Συγκρότηση ειδικής επιτροπής σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» και άλλα μέτρα παρόμοιου χαρακτήρα ή αποτελέσματος (TAXE 2)
413k
79k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Δεκεμβρίου 2015 σχετικά με τη σύσταση, τις αρμοδιότητες, τη σύνθεση και τη διάρκεια της θητείας της ειδικής επιτροπής σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling», και άλλα μέτρα ισοδύναμου χαρακτήρα ή αποτελέσματος (TAXE 2) (2015/3005(RSO))
— έχοντας υπόψη την πρόταση της Διάσκεψης των Προέδρων,
— έχοντας υπόψη την απόφαση της Επιτροπής να διερευνήσει την πρακτική του «tax ruling» στο πλαίσιο των κανόνων της ΕΕ περί κρατικών ενισχύσεων σε όλα τα κράτη μέλη,
— έχοντας υπόψη την υποχρέωση όλων των κρατών μελών βάσει των φορολογικών κανόνων της ΕΕ να κοινοποιούν σε άλλα κράτη μέλη, με αυθόρμητη ανταλλαγή, πληροφορίες σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling», ιδιαίτερα εάν η πρακτική αυτή ενδέχεται να συνεπάγεται απώλεια φορολογικών εσόδων σε άλλο κράτος μέλος ή μείωση φόρου από εικονικές μεταφορές κερδών εντός ομάδων επιχειρήσεων,
— έχοντας υπόψη την απόφασή του της 12ης Φεβρουαρίου 2015(1) για τη σύσταση, τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων, την αριθμητική σύνθεση και τη διάρκεια της θητείας της ειδικής επιτροπής σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» και άλλα μέτρα παρόμοιου χαρακτήρα ή αποτελέσματος (η ειδική επιτροπή «ΤΑΧΕ 1»),
— έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Νοεμβρίου 2015 σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» και άλλα μέτρα παρόμοιου χαρακτήρα ή αποτελέσματος(2),
— έχοντας υπόψη το άρθρο 197 του Κανονισμού του,
1. αποφασίζει να συστήσει ειδική επιτροπή για τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» και άλλα μέτρα παρόμοιου χαρακτήρα ή αποτελέσματος (ΤΑΧΕ 2) προκειμένου να εξετάσει την πρακτική που ακολουθείται κατά την εφαρμογή του δικαίου περί κρατικών ενισχύσεων και του φορολογικού δικαίου της ΕΕ σε σχέση με τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» και άλλα μέτρα παρόμοιου χαρακτήρα ή αποτελέσματος που λαμβάνονται από κράτη μέλη, εάν η πρακτική αυτή αποτελεί προφανώς πράξη κράτους μέλους ή της Επιτροπής, και για τα επιβλαβή καθεστώτα και πρακτικές φορολογίας εταιρειών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, η οποία θα:
α)
αξιοποιήσει πλήρως και θα ολοκληρώσει το έργο που έχει επιτελεσθεί από την ειδική Επιτροπή TAXE 1, και ιδίως θα εξετάσει τα ανεπίλυτα ζητήματα που επισημαίνονται στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 25ης Νοεμβρίου 2015, θα μεριμνήσει για την πρόσβαση στα σχετικά έγγραφα για τις εργασίες της, συμπεριλαμβανομένων των πρακτικών των συνεδριάσεων της Ομάδας του Κώδικα Δεοντολογίας, και θα διενεργήσει τις απαραίτητες επαφές και ακροάσεις με τα διεθνή, ευρωπαϊκά και εθνικά θεσμικά όργανα και φόρα, τα εθνικά κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών και τρίτων χωρών, καθώς και τους εκπροσώπους της ακαδημαϊκής κοινότητας, των επιχειρήσεων και της κοινωνίας των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών εταίρων, σε στενή συνεργασία με τις κοινοβουλευτικές επιτροπές·
β)
να παρακολουθήσει την υλοποίηση, από τα κράτη μέλη και τα αρμόδια ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, των συστάσεων που περιέχονται στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 25ης Νοεμβρίου 2015, καθώς και τις εν εξελίξει εργασίες των διεθνών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένου του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης και των G20, σεβόμενο συγχρόνως πλήρως τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής σχετικά με θέματα φορολογίας·
2. Προς τούτο, αποφασίζει, ότι η ειδική επιτροπή ΤΑΧΕ 2 θα έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α)
να αναλύσει και να εξετάσει την πρακτική που ακολουθείται κατά την εφαρμογή του άρθρου 107 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) όσον αφορά τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» και άλλα μέτρα παρόμοιου χαρακτήρα ή αποτελέσματος που έχουν λάβει τα κράτη μέλη μετά την 1η Ιανουαρίου 1991·
β)
να αναλύσει και να αξιολογήσει την πρακτική που εφαρμόζει η Επιτροπή να παρακολουθεί συνεχώς, βάσει του άρθρου 108 ΣΛΕΕ, όλα τα καθεστώτα ενισχύσεων που υφίστανται στα κράτη μέλη, να προτείνει στα κράτη μέλη κατάλληλα μέτρα που απαιτεί η προοδευτική ανάπτυξη ή η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, να ελέγχει κατά πόσον η ενίσχυση που χορηγείται από ένα κράτος ή με κρατικούς πόρους συμβιβάζεται με την εσωτερική αγορά και δεν εφαρμόζεται καταχρηστικώς, να αποφασίζει ότι το εν λόγω κράτος οφείλει να καταργήσει ή να τροποποιήσει την ενίσχυση αυτή εντός συγκεκριμένης προθεσμίας και να προσφεύγει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αν το εν λόγω κράτος δεν συμμορφωθεί προς την απόφαση αυτή, γεγονός το οποίο, σύμφωνα με ισχυρισμούς, έχει οδηγήσει σε υψηλό αριθμό φορολογικών αποφάσεων τύπου «tax ruling» που δεν συμβιβάζονται με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων της ΕΕ·
γ)
να αναλύσει και να εξετάσει κατά πόσον τα κράτη μέλη συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους οι οποίες ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 1991 και ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης(3), ιδίως την υποχρέωσή τους να συνεργάζονται και να παρέχουν όλα τα απαραίτητα έγγραφα·
δ)
να αναλύσει και να εξετάσει τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην οδηγία 77/799/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 1977 περί της αμοιβαίας συνδρομής των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των αμέσων φόρων και των φόρων επί των ασφαλίστρων(4) και στην οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ(5), σχετικά με την κοινοποίηση από κράτη μέλη σε άλλα κράτη μέλη από 1ης Ιανουαρίου 1991, με αυθόρμητη ανταλλαγή, πληροφοριών σχετικά με φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling»·
ε)
να αναλύσει και να αξιολογήσει την πρακτική της Επιτροπής όσον αφορά την ορθή εφαρμογή των οδηγιών 77/799/ΕΟΚ και 2011/16/ΕΕ σε σχέση με την κοινοποίηση από κράτη μέλη σε άλλα κράτη μέλη, με αυθόρμητη ανταλλαγή, πληροφοριών που αφορούν φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling»·
στ)
να αναλύσει και να αξιολογήσει τη συμμόρφωση των κρατών μελών με την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως είναι οι υποχρεώσεις τους να διευκολύνουν την Ένωση στην εκπλήρωση της αποστολής της και να απέχουν από τη λήψη οιουδήποτε μέτρου ικανού να θέσει σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των στόχων της Ένωσης, δεδομένης της, σύμφωνα με ισχυρισμούς, μεγάλης κλίμακας επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού που διευκολύνεται από κράτη μέλη, και τις πιθανές σημαντικές επιπτώσεις που είχε ο σχεδιασμός αυτός στα δημόσια οικονομικά της ΕΕ και εντός αυτής·
ζ)
να αναλύσει και να εκτιμήσει τον επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό που πραγματοποιείται από επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες ή έχουν συσταθεί στα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη και την διάσταση των τρίτων χωρών, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής πληροφοριών με τρίτες χώρες·
η)
να διατυπώσει οιεσδήποτε συστάσεις θεωρεί απαραίτητες για το εν λόγω ζήτημα·
3. αποφασίζει ότι η ειδική επιτροπή ΤΑΧΕ 2 θα αριθμεί 45 μέλη (όπως και η ειδική επιτροπή TAXE 1)·
4. θεωρεί σκόπιμο η δομή της ειδικής επιτροπής ΤΑΧΕ 1 να διατηρηθεί στη νέα ειδική επιτροπή ΤΑΧΕ 2·
5. αποφασίζει ότι η διάρκεια της εντολής της ειδικής επιτροπής ΤΑΧΕ 2 θα είναι εξάμηνη, αρχόμενη από την 2α Δεκεμβρίου 2015·
6. κρίνει σκόπιμο να υποβάλει η νέα ειδική επιτροπή ΤΑΧΕ 2 ψήφισμα ή έκθεση που θα έχει συνταχθεί από δύο συν-εισηγητές και θα συνοψίζει τις εργασίες της.
Συμφωνία ΕΕ-Λιχτενστάιν σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών *
379k
62k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Δεκεμβρίου 2015 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του τροποποιητικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις (COM(2015)0395 – C8-0320/2015 – 2015/0175(NLE))
– έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου (COM(2015)0395),
– έχοντας υπόψη το σχέδιο του τροποποιητικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις (11798/2015),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 115 και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) και παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C8-0320/2015),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 59, το άρθρο 108 παράγραφος 7 και το άρθρο 50 παράγραφος 1 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A8-0334/2015),
1. εγκρίνει τη σύναψη του τροποποιητικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν.
Ειδική έκθεση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή κατόπιν έρευνας ιδίας πρωτοβουλίας σχετικά με τον Frontex
511k
128k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Δεκεμβρίου 2015 σχετικά με την ειδική έκθεση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή κατόπιν έρευνας ιδίας πρωτοβουλίας OI/5/2012/BEH-MHZ σχετικά με τον Frontex (2014/2215(INI))
– έχοντας υπόψη την ειδική έκθεση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή της 7ης Νοεμβρίου 2013 κατόπιν έρευνας ιδίας πρωτοβουλίας OI/5/2012/BEH-MHZ σχετικά με τον Frontex,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 67 παράγραφος 1, το άρθρο 72, το άρθρο 228 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 263 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως το άρθρο 41 (Δικαίωμα χρηστής διοίκησης) και το άρθρο 47 (Δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου),
– έχοντας υπόψη την απόφαση 94/262/ΕΚΑΧ, ΕΚ, Ευρατόμ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Μαρτίου 1994 σχετικά με το καθεστώς του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή και τους γενικούς όρους άσκησης των καθηκόντων του, και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 7,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμα 1932 (2013) που ενέκρινε η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης με τίτλο «Frontex: αρμοδιότητες στον τομέα των δικαιωμάτων του ανθρώπου»,
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (κανονισμός Frontex),
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1168/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με τίτλο «Σχέδιο δράσης της ΕΕ για την επιστροφή» (COM(2015)0453),
– έχοντας υπόψη τον κώδικα δεοντολογίας του Frontex για τις κοινές επιχειρήσεις επαναπατρισμού που συντονίζονται από τον Frontex,
– έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 2015, ιδίως το σημείο 2 στοιχείο ιδ),
– έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων (Σύμβαση της Γενεύης) και το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 220 παράγραφος 2 πρώτη πρόταση του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τις κοινές συνεδριάσεις της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Αναφορών, σύμφωνα με το άρθρο 55 του Κανονισμού,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Αναφορών (A8-0343/2015),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1168/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «κανονισμός Frontex»), ο Οργανισμός οφείλει να διασφαλίζει τον απόλυτο σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των μεταναστών, των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο·
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Frontex, όπως όλα τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οι οργανισμοί της ΕΕ, πρέπει να συμμορφώνεται, κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων του, με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και λαμβάνοντας υπόψη ότι η υποχρέωση αυτή εκφράζεται στο άρθρο 263 ΣΛΕΕ, σύμφωνα με το οποίο «οι πράξεις για τη δημιουργία λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης μπορούν να προβλέπουν ειδικές προϋποθέσεις και πρακτικές ρυθμίσεις όσον αφορά τις προσφυγές που ασκούνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα κατά πράξεων αυτών των λοιπών οργάνων ή οργανισμών που προορίζονται να παράγουν έννομα αποτελέσματα έναντι των εν λόγω προσώπων»·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ακόμη και σήμερα οι δραστηριότητες συντονισμού του Frontex δεν μπορούν να αποσυνδεθούν στην πράξη από τις δραστηριότητες των κρατών μελών που πραγματοποιούνται υπό τον συντονισμό του, επομένως ο Frontex (και κατ’ επέκταση η ΕΕ μέσω αυτού) θα μπορούσε να έχει επίσης άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στα ατομικά δικαιώματα και να επισύρει τουλάχιστον την εξωσυμβατική ευθύνη της ΕΕ (πβλ. την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση T-341/07, Sison III)· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευθύνη αυτή δεν μπορεί να αποφευχθεί απλώς και μόνον επειδή υπάρχουν διοικητικές ρυθμίσεις με τα κράτη μέλη που συμμετέχουν σε επιχείρηση υπό τον συντονισμό του Frontex όταν οι εν λόγω ρυθμίσεις έχουν αντίκτυπο στα θεμελιώδη δικαιώματα·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ένωση πρέπει να προσχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών που υπεγράφη υπό της αιγίδα του Συμβουλίου της Ευρώπης·
E. λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 26α του κανονισμού Frontex προβλέπει μια στρατηγική για τα θεμελιώδη δικαιώματα και καλεί τον Οργανισμό να καταρτίσει, να αναπτύξει περαιτέρω και να εφαρμόσει την εν λόγω στρατηγική, να ιδρύσει ένα συμβουλευτικό φόρουμ και να ορίσει έναν Υπεύθυνο Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 5 στοιχείο α) του κώδικα δεοντολογίας του Frontex για τους συμμετέχοντες σε επιχειρήσεις του Frontex τονίζει ότι οι συμμετέχοντες σε επιχειρήσεις του Frontex προωθούν, μεταξύ άλλων, την παροχή πληροφοριών σχετικά με δικαιώματα και διαδικασίες σε άτομα που ζητούν διεθνή προστασία·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 863/2007, τα μέλη των ομάδων που είναι αρμόδια για τη διενέργεια επιχειρήσεων ελέγχου και επιτήρησης στα εξωτερικά σύνορα πρέπει να συμμορφώνονται με την κοινοτική νομοθεσία και την εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής·
H. λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2012 ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής ξεκίνησε έρευνα ιδίας πρωτοβουλίας σχετικά με την τήρηση από τον Frontex των υποχρεώσεών του στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στο σχέδιο συστάσεων του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή περιλαμβάνεται η εφαρμογή ενός μηχανισμού ατομικών καταγγελιών·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής εξέδωσε στη συνέχεια ειδική έκθεση, στην οποία τόνισε την ανάγκη εφαρμογής ενός μηχανισμού ατομικών καταγγελιών·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το άρθρο 220 παράγραφος 2 του Κανονισμού του Κοινοβουλίου, ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής οφείλει να ενημερώνει το Κοινοβούλιο για κρούσματα κακοδιοίκησης και λαμβάνοντας υπόψη ότι η αρμόδια επιτροπή μπορεί να συντάσσει έκθεση στις περιπτώσεις αυτές·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Frontex είναι επιφορτισμένος με τη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής των κοινών κανόνων για τα πρότυπα και τις διαδικασίες ελέγχου και επιτήρησης των εξωτερικών συνόρων όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα, μέσω στενότερου συντονισμού της επιχειρησιακής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δραστηριότητες αυτές έχουν σαφώς επιπτώσεις στα ανθρώπινα δικαιώματα, οι οποίες δεν έχουν αντιμετωπισθεί δεόντως από τον Frontex και την ΕΕ·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι αναπόσπαστο τμήμα της αποστολής του Frontex αποτελεί επίσης η οικοδόμηση επιχειρησιακής συνεργασίας με χώρες εκτός της ΕΕ σε καίριους τομείς όπως η ανταλλαγή πληροφοριών, η ανάλυση κινδύνου, η κατάρτιση, η έρευνα και η ανάπτυξη, οι κοινές επιχειρήσεις (συμπεριλαμβανομένων κοινών επιχειρήσεων επαναπατρισμού) και πιλοτικά σχέδια·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού Frontex, ο Οργανισμός και τα κράτη μέλη συμμορφώνονται προς κανόνες και πρότυπα που είναι τουλάχιστον ισοδύναμα με εκείνα που προβλέπει η νομοθεσία της Ένωσης, ακόμη και στην περίπτωση όπου η συνεργασία με τρίτες χώρες πραγματοποιείται στο έδαφος των εν λόγω χωρών·
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιχειρησιακή συνεργασία του Frontex με τις αρμόδιες αρχές των χωρών εταίρων πραγματοποιείται μέσω ρυθμίσεων συνεργασίας οι οποίες δεν είναι νομικά δεσμευτικές και δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του διεθνούς δικαίου και των οποίων η πρακτική εφαρμογή δεν πρέπει να θεωρείται εκπλήρωση των διεθνών υποχρεώσεων από τον Frontex και την ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση αυτή συνιστά στοιχείο νομικής αβεβαιότητας που μπορεί να θεωρηθεί ότι αντίκειται στις υποχρεώσεις του Frontex στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Frontex και τα κράτη μέλη διαθέτουν κοινές αλλά διακριτές ευθύνες όσον αφορά τις δράσεις των υπαλλήλων που συμμετέχουν σε επιχειρήσεις και πιλοτικά σχέδια του Frontex·
ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, δεδομένης της αύξησης των αρμοδιοτήτων του Frontex από της συστάσεώς του, ο Οργανισμός θα πρέπει να θεωρείται υπόλογος ως κύριος παράγοντας στη διαδικασία διαχείρισης των συνόρων, μεταξύ άλλων όταν υπάρχουν ισχυρισμοί για παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων·
ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το μεγαλύτερο μέρος των συμμετεχόντων στις επιχειρήσεις του Frontex είναι προσκεκλημένοι υπάλληλοι που έχουν αποσταλεί από κράτη μέλη διαφορετικά από το κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιείται η επιχείρηση του Frontex, με σκοπό να υποστηρίξουν την επιχείρηση αυτή·
ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2α του κανονισμού Frontex, ο κώδικας δεοντολογίας εφαρμόζεται σε όλα τα πρόσωπα που συμμετέχουν στις δραστηριότητες του Οργανισμού·
Κ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού Frontex, οι προσκεκλημένοι υπάλληλοι που συμμετέχουν σε αποστολές του Frontex δύνανται να εκτελούν καθήκοντα και να ασκούν αρμοδιότητες μόνον υπό τις διαταγές και, κατά κανόνα, παρουσία συνοριοφυλάκων του κράτους μέλους υποδοχής·
ΚΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι επειδή, κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων του Frontex, χρησιμοποιούνται μαζί με τα διακριτικά του Οργανισμού διαφορετικές στολές, είναι δύσκολο να προσδιορίσουν τα άτομα σε ποίου την αρμοδιότητα υπάγεται ένας υπάλληλος και, σε τελευταία ανάλυση, πού θα πρέπει να υποβάλουν καταγγελία – στον Frontex ή άμεσα στο σχετικό κράτος μέλος·
ΚΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1α του κανονισμού Frontex, ο Οργανισμός δεν διαθέτει εκτελεστικές αρμοδιότητες στα κράτη μέλη και δεν έχει εξουσία να επιβάλει κυρώσεις στα κράτη μέλη ή στους υπαλλήλους τους·
ΚΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα επιχειρησιακά σχέδια των κοινών επιχειρήσεων του Frontex είναι νομικά δεσμευτικά και, σύμφωνα με το άρθρο 3α παράγραφος 1 του κανονισμού Frontex, πρέπει να συμφωνούνται από τον εκτελεστικό διευθυντή του Frontex και το κράτος μέλος υποδοχής, κατόπιν διαβούλευσης με τα συμμετέχοντα κράτη μέλη·
ΚΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Frontex έχει ήδη καθιερώσει ένα σύστημα αναφοράς συμβάντων στο οποίο συμμετέχουν το τμήμα επιχειρήσεων του Frontex, το νομικό επιτελείο του Frontex και ο Υπεύθυνος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Frontex, ενώ την τελική απόφαση λαμβάνει ο εκτελεστικός διευθυντής του Frontex· λαμβάνοντας υπόψη ότι το σύστημα αυτό αφορά εσωτερικές καταγγελίες που υποβάλλονται από το προσωπικό του Frontex και τους προσκεκλημένους υπαλλήλους και κατά συνέπεια, δεν προβλέπει υποβολή άμεσων καταγγελιών από άτομα που επικαλούνται παραβίαση των θεμελιωδών τους δικαιωμάτων·
ΚΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι μηχανισμοί ατομικών καταγγελιών υφίστανται ήδη σε ευρωπαϊκό επίπεδο στο πλαίσιο των δομών της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και του Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαμεσολαβητών· λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να επισημανθεί ότι ο Frontex είναι ένας επιχειρησιακός οργανισμός που διαφέρει ως προς τον χαρακτήρα του από τους ανωτέρω οργανισμούς·
ΚΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή έχει δεσμευτεί να επανεξετάσει τον Frontex στο εγγύς μέλλον·
Λόγοι για τους οποίους ο Frontex θα πρέπει να δημιουργήσει μηχανισμό ατομικών καταγγελιών
1. χαιρετίζει την ειδική έκθεση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή στο πλαίσιο της έρευνας ιδίας πρωτοβουλίας για τον Frontex· στηρίζει τις προσπάθειες του Frontex για να υιοθετήσει 12 από τις 13 συστάσεις του Διαμεσολαβητή· αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλει σήμερα ο Frontex για να ενισχυθεί ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων, οι οποίες συνίστανται, μεταξύ άλλων, στη δημιουργία ενός συστήματος αναφοράς συμβάντων καθώς και στην εκπόνηση κωδίκων δεοντολογίας, τη σύσταση συμβουλευτικού φόρουμ για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τη δημιουργία υπηρεσίας θεμελιωδών δικαιωμάτων·
2. στηρίζει τη σύσταση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή σύμφωνα με την οποία ο Frontex θα πρέπει να εξετάζει ατομικές καταγγελίες που αφορούν παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεών του και θα πρέπει να παρέχει κατάλληλη διοικητική υποστήριξη για τον σκοπό αυτό· καλεί τον Frontex να δημιουργήσει κατάλληλο μηχανισμό καταγγελιών, μεταξύ άλλων, στο πλαίσιο των ρυθμίσεων συνεργασίας που συνάπτει με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών·
3. εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για το νομικό κενό που υπάρχει στον τομέα της ανάπτυξης υπαλλήλων τρίτων χωρών κατά τη διάρκεια κοινών επιχειρήσεων επαναπατρισμού, όπως επισημαίνεται στην έκθεση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή, καθώς και για την έλλειψη λογοδοσίας η οποία, ως εκ τούτου, θα επικρατούσε στην περίπτωση παραβιάσεων δικαιωμάτων του ανθρώπου στις οποίες εμπλέκονται υπάλληλοι τρίτων χωρών·
4. εκτιμά ότι, εν όψει των διαρκώς αυξανόμενων ανθρωπιστικών και νομικών προκλήσεων στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ και της ενίσχυσης των επιχειρήσεων του Frontex, ο Οργανισμός χρειάζεται έναν μηχανισμό ικανό να επεξεργάζεται ατομικές καταγγελίες οι οποίες αφορούν εικαζόμενες παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων που λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων του Frontex ή της συνεργασίας με τρίτες χώρες ούτως ώστε να καταστεί ένα πρωτοβάθμιο όργανο εξέτασης προσφυγών·
5. θεωρεί ότι με τη δημιουργία μηχανισμού ατομικών καταγγελιών τα άτομα θα έχουν τη δυνατότητα να ασκούν το δικαίωμά τους σε αποτελεσματική έννομη προστασία σε περίπτωση παραβίασης των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους· αναγνωρίζει ότι η καθιέρωση του εν λόγω μηχανισμού καταγγελιών θα αύξανε τη διαφάνεια και τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και στο πλαίσιο των ρυθμίσεων συνεργασίας του Frontex, δεδομένου ότι ο Frontex και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ θα ήταν καλύτερα ενημερωμένα για τυχόν παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων, οι οποίες, σε αντίθετη περίπτωση, δεν θα μπορούσαν να εντοπιστούν, να αναφερθούν και να αντιμετωπιστούν· υπογραμμίζει ότι αυτή η έλλειψη διαφάνειας ισχύει ιδιαίτερα για τις ρυθμίσεις συνεργασίας του Frontex, επί των οποίων το Κοινοβούλιο δεν μπορεί να ασκήσει δημοκρατικό έλεγχο, δεδομένου ότι δεν υπάρχει υποχρέωση διαβούλευσης με το Κοινοβούλιο πριν από τον καθορισμό αυτών των ρυθμίσεων και το Κοινοβούλιο δεν ενημερώνεται καν για τον τρόπο με τον οποίο οι ρυθμίσεις αυτές εφαρμόζονται στην πράξη·
6. σημειώνει ότι, σύμφωνα με τον κανονισμό Frontex, φαίνεται ότι δεν υπάρχουν νομικά εμπόδια στην καθιέρωση ενός μηχανισμού ατομικών καταγγελιών και ότι ένα τέτοιος μηχανισμός θα ενέπιπτε μάλιστα στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 26α παράγραφος 3 του κανονισμού Frontex, σύμφωνα με το οποίο ο Υπεύθυνος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων συμβάλλει στον μηχανισμό για την παρακολούθηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων· σημειώνει ότι ο εν λόγω μηχανισμός θα ήταν σύμφωνος με το δίκαιο της Ένωσης και την αρχή της χρηστής διοίκησης και θα ενίσχυε την αποτελεσματική εφαρμογή της στρατηγικής του Οργανισμού για τα θεμελιώδη δικαιώματα· εκτιμά ότι η ικανότητα του Frontex να αντιμετωπίζει ενδεχόμενες παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων θα πρέπει να ενισχυθεί στο πλαίσιο της διεύρυνσης των αρμοδιοτήτων του, σύμφωνα με το δίκαιο της ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τη συμμετοχή του στις ομάδες στήριξης για τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών σε περιοχές που αποτελούν «κομβικά σημεία υποδοχής» («hotspots») και την επιχειρησιακή συνεργασία του με τις αρμόδιες αρχές των χωρών εταίρων μέσω ρυθμίσεων συνεργασίας·
7. θεωρεί ότι ο συντονιστικός ρόλος του Frontex δεν θα πρέπει να περιορίσει την ευθύνη του βάσει του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τη διασφάλιση του σεβασμού και της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων των μεταναστών και των αιτούντων άσυλο· υπενθυμίζει ότι κατά την εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ όλες οι υπηρεσίες της Ένωσης και τα κράτη μέλη δεσμεύονται από τις διατάξεις του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·
Δομή του μηχανισμού ατομικών καταγγελιών
8. υποστηρίζει ότι είναι εύλογο όλες οι πλευρές να διατηρούν την πεποίθηση ότι οι δράσεις όσων συμμετέχουν στις επιχειρήσεις του Frontex πιστώνονται στον Frontex και γενικότερα στην ΕΕ· τονίζει ότι οι νομικές σχέσεις και οι διακριτές αλλά κοινές αρμοδιότητες του Frontex και των κρατών μελών δεν θα πρέπει να υπονομεύουν τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και τον σεβασμό των δικαιωμάτων αυτών σε κοινές επιχειρήσεις· υπενθυμίζει ότι ο Frontex δεν έχει εξουσία να επιβάλει κυρώσεις στα κράτη μέλη ή στους υπαλλήλους τους· εκτιμά ότι πρέπει για τον λόγο αυτό να δοθεί η δέουσα προσοχή στο ζήτημα των αρμοδιοτήτων του Frontex και εκείνων των κρατών μελών·
9. τονίζει ότι είναι αναγκαίο να δημιουργηθεί εντός του Frontex μια επίσημη κεντρική δομή για την επεξεργασία των ατομικών καταγγελιών· συνιστά να διαδραματίζει το γραφείο του Υπεύθυνου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Frontex καθοριστικό ρόλο στον χειρισμό των καταγγελιών· θεωρεί ειδικότερα ότι το γραφείο θα πρέπει να ελέγχει αντικειμενικά το παραδεκτό των καταγγελιών, να τις υποβάλει σε ενδελεχή έλεγχο, να τις διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές και να δίδει σε αυτές τη δέουσα συνέχεια·
10. χαιρετίζει το γεγονός ότι ο Frontex έχει ήδη καθιερώσει μια εμπεριστατωμένη διαδικασία για την επεξεργασία εσωτερικών εκθέσεων που υποβάλλονται από το προσωπικό του Frontex και τους προσκεκλημένους υπαλλήλους και αφορούν σοβαρές παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων· τονίζει ότι η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται ήδη για τον χειρισμό καταγγελιών που υποβάλλουν τρίτα μέρη τα οποία δεν συμμετέχουν άμεσα σε επιχειρήσεις του Frontex και συνιστά να επεκταθεί η εν λόγω διαδικασία προκειμένου να δημιουργηθεί ένας ολοκληρωμένος και προσιτός μηχανισμός ατομικών καταγγελιών· τονίζει με έμφαση ότι ο Frontex θα πρέπει να διασφαλίσει ότι ο μηχανισμός αυτός σέβεται τα κριτήρια της προσβασιμότητας, της ανεξαρτησίας, της αποτελεσματικότητας και της διαφάνειας·
Υποβολή και παραδεκτό των καταγγελιών
11. υποστηρίζει ότι άτομα που θεωρούν ότι έχουν θιγεί από τους συνοριοφύλακες που φέρουν τα διακριτικά του Frontex θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να υποβάλλουν καταγγελία· καλεί μετ’ επιτάσεως τον Frontex να παρέχει εγγυήσεις πλήρους εμπιστευτικότητας και να μην αποκαλύπτει την ταυτότητα του καταγγέλλοντος σε τρίτους χωρίς τη συναίνεσή του εκτός εάν έχει τη νομική υποχρέωση να το πράξει βάσει δικαστικής απόφασης· εκτιμά επίσης ότι ο Frontex θα πρέπει να εξασφαλίσει ότι λαμβάνεται κάθε μέριμνα για να αποφεύγεται οιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων κατά την επεξεργασία των καταγγελιών·
12. αναγνωρίζει ότι απαιτούνται εγγυήσεις προκειμένου να αποτρέπεται η καταχρηστική χρήση του μηχανισμού καταγγελιών· προτείνει συνεπώς να μην γίνονται δεκτές ανώνυμες καταγγελίες· τονίζει, ωστόσο, ότι τούτο δεν αποκλείει καταγγελίες οι οποίες υποβάλλονται από τρίτα μέρη που ενεργούν καλή τη πίστει για λογαριασμό του καταγγέλλοντος που ενδέχεται να μην επιθυμεί να αποκαλυφθεί η ταυτότητά του· προτείνει επίσης να γίνονται δεκτές μόνον καταγγελίες που αφορούν παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως αυτά προστατεύονται από το δίκαιο της ΕΕ· θεωρεί ότι αυτό δεν θα πρέπει να εμποδίζει τον Frontex να λαμβάνει υπόψη του και άλλες πηγές πληροφοριών σχετικά με εικαζόμενες παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων, μεταξύ άλλων, γενικές εκθέσεις ΜΚΟ, διεθνών οργανώσεων και άλλων σχετικών ενδιαφερομένων μερών, πέραν της διαδικασίας καταγγελιών· τονίζει την ανάγκη καθορισμού σαφών κριτηρίων για το παραδεκτό των καταγγελιών και συνιστά τη δημιουργία τυποποιημένου εντύπου για την υποβολή καταγγελίας, στο οποίο θα πρέπει να αναγράφονται λεπτομερείς πληροφορίες όπως η ημερομηνία και ο τόπος του συμβάντος, καθώς τούτο θα διευκόλυνε τη λήψη αποφάσεων επί του παραδεκτού των καταγγελιών· συνιστά να καθοριστούν τα κριτήρια και το τυποποιημένο έντυπο σε συνεργασία με το συμβουλευτικό φόρουμ·
13. υπογραμμίζει ότι το ανωτέρω έντυπο θα πρέπει να διατίθεται στις γλώσσες που κατανοούν ή εύλογα θεωρείται ότι κατανοούν οι μετανάστες και οι αιτούντες άσυλο και ότι θα πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο υποβολής μιας καταγγελίας, συμπεριλαμβανομένων πρακτικών οδηγιών που έχουν συνταχθεί με κατανοητό τρόπο· υπενθυμίζει ότι ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 656/2014 προβλέπει ήδη τη διαθεσιμότητα στην ξηρά διερμηνέων, νομικών συμβούλων και άλλων αρμόδιων εμπειρογνωμόνων· συνιστά να υπάρχει η δυνατότητα να υποβάλλεται προφορικά μια καταγγελία σε άτομο που φέρει τα διακριτικά του Frontex και στη συνέχεια η καταγγελία αυτή να καταγράφεται με τον δέοντα τρόπο από τον αρμόδιο υπάλληλο· καλεί μετ’ επιτάσεως τον Frontex να μεριμνήσει ώστε το έντυπο υποβολής καταγγελίας να διατίθεται τόσο σε ηλεκτρονική μορφή συμβατή με smartphone στον ιστότοπό του όσο και σε έντυπη μορφή, τόσο στα κέντρα ελέγχου των κρατών μελών όσο και από το προσωπικό του Frontex και τους προσκεκλημένους υπαλλήλους που συμμετέχουν σε επιχειρήσεις του Frontex·
14. συνιστά στον Frontex να ορίσει μια εύλογη προθεσμία για την υποβολή καταγγελιών και να εξασφαλίσει τη δυνατότητα υποβολής καταγγελιών μετά τη λήξη μιας επιχείρησης του Frontex· θεωρεί ότι αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό για τις επιχειρήσεις επαναπατρισμού· θεωρεί ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάζουν τις καταγγελίες εντός εύλογου χρονικού διαστήματος σύμφωνα με τους εθνικούς διαδικαστικούς κανόνες·
Καταγγελίες κατά προσκεκλημένων υπαλλήλων
15. αναγνωρίζει ότι ενδεχόμενες καταγγελίες μπορούν να αφορούν τη συμπεριφορά προσκεκλημένων υπαλλήλων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα συγκεκριμένου κράτους μέλους αλλά φέρουν τα διακριτικά του Frontex· σημειώνει ότι οι εν λόγω υπάλληλοι, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, φορούν την εθνική τους στολή στην οποία δεν υπάρχει πάντα όνομα ή αριθμός ταυτοποίησης σε ορατό σημείο· σημειώνει ότι, μολονότι οι προσκεκλημένοι υπάλληλοι είναι υποχρεωμένοι να φέρουν το έγγραφο διαπίστευσής τους, η απαίτηση για επίδειξη ταυτότητας θα μπορούσε να αποτελέσει εμπόδιο στην υποβολή καταγγελίας κατά ενός υπαλλήλου· προτείνει ότι όλα τα άτομα που ενεργούν με τα διακριτικά του Frontex θα πρέπει να φέρουν στη στολή τους όνομα ή αριθμό ταυτοποίησης σε ορατό σημείο·
16. επισημαίνει ότι ο Frontex δεν έχει αρμοδιότητα να λαμβάνει πειθαρχικά μέτρα κατά άλλων προσώπων εκτός από τα μέλη του προσωπικού του και ότι, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1α του κανονισμού Frontex, η λήψη πειθαρχικών μέτρων εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του κράτους μέλους υποδοχής·
17. σημειώνει ότι τα κράτη μέλη χειρίζονται με πολύ διαφορετικό τρόπο τις καταγγελίες κατά προσκεκλημένων υπαλλήλων· εκφράζει την ανησυχία του επειδή ορισμένα κράτη μέλη ενδέχεται να μην δίδουν με αποτελεσματικό τρόπο συνέχεια σε εικαζόμενες παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων· καλεί τον Frontex και τα κράτη μέλη να συνεργάζονται στενά και να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές προκειμένου να διασφαλίζουν ότι δίδεται κατάλληλη συνέχεια σε καταγγελίες κατά προσκεκλημένων υπαλλήλων·
18. θεωρεί ότι το γραφείο του Υπεύθυνου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων θα πρέπει να διαβιβάζει μια καταγγελία εις βάρος ενός προσκεκλημένου υπαλλήλου στην αρμόδια εθνική αρχή μέσω ενός καλά καθορισμένου συστήματος παραπομπής· συνιστά να περιλαμβάνει το σύστημα αυτό έναν μηχανισμό εφέσεων για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες μια καταγγελία απορριφθεί ή κριθεί μη παραδεκτή· θεωρεί σημαντικό να συμμετέχουν εν προκειμένω οι εθνικοί διαμεσολαβητές ή όλα τα άλλα σχετικά όργανα που είναι αρμόδια στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων και τα οποία διαθέτουν εξουσία να πραγματοποιούν έρευνες εις βάρος εθνικών αρχών και υπαλλήλων, δεδομένου ότι ο Υπεύθυνος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων δεν διαθέτει σχετικό δικαίωμα· τονίζει την ανάγκη συνεργασίας του Frontex με τους εθνικούς φορείς προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς και με τις εθνικές συνοριακές αρχές·
19. συνιστά να καταστεί υποχρεωτική η κατάρτιση με βάση το φύλο τόσο για το προσωπικό του Frontex όσο και για τους προσκεκλημένους υπαλλήλους πριν από την συμμετοχή τους σε επιχείρηση του Frontex, κυρίως προκειμένου να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση όσον αφορά τη βία με βάση το φύλο και την ευάλωτη κατάσταση των μεταναστριών·
20. φρονεί ότι, εφόσον απαιτείται, ο Υπεύθυνος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων θα πρέπει, σε στενή συνεργασία με το σχετικό τμήμα επιχειρήσεων του Frontex, να συμβάλει στις έρευνες που διενεργούν οι εθνικές αρχές παρέχοντας περαιτέρω στοιχεία για το συμβάν·
21. τονίζει ότι ο Frontex θα πρέπει να δίδει τη δέουσα συνέχεια σε καταγγελίες και να ζητεί επισήμως πληροφορίες από το σχετικό κράτος μέλος και, εφόσον απαιτείται, να αποστέλλει προειδοποιητική επιστολή επισημαίνοντας τα μέτρα που μπορεί να λάβει ο Frontex εάν δεν δοθεί απάντηση στη σχετική επιστολή του· επισημαίνει ότι ο Frontex, στο πλαίσιο της υποχρέωσής του να ελέγχει τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο σύνολο των δραστηριοτήτων του, έχει το δικαίωμα να λαμβάνει πληροφορίες σχετικά με παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων από προσκεκλημένους υπαλλήλους· συνιστά στον Frontex να συνεργάζεται στενά όχι μόνο με τις εθνικές συνοριακές αρχές αλλά επίσης με τους εθνικούς φορείς προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·
22. προτείνει ότι, σε περίπτωση που ο Frontex δεν δώσει συνέχεια σε καταγγελία, ο Υπεύθυνος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων θα πρέπει να παρέχει στον καταγγέλλοντα σχετική αιτιολόγηση, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων επικοινωνίας της αρμόδιας εθνικής αρχής·
23. επισημαίνει ότι η πειθαρχική διαδικασία του Frontex μπορεί να εφαρμόζεται και σε αποσπασμένους προσκεκλημένους υπαλλήλους και αποσπασμένους εθνικούς εμπειρογνώμονες, εφόσον συναινεί το σχετικό κράτος μέλος· επισημαίνει ότι ο Frontex μπορεί να ζητήσει από το κράτος μέλος να απομακρύνει άμεσα από τη δραστηριότητα του Frontex τον σχετικό προσκεκλημένο υπάλληλο ή τον αποσπασμένο εθνικό εμπειρογνώμονα, εφόσον το κράτος μέλος δεν επιτρέπει την εφαρμογή της πειθαρχικής διαδικασίας και, εάν είναι απαραίτητο, να αποκλείσει το σχετικό άτομο από το σώμα των προσκεκλημένων υπαλλήλων·
24. καλεί τον εκτελεστικό διευθυντή του Frontex να εξετάσει το ενδεχόμενο να αποκλείεται από τη συμμετοχή στις επιχειρήσεις ή τα πιλοτικά σχέδια του Frontex κάθε υπάλληλος για τον οποίο διαπιστώθηκε ότι παραβίασε θεμελιώδη δικαιώματα· τονίζει ότι τούτο θα πρέπει να ισχύει και για εθνικούς υπαλλήλους από χώρες εταίρους που συμμετέχουν σε επιχειρήσεις του Frontex στο πλαίσιο ρυθμίσεως συνεργασίας·
25. θεωρεί ότι θα πρέπει να εξεταστεί η δυνατότητα να σταματά η χρηματοδοτική υποστήριξη κρατών μελών ή να αναστέλλεται η συμμετοχή κράτους μέλους σε κοινές επιχειρήσεις σε περίπτωση σοβαρών παραβιάσεων των θεμελιωδών δικαιωμάτων· πιστεύει επίσης ότι η αναστολή και τελικά ο τερματισμός μιας επιχείρησης σε περίπτωση σοβαρών και συνεχιζόμενων παραβιάσεων των θεμελιωδών δικαιωμάτων θα πρέπει να αποφασίζονται, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο ο στόχος της διάσωσης ανθρωπίνων ζωών·
26. θεωρεί ότι θα πρέπει να καθοριστούν σαφή κριτήρια για τον τερματισμό των επιχειρήσεων του Frontex σύμφωνα με τις συστάσεις του συμβουλευτικού φόρουμ, του Υπεύθυνου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και άλλων σχετικών παραγόντων και ΜΚΟ όπως ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA), η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) ή ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (IOM)·
27. τονίζει ότι με τη δημιουργία ενός μηχανισμού ατομικών καταγγελιών δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι τα άτομα που υποβάλλουν μια καταγγελία αποκτούν πρόσθετα δικαιώματα προσφυγής στην ποινική δικαιοσύνη· επισημαίνει ότι οι ποινικές έρευνες πρέπει να διενεργούνται από το κράτος μέλος στο οποίο λαμβάνουν χώρα οι επιχειρήσεις·
Γενικές παρατηρήσεις
28. φρονεί ότι ένας μηχανισμός ατομικών καταγγελιών μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά μόνον εφόσον οι δυνητικοί καταγγέλλοντες καθώς και οι υπάλληλοι που συμμετέχουν στις επιχειρήσεις του Frontex έχουν επίγνωση του δικαιώματος του ατόμου να υποβάλλει καταγγελία, επίγνωση που καλλιεργείται μέσω μιας αποτελεσματικής και ευαισθητοποιημένης ως προς τη διάσταση του φύλου ενημερωτικής εκστρατείας η οποία διεξάγεται στις επίσημες γλώσσες της ΕΕ καθώς και στις γλώσσες που κατανοούν ή εύλογα θεωρείται ότι κατανοούν οι αιτούντες άσυλο και οι μετανάστες· θεωρεί ότι με μια τέτοια ενημερωτική εκστρατεία και ένα καλά διαρθρωμένο έλεγχο του παραδεκτού των καταγγελιών θα καταστεί δυνατόν να περιοριστεί σημαντικά ο αριθμός των δυνητικά μη παραδεκτών καταγγελιών· επισημαίνει ότι οι επαναπατριζόμενοι θα πρέπει να ενημερώνονται πριν από την επιχείρηση επαναπατρισμού σχετικά με τα δικαιώματά τους, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος υποβολής καταγγελίας·
29. θεωρεί ότι ο μηχανισμός ατομικών προσφυγών θα πρέπει να είναι αποτελεσματικός και διαφανής· τονίζει ότι το Γραφείο του Υπεύθυνου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων θα πρέπει να είναι επαρκώς εξοπλισμένο και στελεχωμένο ώστε να μπορεί να διεκπεραιώνει τις καταγγελίες που λαμβάνει και ζητεί να προβλεφθούν οι απαιτούμενοι πρόσθετοι πόροι για τον σκοπό αυτό·
30. θεωρεί ότι η περιγραφή των καθηκόντων του Υπεύθυνου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων είναι εξαιρετικά περιορισμένη και η διατύπωσή της περιέχει ανακρίβειες· σημειώνει ότι τα καθήκοντα του Υπεύθυνου περιγράφονται επί του παρόντος μόνο στην προκήρυξη για την πλήρωση της θέσης· προτείνει να περιληφθούν διατάξεις σχετικά με τα καθήκοντα του Υπεύθυνου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων στην επικείμενη αναθεώρηση του κανονισμού Frontex·
31. θεωρεί ότι, προκειμένου να βελτιωθούν η διαφάνεια, η λογοδοσία και η αποτελεσματικότητα του Frontex και να καταστεί δυνατή η ενδελεχής διερεύνηση των ατομικών καταγγελιών, θα πρέπει να ενημερώνεται τακτικά το Κοινοβούλιο σχετικά με τη χρήση των κονδυλίων από τον Frontex και τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να δημοσιεύονται στον ιστότοπο του Frontex·
32. χαιρετίζει το γεγονός ότι ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαμεσολαβητών που διαθέτουν αρμοδιότητα σε ζητήματα θεμελιωδών δικαιωμάτων και το συμβουλευτικό φόρουμ του Frontex είναι πρόθυμα να στηρίξουν τον Frontex στη δημιουργία και εφαρμογή του μηχανισμού ατομικών καταγγελιών· καλεί τον Frontex να ακολουθήσει, σε στενή συνεργασία με τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή, την ορθή πρακτική που εφαρμόζουν άλλα ευρωπαϊκά όργανα, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων·
33. συνιστά στον Frontex και στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή να συνεργαστούν στενά προκειμένου να βελτιώσουν την προστασία των ατόμων από ενδεχόμενες πράξεις κακοδιοίκησης στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του Frontex, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων όπου ο Οργανισμός διεξάγει επιχείρηση πέραν των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ μέσω ρυθμίσεων συνεργασίας·
34. καλεί τα κράτη μέλη και τις χώρες εταίρους που έχουν συνάψει ρυθμίσεις συνεργασίας με τον Frontex να συνεργαστούν αποτελεσματικά με τον Οργανισμό προκειμένου να διασφαλίσουν την ομαλή λειτουργία του μηχανισμού καταγγελιών· παροτρύνει τον Frontex να παράσχει τεχνική βοήθεια στα κράτη μέλη και στις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες προκειμένου να διασφαλίσει την αποτελεσματικότητα του μηχανισμού·
35. υπογραμμίζει ότι είναι ανάγκη να εξασφαλιστεί ειδική προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων, των γυναικών που είναι θύματα διώξεων λόγω φύλου, των ατόμων ΛΟΑΔΜ και άλλων ευάλωτων ομάδων· συνιστά να προβαίνει ο Frontex, κατά περίπτωση, σε διαβουλεύσεις με τους σχετικούς οργανισμούς της ΕΕ για τον σκοπό αυτό·
36. ζητεί από τον Frontex να παρέχει δημοσίως προσβάσιμες πληροφορίες σχετικά με τον μηχανισμό καταγγελιών στο πλαίσιο της ετήσιας γενικής έκθεσής του· συνιστά να αναγράφονται ο αριθμός των καταγγελιών που έχουν ληφθεί, οι τύποι των παραβιάσεων των θεμελιωδών δικαιωμάτων, οι επιχειρήσεις του Frontex όπου σημειώθηκαν τα συμβάντα και τα μέτρα παρακολούθησης που έλαβε ο Frontex· σημειώνει ότι οι πληροφορίες αυτές θα βοηθήσουν τον Frontex να εντοπίσει πιθανές ελλείψεις και να βελτιώσει τις μεθόδους εργασίας του·
37. προτείνει να περιληφθούν στην επικείμενη αναθεώρηση του κανονισμού Frontex διατάξεις σχετικά με τον μηχανισμό ατομικών καταγγελιών·
o o o
38. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή, στα εθνικά κοινοβούλια και στον Frontex.
Βιώσιμη αστική κινητικότητα
558k
167k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Δεκεμβρίου 2015 σχετικά με τη βιώσιμη αστική κινητικότητα (2014/2242(INI))
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 17ης Δεκεμβρίου 2013 με τίτλο «Μαζί για ανταγωνιστική και αποδοτική από άποψη πόρων αστική κινητικότητα» (COM(2013)0913),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τον οδικό χάρτη για έναν Ενιαίο Ευρωπαϊκό Χώρο Μεταφορών – Για ένα ανταγωνιστικό και ενεργειακά αποδοτικό σύστημα μεταφορών(1),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα για το αστικό περιβάλλον και το μέλλον του στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής(2),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 30ής Σεπτεμβρίου 2009 με τίτλο «Σχέδιο δράσης για την αστική κινητικότητα» (CΟΜ(2009)0490),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 18ης Ιουλίου 2014 με τίτλο «Αστική διάσταση των πολιτικών της ΕΕ – Βασικά χαρακτηριστικά ενός αστικού θεματολογίου της ΕΕ» (COM(2014)0490),
– έχοντας υπόψη την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής της 25ης Σεπτεμβρίου 2007 με τίτλο «Διαμόρφωση νέας παιδείας αστικής κινητικότητας» (COM(2007)0551),
— έχοντας υπόψη το Ειδικό Ευρωβαρόμετρο 406 της Επιτροπής του Δεκεμβρίου 2013 με τίτλο «Attitudes of Europeans towards urban mobility» (Στάσεις των Ευρωπαίων απέναντι στην αστική κινητικότητα),
– έχοντας υπόψη τη δρομολόγηση από την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Πλατφόρμας για Σχέδια Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας,
– έχοντας υπόψη την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής της 29ης Νοεμβρίου 1995 με τίτλο «Το Δίκτυο των Πολιτών: Αξιοποίηση του δυναμικού των δημόσιων επιβατικών μεταφορών στην Ευρώπη» (COM(1995)0601),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 31ης Μαρτίου 1998 με τίτλο «Μεταφορές και CO2 – Ανάπτυξη μιας κοινοτικής προσέγγισης» (COM(1998)0204),
— έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 25ης Φεβρουαρίου 2015 με τίτλο «Το πρωτόκολλο του Παρισιού: ένα σχέδιο στρατηγικής για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής μετά το 2020» (COM(2015)0081),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 2008/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2008, για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη(3),
— έχοντας υπόψη τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 715/2007(4) και (ΕΚ) αριθ. 595/2009(5) όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών ρύπων από οδικά οχήματα,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 27ης Οκτωβρίου 2015 σχετικά με τις μετρήσεις των εκπομπών στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας(6),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 18ης Δεκεμβρίου 2013 με τίτλο «Πρόγραμμα «καθαρός αέρας» για την Ευρώπη» (COM(2013)0918),
— έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για την ποιότητα του αέρα και το εργαλείο οικονομικής αξιολόγησης για την υγεία,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας με τίτλο «Επιβάρυνση των ασθενειών από τον περιβαλλοντικό θόρυβο – Ποσοτικοποίηση των ετών υγιούς ζωής που χάνονται στην Ευρώπη»,
– έχοντας υπόψη την έκθεση TERM του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, του Δεκεμβρίου 2013, με τίτλο «Διεξοδική εξέταση των αστικών μεταφορών»,
– έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 3ης Ιουλίου 2013 σχετικά με την οδική ασφάλεια 2011-2020 και τα πρώτα ορόσημα προς μια στρατηγική κατά των τραυματισμών(7),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 12ης Οκτωβρίου 1988 για την προστασία των πεζών και τον ευρωπαϊκό χάρτη για τα δικαιώματα των πεζών(8),
– έχοντας υπόψη τη Σύμβαση της Βιέννης για την Οδική Κυκλοφορία,
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «CARS 2020: Σχέδιο δράσης για μια ανταγωνιστική και βιώσιμη αυτοκινητοβιομηχανία στην Ευρώπη» (COM(2012)0636),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Δεκεμβρίου 2013 με θέμα «CARS 2020: Για μια ισχυρή, ανταγωνιστική και βιώσιμη ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία»(9),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2014 με τίτλο «Προς μια κυκλική οικονομία: πρόγραμμα μηδενικών αποβλήτων για την Ευρώπη» (COM(2014)0398),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών(10),
— έχοντας υπόψη την οδηγία 2014/94/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2014, για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων(11),
— έχοντας υπόψη την ειδική έκθεση αριθ. 1/2014 του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου με τίτλο «Αποτελεσματικότητα των έργων δημόσιων αστικών μεταφορών που στηρίζονται από την ΕΕ»,
– έχοντας υπόψη τον Χάρτη της Λειψίας για τις Βιώσιμες Ευρωπαϊκές Πόλεις,
– έχοντας υπόψη το Σύμφωνο των Δημάρχων,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 52 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού καθώς και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (Α8-0319/2015),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις, έως το 2050 το 82% των πολιτών της ΕΕ θα ζουν σε αστικές περιοχές·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αναμενόμενη σημαντική αύξηση του αστικού πληθυσμού φέρνει τα αστικά κέντρα αντιμέτωπα με τις προκλήσεις που συνδέονται με την κοινωνία, την ποιότητα ζωής και τη βιώσιμη ανάπτυξη, για τις οποίες θα απαιτηθούν μέτρα ολιστικού σχεδιασμού·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αστική κινητικότητα εξακολουθεί να βασίζεται κατά πολύ μεγάλο μέρος στη χρήση αυτοκινήτων συμβατικής ενέργειας και ότι, συνεπώς, οι μεταφορές στην ΕΕ εξαρτώνται σημαντικά από το πετρέλαιο και τα παράγωγά του σε ποσοστό άνω του 96% των ενεργειακών τους αναγκών, ή περίπου κατά το ένα τρίτο της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αστικές μεταφορές ευθύνονται για πάνω από το 25% όλων των εκπομπών CO2 και για το 70% περίπου όλων των εκπομπών στις αστικές περιοχές που είναι υπεύθυνες για την κλιματική αλλαγή και ότι, στην ΕΕ, ο τομέας των μεταφορών είναι ο μόνος στον οποίον οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου συνεχίζουν να αυξάνονται·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ειδικού Ευρωβαρόμετρου 406 του 2013, σχεδόν το 50% των ευρωπαίων πολιτών χρησιμοποιεί καθημερινά το ιδιωτικό αυτοκίνητο, ενώ μόνο το 16% χρησιμοποιεί τη δημόσια συγκοινωνία και μόνο το 12% το ποδήλατο·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την ίδια έκθεση, οι ευρωπαίοι πολίτες θεωρούν ότι η μείωση των τιμών των δημοσίων μεταφορών (59%), η βελτίωση των υπηρεσιών των δημοσίων μεταφορών (56%) και η βελτίωση των υποδομών για τα ποδήλατα (33%), συνιστούν αποτελεσματικά μέτρα για τη βελτίωση της αστικής κινητικότητας·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου το 50% των διαδρομών στις αστικές περιοχές είναι κάτω των 5 χλμ και σε πολλές πόλεις θα μπορούσαν, συνεπώς, να πραγματοποιούνται πεζή, με ποδήλατο ή δημόσια/μαζικά μέσα μεταφοράς ή με οποιουσδήποτε άλλους διαθέσιμους τρόπους μεταφοράς, όπως ο συνεπιβατισμός·
H. λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαδεδομένη χρήση πετρελαίου ντίζελ στις μεταφορές, ιδίως σε παλαιότερα οχήματα ή σε αυτά που δεν έχουν φίλτρα σωματιδίων, αποτελεί μια από τις κύριες αιτίες της υψηλής συγκέντρωσης σωματιδίων στις πόλεις της ΕΕ και λαμβάνοντας, ως εκ τούτου, υπόψη ότι στα συστήματα αστικών μεταφορών πρέπει να προωθηθούν η χρήση εναλλακτικών καυσίμων καθώς και αλλαγές στους συνήθεις τρόπους χρήσης αυτών των συστημάτων, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η αστική κινητικότητα·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, το 2011, πάνω από 125 εκατομμύρια ευρωπαίοι πολίτες εκτέθηκαν σε επίπεδα ηχορρύπανσης ανώτερα του ορίου ασφαλείας των 55 dB, με την οδική κυκλοφορία να αποτελεί το κύριο αίτιο·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υψηλής ποιότητας μεταφορικές υπηρεσίες είναι θεμελιώδους σημασίας για τους ανθρώπους που ζουν στις αστικές περιοχές, προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες τους ως προς την κινητικότητα σε ό,τι αφορά τον εργασιακό τους βίο και τις εκπαιδευτικές, τουριστικές και ψυχαγωγικές δραστηριότητές τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι βιώσιμες αστικές μεταφορές μπορούν να συμβάλουν στη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της ηχορρύπανσης, του αριθμού ατυχημάτων, της κυκλοφοριακής συμφόρησης, της χρήσης γης και της στεγανοποίησης του εδάφους·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι δυνατόν και αναγκαίο να ληφθούν στοχευμένα μέτρα για τη βιώσιμη αστική κινητικότητα, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της ΕΕ και να επιβληθεί η νομοθεσία που σχετίζεται με τις μεταφορές και το περιβάλλον·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η ΕΕ θα πρέπει να συμβάλει, προς επίρρωσιν των τοπικών δράσεων, στην ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης, μακροπρόθεσμης προσέγγισης για την αστική κινητικότητα, η οποία θα μειώσει την κυκλοφοριακή ρύπανση, τη συμφόρηση, τον θόρυβο και τα οδικά ατυχήματα, θα παράσχει τη δέουσα στήριξη στις πόλεις και θα διασφαλίσει τη βελτίωση της ενημέρωσης, του συντονισμού και της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σημαντικό να υπογραμμισθεί η σημασία των δημόσιων μεταφορών για τις αστικές οικονομίες, συμπεριλαμβανομένων των υποβαθμισμένων περιοχών, και να αναγνωρισθούν τα κοινωνικά τους οφέλη, όπως η συνεισφορά τους στην καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και η διασφάλιση πρόσβασης στην εργασία για όλους τους πολίτες·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το καλύτερο μέτρο αποτροπής από την κατάχρηση ιδιωτικών μεταφορών και ένας από τους καλύτερους τρόπους για τη μείωση των κυκλοφοριακών συμφορήσεων είναι ένα καλό και εύχρηστο σύστημα δημοσίων μαζικών μεταφορών·
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το 73% των ευρωπαίων πολιτών θεωρούν ότι η οδική ασφάλεια αποτελεί σοβαρό πρόβλημα στις πόλεις και ότι πάνω από το 30% των θανάτων και των σοβαρών τραυματισμών σε τροχαία δυστυχήματα λαμβάνουν χώρα στις αστικές περιοχές και συχνά έχουν ως θύματα ευάλωτους χρήστες των δρόμων και πεζούς·
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το 38% όλων των θανάτων συμβαίνουν στις αστικές περιοχές και το 55% στο υπεραστικό οδικό δίκτυο, ότι τα θύματα είναι συχνά ποδηλάτες και άλλοι ευάλωτοι χρήστες των δρόμων, και ότι τα ατυχήματα σχετίζονται με μεγάλη συγκέντρωση οχημάτων και υψηλή ταχύτητα·
ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι βιώσιμες αστικές μεταφορές αποτελούν μία πτυχή μιας ευρύτερης πολιτικής χωροταξικού σχεδιασμού, και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αστικοί χώροι πρασίνου μπορούν να συμβάλουν στον εν μέρει μετριασμό του αντίκτυπου της ρύπανσης που οφείλεται στην οδική κυκλοφορία·
ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρήση εναλλακτικών καυσίμων κίνησης και μεταφορικών μέσων προϋποθέτει την ανάπτυξη της απαραίτητης υποδομής, παράλληλα με προσπάθειες για την αλλαγή της συμπεριφοράς των ανθρώπων στο θέμα της κινητικότητας·
ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πόλεις και άλλες μεγαλύτερες αστικές περιοχές, ως κέντρα οικονομικής δραστηριότητας και καινοτομίας, έχουν αναγνωριστεί δικαίως ως κρίσιμοι κόμβοι της νέας στρατηγικής ΔΕΔ-Μ και αποτελούν τον κύριο σύνδεσμο στην αλυσίδα μεταφορών επιβατών και εμπορευμάτων·
Κ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα πολυτροπικά δίκτυα και η ολοκλήρωση των διαφορετικών τρόπων και υπηρεσιών μεταφοράς στις αστικές περιοχές και γύρω από αυτές δύνανται να ευνοήσουν τη βελτίωση της αποδοτικότητας των επιβατικών και εμπορευματικών μεταφορών, συμβάλλοντας έτσι στη μείωση των ανθρακούχων και άλλων επιβλαβών εκπομπών·
ΚΑ. λαμβάνοντας υπόψη τη δέσμευση που ανέλαβαν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων, οι οποίοι συμμετείχαν το 2012 στη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Αειφόρο Ανάπτυξη (Ρίο+20), να παρέχουν στήριξη στην ανάπτυξη βιώσιμων δικτύων μεταφορών(12)·
ΚΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υπάρχει μία μόνο λύση γενικού χαρακτήρα για όλες τις αστικές περιοχές και ότι οι πόλεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες καταστάσεις και ανάγκες, ιδίως όσον αφορά τις γεωγραφικές και κλιματικές συνθήκες, τη δημογραφική δομή, τις πολιτιστικές παραδόσεις, καθώς και άλλους παράγοντες·
ΚΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αστική κινητικότητα και η διαχείριση των αστικών μεταφορών υπάγονται στην αρμοδιότητα τοπικών και περιφερειακών αρχών, οι οποίες σχεδιάζουν και υλοποιούν αυτές τις δημόσιες πολιτικές στις περιοχές τους, σε συμφωνία με το ισχύον εθνικό πλαίσιο και με το αστικό θεματολόγιο της ΕΕ·
ΚΔ. λαμβάνοντας υπόψη την ανησυχία του για το γεγονός ότι η Επιτροπή τάσσεται υπέρ της ανάπτυξης σχεδίων μεταφορών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να προσαρμοσθούν στις συνθήκες των κρατών μελών· λαμβάνοντας υπόψη ότι, αντί για μια από πάνω προς τα κάτω προσέγγιση, και χωρίς να παραγνωρίζεται η ανάγκη για κοινούς κανόνες και πρότυπα, θα ήταν προτιμότερο να ακολουθηθεί μια από κάτω προς τα άνω προσέγγιση με παράλληλο πειραματισμό επί τόπου, ενθαρρύνοντας έτσι και την καινοτομία· λαμβάνοντας, κατά συνέπεια, υπόψη ότι στηρίζει ένθερμα τη δημιουργία πλατφορμών για ανταλλαγές εμπειριών μεταξύ τοπικών παραγόντων, με στόχο να καταστεί δυνατή η παροχή μεγαλύτερης δημοσιότητας στα επιτυχημένα μοντέλα·
1. υπογραμμίζει ότι το έργο που έχει επιτελεστεί μέχρι σήμερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και σε μεγάλο αριθμό πόλεων είναι θετικό και πρέπει να συνεχιστεί και ως εκ τούτου επικροτεί την προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής για την αστική κινητικότητα·
Επιστροφή χώρου και υποδομών στο σύνολο των πολιτών και βελτίωση της προσβασιμότητας
2. τονίζει ότι ο χωροταξικός σχεδιασμός αποτελεί το σημαντικότερο στάδιο της δημιουργίας μακροχρόνιων, ομαλών και ασφαλών δικτύων μεταφοράς με πραγματικό αντίκτυπο στους όγκους και την κατανομή της κυκλοφορίας· τονίζει ότι η ασφάλεια πρέπει πάντοτε να θεωρείται βασικό στοιχείο ενός βιώσιμου πολεοδομικού σχεδιασμού·
3. είναι πεπεισμένο ότι η παροχή πληροφοριών στους πολίτες, τους λιανοπωλητές, τους φορείς εκμετάλλευσης των εμπορευματικών μεταφορών και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη της ΕΕ που εμπλέκονται στην αστική κινητικότητα, και η διαβούλευση με αυτούς, είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου να αποκτήσουν μεγαλύτερη διαφάνεια ο σχεδιασμός, η ανάπτυξη και η λήψη των αποφάσεων· τονίζει ότι οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να είναι εύκολα προσβάσιμες για το κοινό· επισημαίνει ότι είναι ευκταίο να τονωθεί η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων παραγόντων και μεταξύ των πόλεων σε επίπεδο ΕΕ, με στόχο να υπάρξουν κοινές λύσεις βιώσιμης κινητικότητας·
4. είναι πεπεισμένο ότι τα μακροπρόθεσμα σχέδια βιώσιμης αστικής κινητικότητας (ΣΒΑΚ), υποστηριζόμενα από τεχνολογίες ΤΠΕ, είναι σημαντικά εργαλεία για την παροχή κατάλληλων και ασφαλών λύσεων κινητικότητας για όλους τους πολίτες· καλεί τις αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν υπόψη στα ΣΒΑΚ τις ιδιαίτερες ανάγκες όσον αφορά τις επικοινωνίες για τα άτομα με μειωμένη κινητικότητα (ΑΜΚ)· τονίζει ότι οι υποδομές χωρίς φραγμούς είναι ζωτικής σημασίας για την κινητικότητα των ΑΜΚ· τονίζει ότι τα ΣΒΑΚ πρέπει να περιλαμβάνουν ειδικές στρατηγικές για την οδική ασφάλεια και να παρέχουν ασφαλείς υποδομές με επαρκή χώρο για τους πιο ευάλωτους χρήστες του οδικού δικτύου·
5. τονίζει τη σημασία των ΣΒΑΚ για την επίτευξη των στόχων της ΕΕ σχετικά με τη μείωση των εκπομπών CO2, του θορύβου, της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και των ατυχημάτων· θεωρεί ότι η ανάπτυξη των ΣΒΑΚ θα πρέπει να αποτελεί σημαντικό στοιχείο προς εξέταση κατά τη χρηματοδότηση έργων της ΕΕ στον τομέα των αστικών μεταφορών και ότι η χρηματοδότηση και η παροχή πληροφοριών από την ΕΕ θα μπορούσαν να αποτελέσουν κίνητρα για την ανάπτυξη και την εφαρμογή τέτοιων σχεδίων· καλεί την Επιτροπή να παράσχει στις αρμόδιες αρχές την αναγκαία συμβουλευτική και τεχνική υποστήριξη για την ανάπτυξη ΣΒΑΚ, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη την αρχή της επικουρικότητας·
6. ενθαρρύνει τις αρχές των κρατών μελών να καταρτίσουν σχέδια βιώσιμης αστικής κινητικότητας που να δίδουν προτεραιότητα στους τρόπους μεταφοράς χαμηλών εκπομπών, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρικής κινητικότητας και των οχημάτων που καταναλώνουν εναλλακτικά καύσιμα, και τα οποία να περιλαμβάνουν ευφυή συστήματα μεταφορών· υποστηρίζει τη δημιουργία ζωνών κυκλοφορίας και διατροπικών πλατφορμών, όπου η προτεραιότητα θα δίδεται στις δημόσιες μεταφορές·
7. ενθαρρύνει τα κράτη μέλη και τις ευρωπαϊκές πόλεις να χαράξουν μια πολιτική για τη στάθμευση (παροχή χώρων στάθμευσης, χρήση ευφυών συστημάτων στάθμευσης και κατάλληλη τιμολόγηση) που να μπορεί να αποτελέσει τμήμα μιας ολοκληρωμένης αστικής πολιτικής και συγχρόνως να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες για την ανάπτυξη λειτουργικών διατροπικών κόμβων, παρέχοντας ποικίλες υπηρεσίες μεταφορών και επιτρέποντας τον ομαλό συνδυασμό λύσεων μεταφοράς, όπως οι μαζικές μεταφορές, οι κοινές μεταφορές, η ποδηλασία και οι υπηρεσίες ενοικίασης· ζητεί την καλύτερη συνδεσιμότητα των προαστιακών χώρων στάθμευσης με σιδηροδρομικές υπηρεσίες και υπηρεσίες δημόσιων μεταφορών, για παράδειγμα μέσω των «σταθμών ανταπόκρισης» (park and ride)· υπενθυμίζει την ανάγκη να εξαλειφθούν οι ελλείψεις στις προβλέψεις για τους πολίτες με αναπηρίες·
8. υπογραμμίζει ότι, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να μειωθεί ο αρνητικός αντίκτυπος στο περιβάλλον από την εξάρτηση από το πετρέλαιο στο σύστημα μεταφορών της ΕΕ (που λειτουργεί ως επί το πλείστον με πετρέλαιο και τα υποπροϊόντα του), τα ΕΔΕΤ πρέπει να χρησιμοποιούνται συστηματικά για την ανάπτυξη και την εφαρμογή συνεκτικών, ολοκληρωμένων ΣΒΑΚ, τα οποία συμπληρωματικά και αμοιβαία θα ενισχύουν τα μέτρα αστικής κινητικότητας στο ευρύτερο πλαίσιο χωροταξικού σχεδιασμού, χωρίς να δημιουργούν πρόσθετες μεταφορικές ανάγκες για υπερβολική χρήση αυτοκινήτων, δίνοντας έμφαση σε ένα ολοκληρωμένο σύστημα μεταφορών που θα βασίζεται στη συνεργασία μεταξύ των επιμέρους μεταφορικών μέσων·
9. πιστεύει ακράδαντα ότι η πλατφόρμα της Επιτροπής για σχέδια βιώσιμης αστικής κινητικότητας θα πρέπει να παρέχει ισχυρή στήριξη σε πόλεις και περιφέρειες για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή των ΣΒΑΚ· τονίζει ότι είναι σημαντικό να θεωρούνται όλες οι πόλεις, ανεξαρτήτως του μεγέθους τους, επιλέξιμες για επένδυση στην αστική κινητικότητα και υπογραμμίζει τη σημασία του καίριου ρόλου που καλούνται να διαδραματίσουν οι πόλεις και οι περιφέρειες της Ευρώπης για την τόνωση και την προαγωγή της βιώσιμης αστικής κινητικότητας· ζητεί να συμμετέχουν εκπρόσωποι τοπικών και περιφερειακών αρχών διαφόρων μεγεθών και εκπρόσωποι διαφόρων ενδιαφερομένων φορέων (π.χ. ενώσεων ποδηλατών) στην Ευρωπαϊκή Πλατφόρμα και στην Ομάδα Εμπειρογνωμόνων των Κρατών Μελών για την Αστική Κινητικότητα και τις Μεταφορές·
10. τονίζει ότι τα ΣΒΑΚ πρέπει να συνάδουν με την τρέχουσα ατζέντα και τους στόχους της ΕΕ, ιδίως με εκείνους που αφορούν τη μετάβαση από τις οδούς στους σιδηρόδρομους και ορίζονται στη Λευκή Βίβλο του 2011·
11. καλεί την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τις περιφερειακές και τοπικές αρχές να αξιολογήσουν και να ελέγξουν τα Σχέδια Αστικής Κινητικότητας σύμφωνα με τους στόχους και τις επιδιώξεις της στρατηγικής μεταφορών για το 2050·
Βελτίωση του περιβάλλοντος, της ποιότητας ζωής και της υγείας
12. επισημαίνει ειδικότερα τις πολυάριθμες αρνητικές συνέπειες του σημερινού μοντέλου μεταφορών στα θεμελιώδη στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος, όπως είναι ο ατμοσφαιρικός αέρας, τα ύδατα και το έδαφος, καθώς και στα διάφορα οικοσυστήματα·
13. είναι πεπεισμένο ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση έχει τοπική, περιφερειακή, εθνική και διασυνοριακή διάσταση και απαιτεί την ανάληψη δράσης σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης· ζητεί, ως εκ τούτου, την ενίσχυση της προσέγγισης της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης, στην οποία όλοι οι φορείς αναλαμβάνουν την ευθύνη για τα μέτρα που μπορούν και πρέπει να λαμβάνονται σε κάθε επίπεδο·
14. καλεί τις πόλεις να αξιολογήσουν προσεκτικά τις ανάγκες των πολιτών και των επιχειρήσεων και τις ιδιαιτερότητες των τρόπων μεταφοράς, προκειμένου να διασφαλιστεί βιώσιμη κινητικότητα στις πόλεις, και να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για να βελτιώσουν την ποιότητα της ζωής στις πόλεις, μεταξύ άλλων ενθαρρύνοντας μια στροφή προς βιώσιμους τρόπους μεταφοράς, περιλαμβανομένων της πεζοπορίας και της ποδηλασίας, και προωθώντας μια ολοκληρωμένη πολιτική διατροπικών και/ή συντροπικών μεταφορών·
15. καλεί τις τοπικές αρχές, κατά την κατάρτιση των σχεδίων βιώσιμης κινητικότητας, να λαμβάνουν υπόψη την ευημερία των πολιτών τους· καλεί, ειδικότερα, τις αρμόδιες αρχές να λάβουν μέτρα προκειμένου να μειωθεί στις πόλεις ο θόρυβος που προκαλείται από την κυκλοφορία·
16. ενθαρρύνει τις αρμόδιες αρχές να λάβουν προληπτικά μέτρα, σύμφωνα με τις αρχές της προφύλαξης και της αναλογικότητας, για τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα στις πόλεις και τη διασφάλιση συγκεντρώσεων ρύπων που δεν υπερβαίνουν τα επίπεδα που ορίζουν οι κατευθυντήριες γραμμές της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας· προς τον σκοπό αυτό, υποστηρίζει τη θέσπιση ζωνών χαμηλών εκπομπών σε τοπικό επίπεδο τονίζει ότι αποτελεί καθήκον των αρμόδιων αρχών να προσφέρουν ασφαλείς και υγιεινές λύσεις κινητικότητας στους πολίτες τους· είναι της γνώμης ότι οι λύσεις αυτές θα μπορούσαν να βασίζονται σε οικονομικά προσιτά, ευφυή, αξιόπιστα, προσβάσιμα συστήματα δημόσιων μεταφορών· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη, καθώς και τις τοπικές αρχές, όποτε υπάρχει κίνδυνος υπέρβασης των προαναφερθεισών κατευθυντηρίων γραμμών της ΠΟΥ, να εξετάζουν τη λήψη μέτρων για τη βελτίωση της πρόσβασης στις δημόσιες μεταφορές, π.χ. εφαρμόζοντας εναλλασσόμενη κυκλοφορία·
17. επισημαίνει ότι είναι αναγκαία μια ολιστική προσέγγιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στις ευρωπαϊκές πόλεις· καλεί, συνεπώς, την Επιτροπή να προωθήσει αποτελεσματικά μέτρα που να επιτρέπουν στα κράτη μέλη να συμμορφωθούν με την οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα (2008/50/ΕΚ), θέτοντας ιδίως αποτελεσματικά και φιλόδοξα ανώτατα όρια εκπομπών για το 2025 και το 2030 βάσει της οδηγίας για τα εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών (ΕΑΟΕ), και διασφαλίζοντας τον καλύτερο συντονισμό των μέτρων στο πλαίσιο της οδηγίας ΕΑΟΕ και της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, θέτοντας φιλόδοξα πρότυπα επιδόσεων για τις εκπομπές αυτοκινήτων για το 2025 και το 2030 στο πλαίσιο μιας έγκαιρης επανεξέτασης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 443/2009 σχετικά με τα πρότυπα επιδόσεων για τις εκπομπές από τα καινούρια επιβατικά αυτοκίνητα στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης προσέγγισης της Κοινότητας για τη μείωση των εκπομπών CO2 από ελαφρά οχήματα, και θέτοντας ένα σαφές χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή των δοκιμών των εκπομπών ιδιωτικών οχημάτων σε πραγματικές συνθήκες οδήγησης·
18. ζητεί από την Επιτροπή να προβεί σε αξιολογήσεις, στα πλαίσια των διαφόρων σχεδίων των κρατών μελών, σχετικά με την τοποθέτηση των σταθμών μέτρησης και ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στα κύρια αστικά κέντρα που εμφανίζουν προβλήματα ποιότητας του αέρα, λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλές φορές, και λόγω της κακής τους τοποθέτησης, ενδέχεται να παρέχουν ανακριβή στοιχεία, με τον κίνδυνο που ενέχει κάτι τέτοιο για τη δημόσια υγεία·
19. σημειώνει τις αλλαγές συμπεριφοράς στον τομέα της ιδιοκτησίας και της χρήσης οχημάτων (συνεπιβατισμός)· ενθαρρύνει την Επιτροπή να αναπτύξει και να υποστηρίξει τα συστήματα μεταφορών που περιλαμβάνουν συλλογικές και δημόσιες μορφές κινητικότητας·
20. θεωρεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να εκτιμήσει τον τρόπο με τον οποίο ενδέχεται να επηρεαστεί η κοινωνία από νέους τρόπους κινητικότητας που βασίζονται στο μοντέλο της συνεργατικής οικονομίας, συμπεριλαμβανομένου του συνεπιβατισμού· φρονεί ότι, σε εθνικό επίπεδο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδιώξουν την επίτευξη της έννοιας της «συνεργατικής πόλης» όσον αφορά την κινητικότητα και τις μεταφορές, καθώς αυτό θα ωφελούσε τους πολίτες ιδίως σε μικρού και μεσαίου μεγέθους πόλεις, όπου το δημόσιο δίκτυο μεταφορών είναι μικρότερο, και ενδέχεται να επιτρέψει την ανάπτυξη λύσεων κινητικότητας μεταξύ ομοτίμων·
21. τονίζει ότι οι υψηλού επιπέδου ανάπτυξης, αποτελεσματικές, οικονομικά προσιτές, ασφαλείς και προσβάσιμες δημόσιες μεταφορές αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης· είναι πεπεισμένο ότι οι αξιόπιστες υπηρεσίες δημόσιων μεταφορών μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη μείωση της συμφόρησης, της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και του θορύβου στις πόλεις· καλεί, συνεπώς, τα κράτη μέλη να προωθήσουν τις δημόσιες μεταφορές με στόχο την αύξηση της χρήσης τους έως το 2030· ενθαρρύνει επίσης τις εθνικές και τοπικές αρχές να προωθήσουν τη διαθεσιμότητα ψηφιακών υπηρεσιών για τις δημόσιες μεταφορές και τους σταθμούς, να υποστηρίξουν την ανάπτυξη καινοτόμων μορφών κινητικότητας και να εφαρμόσουν ευφυείς λύσεις μεταφορών και άλλες σύγχρονες τεχνολογίες· τονίζει ότι οι υπηρεσίες συνεπιβατισμού αξιοποιούν καλύτερα τους υφιστάμενους πόρους και συμβάλλουν στη μείωση του αριθμού των αυτοκινήτων στις πόλεις· αναγνωρίζει τη σημασία των ευρωπαϊκών προγραμμάτων δορυφορικής ραδιοπλοήγησης Galileo και EGNOS και των κινητών δικτύων υψηλής ταχύτητας· υποστηρίζει τη διαμόρφωση ενός κανονιστικού πλαισίου που να επιτρέπει τη χρήση νέων μορφών κινητικότητας και νέων μοντέλων κοινοχρησίας που αξιοποιούν καλύτερα τους υπάρχοντες πόρους·
22. τονίζει τη σημασία της ενημέρωσης του κοινού για τις προσφορές αστικών δημόσιων μεταφορών, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τις γλωσσικές ανάγκες των τουριστών και τα πλεονεκτήματα της πολιτικής για έναν βιώσιμο τουρισμό· ενθαρρύνει τις τοπικές αρχές να παρέχουν σε πραγματικό χρόνο πληροφορίες στο διαδίκτυο και σε αριθμητικώς επαρκή σταντ στις πόλεις· καλεί τις αρχές και τους φορείς εκμετάλλευσης στον τομέα των μεταφορών να βελτιώσουν τη διαθεσιμότητα δωρεάν ψηφιακών υπηρεσιών που αφορούν δημόσιες υπηρεσίες και σταθμούς·
23. τονίζει τα κοινωνικά οφέλη των δημόσιων μεταφορών μέσω σιδηρόδρομου από την άποψη της προσβασιμότητας των αστικών περιοχών, της αστικής ανάπλασης, της κοινωνικής ένταξης και της βελτίωσης της εικόνας των πόλεων·
24. αναγνωρίζει την ποιότητα και την ποικιλομορφία των θέσεων εργασίας που παρέχονται από τους φορείς δημόσιων μεταφορών, και τα σχετικά οφέλη για την οικονομία· καλεί την Επιτροπή να παρακολουθεί και να αξιολογεί τη συμβολή των δημόσιων μεταφορών στη δημιουργία πράσινων θέσεων εργασίας και στις στρατηγικές πράσινης ανάπτυξης σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο·
25. καλεί τα κράτη μέλη, σεβόμενα αρμοδιότητες σε τοπικό επίπεδο, να εφαρμόσουν αποτελεσματικά μέτρα όσον αφορά την ασφάλεια στις δημόσιες μεταφορές·
26. υπενθυμίζει ότι η μη μηχανοκίνητη ατομική κινητικότητα, όπως το περπάτημα και η ποδηλασία, προσφέρει τις καλύτερες δυνατότητες για την επίτευξη μηδενικών εκπομπών CO2·
27. ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να αναθεωρήσουν τις στρατηγικές τους προκειμένου να βελτιώσουν τη μη μηχανοκίνητη μεταφορά, με στόχο να ικανοποιηθούν τα συγκλίνοντα συμφέροντα της βελτίωσης της κινητικότητας και του αστικού περιβάλλοντος· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να προωθήσουν, όπου ενδείκνυται, τη χρήση ποδηλάτων, μεταξύ άλλων θέτοντας φιλόδοξους στόχους για τα ποσοστά ποδηλασίας ως το 2030, και να βελτιώσουν τις συνθήκες για το περπάτημα και την ποδηλασία·
28. ενθαρρύνει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προβούν σε δράσεις ευαισθητοποίησης για την ποδηλασία και τους εναλλακτικούς τρόπους μεταφοράς, να συμβάλουν στη μετάβαση προς βιώσιμους τρόπους μεταφοράς και να συνεχίσουν να στηρίζουν την εκστρατεία για την ευρωπαϊκή εβδομάδα κινητικότητας· καλεί τις πόλεις να οργανώσουν συστήματα από κοινού χρήσης ποδηλάτων σε συνδυασμό με τις δημόσιες μεταφορές· χαιρετίζει τις πρωτοβουλίες σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο για την προώθηση και οργάνωση εκδηλώσεων τύπου «Ευρωπαϊκή Κυριακή χωρίς Αυτοκίνητο» και «Ευρωπαϊκή Ημέρα Ποδηλάτου», με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα στις πόλεις·
29. ενθαρρύνει τις ιδιωτικές εταιρείες, τις διοικήσεις και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να βελτιώσουν περαιτέρω τις υπηρεσίες διαχείρισης κινητικότητας για τα μέλη, το προσωπικό και τους επισκέπτες τους· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προωθήσουν πολιτικές που να ενθαρρύνουν τις επιχειρήσεις να μειώνουν τις μετακινήσεις προς και από τον τόπο εργασίας, μεταξύ άλλων επιτρέποντας και προωθώντας την τηλε-εργασία και ενθαρρύνοντας τη χρήση των τεχνολογιών ΤΠΕ και της τηλεδιάσκεψης· φρονεί ότι τα μέτρα κινητικότητας, όπως αυτά που τελούν υπό τον συντονισμό της Ευρωπαϊκής Πλατφόρμας για τη Διαχείριση της Κινητικότητας (EPOMM), έχουν μεγάλες δυνατότητες επίλυσης της αστικής συμφόρησης και παροχής προσβασιμότητας για όλους·
30. ενθαρρύνει τα κράτη μέλη και τις τοπικές αρχές να ορίσουν απαιτήσεις περιβαλλοντικών επιδόσεων στις διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων, ιδίως όσον αφορά την αγορά οχημάτων για δημόσιες μεταφορές ή οχημάτων που χρησιμοποιούνται από τις δημόσιες αρχές·
Εξοικονόμηση ενέργειας και προστασία του κλίματος
31. θεωρεί ότι η ενεργειακή απόδοση και η χρήση πηγών ενέργειας με χαμηλές εκπομπές άνθρακα και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αποτελούν κλειδί για την επίτευξη βιώσιμης αστικής κινητικότητας, παράλληλα με τη βελτίωση των περιβαλλοντικών συνθηκών, και ότι πρέπει να τηρείται η τεχνολογική ουδετερότητα κατά τη λήψη μέτρων για την επίτευξη των στόχων της ΕΕ ως προς τις εκπομπές CO2 και την εξοικονόμηση ενέργειας·
32. ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να υποστηρίξουν τους στόχους της Λευκής Βίβλου για τις Μεταφορές όσον αφορά τη μείωση κατά το ήμισυ των αυτοκινήτων που χρησιμοποιούν συμβατικά καύσιμα στις αστικές μεταφορές έως το 2030 και τη σταδιακή εξάλειψή τους στις πόλεις έως το 2050· καλεί τις πόλεις να προωθήσουν και να στηρίξουν τις στροφές προς εναλλακτικά μέσα μεταφοράς και λιγότερο ρυπογόνα αυτοκίνητα, λαμβάνοντας υπόψη το πραγματικό τους ισοζύγιο του άνθρακα, με στόχο να επιτευχθούν οι στόχοι της ΕΕ για μείωση των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου κατά 60% έως το 2050· επικροτεί τα κίνητρα προς τους επιβάτες ώστε να συνδυάζουν διαφορετικά μέσα μεταφοράς·
33. εφιστά την προσοχή στη σημασία της χρήσης ηλεκτρικών οχημάτων και οχημάτων εναλλακτικών καυσίμων (βιοκαύσιμα δεύτερης και τρίτης γενιάς, υδρογόνο που βασίζεται σε ανανεώσιμες πηγές, συμπιεσμένο φυσικό αέριο (CNG) και υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG)) για τη μείωση των εκπομπών στις πόλεις· υπενθυμίζει τις διατάξεις της οδηγίας 2014/94/ΕΕ για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων και ενθαρρύνει τα κράτη μέλη, σε στενή συνεργασία με τις περιφερειακές και τοπικές αρχές και τη σχετική βιομηχανία, να αναπτύξουν ταχέως τέτοιες υποδομές, ιδίως σε όλη την έκταση του Διευρωπαϊκού Δικτύου Μεταφορών (TEN-T)· καλεί τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα να προωθήσουν την εγκατάσταση υποδομών επαναφόρτισης σε συλλογικούς χώρους στάθμευσης·
34. ζητεί από την Επιτροπή και τις εθνικές και τοπικές αρχές να προωθήσουν, όπου είναι εφικτό, την εσωτερική ναυσιπλοΐα ως ολοκληρωμένη λύση κινητικότητας για την ήπια κινητικότητα στις πόλεις·
35. υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο μιας προσέγγισης «από κάτω προς τα πάνω»· ως εκ τούτου, υποστηρίζει ένθερμα, για παράδειγμα, το Σύμφωνο των Δημάρχων, το οποίο φέρει πάνω από 6 000 υπογραφές, σχετικά με τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, και επικροτεί την έκκληση του Επιτρόπου Canete της 13ης Οκτωβρίου 2015 στις Βρυξέλλες για τη δρομολόγηση ενός πιο φιλόδοξου Συμφώνου· υποστηρίζει την Επιτροπή στον θετικό ρόλο που διαδραματίζει ως ενεργός καταλύτης σε τέτοιου είδους πρωτοβουλίες·
36. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να θέσουν ως προτεραιότητα της ημερήσιας διάταξης της COP 21 στο Παρίσι τον Δεκέμβριο του 2015 τη λήψη φιλόδοξων μέτρων σχετικά με τη «Βιώσιμη Αστική Ανάπτυξη»· ενθαρρύνει την Επιτροπή να στηρίξει ενεργά τις πρωτοβουλίες του Θεματολογίου Δράσεων για μια ολοκληρωμένη βιώσιμη αστική κινητικότητα·
Τοποθέτηση της καινοτομίας στον πυρήνα της ερευνητικής πολιτικής με στόχο τις ευφυείς προσεγγίσεις για την κινητικότητα
37. υπενθυμίζει ότι τα Ευφυή Συστήματα Μεταφορών (ΕΣΜ) καθιστούν την κινητικότητα ασφαλέστερη, πιο αποτελεσματική, περιβαλλοντικά φιλική και ρέουσα και, συνεπώς, καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειες για τα ΕΣΜ, περιλαμβανομένης της καινοτομίας και της εφαρμογής στους τομείς της παροχής ταξιδιωτικών πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο, των άκρως αυτοματοποιημένων οχημάτων, της ευφυούς υποδομής και των ευφυών συστημάτων σηματοδότησης της κυκλοφορίας· υπενθυμίζει τη σημασία των ΕΣΜ για την παροχή δεδομένων ακριβείας σε πραγματικό χρόνο για την κυκλοφορία και τις μετακινήσεις, και καλεί, συνεπώς, την Επιτροπή να φέρει την αστική κινητικότητα στο επίκεντρο του Ψηφιακού Θεματολογίου· ενθαρρύνει τους εμπλεκομένους να συνεργάζονται στενά για την ανάπτυξη διαλειτουργικών και ολοκληρωμένων υπηρεσιών κινητικότητας, όπως οι πολυτροπικές δημόσιες μεταφορές, η από κοινού κινητικότητα και οι διατροπικές ολοκληρωμένες υποδομές έκδοσης εισιτηρίων· ζητεί από την Επιτροπή να θέσει σε προτεραιότητα την ανάπτυξη καινοτόμων εφαρμογών και νέων τεχνολογιών που θα δώσουν στους χρήστες των οδών τη δυνατότητα να διαδραματίσουν πιο προορατικό ρόλο ως συντελεστές ανάπτυξης και παραγωγής δεδομένων στο σύστημα μεταφορών, προκειμένου να συμβάλουν σε πλατφόρμες για τις υπηρεσίες κινητικότητας, σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ και την προστασία των δεδομένων·
38. ενθαρρύνει όλα τα μέρη να αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητες των δεδομένων και της ψηφιοποίησης και να χρησιμοποιήσουν την απορρύθμιση για την προώθηση νέων επιχειρηματικών μοντέλων·
39. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να στηρίξουν προγράμματα έρευνας για τις νέες τεχνολογίες, νέα επιχειρηματικά μοντέλα και νέες ολοκληρωμένες πρακτικές βιώσιμης αστικής κινητικότητας και αστικές υλικοτεχνικές υποδομές· στηρίζει τις προτεραιότητες του προγράμματος Ορίζοντας 2020 όσον αφορά τις κοινωνικές προκλήσεις για ευφυείς, πράσινες και ολοκληρωμένες μεταφορές και αστική κινητικότητα, καθώς και την ανάπτυξη των πρωτοβουλιών τύπου «Η κινητικότητα ως υπηρεσία» ανά την Ευρώπη· θεωρεί ότι το πρόγραμμα Ορίζοντας 2020 πρέπει να δώσει ώθηση στην έρευνα και την καινοτομία στους τομείς της ποιότητας ζωής, των βιώσιμων θέσεων εργασίας, της δημογραφικής εξέλιξης, των ενεργών αλλαγών στην κινητικότητα και της δράσης για το περιβάλλον και το κλίμα· θεωρεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει υπόψη τις προτεραιότητες αυτές, να διασφαλίσει επαρκείς πόρους της ΕΕ για μελλοντικές δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης στα συστήματα των αστικών σιδηροδρόμων και να βελτιώσει τις επιδόσεις των λύσεων βιώσιμων μεταφορών·
Καθιστώντας την αστική κινητικότητα πιο βιώσιμη, ασφαλή και σίγουρη
40. επισημαίνει ότι οι εμπεριστατωμένες προϋποθέσεις ασφάλειας, καθώς και η προηγμένη διαχείριση της κυκλοφορίας και της ταχύτητας, οδηγούν σε δραστική μείωση των θανάτων και των σοβαρών τραυματισμών σε τροχαία δυστυχήματα στις πόλεις· επισημαίνει ότι μια δύναμη ασφαλείας με καθήκον τη διαχείριση και τον έλεγχο της κυκλοφορίας και τη διενέργεια συνεπών ελέγχων για παραβάσεις της κυκλοφοριακής ασφάλειας, ιδίως όσον αφορά την ταχύτητα, την οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, ναρκωτικών και φαρμάκων και τη χρήση κινητών τηλεφώνων και άλλων συσκευών επικοινωνίας και πληροφοριών, συμβάλλει στη μείωση των τροχαίων στις πόλεις·
41. καλεί τα κράτη μέλη και τις τοπικές αρχές να επανεξετάσουν τη διαχείριση της ταχύτητας έως το 2020, λαμβάνοντας υπόψη τις τοπικές συνθήκες, προκειμένου να κατοχυρώσουν την ασφάλεια, μεταξύ άλλων σε κατοικημένες περιοχές και γύρω από σχολεία, εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις και εγκαταστάσεις κοινωνικής πρόνοιας, και να εξετάσουν το ενδεχόμενο ανάπτυξης και σχεδιασμού ασφαλέστερης οδικής υποδομής· καλεί τα κράτη μέλη και τις τοπικές αρχές να χρησιμοποιούν όλες τις σύγχρονες λύσεις, συμπεριλαμβανομένης της προηγμένης ευφυούς διαχείρισης της κυκλοφορίας, προκειμένου να παράσχουν ασφάλεια σε όλους τους χρήστες των δρόμων, περιλαμβανομένων των πεζών· ενθαρρύνει τις ευρωπαϊκές πόλεις να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά τη διαχείριση της ασφάλειας·
Καινοτομίες στον τομέα της βιώσιμης μεταφοράς εμπορευμάτων
42. θεωρεί ότι η ανάπτυξη καινοτόμων, βιώσιμων, περιβαλλοντικά φιλικών στρατηγικών αστικής εφοδιαστικής, συμπεριλαμβανομένων δημόσιων και ιδιωτικών φορέων, είναι υψίστης σημασίας για την επίλυση της συμφόρησης και των περιβαλλοντικών προβλημάτων στις πόλεις· θεωρεί ότι η εφοδιαστική θα πρέπει να βασίζεται σε βιώσιμους τρόπους μεταφοράς· ζητεί καλύτερη βελτιστοποίηση της αλυσίδας εφοδιασμού στις αστικές περιοχές, με βάση νέους, οικονομικά αποδοτικούς τύπους λειτουργίας, τεχνολογίας και επιχειρηματικού μοντέλου· επισημαίνει τη σημασία των ΣΒΑΚ που ενσωματώνουν στρατηγικές εφοδιαστικής με συντροπικότητα, και υπογραμμίζει ότι, όπου χρειάζεται, ο σιδηρόδρομος, η καθαρή εσωτερική ναυσιπλοΐα και οι θαλάσσιοι λιμένες θα πρέπει να ενσωματώνονται σε στρατηγικές εφοδιαστικής και σχέδια βιώσιμης αστικής κινητικότητας· καλεί τις αρμόδιες αρχές να μειώσουν, όπου είναι δυνατόν, την κυκλοφορία βαρέων οχημάτων στα κέντρα των πόλεων·
43. επισημαίνει ότι οι περιοχές υψηλής πυκνότητας και άλλες περιοχές όπως τα εμπορικά κέντρα και τα κέντρα λιανικών πωλήσεων αντιμετωπίζουν αυξημένη οδική κυκλοφορία και προβλήματα συμφόρησης, και επισημαίνει τη σημασία αποτελεσματικών και ολοκληρωμένων πολιτικών πολεοδομικού σχεδιασμού για τη διασύνδεση των περιοχών αυτών με αποτελεσματικές δημόσιες συγκοινωνίες και ευφυής υπηρεσίες διανομής κατ’ οίκον·
44. καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει πολιτικές που θα ενθαρρύνουν τον κλάδο εμπορευματικών μεταφορών να βελτιώσει οικολογικά τον στόλο του και θα ενθαρρύνουν τις τοπικές αρχές να παρέχουν στήριξη και/ή κίνητρα στις επιχειρήσεις ώστε να καταστήσουν πιο βιώσιμες τις αστικές εμπορευματικές μεταφορές· υπενθυμίζει ότι ο σιδηρόδρομος και άλλοι πιο βιώσιμοι τρόποι μεταφοράς, από κοινού με σωστά σχεδιασμένα σημεία μετεπιβίβασης και με την εφοδιαστική, μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο φέρνοντας εμπορεύματα στην αστική περιφέρεια·
Ελαχιστοποίηση του εξωτερικού κόστους και πραγματοποίηση επενδύσεων καλύτερης ποιότητας
45. τονίζει ότι οι εκτιμήσεις κόστους-οφέλους των επενδύσεων πρέπει να στοχεύουν στη μεγιστοποίηση των εξωτερικών κοινωνικών οφελών και στην ελαχιστοποίηση του εξωτερικού κόστους που προκύπτει, για παράδειγμα, από την κλιματική αλλαγή, από τα ατυχήματα, από θέματα υγείας, από τον θόρυβο, την ατμοσφαιρική ρύπανση και τη χρήση του χώρου·
46. τονίζει ότι η αστική κινητικότητα πρέπει να συμβάλλει και να είναι πλήρως ενσωματωμένη στους στόχους της ΕΕ για την αποδοτικότητα των πόρων, ιδίως όσον αφορά εκείνους που σχετίζονται με την κυκλική οικονομία·
47. υπενθυμίζει ότι η τιμολόγηση της χρήσης των αστικών οδών και της στάθμευσης με γνώμονα την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων, την αρχή της διαλειτουργικότητας και την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» μπορεί να αποτελέσει μέρος μιας ολοκληρωμένης πολιτικής για την αστική κινητικότητα·
48. υπενθυμίζει, σε συνάρτηση με τη χρέωση της χρήσης των οδών, την αρχή της «αξιοποίησης των εσόδων», και ζητεί, όπου ενδείκνυται, ένα ποσοστό των εσόδων από τη χρήση της οδικής υποδομής (χρέωση της χρήσης των οδών και/ή ευρωπαϊκό σήμα τελών κυκλοφορίας) να προορίζεται για τη βελτίωση της βιώσιμης αστικής κινητικότητας·
49. θεωρεί ότι η αστική κινητικότητα θα πρέπει να αντικατοπτρίζεται στα μέτρα που θα ληφθούν στο πλαίσιο της διευκόλυνσης «Συνδέοντας την Ευρώπη» / Διευρωπαϊκό δίκτυο μεταφορών (ΔΕΔ-Μ), κατά περίπτωση και σύμφωνα με τη νομοθεσία ΔΕΔ-Μ, συμπεριλαμβανομένης της υποστήριξης των αστικών κόμβων και της ενσωμάτωσης σχεδίων κινητικότητας για παραμεθόριες πόλεις, καθώς κάτι τέτοιο τονώνει την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη και στηρίζει τη βελτίωση της προσβασιμότητας· θεωρεί ότι η αποτελεσματική διασύνδεση μεταξύ των διαφόρων τρόπων μεταφοράς και μεταξύ συγκοινωνιακών δικτύων, περιλαμβανομένων των περιαστικών και διαπεριφερειακών δικτύων, θα βελτίωνε την κινητικότητα των πολιτών· στηρίζει την ανάπτυξη ολοκληρωμένων συστημάτων έκδοσης εισιτηρίων, κάτι που δυνητικά θα μπορούσε να βελτιώσει την προσβασιμότητα στις δημόσιες μεταφορές·
50. καλεί την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τις τοπικές αρχές να αξιοποιήσουν τη νέα δυνατότητα χρηματοδότησης αστικών έργων σε αστικούς κόμβους στο πλαίσιο της διευκόλυνσης Συνδέοντας την Ευρώπη· υπενθυμίζει τη δυνατότητα της διευκόλυνσης Συνδέοντας την Ευρώπη να χρηματοδοτεί έργα συνέργειας με επιπλέον ποσοστό συγχρηματοδότησης των έργων μεταφορών με έργα ενέργειας και τηλεπικοινωνιών, γεγονός που προσφέρει τεράστιες δυνατότητες για την εκτέλεση αστικών έργων· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει την κατάλληλη χρηματοδότηση της ΕΕ για έργα βιώσιμης κινητικότητας κατά την επανεξέταση των προϋπολογισμών του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης και του Ταμείου Συνοχής· ζητεί από τις αρμόδιες αρχές να διασφαλίσουν ότι υπάρχει ισχυρή σχέση μεταξύ της πολιτικής για ευφυή και βιώσιμη αστική κινητικότητα και των έργων αστικής κινητικότητας, τα οποία χρηματοδοτούνται από κονδύλια της ΕΕ, και να ορίσουν σαφείς στόχους και δείκτες αξιοποίησης προκειμένου να αποφευχθεί η πλημμελής αξιοποίηση των έργων και η υπονόμευση των οικονομικών και κοινωνικών οφελών τους· αναγνωρίζει την ανάγκη για νέες μορφές βιώσιμης χρηματοδότησης των δημόσιων συγκοινωνιών, οι οποίες να επιτρέπουν την οικολογική βιωσιμότητα, την ψηφιοποίηση και την προσβασιμότητα, να τονώνουν την οικονομία των αστικών περιοχών και να δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας·
51. επισημαίνει το προσφάτως εγκριθέν Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΤΣΕ) και την ιδιαίτερη προσοχή και έμφαση που δίνει το μέσο αυτό στις οριζόντιες προτεραιότητες και στα ευφυή και βιώσιμα αστικά έργα· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να στηρίζουν σχέδια βιώσιμης αστικής κινητικότητας, να διασφαλίζουν τις αναγκαίες συνέργειες με τις διάφορες πηγές χρηματοδότησης και προγράμματα, και να αναπτύξουν τους δεσμούς μεταξύ της αστικής κινητικότητας, του νέου Ψηφιακού Θεματολογίου και της Ενεργειακής Ένωσης·
52. τονίζει τη σημασία της δημιουργίας ικανοτήτων στο πλαίσιο των τοπικών αρχών και σε περιαστικές περιοχές, για την κατάρτιση και εφαρμογή ολοκληρωμένων αναπτυξιακών στρατηγικών που θα διευκολύνουν τη συνεργασία μεταξύ των διαφόρων περιοχών και, κατά συνέπεια, θα ενισχύσουν την αλληλεξάρτηση και τη συμπληρωματικότητα·
53. θεωρεί ότι οι επενδύσεις σε βιώσιμες δημόσιες μεταφορές δεν αποτελούν μόνο απάντηση σε προβλήματα αστικής κινητικότητας, αλλά περιλαμβάνουν και «στοιχεία αστικής ανανέωσης» που επηρεάζουν το γενικό οικονομικό σύστημα της πόλης και διευκολύνουν τη δημιουργία ενός πράσινου αστικού περιβάλλοντος, καθώς και την πρόσβαση σε κέντρα μεικτών δραστηριοτήτων (εμπόριο, κατοικίες, αναψυχή, πολιτισμός, εκπαίδευση)· υπογραμμίζει ότι ο σωστός συντονισμός της κινητικότητας και του πολεοδομικού σχεδιασμού είναι κρίσιμης σημασίας για τη μεγιστοποίηση του αντίκτυπου των επενδύσεων·
54. ζητεί οι πρωτοβουλίες προώθησης της απασχόλησης των νέων και άλλα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά και επενδυτικά ταμεία να χρησιμοποιούνται για την προώθηση της απασχόλησης σε τομείς που τονώνουν την ανάπτυξη της βιώσιμης αστικής κινητικότητας· τονίζει ότι η εφαρμογή έργων αστικής κινητικότητας εξασφαλίζει θετικό αντίκτυπο τόσο για όλες τις περιφέρειες των κρατών μελών, όσο και για τους πληθυσμούς τους, προωθώντας την κάλυψη υφιστάμενων και καινοτόμων θέσεων εργασίας σε συναφείς τομείς, μεταξύ άλλων για επαγγέλματα όπου υπάρχει έλλειψη εργατικού δυναμικού·
55. παροτρύνει την Επιτροπή να εκπονήσει εύκολα προσβάσιμες επισκοπήσεις των συγχρηματοδοτούμενων από την ΕΕ προγραμμάτων αστικής κινητικότητας· ζητεί, περαιτέρω, να παρέχεται φιλική προς τον χρήστη ενημέρωση για τις συγχρηματοδοτούμενες από την ΕΕ ευκαιρίες για έργα αστικών μεταφορών· ζητεί από την Επιτροπή να διασφαλίσει, κατά τη διαχείριση έργων αστικής κινητικότητας χρηματοδοτούμενων από την ΕΕ, ότι: α) θα τεθούν σε εφαρμογή διαχειριστικά εργαλεία για τον έλεγχο της ποιότητας της υπηρεσίας και του επιπέδου ικανοποίησης των χρηστών, αφ' ης στιγμής τα έργα καθίστανται επιχειρησιακά, β) θα συμπεριληφθούν τα έργα αστικής κινητικότητας σε μια ορθή πολιτική κινητικότητας, και γ) θα εξεταστούν τα ανωτέρω ζητήματα και από τις αρχές των κρατών μελών· ζητεί από την Επιτροπή να παράσχει ποιοτική και ποσοτική ανάλυση της στήριξης της πολιτικής για τη συνοχή όσον αφορά τη βιώσιμη αστική κινητικότητα όταν θα αναλάβει να διεξαγάγει την ενδιάμεση επανεξέτασή της για την εφαρμογή των ΕΔΕΤ·
Ενσωμάτωση δικτύων των συστημάτων αποδοτικής κινητικότητας και προώθηση της συνεργασίας
56. ζητεί από τα κράτη μέλη να προωθήσουν την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση για να προάγουν τη συνεργασία ανάμεσα στις περιφερειακές, εθνικές και ευρωπαϊκές αρχές σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη πολιτικών, συμπεριλαμβανομένων του σχεδιασμού, της εφαρμογής και της παρακολούθησης των αστικών πολιτικών που έχουν σαφή αντίκτυπο στις αστικές περιοχές·
57. παραπέμπει στην πρωτοβουλία της Επιτροπής «Δίκτυο των Πολιτών» ως καλή βάση για την προώθηση και στήριξη αλυσίδων διατροπικής βιώσιμης κινητικότητας που βασίζονται στο περπάτημα, την ποδηλασία, τις δημόσιες-μαζικές μεταφορές παράλληλα με τον συνεπιβατισμό και τα ταξί·
58. καλεί την Επιτροπή να προωθήσει ανταλλαγές καλών πρακτικών και καθοδήγηση, με στόχο να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις της αστικής κινητικότητας και να διευκολυνθεί η μεταφορά δεξιοτήτων και τεχνολογιών στον τομέα της βιώσιμης κινητικότητας, ιδίως προς όφελος των δημόσιων και ιδιωτικών εμπλεκομένων μερών, που αναπτύσσουν λύσεις βιώσιμης κινητικότητας, και του συνεργατικού, αλληλοβοηθητικού και μη κερδοσκοπικού τομέα· καλεί την Επιτροπή να θεσπίσει ένα Δίκτυο Βιώσιμης Κινητικότητας με παραδείγματα βέλτιστων πρακτικών στο πεδίο του χωροταξικού σχεδιασμού και της χρήσης του χώρου· καλεί περαιτέρω τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν τις πόλεις να συμμετάσχουν στην Ευρωπαϊκή Σύμπραξη Καινοτομίας για τις Έξυπνες Πόλεις και Κοινότητες· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ξεκινήσουν εκστρατείες δημόσιας ενημέρωσης για την προώθηση μιας κινητικότητας που είναι αποτελεσματική, βιώσιμη και λιγότερο εξαρτημένη από τη χρήση ιδιωτικών αυτοκινήτων που χρησιμοποιούν συμβατικά καύσιμα·
59. υποστηρίζει το έργο του Παρατηρητηρίου Αστικής Κινητικότητας (Eltis) και πιστεύει ότι πρέπει να ενισχυθούν οι επικοινωνιακές ενέργειες σχετικά με αυτήν την πρωτοβουλία, συμπεριλαμβανομένης της διαδικτυακής της πύλης·
60. εκφράζει την ικανοποίησή του για τις προσπάθειες της Επιτροπής να συντονίσει και ενοποιήσει τις πρωτοβουλίες της ΕΕ στο πεδίο της αστικής κινητικότητας, όπως το CIVITAS 2020 για την έρευνα και την καινοτομία, το Παρατηρητήριο Αστικής Κινητικότητας για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και πείρας, και η Πλατφόρμα για Σχέδια Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας· καλεί την Επιτροπή να εντείνει τις προσπάθειές της προκειμένου να μειωθεί ο κατακερματισμός και η έλλειψη συντονισμού μεταξύ των σχετικών πρωτοβουλιών και προγραμμάτων της ΕΕ και να λαμβάνει υπόψη την επιτυχία προγραμμάτων όπως τα URBAN και URBACT· καλεί την Επιτροπή να ενθαρρύνει τις αρχές στα κράτη μέλη να δημιουργήσουν δίκτυα αριστείας στον τομέα της αστικής κινητικότητας, να συνεχίσει τις προσπάθειες που της πρωτοβουλίας CIVITAS 2020 και να ενθαρρύνει περισσότερους πολίτες της ΕΕ να συμμετάσχουν σε αυτό το έργο·
61. είναι πεπεισμένο ότι πρέπει να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για τη δικτύωση και τον συντονισμό των πιλοτικών έργων της ΕΕ, π.χ. μέσω των Civitas, Polis και Eltis, και για την ενσωμάτωση των πόλεων, καθώς και της πρακτικής εμπειρίας και της τεχνογνωσίας τους, κατά την εξέταση της εφαρμογής των μελλοντικών πολιτικών για την κινητικότητα· για τον σκοπό αυτό, παροτρύνει την Επιτροπή να εκπονήσει εύκολα προσβάσιμες επισκοπήσεις συγχρηματοδοτούμενων από την ΕΕ προγραμμάτων αστικής κινητικότητας· ζητεί επιπλέον να καταστεί σαφής –με τρόπο φιλικό προς τον χρήστη– ο τρόπος λήψης συγχρηματοδότησης από την ΕΕ για έργα αστικής κινητικότητας· τονίζει ότι είναι αναγκαίο να χρηματοδοτηθούν όχι μόνο οι υποδομές αλλά και οι υπηρεσίες ΤΠ, οι διαδικασίες παρακολούθησης και τα διαπεριφερειακά έργα, καθώς και να αναπτυχθούν στρατηγικές εταιρικές σχέσεις μεταξύ της βιομηχανίας και των ευρωπαϊκών πόλεων με σκοπό την ανάπτυξη των αστικών συστημάτων του μέλλοντος·
62. υποστηρίζει μια ισχυρή σχέση μεταξύ σχεδίων κινητικότητας και πρωτοβουλιών αστικής βιωσιμότητας και άλλων πρωτοβουλιών, όπως είναι οι Ευφυείς Πόλεις και το Σύμφωνο των Δημάρχων, που είναι προσανατολισμένα προς μια πιο βιώσιμη και αυτάρκη πόλη· θεωρεί ότι η εθελοντική δέσμευση που θεσπίζεται στο Σύμφωνο των Δημάρχων μπορεί να χρησιμεύσει ως εφαλτήριο για την εξυπηρέτηση όλων των ενδιαφερομένων μερών όσον αφορά τη δημιουργία σχεδίων κινητικότητας και βιωσιμότητας που μπορούν να διαφημίζονται με τρόπο αποδοτικό από άποψη κόστους· εκφράζει ικανοποίηση για την πρωτοβουλία με τίτλο «CiTIEs: Οι πόλεις του αύριο: Επενδύοντας στην Ευρώπη», και καλεί την Επιτροπή να κάνει χρήση των υφιστάμενων πλατφορμών για την ανάπτυξη επικοινωνιακών εργαλείων που θα συγκεντρώνουν τα ενδιαφερόμενα μέρη στον τομέα της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης·
o o o
63. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.