Ευρετήριο 
Κείμενα που εγκρίθηκαν
Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014 - Στρασβούργο
Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης ***I
 Διεθνής Σύμβαση του Χονγκ Κονγκ για την ασφαλή και φιλική προς το περιβάλλον ανακύκλωση πλοίων ***
 Ρόλος και εργασίες της Τρόικας όσον αφορά τις χώρες της ζώνης του ευρώ που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα προσαρμογής
 Πτυχές συνδεόμενες με την απασχόληση και την κοινωνική διάσταση του ρόλου και των δραστηριοτήτων της Τρόικας
 Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας (γενικές διατάξεις)* **I
 Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας - αστυνομική συνεργασία, πρόληψη και καταπολέμηση του εγκλήματος και διαχείριση των κρίσεων ***I
 Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας (Εξωτερικά σύνορα και θεωρήσεις) ***I
 Εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση ***I
 Πρόγραμμα της Ένωσης στον τομέα της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου κατά την περίοδο 2014-2020 ***I
 Ραδιοεξοπλισμός ***I
 Γενικές κατευθυντήριες γραμμές για τον προϋπολογισμό 2015 - Τμήμα ΙΙΙ
 Εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία
 Εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας σε ό,τι αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
 Ο ρόλος της ιδιοκτησίας και της παραγωγής πλούτου για την εξάλειψη της φτώχειας και την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης
 Συνοχή της αναπτυξιακής πολιτικής
 Προτεραιότητες της ΕΕ για την 25η σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ
 Ρωσία: καταδίκη των διαδηλωτών που συμμετείχαν στα συμβάντα στην πλατεία Μπολότναγια
 Έναρξη διαβουλεύσεων για αναστολή της συμμετοχής της Ουγκάντα και της Νιγηρίας στη Συμφωνία του Κοτονού λόγω της πρόσφατης νομοθεσίας για την περαιτέρω ποινικοποοίηση της ομοφυλοφιλίας
 Ασφάλεια και εμπορία ανθρώπων στο Σινά

Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης ***I
PDF 286kWORD 109k
Ψήφισμα
Κείμενο
Παράρτημα
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί δημιουργίας του Ταμείου Ασύλου και Μετανάστευσης (COM(2011)0751 – C7-0443/2011 – 2011/0366(COD))
P7_TA(2014)0237A7-0022/2014

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0751),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 καθώς επίσης το άρθρο 78 παράγραφος 2 και το άρθρο79 παράγραφοι 2 και 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0443/2011),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2012(1),

—  έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών, της 18ης Ιουλίου 2012(2),

–  έχοντας υπόψη την απόφασή του, της 17ης Ιανουαρίου 2013, σχετικά με την έναρξη διοργανικών διαπραγματεύσεων και τη σχετική εντολή όσον αφορά την πρόταση(3),

–  έχοντας υπόψη τη δέσμευση που ανέλαβε ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου, με επιστολή της 20ής Δεκεμβρίου 2013, για την έγκριση της θέσης του Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A7-0022/2014),

1.  εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  εγκρίνει τις δηλώσεις του Κοινοβουλίου που επισυνάπτονται στο παρόν ψήφισμα·

3.  λαμβάνει υπόψη τη δήλωση του Συμβουλίου και τις δηλώσεις της Επιτροπής που επισυνάπτονται στο παρόν ψήφισμα·

4.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

5.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη δημιουργία του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης, την τροποποίηση της απόφασης 2008/381/ΕΚ του Συμβουλίου και την κατάργηση των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου αριθ. 573/2007/ΕΚ και αριθ. 575/2007/ΕΚ και της απόφασης 2007/435/ΕΚ του Συμβουλίου

P7_TC1-COD(2011)0366


(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 516/2014.)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ

Δηλώσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 80 ΣΛΕΕ:

«Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη έγκαιρης έγκρισης του παρόντος κανονισμού ώστε η υλοποίηση του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης («το Ταμείο») να ξεκινήσει από τις αρχές του 2014, επιδιώκοντας μια συμφωνία στην κατεύθυνση αυτήν και με δεδομένη την αδιάλλακτη στάση του Συμβουλίου, αποδέχθηκε το κείμενο του κανονισμού όπως αυτό εγκρίθηκε ανωτέρω. Ωστόσο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επαναλαμβάνει την άποψή του, την οποία διατήρησε σε όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων σχετικά με τον εν λόγω κανονισμό, ότι η ορθή νομική βάση για το Ταμείο περιλαμβάνει το άρθρο 80, δεύτερη φράση, της ΣΛΕΕ, ως κοινή νομική βάση. Αυτή η νομική βάση είναι σχεδιασμένη ώστε να ενεργοποιεί την αρχή της αλληλεγγύης, όπως αυτή εκφράζεται στο άρθρο 80, πρώτη φράση, της ΣΛΕΕ. Συγκεκριμένα, το Ταμείο εφαρμόζει την αρχή της αλληλεγγύης στις διατάξεις του όσον αφορά τη μεταφορά αιτούντων και δικαιούχων διεθνούς προστασίας (άρθρα 7 και 18) και όσον αφορά την επανεγκατάσταση (άρθρο 17). Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπογραμμίζει πως η έγκριση του παρόντος κανονισμού πραγματοποιείται με την αυστηρή επιφύλαξη της δέσμης νομικών βάσεων που θα είναι διαθέσιμες στους συννομοθέτες στο μέλλον, ιδίως όσον αφορά το άρθρο 80 της ΣΛΕΕ».

Μετεγκατάσταση:

«Αποσκοπώντας στην προώθηση της μετεγκατάστασης, ως μέσου έκφρασης αλληλεγγύης, και στη βελτίωση των συνθηκών όσον αφορά τη μετεγκατάσταση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλεί την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO) να αναπτύξει, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ένα εγχειρίδιο και μια μεθοδολογία σχετικά με τη μετεγκατάσταση, αφού καταγράψει τις βέλτιστες πρακτικές στα κράτη μέλη σε σχέση με τη μετεγκατάσταση, περιλαμβανομένων των συστημάτων εσωτερικής οργάνωσης και των συνθηκών υποδοχής και ένταξης. Για να δημιουργηθεί ένα κίνητρο μετεγκατάστασης και να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις μετεγκατάστασης για τα συμμετέχοντα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλεί επίσης την EASO να προσφέρει εμπειρογνωμοσύνη σχετικά με τη μετεγκατάσταση και να συντονίζει, σε συνεργασία με την Επιτροπή, ένα δίκτυο ειδικών στη μετεγκατάσταση, οι οποίοι θα μπορούν να συνέρχονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα για τεχνικές συνεδριάσεις σχετικά με συγκεκριμένα πρακτικά και νομοθετικά ζητήματα, καθώς και να προσφέρουν υποστήριξη όσον αφορά τη χρήση του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης για μετεγκαταστάσεις. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλεί την Επιτροπή να παρακολουθεί την εξέλιξη και τη βελτίωση του συστήματος χορήγησης ασύλου στα κράτη μέλη που επωφελούνται από τη μετεγκατάσταση, και να υποβάλλει τακτικές εκθέσεις σχετικά με τα αποτελέσματα της παρακολούθησης αυτής.»

Δήλωση του Συμβουλίου

Άρθρο 80 ΣΛΕΕ:

«Το Συμβούλιο υπογραμμίζει τη σημασία της αρχής της αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής των ευθυνών, η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 80 της ΣΛΕΕ, πρέπει να εφαρμόζεται στις πράξεις της Ένωσης που εκδίδονται σύμφωνα με το κεφάλαιο της ΣΛΕΕ για τις πολιτικές σχετικά με τους ελέγχους στα σύνορα, το άσυλο και τη μετανάστευση. Ο κανονισμός περί δημιουργίας του Ταμείου Ασύλου και Μετανάστευσης περιλαμβάνει κατάλληλα μέτρα για την εφαρμογή της ανωτέρω αρχής. Ωστόσο, το Συμβούλιο επαναλαμβάνει την άποψή του ότι το άρθρο 80 της ΣΛΕΕ δεν συνιστά νομική βάση κατά την έννοια του δικαίου της ΕΕ. Εντός του κεφαλαίου αυτού, μόνο τα άρθρα 77 παράγραφοι 2 και 3, το άρθρο 78 παράγραφοι 2 και 3 και το άρθρο 79 παράγραφοι 2, 3 και 4 περιέχουν νομικές βάσεις που επιτρέπουν στα αρμόδια θεσμικά όργανα της ΕΕ να εκδίδουν νομικές πράξεις της ΕΕ.»

Δηλώσεις της Επιτροπής

Άρθρο 80 ΣΛΕΕ:

«Η Επιτροπή, επιδεικνύοντας πνεύμα συμβιβασμού και για να εξασφαλίσει την άμεση έγκριση της πρότασης, υποστηρίζει το τελικό κείμενο· επισημαίνει ωστόσο ότι τούτο δεν θίγει το δικαίωμα πρωτοβουλίας της σχετικά με την επιλογή των νομικών βάσεων, ειδικότερα όσον αφορά την μελλοντική χρήση του άρθρου 80 της ΣΛΕΕ.»

Ευρωπαϊκό Δίκτυο Μετανάστευσης (ΕΔΜ):

«Η Επιτροπή, επιδεικνύοντας πνεύμα συμβιβασμού, υποστηρίζει το τελικό κείμενο σχετικά με το άρθρο 23 το οποίο εξασφαλίζει συνεχή χρηματοδοτική στήριξη των δραστηριοτήτων του Ευρωπαϊκού Δικτύου Μετανάστευσης, διατηρώντας παράλληλα την παρούσα δομή, τους στόχους και τη διακυβέρνηση του ΕΔΜ, όπως προβλέπεται στην απόφαση 2008/381/ΕΚ του Συμβουλίου, της 14 Μαΐου 2008. Ωστόσο, η Επιτροπή επισημαίνει ότι τούτο δεν θίγει το δικαίωμα πρωτοβουλίας της σχετικά με μια μελλοντική πιο εκτεταμένη αναθεώρηση της σύστασης και λειτουργίας του δικτύου αυτού, όπως προβλεπόταν στην αρχική πρόταση της Επιτροπής για το άρθρο 23.»

(1) ΕΕ C 299, 4.10.2012, σ. 108.
(2) ΕΕ C 277, 13.9.2012, σ. 23.
(3) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0020.


Διεθνής Σύμβαση του Χονγκ Κονγκ για την ασφαλή και φιλική προς το περιβάλλον ανακύκλωση πλοίων ***
PDF 257kWORD 36k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για την επικύρωση από τα κράτη μέλη της Διεθνούς Σύμβασης του Χονγκ Κονγκ του 2009 για την ασφαλή και φιλική προς το περιβάλλον ανακύκλωση πλοίων ή την προσχώρησή τους στη Σύμβαση αυτή προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης (15902/2013 – C7-0485/2013 – 2012/0056(NLE))
P7_TA(2014)0238A7-0166/2014

(Έγκριση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (15902/2013),

–  έχοντας υπόψη τη Διεθνή Σύμβαση του Χονγκ Κονγκ του 2009 για την ασφαλή και φιλική προς το περιβάλλον ανακύκλωση πλοίων,

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1257/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2013, για την ανακύκλωση πλοίων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 και της οδηγίας 2009/16/ΕΚ(1),

–  έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 192 παράγραφος 1 και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) σημείο v), και παράγραφος 8, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7‑0485/2013),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 81 παράγραφος 1 πρώτο και τρίτο εδάφιο, το άρθρο 81 παράγραφος 2 και το άρθρο 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A7-0166/2014),

1.  εγκρίνει το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου·

2.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.

(1) ΕΕ L 330, 10.12.2013, σ. 1.


Ρόλος και εργασίες της Τρόικας όσον αφορά τις χώρες της ζώνης του ευρώ που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα προσαρμογής
PDF 487kWORD 221k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τη διερευνητική έκθεση για τον ρόλο και τις εργασίες της Τρόικας (ΕΚΤ, Επιτροπή και ΔΝΤ) όσον αφορά τις χώρες της ζώνης του ευρώ που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα προσαρμογής (2013/2277(INI))
P7_TA(2014)0239A7-0149/2014

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 7, το άρθρο 136 σε συνδυασμό με το άρθρο 121, και το άρθρο 174,

–  έχοντας υπόψη τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 3,

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, σχετικά με την ενίσχυση της οικονομικής και δημοσιονομικής εποπτείας των κρατών μελών στη ζώνη του ευρώ τα οποία αντιμετωπίζουν ή απειλούνται με σοβαρές δυσκολίες αναφορικά με τη χρηματοοικονομική τους σταθερότητα(1),

–  έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ),

—  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Ιουνίου 2010 σχετικά με τη στρατηγική ΕΕ 2020(2),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 23ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο για τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών: εφαρμογή των προτεραιοτήτων του 2013(3),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 4ης Ιουλίου 2013, σχετικά με τις προτεραιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ως προς το Πρόγραμμα Εργασίας της Επιτροπής για το 2014(4),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 12ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την ενίσχυση της ευρωπαϊκής δημοκρατίας στη μελλοντική Οικονομική και Νομισματική Ένωση(5),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 20ής Νοεμβρίου 2012, που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την έκθεση των προέδρων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωομάδας «Προς μια ουσιαστική Οικονομική και Νομισματική Ένωση»(6),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 6ης Ιουλίου 2011, σχετικά με τη χρηματοπιστωτική, οικονομική και κοινωνική κρίση: συστάσεις για τα ενδεικνυόμενα μέτρα και πρωτοβουλίες(7),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 20ής Οκτωβρίου 2010, σχετικά με τη χρηματοπιστωτική, οικονομική και κοινωνική κρίση: συστάσεις για τα ενδεικνυόμενα μέτρα και πρωτοβουλίες (ενδιάμεση έκθεση)(8),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού και της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0149/2014),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τρόικα, η οποία περιλαμβάνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), αποτελεί απόρροια της απόφασης της 25ης Μαρτίου 2010 των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων των χωρών της ζώνης του ευρώ προκειμένου να καταρτιστεί ένα κοινό πρόγραμμα και να χορηγηθούν διμερή δάνεια υπό όρους στην Ελλάδα, αξιοποιώντας έτσι και τις συστάσεις του Συμβουλίου Ecofin, και έχει έκτοτε αναπτύξει τη δράση της και στην Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Κύπρο· λαμβάνοντας υπόψη ότι υφίσταται σημαντική συμμετοχή των υπουργών οικονομικών της ζώνης του ευρώ στις αποφάσεις σχετικά με τις λεπτομέρειες των διμερών δανείων·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τρόικα και ο ρόλος της προσδιορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 και αναφέρονται στη Συνθήκη για τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ)·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) επιβεβαίωσε, στην απόφασή του για την υπόθεση Pringle κατά Ιρλανδίας (υπόθεση C-370/12), ότι η Επιτροπή και η ΕΚΤ μπορούν να επιφορτιστούν με τα καθήκοντα που τους ανατίθενται στη Συνθήκη ΕΜΣ·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο της Τρόικας, η Επιτροπή, ενεργώντας ως αντιπρόσωπος της Ευρωομάδας, είναι αρμόδια για τη διαπραγμάτευση των όρων για τη χρηματοδοτική συνδρομή προς κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ «σε συνεργασία με την ΕΚΤ» και «εφόσον είναι δυνατόν, με το ΔΝΤ», χρηματοδοτική συνδρομή που αναφέρεται εφεξής ως «συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ», αλλά το Συμβούλιο είναι πολιτικά αρμόδιο για την έγκριση των προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής· λαμβάνοντας υπόψη ότι κάθε μέλος της Τρόικας ακολουθεί τους δικούς του διαδικαστικούς κανόνες·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τρόικα ήταν μέχρι στιγμής η βασική δομή για τις διαπραγματεύσεις μεταξύ των επίσημων δανειστών και των κυβερνήσεων των δικαιούχων χωρών, καθώς και για την επανεξέταση της εφαρμογής των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής· λαμβάνοντας υπόψη ότι, από την ευρωπαϊκή πλευρά, εάν παρέχεται στήριξη από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ), οι τελικές αποφάσεις όσον αφορά τη χρηματοδοτική συνδρομή και τους όρους υπό τους οποίους αυτή χορηγείται λαμβάνονται από την Ευρωομάδα, η οποία, ως εκ τούτου, φέρει την πολιτική ευθύνη για τα προγράμματα·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι υπήρξε ευρεία πολιτική συναίνεση για την αποφυγή μιας ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας κρατών μελών στην ΕΕ, και δη στη ζώνη του ευρώ, προκειμένου να αποφευχθεί το οικονομικό και κοινωνικό χάος το οποίο θα είχε ως αποτέλεσμα την αδυναμία καταβολής συντάξεων και πληρωμής των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, καθώς και ολέθριες επιπτώσεις στην οικονομία, στο τραπεζικό σύστημα και στην κοινωνική προστασία, πέραν της ολοκληρωτικής αποκοπής του δημοσίου από τις κεφαλαιαγορές για παρατεταμένη χρονική περίοδο·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τρόικα, μαζί με το οικείο κράτος μέλος, είναι επίσης υπεύθυνη για την προπαρασκευή των επίσημων αποφάσεων της Ευρωομάδας·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι αρκετά κράτη μέλη εκτός της ζώνης του ευρώ έχουν ήδη λάβει ή λαμβάνουν συνδρομή από την ΕΕ δυνάμει του άρθρου 143 της ΣΛΕΕ, η οποία παρέχεται από την ΕΕ σε συνδυασμό με το ΔΝΤ·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη της δημιούργησαν διάφορους ad hoc μηχανισμούς για την παροχή χρηματοδοτικής συνδρομής σε χώρες της ζώνης του ευρώ, αρχικά μέσω της χορήγησης διμερών δανείων, μεταξύ άλλων και από ορισμένες χώρες εκτός της ζώνης του ευρώ, στη συνέχεια μέσω προσωρινών ταμείων έκτακτης ανάγκης, συγκεκριμένα του ΕΤΧΣ και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοοικονομικής Σταθεροποίησης (ΕΜΧΣ), που δημιουργήθηκαν για τα κράτη μέλη της ΕΕ που αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες, και τέλος μέσω του ΕΜΣ, ο οποίος αποσκοπούσε στην αντικατάσταση όλων των άλλων μηχανισμών·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το ΔΕΕ, παραπέμποντας στο άρθρο 13 παράγραφος 3 της Συνθήκης ΕΜΣ, επιβεβαίωσε πρόσφατα (υπόθεση Pringle) ότι η Επιτροπή, με τη συμμετοχή της στη Συνθήκη ΕΜΣ, οφείλει να «προάγει το κοινό συμφέρον της Ένωσης» και να «μεριμνά για τη συμβατότητα με το δίκαιο της Ένωσης των μνημονίων κατανόησης που συνάπτονται από τον ΕΜΣ»·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην υπόθεση Pringle, το ΔΕΕ αποφάνθηκε επίσης ότι ο ΕΜΣ είναι συμβατός με τη ΣΛΕΕ και άνοιξε την πόρτα για την ενδεχόμενη ενσωμάτωση του μηχανισμού αυτού στο κοινοτικό κεκτημένο εντός των σημερινών ορίων των Συνθηκών·

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το μνημόνιο συνεννόησης (ΜΣ) είναι εξ ορισμού μια συμφωνία μεταξύ του οικείου κράτους μέλους και της Τρόικας, η οποία είναι αποτέλεσμα διαπραγματεύσεων και με την οποία το κράτος μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωση να φέρει εις πέρας μια σειρά συγκεκριμένων ενεργειών ως αντάλλαγμα χρηματοδοτικής συνδρομής· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή υπογράφει το ΜΣ για λογαριασμό των υπουργών οικονομικών της ζώνης του ευρώ· λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη ότι η κοινή γνώμη δεν γνωρίζει πώς διεξήχθησαν στην πράξη οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Τρόικας και του εκάστοτε κράτους μέλους και ότι, επιπλέον, δεν επικρατεί διαφάνεια σχετικά με το κατά πόσον το κράτος μέλος που ζήτησε συνδρομή είχε τη δυνατότητα να επηρεάσει το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι στη συνθήκη για τον ΕΜΣ προβλέπεται ότι ένα κράτος μέλος που ζητεί συνδρομή από τον ΕΜΣ αναμένεται να απευθύνει, ει δυνατόν, αίτημα παροχής συνδρομής στο ΔΝΤ·

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το συνολικό ποσό των πακέτων χρηματοδοτικής συνδρομής για τα τέσσερα προγράμματα είναι πρωτοφανές, όπως είναι και η διάρκεια, η δομή και το πλαίσιο των προγραμμάτων, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται μια ανεπιθύμητη κατάσταση στην οποία η παροχή συνδρομής έχει αντικαταστήσει σχεδόν αποκλειστικά τη συνήθη χρηματοδότηση από τις αγορές· λαμβάνοντας υπόψη ότι έτσι προστατεύεται ο τραπεζικός τομέας από ζημίες, μέσω της μεταφοράς μεγάλων ποσών χρέους των χωρών του προγράμματος από τους ισολογισμούς του ιδιωτικού τομέα στον ισολογισμό του δημόσιου τομέα·

ΙΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το ΔΕΕ έχει δηλώσει, στην απόφαση για την υπόθεση Pringle, ότι η επιβαλλόμενη με το άρθρο 125 ΣΛΕΕ απαγόρευση διασφαλίζει ότι τα κράτη μέλη δανείζονται υπακούοντας στη λογική της αγοράς, η οποία πρέπει να τα ωθεί στην τήρηση δημοσιονομικής πειθαρχίας, και ότι η τήρηση μιας τέτοιας πειθαρχίας συμβάλλει, σε επίπεδο Ένωσης, στην επίτευξη ενός υπέρτερου σκοπού, ήτοι στη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της νομισματικής ένωσης· λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη ότι το ΔΕΕ τονίζει πως το άρθρο 125 ΣΛΕΕ δεν απαγορεύει την παροχή, εκ μέρους ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών, χρηματοδοτικής συνδρομής σε κράτος μέλος, το οποίο παραμένει υπεύθυνο για τις υποχρεώσεις του έναντι των πιστωτών του, εφόσον οι όροι που συνδέονται με τη συνδρομή αυτή είναι τέτοιας φύσης ώστε να ωθούν το εν λόγω κράτος μέλος να εφαρμόσει υγιή δημοσιονομική πολιτική·

ΙΕ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρηματοπιστωτική κρίση έχει επιφέρει οικονομική και κοινωνική κρίση· λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική κατάσταση και οι πρόσφατες εξελίξεις σε ορισμένα κράτη μέλη είχαν σοβαρές και πρωτοφανείς αρνητικές επιπτώσεις όσον αφορά την ποσότητα και ποιότητα της απασχόλησης, την πρόσβαση στην πίστη, τα επίπεδα εισοδήματος, την κοινωνική προστασία και τα πρότυπα υγείας και ασφάλειας, και ότι συνεπώς υπάρχει αναμφισβήτητη οικονομική και κοινωνική δυσπραγία· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτές οι αρνητικές επιπτώσεις θα μπορούσαν να είναι σαφώς χειρότερες χωρίς τη χρηματοδοτική συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ και ότι η δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει συμβάλει ώστε να αποσοβηθεί μια περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης·

ΙΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 151 της ΣΛΕΕ προβλέπεται ότι τυχόν δράση που αναλαμβάνεται από την ΕΕ και τα κράτη μέλη της πρέπει να συνάδει με τα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα που ορίζονται στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του 1961 και στον Κοινοτικό Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων των Εργαζόμενων του 1989, με σκοπό τη βελτίωση, μεταξύ άλλων, του κοινωνικού διαλόγου·

ΙΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 152 ΣΛΕΕ, «η Ένωση αναγνωρίζει και προάγει τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων στο επίπεδό της, λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλομορφία των εθνικών συστημάτων» και «διευκολύνει τον μεταξύ τους διάλογο, σεβόμενη την αυτονομία τους»·

ΙΗ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το κόστος των υπηρεσιών για τους χρήστες υπηρεσιών αυξάνεται σε ορισμένα κράτη μέλη, πράγμα που σημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι δεν έχουν πλέον την οικονομική δυνατότητα να απολαμβάνουν επαρκές επίπεδο υπηρεσιών που να ανταποκρίνεται στις βασικές τους ανάγκες, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε ζωτικής σημασίας θεραπείες·

ΙΘ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ομάδα δράσης για την Ελλάδα συστάθηκε για να ενισχύσει την ικανότητα της ελληνικής διοίκησης να σχεδιάζει, να εφαρμόζει και να επιβάλλει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της λειτουργίας της οικονομίας, της κοινωνίας και της διοίκησης, και για να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για βιώσιμη ανάκαμψη και δημιουργία θέσεων εργασίας, καθώς και για να επιταχύνει την απορρόφηση των κονδυλίων των διαρθρωτικών ταμείων και του Ταμείου Συνοχής της ΕΕ στην Ελλάδα και να αξιοποιήσει κρίσιμους πόρους για τη χρηματοδότηση επενδύσεων·

Κ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στο ψήφισμά του, της 20ής Νοεμβρίου 2012, το Κοινοβούλιο ζήτησε να εφαρμοστούν στα θεσμικά όργανα της ΕΕ που αποτελούν μέλη της Τρόικας υψηλά πρότυπα δημοκρατικής λογοδοσίας σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η λογοδοσία είναι επιτακτικής σημασίας για την αξιοπιστία των προγραμμάτων συνδρομής και, ιδίως, απαιτεί μεγαλύτερη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων, καθώς και ότι είναι αναγκαίο τα μέλη της Τρόικας που ανήκουν στην ΕΕ να απευθύνονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο βάσει σαφούς εντολής πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους και να υπόκεινται στην υποχρέωση τακτικής αναφοράς προς το Κοινοβούλιο καθώς και σε δημοκρατικό έλεγχο εκ μέρους του·

KΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, βραχυπρόθεσμα, πρώτιστος στόχος των προγραμμάτων ήταν να αποφευχθεί μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία και να τεθεί τέρμα στην κερδοσκοπία σχετικά με το δημόσιο χρέος· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο μεσοπρόθεσμος στόχος ήταν να διασφαλιστεί η επιστροφή των χρημάτων που είχαν χορηγηθεί μέσω δανείων, αποφεύγοντας κατ' αυτόν τον τρόπο μια οικονομική ζημία μεγάλης έκτασης την οποία θα επωμίζονταν οι φορολογούμενοι των χωρών οι οποίες παρέχουν τη συνδρομή και εγγυώνται τα κεφάλαια· λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο αυτό, το πρόγραμμα πρέπει επίσης να επιτύχει βιώσιμη ανάπτυξη και αποτελεσματική μείωση του χρέους τόσο μεσοπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα προγράμματα δεν ήταν κατάλληλα για να διορθώσουν πλήρως τις μακροοικονομικές ανισορροπίες που είχαν συσσωρευτεί σε ορισμένες περιπτώσεις επί δεκαετίες·

Οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκονταν στην αρχή της κρίσης οι χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα

1.  θεωρεί ότι οι συγκεκριμένες συνθήκες που πυροδότησαν την κρίση διέφεραν σε καθένα από τα τέσσερα κράτη μέλη, παρότι παρατηρούνται κοινά μοτίβα όπως η ταχεία αύξηση των εισροών κεφαλαίου και η σώρευση μακροοικονομικών ανισορροπιών κατά τη διάρκεια των ετών που προηγήθηκαν της κρίσης· επισημαίνει ότι κρίσιμο ρόλο έπαιξαν το υπερβολικό ιδιωτικό και/ή δημόσιο χρέος, που είχε αυξηθεί σε μη βιώσιμα επίπεδα, και η υπερβολική αντίδραση των χρηματοπιστωτικών αγορών σε συνδυασμό με την κερδοσκοπία και την απώλεια ανταγωνιστικότητας, και ότι κανένα από αυτά δεν θα μπορούσε να έχει αποτραπεί από το υπάρχον πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ· επισημαίνει περαιτέρω ότι η κρίση του δημόσιου χρέους εμφάνιζε σε όλες τις περιπτώσεις ισχυρή συσχέτιση με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, η οποία προκλήθηκε από τη ρυθμιστική χαλαρότητα και από τις παρεκτροπές του χρηματοπιστωτικού τομέα·

2.  σημειώνει ότι τα δημόσια οικονομικά της Ευρώπης ήταν ήδη σε κακή κατάσταση πριν από την κρίση: πράγματι, από την δεκαετία του 1970 και έπειτα, το δημόσιο χρέος των κρατών μελών αυξανόταν σταδιακά υπό την επίδραση των διάφορων περιόδων οικονομικής επιβράδυνσης που σημειώθηκαν στην ΕΕ· επισημαίνει ότι το κόστος των σχεδίων ανάκαμψης, η μείωση των φορολογικών εσόδων και οι υψηλές δαπάνες κοινωνικής προστασίας έγιναν αιτία να διογκωθεί το δημόσιο χρέος και να αυξηθεί ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ σε όλα τα κράτη μέλη, αν και σε διαφορετικό βαθμό στο καθένα·

3.  υπενθυμίζει το τρίγωνο των διασυνδεδεμένων αδυναμιών, όπου η μη ισορροπημένη δημοσιονομική πολιτική ορισμένων κρατών μελών οδήγησε σε διεύρυνση των δημόσιων ελλειμμάτων σε σχέση με τα επίπεδα πριν από την κρίση και η χρηματοπιστωτική κρίση συνέβαλε σημαντικά στην εκτόξευση των ελλειμμάτων αυτών, με επακόλουθες εντάσεις στις αγορές τίτλων δημόσιου χρέους σε ορισμένα κράτη μέλη·

4.  επισημαίνει ότι η πρόσφατη χρηματοπιστωτική, οικονομική και τραπεζική κρίση είναι η σοβαρότερη κρίση που παρατηρήθηκε μετά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο· αναγνωρίζει ότι, εάν δεν είχε αναληφθεί δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η κρίση θα μπορούσε να είχε ακόμα σοβαρότερες επιπτώσεις· σημειώνει εν προκειμένω ότι ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ Jean-Claude Trichet επισήμανε σε μια δημόσια ακρόαση τον φόβο του πως, εάν δεν αναλαμβανόταν άμεση και αποφασιστική δράση, η κρίση δημόσιου χρέους μπορεί να είχε πυροδοτήσει μια κρίση ανάλογη της Μεγάλης Κρίσης του 1929·

5.  επισημαίνει ότι, πριν από την έναρξη του προγράμματος συνδρομής ΕΕ-ΔΝΤ, το οποίο δρομολογήθηκε την άνοιξη του 2010, υπήρχε ένας διττός φόβος που αφορούσε την «αφερεγγυότητα» και τη «μη βιωσιμότητα» των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας ως αποτέλεσμα της συνεχώς μειούμενης ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και του μακροχρόνιου δημοσιονομικού εκτροχιασμού, λόγω της χαμηλής πραγματικής είσπραξης φόρου εταιρειών, με το δημόσιο έλλειμμα να αγγίζει το 15,7% του ΑΕγχΠ το 2009, έναντι - 6,5% το 2007, και τον λόγο δημόσιου χρέους προς ΑΕγχΠ να συνεχίζει την ανοδική πορεία του από το 2003, όταν είχε διαμορφωθεί στο 97,4%, αγγίζοντας το 129,7% το 2009 και το 156,9% το 2012· είναι της γνώμης ότι η προβληματική κατάσταση της Ελλάδας οφειλόταν και στη στατιστική λαθροχειρία κατά τα έτη που προηγήθηκαν της κατάρτισης του προγράμματος· χαιρετίζει την αποφασιστική δράση της ελληνικής κυβέρνησης για επείγουσα και αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων, συμπεριλαμβανομένης της ίδρυσης της ανεξάρτητης Ελληνικής Στατιστικής Αρχής τον Μάρτιο του 2010· σημειώνει ότι η βαθμιαία αποκάλυψη της στατιστικής λαθροχειρίας στην Ελλάδα είχε αντίκτυπο στην ανάγκη αναπροσαρμογής των πολλαπλασιαστών, των προγνώσεων και των προτεινόμενων μέτρων· υπενθυμίζει ότι, λόγω της επιμονής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Eurostat (η στατιστική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης) είναι πλέον επιφορτισμένη με τις εξουσίες και τα μέσα για την παροχή ενός στέρεου συνόλου αξιόπιστων και αντικειμενικών στατιστικών στοιχείων·

6.  επισημαίνει ότι η Ελλάδα εισήλθε σε περίοδο ύφεσης το τέταρτο τρίμηνο του 2008· σημειώνει ότι συνέπεια των έξι τριμήνων αρνητικού ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕγχΠ που βίωσε η χώρα ήταν η ενεργοποίηση, κατά το έβδομο, του προγράμματος συνδρομής· σημειώνει ότι υπάρχει στενή συσχέτιση μεταξύ, αφενός, των επιπτώσεων της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της αύξησης του δημόσιου χρέους και, αφετέρου, της αύξησης του εθνικού χρέους και της οικονομικής κάμψης, δεδομένου ότι το δημόσιο χρέος είχε αυξηθεί από 254,7 δισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του τρίτου τριμήνου του 2008 σε 314,1 δισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του δεύτερου τριμήνου του 2010·

7.  σημειώνει ότι, ύστερα από την αίτηση της ελληνικής κυβέρνησης για χρηματοδοτική συνδρομή τον Απρίλιο του 2010, οι αγορές άρχισαν να επανεκτιμούν τα θεμελιώδη οικονομικά δεδομένα και τη φερεγγυότητα άλλων κρατών μελών της ζώνης του ευρώ και, στη συνέχεια, οι εντάσεις σχετικά με τα πορτογαλικά κρατικά ομόλογα οδήγησε γρήγορα το κόστος αναχρηματοδότησης της Πορτογαλίας σε μη βιώσιμα επίπεδα·

8.  επισημαίνει ότι τα οικονομικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν αρχικά από την κυβέρνηση κατά τις διαπραγματεύσεις χρειάστηκε να αναθεωρηθούν·

9.  επισημαίνει ότι, πριν από την έναρξη του προγράμματος συνδρομής ΕΕ-ΔΝΤ, η πορτογαλική οικονομία έπασχε από χαμηλή αύξηση του ΑΕγχΠ και της παραγωγικότητας επί σειρά ετών, καθώς και από υψηλές εισροές κεφαλαίου, και ότι τα φαινόμενα αυτά, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση των δαπανών, και ιδίως όσων υπόκεινται σε διακριτική ευχέρεια, σε ρυθμούς σταθερά μεγαλύτερους από την αύξηση του ΑΕγχΠ, καθώς και με τις επιπτώσεις της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, προκάλεσαν μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα και υψηλά επίπεδα δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, με παράλληλη μετάδοση επιπτώσεων της ελληνικής κρίσης, αυξάνοντας το κόστος αναχρηματοδότησης της Πορτογαλίας στις κεφαλαιαγορές σε μη βιώσιμα επίπεδα και αποκόπτοντας ουσιαστικά τον δημόσιο τομέα από τις εν λόγω αγορές· τονίζει ότι το 2010, πριν υποβληθεί αίτηση παροχής χρηματοδοτικής συνδρομής στις 7 Απριλίου 2011, ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης της Πορτογαλίας είχε μειωθεί στο 1,9% και το δημοσιονομικό της έλλειμμα είχε ανέλθει στο 9,8% (2010), το επίπεδο του δημόσιου χρέους της στο 94% (2010) και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών στο 10,6% του ΑΕγχΠ, ενώ το ποσοστό ανεργίας ανερχόταν σε 12%· επισημαίνει στο πλαίσιο αυτό ότι τα θεμελιώδη μακροοικονομικά μεγέθη επιδεινώθηκαν τάχιστα σε σχέση με τα αρκετά καλά επίπεδα το 2007 πριν από την κρίση – όταν ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης της Πορτογαλίας ανερχόταν στο 2,4%, το δημοσιονομικό της έλλειμμα στο 3,1%, το επίπεδο του δημόσιου χρέους της στο 62,7% και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών στο 10,2 % του ΑΕγχΠ, ενώ το ποσοστό ανεργίας ανερχόταν στο 8,1% – με αποτέλεσμα μια βαθιά και πρωτοφανή ύφεση·

10.  επισημαίνει ότι, πριν από την έναρξη του προγράμματος συνδρομής ΕΕ-ΔΝΤ, η ιρλανδική οικονομία είχε μόλις υποστεί τραπεζική και οικονομική κρίση πρωτοφανών διαστάσεων, που οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην έκθεση του ιρλανδικού χρηματοπιστωτικού τομέα στην «κρίση των επισφαλών ενυπόθηκων πιστώσεων» στις ΗΠΑ, στην ανεύθυνη ανάληψη κινδύνων από τις ιρλανδικές τράπεζες και στην ευρεία χρήση τίτλων προερχόμενων από τιτλοποίηση, μια κρίση που, ύστερα από την παροχή καθολικής εγγύησης και την επακόλουθη διάσωση, είχε αποτέλεσμα να αποκοπεί ο δημόσιος τομέας από τις κεφαλαιαγορές, πράγμα που οδήγησε στη μείωση του ιρλανδικού ΑΕγχΠ κατά 6,4% το 2009 (1,1 % το 2010) έναντι θετικής οικονομικής ανάπτυξης της τάξης του 5% του ΑΕγχΠ το 2007, σε αύξηση της ανεργίας από 4,7% το 2007 σε 13,9% το 2010, και σε έλλειμμα της ‘γενικής κυβέρνησης’, με κορύφωση στο 30,6% το 2010 ως αποτέλεσμα της στήριξης της ιρλανδικής κυβέρνησης στον τραπεζικό τομέα, έναντι πλεονάσματος 0,2% το 2007· επισημαίνει ότι η τραπεζική κρίση επήλθε εν μέρει λόγω ανεπαρκούς ρυθμιστικού πλαισίου, πολύ χαμηλών φορολογικών συντελεστών και ενός υπερβολικά διογκωμένου τραπεζικού κλάδου· αναγνωρίζει ότι οι ιδιωτικές ζημίες των ιρλανδικών τραπεζών μεταφέρθηκαν το ισοζύγιο του ιρλανδικού δημόσιου, προκειμένου να αποφευχθεί η κατάρρευση του ιρλανδικού τραπεζικού συστήματος καθώς και να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι διάχυσης στο σύνολο της ζώνης του ευρώ, και ότι η κυβέρνηση της Ιρλανδίας ενήργησε προς το ευρύτερο συμφέρον της Ένωσης κατά την αντιμετώπιση της τραπεζικής κρίσης· σημειώνει περαιτέρω ότι, κατά τη δεκαετία που προηγήθηκε του προγράμματος συνδρομής, η ιρλανδική οικονομία βίωσε μια παρατεταμένη περίοδο αρνητικών πραγματικών επιτοκίων·

11.  επισημαίνει την ανυπαρξία δημοσιονομικών ανισορροπιών πριν από την κρίση στην Ιρλανδία και το εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο του δημόσιου χρέους· επισημαίνει επίσης το εκτεταμένο επίπεδο ευελιξίας της αγοράς εργασίας πριν από την κρίση· σημειώνει ότι η τρόικα ζήτησε αρχικά τη μείωση των μισθών· εφιστά την προσοχή στο μη βιώσιμο τραπεζικό μοντέλο και σε ένα φορολογικό σύστημα βασισμένο υπερβολικά στα έσοδα από τη φορολόγηση της φούσκας των ακινήτων και των στοιχείων ενεργητικού, με αποτέλεσμα να βρεθεί το κράτος χωρίς έσοδα όταν έσκασαν αυτές οι φούσκες·

12.  επισημαίνει ότι γύρω στο 40% του ιρλανδικού ΑΕγχΠ διοχετεύτηκε στον τραπεζικό τομέα από τους φορολογούμενους σε μια στιγμή κατά την οποία η διάσωση με ίδια μέσα (ή εσωτερική διάσωση, bail-in) δεν ήταν διαθέσιμη, καθώς είχε προκαλέσει μεγάλες διχογνωμίες στο πλαίσιο της Τρόικας·

13.  ζητεί την πλήρη εφαρμογή της δέσμευσης που ανέλαβαν οι ηγέτες της ΕΕ τον Ιούνιο του 2012, προκειμένου να διαρραγεί αποτελεσματικά ο φαύλος κύκλος μεταξύ τραπεζών και κρατών, και να εξεταστεί περαιτέρω η κατάσταση του ιρλανδικού χρηματοπιστωτικού τομέα, κατά τρόπο που θα μειώσει σημαντικά το μεγάλο βάρος του τραπεζικού χρέους της Ιρλανδίας·

14.  σημειώνει ότι, όταν τέθηκε ζήτημα συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα (PSI) στην Ελλάδα, δεν εξετάστηκαν επαρκώς οι επιπτώσεις στο τραπεζικό σύστημα της Κύπρου, το οποίο βρισκόταν ήδη στα πρόθυρα της κατάρρευσης λόγω ενός χρεοκοπημένου τραπεζικού μοντέλου, ενώ υποστηρίζεται επίσης ότι για μια ακόμη φορά προστατεύτηκαν περιουσιακά στοιχεία που συνδέονταν με ορισμένα μεγαλύτερα κράτη μέλη·

15.  επισημαίνει ότι, τον Μάιο του 2011, η Κύπρος έχασε την πρόσβασή στις διεθνείς αγορές λόγω της σημαντικής επιδείνωσης των δημόσιων οικονομικών της, καθώς και της μεγάλης έκθεσης του κυπριακού τραπεζικού τομέα στην ελληνική οικονομία και στην αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους, η οποία προκάλεσε σημαντικές απώλειες στην Κύπρο· υπενθυμίζει ότι, αρκετά χρόνια πριν από την έναρξη του προγράμματος συνδρομής ΕΕ-ΔΝΤ το 2013, είχαν ανακύψει σοβαροί προβληματισμοί σχετικά με τη συστημική αστάθεια της κυπριακής οικονομίας, οι οποίοι βασίζονταν, μεταξύ άλλων, σε έναν τραπεζικό τομέα με υπερβολικό δείκτη μόχλευσης και επιζήτηση κινδύνων και με έκθεση σε υπερχρεωμένες τοπικές κτηματικές εταιρείες, στην ελληνική κρίση χρέους, στην υποβάθμιση των κρατικών κυπριακών ομολόγων από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, στην αδυναμία αναχρηματοδότησης των δημόσιων δαπανών από τις διεθνείς αγορές και στην απροθυμία των κυπριακών δημόσιων αρχών για αναδιάρθρωση του προβληματικού χρηματοπιστωτικού τομέα, ενώ αντίθετα επέλεγαν να στηριχτούν στη μαζική εισροή κεφαλαίων από τη Ρωσία· υπενθυμίζει επίσης ότι η κατάσταση αυτή περιεπλάκη ακόμη περισσότερο λόγω της υπέρμετρης στήριξης στις αποταμιεύσεις από ρώσους πολίτες και της προσφυγή για δάνειο στις ρωσικές αρχές· επισημαίνει περαιτέρω ότι το 2007 ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕγχΠ στην Κύπρο βρισκόταν στο 58,8%, αλλά αυξήθηκε σε 86,6% το 2012, ενώ το 2007 η γενική κυβέρνηση εμφάνιζε πλεόνασμα 3,5% του ΑΕγχΠ, το οποίο όμως το 2012 είχε μετατραπεί σε έλλειμμα -6.4%·

Χρηματοδοτική συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ, περιεχόμενο των μνημονίων συνεννόησης (ΜΣ) και εφαρμοζόμενες πολιτικές

16.  επισημαίνει ότι η Ελλάδα υπέβαλε την αρχική αίτηση παροχής χρηματοδοτικής συνδρομής στις 23 Απριλίου 2010 και ότι η συμφωνία μεταξύ των ελληνικών αρχών, αφενός, και της ΕΕ και του ΔΝΤ, αφετέρου, εγκρίθηκε στις 2 Μαΐου 2010, στα σχετικά μνημόνια συνεννόησης που περιέχουν τις προϋποθέσεις πολιτικής για τη χρηματοδοτική συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ· επισημαίνει ακόμη ότι, έπειτα από πέντε επανεξετάσεις και την ανεπαρκή επιτυχία του πρώτου προγράμματος, κρίθηκε απαραίτητη η έγκριση δεύτερου προγράμματος τον Μάρτιο του 2012, το οποίο έχει επανεξετασθεί έκτοτε τρεις φορές· επισημαίνει ότι το ΔΝΤ δεν έλαβε επαρκώς υπόψη τις αντιρρήσεις του ενός τρίτου των μελών του συμβουλίου του ως προς την κατανομή του οφέλους και του βάρους της εφαρμογής του πρώτου ελληνικού προγράμματος·

17.  επισημαίνει ότι η πρώτη συμφωνία του Μαΐου 2010 δεν περιλάμβανε διατάξεις για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, αν και είχε προταθεί από το ΔΝΤ, το οποίο, σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική του, θα προτιμούσε μια έγκαιρη αναδιάρθρωση του χρέους· υπενθυμίζει την απροθυμία της ΕΚΤ να εξετάσει οιαδήποτε μορφή αναδιάρθρωσης του χρέους το 2010 και το 2011 με το σκεπτικό ότι αυτό θα προκαλούσε μετάδοση των επιπτώσεων της κρίσης σε άλλα κράτη μέλη, καθώς και την άρνησή της να συμμετάσχει στην αναδιάρθρωση που συμφωνήθηκε τον Φεβρουάριο του 2012· επισημαίνει ότι, τον Νοέμβριο του 2010, η Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδας συνέβαλε στην εντατικοποίηση της αναταραχής στην αγορά, προειδοποιώντας δημόσια τους επενδυτές ότι οι πράξεις στήριξης ρευστότητας της ΕΚΤ δεν μπορούσαν πλέον να θεωρούνται δεδομένες στην περίπτωση του ελληνικού δημόσιου χρέους· επισημαίνει ακόμη ότι η δέσμευση των κρατών μελών ότι οι τράπεζές τους θα διατηρούσαν τα ανοίγματά τους στις ελληνικές αγορές ομολόγων δεν τηρήθηκε·

18.  επισημαίνει ότι η Πορτογαλία υπέβαλε την αρχική αίτηση παροχής χρηματοδοτικής συνδρομής στις 7 Απριλίου 2011 και ότι η συμφωνία μεταξύ των πορτογαλικών αρχών, αφενός, και της ΕΕ και του ΔΝΤ, αφετέρου, εγκρίθηκε στις 17 Μαΐου 2011, στα σχετικά μνημόνια συνεννόησης που περιέχουν τις προϋποθέσεις πολιτικής για τη χρηματοδοτική συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ· σημειώνει περαιτέρω ότι το πορτογαλικό πρόγραμμα έκτοτε επανεξετάστηκε τακτικά προκειμένου να προσαρμοσθούν οι στόχοι και οι σκοποί, λόγω των ανέφικτων αρχικών στόχων, και ότι αυτό οδήγησε στην επιτυχή δέκατη επανεξέταση του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής της Πορτογαλίας, με ευοίωνη προοπτική για σύντομη ολοκλήρωσή του·

19.  υπενθυμίζει ότι έχει αναφερθεί η άσκηση διμερούς πίεσης από την ΕΚΤ στις ιρλανδικές αρχές πριν εγκριθεί η αρχική συμφωνία μεταξύ των ιρλανδικών αρχών, αφενός, και της ΕΕ και του ΔΝΤ, αφετέρου, στις 7 Δεκεμβρίου 2010 και στις 16 Δεκεμβρίου 2010, αντίστοιχα, στα σχετικά μνημόνια συνεννόησης που περιέχουν τις προϋποθέσεις πολιτικής για τη χρηματοδοτική συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ· επισημαίνει ότι το πρόγραμμα βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στο εθνικό σχέδιο ανάκαμψης της οικονομίας για την περίοδο 2011-2014 της ιρλανδικής κυβέρνησης, το οποίο δημοσιεύθηκε στις 24 Νοεμβρίου 2010· σημειώνει ακόμη ότι το ιρλανδικό πρόγραμμα έχει έκτοτε επανεξετασθεί σε τακτικά διαστήματα, με τη δωδέκατη και τελική επανεξέταση στις 9 Δεκεμβρίου 2013, και ότι το ιρλανδικό πρόγραμμα ολοκληρώθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013·

20.  επισημαίνει ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε, στις 29 Ιουνίου 2012, να παράσχει στον ΕΜΣ τη δυνατότητα άμεσης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, μετά από επίσημη απόφαση και υπό τον όρο της θέσπισης ενός αποτελεσματικού ενιαίου εποπτικού μηχανισμού· επισημαίνει ακόμη ότι το λειτουργικό πλαίσιο για έναν μηχανισμό άμεσης ανακεφαλαιοποίησης, που θα υπόκειται σε όρους, καθορίστηκε από την Ευρωομάδα στις 20 Ιουνίου 2013·

21.  επισημαίνει ότι με την πάροδο του χρόνου εξελίχθηκε η αντίληψη για τη διάσωση με ίδια μέσα (bail-in)· στην περίπτωση της Ιρλανδίας το 2010, οι ιρλανδικές αρχές δεν είχαν την επιλογή της διάσωσης με ίδια μέσα για τους κατόχους ομολόγων με εξοφλητική προτεραιότητα, ενώ το 2013 στην Κύπρο αυτό προτάθηκε ως μέτρο πολιτικής, γεγονός το οποίο αύξησε το χάσμα μεταξύ των μέσων που χρησιμοποιούνται με σκοπό να περιοριστεί η τραπεζική κρίση και η κρίση του δημόσιου χρέους·

22.  επισημαίνει ότι η Κύπρος υπέβαλε μεν την αρχική αίτηση παροχής χρηματοδοτικής συνδρομής στις 25 Ιουνίου 2012, αλλά ότι οι διαφορετικές θέσεις των μερών όσον αφορά τις προϋποθέσεις, καθώς και η απόρριψη από το κυπριακό κοινοβούλιο, στις 19 Μαρτίου 2013, ενός αρχικού σχεδίου προγράμματος που περιλάμβανε τη διάσωση με ίδια μέσα για τις εγγυημένες καταθέσεις, με το σκεπτικό ότι ήταν αντίθετο προς το πνεύμα του ευρωπαϊκού δικαίου καθώς προέβλεπε ‘κούρεμα’ των μικρών καταθέσεων κάτω των 100.000 ευρώ, καθυστέρησαν τη σύναψη της τελικής συμφωνίας για το πρόγραμμα συνδρομής ΕΕ-ΔΝΤ μέχρι τις 24 Απριλίου 2013 (ΕΕ) και τις 15 Μαΐου 2013 (ΔΝΤ), αντίστοιχα, και η κυπριακή Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε τελικά τη συμφωνία στις 30 Απριλίου 2013· επισημαίνει την ύπαρξη αρχικών ανταγωνιστικών προτάσεων ως προς το πρόγραμμα της Κύπρου μεταξύ των μελών της Τρόικας και τονίζει την έλλειψη επαρκούς αιτιολόγησης ως προς το πώς έγινε δεκτό από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τους υπουργούς Οικονομικών της ΕΕ να συμπεριληφθούν οι εγγυημένες καταθέσεις· επιπροσθέτως, εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, όπως ανέφεραν οι κυπριακές αρχές, δυσκολεύτηκαν να πείσουν τους εκπροσώπους της Τρόικας για τις ανησυχίες τους κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, καθώς και για το γεγονός ότι η κυπριακή κυβέρνηση φέρεται να υποχρεώθηκε να δεχτεί το μέσο εσωτερικής διάσωσης για τις τραπεζικές καταθέσεις εξαιτίας του υπερβολικά υψηλού επιπέδου του ιδιωτικού χρέους σε σχέση με το ΑΕγχΠ· επισημαίνει ότι, ενώ η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (ΚΤΚ) και μια υπουργική επιτροπή συμμετείχαν ενεργά στη διαπραγμάτευση και στον σχεδιασμό του προγράμματος χρηματοδοτικής συνδρομής, και τελικά ο Διοικητής της ΚΤΚ και ο υπουργός Οικονομικών συνυπέγραψαν το μνημόνιο συνεννόησης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι υπήρξε εξαιρετικά περιορισμένος χρόνος για περαιτέρω λεπτομερή διαπραγμάτευση πτυχών του μνημονίου·

23.  σημειώνει τις σοβαρές παρενέργειες της εφαρμογής του εργαλείου εσωτερικής διάσωσης, στις οποίες περιλαμβάνεται η επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων· τονίζει ότι η πραγματική οικονομία της Κύπρου εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μείζονες προκλήσεις, δεδομένου ότι η περικοπή των πιστωτικών ορίων έχει σημαντικές επιπτώσεις στους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας·

24.  επισημαίνει ότι το ΔΝΤ είναι ο παγκόσμιος οργανισμός που είναι επιφορτισμένος να παρέχει στα κράτη που αντιμετωπίζουν προβλήματα ισοζυγίου πληρωμών χρηματοδοτική συνδρομή υπό όρους· επισημαίνει το γεγονός ότι όλα τα κράτη μέλη είναι μέλη του ΔΝΤ και έχουν, ως εκ τούτου, το δικαίωμα να ζητούν τη συνδρομή του, σε πλαίσιο συνεργασίας με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και υπό το πρίσμα της αξιολόγησης των συμφερόντων της ΕΕ και του εν λόγω κράτους μέλους· επισημαίνει ότι, λόγω του μεγέθους της κρίσης, η αποκλειστική εξάρτηση από τα χρηματοδοτικά μέσα του ΔΝΤ δεν θα ήταν επαρκής για την αντιμετώπιση των προβλημάτων των χωρών που έχουν ανάγκη χρηματοδοτικής συνδρομής·

25.  τονίζει ότι το ΔΝΤ επεσήμανε σαφώς τους κινδύνους που ενέχει το ελληνικό πρόγραμμα, ιδίως όσον αφορά τη βιωσιμότητα του χρέους· παρατηρεί ότι το ΔΝΤ, πέραν του ότι δέχθηκε την εκπόνηση και τη διαπραγμάτευση του προγράμματος από την Τρόικα, αποφάσισε να τροποποιήσει το κριτήριο για την πολιτική του έκτακτης πρόσβασης όσον αφορά τη βιωσιμότητα του χρέους, ώστε να καταστεί δυνατός ο δανεισμός προς την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία·

26.  εφιστά την προσοχή στους προβληματισμούς που εκφράστηκαν όσον αφορά την επίβλεψη από την ΕΚΤ του μηχανισμού επείγουσας ενίσχυσης υπό μορφή ρευστότητας· θεωρεί ότι η έννοια της φερεγγυότητας που χρησιμοποιείται από την ΕΚΤ υστερεί ως προς τη διαφάνεια και την προβλεψιμότητα·

27.  διαπιστώνει ότι η ΕΕ και οι διεθνείς οργανισμοί βρέθηκαν απροετοίμαστοι για μια μεγάλης εμβέλειας κρίση δημόσιου χρέους καθώς και για τις ποικίλες εστίες και επιπτώσεις της εντός της ζώνης του ευρώ, που οφείλονται, μεταξύ άλλων, στη μεγαλύτερη χρηματοπιστωτική κρίση από το 1929· εκφράζει την απογοήτευσή του για την απουσία κατάλληλης νομικής βάσης για την αντιμετώπιση μιας τέτοιας κρίσης· αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν για ταχεία και αποφασιστική αντίδραση, αλλά εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το Συμβούλιο αρνήθηκε συστηματικά να επεξεργαστεί μια μακροπρόθεσμη, ολοκληρωμένη και συστημική προσέγγιση· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ και οι ενωσιακές πολιτικές που αποσκοπούν στη μακροπρόθεσμη οικονομική σύγκλιση εντός της Ένωσης δεν έχουν αποφέρει απτά αποτελέσματα·

28.  επισημαίνει ότι τα ποσοστά συγχρηματοδότησης για τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ έχουν αυξηθεί έως και στο 95% για ορισμένα από τα κράτη μέλη που έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση και έχουν λάβει χρηματοδοτική ενίσχυση στο πλαίσιο προγράμματος προσαρμογής· τονίζει ότι οι τοπικές και εθνικές διοικήσεις πρέπει να ενισχυθούν προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της εφαρμογής της νομοθεσίας και των προγραμμάτων της ΕΕ, έτσι ώστε να επιταχυνθεί η απορρόφηση των κονδυλίων των διαρθρωτικών ταμείων·

29.  αναγνωρίζει, παρ’ όλα τα ανωτέρω, ότι η τεράστια πρόκληση την οποία αντιμετώπισε η Τρόικα καθώς εντεινόταν η κρίση ήταν πρωτοφανής, κάτι που οφείλεται μεταξύ άλλων στην κακή κατάσταση των δημόσιων οικονομικών, στην ανάγκη για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε ορισμένα κράτη μέλη, στην ανεπάρκεια του ρυθμιστικού πλαισίου για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, στις μεγάλες μακροοικονομικές ανισορροπίες που σωρεύονταν επί πολλά χρόνια, καθώς επίσης στις αποτυχίες σε επίπεδο πολιτικής και σε θεσμικό επίπεδο και στο γεγονός ότι τα περισσότερα παραδοσιακά μακροοικονομικά εργαλεία, όπως η δημοσιονομική πολιτική ή η εξωτερική υποτίμηση, δεν ήταν διαθέσιμα εξαιτίας των περιορισμών της νομισματικής ένωσης και του ανολοκλήρωτου χαρακτήρα της ζώνης του ευρώ· επισημαίνει ακόμη τη σημαντική πίεση χρόνου που οφειλόταν εν μέρει στο ότι οι αιτήσεις χρηματοδοτικής συνδρομής υποβλήθηκαν κατά κανόνα σε μια στιγμή κατά την οποία οι χώρες βρίσκονταν ήδη κοντά στη χρεοκοπία και είχαν χάσει την πρόσβαση στις αγορές, ενώ επίσης χρειαζόταν να ξεπεραστούν νομικά εμπόδια, ο φόβος αποσύνθεσης της ζώνης του ευρώ ήταν υπαρκτός, υπήρχε εξόφθαλμη ανάγκη να επιτευχθούν πολιτικές συμφωνίες και να ληφθούν αποφάσεις για μεταρρυθμίσεις, η παγκόσμια οικονομία βρισκόταν σε σοβαρή κάμψη και ορισμένες χώρες που θα συνεισέφεραν στη χρηματοδοτική συνδρομή γνώριζαν ανησυχητική αύξηση του δικού τους δημόσιου και ιδιωτικού χρέους·

30.  καταγγέλλει την έλλειψη διαφάνειας στις διαπραγματεύσεις για τα μνημόνια συνεννόησης· διαπιστώνει την ανάγκη να αξιολογηθεί κατά πόσον τα επίσημα έγγραφα κοινοποιούνταν με σαφήνεια και εξετάζονταν εγκαίρως από τα εθνικά κοινοβούλια και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και σε ποιο βαθμό συζητούνταν επαρκώς με τους κοινωνικούς εταίρους· επισημαίνει περαιτέρω ότι οι πρακτικές αυτές, που σημαίνουν ότι οι πληροφορίες παραμένουν πίσω από κλειστές πόρτες, ενδέχεται να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στα δικαιώματα των πολιτών, στη σταθερότητα της πολιτικής κατάστασης των εμπλεκόμενων χωρών και στην εμπιστοσύνη των πολιτών στη δημοκρατία και στο ευρωπαϊκό εγχείρημα·

31.  παρατηρεί ότι οι συστάσεις που περιλαμβάνονται στα μνημόνια συνεννόησης είναι αντίθετες προς την πολιτική εκσυγχρονισμού που εκπονήθηκε με τη στρατηγική της Λισαβόνας και τη στρατηγική «Ευρώπη 2020»· επισημαίνει περαιτέρω ότι τα κράτη μέλη που έχουν συνάψει μνημόνια συνεννόησης εξαιρούνται από όλες τις διαδικασίες υποβολής εκθέσεων στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, περιλαμβανομένης της υποβολής εκθέσεων για τους στόχους καταπολέμησης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, και δεν λαμβάνουν ειδικές κατά χώρα συστάσεις, εκτός αυτών που σχετίζονται με την εφαρμογή των μνημονίων συνεννόησής τους· υπενθυμίζει ότι χρειάζεται αναπροσαρμογή των μνημονίων συνεννόησης προκειμένου να λαμβάνουν υπόψη τις πρακτικές και τους θεσμικούς μηχανισμούς διαμόρφωσης των μισθών και το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων του οικείου κράτους μέλους στο πλαίσιο της στρατηγικής της Ένωσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013 (άρθρο 7 παράγραφος 1)· ζητεί αυτό να γίνει όπου δεν έχει ήδη γίνει· επισημαίνει, ωστόσο, ότι αυτό μπορεί εν μέρει να εξηγηθεί, έστω κι αν δεν μπορεί να δικαιολογηθεί πλήρως, από το γεγονός ότι τα προγράμματα χρειάστηκε να εφαρμοστούν υπό σημαντική πίεση χρόνου μέσα σε δύσκολο πολιτικό, οικονομικό και χρηματοπιστωτικό περιβάλλον·

32.  αποδοκιμάζει το γεγονός ότι τα προγράμματα για την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία περιλαμβάνουν μια σειρά από αναλυτικές οδηγίες για τη μεταρρύθμιση των συστημάτων υγείας και περικοπές συναφών δαπανών· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι τα προγράμματα αυτά δεν δεσμεύονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από τις διατάξεις των Συνθηκών, και ιδίως το άρθρο 168 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ·

33.  επισημαίνει ότι οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ ενέκριναν τα προγράμματα μακροοικονομικής προσαρμογής·

Η τρέχουσα οικονομική και κοινωνική κατάσταση

34.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα μέτρα που εφαρμόστηκαν προκάλεσαν βραχυπρόθεσμα αύξηση των ανισοτήτων στην κατανομή του εισοδήματος· επισημαίνει ότι η αύξηση των ανισοτήτων αυτών στις τέσσερις χώρες ξεπέρασε τον μέσο όρο· επισημαίνει ότι οι περικοπές στις κοινωνικές παροχές και υπηρεσίες και η αύξηση της ανεργίας η οποία προέκυψε λόγω των μέτρων που περιέχουν τα προγράμματα για την αντιμετώπιση της μακροοικονομικής κατάστασης, καθώς και οι μειώσεις στους μισθούς, οδηγούν στην αύξηση των επιπέδων της φτώχειας·

35.  επισημαίνει το απαράδεκτο επίπεδο της ανεργίας, της μακροχρόνιας ανεργίας και της ανεργίας των νέων, ιδίως στα τέσσερα κράτη μέλη που υπάγονται σε προγράμματα συνδρομής· τονίζει ότι η υψηλή ανεργία των νέων θέτει σε κίνδυνο τις ευκαιρίες για μελλοντική οικονομική ανάπτυξη, όπως δείχνουν οι μεταναστευτικές ροές νέων από τη Νότια Ευρώπη και την Ιρλανδία, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε διαρροή εγκεφάλων· υπενθυμίζει ότι η εκπαίδευση, η κατάρτιση και η ύπαρξη ισχυρού επιστημονικού και τεχνολογικού υποβάθρου έχουν αναγνωριστεί συστηματικά ως η κρίσιμη διαδρομή για τη διαρθρωτική κάλυψη της υστέρησης των εν λόγω οικονομιών· ως εκ τούτου, χαιρετίζει τις πρόσφατες πρωτοβουλίες σε επίπεδο ΕΕ όσον αφορά την εκπαίδευση και την απασχόληση των νέων, το πρόγραμμα Erasmus+, την πρωτοβουλία για την απασχόληση των νέων και τα 6 δισ. ευρώ για το σύστημα εγγύησης της ΕΕ για τους νέους, αλλά ζητεί ακόμη μεγαλύτερη πολιτική και οικονομική εστίαση στην αντιμετώπιση των ζητημάτων αυτών· τονίζει ότι οι αρμοδιότητες που αφορούν την απασχόληση παραμένουν κατά κύριο λόγο στα κράτη μέλη· συνεπώς, ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να εκσυγχρονίσουν περαιτέρω τα εθνικά εκπαιδευτικά τους συστήματα και να αντιμετωπίσουν την ανεργία των νέων·

36.  χαιρετίζει το τέλος του προγράμματος στην Ιρλανδία, στον βαθμό που σταμάτησαν οι αποστολές της Τρόικας και η χώρα προσέφυγε επιτυχώς στις αγορές ομολόγων στις 7 Ιανουαρίου 2014, καθώς και το αναμενόμενο τέλος του αντίστοιχου προγράμματος στην Πορτογαλία· αναγνωρίζει την άνευ προηγουμένου δημοσιονομική προσαρμογή στην Ελλάδα αλλά εκφράζει τη λύπη του για τα ανομοιογενή αποτελέσματα που παρουσιάζει η Ελλάδα, παρά τις πρωτοφανείς μεταρρυθμίσεις που έχουν αναληφθεί· αναγνωρίζει τις πολύ απαιτητικές προσπάθειες που έχει ζητηθεί να καταβληθούν από άτομα, οικογένειες, επιχειρήσεις και άλλα ιδρύματα της κοινωνίας των πολιτών στις χώρες που υπάγονται σε προγράμματα προσαρμογής· λαμβάνει υπόψη του τα πρώτα σημάδια μιας περιορισμένης οικονομικής βελτίωσης σε ορισμένες χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα· επισημαίνει ωστόσο ότι τα ποσοστά ανεργίας παραμένουν υψηλά επιβαρύνοντας την οικονομική ανάκαμψη, και ότι είναι ακόμη αναγκαίες συνεχείς και φιλόδοξες προσπάθειες τόσο σε εθνικό όσο και σε ενωσιακό επίπεδο·

Η Τρόικα: οικονομική διάσταση, θεωρητική βάση, αντίκτυπος των αποφάσεων

37.  υπογραμμίζει ότι κατάλληλα οικονομικά μοντέλα τα οποία θα είναι ειδικά για κάθε χώρα καθώς και για ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ και θα βασίζονται σε συνετές παραδοχές, σε ανεξάρτητα στοιχεία, στη συμμετοχή των ενδιαφερομένων και στη διαφάνεια, είναι αναγκαία για την κατάρτιση αξιόπιστων και αποτελεσματικών προγραμμάτων προσαρμογής, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι οι οικονομικές προβλέψεις περιέχουν συνήθως ένα βαθμό αβεβαιότητας και αστάθειας· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι δεν ήταν πάντοτε διαθέσιμα επαρκή στατιστικά στοιχεία και πληροφορίες·

38.  εκφράζει ικανοποίηση για το γεγονός ότι η χρηματοδοτική συνδρομή πέτυχε βραχυπρόθεσμα τον στόχο της αποφυγής μιας ανεξέλεγκτης αδυναμίας εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους που θα επέφερε εξαιρετικά σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, οι οποίες πιθανώς θα ήταν χειρότερες από τις σημερινές, καθώς και δευτερογενείς συνέπειες ανυπολόγιστου μεγέθους για άλλες χώρες, και, ενδεχομένως, την αναγκαστική έξοδο χωρών από τη ζώνη του ευρώ· επισημαίνει, ωστόσο, ότι δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί μακροπρόθεσμα· σημειώνει επίσης ότι η χρηματοδοτική συνδρομή και το πρόγραμμα προσαρμογής στην Ελλάδα δεν απέτρεψε ούτε μια εύτακτη χρεοκοπία ούτε τη μετάδοση επιπτώσεων της κρίσης σε άλλα κράτη μέλη, και ότι η εμπιστοσύνη της αγοράς αποκαταστάθηκε και η προσαύξηση επιτοκίων (σπρεντ) του δημόσιου χρέους άρχισε να μειώνεται μόνο όταν η ΕΚΤ συμπλήρωσε τις δράσεις που είχαν ήδη αναληφθεί με το πρόγραμμα των οριστικών νομισματικών συναλλαγών (Outright Monetary Transactions, OMT) τον Αύγουστο του 2012· εκφράζει τη λύπη του για την οικονομική και κοινωνική κάμψη που έγινε εμφανής όταν τέθηκαν σε εφαρμογή οι δημοσιονομικές και μακροοικονομικές διορθώσεις· σημειώνει ότι οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις θα ήταν χειρότερες χωρίς τη χρηματοδοτική και τεχνική συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ·

39.  επισημαίνει ότι από την αρχή η Τρόικα δημοσίευε αναλυτικά έγγραφα σχετικά με τη διάγνωση, τη στρατηγική για την αντιμετώπιση των πρωτοφανών προβλημάτων, ένα σύνολο μέτρων πολιτικής τα οποία εκπονήθηκαν σε συνεργασία με την οικεία εθνική κυβέρνηση και οικονομικές προβλέψεις, και ότι όλα αυτά επικαιροποιούνται σε τακτική βάση· επισημαίνει ότι τα έγγραφα αυτά δεν έδωσαν στην κοινή γνώμη τη δυνατότητα να σχηματίσει μια συνολική εικόνα για τις διαπραγματεύσεις και ότι, για τον λόγο αυτό, δεν συνιστούν επαρκή μέσα λογοδοσίας·

40.  εκφράζει τη λύπη του για τις ενίοτε υπερβολικά αισιόδοξες παραδοχές της Τρόικας, ιδίως σε ό,τι αφορά την οικονομική ανάπτυξη και την ανεργία, που οφείλονται, μεταξύ άλλων, στην ανεπαρκή αναγνώριση των διασυνοριακών δευτερογενών επιπτώσεων – όπως αναγνωρίζει και η Επιτροπή στην έκθεσή της με τίτλο «Fiscal consolidations and spillovers in the Euro area periphery and core» (Δημοσιονομικές εξυγιάνσεις και οι δευτερογενείς επιπτώσεις τους στην περιφέρεια και στον πυρήνα της ζώνης του ευρώ) –, της πολιτικής αντίστασης ορισμένων κρατών μελών απέναντι στην αλλαγή και του οικονομικού και κοινωνικού αντικτύπου της προσαρμογής· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι αυτό έχει επηρεάσει επίσης την ανάλυση από την Τρόικα της αλληλεπίδρασης μεταξύ δημοσιονομικής εξυγίανσης και οικονομικής ανάπτυξης· επισημαίνει ότι, ως αποτέλεσμα, δεν μπόρεσαν να εκπληρωθούν όλοι οι δημοσιονομικοί στόχοι εντός του προβλεπόμενου χρονικού πλαισίου·

41.  αντιλαμβάνεται από τις ακροάσεις ότι υπάρχει στενή σχέση μεταξύ της διάρκειας του προγράμματος προσαρμογής και της βοήθειας που παρέχεται μέσω των ειδικών ταμείων, όπως ο ΕΜΣ, το οποίο σημαίνει ότι μια αύξηση της περιόδου προσαρμογής θα σήμαινε αναπόφευκτα τη διάθεση και την παροχή εγγυήσεων για πολύ μεγαλύτερα ποσά από τις άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ και το ΔΝΤ, κάτι που δεν θεωρήθηκε πολιτικά εφικτό λόγω των ήδη πολύ υψηλών σχετικών ποσών· επισημαίνει ότι η διάρκεια των προγραμμάτων προσαρμογής και των περιόδων αποπληρωμής είναι σαφώς μεγαλύτερη απ’ ό,τι στα συνήθη προγράμματα χρηματοδοτικής συνδρομής του ΔΝΤ·

42.  επικροτεί τη μείωση των διαρθρωτικών ελλειμμάτων σε όλες τις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα από την έναρξη των αντίστοιχων προγραμμάτων παροχής συνδρομής· εκφράζει τη λύπη του διότι κάτι τέτοιο δεν έχει ακόμη οδηγήσει σε μείωση των λόγων του δημόσιου χρέους προς το ΑΕγχΠ· επισημαίνει ότι ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕγχΠ έχει αυξηθεί απότομα σε όλες τις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα επειδή η λήψη δανείων υπό όρους οδηγεί φυσιολογικά σε αύξηση του δημόσιου χρέους και επειδή η πολιτική που εφαρμόζεται έχει βραχυπρόθεσμες υφεσιακές επιπτώσεις· πιστεύει περαιτέρω ότι η ακριβής εκτίμηση των δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών έχει κρίσιμη σημασία προκειμένου η δημοσιονομική προσαρμογή να κατορθώσει να μειώσει τον λόγο του δημόσιου χρέους προς το ΑΕγχΠ· σημειώνει ότι η πρόοδος προς πιο βιώσιμα επίπεδα ιδιωτικού χρέους είναι επίσης απαραίτητη για τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα· αναγνωρίζει ότι συνήθως πρέπει να περάσουν αρκετά χρόνια μέχρι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις να συνεισφέρουν σημαντικά στην αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης·

43.  θεωρεί ότι είναι δύσκολο να εκτιμηθούν οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές με βεβαιότητα· υπενθυμίζει εν προκειμένω ότι το ΔΝΤ παραδέχτηκε ότι προέβη σε υποτίμηση του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή στις προβλέψεις του σχετικά με την ανάπτυξη πριν από τον Οκτώβριο του 2012· σημειώνει ότι η περίοδος αυτή περιλαμβάνει τα συμπεράσματα όλων, πλην ενός, των αρχικών μνημονίων συνεννόησης που εξετάζονται στην παρούσα έκθεση· υπενθυμίζει ότι τον Νοέμβριο του 2012 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δήλωσε ότι οι εσφαλμένες προβλέψεις δεν οφείλονταν στην υποτίμηση των δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών· επισημαίνει, ωστόσο, ότι, στην απάντησή της στο ερωτηματολόγιο, η Επιτροπή δήλωσε ότι «οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές τείνουν να είναι μεγαλύτεροι κατά την τρέχουσα συγκυρία απ’ ό,τι σε ομαλούς καιρούς»· κατανοεί ότι οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές είναι εν μέρει ενδογενείς και εξελίσσονται μέσα σε μεταβαλλόμενες μακροοικονομικές συνθήκες· επισημαίνει ότι δεν δόθηκε συνέχεια, με κοινή στάση της Τρόικας, στη δημόσια αυτή διαφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ σχετικά με το μέγεθος του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή·

44.  επισημαίνει ότι, ενώ δεδηλωμένος στόχος του ΔΝΤ στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων συνδρομής του ως μέλους της Τρόικας είναι η εσωτερική υποτίμηση μέσω, μεταξύ άλλων, της περικοπής μισθών και συντάξεων, η Επιτροπή ουδέποτε αποδέχθηκε ρητά τον στόχο αυτό· επισημαίνει ότι, αντ’ αυτού, ο στόχος στον οποίο εστίασε η Επιτροπή και στις τέσσερις υπό έρευνα χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα είναι η δημοσιονομική εξυγίανση· αναγνωρίζει αυτές τις διαφορές προτεραιότητας μεταξύ του ΔΝΤ και της Επιτροπής και λαμβάνει υπόψη αυτή την αρχική ασυνέπεια ως προς τους στόχους μεταξύ των δύο οργάνων· σημειώνει ότι αποφασίστηκε από κοινού η στήριξη σε συνδυασμό των δύο μέσων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με άλλα μέτρα που συμπληρώνουν την εν λόγω προσέγγιση· επισημαίνει ότι ο συνδυασμός δημοσιονομικής εξυγίανσης και περιοριστικής μισθολογικής πολιτικής συμπίεσε τόσο τη δημόσια όσο και την ιδιωτική ζήτηση· επισημαίνει ότι ο στόχος της μεταρρύθμισης τόσο της βιομηχανικής βάσης όσο και των θεσμικών δομών στις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα, ώστε να καταστούν πιο βιώσιμες και αποτελεσματικές, έχει λάβει μικρότερη προσοχή σε σχέση με τους προαναφερόμενους στόχους·

45.  θεωρεί ότι έχει δοθεί υπερβολικά μικρή προσοχή στην άμβλυνση των αρνητικών οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων των στρατηγικών προσαρμογής στις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα· υπενθυμίζει τις πηγές προέλευσης των κρίσεων· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι πολύ συχνά η αδιαφοροποίητη προσέγγιση που τηρήθηκε για τη διαχείριση κρίσεων δεν εξέταζε πλήρως την ισορροπία στις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις των συνιστώμενων μέτρων πολιτικής·

46.  τονίζει ότι ο ενστερνισμός σε εθνικό επίπεδο έχει κρίσιμη σημασία και ότι η μη εφαρμογή των συμφωνηθέντων μέτρων επιφέρει συνέπειες όσον αφορά τα αναμενόμενα αποτελέσματα, δημιουργώντας πρόσθετες δυσκολίες επί ακόμη μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για τη συγκεκριμένη χώρα· λαμβάνει υπόψη την εμπειρία του ΔΝΤ σύμφωνα με την οποία ο ενστερνισμός σε επίπεδο χώρας θα μπορούσε να θεωρηθεί ο σημαντικότερος παράγοντας για την επιτυχία οποιουδήποτε προγράμματος χρηματοδοτικής συνδρομής· ωστόσο, τονίζει ότι ο ενστερνισμός σε εθνικό επίπεδο δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς κατάλληλη δημοκρατική νομιμοποίηση και λογοδοσία τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΕ· τονίζει, εν προκειμένω, το γεγονός ότι η εξέταση από τα εθνικά κοινοβούλια των προϋπολογισμών και των νόμων για την υλοποίηση προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής έχει κρίσιμη σημασία για την εξασφάλιση λογοδοσίας και διαφάνειας σε εθνικό επίπεδο·

47.  τονίζει ότι η ενίσχυση της ισότητας των φύλων παίζει καθοριστικό ρόλο στην οικοδόμηση ισχυρότερων οικονομιών και ότι ο παράγοντας αυτός δεν θα πρέπει να παραβλέπεται ποτέ στις οικονομικές αναλύσεις ή συστάσεις·

Η Τρόικα: θεσμική διάσταση και δημοκρατική νομιμοποίηση

48.  επισημαίνει ότι, λόγω του εξελισσόμενου χαρακτήρα της απόκρισης της ΕΕ στην κρίση, του ασαφούς ρόλου της ΕΚΤ στην Τρόικα και της φύσης της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της Τρόικας, η αποστολή της Τρόικας έχει γίνει αντιληπτή ως ασαφής και στερούμενη διαφάνειας και δημοκρατικής επίβλεψης·

49.  τονίζει, ωστόσο, ότι η έγκριση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013 της 21ης Μαΐου 2013 συνιστά το πρώτο –αν και ανεπαρκές– βήμα για την κωδικοποίηση των διαδικασιών εποπτείας που πρόκειται να χρησιμοποιούνται στη ζώνη του ευρώ για χώρες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες, και ότι ο κανονισμός αυτός αναθέτει εντολή στην Τρόικα· εκφράζει ικανοποίηση, μεταξύ άλλων, για: τις διατάξεις που αφορούν την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους· τις αυξημένης διαφάνειας διαδικασίες που αφορούν την έγκριση προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης για ενσωμάτωση των δυσμενών δευτερογενών επιπτώσεων καθώς επίσης των μακροοικονομικών και χρηματοπιστωτικών κραδασμών και των δικαιωμάτων ελέγχου που αναγνωρίζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· τις διατάξεις που αφορούν τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων· τις απαιτήσεις να λαμβάνονται ρητά υπόψη οι εθνικές πρακτικές και θεσμικοί μηχανισμοί για τη διαμόρφωση των μισθών· την ανάγκη να διασφαλίζονται επαρκή μέσα για θεμελιώδεις πολιτικές, όπως στους τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας· και τις εξαιρέσεις που παραχωρούνται στα κράτη μέλη που λαμβάνουν συνδρομή από τις σχετικές απαιτήσεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης·

50.  σημειώνει τη δήλωση του προέδρου της Ευρωομάδας, σύμφωνα με την οποία η Ευρωομάδα αναθέτει εντολή στην Επιτροπή να διαπραγματευτεί εξ ονόματός της τις λεπτομέρειες των όρων που συνοδεύουν τη συνδρομή, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις απόψεις των κρατών μελών για τα βασικά στοιχεία των όρων και, βάσει των δικών τους χρηματοδοτικών περιορισμών, για το μέγεθος της χρηματοδοτικής συνδρομής· επισημαίνει ότι η προαναφερθείσα διαδικασία με την οποία η Ευρωομάδα αναθέτει εντολή στην Επιτροπή δεν καθορίζεται στην ενωσιακή νομοθεσία, καθότι η Ευρωομάδα δεν αποτελεί επίσημο θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης· τονίζει ότι, παρ’ όλο που η Επιτροπή δρα εξ ονόματος των κρατών μελών, την τελική πολιτική ευθύνη για τον σχεδιασμό και την έγκριση των προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής φέρουν οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ και οι κυβερνήσεις τους· αποδοκιμάζει την απουσία δημοκρατικής νομιμότητας και λογοδοσίας της Ευρωομάδας σε επίπεδο ΕΕ όταν αναλαμβάνει εκτελεστικές εξουσίες σε επίπεδο ΕΕ·

51.  επισημαίνει ότι οι μηχανισμοί διάσωσης και η Τρόικα είχαν χαρακτήρα και αποδοκιμάζει το γεγονός ότι δεν υπήρχε κατάλληλη νομική βάση για τη συγκρότηση της Τρόικας στο πρωτογενές δίκαιο της Ένωσης, κάτι που οδήγησε στη δημιουργία διακυβερνητικών μηχανισμών με τη μορφή του ΕΤΧΣ και τελικά του ΕΜΣ· ζητεί κάθε μελλοντική λύση να βασίζεται στο πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ· αναγνωρίζει ότι αυτό ενδεχομένως να οδηγήσει στην ανάγκη τροποποίησης της Συνθήκης·

52.  εκφράζει την ανησυχία του για την παραδοχή του πρώην πρόεδρου της Ευρωομάδας ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι η Ευρωομάδα ενέκρινε τις συστάσεις της Τρόικας χωρίς να εξετάσει εκτενώς τις συγκεκριμένες συνέπειές τους σε επίπεδο πολιτικής· τονίζει ότι αυτό, εάν είναι ακριβές, δεν απαλλάσσει τους υπουργούς Οικονομικών της ζώνης του ευρώ από την πολιτική τους ευθύνη για τα προγράμματα μακροοικονομικής προσαρμογής και τα μνημόνια συνεννόησης· επισημαίνει ότι η παραδοχή αυτή προκαλεί ανησυχίες όσον αφορά το θολό πεδίο εφαρμογής των ρόλων της «παροχής τεχνικών συμβουλών» και της «εκπροσώπησης της Ευρωομάδας» που έχουν ανατεθεί τόσο στην Επιτροπή όσο και στην ΕΚΤ στο πλαίσιο του σχεδιασμού, της υλοποίησης και της αξιολόγησης των προγραμμάτων συνδρομής· αποδοκιμάζει, από την άποψη αυτή, την έλλειψη σαφών και συνοδευόμενων από λογοδοσία ειδικών κατά περίπτωση εντολών που να παρέχονται από το Συμβούλιο και την Ευρωομάδα στην Επιτροπή·

53.  αμφισβητεί τον διπλό ρόλο της Επιτροπής στην Τρόικα τόσο ως εκπροσώπου των κρατών μελών όσο και ως θεσμικού οργάνου της ΕΕ· θεωρεί ότι υπάρχει δυνητική σύγκρουση συμφερόντων στην Επιτροπή ανάμεσα στον ρόλο της στην Τρόικα και την ευθύνη της ως θεματοφύλακα των Συνθηκών και του κοινοτικού κεκτημένου, ιδίως σε τομείς όπως η πολιτική ανταγωνισμού και κρατικών ενισχύσεων και η πολιτική για την κοινωνική συνοχή, καθώς και όσον αφορά τη μισθολογική και κοινωνική πολιτική των κρατών μελών, έναν τομέα στον οποίο η Επιτροπή δεν διαθέτει καμία αρμοδιότητα, και την τήρηση του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης· τονίζει ότι αυτή η κατάσταση έρχεται σε αντίθεση με τον κανονικό ρόλο της Επιτροπής, σύμφωνα με τον οποίο η Επιτροπή ενεργεί ως ανεξάρτητος εντολέας που προστατεύει το συμφέρον της ΕΕ και εξασφαλίζει την εφαρμογή των κανόνων της ΕΕ εντός των ορίων που θεσπίζονται από τις Συνθήκες·

54.  επισημαίνει περαιτέρω την πιθανή σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ του τρέχοντος ρόλου της ΕΚΤ στην Τρόικα ως «τεχνικού συμβούλου» και της θέσης της ως πιστωτή των τεσσάρων κρατών μελών, καθώς και της εντολής της βάσει της Συνθήκης, επειδή έχει συναρτήσει τις δράσεις της με αποφάσεις στις οποίες συμμετέχει και η ίδια· χαιρετίζει, ωστόσο, τη συνεισφορά της στην αντιμετώπιση της κρίσης, αλλά ζητεί προσεκτικό έλεγχο των πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων της ΕΚΤ, ιδίως όσον αφορά την κρίσιμη πολιτική ρευστότητας· σημειώνει ότι, καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης, η ΕΚΤ διέθετε κρίσιμες πληροφορίες σχετικά με την εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού τομέα και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα εν γένει, και ότι, με αυτό κατά νου, άσκησε στη συνέχεια επιρροή σε φορείς λήψης αποφάσεων, τουλάχιστον όσον αφορά την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, όταν η ΕΚΤ επέμενε να αποσυρθούν οι ρήτρες συλλογικής δράσης (CAC) από τα κρατικά ομόλογα που είχε στην κατοχή της, τις ενέργειες επείγουσας ενίσχυσης της Κύπρου υπό μορφή ρευστότητας, καθώς και, στην περίπτωση της Ιρλανδίας, τη μη συμμετοχή των ομολογιούχων αυξημένης εξοφλητικής προτεραιότητας στην εσωτερική διάσωση· καλεί την ΕΚΤ να δημοσιοποιήσει, όπως ζήτησε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής, την επιστολή που απηύθυνε στις 19 Νοεμβρίου 2010 ο Jean-Claude Trichet στον τότε υπουργό Οικονομικών της Ιρλανδίας·

55.  σημειώνει ότι ο ρόλος της ΕΚΤ δεν είναι επαρκώς καθορισμένος, εφόσον στη Συνθήκη για τον ΕΜΣ και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013 αναφέρεται ότι η Επιτροπή θα πρέπει να ενεργεί «σε συνεργασία με την ΕΚΤ», περιορίζοντας έτσι την ΕΚΤ σε συμβουλευτικό ρόλο· επισημαίνει ότι η Ευρωομάδα ζήτησε τη συμμετοχή της ΕΚΤ ως παρόχου εμπειρογνωμοσύνης για τη συμπλήρωση των απόψεων των άλλων συνιστωσών της Τρόικας, και ότι το ΔΕΕ αποφάνθηκε στην υπόθεση Pringle ότι τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ από τη Συνθήκη του ΕΜΣ είναι συμβατά με τα διάφορα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ από τη ΣΛΕΕ και το καταστατικό του ΕΣΚΤ (και της ΕΚΤ) υπό τον όρο ότι θα πληρούνται μονίμως ορισμένες προϋποθέσεις· επισημαίνει την ευθύνη της Ευρωομάδας που επέτρεψε στην ΕΚΤ να ενεργεί στο πλαίσιο της Τρόικας, ενώ υπενθυμίζει ότι η αποστολή της ΕΚΤ οριοθετείται από τη ΣΛΕΕ στους τομείς της νομισματικής πολιτικής και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και ότι η συμμετοχή της ΕΚΤ στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με τη δημοσιονομική, φορολογική και διαρθρωτική πολιτική δεν προβλέπεται στις Συνθήκες· υπενθυμίζει ότι το άρθρο 127 ΣΛΕΕ ορίζει ότι, με την επιφύλαξη του στόχου της σταθερότητας των τιμών, το ΕΣΚΤ στηρίζει τις γενικές οικονομικές πολιτικές στην Ένωση, προκειμένου να συμβάλει στην υλοποίηση των στόχων της Ένωσης, που ορίζονται στο άρθρο 3 της ΣΕΕ·

56.  επισημαίνει τη γενικά ανεπαρκή δημοκρατική λογοδοσία της Τρόικας σε εθνικό επίπεδο στις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα· σημειώνει, ωστόσο, ότι αυτή η δημοκρατική λογοδοσία διαφέρει από χώρα σε χώρα, ανάλογα με τη βούληση της εθνικής εκτελεστικής εξουσίας και τη δυνατότητα άσκησης αποτελεσματικού ελέγχου εκ μέρους των εθνικών κοινοβουλίων, όπως αποδείχτηκε στην περίπτωση της απόρριψης του αρχικού μνημονίου συνεννόησης από το κυπριακό κοινοβούλιο· επισημαίνει ωστόσο ότι, όποτε ζητήθηκε η γνώμη τους, τα εθνικά κοινοβούλια είχαν τελικά δυνατότητα επιλογής ανάμεσα στην παύση της αποπληρωμής του δημόσιου χρέους και την αποδοχή μνημονίων συνεννόησης που είχαν συμφωνηθεί μεταξύ της Τρόικας και των εθνικών αρχών· επισημαίνει ότι το εθνικό κοινοβούλιο της Πορτογαλίας δεν επικύρωσε το μνημόνιο συνεννόησης· σημειώνει με ανησυχία ότι η Τρόικα απαρτίζεται από τρία ανεξάρτητα θεσμικά όργανα που έχουν άνιση κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ τους, σε συνδυασμό με διαφορετική αποστολή, καθώς και δομές διαπραγμάτευσης και λήψης αποφάσεων με διαφορετικά επίπεδα λογοδοσίας, και ότι το γεγονός αυτό οδήγησε σε έλλειψη κατάλληλου ελέγχου και δημοκρατικής λογοδοσίας της Τρόικας στο σύνολό της·

57.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το ΔΝΤ, εξαιτίας του καταστατικού του, δεν μπορεί να εμφανισθεί επισήμως ενώπιον των εθνικών κοινοβουλίων ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ούτε να τους απευθύνει επισήμως έκθεση· επισημαίνει ότι η δομή διακυβέρνησης του ΔΝΤ προβλέπει λογοδοσία έναντι των 188 χωρών μελών μέσω του Συμβουλίου του ΔΝΤ· υπογραμμίζει ότι η συμμετοχή του ΔΝΤ ως έσχατου δανειστή, ο οποίος χορηγεί έως το ένα τρίτο της χρηματοδότησης, προσδίδει στον οργανισμό μειοψηφικό ρόλο·

58.  επισημαίνει ότι, μετά τις προπαρασκευαστικές εργασίες που επιτελεί η Τρόικα, οι επίσημες αποφάσεις λαμβάνονται ξεχωριστά, σύμφωνα με το αντίστοιχο νομικό καθεστώς και τον ρόλο τους, από την Ευρωομάδα και από το ΔΝΤ, που έτσι αναλαμβάνουν πολιτική ευθύνη για τις ενέργειες της Τρόικας· επισημαίνει περαιτέρω ότι ο ΕΜΣ διαδραματίζει πλέον κρίσιμο ρόλο, καθώς είναι ο υπεύθυνος οργανισμός για τη λήψη αποφάσεων όσον αφορά τη χρηματοδοτική συνδρομή που χορηγείται από τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ, με αποτέλεσμα η εθνική εκτελεστική εξουσία των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνήσεων των άμεσα ενδιαφερομένων κρατών μελών, να τίθεται στο επίκεντρο των αποφάσεων που λαμβάνονται·

59.  επισημαίνει ότι η δημοκρατική νομιμοποίηση της Τρόικας σε εθνικό επίπεδο πηγάζει από την πολιτική ευθύνη των μελών της Ευρωομάδας και του ECOFIN έναντι των εθνικών κοινοβουλίων τους· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι η Τρόικα, εξαιτίας της δομής της, δεν διαθέτει μέσα δημοκρατικής νομιμοποίησης σε επίπεδο ΕΕ·

60.  αποδοκιμάζει το γεγονός ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ παρουσιάζονται ως ο αποδιοπομπαίος τράγος για τις αρνητικές επιπτώσεις στο πλαίσιο της μακροοικονομικής προσαρμογής των κρατών μελών, ενώ οι υπουργοί Οικονομικών των κρατών μελών είναι εκείνοι που φέρουν την πολιτική ευθύνη για την Τρόικα και τις εργασίες της· τονίζει ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του ευρωσκεπτικισμού, αν και η ευθύνη εντοπίζεται σε εθνικό και όχι σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

61.  καλεί την Ευρωομάδα, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να αναλάβουν πλήρη ευθύνη για τις δραστηριότητες της Τρόικας·

62.  επισημαίνει ότι ο ΕΜΣ είναι διακυβερνητικό όργανο που δεν αποτελεί μέρος της θεσμοθετημένης δομής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και που δεσμεύεται από τον κανόνα της ομοφωνίας στη συνήθη διαδικασία· πιστεύει ότι, για αυτόν τον λόγο, απαιτείται πνεύμα αμοιβαίας δέσμευσης και αλληλεγγύης· σημειώνει ότι στη Συνθήκη για τον ΕΜΣ προβλέπεται η αρχή του δανεισμού υπό όρους, με τη μορφή προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής· επισημαίνει ότι στη Συνθήκη για τον ΕΜΣ δεν ορίζεται περαιτέρω το περιεχόμενο των όρων ή του προγράμματος προσαρμογής, με αποτέλεσμα να αφήνεται μεγάλη ευχέρεια χειρισμών όταν προτείνονται οι όροι αυτοί·

63.  προσδοκά από τα εθνικά ελεγκτικά συνέδρια να αναλάβουν πλήρως τις νόμιμες ευθύνες τους όσον αφορά την πιστοποίηση της νομιμότητας και κανονικότητας των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και της αποτελεσματικότητας των συστημάτων εποπτείας και ελέγχου· καλεί, εν προκειμένω, τα ανώτατα ελεγκτικά όργανα να ενισχύσουν τη συνεργασία τους, ιδίως με την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών·

Προτάσεις και συστάσεις

64.  χαιρετίζει την προθυμία της Επιτροπής, της ΕΚΤ, του προέδρου της Ευρωομάδας, του ΔΝΤ, των εθνικών κυβερνήσεων και των κεντρικών τραπεζών της Κύπρου, της Ιρλανδίας, της Ελλάδας και της Πορτογαλίας, καθώς και των κοινωνικών εταίρων και των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών, να συνεργαστούν και να συμμετάσχουν στην εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αξιολόγηση του ρόλου και των δραστηριοτήτων της Τρόικας, μεταξύ άλλων απαντώντας στο λεπτομερές ερωτηματολόγιο και/ή συμμετέχοντας σε επίσημες και ανεπίσημες ακροάσεις·

65.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι προτάσεις που περιέχει το ψήφισμά του της 6ης Ιουλίου 2011 σχετικά με την χρηματοπιστωτική, οικονομική και κοινωνική κρίση δεν ελήφθησαν επαρκώς υπόψη από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο· υπογραμμίζει ότι η εφαρμογή τους θα είχε συμβάλει θετικά στην οικονομική και κοινωνική σύγκλιση εντός της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, εξασφαλίζοντας παράλληλα πλήρη δημοκρατική νομιμοποίηση στα μέτρα συντονισμού των οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών·

Βραχυμεσοπρόθεσμη προοπτική

66.  ζητεί, σαν πρώτο βήμα, τη θέσπιση σαφούς, διαφανούς και δεσμευτικού εσωτερικού κανονισμού για τη συνεργασία μεταξύ των θεσμικών οργάνων εντός της Τρόικας και τον καταμερισμό καθηκόντων και ευθυνών στο πλαίσιο αυτό· πιστεύει ένθερμα ότι απαιτείται σαφής καθορισμός και καταμερισμός καθηκόντων προκειμένου να ενισχυθεί η διαφάνεια, να καταστεί δυνατός ένας αποτελεσματικότερος δημοκρατικός έλεγχος των δραστηριοτήτων της Τρόικας και να στηριχθεί η αξιοπιστία του έργου της·

67.  ζητεί την ανάπτυξη μιας βελτιωμένης επικοινωνιακής στρατηγικής για τα τρέχοντα και μελλοντικά προγράμματα χρηματοδοτικής συνδρομής· κάνει έκκληση να δοθεί απόλυτη προτεραιότητα σε αυτόν τον προβληματισμό, καθώς η αδράνεια σε αυτό το μέτωπο θα αποβεί τελικά επιζήμια για την εικόνα της Ένωσης·

68.  ζητεί τη διενέργεια μιας διαφανούς αξιολόγησης σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων σε εξωτερικούς συμβούλους, την έλλειψη δημόσιων διαγωνισμών, τις εξαιρετικά υψηλές αμοιβές που καταβάλλονται και τις ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων·

Οικονομικός και κοινωνικός αντίκτυπος

69.  υπενθυμίζει ότι η θέση του Κοινοβουλίου σχετικά με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013 προέβλεπε την ενσωμάτωση διατάξεων ώστε τα προγράμματα μακροοικονομικής προσαρμογής να περιλαμβάνουν σχέδια αντιμετώπισης απρόβλεπτων καταστάσεων σε περίπτωση που δεν επαληθεύονται τα βασικά σενάρια προβλέψεων και σε περίπτωση αποκλίσεων οφειλόμενων σε περιστάσεις εκτός του ελέγχου των κρατών μελών που λαμβάνουν συνδρομή, όπως σε αναπάντεχους διεθνείς οικονομικούς κλυδωνισμούς· υπογραμμίζει ότι τα εν λόγω σχέδια αποτελούν προϋπόθεση για τη χάραξη συνετής πολιτικής, δεδομένου του ευάλωτου χαρακτήρα και του χαμηλού βαθμού αξιοπιστίας των οικονομικών μοντέλων στα οποία βασίζονται οι προβλέψεις των προγραμμάτων, όπως φάνηκε σε όλα τα κράτη μέλη που υπάγονται σε προγράμματα συνδρομής·

70.  παροτρύνει την ΕΕ να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις χρηματοοικονομικές, δημοσιονομικές και οικονομικές εξελίξεις στα κράτη μέλη και να δημιουργήσει θεσμοθετημένο σύστημα θετικών κινήτρων, ώστε να ανταμείβονται δεόντως όσοι εφαρμόζουν βέλτιστες πρακτικές σε αυτόν τον τομέα και όσοι συμμορφώνονται πλήρως με τα προγράμματα προσαρμογής τους·

71.  ζητεί να λάβει η Τρόικα υπόψη την τρέχουσα συζήτηση σχετικά με τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές και να εξετάσει την αναθεώρηση των μνημονίων συνεννόησης, με βάση τα τελευταία εμπειρικά αποτελέσματα·

72.  ζητεί από την Τρόικα να εκπονήσει νέες εκτιμήσεις βιωσιμότητας του χρέους και, επειγόντως, να αντιμετωπίσει την ανάγκη μείωσης του βάρους του ελληνικού δημόσιου χρέους, καθώς και τις σημαντικότατες εκροές κεφαλαίων από την Ελλάδα, οι οποίες συμβάλλουν σημαντικά στον φαύλο κύκλο της τρέχουσας οικονομικής ύφεσης στη χώρα· υπενθυμίζει ότι υφίστανται διάφορες δυνατότητες για μια αναδιάρθρωση του χρέους του είδους, πέρα από το ‘κούρεμα’ του κεφαλαίου των ομολόγων, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η ανταλλαγή ομολόγων, η επέκταση της λήξης των ομολόγων και η μείωση των τοκομεριδίων· πιστεύει ότι θα πρέπει να σταθμιστούν προσεκτικά οι διάφορες δυνατότητες αναδιάρθρωσης του χρέους·

73.  επιμένει ότι τα μνημόνια συνεννόησης πρέπει να προσαρμοστούν ώστε να σέβονται, εάν αυτό δεν συμβαίνει ήδη, τους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που είναι η προώθηση της απασχόλησης, η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας ώστε να καταστεί δυνατή η εναρμόνισή τους με παράλληλη διατήρηση της προόδου, η κατάλληλη κοινωνική προστασία, ο κοινωνικός διάλογος και η ανάπτυξη των ανθρώπινων πόρων που θα επιτρέψουν ένα υψηλό και διαρκές επίπεδο απασχόλησης και την καταπολέμηση του αποκλεισμού, όπως αναφέρεται στο άρθρο 151 της ΣΛΕΕ· υποστηρίζει μια επιφυλακτική παράταση των χρονοδιαγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής που έχουν ήδη υλοποιηθεί στο πλαίσιο των μνημονίων συνεννόησης, καθώς έχουν υποχωρήσει οι φόβοι μιας γενικής κατάρρευσης· υποστηρίζει την εξέταση πρόσθετων προσαρμογών υπό το φως των περαιτέρω μακροοικονομικών εξελίξεων·

74.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα βάρη δεν επιμερίστηκαν σε όλους όσοι ενήργησαν ανεύθυνα και ότι η προστασία των κατόχων ομολόγων αντιμετωπίστηκε ως ανάγκη της ΕΕ προς όφελος της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας· ζητεί από το Συμβούλιο να ενεργοποιήσει το πλαίσιο το οποίο αποφάσισε σχετικά με την αντιμετώπιση των ‘κληροδοτημένων’ περιουσιακών στοιχείων (legacy assets), ώστε να σπάσει ο φαύλος κύκλος μεταξύ κρατών και τραπεζών και να ελαφρυνθεί το βάρος του δημόσιου χρέους στην Ιρλανδία, στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία και στην Κύπρο· παροτρύνει την Ευρωομάδα να ανταποκριθεί στη δέσμευσή της να εξετάσει την κατάσταση του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ιρλανδίας με σκοπό την περαιτέρω βελτίωση της βιωσιμότητας της προσαρμογής στην Ιρλανδία και, έχοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, παροτρύνει την Ευρωομάδα να εκπληρώσει τη δέσμευσή της προς την Ιρλανδία για την αντιμετώπιση του βάρους του τραπεζικού χρέους· πιστεύει ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης για το σχετικό κληροδοτηθέν χρέος, καθώς αυτό γίνεται αντιληπτό στην Ιρλανδία ως άδικο, σύμφωνα με τις διατάξεις περί ευελιξίας του αναθεωρημένου Συμφώνου· θεωρεί ότι, μακροπρόθεσμα, ο επιμερισμός του κόστους πρέπει να αντικατοπτρίζει την κατανομή των προστατευόμενων ομολογιούχων· σημειώνει το αίτημα των ιρλανδικών αρχών να μεταφερθεί στον ΕΜΣ ένα μέρος του δημόσιου χρέους αντίστοιχο προς το κόστος της διάσωσης του χρηματοπιστωτικού τομέα·

75.  συνιστά να εξεταστεί περαιτέρω από την Επιτροπή, την Ευρωομάδα και το ΔΝΤ η έννοια των ‘υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολόγων’, βάσει της οποίας η απόδοση των νεοεκδιδόμενων τίτλων δημόσιου χρέους στα κράτη μέλη που λαμβάνουν συνδρομή συνδέεται με την οικονομική ανάπτυξη·

76.  υπενθυμίζει την ανάγκη για μέτρα με στόχο την εξασφάλιση φορολογικών εσόδων, ιδίως για τις χώρες που υπάγονται σε πρόγραμμα προσαρμογής, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 για την ενίσχυση της οικονομικής και δημοσιονομικής εποπτείας των κρατών μελών στη ζώνη του ευρώ τα οποία αντιμετωπίζουν ή απειλούνται με σοβαρές δυσκολίες αναφορικά με τη χρηματοοικονομική τους σταθερότητα (έκθεση Gauzès), με τη λήψη μέτρων «σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή και σε συνεννόηση με την ΕΚΤ και, όπου είναι σκόπιμο, με το ΔΝΤ, για την ενίσχυση της απόδοσης και της αποτελεσματικότητας των εισπρακτικών μηχανισμών και την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής, προκειμένου να αυξήσουν τα φορολογικά τους έσοδα»· υπενθυμίζει ότι πρέπει να ληφθούν ταχέως αποτελεσματικά μέτρα για την καταπολέμηση και την πρόληψη της φορολογικής απάτης, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ· συνιστά τη θέσπιση εκτελεστικών μέτρων με στόχο τη δίκαιη συνεισφορά όλων των μερών στα φορολογικά έσοδα·

77.  ζητεί να δημοσιοποιηθεί ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιήθηκαν οι χρηματοδοτικοί πόροι της διάσωσης· τονίζει ότι θα πρέπει να διευκρινίζεται η ποσότητα των πόρων που διοχετεύθηκαν στη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων, στη χρηματοδότηση της δημόσιας διοίκησης και στην αποπληρωμή των ιδιωτών πιστωτών·

78.  ζητεί την ουσιαστική συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των προγραμμάτων προσαρμογής, τόσο των τρεχόντων όσο και των μελλοντικών· πιστεύει ότι οι συμφωνίες που επιτεύχθηκαν από τους κοινωνικούς εταίρους στο πλαίσιο των προγραμμάτων πρέπει να τηρηθούν, στον βαθμό που είναι συμβατές με τα προγράμματα· υπογραμμίζει ότι ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 472/2013 προβλέπει πως τα προγράμματα συνδρομής σέβονται τις εθνικές πρακτικές και τους εθνικούς θεσμικούς μηχανισμούς διαμόρφωσης των μισθών·

79.  ζητεί τη συμμετοχή της ΕΚΤ στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των σχετικών με τις επενδύσεις μέτρων, ώστε να προωθηθεί η οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη·

80.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα προγράμματα δεν δεσμεύονται από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, επειδή τα προγράμματα αυτά δεν βασίζονται στο πρωτογενές δίκαιο της Ένωσης·

81.  τονίζει ότι τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα πρέπει να τηρούν υπό οιεσδήποτε περιστάσεις το δίκαιο της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

82.  τονίζει ότι η επιδίωξη οικονομικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στα κράτη μέλη και την Ένωση στο σύνολό της δεν πρέπει να υπονομεύει την κοινωνική σταθερότητα, το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο και τα κοινωνικά δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ· τονίζει ότι η προβλεπόμενη από τις Συνθήκες συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στον οικονομικό διάλογο σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να περιλαμβάνεται στην πολιτική ημερήσια διάταξη· ζητεί την αναγκαία συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των τρεχόντων και μελλοντικών προγραμμάτων προσαρμογής·

Η Επιτροπή

83.  ζητεί πλήρη εφαρμογή και πλήρη ενστερνισμό του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013· καλεί την Επιτροπή να ξεκινήσει διοργανικές διαπραγματεύσεις με το Κοινοβούλιο προκειμένου να καθοριστεί κοινή διαδικασία ενημέρωσης της αρμόδιας επιτροπής του Κοινοβουλίου σχετικά με τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την παρακολούθηση του προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής, καθώς και σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειωθεί όσον αφορά την κατάρτιση του σχεδίου προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής που προβλέπεται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013· υπενθυμίζει στην Επιτροπή να διενεργεί και να δημοσιεύει εσωτερικές εκ των υστέρων αξιολογήσεις των συστάσεών της και της συμμετοχής της στην Τρόικα· ζητεί από την Επιτροπή να περιλαμβάνει τις εν λόγω αξιολογήσεις στην έκθεση επανεξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013· υπενθυμίζει στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή ότι στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013 προβλέπεται ότι για τα κράτη μέλη που λαμβάνουν χρηματοδοτική συνδρομή στις 30 Μαΐου 2013 ο εν λόγω κανονισμός εφαρμόζεται από την ημερομηνία αυτή· ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 265 της ΣΛΕΕ, να αναλάβουν δράση με σκοπό να εξορθολογίσουν και να ευθυγραμμίσουν τα προγράμματα ad hoc χρηματοδοτικής συνδρομής με τις διαδικασίες και πράξεις που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013· καλεί την Επιτροπή και τους συννομοθέτες να αντλήσουν διδάγματα από την εμπειρία της Τρόικας κατά τον σχεδιασμό και την υλοποίηση των επόμενων ενεργειών της ΟΝΕ, μεταξύ άλλων και κατά την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013·

84.  υπενθυμίζει στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο τη θέση του που εγκρίθηκε σε σύνοδο Ολομέλειας σχετικά με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013· τονίζει ειδικότερα ότι, στη θέση αυτή, το Κοινοβούλιο προέβλεπε διατάξεις οι οποίες αυξάνουν περαιτέρω τη διαφάνεια και τη λογοδοσία όσον αφορά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων που οδηγεί στην έγκριση προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη σαφήνεια και ακριβέστερη οριοθέτηση της εντολής και του συνολικού ρόλου της Επιτροπής· ζητεί από την Επιτροπή να επανεξετάσει τις εν λόγω διατάξεις και να τις ενσωματώσει στο πλαίσιο, σε περίπτωση μελλοντικής πρότασης για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013· υπενθυμίζει εν προκειμένω ότι η κατάρτιση μελλοντικών προγραμμάτων συνδρομής θα τεθεί υπό την ευθύνη της Επιτροπής, η οποία θα πρέπει, κατά περίπτωση, να συμβουλεύεται τρίτους, όπως την ΕΚΤ, το ΔΝΤ ή άλλα όργανα·

85.  ζητεί πλήρη λογοδοσία της Επιτροπής, η οποία να καλύπτει και να υπερβαίνει τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013, όταν ενεργεί υπό την ιδιότητα μέλους του μηχανισμού συνδρομής της ΕΕ· ζητεί να εμφανίζονται ενώπιον του Κοινοβουλίου οι εκπρόσωποι της Επιτροπής στον μηχανισμό αυτό πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους· ζητεί επίσης να υπόκεινται σε υποχρέωση τακτικής αναφοράς προς το Κοινοβούλιο·

86.  προτείνει να συγκροτηθεί από την Επιτροπή μια «ομάδα δράσης για την ανάπτυξη» για κάθε χώρα που έχει υπαχθεί σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, η οποία θα περιλαμβάνει και εμπειρογνώμονες προερχόμενους, μεταξύ άλλων, από τα κράτη μέλη και την ΕΤΕπ, σε συνεργασία με εκπροσώπους του ιδιωτικού τομέα και της κοινωνίας των πολιτών ώστε να καθίσταται δυνατός ο ενστερνισμός, και θα έχει σκοπό να προτείνει επιλογές για την προώθηση της ανάπτυξης οι οποίες θα συμπληρώνουν τη δημοσιονομική εξυγίανση και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις· η εν λόγω ομάδα δράσης θα έχει στόχο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και, κατά συνέπεια, τη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος για επενδύσεις· η Επιτροπή θα πρέπει να αξιοποιήσει την πείρα που αποκτήθηκε από το μέσο της «αδελφοποίησης» για τη συνεργασία μεταξύ των δημόσιων διοικήσεων των κρατών μελών της ΕΕ και των δικαιούχων χωρών·

87.  είναι της άποψης ότι πρέπει να λαμβάνεται πληρέστερα υπόψη η κατάσταση της ζώνης του ευρώ συνολικά (περιλαμβανομένων των δευτερογενών επιπτώσεων σε άλλα κράτη μέλη οι οποίες προκύπτουν από εθνικές πολιτικές) όταν εξετάζεται η διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών ή όταν η Επιτροπή εκπονεί την ετήσια επισκόπηση της ανάπτυξης·

88.  πιστεύει ότι η διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών πρέπει επίσης να αξιολογεί με σαφή τρόπο την υπέρμετρη στήριξη οποιουδήποτε κράτους μέλους σε έναν συγκεκριμένο τομέα δραστηριοτήτων·

89.  ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει διεξοδικά, υπό το πρίσμα των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, την παροχή ρευστότητας από το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ)·

90.  αναθέτει στην Επιτροπή, υπό την ιδιότητά της ως ‘θεματοφύλακα των Συνθηκών’, να υποβάλει έως το τέλος του 2015 λεπτομερή μελέτη των οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών των προγραμμάτων προσαρμογής στις τέσσερις χώρες, με σκοπό την πλήρη κατανόηση τόσο του βραχυπρόθεσμου όσο και του μακροπρόθεσμου αντικτύπου των προγραμμάτων, ώστε οι προκύπτουσες πληροφορίες να χρησιμοποιηθούν για τα μελλοντικά μέτρα συνδρομής· καλεί την Επιτροπή να απευθυνθεί, κατά την εκπόνηση της μελέτης αυτής, σε όλα τα σχετικά συμβουλευτικά όργανα, συμπεριλαμβανομένης της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής, της Επιτροπής Απασχόλησης και της Επιτροπής Κοινωνικής Προστασίας, και να συνεργαστεί στενά με το Κοινοβούλιο· πιστεύει ότι η έκθεση της Επιτροπής θα πρέπει επίσης να αντανακλά τις εκτιμήσεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·

91.  καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να μεριμνήσουν για τη συμμετοχή όλων των σχετικών γενικών διευθύνσεων (ΓΔ) της Επιτροπής και των εθνικών υπουργείων στις συζητήσεις και τις αποφάσεις για τα μνημόνια συνεννόησης· υπογραμμίζει ειδικότερα τον ρόλο που αναλογεί στη ΓΔ Απασχόλησης, δίπλα στη ΓΔ Οικονομικών Υποθέσεων και τη ΓΔ Εσωτερικής Αγοράς, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η κοινωνική διάσταση θα αποτελεί βασικό στοιχείο στις διαπραγματεύσεις και ότι θα συνεκτιμάται ο κοινωνικός αντίκτυπος·

Η ΕΚΤ

92.  ζητεί να αναλύεται επιμελώς ο ρόλος της ΕΚΤ σε κάθε μεταρρύθμιση του πλαισίου της Τρόικας, προκειμένου να ευθυγραμμίζεται με την αποστολή της ΕΚΤ· ζητεί ιδίως να δοθεί στην ΕΚΤ ιδιότητα σιωπηλού παρατηρητή με διαφανή και σαφώς καθορισμένο συμβουλευτικό ρόλο, χωρίς να της επιτρέπεται να καταστεί πλήρης διαπραγματευτικός εταίρος και με διακοπή της πρακτικής σύμφωνα με την οποία η ΕΚΤ συνυπογράφει τις δηλώσεις καθηκόντων·

93.  ζητεί από την ΕΚΤ να διενεργεί και να δημοσιεύει εκ των υστέρων αξιολογήσεις του αντικτύπου των συστάσεών της και της συμμετοχής της στην Τρόικα·

94.  συνιστά να επικαιροποιήσει η ΕΚΤ τις κατευθυντήριες γραμμές της για την επείγουσα ενίσχυση υπό μορφή ρευστότητας (ELA) και τους κανόνες της για τις εξασφαλίσεις, ώστε να ενισχυθεί η διαφάνεια της παροχής ρευστότητας στα κράτη μέλη που λαμβάνουν συνδρομή και να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου όσον αφορά την έννοια της φερεγγυότητας που χρησιμοποιεί το ΕΣΚΤ·

95.  καλεί την ΕΚΤ και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες να δημοσιοποιούν εγκαίρως αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τα προγράμματα επείγουσας βοήθειας υπό μορφή ρευστότητας, περιλαμβάνοντας πληροφορίες σχετικά με τους όρους της στήριξης όπως η φερεγγυότητα, τον τρόπο χρηματοδότησης των εν λόγω προγραμμάτων επείγουσας βοήθειας από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες, το νομικό πλαίσιο και την πρακτική λειτουργία τους·

Το ΔΝΤ

96.  πιστεύει ότι, ύστερα από χρόνια πείρας στον σχεδιασμό και την εφαρμογή χρηματοδοτικών προγραμμάτων, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα έχουν αποκτήσει την απαραίτητη τεχνογνωσία ώστε να τα σχεδιάζουν και να τα εφαρμόζουν μόνα τους, ενώ η συμμετοχή του ΔΝΤ θα πρέπει να επαναπροσδιοριστεί σύμφωνα με τις κατευθύνσεις που προτείνονται στην παρούσα έκθεση·

97.  ζητεί οποιαδήποτε μελλοντική συμμετοχή του ΔΝΤ στη ζώνη του ευρώ να είναι προαιρετική·

98.  καλεί το ΔΝΤ να επαναπροσδιορίσει το πεδίο τυχόν μελλοντικής συμμετοχής του σε προγράμματα συνδρομής που αφορούν την ΕΕ, κατά τρόπο ώστε να γίνει ένας δανειστής που δίνει το έναυσμα παρέχοντας ένα ελάχιστο όριο χρηματοδότησης και εμπειρογνωμοσύνης στη δανειζόμενη χώρα και στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, ενώ διατηρεί την ευχέρεια αποχώρησης σε περίπτωση διαφωνίας·

99.  καλεί την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 138 της ΣΛΕΕ, να προτείνει κατάλληλα μέτρα ώστε να εξασφαλιστεί ενιαία εκπροσώπηση της ζώνης του ευρώ στο πλαίσιο των διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών και διασκέψεων, και ιδίως στο ΔΝΤ, και να αντικατασταθεί το ισχύον σύστημα της μεμονωμένης εκπροσώπησης των κρατών μελών σε διεθνές επίπεδο· σημειώνει ότι αυτό απαιτεί τροποποίηση του καταστατικού του ΔΝΤ·

100.  ζητεί διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την ανάμιξη του ΔΝΤ στην ζώνη του ευρώ σε βάση ad hoc·

Το Συμβούλιο και η Ευρωομάδα

101.  ζητεί επαναξιολόγηση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της Ευρωομάδας, ώστε να συμπεριληφθεί η υποχρέωση δέουσας δημοκρατικής λογοδοσίας τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο· ζητεί να καταρτιστούν ευρωπαϊκές κατευθυντήριες γραμμές για κατάλληλο δημοκρατικό έλεγχο της εφαρμογής των μέτρων σε εθνικό επίπεδο, οι οποίες να λαμβάνουν υπόψη την ποιότητα της απασχόλησης, την κοινωνική προστασία, την υγεία και την εκπαίδευση και να εξασφαλίζουν την πρόσβαση όλων στα κοινωνικοπρονοιακά συστήματα· προτείνει να θεωρηθεί ότι η ιδιότητα του μόνιμου προέδρου της Ευρωομάδας αντιπροσωπεύει καθήκοντα πλήρους απασχόλησης· προτείνει να είναι πρόεδρος της Ευρωομάδας ένας από τους αντιπροέδρους της Επιτροπής, ο οποίος να λογοδοτεί στο Κοινοβούλιο· ζητεί για το άμεσο μέλλον την εγκαθίδρυση τακτικού διαλόγου ανάμεσα στην Τρόικα και το Κοινοβούλιο·

102.  καλεί την Ευρωομάδα, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να αναλάβουν πλήρη ευθύνη για τις δραστηριότητες της Τρόικας· εκφράζει ιδιαίτερα τη θέλησή του να βελτιωθεί η λογοδοσία για τις αποφάσεις της Ευρωομάδας σε σχέση με τη χρηματοδοτική συνδρομή, δεδομένου ότι οι υπουργοί Οικονομικών φέρουν την τελική πολιτική ευθύνη για τα προγράμματα μακροοικονομικής προσαρμογής και την εφαρμογή τους, ενώ συχνά δεν λογοδοτούν ούτε άμεσα στα εθνικά τους κοινοβούλια ούτε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τις συγκεκριμένες αποφάσεις τους· θεωρεί ότι, προτού χορηγηθεί η χρηματοδοτική συνδρομή, ο Πρόεδρος της Ευρωομάδας πρέπει να εμφανίζεται ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ στο αντίστοιχο κοινοβούλιό τους· τονίζει ότι τόσο ο Πρόεδρος της Ευρωομάδας όσο και οι υπουργοί Οικονομικών πρέπει να υπόκεινται σε υποχρέωση τακτικής αναφοράς προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια·

103.  παροτρύνει όλα τα κράτη μέλη να αυξήσουν τη συμμετοχή των εθνικών αρχών στις εργασίες και αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και να εφαρμόζουν όλα τα μέτρα και τις μεταρρυθμίσεις που έχουν συμφωνήσει στο πλαίσιο των ειδικών συστάσεων ανά χώρα· υπενθυμίζει ότι μόνο στο 15% των 400 περίπου ειδικών ανά χώρα συστάσεων η Επιτροπή έχει εντοπίσει αξιόλογη πρόοδο συγκριτικά με τα προηγούμενα έτη·

Ο ΕΜΣ

104.  τονίζει ότι, με τη σταδιακή κατάργηση της Τρόικας, κάποιο θεσμικό όργανο θα πρέπει να αναλάβει τον έλεγχο των συνεχιζόμενων μεταρρυθμίσεων·

105.  υπογραμμίζει το γεγονός ότι η σύσταση του ΕΤΧΣ και του ΕΜΣ εκτός του πλαισίου των θεσμικών οργάνων της Ένωσης αποτελεί οπισθοδρόμηση στην εξέλιξη της Ένωσης, ιδίως εις βάρος του Κοινοβουλίου, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του Δικαστηρίου·

106.  ζητεί να ενσωματωθεί ο ΕΜΣ στο νομικό πλαίσιο της Ένωσης και να εξελιχθεί σε μηχανισμό ενωσιακής βάσης, όπως προβλέπει η Συνθήκη ΕΜΣ· ζητεί να λογοδοτεί ο ΕΜΣ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, μεταξύ άλλων σχετικά με αποφάσεις χορήγησης χρηματοδοτικής συνδρομής καθώς και αποφάσεις καταβολής νέων δόσεων δανείων· τονίζει ότι, όσο τα κράτη μέλη συνεισφέρουν άμεσα από τον εθνικό προϋπολογισμό τους στον ΕΜΣ, θα πρέπει και να εγκρίνουν τη χρηματοδοτική συνδρομή· ζητεί την περαιτέρω ανάπτυξη του ΕΜΣ με επαρκή ικανότητα δανειοδοσίας και δανειοληψίας, την καθιέρωση διαλόγου ανάμεσα στο διευθυντικό όργανο του ΕΜΣ και τους ευρωπαίους κοινωνικούς εταίρους και την ενσωμάτωση του ΕΜΣ στον προϋπολογισμό της ΕΕ· καλεί τα μέλη του ΕΜΣ, έως ότου υλοποιηθούν τα προαναφερθέντα, να απόσχουν βραχυπρόθεσμα από την απαίτηση ομοφωνίας, ώστε οι συνήθεις αποφάσεις να μπορούν να λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία αντί της ομοφωνίας, και να καταστήσουν δυνατή τη χορήγηση προληπτικής συνδρομής·

107.  ζητεί από το Συμβούλιο και την Ευρωομάδα να τηρήσουν τη δέσμευση του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για διαπραγμάτευση μιας διοργανικής συμφωνίας με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με σκοπό τη θέσπιση κατάλληλου ενδιάμεσου μηχανισμού για την αύξηση της λογοδοσίας του ΕΜΣ· ζητεί επίσης, σε αυτό το πλαίσιο, μεγαλύτερη διαφάνεια των συζητήσεων του διοικητικού συμβουλίου του ΕΜΣ·

108.  υπογραμμίζει ότι η απόφαση ‘Pringle’ του ΔΕΕ και η νομολογία του παρέχουν τη δυνατότητα να ενταχθεί ο ΕΜΣ στο ενωσιακό πλαίσιο με σταθερή Συνθήκη βάσει του άρθρου 352 της ΣΛΕΕ· καλεί, ως εκ τούτου, την Επιτροπή να υποβάλει έως το τέλος του 2014 νομοθετική πρόταση με αυτόν τον στόχο·

Μεσομακροπρόθεσμη προοπτική

109.  ζητεί να ενταχθούν τα μνημόνια στο πλαίσιο της ενωσιακής νομοθεσίας με σκοπό να προωθηθεί μια αξιόπιστη και βιώσιμη στρατηγική εξυγίανσης, η οποία θα υπηρετεί επίσης τους στόχους της αναπτυξιακής στρατηγικής της Ένωσης και τους δεδηλωμένους στόχους για την κοινωνική συνοχή και την απασχόληση· συνιστά να υποβάλλονται σε ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο οι διαπραγματευτικές εντολές και να ζητείται η γνώμη του Κοινοβουλίου για τα προκύπτοντα μνημόνια συνεννόησης, προκειμένου τα προγράμματα παροχής συνδρομής να διαθέτουν επαρκή δημοκρατική νομιμοποίηση·

110.  επαναλαμβάνει την έκκλησή του να λαμβάνονται σύμφωνα με τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση οι αποφάσεις που σχετίζονται με την ενίσχυση της ΟΝΕ· θεωρεί ότι οποιαδήποτε παρέκκλιση από την κοινοτική μέθοδο με αυξημένη χρήση διακυβερνητικών συμφωνιών (όπως, για παράδειγμα, συμβατικών δεσμεύσεων) διαιρεί, αποδυναμώνει και θέτει υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της ζώνης του ευρώ∙ γνωρίζει ότι η πλήρης τήρηση της κοινοτικής μεθόδου σε περαιτέρω μεταρρυθμίσεις του μηχανισμού χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης ενδέχεται να απαιτήσει τροποποίηση της Συνθήκης και τονίζει ότι το ΕΚ πρέπει να συμμετέχει πλήρως σε οιεσδήποτε τέτοιου είδους αλλαγές, οι οποίες θα πρέπει να εξετάζονται στο πλαίσιο συνέλευσης·

111.  πιστεύει ότι θα πρέπει να διερευνηθεί το ενδεχόμενο τροποποίησης της Συνθήκης, με την οποία θα επεκτείνεται το πεδίο εφαρμογής του ισχύοντος άρθρου 143 της ΣΛΕΕ σε όλα τα κράτη μέλη αντί να περιορίζεται στα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ·

112.  ζητεί την ίδρυση ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου (ΕΝΤ) βάσει του δικαίου της Ένωσης, το οποίο θα λειτουργεί σύμφωνα με την κοινοτική μέθοδο· πιστεύει ότι ένα ΕΝΤ αυτού του είδους θα πρέπει να συνδυάζει τα χρηματοδοτικά μέσα του ΕΜΣ, που είναι στραμμένα στη στήριξη χωρών με προβλήματα ισοζυγίου πληρωμών ή ζήτημα αφερεγγυότητας του κράτους, με τους πόρους και την εμπειρογνωμοσύνη που έχει αποκτήσει η Επιτροπή τα τελευταία χρόνια στον εν λόγω τομέα· επισημαίνει ότι το εν λόγω πλαίσιο θα αποτρέπει τις ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων που είναι εγγενείς στον τρέχοντα ρόλο της Επιτροπής ως παράγοντα της Ευρωομάδας και στον πολύ πιο συνολικό της ρόλο ως «θεματοφύλακα των Συνθηκών»· πιστεύει ότι το ΕΝΤ θα πρέπει να υπόκειται στα υψηλότερα δημοκρατικά πρότυπα λογοδοσίας και νομιμοποίησης· θεωρεί ότι με το εν λόγω πλαίσιο θα εξασφαλίζεται η διαφάνεια κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων και ότι όλα τα εμπλεκόμενα θεσμικά όργανα θα είναι απολύτως υπεύθυνα και θα λογοδοτούν για τις πράξεις τους·

113.  είναι της άποψης ότι απαιτείται αναθεώρηση της Συνθήκης προκειμένου να στηριχθεί πλήρως το πλαίσιο της ΕΕ για την πρόληψη και την επίλυση κρίσεων σε μια νομικά ασφαλή και οικονομικά βιώσιμη βάση·

114.  είναι της άποψης ότι πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο ανάπτυξης ενός μηχανισμού με σαφή διαδικαστικά βήματα για τις χώρες οι οποίες διατρέχουν κίνδυνο αφερεγγυότητας, σύμφωνα με τους κανόνες της ‘δέσμης έξι μέτρων’ και της ‘δέσμης δύο μέτρων’· στο πλαίσιο αυτό, ενθαρρύνει το ΔΝΤ και ζητεί από την Επιτροπή και το Συμβούλιο να υποβάλουν στο ΔΝΤ κοινή θέση ώστε να ανοίξει εκ νέου η συζήτηση για έναν διεθνή μηχανισμό αναδιάρθρωσης δημόσιου χρέους (SDRM), με σκοπό να εγκριθεί μια δίκαιη και βιώσιμη πολυμερής προσέγγιση σε αυτόν τον τομέα·

115.  συνοψίζει τη σύστασή του υποδεικνύοντας ότι οι αντίστοιχοι ρόλοι και καθήκοντα κάθε συμμετέχοντος στην Τρόικα θα έπρεπε να αποσαφηνιστούν ως εξής:

   α) ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, το οποίο θα συνδυάζει τα χρηματοδοτικά μέσα του ΕΜΣ και τους ανθρώπινους πόρους που απέκτησε η Επιτροπή κατά τα τελευταία χρόνια, θα αναλάβει τον ρόλο της Επιτροπής, επιτρέποντας σε αυτήν να ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 17 της ΣΕΕ και, ειδικότερα, να είναι ο θεματοφύλακας των Συνθηκών·
   β) η ΕΚΤ θα συμμετέχει ως σιωπηλός παρατηρητής κατά τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων, προκειμένου να είναι σε θέση να εκφράζει σοβαρές ανησυχίες προς την Επιτροπή, στο πλαίσιο του συμβουλευτικού της ρόλου, και μετέπειτα προς το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, κατά περίπτωση·
   γ) το ΔΝΤ, εφόσον χρειάζεται οπωσδήποτε να εμπλακεί, θα είναι οριακός δανειστής και, ως εκ τούτου, θα μπορεί να αποχωρήσει από το πρόγραμμα εάν διαφωνεί·

116.  θεωρεί ότι το έργο που ξεκίνησε με την παρούσα έκθεση θα πρέπει να συνεχιστεί· ζητεί από το επόμενο Κοινοβούλιο να συνεχίσει το έργο της παρούσας έκθεσης, να αναπτύξει περαιτέρω τα βασικά της ευρήματα καθώς και να προβεί σε περαιτέρω διερεύνηση·

o
o   o

117.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Ευρωομάδα, στην Επιτροπή, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και στο ΔΝΤ.

(1) ΕΕ L 140 της 27.5.2013, σ. 1
(2) ΕΕ C 236 E της 12.8.2011, σ. 57.
(3) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0447.
(4) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0332.
(5) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0269.
(6) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0430.
(7) ΕΕ C 33 E της 5.2.2013, σ. 140.
(8) ΕΕ C 70 E της 8.3.2012, σ. 19.


Πτυχές συνδεόμενες με την απασχόληση και την κοινωνική διάσταση του ρόλου και των δραστηριοτήτων της Τρόικας
PDF 426kWORD 143k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τις πτυχές της απασχόλησης και τις κοινωνικές πτυχές του ρόλου και των εργασιών της Τρόικας (ΕΚΤ, Επιτροπή και ΔΝΤ) όσον αφορά τις χώρες της ζώνης του ευρώ που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής (2014/2007(INI))
P7_TA(2014)0240A7-0135/2014

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), και ιδίως τα άρθρα 9, 151, 152 και 153,

–  έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και ιδίως τον τίτλο ΙV (Αλληλεγγύη),

–  έχοντας υπόψη τον αναθεωρημένο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, κυρίως το άρθρο 30 για το δικαίωμα προστασίας από τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό,

–  έχοντας υπόψη τη δημόσια ακρόαση που διοργανώθηκε από την Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων στις 9 Ιανουαρίου 2014 με θέμα «Πτυχές απασχόλησης και κοινωνικές πτυχές του ρόλου και των εργασιών της Τρόικας όσον αφορά τις χώρες της ζώνης του ευρώ που υπάγονται σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής»,

–  έχοντας υπόψη τα τέσσερα σχέδια σημειωμάτων πολιτικής που περιλαμβάνουν αξιολογήσεις των κοινωνικών πτυχών, των πτυχών απασχόλησης και των προκλήσεων στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Κύπρο αντίστοιχα, τα οποία συντάχθηκαν από τη Μονάδα στήριξης της οικονομικής διακυβέρνησης στη Διεύθυνση οικονομικής και επιστημονικής πολιτικής της ΓΔ IPOL τον Ιανουάριο του 2014,

–  έχοντας υπόψη τον οικονομικό διάλογο και την ανταλλαγή απόψεων με τον έλληνα υπουργό Οικονομικών και τον έλληνα υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας που διοργανώθηκαν από κοινού από τις επιτροπές EMPL και ECON στις 13 Νοεμβρίου 2012,

–  έχοντας υπόψη τις πέντε αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κοινωνικών Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 22ας Απριλίου 2013, σχετικά με τα συνταξιοδοτικά συστήματα στην Ελλάδα(1),

–  έχοντας υπόψη την 365η έκθεση της επιτροπής για την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 8ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με τις συνέπειες των δημοσιονομικών περιορισμών για τις περιφερειακές και τοπικές αρχές, όσον αφορά τις δαπάνες των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ στα κράτη μέλη(2),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 4ης Ιουλίου 2013, σχετικά με τον αντίκτυπο της κρίσης στην πρόσβαση των ευάλωτων ομάδων στην περίθαλψη(3),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 11ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την κοινωνική στέγαση στην Ευρωπαϊκή Ένωση(4),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 15ης Φεβρουαρίου 2012, σχετικά με την απασχόληση και τις κοινωνικές πτυχές στην ετήσια επισκόπηση της ανάπτυξης 2012(5),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2013, με τίτλο «Ετήσια επισκόπηση της ανάπτυξης 2014» (COM(2013)0800) και το προσαρτώμενο σε αυτήν σχέδιο κοινής έκθεσης για την απασχόληση,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 23ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο για τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών: εφαρμογή των προτεραιοτήτων του 2013(6),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 2ας Οκτωβρίου 2013, με τίτλο «Ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης» (COM(2013)0690),

–  έχοντας υπόψη την ερώτηση O-000122/2013 – Β7-0524/2013 προς την Επιτροπή, και το σχετικό ψήφισμα του Κοινοβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2013, σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ)»(7),

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της επιτροπής EMPL ενόψει του ψηφίσματός του της 20ής Νοεμβρίου 2012, σχετικά με την έκθεση των προέδρων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωομάδας με τίτλο «Προς μια ουσιαστική Οικονομική και Νομισματική Ένωση»(8),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2010, με τίτλο «Ευρωπαϊκή πλατφόρμα για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού»: ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για κοινωνική και εδαφική συνοχή» (COM(2010)0758), και το σχετικό ψήφισμά του της 15ης Νοεμβρίου 2011(9),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 20ής Νοεμβρίου 2012, σχετικά με το Σύμφωνο Κοινωνικών Επενδύσεων – ως αντίδραση στην κρίση(10),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση του Eurofound, της 12ης Δεκεμβρίου 2013, με τίτλο «Industrial relations and working conditions developments in Europe 2012» (Εργασιακές σχέσεις και συνθήκες εργασίας στην Ευρώπη το 2012),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 20ής Φεβρουαρίου 2013, με τίτλο «Στοχεύοντας στις κοινωνικές επενδύσεις για την ανάπτυξη και τη συνοχή - συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (2014-2020)» (COM(2013)0083),

–  έχοντας υπόψη την ερώτηση O-000057/2013 – Β7-0207/2013 προς την Επιτροπή, και το σχετικό ψήφισμα του Κοινοβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Στοχεύοντας στις κοινωνικές επενδύσεις για την ανάπτυξη και τη συνοχή - συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (2014-2020)»(11),

–  έχοντας υπόψη την τέταρτη έκθεση παρακολούθησης της Επιτροπής των Περιφερειών, του Οκτωβρίου 2013, σχετικά με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020»,

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας αριθ. 49 της ΔΟΕ, της 30ής Απριλίου 2013, με τίτλο «The impact of the eurozone crisis on Irish social partnership: A political economy analysis» (Ο αντίκτυπος της κρίσης της ζώνης του ευρώ στην ιρλανδική κοινωνική εταιρική σχέση: μια ανάλυση τον πτυχών της πολιτικής οικονομίας),

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας αριθ. 38 της ΔΟΕ, της 8ης Μαρτίου 2012, με τίτλο «Social dialogue and collective bargaining in times of crisis: The case of Greece» (Κοινωνικός διάλογος και συλλογικές διαπραγματεύσεις σε περιόδους κρίσης: Η περίπτωση της Ελλάδας),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της ΔΟΕ της 30ής Οκτωβρίου 2013 με τίτλο «Tackling the job crisis in Portugal» (Αντιμετώπιση της κρίσης στον τομέα της απασχόλησης στην Πορτογαλία),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση Bruegel, της 17ης Ιουνίου 2013, με τίτλο «EU-IMF assistance to euro-area countries: an early assessment» (Παροχή συνδρομής ΕΕ-ΔΝΤ προς χώρες της ζώνης του ευρώ: Μια πρώιμη αξιολόγηση) (σειρά «Bruegel Blueprint», τεύχος 19),

–  έχοντας υπόψη τα δελτία τύπου της Eurostat σχετικά με τους ευρωδείκτες, της 12ης Φεβρουαρίου 2010 (22/2010) και της 29ης Νοεμβρίου 2013 (179/2013),

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο οικονομικής πολιτικής αριθ. 1 του ΟΟΣΑ, της 12ης Απριλίου 2012, με τίτλο «Fiscal consolidation: How much, how fast and by what means? – An Economic Outlook Report» (Δημοσιονομική εξυγίανση: Σε ποιο βαθμό, με ποια ταχύτητα και με ποια μέσα; – Μια έκθεση σχετικά με την οικονομική προοπτική),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 3ης Μαρτίου 2010, με τίτλο «Ευρώπη 2020: Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» (COM(2010)2020),

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας του Ευρωπαϊκού Συνδικαλιστικού Ινστιτούτου (ETUI) του Μαΐου 2013 με τίτλο «The Euro crisis and its impact on national and European social policies» (Η κρίση του ευρώ και ο αντίκτυπός της στις εθνικές και ευρωπαϊκές κοινωνικές πολιτικές),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής, του Ιουνίου 2013, με τίτλο «Labour Market Developments in Europe, 2013» (Εξελίξεις στην αγορά εργασίας στην Ευρώπη, 2013) (σειρά «Ευρωπαϊκή Οικονομία», τεύχος 6/2013),

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο της οργάνωσης Caritas Europa, του Φεβρουαρίου 2013, με τίτλο «The impact of the European Crisis: a study of the impact of the crisis and austerity on the people, with a special focus on Greece, Ireland, Italy, Portugal and Spain» (Ο αντίκτυπος της ευρωπαϊκής κρίσης: μια μελέτη του αντικτύπου της κρίσης και της λιτότητας στον πληθυσμό, με ιδιαίτερη εστίαση στην Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Ιταλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία),

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο πολιτικής της Oxfam, του Σεπτεμβρίου 2013, με τίτλο «A cautionary tale: the true cost of austerity and inequality in Europe» (Μια διδακτική ιστορία: το αληθινό κόστος της λιτότητας και της ανισότητας στην Ευρώπη),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A7-0135/2014),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η άνευ προηγουμένου οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση που επεσήμανε την ευπάθεια των δημόσιων οικονομικών σε ορισμένα κράτη μέλη και ότι τα μέτρα του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής στην Ελλάδα (Μάιος 2010 και Μάρτιος 2012), την Ιρλανδία (Δεκέμβριος 2010), την Πορτογαλία (Μάιος 2011) και την Κύπρο (Ιούνιος 2013) είχαν άμεσο και έμμεσο αντίκτυπο στα επίπεδα απασχόλησης και στις συνθήκες διαβίωσης πολλών ανθρώπων· λαμβάνοντας υπόψη ότι όλα τα προγράμματα, παρά το γεγονός ότι υπεγράφησαν επισήμως από την Επιτροπή, σχεδιάστηκαν και οι όροι τους προσδιορίστηκαν από κοινού από το ΔΝΤ, την Ευρωομάδα, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) την Επιτροπή και τα προς διάσωση κράτη μέλη·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, όταν διασφαλιστεί η οικονομική και δημοσιονομική βιωσιμότητα των τεσσάρων χωρών, οι προσπάθειες πρέπει να επικεντρωθούν σε κοινωνικά ζητήματα, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη δημιουργία θέσεων εργασίας·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 9 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι: «Κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών και των δράσεών της, η Ένωση συνεκτιμά τις απαιτήσεις που συνδέονται με την προαγωγή υψηλού επιπέδου απασχόλησης, με τη διασφάλιση της κατάλληλης κοινωνικής προστασίας, με την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού καθώς και με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, κατάρτισης και προστασίας της ανθρώπινης υγείας»·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 151 της ΣΛΕΕ προβλέπεται πως τυχόν δράση που αναλαμβάνεται από την ΕΕ και τα κράτη μέλη της πρέπει να συνάδει με τα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα που ορίζονται στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του 1961 και στον Κοινοτικό Χάρτη των Θεμελιωδών Κοινωνικών Δικαιωμάτων των Εργαζόμενων, του 1989, με σκοπό τη βελτίωση, μεταξύ άλλων, του κοινωνικού διαλόγου· λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 152 της ΣΛΕΕ ορίζεται ότι: «Η Ένωση αναγνωρίζει και προάγει τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων στο επίπεδό της, λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλομορφία των εθνικών συστημάτων. Διευκολύνει τον μεταξύ τους διάλογο, σεβόμενη την αυτονομία τους»·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 36 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεσμεύει την Ένωση «να αναγνωρίζει και να σέβεται την πρόσβαση στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος, όπως αυτό προβλέπεται στις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές, σύμφωνα με τις Συνθήκες, προκειμένου να προαχθεί η κοινωνική και εδαφική συνοχή της Ένωσης»· λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι «ενόψει της θέσης που κατέχουν οι υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος στα πλαίσια των κοινών αξιών της Ένωσης, καθώς και της συμβολής τους στην προώθηση της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής, η Ένωση και τα κράτη μέλη, εντός των πλαισίων των αντιστοίχων αρμοδιοτήτων τους, και εντός του πεδίου εφαρμογής των Συνθηκών, μεριμνούν ούτως ώστε οι υπηρεσίες αυτές να λειτουργούν βάσει αρχών και προϋποθέσεων, ιδίως οικονομικών και δημοσιονομικών, οι οποίες επιτρέπουν την εκπλήρωση του σκοπού τους»· λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 345 της ΣΛΕΕ προβλέπει ότι «οι Συνθήκες δεν προδικάζουν με κανένα τρόπο το καθεστώς της ιδιοκτησίας στα κράτη μέλη» και ότι το Πρωτόκολλο αριθ. 26 σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος διευκρινίζει τις κοινές αξίες της Ένωσης όσον αφορά τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 6 παράγραφος 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) ορίζεται ότι: «Η Ένωση αναγνωρίζει τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τις αρχές που περιέχονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 7ης Δεκεμβρίου 2000, (…), ο οποίος έχει το ίδιο νομικό κύρος με τις Συνθήκες», και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι παράγραφοι 2 και 3 του εν λόγω άρθρου προβλέπουν προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και ορίζουν ότι τα εν λόγω δικαιώματα αποτελούν μέρος των γενικών αρχών του δικαίου της Ένωσης·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπει, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα συλλογικής διαπραγμάτευσης και συλλογικών δράσεων (άρθρο 28), την προστασία σε περίπτωση αδικαιολόγητης απόλυσης (άρθρο 30), τις δίκαιες και πρόσφορες συνθήκες εργασίας (άρθρο 31), την αναγνώριση και τον σεβασμό του δικαιώματος πρόσβασης σε παροχές κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικές υπηρεσίες και, προκειμένου «να καταπολεμηθεί ο κοινωνικός αποκλεισμός και η φτώχεια», το δικαίωμα «αξιοπρεπούς διαβίωσης σε όλους όσους δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους» (άρθρο 34), το δικαίωμα πρόσβασης στην πρόληψη σε θέματα υγείας και στην ιατρική περίθαλψη (άρθρο 35) και την αναγνώριση και τον σεβασμό του δικαιώματος πρόσβασης στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος (άρθρο 36)·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η στρατηγική «Ευρώπη 2020», που προτάθηκε από την Επιτροπή στις 3 Μαρτίου 2010 και εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 17ης Ιουνίου 2010, περιλαμβάνει μεταξύ των πέντε πρωταρχικών στόχων της που πρέπει να επιτευχθούν έως το 2020 τα ακόλουθα: απασχόληση για ποσοστό 75% των ανδρών και των γυναικών ηλικίας 20-64 ετών· μείωση του ποσοστού πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου σε λιγότερο του 10% και ολοκλήρωση των σπουδών στην τριτοβάθμια ή αντίστοιχη εκπαίδευση για τουλάχιστον το 40% των ενηλίκων ηλικίας 30-34 ετών, καθώς και μείωση της φτώχειας μέσω της απομάκρυνσης του κινδύνου της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού για τουλάχιστον 20 εκατομμύρια άτομα·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την τριμηνιαία επισκόπηση της Επιτροπής, του Οκτωβρίου 2013, με τίτλο «Εργασιακή και κοινωνική κατάσταση στην ΕΕ», η σημαντική πτώση του ΑΕγχΠ της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας οδήγησε κυρίως σε μείωση της απασχόλησης·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο ψήφισμά του της 21ης Νοεμβρίου 2013, το Κοινοβούλιο επιδοκίμασε την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 2ας Οκτωβρίου 2013, με τίτλο «Ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης» και την πρότασή της για κατάρτιση πίνακα αποτελεσμάτων για βασικούς δείκτες απασχόλησης και κοινωνικούς δείκτες, ο οποίος θα είναι συμπληρωματικός στη διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών (ΔΜΑ) και στην κοινή έκθεση για την απασχόληση (ΚΕΑ), ως ένα βήμα προς τη διαμόρφωση μιας κοινωνικής διάστασης της ΟΝΕ· τονίζει ότι οι εν λόγω δείκτες πρέπει να επαρκούν για την εξασφάλιση ολοκληρωμένης και διαφανούς κάλυψης της κατάστασης απασχόλησης και της κοινωνικής κατάστασης στα κράτη μέλη· λαμβάνοντας υπόψη ότι το ψήφισμα του Κοινοβουλίου τόνιζε την ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι η εν λόγω παρακολούθηση θα αποσκοπεί στη μείωση των κοινωνικών αποκλίσεων μεταξύ των κρατών μελών και στην προώθηση της κοινωνικής σύγκλισης προς τα πάνω και της κοινωνικής προόδου·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα διαθέσιμα δεδομένα καταδεικνύουν ότι, στις τέσσερις αυτές χώρες, σημειώνεται οπισθοδρόμηση ως προς την επίτευξη των κοινωνικών στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» (βλέπε παράρτημα 1), με εξαίρεση τους στόχους που συνδέονται με άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση και τα επίπεδα ολοκλήρωσης των σπουδών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση·

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές στις χώρες αυτές βελτιώνονται· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτό θα πρέπει να αρχίσει να συμβάλλει στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε αυτές τις οικονομίες και να αναστρέψει την τάση συρρίκνωσης της αγοράς εργασίας·

1.  διαπιστώνει ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ (η ΕΚΤ, η Επιτροπή και η Ευρωομάδα) είναι συνυπεύθυνα για τους όρους που επιβάλλονται στο πλαίσιο των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής· τονίζει επίσης ότι είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών καθώς και η κατάλληλη κοινωνική προστασία για τους πολίτες·

2.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο τέθηκε πλήρως στο περιθώριο σε όλα τα στάδια των προγραμμάτων: στο προπαρασκευαστικό στάδιο, στο στάδιο ανάπτυξης των εντολών καθώς και κατά την παρακολούθηση του αντικτύπου των αποτελεσμάτων που επιτυγχάνονται από τα προγράμματα και τα συναφή μέτρα· υπενθυμίζει ότι, παρόλο που η συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν ήταν υποχρεωτική λόγω της έλλειψης νομικής βάσης, η απουσία ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών μηχανισμών οδήγησε στην ανάγκη εξεύρεσης αυτοσχέδιων λύσεων όσον αφορά τα προγράμματα, με αποτέλεσμα να συναφθούν χρηματοοικονομικές και θεσμικές συμφωνίες εκτός της κοινοτικής μεθόδου· επισημαίνει στο ίδιο πνεύμα ότι η ΕΚΤ έχει λάβει αποφάσεις εκτός του πεδίου αρμοδιοτήτων της· υπενθυμίζει τον ρόλο της Επιτροπής ως θεματοφύλακα των Συνθηκών καθώς και ότι ο ρόλος αυτός πρέπει πάντοτε να τηρείται· θεωρεί ότι μόνο θεσμικά όργανα με γνήσια δημοκρατική λογοδοσία πρέπει να καθοδηγούν την πολιτική διαδικασία σχεδιασμού και εφαρμογής των προγραμμάτων προσαρμογής για χώρες που αντιμετωπίζουν σοβαρές οικονομικές δυσκολίες·

3.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα εν λόγω προγράμματα σχεδιάστηκαν χωρίς επαρκή μέσα για την εκτίμηση των συνεπειών μέσω μελετών αντίκτυπου ή συντονισμού με την Επιτροπή Απασχόλησης, την Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας, το Συμβούλιο Απασχόλησης, Κοινωνικής Πολιτικής, Θεμάτων Υγείας και Προστασίας του Καταναλωτή (EPSCO) ή τον Επίτροπο που είναι αρμόδιος για θέματα απασχόλησης και κοινωνικών υποθέσεων· εκφράζει, επίσης, τη λύπη του για το γεγονός ότι δεν ζητήθηκε η γνώμη της ΔΟΕ, και ότι, παρά τις σημαντικές κοινωνικές επιπτώσεις, δεν ζητήθηκε η γνώμη των συμβουλευτικών φορέων που έχουν θεσπιστεί από τη Συνθήκη, και ιδίως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ) και της Επιτροπής των Περιφερειών (ΕτΠ)·

4.  εκφράζει δυσαρέσκεια για το γεγονός ότι οι όροι που επιβλήθηκαν για τη χρηματοδοτική συνδρομή έθεσαν σε κίνδυνο τους κοινωνικούς στόχους της ΕΕ για πολλούς λόγους:

   η ΕΕ δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένη και δεν διέθετε τα μέσα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που προέκυψαν, μεταξύ των οποίων ήταν η τεράστια κρίση δημόσιου χρέους, η οποία απαιτούσε άμεση αντίδραση προκειμένου να αποφευχθεί η χρεωκοπία·
   παρόλο που τα προγράμματα έχουν συγκεκριμένη διάρκεια, ορισμένα μέτρα που προβλέπονται σε αυτά έχουν, ενώ δεν θα έπρεπε, μακροπρόθεσμο χαρακτήρα·
   τα μέτρα είναι ιδιαίτερα επαχθή, ιδίως επειδή η επιδείνωση της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης δεν διαγνώστηκε εγκαίρως, διότι έπρεπε να υλοποιηθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα και διότι δεν διενεργήθηκαν κατάλληλες αξιολογήσεις του αντικτύπου όσον αφορά τον διανεμητικό αντίκτυπο σε διάφορες ομάδες της κοινωνίας·
   παρά τις εκκλήσεις της Επιτροπής τα εναπομείναντα κεφάλαια της ΕΕ από το δημοσιονομικό πλαίσιο 2007-2013 δεν χρησιμοποιήθηκαν άμεσα·
   τα μέτρα θα μπορούσαν να έχουν συνοδευτεί από μεγαλύτερες προσπάθειες να προστατευτούν οι ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, όπως μέτρα για την πρόληψη υψηλών επιπέδων φτώχειας, στέρησης και ανισοτήτων στον τομέα της υγείας, τα οποία οφείλονται στην ιδιαίτερη εξάρτηση των ομάδων χαμηλού εισοδήματος από τα δημόσια συστήματα υγείας·

Απασχόληση

5.  επισημαίνει ότι η εξαιρετικά σοβαρή οικονομική και δημοσιονομική κρίση και οι πολιτικές προσαρμογής στις τέσσερις χώρες είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση των ποσοστών ανεργίας και απώλειας θέσεων εργασίας, καθώς και του αριθμού των μακροχρόνια ανέργων, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις οδήγησαν στην υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας· επισημαίνει ότι τα ποσοστά απασχόλησης διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο όσον αφορά τη βιωσιμότητα των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και συνταξιοδότησης, καθώς και για την επίτευξη των κοινωνικών στόχων και των στόχων για την απασχόληση της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»·

6.  επισημαίνει ότι οι προσδοκίες για επιστροφή στην ανάπτυξη και στη δημιουργία θέσεων εργασίας μέσω της εσωτερικής υποτίμησης για ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας δεν έχουν εκπληρωθεί· υπογραμμίζει ότι αυτές οι μη εκπληρωθείσες προσδοκίες οφείλονται στην τάση υποτίμησης του διαρθρωτικού χαρακτήρα της κρίσης καθώς και της σημασίας της διατήρησης της εγχώριας ζήτησης, των επενδύσεων και της πιστωτικής στήριξης της πραγματικής οικονομίας· τονίζει τον φιλοκυκλικό χαρακτήρα των μέτρων λιτότητας, καθώς και το γεγονός ότι τα μέτρα αυτά δεν συνοδεύονται από διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις κατά περίπτωση, οι οποίες αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες με στόχο να επιτευχθεί ανάπτυξη, συνοδευόμενη από κοινωνική συνοχή και απασχόληση·

7.  διαπιστώνει ότι τα υψηλά ποσοστά ανεργίας και υποαπασχόλησης, σε συνδυασμό με τις μειώσεις των αμοιβών τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα και, σε ορισμένες περιπτώσεις, η έλλειψη αποτελεσματικής δράσης για την πάταξη της φοροδιαφυγής και η ταυτόχρονη μείωση των ποσοστών των εισφορών, υπονομεύουν τη βιωσιμότητα αλλά και την επάρκεια των δημόσιων συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, καθώς συνεπάγονται κενά στη χρηματοδότηση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης·

8.  τονίζει ότι η υποβάθμιση των συνθηκών λειτουργίας και το κλείσιμο ΜΜΕ συνιστούν μια από τις κύριες αιτίες απώλειας θέσεων απασχόλησης και τη μεγαλύτερη απειλή για τη μελλοντική ανάκαμψη· σημειώνει ότι οι πολιτικές προσαρμογής δεν έλαβαν υπόψη στρατηγικούς τομείς που θα έπρεπε να έχουν εξεταστεί με στόχο την διατήρηση της μελλοντικής ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής· επισημαίνει ότι αυτό οδήγησε σε σημαντική απώλεια θέσεων εργασίας σε στρατηγικούς τομείς όπως είναι η βιομηχανία και ο τομέας της έρευνας, της ανάπτυξης και της καινοτομίας· επισημαίνει ότι οι τέσσερις χώρες πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες για να δημιουργήσουν τους αναγκαίους ευνοϊκούς όρους ώστε οι επιχειρήσεις, και ιδίως οι ΜΜΕ, να μπορέσουν να αναπτύξουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους· επισημαίνει ότι πολλές θέσεις εργασίας του δημοσίου τομέα έχουν απολεσθεί σε βασικούς δημόσιους τομείς όπως η υγεία, η εκπαίδευση και οι δημόσιες κοινωνικές υπηρεσίες·

9.  εκφράζει την αποδοκιμασία του για το γεγονός ότι οι νέοι είναι εκείνοι που πλήττονται από τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας, διότι η κατάσταση που επικρατεί σε χώρες όπως η Ελλάδα (όπου το σχετικό ποσοστό υπερβαίνει το 50%), η Πορτογαλία και η Ιρλανδία (όπου το ποσοστό ξεπέρασε το 2012 το 30%) και η Κύπρος (όπου το ποσοστό κυμαίνεται περίπου στο 26,4%) είναι ιδιαίτερα σοβαρή· επισημαίνει ότι τα ποσοστά αυτά είναι σταθερά στα πέντε έτη της κρίσης· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι ακόμα και όταν οι νέοι κατορθώνουν να βρουν κάποια θέση εργασίας, πολλοί από αυτούς – 43% κατά μέσο όρο σε σύγκριση με το 13% των ενηλίκων εργαζομένων – καταλήγουν συχνά να εργάζονται υπό επισφαλείς συνθήκες ή με συμβάσεις μερικής απασχόλησης που καθιστούν δυσχερή την ανεξάρτητη διαβίωσή τους και έχουν ως αποτέλεσμα να χάνεται η καινοτομία και η εμπειρογνωμοσύνη, με αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγή και στην ανάπτυξη·

10.  διαπιστώνει ότι οι πλέον ευπαθείς ομάδες στην αγορά εργασίας –οι μακροχρόνια άνεργοι, οι γυναίκες, οι διακινούμενοι εργαζόμενοι και τα άτομα με αναπηρία– έχουν πληγεί περισσότερο και παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά ανεργίας σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο· επισημαίνει τη σημαντική αύξηση του ποσοστού μακροχρόνιας ανεργίας στις γυναίκες και τους εργαζομένους μεγαλύτερης ηλικίας, καθώς και τις πρόσθετες δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν αυτοί οι εργαζόμενοι για να επανενταχθούν στην αγορά εργασίας όταν τελικά ανακάμψει η οικονομία· τονίζει ότι για αυτούς τους εργαζόμενους απαιτείται η λήψη στοχευμένων μέτρων·

11.  προειδοποιεί ότι οι τεράστιες αυτές αποκλίσεις, εάν δεν αντιμετωπιστούν, ιδίως στην περίπτωση της νεότερης γενιάς, είναι δυνατόν να προκαλέσουν μακροπρόθεσμα διαρθρωτικές ζημίες στην αγορά εργασίας των τεσσάρων χωρών, να περιορίσουν την ικανότητα των εν λόγω χωρών για ανάκαμψη, να προκαλέσουν αναγκαστική μετανάστευση με περαιτέρω επιδείνωση των συνεπειών της συνεχιζόμενης φυγής εγκεφάλων και να αυξήσουν τις επίμονες αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών που παρέχουν απασχόληση και εκείνων που παρέχουν φθηνό εργατικό δυναμικό· εκφράζει τη λύπη του διότι οι αρνητικές κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις αποτελούν για τους νέους ένα από τα βασικά κίνητρα για μετανάστευση και για να ασκήσουν το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας·

12.  εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις και τομείς, παρατηρείται, εκτός από την απώλεια θέσεων εργασίας, μείωση στην ποιότητά τους, αύξηση των επισφαλών μορφών απασχόλησης και επιδείνωση των βασικών εργασιακών προτύπων· τονίζει ότι είναι αναγκαίο τα κράτη μέλη να καταβάλουν ειδικές προσπάθειες για να αντιμετωπίσουν την αύξηση της μη εθελοντικής μερικής απασχόλησης και της προσωρινής εργασίας, των μη αμειβόμενων περιόδων πρακτικής άσκησης και μαθητείας, της εικονικής αυτοαπασχόλησης και των δραστηριοτήτων της παραοικονομίας· επισημαίνει επίσης ότι, παρόλο που ο καθορισμός των μισθών δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες της ΕΕ, τα προγράμματα επηρέασαν τους κατώτατους μισθούς: στην Ιρλανδία κρίθηκε αναγκαίο να μειωθεί ο κατώτατος μισθός κατά σχεδόν 12% (μια απόφαση που ωστόσο τροποποιήθηκε αργότερα), και στην Ελλάδα αποφασίστηκε σημαντική περικοπή του της τάξης του 22%·

13.  υπενθυμίζει ότι η στρατηγική «Ευρώπη 2020» αναφέρει ορθώς ότι το αριθμητικό στοιχείο το οποίο πρέπει να παρακολουθείται με προσοχή είναι το ποσοστό απασχόλησης, που υποδεικνύει τους διαθέσιμους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους που συνεπάγονται τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου μας· ζητεί η επιβράδυνση της επιδείνωσης του ποσοστού ανεργίας να μην συγχέεται με την ανάκτηση θέσεων εργασίας που έχουν απολεσθεί, καθώς δε λαμβάνεται υπόψη η αύξηση της μετανάστευσης· παρατηρεί ότι η μείωση της απασχόλησης στον βιομηχανικό τομέα αποτελούσε ήδη πρόβλημα πριν ξεκινήσουν τα προγράμματα· τονίζει την ανάγκη δημιουργίας περισσότερων και καλύτερων θέσεων απασχόλησης· υπενθυμίζει ότι την τελευταία τετραετία οι απώλειες θέσεων εργασίας ανήλθαν σε 2 εκατομμύρια στις τέσσερις χώρες, αριθμός που αντιστοιχεί σε ποσοστό 15% των θέσεων εργασίας που υπήρχαν το 2009· εκφράζει ικανοποίηση για το γεγονός ότι, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, έχει σημειωθεί μικρή άνοδος των θέσεων εργασίας στην Ιρλανδία, την Κύπρο και την Πορτογαλία·

Φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός

14.  εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι, μεταξύ των προϋποθέσεων για τη χορήγηση χρηματοδοτικής συνδρομής, περιλαμβάνονται στα προγράμματα συστάσεις για συγκεκριμένες περικοπές στις πραγματικές κοινωνικές δαπάνες σε βασικούς τομείς, όπως είναι οι συντάξεις, οι βασικές υπηρεσίες, η υγειονομική περίθαλψη και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα φαρμακευτικά προϊόντα για τη βασική προστασία των πλέον ευάλωτων ομάδων, καθώς και στην προστασία του περιβάλλοντος, αντί για συστάσεις που να παραχωρούν στις εθνικές κυβερνήσεις μεγαλύτερη ευελιξία ώστε να αποφασίζουν πού θα μπορούσαν να γίνουν εξοικονομήσεις· εκφράζει το φόβο ότι ο κύριος αντίκτυπος των εν λόγω μέτρων θίγει τον αγώνα για την καταπολέμηση της φτώχειας και, ειδικότερα, της φτώχειας των παιδιών· υπενθυμίζει ότι η καταπολέμηση της φτώχειας, και ιδίως της φτώχειας των παιδιών, πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί στόχο των κρατών μελών και ότι οι πολιτικές φορολογικής και δημοσιονομικής εξυγίανσης δεν πρέπει να τον υπονομεύουν·

15.  εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι κατά την κατάρτιση και υλοποίηση των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής αφενός δεν δόθηκε η δέουσα σημασία στον αντίκτυπο των δημοσιονομικών πολιτικών στην απασχόληση και την κοινωνική κατάσταση και αφετέρου –στην περίπτωση της Ελλάδας– όπως αποδείχθηκε, η υπόθεση εργασίας βασίστηκε σε εσφαλμένο δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή, με αποτέλεσμα να μη ληφθούν εγκαίρως μέτρα προστασίας των πλέον ευάλωτων ομάδων έναντι της φτώχειας, της φτώχειας στην εργασία και του κοινωνικού αποκλεισμού· καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει επίσης τους κοινωνικούς δείκτες στα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη για την επαναδιαπραγμάτευση των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής και την αντικατάσταση των μέτρων που συνιστώνται για κάθε κράτος μέλος, προκειμένου να εξασφαλιστούν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη αλλά και η πλήρης τήρηση των βασικών κοινωνικών αξιών και αρχών της ΕΕ·

16.  επισημαίνει ότι, παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή, στην τριμηνιαία επισκόπησή της του Οκτωβρίου 2013 («Εργασιακή και κοινωνική κατάσταση στην ΕΕ»), τονίζει τη σημασία των δαπανών κοινωνικής προστασίας ως ασφαλιστικής δικλείδας έναντι κοινωνικών κινδύνων, η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία είχαν, από το 2010 και μετά, τη μεγαλύτερη μείωση κοινωνικών δαπανών στην ΕΕ·

17.  επισημαίνει ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, εμφανίζονται νέες μορφές φτώχειας που αγγίζουν τη μεσαία και την εργατική τάξη, καθώς τα προβλήματα αποπληρωμής στεγαστικών δανείων και οι υψηλές τιμές ενέργειας προκαλούν ενεργειακή φτώχεια και αυξάνουν τις εξώσεις και τις κατασχέσεις· εκφράζει ανησυχία για τα στοιχεία που δείχνουν ότι αυξάνονται οι άστεγοι και τα επίπεδα αποκλεισμού από την κατοικία· υπενθυμίζει ότι αυτό αποτελεί παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων· συνιστά στα κράτη μέλη και στις τοπικές τους αρχές να καθιερώσουν ουδέτερες πολιτικές στέγασης που να ευνοούν την κοινωνική και οικονομικά προσιτή στέγαση, να αντιμετωπίσουν το ζήτημα των κατοικιών που παραμένουν κενές και να εφαρμόσουν αποτελεσματικές αποτρεπτικές πολιτικές για τη μείωση των εξώσεων·

18.  εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη κοινωνική και οικονομική κατάσταση στις εν λόγω χώρες εντείνει τις περιφερειακές και εδαφικές ανισότητες, υπονομεύοντας έτσι τον δεδηλωμένο στόχο της ΕΕ για την ενδυνάμωση της περιφερειακής συνοχής στο εσωτερικό της·

19.  σημειώνει ότι οι διεθνείς και κοινωνικοί οργανισμοί έχουν προειδοποιήσει ότι το νέο σύστημα μισθολογικής κλίμακας, βαθμοδοσίας και απολύσεων στον δημόσιο τομέα θα επιφέρει χάσμα ανάμεσα στα δύο φύλα· επισημαίνει ότι η ΔΟΕ έχει εκφράσει ανησυχίες σχετικά με τον δυσανάλογο αντίκτυπο που έχουν οι νέες ευέλικτες μορφές απασχόλησης στις αμοιβές των γυναικών· σημειώνει επίσης ότι η ΔΟΕ έχει ζητήσει από τις κυβερνήσεις να παρακολουθούν τον αντίκτυπο της λιτότητας στις αμοιβές ανδρών και γυναικών στον ιδιωτικό τομέα· παρατηρεί με ανησυχία ότι το μισθολογικό χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών δεν μειώνεται πλέον στις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, και στις οποίες οι ανισότητες ξεπερνούν τον μέσο όρο της ΕΕ· υπογραμμίζει ότι οι μισθολογικές ανισότητες και η μείωση του ποσοστού απασχόλησης των γυναικών απαιτούν μεγαλύτερη προσοχή από τα κράτη μέλη που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής·

20.  σημειώνει ότι αριθμητικά στοιχεία της Eurostat και της Επιτροπής, καθώς και διάφορες άλλες μελέτες, καταδεικνύουν ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, η ανισότητα της κατανομής του εισοδήματος αυξήθηκε ανάμεσα στο 2008 και το 2012, και ότι οι περικοπές στα κοινωνικά επιδόματα και τα επιδόματα ανεργίας, καθώς και οι μειώσεις των μισθών λόγω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αυξάνουν τα επίπεδα της φτώχειας· σημειώνει, επίσης, ότι στην έκθεση της Επιτροπής διαπιστώνονται σχετικά υψηλά επίπεδα φτώχειας εργαζομένων, λόγω των χαμηλών κατώτατων μισθών που περικόπτονται ή παγώνουν·

21.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις έχει αυξηθεί ο αριθμός των ατόμων που απειλούνται από τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό· σημειώνει, επιπλέον, ότι τα στατιστικά αυτά στοιχεία κρύβουν μια πολύ πιο σκληρή πραγματικότητα, που συνίσταται στο ότι το χαμηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ συνεπάγεται επίσης χαμηλότερο όριο της φτώχειας, το οποίο σημαίνει ότι άνθρωποι που μέχρι προσφάτως χαρακτηρίζονταν φτωχοί σήμερα θεωρείται ότι δεν ζουν πλέον σε συνθήκες φτώχειας· υπενθυμίζει ότι στις χώρες υπό δημοσιονομική προσαρμογή που αντιμετωπίζουν δημοσιονομική κρίση, η πτώση του ΑΕγχΠ, η δραστικότατη μείωση των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων και η μείωση των επενδύσεων στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης συντελούν στη μείωση του δυνητικού ΑΕγχΠ και δημιουργούν μακροπρόθεσμη φτώχεια·

22.  επικροτεί το γεγονός ότι, στις προαναφερθείσες μελέτες, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι μόνο η σημαντική αντιστροφή των σημερινών τάσεων θα καταστήσει εφικτή για ολόκληρη την ΕΕ την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»·

23.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, τουλάχιστον για την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, τα προγράμματα περιελάμβαναν σειρά λεπτομερών όρων σχετικά με τη μεταρρύθμιση του συστήματος υγείας και τις περικοπές των δαπανών, οι οποίες είχαν σοβαρό αντίκτυπο στην ποιότητα και τη γενική δυνατότητα πρόσβασης στις κοινωνικές υπηρεσίες, ιδίως στον τομέα της υγείας και της κοινωνικής πρόνοιας, παρά το γεγονός ότι το άρθρο 168 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι η ΕΕ πρέπει να σέβεται τις αρμοδιότητες των κρατών μελών· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι τούτο οδήγησε σε ορισμένες περιπτώσεις στην άρνηση υγειονομικής ασφαλιστικής κάλυψης ή πρόσβασης στην κοινωνική προστασία, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο ακραίας φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, όπως δείχνει και ο αυξανόμενος αριθμός άπορων και άστεγων ανθρώπων και η έλλειψη πρόσβασής τους σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες·

24.  εκφράζει τη λύπη του διότι δεν έχουν καταβληθεί στοχευμένες προσπάθειες για τον εντοπισμό των ελλείψεων στα συστήματα υγείας και στη λήψη αποφάσεων για οριζόντιες περικοπές στους προϋπολογισμούς για την υγεία· προειδοποιεί ότι η εφαρμογή της συμμετοχής στις ιατρικές δαπάνες θα μπορούσε να οδηγήσει τους ασθενείς στην καθυστερημένη αναζήτηση περίθαλψης, μεταθέτοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την οικονομική επιβάρυνση στα νοικοκυριά· προειδοποιεί ότι οι μειώσεις μισθών για τους επαγγελματίες στον τομέα της υγείας θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ασφάλεια των ασθενών και να προκαλέσουν τη μετανάστευση των εν λόγω επαγγελματιών·

25.  επαναλαμβάνει ότι το άρθρο 12 του Διεθνούς Συμφώνου για τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα (ICESCR) προβλέπει ότι κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο σωματικής και διανοητικής υγείας· σημειώνει ότι και οι τέσσερεις χώρες έχουν υπογράψει το Σύμφωνο και, επομένως, έχουν αναγνωρίσει το δικαίωμα στην υγεία για όλους·

26.  υπενθυμίζει ότι το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει ήδη καταδικάσει τις περικοπές στο δημόσιο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ελλάδας, θεωρώντας ότι συνιστούν παράβαση του άρθρου 12 του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη του 1961 και του άρθρου 4 του Πρωτοκόλλου του, θεωρώντας ότι το γεγονός ότι οι επίμαχες διατάξεις της εγχώριας νομοθεσίας αποσκοπούν στην εκπλήρωση των απαιτήσεων άλλων νομικών υποχρεώσεων δεν τις εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής του Χάρτη(12)· διαπιστώνει ότι αυτό το δόγμα της διατήρησης του συνταξιοδοτικού συστήματος σε ικανοποιητικό επίπεδο προκειμένου να εξασφαλίζεται η αξιοπρεπής διαβίωση των συνταξιούχων ισχύει εν γένει και για τις τέσσερις χώρες και θα έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη·

27.  εκφράζει τη λύπη του για τις περικοπές των πόρων που προορίζονται για την ανεξάρτητη διαβίωση των ανθρώπων με αναπηρία·

28.  επισημαίνει ότι, κατά την αξιολόγηση από την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων της ΔΟΕ της εφαρμογής της σύμβασης αριθ. 102 στην περίπτωση των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, η ΔΟΕ άσκησε έντονη κριτική στις ριζικές μεταρρυθμίσεις του συνταξιοδοτικού συστήματος, και ότι η ίδια επικριτική παρατήρηση συμπεριελήφθη στην 29η ετήσια έκθεσή της το 2011· υπενθυμίζει ότι η σύμβαση αριθ. 102 ισχύει εν γένει και για τις τέσσερις χώρες και θα έπρεπε να έχει ληφθεί υπόψη·

29.  τονίζει ότι η αυξημένη κοινωνική φτώχεια στις τέσσερις χώρες έχει επίσης ως αποτέλεσμα αύξηση της αλληλεγγύης μεταξύ των πιο ευάλωτων ομάδων χάρις σε προσπάθειες ιδιωτών, οικογενειακών δικτύων και οργανώσεων παροχής βοήθειας· τονίζει ότι αυτός ο τύπος παρέμβασης δεν πρέπει να καταστεί διαρθρωτική λύση του προβλήματος, ακόμη κι αν ανακουφίζει την κατάσταση των πιο στερημένων και αναδεικνύει την αξία της ιδιότητας του Ευρωπαίου πολίτη·

30.  διαπιστώνει με ανησυχία την προοδευτική αύξηση του συντελεστή Gini, σε αντίθεση με τη γενική τάση μείωσής του στην ευρωζώνη, το οποίο σημαίνει σημαντική αύξηση των ανισοτήτων στην κατανομή του εισοδήματος στις χώρες υπό δημοσιονομική προσαρμογή·

Πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου

31.  επικροτεί το γεγονός ότι τα ποσοστά των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο βαίνουν μειούμενα και στις τέσσερις χώρες· διαπιστώνει, ωστόσο, ότι αυτό μπορεί να εξηγηθεί εν μέρει από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι νέοι ως προς την εξεύρεση θέσης εργασίας· υπενθυμίζει την επείγουσα ανάγκη να ανακτηθούν ποιοτικά συστήματα επαγγελματικής κατάρτισης, καθώς τούτο αποτελεί έναν από τους καλύτερους τρόπους να βελτιωθεί η απασχολησιμότητα των νέων·

32.  επικροτεί το γεγονός ότι τα επίπεδα ολοκλήρωσης των σπουδών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση σημειώνουν άνοδο και στις τέσσερις χώρες· διαπιστώνει ότι αυτό μπορεί να εξηγηθεί εν μέρει από την ανάγκη των νέων να βελτιώσουν τις μελλοντικές ευκαιρίες τους στην αγορά εργασίας·

33.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, κυρίως λόγω των περικοπών στη δημόσια χρηματοδότηση, η ποιότητα των συστημάτων εκπαίδευσης δεν συμβαδίζει με αυτό το θετικό στοιχείο, με αποτέλεσμα να εντείνονται τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι νέοι που βρίσκονται εκτός εκπαίδευσης, απασχόλησης ή κατάρτισης (ΕΕΑΚ) και τα παιδιά με ειδικές ανάγκες· επισημαίνει ότι τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να έχουν ουσιαστικές επιπτώσεις στην ποιότητα της εκπαίδευσης καθώς και στους διαθέσιμους υλικούς και ανθρώπινους πόρους στα σχολεία, στον αριθμό μαθητών στις τάξεις, στη συρρίκνωση των αναλυτικών προγραμμάτων και στη συγκέντρωση των σχολείων·

Κοινωνικός διάλογος

34.  τονίζει ότι θα έπρεπε να είχε ζητηθεί η γνώμη των κοινωνικών εταίρων σε εθνικό επίπεδο ή να είχε επιτραπεί η συμμετοχή τους στον αρχικό σχεδιασμό των προγραμμάτων· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα προγράμματα που σχεδιάστηκαν για τις τέσσερις χώρες επιτρέπουν ενίοτε σε εταιρείες να απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συλλογικές συμβάσεις και να επανεξετάζουν τις κλαδικές συμβάσεις, με άμεσες επιπτώσεις για τη δομή και τις αξίες των συλλογικών διαπραγματεύσεων που προβλέπονται στα αντίστοιχα εθνικά συντάγματα· επισημαίνει ότι γ Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων της ΔΟΕ ζήτησε την επανέναρξη του κοινωνικού διαλόγου· καταδικάζει την υπονόμευση της αρχής της συλλογικής εκπροσώπησης, η οποία θέτει υπό αμφισβήτηση την αυτόματη ανανέωση των συμφωνιών επί συλλογικών συμβάσεων, η οποία σε ορισμένες χώρες είναι πολύ σημαντική, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση του αριθμού των ισχυουσών συλλογικών συμβάσεων· καταδικάζει τη μείωση των κατώτατων μισθών και το πάγωμα των ονομαστικών κατώτατων μισθών· τονίζει ότι η κατάσταση αυτή ήταν το αποτέλεσμα του περιορισμού των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στο πεδίο της απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων και της περικοπής των μισθών, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση προςτους γενικούς σκοπούς της ΕΕ και προς τις πολιτικές της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»·

35.  υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχει μία και μοναδική λύση που να μπορεί να εφαρμοστεί σε όλα τα κράτη μέλη·

Συστάσεις

36.  καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει λεπτομερή μελέτη των κοινωνικών και οικονομικών συνεπειών της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης, και των προγραμμάτων προσαρμογής που εφαρμόζονται για την αντιμετώπισή της στις τέσσερις χώρες, με σκοπό να γίνουν πλήρως κατανοητές τόσο οι βραχυπρόθεσμες όσο και οι μακροπρόθεσμες συνέπειες στα συστήματα απασχόλησης και κοινωνικής προστασίας, και όσον αφορά το ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της φτώχειας, τη διατήρηση δέοντος κοινωνικού διαλόγου και την ισορροπία μεταξύ ευελιξίας και ασφάλειας στις εργασιακές σχέσεις· καλεί την Επιτροπή να αξιοποιήσει τους συμβουλευτικούς φορείς της κατά την κατάρτιση της εν λόγω μελέτης, καθώς και την Επιτροπή Απασχόλησης και την Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας· προτείνει να ζητηθεί από την ΕΟΚΕ η κατάρτιση ειδικής έκθεσης·

37.  καλεί την Επιτροπή να ζητήσει από τη ΔΟΕ και το Συμβούλιο της Ευρώπης να καταρτίσουν εκθέσεις σχετικά με πιθανά διορθωτικά μέτρα και κίνητρα τα οποία είναι αναγκαία για τη βελτίωση της κοινωνικής κατάστασης σε αυτές τις χώρες, για τη χρηματοδότησή τους και τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών τους, και να διασφαλίσει την πλήρη συμμόρφωση με τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη και το Πρωτόκολλό του, καθώς και με τις βασικές συμβάσεις της ΔΟΕ και το Πρωτόκολλο 94, δεδομένου ότι οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τα μέσα αυτά θίγονται από την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση και από τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ζητεί η Τρόικα·

38.  καλεί την ΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη τις θυσίες στις οποίες έχουν προβεί αυτές οι χώρες, να παράσχει στήριξη μετά από τη διενέργεια της αξιολόγησης και με κατάλληλους χρηματοδοτικούς πόρους όπου αυτό ενδείκνυται, με στόχο την ανάκτηση των προτύπων κοινωνικής προστασίας, τον αγώνα για τη μείωση της φτώχειας, τη στήριξη των εκπαιδευτικών υπηρεσιών, ιδίως εκείνων που έχουν ως ομάδα στόχο τα παιδιά με ειδικές ανάγκες και τα πρόσωπα με αναπηρία, και την ανανέωση του κοινωνικού διαλόγου μέσω ενός σχεδίου κοινωνικής ανάκαμψης· καλεί την Επιτροπή, την ΕΚΤ και την Ευρωομάδα να επανεξετάσουν και να αναθεωρήσουν, όπου είναι απαραίτητο και μάλιστα το ταχύτερο δυνατόν, τα έκτακτα μέτρα που έχουν τεθεί σε εφαρμογή·

39.  ζητεί συμμόρφωση με τις προαναφερθείσες νομικές υποχρεώσεις που ορίζονται στις Συνθήκες και στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, καθώς η έλλειψη συμμόρφωσης συνιστά παραβίαση του πρωτογενούς δικαίου της ΕΕ· καλεί τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εξετάσει αναλυτικά τον αντίκτυπο των μέτρων επί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να εκδώσει συστάσεις σε περίπτωση παραβίασης του Χάρτη·

40.  ζητεί από την Τρόικα και τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη να τερματίσουν το συντομότερο δυνατόν τα προγράμματα και να θεσπίσουν μηχανισμούς διαχείρισης κρίσεων καθιστώντας δυνατό για όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του Κοινοβουλίου, να πετυχαίνουν τους κοινωνικούς στόχους και τις υπηρεσίες –περιλαμβανομένων και εκείνων που σχετίζονται με τα ατομικά και συλλογικά δικαιώματα όσων διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο κοινωνικού αποκλεισμού– που ορίζονται στις Συνθήκες, στις συμφωνίες ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων και στο πλαίσιο άλλων διεθνών υποχρεώσεων (συμβάσεις της ΔΟΕ, στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων)· ζητεί την αύξηση της διαφάνειας και της πολιτικής συμμετοχής κατά τον σχεδιασμό και την εφαρμογή των προγραμμάτων προσαρμογής·

41.  ζητεί από την Επιτροπή και το Συμβούλιο να εξετάζουν τις κοινωνικές ανισορροπίες και τη διόρθωσή τους με την ίδια προσοχή με την οποία εξετάζουν τις μακροοικονομικές ανισορροπίες, και να μεριμνούν ώστε τα μέτρα προσαρμογής να εξασφαλίζουν την κοινωνική δικαιοσύνη και την ισορροπία ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση, την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και τη δημοσιονομική εξυγίανση· καλεί, περαιτέρω, και τα δύο θεσμικά όργανα να δώσουν προτεραιότητα στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και στη στήριξη της επιχειρηματικότητας και, προς τον σκοπό αυτόν, να αποδώσουν τη μέγιστη προσοχή τόσο στο EPSCO και τις προτεραιότητές του όσο και στο ECOFIN και την Ευρωομάδα και, κατά περίπτωση, να πραγματοποιούν συνεδριάσεις των υπουργών απασχόλησης και κοινωνικών υποθέσεων των χωρών που ανήκουν στην Ευρωομάδα πριν από τις συνόδους κορυφής για την ευρωζώνη·

42.  συνιστά στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη να θεωρούν τις δαπάνες για την υγεία και την εκπαίδευση όχι ως δαπάνες που μπορεί να υποβληθούν σε περικοπές αλλά ως δημόσια επένδυση για το μέλλον της κάθε χώρας,που πρέπει να γίνεται σεβαστή και να αυξάνεται, έτσι ώστε να οδηγήσει στην οικονομική και κοινωνική ανάκαμψή της·

43.  συνιστά, μετά την υπέρβαση της χειρότερης στιγμής της οικονομικής κρίσης, οι χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, από κοινού με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, να εφαρμόσουν σχέδια ανάκαμψης της απασχόλησης με σκοπό την επαρκή αποκατάσταση των οικονομιών τους ώστε να ανακτηθεί η κοινωνική κατάσταση της περιόδου προ των προγραμμάτων, καθώς αυτός είναι ό μόνος τρόπος για να εδραιωθεί η μακροοικονομική προσαρμογή και να διορθωθούν οι ανισορροπίες του δημόσιου τομέα τους, όπως το χρέος και το έλλειμμα· τονίζει ότι στα σχέδια ανάκαμψης της απασχόλησης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη:

   η ανάγκη ταχείας διόρθωσης του δανειοδοτικού συστήματος, ιδίως για τις ΜΜΕ,
   η ανάγκη δημιουργίας ευνοϊκών όρων για τις επιχειρήσεις, ώστε να μπορούν να αναπτύσσουν μακροπρόθεσμα και με βιώσιμο τρόπο τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες, καθώς και η ενίσχυση ιδίως των ΜΜΕ, δεδομένου ότι αυτές διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης,
   η βέλτιστη χρήση των ευκαιριών που προσφέρουν τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ, ιδίως το ΕΚΤ,
   μια πραγματική πολιτική απασχόλησης με ενεργές πολιτικές για την αγορά εργασίας,
   ποιοτικές και ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης, καθώς και μια πολιτική αύξησης των μισθών,
   μια ευρωπαϊκή εγγύηση απασχόλησης για τους νέους,
   η ανάγκη να εξασφαλιστεί ένας δίκαιος διανεμητικός αντίκτυπος, και
   πρόγραμμα για τις οικογένειες χωρίς εργαζόμενα μέλη και, τέλος, μια προσεκτικότερη δημοσιονομική διαχείριση·

44.  καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει έκθεση σχετικά με την πρόοδο που σημειώθηκε προς την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», με ιδιαίτερη έμφαση στην έλλειψη προόδου των χωρών υποβλήθηκαν σε πρόγραμμα, και να υποβάλει προτάσεις για να μπουν οι χώρες αυτές σε αξιόπιστη πορεία προς επίτευξη όλων των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»·

45.  συνιστά οι μελλοντικές μεταρρυθμίσεις των κρατών μελών στον τομέα της εργασίας να λαμβάνουν υπόψη τα κριτήρια της ευελιξίας με ασφάλεια, που στοχεύουν στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και τα οποία διατυπώνονται στην στρατηγική «Ευρώπη 2020», λαμβάνοντας υπόψη και άλλα στοιχεία, όπως είναι το κόστος της ενέργειας, ο αθέμιτος ανταγωνισμός, το κοινωνικό ντάμπινγκ, ένα δίκαιο και αποτελεσματικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, δημοσιονομικές πολιτικές που ευνοούν την ανάπτυξη και την απασχόληση και, εν γένει, ο,τιδήποτε συμβάλλει στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας και της επιχειρηματικότητας· καλεί την Επιτροπή να διεξαγάγει αξιολογήσεις κοινωνικού αντίκτυπου πριν από την επιβολή μειζόνων μεταρρυθμίσεων στις χώρες που έχουν ενταχθεί σε πρόγραμμα, καθώς και να εξετάσει τα φαινόμενα διάχυσης των συνεπειών αυτών των μέτρων, όπως επί της φτώχειας, του κοινωνικού αποκλεισμού, της αύξησης της εγκληματικότητας και της ξενοφοβίας·

46.  ζητεί την επείγουσα λήψη μέτρων για να αποτραπεί η αύξηση του αριθμού των αστέγων σε χώρες που έχουν ενταχθεί σε πρόγραμμα και καλεί την Επιτροπή να στηρίξει τις ενέργειες αυτές μέσω ανάλυσης της πολιτικής και προώθησης βέλτιστων πρακτικών·

47.  επισημαίνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013, η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση προς το Κοινοβούλιο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2014 σχετικά με την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού· καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει αυτή την έκθεση χωρίς καθυστέρηση και να συμπεριλάβει σε αυτήν τις επιπτώσεις του εν λόγω κανονισμού στα ενεργά προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής·

48.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προβούν σε διαβούλευση με την κοινωνία των πολιτών, οργανώσεις ασθενών και επαγγελματικούς φορείς για τη μελλοντική λήψη μέτρων σχετικά με την υγεία στα προγράμματα προσαρμογής και να κάνουν χρήση της Επιτροπής Κοινωνικής Προστασίας, για να διασφαλίσουν ότι οι μεταρρυθμίσεις θα αυξήσουν την αποτελεσματικότητα των συστημάτων και των πόρων, χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι πιο ευάλωτες ομάδες και τα πιο σημαντικά στοιχεία κοινωνικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένης της απόκτησης και χρήσης φαρμάκων, της κάλυψης των βασικότερων αναγκών και της συνεκτίμησης των απόψεων των εργαζομένων στον χώρο της υγείας·

o
o   o

49.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) http://www.coe.int/T/DGHL/Monitoring/SocialCharter/NewsCOEPortal/CC76-80Merits_en.asp
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0401.
(3) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0328.
(4) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0246.
(5) ΕΕ C 249 Ε της 30.8.2013, σ. 4.
(6) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0447.
(7) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0515.
(8) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0430.
(9) EE C 153 E της 31.5.2013, σ. 57.
(10) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0419.
(11) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0266.
(12) Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κοινωνικών Δικαιωμάτων, Απόφαση επί του παραδεκτού, 7 Δεκεμβρίου 2012, καταγγελία αριθ. 78/2012, σ. 10.


Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας (γενικές διατάξεις)* **I
PDF 275kWORD 158k
Ψήφισμα
Κείμενο
Παράρτημα
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό γενικών διατάξεων όσον αφορά το Ταμείο Ασύλου και Μετανάστευσης και το μέσο για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης κρίσεων (COM(2011)0752 – C7-0444/2011 – 2011/0367(COD))
P7_TA(2014)0241A7-0021/2014

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0752),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 78 παράγραφος 2, το άρθρο 79 παράγραφοι 2 και 4, το άρθρο 82 παράγραφος 1, το άρθρο 84 και το άρθρο 87 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0444/2011),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2012(1),

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, της 18ης Ιουλίου 2012(2),

–  έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 20ής Δεκεμβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A7-0021/2014),

1.  εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  λαμβάνει υπόψη τις δηλώσεις της Επιτροπής που επισυνάπτονται στο παρόν ψήφισμα·

3.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

4.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό γενικών διατάξεων όσον αφορά το Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και το μέσο για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης κρίσεων

P7_TC1-COD(2011)0367


(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 514/2014.)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ

Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με την έγκριση των εθνικών προγραμμάτων

«Η Επιτροπή θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια να ενημερώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν από την έγκριση των εθνικών προγραμμάτων».

Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με το άρθρο 5 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011

«Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η επίκληση του άρθρου 5 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) κατά συστηματικό τρόπο είναι αντίθετη με το γράμμα και το πνεύμα του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13). Η προσφυγή στην εν λόγω διάταξη πρέπει να ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένη ανάγκη παρέκκλισης από την αρχή, σύμφωνα με την οποία η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει σχέδιο εκτελεστικής πράξης όταν δεν υποβάλλεται γνώμη. Με δεδομένο ότι πρόκειται για εξαίρεση από τον γενικό κανόνα του άρθρου 5 παράγραφος 4, η προσφυγή στο δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ως «διακριτική ευχέρεια» του νομοθέτη, αλλά πρέπει να ερμηνεύεται με περιοριστικό τρόπο και άρα να αιτιολογείται.

(1) ΕΕ C 299 της 4.10.2012, σ. 108.
(2) ΕΕ C 277 της 13.9.2012, σ. 23.


Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας - αστυνομική συνεργασία, πρόληψη και καταπολέμηση του εγκλήματος και διαχείριση των κρίσεων ***I
PDF 273kWORD 39k
Ψήφισμα
Κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, στο πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης των κρίσεων (COM(2011)0753 – C7-0445/2011 – 2011/0368(COD))
P7_TA(2014)0242A7-0026/2014

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0753),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και τα άρθρα 82 παράγραφος 1, 84 και 87 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0445/2011),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2012(1),

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, της 18ης Ιουλίου 2012(2),

–  έχοντας υπόψη την απόφασή του της 17ης Ιανουαρίου 2013, όσον αφορά την έναρξη και την εντολή διοργανικών διαπραγματεύσεων σχετικά με την πρόταση(3),

–  έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 11ης Δεκεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A7-0026/2014),

1.  εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, στο πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης των κρίσεων, και για την κατάργηση της απόφασης 2007/125/ΔΕΥ του Συμβουλίου

P7_TC1-COD(2011)0368


(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 513/2014.)

(1) ΕΕ C 299, 4.10.2012, σ. 108.
(2) ΕΕ C 277, 13.9.2012, σ. 23.
(3) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0021.


Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας (Εξωτερικά σύνορα και θεωρήσεις) ***I
PDF 270kWORD 72k
Ψήφισμα
Κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, στο πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου για τη χρηματοδοτική στήριξη των εξωτερικών συνόρων και των θεωρήσεων (COM(2011)0750 – C7-0441/2011 – 2011/0365(COD))
P7_TA(2014)0243A7-0025/2014

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0750),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 77 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0441/2011),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη την από 11 Ιουλίου 2012(1) γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

–  έχοντας υπόψη την από 18 Ιουλίου 2012 γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(2),

–  έχοντας υπόψη την απόφασή του της 17ης Ιανουαρίου 2013 σχετικά με την έναρξη διοργανικών διαπραγματεύσεων και τη σχετική εντολή όσον αφορά την πρόταση(3),

–  έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 4ης Δεκεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A7-0025/2014),

1.  εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, στο πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου χρηματοδοτικής στήριξης στον τομέα των εξωτερικών συνόρων και των θεωρήσεων και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 574/2007/ΕΚ

P7_TC1-COD(2011)0365


(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 515/2014.)

(1) ΕΕ C 299, 4.10.2012, σ. 108.
(2) ΕΕ C 277, 13.9.2012, σ. 23.
(3) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0019.


Εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση ***I
PDF 611kWORD 306k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά μέτρα για την εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση (COM(2013)0048 – C7-0035/2013 – 2013/0027(COD))
P7_TA(2014)0244A7-0103/2014

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0048),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0035/2013),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη την αιτιολογημένη γνώμη που υποβλήθηκε από το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Σουηδίας, στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με την οποία υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 22ας Μαΐου 2013(1),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 12ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με μια στρατηγική για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Για έναν ανοικτό, ασφαλή και προστατευμένο κυβερνοχώρο(2),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0103/2014),

1.  εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/.../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με μέτρα για την εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση

P7_TC1-COD(2013)0027


ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(4),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Τα συστήματα και οι υπηρεσίες δικτύων και πληροφοριών διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στην κοινωνία. Η αξιοπιστία και η ασφάλειά τους είναι ουσιαστικής σημασίας για την ελευθερία και τη συνολική ασφάλεια των πολιτών της Ένωσης, καθώς και για τις οικονομικές δραστηριότητες και την κοινωνική ευημερία, και ιδίως για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. [Τροπολογία 1]

(2)  Το μέγεθος, και η συχνότητα σκόπιμων ή τυχαίων και ο αντίκτυπος συμβάντων ασφάλειας αυξάνεται και συνιστά μείζονα απειλή για τη λειτουργία των δικτύων και των συστημάτων πληροφοριών. Τα συστήματα αυτά μπορούν επίσης να αποτελέσουν εύκολο στόχο σκόπιμων επιζήμιων ενεργειών που έχουν σκοπό να προκαλέσουν βλάβες στα συστήματα ή να διακόψουν τη λειτουργία τους. Τέτοια συμβάντα μπορούν να παρεμποδίσουν την άσκηση οικονομικών δραστηριοτήτων, να προκαλέσουν σημαντικές οικονομικές ζημίες, να υπονομεύσουν την εμπιστοσύνη των χρηστών και των επενδυτών, και να προκαλέσουν σημαντική ζημία στην οικονομία της Ένωσης και, τελικά, να απειλήσουν την ευημερία των πολιτών της Ένωσης και την ικανότητα των κρατών μελών της να προστατεύονται και να προστατεύουν την ασφάλεια κρίσιμων υποδομών. [Τροπολογία 2]

(3)  Ως μέσο επικοινωνίας χωρίς σύνορα, τα ψηφιακά συστήματα πληροφοριών, και κυρίως το διαδίκτυο, διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στη διευκόλυνση της διασυνοριακής κυκλοφορίας εμπορευμάτων, υπηρεσιών και προσώπων. Λόγω του διακρατικού χαρακτήρα, ενδεχόμενη σημαντική διαταραχή των συστημάτων αυτών σε ένα κράτος μέλος μπορεί επίσης να επηρεάσει και άλλα κράτη μέλη και την Ένωση στο σύνολό της. Η ανθεκτικότητα και η σταθερότητα των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών είναι επομένως ουσιώδης για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(3α)  Δεδομένου ότι οι κοινές αιτίες συστημικής αστοχίας παραμένουν ακούσιες, όπως φυσικοί παράγοντες ή ανθρώπινο λάθος, οι υποδομές θα πρέπει να είναι ανθεκτικές τόσο σε σκόπιμες όσο και σε ακούσιες διαταραχές, και οι φορείς εκμετάλλευσης κρίσιμης υποδομής θα πρέπει να σχεδιάζουν τα συστήματα με γνώμονα την ανθεκτικότητα. [Τροπολογία 3]

(4)  Ένας μηχανισμός συνεργασίας θα πρέπει να δημιουργηθεί σε επίπεδο Ένωσης ώστε να καταστεί δυνατή η ανταλλαγή πληροφοριών και η συντονισμένη πρόληψη, ανίχνευση και αντιμετώπιση όσον αφορά την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών («NIS»). Για να είναι αποτελεσματικός και χωρίς αποκλεισμούς ο εν λόγω μηχανισμός, είναι σημαντικό όλα τα κράτη μέλη να διαθέτουν ένα ελάχιστο επίπεδο ικανοτήτων καθώς και μια στρατηγική που θα εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών στην επικράτειά τους. Θα πρέπει επίσης να ισχύουν ελάχιστες απαιτήσεις ασφάλειας και για τη δημόσια διοίκηση και τους τουλάχιστον για ορισμένους φορείς εκμετάλλευσης των υποδομών πληροφοριών ζωτικής σημασίας για την προαγωγή πνεύματος διαχείρισης κινδύνων και για να διασφαλιστεί η αναφορά των σοβαρότερων συμβάντων. Οι επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες σε χρηματιστήρια θα πρέπει να παροτρυνθούν να δημοσιεύουν τα περιστατικά στις οικονομικές εκθέσεις τους, σε εθελοντική βάση. Το νομικό πλαίσιο θα πρέπει να βασίζεται στην ανάγκη για προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας των πολιτών. Το δίκτυο προειδοποίησης σχετικά με τις υποδομές ζωτικής σημασίας (CIWIN) θα πρέπει να επεκταθεί στους φορείς εκμετάλλευσης που καλύπτει η παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 4]

(4α)  Ενώ οι δημόσιες διοικήσεις, λόγω της δημόσιας αποστολής τους, θα πρέπει να εφαρμόζουν διαδικασίες δέουσας επιμέλειας κατά τη διαχείριση και την προστασία των δικών τους συστημάτων δικτύων και πληροφοριών, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εστιάζεται σε υποδομές ζωτικής σημασίας που είναι απαραίτητες για τη διατήρηση καίριων οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών, της τραπεζικής, των υποδομών χρηματοπιστωτικών αγορών και της υγείας. Οι προγραμματιστές λογισμικού και οι κατασκευαστές υλικού θα πρέπει να αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 5]

(4β)  Θα πρέπει να διασφαλίζονται η συνεργασία και ο συντονισμός μεταξύ των σχετικών ενωσιακών αρχών με την Ύπατη Εκπρόσωπο/Αντιπρόεδρο αρμόδια για την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλεια και την κοινή πολιτική ασφάλειας και άμυνας, καθώς και με τον Συντονιστή Αντιτρομοκρατικής Δράσης της ΕΕ, σε όλες τις περιπτώσεις που γίνονται ενδεχομένως αντιληπτοί κίνδυνοι εξωτερικής και τρομοκρατικής φύσης. [Τροπολογία 6]

(5)  Για να καλυφθούν όλα τα σχετικά συμβάντα και οι σχετικοί κίνδυνοι, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να ισχύσει για όλα τα συστήματα δικτύων και πληροφοριών. Οι υποχρεώσεις των δημόσιων διοικήσεων και των φορέων της αγοράς δεν θα πρέπει, ωστόσο, να ισχύσουν για τις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών κατά την έννοια της οδηγίας 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(5), οι οποίες υπόκεινται στις ειδικές απαιτήσεις ακεραιότητας και ασφάλειας που ορίζονται στο άρθρο 13α της εν λόγω οδηγίας ούτε θα πρέπει να ισχύσουν για παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης.

(6)  Οι υφιστάμενες ικανότητες δεν επαρκούν για να εξασφαλιστεί ένα υψηλό επίπεδο ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών (ΑΔΠ) εντός της Ένωσης. Τα κράτη μέλη έχουν πολύ διαφορετικά επίπεδα ετοιμότητας, με αποτέλεσμα κατακερματισμένες προσεγγίσεις σε ολόκληρη την Ένωση. Αυτό οδηγεί σε άνισο επίπεδο προστασίας καταναλωτών και επιχειρήσεων, ενώ υπονομεύει το συνολικό επίπεδο ΑΔΠ εντός της Ένωσης. Η απουσία κοινών ελάχιστων απαιτήσεων για τη δημόσια διοίκηση και τους φορείς της αγοράς, καθιστά εξάλλου αδύνατο να συσταθεί ένας σφαιρικός και αποτελεσματικός μηχανισμός για συνεργασία σε επίπεδο Ένωσης. Τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην προαγωγή της έρευνας, της ανάπτυξης και της καινοτομίας στους συγκεκριμένους τομείς, και θα πρέπει να τους διατίθεται επαρκής χρηματοδότηση. [Τροπολογία 7]

(7)  Η αποτελεσματική απόκριση στα προβλήματα ασφάλειας των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών απαιτεί, συνεπώς, σφαιρική προσέγγιση σε επίπεδο Ένωσης που να καλύπτει κοινές ελάχιστες απαιτήσεις δημιουργίας ικανοτήτων και σχεδιασμού, ανάπτυξης επαρκών δεξιοτήτων κυβερνοασφάλειας, ανταλλαγής πληροφοριών και συντονισμού ενεργειών, καθώς και κοινές ελάχιστες απαιτήσεις ασφάλειας για όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς της αγοράς και για τη δημόσια διοίκηση. Θα πρέπει να εφαρμοστούν ελάχιστα κοινά πρότυπα με βάση κατάλληλες συστάσεις των ομάδων συντονισμού για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο (CSGC). [Τροπολογία 8]

(8)  Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να θίγουν τη δυνατότητα κάθε κράτους μέλους να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των ουσιαστικών συμφερόντων του στον τομέα της ασφάλειας και για την εξασφάλιση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, καθώς και να διευκολύνει τη διερεύνηση, εξιχνίαση και δίωξη ποινικών αδικημάτων. Σύμφωνα με το άρθρο 346 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), κανένα κράτος μέλος δεν πρέπει να υποχρεώνεται να παρέχει πληροφορίες, τη διάδοση των οποίων θεωρεί αντίθετη προς τα ουσιώδη συμφέροντα ασφάλειάς του. Κανένα κράτος μέλος δεν υποχρεούται να αποκαλύπτει διαβαθμισμένες πληροφορίες της ΕΕ όπως ορίζονται στην απόφαση 2011/292/ΕΕ του Συμβουλίου(6), πληροφορίες που περιέχονται σε συμφωνίες εμπιστευτικότητας ή ανεπίσημες συμφωνίες εμπιστευτικότητας, όπως το πρωτόκολλο για την ανταλλαγή πληροφοριών «Traffic Light Protocol». [Τροπολογία 9]

(9)  Για την επίτευξη και τη διατήρηση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας των δικτύων και των συστημάτων πληροφοριών, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να διαθέτει εθνική στρατηγική ΑΔΠ που να καθορίζει τους στρατηγικούς στόχους και τις συγκεκριμένες δράσεις πολιτικής που πρέπει να εφαρμοστούν. Πρέπει να εκπονηθούν σε εθνικό επίπεδο σχέδια συνεργασίας ΑΔΠ που να συμμορφώνονται με τις βασικές απαιτήσεις, με βάση τις ελάχιστες απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, προκειμένου να επιτευχθούν επίπεδα ικανότητας απόκρισης που να επιτρέπουν αποτελεσματική και αποδοτική συνεργασία σε εθνικό και σε ενωσιακό επίπεδο σε περίπτωση συμβάντων, τα οποία να σέβονται και να προστατεύουν την ιδιωτικότητα και τα προσωπικά δεδομένα. Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει, ως εκ τούτου, να υποχρεούται να πληροί κοινά πρότυπα όσον αφορά το μορφότυπο των δεδομένων και την ανταλλαξιμότητα των δεδομένων που θα πρέπει να ανταλλάσσονται και να αξιολογούνται. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να ζητούν τη συνδρομή του ενωσιακού Οργανισμού Ασφάλειας Δικτύων και Πληροφοριών («ENISA») για την ανάπτυξη των εθνικών τους στρατηγικών ΑΔΠ, βάσει ενός ελάχιστου κοινού προτύπου στρατηγικής ΑΔΠ. [Τροπολογία 10]

(10)  Για να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική υλοποίηση των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να συσταθεί ή να οριστεί σε κάθε κράτος μέλος ένας φορέας υπεύθυνος για τον συντονισμό θεμάτων ΑΔΠ και για να ενεργεί ως εστιακό σημείο για διασυνοριακή συνεργασία σε επίπεδο Ένωσης . Στους εν λόγω φορείς θα πρέπει να δοθούν επαρκείς τεχνικοί, οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι ώστε να εξασφαλιστεί ότι θα μπορούν να εκτελούν αποτελεσματικά και αποδοτικά τα καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί επιτυγχάνοντας, συνεπώς, τους στόχους της παρούσας οδηγίας.

(10α)  Με δεδομένες τις διαφορές των εθνικών δομών διακυβέρνησης και για τη διασφάλιση των υφιστάμενων τομεακών ρυθμίσεων ή των εποπτικών και ρυθμιστικών φορέων της Ένωσης, καθώς και προς αποφυγή αλληλεπικαλύψεων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να ορίζουν περισσότερες από μία αρμόδιες εθνικές αρχές για την εκτέλεση των καθηκόντων που συνδέονται με την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών των φορέων της αγοράς δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή διασυνοριακή συνεργασία και επικοινωνία, είναι ανάγκη κάθε κράτος μέλος να ορίζει, με την επιφύλαξη των επιμέρους τομεακών κανονιστικών ρυθμίσεων, μία μόνο εθνική ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης που θα είναι αρμόδια για τη διασυνοριακή συνεργασία σε επίπεδο ΕΕ. Εφόσον απαιτείται από τη συνταγματική τους δομή ή άλλες ρυθμίσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να ορίσουν μία μόνον αρχή για την εκτέλεση των καθηκόντων της αρμόδιας αρχής και του ενιαίου κέντρου εξυπηρέτησης. Οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης θα πρέπει να είναι πολιτικοί φορείς υποκείμενοι σε πλήρη δημοκρατική εποπτεία, και θα πρέπει να μην επιτελούν καθήκοντα στους τομείς της συλλογής πληροφοριών, της επιβολής του νόμου ή της άμυνας, ούτε να συνδέονται οργανωτικά με οποιονδήποτε τρόπο με φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς αυτούς. [Τροπολογία 11]

(11)  Όλα τα κράτη μέλη και οι φορείς της αγοράς θα πρέπει να διαθέτουν τον κατάλληλο εξοπλισμό, τόσο σε τεχνικές όσο και σε οργανωτικές ικανότητες, για την πρόληψη, τον εντοπισμό, την αντιμετώπιση και τον μετριασμό των συμβάντων και κινδύνων σε συστήματα δικτύων και πληροφοριών ανά πάσα στιγμή. Τα συστήματα ασφάλειας των δημόσιων διοικήσεων θα πρέπει να είναι ασφαλή και να υπόκεινται σε δημοκρατικό έλεγχο. Ο εξοπλισμός και οι ικανότητες που απαιτούνται συνήθως θα πρέπει να συμμορφώνονται με κοινώς συμφωνημένα τεχνικά πρότυπα, καθώς και με πρότυπες επιχειρησιακές διαδικασίες (SPO). Κατά συνέπεια, θα πρέπει να ιδρυθούν σε όλα τα κράτη μέλη εύρυθμα λειτουργούσες ομάδες αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική (CERT) που να συμμορφώνονται με τις βασικές απαιτήσεις, ώστε να διασφαλίζονται αποτελεσματικές και συμβατές ικανότητες για την αντιμετώπιση συμβάντων και κινδύνων και να εξασφαλίζεται αποτελεσματική συνεργασία σε ενωσιακό επίπεδο. Οι εν λόγω CERT θα πρέπει να μπορούν να αλληλεπιδρούν βάσει κοινών τεχνικών προτύπων και πρότυπων επιχειρησιακών διαδικασιών. Δεδομένων των διαφορετικών χαρακτηριστικών των υφιστάμενων CERT, οι οποίες ανταποκρίνονται σε διαφορετικές ανάγκες και φορείς, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εγγυώνται την παροχή υπηρεσιών από τουλάχιστον μία CERT σε κάθε τομέα που περιλαμβάνεται στην κατάσταση φορέων της αγοράς η οποία καθορίζεται στην παρούσα οδηγία. Όσον αφορά τη διασυνοριακή συνεργασία των CERT, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε οι CERT να διαθέτουν επαρκή μέσα για να συμμετέχουν στα αντίστοιχα διεθνή και ενωσιακά δίκτυα συνεργασίας που ήδη υπάρχουν. [Τροπολογία 12]

(12)  Αξιοποιώντας τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειωθεί στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού φόρουμ των κρατών μελών (EFMS) στην προώθηση συζητήσεων και ανταλλαγών όσον αφορά ορθές πολιτικές πρακτικές, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας αρχών για την ευρωπαϊκή συνεργασία για την αντιμετώπιση της κρίσης στον κυβερνοχώρο, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να συγκροτήσουν δίκτυο μόνιμης επικοινωνίας και υποστήριξης της συνεργασίας μεταξύ τους. Αυτός ο ασφαλής και αποτελεσματικός μηχανισμός συνεργασίας, με τη συμμετοχή και των φορέων της αγοράς, όπου είναι σκόπιμο, θα πρέπει να καταστήσει δυνατή τη δομημένη και συντονισμένη ανταλλαγή πληροφοριών, καθώς και τον εντοπισμό και την απόκριση σε ενωσιακό επίπεδο. [Τροπολογία 13]

(13)  Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA) θα πρέπει να συνδράμει τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, παρέχοντας την εμπειρογνωμοσύνη και τις συμβουλές του, καθώς και διευκολύνοντας την ανταλλαγή βέλτιστης πρακτικής. Ειδικότερα, κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμβουλευτεί συμβουλευτούν τον ENISA. Προκειμένου να διασφαλίζεται αποτελεσματική και έγκαιρη ενημέρωση των κρατών μελών και της Επιτροπής, θα πρέπει να κοινοποιούνται εντός του δικτύου συνεργασίας έγκαιρες προειδοποιήσεις για συμβάντα και κινδύνους. Για την ανάπτυξη ικανοτήτων και γνώσεων μεταξύ των κρατών μελών, θα πρέπει το δίκτυο συνεργασίας να χρησιμεύει επίσης ως μέσο για την ανταλλαγή ορθής πρακτικής, να επικουρεί τα μέλη του όσον αφορά την ανάπτυξη ικανοτήτων, να κατευθύνει τη διοργάνωση αξιολογήσεων από ομοτίμους και ασκήσεωνε σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών. [Τροπολογία 14]

(13α)  Όπου είναι σκόπιμο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούν ή να προσαρμόζουν τις υφιστάμενες οργανωτικές δομές ή στρατηγικές κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 15]

(14)  Θα πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή μια υποδομή για ασφαλή ανταλλαγή πληροφοριών προκειμένου να καταστεί δυνατή η ανταλλαγή ευαίσθητων και εμπιστευτικών πληροφοριών εντός του δικτύου συνεργασίας. Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως οι δομές που υπάρχουν στο εσωτερικό της Ένωσης. Με την επιφύλαξη της υποχρέωσής τους για κοινοποίηση στο δίκτυο συνεργασίας συμβάντων και κινδύνων ενωσιακής διάστασης, η πρόσβαση σε πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα από άλλα κράτη μέλη θα πρέπει να χορηγείται στα κράτη μέλη μόνον εφόσον έχει καταδειχθεί ότι οι τεχνικοί, οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι και οι διαδικασίες τους, καθώς και η επικοινωνιακή υποδομή τους, εγγυώνται την αποτελεσματική, αποδοτική και ασφαλή συμμετοχή τους στο δίκτυο με τη χρήση διαφανών μεθόδων. [Τροπολογία 16]

(15)  Δεδομένου ότι τα περισσότερα συστήματα δικτύων και πληροφοριών είναι ιδιωτικά, η συνεργασία μεταξύ του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα έχει ουσιώδη σημασία. Οι παράγοντες της αγοράς θα πρέπει να παροτρύνονται να διατηρούν τους δικούς τους άτυπους μηχανισμούς συνεργασίας για την εξασφάλιση της ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών. Θα πρέπει επίσης να συνεργάζονται με τον δημόσιο τομέα και να ανταλλάσσουν μοιράζονται σε βάση αμοιβαιότητας πληροφορίες και βέλτιστη πρακτική έναντι συμπεριλαμβανομένης της αμοιβαίας ανταλλαγής σχετικών πληροφοριών και επιχειρησιακής στήριξης και πληροφοριών που έχουν υποστεί στρατηγική ανάλυση σε περίπτωση συμβάντων. Προκειμένου να ενθαρρυνθεί αποτελεσματικά η ανταλλαγή πληροφοριών και βέλτιστης πρακτικής, είναι ουσιαστικό να εξασφαλιστεί ότι οι φορείς της αγοράς οι οποίοι συμμετέχουν σε τέτοιες ανταλλαγές δεν θα βρεθούν σε μειονεκτική θέση λόγω της συνεργασίας τους. Απαιτούνται επαρκείς εγγυήσεις για να εξασφαλιστεί ότι η συνεργασία αυτή δεν θα εκθέσει τους εν λόγω φορείς εκμετάλλευσης σε υψηλότερο κίνδυνο όσον αφορά τη συμμόρφωση ή σε νέες ευθύνες στο πλαίσιο, μεταξύ άλλων, της νομοθεσίας στους τομείς του ανταγωνισμού, της πνευματικής ιδιοκτησίας, της νομοθεσίας περί προστασίας δεδομένων ή του κυβερνοεγκλήματος, ή σε αυξημένους επιχειρησιακούς κινδύνους ή κινδύνους ασφάλειας. [Τροπολογία 17]

(16)  Προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφάνεια και η καλή ενημέρωση των πολιτών της Ένωσης και των φορέων της αγοράς, θα πρέπει οι αρμόδιες αρχές τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης να συγκροτήσουν κοινό ιστότοπο σε ενωσιακή κλίμακα για τη δημοσίευση μη εμπιστευτικών πληροφοριών σχετικά με συμβάντα και, κινδύνους και τρόπους μετριασμού των κινδύνων, και, όπου απαιτείται, για την παροχή συμβουλών σχετικά με κατάλληλα μέτρα διατήρησης. Οι πληροφορίες στον ιστότοπο θα πρέπει να είναι προσβάσιμες ανεξάρτητα από τη χρησιμοποιούμενη συσκευή. Τυχόν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που θα δημοσιεύονται στον εν λόγω ιστότοπο θα πρέπει να περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία και θα πρέπει να παρέχονται σε όσο το δυνατόν πιο ανώνυμη μορφή. [Τροπολογία 18]

(17)  Εάν οι πληροφορίες θεωρούνται εμπιστευτικές σύμφωνα με τους ενωσιακούς και εθνικούς κανόνες περί επιχειρηματικού απορρήτου, πρέπει η εμπιστευτικότητα αυτή να εξασφαλίζεται κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων και την εκπλήρωση των στόχων της παρούσας οδηγίας.

(18)  Ιδίως με βάση τις εθνικές εμπειρίες διαχείρισης κρίσεων και σε συνεργασία με τον ENISA, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να εκπονήσουν ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ όπου θα καθορίζονται μηχανισμοί συνεργασίας για, βέλτιστες πρακτικές και πρότυπα λειτουργίας για την πρόληψη, τον εντοπισμό, την αναφορά και την αντιμετώπιση κινδύνων και συμβάντων. Το εν λόγω σχέδιο θα πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη για τον χειρισμό έγκαιρων προειδοποιήσεων εντός του δικτύου συνεργασίας. [Τροπολογία 19]

(19)  Κοινοποίηση έγκαιρης προειδοποίησης στο πλαίσιο του δικτύου θα πρέπει να απαιτείται μόνον όταν η κλίμακα και η σοβαρότητα του σχετικού συμβάντος ή κινδύνου είναι ή μπορούν να καταστούν τόσο σημαντικές ώστε να είναι απαραίτητες πληροφορίες ή συντονισμός της απόκρισης σε ενωσιακό επίπεδο. Οι έγκαιρες προειδοποιήσεις θα πρέπει, επομένως, να περιορίζονται σε πραγματικά ή δυνητικά συμβάντα ή σε κινδύνους που αναπτύσσονται ταχέως, υπερβαίνουν τις εθνικές ικανότητες απόκρισης ή πλήττουν περισσότερα του ενός κράτη μέλη. Για να καταστεί δυνατή η ορθή αξιολόγηση, θα πρέπει όλες οι σχετικές πληροφορίες για την αξιολόγηση του κινδύνου ή του συμβάντος να κοινοποιούνται στο δίκτυο συνεργασίας. [Τροπολογία 20]

(20)  Με την παραλαβή μιας έγκαιρης προειδοποίησης και την αξιολόγησή της, θα πρέπει οι αρμόδιες αρχές τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης να συμφωνήσουν σχετικά με συντονισμένη απόκριση, σύμφωνα με το ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ. Οι αρμόδιες αρχές Τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης, ο ENISA και η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο ως αποτέλεσμα της συντονισμένης απόκρισης. [Τροπολογία 21]

(21)  Δεδομένου του παγκόσμιου χαρακτήρα των προβλημάτων ΑΔΠ, υπάρχει ανάγκη στενότερης διεθνούς συνεργασίας για τη βελτίωση των προτύπων ασφάλειας και της ανταλλαγής πληροφοριών, καθώς και για την προώθηση κοινής σφαιρικής προσέγγισης των θεμάτων ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών. Κάθε πλαίσιο που χρησιμοποιείται για τέτοιου είδους διεθνή συνεργασία θα πρέπει να υπόκειται στην οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(7) και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(8). [Τροπολογία 22]

(22)  Αρμοδιότητες για την εξασφάλιση ΑΔΠ υπέχουν σε μεγάλο βαθμό η δημόσια διοίκηση και οι φορείς της αγοράς. Με κατάλληλες κανονιστικές απαιτήσεις και εθελοντικές κλαδικές πρακτικές θα πρέπει να προωθηθεί και να αναπτυχθεί πνεύμα διαχείρισης κινδύνων, στενή συνεργασία, και κλίμα εμπιστοσύνης, περιλαμβάνοντας εκτίμηση των κινδύνων και εφαρμογή ενδεδειγμένων μέτρων ασφάλειας για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις ενδεδειγμένων για τους κινδύνους και τα περιστατικά, εκούσια και μη. Η εξασφάλιση ίσων όρων αξιόπιστου ανταγωνισμού με ίσους όρους είναι επίσης απαραίτητη για την αποτελεσματική λειτουργία του δικτύου συνεργασίας ώστε να εξασφαλίζεται αποτελεσματική συνεργασία από όλα τα κράτη μέλη. [Τροπολογία 23]

(23)  Στην οδηγία 2002/21/ΕΚ ορίζεται ότι οι επιχειρήσεις παροχής δημοσίων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της ακεραιότητας και ασφάλειάς τους, ενώ εισάγονται απαιτήσεις κοινοποίησης παραβιάσεων της ασφάλειας και απώλειας της ακεραιότητας. Στην οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(9) απαιτείται από τον πάροχο διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να λαμβάνει κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προκειμένου να διαφυλάσσεται η ασφάλεια των υπηρεσιών του.

(24)  Οι εν λόγω υποχρεώσεις θα πρέπει να επεκταθούν πέρα από τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών στους φορείς εκμετάλλευσης υποδομών οι οποίες στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό σε τεχνολογίες της πληροφορίας και των επικοινωνιών και είναι απαραίτητες για τη διατήρηση ζωτικών οικονομικών ή κοινωνικών λειτουργιών όπως η ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο, οι μεταφορές, τα πιστωτικά ιδρύματα, οι υποδομές χρηματοπιστωτικών αγορών και η υγεία. Ενδεχόμενη διαταραχή των εν λόγω συστημάτων δικτύων και πληροφοριών θα πλήξει την εσωτερική αγορά. Μολονότι οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να επεκταθούν πέρα από τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε βασικούς παρόχους υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, όπως ορίζεται στην οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(10), που ενισχύουν κατάντη υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας ή επιγραμμικές δραστηριότητες όπως οι πλατφόρμες ηλ-εμπορίου, πύλες πληρωμών μέσω διαδικτύου, κοινωνικά δίκτυα, μηχανές αναζήτησης, υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους, γενικά ή καταστήματα ηλεκτρονικών εφαρμογών μπορούν, σε εθελοντική βάση, να ενημερώνουν την αρμόδια αρχή ή το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης για τα συμβάντα ασφάλειας των δικτύων που κρίνουν σκόπιμο. Η αρμόδια αρχή ή το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης θα πρέπει να παρουσιάζουν, ει δυνατόν, στους φορείς της αγοράς που ενημερώθηκαν για το συμβάν πληροφορίες που έχουν αναλυθεί στρατηγικά και οι οποίες θα βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της απειλής για την ασφάλεια. Ενδεχόμενη διαταραχή αυτών των υπηρεσιών γενικής εφαρμογής της κοινωνίας της πληροφορίας αποκλείει την παροχή άλλων υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας που βασίζονται σε αυτές ως παραμέτρων βασικής σημασίας. Οι σχεδιαστές λογισμικού και κατασκευαστές υλισμικού δεν είναι πάροχοι υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας και, ως εκ τούτου, εξαιρούνται. Οι υποχρεώσεις αυτές πρέπει επίσης να επεκταθούν στη δημόσια διοίκηση και στους φορείς εκμετάλλευσης υποδομών ζωτικής σημασίας, που στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στις τεχνολογίες της πληροφορίας και των επικοινωνιών και που είναι απαραίτητες για τη διατήρηση ζωτικών οικονομικών ή κοινωνικών λειτουργιών όπως η ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο, οι μεταφορές, τα πιστωτικά ιδρύματα, το χρηματιστήριο και η υγεία. Ενδεχόμενη διαταραχή των εν λόγω συστημάτων δικτύων και πληροφοριών θα πλήξει την εσωτερική αγορά. [Τροπολογία 24]

(24α)  Μολονότι οι πάροχοι υλικού και λογισμικού δεν είναι φορείς της αγοράς συγκρίσιμοι με εκείνους που καλύπτει η παρούσα οδηγία, τα προϊόντα τους διευκολύνουν την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών. Συνεπώς, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο όσον αφορά την ικανότητα των φορέων της αγοράς να καθιστούν ασφαλή την υποδομή δικτύων και πληροφοριών τους. Δεδομένου ότι τα προϊόντα υλικού και λογισμικού υπόκεινται ήδη σε ισχύοντες κανόνες σχετικά με την ευθύνη για προϊόντα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν την επιβολή των κανόνων αυτών. [Τροπολογία 25]

(25)  Τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που έχουν επιβληθεί στη δημόσια διοίκηση και στους φορείς της αγοράς δεν θα πρέπει να συνεπάγονται ότι συγκεκριμένα εμπορικά προϊόντα τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών θα σχεδιάζονται, θα αναπτύσσονται ή θα παράγονται με συγκεκριμένο τρόπο. [Τροπολογία 26]

(26)  Η δημόσια διοίκηση και Οι φορείς της αγοράς θα πρέπει να εγγυώνται την ασφάλεια των δικτύων και συστημάτων που υπάγονται στον έλεγχό τους. Κατά κύριο λόγο θα πρόκειται για ιδιωτικά δίκτυα και συστήματα τα οποία είτε τελούν υπό τη διαχείριση του εσωτερικού τους προσωπικού μηχανογράφησης είτε η ασφάλεια των οποίων έχει ανατεθεί σε εξωτερικούς συνεργάτες. Οι υποχρεώσεις κοινοποίησης και ασφάλειας θα πρέπει να ισχύουν για τους αρμόδιους φορείς της αγοράς και για τη δημόσια διοίκηση, ανεξάρτητα από το αν εκτελούν τη συντήρηση των δικτύων και των συστημάτων πληροφοριών τους στο εσωτερικό ή αν την αναθέτουν σε τρίτους. [Τροπολογία 27]

(27)  Προκειμένου να μην επιβληθεί δυσανάλογο οικονομικό και διοικητικό βάρος στις μικρές επιχειρήσεις και στους χρήστες, οι απαιτήσεις θα πρέπει να είναι ανάλογες προς τον κίνδυνο που συνιστά το σχετικό δίκτυο ή το σύστημα πληροφοριών, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο της τεχνολογίας των μέτρων αυτών. Οι απαιτήσεις αυτές δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται σε πολύ μικρές επιχειρήσεις.

(28)  Οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης θα πρέπει να δώσουν τη δέουσα προσοχή στη διατήρηση άτυπων και αξιόπιστων δικτύων ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των διαφόρων φορέων της αγοράς και μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία σημεία εξυπηρέτησης θα πρέπει να ενημερώνουν τους κατασκευαστές και τους παρόχους υπηρεσιών των σχετικών προϊόντων και υπηρεσιών ΤΠΕ σχετικά με συμβάντα που τους αναφέρονται, τα οποία έχουν σημαντικό αντίκτυπο. Κατά τη δημοσίευση των συμβάντων που κοινοποιούνται στις αρμόδιες αρχές και στα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης θα πρέπει να αντισταθμίζονται δεόντως το συμφέρον του κοινού για ενημέρωση σχετικά με απειλές αφενός με τους πιθανούς κινδύνους για την υπόληψη και εμπορικές ζημίες για τη δημόσια διοίκηση και τους φορείς της αγοράς που κοινοποιούν συμβάντα αφετέρου. Κατά την εφαρμογή των υποχρεώσεων κοινοποίησης, οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης θα πρέπει να λάβουν ιδιαιτέρως υπόψη την ανάγκη να διατηρηθεί ο αυστηρά εμπιστευτικός χαρακτήρας των πληροφοριών ως προς τα τρωτά σημεία των προϊόντων πριν από την έκδοση ανάπτυξη των αντίστοιχων διορθωτικών ρυθμίσεων ασφάλειας. Γενικά, τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης δεν θα πρέπει να αποκαλύπτουν τα προσωπικά δεδομένα των προσώπων που εμπλέκονται στα συμβάντα. Τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης θα πρέπει να αποκαλύπτουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μόνο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η κοινοποίηση των δεδομένων αυτών είναι απαραίτητη και ανάλογη με τον επιδιωκόμενο στόχο. [Τροπολογία 28]

(29)  Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν τα απαραίτητα μέσα για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, συμπεριλαμβανομένων και εξουσιών επαρκούς πληροφόρησης από τους φορείς της αγοράς και τη δημόσια διοίκηση ώστε να αξιολογήσουν το επίπεδο ασφάλειας των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών, να μετρήσουν τον αριθμό, την κλίμακα και την έκταση των συμβάντων, καθώς και αξιόπιστων και περιεκτικών δεδομένων σχετικά με τα πραγματικά συμβάντα που είχαν αντίκτυπο στην λειτουργία των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών. [Τροπολογία 29]

(30)  Συχνά, τα συμβάντα ανάγονται σε αξιόποινες δραστηριότητες. Υπόνοιες ως προς τον ποινικό χαρακτήρα των συμβάντων μπορεί να υπάρχουν ακόμη και αν τα αποδεικτικά στοιχεία για την τεκμηρίωσή του μπορεί να μην είναι εξαρχής αρκετά σαφή. Στο πλαίσιο αυτό, η κατάλληλη συνεργασία μεταξύ των αρμοδίων αρχών, των ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης και των αρχών επιβολής του νόμου, καθώς και η συνεργασία με το EC3 (Κέντρο για τα εγκλήματα στον κυβερνοχώρο ) και τον ENISA θα πρέπει να συνιστά μέρος μιας αποτελεσματικής και ολοκληρωμένης απόκρισης σε απειλές συμβάντων που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια. Ειδικότερα, η προαγωγή ασφαλούς, προστατευμένου και ανθεκτικότερου περιβάλλοντος απαιτεί συστηματική αναφορά στις αρχές επιβολής του νόμου των ύποπτων συμβάντων σοβαρού ποινικού χαρακτήρα. Ο σοβαρός ποινικός χαρακτήρας των συμβάντων θα πρέπει να αξιολογείται υπό το πρίσμα της ενωσιακής νομοθεσίας για το ηλεκτρονικό έγκλημα. [Τροπολογία 30]

(31)  Ως αποτέλεσμα συμβάντων, σε πολλές περιπτώσεις διακυβεύονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Τα κράτη μέλη και οι φορείς της αγοράς θα πρέπει να προστατεύουν τα αποθηκευμένα, επεξεργασμένα ή διαβιβασθέντα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από τυχαία ή παράνομη καταστροφή, τυχαία απώλεια ή αλλοίωση και από μη εγκεκριμένη ή παράνομη αποθήκευση, πρόσβαση, αποκάλυψη ή διάδοση και να διασφαλίζουν την εφαρμογή πολιτικής ασφάλειας σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Στο πλαίσιο αυτό, οι αρμόδιες αρχές, τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης και οι αρχές προστασίας δεδομένων θα πρέπει να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν πληροφορίες σε όλα τα συναφή θέματα, μεταξύ άλλων, όπου είναι σκόπιμο, με τους φορείς της αγοράς, για την αντιμετώπιση των παραβιάσεων σε προσωπικά δεδομένα που οφείλονται σε συμβάντα. Τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή την, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες για την προστασία των δεδομένων. Η υποχρέωση κοινοποίησης συμβάντων ασφάλειας θα πρέπει να καλύπτεται κατά τρόπο που να ελαχιστοποιεί τον διοικητικό φόρτο σε περίπτωση που το συμβάν ασφάλειας είναι επίσης παραβίαση προσωπικών δεδομένων, σύμφωνα με τον κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών(11). Σε συνεννόηση με τις αρμόδιες αρχές και τις αρχές προστασίας δεδομένων, για την οποία απαιτείται κοινοποίηση σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία περί προστασίας των δεδομένων. Ο ENISA θα μπορούσε πρέπει να βοηθήσει με την ανάπτυξη μηχανισμών και προτύπων ανταλλαγής πληροφοριών, αποφεύγοντας την ανάγκη ύπαρξης δύο προτύπων και ενός ενιαίου προτύπου κοινοποίησης. Το ενιαίο αυτό πρότυπο κοινοποίησης που θα διευκόλυνε την αναφορά των συμβάντων όπου διακυβεύονται παραβιάσεις προσωπικών δεδομένων, συμβάλλοντας έτσι σε ελάφρυνση του διοικητικού φόρτου για τις επιχειρήσεις και τη δημόσια διοίκηση. [Τροπολογία 31]

(32)  Η τυποποίηση των απαιτήσεων ασφάλειας είναι εθελοντικού χαρακτήρα διαδικασία καθοδηγούμενη από την αγορά που θα πρέπει να επιτρέπει στους φορείς της αγοράς να χρησιμοποιούν εναλλακτικά μέσα για την επίτευξη τουλάχιστον παρόμοιων αποτελεσμάτων. Προκειμένου να εξασφαλιστεί συγκλίνουσα εφαρμογή των προτύπων ασφάλειας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν τη συμμόρφωση με καθορισμένα διαλειτουργικά πρότυπα, ώστε να κατοχυρωθεί υψηλό επίπεδο ασφάλειας σε ενωσιακό επίπεδο. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να εξεταστεί η εφαρμογή ανοιχτών διεθνών προτύπων σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών ή ο σχεδιασμός τέτοιων μέσων. Άλλο ένα αναγκαίο βήμα προόδου μπορεί να είναι αναγκαία η κατάρτιση εναρμονισμένων προτύπων, που θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(12). Ειδικότερα, θα πρέπει να ανατεθεί στο ETSI, στην CEN και CENELEC να προτείνουν αποτελεσματικά και αποδοτικά ανοιχτά ενωσιακά πρότυπα ασφάλειας, όπου οι τεχνολογικές προτιμήσεις αποφεύγονται όσο το δυνατόν περισσότερο, τα οποία θα πρέπει να καταστούν εύκολα διαχειρίσιμα από μικρούς και μεσαίους φορείς της αγοράς. Τα διεθνή πρότυπα σχετικά με την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο θα πρέπει να ελέγχονται προσεκτικά προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι δεν καθίστανται αναποτελεσματικά και ότι παρέχουν επαρκή επίπεδα ασφάλειας, και συνεπώς να εξασφαλίζεται ότι η επιβαλλόμενη συμμόρφωση με τα πρότυπα ασφάλειας στον κυβερνοχώρο βελτιώνει το συνολικό επίπεδο ασφάλειας στον κυβερνοχώρο της Ένωσης και όχι το αντίθετο. [Τροπολογία 32]

(33)  Η Επιτροπή θα πρέπει να αναθεωρεί περιοδικά την παρούσα οδηγία, σε διαβούλευση με όλους τους ενδιαφερομένους, ιδίως προκειμένου να καθορίζεται η ανάγκη τροποποίησης υπό το πρίσμα των μεταβαλλόμενων συνθηκών στην κοινωνία, την πολιτική, στην τεχνολογία ή τις αγορές. [Τροπολογία 33]

(34)  Προκειμένου να καταστεί δυνατή η εύρυθμη λειτουργία του δικτύου συνεργασίας, η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή όσον αφορά τον καθορισμό των κριτηρίων που πρέπει να πληροί ένα κράτος μέλος ώστε να του επιτραπεί να συμμετάσχει στο ασφαλές σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών, μια κοινή δέσμη προτύπων διασύνδεσης και ασφάλειας για την ασφάλεια της υποδομής ανταλλαγής πληροφοριών και την περαιτέρω εξειδίκευση των συμβάντων ενεργοποίησης της έγκαιρης προειδοποίησης, καθώς και όσον αφορά τον καθορισμό των περιστάσεων υπό τις οποίες οι φορείς της αγοράς και η δημόσια διοίκηση υποχρεούνται να κοινοποιούν τα συμβάντα. [Τροπολογία 34]

(35)  Έχει ιδιαίτερη σημασία η Επιτροπή να προβαίνει σε κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια του προπαρασκευαστικού έργου της, μεταξύ άλλων, σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(36)  Προκειμένου να διασφαλιστούν ομοιόμορφοι όροι για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές εξουσίες στην Επιτροπή όσον αφορά τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης και της Επιτροπής εντός του δικτύου συνεργασίας, την πρόσβαση στην υποδομή ασφαλούς ανταλλαγής πληροφοριώνχωρίς να θίγονται οι υφιστάμενοι μηχανισμοί συνεργασίας σε εθνικό επίπεδο, το ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ, και τους μορφότυπους και τις διαδικασίες που ισχύουν για την ενημέρωση του κοινού σχετικά με συμβάντα, καθώς και τα πρότυπα ή/και τις τεχνικές προδιαγραφές σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών (ΑΔΠ) κοινοποίηση συμβάντων με σημαντικό αντίκτυπο. Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(13). [Τροπολογία 35]

(37)  Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να πραγματοποιεί τις κατάλληλες επαφές με τις σχετικές τομεακές επιτροπές και φορείς σε επίπεδο ΕΕ, ιδίως στους τομείς ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, της ενέργειας, των μεταφορών και, της υγείας και της άμυνας. [Τροπολογία 36]

(38)  Πληροφορίες που κρίνονται εμπιστευτικές από μια αρμόδια αρχή ή ένα ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης, σύμφωνα με τους ενωσιακούς και εθνικούς κανόνες περί επιχειρηματικού απορρήτου, θα πρέπει να ανταλλάσσονται με την Επιτροπή, τους αρμόδιους οργανισμούς της, άλλα ενιαία σημεία εξυπηρέτησης και/ή άλλες εθνικές αρμόδιες αρχές μόνον εφόσον η ανταλλαγή αυτή είναι απολύτως αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Οι κοινοποιούμενες πληροφορίες θα πρέπει να περιορίζονται σε ό,τι είναι συναφές, αναγκαίο και αναλογικό προς τους σκοπούς της εν λόγω κοινοποίησης, και θα πρέπει να ανταποκρίνονται στα προκαθορισμένα κριτήρια εμπιστευτικότητας και ασφάλειας, σύμφωνα με την απόφαση 2011/292/ΕΕ, πληροφορίες που περιέχονται σε συμφωνίες εμπιστευτικότητας ή ανεπίσημες συμφωνίες εμπιστευτικότητας, όπως το πρωτόκολλο για την ανταλλαγή πληροφοριών «Traffic Light Protocol». [Τροπολογία 37]

(39)  Για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με κινδύνους και συμβάντα εντός του δικτύου συνεργασίας και για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις για την κοινοποίηση συμβάντων στις εθνικές αρμόδιες αρχές ή τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης ενδέχεται να απαιτηθεί επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι αναγκαία για την επίτευξη των στόχων δημοσίου συμφέροντος που επιδιώκονται με την παρούσα οδηγία και, κατά συνέπεια, είναι δικαιολογημένη σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Δεν αποτελεί - σε σχέση με τους εν λόγω θεμιτούς σκοπούς - υπέρμετρη και απαράδεκτη παρέμβαση που θίγει αυτή καθεαυτήν την ουσία του δικαιώματος για προστασία των προσωπικών δεδομένων που διασφαλίζεται με το άρθρο 8 του Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(14) θα πρέπει να εφαρμόζεται ανάλογα με την περίπτωση. Όταν τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία από τα όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης, η επεξεργασία αυτή προς τον σκοπό εφαρμογής της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να συμμορφώνεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001. [Τροπολογία 38]

(40)  Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, ήτοι η διασφάλιση υψηλού επιπέδου ΑΔΠ στην Ένωση, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς αποκλειστικά από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(41)  Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το δικαίωμα στο σεβασμό της ιδιωτικής ζωής και των επικοινωνιών, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την ελευθερία του επιχειρείν, το δικαίωμα ιδιοκτησίας, το δικαίωμα αποτελεσματικής ένδικης προστασίας ενώπιον δικαστηρίου και το δικαίωμα ακρόασης. Η οδηγία πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με τα εν λόγω δικαιώματα και αρχές.

(41α)  Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα, τα κράτη μέλη έχουν αναλάβει την υποχρέωση να συνοδεύουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα που επεξηγούν τη σχέση ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των νομικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης κρίνει ότι είναι αιτιολογημένη η διαβίβαση των εγγράφων αυτών. [Τροπολογία 39]

(41β)  Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος γνωμοδότησε στις 14 Ιουνίου 2013(15),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕNΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.  Η παρούσα οδηγία θεσπίζει μέτρα για τη διασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών («NIS») εντός της Ένωσης.

2.  Για τον σκοπό αυτό, η οδηγία:

α)  καθορίζει υποχρεώσεις για όλα τα κράτη μέλη όσον αφορά την πρόληψη, τον χειρισμό και την απόκριση σε κινδύνους και συμβάντα που επηρεάζουν τα συστήματα δικτύων και πληροφοριών ·

β)  δημιουργεί ένα μηχανισμό συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, προκειμένου να διασφαλιστεί ενιαία εφαρμογή της παρούσας οδηγίας εντός της Ένωσης και, εφόσον απαιτηθεί, συντονισμένος και, αποτελεσματικός και ουσιαστικός χειρισμός και απόκριση σε κινδύνους και συμβάντα που επηρεάζουν τα συστήματα δικτύων και πληροφοριών, με τη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων· [Τροπολογία 40]

γ)  θεσπίζει απαιτήσεις ασφάλειας για τους φορείς της αγοράς και για τη δημόσια διοίκηση. [Τροπολογία 41]

3.  Οι απαιτήσεις ασφάλειας που προβλέπονται στο άρθρο 14 της παρούσας οδηγίας δεν εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, κατά την έννοια της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, οι οποίες πληρούν τις ειδικές απαιτήσεις ασφάλειας και ακεραιότητας που καθορίζονται στα άρθρα 13α και 13β της εν λόγω οδηγίας, ούτε σε παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης.

4.  Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τη νομοθεσία της Ένωσης για το ηλεκτρονικό έγκλημα και την οδηγία 2008/114/EΚ του Συμβουλίου(16).

5.  Η παρούσα οδηγία δεν θίγει επίσης την οδηγία 95/46/ΕΚ, την οδηγία 2002/58/ΕΚ και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Κάθε χρήση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, τα δε δεδομένα αυτά πρέπει να είναι σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο βαθμό, αν όχι εντελώς, ανώνυμα. [Τροπολογία 42]

6.  Για την ανταλλαγή πληροφοριών εντός του δικτύου συνεργασίας σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙ, καθώς και οι ανακοινώσεις συμβάντων ΑΔΠ βάσει του άρθρου 14, ενδέχεται να απαιτηθεί επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω επεξεργασία, απαραίτητη για την επίτευξη των στόχων δημοσίου συμφέροντος που επιδιώκονται με την παρούσα οδηγία, εγκρίνεται από το κράτος μέλος κατ’εφαρμογή του άρθρου 7 της οδηγίας 95/46/ΕΚ και της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, όπως έχουν μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία.

Άρθρο 1α

Προστασία και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.  Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα κράτη μέλη δυνάμει της παρούσας οδηγίας πραγματοποιείται σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ και την οδηγία 2002/58/ΕΚ.

2.  Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Επιτροπή και τον ENISA δυνάμει της παρούσας οδηγίας πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

3.  Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το Ευρωπαϊκό Κέντρο για το Κυβερνοέγκλημα, στους κόλπους της Ευρωπόλ, για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας πραγματοποιείται σύμφωνα με την απόφαση 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου(17).

4.  Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι θεμιτή και νόμιμη και αυστηρά περιορισμένη στα ελάχιστα δεδομένα που χρειάζονται για τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία. Τα δεδομένα τηρούνται σε μορφή που επιτρέπει τον προσδιορισμό της ταυτότητας των προσώπων στα οποία αναφέρονται, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το διάστημα που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού για τον οποίο τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία.

5.  Οι κοινοποιήσεις συμβάντων που αναφέρονται στο άρθρο 14 της παρούσας οδηγίας δεν θίγουν τις διατάξεις και τις υποχρεώσεις που αφορούν τις κοινοποιήσεις παραβιάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα οι οποίες ορίζονται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 611/2013 της Επιτροπής(18). [Τροπολογία 43]

Άρθρο 2

Ελάχιστη εναρμόνιση

Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζονται να θεσπίζουν ή να διατηρούν διατάξεις με τις οποίες εξασφαλίζεται υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που υπέχουν βάσει του ενωσιακού δικαίου.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τον σκοπό της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)  «σύστημα δικτύων και πληροφοριών»:

α)  δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών κατά την έννοια της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, και

β)  κάθε συσκευή ή ομάδα διασυνδεδεμένων ή σχετικών συσκευών, μία ή περισσότερες από τις οποίες, σύμφωνα με πρόγραμμα λογισμικού, εκτελούν αυτόματη επεξεργασία ηλεκτρονικών ψηφιακών δεδομένων, καθώς και [Τροπολογία 44]

γ)  ηλεκτρονικά ψηφιακά δεδομένα αποθηκευμένα, επεξεργασμένα, ανακτημένα ή μεταδιδόμενα μέσω των στοιχείων του στοιχείου α) και β) παραπάνω για τους σκοπούς της λειτουργία, χρήσης, προστασίας και συντήρησής τους. [Τροπολογία 45]

2)  «ασφάλεια»: η ικανότητα ενός συστήματος δικτύων και πληροφοριών να ανθίσταται, με δεδομένο επίπεδο εμπιστοσύνης, σε ατυχήματα ή κακόβουλες ενέργειες που θέτουν σε κίνδυνο τη διαθεσιμότητα, την αυθεντικότητα, την ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα αποθηκευμένων ή μεταδιδόμενων δεδομένων ή και τις συναφείς υπηρεσίες που προσφέρονται ή είναι προσβάσιμες μέσω του εν λόγω συστήματος δικτύων και πληροφοριών· η «ασφάλεια» περιλαμβάνει κατάλληλα τεχνικά μέσα, λύσεις και επιχειρησιακές διαδικασίες που διασφαλίζουν τις απαιτήσεις ασφάλειας οι οποίες ορίζονται στην παρούσα οδηγία· [Τροπολογία 46]

3)  «κίνδυνος»: κάθε περίσταση ή συμβάν που είναι δυνατόν εύλογο να διαπιστωθεί και μπορεί να έχει δυσμενή επίπτωση στην ασφάλεια · [Τροπολογία 47]

4)  «συμβάν»: οποιαδήποτε οποιοδήποτε περίσταση ή γεγονός με συγκεκριμένη δυσμενή επίδραση στην ασφάλεια · [Τροπολογία 48]

5)  «υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας»: υπηρεσία κατά την έννοια του σημείου 2 του άρθρου 1 της οδηγίας 98/34/ΕΚ · [Τροπολογία 49]

6)  «σχέδιο συνεργασίας για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών (NIS)»: σχέδιο στο οποίο καθορίζεται το πλαίσιο των οργανωτικών ρόλων, αρμοδιοτήτων και διαδικασιών για τη διατήρηση ή την αποκατάσταση της λειτουργίας δικτύων και συστημάτων πληροφοριών, σε περίπτωση κινδύνου ή συμβάντος που τα επηρεάζουν

7)  «χειρισμός συμβάντων»: το σύνολο των διαδικασιών που υποστηρίζουν τη διαπίστωση, την πρόληψη, την ανάλυση, τη συγκράτηση και την απόκριση σε συμβάν· [Τροπολογία 50]

8)  «φορέας της αγοράς»:

α)  φορέας παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας που καθιστά εφικτή την παροχή άλλων υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, μη εξαντλητικός κατάλογος των οποίων παρατίθεται στο παράρτημα II · [Τροπολογία 51]

β)  φορέας εκμετάλλευσης υποδομών ζωτικής σημασίας, απαραίτητων για τη διατήρηση ζωτικών οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων στα πεδία της ενέργειας, των μεταφορών, των τραπεζών, των χρηματιστηρίων των υποδομών χρηματοπιστωτικών αγορών, των διαδικτυακών σημείων ανταλλαγής, της αλυσίδας εφοδιασμού με τρόφιμα και της υγείας, η διακοπή ή καταστροφή των οποίων θα είχε σημαντικό αντίκτυπο σε κάποιο κράτος μέλος λόγω της αδυναμίας διατήρησης των εν λόγω λειτουργιών, μη εξαντλητικός κατάλογος των οποίων παρατίθεται στο παράρτημα II, στον βαθμό που τα αντίστοιχα συστήματα δικτύων και πληροφοριών σχετίζονται με τις βασικές υπηρεσίες του. [Τροπολογία 52]

8α)  «συμβάν με σημαντικό αντίκτυπο»: συμβάν που επηρεάζει την ασφάλεια και τη συνέχεια ενός δικτύου ή συστήματος πληροφοριών, το οποίο οδηγεί σε σημαντική διαταραχή των ζωτικών οικονομικών ή κοινωνιακών λειτουργιών· [Τροπολογία 53]

9)  «πρότυπο»: το πρότυπο που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ·

10)  «προδιαγραφή»: η προδιαγραφή που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ·

11)  «πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παρέχει κάθε ηλεκτρονική υπηρεσία που συνίσταται στη δημιουργία, επαλήθευση, επικύρωση, διαχείριση και διαφύλαξη ηλεκτρονικών υπογραφών, ηλεκτρονικών σφραγίδων, ηλεκτρονικών χρονοσημάνσεων, ηλεκτρονικών εγγράφων, υπηρεσιών ηλεκτρονικής παράδοσης, του ελέγχου γνησιότητας ιστοτόπων και ηλεκτρονικών πιστοποιητικών, συμπεριλαμβανομένων των πιστοποιητικών για ηλεκτρονικές υπογραφές και ηλεκτρονικές σφραγίδες·

11α)  «ρυθμιζόμενη αγορά»: ρυθμιζόμενη αγορά κατά την έννοια του άρθρου 4 σημείο 14 της οδηγίας 2004/39/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(19)· [Τροπολογία 54]

11β)  «πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ)»: ο πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 15 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ· [Τροπολογία 55]

11γ)  «μηχανισμός οργανωμένης διαπραγμάτευσης»: κάθε πολυμερές σύστημα ή μηχανισμός, άλλος από ρυθμιζόμενη αγορά, πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης ή κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, που τον εκμεταλλεύεται επιχείρηση επενδύσεων ή διαχειριστής αγοράς, όπου μπορούν να αλληλεπιδρούν στο εσωτερικό του συστήματος διάφορα συμφέροντα τρίτων για αγορά και πώληση ομολογιών, δομημένων χρηματοοικονομικών προϊόντων, δικαιωμάτων εκπομπής ή παραγώγων, με τρόπο που καταλήγει στη σύναψη σύμβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του Τίτλου II της οδηγίας 2004/39/ΕΚ· [Τροπολογία 56]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΘΝΙΚΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΔΙΚΤΥΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Άρθρο 4

Αρχή

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο ασφάλειας των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών στην επικράτειά τους σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 5

Εθνική στρατηγική για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών (ΑΔΠ) και εθνικό σχέδιο συνεργασίας για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών

1)  Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει εθνική στρατηγική ΑΔΠ που καθορίζει τους στρατηγικούς στόχους και συγκεκριμένα μέτρα, πολιτικής και ρυθμιστικά, για να επιτευχθεί και να διατηρηθεί υψηλό επίπεδο ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών. Η εθνική στρατηγική για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών αφορά ιδίως τα ακόλουθα θέματα:

α)  τον ορισμό των στόχων και των προτεραιοτήτων της στρατηγικής, με βάση επικαιροποιημένη ανάλυση κινδύνου και συμβάντων ·

β)  το πλαίσιο διακυβέρνησης για την επίτευξη των στόχων και των προτεραιοτήτων της στρατηγικής, συμπεριλαμβανομένου σαφούς ορισμού των ρόλων και αρμοδιοτήτων των κυβερνητικών φορέων και των λοιπών σχετικών φορέων ·

γ)  προσδιορισμό των γενικών μέτρων ετοιμότητας, απόκρισης και αποκατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των μηχανισμών συνεργασίας μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα ·

δ)  ενδεικτική αναφορά στα προγράμματα εκπαίδευσης, ευαισθητοποίησης και κατάρτισης ·

ε)  ερευνητικά και αναπτυξιακά σχέδια και περιγραφή του τρόπου με τον οποίο τα σχέδια αυτά αντανακλούν τις προτεραιότητες που έχουν καθοριστεί;

εα)  τα κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν τη συνδρομή του ENISA για την ανάπτυξη των εθνικών τους στρατηγικών ΑΔΠ και των εθνικών τους σχεδίων συνεργασίας ΑΔΠ, βάσει ενός ελάχιστου κοινού προτύπου στρατηγικής και συνεργασίας ΑΔΠ. [Τροπολογία 57]

2)  Η εθνική στρατηγική για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών περιλαμβάνει ένα εθνικό σχέδιο συνεργασίας για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών που συμμορφώνεται τουλάχιστον με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)  σχέδιο εκτίμησης του κινδύνου για να προσδιοριστούν κίνδυνοι και να εκτιμηθεί ο αντίκτυπος ενδεχόμενων συμβάντων πλαίσιο διαχείρισης κινδύνου για τη θέσπιση μεθοδολογίας όσον αφορά τον εντοπισμό, την ιεράρχηση, την αξιολόγηση και την αντιμετώπιση των κινδύνων, την εκτίμηση του αντίκτυπου ενδεχόμενων συμβάντων, επιλογές πρόληψης και ελέγχου, καθώς και τον ορισμό κριτηρίων για την επιλογή πιθανών αντίμετρων· [Τροπολογία 58]

β)  με τον καθορισμό των ρόλων και αρμοδιοτήτων των διαφόρων αρχών και λοιπών συντελεστών που εμπλέκονται στην υλοποίηση του σχεδίου πλαισίου· [Τροπολογία 59]

γ)  με τον καθορισμό των διαδικασιών συνεργασίας και επικοινωνίας για την εξασφάλιση πρόληψης, ανίχνευσης, απόκρισης, αποκατάστασης και ανάκτησης, προσαρμοσμένων ανάλογα με το επίπεδο συναγερμού ·

δ)  με την πρόβλεψη για χάρτη πορείας για ασκήσεις και κατάρτιση σε ΑΔΠ με σκοπό να ενισχυθεί, να επικυρωθεί και να δοκιμαστεί το σχέδιο. τυχόν διδάγματα πρέπει να τεκμηριώνονται και να εντάσσονται σε επικαιροποιήσεις του σχεδίου.

3)  Η εθνική στρατηγική για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών και το εθνικό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ κοινοποιούνται στην Επιτροπή εντός ενός μηνός τριών μηνών από την έγκρισή τους. [Τροπολογία 60]

Άρθρο 6

Αρμόδια εθνική αρχή Αρμόδιες εθνικές αρχές και ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης για την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών [Τροπολογία 61]

1.  Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια εθνική αρμόδια αρχή μία ή περισσότερες εθνικές μη στρατιωτικές αρμόδιες αρχές σχετικά με την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών («η αρμόδια αρχή/αρμόδιες αρχές»). [Τροπολογία 62]

2.  Οι αρμόδιες αρχές παρακολουθούν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας σε εθνικό επίπεδο και συμβάλλουν στη συνεκτική εφαρμογή της σε όλη την Ένωση.

2α.  Σε περίπτωση που κάποιο κράτος μέλος ορίσει περισσότερες από μία αρμόδιες αρχές, ορίζει μια εθνική μη στρατιωτική αρχή, για παράδειγμα μια αρμόδια αρχή, ως εθνικό ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης για την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών («ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης»). Σε περίπτωση που κάποιο κράτος μέλος ορίσει μόνο μία αρμόδια αρχή, η εν λόγω αρμόδια αρχή συνιστά και το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης. [Τροπολογία 63]

2β.  Οι αρμόδιες αρχές και το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης του ίδιου κράτους μέλους συνεργάζονται στενά όσον αφορά τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 64]

2γ.  Το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης εξασφαλίζει τη διασυνοριακή συνεργασία με τα άλλα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης. [Τροπολογία 65]

3.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης διαθέτουν επαρκείς τεχνικούς, οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους για να επιτελούν αποτελεσματικά και αποδοτικά τα καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί και, με τον τρόπο αυτό, ότι επιτυγχάνουν τους στόχους της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την αποτελεσματική, αποδοτική και ασφαλή συνεργασία των αρμόδιων αρχών ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης μέσω του δικτύου που αναφέρεται στο άρθρο 8. [Τροπολογία 66]

4.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης λαμβάνουν, όπου έχει εφαρμογή περίπτωση σύμφωνα με την παράγραφο 2α του παρόντος άρθρου, τις κοινοποιήσεις των συμβάντων από τη δημόσια διοίκηση και τους φορείς της αγοράς όπως ορίζεται από το άρθρο 14 παράγραφος 2 και ότι τους ανατίθενται οι αρμοδιότητες εφαρμογής και επιβολής που αναφέρονται στο άρθρο 15. [Τροπολογία 67]

4α.  Σε περίπτωση που το ενωσιακό δίκαιο προβλέπει ειδικό ανά τομέα εποπτικό ή ρυθμιστικό ενωσιακό φορέα, αρμόδιο μεταξύ άλλων για την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών, ο φορέας αυτός λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των συμβάντων σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 από τους οικείους φορείς της αγοράς στον συγκεκριμένο τομέα και του ανατίθενται οι εξουσίες εφαρμογής και επιβολής που αναφέρονται στο άρθρο 15. Ο εν λόγω φορέας της Ένωσης συνεργάζεται στενά με τις αρμόδιες αρχές και το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης του κράτους μέλους υποδοχής σε σχέση με τις υποχρεώσεις αυτές. Το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης του κράτους μέλους υποδοχής εκπροσωπεί τον φορέα της Ένωσης σε σχέση με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στο κεφάλαιο III. [Τροπολογία 68]

5.  Οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης πραγματοποιούν διαβουλεύσεις και συνεργάζονται, κατά περίπτωση, με τις σχετικές εθνικές αρχές επιβολής του νόμου και με τις αρχές προστασίας των δεδομένων. [Τροπολογία 69]

6.  Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή, χωρίς καθυστέρηση, τον διορισμό της αρμόδιας αρχής των αρμόδιων αρχών και του ενιαίου κέντρου εξυπηρέτησης και τα καθήκοντά της τους, καθώς και κάθε μεταγενέστερη σχετική τροποποίηση. Κάθε κράτος μέλος δημοσιεύει τον διορισμό της αρμόδιας αρχής των αρμοδίων αρχών. [Τροπολογία 70]

Άρθρο 7

Ομάδες αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική

1.  Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει κατάσταση συγκροτεί τουλάχιστον μία Ομάδα αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική («CERT») για κάθε φορέα που ορίζεται στο παράρτημα ΙΙ, που είναι υπεύθυνη για τον χειρισμό συμβάντων και κινδύνων σύμφωνα με επακριβώς καθορισμένη διαδικασία, η οποία πρέπει να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο σημείο 1 του παραρτήματος Ι. Η CERT μπορεί να ιδρυθεί εντός της αρμόδιας αρχής. [Τροπολογία 71]

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ομάδες CERT διαθέτουν επαρκείς τεχνικούς, οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους για την αποτελεσματική εκτέλεση των εργασιών που περιγράφονται στο σημείο 2 του παραρτήματος Ι.

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ομάδες CERT βασίζονται σε ασφαλή και ανθεκτική υποδομή επικοινωνιών και πληροφοριών σε εθνικό επίπεδο, συμβατή και διαλειτουργική με το ασφαλές σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 9.

4.  Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τους πόρους και την εντολή, καθώς και με τη διαδικασία αντιμετώπισης συμβάντων των ομάδων CERT.

5.  Η Οι CERT ενεργεί ενεργούν υπό την εποπτεία της αρμόδιας αρχής ή του ενιαίου κέντρου εξυπηρέτησης, η οποία που επανεξετάζει σε τακτά διαστήματα την επάρκεια των πόρων που διαθέτει διαθέτουν, την αποστολή τις αποστολές τους και την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας τους χειρισμού για τον χειρισμό συμβάντων. [Τροπολογία 72]

5α.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι CERT να διαθέτουν επαρκείς ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους για να συμμετέχουν ενεργά στα διεθνή, και ιδίως στα ενωσιακά, δίκτυα συνεργασίας [Τροπολογία 73]

5β.  Οι CERT έχουν τη δυνατότητα και ενθαρρύνονται να διενεργούν και να συμμετέχουν σε κοινές ασκήσεις με άλλες CERT, με όλες τις CERT των κρατών μελών, και με αρμόδια θεσμικά όργανα τρίτων χωρών, καθώς και με CERT πολυεθνικών και διεθνών οργανισμών όπως το NATO και ο ΟΗΕ. [Τροπολογία 74]

5γ.  Τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν τη βοήθεια του ENISA ή άλλων κρατών μελών κατά την ανάπτυξη των εθνικών τους CERT. [Τροπολογία 75]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ

Άρθρο 8

Δίκτυο συνεργασίας

1.  Οι αρμόδιες αρχές και Τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης, η Επιτροπή και ο ΕΝΙSA συγκροτούν δίκτυο (εφεξής αποκαλούμενο «δίκτυο συνεργασίας») που συνεργάζεται για την αντιμετώπιση κινδύνων και συμβάντων που επηρεάζουν τα συστήματα δικτύων και πληροφοριών. [Τροπολογία 76]

2.  Στο πλαίσιο του δικτύου συνεργασίας βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία η Επιτροπή με τις αρμόδιες αρχές. Εφόσον ζητηθεί, ο ευρωπαϊκός οργανισμός ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών («ENISA») επικουρεί το δίκτυο συνεργασίας παρέχοντας την εμπειρογνωμοσύνη και τις συμβουλές του. Όπου είναι σκόπιμο, οι φορείς της αγοράς και οι πάροχοι λύσεων κυβερνοασφάλειας μπορούν να καλούνται επίσης να συμμετέχουν στις δραστηριότητες του δικτύου συνεργασίας που αναφέρονται στα στοιχεία ζ) και θ) της παραγράφου 3.

Κατά περίπτωση, το δίκτυο συνεργασίας συνεργάζεται με τις αρχές προστασίας δεδομένων.

Η Επιτροπή ενημερώνει τακτικά το δίκτυο συνεργασίας για προγράμματα έρευνας στον τομέα της ασφάλειας και άλλα σχετικά προγράμματα του Ορίζων 2020. [Τροπολογία 77]

3.  Εντός του δικτύου συνεργασίας οι αρμόδιες αρχές τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης:

α)  διαβιβάζουν έγκαιρες προειδοποιήσεις σχετικά με κινδύνους και συμβάντα σύμφωνα με το άρθρο 10·

β)  εξασφαλίζουν συντονισμένη απόκριση σύμφωνα με το άρθρο 11·

γ)  δημοσιεύουν σε τακτική βάση σε κοινό ιστότοπο τις μη εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με τις εν εξελίξει έγκαιρες προειδοποιήσεις και τη συντονισμένη απόκριση·

δ)  εξετάζουν και αξιολογούν από κοινού, κατόπιν αιτήματος ενός κράτους μέλους ή της Επιτροπής, μία ή περισσότερες εθνικές στρατηγικές ΑΔΠ και εθνικά σχέδια συνεργασίας ΑΔΠ που αναφέρονται στο άρθρο 5, εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας·

ε)  εξετάζουν και αξιολογούν από κοινού, έπειτα από αίτηση κράτους μέλους ή της Επιτροπής, την αποτελεσματικότητα των CERT, ιδίως όταν πραγματοποιούνται ασκήσεις σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών (ΑΔΠ ) σε επίπεδο Ένωσης·

στ)  συνεργάζονται και ανταλλάσσουν πληροφορίες για όλα τα συναφή θέματα με το ευρωπαϊκό κέντρο ηλεκτρονικού εγκλήματος της Ευρωπόλ, καθώς και με άλλους συναφείς ευρωπαϊκούς οργανισμούς εμπειρογνωμοσύνη για θέματα συναφή με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών, ιδίως στα πεδία της προστασίας των δεδομένων, της ενέργειας, των μεταφορών, των τραπεζών, των χρηματιστηρίων χρηματοπιστωτικών αγορών και της υγείας με το ευρωπαϊκό κέντρο κυβερνοεγκλήματος της Ευρωπόλ, καθώς και με άλλους συναφείς ευρωπαϊκούς οργανισμούς·

στα)  όπου είναι σκόπιμο, ενημερώνουν, με την υποβολή έκθεσης, τον συντονιστή αντιτρομοκρατικής δράσης της ΕΕ, και μπορούν να ζητήσουν βοήθεια για την ανάλυση, το προπαρασκευαστικό έργο και τη δράση του δικτύου συνεργασίας·

ζ)  ανταλλάσσουν πληροφορίες και βέλτιστη πρακτική μεταξύ των ιδίων και της Επιτροπής, και αλληλοβοηθούνται στην ανάπτυξη ικανοτήτων σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών·

η)  διοργανώνουν τακτικές αξιολογήσεις από ομοτίμους σχετικά με τις ικανότητες και την ετοιμότητά τους ·

θ)  διοργανώνουν σε ενωσιακό επίπεδο ασκήσεις σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών και, κατά περίπτωση, συμμετέχουν σε διεθνείς ασκήσεις σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών·

θα)  μεριμνούν, όπου είναι σκόπιμο, για τη συμμετοχή των φορέων της αγοράς, όπως επίσης για τη διαβούλευση και την ανταλλαγή πληροφοριών με αυτούς, σε σχέση με τους κινδύνους και τα συμβάντα που επηρεάζουν τα συστήματα δικτύων και πληροφοριών τους·

θβ)  αναπτύσσουν, σε συνεργασία με τον ENISA, κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με ειδικά ανά τομέα κριτήρια για την κοινοποίηση σημαντικών συμβάντων, επιπλέον των παραμέτρων που ορίζονται στο άρθρο 14 παράγραφος 2, για την κοινή ερμηνεία, τη συνεκτική εφαρμογή και την συνεκτική υλοποίηση στο εσωτερικό της Ένωσης. [Τροπολογία 78]

3α.  Το δίκτυο συνεργασίας δημοσιεύει μία φορά κατ’ έτος έκθεση βασισμένη στις δραστηριότητες του δικτύου και στη συνοπτική έκθεση που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 4 της παρούσας οδηγίας για τους 12 προηγούμενους μήνες. [Τροπολογία 79]

4.  Η Επιτροπή θεσπίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τις αναγκαίες λεπτομέρειες για τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ αρμόδιων αρχών και των ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης, της Επιτροπής και του ENISA, που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία διαβούλευσης του άρθρου 19 παράγραφος 2. [Τροπολογία 80]

Άρθρο 9

Ασφαλές σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών

1.  Η ανταλλαγή ευαίσθητων και εμπιστευτικών πληροφοριών εντός του δικτύου συνεργασίας εκτελείται μέσω ασφαλούς υποδομής.

1α.  Οι συμμετέχοντες στην ασφαλή υποδομή συμμορφώνονται, μεταξύ άλλων, προς κατάλληλα μέτρα εμπιστευτικότητας και ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. [Τροπολογία 81]

2.  Ανατίθεται στην Επιτροπή η έκδοση κατ’εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 18 σχετικά με τον ορισμό των κριτηρίων που πρέπει να πληρούνται από ένα κράτος μέλος ώστε να επιτρέπεται η συμμετοχή του στο ασφαλές σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών, όσον αφορά:

α)  τη διαθεσιμότητα ασφαλούς και ανθεκτικής υποδομής επικοινωνιών και πληροφοριών σε εθνικό επίπεδο, συμβατής και διαλειτουργικής με την ασφαλή υποδομή του δικτύου συνεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 3, και

β)  την ύπαρξη επαρκών τεχνικών, χρηματοδοτικών και ανθρώπινων πόρων και διαδικασιών ώστε η αρμόδια αρχή τους και η CERT να έχει τη δυνατότητα αποτελεσματικής, αποδοτικής και ασφαλούς συμμετοχής στο ασφαλές σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 3, του άρθρου 7 παράγραφος 2 και του άρθρου 7 παράγραφος 3. [Τροπολογία 82]

3.  Μέσω εκτελεστικών κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 18, η Επιτροπή θεσπίζει αποφάσεις σχετικά με την πρόσβαση των κρατών μελών στην εν λόγω υποδομή, σύμφωνα με τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και 3. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 19 παράγραφος 3 κοινή σειρά προτύπων όσον αφορά τη διασύνδεση και την ασφάλεια, τα οποία πρέπει να πληρούν τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης πριν από την ανταλλαγή ευαίσθητων και εμπιστευτικών πληροφοριών σε ολόκληρο το δίκτυο συνεργασίας. [Τροπολογία 83]

Άρθρο 10

Έγκαιρες προειδοποιήσεις

1.  Οι αρμόδιες αρχές Τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης ή η Επιτροπή παρέχουν έγκαιρες προειδοποιήσεις εντός του δικτύου συνεργασίας σχετικά με εκείνους τους κινδύνους και τα συμβάντα που πληρούν τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)  αυξάνονται ταχέως ή μπορεί να αυξάνονται ταχέως σε κλίμακα ·

β)  υπερβαίνουν ή μπορούν να υπερβούν το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης εκτιμά ότι ο κίνδυνος ή το συμβάν ενδέχεται να υπερβαίνει την εθνική ικανότητα απόκρισης·

γ)  επηρεάζουν ή ενδέχεται να επηρεάσουν, τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης ή η Επιτροπή εκτιμούν ότι ο κίνδυνος ή το συμβάν επηρεάζει περισσότερα από ένα κράτη μέλη. [Τροπολογία 84]

2.  Στην έγκαιρη προειδοποίηση, οι αρμόδιες αρχές τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης και η Επιτροπή γνωστοποιούν αμελλητί κάθε σχετική πληροφορία που έχουν στη διάθεσή τους, που μπορεί να είναι χρήσιμη για την αξιολόγηση του κινδύνου ή του συμβάντος. [Τροπολογία 85]

3.  Έπειτα από αίτηση κράτους μέλους, ή με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το κράτος μέλος να υποβάλει κάθε σχετική πληροφορία σχετικά με συγκεκριμένο κίνδυνο ή συμβάν. [Τροπολογία 86]

4.  Σε περίπτωση που για κίνδυνο ή συμβάν που είναι αντικείμενο έγκαιρης προειδοποίησης υφίσταται υποψία ποινικού χαρακτήρα, οι αρμόδιες αρχές ή η Επιτροπή ενημερώνουν και ο οικείος φορέας της αγοράς έχει αναφέρει συμβάντα για τα οποία υφίσταται υποψία σοβαρού ποινικού χαρακτήρα κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 15 παράγραφος 4, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το ευρωπαϊκό κέντρο ηλεκτρονικού εγκλήματος της Ευρωπόλ ενημερώνεται, όπου κρίνεται σκόπιμο. [Τροπολογία 87]

4α.  Τα μέλη του δικτύου συνεργασίας δεν δημοσιοποιούν πληροφορίες που έλαβαν σχετικά με κινδύνους και συμβάντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 χωρίς προηγούμενη έγκριση από το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης που κοινοποίησε τις πληροφορίες.

Επιπλέον, πριν από την ανταλλαγή πληροφοριών εντός του δικτύου συνεργασίας, το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης που έκανε την κοινοποίηση ενημερώνει σχετικά με την πρόθεσή του τον φορέα της αγοράς τον οποίο αφορούν οι πληροφορίες, και σε περίπτωση που το θεωρεί απαραίτητο, καθιστά τις σχετικές πληροφορίες ανώνυμες. [Τροπολογία 88]

4β.  Σε περίπτωση που για κίνδυνο ή συμβάν που αποτελεί αντικείμενο έγκαιρης προειδοποίησης υφίσταται υποψία σοβαρού διασυνοριακού τεχνικού χαρακτήρα, τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης ή η Επιτροπή ενημερώνουν τον ENISA. [Τροπολογία 89]

5.  Παρέχεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ’εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 18, το οποίο αφορά τον περαιτέρω προσδιορισμό των κινδύνων και συμβάντων που ενεργοποιούν έκδοση έγκαιρης προειδοποίησης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 11

Συντονισμένη απόκριση

1.  Έπειτα από έγκαιρη προειδοποίηση του άρθρου 10, οι αρμόδιες αρχές τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης, αφού αξιολογήσουν τις σχετικές πληροφορίες, συμφωνούν αμελλητί για μια συντονισμένη απόκριση σύμφωνα με το ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ που αναφέρεται στο άρθρο 12. [Τροπολογία 90]

2.  Τα διάφορα μέτρα που θεσπίζονται σε εθνικό επίπεδο ως αποτέλεσμα της συντονισμένης απόκρισης ανακοινώνεται στο δίκτυο συνεργασίας.

Άρθρο 12

Ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών

1.  Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει, με εκτελεστικές πράξεις, ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 19 παράγραφος 3.

2.  Το ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ προβλέπει:

α)  για τους σκοπούς του άρθρου 10:

–  καθορισμό του μορφότυπου και των διαδικασιών για τη συλλογή και την ανταλλαγή, από τις αρμόδιες αρχές τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης, συμβατών και συγκρίσιμων πληροφοριών σχετικά με κινδύνους και συμβάντα, [Τροπολογία 91]

–  καθορισμό των διαδικασιών και των κριτηρίων για την αξιολόγηση, από το δίκτυο συνεργασίας, των κινδύνων και συμβάντων·

β)  τις ακολουθητέες διαδικασίες για τις συντονισμένες απαντήσεις βάσει του άρθρου 11, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού ρόλων και αρμοδιοτήτων, καθώς και διαδικασιών συνεργασίας·

γ)  χάρτη πορείας για ασκήσεις και κατάρτιση σε ΑΔΠ με σκοπό να ενισχυθεί, επικυρωθεί και δοκιμαστεί το σχέδιο·

δ)  πρόγραμμα για μεταφορά γνώσεων μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά την ανάπτυξη ικανοτήτων και τη μάθηση μέσω ομοτίμων·

ε)  πρόγραμμα ευαισθητοποίησης και κατάρτισης μεταξύ των κρατών μελών.

3.  Το ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ εγκρίνεται το αργότερο ένα έτος ύστερα την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας και αναθεωρείται τακτικά. Τα αποτελέσματα κάθε αναθεώρησης υποβάλλονται με έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. [Τροπολογία 92]

3α.  Εξασφαλίζεται συνοχή μεταξύ του ενωσιακού σχεδίου συνεργασίας και των εθνικών στρατηγικών και σχεδίων συνεργασίας για την ΑΔΠ, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5. [Τροπολογία 93]

Άρθρο 13

Διεθνής συνεργασία

Με την επιφύλαξη της δυνατότητας για το δίκτυο συνεργασίας να έχει άτυπη διεθνή συνεργασία, η Ένωση μπορεί να συνάπτει διεθνείς συμφωνίες με τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς που επιτρέπει και οργανώνει τη συμμετοχή τους σε ορισμένες δραστηριότητες του δικτύου συνεργασίας. Η εν λόγω συμφωνία λαμβάνει υπόψη την ανάγκη να εξασφαλιστεί επαρκής προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που κυκλοφορούν στο δίκτυο συνεργασίας και προσδιορίζει τη διαδικασία ελέγχου που πρέπει να ακολουθείται ώστε να εξασφαλίζεται η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενημερώνεται για τη διαπραγμάτευση των συμφωνιών. Κάθε διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε αποδέκτες οι οποίοι βρίσκονται σε χώρες εκτός Ένωσης διενεργείται σύμφωνα με τα άρθρα 25 και 26 της οδηγίας 95/46/ΕΚ και το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. [Τροπολογία 94]

Άρθρο 13α

Επίπεδο ζωτικής σημασίας των φορέων της αγοράς

Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν το επίπεδο ζωτικής σημασίας των φορέων της αγοράς λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες των διαφόρων τομέων, παραμέτρους που περιλαμβάνουν τη σημασία του συγκεκριμένου φορέα της αγοράς για τη διατήρηση επαρκούς επιπέδου της παρεχόμενης υπηρεσίας στον συγκεκριμένο τομέα, τον αριθμό των μερών που εφοδιάζονται μέσω του φορέα της αγοράς, και το χρονικό διάστημα έως ότου η διακοπή παροχής των βασικών υπηρεσιών του φορέα της αγοράς προκαλέσει αρνητικές επιπτώσεις στη διατήρηση ζωτικών οικονομικών και κοινωνιακών δραστηριοτήτων. [Τροπολογία 95]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΔΙΚΤΥΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

Άρθρο 14

Απαιτήσεις ασφάλειας και κοινοποίηση συμβάντων

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η δημόσια διοίκηση και οι φορείς της αγοράς λαμβάνουν κατάλληλα και αναλογικά τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για τον εντοπισμό και την αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων όσον αφορά την ασφάλεια των δικτύων και των συστημάτων πληροφοριών που ελέγχουν και χρησιμοποιούν στην επιχειρησιακή λειτουργία τους. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων τεχνικών δυνατοτήτων, τα μέτρα αυτά εγγυώνται πρέπει να εξασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο προς τους παρουσιαζόμενους κινδύνους τον υπάρχοντα κίνδυνο. Ιδιαιτέρως, λαμβάνονται μέτρα για την αποτροπή συμβάντων που επηρεάζουν την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών τους και για την ελαχιστοποίηση του αντικτύπου τους από συμβάντα που επηρεάζουν το οικείο δίκτυο και σύστημα πληροφοριών ως προς τις βασικές υπηρεσίες που παρέχουν, εξασφαλίζοντας επομένως τη συνέχεια της παροχής υπηρεσιών που στηρίζονται σε αυτά τα δίκτυα και τα συστήματα πληροφοριών. [Τροπολογία 96]

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι δημόσιες διοικήσεις και οι φορείς της αγοράς κοινοποιούν αμελλητί στην αρμόδια αρχή ή στο ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης συμβάντα με σημαντικό αντίκτυπο στην ασφάλεια συνέχεια των βασικών υπηρεσιών που παρέχουν. Η κοινοποίηση δεν εκθέτει σε αυξημένη ευθύνη τον κοινοποιούντα.

Για να προσδιοριστεί η σπουδαιότητα του αντίκτυπου ενός συμβάντος, λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθες παράμετροι: [Τροπολογία 97]

α)  ο αριθμός χρηστών η βασική υπηρεσία των οποίων επηρεάζεται· [Τροπολογία 98]

β)  η διάρκεια του συμβάντος· [Τροπολογία 99]

γ)  η γεωγραφική κατανομή όσον αφορά την περιοχή που επλήγη από το συμβάν. [Τροπολογία 100]

Οι παράμετροι αυτές προσδιορίζονται περαιτέρω σύμφωνα με το στοιχείο θβ) της παραγράφου 3 του άρθρου 8. [Τροπολογία 101]

2α.  Οι φορείς της αγοράς κοινοποιούν τα συμβάντα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 στην αρμόδια αρχή ή στο ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης του κράτους μέλους όπου πλήττεται η βασική υπηρεσία. Εάν πλήττονται οι βασικές υπηρεσίες περισσότερων κρατών μελών, το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης που έλαβε την κοινοποίηση ειδοποιεί τα άλλα ενδιαφερόμενα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης, βάσει των πληροφοριών που της παρείχε ο φορέας της αγοράς. Ο φορέας της αγοράς ενημερώνεται, το συντομότερο δυνατόν, σχετικά με τα άλλα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης που έχουν ενημερωθεί για το συμβάν, καθώς και για τα ληφθέντα μέτρα, τα αποτελέσματα και οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες αφορούν το συμβάν. [Τροπολογία 102]

2β.  Όταν η κοινοποίηση περιλαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, απευθύνεται μόνο σε αποδέκτες μέσα στην αρμόδια αρχή στην οποία γίνεται η κοινοποίηση ή στο ενιαία κέντρο εξυπηρέτησης που χρειάζεται να επεξεργαστούν τα δεδομένα αυτά στο πλαίσιο της εκτέλεσης του καθηκόντων τους, σύμφωνα με τους κανόνες για την προστασία των δεδομένων. Τα κοινοποιούμενα δεδομένα περιορίζονται σε εκείνα που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. [Τροπολογία 103]

2γ.  Οι φορείς της αγοράς που δεν καλύπτονται από το παράρτημα II μπορούν να αναφέρουν συμβάντα όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 14 παράγραφος 2 σε εθελοντική βάση. [Τροπολογία 104]

3.  Οι απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2 ισχύουν για όλους τους φορείς της αγοράς που παρέχουν υπηρεσίες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4.  Η Μετά από διαβούλευση με την οικεία αρμόδια αρχή στην οποία γίνεται η κοινοποίηση και τον οικείο φορέα της αγοράς, το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης μπορεί να ενημερώσει το κοινό ή να απαιτήσει από τη δημόσια διοίκηση και τους φορείς της αγοράς να το πράξουν, εφόσον κρίνει ότι η αποκάλυψη του συμβάντος είναι προς το δημόσιο συμφέρον σχετικά με μεμονωμένα συμβάντα, σε περιπτώσεις όπου κρίνει ότι απαιτείται ευαισθητοποίηση του κοινού για την πρόληψη συμβάντων ή την αντιμετώπιση ενός συμβάντος που βρίσκεται σε εξέλιξη ή σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο φορέας της αγοράς έχει αρνηθεί, κατόπιν κάποιου συμβάντος, να αντιμετωπίσει αμελλητί μια σοβαρή δομική τρωτότητα που σχετίζεται με το εν λόγω συμβάν.

Πριν από κάθε δημοσιοποίηση, η αρμόδια αρχή στην οποία έγινε η κοινοποίηση εξασφαλίζει ότι ο οικείος φορέας της αγοράς διαθέτει δυνατότητα ακρόασης και ότι η απόφαση για τη δημοσιοποίηση είναι πλήρως συμβατή με το δημόσιο συμφέρον.

Κατά τη δημοσιοποίηση μεμονωμένων συμβάντων, η αρμόδια αρχή στην οποία γίνεται η κοινοποίηση ή το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης εξασφαλίζει στο πλαίσιο αυτό τον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό ανωνυμίας.

Η αρμόδια αρχή του ενιαίου κέντρου εξυπηρέτησης παρέχει, αν αυτό είναι ευλόγως δυνατό, στον ενδιαφερόμενο φορέα της αγοράς πληροφορίες για την υποστήριξη του αποτελεσματικού χειρισμού του κοινοποιούμενου συμβάντος.

Η εθνική ρυθμιστική αρχή Το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης υποβάλλει μία φορά ετησίως στο δίκτυο συνεργασίας συνοπτική έκθεση σχετικά με τις κοινοποιήσεις που έχει παραλάβει, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού των κοινοποιήσεων και σε σχέση με τις παραμέτρους του συμβάντος όπως απαριθμούνται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, και την δράση που έχει αναλάβει σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο. [Τροπολογία 105]

4α.  Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τους φορείς της αγοράς να δημοσιοποιούν, σε εθελοντική βάση, στις οικονομικές εκθέσεις τους τα συμβάντα στα οποία εμπλέκονται επιχειρήσεις τους. [Τροπολογία 106]

5.  Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει κατ’εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 18 για τον ορισμό των περιστάσεων κατά τις οποίες η δημόσια διοίκηση και οι φορείς της αγοράς είναι υποχρεωμένοι να κοινοποιούν συμβάντα. [Τροπολογία 107]

6.  Με την επιφύλαξη τυχόν κατ’εξουσιοδότηση πράξεων που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την παράγραφο 5, Οι αρμόδιες αρχές ή τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης μπορούν να εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές και, εφόσον είναι αναγκαίο, να δίδουν οδηγίες σχετικά με τις περιστάσεις υπό τις οποίες η δημόσια διοίκηση και οι φορείς της αγοράς είναι υποχρεωμένοι να κοινοποιούν συμβάντα. [Τροπολογία 108]

7.  Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τους μορφότυπους και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για τους σκοπούς της παραγράφου 2. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 19 παράγραφος 3.

8.  Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζονται στις πολύ μικρές επιχειρήσεις, όπως ορίζεται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής(20), εκτός αν η πολύ μικρή επιχείρηση ενεργεί ως θυγατρική φορέα της αγοράς όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 8 στοιχείο β). [Τροπολογία 109]

8α.  Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να εφαρμόσουν το παρόν άρθρο και το άρθρο 15 στις δημόσιες διοικήσεις, τηρουμένων των αναλογιών. [Τροπολογία 110]

Άρθρο 15

Εφαρμογή και επιβολή

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης να διαθέτουν όλες τις απαραίτητες εξουσίες για τη διερεύνηση περιπτώσεων μη συμμόρφωσης, της δημόσιας διοίκησης ή φορέων της αγοράς, να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που υπέχουν βάσει του άρθρου 14 και των επιπτώσεών τους στην ασφάλεια των δικτύων και των συστημάτων πληροφοριών. [Τροπολογία 111]

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης έχουν την εξουσία να ζητούν από τους φορείς της αγοράς και τη δημόσια διοίκηση: [Τροπολογία 112]

α)  να παρέχουν πληροφορίες απαραίτητες για την εκτίμηση της ασφάλειας των δικτύων και των υπηρεσιών πληροφοριών τους, συμπεριλαμβανομένων τεκμηριωμένων πολιτικών ασφάλειας·

β)  να υποβάλλονται σε έλεγχο να παρέχουν αποδεικτικά στοιχεία της αποτελεσματικής εφαρμογής των πολιτικών ασφάλειας, όπως αποτελέσματα ελέγχου ασφάλειας που διενεργείται από ειδικευμένο ανεξάρτητο φορέα ή εθνική αρχή και να θέτουν τα σχετικά πορίσματα αποδεικτικά στοιχεία στη διάθεση της αρμόδιας αρχής ή του ενιαίου κέντρου εξυπηρέτησης. [Τροπολογία 113]

Κατά την αποστολή του εν λόγω αιτήματος, οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης δηλώνουν τον σκοπό του αιτήματος και προσδιορίζουν επαρκώς τι πληροφορίες ζητούνται. [Τροπολογία 114]

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης διαθέτουν την εξουσία έκδοσης δεσμευτικών οδηγιών προς τους φορείς της αγοράς και τη δημόσια διοίκηση. [Τροπολογία 115]

3α.  Κατά παρέκκλιση από το στοιχείο β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι οι αρμόδιες αρχές ή τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης, κατά περίπτωση, θα ακολουθούν διαφορετική διαδικασία για συγκεκριμένους φορείς της αγοράς, βάσει του επιπέδου ζωτικής σημασίας τους, το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 13α. Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη αποφασίσουν να το πράξουν:

α)  οι αρμόδιες αρχές ή τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης, κατά περίπτωση, έχουν την εξουσία να υποβάλουν επαρκώς συγκεκριμένο αίτημα στους φορείς της αγοράς ζητώντας τους να παρουσιάσουν αποδεικτικά στοιχεία αποτελεσματικής εφαρμογής των πολιτικών ασφάλειας, όπως τα αποτελέσματα ελέγχου ασφάλειας που διενεργήθηκε από ειδικευμένο εσωτερικό ελεγκτή, και να τα θέσουν στη διάθεση της αρμόδιας αρχής ή του ενιαίου κέντρου εξυπηρέτησης·

β)  όπου απαιτείται, μετά την υποβολή του αιτήματος που αναφέρεται στο στοιχείο α) από τον φορέα της αγοράς, η αρμόδια αρχή ή το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης μπορεί να ζητήσει πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία ή τη διεξαγωγή πρόσθετου ελέγχου από ειδικευμένο ανεξάρτητο φορέα ή εθνική αρχή.

3β.  Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μειώσουν τον αριθμό και την ένταση των ελέγχων για έναν φορέα της αγοράς ή μια δημόσια διοίκηση, αν από τον έλεγχο ασφάλειας τους αποδειχτεί η συνεπής συμμόρφωση προς το κεφάλαιο IV. [Τροπολογία 116]

4.  Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν στις αρχές επιβολής του νόμου συμβάντα και το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης ενημερώνουν τους οικείους φορείς της αγοράς για το ενδεχόμενο αναφοράς συμβάντων στις αρχές επιβολής του νόμου, όπου υπάρχει υπόνοια σοβαρού ποινικού χαρακτήρα. [Τροπολογία 117]

5.  Με την επιφύλαξη των ισχυόντων κανόνων προστασίας των δεδομένων, κατά την αντιμετώπιση συμβάντων παραβίασης προσωπικών δεδομένων οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης συνεργάζονται στενά με τις αρχές προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης και οι αρχές προστασίας των δεδομένων καταρτίζουν, σε συνεργασία με τον ENISA, μηχανισμούς ανταλλαγής πληροφοριών και ένα ενιαίο υπόδειγμα που θα χρησιμοποιείται για τις κοινοποιήσεις τόσο δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας όσο και δυνάμει άλλης νομοθεσίας της Ένωσης για την προστασία των δεδομένων. [Τροπολογία 118]

6.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τυχόν υποχρεώσεις που επιβάλλονται στη δημόσια διοίκηση και τους στους φορείς της αγοράς δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου μπορεί να υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο. [Τροπολογία 119]

6α.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να εφαρμόσουν το άρθρο 14 και το παρόν άρθρο στις δημόσιες διοικήσεις, τηρουμένων των αναλογιών. [Τροπολογία 120]

Άρθρο 16

Τυποποίηση

1.  Για να εξασφαλιστεί συγκλίνουσα εφαρμογή του άρθρου 14 παράγραφος 1, χωρίς να επιβάλλουν τη χρήση συγκεκριμένης τεχνολογίας, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη χρήση των ευρωπαϊκών ή διεθνών διαλειτουργικών προτύπων και/ή προδιαγραφών σχετικών με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών. [Τροπολογία 121]

2.  Η Επιτροπή καταρτίζει, με εκτελεστικές πράξεις αναθέτει σε σχετικό ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης, να καταρτίσει, σε διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους, κατάλογο των προτύπων και/ή των προδιαγραφών που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Ο κατάλογος δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. [Τροπολογία 122]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ.

Άρθρο 17

Κυρώσεις

1.  Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες για τις επιβλητέες κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν την επιβολή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι ουσιαστικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή, το αργότερο κατά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας, κοινοποιούν δε χωρίς καθυστέρηση κάθε επακόλουθη τροποποίηση που τις επηρεάζει.

1α.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι κυρώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ισχύουν μόνο στις περιπτώσεις που ο φορέας της αγοράς δεν πληροί τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από το κεφάλαιο IV σκοπίμως ή λόγω σοβαρής αμέλειας. [Τροπολογία 123]

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, εφόσον ένα συμβάν ασφάλειας περιλαμβάνει προσωπικά δεδομένα, οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι σύμφωνες με τις κυρώσεις που προβλέπονται από τον κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών(21)

Άρθρο 18

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.  Η εξουσία για την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή με την επιφύλαξη των όρων που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.  Η εξουσία έκδοσης κατ’εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 και το άρθρο 10 παράγραφος 5 ανατίθεται στην Επιτροπή. Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση σχετικά με την εξουσιοδότηση το αργότερο εννέα μήνες πριν από την εκπνοή της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση παρατείνεται σιωπηρά για χρονικές περιόδους της ίδιας διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο αντιτεθούν σε αυτή την παράταση, το αργότερο τρεις μήνες πριν από το τέλος κάθε περιόδου.

3.  Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 και, στο άρθρο 10 παράγραφος 5 και στο άρθρο 14 παράγραφος 5, μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Παράγει αποτελέσματα από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται στην απόφαση. Η απόφαση δεν θίγει την εγκυρότητα καμίας από τις ήδη ισχύουσες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις. [Τροπολογία 124]

4.  Μόλις εκδώσει πράξη κατ’ εξουσιοδότηση, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

5.  Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει των άρθρων 9 του άρθρου 9 παράγραφος 3 και του άρθρου 10 παράγραφος 5 και 14 παράγραφος 5, τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου. [Τροπολογία 125]

Άρθρο 19

Διαδικασία Επιτροπής

1.  Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή (την επιτροπή για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών). Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.  Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.  Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 20

Επανεξέταση

Η Επιτροπή προβαίνει σε περιοδική επανεξέταση της λειτουργίας της παρούσας οδηγίας, ιδιαίτερα όσον αφορά τον κατάλογο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΙΙ, και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Η πρώτη έκθεση θα υποβληθεί το αργότερο τρία έτη έπειτα από την ημερομηνία μεταφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 21. Για το σκοπό αυτό, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τα κράτη μέλη να παράσχουν πληροφορίες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. [Τροπολογία 126]

Άρθρο 21

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.  Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν το αργότερο έως τις [18 μήνες έπειτα από την έκδοση της οδηγίας] τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα από τις [18 μήνες από την έκδοση της οδηγίας].

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.  Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 22

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την [εικοστή] ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 23

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

...,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Απαιτήσεις και καθήκοντα της ομάδας των ομάδων αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική (CERT) [Τροπολογία 127]

Οι απαιτήσεις και τα καθήκοντα της CERT είναι επαρκώς και σαφώς καθορισμένα και στηρίζονται από εθνική πολιτική και/ή κανονιστική ρύθμιση. Περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία:

1)  Απαιτήσεις για τη CERT

α)  Η Οι CERT εξασφαλίζει εξασφαλίζουν ευρεία διαθεσιμότητα των υπηρεσιών επικοινωνιών της αποφεύγοντας μονοσημειακές αστοχίες και προσφέρει προσφέρουν διάφορους τρόπους για εισερχόμενη και εξερχόμενη επικοινωνία με τρίτους ανά πάσα στιγμή. Επιπλέον, οι δίαυλοι επικοινωνίας πρέπει να είναι σαφώς προσδιορισμένοι και ευρύτερα γνωστοί στην κοινότητα και στους εταίρους της συνεργασίας. [Τροπολογία 128]

β)  Η CERT εφαρμόζει και διαχειρίζεται μέτρα ασφάλειας για να διασφαλίσει την εμπιστευτικότητα, την ακεραιότητα, τη διαθεσιμότητα και την αυθεντικότητα των πληροφοριών που λαμβάνει και χειρίζεται.

γ)  Τα γραφεία της των CERT και τα υποστηρικτικά συστήματα πληροφοριών εγκαθίστανται σε ασφαλείς χώρους με ασφαλή συστήματα δικτύων και πληροφοριών. [Τροπολογία 129]

δ)  Συστήνεται σύστημα ποιότητας διαχείρισης υπηρεσιών για την παρακολούθηση των επιδόσεων της CERT και για την εξασφάλιση διαρκούς διαδικασίας βελτίωσης. Βασίζεται σε σαφώς καθορισμένα κριτήρια μέτρησης που περιλαμβάνουν επίσημα επίπεδα παρεχόμενων υπηρεσιών και βασικούς δείκτες επιδόσεων.

ε)  Συνέχεια της επιχειρηματικής δραστηριότητας:

–  Η CERT είναι εφοδιασμένη με κατάλληλο σύστημα διαχείρισης και δρομολόγησης αιτημάτων, προκειμένου να διευκολύνεται η παράδοση καθηκόντων,

–  Η CERT είναι επαρκώς στελεχωμένη ώστε να εξασφαλίζεται η διαθεσιμότητα ανά πάσα στιγμή,

–  Η CERT βασίζεται σε υποδομή, η συνέχεια της οποίας είναι διασφαλισμένη . Για το σκοπό αυτό, συστήνονται πλεονάζοντα συστήματα και εφεδρικές περιοχές εργασίας για τη CERT, ώστε να εξασφαλίζεται διαρκής πρόσβαση στους τρόπους επικοινωνίας.

2)  Καθήκοντα της CERT

α)  Στα καθήκοντα της CERT περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:

–  Εντοπισμός και παρακολούθηση συμβάντων σε εθνικό επίπεδο, [Τροπολογία 130]

–  Παροχή έγκαιρης προειδοποίησης, ειδοποιήσεων επαγρύπνησης, ανακοινώσεων και διάδοσης των πληροφοριών σε ενδιαφερόμενους φορείς σχετικά με κινδύνους και συμβάντα,

–  Απόκριση σε συμβάντα,

–  Παροχή δυναμικής ανάλυσης κινδύνου και συμβάντων και επίγνωση της κατάστασης,

–  Ανάπτυξη ευρείας ευαισθητοποίησης του κοινού σχετικά με τους κινδύνους που συνδέονται με δραστηριότητες στο διαδίκτυο,

—  Ενεργός συμμετοχή στα ενωσιακά και διεθνή δίκτυα συνεργασίας των CERT, [Τροπολογία 131]

–  Διοργάνωση εκστρατειών ευαισθητοποίησης για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών (NIS).

β)  Η CERT εγκαθιδρύει σχέσεις συνεργασίας με τον ιδιωτικό τομέα.

γ)  Προς διευκόλυνση της συνεργασίας, η CERT προωθεί την υιοθέτηση και χρήση κοινών ή τυποποιημένων πρακτικών για:

–  διαδικασίες χειρισμού συμβάντων ή κινδύνου,

–  συστήματα ταξινόμησης συμβάντων, κινδύνου και πληροφοριών,

–  ταξινομήσεις για συστήματα μέτρησης,

–  μορφότυπους ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με κινδύνους, συμβάντα, καθώς και συμβάσεις ονοματοδοσίας συστημάτων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Κατάλογος των φορέων εκμετάλλευσης της αγοράς

που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 8 στοιχείο α)

1.  πλατφόρμες ηλ-εμπορίου

2.  Πύλες πληρωμών μέσω διαδικτύου

3.  Κοινωνικά δίκτυα

4.  Μηχανές έρευνας

5.  Υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους

6.  Καταστήματα ηλ-εφαρμογών

που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 8 στοιχείο β) [Τροπολογία 132]

1.  Ενέργεια

α)  Ηλεκτρική ενέργεια

–  προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου

–  φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και εταιρείες λιανικής πώλησης για τους τελικούς καταναλωτές

–  φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων μεταφοράς φυσικού αερίου, διαχειριστές εγκαταστάσεων αποθήκευσης και LNG (ΥΦΑ)

–  φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας

β)  Πετρέλαιο

–  αγωγοί μεταφοράς πετρελαίου και αποθήκευση πετρελαίου

–  φορείς εκμετάλλευσης πετρελαίου στην παραγωγή, τη διύλιση και τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας, την αποθήκευση και τη μεταφορά

γ)  Αέριο

–  προμηθευτές

–  φορείς εκμετάλλευσης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου συστημάτων διανομής και εταιρείες λιανικής πώλησης για τους τελικούς καταναλωτές

–  φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων μεταφοράς φυσικού αερίου, διαχειριστές εγκαταστάσεων αποθήκευσης και υγροποιημένου φυσικού αερίου

–  φορείς εκμετάλλευσης πετρελαίου και φυσικού αερίου στην παραγωγή, τη διύλιση και τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας, την αποθήκευση και τη μεταφορά

–  φορείς εκμετάλλευσης αγοράς φυσικού αερίου. [Τροπολογία 133]

2.  Μεταφορές

–  αερομεταφορείς (εμπορεύματα και επιβάτες αεροπορικών μεταφορών).

–  θαλάσσιοι μεταφορείς (θαλάσσιες και ακτοπλοϊκές εταιρείες μεταφοράς επιβατών και εταιρείες θαλάσσιων και ακτοπλοϊκών μεταφορών εμπορευμάτων )

–  σιδηρόδρομοι (διαχειριστές υποδομής, καθετοποιημένες εταιρείες και φορείς εκμετάλλευσης σιδηροδρομικών μεταφορών)

–  αερολιμένες

–  λιμένες

–  φορείς εκμετάλλευσης ελέγχου διαχείρισης κυκλοφορίας

–  βοηθητικές υπηρεσίες εφοδιαστικής (α) αποθήκευση και αποθεματοποίηση, β) διακίνηση φορτίων και γ) λοιπές υποστηρικτικές δραστηριότητες στις μεταφορές)

α)  Οδικές μεταφορές

i)  φορείς εκμετάλλευσης ελέγχου διαχείρισης κυκλοφορίας,

ii)   βοηθητικές υπηρεσίες εφοδιαστικής:

–  αποθήκευση και φύλαξη,

–  διακίνηση φορτίων, και

–   λοιπές υποστηρικτικές δραστηριότητες στις μεταφορές

β)  Σιδηροδρομικές μεταφορές

i)  σιδηρόδρομοι (διαχειριστές υποδομής, καθετοποιημένες εταιρείες και φορείς εκμετάλλευσης σιδηροδρομικών μεταφορών)

ii)  φορείς εκμετάλλευσης ελέγχου διαχείρισης κυκλοφορίας

iii)  βοηθητικές υπηρεσίες εφοδιαστικής:

–  αποθήκευση και φύλαξη,

–  διακίνηση φορτίων, και

–  λοιπές υποστηρικτικές δραστηριότητες στις μεταφορές

γ)  Αεροπορικές μεταφορές

i)  αερομεταφορείς (εμπορεύματα και επιβάτες αεροπορικών μεταφορών)

ii)  αερολιμένες

iii)  φορείς εκμετάλλευσης ελέγχου διαχείρισης κυκλοφορίας

iv)  βοηθητικές υπηρεσίες εφοδιαστικής:

–  αποθήκευση και φύλαξη,

–  διακίνηση φορτίων, και

–  λοιπές υποστηρικτικές δραστηριότητες στις μεταφορές

δ)  Θαλάσσιες μεταφορές

i)  θαλάσσιοι μεταφορείς (εσωτερικές πλωτές, θαλάσσιες και ακτοπλοϊκές εταιρείες μεταφοράς επιβατών και εταιρείες εσωτερικών πλωτών, θαλάσσιων και ακτοπλοϊκών μεταφορών εμπορευμάτων) [Τροπολογία 134]

3.  Τράπεζες: πιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(22).

4.  υποδομές χρηματοπιστωτικών αγορών: χρηματιστήρια ρυθμιζόμενες αγορές, πολυμερείς μηχανισμοί διαπραγμάτευσης, μηχανισμοί οργανωμένης διαπραγμάτευσης και γραφεία συμψηφισμού κεντρικού αντισυμβαλλομένου [Τροπολογία 135]

5.  Τομέας της υγείας: περιβάλλοντα υγειονομικής περίθαλψης (όπως νοσοκομεία και ιδιωτικές κλινικές) και άλλες οντότητες που εμπλέκονται σε διατάξεις υγειονομικής περίθαλψης

5α.  Παραγωγή και παροχή νερού [Τροπολογία 136]

5β.  Αλυσίδα εφοδιασμού με τρόφιμα [Τροπολογία 137]

5γ.  Διαδικτυακά σημεία ανταλλαγής [Τροπολογία 138]

(1) ΕΕ C 271 της 19.9.2013, σ. 133.
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν P7_TA(2013)0376.
(3)ΕΕ C 271 της 19.9.2013, σ. 133.
(4) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014.
(5)Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο) (ΕΕ L 108 της 24.04.2002, σ. 33).
(6) Aπόφαση 2011/292/ΕΕ του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2011, σχετικά με τους κανόνες ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών της ΕΕ (EE L 141 της 27.5.2011, σ. 17).
(7) Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).
(8) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).
(9)Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.07.2002, σ. 37).
(10)Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 37).
(11)SEC(2012) 72 τελικό
(12)Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, που τροποποιεί τις οδηγίες του Συμβουλίου 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ και τις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 98/34/ΕΚ, 2004/22/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2009/23/ΕΚ και 2009/105/ΕΚ και καταργεί την απόφαση 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου και την απόφαση αριθ. 1673/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12).
(13)Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(14)Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.05.2001, σ. 43).
(15) ΕΕ C 32 της 4.2.2014, σ. 19.
(16)Οδηγία 2008/114/EΚ του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου2008, σχετικά με τον προσδιορισμό και τον χαρακτηρισμό των ευρωπαϊκών υποδομών ζωτικής σημασίας και σχετικά με την αξιολόγηση της ανάγκης για βελτίωση της προστασίας τους (ΕΕ L 345 της 23.12.2008, σ. 75).
(17) Απόφαση 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 6ης Απριλίου 2009, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ) (ΕΕ L 121 της 15.5.2009, σ. 37).
(18) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 611/2013 της Επιτροπής, της 24ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τα εφαρμοστέα μέτρα για την κοινοποίηση παραβιάσεων προσωπικών δεδομένων βάσει της οδηγίας 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες (ΕΕ L 173 της 26.6.2013, σ. 2).
(19) Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (ΕΕ L 45 της 16.2.2005, σ. 18).
(20)Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.05.2003, σ. 36).
(21)SEC(2012) 72 τελικό
(22) Οδηγία 2006/48/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006 , σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1).


Πρόγραμμα της Ένωσης στον τομέα της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου κατά την περίοδο 2014-2020 ***I
PDF 270kWORD 40k
Ψήφισμα
Κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση προγράμματος της Ένωσης για την υποστήριξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου κατά την περίοδο 2014-2020 (COM(2012)0782 – C7-0417/2012 – 2012/0364(COD))
P7_TA(2014)0245A7-0315/2013

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0782),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0417/2012),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 20 Μαρτίου 2013(1),

–  έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 11ης Δεκεμβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και την γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0315/2013),

1.  εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί θεσπίσεως προγράμματος της Ένωσης για την υποστήριξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα της χρηματοοικονομικής αναφοράς και της ελεγκτικής κατά την περίοδο 2014-2020, και για την κατάργηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ

P7_TC1-COD(2012)0364


(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 258/2014.)

(1) ΕΕ C 161 της 6.6.2013, σ. 64.


Ραδιοεξοπλισμός ***I
PDF 278kWORD 79k
Ψήφισμα
Κείμενο
Παράρτημα
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών όσον αφορά τη διαθεσιμότητα ραδιοεξοπλισμού στην αγορά (COM(2012)0584 – C7-0333/2012 – 2012/0283(COD))
P7_TA(2014)0246A7-0316/2013

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0584),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7‑0333/2012),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής που εκδόθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2013(1),

–  έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 17ης Ιανουαρίου 2014 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0316/2013),

1.  εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  εγκρίνει την επισυναπτόμενη δήλωσή του, η οποία θα δημοσιευθεί στη σειρά L της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαζί με την τελική νομοθετική πράξη·

3.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

4.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα ραδιοεξοπλισμού στην αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/5/ΕΚ

P7_TC1-COD(2012)0283


(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/53/ΕΕ.)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ

ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι μια επιτροπή μπορεί να θεωρηθεί «επιτροπή επιτροπολογίας» κατά την έννοια του παραρτήματος Ι της συμφωνίας πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνον όταν και εφόσον συζητούνται σε αυτήν εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Συνεπώς, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 15 της συμφωνίας πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητούνται άλλα θέματα.

(1) ΕΕ C 133 της 9.5.2013, σ. 58.


Γενικές κατευθυντήριες γραμμές για τον προϋπολογισμό 2015 - Τμήμα ΙΙΙ
PDF 581kWORD 66k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές για την κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2015, τμήμα III – Επιτροπή (2014/2004(BUD))
P7_TA(2014)0247A7-0159/2014

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 312 και 314 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το άρθρο 106α της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας,

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE, Euratom) αριθ. 1311/2013 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 2013, για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020(1),

–  έχοντας υπόψη το σχέδιο διοργανικής συμφωνίας της 2ας Δεκεμβρίου 2013 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία, τη συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση(2),

–  έχοντας υπόψη τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2014(3) και τις τέσσερις συναφείς κοινές δηλώσεις που συμφωνήθηκαν μεταξύ του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, καθώς επίσης και την κοινή δήλωση του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής για τις πιστώσεις πληρωμών,

–  έχοντας υπόψη τον τίτλο ΙΙ, κεφάλαιο 7 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (Α7-0159/2014),

Ο προϋπολογισμός της ΕΕ – Παροχή εργαλείων στους πολίτες για να βγουν από την κρίση

1.  πιστεύει ότι ενώ εξακολουθούν να πνέουν αντίθετοι άνεμοι, η ευρωπαϊκή οικονομία δείχνει κάποια σημάδια ανάκαμψης, και θεωρεί ότι, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα τις χρονίζουσες οικονομικές και δημοσιονομικές δυσχέρειες σε εθνικό επίπεδο και τις προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης που καταβάλλουν τα κράτη μέλη, ο προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να ενθαρρύνει την τάση αυτή με το να αυξήσει τις στρατηγικές επενδύσεις σε ενέργειες με ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία με σκοπό να ξαναμπεί σε τροχιά η ευρωπαϊκή οικονομία, δημιουργώντας βιώσιμη ανάπτυξη και απασχόληση ενώ παράλληλα θα στοχεύει στην τόνωση της ανταγωνιστικότητας και στην αύξηση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής σε όλη την ΕΕ·

2.  τονίζει συγκεκριμένα την σπουδαιότητα των διαρθρωτικών ταμείων και των ταμείων επενδύσεων, τα οποία αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα σύνολα δαπανών στον προϋπολογισμό της ΕΕ· υπογραμμίζει το γεγονός ότι η πολιτική συνοχής της ΕΕ έχει συμβάλει καθοριστικά στη διατήρηση των δημόσιων επενδύσεων σε οικονομικούς τομείς ζωτικής σημασίας και έχει επιτύχει απτά αποτελέσματα επί τόπου με τα οποία μπορούν τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες να ξεπεράσουν τη σημερινή κρίση και να επιτύχουν τους στόχους της Ευρώπης 2020· τονίζει την ανάγκη να δοθούν στους πολίτες τα εργαλεία για να βγουν από την κρίση· τονίζει επ' αυτού την ειδική ανάγκη να γίνουν επενδύσεις σε τομείς όπως η παιδεία και η κινητικότητα, η έρευνα και η καινοτομία, οι ΜΜΕ και η επιχειρηματικότητα, με σκοπό να δοθεί ώθηση στην ανταγωνιστικότητα της ΕΕ και να δημιουργηθεί απασχόληση – ιδιαίτερα απασχόληση για τους νέους και για άτομα 50 ετών και άνω·

3.  θεωρεί επίσης σημαντικό να γίνουν επενδύσεις και σε άλλους τομείς όπως ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ψηφιακό θεματολόγιο, υποδομές, τεχνολογίες της πληροφορίας και των επικοινωνιών και διασυνοριακή συνδεσιμότητα, και εντονότερη και ενισχυμένη χρήση καινοτόμων χρηματοπιστωτικών μέσων, ιδιαίτερα όσον αφορά μακροπρόθεσμες επενδύσεις· επισημαίνει την ανάγκη ενίσχυσης της βιομηχανίας της ΕΕ ως κύριας κινητήριας δύναμης για την δημιουργία θέσεων απασχόλησης και για την ανάπτυξη· επιμένει ότι, προκειμένου να καταστεί η βιομηχανία της ΕΕ ισχυρή, ανταγωνιστική και ανεξάρτητη, πρέπει η κύρια έμφαση να δοθεί σε επενδύσεις στην καινοτομία·

4.  υπογραμμίζει ότι έχει σημασία να εξασφαλισθεί ότι παρέχονται επαρκείς πόροι για τις εξωτερικές δράσεις της ΕΕ· υπενθυμίζει τη δέσμευση που ανέλαβαν διεθνώς η ΕΕ και τα κράτη μέλη της να αυξήσουν τις δαπάνες τους για την επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια (ΕΑΒ) στο 0,7% του ΑΕΠ και να υλοποιήσουν τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας έως το 2015·

5.  επισημαίνει πόση σημασία έχει να εξασφαλιστεί ο καλύτερος δυνατός συντονισμός μεταξύ των διαφόρων ταμείων της ΕΕ αφενός και μεταξύ των ταμείων της ΕΕ και των εθνικών δαπανών αφετέρου, προκειμένου να βελτιστοποιηθεί η χρήση των δημοσίων πόρων·

6.  υπενθυμίζει την πρόσφατη συμφωνία για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2014-2020 (ΠΔΠ), στο οποίο καθορίζονται οι βασικές παράμετροι για τους ετήσιους προϋπολογισμούς μέχρι το 2020· υπογραμμίζει το γεγονός ότι κάθε ετήσιος προϋπολογισμός πρέπει να είναι σύμφωνος με τον κανονισμό για το ΠΔΠ και τη διοργανική συμφωνία και δεν θα πρέπει να θεωρείται δικαιολογία για εκ νέου διαπραγμάτευση του ΠΔΠ· αναμένει ότι το Συμβούλιο δεν θα επιχειρήσει να επιβάλει περιορισμένες ερμηνείες των ειδικών διατάξεων, ιδιαίτερα σε σχέση με τη φύση και το πεδίο των ειδικών μέσων· επαναλαμβάνει την πρόθεσή του να κάνει πλήρη χρήση όλων των μέσων που διατίθενται στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός του πλαισίου της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού με σκοπό να προσδώσει στον προϋπολογισμό της ΕΕ την απαραίτητη ευελιξία·

7.  υπογραμμίζει ότι το 2015, ως το δεύτερο έτος του νέου ΠΔΠ, θα είναι σημαντικό για την επιτυχή εφαρμογή των νέων πολυετών προγραμμάτων 2014-2020· υπογραμμίζει το γεγονός ότι, για να μην παρεμποδισθεί η εκτέλεση των βασικών πολιτικών της ΕΕ, όλα τα προγράμματα πρέπει να είναι έτοιμα και να τεθούν σε λειτουργία το συντομότερο δυνατό· σημειώνει ότι ο προϋπολογισμός του 2015 θα είναι χαμηλότερος σε πραγματικές τιμές από τον προϋπολογισμό του 2013· καλεί επειγόντως, στο πλαίσιο αυτό, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την ταχεία έγκριση όλων των συμφωνιών εταιρικής σχέσης και των επιχειρησιακών προγραμμάτων το 2014, ούτως ώστε να μην χαθεί κι άλλος χρόνος για την εφαρμογή των νέων επενδυτικών προγραμμάτων· τονίζει ότι έχει σημασία να παράσχει η Επιτροπή πλήρη υποστήριξη στις εθνικές διοικήσεις σε όλα τα στάδια της διεργασίας αυτής·

8.  υπενθυμίζει τη συμφωνία εντός του ΠΔΠ, που εκτελείται για πρώτη φορά στον προϋπολογισμό του 2014, να προβλεφθούν πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων για σαφώς προσδιορισμένους στόχους πολιτικής που αφορούν την απασχόληση των νέων, την έρευνα, το ERASMUS+ (ειδικότερα για μαθητείες) και τις ΜΜΕ· τονίζει ότι, ως μέρος της συμφωνίας για το ΠΔΠ, παρόμοια προσέγγιση πρέπει να ακολουθηθεί και για τον προϋπολογισμό του 2015 μέσω προκαταβολικής κάλυψης της Πρωτοβουλίας για την Απασχόληση των Νέων (871,4 εκατομμύρια EUR σε τιμές 2011) καθώς και των Erasmus+ και COSME (20 εκατομμύρια EUR για το καθένα σε τιμές 2011)· ανησυχεί ιδιαίτερα για τη χρηματοδότηση της Πρωτοβουλίας για την Απασχόληση των Νέων μετά το 2015 και ζητεί να εξετασθούν για το σκοπό αυτό όλες οι χρηματοδοτικές δυνατότητες, συμπεριλαμβανομένου και του συνολικού περιθωρίου του ΠΔΠ για πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων·

9.  εκφράζει εντούτοις την ανησυχία του όσον αφορά τις ενδεχόμενες αρνητικές συνέπειες μιας πρόσθετης μετάθεσης σε μεταγενέστερο χρόνο του ενεργειακού προγράμματος για τη διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη» το 2015 και ζητεί από την Επιτροπή να παράσχει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με την επίδραση μιας τέτοιας απόφασης στην επιτυχή εκκίνηση αυτού του νέου προγράμματος·

10.  δίνει έμφαση στην προστιθέμενη αξία της επίσπευσης των επενδύσεων στα προγράμματα αυτά, με σκοπό να βοηθηθούν οι πολίτες της ΕΕ να βγουν από την κρίση· καλεί ακόμη την Επιτροπή να προσδιορίσει άλλα πιθανά προγράμματα, στα οποία θα μπορούσε να εφαρμοσθεί η πρακτική της προκαταβολικής κάλυψης, τα οποία μπορούν να συμβάλουν στο σκοπό αυτό και θα είναι επίσης σε θέση να απορροφήσουν πλήρως αυτήν την προκαταβολική κάλυψη·

11.  τονίζει ότι, για άλλη μια φορά, τα τελευταία συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (19 και 20 Δεκεμβρίου 2013) σχετικά με την Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας και τα μεταναστευτικά ρεύματα θα έχουν αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της ΕΕ· επαναλαμβάνει τη θέση του σύμφωνα με την οποία οιαδήποτε πρόσθετα έργα συμφωνήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν με πρόσθετους πόρους και όχι με περικοπές στα υπάρχοντα προγράμματα και μηχανισμούς, ούτε με την ανάθεση πρόσθετων καθηκόντων σε ιδρύματα ή άλλους οργανισμούς της ΕΕ που βρίσκονται ήδη στο όριο των δυνατοτήτων τους·

12.  υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα των αποκεντρωμένων οργανισμών, που έχουν ζωτική σημασία για την εκτέλεση των πολιτικών και των προγραμμάτων της ΕΕ· παρατηρεί ότι οι οργανισμοί καθιστούν δυνατή την πραγματοποίηση οικονομιών κλίμακας μέσω της συνένωσης εκείνων των δαπανών στις οποίες θα προέβαιναν ειδάλλως χωριστά τα κράτη μέλη επιτυγχάνοντας το ίδιο αποτέλεσμα· υπογραμμίζει την ανάγκη να αξιολογηθούν όλοι οι οργανισμοί χωριστά από άποψη προϋπολογισμού και ανθρωπίνων πόρων και να τους παρασχεθούν στον προϋπολογισμό του 2015 και στα επόμενα έτη τα κατάλληλα χρηματοοικονομικά μέσα και το προσωπικό ούτως ώστε να είναι σε θέση να επιτελούν σωστά τα καθήκοντα που τους έχει αναθέσει η νομοθετική αρχή· τονίζει συνεπώς ότι η ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Προγραμματισμός των ανθρώπινων και χρηματοδοτικών πόρων για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς την περίοδο 2014-2020» (COM(2013)0519) δεν πρέπει να αποτελέσει τη βάση του σχεδίου προϋπολογισμού όσον αφορά τους οργανισμούς· τονίζει ακόμη τον σημαντικό ρόλο της νέας διοργανικής ομάδας εργασίας για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς, η οποία αναμένεται ότι θα αναλάβει στενότερο και μονιμότερο έλεγχο της ανάπτυξης των αποκεντρωμένων οργανισμών με σκοπό να εξασφαλισθεί συνεκτική προσέγγιση· ευελπιστεί ότι αυτή η ομάδα εργασίας θα δώσει τα πρώτα αποτελέσματα των εργασιών της εγκαίρως για την ανάγνωση του προϋπολογισμού στο Κοινοβούλιο·

13.  υπενθυμίζει την κοινή δήλωση για τους ειδικούς εντεταλμένους της ΕΕ, με την οποία το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο συμφώνησαν να εξετάσουν τη μεταφορά των πιστώσεων για τους ειδικούς εντεταλμένους της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τον προϋπολογισμό της Επιτροπής (Τμήμα ΙΙΙ) στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (Τμήμα Χ) στο πλαίσιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού του 2015·

Πιστώσεις πληρωμών - η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εκπληρώσει τις νομικές και πολιτικές δεσμεύσεις της

14.  υπενθυμίζει ότι το συνολικό επίπεδο των πιστώσεων πληρωμών που συμφωνήθηκαν για τον προϋπολογισμό του 2014 παραμένει χαμηλότερο από το επίπεδο που θεωρήθηκε απαραίτητο και προτάθηκε από την Επιτροπή στο αρχικό σχέδιο προϋπολογισμού· παρατηρεί ότι, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στον νέο κανονισμό ΠΔΠ και στο νέο συνολικό περιθώριο πληρωμών, η Επιτροπή θα πρέπει να προσαρμόσει το ανώτατο όριο πληρωμών για το έτος 2015 προς τα άνω κατά ποσό ίσο με τη διαφορά μεταξύ των πληρωμών του 2014 που έχουν εκτελεσθεί και του ανώτατου ορίου πληρωμών του ΠΔΠ για το έτος 2014· ανησυχεί πολύ σοβαρά για το γεγονός ότι το άνευ προηγουμένου υψηλό επίπεδο εκκρεμών λογαριασμών στο τέλος του 2013, που ανερχόταν σε 23,4 δισεκατομμύρια EUR μόνο στον τομέα 1β, δεν μπορεί να καλυφθεί εντός των ανώτατων ορίων του 2014· ζητεί την κινητοποίηση των κατάλληλων μηχανισμών ευελιξίας για πληρωμές το 2014 και τονίζει ότι ακόμη κι αυτό δεν αναμένεται να είναι αρκετό για να αποφευχθεί το μεγάλο έλλειμμα εκτέλεσης στο τέλος του 2014· υπογραμμίζει ότι οι περιοδικώς επαναλαμβανόμενες ελλείψεις πιστώσεων πληρωμών είναι η κύρια αιτία του άνευ προηγουμένου υψηλού επιπέδου των εκκρεμών αναλήψεων υποχρεώσεων (RAL) ειδικά κατά τα τελευταία έτη·

15.  υπενθυμίζει ότι σύμφωνα με τη Συνθήκη(4) "το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή μεριμνούν ώστε να είναι διαθέσιμα τα αναγκαία δημοσιονομικά μέσα που επιτρέπουν στην Ένωση να πληροί τις νομικές της υποχρεώσεις έναντι τρίτων"· αναμένει από την Επιτροπή να προτείνει στο σχέδιο προϋπολογισμού της κατάλληλο επίπεδο πιστώσεων πληρωμών, βάσει πραγματικών προβλέψεων και όχι βάσει πολιτικών σκοπιμοτήτων·

16.  επιμένει να χρησιμοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα μέσα δυνάμει του κανονισμού ΠΔΠ, μεταξύ άλλων το περιθώριο για απρόβλεπτες ανάγκες και, εάν εξακολουθεί να είναι απαραίτητο και μόνον σε ύστατη ανάγκη, η αναθεώρηση του ανώτατου ορίου πληρωμών, με σκοπό να εκπληρωθούν οι νομικές υποχρεώσεις της Ένωσης και να μην τεθούν σε κίνδυνο ή να μην καθυστερήσουν οι πληρωμές προς όλους τους ενδιαφερόμενους, όπως ερευνητές, πανεπιστήμια, οργανισμοί παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας, τοπικές αρχές και ΜΜΕ, και ταυτόχρονα να μειωθεί το ποσό των εκκρεμών στο τέλος του έτους πληρωμών·

17.  επιμένει ότι η χρήση όλων των ειδικών μέσων πληρωμών (μηχανισμός ευελιξίας, περιθώριο για απρόβλεπτες ανάγκες, Ταμείο Αλληλεγγύης της ΕΕ, Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση και Αποθεματικό Επείγουσας Βοήθειας) πρέπει να εγγραφεί στον προϋπολογισμό επί πλέον του ανώτατου ορίου πληρωμών ΠΔΠ·

18.  ζητεί από την Επιτροπή, έχοντας υπόψη την ανησυχητική κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι πιστώσεις πληρωμών στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας μόλις στις αρχές του 2014, ειδικότερα τις καθυστερημένες πιστώσεις πληρωμών ύψους 160 εκατομμυρίων EUR για ανθρωπιστική βοήθεια που μεταφέρθηκαν από το 2013 στο 2014, να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα και να ενεργήσει όσο το δυνατόν ταχύτερα προκειμένου να διασφαλίσει την δέουσα διανομή της ανθρωπιστικής βοήθειας της ΕΕ για το 2014· τονίζει ότι το ύψος των πιστώσεων πληρωμών για ανθρωπιστική βοήθεια θα πρέπει να προσαρμοσθεί στην πιθανή αύξηση των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων, πράγμα που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στο σχέδιο προϋπολογισμού για το 2015·

19.  υπενθυμίζει την κοινή δήλωση για τις πιστώσεις πληρωμών και τη διμερή δήλωση του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής στο πλαίσιο της συμφωνίας για τον προϋπολογισμό του 2014· καλεί την Επιτροπή να τηρεί πλήρως ενήμερη την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σχετικά με τις εξελίξεις των πληρωμών και των RAL σε όλη τη διάρκεια του τρέχοντος έτους και επιμένει ότι θα πρέπει να διεξάγονται τακτικές διοργανικές συνεδριάσεις προς παρακολούθηση της κατάστασης των πληρωμών·

o
o   o

20.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

(1) ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 884.
(2) ΕΕ C 373 της 20.12.2013, σ. 1.
(3) ΕΕ L 51 της 20.2.2014.
(4) Άρθρο 323 της ΣΛΕΕ.


Εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία
PDF 291kWORD 77k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία (2014/2627(RSP))
P7_TA(2014)0248RC-B7-0263/2014

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με την ευρωπαϊκή πολιτική γειτονίας, την ανατολική εταιρική σχέση και την Ουκρανία, και ιδίως το ψήφισμά του της 27ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την κατάσταση στην Ουκρανία(1),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 12ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την έκβαση της συνόδου κορυφής στο Βίλνιους και το μέλλον της ανατολικής εταιρικής σχέσης, ιδίως σε ό,τι αφορά την Ουκρανία(2),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τη σύνοδο κορυφής ΕΕ-Ρωσίας(3),

–  έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της έκτακτης συνεδρίασης του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της 3ης Μαρτίου 2014 για την Ουκρανία,

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου της 4ης Μαρτίου 2014,

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων για την Ουκρανία σε συνέχεια της έκτακτης συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την Ουκρανία στις 6 Μαρτίου 2014,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 2 παράγραφος 4 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 110 παράγραφοι 2 και 4 του Κανονισμού του,

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιθετική ενέργεια στην οποία προέβη η Ρωσία εισβάλλοντας στην Κριμαία συνιστά παραβίαση της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας και αντίκειται στο διεθνές δίκαιο και στις υποχρεώσεις της Ρωσίας ως συνυπογράφουσας το Μνημόνιο της Βουδαπέστης σχετικά με εγγυήσεις ασφάλειας για την Ουκρανία, όπου δεσμευόταν να σεβαστεί την εδαφική ακεραιότητα και την κυριαρχία της Ουκρανίας·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι φιλορώσοι ένοπλοι και ρώσοι στρατιώτες έχουν καταλάβει κτίρια-κλειδιά στην πρωτεύουσα της Κριμαίας, τη Συμφερόπολη, καθώς και σημαντικές ουκρανικές εγκαταστάσεις και στρατηγικούς στόχους στην Κριμαία, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον τριών αεροδρομίων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περισσότερες ουκρανικές στρατιωτικές μονάδες στη χερσόνησο περικυκλώθηκαν αλλά αρνήθηκαν να παραδώσουν τα όπλα τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι, από την έναρξη της κρίσης και μετά, έχει αναπτυχθεί στην Ουκρανία σημαντικός αριθμός πρόσθετων ρώσων στρατιωτών·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ισχυρισμοί της ρωσικής ηγεσίας για τη δικαιολόγηση της επίθεσης αυτής είναι εντελώς αβάσιμοι και χωρίς καμία σχέση με την επιτόπια πραγματικότητα, καθώς δεν έχει αναφερθεί απολύτως κανένα κρούσμα επίθεσης ή εκφοβισμού κατά Ρώσων ή ρωσικής καταγωγής πολιτών στην Κριμαία·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αυτοανακηρυχθείσες και παράνομες αρχές της Κριμαίας αποφάσισαν στις 6 Μαρτίου 2014 να ζητήσουν από τη Ρωσία να ενσωματώσει την Κριμαία στη Ρωσική Ομοσπονδία και προκήρυξαν δημοψήφισμα, για τις 16 Μαρτίου 2014, σχετικά με την απόσχιση της Κριμαίας από την Ουκρανία, παραβιάζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τα Συντάγματα τόσο της Ουκρανίας όσο και της Κριμαίας·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ρώσος πρωθυπουργός έχει ανακοινώσει σχέδια για την εφαρμογή ταχύρρυθμων διαδικασιών απόκτησης της ρωσικής ιθαγένειας από ρωσόφωνους ξένων χωρών·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι την 1η Μαρτίου 2014 το Ανώτατο Συμβούλιο της Ρωσικής Ομοσπονδίας ενέκρινε τη χρησιμοποίηση ενόπλων δυνάμεων της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Ουκρανία, προκειμένου να προστατευθούν τα συμφέροντα της Ρωσίας και των ρωσοφώνων στην Κριμαία και σε ολόκληρη τη χώρα·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι απαιτείται έντονη διεθνής διπλωματική δράση σε όλα τα επίπεδα και μια διαδικασία διαπραγμάτευσης προκειμένου να αποκλιμακωθεί η κατάσταση, να αμβλυνθούν οι εντάσεις, να μην τεθεί η κρίση εκτός ελέγχου και να εξασφαλιστεί μια ειρηνική έκβαση· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ πρέπει να αντιδράσει αποτελεσματικά προκειμένου να είναι η Ουκρανία σε θέση να ασκήσει πλήρως την κυριαρχία της και να διατηρήσει την εδαφική της ακεραιότητα χωρίς εξωτερικές πιέσεις·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι 28 πρωθυπουργοί της ΕΕ απηύθυναν αυστηρή προειδοποίηση για τις συνέπειες των ρωσικών ενεργειών και αποφάσισαν να αναστείλουν τις διμερείς συνομιλίες με τη Ρωσία για θέματα θεωρήσεων και τις διαπραγματεύσεις για μια νέα συμφωνία εταιρικής σχέσης και συνεργασίας, και επίσης να αναστείλουν τη συμμετοχή των οργάνων της ΕΕ στις προπαρασκευαστικές εργασίες για τη Σύνοδο της G8 που έχει προγραμματιστεί να διεξαχθεί στο Σότσι τον Ιούνιο του 2014·

1.  καταδικάζει απερίφραστα την επιθετική ενέργεια στην οποία προέβη η Ρωσία εισβάλλοντας στην Κριμαία, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Ουκρανίας και αναγνωρίζεται ως τέτοιο από τη Ρωσική Ομοσπονδία και τη διεθνή κοινότητα· ζητεί την άμεση αποκλιμάκωση της κρίσης, με άμεση αποχώρηση όλων των στρατιωτικών δυνάμεων που βρίσκονται παράνομα σε ουκρανικό έδαφος, και απαιτεί να τηρηθούν στο ακέραιο το διεθνές δίκαιο και οι υπάρχουσες συμβατικές υποχρεώσεις·

2.  υπενθυμίζει ότι οι ενέργειες αυτές αποτελούν σαφή παραβίαση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι του ΟΑΣΕ, του Καταστατικού του Συμβουλίου της Ευρώπης, του Μνημονίου της Βουδαπέστης του 1994 για τις Εγγυήσεις Ασφάλειας, της Διμερούς Συνθήκης Φιλίας, Συνεργασίας και Εταιρικής Σχέσης του 1997, της Συμφωνίας του 1997 περί του Καθεστώτος και των Όρων Στάθμευσης του Ρωσικού Στόλου της Μαύρης Θάλασσας εντός της Ουκρανικής Επικράτειας και των διεθνών υποχρεώσεων της Ρωσίας· θεωρεί ότι οι ενέργειες της Ρωσίας συνιστούν απειλή για την ασφάλεια της ΕΕ· αποδοκιμάζει, συνεπώς, την απόφαση της Ρωσικής Ομοσπονδίας να μην συμμετάσχει στη σύνοδο των συμβαλλομένων μερών του Μνημονίου με θέμα την ασφάλεια της Ουκρανίας, που συγκλήθηκε για τις 5 Μαρτίου 2014 στο Παρίσι·

3.  υπογραμμίζει το γεγονός ότι η Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν εγγυηθεί την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας μέσω του Μνημονίου της Βουδαπέστης που υπογράφηκε με την Ουκρανία, και επισημαίνει ότι, σύμφωνα με το ουκρανικό Σύνταγμα, η Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας μπορεί να διοργανώνει δημοψηφίσματα μόνο για θέματα τοπικού ενδιαφέροντος και όχι για την τροποποίηση των διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων της Ουκρανίας· τονίζει, ως εκ τούτου, ότι ένα δημοψήφισμα για το θέμα της προσχώρησης στη Ρωσική Ομοσπονδία θα θεωρηθεί στερούμενο νομιμοποίησης και παράνομο, όπως και οποιοδήποτε άλλο δημοψήφισμα που καταστρατηγεί το ουκρανικό Σύνταγμα και το διεθνές δίκαιο· είναι της ίδιας άποψης όσον αφορά την απόφαση των παράνομων και αυτοανακηρυγμένων αρχών της Κριμαίας να κηρύξουν ανεξαρτησία στις 11 Μαρτίου 2014·

4.  τονίζει ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη της πρέπει απαραιτήτως να μιλήσουν στη Ρωσία με ενιαία φωνή και να υποστηρίξουν το δικαίωμα της ενωμένης Ουκρανίας να αποφασίσει ελεύθερα για το μέλλον της· επικροτεί συνεπώς και υποστηρίζει ένθερμα την κοινή δήλωση του έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 6ης Μαρτίου 2014, που καταδίκασε τις ρωσικές επιθετικές ενέργειες και υποστήριξε την εδαφική ακεραιότητα, την ενότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας· ζητεί στενή διατλαντική συνεργασία όσον αφορά τα βήματα στην κατεύθυνση μιας επίλυσης της κρίσης·

5.  καταδικάζει ως αντίθετο προς το διεθνές δίκαιο και τους διεθνείς κώδικες συμπεριφοράς το επίσημο ρωσικό δόγμα βάσει του οποίου το Κρεμλίνο αξιώνει δικαίωμα βίαιης επέμβασης στα γειτονικά κυρίαρχα κράτη για να «προστατεύσει» την ασφάλεια των ρώσων συμπατριωτών που ζουν εκεί· επισημαίνει ότι το δόγμα αυτό ισοδυναμεί με μονομερή σφετερισμό της θέσης υπέρτατου κριτή του διεθνούς δικαίου και έχει χρησιμοποιηθεί σαν δικαιολογία για ποικίλες ενέργειες πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής επέμβασης·

6.  υπενθυμίζει ότι στο πανεθνικό δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία, που διεξήχθη στην Ουκρανία το 1991, η πλειοψηφία του πληθυσμού της Κριμαίας ψήφισε υπέρ της ανεξαρτησίας·

7.  υπογραμμίζει την πεποίθησή του ότι η εγκαθίδρυση εποικοδομητικού διαλόγου είναι ο προσφορότερος δρόμος προς τα εμπρός, προκειμένου να διευθετηθεί κάθε σύγκρουση και να υπάρξει μακροπρόθεσμη σταθερότητα στην Ουκρανία· επιδοκιμάζει τον υπεύθυνο, μετρημένο και συγκρατημένο τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση της Ουκρανίας χειρίστηκε αυτήν τη σοβαρή κρίση, στην οποία διακυβεύονται η εδαφική ακεραιότητα και η κυριαρχία της χώρας· καλεί την διεθνή κοινότητα να σταθεί αταλάντευτα στο πλευρό της Ουκρανίας και να την υποστηρίξει·

8.  απορρίπτει τον δεδηλωμένο στόχο της Ρωσίας για προστασία του ρωσόφωνου πληθυσμού της Κριμαίας ως εντελώς αβάσιμο, δεδομένου ότι ο πληθυσμός αυτός δεν έχει υποστεί ούτε υφίσταται οιασδήποτε μορφής διακρίσεις· απορρίπτει κατηγορηματικά τη δυσφήμηση των διαμαρτυρόμενων κατά της πολιτικής του Γιανουκόβιτς από τη ρωσική προπαγάνδα ως φασιστών·

9.  απευθύνει έκκληση για ειρηνική επίλυση της τρέχουσας κρίσης, με πλήρη σεβασμό των αρχών και των υποχρεώσεων που προβλέπονται από το διεθνές δίκαιο· υποστηρίζει ότι η κατάσταση πρέπει να συγκρατηθεί και να αποκλιμακωθεί περαιτέρω για να αποφευχθεί η στρατιωτική σύγκρουση στην Κριμαία·

10.  υπογραμμίζει την ύψιστη σημασία της διεθνούς παρακολούθησης και μεσολάβησης· καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τα κράτη μέλη να είναι έτοιμα να εξαντλήσουν όλες τις δυνατές διπλωματικές και πολιτικές οδούς και να καταβάλουν άοκνες προσπάθειες μαζί με όλους τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς, όπως τα Ηνωμένα Έθνη, ο ΟΑΣΕ και το Συμβούλιο της Ευρώπης, για να εξασφαλίσουν μια ειρηνική λύση που πρέπει να στηρίζεται στην κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας· ζητεί κατά συνέπεια να υπάρξει μια πλήρως στελεχωμένη αποστολή παρακολούθησης του ΟΑΣΕ στην Κριμαία·

11.  επικροτεί την πρωτοβουλία για τη συγκρότηση ομάδας επαφής υπό την αιγίδα του ΟΑΣΕ, αλλά αποδοκιμάζει το γεγονός ότι η αποστολή παρατηρητών του ΟΑΣΕ εμποδίστηκε από ένοπλες ομάδες να μπει στην Κριμαία στις 6 Μαρτίου 2014· επικρίνει τις ρωσικές αρχές και τις αυτοανακηρυχθείσες αρχές της Κριμαίας επειδή δεν συνεργάστηκαν με την αποστολή παρατηρητών του ΟΑΣΕ ούτε παραχώρησαν στα μέλη της πλήρη και ασφαλή πρόσβαση στην περιοχή·

12.  αποδοκιμάζει το γεγονός ότι ο ειδικός απεσταλμένος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ υποχρεώθηκε να διακόψει την αποστολή του λόγω βίαιων απειλών εναντίον του·

13.  φρονεί ότι ορισμένες πτυχές της συμφωνίας της 21ης Φεβρουαρίου 2014, η οποία συμφωνήθηκε από τρεις υπουργούς Εξωτερικών εξ ονόματος της ΕΕ αλλά παραβιάστηκε από τον Γιανουκόβιτς που δεν την τήρησε υπογράφοντας τον νέο συνταγματικό νόμο, θα μπορούσαν ακόμα να φανούν χρήσιμες για μια έξοδο από το σημερινό αδιέξοδο· θεωρεί, ωστόσο, ότι κανένα μέρος δεν μπορεί να διαπραγματευθεί και/ή να δεχθεί λύσεις που υπονομεύουν την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας και επιβεβαιώνει το θεμελιώδες δικαίωμα του ουκρανικού λαού να καθορίζει ελεύθερα το μέλλον της χώρας του·

14.  επισημαίνει με έντονη ανησυχία τις πληροφορίες ότι ένοπλοι σημαδεύουν τα σπίτια Ουκρανών Τατάρων σε ορισμένες περιοχές της Κριμαίας όπου συμβιώνουν Τάταροι και Ρώσοι· επισημαίνει ότι οι Τάταροι της Κριμαίας, που είχαν εκτοπισθεί από τον Στάλιν και επέστρεψαν στην πατρίδα τους μετά την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, έχουν απευθύνει και εξακολουθούν να απευθύνουν εκκλήσεις στη διεθνή κοινότητα να υποστηρίξει την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας και μια ολοκληρωμένη νομική και πολιτική συμφωνία για την αποκατάσταση των δικαιωμάτων τους ως αυτοχθόνων της Κριμαίας· ζητεί από τη διεθνή κοινότητα, την Επιτροπή, το Συμβούλιο, τον Ύπατο Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τον Ύπατο Εκπρόσωπο της ΕΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα να προστατεύσουν τα δικαιώματα αυτής και οιασδήποτε άλλης μειονοτικής κοινότητας της Κριμαϊκής χερσονήσου· ζητεί την πλήρη διερεύνηση των κρουσμάτων εκφοβισμού Εβραίων και επιθέσεων κατά ιουδαϊκών θρησκευτικών κτισμάτων ύστερα από την εισβολή στην Κριμαία·

15.  επιδοκιμάζει τη δέσμευση της ουκρανικής κυβέρνησης για ένα φιλόδοξο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνει πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές· επιδοκιμάζει, ως εκ τούτου, την απόφαση της Επιτροπής να χορηγήσει στην Ουκρανία, βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, χρηματοδοτική βοήθεια και δέσμη στήριξης ύψους 11 δισεκατομμυρίων ευρώ για να βοηθήσει στη σταθεροποίηση της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κατάστασης της χώρας· προσδοκά ότι το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα υποβάλουν το ταχύτερο δυνατόν, από κοινού με το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και άλλες χώρες, μια εύρωστη δέσμη μακροπρόθεσμης χρηματοπιστωτικής στήριξης προκειμένου να βοηθήσουν την Ουκρανία να αντιμετωπίσει την επιδεινούμενη οικονομική και κοινωνική της κατάσταση και να της χορηγήσουν οικονομική στήριξη για την πραγματοποίηση των αναγκαίων σε βάθος και σφαιρικών μεταρρυθμίσεων της ουκρανικής οικονομίας· υπενθυμίζει ότι χρειάζεται να οργανωθεί και να συντονιστεί μια διεθνή διάσκεψη δωρητών, η οποία θα πρέπει να συγκληθεί από την Επιτροπή και να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατόν· καλεί το ΔΝΤ να αποφύγει την επιβολή δυσβάσταχτων μέτρων λιτότητας, όπως η περικοπή των επιδοτήσεων της ενέργειας, τα οποία θα επιδεινώσουν ακόμα περισσότερο την ήδη κακή κοινωνικοοικονομική κατάσταση της χώρας·

16.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, μαζί με το Συμβούλιο της Ευρώπης και την Επιτροπή της Βενετίας, να παράσχουν, εκτός από την χρηματοδοτική ενίσχυση, τεχνική βοήθεια όσον αφορά τη συνταγματική μεταρρύθμιση, την ενίσχυση του κράτους δικαίου και την καταπολέμηση της διαφθοράς στην Ουκρανία· προσβλέπει σε έναν θετικό απολογισμό σχετικά με το θέμα αυτό και επισημαίνει ότι η Μαϊντάν και όλοι οι Ουκρανοί αναμένουν ριζικές αλλαγές και ένα εύρυθμο σύστημα διακυβέρνησης·

17.  ζητεί να διεξαχθούν ελεύθερες, αδιάβλητες, διαφανείς εθνικές εκλογές υπό την επίβλεψη του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΑΣΕ και επαναλαμβάνει ότι είναι έτοιμο να συστήσει τη δική του αποστολή για τον ίδιο σκοπό· καλεί τις ουκρανικές αρχές να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να επιτευχθούν υψηλά ποσοστά συμμετοχής των ψηφοφόρων στις προεδρικές εκλογές, περιλαμβανομένου και του ανατολικού και νότιου τμήματος της χώρας· επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς τις ουκρανικές αρχές να διεξαγάγουν κοινοβουλευτικές εκλογές σύμφωνα με τις συστάσεις της Επιτροπής της Βενετίας και υποστηρίζει τη θέσπιση ενός αναλογικού εκλογικού συστήματος που θα διευκόλυνε την προσήκουσα εκπροσώπηση των τοπικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα· επισημαίνει πόσο σημαντικός είναι ο σεβασμός του κράτους δικαίου από το κοινοβούλιο και τους βουλευτές, τόσο σε κεντρικό όσο και σε τοπικό επίπεδο·

18.  καλεί την Ουκρανία να μην ενδώσει στην πίεση για αναβολή των προεδρικών εκλογών που έχουν προγραμματιστεί για τις 25 Μαΐου 2014·

19.  ζητεί μια όσο το δυνατόν ευρύτερη και χωρίς αποκλεισμούς κυβέρνηση της Ουκρανίας, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος αναζωπύρωσης της βίας και εδαφικού κατακερματισμού· προειδοποιεί με έμφαση τη Ρωσία να μην προβαίνει σε ενέργειες που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην όξυνση μιας πόλωσης με εθνοτική ή γλωσσική διάσταση· τονίζει την ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, τα δικαιώματα των ατόμων που ανήκουν σε εθνικές μειονότητες, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων του ρωσόφωνου πληθυσμού της Ουκρανίας, θα γίνονται απολύτως σεβαστά και θα προστατεύονται, σε στενή συνεργασία με τον ΟΑΣΕ και το Συμβούλιο της Ευρώπης· επαναλαμβάνει την έκκλησή του για ένα νέο και ευρύ γλωσσικό καθεστώς που θα στηρίζει όλες τις μειονοτικές γλώσσες·

20.  εκφράζει ικανοποίηση για την απόφαση του υπηρεσιακού Προέδρου να αρνηθεί να υπογράψει το διάταγμα για την κατάργηση του νόμου περί γλωσσικής πολιτικής, της 3ης Ιουλίου 2012· υπενθυμίζει ότι ούτως ή άλλως ο νόμος αυτός δεν θα ίσχυε για την Κριμαία· ζητεί από την ουκρανική Βουλή να μεταρρυθμίσει τελικά την ισχύουσα νομοθεσία, προκειμένου η Ουκρανία να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις της στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χάρτη για τις περιφερειακές και μειονοτικές γλώσσες·

21.  χαιρετίζει την ετοιμότητα των 28 αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων να υπογράψουν τα πολιτικά κεφάλαια της Συμφωνίας Σύνδεσης (ΣΣ) το συντομότερο δυνατόν και πριν από τις προεδρικές εκλογές της 25ης Μαΐου 2014, και να εγκρίνουν μονομερή μέτρα, όπως μειώσεις δασμών για τις ουκρανικές εξαγωγές προς την ΕΕ, τα οποία θα επιτρέψουν στην Ουκρανία να επωφεληθεί από τις ρυθμίσεις της Σφαιρικής και Σε Βάθος Συμφωνίας Ελεύθερων Συναλλαγών (DCFTA), όπως πρότεινε η Επιτροπή στις 11 Μαρτίου 2014· επισημαίνει ότι η ΕΕ είναι έτοιμη να υπογράψει την πλήρη ΣΣ/συμφωνία DCFTA όσο το δυνατόν συντομότερα και μόλις η ουκρανική κυβέρνηση θα είναι έτοιμη να προχωρήσει σε αυτό το βήμα· επιμένει να υπάρξουν σαφή μηνύματα που θα δείχνουν στη Ρωσία ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο στην εν λόγω συμφωνία που να θέτει σε κίνδυνο ή να βλάπτει τις μελλοντικές διμερείς πολιτικές και οικονομικές σχέσεις συνεργασίας μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας· τονίζει επίσης ότι, σύμφωνα με το άρθρο 49 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ουκρανία – όπως και κάθε άλλο ευρωπαϊκό κράτος – έχει ευρωπαϊκή προοπτική και μπορεί να υποβάλει αίτηση προσχώρησης στην Ένωση, υπό τον όρο ότι τηρεί τις αρχές της δημοκρατίας, σέβεται τις θεμελιώδεις ελευθερίες, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα των μειονοτήτων και εγγυάται το κράτος δικαίου·

22.  υπενθυμίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι η εξαγωγή όπλων και στρατιωτικής τεχνολογίας μπορεί να υπονομεύσει τη σταθερότητα και την ειρήνη σε ολόκληρη την περιοχή και πρέπει να σταματήσει αμέσως· εκφράζει την έντονη αποδοκιμασία του για το γεγονός ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν κάνει μεγάλης κλίμακας εξαγωγές όπλων και στρατιωτικής τεχνολογίας στη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένων μεγάλων συμβατικών οπλικών συστημάτων·

23.  επικροτεί την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 6ης Μαρτίου 2014, για ένα πρώτο κύμα στοχευμένων μέτρων έναντι της Ρωσίας, όπως η αναστολή των διμερών συνομιλιών για θέματα θεωρήσεων και τη Νέα Συμφωνία, καθώς και η απόφαση των κρατών μελών και των οργάνων της ΕΕ να αναστείλουν τη συμμετοχή τους στη διάσκεψη κορυφής της G8 στο Σότσι· προειδοποιεί ωστόσο ότι, αν δεν υπάρξει αποκλιμάκωση ή αν σημειωθεί περαιτέρω κλιμάκωση με την προσάρτηση της Κριμαίας, η ΕΕ πρέπει να είναι σε θέση να λάβει γρήγορα τα ενδεικνυόμενα μέτρα, στα οποία θα πρέπει να περιλαμβάνονται ένα εμπάργκο όπλων και εμπάργκο στις τεχνολογίες διπλής χρήσης, περιορισμοί στις θεωρήσεις, πάγωμα περιουσιακών στοιχείων, εφαρμογή της νομοθεσίας σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες κατά ατόμων που συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων όσον αφορά την εισβολή στην Ουκρανία, καθώς και μέτρα κατά ρωσικών εταιρειών και θυγατρικών τους, ιδίως στον τομέα της ενέργειας, ώστε να συμμορφωθούν πλήρως με τη νομοθεσία της ΕΕ, και τα οποία θα έχουν ευρύτερες συνέπειες στις υπό εξέλιξη συζητήσεις για τους πολιτικούς και οικονομικούς δεσμούς με τη Ρωσία·

24.  τονίζει ότι η κοινοβουλευτική συνεργασία ανάμεσα, αφενός, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και, αφετέρου, την Κρατική Δούμα και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο της Ρωσίας δεν είναι δυνατόν να συνεχιστεί αδιατάρακτη·

25.  επικροτεί την απόφαση του Συμβουλίου να εγκρίνει κυρώσεις κατά 18 ατόμων, συμπεριλαμβανομένου του Γιανουκόβιτς, επικεντρωμένες στη δέσμευση και ανάκτηση υπεξαιρεθέντων ουκρανικών χρηματικών πόρων·

26.  καλεί, στο πλαίσιο αυτό, την Επιτροπή, να υποστηρίξει έργα στον Νότιο Διάδρομο τα οποία διαφοροποιούν ουσιαστικά τον ενεργειακό εφοδιασμό, ζητεί δε από τα κράτη μέλη να μην εμπλέκουν τις δημόσιες επιχειρήσεις τους σε έργα με ρωσικές επιχειρήσεις, τα οποία αυξάνουν την ευρωπαϊκή ευπάθεια·

27.  τονίζει τη σημασία ενός ασφαλούς, διαφοροποιημένου και οικονομικά προσιτού ενεργειακού εφοδιασμού για την Ουκρανία· υπογραμμίζει σε αυτό το πλαίσιο τον στρατηγικό ρόλο της Ενεργειακής Κοινότητας, της οποίας η Ουκρανία ασκεί την προεδρία το 2014, και την ανάγκη οικοδόμησης της ουκρανικής αντίστασης κατά των απειλών που εκτοξεύει η Ρωσία στο θέμα της ενέργειας· υπενθυμίζει την ανάγκη να αυξηθούν οι ικανότητες αποθήκευσης της ΕΕ και να προβλεφθεί ανάστροφη ροή φυσικού αερίου από τα κράτη μέλη της ΕΕ προς την Ουκρανία· επιδοκιμάζει την πρόταση της Επιτροπής για εκσυγχρονισμό του ουκρανικού συστήματος διαμετακόμισης φυσικού αερίου και για βοήθεια στην Ουκρανία προκειμένου να εξοφλήσει τα χρέη της στην Gazprom· τονίζει την επείγουσα ανάγκη να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος στην κατεύθυνση της επίτευξης μιας κοινής πολιτικής ενεργειακής ασφάλειας, με εύρωστη εσωτερική αγορά και διαφοροποιημένο ενεργειακό εφοδιασμό, και να επιδιωχθεί η πλήρης εφαρμογή της ‘τρίτης ενεργειακής δέσμης’, ώστε να μειωθεί η εξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο·

28.  καλεί το Συμβούλιο να εξουσιοδοτήσει άμεσα την Επιτροπή να επιταχύνει την ελευθέρωση των θεωρήσεων με την Ουκρανία, ώστε να επιτευχθεί πρόοδος στην καθιέρωση καθεστώτος χωρίς υποχρέωση θεώρησης, κατά το παράδειγμα της Μολδαβίας· ζητεί, στο μεταξύ, να θεσπιστούν άμεσα προσωρινές, πολύ απλές και χαμηλού κόστους διαδικασίες θεώρησης διαβατηρίων σε επίπεδο ΕΕ και κρατών μελών·

29.  είναι βαθιά πεπεισμένο ότι τα γεγονότα στην Ουκρανία υπογραμμίζουν την ανάγκη να εντείνει η ΕΕ τη δέσμευση και την υποστήριξή της στην ευρωπαϊκή επιλογή και την εδαφική ακεραιότητα της Μολδαβίας και της Γεωργίας, καθώς οι χώρες αυτές ετοιμάζονται να υπογράψουν φέτος με την ΕΕ Συμφωνία Σύνδεσης και συμφωνία DCFTA·

30.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις των κρατών μελών, στον υπηρεσιακό Πρόεδρο, την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Ουκρανίας, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, καθώς και στον Πρόεδρο, την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

(1) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0170.
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0595.
(3) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0101.


Εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας σε ό,τι αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
PDF 473kWORD 117k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2013/2130(INI))
P7_TA(2014)0249A7-0120/2014

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη την απόφασή του, της 20ής Οκτωβρίου 2010, σχετικά με την αναθεώρηση της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής(1),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 22ας Νοεμβρίου 2012, σχετικά με τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2014(2) και το ψήφισμά του, της 4ης Ιουλίου 2013, σχετικά με τη βελτίωση της οργάνωσης των εκλογών για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 2014(3),

–  έχοντας υπόψη τη συμφωνία-πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής(4),

–  έχοντας υπόψη τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για την αναθεώρηση της διοργανικής συμφωνίας της 20ής Νοεμβρίου 2002 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε ευαίσθητες πληροφορίες στον τομέα της πολιτικής ασφάλειας και άμυνας(5),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τον νέο ρόλο και τις νέες αρμοδιότητες του Κοινοβουλίου στο πλαίσιο της εφαρμογής της Συνθήκης της Λισαβόνας(6),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου, της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A7-0120/2014),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας αυξάνει τη δημοκρατική νομιμοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της ενίσχυσης του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη διαδικασία που οδηγεί στην εκλογή του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και στη διαδικασία ανάληψης καθηκόντων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τη νέα διαδικασία για την εκλογή του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία προβλέπεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας, το Κοινοβούλιο εκλέγει τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με την πλειοψηφία των μελών που το απαρτίζουν·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας ορίζει ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πρέπει να λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και να προβαίνει σε διαβουλεύσεις με το νέο Κοινοβούλιο, πριν προτείνει έναν υποψήφιο για το αξίωμα του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι καθένα από τα μεγάλα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα βρίσκεται σε διαδικασία παρουσίασης του υποψηφίου του για το αξίωμα του Προέδρου της Επιτροπής·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο εκλεγμένος Πρόεδρος της νέας Επιτροπής θα πρέπει να κάνει πλήρη χρήση των προνομίων που του ανατίθενται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας και να λάβει όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει την αποτελεσματική λειτουργία της επόμενης Επιτροπής παρά το μέγεθός της, το οποίο, λόγω των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, δεν πρόκειται να μειωθεί, όπως προβλέπεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να ενισχυθεί η υποχρέωση λογοδοσίας της Επιτροπής στο Κοινοβούλιο μέσω του ετήσιου και του πολυετούς προγραμματισμού της Ένωσης, καθώς και μέσα από τη δημιουργία συμμετρίας μεταξύ των πλειοψηφιών που απαιτούνται για την εκλογή του Προέδρου της Επιτροπής και για την πρόταση μομφής·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να ενισχυθεί ο ρόλος του Κοινοβουλίου ως ρυθμιστή του θεματολογίου για νομοθετικά θέματα και ότι πρέπει να εφαρμοστεί πλήρως η αρχή σύμφωνα με την οποία το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν ισότιμο ρόλο σε νομοθετικά θέματα, η οποία κατοχυρώνεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, με την ευκαιρία της ανάληψης των καθηκόντων της νέας Επιτροπής, οι ισχύουσες διοργανικές συμφωνίες πρέπει να αναθεωρηθούν και να βελτιωθούν·

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 36 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) ορίζει ότι ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας θα πρέπει να ζητεί τακτικά τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά τις κύριες πτυχές και τις βασικές επιλογές της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας και της κοινής πολιτικής ασφαλείας και άμυνας, και να το ενημερώνει για την εξέλιξη των πολιτικών αυτών· επιπλέον, ο Ύπατος Εκπρόσωπος θα πρέπει να μεριμνά ώστε οι απόψεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να λαμβάνονται δεόντως υπόψη·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στη δήλωση της Ύπατης Εκπροσώπου για την πολιτική λογοδοσία(7), την οποία υπέβαλε κατόπιν της έκδοσης απόφασης του Συμβουλίου για την ΕΥΕΔ, ορίζεται ότι η Ύπατη Εκπρόσωπος θα αναθεωρήσει και, εάν χρειάζεται, θα προτείνει προσαρμογή των ισχυουσών διατάξεων(8) περί της πρόσβασης των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στα διαβαθμισμένα έγγραφα και τις πληροφορίες στον τομέα της πολιτικής ασφαλείας και άμυνας·

ΙΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 218 παράγραφος 10 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), το Κοινοβούλιο πρέπει να ενημερώνεται αμέσως και πλήρως σε όλα τα στάδια της διαδικασίας διαπραγμάτευσης και σύναψης διεθνών συμφωνιών, και λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω διάταξη ισχύει επίσης για συμφωνίες που αφορούν την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας·

Νομιμοποίηση και πολιτική λογοδοσία της Επιτροπής

(Ανάληψη καθηκόντων και απομάκρυνση της Επιτροπής)

1.  τονίζει την ανάγκη να ενισχυθεί η δημοκρατική νομιμοποίηση, η ανεξαρτησία και ο πολιτικός ρόλος της Επιτροπής· αναφέρει ότι η νέα διαδικασία σύμφωνα με την οποία ο Πρόεδρος της Επιτροπής εκλέγεται από το Κοινοβούλιο θα ενισχύσει τη νομιμοποίηση και τον πολιτικό ρόλο της Επιτροπής και θα καταστήσει πιο σημαντικές τις ευρωπαϊκές εκλογές, μέσα από την αμεσότερη σύνδεση της επιλογής των ψηφοφόρων στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με την εκλογή του Προέδρου της Επιτροπής·

2.  τονίζει ότι θα πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως οι δυνατότητες για ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προβλέπει η Συνθήκη της Λισαβόνας, μεταξύ άλλων μέσω της ανάδειξης υποψηφίων για το αξίωμα του Προέδρου της Επιτροπής από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, προσδίδοντας με τον τρόπο αυτό μια νέα πολιτική διάσταση στις ευρωπαϊκές εκλογές και συνδέοντας περαιτέρω την ψήφο των πολιτών με την εκλογή του Προέδρου της Επιτροπής από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

3.  ζητεί επιτακτικά από την επόμενη Συνέλευση να εξετάσει τον τρόπο συγκρότησης της Επιτροπής με στόχο να ενισχυθεί η δημοκρατική νομιμοποίηση της Επιτροπής· ζητεί επιτακτικά από τον επόμενο Πρόεδρο της Επιτροπής να εξετάσει τον τρόπο με τον οποίον η σύνθεση, η δομή και οι πολιτικές προτεραιότητες της Επιτροπής θα ενισχύσουν μια πολιτική εγγύτητας προς τους πολίτες·

4.  επαναβεβαιώνει ότι όλα τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα πρέπει να ορίσουν τους υποψηφίους τους για το αξίωμα του Προέδρου της Επιτροπής εντός εύλογης προθεσμίας πριν από την προγραμματισμένη ημερομηνία των ευρωπαϊκών εκλογών·

5.  αναμένει από τους υποψηφίους για το αξίωμα του Προέδρου της Επιτροπής να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην εκστρατεία για τις ευρωπαϊκές εκλογές, διανέμοντας και προωθώντας σε όλα τα κράτη μέλη το πολιτικό πρόγραμμα του ευρωπαϊκού πολιτικού τους κόμματος·

6.  επαναλαμβάνει την πρόσκλησή του προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να διασαφηνίσει, εγκαίρως και πριν από τις εκλογές, με ποιο τρόπο θα λάβει υπόψη τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και θα τιμήσει την επιλογή των πολιτών στην πρότασή του για υποψήφιο για το αξίωμα του Προέδρου της Επιτροπής, στο πλαίσιο διαβουλεύσεων που θα διεξαχθούν μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, σύμφωνα με τη δήλωση 11 που προσαρτάται στη Συνθήκη της Λισαβόνας· επαναλαμβάνει, σε αυτό το πλαίσιο, την έκκλησή του προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να καθορίσει από κοινού με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τις λεπτομέρειες των διαβουλεύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 7 της ΣΕΕ και να μεριμνήσει για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας που θα οδηγήσει στην εκλογή Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως προβλέπεται στη δήλωση 11 όσον αφορά το άρθρο 17 παράγραφοι 6 και 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση·

7.  ζητεί όσο το δυνατόν περισσότερα από τα μέλη της επόμενης Επιτροπής να επιλεγούν μεταξύ των εκλεγμένων βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

8.  κρίνει ότι ο εκλεγμένος Πρόεδρος της Επιτροπής θα πρέπει να ενεργεί με μεγαλύτερη αυτονομία κατά τη διαδικασία επιλογής των υπόλοιπων μελών της Επιτροπής· καλεί τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να διατυπώσουν ισορροπημένες στο θέμα του φύλου προτάσεις για υποψηφίους· ζητεί από τον εκλεγμένο Πρόεδρο της Επιτροπής να τονίσει στις κυβερνήσεις των κρατών μελών ότι οι υποψήφιοι για το αξίωμα του Επιτρόπου πρέπει να του/της δίνει τη δυνατότητα να προβεί σε μια ισορροπημένη από άποψη φύλου σύνθεση του Σώματος και να απορρίπτει κάθε προτεινόμενο υποψήφιο που δεν διαθέτει γενικές ικανότητες, ευρωπαϊκή προσήλωση ή αδιαμφισβήτητη ανεξαρτησία·

9.  κρίνει ότι, σε συνέχεια της πολιτικής συμφωνίας που επιτεύχθηκε κατά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 2008 και μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της, 22ας Μαΐου 2013 σχετικά με τον αριθμό των μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα πρέπει να προβλεφθούν πρόσθετα μέτρα για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της Επιτροπής, όπως ο διορισμός Επιτρόπων άνευ χαρτοφυλακίου ή η καθιέρωση ενός συστήματος Αντιπροέδρων της Επιτροπής με καθήκοντα πάνω σε μείζονες θεματικές δέσμες και με αρμοδιότητες συντονισμού του έργου της Επιτροπής στους αντίστοιχους τομείς, με την επιφύλαξη του δικαιώματος διορισμού ενός Επιτρόπου ανά κράτος μέλος και του δικαιώματος ψηφοφορίας για όλους τους Επιτρόπους·

10.  ζητεί από την προσεχή Συνέλευση να επανεξετάσει το ζήτημα του μεγέθους της Επιτροπής, καθώς και της οργάνωσης και λειτουργίας της·

11.  θεωρεί ότι η σύνθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πρέπει να εξασφαλίζει σταθερότητα στον αριθμό και στο περιεχόμενο των χαρτοφυλακίων και να κατοχυρώνει ταυτόχρονα μια ισορροπημένη διαδικασία λήψης αποφάσεων·

12.  τονίζει ότι, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, ο υποψήφιος για την Προεδρία της Επιτροπής πρέπει να κληθεί να υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από τον διορισμό του/της από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, τις πολιτικές κατευθυντήριες γραμμές για τη θητεία του/της, συνοδευόμενες από μια διεξοδική ανταλλαγή απόψεων, προτού το Κοινοβούλιο εκλέξει τον προτεινόμενο υποψήφιο για την Προεδρία της Επιτροπής·

13.  προτρέπει τον μελλοντικό προτεινόμενο Πρόεδρο της Επιτροπής να λάβει δεόντως υπόψη του τις προτάσεις και τις συστάσεις για τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν γίνει ήδη από το Κοινοβούλιο βάσει εκθέσεων ιδίας πρωτοβουλίας ή ψηφισμάτων που έλαβαν την υποστήριξη μιας ευρείας πλειοψηφίας των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και στα οποία δεν έδωσε ικανοποιητική συνέχεια η προηγούμενη Επιτροπή έως τη λήξη της θητείας της·

14.  θεωρεί ότι, σε μια μελλοντική αναθεώρηση των Συνθηκών, η πλειοψηφία που απαιτείται επί του παρόντος για πρόταση μομφής κατά της Επιτροπής, δυνάμει του άρθρου 234 της ΣΛΕΕ, πρέπει να μειωθεί, ώστε να απαιτείται μόνον πλειοψηφία των βουλευτών που απαρτίζουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η λειτουργία των θεσμικών οργάνων·

15.  θεωρεί ότι, ανεξάρτητα από τη συλλογική ευθύνη του σώματος των Επιτρόπων για τις πράξεις της Επιτροπής, Επίτροποι σε ατομικό επίπεδο μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνοι για τις πράξεις των Γενικών Διευθύνσεών τους·

Νομοθετική πρωτοβουλία και δραστηριότητα

(Κοινοβουλευτική αρμοδιότητα και έλεγχος)

16.  τονίζει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας επιδίωκε να αποτελέσει ένα βήμα προόδου για τη διασφάλιση πιο διαφανών και δημοκρατικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων, που θα αντικατοπτρίζουν τη δέσμευση της Συνθήκης για μια στενότερη ένωση των λαών της Ευρώπης, στην οποία οι αποφάσεις λαμβάνονται όσο το δυνατό πιο ανοικτά και όσο το δυνατό πιο κοντά στους πολίτες, ενισχύοντας το ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων, και παρέχοντας με τον τρόπο αυτό πιο δημοκρατικές και διαφανείς διαδικασίες για την έγκριση των πράξεων της Ένωσης, οι οποίες είναι ουσιαστικής σημασίας δεδομένου του αντικτύπου των πράξεων αυτών στους πολίτες και στις επιχειρήσεις· επισημαίνει, ωστόσο, ότι η επίτευξη του δημοκρατικού αυτού στόχου υπονομεύεται εάν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ δεν σέβονται τις αρμοδιότητες των άλλων θεσμικών οργάνων, τις διαδικασίες που καθορίζονται στις Συνθήκες και την αρχή της έντιμης συνεργασίας·

17.  υπογραμμίζει την ανάγκη ειλικρινούς συνεργασίας μεταξύ των θεσμικών οργάνων που συμμετέχουν στη νομοθετική διαδικασία όσον αφορά την ανταλλαγή εγγράφων, όπως νομικών γνωμοδοτήσεων, ώστε να καταστεί δυνατός ένας εποικοδομητικός, ειλικρινής και νομικά έγκυρος διάλογος μεταξύ των θεσμικών οργάνων·

18.  σημειώνει ότι, αφότου η ΣΛΕΕ τέθηκε σε ισχύ, το Κοινοβούλιο έχει αποδείξει την προσήλωση και την ευθύνη του ως συν-νομοθέτης και ότι η αλληλεπίδραση μεταξύ Κοινοβουλίου και Επιτροπής ήταν σε γενικές γραμμές θετική και βασίζεται σε απρόσκοπτη επικοινωνία και μια προσέγγιση με πνεύμα συνεργασίας·

19.  είναι της γνώμης ότι, ενώ η συνολική αξιολόγηση των διοργανικών σχέσεων μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής είναι θετική, υπάρχει ακόμα μια σειρά από ζητήματα και ελλείψεις που απαιτούν μεγαλύτερη προσοχή και δράση·

20.  τονίζει ότι η επιδίωξη για αποτελεσματικότητα δεν πρέπει να συνεπάγεται χειρότερη ποιότητα της νομοθεσίας ή ακύρωση των στόχων του Κοινοβουλίου· θεωρεί ότι, παράλληλα με αυτή την επιδίωξη για αποτελεσματικότητα, το Κοινοβούλιο πρέπει να διατηρήσει τα κατάλληλα νομοθετικά πρότυπα και να εξακολουθήσει να επιδιώκει τους δικούς του στόχους, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι η νομοθεσία σχεδιάζεται σωστά, ανταποκρίνεται σε σαφώς εντοπισμένες ανάγκες και συμμορφώνεται με την αρχή της επικουρικότητας·

21.  τονίζει ότι η πρόκληση για διαφάνεια είναι διαρκώς παρούσα και κοινή για όλα τα θεσμικά όργανα, και ειδικότερα στις συμφωνίες σε πρώτη ανάγνωση· σημειώνει ότι το Κοινοβούλιο ανταποκρίθηκε καταλλήλως στην πρόκληση αυτή εγκρίνοντας τα νέα άρθρα 70 και 70α του Κανονισμού του·

22.  εκφράζει την ανησυχία του σχετικά με τα προβλήματα που εξακολουθούν να υφίστανται όσον αφορά την εφαρμογή της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, ιδίως στο πλαίσιο της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (ΚΓΠ), της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) και του Χώρου Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης («Πρόγραμμα της Στοκχόλμης»), καθώς και όσον αφορά την ευθυγράμμιση των πράξεων του πρώην τρίτου πυλώνα με την ιεραρχία των κανόνων δικαίου της Συνθήκης της Λισαβόνας, και γενικά όσον αφορά τη συνεχιζόμενη «ασυμμετρία» ως προς τη διαφάνεια της συμμετοχής της Επιτροπής στις προπαρασκευαστικές εργασίες των δύο κλάδων της νομοθετικής εξουσίας· στο πλαίσιο αυτό, υπογραμμίζει τη σημασία προσαρμογής των μεθόδων εργασίας του Συμβουλίου, ώστε οι εκπρόσωποι του Κοινοβουλίου να έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν σε ορισμένες από τις συνεδριάσεις του, όταν κάτι τέτοιο δικαιολογείται δεόντως σύμφωνα με την αρχή της αμοιβαίως ειλικρινούς συνεργασίας μεταξύ των θεσμικών οργάνων·

23.  επισημαίνει ότι η επιλογή της ορθής νομικής βάσης, όπως έχει επιβεβαιώσει το Δικαστήριο, είναι θέμα συνταγματικής φύσεως, καθώς καθορίζει την ύπαρξη και την έκταση της αρμοδιότητας της ΕΕ, τις ακολουθητέες διαδικασίες και τις αντίστοιχες αρμοδιότητες των θεσμικών φορέων που εμπλέκονται στην έκδοση μιας πράξης· εκφράζει, συνεπώς, τη λύπη του για το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο υποχρεώθηκε επανειλημμένα να προσφύγει στο Δικαστήριο για την ακύρωση πράξεων που είχε εγκρίνει το Συμβούλιο λόγω της επιλεγείσας νομικής βάσης, συμπεριλαμβανομένων δύο πράξεων που είχαν εγκριθεί στο πλαίσιο του παρωχημένου «τρίτου πυλώνα» πολύ μετά θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας(9)·

24.  προειδοποιεί για το ενδεχόμενο να καταστρατηγηθεί το δικαίωμα του Κοινοβουλίου να νομοθετεί, με την προσθήκη διατάξεων σε προτάσεις πράξεων του Συμβουλίου που θα πρέπει να υπόκεινται στη συνήθη νομοθετική διαδικασία, με τη χρησιμοποίηση απλών κατευθυντηρίων γραμμών της Επιτροπής ή μη εφαρμοστέων εκτελεστικών ή κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ή με την μη υποβολή πρότασης για τις ν ομοθετικές διατάξεις που απαιτούνται για την εφαρμογή της Κοινής Εμπορικής Πολιτικής (ΚΕΠ) ή διεθνών εμπορικών και επενδυτικών συμφωνιών·

25.  ζητεί από την Επιτροπή να κάνει καλύτερη χρήση του προνομοθετικού σταδίου, ιδίως των πολύτιμων συνεισφορών που έχουν γίνει βάσει της Πράσινης και Λευκής Βίβλου, και να ενημερώνει τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τις προπαρασκευαστικές εργασίες που επιτελούνται από τις υπηρεσίες της, επί ίσοις όροις με το Συμβούλιο·

26.  είναι της άποψης ότι το Κοινοβούλιο οφείλει να αναπτύξει περαιτέρω και να αξιοποιήσει πλήρως την αυτόνομη δομή του για εκτίμηση των επιπτώσεων οιωνδήποτε ουσιαστικών αλλαγών ή τροποποιήσεων επί της αρχικής πρότασης που υποβάλλει η Επιτροπή·

27.  τονίζει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει επίσης να ενισχύσει την αυτόνομη εκ μέρους του αξιολόγηση των επιπτώσεων που έχουν στα θεμελιώδη δικαιώματα οι νομοθετικές προτάσεις και οι τροπολογίες που εξετάζονται ως μέρος της νομοθετικής διαδικασίας και να καθιερώσει μηχανισμούς παρακολούθησης των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

28.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, ενώ η Επιτροπή επισήμως εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της απαντώντας εντός τριών μηνών στα αιτήματα του Κοινοβουλίου για νομοθετικές πρωτοβουλίες, δεν προτείνει πάντοτε πραγματική και ουσιαστική συνέχεια για αυτές·

29.  ζητεί, κατά την επόμενη αναθεώρηση των Συνθηκών, να αναγνωριστεί πλήρως το δικαίωμα νομοθετικής πρωτοβουλίας του Κοινοβουλίου, καθιστώντας υποχρεωτική για την Επιτροπή την παρακολούθηση όλων των αιτημάτων που υποβάλλονται από το Κοινοβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 225 της ΣΛΕΕ μέσω της υποβολής νομοθετικής πρότασης εντός κατάλληλης προθεσμίας·

30.  θεωρεί ότι, κατά την επόμενη αναθεώρηση των Συνθηκών, η εξουσία της Επιτροπής να αποσύρει νομοθετικές προτάσεις θα πρέπει να περιοριστεί στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες, μετά την έγκριση τη θέσης του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση, το Κοινοβούλιο συμφωνεί ότι η πρόταση δεν είναι πλέον αιτιολογημένη λόγω αλλαγής των συνθηκών·

31.  επισημαίνει ότι το Κοινοβούλιο χαιρέτισε, κατ' αρχήν, τη θέσπιση των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων στο άρθρο 290 της ΣΛΕΕ επειδή διευρύνουν το εποπτικό πεδίο, τονίζει όμως ότι η ανάθεση τέτοιων κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων ή εκτελεστικών αρμοδιοτήτων δυνάμει του άρθρου 291 δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση υποχρέωση· αναγνωρίζει ότι η χρήση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων πρέπει να εξετάζεται όταν απαιτούνται ευελιξία και αποτελεσματικότητα που δεν μπορούν να επιτευχθούν μέσω της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, με την προϋπόθεση ότι ο σκοπός, το περιεχόμενο, το πεδίο εφαρμογής και η διάρκεια αυτής της εξουσιοδότησης ορίζονται ρητά και ότι οι προϋποθέσεις στις οποίες υπόκειται η εξουσιοδότηση περιγράφονται σαφώς στη βασική πράξη· εκφράζει ανησυχία για την τάση του Συμβουλίου να επιμένει στη χρήση εκτελεστικών πράξεων για διατάξεις στην περίπτωση των οποίων θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν μόνο η βασική πράξη ή κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις· τονίζει ότι ο νομοθέτης μπορεί να αποφασίσει να επιτρέψει τη χρήση εκτελεστικών πράξεων μόνο για την έγκριση στοιχείων που δεν ισοδυναμούν με περαιτέρω πολιτικό προσανατολισμό· αναγνωρίζει ότι το άρθρο 290 περιορίζει ρητά το πεδίο των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων στα μη ουσιώδη στοιχεία μιας νομοθετικής πράξης και ότι, ως εκ τούτου, οι κατ' εξουσιοδότηση πράξεις δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται σε σχέση με κανόνες που είναι ουσιώδεις για το ρυθμιζόμενο ζήτημα της σχετικής νομοθεσίας·

32.  εφιστά την προσοχή στην ανάγκη κατάλληλης διάκρισης ανάμεσα στα ουσιώδη στοιχεία μιας νομοθετικής πράξης, σχετικά με τα οποία μπορεί να αποφασίζει μόνο η νομοθετική αρχή στην ίδια τη νομοθετική πράξη, και στα μη ουσιώδη στοιχεία, τα οποία μπορούν να συμπληρώνονται ή να τροποποιούνται με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις·

33.  κατανοεί ότι οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις μπορούν να αποτελέσουν ένα ευέλικτο και αποτελεσματικό εργαλείο· τονίζει τη σημασία της επιλογής ανάμεσα σε κατ’ εξουσιοδότηση και σε εκτελεστικές πράξεις, από την άποψη της τήρησης των απαιτήσεων της Συνθήκης, με παράλληλη διασφάλιση των προνομίων του Κοινοβουλίου σε σχέση με τη θέσπιση κανόνων, και επαναλαμβάνει το αίτημά του προς την Επιτροπή και το Συμβούλιο να συμφωνήσουν με το Κοινοβούλιο στην εφαρμογή των κριτηρίων χρήσης των άρθρων 290 και 291 της ΣΛΕΕ, ούτως ώστε οι εκτελεστικές πράξεις να μην χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατο των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων·

34.  ζητεί επιτακτικά από την Επιτροπή να συμπεριλαμβάνει επαρκώς το Κοινοβούλιο στο προπαρασκευαστικό στάδιο των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και να παρέχει στους βουλευτές του όλες τις σχετικές πληροφορίες, σύμφωνα με την παράγραφο 15 της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

35.  ζητεί από την Επιτροπή να συμμορφωθεί με τη συμφωνία-πλαίσιο που αφορά την πρόσβαση των εμπειρογνωμόνων του Κοινοβουλίου στις συνεδριάσεις των εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής, αποτρέποντας την αντιμετώπισή τους ως επιτροπών «επιτροπολογίας», υπό τον όρο ότι εξετάζουν άλλα θέματα εκτός των εκτελεστικών μέτρων κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011·

36.  τονίζει την ιδιαίτερη σημασία και τις συνέπειες της ενσωμάτωσης του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων στη Συνθήκη της Λισαβόνας· επισημαίνει ότι ο Χάρτης έχει καταστεί νομικά δεσμευτικός για τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και για τα κράτη μέλη όταν αυτά εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης, μετατρέποντας με τον τρόπο αυτό τις βασικές αξίες σε συγκεκριμένα δικαιώματα·

37.  υπενθυμίζει ότι με τη Συνθήκη της Λισαβόνας εισάγεται το νέο δικαίωμα ανάληψης μιας Πρωτοβουλίας Ευρωπαίων Πολιτών (ECI)· τονίζει την ανάγκη άρσης όλων των τεχνικών και γραφειοκρατικών εμποδίων που εξακολουθούν να παρεμποδίζουν την αποτελεσματική χρήση της Πρωτοβουλίας Ευρωπαίων Πολιτών, και ενθαρρύνει την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση των πολιτικών της ΕΕ·

38.  υπογραμμίζει τον σημαντικότερο ρόλο που ανατίθεται στα εθνικά κοινοβούλια στη Συνθήκη της Λισαβόνας και τονίζει ότι, παράλληλα με το ρόλο που διαδραματίζουν όσον αφορά την παρακολούθηση της τήρησης των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, μπορούν να συμβάλουν και συμβάλλουν θετικά στο πλαίσιο του Πολιτικού Διαλόγου· φρονεί ότι ο ενεργός ρόλος που μπορούν να διαδραματίσουν τα εθνικά κοινοβούλια όσον αφορά τη καθοδήγηση των μελών του Συμβουλίου Υπουργών, από κοινού με την αγαστή συνεργασία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων, μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία υγιούς κοινοβουλευτικού αντίβαρου στην άσκηση εκτελεστικών εξουσιών κατά τη λειτουργία της ΕΕ· παραπέμπει επίσης στις αιτιολογημένες γνώμες που έχουν υποβάλει εθνικά κοινοβούλια δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 2, στις οποίες αναφέρεται ότι το ευρύ πεδίο της εξουσιοδότησης δυνάμει του άρθρου 290 της ΣΛΕΕ σε προτεινόμενες πράξεις δεν καθιστά δυνατόν να αξιολογηθεί εάν η συγκεκριμένη νομοθετική πραγματικότητα συνάδει ή όχι με την αρχή της επικουρικότητας·

Διεθνείς σχέσεις

(Κοινοβουλευτική αρμοδιότητα και έλεγχος)

39.  υπενθυμίζει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας αύξησε το ρόλο και τις εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στον τομέα των διεθνών συμφωνιών, και επισημαίνει ότι οι διεθνείς συμφωνίες καλύπτουν τώρα όλο και περισσότερο τομείς που αφορούν τη καθημερινή ζωή των πολιτών και που κατά παράδοση, και σύμφωνα με το πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ, εμπίπτουν στο πεδίο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας· θεωρεί ότι αποτελεί επιτακτική ανάγκη η διάταξη του άρθρου 218 παράγραφος 10 της ΣΛΕΕ, η οποία ορίζει ότι το Κοινοβούλιο πρέπει να ενημερώνεται αμέσως και πλήρως σε όλα τα στάδια της διαδικασίας σύναψης διεθνών συμφωνιών, να εφαρμόζεται κατά τρόπο συνάδοντα με το άρθρο 10 της ΣΕΕ, σύμφωνα με το οποίο η λειτουργία της Ένωσης θεμελιώνεται στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία, η οποία απαιτεί την ύπαρξη διαφάνειας και τη δημοκρατικής συζήτησης για τα θέματα για τα οποία πρόκειται να ληφθεί απόφαση·

40.  σημειώνει ότι, με την απόρριψη των συμφωνιών SWIFT και ACTA, το Κοινοβούλιο έκανε χρήση των νεοαποκτηθέντων προνομίων του·

41.  υπογραμμίζει ότι, δυνάμει του άρθρου 18 της ΣΕΕ, ο ΥΕ/ΑΠ είναι επιφορτισμένος να μεριμνά για τη συνοχή της εξωτερικής δράσης της ΕΕ· υπογραμμίζει, περαιτέρω, ότι, σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 36 της ΣΕΕ, ο ΥΕ/ΑΠ υποχρεούται να λογοδοτεί στο Κοινοβούλιο και να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του έναντι του Κοινοβουλίου όπως αυτές απορρέουν από τη Συνθήκη·

42.  υπενθυμίζει, όσον αφορά τις διεθνείς συμφωνίες, το προνόμιο του Κοινοβουλίου να ζητεί από το Συμβούλιο να μην εγκρίνει την έναρξη διαπραγματεύσεων προτού το Κοινοβούλιο εκφράσει τη θέση του επί της προτεινόμενης διαπραγματευτικής εντολής, και πιστεύει ότι θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο μιας συμφωνίας πλαισίου με το Συμβούλιο·

43.  τονίζει την ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι η Επιτροπή προβαίνει στην εκ των προτέρων ενημέρωση του Κοινοβουλίου όσον αφορά την πρόθεσή της να ξεκινήσει διεθνείς διαπραγματεύσεις, ότι το Κοινοβούλιο έχει πραγματικά τη δυνατότητα να εκφέρει εμπεριστατωμένη γνώμη σχετικά με τις διαπραγματευτικές εντολές, καθώς και ότι η γνώμη του λαμβάνεται υπόψη· επιμένει ότι οι διεθνείς συμφωνίες πρέπει να περιέχουν τους δέοντες όρους ώστε να συμμορφώνονται με το άρθρο 21 της ΣΕΕ·

44.  αποδίδει μεγάλη σημασία στην ένταξη ρητρών περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις διεθνείς συμφωνίες, καθώς και κεφαλαίων περί αειφόρου ανάπτυξης στις εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες, και εκφράζει την ικανοποίησή του για τις πρωτοβουλίες του Κοινοβουλίου σχετικά με την έγκριση χαρτών πορείας αναφορικά με βασικές προϋποθέσεις· υπενθυμίζει στην Επιτροπή την ανάγκη να λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις και τα ψηφίσματα του Κοινοβουλίου και να παρέχονται πληροφορίες για το αν αυτά έχουν ενσωματωθεί στις διαπραγματεύσεις διεθνών συμφωνιών και στα σχέδια νομοθετικών διατάξεων· ευελπιστεί ότι τα μέσα που είναι αναγκαία για την ανάπτυξη της επενδυτικής πολιτικής της ΕΕ θα καταστούν εγκαίρως λειτουργικά·

45.  ζητεί επιτακτικά, σύμφωνα με το άρθρο 218 παράγραφος 10 της ΣΛΕΕ, να υπάρχει άμεση, πλήρης και ακριβής ενημέρωση του Κοινοβουλίου σε όλα τα στάδια των διαδικασιών για τη σύναψη διεθνών συμφωνιών, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών που συνάπτονται στον τομέα της ΚΕΠΠΑ, και να του δίδεται πρόσβαση στα κείμενα διαπραγμάτευσης της Ένωσης με βάση τις κατάλληλες διαδικασίες και προϋποθέσεις, ώστε να διασφαλίζεται ότι το Κοινοβούλιο είναι σε θέση να λαμβάνει την τελική του απόφαση με πλήρη γνώση του θέματος· τονίζει ότι για να έχει η συγκεκριμένη διάταξη ουσιαστικό νόημα, τα ενδιαφερόμενα μέλη των επιτροπών πρέπει να έχουν πρόσβαση στις διαπραγματευτικές εντολές καθώς και σε άλλα συναφή με τις διαπραγματεύσεις έγγραφα·

46.  επισημαίνει ότι, παράλληλα με την τήρηση της αρχής σύμφωνα με την οποία η σύμφωνη γνώμη του Κοινοβουλίου για τις διεθνείς συμφωνίες δεν μπορεί να υπόκειται σε όρους, το Κοινοβούλιο δικαιούται να διατυπώνει συστάσεις για την εφαρμογή των συμφωνιών στην πράξη· ζητεί, για τον σκοπό αυτόν, από την Επιτροπή να υποβάλλει τακτικά εκθέσεις στο Κοινοβούλιο σχετικά με την εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών, συμπεριλαμβανομένων των ρητρών περί ανθρώπινων δικαιωμάτων και άλλων όρων των συμφωνιών·

47.  υπενθυμίζει την ανάγκη αποφυγής της προσωρινής εφαρμογής διεθνών συμφωνιών προτού το Κοινοβούλιο δώσει την έγκρισή του, εκτός εάν το Κοινοβούλιο συμφωνήσει να χορηγήσει εξαίρεση· υπογραμμίζει ότι οι κανόνες που απαιτούνται για την εσωτερική εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών δεν μπορούν να εγκρίνονται μόνον από το Συμβούλιο στο πλαίσιο της απόφασής του για τη σύναψη της συμφωνίας, και ότι πρέπει να τηρούνται πλήρως οι δέουσες νομοθετικές διαδικασίες που προβλέπονται από τις Συνθήκες·

48.  επιβεβαιώνει εκ νέου ότι απαιτείται από το Κοινοβούλιο να θεσπίσει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να παρακολουθεί την εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών·

49.  επιμένει ότι το Κοινοβούλιο πρέπει να έχει λόγο στις αποφάσεις περί αναστολής ή καταγγελίας των διεθνών συμφωνιών, για τη σύναψη των οποίων απαιτείται η έγκριση του Κοινοβουλίου·

50.  καλεί την ΥΕ/ΑΠ να ενισχύσει, σύμφωνα και με τη δήλωση για την πολιτική λογοδοσία, τη συστηματική εκ των προτέρων διαβούλευση με το Κοινοβούλιο σχετικά με νέα στρατηγικά έγγραφα, έγγραφα πολιτικής και εντολές·

51.  ζητεί, σύμφωνα με τη δέσμευση που ανέλαβε η ΥΕ/ΑΠ στο πλαίσιο της δήλωσης για την πολιτική λογοδοσία, την άμεση ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη διοργανικής συμφωνίας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας σχετικά με την πρόσβαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις διαβαθμισμένες πληροφορίες του Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης στον τομέα της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας·

52.  επαναλαμβάνει το αίτημά του για υποβολή πολιτικών εκθέσεων από τις αντιπροσωπείες της Ένωσης προς κατόχους νευραλγικών θέσεων στο Κοινοβούλιο υπό καθεστώς ρυθμιζόμενης πρόσβασης·

53.  ζητεί τη θέσπιση ενός τετραμερούς μνημονίου συνεννόησης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου, της Επιτροπής και της ΕΥΕΔ για την εξασφάλιση συνεκτικής και αποτελεσματικής ενημέρωσης όσον αφορά τις εξωτερικές σχέσεις·

54.  υπενθυμίζει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι πλέον ένας πλήρως αναπτυγμένος θεσμικός παράγοντας στον τομέα των πολιτικών ασφάλειας και ότι, κατά συνέπεια, έχει το δικαίωμα να συμμετέχει ενεργά στον καθορισμό των χαρακτηριστικών και των προτεραιοτήτων των πολιτικών αυτών και στην αξιολόγηση των μέσων σε αυτό τον τομέα, διαδικασία που πρέπει να διεξάγεται από κοινού από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα εθνικά κοινοβούλια και το Συμβούλιο· πιστεύει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην αξιολόγηση και τη χάραξη πολιτικών εσωτερικής ασφάλειας, καθώς αυτές οι πολιτικές έχουν βαθύ αντίκτυπο στα θεμελιώδη δικαιώματα όλων όσοι ζουν στην ΕΕ· επισημαίνει, ως εκ τούτου, την ανάγκη να εξασφαλισθεί ότι οι πολιτικές αυτές εμπίπτουν στον τομέα αρμοδιότητας του μοναδικού άμεσα εκλεγμένου ευρωπαϊκού θεσμικού οργάνου όσον αφορά τον έλεγχο και τη δημοκρατική εποπτεία·

55.  επισημαίνει ότι η ΣΛΕΕ έχει επεκτείνει το πεδίο των αποκλειστικών αρμοδιοτήτων της Ένωσης στον τομέα της ΚΕΠ, η οποία περιλαμβάνει πλέον όχι μόνο όλες τις πτυχές του εμπορίου, αλλά και τις άμεσες ξένες επενδύσεις· υπογραμμίζει το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο είναι πλέον πλήρως αρμόδιο να αποφασίζει από κοινού με το Συμβούλιο σχετικά τη νομοθεσία και την έγκριση των συμφωνιών εμπορίου και επενδύσεων·

56.  υπογραμμίζει τη σημασία που έχει, στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, η συνεργασία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ με ειλικρίνεια και αποτελεσματικότητα κατά την εξέταση της νομοθεσίας και των διεθνών συμφωνιών, με σκοπό την πρόβλεψη των εμπορικών και οικονομικών τάσεων, τον προσδιορισμό των προτεραιοτήτων και επιλογών, τη θέσπιση μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στρατηγικών, τον καθορισμό των εντολών για διεθνείς συμφωνίες, την εξέταση / σύνταξη και έγκριση νομοθετικών διατάξεων και την παρακολούθηση της εφαρμογής εμπορικών και επενδυτικών συμφωνιών, καθώς και των μακροπρόθεσμων πρωτοβουλιών στον τομέα της ΚΕΠ·

57.  υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να συνεχιστεί η διαδικασία ανάπτυξης αποτελεσματικών ικανοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της διάθεσης του απαραίτητου προσωπικού και των αναγκαίων οικονομικών πόρων, προκειμένου να τεθούν ενεργά και να επιτευχθούν οι πολιτικοί στόχοι στον τομέα του εμπορίου και των επενδύσεων και συγχρόνως να εξασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου, η αποτελεσματικότητα της εξωτερικής δράσης της ΕΕ και η τήρηση των αρχών και των στόχων που κατοχυρώνονται στις Συνθήκες·

58.  τονίζει ότι πρέπει να διατίθενται σε συνεχή βάση έγκαιρες, ακριβείς, διεξοδικές και αμερόληπτες πληροφορίες προκειμένου να καθίσταται δυνατή μια υψηλής ποιότητας ανάλυση, η οποία απαιτείται για τη βελτίωση των ικανοτήτων και του αισθήματος ευθύνης των φορέων διαμόρφωσης πολιτικής στο Κοινοβούλιο, πράγμα το οποίο έχει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερες διοργανικές συνέργειες στον τομέα της ΚΕΠ, συγχρόνως δε πρέπει να διασφαλιστεί ότι το Κοινοβούλιο τηρείται πλήρως και επακριβώς ενήμερο σε όλα τα στάδια, συμπεριλαμβανομένης, στο πλαίσιο κατάλληλων διαδικασιών και προϋποθέσεων, της πρόσβασης στα διαπραγματευτικά κείμενα της Ένωσης, η δε Επιτροπή θα πρέπει να ενεργεί κατά τρόπο προορατικό καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να διασφαλίσει τη ροή των πληροφοριών· τονίζει, επιπλέον, τη σημασία της παροχής ενημέρωσης στο Κοινοβούλιο με στόχο την αποτροπή ανεπιθύμητων καταστάσεων, οι οποίες οδηγούν ενδεχομένως σε πιθανές παρανοήσεις μεταξύ των θεσμικών οργάνων, και επικροτεί, στο πλαίσιο αυτό, τις τακτικές ενημερωτικές συναντήσεις τεχνικού χαρακτήρα που διοργανώνει η Επιτροπή για σειρά θεμάτων· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι σε αρκετές περιπτώσεις σημαντικές πληροφορίες διαβιβάζονται στο Κοινοβούλιο μέσω εναλλακτικών διαύλων και όχι από την Επιτροπή·

59.  επαναλαμβάνει την ανάγκη να συνεργάζονται τα θεσμικά όργανα για την εφαρμογή των Συνθηκών, του παραγώγου δικαίου και της συμφωνίας πλαισίου, καθώς και την ανάγκη να εργάζεται η Επιτροπή με ανεξάρτητο και διαφανή τρόπο κατά την προετοιμασία, την έγκριση και την εφαρμογή των νομοθεσίας στον τομέα της ΚΕΠ, και θεωρεί ότι ο ρόλος της είναι κομβικός σε όλη τη διαδικασία·

Συνταγματική δυναμική

(Διοργανικές σχέσεις και διοργανικές συμφωνίες)

60.  τονίζει ότι, δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 1 της ΣΕΕ, η Επιτροπή αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για την επίτευξη διοργανικών συμφωνιών σχετικά με τον ετήσιο και πολυετή προγραμματισμό της Ένωσης· εφιστά την προσοχή στην ανάγκη συμμετοχής σε πρώιμο στάδιο, όχι μόνο του Κοινοβουλίου αλλά και του Συμβουλίου, στην κατάρτιση του ετήσιου προγράμματος εργασίας της Επιτροπής, και τονίζει τη σημασία της διασφάλισης ενός ρεαλιστικού και αξιόπιστου προγραμματισμού ο οποίος να μπορεί να εφαρμοστεί αποτελεσματικά και να αποτελεί τη βάση για διοργανικό προγραμματισμό· εκτιμά ότι, για την ενίσχυση της πολιτικής ευθύνης της Επιτροπής έναντι του Κοινοβουλίου, θα μπορούσε να εξεταστεί το ενδεχόμενο διενέργειας ενδιάμεσης αξιολόγησης της συνολικής εκπλήρωσης της αναγγελθείσας εντολής από την Επιτροπή·

61.  τονίζει ότι το άρθρο 17 παράγραφος 8 της ΣΕΕ καθιερώνει ρητά την αρχή της πολιτικής ευθύνης της Επιτροπής έναντι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία έχει κρίσιμη σημασία για την ορθή λειτουργία του πολιτικού συστήματος της ΕΕ·

62.  τονίζει ότι, με βάση το άρθρο 48 παράγραφος 2 της ΣΕΕ, το Κοινοβούλιο έχει αρμοδιότητα να δρομολογεί τροποποιήσεις στη Συνθήκη, και θα κάνει χρήση του εν λόγω δικαιώματος για να εισαγάγει νέες ιδέες σχετικά με το μέλλον της Ευρώπης και το θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ·

63.  θεωρεί ότι η συμφωνία-πλαίσιο που συνήφθη μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, καθώς και οι τακτικές ενημερώσεις της, είναι ουσιαστικής σημασίας για την ενίσχυση και την ανάπτυξη διαρθρωμένης συνεργασίας μεταξύ των δύο θεσμικών οργάνων·

64.  χαιρετίζει το γεγονός ότι η συμφωνία-πλαίσιο που εγκρίθηκε το 2010 ενίσχυσε σημαντικά την πολιτική ευθύνη της Επιτροπής έναντι του Κοινοβουλίου·

65.  υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι κανόνες για τον διάλογο και την πρόσβαση στις πληροφορίες δημιουργούν τις προϋποθέσεις για πιο διεξοδικό κοινοβουλευτικό έλεγχο των δραστηριοτήτων της Επιτροπής, συμβάλλοντας κατ’ αυτό τον τρόπο στην επί ίσοις όροις αντιμετώπιση του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου από την Επιτροπή·

66.  σημειώνει ότι συγκεκριμένες διατάξεις της ισχύουσας συμφωνίας πλαισίου είναι ανάγκη να συνεχίσουν να εφαρμόζονται και να αναπτύσσονται· εισηγείται την έγκριση, από το απερχόμενο Κοινοβούλιο, των γενικών γραμμών της βελτίωσης αυτής, ώστε οι δέουσες προτάσεις να μπορούν να εξεταστούν από το επόμενο Κοινοβούλιο·

67.  καλεί την Επιτροπή να προβληματιστεί εποικοδομητικά με το Κοινοβούλιο σχετικά με την ισχύουσα συμφωνία πλαίσιο και την εφαρμογή της, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στη διαπραγμάτευση, την έγκριση και την εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών·

68.  είναι της άποψης ότι η εντολή αυτή πρέπει να διερευνήσει πλήρως τις δυνατότητες που παρέχουν οι ισχύουσες Συνθήκες, ώστε να ενισχυθεί η πολιτική ευθύνη της εκτελεστικής εξουσίας και να εξορθολογιστούν οι ισχύουσες διατάξεις περί νομοθετικής και πολιτικής συνεργασίας·

69.  υπενθυμίζει ότι μια σειρά από ζητήματα, όπως οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, τα εκτελεστικά μέτρα, οι εκτιμήσεις επιπτώσεων, η επεξεργασία των νομοθετικών πρωτοβουλιών, και οι κοινοβουλευτικές ερωτήσεις, χρειάζονται ενημέρωση βάσει της εμπειρίας που αποκτήθηκε κατά τη διάρκεια της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου·

70.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι παραμένουν αναπάντητες οι επανειλημμένες εκκλήσεις του για επαναδιαπραγμάτευση της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας του 2003, προκειμένου να ληφθεί υπόψη το νέο νομοθετικό περιβάλλον που δημιουργήθηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, να ενοποιηθούν οι τρέχουσες βέλτιστες πρακτικές και να επικαιροποιηθεί η συμφωνία βάσει του θεματολογίου για έξυπνη νομοθεσία·

71.  καλεί το Συμβούλιο Υπουργών να εκφράσει τη θέση του όσον αφορά τη δυνατότητα συμμετοχής σε μια τριμερή συμφωνία με το Κοινοβούλιο και την Επιτροπή, με στόχο την επίτευξη περαιτέρω προόδου στα ζητήματα που εκτίθενται μέχρι σήμερα στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας·

72.  θεωρεί ότι τα ζητήματα που συνδέονται αποκλειστικά με τις σχέσεις ανάμεσα στο Κοινοβούλιο και την Επιτροπή πρέπει να εξακολουθήσουν να αποτελούν αντικείμενο διμερούς συμφωνίας πλαισίου· τονίζει ότι το Κοινοβούλιο δεν θα συμβιβαστεί με τίποτα λιγότερο από όσα έχουν επιτευχθεί στο πλαίσιο της ισχύουσας συμφωνίας πλαισίου·

73.  θεωρεί ότι μία από τις σοβαρότερες προκλήσεις έναντι του συνταγματικού πλαισίου της Συνθήκης της Λισαβόνας είναι ότι η διακυβερνητική προσέγγιση μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την «κοινοτική μέθοδο», με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση του ρόλου του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής προς όφελος των θεσμικών οργάνων που εκπροσωπούν τις κυβερνήσεις των κρατών μελών·

74.  υπογραμμίζει ότι το άρθρο 2 της ΣΕΕ απαριθμεί τις κοινές αξίες στις οποίες βασίζεται η Ένωση· φρονεί ότι ο σεβασμός των αξιών αυτών θα πρέπει να διασφαλίζεται με τον προσήκοντα τρόπο τόσο από την Ένωση όσο και από τα κράτη μέλη· τονίζει ότι πρέπει να καθιερωθεί το κατάλληλο νομοθετικό και θεσμικό σύστημα για την προστασία των αξιών της Ένωσης·

75.  καλεί όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών να βασισθούν στο νέο θεσμικό και νομικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, έτσι ώστε να σχεδιάσουν μια ολοκληρωμένη εσωτερική πολιτική της Ένωσης στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που να διασφαλίζει αποτελεσματικούς μηχανισμούς λογοδοσίας τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΕ, με τους οποίους θα αντιμετωπίζονται οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

o
o   o

76.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) ΕΕ C 70 Ε της 8.3.2012, σ. 98.
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_ΤΑ(2012)0462.
(3) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0323.
(4) ΕΕ L 304 της 20.11.2010, σ. 47.
(5) ΕΕ C 298 της 30.11.2002, σ. 1.
(6) ΕΕ C 212 E της 5.8.2010, σ. 37.
(7) ΕΕ C 210 της 3.8.2010, σ. 1.
(8) Διοργανική συμφωνία της 20ής Νοεμβρίου 2002 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε ευαίσθητες πληροφορίες του Συμβουλίου στον τομέα της πολιτικής ασφάλειας και άμυνας (ΕΕ C 298 της 30.11.2002, σ. 1).
(9)Βλ.απόφαση του Συμβουλίου 2013/129/ΕΕ της 7ης Μαρτίου 2013 σχετικά με την υπαγωγή της ουσίας 4-μεθυλαμφεταμίνης σε μέτρα ελέγχου, και την εκτελεστική απόφαση του Συμβουλίου 2013/496/ΕΕ της 7ης Οκτωβρίου 2013 σχετικά με την υπαγωγή του 5-(2-αμινοπροπυλο) ινδολίου σε μέτρα ελέγχου.


Ο ρόλος της ιδιοκτησίας και της παραγωγής πλούτου για την εξάλειψη της φτώχειας και την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης
PDF 408kWORD 114k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τον ρόλο της ιδιοκτησίας, των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και της παραγωγής πλούτου για την εξάλειψη της φτώχειας και την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης στις αναπτυσσόμενες χώρες (2013/2026(INI))
P7_TA(2014)0250A7-0118/2014

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ιδίως δε το άρθρο 17 σχετικά με το δικαίωμα στην ιδιοκτησία,

–  έχοντας υπόψη τη Διακήρυξη της Χιλιετίας, της 8ης Σεπτεμβρίου 2000, που καθορίζει τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας (ΑΣΧ), ιδίως δε τους στόχους 1, 3 και 7,

–  έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών συνερχομένων στο πλαίσιο του Συμβουλίου, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, σχετικά με την αναπτυξιακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης: «Η ευρωπαϊκή κοινή αντίληψη», η οποία υπεγράφη στις 20 Δεκεμβρίου 2005, ιδίως δε τις παραγράφους 11 και 92 αυτής,

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 19ης Οκτωβρίου 2004, με τίτλο «Κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για τη στήριξη του σχεδιασμού της πολιτικής γης και των διαδικασιών μεταρρύθμισης αυτής της πολιτικής στις αναπτυσσόμενες χώρες» (COM(2004)0686),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 31ης Μαρτίου 2010, με τίτλο «Πολιτικό πλαίσιο της ΕΕ για την παροχή βοήθειας στις αναπτυσσόμενες χώρες προς αντιμετώπιση της πρόκλησης της επισιτιστικής ασφάλειας» (COM(2010)0127),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 13ης Οκτωβρίου 2011, με τίτλο «Αύξηση του αντίκτυπου της αναπτυξιακής πολιτικής της ΕΕ: ένα πρόγραμμα δράσης για αλλαγή» (COM(2011)0637),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 27ης Φεβρουαρίου 2013, με τίτλο «Αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης για όλους: εξάλειψη της φτώχειας και εξασφάλιση βιώσιμου μέλλοντος για τον κόσμο» (COM(2013)0092),

–  έχοντας υπόψη τις «Κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για την πολιτική γης: Κατευθυντήριες γραμμές για τη στήριξη του σχεδιασμού της πολιτικής γης και των διαδικασιών μεταρρύθμισης αυτής της πολιτικής στις αναπτυσσόμενες χώρες», που εγκρίθηκε από την Επιτροπή τον Νοέμβριο του 2004,

–  έχοντας υπόψη τη μελέτη του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για τους ανθρώπινους οικισμούς (UN-Habitat), του 2008, με τίτλο «Secure Land Rights for All» (Κατοχύρωση δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας για όλους) καθώς και τον Οδηγό του Προγράμματος με τίτλο «How to Develop a Pro-Poor Land Policy: Process, Guide and Lessons» (Πως θα διαμορφώσουμε μια πολιτική γης υπέρ των φτωχών: διαδικασία, καθοδήγηση και διδάγματα),

–  έχοντας υπόψη την από 11 Ιουνίου 2009 έκθεση του ειδικού εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών για το δικαίωμα στη σίτιση, Olivier De Schutter, με τίτλο «Large-scale land acquisitions and leases: a set of core principles and measures to address the human rights challenge» (Μεγάλης κλίμακας αγορές και μισθώσεις γαιών: μια δέσμη βασικών αρχών και μέτρων για την αντιμετώπιση της πρόκλησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων),

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση με τίτλο «Urbanization challenges and poverty reduction in African, Caribbean and Pacific countries» (Οι προκλήσεις της αστικοποίησης και της μείωσης της φτώχειας στα κράτη της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού), η οποία εγκρίθηκε το 2009 στο Ναϊρόμπι της Κένυας,

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση της Παγκόσμιας Διάσκεψης Κορυφής για την Επισιτιστική Ασφάλεια, η οποία εγκρίθηκε στη Ρώμη το 2010,

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση με τίτλο «Making slums history: A worldwide challenge for 2020» (Για να γίνουν οι παραγκουπόλεις παρελθόν: μια παγκόσμια πρόκληση για το 2020), που εγκρίθηκε κατά τη Διεθνή Διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο Ραμπάτ του Μαρόκου από τις 26 έως τις 28 Νοεμβρίου 2012,

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση με τίτλο «Sustainable Urbanisation as Response to Urban Poverty Eradication» (Βιώσιμη αστικοποίηση με στόχο την εξάλειψη της φτώχειας), η οποία εγκρίθηκε κατά τη 2η τριμερή διάσκεψη ΑΚΕ- Ευρωπαϊκής Επιτροπής-Προγράμματος Habitat του ΟΗΕ που πραγματοποιήθηκε στο Κιγκάλι της Ρουάντα από τις 3 έως τις 6 Σεπτεμβρίου 2013,

–  έχοντας υπόψη τη διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των αυτόχθονων πληθυσμών (UNDRIP) και τη σύμβαση για τους αυτόχθονες και νομαδικούς πληθυσμούς (αριθ. 169) του 1989, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO),

–  έχοντας υπόψη τις αρχές για υπεύθυνες γεωργικές επενδύσεις που σέβονται τα δικαιώματα, τα μέσα διαβίωσης και τους πόρους (PRAI), τις προαιρετικές κατευθυντήριες γραμμές για την υπεύθυνη διαχείριση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος γης, αλιευμάτων και δασών στο πλαίσιο της εθνικής επισιτιστικής ασφάλειας του Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας (FAO) του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, καθώς και το πλαίσιο και τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την πολιτική γης στην Αφρική (ALPFG), όπως εκπονήθηκαν από την Αφρικανική Ένωση,

–  έχοντας υπόψη τις συστάσεις της ειδικής ομάδας υψηλού επιπέδου για την αναπτυξιακή ατζέντα μετά το 2015 περί προσθήκης ενός στόχου σχετικά με τη διαχείριση της εγγείου ιδιοκτησίας για τις γυναίκες και τους άνδρες και περί αναγνώρισης του δικαιώματος των γυναικών και των κοριτσιών να έχουν, μεταξύ άλλων, «ίσα δικαιώματα σε σχέση με την ιδιοκτησία γης και άλλων περιουσιακών στοιχείων»,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 27ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με ένα πλαίσιο πολιτικής της ΕΕ για την παροχή βοήθειας στις αναπτυσσόμενες χώρες προς αντιμετώπιση της πρόκλησης της επισιτιστικής ασφάλειας(1),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ανάπτυξης και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A7-0118/2014),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ως δικαιώματα ιδιοκτησίας δύνανται να οριστούν οι κανόνες που ρυθμίζουν τους όρους βάσει των οποίων μεμονωμένοι ενδιαφερόμενοι, κοινότητες, δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς αποκτούν και διατηρούν πρόσβαση σε υλικά και άυλα περιουσιακά στοιχεία μέσω της επίσημης νομοθεσίας ή εθιμικών διατάξεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το UN-Habitat, η έγγειος ιδιοκτησία μπορεί να βασίζεται σε επίσημους (απόλυτη κυριότητα, μίσθωση, ιδιωτική ή δημόσια ενοικίαση), εθιμικούς ή θρησκευτικούς κανόνες· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για την πολιτική γης, τα δικαιώματα εγγείου ιδιοκτησίας δεν περιορίζονται πάντα στην ιδιωτική ιδιοκτησία υπό την αυστηρή έννοια του όρου, αλλά μπορούν να ισορροπούν ποικιλοτρόπως μεταξύ ιδιωτικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων και συλλογικών κανονισμών σε διάφορα επίπεδα·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι 1,2 δισεκατομμύρια άνθρωποι σε όλο το κόσμο διαμένουν σε ιδιοκτησίες για τις οποίες δεν κατέχουν επίσημα δικαιώματα και ζουν χωρίς μόνιμη κατοικία ή πρόσβαση σε γη· λαμβάνοντας ειδικότερα υπόψη ότι ποσοστό μεγαλύτερο του 90% του αγροτικού πληθυσμού της υποσαχάριας Αφρικής (όπου 370 εκατομμύρια άνθρωποι θεωρούνται φτωχοί) έχουν πρόσβαση σε γη και σε φυσικούς πόρους μέσω νομικά επισφαλών εθιμικών και άτυπων συστημάτων εγγείου ιδιοκτησίας·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο συνολικός μη ρυθμιζόμενος από τον νόμο και μη καταχωρισμένος πλούτος εκτιμάται ότι υπερβαίνει τα 9,3 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, ποσό 93 φορές μεγαλύτερο από το συνολικό ύψος της εξωτερικής βοήθειας που χορηγήθηκε προς τις αναπτυσσόμενες χώρες τα τελευταία 30 χρόνια·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, αν και ο ΑΣΧ 7 (Στόχος 11) για τη βελτίωση της ζωής 100 εκατομμυρίων κατοίκων παραγκουπόλεων έως το 2020 έχει επιτευχθεί, ο αριθμός των κατοίκων των παραγκουπόλεων (υπολογιζόμενος σε 863 εκατομμύρια το 2012) σε απόλυτες τιμές συνεχίζει να αυξάνεται· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το UN-Habitat, οι άνθρωποι που διαμένουν σε παραγκουπόλεις ανέρχονται τουλάχιστον σε ένα δισεκατομμύριο και ότι αναμένεται να αυξηθούν σε τρία δισεκατομμύρια έως το 2050· λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 11 του Διεθνούς Συμφώνου για τα οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά δικαιώματα αναγνωρίζεται οικουμενικό δικαίωμα στη στέγαση και στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στις αγροτικές περιοχές, περίπου 200 εκατομμύρια άτομα (σχεδόν το 20% των φτωχών του πλανήτη) δεν έχουν πρόσβαση σε επαρκή έκταση γης ώστε να εξασφαλίζουν τα προς το ζην· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αγροτική γη δέχεται πολλαπλές πιέσεις, όπως είναι η αύξηση του πληθυσμού, οι αλλαγές της χρήσης γης, οι εμπορικές επενδύσεις, η υποβάθμιση του περιβάλλοντος εξαιτίας της ξηρασίας, της διάβρωσης του εδάφους και της εξάντλησης των θρεπτικών συστατικών καθώς και οι φυσικές καταστροφές και οι συγκρούσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι αναγκαίο να κατοχυρωθούν τα δικαιώματα εγγείου ιδιοκτησίας προκειμένου να ενισχυθεί η κοινωνική σταθερότητα μέσω της μείωσης της αβεβαιότητας και των εδαφικών διενέξεων·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ιδιώτες επενδυτές και κυβερνήσεις δείχνουν αυξανόμενο ενδιαφέρον για την αγορά ή τη μακροχρόνια εκμίσθωση μεγάλων εκτάσεων καλλιεργήσιμης γης κυρίως σε αναπτυσσόμενες χώρες της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η αυθαίρετη κατανομή γαιών από τις πολιτικές αρχές ευνοεί τη διαφθορά, την ανασφάλεια, τη φτώχεια και τη βία·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ζητήματα διαχείρισης της γης συνδέονται στενά με τις κύριες προκλήσεις του 21ου αιώνα, δηλαδή την επισιτιστική ασφάλεια, την ανεπάρκεια ενεργειακών πόρων, την αστική ανάπτυξη και την αύξηση του πληθυσμού, την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, την κλιματική αλλαγή, τις φυσικές καταστροφές και την επίλυση των συγκρούσεων, καθιστώντας ακόμη μεγαλύτερη την ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα σε μια ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση του καθεστώτος εγγείου ιδιοκτησίας·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου 1,4 δισεκατομμύρια εκτάρια σε ολόκληρο το κόσμο διέπονται από εθιμικούς κανόνες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δομές εγγείου ιδιοκτησίας στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους και ότι οι τοπικές, εθιμικές ρυθμίσεις που έχουν θεσπισθεί, είτε πρόκειται για απόλυτη κυριότητα είτε για κοινή ιδιοκτησία, δεν μπορούν να αγνοηθούν όταν επιχειρείται η τυπική αναγνώριση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας γης·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύμβαση για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (CEDAW) ορίζει ότι οι γυναίκες και οι σύζυγοι έχουν ίσα δικαιώματα όσον αφορά την ιδιοκτησία και την απόκτηση ιδιοκτησίας, λαμβάνοντας εντούτοις υπόψη ότι, σε πολλά συστήματα εγγείου ιδιοκτησίας και δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, ασκούνται διακρίσεις σε βάρος των γυναικών είτε σε τυπικό, είτε σε πρακτικό επίπεδο·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των γυναικών, η ασφαλής τους πρόσβαση σε γη και η πρόσβασή τους σε αποταμιεύσεις και πιστώσεις δεν αναγνωρίζονται κοινωνικά· λαμβάνοντας υπόψη ότι, ξεκινώντας από τέτοια μειονεκτική θέση, είναι ιδιαίτερα δύσκολο για τις γυναίκες να διεκδικήσουν νομικά τα δικαιώματα ιδιοκτησίας τους, και ιδίως τα δικαιώματα στην κληρονομιά·

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ιδίως τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των γυναικών στις αναπτυσσόμενες χώρες παραβιάζονται με τις ολοένα και πιο συχνές αγορές γης σε μεγάλη κλίμακα από ανεπτυγμένες χώρες σε βάρος των αναπτυσσόμενων χωρών για εμπορικούς ή για στρατηγικούς λόγους, όπως είναι η γεωργική παραγωγή, η επισιτιστική ασφάλεια και η παραγωγή ενέργειας και βιοκαυσίμων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες στερούνται συχνά τη δυνατότητα νομικής αρωγής και εκπροσώπησης που θα τους επέτρεπε να προσφεύγουν επιτυχώς κατά παραβιάσεων των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας σε αναπτυσσόμενες χώρες·

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, για να μειωθεί η φτώχεια, είναι σημαντικό να εξασφαλιστούν τα δικαιώματα εγγείου ιδιοκτησίας των γυναικών, δεδομένου του ρόλου τους ως παραγωγών τροφίμων στις αγροτικές και στις περιαστικές περιοχές και της ευθύνης τους για τη σίτιση των μελών της οικογένειας· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες, οι οποίες αποτελούν το 70% του αγροτικού πληθυσμού της Αφρικής, κατέχουν επίσημα μόλις το 2% της γης· λαμβάνοντας υπόψη ότι από πρόσφατα προγράμματα στην Ινδία, την Κένυα, την Ονδούρα, την Γκάνα, τη Νικαράγουα και το Νεπάλ έχει προκύψει το συμπέρασμα ότι τα νοικοκυριά με αρχηγό γυναίκα έχουν μεγαλύτερη επισιτιστική ασφάλεια, καλύτερη υγειονομική περίθαλψη και δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στην εκπαίδευση σε σύγκριση με τα νοικοκυριά που έχουν αρχηγό άνδρα·

ΙΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι πάνω από το 60% των ανθρώπων που βρίσκονται σε χρόνια κατάσταση πείνας είναι γυναίκες και κορίτσια και ότι, στις αναπτυσσόμενες χώρες, το 60-80% της τροφής παράγεται από γυναίκες(2)·

ΙΕ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου 370 εκατομμύρια αυτόχθονες παγκοσμίως διατηρούν ισχυρές πνευματικές, πολιτιστικές, κοινωνικές και οικονομικές σχέσεις με τα παραδοσιακά τους εδάφη, τα οποία τελούν συνήθως υπό τη διαχείριση της κοινότητας·

ΙΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 17 της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου αναγνωρίζει σε κάθε άτομο, μόνο του ή μαζί με άλλους, το δικαίωμα της ιδιοκτησίας και ορίζει ότι από κανέναν δεν μπορεί να αφαιρείται αυθαιρέτως η ιδιοκτησία του·

ΙΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, όσον αφορά την πρόσβαση των αυτόχθονων πληθυσμών σε γη, έχουν θεσπιστεί ειδικές μορφές προστασίας σύμφωνα με τη Σύμβαση αριθ. 169 της ΔΟΕ και σύμφωνα με τη διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των αυτόχθονων πληθυσμών·

ΙΗ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 10 της διακήρυξης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των αυτόχθονων πληθυσμών εγγυάται το δικαίωμα των αυτόχθονων πληθυσμών να μην εκδιώκονται με τη βία από την ιδιοκτησία ή τα εδάφη τους και να μην μετακινούνται χωρίς την ελεύθερη, προηγούμενη και συνειδητή συναίνεσή τους και μόνο αφού έχει προηγηθεί συμφωνία για μια ορθή και δίκαιη αποζημίωση, ενώ, όπου είναι δυνατό, τους αναγνωρίζει το δικαίωμα επιστροφής·

Δικαιώματα επί της γης, συμπεριλαμβανομένων των δικαιώματων ιδιοκτησίας, και παραγωγή πλούτου

1.  εκτιμά ότι η καταχώριση δικαιωμάτων επί της γης και η εξασφάλιση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας λειτουργεί καταλυτικά για την οικονομική ανάπτυξη, ενώ παράλληλα λειτουργεί ως παράγοντας κοινωνικής συνοχής και προώθησης της ειρήνης·

2.  τονίζει ότι η κατοχύρωση των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας και η μεγαλύτερη ισότητα κατά την πρόσβαση σε γη δημιουργεί μια ασφαλή βάση για τα μέσα διαβίωσης, για οικονομικές ευκαιρίες και, στις αγροτικές περιοχές, για την οικιακή παραγωγή τροφίμων·

3.  υπογραμμίζει ότι, πέραν της χορήγησης μεμονωμένων τίτλων ιδιοκτησίας, πρέπει να αναγνωρισθούν και διάφορες εναλλακτικές δυνατότητες εγγείου ιδιοκτησίας, όπως π.χ. η έγγειος ιδιοκτησία που βασίζεται σε εθιμικά συστήματα, ώστε να κατοχυρωθούν νομικά τα δικαιώματα πρόσβασης σε οικοδομήσιμες εκτάσεις, γεωργικές εκτάσεις και φυσικούς πόρους, όπως υποστηρίζει και το UN-Habitat·

4.  τονίζει ότι η ασφάλεια των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας για τους ιδιοκτήτες μικρών εκτάσεων, οι οποίοι αποτελούν το 95% των δυνητικών ιδιοκτητών γης στις αναπτυσσόμενες χώρες, τονώνει τις τοπικές οικονομίες, αυξάνει την επισιτιστική ασφάλεια, μειώνει τη μετανάστευση και λειτουργεί ανασχετικά στην αστικοποίηση μέσω παραγκουπόλεων· επισημαίνει ότι στην Αιθιοπία, για παράδειγμα, όπου έχουν θεσπιστεί δικαιώματα ιδιοκτησίας, η παραγωγικότητα αυξήθηκε έως και κατά 40% ανά ακρ σε μία τριετία, λόγω μόνον αυτής της αλλαγής(3)·

5.  σημειώνει με ανησυχία ότι οι πολιτιστικές παραδόσεις θέλουν συχνά τις γυναίκες να εξαρτώνται από τους άνδρες συγγενείς τους για την κατοχύρωση της εγγείου ιδιοκτησίας και να μην έχουν νομική προστασία· τονίζει τις διεθνείς υποχρεώσεις των κρατών να διασφαλίσουν ελάχιστα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα, μεταξύ άλλων την υποχρέωση των κυβερνήσεων να μεριμνούν ώστε η διαχείριση της γης να μην δημιουργεί διακρίσεις, σε βάρος κυρίως των γυναικών και των φτωχών, και να μην παραβιάζει άλλα ανθρώπινα δικαιώματα·

6.  υπογραμμίζει ότι η παροχή της δυνατότητας στους πολίτες να αποφασίζουν οι ίδιοι για τους πόρους τους, σε συνδυασμό με τη θέσπιση επίσημων κληρονομικών διατάξεων, παροτρύνει εμφατικά τους ιδιοκτήτες μικρών εκτάσεων να επενδύουν με βιώσιμο τρόπο στη γη τους, να εφαρμόζουν πρακτικές άρδευσης και καλλιέργειας σε αναβαθμίδες και να προσπαθούν να αμβλύνουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής· παρατηρεί σχετικά ότι, σύμφωνα με μελέτες, ένα νοικοκυριό με πλήρως κατοχυρωμένη και μεταβιβάσιμη γη, εκτιμάται ότι έχει 59,8 % περισσότερες πιθανότητες να επενδύσει σε αναβαθμίδες καλλιέργειας έναντι ενός άλλου νοικοκυριού που αναμένει αναδιανομή της γης στο χωριό την ερχόμενη πενταετία·

7.  τονίζει ότι όταν ένα πρόσωπο κατέχει τίτλους ιδιοκτησίας γης μπορεί να δανειστεί χρήματα με λογικό επιτόκιο, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ίδρυση και την ανάπτυξη μιας επιχείρησης· τονίζει ότι η προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας μπορεί να προαγάγει ένα ανταγωνιστικό επιχειρηματικό περιβάλλον στο οποίο μπορεί να αναπτυχθεί το πνεύμα επιχειρηματικότητας και καινοτομίας·

8.  αναγνωρίζει ότι η πρόκληση είναι να υπερκεραστεί η δυσαρμονία μεταξύ του νόμιμου, του θεμιτού και των παραδοσιακών πρακτικών, μέσω της θέσπισης μηχανισμών εγγείου ιδιοκτησίας που θα βασίζονται σε κοινούς κανόνες ξεκινώντας από την αναγνώριση των υφιστάμενων δικαιωμάτων και διασφαλίζοντας παράλληλα ότι άνδρες και γυναίκες, καθώς και εύθραυστες κοινότητες σε αναπτυσσόμενες χώρες, έχουν κατοχυρωμένα δικαιώματα σε εκτάσεις γης και σε περιουσιακά στοιχεία και προστατεύονται πλήρως από κατεστημένα συμφέροντα που θα μπορούσαν να κατασχέσουν την ιδιοκτησία τους·

9.  καταδικάζει απερίφραστα την πρακτική της αρπαγής γαιών, η οποία αφαιρεί γη παρανόμως, κυρίως από τον φτωχό αγροτικό και από τον παραδοσιακά νομαδικό πληθυσμό, χωρίς την παροχή της αρμόζουσας αποζημίωσης· επισημαίνει ότι τουλάχιστον 32 εκατομμύρια εκτάρια γης ανά τον κόσμο αποτέλεσαν αντικείμενο τουλάχιστον 886 διεθνικών συμφωνιών απόκτησης γαιών μεγάλης κλίμακας την περίοδο 2000-2013(4)· επισημαίνει ότι ο αριθμός αυτός ενδέχεται να είναι σημαντικά μικρότερος από τον πραγματικό αριθμό των συμφωνιών απόκτησης γαιών μεγάλης κλίμακας που έχουν συναφθεί·

10.  ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο των πολιτικών τους για την βοήθεια για την ανάπτυξη, να λαμβάνουν υπόψη τις διαδικασίες αγορών μεγάλων αγροτεμαχίων από επενδυτές ανεπτυγμένων χωρών σε αναπτυσσόμενες χώρες, κυρίως της αφρικανικής ηπείρου, οι οποίες πλήττουν τους τοπικούς αγρότες και έχουν καταστροφικές επιπτώσεις στις γυναίκες και τα παιδιά, με στόχο την προστασία τους από τη φτώχεια, την πείνα και την αναγκαστική απομάκρυνση από τον τόπο και τη γη τους·

11.  επισημαίνει ότι η κατάργηση των δημόσιων κινήτρων για την παραγωγή βιοκαυσίμων που βασίζονται σε εδώδιμες καλλιέργειες, καθώς και των επιδοτήσεων, συνιστά ένα τρόπο καταπολέμησης της αρπαγής γαιών·

12.  υπενθυμίζει ότι όταν τα δικαιώματα εγγείου ιδιοκτησίας δεν είναι κατοχυρωμένα και η διαχείριση της γης είναι ανεπαρκής, προκύπτουν σημαντικοί κίνδυνοι για τις τοπικές κοινότητες όσον αφορά τη διατροφική ασφάλεια, καθώς και κίνδυνος εκτοπισμού και έξωσης γεωργών και βοσκών· παροτρύνει συνεπώς τα κράτη μέλη της ΕΕ να στηρίξουν τις εθνικές δυνατότητες των αναπτυσσόμενων χωρών για την ενίσχυση του συστήματος διακυβέρνησής τους·

13.  υπογραμμίζει ότι τόσο στο διεθνές σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, όσο και στο διεθνές σύμφωνο για τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα αναγνωρίζεται το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, το οποίο ορίζεται ως το δικαίωμα όλων των λαών να χρησιμοποιούν ελεύθερα τον φυσικό πλούτο και τους πόρους τους και ότι, σε αμφότερα τα σύμφωνα, δηλώνεται ότι κανένας άνθρωπος δεν πρέπει να στερείται τα μέσα διαβίωσής του· επισημαίνει, ως εκ τούτου, ότι η διαπραγμάτευση για την εκμίσθωση ή την αγορά γαιών σε μεγάλη κλίμακα πρέπει να προϋποθέτει διαφάνεια, ενημέρωση και επαρκή συμμετοχή των τοπικών κοινοτήτων τις οποίες αφορούν απόπειρες εκμίσθωσης ή αγοράς γαιών, καθώς επίσης και λογοδοσία για τη χρήση των εσόδων, από τα οποία πρέπει να επωφεληθεί ο τοπικός πληθυσμός·

14.  ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ελέγξουν, στο πλαίσιο του ΟΗΕ, τις επιπτώσεις των αγορών αυτών στην απερήμωση γεωργικών εκτάσεων, στην απώλεια του δικαιώματος κατοικίας και ιδιοκτησίας για τις γυναίκες, ιδίως για όσες δεν έχουν σύντροφο ή είναι αρχηγοί οικογενειών, στην επισιτιστική ασφάλεια και στη συντήρηση των ιδίων, των παιδιών τους και των ατόμων που εξαρτώνται από αυτές·

15.  τονίζει ότι οι επενδυτικές συμφωνίες εκμίσθωσης ή αγοράς γης μεγάλης κλίμακας πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη το δικαίωμα των τωρινών χρηστών γης, καθώς και τα δικαιώματα των εργαζομένων που απασχολούνται στα αγροκτήματα· είναι της άποψης ότι οι υποχρεώσεις των επενδυτών πρέπει να καθορίζονται με σαφείς όρους και να είναι εφαρμοστέες, π.χ. με βάση τη θέσπιση μηχανισμών επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· θεωρεί ότι όλες οι συμφωνίες αγοράς γης πρέπει να περιλαμβάνουν επίσης μια νομική υποχρέωση που προβλέπει ότι ένα ελάχιστο ποσοστό της καλλιέργειας θα διατίθεται στην τοπική αγορά·

Χάρτης πορείας για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων επί της γης, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, και της βιώσιμης διαχείρισης της γης στις αναπτυσσόμενες χώρες

16.  υπογραμμίζει το γεγονός ότι ο αναδασμός απαιτεί ευελιξία, προσαρμογή στις τοπικές, κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες, όπως είναι οι παραδοσιακές μορφές κοινοτικής ιδιοκτησίας, και πρέπει να εστιάζονται στην ενίσχυση της θέσης των πλέον ευάλωτων ομάδων·

17.  υπογραμμίζει ότι η συνύπαρξη εθιμικών καθεστώτων εγγείου ιδιοκτησίας και έξωθεν επιβεβλημένων αποικιοκρατικών προτύπων αποτελεί μία από τις βασικές αιτίες της ενδημικής ανασφάλειας που χαρακτηρίζει την έγγειο ιδιοκτησία στις αναπτυσσόμενες χώρες· τονίζει, ως εκ τούτου, την επιτακτική ανάγκη να αναγνωρισθεί η νομιμότητα των εθιμικών ρυθμίσεων εγγείου ιδιοκτησίας οι οποίες εκχωρούν θεσμοθετημένα δικαιώματα σε πρόσωπα και κοινότητες και εμποδίζουν την αφαίρεση ιδιοκτησίας και την παραβίαση των δικαιωμάτων επί της γης, πρακτικές ευρέως διαδεδομένες κυρίως στις αφρικανικές κοινότητες και στους πολυάριθμους αυτόχθονες πληθυσμούς της Λατινικής Αμερικής·

18.  τονίζει ότι η νομική ρύθμιση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των καταληψιών στέγης έχει σημαντικό αντίκτυπο στις επενδύσεις κατοικίας, καθώς μελέτες δείχνουν ότι το ποσοστό ανακαίνισης κατοικιών αυξάνεται τουλάχιστον κατά 66%·

19.  συγχαίρει τη Ρουάντα για την πρόοδο που έχει σημειώσει στον τομέα της διαχείρισης της γης με αποτέλεσμα να καταστεί δυνατή η κτηματογράφηση ολόκληρης της χώρας σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα·

20.  τάσσεται κατά της εφαρμογής μιας ενιαίας προσέγγισης για την κατοχύρωση της εγγείου ιδιοκτησίας· υπογραμμίζει ότι οι επίσημες υπηρεσίες διαχείρισης γης είναι πιο αποτελεσματικές όταν παρέχονται σε τοπικό επίπεδο· θεωρεί ότι η αποτελεσματική κατοχύρωση των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας μπορεί, συνεπώς, να εξαρτάται από τη μεταρρύθμιση των κεντρικών κρατικών οργανισμών κτηματολογίου με στόχο την εκχώρηση αρμοδιοτήτων σε τοπικά και παραδοσιακά θεσμικά όργανα· εκτιμά ότι η αναγνώριση τίτλων ιδιοκτησίας μπορεί να βελτιωθεί με τη μηχανοργάνωση των αρχείων ιδιοκτησίας και των κτηματολογικών συστημάτων·

21.  υπενθυμίζει ότι η γεωργία εξακολουθεί να αποτελεί τη βασική πηγή βιοπορισμού, συντήρησης και επισιτιστικής ασφάλειας του κοινοτήτων της υπαίθρου· επισημαίνει, ωστόσο, ότι οι αγροτικές εκτάσεις δέχονται πολλαπλές πιέσεις από την αύξηση του πληθυσμού, την αλλαγή των χρήσεων της γης, τις εμπορικές επενδύσεις και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος εξαιτίας της ξηρασίας, της διάβρωσης του εδάφους και της εξάντλησης των θρεπτικών συστατικών καθώς και εξαιτίας των φυσικών καταστροφών και των συγκρούσεων· φρονει επ`αυτού ότι η κατοχύρωση των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας του αγροτικού πληθυσμού κρίνεται απαραίτητη για την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της χιλιετίας (ΑΣΧ)· είναι της άποψης ότι διάφορα μέσα πολιτικής μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων και ότι τα μέσα αυτά πρέπει να προσαρμοστούν στις τοπικές συνθήκες·

22.  πιστεύει ότι οι κρατικοί αξιωματούχοι πρέπει αρχικά να εντοπίσουν τα ήδη υπάρχοντα συστήματα εγγείου ιδιοκτησίας και διαχείρισης της γης και στη συνέχεια να βασιστούν σε αυτά τα συστήματα προς όφελος των φτωχών και ευάλωτων κοινωνικών ομάδων·

23.  πιστεύει ότι η αποκέντρωση της διαχείρισης της γης ενισχύει τη θέση των κατά τόπους κοινοτήτων και ατόμων και εφιστά προσοχή στην ανάγκη να εκλείψουν οι πρακτικές διαφθοράς που επιβάλλουν τοπικοί αρχηγοί μέσω συμφωνιών με ξένους επενδυτές και οι διεκδικήσεων μη καταχωρισμένων αγροτεμαχίων·

24.  τονίζει ότι οποιαδήποτε αλλαγή στη χρήση της γης πρέπει να πραγματοποιείται αποκλειστικά και μόνο με την ελεύθερη συναίνεση των ενδιαφερόμενων τοπικών κοινοτήτων εφόσον προηγουμένως έχουν ενημερωθεί για το θέμα αυτό· υπενθυμίζει ότι έχουν θεσπιστεί ειδικές μορφές προστασίας των δικαιωμάτων των αυτόχθονων πληθυσμών σχετικά με την έγγειο ιδιοκτησία βάσει του διεθνούς δικαίου· επιμένει ότι, σύμφωνα με τη διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των αυτόχθονων πληθυσμών, τα κράτη πρέπει να παρέχουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς και ένδικα μέσα για την πρόληψη οποιασδήποτε ενέργειας έχει ως σκοπό ή ως αποτέλεσμα την αφαίρεση ιδιοκτησίας από τους αυτόχθονες πληθυσμούς και την απομάκρυνσή τους από τη γη τους, τα εδάφη τους και τους πόρους τους·

25.  σημειώνει ότι το περιορισμένο ποσοστό καταχωρισμένων γαιών στην Αφρική (10%) έχει καταγραφεί μέσω απηρχαιωμένων συστημάτων που είναι επιρρεπή στο σφάλμα· υπογραμμίζει το γεγονός ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας(5), οι 27 οικονομίες που εκσυγχρόνισαν τα κτηματολόγιά τους την τελευταία επταετία πέτυχαν μείωση του μέσου χρόνου μεταβίβασης ιδιοκτησίας κατά το ήμισυ, αυξάνοντας με αυτό το τρόπο τη διαφάνεια, περιορίζοντας τη διαφθορά και απλουστεύοντας την είσπραξη προσόδων· τονίζει ότι σημαντική προτεραιότητα της αναπτυξιακής πολιτικής πρέπει να είναι η θέσπιση και η βελτίωση των κτηματολογίων στις αναπτυσσόμενες χώρες·

26.  υπενθυμίζει ότι η κατοχύρωση της εγγείου ιδιοκτησίας μπορεί να διαφυλαχθεί με διάφορες μορφές, υπό την προϋπόθεση ότι τα δικαιώματα των χρηστών γης και των ιδιοκτητών καθίστανται σαφή: υπενθυμίζει ότι, πέραν της χορήγησης επίσημων τίτλων, η κατοχύρωση της εγγείου ιδιοκτησίας μπορεί να επιτευχθεί μέσω σαφών, μακροπρόθεσμων συμβάσεων εκμίσθωσης ή μέσω της επίσημης αναγνώρισης των εθιμικών δικαιωμάτων και των άτυπων οικισμών καθώς και μέσω προσβάσιμων και αποτελεσματικών μηχανισμών επίλυσης διαφορών· ζητεί από την ΕΕ να στηρίξει την ανάπτυξη ικανοτήτων και τα προγράμματα κατάρτισης στη διαχείριση της γης με στόχο την κατοχύρωση των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας για τις φτωχές και ευάλωτες ομάδες μέσω της τοπογραφικής αποτύπωσης για κτηματολόγιο, της καταχώρισης τίτλων, καθώς και μέσω προσπαθειών εξοπλισμού των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στις αναπτυσσόμενες χώρες·

27.  ζητεί από την ΕΕ να ενισχύσει την ικανότητα των δικαστηρίων στις αναπτυσσόμενες χώρες προκειμένου να εφαρμόζεται αποτελεσματικά ο νόμος περί ιδιοκτησίας με σκοπό την επίλυση κτηματικών διαφορών και τη διαχείριση των απαλλοτριώσεων στο πλαίσιο μιας ολιστικής προσέγγισης που επιδιώκει την εδραίωση των δικαστικών συστημάτων και του κράτους δικαίου·

28.  ζητεί από την ΕΕ να στηρίξει τις αναπτυσσόμενες χώρες στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων του καθεστώτος εγγείου ιδιοκτησίας με στόχο ιδίως την προώθηση της συμμετοχής όλων των ενδιαφερόμενων και σε συνδυασμό με την εφαρμογή προγραμμάτων ευαισθητοποίησης, διασφαλίζοντας τον πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων όλων των πλευρών, ιδίως δε των φτωχών και των ευάλωτων· αναφέρει το παράδειγμα της Μαδαγασκάρης και των τοπικών υπηρεσιών κτηματολογίου, όπου απλές, τοπικές πρωτοβουλίες διευκόλυναν σε μεγάλο βαθμό την καταχώριση των τίτλων εγγείου ιδιοκτησίας·

29.  τονίζει ότι η χάραξη υγιών δημοσιονομικών πολιτικών στις αναπτυσσόμενες χώρες μέσω της προώθησης της καταχώρισης γαιών και της θέσπισης διαδικασιών αποτίμησης αυξάνει σημαντικά τα ετήσια έσοδα από κτηματικές συναλλαγές, όπως στην περίπτωση της Ταϊλάνδης, όπου τα εν λόγω έσοδα εξαπλασιάστηκαν σε διάστημα δεκαετίας·

30.  επισημαίνει ότι η επίσημη αναγνώριση των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας των γυναικών δεν συνεπάγεται αυτόματα την αποτελεσματική ενεργοποίηση των δικαιωμάτων αυτών· καλεί την ΕΕ, στο πλαίσιο των προγραμμάτων της για την αγροτική μεταρρύθμιση, να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στο γεγονός ότι οι γυναίκες είναι ευάλωτες στις αλλαγές των οικογενειακών δομών, να εξετάσει κατά πόσον οι γυναίκες είναι σε θέση να επιβάλουν τα δικαιώματά τους και να διασφαλίσει ότι, στην πράξη, αναγράφονται τα ονόματα και των δύο συζύγων στους τίτλους ιδιοκτησίας κάθε νοικοκυριού·

31.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν, στις αναπτυξιακές και ανθρωπιστικές τους πολιτικές, ότι οι εν λόγω αναπτυσσόμενες χώρες θα θεσπίσουν νομοθετικά μέτρα για να προωθήσουν την ισότητα των φύλων και την πρόληψη των διακρίσεων όσον αφορά τα δικαιώματα ιδιοκτησίας λόγω εθνοτικής καταγωγής, φυλής και οικογενειακής κατάστασης, και να εξετάσουν τον τρόπο με τον οποίο θα εξαλειφθούν οι σημαντικοί κοινωνικοί, πολιτικοί και πολιτιστικοί περιορισμοί κατά την απόκτηση δικαιωμάτων γης·

32.  ζητεί από τις αντιπροσωπείες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις αναπτυσσόμενες χώρες να παρακολουθούν την κατάσταση που επικρατεί ώστε να μην παραβιάζονται τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των γυναικών και να προστατεύονται αυτές από τους σχετικούς κινδύνους·

33.  ζητεί από την ΕΕ να στηρίξει τις προσπάθειες των αναπτυσσόμενων χωρών όσον αφορά τη μεταρρύθμιση των αγορών εκμίσθωσης γης προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση των φτωχών ομάδων στη γη και να προωθηθεί η ανάπτυξη, αποφεύγοντας παράλληλα τις υπερβολικές απαγορεύσεις στις αγορές χρηματοδοτικής μίσθωσης·

Τα δικαιώματα επί της γης, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, στο επίκεντρο της αναπτυξιακής πολιτικής της ΕΕ

34.  υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι μεγάλης κλίμακας αγορές γαιών στις αναπτυσσόμενες χώρες αποτελούν άμεση συνέπεια της αναποτελεσματικής διαχείρισης της γης στις εν λόγω χώρες· τονίζει ότι η βοήθεια της ΕΕ πρέπει να συμβάλει στην οικοδόμηση των θεσμικών δυνατοτήτων που απαιτούνται για την ασφαλή κατοχύρωση δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η προσοδοθηρία, η γραφειοκρατική αδράνεια καθώς και οι πρακτικές που οφείλονται στη διαφθορά και στην έλλειψη λογοδοσίας·

35.  επιδοκιμάζει τη συμμετοχή της ΕΕ σε παγκόσμιες πρωτοβουλίες στον τομέα της διαχείρισης της γης· υπογραμμίζει ότι, όντας πρωταγωνιστής παγκόσμιας κλίμακας σε θέματα ανάπτυξης, η ΕΕ έχει τη δυνατότητα να ενισχύσει την σημερινή, περιορισμένη προσέγγισή της τόσο από άποψη εμβέλειας όσο και από άποψη προβολής, προκειμένου να επιλυθούν τα προβλήματα στου τομέα της εγγείου ιδιοκτησίας·

36.  επισημαίνει ότι, παράλληλα με τη βελτίωση των συστημάτων ιδιοκτησίας στις αναπτυσσόμενες χώρες, η ΕΕ πρέπει να διασφαλίσει ότι οι πολίτες έχουν πρόσβαση στα συστήματα κοινωνικής προστασίας και ασφάλισης προκειμένου να μπορούν να προστατεύσουν τα μέσα διαβίωσής τους και τα περιουσιακά τους στοιχεία σε περίπτωση καταστροφής ή αιφνιδιαστικής αλλαγής·

37.  ζητεί την εφαρμογή των προαιρετικών κατευθυντήριων γραμμών για την υπεύθυνη διαχείριση της εγγείου ιδιοκτησίας, αλιευμάτων και δασών·

38.  παροτρύνει την Επιτροπή να θεσπίσει μια σαφώς προδιορισμένη γραμμή προϋπολογισμού για τη μετάβαση από μια προοπτική μικρής κλίμακας σε μια μεταρρύθμιση της διαχείρισης της γης μακροπρόθεσμου χαρακτήρα, με στόχο τον εκσυγχρονισμό του καθεστώτος εγγείου ιδιοκτησίας·

39.  τονίζει ότι η πρόκληση της κατοχύρωσης δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας για τους εκτοπισθέντες και τους πρόσφυγες αναμένεται να ενταθεί στο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής· παροτρύνει επ’αυτού την ΕΕ να ενισχύσει τη στήριξη που παρέχει σε σχέση με τη ενσωμάτωση των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας στην ανθρωπιστική και αναπτυξιακή αντιμετώπιση των καταστροφών ή των εμφύλιων διενέξεων, στο πλαίσιο των οποίων οι πολιτικές γης πρέπει να διασφαλίζουν τα δικαιώματα εγγείου ιδιοκτησίας διαφόρων εθνοτικών, κοινωνικών και γενεαλογικών ομάδων με ισότιμο τρόπο·

40.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τις γυναίκες όσον αφορά τα δικαιώματά τους και την πρόσβαση σε γη, κληρονομιά, πρόσβαση σε πιστώσεις και αποταμιεύσεις σε μεταπολεμικές συνθήκες, ιδίως σε χώρες όπου τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των γυναικών δεν κατοχυρώνονται νομικά και δεν αναγνωρίζονται κοινωνικά και όπου νόμοι μεροληπτικοί ως προς το φύλο, παραδοσιακές συμπεριφορές έναντι των γυναικών και ανδροκρατούμενες κοινωνικές ιεραρχίες δημιουργούν εμπόδια στις γυναίκες ως προς την επίτευξη ίσων και δίκαιων δικαιωμάτων· καλεί την ΕΕ να προωθήσει τη συμμετοχή της προσφάτως ιδρυθείσας Οργάνωσης Γυναικών του ΟΗΕ στο θέμα αυτό·

41.  επικροτεί την πρωτοβουλία για τη διαφάνεια στη γη που δρομολόγησε η Ομάδα G8 τον Ιούνιο του 2013 με βάση την πρωτοβουλία για τη διαφάνεια στις εξορυκτικές βιομηχανίες (EITI) και τη διαπίστωση ότι η διαφάνεια σε σχέση με το καθεστώς ιδιοκτησίας των επιχειρήσεων και της γης, σε συνδυασμό με την κατοχύρωση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και με ισχυρά θεσμικά όργανα, έχουν καίρια σημασία για την εξάλειψη της φτώχειας· τονίζει, ωστόσο, ότι πρέπει να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για να πραγματοποιηθεί μια αποτελεσματική μεταρρύθμιση στον τομέα της εγγείου ιδιοκτησίας·

42.  επαναβεβαιώνει τις δεσμεύσεις της ΕΕ να μειώσει τη φτώχεια παγκοσμίως στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης και επαναλαμβάνει ότι η ΕΕ οφείλει να συμπεριλάβει μια σθεναρή συνιστώσα του φύλου σε όλες τις πολιτικές της και στις πρακτικές της όσον αφορά τις σχέσεις της με τις αναπτυσσόμενες χώρες(6)·

43.  τονίζει ότι είναι απαραίτητη η ενίσχυση των πολιτικών για εξίσωση της πρόσβασης των γυναικών στην ιδιοκτησία στις αναπτυσσόμενες χώρες με αυτήν των ανδρών· θεωρεί ότι τούτο πρέπει να ληφθεί υπόψη στα ανά χώρα προγράμματα και να συνοδευτεί από τους απαιτούμενους μηχανισμούς χρηματοδοτικής στήριξης (όπως είναι οι αποταμιεύσεις, η πίστωση, οι επιχορηγήσεις, οι μικροπιστώσεις και η ασφάλιση)· πιστεύει ότι αυτές οι ενισχυμένες πολιτικές θα έχουν ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της θέσης των γυναικών και των ΜΚΟ και θα προωθήσουν τη γυναικεία επιχειρηματικότητα· θεωρεί ότι αυτές θα βελτιώσουν την ενημέρωση των γυναικών για νομικά και χρηματοπιστωτικά θέματα, θα στηρίξουν την εκπαίδευση των κοριτσιών, θα αυξήσουν τη διάδοση και την πρόσβαση στην ενημέρωση και θα θεσπίσουν υπηρεσίες νομικής συνδρομής και προγράμματα ευαισθητοποίησης σε θέματα φύλου για παρόχους οικονομικών υπηρεσιών·

44.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο του αναπτυξιακού τους έργου, να προωθήσουν ενεργά τη γυναικεία επιχειρηματικότητα και τα γυναικεία ιδιοκτησιακά δικαιώματα, στο πλαίσιο της διαδικασίας εδραίωσης της ανεξαρτησίας των γυναικών από τους συζύγους τους και ενδυνάμωσης των οικονομιών των χωρών τους·

45.  επισημαίνει ότι η 15η Οκτωβρίου έχει κηρυχθεί Παγκόσμια Ημέρα της Αγρότισσας και καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη να προωθήσουν εκστρατείες ευαισθητοποίησης στις αναπτυσσόμενες χώρες·

o
o   o

46.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, τον Πρόεδρο της Παγκόσμιας Τράπεζας, την ASEAN, την Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ευρώπης-Λατινικής Αμερικής και την Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ.

(1) ΕΕ C 56 E της 26.2.2013, σ. 75.
(2) Οργανισμός Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), Σημείωμα πολιτικής αριθ. 5, Οικονομικές και Κοινωνικές Προοπτικές, Αύγουστος 2009.
(3) USAID Αιθιοπία, http://ethiopia.usaid.gov/programs/feed-future-initiative/projects/land-administration-nurture-development-land
(4) http://www.landmatrix.org/get-the-idea/global-map-investments/
(5)2012b.Doing Business 2012: Doing Business in a More Transparent World. Ουάσινγκτον, Παγκόσμια Τράπεζα.
(6) ΕΕ C 46, 24.2.2006.


Συνοχή της αναπτυξιακής πολιτικής
PDF 349kWORD 65k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την έκθεση της ΕΕ του 2013 για τη συνοχή της αναπτυξιακής πολιτικής (2013/2058(ΙΝΙ))
P7_TA(2014)0251A7-0161/2014

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τα σημεία 9 και 35 της κοινής δήλωσης του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών συνερχομένων στα πλαίσια του Συμβουλίου, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με την αναπτυξιακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τίτλο «Η ευρωπαϊκή κοινή αντίληψη»(1),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 208 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο ορίζει ότι η Ένωση πρέπει να λαμβάνει υπόψη τους στόχους της συνεργασίας για την ανάπτυξη κατά την εφαρμογή πολιτικών που ενδέχεται να επηρεάσουν τις αναπτυσσόμενες χώρες,

–  έχοντας υπόψη τα διαδοχικά συμπεράσματα του Συμβουλίου, τις εκθέσεις που υποβάλλει η Επιτροπή ανά διετία και τα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη συνοχή της αναπτυξιακής πολιτικής (ΣΑΠ), και ιδίως το ψήφισμά του της 25ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με την έκθεση της ΕΕ του 2011 για τη Συνοχή της Αναπτυξιακής Πολιτικής(2),

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής σχετικά με το σχέδιο δράσης της ΕΕ για τον ρόλο της ισότητας των φύλων και της χειραφέτησης των γυναικών στην ανάπτυξη για το 2010-2015 (SEC(2010)0265) και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2010 σχετικά με τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας στα οποία υιοθετείται το σχέδιο δράσης της ΕΕ,

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής σχετικά με τη συνοχή της αναπτυξιακής πολιτικής το 2013 (SWD(2013)0456),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ανάπτυξης (A7-0161/2014),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το στρατηγικό πλαίσιο και το σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία, το οποίο εγκρίθηκε το 2012, ορίζει ότι η ΕΕ θα εργαστεί για την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλους ανεξαιρέτως τους τομείς εξωτερικής δράσης της·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα ευρωπαϊκό όραμα με γνώμονα την αλληλεγγύη, το οποίο θα αντιμετωπίζει το ζήτημα της φτώχειας εντός και εκτός της Ένωσης με ισότιμους όρους, αποτελεί τον μοναδικό τρόπο να αντιμετωπιστούν οι συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ των διαφόρων πολιτικών της Ένωσης και να συμφιλιωθούν οι πολιτικές αυτές με τις επιταγές της ανάπτυξης·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΣΑΠ αναγνωρίζεται πλέον ως υποχρέωση και θεωρείται εργαλείο συνολικής πολιτικής και διαδικασία που αποσκοπεί στην ενσωμάτωση των πολλαπλών διαστάσεων της ανάπτυξης σε όλα τα στάδια χάραξης πολιτικής·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πολιτικές της Ένωσης, δεδομένου ότι όλες έχουν εξωτερικό αντίκτυπο, πρέπει να εκπονούνται κατά τρόπο που να καλύπτουν τις βιώσιμες ανάγκες των αναπτυσσόμενων χωρών όσον αφορά την καταπολέμηση της φτώχειας, την εξασφάλιση κοινωνικής κάλυψης και αξιοπρεπούς εισοδήματος και τη διασφάλιση του σεβασμού των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και των δικαιωμάτων στον τομέα της οικονομίας και του περιβάλλοντος·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΣΑΠ πρέπει να βασίζεται στην αναγνώριση του δικαιώματος μιας χώρας ή μιας περιοχής να καθορίζει με δημοκρατικές διαδικασίες τις πολιτικές, τις προτεραιότητες και τις στρατηγικές της, ώστε να εξασφαλίζει τα μέσα διαβίωσης του πληθυσμού της·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ένωση πρέπει να αναλάβει πραγματικό ηγετικό ρόλο όσον αφορά την προώθηση της ΣΑΠ·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το υφιστάμενο ευρωπαϊκό πλαίσιο ανάπτυξης στερείται αποτελεσματικών μηχανισμών για την πρόληψη των ασυνεπειών που προκύπτουν από τις πολιτικές που εφαρμόζει η Ένωση ή για την αποκατάστασή τους·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, παρότι έχει σημειώσει πρόοδο ως προς την παρακολούθηση των πολιτικών που έχουν σοβαρό αντίκτυπο στην ανάπτυξη, έχει ακόμα να διανύσει αρκετό δρόμο μέχρις ότου εξασφαλίσει τη βέλτιστη δυνατή συνοχή και να αποτρέψει ορισμένες ασυνέπειες, προκειμένου να ασκήσει πλήρως τον θεσμικό ρόλο που του έχει ανατεθεί·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο για την «περίοδο μετά το 2015», η ΣΑΠ θα πρέπει να βασίζεται σε δράσεις οι οποίες θα έχουν ως άξονα κοινές αλλά διαφοροποιημένες ευθύνες και οι οποίες θα ευνοούν την ανάπτυξη πολιτικού διαλόγου χωρίς αποκλεισμούς·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την πείρα των χωρών του ΟΟΣΑ, και ιδίως από τις εργασίες της μονάδας για τη ΣΑΠ που ανήκει στη γενική γραμματεία του εν λόγω οργανισμού·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο συντονισμός των αναπτυξιακών πολιτικών και των προγραμμάτων παροχής βοήθειας των κρατών μελών της ΕΕ αποτελεί σημαντικό μέρος του προγράμματος της ΣΑΠ· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις, ότι θα μπορούσαν να εξοικονομηθούν έως και 800 εκατομμύρια ευρώ ετησίως από τη μείωση του κόστους των συναλλαγών εάν η ΕΕ και τα κράτη μέλη της επικέντρωναν τις προσπάθειές τους όσον αφορά την παροχή βοήθειας, σε λιγότερες χώρες και δραστηριότητες·

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματικότητα της αναπτυξιακής πολιτικής της ΕΕ παρεμποδίζεται από τον κατακερματισμό και τις αλληλεπικαλύψεις των πολιτικών και των προγραμμάτων παροχής βοήθειας στα διάφορα κράτη μέλη· λαμβάνοντας υπόψη ότι μια περισσότερο συντονισμένη προσέγγιση σε επίπεδο ΕΕ θα μείωνε τη διοικητική επιβάρυνση και το σχετικό κόστος·

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημοσιευθείσα στις 12 Φεβρουαρίου 2014 έκθεση του UNFPA (Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τον πληθυσμό ) με θέμα «Παγκόσμια έκθεση της Διεθνούς διάσκεψης για τον πληθυσμό και την ανάπτυξη (ΔΔΠΑ) μετά το 2014» επισημαίνει ότι η προστασία των γυναικών και των εφήβων που υφίστανται βία θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα της διεθνούς αναπτυξιακής ατζέντας·

Υλοποίηση της ΣΑΠ

1.  προτείνει να θεσπιστεί ένας μηχανισμός διαιτησίας, για τον οποίο θα είναι αρμόδιος ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με στόχο τη διασφάλιση της ΣΑΠ και, σε περίπτωση αποκλίσεων μεταξύ των διαφόρων πολιτικών της Ένωσης, η τελική απόφαση θα ανήκει στον Πρόεδρο της Επιτροπής, βάσει των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η Ένωση στον τομέα της ΣΑΠ· κρίνει ότι, μετά από ένα στάδιο εντοπισμού των προβλημάτων, θα μπορούσε να προβλεφθεί μια μεταρρύθμιση των διαδικασιών λήψης αποφάσεων στις υπηρεσίες της Επιτροπής και στο πλαίσιο της διϋπηρεσιακής συνεργασίας·

2.  καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα κράτη μέλη και τους θεσμικούς οργανισμούς με τους οποίους συνεργάζονται να μεριμνήσουν ώστε το νέο πλαίσιο για την περίοδο «μετά το 2015» να περιλαμβάνει έναν στόχο για τη ΣΑΠ, βάσει του οποίου θα καταστεί δυνατή η κατάρτιση αξιόπιστων δεικτών για τη μέτρηση της προόδου των χορηγών και των χωρών εταίρων και η αξιολόγηση του αντίκτυπου των διαφόρων πολιτικών στην ανάπτυξη, εξετάζοντας τα καίριας σημασίας ζητήματα, όπως η δημογραφική αύξηση, η παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια, οι παράνομες χρηματοοικονομικές ροές, η μετανάστευση, το κλίμα και η πράσινη ανάπτυξη, υπό το πρίσμα της ΣΑΠ·

3.  υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης στην εφαρμογή της ΣΑΠ, και ιδίως τον ρόλο των αντιπροσωπειών της ΕΕ όσον αφορά την παρακολούθηση, την παρατήρηση και τη διευκόλυνση της διαβούλευσης και του διαλόγου με τα ενδιαφερόμενα μέρη και τις χώρες εταίρους σχετικά με τον αντίκτυπο των πολιτικών της ΕΕ στις αναπτυσσόμενες χώρες· τονίζει ότι απαιτείται μια ευρύτερη συζήτηση με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, όπως είναι οι ΜΚΟ και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών (ΟΚΠ)·

4.  εκφράζει τη λύπη του για το καθεστώς του εγγράφου SWD(2013)0456 που υπέβαλε η Επιτροπή – το οποίο συνιστά απλώς ένα έγγραφο εργασίας– για το οποίο, σε αντίθεση με την ανακοίνωση που είχε προβλεφθεί αρχικά μετά το έγγραφο εργασίας του 2011, δεν απαιτείται έγκριση από το σώμα των επιτρόπων, γεγονός παράδοξο δεδομένου ότι το κείμενο άπτεται ενός τομέα με βαρύνουσα πολιτική σημασία όπως είναι η ΣΑΠ·

5.  ζητεί από την Επιτροπή να τηρήσει τη δέσμευσή της στον τομέα της ανάπτυξης και των ανθρώπινων δικαιωμάτων και υπενθυμίζει τον ρόλο αυτών όσον αφορά την προώθηση και τον συντονισμό των πολιτικών της Ένωσης· θεωρεί ότι η Επιτροπή πρέπει να προωθήσει ενεργά ένα συνεκτικό και σύγχρονο όραμα για την ανθρώπινη ανάπτυξη προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της χιλιετίας (ΑΣΧ) και να τηρηθούν οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί·

6.  καλεί την Επιτροπή να αναθέτει τη διενέργεια τακτικών, ανεξάρτητων και εκ των υστέρων αξιολογήσεων του αντίκτυπου των βασικών πολιτικών στην ανάπτυξη, όπως ζητήθηκε από το Συμβούλιο· τονίζει με έμφαση την ανάγκη βελτίωσης του συστήματος αξιολόγησης αντικτύπου της Επιτροπής, προσθέτοντας μια σαφή αναφορά στη ΣΑΠ και διασφαλίζοντας ότι η ανάπτυξη θα καταστεί το τέταρτο κεντρικό στοιχείο της ανάλυσης, μαζί με τον οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο·

7.  υπογραμμίζει την ανάγκη να θεσπισθεί μια πραγματική διδακτική σχετικά με τον τρόπο ενσωμάτωσης της ΣΑΠ στους διάφορους τομείς πολιτικής δράσης, δεδομένου ότι η διδακτική αυτή συνιστά καίριας σημασίας στοιχείο για την ευαισθητοποίηση των ευρωπαίων πολιτών στο πλαίσιο της ανακήρυξης του 2015 ως ευρωπαϊκού έτους ανάπτυξης· καλεί την Επιτροπή και την ΕΥΕΔ να παράσχουν στο προσωπικό που απασχολείται στις μη σχετικές με την ανάπτυξη υπηρεσίες, ειδική κατάρτιση όσον αφορά τη ΣΑΠ και τον αναπτυξιακό αντίκτυπο·

8.  επιβεβαιώνει την ανάγκη διορισμού ενός μόνιμου εισηγητή για την αναπτυξιακή ατζέντα για την περίοδο μετά το 2015, ο οποίος θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να διασφαλίζει ότι η ΣΑΠ λαμβάνεται δεόντως υπόψη·

9.  υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στη διαδικασία προώθησης της ΣΑΠ δίδοντάς της προτεραιότητα στις ημερήσιες διατάξεις των κοινοβουλευτικών εργασιών, αυξάνοντας τον αριθμό των συνεδριάσεων στις οποίες συμμετέχουν πλέον της μίας επιτροπές και των διακοινοβουλευτικών συνεδριάσεων για το ζήτημα της ΣΑΠ, προωθώντας τον διάλογο για την ΣΑΠ με τις χώρες εταίρους και ευνοώντας την ανταλλαγή απόψεων με την κοινωνία των πολιτών· υπενθυμίζει ότι οι διαρθρωμένες ετήσιες συνεδριάσεις μεταξύ των εθνικών κοινοβουλίων των κρατών μελών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αποτελούν έναν αποτελεσματικό τρόπο ενίσχυσης της ΣΑΠ και του συντονισμού·

10.  υπογραμμίζει την ανάγκη δημιουργίας ενός ανεξάρτητου μηχανισμού στο εσωτερικό της Ένωσης που θα δέχεται και θα διαχειρίζεται επισήμως τις καταγγελίες που υποβάλλουν πολίτες ή κοινότητες που επηρεάζονται από τις πολιτικές της Ένωσης·

11.  τονίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί στο πλαίσιο της ΣΑΠ η ενεργός συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των ομάδων γυναικών, η ενίσχυση της συμμετοχής των γυναικών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, καθώς και η πλήρης συμμετοχή εμπειρογνωμόνων σε θέματα ισότητας των φύλων·

Τομείς δράσης κατά προτεραιότητα

12.  ζητεί να εξασφαλισθεί ότι η διαχείριση των μεταναστευτικών ροών θα είναι συνεκτική με τις αναπτυξιακές πολιτικές της ΕΕ και των χωρών εταίρων· κρίνει ότι, προς τούτο, απαιτείται μια στρατηγική για την αντιμετώπιση των πολιτικών, κοινωνικοοικονομικών και πολιτιστικών προβλημάτων, η οποία να αποσκοπεί στην αναζωογόνηση των γενικών σχέσεων της Ένωσης με τους άμεσους γείτονές της· τονίζει παράλληλα την ανάγκη αντιμετώπισης των προκλήσεων που αφορούν την κοινωνικο-επαγγελματική ένταξη των μεταναστών και την ιθαγένεια, σε στενό συντονισμό με τη χώρα καταγωγής και διέλευσης·

13.  υπογραμμίζει ότι το εμπόριο και η ανάπτυξη δεν συμβαδίζουν πάντοτε αρμονικά· θεωρεί ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες θα πρέπει να προχωρήσουν σε επιλεκτικό άνοιγμα των αγορών τους· υπογραμμίζει τη σημασία της κοινωνικής και περιβαλλοντικής ευθύνης του ιδιωτικού τομέα και θεωρεί ότι στο πλαίσιο της ελευθέρωσης του εμπορίου δεν πρέπει να παραβλέπονται οι κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί όροι, όπως τα πρότυπα της ΔΟΕ· υπενθυμίζει την ανάγκη να συμπεριλαμβάνονται αναφορές στα θέματα αυτά στις συμφωνίες του ΠΟΕ, ώστε να αποφευχθεί το κοινωνικό και περιβαλλοντικό ντάμπινγκ·

14.  υπενθυμίζει, εν προκειμένω, ότι το κόστος της ενσωμάτωσης τέτοιων προτύπων είναι μακράν χαμηλότερο του κόστους των επιπτώσεων στην κοινωνική προστασία, στην ανθρώπινη υγεία και στο προσδόκιμο ζωής σε περίπτωση μη τήρησης των εν λόγω προτύπων·

15.  χαιρετίζει ότι αναγνωρίζεται από την ΕΕ η σημασία της γεωργίας μικρής κλίμακας για την καταπολέμηση της πείνας και ζητεί τη συστηματική αξιολόγηση του αντίκτυπου της ευρωπαϊκής γεωργικής, εμπορικής και ενεργειακής πολιτικής, συμπεριλαμβανόμενης της πολιτικής της ΕΕ για τα βιοκαύσιμα, που είναι πιθανό να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στις αναπτυσσόμενες χώρες·

16.  επαναλαμβάνει ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στη μεγιστοποίηση των συνεργειών μεταξύ των πολιτικών της ΕΕ για την κλιματική αλλαγή και των αναπτυξιακών στόχων της ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τα εργαλεία και τα μέσα που χρησιμοποιούνται, καθώς και όσον αφορά τα παράπλευρα οφέλη της ανάπτυξης ή/και της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή·

17.  θεωρεί ότι η πρόκληση της αλλαγής του κλίματος πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ζητεί συστηματική αξιολόγηση των κινδύνων που συνεπάγεται η αλλαγή του κλίματος σε όλες τις πτυχές του πολιτικού προγραμματισμού και της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένων των τομέων που αφορούν το εμπόριο, τη γεωργία και την επισιτιστική ασφάλεια· ζητεί τα αποτελέσματα της εν λόγω αξιολόγησης να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο του μηχανισμού για την αναπτυξιακή συνεργασία 2014-2020 με στόχο την κατάρτιση σαφών και συνεκτικών εγγράφων εθνικής και περιφερειακής στρατηγικής·

18.  αναγνωρίζει την προσοχή που δίδεται σε ορισμένες πτυχές της ΣΑΠ, αλλά κρίνει ότι η ΕΕ οφείλει να λάβει συγκεκριμένα μέτρα για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και την αντιμετώπιση του προβλήματος των φορολογικών παραδείσων· καλεί την Επιτροπή να περιλάβει επίσης στην ετήσια έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της πρωτοβουλίας για τις πρώτες ύλες, πληροφορίες σχετικά με τον αντίκτυπο νέων συμφωνιών, προγραμμάτων και πρωτοβουλιών στις πλούσιες σε πόρους αναπτυσσόμενες χώρες·

19.  αναγνωρίζει το υψηλό επίπεδο ευθύνης της ΕΕ, η οποία καλείται να εξασφαλίσει ότι η αλιεία της βασίζεται στα ίδια πρότυπα οικολογικής και κοινωνικής βιωσιμότητας και διαφάνειας, τόσο εντός όσο και εκτός των υδάτων της Ένωσης· επισημαίνει ότι η συνοχή αυτή απαιτεί συντονισμό τόσο εντός της ίδιας της Επιτροπής όσο και μεταξύ της Επιτροπής και των κυβερνήσεων των μεμονωμένων κρατών μελών·

20.  υπενθυμίζει ιδίως τη δέσμευσή του να αποφευχθεί η χρηματοδότηση ενεργειακών υποδομών μεγάλης κλίμακας που έχουν αρνητικό κοινωνικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο·

o
o   o

21.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) EE C 46 της 24.2.2006, σ. 1.
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0399.


Προτεραιότητες της ΕΕ για την 25η σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ
PDF 443kWORD 143k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τις προτεραιότητες της ΕΕ για την 25η σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (2014/2612(RSP))
P7_TA(2014)0252RC-B7-0234/2014

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τις συμβάσεις του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα προαιρετικά πρωτόκολλά τους,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών 60/251 για την ίδρυση του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΣΑΔΗΕ),

–  έχοντας υπόψη τη Διακήρυξη της Χιλιετίας των Ηνωμένων Εθνών της 8ης Σεπτεμβρίου 2000 και τα συναφή ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης των ΗΕ,

–  έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ,

–  έχοντας υπόψη το στρατηγικό πλαίσιο της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία και το σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία, όπως εγκρίθηκαν κατά την 3179η συνεδρίαση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων στις 25 Ιουνίου 2012,

–  έχοντας υπόψη τη σύστασή του στο Συμβούλιο της 13ης Ιουνίου 2012 σχετικά με τον Ειδικό Εντεταλμένο της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα(1),

–  έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών (ΣΑΔΗΕ), συμπεριλαμβανομένων των προτεραιοτήτων του Κοινοβουλίου στο πλαίσιο αυτό, και ειδικότερα το ψήφισμα της 7ης Φεβρουαρίου 2013(2),

–  έχοντας υπόψη τα επείγοντα ψηφίσματά του σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία στον κόσμο το 2012 και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αυτό τον τομέα(3),

–  έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ σχετικά με τις προτεραιότητες της ΕΕ στα φόρουμ των ΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία εγκρίθηκαν στις 10 Φεβρουαρίου 2014,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 2, το άρθρο 3 παράγραφος 5, τα άρθρα 18, 21, 27 και 47 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση,

–  έχοντας υπόψη τις προσεχείς συνόδους του ΣΑΔΗΕ το 2014, ιδίως δε την 25η τακτική σύνοδο που θα πραγματοποιηθεί από τις 3 έως τις 28 Μαρτίου 2014,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 110 παράγραφος 2 και παράγραφος 4 του Κανονισμού του,

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο σεβασμός και η προαγωγή και προστασία της οικουμενικότητας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί τμήμα του ηθικού και νομικού κεκτημένου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της ευρωπαϊκής ενότητας και ακεραιότητας·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η αξιοπιστία της ΕΕ στο πλαίσιο του ΣΑΔΗΕ θα ενισχυθεί μέσω της αύξησης της συνεκτικότητας μεταξύ των εσωτερικών και εξωτερικών πολιτικών της στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη της πρέπει να προσπαθούν να εκφράζονται με μία φωνή κατά των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έτσι ώστε να επιτυγχάνουν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, και ότι στο πλαίσιο αυτό πρέπει να εξακολουθήσουν να ενισχύουν τη συνεργασία και να βελτιώνουν τις οργανωτικές διευθετήσεις και τον συντονισμό μεταξύ των κρατών μελών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ στις 10 Φεβρουαρίου 2014 καθόρισε τις προτεραιότητες ενόψει της 25ης τακτικής συνόδου του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των ΗΕ και της επικείμενης Τρίτης Επιτροπής της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, στις οποίες περιλαμβάνονται η κατάσταση στη Συρία, τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας, το Ιράν, τη Σρι Λάνκα, τη Μιανμάρ/Βιρμανία, τη Λευκορωσία, τη Δημοκρατία της Κεντρικής Αφρικής, το Νότιο Σουδάν, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, την Ερυθραία, το Μαλί και το Σουδάν· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι θεματικές προτεραιότητες που ορίστηκαν από το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων περιλαμβάνουν τη θανατική ποινή, την ελευθερία θρησκείας ή πίστης, τα δικαιώματα του παιδιού, τα δικαιώματα των γυναικών, την παγκόσμια ατζέντα μετά το 2015, την ελευθερία γνώμης και έκφρασης, την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και του συνέρχεσθαι, τη συνεργασία ΜΚΟ με όργανα του ΟΗΕ αρμόδια για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα βασανιστήρια, τα άτομα ΛΟΑΔΜ, τον ρατσισμό, τους αυτόχθονες πληθυσμούς, τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα, τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και τη στήριξη των οργάνων και μηχανισμών του ΟΗΕ που είναι αρμόδια για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 25 Ιουλίου 2012 ορίστηκε Ειδικός Εντεταλμένος της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ρόλος του οποίου είναι να ενισχύει την αποτελεσματικότητα και την προβολή της πολιτικής ανθρωπίνων δικαιωμάτων της ΕΕ και να συμβάλλει στην υλοποίηση του στρατηγικού πλαισίου και του Προγράμματος Δράσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Οκτώβριο του 2013 εξελέγησαν 14 νέα μέλη στο ΣΑΔΗΕ τα οποία ανέλαβαν καθήκοντα την 1η Ιανουαρίου 2014, και συγκεκριμένα, η Αλγερία, η Κίνα, η Κούβα, η Γαλλία, οι Μαλδίβες, το Μεξικό, το Μαρόκο, η Ναμίμπια, η Σαουδική Αραβία, η Νότια Αφρική, η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, το Βιετνάμ, η Ρωσία και το Ηνωμένο Βασίλειο· λαμβάνοντας υπόψη ότι εννέα κράτη μέλη της ΕΕ είναι σήμερα μέλη του ΣΑΔΗΕ·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το θέμα προτεραιότητας της 58ης συνόδου της Επιτροπής για τη Θέση της Γυναίκας θα είναι οι προκλήσεις και τα επιτεύγματα κατά την υλοποίηση των αναπτυξιακών στόχων της χιλιετίας για τις γυναίκες και τα κορίτσια·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφθορά στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα παράγει και επιδεινώνει τις ανισότητες και τις διακρίσεις όσον αφορά την ισότιμη ενάσκηση των ατομικών, πολιτικών, οικονομικών ή κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων και ότι είναι αποδεδειγμένο ότι οι πράξεις διαφθοράς και οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ενέχουν κατάχρηση εξουσίας, έλλειψη λογοδοσίας και διάφορες μορφές διακρίσεων·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η κύρωση των τροποποιήσεων της Καμπάλα επί του Καταστατικού της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ) από τα κράτη και η ενεργοποίηση της δικαιοδοσίας του ΔΠΔ για το έγκλημα της επίθεσης θα συμβάλουν περαιτέρω στον τερματισμό της ατιμωρησίας των δραστών του εγκλήματος αυτού·

1.  χαιρετίζει τις προτεραιότητες που καθόρισε το Συμβούλιο ενόψει της 25ης τακτικής συνόδου του ΣΑΔΗΕ· παροτρύνει την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (EΥΕΔ) και τα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη τις συστάσεις του στο πλαίσιο της προώθησης των προτεραιοτήτων της ΕΕ στο ΣΑΔΗΕ·

Οι εργασίες του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ

2.  επαναλαμβάνει την πεποίθησή του ότι οι εκλογές για το ΣΑΔΗΕ πρέπει να έχουν ανταγωνιστικό χαρακτήρα και εκφράζει την αντίθεσή του στο να συμφωνούνται από τις περιφερειακές ομάδες εκλογές χωρίς ανταγωνιστικό χαρακτήρα· επαναλαμβάνει πόσο σημαντικά είναι τα πρότυπα για την ιδιότητα του μέλους του ΣΑΔΗΕ όσον αφορά τη δέσμευση και τις επιδόσεις στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και καλεί τα κράτη μέλη να επιμείνουν στα πρότυπα αυτά κατά τον καθορισμό των υποψηφίων υπέρ των οποίων θα ψηφίσουν· τονίζει ότι τα μέλη του ΣΑΔΗΕ υποχρεούνται να τηρούν τα πλέον υψηλά πρότυπα προαγωγής και προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· επαναλαμβάνει τη σημασία ισχυρών και διαφανών κριτηρίων για την άρση της αναστολής της ιδιότητας του μέλους·

3.  εκφράζει την ανησυχία για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε αρκετά από τα νεοεκλεγέντα μέλη του ΣΑΔΗΕ, μεταξύ των οποίων η Αλγερία, η Κίνα, η Κούβα, το Μαρόκο, η Ρωσία, η Σαουδική Αραβία και το Βιετνάμ·

4.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Καζακστάν είναι επί του παρόντος ένα από τα 47 μέλη του ΣΑΔ, ότι η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει περαιτέρω επιδεινωθεί στη χώρα μετά τις άγριες κατασταλτικές ενέργειες των δυνάμεων της τάξης σε βάρος των ειρηνικών διαδηλωτών και των εργατών του πετρελαίου, των οικογενειών τους και των υποστηρικτών τους στο Zhanaozen στις 16 Δεκεμβρίου 2011 όπου, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, σκοτώθηκαν 15 άτομα και τραυματίσθηκαν πάνω από 100· ζητεί από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να ανταποκριθεί αμέσως στην έκκληση της Υπάτης Αρμόστριας του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα κ. Navi Pillay, προχωρώντας σε μια ανεξάρτητη διεθνή έρευνα για τις δολοφονίες των εργατών πετρελαίου· ζητεί από το Καζακστάν, ως μέλος του ΣΑΔ, να εγγυηθεί τα ανθρώπινα δικαιώματα, να καταργήσει το άρθρο 164 του ποινικού του κώδικα περί "υποκίνησης σε κοινωνική διχόνοια" και να θέσει τέλος στην καταστολή και στις διοικητικές διώξεις σε βάρος των ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης, να ελευθερώσει τους πολιτικούς κρατουμένους, συμπεριλαμβανομένων του δικηγόρου των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Vadim Kuramshin, της συνδικαλίστριας Roza Tuletaeva, του αντιφρονούντος Vladimir Kozlow, και να διακόψει κάθε αίτηση απέλασης για τους πολιτικούς αντιφρονούντες·

5.  εξακολουθεί να αντιτίθεται στην «ψηφοφορία κατά ομάδες κρατών» στο ΣΑΔΗΕ· καλεί τις χώρες που είναι μέλη του ΣΑΔΗΕ να διατηρήσουν τη διαφάνεια της ψήφου τους·

6.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το περιθώριο αλληλεπίδρασης μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών και του ΣΑΔΗΕ συρρικνώνεται και οι ΜΚΟ έχουν λιγότερες ευκαιρίες να λαμβάνουν τον λόγο στις συνόδους αυτές· παροτρύνει την ΕΕ και το ΣΑΔΗΕ να διασφαλίσουν ότι η κοινωνία των πολιτών θα έχει την ευκαιρία να συμβάλει στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό στην 25η σύνοδο του ΣΑΔΗΕ, καθώς και στη διαδικασία της Καθολικής Περιοδικής Εξέτασης και σε άλλους μηχανισμούς των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, χωρίς τον φόβο αντιποίνων μετά την επιστροφή στη χώρα καταγωγής τους· καταδικάζει τα καταγγελλόμενα αντίποινα αυτού του είδους και παροτρύνει την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν τη συστηματική παρακολούθηση των υποθέσεων αυτών·

7.  συγχαίρει την Ύπατη Αρμόστρια των ΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Navi Pillay, για τις διαρκείς προσπάθειές της στο πλαίσιο των διαδικασιών ενίσχυσης των οργάνων που έχουν συσταθεί βάσει Συνθηκών· διατρανώνει τον πολυμερή χαρακτήρα των οργάνων που έχουν συσταθεί βάσει Συνθηκών και τονίζει ότι η κοινωνία των πολιτών πρέπει να περιλαμβάνεται σε μόνιμη βάση σε αυτές τις διαδικασίες· τονίζει επιπλέον ότι πρέπει να διαφυλάσσονται και να ενισχύονται η ανεξαρτησία και η αποτελεσματικότητα των οργάνων που έχουν συσταθεί βάσει Συνθηκών·

Ειδικά θέματα ανά χώρα

Συρία

8.  επαναλαμβάνει ότι καταδικάζει σθεναρά τις εκτεταμένες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου που διαπράττει το καθεστώς της Συρίας, καθώς και όλες τις πράξεις βίας, τα συστηματικά βασανιστήρια και την εκτέλεση κρατουμένων· καταδικάζει κάθε καταπάτηση και παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου από ένοπλες ομάδες αντικαθεστωτικών· εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τις σοβαρές επιπτώσεις που έχει η τριετής σύγκρουση στον άμαχο πληθυσμό και για τη συνεχιζόμενη επιδείνωση της ανθρωπιστικής κατάστασης στη χώρα και την ευρύτερη περιοχή· καλεί όλους τους ένοπλους παράγοντες να τερματίσουν αμέσως τη βία στη Συρία· υποστηρίζει πλήρως τον πρόσφατο γύρο συνομιλιών που ξεκίνησε με βάση το ανακοινωθέν της Γενεύης, ο οποίος θα πρέπει να αποτελέσει το πρώτο βήμα σε μία διαδικασία που θα οδηγήσει σε πολιτική και δημοκρατική λύση της σύγκρουσης, προκειμένου να διευκολυνθεί μια δημοκρατική μετάβαση υπό την ηγεσία των Σύρων, η οποία θα ικανοποιεί τις θεμιτές προσδοκίες του συριακού λαού·

9.  καλεί όλα τα μέρη της σύγκρουσης, και κυρίως το καθεστώς της Συρίας, να εξασφαλίσουν πλήρη και ασφαλή διασυνοριακή πρόσβαση στη διεθνή ανθρωπιστική βοήθεια και να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους δίνοντας στις γυναίκες και τα παιδιά τη δυνατότητα να εγκαταλείψουν τις πολιορκούμενες πόλεις, όπως τη Χομς και το στρατόπεδο Yarmouk· χαιρετίζει το ψήφισμα 2139 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών της 22ας Φεβρουαρίου 2014, το οποίο ζητεί να επιτραπεί η πρόσβαση ανθρωπιστικών εφοδιοπομπών σε ολόκληρη την χώρα, με στόχο την ανακούφιση του άμαχου πληθυσμού, και ζητεί την ταχεία εφαρμογή του· ζητεί την αποφυλάκιση των ειρηνικών ακτιβιστών τους οποίους έχει θέσει υπό κράτηση η κυβέρνηση και των αμάχων που κρατούνται όμηροι από ένοπλες ομάδες·

10.  τονίζει ότι, δεδομένου του πρωτοφανούς χαρακτήρα της κρίσης, η ελάφρυνση των δεινών που υφίστανται εκατομμύρια Σύροι που χρειάζονται βασικά αγαθά και υπηρεσίες, πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα για την ΕΕ και τη διεθνή κοινότητα γενικότερα· υπενθυμίζει στα κράτη μέλη της ΕΕ την ανθρωπιστική ευθύνη που φέρουν έναντι των Σύρων προσφύγων και τονίζει ότι δεν πρέπει να επαναληφθούν τραγωδίες σαν αυτή της Λαμπεντούζα· προτρέπει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να παράσχουν βοήθεια στους πρόσφυγες που εγκαταλείπουν εσπευσμένα την εμπόλεμη ζώνη· επισημαίνει ότι, στο ψήφισμά του της 9ης Οκτωβρίου 2013, το Κοινοβούλιο ενθάρρυνε τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν τις επιτακτικές ανάγκες παρέχοντας ασφαλή είσοδο στην ΕΕ με σκοπό να γίνονται προσωρινά δεκτοί οι Σύροι και επιτρέποντας την επανεγκατάσταση ατόμων πέραν των υφισταμένων εθνικών ποσοστώσεων, καθώς και την είσοδο στη χώρα για ανθρωπιστικούς λόγους·

11.  επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι η κατάσταση στη Συρία θα εξακολουθήσει να αντιμετωπίζεται ως θέμα ύψιστης προτεραιότητας στο πλαίσιο του ΟΗΕ, και ιδίως στο ΣΑΔΗΕ·

12.  υπογραμμίζει ότι το να οδηγούνται εσκεμμένα άμαχοι σε λιμοκτονία, όπως και οι επιθέσεις σε εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης απαγορεύονται βάσει του διεθνούς δικαίου και θα θεωρηθούν εγκλήματα πολέμου· επαναλαμβάνει ότι είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί λογοδοσία σε όλα τα επίπεδα· επιδοκιμάζει, στο πλαίσιο αυτό, το έργο της Ανεξάρτητης Εξεταστικής Επιτροπής για τη Συρία, περιλαμβανομένης της τελευταίας έκθεσής της, η οποία θα συζητηθεί στο ΣΑΔΗΕ, και καλεί την εξεταστική επιτροπή να διερευνήσει την πρόσφατη καταγγελία η οποία περιλαμβάνει χιλιάδες φωτογραφίες για περιπτώσεις βασανιστηρίων που καταγγέλλεται ότι διέπραξε ο στρατός της Συρίας· επαναλαμβάνει τις εκκλήσεις του προς το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ (ΣΑΗΕ) για προσφυγή στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την κατάσταση στη Συρία, με σκοπό τη διενέργεια επίσημης έρευνας· ζητεί από την Αντιπρόεδρο / Ύπατη Εκπρόσωπο να αναλάβει ευαπόδεικτη δράση προς την κατεύθυνση αυτή·

Αίγυπτος

13.  καταδικάζει τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράττονται στην Αίγυπτο, συμπεριλαμβανομένων της παρενόχλησης και της κράτησης δημοσιογράφων, ακτιβιστών της κοινωνίας των πολιτών και της αντιπολίτευσης, και την υπέρμετρη χρήση βίας που έχει ως αποτέλεσμα τον θάνατο μεγάλου αριθμού πολιτών, για παράδειγμα, όπως συνέβη στην τρίτη επέτειο της επανάστασης και τις ημέρες γύρω από το δημοψήφισμα του Ιανουαρίου 2013· καλεί τις αιγυπτιακές αρχές να διασφαλίσουν τη διεξαγωγή πλήρων, διαφανών και ανεξάρτητων ερευνών για τους θανάτους αμάχων, προκειμένου να λογοδοτήσουν οι δράστες· καταδικάζει το γεγονός ότι δεκάδες χιλιάδες Αιγύπτιοι κρατούνται στη φυλακή και υφίστανται διώξεις, περιλαμβανομένης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, η οποία χαρακτηρίζεται τρομοκρατική οργάνωση, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η δυνατότητα για μια διαδικασία συμφιλίωσης χωρίς αποκλεισμούς, που είναι απαραίτητη για τη σταθερότητα και την ανάπτυξη της χώρας· καλεί το ΣΑΔΗΕ να καταδικάσει τις παραβιάσεις αυτές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να παρακολουθεί τις τυχόν έρευνες που διεξάγονται και να μελετήσει το ενδεχόμενο να δρομολογήσει δική του έρευνα εφόσον δεν υπάρξει πρόοδος από πλευράς των αιγυπτιακών αρχών· τονίζει πόσο σημαντικό είναι να ανοίξει σύντομα περιφερειακό γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Κάιρο, όπως έχουν συμφωνήσει οι αιγυπτιακές αρχές·

14.  λαμβάνει υπό σημείωση το νέο σύνταγμα της Αιγύπτου· επισημαίνει την αναφορά στην ανεξαρτησία των θρησκευτικών υποθέσεων Χριστιανών και Εβραίων και αναγνωρίζει την πρόοδο που σημειώνεται ως προς την ελευθερία θρησκείας· χαιρετίζει την αναφορά που περιέχει το σύνταγμα σε μια πολιτική κυβέρνηση και στην ισότητα όλων των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων της βελτίωσης των δικαιωμάτων των γυναικών, της διάταξης για τα δικαιώματα του παιδιού, της απαγόρευσης των βασανιστηρίων σε όλες τις μορφές και εκδηλώσεις τους, της απαγόρευσης και της ποινικοποίησης κάθε μορφής δουλείας, και της δέσμευσης να τηρούνται οι διεθνείς συνθήκες ανθρωπίνων δικαιωμάτων τις οποίες έχει υπογράψει η Αίγυπτος· καταδικάζει έντονα την υπερβολική εξουσία που εκχωρεί το σύνταγμα στον στρατό και τα στρατοδικεία·

15.  εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι χιλιάδες άνθρωποι, κυρίως πρόσφυγες από την Ερυθραία και τη Σομαλία, στους οποίους περιλαμβάνονται πολλές γυναίκες και παιδιά, χάνουν τη ζωή τους, εξαφανίζονται ή απάγονται και κρατούνται όμηροι για λύτρα, βασανίζονται, αποτελούν αντικείμενο σεξουαλικής εκμετάλλευσης ή θανατώνονται για εμπόριο οργάνων από κυκλώματα εμπορίας ανθρώπων στο Σινά· υπενθυμίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι το άρθρο 89 του νέου συντάγματος ορίζει ότι όλες οι μορφές δουλείας, καταπίεσης, καταναγκαστικής εκμετάλλευσης ανθρώπων, σεξουαλικού εμπορίου και κάθε μορφή εμπορίας ανθρώπων απαγορεύονται και επισύρουν ποινή βάσει της αιγυπτιακής νομοθεσίας·

Λιβύη

16.  ζητεί την έγκριση ψηφίσματος στην επικείμενη σύνοδο του ΣΑΔΗΕ με βάση την έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο θα ενισχύει την εντολή της Ύπατης Αρμοστείας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να παρακολουθεί και να αναφέρεται στο ΣΑΔΗΕ σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Λιβύη· εκφράζει την ανησυχία του για τις παράνομες κρατήσεις που συνδέονται με τις συγκρούσεις και την πρακτική των βασανιστηρίων και των εκτελέσεων χωρίς δίκη και χαιρετίζει, στο πλαίσιο αυτό, τις συστάσεις της έκθεσης της αποστολής στήριξης του ΟΗΕ σχετικά με τα βασανιστήρια· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι στα μέσα ενημέρωσης βρίσκονται στο στόχαστρο και ζητεί την προστασία του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης και της ελευθερίας έκφρασης· ζητεί να παρασχεθεί στήριξη για την επίλυση της σύγκρουσης και την εθνική συμφιλίωση·

Τυνησία

17.  επικροτεί την έγκριση νέου συντάγματος από την Τυνησία στις 26 Ιανουαρίου 2014, το οποίο θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως πηγή έμπνευσης για τις χώρες της περιοχής και πέραν αυτής· παροτρύνει τις αρχές της Τυνησίας να διεξαγάγουν εντός του τρέχοντος έτους διαφανείς και αξιόπιστες εκλογές χωρίς αποκλεισμούς·

Μαρόκο

18.  προτρέπει το Μαρόκο, ως νέο μέλος του ΣΑΔΗΕ, να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις για μια ειρηνική και μακρόχρονη διευθέτηση της διαμάχης στη Δυτική Σαχάρα και επαναβεβαιώνει τα δικαιώματα των Σαχράουι στην αυτοδιάθεση, η οποία πρέπει να αποφασιστεί με δημοκρατικό δημοψήφισμα, σύμφωνα με τα σχετικά ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών·

Παλαιστίνη

19.  χαιρετίζει τη συμμετοχή της Παλαιστίνης με το καθεστώς του κράτους παρατηρητή μη μέλους του ΟΗΕ από τον Νοέμβριο του 2012· επαναλαμβάνει την υποστήριξή του σε αυτό το εγχείρημα· παρατηρεί την υποστήριξη που εκφράστηκε από την ΕΕ προκειμένου η Παλαιστίνη να καταστεί πλήρες μέλος του ΟΗΕ στο πλαίσιο πολιτικής λύσης στην ισραηλοπαλαιστινιακή σύγκρουση· επαναβεβαιώνει ότι η ΕΕ δεν πρόκειται να αποδεχθεί αλλαγές των προ του 1967 συνόρων, ούτε και σε ό, τι αφορά την Ιερουσαλήμ, πλην όσων συμφωνηθούν από τα εμπλεκόμενα μέρη· συμφωνεί, επ' αυτού, με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της ΕΕ της 16ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή, στα οποία αποδοκιμάστηκε η συνεχιζόμενη επέκταση του εποικισμού από το Ισραήλ, ο οποίος είναι αντίθετος προς το διεθνές δίκαιο και αποτελεί εμπόδιο για την ειρήνη· εκφράζει τη λύπη του για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τις παλαιστιανιακές αρχές καθώς και τη συνεχή ρίψη βομβών από την Γάζα στο Ισραήλ·

Ισραήλ

20.  χαιρετίζει την επανασύνδεση του Ισραήλ με το ΣΑΔΗΕ και την επικείμενη έγκριση της έκθεσης του δεύτερου κύκλου καθολικής περιοδικής εξέτασης (UPR) για τη χώρα αυτή· καλεί τις ισραηλινές αρχές να συνεργαστούν σε όλες τις ειδικές διαδικασίες, μεταξύ άλλων με τον Ειδικό Εισηγητή για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα κατεχόμενα εδάφη· υποστηρίζει τα συμπεράσματα των εκθέσεων του Γενικού Γραμματέα των ΗΕ και της Ύπατης Αρμόστριας των ΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα σε σχέση με το Ισραήλ και τα κατεχόμενα εδάφη, και καλεί το Ισραήλ να εφαρμόσει τις συστάσεις της αποστολής ανεξάρτητης διεθνούς έρευνας για τις συνέπειες του ισραηλινού εποικισμού στα ανθρώπινα δικαιώματα του παλαιστινιακού λαού· εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τις καταγγελλόμενες υποθέσεις πολιτικής κράτησης παιδιών σε ισραηλινά κέντρα κράτησης·

Μπαχρέιν

21.  εκφράζει ανησυχία για την κατάσταση των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ακτιβιστών της πολιτικής αντιπολίτευσης στο Μπαχρέιν· εκφράζει την ικανοποίησή του για τη δήλωση του Σεπτεμβρίου 2013 σχετικά με το Μπαχρέιν στο ΣΑΔΗΕ, που υπεγράφη από όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ· ζητεί την άμεση και άνευ όρων απελευθέρωση όλων των κρατουμένων συνείδησης, των πολιτικών ακτιβιστών, των δημοσιογράφων, των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ειρηνικών διαδηλωτών· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να εργαστούν με σκοπό την έγκριση, στην επόμενη σύνοδο του ΣΑΔΗΕ, ψηφίσματος για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Μπαχρέιν, που θα επικεντρώνεται στην τήρηση των δεσμεύσεων στις οποίες προέβη το Μπαχρέιν στο πλαίσιο της διαδικασίας UPR, καθώς και των συστάσεων - συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων - της ανεξάρτητης εξεταστικής επιτροπής για το Μπαχρέιν, για τις οποίες ο βασιλιάς του Μπαχρέιν εξέφρασε την ικανοποίησή του·

Σαουδική Αραβία

22.  καλεί τη Σαουδική Αραβία, ως νεοεκλεγέν μέλος του ΣΑΔΗΕ, να λάβει υπόψη τις συστάσεις της 17ης συνόδου της Ομάδας Εργασίας της καθολικής περιοδικής εξέτασης να θέσει τέλος σε όλες τις μορφές διακρίσεων κατά των γυναικών στη νομοθεσία και στην πράξη και να δώσει τη δυνατότητα στις γυναίκες να συμμετέχουν πλήρως και ισότιμα στην κοινωνία· να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας και να εξασφαλίσει ότι τα θύματα έχουν πρόσβαση σε μηχανισμούς προστασίας και αποκατάστασης· να εκδώσει νόμο για την απαγόρευση όλων των πρόωρων και καταναγκαστικών γάμων παιδιών και να ορίσει ως ελάχιστη ηλικία γάμου τα 18 έτη· να εγκρίνει νομοθεσία για την προστασία της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι, της έκφρασης, της ειρηνικής συνάθροισης και της θρησκείας· να επιβάλει μορατόριουμ στη θανατική ποινή με στόχο τη μεταγενέστερη κατάργησή της· να επιτρέψει την καταχώριση των ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να κυρώσει τις βασικές πράξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

Ιράν

23.  χαιρετίζει το ψήφισμα που εγκρίθηκε από το ΣΑΔΗΕ τον Μάρτιο του 2013 σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν και την παράταση της εντολής του ειδικού εισηγητή για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν· επαναβεβαιώνει τη στήριξή του για τη συνέχιση της εντολής και καλεί το Ιράν να επιτρέψει την είσοδο του ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ στη χώρα, ως σημαντικό βήμα για τη δρομολόγηση διαλόγου σχετικά με την αξιολόγηση της κατάστασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν· επαναλαμβάνει ότι καταδικάζει τη θανατική ποινή στο Ιράν και τη σημαντική αύξηση των εκτελέσεων, που είχε ως αποτέλεσμα τον απαγχονισμό 40 ατόμων το πρώτο δεκαπενθήμερο του 2014, καθώς και τη συνεχιζόμενη παραβίαση του δικαιώματος στην ελευθερία πίστης· διαπιστώνει τα πρώτα σημάδια προόδου που έχει επιδείξει η ιρανική κυβέρνηση στο θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπου περιλαμβάνεται η αποφυλάκιση πολιτικών κρατουμένων· καλεί την ΕΕ και το ΣΑΔΗΕ να συνεχίσουν να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς την κατάσταση στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να διασφαλίσουν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα εξακολουθούν να αποτελούν βασική προτεραιότητα σε όλες τις συμφωνίες με την ιρανική κυβέρνηση·

Ρωσία

24.  καταδικάζει δριμύτατα τους νόμους για τους «ξένους πράκτορες» στη Ρωσία, που χρησιμοποιούνται για την παρενόχληση των ΜΚΟ με επιθέσεις στα γραφεία τους, επιβολή προστίμων και άλλες μεθόδους εκφοβισμού· καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να διατηρήσουν την πίεση προς τη Ρωσία, τόσο στο πλαίσιο του ΣΑΔΗΕ όσο και εκτός αυτού, με στόχο τον τερματισμό των καταφανών αυτών παραβιάσεων της ελευθερίας έκφρασης και του συνεταιρίζεσθαι· εκφράζει την έντονη ανησυχία του για άλλες συνεχιζόμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Ρωσία, όπως η καταπίεση των μέσων ενημέρωσης, οι μεροληπτικοί νόμοι εις βάρος των σεξουαλικών μειονοτήτων, η παραβίαση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι και η έλλειψη ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης·

Λευκορωσία

25.  επαναλαμβάνει τη στήριξή του προς τον ειδικό εισηγητή του ΣΑΔΗΕ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λευκορωσία· ζητεί την παράταση της εντολής του ειδικού εισηγητή για ένα ακόμη έτος, όταν λήξει τον Ιούνιο του 2014· χαιρετίζει το ψήφισμα που εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2013 για τη Λευκορωσία και τη συνεχιζόμενη αναγνώριση των σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα αυτή, όπως και την προσοχή που αποδίδεται στο θέμα αυτό· καλεί την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη να διατηρήσουν την πίεση προς τη Λευκορωσία όσον αφορά το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

Ουζμπεκιστάν

26.  εκφράζει την ικανοποίησή του για την έκβαση της Καθολικής Περιοδικής Εξέτασης (UPR) του Ουζμπεκιστάν· θεωρεί λυπηρή τη συνεχιζόμενη άρνηση της κυβέρνησης του Ουζμπεκιστάν να ανταποκριθεί θετικά στα αιτήματα επίσκεψης στο πλαίσιο των ειδικών διαδικασιών του ΣΑΔΗΕ· καλεί τα κράτη μέλη να καταβάλουν κάθε προσπάθεια για τη δημιουργία ειδικού μηχανισμού παρακολούθησης στο πλαίσιο του ΣΑΔΗΕ σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ουζμπεκιστάν·

Κεντροαφρικανική Δημοκρατία

27.  εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για την κατάσταση της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας· καλεί τη διεθνή κοινότητα να υποστηρίξει επειγόντως την ανθρωπιστική έκκληση του ΟΗΕ, που αντιμετωπίζει οξύτατη υποχρηματοδότηση, και απευθύνει έκκληση για τη βελτίωση της κατάστασης στον τομέα της ασφάλειας, προκειμένου να διασφαλιστεί η πρόσβαση της ανθρωπιστικής βοήθειας στον πληθυσμό· ευελπιστεί ότι η ταχεία ανάπτυξη της αποστολής της ΕΕ/ΚΠΑΑ θα συμβάλει στη βελτίωση της κατάστασης επιτόπου· επικροτεί την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ 2136 (2014), το ψήφισμα του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, την ειδική σύνοδό του για την κατάσταση στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία στις 20 Ιανουαρίου 2014, καθώς και τον διορισμό ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα για την κατάσταση ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα· καλεί τη νέα προσωρινή Πρόεδρο κ. Samba-Panza να καταβάλει κάθε προσπάθεια για τον τερματισμό της βίας και για την αποκλιμάκωση των θρησκευτικών εντάσεων στην χώρα·

Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό

28.  υπογραμμίζει την έκκληση των Ηνωμένων Εθνών για συνεχή υποστήριξη στο σπαρασσόμενο από συγκρούσεις ανατολικό τμήμα της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί ότι δεν θα λησμονηθεί η κρίση· εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τον πρόσφατο μαζικό εκτοπισμό πληθυσμού στην περιοχή Κατάνγκα· καταδικάζει έντονα τις επιθέσεις από δυνάμεις ανταρτών στα ανατολικά της χώρας κατά του άμαχου πληθυσμού, περιλαμβανομένων γυναικών και παιδιών· καταδικάζει έντονα τη συστηματική χρήση του βιασμού ως πολεμικού όπλου· εκφράζει βαθιά ανησυχία για τη συνεχιζόμενη χρήση παιδιών ως στρατιωτών και ζητεί τον αφοπλισμό, την αποκατάσταση και την επανένταξή τους· θεωρεί ότι το πλαίσιο του ΟΗΕ για την ειρήνη, την ασφάλεια και το πλαίσιο συνεργασίας για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και την ευρύτερη περιοχή εξακολουθεί να αποτελεί το βασικό πλαίσιο για την επίτευξη βιώσιμης ειρήνης· χαιρετίζει το ψήφισμα 2136 του ΣΑΗΕ της 30ής Ιανουαρίου 2014, με το οποίο ανανεώνεται το εμπάργκο όπλων που έχει επιβληθεί στη ΛΔΚ·

Ερυθραία

29.  απευθύνει έκκληση για περαιτέρω προσοχή και επαγρύπνηση εκ μέρους της ΕΕ και του ΣΑΔΗΕ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ερυθραία, δεδομένου ότι σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δημιουργούν μεγάλους αριθμούς προσφύγων και μεταναστών· χαιρετίζει το ψήφισμα του ΣΑΔΗΕ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ερυθραία, το οποίο εγκρίθηκε ομόφωνα τον Ιούνιο του 2013· εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρώτη έκθεση του ειδικού εισηγητή σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα· ζητεί την ανανέωση της εντολής του ειδικού αυτού εισηγητή στο πλαίσιο της 26ης συνόδου του UNSC·

Μαλί

30.  χαιρετίζει τον διορισμό ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Μαλί, τη συνεχιζόμενη παρακολούθηση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μετά τη σύγκρουση και τον ισχυρό ηγετικό ρόλο που διαδραματίζουν άλλα αφρικανικά κράτη στη βελτίωση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην χώρα· ζητεί την ανανέωση της εντολής του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα·

Νότιο Σουδάν

31.  εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για την κατάσταση στο Νότιο Σουδάν, περιλαμβανομένης της πολιτικής διαμάχης για την ηγεσία της χώρας, η οποία έχει προκαλέσει εντεινόμενες εθνοτικές συγκρούσεις και τον εκτοπισμό περισσότερων από 650.000 ατόμων· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να θέσουν το θέμα στο ΣΑΔΗΕ, προκειμένου να παραμείνει το ζήτημα της κατάστασης στο Νότιο Σουδάν ψηλά στη διεθνή ημερήσια διάταξη· χαιρετίζει τη συμφωνία για την παύση των εχθροπραξιών, που υπεγράφη στις 23 Ιανουαρίου 2014, αλλά υπογραμμίζει το γεγονός ότι πρόκειται για ένα μόνο πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση της ειρήνης και της συμφιλίωσης· καταδικάζει τις εκτεταμένες παραβιάσεις και την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και υπογραμμίζει ότι οι υπαίτιοι θα πρέπει να λογοδοτήσουν· χαιρετίζει τη δέσμευση της Αφρικανικής Ένωσης για τη συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής που θα αποτελέσει τη βάση για δικαιοσύνη και λογοδοσία και για τη μελλοντική συμφιλίωση·

Σρι Λάνκα

32.  καταδικάζει τις συνεχιζόμενες επιθέσεις εις βάρος θρησκευτικών μειονοτήτων και την παρενόχληση και τον εκφοβισμό υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δικηγόρων και δημοσιογράφων· σημειώνει την πρόοδο που έχει σημειωθεί στο θέμα της ανοικοδόμησης και της εφαρμογής ορισμένων από τις συστάσεις της Επιτροπής για την Άντληση Διδαγμάτων και τη Συμφιλίωση, αλλά εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα εξακολουθεί να μην είναι σε θέση να εξασφαλίσει ανεξάρτητες και αξιόπιστες έρευνες για προηγούμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του ανθρωπιστικού δικαίου· υποστηρίζει σθεναρά τη σύσταση της Ύπατης Αρμόστριας των ΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα για τη δημιουργία ανεξάρτητου εξεταστικού μηχανισμού ο οποίος αναμένεται ότι θα συμβάλει στην αποκατάσταση της αλήθειας στις περιπτώσεις εάν οι εγχώριοι μηχανισμοί έρευνας αποτύχουν·

Βιρμανία/Μιανμάρ

33.  χαιρετίζει το ψήφισμα που εγκρίθηκε από το ΣΑΔΗΕ για τη Βιρμανία/Μιανμάρ και το συνεχιζόμενο έργο του ειδικού εισηγητή· καλεί το ΣΑΔΗΕ να μη διακόψει ούτε να τροποποιήσει την εντολή του ειδικού εισηγητή για όσο διάστημα δεν δημιουργείται γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο εσωτερικό της χώρας και καλεί τη Βιρμανία/Μιανμάρ να διασφαλίσει ότι η επιτροπή για την επανεξέταση του θέματος των κρατουμένων συνεχίζει να εργάζεται για την επίλυση όλων των εκκρεμών υποθέσεων και την κατάργηση του αμφισβητούμενου νόμου που πλήττει την ελευθερία έκφρασης και του συνεταιρίζεσθαι (ειδικότερα του νόμου του 2011 για την ειρηνική συνάθροιση και τις πορείες)· καταδικάζει τη συνεχιζόμενη βία και τις καταχρήσεις εις βάρος της μειονότητας Rohingya στην πολιτεία Rakhine και τις επιθέσεις κατά των Μουσουλμάνων και άλλων θρησκευτικών μειονοτήτων, και ζητεί πλήρη, διαφανή και ανεξάρτητη διερεύνηση των εν λόγω παραβιάσεων·

Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας

34.  χαιρετίζει τη σχεδιαζόμενη παράταση της εντολής του ειδικού εισηγητή για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λαϊκή Δημοκρατίας της Κορέας (ΛΔΚρ), το ψήφισμα που εγκρίθηκε με κοινή συναίνεση τον Μάρτιο του 2013 και την υποβολή της έκθεσης της εξεταστικής επιτροπής για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη χώρα· επιβεβαιώνει το αίτημά του προς την κυβέρνηση της ΛΔΚρ να συνεργαστεί πλήρως με τον Ειδικό Εισηγητή και να διευκολύνει την επίσκεψή του στη χώρα· παροτρύνει το ΣΑΔΗΕ να λάβει υπόψη τις συστάσεις της εξεταστικής επιτροπής, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη να καταδικαστούν τα διεθνή εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί στην ΛΔΚρ, να ενισχυθεί η ικανότητα των Ηνωμένων Εθνών να τεκμηριώνουν τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην χώρα και να αναπτυχθούν οι κατάλληλοι διεθνείς μηχανισμοί που θα εξασφαλίσουν τη λογοδοσία για διεθνή εγκλήματα που διαπράττονται στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας·

Καμπότζη, Ακτή Ελεφαντοστού, Αϊτή, Σομαλία και Σουδάν

35.  χαιρετίζει την παράταση των εντολών των ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων για την Καμπότζη, την Ακτή Ελεφαντοστού, την Αϊτή, τη Σομαλία και το Σουδάν· ζητεί επιμόνως από τις αρχές των εν λόγω χωρών να συνεργάζονται πλήρως με τους εντεταλμένους·

Θεματικά ζητήματα

Δικαιώματα του παιδιού

36.  χαιρετίζει το έργο του ΣΑΔΗΕ σχετικά με τα δικαιώματα του παιδιού, όπως το ψήφισμα του Σεπτεμβρίου 2013 για την αποτρέψιμη θνησιμότητα και νοσηρότητα των παιδιών ηλικίας κάτω των πέντε ετών ως ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και το έργο της Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Παιδιού· καλεί τα κράτη να κυρώσουν το 3ο Προαιρετικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού, το οποίο θα επιτρέπει στα παιδιά να υποβάλλουν καταγγελίες στην επιτροπή· επικροτεί το επικείμενο ψήφισμα του ΣΑΔΗΕ σχετικά με τα δικαιώματα του παιδιού ως εξαιρετικό παράδειγμα συνεργασίας μεταξύ της ΕΕ και της Ομάδας των Χωρών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών (GRULAC)· εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για τις περιπτώσεις βασανιστηρίων και κράτησης παιδιών οι οποίες καταγγέλλονται από οργανώσεις όπως η UNICEF και η Διεθνής Αμνηστία· καλεί τον ΟΗΕ να διερευνήσει περαιτέρω τις υποθέσεις αυτές και να διατυπώσει συστάσεις για δράσεις·

Γυναίκες και κορίτσια

37.  ζητεί από την ΕΕ να συμμετάσχει ενεργά στην 58η σύνοδο της Επιτροπής για τη θέση της γυναίκας προκειμένου να μην υπονομευθεί το κεκτημένο του προγράμματος δράσης του Πεκίνου του ΟΗΕ, όπως, για παράδειγμα, η πρόσβαση στην εκπαίδευση και την υγεία ως βασικό ανθρώπινο δικαίωμα, συμπεριλαμβανομένων των σεξουαλικών και αναπαραγωγικών δικαιωμάτων· καταδικάζει έντονα τη χρήση σεξουαλικής βίας κατά των γυναικών ως πολεμικής τακτικής, συμπεριλαμβανομένων εγκλημάτων όπως είναι οι μαζικοί βιασμοί, η σεξουαλική δουλεία, η εξαναγκαστική πορνεία, οι μορφές δίωξης με βάση το φύλο όπως ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων, η εμπορία ανθρώπων, οι πρόωροι και καταναγκαστικοί γάμοι, τα εγκλήματα τιμής και όλες οι άλλες μορφές σεξουαλικής βίας συγκρίσιμης σοβαρότητας· καλεί και πάλι την ΕΕ και όλα τα κράτη μέλη της να υπογράψουν και να κυρώσουν τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας·

Βασανιστήρια

38.  επαναλαμβάνει πόση σημασία έχει η καταπολέμηση των βασανιστηρίων και των άλλων μορφών κακοποίησης καθώς και την προτεραιότητα που αποδίδει η ΕΕ στο θέμα αυτό, ιδίως σε σχέση με τα παιδιά· καλεί το ΣΑΔΗΕ να αξιοποιήσει το ετήσιο ψήφισμα για τα βασανιστήρια προκειμένου να ανανεώσει για τρία ακόμη έτη την εντολή του ειδικού εισηγητή, και να διασφαλίσει μια αποτελεσματική συνέχεια σε προηγούμενα ψηφίσματα για τα βασανιστήρια· καλεί την ΕΥΕΔ, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη της ΕΕ να επιδείξουν την από κοινού δέσμευσή τους για την εξάλειψη των βασανιστηρίων και την υποστήριξη των θυμάτων, συνεχίζοντας ή, ενδεχομένως αρχίζοντας να συμβάλουν στο Εθελοντικό Ταμείο του ΟΗΕ για τα θύματα βασανιστηρίων και στο Ειδικό Ταμείο που θεσπίστηκε με το Προαιρετικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης κατά των βασανιστηρίων·

Θανατική ποινή

39.  επαναλαμβάνει ότι καταδικάζει δριμύτατα τη χρήση της θανατικής ποινής και υποστηρίζει σθεναρά το μορατόριουμ ως ένα βήμα προς την κατάργησή της· καλεί την ΕΕ, τα κράτη μέλη της και το ΣΑΔΗΕ να συνεχίσουν να ασκούν πιέσεις για την κατάργησή της σε παγκόσμιο επίπεδο· ζητεί επίμονα από τις χώρες που εκτελούν θανατικές ποινές να δημοσιεύσουν σαφή και ακριβή στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των ποινών και των εκτελέσεων·

Ελευθερία θρησκείας ή πίστης

40.  καταδικάζει τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις του δικαιώματος στην ελευθερία θρησκείας ή πίστης ανά τον κόσμο· επαναλαμβάνει τη σημασία που αποδίδει η ΕΕ στο θέμα αυτό· καλεί τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να εργάζονται για το θέμα αυτό· επικροτεί την ανανέωση της εντολής του ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ για την ελευθερία της θρησκείας ή πίστης· επαναλαμβάνει για μία ακόμη φορά ότι η ελευθερία της σκέψης, της συνείδησης και της θρησκείας, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας αλλαγής ή εγκατάλειψης μιας θρησκείας ή πίστης, συνιστά θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα· τονίζει, ως εκ τούτου, την ανάγκη ουσιαστικής καταπολέμησης των πάσης φύσεως διακρίσεων εις βάρος των θρησκευτικών μειονοτήτων ανά τον κόσμο·

Δικαιώματα ΛΟΑΔΜ

41.  εκφράζει την ανησυχία του για την πρόσφατη αύξηση των μεροληπτικών νόμων και πρακτικών καθώς και των βιαιοπραγιών εις βάρος ατόμων με βάση τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου τους· ζητεί τη στενή παρακολούθηση της κατάστασης στη Νιγηρία και την Ουγκάντα, χώρες όπου νέοι νόμοι συνιστούν σοβαρή απειλή για την ελευθερία των σεξουαλικών μειονοτήτων· καταδικάζει την καθιέρωση μεροληπτικών νόμων και την καταστολή της ελευθερίας έκφρασης στη Ρωσία· επαναβεβαιώνει την υποστήριξή του στο συνεχιζόμενο έργο της Ύπατης Αρμόστριας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα με στόχο την καταπολέμηση των μεροληπτικών αυτών νόμων και πρακτικών, καθώς και στο έργο του ΟΗΕ γενικότερα για το θέμα αυτό· συνιστά την ενεργό συμμετοχή των κρατών μελών της ΕΕ, του Συμβουλίου και της ΕΥΕΔ στην καταπολέμηση των προσπαθειών αυτών υπονόμευσης των συγκεκριμένων δικαιωμάτων·

Διακρίσεις λόγω κάστας

42.  καταδικάζει τις διακρίσεις λόγω κάστας· εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για τις συνεχιζόμενες και εκτεταμένες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με βάση την κάστα και τις πράξεις βίας και σεξουαλικής βίας κατά γυναικών που ανήκουν στις εν λόγω κοινότητες· χαιρετίζει το έργο της Ύπατης Αρμοστείας των ΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και των εντεταλμένων του ΟΗΕ στο πλαίσιο ειδικών διαδικασιών για την καταπολέμηση αυτής της μορφής διακρίσεων· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να προωθήσουν την έγκριση του σχεδίου αρχών και κατευθυντήριων γραμμών του ΟΗΕ για την αποτελεσματική εξάλειψη των διακρίσεων που βασίζονται στην εργασία και ζητεί από το ΣΑΔΗΕ να υιοθετήσει το πλαίσιο αυτό·

Το δικαίωμα στην ειρηνική συνάθροιση

43.  καλεί την ΕΕ να υποστηρίξει την επακολούθηση της έκθεσης της Ύπατης Αρμοστείας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα για την προώθηση και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο πλαίσιο ειρηνικών διαδηλώσεων, κυρίως με τη στήριξη των προσπαθειών για την ανάπτυξη διεθνούς νομικού πλαισίου όσον αφορά το δικαίωμα στην ειρηνική συνάθροιση·

Στέγαση

44.  επαναλαμβάνει την ικανοποίησή του για τη σημασία που αποδίδει το ΣΑΔΗΕ στο δικαίωμα στη στέγαση· επαναλαμβάνει επίσης την έκκλησή του προς την Ένωση και τα κράτη μέλη να προωθήσουν την πρόσβαση σε κατάλληλη στέγαση ως θεμελιώδες δικαίωμα·

Ύδρευση και αποχέτευση

45.  χαιρετίζει το ψήφισμα που ενέκρινε το ΣΑΔΗΕ τον Σεπτέμβριο του 2013 σχετικά με το δικαίωμα σε ασφαλές πόσιμο νερό και αποχέτευση, και το έργο του ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ για το θέμα αυτό, ιδίως μέσω της εκπόνησης εγχειριδίου σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής του δικαιώματος για ασφαλές πόσιμο νερό και αποχέτευση· καλεί την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη της ΕΕ και το ΣΑΔΗΕ να εξακολουθήσουν να εστιάζουν στο δικαίωμα στο νερό και την αποχέτευση, ένα συχνά παραμελημένο, ζωτικής ωστόσο σημασίας, ανθρώπινο δικαίωμα·

Επιχειρηματικότητα και ανθρώπινα δικαιώματα

46.  υποστηρίζει ένθερμα την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών του ΟΗΕ για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα· ζητεί από την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να αναλάβουν ενεργό ρόλο στην 7η σύνοδο της Ομάδας του ΟΗΕ για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διεθνικών εταιρειών και άλλων επιχειρήσεων και να στηρίξει τις προσπάθειες να εναρμονίσουν τις πολιτικές τους με τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις και με τις κατευθυντήριες αρχές των Ηνωμένων Εθνών για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα· επαναλαμβάνει το αίτημά του προς την Επιτροπή να υποβάλει έκθεση έως το τέλος του 2014 σχετικά με την υλοποίηση των κατευθυντήριων αρχών των Ηνωμένων Εθνών για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα από τα κράτη μέλη της ΕΕ· επισημαίνει την αναδυόμενη πρωτοβουλία για μια νομικά δεσμευτική διεθνή πράξη για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα που θα συναφθεί στο πλαίσιο του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών·

Διαφθορά και ανθρώπινα δικαιώματα

47.  καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη να υποστηρίξουν τη θέσπιση του θεσμού του ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ για το οικονομικό έγκλημα, τη διαφθορά και τα ανθρώπινα δικαιώματα·

Αθλητισμός

48.  χαιρετίζει το ψήφισμα που εγκρίθηκε τον Σεπτέμβριο του 2013 σχετικά με την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μέσω του αθλητισμού και του ολυμπιακού ιδεώδους· εκφράζει την ανησυχία του για την κατάσταση των διακινούμενων εργαζομένων στο Κατάρ, ιδίως ενόψει του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 2022· σημειώνει την πρωτοβουλία του Κατάρ να επιληφθεί του προβλήματος· καλεί τις αρχές του Κατάρ να αναθεωρήσουν το εργατικό τους δίκαιο, να καταργήσουν τον νόμο περί χορηγίας («το σύστημα kafala») που ισχύει σε ολόκληρη την περιοχή και να κυρώσουν τις συναφείς διεθνείς συμβάσεις· προτρέπει την ΕΕ να διασφαλίσει ότι οι εταιρείες της ΕΕ που εργάζονται σε κατασκευαστικά έργα στο Κατάρ δεν συμβάλλουν σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εις βάρος των διακινούμενων εργαζομένων· τονίζει τη σημασία που έχει η λεπτομερής εξέταση όλων των αθλητικών εκδηλώσεων και της αλληλεπίδρασής τους με τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Σότσι τον Φεβρουάριο του 2014 στη Ρωσία και της συνεχιζόμενης καταστολής της ελευθερίας του συνέρχεσθαι και των δικαιωμάτων των σεξουαλικών μειονοτήτων, καθώς και του επικείμενου παγκόσμιου κυπέλλου ποδοσφαίρου στη Βραζιλία, όπου υπάρχουν καταγγελίες για εξώσεις και μετακινήσεις πληθυσμού σε ολόκληρη την χώρα·

Χρήση οπλισμένων μη επανδρωμένων αεροσκαφών

49.  εκφράζει την ανησυχία του για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου λόγω των παράνομων στοχευμένων δολοφονιών από οπλισμένα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, που έχουν προκαλέσει τον θάνατο άγνωστου αριθμού αμάχων, σοβαρούς τραυματισμούς ή ψυχικά τραύματα έξω από περιοχές που έχουν χαρακτηριστεί ζώνες συγκρούσεων· υποστηρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλονται στο πλαίσιο των συναφών ειδικών διαδικασιών του ΟΗΕ για την προώθηση της διαφανούς και υπεύθυνης χρήσης οπλισμένων μη επανδρωμένων αεροσκαφών από τα κράτη, σύμφωνα με τον καθορισμένο διεθνές νομικό πλαίσιο· καλεί την ΕΕ, τα κράτη μέλη της και την ΣΑΔΗΕ να συνεχίσουν να υποστηρίζουν τις έρευνες σχετικά με τις παράνομες στοχευμένες δολοφονίες και να δώσουν συνέχεια στις συστάσεις των ειδικών εισηγητών του ΟΗΕ για τις εξωδικαστικές, συνοπτικές ή αυθαίρετες εκτελέσεις και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και τα ανθρώπινα δικαιώματα·

Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο

50.  επαναλαμβάνει την πλήρη υποστήριξή του στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο και συνεχίζει να επαγρυπνεί για τυχόν απόπειρες να υπονομευθεί η νομιμοποίησή του· καλεί την ΕΕ να διαμορφώσει με ενεργό τρόπο τη θέση της όσον αφορά το έγκλημα της επίθεσης και τις τροποποιήσεις της Καμπάλα·

Καθολική περιοδική εξέταση

51.  επαναβεβαιώνει τη σημασία που έχει η οικουμενικότητα της Καθολικής Περιοδικής Εξέτασης (UPR) με στόχο την πλήρη κατανόηση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλα τα κράτη μέλη του ΟΗΕ, και επαναλαμβάνει τη διαρκή σημασία του δεύτερου αυτού κύκλου εξέτασης, ο οποίος εστιάζει στην εφαρμογή των συστάσεων που έγιναν δεκτές στον πρώτο κύκλο· ωστόσο, ζητεί και πάλι όσες συστάσεις δεν έγιναν δεκτές από τα κράτη στον πρώτο κύκλο, να επανεξεταστούν στο πλαίσιο της συνέχισης της διαδικασίας UPR·

52.  καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ που συμμετέχουν στους διαδραστικούς διαλόγους UPR να διατυπώνουν συγκεκριμένες και περισσότερο μετρήσιμες συστάσεις, έτσι ώστε να βελτιώνεται η ποιότητα της παρακολούθησης και της εφαρμογής των συστάσεων που γίνονται δεκτές· υπογραμμίζει τη σημασία που έχει να παράσχουν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη της ΕΕ τεχνική βοήθεια προκειμένου να συνδράμουν τα υπό εξέταση κράτη στην εφαρμογή των συστάσεων για την υποβολή ενδιάμεσων επικυρωμένων στοιχείων με στόχο της βελτίωση της εφαρμογής·

53.  τονίζει την ανάγκη να συμπεριλαμβάνονται συστηματικά οι συστάσεις της UPR στους διαλόγους και τις διαβουλεύσεις της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και στις ειδικές ανά χώρα στρατηγικές της ΕΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· επαναλαμβάνει τη σύστασή του να θέτει το Κοινοβούλιο το θέμα των συστάσεων αυτών στις επισκέψεις αντιπροσωπειών του σε τρίτες χώρες·

54.  επικροτεί όλα τα μέτρα που επιτρέπουν σε ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων, περιλαμβανομένης της κοινωνίας των πολιτών, να συμμετέχουν πλήρως στη διαδικασία UPR· τονίζει τη σημασία που έχει για την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη να επισημαίνουν στο πλαίσιο του ΣΑΔΗΕ το ανησυχητικό ζήτημα του συρρικνούμενου ρόλου των ΜΚΟ σε διάφορες χώρες ανά τον κόσμο·

Ειδικές διαδικασίες

55.  επαναλαμβάνει την ένθερμη υποστήριξή του στις ειδικές διαδικασίες· τονίζει τη θεμελιώδη σημασία της ανεξαρτησίας των εντολών αυτών και προτρέπει όλα τα κράτη του ΟΗΕ να συνεργαστούν πλήρως στο πλαίσιο των ειδικών διαδικασιών, μεταξύ άλλων δεχόμενα εντεταλμένους σε επισκέψεις στην χώρα τους, απαντώντας στα επείγοντα αιτήματά τους για δράση και σε σχέση με καταγγελίες για παραβιάσεις και διασφαλίζοντας κατάλληλη συνέχεια στις συστάσεις που διατυπώνουν οι εντεταλμένοι· στηρίζει τη δήλωση που εκδόθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2013 από τους 72 εμπειρογνώμονες ειδικών διαδικασιών και εκφράζει την ανησυχία του διότι η έλλειψη συνεργασίας των κρατών με τους εντεταλμένους ειδικών διαδικασιών παρεμποδίζει την ικανότητα των εμπειρογνωμόνων να εφαρμόσουν την εντολή τους·

56.  καταδικάζει δριμύτατα όλες τις μορφές αντιποίνων εναντίον των υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ακτιβιστών που συνεργάζονται στο πλαίσιο της διαδικασίας UPR και των ειδικών διαδικασιών, ιδίως στην περίπτωση της Κίνας· καλεί το ΣΑΔΗΕ να διερευνήσει τις καταγγελίες σύμφωνα με τις οποίες Κινέζος ακτιβιστής, ο Cao Shunli, ο οποίος υπεραμύνθηκε της συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών στην UPR, τελεί υπό κράτηση από τις 14 Σεπτεμβρίου 2013· προτρέπει τον Πρόεδρο του ΣΑΔΗΕ να παρακολουθεί ενεργά το θέμα αυτό και άλλες παρόμοιες υποθέσεις και όλα τα κράτη μέλη να παράσχουν κατάλληλη προστασία έναντι παρόμοιων πράξεων εκφοβισμού· τονίζει ότι τέτοιου είδους ενέργειες υπονομεύουν όλο το σύστημα του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

Συμμετοχή της ΕΕ

57.  επαναλαμβάνει ότι είναι σημαντικό για την ΕΕ να συμμετέχει ενεργά σε όλους τους μηχανισμούς του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, περιλαμβανομένου του ΣΑΔΗΕ· προτρέπει τα κράτη μέλη της ΕΕ να συμμετέχουν στους μηχανισμούς αυτούς υποστηρίζοντας από κοινού με άλλους και αναλαμβάνοντας ηγετικό ρόλο σε ψηφίσματα, συμμετέχοντας ενεργά σε συζητήσεις και διαδραστικούς διαλόγους και εκδίδοντας δηλώσεις· υποστηρίζει ένθερμα την εντεινόμενη πρακτική της ΕΕ για διαπεριφερειακές πρωτοβουλίες·

58.  επαναβεβαιώνει τη σημασία της ενσωμάτωσης του έργου που επιτελείται στη Γενεύη στο πλαίσιο του ΣΑΔΗΕ στις αντίστοιχες εσωτερικές και εξωτερικές δραστηριότητες της ΕΕ, περιλαμβανομένων των δραστηριοτήτων του Κοινοβουλίου, όπως των αντιπροσωπειών επιτροπών και των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών, καθώς και των συνεισφορών των ειδικών εισηγητών του ΟΗΕ στις συνεδριάσεις επιτροπών·

59.  ενθαρρύνει τον Ειδικό Εντεταλμένο της ΕΕ να συνεχίσει να ενισχύει την αποτελεσματικότητα, τη συνοχή και την προβολή της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο πλαίσιο του ΣΑΔΗΕ και να αναπτύξει περαιτέρω στενότερη συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία για τα ανθρώπινα δικαιώματα και στο πλαίσιο των ειδικών διαδικασιών, και εκφράζει τη λύπη του για την απουσία της ΑΠ/ΎΕ από τις συνεδριάσεις υψηλού επιπέδου του ΣΑΔΗΕ·

60.  τονίζει και πάλι τη σημασία που έχει ο ουσιαστικός συντονισμός και η συνεργασία μεταξύ της ΕΥΕΔ, της Επιτροπής και των κρατών μελών της ΕΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· ενθαρρύνει την ΕΥΕΔ, κυρίως μέσω των αντιπροσωπειών της ΕΕ στη Γενεύη και τη Νέα Υόρκη, να μεριμνήσει για την ενίσχυση της συνοχής της ΕΕ με έγκαιρες και ουσιαστικές διαβουλεύσεις και να εκφράζει ενιαία άποψη·

61.  τονίζει πόσο σημαντικό είναι να υποστηρίξουν τα κράτη μέλη της ΕΕ το ΣΑΔΗΕ, εργαζόμενα από κοινού για την υλοποίηση του αδιαίρετου και της οικουμενικότητας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και, πιο συγκεκριμένα, κυρώνοντας όλες τις διεθνείς πράξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα που έχει θεσπίσει το όργανο αυτό· επαναλαμβάνει ότι λυπάται διότι κανένα κράτος μέλος της ΕΕ δεν έχει κυρώσει τη Σύμβαση για την προστασία των δικαιωμάτων όλων των εργαζόμενων μεταναστών και των μελών των οικογενειών τους· επισημαίνει εκ νέου το γεγονός ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν έχουν ακόμη εγκρίνει και/ή κυρώσει τη Σύμβαση για την Προστασία Όλων των Ατόμων από Βίαιη Εξαφάνιση, το Προαιρετικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης κατά των Βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή το Προαιρετικό Πρωτόκολλο του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα· επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς όλα τα κράτη μέλη να κυρώσουν αυτές τις συμβάσεις και τα πρωτόκολλα· τονίζει ότι είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να υποβάλλουν εγκαίρως τις περιοδικές εκθέσεις τους στα όργανα παρακολούθησης των ΗΕ· καλεί την ΕΕ να διαμορφώσει με ενεργό τρόπο τη θέση της ΕΕ όσον αφορά το έγκλημα της επίθεσης και τις τροποποιήσεις της Καμπάλα·

62.  επαναλαμβάνει πόσο σημαντική είναι η συνέχιση της στήριξης της ΕΕ στην υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της Ύπατης Αρμοστείας για τα ανθρώπινα δικαιώματα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι θα μπορεί να συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντά της με αποτελεσματικό και αμερόληπτο τρόπο· τονίζει ότι είναι σημαντικό για την αμεροληψία και τη λειτουργία της Ύπατης Αρμοστείας για τα ανθρώπινα δικαιώματα να διασφαλίζεται επαρκής χρηματοδότηση, ιδίως απέναντι στις σημερινές ανάγκες δημιουργίας νέων περιφερειακών γραφείων της Ύπατης Αρμοστείας λόγω των καταστάσεων που ανακύπτουν· υπογραμμίζει πόσο σημαντική είναι η διασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης για την κάλυψη του αυξανόμενου φόρτου εργασίας των οργάνων που έχουν συσταθεί βάσει Συνθηκών· ζητεί από την ΕΕ να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην εξασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος των οργάνων που έχουν συσταθεί βάσει Συνθηκών, μεταξύ άλλων και ως προς την επαρκή χρηματοδότηση·

63.  επαναβεβαιώνει ότι η προστασία των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί κεφαλαιώδη προτεραιότητα της πολιτικής ανθρωπίνων δικαιωμάτων της ΕΕ· εκφράζει, κατά συνέπεια, την ικανοποίησή του για την πρακτική και οικονομική στήριξη που διατέθηκε για την επείγουσα προστασία και υποστήριξη των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό για τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (EIDHR)·

o
o   o

64.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής και Ύπατη Εκπρόσωπο της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας, στον Ειδικό Εντεταλμένο της ΕΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, στον πρόεδρο της 68ης Γενικής Συνέλευσης των ΗΕ, στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των ΗΕ, στην Ύπατη Αρμόστρια των ΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, και στην Ομάδα Εργασίας ΕΕ-ΟΗΕ που έχει συγκροτηθεί από την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων.

(1) ΕΕ C 332 Ε της 15.11.2013, σ. 114.
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0055.
(3) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0575.


Ρωσία: καταδίκη των διαδηλωτών που συμμετείχαν στα συμβάντα στην πλατεία Μπολότναγια
PDF 281kWORD 62k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τη Ρωσία: καταδίκη των διαδηλωτών που συμμετείχαν στα γεγονότα της πλατείας Μπολότναγια (2014/2628(RSP))
P7_TA(2014)0253RC-B7-0245/2014

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με τη Ρωσία, ιδίως το ψήφισμά του της 13ης Ιουνίου 2013 σχετικά με το κράτος δικαίου στη Ρωσία(1),

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση του εκπροσώπου της Αντιπροέδρου της Επιτροπής/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΑΠ/ΥΕ) της 24ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την καταδίκη των διαδηλωτών που συμμετείχαν στις εκδηλώσεις στην πλατεία Μπολότναγια,

–  έχοντας υπόψη το Σύνταγμα της Ρωσίας, ιδίως το άρθρο 118, το οποίο ορίζει ότι η δικαιοσύνη στη Ρωσική Ομοσπονδία πρέπει να απονέμεται μόνον από δικαστήρια, καθώς και το άρθρο 120 το οποίο ορίζει ότι οι δικαστές είναι ανεξάρτητοι και υπόκεινται μόνο στο Ρωσικό Σύνταγμα και στους ομοσπονδιακούς νόμους,

–  έχοντας υπόψη τις διαβουλεύσεις ΕΕ-Ρωσίας για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων της 28ης Νοεμβρίου 2013,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της επιτροπής του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (CPT), της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με την περιοδική επίσκεψή της στη Ρωσική Ομοσπονδία,

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση του Διαμεσολαβητή της Ρωσικής Ομοσπονδίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα Βλαντιμίρ Λούκιν, της 4ης Μαρτίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες διαδηλώσεις στη Μόσχα και τα μέτρα που έλαβαν οι φορείς επιβολής του νόμου,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 122 παράγραφος 5 και το άρθρο 110 παράγραφος 4 του Κανονισμού του,

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ρωσική Ομοσπονδία, ως πλήρες μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης και του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, έχει δεσμευτεί να τηρεί τις αρχές της δημοκρατίας και το κράτος δικαίου και να σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα· λαμβάνοντας υπόψη ότι, λόγω πολλών σοβαρών παραβιάσεων του κράτους δικαίου και της έγκρισης περιοριστικών νόμων τους τελευταίους μήνες, υπάρχουν εντεινόμενες ανησυχίες για το κατά πόσον η Ρωσία ανταποκρίνεται στις διεθνείς και εθνικές υποχρεώσεις της·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 6 Μαΐου 2012, την ημέρα πριν από την ορκωμοσία του Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, πολλές δεκάδες από τις, σύμφωνα με τους υπολογισμούς, δεκάδες χιλιάδες των διαδηλωτών συγκρούστηκαν σποραδικά με την αστυνομία με αποτέλεσμα να προκληθούν μικροί τραυματισμοί στην πλατεία Μπολότναγια·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου 600 ακτιβιστές κρατήθηκαν για μικρό χρονικό διάστημα και ότι κινήθηκαν ποινικές διαδικασίες εις βάρος 28 μεμονωμένων ατόμων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχές ξεκίνησαν έρευνα σχετικά με τις ενέργειες των διαδηλωτών, αποδίδοντάς τους τον χαρακτηρισμό των «μαζικών εξεγέρσεων», οι οποίες σύμφωνα με το ρωσικό δίκαιο νοούνται ως μαζικές ενέργειες που περιλαμβάνουν «βία, πογκρόμ, καταστροφή περιουσίας, χρήση πυροβόλων όπλων ή ένοπλη αντίσταση προς τις αρχές»· λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των αρχών η βία ήταν προγραμματισμένη και ήταν μέρος μιας συνωμοσίας με στόχο να αποσταθεροποιηθεί η χώρα και να ανατραπεί η κυβέρνηση·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά τα τελευταία έτη διάφορες δίκες και δικαστικές διαδικασίες έθεσαν υπό αμφισβήτηση την ανεξαρτησία και την αμεροληψία των δικαστικών οργάνων της Ρωσικής Ομοσπονδίας·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλές ρωσικές και διεθνείς οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανέφεραν ότι τα δυσανάλογα μέτρα που έλαβαν οι δυνάμεις ασφαλείας, καθώς και οι επιθετικές ενέργειές τους και η υπερβολική χρήση βίας οδήγησαν σε ξέσπασμα της βίας το οποίο ακολούθησε η αυθαίρετη σύλληψη διαδηλωτών· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Διαμεσολαβητής της Ρωσικής Ομοσπονδίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα επιβεβαίωσε στην αξιολόγησή του ότι οι κατηγορίες για «μαζικές εξεγέρσεις» ήταν αβάσιμες·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 24 Φεβρουαρίου 2014 ένα ρωσικό δικαστήριο εξέδωσε καταδικαστική απόφαση εις βάρος οκτώ διαδηλωτών, σύμφωνα με την οποία επιβάλλονται από ποινή με αναστολή έως και φυλάκιση τεσσάρων ετών στους καταδικασθέντες, και ότι το 2013 είχαν εκδοθεί επίσης τρεις αυστηρότερες ποινές φυλάκισης και είχε επιβληθεί αναγκαστική ψυχιατρική θεραπεία στον ακτιβιστή Μικαίλ Κοσένκο·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι μεγάλο μέρος των κρατήσεων πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια ειρηνικών διαδηλώσεων υπέρ των κατηγορουμένων της υπόθεσης της πλατείας Μπολότναγια στις 21 και 24 Φεβρουαρίου 2014· λαμβάνοντας υπόψη ότι πάνω από 200 άτομα που είχαν συγκεντρωθεί έξω από το πρωτοδικείο του Ζαμοσκβορέτσκι στις 24 Φεβρουαρίου 2014 για να ακούσουν την ετυμηγορία κρατήθηκαν επί αρκετές ώρες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ηγέτες της αντιπολίτευσης Μπόρις Νεμτσόφ και Αλεξέι Ναβάλνι καταδικάστηκαν στη συνέχεια σε κράτηση 10 ημερών· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Αλεξέι Ναβάλνι έχει τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό για τους προσεχείς δύο μήνες, και ότι από τις 5 Μαρτίου 2014 φέρει ηλεκτρονικό βραχιόλι μέσω του οποίου παρακολουθούνται οι κινήσεις του·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ρωσικές αρχές επεκτείνουν τα προγράμματά τους για τη μαζική παρακολούθηση· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα προγράμματα αυτά, σε συνδυασμό με τους νόμους κατά των ατόμων ΛΟΑΔ και τους νόμους που περιορίζουν την ελευθερία των ΜΚΟ, παρέχουν στις ρωσικές αρχές ένα πολύ ισχυρό εργαλείο για να παρακολουθούν και να φιμώνουν τις φωνές της αντιπολίτευσης·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Ρωσία έχει επιδεινωθεί κατά τα τελευταία έτη και ότι οι ρωσικές αρχές ενέκριναν σειρά νομοθετημάτων που περιλαμβάνουν αμφιλεγόμενες διατάξεις και θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την επιβολή περαιτέρω περιορισμών στους παράγοντες της αντιπολίτευσης και της κοινωνίας των πολιτών και την παρεμπόδιση των ελευθεριών της έκφρασης και του συνέρχεσθαι· λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταστολή περιλαμβάνει ενέργειες, όπως επιδρομές της αστυνομίας, δήμευση περιουσιακών στοιχείων, διοικητικά πρόστιμα και άλλα μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη και την αποτροπή της επιτέλεσης του έργου των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ηγέτες των κομμάτων και των κινημάτων της αντιπολίτευσης υφίστανται παρενοχλήσεις από τις ρωσικές αρχές, ενώ ορισμένοι από αυτούς κρατούνται υπό διάφορες κατηγορίες, όπως για παράδειγμα ο ηγέτης του κινήματος της Αλληλεγγύης Ιλία Γιασίν, ο συμπρόεδρος της Συμμαχίας Πρασίνων και Σοσιαλδημοκρατών Γκλεμπ Φετίσοφ και ο οικολόγος ακτιβιστής και εξέχον μέλος του κόμματος Γιαμπλόκο Γιεβγκένι Βιτίσκο·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή κατά των βασανιστηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης κατέγραψε τον Δεκέμβριο του 2013 πολυάριθμες μαρτυρίες για κακομεταχείριση και βασανιστήρια φυλακισμένων από μέλη των φορέων επιβολής του νόμου και την αστυνομία·

1.  εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για τις διαδικασίες που έχουν κινηθεί εις βάρος των διαδηλωτών στην πλατεία Μπολότναγια, οι οποίες κρίθηκαν εσφαλμένες από την αρχή και βασίζονται σε κατηγορίες που έχουν πολιτικά κίνητρα·

2.  πιστεύει ότι οι κατηγορίες που απαγγέλθηκαν εις βάρος των διαδηλωτών και οι ποινές που τους επιβλήθηκαν είναι προφανώς δυσανάλογες σε σχέση με τον χαρακτήρα των γεγονότων και τα αδικήματα για τα οποία κατηγορούνται· θεωρεί ότι η έκβαση της δίκης, λαμβάνοντας υπόψη τις δικονομικές ελλείψεις και τη μακρά προφυλάκιση, εγείρει για άλλη μια φορά ερωτήματα σχετικά με την κατάσταση του κράτους δικαίου·

3.  ζητεί από τις ρωσικές δικαστικές αρχές να επανεξετάσουν τις ποινές στο πλαίσιο της διαδικασίας προσφυγής και να απελευθερώσουν τους οκτώ διαδηλωτές, καθώς και τον κρατούμενο της πλατείας Μπολότναγια Μικαίλ Κοσένκο, ο οποίος καταδικάστηκε σε αναγκαστική ψυχιατρική θεραπεία·

4.  εκφράζει, επίσης, τη βαθιά του ανησυχία για την κράτηση μεγάλου αριθμού ειρηνικών διαδηλωτών μετά τις ετυμηγορίες της υπόθεσης Μπολότναγια και ζητεί να παύσει κάθε δικαστική δίωξη εναντίον των διαδηλωτών· ζητεί επιπλέον από τη ρωσική κυβέρνηση να σεβαστεί το δικαίωμα όλων των πολιτών να ασκούν τις θεμελιώδεις ελευθερίες τους και τα οικουμενικά ανθρώπινα δικαιώματά τους·

5.  υπενθυμίζει ότι είναι σημαντικό η Ρωσία, ως μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης και του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, να συμμορφωθεί πλήρως προς τις διεθνείς νομικές υποχρεώσεις της καθώς και προς τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου που κατοχυρώνονται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ICCPR)· επισημαίνει ότι οι πρόσφατες εξελίξεις κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση σε σχέση με τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση των δημοκρατικών προτύπων, του κράτους δικαίου και της ανεξαρτησίας του δικαστικού σώματος στη Ρωσία·

6.  εκφράζει την ανησυχία του για τις εξελίξεις στη Ρωσική Ομοσπονδία όσον αφορά το σεβασμό και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τον σεβασμό των κοινά συμφωνημένων δημοκρατικών αρχών, κανόνων και διαδικασιών, ιδίως όσον αφορά τον νόμο για τους ξένους πράκτορες, τη νομοθεσία κατά των ατόμων ΛΟΑΔ, την επαναποινικοποίηση της συκοφαντικής δυσφήμησης, τον νόμο περί προδοσίας και τη νομοθεσία σχετικά με τις δημόσιες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας· παροτρύνει τη Ρωσία να τηρήσει τις διεθνείς δεσμεύσεις της ως μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης·

7.  ζητεί από τη ρωσική κυβέρνηση να λάβει συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση της υποβάθμισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως τερματίζοντας την εκστρατεία παρενόχλησης των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και των ακτιβιστών· ζητεί από τη ρωσική εκτελεστική και νομοθετική εξουσία να επανεξετάσουν και τελικά να καταργήσουν τις πρόσφατα εγκριθείσες νομοθετικές πράξεις και τα μέτρα που έρχονται σε αντίθεση προς τις δεδηλωμένες δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η χώρα ως μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες, και να λάβουν υπόψη τις προτάσεις του Διαμεσολαβητή για τα ανθρώπινα δικαιώματα και του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων προς τον Πρόεδρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας·

8.  καλεί τις ρωσικές δικαστικές αρχές και τις αρχές επιβολής του νόμου να εκτελούν τα καθήκοντά τους κατά τρόπο αμερόληπτο και ανεξάρτητο·

9.  τονίζει ότι η ελευθερία του συνέρχεσθαι στη Ρωσική Ομοσπονδία εκχωρείται σύμφωνα με το άρθρο 31 του Ρωσικού Συντάγματος και βάσει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, την οποία η Ρωσία έχει υπογράψει, γεγονός που υποχρεώνει τις ρωσικές αρχές να τη σεβαστούν·

10.  καλεί τη Ρωσική Ομοσπονδία να ευθυγραμμίσει τα προγράμματα επιτήρησής της με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου·

11.  εκφράζει τη λύπη του για τη συνεχή καταστολή εις βάρος πολιτών που ασκούν κριτική κατά του καθεστώτος και εις βάρος των ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης που έχουν απομείνει, συμπεριλαμβανομένων του τηλεοπτικού σταθμού Dozhd (Βροχή) και του ραδιοφωνικού σταθμού Ekho Moskvy·

12.  ζητεί από την Ύπατη Εκπρόσωπο και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) να εξασφαλίσουν ότι θα συζητηθούν οι υποθέσεις όλων των προσώπων που διώκονται για πολιτικούς λόγους στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων ΕΕ-Ρωσίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα, και ότι οι εκπρόσωποι της Ρωσίας στις εν λόγω διαβουλεύσεις θα κληθούν επισήμως να απαντήσουν σε σχέση με κάθε υπόθεση·

13.  καλεί τους Προέδρους του Συμβουλίου και της Επιτροπής, καθώς και την ΥΕ/ΑΠ να συνεχίσουν να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς αυτές τις υποθέσεις, να θέτουν τα ζητήματα αυτά υπό διάφορες μορφές και σε διάφορες συνεδριάσεις με τη Ρωσία, και να υποβάλλουν έκθεση στο Κοινοβούλιο σχετικά με τις επαφές τους με τις ρωσικές αρχές·

14.  ζητεί από το Συμβούλιο να αναπτύξει ενιαία πολιτική σχετικά με τη Ρωσία, η οποία να δεσμεύσει τα 28 κράτη μέλη και τα όργανα της ΕΕ να υιοθετήσουν ισχυρό κοινό μήνυμα σχετικά με το ρόλο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας και σχετικά με την ανάγκη να τερματιστεί η καταστολή της ελευθερίας της έκφρασης, του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι στη Ρωσία· ζητεί το κοινό αυτό μήνυμα να διατυπωθεί στα συμπεράσματα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ·

15.  καλεί την Ύπατη Εκπρόσωπο και την ΕΥΕΔ να εξασφαλίσουν ότι η Ένωση αξιοποιεί κάθε ευκαιρία, εντός των ορίων του ρωσικού εσωτερικού δικαίου, ώστε να συνεχίσει να συμμετέχει και να υποστηρίζει τις ρωσικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που εργάζονται για να προάγουν τις αξίες της δημοκρατίας, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου·

16.  ζητεί από την Επιτροπή και την ΕΥΕΔ να αυξήσουν, στο πλαίσιο της τρέχουσας φάσης του προγραμματισμού των χρηματοδοτικών μέσων της ΕΕ, την οικονομική συνδρομή προς τη ρωσική κοινωνία των πολιτών μέσω του Ευρωπαϊκού Μέσου για τη Δημοκρατία και τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και μέσω των ταμείων των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και των τοπικών αρχών, καθώς και να συμπεριλάβουν το φόρουμ της κοινωνίας των πολιτών ΕΕ-Ρωσίας στον Μηχανισμό Εταιρικής Σχέσης, προκειμένου να εξασφαλιστεί μακροπρόθεσμα η βιώσιμη και αξιόπιστη στήριξη·

17.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη και στον Πρόεδρο, την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

(1) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0284.


Έναρξη διαβουλεύσεων για αναστολή της συμμετοχής της Ουγκάντα και της Νιγηρίας στη Συμφωνία του Κοτονού λόγω της πρόσφατης νομοθεσίας για την περαιτέρω ποινικοποοίηση της ομοφυλοφιλίας
PDF 301kWORD 68k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την έναρξη διαβουλεύσεων για να ανασταλεί η συμμετοχή της Ουγκάντα και της Νιγηρίας στη συμφωνία του Κοτονού λόγω των πρόσφατων νόμων που ποινικοποιούν περαιτέρω την ομοφυλοφιλία (2014/2634(RSP))
P7_TA(2014)0254RC-B7-0251/2014

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τις διεθνείς υποχρεώσεις και μέσα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προβλέπονται στις συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, που εγγυώνται τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες και απαγορεύουν τις διακρίσεις,

–  έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, τη Σύμβαση για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων εις βάρος των γυναικών, και τον Αφρικανικό Χάρτη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Δικαιωμάτων των Λαών,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμα 17/19 του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών της 17 Ιουνίου 2011 σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον γενετήσιο προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου,

–  έχοντας υπόψη τη δεύτερη αναθεώρηση της Συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού αφενός, και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της αφετέρου (συμφωνία του Κοτονού), και τις ρήτρες περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημόσιας υγείας και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται σε αυτήν, ιδίως δε στα άρθρα 8 παράγραφος 4, 9, 31α στοιχείο ε) και 96,

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 2, 3 παράγραφος 5, 21, 24, 29 και 31 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα άρθρα 10 και 215 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που υποχρεώνουν την ΕΕ και τα κράτη μέλη της, στο πλαίσιο των σχέσεών τους με τον ευρύτερο κόσμο, να μεριμνούν για την προάσπιση και προαγωγή των οικουμενικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για την προστασία των ατόμων, και να λαμβάνουν περιοριστικά μέτρα σε περιπτώσεις σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

–  έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές για την προαγωγή και προστασία της άσκησης όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τις λεσβίες, τους ομοφυλόφιλους, αμφιφυλόφιλους, διεμφυλικούς και μεσόφυλους (LGBTI), που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 24 Ιουνίου 2013,

–  έχοντας υπόψη την από 15 Ιανουαρίου 2014 δήλωση της Αντιπροέδρου της Επιτροπής/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας κ. Catherine Ashton που εκφράζει την ανησυχία της για την έγκριση στη Νιγηρία του νόμου περί (απαγόρευσης) γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου,

–  έχοντας υπόψη την από 20 Δεκεμβρίου 2013 δήλωση της Αντιπροέδρου της Επιτροπής/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας σχετικά με την έγκριση του Νόμου κατά της ομοφυλοφιλίας στην Ουγκάντα,

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση του Προέδρου Ομπάμα, της 16ης Φεβρουαρίου 2014, για την έγκριση του νομοσχεδίου κατά της ομοφυλοφιλίας στην Ουγκάντα και το αίτημά του να μην υπογράψει ο Πρόεδρος κ. Museveni το νόμο,

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση της 18 Φεβρουαρίου 2014 της Αντιπροέδρου της Επιτροπής/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας κυρίας Catherine Ashton σχετικά με τη νομοθεσία κατά της ομοφυλοφιλίας στην Ουγκάντα,

–  έχοντας υπόψη την από 25 Φεβρουαρίου 2014 δήλωση του ΓΓ, του ΟΗΕ κ. Ban Ki-Moon που καλεί τις αρχές της Ουγκάντα να αναθεωρήσουν ή να ακυρώσουν το νόμο κατά της ομοφυλοφιλίας,

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση της 4 Μαρτίου 2014 της Αντιπροέδρου της Επιτροπής/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας σχετικά με το νόμο της Ουγκάντα κατά της ομοφυλοφιλίας,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 5 Ιουλίου 2012 σχετικά με τη βία σε βάρος των λεσβιών και τα δικαιώματα των λεσβιών, ομοφυλόφιλων, αμφιφυλόφιλων, διεμφυλικών και μεσόφυλων (LGBTI) στην Αφρική(1), για τη θέση του της 13 Ιουνίου 2013 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη συμφωνίας για την τροποποίηση για δεύτερη φορά της συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου, που υπογράφηκε στο Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000, όπως τροποποιήθηκε για πρώτη φορά στο Λουξεμβούργο στις 25 Ιουνίου 2005(2), και το ψήφισμά του της 11 Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία ανά τον κόσμο το 2012 και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα αυτό(3),

–  έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 17 Δεκεμβρίου 2009 σχετικά με την Ουγκάντα: σχέδιο νόμου κατά της ομοφυλοφιλίας(4), της 16 Δεκεμβρίου 2010, σχετικά με την Ουγκάντα: ο λεγόμενος «νόμος Bahati» και οι διακρίσεις σε βάρος του πληθυσμού LGBT(5), και της 17 Φεβρουαρίου 2011 σχετικά με την Ουγκάντα: δολοφονία του David Kato(6),

–  έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 15 Μαρτίου 2012(7) και της 4 Ιουλίου 2013(8) σχετικά με την κατάσταση στη Νιγηρία,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16 Ιανουαρίου 2014 σχετικά με τις πρόσφατες κινήσεις για την ποινικοποίηση των λεσβιών, ομοφυλόφιλων, αμφιφυλόφιλων, διεμφυλικών και μεσόφυλων (των LGBTI)(9),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 28 Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον γενετήσιο προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου στα Ηνωμένα Έθνη(10),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 122 παράγραφος 5, και το άρθρο 110 παράγραφος 4 του Κανονισμού,

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα· ότι όλα τα κράτη έχουν υποχρέωση να εμποδίζουν τη βία, την υποκίνηση μίσους και το στιγματισμό με βάση τα ατομικά χαρακτηριστικά, συμπεριλαμβανομένων του γενετήσιου προσανατολισμού, της ταυτότητας φύλου και της έκφρασης φύλου·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποσκοπεί στην ανάπτυξη και εδραίωση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι 76 χώρες συνεχίζουν να θεωρούν ότι η ομοφυλοφιλία είναι έγκλημα, με πέντε από τις χώρες αυτές να προβλέπουν τη θανατική ποινή για τα εγκλήματα αυτά·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η συναινετική πράξη μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου τιμωρούνταν ήδη με φυλάκιση 14 ετών στην Ουγκάντα βάσει του άρθρου 145 του Ποινικού Κώδικα της Ουγκάντα, με 7 έτη φυλάκισης στη Νιγηρία βάσει του άρθρου 214 του Ποινικού Κώδικα της Νιγηρίας (ή με θανατική ποινή στα 12 κράτη που εφαρμόζουν τη Σαρία)·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 20 Δεκεμβρίου 2013, το Κοινοβούλιο της Ουγκάντα ενέκρινε το νόμο κατά της ομοφυλοφιλίας, που τιμωρεί όποιον στηρίζει τα δικαιώματα των LGBTI με ποινή φυλάκισης έως 7 έτη, τα άτομα που διατηρούν σπίτι, δωμάτιο ή δωμάτια ή κάθε είδους χώρο για "σκοπούς ομοφυλοφιλίας" με φυλάκιση 7 ετών, και τους «κατ’ επανάληψη παραβάτες» ή τους οροθετικούς παραβάτες σε ισόβια κάθειρξη· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο νόμος υπεγράφη από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Ουγκάντα Yoweri Museveni Κaguta στις 24 Φεβρουαρίου 2014·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχές της Ουγκάντα ενέκριναν τον νόμο κατά της πορνογραφίας και το νόμο για τη διαχείριση της δημόσιας τάξης, που αποτελούν περαιτέρω επίθεση κατά των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των ΜΚΟ που υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα· ότι αυτό είναι ενδεικτικό της συρρίκνωσης και επιδείνωσης του πολιτικού χώρου την οποία βιώνει η κοινωνία των πολιτών·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 17 Δεκεμβρίου 2013, η νιγηριανή Γερουσία ενέκρινε το νόμο περί (απαγόρευσης) γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, που τιμωρεί τα άτομα που έχουν σχέση με άλλο άτομο του ιδίου φύλου με ποινή φυλάκισης έως 14 έτη, και τα άτομα που παρίστανται ως μάρτυρες σε γάμους μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου ή που λειτουργούν ή συμμετέχουν σε μπαρ, οργανώσεις ή εταιρίες LGBTI με φυλάκιση μέχρι 10 έτη· ότι ο νόμος υπεγράφη από τον Πρόεδρο Goodluck Jonathan τον Ιανουάριο 2014·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι μια σειρά από μέσα μαζικής ενημέρωσης, από μέλη του κοινού, και από πολιτικούς και θρησκευτικούς ηγέτες σε αυτές τις χώρες επιδιώκουν όλο και περισσότερο τον εκφοβισμό των LGBTI, τον περιορισμό των δικαιωμάτων τους και των δικαιωμάτων των ΜΚΟ και των ομάδων που υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, και τη νομιμοποίηση της βίας κατά αυτών· ότι λίγο μετά που ο Πρόεδρος Museveni υπέγραψε το νόμο, μία σκανδαλοθηρική εφημερίδα της Ουγκάντα δημοσίευσε κατάλογο με τα ονόματα και τις φωτογραφίες 200 Ουγκαντέζων ομοφυλόφιλων ανδρών και γυναικών, με πολύ αρνητικές συνέπειες για την ασφάλειά τους· ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αναφέρουν αυξανόμενο αριθμό συλλήψεων και περιστατικά βίας κατά των LGBTI στη Νιγηρία·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλοί αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων, οι ηγέτες των Ηνωμένων Εθνών, εκπρόσωποι κυβερνήσεων και κοινοβουλίων, η ΕΕ (με το Συμβούλιο, το Κοινοβούλιο, την Επιτροπή και την ΥΕ/ΑΕ), και πολλές διεθνείς προσωπικότητες έχουν καταδικάσει με αυστηρότητα τους νόμους που ποινικοποιούν τους LGBTI·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρωπαϊκή συνεργασία θα πρέπει να υποστηρίξει τις προσπάθειες των κρατών ΑΚΕ για την ανάπτυξη υποστηρικτικών νομικών και πολιτικών πλαισίων και για την εξάλειψη των κατασταλτικών νόμων, μέτρων και πρακτικών, του στιγματισμού και των διακρίσεων που υπονομεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, αφήνουν τα άτομα ακόμη πιο εκτεθειμένα στο HIV/AIDS και εμποδίζουν την πρόσβαση σε αποτελεσματική πρόληψη του HIV/AIDS, θεραπεία, περίθαλψη και υποστήριξη, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε φάρμακα, στα βασικά προϊόντα και στις υπηρεσίες, για τα άτομα που ζουν με HIV/AIDS και για τις ομάδες υψηλότερου κινδύνου·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η UN Aids και το Παγκόσμιο Ταμείο για την καταπολέμηση του AIDS, της φυματίωσης και της ελονοσίας, φοβούνται ότι στους LGBTI και σε 3,4 εκατομμύρια πολίτες της Νιγηρίας και της Ουγκάντα που έχουν μολυνθεί με HIV/AIDS, θα απαγορευθεί η πρόσβαση σε ζωτικής σημασίας υπηρεσίες υγείας, και ζητούν να επανεξετασθεί επειγόντως η συνταγματικότητα των νόμων λόγω των σοβαρών επιπτώσεών τους στη δημόσια υγεία και στα ανθρώπινα δικαιώματα·

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η περαιτέρω ποινικοποίηση των συναινετικών πράξεων μεταξύ ενήλικων ατόμων του ιδίου φύλου θα καταστήσει ακόμη πιο δύσκολη τόσο την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της χιλιετίας, ιδίως όσον αφορά την ισότητα των φύλων και την καταπολέμηση των νόσων, όσο οποιαδήποτε επιτυχία ως προς το αναπτυξιακό πλαίσιο για μετά το 2015·

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένα κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων και οι Κάτω Χώρες, η Δανία και η Σουηδία, όπως και άλλες χώρες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και η Νορβηγία, έχουν αποφασίσει είτε να αρνηθούν τη βοήθεια προς την κυβέρνηση της Ουγκάντας είτε να προσανατολίσουν τη βοήθεια στη στήριξη της κοινωνίας των πολιτών και όχι στη στήριξη της κυβέρνησης·

ΙΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, δυνάμει του άρθρου 96 παράγραφος 1α της συμφωνίας του Κοτονού, μπορεί να κινηθεί διαδικασία διαβούλευσης με σκοπό την αναστολή της συμμετοχής των μελών που παραβιάζουν τις περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τα άρθρα 8 παράγραφος 4, και 9·

1.  θεωρεί λυπηρή την έγκριση των νέων νόμων που συνιστούν σοβαρή απειλή για τα οικουμενικά δικαιώματα στη ζωή, την ελευθερία της έκφρασης, του συνεταιρίζεσθαι και του συνέρχεσθαι, καθώς και για το δικαίωμα μη υποβολής σε βασανιστήρια, σε βάναυση, απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση· επαναλαμβάνει ότι ο γενετήσιος προσανατολισμός και η ταυτότητα φύλου είναι θέματα που υπάγονται στο ατομικό δικαίωμα σεβασμού του ιδιωτικού απορρήτου, όπως αυτό κατοχυρώνονται από το διεθνές δίκαιο και από τα εθνικά συντάγματα· τονίζει ότι η ισότητα των LGBTI αποτελεί αδιαμφισβήτητο στοιχείο των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

2.  υπενθυμίζει τις δηλώσεις της Αφρικανικής Επιτροπής και της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ ότι ένα κράτος δεν μπορεί με το εθνικό του δίκαιο να αρνείται τις διεθνείς υποχρεώσεις του στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

3.  καλεί τον Πρόεδρο της Ουγκάντα να ακυρώσει το νόμο κατά της ομοφυλοφιλίας, καθώς και το άρθρο 145 του Ποινικού Κώδικα της Ουγκάντα· καλεί τον Πρόεδρο της Νιγηρίας να ακυρώσει το νόμο (απαγόρευσης) του γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου», καθώς και τα άρθρα 214 και 217 του Ποινικού Κώδικα της Νιγηρίας, δεδομένου ότι παραβιάζουν διεθνείς υποχρεώσεις σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

4.  επισημαίνει ότι με την υπογραφή των νόμων αυτών, οι κυβερνήσεις της Ουγκάντα και της Νιγηρίας παρέλειψαν να εκπληρώσουν μια υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 9, παράγραφος 2 της συμφωνίας του Κοτονού περί σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δημοκρατικών αρχών και του κράτους δικαίου·

5.  επαναλαμβάνει ότι οι νόμοι αυτοί εμπίπτουν στο πεδίο του άρθρου 96 παράγραφος 1α στοιχείο β) της συμφωνίας του Κοτονού ως καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, ήτοι εξαιρετικές περιπτώσεις ιδιαίτερα σοβαρής και κατάφωρης παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας του ατόμου, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρο 9, καταστάσεις οι οποίες κατά συνέπεια απαιτούν άμεση αντίδραση·

6.  καλεί, ως εκ τούτου, την Επιτροπή να ξεκινήσει έναν ενισχυμένο και επείγοντα πολιτικό διάλογο βάσει του άρθρου 8 σε τοπικό και σε υπουργικό επίπεδο, με το αίτημα να αρχίσει η συζήτηση το αργότερο ταυτόχρονα με τη διάσκεψη κορυφής ΕΕ-Αφρικής·

7.  καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη να επανεξετάσουν την στρατηγική τους στο θέμα της βοήθειας για την αναπτυξιακή συνεργασία με την Ουγκάντα και τη Νιγηρία και να δώσουν προτεραιότητα στον αναπροσανατολισμό της βοήθειας υπέρ της κοινωνίας των πολιτών και άλλων οργανώσεων αντί για την αναστολή της, έστω και σε τομεακή βάση·

8.  προτείνει στην Αφρικανική Ένωση να αναλάβει ηγετικό ρόλο και να συγκροτήσει μια εσωτερική επιτροπή για να εξετάσει αυτούς τους νόμους και αυτά τα θέματα·

9.  καλεί τους ηγέτες της Αφρικανικής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εξετάσουν τους νόμους αυτούς στη διάρκεια των συζητήσεων της 4ης συνόδου κορυφής ΕΕ-Αφρικής που θα πραγματοποιηθεί στις 2-3 Απριλίου 2014·

10.  καλεί τα κράτη μέλη, ή την ΥΕ/ΑΕ με την υποστήριξη της Επιτροπής, να εξετάσουν το ενδεχόμενο επιβολής στοχοθετημένων κυρώσεων, όπως απαγόρευση ταξιδίου και θεώρησης, για τα βασικά άτομα που είναι υπεύθυνα για την εκπόνηση και έγκριση αυτών των δύο νόμων·

11.  υπενθυμίζει την απόφαση του ΔΕΕ της 7 Νοεμβρίου 2013 στην υπόθεση x, y, z κατά Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου (υποθέσεις C-199-201/12), που υπογραμμίζει ότι τα άτομα με ένα συγκεκριμένο γενετήσιο προσανατολισμό που αποτελούν το στόχο νόμων που ποινικοποιούν τη συμπεριφορά τους ή την ταυτότητά τους δύνανται να θεωρηθούν ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα υποψήφια για τη χορήγηση ασύλου·

12.  θεωρεί λυπηρή την εν γένει αυξανόμενη κοινωνική, οικονομική και πολιτική αδυναμία των αφρικανικών εθνών που απειλούνται από ένα θρησκευτικό φονταμενταλισμό που γίνεται όλο και πιο διάχυτος, με οδυνηρές συνέπειες για την αξιοπρέπεια, την ανάπτυξης και την ελευθερία των ατόμων·

13.  καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να συμπεριλάβουν ρητή μνεία περί μη εφαρμογής διακρίσεων για λόγους γενετήσιου προσανατολισμού σε οποιαδήποτε μελλοντική συμφωνία αντικαταστήσει τη συμφωνία του Κοτονού, όπως επανειλημμένα έχει ζητήσει το Κοινοβούλιο·

14.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή, στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, στα κράτη μέλη, στις εθνικές κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια της Ουγκάντα, της Νιγηρίας, της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό και της Ινδίας, και στους Προέδρους της Ουγκάντα και της Νιγηρίας.

(1) ΕΕ C 349 Ε, 29.11.2013, σ. 88.
(2) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0273.
(3) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0575.
(4) ΕΕ C 286 Ε, 22.10.2010, σ. 25.
(5) ΕΕ C 169 Ε, 15.6.2012, σ. 134.
(6) ΕΕ C 188 Ε, 28.6.2012, σ. 62.
(7) EE C 251 E, 31.8.2013, σ. 97.
(8) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0335.
(9) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0046.
(10) EE C 56 E, 26.2.2013, σ. 100.


Ασφάλεια και εμπορία ανθρώπων στο Σινά
PDF 312kWORD 77k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την ασφάλεια και την εμπορία ανθρώπων στο Σινά (2014/2630(RSP))
P7_TA(2014)0255RC-B7-0254/2014

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

—  έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 15ης Μαρτίου 2012 σχετικά με την εμπορία ανθρώπων στο Σινά, ιδίως την υπόθεση του Solomon W.(1), της 16ης Δεκεμβρίου 2010 για τους Ερυθραίους πρόσφυγες που κρατούνται όμηροι στο Σινά(2) και της 6ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την κατάσταση στην Αίγυπτο(3),

—  έχοντας υπόψη τις δηλώσεις της Αντιπροέδρου/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας Catherine Ashton σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στο Σινά στις 11 Σεπτεμβρίου 2013, στις 3 και 8 Οκτωβρίου 2013, στις 24 Δεκεμβρίου 2013, στις 24 Ιανουαρίου 2014 και στις 17 Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Σινά,

–  έχοντας υπόψη τη δημοσίευση της Europol στις 3 Μαρτίου 2014 με τίτλο "Παράνομοι μετανάστες από το Κέρας της Αφρικής με ευρωπαίους χρηματοδότες που απάγονται για λύτρα και κρατούνται στο Σινά",

—  έχοντας υπόψη το άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του 1950,

—  έχοντας υπόψη τη Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης ΑΚΕ-ΕΕ του Κοτονού,

—  έχοντας υπόψη τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Καθεστώς του Πρόσφυγα του 1951 και το σχετικό Πρωτόκολλο του 1967, καθώς και το μνημόνιο συννενόησης της UNHCR με την αιγυπτιακή κυβέρνηση του 1954,

—  έχοντας υπόψη την Οργάνωση Αφρικανικής Ενότητας (ΟΑΕ) που διέπει τις Ειδικές Πτυχές των Προβλημάτων των Προσφύγων στην Αφρική,

—  έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των ΗΕ κατά των Βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας του 1984, και τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων του 2005,

—  έχοντας υπόψη το Πρωτόκολλο του ΟΗΕ του 2000 για την Πρόληψη, Εξάλειψη και Τιμωρία της Παράνομης Διακίνησης Προσώπων και Ειδικά Γυναικών και Παιδιών, ως συμπλήρωμα της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Διεθνικό Οργανωμένο Έγκλημα, και ειδικά τα άρθρα 6 και 9 αυτού,

—  έχοντας υπόψη τη δήλωση των Βρυξελλών σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, η οποία εγκρίθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 2002,

—  έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/81/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με την άδεια διαμονής μικρής διαρκείας για τα θύματα της εμπορίας ανθρώπων και την οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της,

—  έχοντας υπόψη το άρθρο 2, το άρθρο 6.1, το άρθρο 7, και το άρθρο 17 ("κάθε άτομο έχει δικαίωμα προστασίας από το νόμο έναντι τέτοιων παρενοχλήσεων ή προσβολών") του Διεθνούς Συμφώνου Αστικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων,

—  έχοντας υπόψη τη Συμφωνία Σύνδεσης ΕΕ-Αιγύπτου και ιδίως το προοίμιο και το άρθρο 2 αυτής·

—  έχοντας υπόψη το άρθρο 89 του Συντάγματος της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου, και το Νόμο αριθ. 64 του 2010 για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων στην Αίγυπτο,

—  έχοντας υπόψη τον νόμο του Ισραήλ σχετικά με την αντιμετώπιση της διείσδυσης,

—  έχοντας υπόψη κατευθυντήριες γραμμές της UNHCR για την Ερυθραία,

—  έχοντας υπόψη το άρθρο 122 παράγραφος 5 και το άρθρο 110 παράγραφος 4 του Κανονισμού του,

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τρομοκρατικές επιθέσεις, η διάδοση των όπλων, η διείσδυση αλλοδαπών και αιγυπτίων μαχητών της Τζιχάντ, καθώς και η ριζοσπαστικοποίηση τμήματος του τοπικού πληθυσμού στο Σινά έχουν δημιουργήσει αυξημένες προκλήσεις στον τομέα της ασφάλειας για την Αίγυπτο, το Ισραήλ και άλλες χώρες της περιοχής· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση στο Σινά όσον αφορά την ασφάλεια έχει επιδεινωθεί ραγδαία - με διάφορες εξτρεμιστικές ομάδες να αποσταθεροποιούν τις συνθήκες ασφάλειας και περισσότερες από 250 τρομοκρατικές επιθέσεις κυρίως εναντίον των αιγυπτιακών δυνάμεων ασφαλείας και των εγκαταστάσεών τους, που είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο περισσότερων από εκατό άτομα, η πλειονότητα των οποίων ήταν αστυνομικοί και στρατιωτικοί - από την αποκαθήλωση του τέως προέδρου Mohamed Morsi τον Ιούλιο του 2013· λαμβάνοντας υπόψη ότι σοβαρή πηγή ανησυχίας αποτελούν επίσης και οι τρομοκρατικές επιθέσεις στη ζώνη της Διώρυγας του Σουέζ και κατά των αγωγών φυσικού αερίου·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η διείσδυση εξτρεμιστών υπονομεύει τις προσπάθειες που αποσκοπούν στην αποκατάσταση της ασφάλειας στο Σινά· λαμβάνοντας υπόψη ότι στην περιοχή συνεχίζουν να δραστηριοποιούνται διαφορές συνδεόμενες ή εμπνεόμενες από την Αλ Κάιντα τρομοκρατικές ομάδες· λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες από τις ομάδες αυτές έχουν διευρύνει το πεδίο τρομοκρατικής δράσης τους και πέρα από το Σινά· λαμβάνοντας υπόψη ότι άλλοι τοπικοί μαχητές που δραστηριοποιούνται στο Σινά δεν ανήκουν με καμία εξτρεμιστική ομάδα, αλλά είναι ένοπλοι Βεδουίνοι που εμπλέκονται σε παράνομη διακίνηση και εμπορία ανθρώπων·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αιγυπτιακές ένοπλες δυνάμεις έχουν πρόσφατα ξεκινήσει στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Σινά προκειμένου να αντιμετωπίσουν τρομοκρατικές και εξτρεμιστικές ομάδες και να αποκαταστήσουν την ασφάλεια· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αιγυπτιακή κυβέρνηση και οι δυνάμεις ασφαλείας φαίνεται ότι αδυνατούν να θέσουν υπό έλεγχο την κρίση ασφάλειας στην περιοχή του Σινά· λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκνομη κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή παρέχει τη δυνατότητα σε εγκληματικά δίκτυα, διακινητές ανθρώπων και άλλες εγκληματικές ομάδες, να δραστηριοποιούνται ανεξέλεγκτα και σε καθεστώς ατιμωρησίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εμπορία ανθρώπων φαίνεται ότι συνεχίζεται ασταμάτητα παρά την εν εξελίξει ανάπτυξη των αιγυπτιακών δυνάμεων ασφαλείας στο Σινά· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Σινά έχει από μακρόν λειτουργήσει ως διαδρομή παράνομης διακίνησης από και προς τη Λωρίδα της Γάζας· λαμβάνοντας υπόψη ότι εκφράζονται ανησυχίες σχετικά με τη σιγή που επικρατεί στα μέσα ενημέρωσης όσον αφορά τις εξελίξεις στο Σινά·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινωνική και οικονομική περιθωριοποίηση του τοπικού πληθυσμού των Βεδουίνων αποτελεί τον βασικό λόγο των προκλήσεων ασφαλείας στο Σινά· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κάτοικοι του Σινά πλήττονται επί μακρόν από τη φτώχεια, τις διακρίσεις, την περιορισμένη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης, και αυτό τους έχει αποξενώσει από τις επίσημες αρχές οι οποίες αδιαφορούν για την κατάστασή τους και αγνοούν τα αιτήματά τους·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι χιλιάδες αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες από το Κέρας της Αφρικής εγκαταλείπουν τις χώρες τους κάθε μήνα λόγω των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανθρωπιστικής κρίσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι, μόνο από την Ερυθραία, περίπου τρεις χιλιάδες άτομα εγκαταλείπουν τη χώρα κάθε μήνα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ειδικού εισηγητή των ΗΕ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ερυθραία· λαμβάνοντας υπόψη ότι εκτιμάται ότι χιλιάδες άτομα έχουν απαχθεί από το Ανατολικό Σουδάν, έχουν μεταφερθεί στην Αίγυπτο και βασανίζονται στο Σινά, εκ των οποίων περισσότερα από 4 000 έχουν χάσει τη ζωή τους από τις αρχές του 2008 και πιστεύεται ότι περίπου 1 000 αφρικανοί πρόσφυγες κρατούνται επί του παρόντος σε κατάσταση αιχμαλωσίας·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι χιλιάδες άτομα χάνουν τη ζωή τους και εξαφανίζονται στο Σινά κάθε χρόνο ενώ άλλοι, μεταξύ των οποίων πολλές γυναίκες και παιδιά, απάγονται σε στρατόπεδα προσφύγων ή τις γύρω περιοχές, ιδίως στο στρατόπεδο προσφύγων Shagarab στο Σουδάν, ή στην προσπάθειά τους να επανενωθούν με τις οικογένειές τους στο Σουδάν ή την Αιθιοπία, και κρατούνται όμηροι για λύτρα από διακινητές ανθρώπων· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα θύματα των διακινητών ανθρώπων κακοποιούνται με τον πλέον απάνθρωπο και άγριο τρόπο και υπόκεινται σε συστηματική άσκηση βίας και βασανιστηρίων, βιασμών και σεξουαλικής κακοποίησης και καταναγκαστικής εργασίας, ή θανατώνονται για εμπόριο οργάνων· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τα θύματα, γείτονες και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για τον συγκεκριμένο αυτό σκοπό έχουν δημιουργηθεί στρατόπεδα βασανιστηρίων·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν αξιόπιστες πληροφορίες για συνεργασία ορισμένων σουδανικών και αιγυπτιακών δυνάμεων ασφαλείας με διακινητές αιτούντων άσυλο και μεταναστών, και για σχεδόν πλήρη αδυναμία τόσο από πλευράς Σουδάν όσο και από πλευράς Αιγύπτου να διερευνήσουν και να προσαγάγουν ενώπιον της δικαιοσύνης τους υπεύθυνους υπαλλήλους, αδυνατώντας έτσι να συμμορφωθούν στις υποχρεώσεις αμφοτέρων των χωρών που απορρέουν από τη σύμβαση των ΗΕ για την κατάργηση των βασανιστηρίων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αιγυπτιακές αρχές αρνούνται την ύπαρξη τέτοιων υποθέσεων·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η παράνομη διακίνηση προσώπων είναι μια άκρως επικερδής επιχείρηση για το οργανωμένο έγκλημα· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την UNHCR, έχουν δημιουργηθεί πολύπλοκα δίκτυα διακίνησης ανθρώπων, στα οποία εμπλέκονται διακινητές ανθρώπων, απαγωγείς, όπως ομάδες φυλάρχων Rashaida από την Ερυθραία και το βορειοανατολικό Σουδάν, μεσάζοντες που κινούνται εντός των στρατοπέδων προσφύγων, διεφθαρμένοι στρατιωτικοί, αστυνομικοί και συνοριοφύλακες, καθώς και εγκληματικά στοιχεία από τις κοινότητες των Αιγυπτίων Βεδουίνων·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτοί που δεν κατορθώνουν να συγκεντρώσουν τα λύτρα συχνά θανατώνονται αλλά ακόμη και στην περίπτωση που τα ζητούμενα λύτρα καταβληθούν δεν υπάρχει εγγύηση ότι οι όμηροι θα απελευθερωθούν· λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει εμφανισθεί μια νέα πρακτική στην αλυσίδα αξίας της εμπορίας ανθρώπων που αφορά τους ομήρους που δεν έχουν δυνατότητα να συγκεντρώσουν τα λύτρα·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι άτομα που διεσώθησαν στο Σινά χρειάζονται φυσική και ψυχολογική υποστήριξη· λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη ότι οι περισσότεροι διασωθέντες στο Σινά κρατούνται, στερούνται την παροχή ιατρικής βοήθειας και κοινωνικών υπηρεσιών, καλούνται να υπογράψουν έγγραφα που δεν κατανοούν και δεν λαμβάνουν νομική υποστήριξη στη χώρα προορισμού, ενώ πολλοί από αυτούς επαναπατρίζονται στη χώρα καταγωγής τους, κατά παράβαση της αρχής της μη επαναπροώθησης·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με πληροφορίες, οι αιγυπτιακές αρχές δεν επιτρέπουν στην Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) να έχει πρόσβαση στους αιτούντες άσυλο και τους μετανάστες που συλλαμβάνονται στο Σινά και δεν προσπαθούν να εντοπίσουν πιθανά θύματα εμπορίας ατόμων μεταξύ αυτών· λαμβάνοντας υπόψη τις επιφυλάξεις που διατύπωσε η Αίγυπτος σχετικά με τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τον περιορισμό των δικαιωμάτων των προσφύγων στην εκπαίδευση, την κοινωνική ασφάλιση και τα εργασιακά δικαιώματα·

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλές οικογένειες θυμάτων ζουν σε κράτη μέλη της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες δημοσιεύσεις της Europol, διάφορα κράτη μέλη της ΕΕ είχαν στοιχεία σχετικά με εκβιασμούς εντός της ΕΕ εκ μέρους οργανωμένων εγκληματικών ομάδων Βεδουίνων στο Σινά· λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι προς το συμφέρον της ΕΕ να γνωρίζει τις εγκληματικές οργανώσεις που εμπλέκονται στην διαδικασία εκβιασμών·

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με στοιχεία της UNHCR, από το 2005 στο Ισραήλ έχουν καταφύγει 53 000 αφρικανοί αιτούντες άσυλο, οι οποίοι εισήλθαν στη χώρα μέσω της Αιγύπτου· λαμβάνοντας υπόψη ότι, πριν από τον Ιούλιο του 2012, κατά μέσο όρο 1 500 αιτούντες άσυλο εισέρχονταν κάθε μήνα στο Ισραήλ μέσω του Σινά ενώ, σύμφωνα με τις ισραηλινές αρχές, ο αριθμός αυτός μειώθηκε σημαντικά το 2013 λόγω της ολοκλήρωσης του φράχτη καθ' όλο το μήκος της ισραηλινοαιγυπτιακής μεθορίου· λαμβάνοντας υπόψη ότι της UNHCR έχει διατυπώσει ανησυχίες σχετικά με την πρόσφατη τροποποίηση της νομοθεσίας του Ισραήλ για την αντιμετώπιση της διείσδυσης, η οποία περιορίζει ακόμη περισσότερο τα δικαιώματα των αιτούντων άσυλο·

ΙΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ έχει επανειλημμένα καλέσει την Αίγυπτο και το Ισραήλ να αναπτύξουν και να βελτιώσουν τη βοήθεια και προστασία που παρέχουν στους αιτούντες άσυλο και στους πρόσφυγες που διαμένουν στο έδαφός τους ή διέρχονται από αυτό· λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 7 Νοεμβρίου 2013 σουδανοί αξιωματούχοι ζήτησαν από την ΕΕ να συμβάλει στην αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων·

1.  καταδικάζει τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις εναντίον των δυνάμεων ασφαλείας και πολιτών στο Σινά· είναι βαθύτατα απογοητευμένο σχετικά με την περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης ασφάλειας στο Σινά και ζητεί να καταβληθούν εντατικές προσπάθειες από την προσωρινή κυβέρνηση της Αιγύπτου και τις δυνάμεις ασφαλείας για την αποκατάσταση της ασφάλειας, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και τα διεθνή πρότυπα όσον αφορά τη χρήση ισχύος και την αστυνόμευση, με την υποστήριξη της διεθνούς κοινότητας· εκφράζει ανησυχία για το γεγονός ότι η συνεχιζόμενη κοινωνική αναταραχή ενδέχεται να λειτουργήσει αποσταθεροποιητικά στην Αίγυπτο συνολικά, στην εν εξελίξει μεταβατική περίοδο·

2.  εκφράζει τη βαθύτατη ανησυχία του σχετικά με τις καταγγελλόμενες υποθέσεις εμπορίας ανθρώπων στο Σινά και καταδικάζει κατηγορηματικά τις φοβερές κακοποιήσεις στις οποίες υπόκεινται τα θύματα των διακινητών ανθρώπων· εκφράζει τη βαθύτατη αλληλεγγύη του στα θύματα της εμπορίας ανθρώπων στο Σινά και τις οικογένειές τους και επισημαίνει ακόμη μια φορά την ευθύνη της αιγυπτιακής και της ισραηλινής κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων στην περιοχή· σημειώνει τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι αρχές και επισημαίνει ότι οιαδήποτε στρατιωτική επιχείρηση και επιχείρηση επιβολής του νόμου εκ μέρους των αιγυπτιακών δυνάμεων ασφαλείας στο Σινά πρέπει να περιλαμβάνουν και δράσεις που θα αποσκοπούν στη διάσωση των θυμάτων των διακινητών ανθρώπων, την προστασία και την παροχή βοήθειας στα θύματα αυτά, ιδίως τις γυναίκες και τα παιδιά από το να καταστούν και πάλι θύματα, καθώς και τη σύλληψη και προσαγωγή ενώπιον της δικαιοσύνης των διακινητών ανθρώπων και όλων των αξιωματικών ασφάλειας που συνεργάζονται με αυτούς, προκειμένου να λογοδοτήσουν·

3.  υπενθυμίζει ότι μία από τις βασικές αιτίες της κρίσης είναι η περιθωριοποίηση των Βεδουίνων στο Σινά· υποστηρίζει ότι οποιαδήποτε πιθανή επίλυση της κρίσης θα πρέπει να περιλαμβάνει ένα συνολικό αναπτυξιακό πρόγραμμα που θα αποσκοπεί στη βελτίωση της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης και των συνθηκών του τοπικού πληθυσμού των Βεδουίνων, όπου περιλαμβάνεται και η πρόσβασή τους στην αστυνομία και το στρατό, καθώς και η συμμετοχή τους στην πολιτική διαδικασία·

4.  καλεί τις αιγυπτιακές αρχές να σεβαστούν τη νομοθεσία που έχουν θεσπίσει για την αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων, η οποία διασφαλίζει την ασυλία των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων από την άσκηση δίωξης καθώς και την πρόσβαση στην παροχή βοήθειας και την παροχή προστασίας, όπως επίσης και το άρθρο 89 του νέου Συντάγματος που απαγορεύει τη δουλεία και κάθε μορφή καταπίεσης και καταναγκαστικής εκμετάλλευσης σε βάρος ανθρώπων και την πλήρη εφαρμογή, μέσω της εθνικής της νομοθεσίας, των αρχών των συμβάσεων στις οποίες έχει προσχωρήσει η Αίγυπτος· επισημαίνει το διάταγμα για τη σύσταση εθνικής συντονιστικής επιτροπής για την αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης, που εξέδωσε στις 9 Μαρτίου 2014 ο αιγύπτιος πρωθυπουργός· καλεί τις αιγυπτιακές αρχές να συλλέξουν και να δημοσιοποιήσουν στατιστικά στοιχεία σχετικά με τα θύματα της εμπορίας ανθρώπων·

5.  επισημαίνει τη σημασία της προστασίας και της παροχής βοήθειας στους επιζήσαντες του Σινά, με ιδιαίτερη έμφαση στην ιατρική, ψυχολογική και νομική υποστήριξη· καλεί όλες τις εμπλεκόμενες χώρες προορισμού να αποτρέψουν την κράτηση επιζώντων του Σινά, να θεσπίσουν βελτιωμένα συστήματα εντοπισμού των θυμάτων, να εξασφαλίσουν σε αυτά πρόσβαση σε δίκαιες και αποτελεσματικές διαδικασίες χορήγησης ασύλου και ζητεί από την UNHCR να αξιολογήσει όλες τις υποθέσεις σε ατομική βάση και να αποτρέψει την απέλαση επιζώντων του Σινά κατά παράβαση της αρχής της μη επαναπροώθησης· ζητεί να υπάρξει πλήρης πρόσβαση των υπηρεσιών των ΗΕ καθώς και των οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις περιοχές που πλήττονται από την εμπορία ανθρώπων στο Σινά και για να παράσχουν πλήρη και ανεμπόδιστη πρόσβαση στις εγκαταστάσεις κράτησης που χρησιμοποιούνται για την υποδοχή αιτούντων άσυλο και προσφύγων·

6.  χαιρετίζει την απόφαση του ανωτάτου ισραηλινού δικαστηρίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2013, που ακυρώνει τη διάταξη του νόμου περί πρόληψης της διείσδυσης που επέβαλε την αυτόματη κράτηση, αλλά καλεί το Ισραήλ να ανακαλέσει τον νόμο της 10ης Δεκεμβρίου 2013 που παρέχει τη δυνατότητα επ’ αόριστον κράτησης των αιτούντων άσυλο· καλεί τις αρχές των χωρών προορισμού να αντιμετωπίζουν τους αιτούντες άσυλο σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο για τους πρόσφυγες και τα ανθρώπινα δικαιώματα·

7.  υπενθυμίζει ότι οι συστηματικές και ευρείες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ερυθραία έχουν ως αποτέλεσμα χιλιάδες κάτοικοι της Ερυθραίας να εγκαταλείπουν κάθε μήνα τη χώρα τους· υπενθυμίζει στις αρχές του Σουδάν την υποχρέωσή τους να εγγυώνται την ασφάλεια των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο και να δώσουν προτεραιότητα στην άμεση επεξεργασία και εφαρμογή βιώσιμων και επαρκών μέτρων ασφαλείας στο στρατόπεδο προσφύγων Shagarab·

8.  υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να υπάρξει συντονισμένη περιφερειακή δράση για την αποκατάσταση της ασφάλειας και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων στο Σινά και ζητεί να υπάρξει αυξημένη διεθνής στήριξη και περισσότερη συνεργασία στον τομέα αυτό, μεταξύ των κυβερνήσεων της Αιγύπτου, του Ισραήλ, της Λιβύης, της Αιθιοπίας, της Ερυθραίας και του Σουδάν, καθώς και όλων των συναφών οργανισμών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η πολυεθνική δύναμη και οι παρατηρητές των ΗΕ·

9.  παροτρύνει την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να στηρίξουν όλες τις προσπάθειες που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση του κύκλου της εμπορίας ανθρώπων στο Σινά, σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις τους για την αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων· καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επισημάνει το ζήτημα του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις σχέσεις της με την κυβέρνηση της Ερυθραίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ έχει επανειλημμένα καλέσει την Αίγυπτο και το Ισραήλ να αναπτύξουν και να βελτιώσουν την βοήθεια και προστασία που παρέχουν στους αιτούντες άσυλο και στους πρόσφυγες που διαμένουν στο έδαφός τους ή διέρχονται από αυτό· χαιρετίζει την έκκληση της κυβέρνησης του Σουδάν για την παροχή στήριξης από την ΕΕ·

10.  καλεί την ΑΕ/ΥΕ και την Επιτροπή να δώσουν στο θέμα αυτό ύψιστη προτεραιότητα στην ατζέντα του πολιτικού διαλόγου με την Αίγυπτο, το Ισραήλ και το Σουδάν, καθώς και να συνεργαστούν ενεργά με την UNHCR για τη δημιουργία ομάδας δράσης με τις χώρες που εμπλέκονται στις διάφορες φάσεις της αλυσίδας εμπορίας ανθρώπων, όπου περιλαμβάνονται οι πηγές, η διαμετακόμιση και ο προορισμός·

11.  εκφράζει τη βαθύτατη ανησυχία του σχετικά με τις πληροφορίες για την άσκηση εκβιασμών εντός της ΕΕ· υπενθυμίζει την ευθύνη των αρχών της ΕΕ να αναλάβουν δράση και καλεί τους υπουργούς εξωτερικών και δικαιοσύνης της ΕΕ να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα· καλεί τα ενωσιακά θεσμικά όργανα να ασκήσουν πιέσεις στο Ισραήλ και την Αίγυπτο προκειμένου να λάβουν μέτρα για την αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων στο Σινά και να προχωρήσουν στην υλοποίηση των επικείμενων συστάσεων της Europol·

12.  επιδοκιμάζει τις προσπάθειες ορισμένων ηγετών της κοινότητας των Βεδουίνων και των δραστηριοτήτων των οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Αίγυπτο και το Ισραήλ που παρέχουν βοήθεια, αρωγή και ιατρική περίθαλψη στα θύματα των διακινητών ανθρώπων στο Σινά και καλεί τη διεθνή κοινότητα και την ΕΕ να συνεχίσουν τη χρηματοδότηση έργων που εκτελούνται υπό την αιγίδα ΜΚΟ στην περιοχή·

13.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής και Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης σε Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, στις κυβερνήσεις της Αιγύπτου, του Ισραήλ, της Ερυθραίας και του Σουδάν, στο Κοινοβούλιο της Αιγύπτου, την Ισραηλινή Κνεσέτ, την Εθνική Συνέλευση του Σουδάν, και την Εθνική Συνέλευση της Ερυθραίας, στον Γενικό Γραμματέα των ΗΕ και στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ.

(1) ΕΕ C 251 Ε της 31.8.2013, σ. 106.
(2) ΕΕ C 169 E της 15.6.2012, σ. 136.
(3) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0100.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου