο και ασφαλή τρόπο.
(14α) Προκειμένου να μειωθεί ο φόρτος για τις επιχειρήσεις και να βελτιωθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ακόμη περισσότερο, πρέπει οι απαιτούμενες πληροφορίες της τυποποιημένης δήλωσης ΦΠΑ να ενοποιηθούν σε όλα τα κράτη μέλη και πρέπει η Επιτροπή, εντός πέντε ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, να αξιολογήσει την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας από αυτή την άποψη και να προβεί, εφόσον ενδείκνυται, στην υποβολή κατάλληλων προτάσεων·
2α. Έως τις ...* [ΕΕ να συμπληρωθεί η ημερομηνία: εντός πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], η Επιτροπή προβαίνει σε επανεξέταση της επάρκειας της παρούσας οδηγίας με στόχο την περαιτέρω μείωση του φόρτου για τις επιχειρήσεις και τη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Τα αποτελέσματα της επανεξέτασης κοινοποιούνται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, συνοδευόμενα, ενδεχομένως, από τις κατάλληλες νομοθετικές προτάσεις.
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διατίθεται στην ενοποιημένη μορφή της μαζί με την οδηγία που τροποποιεί εντός τριμήνου από τη δημοσίευσή της.
Τροποποίηση της απόφασης 2009/831/ΕΚ όσον αφορά την περίοδο εφαρμογής της *
253k
35k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση της απόφασης 2009/831/ΕΚ όσον αφορά την περίοδο εφαρμογής της (COM(2013)0930 – C7-0022/2014 – 2013/0446(CNS))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2013)0930),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 349 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C7‑0022/2014),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 55 και 46 παράγραφος 1 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A7-0113/2014),
1. εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής·
2. καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·
3. ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στο κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.
Τροποποίηση της απόφασης 2004/162/ΕΚ όσον αφορά την εφαρμογή της στη Μαγιότ από την 1η Ιανουαρίου 2014 *
252k
35k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την τροποποίηση της απόφασης 2004/162/ΕΚ όσον αφορά την εφαρμογή της στη Μαγιότ από την 1η Ιανουαρίου 2014 (COM(2014)0024 – C7-0031/2014 – 2014/0010(CNS))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2014)0024),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 349 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C7–0031/2014),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 55 και 46 παράγραφος 1 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A7-0144/2014),
1. εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής·
2. καλεί το Συμβούλιο, στην περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·
3. ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στο κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο·
4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Συμφωνία-πλαίσιο περί συνολικής εταιρικής σχέσης και συνεργασίας ΕΚ-Ινδονησίας, εξαιρουμένων των ζητημάτων που αφορούν την επανεισδοχή
334k
112k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά την υπογραφή της συνολικής συμφωνίας-πλαισίου εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας, αφετέρου, εξαιρουμένων των ζητημάτων που αφορούν την επανεισδοχή (11250/2013– C7-0351/2013 – 2013/0120A(NLE))
– έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (11250/2013),
– έχοντας υπόψη το σχέδιο συνολικής συμφωνίας-πλαισίου εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της αφενός, και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας, αφετέρου (14032/2009),
– έχοντας υπόψη τη συμφωνία συνεργασίας της 7ης Μαρτίου 1980 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Επιτροπής και της Ινδονησίας, της Μαλαισίας, των Φιλιππίνων, της Σιγκαπούρης και της Ταϊλάνδης – που αποτελούν κράτη μέλη της Ένωσης χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας (1) (ASEAN) και των πρωτοκόλλων ένταξης που συνήφθησαν στη συνέχεια,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 5ης Σεπτεμβρίου 2002, σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής για την Ευρώπη και την Ασία: ένα στρατηγικό πλαίσιο για ενισχυμένες εταιρικές σχέσεις(2)·,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 5ης Ιουνίου 2003, σχετικά με την κατάσταση στην Ινδονησία και ιδίως στις επαρχίες Άτσεχ και Παπούα(3),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 20ής Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το Aceh(4),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 13ης Ιανουαρίου 2005, σχετικά με την βοήθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα θύματα του παλιρροϊκού κύματος στον Ινδικό Ωκεανό,(5)
– έχοντας υπόψη τις διαπραγματεύσεις, οι οποίες εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο στις 25 Νοεμβρίου 2004, σχετικά με τη συνολική εταιρική σχέση και συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας, αφετέρου, η οποία συνάφθηκε τον Ιούνιο του 2007 και υπογράφηκε στις 9 Νοεμβρίου 2009,
– έχοντας υπόψη τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Ινδονησίας σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών υπηρεσιών, η οποία υπογράφηκε στις 29 Ιουνίου 2011(6),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 7ης Ιουλίου 2011, σχετικά με την Ινδονησία, συμπεριλαμβανομένων των επιθέσεων εναντίον μειονοτήτων(7),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 2ας Φεβρουαρίου 2012, σχετικά με την εξωτερική πολιτική της ΕΕ έναντι των χωρών BRICS και άλλων αναδυομένων δυνάμεων: στόχοι και στρατηγικές(8)
– έχοντας υπόψη την απόφαση 2012/308/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 2012, σχετικά με την προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Σύμφωνο Φιλίας και Συνεργασίας στη Νοτιοανατολική Ασία(9)
– έχοντας υπόψη τις εκθέσεις των αποστολών παρακολούθησης εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις εκλογές στην Ινδονησία, της 5ης Απριλίου 2004 και της 20ής Σεπτεμβρίου 2004, στο Ανατολικό Τιμόρ, της 30ής Αυγούστου 1999, της 30ής Αυγούστου 2001, της 9ης Απριλίου 2007, της 30ής Ιουνίου 2007 και της 7ης Ιουλίου 2012, και στην επαρχία Aceh, της 11ης Δεκεμβρίου 2006,
– έχοντας υπόψη τη δήλωση της Τζακάρτα για τις αρχές που διέπουν τους οργανισμούς για την καταπολέμηση της διαφθοράς, της 27ης Νοεμβρίου 2012,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 21 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 91, 100, 191 παράγραφος 4, 207 και 209, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 6 στοιχείο α, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 81 παράγραφος 3 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την ενδιάμεση έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0093/2014),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας (εφεξής «Ινδονησία») θα διέπονται από την προαναφερθείσα συνολική συμφωνία-πλαίσιο εταιρικής σχέσης και συνεργασίας (εφεξής «ΣΕΣΣ»)·
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΣΕΣΣ αποτελεί την πρώτη συμφωνία τέτοιου είδους μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ινδονησίας και αποσκοπεί στην ενδυνάμωση της πολιτικής, οικονομικής και τομεακής συνεργασίας αμοιβαίου ενδιαφέροντος, καθώς και στην περαιτέρω ενίσχυση της διμερούς και περιφερειακής συνεργασίας με σκοπό την ανταπόκριση στις παγκόσμιες προκλήσεις·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΣΕΣΣ περιέχει, ως βασικά στοιχεία, την επιβεβαίωση των αξιών που εκφράζονται στο Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, στην Οικουμενική Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα των Ηνωμένων Εθνών και σε άλλες διεθνείς συνθήκες που είναι εφαρμοστέες από αμφότερες τις πλευρές· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΣΕΣΣ εκφράζει την προσήλωση των δύο πλευρών στις αρχές της δημοκρατίας, της χρηστής διακυβέρνησης και του κράτους δικαίου και περιέχει διατάξεις για τη θέσπιση ή την ενίσχυση της συνεργασίας σε τομείς όπως είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα, το εμπόριο και οι επενδύσεις, η ενέργεια, ο τουρισμός, οι μεταφορές και οι υποδομές, η διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος και η αλιεία, η βιομηχανική πολιτική και οι ΜΜΕ, η προστασία των δεδομένων και τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, καθώς και η προσπάθεια κατά της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής (WMD) και ο αγώνας εναντίον του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της τρομοκρατίας και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ινδονησία αποτελεί το τέταρτο πολυπληθέστερο έθνος στον κόσμο, την τρίτη μεγαλύτερη δημοκρατία και τη μεγαλύτερη χώρα στο κόσμο με μουσουλμανική πλειοψηφία και με εκατομμύρια οπαδούς άλλων θρησκειών· λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόκειται για μια ετερογενή κοινωνία που αποτελείται από περισσότερους από 240 εκατομμύρια κατοίκους διαφορετικού εθνοτικού, γλωσσικού και πολιτισμικού υπόβαθρου, το 40% των οποίων έχει ηλικία κάτω των 25 ετών· λαμβάνοντας υπόψη ότι η γεωγραφική θέση της Ινδονησίας είναι μεγάλης στρατηγικής σημασίας και ότι το αρχιπέλαγός της αποτελείται από περισσότερα από 17.000 νησιά και απλώνεται σε μια έκταση 5.400 χιλιομέτρων από Ανατολή προς Δύση, στον Ινδικό και Ειρηνικό ωκεανό·
1. ζητεί από το Συμβούλιο να λάβει υπόψη τις ακόλουθες συστάσεις:
α)
χαιρετίζει την ΣΕΣΣ ως την πρώτη συμφωνία αυτού του είδους μεταξύ ΕΕ και χωρών ASEAN· την θεωρεί τεκμήριο της διαρκώς διευρυνόμενης σημασίας των δεσμών μεταξύ ΕΕ και Ινδονησίας και ελπίζει ότι σηματοδοτεί μια νέα εποχή στις διμερείς σχέσεις, βάσει κοινών αξιών, όπως η δημοκρατία, το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ισότητα, ο αμοιβαίος σεβασμός και το αμοιβαίο όφελος·
β)
επισημαίνει την δεκαπενταετή διεργασία του δημοκρατικού, πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού μετασχηματισμού της Ινδονησίας, μετά από 33 έτη αυταρχικού στρατιωτικού καθεστώτος· παρατηρεί ότι η Ινδονησία αστικοποιείται ταχύτατα, ότι έχει μια ταχέως αναπτυσσόμενη μεσαία τάξη που υπερβαίνει τα 70 εκατομμύρια, ότι διαθέτει άφθονους φυσικούς πόρους και τη μεγαλύτερη οικονομία στη Νοτιοανατολική Ασία (ΑΕγχΠ που αυξάνεται με ρυθμούς υψηλότερους του 6% κατά τα δύο τελευταία έτη), ότι το ήμισυ του παγκοσμίου εμπορίου διασχίζει τα βόρεια ύδατά της και ότι η διπλωματική της παρουσία αυξάνεται διαρκώς σε περιφερειακά και παγκόσμια φόρα, όπως είναι ο ΟΗΕ, ο ΠΟΕ, η Επιτροπή Ινδικού Ωκεανού (IOC) η G20 και η ASEAN, της οποίας η Ινδονησία είναι τόσο ιδρυτικό όσο και το μεγαλύτερο μέλος· αναγνωρίζει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η Ινδονησία στην ευρύτερη περιοχή·
γ)
εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόοδο που έχει σημειώσει η Ινδονησία στην προσπάθεια εδραίωσης μιας δημοκρατικής διακυβέρνησης και για την προσήλωση στη δημοκρατία που χαρακτηρίζει την πολυφωνική της κοινωνία, όπως το μαρτυρούν εξάλλου οι ελεύθερες και δίκαιες εκλογές, η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, η ενεργητικότητα της κοινωνίας των πολιτών, η οικονομική ισχύς και η μείωση της φτώχειας, η εκπαίδευση και οι υπόλοιποι δείκτες ΑΣΧ, οι προσπάθειες οικοδόμησης καλών σχέσεων με τους γείτονες και η προάσπιση της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· παρατηρεί εντούτοις ότι παραμένουν σοβαρά εμπόδια όσον αφορά το κράτος δικαίου και την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου, συγκεκριμένα δε όσον αφορά τις προσπάθειες προσαγωγής στη δικαιοσύνη όσων παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών, και όσων παραβιάζουν τα δικαιώματα των μελών των μειονοτήτων, είτε πρόκειται για θρησκευτικές και εθνοτικές μειονότητες, είτε πρόκειται για σεξουαλικές κοινότητες και κοινότητες λεσβιών, ομοφυλοφίλων, αμφιφυλοφίλων και τρανσεξουαλικών ατόμων· επισημαίνει επίσης την πρόκληση της καταπολέμησης της διαφθοράς· υπογραμμίζει ότι πρόκειται προκλήσεις που μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσω της διεθνούς συνεργασίας και συγκεκριμένα στο πλαίσιο της ΣΕΣΣ·
δ)
επισημαίνει τους ταχείς ρυθμούς με τους οποίους αναπτύσσονται οι δεσμοί ΕΕ και Ινδονησίας στο εμπόριο και σε άλλους οικονομικούς τομείς, δεδομένων των επιχειρηματικών ευκαιριών που προσφέρει μια οικονομία η οποία προσελκύει ξένες και εγχώριες επενδύσεις σε διαρκώς αυξανόμενα επίπεδα· υποστηρίζει ότι η βελτίωση των υποδομών και της συνδεσιμότητας και ένα βελτιωμένο κανονιστικό πλαίσιο πρέπει να επιδιωχθούν μέσω της συνεργασίας στη βάση διατάξεων της ΣΕΣΣ σχετικά με το εμπόριο και τις επενδύσεις, τη φορολογία και τα τελωνεία, τον διάλογο για την οικονομική πολιτική, το περιβάλλον, τη βιομηχανική πολιτική και τις ΜΜΕ, καθώς και στον τομέα των μεταφορών, προκειμένου να μπορέσει να αξιοποιηθεί το σύνολο του οικονομικού δυναμικού της Ινδονησίας και να προωθηθεί η αειφόρος ανάπτυξη, η δημιουργία θέσεων εργασίας και η μείωση της φτώχειας, τόσο στα κράτη μέλη της ΕΕ όσο και στην Ινδονησία·
ε)
τονίζει ότι η ΣΕΣΣ αποσκοπεί στην περαιτέρω ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ ΕΕ και Ινδονησίας, επιπροσθέτως των υφισταμένων μηχανισμών συνεργασίας, και στην κοινή αντιμετώπιση των παγκόσμιων προκλήσεων, με βάση τις κοινές αρχές της ισότητας, του αμοιβαίου σεβασμού, του αμοιβαίου οφέλους, της δημοκρατίας, της ενεργητικής συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών, του κράτους δικαίου, της χρηστής διακυβέρνησης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μέσω της ανάπτυξης μιας πολιτικής και οικονομικής συνεργασίας σε ζητήματα που αφορούν το εμπόριο, τις επενδύσεις, τη βιομηχανική πολιτική και τις ΜΜΕ, το περιβάλλον, την κλιματική αλλαγή, την ενέργεια, την επιστήμη και τεχνολογία, τα πνευματικά δικαιώματα, τον τουρισμό, την εκπαίδευση και τον πολιτισμό, τη μετανάστευση, την προσπάθεια πάταξης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου ναρκωτικών, της διαφθοράς, του οργανωμένου εγκλήματος και του εμπορίου ανθρώπων·
στ)
πιστεύει ότι η σχέση ΕΕ και Ινδονησίας πρέπει να αναγνωριστεί ως στρατηγικής σημασίας και θεωρεί ότι πρέπει να διοργανώνονται τακτικές συναντήσεις κορυφής για την επανεξέταση των διμερών και παγκόσμιων εξελίξεων· προτείνει να πραγματοποιούνται τακτικά επισκέψεις υψηλού επιπέδου στην Ινδονησία και συγκεκριμένα από τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, από την Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης/Αντιπρόεδρο της Επιτροπής και από βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· φρονεί επίσης ότι πρέπει να καταβληθούν εκατέρωθεν προσπάθειες προκειμένου να διευκολυνθεί η επίλυση του ζητήματος των θεωρήσεων και της πρόσβασης από διεθνείς οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών κατά τρόπο ώστε να εντατικοποιηθούν οι διαπροσωπικές επαφές και οι ανταλλαγές μεταξύ οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών· εκφράζει σχετικά την ικανοποίησή του για την σύσταση, βάσει του άρθρου 41 της ΣΕΣΣ, της μικτής επιτροπής που υποχρεούται να συνεδριάζει τουλάχιστον ανά διετία και εκ περιτροπής στην Ινδονησία και στις Βρυξέλλες·
ζ)
παροτρύνει την ΕΕ και την Ινδονησία να αξιοποιήσουν πλήρως την ΣΕΣΣ προκειμένου να αποκομίσουν μακροπρόθεσμα γεωστρατηγικά οφέλη στο πλαίσιο της προσπάθειας αντιμετώπισης των παγκόσμιων προκλήσεων στον τομέα της ασφάλειας σε διμερή, περιφερειακά και πολυμερή φόρα, για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την διάδοση όπλων μαζικής καταστροφής, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, της διαφθοράς, του οργανωμένου εγκλήματος, του λαθρεμπορίου ναρκωτικών, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, για την συνεργασία στον τομέα της προστασίας των δεδομένων και για την συνέχιση της συνεργασίας σε άλλους τομείς που δεν καλύπτονται ρητά από την ΣΕΣΣ, όπως είναι η ετοιμότητα και απόκριση σε καταστροφές, η επίλυση συγκρούσεων, η διασπορά φορητών όπλων και ελαφρού οπλισμού και η ασφάλεια στη θάλασσα, συμπεριλαμβανομένης της πειρατείας·
η)
εκφράζει την ικανοποίησή του διότι η Ινδονησία κύρωσε εντός του 2006 το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα και εκφράζει επίσης την ικανοποίησή του για τις πρόσφατες κυρώσεις διαφόρων πράξεων των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα όσον αφορά τους διακινούμενους εργαζομένους, τα άτομα με αναπηρίες, τα παιδιά σε ένοπλες συγκρούσεις και την πώληση παιδιών, την παιδική πορνεία και την παιδική πορνογραφία· προσβλέπει σε εκείνες τις θεσμικές και νομοθετικές μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες προκειμένου για την συμμόρφωση με τις εν λόγω διεθνείς πράξεις·
θ)
εκφράζει τον ιδιαίτερο θαυμασμό του για την ειρηνευτική συμφωνία και την οικονομική ανάπτυξη που επετεύχθη στο Άτσεχ κατά τα τελευταία οκτώ χρόνια και ελπίζει ότι μπορεί να επιτευχθεί περαιτέρω πρόοδος ώστε να απαλλαγεί η επαρχία και ο πληθυσμός της από τη φτώχεια·
ι)
συγχαίρει τις αρχές της Ινδονησίας για τις προσπάθειες που κατέβαλαν για την πάταξη της διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένης της δράσης της Επιτροπής για την εξάλειψη της διαφθοράς (KPK)· εκφράζει εντούτοις την ανησυχία του διότι η διαφθορά παραμένει σοβαρό πρόβλημα και μείζον εμπόδιο για την ανάπτυξη, παρά την εκ μέρους της Ινδονησίας κύρωση, εντός του 2006, της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της διαφθοράς· απευθύνει συνεπώς έκκληση για την συνέχιση των προσπαθειών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35 ΣΕΣΣ, για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στον αγώνα κατά της διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένης της ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων που είναι κρυμμένα σε κράτη μέλη της ΕΕ ή σε άλλες δικαιοδοσίες, και για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας στον οικονομικό και χρηματοπιστωτικό χώρο·
ια)
παροτρύνει τα κράτη μέλη της ΕΕ να επεκτείνουν την αμοιβαία δικαστική συνδρομή προς την Ινδονησία στον τομέα της καταπολέμησης της διαφθοράς και να συνεργαστούν με την χώρα στην προσπάθεια απαγόρευσης πρόσβασης σε οντότητες που εμπλέκονται σε υποθέσεις διαφθοράς και παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·
ιβ)
επισημαίνει τη σημασία του νόμου 34/2004 και της υπουργικής ρύθμισης 22 του 2009 που προβλέπουν την υποχρεωτική εξαγορά όλων των επιχειρήσεων και οικονομικών δραστηριοτήτων του στρατού από την κυβέρνηση της Ινδονησίας· υπογραμμίζει το θεμελιώδη αντίκτυπο που θα έχει η συμμόρφωση με τις εν λόγω νομικές πράξεις στο πεδίο της δημοκρατικής λογοδοσίας ως προς την καταπολέμηση της διαφθοράς και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·
ιγ)
συγχαίρει την Ινδονησία για τον ρόλο που διαδραμάτισε ως προς την κατεύθυνση που έλαβε η διαδικασία του Φόρουμ του Μπαλί για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου σε περιφερειακό επίπεδο· εκφράζει, ωστόσο, την ανησυχία του για τις ανακολουθίες του νόμου 8/1985 και του νέου νόμου περί μαζικών οργανώσεων 17/2013 (ο οποίος κατήργησε τον παλαιότερο νόμο περί Ενώσεων 8/1985) που αφορούν τις οργανώσεις πολιτών ("Ormas"), οι οποίοι, παρά τον δεδηλωμένο σκοπό τους να διασφαλίσουν την ανοχή υπέρ και να αποτρέψουν την βία κατά των συλλογικών οργανώσεων, διατρέχουν τον κίνδυνο, εάν δεν αναθεωρηθούν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να συμμορφώνονται με τα διεθνή πρότυπα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, να επιβάλουν περιττούς και συχνά επαχθείς διοικητικούς, νομικούς και οικονομικούς περιορισμούς στις δραστηριότητες των μη κυβερνητικών οργανισμών, υπονομεύοντας με αυτόν τον τρόπο σημαντικά τις δυνατότητες των οργανώσεων πολιτών να δραστηριοποιηθούν στην Ινδονησία και περιορίζοντας την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, την ελευθερία της έκφρασης, την ελευθερία του συνέρχεσθαι και την ελευθερία της σκέψης, της συνείδησης και της θρησκείας· πιστεύει σχετικά ότι η ετήσια σύνοδος κορυφής ΕΕ-Ινδονησίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελεί το πλέον κατάλληλο βήμα για να αναπτυχθούν αυτοί οι προβληματισμοί·
ιδ)
τονίζει ότι τόσο οι εγχώριες όσο και οι ξένες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ινδονησία οφείλουν να επιδίδονται στις δραστηριότητές τους με πνεύμα που συνάδει με τις αρχές της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης· εκφράζει την ικανοποίησή του για τον κυβερνητικό κανονισμό αριθ. 47 του 2012 όσον αφορά την Κοινωνική και Περιβαλλοντική Ευθύνη των Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης (GR 47/2012), ο οποίος έχει γενική εφαρμογή επί των εταιρειών της Ινδονησίας και προβλέπει κίνητρα και κυρώσεις· τονίζει, ωστόσο, την ανάγκη οικοδόμησης εκείνων των ικανοτήτων που απαιτούνται για την εφαρμογή των Κατευθυντηρίων Αρχών των Ηνωμένων Εθνών για τις Επιχειρήσεις και τα Δικαιώματα του Ανθρώπου· καλεί την ΕΕ να παράσχει, στο πλαίσιο της ΣΕΣΣ, την αναγκαία τεχνική βοήθεια και καλεί την Ινδονησία να αναπτύξει το δικό της εθνικό σχέδιο εφαρμογής των κατευθυντηρίων αρχών του ΟΗΕ· συγχαίρει την Ινδονησία για τη διοργάνωση, το Νοέμβριο του 2012, της διεθνούς συνάντησης υπό την αιγίδα της Επιτροπής για την εξάλειψη της διαφθοράς, από κοινού με το Πρόγραμμα Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών (UNDP) και το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος (UNODC), στο πλαίσιο της οποίας συζητήθηκαν οι "Αρχές για τις Υπηρεσίες κατά της διαφθοράς"·
ιε)
παρατηρεί με λύπη ότι η ολοένα και εντονότερη έμφαση που δίδεται από το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα στις ισλαμικές διδαχές εις βάρος της θρησκευτικής, εθνικής και πολιτισμικής πολυφωνίας και ποικιλομορφίας που κατοχυρώνεται στο εθνικό σύνθημα "Bhineka Tunggal Ika" ("ενότητα στην πολυμορφία"), καθώς και η ευρέως διαδεδομένη αντίληψη όσον αφορά την απουσία πολιτικής βούλησης εκ μέρους των αρχών για την αντιμετώπιση του θρησκευτικού εξτρεμισμού, συμβάλλουν κατά τα φαινόμενα στον πολλαπλασιασμό των κρουσμάτων θρησκευτικής βίας και στις διακρίσεις εις βάρος των ατόμων που ανήκουν σε θρησκευτικές και εθνοτικές μειονότητες· εξακολουθεί να ανησυχεί για τις πράξεις διάκρισης, παρενόχλησης ή βίας εναντίον μελών εθνικών μειονοτήτων, γυναικών, λεσβιών, ομοφυλοφίλων, αμφιφυλοφίλων και τρανσεξουαλικών ατόμων - διώξεις που στηρίζονται σε ποικιλία κανόνων και ρυθμιστικών πράξεων που έχουν σχέση με πορνογραφία, βλασφημία ή δραστηριότητες θρησκευτικών μειονοτήτων·
ιστ)
εκφράζει την ανησυχία του για τη βία κατά των θρησκευτικών μειονοτήτων, η οποία αντικατοπτρίζεται στις επιθέσεις κατά των πιστών Ahmadiyya και των Σιιτών Μουσουλμάνων και στο κλείσιμο των εκκλησιών σε ορισμένες περιοχές της χώρας, καθώς και για τις κανονιστικές ρυθμίσεις που εισάγουν διακρίσεις και τις πρακτικές του κράτους κατά προσώπων που δεν ανήκουν σε μία από τις έξι αναγνωρισμένες θρησκείες στο πλαίσιο της πολιτικής καταχώρησης των γάμων και των γεννήσεων ή της έκδοσης των δελτίων ταυτότητας· καλεί τις ινδονησιακές αρχές να διασφαλίσουν την εφαρμογή στην πράξη της ελευθερίας της θρησκείας που προβλέπεται από το Σύνταγμα και να συνεχίσουν να προωθούν τη θρησκευτική ανοχή· πιστεύει σχετικά ότι η ετήσια σύνοδος κορυφής ΕΕ-Ινδονησίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα, σε συνάρτηση με το άρθρο 39 της ΣΕΣΣ σχετικά με τον εκσυγχρονισμό του κράτους και της Δημόσιας Διοίκησης, αποτελεί το πλέον κατάλληλο βήμα για να αναπτυχθούν αυτοί οι προβληματισμοί·
ιζ)
υπενθυμίζει ότι η κατάργηση της θανατικής ποινής αποτελεί βασικό στόχο της πολιτικής για τα ανθρώπινα δικαιώματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης· καλεί τις αρχές της Ινδονησίας να εξετάσουν το ενδεχόμενο κατάργησης της θανατικής ποινής, ή τουλάχιστον να κηρύξουν μορατόριουμ ως προς τις εκτελέσεις· φρονεί επ`αυτού ότι η ετήσια σύνοδος κορυφής ΕΕ-Ινδονησίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελεί το πλέον κατάλληλο βήμα για να αναπτυχθούν αυτοί οι προβληματισμοί· παροτρύνει περαιτέρω την ΕΕ να συσφίξει τις επαφές της με την κοινωνία των πολιτών της Ινδονησίας με στόχο την προαγωγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου και της καταπολέμησης της διαφθοράς, καθώς και τον αγώνα για την κατάργηση της θανατικής ποινής·
ιη)
διατηρεί τις σοβαρότατες ανησυχίες του ως προς τα βασανιστήρια και τις υπόλοιπες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εις βάρος του άμαχου πληθυσμού στην Παπούα και τη Δυτική Παπούα, όπου, σύμφωνα με εκτιμήσεις, πάνω από εκατό χιλιάδες άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους τα τελευταία πενήντα χρόνια· χαιρετίζει την πρόσφατη ανακοίνωση του Διοικητή της Παπούα να ανοίξει η περιοχή στους ξένους δημοσιογράφους και στις ΜΚΟ για πρώτη φορά μετά από χρόνια· καλεί την ΕΕ να συνδράμει τις αρχές της Ινδονησίας, όπως έπραξε προηγουμένως στην Ατσέχ, στην προσπάθεια να διαμορφωθεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση όσον αφορά τη βελτίωση της κατάστασης στην Παπούα· παραμένει ιδιαιτέρως ανήσυχο όσον αφορά τις συγκρούσεις μεταξύ δυνάμεων ασφαλείας και απελευθερωτικών οργανώσεων αλλά και τις συνταρακτικές καταγγελίες για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αποδίδονται στις δυνάμεις ασφαλείας· ανησυχεί επίσης για την απουσία προόδου στους τομείς της εκπαίδευσης, της υγειονομικής περίθαλψης και των ευκαιριών εργασίας, καθώς και όσον αφορά την δυνατότητα άσκησης των δικαιωμάτων της ελευθερίας της έκφρασης και του συνεταιρίζεσθαι, αξίες απαραίτητες για τους κατοίκους της Παπούα, παράλληλα με την προστασία του περιβάλλοντος, των φυσικών πόρων και της πολιτισμικής τους ταυτότητας· παροτρύνει τις αρχές της Ινδονησίας να επιτρέψουν την ελεύθερη πρόσβαση ανεξάρτητων παρατηρητών της ΕΕ στην περιοχή·
ιθ)
συγχαίρει την κυβέρνηση της Ινδονησίας για τις προσπάθειές της προκειμένου να καταστεί δυνατή η δράση της UNHCR στη χώρα και η συμβολής της στις προσπάθειες συνδρομής των αιτούντων άσυλο και των προσφύγων· σημειώνει τη σημασία του δημόσιου πολιτικού λόγου για την ενίσχυση της στήριξης της κοινωνίας προς τους αιτούντες άσυλο και τους πρόσφυγες· προτείνει, επιπλέον, να εφαρμόσουν πλήρως η Ινδονησία και η ΕΕ το άρθρο 34 της ΣΕΣΣ για τη συνεργασία σε θέματα μετανάστευσης, συμπεριλαμβανομένης της νόμιμης και της παράνομης μετανάστευσης, του λαθρεμπορίου και της εμπορίας ανθρώπων·
κ)
παροτρύνει την ΕΕ και την Ινδονησία να συνεργαστούν στενά βάσει του άρθρου 4 της ΣΕΣΣ για τη Νομική Συνεργασία προκειμένου να ολοκληρώσουν την επικύρωση της Σύμβασης του 1948 του ΟΗΕ για την Πρόληψη και Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας και του Καταστατικού της Ρώμης για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο·
κα)
εκφράζει την ικανοποίησή του για τον συνεχιζόμενο διάλογο για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ο οποίος ξεκίνησε το 2010, μεταξύ της ΕΕ και της Ινδονησίας· τάσσεται αναφανδόν υπέρ μιας ευρύτερης συμμετοχής και συμβολής της κοινωνίας των πολιτών στον διάλογο και στην προσπάθεια εφαρμογής του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα·
κβ)
εκφράζει την ικανοποίησή του για τους κανονισμούς 2006, 2008 και 2010 που θεσπίζουν την απαγόρευση ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων· αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι ινδονησιακές αρχές, συμπεριλαμβανομένης της επικύρωσης της Σύμβασης για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών, της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού, καθώς και το έργο που επιτέλεσε η Εθνική Επιτροπή για τη Βία κατά των Γυναικών (Komnas Perempuan) και η τοπική κοινωνία των πολιτών για τη διάδοση των πληροφοριών σχετικά με τους κινδύνους του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων· παρατηρεί ωστόσο, ότι, παρά τις εν λόγω προσπάθειες και την έγκριση του ψηφίσματος του ΟΗΕ σχετικά με την απαγόρευση του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων, εξακολουθεί η παράδοση αυτή να εφαρμόζεται σε ορισμένες περιοχές της Ινδονησίας· συνιστά επ`αυτού στην ΕΕ και στην Ινδονησία να συνεργαστούν στενά στο πλαίσιο του άρθρου 31 της ΣΕΣΣ για την υγεία και να αξιοποιήσουν τον διάλογο για τα ανθρώπινα δικαιώματα προκειμένου για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών με στόχο την εξάλειψη της πρακτικής αυτής και την ελαχιστοποίηση των κινδύνων που αυτού του είδους οι παραδόσεις ενέχουν για την υγεία των νεαρών κοριτσιών και των γυναικών· καλεί την Ινδονησία να εντείνει τις προσπάθειές της για να θέσει τέρμα σε αυτήν τη σοβαρή μορφή έμφυλης βίας κατά των κοριτσιών και των γυναικών, η οποία συνιστά κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους·
κγ)
επικροτεί την πρόοδο που έχει σημειώσει η Ινδονησία με το Εθνικό της σχέδιο για την εξάλειψη των χειρότερων μορφών παιδικής εργασίας και το νομικό της πλαίσιο για την καταπολέμηση της παιδικής εκμετάλλευσης·
κδ)
αναγνωρίζει τον σημαντικό ρόλο των εργατικών κινημάτων στο διάλογο και τις διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς για την βελτίωση των συνθηκών εργασίας και των δικαιωμάτων κοινωνικής ασφάλισης στην Ινδονησία· θεωρεί ότι πρέπει η συνεργασία που επιζητήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της ΣΕΣΣ στο πεδίο της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της μη διάκρισης να ασχοληθεί με ζητήματα που άπτονται της ισότητας των φύλων στο χώρο εργασίας και των διαφορών στις αμοιβές με βάση το φύλο· τονίζει συγκεκριμένα τη σημασία ανάληψης συγκεκριμένων δράσεων προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης εφαρμογή των διεθνών προτύπων εργασίας της ΔΟΕ, δεδομένου ότι οι εργαζόμενες γυναίκες εξακολουθούν να υφίστανται εκμετάλλευση και διακρίσεις με τη μορφή υπερβολικής εργασίας, ανεπαρκούς αμοιβής και κακομεταχείρισης από τη διεύθυνση·
κε)
επισημαίνει ότι οι εξαγωγές της ΕΕ στην Ινδονησία έχουν διπλασιαστεί τα τελευταία έξι χρόνια και ότι ανήλθαν σε 9,6 δισεκατομμύρια EUR το 2012· παρατηρεί ότι ο όγκος του διμερούς εμπορίου δεν ξεπέρασε τα 25 δισεκατομμύρια EUR, γεγονός που τοποθετεί την Ινδονησία στην 29η θέση μεταξύ των εμπορικών εταίρων της ΕΕ και μόλις στην 4η θέση μεταξύ των εμπορικών εταίρων της ΕΕ στην περιοχή, παρά το γεγονός ότι η Ινδονησία αντιπροσωπεύει το 40% του ΑΕΠ και του πληθυσμού της ASEAN· επισημαίνει, εντούτοις, ότι οι επενδύσεις της ΕΕ στην Ινδονησία σημειώνουν εκρηκτική άνοδο, με την Ινδονησία να βρίσκεται στη δεύτερη θέση μετά τη Σιγκαπούρη όσον αφορά τις άμεσες ξένες επενδύσεις και τονίζει ότι 1 000 εταιρείες της ΕΕ έχουν επενδύσει περισσότερα από 1 000 δισεκατομμύρια EUR και απασχολούν 1,1 εκατομμύρια Ινδονήσιους·
κστ)
καλεί την Ινδονησία και την ΕΕ να εξετάσουν το ενδεχόμενο έναρξης διαπραγματεύσεων για συμφωνία ελευθέρων συναλλαγών, επιπροσθέτως της συνεργασίας στο πλαίσιο της ΣΕΣΣ, με σκοπό να καταργηθούν σταδιακά σημαντικά εμπόδια στο εμπόριο, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης των διαβουλεύσεων σχετικά με τη συμμόρφωση στον ΠΟΕ, της προώθησης της χρήση των διεθνών προτύπων για τα τεχνικά εμπόδια στο εμπόριο, της βελτίωσης της προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, της διευρυμένης διαφάνειας των εμπορικών κανονισμών και της ανάπτυξης της τελωνειακής συνεργασίας και της προώθησης ενός καθεστώτος επενδύσεων άνευ διακρίσεων, με τελική συνέπεια την περαιτέρω αύξηση των εμπορικών συναλλαγών, των επενδύσεων, των υπηρεσιών και των προμηθειών·
κζ)
συγχαίρει την Ινδονησία για τις προσπάθειές της να συνεργαστεί με την ΕΕ για την εξάλειψη του εμπορίου παράνομης ξυλείας και προϊόντων ξυλείας· λαμβάνει υπό σημείωση την υπογραφή της Εθελοντικής Συμφωνίας Εταιρικής Σχέσης (VPA) όσον αφορά την Επιβολή της Δασικής Νομοθεσίας, τη Διακυβέρνηση και το Εμπόριο (FLEGT) μεταξύ της ΕΕ και της Ινδονησίας τον Σεπτέμβριο του 2013· επισημαίνει ότι οι εξαγωγές προϊόντων ξυλείας της Ινδονησίας στην ΕΕ αυξήθηκαν κατά 114% το πρώτο τρίμηνο του 2013· προσβλέπει στην έκδοση των αδειών FLEGT, με τις οποίες πιστοποιείται η νομιμότητα της ξυλείας και των προϊόντων ξυλείας, με σκοπό την εισαγωγή ξυλείας και προϊόντων ξυλείας από την Ινδονησία στην ΕΕ, μόλις αποφανθούν αμφότερες οι πλευρές ότι το σύστημα διασφάλισης της νομιμότητας της ξυλείας (TLAS) της Ινδονησίας είναι επαρκές σε ικανοποιητικό βαθμό·· προσδοκά ότι οι κοινές τακτικές αξιολογήσεις θα εξετάσουν την ικανότητα των αρμόδιων φορέων για την εφαρμογή της συμφωνίας FLEGT-VPA·
κ)
αναγνωρίζει το βασικό ρόλο της Ινδονησίας και της ΕΕ στην αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος, δεδομένης της γεωπολιτικής και οικονομικής σημασία τους, της εδαφικής έκτασης, καθώς και του μεγέθους του πληθυσμού· επικροτεί τον διευρυνόμενο ρόλο της Ινδονησίας στις διεθνείς διαπραγματεύσεις για την αλλαγή του κλίματος· επικροτεί τα φιλόδοξα σχέδια της Ινδονησίας, όπως τα ανακοίνωσε το 2009, για τη μείωση των εκπομπών και την έκκλησή της για διεθνή υποστήριξη, προκειμένου να βοηθηθεί στην προσπάθειά της να επιτύχει ακόμη μεγαλύτερες μειώσεις σημειώνει ότι η αποψίλωση των δασών και η αλλαγή των χρήσεων γης ευθύνονται κυρίως για τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου στην Ινδονησία αλλά παρατηρεί ότι ο αναπτυσσόμενος τομέας της ενέργειας αναμένεται να ξεπεράσει τον τομέα της δασοκομίας μέχρι το 2027, καλεί συνεπώς τα συμβαλλόμενα μέρη της ΣΕΣΣ να συστήσουν άμεσα, βάσει του άρθρου 23 της ΣΕΣΣ για την ενέργεια, θεσμικό διμερή μηχανισμό συνεργασίας που θα μπορούσε να οικοδομηθεί με βάση το παράδειγμα της Μονάδας Κλιματικής Αλλαγής του Ηνωμένου Βασιλείου (UKCCU ) στην Ινδονησία που ιδρύθηκε το 2011, προκειμένου να διαφοροποιηθεί ο ενεργειακός εφοδιασμός μέσω της ανάπτυξης νέων και ανανεώσιμων μορφών ενέργειας και των υποδομών μεταφοράς τους, ούτως ώστε να συνδεθούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με τα κέντρα ζήτησης, και να επιτευχθεί μια ορθολογική χρήση της ενέργειας για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης·
κθ)
εκφράζει τη σοβαρή του ανησυχία για τις επιπτώσεις που έχει η αυξανόμενη ζήτηση φοινικέλαιου στην αποψίλωση των δασών στην Ινδονησία, η οποία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός και καταναλωτής φοινικέλαιου στον κόσμο· εκφράζει την ικανοποίησή του για το μορατόριουμ σχετικά με την εκκαθάριση νέων δασών που αποφάσισε η κυβέρνηση το 2011 αλλά ζητεί να ληφθούν μέτρα προκειμένου να εξαλειφθούν τα πολλά νομικά κενά που μέχρι στιγμής περιορίζουν σε μεγάλο βαθμό την αποτελεσματικότητά του·
λ)
εκφράζει την ικανοποίησή του για τη συμφωνία αεροπορικών μεταφορών που υπογράφηκε από την ΕΕ και την Ινδονησία το 2011, με την οποία αίρονται οι περιορισμοί εθνικότητας στις διμερείς αεροπορικές υπηρεσίες και με την οποία πραγματοποιείται σημαντικό βήμα προς την ενίσχυση της συνολικής συνεργασίας μεταξύ της ΕΕ και της Ινδονησίας· συνιστά την λήψη νέων μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 34 της ΣΕΣΣ, στον τομέα των μεταφορών, ιδίως όσον αφορά τη θεσμοθέτηση εγγύς διαλόγου στον τομέα των θαλάσσιων και χερσαίων μεταφορών για τη βελτίωση των υποδομών στο αρχιπέλαγος της Ινδονησίας, καθώς και μέτρων για την πλήρη εφαρμογή των διεθνών προδιαγραφών προστασίας, ασφάλειας και πρόληψης της ρύπανσης·
λα)
εκφράζει την βαθιά του ανησυχία για τις ετησίως επαναλαμβανόμενες δασικές πυρκαγιές για τις οποίες ευθύνονται, σε μεγάλο βαθμό, οι φυτείες φοινικέλαιου, οι εταιρίες υλοτομίας και οι αγρότες που τις χρησιμοποιούν για να καθαρίσουν το έδαφος για φύτευση, την στιγμή που οι εν λόγω πυρκαγιές συμβάλλουν στην υπερθέρμανση του πλανήτη και τοποθετούν την Ινδονησία μεταξύ των χωρών με τις υψηλότερες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου· επικροτεί την υπόσχεση της κυβέρνησης της Ινδονησίας να επικυρώσει τη συμφωνία του ASEAN για τη διασυνοριακή ρύπανση που προκαλείται από την αιθαλομίχλη στις αρχές του επόμενου έτους και καλεί τις αρχές της να λάβουν επειγόντως πιο αποτελεσματικά μέτρα πρόληψης·
λβ)
επισημαίνει ότι ο τουρισμός είναι ένας από τους βασικούς τομείς της οικονομίας της Ινδονησίας· τονίζει σχετικά ότι το άρθρο 17 της ΣΕΣΣ παρέχει μια εξαιρετική ευκαιρία για την ανταλλαγή πληροφοριών και τη θέσπιση βέλτιστων πρακτικών με σκοπό τη μεγιστοποίηση του δυναμικού της Ινδονησίας στον τομέα της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς και τον μετριασμό των αρνητικών επιπτώσεων, όπως είναι η ρύπανση ή η πρόκληση ζημιών στα θαλάσσια οικοσυστήματα, με σκοπό την ανάπτυξη προτύπων βιώσιμου τουρισμού και την αύξηση της θετικής συμβολής του τουρισμού ενώ παράλληλα διαφυλάσσονται τα συμφέροντα των τοπικών κοινοτήτων·
λγ)
διαπιστώνει ότι έχουν υλοποιηθεί αμοιβαίες ανταλλαγές σε διαπροσωπικό επίπεδο μεταξύ των λαών της Ινδονησίας και της ΕΕ μέσω του προγράμματος Erasmus Mundus II, το οποίο χορήγησε 200 υποτροφίες μεταξύ 2008-2010· αναγνωρίζει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξετάζει το ενδεχόμενο πραγματοποίησης εργαστηρίων μελέτης και σεμιναρίων για την αύξηση της κατανόησης και της γνώσης της Ινδονησιακών ΜΜΕ σχετικά με τα διεθνή πρότυπα και τις απαιτήσεις ποιότητας· ζητεί εντούτοις να ενταθούν περαιτέρω οι ανταλλαγές φοιτητών και ακαδημαϊκού προσωπικού και ζητεί επίσης την θέσπιση τακτικών προγραμμάτων κατάρτισης, σύμφωνα με το άρθρο 25 ΣΕΣΣ περί Πολιτισμού και Παιδείας, αλλά και την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και τεχνογνωσίας στον τομέα του τουρισμού, της επιχειρηματικότητας, και των γλωσσών· καλεί επιπλέον την Ινδονησία και την ΕΕ να εξετάσουν το ενδεχόμενο έναρξης διαπραγματεύσεων για μέτρα απελευθέρωσης των θεωρήσεων που θα διευκολύνουν τις διαπροσωπικές ανταλλαγές μεταξύ των λαών·
λδ)
επισημαίνει ότι, μεταξύ 2007 και 2013, περίπου 400 εκατομμύρια EUR χορηγήθηκαν από την ΕΕ προς την Ινδονησία μέσω κονδυλίων της αναπτυξιακής βοήθειας· αναγνωρίζει ότι, ήδη από το 2014, η Ινδονησία δεν θα είναι πλέον επιλέξιμη για τα πολυετή ενδεικτικά προγράμματα (ΠΕΠ) διότι θα έχει αποκτήσει το καθεστώς της χώρας μεσαίου χαμηλού εισοδήματος ενώ θα συνεχίζει να επωφελείται από το σύστημα γενικευμένων προτιμήσεων της ΕΕ· προτρέπει, συνεπώς, την Ινδονησία να συνεχίσει να εφαρμόζει τις πολιτικές προτεραιότητας τις προηγουμένως χρηματοδοτούμενες από τα ΠΕΠ, σε τομείς όπως η εκπαίδευση, το εμπόριο και οι επενδύσεις, η ανάπτυξη ικανοτήτων επιβολής του νόμου και της δικαιοσύνης, η γενική οικοδόμηση ικανοτήτων και η αλλαγή του κλίματος· πιστεύει ότι η διμερής συνεργασία στο πλαίσιο της ΣΕΣΣ, σε συνδυασμό με τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, καθώς και οποιεσδήποτε μελλοντικές συμφωνίες οικονομικής εταιρικής σχέσης, θα διαδραματίσουν ζωτικό ρόλο στην προώθηση αυτών των προτεραιοτήτων στην Ινδονησία·
λε)
προτείνει στην Ινδονησία και στην ΕΕ να προσδιορίσουν τομείς συνεργασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις της ΣΕΣΣ, για την καλύτερη εφαρμογή και διαχείριση του Γενικού οικονομικού προγράμματος για την ανάπτυξη της Ινδονησίας (MP3EI), μέσω της ανταλλαγής τεχνογνωσίας και βέλτιστων πρακτικών για συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα και, στο πλαίσιο των υποχρεώσεων G20 της Ινδονησίας και ορισμένων από τα κράτη μέλη της ΕΕ, και τις καλεί να συνεργαστούν για την αντιμετώπιση της μεταφοράς κερδών, της φοροδιαφυγής και για την αυτόματη ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών·
λστ)
προτρέπει την ΕΕ να υποστηρίξει, στο πλαίσιο της ΣΕΣΣ, τις προσπάθειες της Ινδονησίας για τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης, ιδίως ως προς την οικοδόμηση ικανοτήτων για τη χάραξη και την εφαρμογή πολιτικών, την ενίσχυση του δικαστικού συστήματος και των θεσμών επιβολής του νόμου·
λζ)
ζητεί τη συνεργασία ΕΕ-Ινδονησίας στην εφαρμογή της Σύμβασης για το Διεθνές Εμπόριο των Απειλούμενων Ειδών της Άγριας Πανίδας και Χλωρίδας (CIDES) και στην προσπάθεια διατήρησης και διαχείρισης με βιώσιμο τρόπο των φυσικών πόρων και της βιοποικιλότητας, δηλαδή των δασών, των θαλάσσιων και αλιευτικών πόρων· εκφράζει την ανησυχία του για την αύξηση της αποψίλωσης των δασών από τον ιδιωτικό τομέα για το φοινικέλαιο και τις φυτείες καουτσούκ και για τους κινδύνους της μονοκαλλιέργειας·
λη)
εκφράζει την ικανοποίησή του για την επικύρωση από την Ινδονησία της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας και καλεί την ΕΕ να προσφέρει βοήθεια στις θεσμικές και άλλες μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται προκειμένου να συμμορφωθεί η χώρα με τη Σύμβαση και προκειμένου να ενισχυθεί η ασφάλεια της ναυσιπλοΐας στην περιοχή·
λθ)
εκφράζει την ικανοποίησή του για την ΣΕΣΣ, η οποία αποτελεί τεκμήριο της αυξανόμενης σημασίας των δεσμών ΕΕ-Ινδονησίας και η οποία ανοίγει μια νέα εποχή στις διμερείς σχέσεις μέσω της ενίσχυσης της πολιτικής, οικονομικής και τομεακής συνεργασίας σε ένα ευρύ φάσμα τομέων πολιτικής· τονίζει ότι η διμερής και πολυμερής συνεργασία μπορεί να προαγάγει την επίλυση συγκρούσεων σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο και να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα στην ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων και στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, της πειρατείας, του οργανωμένου εγκλήματος, της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές ενέργειες και των φορολογικών παραδείσων· εκφράζει συνεπώς την ικανοποίησή του διότι όλα τα κράτη μέλη έχουν επικυρώσει τη ΣΕΣΣ, η οποία έχει υπογραφεί ήδη από το 2009·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Συμφωνία-πλαίσιο περί συνολικής εταιρικής σχέσης και συνεργασίας ΕΚ-Ινδονησίας, εξαιρουμένων των ζητημάτων που αφορούν την επανεισδοχή ***
255k
35k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τη σύναψη της συμφωνίας-πλαισίου περί συνολικής εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας, αφετέρου, εξαιρουμένων των ζητημάτων που αφορούν την επανεισδοχή (11250/2013 – C7-0351/2013 – 2013/0120A(NLE))
– έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (11250/2013),
– έχοντας υπόψη τη συνολική συμφωνία-πλαίσιο εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας, αφετέρου (14032/2009),
– έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 91, το άρθρο 100, το άρθρο 191 παράγραφος 4, το άρθρο 207 και το άρθρο 209 σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0351/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 81 και το άρθρο 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0134/2014),
1. εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας.
Συμφωνία-πλαίσιο περί συνολικής εταιρικής σχέσης και συνεργασίας ΕΚ-Ινδονησίας, όσον αφορά ζητήματα που αφορούν την επανεισδοχή ***
255k
36k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη της συμφωνίας-πλαισίου περί συνολικής εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας, αφετέρου, όσον αφορά ζητήματα που αφορούν την επανεισδοχή (11313/2013 – C7-0356/2013 – 2013/0120B(NLE))
– έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (11313/2013),
– έχοντας υπόψη τo σχέδιο συμφωνίας-πλαισίου περί συνολικής εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της αφενός, και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας, αφετέρου (14032/2009),
– έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 3, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0356/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 81 και το άρθρο 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0115/2014),
1. εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας.
Συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια ***
254k
35k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια (10697/2012 – C7-0029/2014 – 2012/0122(NLE))
– έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (10697/2012),
– έχοντας υπόψη το σχέδιο συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια (10693/2012),
– έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 3 και το άρθρο 218 παράγραφος 6 εδάφιο 2 στοιχείο α) σημείο v) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7–0029/2014),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 81 και 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0097/2014),
1. εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Δημοκρατίας της Τουρκίας.
Σύσταση απόφασης - Παράταση του άρθρου 147 του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μέχρι το τέλος της όγδοης κοινοβουλευτικής περιόδου
264k
44k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 για παράταση της ισχύος του άρθρου 147 του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μέχρι το τέλος της όγδοης κοινοβουλευτικής περιόδου (2014/2585(RSO))
– έχοντας υπόψη το άρθρο 342 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό του Συμβουλίου αριθ. 1 της 15ης Απριλίου 1958 περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας(1), όπως τροποποιήθηκε για τελευταία φορά με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 517/2013 του Συμβουλίου(2),
– έχοντας υπόψη τον κώδικα συμπεριφοράς για την πολυγλωσσία που ενέκρινε το Προεδρείο στις 17 Νοεμβρίου 2008,
– έχοντας υπόψη την από 11 Μαρτίου 2009 απόφασή του, που παρατείνει την εφαρμογή του άρθρου 147 μέχρι το τέλος της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου(3) και τις μεταγενέστερες αποφάσεις του Προεδρείου που παρατείνουν την παρέκκλιση από το άρθρο 146 μέχρι το τέλος της παρούσας περιόδου,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 146 και 147 του Κανονισμού του,
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 146, όλα τα έγγραφα του Κοινοβουλίου πρέπει να συντάσσονται στις επίσημες γλώσσες, και όλοι οι βουλευτές έχουν το δικαίωμα να ομιλούν στο Κοινοβούλιο στην επίσημη γλώσσα της επιλογής τους, με διερμηνεία στις άλλες επίσημες γλώσσες,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 147, οι παρεκκλίσεις από το άρθρο 146 είναι επιτρεπτές έως τη λήξη της έβδομης κοινοβουλευτικής περιόδου εάν, και στο μέτρο που δεν διατίθεται επαρκής αριθμός διερμηνέων και μεταφραστών σε μία επίσημη γλώσσα, παρά τη λήψη κατάλληλων μέτρων· λαμβάνοντας υπόψη ότι, για κάθε επίσημη γλώσσα για την οποία θεωρείται αναγκαία παρέκκλιση, το Προεδρείο, κατόπιν προτάσεως του Γενικού Γραμματέα, διαπιστώνει εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις και επανεξετάζει την απόφασή του ανά εξάμηνο·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 920/2005(4) του Συμβουλίου προβλέπει προσωρινά και ανανεώσιμα μέτρα πενταετούς παρέκκλισης για τα Ιρλανδικά, μέχρι τις αρχές του 2017·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρ' όλα τα μέτρα που ελήφθησαν, το δυναμικό στην ιρλανδική και στη μαλτέζικη γλώσσα δεν αναμένεται να είναι τέτοιο, ώστε να καταστήσει δυνατή την ύπαρξη πλήρους υπηρεσίας διερμηνείας στις γλώσσες αυτές από την έναρξη της όγδοης κοινοβουλευτικής περιόδου· λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρόλο που για ορισμένες άλλες γλώσσες θα υπάρχει επαρκές δυναμικό για την κάλυψη των αναγκών που προκύπτουν από τις συνήθεις δραστηριότητες του Κοινοβουλίου, ο αριθμός των διερμηνέων ενδέχεται να μην είναι επαρκής για να καταστεί δυνατή η πλήρης κάλυψη όλων των επιπλέον αναγκών κατά τη διάρκεια της άσκησης της Προεδρίας του Συμβουλίου από τα εν λόγω κράτη μέλη κατά την όγδοη κοινοβουλευτική περίοδο·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά τις έντονες και διαρκείς διοργανικές προσπάθειες και παρά τη σημαντική επιτευχθείσα πρόοδο, ο αριθμός των εξειδικευμένων μεταφραστών και γλωσσομαθών νομικών εξακολουθεί να αναμένεται να είναι τόσο περιορισμένος ως προς τα ιρλανδικά, ώστε να μην μπορεί να διασφαλισθεί πλήρης κάλυψη της συγκεκριμένης γλώσσας στο ορατό μέλλον, βάσει του άρθρου 146 του Κανονισμού· λαμβάνοντας υπόψη ότι, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 920/2005 του Συμβουλίου, η νομοθεσία της ΕΕ που έχει εγκριθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2007 («κεκτημένο») δεν χρειάζεται να μεταφραστεί στα Ιρλανδικά· λαμβάνοντας υπόψη ότι, ως αποτέλεσμα των μέτρων παρέκκλισης που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό, μόνο οι προτάσεις της Επιτροπής για κανονισμούς του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου παρουσιάζονται επί του παρόντος στα ιρλανδικά και, ότι για όσο χρονικό διάστημα εξακολουθεί να ισχύει η παρούσα κατάσταση, δεν θα είναι δυνατόν για τις υπηρεσίες του Κοινοβουλίου να προετοιμάζουν ιρλανδικές μεταφράσεις άλλων τύπων νομοθετικών πράξεων·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά το γεγονός ότι το δυναμικό της κροατικής γλώσσας αυξάνεται διαρκώς, σε συνέχεια της προσχώρησης της Κροατίας στην Ένωση την 1η Ιουλίου 2013, δεν θα καταστεί ίσως δυνατόν να εξασφαλιστεί πλήρης κάλυψη της εν λόγω γλώσσας από την έναρξη της όγδοης κοινοβουλευτικής περιόδου·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 147 παράγραφος 4 του Κανονισμού ορίζει ότι, κατόπιν αιτιολογημένης σύστασης του Προεδρείου, το Κοινοβούλιο μπορεί να αποφασίσει να παρατείνει την ισχύ του εν λόγω άρθρου στο τέλος της κοινοβουλευτικής περιόδου,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι, βάσει των προαναφερθέντων, το Προεδρείο έχει συστήσει την παράταση ισχύος του άρθρου 147 έως το τέλος της όγδοης κοινοβουλευτικής περιόδου·
1. αποφασίζει την παράταση ισχύος του άρθρου 147 του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μέχρι το τέλος της όγδοης κοινοβουλευτικής περιόδου·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή προς ενημέρωση.
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 920/2005 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2005, για την τροποποίηση του κανονισμού αριθ. 1, της 15ης Απριλίου 1958, περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του κανονισμού αριθ. 1, της 15ης Απριλίου 1958, περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενεργείας και για τη θέσπιση προσωρινών μέτρων παρέκκλισης από τους ως άνω κανονισμούς (ΕΕ L 156, της 18.6.2005, σ. 3), όπως παρατάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1257/2010 του Συμβουλίου ( ΕΕ L 343, της 29.12.2010, σ. 5).
Τροποποίηση του άρθρου 166 (τελική ψηφοφορία) και του άρθρου 195 παράγραφος 3 (ψηφοφορία σε επιτροπή) του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
332k
43k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση του άρθρου 166 του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όσον αφορά την τελική ψηφοφορία, και του άρθρου 195 παράγραφος 3, όσον αφορά την ψηφοφορία στις επιτροπές (2014/2001(REG))
– έχοντας υπόψη την πρόταση τροποποίησης του Κανονισμού του (B7‑0252/2013),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 211 και 212 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0035/2014),
1. αποφασίζει να επιφέρει στον Κανονισμό του τις κατωτέρω τροποποιήσεις·
2. επισημαίνει ότι οι τροποποιήσεις θα τεθούν σε ισχύ την πρώτη ημέρα της προσεχούς περιόδου συνόδου·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Ισχύον κείμενο
Τροπολογία
Τροπολογία 3 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 166
Το Κοινοβούλιο, κατά την ψηφοφορία επί προτεινόμενης νομοθετικής πράξης, είτε πρόκειται για μία και μοναδική είτε για τελική ψηφοφορία, ψηφίζει με ονομαστική κλήση χρησιμοποιώντας το ηλεκτρονικό σύστημα ψηφοφορίας.
Όταν το Κοινοβούλιο αποφασίζει επί εκθέσεως, ψηφίζει, είτε πρόκειται για μία και μοναδική είτε για τελική ψηφοφορία, με ονομαστική κλήση σύμφωνα με το άρθρο 167 παράγραφος 2 του Κανονισμού. Η ψηφοφορία επί των τροπολογιών διεξάγεται με ονομαστική κλήση μόνο αν ζητηθεί τούτο σύμφωνα με το άρθρο 167.
Τροπολογία 4 Κανονισμός του Κοινοβουλίου Άρθρο 195 παράγραφος 3
3. Η ψηφοφορία στην επιτροπή διεξάγεται με ανάταση του χεριού, εκτός αν το ένα τέταρτο των μελών που αποτελούν την επιτροπή απαιτήσει ψηφοφορία με ονομαστική κλήση. Στην περίπτωση αυτή, η ψηφοφορία πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 167, παράγραφος 2.
3. Στην περίπτωση μίας και μοναδικής ή τελικής ψηφοφορίας επί εκθέσεως, η ψηφοφορία διεξάγεται με ονομαστική κλήση σύμφωνα με το άρθρο 167 παράγραφος 2. Η ψηφοφορία επί τροπολογιών και οι λοιπές ψηφοφορίες διεξάγονται με ανάταση της χειρός, εκτός αν ο πρόεδρος αποφασίσει τη διεξαγωγή ηλεκτρονικής ψηφοφορίας ή αν το ένα τέταρτο των μελών που αποτελούν την επιτροπή απαιτήσει ψηφοφορία με ονομαστική κλήση.
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Νοεμβρίου 2012 για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου, όσον αφορά το άνοιγμα της αγοράς εσωτερικών σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών και τη διακυβέρνηση της σιδηροδρομικής υποδομής (COM(2013)0029 – C7-0025/2013 – 2013/0029(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0029),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 91 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0025/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν από την Γαλλική Εθνοσυνέλευση, το Κοινοβούλιο της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, το Κοινοβούλιο του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, την Άνω Βουλή του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, την Κάτω Βουλή του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Σουηδίας, στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2013(1),
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, της 8ης Οκτωβρίου 2013(2),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A7-0037/2014),
1. εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 26 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Νοεμβρίου 2012 για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου, όσον αφορά το άνοιγμα της αγοράς εσωτερικών σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών και τη διακυβέρνηση της σιδηροδρομικής υποδομής
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(5),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Την τελευταία δεκαετία, το ευρωπαϊκό δίκτυο αυτοκινητοδρόμων επεκτάθηκε κατά 27%, ενώ το σιδηροδρομικό δίκτυο μειώθηκε κατά 2%. Επιπλέον, η ανάπτυξη της επιβατικής κίνησης των σιδηροδρόμων δεν κατάφερε να αυξήσει το μερίδιό της συγκριτικά με τις οδικές και τις αεροπορικές μεταφορές. Το μερίδιο της τάξης του 6% των σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση παρέμεινε σχετικά σταθερό.και οι σιδηροδρομικές επιβατικές μεταφορές δεν συμβάδισαν με τις εξελισσόμενες ανάγκες όσον αφορά την προσφορά ή την ποιότητα. [Τροπολογία 1]
(1α) Το μικρό μερίδιο των σιδηροδρομικών μεταφορών στην Ευρώπη οφείλεται, κυρίως, στην άσκηση αθέμιτου ανταγωνισμού από άλλα μέσα μεταφοράς, στην έλλειψη πολιτικής βούλησης για την ανάπτυξη των σιδηροδρομικών μεταφορών και στις ιδιαίτερα χαμηλές επενδύσεις στα σιδηροδρομικά δίκτυα. [Τροπολογία 2]
(2) Οι αγορές σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών και διεθνών επιβατικών μεταφορών της Ένωσης έχουν ανοίξει στον ανταγωνισμό από το 2007 και το 2010 αντίστοιχα με την οδηγία 2004/51/ΕΚ(6) και την οδηγία 2007/58//ΕΚ(7). Επιπλέον, ορισμένα κράτη μέλη έχουν ανοίξει τις εσωτερικές επιβατικές μεταφορές τους στον ανταγωνισμό, είτε μέσω της θέσπισης δικαιωμάτων ανοικτής πρόσβασης, είτε μέσω της διενέργειας δημόσιων διαγωνισμών για τις συμβάσεις υπηρεσιών δημόσιας υπηρεσίας είτε και με τους δύο τρόπους.
(2α) Θα πρέπει να εκτιμηθούν οι πρακτικές συνέπειες των διατάξεων που θεσπίζονται στις εν λόγω οδηγίες, με τον έλεγχο της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών βάσει συγκεκριμένων στοιχείων, προσφοράς και αριθμού χρηστών, κόστους και τιμολογίων. [Τροπολογία 3]
(2β) Η ανάπτυξη ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αποτελεσματική, πλήρη και εμπρόθεσμη εφαρμογή, σε όλα τα κράτη μέλη, των νομοθετικών διατάξεων που έχουν θεσπιστεί. Δεδομένων των ανεπαρκειών που έχουν διαπιστωθεί στον τομέα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρακολουθούν στενά την εφαρμογή των νομοθετικών διατάξεων της Ένωσης. [Τροπολογία 4]
(2γ) Από μελέτες που πραγματοποιήθηκαν και ερωτηματολόγια που συλλέχθηκαν προκύπτει ότι στα κράτη μέλη που άνοιξαν τις αγορές τους στον τομέα των εσωτερικών επιβατικών μεταφορών, όπως η Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο, σημειώθηκε ανάπτυξη της σιδηροδρομικής αγοράς και μεγαλύτερη ικανοποίηση τόσο των επιβατών όσο και του προσωπικού. [Τροπολογία 5]
(3) Η οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(8) θεσπίζει έναν ενιαίο ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό χώρο με κοινούς κανόνες όσον αφορά τη διακυβέρνηση των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομής, τη χρηματοδότηση και τη χρέωση των υποδομών, τις συνθήκες πρόσβασης στις σιδηροδρομικές υποδομές και υπηρεσίες και τη ρυθμιστική εποπτεία της σιδηροδρομικής αγοράς. Με την εφαρμογή όλων αυτών των στοιχείων, είναι πλέον δυνατή η ολοκλήρωση του ανοίγματος της σιδηροδρομικής αγοράς της Ένωσης και η μεταρρύθμιση της διακυβέρνησης των διαχειριστών υποδομής με στόχο την εξασφάλιση ισότιμης πρόσβασης στην υποδομή, ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα των σιδηροδρομικών μεταφορών σε όλη την Ένωση και να διασφαλιστούν τα κοινωνικά πρότυπα και οι όροι απασχόλησης. [Τροπολογία 6]
(3α) Η ολοκλήρωση του ανοίγματος της σιδηροδρομικής αγοράς της Ένωσης πρέπει να θεωρηθεί απαραίτητη προκειμένου να καταστεί δυνατόν να αποτελούν οι σιδηρόδρομοι αξιόπιστη εναλλακτική έναντι άλλων τρόπων μεταφοράς όσον αφορά την τιμή και την ποιότητα. [Τροπολογία 7]
(4) Η οδηγία 2012/34/ΕΕ ορίζει ότι η Επιτροπή πρέπει να προτείνει, κατά περίπτωση, νομοθετικά μέτρα σε σχέση με το άνοιγμα της αγοράς εσωτερικών σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών και να αναπτύσσει κατάλληλες προϋποθέσεις ώστε να εξασφαλίζεται η πιοοικονομικά αποδοτική χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στις υποδομές, συμπεριλαμβανομένων των υποδομών πωλήσεων που ανήκουν στους κατεστημένους φορείς, βάσει των υφιστάμενων απαιτήσεων διαχωρισμού της διαχείρισης των υποδομών και των μεταφορικών δραστηριοτήτων. [Τροπολογία 8]
(4α) Το άνοιγμα της αγοράς εσωτερικών σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών θα έχει θετικό αντίκτυπο στη λειτουργία της ευρωπαϊκής αγοράς σιδηροδρόμων· αυτό θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη ευελιξία και περισσότερες δυνατότητες όσον αφορά τις εταιρείες και τους επιβάτες. Το προσωπικό των σιδηροδρομικών μεταφορών θα επωφεληθεί επίσης από το άνοιγμα, καθώς θα βελτιωθούν οι ευκαιρίες του παροχής υπηρεσιών σε νέους παράγοντες της αγοράς. Οι έμπειροι εργαζόμενοι μπορούν να προσφέρουν πρόσθετα οφέλη στους νέους παράγοντες, με αποτέλεσμα να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας. [Τροπολογία 9]
(4β) Τα κράτη μέλη είναι αρμόδια για την οργάνωση των οικείων αγορών εργασίας όσον αφορά το προσωπικό των σιδηροδρομικών μεταφορών. Ωστόσο, θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι ο τρόπος οργάνωσης της αγοράς εργασίας δεν υπονομεύει την ποιότητα της παρεχόμενης υπηρεσίας. Το δίκαιο της Ένωσης προβλέπει ήδη ένα σαφές πλαίσιο για την προστασία των εργαζομένων στις σιδηροδρομικές μεταφορές. [Τροπολογία 10]
(5) Πρέπει να εξασφαλιστεί καλύτερος συντονισμός μεταξύ των διαχειριστών υποδομής και των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων μέσω της σύστασης μιας επιτροπής συντονισμού, προς επίτευξη της αποτελεσματικής διαχείρισης και χρήσης της υποδομής. Επιπλέον, για να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία των δραστηριοτήτων της καθημερινής διαχείρισης του δικτύου, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης της κυκλοφορίας στο δίκτυο κατά τη διάρκεια της χειμερινής περιόδου, ο διαχειριστής της υποδομής σε επίπεδο ελέγχου της κυκλοφορίας πρέπει να συντονίζεται με τις σιδηροδρομικές εταιρείες, χωρίς να υπονομεύεται η ανεξαρτησία και η αρμοδιότητά του όσον αφορά τη διαχείριση του δικτύου και τους υφιστάμενους κανόνες. [Τροπολογία 117]
(6) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν επίσης ότι η διαχείριση όλων των καθηκόντων που είναι απαραίτητα για τη βιώσιμη λειτουργία, συντήρηση και ανάπτυξη της σιδηροδρομικής υποδομής θα πραγματοποιείται κατά τρόπο συνεκτικό από τον ίδιο το διαχειριστή υποδομής.
(6α) Προκειμένου να εξασφαλιστεί επαρκής και θεμιτός ανταγωνισμός εντός του ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου, πρέπει να διασφαλίζεται όχι μόνο ή χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στις υποδομές αλλά και η ολοκλήρωση των εθνικών σιδηροδρομικών δικτύων, καθώς και η ενίσχυση των ρυθμιστικών φορέων. Η ενίσχυση αυτή συνίσταται στην επέκταση των αρμοδιοτήτων των αρμόδιων ρυθμιστικών φορέων και στην ανάπτυξη ενός δικτύου ρυθμιστικών φορέων που θα αποτελέσει στο μέλλον κεντρικό παράγοντα ρύθμισης της σιδηροδρομικής αγοράς στην Ένωση. [Τροπολογία 12]
(6β) Ο διαχειριστής της υποδομής, κατά την άσκηση όλων των σχετικών καθηκόντων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, πρέπει να χρησιμοποιεί τις αρμοδιότητές του για τη συνεχή βελτίωση της αποτελεσματικότητας της διαχείρισης της σιδηροδρομικής υποδομής με σκοπό την παροχή υψηλής ποιότητας υπηρεσιών στους χρήστες της. [Τροπολογία 13]
(7) Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών σχετικά με τον σχεδιασμό και τη χρηματοδότηση σιδηροδρομικής υποδομής, τα διασυνοριακά ζητήματα, όπως τα τέλη πρόσβασης τροχιάς, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά μεταξύ των διαχειριστών υποδομής των διαφόρων κρατών μελών, μέσω της θέσπισης ενός ευρωπαϊκού δικτύου διαχειριστών υποδομής. [Τροπολογία 14]
(8) Προκειμένου να εξασφαλιστεί ίση πρόσβαση στις υποδομές, οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων που προκύπτει απόπρέπει να διαμορφωθούν ολοκληρωμένες δομές που περιλαμβάνουν διαχείρισηκατά τέτοιον τρόπο ώστε να μην ανακύπτει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ διαχείρισης υποδομών και δραστηριότητεςδραστηριοτήτων μεταφορών θα πρέπει να απαλειφθεί. Η εξάλειψη των πιθανών κινήτρων για την πραγματοποίηση διακρίσεων κατά ανταγωνιστών είναι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστεί ισότιμη πρόσβαση στη σιδηροδρομική υποδομή. Αποτελεί προϋπόθεση για το επιτυχημένο άνοιγμα της αγοράς εσωτερικών σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών. Θα πρέπει επίσης να απαλειφθεί το ενδεχόμενο διεπιδοτήσεων, το οποίο υπάρχει στις εν λόγω ολοκληρωμένες δομές, και το οποίο οδηγεί επίσης σε στρεβλώσεις της αγοράς, καθώς και σε ρυθμίσεις όσον αφορά αμοιβές προσωπικού και άλλες παροχές που ενδέχεται να προκαλούν προτιμησιακή μεταχείριση σε σχέση με τους ανταγωνιστές. [Τροπολογία 15]
(9) Οι υφιστάμενες απαιτήσεις ανεξαρτησίας των διαχειριστών υποδομής από τις επιχειρήσεις σιδηροδρομικών μεταφορών, οι οποίες προβλέπονται στην οδηγία 2012/34/ΕΕ, καλύπτουν μόνο τα ουσιαστικά καθήκοντα του διαχειριστή υποδομής, ήτοι τη λήψη αποφάσεων για την κατανομή των διαδρομών και τη λήψη αποφάσεων για τη χρέωση των υποδομών. Είναι, ωστόσο, απαραίτητη η άσκηση όλων των καθηκόντων κατά τρόπο ανεξάρτητο, καθώς και άλλα καθήκοντα δύναται να χρησιμοποιηθούν εξίσου για σκοπούς διακρίσεων κατά ανταγωνιστών. Αυτό ισχύει ιδιαιτέρως για τις αποφάσεις σχετικά με την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκδοσης εισιτηρίων, σε σταθμούς και αμαξοστάσια, σχετικά με επενδύσεις ή συντήρηση, οι οποίες δύναται να ληφθούν έτσι ώστε να ευνοούνται τα μέρη του δικτύου που χρησιμοποιούνται κυρίως από τις μεταφορικές επιχειρήσεις της ολοκληρωμένης επιχείρησης. Οι αποφάσεις για τον προγραμματισμό εργασιών συντήρησης δύναται να επηρεάζουν τη διαθεσιμότητα διαδρομών για τους ανταγωνιστές. [Τροπολογία 16]
(9α) Παρά την εφαρμογή των ρυθμίσεων της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, που αποσκοπούν να διασφαλίσουν την ανεξαρτησία του διαχειριστή υποδομής, οι κάθετα ολοκληρωμένες επιχειρήσεις θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τη δομή τους για να παρέχουν αδικαιολόγητα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που ανήκουν στις επιχειρήσεις τους. [Τροπολογία 17]
(10) Οι υφιστάμενες απαιτήσεις της οδηγίας 2012/34/ΕΕ περιλαμβάνουν μόνο νομική, οργανωτική ανεξαρτησία και ανεξαρτησία στη λήψη αποφάσεων. Οι διατάξεις αυτές δεν αποκλείουν εντελώς τη δυνατότητα διατήρησης μιας ολοκληρωμένης επιχείρησης, εφόσον εξασφαλίζονται αυτές οι τρεις κατηγορίες ανεξαρτησίας. Όσον αφορά την ανεξαρτησία λήψης αποφάσεων, πρέπει να εξασφαλίζεται ότι κατάλληλες ασφαλιστικές δικλίδες αποκλείουν τον έλεγχο των αποφάσεων που λαμβάνει ένας διαχειριστής υποδομής από μια ολοκληρωμένη επιχείρηση. Ωστόσο, ακόμα και η πλήρης εφαρμογή των εν λόγω ασφαλιστικών δικλίδων δεν αποκλείει εντελώς κάθε δυνατότητα πραγματοποίησης διακρίσεων κατά ανταγωνιστών, η οποία υφίσταται λόγω της ύπαρξης μιας κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης. Συγκεκριμένα, η δυνατότητα διεπιδοτήσεων εξακολουθεί να υφίσταται σε ολοκληρωμένες δομές ή, τουλάχιστον, είναι πολύ δύσκολο για τους ρυθμιστικούς φορείς να ελέγχουν και να επιβάλλουν τις ασφαλιστικές δικλίδες που έχουν θεσπιστεί για την πρόληψη των εν λόγω διεπιδοτήσεων. Ο θεσμικός διαχωρισμός της διαχείρισης υποδομών και των μεταφορικών δραστηριοτήτων είναι το αποτελεσματικότερο μέτρο για την επίλυση αυτών των προβλημάτων.
(11) Κατά συνέπεια, θα πρέπει να απαιτείται από τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι το ίδιο νομικό ή φυσικό πρόσωπο ή πρόσωπα δεν δικαιούνται να ασκούν έλεγχο σε διαχειριστή υποδομής και, ταυτόχρονα, να ασκούν έλεγχο ή δικαιώματα σε σιδηροδρομική επιχείρηση. Αντιστρόφως, ο έλεγχος σε σιδηροδρομική επιχείρηση θα πρέπει να αποκλείει τη δυνατότητα άσκησης ελέγχου ή δικαιωμάτων σε διαχειριστή υποδομής. Η παρούσα οδηγία στοχεύει στη εγκαθίδρυση ελεύθερου και ανόθευτου ανταγωνισμού μεταξύ όλων των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και, ως εκ τούτου, αποκλείει τη δυνατότητα των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων να διατηρούν κάθετα ολοκληρωμένο πρότυπο, όπως ορίζεται στο άρθρο 3. [Τροπολογία 18]
(12) Εφόσον τα κράτη μέλη εξακολουθούν να διατηρούν διαχειριστή υποδομής ο οποίος αποτελεί μέρος μιας κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης, θα πρέπει τουλάχιστον να εισαγάγουν αυστηρές ασφαλιστικές δικλίδες ώστε να διασφαλίζεται η ουσιαστική ανεξαρτησία του διαχειριστή υποδομής στο σύνολό του έναντι της καθετοποιημένης επιχείρησης. Αυτές οι ασφαλιστικές δικλίδες δεν θα πρέπει να αφορούν μόνο την εταιρική οργάνωση του διαχειριστή υποδομής έναντι της καθετοποιημένης επιχείρησης, αλλά και τη δομή διαχείρισης του διαχειριστή υποδομής και, στο μέτρο του δυνατού στο πλαίσιο ολοκληρωμένης δομής, να προλαμβάνουν τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές μεταξύ διαχειριστή υποδομής και άλλων νομικών οντοτήτων της καθετοποιημένης επιχείρησης. Οι εν λόγω ασφαλιστικές δικλίδες δεν ανταποκρίνονται μόνο σε όσα απαιτούνται για την εκπλήρωση των υφιστάμενων απαιτήσεων ανεξαρτησίας στη λήψη αποφάσεων σε σχέση με τα ουσιαστικά καθήκοντα βάσει της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, όσον αφορά την ανεξαρτησία διαχείρισης του διαχειριστή υποδομής, αλλά υπερβαίνουν τις απαιτήσεις αυτές με την προσθήκη ρητρών, ώστε να αποκλειστεί ότι τα εισοδήματα του διαχειριστή υποδομής να είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση άλλων οντοτήτων στο πλαίσιο της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης. Αυτό θα πρέπει να ισχύει ανεξάρτητα από την εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας των κρατών μελών και με την επιφύλαξη των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις.
(12α) Θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά η βελτίωση της σιδηροδρομικής ασφάλειας κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ανοίγματος της αγοράς των εσωτερικών σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών, κυρίως όταν πρόκειται για την αναδιάρθρωση των υφιστάμενων ολοκληρωμένων δομών, προκειμένου να αποφευχθεί η δημιουργία πρόσθετων διοικητικών εμποδίων που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τη διατήρηση και τη βελτίωση της ασφάλειας. [Τροπολογία 19]
(12β) Η δυνατότητα του διαχειριστή υποδομής να καταβάλλει μερίσματα στον τελικό ιδιοκτήτη της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης δεν θα έπρεπε να εμποδίζει τον διαχειριστή υποδομής να δημιουργεί αποθεματικά για την βελτίωση της οικονομικής του κατάστασης και την εξισορρόπηση των λογαριασμών του για εύλογο χρονικό διάστημα, όπως απαιτεί η παρούσα οδηγία. Όλες οι καταβολές μερισμάτων του διαχειριστή υποδομής πρέπει να διατίθενται για επενδύσεις με σκοπό την ανανέωση των υφιστάμενων σιδηροδρομικών υποδομών. [Τροπολογία 107]
(12γ) Η εταιρεία συμμετοχών σε μία κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση μπορεί να συμβάλλει στις στρατηγικές αποφάσεις που είναι αναγκαίες για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος σιδηροδρομικών μεταφορών στο σύνολό του προς το συμφέρον όλων των μερών που αναπτύσσουν δραστηριότητα στην αγορά σιδηροδρόμων, με την επιφύλαξη των αποφάσεων που αφορούν τα καθήκοντα του διαχειριστή υποδομής. [Τροπολογία 108]
(12δ) Είναι επίσης δυνατόν οι εκπρόσωποι των τελικών ιδιοκτητών της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης στο εποπτικό συμβούλιο να συμπεριλαμβάνουν πρόσωπα που ορίζουν αλλά δεν απασχολούν οι τελικοί ιδιοκτήτες, εφόσον δεν έχουν καμία ευθύνη ή κανένα συμφέρον σε οποιαδήποτε άλλη οντότητα της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης. [Τροπολογία 109]
(12ε) Οι κανόνες που εξασφαλίζουν την ανεξαρτησία του διαχειριστή υποδομής στην κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση δεν πρέπει να θίγουν τα κριτήρια της Eurostat για το δημόσιο έλλειμμα και χρέος, δεδομένου ότι σε κάθε περίπτωση η εταιρεία συμμετοχών, ακόμα και αν λαμβάνει υπόψη τις ασφαλιστικές δικλίδες για την ανεξαρτησία του διαχειριστή υποδομής, μπορεί να συνεχίσει να διατηρεί την κυριότητα των υποδομών και επιπλέον επαρκή αριθμό λειτουργιών ούτως ώστε να μην θεωρείται αμιγώς τεχνητή οντότητα που έχει ως μοναδικό σκοπό της τη μείωση του δημόσιου χρέους κατά την έννοια των εν λόγω κριτηρίων. [Τροπολογία 110]
(13) Παρά την εφαρμογή των ασφαλιστικών δικλίδων που εγγυώνται την ανεξαρτησία, κάθετα ολοκληρωμένες επιχειρήσεις θα μπορούσαν να καταχραστούν τη δομή τους για να παρέχουν αδικαιολόγητα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που ανήκουν στις εν λόγω επιχειρήσεις, Για τον λόγο αυτό, με την επιφύλαξη του άρθρου 258 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή είναι σκόπιμο να ελέγχει, κατόπιν αιτήσεως ενός κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, ότι οι εν λόγω ασφαλιστικές δικλίδες εφαρμόζονται αποτελεσματικά και ότι έχουν εξαλειφθεί τυχόν υφιστάμενες ακόμη στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Σε περίπτωση που η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να επιβεβαιώσει ότι αυτό έχει επιτευχθεί, όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να περιορίζουν ή να ανακαλούν τα δικαιώματα πρόσβασης των ενδιαφερόμενων ολοκληρωμένων φορέων.
(13α) Λαμβάνοντας υπόψη την ετερογένεια των δικτύων όσον αφορά το μέγεθος και την πυκνότητα, καθώς και την ποικιλία οργανωτικών δομών των εθνικών και τοπικών ή περιφερειακών αρχών και των αντίστοιχων εμπειριών από τη διαδικασία ανοίγματος της αγοράς, κάθε κράτος μέλος πρέπει να διαθέτει επαρκή ευελιξία για τη διοργάνωση του δικτύου του με τρόπο που να επιτυγχάνει το βέλτιστο μείγμα υπηρεσιών ανοιχτής πρόσβασης και υπηρεσιών που διενεργούνται στο πλαίσιο συμβάσεων δημόσιας υπηρεσίας, προκειμένου να διασφαλίζεται υψηλή ποιότητα υπηρεσιών για όλους τους επιβάτες. Αφού επιλεγούν οι συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που θα τεθούν σε δημόσιο διαγωνισμό, κάθε κράτος μέλος πρέπει να προσδιορίσει, κατά περίπτωση, μηχανισμούς προστασίας για κάθε υπηρεσία που πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή σε περίπτωση αποτυχίας του διαγωνισμού. Οι μηχανισμοί αυτοί δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να προβλέπουν πρόσθετα βάρη για τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που θα διαχειρίζονται την υπηρεσία. [Τροπολογία 20]
(14) Η παραχώρηση σε ενωσιακές σιδηροδρομικές επιχειρήσεις του δικαιώματος πρόσβασης σε σιδηροδρομικές υποδομές σε όλα τα κράτη μέλη με σκοπό την εκτέλεση εσωτερικών επιβατικών μεταφορών ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στην οργάνωση και τη χρηματοδότηση των σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών στο πλαίσιο σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την επιλογή να περιορίζουν το δικαίωμα πρόσβασης στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το δικαίωμα αυτό ενδέχεται να θέτει σε κίνδυνο την οικονομική ισορροπία των εν λόγω συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας ή την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει χορηγηθεί έγκριση από τον σχετικό ρυθμιστικό φορέα. [Τροπολογία 21]
(15) Με δική τους πρωτοβουλία ή κατόπιν υποβολής αιτήματος από τα ενδιαφερόμενα μέρη, οι ρυθμιστικοί φορείς θα πρέπει να εκτιμούν, επί τη βάσει αντικειμενικής οικονομικής ανάλυσης, τις ενδεχόμενες οικονομικές επιπτώσεις των υπηρεσιών εσωτερικών επιβατικών μεταφορών που παρέχονται σε συνθήκες ανοικτής πρόσβασης στις υφιστάμενες συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος από τα ενδιαφερόμενα μέρη και επί τη βάσει αντικειμενικής οικονομικής ανάλυσης. [Τροπολογία 22]
(16) Στη διαδικασία της εκτίμησης θα πρέπει να συνυπολογίζεται η ανάγκη παροχής επαρκούς ασφάλειας δικαίου σε όλους τους παράγοντες της αγοράς για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους. Η διαδικασία θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο απλή, αποτελεσματική και διαφανής και να συνάδει με τη διαδικασία κατανομής της χωρητικότητας της υποδομής.
(17) Για να εκτιμάται εάν τίθεται σε κίνδυνο η οικονομική ισορροπία της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη προκαθορισμένα κριτήρια. Τα κριτήρια αυτά και τα επιμέρους στοιχεία της ακολουθητέας διαδικασίας είναι δυνατόν να εξελιχθούν με την πάροδο του χρόνου, ιδίως βάσει της πείρας των ρυθμιστικών φορέων, των αρμόδιων αρχών και των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και δύναται να λαμβάνουν υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά των εσωτερικών επιβατικών μεταφορών.
(18) Κατά την εκτίμηση του εάν τίθεται σε κίνδυνο η οικονομική ισορροπία της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, οι ρυθμιστικοί φορείς θα πρέπει να συνυπολογίζουν τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της σχεδιαζόμενης υπηρεσίας στις υφιστάμενες συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις της στην κερδοφορία κάθε υπηρεσίας που παρέχεται στο πλαίσιο σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων των συνεπειών στην ενίσχυση της πολιτικής για τη συνοχή στην οικεία περιοχή και στο καθαρό κόστος για την αρμόδια δημόσια αρχή που ανέθεσε τη σύμβαση. Για την εκτίμηση αυτή, θα πρέπει να εξετάζονται παράγοντες, όπως η επιβατική ζήτηση, η τιμολόγηση των εισιτηρίων, οι ρυθμίσεις ως προς τα εισιτήρια, η τοποθεσία και ο αριθμός των στάσεων και το χρονοδιάγραμμα και η συχνότητα της προτεινόμενης νέας υπηρεσίας. [Τροπολογία 23]
(18α) Προκειμένου να διαπιστωθεί εάν η ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχονται στο πλαίσιο σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας επηρεάζεται από υπηρεσία που παρέχεται σε συνθήκες ανοικτής πρόσβασης στο ίδιο δίκτυο, οι ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη ιδίως τα αποτελέσματα του δικτύου, τη διατήρηση των ανταποκρίσεων και την ακρίβεια των υπηρεσιών που παρέχονται στο πλαίσιο σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας. [Τροπολογία 24]
(19) Προκειμένου να αυξηθεί η ελκυστικότητα των σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να ζητούν από τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που εκτελούν εσωτερικές επιβατικές μεταφορές να συμμετέχουν σε κοινό σύστημα πληροφοριών και σε ενοποιημένο σύστημα έκδοσης εισιτηρίων για την προμήθεια εισιτηρίων, ενιαίων εισιτηρίων και κρατήσεων. Εάν θεσπιστεί Ένα τέτοιο σύστημα, θα πρέπει να εξασφαλιστείεξασφαλίσει ότι αυτό δεν προκαλεί στρέβλωση της αγοράς ή διακρίσεις μεταξύ των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων. [Τροπολογία 25]
(19α) Είναι σημαντικό οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις να προβούν στην ανάπτυξη ενοποιημένων συστημάτων έκδοσης εισιτηρίων, ιδίως όσον αφορά τις τοπικές και περιφερειακές μεταφορές, προκειμένου να αυξηθεί η ελκυστικότητα των σιδηροδρομικών μεταφορών για τους επιβάτες. Τα συστήματα αυτά δεν πρέπει να δημιουργούν στρεβλώσεις στην αγορά ή να εισάγουν διακρίσεις μεταξύ σιδηροδρομικών εταιρειών. [Τροπολογία 26]
(19β) Δεδομένου ότι η νέα δέσμη μέτρων για τους σιδηροδρόμους αποσκοπεί στην ενίσχυση των δικαιωμάτων των επιβατών, και δεδομένου ότι η ελεύθερη κυκλοφορία αποτελεί έναν από τους θεμελιώδεις πυλώνες της Ένωσης, πρέπει να καταβληθούν μεγαλύτερες προσπάθειες για τη διασφάλιση του εν λόγω δικαιώματος, μεταξύ άλλων, για τα άτομα με αναπηρία και τους πολίτες με μειωμένη κινητικότητα. Καθίσταται, επομένως, πρωταρχικής σημασίας η βελτίωση της προσβασιμότητας των μέσων μεταφοράς και των υποδομών. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, πρέπει να ενισχυθούν οι διασυνοριακές σχέσεις. Επίσης, η βοήθεια που παρέχεται σε αυτήν τη συγκεκριμένη κατηγορία επιβατών πρέπει να εναρμονιστεί σε ένα ευρύτερο σύστημα. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να ξεκινήσει μία διαδικασία διαβούλευσης με συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, των πολιτών και των οργανώσεων προστασίας των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία. [Τροπολογία 27]
(19γ) Με βάση την εμπειρία που αποκτάται μέσω του δικτύου των ρυθμιστικών φορέων που προβλέπει το άρθρο 57 της οδηγίας 2012/34/EΕ, η Επιτροπή οφείλει, το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016, να εκπονήσει νομοθετική πρόταση που θα ενισχύει το δίκτυο των ρυθμιστικών φορέων, θα τυποποιεί τις διαδικασίες του και θα του προσδίδει νομική προσωπικότητα. Ο φορέας αυτός πρέπει να έχει εποπτική και διαιτητική λειτουργία που θα του παρέχει τη δυνατότητα να αντιμετωπίζει διασυνοριακά και διεθνή προβλήματα και να εξετάζει προσφυγές κατά αποφάσεων που λαμβάνουν εθνικοί ρυθμιστικοί φορείς. [Τροπολογία 28]
(19δ) Για την επίτευξη του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου και λαμβάνοντας υπόψη τον ανταγωνισμό στον σιδηροδρομικό τομέα, η Επιτροπή δεσμεύεται να στηρίξει και να ενθαρρύνει με ενεργό τρόπο τον κοινωνικό διάλογο σε ενωσιακό επίπεδο προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εργαζόμενοι στον σιδηροδρομικό τομέα προστατεύονται μακροπρόθεσμα από τις δυσμενείς επιπτώσεις του ανοίγματος της αγοράς, όπως το κοινωνικό ντάμπινγκ. [Τροπολογία 29]
(19ε) Οι επιβάτες πρέπει να έχουν πρόσβαση σε αποτελεσματικά συστήματα έκδοσης ενιαίου εισιτηρίου για ολόκληρη τη διαδρομή και σε ενοποιημένα συστήματα έκδοσης εισιτηρίων. Τα συστήματα αυτά καθιστούν τους σιδηροδρόμους και ένα πιο ελκυστικό μέσο μεταφοράς. Τα συστήματα έκδοσης ενιαίου εισιτηρίου για ολόκληρη τη διαδρομή που εφαρμόζονται από τους σιδηροδρομικούς τομείς των κρατών μελών πρέπει να είναι διαλειτουργικά μεταξύ τους, με στόχο τη δημιουργία ενός ενωσιακής κλίμακας συστήματος, στο οποίο θα ενταχθούν όλοι οι φορείς σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών. [Τροπολογία 30]
(19στ) Με βάση την εμπειρία που αποκτάται μέσω του δικτύου των ρυθμιστικών φορέων που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 57 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, η Επιτροπή οφείλει, το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019, να εκπονήσει νομοθετική πρόταση που θα αντικαταστήσει το δίκτυο με έναν ευρωπαϊκό ρυθμιστικό φορέα, θα τυποποιήσει τις διαδικασίες του και θα του προσδώσει νομική προσωπικότητα, ώστε να πραγματοποιηθεί εγκαίρως το άνοιγμα των εσωτερικών σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών. Ο φορέας αυτός πρέπει να έχει εποπτική και διαιτητική λειτουργία που θα του παρέχει τη δυνατότητα να αντιμετωπίζει διασυνοριακά και διεθνή προβλήματα και να εξετάζει προσφυγές κατά αποφάσεων που λαμβάνουν εθνικοί ρυθμιστικοί φορείς. [Τροπολογία 31]
(19ζ) Για να αποφευχθεί το κοινωνικό ντάμπινγκ, μία σιδηροδρομική επιχείρηση πρέπει να έχει τη δυνατότητα παροχής υπηρεσιών σιδηροδρομικών μεταφορών μόνο εφόσον τηρεί τις συλλογικές συμβάσεις ή τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις που θεσπίζουν πρότυπα στο κράτος μέλος στο οποίο προτίθεται να δραστηριοποιηθεί. Ως εκ τούτου, πρέπει να θεσπιστούν ρυθμίσεις ώστε να καταβάλλονται ίσες αμοιβές στον ίδιο χώρο εργασίας. Ο αρμόδιος ρυθμιστικός φορέας πρέπει να ελέγχει τη συμμόρφωση με την εν λόγω απαίτηση. [Τροπολογία 32]
(19η) Ο εθνικός ρυθμιστικός φορέας πρέπει να εγκρίνει ρυθμίσεις ή να ζητήσει τροποποιήσεις των ρυθμίσεων που αφορούν τις μετακινήσεις προσωπικού. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την εφαρμογή περιόδου αναστολής για το προσωπικό που πρόκειται να μετακινηθεί. Ο ρυθμιστικός φορέας πρέπει, κατά τη λήψη απόφασης, να μεριμνά ώστε να αποτρέπεται η μεταφορά ευαίσθητων πληροφοριών από τον διαχειριστή υποδομής σε άλλο φορέα εντός της ενοποιημένης επιχείρησης. [Τροπολογία 33]
(19θ) Το άνοιγμα της αγοράς δεν πρέπει να οδηγήσει σε αρνητικές επιπτώσεις για τις εργασιακές και κοινωνικές συνθήκες των εργαζομένων στον σιδηροδρομικό τομέα. Πρέπει να γίνονται σεβαστές οι κοινωνικές ρήτρες, έτσι ώστε να αποφεύγεται το κοινωνικό ντάμπινγκ ή ο αθέμιτος ανταγωνισμός από νεοεισερχόμενους φορείς οι οποίοι δεν σέβονται τα ελάχιστα κοινωνικά πρότυπα στον σιδηροδρομικό τομέα. [Τροπολογία 34]
(19ι) Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής θα πρέπει, στο πλαίσιο του πνεύματος ασφαλείας από το οποίο διακατέχονται, να εντάξουν μια «φιλοσοφία δικαιοσύνης» προκειμένου να ενθαρρύνουν ενεργά τους εργαζομένους να αναφέρουν ατυχήματα, συμβάντα και παρ’ ολίγον ατυχήματα που οφείλονται σε ανεπαρκή μέτρα ασφαλείας χωρίς να κινδυνεύουν από κυρώσεις ή διακριτική μεταχείριση. Μια φιλοσοφία δικαιοσύνης επιτρέπει στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις να αντλούν διδάγματα από τα ατυχήματα, τα συμβάντα και τα παρ’ ολίγον ατυχήματα και με αυτόν τον τρόπο να βελτιώνουν την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών για τους εργαζόμενους και τους επιβάτες. [Τροπολογία 35]
(19ια) Η Επιτροπή πρέπει να εξασφαλίζει την πλήρη και ορθή εφαρμογή, εκ μέρους των κρατών μελών, των διατάξεων της οδηγίας 2005/47/EΚ του Συμβουλίου(9). [Τροπολογία 36]
(19ιβ) Ενόψει της εγκαθίδρυσης του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου και του περαιτέρω ανοίγματος της αγοράς σιδηροδρομικών μεταφορών, τα κράτη μέλη πρέπει να αξιοποιήσουν τις συλλογικές συμβάσεις προκειμένου να αποτραπεί το κοινωνικό ντάμπινγκ και ο αθέμιτος ανταγωνισμός. [Τροπολογία 37]
(19ιγ) Η Επιτροπή πρέπει να αξιολογήσει τον αντίκτυπο της παρούσας οδηγίας στην ανάπτυξη της αγοράς εργασίας για το προσωπικό των αμαξοστοιχιών και, κατά περίπτωση, να προτείνει νέα νομοθετικά μέτρα για την πιστοποίηση του προσωπικού αυτού. [Τροπολογία 38]
(19ιδ) Το προσωπικό των αμαξοστοιχιών αποτελεί επαγγελματική ομάδα στο πλαίσιο του σιδηροδρομικού τομέα που εκτελεί καθήκοντα σχετικά με την ασφάλεια. Συνήθως εκτελεί καθήκοντα λειτουργικής ασφάλειας στο πλαίσιο του σιδηροδρομικού συστήματος και είναι υπεύθυνο για την άνεση και την ασφάλεια των επιβατών στις αμαξοστοιχίες. Μια πιστοποίηση παρόμοια με την πιστοποίηση των μηχανοδηγών κρίνεται σκόπιμη προκειμένου να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο επαγγελματικών προσόντων και ικανοτήτων, να αναγνωρισθεί η σημασία των εν λόγω επαγγελματικών ομάδων για την ασφάλεια των σιδηροδρομικών υπηρεσιών, αλλά και να διευκολυνθεί η κινητικότητα των εργαζομένων. [Τροπολογία 39]
(19ιε) Ο εθνικός ρυθμιστικός φορέας πρέπει να εγκρίνει ρυθμίσεις ή να ζητήσει τροποποιήσεις των ρυθμίσεων που αφορούν τις μετακινήσεις προσωπικού. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την εφαρμογή περιόδου αναστολής για το προσωπικό που πρόκειται να μετακινηθεί. Ο ρυθμιστικός φορέας πρέπει, κατά τη λήψη απόφασης, να μεριμνά ώστε να αποτρέπεται η μεταφορά ευαίσθητων πληροφοριών από τον διαχειριστή υποδομής σε άλλο φορέα εντός της ενοποιημένης επιχείρησης. [Τροπολογία 40]
(20) Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής της 28ης Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα(10), τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύσουν την κοινοποίηση μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση ανάμεσα στα συστατικά μέρη μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των νομικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο σε αιτιολογημένες περιπτώσεις. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη.
(20α) Οι διαχειριστές υποδομής θα πρέπει να συνεργάζονται σε περίπτωση συμβάντων ή ατυχημάτων που έχουν επιπτώσεις στη διασυνοριακή κυκλοφορία ώστε να ανταλλάσσουν κάθε σχετική πληροφορία και, με τον τρόπο αυτό, αποτρέπονται περαιτέρω αρνητικές συνέπειες. [Τροπολογία 41]
(20β) Ο ρυθμιστικός φορέας πρέπει να είναι αρμόδιος για την παρακολούθηση των εργασιών συντήρησης της υποδομής για να διασφαλίζει ότι οι εργασίες δεν συντελούνται με τρόπο που οδηγεί σε εισαγωγή διακρίσεων μεταξύ των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων. [Τροπολογία 42]
(20γ) Ο διαχειριστής υποδομής σε κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προσφέρει στο προσωπικό του ορισμένες κοινωνικές υπηρεσίες σε χώρους που χρησιμοποιούνται από άλλες οντότητες της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης. [Τροπολογία 43]
(20δ) Ο διαχειριστής υποδομής σε κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση θα πρέπει, με την επιφύλαξη της έγκρισης του ρυθμιστικού φορέα, να έχει τη δυνατότητα να συνεργάζεται με άλλα τμήματα της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης όσον αφορά την ανάπτυξη συστημάτων πληροφορικής. [Τροπολογία 44]
(20ε) Οι όροι για την προσφορά εισιτηρίων, ενιαίων εισιτηρίων για ολόκληρη τη διαδρομή και κρατήσεων σε ολόκληρη την Ένωση, σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(11), θα πρέπει να θεωρείται ότι πληρούνται με τη σύσταση κοινού συστήματος ταξιδιωτικών πληροφοριών και έκδοσης εισιτηρίων έως τις 12 Δεκεμβρίου 2019, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 45]
(20στ) Ο ρυθμιστικός φορέας θεσπίζει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την ενίσχυση της ανεξαρτησίαςτου προσωπικού και του διαχειριστή διαχείρισης υποδομής εντός κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης έναντι της κατανομής διαδρομών και της χρέωσης υποδομών. [Τροπολογία 118]
(20ζ) Στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη μπορούν ανά πάσα στιγμή να επιλέξουν μεταξύ διαφόρων τύπων δομών για διαχειριστές υποδομής που συνυπάρχουν εντός του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου, όπως ξεχωριστές και κάθετα ολοκληρωμένες επιχειρήσεις, ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία έχουν ήδη καθιερώσει μια ξεχωριστή μορφή δομής. Η παρούσα οδηγία θεσπίζει σειρά διατάξεων και αρχών που διέπουν την εσωτερική οργάνωση των δομών αυτών. [Τροπολογία 47]
(20η) Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η έννοια του εποπτικού συμβουλίου, του διοικητικού συμβουλίου, του διαχειριστικού συμβουλίου ή των οργάνων που εκπροσωπούν νόμιμα την επιχείρηση πρέπει να εφαρμόζεται σε υφιστάμενες εταιρικές δομές στα κράτη μέλη, ενώ η σύσταση πρόσθετων οργάνων θα πρέπει στο μέτρο του δυνατού να αποφεύγεται, [Τροπολογία 119]
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Η οδηγία 2012/34/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:
-1) Στο άρθρο 1 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«2α. Στόχος της παρούσας οδηγίας είναι να καταστούν οι σιδηροδρομικές μεταφορές ελκυστικότερο μέσο μεταφοράς για τους ευρωπαίους πολίτες. Η οδηγία συμβάλλει επίσης στη δημιουργία λειτουργικών συστημάτων παροχής πληροφοριών και ενοποιημένων συστημάτων έκδοσης εισιτηρίων. Τα συστήματα έκδοσης ενιαίων εισιτηρίων για ολόκληρη τη διαδρομή που εφαρμόζονται από τον σιδηροδρομικό κλάδο στα κράτη μέλη πρέπει να είναι διαλειτουργικά μεταξύ τους, με στόχο τη δημιουργία ενός ενωσιακού συστήματος στο οποίο θα ενταχθούν όλοι οι φορείς σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών. [Τροπολογία 49]
2β. Ο στόχος της παρούσας οδηγίας, που συνίσταται στην ολοκλήρωση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Σιδηροδρομικού Χώρου, θα επιδιωχθεί βάσει κοινωνικού διαλόγου σε επίπεδο Ένωσης με σκοπό να διασφαλισθεί ότι οι εργαζόμενοι στους σιδηροδρόμους τυγχάνουν δέουσας προστασίας έναντι των ανεπιθύμητων συνεπειών του ανοίγματος της αγοράς.». [Τροπολογία 50]
"
-1β) Στο άρθρο 2, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«3α. Τα άρθρα 7, 7α, 7β, 7γ, 7δ και 7ε δεν εφαρμόζονται σε δίκτυα μικρότερα των 500 χιλιομέτρων εφόσον:
α) τα δίκτυα αυτά δεν έχουν στρατηγική σημασία για τη λειτουργία της ευρωπαϊκής σιδηροδρομικής αγοράς· ή
β) είναι τεχνικά και οργανωτικά απομονωμένα από το βασικό εγχώριο σιδηροδρομικό δίκτυο.». [Τροπολογία 87]
"
1) Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:
α) Το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2) διαχειριστής υποδομής κάθε φορέας ή επιχείρηση που εξασφαλίζει την ανάπτυξη, λειτουργία και συντήρηση της σιδηροδρομικής υποδομής σε ένα δίκτυο· η ανάπτυξη περιλαμβάνει το σχεδιασμό του δικτύου, τον οικονομικό και επενδυτικό σχεδιασμό, καθώς και τα κτίρια και την αναβάθμιση της υποδομής· η λειτουργία της υποδομής περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία της διαδικασίας κατανομής διαδρομών, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού και της εκτίμησης της διαθεσιμότητας και της κατανομής μεμονωμένων διαδρομών, τη διαχείριση της κυκλοφορίας και τη χρέωση υποδομών, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού και της είσπραξης των χρεώσεων· η συντήρηση περιλαμβάνει ανανεώσεις της υποδομής και τις άλλες δραστηριότητες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων.» ;·
"
β) το σημείο 5 απαλείφεται·;
γ) προστίθεται το ακόλουθο νέο σημείο:"
«31) «κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση»: επιχείρηση στην οποία:
— μία ή περισσότερες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ανήκουν πλήρως ή εν μέρει στην ίδια επιχείρηση ως διαχειριστή υποδομής (εταιρεία συμμετοχών), ή
— ένας διαχειριστής υποδομής ανήκει πλήρως ή εν μέρει σε μία ή περισσότερες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, ή
— μία ή περισσότερες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ανήκουν πλήρως ή εν μέρει σε έναν διαχειριστή υποδομής.» ;
"
γα) προστίθεται το ακόλουθο σημείο:"
«32) ως «ενοποιημένο σύστημα έκδοσης εισιτηρίων» νοείται το σύστημα έκδοσης εισιτηρίων που επιτρέπει στο άτομο να πραγματοποιήσει διαδρομή που περιλαμβάνει μεταφορές στο πλαίσιο ή μεταξύ διαφόρων μέσων μεταφοράς, όπως σιδηρόδρομοι, λεωφορεία, τραμ, μετρό, οχηματαγωγά ή αεροπλάνα·»·
"
γβ) προστίθεται το ακόλουθο σημείο:"
«33) ως «ενιαίο εισιτήριο για ολόκληρη τη διαδρομή» νοείται το εισιτήριο ή τα εισιτήρια που απεικονίζουν σύμβαση μεταφοράς για τη διεκπεραίωση διαδοχικών σιδηροδρομικών υπηρεσιών από μια ή περισσότερες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις·»· [Τροπολογία 52]
"
γγ) προστίθενται τα ακόλουθα σημεία: "
«34) ως «εποπτικό συμβούλιο» νοείται κάθε ομάδα προσώπων που ορίζεται από τους κυρίους της εταιρίας να προωθεί τα συμφέροντά τους, να παρακολουθεί και να ελέγχει το έργο των διευθυντικών στελεχών και να εγκρίνει τις σημαντικές διαχειριστικές αποφάσεις·
35) ως «διοικητικό συμβούλιο» νοείται κάθε ομάδα προσώπων επιφορτισμένη με εκτελεστικές αρμοδιότητες για την τρέχουσα διοίκηση της εταιρίας·»· [Τροπολογία 53]
"
γδ) προστίθεται το ακόλουθο σημείο:"
«36) ως «υπηρεσίες επιβατών υψηλής ταχύτητας» νοούνται οι υπηρεσίες προς τους επιβάτες που παρέχονται σε ειδικά κατασκευασμένα τραίνα υψηλής ταχύτητας, κατάλληλα να κινούνται κατά κανόνα με ταχύτητες που φθάνουν ή ξεπερνούν τα 250 km/h και κινούνται στις ταχύτητες αυτές καθόλη σχεδόν τη διάρκεια του ταξιδιού.». [Τροπολογία 54]
"
2) Στο άρθρο 6, η παράγραφος 2 απαλείφεται.
2α) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"
«Άρθρο 6α
Υπό την προϋπόθεση ότι δεν προκύπτει σύγκρουση συμφερόντων και ότι είναι εγγυημένη η εμπιστευτικότητα των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών, τίποτα στην παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να επιτρέψουν στον διαχειριστή υποδομής να συνάψει συμφωνίες συνεργασίας, με διαφανή, χωρίς αποκλεισμούς και μη εισάγοντα διακρίσεις τρόπο, με έναν ή περισσότερους αιτούντες όσον αφορά συγκεκριμένη γραμμή ή τοπικό ή περιφερειακό τμήμα του δικτύου, κατά τρόπο που να παρέχει στον εν λόγω αιτούντα κίνητρο για να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της συνεργασίας του όσον αφορά το εν λόγω τμήμα του δικτύου. Τα κίνητρα αυτά συνίστανται σε μείωση ή αύξηση των τελών πρόσβασης τροχιάς που αντιστοιχούν σε ενδεχόμενη εξοικονόμηση κόστους ή στις αυξήσεις των εσόδων για τη σιδηροδρομική επιχείρηση ή τον διαχειριστή υποδομής λόγω της συνεργασίας αυτής. Η συνεργασία αυτή αποσκοπεί στην εξασφάλιση πιο αποτελεσματικής διαχείρισης των βλαβών, των εργασιών συντήρησης ή των υποδομών που αντιμετωπίζουν συμφόρηση, ή μιας γραμμής ή τμήματος του δικτύου που είναι επιρρεπές σε καθυστερήσεις, ή για τη βελτίωση της ασφάλειας.
Η διάρκειά της περιορίζεται σε πέντε έτη κατ' ανώτατο όριο και μπορεί να παραταθεί. Ο διαχειριστής υποδομής ενημερώνει τον ρυθμιστικό φορέα που αναφέρεται στο άρθρο 55 για τη σχεδιαζόμενη συνεργασία. Ο ρυθμιστικός φορέας χορηγεί εκ των προτέρων έγκριση της συμφωνίας συνεργασίας και, σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι ανωτέρω όροι, ζητεί την τροποποίησή της ή την απορρίπτει. Μπορεί να ζητήσει την τροποποίηση της συμφωνίας σε οποιαδήποτε φάση κατά τη διάρκεια της συμφωνίας. Ο διαχειριστής υποδομής ενημερώνει την επιτροπή συντονισμού που αναφέρεται στο άρθρο 7δ σχετικά με τη συμφωνία συνεργασίας. Η παράγραφος αυτή δεν εφαρμόζεται για τη συνεργασία που έχει επιτραπεί στο πλαίσιο του άρθρου 7α και 7β μεταξύ του διαχειριστή υποδομής και των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων που συμμετέχουν στην ίδια κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση.». [Τροπολογία 120]
"
3) Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Άρθρο 7
Θεσμικός διαχωρισμός του διαχειριστή υποδομής
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο διαχειριστής υποδομής εκτελεί όλα τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 και είναι ανεξάρτητος από οποιαδήποτε σιδηροδρομική επιχείρηση.
Αν, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, ορισμένα στοιχεία της σιδηροδρομικής υποδομής, όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι τελούν υπό την ιδιοκτησία και τη διαχείριση επιχειρήσεων πέραν του διαχειριστή υποδομής, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι οι ρυθμίσεις αυτές συνεχιστούν, υπό τον όρο ότι οι επιχειρήσεις αυτές είναι νομικά διακριτές και ανεξάρτητες από οποιαδήποτε σιδηροδρομική επιχείρηση. [Τροπολογία 121]
Προκειμένου να εξασφαλισθεί η ανεξαρτησία του διαχειριστή υποδομής, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι διαχειριστές υποδομής είναι οργανωμένοι σε εταιρεία νομικά διακριτή από κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση.
2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι δεν επιτρέπεται στο ίδιο νομικό ή φυσικό πρόσωπο ή πρόσωπα:
α) να ασκεί άμεσα ή έμμεσα έλεγχο κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου*, να έχει οποιοδήποτε οικονομικό συμφέρον ή να ασκεί οποιοδήποτε δικαίωμα σε σιδηροδρομική επιχείρηση και σε διαχειριστή υποδομής ταυτοχρόνως·
β) να διορίζει μέλη του εποπτικού συμβουλίου, του διοικητικού συμβουλίου ή των οργάνων που εκπροσωπούν νόμιμα διαχειριστή υποδομής και, ταυτόχρονα, άμεσα ή έμμεσα να ασκεί έλεγχο, να έχει οικονομικό συμφέρον ή να ασκεί δικαιώματα σε σιδηροδρομική επιχείρηση·
γ) να είναι μέλος του εποπτικού συμβουλίου, του διοικητικού συμβουλίου ή των οργάνων που εκπροσωπούν νόμιμα την επιχείρηση, σε σιδηροδρομική επιχείρηση και σε διαχειριστή υποδομής ταυτόχρονα·
δ) να διαχειρίζεται τη σιδηροδρομική υποδομή ή να ανήκει στη διοίκηση του διαχειριστή υποδομής και, ταυτόχρονα, άμεσα ή έμμεσα να ασκεί έλεγχο, να έχει οικονομικό συμφέρον ή να ασκεί δικαιώματα σε σιδηροδρομική επιχείρηση ή να διαχειρίζεται τη σιδηροδρομική επιχείρηση ή να ανήκει στη διοίκησή της και, ταυτόχρονα, άμεσα ή έμμεσα να ασκεί έλεγχο, να έχει συμφέρον ή να ασκεί δικαιώματα σε διαχειριστή υποδομής.
3. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, στην περίπτωση που το αναφερόμενο στην παράγραφο 2 πρόσωπο είναι κράτος μέλος ή άλλος δημόσιος φορέας, δύο δημόσιες αρχές που είναι αυτοτελείς και νομικά διακριτές μεταξύ τους και που ασκούν έλεγχο ή άλλα δικαιώματα αναφερόμενα στην παράγραφο 2 στο διαχειριστή υποδομής, αφενός, και στη σιδηροδρομική επιχείρηση, αφετέρου, δεν θεωρούνται ένα και το αυτό πρόσωπο ή πρόσωπα.
4. Υπό την προϋπόθεση ότι δεν προκύπτουν συγκρούσεις συμφερόντων και ότι διασφαλίζεται το απόρρητο των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών, ο διαχειριστής υποδομής δύναται να αναθέτει υπεργολαβικά συγκεκριμένες εργασίες ανάπτυξης, ανανέωσης και συντήρησης, επί των οποίων διατηρεί την εξουσία λήψης αποφάσεων, σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ή σε οποιονδήποτε άλλο φορέα που ενεργεί υπό την επίβλεψη του διαχειριστή υποδομής.
4α. Υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι διατάξεις που αφορούν τον θεσμικό διαχωρισμό του διαχειριστή υποδομής, όπως ορίζεται στις παραγράφους 1 έως 3, ότι δεν προκύπτει σύγκρουση συμφερόντων και ότι είναι εγγυημένη η εμπιστευτικότητα των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν στο διαχειριστή υποδομής να συνάψει συμφωνίες συνεργασίας, με διαφανή, χωρίς αποκλεισμούς και μη εισάγοντα διακρίσεις τρόπο, με έναν ή περισσότερους αιτούντες όσον αφορά συγκεκριμένη γραμμή ή τοπικό ή περιφερειακό τμήμα του δικτύου, κατά τρόπο που να παρέχει στον εν λόγω αιτούντα κίνητρο για να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της συνεργασίας του όσον αφορά το εν λόγω τμήμα του δικτύου. Τα κίνητρα αυτά συνίστανται σε μείωση των τελών πρόσβασης τροχιάς που αντιστοιχούν σε ενδεχόμενη εξοικονόμηση κόστους για τον διαχειριστή υποδομής λόγω της συνεργασίας αυτής. Η συνεργασία αυτή αποσκοπεί στην εξασφάλιση πιο αποτελεσματικής διαχείρισης των βλαβών, των εργασιών συντήρησης ή των υποδομών που αντιμετωπίζουν συμφόρηση, ή μιας γραμμής ή τμήματος του δικτύου που είναι επιρρεπές σε καθυστερήσεις, ή για τη βελτίωση της ασφάλειας. Η διάρκειά της περιορίζεται σε πέντε έτη κατ' ανώτατο όριο και μπορεί να παραταθεί. Ο διαχειριστής υποδομής ενημερώνει τον ρυθμιστικό φορέα που αναφέρεται στο άρθρο 55 για τη σχεδιαζόμενη συνεργασία. Ο ρυθμιστικός φορέας χορηγεί εκ των προτέρων έγκριση της συμφωνίας συνεργασίας και, σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι ανωτέρω όροι, ζητεί την τροποποίησή της ή την απορρίπτει. Μπορεί να ζητήσει την τροποποίηση της συμφωνίας σε οποιαδήποτε φάση κατά τη διάρκεια της συμφωνίας. Ο διαχειριστής υποδομής ενημερώνει την επιτροπή συντονισμού που αναφέρεται στο άρθρο 7δ σχετικά με τη συμφωνία συνεργασίας. [Τροπολογία 56]
5. Σε περίπτωση που κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, ο διαχειριστής υποδομής ανήκει σε κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν τις παραγράφους 2 έως 4 του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση αυτή, το οικείο κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι ο διαχειριστής υποδομής εκτελεί όλα τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 και έχει ουσιαστική οργανωτική ανεξαρτησία και ανεξαρτησία λήψης αποφάσεων έναντι οποιασδήποτε σιδηροδρομικής επιχείρησης, σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 7α έως 7γκαι 7β.
____________________
* Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων ("Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων") (ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.»). [Τροπολογία 122]
"
4) Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:"
«Άρθρο 7α
Ουσιαστική ανεξαρτησία του διαχειριστή υποδομής σε κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο διαχειριστής υποδομής είναι οργανωμένος σε φορέα νομικά διακριτό από κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση ή εταιρεία συμμετοχών που ελέγχει τέτοιες επιχειρήσεις ή από κάθε άλλη νομική οντότητα της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης.
2. Οι νομικές οντότητες της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης που δραστηριοποιούνται στις αγορές σιδηροδρομικών μεταφορών δεν έχουν καμία άμεση ή έμμεση συμμετοχή,είτε άμεσα είτε έμμεσα ή μέσω θυγατρικών, στο κεφάλαιο του διαχειριστή υποδομής. Ομοίως, ο διαχειριστής υποδομής δεν έχει καμία άμεση ή έμμεση συμμετοχή, είτε άμεσα είτε έμμεσα ή μέσω θυγατρικών, στο κεφάλαιο οποιασδήποτε νομικής οντότητας της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης που δραστηριοποιείται στις αγορές των σιδηροδρομικών μεταφορικών υπηρεσιών.
Η παρούσα διάταξη, ωστόσο, δεν εμποδίζει την ύπαρξη μιας κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησηςόπου μία ή περισσότερες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ανήκουν πλήρως ή εν μέρει στην ίδια επιχείρηση ως διαχειριστή υποδομής (εταιρεία συμμετοχών).
3. Εισοδήματα του διαχειριστή υποδομής δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση άλλων νομικών οντοτήτων στο πλαίσιο της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης, αλλά μόνο για τη χρηματοδότηση της επιχείρησης του διαχειριστή υποδομής.και την καταβολή μερισμάτωνΟι πληρωμές μερίσματος στον τελικό ιδιοκτήτη της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης είναι πιθανές. Οι εν λόγω πληρωμές μερισμάτων από τον διαχειριστή υποδομών εγγράφονται για να χρησιμοποιηθούν ως επένδυση για την ανανέωση της υποδομής σε κατάσταση λειτουργίας και δεν απαγορεύει στον διαχειριστή υποδομών να δημιουργήσει αποθεματικά προκειμένου να διαχειρίζεται τα κέρδη και τις ζημίες στο πλαίσιο του επιχειρηματικού κύκλου.
Οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται για πληρωμές σε ιδιώτες επενδυτές σε περίπτωση εταιρικών σχέσεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Ο διαχειριστής υποδομής δεν δύναται να χορηγεί δάνεια σε καμία άλλη νομική οντότηταμόνο στις θυγατρικές του.Στο πλαίσιο της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης, ενώ καμία άλλη νομική οντότητα της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης δεν δύναται να χορηγεί δάνεια στον διαχειριστή υποδομήςδάνεια στο διαχειριστή υποδομής μπορεί να χορηγεί μόνο η εταιρία συμμετοχών μετά από προηγούμενη έγκριση του ρυθμιστικού φορέα του άρθρου 55. Η εταιρία συμμετοχών πρέπει να παρέχει στο ρυθμιστικό φορέα πειστικές αποδείξεις ότι το δάνειο χορηγείται με όρους αγοράς και σύμφωνα με το άρθρο 6.
Οποιαδήποτε υπηρεσία παρεχόμενη από άλλη νομική οντότητα στον διαχειριστή υποδομής παρέχεται βάσει σύμβασης και αμείβεται σε εμπορικές τιμές. Το χρέος που αποδίδεται στον διαχειριστή υποδομής είναι σαφώς διαχωρισμένο από το χρέος που αποδίδεται σε άλλες νομικές οντότητες εντός της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης, και τα εν λόγω χρέη εξυπηρετούνται χωριστά.
Οι λογαριασμοί του διαχειριστή υποδομής και των υπόλοιπων νομικών οντοτήτων στο πλαίσιο της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης τηρούνται με τρόπο που εξασφαλίζει την τήρηση των διατάξεων αυτών και επιτρέπει τον διαχωρισμό των χρηματοοικονομικών κυκλωμάτων του διαχειριστή υποδομής σε σχέση με τις άλλες νομικές οντότητες της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης.
4. Με την επιφύλαξη του άρθρου 8 παράγραφος 4, ο διαχειριστής υποδομής αντλεί κεφάλαια από τις κεφαλαιαγορές ανεξάρτητα και όχι μέσω άλλων νομικών οντοτήτων της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης. Οι άλλες νομικές οντότητες της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης δεν αντλούν κεφάλαια μέσω του διαχειριστή υποδομής.[Τροπολογία 123]
5. Ο διαχειριστής υποδομής τηρεί λεπτομερή αρχεία κάθε εμπορικής και οικονομικής σχέσης με τις υπόλοιπες νομικές οντότητες της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης και τα καθιστά διαθέσιμα στον ρυθμιστικό φορέα κατόπιν σχετικού αιτήματος, σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 12.
Άρθρο 7β
Ουσιαστική ανεξαρτησία του προσωπικού και διαχείριση του διαχειριστή υποδομής σε κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση
1. Με την επιφύλαξη των αποφάσεων του ρυθμιστικού φορέα δυνάμει του άρθρου 56, ο διαχειριστής υποδομής έχει ουσιαστικές εξουσίες λήψης αποφάσεων, ανεξάρτητες από τις άλλες νομικές οντότητες της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης, όσον αφορά όλα τα καθήκοντα τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2στην κατανομή των διαδρομών και στη χρέωση για τη χρήση της υποδομής.
Η συνολική δομή διαχείρισης και το εταιρικό καταστατικό του διαχειριστή υποδομής εξασφαλίζουν ότι καμία εκ των υπολοίπων νομικών οντοτήτων της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης δεν καθορίζει, άμεσα ή έμμεσα, τη συμπεριφορά του διαχειριστή υποδομής σχετικά με τα εν λόγω καθήκοντατην κατανομή των διαδρομών και στη χρέωση για τη χρήση της υποδομής.
Τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου και του διοικητικού συμβουλίου του διαχειριστή υποδομής, καθώς και οι διαχειριστές που λογοδοτούν απευθείας σε αυτά, ενεργούν σύμφωνα με τις εν λόγω αρχές.
2. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και τα ανώτατα στελέχη του διαχειριστή υποδομής δεν συμμετέχουν στο διοικητικό ή το εποπτικό συμβούλιο ούτε είναι ανώτατα στελέχη άλλων νομικών οντοτήτων εντός της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης.
Τα μέλη του εποπτικού ή του διοικητικού συμβουλίου και τα ανώτατα στελέχη των άλλων νομικών οντοτήτων της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης δεν συμμετέχουν στο διοικητικό συμβούλιο ούτε είναι ανώτατα στελέχη του διαχειριστή υποδομής.
3. Ο διαχειριστής υποδομής διαθέτει εποπτικό συμβούλιο αποτελούμενο από εκπροσώπους των τελικών ιδιοκτητών της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης.
Το εποπτικό συμβούλιο μπορεί να ζητήσει τη γνώμη της επιτροπής συντονισμού που αναφέρεται στο άρθρο 7δ για θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές του.
Αποφάσεις σχετικά με τον διορισμό και την ανανέωση της θητείας, τις συνθήκες εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των αποδοχών, και τη λήξη της θητείας των μελών του διοικητικού συμβουλίου του διαχειριστή υποδομής λαμβάνονται από το εποπτικό συμβούλιο. Η ταυτότητα και οι συνθήκες που διέπουν τη διάρκεια και τη λήξη της θητείας των προσώπων που το εποπτικό συμβούλιο έχει ορίσει ή ανανεώσει ως μέλη του διοικητικού συμβουλίου του διαχειριστή υποδομής, καθώς και οι λόγοι που οδήγησαν σε οιαδήποτε πρόταση απόφασης για τη λήξη της θητείας, κοινοποιούνται στον ρυθμιστικό φορέα που αναφέρεται στο άρθρο 55. Οι ανωτέρω συνθήκες καθώς και οι αποφάσεις που αναφέρονται σε αυτήν την παράγραφο αποκτούν δεσμευτικό χαρακτήρα μόνο εάν έχουν εγκριθεί ρητώς από τον ρυθμιστικό φορέα. Ο ρυθμιστικός φορέας δύναται να υποβάλει ένσταση κατά των εν λόγω αποφάσεων, αν προκύψουν σοβαρές αμφιβολίες όσον αφορά την επαγγελματική ανεξαρτησία προσώπου που έχει οριστεί μέλος του διοικητικού συμβουλίου ή σε περίπτωση πρόωρης λήξης της θητείας μέλους του διοικητικού συμβουλίου του διαχειριστή υποδομής.
Παρέχεται δικαίωμα πραγματικής προσφυγής στον ρυθμιστικό φορέα για τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που επιθυμούν να υποβάλουν καταγγελία κατά της πρόωρης λήξης της θητείας τους.
4. Για περίοδο τριών ετών από την αποχώρησή τους από τον διαχειριστή υποδομής, τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου ή του διοικητικού συμβουλίου και τα ανώτατα στελέχη του διαχειριστή υποδομής δεν δικαιούνται να αναλάβουν οποιαδήποτε ανώτατη θέση σε οποιαδήποτε άλλη νομική οντότητα της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης. Για περίοδο τριών ετών από την αποχώρησή τους από τις εν λόγω άλλες νομικές οντότητες της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης, τα μέλη του εποπτικού ή διοικητικού συμβουλίου τους και τα ανώτατα στελέχη τους δεν δικαιούνται να αναλάβουν οποιαδήποτε ανώτατη θέση στον διαχειριστή υποδομής.
5. Ο διαχειριστής υποδομής διαθέτει δικό του προσωπικό.και στεγάζεται σε ξεχωριστές εγκαταστάσεις από τις άλλες νομικές οντότητες της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης. Η πρόσβαση στα πληροφοριακά συστήματα προστατεύεται, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ανεξαρτησία του διαχειριστή υποδομής. Οι εσωτερικοί κανόνες ή οι συμβάσεις απασχόλησης προσωπικού περιορίζουν σαφώς τις επαφές μεΟι ευαίσθητες πληροφορίες που τηρεί ο διαχειριστής υποδομής προστατεύονται δεόντως και δεν διαβιβάζονται σε άλλες οντότητες.
Ο διαχειριστής υποδομής μπορεί να προσφέρει στο προσωπικό του κοινωνικές υπηρεσίες, όπως αυτές που παρέχονται σε σχολεία, παιδικούς σταθμούς, αθλητικές εγκαταστάσεις και εστιατόρια, σε εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούνται από τις άλλες νομικές οντότητες της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης στις επίσημες ανακοινώσεις που σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων του διαχειριστή υποδομής, τα οποία ασκούνται επίσης σε σχέση με άλλες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις εκτός του πλαισίου της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης. Οι μεταφορές προσωπικού πέραν αυτών που αναφέρονται στο σημείο γ) μεταξύ του διαχειριστή υποδομής και των άλλων νομικών οντοτήτων της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης είναι εφικτές μόνο σε περίπτωση που διασφαλίζεται ότι δεν ανταλλάσσονται ευαίσθητες πληροφορίες μεταξύ τους. Ο διαχειριστής υποδομής μπορεί να συνεργάζεται με άλλες οντότητες της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης όσον αφορά την ανάπτυξη των πληροφοριακών τους συστημάτων.
Ο ρυθμιστικός φορέας εγκρίνει ή ζητεί τροποποιήσεις των ρυθμίσεων που αφορούν την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, με σκοπό τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας του διαχειριστή υποδομής. Ο ρυθμιστικός φορέας μπορεί να ζητήσει από την ολοκληρωμένη επιχείρησηνα του παράσχει κάθε πληροφορία που κρίνει απαραίτητη.
6. Ο διαχειριστής υποδομής διαθέτει την αναγκαία οργανωτική ικανότητα για την εκπλήρωση όλων των καθηκόντων του ανεξάρτητα από τις άλλες νομικές οντότητες της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης και δεν του επιτρέπεται να αναθέτει την εκτέλεση των εν λόγω καθηκόντων ή οποιωνδήποτε σχετικών με αυτά δραστηριοτήτων στις εν λόγω νομικές οντότητες.
Υπό την προϋπόθεση ότι δεν προκύπτουν συγκρούσεις συμφερόντων και ότι διασφαλίζεται το απόρρητο των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών, ο διαχειριστής υποδομής δύναται να αναθέτει υπεργολαβικά συγκεκριμένες εργασίες ανάπτυξης, ανανέωσης και συντήρησης, επί των οποίων διατηρεί την εξουσία λήψης αποφάσεων, σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ή σε οποιονδήποτε άλλο φορέα που ενεργεί υπό την επίβλεψη του διαχειριστή υποδομής.
7. Τα μέλη του εποπτικού ή του διοικητικού συμβουλίου και τα ανώτατα στελέχη του διαχειριστή υποδομής δεν έχουν κανένα συμφέρον ούτε λαμβάνουν οικονομικό όφελος, άμεσα ή έμμεσα, από οποιαδήποτε άλλη νομική οντότητα της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης. Στοιχεία της αμοιβής τους που σχετίζονται με τις επιδόσεις τους δεν εξαρτώνται από τα επιχειρηματικά αποτελέσματα οποιασδήποτε άλλης νομικής οντότητας της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης ή οποιασδήποτε νομικής οντότητας υπό τον έλεγχό της, αλλά αποκλειστικά από τα επιχειρηματικά αποτελέσματα του διαχειριστή υποδομής. [Τροπολογία 124/αναθ.]
Άρθρο 7γ
Διαδικασία ελέγχου της συμμόρφωσης
1. Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή αποφασίζει εάν οι διαχειριστές υποδομής που αποτελούν μέρος μιας κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 7α και του άρθρου 7β και εάν η εφαρμογή των απαιτήσεων αυτών είναι ικανοποιητική για να διασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού για όλες τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και απουσία στρέβλωσης του ανταγωνισμού στη σχετική αγορά.
2. Η Επιτροπή δικαιούται να απαιτήσει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες εντός εύλογης προθεσμίας από το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση. Η Επιτροπή διαβουλεύεται με τον οικείο ρυθμιστικό φορέα ή φορείς και, ενδεχομένως, το δίκτυο των ρυθμιστικών φορέων που αναφέρονται στο άρθρο 57.
3. Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίσουν τα δικαιώματα πρόσβασης που προβλέπονται στο άρθρο 10 στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που αποτελούν μέρος της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης στην οποία ανήκει ο διαχειριστής υποδομής, εάν η Επιτροπή ενημερώσει τα κράτη μέλη ότι δεν έχει υποβληθεί αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 1, ή εν αναμονή της εξέτασης του αίτησης από την Επιτροπή, ή εάν αποφασίσει, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 62 παράγραφος 2, ότι:
α) δεν έχουν δοθεί επαρκείς απαντήσεις στις αιτήσεις παροχής πληροφοριών της Επιτροπής, σύμφωνα με την παράγραφο 2, ή
β) ο οικείος διαχειριστής υποδομής δεν πληροί τις απαιτήσεις των άρθρων 7α και 7β, ή
γ) η εφαρμογή των απαιτήσεων των άρθρων 7α και 7β δεν είναι επαρκής για να εξασφαλίσει ισότιμους όρους ανταγωνισμού για όλες τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την απουσία της στρέβλωσης του ανταγωνισμού στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένος ο οικείος διαχειριστής υποδομής.
Η Επιτροπή αποφασίζει εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.
4. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να ανακαλέσει την απόφασή της που αναφέρεται στην παράγραφο 3, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 62 παράγραφος 2, όταν το εν λόγω κράτος μέλος αποδείξει, προς ικανοποίηση της Επιτροπής, ότι οι λόγοι της απόφασης δεν υφίστανται πλέον. Η Επιτροπή αποφασίζει εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.
5. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 έως 4, η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των άρθρων 7α και 7β παρακολουθείται διαρκώς από τον ρυθμιστικό φορέα που αναφέρεται στο άρθρο 55. Κάθε αιτών έχει το δικαίωμα άσκησης προσφυγής στον ρυθμιστικό φορέα, εάν θεωρεί ότι δεν πληρούνται οι εν λόγω απαιτήσεις. Ο ρυθμιστικός φορέας αποφασίζει επί της εν λόγω ένστασης, εντός των προθεσμιών που αναφέρονται στο άρθρο 56 παράγραφος 9, σχετικά με όλα τα απαιτούμενα μέτρα αποκατάστασης. [Τροπολογίες 101 και 125/αναθ.]
Άρθρο 7γ
Επιτροπή συντονισμού
1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι διαχειριστές υποδομής συγκροτούν και οργανώνουν επιτροπές συντονισμού για κάθε δίκτυο. Η συμμετοχή σε αυτήν την επιτροπή είναι ανοικτή τουλάχιστον στον διαχειριστή υποδομής, στους γνωστούς αιτούντες κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 3 και, κατόπιν αιτήσεώς τους, σε δυνάμει αιτούντες, στις οργανώσεις εκπροσώπησής τους, στους εκπροσώπους χρηστών των εμπορευματικών και των επιβατικών μεταφορών και, κατά περίπτωση, στις περιφερειακές και τοπικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων των αρμόδιων αρχών. Οι εκπρόσωποι των κρατών μελών και ο οικείος ρυθμιστικός φορέας προσκαλούνται ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις της επιτροπής συντονισμού. [Τροπολογία 59]
2. Η επιτροπή συντονισμού υποβάλλει προτάσεις ή συμβουλεύει τον διαχειριστή υποδομής και, αν κρίνεται σκόπιμο, το κράτος μέλος σχετικά με:
α) τις ανάγκες των αιτούντων όσον αφορά τη συντήρηση και την ανάπτυξη της χωρητικότητας των υποδομών·
β) το περιεχόμενο των στόχων επιδόσεων με επίκεντρο τον χρήστη που περιλαμβάνονται στις συμβατικές συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 30 και των κινήτρων που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1 και την εφαρμογή τους·
γ) το περιεχόμενο και την εφαρμογή της δήλωσης δικτύου που αναφέρεται στο άρθρο 27·
δ) το πλαίσιο και τους κανόνες χρέωσης που ορίζονται από το κράτος και το σύστημα χρέωσης που καθορίζεται από τον διαχειριστή υποδομής σύμφωνα με το άρθρο 29, καθώς και το επίπεδο και τη διάρθρωση των χρεώσεων χρήσης υποδομής·
ε) τη διαδικασία κατανομής χωρητικότητας της υποδομής, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων προτεραιότητας για την κατανομή χωρητικότητας μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών χρηστών της υποδομής· οι αρχές συντονισμού σε περίπτωση αντικρουομένων αιτήσεων για τη λειτουργία σιδηροδρομικής υπηρεσίας διέπονται από το άρθρο 46, παράγραφος 4· [Τροπολογία 60]
στ) ζητήματα διατροπικότητας·
ζ) οποιοδήποτε άλλο ζήτημα σχετίζεται με τους όρους πρόσβασης και χρήσης των υποδομών και την ποιότητα των υπηρεσιών του διαχειριστή υποδομής·
ζα) ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι χρήστες των υπηρεσιών εμπορευματικών και επιβατικών μεταφορών, συμπεριλαμβανομένων της ποιότητας της παρεχόμενης υπηρεσίας, των επιβαρύνσεων χρήσης της υποδομής και του ύψους και της διαφάνειας των τιμών των σιδηροδρομικών υπηρεσιών. [Τροπολογία 61]
Η επιτροπή συντονισμού,με την επιφύλαξη του εμπορικού απορρήτου, έχει την εξουσία να αιτείται σχετικών πληροφοριών από τον διαχειριστή υποδομής όσον αφορά τα στοιχεία α) έως ζ)ζα) προκειμένου να δύναται να εκπληρώσει τα εν λόγω καθήκοντά της. [Τροπολογία 62]
3. Η επιτροπή συντονισμού καταρτίζει εσωτερικό κανονισμό που περιλαμβάνει, ιδίως, κανόνες συμμετοχής στις συνεδριάσεις και τη συχνότητα αυτών, η οποία πρέπει να είναι τουλάχιστον τριμηνιαία. Ο εσωτερικός κανονισμός προβλέπει, μεταξύ άλλων, τακτικές διαβουλεύσεις, τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, των χρηστών των υπηρεσιών εμπορευματικών και επιβατικών μεταφορών και των εκπροσώπων των εργαζομένων στον τομέα των σιδηροδρόμων. Έκθεση σχετικά με τις συζητήσεις της επιτροπής συντονισμού υποβάλλεται ετησίως στον οικείο διαχειριστή υποδομής, κράτος μέλος, ρυθμιστικό φορέα στους χρήστες τωνυπηρεσιών εμπορευματικών και επιβατικών μεταφορών και στους οικείους εκπροσώπους των εργαζομένων στον τομέα των σιδηροδρόμων, καθώς και την Επιτροπή, όπου αναφέρονται οι σχετικές θέσεις των μελών της επιτροπής. [Τροπολογία 63]
Άρθρο 7δ
Ευρωπαϊκό δίκτυο διαχειριστών υποδομής
1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι διαχειριστές υποδομής συμμετέχουν και συνεργάζονται σε ένα δίκτυο για την ανάπτυξη των σιδηροδρομικών υποδομών της Ένωσης, και ιδίως για την εξασφάλιση:
i) της έγκαιρης και αποτελεσματικής εφαρμογής του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών, συμπεριλαμβανομένων των διαδρόμων του κεντρικού δικτύου, των σιδηροδρομικών εμπορευματικών διαδρόμων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 913/2010* και του σχεδίου ανάπτυξης του Ευρωπαϊκού Συστήματος Διαχείρισης Κυκλοφορίας Σιδηροδρόμων (ERTMS) που καθορίζεται στην απόφαση 2012/88/ΕΕ**και
ii) της διευκόλυνσης αποτελεσματικών και αποδοτικών διασυνοριακών επιβατικών υπηρεσιών σε ολόκληρη την Ένωση, περιλαμβανομένης της διασυνοριακής συνεργασίας για την αντιμετώπιση των σημείων συμφόρησης.
1α. Το δίκτυο αναπτύσσει επίσης ένα κοινό πλαίσιο αρχών όσον αφορά τις χρεώσεις για τις υπηρεσίες διασυνοριακών επιβατικών μεταφορών που εκτελούνται σε περισσότερα από ένα δίκτυα, όπως ορίζεται στο άρθρο 37, και για την κατανομή της χωρητικότητας όπως προβλέπεται στο άρθρο 40. Για τις εν λόγω κοινές αρχές γνωμοδοτεί το δίκτυο ρυθμιστικών φορέων που αναφέρεται στο άρθρο 57. [Τροπολογία 64]
Η Επιτροπή είναι μέλος του δικτύου. Συντονίζει και υποστηρίζει το έργο του δικτύου και διατυπώνει συστάσεις προς το δίκτυο, εφόσον ενδείκνυται. Εξασφαλίζει την ενεργή συνεργασία των κατάλληλων διαχειριστών υποδομής.
2. Το δίκτυο συμμετέχει στις διαδικασίες παρακολούθησης της αγοράς που αναφέρονται στο άρθρο 15 και αξιολογεί τις επιδόσεις και την αποτελεσματικότητα των διαχειριστών υποδομής βάσει κοινών δεικτών και ποιοτικών κριτηρίων, όπως η αξιοπιστία, η χωρητικότητα, η διαθεσιμότητα, η ακρίβεια και η ασφάλεια των δικτύων τους, η ποιότητα και η χρησιμοποίηση των στοιχείων ενεργητικού, η συντήρηση, οι ανανεώσεις, οι βελτιώσεις, οι επενδύσεις,και η δημοσιονομική αποδοτικότητα καθώς και η διαφάνεια του πλαισίου και των κανόνων χρέωσης. [Τροπολογία 65]
3. Η Επιτροπή,δύναται ναλαμβάνοντας υπόψη τις προτάσεις του δικτύου, εγκρίνει μέτρα που καθορίζουν τις κοινές αρχές και πρακτικές του δικτύου, ιδιαιτέρως για την εξασφάλιση της συνέπειας στη συγκριτική αξιολόγηση, και τις ακολουθητέες διαδικασίες συνεργασίας στο δίκτυο. Τα εν λόγω μέτρα εγκρίνονται μέσω εκτελεστικής πράξης κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 62 παράγραφος 3άρθρο60.
___________________
* Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 913/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2010, σχετικά με το ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκτυο για ανταγωνιστικές εμπορευματικές μεταφορές (ΕΕ L 276 της 20.10.2010, σ. 22).
** Απόφαση 2012/88/EE της Επιτροπής, της 25ης Ιανουαρίου 2012, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για τα υποσυστήματα «έλεγχος-χειρισμός και σηματοδότηση» του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος (ΕΕ L 51 της 23.2.2012, σ. 51.»). [Τροπολογία 66]
"
5) Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:
α) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις παρέχεται, υπό δίκαιους, διαφανείς και χωρίς διακρίσεις όρους, δικαίωμα πρόσβασης στη σιδηροδρομική υποδομή όλων των κρατών μελών, με σκοπό την εκτέλεση παντός τύπου σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών. Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις έχουν το δικαίωμα να επιβιβάζουν επιβάτες από οποιονδήποτε σταθμό και να τους αποβιβάζουν σε οποιονδήποτε άλλον. Σε αυτό το δικαίωμα περιλαμβάνεται η πρόσβαση σε υποδομή που συνδέει εγκαταστάσεις για την παροχή υπηρεσιών που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ σημείο 2.»·
"
αα) παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«2α. Ένα κράτος μέλος δεν υποχρεούται να χορηγεί σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις δικαιώματα πρόσβασης σε υποδομές για την εκτέλεση κάθε είδους υπηρεσιών των οποίων ο έλεγχος ανήκει άμεσα ή έμμεσα σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα από μία ή περισσότερες τρίτες χώρες στις οποίες δεν χορηγούνται σε επιχειρήσεις της Ένωσης, υπό όρους ανάλογους προς εκείνους που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, αντίστοιχα δικαιώματα πρόσβασης σε υποδομές και σε εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ο έλεγχος απορρέει από δικαιώματα, συμβάσεις ή άλλα μέτρα, τα οποία είτε μεμονωμένα, είτε από κοινού με άλλα, και λαμβανομένων υπόψη των σχετικών πραγματικών ή νομικών συνθηκών, παρέχουν τη δυνατότητα καθοριστικού επηρεασμού της δραστηριότητας μιας επιχείρησης, ιδίως μέσω:
α) δικαιωμάτων κυριότητας ή χρήσης επί του συνόλου ή μέρους των περιουσιακών στοιχείων της σχετικής επιχείρησης·
β) δικαιωμάτων ή συμβάσεων που παρέχουν δυνατότητα καθοριστικής επιρροής επί της σύνθεσης, της ψηφοφορίας ή των αποφάσεων των οργάνων μιας επιχείρησης.»· [Τροπολογία 67]
"
β) οι παράγραφοι 3 και 4 απαλείφονται.
6) Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:
α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν το δικαίωμα πρόσβασης που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 σε δρομολόγια μεταφοράς επιβατών μεταξύ ενός δεδομένου σημείου αναχώρησης και ενός δεδομένου σημείου προορισμού, όταν μία ή περισσότερες συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας καλύπτουν την ίδια ή εναλλακτική διαδρομή, στην περίπτωση που η άσκηση του εν λόγω δικαιώματος θέτει σε κίνδυνο την οικονομική ισορροπία της εν λόγω σύμβασης ή των εν λόγω συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Το δικαίωμα πρόσβασης σε υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών υψηλής ταχύτητας που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 δεν υπόκειται σε περιορισμούς.
Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*, οι αρμόδιες αρχές και οι διαχειριστές υποδομής προειδοποιούν εγκαίρως όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με τα αιτήματα χωρητικότητας που ενδέχεται να θίγουν τα δικαιώματα πρόσβασης σύμφωνα με το άρθρο 10 της παρούσας οδηγίας.
Όλες οι μεταφορές επιβατών που δεν αποτελούν μέρος μιας σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας αναφέρονται ως υπηρεσίες ανοικτής πρόσβασης.
Εάν μια αρμόδια αρχή συνάψει μια νέα σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας ή επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής μιας υφιστάμενης σύμβασης με σκοπό να χρησιμοποιήσει μεγαλύτερο τμήμα της χωρητικότητας υποδομής από αυτό που χρησιμοποιούσε στο παρελθόν, το δικαίωμα πρόσβασης των επιχειρήσεων που παρέχουν ήδη υφιστάμενες υπηρεσίες ανοικτής πρόσβασης και μπορεί να επηρεαστεί από την απόφαση της αρμόδιας αρχής δεν υπόκεινται σε κανέναν περιορισμό.
____________________
* Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70 (ΕΕ L 315, 3.12.2007, σ. 1).»· [Τροπολογία 68]
"
β) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Για να προσδιοριστεί εάν τίθεται σε κίνδυνο η οικονομική ισορροπία μιας σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, ο οικείος ή οι οικείοι ρυθμιστικοί φορείς που αναφέρονται στο άρθρο 55 πραγματοποιούν αντικειμενική οικονομική ανάλυση και βασίζουν την απόφασή τους σε προκαθορισμένα κριτήρια. Η εκτίμηση αυτή πραγματοποιείται
Τα κριτήρια αυτά αφορούν, μεταξύ άλλων, τις συνέπειες από την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης στην κερδοφορία όλων των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων των συνεπειών που προκύπτουν στο καθαρό κόστος για την αρμόδια δημόσια αρχή που σύναψε τη σύμβαση, τη ζήτηση των επιβατών, την τιμή των εισιτηρίων, τις ρυθμίσεις για την έκδοση εισιτηρίων, τον τόπο και τον αριθμό των στάσεων και το ωράριο και θεσπίζονται από τον ρυθμιστικό φορέα του άρθρου 55, σύμφωνα με τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου. Με την ανάλυση αξιολογείται εάν η βιωσιμότητα της υπηρεσίας που παρέχεται στο πλαίσιο μιας σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας θα ετίθετο σε κίνδυνο ως αποτέλεσμα μιας νέας υπηρεσίας ανοικτής πρόσβασης.
Η οικονομική ισορροπία της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας δεν θεωρείται ότι τίθεται σε κίνδυνο εάν ο ρυθμιστικός φορέας προβλέπει ότι η επικείμενη νέα υπηρεσία μπορεί να παράγει κυρίως έσοδα στον κλάδο των σιδηροδρομικών μεταφορών και δεν αφαιρεί έσοδα από αυτόν και ότι η τυχόν απώλεια εσόδων δεν είναι σημαντική για το φάσμα των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στη σύμβαση ή στις συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Σύμφωνα με την ανάλυση αυτή και την απόφαση του αρμόδιου ρυθμιστικού φορέα, τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να εγκρίνουν, να τροποποιούν ή να αρνούνται το δικαίωμα πρόσβασης για τη ζητούμενη υπηρεσία μεταφοράς επιβατών.».
"
γ) προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:"
«2α. Όταν μια σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας ανατίθεται μέσω διαδικασίας δημόσιας πρόσκλησης υποβολής προσφορών σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, τα κράτη μέλη δύνανται, σύμφωνα με τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1370/2007, να περιορίζουν το δικαίωμα πρόσβασης που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας, κατά τη διάρκεια της εν λόγω σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, στις υπηρεσίες που παρέχονται μεταξύ ενός τόπου αναχώρησης και ενός προορισμού που καλύπτεται από την εν λόγω σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Η πληροφορία ότι το δικαίωμα πρόσβασης είναι περιορισμένο, δημοσιοποιείται στην προκήρυξη της διαδικασίας για τη σύναψη της εν λόγω δημόσιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών. Το δικαίωμα πρόσβασης δεν θα περιορίζεται για κάθε πρόσθετη νέα υπηρεσία, κατά την έννοια του άρθρου 10 παράγραφος 2, για την οποία ο ρυθμιστικός φορέας προβλέπει ότι κυρίως θα παράγει και δεν θα αφαιρεί έσοδα στο σιδηροδρομικό τομέα και για την οποία η τυχόν απώλεια εσόδων δεν προβλέπεται να είναι σημαντική για το φάσμα των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας.
Οι περιορισμοί που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο δεν επιφέρουν περιορισμό του δικαιώματος παραλαβής επιβατών από σταθμούς κατά μήκος της διαδρομής μιας διεθνούς υπηρεσίας και αποβίβασής τους σε άλλον, συμπεριλαμβανομένων και των σταθμών που βρίσκονται στο ίδιο κράτος μέλος.
2β. Ο ρυθμιστικός φορέας ή οι ρυθμιστικοί φορείς που πραγματοποιούν την ανάλυση που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 2απροβαίνουν στην εκτίμησή του ή στην εκτίμησή τους κατόπιν αιτήματος οιουδήποτε από τους κατωτέρω, το οποίο υποβάλλεται εντός ενός μηνός από την ενημέρωσηπαραλαβή της ενημέρωσης για την σχεδιαζόμενη υπηρεσία μεταφοράς επιβατών που αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 4:
α) της αρμόδιας αρχής ή αρχών που ανέθεσαν τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας·
β) κάθε άλλης ενδιαφερόμενης αρμόδιας αρχής με το δικαίωμα να περιορίζει την πρόσβαση δυνάμει του παρόντος άρθρου·
γ) του διαχειριστή της υποδομής·
δ) της σιδηροδρομικής επιχείρησης που εκτελεί τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας·
δα) της σιδηροδρομικής επιχείρησης που υπέβαλε αίτημα χωρητικότητας σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 4.»· [Τροπολογίες 69 και 114]
"
δ) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταταιΟι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:"
«3. Ο ρυθμιστικός φορέας αιτιολογεί την απόφασή του και καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους, οιοσδήποτε από τους παρακάτω δύναται να ζητήσει αναθεώρηση της απόφασης εντός ενός μηνός από την κοινοποίησή της:
α) η σχετική αρμόδια αρχή ή αρμόδιες αρχές·
β) ο διαχειριστής της υποδομής·
γ) η σιδηροδρομική επιχείρηση που εκτελεί τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας·
δ) η σιδηροδρομική επιχείρηση που διεκδικεί πρόσβαση».
"
Εάν ο ρυθμιστικός φορέας αποφασίσει, σύμφωνα με την παράγραφο 2, ότι τίθεται σε κίνδυνο η οικονομική ισορροπία μιας σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας από τη σχεδιαζόμενη υπηρεσία μεταφοράς επιβατών που αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 4, υποδεικνύει πιθανές μεταβολές στην εν λόγω υπηρεσία οι οποίες εξασφαλίζουν την εκπλήρωση των προϋποθέσεων για τη χορήγηση του δικαιώματος πρόσβασης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2.
4. Βάσει της πείρας των ρυθμιστικών φορέων, αρμόδιων αρχών και σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των δραστηριοτήτων του δικτύου του άρθρου 57 παράγραφος 1, η Επιτροπή θεσπίζει, το αργότερο έως 16 Δεκεμβρίου 2016, μέτρα που καθορίζουν λεπτομερώς την ακολουθητέα διαδικασία και τα κριτήρια εφαρμογής των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 62 παράγραφος 3άρθρο 60.»· [Τροπολογία 70]
ε) η παράγραφος 5 απαλείφεται.
7) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 13α:"
«Άρθρο 13α
Κοινά συστήματα πληροφοριών και ενοποιημένα συστήματα έκδοσης εισιτηρίων [Τροπολογία 71]
1. Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371/2007(12) και της οδηγίας 2010/40/ΕΕ(13)Όλα τα στοιχεία που αφορούν τα χρονοδιαγράμματα πρέπει να θεωρούνται ότι συνιστούν δημόσια δεδομένα και διατίθενται αναλόγως.
Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 και της οδηγίας 2010/40/ΕΕτα κράτη μέλη απαιτούν από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη στον τομέα των σιδηροδρομικών μεταφορών, όπως σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, διαχειριστές υποδομής και πωλητές εισιτηρίων, να θεσπίσουν έως τις 12 Δεκεμβρίου 2019 ένα διαλειτουργικό σύστημα έκδοσης ενιαίου εισιτηρίου για ολόκληρη τη διαδρομή και παροχής υπηρεσιών, το οποίο επιτρέπει στους επιβάτες να έχουν πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα που απαιτούν προκειμένου να σχεδιάσουν ένα ταξίδι καθώς και να προβούν σε κράτηση και αγορά των εισιτηρίων τους στην Ένωση.
Τα κράτη μέλη ζητούν από τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις να συνεργαστούν για να θεσπίσουν, έως τις 12 Δεκεμβρίου 2019, ένα κοινό σύστημα ταξιδιωτικών πληροφοριών και έκδοσης εισιτηρίων για τη χορήγηση εισιτηρίων, ενιαίων εισιτηρίων και κρατήσεων για όλες τις σιδηροδρομικές υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών στο πλαίσιο μιας σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1370/2007, ή αποφασίζουν να εξουσιοδοτήσουν τις αρμόδιες αρχές να θεσπίσουν ένα τέτοιο σύστημα. Το σύστημα δεν πρέπει να δημιουργεί στρεβλώσεις στην αγορά ή να εισάγει διακρίσεις μεταξύ σιδηροδρομικών εταιρειών. Θα τελεί υπό τη διαχείριση μιας δημόσιας ή ιδιωτικής νομικής οντότητας ή ένωσης όλων των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών.
Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που παρέχουν εμπορικές υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών έχουν ισότιμη πρόσβαση στο σύστημα για την παροχή πληροφοριών και την πώληση εισιτηρίων στο πλαίσιο των δημόσιων σιδηροδρομικών υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών, επιπρόσθετα προς τις δικές τους υπηρεσίες μεταφοράς.
Το σύστημα θα είναι σχεδιασμένο κατά τρόπο ώστε να είναι διαλειτουργικό σύμφωνα με την οδηγία 2008/57/ΕΚ και τις βασικές τεχνικές προδιαγραφές σχετικά με τις εφαρμογές τηλεματικής. Εφαρμόζει τις τεχνικές αυτές απαιτήσεις προκειμένου να διασφαλίζει ιδίως συνοχή στις χρεώσεις και εκκαθαρίσεις, εμπιστευτικότητα των εμπορικών πληροφοριών, προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού. Τα συστήματα ή οι εφαρμογές που προσφέρουν πρόσθετες υπηρεσίες στους επιβάτες θα είναι διαλειτουργικά με τις τεχνικές αυτές προδιαγραφές.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η πρόσβαση στις βασικές τεχνικές προδιαγραφές για τις εφαρμογές τηλεματικής είναι ελεύθερη και ισότιμη.
Οι εμπορικές συμφωνίες μεταξύ συμμετεχόντων είναι συμβατές με τους κανόνες του ανταγωνισμού.
Το κόστος ενός τέτοιου συστήματος κατανέμεται δίκαια μεταξύ των συμμετεχόντων κατά τρόπο που αποτυπώνει την αντίστοιχη συμμετοχή τους.
Ο ρυθμιστικός φορέας διασφαλίζει ότι το εν λόγω σύστημα απευθείας μεταφοράς δεν προκαλεί στρεβλώσεις στην αγορά ή εισάγει διακρίσεις μεταξύ των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων.
Τα κράτη μέλη έχουν επίσης τη δυνατότητα να ζητούν από τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που εκτελούν εσωτερικές επιβατικές μεταφορέςκαι τους φορείς παροχής υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών με άλλα μεταφορικά μέσα, να συμμετέχουν σε κοινό διαλειτουργικό σύστημα ταξιδιωτικών πληροφοριών και ενοποιημένο σύστημα έκδοσης εισιτηρίων για τη χορήγηση εισιτηρίων, ενιαίων εισιτηρίων και κρατήσεων, ή να αποφασίσουν να παρέχουν εξουσιοδότηση στις αρμόδιες αρχές για την καθιέρωση του εν λόγω συστήματος. Εάν καθιερωθεί το εν λόγω σύστημα, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι δεν δημιουργεί στρεβλώσεις στην αγορά ή διακρίσεις μεταξύ των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και άλλων φορέων παροχής επιβατικών μεταφορών και ότι τη διαχείρισή του ασκεί δημόσια ή ιδιωτική νομική οντότητα ή ένωση όλων των επιχειρήσεων που εκτελούν εσωτερικές επιβατικές μεταφορές. [Τροπολογία 72]
2. Τα κράτη μέλη επιβάλλουν στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που εκτελούν επιβατικές μεταφορές να εφαρμόζουν και να συντονίζουνκαταρτίζουν και συντονίζουν, συμπεριλαμβανομένων και των σημαντικότερων οδών εντός της Ένωσης, εθνικά σχέδια έκτακτης ανάγκης για την παροχή συνδρομής στους επιβάτες, υπό την έννοια του άρθρου 18 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1371/2007,λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση 2008/164/ΕΚ της Επιτροπής*, σε περίπτωση σημαντικής διαταραχής της κυκλοφορίας, η οποία προκαλείται από φυσικές ή ανθρωπογενείς καταστροφές. Κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση που εκτελεί επιβατικές μεταφορές και κάθε υπεύθυνος σταθμού καταρτίζουν το δικό τους σχέδιο έκτακτης ανάγκης σύμφωνα με τα εθνικά σχέδια έκτακτης ανάγκης.
–––––––––––––––––––––––––
*Απόφαση 2008/164/ΕΚ της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για τα άτομα μειωμένης κινητικότητας στο διευρωπαϊκό συμβατικό σιδηροδρομικό σύστημα και στο διευρωπαϊκό σιδηροδρομικό σύστημα υψηλών ταχυτήτων (ΕΕ L 64 της 7.3.2008, σ. 72).». [Τροπολογία 73]
"
7α. Στο άρθρο 19 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:"
«δα) αναλαμβάνουν να εφαρμόζουν τις αντίστοιχες συλλογικές συμβάσεις των κρατών μελών στα οποία η επιχείρηση επιθυμεί να δραστηριοποιηθεί·». [Τροπολογία 74]
"
8) Στο άρθρο 38, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«4. Όταν αιτών προτίθεται να ζητήσει χωρητικότητα υποδομής με σκοπό την παροχή μεταφορών επιβατών, ενημερώνει τους ενδιαφερόμενους διαχειριστές υποδομής και τους ενδιαφερόμενους ρυθμιστικούς φορείς τουλάχιστον 18 μήνες πριν από την έναρξη ισχύος του πίνακα δρομολογίων τα οποία αφορά η αίτηση για χωρητικότητα. Προκειμένου να είναι σε θέση οι ενδιαφερόμενοι ρυθμιστικοί φορείς να εκτιμούν τις πιθανές οικονομικές επιπτώσεις στις υφιστάμενες συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας, οι εν λόγω φορείς διασφαλίζουν ότι κάθε αρμόδια αρχή που έχει αναθέσει, επί της συγκεκριμένης διαδρομής, υπηρεσία σιδηροδρομικών μεταφορών επιβατών καθοριζόμενη σε σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας, κάθε άλλη ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή που δικαιούται να περιορίζει την πρόσβαση δυνάμει του άρθρου 11 και κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση που εκτελεί τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας επί της διαδρομής της εν λόγω υπηρεσίας μεταφοράς επιβατών ενημερώνεται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο εντός πέντε ημερών.».
"
8α) Στο άρθρο 42, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:"
«1α. Με στόχο την πρόληψη των διακρίσεων κατά των αιτούντων, ο ρυθμιστικός φορέας που αναφέρεται στο άρθρο 55 της παρούσας οδηγίας χορηγεί εκ των προτέρων έγκριση για την εν λόγω συμφωνία πλαίσιο και επιβλέπει μια ισχύουσα συμφωνία πλαίσιο με δική του πρωτοβουλία. Κάθε αιτών έχει το δικαίωμα άσκησης προσφυγής στον ρυθμιστικό φορέα, εάν θεωρεί ότι δεν έχει τύχει δίκαιης μεταχείρισης ή ότι έχει υποστεί διακρίσεις ή ότι έχει αδικηθεί με οποιονδήποτε άλλο τρόπο από μια συμφωνία πλαίσιο. Σε περίπτωση προσφυγής επί μιας συμφωνίας πλαίσιο, ο ρυθμιστικός φορέας είτε επιβεβαιώνει ότι δεν απαιτείται τροποποίηση της συμφωνίας πλαίσιο είτε ζητεί την τροποποίηση αυτής της συμφωνίας πλαίσιο σύμφωνα με υποδείξεις που προσδιορίζει ο ρυθμιστικός φορέας, το αργότερο εντός δύο μηνών από την παραλαβή της προσφυγής από το ρυθμιστικό φορέα. Ο διαχειριστής υποδομής και η σιδηροδρομική επιχείρηση συμμορφώνονται με την απόφαση του ρυθμιστικού φορέα, όταν αυτό καθίσταται ουσιαστικά εφικτό και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός ενός μηνός από την παραλαβή της κοινοποίησης της εν λόγω απόφασης από τον ρυθμιστικό φορέα. Ο ρυθμιστικός φορέας αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή στην προστασία του επαγγελματικού απορρήτου κατά την άσκηση των καθηκόντων που περιγράφονται στην παρούσα παράγραφο.». [Τροπολογία 75]
"
8β) Στο άρθρο 46, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«4. Οι αρχές που διέπουν τη διαδικασία συντονισμού καθορίζονται στη δήλωση δικτύου. Οι αρχές αυτές εκφράζουν, ιδίως, τη δυσκολία ρύθμισης διεθνών σιδηροδρομικών διαδρομών και την επίδραση που μπορεί να έχει η τροποποίησή τους σε άλλους διαχειριστές υποδομής. Σε περίπτωση αντικρουόμενων αιτήσεων για τη λειτουργία σιδηροδρομικής υπηρεσίας στο ίδιο τμήμα αγοράς, κατά την κατανομή της χωρητικότητας, ο διαχειριστής υποδομής λαμβάνει υπόψη μόνο την επίμαχη υποδομή και όχι το συνολικό όγκο χωρητικότητας που ζητείται από τους ανταγωνιστικούς αιτούντες.». [Τροπολογία 76]
"
8γ) Στο άρθρο 54, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Στην περίπτωση διαταραχής της σιδηροδρομικής κίνησης λόγω τεχνικής βλάβης ή ατυχήματος, ο διαχειριστής υποδομής λαμβάνει όλα τα μέτρα που απαιτούνται για την αποκατάσταση της ομαλότητας. Προς τούτο, ο διαχειριστής υποδομής καταστρώνει σχέδιο έκτακτης ανάγκης όπου απαριθμούνται οι διάφοροι φορείς που πρέπει να ενημερωθούν σε περίπτωση σοβαρών περιστατικών ή σοβαρής διαταραχής της σιδηροδρομικής κίνησης. Σε περίπτωση που η διαταραχή έχει σοβαρές επιπτώσεις στη διασυνοριακή κυκλοφορία, ο διαχειριστής υποδομής ανταλλάσσει κάθε σχετική πληροφορία με άλλους διαχειριστές υποδομής των οποίων το δίκτυο και η κυκλοφορία ενδέχεται να επηρεαστούν από την εν λόγω διαταραχή. Οι ενδιαφερόμενοι διαχειριστές υποδομής συνεργάζονται για την ομαλοποίηση της διασυνοριακής κυκλοφορίας.». [Τροπολογία 77]
"
8δ) Στο άρθρο 55 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«3α. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ρυθμιστικοί φορείς να διαθέτουν τις απαραίτητες οργανωτικές και λειτουργικές δυνατότητες που περιγράφονται στο άρθρο 56 της παρούσας οδηγίας και εγκρίνουν, κατά περίπτωση, ένα σχέδιο δράσης με σκοπό να τους παράσχουν αυτές τις δυνατότητες.». [Τροπολογία 78]
"
8ε) Το άρθρο 56 αντικαθίσταται ως εξής:"
«Άρθρο 56
Αρμοδιότητες του ρυθμιστικού φορέα
1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 46 παράγραφος 6 ένας αιτών έχει το δικαίωμα άσκησης προσφυγής στον ρυθμιστικό φορέα, εάν πιστεύει ότι δεν έχει υποστεί δίκαιη μεταχείριση, ότι έχει υποστεί διακρίσεις ή ότι έχει με άλλο τρόπο αδικηθεί, ιδιαίτερα κατά αποφάσεων του διαχειριστή υποδομής ή, κατά περίπτωση της σιδηροδρομικής επιχείρησης ή του φορέα εκμετάλλευσης εγκατάστασης για την παροχή υπηρεσιών, σχετικά με:
α) τη δήλωση δικτύου στην προσωρινή και τελική της μορφή·
β) τα κριτήρια που καθορίζονται σε αυτή·
γ) τη διαδικασία κατανομής και το αποτέλεσμά της·
δ) το σύστημα χρέωσης·
ε) το επίπεδο ή τη διάρθρωση των τελών χρήσης υποδομής των οποίων η καταβολή απαιτείται ή μπορεί να απαιτείται·
στ) τις ρυθμίσεις για την πρόσβαση σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 13·
ζ) την πρόσβαση και τη χρέωση για δρομολόγια σύμφωνα με το άρθρο 13·
ζα) προγραμματισμένες ή έκτακτες εργασίες συντήρησης υποδομής.
2. Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των εθνικών αρχών ανταγωνισμού, για τη διασφάλιση του ανταγωνισμού στις αγορές υπηρεσιών σιδηροδρομικών μεταφορών ο ρυθμιστικός φορέας έχει εξουσία παρακολούθησης της κατάστασης του ανταγωνισμού στις αγορές σιδηροδρομικών μεταφορών και συγκεκριμένα, ελέγχει την εφαρμογή των στοιχείων α) έως ζα) της παραγράφου 1 με δική του πρωτοβουλία και με στόχο την πρόληψη των διακρίσεων κατά των αιτούντων. Ελέγχει, ιδίως, εάν η δήλωση δικτύου περιλαμβάνει ρήτρες που εισάγουν διακρίσεις ή αν εξασφαλίζει διακριτική ευχέρεια στον διαχειριστή υποδομής που είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί για την εισαγωγή διακρίσεων κατά των αιτούντων.
3. Ο ρυθμιστικός φορέας συνεργάζεται επίσης στενά με την εθνική αρχή ασφαλείας κατά την έννοια της οδηγίας 2008/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου* και με την αρχή χορήγησης αδειών στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρχές αυτές αναπτύσσουν κοινό πλαίσιο ανταλλαγής πληροφοριών και συνεργασίας με στόχο την αποτροπή παρενεργειών για τον ανταγωνισμό ή την ασφάλεια της αγοράς σιδηροδρόμων. Το πλαίσιο αυτό περιλαμβάνει μηχανισμό ώστε ο ρυθμιστικός φορέας να παρέχει στις εθνικές αρχές ασφαλείας και χορήγησης αδειών συστάσεις σχετικά με ζητήματα τα οποία μπορεί να επηρεάσουν τον ανταγωνισμό στην αγορά σιδηροδρόμων και η εθνική αρχή ασφαλείας να παρέχει στον ρυθμιστικό φορέα και την αρχή χορήγησης αδειών συστάσεις σχετικά με ζητήματα τα οποία μπορεί να επηρεάσουν την ασφάλεια. Με την επιφύλαξη της ανεξαρτησίας κάθε αρχής στο πεδίο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων της, η σχετική αρχή εξετάζει κάθε τέτοια σύσταση πριν από την έγκριση των αποφάσεών της. Εάν η σχετική αρχή αποφασίσει να αποκλίνει από τη σύσταση αυτή, δικαιολογεί τις αποφάσεις της.
4. Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν ότι ο ρυθμιστικός φορέας έχει το καθήκον να εγκρίνει μη δεσμευτικές γνώμες σχετικά με τις προσωρινές μορφές του επιχειρηματικού σχεδίου που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 τη συμβατική συμφωνία και το σχέδιο βελτίωσης της χωρητικότητας ώστε να αναφέρει συγκεκριμένα ότι τα εν λόγω μέσα συμμορφώνονται προς την κατάσταση του ανταγωνισμού στις αγορές σιδηροδρομικών υπηρεσιών.
5. Ο ρυθμιστικός φορέας διαθέτει την αναγκαία οργανωτική ικανότητα όσον αφορά τους ανθρώπινους και υλικούς πόρους, οι οποίοι είναι αναλογικοί προς τη σημασία του τομέα σιδηροδρόμων στο κράτος μέλος.
6. Ο ρυθμιστικός φορέας εξασφαλίζει ότι τα τέλη που επιβάλλονται από τον διαχειριστή υποδομής είναι σύμφωνα με το τμήμα 2 του Κεφαλαίου IV και δεν εισάγουν διακρίσεις. Ο ρυθμιστικός φορέας εξασφαλίζει ότι δεν εισάγουν διακρίσεις τα τέλη που επιβάλλονται από τον διαχειριστή υποδομής, τους φορείς εκμετάλλευσης εγκαταστάσεων εξυπηρέτησης ή τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις – για την πρόσβαση, μεταξύ άλλων, στις γραμμές και στους σιδηροδρομικούς σταθμούς, στα κτίριά τους καθώς και σε άλλες εγκαταστάσεις τους, συμπεριλαμβανομένων εγκαταστάσεων παροχής ταξιδιωτικών πληροφοριών. Για τον σκοπό αυτόν οι προγραμματισμένες τροποποιήσεις του ύψους ή της δομής των τελών που αναφέρονται σε αυτήν την παράγραφο πρέπει να δηλώνονται στον ρυθμιστικό φορέα το αργότερο δύο μήνες πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία έναρξης της ισχύος τους. Ο ρυθμιστικός φορέας μπορεί να ζητήσει να μειωθούν ή να αυξηθούν οι προταθείσες τροποποιήσεις, καθώς και να αναβληθούν ή να ακυρωθούν έως και ένα και έναν μήνα πριν από την έναρξη ισχύος τους. Διαπραγματεύσεις μεταξύ αιτούντων και διαχειριστή υποδομής σχετικά με το ύψος των τελών υποδομής επιτρέπονται μόνο εφόσον πραγματοποιούνται υπό την επίβλεψη του ρυθμιστικού φορέα. Ο ρυθμιστικός φορέας παρεμβαίνει εάν οι διαπραγματεύσεις είναι πιθανό να αντίκεινται στις απαιτήσεις του παρόντος κεφαλαίου.
7. Ο ρυθμιστικός φορέας διεξάγει τακτικά, και σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον κάθε δύο έτη, διαβουλεύσεις με εκπροσώπους των χρηστών των σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών και των επιβατικών υπηρεσιών μεταφοράς προκειμένου να λάβει υπόψη τις απόψεις τους για την αγορά σιδηροδρόμων.
8. Ο ρυθμιστικός φορέας δύναται να ζητεί σχετικές πληροφορίες από το διαχειριστή υποδομής, τους αιτούντες και τυχόν τρίτα μέρη που εμπλέκονται εντός του συγκεκριμένου κράτους μέλους.
Οι αιτηθείσες πληροφορίες πρέπει να παρέχονται εντός εύλογης περιόδου που ορίζεται από τον ρυθμιστικό φορέα και δεν υπερβαίνει τον έναν μήνα, εκτός εάν, σε έκτακτες περιστάσεις, ο ρυθμιστικός φορές συμφωνεί, και εγκρίνει χρονικά περιορισμένη παράταση που δεν υπερβαίνει δύο πρόσθετες εβδομάδες. Ο ρυθμιστικός φορέας πρέπει να μπορεί να επιβάλλει κατάλληλες κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων των προστίμων για την ικανοποίηση παρόμοιων αιτημάτων. Οι πληροφορίες που πρέπει να διαβιβαστούν στον ρυθμιστικό φορέα περιλαμβάνουν όλα τα στοιχεία που ζητεί ο ρυθμιστικός φορέας στο πλαίσιο των καθηκόντων του σχετικά με προσφυγές και με την παρακολούθηση του ανταγωνισμού στις αγορές σιδηροδρομικών μεταφορών σύμφωνα με την παράγραφο 2. Σε αυτές περιλαμβάνονται και τα στοιχεία που απαιτούνται για την κατάρτιση στατιστικών και για την παρακολούθηση της αγοράς.
9. Ο ρυθμιστικός φορέας αποφασίζει για τυχόν καταγγελίες και, κατά περίπτωση, ζητεί σχετικές πληροφορίες και ξεκινά διαβουλεύσεις με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, εντός ενός μηνός από την παραλαβή της καταγγελίας. Αποφασίζει για ενδεχόμενες καταγγελίες, λαμβάνει μέτρα ώστε να διορθωθεί η κατάσταση και ενημερώνει τα εμπλεκόμενα μέρη για την αιτιολογημένη απόφασή του εντός προκαθορισμένου, εύλογου χρονικού διαστήματος και, σε κάθε περίπτωση, εντός έξι εβδομάδων από την παραλαβή όλων των σχετικών πληροφοριών. Με την επιφύλαξη των εξουσιών των εθνικών αρχών ανταγωνισμού για τη διασφάλιση του ανταγωνισμού στις αγορές υπηρεσιών σιδηροδρομικών μεταφορών, ο ρυθμιστικός φορέας, κατά περίπτωση, αποφασίζει με δική του πρωτοβουλία για τα ενδεικνυόμενα μέτρα διόρθωσης διακρίσεων σε βάρος αιτούντων, στρέβλωσης στην αγορά και κάθε άλλων ανεπιθύμητων εξελίξεων στις εν λόγω αγορές, ιδίως όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχεία α) έως ζα).
Η απόφαση του ρυθμιστικού φορέα είναι δεσμευτική για όλα τα μέρη που καλύπτει, και δεν υπόκειται στον έλεγχο άλλης διοικητικής αρχής. Ο ρυθμιστικός φορέας πρέπει να έχει εξουσία επιβολής των αποφάσεών του με κατάλληλες κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων των προστίμων.
Σε περίπτωση καταγγελίας επί αρνήσεως παροχής χωρητικότητας υποδομής, ή επί των όρων προσφοράς χωρητικότητας, ο ρυθμιστικός φορέας είτε επιβεβαιώνει ότι δεν απαιτείται τροποποίηση της απόφασης του διαχειριστή υποδομής, είτε ζητεί τροποποίηση αυτής της απόφασης, σύμφωνα με τις υποδείξεις του. Ο διαχειριστής υποδομής συμμορφώνεται με την απόφαση του ρυθμιστικού φορέα το αργότερο ένα μήνα μετά την παραλαβή της κοινοποίησης της εν λόγω απόφασης.
10. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τον ρυθμιστικό φορέα υπόκεινται σε δικαστική επανεξέταση. Η επανεξέταση είναι δυνατόν να έχει ανασταλτικό χαρακτήρα επί της απόφασης του ρυθμιστικού φορέα μόνον εάν το άμεσο αποτέλεσμα της απόφασης του ρυθμιστικού φορέα είναι δυνατόν να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ή προδήλως υπερβολική ζημία στον ενάγοντα. Η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των εξουσιών που απονέμονται στο δικαστήριο που εκδικάζει την προσφυγή βάσει του συνταγματικού δικαίου, κατά περίπτωση.
11. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη δημοσίευση των αποφάσεων του ρυθμιστικού φορέα.
12. Ο ρυθμιστικός φορέας έχει το δικαίωμα να διενεργεί ελέγχους ή να αναθέτει ελέγχους των διαχειριστών υποδομής, των εγκαταστάσεων για την παροχή υπηρεσιών και, όπου απαιτείται, των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων για να επαληθευτεί η συμμόρφωση με τις διατάξεις του άρθρου 6 περί λογιστικού διαχωρισμού. Εν προκειμένω, ο ρυθμιστικός φορέας έχει το δικαίωμα να ζητήσει σχετικές πληροφορίες. Συγκεκριμένα, έχει το δικαίωμα να ζητήσει από το διαχειριστή υποδομής, τους φορείς εκμετάλλευσης εγκαταστάσεων για την παροχή υπηρεσιών και όλες τις επιχειρήσεις και λοιπές οντότητες που εκτελούν ή περιλαμβάνουν διάφορα είδη σιδηροδρομικών μεταφορών ή διαχείριση υποδομών όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2 και στο άρθρο 13 να παρέχουν το σύνολο ή μέρος των λογιστικών στοιχείων του παραρτήματος VIII με επαρκείς λεπτομέρειες, οι οποίες κρίνονται απαραίτητες και αναλογικές.
Με την επιφύλαξη των εν ισχύι αρμοδιοτήτων των υπεύθυνων για τις κρατικές ενισχύσεις εθνικών αρχών, ο ρυθμιστικός φορέας δύναται επίσης, από τους λογαριασμούς να συνάγει συμπεράσματα σχετικά με ζητήματα κρατικών ενισχύσεων τα οποία αναφέρει στις εν λόγω αρχές.
13. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 60 όσον αφορά ορισμένες τροποποιήσεις του παραρτήματος VIII. Ως εκ τούτου, το παράρτημα VIII μπορεί να τροποποιείται ώστε να προσαρμόζεται στην εξέλιξη των λογιστικών και ελεγκτικών πρακτικών και/ή να συμπληρώνεται με πρόσθετα στοιχεία, απαραίτητα για την τήρηση χωριστών λογαριασμών.
__________________
*Οδηγία 2008/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του κοινοτικού σιδηροδρομικού συστήματος (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 191 της 18.7.2008, σ. 1.»). [Τροπολογία 79]
"
8στ) Στο άρθρο 57, προστίθεται η εξής παράγραφος:"
«9α. Όταν ο αιτών εκτιμά ότι η απόφαση ενός διαχειριστή υποδομής δεν επιτρέπει την ανάπτυξη μιας διεθνούς υπηρεσίας, μπορεί να παραπέμψει το ζήτημα στο δίκτυο των ρυθμιστικών φορέων για γνωμοδότηση. Ο ενδιαφερόμενος εθνικός ρυθμιστικός φορέας ενημερώνεται ταυτόχρονα για την παραπομπή αυτή. Το δίκτυο ζητεί, ενδεχομένως, διευκρινίσεις από το διαχειριστή υποδομής και, σε κάθε περίπτωση, από τον ενδιαφερόμενο εθνικό ρυθμιστικό φορέα. Το δίκτυο εγκρίνει και δημοσιεύει τη γνώμη του και την κοινοποιεί στον ενδιαφερόμενο εθνικό ρυθμιστικό φορέα.
Το δίκτυο των ρυθμιστικών φορέων υποβάλλει στην Επιτροπή ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
Εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, και το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2019, η Επιτροπή εγκρίνει νομοθετική πρόταση για τη σύσταση ευρωπαϊκού ρυθμιστικού φορέα και του χορηγεί νομική προσωπικότητα καθώς και εποπτική και διαιτητική αρμοδιότητα με εξουσία να εξετάζει διασυνοριακά ζητήματα καθώς και προσφυγές κατά των αποφάσεων που λαμβάνουν οι εθνικοί ρυθμιστικοί φορείς. Ο νέος αυτός φορέας αντικαθιστά το ευρωπαϊκό δίκτυο ρυθμιστικών φορέων.». [Τροπολογία 80]
"
9) Στο άρθρο 63, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Έως την 31η Δεκεμβρίου 2024, η Επιτροπή αξιολογεί τις επιπτώσεις της παρούσας οδηγίας στον σιδηροδρομικό τομέα και υποβάλλει έκθεση για την εφαρμογή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών. Η αξιολόγηση αυτή λαμβάνει υπόψη τις απόψεις του ευρωπαϊκού ρυθμιστικού φορέα σχετικά με το αν εξακολουθούν να υφίστανται πρακτικές που εισάγουν διακρίσεις ή άλλου είδους στρεβλώσεις του ανταγωνισμού καθώς και τις απόψεις που διετύπωσαν οι κοινωνικοί εταίροι στην αρμόδια επιτροπή κοινωνικού διαλόγου της Ένωσης. [Τροπολογία 81]
Την ίδια ημερομηνία το αργότερο, η Επιτροπήο ευρωπαϊκός ρυθμιστικός φορέας αξιολογεί εάν εξακολουθούν να υφίστανται πρακτικές που εισάγουν διακρίσεις ή άλλου είδους στρεβλώσεις του ανταγωνισμού όσον αφορά τους διαχειριστές υποδομής που αποτελούν μέρος κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησηςκαι εκδίδει συστάσεις για τη λήψη περαιτέρω μέτρων πολιτικής. Η Επιτροπή προτείνει, ενδεχομένως, νέα νομοθετικά μέτρα βάσει των εν λόγω συστάσεων. [Τροπολογία 82]
Το αργότερο 18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή αξιολογεί τον αντίκτυπο της παρούσας οδηγίας στην ανάπτυξη της αγοράς εργασίας του προσωπικού των αμαξοστοιχιών και, κατά περίπτωση, προτείνει νέα νομοθετικά μέτρα για την πιστοποίηση του προσωπικού αυτού.». [Τροπολογία 83]
"
Άρθρο 1a
Ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 1371/2007 τροποποιείται ως εξής:
Στο άρθρο 2, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«3. Κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, τα άρθρα 9, 10, 11, 12, 19, το άρθρο 20 παράγραφος 1 και το άρθρο 26 εφαρμόζονται σε όλες τις υπηρεσίες σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών απανταχού της Ένωσης.». [Τροπολογία 84]
"
Άρθρο 2
1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, το αργότερο έως τις …(14), τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.
Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.
2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 3
1. Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διατίθεται σε ενοποιημένη μορφή μαζί με την οδηγία 2012/34/ΕΕ την οποία τροποποιεί, εντός τριών μηνών από τη δημοσίευσή της. [Τροπολογία 85]
2. Τα σημεία 5 έως 8 του άρθρου 1 εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2018 [εγκαίρως για τον πίνακα των δρομολογίων που ξεκινούν στις 14 Δεκεμβρίου 2019].
Έως την ημερομηνία εφαρμογής του σημείου 5 και με την επιφύλαξη των διεθνών υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών, τα κράτη μέλη δεν απαιτείται να παρέχουν δικαίωμα πρόσβασης σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και στις άμεσα ή έμμεσα ελεγχόμενες από αυτές θυγατρικές τους, οι οποίες έχουν άδεια σε ένα κράτος μέλος στο οποίο δεν χορηγούνται παρόμοια δικαιώματα πρόσβασης. [Τροπολογία 86]
Οδηγία 2004/51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/440/EΟΚ του Συμβουλίου για την ανάπτυξη των κοινοτικών σιδηροδρόμων (ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 164).
Οδηγία 2007/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τροποποίηση της οδηγίας 91/440/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την ανάπτυξη των κοινοτικών σιδηροδρόμων και της οδηγίας 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 44).
Οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 32).
Οδηγία 2005/47/ΕΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2005, για τη συμφωνία μεταξύ της Κοινότητας Ευρωπαϊκών Σιδηροδρόμων (CER) και της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Εργαζομένων στον τομέα των Μεταφορών (ETF) για θέματα των συνθηκών εργασίας των μετακινούμενων εργαζομένων που παρέχουν διασυνοριακές διαλειτουργικές υπηρεσίες στον τομέα των σιδηροδρόμων (ΕΕ L 195 της 27.7.2005, σ. 15).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 14).
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26 Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 σχετικά με το άνοιγμα της αγοράς εγχώριων επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών (COM(2013)0028 – C7-0024/2013 – 2013/0028(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0028),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 91 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0024/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν από το Κοινοβούλιο της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, το Κοινοβούλιο του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, την Άνω Βουλή του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, την Κάτω Βουλή του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο της Αυστρίας και το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Σουηδίας, στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(1),
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(2),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A7-0034/2014),
1. εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 26 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕE) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 σχετικά με το άνοιγμα της αγοράς εγχώριων επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 91,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(4),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(5),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Την τελευταία δεκαετία, η ανάπτυξη της επιβατικής κίνησης των σιδηροδρόμων δεν κατάφερε να αυξήσει το μερίδιό τους συγκριτικά με τις οδικές και τις αεροπορικές μεταφορές. Το μερίδιο της τάξης του 6% των επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση παρέμεινε σχετικά σταθερό. Οι επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές δεν προσαρμόστηκαν στις εξελισσόμενες ανάγκεςπαρακολούθησαν την εξέλιξη των άλλων μέσων μεταφοράς όσον αφορά τη διαθεσιμότητα και την ποιότητα. Ξεκινώντας από τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αντλήσουμε όλα τα διδάγματα από την προσέγγιση που υιοθέτησε η Ένωση στο πλαίσιο των τριών προηγούμενων μεταρρυθμίσεων του σιδηροδρομικού τομέα. [Τροπολογία 1]
(1α) Οι σιδηροδρομικές μεταφορές παίζουν σημαντικό ρόλο τόσο στον κοινωνικό όσο και στον περιβαλλοντικό τομέα καθώς και στον σχεδιασμό της κινητικότητας και μπορούν να αυξήσουν σημαντικά το συνολικό μερίδιό τους στις ευρωπαϊκές επιβατικές μεταφορές. Στο πλαίσιο αυτό, η πραγματοποίηση επενδύσεων τόσο στην έρευνα όσο και στις υποδομές καθώς και στο τροχαίο υλικό μπορεί να συμβάλει σημαντικά σε μία νέα ανάπτυξη και να έχει, κατά συνέπεια, θετικό αντίκτυπο στην προαγωγή της απασχόλησης άμεσα στον σιδηροδρομικό τομέα και έμμεσα με την αύξηση της κινητικότητας των υπαλλήλων άλλων τομέων. Οι σιδηροδρομικές μεταφορές μπορούν να μετεξελιχθούν σε ουσιαστικής σημασίας σύγχρονο βιομηχανικό κλάδο της Ένωσης, υπό την προϋπόθεση ότι τα κράτη μέλη θα συμφωνήσουν να ενισχύσουν τη συνεργασία τους. [Τροπολογία 2]
(2) Η ενωσιακή αγορά διεθνών επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών έχει ανοίξει στον ανταγωνισμό από το 2010. Επιπλέον, ορισμένα κράτη μέλη έχουν ανοίξει τις υπηρεσίες εγχώριων επιβατικών μεταφορών στον ανταγωνισμό, είτε μέσω της θέσπισης δικαιωμάτων ανοικτής πρόσβασης, είτε μέσω της θέσπισης δημόσιων διαγωνισμών για τις συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας, είτε και με τους δύο τρόπους.
(3) Στη Λευκή Βίβλο για την πολιτική των μεταφορών της 28ης Μαρτίου 2011(6), η Επιτροπή εξέφρασε την πρόθεσή της να ολοκληρώσει την εσωτερική αγορά σιδηροδρόμων, δίνοντας τη δυνατότητα στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις της Ένωσης να παρέχουν κάθε είδους σιδηροδρομικές μεταφορές χωρίς περιττούς τεχνικούς και διοικητικούς φραγμούς. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, η τρέχουσα μεταρρύθμιση πρέπει να σχεδιασθεί υπό το φως των μοντέλων σιδηροδρομικών μεταφορών που έχουν αποδείξει την αποτελεσματικότητά τους μέσα στην Ένωση. [Τροπολογία 5]
(3α) Πρέπει να βελτιωθεί η ποιότητα των δημόσιων υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών και να αυξηθεί η αποτελεσματικότητά τους και παράλληλα πρέπει να διαφυλαχθούν οι υφιστάμενες δημόσιες υπηρεσίες επιβατικών μεταφορών που λειτουργούν αποτελεσματικά. [Τροπολογία 6]
(3β) Η ολοκλήρωση του ανοίγματος της σιδηροδρομικής αγοράς της Ένωσης θεωρείται απαραίτητη προκειμένου οι σιδηρόδρομοι να αποτελέσουν αξιόπιστη εναλλακτική λύση έναντι άλλων τρόπων μεταφοράς όσον αφορά την τιμή και την ποιότητα. [Τροπολογία 7]
(3γ) Οι αρμόδιες αρχές πρέπει να διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην οργάνωση των δημόσιων υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών. Οι αρχές αυτές φέρουν την ευθύνη τόσο για τον σχεδιασμό των δημόσιων υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών, συμπεριλαμβανομένου του ορισμού των γραμμών οι οποίες προορίζονται για ανοικτή πρόσβαση και/ή αποτελούν αντικείμενο ανάθεσης συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, όσο και για τον προσδιορισμό της διαδικασίας ανάθεσης. Επιπλέον, πρέπει να αιτιολογούν το λόγο που μόνο η διαδικασία ανάθεσης που επέλεξαν εξασφαλίζει την οικονομική απόδοση, την αποτελεσματικότητα και τους ποιοτικούς στόχους, και να δημοσιεύουν αυτήν την αιτιολόγηση. [Τροπολογία 8]
(4) Όταν οι αρμόδιες αρχές οργανώνουν τις δημόσιες επιβατικές μεταφορές τους, πρέπει να εξασφαλίζουν ότι το γεωγραφικό πεδίο των συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας και οι υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας είναι κατάλληλες, αναγκαίες και αναλογικές για την επίτευξη των στόχων της πολιτικής δημόσιων επιβατικών μεταφορών στην επικράτειά τους. Η πολιτική αυτή πρέπει να καθορίζεται στα βιώσιμα σχέδια δημόσιων μεταφορών αφήνοντας περιθώρια για λύσεις της αγοράς στον τομέα των μεταφορών. Η διαδικασία καθορισμού σχεδίων δημόσιων μεταφορών και υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας πρέπει να είναι διαφανής για τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων εταιρειών που ενδεχομένως θα εισέλθουν στην αγορά. [Τροπολογία 9]
(5) Για να εξασφαλιστεί κατάλληλη χρηματοδότηση για την επίτευξη των στόχων των βιώσιμων σχεδίων δημόσιων μεταφορών, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να σχεδιάσουν υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας για την επίτευξη των στόχων σχετικά με τις δημόσιες μεταφορές υψηλής ποιότητας και κατά τρόπο ταυτόχρονα ποιοτικό και αποδοτικό ως προς το κόστος, λαμβάνοντας υπόψη την αποζημίωση για το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα των υποχρεώσεων αυτών, και πρέπει να εξασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη οικονομική βιωσιμότητα των δημόσιων μεταφορών που παρέχονται βάσει συμβάσεων δημόσιας υπηρεσίας. Αυτό περιλαμβάνει την αποτροπή καταβολής πολύ μεγάλων ή πολύ μικρών αποζημιώσεων για ουσιαστικούς λόγους υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας ή για αδυναμία της αρμόδιας αρχής να τηρήσει τις οικονομικές της υποχρεώσεις. Ως υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας μπορεί να νοούνται δίκτυα στα οποία ορισμένες υπηρεσίες μπορούν να λειτουργούν με εύλογο κέρδος χωρίς οικονομική αποζημίωση· η συμπερίληψη των εν λόγω υπηρεσιών στο πεδίο των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας δεν πρέπει να οδηγεί σε καταβολή αποζημιώσεων που υπερβαίνουν το ποσό που απαιτείται για την επαροχή ολόκληρου του φάσματος των υπηρεσιών δικτύου. [Τροπολογία 10]
(6) Είναι ιδιαιτέρως σημαντικό οι αρμόδιες αρχές να συμμορφώνονται με τα κριτήρια αυτά για τις υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας και το πεδίο των συμβάσεων δημόσιας υπηρεσίας, ώστε να μπορεί η αγορά δημόσιων επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών να λειτουργεί ομαλά, διότι οι μεταφορές ανοικτής πρόσβασης πρέπει να είναι σωστά συντονισμένες με τις μεταφορές που παρέχονται βάσει σύμβασης δημόσιας υπηρεσίας. Για το λόγο αυτό, ο ανεξάρτητος ρυθμιστικός φορέας στον τομέα των σιδηροδρόμων πρέπει να εξασφαλίσει ότι η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται σωστά και είναι διαφανής.
(7) Πρέπει να καθοριστεί μέγιστος ετήσιοςΟ όγκος για κάθε σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας για επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές προκειμένου να διευκολυνθεί ο ανταγωνισμόςη οποία θα ανατεθεί με ανταγωνιστική διαδικασία προσφορών πρέπει να καθοριστεί κατά τρόπο που να διευκολύνει τον ανταγωνισμό μεταξύ μικρών προσφερόντων, νεοεισερχομένων και των κατεστημένων φορέων εκμετάλλευσης για τις συμβάσεις αυτές, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να παρέχεται ευελιξία στις αρμόδιες αρχές ώστε να βελτιστοποιήσουν τον όγκο στο πλαίσιο οικονομικών και επιχειρησιακών πτυχών. [Τροπολογία 64]
(8) Για να διευκολυνθεί η κατάρτιση προσφορών και, συνεπώς, να βελτιωθεί ο ανταγωνισμός, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να εξασφαλίσουν ότι, ταυτόχρονα με την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου, όλοι οι φορείς παροχής δημόσιας υπηρεσίας που ενδιαφέρονται να υποβάλουν τέτοια προσφορά λαμβάνουν ορισμένες πληροφορίες για τις μεταφορικές υπηρεσίες και τις υποδομές που καλύπτονται από τη σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας, κατά τρόπο που να μη δύναται να θεωρηθεί ότι η αναθέτουσα αρχή μεροληπτεί σε βάρος αυτών σε σχέση με άλλους ανταγωνιστές. [Τροπολογία 12]
(9) Ορισμένα ανώτατα όρια για την απευθείας ανάθεση συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας για σιδηροδρομικές μεταφορές πρέπει να προσαρμοστούν στις συγκεκριμένες οικονομικές συνθήκες στο πλαίσιο των οποίων λαμβάνουν χώρα οι διαγωνισμοί στο συγκεκριμένο τομέα.
(9a) Θα πρέπει να εφαρμόζεται η αρχή της αμοιβαιότητας, προκειμένου να εξασφαλίζεται ο θεμιτός ανταγωνισμός και να αποτρέπεται η κατάχρηση των αποζημιώσεων. Η αρχή αυτή δεν πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στα κράτη μέλη και τις επιχειρήσεις που έχουν την εγκατάστασή τους στην Ένωση, αλλά και στις επιχειρήσεις από τρίτες χώρες που επιθυμούν να συμμετάσχουν σε διαδικασίες ανάθεσης στο εσωτερικό της Ένωσης. [Τροπολογία 65]
(10) Η δημιουργία εσωτερικής αγοράς για τις επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές απαιτεί κοινούς κανόνες για τους δημόσιους διαγωνισμούς για τις συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας, οι οποίοι πρέπει να ισχύουν με εναρμονισμένο τρόπο σε όλα τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη τις ειδικές ανάγκες της κάθε χώρας. [Τροπολογία 14]
(11) Ενόψει της δημιουργίας συνθηκώνΓια τη δημιουργία ενός πλαισίου ώστε να μπορέσει ηπου θα επιτρέψει στην κοινωνία να αποκομίσει πλήρως τα οφέλη του πραγματικού ανοίγματος της αγοράς εγχώριων επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών, είναι σημαντικό να εξασφαλίσουν τα κράτη μέλη επαρκές επίπεδο κοινωνικής προστασίας για το προσωπικό των φορέων παροχής δημόσιας υπηρεσίας. [Τροπολογία 16]
(12) Όταν η αγορά δεν εξασφαλίζει την πρόσβαση των φορέων παροχής δημόσιας υπηρεσίας σε σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό υπό κατάλληλες οικονομικές και χωρίς διακρίσεις συνθήκες, η πρόσβαση αυτή πρέπει να διευκολύνεται από τις αρμόδιες αρχές μέσω κατάλληλων και αποτελεσματικών μέτρων.
(13) Ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά των επερχόμενων διαγωνισμών για την ανάθεση συμβάσεων δημόσιας υπηρεσίας πρέπει να είναι απόλυτα διαφανή ώστε να επιτρέπουν μια καλύτερα οργανωμένη απόκριση της αγοράς.
(14) Σύμφωνα με την εσωτερική λογική του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η μεταβατική περίοδος έως τις 2 Δεκεμβρίου 2019 αφορά μόνο την υποχρέωση οργάνωσης διαγωνισμών για τις συμβάσεις δημόσιας υπηρεσίας.[Τροπολογία 66]
(15) Η προετοιμασία των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων για τον υποχρεωτικό δημόσιο διαγωνισμό για τις συμβάσεις δημόσιας υπηρεσίας απαιτεί επιπλέον χρόνο για την αποτελεσματική και βιώσιμη εσωτερική αναδιάρθρωση των εταιρειών στις οποίες είχαν στο παρελθόν ανατεθεί απευθείας τέτοιες συμβάσεις. Τα μεταβατικά μέτρα είναι, επομένως, απαραίτητα για τις συμβάσεις που θα έχουν ανατεθεί απευθείας από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού έως τις 3 Δεκεμβρίου 2019.[Τροπολογία 67]
(16) Μόλις επιτευχθεί το άνοιγμα της αγοράς εγχώριων επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών, πρέπει να προβλεφθούν κατάλληλες διατάξεις, καθώς οι αρμόδιες αρχές θα χρειασθεί ενδεχομένως να λάβουν μέτρα για να εξασφαλίσουν υψηλό επίπεδο ανταγωνισμού περιορίζοντας των αριθμό των συμβάσεων που ανατίθενται σε μια σιδηροδρομική επιχείρηση.
(17) Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ενδείκνυται να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι αρμοδιότητες αυτές πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(7).
(18) Στο πλαίσιο των τροποποιήσεων του κανονισμού (EΚ) αριθ. 994/98 (εξουσιοδοτικός κανονισμός)(8), η Επιτροπή πρότεινε επίσης να τροποποιηθεί ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 1370/2007 (COM(2012)0730). Για να εναρμονισθεί η προσέγγιση των κανονισμών απαλλαγής κατά κατηγορία στο πεδίο των κρατικών ενισχύσεων και, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 108 παράγραφος 4 και στο άρθρο 109 της Συνθήκης, πρέπει να διευκολυνθεί με βάση το πεδίο εφαρμογής του εξουσιοδοτικού κανονισμού ο συντονισμός της μεταφοράς ή η επιστροφή για την εκτέλεση ορισμένων υποχρεώσεων εγγενών της δημόσιας υπηρεσίας, όπως αναφέρει το άρθρο 93 της Συνθήκης.
(19) Επομένως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Με την επιφύλαξη της οδηγίας 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(9) ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 τροποποιείται ως εξής: [Τροπολογία 17]
1) Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:
-α)προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:"
«αα) «δημόσιες σιδηροδρομικές επιβατικές μεταφορές»: οι δημόσιες σιδηροδρομικές επιβατικές μεταφορές, εξαιρουμένων των επιβατικών μεταφορών με άλλους τρόπους μεταφορών σταθερής τροχιάς, όπως το μετρό, το τραμ ή, εάν το αποφασίσουν τα κράτη μέλη, τα συστήματα τραμ-τρένων·»· [Τροπολογία 18]
"
α) το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«γ) «αρμόδια τοπική αρχή»: κάθε αρμόδια αρχή της οποίας η γεωγραφική περιοχή δικαιοδοσίας δεν είναι εθνική και η οποία καλύπτει τις μεταφορικές ανάγκες μεταξύ άλλων ενός αστικού οικισμού και/ή μιας αγροτικής περιοχής, ή μιας αγροτικής περιοχής περιφέρειας, συμπεριλαμβανομένου σε διασυνοριακό επίπεδο·»· [Τροπολογία 19]
"
β) στο στοιχείο ε) προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:"
«Από Το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας εξαιρούνταιμπορεί να περιλαμβάνει όλες οιτις υπηρεσίες δημόσιων μεταφορών που υπερβαίνουν όσα απαιτούνται μεταξύ άλλων για την επίτευξη αποτελεσμάτων τοπικού, περιφερειακού ή υπο-εθνικούδικτυακών φαινομένων οικονομικής, τεχνικής ή γεωγραφικής φύσεως σε τοπικό, περιφερειακό ή υπο-εθνικό επίπεδο. Αυτά τα αποτελέσματα δικτύου προκύπτουν μέσω της ενοποίησης των υπηρεσιών μεταφοράς, που καθιστά τις δημόσιες μεταφορές πιο ελκυστικές για τους επιβάτες και πιο αποδοτικές για τον τομέα των δημόσιων μεταφορών. Αποτελέσματα δικτύου μπορούν να δημιουργηθούν από υπηρεσίες τόσο ισοσκελισμένες όσο και μη ισοσκελισμένες, όπως και σε διαφορετικά επίπεδα γεωγραφικής περιοχής, σιδηροδρομικών ωραρίων και τιμών.». [Τροπολογία 20]
"
2) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 2α:"
«Άρθρο 2α
Πολυτροπικά και βιώσιμα σχέδια δημόσιων μεταφορών και υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας [Τροπολογία 21]
1. Οι αρμόδιες αρχές καταρτίζουν και επικαιροποιούν ανά τακτά χρονικά διαστήματα πολυετή σχέδια πολυτροπικών δημόσιων επιβατικών μεταφορών που καλύπτουν όλους τους σχετικούς τρόπους μεταφοράς στην επικράτεια για την οποία είναι υπεύθυνες. Αυτά τα σχέδια δημόσιων μεταφορών καθορίζουν τους στόχους της πολιτικής δημόσιων μεταφορών και τα μέσα εφαρμογής τους, καλύπτοντας όλους τους συναφείς τρόπους μεταφοράς για την επικράτεια για την οποία είναι υπεύθυνες, προάγοντας έτσι την κοινωνική και εδαφική συνοχή. Αυτά τα σχέδια μπορεί να συνίστανται στην παροχή ενημέρωσης για τα ήδη υφιστάμενα στον δημόσιο τομέα σχέδια μεταφορών. Εκεί όπου ήδη υπάρχουν διαπεριφερειακές υπηρεσίες, αυτές λαμβάνονται υπόψη. Τα σχέδια αυτά περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής: [Τροπολογία 22]
α)
τη δομή του δικτύου ή των γραμμών·
β)
βασικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούνται από την προσφορά δημόσιων μεταφορών, όπως προσβασιμότητα, εδαφική σύνδεση, ασφάλεια,μεταξύ άλλων, όσον αφορά την προσπελασιμότητα για άτομα με αναπηρίες και τις διασυνδέσεις μέσων μεταφοράς και τις διατροπικές διασυνδέσεις σε βασικούς συνδετικούς κόμβους, χαρακτηριστικά προσφοράς, όπως οι χρόνοι λειτουργίας, η συχνότητα των δρομολογίων και το ελάχιστο επίπεδο χρησιμοποίησης της μεταφορικής ικανότητας· [Τροπολογία 23]
βα)
για δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές, κριτήρια αποτελεσματικότητας που θα περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων κατανομή συγκοινωνιακών μέσων στις δημόσιες μεταφορές, τήρηση ωραρίων, οικονομική απόδοση, συχνότητα υπηρεσιών, ικανοποίηση πελατών, και ποιότητα τροχαίου υλικού·[Τροπολογία 24]
γ)
πρότυπα ποιότητας που σχετίζονται με παράγοντες όπως τα χαρακτηριστικά του εξοπλισμού των στάσεων και του τροχαίου υλικού, η χρονική ακρίβεια και η αξιοπιστία, η καθαριότητα, η εξυπηρέτηση και η ενημέρωση των πελατών, η διαχείριση και η επανόρθωση παραπόνων, η παρακολούθηση της ποιότητας των δρομολογίων και ασφάλειας καθώς και πτυχές ελέγχου όσον αφορά το τροχαίο υλικό, τις υποδομές και τις υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της παροχής πληροφοριών· [Τροπολογία 25]
δ)
αρχές της πολιτικής τιμών, όπως τα κοινωνικά τιμολόγια· [Τροπολογία 26]
ε)
επιχειρησιακές απαιτήσεις, όπως η μεταφορά ποδηλάτων, η διαχείριση της κυκλοφορίας, το σχέδιο έκτακτης ανάγκης σε περίπτωση διαταραχών ισχύοντες κανόνες όσον αφορά τα δικαιώματα των επιβατών, τους κοινωνικούς όρους και τους όρους απασχόλησης και την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και τον ορισμό περιβαλλοντικών στόχων. [Τροπολογία 27]
Κατά την έγκριση σχεδίων δημοσίων μεταφορών, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν ιδίως υπόψη τους εφαρμοστέους κανόνες που αφορούν τα δικαιώματα των επιβατών, τις εργασιακές σχέσεις, την απασχόληση και την περιβαλλοντική προστασία.[Τροπολογία 28]
Οι αρμόδιες αρχές εγκρίνουν τα σχέδια δημόσιων μεταφορών κατόπιν διαβούλευσης με τα οικεία ενδιαφερόμενα μέρη και τα δημοσιεύουν. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, τα οικεία ενδιαφερόμενα μέρη που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη είναιοποία περιλαμβάνουν τουλάχιστον οιτους μεταφορείς, οιτους διαχειριστές υποδομών, κατά περίπτωση, και οιτις οργανώσεις εκπροσώπησης επιβατών και εργαζομένων, και τα δημοσιεύουν. [Τροπολογία 29]
2. Ο καθορισμός των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας και η ανάθεση συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας πρέπει να συνάδουν με τα ισχύοντα σχέδια δημόσιων μεταφορών.
3. Οι προδιαγραφές των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας για τις δημόσιες επιβατικές μεταφορές και το πεδίο εφαρμογής τους καθορίζονται ως εξής:
α)
πρέπει να καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο ε)·
β)
πρέπει να είναι κατάλληλα για την επίτευξη των στόχων του σχεδίου δημόσιων μεταφορών, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να προσδιορίζουν στη διαδικασία ανάθεσης τα επιδιωκόμενα ποιοτικά πρότυπα και τα κατάλληλα προς τούτο μέσα, με σκοπό την επίτευξη των στόχων του σχεδίου δημόσιων μεταφορών· [Τροπολογία 30]
γ)
δεν πρέπει να υπερβαίνουν όσα είναι αναγκαία και αναλογικά για την επίτευξη των στόχων του σχεδίουτων σχεδίων δημόσιων μεταφορών και, ως προς τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές, πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*. [Τροπολογία 31]
Η εκτίμηση της καταλληλότητας που αναφέρεται στο στοιχείο β) πρέπει να λαμβάνει υπόψη αν μια δημόσια παρέμβαση στην παροχή επιβατικών μεταφορών είναι κατάλληλο μέσο επίτευξης των στόχων των σχεδίων δημόσιων μεταφορών.[Τροπολογία 32]
Για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές, η εκτίμηση της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας που αναφέρεται στο στοιχείο γ) λαμβάνει υπόψη τις μεταφορές που παρέχονται βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (αναδιατύπωση)(10) και μελετά όλες τις πληροφορίες που παρέχονται στους διαχειριστές υποδομών και τους ρυθμιστικούς φορείς σύμφωνα με την πρώτη πρόταση του άρθρου 38 παράγραφος 4 της οδηγίας αυτής.[Τροπολογία 33]
4. Οι προδιαγραφές των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας και η σχετική αποζημίωση του καθαρού οικονομικού αποτελέσματός των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας πρέπει : α) να επιτυγχάνουν κατά τρόπο αποδοτικό ως προς το κόστος τους στόχους του σχεδίου δημόσιων μεταφορών με τον πλέον συμφέροντα οικονομικά τρόπο· β) να υποστηρίζουν οικονομικά κατά τρόπο μακροπρόθεσμοκαι να εξασφαλίζουν μακροπρόθεσμα από οικονομική άποψη την παροχή δημόσιων υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών σύμφωνα με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο σχέδιο δημόσιων μεταφορών. [Τροπολογία 34]
5. Κατά την εκπόνηση των προδιαγραφών, η αρμόδια αρχή καθορίζει το σχέδιο προδιαγραφών των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας και το πεδίο εφαρμογής τους, τα βασικά στάδια αξιολόγησης της συμμόρφωσής τους με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2, 3 και 4 και τα αποτελέσματα της αξιολόγησης.
Η αρμόδια αρχή διεξάγει τις κατάλληλες διαβουλεύσεις με τα οικεία ενδιαφερόμενα μέρη, όπως, τουλάχιστον, τους μεταφορείς, τους διαχειριστές υποδομών, κατά περίπτωση, και τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις επιβατών και εργαζομένων για τις συγκεκριμένες προδιαγραφές και λαμβάνει υπόψη τις θέσεις τους. [Τροπολογία 35]
6. Για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές:
α)
η συμμόρφωση της αξιολόγησης και της διαδικασίας που ορίζεται στο παρόν άρθρο εξασφαλίζεται από τον ρυθμιστικό φορέα που αναφέρεται στο άρθρο 55 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, μεταξύ άλλων με δική του πρωτοβουλία μετά από αίτηση οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου μέρους· [Τροπολογία 36]
β)
ο μέγιστος ετήσιος όγκος μιας σύμβασηςο ελάχιστος αριθμός συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας κατά χιλιομετρικές αμαξοστοιχίες είναι είτε τα 10 εκατομμύρια χιλιομετρικές αμαξοστοιχίες είτε το ένα τρίτο του συνολικούγια σιδηροδρομικές μεταφορές σε ένα κράτος μέλος ανέρχεται σε:
–
μία, σε περίπτωση εθνικού όγκου δημόσιωντης αγοράς επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών στο πλαίσιο σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, ανάλογα ποια τιμή είναι μεγαλύτερηανερχόμενου μέχρι τα 20 εκατομμύρια χιλιομετρικές αμαξοστοιχίες·
–
δυο, σε περίπτωση εθνικού όγκου της αγοράς επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών στο πλαίσιο σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας υπερβαίνοντος τα 20 εκατομμύρια και μέχρι τα 100 εκατομμύρια χιλιομετρικές αμαξοστοιχίες, υπό τον όρο ότι το μέγεθος μιας σύμβασης δεν υπερβαίνει το 75% του συνολικού όγκου της αγοράς των συμβάσεων στο πλαίσιο των συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας·
–
τρεις, σε περίπτωση εθνικού όγκου της αγοράς επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών στο πλαίσιο σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας υπερβαίνοντος τα 100 εκατομμύρια και μέχρι τα 200 εκατομμύρια χιλιομετρικές αμαξοστοιχίες, υπό τον όρο ότι το μέγεθος μιας σύμβασης δεν υπερβαίνει το 75% του συνολικού όγκου της αγοράς στο πλαίσιο των συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας·
–
τέσσερις, σε περίπτωση εθνικού όγκου της αγοράς επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών στο πλαίσιο σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας υπερβαίνοντος τα 200 εκατομμύρια χιλιομετρικές αμαξοστοιχίες, υπό τον όρο ότι το μέγεθος μιας σύμβασης δεν υπερβαίνει το 50% του συνολικού όγκου της αγοράς στο πλαίσιο των συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας.» [Τροπολογία 69]
γ)
Η αρμόδια αρχή προσδιορίζει τις διαδρομές που ανατίθενται βάσει συμβάσεων παροχής δημοσίων υπηρεσιών, σε συμφωνία προς την οδηγία 2012/34/ΕΕ.. [Τροπολογία 38]
________________
* Οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 32 ).»
"
3) Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:
α) στην παράγραφο 1, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«α) καθορίζουν με σαφήνεια τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που προβλέπονται στο άρθρο 2 στοιχείο ε) και το άρθρο 2α που πρέπει να εκπληρώνει ο φορέας παροχής δημόσιας υπηρεσίας, καθώς και τις καλυπτόμενες γεωγραφικές περιοχές τα σχετικά δίκτυα μεταφορών, και στο πλαίσιο αυτό οι φορείς θέτουν στη διάθεση της αρμόδιας αρχής όλες τις ουσιώδεις πληροφορίες για την ανάθεση των συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας τηρώντας το επιχειρηματικό απόρρητο·»· [Τροπολογία 39]
"
β) στην παράγραφο 1, η τελευταία πρόταση του στοιχείου β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Στην περίπτωση συμβάσεων δημόσιας υπηρεσίας μη ανατεθειμένων σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3, οι εν λόγω παράμετροι καθορίζονται έτσι ώστε καμία πληρωμή αποζημίωσης να μην υπερβαίνει ούτε να είναι κάτω από το ποσό που είναι αναγκαίο για να καλύψει το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα επί του κόστους που προκύπτει και των εσόδων που γεννά η εκτέλεση των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, λαμβανομένων υπόψη των συναφών εσόδων που αποκομίζει ο φορέας δημόσιας υπηρεσίας, καθώς και ενός εύλογου κέρδους·»· [Τροπολογία 40]
"
βα) η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«5. Με την επιφύλαξη του εθνικού και του ενωσιακού δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των αντιπροσωπευτικών συλλογικών συμβάσεων μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να απαιτούν από τον επιλεγέντα φορέα δημοσίων υπηρεσιών να χορηγεί στο προσωπικό όρους εργασίας βάσει δεσμευτικών εθνικών, περιφερειακών ή τοπικών κοινωνικών προτύπων και/ή να εφαρμόζει υποχρεωτική μεταβίβαση προσωπικού σε περίπτωση αλλαγής φορέα. Όποτε συμβαίνει μια τέτοια μεταβίβαση, το προσωπικό που έχει ήδη προσλάβει ο προηγούμενος φορέας για την παροχή υπηρεσιών, θα έχει τα ίδια δικαιώματα που θα του αναλογούσαν εάν είχε γίνει μεταβίβαση υπό την έννοια της οδηγίας 2001/23/ΕΚ. Εφόσον οι αρμόδιες αρχές απαιτούν από τους φορείς δημοσίων υπηρεσιών να πληρούν ορισμένα κοινωνικά κριτήρια, οι συγγραφές υποχρεώσεων και οι συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας απογράφουν το ενδιαφερόμενο προσωπικό και διευκρινίζουν λεπτομερώς και με διαφάνεια τα συμβατικά δικαιώματά του και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι υπάλληλοι θεωρούνται συνδεδεμένοι με τις υπηρεσίες αυτές.»· [Τροπολογία 41]
"
γ) η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«6. Εφόσον Οι αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, απαιτούν από τους φορείς παροχής δημόσιας υπηρεσίας να πληρούν ορισμένα κριτήρια ποιότηταςορίζουν δεσμευτικά ποιοτικά και κοινωνικά πρότυπα,ή να θεσπίζουν τα κατάλληλα κοινωνικά και ποιοτικά κριτήρια, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης των φορέων παροχής δημοσίων υπηρεσιών να τηρούν τις ισχύουσες αντιπροσωπευτικές συλλογικές συμβάσεις και να παρέχουν αξιοπρεπή εργασία και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας, συμπεριλαμβάνοντας ή μνημονεύοντας τα πρότυπα και τα κριτήρια αυτά περιλαμβάνονται στις συγγραφές υποχρεώσεων και στις συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας.»· [Τροπολογία 42]
"
δ) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 8:"
«8. Οι αρμόδιες αρχές καθιστούν διαθέσιμες σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη συναφείς πληροφορίες για την κατάρτιση προσφοράς στο πλαίσιο διαγωνισμού, τηρώντας το επιχειρηματικό απόρρητο. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν πληροφορίες για τη ζήτηση των επιβατών, τους ναύλους, το κόστος και τα έσοδα που σχετίζονται με τη δημόσια επιβατική μεταφορά που καλύπτεται από την προσφορά και στοιχεία σχετικά με τις προδιαγραφές υποδομής που αφορούν τη λειτουργία των απαιτούμενων οχημάτων ή τροχαίου υλικού, ώστε να μπορέσουν να καταρτίσουν τεκμηριωμένα επιχειρηματικά σχέδια. Οι διαχειριστές σιδηροδρομικών υποδομών στηρίζουν τις αρμόδιες αρχές παρέχοντας όλες τις σχετικές προδιαγραφές υποδομών. Η μη συμμόρφωση με τις διατάξεις που αναφέρονται ανωτέρω υπόκειται στη νομική αναθεώρηση που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 7.». [Τροπολογία 43]
"
4) Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:
-α) παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«1a. Κάθε αρμόδια αρχή, ανεξάρτητα από το εάν είναι μεμονωμένη αρχή ή ομάδα αρχών ή προέρχεται από περισσότερα του ενός κράτη μέλη, μπορεί να αναθέτει συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.»· [Τροπολογία 44]
"
-αα) παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:"
«3α. Μέχρι το τέλος της προβλεπόμενης στο άρθρο 8 παράγραφος 2 μεταβατικής περιόδου, τα κράτη μέλη και, εφόσον τούτο επιτρέπεται από την εθνική νομοθεσία, οι αρμόδιες αρχές, δύνανται να αποκλείουν από τις διαγωνιστικές διαδικασίες προσφορών για την ανάθεση συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας για σιδηροδρομικές μεταφορές, που οι αρμόδιες αρχές οργανώνουν στο έδαφός τους δυνάμει της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση ή φορέα ή κάθε θυγατρική που ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από σιδηροδρομική επιχείρηση ή από την ελέγχουσα (holding) εταιρεία της, εάν η ελέγχουσα σιδηροδρομική επιχείρηση, η ελέγχουσα (holding) εταιρεία ή οι θυγατρικές τους:
α)
έχουν λάβει αδειοδότηση και παρέχουν εγχώριες σιδηροδρομικές υπηρεσίες σε κράτος μέλος του οποίου οι αρμόδιες αρχές δεν επιτρέπεται να αναθέτουν συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας με ανταγωνιστικές διαδικασίες προσφορών, και
β)
έχουν επωφεληθεί από την απευθείας ανάθεση συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας σιδηροδρομικών μεταφορών των οποίων το μερίδιο σε αξία είναι υψηλότερο από το 50% της συνολικής αξίας όλων των συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας σιδηροδρομικών μεταφορών που ανατίθενται στην εν λόγω σιδηροδρομική επιχείρηση ή ελέγχουσα (holding) εταιρεία ή στις θυγατρικές τους.
Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως «έλεγχος» νοούνται οιαδήποτε δικαιώματα, συμβάσεις ή οποιοδήποτε άλλο μέσο με το οποίο, είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό, και λαμβανομένων υπόψη των σχετικών πραγματικών ή νομικών εκτιμήσεων, παρέχεται η δυνατότητα άσκησης καθοριστικής επιρροής σε μια επιχείρηση, κυρίως μέσω:
α)
δικαιωμάτων κυριότητας ή χρήσης επί του συνόλου ή μέρους των περιουσιακών στοιχείων επιχείρησης,
β)
δικαιωμάτων ή συμβάσεων που παρέχουν το δικαίωμα της άσκησης καθοριστικής επιρροής επί της σύνθεσης, της ψηφοφορίας ή των αποφάσεων των εταιρικών οργάνων της επιχείρησης.
3β. Τα κράτη μέλη και, αν επιτρέπεται από την εθνική νομοθεσία, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να αποκλείουν από τη διαγωνιστική διαδικασία προσφορών κάθε φορέα ή επιχείρηση που ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από νομικό ή φυσικό πρόσωπο ή πρόσωπα καταχωρημένα σε τρίτη χώρα ή σε τρίτες χώρες, εκτός κι αν οι εν λόγω τρίτη χώρα ή τρίτες χώρες έχουν λάβει μέτρα που επιτρέπουν την ανάθεση συμβάσεων παροχής δημοσίων υπηρεσιών μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας προσφορών σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις αδειοδοτημένες σε κράτος μέλος.»· [Τροπολογία 68]
"
α) η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«4. Εφόσον το εθνικό δίκαιο δεν το απαγορεύει, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να αποφασίσουν να αναθέσουν απευθείας συμβάσεις δημόσιας υπηρεσίας:
α)
στην περίπτωση που η μέση ετήσια αξία τους εκτιμάται: κατώτερη των 1 000 000 EUR ή κατώτερη των 5 000 000 EUR στην περίπτωση σύμβασης δημόσιας υπηρεσίας που περιλαμβάνει σιδηροδρομικές μεταφορές· ή
β)
στην περίπτωση που αφορούν την ετήσια εκτέλεση λιγότερων των 300 000 χιλιομέτρωνοχηματοχιλιομέτρων δημόσιων επιβατικών μεταφορών ή λιγότερων των 150.000 χιλιομέτρων500 000 οχηματοχιλιομέτρων στην περίπτωση σύμβασης δημόσιας υπηρεσίας που περιλαμβάνει δημόσιες σιδηροδρομικές μεταφορές· [Τροπολογία 47]
βα)
όταν οι τεχνικές προδιαγραφές μεμονωμένων σιδηροδρομικών συστημάτων στον τομέα των δημόσιων επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών διαφέρουν σημαντικά από τις τεχνικές προδιαγραφές λειτουργίας του κύριου σιδηροδρομικού δικτύου του οικείου κράτους μέλους με το οποίο δεν είναι συνδεδεμένα. [Τροπολογία 75]
Σε περίπτωση σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας με απευθείας ανάθεση σε μικρομεσαία επιχείρηση που χρησιμοποιεί έως 23 οδικά οχήματα, τα εν λόγω κατώτατα όρια είναι δυνατόν να αυξάνονται είτε σε μέση ετήσια αξία υπολογιζόμενη σε λιγότερο των 2 000 000 EUR είτε σε ετήσια εκτέλεση λιγότερων των 600 000 χιλιομέτρωνοχηματοχιλιομέτρων δημοσίων υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών.»· [Τροπολογία 48]
"
αα) η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«5. Σε περίπτωση διακοπής των υπηρεσιών ή επικείμενου κινδύνου διακοπής τους, η αρμόδια αρχή μπορεί να λαμβάνει έκτακτα μέτρα. Στις καταστάσεις ανάγκης μπορούν να περιλαμβάνονται η αδυναμία της αρμόδιας αρχής να εκκινήσει εγκαίρως διαδικασία προσφορών για μια σύμβαση παροχής δημοσίων υπηρεσιών και/ή να αναθέσει εγκαίρως τη σύμβαση αυτή σε έναν φορέα. Τα έκτακτα αυτά μέτρα έχουν τη μορφή απευθείας ανάθεσης ή επίσημης συμφωνίας παράτασης της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας ή επιβολής υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Ο φορέας παροχής δημόσιας υπηρεσίας έχει το δικαίωμα να προσβάλει την απόφαση για επιβολή ορισμένων υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Η ανάθεση ή η παράταση σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας με έκτακτα μέτρα ή η επιβολή της εν λόγω σύμβασης δεν υπερβαίνει τα δύο έτη.»·[Τροπολογία 63]
"
β) η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«6.Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να αποφασίσουν ότι, προκειμένου να προαχθεί ο ανταγωνισμός μεταξύ των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, οι συμβάσεις για δημόσια σιδηροδρομική μεταφορά επιβατών που καλύπτουν τμήματα του ίδιου δικτύου ή δέσμες γραμμών θα ανατίθενται σε διαφορετικές σιδηροδρομικές επιχειρήσεις. Για τον σκοπό αυτόν,Δυνάμει της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, και εκτός κι αν τούτο απαγορεύεται από την εθνική νομοθεσία, οι αρμόδιες αρχές που έχουν την ευθύνη για την κατάρτιση των κατά το άρθρο 2α σχεδίων δημοσίων μεταφορών δύνανται να αποφασίσουν, πριν ξεκινήσουν τη διαδικασία διαγωνισμού, να περιορίσουν τον αριθμό των συμβάσεων που ανατίθενται στην ίδια σιδηροδρομική επιχείρησηαποφασίζουν να προχωρήσουν σε άμεση ανάθεση συμβάσεων παροχής δημοσίων υπηρεσιών για δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α)
το σχέδιο δημοσίων μεταφορών περιέχει απαιτήσεις ισχύουσες καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης σε ό,τι αφορά τα εξής:
—
εξέλιξη του όγκου των επιβατών,
—
τήρηση ωραρίων,
—
οικονομική απόδοση από άποψη παραγωγικότητας κεφαλαίου,
—
συχνότητα δρομολογίων,
—
ικανοποίηση πελατών,
—
ποιότητα τροχαίου υλικού.
β)
η αρμόδια αρχή δημοσιεύει το αργότερο 18 μήνες πριν από την έναρξη της σύμβασης τον τρόπο με τον οποίο οι παρατιθέμενες στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου απαιτήσεις πρέπει να τηρηθούν μέσω της απευθείας ανάθεσης μιας σύμβασης παροχής δημοσίων υπηρεσιών και να αξιολογεί τακτικά την τήρηση αυτών των απαιτήσεων στην προβλεπόμενη στο άρθρο 7 παράγραφος 1 ετήσια έκθεση. Εάν ενδιαφερόμενος σιδηροδρομικός φορέας ή επιχείρηση καταθέσει προσφυγή για την απευθείας ανάθεση της σύμβασης, ο ρυθμιστικός φορέας αξιολογεί το σκεπτικό της αρμόδιας αρχής και αποφασίζει εντός δυο μηνών από την κατάθεση της προσφυγής. Ο ρυθμιστικός φορέας δύναται επίσης να ενεργεί με ιδία πρωτοβουλία·
γ)
ο ρυθμιστικός φορέας αξιολογεί το αργότερο 24 μήνες πριν από το τέλος της τρέχουσας σύμβασης κατά πόσον τηρήθηκαν οι παρατιθέμενες στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου απαιτήσεις και κατά πόσον καλύφθηκαν σε συμφωνία προς το άρθρο 7 παράγραφος 1. Η αρμόδια αρχή παρέχει στο ρυθμιστικό φορέα κάθε δεδομένο που είναι αναγκαίο για την αξιολόγηση αυτή.
Εάν ο ρυθμιστικός φορέας συμπεράνει ότι οι παρατιθέμενες στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου απαιτήσεις δεν τηρήθηκαν, οφείλει να καλέσει χωρίς καθυστέρηση την αρμόδια αρχή να αναθέσει οποιαδήποτε νέα σύμβαση παροχής δημοσίων υπηρεσιών σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.
Η απόφαση του ανεξάρτητου ρυθμιστικού φορέα είναι δεσμευτική και τίθεται αμέσως σε ισχύ.
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 3, η διάρκεια αυτού του είδους των συμβάσεων δεν υπερβαίνει τα εννέα έτη.
Η Επιτροπή εγκρίνει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση απαριθμώντας τις απαιτήσεις που παρατίθενται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου.». [Τροπολογία 50]
"
5) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 5α:"
«Άρθρο 5α
Τροχαίο υλικό
1. Τα κράτη μέλη συμμορφούμεναΟι αρμόδιες αρχές συμμορφούμενες προς τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν αποτελεσματικήαποτελεσματικές και χωρίς διακρίσεις πρόσβασησυνθήκες πρόσβασης σε κατάλληλο τροχαίο υλικό για δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές σε φορείς που επιθυμούν να παράσχουν δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές στο πλαίσιο μιας σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας. [Τροπολογία 51]
2. Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν σε μια δεδομένη αγορά μεταφορών εταιρείες μίσθωσης τροχαίου υλικού που παρέχουν μίσθωση τροχαίου υλικού αναφερόμενου στην παράγραφο 1 υπό συνθήκες χωρίς διακρίσεις και εμπορικά βιώσιμες για όλους τους φορείς δημόσιων επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο κίνδυνος της υπολειμματικής αξίας του τροχαίου υλικού αναλαμβάνεται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, στην περίπτωση που οι φορείς που σκοπεύουν και δύνανται να συμμετέχουν σε διαδικασίες διαγωνισμών για συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας το απαιτούν, προκειμένου να δύνανται να συμμετάσχουν σε διαδικασίες διαγωνισμών.
Η αρμόδια αρχή δύναται να συμμορφώνεται με την προβλεπόμενη στο πρώτο εδάφιο απαίτηση με έναν από τους εξήςδιαφορετικούς τρόπους οι οποίοι εξασφαλίζουν οικονομίες κλίμακας, όπως για παράδειγμα: [Τροπολογία 52]
α)
αποκτώντας η ίδια, στην αγοραία αξία, το τροχαίο υλικό που χρησιμοποιείται για την εκτέλεση της σύμβασης δημόσιας υπηρεσίας ώστε να το διαθέσει στον επιλεγμένο φορέα δημόσιας υπηρεσίας σε εμπορική τιμή ή στο πλαίσιο της σύμβασης δημόσιας υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β), το άρθρο 6 και, κατά περίπτωση, το παράρτημα· [Τροπολογία 53]
β)
παρέχοντας εγγύηση για τη χρηματοδότηση του τροχαίου υλικού που χρησιμοποιείται για την εκτέλεση της σύμβασης δημόσιας υπηρεσίας σε εμπορική τιμή ή στο πλαίσιο της σύμβασης δημόσιας υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β), το άρθρο 6 και, κατά περίπτωση, το παράρτημα. Η εν λόγω εγγύηση δύναται να καλύπτει τον κίνδυνο υπολειμματικής αξίας, συμμορφούμενη με τους σχετικούς κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων, κατά περίπτωση·
γ)
παρέχοντας δέσμευση στη σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας για την ανάληψη του τροχαίου υλικού στο τέλος της σύμβασης σε εμπορικές τιμές·
γα)
θεσπίζοντας συνεργασίες με τις γειτονικές τοπικές αρχές για τη δημιουργία ενός μεγαλύτερου κοινού αποθέματος τροχαίου υλικού. [Τροπολογία 54]
3. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα στοιχεία β) και γ), του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2, η αρμόδια αρχή έχει το δικαίωμα να αξιώσει από το φορέα δημόσιας υπηρεσίας, όταν λήξει η σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας, να μεταβιβάσει το τροχαίο υλικό στον νέο φορέα στον οποίο ανατίθεται η σύμβαση. Η αρμόδια αρχή δύναται να υποχρεώσει τον νέο φορέα παροχής δημόσιων μεταφορών να αναλάβει το τροχαίο υλικό. Η μεταβίβαση πραγματοποιείται σε εμπορικές τιμές. [Τροπολογία 55]
3.4. Εάν το τροχαίο υλικό μεταβιβαστεί σε νέο φορέα παροχής δημόσιων μεταφορών, η αρμόδια αρχή καθιστά διαθέσιμες στα τεύχη του διαγωνισμού λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με το κόστος συντήρησης του τροχαίου υλικού και την κατάστασή του. [Τροπολογία 56]
4. Έως [18 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού], η Επιτροπή εκδίδει μέτρα που καθορίζουν τις λεπτομέρειες της εφαρμοστέας διαδικασίας για την εφαρμογή των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 9α παράγραφος 2.». [Τροπολογίες 57 και 82]
"
6) Στο άρθρο 6, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Κάθε αποζημίωση συνδεόμενη με γενικό κανόνα ή σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας πρέπει να είναι σύμφωνη προς το άρθρο 4, ανεξάρτητα από τον τρόπο ανάθεσης της σύμβασης. Κάθε αποζημίωση, ανεξάρτητα από τη φύση της, η οποία συνδέεται με σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας που δεν έχει ανατεθεί σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 ή συνδέεται με γενικό κανόνα, πρέπει επίσης να είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του παραρτήματος.».
"
7) Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:
α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«1. Κάθε αρμόδια αρχή δημοσιοποιεί μία φορά κατ’ έτος συνολική έκθεση σχετικά με τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας για τις οποίες είναι υπεύθυνη, την ημερομηνία έναρξης και τη διάρκεια των συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, τους επιλεγέντες φορείς δημοσίων υπηρεσιών, καθώς και τις καταβολές αποζημιώσεων και τα αποκλειστικά δικαιώματα που χορηγούνται σε αυτούς τους φορείς δημοσίων υπηρεσιών ως απόδοση δαπανών. Περιγράφει λεπτομερώς τη συμμόρφωση με τα αποτελέσματα που έχουν προκύψει και ορίζει όλους τους δείκτες που αφορούν τη δραστηριότητα της παροχής υπηρεσιών μεταφορών, και ιδίως την τήρηση των ωραρίων, την αξιοπιστία, την καθαριότητα, την ικανοποίηση των χρηστών μέσω δημοσκόπησης και το ελάχιστο επίπεδο αξιοποίησης της ικανότητας. Η έκθεση διακρίνει ανάμεσα στις μεταφορές με λεωφορείο και στις σιδηροδρομικές μεταφορές, καθιστά δυνατή την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των επιδόσεων, της ποιότητας και της χρηματοδότησης του δικτύου δημοσίων μεταφορών και, εφόσον απαιτείται, παρέχει πληροφορίες σχετικά με τη φύση και την έκταση κάθε τυχόν χορηγηθέντος αποκλειστικού δικαιώματος. Τα κράτη μέλη διευκολύνουν την κεντρική πρόσβαση σε αυτές τις εκθέσεις, για παράδειγμα μέσω κοινής διαδικτυακής πύλης. Η Επιτροπή καταρτίζει σύνθεση των εν λόγω εκθέσεων, την οποία διαβιβάζει σε όλες τις γλώσσες εργασίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.»· [Τροπολογία 58]
"
β) στην παράγραφο 2 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:"
«δ) η προβλεπόμενη ημερομηνία έναρξης και η διάρκεια της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας.».
"
8. Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:
α) το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, η ανάθεση συμβάσεων δημόσιας υπηρεσίας για σιδηροδρομικές μεταφορές, με την εξαίρεση άλλων μέσωνπου αφορούν τις οδικές μεταφορές και άλλα μέσα μεταφοράς σταθερής τροχιάς, όπως το μετρό,ή το τραμ ή τα συστήματα τραμ-τραίνου, οφείλει να συμμορφώνεται με το άρθρο 5 παράγραφος 3 από τις 3 Δεκεμβρίου 2019. Κάθε σύμβασηΗ ανάθεση συμβάσεων δημόσιας υπηρεσίας που αφοράαφορούν τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές,με άλλα μέσα σταθερής τροχιάς και οδικές μεταφορές πρέπει να ανατίθεταιθα αρχίσει στις 3 Δεκεμβρίου 2022, σύμφωνα με το άρθρο 5.παράγραφος 3 έωςΜέχρι τις 3 Δεκεμβρίου 2019 το αργότερο2022, οι αρμόδιες αρχές που έχουν την ευθύνη της κατάρτισης των προβλεπόμενων στο άρθρο 2α σχεδίων δημοσίων μεταφορών θα έχουν αναλάβει κάθε εξουσία αναγκαία για την ανάθεση συμβάσεων παροχής δημοσίων υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 5. Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου έως τις 3 Δεκεμβρίου 2019των μεταβατικών περιόδων, τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για τη βαθμιαία συμμόρφωσή τους με το άρθρο 5 παράγραφος 3 ώστε να αποφύγουν σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα ιδίως σε σχέση με τη μεταφορική ικανότητα.» [Τροπολογία 59]
"
αα) στην παράγραφο 2 προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:"
«Εντός των έξι μηνών που ακολουθούν το πρώτο ήμισυ της μεταβατικής περιόδου, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή έκθεση προόδου στην οποία περιγράφεται η εφαρμογή της σταδιακής ανάθεσης συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας που είναι σύμφωνες προς το άρθρο 5. Βάσει των εκθέσεων προόδου των κρατών μελών, η Επιτροπή μπορεί να προτείνει κατάλληλα μέτρα απευθυνόμενα προς τα κράτη μέλη.»· [Τροπολογία 60]
"
β) παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:"
«2α. Οι συμβάσεις δημόσιας υπηρεσίας για δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές που ανατίθενταιδεν είναι σύμφωνες προς το άρθρο 5 και που είχαν ανατεθεί απευθείας πριν από την 1η Ιανουαρίου 2013 έως τις 2 Δεκεμβρίου 2019τις 3 Δεκεμβρίου 2022, επιτρέπεται να συνεχίσουν να ισχύουν έως την ημερομηνία λήξης τους. Ωστόσο, δεν συνεχίζουν σε καμία περίπτωση πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2022εκπνέουν οπωσδήποτε το αργότερο στις ...(11).»· [Τροπολογία 61]
"
γ) στην παράγραφο 3, η τελευταία πρόταση του δεύτερου εδαφίου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"
«Οι αναφερόμενες στο στοιχείο δ) συμβάσεις επιτρέπεται να συνεχίσουν να ισχύουν έως τη λήξη τους, υπό τον όρο ότι είναι περιορισμένης διαρκείας, παρόμοιας με τις διάρκειες που προσδιορίζονται στο άρθρο 4.».
"
9) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:"
«Άρθρο 9α
Διαδικασία επιτροπής
1. Την Επιτροπή επικουρεί η επιτροπή για τον ενιαίο ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό χώρο που συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο 62 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011*.
2. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
__________________
* Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).».
"
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διατίθεται στην ενοποιημένη μορφή του μαζί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 τον οποίο τροποποιεί εντός τριών μηνών από τη δημοσίευσή του. [Τροπολογία 62]
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Λευκή Βίβλος: Χάρτης πορείας για έναν Ενιαίο Ευρωπαϊκό Χώρο Μεταφορών – Για ένα ανταγωνιστικό και ενεργειακά αποδοτικό σύστημα μεταφορών (COM(2011)0144).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. .../... για την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 994/98 του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 1998, για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε ορισμένες κατηγορίες οριζόντιων κρατικών ενισχύσεων, και του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές (COM(2012)0730 της 5.12.2012).
Οδηγία 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβούλιου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις προμήθειες φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση της οδηγίας 2004/17/ΕΚ (ΕΕ L 94της 28.3.2014, σ. 243).
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (αναδιατύπωση) (COM(2013)0030 – C7-0027/2013 – 2013/0015(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0030),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και τα άρθρα 91 παράγραφος 1, 170 και 171 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0027/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν από το Κοινοβούλιο της Δημοκρατίας της Λιθουανίας και το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Σουηδίας στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2013(1),
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Περιφερειών, της 7ης Οκτωβρίου 2013(2),
– έχοντας υπόψη τη Διοργανική Συμφωνία, της 28ης Νοεμβρίου 2001, για μια πλέον συστηματοποιημένη χρήση της τεχνικής της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(3),
– έχοντας υπόψη την από 16 Δεκεμβρίου 2013 επιστολή της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A7-0033/2014),
A. εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην όσων προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων προηγούμενων πράξεων και των τροποποιήσεων αυτών, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·
1. εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 26 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση (αναδιατύπωση)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 91 παράγραφος 1 και τα άρθρα 170 και 171,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(4),
Αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(5),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(6),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Η οδηγία 2008/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(7), έχει τροποποιηθεί ουσιωδώς αρκετές φορές. Επειδή πρόκειται να τροποποιηθεί περαιτέρω, κρίνεται σκόπιμο να αναδιατυπωθεί η εν λόγω οδηγία για λόγους σαφήνειας.
(2) Για να μπορέσουν οι πολίτες της Ένωσης, οι οικονομικοί παράγοντες, καθώς και οι περιφερειακές και τοπικές αρχές να ωφεληθούν πλήρως από τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από τη δημιουργία ενός χώρου χωρίς εσωτερικά σύνορα και προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της εδαφικής συνοχής, είναι σκόπιμο, μεταξύ άλλων, να ευνοηθούν η διασύνδεση και η διαλειτουργικότητα των εθνικών σιδηροδρομικών δικτύων, καθώς και η πρόσβαση στα δίκτυα αυτά, μεταξύ άλλων και των επιβατώνμε αναπηρία, με την εφαρμογή κάθε μέτρου που αποδεικνύεται αναγκαίο στον τομέα των τεχνικών προτύπων. [Τροπολογία 1]
(3) Η επιδίωξη της διαλειτουργικότητας στο σιδηροδρομικό σύστημα της Ένωσης πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα τον καθορισμό βέλτιστου επιπέδου τεχνικής εναρμόνισης, προκειμένου να καταστεί δυνατή η διευκόλυνση, η βελτίωση και η ανάπτυξη διεθνών σιδηροδρομικών δρομολογίων εντός της Ένωσης και με τρίτες χώρες και συμβάλλει στην σταδιακή δημιουργία της εσωτερικής αγοράς εξοπλισμού και υπηρεσιών για την κατασκευή, την ανανέωση, την αναβάθμιση και τη λειτουργία του σιδηροδρομικού συστήματος της Ένωσης. [Τροπολογία 2]
(4) Για την εμπορική εκμετάλλευση αμαξοστοιχιών σε όλη την έκταση του σιδηροδρομικού δικτύου χρειάζεται ιδίως άριστη συμβατότητα των χαρακτηριστικών της υποδομής με τα χαρακτηριστικά των οχημάτων, αλλά και αποτελεσματική διασύνδεση των πληροφοριακών και τηλεπικοινωνιακών συστημάτων, καθώς καιτων συστημάτων έκδοσης εισιτηρίων, των διαφόρων διαχειριστών υποδομής και σιδηροδρομικών επιχειρήσεων. Από αυτή τη συμβατότητα και τη διασύνδεση εξαρτώνται το επίπεδο επιδόσεων, η ασφάλεια, η ποιότητα εξυπηρέτησης και το κόστος τους και σε αυτή τη συμβατότητα και αυτή τη διασύνδεση στηρίζεται βασικά η διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος. [Τροπολογία 3]
(5) Το ρυθμιστικό πλαίσιο των σιδηροδρόμων πρέπει να καθορίσει σαφείς αρμοδιότητες οι οποίες να εξασφαλίζουν την τήρηση των κανόνων ασφάλειας, υγείας, κοινωνικής προστασίας και προστασίας των καταναλωτών που ισχύουν για τα σιδηροδρομικά δίκτυα. [Τροπολογία 4]
(6) Υφίστανται σημαντικές διαφορές μεταξύ των εθνικών κανονιστικών ρυθμίσεων των εσωτερικών κανόνων και των τεχνικών προδιαγραφών που εφαρμόζονται στα σιδηροδρομικά συστήματα, τα υποσυστήματα και τα κατασκευαστικά στοιχεία, διότι ενσωματώνουν ιδιαίτερες τεχνικές της εθνικής βιομηχανίας και προδιαγράφουν ιδιαίτερες διαστάσεις και συστήματα, καθώς και ειδικά χαρακτηριστικά. Η κατάσταση αυτή εμποδίζει μεταξύ άλλων τη δυνατότητα κυκλοφορίας των αμαξοστοιχιών υπό ομαλές συνθήκες σε ολόκληρη την Ένωση, καθώς και την αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων που επιφέρουν η τυποποίηση και οι οικονομίες κλίμακας στην ενιαία αγορά. [Τροπολογία 5]
(7) Με την πάροδο των ετών η κατάσταση αυτή δημιούργησε στενότατους δεσμούς μεταξύ των εθνικών σιδηροδρομικών βιομηχανιών και των εθνικών σιδηροδρόμων, σε βάρος ενός πραγματικού ανοίγματος των αγορών που θα επέτρεπε να αναδυθούν νέοι εισερχόμενοι. Για να είναι σε θέση να αναπτύξουν την ανταγωνιστικότητά τους σε παγκόσμια κλίμακα οι εν λόγω βιομηχανίες χρειάζονται ευρωπαϊκή αγορά ανοικτή και ανταγωνιστική.
(8) Επομένως είναι σκόπιμο να καθορισθούν για ολόκληρη την Ένωση βασικές απαιτήσεις σχετικά με την διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων που πρέπει να ισχύουν για το σιδηροδρομικό της σύστημα.
(9) Η ανάπτυξη τεχνικών προδιαγραφών διαλειτουργικότητας (ΤΠΔ) κατέδειξε την ανάγκη να διευκρινισθεί η σχέση μεταξύ, αφενός, των βασικών απαιτήσεων και των ΤΠΔ και, αφετέρου, των ευρωπαϊκών προτύπων και άλλων κειμένων ρυθμιστικού χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, είναι σκόπιμη η σαφής διάκριση μεταξύ των προτύπων ή μερών προτύπων, η εφαρμογή των οποίων πρέπει να καταστεί υποχρεωτική προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της παρούσας οδηγίας, και των «εναρμονισμένων» προτύπων που έχουν αναπτυχθεί δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(8). Στις περιπτώσεις που είναι απολύτως αναγκαίο, οι ΤΠΔ είναι δυνατόν να αναφέρουν ρητά ευρωπαϊκά πρότυπα ή προδιαγραφές που καθίστανται υποχρεωτικές μόλις αρχίσει να ισχύει η ΤΠΔ.
(10) Προκειμένου να ενισχυθεί πραγματικά η ανταγωνιστικότητα του σιδηροδρομικού τομέα της Ένωσης χωρίς στρέβλωση του ανταγωνισμού μεταξύ σημαντικών παραγόντων του εν λόγω τομέα, οι ΤΠΔ πρέπει να καταρτιστούν με βάση τις αρχές της ανοικτής συμμετοχής, της συναίνεσης και της διαφάνειας κατά τα καθοριζόμενα στο παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.
(11) Η ποιότητα των σιδηροδρομικών μεταφορών στην Ένωση απαιτεί μεταξύ άλλων άριστη συμβατότητα μεταξύ των χαρακτηριστικών του δικτύου υπό την πλέον ευρεία έννοια του όρου, δηλαδή τα σταθερά μέρη όλων των σχετικών υποσυστημάτων και των χαρακτηριστικών των οχημάτων στα οποία περιλαμβάνονται τα εποχούμενα μέρη όλων των σχετικών υποσυστημάτων. Από την συμβατότητα αυτή εξαρτώνται τα επίπεδα επιδόσεων, ασφάλειας, ποιότητας εξυπηρέτησης και το ανάλογο κόστος.
(12) Οι ΤΠΔ καθορίζουν όλους τους όρους που πρέπει να πληρούν τα στοιχεία διαλειτουργικότητας, καθώς και τη διαδικασία που πρέπει να τηρείται για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης. Επίσης, χρειάζεται να διευκρινισθεί ότι κάθε στοιχείο πρέπει να υποβάλλεται στη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και καταλληλότητας χρήσης που αναφέρεται στις ΤΠΔ και να συνοδεύεται από το σχετικό πιστοποιητικό.
(13) Κατά την ανάπτυξη νέων ΤΠΔ ο στόχος θα πρέπει πάντα να είναι η εξασφάλιση συμβατότητας με το ισχύον σύστημα. Τούτο θα συμβάλει στην προώθηση της ανταγωνιστικότητας των σιδηροδρομικών μεταφορών και στην πρόληψη περιττής αύξησης του κόστους λόγω της απαίτησης για αναβάθμιση των υπαρχόντων υποσυστημάτων προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμβατότητά τους με τα νέα. Στις εξαιρετικές περιπτώσεις που δεν είναι δυνατή η εξασφάλιση της συμβατότητας, οι ΤΔΠ μπορούν να καθορίζουν το απαιτούμενο πλαίσιο για να αποφασιστεί αν το υπάρχον υποσύστημα χρειάζεται νέα απόφαση ή έγκριση για να τεθεί σε λειτουργία, και να καθοριστούν οι σχετικές προθεσμίες.
(14) Για λόγους ασφαλείας είναι αναγκαία η απονομή κωδικού ταυτοποίησης σε κάθε όχημα που έχει τεθεί σε λειτουργία. Στη συνέχεια το όχημα πρέπει να καταχωρίζεται σε εθνικό μητρώο οχημάτων. Στα μητρώα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ανατρέχουν όλα τα κράτη μέλη καθώς και ορισμένοι οικονομικοί παράγοντες εντός της Ένωσης. Τα εθνικά μητρώα οχημάτων πρέπει να είναι συνεκτικά όσον αφορά το μορφότυπο των δεδομένων. Κατά συνέπεια, τα μητρώα αυτά πρέπει να αποτελέσουν το αντικείμενο κοινών λειτουργικών και τεχνικών προδιαγραφών.
(15) Εάν ορισμένες τεχνικές πτυχές που αντιστοιχούν στις βασικές απαιτήσεις δεν είναι δυνατόν να καλυφθούν ρητώς από ΤΠΔ, οι πτυχές που υπολείπονται να καλυφθούν επισημαίνονται σε παράρτημα της ΤΠΔ ως ανοικτά σημεία. Για τα εν λόγω ανοικτά σημεία, εφαρμόζονται οι εθνικοί κανόνες μέχρι την ολοκλήρωση της ΤΠΔ.
(16) Πρέπει να διευκρινισθεί η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται στην περίπτωση βασικών απαιτήσεων οι οποίες εφαρμόζονται σε κάποιο υποσύστημα χωρίς όμως να έχουν ακόμη καλυφθεί από στην αντίστοιχη ΤΠΔ. Στην περίπτωση αυτή, είναι σκόπιμο οι οργανισμοί που είναι επιφορτισμένοι με τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και επαλήθευσης να είναι οι κοινοποιημένοι οργανισμοί του άρθρου 17 της οδηγίας 2008/57/ΕΚ.
(17) Η οδηγία 2008/57/ΕΚ εφαρμόζεται σε ολόκληρο το σιδηροδρομικό σύστημα εντός της Ένωσης και το πεδίο εφαρμογής των ΤΠΔ επεκτείνεται ώστε να καλυφθούν και τα οχήματα και τα δίκτυα που δεν περιλαμβάνονται στο διευρωπαϊκό σιδηροδρομικό σύστημα. Συνεπώς, το παράρτημα Ι πρέπει να απλοποιηθεί με διαγραφή συγκεκριμένων αναφορών στο διευρωπαϊκό σιδηροδρομικό σύστημα.
(18) Οι λειτουργικές και τεχνικές προδιαγραφές που πρέπει να πληρούν τα υποσυστήματα και οι διεπαφές τους είναι δυνατόν να ποικίλλουν ανάλογα με την χρήση ων υποσυστημάτων, για παράδειγμα ανάλογα με τις κατηγορίες των γραμμών και των οχημάτων.
(19) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η σταδιακή υλοποίηση της διαλειτουργικότητας των σιδηροδρόμων σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση και να περιοριστεί βαθμιαία η ποικιλία των κληρονομηθέντων συστημάτων, οι ΤΠΔ πρέπει να καθορίζουν τις διατάξεις που εφαρμόζονται σε περίπτωση ανανέωσης ή αναβάθμισης υφιστάμενων υποσυστημάτων και είναι δυνατόν να καθορίζουν προθεσμίες για την επίτευξη του επιδιωκόμενου συστήματος.
(20) Λαμβανόμενων υπόψη της σταδιακής προσέγγισης στην εξάλειψη των εμποδίων στη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος και του χρόνου που απαιτείται για την έκδοση όλων των ΤΠΔ, είναι σκόπιμο τα κράτη μέλη να μη θεσπίζουν νέους εθνικούς κανόνες, ούτε να ξεκινούν σχέδια που επιτείνουν την ποικιλομορφία του υφιστάμενου συστήματος.
(21) Προκειμένου να εξαλειφθούν τα εμπόδια ως προς την διαλειτουργικότητα, και λόγω της επέκτασης του πεδίου εφαρμογής των ΤΠΔ στο σιδηροδρομικό σύστημα ολόκληρης της Ένωσης, το πλήθος εθνικών κανόνων πρέπει να περιοριστεί σταδιακά. Οι εθνικοί κανόνες πρέπει να διαχωριστούν σε κανόνες που σχετίζονται αυστηρά με τοπικές απαιτήσεις και σε κανόνες που απαιτούνται για να καλυφθούν ανοικτά σημεία των ΤΠΔ. Οι κανόνες της δεύτερης κατηγορίας πρέπει σταδιακά να καταργηθούν με την συμπλήρωση των ανοικτών σημείων των ΤΠΔ.
(22) Η υιοθέτηση σταδιακής προσέγγισης ανταποκρίνεται στις ειδικές ανάγκες του στόχου της διαλειτουργικότητας του σιδηροδρομικού συστήματος, που χαρακτηρίζεται από προϋπάρχουσες από πολλά χρόνια εθνικές υποδομές και παλαιά οχήματα, των οποίων η προσαρμογή ή η ανακαίνιση προϋποθέτει δαπανηρές επενδύσεις, και λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι είναι σκόπιμο ληφθεί ιδιαίτερη μέριμνα ώστε να μην επιβαρυνθεί οικονομικώς ο σιδηρόδρομος σε σχέση με τους άλλους τρόπους μεταφοράς.
(23) Για λόγους πρακτικούς, εξαιτίας της έκτασης και της πολυπλοκότητας του σιδηροδρομικού συστήματος αποδείχθηκε αναγκαία η υποδιαίρεση του συστήματος αυτού στα εξής υποσυστήματα: υποδομή, παρατρόχιος έλεγχος-χειρισμός και σηματοδότηση, εποχούμενος έλεγχος, χειρισμός και σηματοδότηση, ενέργεια, τροχαίο υλικό, λειτουργία και διαχείριση κυκλοφορίας, συντήρηση, εφαρμογές τηλεματικής για τους επιβάτες και υπηρεσίες εμπορευματικών μεταφορών. Για καθένα από τα υποσυστήματα αυτά πρέπει να εξειδικευθούν οι βασικές απαιτήσεις και να καθοριστούν οι αναγκαίες τεχνικές προδιαγραφές για την τήρηση των απαιτήσεων αυτών, ιδίως όσον αφορά τα στοιχεία και τις διεπαφές. Το σύστημα διαιρείται επίσης σε σταθερά και κινητά στοιχεία τα οποία περιλαμβάνουν, αφενός, το δίκτυο που απαρτίζεται από τις γραμμές, τους σταθμούς, τα τερματικά και κάθε είδους σταθερό εξοπλισμό που απαιτείται για τη διασφάλιση της ασφαλούς και συνεχούς λειτουργίας του συστήματος και, αφετέρου, όλα τα οχήματα που κινούνται στο δίκτυο αυτό. Συνεπώς, για τον σκοπό της παρούσας οδηγίας, το όχημα αποτελείται από ένα υποσύστημα (τροχαίο υλικό) και, κατά περίπτωση, άλλα υποσυστήματα (κυρίως το εποχούμενο υποσύστημα έλεγχος-χειρισμός και σηματοδότηση). Παρότι το σύστημα χωρίζεται σε διάφορα στοιχεία, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Σιδηροδρόμων («ο Οργανισμός») θα πρέπει να διατηρεί τη συνολική εποπτεία του συστήματος προκειμένου να διασφαλίζεται η ασφάλεια και η διαλειτουργικότητα. [Τροπολογία 6]
(24) Η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες, της οποίας η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος, καθορίζει την προσβασιμότητα ως μία από τις γενικές της αρχές και απαιτεί από τα κράτη που είναι συμβαλλόμενα μέρη να λάβουν τα ενδεικνυόμενα μέτρα για να εξασφαλίσουν στα άτομα με αναπηρίες ισότιμη πρόσβαση, μεταξύ άλλων και καταρτίζοντας, εκδίδοντας και παρακολουθώντας την εφαρμογή ελάχιστων προτύπων και κατευθυντηρίων γραμμών για την προσβασιμότητα. Συνεπώς, η προσβασιμότητα για τα άτομα με αναπηρία και τα άτομα με μειωμένη κινητικότητα αποτελεί σημαντική απαίτηση για την διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος, σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης για τους επιβάτες με μειωμένη κινητικότητα. [Τροπολογία 7]
(25) Είναι σημαντικό η εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος να μη δημιουργήσει εμπόδια αδικαιολόγητα από άποψη κόστους/οφέλους για τη διατήρηση του υφιστάμενου σιδηροδρομικού δικτύου σε κάθε κράτος μέλος ενώ παράλληλα πρέπει να επιδιώκεται να παραμένει ως στόχος η διαλειτουργικότητα.
(26) Επίσης οι τεχνικές προδιαγραφές διαλειτουργικότητας έχουν αντίκτυπο στις συνθήκες χρήσης του σιδηροδρομικού μέσου μεταφοράς από τους χρήστες και, επομένως, συντρέχει λόγος να ζητείται η γνώμη των χρηστών συμπεριλαμβανομένων των οργανώσεων ατόμων με αναπηρία, για τις παραμέτρους που τους αφορούν. [Τροπολογία 8]
(27) Είναι σκόπιμο να παρέχεται σε κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος η δυνατότητα να μην εφαρμόζει ορισμένες ΤΠΔ σε περιορισμένο αριθμό δεόντως αιτιολογημένων περιπτώσεων. Οι εν λόγω περιπτώσεις και οι διαδικασίες που πρέπει να ακολουθηθούν σε περίπτωση μη εφαρμογής των ΤΠΔ πρέπει να καθοριστούν σαφώς
(28) Η κατάρτιση και η εφαρμογή των ΤΠΔ στο σιδηροδρομικό σύστημα δεν πρέπει να παρεμποδίζει την τεχνολογική καινοτομία, η οποία πρέπει να συντελεί στη βελτίωση των οικονομικών επιδόσεων.
(29) Για την τήρηση των διατάξεων σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων στον τομέα των σιδηροδρόμων, και ιδίως των διατάξεων της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(9), οι αναθέτοντες φορείς συμπεριλαμβάνουν τις τεχνικές προδιαγραφές στα γενικά έγγραφα ή στις συγγραφές υποχρεώσεων κάθε σύμβασης. Προς το σκοπό αυτό, είναι ανάγκη να δημιουργηθεί ένα σύνολο κανόνων που θα χρησιμεύουν ως στοιχεία αναφοράς για αυτές τις τεχνικές προδιαγραφές.
(30) Είναι προς το συμφέρον της Ένωσης να υπάρχει ένα διεθνές σύστημα τυποποίησης δυνάμενο να παράγει πρότυπα που θα χρησιμοποιούνται πράγματι από τους εταίρους του διεθνούς εμπορίου και θα ικανοποιούν τις απαιτήσεις της ενωσιακής πολιτικής. Κατά συνέπεια, οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί τυποποίησης πρέπει να συνεχίσουν τη συνεργασία τους με τους διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης.
(31) Οι αναθέτοντες φορείς καθορίζουν τις πρόσθετες προδιαγραφές που είναι αναγκαίες για τη συμπλήρωση των ευρωπαϊκών προδιαγραφών ή των άλλων προτύπων. Οι προδιαγραφές αυτές πρέπει να ικανοποιούν τις εναρμονισμένες σε ενωσιακή κλίμακα βασικές απαιτήσεις στις οποίες πρέπει να ανταποκρίνεται το σιδηροδρομικό σύστημα.
(32) Οι διαδικασίες αξιολόγησης της πιστότητας ή της καταλληλότητας χρήσης των στοιχείων πρέπει να βασίζονται στη χρήση των ενοτήτων που αποτελούν αντικείμενο της απόφασης 2010/713/ΕΕ της Επιτροπής(10). Στο μέτρο του δυνατού, προκειμένου να ευνοηθεί η ανάπτυξη των σχετικών βιομηχανικών κλάδων, είναι σκόπιμο να αναπτυχθούν οι διαδικασίες στις οποίες χρησιμοποιείται το σύστημα διασφάλισης της ποιότητας.
(33) Η συμμόρφωση των στοιχείων συνδέεται κυρίως με το πεδίο χρήσης τους που αποσκοπεί να εξασφαλίσει τη διαλειτουργικότητα του συστήματος, και όχι μόνο με την ελεύθερη κυκλοφορία τους στην αγορά της Ένωσης. Η αξιολόγηση της καταλληλότητας χρήσης εφαρμόζεται στην περίπτωση των στοιχείων τα οποία είναι τα πλέον κρίσιμα για την ασφάλεια, τη διαθεσιμότητα ή την οικονομία του συστήματος. Κατά συνέπεια, δεν είναι αναγκαίο να επιθέτει ο κατασκευαστής τη σήμανση «CE» στα στοιχεία που υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας αλλά, με βάση την αξιολόγηση της πιστότητας ή/και της καταλληλότητας χρήσης, πρέπει να αρκεί η δήλωση συμμόρφωσης του κατασκευαστή.
(34) Οι κατασκευαστές υποχρεούνται ωστόσο να επιθέτουν, σε ορισμένα στοιχεία, τη σήμανση «CE» η οποία πιστοποιεί τη συμμόρφωσή τους προς άλλες σχετικές με αυτά ενωσιακές διατάξεις.
(35) Κατά την έναρξη ισχύος μιας ΤΠΔ, υπάρχουν ήδη στην αγορά ορισμένα στοιχεία διαλειτουργικότητας. Είναι αναγκαίο να προβλεφθεί μεταβατική περίοδος ώστε τα στοιχεία αυτά να μπορούν να ενσωματωθούν σε κάποιο υποσύστημα, ακόμη και αν δεν είναι απολύτως σύμφωνα προς την εν λόγω ΤΠΔ.
(36) Τα υποσυστήματα που συγκροτούν το σιδηροδρομικό σύστημα πρέπει να υπόκεινται σε διαδικασία επαλήθευσης η οποία πρέπει να επιτρέπει στις οντότητες που είναι αρμόδιες για τη θέση σε λειτουργία, να βεβαιώνονται ότι, στο στάδιο του σχεδιασμού, της κατασκευής και της θέσης σε λειτουργία, το αποτέλεσμα είναι σύμφωνο προς τις ισχύουσες κανονιστικές, τεχνικές και λειτουργικές διατάξεις. Επίσης η διαδικασία αυτή πρέπει να επιτρέπει στους κατασκευαστές να αναμένουν ισότητα μεταχείρισης σε οποιοδήποτε κράτος μέλος.
(37) Μετά τη θέση υποσυστήματος σε λειτουργία, είναι σκόπιμο να διασφαλιστεί ότι η λειτουργία και η συντήρηση του υποσυστήματος αυτού είναι σύμφωνες προς τις σχετικές βασικές απαιτήσεις. Σύμφωνα με την οδηγία …/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων](11), την ευθύνη για την τήρηση των απαιτήσεων αυτών φέρει, καθένας για τα δικά του υποσυστήματα, ο διαχειριστής υποδομής ή η επιχείρηση σιδηροδρόμων.
(38) Η διαδικασία θέσης σε λειτουργία οχημάτων και μόνιμων εγκαταστάσεων πρέπει να αποσαφηνιστεί, λαμβανομένων υπόψη των αρμοδιοτήτων των διαχειριστών υποδομής και των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων
(39) Για τη διευκόλυνση της θέσης οχημάτων σε λειτουργία και της μείωσης του διοικητικού φόρτου, πρέπει να εισαχθεί η έννοια της έγκρισης οχήματος για την διάθεση στην αγορά, η οποία να ισχύει σε όλη την Ένωση ως προϋπόθεση για να επιτρέπεται στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις να θέτουν σε λειτουργία ένα όχημα. Επιπλέον, η έννοια αυτή συνάδει περισσότερο με την απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(12).
(39α) Για τη δημιουργία του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου, τη μείωση του κόστους και της διάρκειας των διαδικασιών έγκρισης και τη βελτίωση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων, οι διαδικασίες έγκρισης πρέπει να εξορθολογιστούν και να εναρμονιστούν σε επίπεδο Ένωσης. Για τον σκοπό αυτό απαιτείται σαφής επιμερισμός των καθηκόντων και των ευθυνών μεταξύ του Οργανισμού και των εθνικών αρχών ασφάλειας κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου.
Ο Οργανισμός θα πρέπει να χρησιμοποιεί την πολύτιμη εμπειρογνωμοσύνη, τις τοπικές γνώσεις και την πείρα των εθνικών αρχών ασφάλειας. Θα πρέπει να αναθέτει ειδικά καθήκοντα και αρμοδιότητες στις εθνικές αρχές ασφάλειας βάσει των συμβατικών συμφωνιών που αναφέρονται στο άρθρο 22α, αλλά να λαμβάνει την τελική απόφαση σε όλες τις διαδικασίες έγκρισης. [Τροπολογία 9]
(40) Για να εξασφαλιστεί η ιχνηλασιμότητα των οχημάτων και του ιστορικού τους, τα στοιχεία αναφοράς των εγκρίσεων οχήματος για την διάθεση στην αγορά πρέπει να καταγράφονται μαζί με τα υπόλοιπα στοιχεία του οχήματος. [Τροπολογία 10]
(41) Οι ΤΠΔ πρέπει να προσδιορίζουν τις διαδικασίες ελέγχου της συμβατότητας οχημάτων και δικτύου μετά την έκδοση έγκρισης οχήματος για τη διάθεση στην αγορά και πριν ληφθεί απόφαση έναρξηςπριν από την έναρξη νέας επιχειρησιακής λειτουργίας. [Τροπολογία 11]
(42) Για να βοηθηθούν οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις όταν αποφασίζουν να θέσουν όχημα σε λειτουργία και για να αποφευχθεί η επανάληψη επαληθεύσεων και ο περιττός διοικητικός φόρτος, πρέπει να ταξινομηθούν επίσης και οι εθνικοί κανόνες, προκειμένου να αποκατασταθεί αντιστοιχία μεταξύ των εθνικών κανόνων των διάφορων κρατών μελών που καλύπτουν τα ίδια θέματα.
(43) Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί που αναλαμβάνουν τη διεκπεραίωση των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή της καταλληλότητας χρήσης των στοιχείων, καθώς και της διαδικασίας ελέγχου των υποσυστημάτων πρέπει, ιδίως όταν δεν υπάρχει ευρωπαϊκή προδιαγραφή, να συντονίζουν όσο το δυνατόν περισσότερο τις αποφάσεις τους.
(44) Η διαφανής διαπίστευση όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(13), η οποία εξασφαλίζει το αναγκαίο επίπεδο εμπιστοσύνης στα πιστοποιητικά συμμόρφωσης, πρέπει να θεωρείται από τις εθνικές δημόσιες αρχές ανά την Ένωση ως ο προτιμητέος τρόπος απόδειξης της τεχνικής επάρκειας των κοινοποιημένων οργανισμών και κατ' επέκταση των οργανισμών που έχουν οριστεί να ελέγχουν τη συμμόρφωση με τους εθνικούς κανόνες. Ωστόσο, οι εθνικές αρχές δύνανται να θεωρούν ότι διαθέτουν τα κατάλληλα μέσα για να διενεργούν οι ίδιες αυτήν την αξιολόγηση. Στις περιπτώσεις αυτές, για να εξασφαλίζεται το κατάλληλο επίπεδο αξιοπιστίας της αξιολόγησης από άλλες εθνικές αρχές, οι εθνικές αρχές πρέπει να προσκομίζουν στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη τις αναγκαίες τεκμηριωμένες αποδείξεις ότι οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης που έχουν αξιολογηθεί πληρούν τις σχετικές κανονιστικές απαιτήσεις.
(45) Η παρούσα οδηγία πρέπει να περιοριστεί στην διατύπωση των απαιτήσεων διαλειτουργικότητας για τα στοιχεία και τα υποσυστήματα διαλειτουργικότητας. Για να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις εν λόγω απαιτήσεις είναι αναγκαίο να προβλεφθεί παραδοχή συμμόρφωσης για στοιχεία και υποσυστήματα διαλειτουργικότητας τα οποία είναι σύμφωνα με τα εναρμονισμένα πρότυπα που εγκρίνονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 με σκοπό τη διατύπωση λεπτομερών τεχνικών προδιαγραφών των εν λόγω απαιτήσεων.
(46) Οι ΤΠΔ πρέπει να αναθεωρούνται τακτικά. Όταν διαπιστώνονται ελλείψεις στις ΤΠΔ, πρέπει να ζητείται από τον Οργανισμό να συντάξει γνωμοδότηση, η οποία, υπό ορισμένες προϋποθέσεις είναι δυνατόν να δημοσιευτεί και να χρησιμοποιηθεί από όλους τους εμπλεκόμενους (συμπεριλαμβανομένου του κλάδου και των κοινοποιημένων οργανισμών) ως αποδεκτός τρόπος συμμόρφωσης εν αναμονή της αναθεώρησης των σχετικών ΤΠΔ.
(46α) Τα ρυθμιστικά μέτρα θα πρέπει να συμπληρώνονται από πρωτοβουλίες, όπως το πρόγραμμα «Shift2Rail», που να έχουν ως στόχο την παροχή χρηματοδοτικής στήριξης σε καινοτόμες και διαλειτουργικές τεχνολογίες του σιδηροδρομικού τομέα. [Τροπολογία 12]
(47) Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος σε όλη την Ένωση, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, διότι τα κράτη μέλη μεμονωμένα δεν είναι σε θέση να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να επιτευχθεί η εν λόγω διαλειτουργικότητα και μπορεί, επομένως, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα απαιτούμενα για την επίτευξη του στόχου αυτού.
(48) Προκειμένου να τροποποιούνται μη ουσιώδη στοιχεία της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την προσαρμογή του παραρτήματος ΙΙ στην τεχνική πρόοδο όσον αφορά τον διαχωρισμό του σιδηροδρομικού συστήματος σε υποσυστήματα και την περιγραφή των εν λόγω υποσυστημάτων, το περιεχόμενο των ΤΠΔ και των τροποποιήσεων τους, συμπεριλαμβανομένων των τροποποιήσεων που απαιτούνται για την αντιμετώπιση των ελλείψεων των ΤΠΔ και για να διορθωθούν το πεδίο εφαρμογής και το περιεχόμενο της δήλωσης «ΕΚ» για τη συμμόρφωση και την καταλληλότητα χρήσης στοιχείων διαλειτουργικότητας, οι διαδικασίες αξιολόγησης των υποσυστημάτων, συμπεριλαμβανομένων των γενικών αρχών, του περιεχομένου, της διαδικασίας και των εγγράφων που σχετίζονται με τη διαδικασία επαλήθευσης «ΕΚ» και με τη διαδικασία επαλήθευσης που αφορά τους εθνικούς κανόνες. Έχει ιδιαίτερη σημασία να διεξαγάγει η Επιτροπή τις απαραίτητες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια του προπαρασκευαστικού έργου της, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, πρέπει να εξασφαλίσει ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. [Τροπολογία 13]
(49) Προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις που εντοπίζονται στις ΤΠΔ, η Επιτροπή πρέπει να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις τροποποίησης των εν λόγω ΤΠΔ εφαρμόζοντας τη διαδικασία του κατεπείγοντος.
(50) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας σχετικά με την εντολή προς τον Οργανισμό να συντάσσει ΤΠΔ και τις τροποποιήσεις τους και να υποβάλει τις σχετικές εισηγήσεις προς την Επιτροπή, πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες.
(51) Προκειμένου να εξασφαλιστούν ομοιόμορφοι όροι εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες σχετικά με τα εξής: το περιεχόμενο του φακέλου που συνοδεύει την αίτηση για τη μη εφαρμογή μιας ή περισσότερων ΤΠΔ ή μερών τους, τις λεπτομέρειες, το μορφότυπο και τον τρόπο διαβίβασης του εν λόγω φακέλου· το πεδίο εφαρμογής και το περιεχόμενο της δήλωσηςτον μορφότυπο και τις λεπτομέρειες των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στη δήλωση ΕΚ συμμόρφωσης και καταλληλότητας χρήσης των στοιχείων διαλειτουργικότητας, το μορφότυπό της και τις λεπτομέρειες για τις πληροφορίες που περιλαμβάνει· την ταξινόμηση των κοινοποιημένων εθνικών κανόνων σε διάφορες ομάδες με στόχο να διευκολυνθούν οι έλεγχοι συγκρισιμότητας μεταξύ σταθερού και κινητού εξοπλισμού· τις διαδικασίες επαλήθευσης για τα υποσυστήματα, συμπεριλαμβανομένων των γενικών κανόνων, του περιεχομένου, της διαδικασίας και των εγγράφων που σχετίζονται με τη διαδικασία επαλήθευσης «ΕΚ» και τη διαδικασία επαλήθευσης σε περίπτωση εθνικών κανόνων· τα υποδείγματα για την δήλωση «ΕΚ» επαλήθευσης και τη δήλωση επαλήθευσης σε περίπτωση εθνικών κανόνων και τα υποδείγματα για έγγραφα του τεχνικού φακέλου που οφείλει να συνοδεύει τη δήλωση επαλήθευσης· τις κοινές προδιαγραφές σχετικά με το περιεχόμενο, τον μορφότυπο των δεδομένων, τη λειτουργική και την τεχνική διάρθρωση, τον τρόπο λειτουργίας, τους κανόνες εισαγωγής δεδομένων και πρόσβασης σε αυτά για το μητρώο υποδομής. Οι εν λόγω αρμοδιότητες πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(14). [Τροπολογία 14]
(52) Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των νομικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη.
(53) Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν ουσιαστικές τροποποιήσεις της προϋπάρχουσας οδηγίας. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται κατ’ ουσία απορρέει από την προϋπάρχουσα οδηγία.
(54) Η παρούσα οδηγία δεν πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα ΙV μέρος Β,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
1. Η παρούσα οδηγία καθορίζει τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για να επιτευχθεί η διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά τρόπο συμβατό προς τις διατάξεις της οδηγίας …/…/ΕΕ [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]. Οι προϋποθέσεις αυτές αφορούν τον σχεδιασμό, την κατασκευή, τη θέση σε λειτουργία, την αναβάθμιση, την ανακαίνιση, την λειτουργία και τη συντήρηση των στοιχείων του συστήματος αυτού, καθώς και τα επαγγελματικά προσόντα και τους όρους υγείας και ασφαλείας του προσωπικού που συμμετέχει στη λειτουργία και τη συντήρηση του συστήματος. Η επιδίωξη του εν λόγω στόχου συνεπάγεται κατ' ανάγκη τον καθορισμό ενός βέλτιστου επιπέδου τεχνικής εναρμόνισης καθιστώντας δυνατή τη σταδιακή δημιουργία μιας εσωτερικής αγοράς εξοπλισμών και υπηρεσιών για την κατασκευή, την ανανέωση, την αναβάθμιση και την εκμετάλλευση του σιδηροδρομικού συστήματος εντός της Ένωσης. [Τροπολογία 15]
2. Η παρούσα οδηγία αφορά τις διατάξεις σχετικά με τα στοιχεία διαλειτουργικότητας, τις διεπαφές και τις διαδικασίες για κάθε υποσύστημα, καθώς και τις προϋποθέσεις γενικής συμβατότητας του σιδηροδρομικού συστήματος που απαιτούνται για την επίτευξη της διαλειτουργικότητάς του.
3. Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν από το πεδίοτα μέτρα που λαμβάνουν στο πλαίσιο της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας εξαιρούνται: [Τροπολογία 16]
α) τα μετρό, τραμ, τα τραμ που χρησιμοποιούν και σιδηροδρομικές γραμμές και τα ελαφρά σιδηροδρομικά συστήματα· [Τροπολογία 17]
β) τα δίκτυα τα λειτουργικώς αποκομμένα από τα υπόλοιπα σιδηροδρομικά συστήματα και τα οποία προορίζονται μόνο για τη λειτουργία τοπικών, αστικών ή προαστιακών μεταφορών επιβατών, καθώς και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις με δραστηριότητες μόνο στα δίκτυα αυτά·
βα) την ιδιωτική σιδηροδρομική υποδομή και τα σιδηροδρομικά οχήματα τα οποία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε αυτήν την υποδομή, στις περιπτώσεις που χρησιμοποιείται αποκλειστικά από τον κύριο της υποδομής για τις δικές του μεταφορές φορτίου· [Τροπολογία 19]
ββ) τις υποδομές και τα οχήματα που προορίζονται αποκλειστικά και μόνον για τοπική, ιστορική ή τουριστική χρήση. [Τροπολογία 20]
4. Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας:
α) την ιδιωτική σιδηροδρομική υποδομή και τα σιδηροδρομικά οχήματα τα οποία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε αυτήν όπου υφίστανται, για να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά από τον κύριο της υποδομής για τις δικές του μεταφορές φορτίου·
β) τις υποδομές και τα οχήματα που προορίζονται αποκλειστικά και μόνον για τοπική, ιστορική ή τουριστική χρήση. [Τροπολογία 21]
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας:
1) «σιδηροδρομικό σύστημα της Ένωσης»: τα στοιχεία των συμβατικών σιδηροδρομικών συστημάτων και των σιδηροδρομικών συστημάτων μεγάλης ταχύτητας, όπως ορίζονται στο παράρτημα Ι σημεία 1 και 2· [Τροπολογία 22]
2) «διαλειτουργικότητα»: η ικανότητα του σιδηροδρομικού συστήματος να επιτρέπει την ασφαλή και συνεχή κυκλοφορία αμαξοστοιχιών με την επίτευξη των απαιτούμενων επιδόσεων στις συγκεκριμένες γραμμές. Η ικανότητα αυτή εξαρτάται από όλες τις κανονιστικές, τεχνικές και λειτουργικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να ικανοποιούνται οι βασικές απαιτήσεις· [Τροπολογία 23]
3) «όχημα»: σιδηροδρομικό όχημα ικανό να κυκλοφορεί με δικούς του τροχούς σε σιδηροδρομικές γραμμές, με ή χωρίς έλξη υπό σταθερή ή μεταβλητή σύνθεση. Το όχημα αποτελείται από ένα ή περισσότερα δομικά και λειτουργικά υποσυστήματα· [Τροπολογία 24]
4) «δίκτυο»: οι γραμμές, οι σταθμοί, τα τερματικά και κάθε είδους σταθερός εξοπλισμός που απαιτείται για τη διασφάλιση ασφαλούς και συνεχούς λειτουργίας του σιδηροδρομικού συστήματος·
5) «υποσυστήματα»: το τα δομικά ή λειτουργικά μέρη του σιδηροδρομικού συστήματος όπως καθορίζονται στο παράρτημα II·
5α) «κινητό υποσύστημα»: το υποσύστημα τροχαίου υλικού, το εποχούμενο υποσύστημα ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης και το όχημα, όταν αποτελείται από ένα υποσύστημα· [Τροπολογία 25]
6) «στοιχεία διαλειτουργικότητας»: κάθε απλό συστατικό στοιχείο, ομάδα συστατικών στοιχείων, υποσύνολο ή πλήρες σύνολο υλικών ενσωματωμένων ή προοριζόμενων να ενσωματωθούν σε υποσύστημα, από το οποίο εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα η διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος, στα οποία συμπεριλαμβάνονται. στοιχεία υλικά και άυλα·
7) «βασικές απαιτήσεις»: το σύνολο των προϋποθέσεων που περιγράφονται στο παράρτημα III στις οποίες πρέπει να ανταποκρίνονται το σιδηροδρομικό σύστημα, τα υποσυστήματα και τα στοιχεία διαλειτουργικότητας, συμπεριλαμβανομένων των διεπαφών·
8) «ευρωπαϊκή προδιαγραφή»: κοινή τεχνική προδιαγραφή, ευρωπαϊκή τεχνική έγκριση όπως ορίζεται στο παράρτημα XXI της οδηγίας 2004/17/ΕΚ, ή ευρωπαϊκό πρότυπο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012·
9) «τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας» (ΤΠΔ): προδιαγραφή που έχει εγκριθεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και ισχύει για κάθε υποσύστημα ή τμήμα υποσυστήματος προκειμένου αυτό να ανταποκρίνεται στις βασικές απαιτήσεις και να εξασφαλίζεται η διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος·
9α) «οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης»: φορέας που έχει κοινοποιηθεί ή οριστεί ως αρμόδιος για δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, περιλαμβανομένης της βαθμονόμησης, των δοκιμών, της πιστοποίησης και της επιθεώρησης. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης ταξινομείται, κατόπιν της κοινοποίησής του από κάποιο κράτος μέλος, ως «κοινοποιημένος οργανισμός». Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης ταξινομείται, κατόπιν του ορισμού του από κάποιο κράτος μέλος, ως «οριζόμενος οργανισμός»· [Τροπολογία 27]
10) «θεμελιώδης παράμετρος»: κάθε κανονιστική, τεχνική ή λειτουργική προϋπόθεση, καίρια για τη διαλειτουργικότητα, που διευκρινίζεται στην αντίστοιχη ΤΠΔ·
11) «ειδική περίπτωση»: κάθε μέρος του σιδηροδρομικού συστήματος για το οποίο στις ΤΠΔ χρειάζονται ειδικές, προσωρινές ή οριστικές, διατάξεις εξαιτίας περιορισμών γεωγραφικών, τοπογραφικών, αστικού περιβάλλοντος ή συμβατότητας με το υπάρχον σύστημα. Σε αυτό μπορεί να περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι σιδηροδρομικές γραμμές και τα δίκτυα που είναι αποκομμένα από το δίκτυο της υπόλοιπης Ένωσης, το περιτύπωμα, το εύρος τροχιάς ή το διάκενο μεταξύ των αξόνων των τροχιών, τα οχήματα που προορίζονται αποκλειστικά και μόνο για τοπική, περιφερειακή ή ιστορική χρήση, και τα οχήματα τα προερχόμενα από τρίτες χώρες·
12) «αναβάθμιση»: σοβαρές εργασίες μετατροπής ενός υποσυστήματος ή τμήματός του οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα αλλαγή του τεχνικού φακέλου που συνοδεύει τη δήλωση ΕΕ επαλήθευσης και οι οποίες βελτιώνουν τις συνολικές επιδόσεις του υποσυστήματος. Όταν πρόκειται να εκτελεστούν εργασίες μετατροπής σε σχέση με ένα υποσύστημα ή όχημα, η συναφής ΤΠΔ προσδιορίζει εάν οι εν λόγω εργασίες πρέπει να ταξινομηθούν ως σοβαρές, και σε αυτήν την περίπτωση προσδιορίζει επίσης τους λόγους για την ταξινόμηση αυτή· [Τροπολογία 28]
13) «ανανέωση»: σοβαρές εργασίες υποκατάστασης ενός υποσυστήματος ή τμήματός του οι οποίες δεν τροποποιούν τις συνολικές επιδόσεις του υποσυστήματος. Όταν πρόκειται να εκτελεστούν εργασίες υποκατάστασης σε σχέση με ένα υποσύστημα ή όχημα, η συναφής ΤΠΔ προσδιορίζει εάν οι εν λόγω εργασίες πρέπει να ταξινομηθούν ως σοβαρές, και σε αυτήν την περίπτωση προσδιορίζει επίσης τους λόγους για την ταξινόμηση αυτή· [Τροπολογία 29]
14) «υπάρχον σιδηροδρομικό σύστημα»: το σύνολο το οποίο απαρτίζεται από τη σιδηροδρομική υποδομή, συμπεριλαμβανομένων των γραμμών και των μόνιμων εγκαταστάσεων, του υπάρχοντος σιδηροδρομικού δικτύου, καθώς και από τα οχήματα κάθε κατηγορίας και προέλευσης που κυκλοφορούν στην υποδομή αυτή·
15) «αντικατάσταση στο πλαίσιο συντήρησης»: αντικατάσταση στοιχείων από άλλα με την ίδια λειτουργία και τις ίδιες επιδόσεις στο πλαίσιο προληπτικής ή επισκευαστικής συντήρησης·
16) «θέση σε λειτουργία»: το σύνολο εργασιών με τις οποίες ένα υποσύστημα ή ένα όχημα τίθεται σε κατάσταση λειτουργίας·
17) «αναθέτων φορέας»: κάθε δημόσια ή ιδιωτική οντότητα, που παραγγέλλει τον σχεδιασμό ή/και την κατασκευή ή την ανανέωση ή την αναβάθμιση υποσυστήματος. Αυτή η οντότητα μπορεί να είναι σιδηροδρομική επιχείρηση, διαχειριστής υποδομής ή κάτοχος, η υπεύθυνη για τη συντήρηση οντότητα ή ο εργολάβος που είναι επιφορτισμένος με την εκτέλεση έργου· [Τροπολογία 30]
18) «κάτοχος»: το πρόσωπο ή η οντότητα που εκμεταλλεύεται όχημα ως μέσο μεταφοράς, είτε ως ιδιοκτήτης είτε ως νομέας οχήματος, και έχει καταχωρισθεί με την ιδιότητα αυτή στο εθνικό μητρώοστα μητρώα οχημάτων του άρθρου 43 των άρθρων 43 και 43α· [Τροπολογία 31]
18α) «κάτοχος»: το πρόσωπο ή η οντότητα που είναι ιδιοκτήτης οχήματος και έχει καταχωρισθεί με την ιδιότητα αυτή στα μητρώα οχημάτων των άρθρων 43 και 43α· [Τροπολογία 32]
19) «έργο σε προχωρημένο στάδιο εξέλιξης»: κάθε έργο του οποίου η φάση προγραμματισμού/κατασκευής βρίσκεται σε τέτοιο στάδιο που η τροποποίηση των τεχνικών προδιαγραφών θα έθετε σε κίνδυνο την βιωσιμότητα του έργου όπως έχει προγραμματιστεί·
20) «εναρμονισμένο πρότυπο»: ευρωπαϊκό πρότυπο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012·
21) «εθνική αρχή ασφάλειας»: αρχή για την ασφάλεια κατά την έννοια του άρθρου 3 της οδηγίας …/…/ΕΕ [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]·
22) «τύπος»: τύπος οχήματος που ορίζει τα βασικά χαρακτηριστικά σχεδίασης του οχήματος τα οποία καλύπτονται από πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ή σχεδιασμού που περιγράφεται στη συναφή ενότητα επαλήθευσης·
23) «σειρά»: σύνολο πανομοιότυπων οχημάτων ενός τύπου σχεδίασης·
24) «υπεύθυνη για τη συντήρηση οντότητα »: η υπεύθυνη για τη συντήρηση του οχήματος οντότητα όπως ορίζεται στο άρθρο 3 της οδηγίας …/…/ΕΕ [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]·
25) «ελαφρός σιδηρόδρομος»: αστικό ή/και προαστιακό σιδηροδρομικό σύστημα το οποίο διαθέτει εν γένει χαμηλότερη μεταφορική ικανότητα και κινείται με ταχύτητα χαμηλότερη από τα κανονικά σιδηροδρομικά συστήματα και το μετρό, αλλά διαθέτει υψηλότερη μεταφορική ικανότητα και κινείται με ταχύτητα υψηλότερη από το τραμ. Τα ελαφρά σιδηροδρομικά συστήματα είναι δυνατόν να έχουν δικό τους αποκλειστικό διάδρομο ή κοινό διάδρομο με την οδική κυκλοφορία και κατά κανόνα τα οχήματά τους δεν εναλλάσσονται με οχήματα της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας επιβατών ή εμπορευμάτων μεγάλων αποστάσεων·
26) «εθνικοί κανόνες»: το σύνολο των δεσμευτικών κανόνων που κοινοποιούνται από κράτος μέλος και περιλαμβάνουν τις απαιτήσεις σιδηροδρομικής ασφάλειας ή τεχνικές απαιτήσεις, οι οποίες επιβάλλονται σε επίπεδο κράτους μέλους και ισχύουν για περισσότερες από μία σιδηροδρομικές επιχειρήσειςέναν παράγοντες του τομέα των σιδηροδρόμων, ανεξαρτήτως του φορέα από τον οποίο εκδίδονται· [Τροπολογία 33]
27) «προβλεπόμενη από κατασκευής κατάσταση λειτουργίας»: ο κανονικός τρόπος λειτουργίας και οι καθορισμένες εντός των ορίων αντίξοες συνθήκες (συμπεριλαμβανομένης της φθοράς) και οι προϋποθέσεις λειτουργίας που καθορίζονται στον τεχνικό φάκελο και στον φάκελο συντήρησης·
27α) «τομέας χρήσης»: δίκτυο ή δίκτυα στην Ένωση, είτε εντός κράτους μέλους είτε σε ομάδα κρατών μελών, με το οποίο είναι τεχνικά συμβατό ένα όχημα σύμφωνα με τον τεχνικό φάκελό του· [Τροπολογία 34]
27β) «απομονωμένο σιδηροδρομικό δίκτυο»: σιδηροδρομικό δίκτυο ενός κράτους μέλους, ή μέρους αυτού, με εύρος τροχιάς 1520 mm, το οποίο είναι γεωγραφικά ή τεχνικά αποκομμένο από το ευρωπαϊκό δίκτυο που έχει τυποποιημένο ονομαστικό εύρος τροχιάς (1435 mm - εφεξής «τυποποιημένο εύρος τροχιάς»), και το οποίο παρόλο που είναι άρτια ενσωματωμένο στο σιδηροδρομικό δίκτυο με εύρος τροχιάς 1520 mm από κοινού με τρίτες χώρες, είναι απομονωμένο από το τυποποιημένο δίκτυο της Ένωσης· [Τροπολογία 35]
28) «αποδεκτά μέσα συμμόρφωσης»: μη δεσμευτικές γνωμοδοτήσεις που εκδίδει ο Οργανισμός για να καθορίζει τρόπους απόδειξης της συμμόρφωσης με τις βασικές απαιτήσεις, με στόχο την προσωρινή αντιστάθμιση των ελλείψεων μιας ΤΠΔ έως ότου αυτή τροποποιηθεί· [Τροπολογία 36]
28α) «αποδεκτά εθνικά μέσα συμμόρφωσης»: άλλα μέσα συμμόρφωσης που έχουν θεσπιστεί σε κάποιο κράτος μέλος και παρέχουν ένα τεκμήριο συμμόρφωσης προς το συναφές τμήμα των εθνικών κανόνων. Τα εν λόγω αποδεκτά εθνικά μέσα συμμόρφωσης κοινοποιούνται στον Οργανισμό· [Τροπολογία 37]
29) «διάθεση στην αγορά»: η πρώτη διάθεση στην αγορά της Ένωσης ενός συστατικού διαλειτουργικότητας, υποσυστήματος ή οχήματος που είναι έτοιμο να λειτουργήσει στην προβλεπόμενη από κατασκευής κατάσταση λειτουργίας·
30) «κατασκευαστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει στοιχείο διαλειτουργικότητας ή υποσύστημα ή αναθέτει σε άλλους το σχεδιασμό ή την κατασκευή του και το διοχετεύει στην αγορά υπό την επωνυμία του ή το εμπορικό του σήμα·
31) «εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εγκατεστημένο στην Ένωση που έχει λάβει γραπτή εντολή από τον κατασκευαστή ή από αναθέτοντα φορέα να ενεργεί εξ ονόματός του για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων· [Τροπολογία 38]
32) «τεχνική προδιαγραφή» έγγραφο στο οποίο ορίζονται τα απαιτούμενα τεχνικά χαρακτηριστικά προϊόντος, υποσυστήματος, διεργασίας ή υπηρεσίας· [Τροπολογία 39]
33) «διαπίστευση»: όπως νοείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008·
34) «εθνικός οργανισμός διαπίστευσης»: όπως αποδίδεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008·
35) «αξιολόγηση της συμμόρφωσης»: η διαδικασία με την οποία αποδεικνύεται κατά πόσον πληρούνται οι ειδικές απαιτήσεις που αφορούν προϊόν, διαδικασία, υπηρεσία, σύστημα, πρόσωπο ή φορέα·
36) «οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης»: φορέας που εκτελεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, περιλαμβανομένης της βαθμονόμησης, των δοκιμών, της πιστοποίησης και της επιθεώρησης·
37) «άτομο με αναπηρίααναπηρίες και πρόσωπο με μειωμένη κινητικότητα»: έννοια που περιλαμβάνει κάθε άτομο με μόνιμη ή προσωρινή σωματική, ψυχική, νοητική ή αισθητήρια μειονεξία η οποία, όταν συνδυάζεται με την αλληλεπίδραση με διάφορα εμπόδια, μπορεί να δυσχεράνει την πλήρη και ουσιαστική χρήση των μεταφορών σε ισότιμη βάση με άλλους επιβάτες, ή πρόσωπο του οποίου η κινητικότητα κατά την χρήση των μεταφορικών μέσων έχει μειωθεί λόγω ηλικίας με αποτέλεσμα να απαιτείται προσαρμογή των υπηρεσιών· [Τροπολογία 40]
38) «διαχειριστής υποδομής»: ο διαχειριστής υποδομής κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3 της οδηγίας …/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(15) [για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου]·
39) «σιδηροδρομική επιχείρηση»: η σιδηροδρομική επιχείρηση κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3 της οδηγίας …/…ΕΕ [για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου ] και κάθε δημόσια ή ιδιωτική επιχείρηση, δραστηριότητα της οποίας είναι η σιδηροδρομική μεταφορά εμπορευμάτων ή/και επιβατών υπό τον όρο ότι η επιχείρηση εξασφαλίζει την έλξη· ο ορισμός αυτός περιλαμβάνει επίσης και τις επιχειρήσεις που παρέχουν μόνον την έλξη.
Άρθρο 3
Βασικές απαιτήσεις
1. Το σιδηροδρομικό σύστημα, τα υποσυστήματα, τα στοιχεία διαλειτουργικότητας, συμπεριλαμβανομένων των διεπαφών, πληρούν τις σχετικές με αυτά βασικές απαιτήσεις.
2. Οι τεχνικές προδιαγραφές του άρθρου 34 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ, οι οποίες είναι αναγκαίες για τη συμπλήρωση των ευρωπαϊκών προδιαγραφών ή των άλλων προτύπων που χρησιμοποιούνται στην Ένωση, δεν αντιβαίνουν τις βασικές απαιτήσεις.
2α. Κανένα άτομο δεν επιτρέπεται να υφίσταται διακρίσεις, άμεσες ή έμμεσες, λόγω αναπηρίας. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι όλοι οι πολίτες της Ένωσης είναι σε θέση να απολαμβάνουν τα οφέλη που απορρέουν από τη δημιουργία ενός χώρου χωρίς εσωτερικά σύνορα, τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίζουν την προσβασιμότητα του σιδηροδρομικού συστήματος. [Τροπολογία 41]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΔΙΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ
Άρθρο 4
Περιεχόμενο των Τεχνικών Προδιαγραφών Διαλειτουργικότητας
1. Κάθε υποσύστημα που ορίζεται στο παράρτημα ΙΙ αποτελεί αντικείμενο μίας ΤΠΔ. Εφόσον απαιτείται, ένα υποσύστημα είναι δυνατόν να αποτελέσει αντικείμενο περισσότερων ΤΠΔ, ενώ μια ΤΠΔ είναι δυνατόν να καλύπτει περισσότερα του ενός υποσυστήματα.
2. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 46 για την προσαρμογή του παραρτήματος ΙΙ στην τεχνική πρόοδο όσον αφορά τον διαχωρισμό του σιδηροδρομικού συστήματος σε υποσυστήματα και την περιγραφή των εν λόγω υποσυστημάτων.
3. Τα σταθερά υποσυστήματα είναι σύμφωνα προς τις ΤΠΔ που ισχύουν κατά τη στιγμή της θέσης σε λειτουργία, της ανακαίνισης ή της αναβάθμισής τους σύμφωνα με την παρούσα οδηγία του πρώτου διορισμού κοινοποιημένου οργανισμού και, το αργότερο, κατά τη στιγμή χορήγησης των αδειών κατασκευής. Τα οχήματα συμμορφώνονται προς τις ΤΠΔ καιτους εθνικούς κανόνες που ισχύουν κατά τη στιγμή του πρώτου διορισμού κοινοποιημένου οργανισμού. Η εν λόγω συμμόρφωση διατηρείται συνεχώς καθ’ όλη τη χρήση κάθε υποσυστήματος. [Τροπολογία 42]
4. Κάθε ΤΠΔ:
α) προσδιορίζει το σκοπούμενο πεδίο εφαρμογής (τμήμα δικτύου ή οχήματα κατά το παράρτημα Ι, υποσύστημα ή μέρος υποσυστήματος κατά το παράρτημα II)·
β) προσδιορίζει τις βασικές απαιτήσεις του σχετικού υποσυστήματος και των διεπαφών του σε σχέση με άλλα υποσυστήματα·
γ) καθορίζει τις λειτουργικές και τεχνικές προδιαγραφές που πρέπει να πληρούνται από το υποσύστημα και τις διεπαφές του σε σχέση με άλλα υποσυστήματα. Εφόσον απαιτείται, οι εν λόγω προδιαγραφές μπορούν να διαφοροποιούνται ανάλογα με τη χρήση του υποσυστήματος·
δ) προσδιορίζει τα στοιχεία διαλειτουργικότητας και τις διεπαφές που πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ευρωπαϊκών προδιαγραφών, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών προτύπων, οι οποίες είναι αναγκαίες για να επιτευχθεί η διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος. Τούτο περιλαμβάνει τον προσδιορισμό των ανταλλακτικών που είναι δυνατόν να τυποποιηθούν σύμφωνα με το άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../... του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(16). Ο κατάλογος των ανταλλακτικών που είναι δυνατόν να τυποποιηθούν, συμπεριλαμβανομένων των υπαρχόντων ανταλλακτικών, συμπεριλαμβάνεται σε κάθε ΤΠΔ· [Τροπολογία 43]
ε) αναφέρει, σε κάθε υπό εξέταση περίπτωση, τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται για να αξιολογείται η συμμόρφωση ή η καταλληλότητα χρήσης των στοιχείων διαλειτουργικότητας αφενός, ή η επαλήθευση «ΕΚ» των υποσυστημάτων αφετέρου. Οι εν λόγω διαδικασίες βασίζονται στις ενότητες που ορίζονται στην απόφαση 2010/713/ΕΕ·
στ) περιγράφει τη στρατηγική εφαρμογής των ΤΠΔ. Ειδικότερα, είναι αναγκαίο να διευκρινίζονται τα διανυτέα στάδια για την προοδευτική μετάβαση από την υπάρχουσα κατάσταση στην τελική κατάσταση γενικευμένης τήρησης των ΤΠΔ συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού των προθεσμιών.κατά περίπτωση Το χρονοδιάγραμμα στο οποίο ορίζονται τα εν λόγω στάδια συνδέεται με την εκτίμηση του αναμενόμενου κόστους και οφέλους της υλοποίησής του, στην οποία αναφέρονται οι πιθανές επιπτώσεις για όλους τους φορείς εκμετάλλευσης και τους οικονομικούς παράγοντες· [Τροπολογία 44]
ζ) περιγράφει, για το οικείο προσωπικό, τις προϋποθέσεις από άποψη επαγγελματικών προσόντων και υγείας και ασφάλειας κατά την εργασία που απαιτούνται για τη λειτουργία και τη συντήρηση του υπόψη υποσυστήματος, καθώς και για την εφαρμογή των ΤΠΔ·
η) καθορίζει τις διατάξεις που ισχύουν για υφιστάμενα υποσυστήματα και τύπους οχημάτων, συγκεκριμένα σε περίπτωση αναβάθμισης και ανακαίνισης, με και χωρίς νέα έγκριση ή απόφαση θέσης σε λειτουργία·
θ) καθορίζει τις παραμέτρους που πρέπει να ελέγχει η σιδηροδρομική επιχείρηση και τις διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζονται για τον έλεγχο των εν λόγω παραμέτρων,ελέγχονται για να εξασφαλίζεται συμβατότητα μεταξύ των οχημάτων και των διαδρομών στις οποίες προβλέπεται να χρησιμοποιηθούν μετά την έκδοση της έγκρισης διάθεσης του οχήματος στην αγορά και πριν ληφθεί απόφαση θέσης σε λειτουργία· [Τροπολογία 45]
θα) υποδεικνύει τις ειδικές παραμέτρους που πρέπει να ελέγχονται και παρέχει λεπτομερείς πληροφορίες για την ανανέωση, τη βελτίωση ή την αντικατάσταση των ανταλλακτικών ή των στοιχείων διαλειτουργικότητας που πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 3. [Τροπολογία 46]
5. Κάθε ΤΠΔ καταρτίζεται αφού εξετασθεί το υπάρχον υποσύστημα και υποδεικνύει ένα στοχευμένο υποσύστημα που μπορεί να προκύψει προοδευτικά και εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Κατά τον τρόπο αυτό η βαθμιαία θέσπιση των ΤΠΔ και η τήρησή τους διευκολύνουν την σταδιακή επίτευξη της διαλειτουργικότητας του σιδηροδρομικού συστήματος εντός του χρονοδιαγράμματος.
6. Οι ΤΠΔ διαφυλάσσουν προσηκόντως τη συμβατότητα του υπάρχοντος σιδηροδρομικού συστήματος κάθε κράτους μέλους. Για το σκοπό αυτό μπορούν να προβλέπονται για κάθε ΤΠΔ ειδικές περιπτώσεις, τόσο σε θέματα δικτύου όσο και σε θέματα οχημάτων, και συγκεκριμένα για το περιτύπωμα, το εύρος τροχιάς ή το διάκενο μεταξύ των αξόνων των τροχιών, καθώς και των οχημάτων που προέρχονται από τρίτες χώρες ή με προορισμό τρίτες χώρες. Για κάθε ειδική περίπτωση οι ΤΠΔ καθορίζουν τις λεπτομέρειες εφαρμογής των στοιχείων των ΤΠΔ κατά την παράγραφο 4 στοιχεία γ) έως ζ).
7. Εάν ορισμένες τεχνικές παράμετροι οι οποίες αντιστοιχούν στις βασικές απαιτήσεις δεν είναι δυνατόν να καλυφθούν ρητώς από ΤΠΔ, τότε αυτές προσδιορίζονται σαφώς σε παράρτημα της ΤΠΔ ως ανοικτά σημεία.
8. Οι ΤΠΔ δεν αποκλείουν αποφάσεις των κρατών μελών σχετικά με τη χρήση των υποδομών για την κυκλοφορία οχημάτων μη διεπομένων από τις ΤΠΔ.
9. Στις ΤΠΔ είναι δυνατόν να γίνεται ρητή, σαφώς προσδιορισμένη παραπομπή σε ευρωπαϊκά ή διεθνή πρότυπα ή προδιαγραφές ή τεχνικά έγγραφα δημοσιευόμενα από τον Οργανισμό, όταν αυτό είναι απολύτως αναγκαίο για την υλοποίηση του στόχου της παρούσας οδηγίας. Στην περίπτωση αυτή, τα εν λόγω πρότυπα ή προδιαγραφές (ή τα σχετικά αποσπάσματά τους) ή τεχνικά έγγραφα θεωρούνται παραρτήματα της σχετικής ΤΠΔ και η εφαρμογή τους καθίσταται υποχρεωτική από τη στιγμή που τίθεται σε ισχύ η ΤΠΔ. Εάν δεν υπάρχουν τέτοια πρότυπα ή προδιαγραφές ή τεχνικά έγγραφα και εν αναμονή της κατάρτισής τους, είναι δυνατόν να γίνεται παραπομπή σε άλλα σαφώς καθορισμένα κανονιστικά έγγραφα τα οποία είναι ευκόλως προσιτά και κοινής χρήσεως.
Άρθρο 5
Εκπόνηση, έγκριση και αναθεώρηση των ΤΠΔ
1. Η Επιτροπή δίνει εντολή στον Οργανισμό να συντάξει ΤΠΔ και τις τροποποιήσεις τους και να υποβάλει τις κατάλληλες συστάσεις στην Επιτροπή.
1α. Κατά την κατάρτιση, έκδοση και αναθεώρηση κάθε ΤΠΔ, συμπεριλαμβανομένων των βασικών παραμέτρων, λαμβάνονται υπόψη το αναμενόμενο κόστος και όφελος όλων των εξεταζόμενων τεχνικών λύσεων, καθώς και οι μεταξύ τους διεπαφές, προκειμένου να καθοριστούν και να υλοποιηθούν οι πλέον βιώσιμες λύσεις. [Τροπολογία 47]
2. Κάθε σχέδιο ΤΠΔ εκπονείται στα ακόλουθα στάδια.
α) ο Οργανισμός προσδιορίζει τις θεμελιώδεις παραμέτρους για τη συγκεκριμένη ΤΠΔ, καθώς και τις διεπαφές με τα άλλα υποσυστήματα και όποιες άλλες ειδικές περιπτώσεις είναι αναγκαίο. Για καθεμία από αυτές τις παραμέτρους και διεπαφές εκτίθενται οι προσφορότερες εναλλακτικές λύσεις συνοδευόμενες από τεχνική και οικονομική αιτιολόγηση·
β) ο Οργανισμός καταρτίζει το σχέδιο ΤΠΔ με βάση αυτές τις θεμελιώδεις παραμέτρους. Ενδεχομένως, ο Οργανισμός λαμβάνει υπόψη την τεχνική πρόοδο, ήδη επιτελεσθείσες εργασίες τυποποίησης, ήδη συσταθείσες ομάδες εργασίας και αναγνωρισμένες ερευνητικές εργασίες.
Στο σχέδιο της ΤΠΔ επισυνάπτεται συνολική εκτίμηση του αναμενόμενου κόστους και οφέλους από την εφαρμογή των ΤΠΔ. Στην εκτίμηση αναφέρονται οι πιθανές επιπτώσεις για όλους τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς και παράγοντες, και λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι απαιτήσεις της οδηγίας .../.../ΕΕ [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]. Τα κράτη μέλη συμμετέχουν σε αυτήν την αξιολόγηση χορηγώντας, κατά περίπτωση, τα απαιτούμενα δεδομένα. [Τροπολογία 48]
3. Ο Οργανισμός, για να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στην τεχνολογία ή κοινωνικές απαιτήσεις, εκπονεί τις ΤΠΔ και τις τροποποιήσεις τους βάσει της κατά την παράγραφο 1 εντολής, σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 15 του κανονισμού (EΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για τον Οργανισμό] και τηρώντας τις αρχές της ευρύτητας, της συναίνεσης και της διαφάνειας, όπως ορίζει το παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (EΕ) αριθ. 1025/2012.
4. Τα κράτη μέλη τηρούνται τακτικά ενήμερα για τις εργασίες κατάρτισης των ΤΠΔ.Η επιτροπή του άρθρου 48 τηρείται τακτικά ενήμερη για τις εργασίες κατάρτισης των ΤΠΔ. Κατά τη διάρκεια των εργασιών αυτών η Επιτροπή μπορεί, εφόσον το ζητήσει η επιτροπή, να διατυπώνει οποιαδήποτε εντολή ή οποιαδήποτε ενδεδειγμένη σύσταση σχετικά με το σχεδιασμό των ΤΠΔ, καθώς και για την εκτίμηση κόστους και οφέλους. Ειδικότερα, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους, να ζητήσει να εξετασθούν εναλλακτικές λύσεις και να συμπεριληφθεί στη συνημμένη έκθεση στο σχέδιο ΤΠΔ η εκτίμηση κόστους και οφέλους των εν λόγω εναλλακτικών λύσεων. [Τροπολογία 49]
5. Όταν, για λόγους τεχνικής συμβατότητας, πρέπει να τεθούν ταυτόχρονα σε χρήση διάφορα υποσυστήματα, οι ημερομηνίες έναρξης ισχύος των αντίστοιχων ΤΠΔ πρέπει να συμπίπτουν.
6. Κατά την κατάρτιση, την έκδοση και την αναθεώρηση των ΤΠΔ λαμβάνεται υπόψη η γνώμη των χρηστών όσον αφορά τα χαρακτηριστικά που έχουν άμεση επίπτωση στις συνθήκες χρήσης των υποσυστημάτων από τους εν λόγω χρήστες. Προς τον σκοπό αυτό, κατά τις εργασίες κατάρτισης και αναθεώρησης των ΤΠΔ ο Οργανισμός διαβουλεύεται με τις ενώσεις και τους οργανισμούς εκπροσώπησης των χρηστών. Στο σχέδιο ΤΠΔ ο Οργανισμός επισυνάπτει έκθεση περί των αποτελεσμάτων των διαβουλεύσεων αυτών.
7. Σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για τον Οργανισμό] ο Οργανισμός καταρτίζει και επικαιροποιεί τακτικά κατάλογο των ενώσεων και οργανισμών χρηστών των οποίων πρέπει να ζητείται η γνώμη. Ο εν λόγω κατάλογος περιλαμβάνει απαραιτήτως αντιπροσωπευτικές ενώσεις και φορείς από όλα τα κράτη μέλη και είναι δυνατόν να επανεξετάζεται και να επικαιροποιείται κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους ή με πρωτοβουλία της Επιτροπής. [Τροπολογία 50]
8. Κατά την κατάρτιση, τη θέσπιση και την αναθεώρηση των ΤΠΔ, λαμβάνεται υπόψη η γνώμη των αντιπροσωπευτικών κοινωνικών εταίρων σε όλα τα κράτη μέλη όσον αφορά τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 4 στοιχείο ζ), καθώς και σε κάθε άλλη ΤΠΔ που επηρεάζει άμεσα ή έμμεσα το εμπλεκόμενο προσωπικό. Προς το σκοπό αυτό, ο Οργανισμός συμβουλεύεται τους κοινωνικούς εταίρους πριν υποβάλει στην Επιτροπή συστάσεις για ΤΠΔ και τις τροποποιήσεις τους. Η γνώμη των κοινωνικών εταίρων ζητείται στο πλαίσιο της επιτροπής κλαδικού διαλόγου που έχει συσταθεί δυνάμει της απόφασης 98/500/ΕΚ της Επιτροπής(17). Οι κοινωνικοί εταίροι διατυπώνουν τη γνώμη τους εντός τριών μηνών. [Τροπολογία 51]
9. Όταν η αναθεώρηση ΤΠΔ οδηγεί σε τροποποίηση των απαιτήσεων, η νέα έκδοση των ΤΠΔ πρέπει να εξασφαλίζει συμβατότητα με υποσυστήματα που έχουν ήδη τεθεί σε λειτουργία σύμφωνα με προηγούμενες εκδοχές των ΤΠΔ.
10. Ανατίθεται στην Επιτροπή να εκδώσει κατ’εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 46 για ΤΠΔ και τις τροποποιήσεις τους.
Όταν το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι, εξαιτίας αστοχιών σε ΤΠΔ σύμφωνα με το άρθρο 6, εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 47 για την έκδοση κατ’εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
Άρθρο 6
Ελλείψεις των ΤΠΔ
1. Εάν μετά την έκδοση μιας ΤΠΔ, διαπιστωθεί ότι είναι ελλιπής, η εν λόγω ΤΠΔ τροποποιείται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3.
2. Αναμένοντας την αναθεώρηση της ΤΠΔ, η Επιτροπή δύναται να ζητήσει γνωμοδότηση του Οργανισμού. Η Επιτροπή αναλύει την γνωμοδότηση του Οργανισμού και ενημερώνει τα κράτη μέλη για τα συμπεράσματά της.
3. Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, οι γνωμοδοτήσεις του Οργανισμού που αναφέρονται στην παράγραφο 2 αποτελούν αποδεκτά μέσα συμμόρφωσης για κάλυψη των βασικών απαιτήσεων και μπορούν συνεπώς να χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση έργων.
3α. Οποιοδήποτε μέλος του δικτύου φορέων εκπροσώπησης μπορεί να ενεργεί ως αιτών προκειμένου να ζητεί μέσω της Επιτροπής γνωμοδοτήσεις σχετικά με ελλείψεις στο πλαίσιο των ΤΠΔ. Ο αιτών ενημερώνεται σχετικά με τη ληφθείσα απόφαση. Η Επιτροπή παρέχει δέουσα αιτιολόγηση σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματος. [Τροπολογία 52]
Άρθρο 7
Μη εφαρμογή των ΤΠΔ
1. Επιτρέπεται στα κράτη μέλη να μην εφαρμόζουν μια ή περισσότερες ΤΠΔ ή μέρη αυτών στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) για προτεινόμενο νέο υποσύστημα ή μέρος αυτού για την ανακαίνιση ή την αναβάθμιση υφισταμένου υποσυστήματος ή μέρος αυτού ή για κάθε στοιχείο κατά το άρθρο 1 παράγραφος 1, το οποίο βρίσκεται σε προηγμένο στάδιο εξέλιξης ή αποτελεί αντικείμενο εκτελούμενης σύμβασης κατά την ημερομηνία εφαρμογής των εν λόγω ΤΠΔ·
β) όταν, μετά από ατύχημα ή φυσική καταστροφή, οι προϋποθέσεις ταχείας αποκατάστασης του δικτύου δεν επιτρέπουν τεχνικώς ή οικονομικώς τη μερική ή ολική εφαρμογή των αντίστοιχων ΤΠΔ· στην περίπτωση αυτή, η μη εφαρμογή των ΤΠΔ είναι περιορισμένης χρονικής διάρκειας·
γ) για οιαδήποτε προτεινόμενη ανανέωση, επέκταση ή αναβάθμιση υφιστάμενου υποσυστήματος ή μέρους αυτού, εφόσον η εφαρμογή των εν λόγω ΤΠΔ θα υποθήκευεέθετε σε σοβαρό κίνδυνο την οικονομική βιωσιμότητα του έργου. [Τροπολογία 53]
2. Στην περίπτωση της παραγράφου 1 στοιχείο α), εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος κάθε ΤΠΔ, κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή κατάλογο έργων που υλοποιούνται στην επικράτειά του τα οποία ευρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο εξέλιξης.
3. Σε όλες τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή το αίτημα μη εφαρμογής της ΤΠΔ, προσδιορίζοντας επίσης τις εναλλακτικές διατάξεις που σκοπεύει να εφαρμόσει το κράτος μέλος αντί των ΤΠΔ. Η Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων καθορίζει το περιεχόμενο του φακέλου που συνοδεύει το αίτημα για τη μη εφαρμογή μιας ή περισσότερων ΤΠΔ ή μερών τους, τις λεπτομέρειες, το μορφότυπο και τις λεπτομέρειες διαβίβασης του εν λόγω φακέλου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 3. Η Επιτροπή ελέγχει τον φάκελο, αναλύει τις εναλλακτικές διατάξεις που σκοπεύει να εφαρμόσει το κράτος μέλος αντί των ΤΠΔ, αποφασίζει αν θα δεχτεί ή όχι το αίτημα μη εφαρμογής της ΤΠΔ και ενημερώνει το κράτος μέλος για την απόφασή της.
4. Εν αναμονή της απόφασης της Επιτροπής το κράτος μέλος μπορεί να εφαρμόσει χωρίς καθυστέρηση τις εναλλακτικές διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3.
5. Η Επιτροπή αποφασίζει εντός τετραμήνου από την υποβολή του αιτήματος συνοδευόμενου από τον πλήρη φάκελο. Ελλείψει τέτοιας απόφασης, θεωρείται ότι το αίτημα έχει εγκριθεί.
6. Όλα τα κράτη μέλη ενημερώνονται για τα αποτελέσματα των αναλύσεων αυτών και για το αποτέλεσμα της διαδικασίας που προβλέπει η παράγραφος 3.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ
Άρθρο 8
Διάθεση στοιχείων διαλειτουργικότητας στην αγορά
1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε τα στοιχεία διαλειτουργικότητας:
α) να διατίθενται στην αγορά μόνον εφόσον επιτρέπουν την επίτευξη της διαλειτουργικότητας του σιδηροδρομικού συστήματος, τηρουμένων των βασικών απαιτήσεων·
β) να χρησιμοποιούνται στον τομέα χρήσης τους σύμφωνα με τον προορισμό τους βάσει του τομέα χρήσης που ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 27α και να εγκαθίστανται και να συντηρούνται δεόντως. [Τροπολογία 54]
Οι διατάξεις αυτές δεν αποτελούν κώλυμα για τη θέση στην αγορά αυτών των στοιχείων για άλλες εφαρμογές.
2. Τα κράτη μέλη δεν μπορούν, στο έδαφός τους και επικαλούμενα την παρούσα οδηγία, να απαγορεύουν, να περιορίζουν ή να εμποδίζουν την τοποθέτηση στην αγορά στοιχείων διαλειτουργικότητας προοριζομένων να χρησιμοποιηθούν στο σιδηροδρομικό σύστημα, εφόσον αυτά πληρούν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας. Ειδικότερα, δεν μπορούν να απαιτούν τη διενέργεια ελέγχων που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας για τη δήλωση «ΕΚ» συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης.
Ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να απαγορεύει, να περιορίζει ή να εμποδίζει τη θέση σε λειτουργία στοιχείων διαλειτουργικότητας των οποίων ο τομέας χρήσης σύμφωνα με τον προορισμό τους έχει αναγνωρισθεί, εφόσον ο εν λόγω τομέας βρίσκεται στην επικράτειά του. [Τροπολογία 55]
Η Επιτροπή θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων,Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα μετο άρθρο 46 σχετικά με το πεδίο εφαρμογής και το περιεχόμενο της δήλωσης ΕK συμμόρφωσης και καταλληλότητας χρήσης των στοιχείων διαλειτουργικότητας, το μορφότυπό της και τις λεπτομέρειες για τις πληροφορίες που περιλαμβάνει. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης η οποία αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 3. [Τροπολογία 56]
2α. Η Επιτροπή θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τον μορφότυπο και τις λεπτομέρειες των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στη δήλωση ΕΚ σχετικά με τη συμμόρφωση και καταλληλότητα χρήσης των στοιχείων διαλειτουργικότητας.Αυτές οι εκτελεστικές πράξεις θεσπίζονται σύμφωνα με την διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 48 παράγραφος 3. [Τροπολογία 57]
Άρθρο 9
Πιστότητα ή καταλληλότητα χρήσης
1. Τα κράτη μέλη και ο Οργανισμός θεωρούν ότι είναι διαλειτουργικά και ικανοποιούν τις βασικές απαιτήσεις τα στοιχεία διαλειτουργικότητας που καλύπτονται από δήλωση «ΕΚ» συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης.
2. Κάθε στοιχείο διαλειτουργικότητας υποβάλλεται στη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και της καταλληλότητας χρήσης που εμφαίνεται στην αντίστοιχη ΤΠΔ και συνοδεύεται από τη σχετική δήλωση.
3. Τα κράτη μέλη και ο Οργανισμός κρίνουν ότι κάποιο στοιχείο διαλειτουργικότητας πληροί τις βασικές απαιτήσεις εφόσον είναι σύμφωνο με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στις αντίστοιχες ΤΠΔ ή τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές που έχουν συνταχθεί για τη συμμόρφωση προς τις εν λόγω προϋποθέσεις.
4. Ανταλλακτικά υποσυστημάτων που έχουν ήδη τεθεί σε λειτουργία κατά την έναρξη ισχύος των αντίστοιχων ΤΠΔ επιτρέπεται να εγκαθίστανται στα υποσυστήματα αυτά χωρίς να χρειάζεται να υποβληθούν στη διαδικασία της παραγράφου 2.
5. Οι ΤΠΔ ενδέχεται να προβλέπουν μεταβατική περίοδο για τα προϊόντα σιδηροδρόμων τα οποία οι ΤΠΔ προσδιορίζουν ως στοιχεία διαλειτουργικότητας και έχουν ήδη διατεθεί στην αγορά όταν αυτές αρχίζουν να ισχύουν. Τα στοιχεία αυτά πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 8 παράγραφος 1.
Άρθρο 10
Διαδικασία για τη δήλωση συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης «ΕΚ»
1. Για να συντάξει τη δήλωση «ΕΚ» συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης ενός στοιχείου διαλειτουργικότητας, ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Ένωση αντιπρόσωπός του εφαρμόζει τις διατάξεις που προβλέπονται από τις σχετικές ΤΠΔ.
2. Όταν απαιτείται βάσει της αντίστοιχης ΤΠΔ, η αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή της καταλληλότητας χρήσης στοιχείου διαλειτουργικότητας πραγματοποιείται από τον κοινοποιημένο οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης στον οποίο έχει υποβάλει σχετική αίτηση ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Ένωση αντιπρόσωπός του.
3. Όταν τα στοιχεία διαλειτουργικότητας αποτελούν αντικείμενο άλλων οδηγιών της Ένωσης που αφορούν άλλες πτυχές, η δήλωση «ΕΚ» συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης αναφέρει, στην περίπτωση αυτή, ότι τα στοιχεία διαλειτουργικότητας ανταποκρίνονται και στις απαιτήσεις αυτών των άλλων οδηγιών.
4. Εάν ούτε ο κατασκευαστής ούτε ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του έχουν τηρήσει τις υποχρεώσεις των παραγράφων 1 και 3, οι υποχρεώσεις αυτές βαρύνουν κάθε άλλον που διαθέτει το στοιχείο διαλειτουργικότητας στην αγορά. Τις ίδιες υποχρεώσεις υπέχει και κάθε πρόσωπο που συναρμολογεί στοιχεία διαλειτουργικότητας ή μέρος αυτών, διαφόρων προελεύσεων, ή κατασκευάζει στοιχεία διαλειτουργικότητας για ιδία χρήση, σε ό,τι αφορά την παρούσα οδηγία.
5. Προκειμένου να αποφευχθεί η διάθεση στην αγορά μη συμμορφούμενων στοιχείων διαλειτουργικότητας και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 11:
α) κάθε διαπίστωση κράτους μέλους ότι έχει εκδοθεί παρατύπως δήλωση «ΕΚ» συμμόρφωσης συνεπάγεται για τον κατασκευαστή ή αντιπρόσωπό του εγκατεστημένο στην Ένωση την υποχρέωση να αποκαθιστά εφόσον είναι αναγκαίο, τη συμμόρφωση του στοιχείου διαλειτουργικότητας και να μεριμνά για την παύση της παράβασης, υπό τους όρους που καθορίζει το συγκεκριμένο κράτος μέλος·
β) αν η μη συμμόρφωση συνεχιστεί, το κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα για να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη διάθεση του σχετικού στοιχείου διαλειτουργικότητας στην αγορά ή να εξασφαλίσει την απόσυρσή του από την αγορά σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου 11.
Άρθρο 11
Μη συμμόρφωση των στοιχείων διαλειτουργικότητας προς τις βασικές απαιτήσεις
1. Εφόσον κράτος μέλος διαπιστώσει ότι ένα στοιχείο διαλειτουργικότητας, το οποίο συνοδεύεται από τη δήλωση «ΕΚ» συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης, έχει διατεθεί στην αγορά και χρησιμοποιείται σύμφωνα με τον προορισμό του, ενδέχεται να μην ικανοποιεί τις βασικές απαιτήσεις, λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο για να περιορίσει το πεδίο εφαρμογής του ή να απαγορεύσει τη χρήση του ή να το αποσύρει ή να το αποσύρει από την αγορά. Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα υπόλοιπα κράτη μέλη για τα μέτρα που λαμβάνει και αναφέρει τους λόγους της απόφασής του, διευκρινίζοντας, ιδίως, εάν η έλλειψη συμμόρφωσης προκύπτει από:
α) μη τήρηση των βασικών απαιτήσεων·
β) κακή εφαρμογή των ευρωπαϊκών προδιαγραφών, στην περίπτωση ισχυρισμού ότι εφαρμόζονται οι εν λόγω προδιαγραφές·
γ) ανεπάρκεια των ευρωπαϊκών προδιαγραφών.
2. Η Επιτροπή διαβουλεύεταιΟ Οργανισμός αρχίζει, κατόπιν εντολής της Επιτροπής χωρίς καθυστέρηση και οπωσδήποτε εντός 20 ημερών τη διαδικασία διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη, το συντομότερο δυνατόν. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει, Μετά τη διαβούλευση αυτή, ότιο Οργανισμός διαπιστώνει εάν το μέτρο είναι δικαιολογημένο.,Ο Οργανισμός ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή, το κράτος μέλος το οποίο έλαβε τηντη σχετική πρωτοβουλία. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει, μετά τη διαβούλευση αυτή, ότι το μέτρο είναι αδικαιολόγητο, ενημερώνει αμέσως το κράτος μέλος το οποίο έλαβε την πρωτοβουλία καθώς και τον κατασκευαστή ή τον εγκατεστημένο στην Ένωση αντιπρόσωπό του. [Τροπολογία 58]
3. Όταν για στοιχείο διαλειτουργικότητας συνοδευόμενο από δήλωση «ΕΚ» συμμόρφωσης αποδειχθεί ότι η συμμόρφωση δεν υφίσταται, το αρμόδιο κράτος μέλος λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα έναντι οιουδήποτε εξέδωσε τη δήλωση και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.
4. Η Επιτροπή μεριμνά ώστε τα κράτη μέλη να τηρούνται ενήμερα σχετικά με την εξέλιξη και τα αποτελέσματα της διαδικασίας αυτής. [Τροπολογία 59]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΥΠΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Άρθρο 12
Ελεύθερη κυκλοφορία υποσυστημάτων
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Κεφαλαίου V, δεν επιτρέπεται στα κράτη μέλη, στην επικράτειά τους και για λόγους που αφορούν την παρούσα οδηγία, να απαγορεύουν, να περιορίζουν ή να παρακωλύουν την κατασκευή, τη θέση σε λειτουργία και την λειτουργία δομικών υποσυστημάτων του σιδηροδρομικού συστήματος τα οποία πληρούν τις βασικές απαιτήσεις. Ειδικότερα, δεν μπορούν να απαιτούν τη διενέργεια επαληθεύσεων που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί:
α) είτε στο πλαίσιο της διαδικασίας για την έκδοση της δήλωσης «ΕΚ» επαλήθευσης,
β) ή σε άλλα κράτη μέλη, πριν ή μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, προκειμένου να επαληθεύσουν τη συμμόρφωση προς τις ίδιες απαιτήσεις σε ίδιες συνθήκες λειτουργίας.
Άρθρο 13
Συμμόρφωση προς τις ΤΠΔ και τους εθνικούς κανόνες
1. Τα κράτη μέλη και ο Οργανισμός θεωρούν διαλειτουργικά και σύμφωνα προς τις σχετικές βασικές απαιτήσεις τα δομικά υποσυστήματα του σιδηροδρομικού συστήματος τα οποία συνοδεύονται, κατά περίπτωση, από τη δήλωση «ΕΚ» επαλήθευσης, που έχει εκδοθεί βάσει των ΤΠΔ σύμφωνα με το άρθρο 15 ή από δήλωση επαλήθευσης που έχει εκδοθεί βάσει των κοινοποιημένων εθνικών κανόνων σύμφωνα με το άρθρο 15α, ή βάσει και των δύο. [Τροπολογία 60]
2. Τηρουμένων των βασικών απαιτήσεων, η επαλήθευση της διαλειτουργικότητας ενός δομικού υποσυστήματος του σιδηροδρομικού συστήματος γίνεται κατ' αναφορά προς τις ΤΠΔ, και τους εθνικούς κανόνες που έχουν κοινοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3. [Τροπολογία 61]
2α. Η απόφαση για τη χορήγηση έγκρισης βασίζεται σε εκείνες τις ΤΠΔ και τους κοινοποιηθέντες εθνικούς κανόνες που ίσχυαν κατά τη χρονική στιγμή υποβολής της αίτησης. [Τροπολογία 62]
3. Τα κράτη μέλη καταρτίζουν, για κάθε υποσύστημα, κατάλογο των εθνικών κανόνων που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή των βασικών απαιτήσεων και/ή των αποδεκτών εθνικών μέσων συμμόρφωσης στις εξής περιπτώσεις: [Τροπολογία 63]
α) όταν οι ΤΠΔ δεν καλύπτουν πλήρως ορισμένες πτυχές που αντιστοιχούν σε βασικές απαιτήσεις (ανοικτά σημεία)·
β) όταν έχει κοινοποιηθεί μη εφαρμογή μιας ή περισσότερων ΤΠΔ ή μερών τους δυνάμει του άρθρου 7·
γ) όταν λόγω ειδικής περιπτώσεως απαιτείται η εφαρμογή τεχνικών κανόνων που δεν περιέχονται στην οικεία ΤΠΔ·
δ) όταν χρησιμοποιούνται εθνικοί κανόνες για την περιγραφή υφιστάμενων συστημάτων·
δα) όταν τα δίκτυα και τα οχήματα δεν καλύπτονται από τις ΤΠΔ· [Τροπολογία 64]
δβ) για ειδικούς λόγους ασφάλειας σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, υπό την προϋπόθεση ότι οι λόγοι αυτοί έχουν τεκμηριωθεί και με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων του Οργανισμού. [Τροπολογία 65]
4. Τα κράτη μέλη ορίζουν τους οργανισμούς που είναι αρμόδιοι να εκδίδουν, στην περίπτωση αυτών των τεχνικών κανόνων, την δήλωση ΕK επαλήθευσης κατά το άρθρο 15.
Άρθρο 14
Εθνικοί κανόνες
1. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στον Οργανισμό τον κατάλογο των χρησιμοποιουμένων εθνικών κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφο 3 στις ακόλουθες περιπτώσεις: [Τροπολογία 66]
α) κάθε φορά που τροποποιείται ο κατάλογος των κανόνων· ή [Τροπολογία 67]
β) μετά την υποβολή αιτήματοςόταν υποβάλλεται αίτημα μη εφαρμογής της ΤΠΔ σύμφωνα με το άρθρο 7· [Τροπολογία 68]
γ) μετά τη δημοσίευση της οικείας ΤΠΔ ή την αναθεώρησή της, με στόχο την άρση των εθνικών κανόνων που έχουν καταστεί περιττοί λόγω κάλυψης ανοικτών σημείων στις ΤΠΔ·
γα) όταν ο εθνικός κανόνας/οι εθνικοί κανόνες δεν έχει/έχουν κοινοποιηθεί έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 69]
1α. Έναν μήνα μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή όλους τους υφιστάμενους εθνικούς κανόνες που δεν είχαν κοινοποιηθεί έως την εν λόγω ημερομηνία. [Τροπολογία 70]
2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν το πλήρες κείμενο των υφιστάμενων εθνικών κανόνων στον Οργανισμό και την Επιτροπή χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα εργαλεία πληροφορικής σύμφωνα με το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για τον Οργανισμό]. [Τροπολογία 71]
3. Τα κράτη μέλη δύνανται να καθορίζουν νέους εθνικούς κανόνες μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) όταν μια ΤΠΔ δεν καλύπτει πλήρως τις βασικές απαιτήσεις·
β) ως επείγον προληπτικό μέτρο, ιδίως μετά από ατύχημα.
4. Εάν κράτος μέλος σκοπεύει να προχωρήσει στην εισαγωγή νέου εθνικού κανόνα, κοινοποιείυποβάλλει το σχέδιο προς εξέταση στον Οργανισμό και στην Επιτροπή, τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από την προγραμματισμένη θέση σε ισχύ του προτεινόμενου νέου κανόνα, αναφέροντας τον λόγο της εισαγωγής του, σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../... [κανονισμός για τον Οργανισμό], χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα εργαλεία πληροφορικής σύμφωνα με το άρθρο 23 του εν λόγω κανονισμού. [Τροπολογία 72]
4α. Κατά την κοινοποίηση κάποιου υφιστάμενου ή νέου κανόνα, τα κράτη μέλη αποδεικνύουν ότι ο εν λόγω κανόνας είναι αναγκαίος για την εκπλήρωση κάποιας απαίτησης που δεν καλύπτεται ήδη από τη συναφή ΤΠΔ. Τα κράτη μέλη δεν επιτρέπεται να κοινοποιούν εθνικούς κανόνες χωρίς να αιτιολογούν την αναγκαιότητά τους.
Ο Οργανισμός διαθέτει διάστημα δύο μηνών ώστε να εξετάσει το σχέδιο κανόνα και να διατυπώσει σύσταση προς την Επιτροπή. Η Επιτροπή εκδίδει θετική ή αρνητική απόφαση σχετικά με το σχέδιο κανόνα. Αποκλειστικά και μόνο σε περίπτωση προληπτικών μέτρων έκτακτης ανάγκης, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν και να εφαρμόζουν αμέσως νέο κανόνα, ο οποίος έχει ισχύ δύο μηνών. Όταν ο εν λόγω κανόνας αφορά περισσότερα κράτη μέλη, η Επιτροπή, σε συνεργασία με τον Οργανισμό και τις εθνικές αρχές ασφάλειας, προβαίνει στην εναρμόνιση του κανόνα σε επίπεδο Ένωσης. [Τροπολογία 73]
5. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικοί κανόνες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που καλύπτουν τις διεπαφές μεταξύ οχημάτων και δικτύου, διατίθενται δωρεάν και σε γλώσσα ευνόητη από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.
6. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην κοινοποιήσουν κανόνες και περιορισμούς αυστηρά τοπικού χαρακτήρα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη μνημονεύουν τους εν λόγω κανόνες και περιορισμούς στα μητρώα υποδομής του άρθρου 45.
7. Οι εθνικοί κανόνες που κοινοποιούνται βάσει του παρόντος άρθρου δεν υπόκεινται στη διαδικασία κοινοποίησης βάσει της οδηγίας 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(18).
8. Η Επιτροπή θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, την ταξινόμηση των κοινοποιημένων εθνικών κανόνων σε διάφορες ομάδες με στόχο τη διαποδοχή τους σε διαφορετικά κράτη μέλη και προκειμένου να διευκολύνονται οι έλεγχοι συμβατότητας μεταξύ σταθερού και κινητού εξοπλισμού: Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις θεσπίζονται σύμφωνα με την διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 48 παράγραφος 3. Ο Οργανισμός ταξινομεί, σύμφωνα με τις εν λόγω εκτελεστικές πράξεις, τους εθνικούς κανόνες που κοινοποιούνται σύμφωνα με το παρόν άρθρο και δημοσιοποιεί το αντίστοιχο μητρώο. Στο μητρώο περιλαμβάνονται επίσης τυχόν αποδεκτά εθνικά μέσα συμμόρφωσης. [Τροπολογία 74]
Ο Οργανισμός ταξινομεί σύμφωνα με τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο τους εθνικούς κανόνες που έχουν κοινοποιηθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
9. Τα σχέδια εθνικών κανόνων και οι ισχύοντες εθνικοί κανόνες αποτελούν αντικείμενο εξέτασης από τον Οργανισμό σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στα άρθρα 21 και 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για τον Οργανισμό].
Άρθρο 15
Διαδικασία για τη σύνταξη της δήλωσης «ΕΚ» επαλήθευσης
1. Για τη σύνταξη της δήλωσης «ΕΚ» επαλήθευσης, ο αιτών ζητά από τον κοινοποιημένο οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης που έχει επιλέξει για το σκοπό αυτό να κινήσει τη διαδικασία «ΕΚ» επαλήθευσης. Ο αιτών μπορεί να είναι ο αναθέτων φορέας ή ο κατασκευαστής ή αντιπρόσωπός του στην Ένωση.
2. Η αποστολή του κοινοποιημένου οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ο οποίος είναι επιφορτισμένος με τον έλεγχο «ΕΚ» ενός υποσυστήματος, αρχίζει από το στάδιο του σχεδίου και καλύπτει ολόκληρη την περίοδο της κατασκευής μέχρι το στάδιο της παραλαβής πριν τεθεί σε λειτουργία το υποσύστημα. Δύναται να Καλύπτει επίσης την επαλήθευση των διεπαφών του υποσυστήματος αυτού με το σύστημα στο οποίο ενσωματώνεται, βάσει των πληροφοριών που περιέχονται στη σχετική ΤΠΔ και στα μητρώα των άρθρων 44 και 45. [Τροπολογία 75]
3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι υπεύθυνος για την κατάρτιση του τεχνικού φακέλου που πρέπει να συνοδεύει τη δήλωση επαλήθευσης «ΕΚ». Ο τεχνικός φάκελος περιέχει όλα τα αναγκαία έγγραφα τα σχετικά με τα χαρακτηριστικά του υποσυστήματος, καθώς και, κατά περίπτωση, όλα τα δικαιολογητικά από τα οποία προκύπτει η πιστότητα των στοιχείων διαλειτουργικότητας. Επίσης περιέχει όλα τα στοιχεία που αφορούν τις προϋποθέσεις και τα όρια χρήσης, τις οδηγίες τρέχουσας εξυπηρέτησης, συνεχούς ή περιοδικής επιτήρησης, ρύθμισης και συντήρησης.
4. Κάθε τροποποίηση του τεχνικού φακέλου που αναφέρεται στην παράγραφο 3 που έχει επιπτώσεις στους διενεργούμενους ελέγχουςαναβάθμιση συνεπάγεται την ανάγκη έκδοσης νέας δήλωσης «ΕΚ» ελέγχουεπαλήθευσης «ΕΚ». [Τροπολογία 76]
5. Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης μπορεί να εκδίδει προσωρινές δηλώσεις επαλήθευσης για την κάλυψη ορισμένων σταδίων της διαδικασίας ελέγχου ή ορισμένων μερών του υποσυστήματος. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζται οι διαδικασίες ελέγχου που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 7 στοιχείο α).
6. Εάν το επιτρέπουν οι αντίστοιχες ΤΠΔ, ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης μπορεί να εκδίδει πιστοποιητικά συμμόρφωσης για σειρά υποσυστημάτων ή για ορισμένα μέρη των υποσυστημάτων αυτών.
7. Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καθορίζει:
α) τις διαδικασίες επαλήθευσης για τα υποσυστήματα, συμπεριλαμβανομένων των γενικών αρχών, του περιεχομένου, της διαδικασίας και των εγγράφων που σχετίζονται με τη διαδικασία ελέγχου «ΕΚ» και τη διαδικασία ελέγχου σε περίπτωση εθνικών κανόνων·
β) τα υποδείγματα για την δήλωση ελέγχου «ΕΚ» και τη δήλωση ελέγχου σε περίπτωση εθνικών κανόνων και τα υποδείγματα για έγγραφα του τεχνικού φακέλου που οφείλει να συνοδεύει τη δήλωση ελέγχου·
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης η οποία αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 3. [Τροπολογία 78]
7α. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 46 προκειμένου να καθορίζει τις διαδικασίες επαλήθευσης για τα υποσυστήματα, συμπεριλαμβανομένων των γενικών αρχών, του περιεχομένου, της διαδικασίας και των εγγράφων που σχετίζονται με τη διαδικασία επαλήθευσης «ΕΚ» και τη διαδικασία επαλήθευσης όταν πρόκειται για εθνικούς κανόνες. [Τροπολογία 79]
7β. Η Επιτροπή καταρτίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων τα υποδείγματα για τη δήλωση επαλήθευσης «ΕΚ» και τη δήλωση επαλήθευσης όταν πρόκειται για εθνικούς κανόνες, καθώς και τα υποδείγματα για έγγραφα του τεχνικού φακέλου που οφείλει να συνοδεύει τη δήλωση επαλήθευσης·
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης η οποία αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 3. [Τροπολογία 80]
Άρθρο 15α
Διαδικασία για την κατάρτιση της δήλωσης επαλήθευσης όταν πρόκειται για εθνικούς κανόνες
Οι διαδικασίες για την κατάρτιση της δήλωσης επαλήθευσης «ΕΚ» που ορίζονται στο άρθρο 15 εφαρμόζονται επίσης, κατά περίπτωση, για την κατάρτιση δήλωσης επαλήθευσης όταν πρόκειται για εθνικούς κανόνες.
Τα κράτη μέλη ορίζουν τους φορείς που θα είναι αρμόδιοι για την εφαρμογή της διαδικασίας επαλήθευσης όταν πρόκειται για εθνικούς κανόνες, σύμφωνα με το Κεφάλαιο VI. [Τροπολογία 77]
Άρθρο 16
Μη συμμόρφωση των υποσυστημάτων προς τις βασικές απαιτήσεις
1. Όταν κράτος μέλος διαπιστώσει ότι διαρθρωτικό υποσύστημα, συνοδευόμενο από δήλωση επαλήθευσης «ΕΚ» μαζί με τον τεχνικό φάκελο, δεν πληροί εξ ολοκλήρου τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και, ιδίως, τις βασικές απαιτήσεις, μπορεί να ζητεί τη διενέργεια συμπληρωματικών ελέγχων.
2. Το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή σχετικά με τις συμπληρωματικές επαληθεύσεις που ζήτησε, αναφέροντας τους λόγους που τις δικαιολογούν. Η Επιτροπή αρχίζει διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη.
3. Το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα αναφέρει αν η αδυναμία πλήρους συμμόρφωσης προς την παρούσα οδηγία οφείλεται:
α) σε μη τήρηση βασικών απαιτήσεων ή μιας ΤΠΔ, ή σε ελλιπή εφαρμογή ΤΠΔ. Στην περίπτωση αυτή η Επιτροπή ενημερώνει αμέσως το κράτος μέλος στο οποίο εδρεύει εκείνος ο οποίος εξέδωσε αντικανονικά τη δήλωση επαλήθευσης «ΕΚ» και ζητεί από το εν λόγω κράτος μέλος να λάβει τα ενδεδειγμένα μέτρα·
β) σε ανεπάρκεια κάποιας ΤΠΔ. Στην περίπτωση αυτή ισχύει η διαδικασία τροποποίησης της ΤΠΔ, κατά το άρθρο 6.
Άρθρο 17
Τεκμήριο συμμόρφωσης
Τα στοιχεία διαλειτουργικότητας και τα υποσυστήματα που είναι σύμφωνα με τα εναρμονισμένα πρότυπα ή προς μέρη αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεκμαίρεται ότι είναι σύμφωνα με τις βασικές απαιτήσεις των εν λόγω προτύπων ή μερών τους, όπως προβλέπονται στο παράρτημα ΙΙΙ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΔΙΑΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΚΑΙ ΘΕΣΗ ΣΕ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Άρθρο 18
Θέση σταθερών εγκαταστάσεων σε λειτουργία
1. Τα υποσυστήματα παρατρόχιου ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης, ενέργειας και υποδομής μπορούν να τίθενται σε λειτουργία μόνον εάν έχουν σχεδιαστεί, κατασκευαστεί και εγκατασταθεί κατά τρόπο που να πληρούν τις βασικές απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΙΙ, και έχει ληφθεί η σχετική έγκριση σύμφωνα με την παράγραφο 2.
2. Κάθε εθνική αρχή ασφάλειας εγκρίνει την θέση σε λειτουργία των υποσυστημάτων ενέργειας και υποδομής και υποσυστημάτων παρατρόχιου ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης, διαφορετικών από το Ευρωπαϊκό Σύστημα Διαχείρισης της Σιδηροδρομικής Κυκλοφορίας (ERTMS), που βρίσκονται ή λειτουργούν στο έδαφος που ανήκει στην δικαιοδοσία του αντίστοιχου κράτους μέλους. Οι εθνικές αρχές ασφάλειας λαμβάνουν υπόψη τους τη γνώμη του Οργανισμού όταν πρόκειται για διαδρόμους των ΔΕΔ-Μ ή διασυνοριακά τμήματα.
Ο Οργανισμός εγκρίνει διασυνοριακές υποδομές με έναν μόνο διαχειριστή υποδομής. [Τροπολογία 81]
Ο Οργανισμός εκδίδει αποφάσεις με τις οποίες εγκρίνεται η θέση σε λειτουργία των υποσυστημάτων παρατρόχιου ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης που βρίσκονται ή λειτουργούν σε ολόκληρη τηνεγκρίνει το ERTMS σε στενή συνεργασία με τις εθνικές αρχές ασφάλειας. Πριν από την έγκριση του ERTMS από τον οργανισμό είναι αρμόδια η εθνική αρχή ασφάλειας για τη λειτουργική συμβατότητα με τα εθνικά δίκτυα. Ο Οργανισμός εξασφαλίζει την ενιαία εφαρμογή του ERTMS στην Ένωση. [Τροπολογία 82]
Στην περίπτωση του ERTMS, ο Οργανισμός διαβουλεύεται με την ενδιαφερόμενη εθνική αρχή ασφάλειας εντός ενός μηνός από την παραλαβή της λήρους αίτησης έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η συνεκτική ανάπτυξη του ERTMS στην Ένωση. Η εθνική αρχή ασφάλειας εκδίδει γνωμοδότηση προς τον Οργανισμό όσον αφορά την τεχνική και λειτουργική συμβατότητα του υποσυστήματος με τα οχήματα που προορίζονται να κυκλοφορούν στο σχετικό τμήμα του δικτύου εντός δύο μηνών. Ο Οργανισμός λαμβάνει υπόψη αυτή τη γνωμοδότηση, κατά το δυνατόν, πριν από την έκδοση της έγκρισης και, σε περίπτωση διαφωνίας, ενημερώνει την εθνική αρχή ασφάλειας αναφέροντας τους σχετικούς λόγους. Το παρόν άρθρο δεν θίγει τις υποχρεώσεις του Οργανισμού ως αρχής συστήματος, βάσει του κεφαλαίου VI του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για τον Οργανισμό].
Όταν ο Οργανισμός διαφωνεί με κάποια αρνητική αξιολόγηση που έχει διενεργηθεί από εθνική αρχή ασφάλειας, ενημερώνει σχετικά την εν λόγω αρχή αιτιολογώντας τη διαφωνία του. Ο Οργανισμός και η εθνική αρχή ή οι εθνική αρχή ασφάλειας συνεργάζονται με σκοπό τη διενέργεια αμοιβαίως αποδεκτής αξιολόγησης. Εφόσον είναι αναγκαίο, σύμφωνα με απόφαση του Οργανισμού και της εθνικής αρχής ασφάλειας, συμμετέχει στη διαδικασία και ο αιτών. Εάν δεν υπάρξει συμφωνία για τη διενέργεια αμοιβαίως αποδεκτής αξιολόγησης εντός ενός μηνός από την ημερομηνία κατά την οποία ο Οργανισμός γνωστοποιεί τη διαφωνία του στην εθνική αρχή ασφάλειας, ο Οργανισμός λαμβάνει την τελική του απόφαση, εκτός εάν η εθνική αρχή έχει παραπέμψει το ζήτημα για διαιτησία στο συμβούλιο προσφυγών το οποίο έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για τον Οργανισμό]. Η Επιτροπή Προσφυγών αποφασίζει αν θα επιβεβαιώσει το σχέδιο απόφασης του Οργανισμού εντός μηνός από την υποβολή του αιτήματος της εθνικής αρχής ασφάλειας.
Οποιαδήποτε απόφαση απόρριψης του αιτήματος σχετικά με την έγκριση της θέσης σταθερών εγκαταστάσεων σε λειτουργία τεκμηριώνεται δεόντως από τον Οργανισμό. Ο αιτών μπορεί, εντός ενός μηνός από την παραλαβή της απορριπτικής απόφασης, να υποβάλει στον Οργανισμό αίτημα αναθεώρησης της απόφασής του. Το αίτημα αυτό συνοδεύεται από αιτιολόγηση. Ο Οργανισμός διαθέτει προθεσμία δύο μηνών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος αναθεώρησης για την επιβεβαίωση ή την ανάκληση της απόφασής του. Εάν επιβεβαιωθεί η απορριπτική απόφαση του Οργανισμού, ο αιτών δύναται να προσφύγει στο συμβούλιο προσφυγών που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… (κανονισμός για τον Οργανισμό). [Τροπολογία 83]
Ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας παρέχουν λεπτομερή καθοδήγηση για τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνονται οι εγκρίσεις που αναφέρονται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο. Στους αιτούντες παρέχεται δωρεάν έγγραφο που περιγράφει και επεξηγεί τις απαιτήσεις για τις εν λόγω εγκρίσεις και απαριθμεί τα απαιτούμενα έγγραφα. Ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας συνεργάζονται όσον αφορά την διάδοση των εν λόγω πληροφοριών.
3. Προκειμένου να εγκρίνει την θέση σε λειτουργία των υποσυστημάτων της παραγράφου 1, η εθνική αρχή ασφάλειας ή ο Οργανισμός, ανάλογα της περίπτωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, συγκεντρώνει αποδείξεις σχετικά με:
α) τη δήλωση ΕK ελέγχου·
β) την τεχνική συμβατότητα των εν λόγω υποσυστημάτων με το σύστημα στο οποίο ενσωματώνονται, η οποία αποδεικνύεται βάσει των σχετικών ΤΠΔ, εθνικών κανόνων και μητρώων·
γ) την ασφαλή ενσωμάτωση των εν λόγω υποσυστημάτων, τα οποία στηρίζονται στις σχετικές ΤΠΔ, τους εθνικούς κανόνες, μητρώα και τις κοινές μεθόδους ασφαλείας που καθορίζονται στο άρθρο 6 της οδηγίας …/…/ΕΕ [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]·
γα) τη δήλωση επαλήθευσης όταν πρόκειται για εθνικούς κανόνες. [Τροπολογία 84]
Εντός ενός μηνός από την παραλαβή του αιτήματος του αιτούντα, ο Οργανισμός ή η εθνική αρχή ασφάλειας, ανάλογα με την εκάστοτε αρμόδια αρχή, ενημερώνει τον αιτούντα ότι ο φάκελος είναι πλήρης ή ζητεί σχετικές συμπληρωματικές πληροφορίες, ορίζοντας εύλογη προθεσμία για τη προσκόμισή τους. [Τροπολογία 85]
4. Σε περίπτωση ανανέωσης ή αναβάθμισης υφιστάμενων υποσυστημάτων, ο αιτών υποβάλλει φάκελο περιγραφής του έργου στην εθνική αρχή ασφάλειας (για τα υποσυστήματα ενέργειας και υποδομής και παρατρόχιου ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης διαφορετικά από το ERTMS) ή στον Οργανισμό (για τα υποσυστήματα παρατρόχιου ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης το ERTMS και διασυνοριακές υποδομές με έναν μόνο διαχειριστή υποδομής), φάκελο περιγραφής του έργου. Η εθνική αρχή ασφάλειας ή ο Οργανισμός εξετάζουν τον εν λόγω φάκελο και αποφασίζουν, βάσει των κριτηρίων της παραγράφου 5, εάν απαιτείται νέα έγκριση θέσης σε λειτουργία. Η εθνική αρχή ασφάλειας και ο Οργανισμός λαμβάνουν τις αποφάσεις τους εντός προκαθορισμένου εύλογου χρόνου, και σε κάθε περίπτωση εντός τετραμήνουτριμήνου από την παραλαβή όλων των σχετικών πληροφοριών. [Τροπολογία 86]
5. Σε περίπτωση ανανέωσης ή αναβάθμισης υφιστάμενων υποσυστημάτων, απαιτείται νέα δήλωση «ΕΚ» ελέγχου σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 15 παράγραφος 4. Επιπλέον, νέα έγκριση θέσης σε λειτουργία απαιτείται όταν:
α) το συνολικό επίπεδο ασφαλείας του σχετικού υποσυστήματος ενδέχεται να επηρεαστεί αρνητικά από τις προβλεπόμενες εργασίες· ή
β) απαιτείται από τις σχετικές ΤΠΔ· ή
γ) απαιτείται από τα εθνικά σχέδια εφαρμογής που έχουν θεσπίσει τα κράτη μέλη.
Άρθρο 19
Διάθεση κινητών υποσυστημάτων στην αγορά
1. Το υποσύστημα τροχαίο υλικό και το εποχούμενο υποσύστημα ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησηςΤα κινητά υποσυστήματα διατίθενται στην αγορά από τον αιτούντα μόνον εάν έχουν σχεδιαστεί, κατασκευαστεί και εγκατασταθεί κατά τρόπο που να πληρούν τις βασικές απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΙΙ. [Τροπολογία 87]
2. Συγκεκριμένα, ο αιτών διασφαλίζει την υποβολή της δήλωσης ΕK ελέγχου.
3. Σε περίπτωση ανανέωσης ή αναβάθμισης υφιστάμενων υποσυστημάτων, απαιτείται νέα δήλωση «ΕΚ» ελέγχου σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 15 παράγραφος 4.
Άρθρο 20
Έγκριση οχήματος για διάθεση στην αγορά
1. Τα οχήματα διατίθενται στην αγορά μόνο αφού λάβουν έγκριση οχήματος για την διάθεση στην αγορά που εκδίδεται από τον Οργανισμό σύμφωνα με την παράγραφο 5το άρθρο αυτό. [Τροπολογία 88]
Το έγκριση οχήματος πρέπει να αναφέρει:
α) τον τομέα χρήσης·
β) τις τιμές των παραμέτρων των ΤΠΔ και, κατά περίπτωση, των εθνικών κανόνων που ενδείκνυνται για τον έλεγχο της τεχνικής συμβατότητας μεταξύ του οχήματος και του τομέα χρήσης·
γ) τη συμμόρφωση του οχήματος με τις σχετικές ΤΠΔ και σύνολα εθνικών κανόνων, σε σχέση με τις παραμέτρους που ορίζονται στο στοιχείο β)·
δ) τους όρους για τη χρήση του οχήματος και άλλους περιορισμούς. [Τροπολογία 89]
2. Ο Οργανισμός εκδίδει αποφάσεις χορήγησης έγκρισης οχήματος για την διάθεση στην αγορά. Οι εν λόγω εγκρίσεις πιστοποιούν τις τιμές των παραμέτρων που σχετίζονται με τον έλεγχο της τεχνικής συμβατότητας μεταξύ οχήματος και των σταθερών εγκαταστάσεων όπως προβλέπονται στις ΤΠΔ. Η έγκριση οχήματος για την διάθεση στην αγορά παρέχει επίσης πληροφορίες σχετικά με τη συμμόρφωσηεκδίδεται βάσει φακέλου του οχήματος με τις σχετικές ΤΠΔ και σύνολα εθνικών κανόνων, σε σχέση με τις εν λόγω παραμέτρουςή του τύπου της αίτησης και περιλαμβάνει έγγραφα στοιχεία για τα εξής:
– όσον αφορά τα κινητά υποσυστήματα που αποτελούν το όχημα:
α) την κατάλληλη δήλωση επαλήθευσης σύμφωνα με το άρθρο 19·
β) την τεχνική συμβατότητα εντός του οχήματος·
γ) την ασφαλή ενσωμάτωση εντός του οχήματος·
– όσον αφορά το όχημα:
την τεχνική συμβατότητα του οχήματος με τα δίκτυα στον τομέα χρήσης του. [Τροπολογία 90]
Η τεχνική συμβατότητα αποδεικνύεται βάσει των σχετικών ΤΠΔ και, κατά περίπτωση βάσει των εθνικών κανόνων και μητρώων. Όταν απαιτούνται δοκιμές για τη λήψη αποδεικτικών στοιχείων της τεχνικής συμβατότητας οι συμμετέχουσες εθνικές αρχές ασφάλειας μπορούν να εκδίδουν προσωρινές εγκρίσεις ώστε ο αιτών να χρησιμοποιεί το όχημα για τις πρακτικές επαληθεύσεις στο δίκτυο. Ο διαχειριστής υποδομής, σε συνεννόηση με τον αιτούντα, καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να εξασφαλίσει τη διενέργεια των ενδεχόμενων δοκιμών εντός ενός μηνός από την παραλαβή της αίτησης. Εφόσον ενδείκνυται, η εθνική αρχή ασφάλειας λαμβάνει μέτρα για τη διενέργεια των δοκιμών.
Η ασφαλής ενσωμάτωση των υποσυστημάτων εντός του οχήματος, βασίζεται στις συναφείς ΤΠΔ, τις κοινές μεθόδους ασφάλειας που ορίζονται στο άρθρο 6 της οδηγίας …/…/ΕΕ [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων], και, κατά περίπτωση, στους εθνικούς κανόνες. [Τροπολογία 91]
3. ΗΟ Οργανισμός χορηγεί έγκριση οχήματος για την διάθεση στην αγορά δύναται να αναφέρει όρους για τη χρήση του οχήματος και άλλους περιορισμούςμετά από την αξιολόγηση των στοιχείων του φακέλου που αναφέρονται στην παράγραφο 2 εντός προκαθορισμένου εύλογου χρόνου, και σε κάθε περίπτωση εντός τετραμήνου από την παραλαβή όλων των σχετικών πληροφοριών του αιτούντος. Εντός προθεσμίας ενός μηνός, ο Οργανισμός κοινοποιεί στον αιτούντα εάν ο φάκελος είναι πλήρης ή όχι. Κάθε ενδεχόμενη αρνητική απόφαση που λαμβάνεται από τον Οργανισμό τεκμηριώνεται δεόντως.
Οι εγκρίσεις αναγνωρίζονται σε όλα τα κράτη μέλη.
Ο Οργανισμός αναλαμβάνει την πλήρη ευθύνη για τις εγκρίσεις τις οποίες εκδίδει. [Τροπολογία 92]
3α. Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 50α, ο αιτών δύναται να επιλέγει να υποβάλλει την αίτησή του για έγκριση οχήματος είτε στον Οργανισμό είτε στην σχετική εθνική αρχή ασφάλειας. [Τροπολογία 94]
4. Η έγκριση οχήματος για την διάθεση στην αγορά εκδίδεται βάσει φακέλου του οχήματος ή του τύπου του οχήματος που υποβάλλει ο αιτών και περιλαμβάνει έγγραφα στοιχεία για τα εξής:
α) τη διάθεση στην αγορά των κινητών υποσυστημάτων που αποτελούν το όχημα σύμφωνα με το άρθρο 19·
β) την τεχνική συμβατότητα των υποσυστημάτων του στοιχείου α) εντός του οχήματος, η οποία αποδεικνύεται βάσει των σχετικών ΤΠΔ, εθνικών κανόνων και μητρώων·
γ) την ασφαλή ενσωμάτωση εντός του οχήματος των υποσυστημάτων του στοιχείου α), τα οποία στηρίζονται στις σχετικές ΤΠΔ, τους εθνικούς κανόνες, μητρώα και τις κοινές μεθόδους ασφαλείας που καθορίζονται στο άρθρο 6 της οδηγίας …/… [για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων εντός της Ένωσης]. [Τροπολογία 93]
5. Κάθε απορριπτική απόφαση της έγκρισης οχήματος τεκμηριώνεται δεόντως. Ο αιτών δύναται, εντός ενός μηνός από την παραλαβή της απορριπτικής απόφασης, να ζητεί από τον Οργανισμό ή την εθνική αρχή ασφάλειας, κατά περίπτωση, να αναθεωρήσει την απόφαση. Ο Οργανισμός λαμβάνει τις αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 εντός προκαθορισμένου εύλογου χρόνου, και σε κάθε περίπτωση εντός τετραμήνου από την παραλαβή όλων των σχετικών πληροφοριών. Οι εν λόγω εγκρίσεις ισχύουν σε όλα τα κράτη μέληή η εθνική αρχή ασφάλειας διαθέτει προθεσμία δύο μηνών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος αναθεώρησης για την επιβεβαίωση ή την ανάκληση της απόφασης. [Τροπολογία 95]
Εάν επιβεβαιωθεί η απορριπτική απόφαση από τον Οργανισμό, ο αιτών δύναται να προσφύγει στο συμβούλιο προσφυγών που έχει ορισθεί βάσει του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για τον Οργανισμό]. [Τροπολογία 96]
Εάν επιβεβαιωθεί η απορριπτική απόφαση εθνικής αρχής ασφάλειας, ο αιτών δύναται να προσφύγει στο συμβούλιο προσφυγών, το οποίο έχει ορίσει το αρμόδιο κράτος μέλος βάσει του άρθρου 17 παράγραφος 3 της οδηγίας …/…./ΕΕ [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίσουν τον ρυθμιστικό φορέα τους σύμφωνα με το άρθρο 56 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(19) για τους σκοπούς της εν λόγω διαδικασίας προσφυγής. [Τροπολογία 97]
Ο Οργανισμός παρέχει λεπτομερή καθοδήγηση ως προς τον τρόπο λήψης της έγκρισης οχήματος για την διάθεση στην αγορά. Στους αιτούντες παρέχεται δωρεάν έγγραφο που περιγράφει και επεξηγεί τις απαιτήσεις για τις εγκρίσεις οχήματος για την διάθεση στην αγορά και απαριθμεί τα απαιτούμενα έγγραφα. Οι εθνικές αρχές ασφάλειας και ο Οργανισμός συνεργάζονται όσον αφορά την διάδοση των εν λόγω πληροφοριών.
6. Ο Οργανισμός δύναται να εκδίδειΕάν μια έγκριση οχήματος για την διάθεση στην αγορά για σειρές οχημάτωνδεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων εκδόθηκε, ο Οργανισμός δύναται να την τροποποιήσει ή να την ανακαλέσει, αιτιολογώντας την απόφασή του. Οι εν λόγω εγκρίσεις ισχύουν σε όλα τα κράτη μέλη Ο Οργανισμός επικαιροποιεί αμέσως το ευρωπαϊκό μητρώο οχημάτων που ορίζεται στο άρθρο 43α.
Εάν μια εθνική αρχή ασφάλειας διαπιστώσει ότι ένα εγκεκριμένο όχημα δεν συμμορφώνεται προς τις βασικές απαιτήσεις, ενημερώνει πάραυτα τον Οργανισμό και όλες τις λοιπές αρμόδιες εθνικές αρχές ασφάλειας. Ο Οργανισμός λαμβάνει απόφαση σχετικά με τη λήψη των αναγκαίων μέτρων εντός προθεσμίας ενός μηνός. Σε περιπτώσεις στις οποίες είναι αναγκαία η εφαρμογή προληπτικών μέτρων έκτακτης ανάγκης, ο Οργανισμός μπορεί να αναστείλει αμέσως την έγκριση ή να θέσει περιορισμούς ως προς αυτήν προτού λάβει την απόφασή του. [Τροπολογία 98]
7. Ο αιτών δύναται να υποβάλλει προσφυγή στον φορέα προσφυγών που ορίζεται βάσει του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμων]Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει, το αργότερο έξι μήνες μετά από την έγκριση της παρούσας οδηγίας, κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 46, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για τη διαδικασία έγκρισης, στους οποίους περιλαμβάνονται:
α) λεπτομερείς κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες περιγράφουν και επεξηγούν τις απαιτήσεις για τις εγκρίσεις οχημάτων και τα απαιτούμενα έγγραφα,
β) διαδικαστικές ρυθμίσεις για τη διαδικασία έγκρισης, όπως το περιεχόμενο και οι προθεσμίες για κάθε στάδιο της διαδικασίας,
γ) κριτήρια αξιολόγησης των φακέλων των αιτούντων. [Τροπολογία 99]
8. Σε περίπτωση ανανέωσης ή αναβάθμισης υφιστάμενων οχημάτων που ήδη διαθέτουν έγκριση οχήματος για την διάθεση στην αγορά:
α) απαιτείται νέα δήλωση ΕΚ επαλήθευσης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 15 παράγραφος 4· και
β) απαιτείται νέα έγκριση οχήματος για την διάθεση στην αγορά εάν έχουν γίνει μείζονες αλλαγές στις τιμές των παραμέτρων που περιλαμβάνονται στην ήδη χορηγηθείσα έγκριση οχήματος. [Τροπολογία 100]
9. Κατόπιν αιτήματος του αιτούντος, η έγκριση οχήματος για την διάθεση στην αγορά είναι δυνατόν να περιλαμβάνει σαφή αναφορά των δικτύων ή των γραμμών ή των ομάδων δικτύων ή γραμμών όπου η σιδηροδρομική επιχείρηση μπορεί να θέσει το εν λόγω όχημα σε λειτουργία χωρίς περαιτέρω επαληθεύσεις, ελέγχους ή δοκιμές όσον αφορά την τεχνική συμβατότητα μεταξύ του υπόψη οχήματος και των εν λόγω δικτύων ή γραμμών. Στην περίπτωση αυτή, ο αιτών περιλαμβάνει στο αίτημά του απόδειξη της τεχνικής συμβατότητας του οχήματος με τα σχετικά δίκτυα ή γραμμές.
Η ένδειξη αυτή είναι δυνατόν να προστεθεί επίσης, κατόπιν αιτήσεως του αρχικού ή άλλου αιτούντος, μετά την έκδοση της σχετικής έγκρισης διάθεσης στην αγορά. [Τροπολογία 101]
9α. Η έγκριση οχημάτων που κυκλοφορούν ή προορίζονται προς κυκλοφορία σε σιδηροδρομικές υποδομές απομονωμένων σιδηροδρομικών δικτύων μπορεί επίσης να χορηγηθεί από τις εθνικές αρχές ασφάλειας των κρατών μελών στα οποία βρίσκεται το συγκεκριμένο δίκτυο. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο αιτών μπορεί να επιλέξει να υποβάλει την αίτησή του είτε στον Οργανισμό είτε στις εθνικές αρχές ασφάλειας των εν λόγω κρατών μελών.
Εντός της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 50α, οι εθνικές αρχές ασφάλειας των κρατών μελών στα οποία βρίσκεται ένα απομονωμένο σιδηροδρομικό δίκτυο καθιερώνουν κοινές διαδικασίες έγκρισης οχημάτων και εξασφαλίζουν την αμοιβαία αναγνώριση των εγκρίσεων οχημάτων που εκδίδουν. Σε περίπτωση αντικρουόμενων αποφάσεων των εθνικών αρχών ασφάλειας και ελλείψει αμοιβαίως αποδεκτής απόφασης, ο Οργανισμός λαμβάνει σχετική απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../... [κανονισμός για τον Οργανισμό].
Εάν έως το τέλος της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 50α, οι εν λόγω εθνικές αρχές ασφάλειας δεν έχουν δημιουργήσει μηχανισμούς για κοινές διαδικασίες έγκρισης και αμοιβαία αναγνώριση των εγκρίσεων οχημάτων, η χορήγηση των εγκρίσεων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο θα πραγματοποιείται μόνο από τον Οργανισμό.
Εφόσον καταρτιστούν ρυθμίσεις σχετικά με τις κοινές διαδικασίες έγκρισης και την αμοιβαία αναγνώριση των εγκρίσεων οχημάτων, οι εθνικές αρχές ασφάλειας των κρατών μελών με απομονωμένα σιδηροδρομικά δίκτυα μπορούν να συνεχίσουν να εκδίδουν εγκρίσεις οχημάτων και ο αιτών μπορεί να επιλέγει να υποβάλλει αίτηση για την έγκριση οχήματος είτε στον Οργανισμό είτε στις σχετικές εθνικές αρχές ασφάλειας μετά από το τέλος της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 50α.
Δέκα έτη μετά από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειωθεί ως προς τη διαλειτουργικότητα του απομονωμένου σιδηροδρομικού δικτύου και υποβάλλει επίσης, εάν είναι αναγκαίο, την κατάλληλη νομοθετική πρόταση. [Τροπολογία 102]
Άρθρο 20α
Καταχώριση οχημάτων που έχουν λάβει έγκριση
Το όχημα αφού λάβει έγκριση σύμφωνα με το άρθρο 20 καταχωρίζεται στο μητρώο κατόπιν αιτήσεως του κατόχου, πριν από την πρώτη χρήση του.
Μετά τη χορήγηση έγκρισης από τον Οργανισμό, το όχημα καταχωρίζεται στο ευρωπαϊκό μητρώο σύμφωνα με το άρθρο 43α.
Όταν ο τομέας χρήσης του οχήματος περιορίζεται στο έδαφος ενός κράτους μέλους και η έγκριση έχει χορηγηθεί από εθνική αρχή ασφάλειας, το όχημα καταχωρίζεται στο εθνικό μητρώο οχημάτων του εν λόγω κράτους μέλους, σύμφωνα με το άρθρο 43. [Τροπολογία 103]
Άρθρο 21
ΘέσηΧρήση οχημάτων σε λειτουργία [Τροπολογία 104]
1. Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις θέτουν σε λειτουργία όχημα μόνον αφού ελέγξουν, εάν αυτό απαιτείται από τις ΤΠΔ, και σε συνεννόηση με τον διαχειριστή υποδομής, την τεχνική συμβατότητα μεταξύ οχήματος και της διαδρομής και την ασφαλή ενσωμάτωση του οχήματος, στο σύστημα στο οποίο προβλέπεται να λειτουργεί, σύμφωνα με τις σχετικές ΤΠΔ, τους εθνικούς κανόνες, μητρώα και τις κοινές μεθόδους ασφαλείας που καθορίζονται στο άρθρο 6 της οδηγίας.Προτού χρησιμοποιήσειόχημα στον τομέα χρήσης που προσδιορίζεται στην έγκρισηοχήματος, μια σιδηροδρομική επιχείρηση εξασφαλίζει μέσω της χρησιμοποίησης του οικείου συστήματος διαχείρισης ασφάλειας: [Τροπολογία 105]
Προς το σκοπό αυτό, τα οχήματα λαμβάνουν πρώτα την έγκριση οχήματος για την διάθεση στην αγοράα)ότι το όχημα έχει εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 20 και ότι έχει καταχωρισθεί δεόντως· [Τροπολογία 106]
αα) την τεχνική συμβατότητα μεταξύ του οχήματος και της διαδρομής, βάσει του μητρώου υποδομών, των σχετικών ΤΠΔ και κάθε άλλης πληροφορίας που οφείλει να παράσχει ο διαχειριστής υποδομής αφιλοκερδώς και εντός λογικού χρονικού διαστήματος, στην περίπτωση που τέτοιο μητρώο δεν υπάρχει ή είναι ελλιπές· και [Τροπολογία 107]
αβ) την ενσωμάτωση του οχήματος στη σύνθεση της αμαξοστοιχίας στην οποία πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, βάσει του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 της οδηγίας για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων και στις ΤΠΔ σχετικά με τη λειτουργία και τη διαχείριση. [Τροπολογία 108]
1α. Προκειμένου να συνδράμει τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις στον έλεγχο της τεχνικής συμβατότητας και της ασφαλούς ενσωμάτωσης μεταξύ οχήματος και διαδρομής/διαδρομών ο διαχειριστής υποδομής χορηγεί, κατόπιν αιτήματος, στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά της/των διαδρομής/διαδρομών. [Τροπολογία 109]
2. Η σιδηροδρομική επιχείρηση κοινοποιεί τις αποφάσεις της, όσον αφορά τη θέση σε λειτουργία οχημάτων, στον Οργανισμό και τον διαχειριστή υποδομής, καθώς και στην οικεία εθνική αρχή ασφάλειας. Οι εν λόγω αποφάσεις καταχωρίζονται στα εθνικά μητρώαστο εθνικό μητρώο οχημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 43 και στο ευρωπαϊκό μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 43α. [Τροπολογία 110]
3. Σε περίπτωση ανανέωσης ή αναβάθμισης υφιστάμενων οχημάτων, απαιτείται νέα δήλωση ΕΚ επαλήθευσης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 15 παράγραφος 4. Επιπλέον, απαιτείται νέα απόφαση της σιδηροδρομικής επιχείρησης για τη θέση των εν λόγω οχημάτων σε λειτουργία όταν:
α) το συνολικό επίπεδο ασφαλείας του σχετικού υποσυστήματος ενδέχεται να επηρεαστεί αρνητικά από τις προβλεπόμενες εργασίες· ή
β) απαιτείται από τις σχετικές ΤΠΔ. [Τροπολογία 111]
Άρθρο 22
Έγκριση διάθεσηςτύπου οχήματος στην αγορά [Τροπολογία 112]
1. Ο Οργανισμός,χορηγείή η εθνική αρχή ασφάλειας κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 50α, χορηγούν εγκρίσεις για τη διάθεσητύπου οχήματος στην αγορά. [Τροπολογία 113]
Ο Οργανισμός παρέχεικαι οι εθνικές αρχές ασφάλειας παρέχουν λεπτομερή καθοδήγηση ως προςγια τον τρόπο λήψης της έγκρισης για τη διάθεσημε τον οποίο λαμβάνονται οι εγκρίσεις τύπου οχήματος στην αγορά. Στους αιτούντες παρέχεται δωρεάν έγγραφο με οδηγίες για την υποβολή αιτήσεων που περιγράφει και επεξηγεί τις απαιτήσεις για τις εγκρίσεις για τη διάθεση οχήματος στην αγορά και απαριθμεί τα απαιτούμενα έγγραφα. Οι εθνικές αρχές ασφάλειας και ο Οργανισμός συνεργάζονται όσον αφορά τη διάδοση των εν λόγω πληροφοριών. [Τροπολογία 114]
2. Ωστόσο, εάν ο Οργανισμός χορηγήσειχορηγηθεί έγκριση για τη διάθεση οχήματος στην αγορά χορηγείαπό τον Οργανισμό ή από τις εθνικές αρχές ασφάλειας, χορηγείται ταυτόχρονα και η έγκριση για τη διάθεση του αντίστοιχου τύπου οχήματος στην αγορά. [Τροπολογία 115]
3. Όχημα σύμφωνο με τύπο οχήματος για τον οποίο έχει ήδη χορηγηθεί έγκριση διάθεσης τύπου οχήματος στην αγορά, λαμβάνει χωρίς περαιτέρω ελέγχους έγκριση οχήματος για διάθεση στην αγορά βάσει δήλωσης συμμόρφωσης προς τον εν λόγω τύπο που υποβάλλει ο αιτών. [Τροπολογία 116]
4. Σε περίπτωση αλλαγών σε οιεσδήποτε συναφείς διατάξεις των ΤΠΔ ή των εθνικών κανόνων, βάσει των οποίων χορηγήθηκε έγκριση διάθεσης τύπου οχήματος στην αγορά, η ΤΠΔ ή ο εθνικός κανόνας προσδιορίζουν εάν η ήδη χορηγηθείσα έγκριση διάθεσης του εν λόγω τύπου οχήματος στην αγορά παραμένει σε ισχύ ή χρήζει ανανέωσης. Εάν χρήζει ανανέωσης, οι έλεγχοι του Οργανισμού δύνανται να αφορούν μόνο τους κανόνες που υπέστησαν αλλαγή. Η ανανέωση της έγκρισης διάθεσης τύπου οχήματος στην αγορά δεν επηρεάζει τις ήδη χορηγηθείσες εγκρίσεις διάθεσης στην αγορά οχημάτων βάσει της προηγούμενης έγκρισης διάθεσης του εν λόγω τύπου οχήματος στην αγορά. [Τροπολογία 117]
5. Η δήλωση συμμόρφωσης προς τον τύπο συντάσσεται σύμφωνα με την απόφαση 2010/713/ΕΕ.
6. Η δήλωση συμμόρφωσης προς τον τύπο συντάσσεται:
α) για τα οχήματα που πληρούν τις ΤΠΔ, σύμφωνα με τις διαδικασίες επαλήθευσης των σχετικών ΤΠΔ·
β) για τα οχήματα που δεν πληρούν τις ΤΠΔ, σύμφωνα με τις διαδικασίες επαλήθευσης που ορίζονται στις ενότητες Β+Δ και Β+ΣΤ της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ. Κατά περίπτωση, η Επιτροπή είναι δυνατόν να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για να θεσπίσει κατά περίπτωση ενότητες διαδικασιών επαλήθευσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης η οποία αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 3.
7. Η έγκριση διάθεσης τύπου οχήματος στην αγορά καταχωρίζεται στο ευρωπαϊκό μητρώο εγκρίσεων διάθεσης τύπων οχημάτων στην αγορά του άρθρου 44.
Άρθρο 22α
Συνεργασία ανάμεσα στον Οργανισμό και τις εθνικές αρχές ασφάλειας
Για τους σκοπούς των άρθρων 18, 20 και 22, ο Οργανισμός δύναται να συνάπτει συμφωνίες συνεργασίας με τις εθνικές αρχές ασφάλειας, σύμφωνα με το άρθρο 69 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../... [κανονισμός για τον Οργανισμό].
Οι εν λόγω συμφωνίες μπορεί να είναι ειδικές συμφωνίες ή συμφωνίες-πλαίσια και να αφορούν μία ή περισσότερες εθνικές αρχές ασφάλειας. Περιλαμβάνουν αναλυτική περιγραφή των καθηκόντων και των όρων για τα παραδοτέα, και ορίζουν τις προθεσμίες παράδοσης, καθώς και λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τον επιμερισμό των τελών που καταβάλλει ο αιτών.
Επίσης, μπορούν να περιλαμβάνουν ειδικές ρυθμίσεις συνεργασίας σε περίπτωση που δίκτυα απαιτούν ειδική εμπειρογνωμοσύνη για γεωγραφικούς ή ιστορικούς λόγους, ή λόγω της προηγμένης χρήσης του ERTMS ή διαφορετικού εύρους τροχιάς, με στόχο τη μείωση του διοικητικού φόρτου και του κόστους για τον αιτούντα. Οι συμφωνίες αυτές θα έχουν τεθεί σε εφαρμογή πριν να είναι σε θέση ο Οργανισμός να λάβει αιτήσεις σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο έξι μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.
Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 46 σχετικά με τις εν λόγω συμφωνίες συνεργασίας. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις εκδίδονται το αργότερο έξι μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.
Πέντε έτη μετά από τη σύναψη της πρώτης συμφωνίας συνεργασίας, και στη συνέχεια ανά τριετία, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση αξιολόγησης των συμφωνιών συνεργασίας που έχει συνάψει ο Οργανισμός. [Τροπολογία 118]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ
Άρθρο 23
Κοινοποίηση
Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη τους οργανισμούς που έχουν λάβει έγκριση για την εκτέλεση καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ως τρίτοι στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.
Άρθρο 24
Κοινοποιούσες αρχές
1. Τα κράτη μέλη ορίζουν κοινοποιούσα αρχή η οποία είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό και τη διεξαγωγή των αναγκαίων διαδικασιών αξιολόγησης και κοινοποίησης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης με τις διατάξεις των άρθρων 27 έως 29.
2. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι η αξιολόγηση και η παρακολούθηση στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 διεξάγονται από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και σύμφωνα με αυτόν.
3. Εφόσον η κοινοποιούσα αρχή εκχωρήσει ή αναθέσει με άλλο τρόπο την αξιολόγηση, την κοινοποίηση ή την παρακολούθηση κατά την παράγραφο 1 σε οργανισμό που δεν είναι κρατική υπηρεσία, ο εν λόγω οργανισμός οφείλει να είναι νομικό πρόσωπο και να συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 25. Ο εν λόγω οργανισμός προχωρεί στις διευθετήσεις που απαιτούνται για την κάλυψη των ευθυνών που προκύπτουν από τις δραστηριότητές του.
4. Η κοινοποιούσα αρχή αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελεί ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 3.
Άρθρο 25
Απαιτήσεις σχετικά με τις κοινοποιούσες αρχές
1. Η σύσταση της κοινοποιούσας αρχής πραγματοποιείται κατά τρόπο που δεν συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων με τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.
2. Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται και λειτουργεί έτσι ώστε να διασφαλίζει την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία των δραστηριοτήτων της.
3. Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται κατά τρόπον ώστε κάθε απόφαση που αφορά την κοινοποίηση του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης να λαμβάνεται από αρμόδια πρόσωπα, άλλα από τα πρόσωπα που διενήργησαν την αξιολόγηση.
4. Η κοινοποιούσα αρχή δεν προσφέρει ούτε παρέχει δραστηριότητες που εκτελούνται από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ούτε προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εμπορική ή ανταγωνιστική βάση.
5. Η κοινοποιούσα αρχή εξασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που λαμβάνει.
6. Η κοινοποιούσα αρχή διαθέτει επαρκές και ικανό προσωπικό για τη σωστή εκτέλεση των καθηκόντων της.
Άρθρο 26
Υποχρέωση ενημέρωσης για τις κοινοποιούσες αρχές
Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τις διαδικασίες τους για την αξιολόγηση και την κοινοποίηση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών και σχετικά με τυχόν αλλαγές στις πληροφορίες αυτές.
Η Επιτροπή δημοσιοποιεί αυτές τις πληροφορίες.
Άρθρο 27
Απαιτήσεις σχετικά με τους κοινοποιημένους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης
1. Για τους σκοπούς της κοινοποίησης, κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 7 και των άρθρων 28 και 29. Οι εν λόγω απαιτήσεις ισχύουν επίσης και για τους οργανισμούς που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 4.
2. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συνιστάται βάσει της εθνικής νομοθεσίας και διαθέτει νομική προσωπικότητα.
3. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι σε θέση να εκτελεί όλα τα σχετικά με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί βάσει των συναφών ΤΠΔ για τις οποίες έχει κοινοποιηθεί, είτε πρόκειται για καθήκοντα που εκτελούνται από τον ίδιο τον οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή εξ ονόματός του και υπ' ευθύνη του.
Ανά πάσα στιγμή και για κάθε διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για κάθε είδος ή κατηγορία προϊόντων για τα οποία έχει κοινοποιηθεί, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης έχει στη διάθεσή του:
α) το αναγκαίο προσωπικό με τις τεχνικές γνώσεις και την επαρκή και κατάλληλη πείρα για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης·
β) τις αναγκαίες περιγραφές των διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες διενεργείται η αξιολόγηση συμμόρφωσης και εξασφαλίζεται η διαφάνεια και η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτών των διαδικασιών. Διαθέτει τις κατάλληλες πολιτικές και τις διαδικασίες για το διαχωρισμό των καθηκόντων που εκτελεί ως κοινοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης και από οιαδήποτε άλλη δραστηριότητα·
γ) τις αναγκαίες διαδικασίες για να ασκεί τις δραστηριότητές του, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα δραστηριοποίησής της, τη δομή της, τον βαθμό πολυπλοκότητας της τεχνολογίας του προϊόντος και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της παραγωγικής διαδικασίας.
Διαθέτει τα αναγκαία μέσα για να εκτελεί τα τεχνικά και διοικητικά καθήκοντα που συνδέονται με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και έχει πρόσβαση σε όλο τον αναγκαίο εξοπλισμό ή εγκαταστάσεις.
4. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συνάπτει ασφάλεια αστικής ευθύνης, αν η ευθύνη αυτή δεν καλύπτεται από το κράτος βάσει του εθνικού δικαίου ή αν η αξιολόγηση της συμμόρφωσης δεν πραγματοποιείται υπό την άμεση ευθύνη του κράτους μέλους.
5. Το προσωπικό του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεσμεύεται να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με την συναφή ΤΠΔ ή σχετική εκτελεστική διάταξη του εθνικού δικαίου, εξαιρουμένης της σχέσης με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του οργανισμού. Τα δικαιώματα κυριότητας προστατεύονται.
6. Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συμμετέχουν στις σχετικές δραστηριότητες τυποποίησης και στις δραστηριότητες της ομάδας συντονισμού των κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας, ή εξασφαλίζουν ότι το προσωπικό αξιολόγησης ενημερώνεται για τις δραστηριότητες αυτές, και εφαρμόζουν ως γενικές οδηγίες τις διοικητικές αποφάσεις και τα έγγραφα που είναι το αποτέλεσμα των εργασιών της εν λόγω ομάδας.
7. Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συμμετέχουν στις δραστηριότητες της ειδικής ομάδας εργασίας για το ERTMS, που έχει συγκροτηθεί βάσει του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για τον Οργανισμό], ή εξασφαλίζουν ότι το προσωπικό αξιολόγησης ενημερώνεται για τις δραστηριότητες αυτές. Τηρούν τις κατευθυντήριες οδηγίες που προκύπτουν ως αποτέλεσμα των εργασιών της εν λόγω ομάδας. Εάν θεωρήσουν ότι η εφαρμογή τους είναι ακατάλληλη ή αδύνατη, οι οικείοι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους προς συζήτηση στην ειδική ομάδας εργασίας για το ERTMS με στόχο την συνεχή βελτίωση των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών.
Άρθρο 28
Αμεροληψία των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης
1. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι ανεξάρτητο τρίτο μέρος σε σχέση με τον οργανισμό, τον κατασκευαστή ή το προϊόν που αξιολογεί.
Ένας οργανισμός ο οποίος ανήκει σε ένωση επιχειρήσεων ή επαγγελματική ομοσπονδία που εκπροσωπεί τις επιχειρήσεις οι οποίες συμμετέχουν στον σχεδιασμό, την κατασκευή, την παροχή, τη συναρμολόγηση, τη χρήση ή τη συντήρηση των προϊόντων που αξιολογεί, μπορεί να θεωρείται οργανισμός αξιολόγησης, υπό την προϋπόθεση ότι είναι αποδεδειγμένες η ανεξαρτησία του και η απουσία σύγκρουσης συμφερόντων.
2. Εξασφαλίζεται η αμεροληψία του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης, των διευθυντικών στελεχών του και του προσωπικού αξιολόγησης.
3. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν είναι ο σχεδιαστής, ο κατασκευαστής, ο προμηθευτής, ο εγκαταστάτης, ο αγοραστής, ο ιδιοκτήτης, ο χρήστης ή ο συντηρητής των προϊόντων που αξιολογούν, ούτε εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος των ανωτέρω. Αυτό δεν αποκλείει τη χρήση αξιολογημένων προϊόντων που είναι αναγκαία για τις λειτουργίες του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή τη χρήση των προϊόντων για προσωπικούς σκοπούς.
4. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εμπλέκονται άμεσα στο σχεδιασμό, την παραγωγή ή την κατασκευή, την εμπορία, την εγκατάσταση, τη χρήση ή τη συντήρηση των εν λόγω προϊόντων, ούτε εκπροσωπούν μέρη που εμπλέκονται στις δραστηριότητες αυτές. Επίσης, δεν αναλαμβάνουν καμιά δραστηριότητα που μπορεί να θίξει την ανεξάρτητη κρίση και την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης για τις οποίες είναι κοινοποιημένοι. Τούτο ισχύει ιδίως για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες.
5. Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης εξασφαλίζουν ότι οι δραστηριότητες των θυγατρικών ή των υπεργολάβων δεν επηρεάζουν την εμπιστευτικότητα, την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης.
6. Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προσωπικό τους εκτελούν τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τη μεγαλύτερη επαγγελματική ακεραιότητα και την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια στον συγκεκριμένο τομέα και είναι απαλλαγμένοι από κάθε πίεση και προτροπή, κυρίως οικονομική, που θα ήταν δυνατόν να επηρεάσει την κρίση τους ή τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων τους αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ιδίως από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που έχουν συμφέρον από τα αποτελέσματα των εν λόγω δραστηριοτήτων.
Άρθρο 29
Προσωπικό των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης
1. Το προσωπικό που είναι αρμόδιο για τη διεξαγωγή των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει τα ακόλουθα προσόντα:
α) πλήρη τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση, η οποία καλύπτει όλα τα καθήκοντα αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τα οποία έχει κοινοποιηθεί ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, καθώς και κατάρτιση σε θέματα προσβασιμότητας· [Τροπολογία 119]
β) επαρκή γνώση των απαιτήσεων των αξιολογήσεων που πρέπει να διενεργήσει και επαρκές κύρος για την εκτέλεση των εν λόγω αξιολογήσεων·
γ) κατάλληλες γνώσεις και κατανόηση των βασικών απαιτήσεων, των εφαρμοστέων εναρμονισμένων προτύπων και των σχετικών διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας και των κανονισμών εφαρμογής της·
δ) την απαιτούμενη ικανότητα να καταρτίζει τα πιστοποιητικά, τα πρακτικά και τις εκθέσεις που αποδεικνύουν τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων.
2. Η αμοιβή των διευθυντικών στελεχών και του προσωπικού του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εξαρτάται από τον αριθμό των διεξαχθεισών αξιολογήσεων ή από τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών.
Άρθρο 30
Τεκμήριο συμμόρφωσης οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης
Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδείξει ότι πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα ή σε μέρη αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις των άρθρων 27 έως 29, εφόσον τα εφαρμοστέα εναρμονισμένα πρότυπα καλύπτουν τις εν λόγω απαιτήσεις.
Άρθρο 31
Θυγατρικές και υπεργολάβοι κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης
1. Όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αναθέτει υπεργολαβικά συγκεκριμένα καθήκοντα που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή προσφεύγει σε θυγατρική, εξασφαλίζει ότι ο υπεργολάβος ή η θυγατρική πληροί τις απαιτήσεις των άρθρων 27 έως 29 και ενημερώνει σχετικά την κοινοποιούσα αρχή.
2. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί αναλαμβάνουν πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελούν οι υπεργολάβοι ή οι θυγατρικές, όπου κι αν είναι εγκατεστημένοι.
3. Οι δραστηριότητες μπορούν να ανατίθενται σε υπεργολάβο ή να διεξάγονται από θυγατρική μόνον αφού συμφωνήσει ο πελάτης.
4. Ο κοινοποιημένος οργανισμός τηρεί στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής τα έγγραφα σχετικά με την αξιολόγηση των προσόντων του υπεργολάβου ή της θυγατρικής και σχετικά με τις εργασίες που διεξήγαγε ο υπεργολάβος ή η θυγατρική δυνάμει της συναφούς ΤΠΔ.
Άρθρο 32
Διαπιστευμένα εσωτερικά όργανα
1. Η αιτούσα επιχείρηση είναι δυνατόν να χρησιμοποιήσει διαπιστευμένο εσωτερικό όργανο για την εκτέλεση δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης με στόχο την εφαρμογή των διαδικασιών που καθορίζονται στις ενότητες Α1, Α2, Γ1 ή Γ2 του παραρτήματος ΙΙ της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ και στις ενότητες CA1 και CA2 του παρατήματος Ι της απόφασης 2010/713/ΕΚ. Το όργανο αυτό αποτελεί χωριστό, ευδιάκριτο μέρος της αιτούσας επιχείρησης και δεν συμμετέχει στο σχεδιασμό, την παραγωγή, τον εφοδιασμό, την εγκατάσταση, τη χρήση ή τη συντήρηση των προϊόντων που αξιολογεί αυτό το όργανο.
2. Το διαπιστευμένο εσωτερικό όργανο πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:
α) είναι διαπιστευμένο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008·
β) το όργανο και το προσωπικό του έχουν αναγνωρίσιμη οργανωτική δομή και μεθόδους αναφοράς εντός της επιχείρησης στην οποία ανήκουν, οι οποίες εξασφαλίζουν την αμεροληψία τους και την αποδεικνύουν στο σχετικό εθνικό οργανισμό διαπίστευσης·
γ) το όργανο και το προσωπικό του δεν ευθύνονται για το σχεδιασμό, την κατασκευή, την προμήθεια, την εγκατάσταση, τη λειτουργία ή τη συντήρηση των προϊόντων που αξιολογούν και δεν εκτελούν δραστηριότητες που ενδέχεται να αντιβαίνουν στην ανεξαρτησία ή την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης·
δ) το όργανο παρέχει τις υπηρεσίες του αποκλειστικά στην επιχείρηση στην οποία ανήκει.
3. Τα διαπιστευμένα εσωτερικά όργανα δεν κοινοποιούνται στα κράτη μέλη ή την Επιτροπή, αλλά οι πληροφορίες για τη διαπίστευσή τους παρέχονται από την επιχείρηση της οποίας αποτελούν τμήμα ή από το εθνικό όργανο διαπίστευσης στην κοινοποιούσα αρχή, κατόπιν αιτήματός της αρχής αυτής.
Άρθρο 33
Αίτηση κοινοποίησης
1. Κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης υποβάλλει αίτηση κοινοποίησης στην κοινοποιούσα αρχή του κράτος μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος.
2. Η αίτηση συνοδεύεται από περιγραφή των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, της ενότητας ή των ενοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης και του προϊόντος ή των προϊόντων για τα οποία ο οργανισμός ισχυρίζεται ότι διαθέτει την απαιτούμενη επάρκεια, καθώς και από πιστοποιητικό διαπίστευσης, όταν αυτό υπάρχει, το οποίο έχει εκδοθεί από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, διά του οποίου πιστοποιείται ότι ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις των άρθρων 27 έως 29.
3. Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν μπορεί να προσκομίσει πιστοποιητικό διαπίστευσης, τότε παρέχει στην κοινοποιούσα αρχή όλη την τεκμηρίωση που είναι αναγκαία για την επαλήθευση, αναγνώριση και τακτική παρακολούθηση της συμμόρφωσής του με τις απαιτήσεις των άρθρων 27 έως 29.
Άρθρο 34
Διαδικασία κοινοποίησης
1. Οι κοινοποιούσες αρχές μπορούν να κοινοποιούν μόνο τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που πληρούν τις απαιτήσεις των άρθρων 27 έως 29.
2. Τους κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη με τη χρήση του ηλεκτρονικού μέσου κοινοποίησης που έχει δημιουργήσει και διαχειρίζεται η Επιτροπή.
3. Στην κοινοποίηση περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, την ενότητα ή τις ενότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προϊόν ή τα προϊόντα και τη σχετική βεβαίωση επάρκειας.
4. Όταν η κοινοποίηση δεν βασίζεται στο πιστοποιητικό διαπίστευσης που αναφέρεται στο άρθρο 33 παράγραφος 2, η κοινοποιούσα αρχή παρέχει στην Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη τεκμηρίωση που πιστοποιεί την επάρκεια του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης και τις υφιστάμενες ρυθμίσεις προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι ο οργανισμός ελέγχεται τακτικά και συνεχίζει να πληροί τις απαιτήσεις των άρθρων 27 έως 29.
5. Ο εν λόγω οργανισμός επιτρέπεται να εκτελεί τις δραστηριότητες κοινοποιημένου οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση εάν χρησιμοποιείται πιστοποιητικό διαπίστευσης ή εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση εάν δεν χρησιμοποιείται διαπίστευση.
6. Η Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη ενημερώνονται για κάθε μεταγενέστερη σχετική τροποποίηση της κοινοποίησης.
Άρθρο 35
Αριθμοί αναγνώρισης και κατάλογοι κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης
1. Η Επιτροπή αποδίδει αριθμό αναγνώρισης στον κοινοποιημένο οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης.
Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης λαμβάνει μοναδικό αριθμό αναγνώρισης ακόμη και στην περίπτωση που έχει κοινοποιηθεί βάσει σειράς πράξεων της Ένωσης.
2. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τον κατάλογο των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών ταυτοποίησης που τους έχουν χορηγηθεί και των δραστηριοτήτων για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί.
Η Επιτροπή μεριμνά για την επικαιροποίηση του εν λόγω καταλόγου.
Άρθρο 36
Αλλαγές των κοινοποιήσεων
1. Όταν κοινοποιούσα αρχή διαπιστώνει ή πληροφορείται ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις των άρθρων 27 έως 29 ή ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, η κοινοποιούσα αρχή περιορίζει, αναστέλλει ή αποσύρει την κοινοποίηση, κατά περίπτωση, αναλόγως της σοβαρότητας της μη τήρησης των εν λόγω απαιτήσεων ή εκπλήρωσης των υποχρεώσεων. Ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη σχετικά.
2. Σε περίπτωση περιορισμού, αναστολής ή απόσυρσης της κοινοποίησης ή όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης παύσει τη δραστηριότητά του, το κοινοποιούν κράτος μέλος προβαίνει στις δέουσες ενέργειες για να εξασφαλίσει ότι τα αρχεία του οργανισμού αυτού τα χειρίζεται άλλος κοινοποιημένος οργανισμός ή τα καθιστά διαθέσιμα στις αρμόδιες κοινοποιούσες αρχές και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, εφόσον το ζητήσουν.
Άρθρο 37
Αμφισβήτηση της επάρκειας των κοινοποιημένων οργανισμών
1. Η Επιτροπή ερευνά όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει αμφιβολίες ή περιέρχονται σε γνώση της αμφιβολίες για την επάρκεια κοινοποιημένου οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή για την ικανότητα αδιάλειπτης εκπλήρωσης από κοινοποιημένο οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων που υπέχει.
2. Το κοινοποιούν κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή, έπειτα από αίτημα, όλες τις πληροφορίες σχετικά με την αιτιολόγηση της κοινοποίησης ή της επάρκειας του εν λόγω οργανισμού.
3. Η Επιτροπή διασφαλίζει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα όλων των ευαίσθητων πληροφοριών που λαμβάνει στο πλαίσιο των εν λόγω ερευνών.
4. Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι κοινοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν πληροί ή παύει να πληροί τις απαιτήσεις κοινοποίησής του, ενημερώνει το κοινοποιούν κράτος μέλος σχετικά και του ζητεί να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της απόσυρσης της κοινοποίησης, εφόσον είναι αναγκαίο.
Άρθρο 38
Λειτουργικές υποχρεώσεις των κοινοποιημένων οργανισμών
1. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διενεργούν αξιολογήσεις της συμμόρφωσης σύμφωνα με τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που προβλέπονται στις συναφείς ΤΠΔ.
2. Οι αξιολογήσεις συμμόρφωσης διενεργούνται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται οι περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης ασκούν τις δραστηριότητές τους, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, την πολυπλοκότητα της τεχνολογίας που χρησιμοποιείται για τα σχετικά προϊόντα και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της διαδικασίας παραγωγής.
Ωστόσο, κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους λειτουργούν με στόχο της αξιολόγηση της συμμόρφωσης του προϊόντος με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.
3. Όταν κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι οι απαιτήσεις της σχετικής ΤΠΔ ή των αντίστοιχων εναρμονισμένων προτύπων ή των τεχνικών προδιαγραφών δεν πληρούνται από τον κατασκευαστή, του ζητεί να λάβει τα ενδεδειγμένα διορθωτικά μέτρα και δεν εκδίδει βεβαίωση συμμόρφωσης.
4. Όταν, κατά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης μετά την έκδοση της βεβαίωσης, κοινοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαπιστώσει ότι κάποιο προϊόν δεν είναι πλέον σύμφωνο με την σχετική ΤΠΔ ή τα αντίστοιχα εναρμονισμένα πρότυπα ή τεχνικές προδιαγραφές, απαιτεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα και αναστέλλει ή αποσύρει τη βεβαίωση, εφόσον απαιτείται.
5. Εάν δεν ληφθούν διορθωτικά μέτρα ή αυτά δεν έχουν το απαιτούμενο αποτέλεσμα, ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης περιορίζει, αναστέλλει ή αποσύρει τυχόν βεβαίωση, κατά περίπτωση.
Άρθρο 39
Υποχρέωση ενημέρωσης για τους κοινοποιημένους οργανισμούς
1. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί ενημερώνουν την κοινοποιούσα αρχή για τα ακόλουθα:
α) τυχόν άρνηση, περιορισμό, αναστολή ή απόσυρση πιστοποιητικού·
β) καταστάσεις που επηρεάζουν το πεδίο εφαρμογής και τους όρους της κοινοποίησης·
γ) κάθε τυχόν αίτημα για ενημέρωση το οποίο έλαβαν από τις αρχές εποπτείας της αγοράς σχετικά με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης·
δ) κατόπιν αιτήματος, τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτελούν στο πλαίσιο της κοινοποίησής τους και οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένων των διασυνοριακών δραστηριοτήτων και υπεργολαβιών.
2. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί παρέχουν στους άλλους κοινοποιημένους δυνάμει της παρούσας οδηγίας οργανισμούς, που διεξάγουν παρόμοιες δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και καλύπτουν τα ίδια προϊόντα, τις σχετικές πληροφορίες για ζητήματα που αφορούν αρνητικά και, εάν τους ζητηθεί, θετικά αποτελέσματα αξιολόγησης της συμμόρφωσης.
3. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί παρέχουν στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Σιδηροδρόμων τα πιστοποιητικά ΕΚ ελέγχου των υποσυστημάτων, τα πιστοποιητικά ΕΚ συμμόρφωσης των στοιχείων διαλειτουργικότητας και τα πιστοποιητικά ΕΚ καταλληλότητας χρήσης για τα στοιχεία διαλειτουργικότητας.
Άρθρο 40
Ανταλλαγή εμπειριών
Η Επιτροπή μεριμνά για την ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ των εθνικών αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την πολιτική κοινοποίησης.
Άρθρο 41
Συντονισμός των κοινοποιημένων οργανισμών
Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι θεσμοθετείται κατάλληλος συντονισμός και συνεργασία των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας καθώς και ότι οι οργανισμοί αυτοί λειτουργούν σωστά με τη μορφή τομεακής ομάδας κοινοποιημένων οργανισμών. Ο Οργανισμός υποστηρίζει τις δραστηριότητες των κοινοποιημένων οργανισμών σύμφωνα με το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για τον Οργανισμό].
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι οργανισμοί τους οποίους έχουν κοινοποιήσει συμμετέχουν στις εργασίες της εν λόγω ομάδας, απευθείας ή διά διορισθέντων αντιπροσώπων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII
ΜΗΤΡΩΑ
Άρθρο 42
Σύστημα αρίθμησης των οχημάτων
1. Οιοδήποτε όχημα τίθεται σε λειτουργία στο ενωσιακό σιδηροδρομικό σύστημα φέρει ευρωπαϊκού αριθμό οχήματος (ΕΑΟ) ο οποίος αποδίδεται από την εθνική αρχή ασφαλείας που είναι αρμόδια για την αντίστοιχη επικράτεια πριν από την πρώτη θέση του οχήματος σε λειτουργίατον Οργανισμό κατάτην έκδοση της έγκρισης. [Τροπολογία 120]
2. Η σιδηροδρομική επιχείρηση που εκμεταλλεύεται το όχημα εξασφαλίζει τη σήμανση του οχήματος με τον αποδοθέντα ΕΑΟ και είναι υπεύθυνη για την ορθή καταχώρισή του οχήματος. [Τροπολογία 121]
3. Ο ΕΑΟ καθορίζεται στην απόφαση 2007/756/ΕΚ της Επιτροπής(20).
4. Σε κάθε όχημα δίνεται ΕΑΟ άπαξ, εκτός εάν προβλέπει διαφορετικά η απόφαση 2007/756/ΕΚ.
5. Παρά την παράγραφο 1, όσον αφορά τα οχήματα που κυκλοφορούν ή πρόκειται να κυκλοφορήσουν από ή προς τρίτες χώρες των οποίων το εύρος τροχιάς διαφέρει από εκείνο του κύριου σιδηροδρομικού δικτύου εντός της Ένωσης, τα κράτη μέλη δύνανται να αποδεχθούν οχήματα σαφώς προσδιορισμένα με διαφορετικό σύστημα κωδικοποίησης.
Άρθρο 43
Εθνικά μητρώα οχημάτων
1. Κάθε κράτος μέλος τηρεί μητρώο των σιδηροδρομικών οχημάτων τα οποία έχουν τεθεί σε λειτουργία στο έδαφός του. Το μητρώο πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:
α) το μητρώο συμμορφώνεται προς τις κοινές προδιαγραφές που ορίζονται στην παράγραφο 2·
β) το μητρώο τηρείται και επικαιροποιείται από οργανισμό ανεξάρτητο από οιαδήποτε επιχείρηση σιδηροδρόμων·
γ) στο μητρώο έχουν πρόσβαση οι εθνικές αρχές ασφάλειας και οι φορείς διερεύνησης στους οποίους αναφέρονται τα άρθρα 16 και 21 της οδηγίας […/… για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων εντός της Ένωσης]· επίσης σε αυτό έχουν πρόσβαση τα ρυθμιστικά όργανα τα οποία αναφέρονται στα άρθρα 55 και 56 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012 για τη δημιουργία ενός ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου(21), και ο Οργανισμός, οι επιχειρήσεις σιδηροδρόμων και οι διαχειριστές υποδομής, καθώς και τα πρόσωπα/οι οργανισμοί που καταχωρίζουν οχήματα ή που περιλαμβάνονται στο μητρώοείναι δημόσιο. [Τροπολογία 122]
2. Η Επιτροπή εκδίδει μέσω εκτελεστικών πράξεων, κοινές προδιαγραφές για το περιεχόμενο, τη μορφή των δεδομένων, τη λειτουργική και τεχνική διάρθρωση, τον τρόπο λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένων και διευθετήσεων για την ανταλλαγή των δεδομένων και κανόνων για την εισαγωγή στοιχείων και την διερεύνηση των εθνικών μητρώων οχημάτων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 3.
2α. Για κάθε όχημα, το μητρώο περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:
α) τον ΕΑΟ·
β) στοιχεία της δήλωσης επαλήθευσης «CE» και του φορέα που την εξέδωσε·
γ) στοιχεία ταυτότητας του κατόχου και του ιδιοκτήτη του οχήματος·
δ) ενδεχόμενους περιορισμούς όσον αφορά τη χρήση του οχήματος·
ε) τον φορέα που είναι αρμόδιος για τη συντήρηση. [Τροπολογία 123]
3. Ο κάτοχος καταχώρισης δηλώνει αμέσως οιαδήποτε τροποποίηση των δεδομένων του εθνικού μητρώου οχημάτων, την καταστροφή οχήματος ή την απόφασή του να μην καταχωρίζει πλέον ένα όχημα στην εθνική αρχή ασφαλείας οιουδήποτε κράτους μέλους στο οποίο το όχημα έχει τεθεί σε λειτουργίαχρησιμοποιηθεί. [Τροπολογία 124]
4. Εφόσον τα εθνικά μητρώα οχημάτων των κρατών μελών δεν είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους, Κάθε κράτος μέλος επικαιροποιεί το μητρώο του με τις τροποποιήσεις που επιφέρει άλλο κράτος μέλος στο οικείο μητρώο σχετικά με τα δεδομένα που το αφορούν. [Τροπολογία 125]
5. Στην περίπτωση των οχημάτων που τίθενται σε λειτουργία για πρώτη φορά σε τρίτη χώρα και στη συνέχεια τίθενται σε λειτουργίαχρησιμοποιούνται σε κράτος μέλος, το εν λόγω κράτος μέλος μεριμνά ώστε τα δεδομένα του οχήματος, να μπορούν να ανακτηθούν μέσω του εθνικού μητρώου οχημάτων ή μέσω διατάξεων διεθνούς συμφωνίας. [Τροπολογία 126]
5α. Τα εθνικά μητρώα οχημάτων ενσωματώνονται στο ευρωπαϊκό μητρώο οχημάτων μετά το τέλος της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 50α, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 9α υπό τους όρους που διατυπώνονται στο εν λόγω άρθρο. Η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, το έγγραφο του μορφότυπου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 3. [Τροπολογία 127]
Άρθρο 43α
Ευρωπαϊκό μητρώο οχημάτων
1. Ο Οργανισμός τηρεί μητρώο των σιδηροδρομικών οχημάτων τα οποία έχουν τεθεί σε λειτουργία στην Ένωση. Το εν λόγω μητρώο πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:
α) τηρεί τις κοινές προδιαγραφές που ορίζει η παράγραφος 2·
β) το μητρώο τηρείται και επικαιροποιείται από τον Οργανισμό·
γ) είναι δημόσιο.
2. Η Επιτροπή εκδίδει μέσω εκτελεστικών πράξεων, κοινές προδιαγραφές για το περιεχόμενο, τη μορφή των δεδομένων, τη λειτουργική και τεχνική διάρθρωση, τον τρόπο λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένων διευθετήσεων για την ανταλλαγή των δεδομένων και κανόνων για την εισαγωγή στοιχείων και την διερεύνηση των ευρωπαϊκών μητρώων οχημάτων. Αυτές οι εκτελεστικές πράξεις θεσπίζονται σύμφωνα με την διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 48 παράγραφος 3.
3. Ο κάτοχος καταχώρησης δηλώνει αμέσως στον Οργανισμό οιαδήποτε τροποποίηση των δεδομένων του ευρωπαϊκού μητρώου οχημάτων, την καταστροφή οχήματος ή την απόφασή του να μην καταχωρίζει πλέον ένα όχημα.
4. Για κάθε όχημα, το μητρώο περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:
α) τον ΕΑΟ·
β) στοιχεία της δήλωσης επαλήθευσης «ΕΚ» και του φορέα που την εξέδωσε·
γ) στοιχεία του ευρωπαϊκού μητρώου εγκεκριμένων τύπων οχημάτων του άρθρου 44·
δ) στοιχεία ταυτότητας του κατόχου και του ιδιοκτήτη του οχήματος·
ε) ενδεχόμενους περιορισμούς όσον αφορά τη χρήση του οχήματος·
στ) τον φορέα που είναι αρμόδιος για τη συντήρηση.
Εάν ο Οργανισμός εκδώσει, ανανεώσει, τροποποιήσει, αναστείλει ή ανακαλέσει κάποια έγκριση οχήματος επικαιροποιεί χωρίς καθυστέρηση το μητρώο.
5. Στην περίπτωση των οχημάτων που χρησιμοποιούνται για πρώτη φορά σε τρίτη χώρα και στη συνέχεια τίθενται σε λειτουργία σε κράτος μέλος το εν λόγω κράτος μέλος μεριμνά ώστε τα δεδομένα του οχήματος, στα οποία περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα δεδομένα που αφορούν τον κάτοχο του οχήματος, τον υπεύθυνο για τη συντήρηση φορέα και τους περιορισμούς χρήσης του οχήματος, να μπορούν να ανακτηθούν μέσω του ευρωπαϊκού μητρώου οχημάτων ή μέσω διατάξεων διεθνούς συμφωνίας. [Τροπολογία 128]
Άρθρο 44
Ευρωπαϊκό μητρώο εγκρίσεων διάθεσης τύπων οχημάτων στην αγορά
1. Ο Οργανισμός δημιουργεί και τηρεί μητρώο των εγκρίσεων διάθεσης τύπων οχημάτων στην αγορά που έχουν χορηγηθεί σύμφωνα με το άρθρο 22. Το μητρώο πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:
α) το μητρώο είναι δημόσιο και προσιτό στο κοινό διά της ηλεκτρονικής οδού·
β) το μητρώο τηρεί τις κοινές προδιαγραφές που ορίζει η παράγραφος 3.
γ) το μητρώο συνδέεται με όλα τα εθνικά μητρώα οχημάτων. [Τροπολογία 129]
2. Η Επιτροπή εκδίδει μέσω εκτελεστικών πράξεων, κοινές προδιαγραφές για το περιεχόμενο, τη μορφή των δεδομένων, τη λειτουργική και τεχνική διάρθρωση, τον τρόπο λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένων και διευθετήσεων για την ανταλλαγή των δεδομένων και κανόνων για την εισαγωγή στοιχείων και τη διερεύνηση των μητρώων εγκρίσεων διάθεσης στην αγορά τύπων οχημάτων. Αυτές οι εκτελεστικές πράξεις θεσπίζονται σύμφωνα με την διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 48 παράγραφος 3.
2α. Το μητρώο περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής στοιχεία για κάθε τύπο οχήματος:
α) τα τεχνικά χαρακτηριστικά του τύπου οχήματος, όπως ορίζονται στην αντίστοιχη ΤΠΔ·
β) την επωνυμία του κατασκευαστή·
γ) τις ημερομηνίες και αναφορές των διαδοχικών εγκρίσεων του εν λόγω τύπου οχήματος, συμπεριλαμβανομένων περιορισμών ή ενδεχόμενης απόσυρσης·
δ) τα χαρακτηριστικά του σχεδιασμού που αφορούν την πρόσβαση ατόμων με μειωμένη κινητικότητα και ατόμων με αναπηρίες·
ε) στοιχεία ταυτότητας του ιδιοκτήτη και του κατόχου του οχήματος.
Εάν ο Οργανισμός εκδώσει, ανανεώσει, τροποποιήσει, αναστείλει ή ανακαλέσει μια άδεια για θέση σε λειτουργία ενός τύπου οχήματος, επικαιροποιεί χωρίς καθυστέρηση το μητρώο. [Τροπολογία 130]
Άρθρο 45
Μητρώο υποδομής
1. Κάθε κράτος μέλος δημοσιεύει μητρώομεριμνά για τη δημοσίευση μητρώου υποδομής που περιέχει τις τιμές των παραμέτρων του δικτύου για κάθε συναφές υποσύστημα ή μέρος υποσυστήματος. [Τροπολογία 131]
2. Οι τιμές των παραμέτρων που καταγράφονται στο μητρώο υποδομής χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με τις τιμές των παραμέτρων που καταγράφονται στην έγκριση οχήματος για τη διάθεση στην αγορά, προκειμένου να ελεγχθεί η τεχνική συμβατότητα μεταξύ οχήματος και δικτύου.
3. Το μητρώο υποδομής μπορεί να αναφέρει προϋποθέσεις για τη χρήση σταθερών εγκαταστάσεων και άλλους περιορισμούς, συμπεριλαμβανομένων προσωρινών περιορισμών που πρόκειται να εφαρμοστούν για διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών. [Τροπολογία 132]
4. Κάθε κράτος μέλος επικαιροποιεί το μητρώομεριμνά για την επικαιροποίηση του μητρώου υποδομής σύμφωνα με την εκτελεστική απόφαση 2011/633/ΕΕ της Επιτροπής(22). [Τροπολογία 133]
5. Με το μητρώο υποδομής είναι δυνατόν να συνδέονται και άλλα μητρώα, όπως το μητρώο προσβασιμότητας για τα άτομα με αναπηρίες και τα άτομα με μειωμένη κινητικότητα. [Τροπολογία 134]
6. Η Επιτροπή εκδίδει μέσω εκτελεστικών πράξεων, κοινές προδιαγραφές για το περιεχόμενο, τη μορφή των δεδομένων, τη λειτουργική και τεχνική διάρθρωση, τον τρόπο λειτουργίας και κανόνων για την εισαγωγή στοιχείων και τη διερεύνηση των μητρώων υποδομής. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης η οποία αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 3.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 46
Άσκηση της εξουσιοδότησης
1. Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.
2. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3παράγραφος 2,και στο άρθρο 5 παράγραφος 10, στο άρθρο 8 παράγραφος 2, στο άρθρο 15 παράγραφος 7α, στο άρθρο 20 παράγραφος 7 και στο άρθρο 22α παράγραφος 4 ανατίθεται στην Επιτροπή επ' αόριστον από τηνγια περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.
Η Επιτροπή καταρτίζει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εκχώρηση των εξουσιών παρατείνεται αυτομάτως για περιόδους ίσης διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο αντιτεθεί στην εν λόγω παράταση το αργότερο τρεις μήνες πριν από το τέλος κάθε περιόδου. [Τροπολογία 135]
3. Η εκχώρηση της εξουσίας που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, στο άρθρο 5 παράγραφος 10, στο άρθρο 8 παράγραφος 2, στο άρθρο 15 παράγραφος 7α, στο άρθρο 20 παράγραφος 7 και στο άρθρο 22α παράγραφος 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται στις διατάξεις της. Η ανάκληση δεν επηρεάζει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.
4. Αμέσως μετά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
5. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 και το άρθρο 5 παράγραφος 10 στο άρθρο 8 παράγραφος 2, στο άρθρο 15 παράγραφος 7α, στο άρθρο 20 παράγραφος 7 και στο άρθρο 22α παράγραφος 4 τίθενται σε ισχύ μόνο εφόσον δεν εγείρει αντίρρηση ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της περιόδου αυτής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να προβάλουν αντίρρηση. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.
Άρθρο 47
Διαδικασία κατεπείγοντος
1. Οι κατ' εξουσιοδότηση πράξεις βάσει του παρόντος άρθρου τίθενται σε ισχύ χωρίς καθυστέρηση και ισχύουν για όσον χρόνο δεν έχει εγερθεί αντίρρηση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Στην κοινοποίηση κατ' εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αναφέρονται οι λόγοι χρησιμοποίησης της διαδικασίας κατεπείγοντος.
2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορούν να εγείρουν αντιρρήσεις για κατ' εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με την διαδικασία του άρθρου 46 παράγραφος 5. Στην περίπτωση αυτή η Επιτροπή καταργεί την πράξη χωρίς καθυστέρηση μετά την κοινοποίηση της απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου να εγείρει αντιρρήσεις.
Άρθρο 48
Διαδικασία επιτροπής
1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί με το άρθρο 21 της οδηγίας 96/48/ΕΚ του Συμβουλίου(23). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
2. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
3. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
4. Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
Άρθρο 49
Αιτιολόγηση
Όλες οι αποφάσεις που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και αφορούν την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή της καταλληλότητας χρήσης στοιχείων διαλειτουργικότητας και την επαλήθευση υποσυστημάτων που απαρτίζουν το σιδηροδρομικό σύστημα, καθώς και οι αποφάσεις που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή των άρθρων 6, 11 και 16 αιτιολογούνται επακριβώς. Κοινοποιούνται στον ενδιαφερόμενο το συντομότερο δυνατόν με μνεία των ένδικων μέσων που προβλέπει η ισχύουσα στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος νομοθεσία και των προθεσμιών για την άσκησή τους.
Άρθρο 49α
Κυρώσεις
Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 46 για την καθιέρωση ενός καθεστώτος κυρώσεων που θα εφαρμόζεται σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης του Οργανισμού με τις προθεσμίες για τη λήψη αποφάσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Προβαίνει επίσης στη δημιουργία καθεστώτος αποζημιώσεων σε περιπτώσεις που το τμήμα προσφυγών που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. .../... [κανονισμός για τον Οργανισμό] αποφανθεί υπέρ του μέρους το οποίο αφορά η απόφαση του Οργανισμού. Οι κυρώσεις και το καθεστώς αποζημιώσεων πρέπει να είναι αποτελεσματικά, αναλογικά, αποτρεπτικά και να μην εισάγουν διακρίσεις. [Τροπολογία 136]
Άρθρο 50
Εκθέσεις και ενημέρωση
1. Κάθε τρία έτη, για πρώτη δε φορά τρίαδύο έτη από τη δημοσίευση της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειωθεί ως προς τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος. Στην εν λόγω έκθεση περιλαμβάνεται και ανάλυση των περιπτώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 7 και της εφαρμογής του κεφαλαίου V. Ανάλογα με τα πορίσματα της έκθεσης, η Επιτροπή προτείνει βελτιώσεις και μέτρα για την ενίσχυση του ρόλου του Οργανισμού ως προς την εφαρμογή της διαλειτουργικότητας. [Τροπολογία 137]
1α. Δύο έτη μετά τη δημοσίευση της παρούσας οδηγίας και κατόπιν διαβουλεύσεως με τους διαφόρους ενδιαφερόμενους φορείς, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τη λειτουργία του Οργανισμού και την πρόοδο που επιτέλεσε στην άσκηση των νέων αρμοδιοτήτων του. [Τροπολογία 138]
2. Ο Οργανισμός διαμορφώνει και επικαιροποιεί τακτικά εργαλείο, ικανό να παρέχει, εφόσον το ζητήσει κράτος μέλος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή η Επιτροπή, ανασκόπηση του επιπέδου διαλειτουργικότητας του σιδηροδρομικού συστήματος. Το εργαλείο αυτό χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στα μητρώα του κεφαλαίου V. [Τροπολογία 139]
Άρθρο 50α
Μεταβατικό καθεστώς
Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 παράγραφος 9α, για τέσσερα έτη μετά από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, οι εγκρίσεις οχημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 20 και 22 χορηγούνται από τον Οργανισμό. Κατά τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου, μπορεί να χορηγηθεί έγκριση οχήματος είτε από τον Οργανισμό είτε από την εθνική αρχή ασφάλειας, κατ’ επιλογή του αιτούντος.
Ο Οργανισμός διαθέτει την απαιτούμενη οργανωτική ικανότητα και εμπειρογνωμοσύνη για την εκτέλεση του συνόλου των καθηκόντων του σύμφωνα με τα άρθρα 18, 20 και 22 το αργότερο τέσσερα έτη μετά από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.
Προκειμένου να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, ο Οργανισμός δύναται να συνάπτει συμφωνίες συνεργασίας με τις εθνικές αρχές ασφάλειας, σύμφωνα με το άρθρο 22α. [Τροπολογία 140]
Άρθρο 51
Μεταβατικό καθεστώς για θέση οχημάτων σε λειτουργία
1. Τα κράτη μέλη μπορούν να συνεχίσουν να εφαρμόζουν τις διατάξεις του κεφαλαίου V της οδηγίας 2008/57/ΕΚ μέχρι [δύο έτηένα έτος μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος]. [Τροπολογία 141]
2. Οι εγκρίσεις θέσης οχημάτων σε λειτουργία, οι οποίες χορηγήθηκαν δυνάμει της παραγράφου 1, συμπεριλαμβανομένων των εγκρίσεων που χορηγήθηκαν δυνάμει διεθνών συμφωνιών, ιδίως των RIC (Regolamento Internazionale Carrozze) και RIV (Regolamento Internazionale Veicoli), παραμένουν σε ισχύ σύμφωνα με τους όρους χορήγησης των εγκρίσεων.
3. Οχήματα με έγκριση θέσης σε λειτουργία σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 οφείλουν να λάβουν έγκριση οχήματος για διάθεση στην αγορά προκειμένου να λειτουργούν σε ένα ή περισσότερα δίκτυα που δεν καλύπτονται από την έγκρισή τους. Η θέση σε λειτουργία στα εν λόγω επιπλέον δίκτυα υπόκειται στις διατάξεις του άρθρου 21.
Άρθρο 52
Άλλες μεταβατικές διατάξεις
Τα παραρτήματα IV, V, VI, VII και IX της οδηγίας 2008/57/ΕΚ ισχύουν μέχρι την ημερομηνία εφαρμογής των αντίστοιχων κατ’ εξουσιοδότηση πράξεωνπου αναφέρονταιστο άρθρο 8 παράγραφος 2 καιτο άρθρο 15 παράγραφος 7α και των εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2, το άρθρο 14 παράγραφος 8, στο άρθρο 15 παράγραφος 7 και στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 142]
Άρθρο 53
Συστάσεις και γνωμοδοτήσεις του Οργανισμού
Ο Οργανισμός παρέχει συστάσεις και γνωμοδοτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για τον Οργανισμό] για το σκοπό της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Οι εν λόγω συστάσεις και γνωμοδοτήσεις θα χρησιμεύουν ως βάση για κάθε ενωσιακό μέτρο που θεσπίζεται δυνάμει της παρούσας οδηγίας.
Άρθρο 54
Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο
1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωση προς το άρθρο 1, το άρθρο 2, το άρθρο 7 παράγραφοι 1 έως 4, το άρθρο 11 παράγραφος 1, το άρθρο 13, το άρθρο 14 παράγραφοι 1 έως 7, το άρθρο 15 παράγραφοι 1 έως 6, τα άρθρα 17 έως 21, το άρθρο 22 παράγραφοι 3 έως 7, τα άρθρα 23 έως 36, το άρθρο 37 παράγραφος 2, το άρθρο 38, το άρθρο 39, τα άρθρα 41 έως 43, το άρθρο 45 παράγραφοι 1 έως 5, το άρθρο 51, και τα παραρτήματα I έως III μέχρι [δύο έτηένα έτος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος] το αργότερο. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων, καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. Οι πίνακες αντιστοιχίας απαιτούνται προκειμένου όλοι οι φορείς να είναι σε θέση να εντοπίζουν με σαφήνεια τις σχετικές διατάξεις που ισχύουν σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 143]
Όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, τα εν λόγω μέτρα αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Περιλαμβάνουν επίσης δήλωση σύμφωνα με την οποία οι αναφορές σε ισχύοντες νόμους, κανονισμούς και διοικητικές διατάξεις, που περιλαμβάνονται στις οδηγίες που καταργούνται από την παρούσα οδηγία, νοούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η παραπομπή αυτή και τον τρόπο διατύπωσης της δήλωσης.
2. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου, τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
3. Οι υποχρεώσεις για τη μεταφορά στο εθνικό τους δίκαιο και την εφαρμογή του άρθρου 13, του άρθρου 14 παράγραφοι 1 έως 7, του άρθρου 15 παράγραφοι 1 έως 6, των άρθρων 17 έως 21, του άρθρου 42, του άρθρου 43, του άρθρου 45 παράγραφοι 1 έως 5 και του άρθρου 51 της παρούσας οδηγίας δεν ισχύουν για τη Δημοκρατία της Κύπρου και τη Δημοκρατία της Μάλτας κατά το χρονικό διάστημα που δεν υπάρχει εγκατεστημένο σιδηροδρομικό δίκτυο στο έδαφός τους.
Όταν, όμως, δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας υποβάλλει επίσημη αίτηση για την κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής προς εκμετάλλευση από μία ή περισσότερες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη θεσπίζουν νομοθεσία για την εφαρμογή των άρθρων που μνημονεύονται στο πρώτο εδάφιο εντός ενός έτους από την παραλαβή της αίτησης.
Άρθρο 55
Κατάργηση διατάξεων
Η οδηγία 2008/57/ΕΚ όπως έχει τροποποιηθεί από τις οδηγίες που αναφέρονται στο παράρτημα IV, μέρος A καταργείται από τις [δύο έτηένα έτος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος, με την επιφύλαξη υποχρεώσεων των κρατών μελών σχετικά με τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που αναφέρονται στο παράρτημα IV, μέρος B. [Τροπολογία 144]
Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος V.
Άρθρο 56
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Τα άρθρα 3 έως 10, το άρθρο 11 παράγραφοι 2, 3 και 4, το άρθρο 12, το άρθρο 16, ισχύουν από [δύο έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος].
Άρθρο 57
Αποδέκτες
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
...,
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
Στοιχεία του σιδηροδρομικού συστήματος της Ένωσης
1. Δίκτυο
Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, το δίκτυο της Ένωσης περιλαμβάνει το δίκτυο υψηλών ταχυτήτων, οι γραμμές του οποίου ορίζονται στα στοιχεία α), β) και γ), και το συμβατικό δίκτυο οι γραμμές του οποίου ορίζονται στα στοιχεία δ) έως θ), και συγκεκριμένα:
α) ειδικά κατασκευασμένες γραμμές υψηλών ταχυτήτων με τεχνικό εξοπλισμό για ταχύτητες κατά κανόνα ίσες ή μεγαλύτερες των 250 km/h στις οποίες υπό τις κατάλληλες συνθήκες είναι δυνατόν να αναπτυχθούν ταχύτητες άνω των 300 km/h,
β) γραμμές που έχουν ειδικά αναβαθμιστεί για υψηλές ταχύτητες και είναι εξοπλισμένες για ταχύτητες της τάξης των 200 km/h,
γ) γραμμές που έχουν διευθετηθεί ειδικά για υψηλή ταχύτητα ειδικού τύπου λόγω δυσκολιών σχετιζομένων με την τοπογραφία, τη μορφολογία του εδάφους ή το αστικό περιβάλλον, των οποίων η ταχύτητα πρέπει να προσαρμόζεται κατά περίπτωση. Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει επίσης γραμμές διασύνδεσης μεταξύ των δικτύων υψηλών ταχυτήτων και συμβατικού, γραμμές διέλευσης σταθμών, γραμμές πρόσβασης στους τερματικούς σταθμούς, στα αμαξοστάσια κ.λπ., στις οποίες το τροχαίο υλικό «υψηλών ταχυτήτων» κινείται με συμβατική ταχύτητα,
δ) συμβατικές γραμμές προβλεπόμενες για τη μεταφορά επιβατών,
ε) συμβατικές γραμμές προβλεπόμενες για μεικτή μεταφορά (επιβατών και εμπορευμάτων),
στ) συμβατικές γραμμές προοριζόμενες για την κυκλοφορία εμπορευμάτων,
ζ) επιβατικούς κόμβους,
η) εμπορευματικούς κόμβους, συμπεριλαμβανομένων των τερματικών σταθμών συνδυασμένων μεταφορών,
θ) γραμμές σύνδεσης των ανωτέρω στοιχείων. [Τροπολογία 145]
Το εν λόγω δίκτυο περιλαμβάνει τα συστήματα διαχείρισης της κυκλοφορίας, εντοπισμού και πλοήγησης και τις τεχνικές εγκαταστάσεις επεξεργασίας δεδομένων και τηλεπικοινωνιών που προβλέπονται για τη μεταφορά επιβατών σε μεγάλες αποστάσεις και τη μεταφορά εμπορευμάτων στο εν λόγω δίκτυο, ώστε να επιτυγχάνονται η ασφαλής και αρμονική επιχειρησιακή λειτουργία του δικτύου και η αποτελεσματική διαχείριση της κυκλοφορίας.
2. Οχήματα
Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, τα οχήματα της Ένωσης περιλαμβάνουν όλα τα οχήματα που μπορούν να κυκλοφορούν σε όλο ή σε μέρος του σιδηροδρομικού δικτύου, της Ένωσης καθώς και:
– μηχανές έλξης και τροχαίο υλικό επιβατικών μεταφορών, συμπεριλαμβανομένων θερμικών ή ηλεκτροκίνητων μηχανών έλξης, θερμικών ή ηλεκτροκίνητων αυτοκινούμενων αμαξοστοιχιών, επιβαταμαξών,
– οχήματα σχεδιασμένα για να κυκλοφορούν με ταχύτητα τουλάχιστον 250 km/h σε γραμμές που έχουν κατασκευαστεί ειδικά για υψηλές ταχύτητες, ενώ υπό τις κατάλληλες συνθήκες είναι δυνατόν να αναπτύξουν ταχύτητες που υπερβαίνουν τα 300 km/h,
– οχήματα σχεδιασμένα για να κυκλοφορούν με ταχύτητα της τάξεως των 200 km/h σε γραμμές υψηλών ταχυτήτων ή σε γραμμές που έχουν ειδικά κατασκευαστεί ή αναβαθμιστεί για υψηλές ταχύτητες, εφόσον εξασφαλίζεται η συμβατότητα με τις δυνατότητες που προσφέρουν οι εν λόγω γραμμές.
Επιπλέον, τα οχήματα που είναι σχεδιασμένα για να κυκλοφορούν με μέγιστη ταχύτητα μικρότερη των 200 km/h και τα οποία είναι πιθανόν να κυκλοφορούν σε ολόκληρο το διευρωπαϊκό δίκτυο υψηλών ταχυτήτων ή σε τμήμα του, εάν είναι συμβατά προς τα επίπεδα επιδόσεων του εν λόγω δικτύου, πρέπει να καλύπτουν τις απαιτήσεις που εξασφαλίζουν την ασφαλή λειτουργία στο εν λόγω δίκτυο. Προς τούτο, οι ΤΠΔ για τα συμβατικά οχήματα περιλαμβάνουν επίσης απαιτήσεις για την ασφαλή λειτουργία των συμβατικών οχημάτων σε δίκτυα υψηλών ταχυτήτων. [Τροπολογία 146]
– φορτάμαξες, συμπεριλαμβανομένων των χαμηλών οχημάτων που προορίζονται για το σύνολο του δικτύου και των οχημάτων που προορίζονται για τη μεταφορά φορτηγών αυτοκινήτων, [Τροπολογία 147]
– ειδικά οχήματα όπως επιτρόχια μηχανήματα.
Καθεμία από τις κατηγορίες αυτές μπορεί να υποδιαιρείται σε:
– οχήματα διεθνούς χρήσης,
– οχήματα εθνικής χρήσης.
Οι ΤΠΔ προσδιορίζουν τις απαιτήσεις προκειμένου να εξασφαλίζεται η ασφαλής λειτουργία των εν λόγω οχημάτων στις διάφορες κατηγορίες γραμμών.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
ΥΠΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
1. Κατάλογος υποσυστημάτων
Για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, το σύστημα που συνθέτει το σιδηροδρομικό σύστημα υποδιαιρείται στα ακόλουθα υποσυστήματα, που είναι:
α) στους δομικούς τομείς:
– υποδομή,
– η ενέργεια,
– παρατρόχιος έλεγχος-χειρισμός και σηματοδότηση,
– εποχούμενος έλεγχος, χειρισμός και σηματοδότηση,
– τροχαίο υλικό·
β) στους λειτουργικούς τομείς:
– διεξαγωγή και διαχείριση της κυκλοφορίας,
– συντήρηση,
– τηλεπληροφορικές εφαρμογές για επιβατικές και για εμπορευματικές μεταφορές.
2. Περιγραφή των υποσυστημάτων
Για κάθε υποσύστημα ή μέρος υποσυστήματος, ο κατάλογος στοιχείων και παραμέτρων σχετιζόμενων με τη διαλειτουργικότητα προτείνεται από τον Οργανισμό όταν καταρτίζεται το αντίστοιχο σχέδιο ΤΠΔ. Χωρίς να προδικάζονται η επιλογή παραμέτρων και στοιχείων σχετιζόμενων με τη διαλειτουργικότητα ή η σειρά με την οποία οι εν λόγω παράμετροι και στοιχεία θα διέπονται από ΤΠΔ, στα υποσυστήματα περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:
2.1. Υποδομές
Η τροχιά, οι αλλαγές τροχιάς, τα τεχνικά έργα (γέφυρες, σήραγγες, κ.λπ.), η σχετική υποδομή σταθμού (συγκαταλέγονται είσοδοι, κρηπιδώματα, ζώνες πρόσβασης, προσβάσεις εξυπηρέτησης, αποχωρητήρια και συστήματα πληροφοριών καθώς και χαρακτηριστικά προσβασιμότητας προσώπων μειωμένης κινητικότητας και ατόμων με αναπηρίες).
2.2. Ενέργεια
Το σύστημα ηλεκτροκίνησης, όπου περιλαμβάνονται οι εναέριες γραμμές.
2.3. Παρατρόχιος έλεγχος-χειρισμός και σηματοδότηση
Το σύνολο του παρατρόχιου τεχνικού εξοπλισμού που είναι αναγκαίος για την ασφάλεια και για τον χειρισμό και τον έλεγχο των κινήσεων αμαξοστοιχιών που επιτρέπεται να εκτελούν διαδρομές στο δίκτυο.
2.4. Εποχούμενος έλεγχος-χειρισμός και σηματοδότηση
Το σύνολο του εποχούμενου τεχνικού εξοπλισμού που είναι αναγκαίος για την ασφάλεια και για τον χειρισμό και τον έλεγχο των κινήσεων αμαξοστοιχιών που επιτρέπεται να εκτελούν διαδρομές στο δίκτυο.
2.5. Διεξαγωγή και διαχείριση της κυκλοφορίας
Οι διαδικασίες και ο σχετικός τεχνικός εξοπλισμός που επιτρέπουν τη συνεκτική λειτουργία των διάφορων δομικών υποσυστημάτων, τόσο κατά την κανονική λειτουργία όσο και κατά την υποβαθμισμένη λειτουργία, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, της κατάρτισης και της οδήγησης αμαξοστοιχιών, του προγραμματισμού και της διαχείρισης της κυκλοφορίας.
Το σύνολο των επαγγελματικών προσόντων που απαιτούνται για την παροχή σιδηροδρομικών μεταφορών κάθε είδους.
2.6. Τηλεπληροφορικές εφαρμογές
Σύμφωνα με το παράρτημα I, το υποσύστημα αυτό περιλαμβάνει δύο στοιχεία:
α) τις εφαρμογές για επιβατικές μεταφορές, όπου περιλαμβάνονται τα συστήματα τα οποία παρέχουν πληροφορίες στους επιβάτες πριν από το ταξίδι και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, τα συστήματα κράτησης και πληρωμής, η διαχείριση αποσκευών και η διαχείριση των ανταποκρίσεων μεταξύ αμαξοστοιχιών και με άλλα μέσα μεταφοράς·
β) τις εφαρμογές για τη μεταφορά εμπορευμάτων, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων ενημέρωσης (παρακολούθηση εμπορευμάτων και αμαξοστοιχιών σε πραγματικό χρόνο), των συστημάτων διαλογής και διάθεσης, των συστημάτων κράτησης, πληρωμής και τιμολόγησης, της διαχείρισης των ανταποκρίσεων με άλλα μέσα μεταφοράς, της έκδοσης ηλεκτρονικών συνοδευτικών εγγράφων.
2.7. Τροχαίο υλικό
Η δομή, το σύστημα χειρισμού και ελέγχου για το σύνολο του τεχνικού εξοπλισμού αμαξοστοιχιών, οι συσκευές λήψης ηλεκτρικού ρεύματος, οι μονάδες έλξης και ενεργειακής μετατροπής, ο εποχούμενος τεχνικός εξοπλισμός για τη μέτρηση της ηλεκτρικής κατανάλωσης, τα όργανα πέδησης, ζεύξης και κύλισης (φορεία, άξονες κ.λπ.) και η ανάρτηση, οι θύρες, οι διεπαφές ανθρώπου/μηχανής (μηχανοδηγός, εποχούμενο προσωπικό και επιβάτες, συμπεριλαμβανομένων χαρακτηριστικών προσβασιμότητας προσώπων μειωμένης κινητικότητας και ατόμων με αναπηρίες), οι συσκευές ενεργητικής ή παθητικής ασφάλειας και τα απαραίτητα για την υγεία των επιβατών και του εποχούμενου προσωπικού.
2.8. Επικαιροποίηση
Οι διαδικασίες, ο συναφής τεχνικός εξοπλισμός, τα κέντρα εφοδιαστικής για εργασίες συντήρησης και τα αποθέματα για την κάλυψη των αναγκών της επισκευαστικής και της προληπτικής συντήρησης, ώστε να εξασφαλίζεται η διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος και να είναι εγγυημένες οι απαιτούμενες επιδόσεις.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IIΙ
ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ
1. Γενικές διατάξεις
1.1. Ασφάλεια
1.1.1. Ο σχεδιασμός, η κατασκευή ή συναρμογή, η συντήρηση και η επιτήρηση των στοιχείων καίριων για την ασφάλεια και, ειδικότερα, των στοιχείων που εμπλέκονται στην κίνηση των αμαξοστοιχιών πρέπει να εγγυώνται την ασφάλεια στο επίπεδο που αντιστοιχεί προς τους στόχους που έχουν καθοριστεί για το δίκτυο, ακόμα και υπό τις καθορισμένες αντίξοες συνθήκες.
1.1.2. Οι παράμετροι που υπεισέρχονται στην επαφή τροχού-τροχιάς πρέπει να πληρούν τα κριτήρια σταθερότητας που είναι αναγκαία ώστε να εξασφαλίζεται πλήρως ασφαλής κυκλοφορία υπό την επιτρεπόμενη μέγιστη ταχύτητα. Οι παράμετροι του εξοπλισμού πέδησης πρέπει να εγγυώνται τη δυνατότητα ακινητοποίησης σε συγκεκριμένη απόσταση με τη μέγιστη επιτρεπόμενη ταχύτητα.
1.1.3. Τα χρησιμοποιούμενα συστατικά στοιχεία πρέπει να ανθίστανται στις καθοριζόμενες συνήθεις ή εξαιρετικές καταπονήσεις κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους. Οι τυχαίες βλάβες τους πρέπει, με τη χρήση ενδεδειγμένων μέσων, να έχουν περιορισμένες συνέπειες στην ασφάλεια.
1.1.4. Η μελέτη των μόνιμων εγκαταστάσεων και του τροχαίου υλικού, καθώς και η επιλογή των χρησιμοποιουμένων υλικών πρέπει να γίνονται έτσι ώστε να περιορίζονται η εκδήλωση, η διάδοση και τα αποτελέσματα της φωτιάς και του καπνού σε περίπτωση πυρκαγιάς.
1.1.5. Τα συστήματα με προορισμό τον χειρισμό από τους χρήστες πρέπει να είναι σχεδιασμένα κατά τρόπο ώστε να μη θίγεται η ασφαλής λειτουργία των συστημάτων ή η υγεία και η ασφάλεια των χρηστών σε περίπτωση προβλεπτών χρήσεων που δεν είναι σύμφωνες προς τις αναγραφόμενες οδηγίες.
1.2. Αξιοπιστία και διαθεσιμότητα
Η επιτήρηση και η συντήρηση των σταθερών ή των κινητών στοιχείων που υπεισέρχονται στην κυκλοφορία των αμαξοστοιχιών πρέπει να οργανώνονται, να διενεργούνται και να εκτιμώνται ποσοτικά κατά τρόπο ώστε να διατηρείται η λειτουργία τους υπό τις προβλεπόμενες συνθήκες.
1.3. Υγεία
1.3.1. Τα υλικά που ενδέχεται, με τον τρόπο χρησιμοποίησής τους, να θέσουν σε κίνδυνο την υγεία των προσώπων που έχουν πρόσβαση σε αυτά δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται στη σιδηροδρομική υποδομή.
1.3.2. Η επιλογή, οι εφαρμογές και η χρησιμοποίηση των υλικών αυτών πρέπει να έχουν ως στόχο να περιορίζονται οι εκπομπές επιβλαβών και επικινδύνων καπνών ή αερίων, ειδικότερα σε περίπτωση πυρκαγιάς.
1.4. Προστασία του περιβάλλοντος
1.4.1. Κατά τη μελέτη του συστήματος πρέπει να εκτιμώνται και να λαμβάνονται υπόψη σύμφωνα με τις ισχύουσες ενωσιακές διατάξεις οι επιπτώσεις της εγκατάστασης και της λειτουργίας του σιδηροδρομικού συστήματος στο περιβάλλον.
1.4.2. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται στις αμαξοστοιχίες και στην υποδομή πρέπει να αποτρέπουν την εκπομπή επιβλαβών και επικίνδυνων για το περιβάλλον καπνών ή αερίων, ιδίως σε περίπτωση πυρκαγιάς.
1.4.3. Το τροχαίο υλικό και τα συστήματα ενεργειακής τροφοδότησης πρέπει να είναι σχεδιασμένα και κατασκευασμένα κατά τρόπον ώστε να είναι ηλεκτρομαγνητικώς συμβατά με τις εγκαταστάσεις, τον τεχνικό εξοπλισμό και τα δημόσια ή ιδιωτικά δίκτυα με τα οποία ενδέχεται να υπάρξει παρεμβολή.
1.4.4. Κατά την επιχειρησιακή λειτουργία του σιδηροδρομικού συστήματος πρέπει να τηρούνται τα επίπεδα των κανονιστικών ρυθμίσεων σχετικά με την ηχορρύπανση.
1.4.5. Η λειτουργία του σιδηροδρομικού συστήματος δεν πρέπει να προκαλεί, στο έδαφος, επίπεδο δονήσεων απαράδεκτο για τις δραστηριότητες και τον χώρο διέλευσης πλησίον της υποδομής και υπό κανονική κατάσταση συντήρησης.
1.5. Τεχνική συμβατότητα
Τα τεχνικά χαρακτηριστικά της υποδομής και των μόνιμων εγκαταστάσεων πρέπει να είναι συμβατά και μεταξύ τους και με τα χαρακτηριστικά των αμαξοστοιχιών που πρόκειται να κυκλοφορήσουν στο σιδηροδρομικό σύστημα.
Όταν είναι δύσκολο να τηρηθούν τα χαρακτηριστικά αυτά σε ορισμένα μέρη του δικτύου, θα μπορούσαν να τεθούν σε εφαρμογή προσωρινές λύσεις που να εγγυώνται τη συμβατότητα στο μέλλον.
2. ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΥΠΟΣΥΣΤΗΜΑ
2.1. Υποδομές
2.1.1. Ασφάλεια
Πρέπει να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα για την αποφυγή ανεπιθύμητης πρόσβασης ή παρείσφρησης στις εγκαταστάσεις.
Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για να περιορίζονται οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθενται τα άτομα, ιδίως κατά τη διέλευση των αμαξοστοιχιών από τους σταθμούς.
Η υποδομή στην οποία έχει πρόσβαση το κοινό πρέπει να είναι σχεδιασμένη και κατασκευασμένη κατά τρόπο ώστε να περιορίζονται οι κίνδυνοι για την ασφάλεια των προσώπων (σταθερότητα, πυρκαγιά, πρόσβαση, εκκένωση, κρηπίδωμα κ.λπ.).
Πρέπει να προβλέπονται κατάλληλες διατάξεις για να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες προϋποθέσεις ασφαλείας εντός των σηράγγων μεγάλου μήκους και γεφυρών.
2.2. Ενέργεια
2.2.1. Ασφάλεια
Η λειτουργία των εγκαταστάσεων ενεργειακής τροφοδότησης δεν πρέπει να θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια ούτε των αμαξοστοιχιών ούτε των προσώπων (χρηστών, επιχειρησιακού προσωπικού, περιοίκων και τρίτων).
2.2.2. Προστασία του περιβάλλοντος
Η λειτουργία των εγκαταστάσεων τροφοδότησης με ηλεκτρική ή θερμική ενέργεια δεν πρέπει να διαταράσσει το περιβάλλον πέραν των προδιαγραφομένων ορίων.
2.2.3. Τεχνική συμβατότητα
Τα χρησιμοποιούμενα συστήματα τροφοδότησης με ηλεκτρική/θερμική ενέργεια πρέπει:
– να επιτρέπουν στις αμαξοστοιχίες να επιτυγχάνουν τις καθορισμένες επιδόσεις,
– στην περίπτωση συστήματος τροφοδότησης με ηλεκτρική ενέργεια, να είναι συμβατά με τα συστήματα λήψης ρεύματος που είναι εγκατεστημένα στις αμαξοστοιχίες.
2.3. Έλεγχος-χειρισμός και σηματοδότηση
2.3.1. Ασφάλεια
Οι εγκαταστάσεις ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης και οι διαδικασίες που χρησιμοποιούνται πρέπει να επιτρέπουν κυκλοφορία των αμαξοστοιχιών σε επίπεδο ασφάλειας αντίστοιχο προς τους στόχους που έχουν καθοριστεί για το δίκτυο. Τα συστήματα ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης πρέπει να εξακολουθούν να καθιστούν δυνατή την κυκλοφορία αμαξοστοιχιών οι οποίες επιτρέπεται να κυκλοφορούν υπό καθορισμένες έκρυθμες συνθήκες.
2.3.2. Τεχνική συμβατότητα
Κάθε νέα υποδομή και κάθε νέο τροχαίο υλικό που κατασκευάζεται ή αναπτύσσεται μετά την επιλογή συμβατών συστημάτων ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης πρέπει να είναι προσαρμοσμένα στη χρήση των εν λόγω συστημάτων.
Ο τεχνικός εξοπλισμός ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης που είναι εγκατεστημένος στο θάλαμο οδηγήσεως αμαξοστοιχίας πρέπει να επιτρέπει την ομαλή λειτουργία, υπό προδιαγεγραμμένες συνθήκες, στο σιδηροδρομικό σύστημα.
2.4. Τροχαίο υλικό
2.4.1. Ασφάλεια
Τα φέροντα στοιχεία του τροχαίου υλικού και των ζεύξεων μεταξύ των οχημάτων πρέπει να έχουν μελετηθεί κατά τρόπο ώστε να προστατεύονται οι χώροι των επιβατών και οδήγησης σε περίπτωση σύγκρουσης ή εκτροχιασμού.
Το ηλεκτρολογικό υλικό δεν πρέπει να θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια λειτουργίας των εγκαταστάσεων ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης.
Οι τεχνικές πέδησης καθώς και οι επιβαλλόμενες καταπονήσεις πρέπει να είναι συμβατές με την κατασκευή των γραμμών, των τεχνικών έργων και των συστημάτων σηματοδότησης.
Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα όσον αφορά την πρόσβαση στα στοιχεία υπό τάση ώστε να μην τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια των προσώπων.
Σε περίπτωση κινδύνου πρέπει κάποια συστήματα να παρέχουν στους επιβάτες τη δυνατότητα να ειδοποιούν τον μηχανοδηγό και/ή τον ελεγκτήκαι να ζητούν από στοτο προσωπικό συνοδείας να έρχεται σε επαφή με το μηχανοδηγό ή τον ελεγκτή. [Τροπολογία 148]
Οι θύρες πρόσβασης Πρέπει να είναι εφοδιασμένες με σύστημαδυνατή η ασφαλής επιβίβαση και αποβίβαση στις αμαξοστοιχίες. Οι μηχανισμοί ανοίγματος και κλεισίματος το οποίο να εγγυάταιτων θυρών, το πλάτος του κενού μεταξύ αμαξοστοιχίας και αποβάθρας και η αναχώρηση της αμαξοστοιχίας πρέπει να εγγυώνται την ασφάλεια των επιβατών. Οι αμαξοστοιχίες πρέπει να έχουν μελετηθεί κατά τρόπο, ώστε κανένας επιβάτης να μην κινδυνεύει να παγιδευτεί κατά την επιβίβαση ή αποβίβαση σε αυτές. [Τροπολογία 149]
Πρέπει να προβλέπονται και να επισημαίνονται έξοδοι κινδύνου.
Πρέπει να προβλέπονται κατάλληλα συστήματα για να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες προϋποθέσεις ασφαλείας εντός των σηράγγων μεγάλου μήκους.
Είναι υποχρεωτική η εγκατάσταση επί των αμαξοστοιχιών συστήματος φωτισμού ασφαλείας επαρκούς έντασης και αυτονομίας.
Οι αμαξοστοιχίες πρέπει να διαθέτουν μεγαφωνικό σύστημα που να επιτρέπει τη διαβίβαση μηνυμάτων προς τους επιβάτες από το προσωπικό της αμαξοστοιχίας και/ή τον μηχανοδηγό. [Τροπολογία 150]
Πρέπει να κοινοποιούνται με κατανοητό και ολοκληρωμένο τρόπο στους επιβάτες πληροφορίες σχετικά με τους κανονισμούς που ισχύουν τόσο στους σταθμούς όσο και στις αμαξοστοιχίες (απαγόρευση επιβίβασης, άφιξη και αναχώρηση, οδηγίες συμπεριφοράς, δυνατότητες πρόσβασης για άτομα μειωμένης κινητικότητας, σημασία των σημάνσεων, επικίνδυνες περιοχές, κτλ). [Τροπολογία 151]
2.4.2. Αξιοπιστία και διαθεσιμότητα
Ο σχεδιασμός του τεχνικού εξοπλισμού ζωτικής σημασίας, κύλισης, έλξης και πέδησης καθώς και ελέγχου-χειρισμού, πρέπει να επιτρέπει, υπό καθορισμένες έκρυθμες συνθήκες, τη συνέχιση της πορείας της αμαξοστοιχίας χωρίς αρνητικές συνέπειες στον τεχνικό εξοπλισμό που παραμένει σε λειτουργία.
2.4.3. Τεχνική συμβατότητα
Το ηλεκτρολογικό υλικό πρέπει να είναι συμβατό με τη λειτουργία των εγκαταστάσεων ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης.
Στην περίπτωση ηλεκτροκίνησης, τα χαρακτηριστικά των συστημάτων λήψης ρεύματος πρέπει να επιτρέπουν την κυκλοφορία των αμαξοστοιχιών με τα συστήματα ενεργειακής τροφοδότησης του σιδηροδρομικού συστήματος.
Το τροχαίο υλικό πρέπει να έχει χαρακτηριστικά που να του επιτρέπουν να κυκλοφορεί σε όλες τις γραμμές στις οποίες προβλέπεται η λειτουργία του, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών κλιματικών και τοπογραφικών συνθηκών. [Τροπολογία 152]
2.4.4. Έλεγχοι
Οι αμαξοστοιχίες πρέπει να είναι εφοδιασμένες με συσκευή καταγραφής. Τα δεδομένα που συλλέγει αυτή η συσκευή και η επεξεργασία των πληροφοριών πρέπει να εναρμονίζονται.
2.5. Συντήρηση
2.5.1. Ασφάλεια και υγεία
Οι τεχνικές εγκαταστάσεις και οι εφαρμοζόμενες διαδικασίες στα κέντρα συντήρησης πρέπει να εγγυώνται ασφαλή λειτουργία του συγκεκριμένου υποσυστήματος και να μη συνιστούν κίνδυνο για την υγεία και την ασφάλεια.
2.5.2. Προστασία του περιβάλλοντος
Οι τεχνικές εγκαταστάσεις και οι εφαρμοζόμενες διαδικασίες στα κέντρα συντήρησης δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα επίπεδα οχλήσεων που είναι αποδεκτά για τον περιβάλλοντα χώρο.
2.5.3. Τεχνική συμβατότητα
Οι εγκαταστάσεις συντήρησης του τροχαίου υλικού πρέπει να καθιστούν δυνατή την εκτέλεση των εργασιών ασφάλειας, υγιεινής και άνεσης σε όλο το υλικό για το οποίο έχουν κατασκευαστεί.
2.6. Διεξαγωγή και διαχείριση της κυκλοφορίας
2.6.1. Ασφάλεια
Η σύγκλιση των κανόνων λειτουργίας των δικτύων, καθώς και τα προσόντα των μηχανοδηγών, του τεχνικού προσωπικού, των ελεγκτών κινήσεως και του εποχούμενου προσωπικού και του προσωπικού των κέντρων ελέγχου, πρέπει να εγγυώνται ασφαλή λειτουργία, λαμβανομένων υπόψη των διαφορετικών απαιτήσεων των διασυνοριακών και των εσωτερικών μεταφορών. Πρέπει να επιδιώκεται υψηλό επίπεδο κατάρτισης για ολόκληρη την Ένωση για την απόκτηση υψηλής ποιότητας πιστοποιητικών. [Τροπολογία 153]
Οι διαδικασίες και η συχνότητα συντήρησης, η εκπαίδευση και τα προσόντα του προσωπικού συντήρησης και των κέντρων ελέγχου, καθώς και το σύστημα διασφάλισης της ποιότητας που εφαρμόζεται στα κέντρα ελέγχου και συντήρησης των σχετικών φορέων εκμετάλλευσης, πρέπει να εγγυώνται υψηλό επίπεδο ασφάλειας.
2.6.2. Αξιοπιστία και διαθεσιμότητα
Οι διαδικασίες και η συχνότητα συντήρησης, η εκπαίδευση και τα προσόντα του προσωπικού συντήρησης και των κέντρων ελέγχου, καθώς και το σύστημα διασφάλισης της ποιότητας που εφαρμόζεται από τους σχετικούς φορείς εκμετάλλευσης στα κέντρα ελέγχου και συντήρησης, πρέπει να εγγυώνται υψηλό επίπεδο αξιοπιστίας και διαθεσιμότητας του συστήματος.
2.6.3. Τεχνική συμβατότητα
Η σύγκλιση των κανόνων λειτουργίας των δικτύων, καθώς και τα προσόντα των μηχανοδηγών, του εποχούμενου προσωπικού και του προσωπικού διαχείρισης της κυκλοφορίας, πρέπει να εγγυώνται την αποτελεσματική λειτουργία του σιδηροδρομικού συστήματος, λαμβανομένων υπόψη των διαφορετικών απαιτήσεων των διασυνοριακών και των εσωτερικών μεταφορών.
2.7. Εφαρμογές τηλεπληροφορικής στις επιβατικές και στις εμπορευματικές μεταφορές
2.7.1. Τεχνική συμβατότητα
Οι βασικές απαιτήσεις στον τομέα των εφαρμογών τηλεπληροφορικής που εγγυώνται κάποιο ελάχιστο ποιότητας εξυπηρέτησης των επιβατών και των πελατών του εμπορευματικού τομέα αφορούν ιδιαιτέρως την τεχνική συμβατότητα.
Για τις εφαρμογές αυτές πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε:
– οι βάσεις δεδομένων, τα λογισμικά και τα πρωτόκολλα επικοινωνίας δεδομένων να αναπτύσσονται έτσι ώστε να εγγυώνται μέγιστες δυνατότητες ανταλλαγής δεδομένων, αφενός, μεταξύ διαφόρων εφαρμογών και, αφετέρου, μεταξύ διαφόρων φορέων εκμετάλλευσης, με εξαίρεση τα απόρρητα εμπορικά δεδομένα,
– οι χρήστες να έχουν εύκολη πρόσβαση στις πληροφορίες.
2.7.2. Αξιοπιστία και διαθεσιμότητα
Οι τρόποι χρήσης, διαχείρισης, προσαρμογής στα πρόσφατα δεδομένα και συντήρησης αυτών των βάσεων δεδομένων, λογισμικών και πρωτοκόλλων επικοινωνίας δεδομένων πρέπει να εγγυώνται την αποδοτικότητα των ανωτέρω συστημάτων και την ποιότητα εξυπηρέτησης.
2.7.3. Υγεία
Στις διεπαφές των συστημάτων αυτών με τους χρήστες, πρέπει να τηρείται το ελάχιστο επίπεδο κανόνων εργονομίας και προστασίας της υγείας.
2.7.4. Ασφάλεια
Για την αποθήκευση ή τη μετάδοση πληροφοριών που σχετίζονται με την ασφάλεια πρέπει να εξασφαλίζονται επαρκή επίπεδα ακεραιότητας και αξιοπιστίας.
Οδηγία 2008/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του κοινοτικού σιδηροδρομικού συστήματος (ΕΕ L 191 της 18.7.2008, σ. 1).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 98/34/ΕΚ, 2004/22/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2009/23/ΕΚ και 2009/105/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης αριθ. 1673/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12).
Οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 1).
Απόφαση 2010/713/ΕΕ της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τις ενότητες των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, καταλληλότητας χρήσης και ελέγχου ΕΚ που πρέπει να χρησιμοποιούνται στις τεχνικές προδιαγραφές διαλειτουργικότητας που έχουν εγκριθεί δυνάμει της οδηγίας 2008/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2010) 7582] (ΕΕ L 319 της 4.12.2010, σ. 1).
Απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων και για την κατάργηση της απόφασης 93/465/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 82).
Kανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 του Συμβουλίου (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. …/... του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της ..., σχετικά με τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2004 (ΕΕ L ...).
Απόφαση 98/500/ΕΚ της Επιτροπής της 20ής Μαΐου 1998 για σύσταση επιτροπών κλαδικού διαλόγου για την προώθηση του διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων σε ευρωπαϊκό επίπεδο (ΕΕ L 225 της 12.8.1998, σ. 27).
Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών (ΕΕ L 204της 21.7.1998, σ. 37).
Οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 32).
Απόφαση 2007/756/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής προδιαγραφής για το εθνικό μητρώο οχημάτων που προβλέπεται στο άρθρο 14 παράγραφοι 4 και 5 της οδηγίας 96/48/ΕΚ και της οδηγίας 2001/16/ΕΚ (ΕΕ L 305 της 23.11.2007, σ. 30).
Εκτελεστική απόφαση 2011/633/ΕΕ της Επιτροπής, της 15ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με τις κοινές προδιαγραφές του μητρώου σιδηροδρομικής υποδομής (ΕΕ L 256 της 1.10.2011, σ. 1).
Οδηγία 96/48/ΕΚ του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1996 σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος μεγάλης ταχύτητας (ΕΕ L 235 της 17.9.1996, σ. 6).
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων (αναδιατύπωση) (COM(2013)0031 – C7-0028/2013 – 2013/0016(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0031),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 91 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0028/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν, στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, από το Λιθουανικό Κοινοβούλιο, τη Ρουμανική Γερουσία και το Σουηδικό Κοινοβούλιο, σύμφωνα με τις οποίες το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει με την αρχή της επικουρικότητας,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2013(1),
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών της 8ης Οκτωβρίου 2013(2),
– έχοντας υπόψη τη Διοργανική Συμφωνία, της 28ης Νοεμβρίου 2001, για μια πλέον συστηματοποιημένη χρήση της τεχνικής της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων(3),
– έχοντας υπόψη την επιστολή της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 του Κανονισμού,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0015/2014),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τη συμβουλευτική ομάδα εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην εκείνων που προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων των προηγούμενων πράξεων μαζί με τις τροποποιήσεις αυτές, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·
1. εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 26 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων (αναδιατύπωση)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 91 παράγραφος 1,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(4),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(5),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(6),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(7), έχουν τροποποιηθεί σημαντικά. Επειδή πρόκειται να εισαχθούν και άλλες τροποποιήσεις, πρέπει να αναδιατυπωθεί ώστε να καταστεί σαφέστερη.
(1α) Οι σιδηρόδρομοι αποτελούν ήδη το ασφαλέστερο μέσο μεταφοράς στην Ένωση και τις τελευταίες δεκαετίες έχουν βελτιώσει ακόμη περισσότερο τις επιδόσεις τους στον τομέα της ασφάλειας. Ενώ οι επιδόσεις τους στον τομέα της μεταφοράς αυξήθηκαν από περίπου 200 δισεκατομμύρια επιβατοχιλιόμετρα το 1970 σε περισσότερα από 300 δισεκατομμύρια σήμερα, ο μέσος ετήσιος αριθμός θανάτων επιβατών σε σιδηροδρομικά ατυχήματα έχει μειωθεί από 400, στις αρχές της δεκαετίας του ’70, σε λιγότερους από 100 σήμερα. [Τροπολογία 1]
(1β) Θα πρέπει να κατοχυρώνεται η ασφάλεια όχι μόνον για τους επιβάτες και τους εργαζομένους, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού των εργοληπτών, αλλά και για τους χρήστες ισόπεδων διαβάσεων και τα άτομα που κατοικούν κοντά σε σιδηροδρομικές γραμμές. [Τροπολογία 2]
(1γ) Με βάση την τεχνική και την επιστημονική πρόοδο, η ασφάλεια των σιδηροδρόμων πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω σε συνδυασμό με την αναμενόμενη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των σιδηροδρομικών μεταφορών. [Τροπολογία 3]
(1δ) Το σιδηροδρομικό τοπίο στην Ένωση έχει υποστεί βαθιές αλλαγές, οι οποίες οφείλονται, μεταξύ άλλων, στις τρεις δέσμες για τους σιδηροδρόμους που έχουν εγκριθεί από τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Η σταδιακή δημιουργία του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου χαρακτηρίζεται από πληθώρα παραγόντων, αυξημένη προσφυγή στην υπεργολαβία και συχνότερες εισόδους στην αγορά. Σε αυτό το πιο σύνθετο περιβάλλον, η ασφάλεια των σιδηροδρόμων εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη συνεργασία όλων των παραγόντων, και ειδικότερα των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, των διαχειριστών υποδομής, του κλάδου των σιδηροδρόμων και των αρχών ασφαλείας. Η νομοθεσία για την ασφάλεια θα πρέπει να λάβει υπόψη τις εξελίξεις αυτές και να θέσει σε εφαρμογή κατάλληλες διαδικασίες και μέσα κοινοποίησης πληροφοριών, διαχείρισης και έκτακτης ανάγκης. [Τροπολογία 4]
(2) Με την οδηγία 2004/492004/49/ΕΚ θεσπίσθηκε κοινό ρυθμιστικό πλαίσιο για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων, με την εναρμόνιση του περιεχομένου των κανόνων ασφάλειας, την πιστοποίηση της ασφάλειας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, των καθηκόντων και του ρόλου των εθνικών αρχών ασφάλειας, και της διερεύνησης ατυχημάτων. Ωστόσο, για να συνεχισθούν οι προσπάθειες για τη δημιουργίαΗ εν εξελίξει εδραίωση ενιαίας αγοράς υπηρεσιών σιδηροδρομικών μεταφορών οδηγεί σε πολλαπλασιασμό των διαφόρων παραγόντων και διασυνδέσεων επικοινωνίας. Προκειμένου να εξασφαλίζεται η ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών σε αυτό το περιβάλλον, η εν λόγω οδηγία χρειάζεται διεξοδική αναθεώρηση. [Τροπολογία 5]
(2α) Λόγω των διαφορών που εξακολουθούν να υπάρχουν μεταξύ των απαιτήσεων ασφάλειας και οι οποίες επηρεάζουν τη βέλτιστη λειτουργία των σιδηροδρομικών μεταφορών στην Ένωση, έχει ιδιαίτερη σημασία να συνεχιστεί η διαδικασία εναρμόνισης των κανόνων που αφορούν τόσο τη λειτουργία και την ασφάλεια όσο και τη διερεύνηση των ατυχημάτων. [Τροπολογία 6]
(2β) Η εναρμόνιση δεν θα πρέπει, ωστόσο, να θέτει σε κίνδυνο το σημερινό επίπεδο ασφάλειας κάθε κράτους μέλους. [Τροπολογία 7]
(2γ) Η ορθή εφαρμογή και η περαιτέρω βελτίωση της οδηγίας 96/49/ΕΚ του Συμβουλίου(8) και της οδηγίας 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(9)έχει ύψιστη σημασία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων και την προστασία της ανθρώπινης ζωής, της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος. [Τροπολογία 8]
(3) Σε πολλά κράτη μέλη τα μετρό, τα τραμ, τα τραμ-τρένα και άλλα ελαφρά σιδηροδρομικά συστήματα υπόκεινται σε τοπικούς ή περιφερειακούς κανόνες ασφάλειας, συχνά εποπτεύονται από τοπικές ή περιφερειακές αρχές και δεν καλύπτονται από τις απαιτήσεις για τη διαλειτουργικότητα ή την αδειοδότηση που ισχύουν στην Ένωση. Επιπλέον, τα τραμ συχνά υπόκεινται στη νομοθεσία περί οδικής ασφάλειας και συνεπώς, δεν θα ήταν δυνατόν να καλυφθούν πλήρως από τους κανόνες σιδηροδρομικής ασφάλειας. Για τους λόγους αυτούς, αυτά τα τοπικά σιδηροδρομικά συστήματα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Αυτό δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν εθελοντικά τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας στα τοπικά σιδηροδρομικά συστήματα, εφόσον το κρίνουν απαραίτητο. [Τροπολογία 9]
(4) Τα επίπεδα ασφάλειας του σιδηροδρομικού συστήματος της Ένωσης είναι κατά κανόνα υψηλά, ιδιαίτερα σε σύγκριση με τις οδικές μεταφορές. Με βάση την τεχνική και την επιστημονική πρόοδο, πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω και η ασφάλεια, εφόσονστον βαθμό που είναι εύλογα εφικτό και με βάση την ανταγωνιστικότητα των σιδηροδρομικών μεταφορών. [Τροπολογία 10]
(4α) Η ασφάλεια εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την αλληλεπίδραση μεταξύ των σιδηροδρομικών υποδομών, των μεταφορών, των κατασκευαστών και των αρχών ασφαλείας. Θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν και να αναπτυχθούν κατάλληλα μέσα προκειμένου να κατοχυρωθεί και να αυξηθεί η ασφάλεια. [Τροπολογία 11]
(5) Όλοι οι κύριοι παράγοντες του σιδηροδρομικού συστήματος, διαχειριστές υποδομής και σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, πρέπει να φέρουν εξ ολοκλήρου την ευθύνη για την ασφάλεια του συστήματος, ο καθένας στο τμήμα που του αναλογεί. Όπου αρμόζει, πρέπει να συνεργάζονται στην υλοποίηση μέτρων ελέγχου των κινδύνων. Τα κράτη μέλη πρέπει να διαχωρίσουν σαφώς την άμεση αυτή ευθύνη για την ασφάλεια από το καθήκον των αρμόδιων εθνικών αρχών ασφάλειας να παρέχουν ένα εθνικό ρυθμιστικό πλαίσιο και να εποπτεύουν τις επιδόσεις όλων των φορέων εκμετάλλευσης. [Τροπολογία 12]
(6) Tο γεγονός ότι οι διαχειριστές υποδομής και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις έχουν την ευθύνη λειτουργίας του σιδηροδρομικού συστήματος δεν συνεπάγεται ότι άλλοι παράγοντες, όπως κατασκευαστές, μεταφορείς, αποστολείς, υπεύθυνοι πλήρωσης, φορτωτές, εκφορτωτές, παραλήπτες, εταιρείες επιφορτισμένες με τη συντήρηση, εταιρείες συντήρησης, ιδιοκτήτες οχημάτων, κάτοχοι οχημάτων, πάροχοι υπηρεσιών και προμηθευτές απαλλάσσονται των ευθυνών τους για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες τους και για την εισαγωγή μέτρων ελέγχου κινδύνων. Για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο μη ορθής ανάληψης των ευθυνών, κάθε σχετικός παράγοντας πρέπει να καθίσταται υπεύθυνος για την ιδιαίτερη δραστηριότητά του μέσω συμβατικών συμφωνιών. Κάθε παράγοντας στο σιδηροδρομικό σύστημα πρέπει να είναι υπεύθυνος έναντι των υπολοίπων παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των αρμόδιων αρχών, για την πλήρη και αληθή κοινοποίηση όλων των σχετικών πληροφοριών, ώστε να ελέγχεται εάν τα οχήματα είναι σε κατάσταση λειτουργίας. Πρόκειταιπου είναι απαραίτητες για να διασφαλίζεται η ασφαλής λειτουργία ενός οχήματος, ιδίως για πληροφορίες που αφορούν την κατάσταση και το ιστορικό του οχήματος, τα αρχεία συντήρησης, την ιχνηλασιμότητα των εργασιών φόρτωσης και τα έγγραφα μεταφοράς. [Τροπολογία 13]
(6α) Το γεγονός ότι συμβαίνουν σοβαρά ατυχήματα με εμπορευματικές φορτάμαξες καταδεικνύει ότι απαιτούνται υποχρεωτικοί κανόνες, εναρμονισμένοι σε επίπεδο Ένωσης, σχετικά με την συχνότητα και την τακτικότητα της συντήρησης των εμπορευματικών φορταμαξών, του επιβατικού τροχαίου υλικού και των μηχανών. [Τροπολογία 14]
(7) Κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση, διαχειριστής υποδομής και αρμόδιος για τη συντήρηση φορέας πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι εργολάβοι του και άλλα μέρη εφαρμόζουν μέτρα ελέγχου των κινδύνων. Προς το σκοπό αυτό, πρέπει να εφαρμόζονται οι μέθοδοι διεξαγωγής της παρακολούθησης που καθορίζονται στις κοινές μεθόδους ασφαλείας (ΚΜΑ). Οι εργολάβοι πρέπει να εφαρμόζουν την εν λόγω διαδικασία μέσω συμβατικών ρυθμίσεων. Επειδή οι ρυθμίσεις αυτές αποτελούν ουσιαστικό μέρος του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομής, οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής πρέπει να δημοσιοποιούν τις συμβατικές ρυθμίσεις τους, εφόσον το ζητήσουν ο Οργανισμός Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο Οργανισμός») ή η εθνική αρχή ασφαλείας στο πλαίσιο εποπτικών δραστηριοτήτων.
(7α) Ο βαθμός συνεργασίας μεταξύ των κατασκευαστών, των επιφορτισμένων με τη συντήρηση εταιρειών και των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων μειώθηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Για τον λόγο αυτόν καθίσταται αναγκαία η εναρμόνιση των ελάχιστων διαστημάτων συντήρησης και των απαιτήσεων ασφαλείας με στόχο την ασφάλεια σε ολόκληρο το σιδηροδρομικό σύστημα. [Τροπολογία 15]
(8) Έχουν καθιερωθεί προοδευτικά κοινοί στόχοι ασφάλειας (ΚΣΑ) και ΚΜΑ, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι το επίπεδο ασφάλειας διατηρείται υψηλό και ότι, όποτε και όπου είναι αναγκαίο και είναι εύλογα εφικτό, βελτιώνεται. Οι κοινοί στόχοι και μέθοδοι πρέπει να παρέχουν μέσα αξιολόγησης του επιπέδου ασφάλειας και των επιδόσεων των φορέων εκμετάλλευσης στην Ένωση και στα κράτη μέλη. Έχουν καθιερωθεί κοινοί δείκτες ασφάλειας (ΚΔΑ) για να αξιολογείται εάν τα συστήματα ανταποκρίνονται στους ΚΣΑ και για να διευκολυνθεί η παρακολούθηση των επιδόσεων της ασφάλειας των σιδηροδρόμων. [Τροπολογία 16]
(9) Εθνικοί κανόνες, οι οποίοι συχνά βασίζονται σε εθνικά τεχνικά πρότυπα, αντικαταστάθηκαναντικαθίστανται προοδευτικά από κανόνες βασισμένους σε κοινά πρότυπα, τα οποία καθορίσθηκαν με ΚΣΑ, ΚΜΑ και τεχνικές προδιαγραφές διαλειτουργικότητας (ΤΠΔ). Για να αρθούν τα εμπόδια στη διαλειτουργικότητα, πρέπει να μειωθεί ο όγκος των εθνικών κανόνων συνεπεία της επέκτασης του πεδίου εφαρμογής των ΤΠΔ σε ολόκληρο το σιδηροδρομικό σύστημα της Ένωσης και της συμπλήρωσης των ανοικτών σημείων των ΤΠΔ. Προς το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη πρέπει να τηρούν επικαιροποιημένο το οικείο σύστημα εθνικών κανόνων, να καταργούν παρωχημένους κανόνες και να ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή και τον Οργανισμό χωρίς καθυστέρηση. [Τροπολογία 17]
(10) Λαμβανόμενων υπόψη της σταδιακής προσέγγισης όσον αφορά τηνστην εξάλειψη των εμποδίων στη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος, με παράλληλη διατήρηση ενός υψηλού επιπέδου ασφάλειας των σιδηροδρομικών μεταφορών, και τον χρόνοτου χρόνου που απαιτείται για την έκδοση όλων των ΤΠΔ, είναι σκόπιμο τα κράτη μέλη να μη θεσπίζουν νέους εθνικούς κανόνες, ούτε να αρχίζουν έργαξεκινούν σχέδια που επιτείνουν την ποικιλομορφία του υφιστάμενου συστήματος. Το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας είναι τοένα αναγνωρισμένο μέσο πρόληψης των ατυχημάτων. Τα κράτη μέλη, ο Οργανισμός και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις είναι υπεύθυνεςέχουν την ευθύνη να λαμβάνουν άμεσα διορθωτικά μέτρα για να προλαμβάνουν την επανάληψη των ατυχημάτων. Τα κράτη μέλη δεν πρέπει να υποβαθμίζουν την ευθύνη των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων με τη θέσπιση νέων εθνικών κανόνων μετά από ατύχημα. [Τροπολογία 18]
(10α) Τα συστήματα ελέγχου και σηματοδότησης διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην κατοχύρωση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων. Η εναρμονισμένη ανάπτυξη και εφαρμογή του «Ευρωπαϊκού Συστήματος Διαχείρισης Κυκλοφορίας Σιδηροδρόμων» (ERTMS) στο σιδηροδρομικό δίκτυο της Ένωσης αποτελεί σημαντική συνεισφορά στη βελτίωση των επιπέδων ασφαλείας. [Τροπολογία 19]
(11) Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων τους, οι διαχειριστές υποδομής και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις πρέπει να εφαρμόζουν σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας το οποίο να πληροί τις απαιτήσεις της Ένωσης και να περιέχει κοινά στοιχεία. Οι πληροφορίες για την ασφάλεια και την εφαρμογή του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας πρέπει να υποβάλλονται στον Οργανισμό και στην εθνική αρχή ασφαλείας του ενδιαφερομένου κράτους μέλους.
(11α) Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής θα πρέπει, στο πλαίσιο της φιλοσοφίας ασφαλείας που εφαρμόζουν, να εντάξουν ένα «πνεύμα δικαιοσύνης» προκειμένου να ενθαρρύνουν ενεργά το προσωπικό να αναφέρει ατυχήματα, συμβάντα και αποσοβηθέντα ατυχήματα που σχετίζονται με την ασφάλεια, χωρίς να κινδυνεύει να υποστεί κυρώσεις ή διακρίσεις. Ένα πνεύμα δικαιοσύνης επιτρέπει στη σιδηροδρομική βιομηχανία να αποκομίζει διδάγματα από τα ατυχήματα, τα συμβάντα και τα αποσοβηθέντα ατυχήματα και, με αυτόν τον τρόπο, να βελτιώνει την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών για τους εργαζομένους και τους επιβάτες. [Τροπολογία 20]
(12) Προκειμένου να διασφαλισθείδιασφαλισθούν υψηλό επίπεδο σιδηροδρομικής ασφάλειας και ισότιμοι όροι για όλες τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, οι εν λόγω επιχειρήσεις πρέπει να υπόκεινται στις ίδιες απαιτήσεις ασφαλείας. Αδειοδοτημένη σιδηροδρομική επιχείρηση πρέπει να είναι κάτοχος πιστοποιητικού ασφαλείας για να έχει πρόσβαση στη σιδηροδρομική υποδομή. Το πιστοποιητικό ασφάλειας πρέπει να αποδεικνύει ότι η σιδηροδρομική επιχείρηση διαθέτει σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας και ότι είναι σε θέση να συμμορφώνεται προς τα σχετικά πρότυπα και κανόνες ασφάλειας σε όλα τα κράτη μέλη στα οποία δραστηριοποιείται η επιχείρηση. Για τις διεθνείς μεταφορές, πρέπει να αρκεί η άπαξ και μόνον έγκριση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας σε επίπεδο Ένωσης ή για την επικράτεια στην οποία η σιδηροδρομική επιχείρηση θα χρησιμοποιήσει τη σιδηροδρομική υποδομή. [Τροπολογία 21]
(13) Καθιερώθηκαν ελάχιστες εναρμονισμένες μέθοδοι με βάση την οδηγία 2004/49/EΚ, οι οποίες πρέπει να ακολουθούνται για τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και τις εθνικές αρχές ασφαλείας όσον αφορά την παρακολούθηση, την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, την εποπτεία και την αξιολόγηση και την εκτίμηση των κινδύνων. Αυτό το ρυθμιστικό πλαίσιο είναι αρκετά ώριμο για τη βαθμιαία μετάβαση σε «ενιαίο πιστοποιητικό ασφαλείας» που θα ισχύει σε όλη την Ένωση εντός των προσδιορισμένων τομέων παροχής υπηρεσιών. Η μετάβαση σε ενιαίο πιστοποιητικό ασφαλείας αναμένεται ότι θα καταστήσει το σιδηροδρομικό σύστημα αποτελεσματικότερο και αποδοτικότερο με τη μείωση του διοικητικού φόρτου για τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, καθιστώντας, με τον τρόπο αυτό, τις σιδηροδρομικές μεταφορές πιο ανταγωνιστικές στον διατροπικό ανταγωνισμό. [Τροπολογία 22]
(14) Το ενιαίο πιστοποιητικό ασφαλείας πρέπει να εκδίδεται βάσει αποδεικτικών στοιχείων ότι η σιδηροδρομική επιχείρηση έχει καθιερώσει δικό της σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας. Για τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία ενδέχεται να απαιτούνται όχι μόνον επιτόπιες επιθεωρήσεις στη σιδηροδρομική επιχείρηση, αλλά και εποπτεία για να αξιολογείται εάν η σιδηροδρομική επιχείρηση εφαρμόζει δεόντως το οικείο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας μετά την απόκτηση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφαλείας.
(15) Ο διαχειριστής υποδομής πρέπει να έχει την κύρια ευθύνη για τον ασφαλή σχεδιασμό, συντήρηση και λειτουργία του οικείου σιδηροδρομικού δικτύου. Ο διαχειριστής υποδομής πρέπει να υπόκειται στην έγκριση ασφάλειας από την εθνική αρχή ασφαλείας όσον αφορά το οικείο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας και άλλες διατάξεις, ώστε να πληροί τις απαιτήσεις ασφαλείας.
(16) Η κατάρτιση του προσωπικού αμαξοστοιχιών και η απόκτηση προσόντων συνιστούν καίριο παράγοντα για την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών. Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις θα πρέπει να μεριμνούν για την επάρκεια των προσόντων, την πιστοποίηση και την κατάρτιση του προσωπικού τους, μεταξύ άλλων όταν δραστηριοποιούνται σε δίκτυο άλλου κράτους μέλους. Οι εθνικές αρχές ασφαλείας θα πρέπει να παρακολουθούν και να επιβάλλουν τις εν λόγω απαιτήσεις. Η πιστοποίηση του προσωπικού αμαξοστοιχιών θέτει συχνά ανυπέρβλητο εμπόδιο στις νεοεισερχόμενες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις. Τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίσουν τις απαραίτητες διευκολύνσεις για την εκπαίδευση και την πιστοποίηση του προσωπικού αμαξοστοιχιών για να πληρούν τις απαιτήσεις βάσει των εθνικών κανόνων, εφόσον πρόκειται να δραστηριοποιούνται στο αντίστοιχο δίκτυο. [Τροπολογία 23]
(17) Ο υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας πρέπει να πιστοποιείται για τις εμπορευματικές φορτάμαξες. Εφόσον ο αρμόδιος για τη συντήρηση φορέας είναι διαχειριστής υποδομής, η πιστοποίηση πρέπει να περιλαμβάνεται στη διαδικασία έγκρισης της ασφάλειας. Το πιστοποιητικό που εκδίδεται για τον εν λόγω φορέα πρέπει να εγγυάται ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας όσον αφορά τη συντήρηση κάθε φορτάμαξας για την οποία είναι υπεύθυνος. Το εν λόγω πιστοποιητικό πρέπει να ισχύει σε όλη την Ένωση και να εκδίδεται από οργανισμό ο οποίος μπορεί να ελέγχει το σύστημα συντήρησης που έχει διαμορφώσει ο φορέας. Επειδή οι εμπορευματικές φορτάμαξες χρησιμοποιούνται συχνά σε διεθνείς μεταφορές και ο υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας επιθυμεί ενδεχομένως να χρησιμοποιεί συνεργεία εγκατεστημένα σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, ο οργανισμός πιστοποίησης πρέπει να μπορεί να ασκεί τους ελέγχους του σε όλη την Ένωση.
(17α) Ο Οργανισμός αναπτύσσει από κοινού με τους εμπειρογνώμονες του κλάδου μια κοινή μέθοδο ασφάλειας για τον εντοπισμό των κρίσιμων για την ασφάλεια στοιχείων, με βάση την εμπειρία του κλάδου των αεροπορικών μεταφορών. [Τροπολογία 24]
(18) Οι εθνικές αρχές ασφαλείας πρέπει να είναι τελείως ανεξάρτητες ως προς την οργάνωσή τους, τη νομική δομή τους και τη λήψη αποφάσεων από οιαδήποτε σιδηροδρομική επιχείρηση, διαχειριστή υποδομής, αιτούντα καιή αναθέτοντα φορέα. Πρέπει να εκτελούν τα καθήκοντά τους με ανοικτό τρόπο και χωρίς διακρίσεις και να συνεργάζονται με τον Οργανισμό για τη δημιουργία ενιαίου σιδηροδρομικού χώρου με υψηλού επιπέδου ασφάλεια των σιδηροδρόμων και να συντονίζουν τα κριτήριά τους για τη λήψη αποφάσεων. Προκειμένου να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους, οι εθνικές αρχές ασφαλείας πρέπει να διαθέτουν επαρκείς δημοσιονομικούς πόρους και άρτια καταρτισμένο προσωπικό σε επαρκή αριθμό. Για να αυξηθεί η απόδοση, δύο ή περισσότερα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν να συγχωνεύσουν το προσωπικό και τους πόρους των οικείων εθνικών αρχών ασφαλείας. [Τροπολογία 25]
(18α) Για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου και τη βελτίωση της ασφάλειας των σιδηροδρομικών μεταφορών, ουσιώδη σημασία έχει η καθιέρωση ενιαίου πιστοποιητικού ασφαλείας. Τούτο απαιτεί σαφή κατανομή καθηκόντων και ευθυνών μεταξύ του Οργανισμού και των εθνικών αρχών ασφαλείας. Ο Οργανισμός θα πρέπει να μετατραπεί σε ενιαία υπηρεσία μίας στάσης για την έκδοση πιστοποιητικών ασφαλείας στην Ένωση, αξιοποιώντας την πολύτιμη εμπειρογνωμοσύνη, τις τοπικές γνώσεις και την εμπειρία των εθνικών αρχών ασφαλείας. Θα πρέπει να αναθέτει ειδικά καθήκοντα και ευθύνες στις εθνικές αρχές ασφαλείας βάσει συμβατικών συμφωνιών όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/... [κανονισμός για τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Σιδηροδρόμων], αλλά θα πρέπει να διαθέτει αποκλειστική αρμοδιότητα για την έκδοση, ανανέωση, τροποποίηση ή ανάκληση των πιστοποιητικών ασφαλείας, τόσο για τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις όσο και για τους διαχειριστές υποδομής. [Τροπολογία 26]
(19) Όταν ζητείται από εθνική αρχή ασφαλείας να εποπτεύει σιδηροδρομική επιχείρηση εγκατεστημένη σε διάφορα κράτη μέλη, οι άλλες εθνικές αρχές ασφαλείας πρέπει να ενημερώνουν τον Οργανισμό, ο οποίος πρέπει να εξασφαλίζει τον αναγκαίο συντονισμό των εποπτικών δραστηριοτήτων.
(19α) Προσήλωση στους κανόνες περί χρόνων εργασίας, οδήγησης και ανάπαυσης για τους οδηγούς αμαξοστοιχιών και το προσωπικό αμαξοστοιχιών που εκτελεί κρίσιμα για την ασφάλεια καθήκοντα είναι καίριας σημασίας για την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών και τον θεμιτό ανταγωνισμό. Οι εθνικές αρχές ασφαλείας πρέπει να είναι υπεύθυνες για την επιβολή και τον έλεγχο της εφαρμογής αυτών των κανόνων, καθώς και για τις διασυνοριακές υπηρεσίες. Ο Οργανισμός θα πρέπει να αναπτύξει συσκευή επί του οχήματος για την καταγραφή των χρόνων οδήγησης και ανάπαυσης των οδηγών αμαξοστοιχιών. Οι εθνικές αρχές ασφαλείας πρέπει επίσης να είναι αρμόδιες να παρακολουθούν τους χρόνους οδήγησης και ανάπαυσης διασυνοριακά. [Τροπολογία 27]
(20) Τα σοβαρά σιδηροδρομικά ατυχήματα είναι σπάνια. Μπορούν, εντούτοις, να έχουν καταστρεπτικές συνέπειες και να προκαλέσουν ανησυχία στην κοινή γνώμη για τις επιδόσεις ασφαλείας του σιδηροδρομικού συστήματος. Κατά συνέπεια, όλα αυτά τα ατυχήματα πρέπει να διερευνώνται ως προς την ασφάλεια, ώστε να αποφεύγεται η επανάληψή τους, και τα αποτελέσματα των ερευνών να δημοσιοποιούνται και να συμπεριλαμβάνονται σε περιοδικές εκθέσεις. Άλλα ατυχήματα και συμβάντα πρέπει επίσης να υπόκεινται σε διερεύνηση ασφαλείας όταν ενδέχεται να αποτελούν σημαντικούς προδρόμους για σοβαρά ατυχήματα. Προκειμένου να εντοπίζονται αυτοί οι πρόδρομοι, οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομών θεσπίζουν ένα «πνεύμα δικαιοσύνης» όπως ορίζεται στο άρθρο 3. [Τροπολογία 28]
(20α) Το σύστημα ασφαλείας των σιδηροδρόμων βασίζεται στα δεδομένα και τα διδάγματα που συνάγονται από ατυχήματα και συμβάντα, τα οποία απαιτούν αυστηρή εφαρμογή των κανόνων εμπιστευτικότητας προκειμένου να εξασφαλισθούν στο μέλλον πολύτιμες πηγές πληροφοριών. Στο πλαίσιο αυτό, οι ευαίσθητες πληροφορίες ασφαλείας πρέπει να προστατεύονται κατάλληλα. [Τροπολογία 29]
(20β) Στα ατυχήματα υπεισέρχεται σειρά από ζητήματα διαφορετικών δημόσιων συμφερόντων, όπως η ανάγκη πρόληψης μελλοντικών ατυχημάτων και η ορθή απόδοση δικαιοσύνης. Τα εν λόγω συμφέροντα υπερβαίνουν τα μεμονωμένα συμφέροντα των εμπλεκόμενων πλευρών και το συγκεκριμένο περιστατικό. Η σωστή ισορροπία μεταξύ όλων των συμφερόντων είναι αναγκαία για τη διασφάλιση του γενικού δημόσιου συμφέροντος. [Τροπολογία 30]
(21) Η διερεύνηση ασφαλείας πρέπει να διαχωρίζεται από τη δικαστική έρευνα για το ίδιο συμβάν και πρέπει να εξασφαλίζεται η πρόσβαση σε στοιχεία και μαρτυρίες. Πρέπει να πραγματοποιείται από μόνιμο φορέα, ανεξάρτητο από τους διάφορους παράγοντες στο χώρο των σιδηροδρόμων. Ο εν λόγω φορέας πρέπει να λειτουργεί κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων και οποιαδήποτε δυνατή εμπλοκή με τα αίτια των περιστατικών που διερευνώνται· συγκεκριμένα, η ανεξαρτησία στη λειτουργία του δεν πρέπει να θίγεται εάν συνδέεται στενά με την εθνική αρχή ασφαλείας ή τη ρυθμιστική αρχή, όσον αφορά την οργάνωση και τις νομικές δομές. Οι έρευνες πρέπει να διεξάγονται με τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια. Για κάθε περιστατικό, ο φορέας διερεύνησης πρέπει να συστήνει σχετική ομάδα έρευνας, η οποία διαθέτει την απαραίτητη εμπειρογνωμοσύνη για την εξεύρεση των άμεσων και των βαθύτερων αιτίων του συμβάντος.
(21α) Ο σιδηροδρομικός τομέας θα πρέπει να προωθεί εξίσου ένα μη κατασταλτικό περιβάλλον που να διευκολύνει την αυθόρμητη αναφορά συμβάντων και να συμβάλλει έτσι στην προώθηση της αρχής του «πνεύματος δικαιοσύνης». [Τροπολογία 31]
(21β) Για την πρόληψη ατυχημάτων και συμβάντων είναι σημαντικό να ανακοινώνονται, το ταχύτερο δυνατόν, οι σχετικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των εκθέσεων και των συστάσεων ασφαλείας που προκύπτουν από τις έρευνες ασφάλειας. [Τροπολογία 32]
(21γ) Στον σιδηροδρομικό τομέα, η ταυτοποίηση των θυμάτων και ο εντοπισμός των ατόμων του φιλικού ή/και οικογενειακού περιβάλλοντός τους αποτελεί δύσκολο εγχείρημα δεδομένου ότι, κατά κανόνα, ο φορέας εκμετάλλευσης δεν γνωρίζει την ταυτότητα των θυμάτων. Ωστόσο, σε ορισμένες σιδηροδρομικές υπηρεσίες της Ένωσης στο πλαίσιο των οποίων είναι υποχρεωτική η κράτηση θέσης ή διενεργείται έλεγχος των επιβατών πριν από την επιβίβασή τους στην αμαξοστοιχία, κρίνεται σκόπιμο να διαθέτει ο φορέας εκμετάλλευσης κατάλογο των επιβατών και του προσωπικού της αμαξοστοιχίας με αποκλειστικό σκοπό τη δυνατότητα άμεσης επικοινωνίας με άτομα του φιλικού και/ή οικογενειακού περιβάλλοντος των θυμάτων. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να ανατεθεί στον Οργανισμό η ανάπτυξη συστημάτων με στόχο την ενσωμάτωση των πληροφοριών αυτών στα συστήματα κράτησης θέσεων. Επιπλέον, οι εθνικοί οργανισμοί πρέπει να καταρτίσουν σχέδια έκτακτης ανάγκης στα οποία θα περιλαμβάνονται υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, σχέδια πρόσβασης, υπηρεσίες διάσωσης στο σημείο του ατυχήματος, καθώς και ένα σχέδιο για την παροχή βοήθειας στα θύματα. Ο Οργανισμός θα μπορεί να συμβάλει στην κατάρτιση των εν λόγω σχεδίων με βάση τις βέλτιστες πρακτικές. Ο φορέας εκμετάλλευσης πρέπει να διαθέτει επίσης σχέδιο για την παροχή βοήθειας στα θύματα. [Τροπολογία 33]
(22) Για να βελτιωθεί η απόδοση των δραστηριοτήτων φορέα διερεύνησης και να βοηθηθεί στην άσκηση των καθηκόντων του, ο φορέας διερεύνησης, όπως επίσης και ο Οργανισμός αν το ζητήσει, πρέπει να έχει έγκαιρη πρόσβαση στον τόπο του ατυχήματος και, εφόσον χρειάζεται, σε αρμονική συνεργασία με τις δικαστικές αρχές. Όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένου του Οργανισμού, θα πρέπει να παρέχουν κάθε συναφή πληροφορία που απαιτείται προκειμένου ο φορέας διερεύνησης να είναι σε θέση να εκτελεί τις δραστηριότητές του. Οι εκθέσεις για τις διερευνήσεις και οποιαδήποτε πορίσματα και συστάσεις παρέχουν ζωτικής σημασίας πληροφορίες για την περαιτέρω βελτίωση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων και πρέπει να δημοσιοποιούνται σε όλη την Ένωση. Οι αποδέκτες των συστάσεων ασφάλειας πρέπει να προβαίνουν στις δέουσες ενέργειες και ο φορέας διερεύνησης να λαμβάνει γνώση αυτών των ενεργειών. [Τροπολογία 34]
(23) Τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν κανόνες για τις κυρώσεις που εφαρμόζονται σε περίπτωση παραβίασης των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και να εξασφαλίσουν την επιβολή τους. Οι κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.
(24) Επειδή οι στόχοι των προτεινόμενων μέτρων στην παρούσα οδηγία, και συγκεκριμένα ο συντονισμός των δραστηριοτήτων στα κράτη μέλη για τη ρύθμιση και την εποπτεία της ασφάλειας, τη διερεύνηση ατυχημάτων και ο καθορισμός κοινών στόχων ασφάλειας, κοινών μεθόδων ασφάλειας, κοινών δεικτών ασφάλειας και κοινών απαιτήσεων για τα ενιαία πιστοποιητικά ασφάλειας, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν σε ικανοποιητικό βαθμό από τα κράτη μέλη και ως εκ τούτου είναι δυνατόν να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να εγκρίνει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που καθορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.
(25) Για να συμπληρωθούν και να τροποποιηθούν ορισμένα μη ουσιώδους σημασίας στοιχεία της οδηγίας, η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή όσον αφορά τις κοινές μεθόδους ασφαλείας και την αναθεώρησή τους, και την αναθεώρηση κοινών δεικτών ασφαλείας και κοινών στόχων ασφαλείας. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξαγάγειΈχει ιδιαίτερη σημασία να προβαίνει η Επιτροπή σε κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια των προπαρασκευαστικών εργασιών της, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, με τους κοινωνικούς εταίρους και ειδικότερα με τις εθνικές αρχές ασφάλειας. Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη πράξεων κατ’εξουσιοδότηση, πρέπει να εξασφαλίσει ταυτόχρονη, έγκαιρη και ομαλή διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. [Τροπολογία 35]
(26) Για να εξασφαλισθούν ομοιόμορφοι όροι εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή οι εκτελεστικές αρμοδιότητες όσον αφορά τις απαιτήσεις για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας και των στοιχείων του, την επανεξέταση του συστήματος πιστοποίησης των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη συντήρηση εμπορευματικών φορταμαξών και την επέκταση σε άλλο τροχαίο υλικό και το βασικό περιεχόμενο της έκθεσης διερεύνησης ατυχημάτων και συμβάντων. Οι εν λόγω εξουσίες ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (EΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(10).
(27) Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο πρέπει να περιορισθεί στις διατάξεις που αντιπροσωπεύουν ουσιαστική αλλαγή σε σύγκριση με την προγενέστερη οδηγία. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που παραμένουν αμετάβλητες απορρέει από την προγενέστερη οδηγία.
(28) Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την υποχρέωση των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που ορίζονται στο παράρτημα IV μέρος B,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Αντικείμενο
Η παρούσα οδηγία θεσπίζει ελάχιστες διατάξεις,πέραν των οποίων τα κράτη μέλη δύνανται να νομοθετούν μόνον δυνάμει του άρθρου 8, για την ανάπτυξη και την περαιτέρω βελτίωση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων της Ένωσης, καθώς και της πρόσβασης στην αγορά όσων παρέχουν σιδηροδρομικές υπηρεσίες με: [Τροπολογία 36]
α) την εναρμόνιση της δομής του ρυθμιστικού συστήματος στα κράτη μέλη·
β) τον προσδιορισμό των ευθυνών μεταξύ των παραγόντων του σιδηροδρομικού συστήματος·
γ) την ανάπτυξη κοινών στόχων ασφάλειας και κοινών μεθόδων ασφάλειας προκειμένου να να εξαλειφθεί βαθμιαία η ανάγκη για εθνικούς κανόνεςεναρμονιστούν περαιτέρω οι εθνικοί κανόνες σε υψηλό επίπεδο ασφάλειας· [Τροπολογία 37]
δ) απαιτώντας τη συγκρότηση, για κάθε κράτος μέλος, αρχής ασφάλειας και φορέα διερεύνησης ατυχημάτων και συμβάντων·
ε) τον καθορισμό κοινών αρχών διαχείρισης, ρύθμισης και εποπτείας της ασφάλειας των σιδηροδρόμων·
εα) την καθιέρωση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας που είναι έγκυρο και αναγνωρίζεται σε όλα τα κράτη μέλη εντός των προσδιορισμένων τομέων παροχής υπηρεσιών· [Τροπολογία 38]
εβ) την απαίτηση δημοσίευσης κατευθυντήριων γραμμών του Οργανισμού οι οποίες θα αφορούν την ασφάλεια των σιδηροδρόμων και την πιστοποίηση ασφάλειας και θα περιλαμβάνουν καταλόγους με παραδείγματα ορθών πρακτικών, ιδίως για τις διασυνοριακές μεταφορές. [Τροπολογία 39]
Άρθρο 2
Πεδίο εφαρμογής
1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στο σιδηροδρομικό σύστημα των κρατών μελών, το οποίο ενδέχεται να υποδιαιρείται σε υποσυστήματα σχετικά με τομείς διαρθρωτικής και λειτουργικής φύσεως. Καλύπτει τις απαιτήσεις ασφάλειας ολόκληρου του συστήματος, συμπεριλαμβανομένης της ασφαλούς διαχείρισης της υποδομής, της διεξαγωγής της κυκλοφορίας και της αλληλεπίδρασης σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, διαχειριστών υποδομής και άλλων παραγόντων του σιδηροδρομικού συστήματος.
2. Τα κράτη μέλη εξαιρούν από το πεδίοτα μέτρα που λαμβάνουν στο πλαίσιο της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας εξαιρούνται τα κάτωθι συστήματα: [Τροπολογία 103]
α) μετρό, τραμ, τραμ-τρένα και ελαφρά σιδηροδρομικά συστήματα· [Τροπολογία 40]
β) δίκτυα λειτουργικώς αποκομμένα από το υπόλοιπο σιδηροδρομικό συστήματα σύστημα και τα οποία προορίζονται μόνο για τη λειτουργία τοπικών, αστικών ή προαστιακών επιβατικών μεταφορών, καθώς και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται μόνο στα δίκτυα αυτά·
3. Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν από τα μέτρα που λαμβάνουν στο πλαίσιο της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας:
α) την ιδιωτική σιδηροδρομική υποδομή και τα οχήματα που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε αυτήν εφόσον, υπάρχουν για να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά από τον κύριο της υποδομής για τις δικές του μεταφορές φορτίου·
β) τις υποδομές και τα οχήματα που προορίζονται αποκλειστικά και μόνον για τοπική, ιστορική ή τουριστική χρήση·
βα) τις ελαφριές σιδηροδρομικές υποδομές που χρησιμοποιούνται περιστασιακά από βαρέα σιδηροδρομικά οχήματα υπό τους όρους λειτουργίας των ελαφρών σιδηροδρομικών συστημάτων, εφόσον η συγκεκριμένη χρήση από τα συγκεκριμένα οχήματα είναι απαραίτητη για σκοπούς συγκοινωνιακής σύνδεσης και μόνο· [Τροπολογία 41]
ββ) τροχαίο υλικό το οποίο έχει απολέσει την έγκρισή του και έχει μεταφερθεί σε τερματικό σταθμό ή άλλο χώρο ώστε να δοθεί η δυνατότητα να λάβει εκ νέου έγκριση. [Τροπολογία 42]
Άρθρο 3
Ορισμοί
Για το σκοπό της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) «σιδηροδρομικό σύστημα της Ένωσης»: το σιδηροδρομικό σύστημα συμβατικού και υψηλής ταχύτητας σιδηροδρόμου της Ένωσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της οδηγίας .../.../ΕΕ [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρόμου]· [Τροπολογία 43]
β) «διαχειριστής υποδομής»: ο διαχειριστής υποδομής όπως ορίζεται στο άρθρο 2άρθρο 3 της οδηγίας 2001/14/EΚ2012/34/EΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(11)· [Τροπολογία 44]
γ) «σιδηροδρομική επιχείρηση»: σιδηροδρομική επιχείρηση όπως ορίζεται στο άρθρο 2άρθρο 3 της οδηγίας 2001/14/ΕΚ2012/34/ΕΕ, και κάθε άλλη δημόσια ή ιδιωτική επιχείρηση η δραστηριότητα της οποίας είναι η παροχή υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς εμπορευμάτων ή/και επιβατών, υπό την προϋπόθεση ότι η επιχείρηση αυτή εξασφαλίζει υποχρεωτικά και την έλξη, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων που παρέχουν μόνον έλξη· [Τροπολογία 45]
γα) «τομέας παροχής της υπηρεσίας»: δίκτυο ή δίκτυα εντός ενός κράτους μέλους ή ομάδας κρατών μελών στα οποία μια σιδηροδρομική επιχείρηση προτίθεται να δραστηριοποιείται·
γβ) «απομονωμένο σιδηροδρομικό δίκτυο»: σιδηροδρομικό δίκτυο κράτους μέλους, ή τμήμα αυτού, με εύρος τροχιάς 1520 mm, το οποίο είναι γεωγραφικά ή τεχνικά αποκομμένο από το ευρωπαϊκό δίκτυο με το τυποποιημένο ονομαστικό εύρος τροχιάς (1435 mm – εφεξής «τυποποιημένο εύρος τροχιάς») και επαρκώς ενσωματωμένο στο σιδηροδρομικό δίκτυο με εύρος τροχιάς 1520 mm μαζί με τρίτες χώρες, αλλά απομονωμένο από το τυποποιημένο δίκτυο· [Τροπολογία 46]
δ) «τεχνικές προδιαγραφές διαλειτουργικότητας (ΤΠΔ)»: προδιαγραφή που ισχύει για κάθε υποσύστημα ή τμήμα υποσυστήματος προκειμένου αυτό να ανταποκρίνεται στις βασικές απαιτήσεις και να εξασφαλίζει τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρομικού συστήματος, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της οδηγίας .../.../ΕΕ [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρόμου]·
ε) «κοινοί στόχοι ασφάλειας (ΚΣΑ)»: τα επίπεδα ασφάλειας που πρέπει κατ’ελάχιστον να επιτυγχάνονται στα διάφορα τμήματα του σιδηροδρομικού συστήματος (όπως φέρ’ ειπείν το συμβατικό σιδηροδρομικό σύστημα, το σιδηροδρομικό σύστημα μεγάλης ταχύτητας, τις μακρές σιδηροδρομικές σήραγγες ή τις γραμμές που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τις μεταφορές εμπορευμάτων), καθώς και σε ολόκληρο το σύστημα, τα οποία εκφράζονται με κριτήρια αποδοχής κινδύνων·
στ) «κοινές μέθοδοι ασφάλειας (ΚΜΑ)»: οι μέθοδοι με τις οποίες περιγράφεται η αξιολόγηση των επιπέδων ασφαλείας, η επίτευξη των στόχων ασφάλειας και η συμμόρφωση με άλλες απαιτήσεις ασφάλειας·
στα) «κοινοί δείκτες ασφάλειας (ΚΔΑ)»: κοινό σύνολο δεδομένων για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων, τα οποία συγκεντρώνονται για να διευκολύνεται η παρακολούθηση των επιδόσεων στον τομέα της σιδηροδρομικής ασφάλειας και η επίτευξη των κοινών στόχων ασφάλειας (ΚΣΑ)· [Τροπολογία 48]
ζ) «εθνική αρχή ασφαλείας»: ο εθνικός φορέας ο οποίος αναλαμβάνει τα καθήκοντα που αφορούν την ασφάλεια των σιδηροδρόμων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή κάθε οργανισμός στον οποίο πολλά κράτη μέλη έχουν αναθέσει τα καθήκοντα αυτά ώστε να εξασφαλίζεται ενιαίο καθεστώς ασφαλείας·
η) «εθνικοί κανόνες»: το σύνολο των δεσμευτικών κανόνων που έχουν κοινοποιηθεί από ένα κράτος μέλος και περιλαμβάνουν τις απαιτήσεις σιδηροδρομικής ασφάλειας, λειτουργίας ή απαιτήσεις τεχνικής φύσεως οι οποίες επιβάλλονται σε επίπεδο κράτους μέλους και ισχύουν για σιδηροδρομικές επιχειρήσειςσιδηροδρομικούς φορείς, ανεξαρτήτως του φορέα από τον οποίο εκδίδονται· [Τροπολογία 49]
θ) «σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας»: η οργάνωση και οι ρυθμίσειςδιαδικασίες που θεσπίζονται από διαχειριστή υποδομής ή σιδηροδρομική επιχείρηση με στόχο την εξασφάλιση της ασφαλούς διαχείρισης των μεταφορών που εκτελεί· [Τροπολογία 50]
ι) «υπεύθυνος έρευνας»: πρόσωπο που φέρει την ευθύνη για την οργάνωση, τη διεξαγωγή και τον έλεγχο έρευνας·
ια) «ατύχημα»: κάθε ακούσιο ή ανεπιθύμητο καιαπρομελέτητο αιφνίδιο περιστατικό ή μία ειδική αλληλουχία τέτοιων περιστατικών με επιζήμιεςβλαβερές συνέπειες· τα ατυχήματα διακρίνονται στις εξής κατηγορίες: συγκρούσεις, εκτροχιασμοί, ατυχήματα σε ισόπεδες διαβάσεις, ατυχήματα που προκαλούνται σε άτομα, περιλαμβανομένων των ατόμων που δεν εμπίπτουν στον ορισμό των επιβατών, από κινούμενο τροχαίο υλικό, μεταξύ άλλων σε χώρους ελιγμών και κατά τη διάρκεια εργασιών συντήρησης, πυρκαγιές και άλλα· [Τροπολογία 51]
ιβ) «σοβαρό ατύχημα»: κάθε σύγκρουση ή εκτροχιασμός αμαξοστοιχιών, με τουλάχιστον έναν νεκρό ή πέντε ή περισσότερους σοβαρά τραυματισμένους, ή εκτεταμένες ζημίες στο τροχαίο υλικό, την υποδομή ή το περιβάλλον, καθώς και κάθε άλλο παρόμοιο ατύχημα με προφανείς επιπτώσεις στη ρύθμιση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων και τη διαχείριση της ασφάλειας· οι προαναφερόμενες ως «εκτεταμένες ζημίες» νοούνται οι ζημίες οι οποίες μπορούν να εκτιμηθούν αμέσως από τον φορέα διερεύνησης ότι κοστίζουν συνολικά τουλάχιστον 2 εκατ. EUR·
ιγ) «συμβάν»: κάθε περιστατικό, πλην ατυχήματος ή σοβαρού ατυχήματος, που συνδέεται με τη λειτουργία των αμαξοστοιχιών και επηρεάζει την ασφαλή λειτουργία τους·
ιδ) «έρευνα/διερεύνηση»: διαδικασία που διεξάγεται με σκοπό την πρόληψη ατυχημάτων και συμβάντων και περιλαμβάνει τη συγκέντρωση και την ανάλυση πληροφοριών, την εξαγωγή συμπερασμάτων, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού των αιτίων, και, οσάκις κρίνεται ενδεδειγμένο, τη διατύπωση συστάσεων ασφάλειας·
ιδα) «εύλογα εφικτό»: σε σχέση με οιαδήποτε δραστηριότητα, όταν, κατόπιν ανάλυσης κόστους-οφέλους, η εν λόγω δραστηριότητα δεν συνεπάγεται δυσανάλογο κόστος και/ή χρόνο εφαρμογής, σε σύγκριση με τον επιδιωκόμενο στόχο ασφάλειας· [Τροπολογία 52]
ιδβ) «άλλα μέρη»: οιοδήποτε μέρος εκτελεί εξωτερικές δραστηριότητες στις διασυνδέσεις με το σιδηροδρομικό σύστημα οι οποίες ενδέχεται νασυνεπάγονται κινδύνους που έχουν άμεσο αντίκτυπο στις μεταφορές και πρέπει να ελέγχονται από τους διαχειριστές υποδομών και τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις· [Τροπολογία 53]
ιε) «αίτια»: ενέργειες, παραλείψεις, γεγονότα ή συνθήκες, ή συνδυασμός αυτών, που οδηγούν σε ατύχημα ή συμβάν·
ιστ) «ελαφρός σιδηρόδρομος»: αστικό ή/και προαστιακό σιδηροδρομικό σύστημα το οποίο διαθέτει εν γένει χαμηλότερη μεταφορική ικανότητα και κινείται με ταχύτητα χαμηλότερη από τα κανονικά σιδηροδρομικά συστήματα και το μετρό, αλλά διαθέτει υψηλότερη μεταφορική ικανότητα και κινείται με ταχύτητα υψηλότερη από το τραμ. Τα ελαφρά σιδηροδρομικά συστήματα είναι δυνατόν να έχουν δικό τους αποκλειστικό διάδρομο ή κοινό διάδρομο με την οδική κυκλοφορία και κατά κανόνα τα οχήματά τους δεν εναλλάσσονται με οχήματα της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας επιβατών ή εμπορευμάτων μεγάλων αποστάσεων·
ιστα) «διασυνοριακά σιδηροδρομικά συστήματα»: σιδηροδρομικά συστήματα που παρέχουν υπηρεσίες μεταφορών μεταξύ των πλησιέστερων αστικών κόμβων εκατέρωθεν των συνόρων· [Τροπολογία 54]
ιζ) «κοινοποιημένοι οργανισμοί»: οι οργανισμοί που είναι επιφορτισμένοι με την αξιολόγηση της πιστότητας ή της καταλληλότητας χρήσης των στοιχείων διαλειτουργικότητας ή τη διεξαγωγή της διαδικασίας ελέγχου «EΚ» των υποσυστημάτων·
ιη) «στοιχεία διαλειτουργικότητας»: κάθε βασικό στοιχείο, ομάδα στοιχείων, υποσύνολο ή πλήρες σύνολο υλικών ενσωματωμένων ή προοριζόμενων να ενσωματωθούν σε υποσύστημα, από το οποίο εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα η διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της οδηγίας .../.../ΕΕ [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρόμου].
ιθ) «κάτοχοςκύριος»: το πρόσωπο ή ο φορέας ο οποίος, ως ιδιοκτήτης ή νομέας οχήματος, το εκμεταλλεύεται ως μέσο μεταφοράς καταχωρισμένο στο εθνικό μητρώοστα μητρώα οχημάτων που προβλέπεται στο άρθρο 43προβλέπονται στα άρθρα43 και 43α της οδηγίας .../.../ΕΕ [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρόμου]· [Τροπολογία 55]
κ) «υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας»: ο υπεύθυνος για τη συντήρηση του οχήματος φορέας που έχει καταχωρισθεί με την ιδιότητα αυτή στο εθνικό μητρώο οχημάτων·
κα) «όχημα»: σιδηροδρομικό όχημα σταθερής ή μεταβλητής σύνθεσης δυνάμενο να κινηθεί με δικούς του τροχούς επί σιδηροδρομικών γραμμών, με ή χωρίς έλξη. Το όχημα αποτελείται από ένα ή περισσότερα δομικά και λειτουργικά υποσυστήματα. [Τροπολογία 56]
κβ) «κατασκευαστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει στοιχείο διαλειτουργικότητας, δομικό στοιχείο ή υποσύστημα ή το έχει σχεδιάσει ή κατασκευάσει, και το εμπορεύεται επ’ονόματί του ή με το εμπορικό σήμα του· [Τροπολογία 57]
κγ) «αποστολέας»: η επιχείρηση που αποστέλλει εμπορεύματα είτε επ’ονόματί της είτε για λογαριασμό τρίτων·
κδ) «φορτωτής»: κάθε επιχείρηση η οποία φορτώνει συσκευασμένα εμπορεύματα, συμπεριλαμβανομένων των επικίνδυνων εμπορευμάτων, μικρά εμπορευματοκιβώτια ή φορητές δεξαμενές σε όχημα ή σε εμπορευματοκιβώτιο ή φορτώνει εμπορευματοκιβώτιο, εμπορευματοκιβώτιο φορτίου χύδην, εμπορευματοκιβώτιο αερίων πολλαπλών στοιχείων, εμπορευματοκιβώτιο-βυτιοδέκτη ή φορητή δεξαμενή σε όχημα·
κδα) «εκφορτωτής»: η επιχείρηση που απομακρύνει εμπορευματοκιβώτιο από όχημα ή εκφορτώνει συσκευασμένα προϊόντα από όχημα ή εμπορευματοκιβώτιο ή εκφορτώνει προϊόντα από δεξαμενή, όχημα ή εμπορευματοκιβώτιο· [Τροπολογία 58]
κε) «υπεύθυνος πλήρωσης»: κάθε επιχείρηση που φορτώνει εμπορεύματα, συμπεριλαμβανομένων των επικίνδυνων εμπορευμάτων, σε δεξαμενή (βυτιοφόρο όχημα, όχημα με αποσυναρμολογούμενη δεξαμενή, φορητή δεξαμενή ή εμπορευματοκιβώτιο-βυτιοδέκτη) σε όχημα, μεγάλο εμπορευματοκιβώτιο ή μικρό εμπορευματοκιβώτιο για τη μεταφορά φορτίων χύδην, σε όχημα συστοιχίας ή σε εμπορευματοκιβώτιο αερίων πολλαπλών στοιχείων·
κεα) «πνεύμα δικαιοσύνης»: διαδικασία που πρέπει να καθιερωθεί προκειμένου να ενθαρρύνεται ενεργά το προσωπικό να αναφέρει τα ατυχήματα, τα συμβάντα και τα αποσοβηθέντα ατυχήματα που αφορούν την ασφάλεια, παραμένοντας υπόλογο σε περίπτωση εκ προθέσεως παράβασης και βαριάς αμέλειας. Τα άτομα αυτά δεν πρέπει να υφίστανται κυρώσεις ή διακρίσεις για ακούσια σφάλματα ή για την αποκάλυψη πληροφοριών αυτού του είδους. Το πνεύμα δικαιοσύνης επιτρέπει στη σιδηροδρομική βιομηχανία να αποκομίζει διδάγματα από τα ατυχήματα, τα συμβάντα και τα αποσοβηθέντα ατυχήματα και, με αυτόν τον τρόπο, να βελτιώνει την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών για τους εργαζομένους και τους επιβάτες· [Τροπολογία 59]
κεβ) «παραλήπτης»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που χαρακτηρίζεται ως τέτοιο στο δελτίο αποστολής και παραλαμβάνει τα προϊόντα και το δελτίο αποστολής· [Τροπολογία 60]
κεγ) «μεταφορέας»: κάθε επιχείρηση με την οποία ο αποστολέας έχει συνάψει τη σύμβαση μεταφοράς ή διαδοχικός μεταφορέας που είναι νομικά υπεύθυνος βάσει της εν λόγω σύμβασης. [Τροπολογία 61]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ
ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Άρθρο 4
Ρόλος των παραγόντων του σιδηροδρομικού συστήματος στην ανάπτυξη και τη βελτίωση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων
1. Tα κράτη μέλη και ο Οργανισμός εξασφαλίζουν, εντός των αντίστοιχων πεδίων αρμοδιοτήτων τους, τη συνολική διατήρηση της σιδηροδρομικής ασφάλειας και, εφόσον είναι ευλόγως εφικτό, τη συνεχή βελτίωσή της, λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο ανθρώπινων παραγόντων, την εξέλιξη της νομοθεσίας της Ένωσης και της διεθνούς νομοθεσίας, καθώς και την τεχνική και επιστημονική πρόοδο, και δίδοντας προτεραιότητα στην πρόληψη των σοβαρών ατυχημάτων.
Τα κράτη μέλη και ο Οργανισμός εξασφαλίζουν ότι τα μέτρα ανάπτυξης και βελτίωσης της σιδηροδρομικής ασφάλειας λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη τήρησης μιας συστηματικής προσέγγισης.
2. Τα κράτη μέλη και ο Οργανισμός εξασφαλίζουν ότι την ευθύνη για την ασφαλή λειτουργία του σιδηροδρομικού συστήματος και τον έλεγχο των σχετικών κινδύνων αναλαμβάνουν οι διαχειριστές υποδομής και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις με την υποχρέωση:
α) να εφαρμόζουν τα αναγκαία μέτρα για τον έλεγχο των κινδύνων, κατά περίπτωση, σε συνεργασία μεταξύ τους·
β) να εφαρμόζουν τους ενωσιακούς και τους εθνικούς κανόνες·
γ) να καταρτίζουν συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.
Με επιφύλαξη της αστικής ευθύνης σύμφωνα με τις απαιτήσεις του δικαίου των κρατών μελών, κάθε διαχειριστής υποδομής και σιδηροδρομική επιχείρηση αναλαμβάνει την ευθύνη για το τμήμα του συστήματος που εμπίπτει στην αρμοδιότητά του και για την ασφαλή λειτουργία του, συμπεριλαμβανομένης της προμήθειας υλικού και της ανάθεσης υπηρεσιών, έναντι των χρηστών, των πελατών, των εμπλεκομένων εργαζομένων και των τρίτων. Λαμβάνονται επίσης υπόψη οι κίνδυνοι που συνδέονται με τις δραστηριότητες τρίτων στα συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας των διαχειριστών υποδομής και των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων.
3. Κάθε κατασκευαστής, συντηρητής, πάροχος υπηρεσιών, 1 κάτοχος οχήματος και προμηθευτής παραδίδει τροχαίο υλικό, μέσα, εγκαταστάσεις, εξαρτήματα, άλλο υλικό και υπηρεσίες σύμφωνα με τις ισχύουσες προϋποθέσεις και όρους χρήσης, προκειμένου να είναι δυνατή η ασφαλής χρήση τους από τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ή/και τους διαχειριστές υποδομής.
4. Όλοι οι παράγοντες που εμπλέκονται στις δραστηριότητες ασφαλείας εφαρμόζουν, έκαστος στα αντίστοιχα πεδία αρμοδιότητάς του, τα αναγκαία μέτρα για τον έλεγχο των κινδύνων, εφόσον χρειάζεται σε συνεργασία με τους υπολοίπους, και φέρουν την ευθύνη για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Πέραν των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομής, στους παράγοντες αυτούς συγκαταλέγονται:
α) οι κάτοχοι και ο υπεύθυνος ή οι υπεύθυνοι για τη συντήρηση οχημάτων φορείς·
β) οιαποστολείς, οι φορτωτές, οι εκφορτωτές και οι υπεύθυνοι πλήρωσης, οι οποίοι εμπλέκονται στις δραστηριότητες ασφαλούς φόρτωσης·
γ) οι κατασκευαστές, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για τον σχεδιασμό και την κατασκευή ασφαλών σιδηροδρομικών οχημάτων, μερών, στοιχείων ή υποσυνόλων οχήματοςοχημάτων, σιδηροδρομικής υποδομής, της ενέργειας και τουενεργειακού εξοπλισμού και εξοπλισμού παρατρόχιου ελέγχου-χειρισμού, καθώς και για την έκδοση της προκαταρκτικής τεκμηρίωσης της συντήρησης του οχήματος.
5. Κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση, διαχειριστής υποδομής και αρμόδιος για τη συντήρηση φορέας εξασφαλίζει ότι οι εργολάβοι και άλλα μέρη εφαρμόζουν μέτρα ελέγχου των κινδύνων. Προς το σκοπό αυτό, κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση, διαχειριστής υποδομής και αρμόδιος για τη συντήρηση φορέας εφαρμόζει τις κοινές μεθόδους διεξαγωγής των διαδικασιών παρακολούθησης που καθορίζονται στον κανονισμό (EΕ) αριθ. 1078/2012 της Επιτροπής(12). Οι εργολάβοι τους εφαρμόζουν την εν λόγω διαδικασία μέσω συμβατικών ρυθμίσεωνσυμφωνιών. Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, οι διαχειριστές υποδομής και οι αρμόδιοι για τη συντήρηση φορείς δημοσιοποιούν τις συμβατικές ρυθμίσειςσυμφωνίες τους, εφόσον το ζητήσει ο Οργανισμός ή η εθνική αρχή ασφαλείας.
6. Κάθε παράγοντας που εντοπίζει συστημικό κίνδυνο ασφαλείας οφειλόμενο σε ελάττωμα και κατασκευαστικές παρατυπίες ή δυσλειτουργίες τεχνικού εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένων των δομικών υποσυστημάτων, αναφέρει τους κινδύνους αυτούς, βάσει ευθυγραμμισμένης σε επίπεδο Ένωσης διαδικασίας, στα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη και στον Οργανισμό, ώστε να είναι σε θέση να λάβουν τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλισθεί απρόσκοπτη επίτευξη των επιδόσεων ασφαλείας του σιδηροδρομικού συστήματος.
6α. Τα κράτη μέλη, ο Οργανισμός και όλοι οι παράγοντες του σιδηροδρομικού συστήματος καλλιεργούν ένα «πνεύμα δικαιοσύνης» με το οποίο διασφαλίζεται η συνεπής αναφορά ατυχημάτων, συμβάντων και πιθανών κινδύνων ασφάλειας. Προκειμένου να υποστηριχθεί η εν λόγω αναφορά, τα κράτη μέλη θεσπίζουν μηχανισμό ο οποίος εξασφαλίζει συνθήκες εχεμύθειας.
7. Σε περίπτωση ανταλλαγής οχημάτων μεταξύ σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, όλοι οι παράγοντες ανταλλάσσουν όλες τις σχετικές πληροφορίες ασφαλούς λειτουργίας, χρησιμοποιώντας τα μητρώα οχημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 43 και 43α της οδηγίας .../.../ΕΕ [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρόμου]. Σε αυτές περιλαμβάνονται πληροφορίες για την κατάσταση και το ιστορικό του οχήματος, στοιχεία των αρχείων συντήρησης, την ιχνηλασιμότητα των εργασιών φόρτωσης και κρίσιμα για την ασφάλεια στοιχεία, καθώς και τα δελτία αποστολής. Οι πληροφορίες είναι αρκετά λεπτομερείς ώστε η σιδηροδρομική επιχείρηση να είναι σε θέση να αξιολογήσει την επικινδυνότητα της λειτουργίας του οχήματος. [Τροπολογία 62]
Άρθρο 5
Κοινοί δείκτες ασφάλειας
1. Προκειμένου να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της επίτευξης των ΚΣΑ και να εξασφαλισθεί η παρακολούθηση της γενικής εξέλιξης της σιδηροδρομικής ασφάλειας, τα κράτη μέλη συγκεντρώνουν πληροφορίες για τους κοινούς δείκτες ασφάλειας (ΚΔΑ) μέσω των ετήσιων εκθέσεων των εθνικών αρχών ασφαλείας, σύμφωνα με το άρθρο 18.
Οι ΚΔΑ καθορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα I.
1α. Τα κράτη μέλη υποστηρίζουν τον Οργανισμό και το έργο του παρακολουθώντας την ανάπτυξη της ασφάλειας των σιδηροδρόμων σε επίπεδο Ένωσης. [Τροπολογία 63]
2. Η Επιτροπή έχει την αρμοδιότητα να εκδίδει πράξεις κατ’εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 26 για την αναθεώρηση του παραρτήματος I, και ιδίως να επικαιροποιεί τους ΚΔΑ με βάση την τεχνική πρόοδο και να προσαρμόζει τις κοινές μεθόδους υπολογισμού του κόστους ατυχημάτων.
Άρθρο 6
Κοινές μέθοδοι ασφαλείας
1. Οι ΚΜΑ περιγράφουν τον τρόπο αξιολόγησης των επιπέδων ασφάλειας, της επίτευξης των στόχων ασφάλειας και της συμμόρφωσης προς άλλες απαιτήσεις ασφάλειας, με την εκπόνηση και τον καθορισμό:
α) μεθόδων αξιολόγησης και εκτίμησης των κινδύνων·
β) μεθόδων αξιολόγησης της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις των πιστοποιητικών ασφάλειας και των εγκρίσεων ασφάλειας που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 11·
γ) μεθόδων εποπτείας που πρέπει να εφαρμόζουν οι εθνικές αρχές ασφαλείας και μεθόδων παρακολούθησης που πρέπει να εφαρμόζουν οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, οι διαχειριστές υποδομής και οι αρμόδιοι για τη συντήρηση φορείς·
γα) μεθόδων για την παρακολούθηση της ανάπτυξης της ασφάλειας σε εθνικό επίπεδο και ενωσιακό επίπεδο· [Τροπολογία 64]
δ) κάθε άλλης μεθόδου η οποία αφορά διαδικασία του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας που χρειάζεται να εναρμονισθεί σε επίπεδο Ένωσης.
2. Η Επιτροπή εκδίδει εντολές προς τον Οργανισμό για την εκπόνηση των νέων ΚΜΑ που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ), την επανεξέταση και την επικαιροποίηση όλων των ΚΜΑ, ώστε να λαμβάνονται υπόψη εξελίξεις της τεχνολογίας ή κοινωνικές απαιτήσεις, και για τη σύνταξη των σχετικών συστάσεων προς την Επιτροπή το ταχύτερο δυνατόν. [Τροπολογία 65]
Κατά τη σύνταξη των συστάσεων, ο Οργανισμός συνεκτιμά τη γνώμη των χρηστών, των εθνικών αρχών ασφάλειας, των κοινωνικών εταίρων και τωνάλλων ενδιαφερομένων. Στις συστάσεις περιλαμβάνεται έκθεση με τα αποτελέσματα της εν λόγω διαβούλευσης και έκθεση εκτίμησης των επιπτώσεων των νέων προς έγκριση ΚΜΑ. [Τροπολογία 66]
3. Οι ΚΜΑ αναθεωρούνται τακτικά, με βάση την πείρα που αποκτάται από την εφαρμογή τους και με βάση τη συνολική εξέλιξη της ασφάλειας των σιδηροδρόμων και με σκοπό την εν γένει διατήρηση και, εφόσονστον βαθμό που είναι εύλογα εφικτό, τη συνεχή βελτίωσή της. [Τροπολογία 67]
4. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’εξουσιοδότηση πράξεις για τη θέσπιση ΚΜΑ και αναθεωρημένων ΚΜΑ σύμφωνα με το άρθρο 26.
5. Τα κράτη μέλη επιφέρουν αμέσως όλες τις αναγκαίες τροποποιήσεις στους εθνικούς τους κανόνες με γνώμονα τη θέσπιση ΚΜΑ και την αναθεώρησή τους. [Τροπολογία 68]
Άρθρο 7
Κοινοί στόχοι ασφαλείας
1. Οι ΚΣΑ ορίζουν τα ελάχιστα επίπεδα ασφάλειας που να επιτυγχάνονται στα διάφορα τμήματα του σιδηροδρομικού συστήματος και σε ολόκληρο το σύστημα, σε κάθε κράτος μέλος, υπό μορφή κριτηρίων αποδοχής των κινδύνων για:
α) μεμονωμένους κινδύνους που αφορούν τους επιβάτες, το προσωπικό, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού των εργολάβων, τους χρήστες των ισόπεδων διαβάσεων και άλλους, και, υπό την επιφύλαξη των υφιστάμενων εθνικών και διεθνών κανόνων περί ευθύνης, μεμονωμένους κινδύνους που αφορούν άτομα μη εξουσιοδοτημένα να βρίσκονται στις σιδηροδρομικές εγκαταστάσεις·
β) κινδύνους για την κοινωνία.
2. Η Επιτροπή εκδίδει εντολές προς τον Οργανισμό για την όσο το δυνατόν ταχύτερη εκπόνηση αναθεωρημένων ΚΣΑ και τη σύνταξη των σχετικών συστάσεων προς την Επιτροπή. [Τροπολογία 69]
3. Οι ΚΣΑ αναθεωρούνται τακτικά, με βάση τη συνολική εξέλιξη της ασφάλειας των σιδηροδρόμων. Οι αναθεωρημένοι ΚΣΑ ανταποκρίνονται σε τομείς προτεραιότητας στους οποίους η ασφάλεια επιβάλλεται να βελτιωθεί.
4. Η Επιτροπή έχει την αρμοδιότητα να εκδίδει πράξεις κατ’εξουσιοδότηση περί αναθεωρημένων ΚΣΑ σύμφωνα με το άρθρο 26.
5. Τα κράτη μέλη προβαίνουν σε κάθε αναγκαία τροποποίηση των κανόνων ασφάλειας ώστε να επιτευχθούν τουλάχιστον οι ΚΣΑ, και τυχόν αναθεωρημένοι ΚΣΑ, σύμφωνα με τα προσαρτημένα σε αυτούς χρονοδιαγράμματα υλοποίησης. Κοινοποιούν αυτούς τους κανόνες στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 8.
Άρθρο 8
Εθνικοί κανόνες
1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουνκαταρτίζουν νέους εθνικούς κανόνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας μόνον στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) εφόσον αφορούν υπάρχουσες μεθόδους ασφαλείας που δεν καλύπτονται από ΚΜΑ·
β) ως επείγον προληπτικό μέτρο, ιδίως λόγω ατυχήματος.
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε στους εθνικούςοι εθνικοί κανόνες να μην εισάγουν διακρίσειςκαι να λαμβάνεται υπόψη η συνολική θεώρηση του συστήματος.
Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν την επιδίωξη υψηλότερου επιπέδου ασφάλειας από αυτό που ορίζεται στους σχετικούς ΚΣΑ, υπό τον όρο ότι αυτό το υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας συνάδει πλήρως με τους ισχύοντες ΚΣΑ.
2. Εάν κράτος μέλος προτίθεται να καθιερώσει νέο εθνικό κανόνα, κοινοποιεί αμέσως το σχέδιό του στον Οργανισμό και την Επιτροπή μέσω κατάλληλου συστήματος πληροφορικής σύμφωνα με το άρθρο 23 του κανονισμού (EΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων] και επισυνάπτει έκθεση εκτίμησης του αντικτύπου του νέου κανόνα που πρόκειται να θεσπιστεί. Πλην των περιπτώσεων που περιγράφονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), η κοινοποίηση πραγματοποιείται τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από τη σχεδιαζόμενη θέσπιση του κανόνα.
Αφού λάβει το σχέδιο εθνικού κανόνα, ο Οργανισμός κινεί διαδικασία συντονισμού με τη συμμετοχή όλων των εθνικών αρχών ασφάλειας, προκειμένου να διασφαλίσει τον υψηλότερο δυνατό βαθμό εναρμόνισης σε ολόκληρη την Ένωση.
Ο νέος εθνικός κανόνας δεν μπορεί να εξακολουθήσει να ισχύει ή να τεθεί σε ισχύ εάν η Επιτροπή, μετά από σύσταση του Οργανισμού, διατυπώσει αντιρρήσεις, αιτιολογώντας τη θέση της σε δήλωσή της.
3. Εάν ο Οργανισμός λάβει γνώση για κοινοποιημένο ή μη εθνικό κανόνα,εθνικού κανόνα, κοινοποιηθέντος ή μη, ο οποίος έχει καταστεί περιττός ή είναι σε σύγκρουση με τις ΚΜΑ ή άλλο νομοθέτημα της Ένωσης που εκδόθηκε μετά την εφαρμογή του εθνικού κανόνα, εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθροτου άρθρου 22 του κανονισμού (EΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων].
Όσον αφορά θέματα σχετικά με την κατάρτιση, την υγεία στον χώρο εργασίας και την ασφάλεια των επαγγελματιώνστον τομέα των σιδηροδρομικών μεταφορών που είναι επιφορτισμένοι με καθήκοντα κρίσιμα για την ασφάλεια, ο Οργανισμός μπορεί να εφαρμόζει την παρούσα παράγραφο μόνον εφόσον ο εν λόγω εθνικός κανόνας εισάγει δυσμενείς διακρίσεις και με ΚΜΑ ή με οιαδήποτε άλλη ενωσιακή νομοθεσία διασφαλίζεται υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας.
4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικοί κανόνες, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων που καλύπτουν τις διεπαφές μεταξύ οχημάτων και δικτύου, διατίθενται δωρεάν, σε γλώσσα ευνόητη για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρηκαι σε δύο τουλάχιστον επίσημες γλώσσες της Ένωσης.
5. Εθνικοί κανόνες κοινοποιούμενοι βάσει του παρόντος άρθρου δεν υπόκεινται στη διαδικασία κοινοποίησης της οδηγίας 98/34/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(13).
5α. Ο Οργανισμός εκπονεί και δημοσιεύει κοινές κατευθυντήριες γραμμές για τη θέσπιση νέων εθνικών κανόνων ή την τροποποίηση των υφιστάμενων. [Τροπολογία 70]
Άρθρο 9
Συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας
1. Οι διαχειριστές υποδομής και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις θεσπίζουν συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας προκειμένου να εξασφαλίζουν ότι το σιδηροδρομικό σύστημα μπορεί να επιτύχει τουλάχιστον τους ΚΣΑ, σύμφωνα με τις απαιτήσεις ασφάλειας που θεσπίζονται στο πλαίσιο των ΤΠΔ, και ότι εφαρμόζονται τα σχετικά μέρη των ΚΜΑ και οι κοινοποιούμενοι βάσει του άρθρου 8 κανόνες.
2. Το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας πληροί τις απαιτήσεις, με προσαρμογή στη φύση, το μέγεθος και άλλες συνθήκες της επιδιωκόμενης δραστηριότητας. Εξασφαλίζει τον έλεγχο όλων των κινδύνων που προκαλεί η δραστηριότητα του διαχειριστή της υποδομής ή της σιδηροδρομικής επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένηςσυμπεριλαμβανομένων των κατάλληλων προσόντων του προσωπικού και της κατάρτισής του, καθώς επίσης και της παροχής συντήρησης και της χρησιμοποίησης εργολάβων. Με την επιφύλαξη των υφιστάμενων εθνικών και διεθνών κανόνων περί ευθύνης, το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας λαμβάνει επίσης υπόψη, οσάκις ενδείκνυται και είναι εύλογο, τους κινδύνους που προκύπτουν ως αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων τρίτων. Κατά συνέπεια, οι διαχειριστές υποδομής και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις διαθέτουν διαδικασίες εντοπισμού των εν λόγω πιθανών κινδύνων που ανακύπτουν λόγω εξωτερικών δραστηριοτήτων στις διασυνδέσεις με το σιδηροδρομικό σύστημα οι οποίες έχουν άμεσο αντίκτυπο στις παρεχόμενες υπηρεσίες. [Τροπολογία 71]
Η Επιτροπή εγκρίνει, με εκτελεστικέςκατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, στοιχεία του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης μιας πολιτικής για την ασφάλεια η οποία έχει εγκριθεί σε εσωτερικό επίπεδο και έχει κοινοποιηθεί· ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους ασφάλειας και διαδικασίες για την επίτευξη αυτών των στόχων· διαδικασίες για την τήρηση των τεχνικών και επιχειρησιακών προτύπων· διαδικασίες αξιολόγησης κινδύνου και μέτρα εφαρμογής του ελέγχου κινδύνου· μέτρα επιμόρφωσης του προσωπικού και ενημέρωσης· διαδικασίες για την εξασφάλιση της κοινοποίησης και της τεκμηρίωσης πληροφοριών που αφορούν την ασφάλεια· διαδικασίες για την αναφορά και την ανάλυση συμβάντων και ατυχημάτων και άλλων περιστατικών που άπτονται της ασφάλειας και για τη διαμόρφωση προληπτικών μέτρων· διατάξεις για τα σχέδια έκτακτης ανάγκης που έχουν λάβει την έγκριση των δημόσιων αρχών και διατάξεις για περιοδικούς εσωτερικούς ελέγχους του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας. Οι εκτελεστικέςεν λόγωκατ’ εξουσιοδότηση πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 2του άρθρου 26. [Τροπολογία 72]
2α. Όσον αφορά το προσωπικό των σιδηροδρόμων, το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας περιλαμβάνει μέτρα για την παροχή προγραμμάτων κατάρτισης του προσωπικού και συστημάτων τα οποία διασφαλίζουν ότι διατηρείται η επάρκεια προσόντων του προσωπικού και ότι εκτελούνται αναλόγως οι σχετικές αρμοδιότητες. [Τροπολογία 73]
2β. Το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας περιέχει διατάξεις για ένα «πνεύμα δικαιοσύνης», όπως ορίζεται στο άρθρο 3. [Τροπολογία 74]
3. Στο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας κάθε διαχειριστή υποδομής λαμβάνονται υπόψη οι συνέπειες της εκμετάλλευσης του δικτύου από διάφορες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και προβλέπονται μέτρα ώστε όλες οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις να ασκούν τις δραστηριότητές τους σύμφωνα με τις ΤΠΔ και τους εθνικούς κανόνες, καθώς και σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στο πιστοποιητικό ασφάλειας που έχουν λάβει. Tα συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας καταρτίζονται με στόχο τον συντονισμό των διαδικασιών έκτακτης ανάγκης του διαχειριστή της υποδομής με όλες τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητα στο πλαίσιο της υποδομής του, με τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης ώστε να εξασφαλίζεται η ταχεία παρέμβαση των σωστικών συνεργείων, καθώς και με οιοδήποτε άλλο μέρος εμπλέκεται σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Για τις διασυνοριακές υποδομές, και ιδίως για τις διασυνοριακές σήραγγες, αναπτύσσονται και βελτιώνονται ειδικά συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας προκειμένου να διασφαλίζεται ο απαραίτητος συντονισμός και η ετοιμότητα των αρμόδιων υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης εκατέρωθεν των συνόρων. [Τροπολογία 75]
3α. Οι διαχειριστές υποδομής αναπτύσσουν επίσης ένα σύστημα συντονισμού με τους διαχειριστές των γειτονικών χωρών με τις οποίες συνδέεται το δίκτυο. Το εν λόγω σύστημα περιλαμβάνει μηχανισμούς για την παροχή ενημέρωσης σε περίπτωση συμβάντων ή ατυχημάτων στο δίκτυο ή σε περίπτωση καθυστερήσεων που θα μπορούσαν να διαταράξουν τη διασυνοριακή κυκλοφορία, καθώς και διαδικασίες συνεργασίας μεταξύ των υποδομών για την αποκατάσταση της κυκλοφορίας, ώστε να εξασφαλίζεται ανά πάσα στιγμή η ασφάλεια του δικτύου. Οι διαχειριστές υποδομών αμφότερων των κρατών διαβιβάζουν στους φορείς, στα ενδιαφερόμενα μέρη και στις αρμόδιες εθνικές αρχές κάθε σχετική πληροφορία που θα μπορούσε να επηρεάσει την κυκλοφορία ανάμεσα στα δύο κράτη. [Τροπολογία 76]
4. Όλοι οι διαχειριστές υποδομής και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις υποβάλλουν ετησίως στην εθνική αρχή ασφαλείας, πριν από τις 30 Ιουνίου, ετήσια έκθεση ασφάλειας για το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει:
α) πληροφορίες για την επίτευξη των στόχων της επιχείρησης στον τομέα της ασφάλειας και για τα αποτελέσματα των προγραμμάτων ασφάλειας·
β) την κατάρτιση των εθνικών δεικτών ασφάλειας και των ΚΔΑ που ορίζονται στο παράρτημα I, εφόσον είναι συναφείς με την επιχείρηση που υποβάλλει την έκθεση·
γ) τα αποτελέσματα του εσωτερικού ελέγχου ασφάλειας·
δ) παρατηρήσεις για ανεπάρκειες και δυσλειτουργίες των σιδηροδρομικών υπηρεσιών και της διαχείρισης της υποδομής που ενδέχεται να ενδιαφέρουν την εθνική αρχή ασφαλείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΓΚΡΙΣΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Άρθρο 10
Ενιαίο πιστοποιητικό ασφαλείας
1. Η πρόσβαση στη σιδηροδρομική υποδομή επιτρέπεται μόνον σε σιδηροδρομική επιχείρηση κάτοχο ενιαίου πιστοποιητικού ασφαλείας.
2. Το ενιαίο πιστοποιητικό ασφαλείας χορηγείται από τον Οργανισμό, πλην των περιπτώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 2α, βάσει των στοιχείων που αποδεικνύουν ότι η σιδηροδρομική επιχείρηση εφαρμόζει σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 9 και ότι πληροί τις απαιτήσεις που καθορίζονται σε ΤΠΔ και άλλο σχετικό νομοθέτημα και ενδεχόμενους ειδικούς κανόνες λειτουργίας που είναι σημαντικοί για την υπηρεσία που παρέχει η σιδηροδρομική επιχείρηση, ώστε να ελέγχει τους κινδύνους και να παρέχει ασφαλείς μεταφορές στο δίκτυο.
2α. Τα πιστοποιητικά ασφάλειας για τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται αποκλειστικά σε ένα απομονωμένο δίκτυο μπορούν επίσης να χορηγούνται από εθνική αρχή ασφάλειας των κρατών μελών που διαθέτουν τέτοιο δίκτυο. Στις περιπτώσεις αυτές, ο αιτών μπορεί να επιλέξει μεταξύ του Οργανισμού ή των εθνικών αρχών ασφάλειας του οικείου κράτους μέλους.
Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 30, οι εθνικές αρχές ασφάλειας των κρατών μελών που διαθέτουν απομονωμένο δίκτυο καθιερώνουν κοινές διαδικασίες για την πιστοποίηση της ασφάλειας και διασφαλίζουν την αμοιβαία αναγνώριση των πιστοποιητικών ασφάλειας που εκδίδονται από τους οργανισμούς αυτούς. Σε περίπτωση αντιφατικών αποφάσεων των εθνικών αρχών ασφάλειας ή ελλείψει αμοιβαία αποδεκτής απόφασης, ο Οργανισμός λαμβάνει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../... [κανονισμός για τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων].
Αν, κατά το τέλος της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 30, οι εν λόγω εθνικές αρχές ασφάλειας δεν έχουν θεσπίσει ρυθμίσεις για κοινές διαδικασίες και για την αμοιβαία αναγνώριση των πιστοποιητικών ασφάλειας, οι εγκρίσεις του παρόντος άρθρου χορηγούνται μόνον από τον Οργανισμό.
Αν, κατά το τέλος της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 30, έχουν θεσπισθεί οι ρυθμίσεις για τις κοινές διαδικασίες πιστοποίησης και την αμοιβαία αναγνώριση των πιστοποιητικών ασφάλειας, οι εθνικές αρχές ασφάλειας των κρατών μελών που διαθέτουν απομονωμένα δίκτυα μπορούν να συνεχίσουν να εκδίδουν πιστοποιητικά ασφάλειας και ο αιτών μπορεί να επιλέξει να υποβάλει αίτηση για πιστοποιητικό ασφάλειας στον Οργανισμό ή στις αρμόδιες εθνικές αρχές ασφάλειας μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 30.
Δέκα έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειωθεί ως προς την καθιέρωση κοινών διαδικασιών και την αμοιβαία αναγνώριση των πιστοποιητικών ασφάλειας στο απομονωμένο σιδηροδρομικό δίκτυο και, εφόσον απαιτείται, υποβάλλει τις κατάλληλες νομοθετικές προτάσεις.
3. Το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας προδιαγράφει τον τύπο,και την έκταση και τον τομέα παροχής υπηρεσιών των σιδηροδρομικών μεταφορών που καλύπτει. Ισχύει και αναγνωρίζεται σε ολόκληρη την Ένωση για ισοδύναμες σιδηροδρομικές μεταφορές ή σε μέρη της Ένωσης σύμφωνα με τους όρους που θεσπίζει ο Οργανισμός.
4. Τρεις μήνες Πριν από την έναρξη νέου δρομολογίου που δεν καλύπτεται από το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας της, η σιδηροδρομική επιχείρηση κοινοποιεί στη αρμόδια εθνική αρχήαποστέλλει στον Οργανισμό, ή στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2α, στις εθνικές αρχές ασφαλείας, την απαιτούμενη συμπληρωματική τεκμηρίωση στην οποία βεβαιώνεταιπροκειμένου να βεβαιώσει ότι:
α) η σιδηροδρομική επιχείρηση τηρεί τους κανόνες λειτουργίας, καθώς και εθνικούς κανόνες που έχουν κοινοποιηθεί στις εθνικές αρχές ασφαλείας σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4, αξιολογεί την ασφάλεια των μεταφορών της, με βάση τις απαιτήσεις του κανονισμού (EΚ) αριθ. 352/2009 της Επιτροπής(14), και εξασφαλίζει τη διαχείριση όλων των κινδύνων με το οικείο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας και προβαίνει σε κάθε αναγκαία ενέργεια για την ασφαλή εκτέλεση των μεταφορών της·
β) η σιδηροδρομική επιχείρηση έχει προβεί σε όλες τις ρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για τη συνεργασία με τον(τους) διαχειριστή(ές) υποδομής του(των) δικτύου(ων) στο(στα) οποίο(α) πρόκειται να εκτελεί μεταφορές·
γ) η σιδηροδρομική επιχείρηση έχει λάβει κάθε αναγκαίο μέτρο για την ασφαλή εκτέλεση των δρομολογίων·
δ) η σιδηροδρομική επιχείρηση διαθέτει άδεια που έχει εκδοθεί σύμφωνα με την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου(15)·
ε) ο τύπος,και η έκταση και ο τομέας παροχής υπηρεσιών της προτεινόμενης μεταφοράς αντιστοιχεί σε εκείνην που περιγράφεται στο οικείο ενιαίο πιστοποιητικό ασφαλείας.
Εφόσον ο Οργανισμός, ή, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2α, η εθνική αρχή ασφαλείας αμφιβάλλει για την τήρηση ενός ή περισσοτέρων όρων, ζητεί περισσότερες πληροφορίες από τη σιδηροδρομική επιχείρηση σύμφωνα με τις προθεσμίες που ορίζονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1. Ωστόσο, η εν λόγω ανταλλαγή πληροφοριών δεν επιτρέπεται να επιφέρει αναστολή ή καθυστέρηση στην έναρξη της μεταφοράς. Εφόσον ο Οργανισμός ή, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2α, η εθνική αρχή ασφαλείας διαπιστώσει ότι ένας ή περισσότεροι όροι δεν πληρούνται, παραπέμπει το θέμα στον Οργανισμό ο οποίος λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, μεταξύ των οποίων είναι καιητροποποίηση, η αναστολή ή η ανάκληση του πιστοποιητικού.
5. Το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας ανανεώνεται κατόπιν αιτήσεως της σιδηροδρομικής επιχείρησης σε διαστήματα τα οποία δεν υπερβαίνουν την πενταετία. Επικαιροποιείται, εν μέρει ή στο σύνολό του, κάθε φορά που ο τύπος ή η έκταση της δραστηριότητας υφίσταται ουσιαστική τροποποίησηπριν από την ουσιαστική τροποποίηση του τύπου, της έκτασης ή τον τομέα παροχής της υπηρεσίας.
Ο κάτοχος του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ενημερώνει τον Οργανισμό ή, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2α, την εθνική αρχή ασφάλειας, χωρίς καθυστέρηση για τυχόν σημαντικές τροποποιήσεις των όρων του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας. Επιπλέον, ενημερώνει τον Οργανισμό ή, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2α, την εθνική αρχή ασφάλειας, όποτε εισάγονται νέες, κρίσιμες για την ασφάλεια κατηγορίες προσωπικού ή νέοι τύποι τροχαίου υλικού. Οι προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 ισχύουν και στις περιπτώσεις αυτές.
Ο Οργανισμός μπορεί να απαιτήσει την αναθεώρηση του πιστοποιητικού ασφάλειας λόγω ουσιαστικών μεταβολών του ρυθμιστικού πλαισίου ασφάλειας.
6. Εάν εθνική ασφαλείας κρίνει ότι κάτοχος ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας δεν πληροί πλέον τους όρους πιστοποίησης, ζητεί από τον Οργανισμό να ανακαλέσει το πιστοποιητικό. Ο Οργανισμός ή, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2α, η εθνική αρχή ασφάλειας δύναται να ανακαλέσει το ενιαίο πιστοποιητικό ασφαλείας, αιτιολογώντας την απόφασή του. Ο Οργανισμός, ή, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2α, η εθνική αρχή ασφάλειας ενημερώνει αμέσως όλες τις εθνικές αρχές ασφαλείας των δικτύων στα οποία η σιδηροδρομική επιχείρηση εκτελεί μεταφορές.
7. Ο Οργανισμός, ή, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2α, η εθνική αρχή ασφάλειας ενημερώνει τις εθνικές αρχές ασφαλείας εντός μηνός για την έκδοση, την ανανέωση, την τροποποίηση ή την ανάκληση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας. Γνωστοποιεί το όνομα και τη διεύθυνση της σιδηροδρομικής επιχείρησης, την ημερομηνία έκδοσης, το πεδίο εφαρμογής και την ισχύ του πιστοποιητικού καθώς και, σε περίπτωση ανάκλησης, τους λόγους της απόφασής της.
8. Ο Οργανισμός παρακολουθεί συνεχώς εάν είναι αποτελεσματικά τα μέτρα ενόψει της έκδοσης ενιαίων πιστοποιητικών ασφαλείας και της εποπτείας από τις εθνικές αρχές ασφαλείας και, κατά περίπτωση, προβαίνει σε συστάσεις βελτίωσης στην Επιτροπή. Μεταξύ αυτών ενδέχεται να περιλαμβάνεται σύσταση για ΚΜΑ για διαδικασία του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, η οποία πρέπει να εναρμονισθεί σε επίπεδο Ένωσης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο δ).
8α. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά απόφασης του Οργανισμού που απευθύνεται στο ίδιο, σύμφωνα με τα άρθρα 12, 16, 17 και 18 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../... [κανονισμός για τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων] ή κατά πτώχευσης από τον Οργανισμό για να απαντήσει εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και για τους φορείς που εκπροσωπούν τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../... [κανονισμός για τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων], εφόσον διαθέτουν σχετική εξουσιοδότηση σύμφωνα με το καταστατικό τους. [Τροπολογία 77]
Άρθρο 11
Αιτήσεις για ενιαίο πιστοποιητικό ασφαλείας
1. Οι αιτήσεις για ενιαίο πιστοποιητικό ασφαλείας υποβάλλονται στον Οργανισμό. Ο Οργανισμός λαμβάνει απόφαση χωρίς καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός τεσσάρωντριών μηνών από την υποβολή όλων των απαιτούμενων πληροφοριών και τυχόν συμπληρωματικών πληροφοριών που έχει ζητήσει ο Οργανισμός παραλαβή της αίτησης. Εάν ζητηθεί από τον αιτούντα να υποβάλει συμπληρωματικές πληροφορίες, οι εν λόγω πληροφορίες υποβάλλονται εγκαίρωςεντός εύλογης προθεσμίας η οποία ορίζεται από τον Οργανισμό και δεν υπερβαίνει τον έναν μήνα, εκτός εάν, σε έκτακτες περιστάσεις, ο Οργανισμός συμφωνήσει και εγκρίνει μια χρονικά περιορισμένη παράταση. Οι αρνητικές αποφάσεις συνοδεύονται από προσήκουσα αιτιολόγηση.
Στην περίπτωση αίτησης για επέκταση της παροχής υπηρεσίας σε επιπλέον κράτος μέλος, ο Οργανισμός ομοίως λαμβάνει την απόφασή του εντός τριών μηνών από την παραλαβή της αίτησης.
2. Ο Οργανισμός παρέχει λεπτομερείς οδηγίες για τον τρόπο απόκτησης του ενιαίου πιστοποιητικού ασφαλείας. Καταρτίζει κατάλογο με όλες τις απαιτήσεις που έχουν θεσπισθεί βάσει του άρθρου 10, παράγραφος 2 και δημοσιεύει όλα τα σχετικά έγγραφα.
3. Στους αιτούντες διατίθεται δωρεάν και σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης έγγραφο με τις οδηγίες και τις εξηγήσεις των απαιτήσεων για το ενιαίο πιστοποιητικό ασφαλείας και κατάλογος των απαιτούμενων εγγράφων. Οι εθνικές αρχές ασφαλείας συνεργάζονται με τον Οργανισμό στη διάδοση των εν λόγω πληροφοριών. [Τροπολογία 78]
Άρθρο 12
Έγκριση ασφάλειας των διαχειριστών υποδομής
1. Για να έχει το δικαίωμα να διαχειρίζεται και να εκμεταλλεύεται μια σιδηροδρομική υποδομή, ο διαχειριστής υποδομής λαμβάνει έγκριση ασφαλείας από την αρχή ασφάλειας του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος. Στην περίπτωση των διασυνοριακών υποδομών με έναν μόνο διαχειριστή υποδομής, ο Οργανισμός είναι αρμόδιος για την εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.
2. Η έγκριση ασφάλειας περιλαμβάνει έγκριση που επιβεβαιώνει την αποδοχή των μέτρων που έχουν ληφθεί με το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας του διαχειριστή υποδομής όπως περιγράφεται στο άρθρο 9 και το παράρτημα II, τα οποία περιλαμβάνουν τις διαδικασίες και τις διατάξεις προκειμένου να τηρούνται συγκεκριμένες προδιαγραφές απαραίτητες για τον ασφαλή σχεδιασμό, συντήρηση και λειτουργία της σιδηροδρομικής υποδομής, συμπεριλαμβανομένης, εφόσον παρίσταται ανάγκη, της συντήρησης και λειτουργίας του συστήματος ελέγχου της κυκλοφορίας και της σηματοδότησης, καθώς και τις διαδικασίες ενεργοποίησης σε περίπτωση σοβαρού ατυχήματος ώστε να εξασφαλίζεται η παροχή βοήθειας και η αποκατάσταση της ασφάλειας της υποδομής.
Η έγκριση ασφάλειας ανανεώνεται κατόπιν αιτήσεως του διαχειριστή υποδομής σε πενταετή διαστήματα. Οσάκις πραγματοποιούνται ουσιώδεις μεταβολές στην υποδομή, τη σηματοδότηση ή την ηλεκτροδότηση, ή στις αρχές της λειτουργίας και συντήρησής της, η εν λόγω έγκριση ενημερώνεται, εν μέρει ή στο σύνολό της. Ο κάτοχος της έγκρισης ασφάλειας ενημερώνει αμελλητί τηναμέσως την εθνική αρχή ασφαλείας και τον Οργανισμό για τις μεταβολές αυτές.
Η εθνική αρχή ασφαλείας, ή, για τις διασυνοριακές δομές που προβλέπονται στην παράγραφο 1, ο Οργανισμός μπορεί να απαιτήσει την αναθεώρηση της έγκρισης ασφαλείας μετά από ουσιαστικές μεταβολές του ρυθμιστικού πλαισίου ασφαλείας.
Εάν η εθνική αρχή ασφαλείας ή, για τις διασυνοριακές δομές που προβλέπονται στην παράγραφο 1, ο Οργανισμός διαπιστώσει ότι εγκεκριμένος διαχειριστής υποδομής δεν πληροί πλέον τους όρους της έγκρισης ασφάλειας, ανακαλεί την έγκριση αιτιολογώντας την απόφασή της.
3. Η εθνική αρχή ασφαλείας λαμβάνει απόφαση σχετικά με αίτηση χορήγησης έγκρισης ασφάλειας αμελλητί και το αργότερο εντός τεσσάρωντριών μηνών από την υποβολή όλων των απαιτούμενων πληροφοριών και τυχόν συμπληρωματικών πληροφοριών παραλαβή της αίτησης. Εάν ζητηθεί από τον αιτούντα να υποβάλει συμπληρωματικές πληροφορίες, οι εν λόγω πληροφορίες υποβάλλονται εντός εύλογης προθεσμίας η οποία ορίζεται από την εθνική αρχή ασφάλειας ή τον Οργανισμό και δεν υπερβαίνει τον έναν μήνα, εκτός εάν, σε έκτακτες περιστάσεις, η εθνική αρχή ασφάλειας ή ο Οργανισμός συμφωνήσει και εγκρίνει μια χρονικά περιορισμένη παράταση. Οι αρνητικές αποφάσεις συνοδεύονται από προσήκουσα αιτιολόγηση.
Παρέχεται έγγραφο καθοδήγησης για την υποβολή αίτησης που περιγράφει και επεξηγεί τις απαιτήσεις για τις εγκρίσεις ασφάλειας και απαριθμεί τα απαιτούμενα έγγραφα. [Τροπολογία 79]
4. Η εθνική αρχή ασφαλείας ενημερώνει τον Οργανισμό εντός ενός μηνός για τις εγκρίσεις ασφάλειας που έχουν εκδοθεί, ανανεωθεί, τροποποιηθεί ή ανακληθεί. Γνωστοποιεί το όνομα και τη διεύθυνση του διαχειριστή υποδομής, την ημερομηνία έκδοσης, το πεδίο και την ισχύ της έγκρισης ασφάλειας και, σε περίπτωση ανάκλησης, τους λόγους της απόφασής της.
Άρθρο 13
Πρόσβαση στις εγκαταστάσεις κατάρτισης
1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις δίκαιη και άνευ διακρίσεων πρόσβαση στις εγκαταστάσεις κατάρτισης των οδηγών και του προσωπικού των αμαξοστοιχιών, εφόσον η κατάρτιση αυτή είναι απαραίτητη για την εκτέλεση δρομολογίων στο δίκτυό τους ή για την εκπλήρωση των απαιτήσεων που προβλέπονται για την απόκτηση άδειας ή πιστοποιητικού ασφαλείας και των απαιτήσεων για την απόκτηση αδειών και πιστοποιητικών βάσει της οδηγίας 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(16).
Οι παρεχόμενες υπηρεσίες περιλαμβάνουν εκπαίδευση για τις απαραίτητες γνώσεις, παροχή βοήθειας στα άτομα με αναπηρία, κανόνες και διαδικασίες λειτουργίας, τη σηματοδότηση και το σύστημα ελέγχου-χειρισμού, καθώς και τις διαδικασίες έκτακτης ανάγκης που ισχύουν για τα εκτελούμενα δρομολόγια. [Τροπολογία 80]
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι οι διαχειριστές υποδομής και το προσωπικό που επιτελεί βασικά καθήκοντα ασφάλειας έχουν δίκαιη και άνευ διακρίσεων πρόσβαση στις εγκαταστάσεις κατάρτισης.
Σε περίπτωση που οι υπηρεσίες κατάρτισης δεν περιλαμβάνουν εξέταση και χορήγηση πιστοποιητικών, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την πρόσβαση των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων στην πιστοποίηση αυτή.
Η εθνική αρχή ασφαλείας εξασφαλίζει ότι, στο πλαίσιο της παροχής των υπηρεσιών κατάρτισης ή, οσάκις απαιτείται, της χορήγησης πιστοποιητικών, πληρούνται οι απαιτήσεις της οδηγίας 2007/59/ΕΚ, των ΤΠΔ ή των εθνικών κανόνων, που προβλέπονται στο άρθρο 8.
2. Εάν οι εγκαταστάσεις κατάρτισης διατίθενται μόνο μέσω των υπηρεσιών μίας και μόνον σιδηροδρομικής επιχείρησης ή του διαχειριστή της υποδομής, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τίθενται στη διάθεση και των άλλων σιδηροδρομικών επιχειρήσεων με κόστος λογικό και το οποίο δεν εισάγει διακρίσεις, το οποίο σχετίζεται με το κόστος και μπορεί να περιλαμβάνει ένα περιθώριο κέρδους.
3. Κατά την πρόσληψη νέων οδηγών αμαξοστοιχιών, προσωπικού επί των τρένων καθώς και προσωπικού που είναι επιφορτισμένο με βασικά καθήκοντα ασφαλείας, οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις είναι σε θέση να λαμβάνουν υπόψη τυχόν κατάρτιση, προσόντα και εμπειρία που έχουν αποκτηθεί στο παρελθόν από άλλες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις. Για τον σκοπό αυτό τα εν λόγω μέλη του προσωπικού δικαιούνται πρόσβασης, λήψης αντιγράφων και γνωστοποίησης αναφορικά με όλα τα έγγραφα που πιστοποιούν την κατάρτιση, τα προσόντα και την εμπειρία τους.
4. Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής είναι υπεύθυνοι για το επίπεδο της κατάρτισης και των προσόντων του προσωπικού τους που επιτελεί εργασία σχετική με την ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού αμαξοστοιχιών. [Τροπολογία 81]
Άρθρο 14
Συντήρηση οχημάτων
1. Για κάθε όχημα, πριν τεθεί σε λειτουργία ή χρησιμοποιηθεί στο δίκτυο, υπάρχει φορέας υπεύθυνος για τη συντήρησή του, ο οποίος καταχωρίζεται στο εθνικό μητρώοστα μητρώα οχημάτων σύμφωνα με το άρθρο 43τα άρθρα43 και 43α της οδηγίας .../.../ΕΕ [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρόμου].
2. Ο υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας μπορεί να είναι σιδηροδρομική επιχείρηση, διαχειριστής υποδομής ή κάτοχος οχημάτων.
3. Με την επιφύλαξη της ευθύνης των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομής για την ασφαλή λειτουργία των αμαξοστοιχιών κατά το άρθρο 4, ο φορέας εξασφαλίζει, μέσω συστήματος συντήρησης, ότι τα οχήματα για τη συντήρηση των οποίων είναι υπεύθυνος βρίσκονται σε ασφαλή κατάσταση κυκλοφορίας. Για το σκοπό αυτό, ο υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας διασφαλίζει ότι τα οχήματα συντηρούνται σύμφωνα με:
α) το βιβλίο συντήρησης εκάστου οχήματος
β) τις ισχύουσες απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων συντήρησης και των διατάξεων των ΤΠΔ.
Ο αρμόδιος για τη συντήρηση φορέας πραγματοποιεί τη συντήρηση μόνος του ή την αναθέτει σε συμβεβλημένα συνεργεία συντήρησης.
4. Στην περίπτωση εμπορευματικών φορταμαξών, κάθε υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας πιστοποιείται από οργανισμό που έχει διαπιστευθεί ή αναγνωρισθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (EΕ) αριθ. 445/2011 της Επιτροπής(17), ή από εθνική αρχή ασφάλειας. Η διαδικασία αναγνώρισης βασίζεται επίσης σε κριτήρια ανεξαρτησίας, επάρκειας και αμεροληψίας.
Εφόσον ο αρμόδιος για τη συντήρηση φορέας είναι διαχειριστής υποδομής, η συμμόρφωση με τον κανονισμό (EΕ) αριθ. 445/2011 ελέγχεται από την οικεία εθνική αρχή ασφάλειας στο πλαίσιο των διαδικασιών του άρθρου 12 της παρούσας οδηγίας και επιβεβαιώνεται με τα πιστοποιητικά που προβλέπουν οι διαδικασίες αυτές.
5. Τα πιστοποιητικά που χορηγούνται σύμφωνα με την παράγραφο 4 ισχύουν και αναγνωρίζονται αυτόματα σε ολόκληρη την Ένωση.
Ο Οργανισμός καταρτίζει και δημοσιοποιεί και στη συνέχεια επικαιροποιεί χωρίς καθυστέρηση μητρώο των αρμόδιων για τη συντήρηση πιστοποιημένων φορέων. Το μητρώο αυτό συνδέεται με τα εθνικά μητρώα οχημάτων ή τα μητρώα οχημάτων σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφοι 1 και 4 και το άρθρο 43α παράγραφοι 1 και 4 της οδηγίας .../.../ΕΕ [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρόμου].
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που θεσπίζουν κοινές προδιαγραφές για το εν λόγω μητρώο, όσον αφορά το περιεχόμενο, τη μορφή των δεδομένων, τη λειτουργική και τεχνική διάρθρωση, τον τρόπο λειτουργίας και τους κανόνες για την εισαγωγή δεδομένων και τη διαβούλευση. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3.
5α. Κατά την εκπόνηση ή την τροποποίηση των ΤΠΔ, ο Οργανισμός εναρμονίζει τους κανόνες για τις ελάχιστες απαιτήσεις συντήρησης, μεριμνώντας για την ασφάλεια ολόκληρου του σιδηροδρομικού συστήματος. Για τον σκοπό αυτό, λαμβάνονται υπόψη διάφορες παράμετροι (χρήση, παλαιότητα, υλικό, διανυθείσα απόσταση, κλιματικές συνθήκες, τύπος τροχιάς, κ.ά.) που συμβάλλουν στη φθορά του υλικού. Οι επιχειρήσεις μπορούν να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν το δικό τους σύστημα συντήρησης, εφόσον ο Οργανισμός θεωρεί ότι το εν λόγω σύστημα παρέχει ισοδύναμο ή υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας.
6. Έως τις 31 Mαΐου 2014,Το αργότερο δύο έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, ο Οργανισμός αξιολογεί το σύστημα πιστοποίησης του υπεύθυνου φορέα συντήρησης εμπορευματικών φορταμαξών και εξετάζει τη δυνατότητα επέκτασης του συστήματος σε όλα τα οχήματα και υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει σύσταση σχετικά με τη σκοπιμότητα επέκτασης του εν λόγω συστήματος πιστοποίησης σε άλλους τύπους οχημάτων. Εν συνεχεία η Επιτροπή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα με βάση την εν λόγω σύσταση.
6α. Το αργότερο έξι μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, ο Οργανισμός εντοπίζει κρίσιμα για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων στοιχεία και αναπτύσσει ένα σύστημα που επιτρέπει την παρακολούθησή τους.
7. Με βάση τη σύσταση του Οργανισμού, το αργότερο 36 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή εγκρίνει,έως τις 24 Δεκεμβρίου 2016 με εκτελεστικέςκατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 26, κοινούς όρους πιστοποίησης του υπεύθυνου για τη συντήρηση φορέα για όλα τα οχήματα.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 2.
Το σύστημα πιστοποίησης που ισχύει για εμπορευματικές φορτάμαξες και έχει εγκριθεί με τον κανονισμό (EΕ) αριθ. 445/2011 εξακολουθεί να εφαρμόζεται μέχρι να εκδοθούν οι εκτελεστικέςκατ' εξουσιοδότηση πράξεις που προαναφέρθηκαν. [Τροπολογία 82]
Άρθρο 15
Παρεκκλίσεις από το σύστημα πιστοποίησης των υπεύθυνων για τη συντήρηση φορέων
1. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις καθορισμού και πιστοποίησης του υπευθύνου για τη συντήρηση φορέα με εναλλακτικά μέτρα ως προς το σύστημα πιστοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 14, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) οχημάτων τα οποία είναι καταχωρισμένα σε τρίτη χώρα και συντηρούνται σύμφωνα με τη νομοθεσία της χώρας αυτής·
β) οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται σε δίκτυα ή γραμμές των οποίων το εύρος σιδηροτροχιών είναι διαφορετικό από το εύρος του κυρίου σιδηροδρομικού δικτύου της Ένωσης και για τα οποία η τήρηση των απαιτήσεων κατά το άρθρο 14 παράγραφος 3 διασφαλίζεται από διεθνείς συμφωνίες με τρίτες χώρες·
γ) οχημάτων καλυπτόμενων από το άρθρο 2, καθώς και οχημάτων για τη μεταφορά στρατιωτικού εξοπλισμού και για ειδικές υπηρεσίες μεταφορών για τις οποίες απαιτείται ειδική άδεια της εθνικής αρχής ασφάλειας που χορηγείται πριν από την παροχή της υπηρεσίας. Στην περίπτωση αυτή, χορηγούνται παρεκκλίσεις για χρονικά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν τα πέντε έτη.
2. Τα εναλλακτικά μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 εφαρμόζονται δια παρεκκλίσεων που χορηγεί η αρμόδια εθνική αρχή ασφαλείας ή ο Οργανισμός:
α) κατά την καταχώριση οχημάτων σύμφωνα με το άρθρο 43 της οδηγίας .../.../ΕΕ [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρόμου], όσον αφορά τον καθορισμό του υπεύθυνου για τη συντήρηση φορέα·
β) κατά τη χορήγηση πιστοποιητικών και εγκρίσεων ασφαλείας σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και διαχειριστές υποδομής σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 12 της παρούσας οδηγίας, όσον αφορά τον καθορισμό ή την πιστοποίηση του υπεύθυνου για τη συντήρηση φορέα·
3. Οι παρεκκλίσεις αυτές προσδιορίζονται και αιτιολογούνται στην ετήσια έκθεση ασφαλείας του άρθρου 18. Εάν προκύπτει ότι έχουν αναληφθεί αδικαιολόγητοι κίνδυνοι ασφάλειας στο σιδηροδρομικό σύστημα της Ένωσης, ο Οργανισμός ενημερώνει πάραυτα την Επιτροπή σχετικά. Η Επιτροπή επικοινωνεί με τα ενδιαφερόμενα μέρη και, κατά περίπτωση, ζητεί από το κράτος μέλος να αποσύρει την απόφασή του για χορήγηση παρέκκλισης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV
ΕΘΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Άρθρο 16
Καθήκοντα
1. Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει μία αρχή ασφαλείας. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να αποφασίσουν την από κοινού σύσταση αρχής ασφάλειας αρμόδιας για τα εδάφη τους. Η εν λόγω αρχή είναι ανεξάρτητη ως προς την οργάνωση, τη νομική μορφή και τη λήψη αποφάσεων από οποιαδήποτε σιδηροδρομική επιχείρηση, διαχειριστή υποδομής, αιτούντα καιή φορέα προμηθειών. Η αρχή διαθέτει την αναγκαία τεχνογνωσία και τους απαραίτητους ανθρώπινους πόρους ώστε να ανταποκριθεί στα καθήκοντά της. Μπορεί να είναι το υπουργείο που είναι αρμόδιο για θέματα μεταφορών, υπό την προϋπόθεση ότι πληροί τις απαιτήσεις ανεξαρτησίας που καθορίζονται στην παρούσα παράγραφο.
2. Η αρχή ασφαλείας αναλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα καθήκοντα:
α) έγκριση θέσης σε λειτουργία των υποσυστημάτων ενέργειας και υποδομής που αποτελούν το σιδηροδρομικό σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 της οδηγίας .../.../ΕΕ [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρόμου], εξαιρουμένων των διασυνοριακών υποδομών με ενιαίο διαχειριστή υποδομής, για τις οποίες ο Οργανισμός θα αναλάβει τα καθήκοντα που καθορίζονται στο παρόν εδάφιο·
β) εποπτείαδιασφάλιση της συμμόρφωσης των στοιχείων διαλειτουργικότητας με τις βασικές απαιτήσεις όπως απαιτείταιπου καθορίζονται βάσει του άρθρου [x] της οδηγίας .../.../ΕΕ [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρόμου]·
γ) απόδοση ευρωπαϊκούεθνικού αριθμού οχήματος σύμφωνα με το άρθρο 42τα άρθρα 20α και 43 της οδηγίας .../.../ΕΕ [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρόμου]·
δ) υποστήριξη του Οργανισμού, εφόσον τη ζητήσει και βάσει των συμβατικών συμφωνιών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. .../... [κανονισμός για τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων], στην έκδοση, ανανέωση, τροποποίηση και ανάκληση ενιαίων πιστοποιητικών ασφαλείας που χορηγούνται σύμφωνα με το άρθρο 10 και έλεγχο της τήρησης των σχετικών όρων και των απαιτήσεων για τη λειτουργία των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων σύμφωνα με τις απαιτήσεις της ενωσιακής ή εθνικής νομοθεσίας·
ε) έκδοση, ανανέωση, τροποποίηση και ανάκληση εγκρίσεων ασφαλείας που χορηγούνται σύμφωνα με το άρθρο 12 και έλεγχος της τήρησης των σχετικών όρων και των απαιτήσεων και των απαιτήσεων για τη λειτουργία των διαχειριστών υποδομής με βάση τις απαιτήσεις της ενωσιακής ή εθνικής νομοθεσίας·
στ) παρακολούθηση, προώθηση και, όπου απαιτείται, επιβολή και επικαιροποίηση του ρυθμιστικού πλαισίου ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος εθνικών κανόνων·
ζ) εποπτεία των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων σύμφωνα με το παράρτημα IV του κανονισμού (EΕ) αριθ. 1158/2010 της Επιτροπής(18) και με τον κανονισμό (EΕ) αριθ. 1077/2012 της Επιτροπής(19)·
η) επίβλεψηδιασφάλιση του ότι τα οχήματα είναι δεόντως καταχωρισμένα στο ευρωπαϊκό και το εθνικό μητρώο οχημάτων και ότι οι σχετικές με την ασφάλεια πληροφορίες που περιέχειπεριέχουν τα μητρώα αυτά είναι ακριβείς και επικαιροποιημένες.
ηα) παρακολούθηση της συμμόρφωσης προς τους κανόνες περί χρόνων εργασίας, οδήγησης και ανάπαυσης για τους μηχανοδηγούς στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και στους συρμούς·
ηβ) παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τους ισχύοντες κανόνες για την ασφαλή συντήρηση και λειτουργία των εμπορευματικών φορταμαξών και του λοιπού τροχαίου υλικού·
ηγ) κατάρτιση γενικού σχεδίου έκτακτης ανάγκης για το σιδηροδρομικό δίκτυο το οποίο εφαρμόζεται υποχρεωτικά σε όλους τους παράγοντες του σιδηροδρομικού συστήματος και προβλέπει αναλυτικά τα μέτρα που λαμβάνονται σε περίπτωση σοβαρού ατυχήματος ή έκτακτης ανάγκης, και κοινοποίησή του στον Οργανισμό. Το εν λόγω σχέδιο περιλαμβάνει:
i) μηχανισμούς και διαδικασίες που εξασφαλίζουν την αποτελεσματική επικοινωνία μεταξύ των εμπλεκόμενων παραγόντων, ιδίως μεταξύ διαχειριστών υποδομής, σιδηροδρομικών φορέων και υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης·
ii) μηχανισμούς συντονισμού μεταξύ των εθνικών οργανισμών των γειτονικών χωρών·
iii) δίαυλους επικοινωνίας με τους συγγενείς των θυμάτων μετά από ένα σοβαρό ατύχημα, σε πλαίσιο διάδρασης με το προσωπικό που έχει εκπαιδευθεί για τα διάφορα καθήκοντα·
iv) σύστημα παροχής βοήθειας στα θύματα μετά από σοβαρό ατύχημα, με σκοπό την καθοδήγησή τους όσον αφορά τις διαδικασίες καταγγελίας δυνάμει της ενωσιακής νομοθεσίας, και συγκεκριμένα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(20), με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των σιδηροδρομικών φορέων. Η εν λόγω βοήθεια περιλαμβάνει την παροχή ψυχολογικής υποστήριξης στα θύματα ατυχημάτων καθώς και στις οικογένειές τους.
Η Επιτροπή προβαίνει στην άμεση θέσπιση μέτρων για την εναρμόνιση του περιεχομένου και της μορφής των σχεδίων έκτακτης ανάγκης όπως προβλέπεται από το άρθρο 27. Ο Οργανισμός επικουρεί και εποπτεύει τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην κατάρτιση των εν λόγω σχεδίων, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στα σιδηροδρομικά ατυχήματα στα οποία εμπλέκονται δύο ή περισσότερα εθνικά δίκτυα.
3. Η εθνική αρχή ασφαλείας του κράτους μέλους στο οποίο δραστηριοποιείται η σιδηροδρομική επιχείρηση προβαίνει στις αναγκαίες ρυθμίσεις συντονισμού με τον Οργανισμό και άλλες αρχές ασφαλείας προκειμένου να εξασφαλίσει την ανταλλαγή καίριων πληροφοριών σχετικών με τη συγκεκριμένη σιδηροδρομική επιχείρηση, ιδίως σχετικών με γνωστούς κινδύνους και τις επιδόσεις ασφαλείας της σιδηροδρομικής επιχείρησης. Η εθνική αρχή ασφαλείας ανταλλάσσει επίσης πληροφορίες με άλλες εθνικές αρχές ασφαλείας, εφόσον κρίνει ότι η σιδηροδρομική επιχείρηση δεν λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ελέγχου των κινδύνων.
Ενημερώνει αμέσως τον Οργανισμό για τυχόν ανησυχίες της σχετικά με τις επιδόσεις ασφαλείας της σιδηροδρομικής επιχείρησης που επιβλέπει. Ο Οργανισμός λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα πουόπως προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 6.
4. Τα καθήκοντα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δεν δύνανται να μεταβιβάζονται ούτε να ανατίθενται βάσει υπεργολαβίας σε διαχειριστή υποδομής ή σιδηροδρομική επιχείρηση ή οντότητα προμηθειών.
4α. Οι εθνικές αρχές ασφάλειας, με τη βοήθεια του Οργανισμού, θεσπίζουν μηχανισμούς για την ανταλλαγή παραδειγμάτων ορθών και βέλτιστων πρακτικών.
5a. Οι εθνικές αρχές ασφάλειας μπορούν να ζητήσουν οικειοθελώς από τον Οργανισμό να ελέγχει το έργο τους. Ο Οργανισμός μπορεί επίσης να ελέγχει τις εθνικές αρχές ασφάλειας με δική του πρωτοβουλία. [Τροπολογία 83]
Άρθρο 17
Αρχές για τη λήψη αποφάσεων
1. Οι εθνικές αρχές ασφαλείας εκτελούν τα καθήκοντά τους με ανοικτό και αμερόληπτο τρόπο και με διαφάνεια. Ειδικότερα, δίνουν τη δυνατότητα σε όλα τα μέρη να εκφράζουν τις απόψεις τους και αιτιολογούν τις αποφάσεις τους.
Απαντούν άμεσα στα αιτήματα και τις υποβαλλόμενες αιτήσεις, τηρώντας τις προθεσμίες που ορίζονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 και διαβιβάζουν τα αιτήματά τους για ενημέρωση αμελλητί και εκδίδουν όλες τις αποφάσεις τους εντός τεσσάρων μηνών αφού λάβουν όλες τις πληροφορίεςενδεχόμενες υποχρεώσειςπου περιλαμβάνονται στις συμβατικές συμφωνίες που έχουν ζητήσεισυνάψει με τον Οργανισμό. Δύνανται ανά πάσα στιγμή να ζητούν την τεχνική συνδρομή των διαχειριστών υποδομής και των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων ή άλλων ειδικευμένων οργάνων όταν εκτελούν τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 16.
Κατά την κατάρτιση του εθνικού κανονιστικού πλαισίου, η εθνική αρχή ασφαλείας διαβουλεύεται με όλα τα εμπλεκόμενα και ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία και λαμβάνει υπόψη, μεταξύ των οποίων διαχειριστές υποδομής, σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, κατασκευαστές και φορείς συντήρησης, εκπροσώπους των χρηστών και του προσωπικού.
2. Ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφαλείας έχουν το δικαίωμα να διενεργούν όλες τις επιθεωρήσεις, ελέγχους και έρευνες που είναι απαραίτητες για την εκπλήρωση των καθηκόντων της και έχουν πρόσβαση σε όλα τα σχετικά έγγραφα, καθώς και στους χώρους, τις εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό των διαχειριστών υποδομής και των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων.
3. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι αποφάσεις της εθνικής αρχής ασφαλείας υπόκεινται σε ένδικα μέσα.
4. Οι εθνικές αρχές ασφαλείας συμμετέχουν ενεργά στην ανταλλαγή πληροφοριών και εμπειριών στο πλαίσιο του δικτύου που έχει δημιουργήσει ο Οργανισμός για να εναρμονίζουν τα κριτήρια λήψης των αποφάσεών τους στην Ένωση.
4α. Οι εθνικές αρχές ασφάλειας επικουρούν τον Οργανισμό στο έργο του στον τομέα της παρακολούθησης της ανάπτυξης της ασφάλειας των σιδηροδρόμων σε επίπεδο Ένωσης.
5. Η έκταση της συνεργασίας μεταξύ του Οργανισμού και των εθνικών αρχών ασφαλείας σε όλα τα θέματα που αφορούν τις επιτόπιες επιθεωρήσεις για την έκδοση ενιαίου πιστοποιητικού ασφαλείας και την εποπτεία των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων μετά την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφαλείας καθορίζεται σε συμβατικές ή άλλες ρυθμίσειςσυμφωνίες μεταξύ του Οργανισμού και των εθνικών αρχών ασφαλείας το αργότερο εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.
Οι συμφωνίες αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν την ανάθεση ορισμένων καθηκόντων και αρμοδιοτήτων του Οργανισμού στις εθνικές αρχές, όπως τον έλεγχο και την προετοιμασία των φακέλων, την επαλήθευση της τεχνικής συμβατότητας, την πραγματοποίηση επισκέψεων και τη σύνταξη τεχνικών μελετών, σύμφωνα με το άρθρο 69 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../... [κανονισμός για τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων].
Οι εν λόγω συμφωνίες προβλέπουν κατανομή των εσόδων ανάλογα με το μερίδιο του φόρτου εργασίας κάθε παράγοντα. [Τροπολογία 84]
Άρθρο 18
Ετήσια έκθεση
Η εθνική αρχή ασφαλείας δημοσιεύει σε ετήσια βάση έκθεση για τις δραστηριότητές της του προηγούμενου έτους και την αποστέλλει στον Οργανισμό ως την 30ή Σεπτεμβρίου το αργότερο. Η έκθεση περιλαμβάνει πληροφορίες για:
α) την εξέλιξη της σιδηροδρομικής ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης συγκεντρωτικής κατάστασης σε επίπεδο κράτους μέλους για τους ΚΔΑ που καθορίζονται στο παράρτημα Ι·
β) σημαντικές μεταβολές στις νομοθετικές και κανονιστικές ρυθμίσεις όσον αφορά την ασφάλεια των σιδηροδρόμων·
γ) τις εξελίξεις ως προς την πιστοποίηση της ασφάλειας και την έγκριση της ασφάλειας·
δ) αποτελέσματα και εμπειρίες από την εποπτεία διαχειριστών υποδομής και σιδηροδρομικών επιχειρήσεων·
ε) τις παρεκκλίσεις που αποφασίσθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 8·
στ) όλες τις επιθεωρήσεις και ελέγχους σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο κράτος μέλος κατά τη διάρκεια των εποπτικών δραστηριοτήτων·
στα) όλες τις τεχνικές επιθεωρήσεις των εμπορευματικών φορταμαξών μεταφορών στους συρμούς. [Τροπολογία 85]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ
Άρθρο 19
Υποχρέωση διερεύνησης
1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διεξαγωγή έρευνας από τον φορέα διερεύνησης που προβλέπει το άρθρο 21 μετά από σοβαρά σιδηροδρομικά ατυχήματα, στόχος της οποίας είναι η πιθανή βελτίωση της σιδηροδρομικής ασφάλειας και η πρόληψη ατυχημάτων.
2. Πέραν των σοβαρών ατυχημάτων, ο φορέας διερεύνησης που αναφέρεται στο άρθρο 21 μπορεί να διερευνά τα ατυχήματα και τα συμβάντα που, υπό κάπως διαφορετικές συνθήκες, θα μπορούσαν να έχουν οδηγήσει σε σοβαρά ατυχήματα, μεταξύ των οποίων τεχνικές βλάβες στα διαρθρωτικά υποσυστήματα ή στα στοιχεία διαλειτουργικότητας του ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος.
Ο φορέας διερεύνησης έχει τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίζει κατά πόσον πρέπει να διερευνηθεί ή όχι ένα τέτοιο ατύχημα ή συμβάν. Για την απόφασή του λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα:
α) τη σοβαρότητα του ατυχήματος ή του συμβάντος·
β) εάν αυτό εντάσσεται σε μια σειρά ατυχημάτων ή συμβάντων σημαντικών σε επίπεδο συστήματος, ως σύνολο·
γ) τις επιπτώσεις του για τη ασφάλεια των σιδηροδρόμων σε επίπεδο Ένωσης ·
δ) τα αιτήματα διαχειριστών υποδομής, σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, της εθνικής αρχής ασφαλείας ή των κρατών μελών.
3. Η έκταση των ερευνών και η διαδικασία που εφαρμόζεται κατά τη διεξαγωγή τους, καθορίζονται από τον φορέα διερεύνησης, με βάση τα άρθρα 20 και 22, καθώς και σε συνάρτηση με τα διδάγματα που αναμένεται να συναχθούν για τη βελτίωση της ασφάλειας από το ατύχημα ή το συμβάν.
4. Η έρευνα δεν αφορά επ’ ουδενί την απόδοση υπαιτιότητας ή ευθύνης.
Άρθρο 20
Καθεστώς έρευνας
1. Τα κράτη μέλη καθορίζουν, στο πλαίσιο των αντίστοιχων εσωτερικών τους νομικών συστημάτων, ένα νομικό καθεστώς έρευνας που επιτρέπει στους υπευθύνους διερεύνησης να εκτελούν το έργο τους κατά τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο και το συντομότερο δυνατόν.
2. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν πλήρη συντονισμό με τις αρχές που είναι αρμόδιες για τη δικαστική έρευνα και ότι παρέχονται στους υπεύθυνους διερεύνησης, καθώς επίσης και στον Οργανισμό, εάντο ζητήσει, παρέχονται το συντομότερο δυνατόν: [Τροπολογία 86]
α) πρόσβαση στον τόπο του ατυχήματος ή του συμβάντος, καθώς και στο σχετικό τροχαίο υλικό και τις εγκαταστάσεις υποδομής και τις εγκαταστάσεις ελέγχου και σηματοδότησης της κυκλοφορίας·
β) το δικαίωμα άμεσης καταγραφής των αποδεικτικών στοιχείων και ελεγχόμενης απομάκρυνσης των συντριμμιών, των εγκαταστάσεων ή στοιχείων υποδομής για εξέταση ή ανάλυση·
γ) πρόσβαση και δικαίωμα χρήσης των στοιχείων των συσκευών καταγραφής επί των τρένων, καθώς και του εξοπλισμού εγγραφής φωνητικών μηνυμάτων και δεδομένων για τη λειτουργία του συστήματος σηματοδότησης και ελέγχου της κυκλοφορίας·
δ) πρόσβαση στα αποτελέσματα της νεκροψίας των θυμάτων·
ε) πρόσβαση στα αποτελέσματα της εξέτασης του προσωπικού του τρένου και του λοιπού σιδηροδρομικού προσωπικού που εμπλέκεται στο ατύχημα ή συμβάν·
στ) δυνατότητα υποβολής ερωτήσεων του εμπλεκόμενου σιδηροδρομικού προσωπικού και λοιπών μαρτύρων·
ζ) πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες και αρχεία που τηρεί ο διαχειριστής της υποδομής, οι εμπλεκόμενες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και η εθνική αρχή ασφαλείας.
3. Η έρευνα πραγματοποιείται ανεξαρτήτως οποιασδήποτε δικαστικής έρευνας.
Άρθρο 21
Φορέας διερεύνησης
1. Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι τα ατυχήματα και τα συμβάντα που αναφέρονται στο άρθρο 19 διερευνώνται από μόνιμο φορέα, ο οποίος περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον άτομο ικανό να επιτελεί τα καθήκοντα του υπεύθυνου διερεύνησης σε περίπτωση ατυχήματος ή συμβάντος. Ο εν λόγω φορέας είναι ανεξάρτητος ως προς την οργάνωση, τη νομική μορφή και τη λήψη αποφάσεων από οποιονδήποτε διαχειριστή υποδομής, σιδηροδρομική επιχείρηση, φορέα χρέωσης, φορέα κατανομής και κοινοποιημένο οργανισμό και από οποιονδήποτε τρίτο με συμφέροντα αντικρουόμενα με τα καθήκοντα που ανατίθενται στον φορέα διερεύνησης. Επιπλέον, είναι λειτουργικά ανεξάρτητος από την εθνική αρχή ασφαλείας και από οποιονδήποτε σιδηροδρομικό ρυθμιστικό φορέα.
2. Ο φορέας διερεύνησης ασκεί τα εκτελεστικά του καθήκοντα ανεξαρτήτως των οργανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 χωρίς να κάνει διακρίσεις εις βάρος οιουδήποτε μέρους, και, για το σκοπό αυτό, μπορεί να διαθέτει επαρκείς πόρους. Το καθεστώς των προσώπων που εκτελούν τις διερευνήσεις εξασφαλίζει την απαραίτητη ανεξαρτησία τους. [Τροπολογία 87]
3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, οι διαχειριστές υποδομής και, οσάκις ενδείκνυται η εθνική αρχή ασφαλείας, υποχρεούνται να αναφέρουν άμεσα στον φορέα διερεύνησης τα ατυχήματα και τα συμβάντα που αναφέρονται στο άρθρο 19. Ο φορέας διερεύνησης πρέπει να είναι σε θέση να ανταποκρίνεται σε αυτές τις αναφορές και να προβαίνει στις απαραίτητες ρυθμίσεις για την έναρξη της έρευνας μία το αργότερο εβδομάδα αφού λάβει την έκθεση σχετικά με το εν προκειμένω ατύχημα ή συμβάν.
4. Ο φορέας διερεύνησης μπορεί να συνδυάζει τα καθήκοντα που αναλαμβάνει βάσει της παρούσας οδηγίας με τα καθήκοντα διερεύνησης άλλων περιστατικών πέραν των σιδηροδρομικών ατυχημάτων και συμβάντων, ενόσω οι έρευνες αυτές δεν θέτουν σε κίνδυνο την ανεξαρτησία του.
5. Εφόσον απαιτείται, ο φορέας διερεύνησης μπορεί να ζητά τη βοήθεια φορέων διερεύνησης άλλων κρατών μελών ή του Οργανισμού για την παροχή εμπειρογνωμοσύνης ή τη διενέργεια τεχνικών επιθεωρήσεων, αναλύσεων ή αξιολογήσεων.
5α. Οι φορείς διερεύνησης μπορούν να ζητήσουν οικειοθελώς από τον Οργανισμό να ελέγχει το έργο τους. [Τροπολογία 88]
6. Τα κράτη μέλη μπορούν να αναθέτουν στον φορέα διερεύνησης τη διεξαγωγή ερευνών για άλλα σιδηροδρομικά ατυχήματα και συμβάντα πέραν αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 19.
7. Οι φορείς διερεύνησης συμμετέχουν ενεργά στην ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών με στόχο την κατάρτιση κοινών μεθόδων διερεύνησης και κοινών αρχών παρακολούθησης της συνέχειας που δίδεται στις συστάσεις για την ασφάλεια, καθώς και την προσαρμογή στην τεχνική και επιστημονική πρόοδο.
Ο Οργανισμός επικουρεί τους φορείς διερεύνησης στα καθήκοντά τους. Επίσης, οι φορείς διερεύνησης υποστηρίζουν τον Οργανισμό και το έργο του στον τομέα της παρακολούθησης της ανάπτυξης της ασφάλειας των σιδηροδρόμων σε επίπεδο Ένωσης. [Τροπολογία 89]
Άρθρο 22
Διαδικασία διερεύνησης
1. Η διερεύνηση ατυχήματος ή συμβάντος που αναφέρεται στο άρθρο 19 διενεργείται από τον φορέα διερεύνησης του κράτους μέλους στο οποίο συνέβη. Εάν δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί σε ποιο κράτος μέλος συνέβη ή εάν συνέβη σε συνοριακή εγκατάσταση μεταξύ δύο κρατών μελών ή πλησίον αυτής, οι αρμόδιοι φορείς συμφωνούν ποιος από τους δύο αναλαμβάνει τη διεξαγωγή της διερεύνησης ή συμφωνούν να συνεργασθούν για την πραγματοποίησή της. Στην πρώτη περίπτωση ο άλλος φορέας έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στη διερεύνηση και να λαμβάνει πλήρη γνώση των αποτελεσμάτων της.
Οι φορείς διερεύνησης άλλου κράτους μέλους και ο Οργανισμός καλούνται να συμμετάσχουν σε διερευνήσεις οσάκις στο ατύχημα ή το συμβάν ενέχεται σιδηροδρομική επιχείρηση εγκατεστημένη στο εν λόγω κράτος μέλος και εγκεκριμένη από αυτό. [Τροπολογία 90]
Η παρούσα παράγραφος δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να συμφωνούν ότι οι σχετικοί φορείς διεξάγουν διερευνήσεις σε συνεργασία υπό άλλες συνθήκες.
2. Για κάθε ατύχημα ή συμβάν ο αρμόδιος για την έρευνα φορέας εξασφαλίζει τα ενδεδειγμένα μέσα, μεταξύ των οποίων την απαραίτητη για την εκτέλεση της διερεύνησης πραγματογνωμοσύνη σε λειτουργικά και τεχνικά θέματα, καθώς και επαρκείς πόρους. Η πραγματογνωμοσύνη διενεργείται από τον φορέα διερεύνησης ή από εξωτερικό φορέα ανάλογα με τον χαρακτήρα του προς διερεύνηση ατυχήματος ή συμβάντος. [Τροπολογία 91]
3. Η διερεύνηση διενεργείται με τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια και εξασφαλίζει ότι όλα τα εμπλεκόμενα μέρη εκφράζουν τις απόψεις τους και λαμβάνουν γνώση των αποτελεσμάτων. Ο σχετικός διαχειριστής υποδομής και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, η εθνική αρχή ασφαλείας, τα θύματα και οι συγγενείς τους, οι ιδιοκτήτες των περιουσιακών στοιχείων που υπέστησαν ζημίες, οι κατασκευαστές, οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και οι εκπρόσωποι του προσωπικού και των χρηστών ενημερώνονται τακτικά για τη διερεύνηση και την πρόοδό της και έχουν, στο μέτρο του δυνατού, την ευκαιρία να υποβάλουν τις γνώμες και απόψεις τους κατά τη διερεύνηση και τη δυνατότητα να σχολιάζουν πληροφορίες που περιέχονται στα σχέδια εκθέσεων.
4. Ο φορέας διερεύνησης ολοκληρώνει τις εξετάσεις του τόπου του ατυχήματος, το ταχύτερο δυνατό, προκειμένου ο διαχειριστής της υποδομής να είναι σε θέση να αποκαταστήσει την υποδομή και να την ανοίξει για τις σιδηροδρομικές μεταφορές όσο το δυνατόν συντομότερα.
Άρθρο 23
Εκθέσεις
1. Για τη διερεύνηση ατυχήματος ή συμβάντος που αναφέρεται στο άρθρο 19 συντάσσονται εκθέσεις σε μορφή ανάλογη με το είδος και τη σοβαρότητα του ατυχήματος ή του συμβάντος και τη σημασία των πορισμάτων. Στις εκθέσεις δηλώνονται οι στόχοι των διερευνήσεων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 19, παράγραφος 1, και περιλαμβάνονται, όπου απαιτείται, συστάσεις για την ασφάλεια.
2. Ο φορέας διερεύνησης δημοσιεύει την τελική έκθεση, μαζί με τις συστάσεις ασφάλειας, το συντομότερο δυνατόν, και κατά κανόνα το αργότερο εντός 12έξι μηνών μετά την ημερομηνία κατά την οποία σημειώθηκε το περιστατικό. Η έκθεση, μαζί με τις συστάσεις ασφάλειας, κοινοποιείται στα εμπλεκόμενα μέρη που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 καθώς και στους ενδιαφερόμενους φορείς και μέρη άλλων κρατών μελών. [Τροπολογία 92]
Η Επιτροπή εγκρίνει, με εκτελεστικέςκατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, το περιεχόμενο των εκθέσεων διερεύνησης ατυχημάτων και συμβάντων, που περιλαμβάνουν τα εξής στοιχεία: μία περίληψη· τα άμεσα δεδομένα του συμβάντος· τον φάκελο των ερευνών και ανακρίσεων· την ανάλυση και τα συμπεράσματα. Οι εν λόγω εκτελεστικέςκατ’ εξουσιοδότηση πράξεις εγκρίνονταιεκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 2του άρθρου 26. [Τροπολογία 93]
3. Ο φορέας διερεύνησης δημοσιεύει ετησίως έως την 30ή Σεπτεμβρίου το αργότερο ετήσια έκθεση απολογισμού για όλες τις διερευνήσεις που διενεργήθηκαν το προηγούμενο έτος, τις συστάσεις ασφάλειας που εκδόθηκαν και τα μέτρα που ελήφθησαν σύμφωνα με τις προεκδοθείσες συστάσεις.
Άρθρο 24
Πληροφορίες προς διαβίβαση στον Οργανισμό
1. Εντός μίας εβδομάδας μετά τη λήψη της απόφασης να αρχίσει η διεξαγωγή διερεύνησης, ο φορέας διερεύνησης ενημερώνει σχετικά τον Οργανισμό. Παρέχονται πληροφορίες για την ημερομηνία, την ώρα και τον τόπο του περιστατικού, καθώς και για το είδος και τις συνέπειές του όσον αφορά την απώλεια ζώων, τραυματισμών και υλικών ζημιών.
2. Ο φορέας διερεύνησης διαβιβάζει στον Οργανισμό αντίγραφο των τελικών εκθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 καθώς και της ετήσιας έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 3.
2α. Ο Οργανισμός δημιουργεί και διαχειρίζεται μια κεντρική βάση δεδομένων η οποία περιλαμβάνει όλες τις πληροφορίες που υποβάλλονται σε σχέση με τα ατυχήματα και τα συμβάντα. Η δημιουργία της εν λόγω βάσης δεδομένων υλοποιείται το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2015. [Τροπολογία 94]
Άρθρο 25
Συστάσεις ασφαλείας
1. Σύσταση ασφάλειας που εκδίδεται από φορέα διερεύνησης δεν δημιουργεί σε καμία περίπτωση τεκμήριο υπαιτιότητας ή ευθύνης για ατύχημα ή συμβάν.
2. Οι συστάσεις απευθύνονται στον Οργανισμό, την εθνική αρχή ασφαλείας και, όπου απαιτείται λόγω του χαρακτήρα της σύστασης, σε άλλους φορείς ή αρχές του κράτους μέλους ή άλλων κρατών μελών. Τα κράτη μέλη και οι εθνικές αρχές ασφαλείας τους λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι οι συστάσεις για την ασφάλεια που εκδίδονται από τους φορείς διερεύνησης λαμβάνονται δεόντως υπόψη και, οσάκις ενδείκνυται, ακολουθούνται από τις δέουσες ενέργειες.
3. Η εθνική αρχή ασφαλείας, καθώς και άλλες αρχές ή φορείς ή, οσάκις ενδείκνυται, άλλα κράτη μέλη αποδέκτες των συστάσεων ενημερώνουν τουλάχιστον ετησίως τον φορέα διερεύνησης για τα μέτρα που λαμβάνονται ή προγραμματίζονται σε συνέχεια της σύστασης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 26
Ανάθεση αρμοδιότητας
1. Η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων κατ’εξουσιοδότηση ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.
2. Η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 και στο άρθρο 7 παράγραφος 2 ανατίθενται στην Επιτροπή επ’ αόριστον. Η προβλεπόμενη στα άρθρα 5 παράγραφος 2, 7 παράγραφος 2, 9 παράγραφος 2, 14 παράγραφος 7, 23 παράγραφος 2 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την [ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού]. Η Επιτροπή εκπονεί έκθεση σχετικά με την ανάθεση εξουσίας το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου. [Τροπολογία 95]
3. Η ανάθεση αρμοδιότητας που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 και στο άρθρο 7 παράγραφος 2 είναι δυνατόν να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την αρμοδιότητα που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Η ανάκληση δεν επηρεάζει το κύρος των κατ’εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.
4. Αμέσως μετά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
5. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 και το άρθρο 7 παράγραφος 2 τίθενται σε ισχύ μόνο εφόσον δεν προβληθεί καμία ένσταση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της περιόδου αυτής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να προβάλουν ενστάσεις. Το εν λόγω χρονικό διάστημα παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.
Άρθρο 27
Διαδικασία επιτροπής
1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
Άρθρο 28
Έκθεση και περαιτέρω δράση της ΕΕ
Με βάση τις σχετικές πληροφορίες που παρέχει ο Οργανισμός, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πριν ...(21) και στη συνέχεια ανά πενταετίατριετία έκθεση για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.
Η έκθεση συνοδεύεται, όπου είναι απαραίτητο, από προτάσεις για περαιτέρω δράση της Ένωσης. [Τροπολογία 96]
Άρθρο 29
Κυρώσεις
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που εφαρμόζονται σε περιπτώσεις παραβιάσεων των εθνικών διατάξεων που εγκρίνονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εφαρμόζονται. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες των παραβιάσεων, αμερόληπτες και αποτρεπτικές.
Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τους κανόνες αυτούς στην Επιτροπή ως την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 και κοινοποιούν αμελλητί στην Επιτροπή οποιαδήποτε επακόλουθη τροποποίηση η οποία τους επηρεάζει.
Άρθρο 30
Μεταβατικές διατάξεις
Τα παραρτήματα III και V της οδηγίας 2004/49/EΚ εφαρμόζονται έως την ημερομηνία εφαρμογής των κατ’εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 9 παράγραφος 2, στο άρθρο 14 παράγραφος 7 και στο άρθρο 23 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας.
Έως τις ...(22), οι εθνικές αρχές ασφαλείας συνεχίζουνμπορούννα συνεχίσουν να χορηγούν πιστοποιητικά ασφαλείας σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/EΚ, με την επιφύλαξη του άρθρου 10 παράγραφος 2α. Τα εν λόγω πιστοποιητικά ασφαλείας ισχύουν έως την ημερομηνία λήξης τους.
Για συμπληρωματική περίοδο τριών ετών μετά την ετήσια περίοδο μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο που προβλέπεται στο άρθρο 32, ο αιτών μπορεί να υποβάλει αίτηση στον Οργανισμό ή στην εθνική αρχή ασφάλειας. Κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου, οι εθνικές αρχές ασφάλειας μπορούν να συνεχίσουν να εκδίδουν πιστοποιητικά ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/ΕΚ. [Τροπολογία 97]
Άρθρο 31
Συστάσεις και γνωμοδοτήσεις του Οργανισμού
Ο Οργανισμός προβαίνει σε συστάσεις και γνωμοδοτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων] με σκοπό την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Οι εν λόγω συστάσεις και γνωμοδοτήσεις χρησιμεύουν ως βάση για οιοδήποτε μέτρο της Ένωσης που λαμβάνεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 32
Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο
1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίεςαπαραίτητες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με τα άρθρα 2, 3, 4, 8, 10, 16, 18, 20 και με το παράρτημα Iμε τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας το αργότερο έωςστις ...(23). Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων αυτών. [Τροπολογία 98]
2. Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτήν κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Περιλαμβάνουν επίσης δήλωση ότι οι παραπομπές στις κείμενες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις των οδηγιών που καταργούνται με την παρούσα οδηγία νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο παραπομπής και τον τρόπο διατύπωσης της δήλωσης.
Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα τον οποίο καλύπτει η παρούσα οδηγία.
3. Οι υποχρεώσεις μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής της παρούσας οδηγίας δεν ισχύουν για την Κυπριακή Δημοκρατία και τη Δημοκρατία της Μάλτας ενόσω δεν υπάρχει σιδηροδρομικό δίκτυο στο έδαφός τους.
Μόλις, όμως, δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας υποβάλει επίσημη αίτηση για την κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής προς εκμετάλλευση από μία ή περισσότερες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη θεσπίζουν νομοθεσία για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας εντός ενός έτους από την παραλαβή της αίτησης.
Άρθρο 33
Κατάργηση
Η οδηγία 2004/49/EΚ, όπως τροποποιείται από τις οδηγίες που περιέχει το παράρτημα ΙΙ μέρος Α, καταργείται από ...(24), με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που περιέχει το παράρτημα IΙ μέρος Β. [Τροπολογία 99]
Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και νοούνται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙΙ.
Άρθρο 34
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα άρθρα 10 και 11 εφαρμόζονται από ...(25), με την επιφύλαξη των μεταβατικών διατάξεων που ορίζονται στο άρθρο 30. [Τροπολογία 100]
Άρθρο 35
Αποδέκτες
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
...,
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
ΚΟΙΝΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Οι κοινοί δείκτες ασφάλειας αναφέρονται σε ετήσια βάση από τις εθνικές αρχές ασφαλείας ετησίως.
Εάν προκύψουν νέα γεγονότα ή σφάλματα μετά την υποβολή της έκθεσης, οι δείκτες για ένα συγκεκριμένο έτος πρέπει να τροποποιούνται ή να διορθώνονται από την εθνική αρχή ασφάλειας με την πρώτη ευκαιρία και, το αργότερο, στην επόμενη ετήσια έκθεση.
Για δείκτες σχετικούς με ατυχήματα του σημείου 1, πρέπει να εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 91/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(26), εφόσον διατίθενται οι σχετικές πληροφορίες.
1. Δείκτες σχετικοί με ατυχήματα
1.1. Συνολικό και σχετικό (σε συρμοχιλιόμετρα) πλήθος σοβαρών ατυχημάτων και κατανομή τους ανά είδος ατυχήματος βάσει των κάτωθι κατηγοριών ατυχήματος:
i) σύγκρουση αμαξοστοιχιών με άλλα σιδηροδρομικά οχήματα,
ii) σύγκρουση αμαξοστοιχιών, με εμπόδιο εντός του διάκενου του εύρους των σιδηροτροχιών,
iii) εκτροχιασμός αμαξοστοιχιών,
iv) ατυχήματα σε ισόπεδες διαβάσεις, καθώς και ατυχήματα με πεζούς σε ισόπεδες διαβάσεις,
v) ατυχήματα που προκαλούνται σε άτομα με την εμπλοκή κινούμενου τροχαίου υλικού, εξαιρουμένων των αυτοκτονιών,
vi) πυρκαγιές σε τροχαίο υλικό,
vii) λοιπά.
Κάθε σοβαρό ατύχημα πρέπει να αναφέρεται με τον τύπο του πρωτογενούς ατυχήματος, ακόμη και όταν οι συνέπειες του δευτερογενούς ατυχήματος είναι σοβαρότερες, παραδείγματος χάρη πυρκαγιά λόγω εκτροχιασμού.
1.2. Συνολικό και σχετικό (σε συρμοχιλιόμετρα) πλήθος σοβαρά τραυματισμένων και νεκρών ανά είδος ατυχήματος, με κατανομή τους βάσει των κάτωθι κατηγοριών:
i) επιβάτης (και ως προς το σύνολο επιβατοχιλιομέτρων και επιβατοχιλιομέτρων),
ii) υπάλληλος, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού των εργοληπτών,
iii) χρήστες ισόπεδων διαβάσεων,
iv) καταπατητές,
v) άλλο.
2. Δείκτες σχετικοί με επικίνδυνα εμπορεύματα
Συνολικό και σχετικό (σε συρμοχιλιόμετρα) πλήθος ατυχημάτων και συμβάντων που σχετίζονται με τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων με κατανομή τους βάσει των κάτωθι κατηγοριών: [Τροπολογία 101]
i) ατυχήματα στα οποία ενέχεται τουλάχιστον ένα σιδηροδρομικό όχημα που μεταφέρει επικίνδυνα εμπορεύματα, όπως ορίζεται στο προσάρτημα,
ii) πλήθος τέτοιων ατυχημάτων, κατά τα οποία ελευθερώνονται επικίνδυνα εμπορεύματα.
3. Δείκτες σχετικοί με αυτοκτονίες
Συνολικό και σχετικό (σε συρμοχιλιόμετρα) πλήθος αυτοκτονιών.
4. Δείκτες σχετικοί με πρόδρομους παράγοντες ατυχημάτων
Συνολικό και σχετικό πλήθος (σε συρμοχιλιόμετρα):
i) σιδηροτροχιών που έχουν υποστεί ρήξη,
ii) παραμορφωμένων τροχιών και απευθυγράμμιση τροχιών,
iii) αστοχιών σηματοδότησης λόγω τοποθέτησης σε λάθος πλευρά,
iv) επικίνδυνων παραβιάσεων σηματοδοτών,
v) τροχών χρησιμοποιούμενου τροχαίου υλικού που έχουν υποστεί ρήξη,
vi) αξόνων σε τροχαίο υλικό σε λειτουργία που έχουν υποστεί ρήξη.
Αναφέρονται όλοι οι πρόδρομοι παράγοντες, είτε οδήγησαν σε ατύχημα είτε όχι. Οι πρόδρομοι παράγοντες που οδήγησαν σε ατύχημα πρέπει να αναφέρονται στους ΚΔΑ στη στήλη για τους πρόδρομους παράγοντες· τα ατυχήματα που σημειώθηκαν, εφόσον είναι σοβαρά, πρέπει να αναφέρονται στους ΚΔΑ στη στήλη 1 για τα ατυχήματα.
5. Δείκτες για τον υπολογισμό των οικονομικών επιπτώσεων των ατυχημάτων
Ο Οργανισμός καθορίζει μοναδιαίο κόστος με βάση τα δεδομένα που συλλέγει έως την έναρξη ισχύος της παρούσα οδηγίας.
6. Δείκτες σχετικοί με την τεχνική ασφάλεια της υποδομής και την εφαρμογή της
6.1. Ποσοστό των τροχιών με αυτόματη προστασία αμαξοστοιχίας (ATP) σε λειτουργία, ποσοστό συρμοχιλιομέτρων με συστήματα ΑΤΡ που λειτουργούν.
6.2. Πλήθος ισόπεδων διαβάσεων (συνολικά, ανά χιλιόμετρο γραμμής και ανά χιλιόμετρο τροχιάς) με βάση τους κάτωθι οκτώ τύπους:
α) ενεργή ισόπεδη διάβαση με:
i) αυτόματη ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη·
ii) αυτόματη προστασία στην πλευρά του χρήστη·
iii) αυτόματη προστασία και ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη·
iv) αυτόματη προστασία και ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη, και μανδάλωση της προστασίας της αμαξοστοιχίας,
v) χειροκίνητη ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη·
vi) χειροκίνητη προστασία στην πλευρά του χρήστη·
vii) χειροκίνητη προστασία και ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη·
β) παθητικές ισόπεδες διαβάσεις.
7. Δείκτες σχετικοί με τη διαχείριση της ασφάλειας
Εσωτερικοί έλεγχοι που διενεργήθηκαν από διαχειριστές υποδομής και σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, όπως ορίζεται στα έγγραφα τεκμηρίωσης του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας. Συνολικό πλήθος περατωθέντων ελέγχων και πλήθος ως ποσοστό των απαιτούμενων (ή/και προγραμματισμένων) ελέγχων.
8. Ορισμοί
Οι κοινοί ορισμοί των ΚΔΑ και οι κοινές μέθοδοι υπολογισμού των οικονομικών συνεπειών των ατυχημάτων καθορίζονται στο προσάρτημα.
Προσάρτημα
ΚΟΙΝΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΚΔΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΥΝΕΠΕΙΩΝ ΤΩΝ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ
1. Δείκτες σχετικοί με ατυχήματα
1.1. «Σοβαρό ατύχημα»: κάθε ατύχημα στο οποίο ενέχεται τουλάχιστον ένα εν κινήσει σιδηροδρομικό όχημα, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα τουλάχιστον ένα νεκρό ή σοβαρά τραυματισμένο άτομο ή σημαντικές ζημίες σε τροχαίο υλικό, στις τροχιές, σε άλλες εγκαταστάσεις ή στο περιβάλλον ή εκτεταμένη διαταραχή της κυκλοφορίας. Τα ατυχήματα σε συνεργεία, αποθήκες και αμαξοστάσια εξαιρούνται.
1.2. «Σημαντική ζημία σε τροχαίο υλικό, τροχιές, σε άλλες εγκαταστάσεις ή στο περιβάλλον»: ζημία ισοδύναμη με 150 000 EUR ή περισσότερο.
1.3. «Εκτεταμένη διακοπή της κυκλοφορίας»: αναστολή σιδηροδρομικών δρομολογίων σε κύρια σιδηροδρομική γραμμή επί έξι ώρες ή περισσότερο.
1.4. «Αμαξοστοιχία»: ένα ή περισσότερα σιδηροδρομικά οχήματα που έλκονται από μία ή περισσότερες μηχανές ή αυτοκινητάμαξες, ή μία αυτοκινητάμαξα που κυκλοφορεί μόνη της, με καθορισμένο αριθμό ή συγκεκριμένη ονομασία από ένα σταθερό σημείο αφετηρίας σε ένα σταθερό σημείο τέρματος. Ελαφρά μηχανή, όπως μηχανή που κυκλοφορεί μόνη της, δεν θεωρείται αμαξοστοιχία.
1.5. «Σύγκρουση αμαξοστοιχιών»: μετωπική ή σύγκρουση εμπρόσθιου άκρου αμαξοστοιχίας με οπίσθιο άκρο άλλης αμαξοστοιχίας ή πλευρική σύγκρουση μέρους αμαξοστοιχίας και αμαξοστοιχίας ή σιδηροδρομικού οχήματος, ή τροχαίου υλικού σε ελιγμό.
1.6. «σύγκρουση με εμπόδια εντός του διάκενου του εύρους σιδηροτροχιών»: σύγκρουση μέρους αμαξοστοιχίας με αντικείμενα στερεωμένα ή προσωρινά παρόντα επί ή πλησίον της σιδηροτροχιάς (εξαιρουμένων των ισόπεδων διαβάσεων, εάν έχουν απολεσθεί από διερχόμενο όχημα ή χρήστη). Συμπεριλαμβάνεται η σύγκρουση με εναέριες γραμμές επαφής.
1.7. «Εκτροχιασμός αμαξοστοιχίας»: κάθε περίπτωση κατά την οποία τουλάχιστον ένας τροχός αμαξοστοιχίας εκτρέπεται από τροχιά.
1.8. «Ατυχήματα σε ισόπεδες διαβάσεις»: ατυχήματα σε ισόπεδες διαβάσεις στα οποία ενέχονται τουλάχιστον ένα σιδηροδρομικό όχημα και ένα ή περισσότερα διερχόμενα οχήματα, άλλοι διερχόμενοι χρήστες όπως πεζοί ή άλλα αντικείμενα προσωρινά υπάρχοντα επί της τροχιάς ή κοντά σε αυτήν, εφόσον έχουν απολεσθεί από διερχόμενο όχημα/χρήστη.
1.9. «Ατυχήματα που προκαλούνται σε άτομα στα οποία εμπλέκεταιαπό τροχαίο υλικό εν κινήσει»: ατυχήματα που προκαλούνται σε ένα ή περισσότερα άτομα, τα οποία είτε κτυπήθηκαν από σιδηροδρομικό όχημα είτε από αντικείμενο προσαρτημένο στο όχημα ή που αποσπάσθηκε από αυτό. Συμπεριλαμβάνονται άτομα που πέφτουν από σιδηροδρομικά οχήματα και άτομα επιβιβασμένα σε οχήματα που πέφτουν ή χτυπούν από ανεξέλεγκτα αντικείμενα. [Τροπολογία 102]
1.10. «Πυρκαγιές σε τροχαίο υλικό»: πυρκαγιές και εκρήξεις που σημειώνονται σε σιδηροδρομικά οχήματα (και στο φορτίο τους) κατά την κυκλοφορία τους μεταξύ του σταθμού αναχώρησής τους και του σταθμού προορισμού τους, καθώς και κατά τη στάση τους στον σταθμό αναχώρησης ή προορισμού ή σε ενδιάμεσες στάσεις, καθώς και κατά τις κινήσεις τους σε σταθμούς διαλογής.
1.11. «Λοιποί τύποι ατυχήματος»: όλα τα ατυχήματα πλην εκείνων που ήδη αναφέρθηκαν (συγκρούσεις αμαξοστοιχιών, εκτροχιασμός αμαξοστοιχιών, ατυχήματα σε ισόπεδες διαβάσεις, ατυχήματα προσώπων λόγω τροχαίου υλικού εν κινήσει και πυρκαγιές σε τροχαίο υλικό).
1.12. «Επιβάτης»: κάθε άτομο, εκτός από τα μέλη του πληρώματος, που ταξιδεύει με σιδηροδρομικό όχημα. Στις στατιστικές ατυχημάτων συμπεριλαμβάνονται οι επιβάτες που επιχειρούν να επιβιβαστούν/αποβιβαστούν σε/από τρένο εν κινήσει,
1.13. «Απασχολούμενος (συμπεριλαμβάνεται το προσωπικό των εργολάβων και οι αυτοαπασχολούμενοι εργολάβοι)» σημαίνει κάθε πρόσωπο του οποίου η απασχόληση συνδέεται με σιδηρόδρομο και είναι σε ώρα εργασίας κατά τη στιγμή που σημειώνεται ατύχημα. Συμπεριλαμβάνονται το πλήρωμα της αμαξοστοιχίας και τα πρόσωπα που χειρίζονται τροχαίο υλικό και εγκαταστάσεις υποδομής.
1.14. «Χρήστης ισόπεδης διάβασης»: κάθε πρόσωπο που χρησιμοποιεί ισόπεδη διάβαση για να διασχίσει σιδηροδρομική γραμμή με οποιοδήποτε μέσο μεταφοράς ή πεζή.
1.15. «καταπατητής»: κάθε πρόσωπο του οποίου η παρουσία απαγορεύεται σε σιδηροδρομικές εγκαταστάσεις, εξαιρουμένων των χρηστών ισόπεδων διαβάσεων.
1.16. «Άλλοι (τρίτοι)»: όλα τα πρόσωπα που δεν ορίζονται ως «επιβάτες», «απασχολούμενοι και το προσωπικό των εργοληπτών», «χρήστης ισόπεδης διάβασης» ή «καταπατητές».
1.17. «Νεκρός»: κάθε άτομο που σκοτώνεται ακαριαία ή πεθαίνει εντός 30 ημερών λόγω ατυχήματος, εξαιρουμένων των αυτοκτονιών.
1.18. «Τραυματίας (σοβαρά τραυματισμένος)»: κάθε τραυματίας ο οποίος νοσηλεύεται σε νοσοκομείο για διάστημα άνω των 24 ωρών λόγω ατυχήματος, εξαιρουμένων όσων αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν.
2. Δείκτες σχετικοί με επικίνδυνα εμπορεύματα
2.1. «Ατύχημα στο οποίο ενέχεται η μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων» σημαίνει ατύχημα ή περιστατικό που πρέπει να αναφερθεί σύμφωνα με το τμήμα 1.8.5 των κανονισμών RID/ADR(27).
2.2. «Επικίνδυνα εμπορεύματα»: ουσίες και είδη, των οποίων η μεταφορά απαγορεύεται από τους RID ή επιτρέπεται μόνον υπό τους όρους που ορίζουν οι RID.
3. Δείκτες σχετικοί με αυτοκτονίες
3.1. «Αυτοκτονία»: ενέργεια σκόπιμου αυτοτραυματισμού που καταλήγει σε θάνατο, όπως καταχωρίζεται και ταξινομείται από την αρμόδια εθνική αρχή.
4. Δείκτες σχετικοί με πρόδρομους παράγοντες ατυχημάτων
4.1. «Σιδηροτροχιές που έχουν υποστεί ρήξη»: κάθε σιδηροτροχιά που έχει διαχωρισθεί σε ένα ή περισσότερα κομμάτια, ή κάθε σιδηροτροχιά από την οποία αποσπάται μεταλλικό κομμάτι, με αποτέλεσμα τη δημιουργία κενού, μήκους άνω των 50 mm και βάθους άνω των 10 mm στην επιφάνεια κύλισης.
4.2. «Παραμόρφωση και απευθυγράμμιση τροχιάς»: αστοχίες που συνδέονται με τη συνέχεια και τη γεωμετρία τροχιάς, τα οποία απαιτούν αποκλεισμό της τροχιάς ή άμεση μείωση της επιτρεπόμενης ταχύτητας.
4.3. «Αστοχίες σηματοδότησης λόγω τοποθέτησης σε λάθος πλευρά»: κάθε τεχνική αστοχία του συστήματος σηματοδότησης (είτε στην υποδομή είτε στο τροχαίο υλικό), η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη σηματοδότηση πληροφοριών λιγότερο περιοριστικών από τα απαιτούμενα.
4.4. «Παραβίαση σηματοδότη (SPAD)»: κάθε περίπτωση που οποιοδήποτε μέρος αμαξοστοιχίας υπερβαίνει εγκεκριμένη κίνησή της.
Ως μη εγκεκριμένη κίνηση νοείται:
παραβίαση παρατρόχιου έγχρωμου σήματος ή απαγορευτικού σήματος σημαφόρου, εντολής STOP, σε γραμμές στις οποίες δεν λειτουργεί αυτόματο σύστημα ελέγχου αμαξοστοιχιών (ATCS) ή σύστημα αυτόματης ασφάλειας αμαξοστοιχίας (ATP),
λήξη έγκρισης κίνησης σχετικής με την ασφάλεια από το σύστημα ATCS ή ATP,
παραβίαση σημείου που κοινοποιήθηκε με προφορική ή γραπτή έγκριση, όπως ορίζεται στους κανονισμούς,
παραβίαση πινακίδων στάσης (δεν περιλαμβάνονται οι προστατευτικοί προσκρουστήρες) ή σημάτων διά χειρών και βραχιόνων.
Οι περιπτώσεις, κατά τις οποίες οχήματα μη συνδεδεμένα με μονάδες έλξης ή αμαξοστοιχίες χωρίς επιτήρηση τίθενται σε κίνηση και παραβιάζουν απαγορευτικό σήμα, δεν περιλαμβάνονται. Οι περιπτώσεις, κατά τις οποίες, για οποιοδήποτε λόγο, το σήμα δεν μετατράπηκε έγκαιρα σε απαγορευτικό ώστε να είναι σε θέση ο μηχανοδηγός να σταματήσει την αμαξοστοιχία πριν τον σηματοδότη, δεν περιλαμβάνονται.
Οι εθνικές αρχές ασφάλειας μπορούν να υποβάλουν αναφορά για κάθε δείκτη χωριστά και υποβάλουν τουλάχιστον μια συγκεντρωτική αναφορά με τα στοιχεία και για τους τέσσερις δείκτες.
4.5. «Τροχός που έχει υποστεί ρήξη»: ρήξη σε ουσιαστικό μέρος τροχού, η οποία δημιουργεί κίνδυνο ατυχήματος (εκτροχιασμό ή σύγκρουση).
4.6. «Άξονας που έχει υποστεί ρήξη»: ρήξη σε ζωτικά μέρη του άξονα, η οποία δημιουργεί κίνδυνο ατυχήματος (εκτροχιασμό ή σύγκρουση).
5. Κοινές μεθοδολογίες υπολογισμού των οικονομικών επιπτώσεων των ατυχημάτων
Ο Οργανισμός αναπτύσσει μέθοδο υπολογισμού του μοναδιαίου κόστους με βάση καταρχήν τα δεδομένα που έχει συλλέξει πριν την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.
6. Δείκτες σχετικοί με την τεχνική ασφάλεια της υποδομής και την εφαρμογή της
6.1. «Αυτόματη προστασία αμαξοστοιχιών (ATP)»: σύστημα που ενισχύει την τήρηση των σημάτων και των περιορισμών ταχύτητας με εποπτεία της ταχύτητας, όπως και με αυτόματη στάση σε σήματα.
6.2. «Ισόπεδη διάβαση»: κάθε ισόπεδη διασταύρωση σιδηροδρομικής γραμμής με οδό διέλευσης, αναγνωρισμένη από τον διαχειριστή υποδομής και ανοικτή στο κοινό ή σε ιδιώτες χρήστες. Οι οδοί διέλευσης που συνδέουν αποβάθρες σε σιδηροδρομικούς σταθμούς εξαιρούνται, καθώς και οι διαβάσεις άνωθεν τροχιών για την αποκλειστική διέλευση εργαζομένων.
6.3. «Δίοδος»: κάθε δημόσια ή ιδιωτική οδός ή εθνική οδός, συμπεριλαμβανομένων των πεζοδρόμων και ποδηλατοδρόμων, ή άλλων δρόμων διέλευσης ανθρώπων, ζώων, οχημάτων ή μηχανημάτων.
6.4. «Ενεργή ισόπεδη διάβαση»: ισόπεδη διασταύρωση, στην οποία οι διερχόμενοι χρήστες προστατεύονται από την προσέγγιση αμαξοστοιχίας ή ειδοποιούνται σχετικά με την ενεργοποίηση κατάλληλων μέσων, εφόσον η διέλευση του χρήστη δεν είναι ασφαλής.
Προστασία χρήστη με φυσικά μέσα:
μισά ή πλήρη δρύφακτα,
θύρες.
Προειδοποίηση με τη χρήση σταθερού εξοπλισμού σε ισόπεδες διαβάσεις:
ορατά μέσα: φώτα,
ηχητικά μέσα: κώδωνες, σειρήνες, κλάξον κ.λπ.,
φυσικά μέσα, π.χ. κραδασμός με δονήσεις του εδάφους.
Οι ενεργές ισόπεδες διαβάσεις κατατάσσονται ως εξής:
1. «Ισόπεδη διάβαση με αυτόματη προστασία ή/και ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη»: ισόπεδη διάβαση στην οποία η προστασία ή/και ειδοποίηση ενεργοποιείται από την αμαξοστοιχία που προσεγγίζει ή στην οποία υπάρχει μανδάλωση προστασίας της αμαξοστοιχίας.
Αυτές οι ενεργές ισόπεδες διαβάσεις κατατάσσονται ως εξής:
i) αυτόματη ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη·
ii) αυτόματη προστασία στην πλευρά του χρήστη·
iii) αυτόματη προστασία και ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη·
iv) αυτόματη προστασία και ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη, και προστασία στην πλευρά της αμαξοστοιχίας.
«Μανδάλωση της προστασίας στην πλευρά της αμαξοστοιχίας»: σήμα ή άλλο σύστημα προστασίας αμαξοστοιχίας, το οποίο επιτρέπει τη διέλευση αμαξοστοιχίας μόνον εφόσον η ισόπεδη διάβαση είναι προστατευμένη στην πλευρά του χρήστη και εφόσον δεν υπάρχει παρείσφρηση· αυτό διαπιστώνεται με επιτήρηση ή/και ανίχνευση εμποδίου.
2. «Ισόπεδη διάβαση με χειροκίνητη προστασία ή/και ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη»: ισόπεδη διασταύρωση, στην οποία η προστασία ή/και ειδοποίηση ενεργοποιείται χειροκίνητα από σιδηροδρομικό υπάλληλο και δεν υφίσταται μανδάλωση της προστασίας στην πλευρά της αμαξοστοιχίας.
Αυτές οι ενεργές ισόπεδες διαβάσεις κατατάσσονται ως εξής:
v) χειροκίνητη ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη·
vi) χειροκίνητη προστασία στην πλευρά του χρήστη·
vii) χειροκίνητη προστασία και ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη.
6.5. «Παθητική ισόπεδη διάβαση»: η ισόπεδη διάβαση χωρίς ενεργοποίηση κάποιου συστήματος προστασίας ή/και ειδοποίησης όταν δεν είναι ασφαλής η διάβαση χρήστη.
7. Δείκτες σχετικοί με τη διαχείριση της ασφάλειας
7.1. «Έλεγχος»: συστηματική, ανεξάρτητη και τεκμηριωμένη διαδικασία συγκέντρωσης και αντικειμενικής αξιολόγησης αποδεικτικών στοιχείων, προκειμένου να διαπιστωθεί μέχρι ποίου σημείου πληρούνται τα κριτήρια του ελέγχου.
8. Ορισμοί των μονάδων μέτρησης
8.1. «Συρμοχιλιόμετρο»: μονάδα μέτρησης που αντιπροσωπεύει τη μετακίνηση μιας αμαξοστοιχίας σε απόσταση ενός χιλιομέτρου. Η απόσταση που χρησιμοποιείται είναι, ει δυνατόν, η πραγματικά διανυθείσα απόσταση, ειδάλλως πρέπει να χρησιμοποιείται η κανονική απόσταση δικτύου μεταξύ των τόπων αναχώρησης και προορισμού. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνο η απόσταση που διανύεται στην εθνική επικράτεια του δηλούντος κράτους.
8.2. «Επιβατοχιλιόμετρο»: μονάδα μέτρησης που αντιπροσωπεύει τη σιδηροδρομική μεταφορά ενός επιβάτη σε απόσταση ενός χιλιομέτρου. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνο η απόσταση που διανύεται στην εθνική επικράτεια του δηλούντος κράτους.
8.3. «Γραμμοχιλιόμετρο»: το μήκος του σιδηροδρομικού δικτύου στα κράτη μέλη σε χιλιόμετρα, του οποίου η έκταση καθορίζεται στο άρθρο 2. Για σιδηροδρομικές γραμμές πολλαπλής τροχιάς, λαμβάνεται υπόψη μόνον η απόσταση μεταξύ των τόπων αναχώρησης και προορισμού.
8.4. «Τροχιοχιλιόμετρο»: το μήκος του σιδηροδρομικού δικτύου στα κράτη μέλη σε χιλιόμετρα, του οποίου η έκταση καθορίζεται στο άρθρο 2. Λαμβάνεται υπόψη κάθε τροχιά των σιδηροδρομικών γραμμών πολλαπλής τροχιάς.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
ΜΕΡΟΣ A
Καταργούμενη οδηγία με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών της
Οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας (ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 44).
Οδηγία 96/49/ΕΚ του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1996 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 235 της 17.9.1996, σ. 25).
Οδηγία 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις εσωτερικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 260 της 30.9.2008, σ. 13).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
EE L 75 της 15.3.2001, σ. 29.Οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 32).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1078/2012 της Επιτροπής, της 16ης Νοεμβρίου 2012, σχετικά με κοινή μέθοδο ασφάλειας που πρέπει να εφαρμόζουν σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστής υποδομής για την παρακολούθηση μετά τη χορήγηση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφαλείας, καθώς και φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση (ΕΕ L 320 της 17.11.2012, σ. 8).
Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών (ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 37).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 352/2009 της Επιτροπής, της 24ης Απριλίου 2009, για την έγκριση κοινών μεθόδων ασφαλείας σχετικά με την εκτίμηση και την αξιολόγηση της επικινδυνότητας που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 108 της 29.4.2009, σ. 4).
Οδηγία 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με την πιστοποίηση του προσωπικού οδήγησης μηχανών έλξης και συρμών στο σιδηροδρομικό σύστημα της Κοινότητας (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 51).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 445/2011 της Επιτροπής, της 10ης Μαΐου 2011, για σύστημα πιστοποίησης φορέων υπεύθυνων για τη συντήρηση εμπορευματικών φορταμαξών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 653/2007 (ΕΕ L 122 της 11.5.2011, σ. 22).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2010, περί κοινής μεθόδου ασφάλειας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις απόκτησης πιστοποιητικών σιδηροδρομικής ασφάλειας (ΕΕ L 326 της 10.12.2010, σ. 11).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1077/2012 της Επιτροπής, της 16ης Νοεμβρίου 2012, σχετικά με κοινή μέθοδο ασφάλειας για την εποπτεία από τις εθνικές αρχές ασφαλείας μετά την έκδοση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφάλειας (EE L 320 της 17.11.2012, σ. 3).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 14).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 91/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για τις στατιστικές σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές (ΕΕ L 14 της 21.1.2003, σ. 1).
RID, Κανονισμοί για τη διεθνή σιδηροδρομική μεταφορά επικινδύνων εμπορευμάτων, όπως έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την οδηγία 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις εσωτερικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 260 της 30.9.2008, σ. 13).
Οργανισμός Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2004 (COM(2013)0027 – C7-0029/2013 – 2013/0014(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0027),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 91 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0029/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 11 Ιουλίου 2013(1),
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, που εκδόθηκε στις 8 Οκτωβρίου 2013(2),
– έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν από το Κοινοβούλιο της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, η Γερουσία της Δημοκρατίας της Ρουμανίας και το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Σουηδίας στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών και της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού (A7-0016/2014),
1. εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει δημοσιονομικό δελτίο το οποίο να λαμβάνει πλήρως υπόψη το αποτέλεσμα της νομοθετικής συμφωνίας Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου επί όλων των νομοθετημάτων που εντάσσονται στην τέταρτη δέσμη μέτρων για τους σιδηροδρόμους για να ικανοποιούνται οι απαιτήσεις του ERA σε πόρους από τον προϋπολογισμό και σε προσωπικό και, ει δυνατόν, εκείνες των υπηρεσιών της Επιτροπής·
3. τονίζει ότι οιαδήποτε απόφαση της νομοθετικής αρχής σχετικά με το σχέδιο κανονισμού λαμβάνεται με την επιφύλαξη των αποφάσεων της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού·
4. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
5. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 26 Φεβρουαρίου 32014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 σχετικά με τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2004
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 91 παράγραφος 1,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(4),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(5),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Η σταδιακή υλοποίηση ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου δίχως σύνορα επιβάλλει την ανάληψη ενωσιακής δράσης σχετικά με τις τεχνικές ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στον τομέα των σιδηροδρόμων, όσον αφορά τόσο τις τεχνικές πλευρές (διαλειτουργικότητα) όσο και τα ζητήματα ασφάλειας, δύο πτυχές, άλλωστε, οι οποίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και απαιτούν υψηλό βαθμό εναρμόνισης σε ενωσιακό επίπεδο. Τις δύο τελευταίες δεκαετίες εκδόθηκαν σχετικές νομοθετικές πράξεις για τις σιδηροδρομικές μεταφορές, συγκεκριμένα τρεις δέσμες μέτρων, εκ των οποίων οι σπουδαιότερες είναι η οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(6) και η οδηγία 2008/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(7).
(2) Η ταυτόχρονη επιδίωξη των στόχων της ασφάλειας και της διαλειτουργικότητας των σιδηροδρόμων προϋποθέτει σημαντικό τεχνικό έργο, το οποίο θα πρέπει να καθοδηγεί εξειδικευμένος φορέας. Για τον λόγο αυτό ήταν απαραίτητο, στο πλαίσιο της δεύτερης δέσμης μέτρων για τις σιδηροδρομικές μεταφορές, το 2004, να δημιουργηθεί εντός του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου, και λαμβανομένης υπόψη της ισορροπίας εξουσιών στους κόλπους της Ένωσης, ευρωπαϊκός οργανισμός αρμόδιος για τη ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων (εφεξής «ο Οργανισμός»).
(3) Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Σιδηροδρόμων ιδρύθηκε αρχικά με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 881/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, με σκοπό την προώθηση της δημιουργίας ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου χωρίς σύνορα και τη στήριξη της αναζωογόνησης του σιδηροδρομικού τομέα, ενισχύοντας παράλληλα τα ουσιαστικά πλεονεκτήματά του όσον αφορά την ασφάλεια. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 881/2004 πρέπει να αντικατασταθεί από νέα πράξη, λόγω των σημαντικών αλλαγών που έχουν επέλθει στααπαιτούνται σε σχέση με τα καθήκοντα και στηντην εσωτερική οργάνωση του Οργανισμού. [Τροπολογία 1]
(4) Στην τέταρτη δέσμη μέτρων για τις σιδηροδρομικές μεταφορές προτείνονται σημαντικές αλλαγές για τη βελτίωση της λειτουργίας του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Σιδηροδρομικού Χώρου, με τροποποιήσεις που θα ενσωματωθούν κατά την αναδιατύπωση των οδηγιών 2004/49/ΕΚ και 2008/57/ΕΚ, που και οι δύο σχετίζονται με τα καθήκοντα του Οργανισμού. Οι οδηγίες αυτές, μαζί με τον παρόντα κανονισμό, προβλέπουν ιδίως την εκτέλεση καθηκόντων σχετικών με την έκδοση εγκρίσεων οχημάτων και πιστοποιητικών ασφάλειας, ιδίως στο πλαίσιο της διασυνοριακής κυκλοφορίας σε επίπεδο Ένωσης. Κατά συνέπεια, καθίσταται σημαντικότερος ο ρόλος του Οργανισμού. [Τροπολογία 2]
(5) Ο Οργανισμός θα πρέπει να συμβάλει στη δημιουργία και στην αποτελεσματική λειτουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου χωρίς σύνορα, καθώς και στη εγγύηση υψηλού επιπέδου ασφάλειας, ενώ παράλληλα να βελτιώνει την ανταγωνιστική θέση του σιδηροδρομικού τομέα. Για να επιτευχθεί αυτό, ο Οργανισμός θα πρέπει να συμβάλλει στην εφαρμογή της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε τεχνικά ζητήματα, με τη βελτίωση του επιπέδου διαλειτουργικότητας των σιδηροδρομικών συστημάτων και την ανάπτυξη κοινής προσέγγισης για την ασφάλεια του ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος. Ο Οργανισμός θα πρέπει επίσης να επιτελεί το ρόλο ευρωπαϊκής αρχής αρμόδιας για την έκδοση, σε επίπεδο Ένωσης, εγκρίσεων διάθεσης στην αγορά σιδηροδρομικών οχημάτων και τύπων οχημάτων, πιστοποιητικών ασφάλειας για σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και εγκρίσεων θέσης σε λειτουργία παρατρόχιων υποσυστημάτων ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης του Ευρωπαϊκού Συστήματος Διαχείρισης της Σιδηροδρομικής Κυκλοφορίας (ERTMS) τα οποία είναι εγκατεστημένα ή λειτουργούν σε ολόκληρη την Ένωση. Επιπλέον, θα πρέπει να παρακολουθεί τους εθνικούς κανόνες για τους σιδηροδρόμους και τις επιδόσεις των εθνικών αρχών που δρουν στους τομείς της διαλειτουργικότητας και της ασφάλειας των σιδηροδρόμων. [Τροπολογία 3]
(6) Κατά την επιδίωξη των στόχων του, ο Οργανισμός θα πρέπει να λαμβάνει πλήρως υπόψη τη διαδικασία διεύρυνσης της Ένωσης και τους ειδικούς περιορισμούς που αφορούν τις σιδηροδρομικές συνδέσεις με τρίτες χώρες. Ο Οργανισμός θα πρέπει να έχει την αποκλειστική ευθύνη για τις λειτουργίες και τις αρμοδιότητες που του ανατίθενται. καθώς και την ιδιαίτερη κατάσταση των σιδηροδρομικών δικτύων που έχουν διαφορετικό εύρος σιδηροτροχιάς, ιδίως όταν τα κράτη μέλη συνδέονται καλύτερα με τρίτες χώρες μέσω αυτών των δικτύων αλλά παραμένουν απομονωμένα από το κυρίως σιδηροδρομικό δίκτυο της Ένωσης. Θα πρέπει να επιδιώκει επίσης να διευκολύνει την αρχή της αμοιβαιότητας ανάμεσα στην πρόσβαση τρίτων χωρών στην αγορά της Ένωσης και στην πρόσβαση επιχειρήσεων της Ένωσης σε αγορές τρίτων χωρών. [Τροπολογία 4]
(6α) Ο Οργανισμός θα πρέπει να έχει την αποκλειστική ευθύνη για τις λειτουργίες και τις αρμοδιότητες που του ανατίθενται. Οι εθνικές αρχές ασφάλειας θα πρέπει να έχουν την αποκλειστική ευθύνη για τις αποφάσεις που λαμβάνουν. [Τροπολογία 5]
(7) Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, και ιδίως όσον αφορά την εκπόνηση συστάσεων, ο Οργανισμός θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη εξωτερική εμπειρογνωμοσύνη σε θέματα σιδηροδρόμων. Η εμπειρογνωμοσύνη θα πρέπει να προέρχεται κυρίως από εμπειρογνώμονες των εθνικών αρχών ασφάλειας και άλλων οικείων εθνικών αρχών, καθώς και από επαγγελματίες του σιδηροδρομικού τομέα και από τις οικείες εθνικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων αντιπροσωπευτικών φορέων και ανεξάρτητων κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Οι φορείς αυτοί θα πρέπει να σχηματίζουν αρμόδιες και αντιπροσωπευτικές ομάδες εργασίας του Οργανισμού. Ο Οργανισμός θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την ανάγκη να διατηρεί ισορροπία μεταξύ των κινδύνων και των ωφελειών, ιδίως σε ό,τι αφορά, αφενός, τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων και, αφετέρου, του στόχου για βέλτιστη δυνατή εμπειρογνωμοσύνη. [Τροπολογία 6]
(8) Προκειμένου να διαμορφώνεται σαφέστερη εικόνα των οικονομικών συνεπειών στον σιδηροδρομικό τομέα και των επιπτώσεων στην κοινωνία, ώστε τρίτα μέρη να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις, και προκειμένου να είναι αποτελεσματική η διαχείριση των προτεραιοτήτων εργασίας και η κατανομή των πόρων εντός του Οργανισμού, ο Οργανισμός θα πρέπει να αναπτύξει περαιτέρω τη συμμετοχή του στη δραστηριότητα εκτίμησης επιπτώσεων.
(9) Ο Οργανισμός θα πρέπει να παρέχει ανεξάρτητη και αντικειμενική τεχνική συνδρομή, κυρίως στην Επιτροπή. Η οδηγία … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων] αποτελεί τη βάση για την κατάρτιση και την αναθεώρηση των τεχνικών προδιαγραφών διαλειτουργικότητας (ΤΠΔ), ενώ η οδηγία … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων] αποτελεί τη βάση για την κατάρτιση και την αναθεώρηση των κοινών μεθόδων ασφάλειας (ΚΜΑ) και των κοινών στόχων ασφάλειας (ΚΣΑ). Η συνέχεια των εργασιών και η διαχρονική ανάπτυξη ΤΠΔ, ΚΜΑ και ΚΣΑ απαιτούν μόνιμο τεχνικό πλαίσιο και ειδικό προσωπικό εξειδικευμένου φορέα. Προς τον σκοπό αυτό, ο Οργανισμός θα πρέπει να είναι αρμόδιος για την υποβολή συστάσεων στην Επιτροπή σχετικά με την κατάρτιση και την αναθεώρηση των ΤΠΔ, ΚΜΑ και ΚΣΑ. Οι εθνικοί οργανισμοί για την ασφάλεια και οι ρυθμιστικοί φορείς θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν ανεξάρτητη τεχνική γνωμοδότηση από τον Οργανισμό.
(10) Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν διάφορα προβλήματα όταν υποβάλλουν αίτηση χορήγησης πιστοποιητικών ασφάλειας από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, τα οποία κυμαίνονται από χρονοβόρες διαδικασίες και υπερβολικό κόστος έως άδικη μεταχείριση, ιδίως των νεοεισερχόμενων στον κλάδο επιχειρήσεων. Τα πιστοποιητικά που εκδίδονται σε ένα κράτος μέλος δεν αναγνωρίζονται άνευ όρων σε άλλα κράτη μέλη, γεγονός που αποβαίνει εις βάρος του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου. Προκειμένου οι διαδικασίες έκδοσης πιστοποιητικών ασφάλειας σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις να καταστούν αποδοτικότερες και πιο αμερόληπτες, είναι απαραίτητη η μετάβαση σε ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας το οποίο θα ισχύει σε ολόκληρη την Ένωση εντός των προσδιορισμένων περιοχών χρήσης και θα εκδίδεται από τον Οργανισμό. Η αναθεωρημένη οδηγία … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων] αποτελεί τη σχετική βάση. [Τροπολογία 9]
(11) Επί του παρόντος, στην οδηγία 2008/57/ΕΚ προβλέπεται για τα σιδηροδρομικά οχήματα έγκριση θέσης σε λειτουργία σε κάθε κράτος μέλος, εκτός από συγκεκριμένες περιπτώσεις. Στην ομάδα δράσης για την έγκριση οχημάτων, που συστάθηκε από την Επιτροπή το 2011, συζητήθηκαν αρκετές περιπτώσεις στις οποίες οι κατασκευαστές και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ταλαιπωρήθηκαν από την υπερβολική διάρκεια και το υπερβολικό κόστος της διαδικασίας έγκρισης, και προτάθηκαν αρκετές βελτιώσεις. Δεδομένου ότι ορισμένα προβλήματα οφείλονται στην πολυπλοκότητα της υφιστάμενης διαδικασίας έγκρισης οχημάτων, η διαδικασία αυτή θα πρέπει να απλουστευτεί. Κάθε σιδηροδρομικό όχημα θα πρέπει να λαμβάνει μόνο μία έγκριση και η εν λόγω έγκριση διάθεσης στην αγορά οχημάτων και τύπων οχημάτων θα πρέπει να εκδίδεται από τον Οργανισμό. Με τον τρόπο αυτόν θα επιτευχθούν απτά οφέλη για τον τομέα, λόγω της μείωσης του κόστους και του χρόνου της διαδικασίας, και θα περιοριστεί ο κίνδυνος πιθανών διακρίσεων, ιδίως κατά νέων εταιρειών που επιθυμούν να εισέλθουν στη σιδηροδρομική αγορά. Η αναθεωρημένη οδηγία … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων] αποτελεί τη σχετική βάση.
(11α) Σε μια ανοικτή ευρωπαϊκή αγορά σιδηροδρομικών μεταφορών με αυξανόμενες διασυνοριακές μεταφορές, η τήρηση των απαιτήσεων ως προς τον χρόνο οδήγησης και ανάπαυσης είναι ουσιώδης για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων και τον θεμιτό ανταγωνισμό και θα πρέπει να ελέγχεται και να εφαρμόζεται. Οι εθνικές αρχές ασφάλειας θα πρέπει να ελέγχουν τον χρόνο οδήγησης και ανάπαυσης, συμπεριλαμβανομένων των διασυνοριακών μεταφορών. [Τροπολογία 8]
(11β) Το εποχούμενο προσωπικό ασκεί καθήκοντα λειτουργικής ασφάλειας στο πλαίσιο του σιδηροδρομικού συστήματος και είναι υπεύθυνο για την άνεση και την ασφάλεια των εποχούμενων επιβατών. Ο Οργανισμός θα πρέπει να θεσπίσει πιστοποίηση παρόμοια με την πιστοποίηση των μηχανοδηγών, προκειμένου να διασφαλιστεί υψηλό επίπεδο επαγγελματικών προσόντων και ικανοτήτων, να αναγνωριστεί η σημασία της εν λόγω επαγγελματικής ομάδας στην ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών και να διευκολυνθεί η κινητικότητα των εργαζομένων. [Τροπολογία 9]
(12) Για την περαιτέρω ανάπτυξη του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου, ιδίως όσον αφορά την παροχή κατάλληλων πληροφοριών στους πελάτες εμπορευματικών μεταφορών και στους επιβάτες, και λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας συμμετοχής του Οργανισμού, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί ο ρόλος του Οργανισμού στο πεδίο των τηλεματικών εφαρμογών μέσα σε ένα ευέλικτο πλαίσιο που εξασφαλίζει διαλειτουργικότητα και επιτρέπει τη συνύπαρξη καινοτόμων εμπορικών στρατηγικών. Με τον τρόπο αυτόν θα εξασφαλιστεί η συνεκτική ανάπτυξή τους και η ταχεία εγκατάστασή τους. [Τροπολογία 10]
(13) Δεδομένης της σημασίας του Ευρωπαϊκού Συστήματος Διαχείρισης της Σιδηροδρομικής Κυκλοφορίας (ERTMS) για την ομαλή ανάπτυξη του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Σιδηροδρομικού Χώρου και την ασφάλειά του και λαμβανομένης υπόψη της αποσπασματικής ανάπτυξήςανεπαρκούς ανάπτυξης και εγκατάστασής του έως τώρα, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί ο συνολικός συντονισμός του συστήματος σε επίπεδο Ένωσης. Ο στόχος για διαλειτουργικότητα και εναρμόνιση των συστημάτων ελέγχου και σηματοδότησης των αμαξοστοιχιών σε ολόκληρη την Ένωση υπονομεύεται σοβαρά από την πληθώρα αποκλινουσών μεταξύ τους εθνικών εκδόσεωντου ERTMS. [Τροπολογία 11]
Ως εκ τούτου, ο Οργανισμός, ως ο πλέον αρμόδιος φορέας της Ένωσης, θα πρέπει να αναλάβει περισσότερο εξέχοντα ρόλο στον τομέα αυτόν, ώστε να εξασφαλίζει τη συνεκτική ανάπτυξη του ERTMS, να συμβάλλει στη διασφάλιση της συμμόρφωσης του υλικού του ERTMS με τις ισχύουσες προδιαγραφές και να εξασφαλίζει τον συντονισμό των ευρωπαϊκών ερευνητικών προγραμμάτων που αφορούν το ERTMS με την ανάπτυξη των τεχνικών προδιαγραφών του ERTMS. Επίσης, για να καταστούν περισσότερο αποδοτικές και αμερόληπτες οι διαδικασίες έκδοσης εγκρίσεων θέσης σε λειτουργία παρατρόχιων υποσυστημάτων ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης, είναι απαραίτητη η μετάβαση σε ενιαία έγκριση που θα ισχύει στην Ένωση και θα εκδίδεται από τον Οργανισμό. Η αναθεωρημένη οδηγία … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων] αποτελεί τη σχετική βάση.
(13α) Πολλά ατυχήματα που σημειώθηκαν τα τελευταία χρόνια στον τομέα των σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών καταδεικνύουν την ανάγκη βελτίωσης των κανόνων, σε επίπεδο Ένωσης, που αφορούν τη συντήρηση των εμπορευματικών συρμών. Ο Οργανισμός θα πρέπει να εργαστεί για τη θέσπιση εναρμονισμένων δεσμευτικών απαιτήσεων συντήρησης σε τακτικά χρονικά διαστήματα. [Τροπολογία 12]
(14) Οι αρμόδιες εθνικές αρχές επιβάλλουν συνήθως επιβαρύνσεις για την έκδοση εγκρίσεων οχημάτων και πιστοποιητικών ασφάλειας. Με τη μεταβίβαση της αρμοδιότητας σε επίπεδο Ένωσης, θα πρέπει να δικαιούται ο Οργανισμός να χρεώνει τους αιτούντες για την έκδοση των πιστοποιητικών και των εγκρίσεων που αναφέρονται στις προηγούμενες αιτιολογικές σκέψεις. Το επίπεδο των εν λόγω επιβαρύνσεων θα πρέπει να είναι ίσο ή χαμηλότερο του τρέχοντος μέσου όρου στην Ένωσηποικίλλει ανάλογα με την έκταση των μεταφορών και την περιοχή χρήσης που καθορίζονται στο πιστοποιητικό ή στην έγκριση και θα πρέπει να προσδιοριστεί με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που θα εκδοθεί από την Επιτροπή. Θέσεις του οργανογράμματος που χρηματοδοτούνται από τις εν λόγω επιβαρύνσεις δεν θα πρέπει να υπόκεινται στις μειώσεις του προσωπικού που προβλέπονται για όλα τα θεσμικά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης. [Τροπολογία 13]
(14α) Με αυτή την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη θα πρέπει να εξασφαλίζεται ότι το επίπεδο των επιβαρύνσεων δεν υπερβαίνει το κόστος που συνεπάγονται οι εν λόγω διαδικασίες πιστοποίησης ή έγκρισης. [Τροπολογία 14]
(15) O γενικός στόχος είναι οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα να μεταβιβαστούν αποδοτικά από τα κράτη μέλη στον Οργανισμό, χωρίς μείωση των σημερινών υψηλών επιπέδων ασφάλειας. Ο Οργανισμός θα πρέπει να διαθέτει επαρκείς πόρους για τα νέα καθήκοντά του και η χρονική στιγμή της κατανομής αυτών των πόρων θα πρέπει να βασίζεται σε σαφώς καθορισμένες ανάγκες. Λαμβανομένης υπόψη της τεχνογνωσίας των εθνικών αρχών, ιδίως των εθνικών αρχών ασφάλειας, θα πρέπει ο Οργανισμός να μπορεί να αξιοποιεί καταλλήλως την τεχνογνωσία αυτή, μεταξύ άλλων και μέσω συμβατικών συμφωνιών, κατά τη χορήγηση των σχετικών εγκρίσεων και πιστοποιητικών. Προς τον σκοπό αυτό θα πρέπει να ενθαρρύνεται, να προωθείται και να διευκολύνεται με κάθε δυνατό τρόπο η απόσπαση εθνικών εμπειρογνωμόνων στον Οργανισμό. [Τροπολογία 15]
(16) Στην οδηγία … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων] και στην οδηγία … [οδηγία για την διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων] προβλέπεται η εξέταση των εθνικών μέτρων από άποψη ασφάλειας και διαλειτουργικότητας, καθώς και όσον αφορά τη τήρηση των κανόνων περί ανταγωνισμού. Επιπλέον, οι οδηγίες αυτές περιορίζουν τη δυνατότητα των κρατών μελών να εκδίδουν νέους εθνικούς κανόνες. Το υφιστάμενο σύστημα, στο πλαίσιο του οποίου εξακολουθεί να υπάρχει πληθώρα εθνικών κανόνων, οδηγεί σε πιθανέςπιθανούς κινδύνους σε επίπεδο ασφαλείας και συγκρούσεις με τους κανόνες της Ένωσης και συνεπάγεται κίνδυνο ανεπαρκούς διαφάνειας και συγκεκαλυμμένων διακρίσεων κατά αλλοδαπών φορέων εκμετάλλευσης, ιδίως των μικρότερων και των νέων. Για την μετάβαση σε σύστημα πραγματικά διαφανών και αμερόληπτων κανόνων για τους σιδηροδρόμους σε επίπεδο Ένωσης θα πρέπει να ενισχυθεί η βαθμιαία μείωση των εθνικών κανόνων, συμπεριλαμβανομένων των λειτουργικών κανόνων. Είναι σημαντικό η γνωμοδότηση να βασίζεται σε ανεξάρτητη και ουδέτερη εμπειρογνωμοσύνη σε επίπεδο Ένωσης. Προς τον σκοπό πρέπει να ενισχυθεί ο ρόλος του Οργανισμού. [Τροπολογία 16]
(17) Οι επιδόσεις, η οργάνωση και οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων στον τομέα της διαλειτουργικότητας και της ασφάλειας των σιδηροδρόμων διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των εθνικών αρχών ασφάλειας και μεταξύ των κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, με επακόλουθες επιζήμιες επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου. Αρνητικές μπορεί να είναι ιδίως οι επιπτώσεις στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που επιθυμούν να εισέλθουν στη σιδηροδρομική αγορά άλλου κράτους μέλους. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητος ο ενισχυμένος συντονισμός με στόχο την ευρύτερη εναρμόνιση σε επίπεδο Ένωσης. Προς τον σκοπό αυτό, ο Οργανισμός θα πρέπει, με ελέγχους και επιθεωρήσεις, να παρακολουθεί τις εθνικές αρχές ασφάλειας. και τους κοινοποιημένους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Η παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης θα πρέπει να διεξάγεται από τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(8).Αντίστοιχη παρακολούθηση απαιτείται και για τις επιδόσεις του Οργανισμού. [Τροπολογία 17]
(18) Στο πεδίο της ασφάλειας είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ο μέγιστος βαθμός διαφάνειας και η αποτελεσματική ροή πληροφοριών. Είναι σημαντική και θα πρέπει να διεξαχθεί ανάλυση επιδόσεων, η οποία να βασίζεται σε κοινούς δείκτες και να συσχετίζει όλους τους παράγοντες του τομέα. Όσον αφορά τις στατιστικές, χρειάζεται στενή συνεργασία με τη Eurostat.
(19) Για την παρακολούθηση της προόδου στον τομέα της διαλειτουργικότητας και της ασφάλειας των σιδηροδρόμων, ο Οργανισμός θα πρέπει να είναι αρμόδιος για τη δημοσίευση σχετικής έκθεσης ανά διετία. Δεδομένης της τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης και της αμεροληψίας του, ο Οργανισμός θα πρέπει επιπλέον να συντρέχει την Επιτροπή στην παρακολούθηση της εφαρμογής της νομοθεσίας της Ένωσης για την ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων.
(20) Θα πρέπει να ενισχυθεί η διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού δικτύου και, συνεπώς, τόσογια τα εν εξελίξει έργα όσο και για τα νέα επενδυτικά σχέδια προς χρηματοδότηση από την Ένωση θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο στόχος της διαλειτουργικότητας, ο οποίος καθορίζεται στην απόφαση αριθ. 1692/96/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(9). Ο Οργανισμός είναι ο κατάλληλος θεσμός που είναι ικανός να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων αυτών. [Τροπολογία 18]
(21) Η συντήρηση του τροχαίου υλικού αποτελεί σημαντικό στοιχείο του συστήματος ασφάλειας. Επί του παρόντος δεν υπάρχει πραγματική ευρωπαϊκή αγορά στον τομέα της συντήρησης σιδηροδρομικού υλικού, ελλείψει συστήματος πιστοποίησης των εργαστηρίων συντήρησης. Η κατάσταση αυτή συνεπάγεται πρόσθετο κόστος για τον τομέα και την εκτέλεση διαδρομών χωρίς φορτίο. Συνεπώς, χρειάζεται η σταδιακή ανάπτυξη και επικαιροποίηση ευρωπαϊκού συστήματος πιστοποίησης συνεργείων, θέμα για το οποίο ο Οργανισμός είναι ο καταλληλότερος φορέας να προτείνει ενδεδειγμένες λύσεις στην Επιτροπή.
(22) Οι απαιτούμενες επαγγελματικές ικανότητες για τους μηχανοδηγούς αποτελούν ένα σημαντικό στοιχείο τόσο για την ασφάλεια όσο και για τη διαλειτουργικότητα στην Ένωση. Επιπλέον, συνιστούν και προϋπόθεση για την εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζόμενων στον σιδηροδρομικό τομέα. Το ζήτημα αυτό θα πρέπει να αντιμετωπιστεί στο υφιστάμενο πλαίσιο για τον κοινωνικό διάλογο. Ο Οργανισμός θα πρέπει να παρέχει την τεχνική υποστήριξη που είναι αναγκαία για να λαμβάνεται υπόψη το εν λόγω ζήτημα σε ενωσιακό επίπεδο.
(23) Ο Οργανισμός θα πρέπει να οργανώνει και να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών ασφάλειας, των εθνικών φορέων διερεύνησης και των αντιπροσωπευτικών φορέων του σιδηροδρομικού τομέα που δρουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με σκοπούς την προώθηση των ορθών πρακτικών, την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών, τη συλλογή σχετικών με τους σιδηροδρόμους δεδομένων και την παρακολούθηση των συνολικών επιδόσεων του σιδηροδρομικού συστήματος στον τομέα της ασφάλειας.
(24) Για να διασφαλιστεί ο μέγιστος βαθμός διαφάνειας και η ισότιμη πρόσβαση όλων των μερών σε χρήσιμες πληροφορίες, θα πρέπει το κοινό να έχει πρόσβαση στα έγγραφα που αφορούν τις διαδικασίες της διαλειτουργικότητας και της ασφάλειας των σιδηροδρόμων. Το ίδιο ισχύει για τις άδειες, τα πιστοποιητικά ασφάλειας και τα λοιπά συναφή έγγραφα για τους σιδηροδρόμους. Ο Οργανισμός θα πρέπει να παρέχει αποτελεσματικά, φιλικά προς τον χρήστη και εύκολα προσβάσιμα μέσα για την ανταλλαγή και τη δημοσίευση αυτών των πληροφοριών. [Τροπολογία 19]
(25) Η προώθηση της καινοτομίας και της έρευνας στον σιδηροδρομικό τομέα αποτελεί σημαντικό καθήκον το οποίο θα πρέπει να ενθαρρύνει ο Οργανισμός, δεδομένης της φήμης και της θέσης του. Χρηματοδοτική βοήθεια που χορηγείται προς τον σκοπό αυτό στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του Οργανισμού δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα τη στρέβλωση της σχετικής αγοράς.
(26) Για να αυξηθεί η αποδοτικότητα της χρηματοδοτικής στήριξης από την Ένωση, καθώς και η ποιότητά της και η συμβατότητά της με τους σχετικούς τεχνικούς κανονισμούς, ο Οργανισμός, ως ο μόνος φορέας της Ένωσης με αναγνωρισμένη αρμοδιότητα στο σιδηροδρομικό τομέα, θα πρέπει να συμμετέχει δραστήρια, σε στενή συνεργασία με τους εθνικούς διαχειριστές υποδομής, στην αξιολόγηση των σιδηροδρομικών έργων με ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία. [Τροπολογία 20]
(27) Η νομοθεσία για τη διαλειτουργικότητα και την ασφάλεια των σιδηροδρόμων, οι οδηγοί εφαρμογής ή οι συστάσεις του Οργανισμού ενδέχεται να προκαλούν ενίοτε στα ενδιαφερόμενα μέρη προβλήματα ερμηνείας και άλλου είδους. Η ορθή και ενιαία κατανόηση των πράξεων αυτών αποτελεί προϋπόθεση για την αποτελεσματική εφαρμογή του κεκτημένου στο σιδηροδρομικό τομέα και τη λειτουργία της αγοράς σιδηροδρομικών μεταφορών. Ως εκ τούτου, ο Οργανισμός θα πρέπει να συμμετέχει δραστήρια στις σχετικές δραστηριότητες εκπαίδευσης και διασαφήνισης, δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. [Τροπολογία 21]
(27α) Ο Οργανισμός θα πρέπει να συνεργάζεται πλήρως με τις εθνικές αρχές και να τους παρέχει τη μέγιστη δυνατή βοήθεια, όταν πραγματοποιούν έρευνες για αστικά ή ποινικά αδικήματα, οι οποίες συνδέονται με ζητήματα που άπτονται των ευθυνών και αρμοδιοτήτων του. [Τροπολογία 22]
(28) Προκειμένου να εκτελεί τα καθήκοντά του σωστά, ο Οργανισμός θα πρέπει να διαθέτει νομική προσωπικότητα και αυτοτελή προϋπολογισμό χρηματοδοτούμενο κυρίως από την Ένωση και με την καταβολή τελών και επιβαρύνσεων από τους υποψηφίους. Η συνεισφορά της Ένωσης θα πρέπει να αξιολογείται και να αναθεωρείται μετά από κάθε ανάθεση νέων αρμοδιοτήτων οι οποίες δεν υπόκεινται στην καταβολή τελών και επιβαρύνσεων από τους υποψηφίους. Η ανεξαρτησία και η αμεροληψία του Οργανισμού δεν θα πρέπει να τίθενται σε κίνδυνο από οικονομικές συνεισφορές που λαμβάνει ο Οργανισμός από κράτη μέλη, τρίτες χώρες ή άλλες οντότητες. Για να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία του Οργανισμού κατά τη διαχείριση των τρεχουσών υποθέσεων και στο πλαίσιο των γνωμοδοτήσεων και συστάσεων που εκδίδει, η οργάνωση του Οργανισμού θα πρέπει να είναι διαφανής και ο εντεταλμένος διευθυντής του Οργανισμού θα πρέπει να διαθέτει πλήρεις αρμοδιότητες. Το προσωπικό του Οργανισμού θα πρέπει να είναι ανεξάρτητο και η σύνθεσή του να αντανακλά την κατάλληλη ισορροπία μεταξύ βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων συμβάσεων, αποσπασμένων εθνικών εμπειρογνωμόνων και μόνιμων υπαλλήλων, ώστε να διατηρούνται η οργανωτική γνώση και η συνέχεια των δραστηριοτήτων του Οργανισμού, καθώς και η απαραίτητη και συνεχής ανταλλαγή τεχνογνωσίας με τον σιδηροδρομικό τομέα. [Τροπολογία 23]
(29) Προκειμένου να εξασφαλιστεί αποτελεσματικά η εκτέλεση των λειτουργιών του Οργανισμού, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να εκπροσωπούνται σε διοικητικό συμβούλιο το οποίο να διαθέτει τις απαραίτητες αρμοδιότητες, συμπεριλαμβανομένων των αρμοδιοτήτων κατάρτισης του προϋπολογισμού και έγκρισης των ετήσιων και πολυετών προγραμμάτων εργασιών.
(30) Προκειμένου να εξασφαλίζεται η διαφάνεια κατά τη λήψη αποφάσεων από το διοικητικό συμβούλιο, οι εκπρόσωποι των ενδιαφερόμενων κλάδων θα πρέπει να παρίστανται στις συζητήσεις αλλά θα πρέπει να μην διαθέτουν δικαίωμα ψήφου, δεδομένου ότι το δικαίωμα αυτό ανήκει αποκλειστικά στους εκπροσώπους των δημόσιων αρχών που είναι υπόλογοι στις αρχές δημοκρατικού ελέγχου. Οι εκπρόσωποι του κλάδου θα πρέπει να διορίζονται από την Επιτροπή, με κριτήριο τον βαθμό που αντιπροσωπεύουν, σε επίπεδο Ένωσης, τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, τους διαχειριστές υποδομών, τον κλάδο των σιδηροδρομικών μεταφορών, τους κοινοποιημένους οργανισμούς, τους ορισθέντες οργανισμούς, τις ενώσεις των εργαζομένων, τους επιβάτες, ιδίωςτους επιβάτες με μειωμένη κινητικότητα καθώς και τους και τους πελάτες σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών. [Τροπολογία 24]
(31) Θα πρέπει να δημιουργηθεί γνωμοδοτικό εκτελεστικό συμβούλιο για την κατάλληλη προετοιμασία των συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου και για την παροχή συμβουλών σε αυτό όσον αφορά τις αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν.
(32) Είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί ότι τα μέρη που θίγονται από τις αποφάσεις του Οργανισμού διαθέτουν τα απαραίτητα ένδικα βοηθήματα κατά τρόπο ανεξάρτητο και αμερόληπτο. Θα πρέπει να δημιουργηθεί κατάλληλος μηχανισμός προσφυγών ώστε να είναι δυνατή η προσφυγή κατά αποφάσεων του εντεταλμένου διευθυντή ενώπιον ειδικού τμήματος προσφυγών, που θα ενεργεί με απόλυτη ανεξαρτησία από την Επιτροπή, τον Οργανισμό, τις εθνικές αρχές ασφάλειας και τους φορείς του σιδηροδρομικού τομέα, κατά των αποφάσεων του οποίου να είναι δυνατόν να ασκηθεί, εν συνεχεία, προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου. [Τροπολογία 25]
(32α) Τα μέλη του προσωπικού του Οργανισμού που συνιστούν τη σύγκλιση του τμήματος προσφυγών δεν θα πρέπει να έχουν συμμετάσχει προηγουμένως στη λήψη της απόφασης κατά της οποίας έχει ασκηθεί προσφυγή. [Τροπολογία 26]
(33) Μια ευρύτερη στρατηγική διάσταση όσον αφορά τις δραστηριότητες του Οργανισμού θα βοηθήσει στον σχεδιασμό και στη διαχείριση των πόρων του κατά τρόπο αποτελεσματικότερο και θα συμβάλει στην υψηλότερη ποιότητα των αποτελεσμάτων του. Συνεπώς, το διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει να εγκρίνει και να επικαιροποιεί τακτικά πολυετές πρόγραμμα εργασιών, κατόπιν κατάλληλης διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη.
(34) Οι εργασίες του Οργανισμού θα πρέπει να χαρακτηρίζονται από διαφάνεια. Θα πρέπει να εξασφαλίζεται ο ουσιαστικός έλεγχος από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Για τον σκοπό αυτό, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να καλεί σε ακροάσεις τον εντεταλμένο διευθυντή του Οργανισμού και να γνωμοδοτεί σχετικά με το πολυετές και το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών. Ο Οργανισμός θα πρέπει επίσης να εφαρμόζει τη σχετική κοινοτική νομοθεσία όσον αφορά την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα. [Τροπολογία 27]
(35) Τα τελευταία έτη, με τη δημιουργία όλο και περισσότερων αποκεντρωμένων οργανισμών, η αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή επεδίωξε να βελτιώσει τη διαφάνεια και τον έλεγχο της διαχείρισης των ενωσιακών χρηματοδοτήσεων προς τους οργανισμούς αυτούς, ιδίως σε ό,τι αφορά την εγγραφή των εισφορών στον προϋπολογισμό, τον δημοσιονομικό έλεγχο, την εξουσία περί χορήγησης απαλλαγής, τη συμμετοχή στο συνταξιοδοτικό καθεστώς και την εσωτερική διαδικασία του προϋπολογισμού (κώδικας συμπεριφοράς). Παρομοίως, οι διατάξεις του κανονισμού Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(10) θα πρέπει να εφαρμόζονται άνευ περιορισμών στον Οργανισμό, ο οποίος θα πρέπει να προσχωρήσει στη διοργανική συμφωνία, της 25ης Μαΐου 1999, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF)(11). [Τροπολογία 28]
(36) Δεδομένου ότι οι στόχοι της προτεινόμενης δράσης, δηλαδή η σύσταση εξειδικευμένου οργανισμού που θα αναλάβει την επεξεργασία κοινών λύσεων σε θέματα ασφάλειας και διαλειτουργικότητας των σιδηροδρόμων, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, λόγω του συλλογικού χαρακτήρα των εργασιών που θα εκτελούνται, και, συνεπώς, είναι δυνατόν να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.
(37) Για τον ορθό προσδιορισμό του επιπέδου των τελών και των επιβαρύνσεων που δικαιούται να επιβάλλει ο Οργανισμός, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τα άρθρα που καλύπτουν την έκδοση και την ανανέωση των εγκρίσεων θέσης σε λειτουργία παρατρόχιων υποσυστημάτων ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης του Ευρωπαϊκού Συστήματος Διαχείρισης Κυκλοφορίας Σιδηροδρόμων (ERTMS), των εγκρίσεων διάθεσης στην αγορά οχημάτων και τύπων οχημάτων και των πιστοποιητικών ασφάλειας. Θα πρέπει να εφαρμόζεται διαφοροποιημένο επίπεδο τελών και επιβαρύνσεων ανάλογα με την περιοχή χρήσης και την έκταση των μεταφορών που καθορίζονται στα πιστοποιητικά και τις εγκρίσεις ασφάλειας. Είναι ιδιαιτέρως σημαντική η διενέργεια από την Επιτροπή κατάλληλων διαβουλεύσεων κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Τα τέλη και οι επιβαρύνσεις θα πρέπει να ορίζονται με τρόπο διαφανή, δίκαιο και ενιαίο και δεν θα πρέπει να θέτουν σε κίνδυνο την ανταγωνιστικότητα των σχετικών ευρωπαϊκών βιομηχανιών. [Τροπολογία 29]
Κατά την προετοιμασία και την κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
(37α) Προκειμένου να ενθαρρυνθεί δεόντως η τυποποίηση των ανταλλακτικών σιδηροδρόμου, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την τυποποίηση προκειμένου για τα ανταλλακτικά. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες, ακόμα και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. [Τροπολογία 30]
(38) Για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή των άρθρων 21 και 22 του παρόντος κανονισμού όσον αφορά την εξέταση των σχεδίων εθνικών κανόνων και των κείμενων κανόνων, θα πρέπει να εκχωρηθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή.
(39) Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι εφαρμογής των άρθρων 29, 30, 31 και 51 του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να εκχωρηθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(12).
(40) Είναι απαραίτητη η εφαρμογή ορισμένων θεμελιωδών αρχών σχετικά με τη διακυβέρνηση του Οργανισμού, ώστε να συμμορφώνεται με την κοινή δήλωση και την κοινή προσέγγιση που συμφωνήθηκαν από τη διοργανική ομάδα εργασίας για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς της ΕΕ, τον Ιούλιο 2012, με σκοπό την απλούστευση των δραστηριοτήτων των οργανισμών και των επιδόσεών τους.
(41) Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από το χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
Άρθρο 1
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
1. Με τον παρόντα κανονισμό ιδρύεται Οργανισμός Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο Οργανισμός»).
2. Ο παρών κανονισμός προβλέπει:
α) την ίδρυση και τα καθήκοντα του Οργανισμού·
β) τα καθήκοντα των κρατών μελών.
3. Ο παρών κανονισμός ισχύει για:
α) τη διαλειτουργικότητα εντός του σιδηροδρομικού συστήματος της Ένωσης που προβλέπεται στην οδηγία …/…/ΕΕ [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]·
β) την ασφάλεια εντός του σιδηροδρομικού συστήματος της Ένωσης που προβλέπεται στην οδηγία …/…/ΕΕ [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]·
γ) την πιστοποίηση του προσωπικού οδήγησης μηχανών έλξης (μηχανοδηγών) που προβλέπεται στην οδηγία 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(13)καθώς και την πιστοποίηση του συνόλου του σχετικού με την ασφάλεια προσωπικού. [Τροπολογία 31]
3α. Ο Οργανισμός έχει στόχους να διασφαλίσει υψηλό επίπεδο σιδηροδρομικής ασφάλειας και να συμβάλει στην ολοκλήρωση του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου. Οι στόχοι αυτοί επιτυγχάνονται μέσω:
α) της συνεισφοράς, σε τεχνικό επίπεδο, στην εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης, προκειμένου να ενισχυθεί το επίπεδο διαλειτουργικότητας του σιδηροδρομικού συστήματος και να αναπτυχθεί μια κοινή προσέγγιση για την ασφάλεια του σιδηροδρομικού συστήματος της Ένωσης·
β) της άσκησης ενός ρόλου ευρωπαϊκής αρχής σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, στον τομέα της έκδοσης εγκρίσεων διάθεσης στην αγορά σιδηροδρομικών οχημάτων και πιστοποιητικών ασφάλειας για σιδηροδρομικές επιχειρήσεις·
γ) της εναρμόνισης των εθνικών κανόνων και της βελτιστοποίησης των διαδικασιών·
δ) της παρακολούθησης των δραστηριοτήτων των εθνικών αρχών ασφάλειας σε ό,τι αφορά τη διαλειτουργικότητα και την ασφάλεια των σιδηροδρόμων. [Τροπολογία 32]
Άρθρο 2
Νομικό καθεστώς
1. Ο Οργανισμός αποτελεί φορέα της Ένωσης με νομική προσωπικότητα.
2. Σε κάθε κράτος μέλος, ο Οργανισμός διαθέτει την ευρύτερη νομική ικανότητα που αναγνωρίζεται σε νομικά πρόσωπα από την εθνική νομοθεσία. Δύναται ιδίως να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου.
3. Τον Οργανισμό εκπροσωπεί ο διευθυντής του.
Άρθρο 3
Χαρακτήρας των πράξεων του Οργανισμού
Ο Οργανισμός δύναται:
α) να απευθύνει συστάσεις στην Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 11, 13, 14, 15, 23, 24, 26, 30, 31, 32, 33 και 41·
β) να απευθύνει συστάσεις στα κράτη μέλη σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 21, 22 και 30 και στις εθνικές αρχές ασφάλειας σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 29 παράγραφος 4· [Τροπολογία 33]
γ) να απευθύνει γνώμες στην Επιτροπή σύμφωνα με τα άρθρα 9, 21, 22 και 38, και προς τις οικείες αρχές των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 9·
δ) να εκδίδει αποφάσεις σύμφωνα με τα άρθρα 12, 16, 17, 18·
ε) να εκδίδει γνώμες που συνιστούν αποδεκτά μέσα συμμόρφωσης σύμφωνα με το άρθρο 15·
στ) να εκδίδει τεχνικά έγγραφα σύμφωνα με το άρθρο 15·
ζ) να εκδίδει εκθέσεις ελέγχου σύμφωνα με τα άρθρα 29 και 30·
η) να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και άλλα μη δεσμευτικά έγγραφα που διευκολύνουν την εφαρμογή της νομοθεσίας για τη διαλειτουργικότητα και την ασφάλεια των σιδηροδρόμων σύμφωνα με τα άρθρα 11, 15 και 24.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Άρθρο 4
Δημιουργία και σύνθεση των ομάδων εργασίας
1. Ο Οργανισμός συστήνει περιορισμένο αριθμό ομάδων εργασίας για την κατάρτιση συστάσεων, ιδίως σχετικά με τις τεχνικές προδιαγραφές διαλειτουργικότητας (ΤΠΔ), τους κοινούς στόχους ασφάλειας (ΚΣΑ),και τις κοινές μεθόδους ασφάλειας (ΚΜΑ), τους κοινούς δείκτες ασφάλειας (ΚΔΑ), τα μητρώα, τους φορείς που είναι αρμόδιοι για τη συντήρηση, τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 15 καθώς και διατάξεις σχετικά με τα ελάχιστα επαγγελματικά προσόντα του προσωπικού των σιδηροδρόμων που είναι επιφορτισμένο με βασικά καθήκοντα ασφαλείας. [Τροπολογία 34]
Ο Οργανισμός δύναται να συστήνει ομάδες εργασίας σε άλλες δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή με δική του πρωτοβουλία, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή.
2. Ο Οργανισμός διορίζει εμπειρογνώμονες στις ομάδες εργασίας.
Ο Οργανισμός διορίζει στις ομάδες εργασίας αντιπροσώπους που υποδεικνύονται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές για τις ομάδες εργασίας στις οποίες αυτές επιθυμούν να συμμετάσχουν.
Ο Οργανισμός διορίζει στις ομάδες εργασίας επαγγελματίες του σιδηροδρομικού τομέα από τον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 3. Εξασφαλίζει την επαρκή εκπροσώπηση όλων των κρατών μελών, των τομέων της βιομηχανίας και των χρηστών που ενδεχομένως να επηρεάζονται από μέτρα τα οποία δύναται να προτείνει η Επιτροπή βάσει των συστάσεων που της απευθύνει ο Οργανισμός. [Τροπολογία 35]
Ο Οργανισμός δύναται, αν χρειάζεται, να προσθέτει στις ομάδες εργασίας ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες και αντιπροσώπους διεθνών οργανισμών, αναγνωρισμένους ως ειδικούς στον εκάστοτε τομέα. Το προσωπικό του Οργανισμού δεν επιτρέπεται να διορίζεται στις ομάδες εργασίας με την εξαίρεση της προεδρίας των ομάδων εργασίας η οποία ασκείται από έναν εκπρόσωπο του Οργανισμού. [Τροπολογία 36]
3. Κάθε χρόνο, κάθε όργανο εκπροσώπησης που αναφέρεται στο άρθρο 34 διαβιβάζει στον Οργανισμό κατάλογο εμπειρογνωμόνων με τα καταλληλότερα προσόντα, οι οποίοι είναι εντεταλμένοι να το εκπροσωπούν σε κάθε ομάδα εργασίας. [Τροπολογία 37]
4. Όταν οι εργασίες των εν λόγω ομάδων εργασίας έχουν άμεσο αντίκτυπο στις συνθήκες εργασίας, την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων στον κλάδο, οι αντιπρόσωποι των οργανώσεων των εργαζομένων από όλα τα κράτη μέλη συμμετέχουν στις οικείες ομάδες εργασίας ως πλήρη μέλη. [Τροπολογία 38]
5. Ο Οργανισμός καλύπτει τα έξοδα μετακίνησης και διαμονής των μελών των ομάδων εργασίας σύμφωνα με τους κανόνες και τις κλίμακες τιμών που καθορίζει το διοικητικό συμβούλιο.
6. Εκπρόσωπος του Οργανισμού προεδρεύει των ομάδων εργασίας. [Τροπολογία 39]
7. Οι εργασίες των ομάδων εργασίας πρέπει να είναι διαφανείς. Το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει τον εσωτερικό κανονισμό των ομάδων εργασίας.
Άρθρο 5
Διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους
Όταν οι εργασίες που προβλέπονται στα άρθρα 11, 12, 15 και 32 έχουν άμεσο αντίκτυπο στο κοινωνικό περιβάλλον ή στις συνθήκες εργασίας των εργαζόμενων στον κλάδο, ο Οργανισμός διαβουλεύεται με τους κοινωνικούς εταίρους σε όλα τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της επιτροπής κλαδικού διαλόγου που συστάθηκε δυνάμει της απόφασης 98/500/ΕΚ της Επιτροπής(14). [Τροπολογία 40]
Οι εν λόγω διαβουλεύσεις διεξάγονται προτού ο Οργανισμός υποβάλλει τις συστάσεις του στην Επιτροπή. Ο Οργανισμός λαμβάνει δεόντως υπόψη του τις εν λόγω διαβουλεύσεις και είναι έτοιμος, ανά πάσα στιγμή, να παράσχει περαιτέρω εξηγήσεις όσον αφορά τις συστάσεις του. Οι γνώμες που διατυπώνει η επιτροπή κλαδικού διαλόγου διαβιβάζονται εντός προθεσμίας δύο μηνών από τον Οργανισμό στην Επιτροπή και από την Επιτροπή στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 75. [Τροπολογία 41]
Άρθρο 6
Διαβούλευση με τους πελάτες σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών και τους επιβάτες
Όταν οι εργασίες που προβλέπονται στα άρθρα 11 και 15 έχουν άμεσο αντίκτυπο στους πελάτες σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών και στους επιβάτες, ο Οργανισμός διαβουλεύεται με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις τους, συμπεριλαμβανομένων ειδικότερα όσων εκπροσωπούν τους επιβάτες με μειωμένη κινητικότητα. Ο κατάλογος των οργανώσεων με τις οποίες πρέπει να διενεργούνται διαβουλεύσεις καταρτίζεται από την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 75. [Τροπολογία 42]
Οι εν λόγω διαβουλεύσεις διεξάγονται προτού ο Οργανισμός υποβάλλει τις προτάσεις του στην Επιτροπή. Ο Οργανισμός λαμβάνει δεόντως υπόψη του τις εν λόγω διαβουλεύσεις και είναι έτοιμος, ανά πάσα στιγμή, να παράσχει περαιτέρω εξηγήσεις όσον αφορά τις προτάσεις του. Οι γνώμες που διατυπώνουν οι οικείοι οργανισμοί διαβιβάζονται εντός προθεσμίας δύο μηνών από τον Οργανισμό στην Επιτροπή και από την Επιτροπή στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 75. [Τροπολογία 43]
Άρθρο 7
Εκτίμηση επιπτώσεων
1. Ο Οργανισμός διενεργεί εκτίμηση επιπτώσεων των συστάσεων και των γνωμών του. Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει μεθοδολογία εκτίμησης επιπτώσεων βασιζόμενη στη μεθοδολογία της Επιτροπής λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις της οδηγίας ... [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]. Ο Οργανισμός έρχεται σε επαφή με την Επιτροπή ώστε να εξασφαλίζεται ότι λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι σχετικές εργασίες της Επιτροπής. Τόσο οι υποθέσεις που λαμβάνονται ως βάση για την εκτίμηση επιπτώσεων, όσο και οι βάσεις δεδομένων που χρησιμοποιούνται προσδιορίζονται με σαφήνεια στην έκθεση που συνοδεύει κάθε σύσταση. [Τροπολογία 44]
2. Πριν από την έναρξη δραστηριότητας που περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα εργασιών, ο Οργανισμός διενεργεί έγκαιρα εκτίμηση επιπτώσεων, στην οποία αναφέρονται:
α) το προς επίλυση ζήτημα και οι πιθανές λύσεις·
β) ο βαθμός στον οποίο απαιτείται ειδική δράση, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης σύστασης ή γνώμης από τον Οργανισμό·
γ) η αναμενόμενη συμβολή του Οργανισμού στην επίλυση του προβλήματος.
Επιπλέον, κάθε δραστηριότητα και έργο του προγράμματος εργασιών υπόκειται σε ανάλυση αποδοτικότητας, μεμονωμένα και σε συνάρτηση μεταξύ τους, ώστε να αξιοποιούνται με τον βέλτιστο τρόπο ο προϋπολογισμός και οι πόροι του Οργανισμού.
3. Ο Οργανισμός δύναται να διενεργεί εκ των υστέρων αξιολόγηση της νομοθεσίας που είναι αποτέλεσμα των συστάσεών του.
4. Τα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη παρέχουν στον Οργανισμό, εφόσον χρειάζεται και ύστερα από αίτημά του, τα δεδομένα που είναι αναγκαία για την εκτίμηση επιπτώσεων. [Τροπολογία 45]
Άρθρο 8
Μελέτες
Όταν απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων του, ο Οργανισμός δύναται να αναθέτει μελέτες τις οποίες χρηματοδοτεί από τον προϋπολογισμό του.
Άρθρο 9
Γνωμοδοτήσεις
1. Kατόπιν αιτήματος τωνενός ή περισσότερων εθνικών ρυθμιστικών φορέων που αναφέρονται στο άρθρο 55 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(15), o Οργανισμός γνωμοδοτεί σχετικά με θέματα ασφάλειας και διαλειτουργικότητας των υποθέσεων που έχουν περιέλθει σε γνώση τους. [Τροπολογία 46]
2. Ο Οργανισμός γνωμοδοτεί, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, σχετικά με τροποποιήσεις οποιασδήποτε πράξης που έχει εκδοθεί βάσει της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα] ή της οδηγίας … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων], ιδίως όταν υπάρχουν ενδείξεις εικαζόμενης ανεπάρκειας.
3. Όσον αφορά τις γνωμοδοτήσεις που αναφέρονται στις προηγούμενες παραγράφους και σε άλλα άρθρα του παρόντος κανονισμού, ο Οργανισμός υποβάλλει τις γνωμοδοτήσεις του εντός δύο μηνών, εκτός εάν συμφωνηθεί άλλως. Οι γνωμοδοτήσεις δημοσιοποιούνται από τον Οργανισμό εντός δύο μηνών, υπό μορφή από την οποία έχει εξαλειφθεί κάθε εμπορικό απόρρητο.
Άρθρο 10
Επισκέψεις στα κράτη μέλη
1. Για την εκπλήρωση των καθηκόντων του, τα οποία προβλέπονται ιδίως στα άρθρα 12, 16, 17, 18, 21, 22, 16, 17, 27, 28, 29, 30, 31, 33 και 38, ο Οργανισμός δύναται να πραγματοποιεί επισκέψεις στα κράτη μέλη σύμφωνα με την πολιτική που έχει καθορίσει το διοικητικό συμβούλιο. [Τροπολογία 47]
2. Ο Οργανισμός ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος σχετικά με τη σχεδιαζόμενη επίσκεψη, την ταυτότητα των εξουσιοδοτημένων υπαλλήλων του Οργανισμού, καθώς και την ημερομηνία έναρξης της επίσκεψης. Οι εξουσιοδοτημένοι υπάλληλοι του Οργανισμού πραγματοποιούν τις επισκέψεις αφού παρουσιάσουν απόφαση του εντεταλμένου διευθυντή του Οργανισμού, στην οποία προσδιορίζονται το αντικείμενο και οι στόχοι της επίσκεψής τους.
3. Οι εθνικές αρχές των κρατών μελών διευκολύνουν το έργο του προσωπικού του Οργανισμού.
4. Ο Οργανισμός συντάσσει έκθεση για κάθε επίσκεψη και τη διαβιβάζει στην Επιτροπή και στο οικείο κράτος μέλος.
5. Οι προηγούμενες παράγραφοι ισχύουν με την επιφύλαξη των επιθεωρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 6 και στο άρθρο 30 παράγραφος 6, οι οποίες διενεργούνται σύμφωνα με την διαδικασία που περιγράφεται στα άρθρα αυτά.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΩΝ
Άρθρο 11
Τεχνική υποστήριξη – συστάσεις σχετικά με την ασφάλεια των σιδηροδρόμων
1. Ο Οργανισμός απευθύνει στην Επιτροπή συστάσεις σχετικά με τις Κοινές Μεθόδους Ασφάλειας (ΚΜΑ), τους κοινούς δείκτες ασφάλειας (ΚΔΑ) και τους Κοινούς Στόχους Ασφάλειας (ΚΣΑ) που προβλέπονται στα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]. Ο Οργανισμός απευθύνει επίσης συστάσεις στην Επιτροπή σχετικά με την περιοδική αναθεώρηση των ΚΜΑ και των ΚΣΑ. [Τροπολογία 48]
2. Ο Οργανισμός απευθύνει συστάσεις στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή με δική του πρωτοβουλία, σχετικά με άλλα μέτρα στον τομέα της ασφάλειας.
3. Ο Οργανισμός δύναται να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και άλλα μη δεσμευτικά έγγραφα προς διευκόλυνση της εφαρμογής της νομοθεσίας για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων.
Άρθρο 12
Πιστοποιητικά ασφάλειας
Με την επιφύλαξη του άρθρου 10 παράγραφος 2α της οδηγίας... [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων], ο Οργανισμός εκδίδει, ανανεώνει, αναστέλλει, τροποποιεί ή ανακαλεί ενιαία πιστοποιητικά ασφάλειας σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 11 της οδηγίας … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]. [Τροπολογία 49]
Άρθρο 13
Συντήρηση οχημάτων
1. Ο Οργανισμός συντρέχει την Επιτροπή όσον αφορά το σύστημα πιστοποίησης των οργανισμών που είναι αρμόδιοι για τη συντήρηση σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 6 της οδηγίας … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων].
2. Ο Οργανισμός απευθύνει συστάσεις στην Επιτροπή λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 14 παράγραφος 7 της οδηγίας … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων].
3. Στην έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, ο Οργανισμός αναλύει τυχόν εναλλακτικά μέτρα που αποφασίζονται σύμφωνα με το άρθρο 15 της οδηγίας … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων].
Άρθρο 14
Σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων
Ο Οργανισμός παρακολουθεί τις εξελίξεις της νομοθεσίας που αφορά τις σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων κατά την έννοια της οδηγίας 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(16) και τις συγκρίνει με τη νομοθεσία σχετικά με τη διαλειτουργικότητα και την ασφάλεια των σιδηροδρόμων, ιδίως όσον αφορά τις βασικές απαιτήσεις. Για τον σκοπό αυτό, ο Οργανισμός επικουρεί την Επιτροπή και δύναται να απευθύνει συστάσεις κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή με δική του πρωτοβουλία.
Άρθρο 14α
Αυθόρμητη αναφορά συμβάντων
Ο Οργανισμός θεσπίζει σύστημα για την αυθόρμητη και ανώνυμη αναφορά οποιουδήποτε συμβάντος μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια του συστήματος. Δημιουργεί μηχανισμό βάσει του οποίου οι αρμόδιοι παράγοντες ενημερώνονται αυτομάτως. Ο Οργανισμός συντονίζει επίσης την κοινοποίηση των αναφορών που προέρχονται από τους εθνικούς οργανισμούς, ιδίως όταν επηρεάζεται η ασφάλεια περισσοτέρων του ενός κρατών. [Τροπολογία 50]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ
Άρθρο 15
Τεχνική υποστήριξη στον τομέα της διαλειτουργικότητας των σιδηροδρόμων
1. Ο Οργανισμός:
α) απευθύνει συστάσεις στην Επιτροπή όσον αφορά τις ΤΠΔ και την αναθεώρησή τους, σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας. [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]·
β) απευθύνει συστάσεις στην Επιτροπή όσον αφορά τα υποδείγματα για τη δήλωση «ΕΕ» επαλήθευσης και για τα έγγραφα του τεχνικού φακέλου που πρέπει να τη συνοδεύουν, σύμφωνα με το άρθρο 15 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]·
γ) απευθύνει συστάσεις στην Επιτροπή όσον αφορά τις προδιαγραφές για τα μητρώα και την αναθεώρησή τους, σύμφωνα με τα άρθρα 43, 44 και 45 της οδηγίας. [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]·
δ) εκδίδει γνώμες που συνιστούν αποδεκτά μέσα συμμόρφωσης όσον αφορά ελλείψεις των ΤΠΔ, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων] και τις υποβάλλει στην Επιτροπή·
ε) απευθύνει γνώμες στην Επιτροπή σχετικά με αιτήματα μη εφαρμογής των ΤΠΔ από κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]·
στ) εκδίδει τεχνικά έγγραφα σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 9 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]·
ζ) απευθύνει συστάσεις στην Επιτροπή όσον αφορά τις συνθήκες εργασίας του συνόλου του προσωπικού που εκτελεί κρίσιμα για την ασφάλεια καθήκοντα.
ζβ) απευθύνει συστάσεις στην Επιτροπή όσον αφορά τα ευρωπαϊκά πρότυπα τα οποία πρέπει να αναπτυχθούν από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς φορείς τυποποίησης, ιδίως όσον αφορά τα ανταλλακτικά· [Τροπολογία 52]
ζγ) καταρτίζει λεπτομερή αιτήματα για τη θέσπιση σχετικών προτύπων και τα διαβιβάζει στους οργανισμούς ευρωπαϊκής τυποποίησης προκειμένου να διεκπεραιώσει την αποστολή που του έχει αναθέσει η Επιτροπή· [Τροπολογία 53]
ζδ) απευθύνει συστάσεις στην Επιτροπή σχετικά με την κατάρτιση και πιστοποίηση εποχούμενου προσωπικού που ασκεί καθήκοντα ασφαλείας· [Τροπολογία 54]
ζε) απευθύνει συστάσεις προς την Επιτροπή για την εναρμόνιση των εθνικών κανόνων σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1, κυρίως όταν ένας κανόνας αφορά πολλά κράτη μέλη. Η διαδικασία αυτή πραγματοποιείται σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές ασφάλειας· [Τροπολογία 55]
ζστ) γνωμοδοτεί κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής για τα στοιχεία διαλειτουργικότητας που δεν πληρούν βασικές απαιτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 11 της οδηγίας ... [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]. [Τροπολογία 56]
ζζ) απευθύνει συστάσεις στην Επιτροπή σχετικά με ενιαία ελάχιστα διαστήματα που θα μεσολαβούν μεταξύ των ελέγχων (χρονικά και χιλιομετρικά) του τροχαίου υλικού (εμπορευματικά, επιβατηγά βαγόνια, οχήματα μεταφοράς ζώων). [Τροπολογία 57]
2. Για την κατάρτιση των συστάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α),και β) και γ), ο Οργανισμός: [Τροπολογία 58]
α) μεριμνά για την προσαρμογή των ΤΠΔ και των προδιαγραφών για τα μητρώα στις τεχνικές εξελίξεις, τις τάσεις της αγοράς και τις κοινωνικές απαιτήσεις με σκοπό να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος ενώ θα συνεκτιμάται ηκαλή σχέση κόστους–αποδοτικότητας που το χαρακτηρίζει,[Τροπολογία 59]
β) μεριμνά για τον συντονισμό μεταξύ της εκπόνησης και επικαιροποίησης των ΤΠΔ, αφενός, και της εκπόνησης ευρωπαϊκών προτύπων που καθίστανται αναγκαία για τη διαλειτουργικότητα, αφετέρου, και διατηρεί τις δέουσες επαφές με τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης,
βα) συμμετέχει ως παρατηρητής στις οικείες ομάδες εργασίας για την τυποποίηση. [Τροπολογία 60]
3. Ο Οργανισμός δύναται να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και άλλα μη δεσμευτικά έγγραφα προς διευκόλυνση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων.
3α. Ο Οργανισμός προσφεύγει στις ομάδες εργασίας όταν αυτό προβλέπεται από το άρθρο 4. [Τροπολογία 61]
Άρθρο 16
Εγκρίσεις για τη διάθεση στην αγορά οχημάτων
Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 παράγραφος 9α της οδηγίας [η οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων] ο Οργανισμός εκδίδει, ανανεώνει, αναστέλλει, τροποποιεί ή ανακαλεί εγκρίσεις για τη διάθεση στην αγορά σιδηροδρομικών οχημάτων σύμφωνα με το άρθρο 20 της εν λόγω οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα]. [Τροπολογία 62]
Άρθρο 17
Εγκρίσεις για τη διάθεση στην αγορά τύπων οχημάτων
Ο Οργανισμός εκδίδει, ανανεώνει, αναστέλλει, τροποποιεί ή ανακαλεί εγκρίσεις για τη διάθεση στην αγορά τύπων οχημάτων σύμφωνα με το άρθρο 22 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]. [Τροπολογία 63]
Άρθρο 18
ΕγκρίσειςΈγκριση για τη θέση σε λειτουργία παρατρόχιων υποσυστημάτων ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης παρατρόχιου υλικού ERTMS [Τροπολογία 64]
Ο Οργανισμός εκδίδει, ανανεώνει, αναστέλλει, τροποποιεί ή ανακαλεί εγκρίσεις για τη θέση σε λειτουργία παρατρόχιων υποσυστημάτων ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησηςπαρατρόχιου υλικού ERTMS που θα βρίσκονται ή θα λειτουργούν σε ολόκληρη την Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 18 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]. [Τροπολογία 65]
Άρθρο 19
Τηλεματικές εφαρμογές
1. Ο Οργανισμός ενεργεί ως αρχή συστήματος και είναι αρμόδιος για την τήρηση των τεχνικών προδιαγραφών για τις τηλεματικές εφαρμογές σύμφωνα με τις σχετικές ΤΠΔ.
1α. Ο Οργανισμός μπορεί να συμμετέχει στην προώθηση ανοιχτής και πλήρους πρόσβασης σε δεδομένα, συμπεριλαμβανομένου του συνόλου των δεδομένων για τα διεθνή δρομολόγια. [Τροπολογία 66]
2. Ο Οργανισμός καθορίζει, δημοσιεύει και εφαρμόζει τη διαδικασία διαχείρισης αιτήσεων για αλλαγές των εν λόγω προδιαγραφών. Προς τον σκοπό αυτό, ο Οργανισμός συγκροτεί και τηρεί μητρώο των αιτήσεων που αφορούν αλλαγές των προδιαγραφών των τηλεματικών εφαρμογών και της κατάστασής τους.
3. Ο Οργανισμός αναπτύσσει και διατηρεί τα τεχνικά εργαλεία για τη διαχείριση των διαφόρων εκδόσεων των προδιαγραφών των τηλεματικών εφαρμογών και επιβάλλει τη συμβατότητα, τόσο προς τα κάτω όσο και προς τα πάνω, των εν λόγω διαφορετικών εκδόσεων. [Τροπολογία 67]
4. Ο Οργανισμός επικουρεί την Επιτροπή στην παρακολούθηση της ανάπτυξης τηλεματικών εφαρμογών σύμφωνα με τις σχετικές ΤΠΔ.
Άρθρο 20
Υποστήριξη κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης
1. Ο Οργανισμός υποστηρίζει τις δραστηριότητες των κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 27 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]. Η υποστήριξη αυτή περιλαμβάνει ιδίως την κατάρτιση κατευθυντήριων γραμμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή της καταλληλότητας για χρήση στοιχείου διαλειτουργικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 9 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων] και κατευθυντήριων γραμμών για την διαδικασία ΕΚ επαλήθευσης που αναφέρεται στο άρθρο 10 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων].
2. Ο Οργανισμός διευκολύνει τη συνεργασία των κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, συγκεκριμένα ενεργώντας ως τεχνική γραμματεία για την ομάδα συντονισμού τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ
Άρθρο 21
Εξέταση σχεδίων εθνικών κανόνων
1. Εντός δύο μηνών από τη λήψη τους, ο Οργανισμός εξετάζει τα σχέδια εθνικών κανόνων σύμφωνα με:
α) το άρθρο 8 παράγραφος 2 της οδηγίας … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων],
β) το άρθρο 14 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων].
2. Όταν, μετά την αναφερόμενηεξέταση και εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 εξέταση, ο Οργανισμός θεωρεί ότι οι εθνικοί κανόνες καθιστούν δυνατή την εκπλήρωση των βασικών απαιτήσεων διαλειτουργικότητας, την τήρηση των ΚΜΑ και την επίτευξη των ΚΣΑ, και ότι δεν ενδέχεται να επιφέρουν αυθαίρετες διακρίσεις ή συγκεκαλυμμένο περιορισμό των σιδηροδρομικών μεταφορών μεταξύ των κρατών μελών, ο Οργανισμός ενημερώνει την Επιτροπή και το οικείο κράτος μέλος σχετικά με τη θετική του αξιολόγηση. Η Επιτροπή δύναται να επικυρώνει τον κανόνα στο σύστημα πληροφορικής που αναφέρεται στο άρθρο 23. [Τροπολογία 68]
3. Όταν η αναφερόμενη στην παράγραφο 1 εξέταση καταλήξει σε αρνητική αξιολόγηση, ο Οργανισμός:
α) απευθύνει σύσταση στο οικείο κράτος μέλος στην οποία αναφέρει τους λόγους για τους οποίους ο εν λόγω κανόνας θα πρέπει να μην τεθεί σε ισχύ ή/και να εφαρμόζεται·
β) ενημερώνει την Επιτροπή για την αρνητική του αξιολόγηση.
4. Όταν το κράτος μέλος δεν λάβει μέτρα εντός δύο μηνών από τη λήψη της σύστασης του Οργανισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο α), η Επιτροπή, αφού λάβει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β) και λάβει γνώση των λόγων που επικαλείται το οικείο κράτος μέλος, δύναται να εκδώσει απόφαση προς το οικείο κράτος μέλος με την οποία το καλεί να τροποποιήσει το εν λόγω σχέδιο κανόνα, να αναστείλει την έγκρισή του, τη θέση του σε ισχύ ή την εφαρμογή του.
4α. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν αντιτίθενται σε εθνικούς κανόνες σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια στον χώρο εργασίας και τις απαιτήσεις για τα επαγγελματικά προσόντα και την κατάρτιση του προσωπικού των σιδηροδρόμων που είναι επιφορτισμένο με καθήκοντα ασφάλειας. [Τροπολογία 69]
4β. Σε περίπτωση επειγόντων προληπτικών μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 8 της οδηγίας ... [οδηγία περί ασφάλειας των σιδηροδρόμων] και στο άρθρο 14 παράγραφος 4 της οδηγίας... [οδηγία περί διαλειτουργικότητας των σιδηροδρόμων] ειδικότερα μετά από ένα ατύχημα ή ένα συμβάν, ο Οργανισμός προχωρεί στην εναρμόνιση των κανόνων σε επίπεδο Ένωσης σε συμφωνία με τις εθνικές αρχές ασφάλειας. Εν ανάγκη, ο Οργανισμός εκδίδει σύσταση ή γνωμοδότηση προς την Επιτροπή. [Τροπολογία 70]
Άρθρο 22
Εξέταση ισχυόντων εθνικών κανόνων
1. Εντός δύο μηνών από τη λήψη τους, ο Οργανισμός εξετάζει τους εθνικούς κανόνες που του υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 3 της οδηγίας. [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων].
1α. Ο Οργανισμός εξετάζει τους εθνικούς κανόνες που ισχύουν την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, ο Οργανισμός προτείνει στο διοικητικό συμβούλιο ένα σχέδιο εργασίας για να προβεί σε αυτήν την εξέταση, στο πλαίσιο των πολυετών και ετήσιων προγραμμάτων εργασιών που αναφέρονται στο άρθρο 48. Κάθε χρόνο, ο Οργανισμός υποβάλλει έκθεση στο διοικητικό συμβούλιο στην οποία παρουσιάζει την πρόοδο των εργασιών του και τα αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί σύμφωνα με το άρθρο 50. [Τροπολογία 71]
2. Όταν, μετά την αναφερόμενη στην παράγραφο 1 εξέταση, ο Οργανισμός θεωρεί ότι οι εθνικοί κανόνες καθιστούν δυνατή την εκπλήρωση των βασικών απαιτήσεων διαλειτουργικότητας, την τήρηση των ΚΜΑ και την επίτευξη των ΚΣΑ, και ότι δεν ενδέχεται να επιφέρουν αυθαίρετες διακρίσεις ή συγκεκαλυμμένο περιορισμό των σιδηροδρομικών μεταφορών μεταξύ των κρατών μελών, ο Οργανισμός ενημερώνει την Επιτροπή και το οικείο κράτος μέλος σχετικά με τη θετική του αξιολόγηση. Η Επιτροπή δύναται να επικυρώνει τον κανόνα στο σύστημα πληροφορικής που αναφέρεται στο άρθρο 23. [Τροπολογία 72]
3. Όταν η αναφερόμενη στην παράγραφο 1 εξέταση καταλήξει σε αρνητική αξιολόγηση, ο Οργανισμός:
α) απευθύνει σύσταση στο οικείο κράτος μέλος στην οποία αναφέρει την άμεση κατάργηση ή τροποποίηση του μέτρου που αποτέλεσε αντικείμενο της αρνητικής εκτίμησης και τους λόγους για τους οποίους ο εν λόγω κανόνας πρέπει να μην τροποποιηθεί ή/και να καταργηθεί· [Τροπολογία 73]
β) ενημερώνει την Επιτροπή για την αρνητική του αξιολόγηση και της διαβιβάζει τη σύσταση που απηύθυνε στο κράτος μέλος. [Τροπολογία 74]
4. Όταν το κράτος μέλος δεν λάβει μέτρα εντός δύο μηνών από τη λήψη της σύστασης του Οργανισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο α), η Επιτροπή, αφού λάβει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β) και λάβει γνώση των λόγων που επικαλείται το οικείο κράτος μέλος, δύναται να εκδώσει απόφαση προς το οικείο κράτος μέλος με την οποία το καλεί να τροποποιήσει ή να καταργήσει τον εν λόγω κανόνα.
5. Η διαδικασία που περιγράφεται στις παραγράφους 2,και 3 και 4 εφαρμόζεται, κατ’ αναλογία, στις περιπτώσεις που ο Οργανισμός ενημερώνεται ότι οποιοσδήποτε κανόνας, είτε κοινοποιημένος είτε όχι, είναι περιττός ή έρχεται σε σύγκρουση με τις ΚΜΑ, τους ΚΣΑ, τις ΤΠΔ ή οποιαδήποτε άλλη ενωσιακή νομοθεσία στον τομέα των σιδηροδρόμων ή δημιουργεί αδικαιολόγητο εμπόδιο στην ενιαία σιδηροδρομική αγορά. Στην περίπτωση αυτή, ισχύουν οι προθεσμίες που ορίζονται στην παράγραφο 1. [Τροπολογία 75]
5α. Σε θέμα σχετικά με την κατάρτιση, την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία του προσωπικού των σιδηροδρόμων που ασκεί καθήκοντα ασφαλείας, ο οργανισμός μπορεί να εφαρμόζει την παρούσα παράγραφο μόνο εάν ο εθνικός κανόνας ενδέχεται να εισάγει διακρίσεις. [Τροπολογία 76]
Άρθρο 22α
Χρησιμοποίηση της βάσης δεδομένων
Ο Οργανισμός πραγματοποιεί την τεχνική εξέταση των ισχυόντων εθνικών κανόνων που αναφέρονται στα διαθέσιμα εθνικά νομοθετικά πλαίσια, όπως απαριθμούνται στη βάση δεδομένων των εγγράφων αναφοράς η οποία δημοσιεύεται από τον Οργανισμό την ημέρα έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 77]
Άρθρο 23
Σύστημα πληροφορικής για σκοπούς κοινοποίησης και για την ταξινόμηση των εθνικών κανόνων
1. Ο Οργανισμός δημιουργεί και διαχειρίζεται ειδικό σύστημα πληροφορικής το οποίο περιέχει τους αναφερόμενους στο άρθρο 21 παράγραφος 1 και στο άρθρο 22 παράγραφος 1 εθνικούς κανόνες και αποδεκτά εθνικά μέσα συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 28α της οδηγίας… [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]. Ο Οργανισμός το καθιστά προσβάσιμο στα ενδιαφερόμενα μέρη και το κοινό. [Τροπολογία 78]
1α. Έναν μήνα μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή όλους τους υφιστάμενους εθνικούς κανόνες που δεν είχαν κοινοποιηθεί έως την ημερομηνία που τέθηκε σε ισχύ ο παρών κανονισμός. [Τροπολογία 79]
2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στον Οργανισμό και την Επιτροπή τους αναφερόμενους στο άρθρο 21 παράγραφος 1 και στο άρθρο 22 παράγραφος 1 εθνικούς κανόνες μέσω του συστήματος πληροφορικής που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Ο Οργανισμός δημοσιεύει τους κανόνες στο εν λόγω σύστημα και το χρησιμοποιεί για να ενημερώνει την Επιτροπή σύμφωνα με τα άρθρα 21 και 22. Ο Οργανισμός χρησιμοποιεί αυτό το σύστημα προκειμένου να ενημερώνει την Επιτροπή για κάθε αρνητική σύσταση που διαβιβάζεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 3 πέμπτο εδάφιο και το άρθρο 22 παράγραφος 3 στοιχείο β). [Τροπολογία 80]
3. Ο Οργανισμός ταξινομεί τους κοινοποιημένους εθνικούς κανόνες σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 8 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]. Για τον σκοπό αυτό, χρησιμοποιεί το σύστημα που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο του παρόντος άρθρου.
4. Ο Οργανισμός ταξινομεί τους εθνικούς κανόνες που έχουν κοινοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 της οδηγίας … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων], λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της νομοθεσίας της ΕΕ. Προς τον σκοπό αυτό, ο Οργανισμός αναπτύσσει εργαλείο διαχείρισης κανόνων, προς χρήση από τα κράτη μέλη για την απλούστευση των οικείων συστημάτων εθνικών κανόνων. Ο Οργανισμός χρησιμοποιεί το σύστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου για τη δημοσίευση του εργαλείου διαχείρισης κανόνων.
4α. Ο Οργανισμός δημοσιεύει επίσης την κατάσταση προόδου στην αξιολόγηση αυτών των κανόνων, καθώς και τα αποτελέσματα αυτής όταν θα έχει περατωθεί η διαδικασία αξιολόγησης μέσω του συστήματος μνεία του οποίου γίνεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. [Τροπολογία 81]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΩΝ (ERTMS)
Άρθρο 24
Αρχή συστήματος για το ERTMS
1. Ο Οργανισμός ενεργεί ως Αρχή του συστήματος ERTMS και είναι υπεύθυνος για την τήρηση των τεχνικών προδιαγραφών του ERTMS.
2. Ο Οργανισμός καθορίζει, δημοσιεύει και εφαρμόζει τη διαδικασία διαχείρισης αιτημάτων για αλλαγές των προδιαγραφών αυτών. Προς τον σκοπό αυτό, ο Οργανισμός καταρτίζει και τηρεί μητρώο των αιτημάτων που αφορούν αλλαγές των προδιαγραφών του συστήματος ERTMS και της κατάστασής τους.
3. Ο Οργανισμός συνιστά την έγκριση νέας έκδοσης των τεχνικών προδιαγραφών του ERTMS. Ωστόσο, προβαίνει σε σύσταση μόνο αφού έχει εξαπλωθεί επαρκώς η προηγούμενη έκδοση. Η ανάπτυξη νέων εκδόσεων δεν πρέπει να γίνεται εις βάρος του ρυθμού εξάπλωσης του ERTMS, καθώς απαιτείται σταθερότητα των προδιαγραφών για την βελτιστοποίηση της παραγωγής υλικού ERTMS, την απόδοση των επενδύσεων για τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και τους κατόχους οχημάτων, και τον αποτελεσματικό προγραμματισμό της εξάπλωσης του ERTMS. [Τροπολογία 82]
4. Ο Οργανισμός αναπτύσσει και διατηρεί τεχνικά εργαλεία για τη διαχείριση των διαφόρων εκδόσεων του ERTMS, με στόχο την εξασφάλιση τεχνικής και λειτουργικής συμβατότητας μεταξύ των δικτύων και των οχημάτων που είναι εξοπλισμένα με διαφορετικές εκδόσεις και την παροχή κινήτρων για την ταχεία εφαρμογή των ισχυουσών εκδόσεων.
5. Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 10 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων], ο Οργανισμός εξασφαλίζει ότι μεταγενέστερες εκδόσεις του υλικού ERTMS είναι τεχνικώς συμβατές με τις προγενέστερες εκδόσεις.
6. Ο Οργανισμός καταρτίζει και διαδίδει κατάλληλες κατευθυντήριες γραμμές εφαρμογής για τα ενδιαφερόμενα μέρη και επεξηγηματική τεκμηρίωση σχετικά με τις τεχνικές προδιαγραφές για το ERTMS.
Άρθρο 25
Ειδική ομάδα εργασίας ERTMS των κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης
1. Ο Οργανισμός συστήνει και προεδρεύει ειδικής ομάδας εργασίας ERTMS των κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 27 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων].
Η ομάδα εργασίας ελέγχει τη συνέπεια της εφαρμογής της διαδικασίας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή για την καταλληλότητα χρήσης συγκεκριμένου στοιχείου διαλειτουργικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 9 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων], και των διαδικασιών ΕΚ επαλήθευσης που προβλέπονται στο άρθρο 10 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων] και διενεργούνται από τους κοινοποιημένους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.
2. Ο Οργανισμός υποβάλλει ανά διετία έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τις δραστηριότητες της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 ομάδας εργασίας, συμπεριλαμβανομένων στατιστικών στοιχείων για την παρουσία των αντιπροσώπων των κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης στην ομάδα εργασίας.
3. Ο Οργανισμός αποτιμά την εφαρμογή της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης των στοιχείων διαλειτουργικότητας και της διαδικασίας επαλήθευσης ΕΚ του εξοπλισμού ERTMS και, ανά διετία, υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή στην οποία προτείνει, κατά περίπτωση, βελτιώσεις.
Άρθρο 26
Υποστήριξη της τεχνικής και λειτουργικής συμβατότητας μεταξύ των εποχούμενων και των παρατρόχιων υποσυστημάτων ERTMS
1. Ο Οργανισμός επιτρέπεται να επικουρεί τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, κατόπιν αιτήματός τους, στον έλεγχο της τεχνικής και λειτουργικής συμβατότητας των εποχούμενων και των παρατρόχιων υποσυστημάτων ERTMS πριν από τη θέση οχήματος σε λειτουργία. [Τροπολογία 83]
2. Όταν ο Οργανισμός διαπιστώσει κίνδυνο έλλειψης τεχνικής και λειτουργικής συμβατότητας μεταξύ των δικτύων και των οχημάτων που εφοδιάζονται με εξοπλισμό ERTMS στο πλαίσιο συγκεκριμένων έργων ERTMS, δύναται να ζητήσει από τους κατάλληλους φορείς, συγκεκριμένα τους κατασκευαστές, τους κοινοποιημένους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, τους κατόχους οχημάτων, τους διαχειριστές υποδομών και τις εθνικές αρχές ασφάλειας, να παρέχουν κάθε πληροφορία σχετικά με τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για την επαλήθευση ΕΚ και τη θέση σε λειτουργία και σχετικά με τις συνθήκες λειτουργίας. Ο Οργανισμός ενημερώνει άμεσα την Επιτροπή σχετικά με τον εν λόγω κίνδυνο και, εάν είναι απαραίτητο, συνιστά κατάλληλα μέτρα στην Επιτροπή. [Τροπολογία 84]
2α. Ο Οργανισμός δημιουργεί πίστα δοκιμών και εργαστήριο για τον κεντρικό έλεγχο του παρατρόχιου και εποχούμενου εξοπλισμού ERTMS. [Τροπολογία 85]
Άρθρο 27
Υποστήριξη των έργων ERTMS και της εξάπλωσης του ERTMS
1. Ο Οργανισμός παρακολουθεί την εξάπλωση του ERTMS σύμφωνα με το σχέδιο εξάπλωσης που προβλέπεται στην απόφαση 2012/88/ΕE της Επιτροπής(17) και παρακολουθεί το συντονισμό της εγκατάστασης του ERTMS στους διευρωπαϊκούς διαδρόμους μεταφορών και στους σιδηροδρομικούς εμπορευματικούς διαδρόμους, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 913/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(18).
2. Ο Οργανισμός εξασφαλίζει την τεχνική παρακολούθηση των χρηματοδοτούμενων από την Ένωση έργων για την εξάπλωση του ERTMS, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, ανάλυσης των τευχών δημοπράτησης κατά το χρόνο της πρόσκλησης υποβολής προσφορών. Επιπλέον, ο Οργανισμός επικουρεί, εάν χρειάζεται, τους δικαιούχους κονδυλίων της Ένωσης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι τεχνικές λύσεις που υλοποιούνται στο πλαίσιο έργων συμμορφώνονται πλήρως με τις ΤΠΔ που αφορούν τον έλεγχο-χειρισμό και τη σηματοδότηση και, ως εκ τούτου, είναι πλήρως διαλειτουργικές.
Άρθρο 28
Διαπίστευση εργαστηρίων
1. Ο Οργανισμός υποστηρίζει, συγκεκριμένα παρέχοντας κατάλληλες κατευθυντήριες γραμμές στους φορείς διαπίστευσης, την εναρμονισμένη διαπίστευση των εργαστηρίων του ERTMS σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008.
2. Ο Οργανισμός δύναται να συμμετέχει ως παρατηρητής στις επανεξετάσεις από ομοτίμους οι οποίες απαιτούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.
2α. Αν ο Οργανισμός έχει αμφιβολίες σχετικά με την επίδοση ενός διαπιστευμένου εργαστηρίου, κοινοποιεί το ζήτημα αυτό τόσο στον αρμόδιο οργανισμό διαπίστευσης όσο και στο οικείο κράτος και στις εθνικές αρχές ασφάλειας. Ο Οργανισμός καλείται να συμμετάσχει ως παρατηρητής στην επανεξέταση από ομοτίμους. Μόλις αρθούν οι αμφιβολίες, ο Οργανισμός ενημερώνει άμεσα το οικείο κράτος μέλος και τις εθνικές αρχές ασφάλειας. [Τροπολογία 86]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ
Άρθρο 29
Παρακολούθηση των εθνικών αρχών ασφάλειας
1. Ο Οργανισμός παρακολουθεί, με ελέγχους και επιθεωρήσεις. τις επιδόσεις και τις αποφάσεις των εθνικών αρχών ασφάλειας.
2. Ο Οργανισμός δικαιούται να ελέγχει:
α) την ικανότητα των εθνικών αρχών ασφάλειας να εκτελούν καθήκοντα σχετικά με την ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων·
β) την αποτελεσματικότητα παρακολούθησης από τις εθνικές αρχές ασφάλειας των συστημάτων των διαφόρων φορέων για τη διαχείριση της ασφάλειας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 16 της οδηγίας […] [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων].
Το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει τη διαδικασία για την εκτέλεση των ελέγχων.
3. Ο Οργανισμός εκδίδει εκθέσεις ελέγχου και τις αποστέλλει στις οικείες εθνικές αρχές ασφάλειας και στην Επιτροπή. Κάθε έκθεση ελέγχου περιλαμβάνει, συγκεκριμένα, κατάλογο των ελλείψεων που έχει εντοπίσει ο Οργανισμός, καθώς και συστάσεις για βελτιώσεις.
4. Εάν ο Οργανισμός θεωρεί ότι οι αναφερόμενες στην παράγραφο 3 ελλείψεις εμποδίζουν την οικεία εθνική αρχή για την ασφάλεια να εκτελεί αποτελεσματικά τα καθήκοντά της όσον αφορά την ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων, ο Οργανισμός συστήνει στην εθνική αρχή ασφάλειας τη λήψη κατάλληλων μέτρων εντός χρονικού πλαισίου που πρέπει να καθορίζεταικαθορίζει ο ίδιος λαμβανομένης υπόψη της σπουδαιότητας της έλλειψης. [Τροπολογία 87]
5. Όταν εθνική αρχή ασφάλειας διαφωνεί με την αναφερόμενη στην παράγραφο 4 σύσταση του Οργανισμού ή όταν εθνική αρχή ασφάλειας δεν λαμβάνει μέτρα παρά τη σχετική σύσταση του Οργανισμού εντός τριών μηνών από τη λήψη της σύστασης, η Επιτροπή δύναται να λάβει απόφαση εντός έξι μηνών, σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 75.
6. Ο Οργανισμός δικαιούται επίσης να διενεργεί αναγγελθείσες ή αιφνιδιαστικές επιθεωρήσεις στις εθνικές αρχές ασφάλειας, προς επαλήθευση ειδικών τομέων των δραστηριοτήτων και της λειτουργίας τους, συγκεκριμένα για την επανεξέταση εγγράφων, διαδικασιών και μητρώων σχετικών με τα καθήκοντά τους που αναφέρονται στο άρθρο 16 της οδηγίας […] [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]. Οι επιθεωρήσεις είναι δυνατόν να διενεργούνται επί τούτου ή σύμφωνα με σχέδιο που καταρτίζει ο Οργανισμός. Η διάρκεια επιθεώρησης δεν υπερβαίνει τις δύο ημέρες. Οι εθνικές αρχές των κρατών μελών διευκολύνουν το έργο του προσωπικού του Οργανισμού. Ο Οργανισμός υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση για κάθε επιθεώρηση.
6α. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2α της οδηγίας... [η οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων] και στο άρθρο 20 παράγραφος 9α της οδηγίας ... [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων], αν οι εθνικές αρχές ασφάλειας λαμβάνουν συγκρουόμενες αποφάσεις και δεν επιτυγχάνεται αμοιβαίως αποδεκτή απόφαση, ο αιτών τον οποίο αφορούν αυτές οι αποφάσεις ή μία εθνική αρχή ασφάλειας που ενέχεται μπορεί να παραπέμψουν τις αποφάσεις στον Οργανισμό, ο οποίος αποφασίζει επ’ αυτού. [Τροπολογία 88]
Άρθρο 30
Παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης
1. Ο Οργανισμός παρακολουθεί τους κοινοποιημένους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης, με την παροχή συνδρομής στους οργανισμούς διαπίστευσης, ελέγχου και επιθεωρήσεων, όπως προβλέπεται στις παραγράφους 2-5.
2. Ο Οργανισμός υποστηρίζει την εναρμονισμένη διαπίστευση των κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, συγκεκριμένα με την παροχή κατάλληλων κατευθύνσεων στους φορείς διαπίστευσης σχετικά με τα κριτήρια αξιολόγησης και τις διαδικασίες εκτίμησης του κατά πόσον οι κοινοποιημένοι οργανισμοί πληρούν τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 27κεφάλαιο 6 της οδηγίας. [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων], μέσω της ευρωπαϊκής υποδομής διαπίστευσης που αναγνωρίζεται σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008. [Τροπολογία 89]
3. Στην περίπτωση κοινοποιημένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης που δεν είναι διαπιστευμένοι σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων], ο Οργανισμός δύναται να διενεργεί έλεγχο των ικανοτήτων τους να εκπληρώνουν τις απαιτήσεις που προβλέπει το άρθρο 27 της οδηγίας αυτής. Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει την διαδικασία για την εκτέλεση των ελέγχων.
4. Ο Οργανισμός εκδίδει εκθέσεις ελέγχου που καλύπτουν τις αναφερόμενες στην παράγραφο 3 δραστηριότητες και τις αποστέλλει στους οικείους κοινοποιημένους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης και στην Επιτροπή. Κάθε έκθεση ελέγχου περιλαμβάνει, ιδίως, τυχόν ελλείψεις που έχει εντοπίσει ο Οργανισμός και συστάσεις για βελτιώσεις. Εάν ο Οργανισμός θεωρεί ότι οι ελλείψεις αυτές εμποδίζουν τον οικείο κοινοποιημένο οργανισμό να εκτελεί αποτελεσματικά τα καθήκοντά του όσον αφορά την ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων, ο Οργανισμός εκδίδει σύσταση με την οποία ζητεί τη λήψη κατάλληλων μέτρων εντός συγκεκριμένης προθεσμίας που ορίζει ο ίδιος από το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο εν λόγω κοινοποιημένος οργανισμός. [Τροπολογία 90]
5. Όταν κράτος μέλος διαφωνεί με την αναφερόμενη στην παράγραφο 4 σύσταση ή όταν κοινοποιημένους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν λαμβάνει μέτρα παρά τη σχετική σύσταση του Οργανισμού εντός τριών μηνών από τη λήψη της σύστασης, η Επιτροπή δύναται να λάβει απόφαση εντός έξι μηνών, σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 75.
6. Ο Οργανισμός δύναται επίσης, και σε συνεργασία με τους σχετικούς εθνικούς φορείς διαπίστευσης, να διενεργεί αναγγελθείσες ή αιφνιδιαστικές επιθεωρήσεις στους κοινοποιημένους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης για την επαλήθευση ειδικών τομέων των δραστηριοτήτων και της λειτουργίας τους, συγκεκριμένα για την επανεξέταση εγγράφων, διαδικασιών και μητρώων σχετικών με τα καθήκοντά τους που αναφέρονται στο άρθρο 27 της οδηγίας […] [οδηγία για την διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]. Οι επιθεωρήσεις είναι δυνατόν να διενεργούνται επί τούτου ή σύμφωνα με σχέδιο που καταρτίζει ο Οργανισμός. Η διάρκεια επιθεώρησης δεν υπερβαίνει τις δύο ημέρες. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης διευκολύνουν το έργο του προσωπικού του Οργανισμού. Ο Οργανισμός υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση για κάθε επιθεώρηση.
Άρθρο 31
Παρακολούθηση της προόδου όσον αφορά τη διαλειτουργικότητα και την ασφάλεια
1. Ο Οργανισμός, από κοινού με το δίκτυο των εθνικών φορέων διερεύνησης, συλλέγει δεδομένα σχετικά με ατυχήματα και συμβάντα και παρακολουθεί τη συμβολή των εθνικών φορέων διερεύνησης στην ασφάλεια του σιδηροδρομικού συστήματος συνολικά.
2. Ο Οργανισμός παρακολουθεί τις συνολικές επιδόσεις του συστήματος σιδηροδρόμων ως προς την ασφάλεια και το κανονιστικό πλαίσιο ασφαλείας. Ο Οργανισμός δύναται να ζητεί ιδίως τη συνδρομή των αναφερόμενων στο άρθρο 34 δικτύων, συμπεριλαμβανομένης της συλλογής δεδομένων. Ο Οργανισμός στηρίζεται επίσης στα στοιχεία που συγκεντρώνει η Eurostat και συνεργάζεται με αυτήν ώστε να αποφεύγεται η περιττή αλληλεπικάλυψη των εργασιών και να διασφαλίζεται η μεθοδολογική συνέπεια των κοινών δεικτών ασφάλειας με τους δείκτες που χρησιμοποιούνται για τους άλλους τρόπους μεταφοράς. [Τροπολογία 91]
3. Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, Ο Οργανισμός υποβάλλει συστάσεις για τρόπους βελτίωσης της διαλειτουργικότητας των σιδηροδρομικών συστημάτων, ιδίως διευκολύνοντας τον συντονισμό μεταξύ σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και διαχειριστών υποδομής ή μεταξύ διαχειριστών υποδομής αναπτύσσει κοινό σύστημα υποβολής εκθέσεων και παρακολούθησης περιστατικών. [Τροπολογία 92]
4. Ο Οργανισμός παρακολουθεί και αξιολογεί την πρόοδο της διαλειτουργικότητας και της ασφάλειας των σιδηροδρομικών συστημάτων και των σχετικών δαπανών και οφελών. Υποβάλλει στην Επιτροπή και δημοσιεύει ανά διετία έκθεση σχετικά με την πρόοδο της διαλειτουργικότητας και της ασφάλειας στον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Σιδηροδρομικό Χώρο. [Τροπολογία 93]
5. Ο Οργανισμός, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, υποβάλλει εκθέσεις σχετικά με την κατάσταση της μεταφοράς στην εθνική νομοθεσία και την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας για την ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα σε συγκεκριμένο κράτος μέλος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8
ΛΟΙΠΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ
Άρθρο 32
Προσωπικό των σιδηροδρόμων
1. Ο Οργανισμός εκτελεί τα ενδεδειγμένα καθήκοντα σχετικά με το προσωπικό των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, όπως αυτά προβλέπονται στα άρθρα 4, 20, 22, 23, 25, 28, 33, 34, 35 και 37 της οδηγίας 2007/59/ΕΚ.
2. Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, ο Οργανισμός δύναται να εκτελεί άλλα καθήκοντα σχετικά με το προσωπικό των σιδηροδρόμων σύμφωνα με την οδηγία 2007/59/ΕΚ και σχετικά με το προσωπικό των σιδηροδρόμων που είναι επιφορτισμένο με βασικά καθήκοντα ασφαλείας που δεν καλύπτονται από την οδηγία 2007/59/ΕΚ. [Τροπολογία 94]
3. Ο Οργανισμός διαβουλεύεται με τις αρχές που είναι αρμόδιες για ζητήματα σχετικά με το προσωπικό των σιδηροδρόμων όσον αφορά τα αναφερόμενα στις παραγράφους 1 και 2 καθήκοντα. Ο Οργανισμός δύναται να προωθεί τη συνεργασία των εν λόγω αρχών, μεταξύ άλλων, με την οργάνωση κατάλληλων συναντήσεων με τους αντιπροσώπους τους.
Άρθρο 33
Μητρώα και δυνατότητα πρόσβασης σε αυτά
1. Ο Οργανισμός συγκροτεί και τηρείκαθορίζει τα ευρωπαϊκά μητρώα που προβλέπονται στα άρθρα 43, 44 και 45 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων] σε πρακτική, αποτελεσματική και φιλική προς τον χρήστη μορφή για πλήρη υποστήριξη των επιχειρησιακών και λειτουργικών αναγκών. Ο Οργανισμός ενεργεί ως Αρχή συστήματος για το σύνολο των μητρώων και των βάσεων δεδομένων που αναφέρονται στις οδηγίες για την ασφάλεια, τη διαλειτουργικότητα και το προσωπικό οδήγησης μηχανών έλξης. Το εν λόγω καθήκον του περιλαμβάνει ιδίως: [Τροπολογία 95]
α) την εκπόνηση και την τήρηση των προδιαγραφών των μητρώων·
β) τον συντονισμό των εξελίξεων στα κράτη μέλη όσον αφορά τα μητρώα·
γ) την παροχή καθοδήγησης σχετικά με τα μητρώα στα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη·
δ) την υποβολή συστάσεων στην Επιτροπή σχετικά με βελτιώσεις των προδιαγραφών υφιστάμενων μητρώων και τυχόν ανάγκη καθορισμού νέων,
δα) τη συγκρότηση και τη διατήρηση των μητρώων που αναφέρονται στα στοιχεία ζ) και θ) και ιγα), [Τροπολογία 96]
δβ) τη συγκρότηση ευρωπαϊκού μητρώου οχημάτων. [Τροπολογία 97]
1α. Το ευρωπαϊκό μητρώο οχημάτων:
α) τηρείται από τον Οργανισμό;
β) είναι δημόσιο,
γ) ενσωματώνει τα εθνικά μητρώα οχημάτων σε αυτό το αργότερο εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τον τύπο και τη μορφή του εγγράφου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 75,
δ) περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής στοιχεία για κάθε τύπο οχήματος:
i) τα τεχνικά χαρακτηριστικά του τύπου οχήματος, όπως ορίζονται στην αντίστοιχη ΤΠΔ·
ii) την επωνυμία του κατασκευαστή·
iii) τις ημερομηνίες και αναφορές των διαδοχικών εγκρίσεων του εν λόγω τύπου οχήματος, συμπεριλαμβανομένων περιορισμών ή ενδεχόμενης απόσυρσης, καθώς και τα κράτη μέλη που χορήγησαν τις εγκρίσεις·
iv) τα χαρακτηριστικά σχεδίασης που απευθύνονται σε άτομα με μειωμένη κινητικότητα και άτομα με αναπηρία.
Εάν ο Οργανισμός εκδώσει, ανανεώσει, τροποποιήσει, αναστείλει ή ανακαλέσει άδεια για τη θέση σε λειτουργία κάποιου τύπου οχήματος, ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση το μητρώο. [Τροπολογία 98]
2. Ο Οργανισμός καθιστά διαθέσιμα στο κοινό τα ακόλουθα έγγραφα και μητρώα που προβλέπονται στην οδηγία. [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων] και στην οδηγία. [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων], μέσω εφαρμοσμένης, φιλικής προς τον χρήστη και εύκολα προσβάσιμης πληροφορικής λύσης: [Τροπολογία 99]
α) τις δηλώσεις ΕΚ επαλήθευσης υποσυστημάτων·
β) τις δηλώσεις ΕΚ συμμόρφωσης στοιχείων διαλειτουργικότητας και τις δηλώσεις ΕΚ καταλληλότητας χρήσης στοιχείων διαλειτουργικότητας·
γ) τις άδειες που εκδίδονται σύμφωνα με την οδηγία … [οδηγία για τη θέσπιση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Σιδηροδρομικού Χώρου (αναδιατύπωση)]·
δ) τα πιστοποιητικά ασφάλειας που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]·
ε) τα πορίσματα ερευνών που αποστέλλονται στον Οργανισμό σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]·
στ) τους εθνικούς κανόνες που κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας … [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων] και το άρθρο 14 της οδηγίας … [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων] καθώς και την αξιολόγησή τους από τον Οργανισμό· [Τροπολογία 100]
ζ) τα μητρώατο ευρωπαϊκό μητρώο οχημάτων·, μεταξύ άλλων μέσω συνδέσμων με τα οικεία εθνικά μητρώα· [Τροπολογία 101]
η) τα μητρώα υποδομών, μεταξύ άλλων μέσω συνδέσμων με τα οικεία εθνικά μητρώα·
θ) το ευρωπαϊκό μητρώο εγκεκριμένων τύπων οχημάτων·
ι) το μητρώο των αιτημάτων αλλαγών και προγραμματισμένων αλλαγών των προδιαγραφών του ERTMS·
ια) το μητρώο των αιτημάτων αλλαγών και προγραμματισμένων αλλαγών των ΤΠΔ του υποσυστήματος «Τηλεπληροφορικές εφαρμογές για επιβατικές υπηρεσίες (TAP)»/ του υποσυστήματος «Τηλεπληροφορικές εφαρμογές για μεταφορά φορτίων (TAF)»·
ιβ) το μητρώο σημάτων κατόχων οχημάτων που τηρεί ο Οργανισμός σύμφωνα με τις ΤΠΔ για τη διεξαγωγή και διαχείριση της κυκλοφορίας·
ιγ) τις εκθέσεις ποιότητας που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(19),
ιγα) το μητρώο πιστοποιημένων υπευθύνων για τη συντήρηση φορέων, σύμφωνα με το άρθρο 14 της οδηγίας ... [οδηγία για την ασφάλεια]. [Τροπολογία 102]
3. Οι πρακτικές ρυθμίσεις για τη διαβίβαση των εγγράφων τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 2 συζητούνται και συμφωνούνται μεταξύ Επιτροπής και των κρατών μελών, με βάση σχέδιο που εκπονεί ο Οργανισμός.
4. Όταν διαβιβάζουν τα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 2, οι ενδιαφερόμενοι οργανισμοί δύνανται να αναφέρουν ποια έγγραφα πρέπει να μην δημοσιοποιηθούν για λόγους ασφάλειας.
5. Οι εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για την έκδοση των αδειών και των πιστοποιητικών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία γ) και δ), κοινοποιούν εντός μηνόςδέκα ημερών στον Οργανισμό κάθε μεμονωμένη απόφαση που αφορά έκδοση, αναθεώρηση, τροποποίηση ή ανάκληση των εν λόγω αδειών και πιστοποιητικών. [Τροπολογία 103]
6. Ο Οργανισμός δύναται να περιλαμβάνει στη δημόσια βάση δεδομένων οποιοδήποτε δημόσιο έγγραφο ή σύνδεσμο που αφορά τους στόχους του παρόντος κανονισμού, λαμβάνοντας υπόψη την ισχύουσα ενωσιακή νομοθεσία για την προστασία δεδομένων.
Άρθρο 34
Δίκτυα των εθνικών αρχών ασφάλειας, των φορέων διερεύνησης και των αντιπροσωπευτικών φορέων [Τροπολογία 104]
1. Ο Οργανισμός συγκροτεί δίκτυο των εθνικών αρχών ασφάλειας και δίκτυο των φορέων διερεύνησης που αναφέρονται στο άρθρο 2117 παράγραφος 4 της οδηγίας …/… [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]. Ο Οργανισμός μεριμνά για την παροχή υπηρεσιών γραμματείας στα δίκτυα αυτά. Τα καθήκοντα των δικτύων είναι ιδίως τα εξής: [Τροπολογία 105]
α) η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων·
β) η προώθηση ορθών πρακτικών·
γ) η παροχή στον Οργανισμό δεδομένων για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων, ιδίως δεδομένων σχετικά με τους κοινούς δείκτες ασφάλειας,
γα) αν κρίνεται αναγκαίο, η ενημέρωση του Οργανισμού για τις ανεπάρκειες του παράγωγου δικαίου της οδηγίας ... [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων] και της οδηγίας ... [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]. [Τροπολογία 106]
Ο Οργανισμός διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των εν λόγω δικτύων. Συγκεκριμένα, δύναται να αποφασίζει τη διενέργεια κοινών συνεδριάσεων των δύο δικτύων.
2. Ο Οργανισμός συγκροτεί δίκτυο των αντιπροσωπευτικών φορέων του σιδηροδρομικού τομέα που δρουν σε επίπεδο Ένωσης, όπου συμπεριλαμβάνονται οι εκπρόσωποι των επιβατών, των επιβατών με μειωμένη κινητικότητα και των εργαζομένων. Ο κατάλογος των φορέων αυτών καθορίζεται σε εκτελεστική πράξη που εκδίδει η Επιτροπή σύμφωνα με τη διοικητική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 75. Ο Οργανισμός μεριμνά για την παροχή υπηρεσιών γραμματείας στο δίκτυο αυτό. Τα καθήκοντα του δικτύου είναι ιδίως τα εξής: [Τροπολογία 107]
α) η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων·
β) η προώθηση ορθών πρακτικών·
γ) η παροχή στον Οργανισμό δεδομένων για την ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων.
3. Τα αναφερόμενα στις παραγράφους 1 και 2 δίκτυα δύνανται να εκδίδουν μη δεσμευτικές γνώμες επί των σχεδίων συστάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 2.
4. Ο Οργανισμός δύναται να συγκροτήσει άλλα δίκτυα με φορείς ή αρχές που είναι αρμόδια για μέρος του συστήματος σιδηροδρόμων.
5. Η Επιτροπή δύναται να συμμετέχει στις συνεδριάσεις των αναφερόμενων στο παρόν άρθρο δικτύων.
Άρθρο 35
Επικοινωνία και διάδοση
Ο Οργανισμός κοινοποιεί και διαδίδει στα οικεία ενδιαφερόμενα μέρη το ευρωπαϊκό πλαίσιο νομοθεσίας, προτύπων και καθοδήγησης για τους σιδηροδρόμους, σύμφωνα με τα σχετικά σχέδια επικοινωνίας και διάδοσης που εγκρίνει το διοικητικό συμβούλιο. Το διοικητικό συμβούλιο επικαιροποιεί τακτικά τα εν λόγω σχέδια βασιζόμενο σε ανάλυση των αναγκών.
Άρθρο 36
Έρευνα και προώθηση της καινοτομίας
1. Ο Οργανισμός συμβάλλει, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, σε ερευνητικές δραστηριότητες για τους σιδηροδρόμους σε επίπεδο Ένωσης, μεταξύ άλλων με τη υποστήριξη των σχετικών υπηρεσιών της Επιτροπής και των αντιπροσωπευτικών φορέων. Η συμβολή αυτή παρέχεται με την επιφύλαξη άλλων ερευνητικών δραστηριοτήτων σε επίπεδο Ένωσης.
2. Η Επιτροπή δύναται να αναθέσει στον Οργανισμό το καθήκον της προώθησης της καινοτομίας με στόχο τη βελτίωση της διαλειτουργικότητας και της ασφάλειας των σιδηροδρόμων, ιδίως τη χρήση νέων τεχνολογιών πληροφορικής και συστημάτων εντοπισμού και παρακολούθησης πορείας.
Άρθρο 37
Παροχή συνδρομής στην Επιτροπή
1. Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, ο Οργανισμός παρέχει συνδρομή στην Επιτροπή για την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας με στόχο τη βελτίωση του επιπέδου της διαλειτουργικότητας των σιδηροδρομικών συστημάτων και την κατάρτιση κοινής προσέγγισης για την ασφάλεια του ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος
2. Η εν λόγω συνδρομή είναι δυνατόν να περιλαμβάνει:
α) την παροχή τεχνικών συμβουλών σε ζητήματα για τα οποία απαιτείται ειδική τεχνογνωσία·
β) τη συλλογή πληροφοριών μέσω των αναφερόμενων στο άρθρο 34 δικτύων.
Άρθρο 38
Παροχή συνδρομής στην αξιολόγηση σιδηροδρομικών έργων
Με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στο άρθρο 9 της οδηγίας […] [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων], ο Οργανισμός, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, εξετάζει, από άποψη διαλειτουργικότητας και ασφάλειας, οποιοδήποτε έργο περιλαμβάνει τον σχεδιασμό, την κατασκευή, την ανακαίνιση ή την αναβάθμιση υποσυστήματος για το οποίο έχει υποβληθεί αίτηση για χρηματοδοτική στήριξη από την Ένωση. Όσον αφορά τα έργα που χρηματοδοτούνται μέσω του προγράμματος των διευρωπαϊκών δικτύων μεταφορών (ΔΕΔ-Μ), ο Οργανισμός θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με τον εκτελεστικό οργανισμό ΔΕΔ-Μ. [Τροπολογία 108]
Εντός περιόδου, η οποία πρέπει να συμφωνείται με την Επιτροπή ανάλογα με τη σημασία του έργου και τους διαθέσιμους πόρους και να μην υπερβαίνει τους δύο μήνες, ο Οργανισμός γνωμοδοτεί σχετικά με το εάν το έργο συμμορφώνεται με τη σχετική νομοθεσία για την ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων.
Άρθρο 39
Παροχή συνδρομής στα κράτη μέλη, στις υποψήφιες για ένταξη χώρες και στα ενδιαφερόμενα μέρη
1. Με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, των κρατών μελών, των υποψηφίων για ένταξη χωρών ή των αναφερόμενων στο άρθρο 34 δικτύων, ο Οργανισμός συμμετέχει σε δραστηριότητες κατάρτισης και άλλες κατάλληλες δραστηριότητες σχετικά με την εφαρμογή και την επεξήγηση της νομοθεσίας για τη διαλειτουργικότητα και την ασφάλεια των σιδηροδρόμων και τα σχετικά προϊόντα του Οργανισμού, λόγου χάρη μητρώα, οδηγοί εφαρμογής ή συστάσεις.
2. Η φύση και η έκταση των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 δραστηριοτήτων αποφασίζονται από το διοικητικό συμβούλιο και περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα εργασιών.
Άρθρο 40
Διεθνείς σχέσεις
1. Στο βαθμό που είναι απαραίτητο για να επιτευχθούν οι στόχοι του παρόντος κανονισμού και με την επιφύλαξη των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων των κρατών μελών και των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, ο Οργανισμός δύναται να αναπτύσσει επαφές και να συνάπτει διοικητικές ρυθμίσεις με εποπτικές αρχές, διεθνείς οργανισμούς και τις διοικητικές αρχές τρίτων χωρών που είναι αρμόδιες για θέματα καλυπτόμενα από δραστηριότητες του Οργανισμού, ώστε να συμβαδίζει με τις επιστημονικές και τεχνικές εξελίξεις και να εξασφαλίζει την προαγωγή της νομοθεσίας και των προτύπων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τους σιδηροδρόμους.
2. Οι εν λόγω ρυθμίσεις δεν δημιουργούν νομικές υποχρεώσεις για την Ένωση και τα κράτη μέλη της και δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη και τις αρμόδιες αρχές τους να συνάπτουν διμερείς ή πολυμερείς ρυθμίσεις με τις εν λόγω εποπτικές αρχές, διεθνείς οργανισμούς και διοικήσεις τρίτων χωρών. Οι εν λόγω ρυθμίσεις και συνεργασία συζητούνται εκ των προτέρων με την Επιτροπή και αποτελούν αντικείμενο εκθέσεων που υποβάλλονται τακτικά στην Επιτροπή.
3. Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει στρατηγική σχέσεων με τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς σχετικά με ζητήματα για τα οποία είναι αρμόδιος ο Οργανισμός. Η στρατηγική αυτή περιλαμβάνεται στο ετήσιο και το πολυετές πρόγραμμα εργασιών του Οργανισμού με προσδιορισμό των σχετικών πόρων. Η στρατηγική επιδιώκει να εξασφαλίσει ότι οι δραστηριότητες του Οργανισμού διευκολύνουν την αμοιβαία πρόσβαση σιδηροδρομικών επιχειρήσεων της Ένωσης σε σιδηροδρομικές αγορές τρίτων χωρών. [Τροπολογία 109]
Άρθρο 41
Συντονισμός σχετικά με ανταλλακτικά
Ο Οργανισμός συμβάλλει στον εντοπισμό των ανταλλακτικών για τους σιδηροδρόμους που είναι δυνατόν να τυποποιηθούν. Προς τον σκοπό αυτό, ο Οργανισμός δύναται να συστήσει συστήνει ομάδα εργασίας για τον συντονισμό των δραστηριοτήτων των ενδιαφερόμενων μερών και δύναται να καθιερώσεικαθιερώνει επαφές με ευρωπαϊκούς φορείς τυποποίησης. Ο Οργανισμός υποβάλλει κατάλληλες συστάσεις στην Επιτροπή το αργότερο εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 110]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ
Άρθρο 42
Δομή διοίκησης και διαχείρισης
Η δομή διοίκησης και διαχείρισης του Οργανισμού περιλαμβάνει:
α) διοικητικό συμβούλιο, το οποίο ασκεί τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 47·
β) εκτελεστικό συμβούλιο, το οποίο ασκεί τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 49·
γ) εντεταλμένο διευθυντή, ο οποίος ασκεί τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στο άρθρο 50·
δ) τμήμα προσφυγών, το οποίο ασκεί τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στα άρθρα 54 έως 56.
Άρθρο 43
Σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου
1. Το διοικητικό συμβούλιο απαρτίζεται από έναν αντιπρόσωπο από κάθε κράτος μέλος και τέσσεριςδύο αντιπροσώπους της Επιτροπής, καθένας εκ των οποίων με δικαίωμα ψήφου. [Τροπολογία 111]
Το διοικητικό συμβούλιο περιλαμβάνει επίσης έξι αντιπροσώπους χωρίς δικαίωμα ψήφου, οι οποίοι εκπροσωπούν, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τις εξής κατηγορίες:
α) τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις·
β) τους διαχειριστές υποδομής·
γ) τη σιδηροδρομική βιομηχανία·
δ) τις συνδικαλιστικές οργανώσεις·
ε) τους επιβάτες·
στ) τους πελάτες των εμπορευματικών σιδηροδρομικών μεταφορών.
Για κάθε μία από τις εν λόγω κατηγορίες, η Επιτροπή ορίζει έναν αντιπρόσωπο και έναν αναπληρωτή βάσει καταλόγου τεσσάρων ονομάτων που υποβάλλουν οι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί οργανισμοί.
2. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και οι αναπληρωτές τους ορίζονται με κριτήριο τις γνώσεις τους σχετικά με τις κύριες δραστηριότητες του Οργανισμού, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών ικανοτήτων τους στη διαχείριση, τη διοίκηση και την κατάρτιση προϋπολογισμού. Όλα τα μέρη καταβάλλουν προσπάθειες ώστε να περιορίζουν την εναλλαγή των αντιπροσώπων τους στο διοικητικό συμβούλιο, ώστε να εξασφαλίζεται η συνέχεια του έργου του διοικητικού συμβουλίου. Όλα τα μέρη στοχεύουν στην επίτευξη ισόρροπης εκπροσώπησης ανδρών και γυναικών στο διοικητικό συμβούλιο.
3. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή διορίζουν τα οικεία μέλη του διοικητικού συμβουλίου καθώς και τους αναπληρωτές που εκπροσωπούν τα τακτικά μέλη κατά την απουσία τους.
4. Η θητεία των μελών είναι τετραετήςπενταετής και ανανεώσιμη άπαξ. [Τροπολογία 112]
5. Όταν χρειάζεται, η συμμετοχή αντιπροσώπων τρίτων χωρών και οι σχετικές λεπτομέρειες καθορίζονται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 68.
Άρθρο 44
Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου
1. Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγει, με την πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου, πρόεδρο από τους αντιπροσώπους των κρατών μελών και αναπληρωτή πρόεδρο από τα μέλη του.
Ο αναπληρωτής πρόεδρος αντικαθιστά τον πρόεδρο σε περίπτωση που αυτός αδυνατεί να ασκήσει τα καθήκοντά του.
2. Η θητεία του προέδρου και του αναπληρωτή προέδρου είναι τετραετήςπενταετής και ανανεώσιμη άπαξ. Ωστόσο, εάν παύσουν να είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου σε οποιαδήποτε στιγμή της θητείας τους, η θητεία τους λήγει αυτομάτως την ίδια ημερομηνία. [Τροπολογία 113]
2α. Ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου αποφαίνεται για την αποδοχή ή μη αποδοχή ενός αιτήματος εξαίρεσης σε σχέση με ένα μέλος του τμήματος προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 3α και διορίζει, αν κρίνει αναγκαίο, ένα προσωρινό μέλος στο τμήμα προσφυγών, σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 3β. [Τροπολογία 114]
Άρθρο 45
Συνεδριάσεις
1. Οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου συγκαλούνται από τον πρόεδρό του. Ο εντεταλμένος διευθυντής του Οργανισμού συμμετέχει στις συνεδριάσεις, εκτός αν το διοικητικό συμβούλιο πρέπει να αποφανθεί για μια απόφαση σχετικά με το άρθρο 64. [Τροπολογία 114]
2. Το διοικητικό συμβούλιο συνεδριάζει τουλάχιστον δύο φορές ετησίως. Επίσης συνεδριάζει με πρωτοβουλία του προέδρου, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, κατόπιν αιτήματος της πλειονότητας των μελών του ή του ενός τρίτου των αντιπροσώπων των κρατών μελών στο διοικητικό συμβούλιο.
Άρθρο 46
Ψηφοφορία
Εκτός εάν προβλέπεται άλλως στον παρόντα κανονισμό, το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών του που διαθέτουν δικαίωμα ψήφου. Κάθε μέλος έχει δικαίωμα μίας ψήφου.
Άρθρο 47
Καθήκοντα του διοικητικού συμβουλίου
1. Για να εξασφαλίζεται η εκτέλεση των καθηκόντων του Οργανισμού, το διοικητικό συμβούλιο:
α) εγκρίνει την ετήσια έκθεση πεπραγμένων του Οργανισμού κατά το προηγούμενο έτος και την αποστέλλει, έως την 1η Ιουλίου, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο και τη δημοσιοποιεί·
β) εγκρίνει σε ετήσια βάση, με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου, αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής και σύμφωνα με το άρθρο 48, το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών του Οργανισμού για το επόμενο έτος και στρατηγικό πολυετές πρόγραμμα εργασιών·
γ) εγκρίνει, με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου, τον ετήσιο προϋπολογισμό του Οργανισμού και ασκεί άλλα καθήκοντα σε σχέση με τον προϋπολογισμό του Οργανισμού, σύμφωνα με το κεφάλαιο 10·
δ) καθορίζει τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων εκ μέρους του εντεταλμένου διευθυντή·
ε) εγκρίνει την πολιτική για τις επισκέψεις σύμφωνα με το άρθρο 10·
στ) καθορίζει τον εσωτερικό κανονισμό του·
ζ) εγκρίνει και επικαιροποιεί τα σχέδια επικοινωνίας και διάδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 35·
η) εγκρίνει διαδικασίες για τη διεξαγωγή των ελέγχων που αναφέρονται στα άρθρα 29 και 30·
θ) σύμφωνα με την παράγραφο 2, ασκεί, όσον αφορά το προσωπικό του Οργανισμού, τις εξουσίες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής, οι οποίες ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, δυνάμει του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων, και στην αρμόδια για τη σύναψη των συμβάσεων προσλήψεως αρχή, δυνάμει του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό («εξουσίες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής»)·
ι) εκδίδει κατάλληλους εκτελεστικούς κανόνες για τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και για το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων·
ια) διορίζει τον εντεταλμένο διευθυντή και δύναται να παρατείνει τη θητεία του ή να τον απαλλάξει από τα καθήκοντά του, με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου, σύμφωνα με το άρθρο 62·
ιβ) καθορίζει στρατηγική για την καταπολέμηση της απάτης και την εξασφάλιση διαφάνειας, η οποία είναι ανάλογη των κινδύνων λαμβανομένου υπόψη του λόγου κόστους-οφέλους των μέτρων που πρόκειται να εφαρμοσθούν· [Τροπολογία 116]
ιγ) μεριμνά για τη δέουσα συνέχεια στα πορίσματα και στις συστάσεις που προκύπτουν από έρευνες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και τις διάφορες εσωτερικές ή εξωτερικές εκθέσεις ελέγχου και αξιολογήσεις·
ιδ) εκδίδει κανόνες για την πρόληψη και τη διαχείριση περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων στον Οργανισμό, όπως ορίζονται στο άρθρο 68α και όσον αφορά τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και του τμήματος προσφυγών. [Τροπολογία 117]
2. Το διοικητικό συμβούλιο εκδίδει, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων, απόφαση, με βάση το άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και το άρθρο 6 του καθεστώτος που εφαρμόζεται στους λοιπούς υπαλλήλους, με την οποία αναθέτει στον εντεταλμένο διευθυντή τις εξουσίες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής και θέτει τους όρους υπό τους οποίους μπορεί να ανασταλεί αυτή η ανάθεση εξουσιών. Ο εντεταλμένος διευθυντής έχει το δικαίωμα να μεταβιβάζει περαιτέρω τις εν λόγω εξουσίες. Αυτή η περαιτέρω μεταβίβαση εξουσιών δεν θίγει την ευθύνη του εντεταλμένου διευθυντή. Ο εκτελεστικός διευθυντής λογοδοτεί στο διοικητικό συμβούλιο σχετικά με την εν λόγω κύρια και δευτερεύουσα μεταβίβαση εξουσιών. [Τροπολογία 118]
Κατά την εφαρμογή του προηγουμένου εδαφίου, το διοικητικό συμβούλιο δύναται, όταν είναι αναγκαίο σε άκρως εξαιρετικές περιστάσεις, να αποφασίσει να αναστείλει προσωρινά την ανάθεση των εξουσιών της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής στον εντεταλμένο διευθυντή και των εξουσιών τις οποίες έχει μεταβιβάσει ο εντεταλμένος διευθυντής, και να ασκεί το ίδιο τις εν λόγω εξουσίες ή να τις αναθέσει σε μέλος του ή σε μέλος του προσωπικού, πλην του εντεταλμένου διευθυντή. Το μέλος στο οποίο ανατίθενται οι εξουσίες αυτές λογοδοτεί στο διοικητικό συμβούλιο σχετικά με την εν λόγω μεταβίβαση εξουσιών. [Τροπολογία 119]
2α. Το διοικητικό συμβούλιο αίρει την ασυλία του Οργανισμού ή του προσωπικού του, νυν ή πρώην, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 64. [Τροπολογία 120]
Άρθρο 48
Ετήσια και πολυετή προγράμματα εργασιών
1. Το διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού εγκρίνει έως την 30η Νοεμβρίου κάθε έτους το πρόγραμμα εργασιών, λαμβάνοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής, και το διαβιβάζει στα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα αναφερόμενα στο άρθρο 34 δίκτυα.
2. Το πρόγραμμα εργασιών εγκρίνεται με την επιφύλαξη της ετήσιας διαδικασίας προϋπολογισμού της Ένωσης. Σε περίπτωση που η Επιτροπή δηλώσει, εντός 15 ημερών από την ημερομηνία έγκρισης του προγράμματος εργασιών, ότι διαφωνεί με το πρόγραμμα, το διοικητικό συμβούλιο επανεξετάζει το πρόγραμμα και το εγκρίνει, ενδεχομένως τροποποιημένο, εντός διμήνου σε δεύτερη ανάγνωση είτε με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών που έχουν δικαίωμα ψήφου, συμπεριλαμβανομένων όλων των αντιπροσώπων της Επιτροπής, είτε με ομοφωνία των αντιπροσώπων των κρατών μελών. [Τροπολογία 121]
3. Στο πρόγραμμα εργασιών του Οργανισμού προσδιορίζονται οι στόχοι κάθε δραστηριότητας. Κατά κανόνα, κάθε δραστηριότητα και έργο συνδέεται με σαφήνεια με τους πόρους που απαιτούνται για την εκτέλεσή του, σύμφωνα με τις αρχές της κατάρτισης προϋπολογισμού και διαχείρισης βάσει δραστηριοτήτων και τη διαδικασία έγκαιρης εκτίμησης επιπτώσεων που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2.
4. Όταν ανατίθεται στον Οργανισμό νέο καθήκον. το διοικητικό συμβούλιο τροποποιεί, εάν απαιτείται, το εγκεκριμένο πρόγραμμα εργασιών. Η συμπερίληψη του εν λόγω νέου καθήκοντος υπόκειται σε ανάλυση των επιπτώσεών του στο ανθρώπινο δυναμικό και στον προϋπολογισμό και είναι δυνατόν να υπόκειται σε απόφαση αναβολής άλλων καθηκόντων.
5. Επιπλέον, το διοικητικό συμβούλιο εκδίδει και επικαιροποιεί έως την 30η Νοεμβρίου κάθε έτους στρατηγικό πολυετές πρόγραμμα εργασιών. Λαμβάνεται υπόψη η γνώμη της Επιτροπής. Πραγματοποιείται διαβούλευση επί του σχεδίου με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα αναφερόμενα στο άρθρο 34 δίκτυα. Το εγκεκριμένο πολυετές πρόγραμμα εργασιών διαβιβάζεται στα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα αναφερόμενα στο άρθρο 34 δίκτυα.
Άρθρο 49
Εκτελεστικό συμβούλιο
1. Το διοικητικό συμβούλιο επικουρείται από εκτελεστικό συμβούλιο.
2. Το εκτελεστικό συμβούλιο προετοιμάζει αποφάσεις προς έγκριση στο διοικητικό συμβούλιο. Όταν είναι απαραίτητο λόγω επείγουσας ανάγκης, λαμβάνει ορισμένες προσωρινές αποφάσεις εξ ονόματος του διοικητικού συμβουλίου, ιδίως σε διοικητικά και δημοσιονομικά ζητήματα.
Μαζί με το διοικητικό συμβούλιο, το εκτελεστικό συμβούλιο μεριμνά για τη δέουσα συνέχεια στα πορίσματα και στις συστάσεις που προκύπτουν από έρευνες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και τις διάφορες εσωτερικές ή εξωτερικές εκθέσεις ελέγχου και αξιολογήσεις.
Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του εντεταλμένου διευθυντή, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 30, επικουρεί και συμβουλεύει τον εντεταλμένο διευθυντή στην εφαρμογή των αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου, ώστε να ενισχύεται η εποπτεία της διοικητικής διεύθυνσης και της διαχείρισης του προϋπολογισμού.
3. Το εκτελεστικό συμβούλιο απαρτίζεται από τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου, έναν αντιπρόσωπο της Επιτροπής και [τέσσερα] άλλα μέλη του διοικητικού συμβουλίου. Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει τα μέλη του εκτελεστικού συμβουλίου και τον πρόεδρό του.
4. Η θητεία των μελών του εκτελεστικού συμβουλίου είναι ίδια με τη θητεία των μελών του διοικητικού συμβουλίου.
5. Το εκτελεστικό συμβούλιο συνεδριάζει τουλάχιστον μία φορά κάθε τρεις μήνες. Ο πρόεδρος του εκτελεστικού συμβουλίου συγκαλεί επιπλέον συνεδριάσεις κατόπιν αιτήματος των μελών του.
6. Το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει τον εσωτερικό κανονισμό του εκτελεστικού συμβουλίου.
Άρθρο 50
Καθήκοντα του εντεταλμένου διευθυντή
1. Ο Οργανισμός διοικείται από τον εντεταλμένο διευθυντή του, ο οποίος είναι εντελώς ανεξάρτητος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. Ο εντεταλμένος διευθυντής λογοδοτεί στο διοικητικό συμβούλιο για τις δραστηριότητές του.
2. Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής, του διοικητικού συμβουλίου ή του εκτελεστικού συμβουλίου, ο εντεταλμένος διευθυντής δεν επιζητεί ούτε λαμβάνει οδηγίες από κυβερνήσεις ή από άλλους φορείς.
3. Ο εντεταλμένος διευθυντής υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την εκτέλεση των καθηκόντων του, όταν του ζητηθεί. Το Συμβούλιο δύναται να καλέσει τον εντεταλμένο διευθυντή να υποβάλει έκθεση για την εκτέλεση των καθηκόντων του.
4. Ο εντεταλμένος διευθυντής είναι ο νόμιμος εκπρόσωπος του Οργανισμού. Εκδίδει αποφάσεις, συστάσεις, γνώμες και άλλες επίσημες πράξεις του Οργανισμού.
5. Ο εντεταλμένος διευθυντής είναι αρμόδιος για τη διοικητική διεύθυνση του Οργανισμού και την εκτέλεση των καθηκόντων που του ανατίθενται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Συγκεκριμένα, ο εντεταλμένος διευθυντής είναι αρμόδιος για τα ακόλουθα:
α) την καθημερινή διοίκηση του Οργανισμού·
β) την εφαρμογή των αποφάσεων που εκδίδει το διοικητικό συμβούλιο·
γ) την κατάρτιση του ετήσιου προγράμματος εργασιών και του στρατηγικού πολυετούς προγράμματος εργασιών και την υποβολή τους στο διοικητικό συμβούλιο κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή
δ) την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος εργασιών και του στρατηγικού πολυετούς προγράμματος εργασιών και, στο μέτρο του δυνατού, την ανταπόκριση σε αιτήματα της Επιτροπής για παροχή συνδρομής σε σχέση με τα καθήκοντα του Οργανισμού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·
ε) την υποβολή εκθέσεων στο διοικητικό συμβούλιο όσον αφορά την εφαρμογή του στρατηγικού πολυετούς προγράμματος εργασιών·
στ) τη λήψη των απαραίτητων μέτρων, ιδίως την έκδοση των εσωτερικών διοικητικών οδηγιών και τη δημοσίευση εντολών, ώστε να εξασφαλίζεται ότι ο Οργανισμός λειτουργεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·
ζ) την καθιέρωση αποτελεσματικού συστήματος παρακολούθησης για τη σύγκριση των αποτελεσμάτων του Οργανισμού με τους επιχειρησιακούς στόχους του και την καθιέρωση συστήματος τακτικής αξιολόγησης που να ανταποκρίνεται σε αναγνωρισμένα επαγγελματικά πρότυπα·
η) την κατάρτιση, σε ετήσια βάση, σχεδίου γενικής έκθεσης βάσει των συστημάτων παρακολούθησης και αξιολόγησης που αναφέρονται στο στοιχείο ζ) και την υποβολή του στο διοικητικό συμβούλιο·
θ) την κατάρτιση του σχεδίου κατάστασης των προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών του Οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 58 και την εκτέλεση του προϋπολογισμού σύμφωνα με το άρθρο 59·
ι) την κατάρτιση της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων του Οργανισμού και την υποβολή της στο διοικητικό συμβούλιο προς αξιολόγηση
ια) την κατάρτιση σχεδίου δράσης με βάση τα συμπεράσματα των αναδρομικών αξιολογήσεων και την υποβολή στην Επιτροπή έκθεσης προόδου δύο φορές κατ’ έτος·
ιβ) την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης με την εφαρμογή προληπτικών μέτρων κατά της απάτης, της διαφθοράς και οποιωνδήποτε άλλων παράνομων δραστηριοτήτων, μέσω αποτελεσματικών ελέγχων και, εάν εντοπίζονται παρατυπίες, μέσω της ανάκτησης των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών και, εάν ενδείκνυται, μέσω αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών διοικητικών και οικονομικών κυρώσεων·
ιγ) τη χάραξη στρατηγικής του Οργανισμού για την καταπολέμηση της απάτης και την υποβολή της στο διοικητικό συμβούλιο προς έγκριση
ιδ) την κατάρτιση του σχεδίου οικονομικού κανονισμού του Οργανισμού, ο οποίος εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 60, και των εκτελεστικών κανόνων του.
Άρθρο 51
Δημιουργία και σύνθεση των τμημάτων προσφυγών
1. Ο Οργανισμός συστήνει ένα ή περισσότερα ανεξάρτητα τμήματα προσφυγών. [Τροπολογία 122]
2. Κάθε τμήμα προσφυγών απαρτίζεται από έναν πρόεδρο και δύο άλλα μέλη. Όταν απουσιάζουν τα εν λόγω πρόσωπα αντιπροσωπεύονται από αναπληρωτές.
3. Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει τον πρόεδρο, τα άλλα μέλη και τους αναπληρωτές τους, από κατάλογο κατάλληλων υποψηφίων που καταρτίζει η Επιτροπή.
4. Κάθε τμήμα προσφυγών δύναται να ζητεί από το διοικητικό συμβούλιο να διορίσει δύο επιπρόσθετα μέλη και τους αναπληρωτές τους από τον αναφερόμενο στην παράγραφο 3 κατάλογο, όταν κρίνει ότι το απαιτεί η φύση της προσφυγής.
5. Με βάση πρόταση του Οργανισμού, η Επιτροπή καθορίζει τον εσωτερικό κανονισμό του τμήματος προσφυγών, κατόπιν διαβούλευσης με το διοικητικό συμβούλιο και σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 75.
5α. Τα απαιτούμενα προσόντα για κάθε μέλος του τμήματος προσφυγών, οι εξουσίες του κάθε μέλους στο στάδιο κατάρτισης της απόφασης και οι όροι ψηφοφορίας καθορίζονται από την Επιτροπή με τη συνδρομή της επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 3 της οδηγίας ... [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων]. [Τροπολογία 123]
Άρθρο 52
Μέλη τμήματος προσφυγών
1. Η θητεία των μελών και των αναπληρωτών του τμήματος προσφυγών είναι τετραετήςπενταετής και ανανεώσιμη άπαξ. [Τροπολογία 124]
2. Τα μέλη του τμήματος προσφυγών είναι ανεξάρτητα καιαπό όλους τους εμπλεκόμενους στην προσφυγή. Δεν επιτρέπεται να ασκούν άλλα καθήκοντα στο πλαίσιο του Οργανισμού ή της Επιτροπής. Κατά τη λήψη των αποφάσεών τους ή κατά την κατάρτιση των γνωμοδοτήσεών τους, δεν δεσμεύονται από οδηγίες. [Τροπολογία 125]
3. Τα μέλη τμήματος προσφυγών δεν είναι δυνατόν να απαλλάσσονται των καθηκόντων της ούτε να διαγράφονται από τον κατάλογο καταλλήλων υποψηφίων κατά τη διάρκεια της θητείας της, εκτός αν συντρέχουν σοβαροί λόγοι προς τούτο, και η Επιτροπή, μετά από γνωμοδότηση του διοικητικού συμβουλίου, λάβει απόφαση προς τούτο.
Άρθρο 53
Αποκλεισμός και εξαίρεση
1. Τα μέλη τμήματος προσφυγών δεν δύνανται να συμμετέχουν στην εκδίκαση προσφυγής στην οποία έχουν προσωπικό συμφέρον ή στην οποία είχαν προηγουμένως παρέμβει ως αντιπρόσωποι διαδίκου ή εάν συνέπραξαν στην απόφαση κατά της οποίας στρέφεται η προσφυγή, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης προσφυγής, που ασκείται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 54 παράγραφος 1 για να χορηγηθεί γνωμοδότηση κατ’ εφαρμογή του άρθρου 54 παράγραφος 4 και αφορά την ίδια έγκριση ή το ίδιο πιστοποιητικό. [Τροπολογία 126]
2. Τα μέλη τμήματος προσφυγών που θεωρούν ότι θα πρέπει να μη συμμετάσχουν σε οποιαδήποτε εκδίκαση προσφυγής, για κάποιον από τους αναφερόμενους στην παράγραφο 1 λόγους ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο, ενημερώνουν το τμήμα προσφυγών, το οποίο αποφασίζει επί του αποκλεισμού τους αναλόγως για την απόφασή τους να απέχουν. [Τροπολογία 127]
3α. Οι διάδικοι μπορούν να ζητήσουν την εξαίρεση ενός μέλους του τμήματος προσφυγών υποβάλλοντας γραπτό αίτημα στον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου. Το αίτημα εξαίρεσης αιτιολογείται από έναν από τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή από τον κίνδυνο μεροληψίας. Το αίτημα συνοδεύεται από τα κατάλληλα δικαιολογητικά. Το αίτημα κατατίθεται, επί ποινή απαραδέκτου, πριν από την έναρξη της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος προσφυγών ή, όταν τα στοιχεία που δικαιολογούν το αίτημα εξαίρεσης γίνονται γνωστά μετά από την έναρξη της διαδικασίας, εντός πέντε ημερών μετά τη γνωστοποίηση αυτών των στοιχείων από τον προσφεύγοντα.
Το αίτημα κοινοποιείται στο οικείο μέλος του τμήματος προσφυγών. Το εν λόγω μέλος ανακοινώνει εάν συναινεί στην εξαίρεση εντός πέντε ημερών από τη στιγμή που ενημερώνεται για το αίτημα εξαίρεσης. Στην αντίθετη περίπτωση, ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου αποφαίνεται εντός επτά εργάσιμων ημερών μετά την απάντηση του οικείου μέλους ή, αν το μέλος δεν απαντήσει, μετά τη λήξη της προθεσμίας που του έχει δοθεί για να απαντήσει. [Τροπολογία 128]
3β. Το τμήμα προσφυγών εκδίδει τη γνωμοδότησή του ή την απόφασή του χωρίς τη συμμετοχή του μέλους που αποφάσισε να απόσχει ή που εξαιρέθηκε σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3. Για τη λήψη την απόφασης ή την έκδοση της γνωμοδότησης, το οικείο μέλος αντικαθίσταται στο τμήμα προσφυγών από το αναπληρωματικό μέλος.
Αν το αναπληρωματικό μέλος δεν μπορεί να μετάσχει για οποιονδήποτε λόγο, ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου διορίζει ένα προσωρινό μέλος στο τμήμα προσφυγών με βάση τον κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 3, για να αντικαταστήσει το αναπληρωματικό μέλος στην υπόθεση αυτή. [Τροπολογία 129]
Άρθρο 54
Αποφάσεις που επιδέχονται προσφυγή
1. Είναι δυνατόν να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του τμήματος προσφυγών κατά αποφάσεων που λαμβάνονται από τον Οργανισμό σύμφωνα με τα άρθρα 12, 16, 17 και 18 ή κατά εκδοθεισών συστάσεων σύμφωνα με τα άρθρα 21και 22 ή για τη μη αντίδραση του Οργανισμού εντός της καθορισμένης προθεσμίας. [Τροπολογία 130]
2. Η προσφυγή που ασκείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, ο Οργανισμός μπορεί να αναστέλλει την εφαρμογή της προσβαλλόμενης απόφασης, εάν κρίνει ότι το επιτρέπουν οι περιστάσεις και εφόσον η αναστολή της συγκεκριμένης απόφασης δεν θίγει την ασφάλεια των σιδηροδρόμων. [Τροπολογία 131]
Άρθρο 55
Πρόσωπα που νομιμοποιούνται να ασκήσουν προσφυγή, προθεσμίες και τύπος [Τροπολογία 132]
1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δύναται να ασκεί προσφυγή κατά απόφασης που απευθύνει ο Οργανισμός στο ίδιο σύμφωνα με τα άρθρα 12, 16, 17 και 18 ή για την παράλειψη έγκαιρης λήψης απόφασης. Επιπλέον, τα δικαιώματα αυτά ισχύουν για τους αντιπροσωπευτικούς φορείς των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 2 και που είναι δεόντως εντεταλμένοι σύμφωνα με το καταστατικό τους.
2. Η προσφυγή, μαζί με το υπόμνημα στο οποίο εκτίθενται οι λόγοι της, υποβάλλεται εγγράφως στον Οργανισμό εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση του μέτρου στον ενδιαφερόμενο ή, εάν το μέτρο δεν κοινοποιήθηκε στον ενδιαφερόμενο, εντός δύο μηνών από την ημέρα που ο ενδιαφερόμενος έλαβε γνώση του εν λόγω μέτρου.
2α. Προσφυγές κατά της παράλειψης λήψης απόφασης υποβάλλονται εγγράφως στον Οργανισμό εντός δύο μηνών από την εκπνοή της προθεσμίας που ορίζεται στο σχετικό άρθρο. [Τροπολογία 132]
Άρθρο 56
Εξέταση προσφυγών και αποφάσεις για αυτές
1. Κατά την εξέταση της προσφυγής, Το τμήμα προσφυγών ενεργεί ταχέως αποφασίζει εντός τριών μηνών από την υποβολή της προσφυγής αν θα εγκρίνει ή θα απορρίψει την προσφυγή.Ζητεί οποιαδήποτε πρόσθετη πληροφορία μπορεί να χρειαστεί εντός μηνός από την υποβολή της προσφυγής. Αυτή η σχετική πληροφορία παρέχεται εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, το οποίο ορίζεται από το τμήμα προσφυγών και δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα. Καλεί τους διαδίκους, οσάκις απαιτείται, να υποβάλουν, εντός καθορισμένης προθεσμίας, η οποία δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα, παρατηρήσεις επί των κοινοποιήσεων που τους έχει απευθύνει ή επί των ανακοινώσεων που προέρχονται από τους λοιπούς διαδίκους. Η ακρόαση των διαδίκων στη διαδικασία προσφυγής είναι δυνατόν να πραγματοποιείται προφορικά. [Τροπολογία 133]
2. Το τμήμα προσφυγών δύναται να ασκεί όλες τις ενδεδειγμένες εξουσίες που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Οργανισμού ή να παραπέμψει την υπόθεση στο αρμόδιο όργανο του Οργανισμού. Ο Οργανισμός δεσμεύεται από την απόφαση του τμήματος προσφυγών.
Άρθρο 57
Προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου
1. Η άσκηση προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ακύρωση αποφάσεων του Οργανισμού, οι οποίες λαμβάνονται σύμφωνα με τα άρθρα 12, 16, 17 και 18, επιτρέπεται μόνον αφού εξαντληθούν όλες οι διαδικασίες ένστασης εντός του Οργανισμού.
2. Ο Οργανισμός λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 58
Προϋπολογισμός
1. Καταρτίζονται προβλέψεις όλων των εσόδων και δαπανών του Οργανισμού για κάθε οικονομικό έτος, που συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, και εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Οργανισμού. Τα έσοδα και οι δαπάνες είναι ισοσκελισμένα.
2. Τα έσοδα του Οργανισμού συνίστανται στα εξής προέρχονται ειδικότερα από: [Τροπολογία 134]
α) συνεισφορά της Ένωσης·
β) συνεισφορές τρίτης χώρας που συμμετέχει στο έργο του Οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 68·
γ) τέλη που καταβάλλουν οι αιτούντες και οι κάτοχοι των πιστοποιητικών και εγκρίσεων που εκδίδει ο Οργανισμός σύμφωνα με τα άρθρα 12, 16, 17 και 18.Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που αναφέρεται στο άρθρο 73 ορίζει χρεώσεις διαφορετικού ύψους, ανάλογα με τις περιοχές χρήσης που προσδιορίζονται στα πιστοποιητικά και στις εγκρίσεις καθώς και ανάλογα με το είδος και την έκταση των σιδηροδρομικών μεταφορών· [Τροπολογία 135]
δ) επιβαρύνσεις για τις δημοσιεύσεις, την εκπαίδευση και κάθε άλλη υπηρεσία που παρέχει ο Οργανισμός·
ε) οιαδήποτε εθελοντική χρηματοδοτική συνεισφορά κρατών μελών, τρίτων χωρών ή άλλων φορέων, υπό την προϋπόθεση ότι η συνεισφορά αυτή δεν θίγει την ανεξαρτησία και την αμεροληψία του Οργανισμού.
2α. Κάθε καθήκον ή υποχρέωση που συμπληρώνει τα καθήκοντα τα οποία απορρέουν από νομοθετικές διατάξεις της Ένωσης και που δεν δικαιολογεί χρηματοδοτική αντιστάθμιση όπως προβλέπεται στο άρθρο 58 παράγραφος 2 στοιχεία β), γ), δ) και ε) του παρόντος κανονισμού εκτιμάται και αντισταθμίζεται από τον προϋπολογισμό της Ένωσης. [Τροπολογία 136]
3. Οι δαπάνες του Οργανισμού περιλαμβάνουν τις δαπάνες προσωπικού και διοίκησης και τις δαπάνες υποδομής και λειτουργίας.
4. Τα έσοδα και οι δαπάνες πρέπει να ισοσκελίζονται.
5. Κάθε έτος, το διοικητικό συμβούλιο, βασιζόμενο σε σχέδιο που καταρτίζεται από τον εντεταλμένο διευθυντή σύμφωνα με την αρχή της κατάρτισης προϋπολογισμού βάσει δραστηριοτήτων, καταρτίζει κατάσταση προβλέψεων εσόδων και δαπανών του Οργανισμού για το επόμενο οικονομικό έτος. Το αργότερο έως την 31η Ιανουαρίου, το διοικητικό συμβούλιο διαβιβάζει στην Επιτροπή αυτή την κατάσταση προβλέψεων, στην οποία συμπεριλαμβάνεται προσχέδιο οργανογράμματος.
6. Η Επιτροπή διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (που αποκαλούνται εφεξής «αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή») την κατάσταση προβλέψεων, μαζί με το προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
7. Βάσει της κατάστασης προβλέψεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ένωσης τις προβλέψεις που κρίνει αναγκαίες όσον αφορά το οργανόγραμμα και το ύψος της επιδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό, καταθέτει δε το προσχέδιο αυτό στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με το άρθρο 314 της Συνθήκης, μαζί με περιγραφή και αιτιολόγηση οποιασδήποτε διαφοράς μεταξύ της κατάστασης προβλέψεων του Οργανισμού και της επιδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό.
8. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τις πιστώσεις για την επιδότηση του Οργανισμού. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει το οργανόγραμμα του Οργανισμού.
9. Ο προϋπολογισμός εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου. Ο προϋπολογισμός του Οργανισμού καθίσταται οριστικός μετά την τελική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προσαρμόζεται δεόντως όταν είναι αναγκαίο.
10. Το διοικητικό συμβούλιο κοινοποιεί το ταχύτερο δυνατόν στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή του να εφαρμόσει πρόγραμμα το οποίο ενδέχεται να έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στον προϋπολογισμό, και ιδίως κάθε σχέδιο σχετικό με ιδιοκτησία, όπως η ενοικίαση ή η αγορά κτιρίων. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή. Όταν σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής εκδηλώσει την πρόθεση να γνωμοδοτήσει σχετικά με το σχέδιο, διαβιβάζει τη γνωμοδότηση αυτή στο διοικητικό συμβούλιο εντός έξι εβδομάδων από την ημερομηνία κοινοποίησης του σχεδίου.
Άρθρο 59
Εκτέλεση και έλεγχος του προϋπολογισμού
1. Ο εντεταλμένος διευθυντής εκτελεί τον προϋπολογισμό του Οργανισμού.
2. Το αργότερο την 1η Μαρτίου μετά το λήξαν οικονομικό έτος, ο υπόλογος του Οργανισμού κοινοποιεί στον υπόλογο της Επιτροπής τους προσωρινούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του συγκεκριμένου οικονομικού έτους. Ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς των οργάνων και των αποκεντρωμένων οργανισμών σύμφωνα με το άρθρο 147 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(20) (ο γενικός δημοσιονομικός κανονισμός).
3. Το αργότερο την 31η Μαρτίου μετά το λήξαν οικονομικό έτος, ο υπόλογος της Επιτροπής κοινοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς του Οργανισμού στο Ελεγκτικό Συνέδριο, μαζί με έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του συγκεκριμένου οικονομικού έτους. Η έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους διαβιβάζεται επίσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
Το Ελεγκτικό Συνέδριο εξετάζει τους λογαριασμούς αυτούς, σύμφωνα με το άρθρο 287 της Συνθήκης. Δημοσιεύει κάθε έτος έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες του Οργανισμού.
4. Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεωνΛαμβάνοντας υπόψη, όπου κριθεί αναγκαίο, τις παρατηρήσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου όσον αφορά τους προσωρινούς λογαριασμούς του Οργανισμού, βάσει του άρθρου 148 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, ο εντεταλμένος διευθυντής καταρτίζει τους οριστικούς λογαριασμούς του Οργανισμού με δική του ευθύνη και τους υποβάλλει, συνοδευόμενους από μια δήλωση αξιοπιστίας, προς γνωμοδότησηέγκριση στο διοικητικό συμβούλιο. [Τροπολογία 137]
5. Το διοικητικό συμβούλιο γνωμοδοτεί σχετικά με τους οριστικούς λογαριασμούς του Οργανισμού.
6. Το αργότερο την 1η Ιουλίου μετά το λήξαν οικονομικό έτος, ο εντεταλμένος διευθυντής διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο τους οριστικούς λογαριασμούς, μαζί με τη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου.
7. Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται.
8. Το αργότερο την 30η Σεπτεμβρίου μετά το λήξαν οικονομικό έτος, ο εντεταλμένος διευθυντής αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση στις παρατηρήσεις του. Αποστέλλει επίσης την απάντηση αυτή στο διοικητικό συμβούλιο.
9. Ο εντεταλμένος διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατόπιν αιτήματος του τελευταίου, κάθε πληροφορία που απαιτείται για την ομαλή εφαρμογή της διαδικασίας απαλλαγής για το συγκεκριμένου οικονομικού έτους, σύμφωνα με το άρθρο 165 παράγραφος 3 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.
10. Στις 30 Απριλίου του έτους Ν + 2 το αργότερο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έπειτα από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, χορηγεί απαλλαγή στον εντεταλμένο διευθυντή του Οργανισμού για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους Ν.
Άρθρο 60
Δημοσιονομικός κανονισμός
Οι δημοσιονομικές διατάξεις που εφαρμόζονται στον Οργανισμό εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο, έπειτα από διαβούλευση με την Επιτροπή. Οι διατάξεις αυτές δεν επιτρέπεται να αποκλίνουν από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής(21) εκτός εάν η εν λόγω απόκλιση απαιτείται ρητά για τη λειτουργία του Οργανισμού και με την προηγούμενη συναίνεση της Επιτροπής.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
Άρθρο 61
Γενικές διατάξεις
1. Στο προσωπικό του Οργανισμού εφαρμόζονται ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και οι κανόνες που εκδίδονται με συμφωνία μεταξύ των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.
2. Προς το συμφέρον της υπηρεσίας, ο Οργανισμός προσλαμβάνει:
α) προσωπικό επιλέξιμο για σύναψη σύμβασης αορίστου διάρκειας, και
β) προσωπικό μη επιλέξιμο για σύναψη σύμβασης αορίστου διάρκειας.
Για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου εκδίδονται κατάλληλοι κανόνες σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων.
3. Ο Οργανισμός λαμβάνει τα κατάλληλα διοικητικά μέτρα, μεταξύ άλλων μέσω στρατηγικών κατάρτισης και πρόληψης, για την οργάνωση των υπηρεσιών του με τρόπο που να αποφεύγεται τυχόν σύγκρουσηαποφεύγονται συγκρούσεις συμφερόντων, συμπεριλαμβανομένων ζητημάτων που αφορούν θέματα μετά τη λήξη της σχέσης απασχόλησης, όπως: «εναλλαγή θέσεων» και «εσωτερική πληροφόρηση». [Τροπολογία 138]
3α. Ο Οργανισμός και το προσωπικό του εκτελούν τα καθήκοντα που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό με την μεγαλύτερη δυνατή επαγγελματική ακεραιότητα και την τεχνική επάρκεια που απαιτεί ο συγκεκριμένος τομέας. Είναι απαλλαγμένοι από κάθε είδους πιέσεις και προτροπές, ιδίως προτροπές με οικονομικό δέλεαρ, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την κρίση τους ή το αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων τους, κυρίως από την πλευρά ατόμων ή ομάδων ατόμων που θίγονται από το αποτέλεσμα αυτών των δραστηριοτήτων. Ο Οργανισμός διαθέτει επαρκές προσωπικό για να διασφαλίζει την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων όπως ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.
3β. Το προσωπικό διαθέτει:
α) άρτια τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση που καλύπτει όλες τις δραστηριότητες του Οργανισμού·
β) ικανοποιητική γνώση των απαιτήσεων για τις αξιολογήσεις που πρέπει να διενεργεί ο Οργανισμός και επαρκές κύρος για την πραγματοποίηση των εν λόγω αξιολογήσεων·
γ) επαρκή γνώση και κατανόηση των απαιτήσεων που είναι αναγκαίες για τη διαμόρφωση των αποφάσεων του Οργανισμού·
δ) την ικανότητα επανεξέτασης τόσο των απόψεων που διατυπώνονται και των αποφάσεων που λαμβάνονται από τις εθνικές αρχές ασφάλειας όσο και των εθνικών κανονισμών. [Τροπολογία 139]
Άρθρο 62
Εντεταλμένος διευθυντής
1. Ο εντεταλμένος διευθυντής προσλαμβάνεται ως έκτακτος υπάλληλος του Οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο α) του καθεστώτος που εφαρμόζεται στους λοιπούς υπαλλήλους.
2. Τον εντεταλμένο διευθυντή διορίζει το διοικητικό συμβούλιο από κατάλογο υποψηφίων που προτείνει η Επιτροπή, εφαρμόζοντας ανοικτή και διάφανη διαδικασία επιλογής.
Για τη σύναψη της σύμβασης του εντεταλμένου διευθυντή, ο Οργανισμός εκπροσωπείται από τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου.
Προτού διορισθεί ο επιλεγμένος από το διοικητικό συμβούλιο υποψήφιος είναι δυνατόν να κληθεί να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της.
3. Η θητεία του εντεταλμένου διευθυντή είναι πενταετής. Στο τέλος της περιόδου αυτής, η Επιτροπή πραγματοποιεί αξιολόγηση κατά την οποία λαμβάνονται υπόψη οι επιδόσεις του εντεταλμένου διευθυντή και τα μελλοντικά καθήκοντα και προκλήσεις του Οργανισμού.
4. Το διοικητικό συμβούλιο, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής που λαμβάνει υπόψη την αναφερόμενη στην παράγραφο 3 αξιολόγηση, δύναται να παρατείνει άπαξ τη θητεία του εντεταλμένου διευθυντή για μέγιστο περίοδο πέντε ετών.
5. Το διοικητικό συμβούλιο ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την πρόθεσή του να παρατείνει τη θητεία του εντεταλμένου διευθυντή. Κατά τη διάρκεια του μήνα πριν από την εν λόγω παράταση είναι δυνατόν να κληθεί ο εντεταλμένος διευθυντής να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της.
6. Εντεταλμένος διευθυντής του οποίου η θητεία έχει παραταθεί δεν επιτρέπεται να συμμετάσχει σε άλλη διαδικασία επιλογής για την ίδια θέση στο τέλος της συνολικής περιόδου.
7. Ο εντεταλμένος διευθυντής επιτρέπεται να παυθεί των καθηκόντων του μόνο με απόφαση του διοικητικού συμβούλιου κατόπιν πρότασης της Επιτροπής.
Άρθρο 63
Αποσπασμένοι εθνικοί εμπειρογνώμονες και λοιπό προσωπικό
Ο Οργανισμός δύναται να χρησιμοποιεί επίσης αποσπασμένους εθνικούς εμπειρογνώμονες και, ιδίως, προσωπικό των εθνικών αρχών ασφάλειας, ή λοιπό προσωπικό μη απασχολούμενο στον Οργανισμό σύμφωνα με τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό. Ο Οργανισμός εγκρίνει και εφαρμόζει πολιτική για την αξιολόγηση και διαχείριση πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων των αποσπασμένων εθνικών εμπειρογνωμόνων, στην οποία συμπεριλαμβάνεται απαγόρευση παρουσίας σε συνεδριάσεις των ομάδων εργασίας, όταν αυτό μπορεί να υπονομεύσει την ανεξαρτησία και την αμεροληψία τους. [Τροπολογία 140]
Το διοικητικό συμβούλιο εκδίδει απόφαση στην οποία καθορίζονται κανόνες για την απόσπαση εθνικών εμπειρογνωμόνων στον Οργανισμό.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 64
Προνόμια και ασυλίες
Το πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζεται στον Οργανισμό και το προσωπικό του με την επιφύλαξη των δικαστικών και/ή εξωδικαστικών διαδικασιών σε σχέση με το πεδίο ευθύνης του Οργανισμού. [Τροπολογία 141]
Άρθρο 65
Συμφωνία σχετικά με την έδρα και συνθήκες λειτουργίας
1. Οι απαραίτητες ρυθμίσεις σχετικά με τη στέγαση του Οργανισμού στο κράτος μέλος υποδοχής και τις εγκαταστάσεις που πρέπει να θέσει στη διάθεσή του Οργανισμού το εν λόγω κράτος μέλος, καθώς και οι ειδικοί κανόνες που ισχύουν στο κράτος μέλος υποδοχής για τον εντεταλμένο διευθυντή, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, το προσωπικό του Οργανισμού και τα μέλη των οικογενειών τους, ορίζονται σε συμφωνία σχετικά με την έδρα του Οργανισμού η οποία συνάπτεται μεταξύ του Οργανισμού και του κράτους μέλους υποδοχής, μόλις ληφθεί η έγκριση του διοικητικού συμβουλίου και σε κάθε περίπτωση έως το 2015.
2. Το κράτος μέλος εξασφαλίζει τις βέλτιστες δυνατές συνθήκες για την καλή λειτουργία του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων της πολύγλωσσης και με ευρωπαϊκό προσανατολισμό σχολικής εκπαίδευσης και των κατάλληλων δρομολογίων των μέσων μεταφοράς.
Άρθρο 66
Ευθύνη
-1. Ο Οργανισμός αναλαμβάνει πλήρη ευθύνη, περιλαμβανομένης της αποδοχής συμβατικής και εξωσυμβατικής ευθύνης, για τις εγκρίσεις και τα πιστοποιητικά που χορηγεί. [Τροπολογία 142]
1. Η συμβατική ευθύνη του Οργανισμού διέπεται από το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σχετική σύμβαση.
2. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο να αποφαίνεται δυνάμει ρήτρας διαιτησίας που περιλαμβάνεται σε σύμβαση που συνάπτει ο Οργανισμός.
3. Σε περίπτωση εξωσυμβατικής ευθύνης, ο Οργανισμός υποχρεούται να αποκαθιστά, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών, κάθε ζημία που προξενούν οι υπηρεσίες ή υπάλληλοι του Οργανισμού κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
4. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο να εκδικάζει τις διαφορές οι οποίες αφορούν τις αποζημιώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3.
Άρθρο 67
Γλωσσικό καθεστώς
-1. Με την επιφύλαξη τυχόν συμφωνίας μεταξύ του Οργανισμού και του αιτούντος σε σχέση με απαιτήσεις μετάφρασης, τα έγγραφα που προσκομίζονται από τους αιτούντες και τους κατόχους πιστοποιητικών και εγκρίσεων σύμφωνα με τα άρθρα 12, 16, 17 και 18 στον Οργανισμό και στις εθνικές αρχές ασφάλειας προκειμένου για την αξιολόγηση των εν λόγω πιστοποιητικών και των εν λόγω εγκρίσεων, παραδίδονται μεταφρασμένα σε όλες τις επίσημες ενωσιακές γλώσσες των κρατών στα οποία χρησιμοποιείται το τροχαίο υλικό και στα οποία λειτουργεί η εν λόγω σιδηροδρομική επιχείρηση. Για κάθε κράτος ισχύει η αντίστοιχη μετάφραση, μεταξύ άλλων και για τις διαδικασίες που εμπίπτουν στο άρθρο 56. Η έγκριση και το πιστοποιητικό εκδίδονται σε όλες τις επίσημες ενωσιακές γλώσσες αυτών των κρατών. [Τροπολογία 143]
1. Όταν δεν ισχύει το άρθρο 67 παράγραφος -1, για τον Οργανισμό ισχύουν οι διατάξεις του κανονισμού αριθ. 1 της 15ης Απριλίου 1958 για τον καθορισμό των γλωσσών που πρέπει να χρησιμοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα(22). [Τροπολογία 144]
2. Οι μεταφραστικές υπηρεσίες που απαιτούνται για τη λειτουργία του Οργανισμού παρέχονται από το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 68
Συμμετοχή τρίτων χωρών στο έργο του Οργανισμού
1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 40, ο Οργανισμός είναι ανοικτός στη συμμετοχή τρίτων χωρών, συγκεκριμένα των χωρών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας, των χωρών που εμπίπτουν στην Πολιτική Διεύρυνσης και των χωρών της ΕΖΕΣ που έχουν συνάψει συμφωνίες με την Ένωση σύμφωνα με τις οποίες οι οικείες χώρες έχουν εγκρίνει και εφαρμόζουν ενωσιακή νομοθεσία, ή ισοδύναμα εθνικά μέτρα, στον τομέα που καλύπτει ο παρών κανονισμός. Η παράγραφος αυτή εφαρμόζεται συγκεκριμένα σε χώρες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας, σε χώρες που καλύπτει η Πολιτική Διεύρυνσης της ΕΕ και σε χώρες της ΕΖΕΣ. [Τροπολογία 145]
2. Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των συμφωνιών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο Οργανισμός και οι τρίτες χώρες συνομολογούν ρυθμίσεις για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με τη συμμετοχή των χωρών αυτών στις εργασίες του Οργανισμού, ιδίως όσον αφορά τη φύση και την έκταση της εν λόγω συμμετοχής. Οι ρυθμίσεις αυτές περιλαμβάνουν διατάξεις για τη χρηματοδοτική συνεισφορά και το προσωπικό. Είναι δυνατόν να προβλέπουν εκπροσώπηση στο διοικητικό συμβούλιο χωρίς δικαίωμα ψήφου.
Ο Οργανισμός υπογράφει τις ρυθμίσεις αφού λάβει τη συναίνεση της Επιτροπής και κατόπιν διαβούλευσης με το διοικητικό συμβούλιο.
Άρθρο 68α
Σύγκρουση συμφερόντων
1. Ο εκτελεστικός διευθυντής καθώς και οι υπάλληλοι που αποσπώνται προσωρινά από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή υποβάλλουν δήλωση δεσμεύσεων και δήλωση συμφερόντων, στην οποία αναφέρεται ότι δεν εξυπηρετούν κανένα άμεσο ή έμμεσο συμφέρον που θα μπορούσε ενδεχομένως να επηρεάσει την ανεξαρτησία τους. Οι δηλώσεις αυτές υποβάλλονται εγγράφως κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους και ανανεώνονται σε περίπτωση μεταβολής της προσωπικής τους κατάστασης. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, του εκτελεστικού συμβουλίου και του τμήματος προσφυγών προβαίνουν επίσης στη δημοσιοποίηση αυτών των δηλώσεων καθώς και των βιογραφικών τους σημειωμάτων. Ο Οργανισμός δημοσιεύει στον ιστότοπό του κατάλογο των μελών των οργάνων του που περιγράφονται στο άρθρο 42, καθώς και των εξωτερικών και εσωτερικών εμπειρογνωμόνων.
2. Το διοικητικό συμβούλιο εφαρμόζει πολιτική διαχείρισης και αποφυγής των συγκρούσεων συμφερόντων, που περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:
α) αρχές για τη διαχείριση και την επαλήθευση των δηλώσεων συμφερόντων, περιλαμβανομένων κανόνων για τη δημοσιοποίησή τους λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 77·
β) υποχρεωτικές απαιτήσεις κατάρτισης σχετικά με τη σύγκρουση συμφερόντων για το προσωπικό του Οργανισμού και τους αποσπασμένους εθνικούς εμπειρογνώμονες·
γ) κανόνες σχετικά με τα δώρα και τις προσκλήσεις·
δ) λεπτομερείς κανόνες σχετικά με περιπτώσεις ασυμβίβαστου για το προσωπικό και τα μέλη του Οργανισμού μετά τον τερματισμό της σχέσης εργασίας τους με τον Οργανισμό·
ε) κανόνες διαφάνειας σχετικά με τις αποφάσεις του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένης της δημοσίευσης των πρακτικών των συμβουλίων του Οργανισμού λαμβάνοντας υπόψη την ύπαρξη ευαίσθητων, διαβαθμισμένων και εμπορικών πληροφοριών· και
στ) κυρώσεις και μηχανισμούς για την περιφρούρηση της αυτονομίας και ανεξαρτησίας του Οργανισμού.
Ο Οργανισμός λαμβάνει υπόψη την ανάγκη να διατηρείται ισορροπία μεταξύ των κινδύνων και των οφελών, ιδίως όσον αφορά τον στόχο πρόσβασης στο βέλτιστο επίπεδο τεχνικών συμβουλών και εμπειρογνωμοσύνης, καθώς και όσον αφορά τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων. Ο εκτελεστικός διευθυντής συμπεριλαμβάνει τις πληροφορίες που σχετίζονται με την εφαρμογή αυτής της πολιτικής στις εκθέσεις που υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. [Τροπολογία 146]
Άρθρο 69
Συνεργασία με εθνικές αρχές και φορείς [Τροπολογία 147]
1. Ο Οργανισμός δύναται να συνάπτει συμφωνίες με τις σχετικές εθνικές αρχές, ιδίως τις εθνικές αρχές ασφάλειας και άλλους αρμόδιους φορείς, όσον αφορά την εφαρμογή των άρθρων 12, 16, 17 και 18. Σε αυτές τις συμφωνίες ενδέχεται να εμπλέκονται μία ή περισσότερες εθνικές αρχές ασφάλειας. [Τροπολογία 148]
2. Οι συμφωνίες είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν την ανάθεση ορισμένωνεκχώρηση καθηκόντων και αρμοδιοτήτων του Οργανισμού στις εθνικές αρχές, όπως του ελέγχου και της κατάρτισης φακέλων, της επαλήθευσης της τεχνικής συμβατότητας, της πραγματοποίησης επισκέψεων και της κατάρτισης τεχνικών μελετών. [Τροπολογία 149]
2α. Αντιστρόφως, οι εθνικές αρχές ασφάλειας δύνανται να αναθέσουν υπεργολαβικά στον Οργανισμό καθήκοντα πέραν αυτών με τα οποία είναι επιφορτισμένος σύμφωνα με το άρθρο 20 της οδηγίας ... [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων] και το άρθρο 16 παράγραφος 2 της οδηγίας ... [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων]. [Τροπολογία 150]
3. Ο Οργανισμός εξασφαλίζει ότι οι συμφωνίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον αναλυτική περιγραφή των καθηκόντων και των όρων των παραδοτέων, των προθεσμιών παράδοσής τους και του επιπέδου και του χρονοδιαγράμματος των πληρωμών.
4. Οι περιγραφόμενες στις παραγράφους 1, 2 και 3 συμφωνίες ισχύουνδιευκρινίζουν σαφώς τα επίπεδα ευθύνης του Οργανισμού και των εθνικών αρχών ασφάλειας όσον αφορά τα καθήκοντα που εκτελεί έκαστο συμβαλλόμενο μέρος, όπως καθορίζεται στις συμφωνίες. Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη της συνολικής ευθύνης του Οργανισμού για την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με τα άρθρα 12, 16, 17 και 18. [Τροπολογία 151]
Άρθρο 70
Διαφάνεια
Στα έγγραφα που είναι στην κατοχή του Οργανισμού εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(23).
Έως […], το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει πρακτικά μέτρα για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.
Οι αποφάσεις που λαμβάνει ο Οργανισμός, σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, είναι δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενο καταγγελίας στον Διαμεσολαβητή ή προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σύμφωνα με τα άρθρα 228 και 263 της συνθήκης, αντιστοίχως.
Για την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων από τον Οργανισμό εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(24).
Άρθρο 71
Κανόνες ασφάλειας για την προστασία διαβαθμισμένων πληροφοριών
Ο Οργανισμός εφαρμόζει τις αρχές ασφαλείας που περιλαμβάνονται στους κανόνες ασφάλειας της Επιτροπής σχετικά με την προστασία των Διαβαθμισμένων Πληροφοριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUCI) και ευαίσθητων, μη διαβαθμισμένων πληροφοριών, που καθορίζονται στο παράρτημα της απόφασης 2001/844/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ(25). Οι αρχές αυτές καλύπτουν, μεταξύ άλλων, διατάξεις για την ανταλλαγή, την επεξεργασία και την αποθήκευση των εν λόγω πληροφοριών.
Άρθρο 72
Καταπολέμηση της απάτης και παρακολούθηση των επιδόσεων [Τροπολογία 152]
1. Προκειμένου να διευκολύνει την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων δραστηριοτήτων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/1999, ο Οργανισμός προσχωρεί, εντός έξι μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), και, με τη χρήση του προτύπου που αναφέρεται στο παράρτημα της συμφωνίας αυτής, εκδίδει κατάλληλες διατάξεις που εφαρμόζονται σε όλους τους εργαζόμενους του Οργανισμού.
2. Το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει την εξουσία ελέγχου, βάσει δικαιολογητικών εγγράφων και επί τόπου, όλων των δικαιούχων επιχορηγήσεων, αντισυμβαλλομένων και υπεργολάβων που έλαβαν κονδύλια της Ένωσης από τον Οργανισμό.
2α. Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο παρακολουθεί τις επιδόσεις και τη λήψη των αποφάσεων από τον Οργανισμό μέσω ελέγχων και επιθεωρήσεων. [Τροπολογία 153]
3. Η OLAF δύναται να διενεργεί έρευνες, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων ελέγχων και επιθεωρήσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις και τις διαδικασίες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 και του κανονισμού (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου(26), για να διαπιστώσει εάν έχει διαπραχθεί απάτη, δωροδοκία ή άλλη παράνομη δραστηριότητα που επηρεάζει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης όσον αφορά επιχορήγηση ή σύμβαση χρηματοδοτούμενη από τον Οργανισμό.
4. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1, 2 και 3, οι συμφωνίες συνεργασίας με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, οι συμβάσεις, οι συμφωνίες επιχορήγησης και οι αποφάσεις επιχορήγησης του Οργανισμού περιέχουν διατάξεις με τις οποίες παρέχεται ρητώς στο Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο και την OLAF εξουσία διενέργειας των εν λόγω ελέγχων και ερευνών, σύμφωνα με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 73
Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις κατά τα άρθρα 12, 16, 17,και 18 και 41 [Τροπολογία 154]
1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 74 σχετικά με τέλη και επιβαρύνσεις κατ’ εφαρμογή των άρθρων 12, 16, 17 και 18.
2. Στα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 μέτρα προσδιορίζονται ιδίως οι περιπτώσεις στις οποίες πρέπει να επιβάλλονται τέλη και επιβαρύνσεις σύμφωνα με τα άρθρα 12, 16, 17 και 18, το ύψος των τελών και των επιβαρύνσεων και ο τρόπος καταβολής τους.
3. Τέλη και επιβαρύνσεις επιβάλλονται για τα εξής:
α) την έκδοση και ανανέωση εγκρίσεων θέσης σε λειτουργία παρατρόχιων υποσυστημάτων ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης, εγκρίσεων διάθεσης στην αγορά οχημάτων και τύπων οχημάτων, συμπεριλαμβανομένης πιθανής ένδειξης συμβατότητας με τα δίκτυα ή τις γραμμές·
β) την έκδοση και την ανανέωση πιστοποιητικών ασφάλειας·
γ) την παροχή υπηρεσιών· τα τέλη και οι επιβαρύνσεις βασίζονται στο πραγματικό κόστος κάθε επιμέρους παροχής υπηρεσιών·
δ) την εκδίκαση προσφυγών.
Παντός είδους τέλη και επιβαρύνσεις εκφράζονται και είναι πληρωτέα σε ευρώ.
4. Το ύψος των τελών και των επιβαρύνσεων σχετικά με τον Οργανισμό ορίζεται σε επίπεδο που να εξασφαλίζει ότι τα σχετικά έσοδα επαρκούν για την πλήρη κάλυψη του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών. Στο κόστος αυτό συνυπολογίζονται ιδίως όλες οι δαπάνες του Οργανισμού για το προσωπικό που συμμετέχει στις αναφερόμενες στην παράγραφο 3 δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων κατ’ αναλογία των συνταξιοδοτικών εισφορών του εργοδότη. Σε περίπτωση που σημειώνεται επανειλημμένα ανισορροπία επειδή τα τέλη και οι επιβαρύνσεις δεν καλύπτουν τη παροχή των υπηρεσιών, καθίσταται υποχρεωτική η αναθεώρηση του επιπέδου των τελών και επιβαρύνσεων. [Τροπολογία 155]
4α. Ανατίθεται επίσης στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 74 σχετικά με την τυποποίηση των ανταλλακτικών σιδηροδρόμου κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 41. [Τροπολογία 156]
Άρθρο 74
Άσκηση της εξουσιοδότησης
1. Η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων εκχωρείται στην Επιτροπή με την επιφύλαξη των όρων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.
2. Η αρμοδιότητα για την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που προβλέπεται στο άρθρο 73 εκχωρείται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή εκπονεί έκθεση σχετικά με την ανάθεση εξουσίας το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Υπό τον όρον ότι η έκθεση έχει παραληφθεί, η ανάθεση αρμοδιοτήτων παρατείνεται σιωπηρώς για περιόδους ίσης διάρκειας εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εκφράσει αντιρρήσεις όσον αφορά την παράταση το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη κάθε περιόδου. [Τροπολογία 157]
3. Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 73 είναι δυνατόν να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης θέτει τέλος στην εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που προσδιορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ήδη ισχύουν.
4. Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
5. Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 73 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός [δύο μηνών] από την ημέρα κοινοποίηση της πράξης αυτής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά [δύο μήνες] με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.
Άρθρο 75
Διαδικασία επιτροπής
Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή η οποία έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 21 της οδηγίας 96/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου(27). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
Όταν γίνεται αναφορά στο παρόν άρθρο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
Άρθρο 76
Αξιολόγηση και επανεξέταση
1. Το αργότερο πέντε έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, και ανά πενταετία εφεξής, η Επιτροπή αναθέτει αξιολόγηση, ιδίως, των επιπτώσεων, της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας του Οργανισμού και των εργασιακών πρακτικών του. Στο πλαίσιο αυτής της αξιολόγησης, λαμβάνεται υπόψη η γνώμη των εκπροσώπων του τομέα των σιδηροδρόμων, των κοινωνικών εταίρων και των οργανώσεων των καταναλωτών. Η αξιολόγηση καλύπτει, ιδίως, τυχόν ανάγκη τροποποίησης της εντολής του Οργανισμού και τις χρηματοδοτικές επιπτώσεις τυχόν τροποποίησης. [Τροπολογία 158]
2. Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση αξιολόγησης, καθώς και τα συμπεράσματά της επί της έκθεσης, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και το διοικητικό συμβούλιο. Τα πορίσματα της αξιολόγησης δημοσιοποιούνται.
3. Με κάθε δεύτερη αξιολόγηση, θα αξιολογούνται επίσης τα αποτελέσματα που επιτυγχάνει ο Οργανισμός όσον αφορά τους στόχους, την εντολή και τα καθήκοντά του.
Άρθρο 77
Μεταβατικές διατάξεις
1. Ο Οργανισμός αντικαθιστά και διαδέχεται τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Σιδηροδρόμων, που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 881/2004, όσον αφορά κάθε κυριότητα, συμφωνία, νομική υποχρέωση, σύμβαση απασχόλησης, ανάληψη οικονομική δέσμευση η υποχρέωση.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 43, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που έχουν διοριστεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 881/2004 πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού παραμένουν στη θέση τους ως μέλη του διοικητικού συμβουλίου έως την ημερομηνία λήξης της θητείας τους.
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 49, ο εντεταλμένος διευθυντής που έχει διοριστεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 881/2004 παραμένουν στη θέση του έως την ημερομηνία λήξης της θητείας του.
3. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 61, όλες οι συμβάσεις απασχόλησης που ισχύουν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού εξακολουθούν να ισχύουν έως την ημερομηνία λήξης τους.
3α. Ο Οργανισμός αναλαμβάνει τα καθήκοντά του όσον αφορά την πιστοποίηση και την έγκριση σύμφωνα με τα άρθρα 12, 16, 17 και 18 εντός προθεσμίας ενός έτους από τη θέση σε ισχύ του παρόντος κανονισμού. Μέχρι την ημερομηνία αυτή, τα κράτη μέλη συνεχίζουν να εφαρμόζουν την εθνική τους νομοθεσία. [Τροπολογία 159]
3β. Για πρόσθετη περίοδο τριών ετών πέραν της προθεσμίας του ενός έτους που προβλέπεται στο άρθρο 77 παράγραφος 3α, οι αιτούντες μπορεί να υποβάλλουν αίτηση είτε στον Οργανισμό είτε στην αρχή ασφάλειας. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου οι εθνικές αρχές ασφάλειας μπορεί να συνεχίζουν την έκδοση πιστοποιητικών και εγκρίσεων κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις των άρθρων 12, 16, 17 και 18, σύμφωνα με τις οδηγίες 2008/57/EK και 2004/49/EK. [Τροπολογία 160]
3γ. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2α της οδηγίας ... [οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων] και στο άρθρο 20 παράγραφος 9α της οδηγίας ... [οδηγία για τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων] οι εθνικές αρχές ασφάλειας μπορεί να συνεχίζουν την έκδοση πιστοποιητικών και εγκρίσεων μετά την περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 3β του παρόντος άρθρου, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται σε αυτά τα άρθρα. [Τροπολογία 161]
Άρθρο 78
Κατάργηση
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 881/2004 καταργείται.
Άρθρο 79
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας (Οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων) (ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 44).
Οδηγία 2008/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του κοινοτικού σιδηροδρομικού συστήματος (ΕΕ L 191 της 18.7.2008, σ. 1).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30).
Απόφαση αριθ. 1692/96/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, περί των κοινοτικών προσανατολισμών για την ανάπτυξη του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών (ΕΕ L 228 της 9.9.1996, σ. 1).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
Οδηγία 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με την πιστοποίηση του προσωπικού οδήγησης μηχανών έλξης και συρμών στο σιδηροδρομικό σύστημα της Κοινότητας (ΕΕ L 315της 3.12.2007, σ. 51).
Απόφαση 98/500/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Μαΐου 1998, για σύσταση επιτροπών κλαδικού διαλόγου για την προώθηση του διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων σε ευρωπαϊκό επίπεδο (ΕΕ L 225 της 12.8.1998, σ. 27).
Οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 32).
Οδηγία 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις εσωτερικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 260 της 30.9.2008, σ. 13).
Απόφαση 2012/88/ΕΕ της Επιτροπής, της 25ης Ιανουαρίου 2012, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για τα υποσυστήματα «έλεγχος-χειρισμός και σηματοδότηση» του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος (ΕΕ L 51 της 23.2.2012, σ. 1).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 913/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2010, σχετικά με το ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκτυο για ανταγωνιστικές εμπορευματικές μεταφορές (ΕΕ L 276 της 20.10.2010, σ. 22).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 14).
Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).
Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 72).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).
Απόφαση 2001/844/ΕΚ,ΕΚΑΧ,Ευρατόμ της Επιτροπής, της 29ης Νοεμβρίου 2001, για την τροποποίηση του εσωτερικού κανονισμού της (ΕΕ L 317 της 3.12.2001, σ. 1).
Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2).
Οδηγία 96/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος μεγάλης ταχύτητας (ΕΕ L 235 της 17.9.1996, σ. 6).
Διευθέτηση των λογαριασμών των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1192/69 του Συμβουλίου περί κοινών κανόνων για τη διευθέτηση των λογαριασμών των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων (COM(2013)0026 – C7-0026/2013 – 2013/0013(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0026),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και τα άρθρα 91 και 109 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0026/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Ιουνίου 2013(1),
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών της 8ης Οκτωβρίου 2013(2),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0472/2013),
1. εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 26 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕE) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1192/69 του Συμβουλίου περί κοινών κανόνων για τη διευθέτηση των λογαριασμών των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως τα άρθρα 91 και 109,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(4),
Ενεργώντας σύμφωνα με συνήθη νομοθετική διαδικασία(5),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 1192/69 του Συμβουλίου(6) επιτρέπει στα κράτη μέλη να καταβάλλουν αντισταθμίσεις σε 36 συγκεκριμένες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις για την πληρωμή οικονομικών υποχρεώσεων, με τις οποίες δεν επιβαρύνονται επιχειρήσεις άλλων τρόπων μεταφοράς. Η ορθή εφαρμογή των κοινών κανόνων διευθέτησης των λογαριασμών έχει ως αποτέλεσμα την απαλλαγή κρατών μελών από την υποχρέωση κοινοποίησης κρατικών ενισχύσεων.
(2) Με σειρά νομοθετικών μέτρων που εκδόθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο άνοιξαν οι αγορές σιδηροδρομικών εμπορευματικών και διεθνών επιβατικών μεταφορών στον ανταγωνισμό και καθιερώθηκαν, μέσω της οδηγίας 2012/34/EΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(7), ορισμένες θεμελιώδεις αρχές, στις οποίες περιλαμβάνεται η αρχή ότι η διαχείριση των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων διέπεται από τις αρχές που ισχύουν για τις εμπορικές εταιρείες, ότι οι οντότητες που είναι αρμόδιες για την κατανομή της μεταφορικής ικανότητας και την χρέωση χρήσης της σιδηροδρομικής υποδομής είναι ανεξάρτητες των οντοτήτων που εκτελούν σιδηροδρομικά δρομολόγια, ότι υπάρχει διαχωρισμός των λογαριασμών, ότι κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση αδειοδοτημένη σύμφωνα με τα κριτήρια της ΕΕ θα πρέπει να έχει ισότιμη και χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στη σιδηροδρομική υποδομή και ότι οι διαχειριστές υποδομών μπορούν να τυγχάνουν κρατικής χρηματοδότησης. Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας 2012/34/ΕΕ στο εθνικό δίκαιο είναι η 16η Ιουνίου 2015. [Τροπολογία 1]
(3) Ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 1192/69 δεν συμβαδίζει και δεν συμβιβάζεται με τα ισχύοντα σήμερα νομοθετικά μέτρα. Ειδικότερα, μέσα σε μια ελευθερωμένη αγορά όπου σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ανταγωνίζονται απευθείας με τις συγκεκριμένες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, δεν αρμόζει πλέον να γίνεται διάκριση μεταξύ αυτών των δύο ομάδων διαφορετικών επιχειρήσεων.
(4) Συνεπώς, είναι σκόπιμο να καταργηθεί ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 1192/69 ώστε να αρθούν οι ανακολουθίες στην έννομη τάξη της ΕΕ και να βελτιωθεί η απλούστευση με την κατάργηση μιας παρωχημένης πλέον νομικής πράξης,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1192/69 καταργείται.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής τουδύο έτη μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. [Τροπολογία 2]
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1192/69 του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 1969 περί κοινών κανόνων για τη διευθέτηση των λογαριασμών των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων (ΕΕ L 156 της 28.6.1969, σ. 8).
2 Οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012 , για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 32).
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αναφορά περιστατικών στην πολιτική αεροπορία, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 996/2010 και την κατάργηση της οδηγίας 2003/42/ΕΚ, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1321/2007 της Επιτροπής και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1330/2007 της Επιτροπής (COM(2012)0776 – C7-0418/2012 – 2012/0361(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0776),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 100 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7–0418/2012),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 17ης Απριλίου 2013(1),
– κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή των Περιφερειών,
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 2ας Δεκεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0317/2013),
1. εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 26 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕE) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αναφορά, ανάλυση και παρακολούθηση περιστατικών στην πολιτική αεροπορία, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 996/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 2003/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των κανονισμών της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 1321/2007 και (ΕΚ) αριθ. 1330/2007
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 376/2014.)
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις απαιτήσεις έγκρισης τύπου για την ανάπτυξη του συστήματος eCall σε οχήματα και για την τροποποίηση της οδηγίας 2007/46/EΚ (COM(2013)0316 – C7-0174/2013 – 2013/0165(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0316),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0174/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 19ης Σεπτεμβρίου 2013(1),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (Α7-0106/2014),
1. εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 26 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις απαιτήσεις έγκρισης τύπου για την ανάπτυξη του συστήματος eCall σε οχήματα βάσει της υπηρεσίας 112 και για την τροποποίηση της οδηγίας 2007/46/EΚ [Τροπολογία 1]
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(3),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Υπάρχει ένα ολοκληρωμένο ενωσιακό σύστημα έγκρισης τύπου για μηχανοκίνητα οχήματα που θεσπίστηκε με την οδηγία 2007/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(4).
(2) Οι τεχνικές απαιτήσεις έγκρισης τύπου για μηχανοκίνητα οχήματα όσον αφορά τα πολυάριθμα στοιχεία ασφάλειας και περιβαλλοντικής προστασίας έχουν εναρμονιστεί στο επίπεδο της Ένωσης, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί ένα υψηλό επίπεδο οδικής προστασίας σε όλη την Ένωση.
(2α) Η ανάπτυξη υπηρεσίας eCall διαθέσιμης σε όλα τα οχήματα και όλα τα κράτη μέλη αποτελεί μία από τις υψηλότερες προτεραιότητες της Ένωσης στον τομέα της οδικής ασφάλειας από το 2003. Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, δρομολογήθηκε σειρά πρωτοβουλιών στο πλαίσιο προσέγγισης προαιρετικής εγκατάστασης του συστήματος, χωρίς όμως να έχει επιτευχθεί αρκετή πρόοδος έως σήμερα. [Τροπολογία 2]
(3) Για να ενισχυθεί περαιτέρω η οδική ασφάλεια, με τηνστην ανακοίνωση της Επιτροπής της 21ης Αυγούστου 2009 με τίτλο «eCall: ώρα για εγκατάσταση»(5) προτείνεται η λήψη νέων μέτρων, ώστε να επιταχυνθεί η ανάπτυξη της υπηρεσίαςαναπτυχθεί υπηρεσία κλήσης έκτακτης ανάγκης στα οχήματα στην Ένωση. Ένα από τα προτεινόμενα μέτρα είναι να καταστεί υποχρεωτικός ο εξοπλισμός των συστημάτων eCall βάσει του αριθμού κλήσης 112 για όλα τα νέα οχήματα, αρχής γενομένης από τις κατηγορίες των οχημάτων M1 και N1, όπως ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 2007/46/EΚ. [Τροπολογία 3]
(4) Στις 3 Ιουλίου 2012 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε την έκθεσή του σχετικά με τη κλήση eCall: μια νέα υπηρεσία 112 για τους πολίτες, με την οποία καλεί την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση εντός του πλαισίου της οδηγίας 2007/46/EΚ, προκειμένου να διασφαλίσει την υποχρεωτική ανάπτυξη ενός δημόσιου συστήματος eCall με βάση τον αριθμό 112 έως το 2015.
(4α) Εξακολουθεί να είναι απαραίτητη η βελτίωση της λειτουργίας της υπηρεσίας 112 σε όλη την Ένωση, ώστε να παρέχει άμεση και αποτελεσματική βοήθεια σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. [Τροπολογία 4]
(5) Χάρις στο σύστημα eCall σε όλη την Ένωση αναμένεται να μειωθεί ο αριθμός των θανάσιμων ατυχημάτων στην Ένωση, καθώς και η σοβαρότητα των τραυματισμών που οφείλονται σε οδικά ατυχήματα χάρη στην έγκαιρη ειδοποίηση των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης. Η υποχρεωτική εισαγωγή του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 καθώς και η υποχρεωτική και συντονισμένη αναβάθμιση της υποδομής των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών για τη μετάδοση κλήσεων eCall και των κέντρων λήψης κλήσεων έκτακτης ανάγκης για τη λήψη των κλήσεων eCall θα επιτρέψειεπιτρέψουν την παροχή του συστήματος σε όλους τους πολίτες και έτσι θα συμβάλεισυμβάλουν στη μείωση του ανθρώπινου πόνου, της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψηςτων θανάσιμων ατυχημάτων και των σοβαρών τραυματισμών, του κόστους που συνδέεται με την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, της συμφόρησης που προκαλείται από ατυχήματα καθώς και άλλων δαπανών. [Τροπολογία 5]
(5α) Το σύστημα eCall θα αντιπροσωπεύει μια σημαντική δομή που αποτελείται από πολυάριθμους φορείς οι οποίοι ασχολούνται με την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής. Ως εκ τούτου είναι ιδιαίτερα σημαντικό να καλύπτεται το ζήτημα της ευθύνης από τον παρόντα κανονισμό για να επιτρέψει στους χρήστες να έχουν πλήρη εμπιστοσύνη και ταυτόχρονα να καταστεί δυνατή η ομαλή λειτουργία του συστήματος eCall. [Τροπολογία 6]
(6) Η παροχή ακριβών και αξιόπιστων πληροφοριών εντοπισμού θέσης σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης αποτελεί βασικό στοιχείο για την αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112. Κατά συνέπεια, κρίνεται σκόπιμο να καταστεί υποχρεωτική η συμβατότητά του με τις υπηρεσίες που παρέχονται από τα προγράμματα δορυφορικής ραδιοπλοήγησης, όπωςιδίως τα συστήματα που δημιουργήθηκαν στο πλαίσιο των προγραμμάτων Galileo και EGNOS, όπως καθορίζονται στον κανονισμό (EΚ) αριθ. 683/2008(ΕΕ)αριθ.1285/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, σχετικά με τη συνέχιση της υλοποίησης των ευρωπαϊκών προγραμμάτων δορυφορικής ραδιοπλοήγησης (EGNOS και Galileo)(6). [Τροπολογία 7]
(7) Ο υποχρεωτικός εξοπλισμός των οχημάτων με το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 αναμένεται να εφαρμοστεί αρχικά μόνο στα νέα επιβατικάστους νέους τύπους επιβατικών και ελαφράελαφρών οχημάτων εμπορικής χρήσης οχήματα (κατηγορίες Μ1 και Ν1), για τα οποίατους οποίους υπάρχει ήδη ο κατάλληλος μηχανισμός ενεργοποίησης. Η δυνατότητα να επεκταθεί η απαίτηση εφαρμογής του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 στο εγγύς μέλλον, ώστε να συμπεριληφθούν άλλες κατηγορίες οχημάτων, όπως τα βαρέα φορτηγά οχήματα, τα λεωφορεία και πούλμαν, τα μηχανοκίνητα δίκυκλα και οι γεωργικοί ελκυστήρες, θα πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω από την Επιτροπή, προκειμένου να υποβληθεί, εφόσον κριθεί σκόπιμο, νομοθετική πρόταση. [Τροπολογία 8]
(7α) Για λόγους ταχύτερης διάδοσης, θα πρέπει να επιταχυνθεί ο εξοπλισμός των υφιστάμενων τύπων οχημάτων που θα κατασκευαστούν μετά την 1η Οκτωβρίου 2015 με σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112. Για τύπους οχημάτων που εγκρίθηκαν πριν από την 1η Οκτωβρίου 2015, υφίσταται δυνατότητα προαιρετικού εκ των υστέρων εξοπλισμού με σύστημα eCall. [Τροπολογία 9]
(7β) Η δημόσια διαλειτουργική πανενωσιακή υπηρεσία eCall που βασίζεται στον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης 112 («αριθμός έκτακτης ανάγκης 112») και οι ιδιωτικές υπηρεσίες eCall (συστήματα eCall που υποστηρίζονται από υπηρεσίες τρίτου) μπορούν να συνυπάρχουν, υπό τον όρο ότι λαμβάνονται τα μέτρα που είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της συνέχειας της παροχής υπηρεσιών στους καταναλωτές. Για να διασφαλίζεται η συνέχεια της δημόσιας υπηρεσίας eCall που βασίζεται στον αριθμό 112 σε όλα τα κράτη μέλη καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής του οχήματος και να είναι εγγυημένο ότι η δημόσια υπηρεσία eCall που βασίζεται στον αριθμό 112 είναι πάντα αυτομάτως διαθέσιμη, όλα τα οχήματα θα πρέπει να είναι εξοπλισμένα με τη δημόσια υπηρεσία eCall βάσει του αριθμού κλήσης 112, ακόμα και αν ο αγοραστής του οχήματος επιλέγει ιδιωτική υπηρεσία eCall. [Τροπολογία 10]
(7γ) Θα πρέπει να παρέχεται στους καταναλωτές ρεαλιστική επισκόπηση του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112, καθώς και του ιδιωτικού συστήματος eCall, αν το όχημα είναι εξοπλισμένο με τέτοιο, καθώς και ολοκληρωμένη και αξιόπιστη ενημέρωση σχετικά με όλες τις πρόσθετες λειτουργίες ή υπηρεσίες που συνδέονται με τις παρεχόμενες ιδιωτικές εφαρμογές κλήσεων έκτακτης ανάγκης ή βοήθειας επί του οχήματος και σχετικά με την αναμενόμενη ποιότητα των υπηρεσιών κατά την αγορά εφαρμογών από τρίτο και το αντίστοιχο κόστος. Το σύστημα eCall βάσει του αριθμού κλήσης 112 αποτελεί δημόσια υπηρεσία κοινής ωφελείας και για τον λόγο αυτό θα πρέπει να προσφέρεται δωρεάν. [Τροπολογία 11]
(8) Ο υποχρεωτικός εξοπλισμός των οχημάτων με το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 θα γίνει με την επιφύλαξη του δικαιώματος όλων των ενδιαφερόμενων παραγόντων, όπως είναι οι κατασκευαστές οχημάτων και οι ανεξάρτητοι πάροχοι, να παρέχουν πρόσθετες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και/ή προστιθέμενης αξίας, παράλληλα με ή με βάση το σύστημα έκτακτης κλήσης στον αριθμό 112 επί του οχήματος. ΟιΟιεσδήποτε πρόσθετες αυτές υπηρεσίες όμως θα πρέπει να σχεδιάζονται με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να μην αποσπούν την προσοχή του οδηγού ή να μην επηρεάζουν τη λειτουργία του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 ούτε την αποτελεσματική εργασία των κέντρων κλήσεων έκτακτης ανάγκης.Το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 και το σύστημα που παρέχει ιδιωτικές υπηρεσίες ή υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας θα πρέπει να σχεδιάζονται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην είναι δυνατή η μεταξύ των συστημάτων ανταλλαγή προσωπικών δεδομένων. Οι υπηρεσίες αυτές, όταν παρέχονται, θα πρέπει να συμμορφώνονται με την ισχύουσα νομοθεσία περί ασφάλειας και προστασίας των δεδομένων και θα πρέπει να παραμένουν πάντα για τους καταναλωτές μια προαιρετική επιλογή. [Τροπολογία 12]
(9) Για να εξασφαλιστεί η δυνατότητα επιλογής εκ μέρους των πελατών, να προστατευτεί ο θεμιτός ανταγωνισμός, καθώς και για να ενθαρρυνθεί η καινοτομία και να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα του ενωσιακού κλάδου της πληροφορικής στην παγκόσμια αγορά, η πρόσβαση στο σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 θα πρέπει να προσφέρεται δωρεάν και χωρίς διακρίσεις σε όλους τους ανεξάρτητους παρόχους. Θα πρέπει επίσης να βασίζεται σε διαλειτουργική, ασφαλή και τυποποιημένη πλατφόρμα ανοικτής πρόσβασης, ώστε να χρησιμοποιηθεί για την ανάπτυξη πιθανών μελλοντικών εφαρμογών ή υπηρεσιών επί του οχήματος. Καθώς τούτο απαιτεί τεχνική και νομική υποστήριξη, η Επιτροπή θα πρέπει να εκτιμήσει χωρίς χρονοτριβή, κατόπιν διαβουλεύσεων με όλους τους ενδιαφερόμενους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των κατασκευαστών οχημάτων και των ανεξάρτητων παρόχων, όλες τις δυνατότητες προώθησης και διασφάλισης μιας πλατφόρμας ανοικτής πρόσβασης και, αν χρειαστεί, να υποβάλει σχετική νομοθετική πρόταση. Θα πρέπει να δοθούν περαιτέρω διευκρινίσεις σχετικά με τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι τρίτοι που παρέχουν υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας μπορούν να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που αποθηκεύονται στο ενσωματωμένο στο επί του οχήματος σύστημα κλήσης έκτακτης ανάγκης στον αριθμό 112. Επιπλέον, το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 θα πρέπει να επιτρέπει τη δωρεάν και χωρίς διακρίσεις πρόσβαση σε όλους τους ανεξάρτητους παρόχους για τους σκοπούς της επισκευής και συντήρησής του. [Τροπολογία 13]
(9α) Η εισαγωγή κάθε πρόσθετης εφαρμογής ή υπηρεσίας επί του οχήματος δεν θα πρέπει να καθυστερεί την έναρξη ισχύος και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 14]
(10) Για να διαφυλαχθεί ο ολοκληρωμένος χαρακτήρας του συστήματος έγκρισης τύπου, μόνον τα συστήματα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 που μπορούν να ελεγχθούν πλήρως θα πρέπει να γίνονται δεκτά για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.
(10α) Το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112, δεδομένου ότι αποτελεί ένα σύστημα έκτακτης ανάγκης, απαιτεί το υψηλότερο δυνατό επίπεδο αξιοπιστίας. Θα πρέπει να διασφαλίζεται η ακρίβεια του ελάχιστου συνόλου δεδομένων και της φωνητικής μετάδοσης και ποιότητας, θα πρέπει δε να αναπτυχθεί ένα ενιαίο καθεστώς δοκιμών, για να διασφαλίζονται η μακροζωία και διάρκεια του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112. Για τον λόγο αυτό, θα πρέπει να διενεργούνται τακτικά περιοδικές τεχνικές επιθεωρήσεις σύμφωνα με την οδηγία 2014/45/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(7). Στο σχετικό παράρτημά του θα πρέπει να περιληφθούν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη διεξαγωγή των δοκιμών. [Τροπολογία 15]
(11) Τα οχήματα μικρών σειρών εξαιρούνται βάσει της οδηγίας 2007/46/EΚ από τις απαιτήσεις για την προστασία των επιβατών σε περίπτωση μετωπικής και πλευρικής σύγκρουσης. Κατά συνέπεια, τα εν λόγω οχήματα μικρών σειρών θα πρέπει να εξαιρεθούν από την υποχρέωση συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις σχετικά με την υπηρεσία eCall οι οποίες ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. [Τροπολογία 16]
(12) Τα οχήματα ειδικού σκοπού θα πρέπει να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις σχετικά με την υπηρεσία eCall, όπως καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, εκτός εάν οι αρχές έγκρισης τύπου κρίνουν, εξετάζοντας κάθε περίπτωση ξεχωριστά, ότι κάποιο όχημα δεν δύναται να ικανοποιεί τις εν λόγω απαιτήσεις λόγω του ειδικού του σκοπού. [Τροπολογία 17]
(13) Σύμφωνα με τις συστάσεις της ομάδας εργασίας για την προστασία των προσωπικών δεδομένων βάσει του άρθρου 29 και οι οποίες περιέχονται στο έγγραφο εργασίας για τις επιπτώσεις της πρωτοβουλίας eCall στην προστασία της ιδιωτικής ζωής και των προσωπικών δεδομένων, που εγκρίθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 2006(8), κάθε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων από το σύστημα eCall επί των οχημάτων θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες προστασίας των προσωπικών δεδομένων που καθορίζονται στηνΗ οδηγία 95/46/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών(9),και στην η οδηγία 2002/58/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(10), της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά μεκαι τα άρθρα 7 και 8του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης(11)διέπουν την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες), έτσι ώστεπου διενεργείται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού. Ως εκ τούτου, η επεξεργασία δεδομένων μέσω του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 θα πρέπει να διενεργείται σύμφωνα με τις εν λόγω οδηγίες και υπό την εποπτεία των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών, ιδίως των ανεξαρτήτων δημοσίων αρχών που έχουν ορίσει τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις εν λόγω οδηγίες, ιδιαίτερα προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα οχήματα που διαθέτουν εποχούμενο εξοπλισμό eCall βάσει του αριθμού κλήσης 112 δεν είναι ανιχνεύσιμα κατά την κατάσταση κανονικής λειτουργίας τους σε σχέση με το σύστημα eCall, ότι δεν αποτελούν αντικείμενο συνεχούς εντοπισμού και ότι το ελάχιστο σύνολο δεδομένων που μεταδίδει το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 συνίσταται μόνο στις ελάχιστες απαιτούμενες πληροφορίες για την κατάλληλη επεξεργασία των κλήσεων έκτακτης ανάγκης από τα κέντρα λήψης κλήσεων έκτακτης ανάγκης και ότι στη συνέχεια δεν αποθηκεύονται προσωπικά δεδομένα. Εάν υπάρχει συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων ή σύμβαση μεταξύ αμφοτέρων των μερών, μπορούν να ισχύσουν άλλοι όροι για άλλο σύστημα κλήσεων έκτακτης ανάγκης εγκατεστημένο επί του οχήματος επί πλέον του συστήματος eCall που βασίζεται στον αριθμό κλήσης 112, το οποίο όμως θα πρέπει να τηρεί τις διατάξεις των ανωτέρω οδηγιών. [Τροπολογία 18](12)
(13α) Ο παρών κανονισμός λαμβάνει υπόψη τις συστάσεις της ομάδας εργασίας του «άρθρου 29», η οποία έχει συσταθεί δυνάμει της οδηγίας 95/46/ΕΚ, τις οποίες έχει διατυπώσει στο «Έγγραφο εργασίας σχετικά με την προστασία των δεδομένων και τις επιπτώσεις της πρωτοβουλίας eCall στην ιδιωτική ζωή» που εγκρίθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 2006(13). [Τροπολογίες 19 και 90]
(13β) Οι κατασκευαστές οχημάτων θα πρέπει, κατά την εκπλήρωση των τεχνικών απαιτήσεων, να ενσωματώνουν τεχνικούς μηχανισμούς προστασίας των δεδομένων στα συστήματα επί του οχήματος και να τηρούν την αρχή της «προστασίας της ιδιωτικής ζωής εκ κατασκευής» («privacy by design»). [Τροπολογία 20]
(14) Οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί τυποποίησης, ETSI και CEN, έχουν διαμορφώσει κοινά πρότυπα για την ανάπτυξη της υπηρεσίας eCall σε όλη την Ευρώπη, τα οποία θα πρέπει να εφαρμοστούν για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, καθώς έτσι θα διευκολυνθεί η τεχνολογική εξέλιξη της υπηρεσίας eCall επί του οχήματος, θα εξασφαλιστεί η διαλειτουργικότητα και η συνέχειά της σε όλη την Ένωση και θα μειωθούν οι δαπάνες για την εφαρμογή της στο σύνολο της Ένωσης.
(15) Για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή κοινών τεχνικών απαιτήσεων σχετικά με το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112, θα πρέπει να εκχωρηθεί στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τους λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή των σχετικών προτύπων, τη διενέργεια δοκιμών, την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των προσωπικών δεδομένων και τις εξαιρέσεις ορισμένων οχημάτων ή κλάσεων οχημάτων των κατηγοριών Μ1 και Ν1. Έχει ιδιαίτερη σημασία η Επιτροπή να διεξάγει τις αναγκαίες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια των προπαρασκευαστικών εργασιών της, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, ιδιαίτερα δε να ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, της ομάδας εργασίας του άρθρου 29 και των οργανώσεων προστασίας των καταναλωτών. Κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να μεριμνά για την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. [Τροπολογία 21]
(16) Θα πρέπει να δοθεί επαρκής χρόνος στους κατασκευαστές οχημάτων, ώστε να προσαρμοστούν στις τεχνικές απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, προκειμένου να είναι εις θέση να διενεργήσουν τις απαραίτητες μελέτες και δοκιμές σε διάφορες συνθήκες, όπως απαιτείται, και κατ’ αυτόν τον τρόπο να διασφαλίσουν ότι το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 είναι απολύτως αξιόπιστο. [Τροπολογία 22]
(17) Ο παρών κανονισμός αποτελεί νέο ξεχωριστό κανονισμό στο πλαίσιο της διαδικασίας έγκρισης ΕΚ τύπου που θεσπίζεται από την οδηγία 2007/46/EΚ και, κατά συνέπεια, τα παραρτήματα I, III, IV, VI και IX της εν λόγω οδηγίας θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως.
(18) Επειδή οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, ήτοι η υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς με την εισαγωγή υποχρεωτικών τεχνικών απαιτήσεων για τα νέα οχήματα έγκρισης τύπου εξοπλισμένα με το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη αλλά μπορεί, κατά συνέπεια, λόγω της κλίμακάς της, να επιτευχθεί καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση μπορεί να εκδώσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Αντικείμενο
Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τις τεχνικές απαιτήσεις για την έγκριση ΕΚ τύπου των οχημάτων όσον αφορά το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112.
Άρθρο 2
Πεδίο εφαρμογής
Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται για τα οχήματα των κατηγοριών M1 και N1, όπως ορίζονται στα σημεία 1.1.1. και 1.2.1. του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2007/46/EΚ.
Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στα οχήματα μικρών σειρών. [Τροπολογία 23]
Άρθρο 3
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, επιπλέον των ορισμών του άρθρου 3 της οδηγίας 2007/46/ΕΚ και του άρθρου 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2013 της Επιτροπής(14), ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: [Τροπολογία 24]
1) ως «σύστημα κλήσης eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112» νοείται το σύστημα έκτακτης ανάγκης που αποτελείται από τον εξοπλισμό επί του οχήματος και τα μέσα για την ενεργοποίηση, τον έλεγχο και την επιτέλεση της μετάδοσης κλήσης eCall, το οποίο ενεργοποιείται είτε αυτόματα με την ενεργοποίηση αισθητήρων εντός του οχήματος, είτε χειροκίνητα, και με το οποίο μεταφέρειεκπέμπονται σήματα μέσω τωνδημοσίων ασύρματων δικτύων κινητών τηλεπικοινωνιών ένα τυποποιημένο ελάχιστο σύνολογια να καταστεί δυνατή η μετάδοση ενός τυποποιημένου ελάχιστου συνόλου δεδομένων και εξασφαλίζει ένα κανάλιη δημιουργία ενός καναλιού ήχου βάσει του αριθμού κλήσης 112 μεταξύ των επιβατών του οχήματος και του κατάλληλου κέντρου κλήσεων έκτακτης ανάγκης 112· [Τροπολογία 25. Η τροπολογία αυτή ισχύει σε όλο το κείμενο]
(2) ως «σύστημα επί του οχήματος» νοείται ο εξοπλισμός εντός του οχήματος σε συνδυασμό με τον μηχανισμό που ενεργοποιεί, ελέγχει και επιτελεί τη μετάδοση της κλήσης έκτακτης ανάγκης eCall μέσω του δημόσιου δικτύου ασύρματων κινητών επικοινωνιών και ο οποίος συνδέει το όχημα με τον μηχανισμό που ενεργοποιεί την υπηρεσία eCall μέσω του δημόσιου δικτύου ασύρματων κινητών επικοινωνιών. [Τροπολογίες 26 και 80]
2α) ως «eCall» νοείται κλήση έκτακτης ανάγκης στον αριθμό 112 που πραγματοποιείται από το όχημα μέσω του συστήματος κλήσης eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112· [Τροπολογία 27]
2β) ως «κέντρο λήψης κλήσεων έκτακτης ανάγκης» ή «PSAP» νοείται ο τόπος όπου λαμβάνονται αρχικά οι κλήσεις έκτακτης ανάγκης, υπό την ευθύνη δημόσιας αρχής ή ιδιωτικού οργανισμού αναγνωρισμένου από το οικείο κράτος μέλος· [Τροπολογία 28]
2γ) ως «ελάχιστο σύνολο δεδομένων» ή «MSD» νοούνται οι πληροφορίες που καθορίζονται στο πρότυπο «Οδικές μεταφορές και τηλεματική στην κυκλοφορία — eSafety — Ελάχιστο σύνολο δεδομένων (MSD) για την κλήση eCall» (EN 15722) και διαβιβάζονται στο κέντρο λήψης κλήσεων eCall· [Τροπολογία 29]
2δ) ως «εξοπλισμός επί του οχήματος» νοείται ο σταθερά εγκατεστημένος εντός του οχήματος εξοπλισμός, ο οποίος παρέχει τα επί του οχήματος δεδομένα που απαιτούνται για το ελάχιστο σύνολο δεδομένων (MSD) ή έχει πρόσβαση σε αυτά για την πραγματοποίηση της κλήσης eCall μέσω δημόσιου δικτύου ασύρματων κινητών επικοινωνιών· [Τροπολογία 30]
2ε) ως «δημόσιο δίκτυο ασύρματων κινητών επικοινωνιών» νοείται δίκτυο ασύρματων κινητών επικοινωνιών που διατίθεται στο κοινό σύμφωνα με τις οδηγίες 2002/21/ΕΚ(15) και 2002/22/ΕΚ(16) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. [Τροπολογία 31]
Άρθρο 4
Γενικές υποχρεώσεις των κατασκευαστών
Οι κατασκευαστές πρέπει να αποδείξουν ότι όλοι οι νέοι τύποι οχημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 είναι εξοπλισμένοι με ενσωματωμένο σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις βάσει του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 32]
Άρθρο 5
Ειδικές υποχρεώσεις των κατασκευαστών
1. Οι κατασκευαστές πρέπει να εξασφαλίσουν ότι όλοι οι νέοι τύποι οχημάτων κατασκευάζονται και εγκρίνονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις βάσει του παρόντος κανονισμού.
2. Οι κατασκευαστές πρέπει να αποδείξουν ότι όλοι οι νέοι τύποι οχημάτων κατασκευάζονται έτσι ώστε, σε περίπτωση σοβαρού ατυχήματος που εντοπίζεται με την ενεργοποίηση ενός ή περισσοτέρων αισθητήρων ή/και επεξεργαστών εντός του οχήματος και το οποίο συμβαίνει στην επικράτεια της Ένωσης, να ενεργοποιείται αυτόματα κλήση έκτακτης ανάγκης eCall στον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό έκτακτης ανάγκης 112. [Τροπολογία 33]
Οι κατασκευαστές πρέπει να αποδεικνύουν ότι τα νέα οχήματαοι νέοι τύποι οχημάτων κατασκευάζονται έτσι ώστε η κλήση eCall στον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό έκτακτης ανάγκης 112 να μπορεί επίσης να ενεργοποιείται χειροκίνητα. [Τροπολογία 34]
2α. Η παράγραφος 2 δεν θίγει το δικαίωμα του ιδιοκτήτη του οχήματος να χρησιμοποιεί άλλο σύστημα κλήσης έκτακτης ανάγκης που είναι εγκατεστημένο στο όχημα και παρέχει παρεμφερή υπηρεσία, πέρα από το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112. Στην περίπτωση αυτή, αυτό το άλλο σύστημα κλήσεων έκτακτης ανάγκης συμμορφώνεται με το πρότυπο ΕΝ 16102 «Συστήματα Ευφυών Μεταφορών – eCall – Λειτουργικές απαιτήσεις για την υποστήριξη από τρίτους» και οι κατασκευαστές διασφαλίζουν ότι μόνο ένα σύστημα είναι ενεργό κάθε φορά και ότι το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 ενεργοποιείται αυτομάτως σε περίπτωση που το άλλο σύστημα κλήσεων έκτακτης ανάγκης δεν λειτουργεί. [Τροπολογία 35]
3. Οι κατασκευαστές λαμβάνουν την κατάλληλη μέριμνα ώστε οι δέκτες στα συστήματα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 να είναι συμβατοί με τις υπηρεσίες εντοπισμού θέσης που παρέχουν τα συστήματα δορυφορικής ραδιοπλοήγησης, όπως είναιιδιαίτερα τα συστήματα Galileo και EGNOS. [Τροπολογία 36]
4. Μόνο τα εγκατεστημένα συστήματα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 που μπορούν να ελεγχθούν γίνονται δεκτά για τους σκοπούς της έγκρισης τύπου. [Τροπολογία 37]
5. Τα συστήματα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 πρέπει να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της οδηγίας 1999/5/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(17) και του κανονισμού ΟΕΕ/ΟΗΕ αριθ. 10(18).
5α. Οι κατασκευαστές αποδεικνύουν ότι, σε περίπτωση σοβαρής διακοπής λειτουργίας του συστήματος που εντοπίζεται κατά τη διάρκεια της αυτοδιάγνωσης ή μετά από αυτήν και η οποία έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία του να πραγματοποιήσει κλήση eCall, θα δίδεται προειδοποιητικό σήμα στους επιβάτες του οχήματος. [Τροπολογία 38]
6. Το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 πρέπει να επιτρέπει τη δωρεάν και χωρίς διακρίσεις πρόσβαση σε όλους τους ανεξάρτητους επιχειρηματικούς φορείς τουλάχιστον για τους σκοπούς της επισκευής και της συντήρησής του. [Τροπολογία 39]
7. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 9 για τη θέσπιση των λεπτομερών τεχνικών απαιτήσεων και ελέγχων για την έγκριση τύπου των συστημάτων eCall επί του οχήματος και για την τροποποίηση της οδηγίας 2007/46/ΕΚ αναλόγωςβάσει του αριθμού κλήσης 112. [Τροπολογία 40]
Οι τεχνικές απαιτήσεις και έλεγχοι που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο πρέπει ναεγκρίνονται κατόπιν διαβουλεύσεων με τους ενδιαφερόμενους παράγοντες και βασίζονται στις απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 2, 2α, 3, 4 και 6 και στα ακόλουθαδιαθέσιμα πρότυπα που σχετίζονται με το σύστημα eCall και τους κανονισμούς ΟΕΕ/ΟΗΕ, ανά περίπτωση, μεταξύ άλλων στα εξής: [Τροπολογία 41]
α) EN 16072 «Συστήματα Ευφυών Μεταφορών — eSafety — Πανευρωπαϊκό σύστημα eCall — Λειτουργικές απαιτήσεις»·
γ) EN 16454 «Συστήματα Ευφυών Μεταφορών — eSafety — Διακριτές δοκιμές συμμόρφωσης eCall», όσον αφορά τη συμμόρφωση του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 με την πανευρωπαϊκή υπηρεσία eCall·
γα) EN 15722 «Συστήματα ευφυών μεταφορών - eSafety - Ελάχιστο σύνολο δεδομένων (MSD) για την κλήση eCall». [Τροπολογία 42]
δ) τυχόν πρόσθετα ευρωπαϊκά πρότυπα ή κανονισμοί ΟΕΕ/ΟΗΕ σχετικά με τα συστήματα eCall. [Τροπολογία 43]
Άρθρο 6
Κανόνες σχετικά με την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων
-1α. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων των οδηγιών 95/46/ΕΚ και 2002/58/ΕΚ. Κάθε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων μέσω του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 οφείλει να τηρεί τους περί προστασίας δεδομένων κανόνες των εν λόγω οδηγιών. [Τροπολογία 44]
1. Σύμφωνα με την οδηγία 95/46/EΚ και την οδηγία 2002/58/EΚ Οι κατασκευαστές πρέπει να εξασφαλίσουν ότι τα οχήματα που είναι εξοπλισμένα με το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 δεν είναι ανιχνεύσιμα και ότι δεν αποτελούν αντικείμενο συνεχούς εντοπισμού κατά την κατάσταση κανονικής λειτουργίας τους εφόσον δεν υφίσταται έκτακτη ανάγκη αναφορικά με το σύστημα eCall. [Τροπολογία 45]
Το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 πρέπει να ενσωματώνει τις τεχνολογίες που προστατεύουν την ιδιωτική ζωή, έτσι ώστε να παρέχει στους χρήστες του συστήματος eCall το επιθυμητό επίπεδο προστασίας της ιδιωτικής ζωής, καθώς και τις απαραίτητες διασφαλίσεις ώστε να προληφθούν φαινόμενα παρακολούθησης και καταχρήσεις.
2. Το ελάχιστο σύνολο δεδομένωνMSD που αποστέλλει το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112πρέπει να περιλαμβάνει τις ελάχιστες απαιτούμενεςσυνίσταται κατά μέγιστο όριο στις πληροφορίες που απαιτούνται από το πρότυπο που αναφέρεται στο άρθρο 3 σημείο 2γ. Το MSD δεν αποτελεί αντικείμενο επεξεργασίας για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από αυτό που είναι απαραίτητο για τον σκοπό για τον οποίο υποβάλλεται σε επεξεργασία και δεν αποθηκεύεται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από αυτό που απαιτείται για την ορθή διεκπεραίωση των κλήσεων έκτακτης ανάγκης. Το MSD αποθηκεύεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι δυνατή η πλήρης διαγραφή του. [Τροπολογία 46]
3. Οι κατασκευαστές πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι χρήστες του συστήματος eCall διαθέτουν σαφή και ολοκληρωμένη ενημέρωση σχετικά με τηνύπαρξη δωρεάν διαθέσιμου δημόσιου συστήματος e-Call βάσει του αριθμού κλήσης 112 και την επεξεργασία των δεδομένων που γίνεται μέσω του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112, ιδίως όσον αφορά: [Τροπολογία 47]
α) την αναφορά στη νομική βάση της επεξεργασίας·
β) το γεγονός ότι το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 ενεργοποιείται αυτόματα·
γ) τον τρόπο επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων από το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112·
δ) τον ειδικό σκοπό της επεξεργασίας eCall ο οποίος περιορίζεται στις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο· [Τροπολογία 48]
ε) τους τύπους δεδομένων που συλλέγονται και υπόκεινται σε επεξεργασία καθώς και τους αποδέκτες των δεδομένων αυτών·
στ) το χρονικό όριο διακράτησης των δεδομένων στο σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112· [Τροπολογία 49]
ζ) το γεγονός ότι τα οχήματα δεν αποτελούν αντικείμενο συνεχούς εντοπισμού πέρα από τη συλλογή του ελάχιστου ποσού δεδομένων που είναι αναγκαία για να προσδιορίζει και να διαβιβάζει το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 τη θέση και την κατεύθυνση πορείας του οχήματος κατά την αναφορά ατυχήματος καθώς και το γεγονός ότι κάθε δεδομένο εντοπισμού αποθηκεύεται στο μηχανισμό μόνο για όσο διάστημα είναι αυστηρώς αναγκαίο για τον σκοπό αυτό· [Τροπολογία 50]
η) τον τρόπο άσκησης των δικαιωμάτων που έχουν οι χρήστες ως προς τα δεδομένα τους·
ηα) το γεγονός ότι τα δεδομένα που συλλέγονται από τα κέντρα λήψης κλήσεων έκτακτης ανάγκης μέσω του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 δεν πρέπει να διαβιβάζονται σε τρίτους χωρίς την προηγούμενη ρητή συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων· [Τροπολογία 51]
θ) τυχόν πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με την ιχνηλασιμότητα, τον εντοπισμό και την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων για την παροχή ιδιωτικής υπηρεσίας eCall και/ή άλλες υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας, που προϋποθέτουν ρητή συγκατάθεση του χρήστη και τήρηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Ιδιαιτέρως πρέπει να συνεκτιμάται το γεγονός ότι ενδέχεται να υπάρχουν διαφορές μεταξύ της επεξεργασίας δεδομένων που πραγματοποιείται μέσω του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 και εκείνης που πραγματοποιείται μέσω των ιδιωτικών συστημάτων eCall ή άλλων συστημάτων υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας. [Τροπολογία 52]
3α. Οι κατασκευαστές παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 ως μέρος της τεχνικής τεκμηρίωσης που παραδίδεται μαζί με το όχημα. [Τροπολογία 53]
3β. Προς αποφυγή παρανοήσεων ως προς τους επιδιωκόμενους σκοπούς και την προστιθέμενη αξία της επεξεργασίας, οι προβλεπόμενες στην παράγραφο 3 πληροφορίες παρέχονται στον χρήστη χωριστά για το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 και χωριστά για τα άλλα συστήματα eCall πριν από τη χρήση του συστήματος. [Τροπολογία 54]
3γ. Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 και κάθε άλλο εγκατεστημένο σύστημα κλήσης έκτακτης ανάγκης και σύστημα παροχής υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας είναι σχεδιασμένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε δεν είναι δυνατή η μεταξύ των συστημάτων ανταλλαγή προσωπικών δεδομένων. Η μη χρήση άλλου συστήματος ή υπηρεσίας προστιθέμενης αξίας ή η άρνηση του υποκειμένου των δεδομένων να δώσει τη συγκατάθεσή του στην επεξεργασία των προσωπικών του δεδομένων για ιδιωτική υπηρεσία δεν έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη χρήση του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 και/ή στον ίδιο τον χρήστη του eCall. [Τροπολογία 55]
4. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνειΑνατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 9 στις οποίες θα ορίσει περαιτέρω την απαίτηση όσον αφορά την απουσία μέσων ανιχνευσιμότητας και εντοπισμού καθώς και τις τεχνολογίες προστασίας της ιδιωτικής ζωής που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε σχέση με το eCall, ιδιαίτερα τα μέτρα ασφαλείας που πρέπει να λαμβάνουν οι πάροχοι υπηρεσιών eCall για τη διασφάλιση της νόμιμης επεξεργασίας των δεδομένων και την αποτροπή μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης, κοινοποίησης, μεταβολής ή απώλειας προσωπικών δεδομένων που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία, όπως επίσης και τους τρόπους επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων και των πληροφοριών για τους χρήστες που αναφέρονται στην παράγραφο 3. [Τροπολογία 56]
Άρθρο 7
Υποχρεώσεις των κρατών μελών
Με ισχύ από την 1η Οκτωβρίου 2015...(19), οι εθνικές αρχές πρέπει να παρέχουν έγκριση ΕΚ τύπου όσον αφορά το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 για νέους τύπους οχημάτων που συμμορφώνονται με τον παρόντα κανονισμό και τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εγκρίνονται βάσει του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 57]
Άρθρο 7α
Περιοδικές τεχνικές επιθεωρήσεις
Οι απαιτήσεις για περιοδικές τεχνικές επιθεωρήσεις όσον αφορά το σύστημα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 ρυθμίζονται από την οδηγία 2014/45/ΕΕ. [Τροπολογία 58]
Άρθρο 8
Εξαιρέσεις
1. Η Επιτροπή μπορεί να εξαιρεί ορισμένα οχήματα ήορισμένες κλάσεις οχημάτων των κατηγοριών Μ1 και Ν1 από την υποχρέωση να εγκαταστήσουν συστήματα eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112, όπως ορίζονται στο άρθρο 4, εάν ύστερα από ανάλυση κόστους/οφέλους και τεχνική ανάλυση που διενεργήθηκεδιενεργήθηκαν από την Επιτροπή ή κατόπιν εντολής της και λαμβάνοντας υπόψη όλους τους κατάλληλους παράγοντες ασφάλειας, αποδειχθεί ότι η εφαρμογή των συστημάτων αυτώνη εγκατάσταση του συστήματος eCall επί του οχήματοςβάσει του αριθμού κλήσης 112 δεν είναι κατάλληλη για τοαπαραίτητη για την περαιτέρω βελτίωση της οδικής ασφάλειας, διότι η υπό εξέταση όχημα ή κλάση οχημάτων έχει σχεδιαστεί πρωτίστως για μη οδική χρήση ή δεν διαθέτει κατάλληλο μηχανισμό ενεργοποίησης. Οι εν λόγω εξαιρέσεις είναι περιορισμένες σε αριθμό. [Τροπολογία 59]
2. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείταιΑνατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 9, ώστεγια να καθορίσει τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι εξαιρέσεις αυτές πρέπει να αφορούν οχήματα όπως είναι τα οχήματα ειδικού σκοπού και τα οχήματα χωρίς αερόσακους και να είναι περιορισμένες σε αριθμό. [Τροπολογία 60]
Άρθρο 9
Άσκηση της εξουσιοδότησης
1. Η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.
2. Η προβλεπόμενη στο άρθρο 5 παράγραφος 7, στο άρθρο 6 παράγραφος 4 και στο άρθρο 8 παράγραφος 2 αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από την […][Publications Office, please insert the exact date of entry into force]περίοδο πέντε ετών από ...(20). Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου. [Τροπολογία 61]
3. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 7, στο άρθρο 6 παράγραφος 4 και στο άρθρο 8 παράγραφος 2 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επόμενη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιωνδήποτε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων βρίσκονται ήδη σε ισχύ.
4. Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
5. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 7, του άρθρου 6 παράγραφος 4 και του άρθρου 8 παράγραφος 2, τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός δύο μηνών τριών μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν προβάλλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου. [Τροπολογία 62]
Άρθρο 10
Κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης
1. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και τις αντίστοιχες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις από τους κατασκευαστές και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν την εφαρμογή των εν λόγω κανόνων. Οι εν λόγω κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές, ιδίως σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με το άρθρο 6 του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή. Κοινοποιούν επίσης στην Επιτροπή αμελλητί κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση που τις επηρεάζει. [Τροπολογία 63]
2. Οι τύποι μη συμμόρφωσης που υπόκεινται σε κυρώσεις περιλαμβάνουν:
α) την υποβολή ψευδούς δήλωσης στο πλαίσιο διαδικασίας έγκρισης ή διαδικασίας που οδηγεί σε ανάκληση·
β) την παραποίηση των αποτελεσμάτων των ελέγχων για την έγκριση τύπου·
γ) την απόκρυψη στοιχείων ή τεχνικών προδιαγραφών που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάκληση ή την απόσυρση της έγκρισης τύπου·
γα) παραβάσεις των διατάξεων του άρθρου 6. [Τροπολογία 64]
Άρθρο 10α
Υποβολή εκθέσεων και επανεξέταση
1. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την απαιτούμενη για το σύστημα eCall ετοιμότητα της υποδομής των τηλεπικοινωνιών και των κέντρων λήψης κλήσεων έκτακτης ανάγκης στα κράτη μέλη. Εάν από αυτήν την έκθεση προκύπτει σαφώς ότι η υποδομή για το σύστημα eCall δεν θα είναι έτοιμη προς λειτουργία πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 12 τρίτο εδάφιο, η Επιτροπή προβαίνει στις δέουσες ενέργειες.
2. Το αργότερο έως την 1η Οκτωβρίου 2018, η Επιτροπή συντάσσει έκθεση αξιολόγησης σχετικά με τα επιτεύγματα του συστήματος eCall επί του οχήματος βάσει του αριθμού κλήσης 112 και τον βαθμό διάδοσής του και την υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Η Επιτροπή ερευνά κατά πόσον πρέπει να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού σε άλλες κατηγορίες οχημάτων, όπως τα μηχανοκίνητα δίκυκλα, τα βαρέα φορτηγά οχήματα, τα λεωφορεία και πούλμαν και οι αγροτικοί ελκυστήρες. Εφόσον κριθεί σκόπιμο, η Επιτροπή υποβάλλει σχετική νομοθετική πρόταση.
3. Το συντομότερο δυνατό και οπωσδήποτε όχι αργότερα από την ...(21), η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τις τεχνικές απαιτήσεις μιας διαλειτουργικής, τυποποιημένης και ασφαλούς πλατφόρμας ανοιχτής πρόσβασης, αφού προηγουμένως διεξαγάγει ευρείες διαβουλεύσεις με όλους τους ενδιαφερόμενους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των κατασκευαστών οχημάτων και των ανεξάρτητων παρόχων, και αφού διενεργήσει αξιολόγηση του αντίκτυπου. Εφόσον κριθεί σκόπιμο, η Επιτροπή συνοδεύει την έκθεση αυτή με σχετική νομοθετική πρόταση. Το σύστημα eCall επί του οχήματος με βάση τον αριθμό κλήσης 112 στηρίζεται στα πρότυπα της εν λόγω πλατφόρμας μόλις αυτά καταστούν διαθέσιμα. [Τροπολογία 65]
Άρθρο 11
Τροποποιήσεις στην οδηγία 2007/46/ΕΚ
Τα παραρτήματα I, III, IV, VI και IX της οδηγίας 2007/46/ΕΚ τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 12
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το άρθρο 5 παράγραφος 7, το άρθρο 6 παράγραφος 4, το άρθρο 8 παράγραφος 2 και τα άρθρα 9 και 10α εφαρμόζονται από την ...(22). [Τροπολογία 66]
ΕφαρμόζεταιΤα άρθρα πλην όσων αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται από την 1η Οκτωβρίου 2015. [Τροπολογία 67]
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
...,
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Τροποποιήσεις στην οδηγία 2007/46/ΕΚ
Η οδηγία 2007/46/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:
1) Στο παράρτημα I προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:
«12.8 σύστημα eCall
12.8.1 περιγραφή ή σχήματα»·
2) Στο παράρτημα ΙΙI μέρος Ι τμήμα Α προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:
«12.8 σύστημα eCall
12.8.1 Παρουσία: ναι/όχι (1)»·
3) Το παράρτημα IV μέρος 1 τροποποιείται ως ακολούθως:
α) Η ακόλουθη θέση 71. προστίθεται στον πίνακα:
Αριθμός
Αντικείμενο
Κανονιστική πράξη
Εφαρμογή
M1
M2
M3
N1
N2
N3
O1
O2
O3
O4
71.
Σύστημα eCall
Κανονισμός (EΕ) αριθ.....
X
X
β) Το προσάρτημα 1 τροποποιείται ως εξής:
i) η ακόλουθη θέση προστίθεται στον πίνακα 1:
Αριθμός
Αντικείμενο
Κανονιστική πράξη
Ειδικά ζητήματα
Εφαρμογή και ειδικές απαιτήσεις
71.
Σύστημα eCall
Κανονισμός (EΕ) αριθ…..
Άνευ αντικειμένου
ii) η ακόλουθη θέση προστίθεται στον πίνακα 2:
Αριθμός
Αντικείμενο
Κανονιστική πράξη
Ειδικά ζητήματα
Εφαρμογή και ειδικές απαιτήσεις
71.
Σύστημα eCall
Κανονισμός (EΕ) αριθ…..
Άνευ αντικειμένου
4) Στο προσάρτημα του Υποδείγματος Α στο Παράρτημα VI προστίθεται στον πίνακα η εξής θέση:
Αριθμός
Αντικείμενο
Αριθμός κανονιστικής πράξης(1)
Όπως τροποποιήθηκε από
Εφαρμόζεται στις παραλλαγές
71.
Σύστημα eCall
Κανονισμός (EΕ) αριθ. …..
5) Το παράρτημα IX τροποποιείται ως εξής:
α) Στο μέρος Ι, το Υπόδειγμα Β τροποποιείται ως εξής:
i) Η 2η πλευρά «κατηγορία οχήματος Μ1» τροποποιείται ως εξής:
— το σημείο 52 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«52. παρουσία eCall ναι/όχι»,
— προστίθεται το ακόλουθο σημείο:
«53. Παρατηρήσεις (11): …………….»·
ii) Η 2η πλευρά «κατηγορία οχήματος Ν1» τροποποιείται ως εξής:
— το σημείο 52 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«52. παρουσία eCall ναι/όχι»,
— προστίθεται το ακόλουθο σημείο:
«53. Παρατηρήσεις (11): …………….»·
β) Στο Μέρος ΙΙ, το Υπόδειγμα C2 τροποποιείται ως εξής:
i) Η 2η πλευρά «κατηγορία οχήματος Μ1» τροποποιείται ως εξής:
— το σημείο 52 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«52. παρουσία eCall ναι/όχι»,
— προστίθεται το ακόλουθο σημείο:
«53. Παρατηρήσεις (11): …………….»·
ii) Η 2η πλευρά «κατηγορία οχήματος Ν1» τροποποιείται ως εξής:
— το σημείο 52 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«52. παρουσία eCall ναι/όχι»,
— προστίθεται το ακόλουθο σημείο:
«53. Παρατηρήσεις (11): …………….»·
(6) Στο προσάρτημα 1 του παραρτήματος ΧΙ, προστίθεται στον πίνακα η εξής θέση 71.:
Οδηγία 2007/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση πλαισίου για την έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους, και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά (οδηγία-πλαίσιο) (ΕΕ L 263 της 9.10.2007, σ. 1).
ΕΕ L 196 της 24.7.2008, σ. 1.Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1285/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11η Δεκεμβρίου 2013, για την εφαρμογή και εκμετάλλευση των ευρωπαϊκών συστημάτων δορυφορικής πλοήγησης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 876/2002 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 683/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 1).
Οδηγία 2014/45/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2014, για τον περιοδικό τεχνικό έλεγχο των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/40/EΚ (ΕΕ L 127 της 29.4.2014, σ. 51).
Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών(ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).
Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες)(ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).
Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33).
Οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 51).
Οδηγία 1999/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1999, σχετικά με το ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας των εξοπλισμών αυτών (ΕΕ L 91 της 7.4.1999, σ. 10).
Κανονισμός αριθ. 10 της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (ΟΕΕ/ΗΕ) — Ενιαίες διατάξεις σχετικά με την έγκριση οχημάτων όσον αφορά την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα (ΕΕ L 254 της 20.9.2012, σ. 1).
Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 στην πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (αναδιατύπωση) (COM(2012)0360 – C7-0180/2012 – 2012/0175(COD))(1)
ΟΔΗΓΙΑ 2014/.../ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (αναδιατύπωση
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης , και ιδίως το άρθρο 53 παράγραφος 1 και το άρθρο 62 ,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,
Εκτιμώντας τα εξής:
(1) Στην οδηγία 2002/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(3) πρέπει να γίνουν τροποποιήσεις. Ως εκ τούτου, προτείνεται ▌η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.
(2) Δεδομένου ότι ο κύριος στόχος και το αντικείμενο της παρούσας πρότασης είναι η εναρμόνιση των εθνικών διατάξεων σχετικά με τους αναφερθέντες τομείς, η πρόταση θα πρέπει να στηρίζεται στο άρθρο 53 παράγραφος 1 και στο άρθρο 62 της ΣΛΕΕ. Η οδηγία αποτελεί κατάλληλο μέσο για να καταστεί δυνατή, όταν είναι αναγκαίο, η προσαρμογή των εκτελεστικών διατάξεων, στους τομείς που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, στις υφιστάμενες ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης αγοράς και στο νομικό σύστημα κάθε κράτους μέλους. Η παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να αποσκοπεί στον συντονισμό των εθνικών κανόνων που αφορούν την πρόσβαση στη δραστηριότητα της ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης ▌και, ως εκ τούτου, βασίζεται στο άρθρο 53 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ. Επιπλέον, δεδομένου ότι πρόκειται για έναν τομέα παροχής υπηρεσιών σε ολόκληρη την Ένωση, η παρούσα οδηγία βασίζεται επίσης στο άρθρο 62 ΣΛΕΕ.
(3) Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στη διανομή ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων στην Ένωση .
(4) Τα ασφαλιστικά προϊόντα μπορούν να διανέμονται από διάφορες κατηγορίες φυσικών ή νομικών προσώπων, όπως πράκτορες, μεσίτες και φορείς παροχής τραπεζασφαλιστικών υπηρεσιών, ασφαλιστικές επιχειρήσεις, πρακτορεία ταξιδίων και εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων ▌.
(4α) Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι εφαρμόζεται το ίδιο επίπεδο προστασίας και ότι ο καταναλωτής μπορεί να επωφεληθεί από συγκρίσιμα πρότυπα, έχει ουσιώδη σημασία η παρούσα οδηγία να προωθεί ισότιμους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των διαμεσολαβητών είτε είναι συνδεδεμένοι με ασφαλιστική επιχείρηση είτε όχι. Οι καταναλωτές επωφελούνται εάν τα ασφαλιστικά προϊόντα αποτελούν αντικείμενο διαμεσολάβησης μέσω διαφόρων διαύλων και ενδιαμέσων που έχουν διαφορετικές μορφές συνεργασίας με ασφαλιστικές επιχειρήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι αυτοί οι δίαυλοι και ενδιάμεσοι υποχρεούνται να εφαρμόζουν τους ίδιους κανόνες για την προστασία των καταναλωτών. Είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη οι εν λόγω πτυχές από τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.
(5) Η εφαρμογή της οδηγίας 2002/92/ΕΚ κατέδειξε ότι για ορισμένες διατάξεις απαιτείται περαιτέρω αποσαφήνιση, με σκοπό να διευκολυνθεί η άσκηση της ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης και ότι για την προστασία των καταναλωτών απαιτείται επέκταση του πεδίου εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας σε όλες τις πωλήσεις ασφαλιστικών προϊόντων που συνιστούν κύρια επαγγελματική δραστηριότητα, είτε μέσω των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών είτε των ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Όσον αφορά τις πωλήσεις, την εξυπηρέτηση μετά την πώληση και τις διαδικασίες αποζημίωσης, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες πωλούν απευθείας ασφαλιστικά προϊόντα, θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο πεδίο εφαρμογής της νέας οδηγίας σε παρόμοια βάση με τους ασφαλιστικούς πράκτορες και μεσίτες.
▐
(8) Εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των εθνικών διατάξεων, οι οποίες δημιουργούν εμπόδια στην ανάληψη και άσκηση των δραστηριοτήτων των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών στην εσωτερική αγορά. Απαιτείται η περαιτέρω ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς και η δημιουργία μιας πραγματικά ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ασφάλειας ζωής και τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ασφάλισης εκτός ασφαλειών ζωής.
(9) Η σημερινή και η πρόσφατη χρηματοπιστωτική αναταραχή τόνισε τη σημασία της διασφάλισης αποτελεσματικής προστασίας του καταναλωτή σε όλους τους χρηματοπιστωτικούς τομείς. Κατά συνέπεια, είναι σκόπιμο να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των πελατών και η μεγαλύτερη ενοποίηση της ρυθμιστικής αντιμετώπισης ως προς τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων, προκειμένου να διασφαλίζεται επαρκές επίπεδο προστασίας των πελατών σε ολόκληρη την Ένωση. Προκειμένου να περιορισθεί η ανάγκη θέσπισης διαφόρων εθνικών μέτρων, πρέπει να αυξηθεί το επίπεδο προστασίας των καταναλωτών σε σχέση με την οδηγία 2002/92/ΕΚ. Είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπόψη η ιδιάζουσα φύση των ασφαλιστικών συμβάσεων σε σύγκριση με τα επενδυτικά προϊόντα που ρυθμίζονται βάσει τηςοδηγίας 2014/.../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [MiFID](4). Ως εκ τούτου, η διανομή των ασφαλιστικών συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένων των λεγόμενων επενδυτικών ασφαλιστικών προϊόντων, πρέπει να ρυθμιστεί βάσει της παρούσας οδηγίας και να ευθυγραμμιστεί με την οδηγία 2014/…/ΕΕ [MiFID]. Πρέπει να βελτιωθούν τα ελάχιστα πρότυπα, δηλαδή τόσο οι κανόνες που διέπουν τη διανομή όσο και οι ισότιμοι όροι ανταγωνισμού, και να ισχύσουν για όλες τις δέσμες επενδυτικών ασφαλιστικών προϊόντων. Πρέπει να εφαρμόζονται ισχυρότερα μέτρα προστασίας των πελατών σε «μη επαγγελματίες» πελάτες απ’ ό,τι σε «επαγγελματίες» πελάτες.
(10) Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα πρόσωπα η δραστηριότητα των οποίων συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης σε τρίτους έναντι αμοιβής, η οποία μπορεί να είναι χρηματική ή να έχει οποιαδήποτε άλλη μορφή συνομολογημένου οικονομικού οφέλους το οποίο συνδέεται με τις υπηρεσίες που παρέχουν αυτοί οι διαμεσολαβητές.
(11) Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται στα πρόσωπα των οποίων η δραστηριότητα συνίσταται στην παροχή πληροφοριών σε μία ή περισσότερες ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές συμβάσεις για την τήρηση κριτηρίων που επιλέγονται από τον πελάτη, είτε μέσω μιας ιστοσελίδας είτε άλλων μέσων, ή στην παροχή της κατάταξης των ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων ή στην παροχή έκπτωσης επί της τιμής της σύμβασης, όταν ο πελάτης είναι σε θέση να συνάψει άμεσα ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο στο τέλος της διαδικασίας· δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε δραστηριότητες απλής παρουσίασης που συνίστανται στην παροχή δεδομένων και πληροφοριών σχετικά με δυνητικούς ασφαλισμένους σε ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ή διαμεσολαβητές ή πληροφοριών σχετικά με ασφαλιστικά ή αντασφαλιστικά προϊόντα ή ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή επιχείρηση για δυνητικούς ασφαλισμένους.
(12) Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στα πρόσωπα που ασκούν άλλη επαγγελματική δραστηριότητα, όπως π.χ. οι φοροτεχνικοί ή οι λογιστές, τα οποία παρέχουν περιστασιακά συμβουλές για ασφαλιστικά θέματα στο πλαίσιο αυτής της άλλης επαγγελματικής δραστηριότητας, ούτε θα πρέπει να εφαρμόζεται σε απλή παροχή πληροφοριών γενικής φύσεως σχετικά με ασφαλιστικά προϊόντα, εφόσον η δραστηριότητα αυτή δεν αποσκοπεί στην παροχή βοήθειας προς τον πελάτη κατά τη σύναψη ή την εκτέλεση ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής σύμβασης. Δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στην κατ' επάγγελμα διαχείριση περιπτώσεων ζημιών για λογαριασμό μιας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, ούτε στον διακανονισμό και την εκτίμηση ζημιών από εμπειρογνώμονες.
(13) Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στα πρόσωπα που ασκούν την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ως παρεπόμενη δραστηριότητα υπό ορισμένους περιορισμούς όσον αφορά την πολιτική, και ιδίως τη γνώση που απαιτείται για την πώλησή της, τους καλυπτόμενους κινδύνους και το ποσό των ασφαλίστρων .
(14) Η παρούσα οδηγία ορίζει τον «συνδεδεμένο ασφαλιστικό διαμεσολαβητή», προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη τα χαρακτηριστικά ορισμένων αγορών των κρατών μελών και να καθορίζονται οι όροι που μπορούν να εφαρμοστούν σε αυτούς τους διαμεσολαβητές.
(15) Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές οι οποίοι είναι φυσικά πρόσωπα θα πρέπει να εγγράφονται σε μητρώο της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους όπου έχουν τη διαμονή τους εκείνοι που είναι νομικά πρόσωπα θα πρέπει να εγγράφονται σε μητρώο της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους όπου έχουν την καταστατική τους έδρα (ή, αν σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο δεν έχουν καταστατική έδρα, τα κεντρικά τους γραφεία), υπό την προϋπόθεση ότι διαθέτουν αυστηρά επαγγελματικά προσόντα όσον αφορά την ικανότητα, την καλή φήμη, την κάλυψη της επαγγελματικής αστικής ευθύνης και τη χρηματοοικονομική ικανότητα. Οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές που έχουν ήδη εγγραφεί στα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να εγγραφούν εκ νέου στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.
(16) Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επωφεληθούν από τα δικαιώματα που τους παρέχει η ΣΛΕΕ με την ελευθερία εγκατάστασης και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Συνεπώς, η εγγραφή σε μητρώο ή δήλωση στο κράτος μέλος καταγωγής θα πρέπει να επιτρέπει στους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να δραστηριοποιούνται σε άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της ελεύθερης εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, με την προϋπόθεση ότι έχει τηρηθεί η κατάλληλη διαδικασία ενημέρωσης μεταξύ των αρμόδιων αρχών.
▌
(18) Για την ενίσχυση της διαφάνειας και τη διευκόλυνση του διασυνοριακού εμπορίου, η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ) που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(5) θα πρέπει να καταρτίζει, να δημοσιεύει και να επικαιροποιεί μια ενιαία ηλεκτρονική βάση δεδομένων που να περιέχει ένα αρχείο για κάθε ασφαλιστικό και αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή που έχει κοινοποιήσει την πρόθεσή του να ασκήσει την ελευθερία εγκατάστασης ή να παρέχει υπηρεσίες Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν αμελητί τις σχετικές πληροφορίες στην ΕΑΑΕΣ προς τον σκοπό αυτόν. Αυτή η βάση δεδομένων θα πρέπει να εμφανίζει μια ζεύξη υπερκειμένου προς κάθε αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους. Κάθε αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους θα πρέπει να εμφανίζει στην ιστοσελίδα της μια ζεύξη υπερκειμένου προς αυτή τη βάση δεδομένων.
(19) Τα σχετικά δικαιώματα και οι αρμοδιότητες των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής όσον αφορά την εποπτεία των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών που έχουν καταχωριστεί από αυτά ή που ασκούν δραστηριότητες ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης εντός της επικράτειάς τους κατά την άσκηση των δικαιωμάτων της ελευθερίας εγκατάστασης ή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, θα πρέπει να καθοριστούν σαφώς.
▐
(21) Η αδυναμία των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών να ασκούν ελεύθερα τις δραστηριότητές τους σε όλη την Ένωση εμποδίζει την εύρυθμη λειτουργία της ενιαίας αγοράς ασφαλίσεων. Η παρούσα οδηγία αποτελεί σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της επίτευξης αυξημένου επιπέδου προστασίας των καταναλωτών και της ολοκλήρωσης της αγοράς στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς.
(21α) Ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ασκεί ασφαλιστική διαμεσολάβηση στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, όταν ασκεί ασφαλιστική ή αντασφαλιστική διαμεσολάβηση για λογαριασμό ασφαλισμένου ή υποψήφιου πελάτη ο οποίος κατοικεί ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος άλλο από το κράτος μέλος καταγωγής του διαμεσολαβητή. Ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ασκεί ασφαλιστική ή αντασφαλιστική διαμεσολάβηση στο πλαίσιο της ελευθερίας εγκατάστασης, όταν διατηρεί συνεχή παρουσία σε άλλο κράτος μέλος από το κράτος μέλος καταγωγής.
(22) Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί υψηλό επίπεδο επαγγελματισμού και επάρκειας των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των υπαλλήλων των ασφαλιστικών εταιρειών που εμπλέκονται άμεσα στις δραστηριότητες προετοιμασίας της πώλησης, κατά τη διάρκεια της πώλησης και μετά την πώληση ασφαλιστηρίων συμβολαίων. Ως εκ τούτου, οι επαγγελματικές γνώσεις των διαμεσολαβητών και των υπαλλήλων των άμεσων ασφαλιστών πρέπει να αντιστοιχούν με το επίπεδο της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων αυτών. Θα πρέπει να διασφαλίζεται συνεχής εκπαίδευση. Η μορφή, το περιεχόμενο και οι υποχρεώσεις απόδειξης πρέπει να ρυθμίζονται από τα κράτη μέλη. Στο πλαίσιο αυτό απαιτείται πιστοποίηση των κέντρων επαγγελματικής κατάρτισης που σχετίζονται με τον κλάδο ή με επαγγελματικές ενώσεις.
(22α) Για εκείνους τους υπαλλήλους των διαμεσολαβητών που παρέχουν συμβουλές ή πωλούν επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα σε ιδιώτες πελάτες, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι διαθέτουν επαρκές επίπεδο γνώσεων και ικανοτήτων σε σχέση με τα προσφερόμενα προϊόντα. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό δεδομένης της αυξημένης πολυπλοκότητας και της συνεχούς καινοτομίας στον σχεδιασμό επενδυτικών ασφαλιστικών προϊόντων. Η αγορά ενός επενδυτικού ασφαλιστικού προϊόντος συνεπάγεται κάποιον κίνδυνο, οπότε οι επενδυτές πρέπει να δύνανται να βασίζονται στις πληροφορίες και την ποιότητα των εκτιμήσεων που τους παρέχονται. Είναι επίσης απαραίτητο οι υπάλληλοι να έχουν στη διάθεσή τους επαρκή χρόνο και πόρους ώστε να μπορούν να προσφέρουν όλες τις συναφείς πληροφορίες στους πελάτες για τα προϊόντα/μέσα που παρέχουν.
(23) Ο συντονισμός των εθνικών διατάξεων για τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα και την εγγραφή σε μητρώα των προσώπων που αναλαμβάνουν και ασκούν τη δραστηριότητα της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης μπορεί να συμβάλει τόσο στην ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών όσο και στη βελτίωση της προστασίας των καταναλωτών στον τομέα αυτόν.
(24) Για την ενίσχυση του διασυνοριακού εμπορίου, θα πρέπει να καθιερωθούν οι αρχές που διέπουν την αμοιβαία αναγνώριση των γνώσεων και των ικανοτήτων των διαμεσολαβητών.
(25) Τα εθνικά προσόντα που είναι διαπιστευμένα στο επίπεδο 3 ή παραπάνω στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Πλαισίου Προσόντων, που καθιερώθηκε δυνάμει της σύστασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, σχετικά με τη θέσπιση του ευρωπαϊκού πλαισίου επαγγελματικών προσόντων για τη διά βίου μάθηση θα πρέπει να είναι αποδεκτά από ένα κράτος μέλος υποδοχής αποδεικνύοντας ότι ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής πληροί τις απαιτήσεις γνώσεων και ικανοτήτων οι οποίες αποτελούν προϋπόθεση για την καταχώριση σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Το πλαίσιο αυτό βοηθά τα κράτη μέλη, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τους εργοδότες και τους πολίτες να συγκρίνουν τα προσόντα σε διαφορετικά συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης της ΕΕ. Το εν λόγω εργαλείο είναι ουσιαστικό για την ανάπτυξη μιας αγοράς εργασίας σε ολόκληρη την Ένωση. Το πλαίσιο αυτό δεν έχει σχεδιαστεί για να αντικαταστήσει τα εθνικά συστήματα επαγγελματικών προσόντων, αλλά για να συμπληρώσει τις ενέργειες των κρατών μελών, διευκολύνοντας τη συνεργασία μεταξύ τους.
(26) Παρά τα υφιστάμενα συστήματα ενιαίου διαβατηρίου για τους ασφαλιστές και τους διαμεσολαβητές, η ευρωπαϊκή ασφαλιστική αγορά παραμένει ιδιαίτερα κατακερματισμένη. Προκειμένου να διευκολυνθούν οι διασυνοριακές επιχειρηματικές δραστηριότητες και να ενισχυθεί η διαφάνεια για τους καταναλωτές, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη δημοσίευση των κανόνων περί γενικού συμφέροντος που ισχύουν στο έδαφός τους, καθώς και ένα ενιαίο ηλεκτρονικό μητρώο και πληροφορίες σχετικά με τους κανόνες περί γενικού συμφέροντος όλων των κρατών μελών, οι οποίοι ισχύουν για την ασφαλιστική και αντασφαλιστική διαμεσολάβηση που θα πρέπει να διατίθενται στο κοινό.
(27) Η συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών είναι απαραίτητη για την προστασία των καταναλωτών και την εξασφάλιση της ευρωστίας των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών δραστηριοτήτων στην ενιαία αγορά.
(28) Στα κράτη μέλη πρέπει να υφίστανται κατάλληλες και αποτελεσματικές εξωδικαστικές διαδικασίες καταγγελιών και προσφυγών για το διακανονισμό των διαφορών μεταξύ ασφαλιστικών διαμεσολαβητών ή επιχειρήσεων και πελατών, χρησιμοποιώντας ενδεχομένως τις ισχύουσες διαδικασίες. Αποτελεσματικές εξώδικες διαδικασίες καταγγελίας και προσφυγής θα πρέπει να είναι διαθέσιμες για την αντιμετώπιση των διαφορών σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις ▌δυνάμει της παρούσας οδηγίας μεταξύ των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή των προσώπων που πωλούν ή προσφέρουν ασφαλιστικά προϊόντα και των πελατών. Στην περίπτωση της εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (ADR), οι διατάξεις της οδηγίας 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(6) πρέπει να είναι δεσμευτικές και για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα των διαδικασιών της εξώδικης επίλυσης διαφορών οι οποίες εφαρμόζονται σε περίπτωση καταγγελιών που υποβάλλονται από τους πελάτες, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να προβλέπει ότι οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή τα πρόσωπα που πωλούν ή προσφέρουν ασφαλιστικά προϊόντα πρέπει να συμμετέχουν τόσο στις διαδικασίες επίλυσης διαφορών όσο και στις αποφάσεις που μπορούν κατόπιν ρητής αιτήσεως να είναι δεσμευτικές για τον διαμεσολαβητή και τον πελάτη, οι οποίες κινήθηκαν εναντίον τους από τους πελάτες και αφορούν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που καθορίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Οι εν λόγω διαδικασίες εξώδικης επίλυσης διαφορών θα αποσκοπούν στην επίτευξη ταχύτερης και λιγότερο δαπανηρής διευθέτησης των διαφορών μεταξύ των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή των προσώπων που πωλούν ή προσφέρουν ασφαλιστικά προϊόντα και των πελατών, καθώς και στην ελάφρυνση του φόρτου εργασίας του δικαστικού συστήματος. ▐
Με την επιφύλαξη του δικαιώματος των πελατών για προσφυγή στα δικαστήρια, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι οντότητες που είναι επιφορτισμένες με την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών , που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία, συνεργάζονται στην επίλυση διασυνοριακών διαφορών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν τις εν λόγω οντότητες να αποτελούν μέρος του Δικτύου Προσφυγής για Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες(FIN-NET).
(29) Το διευρυνόμενο φάσμα δραστηριοτήτων που πολλοί ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και επιχειρήσεις ασκούν ταυτόχρονα έχει αυξήσει την πιθανότητα συγκρούσεων μεταξύ των συμφερόντων που σχετίζονται με τις διάφορες αυτές δραστηριότητες και των συμφερόντων των πελατών τους. Είναι, επομένως, αναγκαίο τα κράτη μέλη να προβλέψουν κανόνες για να διασφαλιστεί ότι ▌προστατεύονται τα συμφέροντα του πελάτη.
(30) Στους καταναλωτές θα πρέπει να παρέχονται εκ των προτέρων σαφείς πληροφορίες σχετικά με το καθεστώς των προσώπων που πωλούν το ασφαλιστικό προϊόν. Είναι σκόπιμο να εξεταστεί η καθιέρωση της υποχρέωσης παροχής πληροφοριών σχετικά με το καθεστώς των ευρωπαϊκών ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται στον καταναλωτή κατά το προσυμβατικό στάδιο. Αποσκοπούν να δείξουν τη σχέση μεταξύ της ασφαλιστικής επιχείρησης και του διαμεσολαβητή (ενδεχομένως).
(31) Για τον μετριασμό των συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ του πωλητή και του αγοραστή ενός ασφαλιστικού προϊόντος, είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί επαρκής δημοσιοποίηση της αμοιβής των διανομέων ασφαλιστικών προϊόντων. ▌Ο διαμεσολαβητής και ο υπάλληλος του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης θα πρέπει να υποχρεούνται να ενημερώνουν τον πελάτη, κατόπιν αιτήσεως, σχετικά με τον χαρακτήρα και την πηγή της αμοιβής τους πριν από την πώληση, δωρεάν.
(32) Προκειμένου ο πελάτης να διαθέτει συγκρίσιμες πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης που του παρέχονται, ανεξάρτητα από το αν ο πελάτης αγοράζει μέσω διαμεσολαβητή ή απευθείας από την ασφαλιστική επιχείρηση, και για να αποφεύγεται η στρέβλωση του ανταγωνισμού, ενθαρρύνοντας τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να πωλούν απευθείας στους πελάτες και όχι μέσω διαμεσολαβητών, προκειμένου να αποφεύγονται απαιτήσεις πληροφόρησης, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει επίσης να υποχρεούνται να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τις αποδοχές στους πελάτες με τους οποίους ασχολούνται άμεσα στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών ασφαλιστικής διαμεσολάβησης σχετικά με την αμοιβή που εισπράττουν για την πώληση των ασφαλιστικών προϊόντων.
(32α) Σε περίπτωση που το κόστος αμοιβών και αντιπαροχών δεν μπορεί να εξακριβωθεί πριν από την παροχή των συμβουλών, τότε ο τρόπος υπολογισμού πρέπει να γνωστοποιείται στα βασικά έγγραφα υπηρεσιών με αναλυτικό, ακριβή και κατανοητό τρόπο, και στη συνέχεια να γνωστοποιείται στον πελάτη, το συντομότερο δυνατό, το συνολικό σωρευτικό κόστος των συμβουλών και η επίπτωση αυτού στα ασφάλιστρα. Στις περιπτώσεις εκείνες όπου παρέχονται επενδυτικές συμβουλές σε συνεχή βάση, πρέπει να γνωστοποιείται περιοδικά και τουλάχιστον μία φορά ετησίως το κόστος των επενδυτικών συμβουλών, συμπεριλαμβανομένων των αντιπαροχών. Στην περιοδική έκθεση γνωστοποιούνται όλες οι αντιπαροχές που έχουν καταβληθεί ή εισπραχθεί κατά την προηγούμενη περίοδο.
(32β) Κάθε πρόσωπο το οποίο πωλεί ασφαλιστικά προϊόντα χωρίς να είναι o παραγωγός των εν λόγω προϊόντων, πρέπει να παρέχει στον ιδιώτη επενδυτή ένα χωριστό βασικό έγγραφο υπηρεσιών με πληροφορίες για το κόστος και τις υπηρεσίες των εν λόγω προϊόντων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και την οδηγία 2014/…/ΕΕ [MiFID], καθώς και πρόσθετες σχετικές πληροφορίες οι οποίες δεν μπορούν να παρασχεθούν από τον παραγωγό του επενδυτικού προϊόντος αλλά τις χρειάζεται ο επενδυτής για να αξιολογήσει την καταλληλότητα του ασφαλιστικού προϊόντος σύμφωνα με τις ανάγκες του.
(32γ) Οι καταναλωτές επωφελούνται εάν τα ασφαλιστικά προϊόντα πωλούνται μέσω διαφόρων διαύλων και διαμεσολαβητών που έχουν διαφορετικές μορφές συνεργασίας με ασφαλιστικές επιχειρήσεις υπό την προϋπόθεση ότι υποχρεούνται να εφαρμόζουν τους ίδιους κανόνες για τη διαφάνεια και την προστασία των καταναλωτών.
(33) Δεδομένου ότι η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών, ορισμένες από τις διατάξεις της εφαρμόζονται μόνο στο πλαίσιο σχέσης «επιχείρηση προς καταναλωτή» (B2C), και ιδίως οι διατάξεις που ρυθμίζουν τους κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών ή άλλων πωλητών ασφαλιστικών προϊόντων.
▐
(34α) Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πολιτικές αμοιβής των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων όσον αφορά τους υπαλλήλους ή τους αντιπροσώπους τους δεν υπονομεύουν την ικανότητα των τελευταίων να ενεργούν προς το συμφέρον των πελατών τους. Για εκείνους τους υπαλλήλους που συμβουλεύουν σχετικά με επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα ή τα πωλούν σε πελάτες, τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να διασφαλίζουν ότι η αμοιβή τους από την επιχείρηση δεν επηρεάζει την αμεροληψία των υπαλλήλων κατά την παροχή της κατάλληλης σύστασης ή της ενδεδειγμένης πώλησης ή κατά την παρουσίαση πληροφοριών με τρόπο δίκαιο, σαφή και μη παραπλανητικό. Η αμοιβή στις περιπτώσεις αυτές δεν εξαρτάται αποκλειστικά από τους στόχους πωλήσεων ούτε από το κέρδος για την επιχείρηση από ένα συγκεκριμένο προϊόν.
(35) Έχει σημασία για τον πελάτη να γνωρίζει αν ο διαμεσολαβητής με τον οποίο συναλλάσσεται συμβουλεύει τον πελάτη για προϊόντα από ένα ευρύ φάσμα ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή για προϊόντα που παρέχονται από έναν συγκεκριμένο αριθμό ασφαλιστικών επιχειρήσεων.
(36) Λόγω της αυξανόμενης εξάρτησης των καταναλωτών από εξατομικευμένες συστάσεις, είναι σκόπιμο να συμπεριληφθεί ορισμός της συμβουλής. Η ποιότητα των συμβουλών είναι καθοριστικής σημασίας και οι παρεχόμενες συμβουλές πρέπει να ανταποκρίνονται στα προσωπικά χαρακτηριστικά του πελάτη. Πριν από την παροχή συμβουλών, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η επιχείρηση θα πρέπει να αξιολογεί τις ανάγκες του πελάτη, τις προσδοκίες και την οικονομική του κατάσταση. Αν ο διαμεσολαβητής δηλώνει ότι παρέχει συμβουλές για προϊόντα από ένα ευρύ φάσμα ασφαλιστικών επιχειρήσεων, θα πρέπει να προβαίνει σε αμερόληπτη και επαρκώς διεξοδική ανάλυση επαρκούς αριθμού ασφαλιστικών προϊόντων που διατίθενται στην αγορά. Επιπλέον, όλοι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να εξηγούν τους λόγους στους οποίους βασίζονται οι συμβουλές τους και να συστήνουν κατάλληλα ασφαλιστικά προϊόντα ανάλογα με τις προτιμήσεις, τις ανάγκες, την οικονομική και την προσωπική κατάσταση του πελάτη.
(37) Πριν από τη σύναψη μιας σύμβασης, ακόμη και στην περίπτωση πωλήσεων χωρίς την παροχή συμβουλών, θα πρέπει να δίδονται στον πελάτη οι σχετικές πληροφορίες για το ασφαλιστικό προϊόν ώστε να μπορεί να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση. Ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής πρέπει να εξηγεί στον πελάτη τα βασικά χαρακτηριστικά των ασφαλιστικών προϊόντων που πωλεί και για τον σκοπό αυτό πρέπει να έχει στη διάθεσή του επαρκή χρόνο και πόρους.
(38) Είναι σκόπιμο να θεσπιστούν ενιαίοι κανόνες, ώστε να διευκολυνθεί η επιλογή σε σχέση με το μέσο στο οποίο παρέχονται όλες οι απαιτούμενες πληροφορίες στον πελάτη, οι οποίοι επιτρέπουν τη χρήση μέσων ηλεκτρονικής επικοινωνίας, όπου είναι σκόπιμο, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της συναλλαγής. Ωστόσο, θα πρέπει να παρέχεται στον πελάτη η δυνατότητα να λαμβάνει τις πληροφορίες αυτές σε χαρτί. Για λόγους πρόσβασης των καταναλωτών στις πληροφορίες, όλες οι προσυμβατικές πληροφορίες πρέπει να είναι πάντοτε προσβάσιμες δωρεάν.
(39) Η ανάγκη για παροχή των εν λόγω πληροφοριών είναι μικρότερη, όταν ο καταναλωτής είναι μια εταιρεία που αναζητεί ασφαλιστική ή αντασφαλιστική κάλυψη εμπορικών και βιομηχανικών κινδύνων ή είναι επαγγελματίας πελάτης ▌.
(40) Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να διευκρινίζει τις ελάχιστες υποχρεώσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών σχετικά με τις πληροφορίες που παρέχουν στους πελάτες. Σχετικά με το ζήτημα αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να διατηρούν ή να θεσπίζουν αυστηρότερες διατάξεις οι οποίες μπορούν να επιβάλλονται στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως των διατάξεων του κράτους μέλους καταγωγής τους, εφόσον ασκούν τις δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης στην επικράτειά τους, υπό τον όρο ότι οι αυστηρότερες αυτές διατάξεις είναι σύμφωνες με το ενωσιακό δίκαιο, συμπεριλαμβανόμενης της οδηγίας 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(7). Ένα κράτος μέλος το οποίο προτίθεται να εφαρμόσει και εφαρμόζει τις διατάξεις που διέπουν τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και την πώληση των ασφαλιστικών προϊόντων, πέραν εκείνων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να διασφαλίζει ότι ο διοικητικός φόρτος που απορρέει από τις διατάξεις αυτές παραμένει περιορισμένος.
(41) Οι πρακτικές των διασταυρούμενων πωλήσεων αποτελούν συνήθη και απολύτως λογική στρατηγική των παρόχων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών λιανικής σε όλη την Ένωση.▌ ▐
(41α) Όταν προσφέρεται ασφάλιση από κοινού με άλλη υπηρεσία ή προϊόν ως δέσμη, ή ως προϋπόθεση για την ίδια συμφωνία ή δέσμη, υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(8). Η παρούσα οδηγία προσφέρει επίσης ένα σύνολο διατάξεων προστασίας για τους καταναλωτές όταν συνάπτουν ασφάλιση στο πλαίσιο δέσμης. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τις εθνικές αρμόδιες αρχές να θεσπίζουν ή να διατηρούν επιπρόσθετα μέτρα για την αντιμετώπιση των πρακτικών διασταυρούμενων πωλήσεων που είναι επιβλαβείς για τους καταναλωτές.
(42) Οι συμβάσεις ασφάλισης που αφορούν επενδύσεις συχνά διατίθενται στους πελάτες ως πιθανές εναλλακτικές λύσεις ή υποκατάστατα προϊόντα επενδύσεων που υπόκεινται στην οδηγία 2014/…/ΕΕ [MiFID]. Για να διασφαλιστεί μια συνεπής προστασία των επενδυτών και να αποφευχθεί ο κίνδυνος ενός ρυθμιστικού αρμπιτράζ, είναι σημαντικό τα επενδυτικά προϊόντα λιανικής (επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα, όπως ορίζονται στον κανονισμό σχετικά με τα έγγραφα βασικών πληροφοριών για τα επενδυτικά προϊόντα) να υπόκεινται στα ίδια πρότυπα επαγγελματικής δεοντολογίας: παροχή κατάλληλων πληροφοριών, κατάλληλος χαρακτήρας των παρεχόμενων συμβουλών και περιορισμοί στις αντιπαροχές, καθώς και απαιτήσεις για τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων, και περαιτέρω περιορισμοί σχετικά με ▌την αμοιβή. Η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (ΕΑΚΑΑ) που θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(9) και η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ) θα πρέπει να συνεργαστούν για να επιτύχουν, μέσω κατευθυντήριων γραμμών, τη μεγαλύτερη δυνατή συνοχή των προτύπων επαγγελματικής δεοντολογίας για τα επενδυτικά προϊόντα λιανικής που διέπονται είτε από την οδηγία 2014/…/ΕΕ [MiFID] είτε από την παρούσα οδηγία. Ωστόσο, οι ιδιαιτερότητες των προϊόντων ασφάλισης εκτός ασφαλειών ζωής πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές. Επίσης, σύμφωνα με την αντίστοιχη αρχή της οδηγίας 2014/…/ΕΕ [MIFID], πρέπει να προβλέπεται παρεμφερές καθεστώς για τις ασφάλειες τόσο κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας σε εθνικό επίπεδο όσο και στις κατευθυντήριες γραμμές της μικτής επιτροπής. Για τα επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα, πρέπει να προβλέπονται ενισχυμένα πρότυπα επαγγελματικής δεοντολογίας που αντικαθιστούν τα πρότυπα της παρούσας οδηγίας που ισχύουν για τις γενικές ασφαλιστικές συμβάσεις (κεφάλαιο VII της παρούσας οδηγίας) ▌. Ως εκ τούτου, πρόσωπα που ασκούν δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης σε σχέση με επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα θα πρέπει να συμμορφώνονται με τα ▌ενισχυμένα πρότυπα που ισχύουν για τα εν λόγω προϊόντα.
(42α) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα επιδιώξει να εξασφαλίσει την ευθυγράμμιση της οδηγίας αυτής προς την οδηγία 2014/.../ΕΕ [MIFID II] κατά τις διαπραγματεύσεις του με το Συμβούλιο. [Τροπολογία 5]
(42β) Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες όσον αφορά την ανάληψη και άσκηση δραστηριοτήτων ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης από φυσικά και νομικά πρόσωπα τα οποία είναι εγκατεστημένα ή επιθυμούν να είναι εγκατεστημένα σε κράτος μέλος. Αποκλίνουσες ή συμπληρωματικές διατάξεις που περιλαμβάνονται σε άλλες κοινοτικές νομοθετικές πράξεις δεν εφαρμόζονται στην ασφαλιστική και αντασφαλιστική διαμεσολάβηση.
(43) Προκειμένου να διασφαλιστεί συμμόρφωση με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τα πρόσωπα που ασκούν δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης, και να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις και τα πρόσωπα υπόκεινται σε παρόμοια μεταχείριση σε ολόκληρη την Ένωση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να απαιτείται να προβλέπουν διοικητικές κυρώσεις και μέτρα αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά. Η Επιτροπή εξέτασε τις υφιστάμενες εξουσίες και την πρακτική εφαρμογή τους στην ανακοίνωσή της, της 8ης Δεκεμβρίου 2010, σχετικά με την ενίσχυση των καθεστώτων επιβολής κυρώσεων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, με στόχο την προώθηση της σύγκλισης των κυρώσεων και των μέτρων. Κατά συνέπεια, οι διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα που ορίζονται από τα κράτη μέλη θα πρέπει να πληρούν ορισμένες ουσιώδεις απαιτήσεις σχετικά με τους αποδέκτες, τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη κατά την εφαρμογή μιας κύρωσης ή ενός μέτρου, τη δημοσίευση και τις βασικές εξουσίες επιβολής κυρώσεων.▌
(44) Ειδικότερα, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να έχουν την εξουσία να επιβάλλουν χρηματικά πρόστιμα που να είναι αρκετά υψηλά ώστε να αντισταθμίζουν τα αναμενόμενα οφέλη και να λειτουργούν αποτρεπτικά ακόμη και για τα μεγαλύτερα ιδρύματα και τους διευθυντές αυτών.
(45) Προκειμένου να διασφαλιστεί συνεπής εφαρμογή των κυρώσεων σε όλα τα κράτη μέλη, κατά τον καθορισμό του τύπου των διοικητικών κυρώσεων ή των μέτρων και του επιπέδου των διοικητικών χρηματικών προστίμων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να προνοούν για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε περίπτωση που το οικείο εθνικό δίκαιο προβλέπει κυρώσεις στο πλαίσιο του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης.
(46) Οι κυρώσεις και τα μέτρα που επιβάλλονται θα πρέπει να δημοσιεύονται, εκτός από σαφώς καθορισμένες περιπτώσεις, προκειμένου να ενισχυθεί το αποτρεπτικό αποτέλεσμα στο ευρύ κοινό και να υπάρχει ενημέρωση σχετικά με παραβιάσεις των κανόνων που μπορεί να είναι επιζήμιες για την προστασία των πελατών. Για να διασφαλιστεί συμμόρφωση με την αρχή της αναλογικότητας, οι κυρώσεις και τα μέτρα που επιβάλλονται θα πρέπει να δημοσιεύονται σε ανώνυμη βάση, όταν η δημοσίευση θα μπορούσε να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη.
(47) Για τον εντοπισμό ενδεχόμενων παραβάσεων, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν τις αναγκαίες εξουσίες διερεύνησης και θα πρέπει να καθιερώσουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς για να ενθαρρύνουν την καταγγελία πιθανών ή πραγματικών παραβάσεων οι οποίοι θα παρέχουν επαρκή προστασία σε όσους προβαίνουν στην καταγγελία παραβάσεων.Ωστόσο, από την παρούσα οδηγία δεν προκύπτει ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να εκχωρήσουν στις διοικητικές αρχές την αρμοδιότητα να διενεργούν ποινικές έρευνες.
(48) Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να αφορά τόσο τις διοικητικές κυρώσεις και άλλα μέτρα, ανεξάρτητα από τον χαρακτηρισμό τους ως κύρωσης ή άλλου μέτρου βάσει του εθνικού δικαίου.
(49) Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται με την επιφύλαξη τυχόν διατάξεων της νομοθεσίας των κρατών μελών σχετικά με αξιόποινες πράξεις.
(49α) Οι καταγγέλτες (whistleblowers) επισύρουν την προσοχή των αρμόδιων αρχών σε νέες πληροφορίες, οι οποίες τις διευκολύνουν στον εντοπισμό και την κύρωση υποθέσεων που αφορούν πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και χειραγώγηση της αγοράς. Ωστόσο, την δραστηριότητα των καταγγελτών μπορεί να αποτρέψει ο φόβος αντιποίνων ή η έλλειψη κατάλληλων διαδικασιών για την αναφορά παραβάσεων. Η παρούσα οδηγία πρέπει συνεπώς να διασφαλίσει ότι υφίστανται επαρκείς ρυθμίσεις που ενθαρρύνουν τους καταγγέλτες να ειδοποιούν τις αρμόδιες αρχές σχετικά με πιθανές παραβάσεις της οδηγίας και που τους προστατεύουν από τυχόν αντίποινα. Τα κράτη μέλη πρέπει επίσης να διασφαλίσουν ότι τα συστήματα καταγγελιών που εφαρμόζουν περιλαμβάνουν μηχανισμούς που παρέχουν ικανοποιητική προστασία σε ένα αναφερόμενο πρόσωπο, ιδιαίτερα όσον αφορά το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του και διαδικασίες που διασφαλίζουν το δικαίωμα υπεράσπισης και ακρόασης του αναφερόμενου προσώπου πριν από τη λήψη μιας απόφασης που το αφορά, καθώς και το δικαίωμα άσκησης πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου έναντι μιας απόφασης που το αφορά.
(50) Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης σχετικά με ▌τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων, τις υποχρεώσεις του κώδικα δεοντολογίας όσον αφορά τις δέσμες επενδυτικών ασφαλιστικών προϊόντων λιανικής και τις διαδικασίες και τα έντυπα για τη διαβίβαση πληροφοριών σε σχέση με τις κυρώσεις. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή κατάλληλες διαβουλεύσεις, και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της. Η Επιτροπή, όταν προετοιμάζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
(51) Τα τεχνικά πρότυπα στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες θα πρέπει να διασφαλίζουν συνεπή εναρμόνιση και επαρκή προστασία των καταναλωτών σε όλη την Ένωση. Θα μπορούσε να ανατεθεί στην ΕΑΑΕΣ, η οποία είναι φορέας με μεγάλη εξειδικευμένη πείρα, αλλά με περιορισμένες αρμοδιότητες, η σύνταξη αποκλειστικά σχεδίων που δεν θα απαιτούν πολιτικές επιλογές, προς υποβολή στην Επιτροπή και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
(52) Μέσω των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με τα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 [...], η Επιτροπή θα πρέπει να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, όπως προβλέπεται στην παρούσα οδηγία σχετικά με τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων και στα άρθρα [24 και 25] σχετικά με τις υποχρεώσεις του κώδικα δεοντολογίας όσον αφορά τις δέσμες επενδυτικών ασφαλιστικών προϊόντων λιανικής, καθώς και εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα και σχετικά με τις διαδικασίες και τα έντυπα για τη διαβίβαση πληροφοριών σε σχέση με τις κυρώσεις. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα θα πρέπει να καταρτισθούν υπό μορφή σχεδίου από την ΕΑΑΕΣ.
(53) Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [...](10) και ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [...](11) διέπουν την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διεξάγεται από την ΕΑΑΕΣ στο πλαίσιο του εν λόγω κανονισμού, υπό την εποπτεία του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.
(54) Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτά κατοχυρώνονται στη Συνθήκη.
(55) Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011(12), σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα, τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύσουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη.
(55α) Οι εποπτικές αρχές των κρατών μελών πρέπει να διαθέτουν όλα τα μέσα εποπτείας που είναι αναγκαία για να εξασφαλίζεται η ομαλή άσκηση των δραστηριοτήτων των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των αντασφαλιστικών επιχειρήσεων στο σύνολο της Κοινότητας, υπό καθεστώς δικαιώματος εγκατάστασης ή ελευθερίας παροχής υπηρεσιών. Προκειμένου να εξασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα της εποπτείας, όλες οι ενέργειες των αρμόδιων αρχών πρέπει να είναι ανάλογες με τη φύση, την έκταση και την πολυπλοκότητα των κινδύνων που είναι σύμφυτοι με τις ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, ανεξάρτητα από τη σημασία της συγκεκριμένης επιχείρησης για τη συνολική χρηματοπιστωτική σταθερότητα της αγοράς.
(55β) Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να είναι υπερβολικά επαχθής για τις μικρομεσαίες ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Ένα από τα μέσα επίτευξης αυτού του στόχου είναι η σωστή εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας. Η αρχή αυτή πρέπει να εφαρμόζεται τόσο στις απαιτήσεις για τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις όσο και στην άσκηση των εποπτικών εξουσιών.
(56) Η επανεξέταση της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να πραγματοποιηθεί τρία έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις της αγοράς, καθώς και οι εξελίξεις σε άλλους τομείς του δικαίου της Ένωσης ή οι εμπειρίες των κρατών μελών κατά την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου, ιδίως όσον αφορά τα προϊόντα που καλύπτονται από την οδηγία 2003/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(13).
(57) Η οδηγία 2002/92/ΕΚ θα πρέπει, κατά συνέπεια, να καταργηθεί .
(58) Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στην εθνική νομοθεσία θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που αντιπροσωπεύουν ουσιώδη αλλαγή της οδηγίας 2002/92/ΕΚ. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται προκύπτει από την οδηγία 2002/92/ΕΚ.
(59) Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας 2002/92/ΕΚ,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ
Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής
1. Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες όσον αφορά την ανάληψη και άσκηση δραστηριοτήτων ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης, ▌από φυσικά και νομικά πρόσωπα τα οποία είναι εγκατεστημένα ή επιθυμούν να είναι εγκατεστημένα σε κράτος μέλος.
2. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στα πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες διαμεσολάβησης για ασφαλιστικές συμβάσεις, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) η ασφαλιστική σύμβαση απαιτεί μόνον γνώσεις της παρεχόμενης ασφαλιστικής κάλυψης·
(β) η ασφαλιστική σύμβαση δεν είναι σύμβαση ασφάλισης ζωής·
(γ) η ασφαλιστική σύμβαση δεν καλύπτει κανενός είδους αστική ευθύνη·
(δ) η κύρια επαγγελματική δραστηριότητα των προσώπων αυτών δεν είναι η ασφαλιστική διαμεσολάβηση·
(ε) η ασφάλιση είναι συμπληρωματική προς τα αγαθά που παρέχονται από οποιονδήποτε προμηθευτή, υπό την προϋπόθεση ότι, σε περίπτωση παροχής αγαθών, η ασφάλιση καλύπτει τον κίνδυνο βλάβης, απώλειας ή ζημίας των αγαθών, που παρέχει ο προμηθευτής αυτός·
(στ) το ποσό των ετήσιων ασφαλίστρων για την ασφαλιστική σύμβαση, μετατρεπόμενο σε ετήσιο ποσό, δεν υπερβαίνει τα 600 ευρώ .
3. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται όσον αφορά τις υπηρεσίες ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης που παρέχονται σε σχέση με κινδύνους και υποχρεώσεις εκτός της Ένωσης .
Η παρούσα οδηγία δεν θίγει επίσης το δίκαιο ενός κράτους μέλους όσον αφορά τη δραστηριότητα ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης η οποία ασκείται από επιχειρήσεις ή διαμεσολαβητές εγκατεστημένους σε τρίτη χώρα και οι οποίοι εργάζονται στην επικράτειά του στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, υπό τον όρο ότι εξασφαλίζεται η ίση μεταχείριση όλων των προσώπων που ασκούν ή έχουν εξουσιοδοτηθεί να ασκήσουν δραστηριότητες ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης στην εν λόγω αγορά.
Η παρούσα οδηγία δεν ρυθμίζει δραστηριότητες ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης που αναλαμβάνονται σε τρίτες χώρες.
Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τις γενικής φύσεως δυσκολίες τις οποίες συναντούν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές τους κατά την εγκατάστασή τους ή την άσκηση δραστηριοτήτων ασφαλιστικής διαμεσολάβησης σε τρίτη χώρα.
3α. Η παρούσα οδηγία εξασφαλίζει ότι εφαρμόζεται το ίδιο επίπεδο προστασίας και ότι ο καταναλωτής μπορεί να επωφεληθεί από συγκρίσιμα πρότυπα. Η παρούσα οδηγία προωθεί ισότιμους όρους ανταγωνισμού και ανταγωνισμό υπό ίσους όρους μεταξύ των διαμεσολαβητών είτε είναι συνδεδεμένοι με ασφαλιστική επιχείρηση είτε όχι. Οι καταναλωτές επωφελούνται εάν τα ασφαλιστικά προϊόντα αποτελούν αντικείμενο διαμεσολάβησης μέσω διαφόρων διαύλων και διαμεσολαβητών που έχουν διαφορετικές μορφές συνεργασίας με ασφαλιστικές επιχειρήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι υποχρεούνται να εφαρμόζουν παρόμοιους κανόνες για την προστασία των καταναλωτών. Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, αυτό λαμβάνεται υπόψη από τα κράτη μέλη.
Άρθρο 2
Ορισμοί
1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας:
(1) ως «ασφαλιστική επιχείρηση» νοείται μια ασφαλιστική επιχείρηση όπως καθορίζεται στο άρθρο 13 σημείο 1 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(14)·
(2) ως «αντασφαλιστική επιχείρηση» νοείται μια αντασφαλιστική επιχείρηση όπως ορίζεται στο άρθρο 13(4) της οδηγίας 2009/138/·
(3) ως «ασφαλιστική διαμεσολάβηση» νοούνται οι δραστηριότητες παροχής συμβουλών, πρότασης, προπαρασκευής σύναψης συμβάσεων ασφάλισης, σύναψής τους ή οι δραστηριότητες παροχής βοήθειας κατά τη διαχείριση και την εκτέλεση των εν λόγω συμβάσεων. Οι δραστηριότητες παροχής συμβουλών, πρότασης ή σύναψης συμβάσεων ασφάλισης, θεωρούνται επίσης ως ασφαλιστική διαμεσολάβηση όταν αναλαμβάνονται από υπάλληλο ασφαλιστικής επιχείρησης ο οποίος έρχεται σε άμεση επαφή με τον πελάτη χωρίς την παρέμβαση ασφαλιστικού διαμεσολαβητή.
Η παροχή πληροφοριών σχετικά με μία ή περισσότερες συμβάσεις ασφάλισης βάσει κριτηρίων που επιλέγονται από τον πελάτη μέσω ενός ιστότοπου ή κάποιου άλλου μέσου, καθώς και η παροχή καταλόγου κατάταξης ασφαλιστικών προϊόντων συμπεριλαμβανομένης της σύγκρισης των τιμών και των προϊόντων, ή η παροχή έκπτωσης στο ασφάλιστρο,όταν ο πελάτης είναι σε θέση να συνάψει άμεσα ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο χρησιμοποιώντας ιστότοπο ή άλλα μέσα θεωρούνται ως ασφαλιστική διαμεσολάβηση.
Καμία από τις ακόλουθες δραστηριότητες δεν θεωρείται ως ασφαλιστική διαμεσολάβηση για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας:
(α) οι δραστηριότητες που συνίστανται στην περιστασιακή παροχή πληροφοριών σε πελάτη στο πλαίσιο άλλης επαγγελματικής δραστηριότητας, , εάν ο πάροχος δεν λαμβάνει πρόσθετα μέτρα για να βοηθήσει τον πελάτη στη σύναψη ή την εκτέλεση ασφαλιστικής σύμβασης·
(β) η απλή παροχή δεδομένων και πληροφοριών σχετικά με τους δυνητικούς ασφαλισμένους στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή πληροφοριών σχετικά με τα ασφαλιστικά προϊόντα ή τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση στους δυνητικούς ασφαλισμένους.
(4) ως "βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν" νοείται ένα ασφαλιστικό προϊόν που προσφέρει ληκτότητα ή αξία εξαγοράς και όπου η εν λόγω ληκτότητα ή αξία εξαγοράς είναι συνολικά ή μερικά εκτεθειμένη, άμεσα ή έμμεσα, σε διακυμάνσεις της αγοράς, στο οποίο δεν συμπεριλαμβάνονται:
(α) μη ασφαλιστικά προϊόντα ζωής, όπως παρατίθενται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2009/138/EΚ (Κλάδοι ασφάλισης κατά ζημιών)·
(β) προϊόντα ασφάλισης ζωής όπου τα οφέλη από τη σύμβαση είναι πληρωτέα μόνο σε περίπτωση θανάτου ή για ανικανότητα λόγω τραυματισμού, ασθένειας ή αναπηρίας,
(γ) συνταξιοδοτικά προϊόντα για τα οποία, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, έχει αναγνωρισθεί ότι έχουν ως πρωταρχικό σκοπό την παροχή εισοδήματος στον επενδυτή κατά τη συνταξιοδότησή του και δίνουν στον επενδυτή το δικαίωμα σε ορισμένες παροχές·
(δ) συστήματα επαγγελματικών συντάξεων που είναι επισήμως αναγνωρισμένα και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2003/41/ΕΚ ή της οδηγίας 2009/138/ΕΚ·
(ε) συνταξιοδοτικά προϊόντα για τα οποία απαιτείται από την εθνική νομοθεσία χρηματοδοτική συνεισφορά του εργοδότη και στα οποία ο εργαζόμενος δεν έχει δυνατότητα επιλογής ως προς τον πάροχο του συνταξιοδοτικού προϊόντος.
(5) ως «ασφαλιστικός διαμεσολαβητής» νοείται ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο, άλλο από την ασφαλιστική επιχείρηση ή τους υπαλλήλους της, το οποίο αναλαμβάνει ή ασκεί επ’ αμοιβή δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης·
(6) ως «αντασφαλιστική διαμεσολάβηση» νοούνται οι δραστηριότητες παροχής συμβουλών, πρότασης, προπαρασκευής σύναψης συμβάσεων ασφάλισης ή αντασφάλισης, σύναψής τους ή οι δραστηριότητες παροχής βοήθειας κατά τη διαχείριση και την εκτέλεση των εν λόγω συμβάσεων, ιδίως σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου. Οι δραστηριότητες αυτές θεωρούνται επίσης ως αντασφαλιστική διαμεσολάβηση όταν αναλαμβάνονται από αντασφαλιστική επιχείρηση χωρίς την παρέμβαση αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή.
Καμία από τις ακόλουθες δραστηριότητες δεν θεωρείται ως αντασφαλιστική διαμεσολάβηση για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας:
(α) οι δραστηριότητες που συνίστανται στην περιστασιακή παροχή πληροφοριών στο πλαίσιο άλλης επαγγελματικής δραστηριότητας, υπό τον όρο ότι σκοπός της δραστηριότητας αυτής δεν είναι να βοηθηθεί ο πελάτης στη σύναψη ή την εκτέλεση αντασφαλιστικής σύμβασης·
(αα) η κατ’ επάγγελμα διαχείριση των αξιώσεων μιας αντασφαλιστικής εταιρίας καθώς και ο διακανονισμός ζημιών και η εκτίμηση των ζημιών από εμπειρογνώμονα·
(β) η απλή παροχή δεδομένων και πληροφοριών σχετικά με τους δυνητικούς ασφαλισμένους στους αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή στις αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ή πληροφοριών σχετικά με τα αντασφαλιστικά προϊόντα ή τον αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την αντασφαλιστική επιχείρηση στους δυνητικούς ασφαλισμένους.
(7) ως «αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, άλλο από την αντασφαλιστική επιχείρηση και τους υπαλλήλους της, το οποίο αναλαμβάνει ή ασκεί επ’ αμοιβή δραστηριότητες αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης·
(8) ως «συνδεδεμένος ασφαλιστικός διαμεσολαβητής» νοείται κάθε πρόσωπο το οποίο ασκεί δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης εξ ονόματος και για λογαριασμό ασφαλιστικής επιχείρησης ή ασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή, σε περίπτωση που τα ασφαλιστικά προϊόντα δεν είναι ανταγωνιστικά, περισσοτέρων της μιας ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, χωρίς ωστόσο να λαμβάνει ούτε τα ασφάλιστρα ούτε τα ποσά που προορίζονται για τον πελάτη, και ενεργεί υπό την πλήρη ευθύνη των εν λόγω ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, υπό την προϋπόθεση ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές υπό την πλήρη ευθύνη των οποίων ενεργεί το πρόσωπο δεν ενεργούν οι ίδιοι υπό την ευθύνη άλλης ασφαλιστικής επιχείρησης ή άλλου διαμεσολαβητή·
Θεωρείται επίσης ως συνδεδεμένος ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ο οποίος ενεργεί υπό την ευθύνη μιας ή περισσοτέρων ασφαλιστικών επιχειρήσεων για τα προϊόντα που αφορούν εκάστη εξ αυτών, κάθε πρόσωπο το οποίο ασκεί δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης η οποία είναι συμπληρωματική προς την κύρια επαγγελματική του δραστηριότητα, όταν η ασφάλιση αποτελεί συμπλήρωμα του αγαθού ή της υπηρεσίας που παρέχονται στα πλαίσια της εν λόγω κύριας απασχόλησης, και το οποίο δεν εισπράττει ούτε τα ασφάλιστρα ούτε τα ποσά που προορίζονται για τον πελάτη·
(9) ως «συμβουλή» νοείται η παροχή προσωπικής σύστασης σε πελάτη, είτε κατόπιν αιτήματός τους είτε με πρωτοβουλία της ασφαλιστικής επιχείρησης ή του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή·
(10) ως «ενδεχόμενη προμήθεια» νοείται η αμοιβή υπό μορφή προμήθειας ▌η οποία βασίζεται στην επίτευξη των προσυμφωνηθέντων στόχων ή κατώτατων ορίων που αφορούν τον όγκο επιχειρηματικών πράξεων στις οποίες προέβη ο διαμεσολαβητής με τον ασφαλιστή,
(11) ως «μεγάλοι κίνδυνοι» νοείται οι μεγάλοι κίνδυνοι όπως ορίζονται στο άρθρο 13(27) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ·
(12) ως «κράτος μέλος καταγωγής» νοείται:
(α) εάν ο διαμεσολαβητής είναι φυσικό πρόσωπο, το κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ·
(β) εάν ο διαμεσολαβητής είναι νομικό πρόσωπο, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική του έδρα ή, αν δεν έχει καταστατική έδρα σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η κεντρική του διοίκηση·
(13) ως «κράτος μέλος υποδοχής» νοείται το κράτος μέλος στο οποίο ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής έχει μόνιμη παρουσία ή εγκατάσταση ή παρέχει υπηρεσίες και το οποίο δεν είναι το κράτος μέλος καταγωγής του ·
(14) ως «σταθερό υπόθεμα» νοείται κάθε σταθερό μέσο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο ιγ) της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(15)·
▐
(16) ως «στενοί δεσμοί» νοείται η κατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 7 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ·
(17) ως «κύριος τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας» νοείται ο τόπος από τον οποίο αποτελεί αντικείμενο διαχείρισης η κύρια επιχειρηματική δραστηριότητα·
(18) ως «αμοιβή» νοείται κάθε προμήθεια, τέλος, επιβάρυνση ή άλλη πληρωμή, συμπεριλαμβανομένου κάθε είδους οικονομικού ή μη χρηματικού οφέλους,καθώς και λοιπών κινήτρων, που προτείνονται ή παρέχονται σε σχέση με τις δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης·
(19) ως «πρακτική δέσμευσης»: νοείται η παροχή ή η πώληση ενός ασφαλιστικού προϊόντος σε δέσμη με άλλα συμπληρωματικά προϊόντα ή υπηρεσίες όταν το ασφαλιστικό προϊόν δεν διατίθεται χωριστά στον καταναλωτή·
(20) ως «πρακτική ομαδοποίησης» νοείται η παροχή ή η πώληση ενός ασφαλιστικού προϊόντος σε μια δέσμη με άλλα συμπληρωματικά προϊόντα ή υπηρεσίες όταν το ασφαλιστικό προϊόν διατίθεται επίσης χωριστά στον καταναλωτή αλλά όχι απαραίτητα με τους ίδιους όρους ή προϋποθέσεις, όπως όταν παρέχεται ομαδικά με τις επικουρικές υπηρεσίες·
(20β) ως "ιδιώτης" νοείται ο μη επαγγελματίας.
2. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι εφαρμόζεται το ίδιο επίπεδο προστασίας και ότι ο καταναλωτής μπορεί να επωφεληθεί από συγκρίσιμα πρότυπα, έχει ουσιώδη σημασία η παρούσα οδηγία να προωθεί ισότιμους όρους ανταγωνισμού και ανταγωνισμό υπό ίσους όρους μεταξύ των διαμεσολαβητών είτε είναι συνδεδεμένοι με ασφαλιστική επιχείρηση είτε όχι. Κατά την εφαρμογή της οδηγίας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τη σημασία της προώθησης ισότιμων όρων ανταγωνισμού και ανταγωνισμού υπό ίσους όρους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΕ ΜΗΤΡΩΟ
Άρθρο 3
Εγγραφή σε μητρώο
1. Εκτός από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4, οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές εγγράφονται σε μητρώο αρμόδιας αρχής, όπως ορίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2, στο κράτος μέλος καταγωγής τους. Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις που είναι εγγεγραμμένες σε μητρώο σε κράτη μέλη δυνάμει της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ(16)του Συμβουλίου, της οδηγίας 2002/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17) και της οδηγίας 2005/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(18) και οι υπάλληλοί τους δεν υποχρεούνται να εγγραφούν εκ νέου σε μητρώο δυνάμει της παρούσας οδηγίας.
Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι ασφαλιστικές και οι αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ή άλλοι οργανισμοί μπορούν να συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές για την εγγραφή των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών σε μητρώα, καθώς και την εφαρμογή σε αυτούς τους διαμεσολαβητές των απαιτήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 8. Ειδικότερα, οι συνδεδεμένοι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές μπορούν να εγγράφονται σε μητρώο από ασφαλιστική επιχείρηση, από ένωση ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή από ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή υπό τον έλεγχο αρμόδιας αρχής.
Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, όταν ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ενεργεί υπό την ευθύνη μιας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης ή ενός διαμεσολαβητή, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής δεν υποχρεούται να παράσχει στην αρμόδια αρχή τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 7 στοιχεία α) και β) και η υπεύθυνη ασφαλιστική επιχείρηση διασφαλίζει ότι ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής πληροί τις προϋποθέσεις εγγραφής σε μητρώο και άλλες διατάξεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν ότι το πρόσωπο ή η οντότητα που αναλαμβάνει την ευθύνη για τον διαμεσολαβητή εγγράφει σε μητρώο τον εν λόγω διαμεσολαβητή.
Τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να εφαρμόζουν την απαίτηση που αναφέρεται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο σε όλα τα φυσικά πρόσωπα τα οποία εργάζονται για μια ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή έναν εγγεγραμμένο ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή και τα οποία ασκούν δραστηριότητα ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την εγγραφή των νομικών προσώπων και καταχωρίζουν επίσης στο μητρώο τα ονόματα των φυσικών προσώπων, μελών της διοίκησης, τα οποία είναι υπεύθυνα για τις δραστηριότητες διαμεσολάβησης.
2. Τα κράτη μέλη δύνανται να δημιουργήσουν περισσότερα του ενός μητρώα για τους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, με την προϋπόθεση ότι καθορίζουν τα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία θα εγγράφονται οι διαμεσολαβητές.
Τα κράτη μέλη καθιερώνουν επιγραμμικό σύστημα εγγραφής, αποτελούμενο από ένα ενιαίο έντυπο εγγραφής που διατίθεται σε μια ιστοσελίδα στο Διαδίκτυο, το οποίο θα πρέπει να είναι εύκολα προσβάσιμο για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και τις επιχειρήσεις, και το οποίο θα μπορεί να συμπληρώνεται σε σε απευθείας σύνδεση.
3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη δημιουργία ενός ενιαίου σημείου πληροφόρησης που θα επιτρέπει την εύκολη και ταχεία πρόσβαση στα στοιχεία αυτών των διάφορων μητρώων τα οποία λειτουργούν ηλεκτρονικά και ενημερώνονται ανά πάσα στιγμή. Το εν λόγω σημείο πληροφόρησης επιτρέπει επίσης τον προσδιορισμό των αρμόδιων αρχών κάθε κράτους μέλους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο. Στο μητρώο αναφέρεται επίσης η χώρα ή οι χώρες όπου ο διαμεσολαβητής ασκεί τις δραστηριότητές του υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης ή ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.
4. Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει, δημοσιεύει στον ιστότοπό της και επικαιροποιεί ένα ενιαίο ηλεκτρονικό μητρώο που περιέχει καταγραφή ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών που έχουν γνωστοποιήσει την πρόθεσή τους να ασκήσουν διασυνοριακές δραστηριότητες σύμφωνα με το κεφάλαιο IV. Τα κράτη μέλη παρέχουν αμελητί σχετικές πληροφορίες στην ΕΑΑΕΣ προς τον σκοπό αυτόν. Το εν λόγω μητρώο εμφανίζει μια ζεύξη υπερκειμένου σε κάθε αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους. Το μητρώο αυτό περιέχει συνδέσμους προς την ιστοσελίδα καθεμιάς από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και είναι προσβάσιμο από κάθε ιστοσελίδα των αρχών αυτών. Η ΕΑΑΕΣ έχει δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα που αποθηκεύονται εκεί. Η ΕΑΑΕΣ και οι αρμόδιες αρχές έχουν δικαίωμα να τροποποιούν τα αποθηκευμένα δεδομένα. Τα υποκείμενα των δεδομένων, των οποίων τα προσωπικά δεδομένα αποθηκεύονται και ανταλλάσσονται, έχουν δικαίωμα πρόσβασης και επαρκούς πληροφόρησης.
Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει ιστότοπο με ζεύξεις υπερκειμένου για κάθε ενιαίο σημείο πληροφόρησης που δημιουργούν τα κράτη μέλη βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 3.
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η εγγραφή των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών σε μητρώο, συμπεριλαμβανομένων των συνδεδεμένων ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, να γίνεται υπό τον όρο ότι πληρούν τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα του άρθρου 8.
Τα κράτη μέλη μεριμνούν επίσης ώστε οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές, συμπεριλαμβανομένων των συνδεδεμένων ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, που παύουν να πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές, να διαγράφονται αμέσως από το μητρώο. Η ισχύς της εγγραφής επανεξετάζεται τακτικά από την αρμόδια αρχή. Εφόσον είναι αναγκαίο, το κράτος μέλος καταγωγής ενημερώνει το κράτος μέλος υποδοχής για τη διαγραφή αυτή.
5. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να μην προβαίνουν στην εγγραφή του ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή στο μητρώο εκτός αν είναι πεπεισμένες ότι ο διαμεσολαβητής πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 8, ή ότι άλλος διαμεσολαβητής ή επιχείρηση θα αναλάβει την ευθύνη ώστε να διασφαλιστεί ότι ο διαμεσολαβητής πληροί τις εν λόγω προϋποθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο.
5a. Οι εγγεγραμμένοι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές μπορούν να ασκούν και να συνεχίζουν να ασκούν τη δραστηριότητα της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης στην Ένωση τόσο υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης όσο και υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.
Ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής δραστηριοποιείται υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών εάν προτίθεται να παράσχει σε ασφαλισμένο, ο οποίος είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο ασφαλιστικός ενδιάμεσος, ασφαλιστική σύμβαση σχετικά με κίνδυνο που παρουσιάζεται σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο ασφαλιστικός ενδιάμεσος.
Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να χορηγούν στον ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ένα έγγραφο το οποίο επιτρέπει σε κάθε ενδιαφερόμενο να ελέγχει με αναδρομή σε οποιοδήποτε από τα μητρώα που αναφέρονται στην παράγραφο 2, ότι ο διαμεσολαβητής είναι δεόντως εγγεγραμμένος.
Το έγγραφο αυτό παρέχει τουλάχιστον τα πληροφοριακά στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 16 στοιχεία α) (i) και (iii) και β) (i) και (iii), και, στην περίπτωση νομικού προσώπου, το όνομα ή τα ονόματα του φυσικού προσώπου ή των φυσικών προσώπων που αναφέρονται στο τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
Το κράτος μέλος απαιτεί να επιστρέφεται το εν λόγω έγγραφο στην αρμόδια αρχή που το εξέδωσε, όταν λήγει η εγγραφή του ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή.
6. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αιτήσεις εγγραφής στο μητρώο τις οποίες υποβάλλουν οι διαμεσολαβητές εξετάζονται εντός δύο μηνών από την υποβολή πλήρους αίτησης, και ότι ο αιτών ενημερώνεται αμέσως σχετικά με την απόφαση.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν κατάλληλα μέτρα που τους επιτρέπουν να παρακολουθούν αν οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές συνεχίζουν να πληρούν ανά πάσα στιγμή τις απαιτήσεις εγγραφής που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.
7. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές τους ζητούν από τους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές –εξαιρουμένων των συνδεδεμένων διαμεσολαβητών και των διαμεσολαβητών για τους οποίους άλλη ασφαλιστική επιχείρηση έχει την ευθύνη να διασφαλίσει ότι ο διαμεσολαβητής πληροί τις εν λόγω απαιτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 εδάφιο 3– ως προϋπόθεση για την εγγραφή τους στο μητρώο, τα ακόλουθα αποδεικτικά στοιχεία :
(α) να παρέχουν πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές τους σχετικά με την ταυτότητα των μετόχων ή των μελών, είτε πρόκειται για φυσικά είτε για νομικά πρόσωπα, που κατέχουν συμμετοχή πάνω από 10% στον διαμεσολαβητή και τα ποσά των εν λόγω συμμετοχών·
(β) να παρέχουν πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές τους σχετικά με την ταυτότητα των προσώπων που έχουν στενούς δεσμούς με τον ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή·
(γ) να καταδεικνύουν με ικανοποιητικό τρόπο ότι οι συμμετοχές ή οι στενοί δεσμοί δεν παρεμποδίζουν την αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της αρμόδιας αρχής.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές τους απαιτούν από τους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές για τους οποίους εφαρμόζεται το άρθρο 3 παράγραφος 7 να τις ενημερώνουν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση σε περίπτωση αλλαγής στις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 7 στοιχεία α) και β)·
8. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές αρνούνται την εγγραφή στο μητρώο εάν οι νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις τρίτης χώρας στις οποίες υπάγονται ένα ή περισσότερα πρόσωπα, φυσικά ή νομικά, με τα οποία ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής έχει στενούς δεσμούς, ή δυσχέρειες σχετικές με την επιβολή των υπόψη νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, παρεμποδίζουν την αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών καθηκόντων τους.
8a. Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι τα άτομα εκείνα που, πριν από την 1η Ιανουαρίου 2014, ασκούσαν τη δραστηριότητα του διαμεσολαβητή, είχαν εγγραφεί σε μητρώο και είχαν επίπεδο κατάρτισης και εμπειρίας ανάλογο προς αυτό που απαιτείται από την παρούσα οδηγία εγγράφονται αυτόματα στο μητρώο που θα δημιουργηθεί, αφ' ης στιγμής εκπληρωθούν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 4.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΑΠΛΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΣΤΟ ΜΗΤΡΩΟ – ΔΗΛΩΣΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ
Άρθρο 4
Διαδικασία δήλωσης για την παροχή υπηρεσιών επικουρικής ασφαλιστικής διαμεσολάβησης, υπηρεσιών κατ’ επάγγελμα διαχείρισης περιπτώσεων ζημιών ή εκτίμησης ζημιών
1. Οι απαιτήσεις εγγραφής του άρθρου 3 δεν εφαρμόζονται σε ασφαλιστικό διαμεσολαβητή που ασκεί δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης σε επικουρική βάση, υπό την προϋπόθεση ότι οι δραστηριότητές του πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) η κύρια επαγγελματική δραστηριότητα του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή δεν είναι η ασφαλιστική διαμεσολάβηση·
(β) ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ενεργεί ως διαμεσολαβητής μόνο για ορισμένα ασφαλιστικά προϊόντα που συμπληρώνουν ένα προϊόν ή μια υπηρεσία και προσδιορίζει τα προϊόντα αυτά σαφώς στη δήλωση·
(γ) τα σχετικά ασφαλιστικά προϊόντα δεν καλύπτουν την ασφάλιση ζωής ή τους κινδύνους αστικής ευθύνης, εκτός αν η εν λόγω κάλυψη είναι συμπληρωματική στο προϊόν ή την παρεχόμενη υπηρεσία, που αποτελεί τη βασική επαγγελματική δραστηριότητα του διαμεσολαβητή.
(γα) ο διαμεσολαβητής εργάζεται υπό την ευθύνη ενός διαμεσολαβητή εγγεγραμμένου σε μητρώο.
▐
3. Κάθε ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ο οποίος υπόκειται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου υποβάλλει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του δήλωση με την οποία ενημερώνει την αρμόδια αρχή για την ταυτότητά του, τη διεύθυνσή του και τις επαγγελματικές του δραστηριότητες.
4. Οι διαμεσολαβητές που υπόκεινται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου υπόκεινται στις διατάξεις των κεφαλαίων Ι, ΙΙΙ, IV, V, VIII και IX, καθώς και στα άρθρα 15 και 16 της παρούσας οδηγίας.
4a. Τα κράτη μέλη δύνανται να εφαρμόζουν τις απαιτήσεις εγγραφής του άρθρου 3 σε ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές κατά την έννοια του άρθρου 4, εάν το κρίνουν σκόπιμο για λόγους προστασίας των καταναλωτών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Άρθρο 5
Άσκηση της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών
1. Κάθε ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ο οποίος προτίθεται να ασκήσει τις δραστηριότητές του για πρώτη φορά στο έδαφος άλλου κράτους μέλους υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών κοινοποιεί τις ακόλουθες πληροφορίες στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του .
(α) το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση, καθώς και τυχόν αριθμό μητρώου του διαμεσολαβητή·
(β) το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη στα οποία προτίθεται να ασκήσει δραστηριότητες ο διαμεσολαβητής·
(γ) την κατηγορία του διαμεσολαβητή και, ανάλογα με την περίπτωση, την επωνυμία κάθε ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης την οποία εκπροσωπεί·
(δ) τους σχετικούς ασφαλιστικούς κλάδους, εφόσον απαιτειται·
(ε) απόδειξη των επαγγελματικών γνώσεων και ικανότητων.
2. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής διαβιβάζει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, εντός ενός μηνός από την παραλαβή τους, την οποία γνωστοποιεί εγγράφως χωρίς καθυστέρηση. Το κράτος μέλος καταγωγής ενημερώνει εγγράφως τον ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ότι οι πληροφορίες έχουν παραληφθεί από το κράτος μέλος υποδοχής και ότι η ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση μπορεί να αρχίσει τις δραστηριότητές της στο κράτος μέλος υποδοχής.
Όταν λάβει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, το κράτος μέλος υποδοχής δέχεται την προηγούμενη πείρα στην ασφαλιστική ή αντασφαλιστική δραστηριότητα διαμεσολάβησης, η οποία επιβεβαιώνεται με την απόδειξη της εγγραφής ή της δήλωσης στο κράτος μέλος καταγωγής, προς τεκμηρίωση των απαιτούμενων γνώσεων και ικανοτήτων.
3. Η απόδειξη της προηγούμενης εγγραφής ή δήλωσης τεκμηριώνεται με την απόδειξη της εγγραφής που εκδίδεται ή της δήλωσης που λαμβάνεται από την αρμόδια αρχή ή τον οργανισμό του κράτους μέλους καταγωγής του αιτούντος, την οποία παρουσιάζει ο αιτών προς επίρρωση της αίτησής του που υπέβαλε στο κράτος μέλος υποδοχής.
4. Σε περίπτωση αλλαγής σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία που κοινοποιήθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1, ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής κοινοποιεί εγγράφως την εν λόγω αλλαγή στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, τουλάχιστον έναν μήνα πριν επιφέρει την αλλαγή. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνεται επίσης για την αλλαγή αυτή από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, μόλις είναι εφικτό και όχι αργότερα από έναν μήνα από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.
4a. Ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής που έχει εγγραφεί σε μητρώο ασκεί δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης υπό καθεστώς «ελεύθερης παροχής υπηρεσιών» εφόσον:
(α) ασκεί ασφαλιστική ή αντασφαλιστική διαμεσολάβηση με ή για λογαριασμό ασφαλισμένου, ο οποίος διαμένει ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος καταγωγής του διαμεσολαβητή·
(β) κάθε ασφαλιζόμενος κίνδυνος ευρίσκεται σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος καταγωγής του διαμεσολαβητή·
(γ) συμμορφώνεται με τις παραγράφους 1 και 4.
Άρθρο 6
Άσκηση της ελευθερίας εγκατάστασης
1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από κάθε ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή που προτίθεται να κάνει χρήση της ελευθερίας εγκατάστασης, προκειμένου να ιδρύσει υποκατάστημα στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, πρώτα να το κοινοποιήσει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του και να της διαβιβάσει τις ακόλουθες πληροφορίες:
(α) το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση καθώς και τον αριθμό μητρώου (ανάλογα με την περίπτωση) του διαμεσολαβητή·
(β) το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου σκοπεύει να ιδρύσει υποκάστημα ή να έχει μόνιμη παρουσία·
(γ) την κατηγορία του διαμεσολαβητή και, ανάλογα με την περίπτωση, την επωνυμία κάθε ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης την οποία εκπροσωπεί·
(δ) τους σχετικούς ασφαλιστικούς κλάδους, εφόσον απαιτειται·
(ε) πρόγραμμα δραστηριοτήτων στο οποίο διευκρινίζονται οι δραστηριότητες ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης που πρόκειται να αναληφθούν, καθώς και η οργανωτική δομή της εγκατάστασης· αναφέρεται επίσης η ταυτότητα των πρακτόρων, σε περίπτωση που ο διαμεσολαβητής προτίθεται να προσφύγει σ’ αυτούς·
(στ) τη διεύθυνση, στο κράτος μέλος υποδοχής, στην οποία μπορούν να ζητηθούν έγγραφα·
(ζ) το όνομα κάθε αρμόδιου για τη διαχείριση της εγκατάστασης ή της μόνιμης παρουσίας.
1α. Ένας ασφαλιστικός διαμεσολαβητής λειτουργεί υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης, εάν ασκεί τις δραστηριότητές του σε ένα κράτος μέλος υποδοχής για απεριόριστο χρονικό διάστημα μέσω μόνιμης παρουσίας στο εν λόγω κράτος μέλος.
2. Εκτός και αν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής έχει λόγους να θεωρεί την οργανωτική δομή ή τη χρηματοοικονομική κατάσταση του ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή ακατάλληλη, λαμβανομένων υπόψη των προβλεπόμενων δραστηριοτήτων διαμεσολάβησης, γνωστοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, εντός ενός μηνός από την παραλαβή τους, την οποία γνωστοποιεί εγγράφως χωρίς καθυστέρηση. Το κράτος μέλος καταγωγής ενημερώνει εγγράφως τον ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ότι οι πληροφορίες έχουν παραληφθεί από το κράτος μέλος υποδοχής και ότι η ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση μπορεί να αρχίσει τις δραστηριότητές της στο κράτος μέλος υποδοχής.
3. Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής αρνηθεί να κοινοποιήσει τις πληροφορίες αυτές στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, γνωστοποιεί τους λόγους της άρνησής της στον ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή εντός ενός μηνός από την παραλαβή όλων των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
4. Σε περίπτωση αλλαγής σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία που κοινοποιήθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1, ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής κοινοποιεί εγγράφως την εν λόγω αλλαγή στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, τουλάχιστον έναν μήνα πριν επιφέρει την αλλαγή αυτή. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνεται επίσης για την αλλαγή αυτή από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, μόλις είναι εφικτό και όχι αργότερα από έναν μήνα από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.
Άρθρο 7
Κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής
1. Εάν ο κύριος τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας ενός ασφαλιστικού διαμεσολαβητή βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος, η αρμόδια αρχή του εν λόγω άλλου κράτους μέλους μπορεί να συμφωνήσει με την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής να ενεργεί σαν να είναι η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής όσον αφορά τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα κεφάλαια VI, VII και VIII της παρούσας οδηγίας. Σε περίπτωση συμφωνίας, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής το κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση στον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή και στην ΕΑΑΕΣ.
2. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής αναλαμβάνει την ευθύνη για τη διασφάλιση ότι οι υπηρεσίες που παρέχονται από την εγκατάσταση στο έδαφός του τηρούν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα κεφάλαια VI και VII και στα μέτρα που θεσπίζονται δυνάμει αυτών.
Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής έχει το δικαίωμα να εξετάζει τις ρυθμίσεις εγκατάστασης και να ζητεί όποιες αλλαγές είναι απολύτως απαραίτητες για να μπορεί η αρμόδια αρχή να επιβάλλει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα κεφάλαια VI και VII και τα μέτρα που θεσπίζονται δυνάμει αυτών όσον αφορά τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες που προβλέπονται από την εγκατάσταση στο εδαφός της.
3. Εάν το κράτος μέλος υποδοχής έχει λόγους να συμπεράνει ότι ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί δραστηριότητες στο έδαφός του, υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή μέσω εγκατάστασης, παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της παρούσας οδηγίας, αναφέρει τις διαπιστώσεις αυτές στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, η οποία λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, παρά τα μέτρα που λαμβάνονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής συνεχίζει να ενεργεί με τρόπο που είναι σαφώς επιζήμιος για τα συμφέροντα των καταναλωτών του κράτους μέλους υποδοχής ή για την εύρυθμη λειτουργία των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών αγορών, ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής υπόκειται στα ακόλουθα μέτρα:
(α) η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα που είναι αναγκαία προκειμένου να προστατεύσει τους καταναλωτές και να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών αγορών, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να εμποδίζει τους παρανομούντες ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να προβαίνουν σε νέες συναλλαγές στο έδαφός της· η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνει την Επιτροπή για τα μέτρα αυτά χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση·
(β) η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής δύναται να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και να ζητήσει τη βοήθειά της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010· στην περίπτωση αυτή, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργεί στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της έχουν εκχωρηθεί βάσει του εν λόγω άρθρου, σε περιπτώσεις διαφωνίας μεταξύ των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών υποδοχής και καταγωγής.
4. Εάν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής διαπιστώσουν ότι ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής που έχει εγκατάσαση στο έδαφός τους παραβιάζει τις νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις που έχουν θεσπιστεί στο εν λόγω κράτος σύμφωνα με τις διατάξεις εκείνες της παρούσας οδηγίας οι οποίες αναθέτουν εξουσίες στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής, οι αρχές αυτές απαιτούν από τον εν λόγω ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή να παύσει αυτή την συμπεριφορά.
Σε περιπτώσεις όπου, παρά τα μέτρα που λαμβάνονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής συνεχίζει να ενεργεί με τρόπο που είναι σαφώς επιζήμιος για τα συμφέροντα των καταναλωτών του κράτους μέλους υποδοχής ή για την εύρυθμη λειτουργία των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών αγορών, ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής υπόκειται στα ακόλουθα μέτρα:
(α) η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα που είναι αναγκαία προκειμένου να προστατεύσει τους καταναλωτές και να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία των αγορών, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να εμποδίζει τους παρανομούντες ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να προβαίνουν σε νέες συναλλαγές στο έδαφός της· η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνει την Επιτροπή για τα μέτρα αυτά χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση·
(β) η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής δύναται να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και να ζητήσει τη βοήθειά της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010· στην περίπτωση αυτή, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργεί στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της έχουν εκχωρηθεί βάσει του εν λόγω άρθρου, σε περιπτώσεις διαφωνίας μεταξύ των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών υποδοχής και καταγωγής.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΑΛΛΕΣ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ
Άρθρο 8
Επαγγελματικές και οργανωτικές απαιτήσεις
1. Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ▌και τα μέλη του προσωπικού των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που ασκούν δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης κατέχουν επαρκείς γνώσεις και ικανότητες, όπως καθορίζεται από το κράτος μέλος καταγωγής του διαμεσολαβητή ή της επιχείρησης, για την εκτέλεση των εργασιών τους και την άσκηση των καθηκόντων τους επαρκώς ▌.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ▐ τα μέλη του προσωπικού ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών και ασφαλιστικών επιχειρήσεων, που ασκούν την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ως κύρια επαγγελματική δραστηριότητα, επικαιροποιούν τακτικά τις γνώσεις και τις ικανότητές τους όπως αρμόζει στα καθήκοντα που ασκούν και στη σχετική αγορά.
Για να εξασφαλιστεί η τήρηση αυτών των διατάξεων πρέπει να πραγματοποιηθεί συνεχιζόμενη επαγγελματική ανάπτυξη και επαρκής και κατάλληλη κατάρτιση του προσωπικού τους, διάρκειας τουλάχιστον 200 ωρών σε πενταετή περίοδο, ή αναλογικού αριθμού ωρών όταν δεν πρόκειται για την κύρια δραστηριότητά τους. Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν τα κριτήρια που έχουν θεσπίσει ώστε οι διαμεσολαβητές να πληρούν τις απαιτήσεις ικανοτήτων που ισχύουν για αυτούς. Τα εν λόγω κριτήρια περιλαμβάνουν έναν κατάλογο με τα προσόντα που αναγνωρίζονται.
Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη θεσπίζουν μηχανισμούς για τον έλεγχο, την αξιολόγηση και την πιστοποίηση των γνώσεων και των δεξιοτήτων από ανεξάρτητους φορείς.
Τα κράτη μέλη δύνανται να διαφοροποιούν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται, όσον αφορά τις γνώσεις και ικανότητες, ανάλογα με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα του ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή και τα προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο διαμεσολάβησης , ιδίως εάν ο διαμεσολαβητής ασκεί κύρια δραστηριότητα άλλη από την ασφαλιστική διαμεσολάβηση. ▌Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι, για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και για τα μέλη του προσωπικού των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που ασκούν δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης, η ασφαλιστική επιχείρηση ή ο διαμεσολαβητής εξακριβώνει ότι οι γνώσεις και ικανότητες των διαμεσολαβητών πληρούν τις απαιτήσεις του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου και, ενδεχομένως, παρέχει κατάλληλη κατάρτιση σε αυτούς τους διαμεσολαβητές η οποία αντιστοιχεί στις απαιτήσεις τις σχετικές με τα προϊόντα που προτείνουν οι εν λόγω διαμεσολαβητές.
Τα κράτη μέλη μπορούν να μην εφαρμόζουν την απαίτηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου σε όλα τα φυσικά πρόσωπα που εργάζονται σε ασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστικό και αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή και ασκούν τη δραστηριότητα της ασφαλιστικής ή της αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ένα εύλογο ποσοστό προσώπων από τη διοίκηση αυτών των επιχειρήσεων, τα οποία είναι υπεύθυνα για τη διαμεσολάβηση όσον αφορά τα ασφαλιστικά και αντασφαλιστικά προϊόντα, καθώς και όλα τα άλλα πρόσωπα που συμμετέχουν άμεσα στην ασφαλιστική ή αντασφαλιστική διαμεσολάβηση, να έχουν αποδεδειγμένα τις γνώσεις και ικανότητες που απαιτούνται για την άσκηση της δραστηριότητάς τους.
2. Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και τα μέλη του προσωπικού των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που ασκούν δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης χαίρουν καλής φήμης. Ως ελάχιστη προϋπόθεση εκείνοι που εμπλέκονται στην εμπορική προώθηση και στην πώληση του προϊόντος διαθέτουν λευκό ποινικό μητρώο ή να πληρούν άλλη ισοδύναμη εθνική απαίτηση όσον αφορά σοβαρά ποινικά αδικήματα που συνδέονται είτε με εγκλήματα κατά της περιουσίας είτε με εγκλήματα σχετικά με οικονομικές δραστηριότητες ▐.
Τα κράτη μέλη δύνανται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, να επιτρέπουν στην ασφαλιστική επιχείρηση να εξακριβώνει την καλή φήμη των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών.
Τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να εφαρμόζουν την απαίτηση του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου σε όλα τα φυσικά πρόσωπα που εργάζονται σε ασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστικό και αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή και ασκούν δραστηριότητα ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης. Όμως, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η διοίκηση των εν λόγω επιχειρήσεων και το τυχόν άλλο προσωπικό που ασχολείται άμεσα με την ασφαλιστική ή αντασφαλιστική διαμεσολάβηση να πληρούν την απαίτηση αυτή.
3. Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές διαθέτουν ασφάλιση επαγγελματικής αστικής ευθύνης η οποία καλύπτει το σύνολο του εδάφους της Ένωσης ή οποιαδήποτε άλλη ανάλογη εγγύηση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από επαγγελματική αμέλεια, για ποσό τουλάχιστον 1.250.000 ευρώ ανά απαίτηση και 1.850.000 ευρώ συνολικά κατ’ έτος για όλες τις απαιτήσεις, εκτός εάν η εν λόγω ασφάλιση ή άλλη ανάλογη εγγύηση παρέχεται ήδη από ασφαλιστική, αντασφαλιστική ή άλλη επιχείρηση για λογαριασμό της οποίας ενεργεί ή από την οποία εξουσιοδοτείται να ενεργεί ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής, ή εάν η εν λόγω επιχείρηση έχει αναλάβει πλήρως την ευθύνη για τις ενέργειες του διαμεσολαβητή.
4 Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των πελατών έναντι αδυναμίας του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή να μεταβιβάσει το ασφάλιστρο στην ασφαλιστική επιχείρηση ή να μεταβιβάσει το ποσό της αποζημίωσης ή να προβεί σε επιστροφή ασφαλίστρων στον ασφαλιζόμενο.
Τα εν λόγω μέτρα μπορούν να λάβουν μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες μορφές:
(α) θέσπιση νομοθετικών ή συμβατικών διατάξεων σύμφωνα με τις οποίες τα χρήματα που καταβάλλει ο πελάτης στον διαμεσολαβητή λογίζονται ως καταβληθέντα στην επιχείρηση, ενώ τα χρήματα που έχει καταβάλει η επιχείρηση στον διαμεσολαβητή δεν λογίζονται ως καταβληθέντα στον πελάτη προτού αυτός τα εισπράξει πραγματικά·
(β) απαίτηση από τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να έχουν χρηματοοικονομική ικανότητα που αντιστοιχεί, σε μόνιμη βάση, στο 4 % των ετήσιων εισπραχθέντων ασφαλίστρων, με ελάχιστο όριο τα 18.750 ευρώ·
(γ) απαίτηση να μεταβιβάζονται τα χρήματα του πελάτη μέσω αυστηρά διαχωρισμένων λογαριασμών πελατών, οι οποίοι δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται για την εξόφληση άλλων πιστωτών σε περίπτωση πτώχευσης·
(δ) απαίτηση σύστασης εγγυητικού κεφαλαίου.
5. Για την άσκηση των δραστηριοτήτων της ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης πρέπει να πληρούνται οι επαγγελματικές προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο σε μόνιμη βάση.
6. Τα κράτη μέλη μπορούν να καταστήσουν αυστηρότερες τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο ή να προσθέσουν άλλες για τους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που έχουν εγγραφεί σε μητρώο στην επικράτειά τους.
7. Η ΕΑΑΕΣ αναθεωρεί τα ποσά που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 περιοδικά, προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη η εξέλιξη του ευρωπαϊκού δείκτη τιμών καταναλωτή, όπως δημοσιεύεται από την Eurostat. Η πρώτη αναθεώρηση πραγματοποιείται πέντε έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας και κάθε μετέπειτα αναθεώρηση πραγματοποιείται πέντε έτη μετά την προηγούμενη.
Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών προτύπων για την προσαρμογή του βασικού ποσού σε ευρώ που αναφέρεται στις παραγράφους 3 και 4, κατά το ποσοστό μεταβολής του προαναφερόμενου δείκτη κατά την περίοδο μεταξύ της έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας και της ημερομηνίας της πρώτης αναθεώρησης ή μεταξύ της ημερομηνίας της τελευταίας αναθεώρησης και της ημερομηνίας της νέας αναθεώρησης, και με στρογγυλοποίηση στο επόμενο ακέραιο ευρώ.
Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή πέντε έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας και για κάθε μετέπειτα αναθεώρηση πέντε έτη μετά την προηγούμενη.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.
8. Τα κράτη μέλη διευκρινίζουν:
(α) την έννοια των επαρκών γνώσεων και ικανοτήτων του διαμεσολαβητή και των μελών του προσωπικού των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, όταν ασκεί δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης με τους πελάτες του, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·
(β) τα κατάλληλα κριτήρια για τον προσδιορισμό, ιδίως, του επιπέδου των επαγγελματικών προσόντων, πείρας και δεξιοτήτων που απαιτούνται για την άσκηση της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης·
(γ) τα μέτρα που εύλογα μπορεί να αναμένεται ότι θα λάβουν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και τα μέλη του προσωπικούτων ασφαλιστικών επιχειρήσεων για να επικαιροποιούν τις γνώσεις και τις ικανότητές τους με συνεχή επαγγελματική εξέλιξη, προκειμένου να διατηρήσουν ικανοποιητικό επίπεδο απόδοσης.
8α. Όταν ένα κράτος μέλος καταγωγής καταχωρεί ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ο οποίος έχει αποκτήσει επαγγελματικά προσόντα ή εμπειρία σε άλλο κράτος μέλος, λαμβάνει υπόψη τα εν λόγω προσόντα και την εμπειρία, έχοντας υπόψη την οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και (19)του Συμβουλίου και το επίπεδο των προσόντων όπως αυτό ορίζεται με βάση το ευρωπαϊκό πλαίσιο προσόντων για τη διά βίου μάθηση που καθιερώθηκε δυνάμει της σύστασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(20).
Άρθρο 9
Δημοσίευση κανόνων περί γενικού συμφέροντος
1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλιστεί η ενδεδειγμένη δημοσίευση, από τις αρμόδιες αρχές τους, των σχετικών εθνικών νομοθετικών διατάξεων περί προστασίας του γενικού συμφέροντος που ισχύουν για την άσκηση δραστηριοτήτων ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης στο έδαφός τους.
2. Ένα κράτος μέλος το οποίο προτίθεται να εφαρμόσει και εφαρμόζει διατάξεις που διέπουν τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και την πώληση των ασφαλιστικών προϊόντων, πέραν εκείνων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, διασφαλίζει ότι ο διοικητικός φόρτος που απορρέει από τις διατάξεις αυτές είναι αναλογικός για την προστασία των καταναλωτών. Το κράτος μέλος συνεχίζει να παρακολουθεί τις εν λόγω διατάξεις ώστε να διασφαλίζει ότι ο εν λόγω φόρτος παραμένει αναλογικός.
3. Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τυποποιημένο δελτίο πληροφοριών για τους κανόνες περί γενικού συμφέροντος, το οποίο πρέπει να συμπληρώνεται από τις αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους. Περιέχει τους υπερσυνδέσμους προς τις ιστοσελίδες των αρμόδιων αρχών, όπου δημοσιεύονται πληροφορίες σχετικά με τους κανόνες περί γενικού συμφέροντος. Οι πληροφορίες αυτές επικαιροποιούνται από τις εθνικές αρμόδιες αρχές σε τακτική βάση και η ΕΑΑΕΣ θέτει τις εν λόγω πληροφορίες στον δικτυακό της τόπο στην αγγλική, γαλλική και γερμανική γλώσσα, με όλους τους εθνικούς κανόνες περί γενικού συμφέροντος, οι οποίοι κατατάσσονται σε διάφορους συναφείς τομείς του δικαίου.
4. Τα κράτη μέλη καθιερώνουν ένα ενιαίο σημείο επαφής, επιφορτισμένο με την παροχή πληροφοριών σχετικά με κανόνες περί γενικού συμφέροντος στο αντίστοιχο κράτος μέλος. Το εν λόγω σημείο επαφής θα πρέπει να είναι κατάλληλη αρμόδια αρχή.
5. Η ΕΑΑΕΣ εξετάζει σε μια έκθεση τους κανόνες περί γενικού συμφέροντος που δημοσιεύονται από τα κράτη μέλη, όπως αναφέρεται στο παρόν άρθρο, στο πλαίσιο της εύρυθμης λειτουργίας της παρούσας οδηγίας και της εσωτερικής αγοράς, πριν από ... [Τρία έτη από την έναρξη ισχύος της οδηγίας].
Άρθρο 10
Αρμόδιες αρχές
1. Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εξασφάλιση της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά, αναφέροντας την ενδεχόμενη κατανομή αυτών των καθηκόντων.
2. Οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι είτε δημόσιες αρχές είτε οργανισμοί που αναγνωρίζονται από το εθνικό δίκαιο ή από δημόσιες αρχές ρητώς εξουσιοδοτημένες προς τούτο από το εθνικό δίκαιο. Δεν είναι ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ή ενώσεις στα μέλη των οποίων συμπεριλαμβάνονται άμεσα ή έμμεσα ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ή ασφαλιστικοί ή αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές.
3. Οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν όλες τις εξουσίες που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Κάθε κράτος μέλος μεριμνά, σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότερες της μίας αρμόδιες αρχές στο έδαφός του, για τη στενή συνεργασία μεταξύ τους, προκειμένου να εκπληρώνουν αποτελεσματικά τα αντίστοιχα καθήκοντά τους.
Άρθρο 11
Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών
1. Οι αρμόδιες αρχές των διαφόρων κρατών μελών συνεργάζονται προκειμένου να εξασφαλίζουν την ορθή εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.
2. Οι αρμόδιες αρχές ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές στους οποίους έχουν επιβληθεί κυρώσεις που προβλέπονται στο κεφάλαιο VIII , οι δε πληροφορίες αυτές ενδέχεται να έχουν ως αποτέλεσμα τη διαγραφή από το μητρώο των διαμεσολαβητών. Επιπλέον, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ανταλλάσσουν κάθε σχετική πληροφορία μετά από αίτηση μιας από τις αρχές αυτές.
3. Όλα τα πρόσωπα που υποχρεούνται να λαμβάνουν ή να παρέχουν πληροφορίες σύμφωνα με την παρούσα οδηγία οφείλουν να τηρούν το επαγγελματικό απόρρητο, όπως ορίζεται στο άρθρο 16 της οδηγίας 92/49/ΕΟΚ(21) του Συμβουλίου και στο άρθρο 15 της οδηγίας 92/96/ΕΟΚ(22) του Συμβουλίου .
Άρθρο 12
Καταγγελίες
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την καθιέρωση διαδικασιών οι οποίες επιτρέπουν στους πελάτες και άλλους ενδιαφερομένους, και ειδικότερα στις ενώσεις καταναλωτών, να υποβάλλουν καταγγελίες κατά των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών και επιχειρήσεων . Σε κάθε περίπτωση, παρέχονται απαντήσεις στις καταγγελίες.
Άρθρο 13
Εξώδικη επίλυση διαφορών
1. Σύμφωνα με την οδηγία .../.../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(23) και τον κανονισμό .../.../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(24)τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη θέσπιση κατάλληλων αποτελεσματικών, αμερόληπτων και ανεξάρτητων διαδικασιών υποβολής καταγγελιών και προσφυγών για την εξώδικη επίλυση διαφορών μεταξύ των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των πελατών, καθώς και μεταξύ των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των πελατών, χρησιμοποιώντας, κατά περίπτωση, ήδη υφιστάμενους φορείς. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι όλες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές συμμετέχουν στις διαδικασίες για την εξώδικη επίλυση των διαφορών, εφόσον ▌ οι αποφάσεις στις οποίες καταλήγουν οι διαδικασίες θα είναι δεσμευτικές για τον διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση και τον πελάτη·
▐
2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι φορείς αυτοί συνεργάζονται για την επίλυση διασυνοριακών διαφορών.
2α. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους ενημερώνουν τους καταναλωτές σχετικά με την ονομασία, τη διεύθυνση και τη διεύθυνση του ιστοτόπου των φορέων ΕΕΔ από τους οποίους καλύπτονται και οι οποίοι είναι αρμόδιοι για τη διευθέτηση τυχόν διαφορών μεταξύ εκείνων και των καταναλωτών.
2β. Οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές εντός της Ένωσης, οι οποίοι ασχολούνται με διαδικτυακές πωλήσεις και διασυνοριακές διαδικτυακές πωλήσεις, ενημερώνουν τους καταναλωτές σχετικά με την πλατφόρμα ΗΕΔ, εφόσον απαιτείται, και σχετικά με τη διεύθυνση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τους. Οι σχετικές πληροφορίες είναι εύκολα, άμεσα, ευκρινώς και μόνιμα προσβάσιμες στον ιστότοπο των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και, αν η προσφορά γίνεται με ηλεκτρονικό μήνυμα ή με την αποστολή άλλου κειμενικού μηνύματος με ηλεκτρονικό μέσο, στο μήνυμα αυτό. Περιλαμβάνει ηλεκτρονικό σύνδεσμο που οδηγεί στην αρχική σελίδα της πλατφόρμας ΗΕΔ. Οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ενημερώνουν, επίσης, τους καταναλωτές σχετικά με την πλατφόρμα ΗΕΔ, όταν ο καταναλωτής υποβάλλει καταγγελία στον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή, ένα σύστημα διερεύνησης καταναλωτικών καταγγελιών που το διαχειρίζεται ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής, ή σε διαμεσολαβητή επιχείρησης.
2γ. Όταν ένα πελάτης κινεί διαδικασία εναλλακτικής επίλυσης διαφορών που προβλέπεται στο εθνικό δίκαιο κατά ασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή ασφαλιστικής επιχείρησης σχετικά με διαφορά που αφορά δικαιώματα και υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση υποχρεούται να συμμετάσχει στην εν λόγω διαδικασία.
2δ. Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται μεταξύ τους και με τους φορείς που είναι αρμόδιοι για τις προαναφερθείσες εξωδικαστικές διαδικασίες καταγγελίας και προσφυγής και στον βαθμό που επιτρέπεται από τις ισχύουσες οδηγίες και κανονισμούς της ΕΕ.
Άρθρο 14
Περιορισμός της προσφυγής σε διαμεσολαβητές
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, κατά τη χρήση των υπηρεσιών των ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι διαμεσολαβητές να προσφεύγουν στις υπηρεσίες ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης μόνο των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών που έχουν εγγραφεί σε μητρώο ή των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 ή των προσώπων που έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία δήλωσης που αναφέρεται στο άρθρο 4.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ
Άρθρο 15
Γενική αρχή
1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση, κατά την άσκηση δραστηριότητας ασφαλιστικής διαμεσολάβησης με ή για τους πελάτες, να ενεργεί πάντοτε με έντιμο, θεμιτό και επαγγελματικό τρόπο, με γνώμονα την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πελατών του.
2. Όλες οι πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, που απευθύνονται από ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή ασφαλιστική επιχείρηση σε πελάτες ή δυνητικούς πελάτες, επιβάλλεται να είναι θεμιτές, σαφείς και μη παραπλανητικές. Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις πρέπει πάντοτε να μπορούν να αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες.
Άρθρο 16
Γενικές πληροφορίες που παρέχει ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες που διασφαλίζουν ότι
(α) πριν από τη σύναψη οποιασδήποτε ασφαλιστικής σύμβασης ή εάν επέλθει ουσιαστική αλλαγή στα στοιχεία σχετικά με τον διαμεσολαβητή μετά τη σύναψη οποιασδήποτε ασφαλιστικής σύμβασης, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής - συμπεριλαμβανομένων των συνδεδεμένων διαμεσολαβητών - προβαίνει στις ακόλουθες γνωστοποιήσεις στους πελάτες του:
(i) την ταυτότητά του, τη διεύθυνσή του και το γεγονός ότι είναι ασφαλιστικός διαμεσολαβητής·
(ii) αν παρέχει ή όχι κάθε είδους συμβουλές σχετικά με τα πωλούμενα ασφαλιστικά προϊόντα·
(iii) τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 12, οι οποίες επιτρέπουν στους πελάτες και άλλους ενδιαφερομένους να υποβάλλουν καταγγελίες για τους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και για τις εξώδικες διαδικασίες καταγγελίας και προσφυγής που αναφέρονται στο άρθρο 13·
(iv) το μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένος και τα μέσα για την εξακρίβωση της εγγραφής του· και
(v) αν ο διαμεσολαβητής εκπροσωπεί τον πελάτη ή ενεργεί για λογαριασμό και εξ ονόματος της ασφαλιστικής επιχείρησης·
(β) πριν από τη σύναψη οποιασδήποτε ασφαλιστικής σύμβασης, η ασφαλιστική επιχείρηση προβαίνει στις ακόλουθες γνωστοποιήσεις στους πελάτες της:
(i) την ταυτότητά της, τη διεύθυνσή της και το γεγονός ότι είναι ασφαλιστική επιχείρηση·
(ii) αν παρέχει ή όχι κάθε είδους συμβουλές σχετικά με τα πωλούμενα ασφαλιστικά προϊόντα·
(iii) τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 12, οι οποίες επιτρέπουν στους πελάτες και άλλους ενδιαφερομένους να υποβάλλουν καταγγελίες για τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και για τις εξώδικες διαδικασίες καταγγελίας και προσφυγής που αναφέρονται στο άρθρο 13.
Άρθρο 17
Συγκρούσεις συμφερόντων και διαφάνεια
1. Πριν από τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ▌παρέχει στον πελάτη τις ακόλουθες τουλάχιστον πληροφορίες:
(α) οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση συμμετοχή του που υπερβαίνει το 10% των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου συγκεκριμένης ασφαλιστικής επιχείρησης·
(β) οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση συμμετοχή συγκεκριμένης ασφαλιστικής επιχείρησης ή μητρικής επιχείρησης συγκεκριμένης ασφαλιστικής επιχείρησης που υπερβαίνει το 10% των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή·
(γ) σε σχέση με την προτεινόμενη σύμβαση, για το κατά πόσον:
(i) παρέχει συμβουλές βάσει αμερόληπτης και προσωπικής ανάλυσης, ή
(ii) έχει συμβατική υποχρέωση να ασκεί δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης αποκλειστικά με μία ή περισσότερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Στην περίπτωση αυτή, τον ενημερώνει για τις επωνυμίες των εν λόγω ασφαλιστικών επιχειρήσεων, ή
(iii) δεν έχει συμβατική υποχρέωση να ασκεί δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης αποκλειστικά με μία ή περισσότερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις και δεν παρέχει συμβουλές βάσει αμερόληπτης και προσωπικής ανάλυσης. Στην περίπτωση αυτή, τον ενημερώνει για τις επωνυμίες των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με τις οποίες δύναται να ασκεί και όντως ασκεί επιχειρηματικές δραστηριότητες·
▐
(ε) αν σε σχέση με την ασφαλιστική σύμβαση, εργάζεται:
(i) βάσει αμοιβής, δηλαδή η αμοιβή καταβάλλεται άμεσα από τον πελάτη· ή
(ii) βάσει προμήθειας κάθε είδους, δηλαδή η αμοιβή περιλαμβάνεται στο ασφάλιστρο· ή
(iii) βάσει συνδυασμού και των δύο, του i) και του ii)·
▐
(εα) στα) αν σε σχέση με την ασφαλιστική σύμβαση, η πηγή της αμοιβής είναι:
(i) ο ασφαλισμένος·
(ii) η ασφαλιστική επιχείρηση·
(iii) άλλος ασφαλιστικός διαμεσολαβητής·
(iv) συνδυασμός των περιπτώσεων i), ii) και iii)·
Το κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει επιπρόσθετες πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 17a·
▐
2. Ο καταναλωτής έχει δικαίωμα να ζητήσει επιπρόσθετες λεπτομερείς πληροφορίες όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1(ε α).
3. Η ασφαλιστική επιχείρηση, όταν πωλεί ασφαλιστικά προϊόντα απευθείας σε πελάτες, ενημερώνει επίσης τον πελάτη σχετικά με το εάν καταβάλλεται στους υπαλλήλους της οποιαδήποτε μεταβλητή αμοιβή για τη διανομή και τη διαχείριση του εν λόγω ασφαλιστικού προϊόντος.
▐
5α. Σε περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων και για να προωθηθεί ο θεμιτός ανταγωνισμός, στον πελάτη παρέχονται πληροφορίες σχετικά με ουσιαστικά ποσοτικά στοιχεία όσον αφορά τις έννοιες που αναφέρονται στην παράγραφο 1(ε α) και στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και υπό τους ιδίους όρους. Σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, η ΕΑΑΕΣ εκπονεί, έως την 31η Δεκεμβρίου 2015 και επικαιροποιεί περιοδικά, κατευθυντήριες γραμμές για να εξασφαλίσει τη συνεπή εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 17α
Δημοσιοποίηση πληροφοριών
Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν ή να διατηρούν επιπρόσθετες απαιτήσεις δημοσιοποίησης για ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και ασφαλιστικές επιχειρήσεις, σχετικά με το επίπεδο των αμοιβών, τελών, προμηθειών ή μη χρηματικών παροχών που συνδέονται με την παροχή διαμεσολάβησης, υπό τον όρο ότι το κράτος μέλος διατηρεί ισότιμους όρους ανταγωνισμού μεταξύ όλων των διαύλων διανομής, δεν στρεβλώνει τον ανταγωνισμό και συμμορφώνεται με το ενωσιακό δίκαιο, και ότι ο διοικητικός φόρτος που απορρέει παραμένει αναλογικός προς το επιδιωκόμενο επίπεδο προστασίας των καταναλωτών .
Άρθρο 18
Παροχή συμβουλών και πρότυπα πωλήσεων ▐
1. Στις περιπτώσεις όπου παρέχονται συμβουλές πριν από τη σύναψη οποιασδήποτε συγκεκριμένης σύμβασης ασφάλισης, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής – συμπεριλαμβανομένων των συνδεδεμένων διαμεσολαβητών – ή η ασφαλιστική επιχείρηση , διευκρινίζει βάσει των πληροφοριών τις οποίες παρέσχε ο πελάτης:
(α) τις απαιτήσεις και τις ανάγκες του πελάτη·
(β) ▐ τους λόγους στους οποίους βασίζονται οι συμβουλές προς τον πελάτη σχετικά με συγκεκριμένο ασφαλιστικό προϊόν ▐
2. Οι διευκρινίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β) διαφοροποιούνται ανάλογα με τον σύνθετο χαρακτήρα του προτεινόμενου ασφαλιστικού προϊόντος και το επίπεδο του χρηματοοικονομικού κινδύνου για τον πελάτη, ανεξάρτητα από τον τρόπο πώλησης που επιλέγουν.
3. Όταν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση παρέχει συμβουλές βάσει αμερόληπτης ανάλυσης, οφείλει να τις παρέχει βάσει ανάλυσης επαρκώς μεγάλου αριθμού ασφαλιστικών συμβάσεων που διατίθενται στην αγορά, ώστε να είναι σε θέση να συστήσει σε ατομικό επίπεδο και προς το βέλτιστο συμφέρον του καταναλωτή, σύμφωνα με επαγγελματικά κριτήρια, την ασφαλιστική σύμβαση που θα ανταποκρίνεται καλύτερα στις ανάγκες του πελάτη.
4. Πριν από τη σύναψη της σύμβασης, ανεξαρτήτως του αν παρέχονται ή όχι συμβουλές, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση παρέχει στον πελάτη τις σχετικές πληροφορίες για το ασφαλιστικό προϊόν σε μορφή κατανοητή ώστε να μπορεί να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τον σύνθετο χαρακτήρα του ασφαλιστικού προϊόντος και τον τύπο του πελάτη. Οι πληροφορίες παρέχονται σε τυποποιημένο πληροφοριακό δελτίο υπό τη μορφή εγγράφου πληροφοριών προϊόντος (PID) σε απλή γλώσσα. Αυτό περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα πληροφοριακά στοιχεία:
(α) πληροφορίες για τον τύπο της ασφάλισης·
(β) περιγραφή των ασφαλιζόμενων κινδύνων και των αποκλειόμενων κινδύνων·
(γ) λεπτομέρειες και διάρκεια καταβολής των ασφαλίστρων·
(δ) αποκλειόμενες περιπτώσεις·
(ε) υποχρεώσεις κατά την έναρξη της σύμβασης·
(στ) υποχρεώσεις κατά τη διάρκεια της σύμβασης·
(ζ) υποχρεώσεις σε περίπτωση απαίτησης·
(η) η διάρκεια της σύμβασης συμπεριλαμβανομένων των ημερομηνιών έναρξης και λήξης της σύμβασης·
(θ) τρόπος καταγγελίας της σύμβασης·
4α. H παράγραφος 4 δεν εφαρμόζεται σε:
(α) επενδυτικά προϊόντα όπως ορίζονται στο άρθρο 4α του κανονισμού .../.../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (25)· ή
(β) πώληση ασφαλιστικών επενδυτικών προϊόντων που αναφέρονται στο Κεφάλαιο VII της παρούσας οδηγίας.
Άρθρο 19
Εξαιρέσεις παροχής πληροφοριών και ρήτρα ευελιξίας
1. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 δεν χρειάζεται να παρέχονται όταν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση διαμεσολαβεί στην ασφάλιση μεγάλων κινδύνων, στην περίπτωση διαμεσολάβησης αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων, ή σε σχέση με επαγγελματίες πελάτες, όπως διευκρινίζεται στο παράρτημα .
2. Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν σε ισχύ ή να εισάγουν αυστηρότερες διατάξεις σχετικά με τις απαιτήσεις της προβλεπόμενης στα άρθρα 16, 17 και 18 πληροφόρησης, εφόσον οι διατάξεις αυτές είναι σύμφωνες με το ενωσιακό δίκαιο. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην ΕΑΑΕΣ και στην Επιτροπή τις εν λόγω εθνικές διατάξεις .
2α. Τα κράτη μέλη, τα οποία διατηρούν σε ισχύ ή εισάγουν αυστηρότερες διατάξεις που ισχύουν για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω διατάξεις σέβονται τις αρχές των ισότιμων όρων ανταγωνισμού και ότι ο διοικητικός φόρτος που απορρέει από τις διατάξεις αυτές είναι αναλογικά σχετικός με τα οφέλη προστασίας των καταναλωτών.
3. Η ΕΑΑΕΣ , προκειμένου να εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο διαφάνειας με κάθε κατάλληλο μέσο, μεριμνά ώστε οι πληροφορίες τις οποίες λαμβάνει σχετικά με τις εθνικές διατάξεις να γνωστοποιούνται επίσης στους καταναλωτές, τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις .
Άρθρο 20
Όροι ενημέρωσης
1. Κάθε πληροφορία που πρέπει να παρέχεται σύμφωνα με τα άρθρα 16, 17 και 18 γνωστοποιείται στους πελάτες :
(α) γραπτώς
(β) με σαφήνεια και ακρίβεια, ώστε να είναι κατανοητή από τον πελάτη· και
(γ) σε επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκεται ο κίνδυνος ή του κράτους μέλους της ασφαλιστικής υποχρέωσης ή σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα έχουν συμφωνήσει μεταξύ τους οι αντισυμβαλλόμενοι. Κάθε πληροφορία παρέχεται δωρεάν.
2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 στοιχείο α), οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 μπορούν να παρέχονται στον πελάτη σε ένα από τα ακόλουθα μέσα:
(α) σε σταθερό υπόθεμα πλην του χαρτιού, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 4· ή
(β) μέσω δικτυακού τόπου, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 5.
3. Ωστόσο, όταν οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 παρέχονται σε σταθερό υπόθεμα πλην του χαρτιού ή μέσω δικτυακού τόπου, παρέχεται στον πελάτη έντυπο αντίγραφο κατόπιν αιτήσεως και δωρεάν.
4. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 μπορούν να παρέχονται σε σταθερό υπόθεμα πλην του χαρτιού, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) η χρήση του σταθερού υποθέματος είναι κατάλληλη στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μεταξύ του διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης και του πελάτη και
(β) στον πελάτη έχει δοθεί η δυνατότητα επιλογής μεταξύ πληροφόρησης σε χαρτί και σε σταθερό υπόθεμα, και αυτός έχει επιλέξει το εν λόγω άλλο υπόθεμα.
5. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 μπορούν να παρέχονται μέσω δικτυακού τόπου, αν απευθύνονται προσωπικά στον πελάτη ή εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) η παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 μέσω δικτυακού τόπου είναι κατάλληλη στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μεταξύ του διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης και του πελάτη·
(β) ο πελάτης έχει συναινέσει για την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 μέσω δικτυακού τόπου·
(γ) στον πελάτη έχει κοινοποιηθεί ηλεκτρονικά η διεύθυνση του δικτυακού τόπου και το σημείο του δικτυακού τόπου όπου μπορεί να έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18·
(δ) διασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 παραμένουν προσβάσιμες στον δικτυακό τόπο για όσο χρονικό διάστημα είναι εύλογο να χρειάζεται να τις συμβουλεύεται ο πελάτης.
6. Για τους σκοπούς των παραγράφων 4 και 5, η παροχή πληροφοριών σε σταθερό υπόθεμα πλην του χαρτιού ή μέσω δικτυακού τόπου θεωρείται κατάλληλη, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μεταξύ του διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης και του πελάτη, εάν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία που καταδεικνύουν ότι ο πελάτης έχει τακτική πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Η παροχή από τον πελάτη διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για τους σκοπούς αυτής της δραστηριότητας θεωρείται αποδεικτικό στοιχείο προς τον σκοπό αυτόν.
7. Στην περίπτωση ασφάλισης μέσω τηλεφώνου, οι πληροφορίες που δίδονται προηγουμένως στον πελάτη συνάδουν προς τους ενωσιακούς κανόνες που διέπουν την εξ αποστάσεως εμπορία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών προς τους καταναλωτές. Επιπλέον, αφού ο πελάτης έχει επιλέξει να λαμβάνει πληροφορίες σε άλλο υπόθεμα πλην του χαρτιού σύμφωνα με την παράγραφο 4, παρέχονται στον πελάτη πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή 2, αμέσως μετά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης.
▌
Άρθρο 21α
Πρακτικές δέσμευσης και ομαδοποίησης
1. Όταν προσφέρεται ασφάλιση μαζί με άλλη υπηρεσία ή βοηθητικό προϊόν ως τμήμα δέσμης ή ως προϋπόθεση για την ίδια συμφωνία ή δέσμη, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση ενημερώνουν τον πελάτη και του προσφέρουν τη δυνατότητα να αγοράσει τa διάφοραa στοιχεία από κοινού ή χωριστά και προσφέρουν ξεχωριστές ενδείξεις των ασφαλίστρων ή των τιμών κάθε στοιχείου. Τούτο δεν εμποδίζει τη διαμεσολάβηση ασφαλιστικών προϊόντων με διάφορα επίπεδα ασφαλιστικής κάλυψης ή ασφαλιστήρια συμβόλαια πολλαπλού κινδύνου.
2. Όταν οι κίνδυνοι που απορρέουν από μια τέτοια συμφωνία ή δέσμη που προσφέρεται στον πελάτη αναμένεται να είναι διαφορετικοί από τους κινδύνους που συνδέονται με τα επιμέρους στοιχεία χωριστά, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση παρέχουν, κατόπιν αιτήσεως του πελάτη, επαρκή περιγραφή των διάφορων στοιχείων της συμφωνίας ή δέσμης και του τρόπου με τον οποίο η αλληλεπίδρασή τους μεταβάλλει τους κινδύνους.
3. Η ΕΑΑΣ, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) ΕΑΚΑΑ, μέσω της Μικτής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, καταρτίζει έως τις... [18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], και επικαιροποιεί περιοδικά κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση και την εποπτεία των διασταυρούμενων πωλήσεων, στις οποίες αναφέρονται συγκεκριμένα καταστάσεις όπου οι πρακτικές των διασταυρούμενων πωλήσεων δεν συνάδουν με το άρθρο 15 παράγραφος 1.
4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όταν ένας ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ασφαλιστική επιχείρηση παρέχουν συμβουλές, μεριμνούν ώστε η συνολική δέσμη ασφαλιστικών προϊόντων να ικανοποιεί τις απαιτήσεις και ανάγκες του πελάτη.
5. Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν ή να θεσπίζουν επιπρόσθετα αυστηρότερα μέτρα ή να παρεμβαίνουν σε βάση κατά περίπτωση ώστε να απαγορεύουν την πώληση ασφάλισης μαζί με άλλη υπηρεσία ή προϊόν ως τμήμα δέσμης ή ως προϋπόθεση για την ίδια συμφωνία ή δέσμη, όταν μπορούν να αποδείξουν ότι τέτοιες πρακτικές είναι επιζήμιες για τους καταναλωτές.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII
ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
Άρθρο 22
Πεδίο εφαρμογής
Το παρόν κεφάλαιο προβλέπει πρόσθετες απαιτήσεις σε εκείνες που αναφέρονται στα άρθρα 15, 16, 17 και 18 για τις δραστηριότητεςασφαλιστικής διαμεσολάβησης, όταν αυτές ασκούνται σε σχέση με την πώληση βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών ▐ προϊόντων από τους εξής:
(α) ασφαλιστικό διαμεσολαβητή·
(β) ασφαλιστική επιχείρηση.
Άρθρο 23
Συγκρούσεις συμφερόντων
1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για τον εντοπισμό συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ αυτών των ιδίων, περιλαμβανομένων των διευθυντών τους, των υπαλλήλων τους και των συνδεδεμένων ασφαλιστικών διαμεσολαβητών τους, ή κάθε προσώπου που συνδέεται μαζί τους άμεσα ή έμμεσα με σχέση ελέγχου, και των πελατών τους, ή μεταξύ δύο πελατών τους, κατά την άσκηση οποιωνδήποτε δραστηριοτήτων ασφαλιστικής διαμεσολάβησης.
2. Όταν οι οργανωτικές ή διοικητικές διευθετήσεις που πραγματοποιούνται από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση, σύμφωνα με τα άρθρα 15, 16 και 17, δεν επαρκούν για να διασφαλιστεί, με εύλογη βεβαιότητα, η πρόληψη των κίνδυνων να θιγούν τα συμφέροντα των πελατών ▌λόγω των συγκρούσεων συμφερόντων, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση γνωστοποιεί σαφώς στον πελάτη τη γενική φύση και τις πηγές των συγκρούσεων συμφερόντων, κατά περίπτωση, προτού αναλάβει να ασκήσει δραστηριότητες για λογαριασμό του.
2α. Η διαδικασία της παραγράφου 2 πρέπει:
(α) να πραγματοποιείται σε σταθερό υπόθεμα· και
(β) να περιλαμβάνει επαρκείς λεπτομέρειες, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του πελάτη, ώστε να επιτραπεί στον πελάτη να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση ως προς την υπηρεσία στο πλαίσιο της οποίας προκύπτει η σύγκρουση συμφερόντων.
3. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 33 για να:
(α) ▌διευκρινίσει τα μέτρα ▐ που μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι θα λάβουν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ή οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις για τον εντοπισμό, την πρόληψη, τη διαχείριση και τη γνωστοποίηση συγκρούσεων συμφερόντων κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων ασφαλιστικής διαμεσολάβησης·
(β) θεσπίσει τα κατάλληλα κριτήρια για τον προσδιορισμό των μορφών σύγκρουσης συμφερόντων, των οποίων η ύπαρξη θα μπορούσε να αποβεί επιζήμια για τα συμφέροντα των πελατών ή των δυνητικών πελατών του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης.
Άρθρο 24
Γενικές αρχές και ενημέρωση των πελατών
1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ένας ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή μια ασφαλιστική επιχείρηση ▌, κατά την άσκηση δραστηριοτήτων ασφαλιστικής διαμεσολάβησης ενεργούν με εντιμότητα, θεμιτό τρόπο και επαγγελματισμό, ώστε να εξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των πελατών του/της, και να συμμορφώνεται, ιδίως, με τις αρχές που αναφέρονται στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 25.
2. Όλες οι πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, που απευθύνονται από ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή ασφαλιστική επιχείρηση σε πελάτες ή δυνητικούς πελάτες, επιβάλλεται να είναι θεμιτές, σαφείς και μη παραπλανητικές. Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις πρέπει να μπορούν να αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες.
3. Στους πελάτες ή τους δυνητικούς πελάτες παρέχεται κατάλληλη πληροφόρηση σχετικά με τα εξής:
(α) τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση και τις υπηρεσίες τους: όταν παρέχονται συμβουλές, οι πληροφορίες προσδιορίζουν αν οι συμβουλές παρέχονται σε ανεξάρτητη βάση και αν στηρίζονται σε ευρεία ή πιο περιορισμένη ανάλυση της αγοράς και αναφέρουν εάν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση θα διαθέσει στον πελάτη διαρκή αξιολόγηση της καταλληλότητας του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος που συστήνεται σε πελάτες·
(β) τα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα και τις προτεινόμενες επενδυτικές στρατηγικές: αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει κατάλληλη καθοδήγηση και προειδοποιήσεις σχετικά με τους κινδύνους που συνδέονται με τις επενδύσεις στα εν λόγω όργανα ή με την υιοθέτηση συγκεκριμένων επενδυτικών στρατηγικών· ▐
βα) όλα τα κόστη και τις σχετικές παρεπόμενες επιβαρύνσεις που σχετίζονται με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ή τις παρεπόμενες υπηρεσίες, που πρέπει να περιλαμβάνουν το κόστος των συμβουλευτικών υπηρεσιών, κατά περίπτωση, το κόστος του χρηματοπιστωτικού μέσου που συνιστάται ή διαφημίζεται στον πελάτη, και ο τρόπος με τον οποίο μπορεί ο πελάτης να το πληρώσει, περιλαμβάνοντας και όλες τις πληρωμές προς τρίτους· [Τροπολογία 8]
3α. Οι πληροφορίες σχετικά με όλα τα κόστη και τις επιβαρύνσεις, περιλαμβανομένων εκείνων που συνδέονται με την υπηρεσία διαμεσολάβησης και το ασφαλιστικό προϊόν, και που δεν προκαλούνται από την εμφάνιση υποκείμενου κινδύνου της αγοράς, αθροίζονται για να επιτρέψουν στον πελάτη να κατανοήσει το συνολικό κόστος καθώς και το αθροιστικό αποτέλεσμά του στην απόδοση της επένδυσης και, αν το ζητήσει ο πελάτης, συνοδεύονται από αναλυτική καταγραφή του κόστους. Κατά περίπτωση, οι πληροφορίες αυτές διατίθενται στον πελάτη σε τακτική βάση, τουλάχιστον ετήσια, στη διάρκεια ισχύος της επένδυσης.
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο και στην παράγραφο 6α παρέχονται σε κατανοητή μορφή κατά τρόπο ώστε οι πελάτες ή οι δυνητικοί πελάτες να είναι ευλόγως σε θέση να κατανοούν τη φύση και τους κινδύνους της επενδυτικής υπηρεσίας και του συγκεκριμένου τύπου του προσφερόμενου επενδυτικού ασφαλιστικού προϊόντος και, ως εκ τούτου, να λαμβάνουν τεκμηριωμένες επενδυτικές αποφάσεις. Τα κράτη μέλη μπορεί να ζητήσουν οι εν λόγω πληροφορίες να παρέχονται σε τυποποιημένη μορφή. [Τροπολογία 9]
4. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 θα πρέπει να παρέχονται σε κατανοητή μορφή, κατά τρόπο ώστε οι πελάτες ή οι δυνητικοί πελάτες να είναι ευλόγως σε θέση να κατανοούν τη φύση και τους κινδύνους του προσφερόμενου συγκεκριμένου βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος και, ως εκ τούτου, να λαμβάνουν τεκμηριωμένες επενδυτικές αποφάσεις. Οι πληροφορίες αυτές μπορεί να παρέχονται σε τυποποιημένη μορφή σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 4.
5. Τα κράτη μέλη απαιτούν, όταν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση ενημερώνει τον πελάτη ότι παρέχονται ασφαλιστικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση να γνωστοποιεί στον πελάτη τη φύση της αμοιβής που λαμβάνεται σε σχέση με την ασφαλιστική σύμβαση:
(α) το φάσμα των ασφαλιστικών προϊόντων στα οποία θα βασίζεται η σύσταση και, ειδικότερα, εάν το φάσμα περιορίζεται στα ασφαλιστικά προϊόντα που εκδίδονται ή παρέχονται από οντότητες που έχουν στενούς δεσμούς με τον διαμεσολαβητή που εκπροσωπεί τον πελάτη·
5α. Τα κράτη μέλη μπορούν επιπροσθέτως να απαγορεύουν ή να περιορίζουν περαιτέρω την προσφορά ή την αποδοχή αμοιβών, προμηθειών ή μη χρηματικών οφελών από τρίτους σε σχέση με την παροχή ασφαλιστικών συμβουλών. Σε αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται οιεσδήποτε τέτοιου είδους αμοιβές, προμήθειες ή μη χρηματικά οφέλη που πρέπει να επιστρέφονται στους πελάτες ή να αντισταθμίζουν αμοιβές που έχει καταβάλει ο πελάτης.
Τα κράτη μέλη μπορούν περαιτέρω να απαιτούν από τον διαμεσολαβητή, όταν ένας διαμεσολαβητής ενημερώνει τον πελάτη ότι οι συμβουλές παρέχονται ανεξάρτητα, αφενός να αξιολογεί επαρκώς μεγάλο αριθμό ασφαλιστικών προϊόντων που διατίθενται στην αγορά και τα οποία είναι επαρκώς διαφοροποιημένα ανάλογα με τον τύπο και τους εκδότες ή τους παρόχους προϊόντων προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι στόχοι του πελάτη μπορούν να εκπληρωθούν με κατάλληλο τρόπο, και αφετέρου να μην περιορίζεται σε ασφαλιστικά προϊόντα που εκδίδονται ή παρέχονται από οντότητες που έχουν στενούς δεσμούς με τον ▌διαμεσολαβητή ▌.
5β. Ένας ασφαλιστικός διαμεσολαβητής καταρτίζει και εφαρμόζει αποτελεσματικές οργανωτικές και διοικητικές ρυθμίσεις ώστε να ενεργούν όλα τα ευλόγως πρακτέα προκειμένου να μην επηρεάζονται αρνητικά τα συμφέροντα των πελατών τους λόγω συγκρούσεων συμφερόντων κατά την έννοια του άρθρου 23.
Μια ασφαλιστική εταιρία που κατασκευάζει χρηματοπιστωτικά μέσα προς πώληση σε πελάτες, διαθέτει, χρησιμοποιεί και επανεξετάζει μια διαδικασία για την έγκριση κάθε ασφαλιστικού προϊόντος ή των σημαντικών προσαρμογών που επιφέρει σε υπάρχοντα ασφαλιστικά προϊόντα, πριν τα εμπορευτεί ή τα διανείμει σε πελάτες.
Η διαδικασία έγκρισης προϊόντων προσδιορίζει μια συγκεκριμένη αγορά στόχου τελικών πελατών, εντός της αντίστοιχης κατηγορίας πελατών για κάθε προϊόν, και εξασφαλίζει ότι όλοι οι κίνδυνοι που συνδέονται με αυτή την προσδιορισμένη αγορά στόχου αξιολογούνται, καθώς και ότι η σκοπούμενη στρατηγική διανομής είναι κατάλληλη για την προσδιορισμένη αγορά στόχου.
Η ασφαλιστική εταιρία επανεξετάζει επίσης, σε τακτική βάση, τα χρηματοπιστωτικά μέσα που προσφέρονται από την επιχείρηση, λαμβάνοντας υπόψη κάθε συμβάν που θα μπορούσε να επηρεάσει σοβαρά τον δυνητικό κίνδυνο για την προσδιορισμένη αγορά στόχου, με σκοπό να αξιολογεί, τουλάχιστον, κατά πόσο το προϊόν συνεχίζει να εξυπηρετεί τις ανάγκες της προσδιορισμένης αγοράς στόχου και κατά πόσο η στοχευόμενη στρατηγική διανομής συνεχίζει να είναι η κατάλληλη. [Τροπολογία 11]
6. Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει το αργότερο μέχρι τις ... [18 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], και επικαιροποιεί περιοδικά κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση και την εποπτεία των διασταυρούμενων πωλήσεων, στις οποίες αναφέρονται συγκεκριμένα καταστάσεις στις οποίες οι πρακτικές των διασταυρούμενων πωλήσεων δεν συνάδουν με τις υποχρεώσεις της παραγράφου 1.
▐
7. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 33 προκειμένου να προσδιορίζει τις αρχές με τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ▌κατά την άσκηση δραστηριότητας ασφαλιστικής διαμεσολάβησης με τους πελάτες τους. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις λαμβάνουν υπόψη:
(α) τη φύση της υπηρεσίας ή των υπηρεσιών που προσφέρονται ή παρέχονται στον πελάτη ή στον δυνητικό πελάτη, λαμβανομένων υπόψη του είδους, του αντικειμένου, του όγκου και της συχνότητας των συναλλαγών·
(β) τη φύση των προϊόντων που προσφέρονται ή προτείνονται, συμπεριλαμβανομένων των διαφόρων τύπων βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων.
Άρθρο 25
Αξιολόγηση της καταλληλότητας και της σκοπιμότητας και γνωστοποιήσεις προς πελάτες
1. Όταν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση παρέχει συμβουλές, οφείλει να αντλεί τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την πείρα του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη στον σχετικό επενδυτικό τομέα του συγκεκριμένου τύπου προϊόντος ▐, τη χρηματοοικονομική κατάσταση και τους επενδυτικούς στόχους του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη, έτσι ώστε να είναι σε θέση να συστήσει στον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης ή βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα που είναι κατάλληλα για την περίπτωσή του.
2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ασκούν δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησηςδιαφορετικές από εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ζητούν από τον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη να παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την πείρα του στον επενδυτικό τομέα σε σχέση με τον συγκεκριμένο τύπο προσφερόμενου ή ζητούμενου βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος ▌, ώστε να μπορεί ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση να εκτιμήσει κατά πόσον η σκοπούμενη δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης ή το βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν είναι κατάλληλα για τον πελάτη.
Εάν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση κρίνει, βάσει των πληροφοριών που έχει λάβει σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, ότι το βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν ▌δεν είναι κατάλληλο για τον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη, οφείλει να τον προειδοποιήσει περί τούτου. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή.
Εάν οι πελάτες ή οι δυνητικοί πελάτες δεν παράσχουν τις αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την πείρα τους, ή αν παράσχουν ανεπαρκείς σχετικές πληροφορίες, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση τους προειδοποιεί ότι δεν είναι σε θέση να κρίνει κατά πόσον ▌το σκοπούμενο βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν είναι κατάλληλη γι’ αυτούς. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή.
2α. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν σε ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή ασφαλιστικές επιχειρήσεις, όταν ασκούν δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης οι οποίες συνίστανται μόνο στην εκτέλεση εντολών πελατών, να παρέχουν τις δραστηριότητες αυτές στους πελάτες χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να αποκτούν τις πληροφορίες ή να λαμβάνουν την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) οι δραστηριότητες αναφέρονται σε ένα από τα ακόλουθα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα:
(i) συμβάσεις οι οποίες παρέχουν μόνο επενδυτική έκθεση σε χρηματοπιστωτικά μέσα που θεωρούνται μη σύνθετα βάσει της οδηγίας .../.../ΕΕ [MiFID] και δεν περιλαμβάνουν μια δομή η οποία δυσκολεύει τον πελάτη να κατανοήσει τους συνεπαγόμενους κινδύνους· ή
(ii) άλλα μη σύνθετα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου·
(β) η δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης πραγματοποιείται κατόπιν πρωτοβουλίας του πελάτη ή δυνητικού πελάτη,
(γ) ο πελάτης ή δυνητικός πελάτης έχει ενημερωθεί σαφώς, σε τυποποιημένη ή όχι μορφή, ότι κατά την παροχή αυτής της δραστηριότητας ασφαλιστικής διαμεσολάβησης, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση δεν υποχρεούται να αξιολογήσει την καταλληλότητα του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος ή της δραστηριότητας ασφαλιστικής διαμεσολάβησης που παρέχεται ή προσφέρεται και ότι ο πελάτης ή δυνητικός πελάτης δεν καλύπτεται από την αντίστοιχη προστασία που παρέχουν οι σχετικοί κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας·
(δ) ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του άρθρου 23.
3. Ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση τηρεί αρχείο όπου περιλαμβάνονται το ή τα έγγραφα▐ που έχουν κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του πελάτη και του ιδίου και που αναφέρει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών, καθώς και τους άλλους όρους υπό τους οποίους ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση θα ασκεί δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης για τον πελάτη. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών μπορούν να ορίζονται με αναφορά σε άλλα έγγραφα ή νομικά κείμενα.
4. Ο ▌ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση προσφέρει στον πελάτη επαρκείς αναφορές σχετικά με τη δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης που του παρέχει. Στις αναφορές αυτές περιλαμβάνονται περιοδικές ανακοινώσεις προς τους πελάτες, λαμβανομένων υπόψη του τύπου και του σύνθετου χαρακτήρα των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων και της φύσης της δραστηριότητας ασφαλιστικής διαμεσολάβησης που ασκείται για τον πελάτη και περιλαμβάνεται, ανάλογα με την περίπτωση, το κόστος των συναλλαγών και των υπηρεσιών που εκτελούνται ή παρέχονται για λογαριασμό του πελάτη.▌
Κατά την παροχή συμβουλών, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση παρέχει στον πελάτη, πριν συμφωνηθεί με τον πελάτη το βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν, δήλωση σε σταθερό υπόθεμα σχετικά με την καταλληλότητα, όπου προσδιορίζονται οι συμβουλές που δόθηκαν και πώς αυτές ανταποκρίνονται στις προτιμήσεις, τους στόχους και τα άλλα χαρακτηριστικά του πελάτη.
Όταν η συμφωνία συνάπτεται με χρήση μέσου επικοινωνίας από απόσταση, το οποίο παρεμποδίζει την εκ των προτέρων επίδοση της εκτίμησης καταλληλότητας, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση μπορεί να παρέχει τη γραπτή δήλωση περί καταλληλότητας σε σταθερό υπόθεμα αμέσως μετά τη δέσμευση του πελάτη με οποιαδήποτε συμφωνία.
5. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 33 προκειμένου να προσδιορίζει τις αρχές με τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά την άσκηση δραστηριότητας ασφαλιστικής διαμεσολάβησης για τους πελάτες τους. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις λαμβάνουν υπόψη:
(α) τη φύση ▌ των υπηρεσιών που προσφέρονται ή παρέχονται στον πελάτη ή στον δυνητικό πελάτη, λαμβανομένων υπόψη του είδους, του αντικειμένου, του όγκου και της συχνότητας των συναλλαγών·
(β) τη φύση των προϊόντων που προσφέρονται ή προτείνονται , συμπεριλαμβανομένων των χρηματοπιστωτικών μέσων και τραπεζικών καταθέσεων διάφορων τύπων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2της οδηγίας .../.../ΕΕ [MiFID]·
(βα) το εάν ο πελάτης ή δυνητικός πελάτης είναι ιδιώτης ή επαγγελματίας.
5α. Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει, το αργότερο μέχρι τις... [18 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], aκαι επικαιροποιεί περιοδικά κατευθυντήριες γραμμές για την εκτίμηση των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων που έχουν δομή η οποία δυσχεραίνει την κατανόηση του σχετικού κινδύνου από τον πελάτη σύμφωνα με την παράγραφο 3(α).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII
ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ
Άρθρο 26
Διοικητικές κυρώσεις και μέτρα
1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα τους είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά.
2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όπου ισχύουν υποχρεώσεις των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών ή των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, σε περίπτωση παράβασης, μπορούν να επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις και μέτρα στα μέλη του διοικητικού τους οργάνου και σε οποιαδήποτε άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, φέρουν ευθύνη για την παράβαση.
3. Στις αρμόδιες αρχές παρέχονται όλες οι ανακριτικές εξουσίες που είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων τους. Κατά την άσκηση των εξουσιών τους για την επιβολή κυρώσεων, οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται στενά ώστε να διασφαλίζουν ότι οι κυρώσεις ή τα μέτρα παράγουν τα επιθυμητά αποτελέσματα και συντονίζουν τη δράση τους όταν ασχολούνται με διασυνοριακές υποθέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις προϋποθέσεις για τη νόμιμη επεξεργασία των δεδομένων σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ζητούν έγγραφα ή άλλες πληροφορίες βάσει επίσημης απόφασης, η οποία αναφέρει τη νομική βάση της αίτησης πληροφοριών, την προθεσμία συμμόρφωσης και το δικαίωμα του παραλήπτη να ζητήσει δικαστική αναθεώρηση της απόφασης.
Άρθρο 27
Δημοσιοποίηση κυρώσεων
Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η αρμόδια αρχή δημοσιοποιεί ▌ οποιεσδήποτε κυρώσεις ή οποιαδήποτε μέτρα επιβάλλονται λόγω παραβίασης των εθνικών διατάξεων που εγκρίνονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβάνοντας πληροφορίες σχετικά με το είδος και τη φύση της παραβίασης και την ταυτότητα των προσώπων που ευθύνονται για αυτήν, μόνο εάν η κύρωση ή το άλλο μέτρο έχουν καταστεί οριστικά και δεν υπόκεινται σε έφεση ή δικαστική αναθεώρηση. Εάν η δημοσιοποίηση θα προξενούσε δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη, οι αρμόδιες αρχές δημοσιοποιούν τις κυρώσεις ανώνυμα.
Άρθρο 28
Παραβιάσεις
1. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται:
(α) στους ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές οι οποίοι δεν είναι εγγεγραμμένοι σε μητρώο κράτους μέλους και δεν εμπίπτουν στο άρθρο 1 παράγραφος 2 ή στο άρθρο 4·
(β) στα πρόσωπα που παρέχουν επικουρικές ασφαλιστικές δραστηριότητες χωρίς να έχουν υποβάλει δήλωση, όπως ορίζεται στο άρθρο 4, ή που έχουν υποβάλει την εν λόγω δήλωση, αλλά για τα οποία δεν πληρούνται οι απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 4·
(γ) στις ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ή στους ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που προσφεύγουν στις ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές υπηρεσίες διαμεσολάβησης προσώπων που ούτε είναι εγγεγραμμένα σε μητρώο κράτους μέλους ούτε αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 και τα οποία δεν έχουν υποβάλει δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 4·
(δ) στους ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές οι οποίοι πέτυχαν την εγγραφή με ψευδείς δηλώσεις ή οποιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο, κατά παράβαση του άρθρου 3·
(ε) στους ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που δεν ανταποκρίνονται στις διατάξεις του άρθρου 8·
(στ) στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή στους ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας σύμφωνα με τα κεφάλαια VI και VII.
2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα που μπορούν να ισχύσουν περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:
(α) δημόσια ανακοίνωση που αναφέρει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο και τη φύση της παράβασης·
(β) διαταγή προς το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για παύση της επίμαχης συμπεριφοράς και αποφυγή της επανάληψής της στο μέλλον·
(γ) στην περίπτωση των ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών, ανάκληση της εγγραφής σύμφωνα με το άρθρο 3·
(δ) προσωρινή απαγόρευση έναντι κάθε μέλους του διοικητικού οργάνου του ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης ▌, που θεωρείται υπαίτιο, να ασκεί καθήκοντα σε ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, ή ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις·
(ε) σε περίπτωση νομικού προσώπου, διοικητικά χρηματικά πρόστιμα μέχρι και 10% του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών του εν λόγω νομικού προσώπου κατά την προηγούμενη οικονομική χρήση· σε περίπτωση νομικού προσώπου που είναι θυγατρική μητρικής επιχείρησης, ο σχετικός συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών είναι ο συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών που προκύπτει από τους ενοποιημένους λογαριασμούς της επικεφαλής μητρικής επιχείρησης κατά την προηγούμενη οικονομική χρήση·
(στ) σε περίπτωση φυσικού προσώπου, διοικητικά χρηματικά πρόστιμα μέχρι το ποσό των 5 000 000 ευρώ ή, στα κράτη μέλη όπου το επίσημο νόμισμα δεν είναι το ευρώ, την αντίστοιχη αξία στο εθνικό νόμισμα κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας· και
Όπου τα οφέλη που προκύπτουν από την παραβίαση μπορούν να προσδιοριστούν, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το μέγιστο επίπεδο δεν είναι μικρότερο από το διπλάσιο του ποσού του οφέλους αυτού.
Άρθρο 29
Αποτελεσματική εφαρμογή κυρώσεων
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, κατά τον καθορισμό του είδους των διοικητικών κυρώσεων ή άλλων διοικητικών μέτρων και του ύψους των διοικητικών χρηματικών προστίμων, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές συνθήκες, στις οποίες περιλαμβάνονται αναλόγως:
(α) η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης·
(β) ο βαθμός ευθύνης του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου·
(γ) η οικονομική ισχύς του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου, όπως προκύπτει από τον συνολικό κύκλο εργασιών του υπαίτιου νομικού προσώπου ή από το ετήσιο εισόδημα του υπαίτιου φυσικού προσώπου·
(δ) η σπουδαιότητα των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στον βαθμό που μπορούν να συγκεκριμενοποιηθούν·
(ε) οι ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να συγκεκριμενοποιηθούν·
(στ) ο βαθμός συνεργασίας του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου με την αρμόδια αρχή· και
(ζ) προηγούμενες παραβάσεις από το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
▐
3. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εξουσία των κρατών μελών υποδοχής να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη ή τον κολασμό παρατυπιών που διαπράττονται στο έδαφός τους, οι οποίες είναι αντίθετες προς νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις που έχουν θεσπιστεί προς το γενικό συμφέρον. Η εξουσία αυτή περιλαμβάνει τη δυνατότητα των εν λόγω κρατών μελών να εμποδίζουν τους παρανομήσαντες ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να ασκήσουν περαιτέρω δραστηριότητες στο έδαφός τους.
Άρθρο 30
Αναφορά παραβάσεων
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές καθιερώνουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς για να ενθαρρύνουν την αναφορά παραβάσεων των εθνικών διατάξεων για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στις αρμόδιες αρχές.
2. Οι εν λόγω ρυθμίσεις περιλαμβάνουν τουλάχιστον:
(α) ειδικές διαδικασίες για την παραλαβή καταγγελιών για παραβάσεις και την επακόλουθη συνέχεια·
(β) κατάλληλη προστασία, συμπεριλαμβανομένης της ανωνυμίας κατά περίπτωση, για όσους καταγγέλλουν παραβάσεις που διαπράχθηκαν στο εσωτερικό των εν λόγω οντοτήτων· και
(γ) προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τόσο του προσώπου που καταγγέλλει τις παραβάσεις, όσο και του φυσικού προσώπου που φέρεται ότι διέπραξε παράβαση, σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ.
Η ταυτότητα των προσώπων που αναφέρουν και που φέρονται ως υπεύθυνα για την παραβίαση παραμένει εμπιστευτική σε κάθε στάδιο, εκτός εάν η γνωστοποίησή της απαιτείται βάσει εθνικής νομοθεσίας για περαιτέρω έρευνες ή νομικές διαδικασίες.
Άρθρο 31
Διαβίβαση πληροφοριών στην ΕΑΑΕΣ όσον αφορά τις κυρώσεις
1. Τα κράτη μέλη παρέχουν κάθε έτος στην ΕΑΑΕΣ συγκεντρωτικές πληροφορίες για όλα τα διοικητικά μέτρα ή τις διοικητικές κυρώσεις που έχουν επιβάλει σύμφωνα με το άρθρο 26.
Η αρμόδια αρχή παρέχει κάθε έτος στην ΕΑΑΕΣ συγκεντρωτικές πληροφορίες για όλα τα διοικητικά μέτρα ή τις διοικητικές κυρώσεις που έχει επιβάλει σύμφωνα με το άρθρο 26.
2. Οσάκις η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί στο κοινό διοικητικά μέτρα ή διοικητικές κυρώσεις, ενημερώνει παράλληλα την ΕΑΑΕΣ.
3. Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για να προσδιορίσει τις διαδικασίες και τα έντυπα διαβίβασης πληροφοριών, που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.
Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις ...[έξι μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας].
Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 32
Προστασία δεδομένων
1. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν την οδηγία 95/46/ΕΚ στην επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται στα κράτη μέλη σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.
2. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται από την ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 33
Πράξεις κατ' εξουσιοδότηση
Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 34 όσον αφορά τα άρθρα ▌23, 24 και 25.
Άρθρο 34
Άσκηση της εξουσιοδότησης
1. Η εξουσία για την έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο.
2. Η εξουσία έκδοσης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στα άρθρα ▌23, 24 και 25 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.
3. Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στα άρθρα ▌23, 24 και 25 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση περί ανάκλησης περατώνει την ανάθεση εξουσιών που ορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα ήδη ισχυουσών κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.
4. Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
5. Κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα ▌23, 24 και 25 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός 3 μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά 3 μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.
Άρθρο 34α
Περαιτέρω διατάξεις για σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων
1. Με την επιφύλαξη τυχόν προθεσμιών για την υποβολή σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή, η Επιτροπή υποβάλλει τα σχέδιά της ανά 12, 18 ή 24 μήνες.
2. Η Επιτροπή δεν εγκρίνει ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα κατά τρόπο που να μειώνει, σε περίοδο διακοπής των εργασιών, τον χρόνο ενδελεχούς εξέτασης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, περιλαμβανομένης τυχόν παράτασης, σε λιγότερο από δύο μήνες.
3. Οι Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές μπορούν να διαβουλευτούν με το Κοινοβούλιο κατά τη διάρκεια των σταδίων σύνταξης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, ιδίως όταν υπάρχουν ανησυχίες όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.
4. Όταν η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχει απορρίψει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα και απομένουν λιγότερο από δύο εβδομάδες έως την έναρξη της επόμενης συνόδου ολομέλειας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να παρατείνει περαιτέρω την περίοδο για την υποβολή αντιρρήσεων που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 5α μέχρι την ημερομηνία της μεθεπόμενης συνόδου ολομέλειας.
5. Όταν ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα έχουν απορριφθεί και τα προβλήματα που εντοπίζονται είναι περιορισμένης εμβέλειας, η Επιτροπή μπορεί να ακολουθήσει επιταχυμένο χρονοδιάγραμμα για την παρουσίαση αναθεωρημένου σχεδίου ρυθμιστικού τεχνικού προτύπου.
6. Η Επιτροπή διασφαλίζει ότι όλα τα αιτήματα της ομάδας ελέγχου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που υποβάλλονται επίσημα μέσω του προέδρου της αρμόδιας επιτροπής θα πρέπει να απαντηθούν άμεσα, πριν από την έγκριση του σχεδίου ρυθμιστικού τεχνικού προτύπου.
Άρθρο 35
Επανεξέταση και αξιολόγηση
1. Έως τις ... [ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], η Επιτροπή επανεξετάζει ▐ την πρακτική εφαρμογή των κανόνων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις εξελίξεις στις αγορές λιανικής πώλησης επενδυτικών προϊόντων, καθώς και τις εμπειρίες που αποκτήθηκαν κατά την πρακτική εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και του κανονισμού .../.../ΕΕ [σχετικά με τα έγγραφα βασικών πληροφοριών για τα επενδυτικά προϊόντα] και της οδηγίας .../.../ΕΕ [MIFID II]. Η εν λόγω επανεξέταση περιλαμβάνει επίσης ειδική ανάλυση του αντικτύπου του άρθρου 7 παράγραφος 2 , λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση ανταγωνισμού στην αγορά υπηρεσιών διαμεσολάβησης για συμβάσεις σε κατηγορίες άλλες από αυτές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2002/83/ΕΚ, και του αντικτύπου των υποχρεώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 17 παράγραφος 2 σχετικά με τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που είναι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
2. Μετά από διαβούλευση με τη Μικτή Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, η Επιτροπή υποβάλλει τα ευρήματά της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
▐
5. Η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσον οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 έχουν επαρκείς εξουσίες και πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
▐
Άρθρο 36
Μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο
1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις …[18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος τηςπαρούσας οδηγίας], τις αναγκαίες, νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγίας. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.
Όταν τα έγγραφα που υποβάλλουν τα κράτη μέλη κατά την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο δεν επαρκούν για την πλήρη εκτίμηση της συμμόρφωσης των εν λόγω μέτρων με ορισμένες διατάξεις της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή δύναται, κατ’ αίτηση της ΕΑΤ με σκοπό την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 ή με δική της πρωτοβουλία, να απαιτήσει από τα κράτη μέλη να παράσχουν λεπτομερέστερα στοιχεία σχετικά με τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας και την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων.
1α. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 από … [18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.
Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα εν λόγω μέτρα, τα τελευταία αυτά περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι παραπομπές στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, λογίζονται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη.
2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 37
Κατάργηση
Η οδηγία 2002/92/ΕΚ καταργείται από ... [18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος τηςπαρούσας οδηγίας], με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών σχετικά με την προθεσμία μεταφοράς της εν λόγω οδηγίας στο εθνικό δίκαιο.
Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία.
Άρθρο 38
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 39
Αποδέκτες
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
...,
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΠΕΛΑΤΕΣ
Επαγγελματίας πελάτης είναι ο πελάτης που διαθέτει την πείρα, τις γνώσεις και την εμπειρογνωμοσύνη ώστε να λαμβάνει τις δικές του αποφάσεις και να εκτιμά δεόντως τον κίνδυνο που αναλαμβάνει. Για τους σκοπούς της οδηγίας, θεωρούνται επαγγελματίες για όλες τις ασφαλιστικές υπηρεσίες και δραστηριότητες και τα ασφαλιστικά προϊόντα:
1. Ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις·
▐
1α. Ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές
2. Μεγάλες επιχειρήσεις που πληρούν δύο από τα ακόλουθα κριτήρια μεγέθους, σε βάση επιμέρους εταιρείας:
– σύνολο ισολογισμού: 20 000 000 ευρώ
– καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 40.000.000 ευρώ
– ίδια κεφάλαια: 2 000 000 ευρώ.
3. Εθνικές ▌κυβερνήσεις▌
▐
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ
Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα, τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύσουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο.
Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, η Επιτροπή θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη για τους ακόλουθους λόγους:
Πολυπλοκότητα της οδηγίας και του σχετικού τομέα:
Το πεδίο της ασφάλισης και της διανομής ασφαλιστικών προϊόντων είναι ιδιαίτερα περίπλοκο και μπορεί να είναι πολύ τεχνικό από την άποψη των επαγγελματιών οι οποίοι δεν είναι ειδικευμένοι σ’ αυτό. Ελλείψει καλά δομημένων επεξηγηματικών εγγράφων, το καθήκον της επίβλεψης της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο θα ήταν δυσανάλογα χρονοβόρο. Η παρούσα πρόταση αντιπροσωπεύει επανεξέταση όπου το κείμενο των οδηγιών για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (IMD) αναδιατυπώθηκε. Παρά το γεγονός ότι πολλές διατάξεις δεν έχουν αλλάξει ως προς την ουσία τους, μια σειρά νέων διατάξεων έχουν εισαχθεί και μια σειρά υφιστάμενων διατάξεων έχουν αναθεωρηθεί ή διαγραφεί. Η δομή, η μορφή και η παρουσίαση των κειμένων είναι εντελώς νέα. Η νέα δομή ήταν απαραίτητη για να δοθεί σαφέστερη και πιο λογική σειρά στις νομικές διατάξεις, αλλά αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάγκη για μια δομημένη προσέγγιση κατά τον έλεγχο της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο.
Ορισμένες διατάξεις της προτεινόμενης οδηγίας ενδέχεται να έχουν επιπτώσεις σε πολλούς τομείς της εθνικής έννομης τάξης, όπως στο εταιρικό δίκαιο, στο εμπορικό ή φορολογικό δίκαιο ή σε άλλους νομοθετικούς τομείς των κρατών μελών. Μπορεί να επηρεάσουν επίσης το παράγωγο εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των νόμων και των κανόνων επαγγελματικής δεοντολογίας που εφαρμόζονται στους χρηματοπιστωτικούς ή ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές. Η συσχέτιση των θεμάτων με όλους αυτούς τους γειτονικούς τομείς μπορεί να σημαίνει, ανάλογα με το σύστημα των κρατών μελών, ότι ορισμένες διατάξεις εφαρμόζονται μέσω νέων ή ήδη υφισταμένων κανόνων στους εν λόγω τομείς· θα πρέπει να υπάρχει σαφής εικόνα των κανόνων αυτών.
Συνοχή και συσχέτιση με άλλες πρωτοβουλίες:
Η παρούσα πρόταση κατατίθεται προς έγκριση ως μέρος μιας «δέσμης προϊόντων λιανικής για τους καταναλωτές» μαζί με την πρόταση PRIP για τη γνωστοποίηση πληροφοριών για τα προϊόντα (κανονισμός σχετικά με τα έγγραφα βασικών πληροφοριών σχετικά με τα επενδυτικά προϊόντα και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ) και την οδηγία ΟΣΕΚΑ V (οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες). Η πρωτοβουλία PRIP στοχεύει στη διασφάλιση μιας συνεκτικής οριζόντιας προσέγγισης όσον αφορά τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται για τα επενδυτικά προϊόντα και τα ασφαλιστικά προϊόντα με στοιχεία επενδύσεων (τα λεγόμενα επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα), και διατάξεις σχετικά με τις πρακτικές πώλησης περιλαμβάνονται στις αναθεωρήσεις της IMD1 (οδηγία για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση) και της MiFID (οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων). Η πρόταση είναι επίσης σύμφωνη με άλλες νομοθετικές πράξεις και πολιτικές της ΕΕ, τις οποίες συμπληρώνει, ιδίως στους τομείς της προστασίας των καταναλωτών, της προστασίας των επενδυτών και της προληπτικής εποπτείας, όπως η Φερεγγυότητα II (οδηγία 2009/138/ΕΚ), η MiFID ΙΙ (η αναδιατύπωση της MiFID), και η προαναφερόμενη πρωτοβουλία PRIP.
Η νέα IMD θα συνεχίσει να έχει τα χαρακτηριστικά ενός νομικού μέσου «ελάχιστης εναρμόνισης». Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να προχωρήσουν περαιτέρω, εφόσον απαιτείται, για τους σκοπούς της προστασίας των καταναλωτών. Ωστόσο, τα ελάχιστα πρότυπα της IMD θα αυξηθούν σημαντικά. ▌Επιπλέον, η οδηγία περιέχει ρήτρα αναθεώρησης και, προκειμένου να είναι σε θέση να συγκεντρώσει όλες τις σχετικές πληροφορίες για τη λειτουργία των κανόνων αυτών, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθεί από την αρχή την εφαρμογή τους.
Κεφάλαιο σχετικά με τα επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα: Το κείμενο της πρότασης περιλαμβάνει ένα κεφάλαιο για τη θέσπιση πρόσθετων απαιτήσεων για την προστασία των πελατών σε σχέση με τα επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα.
Υπάρχει ισχυρή πολιτική βούληση να θεσπιστούν οι εν λόγω διατάξεις, ωστόσο, ταυτόχρονα, η εμπειρία είναι πολύ περιορισμένη, δεδομένου ότι πρόκειται για νέο τομέα. Ως εκ τούτου, έχει μεγάλη σημασία να διαβιβάζονται στην Επιτροπή τα έγγραφα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο στα οποία εξηγείται ο τρόπος με τον οποίο τα κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει τις εν λόγω διατάξεις.
Οι ιδιαιτερότητες των μη ασφαλιστικών προϊόντων ζωής θα πρέπει ωστόσο να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών του επιπέδου 2. Σύμφωνα με την ανάλογη αρχή στο άρθρο 3 της MIFID ΙΙ, θα πρέπει να εξεταστεί η θέσπιση ανάλογου καθεστώτος για τις ασφαλίσεις κατά την εφαρμογή της οδηγίας σε εθνικό επίπεδο και στις κατευθυντήριες γραμμές της μικτής επιτροπής. Ως εκ τούτου, πρόσωπα που ασκούν δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης σε σχέση με επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα θα πρέπει να συμμορφώνονται με τα πρότυπα δεοντολογίας που ισχύουν για όλες τις ασφαλιστικές συμβάσεις, καθώς και με τα ενισχυμένα πρότυπα που ισχύουν για τα επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα. Όποιος μεσολαβεί σε ασφαλιστικά επενδυτικά προϊόντα θα πρέπει να καταχωρίζεται ως ασφαλιστικός διαμεσολαβητής.
Από την υποβολή επεξηγηματικών εγγράφων εκτιμάται ότι προκύπτει χαμηλός πρόσθετος διοικητικός φόρτος για τα κράτη μέλη: Όπως προαναφέρθηκε, το ισχύον κείμενο υφίσταται από το 2002 (ημερομηνία έκδοσης της αρχικής οδηγίας). Ως εκ τούτου, δεν θα είναι επαχθές για τα κράτη μέλη να κοινοποιούν τις εκτελεστικές διατάξεις τους, δεδομένου ότι τις περισσότερες από αυτές τις έχουν κανονικά ήδη κοινοποιήσει εδώ και καιρό. Ο εκτιμώμενος χαμηλός πρόσθετος διοικητικός φόρτος για τα κράτη μέλη που προκύπτει από την υποβολή επεξηγηματικών εγγράφων όσον αφορά τα νέα τμήματα της οδηγίας είναι αναλογικός και αναγκαίος, ώστε η Επιτροπή να μπορεί να εκπληρώνει την αποστολή της όσον αφορά την εποπτεία της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου.
Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή πιστεύει ότι η απαίτηση παροχής επεξηγηματικών εγγράφων στην περίπτωση της προτεινόμενης οδηγίας είναι αναλογική και δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου για την αποτελεσματική εποπτεία, από την Επιτροπή, της ακριβούς μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο.
Οδηγία 2002/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (EE L 9 της 15.1.2003, σ. 3).
Οδηγία 2014/.../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ... για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την κατάργηση της οδηγίας 2004/39/EΚ(ΕΕ ...)
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ, και την κατάργηση της απόφασης 2009/79/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48).
Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63).
Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2000 για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά('Οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο') (ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1).
Οδηγία 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).
Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, υπό την εποπτεία των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών, ιδίως των δημοσίων ανεξάρτητων αρχών που έχουν οριστεί από τα κράτη μέλη(ΕΕ L 281 της 23.11.1995,σ. 31).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1)
Οδηγία 2003/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Ιουνίου 2003 για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (ΕΕ L 235 της 23.9.2003, σ. 10).
Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2009 που αφορά την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II)(ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1).
Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32).
Πρώτη οδηγία 73/239/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1973 περί συντονισμού των νομοθετικών κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων πού αφορούν την ανάληψη δραστηριότητος πρωτασφαλίσεως, εκτός της ασφαλίσεως ζωής, και την άσκηση αυτής(ΕΕ L 228 της 16.8.1973, σ. 3).
Οδηγία 2005/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2005 σχετικά με τις αντασφαλίσεις και την τροποποίηση των οδηγιών 73/239/EΟΚ, 92/49/EΟΚ του Συμβουλίου, καθώς και των οδηγιών 98/78/EΚ και 2002/83/EΚ (ΕΕ L 323 της 9.12.2005, σ. 1).
Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων (ΕΕ L 255 της 30.9.2005, σ. 22).
Σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2008 σχετικά με τη θέσπιση του ευρωπαϊκού πλαισίου επαγγελματικών προσόντων για τη δια βίου μάθηση (ΕΕ C 111 της 6.5.2008, σ. 1).
Οδηγία 92/49/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 18ης Ιουνίου 1992 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση, εκτός της ασφάλειας ζωής και για την τροποποίηση των οδηγιών 73/239/ΕΟΚ και 88/357/ΕΟΚ (τρίτη οδηγία για την πρωτασφάλιση εκτός της ασφάλειας ζωής) (ΕΕ L 228 της 11.8.1992, σ. 1)
Οδηγία 92/96/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 10ης Νοεμβρίου 1992 για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση ζωής, και για την τροποποίηση των οδηγιών 79/267/ΕΟΚ και 90/619/ΕΟΚ (τρίτη οδηγία σχετικά με την ασφάλεια ζωής)(ΕΕ L 360 της 9.12.1992, σ. 1).
Οδηγία .../.../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ... για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (Οδηγία ΕΕΚΔ) (ΕΕ ...).
Κανονισμός .../.../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ... που αφορά την ηλεκτρονική επίλυση καταναλωτικών διαφορών (κανονισμός ΗΕΚΔ) (ΕΕ ...).
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση του προγράμματος «Υγεία για την ανάπτυξη», του τρίτου πολυετούς προγράμματος δράσης της ΕΕ στον τομέα της υγείας για την περίοδο 2014-2020 (COM(2011)0709 – C7-0399/2011 – 2011/0339(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0709),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 168 παράγραφος 5 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0399/2011),
– έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο του 35,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 9ης Οκτωβρίου 2008 με θέμα «Μαζί για την υγεία: Στρατηγική προσέγγιση της ΕΕ για την περίοδο 2008-2013»(1),
– έχοντας υπόψη τη Λευκή Βίβλο «Μαζί για την υγεία: Στρατηγική προσέγγιση της ΕΕ για την περίοδο 2008 -2013» (COM(2007)0630),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 23ης Φεβρουαρίου 2012(2),
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών της 4ης Μαΐου 2012(3),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 8ης Μαρτίου 2011 σχετικά με την μείωση των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας στην ΕΕ(4),
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 20ής Νοεμβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών και της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (A7-0224/2012),
1. εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. καλεί την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση τρίτου Προγράμματος για τη δράση της Ένωσης στον τομέα της υγείας (2014-2020) και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1350/2007/ΕΚ
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 282/2014.)
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά προσανατολισμούς για τα διευρωπαϊκά δίκτυα τηλεπικοινωνιών και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1336/97/ΕΚ (COM(2013)0329 – C7- 0149/2013– 2011/0299(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0657) και την τροποποιημένη πρόταση (COM(2013)0329),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 172 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0149/2013),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 22ας Φεβρουαρίου 2012(1),
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Περιφερειών, της 4ης Μαΐου 2012(2),
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 15ης Νοεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας (A7-0272/2013),
1. εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 26 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕE) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τα διευρωπαϊκά δίκτυα υποδομών των τηλεπικοινωνιών και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1336/97/ΕΚ
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 283/2014.)
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την προσβασιμότητα σε ιστότοπους οργανισμών του δημόσιου τομέα (COM(2012)0721 – C7-0394/2012 – 2012/0340(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0721),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0394/2012),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 22ας Μαΐου 2013(1),
– αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας (A7-0460/2013),
1. εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 26 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσβασιμότητα των ιστοτόπωνσε ιστότοπους οργανισμών του δημόσιου τομέα και σε ιστότοπους υπό τη διαχείριση φορέων που εκτελούν δημόσια καθήκοντα [Τροπολογία 1]
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114 παράγραφος 1,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(3),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(4),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Η τάση προς μια ψηφιακή κοινωνία παρέχει στους χρήστες νέους τρόπους πρόσβασης σε πληροφορίες και υπηρεσίες. Οι πάροχοι πληροφοριών και υπηρεσιών, όπως οι οργανισμοί του δημόσιου τομέα, στηρίζονται ολοένα και περισσότερο στο διαδίκτυο για την παραγωγή, συλλογή και παροχή ευρέος φάσματος επιγραμμικών/διαδικτυακών πληροφοριών και υπηρεσιών, οι οποίες είναι απαραίτητες στο κοινό. Στο πλαίσιο αυτό, έχει ιδιαίτερη σημασία η ασφαλής διαβίβαση των πληροφοριών και η προστασία των προσωπικών δεδομένων. [Τροπολογία 2]
(2) Η ιστο-προσβασιμότητα αναφέρεται σε αρχές και τεχνικές που πρέπει να τηρούνται κατά την κατασκευή ιστοτόπων, έτσι ώστε το περιεχόμενό τους να καθίσταται προσβάσιμο σε όλους τους χρήστες, ιδίως σε άτομα με λειτουργικούς περιορισμούς, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρία. Το περιεχόμενο των ιστοτόπων περιλαμβάνει κειμενικές καθώς και μη κειμενικές πληροφορίες, καθώς επίσης και τηλεφόρτωση εντύπων και αμφίδρομη λειτουργία, π.χ. επεξεργασία ψηφιακών εντύπων, έλεγχο ταυτότητας, και συναλλαγές, όπως διεκπεραίωση υποθέσεων και πληρωμές.[Τροπολογία 3]
(2α) Η ιστο-προσβασιμότητα, ιδίως η δέσμευση να έχουν καταστεί όλοι οι δημόσιοι ιστότοποι προσβάσιμοι μέχρι το 2010, συμπεριλαμβανόταν στη δήλωση των υπουργών στη Ρίγα, στις 11 Ιουνίου 2006, για μια κοινωνία της πληροφορίας χωρίς αποκλεισμούς. [Τροπολογία 4]
(2β) Αν και η παρούσα οδηγία δεν ισχύει για ιστότοπους θεσμικών οργάνων της Ένωσης, αυτά τα όργανα θα πρέπει να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να δίνουν το παράδειγμα χρηστών πρακτικών. [Τροπολογία 5]
(3) Το σχέδιο δράσης της Επιτροπής για την ηλε-διακυβέρνηση, 2011-2015(5)Στην ανακοίνωση της 15ης Δεκεμβρίου 2010 με τίτλο«Ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης για την ηλε-διακυβέρνηση, 2011-2015 Αξιοποίηση των ΤΠΕ για την προώθηση έξυπνης, αειφορικής και καινοτομικής διακυβέρνησης», η Επιτροπή ζητεί την ανάληψη δράσης για την ανάπτυξη υπηρεσιών ηλε-διακυβέρνησης που να εξασφαλίζουν κοινωνική ένταξη και προσβασιμότητα. Συγχρόνως, απαιτείται να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για την αποτελεσματική εφαρμογή της πολιτικής σχετικά με την ηλ-ένταξη, η οποία στοχεύει στη μείωση του χάσματος όσον αφορά τη χρήση των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας (ΤΠΕ) καθώς και στην προώθηση της χρήσης των ΤΠΕ για την εξάλειψη του αποκλεισμού και τη βελτίωση των οικονομικών επιδόσεων, των δυνατοτήτων απασχόλησης, της ποιότητας ζωής, της κοινωνικής συμμετοχής και συνοχής, συμπεριλαμβανομένων των δημοκρατικών διαβουλεύσεων. [Τροπολογία 6]
(4) Στην ανακοίνωσή της με ημερομηνία 19 Μαΐου 2010 και τίτλο «Ψηφιακό Θεματολόγιο για την Ευρώπη»(6), μιας πρωτοβουλίας στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», η Επιτροπή ανέφερε ότι οι ιστότοποι του δημόσιου τομέα (και οι ιστότοποι που παρέχουν βασικές υπηρεσίες στους πολίτες) θα πρέπει να είναι πλήρως προσβάσιμοι το αργότερο το 2015. [Τροπολογία 7]
(4α) Οι ηλικιωμένοι διατρέχουν κίνδυνο «ψηφιακού αποκλεισμού» εξαιτίας παραγόντων όπως η απουσία δεξιοτήτων στις ΤΠΕ και η έλλειψη πρόσβασης στο Διαδίκτυο. Η ανακοίνωση της Επιτροπής με ημερομηνία 8 Νοεμβρίου 2011 και τίτλο: «Ευρωπαϊκή πρωτοβουλία i2010 για την ηλεκτρονική ένταξη: «Συμμετοχή στην κοινωνία της πληροφορίας»» επιδιώκει να διασφαλίσει ότι όλες οι κατηγορίες χρηστών διαθέτουν κάθε δυνατή ευκαιρία χρήσης του Διαδικτύου και εξοικείωσης με τις ΤΠΕ. Το ψηφιακό θεματολόγιο για την Ευρώπη προτείνει σειρά μέτρων για την προαγωγή της χρήσης των νέων τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών από μειονεκτούσες ομάδες χρηστών όπως είναι οι ηλικιωμένοι. [Τροπολογία 8]
(5) Το Πρόγραμμα Πλαίσιο για την έρευνα και την καινοτομία (Ορίζων 2020)(7) και το Πρόγραμμα για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (COSME)(8) υποστηρίζουν την έρευνα και την ανάπτυξη τεχνολογικών λύσεων σε προβλήματα προσβασιμότητας.
(6) Με την κύρωση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία («η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών»), η πλειοψηφία των κρατών μελών και της Ένωσης, με τη σύναψή της, έχουν δεσμευθεί «να εξασφαλίσουν την πρόσβαση ατόμων με αναπηρία, σε ισότιμη βάση με τους άλλους, μεταξύ άλλων, σε τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών» και «να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα […] για την προώθηση της πρόσβασης των ατόμων με αναπηρία σε νέα συστήματα και τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένου του διαδικτύου»
(6α) Σύμφωνα με τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών, η προσέγγιση καθολικού σχεδιασμού θα πρέπει να αποτελέσει τη βάση για την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών. [Τροπολογία 9]
(7) Η ανακοίνωση της Επιτροπής με ημερομηνία 15 Νοεμβρίου 2010 και τίτλο «Ευρωπαϊκή στρατηγική για την αναπηρία, 2010-2020(9): Ανανέωση της δέσμευσης για μια Ευρώπη χωρίς εμπόδια», η οποία στοχεύει στην εξάλειψη των εμποδίων που δυσχεραίνουν την ισότιμη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία στην κοινωνία, βασίζεται στη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών και περιλαμβάνει δράσεις σε διάφορα πεδία προτεραιότητας, συμπεριλαμβανομένης της ιστο-προσβασιμότητας, με στόχο «να εξασφαλιστεί δυνατότητα πρόσβασης σε αγαθά και υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων υπηρεσιών και των υποβοηθητικών συσκευών για άτομα με αναπηρία». [Τροπολογία 10]
(8) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(10), περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με την προσβασιμότητα των ΤΠΕ. Ωστόσο, δεν αντιμετωπίζει τις ιδιαιτερότητες της ιστο-προσβασιμότητας.
(8α) Στο ψήφισμά του της 25ης Οκτωβρίου 2011(11), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τόνισε ότι οι καινοτόμες και βασισμένες στη γνώση οικονομίες δεν είναι δυνατόν να αναπτυχθούν χωρίς προσβάσιμα περιεχόμενα και μορφές φιλικές στα άτομα με αναπηρία που θα διέπονται από δεσμευτική νομοθεσία, όπως προσβάσιμες ιστοσελίδες για τυφλούς και υποτιτλισμένο υλικό για τους βαρήκοους συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών των μέσων μαζικής ενημέρωσης, διαδικτυακών υπηρεσιών διαθέσιμων για άτομα που χρησιμοποιούν νοηματικές γλώσσες, εφαρμογών έξυπνων τηλεφώνων και απτικών και φωνητικών βοηθημάτων στα δημόσια μέσα ενημέρωσης. [Τροπολογία 11]
(8β) Το ψηφιακό θεματολόγιο για την Ευρώπη υπογραμμίζει τη σημασία των θετικών δράσεων για την παροχή βοήθειας έτσι ώστε τα άτομα με αναπηρία να έχουν πρόσβαση στο πολιτιστικό περιεχόμενο, καθώς και ότι συνιστούν θεμελιώδες στοιχείο μιας πλήρους ενωσιακής ιθαγένειας, και προωθεί την πλήρη τήρηση των αρχών του μνημονίου συμφωνίας σχετικά με την ψηφιακή πρόσβαση ατόμων με αναπηρίες. Η δημιουργία εγγράφων που διατίθενται σε ιστότοπους δημόσιων οργανισμών, όπως εκθέσεις, βιβλία, νομοθετικές πράξεις κ.ά., με τρόπο ώστε να είναι πλήρως προσβάσιμα, κάτι που επιδιώκεται επίσης μέσω δράσεων για τη στήριξη του ιδιωτικού τομέα με στόχο να ενθαρρυνθούν οι επενδύσεις προς αυτήν την κατεύθυνση, μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη του εν λόγω στόχου, καθώς και στην προώθηση της ανάπτυξης δεξιοτήτων και ευκαιριών για εταιρίες παροχής υπηρεσιών εντός της Ένωσης. [Τροπολογία 12]
(9) Η ταχέως αναπτυσσόμενη αγορά ιστο-προσβασιμότητας περιλαμβάνει σειρά οικονομικών φορέων εκμετάλλευσης, όπως είναι οι σχεδιαστές ιστοτόπων ή εργαλείων λογισμικού για τη δημιουργία, τη διαχείριση και τον έλεγχο ιστοσελίδων, οι σχεδιαστές πρακτόρων χρηστών, όπως οι διαφυλλιστές ιστού και συναφείς υποστηρικτικές τεχνολογίες, οι εφαρμογείς υπηρεσιών πιστοποίησης και οι πάροχοι κατάρτισης καθώς και οι δίαυλοι επικοινωνίας που είναι ενσωματωμένοι στους ιστότοπους. Εν προκειμένω, έχουν ιδιαίτερη σημασία οι προσπάθειες που έχουν καταβληθεί στο πλαίσιο του μεγάλου συνασπισμού για τις ψηφιακές θέσεις απασχόλησης, ο οποίος αποτελεί τη συνέχεια που δόθηκε στη δέσμη μέτρων για την απασχόληση, απευθύνεται σε ειδικούς στην ΤΠΕ και στοχεύει στην αντιμετώπιση ελλείψεων όσον αφορά τις δεξιότητες, συμπεριλαμβανομένων του αλφαβητισμού και των εργασιακών δεξιοτήτων στον τομέα των ΤΠΕ. [Τροπολογία 13]
(10) Πολλά κράτη μέλη έχουν θεσπίσει μέτρα που στηρίζονται σε διεθνώς χρησιμοποιούμενες κατευθυντήριες γραμμές για το σχεδιασμό προσβάσιμων ιστοσελίδων, αλλά η καθοδήγηση που παρέχεται συχνά αναφέρεται σε διαφορετικές εκδόσεις ή επίπεδα συμμόρφωσης με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές, ή έχουν εισαχθεί τεχνικές παραλλαγές σε εθνικό επίπεδο.
(11) Στους προμηθευτές ιστο-προσβασιμότητας περιλαμβάνεται μεγάλος αριθμός μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ). Οι προμηθευτές και ιδίως οι ΜΜΕ αποθαρρύνονται από την ανάληψη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων έξω από τις εθνικές αγορές τους. Λόγω των διαφορών στις προδιαγραφές και τους κανονισμούς ιστο-προσβασιμότητας η ανταγωνιστικότητα και η ανάπτυξή τους παρεμποδίζονται από το επιπρόσθετο κόστος που θα συνεπαγόταν γι αυτούς η ανάπτυξη και η εμπορία των σχετικών διασυνοριακών προϊόντων και υπηρεσιών ιστο-προσβασιμότητας.
(11α) Η εξασφάλιση της ουδετερότητας του δικτύου είναι ζωτικής σημασίας έτσι ώστε οι οργανισμοί του δημόσιου τομέα να παραμένουν προσβάσιμοι τόσο σήμερα όσο και στο μέλλον και προκειμένου το Διαδίκτυο να παραμένει ανοικτό. [Τροπολογία 14]
(12) Οι αγοραστές ιστοτόπων και σχετικών προϊόντων και υπηρεσιών αντιμετωπίζουν υψηλές τιμές παροχής υπηρεσιών ή εξάρτηση από έναν μόνο προμηθευτή, εξαιτίας περιορισμένου ανταγωνισμού. Οι προμηθευτές συχνά προτιμούν τις παραλλαγές ιδιοταγών «προτύπων», που παρεμποδίζουν το μελλοντικό πεδίο εφαρμογής για τη διαλειτουργικότητα των πρακτόρων χρήστη, καθώς και την ενωσιακής κλίμακας πρόσβαση σε περιεχόμενα ιστοτόπων. Ο κατακερματισμός μεταξύ των εθνικών κανονισμών περιορίζει τα οφέλη που θα μπορούσαν να προκύψουν από την ανταλλαγή εμπειριών με ομότιμους σε εθνικό και διεθνές επίπεδο ως επακόλουθο κοινωνικών και τεχνολογικών εξελίξεων.
(13) Η προσέγγιση των εθνικών μέτρων σε επίπεδο Ένωσης, βασισμένη σε συμφωνία σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας για ιστότοπους οργανισμών του δημόσιου τομέα και ιστότοπους τους οποίους διαχειρίζονται οργανισμοί παροχής δημόσιων υπηρεσιών, είναι αναγκαία προκειμένου να τεθεί τέλος στον κατακερματισμό. Θα περιόριζε την αβεβαιότητα για τους φορείς ανάπτυξης ιστοσελίδων και θα ενίσχυε τη διαλειτουργικότητα. ΜεΤα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν τη χρήση τεχνολογικά ουδέτερωνεπαρκών και διαλειτουργικών απαιτήσεων προσβασιμότητας, δεν θα εμποδιζόταν και ενδεχομένωςκατά την προκήρυξη διαγωνισμών για το περιεχόμενο των ιστοτόπων. Οι τεχνολογικά ουδέτερες απαιτήσεις προσβασιμότηταςδεν θα εμποδίζουν την καινοτομία, μπορεί μάλιστα ακόμη και θα τονωνόταν η καινοτομία να την τονώνουν. [Τροπολογία 15]
(14) Η εναρμονισμένη προσέγγιση θα πρέπει επίσης να επιτρέψει στους οργανισμούς του δημόσιου τομέα και τις επιχειρήσεις της Ένωσης να αντλήσουν οικονομικά και κοινωνικά οφέλη από την επέκταση της παροχής επιγραμμικών/διαδικτυακών υπηρεσιών ώστε να συμπεριληφθούν περισσότεροι πολίτες και πελάτες. Τούτο θα πρέπει να αυξήσει το δυναμικό της εσωτερικής αγοράς για προϊόντα και υπηρεσίες ιστο-προσβασιμότητας και να προωθήσει την ολοκλήρωση της ψηφιακής ενιαίας αγοράς. Η μεγέθυνση της αγοράς που θα προκύψει θα πρέπει να επιτρέψει στις επιχειρήσεις να συμβάλλουν στην οικονομική μεγέθυνση και τη δημιουργία θέσεων εργασίας εντός της Ένωσης. Η ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς θα πρέπει να καταστήσει ελκυστικότερες τις επενδύσεις στην Ένωση. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να επωφεληθούν από τη φθηνότερη παροχή πρόσβασης στο διαδίκτυοιστο-προσβασιμότητας. [Τροπολογία 16]
(15) Οι πολίτες αναμένεται ότι θα πρέπει επωφεληθούν από την ευρύτερη πρόσβαση σε διαδικτυακές υπηρεσίες του δημόσιου τομέα και θααπολαμβάνουν, θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε ενημερωτικό, πολιτιστικό και ψυχαγωγικό περιεχόμενο, έτσι ώστε να μπορούν να ενσωματώνονται πλήρως στη κοινωνική και επαγγελματική ζωή, καιθα πρέπει να διαθέτουν υπηρεσίες και πληροφορίες που θα διευκολύνουν τη καθημερινή τους ζωή και την άσκηση των δικαιωμάτων τους σε όλη την Ένωση, ιδίως του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής στην επικράτεια της Ένωσης, του δικαιώματος πρόσβασης στην πληροφόρηση καθώς και την ελευθερία εγκατάστασής τους και παροχής υπηρεσιών. [Τροπολογία 17]
(15α) Οι διαδικτυακές υπηρεσίες παίζουν ολοένα και σημαντικότερο ρόλο στην κοινωνία. Το Διαδίκτυο αποτελεί σημαντικό μέσο πρόσβασης σε πληροφορίες, εκπαίδευση και κοινωνική συμμετοχή. Ως εκ τούτου, για τους σκοπούς της κοινωνικής ένταξης θα πρέπει να εξασφαλιστεί καθολική πρόσβαση σε ιστότοπους οργανισμών του δημόσιου τομέα, καθώς και σε ιστότοπους που παρέχουν βασικές υπηρεσίες δημόσιου συμφέροντος, για παράδειγμα σημαντικούς ενημερωτικούς ιστότοπους και αρχεία ΜΜΕ, ιστότοπους παροχής τραπεζικών υπηρεσιών («online banking»), πληροφοριών και υπηρεσιών φορέων εκπροσώπησης συμφερόντων, κ.τ.λ. [Τροπολογία 18]
(16) Οι απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας που ορίζονται στην παρούσα οδηγία είναι τεχνολογικά ουδέτερες. Απλώς υποδεικνύουν τις βασικές λειτουργίες που πρέπει να πληρούνται για τον χρήστη σχετικά με την αυτόνομη αντίληψη, την πλοήγηση, τον χειρισμό, την αλληλεπίδραση, το ευανάγνωστο και την κατανόηση ενός ιστότοπου και του περιεχομένου του. Δεν διευκρινίζεται πώς θα πρέπει να επιτευχθεί αυτό ή τι τεχνολογία θα πρέπει να επιλεγεί συγκεκριμένα για ιστότοπους, διαδικτυακές πληροφορίες ή εφαρμογές. Ως εκ τούτου δεν παρεμποδίζουν την καινοτομία.
(17) Η διαλειτουργικότητα που σχετίζεται με την ιστο-προσβασιμότητα θα πρέπει να βασίζεται σε κοινά αποδεκτές και χρησιμοποιούμενες προδιαγραφές που μεγιστοποιούν τη συμβατότητα του περιεχομένου των ιστοσελίδων με τους σημερινούς και τους μελλοντικούς πράκτορες χρήστη και τις υποστηρικτικές τεχνολογίες. Πιο συγκεκριμένα, το περιεχόμενο των ιστοσελίδων θα πρέπει να παρέχει πράκτορες χρήστη με κοινή εσωτερική κωδικοποίηση της φυσικής γλώσσας, τις δομές, τις σχέσεις, και τις ακολουθίες, καθώς και τα δεδομένα του κάθε ενσωματωμένου συστατικού στοιχείου διεπαφής με το χρήστη. Η διαλειτουργικότητα ωφελεί έτσι τους χρήστες, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τους δικούς τους πράκτορες χρήστη οπουδήποτε για πρόσβαση σε ιστότοπους: θα μπορούσαν επίσης να επωφεληθούν από μεγαλύτερη επιλογή και χαμηλότερες τιμές σε ολόκληρη την Ένωση. Η διαλειτουργικότητα θα ωφελήσει επίσης τους προμηθευτές και τους αγοραστές προϊόντων και υπηρεσιών σχετικών με την ιστο-προσβασιμότητα.
(18) Όπως υπογραμμίζεται στο Ψηφιακό θεματολόγιο για την Ευρώπη, οι δημόσιες αρχές θα πρέπει να αναλάβουν το ρόλο τους στην προώθηση αγορών για διαδικτυακό περιεχόμενο. Οι κυβερνήσεις μπορούν να τονώσουν τις αγορές περιεχομένου, καθιστώντας διαθέσιμες πληροφορίες του δημόσιου τομέα με διαφανείς, αποτελεσματικούς και ισότιμους όρους. Πρόκειται για σημαντική πηγή δυνητικής ανάπτυξης καινοτόμων διαδικτυακών υπηρεσιών.
(18α) Θα πρέπει οι δημόσιες αρχές των κρατών μελών να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν τη φιλοξενία ορισμένων ιστοτόπων σε διακομιστές εντός της Ένωσης, προκειμένου να αποφεύγονται η κατασκοπεία από φορείς εκτός της Ένωσης καθώς και οι διαρροές πληροφοριών, και να διασφαλίζεται ότι η παροχή υπηρεσιών που είναι σημαντικές για λόγους ασφαλείας δεν μπορεί να διακόπτεται από φορείς εκτός της Ένωσης. [Τροπολογία 19]
(19) Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να στοχεύει στην εξασφάλιση του ότι ορισμένοι τύποι ιστοτόπωνόλοι οι ιστότοποι οργανισμών του δημόσιου τομέα που είναι απαραίτητοι και οι ιστότοποι τους οποίους διαχειρίζονται φορείςπου εκτελούν δημόσια καθήκοντα απαραίτητα για το κοινό θα καταστούν πλήρως προσβάσιμοι σύμφωνα με κοινές απαιτήσεις. Οι τύποι αυτοί εντοπίστηκαν κατά την συγκριτική αξιολόγηση για την ηλε-διακυβέρνηση του 2001(12) και έχουν χρησιμοποιηθεί ως βάση για τον κατάλογο του παραρτήματος σε άτομα με αναπηρία, έτσι ώστε να τους δίνεται η δυνατότητα να ζουν ανεξάρτητα και να συμμετέχουν πλήρως σε όλες τις πτυχές της ζωής όπως αναφέρεται στην Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών. Οι τύποι των ιστοτόπων τους οποίους διαχειρίζονται φορείς που εκτελούν δημόσια καθήκοντα και οι οποίοι πρόκειται να διέπονται από την παρούσα οδηγία θα πρέπει να παρατίθενται στο παράρτημα. Οι προθεσμίες για την τήρηση των απαιτήσεων της οδηγίας θα πρέπει να είναι κλιμακωτές, ώστε να καταστεί δυνατή η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής σε όλους τους ιστότοπους των δημόσιων οργανισμών που παρέχουν άμεσα υπηρεσίες στους πολίτες. [Τροπολογία 20]
(20) Με την παρούσα οδηγία καθορίζονται απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας για ορισμένουςόλους τους τύπους ιστότοπων οργανισμών του δημόσιου τομέα και ιστοτόπων που χρησιμοποιούνται από επιχειρήσεις που εκτελούν δημόσια καθήκοντα. Για να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις εν λόγω απαιτήσεις είναι απαραίτητο να προβλεφθεί ότι υπάρχει τεκμήριο συμμόρφωσης για τους σχετικούς ιστότοπους που συμμορφώνονται με τα εναρμονισμένα πρότυπα τα οποία καταρτίζονται και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(13) της για την ευρωπαϊκή τυποποίηση και την τροποποίηση των οδηγιών 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ και των οδηγιών 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 98/34/ΕΚ, 2004/22/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2009/23/ΕΚ και 2009/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των αποφάσεων 87/95/ΕΟΚ και 1673/2006/ΕΚ, με σκοπό τη διατύπωση λεπτομερών τεχνικών προδιαγραφών των εν λόγω απαιτήσεων. Δυνάμει του εν λόγω κανονισμού, τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα έχουν τη δυνατότητα να εγείρουν αντιρρήσεις κατά των εναρμονισμένων προτύπων που θεωρούν ότι δεν ικανοποιούν πλήρως τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 21]
(21) Η Επιτροπή έχει ήδη εκδώσει την εντολή M/376(14) προς τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης, για την εκπόνηση εναρμονισμένου προτύπου που να καθορίζει τις λειτουργικές απαιτήσεις προσβασιμότητας για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ΤΠΕ, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου των ιστοσελίδων, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε διαδικασίες δημόσιων συμβάσεων, καθώς και για άλλους σκοπούς, όπως σύναψη συμβάσεων στον ιδιωτικό τομέα. Για το σκοπό αυτό, οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί τυποποίησης πρέπει να αποκαταστήσουν στενή συνεργασία με τα σχετικά φόρουμ προτύπων του κλάδου, συμπεριλαμβανομένης της κοινοπραξίας World Wide Web Consortium (W3C/WAI). Το εναρμονισμένο πρότυπο το οποίο θα παρέχει τεκμήριο συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να στηριχτεί στα αποτελέσματα των εν λόγω εργασιών.
(21α) Κατά την κατάρτιση και τις πιθανές μελλοντικές αναθεωρήσεις των σχετικών ευρωπαϊκών και εναρμονισμένων προτύπων, οι αρμόδιοι ευρωπαϊκοί οργανισμοί τυποποίησης θα πρέπει να ενθαρρύνονται σθεναρά να διασφαλίζουν τη συνεκτικότητα με τα αντίστοιχα διεθνή πρότυπα (επί του παρόντος ISO/IEC 40500), για να αποφευχθεί τυχόν κατακερματισμός ή ασάφεια δικαίου. [Τροπολογία 22]
(22) Μέχρι να δημοσιευτούν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα στοιχεία αναφοράς των εν λόγω εναρμονισμένων προτύπων ή των μερών τους, οι σχετικοί ιστότοποι που πληρούν τα ευρωπαϊκά πρότυπα ή μέρη αυτών που έχουν καθοριστεί από την Επιτροπή μέσω κατʼ εξουσιοδότηση πράξεων θα πρέπει να θεωρούνται ότι συμμορφώνονται κατά τεκμήριο με τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας που καλύπτουν τα εν λόγω πρότυπα ή μέρη αυτών. Υποψήφιο εναρμονισμένο πρότυπο θα μπορούσε να είναι το ευρωπαϊκό πρότυπο που θα πρέπει να εκδοθεί βάσει της εντολής M/376.
(23) Ελλείψει σχετικού ευρωπαϊκού προτύπου, το τεκμήριο συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας θα πρέπει να παρέχεται για τους σχετικούς ιστότοπους που πληρούν τα μέρη εκείνα του διεθνούς προτύπου ISO/IEC 40500:2012 που καλύπτει τα κριτήρια επιτυχίας και τις απαιτήσεις συμμόρφωσης Επιπέδου ΑΑ. Το διεθνές πρότυπο ISO/IEC 40500:2012 είναι ταυτόσημο με τις αρχικές κατευθυντήριες γραμμές για την ιστο-προσβασιμότητα (WCAG 2.0). Τα κριτήρια επιτυχίας και οι απαιτήσεις συμμόρφωσης Επιπέδου ΑΑ που καθορίζονται για ιστοσελίδες στην έκδοση 2.0 των κατευθυντήριων γραμμών για την ιστο-προσβασιμότητα (WCAG 2.0) από την W3C, αναγνωρίζονται ευρύτερα από τα ενδιαφερόμενα μέρη, τόσο διεθνώς όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την παροχή της βάσης για επαρκείς προδιαγραφές ιστο-προσβασιμότητας. Αυτό τονίστηκε στα συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με την προσβάσιμη κοινωνία της πληροφορίας της 31ης Μαρτίου 2009.
(24) Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο συνεχούς παρακολούθησης, από την αρχική κατασκευή του σχετικού ιστότοπου του οργανισμού του δημόσιου τομέα έως όλες τις μετέπειτα επικαιροποιήσεις του περιεχομένου του. Ο ορισμός αρμόδιας αρχής σε κάθε κράτος μέλος ως φορέα επιβολής θα ήταν επαρκής τρόπος για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της ιστο-προσβασιμότητας εποπτεύεται και επιβάλλεται με αυστηρότητα, με ενεργό συμμετοχή των ενδιαφερομένων μέσω της συγκροτήσεως μηχανισμού υποβολής παραπόνων σε εξακριβωμένες περιπτώσεις μη συμμόρφωσης. Με μιαν εναρμονισμένη μεθοδολογία παρακολούθησης θα υπάρξει τρόπος να εξακριβωθεί, σε ενιαία βάση σε όλα τα κράτη μέλη, ο βαθμός συμμόρφωσης του ιστότοπου με τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας, τη συλλογή αντιπροσωπευτικών δειγμάτων και την περιοδικότητα της παρακολούθησης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις κάθε δύο έτη σχετικά με τα αποτελέσματα της παρακολούθησης και, γενικότερα, τον κατάλογο των δράσεων που αναλαμβάνονται σε εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 23]
(24α) Η πρώτη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται για την παρακολούθηση της διαρκούς συμμόρφωσης των οικείων ιστοτόπων με τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας θα πρέπει να εγκριθεί μέσω εκτελεστικών πράξεων το αργότερο ένα έτος μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 24]
(25) Σε ένα εναρμονισμένο πλαίσιο, οι αναπτυξιακοί φορείς του Ιστούη βιομηχανία ανάπτυξης ιστών θα πρέπει να αντιμετωπίσουναντιμετωπίζει λιγότερα εμπόδια στη λειτουργία τουςτης εντός της εσωτερικής αγοράς, ενώ θα πρέπει να μειωθεί το κόστος για τις κυβερνήσεις και άλλους που προμηθεύονται προϊόντα και υπηρεσίες ιστο-προσβασιμότητας, κάτι που θα συμβάλει στην οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση. [Τροπολογία 25]
(26) Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι σχετικοί ιστότοποι είναι προσβάσιμοι σύμφωνα με τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία, και να διασφαλιστεί ότι αυτές οι απαιτήσεις είναι σαφείς και κατανοητές για τους παράγοντες που συμμετέχουν στην εφαρμογή της οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των εξωτερικών φορέων ανάπτυξης Ιστού και του εσωτερικού προσωπικού των δημόσιων διοικήσεων και άλλων φορέων που εκτελούν δημόσια καθήκοντα, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την παροχή περαιτέρω διευκρινίσεων που αφορούν αυτές τις απαιτήσεις, κατά περίπτωση, χωρίς τροποποίησή τους περαιτέρω προσδιορισμό αυτών των απαιτήσεων και για τον καθορισμό των ευρωπαϊκών προτύπων ή των μερών τους τα οποία, ελλείψει εναρμονισμένων προτύπων, θα παρέχουν τεκμήριο συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας για τους σχετικούς ιστότοπους που πληρούν τα εν λόγω πρότυπα ή τα μέρη τους και για να τροποποιηθεί το παράρτημα Ια ώστε να ληφθεί υπόψη η τεχνολογική πρόοδος. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξαγάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της. Η Επιτροπή, όταν καταρτίζει και συντάσσει κατʼ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. [Τροπολογία 26]
(27) Προκειμένου να εξασφαλίζονται ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση των σχετικών διατάξεων της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές εξουσίες στην Επιτροπή. Για τον καθορισμό της μεθοδολογίας την οποία θα πρέπει να χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη για την παρακολούθηση των σχετικών ιστότοπων με τις σχετικές απαιτήσεις θα πρέπει να χρησιμοποιείται η διαδικασία εξέτασης. Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για τον καθορισμό σαφούς και περιεκτικής δηλώσεως σχετικά με την προσβασιμότητά και των ρυθμίσεων για την υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(15).
(28) Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, ήτοι η εγκαθίδρυση εναρμονισμένης αγοράς για την προσβασιμότητα των ιστοτόπων των οργανισμών του δημόσιου τομέα και των ιστοτόπων τους οποίους διαχειρίζονται φορείς που εκτελούν δημόσια καθήκοντα, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη διότι απαιτείται η εναρμόνιση διαφορετικών κανόνων που ισχύουν σήμερα στα νομικά συστήματά τους, και, κατά συνέπεια, μπορεί όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού. Η υιοθέτηση μιας εναρμονισμένης προσέγγισης για την ιστο-προσβασιμότητα καθʼ όλη την ΕΕ θα μείωνε το κόστος των εταιρειών που αναπτύσσουν ιστότοπους και, κατά συνέπεια, των δημόσιων οργανισμών που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες των εν λόγω οργανισμών. Στο μέλλον, η πρόσβαση στις πληροφορίες και τις υπηρεσίες που παρέχονται μέσω ιστοτόπων θα αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία για την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στην απασχόληση, [Τροπολογία 27]
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
1. Η παρούσα οδηγία αποβλέπει στην προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την προσβασιμότητα όλων των χρηστών στο περιεχόμενο ιστοτόπων των οργανισμών του δημόσιου τομέα για όλους τους χρήστες και ιστοτόπων τους οποίους διαχειρίζονται φορείς που εκτελούν δημόσια καθήκοντα, ιδίως για άτομα μελειτουργικούς περιορισμούς, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρία και για ηλικιωμένους. [Τροπολογία 28]
1α. Σύμφωνα με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, μεταξύ των ατόμων με αναπηρία συμπεριλαμβάνονται άτομα με μακροχρόνιες σωματικές, νοητικές, πνευματικές ή αισθητηριακές βλάβες οι οποίες σε συνδυασμό με άλλα εμπόδια μπορούν να δυσχεράνουν την πλήρη και αποτελεσματική συμμετοχή τους στην κοινωνία σε ίση βάση με τους άλλους. [Τροπολογία 29]
2. Η παρούσα οδηγία καθορίζει τους κανόνες σύμφωνα με τους οποίους τα κράτη μέλη καθιστούν προσιτό το περιεχόμενο των ιστοτόπων που ανήκουν σε οργανισμούς του δημόσιου τομέα, οι τύποι των οποίων καθορίζονται στο παράρτημα.προσιτές τις λειτουργίες και το περιεχόμενο:
α) ιστοτόπων που ανήκουν σε οργανισμούς του δημόσιου τομέα· και
β) ιστοτόπων τους οποίους διαχειρίζονται άλλοι φορείς που εκτελούν δημόσια καθήκοντα των τύπων που ορίζονται στο παράρτημα Ια.
Τα κράτη μέλη μπορεί να επεκτείνουν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας πέρα από τους τύπους των δημόσιων καθηκόντων που ορίζονται στο παράρτημα Ια. [Τροπολογία 30]
3. Τα κράτη μέλη μπορούνενθαρρύνονται να επεκτείνουν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας σε άλλους τύπους ιστοτόπων του δημόσιου τομέα από εκείνους που αναφέρονται στην παράγραφο 2. [Τροπολογία 31]
3α. Τα κράτη μέλη μπορεί να αποφασίζουν να μην εφαρμόσουν την παρούσα οδηγία σε πολύ μικρές επιχειρήσεις, όπως ορίζονται στη σύσταση της Επιτροπής 2003/361/ΕΚ(16), αν εκτελούν δημόσια καθήκοντα των τύπων που ορίζονται στο παράρτημα Iα της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 32]
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
-1α) Ως «οργανισμοί του δημόσιου τομέα» νοούνται οι κρατικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 4 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(17) και οι ενώσεις οι σχηματιζόμενες από μία ή περισσότερες από τις αρχές αυτές ή από έναν ή περισσότερους από τους εν λόγω οργανισμούς δημοσίου δικαίου. [Τροπολογία 33]
-1β) Ως «ιστότοποι που ανήκουν σε οργανισμούς του δημόσιου τομέα» νοούνται ιστότοποι που αναπτύσσονται, εφοδιάζονται, συντηρούνται ή συγχρηματοδοτούνται από οργανισμούς του δημόσιου τομέα ή συγχρηματοδοτούνται από πόρους της Ένωσης. [Τροπολογία 34]
-1γ) Ως «ιστότοποι υπό τη διαχείριση φορέων που εκτελούν δημόσια καθήκοντα» νοούνται ιστότοποι τους οποίους διαχειρίζονται φορείς που εκτελούν δημόσια καθήκοντα των τύπων που ορίζονται στο παράρτημα Ια. [Τροπολογία 35]
1) Ως «σχετικοί ιστότοποι» νοούνται οι αναφερόμενοι στο άρθρο 1 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έχουν σχεδιαστεί για πρόσβαση από κινητές συσκευές ή οποιοδήποτε άλλο μέσο. Αν εφαρμογή που έχει σχεδιαστεί από τους ιδιοκτήτες ιστότοπου προσφέρει υπηρεσίες σχετικές με τον ιστότοπο, ο παρών ορισμός ισχύει και για αυτή την εφαρμογή. [Τροπολογία 36]
2) Ως «περιεχόμενο των ιστοτόπων» νοούνται οι πληροφορίες και τα συστατικά στοιχεία διεπαφής με τον χρήστη που πρέπει να κοινοποιούνται στον χρήστη μέσω ενός πράκτορα χρήστη, συμπεριλαμβανομένου του κωδικού ή της σήμανσης που καθορίζει τη δομή, την παρουσίαση και τις αλληλεπιδράσεις του περιεχομένου. Το περιεχόμενο των ιστοτόπων περιλαμβάνει κειμενικές καθώς και μη κειμενικές πληροφορίες, δυνατότητες τηλεφόρτωσης εντύπων και εγγράφων καθώς και αμφίδρομη λειτουργία, π.χ. επεξεργασία ψηφιακών εντύπων, έλεγχο ταυτότητας, και συναλλαγές, όπως διεκπεραίωση υποθέσεων και πληρωμές. Περιλαμβάνει επίσης λειτουργίες που παρέχονται μέσω ιστοτόπων οι οποίες είναι εκτός του εν λόγω ιστότοπου, για παράδειγμα, μέσω της χρήσης διαδικτυακών συνδέσεων, με την προϋπόθεση ότι η εξωτερική ιστοσελίδα είναι το μόνο μέσο με το οποίο παρέχονται στον χρήστη πληροφορίες ή υπηρεσίες. Το περιεχόμενο των ιστοτόπων περιλαμβάνει επίσης τη δημιουργία περιεχομένου από τον χρήστη και, όταν είναι τεχνικά εφικτό, μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όταν υπάρχει αντίστοιχη ενσωμάτωση στον ιστότοπο. Περιλαμβάνει όχι μόνα τα μέρη του σχετικού ιστότοπου προσφέροντας συγκεκριμένη υπηρεσία αλλά το σύνολο του ιστότοπου που συνδέεται με αυτό. [Τροπολογία 37]
2α) Ως «εργαλεία συγγραφής» νοούνται οποιεσδήποτε εφαρμογές που βασίζονται ή δεν βασίζονται στον Ιστό και μπορούν να χρησιμοποιούνται από συγγραφείς (μεμονωμένα ή συλλογικά) για τη δημιουργία ή την τροποποίηση περιεχομένου Ιστού, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν από άλλους συγγραφείς ή τελικούς χρήστες. [Τροπολογία 38]
3) Ως «παράγοντας χρήστη» νοείται κάθε λογισμικό που ανακτά και παρουσιάζει περιεχόμενο Ιστούπεριεχόμενα ιστοτόπων για χρήστες, συμπεριλαμβανομένων των διαφυλλιστών ιστού, εφαρμογών αναπαραγωγής πολυμέσων και συνδεόμενων υπομονάδων, καθώς και άλλων προγραμμάτων που βοηθούν στην ανάκτηση, αναπαραγωγή και αλληλεπίδραση με περιεχόμενο στον Παγκόσμιο Ιστό, ανεξάρτητα από τον τύπο συσκευής που χρησιμοποιείται για να αλληλεπιδρά με το περιεχόμενο, συμπεριλαμβανομένων των κινητών συσκευών. [Τροπολογία 39]
3α) Ως «ιστο-προσβασιμότητα» νοούνται αρχές και τεχνικές που πρέπει να τηρούνται κατά την κατασκευή σχετικών ιστοτόπων, έτσι ώστε το περιεχόμενό τους να καθίσταται προσβάσιμο σε όλους τους χρήστες, ιδίως σε άτομα με αναπηρία και ηλικιωμένους. Η ιστο-προσβασιμότητα αναφέρεται κυρίως στις αρχές και τις τεχνικές που ενισχύουν την αντίληψη των χρηστών, την πλοήγηση, τη λειτουργία, την αλληλεπίδραση, το ευανάγνωστο και την κατανόηση και περιλαμβάνει τη χρήση της υποβοηθητικής τεχνολογίας ή βοηθητικών και εναλλακτικών μέσων επικοινωνίας. [Τροπολογία 40]
3β) Ως «υποβοηθητική τεχνολογία» νοείται οποιοδήποτε υλισμικό ή λογισμικό που λειτουργεί ως παράγοντας χρήστη ή παράλληλα με συνήθη παράγοντα χρήστη, για να παρέχει λειτουργίες που ανταποκρίνονται στις ανάγκες των χρηστών με αναπηρία, οι οποίες λειτουργίες προχωρούν πέρα από όσες προσφέρουν οι συνήθεις παράγοντες χρήστη. Τούτο περιλαμβάνει εναλλακτικούς τρόπους παρουσίασης, εναλλακτικές μεθόδους εισαγωγής δεδομένων, πρόσθετους μηχανισμούς πλοήγησης ή προσανατολισμού και μετασχηματισμό περιεχομένου. [Τροπολογία 41]
3γ) Ο όρος «σχεδιασμός για όλους» σημαίνει τον σχεδιασμό προϊόντων, περιβαλλόντων, προγραμμάτων και υπηρεσιών, ώστε να είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται από όλους τους ανθρώπους, στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, χωρίς να απαιτείται προσαρμογή ή ειδικός σχεδιασμός, όπως ορίζεται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών. Δεν αποκλείει τις υποβοηθητικές συσκευές για συγκεκριμένες ομάδες ατόμων με αναπηρία, όπου αυτό απαιτείται. [Τροπολογία 42]
4) Ως «πρότυπο» νοείται πρότυπο σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.
5) Ως «διεθνές πρότυπο» νοείται διεθνές πρότυπο σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.
6) Ως «ευρωπαϊκό πρότυπο» νοείται ευρωπαϊκό πρότυπο σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.
7) Ως «εναρμονισμένο πρότυπο» νοείται εναρμονισμένο πρότυπο σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.
(8) Ως «οργανισμός του δημόσιου τομέα» νοούνται οι κρατικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 9 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και οι ενώσεις οι σχηματιζόμενες από μία ή περισσότερες από τις αρχές αυτές ή από έναν ή περισσότερους από τους εν λόγω οργανισμούς δημοσίου δικαίου. [Τροπολογία 43]
Άρθρο 3
Απαιτήσεις για ιστο-προσβασιμότητα
1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν την προσβασιμότητα των σχετικών ιστοτόπων:
α) κατά συνεπή και κατάλληλο τρόπο για την αυτόνομη αντίληψη, την πλοήγηση, τον χειρισμό, την αλληλεπίδραση, το ευανάγνωστο και την κατανόηση των χρηστών, συμπεριλαμβανομένης της προσαρμοστικότητας της παρουσίασης του περιεχομένου και της αλληλεπίδρασης, εφόσον απαιτηθεί, παρέχοντας μια προσβάσιμη ηλεκτρονική εναλλακτική λύση· [Τροπολογία 44]
β) κατά τρόπο που να διευκολύνειδιασφαλίζει τη διαλειτουργικότητα με πλήθοςευρύ φάσμα πρακτόρων χρήστη και υποστηρικτικών τεχνολογιών στην Ένωση και σε διεθνές επίπεδο· [Τροπολογία 45]
βα) μέσω προσέγγισης καθολικού σχεδιασμού. [Τροπολογία 46]
2. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις διατάξεις της παραγράφου 1 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2015 το αργότερο. [Τροπολογία 47]
3. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατʼ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 8, προς περαιτέρω καθορισμό διευκρίνιση, κατά περίπτωση, των απαιτήσεων ιστο-προσβασιμότητας που αναφέρονται στην παράγραφο 1, χωρίς τροποποίηση των απαιτήσεων. [Τροπολογία 48]
Άρθρο 4
Τεκμήριο συμμόρφωσης προς τα εναρμονισμένα πρότυπα
Οι σχετικοί ιστότοποι που συμμορφώνονται προς τα εναρμονισμένα πρότυπα ή με μέρη αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν καταρτιστεί και δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την Επιτροπή, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας των εν λόγω προτύπων ή των μερών τους, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.
Άρθρο 5
Τεκμήριο συμμόρφωσης προς τα ευρωπαϊκά ή τα διεθνή πρότυπα
1. Πριν από την δημοσίευση των στοιχείων αναφοράς των εναρμονισμένων προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 1, οι σχετικοί ιστότοποι που πληρούν τα ευρωπαϊκά πρότυπα ή τα μέρη αυτών τα οποία έχουν καθοριστεί δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας των εν λόγω προτύπων ή των μερών τους, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.
2. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατʼ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 8, για να καθορίζει τα ευρωπαϊκά πρότυπα ή τα μέρη τους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
3. Πριν από τον καθορισμό των στοιχείων αναφοράς των ευρωπαϊκών προτύπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, οι σχετικοί ιστότοποι που πληρούν τα μέρη του προτύπου ISO/IEC 40500: 2012το διεθνές τεχνικό πρότυπο WCAG 2.0., που καλύπτει τα κριτήρια επιτυχίας και τις απαιτήσεις συμμόρφωσης Επιπέδου ΑΑ, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1. [Τροπολογία 49]
Άρθρο 6
Πρόσθετα μέτρα
1. Τα κράτη μέλη ενεργούν ώστεδιασφαλίζουν ότι οι σχετικοί ιστότοποι να παρέχουν σαφή και περιεκτική δήλωση σχετικά με την προσβασιμότητά τους, ιδίως όσον αφορά τη συμμόρφωσή τους με την παρούσα οδηγία, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τον βαθμό συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας σε σχέση με ζωντανό ακουστικό περιεχόμενο, και, ενδεχομένως, με πρόσθετες πληροφορίες περί προσβασιμότητας, προς υποστήριξη των χρηστών όσον αφορά την εκτίμηση του βαθμού προσβασιμότητας των σχετικών ιστοτόπων. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται σε προσιτή μορφή.
1α. Η Επιτροπή θεσπίζει πρότυπη δήλωση περί προσβασιμότητας μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 9 παράγραφος 2. [Τροπολογία 50]
2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για να διευκολύνουν την εφαρμογή των απαιτήσεων ιστο-προσβασιμότητας που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, σε όλους του ιστότοπους οργανισμών του δημόσιου τομέα επιπροσθέτως των σχετικών ιστοτόπων, ιδιαίτερα, στους ιστότοπους των οργανισμών του δημόσιου τομέα που καλύπτονται από υφιστάμενη εθνική νομοθεσία ή από συναφή μέτρα περί ιστο-προσβασιμότητας. [Τροπολογία 51]
2α. Τα κράτη μέλη προάγουν και υποστηρίζουν τα προγράμματα κατάρτισης για την ιστο-προσβασιμότητα για τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων του προσωπικού δημόσιων φορέων και οργανισμών που εκτελούν δημόσια καθήκοντα, για τη δημιουργία, διαχείριση και επικαιροποίηση ιστοσελίδων, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου αυτών. [Τροπολογία 52]
2β. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να αυξήσουν την ευαισθητοποίηση όσον αφορά τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, τα οφέλη τους για τους χρήστες και τους ιδιοκτήτες ιστοτόπων και τη δυνατότητα να υποβάλλουν προσφυγή σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 7α. [Τροπολογία 53]
2γ. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να προωθήσουν τη χρήση των εργαλείων συγγραφής που στηρίζουν την επίτευξη των στόχων της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 54]
3. Τα κράτη μέλη υποστηρίζουν κατάλληλους μηχανισμούς για διαβουλεύσεις σχετικά με την ιστο-προσβασιμότητα με συναφείς ενδιαφερόμενους φορείς οργανώσεις που εκπροσωπούν τα συμφέροντα των ατόμων με αναπηρία και των ηλικιωμένων, και δημοσιοποιούν κάθε εξέλιξη της πολιτικής ιστο-προσβασιμότητας μαζί με τις εμπειρίες και τα ευρήματα από την εφαρμογή της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας. [Τροπολογία 55]
4. Τα κράτη μέλη, με τη διευκόλυνση της Επιτροπής, συνεργάζονται εθνικό και ενωσιακό σε επίπεδο Ένωσης με τους σχετικούς κοινωνικούς εταίρους καθώς και με ενδιαφερόμενους από τον βιομηχανικό κλάδο και την κοινωνία των πολιτών, προκειμένου να εξετάσουν, για τους σκοπούς της ετήσιαςτακτικής έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 7β, τις εξελίξεις στην τεχνολογία και την αγορά και την πρόοδο στην ιστο-προσβασιμότητα, καθώς και για να ανταλλάξουν βέλτιστες πρακτικές. [Τροπολογία 56]
4α. Τα κράτη μέλη θα λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι σχετικοί κοινωνικοί εταίροι συμμετέχουν στην ανάπτυξη και εφαρμογή των προγραμμάτων κατάρτισης και των μηχανισμών ευαισθητοποίησης που αναφέρονται στις παραγράφους 2α και 2β αντίστοιχα. [Τροπολογία 57]
Άρθρο 7
Παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων [Τροπολογία 58]
1. Τα κράτη μέλη παρακολουθούν σε συνεχή βάση τη συμμόρφωση των σχετικών ιστοτόπων με τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο που προβλέπεται στην παράγραφο 4.
1α. Η Επιτροπή συγκροτεί ομάδα εμπειρογνωμόνων που συνεδριάζει τουλάχιστον κάθε δύο χρόνια, κατόπιν προσκλήσεως της Επιτροπής, για να συζητήσει τα αποτελέσματα της παρακολούθησης, να ανταλλάξει βέλτιστες πρακτικές σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και να εκτιμήσει την ανάγκη οποιωνδήποτε επιπλέον αποσαφηνίσεων ως προς τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1. Αυτή η ομάδα εμπειρογνωμόνων αποτελείται από εμπειρογνώμονες του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και ενδιαφερομένων του τομέα, ηλικιωμένων, ατόμων με αναπηρία και των οργανώσεων που τους εκπροσωπούν. [Τροπολογία 59]
2. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις σχετικά με το αποτέλεσμα του ελέγχου που διενεργείται σύμφωνα με την παράγραφο 4, περιλαμβανομένων των δεδομένων των μετρήσεων και, ενδεχομένως, του καταλόγου των ιστοτόπων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 3.[Τροπολογία 60]
3. Η έκθεση αυτή καλύπτει επίσης τις δράσεις που διεξάγονται κατʼ εφαρμογή του άρθρου 6. [Τροπολογία 61]
4. Η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τη μέθοδο για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης των σχετικών ιστοτόπων με τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1. Η μεθοδολογία αυτή είναι διαφανής, μεταβιβάσιμη, συγκρίσιμη και αναπαραγώγιμη, καθορίζεται δε σε στενή συνεργασία με τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις και φορείς της κοινωνίας των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων, ειδικότερα, οργανώσεων που εκπροσωπούν άτομα με αναπηρία. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 9 παράγραφος 3. Η πρώτη μεθοδολογία θα έχει εγκριθεί έως …(18). Η μεθοδολογία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. [Τροπολογία 62]
5. Η μέθοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 4 περιλαμβάνει:
α) την περιοδικότητα της παρακολούθησης και τη δειγματοληψία των σχετικών ιστοτόπων που υπόκεινται σε παρακολούθηση·
β) σε επίπεδο ιστότοπου, την περιγραφή του τρόπου απόδειξης της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις ιστο-προσβασιμότητας που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, παραπέμποντας άμεσα – εφόσον υπάρχουν – στις σχετικές περιγραφές του εναρμονισμένου προτύπου, ή, σε περίπτωση έλλειψης εναρμονισμένου προτύπου, στα ευρωπαϊκά ή τα διεθνή πρότυπα που αναφέρονται στα άρθρα 4 και 5 αντίστοιχα· και
βα) σύμφωνα με μια μεθοδολογία έρευνας που συνδυάζει ανάλυση από εμπειρογνώμονες με εμπειρία χρηστών, συμπεριλαμβανομένων χρηστών με αναπηρία. [Τροπολογία 63]
6. Οι ρυθμίσεις για την υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή καθορίζονται από την Επιτροπή με εκτελεστικές πράξεις. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2. [Τροπολογία 64]
Άρθρο 7α
Φορέας επιβολής
1. Τα κράτη μέλη ορίζουν αρμόδια αρχή (φορέα επιβολής) για την επιβολή της συμμόρφωσης των σχετικών ιστοτόπων με τις απαιτήσεις για την ιστο-προσβασιμότητα που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν στο μέτρο του δυνατού ότι ο φορέας επιβολής συνεργάζεται στενά με τους ενδιαφερόμενους του τομέα, συμπεριλαμβανομένων των ηλικιωμένων, ατόμων με αναπηρία και των οργανώσεων που τους εκπροσωπούν.
2. Τα κράτη μέλη διασφαλίσουν ότι ο φορέας επιβολής έχει τους αναγκαίους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους για να εκτελεί τα ακόλουθα καθήκοντα:
α) παρακολούθηση της συμμόρφωσης των σχετικών ιστοτόπων με τις απαιτήσεις για ιστο-προσβασιμότητα, όπως ορίζεται στο άρθρο 7·
β) συγκρότηση μηχανισμού υποβολής καταγγελιών, ο οποίος θα επιτρέπει σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο να κοινοποιεί οποιαδήποτε έλλειψη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις για ιστο-προσβασιμότητα των σχετικών ιστοτόπων· και
γ) εξέταση κάθε υποβαλλόμενης καταγγελίας.
3. Τα κράτη μέλη μπορεί να αναθέτουν στον φορέα επιβολής την αρμοδιότητα επιβολής πρόσθετων μέτρων όπως ορίζονται στο άρθρο 6.
4. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τον ορισθέντα φορέα επιβολής έως τις …(19). [Τροπολογία 65]
Άρθρο 7β
Εκθέσεις
1. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ανά διετία έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με το αποτέλεσμα της παρακολούθησης που διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 7, περιλαμβανομένων των δεδομένων των μετρήσεων και, κατά περίπτωση, του καταλόγου των ιστοτόπων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 3.
2. Η έκθεση καλύπτει επίσης τα μέτρα που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 6, συμπεριλαμβανομένων ενδεχομένων γενικών συμπερασμάτων από τους σχετικούς φορείς επιβολής, βάσει της παρακολούθησης.
3. Η έκθεση αυτή δημοσιοποιείται σε εύκολα προσβάσιμη μορφή.
4. Οι ρυθμίσεις για την υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή καθορίζονται με εκτελεστικές πράξεις. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 9 παράγραφος 2. [Τροπολογία 66]
Άρθρο 7γ
Τροποποίηση του παραρτήματος Iα
Για να ληφθεί υπόψη η τεχνολογική πρόοδος, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατʼ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 8, για την τροποποίηση του παραρτήματος Ια. [Τροπολογία 67]
Άρθρο 7δ
Κυρώσεις
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επισύρουν οι παραβάσεις των εθνικών διατάξεων οι οποίες θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίζουν την επιβολή των κυρώσεων αυτών. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.
Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τους εν λόγω κανόνες στην Επιτροπή έως τις …(20) και της κοινοποιούν επίσης αμελλητί κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση που τις επηρεάζει. [Τροπολογία 74]
Άρθρο 8
Άσκηση της εξουσιοδότησης
1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατʼ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.
2. Η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 παράγραφος 3, στο άρθρο 5 παράγραφος 2 και στο άρθρο 7γ εξουσία έκδοσης κατʼ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από την …(21).
3. Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3, στο άρθρο 5 παράγραφος 2 και στο άρθρο 7γ μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η ανακλητήρια απόφαση αίρει την εξουσιοδότηση που ορίζει η εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Η απόφαση δεν επηρεάζει την εγκυρότητα ήδη ισχυουσών κατʼ εξουσιοδότηση πράξεων.
4. Κατά την έκδοση πράξης κατʼ εξουσιοδότηση, η Επιτροπή μεριμνά για την ταυτόχρονη κοινοποίησή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
5. Η κατʼ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 3, του άρθρου 5 παράγραφος 2 και του άρθρο 7γ τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.
Άρθρο 9
Επιτροπή
1. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
2. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
3. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
Άρθρο 10
Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο
1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως την 30ή Ιουνίου 2014. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων. Τα μέτρα αυτά, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.
1α. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 για κάθε νέο περιεχόμενο των σχετικών ιστοτόπων έως την …(22) και για κάθε υπάρχον περιεχόμενο των σχετικών ιστοτόπων έως την …(23)*. [Τροπολογία 75]
1β. Οι προθεσμίες εφαρμογής που ορίζονται στην παράγραφο 1α παρατείνονται κατά δύο έτη όσον αφορά τις απαιτήσεις για ιστο-προσβασιμότητα σε σχέση με ζωντανό ακουστικό περιεχόμενο. [Τροπολογία 70]
2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στο πεδίο που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 11
Επανεξέταση
Με βάση τις εκθέσεις των κρατών μελών οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 7β, εντός τριών ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας …(24), η Επιτροπή διεξάγει επανεξέταση της εφαρμογής της, ιδιαίτερα του παραρτήματος Ια, και δημοσιοποιεί τα πορίσματα αυτής της επανεξέτασης. [Τροπολογία 71]
Άρθρο 12
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 13
Αποδέκτες
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.
(4) Προσωπικά έγγραφα: διαβατήριο ή άδεια οδήγησης
(5) Ταξινόμηση οχημάτων
(6) Αίτηση για έκδοση οικοδομικής άδειας
(7) Δήλωση στην αστυνομία, π.χ. σε περίπτωση κλοπής
(8) Δημόσιες βιβλιοθήκες, π.χ. κατάλογοι και εργαλεία έρευνας
(9) Αίτηση και παραλαβή πιστοποιητικού γέννησης ή γάμου
(10) Εγγραφή σε τριτοβάθμια ή πανεπιστημιακή σχολή
(11) Αναγγελία αλλαγής διεύθυνσης κατοικίας
(12) Υπηρεσίες υγείας: πληροφορίες με διαδραστικό τρόπο σχετικά με τη διαθεσιμότητα υπηρεσιών, διαδικτυακές υπηρεσίες για ασθενείς, ραντεβού.[Τροπολογία 72]
Παράρτημα Ια
Τύποι δημόσιων καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β)
1) Δικτυακές υπηρεσίες: φυσικό αέριο, θέρμανση, ηλεκτρικό ρεύμα και υπηρεσίες ύδρευσης· ταχυδρομικές υπηρεσίες· δίκτυο και υπηρεσίες ηλεκτρονικής επικοινωνίας·
2) Υπηρεσίες που σχετίζονται με τις μεταφορές·
3) Βασικές τραπεζικές υπηρεσίες και υπηρεσίες βασικών ασφαλίσεων (συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον των ακολούθων: βασικός λογαριασμός πληρωμών, ασφάλιση οικοσκευής και ασφάλιση κτηρίου, ασφάλειες ζωής και ιατρική ασφάλιση)·
4) Πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια, τριτοβάθμια εκπαίδευση και εκπαίδευση ενηλίκων·
5) Εκ του νόμου προβλεπόμενα και συμπληρωματικά συστήματα κοινωνικής προστασίας τα οποία καλύπτουν τους βασικούς κινδύνους της ζωής (συμπεριλαμβανομένων όσων συνδέονται με την υγεία, το γήρας, τα εργατικά ατυχήματα, την ανεργία, τη σύνταξη και την αναπηρία)·
6) Υπηρεσίες υγείας·
7) Υπηρεσίες παιδικής φροντίδας·
8) Άλλες βασικές υπηρεσίες που παρέχονται απευθείας στο κοινό για να διευκολύνουν την κοινωνική ένταξη και να προστατεύσουν τα θεμελιώδη δικαιώματα·
9) Πολιτιστικές δραστηριότητες και τουριστικές πληροφορίες.
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 320).
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την κινητικότητα και την ένταξη ατόμων με αναπηρία και την ευρωπαϊκή στρατηγική για την αναπηρία 2010-2020 (ΕΕ C 131 E της 8.5.2013, σ. 9).
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 98/34/ΕΚ, 2004/22/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2009/23/ΕΚ και 2009/105/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης αριθ. 1673/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12 )
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
Σύσταση της Επιτροπής 2003/361/EΚ της 6ης Μαΐου 2003 σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 136).
Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για τις δημόσιες συμβάσεις και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 65).
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων (COM(2011)0635 – C7-0329/2011 – 2011/0284(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0635),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0329/2011),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν από την Γερουσία του Βασιλείου του Βελγίου, την Γερμανική Ομοσπονδιακή Βουλή, τον Ομοσπονδιακό Συμβούλιο της Δημοκρατίας της Αυστρίας, και την Βουλή των Λόρδων του Ηνωμένου Βασιλείου, στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και αναλογικότητας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,
– έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 29ης Μαρτίου 2012(1),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7-0301/2013),
1. εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 26 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(3),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Όσον αφορά τις διασυνοριακές οικονομικές δραστηριότητες, συνεχίζουν να υφίστανται σημαντικοί φραγμοί οι οποίοι εμποδίζουν την εσωτερική αγορά να εκμεταλλευτεί το πλήρες δυναμικό της για ανάπτυξη και δημιουργία θέσεων απασχόλησης. Σήμερα, μόνον ένας στους δέκα εμπόρους στην Ένωση εξάγει αγαθά σε άλλα κράτη της Ένωσης και η πλειοψηφία αυτών που το κάνουν εξάγει μόνον σε μικρό αριθμό κρατών μελών. Μεταξύ των διαφόρων εμποδίων που αντιμετωπίζονται στο διασυνοριακό εμπόριο, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι φορολογικές νομοθεσίες, οι διοικητικές απαιτήσεις, οι δυσκολίες παράδοσης και τα γλωσσικά και πολιτιστικά ζητήματα, οι έμποροι θεωρούν ότι η δυσκολία ενημέρωσης όσον αφορά τις διατάξεις του αλλοδαπού δικαίου των συμβάσεων συγκαταλέγεται μεταξύ των κορυφαίων εμποδίων στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών καθώς και στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων. Αυτό αποβαίνει επίσης εις βάρος των καταναλωτών λόγω της περιορισμένης προσφοράς αγαθών. Οι διαφορές μεταξύ των εθνικών δικαίων των συμβάσεων παρεμποδίζουν την άσκηση θεμελιωδών ελευθεριών, όπως η ελευθερία παροχής αγαθών και υπηρεσιών και αποτελούν εμπόδιο στη λειτουργία και την αδιάκοπη ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς. Έχουν επίσης ως αποτέλεσμα τον περιορισμό του ανταγωνισμού, ιδιαίτερα στις αγορές μικρότερων κρατών μελών.
(2) Οι συμβάσεις αποτελούν απαραίτητο νομικό εργαλείο για κάθε οικονομική συναλλαγή. Εντούτοις, η ανάγκη των εμπόρων να προσδιορίσουν το εφαρμοστέο δίκαιο ή να προβούν σε σχετική διαπραγμάτευση, να ενημερωθούν σχετικά με τις διατάξεις ενός εφαρμοστέου αλλοδαπού δικαίου που συχνά χρήζουν μετάφρασης, να λάβουν νομικές συμβουλές προκειμένου να εξοικειωθούν με τις απαιτήσεις του δικαίου αυτού και να προσαρμόσουν τις συμβάσεις τους σε διάφορα εθνικά δίκαια που ενδεχομένως ισχύουν στις διασυνοριακές συναλλαγές καθιστά το διασυνοριακό εμπόριο περισσότερο περίπλοκο και δαπανηρό σε σύγκριση με το εσωτερικό. Τα εμπόδια που υπάρχουν σε σχέση με το δίκαιο των συμβάσεων συμβάλλουν τοιουτοτρόπως με καθοριστικό τρόπο στην αποθάρρυνση σημαντικού αριθμού εμπόρων προσανατολισμένων προς τις εξαγωγές από την είσοδο στο διασυνοριακό εμπόριο ή την επέκταση των επιχειρήσεών τους σε περισσότερα κράτη μέλη. Αυτό το αποτρεπτικό αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα ισχυρό για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) για τις οποίες το κόστος εισόδου σε περισσότερες αλλοδαπές αγορές είναι συχνά ιδιαίτερα υψηλό σε σχέση με τον κύκλο εργασιών τους. Κατά συνέπεια, οι έμποροι στερούνται ευκαιριών εξοικονόμησης δαπανών τις οποίες θα είχαν σε περίπτωση που θα ήταν εφικτή η εμπορία αγαθών και υπηρεσιών βάσει ενός ενιαίου για όλες τις διασυνοριακές συναλλαγές τους δικαίου των συμβάσεων και, στο ηλεκτρονικό περιβάλλον, βάσει ενός ενιαίου δικτυακού τόπου.
(3) Το σχετικό με το δίκαιο των συμβάσεων κόστος συναλλαγής, που έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα σημαντικό, και τα νομικά εμπόδια που απορρέουν από τις διαφορές που παρατηρούνται μεταξύ των εθνικών κανόνων αναγκαστικού δικαίου για την προστασία του καταναλωτή έχουν άμεσο αποτέλεσμα στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς στο πλαίσιο των συναλλαγών μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών. Σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(4), όταν ένας έμπορος κατευθύνει τις δραστηριότητές του σε καταναλωτές άλλου κράτους μέλους, εφαρμόζονται οι διατάξεις περί προστασίας του καταναλωτή του κράτους μέλος της συνήθους διαμονής του καταναλωτή, οι οποίες προσφέρουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας και από τις οποίες σύμφωνα με το δίκαιο αυτό δεν μπορεί να υπάρξει παρέκκλιση μέσω συμφωνίας, ακόμα και στις περιπτώσεις που τα μέρη έχουν επιλέξει κάποιο άλλο εφαρμοστέο δίκαιο. Ως εκ τούτου, οι έμποροι χρειάζεται να γνωρίζουν εκ των προτέρων κατά πόσον το δίκαιο του καταναλωτή προσφέρει υψηλότερη προστασία και να φροντίζουν ώστε η σύμβασή τους να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του δικαίου αυτού. Επιπλέον, στο ηλεκτρονικό εμπόριο, οι προσαρμογές των δικτυακών τόπων που πρέπει να αντικατοπτρίζουν τις δεσμευτικές αξιώσεις των εφαρμοστέων αλλοδαπών νομοθεσιών για τις καταναλωτικές συμβάσεις συνεπάγονται περαιτέρω έξοδα. Η υφιστάμενη εναρμόνιση του δικαίου των καταναλωτών σε επίπεδο Ένωσης έχει επιτρέψει μια κάποια προσέγγιση σε ορισμένους τομείς. Εντούτοις, οι διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών μελών παραμένουν σημαντικές· η ισχύουσα εναρμόνιση αφήνει στα κράτη μέλη ευρύ φάσμα επιλογών σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να συμμορφωθούν προς τις αξιώσεις της ενωσιακής νομοθεσίας και με το επίπεδο προστασίας που πρέπει να εξασφαλισθεί για τους καταναλωτές.
(4) Οι σχετικοί με το δίκαιο των συμβάσεων φραγμοί που εμποδίζουν τους εμπόρους από την πλήρη εκμετάλλευση του δυναμικού της εσωτερικής αγοράς λειτουργούν εξίσου εις βάρος των καταναλωτών. Η πραγματοποίηση λιγότερων διασυνοριακών συναλλαγών οδηγεί σε μείωση των εισαγωγών και σε άμβλυνση της ανταγωνιστικότητας. Οι καταναλωτές περιέρχονται ενδεχομένως σε μειονεκτική θέση λόγω της ύπαρξης περιορισμένης επιλογής αγαθών σε υψηλότερες τιμές, τόσο λόγω του ότι λιγότεροι αλλοδαποί έμποροι προσφέρουν τα προϊόντα τους και τις υπηρεσίες τους απευθείας σε αυτούς όσο και, έμμεσα, λόγω του ότι υπάρχει περιορισμένο διασυνοριακό εμπόριο μεταξύ επιχειρήσεων στο επίπεδο της χονδρικής πώλησης. Ενώ οι διασυνοριακές αγορές προϊόντων μπορούν να προσφέρουν σημαντικά οικονομικά προτερήματα από την άποψη των περισσότερων και καλύτερων προσφορών, πολλοί καταναλωτές διστάζουν να προβούν σε αγορές στην αλλοδαπή, λόγω της αβεβαιότητας που επικρατεί όσον αφορά τα δικαιώματά τους. Ορισμένες από τις βασικές ανησυχίες των καταναλωτών έχουν σχέση με το δίκαιο των συμβάσεων, όπως, για παράδειγμα, το ερώτημα του κατά πόσον τους παρέχεται επαρκής προστασία στην περίπτωση αγοράς ελαττωματικών προϊόντων. Ως συνέπεια του γεγονότος αυτού, σημαντικός αριθμός καταναλωτών προτιμάει να αγοράζει εγχώρια, ακόμα και αν αυτό συνεπάγεται μικρότερη επιλογή ή υψηλότερες τιμές.
(5) Επιπλέον, αυτοί οι καταναλωτές που επιθυμούν να επωφεληθούν από τις διαφορές τιμών μεταξύ κρατών μελών αγοράζοντας από έμπορο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος εμποδίζονται συχνά λόγω της άρνησης πώλησης του εμπόρου. Ενώ το ηλεκτρονικό εμπόριο έχει σε μεγάλο βαθμό διευκολύνει την αναζήτηση προσφορών καθώς και τη σύγκριση τιμών και άλλων συνθηκών, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασης του εμπόρου, παραγγελίες καταναλωτών από την αλλοδαπή απορρίπτονται πολύ συχνά από εμπόρους που δεν επιθυμούν να επιδοθούν σε διασυνοριακές συναλλαγές.
(6) Οι διαφορές μεταξύ των εθνικών δικαίων των συμβάσεων αποτελούν, κατά συνέπεια, φραγμούς που εμποδίζουν τους καταναλωτές και τους εμπόρους να αντλήσουν τα οφέλη που προσφέρει η εσωτερική αγορά. Αυτοί οι σχετικοί με το δίκαιο των συμβάσεων φραγμοί θα μειωθούν σημαντικά αν οι συμβάσεις βασισθούν σε ενιαίο ομοιόμορφο σύνολο κανόνων σχετικά με το δίκαιο των συμβάσεων ανεξάρτητα από των τόπο εγκατάστασης των μερών. Ένα τέτοιο ομοιόμορφο σύνολο κανόνων σχετικά με το δίκαιο των συμβάσεων θα καλύπτει ολόκληρο τον κύκλο ζωής μιας σύμβασης και θα συμπεριλαμβάνει τοιουτοτρόπως τους τομείς που είναι οι πλέον σημαντικοί κατά τη σύναψη συμβάσεων. Θα περιλαμβάνει επίσης πλήρως εναρμονισμένες διατάξεις για την προστασία των καταναλωτών.
(7) Οι διαφορές μεταξύ των εθνικών δικαίων των συμβάσεων και τα αποτελέσματά τους στο διασυνοριακό εμπόριο έχουν επίσης ως συνέπεια τον περιορισμό του ανταγωνισμού. Περιορισμένες διασυνοριακές συναλλαγές συνεπάγονται περιορισμένο ανταγωνισμό και κατά συνέπεια περιορισμένα κίνητρα για τους εμπόρους ώστε να γίνουν περισσότερο καινοτόμοι και να βελτιώσουν την ποιότητα των προϊόντων τους ή να μειώσουν τις τιμές. Ιδιαίτερα στα μικρότερα κράτη μέλη με περιορισμένο αριθμό εγχώριων ανταγωνιστών, η απόφαση των αλλοδαπών εμπόρων να απέχουν από την είσοδο στις εν λόγω αγορές λόγω του κόστους και της πολυπλοκότητας ενδέχεται να περιορίσει τον ανταγωνισμό, με σημαντικές επιπτώσεις όσον αφορά την επιλογή και τα επίπεδα τιμών των διαθεσίμων προϊόντων. Επιπλέον, οι φραγμοί στο διασυνοριακό εμπόριο μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο τον ανταγωνισμό μεταξύ ΜΜΕ και μεγαλύτερων εταιρειών. Ενόψει του σημαντικού αντίκτυπου του κόστους των συναλλαγών σε σχέση με τον κύκλο εργασιών, είναι πολύ πιθανότερο για μια ΜΜΕ να μην επιχειρήσει να εισέλθει στην αλλοδαπή αγορά από ό,τι ένας μεγαλύτερος ανταγωνιστής.
(8) Οι σχετικοί με το δίκαιο των συμβάσεων φραγμοί εμποδίζουν τους καταναλωτές και τους εμπόρους από την πλήρη εκμετάλλευση του δυναμικού της εσωτερικής αγοράς και έχουν ιδιαίτερη σημασία στον τομέα των πωλήσεων εξ αποστάσεως, ο οποίος πρέπει να αποτελεί ένα από τα απτά επιτεύγματα της εσωτερικής αγοράς. Ειδικότερα, η ψηφιακή διάσταση της εσωτερικής αγοράς αποκτά ζωτική σημασία τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τους εμπόρους ως καταναλωτές δεδομένου ότι οι καταναλωτές πραγματοποιούν όλο και περισσότερες αγορές μέσω του διαδικτύου, ενώ όλο και περισσότεροι έμποροι πωλούν τα προϊόντα τους επιγραμμικά (online). Επειδή τα μέσα της τεχνολογίας των επικοινωνιών και πληροφοριών εξελίσσονται διαρκώς και καθίστανται όλο και πιο προσιτά, το δυναμικό ανάπτυξης των διαδικτυακών πωλήσεων είναι πολύ υψηλό. Με βάση αυτά τα δεδομένα και για να ξεπερασθούν αυτοί οι εν λόγω σχετικοί με το δίκαιο των συμβάσεων φραγμοί, τα μέρη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συμφωνούν ότι οι συμβάσεις τουςπου συνάπτουν εξ αποστάσεως και, ιδίως, επιγραμμικά (online), θα διέπονται από ένα ενιαίο ομοιόμορφο σύνολο κανόνων σχετικά με το δίκαιο των συμβάσεων, με την ίδια έννοια και ερμηνεία σε όλα τα κράτη μέλη, δηλαδή από ένα κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων. Το εν λόγω κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων θα αντιπροσωπεύει μια συμπληρωματική επιλογή για πωλήσεις εξ αποστάσεως και, ιδίως, διαδικτυακό εμπόριο που θα αυξάνει τις δυνατότητες επιλογής των μερών και θα μπορεί να χρησιμοποιείται σε κάθε περίπτωση που τα μέρη από κοινού θεωρούν την επιλογή αυτή επωφελή για να διευκολυνθεί πραγματικά το διασυνοριακό εμπόριο και να περιορισθεί το κόστος των συναλλαγών και διάφορα είδη ευκαιριακού κόστους καθώς και άλλα σχετικά με το δίκαιο των συμβάσεων εμπόδια στις διασυνοριακές συναλλαγές. Θα πρέπει να αποτελεί τη βάση συμβατικής σχέσης μόνον εφόσον τα μέρη αποφασίσουν από κοινού την εφαρμογή του. [Τροπολογία 1]
(9) Ο παρών κανονισμός θεσπίζει ένα κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων για συμβάσεις εξ αποστάσεως και ιδίως συμβάσεις που συνάπτονται επιγραμμικά (online). Εναρμονίζει το δίκαιο των συμβάσεων των κρατών μελών χωρίς όμως να απαιτεί τροποποιήσεις του ήδη ισχύοντοςπρώτου εθνικού καθεστώτος δικαίου των συμβάσεων, αλλά με την καθιέρωση στο εθνικό δίκαιο κάθε κράτους μέλους ενός δεύτερου καθεστώτος δικαίου των συμβάσεων για τις συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του. Αυτό το άμεσα εφαρμοστέο δεύτερο καθεστώς πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της έννομης τάξης που ισχύει στην επικράτεια των κρατών μελών. Εφόσον το πεδίο εφαρμογής του το επιτρέπει και στο βαθμό που τα μέρη έχουν εγκύρως συμφωνήσει να το εφαρμόζουν, το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων πρέπει να ισχύει στην εν λόγω έννομη τάξη αντί του πρώτου εθνικού καθεστώτος δικαίου των συμβάσεων. Αυτό το δεύτερο καθεστώς θα πρέπει να είναι πανομοιότυπο σε ολόκληρη την Ένωση και να ισχύει παράλληλα με τους προϋπάρχοντες κανόνες του εθνικού δικαίου των συμβάσεων. Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων θα πρέπει να εφαρμόζεται σε μια διασυνοριακή σύμβαση, σε προαιρετική βάση και μετά από ρητή συμφωνία των μερών. [Τροπολογία 2]
(10) Η συμφωνία για τη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων θα πρέπει να αποτελεί επιλογή που θα γίνεται εντός του πεδίου εφαρμογής του σχετικού εθνικού δικαίου το οποίο είναιστο πλαίσιο της σχετικής εθνικής έννομης τάξης η οποία καθορίζεται ως το εφαρμοστέο δίκαιο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 593/2008 ή, σε σχέση με τις υποχρεώσεις προσυμβατικής πληροφόρησης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(5), ή σύμφωνα με οποιονδήποτε άλλο σχετικό κανόνα σύγκρουσης νόμων. Η συμφωνία για τη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων απορρέει από την επιλογή μεταξύ δύο διαφορετικών καθεστώτων στο πλαίσιο της ίδιας εθνικής έννομης τάξης. Ως εκ τούτου, η εν λόγω επιλογή δεν θα πρέπει ως εκ τούτου να ανάγεται σε, και δεν θα πρέπει να συγχέεται με, επιλογή του εφαρμοστέου δικαίουμεταξύ δύο έννομων τάξεων κατά την έννοια των κανόνων σύγκρουσης νόμων ούτε να θέτει υπό αμφισβήτηση τους κανόνες αυτούς. Ο παρών κανονισμός δεν θα επηρεάσει επομένως κανέναν από τους ισχύοντες κανόνες σύγκρουσης νόμων, όπως, π.χ. αυτούς που περιέχει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 593/2008. [Τροπολογία 3]
(11) Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων θα πρέπει να περιλαμβάνει ένα πλήρως εναρμονισμένοσυνεκτικό σύνολο ενιαίων και υποχρεωτικών κανόνων προστασίας του καταναλωτή. Σύμφωνα με το άρθρο 114 παράγραφος 3 της Συνθήκης, οι συγκεκριμένοι κανόνες θα πρέπει να εξασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών με σκοπό την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στο κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων και τη δημιουργία σε αυτούς κινήτρων για τη σύναψη στη βάση αυτή διασυνοριακών συμβάσεων. Οι κανόνες θα πρέπει να διατηρήσουν ή να βελτιώσουν το επίπεδο προστασίας που εξασφαλίζεται για τους καταναλωτές σύμφωνα με το δίκαιο των καταναλωτών της Ένωσης. Επιπλέον, η έγκριση του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να αποκλείσει την αναθεώρηση της οδηγίας σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, με στόχο την επίτευξη πλήρους εναρμόνισης υψηλού επιπέδου όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών στα κράτη μέλη. [Τροπολογία 4]
(11α) Ο ορισμός του καταναλωτή θα πρέπει να καλύπτει τα φυσικά πρόσωπα που ενεργούν πέραν του πεδίου της εμπορικής, επιχειρηματικής, βιοτεχνικής ή επαγγελματικής τους δραστηριότητας. Σε περίπτωση, ωστόσο, συμβάσεων διττού σκοπού, όπου η σύμβαση συνάπτεται για σκοπούς ευρισκόμενους εν μέρει εντός και εν μέρει εκτός των εμπορικών δραστηριοτήτων του, η δε εμπορική σκοπιμότητα είναι τόσο περιορισμένη ώστε να μην έχει εξέχουσα θέση στο γενικό πλαίσιο της σύμβασης, το εν λόγω πρόσωπο θα πρέπει επίσης να θεωρείται καταναλωτής. Προκειμένου να διαπιστωθεί αν ένα φυσικό πρόσωπο ενεργεί εξ ολοκλήρου ή εν μέρει για σκοπούς που εμπίπτουν στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής, βιοτεχνικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο τρόπος με τον οποίο το εν λόγω πρόσωπο συμπεριφέρεται έναντι του συμβαλλόμενου μέρους. [Τροπολογία 5]
(12) Μόλις υπάρξει έγκυρη συμφωνία για την εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων, μόνον το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων θα πρέπει να διέπει τα ζητήματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του. Δεδομένου ότι το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων περιλαμβάνει ένα άρτιοευρύ σύνολο πλήρωςομοιόμορφα εναρμονισμένων υποχρεωτικών κανόνων προστασίας του καταναλωτή, δεν θα υπάρχουν διαφορές μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών μελών στον συγκεκριμένο τομέα, στις περιπτώσεις εκείνες που τα μέρη έχουν επιλέξει να χρησιμοποιήσουν το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων. Κατά συνέπεια, το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008, το οποίο βασίζεται στην ύπαρξη διαφόρων επιπέδων προστασίας του καταναλωτή στα κράτη μέλη, στερείται πρακτικής σημασίας για τα ζητήματα που καλύπτονται από το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων, δεδομένου ότι αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα μία σύγκριση μεταξύ των δεσμευτικών διατάξεων δύο ταυτόσημων δεύτερων καθεστώτων δικαίου των συμβάσεων. [Τροπολογία 6]
(13) Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων θα πρέπει να χρησιμοποιείται για διασυνοριακές συμβάσεις, επειδή ακριβώς μέσα στο πλαίσιο αυτό οι διαφορές μεταξύ των εθνικών δικαίων οδηγούν σε πολυπλοκότητα και πρόσθετα έξοδα και αποτρέπουν τα συμβαλλόμενα μέρη από τη σύναψη συμβατικών σχέσεων, το δε εμπόριο εξ αποστάσεως, και ιδίως το επιγραμμικό εμπόριο, έχει μεγάλες δυνατότητες. Ο διασυνοριακός χαρακτήρας μιας σύμβασης, στην περίπτωση των συμβάσεων μεταξύ επιχειρήσεων, θα πρέπει να αξιολογείται στη βάση της συνήθους διαμονής των μερών. Σε μία σύμβαση μεταξύ επιχείρησης και καταναλωτή η διασυνοριακή αξίωση θα πρέπει να τηρείται όταν είτε η γενική διεύθυνση που ορίζεται από τον καταναλωτή είτε η διεύθυνση παράδοσης των αγαθών ή η διεύθυνση χρέωσης που ορίζεται από τον καταναλωτή βρίσκονται σε κράτος μέλος μεν, αλλά εκτός του κράτους στο οποίο ο έμπορος έχει τη συνήθη διαμονή του. [Τροπολογία 7]
(14) Η χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων δεν θα πρέπει να περιορίζεται σε διασυνοριακές καταστάσεις στις οποίες συμμετέχουν μόνο κράτη μέλη, αλλά θα πρέπει εξίσου να χρησιμεύει για να διευκολυνθεί το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών. Όταν συμμετέχουν καταναλωτές από τρίτες χώρες, η συμφωνία χρήσης του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων, η οποία θα συνεπάγεται την επιλογή αλλοδαπού δικαίου για τους καταναλωτές, θα πρέπει να υπόκειται στους εφαρμοστέους κανόνες σύγκρουσης νόμων.
(15) Οι έμποροι που επιδίδονται τόσο σε αμιγώς εγχώριες όσο και σε διασυνοριακές εμπορικές συναλλαγές ενδέχεται επίσης να θεωρήσουν επωφελή τη χρήση μιας ενιαίας ομοιόμορφης σύμβασης για το σύνολο των συναλλαγών τους. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι ελεύθερα να αποφασίζουν ότι το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων θα μπορεί να εφαρμόζεται από τα μέρη σε αποκλειστικά εθνικό πλαίσιο.
(16) Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων θα πρέπει ιδιαίτερα να χρησιμοποιείται για την πώληση κινητών αγαθών, συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής ή παραγωγής τέτοιων αγαθών, δεδομένου ότι αποτελεί, από οικονομική άποψη, το μοναδικό πιο σημαντικό είδος σύμβασης το οποίο προσφέρει ιδιαίτερο δυναμικό ανάπτυξης στο διασυνοριακό εμπόριο και ιδιαίτερα στο ηλεκτρονικό.
(17) Προκειμένου να συνυπολογισθεί η αυξανόμενη σημασία της ψηφιακής οικονομίας, το πεδίο εφαρμογής του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων θα πρέπει επίσης να καλύπτει τις συμβάσεις για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου. Η μεταφορά ψηφιακού περιεχομένου προς αποθήκευση, επεξεργασία ή πρόσβαση, και επαναλαμβανόμενη χρήση, όπως η τηλεφόρτωση μουσικής, αναπτύσσεται ταχέως και δημιουργεί μεγάλο δυναμικό περαιτέρω ανάπτυξης, συνεχίζει όμως να περιβάλλεται, σε σημαντικό βαθμό, από νομική ποικιλομορφία και αβεβαιότητα. Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων θα πρέπει ως εκ τούτου να ισχύει για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου, ανεξάρτητα από το κατά πόσον αυτό το ψηφιακό περιεχόμενο παρέχεται πάνω σε σταθερό υπόθεμα.
(17α) To «υπολογιστικό νέφος» αναπτύσσεται με ταχύτητα και προσφέρει ιδιαίτερο δυναμικό ανάπτυξης. Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων παρέχει ένα συνεκτικό σύνολο κανόνων προσαρμοσμένων στις προμήθειες εξ αποστάσεως και ιδιαίτερα στις online προμήθειες ψηφιακού περιεχομένου και τις συναφείς υπηρεσίες. Θα πρέπει να είναι δυνατή η εφαρμογή των ρυθμίσεων αυτών και σε περίπτωση που το ψηφιακό περιεχόμενο ή οι συναφείς υπηρεσίες παρέχονται με τη χρήση τεχνολογίας νέφους, ιδίως όταν το ψηφιακό περιεχόμενο μπορεί να μεταφορτωθεί από το νέφος του πωλητή ή να αποθηκευθεί προσωρινά στο νέφος του παρόχου της υπηρεσίας. [Τροπολογία 8]
(18) Το ψηφιακό περιεχόμενο συχνά παρέχεται χωρίς την καταβολή συγκεκριμένου τιμήματος αλλά σε συνδυασμό με χωριστά πληρωμένα αγαθά ή υπηρεσίες, συνεπαγόμενο μη χρηματική αντιπαροχή όπως η παροχή πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή η δωρεάν πρόσβαση στο πλαίσιο στρατηγικής εμπορικής προώθησης βάσει της προσδοκίας ότι ο καταναλωτής θα αγοράσει επιπρόσθετα ή πιο εξελιγμένα προϊόντα ψηφιακού περιεχομένου σε μεταγενέστερο στάδιο. Ενόψει αυτής της ιδιαίτερης διάρθρωσης της αγοράς και του γεγονότος ότι το ελαττωματικό ψηφιακό περιεχόμενο μπορεί να ζημιώσει τα οικονομικά συμφέροντα των καταναλωτών, ανεξάρτητα από τις συνθήκες προμήθειας αυτού του περιεχομένου, η δυνατότητα εφαρμογής του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων δεν θα πρέπει να εξαρτάται από το κατά πόσον έχει καταβληθεί τίμημα για το συγκεκριμένο ψηφιακό περιεχόμενο. Στις περιπτώσεις αυτές, ωστόσο, τα έννομα βοηθήματα του αγοραστή θα πρέπει να περιορίζονται σε αποκατάσταση της ζημίας. Από την άλλη πλευρά, ο αγοραστής θα πρέπει να μπορεί να προσφεύγει σε όλα τα έννομα βοηθήματα, εκτός από τη μείωση του τιμήματος, ακόμη και όταν δεν είναι υποχρεωμένος να καταβάλει ένα τίμημα για την παροχή ψηφιακού περιεχομένου, υπό την προϋπόθεση ότι η αντιπαροχή του, όπως η παροχή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή άλλων στοιχείων χρησιμότητας τα οποία έχουν εμπορική αξία για τον πάροχο της υπηρεσίας, ισοδυναμεί με την καταβολή του τιμήματος, δεδομένου ότι, στις περιπτώσεις αυτές, το ψηφιακό περιεχόμενο δεν παρέχεται πράγματι δωρεάν. [Τροπολογία 9]
(19) Με σκοπό να μεγιστοποιηθεί η προστιθέμενη αξία του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων, το καθ’ύλην πεδίο εφαρμογής του θα πρέπει επίσης να συμπεριλάβει ορισμένες υπηρεσίες που παρέχονται από τον πωλητή, ιδίως η επισκευή, η συντήρηση και η εγκατάσταση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου, οι οποίες συνδέονται άμεσα και στενά με συγκεκριμένα αγαθά ή ψηφιακό περιεχόμενο, η προμήθεια των οποίων γίνεται βάσει του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων και τα οποία, στην πράξη, συχνά συνδυάζονται ταυτόχρονα στην ίδια ή σε συνδεδεμένη σύμβαση ή στην προσωρινή αποθήκευση ψηφιακού περιεχομένου στο υπολογιστικό νέφος του παρόχου υπηρεσίας. [Τροπολογία 10]
(19α) Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων μπορεί να χρησιμοποιηθεί επίσης για σύμβαση που συνδέεται με άλλη σύμβαση μεταξύ των ίδιων μερών και η οποία δεν συνιστά σύμβαση πωλήσεων, σύμβαση για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου ή σύμβαση συναφών υπηρεσιών. Η συνδεδεμένη σύμβαση διέπεται από την αντίστοιχη εθνική νομοθεσία που εφαρμόζεται σύμφωνα με τον σχετικό κανόνα σύγκρουσης νόμων. Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για συμβάσεις οι οποίες περιλαμβάνουν άλλα στοιχεία πλην της πώλησης αγαθών, της προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου ή της παροχής συναφών υπηρεσιών, υπό τον όρο ότι τα στοιχεία αυτά μπορούν να διαχωριστούν και η τιμή τους μπορεί να επιμεριστεί. [Τροπολογία 11]
(20) Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων δεν θα πρέπει να καλύπτει συνδεδεμένες συμβάσεις βάσει των οποίων ο αγοραστής αποκτά αγαθά ή του παρέχονται υπηρεσίες από τρίτο μέρος. Αυτό δεν θα ήταν πράγματι ενδεδειγμένο επειδή το τρίτο μέρος δεν αποτελεί μέρος της συμφωνίας των συμβαλλομένων μερών να εφαρμόζουν τους κανόνες του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων. Μια συνδεδεμένη σύμβαση με τρίτο μέρος θα πρέπει να διέπεται από την αντίστοιχη εθνική νομοθεσία η οποία είναι εφαρμοστέα σύμφωνα με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 593/2008 και (ΕΚ) αριθ. 864/2007 ή με οποιονδήποτε άλλον σχετικό κανόνα σύγκρουσης νόμων.
(21) Για να επιλυθούν τα υφιστάμενα προβλήματα που έχουν σχέση με την εσωτερική αγορά και τον ανταγωνισμό με στοχοθετημένο και ανάλογο τρόπο, το προσωπικό πεδίο εφαρμογής του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων θα πρέπει να επικεντρωθεί σε πρόσωπα που τώρα αποφεύγουν να αναπτύξουν δραστηριότητες στην αλλοδαπή λόγω της διαφοράς των εθνικών δικαίων των συμβάσεων, με συνέπεια να υπάρχει σημαντικός δυσμενής αντίκτυπος στο διασυνοριακό εμπόριο. Θα πρέπει ως εκ τούτου να καλύπτει όλες τις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών καθώς και τις συμβάσεις μεταξύ εμπόρων στις οποίες τουλάχιστον ένας εκ των συμβαλλομένων είναι ΜΜΕ κατά την έννοια της σύστασης 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής(6). Αυτό εντούτοις δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα των κρατών μελών να θέτουν σε εφαρμογή νομοθεσία που διευρύνει το πεδίο εφαρμογής του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων σε συμβάσεις μεταξύ εμπόρων, μεταξύ των οποίων δεν συγκαταλέγεται καμία ΜΜΕ. Οπωσδήποτε, στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων, οι έμποροι διαθέτουν απόλυτη ελευθερία σύναψης συμβάσεων και ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων ως πηγή έμπνευσης για το σχεδιασμό των συμβατικών όρων τους.
(22) Η συμφωνία των μερών της σύμβασης για τη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων είναι απαραίτητη για την εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων. Αυτή η συμφωνία θα πρέπει να υπόκειται σε αυστηρές απαιτήσεις στην περίπτωση των συναλλαγών μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών. Δεδομένου ότι στην πράξη είναι συνήθως ο έμπορος αυτός που προτείνει τη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων, οι καταναλωτές θα πρέπει να έχουν πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι συμφωνούν ως προς τη χρήση κανόνων που είναι διαφορετικοί από εκείνους της ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας τους. Ως εκ τούτου, η συναίνεση του καταναλωτή για τη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων θα πρέπει να είναι παραδεκτή μόνον υπό τη μορφή ρητής δήλωσης χωριστής από τη δήλωση που προσδιορίζει τη συμφωνία για τη σύναψη της σύμβασης. Δεν θα πρέπει ως εκ τούτου να είναι δυνατό να προταθεί η χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων ως όρος της σύμβασης που πρόκειται να συναφθεί, ιδιαίτερα ως στοιχείο των τυποποιημένων γενικών και ειδικών όρων του εμπόρου. Ο έμπορος θα πρέπει να παρέχει στον καταναλωτή επιβεβαίωση της συμφωνίας για τη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων σε σταθερό υπόθεμα. [Τροπολογία 12]
(23) Πέραν του να είναι συνειδητή επιλογή, η συναίνεση του καταναλωτή για τη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων θα πρέπει να αποτελεί ενημερωμένη επιλογή. Ο έμπορος πρέπει ως εκ τούτου όχι μόνο να εφιστά την προσοχή του καταναλωτή στην προτεινόμενη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων αλλά εξίσου να του παρέχει πληροφορίες σχετικά με το χαρακτήρα και τα κύρια χαρακτηριστικά αυτού του δικαίου. Για να διευκολυνθεί το συγκεκριμένο καθήκον των εμπόρων, αποφεύγοντας τοιουτοτρόπως τις περιττές διοικητικές επιβαρύνσεις, και για να εξασφαλιστεί η συνοχή όσον αφορά το επίπεδο και την ποιότητα των πληροφοριών που ανακοινώνονται στους καταναλωτές, οι έμποροι θα πρέπει να χορηγούν στους καταναλωτές το τυποποιημένο ενημερωτικό σημείωμα που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό και το οποίο είναι άμεσα διαθέσιμο σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης. Όταν δεν είναι δυνατή η χορήγηση του ενημερωτικού σημειώματος στον καταναλωτή, για παράδειγμα στο πλαίσιο τηλεφωνικής κλήσης ή όταν ο έμπορος παρέλειψε να χορηγήσει το ενημερωτικό σημείωμα, η συμφωνία σχετικά με τη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων δεν θα πρέπει να είναι δεσμευτική για τον καταναλωτή μέχρις ότου αυτός λάβει το ενημερωτικό σημείωμα μαζί με την επιβεβαίωση της συμφωνίας και στη συνέχεια δηλώσει ότι συναινεί.
(23α) Όταν η συμφωνία των μερών για τη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων είναι άκυρη ή όταν οι προϋποθέσεις για την παροχή του τυποποιημένου εντύπου πληροφοριών δεν πληρούνται, το αντίστοιχο εθνικό δίκαιο που εφαρμόζεται σύμφωνα με τους κανόνες περί σύγκρουσης νόμων καθορίζει το κατά πόσο και υπό ποίους όρους έχει συναφθεί μία σύμβαση. [Τροπολογία 13]
(24) Για να αποφευχθεί η επιλεκτική εφαρμογή ορισμένων στοιχείων του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων, η οποία θα διατάρασσε την ισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των μερών και θα αλλοίωνε το επίπεδο προστασίας των καταναλωτών, η επιλογή θα πρέπει να καλύπτει το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων στο σύνολό του και όχι μόνον ορισμένα μέρη του δικαίου αυτού.
(25) Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες θα εφαρμοζόταν κανονικά στη συγκεκριμένη σύμβαση η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τις διεθνείς πωλήσεις κινητών πραγμάτων, η επιλογή του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων θα συνεπάγεται τη συμφωνία των συμβαλλομένων μερών για τον αποκλεισμό της εφαρμογής αυτής της Σύμβασης.
(26) Οι κανόνες του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων θα πρέπει να καλύπτουν ζητήματα του δικαίου των συμβάσεων που έχουν πρακτική σημασία καθ' όλον τον κύκλο ζωής των ειδών των συμβάσεων που εμπίπτουν στο καθ’ύλην και στο προσωπικό πεδίο εφαρμογής του, ιδιαίτερα των συμβάσεων που συνάπτονται επιγραμμικά (online). Πέραν των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μερών και των έννομων βοηθημάτων λόγω μη εκτέλεσης, το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων θα πρέπει ως εκ τούτου να διέπει τις υποχρεώσεις προσυμβατικής πληροφόρησης, τη σύναψη μιας σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων των τυπικών απαιτήσεων, το δικαίωμα υπαναχώρησης και τις συνέπειές του, την ακύρωση της σύμβασης λόγω πλάνης, απάτης ή αθέμιτης εκμετάλλευσης και τις συνέπειές της, την ερμηνεία, το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της σύμβασης, την αξιολόγηση και τις συνέπειες καταχρηστικών συμβατικών όρων, την απόδοση μετά από ακύρωση και καταγγελία της σύμβασης καθώς και την παραγραφή και τον αποκλεισμό δικαιωμάτων. Θα πρέπει να ρυθμίζει τις κυρώσεις που προβλέπονται στην περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων και καθηκόντων που προκύπτουν λόγω της εφαρμογής του.
(27) Όλα τα ζητήματα συμβατικού ή εξωσυμβατικού χαρακτήρα που δεν υπάγονται στο κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων διέπονται από τους προϋπάρχοντες, εκτός του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων, κανόνες του εθνικού δικαίου που ισχύει δυνάμει των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 593/2008 και (ΕΚ) αριθ. 864/2007 ή οποιουδήποτε άλλου σχετικού κανόνα σύγκρουσης νόμων. Αυτά τα ζητήματα περιλαμβάνουν τη νομική προσωπικότητα, την ακυρότητα σύμβασης λόγω απουσίας δικαιοπρακτικής ικανότητας και παράνομου ή αντίθετου προς τα χρηστά συναλλακτικά ήθη χαρακτήρα της σύμβασης, εκτός εάν τα ζητήματα περί παράνομου/ανήθικου χαρακτήρα ρυθμίζονται στο κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων, τον καθορισμό της γλώσσας της σύμβασης, την απαγόρευση της διακριτικής μεταχείρισης, την εκπροσώπηση, την πολλαπλότητα οφειλετών και δανειστών, την αλλαγή των μερών σε περίπτωση εκχώρησης, συμψηφισμού και συγχώνευσης, το δίκαιο περί ιδιοκτησίας συμπεριλαμβανομένης της μεταβίβασης της κυριότητας, το δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας και το δίκαιο των αδικοπραξιών. Επιπλέον,καθώς και το ζήτημα του κατά πόσον μπορούν να εγερθούν από κοινού συντρέχουσες αξιώσεις περί συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης δεν υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων. Για λόγους σαφήνειας και ασφάλειας δικαίου, το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων πρέπει να αναφέρει ρητώς ποια ζητήματα υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του και ποια όχι. [Τροπολογία 14]
(27α) Οι αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που αναφέρονται στην οδηγία 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(7) θα πρέπει να καλύπτονται από το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων στο μέτρο που επικαλύπτονται από τις διατάξεις του δικαίου των συμβάσεων, περιλαμβανομένων ιδίως αυτών που αφορούν τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει στην ακύρωση της σύμβασης λόγω πλάνης, απάτης, απειλής ή αθέμιτης εκμετάλλευσης ή σε έννομα βοηθήματα σε περίπτωση παράβασης της υποχρέωσης παροχής πληροφοριών. Οι αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που δεν επικαλύπτονται από τις διατάξεις του δικαίου των συμβάσεων δεν πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων. [Τροπολογία 15]
(28) Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων δεν θα πρέπει να διέπει άλλα ζητήματα που εκφεύγουν του πεδίου εφαρμογής του δικαίου των συμβάσεων. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να θίγει το ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο σε σχέση με οποιοδήποτε τέτοιο ζήτημα. Για παράδειγμα, τα καθήκοντα πληροφόρησης που επιβάλλονται για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας ή για περιβαλλοντικούς λόγους συνεχίζουν να παραμένουν εκτός του πεδίου εφαρμογής του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να θίγει περαιτέρω τις αξιώσεις πληροφόρησης της οδηγίας 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(8).
(29) Μόλις υπάρξει έγκυρη συμφωνία για την εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων, μόνον το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων θα πρέπει να διέπει τα ζητήματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του. Οι κανόνες του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων θα πρέπει να ερμηνεύονται αυτοτελώς σύμφωνα με τις πάγιες αρχές που ισχύουν για την ερμηνεία της ενωσιακής νομοθεσίας. Ζητήματα σχετικά με θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων, τα οποία δεν ρυθμίζονται ρητά από το δίκαιο αυτό, θα πρέπει να επιλύονται αποκλειστικά με ερμηνεία των κανόνων του χωρίς προσφυγή σε οποιοδήποτε άλλο δίκαιο. Οι κανόνες του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων θα πρέπει να ερμηνεύονται βάσει των υποκείμενων αρχών και στόχων και με γνώμονα το σύνολο των διατάξεών του. [Τροπολογία 16]
(30) Η ελευθερία των συμβάσεων θα πρέπει να αποτελεί την κατευθυντήρια αρχή του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων. Η αυτονομία των μερών είναι σκόπιμο να περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις και στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο, ιδιαίτερα για λόγους προστασίας του καταναλωτή. Όταν υπάρχει τέτοια αναγκαιότητα, ο υποχρεωτικός χαρακτήρας των συγκεκριμένων κανόνων πρέπει να προσδιορίζεται με σαφήνεια.
(31) Η γενική αρχή της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών θα πρέπει να κατευθύνει τον τρόπο συνεργασίας των μερών. Δεδομένου ότι ορισμένες διατάξεις αποτελούν ειδικές εκδηλώσεις της γενικής αρχής της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών, αυτές θα πρέπει να υπερέχουν της γενικής αρχής. Η γενική αρχή δεν πρέπει ως εκ τούτου να χρησιμοποιείται ως μέσο για την τροποποίηση των συγκεκριμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των μερών όπως αυτά ορίζονται στις συγκεκριμένες διατάξεις. Οι συγκεκριμένες απαιτήσεις που απορρέουν από την γενική αρχή της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών θα πρέπει να εξαρτώνται, μεταξύ άλλων, από το σχετικό επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης των μερών και να είναι ως εκ τούτου διαφορετικές στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών και στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων. Στις συναλλαγές μεταξύ εμπόρων, σημαντικό στοιχείο στο συγκεκριμένο πλαίσιο θα πρέπει να αποτελεί η ορθή εμπορική πρακτική που ακολουθείται στον συγκεκριμένο τομέα. Η γενική αρχή της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών πρέπει να καθορίζει ένα πρότυπο συμπεριφοράς που διασφαλίζει μια ειλικρινή, διαφανή και δίκαιη σχέση. Σε περίπτωση που ένα μέρος εμποδίζεται να ασκήσει ή να επικαλεσθεί ένα δικαίωμα, ένα έννομο βοήθημα ή ένα άλλο μέσο άμυνας, το οποίο σε διαφορετική περίπτωση θα διέθετε, η αρχή καθεαυτή δεν θα πρέπει να θεμελιώνει ένα γενικό δικαίωμα αποζημίωσης. Οι κανόνες του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων που αποτελούν συγκεκριμένες εκδηλώσεις της γενικής αρχής της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών, όπως η ακύρωση λόγω απάτης ή λόγω μη εκπλήρωσης μιας ρητώς προβλεπόμενης υποχρέωσης, μπορούν να θεμελιώσουν δικαίωμα αποζημίωσης, το οποίο ωστόσο θα περιορίζεται σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις. [Τροπολογία 17]
(32) Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων θα πρέπει να στοχεύει στη διατήρηση των εγκύρων συμβατικών σχέσεων, εφόσον αυτό είναι εφικτό και ενδεδειγμένο ενόψει των έννομων συμφερόντων των μερών.
(33) Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων θα πρέπει να προσφέρει ισορροπημένες λύσεις που να λαμβάνουν υπόψη τα έννομα συμφέροντα των μερών για τον καθορισμό και την άσκηση των έννομων βοηθημάτων που τίθενται στη διάθεσή τους σε περίπτωση μη εκτέλεσης της σύμβασης. Στις συμβάσεις μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών, το σύστημα των έννομων βοηθημάτων θα πρέπει να αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι η μη συμμόρφωση προς τη σύμβαση των αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή των υπηρεσιών υπάγεται στη σφαίρα ευθύνης του εμπόρου.
(34) Για να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου καθιστώντας προσιτή στο κοινό τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των εθνικών δικαστηρίων σχετικά με την ερμηνεία του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων ή οποιασδήποτε άλλης διάταξης του παρόντος κανονισμού, είναι σκόπιμο η Επιτροπή να δημιουργήσει βάση δεδομένων που να συγκεντρώνει τις σχετικές αποφάσεις. Για να συμβάλλουν στην εκπλήρωση αυτού του καθήκοντος, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν την ταχεία γνωστοποίηση εθνικών αποφάσεων αυτού του είδους στην Επιτροπή. Θα πρέπει να δημιουργηθεί μία βάση δεδομένων, η οποία θα είναι εύκολα προσβάσιμη, πλήρως συστηματοποιημένη και φιλική στον ερευνητή. Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που σχετίζονται με τις διαφορετικές προσεγγίσεις όσον αφορά τις δικαστικές αποφάσεις στην Ένωση και για τη διευκόλυνση της αποτελεσματικής και οικονομικής λειτουργίας της βάσης δεδομένων, οι αποφάσεις θα πρέπει να κοινοποιούνται επί τη βάσει μιας τυποποιημένης περίληψης των αποφάσεων, οι οποίες θα πρέπει να επισυνάπτονται στην απόφαση. Αυτή θα πρέπει να είναι συνοπτική ούτως ώστε να καθίσταται εύκολα κατανοητή. Θα πρέπει να χωρίζεται σε πέντε τμήματα, τα οποία θα πρέπει να εκθέτουν τα κύρια στοιχεία της κοινοποιηθήσας απόφασης, ήτοι: το αντικείμενο της διαφοράς και το σχετικό άρθρο/τα σχετικά άρθρα του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων· μία συνοπτική παρουσίαση των πραγματικών περιστατικών· μία συνοπτική παρουσίαση των κυριότερων επιχειρημάτων· την απόφαση· και το σκεπτικό της απόφασης από το οποίο προκύπτει σαφώς η αρχή επί της οποίας αυτή στηρίχτηκε. [Τροπολογία 18]
(34α) Οι ερμηνευτικές παρατηρήσεις στο κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα πολύτιμο μέσο, το οποίο θα προσέφερε σαφήνεια και καθοδήγηση αναφορικά με το δίκαιο αυτό. Οι εν λόγω ερμηνευτικές παρατηρήσεις θα πρέπει να προσφέρουν μία σαφή και ευρεία ερμηνεία των άρθρων του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων και, ενδεχομένως, μία εξήγηση των πολιτικών επιλογών που στηρίζονται σε ορισμένα άρθρα. Μία σαφής εξήγηση των επιλογών αυτών θα παρείχε στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα να ερμηνεύουν και να εφαρμόζουν με τον δέοντα τρόπο το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων και να συμπληρώνουν τυχόν κενά. Με αυτό τον τρόπο, οι ερμηνευτικές παρατηρήσεις θα προωθούσαν την ανάπτυξη μιας συνεκτικής και ενιαίας εφαρμογής του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων. Η Επιτροπή θα πρέπει να διερευνήσει τις δυνατότητες διάθεσης των εν λόγω ερμηνευτικών παρατηρήσεων. [Τροπολογία 19]
(34β) Ένα πρόσθετο εμπόδιο για το διασυνοριακό εμπόριο έγκειται στην έλλειψη πρόσβασης σε αποτελεσματικές και αποδεκτές από πλευράς κόστους διαδικασίες ένδικων μέσων. Για το λόγο αυτό, ο καταναλωτής και ο έμπορος που συνάπτουν μία σύμβαση βάσει του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων θα πρέπει να εξετάζουν το ενδεχόμενο να υποβάλλουν τις διαφορές που προκύπτουν από τη σύμβαση αυτή σε ένα υφιστάμενο φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο η) της οδηγίας 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(9). Αυτό θα πρέπει να ισχύει με την επιφύλαξη της δυνατότητας των μερών να κινήσουν μια διαδικασία ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων, χωρίς να πρέπει προηγουμένως να προσφύγουν στην εναλλακτική επίλυση της διαφοράς. [Τροπολογία 20]
(34γ) Για τη διευκόλυνση της χρήσης του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων, η Επιτροπή θα πρέπει να εκπονήσει ευρωπαϊκούς τυποποιημένους συμβατικούς όρους με τη βοήθεια μιας ομάδας εργασίας που θα αποτελείται κυρίως από ενώσεις καταναλωτών και επιχειρήσεων και θα υποστηρίζεται από πανεπιστημιακούς και επαγγελματίες. Οι εν λόγω τυποποιημένοι συμβατικοί όροι θα μπορούσαν να συμπληρώνουν επωφελώς τους κανόνες του κοινού δικαίου των πωλήσεων, περιγράφοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μιας συγκεκριμένης σύμβασης και θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες του σχετικού εμπορικού κλάδου. Θα πρέπει να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των ενδιαφερομένων μερών και να συναγάγουν διδάγματα από τις πρώτες πρακτικές εμπειρίες της χρήσης του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων. Οι τυποποιημένοι συμβατικοί όροι θα πρέπει να τίθενται στη διάθεση του κοινού, δεδομένου ότι θα παρείχαν πρόσθετο όφελος στις εμπορικές επιχειρήσεις που επιθυμούν να συνάψουν διασυνοριακές συμβάσεις στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων. Προκειμένου οι εν λόγω τυποποιημένοι συμβατικοί όροι να συμπληρώσουν αποτελεσματικά το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων, η Επιτροπή θα πρέπει να ξεκινήσει τις εργασίες της το ταχύτερο δυνατόν. [Τροπολογία 21]
(35) Είναι επίσης σκόπιμο να επανεξεταστεί η λειτουργία του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων ή οποιασδήποτε άλλης διάταξης του παρόντος κανονισμού μετά από πέντε έτη εφαρμογής. Η επανεξέταση θα πρέπει να λάβει υπόψη, μεταξύ άλλων, την ανάγκη ενσωμάτωσης περαιτέρω διεύρυνσης του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού σε σχέση με τις συμβάσεις μεταξύ επιχειρήσεωνκανόνων σχετικά με το ζήτημα των ρητρών παρακράτησης της κυριότητας, τις εξελίξεις της αγοράς και της τεχνολογίας όσον αφορά το ψηφιακό περιεχόμενο και τις περαιτέρω εξελίξεις του κεκτημένου της Ένωσης. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει επιπλέον να δοθεί στο ερώτημα κατά πόσον ο περιορισμός σε συμβάσεις εξ αποστάσεως και ειδικότερα σε επιγραμμικές συμβάσεις εξακολουθεί να είναι ενδεδειγμένος ή κατά πόσο ένα ευρύτερο πεδίο εφαρμογής, συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων που συνάπτονται στις επαγγελματικές εγκαταστάσεις, μπορεί να είναι εφικτό. [Τροπολογία 22]
(36) Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, συγκεκριμένα η συμβολή στην ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς με τη θέσπιση ενός ομοιόμορφου συνόλου κανόνων δικαίου των συμβάσεων που να μπορεί να χρησιμοποιείται για διασυνοριακές συναλλαγές σε ολόκληρη την Ένωση, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί, συνεπώς, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που προβλέπεται στο συγκεκριμένο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτού του στόχου.
(37) Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικότερα τα άρθρα 16, 38 και 47,
1. Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι η βελτίωση των συνθηκών για την εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, μέσω της θέσπισης στο πλαίσιο της έννομης τάξης κάθε κράτους μέλουςενός ενιαίου συνόλου κανόνων στον τομέα του δικαίου των συμβάσεων, σύμφωνα με το περιεχόμενο του Τίτλου ΙΙ (στο εξής: «κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων»). Οι κανόνες αυτοί μπορούν να χρησιμοποιούνται για τις διασυνοριακές συναλλαγές που έχουν ως αντικείμενο την πώληση αγαθών, την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου ή την παροχή συναφών υπηρεσιών, οι οποίες συνάπτονται εξ αποστάσεως και ιδίως επιγραμμικά, κατόπιν συμφωνίας των μερών μιας σύμβασης. [Τροπολογία 26]
2. Ο παρών κανονισμός επιτρέπει στους εμπόρους, και ειδικότερα στις μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), να βασίζονται σε κοινό σύνολο κανόνων και να χρησιμοποιούν τους ίδιους συμβατικούς όρους για όλες τις διασυνοριακές συναλλαγές τους, γεγονός που θα ελαττώσει τα περιττά έξοδα και συγχρόνως θα παράσχει υψηλό βαθμό ασφάλειας δικαίου. [Τροπολογία 27]
3. Σε σχέση με συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ εμπόρων και καταναλωτών, ο παρών κανονισμός περιλαμβάνει ολοκληρωμένο σύνολο κανόνων για την προστασία του καταναλωτή, με στόχο να διασφαλισθεί υψηλό επίπεδο προστασίας του καταναλωτή, να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των καταναλωτών στην εσωτερική αγορά και να ενθαρρυνθούν οι καταναλωτές να προβαίνουν σε διασυνοριακές αγορές.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:
α) «σύμβαση», συμφωνία με την οποία επιδιώκεται να προκύψουν υποχρεώσεις ή άλλα έννομα αποτελέσματα·
β) «καλή πίστη και χρηστά συναλλακτικά ήθη», πρότυπο συμπεριφοράς που χαρακτηρίζεται από τιμιότητα, διαφάνεια και συνεκτίμηση των συμφερόντων του έτερου μέρους της εκάστοτε συναλλαγής ή σχέσης· [Τροπολογία 28]
γ) «ζημία», οικονομική ζημία και μη οικονομική ζημία με τη μορφή σωματικής και ψυχικής οδύνης εξαιρουμένων άλλων μορφών μη οικονομικής ζημίας όπως η υποβάθμιση της ποιότητας ζωής και η απώλεια απόλαυσης· [Τροπολογία 29]
δ) «τυποποιημένοι συμβατικοί όροι», συμβατικοί όροι που έχουν συνταχθεί εκ των προτέρων για περισσότερες συναλλαγές στις οποίες συμμετέχουν διαφορετικά μέρη, και οι οποίοι δεν έχουν αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης από τα μέρη κατά την έννοια του άρθρου 7 του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων· [Τροπολογία 30]
ε) «έμπορος», κάθε φυσικό πρόσωπο ή κάθε νομικό πρόσωπο, ανεξάρτητα απότο εάν διέπεται από το ιδιωτικό ή δημόσιο δίκαιο, το οποίο ενεργεί για σκοπούς που εμπίπτουν στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής, βιοτεχνικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας οι οποίοι σχετίζονται με την εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή επαγγελματική του δραστηριότητα σε σχέση με συμβάσεις· [Τροπολογία 31]
στ) «καταναλωτής», κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί για σκοπούς που δεν εμπίπτουν στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής, βιοτεχνικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας· όταν η σύμβαση συνάπτεται για σκοπούς ευρισκόμενους εν μέρει εντός και εν μέρει εκτός των εμπορικών δραστηριοτήτων του, η δε εμπορική σκοπιμότητα είναι τόσο περιορισμένη ώστε να μην έχει εξέχουσα θέση στο γενικό πλαίσιο της σύμβασης, το εν λόγω πρόσωπο θεωρείται επίσης καταναλωτής· [Τροπολογία 32]
στα) «πάροχος υπηρεσίας», ο πωλητής αγαθών ή ο προμηθευτής ψηφιακού περιεχομένου που αναλαμβάνει την υποχρέωση να παράσχει σε πελάτη υπηρεσία συναφή προς τα εν λόγω αγαθά ή το εν λόγω ψηφιακό περιεχόμενο· [Τροπολογία 33]
στβ) «πελάτης», κάθε πρόσωπο που αγοράζει συναφή υπηρεσία· [Τροπολογία 34]
στγ) «δανειστής», πρόσωπο το οποίο έχει δικαίωμα στην εκτέλεση υποχρέωσης, χρηματικής ή μη, από άλλο πρόσωπο, δηλαδή από τον οφειλέτη· [Τροπολογία 35]
στδ) «οφειλέτης», πρόσωπο το οποίο υπέχει υποχρέωση, χρηματική ή μη, έναντι άλλου προσώπου, δηλαδή έναντι του δανειστή· [Τροπολογία 36]
στε) «καλή πίστη και χρηστά συναλλακτικά ήθη», πρότυπο συμπεριφοράς που χαρακτηρίζεται από τιμιότητα, διαφάνεια και, στον βαθμό που απαιτείται, εύλογη συνεκτίμηση των συμφερόντων του έτερου μέρους της εκάστοτε συναλλαγής ή σχέσης· [Τροπολογία 37]
στστ) «τυποποιημένοι συμβατικοί όροι», συμβατικοί όροι που έχουν συνταχθεί εκ των προτέρων για περισσότερες συναλλαγές στις οποίες συμμετέχουν διαφορετικά μέρη, και οι οποίοι δεν έχουν αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης από τα μέρη κατά την έννοια του άρθρου 7 του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων· [Τροπολογία 38]
στζ) «ζημία», οικονομική ζημία και μη οικονομική ζημία με τη μορφή σωματικής και ψυχικής οδύνης εξαιρουμένων άλλων μορφών μη οικονομικής ζημίας όπως η υποβάθμιση της ποιότητας ζωής και η απώλεια απόλαυσης· [Τροπολογία 39]
ζ) «αποζημίωση», χρηματικό ποσό που ενδεχομένως δικαιούται ένα πρόσωπο ως αντιστάθμιση απώλειας, ζημίας ή βλάβης·
ζα) «κανόνας υποχρεωτικής ισχύος», κάθε διάταξη της οποίας την εφαρμογή τα συμβαλλόμενα μέρη δεν δύνανται να αποκλείσουν ούτε να παρεκκλίνουν από αυτήν ούτε να μεταβάλουν τα αποτελέσματά της· [Τροπολογία 40]
ζβ) «υποχρέωση», παροχή την οποία ένα μέρος έννομης σχέσης οφείλει σε ένα άλλο μέρος και την εκτέλεση της οποίας το έτερο αυτό μέρος δικαιούται να αξιώσει· [Τροπολογία 41]
ζγ) «ρητώς», σε σχέση με δήλωση ή συμφωνία που έχει πραγματοποιηθεί ξεχωριστά από άλλες δηλώσεις ή συμφωνίες και δυνάμει θετικής και σαφούς συμπεριφοράς, συμπεριλαμβανομένης της συμπλήρωσης ενός τετραγωνιδίου ή της ενεργοποίησης ενός διακόπτη ή μιας παρόμοιας λειτουργίας· [Τροπολογία 42]
η) «αγαθά», κάθε ενσώματο κινητό αντικείμενο· εξαιρούνται:
(i) η ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο· και
(ii) το νερό και οι λοιποί τύποι αερίου, εκτός αν προσφέρονται προς πώληση σε περιορισμένο όγκο ή καθορισμένη ποσότητα·
θ) «τίμημα», χρήματα που οφείλονται ως αντάλλαγμα για την πώληση αγαθών, την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου ή την παροχή συναφούς υπηρεσίας·
ι) «ψηφιακό περιεχόμενο», δεδομένα τα οποία παράγονται και παρέχονται σε ψηφιακή μορφή, είτε με βάση προδιαγραφές που έχει καθορίσει ο αγοραστής είτε όχι, περιλαμβανομένων των εξής: περιεχομένου βίντεο, ακουστικού περιεχομένου ή περιεχομένου που συνίσταται σε εικόνα ή γραπτό ψηφιακό περιεχόμενο, ψηφιακών παιγνιδιών, λογισμικού και ψηφιακού περιεχομένου το οποίο επιτρέπει την εξατομίκευση υπάρχοντος υλισμικού ή λογισμικού· εξαιρούνται τα εξής:
(i) χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, περιλαμβανομένων των επιγραμμικών τραπεζικών υπηρεσιών·
(ii) νομικές ή χρηματοοικονομικές συμβουλές οι οποίες παρέχονται σε ηλεκτρονική μορφή·
(iv) υπηρεσίες και δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς επίσης συναφείς εγκαταστάσεις και υπηρεσίες·
(v) τυχερά παιγνίδια·
(vi) δημιουργία νέου ψηφιακού περιεχομένου και τροποποίηση υπάρχοντος ψηφιακού περιεχομένου από καταναλωτές και κάθε άλλη ενασχόληση με τις δημιουργίες άλλων χρηστών·
ια) «σύμβαση πώλησης», κάθε σύμβαση βάσει της οποίας ένας έμπορος («πωλητής») μεταβιβάζει ή αναλαμβάνει την υποχρέωση να μεταβιβάσει την κυριότητα αγαθών σε άλλο πρόσωπο («αγοραστής»), ενώ ο αγοραστής καταβάλλει ή αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει το τίμημα· η έννοια καλύπτει επίσης τις συμβάσεις με αντικείμενο την προμήθεια αγαθών που πρόκειται να κατασκευασθούν ή να παραχθούν, ενώ εξαιρούνται οι συμβάσεις αναγκαστικής εκποίησης και εν γένει οι συμβάσεις οι οποίες περιλαμβάνουν την άσκηση δημόσιας εξουσίας·
ιβ) «σύμβαση πώλησης με καταναλωτή», σύμβαση πώλησης όπου ο πωλητής είναι έμπορος και ο αγοραστής είναι καταναλωτής·
ιγ) «συναφής υπηρεσία», κάθε υπηρεσία η οποία σχετίζεται με αγαθά ή ψηφιακό περιεχόμενο, π.χ. αποθήκευση ή κάθε άλλη επεξεργασία, όπως,π.χ., εγκατάσταση, συντήρηση,ή επισκευή ή κάθε άλλη επεξεργασία, και η οποία παρέχεται από τον πωλητή των αγαθών ή από τον προμηθευτή του ψηφιακού περιεχομένου βάσει σύμβασης πώλησης ή σύμβασης προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου ή αυτοτελούς σύμβασης παροχής συναφών υπηρεσιών η οποία συνήφθη ταυτόχρονα με τη σύμβαση πώλησης ή τη σύμβαση προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου ή προβλέπεται, ακόμη και ως επιλογή, στη σύμβαση πώλησης ή στη σύμβαση για την παροχή ψηφιακού περιεχομένου· εξαιρούνται τα εξής: [Τροπολογία 44]
(i) μεταφορικές υπηρεσίες,
(ii) υπηρεσίες κατάρτισης, [Τροπολογία 45]
(iii) υπηρεσίες υποστήριξης τηλεπικοινωνιών, και
(iv) χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, μεταξύ των οποίων οι υπηρεσίες πληρωμών και η έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος καθώς και οι πάσης φύσεως ασφαλίσεις αγαθών και ψηφιακού περιεχομένου ή άλλες· [Τροπολογία 46]
ιδ) «πάροχος υπηρεσίας», ο πωλητής αγαθών ή ο προμηθευτής ψηφιακού περιεχομένου που αναλαμβάνει την υποχρέωση να παράσχει σε πελάτη υπηρεσία συναφή προς τα εν λόγω αγαθά ή το εν λόγω ψηφιακό περιεχόμενο· [Τροπολογία 47]
ιε) «πελάτης», κάθε πρόσωπο που αγοράζει συναφή υπηρεσία· [Τροπολογία 48]
ιστ) «σύμβαση εξ αποστάσεως», κάθε σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή ή ενός άλλου εμπόρου στο πλαίσιο οργανωμένου καθεστώτος πωλήσεων εξ αποστάσεως η οποία συνάπτεται χωρίς την ταυτόχρονη αυτοπρόσωπη παρουσία του εμπόρου, ή, στην περίπτωση πουόταν ο έμπορος είναι νομικό πρόσωπο, φυσικού προσώπου που αντιπροσωπεύει τον έμπορο και του καταναλωτή ή ενός άλλου εμπόρου, με αποκλειστική χρήση ενός ή περισσοτέρων μέσων επικοινωνίας εξ αποστάσεως μέχρι τον χρόνο σύναψης της σύμβασης και κατά τη διάρκεια αυτής· [Τροπολογία 49]
ιζ) «σύμβαση εκτός εμπορικού καταστήματος», κάθε σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή:
(i) η οποία συνάπτεται με την ταυτόχρονη αυτοπρόσωπη παρουσία του εμπόρου, ή, στην περίπτωση που ο έμπορος είναι νομικό πρόσωπο, φυσικού προσώπου που αντιπροσωπεύει τον έμπορο και του καταναλωτή σε τόπο που δεν είναι το εμπορικό κατάστημα του εμπόρου, ή συνάπτεται βάσει πρότασης του καταναλωτή υπό τις ίδιες περιστάσεις· ή
(ii) η οποία συνάπτεται στο εμπορικό κατάστημα του εμπόρου ή με κάθε μέσο επικοινωνίας εξ αποστάσεως αμέσως αφού ο έμπορος απευθυνθεί προσωπικά και ατομικά στον καταναλωτή σε τόπο που δεν είναι το εμπορικό κατάστημα του εμπόρου με την ταυτόχρονη αυτοπρόσωπη παρουσία του εμπόρου, ή, στην περίπτωση που ο έμπορος είναι νομικό πρόσωπο, φυσικού προσώπου που αντιπροσωπεύει τον έμπορο και του καταναλωτή· ή
(iii) η οποία συνάπτεται κατά τη διάρκεια εκδρομής που διοργανώνεται από τον έμπορο ή, στην περίπτωση που ο έμπορος είναι νομικό πρόσωπο, το φυσικό πρόσωπο που αντιπροσωπεύει τον έμπορο με σκοπό ή αποτέλεσμα την προώθηση και πώληση αγαθών ή την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου ή την παροχή συναφών υπηρεσιών στον καταναλωτή· [Τροπολογία 50]
ιη) «εμπορικό κατάστημα»:
(i) κάθε ακίνητο κατάστημα λιανικής πώλησης όπου ένας έμπορος ασκεί τη δραστηριότητά του σε μόνιμη βάση, ή
(ii) κάθε κινητό κατάστημα λιανικής πώλησης όπου ένας έμπορος ασκεί τη δραστηριότητά του σε συνήθη βάση· [Τροπολογία 51]
ιθ) «εμπορική εγγύηση», κάθε ανάληψη υποχρέωσης από έμπορο ή παραγωγό («εγγυητής») έναντι του καταναλωτή, επιπλέον των νομικών υποχρεώσεων βάσει του άρθρου 106 σε περίπτωση μητης νομικής του υποχρέωσης σχετικά με την εγγύηση συμμόρφωσης, για επιστροφή του καταβληθέντος τιμήματος, ή αντικατάσταση,ή επισκευή αγαθών ή ψηφιακού περιεχομένουψηφιακών περιεχομένων ή παροχή συναφούς με αυτά υπηρεσίας με οποιονδήποτε τρόπο, αν δεν πληρούν τις προδιαγραφές ή οποιεσδήποτε άλλες απαιτήσεις που δεν αφορούν τη συμμόρφωση και οι οποίες καθορίζονται στη δήλωση εγγύησης ή στη σχετική διαφήμιση που είναι διαθέσιμη κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης ή πριν από αυτή· [Τροπολογία 52]
ιθα) «επισκευή», η επεξεργασία σε περίπτωση έλλειψης συμμόρφωσης των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου προκειμένου να συμμορφωθούν με τους όρους της σύμβασης· [Τροπολογία 53]
κ) «σταθερό υπόθεμα», κάθε υπόθεμα που παρέχει σε ένα μέρος τη δυνατότητα να αποθηκεύει πληροφορίες που απευθύνονται προσωπικά στο μέρος αυτό, κατά τρόπο ώστε να μπορεί να ανατρέξει σε αυτές μελλοντικά, για το απαιτούμενο από τους σκοπούς των πληροφοριών χρονικό διάστημα, και που επιτρέπει την αμετάβλητη αναπαραγωγή των αποθηκευόμενων πληροφοριών·
κα) «δημόσιος πλειστηριασμός», η μέθοδος πώλησης όπου τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο προτείνονται από τον έμπορο στον καταναλωτή ο οποίος παρίσταται ή στον οποίο δίδεται η δυνατότητα να παρίσταται αυτοπροσώπως στον πλειστηριασμό, μέσω διαφανούς και ανταγωνιστικής διαδικασίας διαγωνισμού που διεξάγεται από εκπλειστηριαστή και όπου ο υπερθεματιστής οφείλει να αγοράσει τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο·
κβ) «κανόνας υποχρεωτικής ισχύος», κάθε διάταξη της οποίας την εφαρμογή τα συμβαλλόμενα μέρη δεν δύνανται να αποκλείσουν ούτε να παρεκκλίνουν από αυτήν ούτε να μεταβάλουν τα αποτελέσματά της· [Τροπολογία 54]
κγ) «δανειστής», πρόσωπο το οποίο έχει δικαίωμα στην εκτέλεση υποχρέωσης, χρηματικής ή μη, από άλλο πρόσωπο, δηλαδή από τον οφειλέτη· [Τροπολογία 55]
κδ) «οφειλέτης», πρόσωπο το οποίο υπέχει υποχρέωση, χρηματική ή μη, έναντι άλλου προσώπου, δηλαδή έναντι του δανειστή· [Τροπολογία 56]
κε) «υποχρέωση», καθήκον εκτέλεσης το οποίο ένα μέρος έννομης σχέσης υπέχει έναντι ενός άλλου μέρους. [Τροπολογία 57]
κε α) «δωρεάν αποκατάσταση», η απαλλαγή από τα απαραίτητα έξοδα που συνεπάγεται η συμμόρφωση του αγαθού και ιδίως το κόστος αποστολής, εργασίας και υλικών. [Τροπολογία 58]
Άρθρο 3
Προαιρετικός χαρακτήρας του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων
Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων που προβλέπονται στα άρθρα 8 και 9, τα μέρη δύνανται να συμφωνήσουν ότι το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων διέπει τις μεταξύ τους διασυνοριακές συμβάσεις με αντικείμενο την πώληση αγαθών, την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου και την παροχή συναφών υπηρεσιών εντός των ορίων του εδαφικού, του καθ’ ύλη και του προσωπικού πεδίου εφαρμογής του εν λόγω δικαίου, κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 4 έως 7. [Τροπολογία 59]
Άρθρο 4
Διασυνοριακές συμβάσεις
1. Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων είναι δυνατό να χρησιμοποιείται για συμβάσεις εξ αποστάσεως που είναι διασυνοριακές συμβάσεις. [Τροπολογία 60]
2. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, μια σύμβαση μεταξύ εμπόρων λογίζεται ως διασυνοριακή σύμβαση εφόσον τα μέρη έχουν τη συνήθη διαμονή τους σε διαφορετικές χώρες, εκ των οποίων η μία τουλάχιστον είναι κράτος μέλος.
3. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, μια σύμβαση μεταξύ ενός εμπόρου κι ενός καταναλωτή λογίζεται ως διασυνοριακή σύμβαση εφόσον:
α) η δηλωθείσα διεύθυνση του καταναλωτή ή η διεύθυνση παράδοσης των αγαθών ή η διεύθυνση χρέωσης βρίσκεται σε χώρα διαφορετική από τη χώρα της συνήθους διαμονής του εμπόρου· και
β) τουλάχιστον μία από τις εν λόγω χώρες είναι κράτος μέλος.
4. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως συνήθης διαμονή εταιρείας ή άλλης ένωσης, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, νοείται ο τόπος της κεντρικής της διοίκησης. Αν ένας έμπορος είναι φυσικό πρόσωπο, ως συνήθης διαμονή του λογίζεται ο κύριος τόπος εγκατάστασής του.
5. Όταν η σύμβαση συνάπτεται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων υποκαταστήματος, αντιπροσωπίας ή οποιασδήποτε άλλης εγκατάστασης ενός εμπόρου, ως τόπος της συνήθους διαμονής του εμπόρου νοείται ο τόπος στον οποίο βρίσκεται το υποκατάστημα, η αντιπροσωπία ή η οποιαδήποτε άλλη εγκατάσταση.
6. Προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσον δεδομένη σύμβαση είναι διασυνοριακή, κρίσιμο χρονικό σημείο είναι ο χρόνος σύναψης της συμφωνίας για τη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων.
Άρθρο 5
Συμβάσεις για τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιείται το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων
Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων μπορεί να χρησιμοποιείται για συμβάσεις εξ αποστάσεως, συμπεριλαμβανομένων επιγραμμικών συμβάσεων, όπως είναι: [Τροπολογία 61]
α) συμβάσεις πώλησης·
β) συμβάσεις με αντικείμενο την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου, είτε αυτό παρέχεται επί υλικού υποθέματος είτε όχιμε άλλα μέσα, το οποίο μπορεί να αποθηκευθεί, να υποστεί επεξεργασία ή να προσπελασθεί, και να επαναχρησιμοποιηθεί από τον χρήστη, είτε το ψηφιακό περιεχόμενο παρέχεται έναντι της καταβολής τιμήματος είτε όχιέναντι αντιπαροχής που δεν συνίσταται στην καταβολή τιμήματος ή που δεν παρέχεται έναντι οποιασδήποτε άλλης αντιπαροχής· [Τροπολογία 62]
γ) συμβάσεις με αντικείμενο την παροχή συναφών υπηρεσιών, χωρίς να έχει σημασία αν συμφωνήθηκε ή όχι αυτοτελές τίμημα για τις συναφείς υπηρεσίες.
Άρθρο 6
Αποκλεισμός των συμβάσεωνΣυνδεδεμένες συμβάσεις και συμβάσεις μεικτού σκοπού και των συμβάσεων που συνδέονται με καταναλωτική πίστη [Τροπολογία 63]
1. Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων δεν επιτρέπεταιμπορεί επίσης να χρησιμοποιείται:για συμβάσεις μεικτού σκοπού οι οποίες περιλαμβάνουν
α) σε περιπτώσεις που μία σύμβαση που διέπεται από το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων συνδέεται με άλλη σύμβαση πλην της σύμβασης πώλησης, της σύμβασης προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου ή της σύμβασης παροχής συναφών υπηρεσιών, ή
β) σε περιπτώσεις που μία σύμβαση περιλαμβάνει άλλα στοιχεία πλην της πώλησης αγαθών, της προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου και της παροχής συναφών υπηρεσιών κατά την έννοια του άρθρου 5, υπό τον όρο ότι τα εν λόγω στοιχεία μπορούν να κατατμηθούν και ότι είναι δυνατόν να καταλογισθεί ένα μέρος του τιμήματος σε μέρος της σύμβασης. [Τροπολογία 64]
1α. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), οι συνδεδεμένες συμβάσεις διέπονται κατά τα λοιπά από το εφαρμοστέο δίκαιο. [Τροπολογία 65]
1β. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), και
α) όταν, στο πλαίσιο της σύμβασης που διέπεται από το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων, ουδέν εκ των μερών ασκεί ένα δικαίωμα, ένα έννομο βοήθημα ή ένα μέσο άμυνας, ή όταν η σύμβαση αυτή είναι άκυρη ή μη δεσμευτική, τα αποτελέσματα της συνδεδεμένης σύμβασης καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο που διέπει τη συνδεδεμένη σύμβαση· [Τροπολογία 66]
β) όταν, στο πλαίσιο της συνδεδεμένης σύμβασης, ουδέν εκ των μερών ασκεί ένα δικαίωμα, ένα έννομο βοήθημα ή ένα μέσο άμυνας, ή όταν η σύμβαση είναι άκυρη ή μη δεσμευτική σύμφωνα με το εφαρμοστέο στη σύμβαση αυτή εθνικό δίκαιο, οι υποχρεώσεις των μερών από τη σύμβαση που διέπεται από το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων δεν θίγονται, εκτός εάν ένα μέρος θα είχε συνάψει τη διεπόμενη από το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων σύμβαση αυτή μόνο λόγω της συνδεδεμένης σύμβασης ή θα είχε προβεί στη σύναψη αυτή μόνο με θεμελιωδώς διαφορετικούς συμβατικούς όρους· στην περίπτωση αυτή, το μέρος δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση που διέπεται από το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων. [Τροπολογία 67]
1γ. Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 στοιχείο β), τα λοιπά στοιχεία της σύμβασης θεωρούνται ότι έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο μιας συνδεδεμένης σύμβασης. [Τροπολογία 68]
2. Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για συμβάσεις μεταξύ ενός εμπόρου και ενός καταναλωτή όπου ο έμπορος χορηγεί ή υπόσχεται να χορηγήσει στον καταναλωτή πίστωση υπό τη μορφή αναβολής πληρωμής, δανείου ή άλλης παρόμοιας χρηματοπιστωτικής διευκόλυνσης. Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για συμβάσεις μεταξύ ενός εμπόρου και ενός καταναλωτή όπου αγαθά, ψηφιακό περιεχόμενο ή συναφείς υπηρεσίες του ίδιου είδους παρέχονται σε διαρκή βάση, και ο καταναλωτής πληρώνει για τα εκάστοτε αγαθά, το ψηφιακό περιεχόμενο ή τις συναφείς υπηρεσίες με δόσεις κατά τη διάρκεια της παροχής. [Τροπολογία 69]
Άρθρο 7
Συμβαλλόμενα μέρη
1. Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων επιτρέπεται να χρησιμοποιείται μόνον εφόσον ο πωλητής των αγαθών ή ο προμηθευτής του ψηφιακού περιεχομένου είναι έμπορος. Οσάκις όλα τα μέρη μιας σύμβασης είναι έμποροι, το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί εφόσον ένα τουλάχιστον από τα μέρη είναι μικρή ή μεσαία επιχείρηση («ΜΜΕ»).
2. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως ΜΜΕ λογίζεται ένας έμπορος ο οποίος:
α) απασχολεί λιγότερα από 250 άτομα· και
β) πραγματοποιεί ετήσιο κύκλο εργασιών που δεν υπερβαίνει τα 50 εκατομμύρια ευρώ ή έχει ετήσιο συνολικό ισολογισμό που δεν υπερβαίνει τα 43 εκατομμύρια ευρώ, ή, αν πρόκειται για ΜΜΕ η οποία έχει τη συνήθη διαμονή της σε κράτος μέλος το οποίο δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ ή σε τρίτη χώρα, τα αντίστοιχα ποσά στο νόμισμα του εν λόγω κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας. [Τροπολογία 70]
Άρθρο 8
Συμφωνία σχετικά με τη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων
1. Η χρησιμοποίηση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων προϋποθέτει σχετική συμφωνία των μερών. Η ύπαρξη τέτοιας συμφωνίας και η εγκυρότητά της κρίνονται με βάση τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, το άρθρο 9, καθώς και με βάση τις συναφείς διατάξεις του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων.
2. Στις σχέσεις μεταξύ ενός εμπόρου και ενός καταναλωτή, η συμφωνία σχετικά με τη χρησιμοποίηση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων είναι έγκυρη μόνον εφόσον η συναίνεση του καταναλωτή δίδεται με ρητή δήλωση η οποία είναι αυτοτελής σε σχέση με τη δήλωση του καταναλωτή ότι συμφωνεί να συνάψει τη σύμβαση και εφόσον πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 9. Ο έμπορος παρέχει στον καταναλωτή επιβεβαίωση της εν λόγω συμφωνίας επί σταθερού υποθέματος. [Τροπολογία 71]
3. Στις σχέσεις μεταξύ ενός εμπόρου και ενός καταναλωτή, το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων δεν επιτρέπεται να επιλεγεί εν μέρει, αλλά μόνο στο σύνολό του. Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρων, το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων μπορεί να χρησιμοποιηθεί εν μέρει, υπό την προϋπόθεση ότι ο αποκλεισμός των αντίστοιχων διατάξεων δεν απαγορεύεται σε αυτό. [Τροπολογία 72]
Άρθρο 9
Τυποποιημένο ενημερωτικό σημείωμα στην περίπτωση σύμβασης μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή
1. Επιπλέον των υποχρεώσεων παροχής πληροφοριών πριν από τη σύναψη της σύμβασης οι οποίες καθορίζονται στο κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων, στις σχέσεις μεταξύ ενός εμπόρου και ενός καταναλωτή, ο έμπορος εφιστά την προσοχή του καταναλωτή στη σκοπούμενη εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων πριν από τη σύναψη της σύμβασης, παρέχοντας με σαφή τρόπο στον καταναλωτή το ενημερωτικό σημείωμα του παραρτήματος. Σε περίπτωση που η συμφωνία σχετικά με τη χρησιμοποίηση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων συνάπτεται τηλεφωνικώς ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο ο οποίος δεν επιτρέπει την παροχή του ενημερωτικού σημειώματος στον καταναλωτή, ή σε περίπτωση που ο έμπορος έχει παραλείψει να παράσχει το ενημερωτικό σημείωμα, ο καταναλωτής δεν δεσμεύεται από τη συμφωνία μέχρι να λάβει την επιβεβαίωση η οποία προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 συνοδευόμενη από το ενημερωτικό σημείωμα και, ακολούθως, να δηλώσει ρητώς ότι συμφωνεί με τη χρησιμοποίηση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων.
2. Το ενημερωτικό σημείωμα που αναφέρεται στην παράγραφο 1, οσάκις παρέχεται υπό ηλεκτρονική μορφή, περιέχει ηλεκτρονικό σύνδεσμο ή, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, αναγραφή του δικτυακού τόπου μέσω του οποίου παρέχεται ατελώς πρόσβαση στις διατάξεις του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων.
Άρθρο 10
Κυρώσεις για παραβάσεις ειδικών απαιτήσεων
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κυρώσεις για τις παραβάσεις από πλευράς εμπόρων, στις σχέσεις τους με καταναλωτές, των απαιτήσεων που καθορίζονται στα άρθρα 8 και 9 και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για τη διασφάλιση της επιβολής των κυρώσεων αυτών. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν τις σχετικές διατάξεις στην Επιτροπή το αργότερο ...(11) και γνωστοποιούν κάθε επακόλουθη μεταβολή το νωρίτερο δυνατό.
Άρθρο 11
Συνέπειες της χρησιμοποίησης του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων
1. Σε περίπτωση που τα μέρη έχουν εγκύρως συμφωνήσει να χρησιμοποιήσουν το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων για τη μεταξύ τους σύμβαση, το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων διέπει κατ’ αποκλειστικότητα τα ζητήματα τα οποία ρυθμίζονται με τις διατάξεις του.,Υπό την προϋπόθεση ότι η σύμβαση συνήφθη πράγματι, το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων διέπει επίσης τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών πριν από τη σύναψη της σύμβασης, καθώς και τα έννομα βοηθήματα τα οποία προβλέπονται σε περίπτωση αθέτησης των υποχρεώσεων αυτών.και όχι το καθεστώς του δικαίου των συμβάσεων το οποίο, χωρίς μια τέτοια συμφωνία, θα ρύθμιζε τη σύμβαση εντός της έννομης τάξης, το δίκαιο της οποίας έχει οριστεί ως εφαρμοστέο. [Τροπολογία 73]
1α. Όταν τα μέρη προβαίνουν σε διαπραγματεύσεις ή λαμβάνουν άλλα προπαρασκευαστικά μέτρα για τη σύναψη μιας σύμβασης με αναφορά στο κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων, το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων ισχύει και για την τήρηση των υποχρεώσεων προσυμβατικής παροχής πληροφοριών και για τα έννομα βοηθήματα σε περίπτωση παραβίασής τους καθώς και σε σχέση με άλλα ζητήματα που έχουν σημασία πριν από τη σύναψη της σύμβασης.
Η εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο δεν θίγει το ισχύον σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις περί συγκρούσεων νόμων δίκαιο, όταν ο έμπορος έχει επικαλεσθεί και άλλες έννομες τάξεις. [Τροπολογία 74]
Άρθρο 11α
Ζητήματα που καλύπτονται από το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων
1. Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων διέπει μέσω των διατάξεών του τα ακόλουθα ζητήματα:
α) τις προσυμβατικές υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών·
β) τη σύναψη μιας σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων τύπου·
γ) το δικαίωμα υπαναχώρησης και τις συνέπειές του·
δ) την ακύρωση της σύμβασης λόγω πλάνης, απάτης, απειλής ή αθέμιτης εκμετάλλευσης και τις συνέπειές της·
ε) την ερμηνεία·
στ) περιεχόμενο και αποτελέσματα, περιλαμβανομένων και εκείνων της σχετικής σύμβασης·
ζ) την αξιολόγηση και τις συνέπειες καταχρηστικών συμβατικών όρων·
η) τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών·
θ) τα έννομα βοηθήματα για την μη εκτέλεση·
ι) την απόδοση μετά από ακύρωση ή καταγγελία καθώς και σε περίπτωση μη δεσμευτικής σύμβασης·
ια) την παραγραφή και τον αποκλεισμό από τα δικαιώματα·
ιβ) τις προβλεπόμενες κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης των υποχρεώσεων και των καθηκόντων που απορρέουν στο πλαίσιο της εφαρμογής του. [Τροπολογία 75]
2. Τα ζητήματα που δεν ρυθμίζονται από το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων διέπονται από τους σχετικούς κανόνες του εθνικού δικαίου που ισχύει δυνάμει των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 593/2008 και (ΕΚ) αριθ. 864/2007 ή κάποιου άλλου σχετικού κανόνα σύγκρουσης νόμων. Στα ζητήματα αυτά περιλαμβάνονται:
α) η νομική προσωπικότητα·
β) η ακυρότητα μιας σύμβασης λόγω έλλειψης δικαιοπρακτικής ικανότητας, παράνομου ή αντίθετου προς τα χρηστά συναλλακτικά ήθη χαρακτήρα της σύμβασης, εκτός εάν οι λόγοι του παράνομου/αντίθετου προς τα χρηστά συναλλακτικά ήθη χαρακτήρα ρυθμίζονται στο κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων·
γ) ο καθορισμός της γλώσσας της σύμβασης·
δ) η απαγόρευση της διακριτικής μεταχείρισης·
ε) η εκπροσώπηση·
στ) η πλειονότητα οφειλετών και δανειστών, καθώς και η αλλαγή των μερών, συμπεριλαμβανομένης της εκχώρησης·
ζ) ο συμψηφισμός και η συγχώνευση·
η) η σύσταση, η απόκτηση ή ημεταβίβαση κυριότητας ή άλλων δικαιωμάτων επί ακινήτων·
θ) το δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας· και
ι) το δίκαιο των αδικοπραξιών καθώς και το ζήτημα του κατά πόσον μπορούν να ασκηθούν σωρευτικά συντρέχουσες αξιώσεις λόγω συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης. [Τροπολογία 76]
3. Το παρόν άρθρο δεν θίγει τους κανόνες αναγκαστικής ισχύος ενός μη κράτους μέλους, οι οποίοι θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες περί σύγκρουσης νόμων. [Τροπολογία 77]
Άρθρο 12
Απαιτήσεις παροχής πληροφοριών οι οποίες απορρέουν από την οδηγία σχετικά με τις υπηρεσίες
Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών που καθορίζονται σε εθνικούς νόμους οι οποίοι έχουν ως σκοπό τη μεταφορά των διατάξεων της οδηγίας 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και οι οποίοι συμπληρώνουν τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών που καθορίζονται στο κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων.
Άρθρο 13
Προαιρετικές επιλογές των κρατών μελών
Ένα κράτος μέλος δύναται να αποφασίσει ότι το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων είναι δυνατό να χρησιμοποιείται για:
α) συμβάσεις όπου η συνήθης διαμονή των εμπόρων ή, αν πρόκειται για σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, η συνήθης διαμονή του εμπόρου, η διεύθυνση που έχει δηλώσει ο καταναλωτής, η διεύθυνση παράδοσης των αγαθών και η διεύθυνση χρέωσης βρίσκονται στο εν λόγω κράτος μέλος· και/ή
β) συμβάσεις όπου όλα τα μέρη είναι έμποροι εκ των οποίων κανείς δεν είναι ΜΜΕ κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 2.
Άρθρο 14
Γνωστοποίηση των δικαστικών αποφάσεων που εφαρμόζουν τον παρόντα κανονισμό
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελεσίδικες αποφάσεις δικαστηρίων τους οι οποίες εφαρμόζουν τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού γνωστοποιούνται αμελλητί στην Επιτροπή.
2. Η Επιτροπή συγκροτεί σύστημα το οποίο επιτρέπει την πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 δικαστικές αποφάσεις, καθώς και στις συναφείς αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το κοινό έχει πρόσβαση στο σύστημα αυτό. [Τροπολογία 78]
Άρθρο 15
Επανεξέταση
1. Έως … [4 έτη από την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού], τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ειδικότερα δε σχετικά με τον βαθμό αποδοχής του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων, την έκταση στην οποία οι διατάξεις του έδωσαν λαβή για νομικές διαφορές και την κατάσταση των πραγμάτων όσον αφορά τις διαφορές του επιπέδου προστασίας του καταναλωτή μεταξύ του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων και του εκάστοτε εθνικού δικαίου. Τα εν λόγω στοιχεία πρέπει να περιλαμβάνουν ολοκληρωμένη επισκόπηση της νομολογίας των εθνικών δικαστηρίων με την οποία ερμηνεύονται οι διατάξεις του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων.
2. Έως … [5 έτη από την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού], η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αναλυτική έκθεση στην οποία επανεξετάζεται η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, με γνώμονα, μεταξύ άλλων, την ανάγκη περαιτέρω επέκτασης του πεδίου εφαρμογής σε σχέση με τις συμβάσεις μεταξύ επιχειρήσεων, τις εξελίξεις που θα έχουν σημειωθεί στην αγορά και στην τεχνολογία σε σχέση με το ψηφιακό περιεχόμενο, και τις μελλοντικές εξελίξεις του κεκτημένου της Ένωσης. [Τροπολογία 79]
Άρθρο 16
Έναρξη ισχύος και εφαρμογή
1. Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2. Εφαρμόζεται από την [ 6 μήνες μετά την έναρξη της ισχύος του].
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. [Τροπολογία 80]
...,
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος [Τροπολογία 80]
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
ΚΟΙΝΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΠΩΛΗΣΕΩΝ
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
Μέρος I: Εισαγωγικές διατάξεις 5
Κεφάλαιο 1: Γενικές αρχές και εφαρμογή 5
Τμήμα 1: Γενικές αρχές 5
Τμήμα 2: Εφαρμογή 5
Μέρος II: Σύναψη δεσμευτικής σύμβασης 5
Κεφάλαιο 2: Προσυμβατικές πληροφορίες 5
Τμήμα 1: Προσυμβατικές πληροφορίες που πρέπει να δοθούν από έμπορο που συναλλάσσεται με καταναλωτή 5
Τμήμα 2: Προσυμβατικές πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από έμπορο που συναλλάσσεσαι με άλλο έμπορο 5
Τμήμα 3: Συμβάσεις που συνάπτονται με ηλεκτρονικά μέσα 5
Τμήμα 4: Υποχρέωση εξασφάλισης της ακρίβειας των παρεχόμενων πληροφοριών 5
Τμήμα 5: Έννομα βοηθήματα σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων παροχής πληροφοριών 5
Κεφάλαιο 3: Σύναψη σύμβασης 5
Κεφάλαιο 4: Δικαίωμα υπαναχώρησης σε συμβάσεις εξ αποστάσεως και συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος μεταξύ εμπόρων και καταναλωτών 5
Κεφάλαιο 5: Ελαττώματα βούλησης 5
Μέρος III: Αξιολόγηση του περιεχομένου της σύμβασης 5
Κεφάλαιο 6: Ερμηνεία 5
Κεφάλαιο 7: Περιεχόμενο και αποτελέσματα 5
Κεφάλαιο 8: Καταχρηστικοί συμβατικοί όροι 5
Τμήμα 1: Γενικές διατάξεις 5
Τμήμα 2: Καταχρηστικοί όροι συμβάσεων μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή 5
Τμήμα 3: Καταχρηστικοί όροι σε συμβάσεις μεταξύ εμπόρων 5
Μέρος IV: Υποχρεώσεις και έννομα βοηθήματα των μερών σύμβασης πώλησης ή σύμβασης προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου 5
Κεφάλαιο 9: Γενικές διατάξεις 5
Κεφάλαιο 10: Υποχρεώσεις του πωλητή 5
Τμήμα 1: Γενικές διατάξεις 5
Τμήμα 2: Παράδοση 5
Τμήμα 3: Συμμόρφωση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου 5
Κεφάλαιο 11: Έννομα βοηθήματα του αγοραστή 5
Τμήμα 1: Γενικές διατάξεις 5
Τμήμα 2: Διόρθωση από μέρους του πωλητή 5
Τμήμα 3: Αξίωση εκτέλεσης 5
Τμήμα 4: Αποχή από την εκτέλεση των υποχρεώσεων του αγοραστή 5
Τμήμα 5: Καταγγελία 5
Τμήμα 6: Μείωση του τιμήματος 5
Τμήμα 7: Απαιτήσεις εξέτασης και γνωστοποίησης σε συμβάσεις μεταξύ εμπόρων 5
Κεφάλαιο 12: Υποχρεώσεις του αγοραστή 5
Τμήμα 1: Γενικές διατάξεις 5
Τμήμα 2: Καταβολή του τιμήματος 5
Τμήμα 3: Παραλαβή των αγαθών 5
Κεφάλαιο 13: Έννομα βοηθήματα του πωλητή 5
Τμήμα 1: Γενικές διατάξεις 5
Τμήμα 2: Αξίωση εκτέλεσης 5
Τμήμα 3: Αποχή από την εκτέλεση των υποχρεώσεων του πωλητή 5
Τμήμα 4: Καταγγελία 5
Κεφάλαιο 14: Μετάθεση του κινδύνου 5
Τμήμα 1: Γενικές διατάξεις 5
Τμήμα 2: Μετάθεση του κινδύνου στο πλαίσιο συμβάσεων πώλησης με καταναλωτή 5
Τμήμα 3: Μετάθεση του κινδύνου στο πλαίσιο συμβάσεων μεταξύ εμπόρων 5
Μέρος V: Υποχρεώσεις και έννομα βοηθήματα των μερών σύμβασης παροχής συναφών υπηρεσιών 5
Κεφάλαιο 15: Υποχρεώσεις και έννομα βοηθήματα των μερών 5
Τμήμα 2: Υποχρεώσεις του παρόχου υπηρεσίας 5
Τμήμα 3: Υποχρεώσεις του πελάτη 5
Τμήμα 4: Έννομα βοηθήματα 5
Μέρος VI: Αποζημίωση και τόκοι 5
Κεφάλαιο 16: Αποζημίωση και τόκοι 5
Τμήμα 1: Αποζημίωση 5
Τμήμα 2: Τόκοι υπερημερίας: γενικές διατάξεις 5
Τμήμα 3: Υπερημερία εμπόρων 5
Μέρος VII: Απόδοση 5
Κεφάλαιο 17: Απόδοση 5
Μέρος VIII: Παραγραφή 5
Κεφάλαιο 18: Παραγραφή 5
Τμήμα 1: Γενικές διατάξεις 5
Τμήμα 2: Προθεσμίες παραγραφής και έναρξη των προθεσμιών αυτών 5
Τμήμα 3: Παράταση των προθεσμιών παραγραφής 5
Τμήμα 4: Διακοπή της παραγραφής 5
Τμήμα 5: Αποτελέσματα της παραγραφής 5
Τμήμα 6: Τροποποίηση με συμφωνία των μερών 5
Προσάρτημα 1 129
Προσάρτημα 2 131 [Τροπολογία 81]
Tίτλος II
Διατάξεις του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων [Τροπολογία 82]
Μέρος I
Εισαγωγικές διατάξεις
Κεφάλαιο 1
Γενικές αρχές και εφαρμογή
Τμήμα 1
Γενικές αρχές
Άρθρο 1
Ελευθερία των συμβάσεων
1. Τα μέρη είναι ελεύθερα να συνάψουν σύμβαση και να καθορίσουν το περιεχόμενό της, με την επιφύλαξη οποιωνδήποτε εφαρμοστέων υποχρεωτικών κανόνων.
2. Τα μέρη δύνανται να αποκλείσουν την εφαρμογή οποιασδήποτε διάταξης του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων ή να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά της ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά, εκτός αν άλλως ορίζεται στις εν λόγω διατάξεις.
Άρθρο 2
Καλή πίστη και χρηστά συναλλακτικά ήθη
1. Κάθε μέρος έχει υποχρέωση να ενεργεί σύμφωνα με την καλή πίστη και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη.
2. Η αθέτηση της υποχρέωσης αυτής δύναται να εμποδίσει το αθετούν μέρος να ασκήσει ή να επικαλεστεί δικαίωμα, έννομο βοήθημα ή μέσο άμυνας το οποίο θα είχε σε άλλη περίπτωση, ή δύναται να καταστήσει το μέρος υπεύθυνο για οποιαδήποτε ζημία προκλήθηκε κατά αυτόν τον τρόπο στο έτερο μέροςαλλά δεν οδηγεί άμεσα σε έννομο βοήθημα σε περίπτωση μη εκπλήρωσης μιας υποχρέωσης. [Τροπολογία 83]
3. Τα μέρη δεν δύνανται να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Άρθρο 3
Συνεργασία
Τα μέρη οφείλουν να συνεργάζονται μεταξύ τους για την εκτέλεση των συμβατικών τους υποχρεώσεων στο βαθμό που αυτό μπορεί να αναμένεται.
Τμήμα 2
Εφαρμογή
Άρθρο 4
Ερμηνεία
1. Το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων πρέπει να ερμηνεύεται αυτοτελώς, σύμφωνα με τους στόχους και τις αρχές που το διέπουν.
2. Ζητήματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων αλλά δεν ρυθμίζονται ρητά από αυτό πρέπει να ρυθμίζονται σύμφωνα με τους στόχους και τις αρχές που διέπουν το δίκαιο αυτό και όλες τις διατάξεις του, χωρίς προσφυγή στο εθνικό δίκαιο που θα εφαρμοζόταν ελλείψει συμφωνίας για τη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων ή σε οποιοδήποτε άλλο δίκαιο.
3. Όταν ένας γενικός κανόνας και ένας ειδικός κανόνας εφαρμόζονται σε συγκεκριμένη κατάσταση που υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του γενικού κανόνα, σε περίπτωση σύγκρουσης υπερισχύει ο ειδικός κανόνας.
Άρθρο 5
Εύλογος χαρακτήρας
1. Ο εύλογος χαρακτήρας πρέπει να διαπιστώνεται αντικειμενικά, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και τον σκοπό της σύμβασης, τις συγκεκριμένες περιστάσεις και τις συνήθειες και πρακτικές των σχετικών εμπορικών ή επαγγελματικών κλάδων.
2. Οποιαδήποτε αναφορά σε ό,τι μπορεί να αναμένεται από πρόσωπο, ή σε μια συγκεκριμένη κατάσταση, θεωρείται αναφορά σε ό,τι μπορεί να αναμένεται ευλόγως.
Άρθρο 6
Έλλειψη απαίτησης τύπου
Εκτός αν άλλως ορίζεται στο κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων, μια σύμβαση, δήλωση ή οποιαδήποτε άλλη πράξη που διέπεται από το δίκαιο αυτό δεν απαιτείται να καταρτίζεται ή να αποδεικνύεται με συγκεκριμένο τύπο.
Άρθρο 7
Συμβατικοί όροι που δεν αποτέλεσαν αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης
1. Ένας συμβατικός όρος δεν αποτελεί αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης αν υποδείχθηκε από ένα μέρος και το έτερο μέρος δεν μπόρεσε να επηρεάσει το περιεχόμενό του.
2. Αν ένα μέρος προτείνει στο έτερο μέρος επιλογή μεταξύ περισσότερων συμβατικών όρων, από το γεγονός και μόνο ότι το έτερο μέρος επιλέγει έναν όρο από τους προταθέντες δεν συνάγεται ότι ο εν λόγω όρος αποτελεί αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης.
3. Το μέρος που ισχυρίζεται ότι ένας συμβατικός όρος που υποδείχθηκε ως τμήμα τυποποιημένων συμβατικών όρων αποτέλεσε έκτοτε αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης φέρει το βάρος της σχετικής απόδειξης.
4. Σε σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, ο έμπορος φέρει το βάρος της απόδειξης ότι ο συμβατικός όρος που υποδείχθηκε από αυτόν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης.
5. Σε σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, οι συμβατικοί όροι που συντάχθηκαν από τρίτο θεωρούνται ως υποδειχθέντες από τον έμπορο, εκτός αν έχουν εισαχθεί στη σύμβαση από τον καταναλωτή.
Άρθρο 8
Καταγγελία σύμβασης
1. Ως «καταγγελία της σύμβασης» νοείται η παύση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των μερών βάσει της σύμβασης, εξαιρουμένων εκείνων που απορρέουν από οποιονδήποτε συμβατικό όρο ο οποίος προβλέπει την επίλυση των διαφορών ή οποιονδήποτε άλλο συμβατικό όρο ο οποίος πρέπει να ισχύει ακόμα και μετά την καταγγελία.
2. Οι πληρωμές που οφείλονται και η αποζημίωση για οποιαδήποτε μη εκτέλεση πριν από τον χρόνο της καταγγελίας παραμένουν καταβλητέες. Αν η καταγγελία πραγματοποιείται λόγω μη εκτέλεσης ή αναμενόμενης μη εκτέλεσης, το καταγγέλλον μέρος δικαιούται επίσης αποζημίωση αντί της μελλοντικής εκτέλεσης από το έτερο μέρος.
3. Τα αποτελέσματα της καταγγελίας όσον αφορά την αποπληρωμή του τιμήματος και την απόδοση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου και τα υπόλοιπα αποτελέσματα απόδοσης διέπονται από τους κανόνες για την απόδοση που καθορίζονται στο Κεφάλαιο 17.
Άρθρο 9
Συμβάσεις μεικτού σκοπού που περιλαμβάνουν την παροχή συναφών υπηρεσιών [Τροπολογία 84]
1. Όταν μια σύμβαση προβλέπει τόσο την πώληση αγαθών ή την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου όσο και την παροχή συναφούς υπηρεσίας, οι κανόνες του Μέρους IV εφαρμόζονται στις υποχρεώσεις και τα έννομα βοηθήματα των μερών ως πωλητή και αγοραστή αγαθών ή ψηφιακού περιεχομένου, και οι κανόνες του Μέρους V εφαρμόζονται στις υποχρεώσεις και τα έννομα βοηθήματα των μερών ως παρόχου υπηρεσίας και καταναλωτή.
2. Όταν, σε μια σύμβαση που εμπίπτει στην παράγραφο 1, οι υποχρεώσεις του πωλητή και του παρόχου υπηρεσίας βάσει της σύμβασης πρέπει να εκτελεστούν σε αυτοτελή μέρη ή είναι γενικά δυνατό να κατατμηθούν, τότε, αν υφίσταται λόγος καταγγελίας για μη εκτέλεση ενός μέρους της σύμβασης στο οποίο είναι δυνατό να καταλογισθεί ένα μέρος του τιμήματος, ο αγοραστής και ο πελάτης δύνανται να προβούν σε καταγγελία μόνον ως προς το συγκεκριμένο μέρος.
3. Η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται όταν δεν είναι εύλογο να αναμένεται από τον αγοραστή και τον πελάτη να αποδεχθούν την εκτέλεση των υπολοίπων μερών ή η μη εκτέλεση είναι τέτοιας φύσεως ώστε να δικαιολογεί την καταγγελία της σύμβασης στο σύνολό της.
4. Όταν δεν είναι δυνατή η κατάτμηση των υποχρεώσεων του πωλητή και του παρόχου υπηρεσίας βάσει της σύμβασης ή όταν δεν είναι δυνατός ο καταλογισμός μέρους του τιμήματος σε μέρος της σύμβασης, ο αγοραστής και ο πελάτης δύνανται να προβούν σε καταγγελία της σύμβασης μόνον αν η μη εκτέλεση είναι τέτοιας φύσεως ώστε να δικαιολογεί την καταγγελία της σύμβασης στο σύνολό της.
Άρθρο 10
Ειδοποίηση
1. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται όσον αφορά την παροχή ειδοποίησης για οποιονδήποτε σκοπό βάσει των κανόνων του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων και της σύμβασης. Η έννοια της «ειδοποίησης» περιλαμβάνει την ανακοίνωση οποιασδήποτε δήλωσης που προορίζεται να παράγει έννομα αποτελέσματα ή να διαβιβάσει πληροφορίες για έννομο σκοπό. [Τροπολογία 85]
2. Η ειδοποίηση δύναται να παρασχεθεί με οποιονδήποτε τρόπο αρμόζει στις περιστάσεις.
3. Η ειδοποίηση παράγει αποτελέσματα όταν περιέρχεται στον αποδέκτη, εκτός αν προβλέπει καθυστέρηση στα αποτελέσματα.
4. Η ειδοποίηση περιέρχεται στον αποδέκτη:
α) όταν παραδίδεται στον αποδέκτη·
β) όταν παραδίδεται στον τόπο εγκατάστασης του αποδέκτη ή, όταν δεν υπάρχει τέτοιος τόπος εγκατάστασης ή η ειδοποίηση απευθύνεται σε καταναλωτή, στη συνήθη διαμονή του αποδέκτη·
γ) σε περίπτωση ειδοποίησης που διαβιβάζεται με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή μέσω άλλης ατομικής επικοινωνίας, όταν ο αποδέκτης μπορεί να έχει πρόσβαση σ’ αυτή• ή
δ) όταν άλλως διατίθεται στον αποδέκτη σε τόπο και με τρόπο που ο αποδέκτης μπορεί ευλόγως να αποκτήσει πρόσβαση σ’ αυτή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
Η ειδοποίηση περιέρχεται στον αποδέκτη όταν έχει εκπληρωθεί μία από τις απαιτήσεις βάσει των στοιχείων α), β), γ) ή δ), όποια εκπληρωθεί νωρίτερα.
5. Η ειδοποίηση δεν παράγει αποτελέσματα αν η ανάκλησή της περιέλθει στον αποδέκτη πριν από ή ταυτόχρονα με την ειδοποίηση.
6. Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή των παραγράφων 3 και 4 ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά τους ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Άρθρο 11
Υπολογισμός του χρόνου
1. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε σχέση με τον υπολογισμό του χρόνου για κάθε σκοπό δυνάμει του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων. [Τροπολογία 86]
1α. Αν προθεσμία που προσδιορίζεται κατά ημέρες, εβδομάδες, μήνες ή έτη υπολογίζεται από συγκεκριμένο γεγονός, ενέργεια ή χρόνο, η ημέρα κατά την οποία συμβαίνει το γεγονός, πραγματοποιείται η ενέργεια ή φθάνει ο συγκεκριμένος χρόνος δεν εμπίπτει στην εν λόγω προθεσμία. [Τροπολογία 87]
2. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 4, 5 και 7:
α) προθεσμία που προσδιορίζεται κατά ημέρες αρχίζει με την έναρξη της πρώτης ώρας της πρώτης ημέρας και λήγει με την παρέλευση της τελευταίας ώρας της τελευταίας ημέρας της προθεσμίας·
β) προθεσμία που προσδιορίζεται κατά εβδομάδες, μήνες ή έτη αρχίζει με την έναρξη της πρώτης ώρας της πρώτης ημέρας της προθεσμίας και λήγει με την παρέλευση της τελευταίας ώρας της ημέρας της τελευταίας εβδομάδας, του τελευταίου μήνα ή του τελευταίου έτους, που είναι κατά την ονομασία ή τον αριθμό αντίστοιχη με την ημέρα έναρξης της προθεσμίας· με τη διευκρίνηση ότι αν σε προθεσμία που προσδιορίζεται κατά μήνες ή έτη δεν υπάρχει στον τελευταίο μήνα η ημέρα που καθορίζεται για τη λήξη της, η προθεσμία αυτή λήγει με την παρέλευση της τελευταίας ώρας της τελευταίας ημέρας του εν λόγω μήνα.
3. Αν προθεσμία που προσδιορίζεται κατά ημέρες, εβδομάδες, μήνες ή έτη υπολογίζεται από συγκεκριμένο γεγονός, ενέργεια ή χρόνο, η ημέρα κατά την οποία συμβαίνει το γεγονός, πραγματοποιείται η ενέργεια ή φθάνει ο συγκεκριμένος χρόνος δεν εμπίπτει στην εν λόγω προθεσμία. [Τροπολογία 88]
4. Οι εν λόγω προθεσμίες περιλαμβάνουν τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες, εκτός αν αυτές εξαιρούνται ρητά ή αν οι προθεσμίες προσδιορίζονται κατά εργάσιμες ημέρες.
5. Αν η τελευταία μέρα προθεσμίας είναι Σάββατο, Κυριακή ή αργία στον τόπο που πρέπει να πραγματοποιηθεί η απαιτούμενη ενέργεια, η προθεσμία λήγει με την παρέλευση της τελευταίας ώρας της επομένης εργάσιμης ημέρας. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στις προθεσμίες που υπολογίζονται αναδρομικά από ορισμένη ημερομηνία ή ορισμένο γεγονός.
6. Όταν ένα πρόσωπο αποστέλλει σε άλλο πρόσωπο έγγραφο το οποίο καθορίζει χρονική προθεσμία εντός της οποίας ο αποδέκτης πρέπει να απαντήσει ή να προβεί σε άλλη ενέργεια, αλλά δεν δηλώνει πότε αρχίζει η προθεσμία, τότε ελλείψει ενδείξεων περί του αντιθέτου, η προθεσμία υπολογίζεται από τη στιγμή που το έγγραφο περιέρχεται στον αποδέκτη. [Τροπολογία 89]
7. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:
α) ως «αργία» ως προς κράτος μέλος, ή τμήμα κράτους μέλους, της Ευρωπαϊκής Ένωσης νοείται οποιαδήποτε ημέρα προβλέπεται ως αργία για το εν λόγω κράτος μέλος ή για το τμήμα του, σε κατάλογο που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης· και
β) ως «εργάσιμες ημέρες» νοούνται όλες οι ημέρες, εκτός από τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες.
7α. Όταν ένα πρόσωπο αποστέλλει σε άλλο πρόσωπο έγγραφο το οποίο καθορίζει χρονική προθεσμία εντός της οποίας ο αποδέκτης πρέπει να απαντήσει ή να προβεί σε άλλη ενέργεια, αλλά δεν δηλώνει πότε αρχίζει η προθεσμία, τότε ελλείψει ενδείξεων περί του αντιθέτου, η προθεσμία υπολογίζεται από τη στιγμή που το έγγραφο περιέρχεται στον αποδέκτη. [Τροπολογία 90]
Άρθρο 12
Μονομερείς δηλώσεις ή μονομερής συμπεριφορά
1. Η μονομερής δήλωση που υποδεικνύει βούληση πρέπει να ερμηνεύεται με τον τρόπο με τον οποίο θα όφειλε να γίνει κατανοητή από το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται.
2. Όταν το πρόσωπο που κάνει δήλωση είχε τη βούληση μια έκφραση που χρησιμοποίησε σ’ αυτή να έχει ιδιαίτερη σημασία και το έτερο μέρος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την εν λόγω βούληση, η έκφραση πρέπει να ερμηνευθεί με τον τρόπο που ήθελε το πρόσωπο που κάνει τη δήλωση.
3. Τα άρθρα 59 έως 65 εφαρμόζονται με τις κατάλληλες προσαρμογές στην ερμηνεία των μονομερών δηλώσεων που υποδεικνύουν βούληση. [Τροπολογία 91]
4. Οι κανόνες για τα ελαττώματα της βούλησης στο Κεφάλαιο 5 εφαρμόζονται με τις κατάλληλες προσαρμογές στις μονομερείς δηλώσεις που υποδεικνύουν βούληση. [Τροπολογία 92]
5. Οποιαδήποτε αναφορά σε δήλωση προβλεπόμενη στο παρόν άρθρο περιλαμβάνει αναφορά σε συμπεριφορά που μπορεί να θεωρηθεί ως ισοδύναμη δήλωση.
Μέρος II
Σύναψη δεσμευτικής σύμβασης
Κεφάλαιο 2
Προσυμβατικές πληροφορίες
Τμήμα 1
Προσυμβατικές πληροφορίες που πρέπει να δοθούν από έμπορο που συναλλάσσεται με καταναλωτή
Άρθρο 13
Υποχρέωση παροχής πληροφοριών κατά τη σύναψη σύμβασης εξ αποστάσεως ή εκτός εμπορικού καταστήματος [Τροπολογία 93]
1. Ο έμπορος που συνάπτει σύμβαση εξ αποστάσεως ή εκτός εμπορικού καταστήματος υποχρεούται να παρέχει τις ακόλουθες πληροφορίες στον καταναλωτή, με ευκρινή και κατανοητό τρόπο πριν να συναφθεί η σύμβαση ή να δεσμευθεί ο καταναλωτής με οποιαδήποτε πρόταση:
α) τα κύρια χαρακτηριστικά των αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή των συναφών υπηρεσιών που πρέπει να παρασχεθούν, στο βαθμό που ενδείκνυται σε σχέση με το μέσο επικοινωνίας και τα αγαθά, το ψηφιακό περιεχόμενο ή τις συναφείς υπηρεσίες·
β) το συνολικό τίμημα και τις πρόσθετες επιβαρύνσεις και δαπάνες, σύμφωνα με το άρθρο 14·
γ) την ταυτότητα και τη διεύθυνση του εμπόρου, σύμφωνα με το άρθρο 15·
δ) τους όρους της σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 16·
ε) τα δικαιώματα υπαναχώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 17·
στ) όπου έχει εφαρμογή, την ύπαρξη και τους όρους παροχής εκ μέρους του εμπόρου υπηρεσιών υποστήριξης του πελάτη μετά την πώληση, εξυπηρέτησης μετά την πώληση, εμπορικών εγγυήσεων και πολιτικής για τη διεκπεραίωση των παραπόνων·
ζ) όπου έχει εφαρμογή, τη δυνατότητα προσφυγής σε μηχανισμό εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, στον οποίο υπάγεται ο έμπορος, καθώς και τους τρόπους πρόσβασης σε αυτόν·
η) όπου έχει εφαρμογή, τις δυνατότητες λειτουργίας του ψηφιακού περιεχομένου, μαζί με τα ισχύοντα τεχνικά μέτρα προστασίας· και
θ) όπου έχει εφαρμογή, κάθε συναφή διαλειτουργικότητα ψηφιακού περιεχομένου με υλισμικό και λογισμικό της οποίας ο έμπορος έχει γνώση ή θα όφειλε να έχει γνώση. [Τροπολογία 94]
2. Οι παρεχόμενες πληροφορίες, εκτός από τις διευθύνσεις που απαιτούνται από την παράγραφο 1 στοιχείο γ), αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της σύμβασης και δεν μεταβάλλονται πλην αντίθετης ρητής συμφωνίας των μερών.
3. Για μια σύμβαση εξ αποστάσεως, Οι πληροφορίες που απαιτούνται από το παρόν άρθρο πρέπει:
α) να δίδονται ή να καθίστανται διαθέσιμες στον καταναλωτή με τρόπο κατάλληλο για το μέσο της επικοινωνίας εξ αποστάσεως που χρησιμοποιείται·
β) να διατυπώνονται σε απλή και κατανοητή γλώσσα· και
γ) στο μέτρο που παρέχονται σε σταθερό υπόθεμα, να είναι ευανάγνωστες. [Τροπολογία 95]
4. Για μια σύμβαση εκτός εμπορικού καταστήματος, οι πληροφορίες που απαιτούνται από το παρόν άρθρο πρέπει:
α) να δίδονται σε χαρτί ή, αν ο καταναλωτής συμφωνεί, σε άλλο σταθερό υπόθεμα· και
β) να είναι ευανάγνωστες και διατυπωμένες σε απλή και κατανοητή γλώσσα. [Τροπολογία 96]
5. Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται όταν πρόκειται για σύμβαση:
α) για την προμήθεια τροφίμων, ποτών ή άλλων αγαθών που προορίζονται για τρέχουσα κατανάλωση στο πλαίσιο του νοικοκυριού και τα οποία παραδίδονται αυτούσια από τον έμπορο σε συχνή και τακτική βάση στον τόπο κατοικίας, διαμονής ή εργασίας του καταναλωτή·
β) συναπτόμενη μέσω αυτόματου μηχανήματος πώλησης ή εμπορικών καταστημάτων αυτόματης πώλησης· [Τροπολογία 97]
γ) εκτός εμπορικού καταστήματος αν το τίμημα ή, όταν συνάπτονται ταυτόχρονα πολλαπλές συμβάσεις, το συνολικό τίμημα των συμβάσεων δεν υπερβαίνει τα 50 ευρώ ή το αντίστοιχο ποσό στο νόμισμα που συμφωνήθηκε για το τίμημα της σύμβασης. [Τροπολογία 98]
γα) η οποία, σύμφωνα με τη νομοθεσία των κρατών μελών, καταρτίζεται από δημόσιο λειτουργό με εκ του νόμου υποχρέωση ανεξαρτησίας και αμεροληψίας και καθήκον να διασφαλίζει, μέσω της παροχής εκτενών νομικών πληροφοριών, ότι ο καταναλωτής συνάπτει τη σύμβαση μόνο μετά από ενδελεχή νομικό έλεγχο και εν γνώσει των έννομων συνεπειών της. [Τροπολογία 99]
Άρθρο 14
Πληροφορίες σχετικά με το τίμημα και τις πρόσθετες επιβαρύνσεις και δαπάνες
1. Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται βάσει του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο β) πρέπει να περιλαμβάνουν:
α) το συνολικό τίμημα των αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή των συναφών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των φόρων, ή αν λόγω της φύσεως των αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή των συναφών υπηρεσιών, το τίμημα δεν μπορεί ευλόγως να υπολογιστεί εκ των προτέρων, τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να υπολογίζεται το τίμημα· και
β) όπου έχει εφαρμογή, όλες τις πρόσθετες επιβαρύνσεις αποστολής, παράδοσης ή ταχυδρομείου και κάθε άλλη δαπάνη ή, όταν αυτές οι επιβαρύνσεις δεν μπορούν ευλόγως να υπολογιστούν εκ των προτέρων, το γεγονός ότι μπορεί να απαιτηθούν τέτοιες πρόσθετες επιβαρύνσεις και δαπάνες.
2. Σε περίπτωση σύμβασης αορίστου χρόνου ή σύμβασης που περιλαμβάνει συνδρομή, το συνολικό τίμημα πρέπει να περιλαμβάνει το συνολικό τίμημα ανά περίοδο χρέωσης. Αν οι συμβάσεις αυτές χρεώνονται με βάση πάγια τιμή, το συνολικό τίμημα πρέπει να περιλαμβάνει το συνολικό μηνιαίο τίμημα. Αν το συνολικό τίμημα δεν μπορεί ευλόγως να υπολογισθεί εκ των προτέρων, πρέπει να περιγράφεται ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να υπολογίζεται το τίμημα.
3. Όπου έχει εφαρμογή, ο έμπορος πρέπει να πληροφορεί τον καταναλωτή για τη δαπάνη χρήσης του μέσου επικοινωνίας εξ αποστάσεως για τη σύναψη της σύμβασης, όταν η εν λόγω δαπάνη υπολογίζεται με βάση άλλη τιμή πλην της βασικής.
Άρθρο 15
Πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα και τη διεύθυνση του εμπόρου
Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται βάσει του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο γ) πρέπει να περιλαμβάνουν:
α) την ταυτότητα του εμπόρου, π.χ. την εμπορική επωνυμία του·
β) τη γεωγραφική διεύθυνση όπου ο έμπορος είναι εγκατεστημένος·
γ) τον αριθμό τηλεφώνου, τον αριθμό τηλεομοιοτυπίας και τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του εμπόρου, αν υπάρχει, ώστε να μπορεί ο καταναλωτής να επικοινωνήσει με τον έμπορο γρήγορα και αποτελεσματικά·
δ) όπου έχει εφαρμογή, την ταυτότητα και τη γεωγραφική διεύθυνση οποιουδήποτε άλλου εμπόρου για λογαριασμό του οποίου ενεργεί ο εκάστοτε έμπορος· και
ε) αν διαφέρει από τη διεύθυνση που δόθηκε σύμφωνα με τα στοιχεία β) και δ) του παρόντος άρθρου, τη γεωγραφική διεύθυνση του εμπόρου, και, όπου έχει εφαρμογή, τη διεύθυνση του εμπόρου για λογαριασμό του οποίου ενεργεί ο έμπορος, όπου ο καταναλωτής μπορεί να απευθύνει τυχόν παράπονά του.
Άρθρο 16
Πληροφορίες σχετικά με τους όρους της σύμβασης
Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται βάσει του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο δ) πρέπει να περιλαμβάνουν:
α) τις διευθετήσεις πληρωμής, παράδοσης των αγαθών, προμήθειας του ψηφιακού περιεχομένου ή εκτέλεσης των συναφών υπηρεσιών και την προθεσμία εντός της οποίας ο έμπορος αναλαμβάνει να παραδώσει τα αγαθά, να παράσχει το ψηφιακό περιεχόμενο ή να εκτελέσει τις συναφείς υπηρεσίες·
β) όπου έχει εφαρμογή, τη διάρκεια της σύμβασης και την ελάχιστη διάρκεια των υποχρεώσεων του καταναλωτή ή, αν η σύμβαση είναι αορίστου χρόνου ή αυτόματης παράτασης, τις προϋποθέσεις για την καταγγελία της· και
γ) όπου έχει εφαρμογή, την ύπαρξη και τους όρους κατάθεσης χρημάτων ή άλλων χρηματοοικονομικών εγγυήσεων που πρέπει να καταβληθούν ή να παρασχεθούν από τον καταναλωτή εφόσον το ζητήσει ο έμπορος·
δ) όπου έχει εφαρμογή, την ύπαρξη συναφών κωδίκων δεοντολογίας και τον τρόπο απόκτησης αντιγράφων τους.
Άρθρο 17
Πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα υπαναχώρησης κατά τη σύναψη σύμβασης εξ αποστάσεως ή εκτός εμπορικού καταστήματος [Τροπολογία 100]
1. Όταν ο καταναλωτής έχει δικαίωμα υπαναχώρησης βάσει του κεφαλαίου 4, οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται βάσει του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε) πρέπει να περιλαμβάνουν τις προϋποθέσεις, την προθεσμία και τις διαδικασίες άσκησης του δικαιώματος αυτού σύμφωνα με το προσάρτημα 1, καθώς και με το υπόδειγμα του εντύπου υπαναχώρησης που παρατίθεται στο προσάρτημα 2.
2. Όπου έχει εφαρμογή, οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται βάσει του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε) πρέπει να περιλαμβάνουν το γεγονός ότι ο καταναλωτής θα επιβαρυνθεί με τη δαπάνη επιστροφής των αγαθών σε περίπτωση υπαναχώρησης και, για τις συμβάσεις εξ αποστάσεως, ότι ο καταναλωτής θα επιβαρυνθεί με τη δαπάνη επιστροφής των αγαθών σε περίπτωση υπαναχώρησης αν τα αγαθά από τη φύση τους δεν μπορούν κανονικά να επιστραφούν ταχυδρομικώς.
3. Όταν ο καταναλωτής μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα υπαναχώρησης αφού υποβάλει αίτηση για την έναρξη της παροχής συναφών υπηρεσιών κατά τη διάρκεια της προθεσμίας υπαναχώρησης, οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται βάσει του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε) πρέπει να περιλαμβάνουν το γεγονός ότι ο καταναλωτής θα ευθύνεται για την καταβολή στον έμπορο του ποσού που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 5.
4. Η υποχρέωση παροχής των πληροφοριών που απαιτούνται από τις παραγράφους 1, 2 και 3 δύναται να πληρούται με τη χορήγηση στον καταναλωτή του υποδείγματος οδηγιών για την υπαναχώρηση που παρατίθεται στο προσάρτημα 1. Ο έμπορος θα θεωρείται ότι έχει εκπληρώσει αυτές τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών, εφόσον έχει παράσχει αυτές τις οδηγίες, σωστά συμπληρωμένες, στον καταναλωτή.
5. Όταν δεν προβλέπεται δικαίωμα υπαναχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 2 στοιχεία γ) έως θ) και παράγραφος 3, οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται βάσει του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε) πρέπει να περιλαμβάνουν δήλωση ότι ο καταναλωτής δεν θα έχει δικαίωμα υπαναχώρησης ή, όπου έχει εφαρμογή, τις περιστάσεις υπό τις οποίες ο καταναλωτής χάνει το δικαίωμα υπαναχώρησης.
Άρθρο 18
Συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος: απαιτήσεις πρόσθετων πληροφοριών και επιβεβαίωση
1. Ο έμπορος πρέπει να παρέχει στον καταναλωτή ένα αντίγραφο της υπογεγραμμένης σύμβασης ή την επιβεβαίωση της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένης όπου έχει εφαρμογή, της επιβεβαίωσης της συγκατάθεσης και αναγνώρισης του καταναλωτή σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 3 στοιχείο δ) σε χαρτί ή, αν συμφωνεί ο καταναλωτής, σε διαφορετικό σταθερό υπόθεμα.
2. Όταν ο καταναλωτής επιθυμεί την έναρξη της παροχής συναφών υπηρεσιών κατά τη διάρκεια της προθεσμίας υπαναχώρησης που προβλέπεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2, ο έμπορος πρέπει να απαιτεί από τον καταναλωτή να υποβάλει σχετική ρητή αίτηση σε σταθερό υπόθεμα. [Τροπολογία 101]
Άρθρο 19
Συμβάσεις εξ αποστάσεως: Πρόσθετες πληροφορίες και άλλες απαιτήσεις [Τροπολογία 102]
1. Όταν ο έμπορος προβεί σε τηλεφωνική κλήση προς τον καταναλωτή με σκοπό τη σύναψη σύμβασης εξ αποστάσεως, πρέπει, στην αρχή της συνομιλίας με τον καταναλωτή, να δηλώσει την ταυτότητά του και, όπου έχει εφαρμογή, την ταυτότητα του προσώπου εξ ονόματος του οποίου τηλεφωνεί και τον εμπορικό σκοπό της κλήσης.
2. Αν η σύμβαση εξ αποστάσεως συνάπτεται με μέσο επικοινωνίας εξ αποστάσεως το οποίο διαθέτει περιορισμένο χώρο ή χρόνο για την απεικόνιση των πληροφοριών, ο έμπορος πρέπει να παρέχει, στο συγκεκριμένο μέσο πριν από τη σύναψη αυτής της σύμβασης, τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Οι λοιπές πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 13 παρέχονται από τον έμπορο στον καταναλωτή κατά κατάλληλο τρόπο σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3.
3. Οι απαιτούμενες πληροφορίες βάσει της παραγράφου 2 αφορούν:
α) τα κύρια χαρακτηριστικά των αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή των συναφών υπηρεσιών, όπως απαιτείται από το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο α)·
β) την ταυτότητα του εμπόρου, όπως απαιτείται από το άρθρο 15 στοιχείο α)·
γ) το συνολικό τίμημα, συμπεριλαμβανομένων όλων των επιμέρους στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο β) και στο άρθρο 14 παράγραφοι 1 και 2·
δ) το δικαίωμα υπαναχώρησης· και
ε) όπου απαιτείται, τη διάρκεια της σύμβασης και, αν η σύμβαση είναι αορίστου χρόνου, τις προϋποθέσεις καταγγελίας της σύμβασης, που αναφέρονται στο άρθρο 16 στοιχείο β).
4. Μια σύμβαση εξ αποστάσεως που συνάπτεται τηλεφωνικώς είναι έγκυρη μόνο αν ο καταναλωτής έχει υπογράψει την πρόταση ή έχει αποστείλει τη γραπτή του συγκατάθεση που εκφράζει τη συμφωνία για σύναψη σύμβασης. Ο έμπορος πρέπει να παράσχει στον καταναλωτή επιβεβαίωση της εν λόγω συμφωνίας σε σταθερό υπόθεμα.
5. Ο έμπορος πρέπει να δώσει στον καταναλωτή επιβεβαίωση της συναφθείσας σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων, όπου έχει εφαρμογή, της συγκατάθεσης και αναγνώρισης του καταναλωτή που αναφέρεται στο άρθρο 40 παράγραφος 3 στοιχείο δ), και του συνόλου των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 13, σε σταθερό υπόθεμα. Ο έμπορος πρέπει να δώσει τις εν λόγω πληροφορίες σε εύλογο χρονικό διάστημα μετά τη σύναψη της σύμβασης εξ αποστάσεως και το αργότερο κατά τον χρόνο παράδοσης των αγαθών ή πριν από την έναρξη προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου ή παροχής της συναφούς υπηρεσίας, εκτός αν οι πληροφορίες έχουν ήδη δοθεί στον καταναλωτή πριν από τη σύναψη της σύμβασης εξ αποστάσεως σε σταθερό υπόθεμα.
6. Όταν ο καταναλωτής επιθυμεί την έναρξη της παροχής συναφών υπηρεσιών κατά τη διάρκεια της προθεσμίας υπαναχώρησης που προβλέπεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2, ο έμπορος πρέπει να απαιτεί από τον καταναλωτή να υποβάλει σχετική ρητή αίτηση σε σταθερό υπόθεμα.
Άρθρο 20
Υποχρέωση παροχής πληροφοριών κατά τη σύναψη συμβάσεων άλλων από τις συναπτόμενες εξ αποστάσεως ή εκτός εμπορικού καταστήματος
1. Σε συμβάσεις άλλες από τις συναπτόμενες εξ αποστάσεως και εκτός εμπορικού καταστήματος, ο έμπορος υποχρεούται να παρέχει τις ακόλουθες πληροφορίες στον καταναλωτή, με ευκρινή και κατανοητό τρόπο πριν να συναφθεί η σύμβαση ή να δεσμευθεί ο καταναλωτής με οποιαδήποτε πρόταση, αν οι εν λόγω πληροφορίες δεν είναι ήδη εμφανείς από το συγκεκριμένο πλαίσιο:
α) τα κύρια χαρακτηριστικά των αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή των συναφών υπηρεσιών που πρέπει να παρασχεθούν, στο βαθμό που ενδείκνυται σε σχέση με το μέσο επικοινωνίας και τα αγαθά, το ψηφιακό περιεχόμενο ή τις συναφείς υπηρεσίες·
β) το συνολικό τίμημα και τις πρόσθετες επιβαρύνσεις και δαπάνες, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1·
γ) την ταυτότητα του εμπόρου, π.χ. την εμπορική επωνυμία του, τη γεωγραφική διεύθυνση στην οποία είναι εγκατεστημένος και τον αριθμό του τηλεφώνου του·
δ) τους όρους της σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 16 στοιχεία α) και β)·
ε) όπου έχει εφαρμογή, την ύπαρξη και τους όρους παροχής εκ μέρους του εμπόρου υπηρεσιών εξυπηρέτησης μετά την πώληση, εμπορικών εγγυήσεων και πολιτικής για τη διεκπεραίωση των παραπόνων·
στ) όπου έχει εφαρμογή, τις δυνατότητες λειτουργίας του ψηφιακού περιεχομένου, μαζί με τα ισχύοντα τεχνικά μέτρα προστασίας· και
ζ) όπου έχει εφαρμογή, κάθε συναφή διαλειτουργικότητα ψηφιακού περιεχομένου με υλισμικό και λογισμικό της οποίας ο έμπορος έχει γνώση ή θα όφειλε να έχει γνώση.
2. Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται όταν η σύμβαση εμπεριέχει καθημερινή συναλλαγή και εκτελείται αμέσως μόλις συναφθεί. [Τροπολογία 103]
Άρθρο 21
Βάρος της απόδειξης
Ο έμπορος φέρει το βάρος της απόδειξης ότι έχει παράσχει τις πληροφορίες που απαιτούνται από το παρόν τμήμα.
Άρθρο 22
Υποχρεωτικός χαρακτήρας
Τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος τμήματος, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Τμήμα 2
Προσυμβατικές πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από έμπορο που συναλλάσσεται με άλλο έμπορο
Άρθρο 23
Υποχρέωση κοινοποίησης πληροφοριών σχετικά με τα αγαθά και τις συναφείς υπηρεσίες
1. Πριν από τη σύναψη σύμβασης για την πώληση αγαθών, την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου ή την παροχή συναφών υπηρεσιών από έμπορο σε άλλο έμπορο, ο προμηθευτής έχει υποχρέωση να κοινοποιήσει με οποιονδήποτε κατάλληλο τρόπο στον άλλο έμπορο οποιεσδήποτε πληροφορίες αφορούν τα κύρια χαρακτηριστικά των αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή των συναφών υπηρεσιών που πρόκειται να παρασχεθούν τις οποίες διαθέτει ή οφείλει να διαθέτει, και των οποίων η μη κοινοποίηση στο έτερο μέρος θα ήταν αντίθετη στην καλή πίστη και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη.
2. Προκειμένου να καθοριστεί αν βάσει της παραγράφου 1 απαιτείται από τον προμηθευτή να κοινοποιήσει οποιεσδήποτε πληροφορίες, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλες οι περιστάσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται:
α) κατά πόσον ο προμηθευτής είχε ειδικές γνώσεις·
β) το κόστος απόκτησης των σχετικών πληροφοριών από τον προμηθευτή·
γ) η ευκολία με την οποία ο άλλος έμπορος θα μπορούσε να αποκτήσει τις πληροφορίες με άλλο τρόπο·
δ) ο χαρακτήρας των πληροφοριών·
ε) η πιθανή σημασία των πληροφοριών για τον άλλο έμπορο· και
στ) η ορθή εμπορική πρακτική στην εν λόγω περίπτωση.
Τμήμα 3
Συμβάσεις που συνάπτονται με ηλεκτρονικά μέσα
Άρθρο 24
Πρόσθετες υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών σε συμβάσεις εξ αποστάσεως που συνάπτονται με ηλεκτρονικά μέσα
1. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται όταν ένας έμπορος παρέχει τα μέσα για τη σύναψη σύμβασης και εφόσον τα μέσα αυτά είναι ηλεκτρονικά και δεν εμπεριέχουν αποκλειστική ανταλλαγή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή άλλη ατομική επικοινωνία.
2. Ο έμπορος πρέπει να θέσει στη διάθεση του έτερου μέρους κατάλληλα, αποτελεσματικά και προσιτά τεχνικά μέσα για τον εντοπισμό και τη διόρθωση των σφαλμάτων κατά τον ηλεκτρονικό χειρισμό πριν από την υποβολή ή αποδοχή πρότασης από το έτερο μέρος.
3. Ο έμπορος πρέπει να παρέχει πληροφορίες σχετικά με τα ακόλουθα ζητήματα πριν από την υποβολή ή αποδοχή πρότασης από το έτερο μέρος:
α) τα τεχνικά στάδια που πρέπει να ακολουθηθούν για τη σύναψη της σύμβασης·
β) αν ο έμπορος θα καταρτίσει ή όχι το έγγραφο της σύμβασης και αν προβλέπεται δυνατότητα πρόσβασης σ’ αυτό·
γ) τα τεχνικά μέσα για τον εντοπισμό και τη διόρθωση σφαλμάτων ηλεκτρονικού χειρισμού πριν από την υποβολή ή αποδοχή πρότασης από το έτερο μέρος·
δ) τις γλώσσες στις οποίες μπορεί να συναφθεί η σύμβαση·
ε) τους όρους της σύμβασης βάσει των οποίων ο έμπορος είναι διατεθειμένος να συνάψει τη σύμβαση. [Τροπολογία 104]
4. Με την επιφύλαξη αυστηρότερων απαιτήσεων για τον έμπορο που συναλλάσσεται με καταναλωτή σύμφωνα με το τμήμα 1, ο έμπορος πρέπει να μεριμνήσει ώστε οι όροι της σύμβασης που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο ε) να διατίθενται με αλφαβητικούς ή άλλους κατανοητούς χαρακτήρες και πάνω σε σταθερό υπόθεμα με οποιοδήποτε μέσο το οποίο επιτρέπει ανάγνωση, εγγραφή της πληροφορίας που περιέχεται στο κείμενο και αναπαραγωγή της σε υλική μορφή. [Τροπολογία 105]
5. Ο έμπορος πρέπει να βεβαιώσει με ηλεκτρονικό μέσο και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την παραλαβή πρότασης ή αποδοχής που εστάλη από το έτερο μέρος. Με την επιβεβαίωση αυτή ανακοινώνεται το περιεχόμενο της προσφοράς ή της αποδοχής. [Τροπολογία 106]
Άρθρο 25
Πρόσθετες απαιτήσεις σε συμβάσεις εξ αποστάσεως που συνάπτονται με ηλεκτρονικά μέσα
1. Όταν μια σύμβαση εξ αποστάσεως που συνάπτεται με ηλεκτρονικό μέσο θα υποχρέωνε τον καταναλωτή να διενεργήσει μια πληρωμή, ο έμπορος πρέπει να παρέχει στον καταναλωτή με σαφή και ευδιάκριτο τρόπο, και αμέσως πριν ο καταναλωτής υποβάλει την παραγγελία του, τις πληροφορίες που απαιτούνται από το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο α), το άρθρο 14 παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρο 16 στοιχείο β).
2. Ο έμπορος πρέπει να μεριμνήσει ώστε ο καταναλωτής, κατά την υποβολή της παραγγελίας, να αναγνωρίσει ρητά ότι η παραγγελία συνεπάγεται υποχρέωση πληρωμής. Όταν η υποβολή παραγγελίας απαιτεί την ενεργοποίηση κομβίου ή ανάλογη λειτουργία, το κομβίο ή η ανάλογη λειτουργία πρέπει να φέρουν ευανάγνωστη σήμανση που να αναγράφει αποκλειστικά τις λέξεις «παραγγελία με υποχρέωση πληρωμής» ή ανάλογη αναμφίβολη διατύπωση που να υποδεικνύει ότι η υποβολή παραγγελίας συνεπάγεται υποχρέωση πληρωμής στον έμπορο. Όταν ο έμπορος δεν συμμορφώνεται με την παρούσα παράγραφο, ο καταναλωτής δεν δεσμεύεται από τη σύμβαση ή την παραγγελία.
3. Ο έμπορος πρέπει να αναγράφει σαφώς και ευανάγνωστα στον εμπορικό δικτυακό του τόπο το αργότερο με την έναρξη της διαδικασίας υποβολής παραγγελίας κατά πόσον ισχύουν περιορισμοί στην παράδοση και ποια μέσα πληρωμής είναι δεκτά.
Άρθρο 26
Βάρος της απόδειξης
Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, ο έμπορος φέρει το βάρος της απόδειξης ότι έχει παράσχει τις πληροφορίες που απαιτούνται από το παρόν τμήμα.
Άρθρο 27
Υποχρεωτικός χαρακτήρας
Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος τμήματος ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Τμήμα 4
Υποχρέωση εξασφάλισης της ακρίβειας των παρεχόμενων πληροφοριών
Άρθρο 28
Υποχρέωση εξασφάλισης της ακρίβειας των παρεχόμενων πληροφοριών
1. Ένα μέρος που παρέχει πληροφορίες πριν ή κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης, για να συμμορφωθεί είτε με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται από το παρόν Κεφάλαιο είτε από άλλες διατάξεις, υποχρεούται να εξασφαλίζει, με τη δέουσα επιμέλεια, ότι οι παρεχόμενες πληροφορίες είναι ακριβείς και μη παραπλανητικές.
2. Ένα μέρος στο οποίο παρασχέθηκαν ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες κατά παράβαση της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, και το οποίο ευλόγως βασίζεται στις εν λόγω πληροφορίες για τη σύναψη της σύμβασης με το μέρος που παρείχε τις πληροφορίες, διαθέτει τα έννομα βοηθήματα που προβλέπονται στο άρθρο 29.
3. Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Τμήμα 5
Έννομα βοηθήματα σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων παροχής πληροφοριών
Άρθρο 29
Έννομα βοηθήματα σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων παροχής πληροφοριών
1. Ένα μέρος που παρέλειψε να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε υποχρέωση η οποία επιβάλλεται από το παρόν Κεφάλαιο ευθύνεται, δυνάμει του κεφαλαίου 16, για κάθε ζημία που προκλήθηκε στο έτερο μέρος από την παράλειψη αυτή. [Τροπολογία 107]
2. Όταν ο έμπορος δεν έχει συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις πληροφοριών σχετικά με τις πρόσθετες επιβαρύνσεις ή άλλες δαπάνες που αναφέρονται στο άρθρο 14, ή τις δαπάνες επιστροφής των αγαθών που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 2, ο καταναλωτής δεν ευθύνεται για την καταβολή των επιπρόσθετων επιβαρύνσεων και άλλων δαπανών.
3. Τα έννομα βοηθήματα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο εφαρμόζονται με την επιφύλαξη οποιουδήποτε έννομου βοηθήματος μπορεί να διατίθεται βάσει του άρθρου 42 παράγραφος 2, του άρθρου 48 ή του άρθρου 49.
4. Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Κεφάλαιο 3
Σύναψη σύμβασης
Άρθρο 30
Απαιτήσεις για τη σύναψη σύμβασης
1. Μια σύμβαση συνάπτεται αν:
α) τα μέρη καταλήξουν σε συμφωνία·
β) τα μέρη έχουν τη βούληση να παράγει η συμφωνία έννομα αποτελέσματα· και
γ) η συμφωνία, συμπληρωμένη αν απαιτείται από κανόνες του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων, διαθέτει περιεχόμενο και σαφήνεια που επαρκούν για να παράγει έννομα αποτελέσματα.
2. Η συμφωνία επιτυγχάνεται με αποδοχή πρότασης. Η αποδοχή δύναται να είναι ρητή ή να πραγματοποιείται με άλλες δηλώσεις ή συμπεριφορά. [Τροπολογία 108]
3. Η βούληση των μερών να παράγει η συμφωνία έννομα αποτελέσματα πρέπει να προκύπτει από τις δηλώσεις και τη συμπεριφορά τους.
4. Όταν ένα από τα μέρη εξαρτά τη σύναψη σύμβασης από συμφωνία σε κάποιο συγκεκριμένο ζήτημα, η σύμβαση δεν καταρτίζεται μέχρι να επιτευχθεί συμφωνία ως προς το ζήτημα αυτό.
Άρθρο 31
Πρόταση
1. Προσφορά συνιστά πρόταση αν:
α) υπάρχει βούληση σύναψης σύμβασης αν γίνει αποδεκτή· και
β) διαθέτει περιεχόμενο και σαφήνεια που επαρκούν για την κατάρτιση σύμβασης. Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, μία προσφορά τότε μόνο θεωρείται ότι έχει επαρκές περιεχόμενο και είναι συγκεκριμένη, εφόσον περιλαμβάνει ένα αντικείμενο, μία ποσότητα ή διάρκεια καθώς και ένα τίμημα. [Τροπολογία 109]
2. Η πρόταση δύναται να απευθύνεται σε ένα ή περισσότερα συγκεκριμένα πρόσωπα.
3. Η προσφορά που απευθύνεται στο κοινό δεν συνιστά πρόταση, εκτός αν οι περιστάσεις ορίζουν άλλως.
Άρθρο 32
Ανάκληση της πρότασης
1. Η πρόταση μπορεί να ανακληθεί αν η ανάκληση περιέλθει στον παραλήπτη πριν αυτός αποστείλει την αποδοχή του, ή σε περιπτώσεις αποδοχής με συμπεριφορά, πριν συναφθεί η σύμβαση.
2. Όταν η προσφορά που απευθύνεται στο κοινό συνιστά πρόταση, μπορεί να ανακληθεί με το ίδιο μέσο που χρησιμοποιήθηκε για την υποβολή της πρότασης.
3. Η ανάκληση πρότασης δεν παράγει αποτελέσματα αν:
α) η πρόταση ορίζει ότι είναι αμετάκλητη·
β) η πρόταση τάσσει ορισμένη προθεσμία για την αποδοχή της· ή
γ) ο παραλήπτης της πρότασης μπορούσε εύλογα να τη θεωρήσει αμετάκλητη για κάποιο άλλο λόγο και είχε ενεργήσει ανάλογα.
Άρθρο 33
Απόρριψη της πρότασης
Η πρόταση παύει να ισχύει όταν απόρριψή της περιέλθει στον προτείνοντα.
Άρθρο 34
Αποδοχή
1. Οποιαδήποτε μορφή δήλωσης ή συμπεριφοράς από τον παραλήπτη συνιστά αποδοχή αν από αυτή προκύπτει η συναίνεσή του στην πρόταση.
2. Η σιωπή ή η απραξία καθ’ εαυτές δεν συνιστούν αποδοχή. Ειδικότερα, σε περιπτώσεις παράδοσης αγαθών που δεν ζητήθηκαν, διάθεσης ψηφιακού περιεχομένου ή παροχής συναφών υπηρεσιών, η απουσία απάντησης εκ μέρους του καταναλωτή δεν συνιστά αποδοχή. [Τροπολογία 110]
Άρθρο 35
Χρόνος σύναψης της σύμβασης
1. Όταν η αποδοχή αποστέλλεται από τον παραλήπτη η σύμβαση συνάπτεται μόλις η αποδοχή περιέλθει στον προτείνοντα.
2. Όταν η πρόταση γίνεται αποδεκτή με συμπεριφορά, η σύμβαση συνάπτεται μόλις η ειδοποίηση για τη συμπεριφορά περιέλθει στον προτείνοντα.
3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, όταν με βάση την πρόταση, την καθιερωμένη μεταξύ των μερών πρακτική ή τις συναλλακτικές συνήθειες, ο παραλήπτης δύναται να αποδεχθεί την πρόταση με τη συμπεριφορά του χωρίς να ειδοποιήσει τον προτείνοντα, η σύμβαση συνάπτεται μόλις ο παραλήπτης αρχίσει να ενεργεί.
Άρθρο 36
Προθεσμία αποδοχής
1. Η αποδοχή πρότασης παράγει αποτελέσματα μόνο αν περιέλθει στον προτείνοντα εντός οποιασδήποτε προθεσμίας τάχθηκε από αυτόν στην πρόταση.
2. Ελλείψει ταχθείσας από τον προτείνοντα προθεσμίας, η αποδοχή παράγει αποτελέσματα μόνο αν περιέλθει στον προτείνοντα εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος από την υποβολή της πρότασης.
3. Όταν η πρόταση δύναται να γίνει αποδεκτή με την τέλεση πράξης χωρίς ειδοποίηση στον προτείνοντα, η αποδοχή παράγει αποτελέσματα μόνο αν η πράξη τελείται εντός της ταχθείσας από τον προτείνοντα προθεσμίας αποδοχής, ή ελλείψει τέτοιας προθεσμίας, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.
Άρθρο 37
Καθυστερημένη αποδοχή
1. Η καθυστερημένη αποδοχή είναι ισχυρή ως αποδοχή αν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση ο προτείνων ενημερώσει τον παραλήπτη ότι θεωρεί την αποδοχή αυτή ως ισχυρή.
2. Όταν προκύπτει από επιστολή ή άλλη επικοινωνία που περιέχει καθυστερημένη αποδοχή, ότι η επιστολή ή η άλλη επικοινωνία έχει αποσταλεί υπό συνθήκες τέτοιες ώστε, αν η διαβίβαση ήταν κανονική, θα είχε περιέλθει στον προτείνοντα εγκαίρως, η καθυστερημένη αποδοχή είναι ισχυρή ως αποδοχή, εκτός αν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, ο προτείνων ενημερώσει τον παραλήπτη ότι θεωρεί την πρότασή του εκπρόθεσμη.
Άρθρο 38
Τροποποιημένη αποδοχή
1. Απάντηση από τον παραλήπτη, στην οποία περιλαμβάνονται ή από την οποία συνάγονται πρόσθετοι ή διαφορετικοί συμβατικοί όροι που μεταβάλλουν ουσιωδώς τους όρους της πρότασης, συνιστά απόρριψη της πρότασης και αποτελεί νέα πρόταση.
2. Πρόσθετοι ή διαφορετικοί συμβατικοί όροι αναφερόμενοι μεταξύ άλλων στο τίμημα, την πληρωμή, την ποιότητα και την ποσότητα των αγαθών, τον τόπο και τον χρόνο παράδοσης, την έκταση της ευθύνης του ενός μέρους έναντι του άλλου ή την επίλυση των διαφορών θεωρούνται ότι μεταβάλλουν ουσιωδώς τους όρους της πρότασης.
3. Απάντηση με την οποία δίδεται οριστική συναίνεση σε πρόταση συνιστά αποδοχή, ακόμα και αν σ’ αυτή περιλαμβάνονται ή απ’ αυτήν συνάγονται πρόσθετοι ή διαφορετικοί συμβατικοί όροι, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω όροι δεν μεταβάλλουν ουσιωδώς τους όρους της πρότασης. Σ’ αυτή την περίπτωση, οι πρόσθετοι ή διαφορετικοί όροι αποτελούν μέρος της σύμβασης.
4. Απάντηση στην οποία περιλαμβάνονται ή από την οποία συνάγονται πρόσθετοι ή διαφορετικοί συμβατικοί όροι συνιστά πάντα απόρριψη της πρότασης εφόσον:
α) η πρόταση ρητά περιορίζει την αποδοχή στους όρους της·
β) ο προτείνων προβάλλει αντιρρήσεις στους πρόσθετους ή διαφορετικούς όρους χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση· ή
γ) ο παραλήπτης εξαρτά την αποδοχή από τη συναίνεση του προτείνοντος στους πρόσθετους ή διαφορετικούς όρους, και η συναίνεση δεν περιέρχεται στον παραλήπτη εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.
4α. Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, μια απάντηση από τον αποδέκτη της πρότασης, στην οποία περιλαμβάνονται ή από την οποία συνάγονται πρόσθετοι ή διαφορετικοί συμβατικοί όροι συνιστά απόρριψη της πρότασης και αποτελεί νέα πρόταση. [Τροπολογία 111]
Άρθρο 39
Αντικρουόμενοι τυποποιημένοι όροι της σύμβασης
1. Όταν τα μέρη καταλήξουν σε συμφωνία, παρόλο που η πρόταση και η αποδοχή αναφέρονται σε αντικρουόμενους τυποποιημένους όρους της σύμβασης, συνάπτεται σύμβαση. Οι τυποποιημένοι όροι της σύμβασης αποτελούν μέρος της σύμβασης στο μέτρο που έχουν κοινά σημεία ως προς την ουσία τους.
2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, δεν συνάπτεται σύμβαση αν ένα μέρος:
α) έχει υποδείξει εκ των προτέρων, ρητά, και όχι μέσω τυποποιημένων όρων της σύμβασης, τη βούληση να μη δεσμευθεί από σύμβαση με βάση την παράγραφο 1· ή
β) χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, ενημερώσει το έτερο μέρος για τη σχετική του βούληση.
Κεφάλαιο 4
Δικαίωμα υπαναχώρησης σε συμβάσεις εξ αποστάσεως και συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος μεταξύ εμπόρων και καταναλωτών [Τροπολογία 112]
Άρθρο 40
Δικαίωμα υπαναχώρησης
1. Κατά τη διάρκεια της προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 42, ο καταναλωτής έχει δικαίωμα να υπαναχωρήσει χωρίς να αναφέρει τους λόγους, και χωρίς καμία επιβάρυνση για τον ίδιο εκτός από αυτή που προβλέπεται στο άρθρο 45, από:
α) σύμβαση εξ αποστάσεως·
β) σύμβαση εκτός εμπορικού καταστήματος, υπό τον όρο ότι το τίμημα ή, όταν συνάπτονται ταυτόχρονα πολλαπλές συμβάσεις, το συνολικό τίμημα των συμβάσεων υπερβαίνει τα 50 ευρώ ή το αντίστοιχο ποσό στο νόμισμα που συμφωνήθηκε για το τίμημα της σύμβασης κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης.
2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται σε:
α) σύμβαση συναπτόμενη μέσω αυτόματου μηχανήματος πώλησης ή εμπορικών καταστημάτων αυτόματης πώλησης·
β) σύμβαση για την προμήθεια τροφίμων, ποτών ή άλλων αγαθών που προορίζονται για τρέχουσα κατανάλωση στο πλαίσιο του νοικοκυριού και τα οποία παραδίδονται αυτούσια από τον έμπορο σε συχνή και τακτική βάση στον τόπο κατοικίας, διαμονής ή εργασίας του καταναλωτή·
γ) σύμβαση για την προμήθεια αγαθών ή παροχή συναφών υπηρεσιών το τίμημα των οποίων εξαρτάται από διακυμάνσεις της χρηματαγοράς τις οποίες δεν είναι δυνατόν να ελέγξει ο έμπορος και οι οποίες ενδέχεται να συμβούν εντός της προθεσμίας υπαναχώρησης·
δ) σύμβαση για την προμήθεια αγαθών ή ψηφιακού περιεχομένου που παρασκευάζονται σύμφωνα με τις προδιαγραφές του καταναλωτή ή σαφώς εξατομικευμένων·
ε) σύμβαση για την προμήθεια αγαθών τα οποία μπορούν να αλλοιωθούν ή λήγουν σύντομα·
στ) σύμβαση για την προμήθεια οινοπνευματωδών ποτών, το τίμημα των οποίων έχει συμφωνηθεί κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης πώλησης, η παράδοση των οποίων μπορεί όμως να πραγματοποιηθεί μόνο μετά από 30 ημέρες από το χρόνο σύναψης της πώλησης και η πραγματική αξία των οποίων εξαρτάται από διακυμάνσεις στην αγορά τις οποίες δεν είναι δυνατόν να ελέγξει ο έμπορος·
ζ) σύμβαση για την πώληση εφημερίδων και παντός είδους περιοδικών, εξαιρουμένων των συνδρομητικών συμβάσεων για την προμήθεια αυτών των εντύπων·
η) σύμβαση συναπτόμενη σε δημόσιο πλειστηριασμό·
θ) σύμβαση για την εστίαση ή υπηρεσίες σχετιζόμενες με δραστηριότητες αναψυχής που προβλέπει συγκεκριμένη ημερομηνία ή περίοδο εκτέλεσης· και
θα) σύμβαση η οποία, σύμφωνα με τη νομοθεσία των κρατών μελών, καταρτίζεται από δημόσιο λειτουργό με εκ του νόμου υποχρέωση ανεξαρτησίας και αμεροληψίας και καθήκον να διασφαλίζει, μέσω της παροχής εκτενών νομικών πληροφοριών, ότι ο καταναλωτής συνάπτει τη σύμβαση μόνο μετά από ενδελεχή νομικό έλεγχο και εν γνώσει των έννομων συνεπειών της. [Τροπολογία 113]
3. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) στην προμήθεια σφραγισμένων αγαθών, τα οποία αποσφραγίστηκαν από τον καταναλωτή και επομένως δεν είναι κατάλληλα προς επιστροφή, για λόγους προστασίας της υγείας ή για λόγους υγιεινής·
β) στην προμήθεια αγαθών τα οποία, μετά την παράδοση, λόγω της φύσης τους, αναμείχθηκαν αναπόσπαστα με άλλα στοιχεία·
γ) στην προμήθεια αγαθών που ήταν σφραγισμένες ηχητικές εγγραφές ή σφραγισμένες εγγραφές βίντεο ή σφραγισμένο λογισμικό για υπολογιστές, και αποσφραγίστηκαν μετά την παράδοση·
δ) στην προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου μη παρεχόμενου πάνω σε υλικό υπόθεμα, αν η εκτέλεση ξεκίνησε με την προηγούμενη ρητή συγκατάθεση του καταναλωτή και την αναγνώριση από αυτόν της απώλειας του δικαιώματος υπαναχώρησης·
ε) όταν ο καταναλωτής έχει ζητήσει ειδικά από τον έμπορο να τον επισκεφτεί με σκοπό να πραγματοποιήσει επείγουσες επιδιορθώσεις ή την εκτέλεση εργασιών συντήρησης. Αν, επ’ ευκαιρία μιας τέτοιας επίσκεψης, ο έμπορος παράσχει συναφείς υπηρεσίες επιπλέον εκείνων που ζητήθηκαν συγκεκριμένα από τον καταναλωτή ή αγαθά εκτός των ανταλλακτικών που χρησιμοποιήθηκαν υποχρεωτικά κατά την εκτέλεση εργασιών συντήρησης ή κατά τις επιδιορθώσεις, το δικαίωμα υπαναχώρησης θα πρέπει να εφαρμόζεται στις εν λόγω πρόσθετες συναφείς υπηρεσίες ή αγαθά.
4. Όταν ο καταναλωτής είχε υποβάλει πρόταση, που αν γινόταν αποδεκτή, θα οδηγούσε στη σύναψη σύμβασης από την οποία θα απέρρεε δικαίωμα υπαναχώρησης σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο, ο καταναλωτής δύναται να υπαναχωρήσει από την πρόταση ακόμα και αν άλλως θα ήταν αμετάκλητη.
Άρθρο 41
Άσκηση δικαιώματος υπαναχώρησης
1. Ο καταναλωτής δύναται να ασκήσει το δικαίωμα υπαναχώρησης οποτεδήποτε πριν από τη λήξη της προθεσμίας υπαναχώρησης που προβλέπεται στο άρθρο 42.
2. Ο καταναλωτής ασκεί το δικαίωμα υπαναχώρησης μέσω ειδοποίησης προς τον έμπορο. Για το σκοπό αυτό, ο καταναλωτής δύναται είτε να χρησιμοποιήσει το υπόδειγμα εντύπου υπαναχώρησης όπως παρατίθεται στο προσάρτημα 2 είτε να κάνει οποιαδήποτε άλλη αδιαμφισβήτητη δήλωση που να διευκρινίζει την απόφαση υπαναχώρησης.
3. Όταν ο έμπορος παρέχει στον καταναλωτή την επιλογή ηλεκτρονικής υπαναχώρησης στον εμπορικό δικτυακό του τόπο, και ο καταναλωτής το πράττει, ο έμπορος έχει υποχρέωση να κοινοποιήσει στον καταναλωτή επιβεβαίωση παραλαβής αυτής της υπαναχώρησης πάνω σε σταθερό υπόθεμα χωρίς καθυστέρηση. Ο έμπορος ευθύνεται για κάθε ζημία που προκλήθηκε στο έτερο μέρος από παράβαση αυτής της υποχρέωσης.
4. Η κοινοποίηση της υπαναχώρησης είναι έγκαιρη αν αποσταλεί πριν από το τέλος της προθεσμίας υπαναχώρησης.
5. Ο καταναλωτής φέρει το βάρος της απόδειξης ότι άσκησε το δικαίωμα υπαναχώρησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
Άρθρο 42
Προθεσμία υπαναχώρησης
1. Η προθεσμία υπαναχώρησης λήγει δεκατέσσερις ημέρες μετά από:
α) την ημέρα κατά την οποία ο καταναλωτής παρέλαβε τα αγαθά στην περίπτωση σύμβασης πώλησης, συμπεριλαμβανομένης σύμβασης πώλησης δυνάμει της οποίας ο πωλητής συμφωνεί επίσης να παράσχει συναφείς υπηρεσίες·
β) την ημέρα κατά την οποία ο καταναλωτής παρέλαβε το τελευταίο αντικείμενο στην περίπτωση σύμβασης για την πώληση πολλών αγαθών που παραγγέλλονται από τον καταναλωτή με μία παραγγελία και παραλαμβάνονται χωριστά, συμπεριλαμβανομένης σύμβασης δυνάμει της οποίας ο πωλητής συμφωνεί επίσης να παράσχει συναφείς υπηρεσίες·
γ) την ημέρα κατά την οποία ο καταναλωτής παρέλαβε την τελευταία παρτίδα ή το τελευταίο τεμάχιο στην περίπτωση σύμβασης όπου τα αγαθά αποτελούνται από πολλές παρτίδες ή πολλά τεμάχια, συμπεριλαμβανομένης σύμβασης δυνάμει της οποίας ο πωλητής συμφωνεί επίσης να παράσχει συναφείς υπηρεσίες·
δ) την ημέρα κατά την οποία ο καταναλωτής παρέλαβε το πρώτο αντικείμενο όταν η σύμβαση αφορά τακτική παράδοση αγαθών σε καθορισμένη χρονική περίοδο, συμπεριλαμβανομένης σύμβασης δυνάμει της οποίας ο πωλητής συμφωνεί επίσης να παράσχει συναφείς υπηρεσίες·
ε) την ημέρα σύναψης της σύμβασης στην περίπτωση σύμβασης για συναφείς υπηρεσίες που συνάπτεται μετά την παράδοση των αγαθών·
στ) την ημέρα κατά την οποία ο καταναλωτής παρέλαβε το υλικό υπόθεμα σύμφωνα με το στοιχείο α) στην περίπτωση σύμβασης για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου όταν το ψηφιακό περιεχόμενο παρέχεται πάνω σε υλικό υπόθεμα·
ζ) την ημέρα σύναψης της σύμβασης στην περίπτωση σύμβασης όπου το ψηφιακό περιεχόμενο δεν παρέχεται πάνω σε υλικό υπόθεμα.
2. Όταν ο έμπορος δεν έχει παράσχει στον καταναλωτή τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1, η προθεσμία υπαναχώρησης λήγει:
α) ένα έτος μετά το τέλος της αρχικής προθεσμίας υπαναχώρησης, όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1· ή
β) όταν ο έμπορος παρέχει στον καταναλωτή τις απαιτούμενες πληροφορίες εντός ενός έτους από το τέλος της προθεσμίας υπαναχώρησης όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, μετά από δεκατέσσερις ημέρες από την ημέρα που ο καταναλωτής λαμβάνει τις πληροφορίες.
Άρθρο 43
Αποτελέσματα της υπαναχώρησης
Με την υπαναχώρηση παύουν οι συμβατικές υποχρεώσεις αμφοτέρων των μερών:
α) να εκτελέσουν τη σύμβαση· ή
β) να συνάψουν τη σύμβαση στις περιπτώσεις που η πρόταση υποβλήθηκε από τον καταναλωτή.
Άρθρο 44
Υποχρεώσεις του εμπόρου σε περίπτωση υπαναχώρησης
1. Ο έμπορος πρέπει να επιστρέψει κάθε πληρωμή που έλαβε από τον καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένων, όπου έχει εφαρμογή, των δαπανών παράδοσης, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και οπωσδήποτε εντός δεκατεσσάρων ημερών από την ημέρα κατά την οποία ενημερώθηκε για την απόφαση του καταναλωτή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση δυνάμει του άρθρου 41. Ο έμπορος πρέπει να προβεί σ’ αυτή την επιστροφή χρημάτων χρησιμοποιώντας τα ίδια μέσα πληρωμής με εκείνα που ο καταναλωτής χρησιμοποίησε για την αρχική συναλλαγή, εκτός αν ο καταναλωτής έχει ρητώς συμφωνήσει διαφορετικά και υπό τον όρο να μην επιβαρυνθεί ο καταναλωτής με δαπάνες προκύπτουσες από την επιστροφή των χρημάτων.
2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, ο έμπορος δεν οφείλει να επιστρέψει τις πρόσθετες δαπάνες, αν ο καταναλωτής είχε ρητά επιλέξει τρόπο παράδοσης άλλο από τον φθηνότερο τυποποιημένο τρόπο παράδοσης που πρότεινε ο έμπορος.
3. Στην περίπτωση σύμβασης για την πώληση αγαθών, ο έμπορος δύναται να απόσχει από την επιστροφή μέχρι να παραλάβει τα αγαθά ή μέχρι ο καταναλωτής να παράσχει αποδείξεις ότι απέστειλε τα αγαθά, όποιο από τα δύο συμβεί πρώτο, εκτός αν ο έμπορος πρότεινε να ανακτήσει τα αγαθά.
4. Στην περίπτωση σύμβασης εκτός εμπορικού καταστήματος, όταν τα αγαθά έχουν παραδοθεί στην κατοικία του καταναλωτή κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης, ο έμπορος πρέπει να ανακτήσει με δική του δαπάνη τα αγαθά, αν πρόκειται για αγαθά που από τη φύση τους κανονικά δεν μπορούν να επιστραφούν ταχυδρομικώς.
Άρθρο 45
Υποχρεώσεις του καταναλωτή σε περίπτωση υπαναχώρησης
1. Ο καταναλωτής πρέπει να αποστείλει τα αγαθά ή να τα παραδώσει στον έμπορο ή σε άτομο εξουσιοδοτημένο από τον έμπορο, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και οπωσδήποτε εντός δεκατεσσάρων ημερών από την ημέρα κατά την οποία ανακοινώνει στον έμπορο την απόφασή του να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση δυνάμει του άρθρου 41, εκτός αν ο έμπορος έχει προτείνει να ανακτήσει τα αγαθά. Η προθεσμία έχει τηρηθεί αν ο καταναλωτής αποστείλει τα αγαθά πριν από τη λήξη της προθεσμίας των δεκατεσσάρων ημερών.
2. Ο καταναλωτής πρέπει να βαρύνεται με τις άμεσες δαπάνες επιστροφής των αγαθών, εκτός αν ο έμπορος έχει συμφωνήσει να βαρύνεται ο ίδιος με τις εν λόγω δαπάνες ή αν ο έμπορος έχει παραλείψει να ενημερώσει τον καταναλωτή ότι ο καταναλωτής πρέπει να βαρύνεται με αυτές.
3. Ο καταναλωτής ευθύνεται για τυχόν μείωση της αξίας των αγαθών μόνο όταν αυτή οφείλεται σε χειρισμό των αγαθών διαφορετικό από αυτόν που είναι απαραίτητος για τη διαπίστωση της φύσης, των χαρακτηριστικών και της λειτουργίας των αγαθών. Ο καταναλωτής δεν ευθύνεται για οποιαδήποτε μείωση της αξίας των αγαθών όταν ο έμπορος δεν έχει παράσχει όλες τις πληροφορίες για το δικαίωμα υπαναχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1.
4. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, ο καταναλωτής δεν οφείλει να καταβάλει οποιαδήποτε αποζημίωση για τη χρήση των αγαθών κατά τη διάρκεια της προθεσμίας υπαναχώρησης.
5. Όταν ο καταναλωτής ασκήσει το δικαίωμα υπαναχώρησης μετά από την υποβολή ρητής αίτησης για την έναρξη της παροχής συναφών υπηρεσιών κατά τη διάρκεια της προθεσμίας υπαναχώρησης, ο καταναλωτής πρέπει να καταβάλει στον έμπορο, σε σύγκριση με την πλήρη εκτέλεση της σύμβασης, ένα ποσό ανάλογο προς τα παρασχεθέντα πριν από την άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης από τον καταναλωτή. Το αναλογούν ποσό που ο καταναλωτής οφείλει να καταβάλει στον έμπορο πρέπει να υπολογιστεί βάσει του συνολικού τιμήματος που είχε συμφωνηθεί στη σύμβαση. Όταν το συνολικό τίμημα είναι υπερβολικό, το αναλογούν ποσό πρέπει να υπολογιστεί βάσει της αγοραίας αξίας των παρασχεθέντων.
6. Ο καταναλωτής δεν ευθύνεται για τις δαπάνες:
α) παροχής συναφών υπηρεσιών, εν όλω ή εν μέρει, κατά τη διάρκεια της προθεσμίας υπαναχώρησης, όταν:
i) ο έμπορος παρέλειψε να παράσχει τις πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφοι 1 και 3· ή
ii) ο καταναλωτής δεν ζήτησε ρητά την έναρξη της εκτέλεσης κατά τη διάρκεια της προθεσμίας υπαναχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 και το άρθρο 19 παράγραφος 6·
β) προμήθειας, εν όλω ή εν μέρει, ψηφιακού περιεχομένου που δεν παρέχεται πάνω σε υλικό υπόθεμα όταν:
i) ο καταναλωτής δεν έδωσε προηγούμενη ρητή συγκατάθεση για την έναρξη της προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου πριν από το τέλος της προθεσμίας υπαναχώρησης που αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 1·
ii) ο καταναλωτής δεν αναγνώρισε ότι δίδοντας τη συγκατάθεσή του απώλεσε το δικαίωμα υπαναχώρησης· ή
iii) ο έμπορος παρέλειψε να παράσχει την επιβεβαίωση που προβλέπεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 και στο άρθρο 19 παράγραφος 5.
7. Εκτός αν άλλως ορίζεται στο παρόν άρθρο, ο καταναλωτής δεν φέρει καμία ευθύνη λόγω της άσκησης του δικαιώματος υπαναχώρησης.
Άρθρο 46
Δευτερεύουσες συμβάσεις
1. Όταν ο καταναλωτής ασκήσει το δικαίωμα υπαναχώρησης από σύμβαση εξ αποστάσεως ή σύμβαση εκτός εμπορικού καταστήματος σύμφωνα με τα άρθρα 41 έως 45, τυχόν δευτερεύουσες συμβάσεις λήγουν αυτοδικαίως χωρίς καμία δαπάνη του καταναλωτή, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3. Για το σκοπό του παρόντος άρθρου, ως δευτερεύουσα σύμβαση νοείται η σύμβαση με την οποία ο καταναλωτής αποκτά αγαθά, ψηφιακό περιεχόμενο ή συναφείς υπηρεσίες σε σχέση με σύμβαση εξ αποστάσεως ή σύμβαση εκτός εμπορικού καταστήματος και αυτά τα αγαθά, το ψηφιακό περιεχόμενο ή οι συναφείς υπηρεσίες παρέχονται από τον έμπορο ή τρίτο βάσει ρύθμισης μεταξύ του εν λόγω τρίτου και του εμπόρου.
2. Οι διατάξεις των άρθρων 43, 44 και 45 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στις δευτερεύουσες συμβάσεις στο μέτρο που οι εν λόγω συμβάσεις διέπονται από το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων.
3. Για τις δευτερεύουσες συμβάσεις που δεν διέπονται από το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων, οι υποχρεώσεις των μερών σε περίπτωση υπαναχώρησης διέπονται από το εφαρμοστέο δίκαιο.
Άρθρο 47
Υποχρεωτικός χαρακτήρας
Τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος κεφαλαίου ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Κεφάλαιο 5
Ελαττώματα βούλησης
Άρθρο -48
Πεδίο εφαρμογής
1. Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται σε περίπτωση ακύρωσης μιας σύμβασης λόγω ελαττωμάτων της βούλησης ή συναφών ελαττωμάτων.
2. Οι κανόνες του παρόντος κεφαλαίου εφαρμόζονται, με τις κατάλληλες προσαρμογές, στην ακύρωση μιας πρότασης, μιας αποδοχής ή άλλης μονομερούς δήλωσης βούλησης ή συναφούς συμπεριφοράς. [Τροπολογία 114]
Άρθρο 48
Πλάνη
1. Ένα μέρος δύναται να ακυρώσει σύμβαση λόγω υφιστάμενης κατά τη σύναψη της σύμβασης πραγματικής ή νομικής πλάνης αν:
α) το μέρος, ελλείψει της πλάνης, δεν θα είχε συνάψει τη σύμβαση ή θα την είχε συνάψει μόνο με θεμελιωδώς διαφορετικούς συμβατικούς όρους και το έτερο μέρος το γνώριζε ή όφειλε να το γνωρίζει· και [Τροπολογία 115]
β) το έτερο μέρος:
(i) προκάλεσε την πλάνη· ή [Τροπολογία 116]
(ii) προκάλεσε τη σύναψη της σύμβασης με πλάνη παραλείποντας να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε προσυμβατική υποχρέωση παροχής πληροφοριών δυνάμει του κεφαλαίου 2, τμήματα 1 έως 4· ή [Τροπολογία 117]
(iii) γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την πλάνη και προκάλεσε τη σύναψη της σύμβασης με πλάνη διότι δεν επεσήμανε τις συναφείς πληροφορίες, υπό τον όρο ότι η καλή πίστη και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη θα απαιτούσαν από ένα μέρος που είχε γνώση της πλάνης να την επισημάνει· ή
(iv) υπέπεσε στην ίδια πλάνη.
2. Ένα μέρος δεν δύναται να ακυρώσει σύμβαση λόγω πλάνης αν το εν λόγω μέρος είχε αναλάβει τον κίνδυνο της πλάνης ή στις συγκεκριμένες περιστάσεις θα πρέπει να βαρύνεται με τον κίνδυνο αυτό.
3. Μια ανακρίβεια στην έκφραση ή στη διαβίβαση δήλωσης θεωρείται ως πλάνη του προσώπου που προέβη στη δήλωση ή την απέστειλε.
Άρθρο 49
Απάτη
1. Ένα μέρος δύναται να ακυρώσει σύμβαση αν το έτερο μέρος προκάλεσε τη σύναψη της σύμβασης με δόλια ψευδή παράσταση, είτε εν λόγω είτε εν έργω, ή με δόλια μη κοινοποίηση οποιωνδήποτε πληροφοριών τις οποίες βάσει της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών, ή οποιασδήποτε προσυμβατικής υποχρέωσης παροχής πληροφοριών, έπρεπε να κοινοποιήσει το εν λόγω μέρος.
2. Η ψευδής παράσταση είναι δόλια αν έγινε με τη γνώση ή την πεποίθηση ότι η παράσταση αυτή είναι ψευδής, ή αδιαφορώντας για το κατά πόσον αυτή είναι αληθής ή ψευδής, και έχει ως σκοπό να οδηγήσει τον αποδέκτη σε πλάνη. Η μη κοινοποίηση είναι δόλια αν έχει σκοπό να οδηγήσει το πρόσωπο στο οποίο δεν παρασχέθηκαν οι πληροφορίες σε πλάνη.
3. Προκειμένου να καθοριστεί αν βάσει της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών ένα μέρος οφείλει να κοινοποιήσει συγκεκριμένες πληροφορίες, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλες οι περιστάσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται: [Τροπολογία 118, δεν αφορά το ελληνικό]
α) το κατά πόσον το μέρος είχε ειδικές γνώσεις·
β) το κόστος απόκτησης των σχετικών πληροφοριών από το μέρος·
γ) η ευκολία με την οποία το έτερο μέρος θα μπορούσε να αποκτήσει τις πληροφορίες με άλλο τρόπο·
δ) ο χαρακτήρας των πληροφοριών·
ε) η προφανήςπιθανή σημασία των πληροφοριών για το έτερο μέρος· και [Τροπολογία 119]
στ) σε συμβάσεις μεταξύ εμπόρων, η ορθή εμπορική πρακτική στην εκάστοτε περίπτωση.
Άρθρο 50
Απειλές
Ένα μέρος δύναται να ακυρώσει σύμβαση αν το έτερο μέρος προκάλεσε τη σύναψη της σύμβασης με την απειλή παράνομης, επικείμενης και σοβαρής βλάβης, ή παράνομης πράξης.
Άρθρο 50α
Τρίτα μέρη
1. Όταν ένα τρίτο μέρος, για τις πράξεις του οποίου ευθύνεται ένα πρόσωπο, ή όταν το μέρος αυτό συμμετέχει με τη συγκατάθεση του προσώπου αυτού στη σύναψη μιας σύμβασης και
α) προκαλεί ή γνωρίζει ή όφειλε να γνωρίζει μια πλάνη, ή
β) ενέχεται για απάτη, απειλή ή αθέμιτη εκμετάλλευση,
ισχύουν τα έννομα βοηθήματα του κεφαλαίου αυτού και εφαρμόζονται ωσάν η συμπεριφορά ή η γνώση να αφορούσε το πρόσωπο που είχε την ευθύνη ή έδωσε τη συγκατάθεσή του.
2. Όταν ένα τρίτο μέρος, για τις πράξεις του οποίου δεν ευθύνεται ένα πρόσωπο, και όταν το τρίτο μέρος δεν έχει τη συγκατάθεση του προσώπου αυτού για να συμμετάσχει στην κατάρτιση μιας σύμβασης, ενέχεται για απάτη ή απειλή, τα έννομα βοηθήματα του κεφαλαίου αυτού διατίθενται εάν το πρόσωπο αυτό γνώριζε ή όφειλε δικαιολογημένα να γνωρίζει τα σχετικά πραγματικά περιστατικά ή, κατά το χρόνο της ακύρωσης, δεν ενήργησε σύμφωνα με τη σύμβαση. [Τροπολογία 120]
Άρθρο 51
Αθέμιτη εκμετάλλευση
Ένα μέρος δύναται να ακυρώσει σύμβαση, αν κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης:
α) το εν λόγω μέρος ήταν εξαρτημένο από το έτερο μέρος ή είχε σχέση εμπιστοσύνης με αυτό, βρισκόταν σε οικονομική δυσχέρεια, ή είχε επείγουσες ανάγκες, ήταν απερίσκεπτο, αδαές ή άπειρο· και
β) το έτερο μέρος το γνώριζε ή όφειλε να το γνωρίζει και, σε συνάρτηση με τις περιστάσεις και τον σκοπό της σύμβασης, εκμεταλλεύθηκε την κατάσταση του πρώτου μέρους για να επιτύχει υπερβολικό κέρδος ή αθέμιτο πλεονέκτημα.
Άρθρο 52
Γνωστοποίηση ακύρωσης
1. Η ακύρωση πραγματοποιείται με γνωστοποίηση στο έτερο μέρος.
2. Η ακύρωση παράγει αποτελέσματα μόνο αν γνωστοποιηθεί εντός της κάτωθι αναφερόμενης προθεσμίας, η οποία υπολογίζεται από τη στιγμή κατά την οποία το μέρος που ακυρώνει τη σύμβαση έλαβε γνώση των συναφών περιστάσεων ή απέκτησε την ικανότητα να ενεργεί ελεύθερα:
α) έξι μηνών σε περίπτωση πλάνης και
β) ενός έτους σε περίπτωση απάτης, απειλών και αθέμιτης εκμετάλλευσης.
Άρθρο 53
Επιβεβαίωση
Όταν το μέρος που έχει δικαίωμα ακύρωσης σύμβασης βάσει του παρόντος κεφαλαίου την επιβεβαιώσει, ρητά ή έμμεσα, αφού έλαβε γνώση των συναφών περιστάσεων ή απέκτησε την ικανότητα να ενεργεί ελεύθερα, το εν λόγω μέρος δεν δύναται πλέον να ακυρώσει τη σύμβαση.
Άρθρο 54
Αποτελέσματα της ακύρωσης
1. Η σύμβαση που δύναται να ακυρωθεί είναι έγκυρη έως την ακύρωσή της, αλλά, μόλις ακυρωθεί, είναι αναδρομικά άκυρη από τη σύναψή της.
2. Όταν ένας λόγος ακύρωσης επηρεάζει μόνον ορισμένους συμβατικούς όρους, το αποτέλεσμα της ακύρωσης περιορίζεται στους όρους αυτούς εκτός αν δεν είναι εύλογο να διατηρηθεί η υπόλοιπη σύμβαση.
3. Το ζήτημα κατά πόσον κάθε μέρος έχει δικαίωμα στην απόδοση των μεταβιβασθέντων ή παρασχεθέντων δυνάμει ακυρωθείσας σύμβασης ή σε χρηματικό ισοδύναμο, ρυθμίζεται από τους κανόνες για την απόδοση στο Κεφάλαιο 17.
Άρθρο 55
Αποζημίωση
Ένα μέρος που έχει δικαίωμα ακύρωσης σύμβασης βάσει του παρόντος κεφαλαίου ή είχε αυτό το δικαίωμα πριν το απωλέσει λόγω λήξης προθεσμίας ή επιβεβαίωσης δικαιούται, ανεξάρτητα από την ακύρωση ή μη της σύμβασης, αποζημίωση, σύμφωνα με το κεφάλαιο 16, από το έτερο μέρος για ζημία που υπέστη λόγω της πλάνης, της απάτης, των απειλών ή της αθέμιτης εκμετάλλευσης, υπό τον όρο ότι το έτερο μέρος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει τις συναφείς περιστάσεις. [Τροπολογία 121]
Άρθρο 56
Αποκλεισμός ή περιορισμός των έννομων βοηθημάτων
1. Τα έννομα βοηθήματα που παρέχονται σε περίπτωση απάτης, απειλών και αθέμιτης εκμετάλλευσης δεν μπορούν να αποκλεισθούν ή να περιορισθούν, άμεσα ή έμμεσα.
2. Σε σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος του καταναλωτή, άμεσα ή έμμεσα, να αποκλείσουν ή να περιορίσουν τα έννομα βοηθήματα που παρέχονται σε περίπτωση πλάνης.
Άρθρο 57
Επιλογή έννομου βοηθήματος
Ένα μέρος το οποίο δικαιούται έννομο βοήθημα βάσει του παρόντος κεφαλαίου σε περιστάσεις που παρέχουν στο μέρος αυτό έννομο βοήθημα λόγω μη εκτέλεσης, δύναται να ασκήσει οποιοδήποτε από τα εν λόγω έννομα βοηθήματα.
Μέρος III
Αξιολόγηση του περιεχομένου της σύμβασης
Κεφάλαιο 6
Ερμηνεία
Άρθρο 58
Γενικοί κανόνες για την ερμηνεία των συμβάσεων
1. Η σύμβαση πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με την κοινή βούληση των μερών ακόμα και αν αυτή διαφέρει από τη συνήθη σημασία των εκφράσεων που χρησιμοποιούνται στη σύμβαση.
2. Όταν σύμφωνα με τη βούληση μέρους μια έκφραση ή αντίστοιχη συμπεριφορά που χρησιμοποιείται στη σύμβαση, έχει ιδιαίτερη σημασία, και κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης το έτερο μέρος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την εν λόγω βούληση, η έκφραση ή αντίστοιχη συμπεριφορά πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με τη βούληση του πρώτου μέρους. [Τροπολογία 122]
3. Εκτός αν άλλως προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2, η σύμβαση πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με τη σημασία που θα της απέδιδε ένας συνετός συναλλασσόμενος.
3α. Οι εκφράσεις που χρησιμοποιούνται σε σύμβαση ερμηνεύονται με βάση τη σύμβαση ως σύνολο. [Τροπολογία 123]
3β. Οι κανόνες του παρόντος κεφαλαίου εφαρμόζονται με τις κατάλληλες προσαρμογές για την ερμηνεία μιας προσφοράς, αποδοχής ή άλλης μονομερούς δήλωσης που εκφράζει πρόθεση ή ισοδύναμη συμπεριφορά. [Τροπολογία 124]
Άρθρο 59
Συναφή ζητήματα
Κατά την ερμηνεία σύμβασης, δύναται να λαμβάνονται υπόψη, ιδίως:
α) οι περιστάσεις υπό τις οποίες συνήφθη, συμπεριλαμβανομένων των προκαταρκτικών διαπραγματεύσεων· [Τροπολογία 125]
β) η συμπεριφορά των μερών, ακόμαπριν, κατά τη διάρκεια και μετά από τη σύναψη της σύμβασης· [Τροπολογία 126]
γ) η ερμηνεία που έχει ήδη δοθεί απόέδωσαν προηγουμένως τα μέρη σε εκφράσεις που είναι ταυτόσημες ή παρόμοιες με αυτές που χρησιμοποιήθηκαν στη σύμβαση· [Τροπολογία 127]
δ) οι συναλλακτικές συνήθειες οι οποίες θα θεωρούνταν γενικά εφαρμοστέες από μέρη στην ίδια κατάσταση·
ε) η καθιερωμένη μεταξύ των μερών πρακτική·
στ) η σημασία που δίδεται συνήθως σε εκφράσεις στον σχετικό κλάδο δραστηριότητας·
ζ) η φύση και ο σκοπός της σύμβασης· και
η) η καλή πίστη και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη.
Άρθρο 60
Αναφορά στη σύμβαση ως σύνολο
Οι εκφράσεις που χρησιμοποιούνται σε σύμβαση πρέπει να ερμηνεύονται με βάση τη σύμβαση ως σύνολο. [Τροπολογία 128]
Άρθρο 61
Γλωσσικές αποκλίσεις
Όταν μια σύμβαση καταρτίζεται σε δύο ή περισσότερες γλωσσικές αποδόσεις εκ των οποίων καμία δεν δηλώνεται ως αυθεντική, σε περίπτωση απόκλισης μεταξύ των αποδόσεων, ως αυθεντική θεωρείται η απόδοση στην οποία είχε συνταχθεί αρχικά η σύμβαση.
Όταν χρησιμοποιείται ένα έγγραφο σύμβασης που έχει συνταχθεί στην εθνική γλώσσα του καταναλωτή, η εκδοχή αυτή θεωρείται αυθεντική. Τα μέρη δεν μπορούν να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου κατά τρόπο που να θίγει τον καταναλωτή, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά. [Τροπολογία 129]
Άρθρο 61α
Προτίμηση ερμηνείας βάσει της οποίας οι συμβατικοί όροι παράγουν αποτελέσματα
Η ερμηνεία βάσει της οποίας οι συμβατικοί όροι παράγουν αποτελέσματα υπερισχύει εκείνης βάσει της οποίας δεν παράγονται αποτελέσματα. [Τροπολογία 130]
Άρθρο 61β
Ερμηνεία υπέρ των καταναλωτών
1. Όταν υπάρχει αμφιβολία σχετικά με τη σημασία συμβατικού όρου σε σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, υπερισχύει η ευνοϊκότερη για τον καταναλωτή ερμηνεία, εκτός αν ο όρος είχε υποδειχθεί από τον καταναλωτή.
2. Τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά. [Τροπολογία 131]
Άρθρο 62
Προτίμηση των συμβατικών όρωνΣυμβατικοί όροι που δεν αποτέλεσαν αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης [Τροπολογία 132]
1. Στο βαθμό που υφίσταται ανακολουθία, οι συμβατικοί όροι που αποτέλεσαν αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης υπερισχύουν εκείνων που δεν αποτέλεσαν αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης κατά την έννοια του άρθρου 7.
1α. Όταν, παρά το άρθρο 61β, υπάρχει αμφιβολία σχετικά με τη σημασία συμβατικού όρου που δεν είχε αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης κατά την έννοια του άρθρου 7, υπερισχύει μία ερμηνεία του όρου που είναι δυσμενής για το μέρος που τον υπέδειξε. [Τροπολογία 133]
Άρθρο 63
Προτίμηση ερμηνείας βάσει της οποίας οι συμβατικοί όροι παράγουν αποτελέσματα
Η ερμηνεία βάσει της οποίας οι συμβατικοί όροι παράγουν αποτελέσματα υπερισχύει εκείνης βάσει της οποίας δεν παράγονται αποτελέσματα. [Τροπολογία 134]
Άρθρο 64
Ερμηνεία υπέρ των καταναλωτών
1. Όταν υπάρχει αμφιβολία σχετικά με τη σημασία συμβατικού όρου σε σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, υπερισχύει η ευνοϊκότερη για τον καταναλωτή ερμηνεία, εκτός αν ο όρος είχε υποδειχθεί από τον καταναλωτή.
2. Τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά. [Τροπολογία 135]
Άρθρο 65
Ερμηνεία κατά του υποδείξαντος τον συμβατικό όρο
Όταν, σε μια σύμβαση που δεν εμπίπτει στο άρθρο 64, υπάρχει αμφιβολία σχετικά με τη σημασία όρου που δεν είχε αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης κατά την έννοια του άρθρου 7, υπερισχύει η ερμηνεία του όρου κατά του μέρους που τον υπέδειξε. [Τροπολογία 136]
Κεφάλαιο 7
Περιεχόμενο και αποτελέσματα
Τμήμα 1
Γενικές διατάξεις [Τροπολογία 137]
Άρθρο 66
Συμβατικοί όροι
Οι συμβατικοί όροι απορρέουν από:
α) τη συμφωνία των μερών, με την επιφύλαξη οποιουδήποτε υποχρεωτικού κανόνα του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων·
β) οποιαδήποτε συναλλακτική συνήθεια ή πρακτική η οποία δεσμεύει τα μέρη δυνάμει του άρθρου 67·
γ) οποιονδήποτε κανόνα του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων που εφαρμόζεται ελλείψει αντίθετης συμφωνίας των μερών· και
δ) οποιονδήποτε συμβατικό όρο συνάγεται δυνάμει του άρθρου 68.
Άρθρο 67
Συναλλακτικές συνήθειες και πρακτικές σε συμβάσεις μεταξύ εμπόρων
1. Σε σύμβαση μεταξύ εμπόρων, τα μέρη δεσμεύονται από οποιαδήποτε συναλλακτική συνήθεια που συμφώνησαν να εφαρμόσουν και από οποιαδήποτε καθιερωμένη μεταξύ τους πρακτική.
2. Τα μέρη δεσμεύονται από συναλλακτική συνήθεια η οποία θα θεωρούνταν γενικά εφαρμοστέα από εμπόρους στην ίδια κατάσταση με τα μέρη.
3. Οι συναλλακτικές συνήθειες και οι πρακτικές δεν δεσμεύουν τα μέρη στο βαθμό που συγκρούονται με συμβατικούς όρους οι οποίοι αποτέλεσαν αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσηςτις συμφωνίες των μερών ή με οποιουσδήποτε υποχρεωτικούς κανόνες του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων. [Τροπολογία 138]
Άρθρο 68
Συμβατικοί όροι που μπορεί να συνάγονται
1. Όταν είναι απαραίτητο να ρυθμιστεί ζήτημα που δεν προβλέπεται ρητά από τη συμφωνία των μερών, από οποιαδήποτε συνήθεια ή πρακτική ή από οποιονδήποτε κανόνα του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων, δύναται να συνάγεται πρόσθετος συμβατικός όρος, λαμβανομένων ιδίως υπόψη:
α) της φύσης και του σκοπού της σύμβασης·
β) των περιστάσεων υπό τις οποίες συνήφθη η σύμβαση· και
γ) της καλής πίστης και χρηστών συναλλακτικών ηθών.
2. Οποιοσδήποτε συμβατικός όρος συνάγεται βάσει της παραγράφου 1, στο μέτρο του δυνατού, ερμηνεύεται σύμφωνα με τη βούληση των μερών όπως πιθανά θα είχε εκφραστεί αν τα μέρη είχαν ρυθμίσει το ζήτημα. [Τροπολογία 139]
3. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται αν τα μέρη εκουσίως παρέλειψαν να ρυθμίσουν ένα ζήτημα αποδεχόμενα ότι το ένα ή το έτερο μέρος θα αναλάμβανε τον κίνδυνο.
Άρθρο 69
Συμβατικοί όροι που απορρέουν από ορισμένες προσυμβατικές δηλώσεις
1. Όταν ο έμπορος, ή ένα πρόσωπο που ασχολείται με τη διαφήμιση ή την εμπορική προώθηση κατ’ εντολήν του εμπόρου, πριν από τη σύναψη της σύμβασης, προβαίνει σε δήλωση, είτε στο έτερο μέρος είτε δημόσια, σχετικά με τα χαρακτηριστικά των παρεχομένων από τον έμπορο αυτό βάσει της σύμβασης, η δήλωση ενσωματώνεται στη σύμβαση ως όρος της εκτός αν ο έμπορος αποδεικνύει ότι:
α) το έτερο μέρος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει κατά τη σύναψη της σύμβασης πως η δήλωση ήταν εσφαλμένη ή πως δεν ήταν άλλως αξιόπιστη ως όρος, ή
αα) η δήλωση είχε διορθωθεί κατά τη χρονική στιγμή της σύναψης της σύμβασης, ή
β) η απόφαση του άλλου μέρους να συνάψει τη σύμβαση δεν θα μπορούσε να έχει επηρεαστεί από τη δήλωση. [Τροπολογία 140]
2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η δήλωση η οποία γίνεται από πρόσωπο που ασχολείται με τη διαφήμιση ή την εμπορική προώθηση για τον έμπορο θεωρείται ότι έγινε από τον έμπορο. [Τροπολογία 141]
3. Όταν το έτερο μέρος είναι καταναλωτής, τότε για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η δημόσια δήλωση που γίνεται από ή εξ ονόματος παραγωγού ή άλλου προσώπου σε προηγούμενο στάδιο της αλυσίδας των συναλλαγών η οποία οδηγεί στη σύμβαση θεωρείται ότι έγινε από τον έμπορο, εκτός αν ο έμπορος αποδεικνύει ότι κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης δεν γνώριζε και δεν όφειλε να γνωρίζει τη δήλωση αυτή. [Τροπολογία 142]
4. Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Άρθρο 70
Υποχρέωση ενημέρωσης σχετικά με τους συμβατικούς όρους που δεν αποτέλεσαν αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης
1. Επίκληση συμβατικών όρων που υπεδείχθησαν από ένα μέρος και δεν απετέλεσαν αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης κατά την έννοια του άρθρου 7 δύναται να γίνει κατά του έτερου μέρους μόνο αν το έτερο μέρος τους γνώριζε ή αν το μέρος που τους υπέδειξε έλαβε εύλογα μέτρα για να επιστήσει την προσοχή του ετέρου μέρους σ’ αυτούς, πριν από ή κατά τη σύναψη της σύμβασης.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή η απλή αναφορά στους συμβατικούς όρους από το έγγραφο της σύμβασης δεν εφιστά επαρκώς την προσοχή του καταναλωτή σ’ αυτούς, ακόμα και ο καταναλωτής υπογράψει το έγγραφο.
3. Τα μέρη δεν δύνανται να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά. [Τροπολογία 143]
Άρθρο 71
Πρόσθετες πληρωμές σε συμβάσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή
1. Σε σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, ο συμβατικός όρος που υποχρεώνει τον καταναλωτή στην καταβολή οποιασδήποτε πληρωμής επιπλέον της προβλεπόμενης αμοιβής για την κύρια συμβατική υποχρέωση του εμπόρου, ιδίως όταν ο όρος έχει ενσωματωθεί με τη χρήση πάγιων επιλογών τις οποίες ο καταναλωτής απαιτείται να απορρίψει προκειμένου να αποφύγει την πρόσθετη πληρωμή, δεν δεσμεύει τον καταναλωτή εκτός αν αυτός, πριν να δεσμευθεί με τη σύμβαση, είχε συγκατατεθεί ρητά στην πρόσθετη πληρωμή. Αν ο καταναλωτής κατέβαλε την πρόσθετη πληρωμή, δύναται να την ανακτήσει.
2. Τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά. [Τροπολογία 144]
Άρθρο 72
Ρήτρες ενσωμάτωσης
1. Όταν μια γραπτή σύμβαση περιέχει όρο που αναφέρει ότι το έγγραφο περιλαμβάνει όλους τους συμβατικούς όρους (ρήτρα ενσωμάτωσης), οποιεσδήποτε προηγούμενες δηλώσεις, δεσμεύσεις ή συμφωνίες που δεν περιλαμβάνονται στο έγγραφο δεν αποτελούν μέρος της σύμβασης.
2. Εκτός αν άλλως προβλέπεται στη σύμβαση, η ρήτρα ενσωμάτωσης δεν εμποδίζει τη χρήση των προηγουμένων δηλώσεων των μερών για την ερμηνεία της σύμβασης.
3. Σε σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, ο καταναλωτής δεν δεσμεύεται από τη ρήτρα ενσωμάτωσης.
4. Τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Άρθρο 73
Καθορισμός τιμήματος
Όταν το ποσό του καταβλητέου τιμήματος βάσει σύμβασης δεν μπορεί να καθορισθεί με άλλο τρόπο, το καταβλητέο τίμημα, ελλείψει αντίθετης ένδειξης, είναι το τίμημα που συνήθως χρεώνεται σε παρόμοιες περιστάσεις κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης, ή αν αυτό το τίμημα δεν είναι διαθέσιμο, ένα εύλογο τίμημα.
Άρθρο 74
Μονομερής καθορισμός από μέρος
1. Όταν το τίμημα ή οποιοσδήποτε άλλος συμβατικός όρος καθορίζεται από ένα μέρος και ο καθορισμός από αυτό το μέρος υπερβαίνει προφανώς τα όρια του ευλόγου, τότε αντικαθίσταται με το τίμημα που συνήθως χρεώνεται ή με τον όρο που συνήθως χρησιμοποιείται σε παρόμοιες περιστάσεις κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης, ή αν αυτό το τίμημα ή ο όρος δεν είναι διαθέσιμος, αντικαθίσταται με εύλογο τίμημα ή εύλογο όρο.
2. Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος αυτού του τελευταίου, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου,ούτε να παρεκκλίνουν από αυτό ή να τροποποιήσουν τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά. [Τροπολογία 145]
Τμήμα 2
Ειδικές διατάξεις που διέπουν συμβάσεις μεταξύ εμπόρων και καταναλωτών [Τροπολογία 146]
Άρθρο 75
Καθορισμός από τρίτο
1. Όταν τρίτος πρέπει να καθορίζει το τίμημα ή οποιοδήποτε άλλο συμβατικό όρο και δεν μπορεί ή δεν θέλει να το πράξει, ένα δικαστήριο δύναται να διορίσει άλλο πρόσωπο για τον καθορισμό αυτό, εκτός αν αυτό δεν συνάδει με τους συμβατικούς όρους.
2. Όταν το τίμημα ή άλλος συμβατικός όρος που καθορίζεται από τρίτο υπερβαίνει προφανώς τα όρια του ευλόγου, αντικαθίσταται με το τίμημα που συνήθως χρεώνεται ή με τον όρο που συνήθως χρησιμοποιείται σε παρόμοιες περιστάσεις κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης, ή αν αυτό το τίμημα ή ο όρος δεν είναι διαθέσιμος, αντικαθίσταται με εύλογο τίμημα ή εύλογο όρο.
3. Για το σκοπό της παραγράφου 1, η έννοια του «δικαστηρίου» καλύπτει και τα διαιτητικά δικαστήρια.
4. Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή της παραγράφου 2 ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά της ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Άρθρο 76
Γλώσσα
Όταν η γλώσσα η οποία πρέπει να χρησιμοποιείται για τις επικοινωνίες σχετικά με τη σύμβαση ή τα δικαιώματα ή τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή δεν μπορεί να καθοριστεί με άλλο τρόπο, η γλώσσα που πρέπει να χρησιμοποιείται είναι η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε για τη σύναψη της σύμβασης.
Άρθρο 76α
Υποχρέωση επισήμανσης συμβατικών όρων που δεν αποτέλεσαν αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης [Τροπολογία 147]
1. Επίκληση συμβατικών όρων που υπεδείχθησαν από τον έμπορο και δεν απετέλεσαν αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης κατά την έννοια του άρθρου 7 δύναται να γίνει κατά ενός καταναλωτή μόνο αν ο καταναλωτής τους γνώριζε ή αν ο έμπορος έλαβε εύλογα μέτρα για να επιστήσει την προσοχή του καταναλωτή σε αυτούς, πριν από ή κατά τη σύναψη της σύμβασης. [Τροπολογία 148]
2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η προσοχή του καταναλωτή στους όρους της σύμβασης εφιστάται επαρκώς, μόνον εφόσον αυτοί:
α) παρουσιάζονται κατά τρόπο κατάλληλο να προσελκύσει την προσοχή του καταναλωτή στην ύπαρξή τους· και
β) παραδίδονται ή διατίθενται στον καταναλωτή από τον έμπορο κατά τρόπο που δίδει στον καταναλωτή την ευκαιρία να τους κατανοήσει πριν από τη σύναψη της σύμβασης. [Τροπολογία 149]
3. Η απλή αναφορά στους συμβατικούς όρους από ένα έγγραφο της σύμβασης δεν θεωρείται ότι εφιστά επαρκώς την προσοχή του καταναλωτή σε αυτούς ακόμα και ο καταναλωτής υπογράψει το έγγραφο. [Τροπολογία 150]
4. Τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά. [Τροπολογία 151]
Άρθρο 76β
Πρόσθετες πληρωμές σε συμβάσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή
1. Σε σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, ο συμβατικός όρος που υποχρεώνει τον καταναλωτή στην καταβολή οποιασδήποτε πληρωμής επιπλέον της προβλεπόμενης αμοιβής για την κύρια συμβατική υποχρέωση του εμπόρου, ιδίως όταν ο όρος έχει ενσωματωθεί με τη χρήση πάγιων επιλογών τις οποίες ο καταναλωτής απαιτείται να απορρίψει προκειμένου να αποφύγει την πρόσθετη πληρωμή, δεν δεσμεύει τον καταναλωτή εκτός αν αυτός, πριν να δεσμευθεί με τη σύμβαση, είχε συγκατατεθεί ρητά στην πρόσθετη πληρωμή. Αν ο καταναλωτής καταβάλει την πρόσθετη πληρωμή χωρίς να έχει ρητώς συγκατατεθεί σε αυτήν, δύναται να την ανακτήσει.
2. Τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά. [Τροπολογία 152]
Άρθρο 77
Συμβάσεις αορίστου χρόνου
1. Όταν, σε περίπτωση που αφορά συνεχή ή περιοδική εκπλήρωση συμβατικής υποχρέωσης, οι συμβατικοί όροι δεν προβλέπουν το χρόνο λύσης της συμβατικής σχέσης ή δεν προβλέπουν τη λύση της με σχετική ειδοποίηση, αυτή η σχέση δύναται να λυθεί από οποιοδήποτε μέρος μετά από εύλογη προθεσμία ειδοποίησης που δεν υπερβαίνει τους δύο μήνες.
2. Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Άρθρο 78
Συμβατικοί όροι υπέρ τρίτων
1. Τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται, με τη σύμβαση, να παραχωρούν δικαίωμα σε τρίτο. Ο τρίτος δεν χρειάζεται να υπάρχει ή να προσδιορίζεται κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης αλλά πρέπει να μπορεί να προσδιορισθεί.
2. Η φύση και το περιεχόμενο του δικαιώματος του τρίτου καθορίζονται με τη σύμβαση. Το δικαίωμα δύναται να έχει τη μορφή αποκλεισμού ή περιορισμού της ευθύνης του τρίτου έναντι ενός των συμβαλλομένων μερών.
3. Όταν ένα συμβαλλόμενο μέρος υποχρεούται σε εκτέλεση προς τρίτο βάσει της σύμβασης, τότε:
α) ο τρίτος έχει τα ίδια δικαιώματα στην εκτέλεση και τα ίδια έννομα βοηθήματα για μη εκτέλεση όπως αν το συμβαλλόμενο μέρος υποχρεούτο σε εκτέλεση βάσει σύμβασης με τρίτο και
β) το συμβαλλόμενο μέρος που δεσμεύεται δύναται να επικαλεστεί κατά του τρίτου όλα τα μέσα άμυνας που θα μπορούσε να επικαλεστεί έναντι του έτερου μέρους της σύμβασης.
4. Ο τρίτος δύναται να απορρίψει δικαίωμα που παραχωρείται σ’ αυτόν με ειδοποίηση προς οποιοδήποτε από τα συμβαλλόμενη μέρη, εφόσον δεν προηγηθεί ρητή ή σιωπηρή αποδοχή του δικαιώματος. Σε περίπτωση απόρριψης, το δικαίωμα θεωρείται ως να μην είχε ποτέ παραχωρηθεί στον τρίτο.
5. Τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να ανακαλέσουν ή να τροποποιήσουν τον συμβατικό όρο για την παραχώρηση του δικαιώματος, εφόσον δεν προηγηθεί η ειδοποίηση προς τον τρίτο από οποιοδήποτε από αυτά τα μέρη για την παραχώρηση του δικαιώματος.
Κεφάλαιο 8
Καταχρηστικοί συμβατικοί όροι
Τμήμα 1
Γενικές διατάξεις
Άρθρο 79
Συνέπειες των καταχρηστικών συμβατικών όρων
1. Ένας συμβατικός όρος ο οποίος υποδεικνύεται από το ένα μέρος και είναι καταχρηστικός σύμφωνα με τα τμήματα 2 και 3 του παρόντος κεφαλαίου δεν έχει υποχρεωτική ισχύ για το έτερο μέρος.
2. Εάν η σύμβαση μπορεί να διατηρηθεί χωρίς τον καταχρηστικό συμβατικό όρο, οι υπόλοιποι όροι της σύμβασης παραμένουν δεσμευτικοί.
Άρθρο 80
Ζητήματα που εξαιρούνται από τον έλεγχο του αθέμιτου χαρακτήρα
1. Τα τμήματα 2 και 3 δεν εφαρμόζονται σε συμβατικούς όρους οι οποίοι αντανακλούν διατάξεις του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων που θα ίσχυαν αν το εκάστοτε ζήτημα δεν ρυθμιζόταν από τους όρους της σύμβασης.
2. Το τμήμα 2 δεν εφαρμόζεται στον ορισμό του κύριου αντικειμένου της σύμβασης ούτε στo ζήτημα της καταλληλότητας του καταβλητέου τιμήματος, στον βαθμό που ο έμπορος έχει συμμορφωθεί με το καθήκον διαφάνειας που καθορίζεται στο άρθρο 82. [Τροπολογία 153]
3. Το τμήμα 3 δεν εφαρμόζεται στον ορισμό του κύριου αντικειμένου της σύμβασης ούτε στo ζήτημα της καταλληλότητας του καταβλητέου τιμήματος.
Άρθρο 81
Υποχρεωτικός χαρακτήρας
Τα μέρη δεν δύνανται να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος κεφαλαίου, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Τμήμα 2
Καταχρηστικοί όροι συμβάσεων μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή
Άρθρο 82
Καθήκον διαφάνειας ως προς συμβατικούς όρους που δεν έχουν αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης
Όταν ένας έμπορος υποδεικνύει συμβατικούς όρους οι οποίοι δεν έχουν αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης με τον καταναλωτή κατά την έννοια του άρθρου 7, ο έμπορος οφείλει να διασφαλίζει ότι οι όροι είναι διατυπωμένοι και γνωστοποιούνται σε απλή και κατανοητή γλώσσα. [Τροπολογία 154]
Άρθρο 83
Έννοια του «καταχρηστικού» χαρακτήρα σε σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή
1. Σε μια σύμβαση μεταξύ ενός εμπόρου κι ενός καταναλωτή, ένας συμβατικός όρος ο οποίος υποδεικνύεται από τον έμπορο και δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης κατά την έννοια του άρθρου 7 είναι καταχρηστικός κατά την έννοια του παρόντος τμήματος εάν προκαλεί σοβαρή ανισορροπία στα βάσει της σύμβασης δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών, επί ζημία του καταναλωτή και σε αντίθεση με την καλή πίστη και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη. [Τροπολογία 155]
2. Κατά την εξέταση του καταχρηστικού ή μη χαρακτήρα ενός συμβατικού όρου στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος τμήματος, λαμβάνονται υπόψη τα εξής:
α) το κατά πόσον ο έμπορος συμμορφώθηκε με το καθήκον διαφάνειας το οποίο καθορίζεται στο άρθρο 82·
β) ο χαρακτήρας του παρασχετέου αγαθού βάσει της σύμβασης·
γ) οι επικρατούσες συνθήκες κατά τη σύναψη της σύμβασης·
γα) το κατά πόσον η καταχρηστικότητά του είναι τόσο εκτεταμένη ώστε ο καταναλωτής δεν θα μπορούσε να αναμένει τον προταθέντα συμβατικό όρο· [Τροπολογία 156]
δ) οι λοιποί όροι της σύμβασης· και
ε) οι όροι κάθε άλλης σύμβασης από την οποία εξαρτάται η υπό εξέταση σύμβαση.
Άρθρο 84
Συμβατικοί όροι οι οποίοι είναι οπωσδήποτε καταχρηστικοί
Ένας συμβατικός όρος θεωρείται οπωσδήποτε καταχρηστικός κατά την έννοια του παρόντος τμήματος εάν έχει ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα:
α) τον αποκλεισμό ή τον περιορισμό της ευθύνης του εμπόρου για θάνατο ή σωματική βλάβη που προκαλείται στον καταναλωτή μέσω ενέργειας ή παράλειψης του εμπόρου ή κάποιου άλλου προσώπου που ενεργεί για λογαριασμό του·
β) τον αποκλεισμό ή τον περιορισμό της ευθύνης του εμπόρου για κάθε ζημία ή βλάβη η οποία προκλήθηκε στον καταναλωτή εκ προθέσεως ή εξαιτίας βαριάς αμέλειας·
βα) τον αθέμιτο αποκλεισμό ή περιορισμό των μέσων έννομης προστασίας που έχει στη διάθεσή του ο καταναλωτής έναντι του εμπόρου ή τρίτων σε περίπτωση αθέτησης από τον έμπορο των υποχρεώσεων τις οποίες υπέχει βάσει της σύμβασης· [Τροπολογία 157]
γ) τον περιορισμό της υποχρέωσης του εμπόρου να δεσμεύεται από υποχρεώσεις τις οποίες αναλαμβάνουν οι εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποί του ή την εξάρτηση της τήρησης των υποχρεώσεών του από τη συμμόρφωση με συγκεκριμένο όρο του οποίου η εκπλήρωση εξαρτάται αποκλειστικά από τον ίδιο τον έμπορο·
γα) τον περιορισμό των αποδεικτικών στοιχείων που μπορεί να προσκομίσει ο καταναλωτής ή την επιβολή στον καταναλωτή του βάρους απόδειξης το οποίο σύμφωνα με τον νόμο βαρύνει κανονικά τον έμπορο· [Τροπολογία 158]
δ) τον αποκλεισμό ή την παρεμπόδιση του δικαιώματος του καταναλωτή να προσφύγει στη δικαιοσύνη ή να ασκήσει οποιοδήποτε άλλο έννομο βοήθημα, ιδίως με την πρόβλεψη ότι ο καταναλωτής είναι υποχρεωμένος να υποβάλει τυχόν διαφορά αποκλειστικά σε μηχανισμό διαιτησίας ο οποίος δεν προβλέπεται εν γένει σε νομικές διατάξεις που εφαρμόζονται σε συμβάσεις μεταξύ ενός εμπόρου κι ενός καταναλωτή·
ε) την απονομή αποκλειστικής δικαιοδοσίας για κάθε διαφορά που ενδέχεται να ανακύψει στο πλαίσιο της σύμβασης σε δικαστήριο του τόπου όπου είναι εγκατεστημένος ο έμπορος, εκτός αν το επιλεγέν δικαστήριο συμπίπτει με το δικαστήριο του τόπου κατοικίας του καταναλωτή·
στ) την παραχώρηση στον έμπορο του αποκλειστικού δικαιώματος να κρίνει εάν τα αγαθά, το ψηφιακό περιεχόμενο ή οι συναφείς υπηρεσίες που παρέχονται είναι σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης ή την παραχώρηση στον έμπορο του αποκλειστικού δικαιώματος να ερμηνεύει οποιονδήποτε όρο της σύμβασης·
στα) την παραχώρηση στον έμπορο του δικαιώματος να μεταβάλλει μονομερώς τους όρους της σύμβασης χωρίς βάσιμο λόγο καθοριζόμενο στη σύμβαση· τούτο δεν θίγει συμβατικούς όρους βάσει των οποίων ο έμπορος διατηρεί το δικαίωμα να μεταβάλλει μονομερώς τους όρους σύμβασης αορίστου χρόνου, υπό την προϋπόθεση ότι ο έμπορος οφείλει να ενημερώσει τον καταναλωτή με εύλογη προειδοποίηση και ότι ο καταναλωτής είναι ελεύθερος να καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς δική του οικονομική επιβάρυνση· [Τροπολογία 159]
στβ) την παραχώρηση στον έμπορο του δικαιώματος να μεταβάλλει μονομερώς χωρίς βάσιμη δικαιολογία οποιαδήποτε χαρακτηριστικά των παρασχετέων αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή των συναφών υπηρεσιών ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο της εκτέλεσης της σύμβασης· [Τροπολογία 160]
στγ) την παραχώρηση στον έμπορο του δικαιώματος να ζητεί για την παροχή του υψηλότερο τίμημα από εκείνο που είχε ορισθεί κατά τη σύναψη της σύμβασης, εκτός εάν η σύμβαση προβλέπει, στο πλαίσιο των συμφωνηθεισών προϋποθέσεων σε περίπτωση αλλαγής του τιμήματος και τη δυνατότητα μείωσης του τιμήματος, ότι οι όροι για την αλλαγή του τιμήματος πρέπει να αναφέρονται ρητά και να αιτιολογούνται στη σύμβαση, καθώς και ότι η εν λόγω αλλαγή του τιμήματος δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί από τον έμπορο με αυθαίρετο τρόπο· [Τροπολογία 161]
ζ) την πρόβλεψη ότι ο καταναλωτής δεσμεύεται από τη σύμβαση ενώ ο έμπορος όχι·
ζα) την επιβολή στον καταναλωτή της υποχρέωσης να εκπληρώσει το σύνολο των υποχρεώσεών του βάσει της σύμβασης ακόμη και αν ο έμπορος δεν εκπληρώσει τις δικές του υποχρεώσεις· [Τροπολογία 162]
ζβ) την παραχώρηση στον έμπορο του δικαιώματος να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση ή να την καταγγείλει κατά την έννοια του άρθρου 8 κατά το δοκούν χωρίς αναγνώριση του ίδιου δικαιώματος στον καταναλωτή, ή την παραχώρηση στον έμπορο του δικαιώματος να παρακρατεί ποσά που έχει εισπράξει για συναφείς υπηρεσίες που δεν έχουν ακόμη παρασχεθεί σε περίπτωση που ο έμπορος υπαναχωρήσει από τη σύμβαση ή την καταγγείλει· [Τροπολογία 163]
η) την επιβολή στον καταναλωτή της υποχρέωσης να ακολουθήσει, για την καταγγελία της σύμβασης κατά την έννοια του άρθρου 8, διαδικασία περισσότερο τυπική από τη διαδικασία που ακολουθήθηκε για τη σύναψη της σύμβασης·
ηα) την επιβολή υπέρμετρης επιβάρυνσης στον καταναλωτή σε περίπτωση καταγγελίας σύμβασης αορίστου χρόνου· [Τροπολογία 164]
θ) την παραχώρηση στον έμπορο συντομότερης προθεσμίας καταγγελίας της σύμβασης από αυτήν που ισχύει για τον καταναλωτή·
ι) την επιβολή στον καταναλωτή της υποχρέωσης να πληρώσει για αγαθά, ψηφιακό περιεχόμενο ή συναφείς υπηρεσίες που στην πραγματικότητα δεν του παραδόθηκαν ή παρασχέθηκαν·
ια) την πρόβλεψη ότι οι όροι της σύμβασης που δεν αποτέλεσαν αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης κατά την έννοια του άρθρου 7 κατισχύουν ή εφαρμόζονται κατά προτίμηση έναντι των όρων της σύμβασης οι οποίοι αποτέλεσαν αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης.
Άρθρο 85
Συμβατικοί όροι οι οποίοι τεκμαίρονται καταχρηστικοί
Ένας συμβατικός όρος τεκμαίρεται ότι είναι καταχρηστικός κατά την έννοια του παρόντος τμήματος εάν έχει ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα:
α) τον περιορισμό των αποδεικτικών στοιχείων που μπορεί να προσκομίσει ο καταναλωτής ή την επιβολή στον καταναλωτή του βάρους απόδειξης το οποίο σύμφωνα με τον νόμο βαρύνει κανονικά τον έμπορο· [Τροπολογία 165]
β) τον αθέμιτο αποκλεισμό ή περιορισμό των μέσων έννομης προστασίας που έχει στη διάθεσή του ο καταναλωτής έναντι του εμπόρου ή τρίτων σε περίπτωση αθέτησης από τον έμπορο των υποχρεώσεων τις οποίες υπέχει βάσει της σύμβασης· [Τροπολογία 166]
γ) τον αθέμιτο αποκλεισμό ή περιορισμό του δικαιώματος συμψηφισμού τυχόν απαιτήσεων του καταναλωτή έναντι του εμπόρου με τυχόν οφειλές του καταναλωτή προς τον έμπορο·
δ) την παραχώρηση στον έμπορο του δικαιώματος να κρατά χρήματα που έχει καταβάλει ο καταναλωτής σε περίπτωση που αυτός υπαναχωρήσει από τη σύναψη της σύμβασης ή αποφασίσει να μην εκπληρώσει ορισμένες από τις υποχρεώσεις του βάσει της σύμβασης, χωρίς πρόβλεψη του δικαιώματος του καταναλωτή να λάβει αποζημίωση αντίστοιχου ύψους από τον έμπορο στην αντίστροφη περίπτωση·
ε) την πρόβλεψη ότι ο καταναλωτής, σε περίπτωση που δεν εκπληρώσει υποχρεώσεις του βάσει της σύμβασης, υποχρεούται να καταβάλει ένα δυσανάλογα μεγάλο ποσό ως αποζημίωση ή να προβεί σε προκαθορισμένη πληρωμή για αθέτηση υποχρέωσης·
εα) μια συγκεκριμένη συμπεριφορά του καταναλωτή θεωρείται υποβολή ή μη υποβολή δήλωσης, εκτός εάν επισημανθεί ιδιαιτέρως στον καταναλωτή, κατά την έναρξη της σχετικής προθεσμίας, η σημασία της συμπεριφοράς του και ο καταναλωτής διαθέτει εύλογη προθεσμία για την υποβολή ρητής δήλωσης· [Τροπολογία 167]
στ) την παραχώρηση στον έμπορο του δικαιώματος να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση ή να την καταγγείλει κατά την έννοια του άρθρου 8 κατά το δοκούν χωρίς αναγνώριση του ίδιου δικαιώματος στον καταναλωτή, ή την παραχώρηση στον έμπορο του δικαιώματος να κρατά χρήματα που έχει εισπράξει για συναφείς υπηρεσίες που δεν έχουν ακόμη παρασχεθεί σε περίπτωση που ο έμπορος υπαναχωρήσει από τη σύμβαση ή την καταγγείλει· [Τροπολογία 168]
ζ) την παραχώρηση στον έμπορο του δικαιώματος να καταγγείλει σύμβαση αορίστου χρόνου χωρίς εύλογη προθεσμία προειδοποίησης, εκτός αν τούτο υπαγορεύεται από σοβαρούς λόγους·
η) την αυτόματη παράταση της ισχύος σύμβασης ορισμένου χρόνου, εκτός αν ο καταναλωτής εκφράσει διαφορετική επιθυμία, σε περιπτώσεις στις οποίες οι όροι της σύμβασης προβλέπουν υπερβολικά πρώιμη προθεσμία προειδοποίησης·
θ) την παραχώρηση στον έμπορο του δικαιώματος να μεταβάλλει μονομερώς τους όρους της σύμβασης χωρίς βάσιμο λόγο καθοριζόμενο στη σύμβαση· τούτο δεν θίγει συμβατικούς όρους βάσει των οποίων ο έμπορος διατηρεί το δικαίωμα να μεταβάλλει μονομερώς τους όρους σύμβασης αορίστου χρόνου, υπό την προϋπόθεση ότι ο έμπορος οφείλει να ενημερώσει τον καταναλωτή με εύλογη προειδοποίηση και ότι ο καταναλωτής είναι ελεύθερος να καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς δική του οικονομική επιβάρυνση· [Τροπολογία 169]
ι) την παραχώρηση στον έμπορο του δικαιώματος να μεταβάλλει μονομερώς χωρίς βάσιμη δικαιολογία οποιαδήποτε χαρακτηριστικά των παρασχετέων αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή των συναφών υπηρεσιών ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο της εκτέλεσης της σύμβασης· [Τροπολογία 170]
ια) την πρόβλεψη ότι η τιμή των αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή των συναφών υπηρεσιών καθορίζεται κατά τον χρόνο παράδοσης ή παροχής, ή την παραχώρηση στον έμπορο του δικαιώματος να αυξήσει το τίμημα χωρίς να παράσχει στον καταναλωτή τη δυνατότητα να υπαναχωρήσει σε περίπτωση που το νέο τίμημα είναι υπερβολικά υψηλό σε σύγκριση με το τίμημα που συμφωνήθηκε κατά τη σύναψη της σύμβασης· τούτο δεν θίγει τις ρήτρες αναπροσαρμογής της τιμής, οσάκις αυτές είναι νόμιμες, υπό την προϋπόθεση ότι η μέθοδος αυξομείωσης της τιμής περιγράφεται ρητώς· [Τροπολογία 171]
ιβ) την επιβολή στον καταναλωτή της υποχρέωσης να εκπληρώσει το σύνολο των υποχρεώσεών του βάσει της σύμβασης ακόμη και αν ο έμπορος δεν εκπληρώσει τις δικές του υποχρεώσεις· [Τροπολογία 172]
ιγ) την παραχώρηση στον έμπορο του δικαιώματος να μεταβιβάσει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του βάσει της σύμβασης χωρίς τη συγκατάθεση του καταναλωτή, εκτός αν η μεταβίβαση γίνεται προς θυγατρική του εμπόρου η οποία ελέγχεται από αυτόν ή είναι συνέπεια συγχώνευσης ή άλλης ανάλογης σύννομης εταιρικής πράξης, και η μεταβίβαση αυτή δεν είναι πιθανό να επηρεάσει δυσμενώς οποιοδήποτε δικαίωμα του καταναλωτή·
ιδ) την παροχή στον έμπορο της δυνατότητας, εάν το αγαθό που έχει παραγγελθεί δεν είναι διαθέσιμο, να παράσχει ισοδύναμο αγαθό χωρίς να έχει ενημερώσει ρητώς τον καταναλωτή σχετικά με τη δυνατότητα αυτή και σχετικά με το γεγονός ότι ο έμπορος βαρύνεται υποχρεωτικά με το κόστος επιστροφής του αγαθού που ο καταναλωτής έχει λάβει βάσει της συμβάσεως σε περίπτωση που ο καταναλωτής ασκήσει δικαίωμα άρνησης της εκτέλεσης και χωρίς ο καταναλωτής να έχει ζητήσει ρητά την παροχή ισοδύναμου αγαθού· [Τροπολογία 173]
ιε) την παραχώρηση στον έμπορο υπερβολικά μεγάλης ή μη επαρκώς καθορισμένης προθεσμίας εντός της οποίας οφείλει να αποδεχθεί ή να απορρίψει μια πρόταση·
ιστ) την παραχώρηση στον έμπορο υπερβολικά μεγάλης ή μη επαρκώς καθορισμένης προθεσμίας εντός της οποίας οφείλει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του βάσει της σύμβασης·
ιζ) τον αθέμιτο αποκλεισμό ή περιορισμό των έννομων βοηθημάτων που έχει στη διάθεσή του ο καταναλωτής έναντι του εμπόρου ή των διαθέσιμων μέσων άμυνας του καταναλωτή έναντι απαιτήσεων του εμπόρου·
ιη) την εξάρτηση της εκπλήρωσης από μέρους του εμπόρου υποχρεώσεων που υπέχει βάσει της σύμβασης ή άλλων ευεργετικών για τον καταναλωτή αποτελεσμάτων της σύμβασης από ιδιαίτερες διατυπώσεις οι οποίες δεν απαιτούνται από τον νόμο και δεν είναι εύλογες·
ιθ) την υποχρέωση του καταναλωτή να καταβάλει προκαταβολές υπερβολικού ύψους ή να παράσχει δυσανάλογα μεγάλη εγγύηση για τη διασφάλιση της εκπλήρωσης υποχρεώσεων·
κ) την αδικαιολόγητη παρεμπόδιση του καταναλωτή να καταφεύγει σε τρίτες πηγές για την προμήθεια αγαθών ή την πραγματοποίηση επισκευών·
κα) την αδικαιολόγητη σύνδεση της σύμβασης με άλλη σύμβαση με τον ίδιον έμπορο ή με θυγατρική του ή με τρίτο μέρος, κατά τρόπο που δεν είναι λογικό να αναμένει ο καταναλωτής·
κβ) την επιβολή υπέρμετρης επιβάρυνσης του καταναλωτή σε περίπτωση καταγγελίας σύμβασης αορίστου χρόνου· [Τροπολογία 174]
κγ) την πρόβλεψη ότι η αρχική περίοδος ισχύος της σύμβασης ή οποιαδήποτε περίοδος ανανέωσης της ισχύος, σε σχέση με σύμβαση για την παράταση της παροχής αγαθών, ψηφιακού περιεχομένου ή συναφών υπηρεσιών, υπερβαίνει το ένα έτος, εκτός εάν ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση ανά πάσα στιγμή και η προθεσμία καταγγελίας δεν υπερβαίνει τις 30 ημέρες.
Τμήμα 3
Καταχρηστικοί όροι σε συμβάσεις μεταξύ εμπόρων
Άρθρο 86
Έννοια του «καταχρηστικού» χαρακτήρα σε σύμβαση μεταξύ εμπόρων
1. Ένας όρος σύμβασης μεταξύ εμπόρων είναι καταχρηστικός κατά την έννοια του παρόντος τμήματος μόνον εφόσον:
α) περιλαμβάνεται σε όρους οι οποίοι δεν έχουν αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης κατά την έννοια του άρθρου 7· και
β) είναι τέτοιας φύσεως ώστε η εφαρμογή του να έρχεται σε κατάφωρη αντίθεση με την ορθήσυνήθη εμπορική πρακτική, την καλή πίστη και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη. [Τροπολογία 175]
2. Κατά την εξέταση του καταχρηστικού ή μη χαρακτήρα ενός συμβατικού όρου στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος τμήματος, λαμβάνονται υπόψη τα εξής:
α) ο χαρακτήρας του παρασχετέου αγαθού βάσει της σύμβασης·
β) οι επικρατούσες συνθήκες κατά τη σύναψη της σύμβασης·
γ) οι λοιποί όροι της σύμβασης· και
δ) οι όροι κάθε άλλης σύμβασης από την οποία εξαρτάται η υπό εξέταση σύμβαση.
Μέρος IV
Υποχρεώσεις και έννομα βοηθήματα των μερών σύμβασης πώλησης ή σύμβασης προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου
Κεφάλαιο 9
Γενικές διατάξεις
Άρθρο 87
Μη εκτέλεση και θεμελιώδης μη εκτέλεση
1. Ως μη εκτέλεση υποχρέωσης νοείται οποιαδήποτε αθέτηση της εν λόγω υποχρέωσης, είτε είναι συγγνωστή είτε όχι, περιλαμβανομένων των εξής περιπτώσεων:
α) μη παράδοση ή καθυστερημένη παράδοση των αγαθών·
β) μη προμήθεια ή καθυστερημένη προμήθεια του ψηφιακού περιεχομένου·
γ) παράδοση αγαθών που δεν ανταποκρίνονται στους όρους της σύμβασης·
δ) προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου που δεν ανταποκρίνεται στους όρους της σύμβασης·
ε) μη καταβολή ή καθυστερημένη καταβολή του τιμήματος· και
στ) κάθε άλλη υποτιθέμενη εκτέλεση η οποία δεν ανταποκρίνεται στους όρους της σύμβασης.
2. Η μη εκτέλεση υποχρέωσης από το ένα μέρος θεωρείται θεμελιώδης εφόσον:
α) αποστερεί σε μεγάλο βαθμό από το άλλο μέρος αυτό που το εν λόγω μέρος δικαιούτο να αναμένει με βάση τη σύμβαση, εκτός αν κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης το μέρος που δεν εκτέλεσε την υποχρέωση δεν προέβλεπε ούτε μπορούσε ευλόγως να έχει προβλέψει το συγκεκριμένο αποτέλεσμα· ή
β) είναι τέτοιας φύσεως ώστε να είναι σαφές ότι δεν είναι δυνατό να αναμένεται ότι το μέρος που αθέτησε την υποχρέωση θα προβεί μελλοντικώς στην εκτέλεσή της.
Άρθρο 88
Συγγνωστή μη εκτέλεση
1. Η μη εκτέλεση υποχρέωσης από το ένα μέρος θεωρείται συγγνωστή αν οφείλεται σε εμπόδιο το οποίο εκφεύγει του ελέγχου του μέρους αυτού και εφόσον δεν ήταν δυνατό να αναμένει κανείς από το εν λόγω μέρος να λάβει υπόψη το εμπόδιο κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης, ούτε να αποτρέψει ή να υπερπηδήσει το εμπόδιο ή τις επιπτώσεις του.
2. Όταν το εμπόδιο έχει πρόσκαιρο και μόνο χαρακτήρα, η μη εκτέλεση θεωρείται συγγνωστή για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο υφίσταται το εμπόδιο. Εντούτοις, αν η καθυστέρηση ισοδυναμεί με θεμελιώδη μη εκτέλεση, το έτερο μέρος δύναται να την αντιμετωπίσει ως τέτοια.
3. Το μέρος που αδυνατεί να εκπληρώσει υποχρέωσή του έχει καθήκον να διασφαλίσει την ενημέρωση του έτερου μέρους σχετικά με το εμπόδιο και τις συνέπειές του για την ικανότητα εκτέλεσης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση από τη στιγμή που το πρώτο μέρος αποκτά ή όφειλε να έχει αποκτήσει γνώση των σχετικών περιστάσεων. Το έτερο μέρος δικαιούται αποζημίωση, δυνάμει του κεφαλαίου 16, για κάθε ζημία που ενδεχομένως υπέστη εξαιτίας της μη τήρησης του ανωτέρω καθήκοντος. [Τροπολογία 176]
Άρθρο 89
Μεταβολή των συνθηκών
1. Ένα μέρος οφείλει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του ακόμη και αν η εκτέλεση αυτή έχει καταστεί περισσότερο επαχθής, είτε λόγω αύξησης του κόστους της εκτέλεσης είτε λόγω μείωσης της αξίας της αντιπαροχής.
Σε περίπτωση που η εκτέλεση καταστεί υπερβολικά επαχθής λόγω απρόβλεπτης μεταβολής των συνθηκών, τα μέρη οφείλουν να πραγματοποιήσουν διαπραγματεύσεις με σκοπό την προσαρμογή ή τη λύση της σύμβασης.
2. Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, κάθε μέρος δύναται να προσφύγει σε δικαστήριο, το οποίο έχει την ευχέρεια:
α) να προσαρμόσει τη σύμβαση ούτως ώστε οι όροι της να συνάδουν με ό,τι τα μέρη θα ήταν λογικό να έχουν συμφωνήσει κατά τον χρόνο σύναψης, εάν είχαν λάβει υπόψη τη μεταβολή των συνθηκών· ή
β) να λύσει τη σύμβαση κατά την έννοια του άρθρου 8 σε ημερομηνία και υπό όρους που καθορίζει το ίδιο το δικαστήριο.
3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται μόνον εφόσον:
α) η μεταβολή των συνθηκών επήλθε μετά τη σύναψη της σύμβασης·
β) τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, το μέρος που επικαλείται τη μεταβολή των συνθηκών δεν έλαβε υπόψη ούτε μπορούσε ευλόγως να έχει λάβει υπόψη την πιθανότητα ή την έκταση της συγκεκριμένης μεταβολής των συνθηκών· και
γ) το θιγόμενο μέρος, που επικαλείται τη μεταβολή των συνθηκών, δεν υπέθεσε ούτε θα μπορούσε ευλόγως να υποθέσει ότι υπήρχε ο κίνδυνος να επέλθει η συγκεκριμένη μεταβολή των συνθηκών. [Τροπολογία 177]
4. Για τους σκοπούς των παραγράφων 2 και 3, η έννοια του «δικαστηρίου» καλύπτει και τα διαιτητικά δικαστήρια.
Άρθρο 90
Παρέκταση της εφαρμογής των κανόνων περί πληρωμής και περί μη αποδοχής των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου
1. Με την επιφύλαξη τυχόν αντίθετης πρόβλεψης, οι κανόνες του κεφαλαίου 12 σχετικά με την καταβολή του τιμήματος από τον αγοραστή εφαρμόζονται, καταλλήλως προσαρμοσμένοι, σε άλλου είδους πληρωμές.
2. Το άρθρο 97 εφαρμόζεται, καταλλήλως προσαρμοσμένο, σε άλλες περιπτώσεις στις οποίες ένα πρόσωπο εξακολουθεί να κατέχει αγαθά ή ψηφιακό περιεχόμενο λόγω της παράλειψης ενός άλλου προσώπου να τα παραλάβει, ενώ υπέχει σχετική νομική υποχρέωση.
Κεφάλαιο 10
Υποχρεώσεις του πωλητή
Τμήμα 1
Γενικές διατάξεις
Άρθρο 91
Κύριες υποχρεώσεις του πωλητή
Ο πωλητής αγαθών ή ο προμηθευτής ψηφιακού περιεχομένου (ο οποίος στο παρόν μέρος καλείται «πωλητής») υποχρεούται:
α) να παραδώσει τα αγαθά ή να προμηθεύσει το ψηφιακό περιεχόμενο·
β) να μεταβιβάσει ή να δεσμευθεί να μεταβιβάσει την κυριότητα των αγαθών, περιλαμβανομένου του υλικού υποθέματος επί του οποίου παρέχεται το ψηφιακό περιεχόμενο· [Τροπολογία 178]
γ) να διασφαλίσει ότι τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο ανταποκρίνονται στους όρους της σύμβασης·
δ) να διασφαλίσει ότι ο αγοραστής έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει το ψηφιακό περιεχόμενο σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης· και
ε) τα παραδώσει τα παραστατικά και λοιπά αναφερόμενα στα αγαθά έγγραφα ή τα έγγραφα που αναφέρονται στο ψηφιακό περιεχόμενο σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης.
Άρθρο 91α
Παρακράτηση κυριότητας
Εφόσον συμφωνήθηκε ρήτρα παρακράτησης της κυριότητας, ο πωλητής δεν υποχρεούται να μεταβιβάσει την κυριότητα των αγαθών ενόσω ο αγοραστής δεν εκπληρώνει την υποχρέωσή του καταβολής του τιμήματος, βάσει της συμφωνηθείσας ρήτρας. [Τροπολογία 179]
Άρθρο 92
Εκτέλεση από τρίτο
1. Ο πωλητής δύναται να αναθέσει την εκτέλεση σε άλλο πρόσωπο, εκτός αν με βάση τους όρους της σύμβασης απαιτείται αυτοπρόσωπη εκτέλεση από τον ίδιο τον πωλητή.
2. Αν ο πωλητής αναθέσει την εκτέλεση σε άλλο πρόσωπο, παραμένει υπεύθυνος για την εκτέλεση.
3. Στις σχέσεις μεταξύ ενός εμπόρου και ενός καταναλωτή, τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή της παραγράφου 2, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά της ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Τμήμα 2
Παράδοση
Άρθρο 93
Τόπος παράδοσης
1. Τόπος παράδοσης, εφόσον δεν μπορεί να προσδιορισθεί με άλλον τρόπο, είναι:
α) στην περίπτωση σύμβασης πώλησης με καταναλωτή ή σύμβασης προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου η οποία είναι εξ αποστάσεως σύμβαση ή σύμβαση εκτός εμπορικού καταστήματος, ή στην οποία ο πωλητής έχει αναλάβει την υποχρέωση να φροντίσει για την αποστολή στον αγοραστή,μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, ο τόπος κατοικίας του καταναλωτή κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης· [Τροπολογία 180]
β) σε κάθε άλλη περίπτωση,
(i) οσάκις η σύμβαση πώλησης περιλαμβάνει τη μεταφορά των αγαθών από έναν μεταφορέα ή περισσότερους μεταφορείς, το πλησιέστερο σημείο παραλαβής του πρώτου μεταφορέα·
(ii) οσάκις η σύμβαση δεν περιλαμβάνει μεταφορά, ο τόπος εγκαταστάσεως του πωλητή κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης.
2. Αν ο πωλητής διαθέτει περισσότερους του ενός τόπους εγκατάστασης, ως τόπος εγκατάστασης κατά την έννοια της παραγράφου 1 στοιχείο β) είναι εκείνος που παρουσιάζει τη στενότερη συνάφεια προς την υποχρέωση παράδοσης.
Άρθρο 94
Τρόπος παράδοσης
1. Με την επιφύλαξη τυχόν αντίθετης πρόβλεψης, ο πωλητής εκπληρώνει την υποχρέωση παράδοσης:
α) στην περίπτωση σύμβασης πώλησης με καταναλωτή ή σύμβασης προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου η οποία είναι εξ αποστάσεως σύμβαση ή σύμβαση εκτός εμπορικού καταστήματος, ή στην οποία ο πωλητής έχει αναλάβει την υποχρέωση να φροντίσει για την αποστολή στον αγοραστή,μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή με τη μεταβίβαση στον καταναλωτή της φυσικής κατοχής ή του ελέγχου των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου· [Τροπολογία 181]
β) σε άλλες περιπτώσεις στις οποίες η σύμβαση περιλαμβάνει τη μεταφορά των αγαθών από μεταφορέα, με την παράδοση των αγαθών στον πρώτο μεταφορέα με σκοπό την αποστολή τους στον αγοραστή και με την παράδοση στον αγοραστή κάθε εγγράφου το οποίο είναι αναγκαίο ώστε να μπορέσει ο αγοραστής να παραλάβει τα αγαθά από τον μεταφορέα που τα κατέχει· ή
γ) σε περιπτώσεις οι οποίες δεν εμπίπτουν στα στοιχεία α) και β), με τη θέση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου στη διάθεση του αγοραστή ή με τη διάθεση σε αυτόν των σχετικών παραστατικών σε περίπτωση που έχει συμφωνηθεί ότι ο πωλητής υποχρεούται απλώς να παραδώσει τα εν λόγω έγγραφα.
2. Στα στοιχεία α) και γ) της παραγράφου 1, κάθε αναφορά στον καταναλωτή ή στον αγοραστή περιλαμβάνει κάθε τρίτο, εξαιρουμένου του μεταφορέα, ο οποίος υποδεικνύεται από τον καταναλωτή ή τον αγοραστή σύμφωνα με τη σύμβαση.
Άρθρο 95
Χρόνος παράδοσης
1. Εφόσον ο χρόνος παράδοσης δεν μπορεί να προσδιορισθεί με άλλον τρόπο, τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο είναι παραδοτέα χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρησηεντός εύλογης προθεσμίας μετά τη σύναψη της σύμβασης. [Τροπολογία 182]
2. Στην περίπτωση σύμβασης μεταξύ ενός εμπόρου και ενός καταναλωτή, εφόσον τα μέρη δεν έχουν συμφωνήσει άλλως, ο έμπορος υποχρεούται να παραδώσει τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο το αργότερο εντός 30 ημερών από τη σύναψη της σύμβασης.
Άρθρο 96
Υποχρεώσεις του πωλητή σε σχέση με τη μεταφορά των αγαθών
1. Όταν η σύμβαση απαιτεί από την πωλητή να φροντίσει για τη μεταφορά των αγαθών, ο πωλητής οφείλει να συνάψει την αναγκαία σύμβαση ή τις συμβάσεις για τη μεταφορά των αγαθών στον καθορισμένο τόπο, με μέσο μεταφοράς κατάλληλο με βάση τις περιστάσεις και υπό τους συνήθεις όρους για μια τέτοια μεταφορά.
2. Σε περίπτωση που ο πωλητής, βάσει της σύμβασης, παραδίδει τα αγαθά σε μεταφορέα και τα αγαθά δεν επισημαίνονται ευκρινώς ως τα αγαθά που είναι παραδοτέα βάσει της σύμβασης με την αναγραφή ενδείξεων επ’ αυτών, με έγγραφα αποστολής ή με άλλον τρόπο, ο πωλητής υποχρεούται να ειδοποιήσει τον αγοραστή σχετικά με την αποστολή, προσδιορίζοντας τα αγαθά.
3. Σε περίπτωση που η σύμβαση δεν απαιτεί από τον πωλητή να συνομολογήσει ασφάλιση για τη μεταφορά των αγαθών, ο πωλητής υποχρεούται, κατόπιν αιτήσεως του αγοραστή, να παράσχει σε αυτόν τον τελευταίο όλα τα απαραίτητα πληροφοριακά στοιχεία που είναι διαθέσιμα ώστε να μπορέσει ο αγοραστής να συνομολογήσει μια τέτοια ασφάλιση.
Άρθρο 97
Μη αποδοχή αγαθών ή ψηφιακού περιεχομένου από τον αγοραστή
1. Όταν αγαθά ή ψηφιακό περιεχόμενο παραμένουν υπό την κατοχή του πωλητή λόγω του ότι ο αγοραστής παρέλειψε να τα παραλάβει παρόλο που υπείχε σχετική νομική υποχρέωση, ο πωλητής οφείλει να λάβει εύλογα μέτρα για την προστασία και διαφύλαξη των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου.
2. Ο πωλητής απαλλάσσεται από την υποχρέωση παράδοσης εφόσον ο ίδιος:
α) παραδώσει τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο προς φύλαξη υπό εύλογους όρους σε τρίτο, από τον οποίο δύναται να τα ζητήσει ο αγοραστής, και εφόσον ενημερώσει τον αγοραστή για το γεγονός αυτό· ή
β) αφού ειδοποιήσει τον αγοραστή, πωλήσει τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο υπό εύλογους όρους και καταβάλει το καθαρό τίμημα που εισέπραξε στον αγοραστή.
3. Ο πωλητής δικαιούται να του επιστραφεί κάθε εύλογη δαπάνη στην οποία υπεβλήθη ή να την παρακρατήσει από το προϊόν της πώλησης.
Άρθρο 98
Συνέπειες της μετάθεσης του κινδύνου
Οι συνέπειες της παράδοσης όσον αφορά τη μετάθεση του κινδύνου ρυθμίζονται με τις διατάξεις του κεφαλαίου 14. [Τροπολογία 183]
Τμήμα 3
Συμμόρφωση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου
Άρθρο 99
Συμμόρφωση με τους όρους της σύμβασης
1. Για να θεωρηθεί ότι τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο συνάδουν με τους όρους της σύμβασης, πρέπει:
α) η ποσότητα, η ποιότητα και τα χαρακτηριστικά τους να είναι αυτά που προβλέπονται από τη σύμβαση·
β) να περιέχονται ή να είναι συσκευασμένα με τον τρόπο που προβλέπει η σύμβαση· και
γ) να συνοδεύονται από τα τυχόν εξαρτήματα, τις οδηγίες εγκατάστασης ή άλλου είδους οδηγίες που προβλέπονται στη σύμβαση.
2. Για να θεωρηθεί ότι τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο συνάδουν με τους όρους της σύμβασης, πρέπει επιπλέον να εκπληρώνουν τις απαιτήσεις των άρθρων 100, 101 και 102, εκτός εάν και στον βαθμό που τα μέρη έχουν συμφωνήσει άλλως.
3. Στην περίπτωση σύμβασης πώλησης μεμεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, οποιαδήποτε συμφωνία η οποία παρεκκλίνει από τις απαιτήσεις των άρθρων 100, 101 και 102 και 103 επί ζημία του καταναλωτή είναι έγκυρη μόνον εφόσον, κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης, ο καταναλωτής γνώριζε την ιδιαίτερη κατάσταση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου και αποδέχθηκε τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο ως ανταποκρινόμενα στους όρους της σύμβασης κατά τη σύναψή της. [Τροπολογία 184]
4. Στην περίπτωση σύμβασης πώλησης με καταναλωτή, τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή της παραγράφου 3, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά της ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Άρθρο 100
Κριτήρια συμμόρφωσης των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου
Τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο πρέπει υποχρεωτικά:
α) να είναι κατάλληλα για κάθε ειδική χρήση η οποία γνωστοποιήθηκε στον πωλητή κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης, εκτός αν από τις περιστάσεις προκύπτει ότι ο αγοραστής δεν βασιζόταν ή ότι δεν θα ήταν εύλογο να βασισθεί, στη δεξιότητα και την κρίση του πωλητή·
β) να είναι κατάλληλα για τους σκοπούς για τους οποίους χρησιμοποιούνται συνήθως αγαθά ή ψηφιακό περιεχόμενο της ιδίας περιγραφής·
γ) να φέρουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά αγαθών ή ψηφιακού περιεχομένου που ο πωλητής διέθεσε στον αγοραστή ως δείγμα ή υπόδειγμα·
δ) να περιέχονται ή να είναι συσκευασμένα κατά τον συνήθη τρόπο για τέτοιου είδους αγαθά ή, αν δεν υπάρχει τέτοιος συνήθης τρόπος, κατά τρόπο ενδεδειγμένο για τη διαφύλαξη και την προστασία των αγαθών·
ε) να συνοδεύονται από τα εξαρτήματα, τις οδηγίες εγκατάστασης ή άλλου είδους οδηγίες που είναι δυνατό να αναμένει να λάβει ο αγοραστής·
στ) να έχουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και τις δυνατότητες επιδόσεων που καθορίζονται σε τυχόν προσυμβατική δήλωση η οποία αποτελεί μέρος των όρων της σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 69· και
ζ) να έχουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και τις δυνατότητες επιδόσεων που είναι δυνατό να αναμένει ο αγοραστής, συμπεριλαμβανομένων της εμφάνισης και της απουσίας ελαττωμάτων. Για να καθορισθεί τι είναι δυνατό να αναμένει από ψηφιακό περιεχόμενο ο καταναλωτήςαγοραστής, λαμβάνεται υπόψη το κατά πόσον το ψηφιακό περιεχόμενο παρεσχέθη έναντι της καταβολής τιμήματος ή άλλης αντιπαροχής. [Τροπολογία 185]
Άρθρο 101
Πλημμελής εγκατάσταση δυνάμει σύμβασης πώλησης με καταναλωτή
1. Σε περίπτωση πλημμελούς εγκατάστασης αγαθών ή ψηφιακού περιεχομένου που έχουν παρασχεθεί δυνάμει σύμβασης πώλησης με καταναλωτή, οποιαδήποτε μη συμμόρφωση η οποία είναι συνέπεια της πλημμελούς εγκατάστασης θεωρείται ως μη συμμόρφωση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου εφόσον:
α) η εγκατάσταση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου έγινε από τον πωλητή ή υπό την ευθύνη του· ή
β) τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο προορίζονταν για εγκατάσταση από τον καταναλωτή, και η πλημμελής εγκατάσταση οφείλεται σε ελάττωμα των οδηγιών εγκατάστασης.
2. Τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Άρθρο 102
Δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων
1. Τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο πρέπει να είναι απαλλαγμένα από κάθε δικαίωμα ή μη προδήλως αβάσιμες αξιώσεις τρίτων.
2. Όσον αφορά δικαιώματα ή αξιώσεις που στηρίζονται σε διανοητική ιδιοκτησία, με την επιφύλαξη των παραγράφων 3 και 4, τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο πρέπει να είναι απαλλαγμένα από κάθε δικαίωμα ή μη προδήλως αβάσιμες αξιώσεις τρίτων:
α) βάσει του δικαίου του κράτους όπου θα χρησιμοποιηθούν τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο σύμφωνα με τη σύμβαση ή, ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, βάσει του δικαίου του κράτους όπου είναι εγκατεστημένος ο αγοραστής ή, αν πρόκειται για σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, του κράτους όπου δήλωσε ότι έχει τη διαμονή του ο καταναλωτής κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης· και
β) τα οποία ο πωλητής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης.
3. Στην περίπτωση συμβάσεων μεταξύ επιχειρήσεων, Η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται αν:
α) στην περίπτωση συμβάσεων μεταξύ εμπόρων, ο αγοραστής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει τα δικαιώματα ή τις αξιώσεις που στηρίζονται σε διανοητική ιδιοκτησία κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης·
4.β) στην περίπτωση συμβάσεων μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται αν ο καταναλωτής γνώριζε τα δικαιώματα ή τις αξιώσεις που στηρίζονται σε διανοητική ιδιοκτησία κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης. [Τροπολογία 186]
5. Στην περίπτωση συμβάσεων μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Άρθρο 103
Περιορισμός σε σχέση με τη συμμόρφωση ψηφιακού περιεχομένου
Σε σχέση με ψηφιακό περιεχόμενο, δεν θεωρείται ότι αυτό δεν ανταποκρίνεται στους όρους της σύμβασης για τον μόνο λόγο ότι κατέστη διαθέσιμο επικαιροποιημένο ψηφιακό περιεχόμενο μετά τη σύναψη της σύμβασης. [Τροπολογία 187]
Άρθρο 104
Γνώση της μη συμμόρφωσης από μέρους του αγοραστή στο πλαίσιο σύμβασης μεταξύ εμπόρων
Στο πλαίσιο σύμβασης μεταξύ εμπόρων, Ο πωλητής δεν ευθύνεται για τυχόν μη συμμόρφωση των αγαθών αν, κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης, ο αγοραστής γνώριζε ήτην έλλειψη συμμόρφωσης. Στο πλαίσιο σύμβασης μεταξύ εμπόρων, αυτό ισχύει επίσης σε περίπτωση που ο αγοραστής δεν ήταν δυνατό να μη γνωρίζει την έλλειψη συμμόρφωσης. [Τροπολογία 188]
Άρθρο 105
Κρίσιμος χρόνος για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης
1. Ο πωλητής φέρει ευθύνη για κάθε έλλειψη συμμόρφωσης η οποία υφίσταται κατά τον χρόνο μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 14.
2. Στην περίπτωση σύμβασης πώλησης μεμεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, κάθε έλλειψη συμμόρφωσης η οποία καθίσταται προφανής εντός έξι μηνών από τον χρόνο μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή τεκμαίρεται ότι υφίστατο κατά την στιγμή εκείνη, εκτός εάν το τεκμήριο αυτό είναι ασυμβίβαστο με τη φύση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου ή με τη φύση της έλλειψης συμμόρφωσης. [Τροπολογία 189]
3. Στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 101 παράγραφος 1 στοιχείο α), κάθε αναφορά της παραγράφου 1 ή της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου στον χρόνο μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή νοείται ως αναφορά στον χρόνο ολοκλήρωσης της εγκατάστασης. Στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 101 παράγραφος 1 στοιχείο β), κάθε τέτοια αναφορά νοείται ως αναφορά στον χρόνο κατά τον οποίον ο καταναλωτής είχε στη διάθεσή του εύλογο χρόνο για την εγκατάσταση.
4. Σε περίπτωση που το ψηφιακό περιεχόμενο πρέπει να επικαιροποιηθεί μεταγενέστερα από τον έμπορο ή που ο έμπορος παραδώσει τα τμήματά του χωριστά, ο έμπορος οφείλει να διασφαλίσει ότι το ψηφιακό περιεχόμενο θα εξακολουθήσει να ανταποκρίνεται στους όρους της σύμβασης καθ’ όλη τη διάρκεια της ισχύος της. [Τροπολογία 190]
5. Στην περίπτωση συμβάσεων μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Κεφάλαιο 11
Έννομα βοηθήματα του αγοραστή
Τμήμα 1
Γενικές διατάξεις
Άρθρο 106
Επισκόπηση των μέσων έννομης προστασίας του αγοραστή
1. Σε περίπτωση μη εκτέλεσης υποχρέωσης από μέρους του πωλητή, ο αγοραστής δύναται, εφόσον πληρούνται οι ειδικές απαιτήσεις για τα αντίστοιχα έννομα βοηθήματα, να προβεί σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενέργειες: [Τροπολογία 191]
α) να απαιτήσει την εκτέλεση, περιλαμβανομένης ειδικής εκτέλεσης, επισκευής ή αντικατάστασης των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου, δυνάμει του τμήματος 3 του παρόντος κεφαλαίου·
β) να απόσχει από την εκτέλεση δικής του υποχρέωσης δυνάμει του τμήματος 4 του παρόντος κεφαλαίου·
γ) να καταγγείλει τη σύμβαση δυνάμει του τμήματος 5 του παρόντος κεφαλαίου και να απαιτήσει την επιστροφή οποιουδήποτε τιμήματος που έχει ήδη καταβάλει, δυνάμει του κεφαλαίου 17·
δ) να μειώσει το τίμημα δυνάμει του τμήματος 6 του παρόντος κεφαλαίου· και
ε) να απαιτήσει αποζημίωση δυνάμει του κεφαλαίου 16.
2. Αν ο αγοραστής είναι έμπορος:
α) η ευχέρεια του αγοραστή να ασκήσει οποιοδήποτε δικαίωμα πλην της αποχής από την εκτέλεση υπόκειται στο δικαίωμα διόρθωσης το οποίο αναγνωρίζεται στον πωλητή σύμφωνα με τις διατάξεις του τμήματος 2 του παρόντος κεφαλαίου· και
β) τα δικαιώματα του αγοραστή να επικαλεσθεί την έλλειψη συμμόρφωσης υπόκεινται στις απαιτήσεις εξέτασης και γνωστοποίησης που καθορίζονται στο τμήμα 7 του παρόντος κεφαλαίου.
3. Αν ο αγοραστής είναι καταναλωτής:
α) τα δικαιώματα του αγοραστή δεν υπόκεινται στο δικαίωμα διόρθωσης του πωλητή,εκτός εάν αυτά αφορούν αγαθά ή ψηφιακό περιεχόμενο τα οποία κατασκευάζονται, παράγονται ή τροποποιούνται σύμφωνα με τις προδιαγραφές του καταναλωτή ή είναι προσαρμοσμένα στις προσωπικές του ανάγκες· και ή [Τροπολογία 192]
β) δεν ισχύουν οι απαιτήσεις εξέτασης και γνωστοποίησης που καθορίζονται στο τμήμα 7 του παρόντος κεφαλαίου.
4. Αν η μη εκτέλεση από μέρους του πωλητή είναι συγγνωστή, ο αγοραστής δύναται να κάνει χρήση όλων των έννομων βοηθημάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 με εξαίρεση την απαίτηση εκτέλεσης και την απαίτηση αποζημίωσης.
5. Ο αγοραστής δεν δύναται να κάνει χρήση κανενός από τα έννομα βοηθήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στον βαθμό που ο ίδιος προκάλεσε τη μη εκτέλεση από μέρους του πωλητή.
6. Επιτρέπεται σωρευτική άσκηση έννομων βοηθημάτων που δεν είναι ασύμβατα μεταξύ τους.
Άρθρο 107
Περιορισμός των έννομων βοηθημάτων ως προς ψηφιακό περιεχόμενο που δεν παρέχεται έναντι της καταβολής τιμήματος ή άλλης αντιπαροχής
— 1. Όταν ψηφιακό περιεχόμενο παρέχεται έναντι αντιπαροχής που δεν συνιστά καταβολή τιμήματος, ο αγοραστής μπορεί να προσφύγει στα έννομα βοηθήματα του άρθρου 106 παράγραφος 1, με εξαίρεση τη μείωση του τιμήματος σύμφωνα με το άρθρο 106 παράγραφος 1 στοιχείο δ).
1. Όταν ψηφιακό περιεχόμενο δεν παρέχεται έναντι της καταβολής τιμήματοςαντιπαροχής, ο αγοραστής δεν δύναται να ασκήσει τα έννομα βοηθήματα τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ). Ο αγοραστής δικαιούται μόνο να αξιώσει αποζημίωση βάσει του άρθρου 106 παράγραφος 1 στοιχείο ε) για ζημία ή βλάβη η οποία προκλήθηκε σε περιουσιακό του στοιχείο, περιλαμβανομένου υλισμικού, λογισμικού ή δεδομένων, εξαιτίας της μη συμμόρφωσης του παρασχεθέντος ψηφιακού περιεχομένου, με εξαίρεση το τυχόν κέρδος το οποίο ο αγοραστής στερήθηκε λόγω της συγκεκριμένης βλάβης. [Τροπολογία 193]
Άρθρο 108
Υποχρεωτικός χαρακτήρας
Στην περίπτωση συμβάσεων μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος κεφαλαίου, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά πριν από τη γνωστοποίηση της έλλειψης συμμόρφωσης στον έμπορο από μέρους του καταναλωτή.
Τμήμα 2
Διόρθωση από μέρους του πωλητή
Άρθρο 109
Διόρθωση από μέρους του πωλητή
1. Όταν ένας πωλητής έχει προτείνει ή επιχειρήσει πρόωρη εκτέλεση συμβάσεως και του έχει γνωστοποιηθεί ότι η εκτέλεση δεν ανταποκρίνεται στους όρους της σύμβασης, δύναται να υποβάλει νέα, συμβατή με τη σύμβαση πρόταση, εφόσον τούτο μπορεί να γίνει εγκαίρως εντός της διορίας που έχει καθορισθεί για την εκτέλεση.
2. Σε περιπτώσεις που δεν εμπίπτουν στην παράγραφο 1, ένας πωλητής ο οποίος έχει προτείνει ή επιχειρήσει εκτέλεση η οποία δεν ανταποκρίνεται στους όρους της σύμβασης δύναται, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση αφ’ ης στιγμής του γνωστοποιηθεί η έλλειψη συμμόρφωσης, να προσφερθεί να τη διορθώσει με δικά του έξοδα.
3. Μια προσφορά διόρθωσης δεν αποκλείεται σε περίπτωση γνωστοποίησης καταγγελίας της σύμβασης.
4. Ο αγοραστής δύναται να απορρίψει προσφορά διόρθωσης μόνον εφόσον:
—α) εάν ο αγοραστής είναι καταναλωτής τα έννομα βοηθήματα του αγοραστή υφίστανται ανεξαρτήτως της διόρθωσης από τον πωλητή, σύμφωνα με το άρθρο 106 παράγραφος 3 στοιχείο α)· [Τροπολογία 194]
α) η διόρθωση δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί άμεσα και χωρίς σημαντική επιβάρυνση του αγοραστή·
β) ο αγοραστής έχει λόγους να πιστεύει ότι δεν μπορεί να βασισθεί στη μελλοντική εκτέλεση από μέρους του πωλητή· ή
γ) τυχόν καθυστερημένη εκτέλεση θα ισοδυναμούσε με θεμελιώδη μη εκτέλεση.
5. Ο πωλητής έχει στη διάθεσή του εύλογο χρονικό διάστημα για να προβεί στη διόρθωση. Στις συμβάσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, το εύλογο χρονικό διάστημα δεν υπερβαίνει τις 30 ημέρες. [Τροπολογία 195]
6. Ο αγοραστής δύναται να απόσχει από την εκτέλεση της δικής του υποχρέωσης εν αναμονή της διόρθωσης, αλλά τα τυχόν δικαιώματα του αγοραστή τα οποία δεν συμβιβάζονται με την παραχώρηση στον πωλητή χρόνου για να προβεί στη διόρθωση αναστέλλονται μέχρι την παρέλευση της εν λόγω διορίας.
7. Ανεξαρτήτως της διόρθωσης, ο αγοραστής διατηρεί το δικαίωμα, σύμφωνα με το κεφάλαιο 16, να διεκδικήσει αποζημίωση για την καθυστέρηση, καθώς και για κάθε βλάβη η οποία προκλήθηκε ή δεν απετράπη με τη διόρθωση. [Τροπολογία 196]
Τμήμα 3
Αξίωση εκτέλεσης
Άρθρο 110
Αξίωση της εκτέλεσης των υποχρεώσεων του πωλητή
1. Ο αγοραστής δικαιούται να απαιτήσει την εκτέλεση των υποχρεώσεων του πωλητή, η οποία συμπεριλαμβάνει την επανόρθωση, χωρίς οικονομική επιβάρυνση, τυχόν εκτέλεσης η οποία δεν ανταποκρίνεται στους όρους της σύμβασης.
2. Η εκτέλεση που μπορεί να απαιτηθεί συμπεριλαμβάνει την επανόρθωση, χωρίς οικονομική επιβάρυνση, τυχόν εκτέλεσης η οποία δεν ανταποκρίνεται στους όρους της σύμβασης. [Τροπολογία 197]
3. Δεν είναι δυνατό να απαιτηθεί η εκτέλεση εφόσον:
α) η εκτέλεση θα ήταν αδύνατη ή έχει καταστεί παράνομη· ή
β) η επιβάρυνση ή η δαπάνη για την εκτέλεση θα ήταν δυσανάλογη σε σχέση με το όφελος που θα αποκόμιζε ο αγοραστής.
Άρθρο 111
Δυνατότητα επιλογής του καταναλωτή μεταξύ επισκευής και αντικατάστασης
1. Στην περίπτωση σύμβασης πώλησης με καταναλωτή, όταν ο έμπορος υποχρεούται να αποκαταστήσει τη μη συμμόρφωση σύμφωνα με το άρθρο 110 παράγραφος 2, ο καταναλωτής δύναται να επιλέξει μεταξύ επισκευής και αντικατάστασης, εκτός αν η επιλεγείσα μέθοδος αποκατάστασης θα ήταν παράνομη ή αδύνατη, ή, σε σύγκριση με την άλλη διαθέσιμη μέθοδο, θα συνεπάγετο για τον πωλητή έξοδα δυσανάλογα σε σχέση με τις εξής παραμέτρους: [Τροπολογία 198]
α) την αξία που θα είχε το αγαθό εάν δεν υπήρχε έλλειψη συμμόρφωσης·
β) τη βαρύτητα της έλλειψης συμμόρφωσης· και
γ) το κατά πόσον ο εναλλακτικός τρόπος επανόρθωσης θα μπορούσε να ολοκληρωθεί χωρίς σημαντική ενόχληση του καταναλωτή.
2. Αν ο καταναλωτής έχει ζητήσει να αποκατασταθεί η μη συμμόρφωση με επισκευή ή αντικατάσταση κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1, ο καταναλωτής δύναται να ασκήσει άλλα έννομα βοηθήματα μόνον εφόσον:
α) ο έμπορος δεν ολοκλήρωσε την επισκευή ή την αντικατάσταση μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, που δεν μπορεί να υπερβεί τις 30 ημέρες. Ωστόσο, ο καταναλωτής δύναται να απόσχει από εκτέλεση κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
β) ο έμπορος έχει σιωπηρώς ή ρητώς αρνηθεί να αποκαταστήσει την έλλειψη συμμόρφωσης·
γ) το ίδιο σφάλμα προέκυψε και πάλι μετά την επισκευή ή την αντικατάσταση. [Τροπολογία 199]
Άρθρο 112
Επιστροφή αντικατασταθέντος αγαθού
1. Σε περίπτωση κατά την οποία ο πωλητής αποκατέστησε τη μη συμμόρφωση με αντικατάσταση, ο πωλητής έχει δικαίωμα και υποχρέωση να πάρει πίσω το αντικατασταθέν αγαθό με δικά του έξοδα.
2. Ο αγοραστής δεν υποχρεούται να πληρώσει για οποιαδήποτε χρήση του αντικατασταθέντος αγαθού κατά το χρονικό διάστημα που προηγήθηκε της αντικατάστασης.
Τμήμα 4
Αποχή από την εκτέλεση των υποχρεώσεων του αγοραστή
Άρθρο 113
Δικαίωμα αποχής από την εκτέλεση
1. Όταν ο αγοραστής οφείλει να προβεί σε εκτέλεση ταυτόχρονα με τον πωλητή ή μετά από αυτόν, ο αγοραστής δικαιούται να απόσχει από την εκτέλεση μέχρι την υποβολή πρότασης εκτέλεσης ή την πραγματοποίηση της εκτέλεσης από μέρους του πωλητή.
2. Όταν ο αγοραστής οφείλει να προβεί σε εκτέλεση πριν από τον πωλητή και έχει βάσιμους λόγους για να πιστεύει ότι ο πωλητής δεν πρόκειται να προβεί σε εκτέλεση όταν αυτή καταστεί απαιτητή, ο αγοραστής δικαιούται να απόσχει από την εκτέλεση για όσον χρόνο διακατέχεται από αυτή την εύλογη πεποίθηση.
3. Η εκτέλεση από την οποία είναι δυνατό να υπάρξει αποχή βάσει του παρόντος άρθρου είναι το σύνολο ή ένα μέρος της εκτέλεσης, στον βαθμό που είναι δικαιολογημένος με βάση τη μη εκτέλεση. Σε περίπτωση που οι υποχρεώσεις του πωλητή προβλέπεται να εκτελεσθούν σε αυτοτελή μέρη ή είναι γενικά δυνατό να κατατμηθούν, ο αγοραστής δύναται να απόσχει από τη δική του εκτέλεση μόνον ως προς το μη εκτελεσθέν μέρος των υποχρεώσεων του πωλητή, εκτός αν η μη εκτέλεση από μέρους του πωλητή είναι τέτοιας φύσεως ώστε να δικαιολογεί την αποχή από την εκτέλεση του αγοραστή στο σύνολό της.
3α. Στο πλαίσιο σύμβασης μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, μπορεί να ανασταλεί το σύνολο της εκτέλεσης εκτός εάν η εν λόγω αναστολή είναι δυσανάλογη σε σχέση με τη σημασία της μη συμμόρφωσης. [Τροπολογία 200]
Τμήμα 5
Καταγγελία
Άρθρο 114
Καταγγελία εξαιτίας μη εκτέλεσης
1. Ο αγοραστής δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση κατά την έννοια του άρθρου 8 αν η έλλειψη εκτέλεσης από μέρους του πωλητή είναι θεμελιώδης κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 2.
2. Στην περίπτωση σύμβασης πώλησης με καταναλωτή ή σύμβασης προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, όταν υπάρχει έλλειψη εκτέλεσης επειδή τα αγαθά δεν πληρούν τους όρους σύμβασης, ο καταναλωτής δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση, εκτός αν η μη συμμόρφωση είναι ασήμαντη.
Άρθρο 115
Καταγγελία λόγω καθυστερημένης παράδοσης μετά από ειδοποίηση σχετικά με την παραχώρηση επιπλέον χρόνου προς εκτέλεση
1. Ο αγοραστής δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση σε περίπτωση καθυστερημένης παράδοσης η οποία δεν είναι καθ’ εαυτή θεμελιώδης, εφόσον προηγουμένως απευθύνει ειδοποίηση τάσσοντας επιπλέον εύλογη προθεσμία προς εκτέλεση, και ο πωλητής δεν προβεί στην εκτέλεση εντός της εν λόγω προθεσμίας.
2. Η επιπλέον προθεσμία για την οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 θεωρείται εύλογη εφόσον ο πωλητής δεν εναντιωθεί σε αυτήν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
3. Οσάκις η ειδοποίηση προβλέπει την αυτοδίκαιη καταγγελία της σύμβασης σε περίπτωση που ο πωλητής δεν προβεί σε εκτέλεση εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ειδοποίηση, η καταγγελία επέρχεται με την εκπνοή της προθεσμίας χωρίς περαιτέρω ειδοποίηση.
Άρθρο 116
Καταγγελία εξαιτίας αναμενόμενης μη εκτέλεσης
Ο αγοραστής δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση προτού καταστεί απαιτητή η εκτέλεση αν ο πωλητής έχει δηλώσει, ή αν είναι για άλλους λόγους σαφές, ότι δεν πρόκειται να υπάρξει εκτέλεση, και η μη εκτέλεση είναι τέτοιας φύσεως ώστε να δικαιολογείται η καταγγελία της σύμβασης.
Άρθρο 117
Έκταση του δικαιώματος καταγγελίας
1. Σε περίπτωση που οι υποχρεώσεις του πωλητή βάσει της σύμβασης προβλέπεται να εκτελεσθούν σε αυτοτελή μέρη ή είναι γενικά δυνατό να κατατμηθούν, τότε, αν υφίσταται λόγος καταγγελίας, βάσει του παρόντος τμήματος, ενός μέρους της σύμβασης στο οποίο είναι δυνατό να καταλογισθεί ένα μέρος του τιμήματος, ο αγοραστής δύναται να προβεί σε καταγγελία μόνον ως προς το συγκεκριμένο μέρος.
2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται αν δεν είναι εύλογο να αναμένεται από τον αγοραστή να αποδεχθεί την εκτέλεση των υπολοίπων μερών ή αν η μη εκτέλεση είναι τέτοιας φύσεως ώστε να δικαιολογεί την καταγγελία της σύμβασης στο σύνολό της.
3. Όταν δεν είναι δυνατή η κατάτμηση των υποχρεώσεων του πωλητή βάσει της σύμβασης ή όταν δεν είναι δυνατός ο καταλογισμός μέρους του τιμήματος σε μέρος της σύμβασης, ο αγοραστής έχει δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση μόνον εφόσον η μη εκτέλεση είναι τέτοιας φύσεως ώστε να δικαιολογεί την καταγγελία της σύμβασης στο σύνολό της.
Άρθρο 118
Γνωστοποίηση καταγγελίας
Το δικαίωμα καταγγελίας βάσει του παρόντος τμήματος ασκείται με σχετική γνωστοποίηση προς τον πωλητή.
Άρθρο 119
Απώλεια του δικαιώματος καταγγελίας
1. Ο αγοραστής χάνει το δικαίωμα καταγγελίας βάσει του παρόντος τμήματος αν δεν απευθύνει γνωστοποίηση της καταγγελίας μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημαδύο μήνες από τη στιγμή γένεσης του δικαιώματος ή, εάν ο αγοραστής είναι έμπορος, από τη στιγμή κατά την οποία ο αγοραστής αντελήφθη ή όφειλε να αντιληφθεί τη μη εκτέλεση, αναλόγως του ποιο από τα δύο είναι μεταγενέστερο.
2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται:
α) αν ο αγοραστής είναι καταναλωτής· ή
β) αν δεν έχει καν υποβληθεί πρόταση εκτέλεσης. [Τροπολογία 201]
Τμήμα 6
Μείωση του τιμήματος
Άρθρο 120
Δικαίωμα μείωσης του τιμήματος
1. Όταν ο αγοραστής αποδέχεται εκτέλεση η οποία δεν πληροί τους όρους της σύμβασης, έχει δικαίωμα να μειώσει το τίμημα. Η μείωση πρέπει να είναι ανάλογη της μείωσης της αξίας της ληφθείσας παροχής κατά τον χρόνο της εκτέλεσης σε σύγκριση με την αξία της παροχής που θα είχε ληφθεί αν η εκτέλεση πληρούσε τους όρους της σύμβασης.
2. Όταν ο αγοραστής δικαιούται να μειώσει το τίμημα δυνάμει της παραγράφου 1 και έχει ήδη καταβάλει ένα ποσό που υπερβαίνει το μειωμένο τίμημα, δικαιούται να ανακτήσει το υπερβάλλον από τον πωλητή.
3. Όταν ο αγοραστής μειώνει το τίμημα, δεν δικαιούται επιπλέον αποζημίωση, σύμφωνα με το κεφάλαιο 16, για την απώλεια που αντισταθμίζεται με τη μείωση του τιμήματος, αλλά εξακολουθεί να έχει δικαίωμα αποζημίωσης για κάθε περαιτέρω απώλεια που έχει ενδεχομένως υποστεί. [Τροπολογία 202]
Τμήμα 7
Απαιτήσεις εξέτασης και γνωστοποίησης σε συμβάσεις μεταξύ εμπόρων
Άρθρο 121
Εξέταση των αγαθών σε συμβάσεις μεταξύ εμπόρων
1. Στην περίπτωση σύμβασης μεταξύ εμπόρων, ο αγοραστής οφείλει να εξετάσει τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο, ή να αναθέσει σε τρίτο να τα εξετάσει, μέσα σε κατά το δυνατό σύντομο χρονικό διάστημα, το οποίο δεν μπορεί να υπερβεί τις 14 ημέρες από την ημερομηνία παράδοσης των αγαθών, την προμήθεια του ψηφιακού περιεχομένου ή την παροχή συναφών υπηρεσιών. [Τροπολογία 203]
2. Αν η σύμβαση προβλέπει μεταφορά των αγαθών, η εξέταση είναι δυνατό να αναβληθεί μέχρι την άφιξη των αγαθών στον προορισμό τους.
3. Σε περίπτωση που αλλάξει ο προορισμός των αγαθών κατά τη διάρκεια διαμετακόμισης ή που ο αγοραστής τα αποστείλει εκ νέου χωρίς να έχει εύλογη ευκαιρία να τα εξετάσει, και κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης ο πωλητής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει το ενδεχόμενο μιας τέτοιας αλλαγής του προορισμού ή επαναποστολής, η εξέταση είναι δυνατό να αναβληθεί μέχρι την άφιξη των αγαθών στον νέο προορισμό τους.
Άρθρο 122
Υποχρέωση γνωστοποίησης της μη συμμόρφωσης σε συμβάσεις πώλησης μεταξύ εμπόρων
1. Όταν πρόκειται για σύμβαση μεταξύ εμπόρων, ο αγοραστής δεν δύναται να επικαλεσθεί τυχόν μη συμμόρφωση εφόσον δεν ειδοποιήσει σχετικά τον πωλητή μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα προσδιορίζοντας το είδος της μη συμμόρφωσης. Ο αγοραστής μπορεί ωστόσο να μειώσει το τίμημα ή να ζητήσει αποζημίωση, με εξαίρεση την αποζημίωση για διαφυγόν κέρδος, εφόσον μπορεί να δικαιολογήσει επαρκώς την παράλειψη της απαιτούμενης ειδοποίησης. [Τροπολογία 204]
Η σχετική προθεσμία αρχίζει να τρέχει από τον χρόνο παράδοσης των αγαθών ή από τη στιγμή κατά την οποία ο αγοραστής ανακαλύπτει ή όφειλε να ανακαλύψει τη μη συμμόρφωση, αναλόγως του ποιο από τα δύο είναι μεταγενέστερο.
2. Ο αγοραστής χάνει το δικαίωμα να επικαλεσθεί τυχόν μη συμμόρφωση αν δεν ειδοποιήσει τον πωλητή σχετικά με τη μη συμμόρφωση εντός δύο ετών από τον χρόνο πραγματικής παράδοσης των αγαθών στον αγοραστή σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης.
3. Σε περίπτωση που τα μέρη έχουν συμφωνήσει ότι τα αγαθά πρέπει να παραμείνουν κατάλληλα για μια συγκεκριμένη χρήση ή για τη συνήθη χρήση τους επί ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, η προθεσμία ειδοποίησης δυνάμει της παραγράφου 2 δεν εκπνέει πριν από τη λήξη του χρονικού διαστήματος που έχει συμφωνηθεί.
4. Η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται σε αξιώσεις ή δικαιώματα τρίτων για τα οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 102.
5. Ο αγοραστής δεν υποχρεούται να ειδοποιήσει τον πωλητή για τη μη παράδοση του συνόλου των αγαθών αν ο αγοραστής έχει λόγους για να πιστεύει ότι τα υπόλοιπα αγαθά θα παραδοθούν.
6. Ο πωλητής δεν δικαιούται να επικαλεσθεί το παρόν άρθρο εφόσον η έλλειψη συμμόρφωσης σχετίζεται με πραγματικά περιστατικά που ο πωλητής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει και τα οποία ο πωλητής δεν κατέστησε γνωστά στον αγοραστή.
Κεφάλαιο 12
Υποχρεώσεις του αγοραστή
Τμήμα 1
Γενικές διατάξεις
Άρθρο 123
Κύριες υποχρεώσεις του αγοραστή
1. Ο αγοραστής υποχρεούται:
α) να καταβάλει το τίμημα·
β) να παραλάβει τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο· και
γ) να παραλάβει τα παραστατικά και λοιπά αναφερόμενα στα αγαθά έγγραφα ή τα έγγραφα που αναφέρονται στο ψηφιακό περιεχόμενο σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης.
2. Στις συμβάσεις με αντικείμενο την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου:
α) η παράγραφος 1 στοιχείο α) δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις με αντικείμενο την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου όπου στην περίπτωση που το ψηφιακό περιεχόμενο δεν παρέχεται έναντι της καταβολής τιμήματος·
β) η παράγραφος 1 στοιχείο β) δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση που το ψηφιακό περιεχόμενο δεν παρέχεται πάνω σε σταθερό υπόθεμα. [Τροπολογία 205]
Τμήμα 2
Καταβολή του τιμήματος
Άρθρο 124
Μέσα πληρωμής
1. Η πληρωμή πραγματοποιείται με τον τρόπο που προσδιορίζεται στους όρους της σύμβασης ή, ελλείψει τέτοιου προσδιορισμού, με οποιονδήποτε τρόπο χρησιμοποιείται κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές στον τόπο της πληρωμής λαμβανομένης υπόψη της φύσης της εκάστοτε συναλλαγής.
2. Όταν ένας πωλητής αποδέχεται επιταγή ή άλλου είδους εντολή πληρωμής ή υποσχετικό πληρωμής, τεκμαίρεται ότι το πράττει μόνον υπό τον όρο ότι o οφειλέτης θα τηρήσει την υποχρέωση που αναλαμβάνει. Ο πωλητής δύναται να κινήσει τη διαδικασία για την αναγκαστική εκτέλεση της αρχικής υποχρέωσης πληρωμής σε περίπτωση που δεν εξοφληθεί η εντολή ή το υποσχετικό.
3. Η αρχική υποχρέωση του αγοραστή παύει να ισχύει αν ο πωλητής αποδεχθεί υποσχετικό πληρωμής από πλευράς τρίτου με τον οποίον ο πωλητής συνδέεται με προϋπάρχουσα συμφωνία βάσει της οποίας ο πωλητής αποδέχεται τα υποσχετικά του τρίτου ως τρόπο πληρωμής.
4. Στην περίπτωση σύμβασης μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, ο καταναλωτής δεν οφείλει, σε σχέση με τη χρήση συγκεκριμένου τρόπου πληρωμής, να καταβάλει έξοδα πέραν του κόστους της χρήσης του συγκεκριμένου τρόπου πληρωμής για τον έμπορο.
Άρθρο 125
Τόπος πληρωμής
1. Σε περίπτωση που ο τόπος πληρωμής δεν μπορεί να προσδιορισθεί με άλλον τρόπο, ως τόπος πληρωμής θεωρείται ο τόπος εγκατάστασης του πωλητή κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης.
2. Αν ο πωλητής διαθέτει περισσότερους τόπους εγκατάστασης, ως τόπος πληρωμής θεωρείται ο τόπος εγκατάστασης του πωλητή που εμφανίζει τη στενότερη συνάφεια με την υποχρέωση πληρωμής.
Άρθρο 126
Χρόνος πληρωμής
1. Το τίμημα είναι πληρωτέο κατά τη στιγμή τη παράδοσης.
2. Ο πωλητής δύναται να απορρίψει προσφορά για την καταβολή του τιμήματος προτού αυτό καταστεί απαιτητό αν διαθέτει σχετικό έννομο συμφέρον.
Άρθρο 127
Πληρωμή από τρίτο
1. Ο αγοραστής δύναται να αναθέσει την πληρωμή σε άλλο πρόσωπο. Αν ο αγοραστής αναθέσει την πληρωμή σε άλλο πρόσωπο, παραμένει υπεύθυνος για την πληρωμή.
2. Ο πωλητής δεν δύναται να αρνηθεί πληρωμή από τρίτο εφόσον:
α) ο τρίτος ενεργεί με τη συγκατάθεση του αγοραστή· ή
β) ο τρίτος έχει έννομο συμφέρον να πληρώσει, και δεν έχει υπάρξει πληρωμή από τον αγοραστή ή είναι σαφές ότι ο αγοραστής δεν θα πληρώσει όταν η πληρωμή καταστεί απαιτητή.
3. Τυχόν πληρωμή από τρίτο κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 1 ή 2 απαλλάσσει τον αγοραστή από την ευθύνη έναντι του πωλητή.
4. Αν ο πωλητής αποδεχθεί πληρωμή από τρίτο υπό συνθήκες οι οποίες δεν υπάγονται στις παραγράφους 1 ή 2, ο μεν αγοραστής απαλλάσσεται από την ευθύνη έναντι του πωλητή, ο δε πωλητής φέρει ευθύνη έναντι του αγοραστή σύμφωνα με το κεφάλαιο 16 για τυχόν απώλεια που προκαλείται από την αποδοχή αυτή. [Τροπολογία 206]
Άρθρο 128
Καταλογισμός πληρωμής
1. Όταν ο αγοραστής οφείλει να προβεί σε περισσότερες πληρωμές προς τον πωλητή, και η πραγματοποιηθείσα πληρωμή δεν αρκεί για την κάλυψη του συνόλου των πληρωμών, ο αγοραστής δύναται, κατά τον χρόνο της πληρωμής, να γνωστοποιήσει στον πωλητή την οφειλή στην οποία πρέπει να καταλογισθεί η συγκεκριμένη πληρωμή.
2. Αν ο αγοραστής δεν προβεί σε γνωστοποίηση δυνάμει της παραγράφου 1, ο πωλητής δύναται, ενημερώνοντας σχετικά τον αγοραστή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, να καταλογίσει την εκτέλεση σε μία από τις υποχρεώσεις.
3. Ο καταλογισμός δυνάμει της παραγράφου 2 είναι ανίσχυρος αν αφορά υποχρέωση η οποία δεν είναι ακόμη απαιτητή ή είναι αμφισβητούμενη.
4. Ελλείψει έγκυρου καταλογισμού από ένα εκ των μερών, η πληρωμή καταλογίζεται σε εκείνη εκ των οφειλών η οποία πληροί ένα από τα παρακάτω κριτήρια με τη σειρά στην οποία παρατίθενται:
α) στην οφειλή η οποία είναι απαιτητή ή είναι η πρώτη που καθίσταται απαιτητή·
β) στην οφειλή για την οποία ο πωλητής δεν διαθέτει ασφάλεια ή διαθέτει τη μικρότερη ασφάλεια·
γ) στην οφειλή η οποία είναι η επαχθέστερη για τον αγοραστή·
δ) στην οφειλή που γεννήθηκε πρώτη.
Αν δεν πληρούται κανένα από τα παραπάνω κριτήρια, η πληρωμή καταλογίζεται κατ’ αναλογία σε όλες τις οφειλές.
5. Μια πληρωμή είναι δυνατό να καταλογισθεί δυνάμει των παραγράφων 2, 3 ή 4 σε οφειλή η οποία δεν υπόκειται σε εκτέλεση λόγω παραγραφής μόνον εφόσον δεν υπάρχει άλλη οφειλή στην οποία να μπορεί να καταλογισθεί η πληρωμή σύμφωνα με τις εν λόγω παραγράφους.
6. Σε σχέση με οποιαδήποτε μεμονωμένη υποχρέωση, μια πληρωμή από μέρους του αγοραστή καταλογίζεται, πρώτον, στα έξοδα, δεύτερον, στους τόκους και, τρίτον, στο βασικό ποσό της οφειλής, εκτός αν ο πωλητής προβεί σε διαφορετικό καταλογισμό.
Τμήμα 3
Παραλαβή των αγαθών
Άρθρο 129
Παραλαβή των αγαθών
Ο αγοραστής εκπληρώνει την υποχρέωσή του να παραλάβει τα αγαθά εφόσον:
α) έχει προβεί σε όλες τις ενέργειες οι οποίες είναι λογικό να αναμένονται από αυτόν έτσι ώστε να μπορέσει ο πωλητής να εκπληρώσει την υποχρέωση παράδοσης την οποία υπέχει· και
β) παραλαμβάνει τα αγαθά, ή τα σχετικά παραστατικά έγγραφα, ή το ψηφιακό περιεχόμενο, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης.
Άρθρο 130
Πρόωρη παράδοση και παράδοση εσφαλμένης ποσότητας
1. Αν ο πωλητής παραδώσει τα αγαθά ή προμηθεύσει το ψηφιακό περιεχόμενο πριν από τον καθορισμένο χρόνο, ο αγοραστής οφείλει να τα παραλάβει, εκτός αν έχει έννομο συμφέρον να αρνηθεί να το πράξει.
2. Αν ο πωλητής παραδώσει ποσότητα αγαθών ή ψηφιακού περιεχομένου η οποία υπολείπεται της ποσότητας που καθορίζεται στη σύμβαση, ο αγοραστής οφείλει να τα παραλάβει, εκτός αν έχει έννομο συμφέρον να αρνηθεί να το πράξει.
3. Αν ο πωλητής παραδώσει ποσότητα αγαθών ή ψηφιακού περιεχομένου η οποία υπερβαίνει την ποσότητα που καθορίζεται στη σύμβαση, ο αγοραστής δύναται να κρατήσει ή να αρνηθεί να παραλάβει την υπερβάλλουσα ποσότητα.
4. Σε περίπτωση που ο αγοραστής κρατήσει την υπερβάλλουσα ποσότητα, γίνεται δεκτό ότι αυτή παρασχέθηκε βάσει της σύμβασης και, συνεπώς, είναι πληρωτέο το σχετικό αντίτιμο, το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης.
5. Στην περίπτωση σύμβασης πώλησης με καταναλωτή, η παράγραφος 4 δεν εφαρμόζεται αν ο αγοραστής πιστεύει ευλόγως ότι ο πωλητής παρέδωσε την υπερβάλλουσα ποσότητα εσκεμμένως και όχι εκ παραδρομής, γνωρίζοντας ότι αυτή δεν είχε παραγγελθεί.
6. Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις με αντικείμενο την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου όπου το ψηφιακό περιεχόμενο δεν παρέχεται έναντι της καταβολής τιμήματος.
Κεφάλαιο 13
Έννομα βοηθήματα του πωλητή
Τμήμα 1
Γενικές διατάξεις
Άρθρο 131
Επισκόπηση των δικαιωμάτων του πωλητή
1. Σε περίπτωση μη εκτέλεσης υποχρέωσης από μέρους του αγοραστή, ο πωλητής δύναται, εφόσον πληρούνταισυγκεκριμένα κριτήρια όσον αφοράτα αντίστοιχα έννομα βοηθήματα, να προβεί σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενέργειες: [Τροπολογία 207]
α) να απαιτήσει την εκτέλεση δυνάμει του τμήματος 2 του παρόντος κεφαλαίου·
β) να απόσχει από την εκτέλεση δικής του υποχρέωσης δυνάμει του τμήματος 3 του παρόντος κεφαλαίου·
γ) να καταγγείλει τη σύμβαση δυνάμει του τμήματος 4 του παρόντος κεφαλαίου· και
δ) να αξιώσει τόκους επί του τιμήματος ή αποζημίωση δυνάμει του κεφαλαίου 16.
2. Αν η μη εκτέλεση από μέρους του αγοραστή είναι συγγνωστή, ο πωλητής δύναται να κάνει χρήση όλων των έννομων βοηθημάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 με εξαίρεση την απαίτηση εκτέλεσης και την απαίτηση αποζημίωσης. [Τροπολογία 208]
3. Ο πωλητής δεν δύναται να κάνει χρήση κανενός από τα έννομα βοηθήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στον βαθμό που ο ίδιος προκάλεσε τη μη εκτέλεση από μέρους του αγοραστή.
4. Επιτρέπεται σωρευτική άσκηση έννομων βοηθημάτων που δεν είναι ασύμβατα μεταξύ τους.
Τμήμα 2
Αξίωση εκτέλεσης
Άρθρο 132
Απαίτηση της εκτέλεσης των υποχρεώσεων του αγοραστή
1. Ο πωλητής δικαιούται να απαιτήσει την καταβολή του τιμήματος όταν αυτή καταστεί απαιτητή, καθώς και την εκτέλεση κάθε άλλης υποχρέωσης που έχει αναλάβει ο αγοραστής.
2. Αν ο αγοραστής δεν έχει παραλάβει ακόμη τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο και είναι σαφές ότι ο αγοραστής δεν θα είναι διατεθειμένος να αποδεχθεί την εκτέλεση, ο πωλητής δύναται παρόλα αυτά να απαιτήσει από τον αγοραστή να παραλάβει τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο και να του καταβάλει το τίμημα, εκτός αν ο πωλητής θα μπορούσε να πραγματοποιήσει εύλογη υποκατάστατη συναλλαγή χωρίς σημαντική προσπάθεια ή δαπάνη.
Τμήμα 3
Αποχή από την εκτέλεση των υποχρεώσεων του πωλητή
Άρθρο 133
Δικαίωμα αποχής από την εκτέλεση
1. Όταν ο πωλητής οφείλει να προβεί σε εκτέλεση ταυτόχρονα με τον αγοραστή ή μετά από αυτόν, ο πωλητής δικαιούται να απόσχει από την εκτέλεση μέχρι την υποβολή πρότασης εκτέλεσης ή την πραγματοποίηση της εκτέλεσης από μέρους του αγοραστή.
2. Όταν ο πωλητής οφείλει να προβεί σε εκτέλεση πριν από τον αγοραστή και έχει βάσιμους λόγους για να πιστεύει ότι ο αγοραστής δεν πρόκειται να προβεί σε εκτέλεση όταν αυτή καταστεί απαιτητή, ο πωλητής δικαιούται να απόσχει από την εκτέλεση για όσον χρόνο διακατέχεται από αυτή την εύλογη πεποίθηση. Εντούτοις, το δικαίωμα αποχής από την εκτέλεση χάνεται αν ο αγοραστής παράσχει επαρκείς διαβεβαιώσεις ότι θα προβεί σε προσήκουσα εκτέλεση ή παράσχει επαρκή ασφάλεια.
3. Η εκτέλεση από την οποία είναι δυνατό να υπάρξει αποχή βάσει του παρόντος άρθρου είναι το σύνολο ή ένα μέρος της εκτέλεσης, στον βαθμό που είναι δικαιολογημένος με βάση τη μη εκτέλεση. Σε περίπτωση που οι υποχρεώσεις του αγοραστή προβλέπεται να εκτελεσθούν σε αυτοτελή μέρη ή είναι γενικά δυνατό να κατατμηθούν, ο πωλητής δύναται να απόσχει από τη δική του εκτέλεση μόνον ως προς το μη εκτελεσθέν μέρος των υποχρεώσεων, εκτός αν η μη εκτέλεση από μέρους του αγοραστή είναι τέτοιας φύσεως ώστε να δικαιολογεί την αποχή από την εκτέλεση του πωλητή στο σύνολό της.
Τμήμα 4
Καταγγελία
Άρθρο 134
Καταγγελία εξαιτίας θεμελιώδους μη εκτέλεσης
Ο πωλητής δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση κατά την έννοια του άρθρου 8 αν η έλλειψη εκτέλεσης από μέρους του αγοραστή είναι θεμελιώδης κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 2.
Άρθρο 135
Καταγγελία λόγω καθυστέρησης μετά από ειδοποίηση σχετικά με την παραχώρηση επιπλέον χρόνου προς εκτέλεση
1. Ο πωλητής δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση σε περίπτωση καθυστερημένης εκτέλεσης η οποία δεν είναι καθ’ εαυτή θεμελιώδης, εφόσον προηγουμένως απευθύνει ειδοποίηση τάσσοντας επιπλέον εύλογη προθεσμία προς εκτέλεση και ο αγοραστής δεν προβεί στην εκτέλεση εντός της εν λόγω προθεσμίας.
2. Η τασσόμενη προθεσμία θεωρείται εύλογη εφόσον ο αγοραστής δεν εναντιωθεί σε αυτήν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, η πρόσθετη διορία προς εκτέλεση δεν επιτρέπεται να λήγει πριν από τη χρονική περίοδο των 30 ημερών που προβλέπεται στο άρθρο 167 παράγραφος 2.
3. Οσάκις η ειδοποίηση προβλέπει την αυτοδίκαιη καταγγελία της σύμβασης σε περίπτωση που ο αγοραστής δεν προβεί σε εκτέλεση εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ειδοποίηση, η καταγγελία επέρχεται με την εκπνοή της προθεσμίας χωρίς περαιτέρω ειδοποίηση.
4. Στην περίπτωση σύμβασης πώλησης με καταναλωτή, τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Άρθρο 136
Καταγγελία εξαιτίας αναμενόμενης μη εκτέλεσης
Ο πωλητής δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση πριν καταστεί απαιτητή η εκτέλεση αν ο αγοραστής έχει δηλώσει, ή αν είναι για άλλους λόγους σαφές, ότι δεν πρόκειται να υπάρξει εκτέλεση, και εφόσον η μη εκτέλεση θα ήταν θεμελιώδης.
Άρθρο 137
Έκταση του δικαιώματος καταγγελίας
1. Σε περίπτωση που οι υποχρεώσεις του αγοραστή βάσει της σύμβασης προβλέπεται να εκτελεσθούν σε αυτοτελή μέρη ή είναι γενικά δυνατό να κατατμηθούν, τότε, αν υφίσταται λόγος καταγγελίας, βάσει του παρόντος τμήματος, ενός μέρους το οποίο αντιστοιχεί σε διαιρέσιμο μέρος των υποχρεώσεων του πωλητή, ο πωλητής δύναται να προβεί σε καταγγελία μόνον ως προς το συγκεκριμένο μέρος.
2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται αν η μη εκτέλεση είναι θεμελιώδης σε σχέση με το σύνολο της σύμβασης.
3. Σε περίπτωση που οι υποχρεώσεις του αγοραστή βάσει της σύμβασης δεν προβλέπεται να εκτελεσθούν σε αυτοτελή μέρη, ο πωλητής δύναται να προβεί σε καταγγελία μόνον εφόσον η μη εκτέλεση είναι θεμελιώδης ως προς τη σύμβαση στο σύνολό της.
Άρθρο 138
Γνωστοποίηση καταγγελίας
Το δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης βάσει του παρόντος τμήματος ασκείται με σχετική γνωστοποίηση προς τον αγοραστή.
Άρθρο 139
Απώλεια του δικαιώματος καταγγελίας
1. Σε περίπτωση καθυστερημένης υποβολής πρότασης εκτέλεσης ή αν η υποβληθείσα πρόταση εκτέλεσης δεν πληροί κατά τα λοιπά τους όρους της σύμβασης, ο πωλητής χάνει το δικαίωμα καταγγελίας βάσει του παρόντος τμήματος, εκτός αν απευθύνει γνωστοποίηση της καταγγελίας μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα από τη στιγμή που ο πωλητής αντελήφθη ή όφειλε να αντιληφθεί την πρόταση ή την έλλειψη συμμόρφωσης.
2. Ο πωλητής χάνει το δικαίωμα καταγγελίας μέσω ειδοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 136, εκτός αν απευθύνει ειδοποίηση για την καταγγελία μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα από τη γένεση του δικαιώματος.
3. Αν ο αγοραστής δεν έχει καταβάλει το τίμημα ή έχει υποπέσει σε μη εκτέλεση άλλης μορφής η οποία είναι θεμελιώδης, ο πωλητής διατηρεί το δικαίωμα καταγγελίας.
Κεφάλαιο 14
Μετάθεση του κινδύνου
Τμήμα 1
Γενικές διατάξεις
Άρθρο 140
Συνέπειες της μετάθεσης του κινδύνου
Τυχόν απώλεια ή φθορά των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου μετά τη μετάθεση του κινδύνου στον αγοραστή δεν απαλλάσσει τον αγοραστή από την υποχρέωση καταβολής του τιμήματος, εκτός αν η απώλεια ή η φθορά οφείλεται σε πράξη ή παράλειψη του πωλητή.
Άρθρο 141
Ταυτοποίηση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου βάσει της σύμβασης
Ο κίνδυνος δεν μετατίθεται στον αγοραστή μέχρις ότου εξακριβωθεί ότι τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο είναι όντως αυτά τα οποία πρέπει να παρασχεθούν βάσει της σύμβασης, μέσω της αρχικής συμφωνίας ή με σχετική γνωστοποίηση προς τον αγοραστή ή με άλλον τρόπο.
Τμήμα 2
Μετάθεση του κινδύνου στο πλαίσιο συμβάσεων πώλησης με καταναλωτή
Άρθρο 142
Μετάθεση του κινδύνου στο πλαίσιο σύμβασης πώλησης με καταναλωτή
1. Στην περίπτωση σύμβασης πώλησης με καταναλωτή, ο κίνδυνος μετατίθεται τη στιγμή κατά την οποία ο καταναλωτής ή ένας τρίτος, πλην του μεταφορέα, τον οποίον έχει ορίσει ο καταναλωτής αποκτά τη φυσική κατοχή των αγαθών ή του υλικού υποθέματος επί του οποίου παρέχεται το ψηφιακό περιεχόμενο.
2. Αν πρόκειται για σύμβαση με αντικείμενο την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου το οποίο δεν παρέχεται επί υλικού υποθέματος, ο κίνδυνος μετατίθεται τη στιγμή κατά την οποία ο καταναλωτής ή ένας τρίτος τον οποίον έχει ορίσει για τον σκοπό αυτό ο καταναλωτής αποκτήσει τον έλεγχο επί του ψηφιακού περιεχομένου.
3. Με εξαίρεση τις συμβάσεις εξ αποστάσεως και τις συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος, οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζονται αν ο καταναλωτής παραλείψει να εκτελέσει την υποχρέωση παραλαβής των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου, και η μη εκτέλεση αυτή δεν είναι συγγνωστή δυνάμει του άρθρου 88. Στην περίπτωση αυτή, ο κίνδυνος μετατίθεται κατά τον χρόνο στον οποίο ο καταναλωτής, ή ο τρίτος τον οποίον έχει ορίσει ο καταναλωτής, θα είχε αποκτήσει τη φυσική κατοχή επί των αγαθών ή τον έλεγχο επί του ψηφιακού περιεχομένου εάν είχε εκτελεσθεί η υποχρέωση παραλαβής τους. [Τροπολογία 209]
4. Όταν ο καταναλωτής φροντίζει για τη μεταφορά των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου το οποίο παρέχεται επί υλικού υποθέματος και η επιλογή αυτή δεν προσεφέρθη από τον έμπορο, ο κίνδυνος μετατίθεται τη στιγμή της παράδοσης στον μεταφορέα των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου το οποίο παρέχεται επί υλικού υποθέματος, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων του καταναλωτή έναντι του μεταφορέα.
5. Τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Τμήμα 3
Μετάθεση του κινδύνου στο πλαίσιο συμβάσεων μεταξύ εμπόρων
Άρθρο 143
Χρόνος μετάθεσηςΜετάθεση του κινδύνου στο πλαίσιο συμβάσεων μεταξύ εμπόρων [Τροπολογία 210]
1. Στην περίπτωση συμβάσεων μεταξύ εμπόρων, ο κίνδυνος μετατίθεται κατά τη στιγμή που ο αγοραστής παραλαμβάνει τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο ή τα σχετικά παραστατικά έγγραφα.
2. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των άρθρων 144, 145 και 146.Σε περίπτωση που τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο τίθενται στη διάθεση του αγοραστή και ο αγοραστής γνωρίζει το γεγονός αυτό, ο κίνδυνος μετατίθεται στον αγοραστή τη στιγμή κατά την οποία έπρεπε να είχε γίνει η παραλαβή των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου, εκτός αν ο αγοραστής είχε δικαίωμα να απόσχει από την παραλαβή δυνάμει του άρθρου 113.
Αν τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο τίθενται στη διάθεση του αγοραστή σε τόπο διαφορετικό από τόπο εγκατάστασης του πωλητή, ο κίνδυνος μετατίθεται τη στιγμή κατά την οποία καθίσταται απαιτητή η παράδοση και ο αγοραστής γνωρίζει ότι τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο τέθηκαν στη διάθεσή του στον συγκεκριμένο τόπο. [Τροπολογία 211]
2α. Σε μία σύμβαση πώλησης με αντικείμενο τη μεταφορά αγαθών, ανεξάρτητα από το εάν ο πωλητής έχει εξουσιοδοτηθεί να διατηρεί έγγραφα σχετικά με το δικαίωμα διάθεσης των αγαθών:
α) αν ο πωλητής δεν υποχρεούται να παραδώσει τα αγαθά σε συγκεκριμένο τόπο, ο κίνδυνος μετατίθεται στον αγοραστή κατά τη στιγμή της παράδοσης των αγαθών στον πρώτο μεταφορέα με σκοπό την αποστολή τους στον αγοραστή σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης·
β) αν ο πωλητής υποχρεούται να παραδώσει τα αγαθά σε μεταφορέα σε συγκεκριμένο τόπο, ο κίνδυνος μετατίθεται στον αγοραστή κατά τη στιγμή της παράδοσης των αγαθών στον μεταφορέα στον συγκεκριμένο τόπο. [Τροπολογία 212]
2β. Σε περίπτωση πώλησης αγαθών υπό διαμετακόμιση, ο κίνδυνος, αναλόγως των περιστάσεων, μετατίθεται στον αγοραστή κατά το χρόνο της παράδοσης των αγαθών στον πρώτο μεταφορέα ή κατά το χρόνο της σύναψης της σύμβασης. Ο κίνδυνος δεν μετατίθεται στον αγοραστή αν κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης ο πωλητής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι τα αγαθά είχαν απωλεσθεί ή υποστεί φθορά και δεν ενημέρωσε τον αγοραστή για το γεγονός αυτό. [Τροπολογία 213]
Άρθρο 144
Θέση αγαθών στη διάθεση του αγοραστή
1. Σε περίπτωση που τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο τίθενται στη διάθεση του αγοραστή και ο αγοραστής γνωρίζει το γεγονός αυτό, ο κίνδυνος μετατίθεται στον αγοραστή τη στιγμή κατά την οποία έπρεπε να είχε γίνει η παραλαβή των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου, εκτός αν ο αγοραστής είχε δικαίωμα να απόσχει από την παραλαβή δυνάμει του άρθρου 113.
2. Αν τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο τίθενται στη διάθεση του αγοραστή σε τόπο διαφορετικό από τόπο εγκατάστασης του πωλητή, ο κίνδυνος μετατίθεται τη στιγμή κατά την οποία καθίσταται απαιτητή η παράδοση και ο αγοραστής γνωρίζει ότι τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο τέθηκαν στη διάθεσή του στον συγκεκριμένο τόπο. [Τροπολογία 214]
Άρθρο 145
Μεταφορά των αγαθών
1. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται σε συμβάσεις πώλησης οι οποίες περιλαμβάνουν μεταφορά των αγαθών.
2. Αν ο πωλητής δεν υποχρεούται να παραδώσει τα αγαθά σε συγκεκριμένο τόπο, ο κίνδυνος μετατίθεται στον αγοραστή κατά τη στιγμή της παράδοσης των αγαθών στον πρώτο μεταφορέα με σκοπό την αποστολή τους στον αγοραστή σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης.
3. Αν ο πωλητής υποχρεούται να παραδώσει τα αγαθά σε μεταφορέα σε συγκεκριμένο τόπο, ο κίνδυνος μετατίθεται στον αγοραστή κατά τη στιγμή της παράδοσης των αγαθών στον μεταφορέα στον συγκεκριμένο τόπο.
4. Το γεγονός ότι ο πωλητής νομιμοποιείται να κρατήσει έγγραφα με τα οποία ελέγχεται η διάθεση των αγαθών δεν έχει συνέπειες για τη μετάθεση του κινδύνου. [Τροπολογία 215]
Άρθρο 146
Πώληση αγαθών υπό διαμετακόμιση
1. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται σε συμβάσεις πώλησης με αντικείμενο αγαθά που πωλούνται υπό διαμετακόμιση.
2. Ο κίνδυνος μετατίθεται στον αγοραστή από τη στιγμή της παράδοσης των αγαθών στον πρώτο μεταφορέα. Εντούτοις, ο κίνδυνος μετατίθεται στον αγοραστή κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης αν τούτο υπαγορεύεται από τις περιστάσεις.
3. Αν κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης ο πωλητής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι τα αγαθά είχαν απωλεσθεί ή υποστεί φθορά και δεν ενημέρωσε τον αγοραστή για το γεγονός αυτό, υπεύθυνος για την απώλεια ή τη φθορά είναι ο πωλητής. [Τροπολογία 216]
Μέρος V
Υποχρεώσεις και έννομα βοηθήματα των μερών σύμβασης παροχής συναφών υπηρεσιών
Κεφάλαιο 15
Υποχρεώσεις και έννομα βοηθήματα των μερών
Τμήμα 1
Εφαρμογή ορισμένων γενικών κανόνων σχετικά με τις συμβάσεις πώλησης
Άρθρο 147
Εφαρμογή ορισμένων γενικών κανόνων σχετικά με τις συμβάσεις πώλησης
1. Οι κανόνες του κεφαλαίου 9 ισχύουν για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους.
2. Σε περίπτωση καταγγελίας μιας σύμβασης πώλησης ή μιας σύμβασης για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου, καταγγέλλεται επίσης κάθε σύμβαση παροχής συναφών υπηρεσιών.
Τμήμα 2
Υποχρεώσεις του παρόχου υπηρεσίας
Άρθρο 148
Υποχρέωση αποτελέσματος και υποχρέωση επιμέλειας και ικανότητας
1. Ο πάροχος υπηρεσίας πρέπει να επιτύχει κάθε συγκεκριμένο αποτέλεσμα προβλεπόμενο από τη σύμβαση.
2. Απουσία οποιασδήποτε ρητής ή σιωπηρής συμβατικής υποχρέωσης για την επίτευξη συγκεκριμένου αποτελέσματος, ο πάροχος υπηρεσίας πρέπει να εκτελεί τη συναφή υπηρεσία επιδεικνύοντας την επιμέλεια και την ικανότητα την οποία εύλογα θα όφειλε να επιδείξει ένας πάροχος υπηρεσιών και σε συμφωνία με οποιουσδήποτε νομοθετικούς ή άλλους δεσμευτικούς κανόνες δικαίου που ισχύουν για τη συναφή υπηρεσία.
3. Για τον προσδιορισμό της εύλογης επιμέλειας και ικανότητας που απαιτείται από τον πάροχο υπηρεσιών, πρέπει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνεται υπόψη:
α) ο χαρακτήρας, το μέγεθος, η συχνότητα και η προβλεψιμότητα των κινδύνων που συνεπάγεται η εκτέλεση της συναφούς υπηρεσίας για τον πελάτη,
β) αν προέκυψε ζημία, το κόστος των προφυλάξεων που θα είχαν αποτρέψει την επέλευση της συγκεκριμένης ή παρόμοιας ζημίας, και
γ) ο διαθέσιμος χρόνος για την εκτέλεση της συναφούς υπηρεσίας.
4. Σε περίπτωση που σε μια σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή η συναφής υπηρεσία περιλαμβάνει την εγκατάσταση των αγαθών, η εγκατάσταση πρέπει να είναι τέτοια ώστε τα εγκατεστημένα αγαθά να συμμορφώνονται με τα προβλεπόμενα από τη σύμβαση, όπως απαιτείται από το άρθρο 101.
5. Στις σχέσεις μεταξύ ενός εμπόρου και ενός καταναλωτή, τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή της παραγράφου 2, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά της ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Άρθρο 149
Υποχρέωση αποτροπής ζημίας
Ο πάροχος υπηρεσίας οφείλει να λαμβάνει εύλογες προφυλάξεις για να αποτρέψει την επέλευση οποιασδήποτε ζημίας των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου ή οποιασδήποτε σωματικής βλάβης ή άλλης ζημίας κατά τη διάρκεια ή λόγω της εκτέλεσης της συναφούς υπηρεσίας.
Άρθρο 150
Εκτέλεση εκ μέρους τρίτου
1. Ο πάροχος υπηρεσίας μπορεί να αναθέσει την εκτέλεση σε άλλο πρόσωπο, εκτός αν απαιτείται η προσωπική εκτέλεση από αυτόν τον ίδιο.
2. Ο πάροχος υπηρεσίας που αναθέτει την εκτέλεση σε άλλο πρόσωπο παραμένει υπεύθυνος για την εκτέλεση.
3. Στις σχέσεις μεταξύ ενός εμπόρου και ενός καταναλωτή, τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή της παραγράφου 2, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά της ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Άρθρο 151
Υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου
Όταν αξιώνεται χωριστή τιμή για την συναφή υπηρεσία και η τιμή δεν αποτελεί ποσό κατ' αποκοπήν που συμφωνείται κατά τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης, ο πάροχος υπηρεσίας πρέπει να χορηγήσει στον πελάτη τιμολόγιο, το οποίο να αναλύει, κατά τρόπο σαφή και καταvoητό, τον τρόπο υπολογισμού της τιμής.
Άρθρο 152
Υποχρέωση προειδοποίησης για απρόβλεπτα ή υπερβολικά έξοδα
1. Ο πάροχος υπηρεσίας οφείλει να προειδοποιεί τον πελάτη και να ζητά τη συγκατάθεσή του εάν:
α) το κόστος της συναφούς υπηρεσίας είναι υψηλότερο από αυτό που έχει ήδη ορίσει ο πάροχος υπηρεσίας στον πελάτη· ή
β) το κόστος της συναφούς υπηρεσίας είναι ανώτερο από την αξία των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου μετά την παροχή της συναφούς υπηρεσίας, στο μέτρο που αυτό είναι γνωστό στον πάροχο υπηρεσίας.
2. Ο πάροχος υπηρεσίας που παραλείπει να λάβει τη συγκατάθεση του πελάτη σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεν δικαιούται να ζητήσει υψηλότερη τιμή από το ήδη ορισθέν κόστος ή, κατά περίπτωση, από την αξία των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου μετά την παροχή της συναφούς υπηρεσίας.
Τμήμα 3
Υποχρεώσεις του πελάτη
Άρθρο 153
Καταβολή του τιμήματος
1. Ο πελάτης οφείλει να εξοφλήσει το καταβλητέο σύμφωνα με τη σύμβαση τίμημα για τη συναφή υπηρεσία.
2. Το τίμημα καταβάλλεται μόλις ολοκληρωθεί η συναφής υπηρεσία και το αντικείμενο της συναφούς υπηρεσίας περιέλθει στη διάθεση του πελάτη.
Άρθρο 154
Παροχή πρόσβασης
Όταν η εκτέλεση της συναφούς υπηρεσίας καθιστά αναγκαία για τον πάροχο την πρόσβαση στις εγκαταστάσεις του πελάτη, αυτός ο τελευταίος οφείλει να εξασφαλίσει αυτήν την πρόσβαση σε λογικές ώρες.
Τμήμα 4
Έννομα βοηθήματα
Άρθρο 155
Έννομα βοηθήματα του πελάτη
1. Σε περίπτωση μη εκτέλεσης υποχρέωσης εκ μέρους του παρόχου υπηρεσίας, ο πελάτης έχει, με τις προσαρμογές που ορίζονται στο παρόν άρθρο, τα ίδια έννομα βοηθήματα που παρέχονται στον αγοραστή στο Κεφάλαιο 11 και συγκεκριμένα μπορεί:
α) να αξιώσει ειδική εκτέλεση,
β) να απόσχει από την εκτέλεση δικής του υποχρέωσης,
γ) να καταγγείλει τη σύμβαση,
δ) να μειώσει το τίμημα, και
ε) να απαιτήσει αποζημίωση σύμφωνα με το κεφάλαιο 16. [Τροπολογία 218]
2. Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 3, τα έννομα βοηθήματα του πελάτη τελούν υπό την επιφύλαξη του δικαιώματος διόρθωσης που αναγνωρίζεται στον πάροχο υπηρεσίας, ανεξάρτητα από το κατά πόσον ο πελάτης είναι ή όχι καταναλωτής. [Τροπολογία 219]
3. Στην περίπτωση πλημμελούς εγκατάστασης, στο πλαίσιο σύμβασης πώλησης με καταναλωτή, όπως προβλέπεται στο άρθρο 101, τα έννομα βοηθήματα του καταναλωτή δεν τελούν υπό την επιφύλαξη του δικαιώματος διόρθωσης του παρόχου υπηρεσίας.
4. Ο πελάτης, εφόσον πρόκειται για καταναλωτή, έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση για κάθε έλλειψη συμμόρφωσης της παρασχεθείσας συναφούς υπηρεσίας, εκτός αν η έλλειψη συμμόρφωσης είναι επουσιώδης.
5. Το Κεφάλαιο 11 ισχύει με τις ακόλουθες προσαρμογές, κυρίως:
α) σε σχέση με το δικαίωμα διόρθωσης του παρόχου υπηρεσίας, σε συμβάσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, η εύλογη προθεσμία σύμφωνα με το άρθρο 109 παράγραφος 5 δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 30 ημέρες, [Τροπολογία 220]
β) σε σχέση με την επανόρθωση της έλλειψης συμμόρφωσης της εκτέλεσης, δεν εφαρμόζονται τα άρθρα 111 και 112, και [Τροπολογία 221]
γ) το άρθρο 156 εφαρμόζεται αντί του άρθρου 122.
Άρθρο 156
Υποχρέωση γνωστοποίησης της έλλειψης συμμόρφωσης στις συμβάσεις παροχής συναφών υπηρεσιών μεταξύ εμπόρων
1. Σε σύμβαση παροχής συναφών υπηρεσιών μεταξύ εμπόρων, ο πελάτης μπορεί να επικαλεσθεί την έλλειψη συμμόρφωσης μόνον εάν ο πελάτης απευθύνει ειδοποίηση στον πάροχο υπηρεσίας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος εξειδικεύοντας τον χαρακτήρα της έλλειψης συμμόρφωσης.
Η προθεσμία αρχίζει να τρέχει από τη στιγμή της ολοκλήρωσης της συναφούς υπηρεσίας ή από τη στιγμή που ο πελάτης ανακαλύπτει ή θα μπορούσε να ανακαλύψει την έλλειψη συμμόρφωσης, όποια εκ των δύο είναι μεταγενέστερη.
2. Ο πάροχος υπηρεσίας δεν μπορεί να επικαλεσθεί το παρόν άρθρο αν η έλλειψη συμμόρφωσης αφορά γεγονότα τα οποία γνώριζε ή θα όφειλε να γνωρίζει και τα οποία δεν αποκάλυψε στον πελάτη.
Άρθρο 157
Έννομα βοηθήματα του παρόχου υπηρεσίας
1. Σε περίπτωση μη εκτέλεσης υποχρέωσης εκ μέρους του πελάτη, ο πάροχος υπηρεσίας έχει, με τις προσαρμογές που ορίζονται στην παράγραφο 2, τα ίδια έννομα βοηθήματα που προβλέπονται στο κεφάλαιο 13 όσον αφορά τον πωλητή, δηλαδή μπορεί:
α) να αξιώσει την εκτέλεση,
β) να απόσχει από την εκτέλεση δικής του υποχρέωσης,
γ) να καταγγείλει τη σύμβαση, και
δ) να αξιώσει τόκους επί του τιμήματος ή αποζημίωση σύμφωνα με το κεφάλαιο 16. [Τροπολογία 222]
2. Το κεφάλαιο 13 ισχύει με τις απαραίτητες προσαρμογές. Ιδιαίτερα το άρθρο 158 εφαρμόζεται αντί του άρθρου 132 παράγραφος 2.
Άρθρο 158
Δικαίωμα του πελάτη να αποποιηθεί την εκτέλεση
1. Ο πελάτης μπορεί, οποτεδήποτε, να ειδοποιήσει τον πάροχο υπηρεσίας ότι δεν απαιτείται πλέον εκτέλεση ή περαιτέρω εκτέλεση της συναφούς υπηρεσίας.
2. Σε περίπτωση ειδοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 1:
α) ο πάροχος υπηρεσίας δεν έχει πλέον δικαίωμα ούτε υποχρέωση να παράσχει τη συναφή υπηρεσία, και
β) ο πελάτης, αν δεν υπάρχει λόγος καταγγελίας βάσει άλλης διάταξης, συνεχίζει να υποχρεούται να καταβάλει το τίμημα μείον τα έξοδα που ο πάροχος υπηρεσίας εξοικονόμησε ή θα μπορούσε να εξοικονομήσει μη οφείλοντας να ολοκληρώσει την εκτέλεση.
3. Στις σχέσεις μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, τα μέρη δεν δύνανται, εις βάρος αυτού του τελευταίου, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, να παρεκκλίνουν από αυτό ή να τροποποιήσουν τα αποτελέσματά του.
Μέρος VI
Αποζημίωση και τόκοι
Κεφάλαιο 16
Αποζημίωση και τόκοι
Τμήμα 1
Αποζημίωση
Άρθρο 159
Δικαίωμα αποζημίωσης
1. Ο δανειστής έχει δικαίωμα αποζημίωσης για ζημίες που υφίσταται λόγω μη εκτέλεσης υποχρέωσης εκ μέρους του οφειλέτη, εκτός εάν πρόκειται για συγγνωστή μη εκτέλεση.
2. Η ζημία για την οποία μπορεί να απαιτηθεί αποζημίωση περιλαμβάνει τη μελλοντική ζημία την επέλευση της οποίας αναμένει ενδεχομένως ο οφειλέτης.
Άρθρο 160
Υπολογισμός της αποζημίωσης
Ο υπολογισμός της αποζημίωσης για ζημίες που προκλήθηκαν λόγω μη εκτέλεσης υποχρέωσης γίνεται κατά τρόπον ώστε ο δανειστής να τοποθετείται στη θέση που θα βρισκόταν αν η υποχρέωση είχε δεόντως εκτελεσθεί ή, σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό, σε όσο το δυνατόν παρόμοια θέση. Η αποζημίωση καλύπτει τις ζημίες και το διαφυγόν κέρδος του δανειστή.
Άρθρο 161
Προβλεψιμότητα της ζημίας
Ο οφειλέτης ευθύνεται μόνον για τη ζημία που προέβλεψε ή θα μπορούσε να προβλέψει κατά τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης ως πιθανή συνέπεια της μη εκτέλεσης.
Άρθρο 162
Ζημία αποδοτέα στον δανειστή
Ο οφειλέτης δεν ευθύνεται για τη ζημία που υπέστη ο δανειστής στο βαθμό που αυτός ο τελευταίος συνέβαλε στη μη εκτέλεση ή στις συνέπειες αυτής.
Άρθρο 163
Περιορισμός της ζημίας
1. Ο οφειλέτης δεν ευθύνεται για τη ζημία που υπέστη ο δανειστής στο βαθμό που αυτός ο τελευταίος θα μπορούσε να είχε περιορίσει τη ζημία λαμβάνοντας εύλογα μέτρα.
2. Ο δανειστής δικαιούται να ανακτήσει όλες τις δαπάνες που εύλογα προέκυψαν κατά την προσπάθειά του να περιορίσει τη ζημία.
Άρθρο 164
Σύμβαση κάλυψης
Ο δανειστής που κατήγγειλε τη σύμβαση εν όλω ή εν μέρει και συνήψε, εντός εύλογης προθεσμίας και με εύλογο τρόπο, σύμβαση κάλυψης, δύναται, στο μέτρο που δικαιούται αποζημίωσης, να ζητήσει τη διαφορά μεταξύ του συμφωνημένου στην καταγγελθείσα σύμβαση τιμήματος και του τιμήματος της σύμβασης κάλυψης, καθώς και αποζημίωση για κάθε περαιτέρω ζημία.
Άρθρο 165
Τρέχουσα τιμή
Σε περίπτωση που ο δανειστής κατήγγειλε τη σύμβαση και δεν συνήψε σύμβαση κάλυψης αλλά υπάρχει τρέχουσα τιμή για την εκτέλεση της υποχρέωσης, ο δανειστής δύναται, στο μέτρο που δικαιούται αποζημίωσης, να ζητήσει τη διαφορά μεταξύ του συμφωνημένου στη σύμβαση τιμήματος και της τρέχουσας τιμής κατά το χρόνο της καταγγελίας, καθώς και αποζημίωση για κάθε περαιτέρω ζημία.
Τμήμα 2
Τόκοι υπερημερίας: γενικές διατάξεις
Άρθρο 166
Τόκοι υπερημερίας
1. Σε περίπτωση καθυστέρησης της εξόφλησης χρηματικού ποσού, ο δανειστής, χωρίς να υποχρεούται σε προηγούμενη ειδοποίηση, δικαιούται τόκων υπερημερίας για το συγκεκριμένο ποσό, για το διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ του ληξιπρόθεσμου και της πληρωμής, με το επιτόκιο που προσδιορίζεται στην παράγραφο 2.
2. Το επιτόκιο υπερημερίας ισοδυναμεί:
α) στην περίπτωση που η συνήθης διαμονή του δανειστή βρίσκεται σε κράτος μέλος του οποίου νόμισμα είναι το ευρώ ή σε τρίτη χώρα, με τo επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην πλέον πρόσφατη κύρια πράξη αναχρηματοδότησής της που πραγματοποιήθηκε πριν από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του οικείου εξαμήνου ή το οριακό επιτόκιο το οποίο προκύπτει από τη διαδικασία της προσφοράς με κυμαινόμενο επιτόκιο για τις πλέον πρόσφατες κύριες πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξημένο κατά δύο πoσoστιαίες μονάδες,
β) στην περίπτωση που η συνήθης διαμονή του δανειστή βρίσκεται σε κράτος μέλος του οποίου νόμισμα δεν είναι το ευρώ, με το αντίστοιχο επιτόκιο που ορίζεται από την εθνική κεντρική τράπεζα του συγκεκριμένου κράτους μέλους, προσαυξημένο κατά δύο πoσoστιαίες μονάδες.
3. Ο δανειστής μπορεί να αξιώσει αποζημίωση για κάθε περαιτέρω ζημία.
Άρθρο 167
Τόκοι όταν ο οφειλέτης είναι καταναλωτής
1. Όταν ο οφειλέτης είναι καταναλωτής, οφείλονται τόκοι υπερημερίας, με το επιτόκιο που προβλέπεται στο άρθρο 166, μόνον όταν η μη εκτέλεση δεν είναι συγγνωστή.
2. Οι τόκοι δεν αρχίζουν να τρέχουν πριν να παρέλθουν 30 ημέρες από τη στιγμή που ο δανειστής γνωστοποίησε στον οφειλέτη την υποχρέωση πληρωμής τόκων και το είδος του επιτοκίου. Η γνωστοποίηση μπορεί να γίνει πριν από την ημερομηνία που η πληρωμή καθίσταται ληξιπρόθεσμη.
3. Όρος της σύμβασης που καθορίζει επιτόκιο υψηλότερο από το προβλεπόμενο στο άρθρο 166 ή προσαύξηση ενωρίτερα από την προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου δεν είναι δεσμευτικός στο μέτρο που αυτό θα ήταν καταχρηστικό σύμφωνα με το άρθρο 83.
4. Οι τόκοι υπερημερίας δεν μπορούν να προστεθούν στο κεφάλαιο για να παράγουν τόκους.
5. Τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Τμήμα 3
Υπερημερία εμπόρων
Άρθρο 168
Επιτόκιο και προσαύξηση
1. Όταν ένας έμπορος καθυστερεί να εξοφλήσει το οφειλόμενο τίμημα βάσει σύμβασης για την παράδοση αγαθών, την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου ή την παροχή συναφών υπηρεσιών χωρίς να πρόκειται για συγγνωστή μη εκτέλεση σύμφωνα με το άρθρο 88, οφείλονται τόκοι με βάση το επιτόκιο που ορίζεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.
2. Τόκοι με το οριζόμενο στην παράγραφο 5 επιτόκιο αρχίζουν να τρέχουν την επομένη της ημερομηνίας πληρωμής ή του τέλους της προθεσμίας πληρωμής που προβλέπεται στη σύμβαση. Απουσία ημερομηνίας ή προθεσμίας, οι τόκοι στο συγκεκριμένο επιτόκιο αρχίζουν να τρέχουν:
α) τριάντα ημέρες μετά την ημερομηνία παραλαβής εκ μέρους του οφειλέτη του τιμολογίου ή ισοδύναμης αίτησης πληρωμής, ή
β) τριάντα ημέρες μετά την ημερομηνία παραλαβής των αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή των συναφών υπηρεσιών, εάν η προβλεπόμενη στο σημείο α) ημερομηνία είναι προγενέστερη ή αβέβαιη ή εάν είναι αβέβαιο το κατά πόσον ο οφειλέτης έλαβε τιμολόγιο ή ισοδύναμη αίτηση πληρωμής.
3. Όταν η συμμόρφωση των αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή των συναφών υπηρεσιών με τη σύμβαση πρέπει να επαληθευθεί μέσω αποδοχής ή εξέτασης, η προθεσμία των τριάντα ημερών που προβλέπεται στην παράγραφο 2, σημείο β) αρχίζει από τη στιγμή της αποδοχής ή της οριστικοποίησης της διαδικασίας εξέτασης. Η διαδικασία εξέτασης δε μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα ημέρες από την ημερομηνία παράδοσης των αγαθών, προμήθειας του ψηφιακού περιεχομένου ή παροχής των συναφών υπηρεσιών, εκτός αντίθετης ρητής συμφωνίας των συμβαλλόμενων μερών και υπό τον όρο ότι αυτή η συμφωνία δεν είναι καταχρηστική σύμφωνα με το άρθρο 170.
4. Η προθεσμία πληρωμής που ορίζεται στην παράγραφο 2 δεν μπορεί να υπερβαίνει τις εξήντα ημέρες, εκτός αντίθετης ρητής συμφωνίας των συμβαλλόμενων μερών και υπό τον όρο ότι αυτή η συμφωνία δεν είναι καταχρηστική σύμφωνα με το άρθρο 170.
5. Το επιτόκιο υπερημερίας ισοδυναμεί:
α) στην περίπτωση που η συνήθης διαμονή του δανειστή βρίσκεται σε κράτος μέλος του οποίου νόμισμα είναι το ευρώ ή σε τρίτη χώρα, με τo επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην πλέον πρόσφατη κύρια πράξη αναχρηματοδότησής της που πραγματοποιήθηκε πριν από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του οικείου εξαμήνου ή το οριακό επιτόκιο το οποίο προκύπτει από τη διαδικασία της προσφοράς με κυμαινόμενο επιτόκιο για τις πλέον πρόσφατες κύριες πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξημένο κατά οχτώ πoσoστιαίες μονάδες·
β) στην περίπτωση που η συνήθης διαμονή του δανειστή βρίσκεται σε κράτος μέλος του οποίου νόμισμα δεν είναι το ευρώ, με το αντίστοιχο επιτόκιο που ορίζεται από την εθνική κεντρική τράπεζα του συγκεκριμένου κράτους μέλους, προσαυξημένο κατά οχτώ πoσoστιαίες μονάδες.
6. Ο δανειστής μπορεί να αξιώσει αποζημίωση για κάθε περαιτέρω ζημία.
Άρθρο 169
Αποζημίωση για τα έξοδα είσπραξης
1. Όταν οφείλονται τόκοι σύμφωνα με το άρθρο 168, ο δανειστής δικαιούται να λάβει από τον οφειλέτη, τουλάχιστον, ένα κατ' αποκοπή ποσό 40 ευρώ ή το αντίστοιχο ποσό στο νόμισμα που συμφωνήθηκε για το τίμημα της σύμβασης ως αποζημίωση για τα έξοδα είσπραξης στα οποία υπεβλήθη.
2. Ο δανειστής δικαιούται να εισπράξει από τον οφειλέτη εύλογη αποζημίωση για όλα τα έξοδα είσπραξης που υπερβαίνουν το κατ' αποκοπή ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα οποία οφείλονται στην υπερημερία του οφειλέτη.
Άρθρο 170
Καταχρηστικοί συμβατικοί όροι σχετικά με τους τόκους υπερημερίας
1. Συμβατικός όρος σχετικά με την ημερομηνία ή την προθεσμία πληρωμής, το επιτόκιο υπερημερίας ή την αποζημίωση για τα έξοδα είσπραξης δεν είναι δεσμευτικός στο βαθμό που είναι καταχρηστικός. Ένας όρος είναι καταχρηστικός επειδή παρεκκλίνει κατάφωρα από την ορθή εμπορική πρακτική, αντίθετα προς την καλή πίστη και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη, συνεκτιμωμένων όλων των περιστάσεων της υπόθεσης, καθώς και της φύσης των αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή της συναφούς υπηρεσίας.
2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, συμβατικός όρος που προβλέπει ημερομηνία ή προθεσμία πληρωμής ή επιτόκιο λιγότερο ευνοϊκό για τον δανειστή από την ημερομηνία ή το επιτόκιο που προβλέπεται στα άρθρα 167 ή 168 ή συμβατικός όρος που προβλέπει χαμηλότερη αποζημίωση για τα έξοδα είσπραξης από την προβλεπόμενη στο άρθρο 169 θεωρείται καταχρηστικός.
3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, συμβατικός όρος που αποκλείει την καταβολή τόκων υπερημερίας ή την αποζημίωση για τα έξοδα είσπραξης είναι πάντα καταχρηστικός.
Άρθρο 171
Υποχρεωτικός χαρακτήρας
Τα μέρη δεν μπορούν να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος τμήματος, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
Μέρος VII
Απόδοση
Κεφάλαιο 17
Απόδοση
Άρθρο 172
Απόδοση σε περίπτωση ακύρωσης,ή καταγγελίας ήακυρότητας της σύμβασης [Τροπολογία 223]
1. Σε περίπτωση ακύρωσης ηή καταγγελίας της σύμβασης ή μέρους της σύμβασης από οποιοδήποτε μέρος, ή σε περίπτωση ακυρότητας ή έλλειψης δεσμευτικού χαρακτήρα που δεν οφείλεται σε ακύρωση ή καταγγελία, έκαστο εξ αυτών είναι υποχρεωμένο να αποδώσει αυτά τα οποία το μέρος αυτό (ο «αποδέκτης») έλαβε από το έτερο μέρος δυνάμει της άκυρης σύμβασης ή τμήματος αυτής. [Τροπολογία 224]
2. Η υποχρέωση απόδοσης των παρασχεθέντων συμπεριλαμβάνει όλους τους φυσικούς ή νομικούς καρπούς των παρασχεθέντων.
2α. Η απόδοση πραγματοποιείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός 14 ημερών μετά την ειδοποίηση περί ακύρωσης ή την καταγγελία. Όταν ο αποδέκτης είναι καταναλωτής, η προθεσμία αυτή θεωρείται ότι έχει τηρηθεί εάν ο καταναλωτής λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα πριν από την πάροδο της προθεσμίας των 14 ημερών. [Τροπολογία 225]
2β. Ο αποδέκτης επιβαρύνεται με τη δαπάνη επιστροφής των παραληφθέντων. [Τροπολογία 226]
2γ. Ένα μέρος μπορεί να μην εκτελέσει μια υποχρέωση επιστροφής, όταν το μέρος αυτό έχει έννομο συμφέρον να το πράξει, για παράδειγμα όταν αυτό είναι απαραίτητο προκειμένου να διαπιστωθεί η ύπαρξη ή η έλλειψη συμμόρφωσης. [Τροπολογία 227]
2δ. Σε περίπτωση μη εκτέλεσης από ένα μέρος μιας υποχρέωσης επιστροφής ή καταβολής τιμήματος σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο, το έτερο μέρος μπορεί να ζητήσει αποζημίωση σύμφωνα με τα άρθρα 159 έως 163. [Τροπολογία 228]
3. Σε περίπτωση καταγγελίας μιας σύμβασης που πρέπει να εκτελεσθεί σταδιακά ή τμηματικά, η απόδοση των παρασχεθέντων δεν είναι απαιτητή σε σχέση με κάθε στάδιο ή τμήμα, εφόσον οι υποχρεώσεις αμφοτέρων των μερών έχουν πλήρως εκτελεσθεί ή εφόσον το τίμημα για τα εκπληρωθέντα παραμένει απαιτητό σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2, εκτός εάν ο χαρακτήρας της σύμβασης είναι τέτοιος που αυτή η τμηματική εκτέλεση να μην έχει καμία αξία για οποιοδήποτε από τα μέρη.
Άρθρο 172α
Επιστροφή ψηφιακού περιεχομένου και της αντιπαροχής σε περίπτωση παράδοσης ψηφιακού περιεχομένου
1. Το ψηφιακό περιεχόμενο θεωρείται επιδεκτικό επιστροφής όταν:
α) έχει παραδοθεί σε σταθερό υπόθεμα και το υπόθεμα αυτό εξακολουθεί να βρίσκεται σε σφραγισμένο περιτύλιγμα ή ο πωλητής δεν το έθεσε σε σφραγισμένο περιτύλιγμα προτού το παραδώσει· ή
β) είναι με άλλο τρόπο σαφές ότι ο αποδέκτης που επιστρέφει ένα σταθερό υπόθεμα δεν έχει κρατήσει ένα αξιοποιήσιμο αντίγραφο του ψηφιακού περιεχομένου· ή
γ) ο πωλητής μπορεί, χωρίς μεγάλη προσπάθεια ή δαπάνη, να εμποδίσει κάθε περαιτέρω χρησιμοποίηση του ψηφιακού περιεχομένου εκ μέρους του αποδέκτη, ακυρώνοντας, για παράδειγμα, τον λογαριασμό χρήστη του αποδέκτη. [Τροπολογία 230]
2. Ο αποδέκτης του ψηψιακού περιεχομένου το οποίο παραδόθηκε σε ένα σταθερό υπόθεμα, που μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο επιστροφής σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία α) και β), θεωρείται ότι έχει εκπληρώσει την υποχρέωση επιστροφής με την επιστροφή του σταθερού υποθέματος. [Τροπολογία 231]
3. Όταν παραδίδεται ψηφιακό περιεχόμενο έναντι αντιπαροχής που δεν συνίσταται στην καταβολή τιμήματος, όπως είναι, για παράδειγμα, η παροχή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και η αντιπαροχή αυτή δεν μπορεί να επιστραφεί, ο αποδέκτης της αντιπαροχής απέχει από την περαιτέρω χρησιμοποίηση των παραληφθέντων, διαγράφοντας, για παράδειγμα, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που του παραδόθηκαν. Ο καταναλωτής πρέπει να ενημερώνεται σχετικά με τη διαγραφή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. [Τροπολογία 232]
Άρθρο 173
Καταβολή της χρηματικής αξίας
1. Όταν τα παρασχεθέντα, και κατά περίπτωση οι καρποί τους, δεν μπορούν να αποδοθούν ή, όταν πρόκειται για ψηφιακό περιεχόμενο, παρεχόμενο ή μη σε σταθερό υπόθεμα, ο αποδέκτης οφείλει να καταβάλει τη χρηματική αξία τους. Όταν η απόδοση είναι εφικτή αλλά θα απαιτούσε υπέρμετρη προσπάθεια ή δαπάνη, ο αποδέκτης μπορεί να επιλέξει να καταβάλει τη χρηματική αξία, υπό τον όρον ότι αυτό δεν θα βλάψει τα περιουσιακά συμφέροντα του έτερου μέρους. [Τροπολογία 233]
2. Η χρηματική αξία των αγαθών είναι η αξία που θα είχαν την ημερομηνία καταβολής της χρηματικής αξίας αν είχαν διατηρηθεί από τον αποδέκτη χωρίς να έχουν καταστραφεί ή να έχουν υποστεί ζημία μέχρι αυτήν την ημερομηνία.
3. Σε περίπτωση ακύρωσης ή καταγγελίας σύμβασης παροχής συναφών υπηρεσιών εκ μέρους του πελάτη μετά την ολική ή μερική εκτέλεση της συναφούς υπηρεσίας, η χρηματική αξία των παρασχεθέντων είναι το ποσόν που εξοικονόμησε ο πελάτης αποδεχόμενος τη συναφή υπηρεσία.
4. Σε περίπτωση ψηφιακού περιεχομένου, η χρηματική αξία των παρασχεθέντων είναι το ποσόν που εξοικονόμησε ο καταναλωτής κάνοντας χρήση του ψηφιακού περιεχομένου.
5. Όταν ο αποδέκτης έλαβε υποκατάστατο σε χρήμα ή σε είδος ως αντάλλαγμα αγαθών ή ψηφιακού περιεχομένου, σε περίπτωση που αυτός γνώριζε ή θα όφειλε να γνωρίζει τον λόγο της ακύρωσης ή καταγγελίας, ο αντισυμβαλλόμενος μπορεί να επιλέξει να απαιτήσει το υποκατάστατο ή τη χρηματική αξία του. Ο αποδέκτης που έλαβε υποκατάστατο σε χρήμα ή σε είδος ως αντάλλαγμα αγαθών ή ψηφιακού περιεχομένου, σε περίπτωση που αυτός δεν γνώριζε και δεν θα όφειλε να γνωρίζει τον λόγο της ακύρωσης ή καταγγελίας, μπορεί να επιλέξει την απόδοση της χρηματικής αξίας του υποκατάστατου ή την απόδοση του ίδιου του υποκατάστατου. [Τροπολογία 234]
6. Στην περίπτωση ψηφιακού περιεχομένου το οποίοΌταν το ψηφιακό περιεχόμενο δεν παρέχεται έναντι της καταβολής τιμήματος, δεν ακολουθεί απόδοσηαλλά έναντι αντιπαροχής που δεν συνίσταται στην καταβολή τιμήματος ή χωρίς αντιπαροχή, και το ψηφιακό περιεχόμενο δεν μπορεί να θεωρηθεί επιδεκτικό επιστροφής σύμφωνα με το άρθρο 172α παράγραφος 1, ο αποδέκτης του ψηφιακού περιεχομένου δεν υποχρεούται να καταβάλει τη χρηματική του αξία. [Τροπολογία 235]
6α. Όταν το ψηφιακό περιεχόμενο παρέχεται έναντι αντιπαροχής που δεν συνίσταται στην καταβολή τιμήματος και η αντιπαροχή αυτή δεν μπορεί να επιστραφεί, ο αποδέκτης της αντιπαροχής δεν υποχρεούται, με την επιφύλαξη του άρθρου 172α παράγραφος 3, να καταβάλει τη χρηματική της αξία. [Τροπολογία 236]
Άρθρο 174
Πληρωμή για τη χρήση και τόκοι για εισπραχθέντα χρηματικά ποσά και μείωση της αξίας [Τροπολογία 237]
1. Ο αποδέκτης που έκανε χρήση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου οφείλει να καταβάλει στον αντισυμβαλλόμενο τη χρηματική αξία αυτής της χρήσης για το σχετικό χρονικό διάστημα όταν:
α) ο αποδέκτης υπήρξε η αιτία της ακύρωσης ή της καταγγελίας,
β) ο αποδέκτης, πριν από την έναρξη αυτής της περιόδου, γνώριζε τον λόγο ακύρωσης ή της καταγγελίας, ή
γ) έχοντας υπόψη τη φύση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου, τον χαρακτήρα και το ποσό της χρήσης και την ύπαρξη έννομων βοηθημάτων πέραν της καταγγελίας, θα ήταν αθέμιτο να επιτρέψει στον αποδέκτη να κάνει ελεύθερα χρήση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου κατά το συγκεκριμένο διάστημα. [Τροπολογία 238]
2. Ο αποδέκτης που είναι υποχρεωμένος να επιστρέψει χρήματα οφείλει να καταβάλει τόκους, με το επιτόκιο που ορίζεται στο άρθρο 166, εφόσον :
α) το έτερο μέρος είναι υποχρεωμένο να πληρώσει για τη χρήση, ή
β) ο αποδέκτης αποτέλεσε την αιτία ακύρωσης της σύμβασης, λόγω απάτης, απειλών και αθέμιτης εκμετάλλευσης.
3. Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, ο αποδέκτης δεν είναι υποχρεωμένος να πληρώσει για τη χρήση παραληφθέντων αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου ή να καταβάλει τόκους για εισπραχθέντα χρηματικά ποσά σε οποιεσδήποτε άλλες περιπτώσεις πλην των προβλεπομένων στις παραγράφους 1, 1α και 2. [Τροπολογία 239]
3α. Ο αποδέκτης ευθύνεται δυνάμει των άρθρων 159 έως 163 για κάθε μείωση της αξίας των αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου ή των καρπών τους στο μέτρο που η μείωση της αξίας υπερβαίνει μία απώλεια αξίας λόγω συνήθους χρήσης. [Τροπολογία 240]
3β. Η πληρωμή για τη χρήση ή τη μείωση της αξίας δεν υπερβαίνει το τίμημα που συμφωνήθηκε για τα αγαθά ή το ψηφιακό περιεχόμενο. [Τροπολογία 241]
3γ. Όταν το ψηφιακό περιεχόμενο δεν παρέχεται έναντι καταβολής τιμήματος, αλλά έναντι αντιπαροχής που δεν συνίσταται στην καταβολή τιμήματος, ή χωρίς αντιπαροχή, ο αποδέκτης του ψηφιακού περιεχομένου δεν υποχρεούται να καταβάλει τίμημα για τη χρήση ή τη μείωση της αξίας. [Τροπολογία 242]
3δ. Όταν το ψηφιακό περιεχόμενο παρέχεται έναντι αντιπαροχής που δεν συνίσταται στην καταβολή τιμήματος, ο αποδέκτης της αντιπαροχής δεν υποχρεούται, με την επιφύλαξη του άρθρου 172α παράγραφος 3, να καταβάλει χρήματα για τη χρήση ή τη μείωση της αξίας των παραληφθέντων. [Τροπολογία 243]
Άρθρο 175
Αποζημίωση για δαπάνες
1. Όταν ο αποδέκτης προέβη σε δαπάνες σχετικές με αγαθά ή ψηφιακό περιεχόμενο ή τους καρπούς τους, έχει δικαίωμα αποζημίωσης στο μέτρο που οι δαπάνες απέβησαν προς όφελος του έτερου μέρους, υπό τον όρο ότι οι δαπάνες πραγματοποιήθηκαν όταν ο αποδέκτης δεν γνώριζε ή δεν θα όφειλε να γνωρίζει τον λόγο ακύρωσης ή καταγγελίας. [Τροπολογία 244]
2. Ο αποδέκτης που γνώριζε ή θα όφειλε να γνωρίζει τον λόγο ακύρωσης ή καταγγελίας έχει δικαίωμα αποζημίωσης μόνον για τις δαπάνες που ήταν αναγκαίες για να αποτραπεί η απώλεια ή η απαξίωση των αγαθών ή του ψηφιακού περιεχομένου ή τους καρπούς τους, υπό τον όρον ότι ο αποδέκτης δεν είχε καμία δυνατότητα να συμβουλευθεί το έτερο μέρος. [Τροπολογία 245]
Άρθρο 176
Δίκαιη τροποποίηση
Κάθε υποχρέωση απόδοσης ή πληρωμής σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο μπορεί να τροποποιηθεί στο μέτρο που η εκτέλεσή της θα ήταν έκδηλα άδικη, λαμβάνοντας κυρίως υπόψη το γεγονός ότι το μέρος δεν προκάλεσε ή δεν γνώριζε τον λόγο της ακύρωσης ή της καταγγελίας.
Άρθρο 177
Υποχρεωτικός χαρακτήρας των κανόνων
Στις σχέσεις μεταξύ ενός εμπόρου και ενός καταναλωτή, τα μέρη δεν μπορούν, εις βάρος του καταναλωτή, να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος κεφαλαίου, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά, πριν την γνωστοποίηση της ακύρωσης ή της καταγγελίας της σύμβασης. [Τροπολογία 246]
Άρθρο 177α
Εμπορικές εγγυήσεις
1. Η εμπορική εγγύηση είναι δεσμευτική για τον εγγυητή υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στη δήλωση εγγύησης. Αν δεν υπάρχει δήλωση εγγύησης ή αν αυτή είναι ευνοϊκή από ότι στη σχετική διαφήμιση, η εμπορική εγγύηση είναι δεσμευτική υπό τους όρους που αναφέρονται στη διαφήμιση και αφορούν την εν λόγω εμπορική εγγύηση.
2. Η δήλωση εγγύησης πρέπει να συντάσσεται σε απλή και κατανοητή γλώσσα και είναι ευανάγνωστη. Συντάσσεται στη γλώσσα της σύμβασης που συνάπτεται με τον καταναλωτή και περιλαμβάνει:
α) αναφορά στα δικαιώματα του καταναλωτή σύμφωνα με το κεφάλαιο 11 και σαφή δήλωση ότι τα εν λόγω δικαιώματα δεν θίγονται από την εμπορική εγγύηση, και
β) τους όρους της εμπορικής εγγύησης, ιδίως εκείνους που έχουν σχέση με τη διάρκειά της, τη δυνατότητα μεταφοράς και το εδαφικό πεδίο εφαρμογής, το όνομα και τη διεύθυνση του εγγυητή και, εάν είναι διαφορετικό πρόσωπο από τον εγγυητή, το όνομα και τη διεύθυνση του προσώπου εις βάρος του οποίου πρέπει να υποβληθούν οι αξιώσεις, και τη διαδικασία με την οποία πρέπει να υποβληθεί η αξίωση.
3. Εάν δεν προβλέπεται άλλως στο έγγραφο εγγύησης, η εγγύηση είναι επίσης, εντός της διάρκειάς της, δεσμευτική και χωρίς αποδοχή υπέρ κάθε ιδιοκτήτη των αγαθών.
4. Κατόπιν αιτήσεως του καταναλωτή, ο έμπορος θέτει στη διάθεσή του τη δήλωση εγγύησης σε σταθερό υπόθεμα.
5. Η μη συμμόρφωση με τις παραγράφους 2, 3 ή 4 δεν επηρεάζει την εγκυρότητα της εγγύησης. [Τροπολογία 247]
Μέρος VIII
Παραγραφή
Κεφάλαιο 18
Παραγραφή
Τμήμα 1
Γενικές διατάξεις
Άρθρο 178
Αξιώσεις υποκείμενες σε παραγραφή
Η αξίωση εκτέλεσης συγκεκριμένης υποχρέωσης καθώς και κάθε παρεπόμενη αξίωση, συμπεριλαμβανομένης της αξίωσης σε έννομα βοηθήματα για τη μη εκτέλεση, με εξαίρεση την παρακράτηση της παροχής, υπόκεινται σε παραγραφή μετά την πάροδο ορισμένης προθεσμίας σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο. [Τροπολογία 248]
Τμήμα 2
Προθεσμίες παραγραφής και έναρξη των προθεσμιών αυτών
Άρθρο 179
Προθεσμίες παραγραφής
1. Η σύντομη προθεσμία παραγραφής ανέρχεται σε δύο έτη.
2. Η μακρά προθεσμία παραγραφής ανέρχεται σε δέκαέξι έτη ή, σε περίπτωση αξίωσης αποζημίωσης λόγω σωματικής βλάβης, σε τριάντα έτη. [Τροπολογία 249]
2α. Η παραγραφή επέρχεται με την εκπνοή μιας εκ των δύο προθεσμιών, ανάλογα με το ποια εξ αυτών παρέρχεται πρώτη. [Τροπολογία 250]
Άρθρο 180
Έναρξη των προθεσμιών παραγραφής
1. Η σύντομη προθεσμία παραγραφής αρχίζει από τη στιγμή που ο δανειστής έλαβε γνώση ή θα όφειλε να έχει λάβει γνώση των γεγονότων λόγω των οποίων μπορεί να ασκηθεί η αξίωση.
2. Η μακρά προθεσμία παραγραφής αρχίζει από τη στιγμή που ο οφειλέτης οφείλει να εκτελέσει την υποχρέωσή του ή, στην περίπτωση δικαιώματος αποζημίωσης, από τη στιγμή του γενεσιουργού αίτιου αυτής της αξίωσης.
3. Όταν ο οφειλέτης έχει διαρκή υποχρέωση πράξης ή παράλειψης, ο δανειστής θεωρείται ότι για κάθε μη εκτέλεση της υποχρέωσης έχει ιδιαίτερη αξίωση.
Τμήμα 3
Παράταση των προθεσμιών παραγραφής
Άρθρο -181
Αναστολή λόγω επισκευής ή αντικατάστασης
1. Όταν η έλλειψη συμμόρφωσης αποκαθίσταται με επισκευή ή αντικατάσταση, η συμπλήρωση της βραχείας προθεσμίας παραγραφής αναστέλλεται από το χρονικό σημείο κατά το οποίο ο πιστωτής ενημέρωσε τον οφειλέτη για την έλλειψη συμμόρφωσης.
2. Η αναστολή διαρκεί έως ότου αποκατασταθεί η έλλειψη συμμόρφωσης της εκτέλεσης. [Τροπολογία 251]
Άρθρο 181
Αναστολή σε περίπτωση δικαστικής και εξωδικαστικής διαδικασίας
1. Αμφότερες οι προθεσμίες παραγραφής αναστέλλονται από τη στιγμή που κινείται δικαστική διαδικασία πραγμάτωσης της αξίωσης.
2. Η αναστολή διαρκεί μέχρις ότου εκδοθεί οριστική απόφαση ή μέχρις ότου ρυθμιστεί κατ’ άλλον τρόπο η διαφορά. Όταν η διαδικασία λήξει εντός των τελευταίων έξι μηνών της προθεσμίας παραγραφής χωρίς να εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας, η προθεσμία παραγραφής δεν λήγει πριν την πάροδο έξι μηνών από το πέρας της διαδικασίας.
3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται, με τις δέουσες προσαρμογές, στις διαδικασίες διαιτησίας, στις διαδικασίες διαμεσολάβησης, στις διαδικασίες κατά τις οποίες ζήτημα που ανακύπτει μεταξύ δύο μερών παραπέμπεται σε τρίτον ο οποίος θα εκδώσει δεσμευτική απόφαση καθώς και σε όλες τις άλλες διαδικασίες που κινούνται με σκοπό την έκδοση απόφασης σχετικής με την αξίωση ή την αποφυγή της πτώχευσης.
4. Ως «διαμεσολάβηση» νοείται διαρθρωμένη διαδικασία, ανεξαρτήτως ονομασίας, στην οποία δύο ή περισσότερα μέρη μιας διαφοράς επιχειρούν, εκουσίως, να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με την επίλυση της διαφοράς τους, με τη βοήθεια διαμεσολαβητή. Η συγκεκριμένη διαδικασία μπορεί να κινείται από τα μέρη, να προτείνεται ή να διατάσσεται από δικαστήριο ή να προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία. Η διαμεσολάβηση λήγει με συμφωνία των μερών ή με δήλωση του διαμεσολαβητή ή ενός εκ των μερών.
Άρθρο 182
Αναβολή της λήξης των προθεσμιών παραγραφής σε περίπτωση διαπραγματεύσεων
Αν τα μέρη διεξάγουν διαπραγματεύσεις σχετικά με την αξίωση ή σχετικά με τις συνθήκες από τις οποίες μπορεί να προκύψει αξίωση, καμία εκ των προθεσμιών παραγραφής δεν λήγει πριν από την πάροδο ενός έτους από την τελευταία ανακοίνωση που έγινε κατά τις διαπραγματεύσεις ή από την ανακοίνωση του ενός μέρους προς το άλλο της επιθυμίας του να μην συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις.
Άρθρο 183
Αναβολή της λήξης των προθεσμιών παραγραφής σε περίπτωση δικαιοπρακτικής ανικανότητας
Στην περίπτωση προσώπου στερούμενου δικαιοπρακτικής ικανότητας το οποίο δεν εκπροσωπείται, καμία προθεσμία παραγραφής αξίωσης του συγκεκριμένου προσώπου δεν λήγει πριν από την πάροδο ενός έτους από το πέρας της ανικανότητας ή από τον διορισμό εκπροσώπου.
Άρθρο 183α
Αναστολή λόγω ανωτέρας βίας
1. Η συμπλήρωση της βραχείας προθεσμίας παραγραφής αναστέλλεται ενόσω ο δανειστής δεν μπορεί να ασκήσει δικαστικά το δικαίωμά του λόγω κωλύματος που δεν τελεί υπό τον έλεγχό του και το οποίο δεν μπορεί λογικά να αναμένεται ότι θα απέφευγε ή θα αντιμετώπιζε.
2. Η παράγραφος 1 ισχύει μόνο εάν το κώλυμα προκύπτει ή συνεχίζεται κατά τη διάρκεια των τελευταίων έξι μηνών της περιόδου παραγραφής.
3. Όταν η διάρκεια ή η φύση του κωλύματος είναι τέτοια ώστε δεν θα μπορούσε λογικά να αναμένεται ότι ο δανειστής θα κινούσε διαδικασία για να ασκήσει το δικαίωμά του εντός του τμήματος της περιόδου παραγραφής που υπολείπεται μετά τη λήξη της αναστολής, η παραγραφή δεν συμπληρούται πριν από την πάροδο έξι μηνών μετά την άρση του κωλύματος. [Τροπολογία 252]
Τμήμα 4
Διακοπή της παραγραφής
Άρθρο 184
Διακοπή λόγω αναγνώρισης της οφειλής
Αν ο οφειλέτης αναγνωρίσει την οφειλή του έναντι του δανειστή, με μερική εξόφληση, καταβολή τόκων, σύσταση εγγύησης, συμψηφισμό ή οποιονδήποτε άλλον τρόπο, αρχίζει να τρέχει νέα σύντομη προθεσμία παραγραφής.
Τμήμα 5
Αποτελέσματα της παραγραφής
Άρθρο 185
Αποτελέσματα της παραγραφής
1. Μετά τη λήξη της σχετικής προθεσμίας παραγραφής, ο οφειλέτης δικαιούται να αρνηθεί την εκτέλεση της συγκεκριμένης υποχρέωσης και ο δανειστής χάνει όλα τα έννομα βοηθήματα έναντι της μη εκτέλεσης, πλην της αναστολής της εκτέλεσης.
2. Οτιδήποτε έχει καταβληθεί ή μεταβιβασθεί από τον οφειλέτη με σκοπό την εκτέλεση της συγκεκριμένης υποχρέωσης δεν μπορεί να ανακτηθεί απλά και μόνο για το λόγο ότι, κατά τη στιγμή της εκτέλεσης, είχε ήδη λήξει η προθεσμία παραγραφής.
3. Η προθεσμία παραγραφής της αξίωσης καταβολής τόκων και άλλων αξιώσεων επικουρικού χαρακτήρα επέρχεται το αργότερο με την παραγραφή της κύριας αξίωσης.
Τμήμα 6
Τροποποίηση με συμφωνία των μερών
Άρθρο 186
Συμφωνίες σχετικές με την παραγραφή
1. Οι κανόνες του παρόντος κεφαλαίου μπορούν να τροποποιηθούν με συμφωνία των μερών, τα οποία ειδικότερα δύνανται να συντομεύσουν ή να παρατείνουν τις προθεσμίες παραγραφής.
2. Η σύντομη προθεσμία παραγραφής δεν μπορεί να μειωθεί σε λιγότερο από ένα έτος ούτε να παραταθεί σε περισσότερο από δέκα έτη.
3. Η μακρά προθεσμία παραγραφής δεν μπορεί να μειωθεί σε λιγότερο από ένα έτος ούτε να παραταθεί σε περισσότερο από τριάντα έτη.
4. Τα μέρη δεν μπορούν να αποκλείσουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ούτε να παρεκκλίνουν από τα αποτελέσματά του ή να μεταβάλουν τα αποτελέσματα αυτά.
5. Σε σύμβαση μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή, το παρόν άρθρο δεν μπορεί να εφαρμοσθεί εις βάρος του καταναλωτή.
Tίτλος III
Συνοδευτικά μέτρα [Τροπολογία 253]
Άρθρο 186α
Κοινοποίηση των δικαστικών αποφάσεων που εφαρμόζουν τον παρόντα κανονισμό
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελεσίδικες αποφάσεις των δικαστηρίων τους οι οποίες εφαρμόζουν τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού κοινοποιούνται αμελλητί στην Επιτροπή. [Τροπολογία 254]
2. Η Επιτροπή συγκροτεί σύστημα το οποίο επιτρέπει την πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 δικαστικές αποφάσεις, καθώς και στις συναφείς αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το κοινό έχει πρόσβαση στο σύστημα αυτό. το οποίο είναι πλήρως συστηματοποιημένο και φιλικό στον χρήστη. [Τροπολογία 255]
3. Στις αποφάσεις που κοινοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1 επισυνάπτεται μία τυποποιημένη περίληψη, η οποία περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:
α) το αντικείμενο της διαφοράς και το σχετικό άρθρο/τα σχετικά άρθρα του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων·
β) μία συνοπτική παρουσίαση των πραγματικών περιστατικών·
γ) μία συνοπτική παρουσίαση των κυριότερων επιχειρημάτων·
δ) την απόφαση· και
ε) τους λόγους της απόφασης και σαφή επισήμανση της αρχής επί της οποίας αυτή στηρίχτηκε. [Τροπολογία 256]
Άρθρο 186β
Εναλλακτική επίλυση διαφορών
1. Στις συμβάσεις μεταξύ καταναλωτή και εμπόρου, τα μέρη παροτρύνονται να εξετάζουν το ενδεχόμενο να υποβάλλουν τις διαφορές που προκύπτουν από τη σύμβαση στο πλαίσιο της οποίας έχουν συμφωνήσει να χρησιμοποιούν το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων, σε έναν φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο η) της οδηγίας 2013/11/ΕΕ.
2. Το άρθρο αυτό δεν αποκλείει ούτε περιορίζει το δικαίωμα των μερών να υποβάλλουν ανά πάσα στιγμή τη διαφορά τους σε δικαστήριο αντί σε έναν φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών. [Τροπολογία 257]
Άρθρο 186γ
Εκπόνηση ευρωπαϊκών προτύπων συμβατικών όρων
1. Το ταχύτερο δυνατόν και το αργότερο τρεις μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή συγκροτεί ομάδα εμπειρογνωμόνων για να τη συνδράμουν στην εκπόνηση «ευρωπαϊκών προτύπων συμβατικών όρων» που θα βασίζονται και θα συμπληρώνουν το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων και θα προωθούν την πρακτική εφαρμογή του.
2. Η Επιτροπή επιδιώκει με τη συνδρομή της ομάδας εμπειρογνωμόνων να υποβάλει τους πρώτους ευρωπαϊκούς πρότυπους συμβατικούς όρους εντός [xxx] μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.
3. Η ομάδα εμπειρογνωμόνων αποτελείται από μέλη που αντιπροσωπεύουν ιδίως τα συμφέροντα των χρηστών του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μπορεί να αποφασίζει να συγκροτεί ειδικές υπο-ομάδες προκειμένου να εξετάσει ξεχωριστούς τομείς της εμπορικής δραστηριότητας. [Τροπολογία 258]
Τίτλος IV
Τελικές διατάξεις [Τροπολογία 259]
Άρθρο 186δ
Επανεξέταση
1. Το αργότερο …(12), τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, και ιδίως όσον αφορά τον βαθμό αποδοχής του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων, την έκταση στην οποία οι διατάξεις του έδωσαν αφορμή για νομικές διαφορές και την κατάσταση που επικρατεί όσον αφορά τις διαφορές στο επίπεδο προστασίας του καταναλωτή μεταξύ του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων και του εκάστοτε εθνικού δικαίου. Τα εν λόγω στοιχεία πρέπει να περιλαμβάνουν ολοκληρωμένη επισκόπηση της νομολογίας των εθνικών δικαστηρίων με την οποία ερμηνεύονται οι διατάξεις του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων.
2. Το αργότερο …(13), η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αναλυτική έκθεση στην οποία επανεξετάζεται η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, με γνώμονα, μεταξύ άλλων, την ανάγκη περαιτέρω επέκτασης του πεδίου εφαρμογής του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων σε σχέση με τις συμβάσεις μεταξύ επιχειρήσεων, τις εξελίξεις που θα έχουν σημειωθεί στην αγορά και στην τεχνολογία σε σχέση με το ψηφιακό περιεχόμενο, και τις μελλοντικές εξελίξεις του κεκτημένου της Ένωσης. Ιδιαίτερη προσοχή δίδεται περαιτέρω στο κατά πόσον ο περιορισμός σε συμβάσεις εξ αποστάσεως και ειδικότερα σε επιγραμμικές συμβάσεις εξακολουθεί να είναι ενδεδειγμένος ή κατά πόσο μπορεί να είναι σκόπιμη η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής ώστε να καλύπτει, μεταξύ άλλων, τις συμβάσεις εντός του εμπορικού καταστήματος. [Τροπολογία 260]
Άρθρο 186ε
Τροποποίηση του κανονισμού (ΕK) αριθ. 2006/2004
Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(14), προστίθεται το ακόλουθο σημείο:
«22. Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. ... του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ... σχετικά με τη θέσπιση κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων (ΕΕ L ...).» [Τροπολογία 261]
Άρθρο 186στ
Έναρξη ισχύος και εφαρμογή
1. Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει είκοσι ημέρες μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. [Τροπολογία 262]
...,
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος
Προσάρτημα I
Υπόδειγμα οδηγιών υπαναχώρησης
Δικαίωμα υπαναχώρησης
Έχετε το δικαίωμα να υπαναχωρήσετε από την παρούσα σύμβαση εντός δεκατεσσάρων ημερών χωρίς να αναφέρετε τους λόγους.
Η προθεσμία υπαναχώρησης λήγει δεκατέσσερις ημέρες από την ημέρα (1).
Προκειμένου να ασκήσετε το δικαίωμα υπαναχώρησης, πρέπει να μας γνωστοποιήσετε (2) την απόφασή σας να υπαναχωρήσετε από την παρούσα σύμβαση με σαφή δήλωση (π.χ. ταχυδρομική επιστολή, φαξ ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο). Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το συνημμένο έντυπο υπαναχώρησης, χωρίς αυτό να είναι υποχρεωτικό. (3)
Για την τήρηση της προθεσμίας υπαναχώρησης, αρκεί να αποστείλετε την ανακοίνωσή σας σχετικά με την άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης πριν τη λήξη της προθεσμίας υπαναχώρησης.
Αποτελέσματα της υπαναχώρησης
Αν υπαναχωρήσετε από την παρούσα σύμβαση, θα σας επιστραφούν όλα τα ποσά που λάβαμε από εσάς, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων παράδοσης (εξαιρουμένων των συμπληρωματικών εξόδων που οφείλονται στη δική σας επιλογή να χρησιμοποιηθεί τρόπος παράδοσης άλλος από τον φθηνότερο τυποποιημένο τρόπο παράδοσης που εμείς προσφέρουμε), χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός δεκατεσσάρων ημερών από την ημέρα που θα πληροφορηθούμε την απόφασή σας να υπαναχωρήσετε από τη σύμβαση. Θα προβούμε στη συγκεκριμένη επιστροφή των χρημάτων χρησιμοποιώντας το ίδιο μέσον πληρωμής με αυτό που χρησιμοποιήσατε για την αρχική συναλλαγή, εκτός αν έχει ρητά συμφωνηθεί άλλως• σε κάθε περίπτωση, δεν θα σας χρεωθούν έξοδα για την επιστροφή των χρημάτων. 4
5
6
Οδηγίες συμπλήρωσης:
1 Συμπληρώστε εδώ ένα από τα ακόλουθα χωρία που παρατίθενται εντός εισαγωγικών:
α) σε περίπτωση σύμβασης παροχής συναφών υπηρεσιών ή σύμβασης για την παροχή νερού, φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας εάν δεν προσφέρονται προς πώληση σε περιορισμένο όγκο ή καθορισμένη ποσότητα, σύμβασης παροχής τηλεθέρμανσης ή ψηφιακού περιεχομένου που δεν παρέχεται σε σταθερό υπόθεμα: «της σύναψης της σύμβασης.»,
β) σε περίπτωση σύμβασης πώλησης: «απόκτησης εκ μέρους σας ή εκ μέρους τρίτου διάφορου του μεταφορέα και υποδειχθέντος από εσάς της υλικής κατοχής του αγαθού»,
γ) σε περίπτωση σύμβασης που αφορά διάφορα αγαθά που παραγγέλλονται από τον καταναλωτή με μια παραγγελία και παραλαμβάνονται χωριστά: «απόκτησης εκ μέρους σας ή εκ μέρους τρίτου διάφορου του μεταφορέα και υποδειχθέντος από εσάς της υλικής κατοχής του τελευταίου αγαθού»,
δ) σε περίπτωση σύμβασης που αφορά την προμήθεια αγαθού αποτελούμενου από πολλές παρτίδες ή από πολλά τεμάχια: «απόκτησης εκ μέρους σας ή εκ μέρους τρίτου διάφορου του μεταφορέα και υποδειχθέντος από εσάς της υλικής κατοχής της τελευταίας παρτίδας ή του τελευταίου τεμαχίου»,
ε) σε περίπτωση σύμβασης τακτικής προμήθειας αγαθών σε καθορισμένη χρονική περίοδο: «απόκτησης εκ μέρους σας ή εκ μέρους τρίτου διάφορου του μεταφορέα και υποδειχθέντος από εσάς της υλικής κατοχής του πρώτου αγαθού».
2 Αναγράψτε το ονοματεπώνυμό σας, τη διεύθυνσή σας και, εάν υπάρχει, τον αριθμό του τηλεφώνου σας, του φαξ σας και την ηλεκτρονική διεύθυνσή σας.
3 Εάν προσφέρετε από τον δικτυακό σας τόπο τη δυνατότητα στον καταναλωτή να συμπληρώσει και να υποβάλει ηλεκτρονικά πληροφορίες για την υπαναχώρησή του από τη σύμβαση, αναγράψτε τα ακόλουθα: «Μπορείτε επίσης από την ιστοσελίδα μας [αναγράψτε διεύθυνση δικτυακού τόπου] να συμπληρώσετε και να υποβάλετε ηλεκτρονικά το υπόδειγμα εντύπου υπαναχώρησης ή οποιαδήποτε άλλη αδιαμφισβήτητη δήλωση υπαναχώρησης. Εάν χρησιμοποιήσετε αυτή τη δυνατότητα, θα σας διαβιβάσουμε αμελλητί πάνω σε σταθερό υπόθεμα (π.χ. ηλεκτρονικό ταχυδρομείο) απόδειξη παραλαβής της υπαναχώρησής σας».
4 Σε περίπτωση σύμβασης πώλησης στην οποία δεν έχετε προτείνει να ανακτήσετε το αγαθό σε περίπτωση υπαναχώρησης, αναγράψτε τα ακόλουθα: «Μπορούμε να απόσχουμε από την επιστροφή των χρημάτων μέχρις ότου παραλάβουμε το αγαθό ή μας χορηγηθούν αποδείξεις αποστολής του αγαθού, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι προγενέστερη».
5 Εάν ο καταναλωτής έλαβε αγαθά στο πλαίσιο της σύμβασης, αναγράψτε τα ακόλουθα:
α να αναγραφεί:
– «Θα ανακτήσουμε το αγαθό» ή
– «Οφείλετε να αποστείλετε ή να παραδώσετε το αγαθό σε εμάς ή σε ____[αναγράψτε ονοματεπώνυμο και διεύθυνση, εάν υπάρχει, του προσώπου που έχετε εξουσιοδοτήσει να παραλάβει το αγαθό], χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός δεκατεσσάρων ημερών από την ημέρα που μας κοινοποιήσατε την απόφασή σας να υπαναχωρήσετε από τη σύμβαση. Η προθεσμία θα έχει τηρηθεί εάν αποστείλετε το αγαθό πριν από τη λήξη της προθεσμίας των δεκατεσσάρων ημερών.»
β να αναγραφεί ένα εκ των ακολούθων:
– «Θα αναλάβουμε τη δαπάνη επιστροφής του αγαθού» ή
– «Θα πρέπει να αναλάβετε την άμεση δαπάνη επιστροφής του αγαθού» ή
– Εάν, σε περίπτωση εξ αποστάσεως συναπτόμενης σύμβασης, δεν προσφέρεσθε να αναλάβετε τη δαπάνη επιστροφής του αγαθού, το δε αγαθό, λόγω της φύσης του, δεν μπορεί κανονικά να αποσταλεί ταχυδρομικώς: «Θα πρέπει να αναλάβετε την άμεση δαπάνη επιστροφής του αγαθού, ύψους ___ ευρώ [αναγράψτε το ποσόν]» ή εάν η δαπάνη επιστροφής του αγαθού δε μπορεί εύλογα να υπολογισθεί εκ των προτέρων: «Θα πρέπει να αναλάβετε την άμεση δαπάνη επιστροφής του αγαθού. Η δαπάνη υπολογίζεται κατά προσέγγιση σε ένα ανώτατο ποσόν ύψους ___ ευρώ[αναγράψτε το ποσόν]» ή
– Εάν, σε περίπτωση εκτός εμπορικού καταστήματος συναπτόμενης σύμβασης, το αγαθό λόγω της φύσης του δεν μπορεί κανονικά να αποσταλεί ταχυδρομικώς και είχε παραδοθεί στην κατοικία του καταναλωτή κατά τη στιγμή σύναψης της σύμβασης: «Θα ανακτήσουμε το αγαθό με δική μας δαπάνη». [Τροπολογία 263]
γ «Φέρετε ευθύνη μόνον για οποιαδήποτε μείωση της αξίας των εμπορευμάτων προκύψει από χειρισμό που δεν ήταν απαραίτητος για να προσδιορίσετε τη φύση, τα χαρακτηριστικά και τη λειτουργία του συγκεκριμένου αγαθού».
6 Σε περίπτωση σύμβασης παροχής συναφών υπηρεσιών, αναγράψτε τα ακόλουθα: «Αν ζητήσετε την έναρξη της παροχής συναφών υπηρεσιών κατά τη διάρκεια της προθεσμίας υπαναχώρησης, είστε υποχρεωμένοι να μας καταβάλετε, σε σύγκριση με το σύνολο των παροχών που προβλέπονται από τη σύμβαση, ένα ποσόν ανάλογο των παρασχεθέντων μέχρι τη στιγμή που μας ενημερώσετε σχετικά με την υπαναχώρησή σας».
Προσάρτημα 2
Υπόδειγμα εντύπου υπαναχώρησης
(συμπληρώστε και επιστρέψτε το παρόν έντυπο μόνον εάν επιθυμείτε να υπαναχωρήσετε από τη σύμβαση)
Προς [ο έμπορος συμπληρώνει το ονοματεπώνυμό του, τη διεύθυνσή του και, εάν υπάρχει, τον αριθμό τηλεφώνου και φαξ και τη διεύθυνση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του]:
Εγώ/Εμείς* γνωστοποιώ/γνωστοποιούμε με την παρούσα ότι υπαναχωρώ/υπαναχωρούμε* από τη σύμβασή μου/μας* πώλησης των ακόλουθων αγαθών*/προμήθειας του ακόλουθου ψηφιακού περιεχομένου/παροχής της ακόλουθης συναφούς υπηρεσίας*
Που παραγγέλθηκε στις*/που παρελήφθη στις*
Όνομα καταναλωτή(-ών)
Διεύθυνση καταναλωτή(-ών)
Υπογραφή καταναλωτή(-ών) (μόνο εάν το παρόν έντυπο κοινοποιείται σε χαρτί)
Ημερομηνία
* Διαγράφεται η περιττή ένδειξη.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΟ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Η σύμβαση που πρόκειται να συνάψετε θα διέπεται από το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων, το οποίο αποτελεί ένα εναλλακτικό σύστημα προς το εθνικό δίκαιο των συμβάσεων που τίθεται στη διάθεση των καταναλωτών σε περίπτωση διασυνοριακών συναλλαγών. Αυτοί οι κοινοί κανόνες είναι πανομοιότυποι σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση και έχουν καταρτισθεί για να παρέχουν στους καταναλωτές υψηλό επίπεδο προστασίας.
Οι συγκεκριμένοι κανόνες εφαρμόζονται μόνον αν δηλώσετε ότι συμφωνείτε να διέπεται η σύμβαση από το κοινό ευρωπαϊκό δίκαιο των πωλήσεων.
Είναι επίσης ενδεχόμενο να συμφωνήσατε να συνάψετε σύμβαση από τηλεφώνου ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο (π.χ. με SMS) ο οποίος δεν σας έδωσε τη δυνατότητα να αποκτήσετε προηγουμένως γνώση του παρόντος σημειώματος. Στην περίπτωση αυτή, η σύμβαση θα καταστεί έγκυρη μόνον αφού λάβετε το παρόν σημείωμα και επιβεβαιώσετε ότι συναινείτε.
Τα βασικά δικαιώματά σας περιγράφονται παρακάτω.
ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΠΩΛΗΣΕΩΝ: ΣΥΝΟΨΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ
Τα δικαιώματά σας πριν από την υπογραφή της σύμβασης
Ο έμπορος οφείλει να σας παράσχει ορισμένες βασικές πληροφορίες σχετικά με τη σύμβαση, παραδείγματος χάρη σχετικά με το προϊόν και την τιμή του, περιλαμβανομένων όλων των φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς και τα δικά του στοιχεία επικοινωνίας. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να είναι πιο αναλυτικές όταν αγοράζετε κάτι εκτός του καταστήματος του εμπόρου ή αν δεν πρόκειται να έχετε καμία προσωπική συνάντηση με τον έμπορο, παραδείγματος χάρη αν η αγορά πραγματοποιείται μέσω του Διαδικτύου ή τηλεφωνικώς. Δικαιούσθε αποζημίωσης αν οι πληροφορίες αυτές είναι ελλιπείς ή ανακριβείς. [Τροπολογία 264]
Τα δικαιώματά σας μετά την υπογραφή της σύμβασης
Στις περισσότερες περιπτώσεις, έχετε στη διάθεσή σας 14 ημέρες για να υπαναχωρήσετε από την αγορά αν αγοράσατε τα προϊόντα εκτός του καταστήματος του εμπόρου ή αν δεν συναντήσατε τον έμπορο μέχρι τη στιγμή της αγοράς (παραδείγματος χάρη αν η αγορά πραγματοποιήθηκε μέσω του Διαδικτύου ή τηλεφωνικώς). Ο έμπορος οφείλει να παράσχει ορισμένες πληροφορίες, καθώς και ένα υπόδειγμα εντύπου υπαναχώρησης(16). Αν ο έμπορος δεν το πράξει, μπορείτε να καταγγείλετε τη σύμβαση εντός ενός έτους.
Τι μπορείτε να κάνετε αν το προϊόν είναι ελαττωματικό ή αν δεν σας παραδόθηκε όπως είχε συμφωνηθεί; Μπορείτε να επιλέξετε μεταξύ των εξής: 1) παράδοση του προϊόντος, 2) αντικατάσταση ή 3) επισκευή του προϊόντος. 4) Μπορείτε να ζητήσετε μείωση της τιμής. 5) Μπορείτε να καταγγείλετε τη σύμβαση, να επιστρέψετε το προϊόν και να σας επιστραφούν τα χρήματα που έχετε πληρώσει, εκτός αν το ελάττωμα είναι ασήμαντο. 6) Μπορείτε να αξιώσετε αποζημίωση για τυχόν ζημία που έχετε υποστεί. Δεν υποχρεούσθε να καταβάλετε το τίμημα μέχρι να σας παραδοθεί το προϊόν χωρίς ελαττώματα.
Αν ο έμπορος δεν σας παρείχε κάποια συναφή υπηρεσία για την οποία αναλάμβανε δέσμευση στη σύμβαση, έχετε παρόμοια έννομα βοηθήματα. Ωστόσο, από τη στιγμή που έχετε γνωστοποιήσει τα παράπονά σας στον έμπορο, αυτός κανονικά έχει το δικαίωμα να προσπαθήσει πρώτα να παράσχει την υπηρεσία με τον σωστό τρόπο. Μόνον εφόσον και πάλι ο έμπορος δεν τηρήσει την υποχρέωσή του, μπορείτε να επιλέξετε μεταξύ των εξής: 1) να ζητήσετε και πάλι από τον έμπορο να παράσχει τη συναφή υπηρεσία, 2) να μην καταβάλετε το τίμημα μέχρι να σας παρασχεθεί σωστά η συναφής υπηρεσία, 3) να ζητήσετε μείωση της τιμής ή 4) να αξιώσετε αποζημίωση. 5) Μπορείτε επίσης να καταγγείλετε τη σύμβαση και να ζητήσετε να σας επιστραφούν τα χρήματά σας, εκτός αν το ελάττωμα κατά την παροχή της συναφούς υπηρεσίας είναι ασήμαντο. Προθεσμία για την άσκηση των δικαιωμάτων σας αν το προϊόν είναι ελαττωματικό ή αν δεν σας παραδόθηκε όπως είχε συμφωνηθεί: Έχετε στη διάθεσή σας 2 έτη για να ασκήσετε τα δικαιώματά σας από τη στιγμή που ανακαλύπτετε ή οφείλατε να έχετε ανακαλύψει ότι ο έμπορος δεν έκανε κάτι με τον τρόπο που είχε συμφωνηθεί στη σύμβαση. Αν πρόκειται για πρόβλημα που μπορεί να έλθει στην επιφάνεια μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα, η τελευταία διορία που έχετε για να εγείρετε απαίτηση είναι 10 έτη από τη στιγμή κατά την οποία ο έμπορος όφειλε να παραδώσει το προϊόν, να προμηθεύσει το ψηφιακό περιεχόμενο ή να παράσχει τη συναφή υπηρεσία.
Προστασία κατά των καταχρηστικών όρων: Σε περίπτωση που οι τυποποιημένοι συμβατικοί όροι που χρησιμοποιεί ο έμπορος είναι καταχρηστικοί, δεν έχουν υποχρεωτική νομική ισχύ για σας.
Ο παρών κατάλογος δικαιωμάτων είναι μόνον συνοπτικός και επομένως δεν είναι πλήρης και δεν περιλαμβάνει όλες τις σχετικές λεπτομέρειες. Μπορείτε να ανατρέξετε στο πλήρες κείμενο του κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων εδώ. Σας παρακαλούμε να διαβάσετε τη σύμβασή σας προσεκτικά
Σε περίπτωση διαφοράς, θα ήταν καλό να ζητήσετε νομικές συμβουλές.
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) (ΕΕ L 177 της 4.7.2008, σ. 6).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη II) (ΕΕ L 199 της 31.7.2007, σ. 40).
Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).
Οδηγία 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22).
Οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 36).
Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (οδηγία ΕΕΚΔ) (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63).
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2004 σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών (κανονισμός για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών) (ΕΕ L 364, 9.12.2004, σ. 1).
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26 Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση των προϊόντων καπνού και των συναφών προϊόντων (COM(2012)0788 – C7-0420/2012 – 2012/0366(COD))
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0788),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0420/2012),
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων επί της προτεινόμενης νομικής βάσης,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 και τα άρθρα 53 παράγραφος 1, 62 και 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων σχετικά με τη χρήση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων,
– έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν, στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, από τη Βουλή της Τσεχικής Δημοκρατίας, το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Δανίας, τη Βουλή των Ελλήνων, τη Βουλή της Ιταλικής Δημοκρατίας, τη Γερουσία της Ιταλικής Δημοκρατίας, το Κοινοβούλιο της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, τη Βουλή της Δημοκρατίας της Ρουμανίας και το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Σουηδίας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 4ης Ιουλίου 2013(1),
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, της 3ης Ιουλίου 2013(2),
– έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 18ης Δεκεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 55, 37 και 37α του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου, της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0276/2013),
1. εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω(3)·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 26 Φεβρουαρίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/.../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων και την κατάργηση της οδηγίας 2001/37/ΕΚ
(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/40/ΕΕ.)
– έχοντας υπόψη την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής με τίτλο «Μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση της ευρωπαϊκής οικονομίας» (COM(2013)0150),
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα ευρωπαϊκά μακροπρόθεσμα επενδυτικά κεφάλαια (COM(2013)0462),
– έχοντας υπόψη τις "υψηλού επιπέδου αρχές του ΟΟΣΑ για τη χρηματοδότηση μακροπρόθεσμων επενδύσεων από θεσμικούς επενδυτές",
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ευρώπη 2020: Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» (COM(2010)2020),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις: Μια «Small Business Act» για την Ευρώπη (COM(2008)0394), η οποία αναγνωρίζει τον κεντρικό ρόλο των ΜΜΕ στην οικονομία της ΕΕ και στοχεύει στην ενίσχυση του ρόλου αυτού και στην προώθηση της μεγέθυνσης των ΜΜΕ και των δυνατοτήτων τους να δημιουργούν θέσεις εργασίας, χάρη στον περιορισμό των διαφόρων προβλημάτων τα οποία θεωρείται ότι παρεμποδίζουν την ανάπτυξή τους,
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Σχέδιο δράσης για τη βελτίωση της πρόσβασης των ΜΜΕ σε χρηματοδότηση» (COM(2011)0870),
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση προγράμματος για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (2014–2020) (COM(2011)0834),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 23ης Φεβρουαρίου 2011 με τίτλο "Ανασκόπηση της πρωτοβουλίας «Small Business Act» για την Ευρώπη" (COM(2011)0078) και το σχετικό ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 12ης Μαΐου 2011(1),
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 345/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17 Απριλίου 2013 σχετικά με την ευρωπαϊκή εταιρία επιχειρηματικού κεφαλαίου(2),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010(3),
– έχοντας υπόψη τις διαπραγματεύσεις για τη διατλαντική εμπορική και επενδυτική εταιρική σχέση,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A7-0065/2014),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την Επιτροπή, οι εμπορικές τράπεζες αποτελούν πρωταρχική πηγή χρηματοδότησης στην ΕΕ, παρέχοντας ποσοστό άνω του 75% της χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης·
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και η κρίση εθνικού χρέους στην ΕΕ έχουν παρεμποδίσει σημαντικά τη διαδικασία χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης και την ικανότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα στην Ευρώπη να διοχετεύει αποταμιεύσεις στις μακροπρόθεσμες επενδυτικές ανάγκες, λόγω του ασθενούς μακροοικονομικού κλίματος··
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δημόσιες επενδύσεις διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην προώθηση των μακροπρόθεσμων επενδύσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι, όπως έδειξαν πρόσφατες μελέτες της Επιτροπής(4)1, οι πολιτικές δημοσιονομικής εξυγίανσης, ιδίως όταν συντονίζονται σε επίπεδο ΕΕ, λόγω των δευτερευουσών συνεπειών τους και της ύπαρξης θετικού δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή, είχαν πολύ σοβαρό αντίκτυπο στις μακροπρόθεσμες επενδύσεις·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διεθνείς ανταγωνιστές της ΕΕ, όπως οι ΗΠΑ ή η Ιαπωνία, έχουν διατηρήσει τις δημόσιες επενδύσεις σε υψηλά επίπεδα, ενώ οι πολιτικές της ΕΕ έχουν οδηγήσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα δημόσιων επενδύσεων·
E. λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει επίμονη έλλειψη εμπιστοσύνης και υψηλό επίπεδο απροθυμίας ανάληψης κινδύνων εκ μέρους τόσο ιδιωτών όσο και θεσμικών επενδυτών·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων και οι χαμηλές προβλέψεις οικονομικής μεγέθυνσης, τουλάχιστον για το εγγύς μέλλον, όπως και η οικονομική αβεβαιότητα, έχουν μειώσει σημαντικά την παροχή μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης καθώς και την προθυμία ανάληψης κινδύνων για μακροπρόθεσμα έργα·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περιορισμένοι δημόσιοι πόροι στα κράτη μέλη εμποδίζουν την επενδυτική ικανότητα του δημόσιου τομέα στον τομέα των υποδομών·
H. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο έχει επανειλημμένα (π.χ. τον Ιανουάριο 2013) ζητήσει ένα νομοθετικό κείμενο για την αναδιάρθρωση εταιριών προκειμένου να καταστεί δυνατός ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός για τις επιχειρήσεις·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη η αυξανόμενη ανεργία εν γένει, και ειδικότερα η ανεργία των νέων, εξακολουθεί να συνιστά μείζονα απειλή για την οικονομική και κοινωνική σύγκλιση σε επίπεδο ΕΕ·
Σκεπτικό
1. χαιρετίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής να ξεκινήσει μια εκτενή συζήτηση ως προς τους τρόπους ενθάρρυνσης των μακροπρόθεσμων χρηματοδοτήσεων και βελτίωσης και διαφοροποίησης του συστήματος χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης για τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις στην ΕΕ· τονίζει, ωστόσο, ότι πρέπει να σημειωθεί επειγόντως απτή πρόοδος, προκειμένου να επανεκκινηθούν οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις και η δημιουργία θέσεων απασχόλησης στην ΕΕ· τονίζει ότι ο ορισμός περί μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης θα πρέπει να είναι ισορροπημένος και να περιλαμβάνει την ύπαρξη σταθερών στοιχείων παθητικού προκειμένου να καλύπτονται τα μακροπρόθεσμα στοιχεία ενεργητικού χωρίς κανέναν κίνδυνο υπερβολικής ρευστότητας·
2. τονίζει ότι οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις πρέπει να αντιστοιχούν στις ανάγκες της πραγματικής οικονομίας ώστε να παρέχουν την αναγκαία βάση για τη διαρκή και βιώσιμη οικονομική μεγέθυνση και για την κοινωνική ευημερία που απαιτούνται για την επίτευξη μιας ανταγωνιστικής, βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς Ευρωπαϊκής Ένωσης·
3. επισημαίνει τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο και ζητεί μια αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ ευρωπαϊκών οργάνων, κρατών μελών και τοπικών και περιφερειακών αρχών, προκειμένου να προωθηθούν τα διεθνικά έργα και η δημιουργία μιας νοοτροπίας ευνοϊκής για τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε όλη την ΕΕ·
4. τονίζει ότι οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις πρέπει να συνάδουν με τους στόχους της αναπτυξιακής στρατηγικής «Ευρώπη 2020», με την επικαιροποιημένη βιομηχανική πολιτική του 2012, με την πρωτοβουλία «Ένωση καινοτομίας», καθώς και με τη διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη»·
5. επισημαίνει ότι τα έξοδα κατάρτισης και εκπαίδευσης θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως μακροπρόθεσμες επενδύσεις·
6. επισημαίνει ότι η ικανότητα της οικονομίας να παρέχει χρηματοδότηση για μακροπρόθεσμες επενδύσεις εξαρτάται από τη δημόσια και ιδιωτική ζήτηση, που είναι και οι δύο πολύ χαμηλές στην ΕΕ, από την επενδυτική της κουλτούρα καθώς και από τη δυνατότητά της να δημιουργεί χρηματοδοτική ικανότητα και να προσελκύει και να διατηρεί κεφάλαια άμεσων εγχώριων και ξένων επενδύσεων·
7. επισημαίνει ότι οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη σταθεροποίηση των κεφαλαιαγορών με την πραγματοποίηση αντικυκλικών επενδύσεων και ως εκ τούτου προάγουν τη βιώσιμη οικονομική μεγέθυνση·
8. επισημαίνει ότι οι τράπεζες στην ΕΕ παρέχουν ποσοστό άνω του 75% της μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης, γεγονός που δημιουργεί σημαντική εξάρτηση από την εν λόγω πηγή χρηματοδότησης, ενώ στις ΗΠΑ οι τράπεζες παρέχουν λιγότερο από το 20% του συνόλου της μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης, με το μεγαλύτερο μέρος αυτής να καλύπτεται από άρτια ανεπτυγμένες κεφαλαιαγορές·
9. επισημαίνει ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ θα καταστεί πιο ανθεκτικό με μια ευρύτερη γκάμα μη τραπεζικών πηγών και μέσων χρηματοδότησης που θα εξυπηρετούν τους αποταμιευτές και τις ανάγκες μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης των εταιρειών·
10. επισημαίνει ότι για την επίτευξη των στόχων της ΕΕ στον τομέα του κλίματος και της ενέργειας, η κατανομή στοιχείων ενεργητικού πρέπει να κατευθυνθεί προς τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις·
11. τονίζει ότι η δημοσιονομική εξυγίανση είναι προτεραιότητα για τους δημόσιους προϋπολογισμούς προκειμένου να εξασφαλιστεί και να αποκατασταθεί η συμμόρφωση προς το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και προς το "δίπτυχο"· στηρίζει κατά συνέπεια την πρωτοβουλία για την αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων στη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση·
Εμπόδια στην έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη
12. επισημαίνει ότι η δημόσια χρηματοδότηση είναι περιορισμένη λόγω του χαμηλού ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης, της κακής διαχείρισης του δημόσιου προϋπολογισμού και της χορήγησης κρατικών ενισχύσεων για τη διάσωση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων·
13. επισημαίνει ότι ορισμένες χώρες αντιμετωπίζουν σοβαρά εμπόδια όσον αφορά την πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές, ή ακόμη και έχουν αποκλεισθεί από αυτές, λόγω υπερβολικών επιπέδων χρέους κατά τα τελευταία έτη, ενώ οι κεφαλαιαγορές υπήρξαν η βασική αιτία της πρόσφατης κρίσης· επισημαίνει ακόμα ότι η πρόσβαση των ΜΜΕ σε κεφάλαιο καθίσταται εξαιρετικά δυσχερής σε πολλά κράτη μέλη, διότι οι εμπορικές τράπεζες χορηγούν δάνεια μόνο με υπερβολικά σκληρούς όρους·
14. επισημαίνει ότι ορισμένοι επενδυτές από τον τραπεζικό και ασφαλιστικό τομέα πρέπει να προσαρμόσουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα στις εξελισσόμενες και αυστηρές ρυθμιστικές απαιτήσεις· υπογραμμίζει ότι οι εν λόγω απαιτήσεις υποτίθεται ότι θα ενισχύσουν τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας και θα πρέπει να συμβάλλουν στην επίτευξη των πρωταρχικών στόχων της ΕΕ για βιώσιμη, χωρίς αποκλεισμούς και έξυπνη οικονομία·
15. επισημαίνει ότι οι επενδυτές μπορεί επίσης να αποθαρρύνονται από το να επενδύσουν σε συγκεκριμένους τομείς, δεδομένου του κινδύνου ρυθμιστικών αλλαγών που μπορούν να μεταβάλουν σημαντικά τα οικονομικά χαρακτηριστικά ενός έργου·
16. καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικών Κινδύνων, τους συστημικούς κινδύνους που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι κεφαλαιαγορές και η κοινωνία γενικά λόγω της συσσώρευσης άκαυστων περιουσιακών στοιχείων άνθρακα· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει έκθεση σχετικά με την εν λόγω αξιολόγηση στο πλαίσιο της συνέχειας που θα δοθεί στην πράσινη βίβλο·
17. επισημαίνει ότι οι πτωχευτικοί κώδικες που ισχύουν επί του παρόντος στην ΕΕ είναι κατακερματισμένοι και ορισμένοι ενδέχεται σε ορισμένες περιπτώσεις να αποθαρρύνουν τις διασυνοριακές επενδύσεις και να περιορίσουν την ικανότητα των επενδυτών να ανακτήσουν το κεφάλαιό τους σε περίπτωση αποτυχίας του έργου· προειδοποιεί ότι πρέπει να αποφευχθεί ο ανταγωνισμός προς τα κάτω όσον αφορά την προστασία των επενδυτών· recognises that bankruptcy provisions fall within the competence of the Member States;
Εναλλακτικοί μηχανισμοί χρηματοδότησης
18. επισημαίνει ότι οι εμπορικές τράπεζες είναι πιθανόν να παραμείνουν βασική πηγή χρηματοδότησης και ότι έχει καίρια σημασία η δημιουργία από τα κράτη μέλη νέων πηγών που θα συμπληρώσουν τους ήδη υπάρχοντες μηχανισμούς και θα καλύψουν το κενό χρηματοδότησης ενώ θα προσφέρουν το κατάλληλο κανονιστικό και εποπτικό πλαίσιο που θα είναι προσανατολισμένο στις ανάγκες της πραγματικής οικονομίας· εκφράζει τη λύπη του για το ότι τα τελευταία είκοσι χρόνια, η δημόσια προσφορά φθίνει στην ΕΕ, παρεμποδίζοντας την μεγέθυνση, τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, την καινοτομία και τη σταθερότητα· επισημαίνει ότι στις εισηγμένες ΜΜΕ οφείλεται ένα σημαντικό ποσοστό των θέσεων εργασίας που δημιουργούνται στην ΕΕ και θεωρεί λυπηρό το ότι τη στιγμή της μεγέθυνσής τους οι επιχειρήσεις αυτές έρχονται αντιμέτωπες με περιορισμούς σε ό,τι αφορά τα κεφάλαιά τους·
19. προτείνει να εξεταστεί το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας επενδυτικής ενότητας στον προϋπολογισμό της ΕΕ·
20. χαιρετίζει τη νομοθετική πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τα μακροπρόθεσμα επενδυτικά κεφάλαια· επισημαίνει ότι, όπως προκύπτει από τα προβλεπόμενα χαρακτηριστικά τους, θα εξυπηρετούν κυρίως θεσμικούς επενδυτές· επισημαίνει ότι το καθεστώς της ΕΕ για τους οργανισμούς εναλλακτικών επενδύσεων, επιχειρηματικών κεφαλαίων και κοινωνικών επενδύσεων παρέχει επίσης κατάλληλα μοντέλα επενδυτικών μέσων·
21. τονίζει τον ενισχυμένο ρόλο των νέων, καινοτόμων χρηματοπιστωτικών μέσων σε όλους τους τομείς δραστηριοποίησης και σε κάθε χρηματοδότηση καλυπτόμενη από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά και επενδυτικά ταμεία· επισημαίνει ότι ο ρόλος των χρηματοπιστωτικών μέσων στο πλαίσιο της πολιτικής της συνοχής αυξάνεται διαρκώς, δεδομένης της περιορισμένης διαθεσιμότητας δανεισμού για επενδύσεις στην πραγματική οικονομία· καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει για την νομική ευκρίνεια και διαφάνεια των νέων χρηματοπιστωτικών μέσων που λειτουργούν βάσει των προδιαγραφών που ορίζει η Επιτροπή (off-the-shelf financial instruments) και να καθιερώσει στενότερη συσχέτιση με τις εναλλακτικές δανειοδοτικές λύσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ)·
22. καλεί την Επιτροπή να προτείνει ένα βελτιωμένο ευρωπαϊκό πλαίσιο για λιγότερο ρευστά επενδυτικά κεφάλαια, προκειμένου να διοχετευθεί η βραχυπρόθεσμη ρευστότητα των ιδιωτικών νοικοκυριών σε μακροπρόθεσμες επενδύσεις και να προσφερθεί μια πρόσθετη συνταξιοδοτική λύση·
23. ενθαρρύνει τα ενδιαφερόμενα μέρη να αναπτύξουν περαιτέρω την πρωτοβουλία της EE και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για τα ομόλογα χρηματοδότησης έργων με στόχο την αύξηση της χρηματοδότησης μεγάλων ευρωπαϊκών έργων υποδομής στους τομείς των μεταφορών, της ενέργειας και της τεχνολογίας της πληροφορίας· καλεί τα κράτη μέλη να αναπτύξουν εθνικές πρωτοβουλίες για τα ομόλογα χρηματοδότησης έργων που θα υποστηρίζονται από προγράμματα εγγυήσεων· υπενθυμίζει ότι δημόσιες εγγυήσεις θα πρέπει να παρέχονται μόνο υπό αυστηρές προϋποθέσεις με στόχο τη διασφάλιση της επαρκούς παροχής δημόσιων αγαθών·
24. πιστεύει ότι οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ/ΡΡΡs) μπορούν να αποτελέσουν μια αποτελεσματική και οικονομικά αποδοτική μέθοδο για τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για ορισμένες επενδύσεις, κυρίως σε έργα υποδομής· επισημαίνει ότι υπάρχει έντονη ανάγκη για υψηλού επιπέδου εμπειρογνωμοσύνη που θα παρέχει δυνατότητα ορθής επιλογής, αξιολόγησης, σχεδιασμού και μακροπρόθεσμου προγραμματισμού και χρηματοδότησης τέτοιων έργων·
25. εκτιμά ότι οι δημόσιοι μακροπρόθεσμοι επενδυτές (εθνικές, περιφερειακές ή πολυμερείς αναπτυξιακές τράπεζες και δημόσια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα) αποτελούν ισχυρά εργαλεία για την τόνωση των ιδιωτικών επενδύσεων, ώστε να δοθεί στις Μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις πρόσβαση στη χρηματοδότηση και να ανοίξει η μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση επιχειρήσεων ευρύτερου δημοσίου ενδιαφέροντος και στρατηγικής σημασίας, ειδικά εκείνων που μπορούν να δώσουν προστιθέμενη αξία σε στόχους δημόσιας πολιτικής σχετιζόμενους με την οικονομική μεγέθυνση, την κοινωνική συνοχή και την προστασία του περιβάλλοντος· υπογραμμίζει τη σημασία της λογοδοσίας, της διαφάνειας και της δημοκρατικής υιοθέτησης αποδεκτών μακροπρόθεσμων επενδυτικών στόχων και μηχανισμών διευκόλυνσης·
26. καλεί την Επιτροπή να διερευνήσει και να αναπτύξει, σε ένα έγγραφο παρακολούθησης, μια εναρμονισμένη προσέγγιση για τη μακροπρόθεσμη αποτίμηση έργων γενικού ενδιαφέροντος που στηρίζονται από δημόσιους πόρους σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο·
27. καλεί τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν κατάλληλα δίκτυα συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών, και να ιδρύσουν εθνικούς ή περιφερειακούς δημόσιους μακροπρόθεσμους επενδυτικούς φορείς που να μπορούν να διδαχθούν από τις βέλτιστες πρακτικές των ήδη υπαρχόντων φορέων· επισημαίνει εν προκειμένω ότι οι εν λόγω εθνικές ή περιφερειακές αναπτυξιακές τράπεζες, που συχνά είναι συνεταιριστικές, συνέχισαν, στη διάρκεια της τρέχουσας κρίσης, να προσφέρουν αξιόπιστη χρηματοδότηση στις περιφερειακές και τις τοπικές οικονομίες· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αυξήσουν την υποστήριξή τους προς τέτοιου τύπου χρηματοπιστωτικούς φορείς·
28. καλεί την Επιτροπή να διερευνήσει τρόπους ώστε να στηρίξει τα κράτη μέλη που χρειάζονται χρηματοοικονομική και τεχνική βοήθεια για τη δημιουργία των δικών τους δημόσιων εθνικών και περιφερειακών φορέων μακροπρόθεσμων επενδύσεων, καθώς και να εξετάσει τη δυνατότητα θέσπισης ενός μηχανισμού εγγυήσεων της ΕΕ για δημόσιους εθνικούς φορείς μακροπρόθεσμων επενδύσεων·
29. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διερευνήσουν τη δυνατότητα τεχνικών συγκέντρωσης και ομαδοποίησης, και να βελτιώσουν έτσι τις προοπτικές κοινωνικών και άλλου είδους έργων υποδομής μικρής κλίμακας ώστε να προσελκύσουν τις απαραίτητες επενδύσεις·
30. επισημαίνει την ταχεία ανάπτυξη της συλλογικής διαδικτυακής χρηματοδότησης και πιστεύει ότι αυτή μπορεί να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες· τονίζει, ωστόσο, ότι πρέπει να διαφυλαχθεί η προστασία των επενδυτών και η διαφάνεια·
31. πιστεύει ότι οι θεσμικοί επενδυτές, όπως οι ασφαλιστικές εταιρείες, τα συνταξιοδοτικά ταμεία, οι οικογενειακές επιχειρήσεις, τα αμοιβαία κεφάλαια και τα προικοδοτικά ταμεία (endowments), αποτελούν κατάλληλους και αξιόπιστους προμηθευτές μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης, δεδομένου του μακροπρόθεσμου χρονικού ορίζοντα των επιχειρηματικών τους μοντέλων· υπογραμμίζει ότι πρέπει να επαναπροσδιοριστούν και να ελεγχθούν κατάλληλες εποπτικές και προληπτικές απαιτήσεις σχετικά με τους εν λόγω θεσμικούς επενδυτές, ώστε να προωθηθούν οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς πραγματική οικονομία·
32. τονίζει την ανάγκη να βελτιωθεί η πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές μέσω νέων πηγών χρηματοδότησης, όπως αρχικές δημόσιες προσφορές, διαδικτυακή συμμετοχική χρηματοδότηση, δανειοδότηση μεταξύ ομοτίμων και (καλυμμένα) ομόλογα, ή μέσω νέων τμημάτων της αγοράς· καλεί την ΕΕ να κάνει μια απογραφή των επιτυχημένων εθνικών πρωτοβουλιών και να στηριχθεί σε αυτές για να εντοπίσει και να εξαλείψει τυχόν εμπόδια στις αρχικές δημόσιες προσφορέςä υποστηρίζει την καθιέρωση της ταξινόμησης των "αγορών ανάπτυξης ΜΜΕ" βάσει της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID)· καλεί την Επιτροπή να στηρίξει την ανάπτυξή τους μέσω της αναθεώρησης της οδηγίας περί ενημερωτικών δελτίων· καλεί επίσης την Επιτροπή να εξετάσει μια κοινή μεταξύ διευθύνσεων αντίληψη για τη διερεύνηση τρόπων ενίσχυσης των δημόσιων αγορών για τις ΜΜΕ, καθώς και ενός τρόπου με τον οποίο οι οδηγίες του προγράμματος δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες μπορούν να διαφοροποιήσουν τη σύνθεση της ομάδας των επενδυτών·
33. 33. ενθαρρύνει τις κανονιστικές προσπάθειες για υψηλής ποιότητας τιτλοποίηση στοιχείων ενεργητικού με παράλληλη αποτροπή υπερβολικά περίπλοκων δομών, υπερβολικής επανατιτλοποίησης και περισσότερων των τριών τμημάτων· τονίζει ότι υπάρχει δυνατότητα για μεγαλύτερη τυποποίηση και διαφάνεια ως προς τους κινδύνους που ενυπάρχουν· καλεί την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να επιβλέπουν στενά και να συμμετέχουν ενεργά στις εργασίες της διατομεακής ομάδας εργασίας του Διεθνούς Οργανισμού των Επιτροπών Κινητών Αξιών και του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας σχετικά με την τιτλοποίηση· επισημαίνει ότι απουσιάζει μια συνεκτική αντίληψη, και γι’ αυτό ζητεί την ανάπτυξη ενός συνολικού κανονιστικού πλαισίου και έναν ορισμό για την "υψηλής ποιότητας τιτλοποίηση"" εκτιμά ότι η υψηλής ποιότητας τιτλοποίηση μπορεί να έχει χρήσιμο ρόλο στη χρηματοπιστωτική διαμεσολάβηση για μακροπρόθεσμα και βραχυπρόθεσμα στοιχεία ενεργητικού και να αποβεί επωφελής για τις δανειζόμενες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις·
34. τονίζει ότι η τιτλοποίηση ήταν ένας από τους παράγοντες που συνέβαλαν στην κρίση, καθώς η μακροπρόθεσμη ευθύνη για τον κίνδυνο διασκορπιζόταν κατά μήκος της αλυσίδας τιτλοποίησης· καλεί, συνεπώς, την Επιτροπή να συνεχίσει να ενισχύει το τραπεζικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένων των συνεταιριστικών και δημόσιων ταμιευτηρίων, και την ικανότητα των τραπεζών να λαμβάνουν μακροπρόθεσμη αναχρηματοδότηση για την κάλυψη των μακροπρόθεσμων επενδύσεών τους·
35. χαιρετίζει τις ενέργειες του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων υπέρ της πιστωτικής ενίσχυσης, και το πρόγραμμα-πλαίσιο για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία που αποσκοπεί στη δημιουργία πρόσθετης χρηματοδότησης για τις ΜΜΕ·
36. καλεί την Επιτροπή να περιορίσει τον περιττό διοικητικό και κανονιστικό φόρτο και ειδικά να λαμβάνει υπόψη της τις ιδιαιτερότητες των ΜΜΕ και των επιχειρηματιών· χαιρετίζει την έγκριση της Ρυθμιστικής Πράξη για τις Μικρές Επιχειρήσεις στην Ευρώπη (Small Business Act) και των προγραμμάτων για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και τις ΜΜΕ (COSME) και «Ορίζων 2020» · επισημαίνει ότι ο κατακερματισμός των κεφαλαιαγορών έχει κάνει πολύ δύσκολη και δαπανηρή τη χρηματοδότηση του τομέα των ΜΜΕ·
37. συνιστά στην ΕΤΕπ να συγκροτήσει έναν ειδικό κλάδο για τη χρηματοδότηση ΜΜΕ με εξατομικευμένους δανειακούς όρους·
38. επισημαίνει την έκκληση της Επιτροπής για χρήση κεφαλαίων ιδιωτικών συμμετοχών ή επιχειρηματικών κεφαλαίων, όπως αυτά ρυθμίζονται με την οδηγία περί διαχειριστών οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (AIFM) και με τον κανονισμό περί ευρωπαϊκής εταιρίας επιχειρηματικού κεφαλαίου, ως εναλλακτικής πηγής χρηματοδότησης σε επενδύσεις υψηλού κινδύνου, ιδίως έναντι εταιρειών που βρίσκονται σε στάδιο εκκίνησης ή ανάπτυξης· επισημαίνει ότι επί του παρόντος υπάρχει έντονη φορολογική ανισορροπία που ευνοεί τη χρηματοδότηση από δανειακά κεφάλαια· πιστεύει ότι οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου μπορούν να παρέχουν πολύτιμη μη χρηματοδοτική στήριξη, όπως συμβουλευτικές υπηρεσίες, χρηματοοικονομικές συμβουλές, συμβουλές για στρατηγικές εμπορικής προώθησης, και κατάρτιση· καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει περαιτέρω το ρόλο αυτών των εταιριών στη χρηματοδότηση της ευρωπαϊκής οικονομίας· καλεί την Επιτροπή να εργαστεί για την εξάλειψη όλων των προκαταλήψεων έναντι των ιδίων κεφαλαίων στις διάφορες εθνικές, ευρωπαϊκές και παγκόσμιες οικονομίες·
Ρυθμιστικό περιβάλλον
39. υπογραμμίζει ότι η ύπαρξη φιλικού προς τους επενδυτές επιχειρηματικού κλίματος με ισχυρή προθυμία για τεχνολογική πρόοδο αποτελεί προϋπόθεση για να καταστεί η ΕΕ ένας ελκυστικός προορισμός άμεσων ξένων επενδύσεων· υπογραμμίζει την ανάγκη ενθάρρυνσης της ελεύθερης κυκλοφορίας κεφαλαίων τόσο εντός της ΕΕ όσο και μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών, ώστε να μπορεί η Ευρώπη να έχει πρόσβαση σε παγκόσμιες συγκεντρώσεις κεφαλαίου· σημειώνει εν προκειμένω ιδίως τη σημασία της διασφάλισης της εφαρμογής της οδηγίας για τους ΔΟΕΕ (AIFM) κατά τρόπο που να ενθαρρύνονται οι ξένες επενδύσεις στην Ευρώπη·
40. θεωρεί σημαντικό το να έχουν οι επενδυτές μια επιλογή ανάμεσα σε πολλά ελκυστικά επενδυτικά προϊόντα προκειμένου να διαφοροποιούν τις επενδύσεις τους·
41. υπογραμμίζει την ανάγκη εξάλειψης του υπερβολικά βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα της συμπεριφοράς των επενδυτών, καθώς και την ανάγκη διαμόρφωσης μιας υπεύθυνης επενδυτικής κουλτούρας που να συμβάλλει στην πραγματοποίηση μακροπρόθεσμων επενδύσεων στην Ευρώπη·
42. τονίζει την ανάγκη ενθάρρυνσης μιας κοινής αποδοχής ότι η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ανάπτυξη δεν αλληλοαποκλείονται αλλά μάλλον αλληλεξαρτώνται, και διαμορφώνουν μια σημαντική βάση για την οικοδόμηση και ενίσχυση της μακροπρόθεσμης εμπιστοσύνης των επενδυτών·
43. υπογραμμίζει τη σημασία της οικονομικής εκπαίδευσης των επενδυτών και της κατανόησής τους προκειμένου να δημιουργηθεί μια μακροπρόθεσμη επενδυτική νοοτροπία στην Ευρώπη και επισημαίνει τον ρόλο που μπορούν να παίξουν οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί·
44. τονίζει ότι είναι απαραίτητη η ύπαρξη ομοιόμορφου κανονιστικού πλαισίου και ασφάλειας δικαίου για την εύρυθμη λειτουργία της ενιαίας αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών· εκτιμά ότι η τρέχουσα και η μελλοντική μεταρρύθμιση του κανονιστικού συστήματος θα πρέπει να αξιολογηθούν προσεκτικά, οι δε επιπτώσεις τους να επιτηρούνται στενά· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να επιταχύνουν την προώθηση της Τραπεζικής Ένωσης προκειμένου να περιορισθεί ο κατακερματισμός των κεφαλαιαγορών· καλεί την Επιτροπή να ολοκληρώσει την ενιαία αγορά υπηρεσιών προκειμένου να απελευθερωθεί το πλήρες δυναμικό της·
45. ζητεί την εφαρμογή κινήτρων για την ενίσχυση της μακροπρόθεσμης συμμετοχής στο κεφάλαιο, όπως επιπλέον δικαιώματα ψήφου στα διοικητικά συμβούλια, επιπλέον μετοχές ή υψηλότερα μερίσματα·
46. καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει προσεκτικά τις σωρευτικές επιπτώσεις των συμπεφωνημένων και εν εξελίξει ρυθμίσεων για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες στις μακροπρόθεσμες επενδύσεις·
47. χαιρετίζει τις εξελίξεις στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις για τη διατλαντική εμπορική και επενδυτική σύμπραξη· επισημαίνει τη σημασία των εν λόγω διαπραγματεύσεων για την ενίσχυση των πολιτικών και των μέτρων που αποσκοπούν στην αύξηση των επενδύσεων μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, με στόχο την υποστήριξη της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης, της βιώσιμης οικονομικής μεγέθυνσης και της διεθνούς ανταγωνιστικότητας·
48. εκτιμά ότι σε οποιαδήποτε νομοθετική πρόταση κανονισμού για τις σχετικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες θα πρέπει να περιληφθεί μια ειδική εκτίμηση επιπτώσεων για τις μακροπρόθεσμες χρηματοδοτήσεις·
49. υποστηρίζει την έκκληση της Επιτροπής προς την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων να εξετάσει το ενδεχόμενο διαμόρφωσης ορισμένων διατάξεων όσον αφορά τις κεφαλαιακές απαιτήσεις βάσει του καθεστώτος Φερεγγυότητα II για την αποφυγή πιθανών εμποδίων στη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση· καλεί την Επιτροπή να πραγματοποιήσει πλήρεις διαβουλεύσεις σχετικά με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις και να τροποποιήσει περαιτέρω την υφιστάμενη νομοθεσία·
50. επαναλαμβάνει την έκκλησή του να προβλεφθεί, στην πρόταση κανονισμού σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για τα πιστωτικά ιδρύματα και τις εταιρείες επενδύσεων, η εφαρμογή κατάλληλου συντελεστή στάθμισης κινδύνου στα ανοίγματα εκείνα που εξασφαλίζονται πλήρως με υποθήκες επί κρίσιμων έργων υποδομής στους τομείς των μεταφορών, της ενέργειας και των επικοινωνιών· εκτιμά ότι η περαιτέρω νομοθεσία θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις των μακροπρόθεσμων επενδυτών, να αξιολογεί τους κινδύνους των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, ενσωματώνοντας τη φύση και τη διάρκεια των στοιχείων παθητικού, και να αναγνωρίζει τη θετική επίδραση των σταθερών στοιχείων παθητικού·
51. προτρέπει την Επιτροπή να προσπαθήσει να ενισχύσει τη διεθνή συνεργασία και τη σύγκλιση στον τομέα των μακροπρόθεσμων επενδύσεων, επιδιώκοντας τη διενέργεια παγκόσμιου διαλόγου τόσο στο επίπεδο των G20 όσο και στο επίπεδο του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (FSB)·
52. πιστεύει ότι οι επενδύσεις σε μακροπρόθεσμα στοιχεία ενεργητικού απαιτούν εκτενείς γνώσεις και αξιολόγηση των μακροπρόθεσμων κινδύνων που συνδέονται με αυτές· υπογραμμίζει συνεπώς ότι οι επενδυτές πρέπει να διαθέτουν εκτενή εμπειρογνωμοσύνη και ορθή διαχείριση κινδύνων, για τη διασφάλιση των μακροπρόθεσμων δεσμεύσεων·
53. πιστεύει ότι οι χρηστές λογιστικές αρχές των μακροπρόθεσμων στόχων που ισχύουν για θεσμικούς επενδυτές, όπως το πέρασμα σε μια φιλική για το κλίμα οικονομία, μπορούν να ενισχύσουν τη διαφάνεια και τη συνέπεια των χρηματοοικονομικών πληροφοριών και θα πρέπει να απηχούν συστηματικά την οικονομική τακτική που εφαρμόζουν οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές· τονίζει όμως ότι η εφαρμογή αυτών των λογιστικών αρχών δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία κινήτρων για κυκλικές στρατηγικές· καλεί το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων να λάβει υπόψη τον κίνδυνο των κυκλικών διακυμάνσεων όταν θα επανεξετάσει τις πρακτικές αποτίμησης βάσει τρέχουσας τιμής και βάσει υποδείγματος θεωρητικών τιμών και να αναγνωρίσει την κεντρική σημασία της σύνεσης όταν αναθεωρήσει το εννοιολογικό του πλαίσιο· πιστεύει ότι η γνωστοποίηση σαφών και τυποποιημένων μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών σχετικά με τις μεγάλες εταιρείες μπορεί να αυξήσει τη διαφάνεια και να ενισχύσει την ύπαρξη φιλικότερου προς τους επενδυτές κλίματος·
54. προτρέπει την Επιτροπή να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις εργασίες της G20 επί των προτάσεων δημιουργίας ενός πολυμερούς επενδυτικού πλαισίου που θα ορίζει ελάχιστα πρότυπα και θα τροποποιεί ορισμένους κανονισμούς μακροπρόθεσμων επενδύσεων και λογιστικούς κανόνες εύλογης αξίας με σκοπό την αντιμετώπιση των βραχυπρόθεσμων διακυμάνσεων και της αστάθειας ώστε να ενθαρρύνονται έτσι οι διασυνοριακές επενδύσεις·
55. εκτιμά ότι υπάρχει έντονη ανάγκη για ένα αξιόπιστο φορολογικό περιβάλλον που θα αποτρέπει τη δημιουργία εμποδίων στις μακροπρόθεσμες επενδύσεις· επισημαίνει ότι ορισμένα φορολογικά κίνητρα και ελαφρύνσεις μπορούν να αποτελέσουν καθοριστικούς παράγοντες για την προώθηση των επενδύσεων· · ενθαρρύνει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και τονίζει ότι η εσωτερική αγορά απαιτεί διαφάνεια και καλύτερο συντονισμό των εθνικών φορολογικών πολιτικών, για να διευκολύνονται οι διασυνοριακές επενδύσεις και να αποφεύγεται τόσο η διπλή φορολογία όσο και η διπλή μη φορολογία· προτρέπει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αξιολογήσουν τη δυνατότητα έγκρισης φορολογικών πλεονεκτημάτων για τη συμμετοχή σε βιώσιμα έργα υποδομής ή παροχής άλλων φορολογικών κινήτρων και εκχωρήσεων, ώστε να προαχθούν οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις·
56. καλεί τα κράτη μέλη, σε συνεργασία με τις τοπικές και περιφερειακές αρχές, να επανεξετάσουν τα εργαλεία προγραμματισμού των προϋπολογισμών τους και να εκπονήσουν και να δημοσιεύσουν τα δικά τους εθνικά προγράμματα υποδομών, ώστε να παράσχουν στους επενδυτές και σε άλλα ενδιαφερόμενα μέρη λεπτομερείς πληροφορίες και να προσφέρουν μεγαλύτερη βεβαιότητα και να προωθήσουν το σχεδιασμό των μελλοντικών έργων· ζητεί από την Επιτροπή να δώσει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να αναπτύξουν ένα μηχανισμό τυποποίησης των δεδομένων των έργων υποδομής και δημοσιοποίησής τους μέσω μιας κεντρικής βάσης δεδομένων·
57. θεωρεί ότι είναι απαραίτητη η θέσπιση ενός μακροπρόθεσμα σταθερού τομεακού κανονιστικού πλαισίου για τους αναδόχους συμβάσεων μεγάλων υποδομών μεταφοράς που δεν λαμβάνουν δημόσια χρηματοδότηση, ώστε να καταστεί δυνατή, χάρη σε κατάλληλους κανόνες χρέωσης, η πρόσβαση στην απαραίτητη χρηματοδότηση, η μακροπρόθεσμη ανάκτηση του κόστους, καθώς και η επαρκής απόδοση της επένδυσης·
58. καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει τον αντίκτυπο των φορολογικών κινήτρων που χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη για τη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση και την ενεργειακή μετάβαση και να εντοπίσει τις βέλτιστες πρακτικές διαφοροποίησης μεταξύ χαμηλότερων κεφαλαιουχικών εξόδων για πράσινες επενδύσεις και υψηλότερων κεφαλαιουχικών εξόδων για επενδύσεις σε έργα που δεν συνάδουν με τη μετάβαση στον βιώσιμο ενεργειακό εφοδιασμό·
59. ζητεί να δοθεί στις ΜΜΕ κατά προτεραιότητα πρόσβαση στα ευρωπαϊκά ταμεία μακροπρόθεσμων επενδύσεων (ELTIFs), δεδομένου ότι αυτές αποτελούν την αιχμή του δόρατος για την οικονομική μεγέθυνση και τη δημιουργία θέσεων εργασίας στην ΕΕ· θεωρεί ότι η εν λόγω πρόσβαση θα πρέπει να συνοδεύεται από απλούστευση των διαδικασιών υποβολής αιτήσεων· τονίζει ότι έχει σημασία να εξασφαλιστεί ευκολότερη πρόσβαση στη χρηματοδότηση σε όλη τη διάρκεια της ζωής μιας εταιρίας, ώστε να δημιουργούνται και να διατηρούνται βιώσιμες ποιοτικές θέσεις εργασίας·
60. ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν τα συνταξιοδοτικά ταμεία να κάνουν κοινωνικά υπεύθυνες επενδύσεις συνεπείς προς τα ευρωπαϊκά και διεθνή ανθρώπινα δικαιώματα, κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κατευθυντήριων γραμμών και αρχών του ΟΟΣΑ και του ΟΗΕ· υπενθυμίζει ότι τα σχέδια της Επιτροπής για την αναθεώρηση της οδηγίας σχετικά με τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (οδηγία ΙΕΣΠ/IORP) δεν πρέπει να αποθαρρύνουν τη βιώσιμη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση·
61. υπογραμμίζει την ανάγκη για καλύτερη ρύθμιση και εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα με σκοπό την προστασία των εργαζομένων, των φορολογουμένων και της πραγματικής οικονομίας έναντι μελλοντικών ανεπαρκειών της αγοράς·
62. καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει την επικοινωνία και τη συνεννόηση με την ΕΤΕπ σε ό,τι αφορά το σχεδιασμό εξατομικευμένων δανείων και εγγυητικών σχημάτων· προτρέπει την ΕΤΕπ να συνεργαστεί στενά με τα κράτη μέλη και τις περιφέρειες για την εφαρμογή νέων καινοτόμων χρηματοπιστωτικών μέσων από τα ευρωπαϊκά ταμεία διαρθρωτικών και επενδυτικών κεφαλαίων και να συνεχίσει να στηρίζει τις επενδυτικές στρατηγικές τους απέναντι στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας· επιπλέον, καλεί την ΕΤΕπ να εξετάσει επίσης τη δυνατότητα μεγαλύτερης ευελιξίας κατά τον ορισμό του μεγέθους αυτών των εξατομικευμένων δανείων και των συναφών κανόνων και άλλων σχετικών συστημάτων, ούτως ώστε να καταστούν όσο το δυνατόν πιο συμβατά με τα χρηματοπιστωτικά μέσα που παρέχουν τα ευρωπαϊκά ταμεία διαρθρωτικών και επενδυτικών κεφαλαίων, ιδίως όταν πρόκειται για την κατάλληλη χρηματοδότηση νεαρών επιχειρηματιών και κοινωνικών επιχειρήσεων·
o o o
63. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.
Σεξουαλική εκμετάλλευση και πορνεία και ο αντίκτυπός τους στην ισότητα των φύλων
343k
111k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τη σεξουαλική εκμετάλλευση και την πορνεία καθώς και τον αντίκτυπό τους στην ισότητα των φύλων (2013/2103(INI))
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 4 και 5 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του 1948,
– έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1949 για την καταστολή της εμπορίας ανθρώπων και της εκμετάλλευσης της πορνείας τρίτων,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 6 της Σύμβασης για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (CEDAW) του 1979, που έχει ως στόχο την καταπολέμηση όλων των μορφών εμπορίας γυναικών και της εκμετάλλευσης της γυναικείας πορνείας,
– έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1989 UN για τα δικαιώματα του παιδιού,
– έχοντας υπόψη τη Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών του 1993 σχετικά με την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών, το άρθρο 2 της οποίας ορίζει ότι η βία κατά των γυναικών περιλαμβάνει: «σωματική, σεξουαλική και ψυχολογική βία που εκδηλώνεται στην ευρύτερη κοινότητα, συμπεριλαμβανομένων του βιασμού, της σεξουαλικής κακοποίησης, της σεξουαλικής παρενόχλησης και εκφοβισμού στον χώρο εργασίας, σε εκπαιδευτικά ιδρύματα και αλλού, της εμπορίας γυναικών και της καταναγκαστικής πορνείας»,
– έχοντας υπόψη το Πρωτόκολλο του Παλέρμο του 2000 για την πρόληψη, την καταστολή και τη δίωξη της εμπορίας ατόμων, ιδίως γυναικών και παιδιών, το οποίο συμπληρώνει τη Σύμβαση του ΟΗΕ κατά του διακρατικού οργανωμένου εγκλήματος και προσαρτάται στη Σύμβαση του ΟΗΕ κατά του διακρατικού οργανωμένου εγκλήματος,
– έχοντας υπόψη τον στρατηγικό στόχο Δ.3 της Πλατφόρμας Δράσης και της Διακήρυξης του Πεκίνου του 1995,
– έχοντας υπόψη τη σύμβαση αριθ. 29 της ΔΟΕ περί της αναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας, το άρθρο 2 της οποίας ορίζει την αναγκαστική εργασία,
– έχοντας υπόψη τη διακήρυξη (11) των Βρυξελλών της Διεθνούς Οργάνωσης για τη Μετανάστευση σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, με την οποία απευθύνεται έκκληση για μια ολοκληρωμένη, πολυτομεακή και αποτελεσματικά συντονισμένη πολιτική που να περιλαμβάνει φορείς από όλους τους ενδιαφερόμενους τομείς,
– έχοντας υπόψη τις συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης στον εν λόγω τομέα, όπως τη σύσταση αριθ. R 11 του 2000 για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων με σκοπό τη σεξουαλική εκμετάλλευση, τη σύσταση R 5 του 2002 για την προστασία των γυναικών από τη βία και τη σύσταση 1545 του 2002 σχετικά με την εκστρατεία για την καταπολέμηση της εμπορίας γυναικών,
– έχοντας υπόψη τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων,
– έχοντας υπόψη την πρόταση σύστασης της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης «Η ποινικοποίηση της αγοράς σεξ για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση», Έγγραφο 12920, 26 Απριλίου 2012,
– έχοντας υπόψη την υπουργική απόφαση αριθ. 1(12) που έλαβε ο ΟΑΣΕ το 2000 στη Βιέννη για τη στήριξη των μέτρων του ΟΑΣΕ, καθώς και το σχέδιο δράσης του ΟΑΣΕ για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων (απόφαση αριθ. 557 του 2003),
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 2 και 13 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη την απόφαση πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων,
– έχοντας υπόψη την απόφαση πλαίσιο 2011/36/ΕΕ του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 19ης Ιουλίου 2002,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Συμβουλίου σχετικά με πρωτοβουλίες για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, ιδίως γυναικών(1),
– έχοντας υπόψη τη στρατηγική της ΕΕ για την εξάλειψη της εμπορίας ανθρώπων,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Ιουνίου 1995 σχετικά με την Τέταρτη Παγκόσμια Διάσκεψη για τις Γυναίκες στο Πεκίνο, «Ισότητα, ανάπτυξη και ειρήνη»(2),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 24ης Απριλίου 1997 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής για το παράνομο και βλαβερό περιεχόμενο στο Internet(3),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Σεπτεμβρίου 1997 σχετικά με την ανάγκη διεξαγωγής εκστρατείας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μηδενική ανοχή της βίας κατά των γυναικών(4),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 24ης Οκτωβρίου 1997 για το Πράσινο Βιβλίο της Επιτροπής σχετικά με την προστασία των ανηλίκων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας στον τομέα των οπτικοακουστικών υπηρεσιών και των υπηρεσιών πληροφόρησης(5),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Νοεμβρίου 1997 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την καταπολέμηση του παιδεραστικού τουρισμού και το μνημόνιο για τη συμβολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της παιδεραστίας και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών(6),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής για τη σωματεμπορία γυναικών με σκοπό τη σεξουαλική εκμετάλλευση(7),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 13ης Μαΐου 1998 για την πρόταση σύστασης του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των ανηλίκων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας στον τομέα των οπτικοακουστικών υπηρεσιών και των υπηρεσιών πληροφόρησης(8),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 17ης Δεκεμβρίου 1998 σχετικά με το σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου στην Ευρωπαϊκή Ένωση(9),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Φεβρουαρίου 1999 για την εναρμόνιση μορφών προστασίας συμπληρωματικών προς το καθεστώς του πρόσφυγα στην Ευρωπαϊκή Ένωση(10),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 30ής Μαρτίου 2000 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την καταπολέμηση του παιδεραστικού σεξουαλικού τουρισμού(11),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Απριλίου 2000 σχετικά με την πρωτοβουλία της Δημοκρατίας της Αυστρίας ενόψει της λήψης απόφασης του Συμβουλίου για την καταπολέμηση της παιδικής πορνογραφίας στο Ίντερνετ(12),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 18ης Μαΐου 2000 σχετικά με τη συνέχεια που δόθηκε στην Πλατφόρμα Δράσης του Πεκίνου(13),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 19ης Μαΐου 2000 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με θέμα «Περαιτέρω ενέργειες στην καταπολέμηση της σωματεμπορίας γυναικών»(14),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Ιουνίου 2000 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής που αφορά τα θύματα αξιόποινων πράξεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Προβληματισμός για πρότυπα και δράση(15),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 12ης Ιουνίου 2001 σχετικά με την πρόταση για απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων(16),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 17ης Ιανουαρίου 2006 σχετικά με στρατηγικές πρόληψης της εμπορίας γυναικών και παιδιών ευάλωτων στη σεξουαλική εκμετάλλευση(17),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 2ας Φεβρουαρίου 2006 σχετικά με τη σημερινή κατάσταση όσον αφορά την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και τυχόν μελλοντικές ενέργειες(18),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Μαρτίου 2006 σχετικά με την καταναγκαστική πορνεία στο πλαίσιο διεθνών αθλητικών εκδηλώσεων(19),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Νοεμβρίου 2009 σχετικά με την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών(20),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 5ης Απριλίου 2011 σχετικά με τις προτεραιότητες και τα γενικά χαρακτηριστικά ενός νέου πλαισίου πολιτικής της ΕΕ για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών(21),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Φεβρουαρίου 2013 σχετικά με την 57η σύνοδο της Επιτροπής του ΟΗΕ για τη θέση της γυναίκας: εξάλειψη και η πρόληψη κάθε μορφής βίας κατά των γυναικών και των κοριτσιών(22),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Οκτωβρίου 2013 σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες: συστάσεις για δράσεις και πρωτοβουλίες που πρέπει να αναληφθούν(23),
– έχοντας υπόψη την εκστρατεία ευαισθητοποίησης του Ευρωπαϊκού Λόμπι Γυναικών με τίτλο «Δεν πωλείται» («Not for sale»),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανάπτυξης (A7-0071/2014),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πορνεία και η καταναγκαστική πορνεία αποτελούν φαινόμενα που αφορούν περισσότερο το ένα φύλο, έχουν παγκόσμια διάσταση, αφορούν περίπου 40-42 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως, με τη συντριπτική πλειονότητα των εκδιδόμενων ατόμων να είναι γυναίκες και ανήλικα κορίτσια και όλους σχεδόν τους αγοραστές να είναι άντρες, και λαμβάνοντας υπόψη ότι, ως εκ τούτου, αποτελεί ταυτόχρονα αιτία και συνέπεια της ανισότητας των φύλων που επιδεινώνεται περαιτέρω·
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πορνεία και η καταναγκαστική πορνεία αποτελούν μορφή δουλείας ασύμβατη με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εμπορία ανθρώπων, ειδικότερα δε γυναικών και παιδιών, τόσο για σεξουαλική όσο και για άλλες μορφές εκμετάλλευσης, αποτελεί μία από τις πιο κατάφωρες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εμπορία ανθρώπων αυξάνεται σε παγκόσμιο επίπεδο, λόγω της ανάπτυξης του οργανωμένου εγκλήματος και της αποδοτικότητάς του·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εργασία αποτελεί ένα από τα βασικά μέσα ατομικής αυτοπραγμάτωσης, μέσω του οποίου τα άτομα συμβάλλουν στη συλλογική ευημερία·
E. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πορνεία και η καταναγκαστική πορνεία συνδέονται άρρηκτα με την ανισότητα των φύλων στην κοινωνία και έχουν αντίκτυπο στην κοινωνική θέση των γυναικών και των ανδρών και στην αντίληψη όσον αφορά τις μεταξύ τους σχέσεις και τη σεξουαλικότητα·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία προωθείται μέσω υγιών προσεγγίσεων για τη σεξουαλικότητα οι οποίες πραγματοποιούνται με αμοιβαίο σεβασμό·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία 2011/36/ΕΕ, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, θεσπίζει αυστηρές διατάξεις για τα θύματα·
H. λαμβάνοντας υπόψη ότι κάθε πολιτική για την πορνεία έχει αντίκτυπο στην υλοποίηση της ισότητας των φύλων και μεταφέρει μηνύματα και πρότυπα σε μια κοινωνία, συμπεριλαμβανομένης της νεολαίας της·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πορνεία λειτουργεί ως επιχείρηση και δημιουργεί αγορά με διάφορους αλληλοσυνδεόμενους παράγοντες, όπου οι μαστροποί και οι προαγωγοί υπολογίζουν και ενεργούν με στόχο την εξασφάλιση ή την αύξηση των αγορών τους και τη μεγιστοποίηση των κερδών τους, και λαμβάνοντας υπόψη ότι τα άτομα που αγοράζουν σεξ παίζουν σημαντικό ρόλο, καθώς διατηρούν τη ζήτηση στην εν λόγω αγορά·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, η σεξουαλική υγεία «απαιτεί μια θετική προσέγγιση της σεξουαλικότητας και των σεξουαλικών σχέσεων με σεβασμό στο άτομο, καθώς και τη δυνατότητα απόλαυσης ευχάριστων και ασφαλών σεξουαλικών εμπειριών, χωρίς εξαναγκασμό, διακρίσεις και βία»·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πορνεία μειώνει την αξία όλων των πράξεων οικειότητας και την περιορίζει στη χρηματική τους αξία, ενώ υποβιβάζει τον άνθρωπο σε εμπόρευμα ή σε αντικείμενο χρήσης από τον πελάτη·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η μεγάλη πλειοψηφία εκδιδομένων ατόμων προέρχονται από ευάλωτες ομάδες·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η μαστροπεία συνδέεται στενά με το οργανωμένο έγκλημα·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το οργανωμένο έγκλημα, η εμπορία ανθρώπων, η εξαιρετικά βίαιη εγκληματικότητα και η διαφορά ανθούν στο πλαίσιο της πορνείας και ότι οποιοδήποτε νομοθετικό πλαίσιο ωφελεί πρωτίστως τους μαστροπούς, οι οποίοι μπορούν να εμφανίζονται ως «επιχειρηματίες»·
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αγορές της πορνείας τροφοδοτούν την εμπορία γυναικών και παιδιών(24)·
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εμπορία ανθρώπων λειτουργεί ως μέσο τροφοδότησης των αγορών πορνείας με γυναίκες και ανήλικα κορίτσια·
ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕ η σημερινή πολιτική για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων δεν είναι αποτελεσματική και ότι υπάρχει πρόβλημα όσον αφορά τον εντοπισμό και τη δίωξη των σωματεμπόρων, ως εκ τούτου δε θα πρέπει να ενισχυθεί η έρευνα υποθέσεων σεξουαλικής εμπορίας ανθρώπων καθώς επίσης τη δίωξη και καταδίκη των σωματεμπόρων·
ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ολοένα και περισσότεροι νέοι αναγκάζονται να εκδοθούν, ενώ ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι πολλοί εξ αυτών είναι παιδιά·
ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η άσκηση των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την πορνεία μπορεί να υπόκειται στον άμεσο και φυσικό καταναγκασμό, ή στον έμμεσο καταναγκασμό, παραδείγματος χάρη μέσω της άσκησης πίεσης στις οικογένειες των εκδιδόμενων ατόμων στις χώρες καταγωγής, αλλά και στον ύπουλο ψυχολογικό καταναγκασμό·
Κ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη είναι κατεξοχήν υπεύθυνα για την αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων, ενώ τον Απρίλιο του 2013 μόνο έξι κράτη μέλη κοινοποίησαν την πλήρη μεταφορά της οδηγίας της ΕΕ για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, της οποίας η προθεσμία εφαρμογής έληξε στις 6 Απριλίου 2013·
ΚΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή στη στρατηγική της για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών (2010-2015) διακηρύσσει ότι «οι ανισότητες μεταξύ γυναικών και ανδρών αποτελούν παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων»·
ΚΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει τεράστια απόκλιση στον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν την πορνεία, καθώς υπάρχουν δύο βασικές προσεγγίσεις: η μία προσέγγιση αντιμετωπίζει την πορνεία ως παραβίαση των δικαιωμάτων των γυναικών –μια μορφή σεξουαλικής δουλείας– η οποία οδηγεί σε ανισότητα κατά των γυναικών· η άλλη προσέγγιση υποστηρίζει ότι η πορνεία καθαυτή προάγει την ισότητα των φύλων, ενισχύοντας το δικαίωμα της γυναίκας να ελέγχει τον τρόπο με τον οποίον διαχειρίζεται το σώμα της· και στις δύο περιπτώσεις, το κάθε κράτος μέλος είναι αρμόδιο να αποφασίσει πώς θα προσεγγίσει το ζήτημα της πορνείας·
ΚΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην «καταναγκαστική» και την «εκούσια» πορνεία·
ΚΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το ζήτημα της πορνείας πρέπει να αντιμετωπιστεί με μακροπρόθεσμο όραμα και με την προοπτική της ισότητας των φύλων·
1. αναγνωρίζει ότι η πορνεία, η καταναγκαστική πορνεία και η σεξουαλική εργασία και η σεξουαλική εκμετάλλευση συνιστούν ζητήματα που αφορούν περισσότερο το ένα φύλο και αποτελούν παραβιάσεις της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, αντίκεινται δε στις αρχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στις οποίες περιλαμβάνεται η ισότητα των φύλων, και, ως εκ τούτου, αντίκεινται στις αρχές του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και του στόχου και της αρχής της ισότητας των φύλων·
2. υπογραμμίζει ότι πρέπει να γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα υγείας όλων των γυναικών, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος να διαχειρίζονται το σώμα τους και τη σεξουαλικότητά τους, χωρίς εξαναγκασμό, διακρίσεις και βία·
3. επισημαίνει ότι υπάρχουν πολλές συνδέσεις μεταξύ της πορνείας και της εμπορίας ανθρώπων, και αναγνωρίζει ότι η πορνεία - τόσο σε παγκόσμιο όσο και ευρωπαϊκό επίπεδο - τροφοδοτεί την εμπορία ευάλωτων γυναικών και ανήλικων κοριτσιών, ένα μεγάλο ποσοστό των οποίων είναι μεταξύ 13 και 25 ετών· επισημαίνει ότι, όπως το αποδεικνύουν στοιχεία της Επιτροπής, η πλειοψηφία των θυμάτων (62%) προορίζονται για σεξουαλική εκμετάλλευση, με τις γυναίκες και τα ανήλικα κορίτσια να ανέρχονται σε 96% των βεβαιωμένων και εικαζόμενων θυμάτων, ενώ το ποσοστό θυμάτων από χώρες εκτός ΕΕ έχει αυξηθεί κατά την τελευταία πενταετία·
4. αναγνωρίζει, ωστόσο, ότι η έλλειψη αξιόπιστων, ακριβών και συγκρίσιμων στοιχείων μεταξύ των χωρών, κυρίως λόγω της παράνομης και συχνά αόρατης φύσης της πορνείας και της εμπορίας, κρατά την αγορά της πορνείας αδιαφανή και δυσχεραίνει τη λήψη πολιτικών αποφάσεων, γεγονός που σημαίνει ότι όλα τα αριθμητικά στοιχεία βασίζονται μόνο σε εκτιμήσεις·
5. τονίζει ότι η πορνεία αποτελεί επίσης ζήτημα υγείας, καθώς έχει επιζήμιες επιπτώσεις στην υγεία των εκδιδόμενων ατόμων, τα οποία είναι πιθανότερο να υποφέρουν από σεξουαλικά, σωματικά και ψυχικά τραύματα, αλκοολισμό και τοξικομανία ή απώλεια αυτοεκτίμησης, καθώς και από υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό· προσθέτει και τονίζει ότι οι περισσότεροι από τους αγοραστές σεξ ζητούν αγοραίο σεξ χωρίς προφυλακτικό, γεγονός που αυξάνει τις πιθανότητες βλαβερών επιπτώσεων στην υγεία τόσο των εκδιδόμενων ατόμων όσο και των αγοραστών
6. τονίζει ότι η πορνεία και η εκμετάλλευση στη βιομηχανία του σεξ μπορεί να έχουν καταστροφικές και μακροχρόνιες ψυχολογικές και σωματικές συνέπειες για τα εμπλεκόμενα άτομα, ακόμη και μετά την εγκατάλειψη της πορνείας, και επιπροσθέτως αποτελούν όχι μόνο αιτία αλλά και συνέπεια της ανισότητας των φύλων, διαιωνίζοντας στερεότυπα για τα δύο φύλα όπως η άποψη ότι το σώμα των γυναικών και των ανήλικων κοριτσιών διατίθεται προς πώληση προκειμένου να ικανοποιηθεί η ανδρική ζήτηση για σεξ·
7. καλεί επιπλέον τα κράτη μέλη να θεσπίσουν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, τακτικές και εμπιστευτικές επισκέψεις παροχής συμβουλών και υγείας για τα εκδιδόμενα άτομα εκτός πορνείων·
8. αναγνωρίζει ότι οι εκδιδόμενες γυναίκες αποτελούν ομάδα υψηλού κινδύνου μόλυνσης από τον ιό HIV και άλλα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα·
9. καλεί τα κράτη μέλη να ανταλλάξουν βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά τρόπους περιορισμού των κινδύνων που συνδέονται με την πορνεία του δρόμου·
10. αναγνωρίζει ότι η πορνεία και η καταναγκαστική πορνεία μπορεί να έχουν αντίκτυπο στη βία κατά των γυναικών εν γένει, καθώς, από έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε άνδρες που αγοράζουν σεξουαλικές υπηρεσίες, προκύπτει ότι οι άνδρες αυτοί έχουν υποτιμητική άποψη για τις γυναίκες(25)· ως εκ τούτου, καλεί τις αρμόδιες εθνικές αρχές να εξασφαλίσουν ότι, παράλληλα με την απαγόρευση της αγοράς σεξουαλικών υπηρεσιών, θα πραγματοποιούνται εκστρατείες ευαισθητοποίησης των ανδρών·
11. τονίζει ότι τα εκδιδόμενα άτομα είναι ιδιαίτερα ευάλωτα από κοινωνική, οικονομική, σωματική, ψυχολογική, συναισθηματική και οικογενειακή άποψη και κινδυνεύουν περισσότερο να υποστούν βία και βλάβη από τα άτομα που ασκούν οιαδήποτε άλλη δραστηριότητα· οι εθνικές αστυνομικές υπηρεσίες πρέπει να ενθαρρύνονται να αντιμετωπίζουν, μεταξύ άλλων, τα χαμηλά ποσοστά καταδίκης για βιασμό εκδιδόμενων ατόμων· τονίζει ότι τα εκδιδόμενα άτομα υφίστανται επίσης τη δημόσια κατακραυγή και τον κοινωνικό στιγματισμό, ακόμα και όταν σταματούν την πορνεία·
12. εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι οι εκδιδόμενες γυναίκες έχουν δικαίωμα στη μητρότητα, την ανατροφή και τη φροντίδα των παιδιών τους·
13. τονίζει ότι η κανονικοποίηση της πορνείας έχει αντίκτυπο στη βία κατά των γυναικών· επισημαίνει ειδικότερα τα στοιχεία που δείχνουν ότι οι άντρες που αγοράζουν σεξ είναι πιθανότερο να διαπράξουν πράξεις σεξουαλικού εξαναγκασμού κατά γυναικών, καθώς και άλλες πράξεις βίας κατά των γυναικών, ενώ συχνά εκδηλώνουν τάσεις μισογυνισμού·
14. σημειώνει ότι το 80-95% των εκδιδόμενων ατόμων έχουν υποστεί κάποια μορφή βίας προτού στραφούν στην πορνεία (βιασμό, αιμομιξία, παιδεραστία), το 62% εξ αυτών αναφέρουν ότι έχουν βιαστεί και το 68% υποφέρουν από μετατραυματική διαταραχή άγχους – ποσοστό ανάλογο με εκείνο των θυμάτων των βασανιστηρίων(26)·
15. υπογραμμίζει ότι η παιδική πορνεία δεν μπορεί ποτέ να είναι εθελούσια, επειδή τα παιδιά δεν έχουν την ικανότητα "συναίνεσης" στην πορνεία· προτρέπει τα κράτη μέλη της ΕΕ να καταπολεμήσουν την παιδική πορνεία (κάτω των 18 ετών) όσο το δυνατόν πιο δραστήρια, δεδομένου ότι αποτελεί την πλέον ειδεχθή μορφή πορνείας· απαιτεί επειγόντως μια προσέγγιση μηδενικής ανοχής με βάση την πρόληψη, την προστασία των θυμάτων και τη δίωξη των πελατών·
16. επισημαίνει ότι παρατηρείται αύξηση της παιδικής πορνείας καθώς και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανηλίκων, μεταξύ άλλων μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και συχνής προσφυγής σε εξαπάτηση και εκφοβισμό·
17. εφιστά την προσοχή στο αναδυόμενο φαινόμενο των εκδιδόμενων ανηλίκων, που διαφέρει από τη σεξουαλική παρενόχληση και έχει ως υπόβαθρο τη δυσμενή οικονομική κατάσταση και στην απουσία γονικής μέριμνας·
18. τονίζει την ανάγκη εφαρμογής αποτελεσματικών μέτρων που θα δίδουν έμφαση στην απομάκρυνση των ανήλικων εκδιδόμενων ατόμων από τη λεγόμενη αγορά πορνείας και στην είσοδό τους στην εν λόγω αγορά, ενώ παράλληλα θα εστιάζουν σε δραστηριότητες που αντιβαίνουν στους στόχους της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού και του σχετικού προαιρετικού πρωτοκόλλου της·
19. θεωρεί ότι η αγορά σεξουαλικών υπηρεσιών από εκδιδόμενα άτομα κάτω των 21 ετών πρέπει να συνιστά εγκληματική πράξη, ενώ οι υπηρεσίες των εκδιδόμενων ατόμων δεν πρέπει να τιμωρούνται·
20. εφιστά την προσοχή στο φαινόμενο της «χορηγίας», εις βάρος ανήλικων κοριτσιών ή κοριτσιών που μόλις έχουν ενηλικιωθεί και εκδίδονται με αντάλλαγμα είδη πολυτελείας ή μικρά ποσά που τους παρέχουν τους πόρους για την κάλυψη των καθημερινών τους δαπανών ή εκπαιδευτικών δαπανών·
21. υπενθυμίζει στα κράτη μέλη ότι η εκπαίδευση διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην πρόληψη της πορνείας και του οργανωμένου εγκλήματος που συνδέεται με αυτήν και, συνεπώς, συνιστά τη διοργάνωση ειδικών εκπαιδευτικών εκστρατειών ευαισθητοποίησης και πρόληψης στα σχολεία και στα κολέγια που θα απευθύνονται σε συγκεκριμένες ηλικίες, συνιστά δε να καταστεί η εκπαίδευση για την ισότητα θεμελιώδη στόχος της διαδικασίας εκπαίδευσης των νέων·
22. εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι οι διαφημίσεις για σεξουαλικές υπηρεσίες στις εφημερίδες και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορούν να θεωρηθούν ως υποστήριξη της εμπορίας ανθρώπων και της πορνείας·
23. εφιστά την προσοχή στον ολοένα και σημαντικότερο ρόλο του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην επιστράτευση νέων εκδιδόμενων γυναικών νεαρής ηλικίας από τα κυκλώματα διακίνησης ανθρώπων· ζητεί την πραγματοποίηση εκστρατειών πρόληψης, μεταξύ άλλων και στο διαδίκτυο, με ιδιαίτερη προσοχή στα άτομα που αποτελούν ευάλωτους στόχους για τα εν λόγω κυκλώματα διακίνησης ανθρώπων·
24. εφιστά την προσοχή σε ορισμένες επιπτώσεις, κυρίως αρνητικές, που έχει η παραγωγή των μέσων μαζικής ενημέρωσης και η πορνογραφία, ιδίως μέσω διαδικτύου, στη δημιουργία αρνητικής εικόνας για τις γυναίκες, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε ενθάρρυνση της περιφρόνησης της ανθρώπινης προσωπικότητας των γυναικών και στην παρουσίασή τους ως εμπόρευμα· τονίζει επίσης ότι η σεξουαλική ελευθερία δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται ως άδεια περιφρόνησης των γυναικών·
25. τονίζει ότι η κανονικοποίηση της πορνείας έχει αντίκτυπο στην εικόνα που σχηματίζουν οι νέοι άνθρωποι για τη σεξουαλικότητα και τις σχέσεις μεταξύ γυναικών και ανδρών·
26. τονίζει ότι τα εκδιδόμενα άτομα δεν πρέπει να διώκονται ποινικώς και καλεί όλα τα κράτη μέλη να καταργήσουν την κατασταλτική νομοθεσία κατά των εκδιδόμενων προσώπων·
27. καλεί τα κράτη μέλη να απέχουν από την ποινικοποίηση και την επιβολή κυρώσεων σε εκδιδόμενα άτομα και να αναπτύξουν προγράμματα για να βοηθήσουν τα εκδιδόμενα άτομα/τους εργαζόμενους σε σεξουαλικές υπηρεσίες να εγκαταλείψουν το επάγγελμα εφόσον το επιθυμούν·
28. πιστεύει ότι η μείωση της ζήτησης πρέπει να αποτελέσει μέρος μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής κατά της εμπορίας ανθρώπων στα κράτη μέλη·
29. θεωρεί ότι ένας τρόπος για την καταπολέμηση της εμπορίας γυναικών και ανήλικων κοριτσιών με σκοπό τη σεξουαλική εκμετάλλευση, και για τη βελτίωση της ισότητας των δύο φύλων είναι το μοντέλο που εφαρμόζεται στη Σουηδία, την Ισλανδία και τη Νορβηγία (το λεγόμενο σκανδιναβικό μοντέλο), το οποίο επί του παρόντος εξετάζεται σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, όπου εγκληματική πράξη συνιστά η αγορά σεξουαλικών υπηρεσιών, και όχι η παροχή σεξουαλικών υπηρεσιών από τα εκδιδόμενα άτομα·
30. τονίζει ότι δεδομένου ότι η πορνεία αποτελεί διασυνοριακό πρόβλημα, τα κράτη μέλη πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη καταπολέμησης της αγοράς σεξουαλικών υπηρεσιών εκτός της χώρας τους·
31. υπογραμμίζει ότι ορισμένα στοιχεία επιβεβαιώνουν τις αποτρεπτικές επιπτώσεις που είχε το σκανδιναβικό μοντέλο στη Σουηδία, όπου η πορνεία και η σωματεμπορία δεν έχουν αυξηθεί, καθώς και το γεγονός ότι το εν λόγω μοντέλο υποστηρίζεται όλο και περισσότερο από τον πληθυσμό, ιδίως από τους νέους, γεγονός που αποδεικνύει ότι η νομοθεσία επέφερε αλλαγές στη νοοτροπία·
32. αναγνωρίζει τα αποτελέσματα μιας πρόσφατης κυβερνητικής έκθεσης στη Φινλανδία, η οποία ζητεί την πλήρη ποινικοποίηση της αγοράς σεξ, καθώς η φινλανδική προσέγγιση της ποινικοποίησης της αγοράς σεξουαλικών υπηρεσιών από θύματα εμπορίας ανθρώπων αποδείχτηκε αναποτελεσματική για την καταπολέμηση του εν λόγω φαινομένου·
33. πιστεύει ότι η νομοθεσία προσφέρει μια ευκαιρία να διασαφηνιστούν τα αποδεκτά όρια στην κοινωνία και να δημιουργηθεί μια κοινωνία που να αντικατοπτρίζει αυτές τις αξίες·
34. πιστεύει ότι η αντιμετώπιση της πορνείας ως νόμιμης «σεξουαλικής εργασίας» και η αποποινικοποίηση της βιομηχανίας του σεξ εν γένει καθώς και η νομιμοποίηση της μαστροπείας δεν αποτελεί λύση για την ασφάλεια των ευάλωτων γυναικών και ανήλικων κοριτσιών από τη βία και την εκμετάλλευση, αλλά έχει το αντίθετο αποτέλεσμα και τις εκθέτει σε υψηλότερο κίνδυνο πορνείας, ενώ συγχρόνως ενθαρρύνει την ανάπτυξη των αγορών πορνείας - και ως εκ τούτου τον αριθμό γυναικών και ανηλίκων κοριτσιών που υφίστανται καταχρηστική μεταχείριση·
35. καταδικάζει κάθε πολιτική προσπάθεια και συζήτηση βασιζόμενη στην θεωρία ότι η πορνεία μπορεί να αποτελέσει λύση για τις μετανάστριες στην Ευρώπη·
36. καλεί, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη να εισάγουν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, δικαιώματα πρόσβασης και ελέγχου της αστυνομίας και των αρμόδιων αρχών σε πορνεία και στον περίγυρό τους ·
37. προτρέπει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να κινητοποιήσουν τα αναγκαία μέσα και εργαλεία για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης και για τη μείωση της πορνείας ως παραβιάσεων των θεμελιωδών δικαιωμάτων των γυναικών, ιδιαίτερα των ανηλίκων, καθώς και της ισότητας των δύο φύλων·
38. καλεί τα κράτη μέλη να μεταφέρουν το συντομότερο δυνατό στο εθνικό δίκαιο την οδηγία 2011/36/EΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 2011 για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου, ιδίως όσον αφορά την προστασία των θυμάτων·
39. προτρέπει την Επιτροπή να αξιολογήσει τις επιπτώσεις που είχε έως σήμερα το ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο για την εξάλειψη της εμπορίας ανθρώπων με σκοπό τη σεξουαλική εκμετάλλευση, να προβεί σε περαιτέρω έρευνα των προτύπων πορνείας και εμπορίας ανθρώπων με σκοπό τη σεξουαλική εκμετάλλευση, καθώς και όσον αφορά τον αυξανόμενο βαθμό σεξουαλικού τουρισμού στην ΕΕ και να προωθήσει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών·
40. επισημαίνει ότι η Επιτροπή πρέπει να συνεχίσει τη χρηματοδότηση έργων και προγραμμάτων για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης·
41. καλεί τα κράτη μέλη να σχεδιάσουν και να εφαρμόσουν πολιτικές για την αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων, της σεξουαλικής εκμετάλλευσης και της πορνείας και να διασφαλίζουν ότι όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως οι ΜΚΟ, η αστυνομία και άλλοι φορείς επιβολής του νόμου, καθώς επίσης οι κοινωνικές και ιατρικές υπηρεσίες, συμμετέχουν στην διαδικασία λήψης αποφάσεων και συνεργάζονται μεταξύ τους·
42. αναγνωρίζει ότι η μεγάλη πλειοψηφία των εκδιδομένων ατόμων θα ήθελαν να σταματήσουν αλλά νιώθουν ανίκανα να το πράξουν· Επισημαίνει ότι τα άτομα αυτά χρειάζονται την κατάλληλη στήριξη, ιδιαίτερα ψυχολογική και κοινωνική, ώστε να μπορέσουν να ξεφύγουν από τα κυκλώματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης και τις εξαρτήσεις που συχνά συνδέονται μαζί τους· ως εκ τούτου, προτείνει στις αρμόδιες αρχές να καταρτίσουν προγράμματα που θα έχουν ως στόχο να βοηθήσουν τα εκδιδόμενα άτομα να εγκαταλείψουν την πορνεία, σε στενή συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα μέρη·
43. τονίζει τη σημασία της κατάλληλης εκπαίδευσης των αστυνομικών αρχών και του προσωπικού του δικαστικού συστήματος, με ένα πιο γενικό τρόπο, στις διάφορες πτυχές της σεξουαλικής εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένων των πτυχών της ισότητας των φύλων και της μετανάστευσης, και καλεί τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν τις αστυνομικές αρχές να συνεργάζονται με τα θύματα προτρέποντάς τα να καταθέτουν, να ενθαρρύνει την ύπαρξη εξειδικευμένων υπηρεσιών εντός της αστυνομίας και την πρόσληψη γυναικών αστυνομικών· εμμένει στην ανάγκη συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα της δικαιοσύνης με σκοπό την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση των κυκλωμάτων διακίνησης ανθρώπων στην Ευρώπη·
44. εφιστά την προσοχή των εθνικών αρχών στον αντίκτυπο που έχει η οικονομική ύφεση στον αυξανόμενο αριθμό ανδρών, γυναικών και ανηλίκων κοριτσιών, συμπεριλαμβανομένων των μεταναστριών, που εξωθούνται στην πορνεία·
45. επισημαίνει ότι τα οικονομικά προβλήματα και η φτώχεια αποτελούν σημαντικές αιτίες της πορνείας, μεταξύ των νέων γυναικών και ανήλικων κοριτσιών, και ότι στρατηγικές πρόληψης σε συνάρτηση με το φύλο, οι εθνικές και πανευρωπαϊκές εκστρατείες απευθύνονται ειδικά σε κοινωνικά αποκλεισμένες κοινότητες και άτομα που βρίσκονται σε καταστάσεις αυξημένης ευπάθειας (π.χ. άτομα με αναπηρία και νέοι στο σύστημα προστασίας του παιδιού), τα μέτρα για τη μείωση της φτώχειας και η ευαισθητοποίηση μεταξύ των αγοραστών και προμηθευτών σεξ, και η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών, αποτελούν κλειδιά για την καταπολέμηση της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των γυναικών και ανήλικων κοριτσιών, ειδικά μεταξύ των μεταναστών συνιστά στην επιτροπή να ορίσει μια "Ευρωπαϊκή ημέρα για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων"·
46. επισημαίνει ότι ο κοινωνικός αποκλεισμός αποτελεί βασικό παράγοντα που επιτείνει την ευάλωτη θέση των γυναικών και ανηλίκων κοριτσιών που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, απέναντι στην εμπορία ανθρώπων· τονίζει ότι η οικονομική και κοινωνική κρίση έχει οδηγήσει σε ανεργία, η οποία πλήττει συχνά τις πλέον ευάλωτες γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της υψηλότερης κοινωνικής κλίμακας, οδηγώντας στην εκούσια ένταξή τους στην βιομηχανία της πορνείας/σεξ, ώστε να ξεπεράσουν τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό· καλεί τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν τα βαθύτερα κοινωνικά προβλήματα που ωθούν άνδρες, γυναίκες και παιδιά στην πορνεία·
47. καλεί επειγόντως τα κράτη μέλη να χρηματοδοτήσουν οργανώσεις που δρουν επιτόπου με στρατηγικές υποστήριξης και εξόδου από την πορνεία, με στόχο την παροχή καινοτόμων υπηρεσιών για τα θύματα της εμπορίας ανθρώπων και σεξουαλικής εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένων των μεταναστών και των προσώπων χωρίς έγγραφα, την αξιολόγηση των ατομικών αναγκών και των κινδύνων για την παροχή της κατάλληλης βοήθειας και προστασίας, αφετέρου δε να εφαρμόσουν πολιτικές - με μια ολιστική προσέγγιση μέσω των διαφόρων αστυνομικών, μεταναστευτικών, υγειονομικών και εκπαιδευτικών υπηρεσιών – με στόχο να βοηθήσουν τις ευάλωτες γυναίκες και τους ανηλίκους να εγκαταλείψουν την πορνεία, διασφαλίζοντας ότι τα προγράμματα αυτά έχουν μια νομική βάση και τους απαραίτητους πόρους για την επίτευξη αυτού του στόχου· υπογραμμίζει τη σημασία της ψυχολογικής παρακολούθησης και της απαραίτητης κοινωνικής επανένταξης των θυμάτων σεξουαλικής εκμετάλλευσης· επισημαίνει ότι η εν λόγω διαδικασία είναι χρονοβόρα και απαιτεί την ανάπτυξη ενός σχεδίου ζωής που να αντιπροσωπεύει μια αξιόπιστη και βιώσιμη εναλλακτική για πρώην εκδιδόμενα άτομα·
48. τονίζει ότι απαιτούνται περισσότερη ανάλυση και στατιστικά στοιχεία για να διαπιστωθεί ποιο μοντέλο αποτελεί τον πιο αποτελεσματικό τρόπο καταπολέμησης της εμπορίας γυναικών και ανηλίκων κοριτσιών για σεξουαλική εκμετάλλευση·
49. προτρέπει τα κράτη μέλη να αξιολογήσουν τόσο τις θετικές όσο και τις αρνητικές επιπτώσεις που έχει η ποινικοποίηση της αγοράς σεξουαλικών υπηρεσιών στη μείωση της πορνείας και της εμπορίας ανθρώπων·
50. καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να αναπτύξουν πολιτικές πρόληψης στις χώρες καταγωγής των ατόμων που εκδίδονται ως αποτέλεσμα της εμπορίας ανθρώπων, οι οποίες θα στοχεύουν τόσο στους αγοραστές σεξ όσο και στις γυναίκες και στους ανηλίκους, μέσω κυρώσεων, εκστρατειών ευαισθητοποίησης και εκπαίδευσης·
51. ζητεί από την ΕΕ να λάβει μέτρα για την αποθάρρυνση της πρακτικής του σεξουαλικού τουρισμού εντός ή εκτός της ΕΕ;
52. ζητεί από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης να λάβει μέτρα ώστε νατεθεί τέρμα στην πρακτική της πορνείας σε περιοχές συγκρούσεων στις οποίες είναι παρούσες στρατιωτικές δυνάμεις της ΕΕ·
53. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Στην έκθεση της Sigma Huda, ειδικής εισηγήτριας των Ηνωμένων Εθνών για την εμπορία ανθρώπων που αφορά κυρίως γυναίκες και παιδιά, η οποία εκπονήθηκε το 2006, υπογραμμίζεται ο άμεσος αντίκτυπος των πολιτικών για την πορνεία στην κλίμακα της εμπορίας ανθρώπων.
Melissa Farley, ‘Violence against women and post-traumatic stress syndrome’ [«Βία κατά των γυναικών και σύνδρομο μετατραυματικού άγχους»], Women and Health, 1998· Damant, D. Κ.α. ‘Trajectoires d’entrée en prostitution : violence, toxicomanie et criminalité’, Le Journal International de Victimologie, τεύχος 3, Απρίλιος 2005.
Προώθηση της ανάπτυξης μέσω υπεύθυνων επιχειρηματικών πρακτικών
417k
123k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την προώθηση της ανάπτυξης μέσω υπεύθυνων επιχειρηματικών πρακτικών, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου της εξορυκτικής βιομηχανίας στις αναπτυσσόμενες χώρες (2013/2126(INI))
– έχοντας υπόψη τη δήλωση της Αντίς Αμπέμπα για την ανάπτυξη και τη διαχείριση των ορυκτών πόρων της Αφρικής, που εγκρίθηκε από την πρώτη σύνοδο υπουργών ορυκτών πόρων της Αφρικανικής Ένωσης τον Οκτώβριο του 2008,
– έχοντας υπόψη το «Αφρικανικό όραμα για τους ορυκτούς πόρους», που εγκρίθηκε από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων κατά τη σύνοδο κορυφής της Αφρικανικής Ένωσης τον Φεβρουάριο του 2009,
– έχοντας υπόψη τη δήλωση της Λουζάκα, στο πλαίσιο της έκτακτης συνόδου κορυφής της ICGLR (Διεθνής Διάσκεψη για την Περιοχή των Μεγάλων Λιμνών) για την καταπολέμηση της παράνομης εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων στην περιοχή των Μεγάλων Λιμνών, της 15ης Δεκεμβρίου 2010(1),
– έχοντας υπόψη το σχέδιο δράσης για την υλοποίηση του αφρικανικού οράματος για τους ορυκτούς πόρους, που εγκρίθηκε κατά τη δεύτερη σύνοδο των υπουργών ορυκτών πόρων της Αφρικανικής Ένωσης, η οποία έλαβε χώρα στην Αντίς Αμπέμπα τον Δεκέμβριο του 2011,
– έχοντας υπόψη τις 10 αρχές για την ενσωμάτωση της διαχείρισης των κινδύνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα στις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμβάσεων μεταξύ κρατών και επενδυτών, οι οποίες προτάθηκαν από τον ειδικό εκπρόσωπο του Γενικού Γραμματέα στη 17η Σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, τον Μάιο του 2011,
– έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τη δέουσα επιμέλεια όσον αφορά την υπεύθυνη διαχείριση των αλυσίδων εφοδιασμού με ορυκτά από περιοχές που πλήττονται από συγκρούσεις και περιοχές υψηλού κινδύνου, οι οποίες περιλαμβάνουν λεπτομερείς συστάσεις για να βοηθηθούν οι εταιρείες να σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και να αποφεύγουν τη χρηματοδότηση συγκρούσεων μέσω των πρακτικών εφοδιασμού που ακολουθούν(2),
– έχοντας υπόψη το διεθνές πρότυπο διαφάνειας της Πρωτοβουλίας για τη διαφάνεια των εξορυκτικών βιομηχανιών (EITI), το οποίο διασφαλίζει τη δημοσίευση των εσόδων των κυβερνήσεων που προέρχονται από την εκμετάλλευση φυσικών πόρων,
– έχοντας υπόψη τη δήλωση της συνόδου της G8 στο Lough Erne, τον Ιούνιο του 2013, στην οποία οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων επανέλαβαν τη σημασία της διαφανούς και υπεύθυνης διαχείρισης των φυσικών πόρων και της αντίστοιχης αλυσίδας εφοδιασμού(3),
– έχοντας υπόψη την τελική δήλωση της G20, που δημοσιεύθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 2013, στην οποία οι παγκόσμιοι ηγέτες εκφράζουν τη στήριξή τους στην Πρωτοβουλία για τη διαφάνεια των εξορυκτικών βιομηχανιών (EITI),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ανάπτυξης (A7-0132/2014),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι, για πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, οι δραστηριότητες εξόρυξης φυσικών πόρων αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό του ΑΕΠ και, συχνά, το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων σε ξένο συνάλλαγμα και των ξένων επενδύσεων·
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Αφρική διαθέτει μερικά από τα μεγαλύτερα αποθέματα ορυκτών στον κόσμο και ότι τα κέρδη που προέρχονται από την εξόρυξη των ορυκτών πόρων της Αφρικής θα πρέπει να αξιοποιηθούν για την επίτευξη των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας, την εξάλειψη της φτώχειας και την επίτευξη ταχείας και ευρείας κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης· λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, ότι οι αφρικανικές χώρες εξακολουθούν να χρειάζονται την ανάπτυξη και εφαρμογή συνεκτικών στρατηγικών, προκειμένου να μετατρέψουν την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων σε κινητήρια δύναμη για την οικονομική ανάπτυξη και τη διαφοροποίηση των οικονομιών τους·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι φυσικοί πόροι μπορούν να αποτελέσουν σημαντική κινητήριο δύναμη οικονομικής μεγέθυνσης και κοινωνικής ανάπτυξης, αν η διαχείριση των εσόδων πραγματοποιείται με ορθό και διαφανή τρόπο·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διενέξεις για το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, τα ορυκτά, την ξυλεία και άλλους φυσικούς πόρους καταλαμβάνουν τη δεύτερη θέση ως πηγές συγκρούσεων παγκοσμίως· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ανταγωνισμός για πόρους, π.χ. χερσαίους και υδάτινους, εντείνεται και επιδεινώνει τις υφιστάμενες συγκρούσεις ή πυροδοτεί νέες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κακή διαχείριση της γης και των φυσικών πόρων επιδεινώνεται από την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, την αύξηση του πληθυσμού και την κλιματική αλλαγή·
E. λαμβάνοντας υπόψη ότι, παραδόξως, οι χώρες με πλούσιους φυσικούς πόρους βρίσκονται συχνά σε δυσμενέστερη θέση από ό,τι άλλες χώρες (πρόκειται για το φαινόμενο της «κατάρας των πόρων») και ότι ο έλεγχος, η εκμετάλλευση, το εμπόριο και η φορολόγηση των ορυκτών συντελούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, στο ξέσπασμα ένοπλων συγκρούσεων (το πρόβλημα των ορυκτών που αποτελούν αιτία συρράξεων)·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα οφέλη που αποφέρουν οι εξορυκτικές δραστηριότητες στους τοπικούς πληθυσμούς δεν μπορούν συχνά να αξιοποιηθούν στην πράξη ή εξουδετερώνονται σε μεγάλο βαθμό από τις αρνητικές κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνέπειες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τοπικές ή εθνικές αρχές μπορούν, με την άσκηση αποτελεσματικότερης διακυβέρνησης και την αύξηση της διαφάνειας, να αυξήσουν τα οφέλη που αποφέρουν οι εξορυκτικές δραστηριότητες στους τοπικούς πληθυσμούς, αντισταθμίζοντας έτσι τις πιθανές κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αξιολογήσεις περιβαλλοντικού και κοινωνικού αντικτύπου διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην προστασία των δικαιωμάτων των ενδογενών πληθυσμών στις περιοχές εξόρυξης·
H. λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2008 η Παγκόσμια Τράπεζα εκτίμησε πως το 90% της παραγωγής ορυκτών της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κογκό προέρχεται από εργάτες ορυχείων μικρής κλίμακας που δεν έχουν δηλωθεί και εργάζονται σε απομακρυσμένες και μη ασφαλείς περιοχές οι οποίες ελέγχονται από ένοπλες ομάδες·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εξορυκτικές δραστηριότητες μικρής κλίμακας προσφέρουν σημαντική απασχόληση, ιδιαίτερα στην ύπαιθρο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η τυποποίηση των βιοτεχνικών και μικρής κλίμακας εξορυκτικών δραστηριοτήτων (ASM) είναι απαραίτητη για την τόνωση της τοπικής/εθνικής επιχειρηματικότητας, τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και την προώθηση της ολοκληρωμένης αγροτικής, κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης· λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, ότι ο άτυπος χαρακτήρας των βιοτεχνικών και μικρής κλίμακας εξορυκτικών δραστηριοτήτων στην Αφρική τις καθιστά τις πλέον εκτεθειμένες στο οργανωμένο έγκλημα και τις παραστρατιωτικές οργανώσεις, ενώ εμπερικλείει μια σειρά προκλήσεων, όπως η παιδική εργασία, οι οποίες δεν επιτρέπουν την πλήρη αξιοποίηση των αναπτυξιακών δυνατοτήτων που προσφέρουν οι δραστηριότητες αυτές·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξορυκτική βιομηχανία θα πρέπει να προωθεί την ανάπτυξη τεχνολογικών και καινοτόμων κλάδων και να προσφέρει λύσεις κυρίως όσον αφορά την αποδοτικότητα των πόρων, την ενεργειακή απόδοση, τον οικολογικό σχεδιασμό, τη βελτίωση των επιδόσεων, την ανακύκλωση, και την κυκλική οικονομία, από τις οποίες πρέπει να επωφεληθούν τόσο οι αναπτυσσόμενες όσο και οι αναπτυγμένες χώρες·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το αφρικανικό όραμα για τους ορυκτούς πόρους παρέχει ένα πλαίσιο για την πιο συνεκτική και σταθερή ενσωμάτωση του τομέα στην οικονομία και στην κοινωνία της ηπείρου·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελούν σύνηθες φαινόμενο στον τομέα της εξορυκτικής βιομηχανίας και περιλαμβάνουν την παιδική εργασία, τη σεξουαλική βία, την εξαφάνιση ανθρώπων, την παραβίαση του δικαιώματος διαβίωσης σε ένα καθαρό περιβάλλον, την απώλεια γης και μέσων βιοπορισμού χωρίς διαπραγμάτευση και χωρίς επαρκή αποζημίωση, την αναγκαστική επανεγκατάσταση και την καταστροφή χώρων με τελετουργική και πολιτιστική σημασία·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταναγκαστική εργασία και η άρνηση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και των συλλογικών διαπραγματεύσεων παραμένουν μείζονες ανησυχίες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η συχνά εξαιρετική ανεπάρκεια ή πλήρης έλλειψη προτύπων ασφάλειας και υγιεινής προκαλεί μεγάλη ανησυχία, ιδίως για τα ορυχεία μικρής κλίμακας, τα οποία συχνά λειτουργούν σε ιδιαίτερα επισφαλείς συνθήκες·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευθύνη του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί παγκόσμιο πρότυπο αναμενόμενης συμπεριφοράς για όλες τις επιχειρήσεις ανεξαρτήτως του τόπου δραστηριότητάς τους, όπως υπενθυμίζεται στις Κατευθυντήριες Αρχές για τις Επιχειρήσεις και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα που ετοίμασε ο ειδικός εκπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις διεθνείς εταιρείες και άλλες επιχειρήσεις, John Ruggie· λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, ότι δεν έχει επιτευχθεί ευρεία συναίνεση σχετικά με το τι ακριβώς συνεπάγεται η ευθύνη αυτή, και ότι η πρόοδος στην επίτευξη του πλήρους σεβασμού παρεμποδίζεται σημαντικά, μεταξύ άλλων από την έλλειψη αποτελεσματικών μηχανισμών παρακολούθησης, υποβολής εκθέσεων, ελέγχου και λογοδοσίας·
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πληθώρα κωδίκων δεοντολογίας, προτύπων και συστημάτων πιστοποίησης με διαφορετικό θεματικό πεδίο εφαρμογής στον τομέα της ΕΚΕ καθιστά δυσχερή ή αδύνατη την πραγματοποίηση αξιολογήσεων, συγκρίσεων και ελέγχων· λαμβάνοντας υπόψη ότι η πληθώρα αυτή οφείλεται σε πολλές παραμέτρους, όπως η ανεπαρκής δέσμευση για την επίτευξη μιας ΕΚΕ που θα λειτουργεί αποτελεσματικά, και στη χαλαρή εφαρμογή από επιχειρήσεις που επιζητούν την αναγνώρισή τους ως κοινωνικά και περιβαλλοντικά υπεύθυνων·
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι για να αυξηθεί η αποδοτικότητα και να επιτευχθεί ισότητα στον τομέα της ΕΚΕ είναι καθοριστικό να εγκαταλειφθεί το τρέχον σύστημα «à la carte», στο πλαίσιο του οποίου οι εταιρείες επιλέγουν κώδικες και πρότυπα σύμφωνα με τις δικές τους προτιμήσεις, και να υιοθετηθούν κοινά πρότυπα για ολόκληρη τη βιομηχανία·
ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το «πράσινο ξέπλυμα» -η προβολή μιας εικόνας δήθεν θετικής περιβαλλοντικής ενέργειας με στόχο την εξαπάτηση του κοινού και την απόσπαση της προσοχής του από επιβλαβείς για το περιβάλλον πρακτικές- παραπλανά τους καταναλωτές, το ευρύ κοινό και τις ρυθμιστικές αρχές όσον αφορά τις περιβαλλοντικές επιδόσεις, και υπονομεύει την άσκηση υπεύθυνης επιχειρηματικής συμπεριφοράς, και θα πρέπει, για τους λόγους αυτούς, να καταπολεμηθεί· λαμβάνοντας υπόψη ότι, γενικότερα, οι εταιρείες που χρησιμοποιούν την ΕΚΕ ως μέσο εμπορικής προώθησης πρέπει να εξασφαλίζουν την ακρίβεια των σχετικών ισχυρισμών·
ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εφαρμογή της πρωτοβουλίας για τη διαφάνεια των εξορυκτικών βιομηχανιών αποσκοπεί στην ενίσχυση της διαφάνειας όσον αφορά τη διαχείριση των εσόδων, με στόχο τη μείωση του κινδύνου της διαφθοράς και την επίτευξη ισότιμου καταμερισμού των οφελών·
ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι παρόλο που κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες πολλές αφρικανικές χώρες έχουν ελευθερώσει σε μεγάλο βαθμό την οικονομία, το εμπόριο και τις επενδύσεις, δεν έχουν επιτύχει σημαντική οικονομική διαφοροποίηση και έχουν κατά μέσο όρο λιγότερο διαφοροποιημένες οικονομίες, οι οποίες είναι πιο συγκεντρωμένες, για παράδειγμα, στην εξαγωγή ορυκτών και γεωργικών προϊόντων χαμηλής προστιθέμενης αξίας, που είναι αμφότερα εξαιρετικά ευαίσθητα στις εξωτερικές διαταραχές των τιμών· λαμβάνοντας υπόψη ότι όλες οι προσπάθειες θα πρέπει σήμερα να επικεντρώνονται στην επίτευξη μεγαλύτερης οικονομικής διαφοροποίησης, ήτοι στη μείωση της εξάρτησης από τις εξορυκτικές βιομηχανίες ή τις εξαγωγές γεωργικών προϊόντων·
Κ. λαμβάνοντας υπόψη ότι με τη δήλωση της Αντίς Αμπέμπα για την ανάπτυξη και τη διαχείριση των ορυκτών πόρων της Αφρικής, οι αφρικανικές χώρες καλούνται να εξασφαλίσουν ότι η εθνική αναπτυξιακή πολιτική τους δεν περιορίζεται λόγω των ΣΟΕΣ και των γενικών διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ, και ότι η ελευθέρωση του εμπορίου, που μπορεί να αυξήσει την εξάρτηση των αφρικανικών χωρών χαμηλού εισοδήματος από τα βασικά αγαθά, δεν θα οδηγήσει σε φαινόμενα «εγκλωβισμού»·
ΚΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι από τη δεκαετία του 1980, όταν και πραγματοποιήθηκαν μεταρρυθμίσεις στον εξορυκτικό τομέα υπό την καθοδήγηση της Παγκόσμιας Τράπεζας, η Λατινική Αμερική στρέφεται πάλι προς την ενίσχυση του ρόλου των κρατικών θεσμών, εστιάζοντας σε εθνικές προτεραιότητες και στόχους οικονομικής ανάπτυξης·
ΚΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι φόροι εξαγωγών εφαρμόζονται ευρέως, παρόλο που πολλές περιφερειακές εμπορικές συμφωνίες και οι συμφωνίες οικονομικής εταιρικής σχέσης (ΣΟΕΣ) που συνάπτει η ΕΕ απαγορεύουν την εφαρμογή τους·
ΚΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες χώρες ΑΚΕ ανησυχούν για το γεγονός ότι οι περιορισμοί που επιβάλλονται δυνάμει των ΣΟΕΣ στους φόρους εξαγωγών μπορεί να καταστήσουν δυσχερέστερη την ανέλιξη στην αλυσίδα αξίας·
ΚΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφθορά και οι αδιαφανείς συμβάσεις είναι ευρέως διαδεδομένες στην εξορυκτική βιομηχανία·
ΚΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο παγκόσμιος χαρακτήρας των σύγχρονων αλυσίδων εφοδιασμού σημαίνει ότι φυσικοί πόροι που έχουν πυροδοτήσει μερικές από τις πιο βίαιες συγκρούσεις στον κόσμο αποτελούν αντικείμενο αγοροπωλησίας διεθνώς, μεταξύ άλλων από εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ·
ΚΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εθελοντικές προσπάθειες που καταβάλλουν οι εταιρείες προκειμένου να αποφεύγουν την προμήθεια ορυκτών που αποτελούν αιτία συρράξεων, αν και ευπρόσδεκτες, δεν έχουν αποφέρει πάντοτε καρπούς·
ΚΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενότητα 1502 του νόμου Dodd Frank των ΗΠΑ, του 2010, απαιτεί από τις εταιρείες που είναι καταχωρημένες στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC), συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών εταιρειών, να επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια για τον καθορισμό του εάν τα προϊόντα τους περιέχουν ορυκτά από την πώληση των οποίων έχει χρηματοδοτηθεί η δράση ένοπλων ομάδων στη ΛΔΚ· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε συνοδευτική απόφαση, η SEC χαρακτήρισε τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ αξιόπιστο πρότυπο για τη δέουσα επιμέλεια για τις εταιρείες που εφαρμόζουν τον νόμο·
ΚΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά τη σχετική επιτυχία των προσπαθειών για τον τερματισμό των συγκρούσεων μέσω της αποτροπής της ροής εσόδων από εξορυκτική δραστηριότητα μικρής κλίμακας προς ένοπλες ομάδες στην περίπτωση των διαμαντιών, απαιτούνται ευρύτερες προσπάθειες για τη θέσπιση ενός ισχυρού νομικού και θεσμικού πλαισίου που θα διέπει τις εξορυκτικές δραστηριότητες μικρής κλίμακας, πέραν της Διεθνούς Διάσκεψης για την Περιοχή των Μεγάλων Λιμνών (ICGLR)·
Εξορυκτική δραστηριότητα και βιώσιμη ανάπτυξη
1. επισημαίνει με ανησυχία ότι η μη βιώσιμη εξορυκτική δραστηριότητα μπορεί να έχει τεράστιο αρνητικό περιβαλλοντικό και κοινωνικό αντίκτυπο, ιδίως στην Αφρική·
2. τονίζει ότι η παγκόσμια έκρηξη των τιμών των βασικών προϊόντων, την οποία πυροδότησε η ζήτηση από τις αναδυόμενες οικονομίες, προσφέρει μια εξαιρετική ευκαιρία στις πλούσιες σε πόρους αναπτυσσόμενες χώρες, ιδίως της Αφρικής, να αυξήσουν τα έσοδά τους και να τα διοχετεύσουν στην ανάπτυξη, προς το συμφέρον των λαών τους· υποστηρίζει τις εθνικές πολιτικές που αποσκοπούν σε αυτό· επισημαίνει ότι οι νομοθετικές και κανονιστικές μεταρρυθμίσεις είναι συχνά ζωτικής σημασίας, και τονίζει ότι τα απαραίτητα περιθώρια χάραξης πολιτικής δεν θα πρέπει να περιορίζονται από εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες·
3. τονίζει ότι η εξορυκτική βιομηχανία δεν θα πρέπει μόνο να δημιουργεί έσοδα τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη, αλλά να συμβάλλει επίσης στην ανάπτυξη μέσω της ανάπτυξης δεσμών με την τοπική οικονομία, για παράδειγμα μέσω της προσφοράς απασχόλησης και κατάρτισης στον τοπικό πληθυσμό, της αγοράς τοπικών προϊόντων και υπηρεσιών, της επιτόπου επεξεργασίας της εξορυσσόμενης ύλης, και της συμμετοχής σε προσπάθειες για την ανάπτυξη τοπικών κλάδων που χρησιμοποιούν την εξορυσσόμενη ύλη σε κατεργασμένη ή ακατέργαστη μορφή για την παραγωγή τους ή που μπορούν να επωφεληθούν από την παρουσία των μεταλλευτικών επιχειρήσεων με άλλους τρόπους· καλεί τα κράτη μέλη της Αφρικανικής Ένωσης να υλοποιήσουν με συστηματικό τρόπο το αφρικανικό όραμα για τους ορυκτούς πόρους· είναι πεπεισμένο ότι, με τους τρόπους αυτούς, μπορεί να επιταχυνθεί σημαντικά η πρόοδος για την εκπλήρωση των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας· για τον σκοπό αυτό, τονίζει την ανάγκη προώθησης των αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης με βάση την περιβαλλοντικά και κοινωνικά υπεύθυνη εξορυκτική δραστηριότητα·
4. καλεί τις αναπτυσσόμενες χώρες να αναβαθμίσουν την περιφερειακή συνεργασία τους, με την ανάπτυξη και έγκριση κοινών προτύπων και προδιαγραφών για το περιβάλλον, τον κοινωνικό τομέα, την υγεία και την ασφάλεια στον εξορυκτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων των ASM·
5. τονίζει την ανάγκη για περιφερειακές και διεθνείς προσεγγίσεις όσον αφορά την καταπολέμηση της παράνομης εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων· παροτρύνει τις αναπτυσσόμενες χώρες να λάβουν μέτρα για την ένταξη της βιοτεχνικής και μικρής κλίμακας εξορυκτικής δραστηριότητας στην επίσημη οικονομία, προκειμένου να βελτιώσουν τα μέσα βιοπορισμού, να εξασφαλίσουν μισθούς αξιοπρεπούς διαβίωσης και να ενσωματώσουν τον τομέα ASM στην οικονομία της υπαίθρου και στην εθνική οικονομία, παρέχοντας ταυτόχρονα προσιτή οικονομική και τεχνική στήριξη για τον σκοπό αυτό και εξασφαλίζοντας ένα νομικό καθεστώς που θα παρέχει στους κατόχους δικαιωμάτων ASM επαρκείς εκτάσεις γης με εξασφαλισμένη έγγειο ιδιοκτησία· καλεί την ΕΕ να βοηθήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες να αυξήσουν την ικανότητά τους σε τοπικό επίπεδο, ώστε να είναι σε θέση να εφαρμόζουν συστήματα παρακολούθησης και πιστοποίησης πριν καταφύγουν στην επιβολή απαγορεύσεων στη μεταφορά μη συμμορφούμενων ορυκτών·
6. υπογραμμίζει τις προσπάθειες της Ένωσης να στηρίξει την περαιτέρω θεσμική ανάπτυξη και τη δημιουργία ικανοτήτων στους κόλπους των κυβερνήσεων υποδοχής, προκειμένου να θεσπιστεί το αναγκαίο θεσμικό και νομικό πλαίσιο για τη διαχείριση και τη διάθεση των εσόδων από την εξορυκτική βιομηχανία (ΕΒ) με διαφανή και αποτελεσματικό τρόπο· υπογραμμίζει επίσης τις εταιρικές σχέσεις που έχουν αναπτυχθεί μεταξύ της Ένωσης και της Αφρικανικής Τράπεζας Ανάπτυξης· ειδικότερα, καλεί την ΕΕ να δώσει προτεραιότητα στη βοήθεια που παρέχει για την ανάπτυξη νομοθεσίας και φορολογικής πολιτικής, προκειμένου να μεγιστοποιηθούν τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο τα οφέλη της ανάπτυξης της εξορυκτικής βιομηχανίας, για τη δημιουργία τοπικής απασχόλησης, για τη διαμόρφωση μισθών αξιοπρεπούς διαβίωσης για τους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους, και για την αύξηση των δεσμών μεταξύ των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και της αλυσίδας εφοδιασμού που σχετίζεται με την ανάπτυξη της εξορυκτικής βιομηχανίας·
7. τονίζει ότι, σύμφωνα με την αρχή του ενστερνισμού, οι τοπικές κοινωνίες θα πρέπει να συμμετέχουν στον σχεδιασμό και την ανάπτυξη έργων σχετικών με φυσικούς πόρους, τα οποία θα πρέπει να αξιολογούνται με βάση τις παραμέτρους των τοπικών αλυσίδων εφοδιασμού και της απασχόλησης της τοπικής κοινότητας·
8. θεωρεί ουσιαστική την αναγνώριση και διασφάλιση των παραδοσιακών δικαιωμάτων και του πολιτισμού των αυτοχθόνων πληθυσμών στο πλαίσιο της ανάπτυξης της εξορυκτικής βιομηχανίας, καθώς και την εξασφάλιση της προηγούμενης και κατόπιν ενημέρωσης συμμετοχής τους·
9. τονίζει την ανάγκη να εξασφαλιστεί αποτελεσματική πρόσβαση στη δικαιοσύνη για τα θύματα παραβιάσεων της κοινωνικής ή περιβαλλοντικής νομοθεσίας από πολυεθνικές εταιρείες·
10. τονίζει ότι, στην περίπτωση που οι εγχώριοι κανονισμοί στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι συχνά ανεπαρκείς για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από εταιρικές παραβάσεις, το πλαίσιο του ΟΗΕ με τίτλο «Προστασία, σεβασμός και επανόρθωση» παρέχει ένα σύνολο ολοκληρωμένων και χρήσιμων αρχών για τον σεβασμό και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τις εταιρείες·
11. ζητεί την αποτελεσματική εφαρμογή του Αφρικανικού Χάρτη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο οποίος περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με τη διάθεση του πλούτου και των φυσικών πόρων, καθώς και αρχές για την παροχή επαρκούς αποζημίωσης·
12. ζητεί από τις αναπτυσσόμενες χώρες να επικυρώσουν και να εφαρμόσουν τις συμβάσεις και τα μέσα για τα ανθρώπινα δικαιώματα στον τομέα των ορυκτών, μεταξύ άλλων εξουσιοδοτώντας δημόσιους φορείς προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων να παρακολουθούν την επιβολή των προτύπων για τα ανθρώπινα δικαιώματα στον εξορυκτικό τομέα, καθώς επίσης αναπτύσσοντας εργαλεία και μεθοδολογίες για την ενσωμάτωση των ζητημάτων υγείας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις διαδικασίες εκτίμησης επιπτώσεων·
13. επισημαίνει με ανησυχία ότι, κατά τον John Ruggie, ειδικό εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, περίπου τα δύο τρίτα των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προέρχονται από τους τομείς του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και της εξόρυξης· τονίζει ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ και η διεθνής κοινότητα έχουν καθήκον, σύμφωνα με το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο για τα ανθρώπινα δικαιώματα, να εξασφαλίζουν ότι οι εταιρείες που λειτουργούν στη δικαιοδοσία τους δεν προκαλούν ούτε συμβάλλουν σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, άμεσα ή έμμεσα, μέσω των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους·
14. εκφράζει την ανησυχία του για τις συνθήκες εργασίας στα ορυχεία μικρής κλίμακας, όπου πολλές θέσεις εργασίας είναι επισφαλείς, δεν συμμορφώνονται καθόλου με τα διεθνή και εθνικά πρότυπα εργασίας, και τα ποσοστά των ατυχημάτων εκτιμάται ότι είναι έξι ή επτά φορές υψηλότερα από ό,τι στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις· καλεί τις κυβερνήσεις των αναπτυσσόμενων χωρών και τις μεταλλευτικές εταιρείες να εφαρμόζουν τα θεμελιώδη πρότυπα εργασίας, όπως ορίζονται στις συμβάσεις της ΔΟΕ, προκειμένου να εξασφαλίζουν αξιοπρεπείς και ασφαλείς συνθήκες εργασίας για όλους τους εργαζομένους των ορυχείων, συμπεριλαμβανομένης της Σύμβασης για την ασφάλεια και την υγιεινή στα ορυχεία·
15. καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να συνδράμουν περισσότερο στην καταπολέμηση της παιδικής εργασίας στα ορυχεία και να στηρίξουν τις προσπάθειες της ΔΟΕ για την παροχή εκπαιδευτικών ευκαιριών και εναλλακτικών προοπτικών για τη δημιουργία εισοδήματος με στόχο την απομάκρυνση των παιδιών από τις εξορυκτικές δραστηριότητες·
16. εκφράζει την επιδοκιμασία του για το γεγονός ότι τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν αναπτύξει μεθόδους που εξασφαλίζουν πως όσοι επενδύουν σε ορυκτά εκπονούν εκτιμήσεις περιβαλλοντικών επιπτώσεων και εκτιμήσεις κοινωνικών επιπτώσεων· επισημαίνει, ωστόσο, ότι η ανάπτυξη ικανοτήτων στις αναπτυσσόμενες χώρες για την επιβολή των απαιτήσεων αυτών παραμένει προβληματική, λόγω οικονομικών εμποδίων και εμποδίων που σχετίζονται με το ανθρώπινο δυναμικό· καλεί, στο πλαίσιο αυτό την ΕΕ να αναβαθμίσει την παροχή τεχνικής βοήθειας, ώστε να μπορέσουν οι αναπτυσσόμενες χώρες να καθιερώσουν την πρακτική της διενέργειας συστηματικής εκτίμησης των κινδύνων για την υγεία, την κοινωνία και το περιβάλλον, προβλέποντας παράλληλα ουσιαστική δημόσια συμμετοχή·
17. υπογραμμίζει τον ρόλο του Ομίλου της Παγκόσμιας Τράπεζας στην ανάπτυξη υπεύθυνων επιχειρηματικών πρακτικών· υπενθυμίζει ότι απαιτείται να βελτιωθεί ο τρόπος ανταλλαγής και αξιοποίησης των γνώσεων για τη δημιουργία θεσμών που μεριμνούν για την εξασφάλιση μεγαλύτερης ακεραιότητας, και να τίθενται στη διάθεση των πολιτών οι πληροφορίες και τα μέσα δράσης για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της λογοδοσίας των κυβερνήσεών τους·
18. ζητεί από τις αρχές να απαγορεύουν τις δραστηριότητες μεταλλευτικής έρευνας και εκμετάλλευσης σε εθνικά πάρκα και τόπους παγκόσμιας κληρονομιάς, και καλεί τις επιχειρήσεις να μην πραγματοποιούν τέτοιου είδους μεταλλευτική έρευνα και εκμετάλλευση·
19. πιστεύει ότι η εξορυκτική βιομηχανία θα μπορούσε και θα πρέπει να προσφέρει την πολύτιμη συμβολή της στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής μέσω της μεταφοράς τεχνολογίας και της πραγματοποίησης υπεύθυνων επενδύσεων· τονίζει, ειδικότερα, ότι οι επιχειρήσεις εξόρυξης μεγάλης κλίμακας θα μπορούσαν να προσφέρουν την τεχνογνωσία για τον μετριασμό των εκπομπών στον τομέα εξόρυξης μικρής και μεσαίας κλίμακας· επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς την ΕΕ, να επιδιώξει την επίτευξη συμφωνιών σχετικά με τη χρηματοδότηση για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, τη μεταφορά τεχνολογίας και την ανάπτυξη ικανοτήτων, καθώς και να αναβαθμίσει τη βοήθειά της προς τις αναπτυσσόμενες χώρες για τη μείωση των εκπομπών CO2·
20. τονίζει την ανάγκη να θεσπιστεί ισχυρή ευρωπαϊκή νομοθεσία για τη δημοσιοποίηση των μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών από ορισμένες μεγάλες εταιρείες, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης των εταιρειών να επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια με γνώμονα την εκτίμηση κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού τους·
Ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα
21. ζητεί την ουσιαστική υλοποίηση της δήλωσης της ΔΟΕ για τις θεμελιώδεις αρχές και τα θεμελιώδη δικαιώματα στην εργασία, των κατευθυντήριων γραμμών του ΟΟΣΑ για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις, του Παγκόσμιου Συμφώνου των Ηνωμένων Εθνών (UNGC) και των κατευθυντήριων αρχών των Ηνωμένων Εθνών για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα (UNGP), μέσω κοινών μηχανισμών για ολόκληρο τον βιομηχανικό κλάδο·
22. καλεί την ΕΥΕΔ και την Επιτροπή να εξασφαλίσουν την τακτική κατάρτιση, για θέματα ΕΚΕ, των εμπορικών ακολούθων της ΕΕ στις αντιπροσωπείες της ΕΕ·
23. καλεί την Επιτροπή να προωθήσει ενεργά την υπεύθυνη επιχειρηματική συμπεριφορά μεταξύ των εταιρειών της ΕΕ που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό, εξασφαλίζοντας την αυστηρή συμμόρφωση προς όλες τις νομικές υποχρεώσεις, και ιδίως προς τα διεθνή πρότυπα και τους κανόνες στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της εργασίας και του περιβάλλοντος·
24. τονίζει ότι το θεματικό πεδίο διαφόρων σχεδίων εφαρμογής της ΕΚΕ είναι συχνά επιλεκτικό, κάτι που ισχύει επίσης για τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα· θεωρεί ότι μια τέτοια κατακερματισμένη προσέγγιση θα αποβεί επιζήμια για την αξιολόγηση της γενικής βιώσιμης επίδοσης μιας εταιρείας· θεωρεί ότι αυτά τα γενικά πλαίσια θα πρέπει, παράλληλα με την κοινή αντίληψη και ορολογία που έχουν αναπτύξει για τις αρχές της ΕΚΕ, να αποτελέσουν τη βάση για τον καθορισμό κοινών διεθνών προτύπων για ολόκληρη τη βιομηχανία που θα ορίζουν τι συνιστά υπεύθυνη επιχειρηματική πρακτική·
25. τονίζει επίσης ότι οι πρωτοβουλίες ΕΚΕ δεν θα πρέπει να θεωρούνται υποκατάστατο της ευθύνης που υπέχει μια κυβέρνηση απέναντι στους πολίτες της όσον αφορά την παροχή βασικών υποδομών και άλλων δημόσιων αγαθών, αλλά συμπλήρωμά της·
Καθεστώτα διεθνούς εμπορίου και επενδύσεων
26. καλεί την ΕΕ να αξιοποιήσει τις εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις της με βασικές χώρες εταίρους (π.χ. ΗΠΑ, Κίνα, Ιαπωνία, Βραζιλία και Ινδία) για να προωθήσει τον διάλογο για την ΕΚΕ· καλεί επίσης την ΕΕ να εκπονεί εκτιμήσεις επιπτώσεων όσον αφορά τη βιωσιμότητα των προτεινόμενων εμπορικών συμφωνιών πριν αρχίσει διαπραγματεύσεις· ζητεί τη σύναψη επενδυτικών συνθηκών με στόχο την ενίσχυση των θετικών πρακτικών ΕΚΕ και την υποβολή εκθέσεων·
27. τονίζει ότι οι εμπορικές συμφωνίες θα πρέπει να σέβονται την ανάγκη των αναπτυσσόμενων χωρών να διαφοροποιήσουν τις οικονομίες τους και να αναβαθμίσουν τις τεχνολογίες τους·
28. αναγνωρίζει τη σημασία των ξένων άμεσων επενδύσεων για τη βιομηχανική ανάπτυξη, επισημαίνοντας παράλληλα ότι οι υπερβολικά ευνοϊκοί όροι για άμεσες ξένες επενδύσεις στον μεταλλευτικό τομέα, που πρόσφεραν κατά τη δεκαετία του 1980 και του 1990 οι αναπτυσσόμενες χώρες, σε συνδυασμό με την κακοδιαχείριση, τη διαφθορά, την έλλειψη λογοδοσίας και την απουσία κανονιστικού καθεστώτος στο εσωτερικό τους, δεν επέτρεψαν στις χώρες αυτές να αποκτήσουν ένα δίκαιο μερίδιο των κερδών από την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων τους, που τους ήταν απολύτως αναγκαίο για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξή τους·
29. συμμερίζεται τον προβληματισμό του ειδικού εκπροσώπου των Ηνωμένων Εθνών για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα, σχετικά με το γεγονός ότι οι τρέχουσες μέθοδοι προστασίας των δικαιωμάτων των επενδυτών στις συμβάσεις και τις διεθνείς συμφωνίες περιορίζουν τη δυνατότητα των κρατών να προστατεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα· τονίζει την ανάγκη να εξευρεθεί ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων των επενδυτών και των υποχρεώσεων για βιώσιμη ανθρώπινη ανάπτυξη·
30. παροτρύνει την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να εφαρμόσουν τις 10 αρχές του ειδικού εκπροσώπου των Ηνωμένων Εθνών για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα, που αποσκοπούν στην ενσωμάτωση της διαχείρισης των κινδύνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα στις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμβάσεων μεταξύ κρατών και επενδυτών, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι ρήτρες σταθεροποίησης δεν υπονομεύουν την προστασία και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· καλεί την ΕΕ να στηρίξει την ανάπτυξη ικανοτήτων στις αναπτυσσόμενες χώρες όσον αφορά τη διαπραγμάτευση και την εφαρμογή ρητρών για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων και τη βιώσιμη ανάπτυξη στις επενδυτικές συμφωνίες·
31. τονίζει ότι οι απαιτήσεις επιδόσεων που έχουν ως στόχο, για παράδειγμα, την αύξηση των δεσμών μεταξύ ξένων επενδυτών και τοπικών κατασκευαστών είναι ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της βιομηχανικής πολιτικής· τονίζει ότι οι επενδυτικές συμφωνίες θα πρέπει να εξασφαλίζουν την εκπλήρωση των απαιτήσεων για χρήση τοπικού περιεχομένου και μεταφορά τεχνολογίας, ώστε να ενθαρρύνονται οι ξένες επιχειρήσεις να αναπτύσσουν δεσμούς με προγενέστερα και μεταγενέστερα στάδια παραγωγής και να συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη του κράτους υποδοχής·
32. παροτρύνει τις αφρικανικές χώρες να εντείνουν τις προσπάθειές τους για περιφερειακή ολοκλήρωση προκειμένου να εξαλειφθούν ορισμένα ενδοαφρικανικά εμπόδια στην εκβιομηχάνιση με βάση την εξόρυξη·
33. υπογραμμίζει ότι οι φόροι εξαγωγών επιτρέπονται υπό το καθεστώς του ΠΟΕ και μπορούν να αποτελέσουν μέρος στρατηγικών πολιτικής που έχουν ως στόχο την ανάπτυξη των εγχώριων κατασκευαστικών ή μεταποιητικών κλάδων·
Οφέλη από τα έσοδα
34. καλεί την ΕΕ να βοηθήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες στη διαπραγμάτευση επενδυτικών συμφωνιών που θα αποφέρουν βιώσιμες κοινωνικές παροχές και βελτιωμένες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες· επισημαίνει ότι οι εταιρείες εξόρυξης, πιέζοντας τις κυβερνήσεις των αναπτυσσόμενων χωρών να ελαχιστοποιήσουν τους φόρους και τα δικαιώματα που επιβάλλουν, αποδυναμώνουν ουσιαστικά τη φορολογική ικανότητα του κράτους, ενώ, από την άλλη πλευρά, η «κλιμάκωση των δασμών» που εφαρμόζει η ΕΕ στα τελικά προϊόντα καθιστά δυσχερέστερη για τις αναπτυσσόμενες χώρες την παραγωγή πρώτων υλών για την επεξεργασία και την παραγωγή προϊόντων προστιθέμενης αξίας προς εξαγωγή·
35. τονίζει την ανάγκη για διαπραγμάτευση και εφαρμογή φορολογικών συμβάσεων με τις αναπτυσσόμενες χώρες, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι πολυεθνικές επιχειρήσεις θα καταβάλλουν τους φόρους που τους αναλογούν· καλεί, γενικότερα, την ΕΕ να αυξήσει τη στήριξή της προς τις αναπτυσσόμενες χώρες προκειμένου να τις βοηθήσει στις φορολογικές μεταρρυθμίσεις και στην ενίσχυση των φορολογικών διοικήσεων, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η σωστή συλλογή, διαχείριση και κατανομή των εσόδων από τα ορυκτά, και να καταβάλει προσπάθειες για τη σύναψη εμπορικών συμφωνιών που θα καταργούν την κλιμάκωση των δασμών σε επιλεγμένα τελικά προϊόντα, η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει εμπόδιο για την επεξεργασία και την παραγωγή προϊόντων προστιθέμενης αξίας με βάση τα ορυκτά υπονομεύοντας τη στρατηγική της οικονομικής διαφοροποίησης των αναπτυσσόμενων χωρών·
36. τονίζει ότι οι παράνομες ροές κεφαλαίων από την Αφρική συνδέονται με την έλλειψη διαφάνειας που επικρατεί σε σχέση με τις συμβάσεις εξόρυξης και τα φορολογικά καθεστώτα· θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και των φορολογικών παραδείσων θα πρέπει να παραμείνει κορυφαία προτεραιότητα·
37. εκφράζει την ανησυχία του για τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να χορηγούνται παραχωρήσεις σε εταιρείες εξόρυξης και για τα προβλήματα που μπορούν να προκύψουν συνακόλουθα, συμπεριλαμβανομένων της απαλλοτρίωσης, της στέρησης των μέσων βιοπορισμού των ανθρώπων και των προβλημάτων σε σχέση με τα δικαιώματα χρήσης και εγγείου ιδιοκτησίας· καλεί τις αρχές να οριοθετήσουν «απαγορευμένες περιοχές» όσον αφορά τη χορήγηση παραχωρήσεων σε περιοχές που προστατεύονται από την περιβαλλοντική νομοθεσία ή στις οποίες υπάρχει υψηλή συγκέντρωση βιοτεχνικών εξορυκτικών δραστηριοτήτων, και να κάνουν την οριοθέτηση αυτή πριν από τη χορήγηση παραχωρήσεων, προκειμένου να αποφευχθούν περιττές αναταραχές και προβλήματα με τις τοπικές κοινότητες και τις μεταλλευτικές εταιρείες· καλεί επίσης τις αρχές να αναπτύξουν ικανότητα για τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων με τοπικές κοινότητες, να αξιολογούν δεόντως τις αιτήσεις για χορήγηση παραχωρήσεων, να παρακολουθούν την εκμετάλλευση και να προβαίνουν σε εκτίμηση επιπτώσεων της εξορυκτικής δραστηριότητας πριν από τη χορήγηση παραχωρήσεων· καλεί τις αρχές να μεριμνήσουν για την επισημοποίηση και την αναγνώριση των παραχωρήσεων για εξορυκτικές δραστηριότητες μικρής κλίμακας σε κρατικό επίπεδο, ακόμη και σε περιπτώσεις όπου τα κράτη στρέφονται προς τη βιομηχανική εξόρυξη·
38. επικροτεί την πρόσφατη αναθεώρηση της οδηγίας για τη διαφάνεια και της λογιστικής οδηγίας, η οποία καθιερώνει υποχρεώσεις δημοσίευσης των πληρωμών με αποδέκτη τις κυβερνήσεις για τις βιομηχανίες εξόρυξης και υλοτομίας· παροτρύνει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν άμεσα τις ανωτέρω οδηγίες· ζητεί τα στοιχεία που συλλέγονται για τα έσοδα να διατίθενται σε όσο το δυνατόν πιο ανοικτή και προσιτή μορφή·
39. καλεί τις αρχές να εξασφαλίσουν ότι οι άδειες εξόρυξης και τα άλλα περιουσιακά στοιχεία θα πωλούνται ή θα χορηγούνται μέσω ανοικτών και διαφανών διαδικασιών υποβολής προσφορών· καλεί τις αρχές να δημοσιεύουν τις συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων των παραρτημάτων, των χαρτών και όλων των χρηματοοικονομικών στοιχείων, ως μέσο για την πρόληψη της διαφθοράς· καλεί τις αρχές και τις ενδιαφερόμενες εταιρείες να υποβάλλουν πλήρη κατάλογο των μετόχων όλων των μεταλλευτικών επιχειρήσεων, ιδίως στις περιπτώσεις νέων συμφωνιών, καθώς και πλήρη κατάλογο όσων επωφελούνται συστηματικά από τις συμφωνίες αυτές, ως μέσο για την πρόληψη της διαφθοράς· καλεί τις αρχές και τις εταιρείες να μεριμνούν ώστε όλες οι πληρωμές με αποδέκτη τις κυβερνήσεις να δημοσιεύονται με τρόπο ώστε τα σχετικά στοιχεία να είναι προσιτά στο ευρύ κοινό· ζητεί από την ΕΕ να απαιτεί από τις εξορυκτικές εταιρείες που είναι καταχωρημένες στην Ευρώπη να δημοσιεύουν τις συμβάσεις που συνάπτουν·
40. καλεί τις αρχές να διερευνούν τις σοβαρές καταγγελίες για διαφθορά στον μεταλλευτικό τομέα και να προβαίνουν σε διώξεις και σε πάγωμα κεφαλαίων, ή να αρνούνται τη διεκπεραίωση συναλλαγών, κατά περίπτωση· ζητεί να συμπεριλαμβάνεται στις εκτιμήσεις των κινδύνων διαφθοράς η εξέταση της διαδικασίας της δήμευσης περιουσιακών στοιχείων και της μεταπώλησης των δημευθέντων περιουσιακών στοιχείων, της εμπλοκής προσώπων ή εταιρειών ως μεσαζόντων σε συμφωνίες ταχείας μεταπώλησης παραχωρήσεων (flipping concessions) (ιδίως σε περίπτωση που είναι γνωστό ότι οι εν λόγω μεσάζοντες έχουν αναπτύξει σχέσεις με τις κυβερνητικές αρχές) και της πώλησης περιουσιακών στοιχείων σε αξία χαμηλότερη από την πραγματική, όπως επίσης της πώλησης στοιχείων χωρίς διαδικασία υποβολής προσφορών (ιδίως όταν τα στοιχεία είναι καίριας οικονομικής σημασίας ή όταν η υποβολή προσφορών αποτελεί τον κανόνα)· καλεί τις αρχές να εξασφαλίσουν ότι οι τελικοί αγοραστές των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων θα λογοδοτούν για τους μεσάζοντες με τους οποίους έχουν συνεργαστεί·
Διάρρηξη του δεσμού μεταξύ ένοπλων συγκρούσεων και εκμετάλλευσης ορυκτών
41. επισημαίνει με ανησυχία ότι η εκμετάλλευση φυσικών πόρων υψηλής αξίας, συμπεριλαμβανομένων του πετρελαίου, του φυσικού αερίου, των ορυκτών και της ξυλείας, αποτελει σημαντική πηγή συγκρούσεων σε όλο τον κόσμο· πιστεύει ότι, προκειμένου να επιτύχουν οι στρατηγικές για την πρόληψη των συγκρούσεων, πρέπει να αντιμετωπίζουν: τη σχεδόν ανύπαρκτη συμμετοχή των τοπικών κοινοτήτων στη διαδικασία για την ανάπτυξη της εξορυκτικής βιομηχανίας· τον άνισο καταμερισμό των οφελών· τις αρνητικές οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνέπειες· την κακοδιαχείριση των κεφαλαίων· τη διαφθορά· τον ρόλο του στρατού και των επαναστατικών κινημάτων· τα ανεπαρκή θεσμικά και νομικά πλαίσια που διέπουν την ανάπτυξη της εξορυκτικής βιομηχανίας· και την απουσία μνείας στα ζητήματα των φυσικών πόρων στις ειρηνευτικές συμφωνίες·
42. στηρίζει το αφρικανικό όραμα για τους ορυκτούς πόρους, σύμφωνα με το οποίο ένας περιβαλλοντικά και κοινωνικά υπεύθυνος, διαφανής και χωρίς αποκλεισμούς εξορυκτικός τομέας που θα παρέχει διαρκή οφέλη στις κοινότητες είναι απαραίτητος για την αντιμετώπιση των δυσμενών επιπτώσεων της εξόρυξης ορυκτών και την αποφυγή συγκρούσεων που προκαλούνται από τη μεταλλευτική εκμετάλλευση· ζητεί, σε αυτό το πλαίσιο, την εφαρμογή διαφανών και συμμετοχικών διαδικασιών διακυβέρνησης σε όλα τα επίπεδα, για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων των εξορυκτικών δραστηριοτήτων·
43. υπογραμμίζει ότι τα ορυκτά που αποτελούν αιτία συγκρούσεων αποτελούν σημαντική πρόκληση από τη σκοπιά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· τονίζει ότι η χρηστή διακυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένων των ορθών πρακτικών περιβαλλοντικής διαχείρισης και του ελέγχου και σεβασμού των κοινωνικών προτύπων, είναι απαραίτητη για την καταπολέμηση του προβλήματος των ορυκτών που αποτελούν αιτία συρράξεων·
44. επισημαίνει ότι οι περισσότερες πρωτοβουλίες που δρομολογήθηκαν διεθνώς για την καταπολέμηση του προβλήματος των ορυκτών που αποτελούν αιτία συγκρούσεων αποσκοπούν στην ενθάρρυνση της υπεύθυνης συμπεριφοράς των βιομηχανιών που αγοράζουν τα ορυκτά, μέσω συστημάτων πιστοποίησης για τα χυτήρια· ζητεί την ένταξη πτυχών συναφών με τα ανθρώπινα δικαιώματα σε όλα τα προγράμματα πιστοποίησης σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, όπως εκείνα που θεσπίζονται στο πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών του ΟΟΣΑ για τη δέουσα επιμέλεια όσον αφορά την υπεύθυνη διαχείριση των αλυσίδων εφοδιασμού από περιοχές που πλήττονται από συγκρούσεις και περιοχές υψηλού κινδύνου·
45. υπογραμμίζει ότι, προκειμένου οι τρέχουσες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες σχετικά με τα ορυκτά που αποτελούν αιτία συρράξεων να καταφέρουν να επιτύχουν τη διάρρηξη του δεσμού μεταξύ των ένοπλων συγκρούσεων και της μεταλλευτικής εκμετάλλευσης, και για να εξασφαλιστεί ότι συμμορφώνονται με τα διεθνή πρότυπα που ορίζονται από τον ΟΟΣΑ, θα πρέπει να θεσπιστεί ευρωπαϊκή νομοθεσία για τη ρύθμιση των πρωτοβουλιών αυτών, και για τη ρύθμιση των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ οι οποίες χρησιμοποιούν και εμπορεύονται φυσικούς πόρους που καλύπτονται από αυτές· καλεί, ως εκ τούτου, την Επιτροπή να προτείνει δεσμευτική νομοθεσία για τα ορυκτά που αποτελούν αιτία συρράξεων·
46. τονίζει ότι χρειάζεται ένας κανονισμός της ΕΕ που θα υποχρεώνει τις εταιρείες οι οποίες χρησιμοποιούν και εμπορεύονται ορυκτά και άλλους φυσικούς πόρους προερχόμενους από περιοχές που πλήττονται από συγκρούσεις και από περιοχές υψηλού κινδύνου να επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τη δέουσα επιμέλεια όσον αφορά την υπεύθυνη διαχείριση των αλυσίδων εφοδιασμού από περιοχές που πλήττονται από συγκρούσεις και περιοχές υψηλού κινδύνου, συμπληρωματικά προς τις αναθεωρήσεις της οδηγίας για τη διαφάνεια και της λογιστικής οδηγίας της ΕΕ, σχετικά με τη δημοσιοποίηση των χρηματοοικονομικών και μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών των μεγάλων εταιρειών, και προς τις διατάξεις του νόμου Dodd Frank για τα ορυκτά που αποτελούν αιτία συρράξεων· συγκεκριμένα, πιστεύει ότι μια τέτοια νομοθετική πράξη:
α)
θα δημιουργήσει μια νομικά δεσμευτική υποχρέωση για όλες τις εταιρείες προγενέστερων σταδίων που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ, οι οποίες χρησιμοποιούν και εμπορεύονται φυσικούς πόρους προερχόμενους από περιοχές που πλήττονται από συγκρούσεις και από περιοχές υψηλού κινδύνου, καθώς και για όλες τις εταιρείες μεταγενέστερων σταδίων που πρωτοδιαθέτουν τα προϊόντα στην ευρωπαϊκή αγορά, να επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια στην αλυσίδα εφοδιασμού προκειμένου να εντοπίζουν και να μετριάζουν τους κινδύνους χρηματοδότησης συγκρούσεων και καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·
β)
θα βασίζεται στις σχετικές διεθνείς πράξεις, συμπεριλαμβανομένου του Διεθνούς Χάρτη των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων όπως διαμορφώθηκε περαιτέρω από διεθνείς συνθήκες και διεθνή πρότυπα για τα ανθρώπινα δικαιώματα (όπως οι κατευθυντήριες αρχές των Ηνωμένων Εθνών για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα και το πλαίσιο με τίτλο «Προστασία, σεβασμός και επανόρθωση»), στις βασικές συνθήκες της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ), στο διεθνές ανθρωπιστικό και ποινικό δίκαιο και στις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τη δέουσα επιμέλεια όσον αφορά την υπεύθυνη διαχείριση των αλυσίδων εφοδιασμού από περιοχές που πλήττονται από συγκρούσεις και από περιοχές υψηλού κινδύνου·
γ)
θα ισχύει για όλα τα τμήματα της αλυσίδας εφοδιασμού και όλους ανεξαιρέτως τους φυσικούς πόρους οι οποίοι παράγονται σε οποιαδήποτε περιοχή που πλήττεται από συγκρούσεις ή περιοχή υψηλού κινδύνου·
δ)
θα βασίζεται σε μια προσέγγιση με γνώμονα τον κίνδυνο, βάσει της οποίας θα απαιτείται από τις εταιρείες να προβαίνουν σε εκτιμήσεις των πραγματικών και των δυνητικών δραστηριοτήτων τους και να μετριάζουν τους εντοπιζόμενους κινδύνους·
ε)
θα περιλαμβάνει την υποχρέωση διεξαγωγής τακτικών ανεξάρτητων ελέγχων και δημοσιοποίησης των προσπαθειών της εταιρείας να επιδεικνύει τη δέουσα επιμέλεια·
στ)
θα ορίζει τις απαιτήσεις για τη διενέργεια εκτιμήσεων κινδύνου από τις εταιρείες και για τον καθορισμό ενός πλαισίου διαχείρισης·
ζ)
θα περιλαμβάνει έναν μηχανισμό επιβολής κυρώσεων για περιπτώσεις μη συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις τήρησης της δέουσας επιμέλειας με γνώμονα την εκτίμηση κινδύνου στον τομέα της αλυσίδας εφοδιασμού·
η)
θα είναι συγκρίσιμη με τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται δυνάμει του νόμου Dodd Frank, έτσι ώστε η εκπλήρωση των υποχρεώσεων έναντι της ΕΕ από τις υπεύθυνες προμηθεύτριες εταιρείες να συνεπάγεται αυτομάτως την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που υπέχουν δυνάμει της νομοθεσίας των ΗΠΑ·
47. τονίζει ότι η νομοθεσία της ΕΕ για τη δέουσα επιμέλεια θα πρέπει να εντάσσεται στο πλαίσιο μιας ευρύτερης και συμπληρωματικής προσέγγισης, που θα αντιμετωπίζει τις βασικές αιτίες των συγκρούσεων και της αστάθειας, και θα συμπληρώνεται από προγράμματα αναπτυξιακής βοήθειας που θα πρέπει να επικεντρώνονται σε ζητήματα διακυβέρνησης και μεταρρύθμισης του τομέα της ασφάλειας και να αποσκοπούν στην ανάπτυξη των ικανοτήτων των τοπικών αρχών και των τοπικών κοινοτήτων για τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων, προς όφελος του τοπικού πληθυσμού·
48. καλεί την ΕΕ να υποστηρίξει την ανάπτυξη ικανοτήτων στις πλούσιες σε ορυκτά αναπτυσσόμενες χώρες και να καθιερώσει προγράμματα προμήθειας ορυκτών που δεν αποτελούν αιτία συρράξεων·
49. καλεί τις αναπτυσσόμενες χώρες να επιβάλουν εθνική νομοθεσία περί δέουσας επιμέλειας και να συμπεριλάβουν τα πρότυπα δέουσας επιμέλειας του ΟΟΣΑ ως απαίτηση στους εθνικούς μεταλλευτικούς κώδικές τους·
50. παροτρύνει την ΕΥΕΔ να ενισχύσει τον διάλογο με τις βασικές χώρες εταίρους (όπως η Κίνα, η Ιαπωνία, η Βραζιλία, η Ινδία και η Νότια Αφρική) για τη σημασία των εμπορικών πολιτικών που σέβονται την αρχή του «καθήκοντος της προστασίας» γενικά, και ειδικότερα τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΗΕ και το πλαίσιο του ΟΟΣΑ·
51. καλεί τα κράτη μέλη να δώσουν στις ευρωπαϊκές εταιρείες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με στρατηγικές για τον μετριασμό των κινδύνων κατά τη δραστηριοποίησή τους σε περιοχές υψηλού κινδύνου και περιοχές που πλήττονται από συγκρούσεις, ώστε να τις βοηθήσουν να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους στις περιοχές αυτές όταν τούτο είναι και προς όφελος του τοπικού πληθυσμού·
o o o
52. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.