Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Απριλίου 2016 σχετικά με τις ετήσιες εκθέσεις 2012-2013 για την επικουρικότητα και την αναλογικότητα (2014/2252(INI))
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας(1),
– έχοντας υπόψη τις πρακτικές ρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν στις 22 Ιουλίου 2011 μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή του άρθρου 294 παράγραφος 4 ΣΛΕΕ, σε περίπτωση συμφωνιών σε πρώτη ανάγνωση,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με την καταλληλότητα του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ και την επικουρικότητα και την αναλογικότητα – 19η έκθεση «Βελτίωση της νομοθεσίας» για το 2011(2),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 13ης Σεπτεμβρίου 2012 σχετικά με την 18η έκθεση για τη βελτίωση της νομοθεσίας – Εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας (2010)(3),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 14ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με τη βελτίωση της νομοθεσίας, την επικουρικότητα και την αναλογικότητα και την έξυπνη νομοθεσία(4),
– έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση του 2012 που συνέταξε η Επιτροπή με θέμα την επικουρικότητα και την αναλογικότητα (COM(2013)0566) και την ετήσια έκθεση του 2013 που συνέταξε η Επιτροπή με θέμα την επικουρικότητα και την αναλογικότητα (COM(2014)0506),
– έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 4ης Δεκεμβρίου 2014 σχετικά με την έξυπνη νομοθεσία,
– έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της 21ης Απριλίου 2015 της Διάσκεψης των Προέδρων των Κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τις εξαμηνιαίες εκθέσεις της COSAC με τίτλο «Developments in European Union – Procedures and Practices Relevant to Parliamentary Scrutiny» (Εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Διαδικασίες και πρακτικές σχετικά με τον κοινοβουλευτικό έλεγχο) της 27ης Σεπτεμβρίου 2012, της 17ης Μαΐου 2013, της 4ης Οκτωβρίου 2013, της 19ης Ιουνίου 2014, της 14ης Νοεμβρίου 2014,
– έχοντας υπόψη την τελική έκθεση της 14ης Οκτωβρίου 2014 της ομάδας υψηλού επιπέδου ανεξάρτητων ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με τον διοικητικό φόρτο, με τίτλο «Cutting Red Tape in Europe – Legacy and Outlook» (Μειώνοντας τη γραφειοκρατία στην Ευρώπη – Κληρονομιά και προοπτικές)(5),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 52 και το άρθρο 132 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου, της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού, της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A8-0301/2015),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2012 η Επιτροπή έλαβε αιτιολογημένες γνώμες σχετικά με 83 νομοθετικές προτάσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2012 υποβλήθηκαν συνολικά 292 εισηγήσεις, συμπεριλαμβανομένων των εισηγήσεων εκείνων που δεν χαρακτηρίστηκαν ως αιτιολογημένες γνώμες·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2013 η Επιτροπή έλαβε αιτιολογημένες γνώμες σχετικά με 99 νομοθετικές προτάσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2013 υποβλήθηκαν συνολικά 313 εισηγήσεις, συμπεριλαμβανομένων των εισηγήσεων εκείνων που δεν χαρακτηρίστηκαν ως αιτιολογημένες γνώμες·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, το 2012, τα εθνικά κοινοβούλια εξέδωσαν 12 αιτιολογημένες γνώμες σχετικά με την πρόταση Monti II(6), και τους αναλογούσαν 19 ψήφοι (με κατώτατο όριο τις 18 ψήφους) με αποτέλεσμα για πρώτη φορά να ενεργοποιηθεί ο αποκαλούμενος μηχανισμός της «κίτρινης κάρτας», βάσει του οποίου το όργανο που έχει υποβάλει την πρόταση υποχρεούται να την επανεξετάσει και να αιτιολογήσει την απόφασή του να αποσύρει, να τροποποιήσει ή να διατηρήσει την πρόταση·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή απέσυρε την πρόταση Monti II, δηλώνοντας ωστόσο ότι η πρόταση συμμορφώνεται με την αρχή της επικουρικότητας και ότι αποσύρεται λόγω της ανεπαρκούς στήριξης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο Υπουργών(7)·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι, το 2013, τα εθνικά κοινοβούλια εξέδωσαν 13 αιτιολογημένες γνώμες σχετικά με την πρόταση για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας(8), και τους αναλογούσαν 18 ψήφοι, με αποτέλεσμα να ενεργοποιηθεί για δεύτερη φορά η διαδικασία της «κίτρινης κάρτας»·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η πρότασή της συμμορφώνεται με την αρχή της επικουρικότητας και ότι δεν απαιτείται η απόσυρση ή τροποποίηση αυτής· λαμβάνοντας υπόψη τη δήλωση της Επιτροπής ότι, στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας, θα λάμβανε δεόντως υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες(9)·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι αρκετά εθνικά κοινοβούλια εξέφρασαν την ανησυχία τους για την προσέγγιση της Επιτροπής, θεωρώντας ανεπαρκή τα επιχειρήματα και τις αιτιολογήσεις της· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και η Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διεξήγαγαν συζητήσεις επί του θέματος·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επακόλουθες διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο για την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία είχαν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής και των μεθόδων εργασίας σε σχέση με την αρχική πρόταση βάσει της οποίας εκδόθηκαν οι αιτιολογημένες γνώμες·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, με το δικαίωμα ανάληψης πρωτοβουλιών που διαθέτει, η Επιτροπή είναι αρμόδια να διασφαλίζει την πραγματοποίηση ορθών επιλογών, σε πρώιμο στάδιο της χάραξης πολιτικής, όσον αφορά το εάν και το πώς θα προταθεί η ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή θα αναθεωρήσει τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη διαδικασία εκτίμησης επιπτώσεων, με γνώμονα μεταξύ άλλων τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο έχει δημιουργήσει τη δική του μονάδα εκτίμησης επιπτώσεων, η οποία το 2013 εκπόνησε 50 αρχικές αξιολογήσεις και δύο λεπτομερείς αξιολογήσεις των εκτιμήσεων επιπτώσεων της Επιτροπής·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη τη διαπίστωση των εθνικών κοινοβουλίων ότι η ανάθεση σημαντικών και πολυάριθμων κατ᾽ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων δυσχεραίνει την αποτελεσματική εκτίμηση του κατά πόσον οι τελικοί κανόνες συμμορφώνονται με την αρχή της επικουρικότητας·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο έλεγχος συμμόρφωσης με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας καθώς και η εκτίμηση επιπτώσεων διενεργούνται μόνο κατά την έναρξη της νομοθετικής διαδικασίας·
1. διαπιστώνει ότι οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας αποτελούν θεμελιώδεις κατευθυντήριες αρχές για την Ευρωπαϊκή Ένωση·
2. υπογραμμίζει ότι η άσκηση των αρμοδιοτήτων της ΕΕ πρέπει να διέπεται από τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση· επιδοκιμάζει το γεγονός ότι το 2012 και το 2013 η συμμόρφωση προς αυτές τις δύο αρχές αποτέλεσε αντικείμενο προσεκτικής εξέτασης από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και από τα εθνικά κοινοβούλια·
3. επιδοκιμάζει τη στενότερη συμμετοχή και τη δυναμικότερη ανάμιξη, κατά τα τελευταία έτη, των εθνικών κοινοβουλίων στην ευρωπαϊκή νομοθετική διαδικασία, που οδήγησε σε αύξηση της ευαισθητοποίησης όσον αφορά τις αρχές στις οποίες εδράζεται η ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας στο διοργανικό πλαίσιο· σημειώνει, ωστόσο, ότι πολλά πρέπει να γίνουν ακόμα στο πεδίο αυτό· ως πρώτο βήμα προτείνει να αρχίσει η Επιτροπή ετήσιο διάλογο με καθένα από τα εθνικά κοινοβούλια, με σκοπό την ενίσχυση του διαλόγου μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών κοινοβουλίων·
4. φρονεί εξάλλου ότι οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας αποτελούν σημείο εκκίνησης για τη χάραξη πολιτικών· τονίζει συνεπώς ότι είναι σημαντικό να αξιολογείται κατά την έναρξη της νομοθετικής διαδικασίας εάν και κατά πόσον οι στόχοι πολιτικής μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο παρά με εθνικές ή περιφερειακές πρωτοβουλίες·
5. υπογραμμίζει τη σημασία των κοινοβουλίων καθώς και του εδαφικού αντίκτυπου και της εγγύτητάς τους προς τους πολίτες και ζητεί, όπου ενδείκνυται, μεγαλύτερη συμμετοχή τους στο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης·
6. επισημαίνει, ωστόσο, ότι η πλειονότητα των γνωμών των εθνικών κοινοβουλίων υποβάλλεται από λίγα μόνο εθνικά κοινοβούλια· ενθαρρύνει τα υπόλοιπα κοινοβούλια να συμμετέχουν περισσότερο στον ευρωπαϊκό διάλογο·
7. τονίζει ότι είναι αναγκαίο τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα να σέβονται τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας που περιλαμβάνονται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στο πρωτόκολλο αριθ. 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες είναι γενικού και δεσμευτικού χαρακτήρα για τα θεσμικά όργανα που ασκούν τις εξουσίες της Ένωσης, εκτός από τους τομείς που εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης και στους οποίους δεν εφαρμόζεται η αρχή της επικουρικότητας·
8. θεωρεί ότι ο μηχανισμός ελέγχου της αρχής της επικουρικότητας είναι μείζονος σημασίας για τη συνεργασία μεταξύ ευρωπαϊκών και εθνικών θεσμικών οργάνων·
9. παρατηρεί ότι οι ετήσιες εκθέσεις της Επιτροπής είναι μάλλον επιφανειακές, και καλεί την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο κατάρτισης πιο λεπτομερών εκθέσεων σχετικά με τον τρόπο τήρησης της αρχής της επικουρικότητας και της αναλογικότητας κατά τη χάραξη ενωσιακών πολιτικών·
10. επισημαίνει τη μεθοδολογία της Επιτροπής στις ετήσιες εκθέσεις του 2012 και του 2013, στο πλαίσιο των οποίων χρησιμοποιούνται στατιστικά στοιχεία κατά τρόπο ώστε οι αιτιολογημένες γνώμες που υπέβαλαν τα εθνικά κοινοβούλια σχετικά με δέσμη προτάσεων να ταξινομούνται ως μία αιτιολογημένη γνώμη, αντί η κάθε αιτιολογημένη γνώμη να αντιστοιχεί σε μία μεμονωμένη πρόταση·
11. επισημαίνει ότι, στο σύνολό του, το ποσοστό των αιτιολογημένων γνωμών έχει αυξηθεί σημαντικά ως ποσοστό των συνολικών εισηγήσεων που υποβλήθηκαν σε σύγκριση με το 2010 και το 2011 και ότι το 2012 οι αιτιολογημένες γνώμες αντιπροσώπευαν το 25% όλων των εισηγήσεων που υποβλήθηκαν, ενώ το 2013 ανήλθαν στο 30% των εισηγήσεων που υποβλήθηκαν από τα εθνικά κοινοβούλια βάσει της διαδικασίας του Πρωτοκόλλου αριθ. 2· επισημαίνει, εν προκειμένω, τη διαβούλευση με τα εθνικά κοινοβούλια στη νομοθετική διαδικασία·
12. επισημαίνει ότι το 2012 ενεργοποιήθηκε από τα εθνικά κοινοβούλια για πρώτη φορά ο λεγόμενος μηχανισμός της «κίτρινης κάρτας» σχετικά με την αρχή της επικουρικότητας, ως απάντηση στην πρόταση κανονισμού της Επιτροπής για την άσκηση του δικαιώματος ανάληψης συλλογικής δράσης στο πλαίσιο της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών (Monti II)· σημειώνει ότι, παρόλο που η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αρχή της επικουρικότητας δεν είχε παραβιαστεί, απέσυρε την πρόταση λόγω ελλιπούς πολιτικής στήριξης· παρατηρεί ότι το 2013 ενεργοποιήθηκε για δεύτερη φορά ο λεγόμενος μηχανισμός της «κίτρινης κάρτας» σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής για έκδοση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (EPPO)· σημειώνει ότι η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η πρόταση συνάδει με την αρχή της επικουρικότητας και αποφάσισε να τη διατηρήσει·
13. σημειώνει ότι στις αιτιολογημένες γνώμες που εκδίδονται από τα εθνικά κοινοβούλια επισημαίνεται η ύπαρξη διαφόρων ερμηνειών των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας· σε αυτό το πλαίσιο υπενθυμίζει ότι η αρχή της επικουρικότητας, όπως διατυπώνεται στην Συνθήκες, επιτρέπει στην Ένωση να παρεμβαίνει στους τομείς οι οποίοι δεν εμπίπτουν στην αποκλειστική της αρμοδιότητα μόνο «εφόσον και κατά τον βαθμό που οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, τόσο σε κεντρικό όσο και σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης»· υπενθυμίζει επίσης ότι «σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, το περιεχόμενο και η μορφή της δράσης της Ένωσης δεν υπερβαίνουν τα απαιτούμενα για την επίτευξη των στόχων των Συνθηκών»· προτρέπει τα εθνικά κοινοβούλια να τηρούν το γράμμα της ΣΕΕ κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας· συνιστά θερμά όπως τα εθνικά κοινοβούλια και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα συμμετέχουν σε ανταλλαγή απόψεων και πρακτικών ελέγχου της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·
14. διαπιστώνει ότι οι αιτιολογημένες γνώμες που υποβάλλονται από τα εθνικά κοινοβούλια διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους όσον αφορά τα είδη των επιχειρημάτων που περιλαμβάνουν και τη μορφή τους· εκφράζει τη λύπη του για την απουσία κοινών προτύπων, που καθιστά δυσχερέστερη την αξιολόγηση της βάσης επί της οποίας παρεμβαίνουν τα εθνικά κοινοβούλια·
15. υπενθυμίζει τις ανησυχίες που εγείρονται σε προηγούμενες εκθέσεις του Κοινοβουλίου σχετικά με τις εκτιμήσεις επιπτώσεων της Επιτροπής στις οποίες η επικουρικότητα δεν λαμβάνεται επαρκώς υπόψη· υπενθυμίζει επιπλέον ότι το ζήτημα αυτό εγείρεται και στις ετήσιες εκθέσεις της Επιτροπής Εκτίμησης Επιπτώσεων· σημειώνει ότι η Επιτροπή Εκτίμησης Επιπτώσεων έκρινε ότι περισσότερο από το 30% των εκτιμήσεων επιπτώσεων που εξέτασε το 2012 και το 2013 δεν περιλάμβαναν ικανοποιητική ανάλυση της αρχής της επικουρικότητας· εκφράζει την ανησυχία του για την αύξηση του εν λόγω ποσοστού στο 50% το 2014, και απευθύνει θερμή παρότρυνση στην Επιτροπή να αντιμετωπίσει το εν λόγω ζήτημα κατά την αναθεώρηση των κατευθυντήριων γραμμών για τις εκτιμήσεις επιπτώσεων και να αναστρέψει την τάση αυτή·
16. επισημαίνει τη σημασία των εκτιμήσεων επιπτώσεων ως βοηθητικού εργαλείου στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας και τονίζει, εν προκειμένω, την ανάγκη να δοθεί η δέουσα προσοχή σε ζητήματα σχετικά με την αρχή της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·
17. τονίζει ότι οι εκτιμήσεις επιπτώσεων που αξιολογούν ενδελεχώς τη συμμόρφωση με την επικουρικότητα είναι ουσιαστικής σημασίας για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών, οι οποίοι συχνά θεωρούν την αρχή της επικουρικότητας ως βασική πτυχή της δημοκρατικής διαδικασίας· επισημαίνει, ως εκ τούτου, ότι οι ενισχυμένοι έλεγχοι επικουρικότητας θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό εργαλείο για τη μείωση του λεγόμενου «δημοκρατικού ελλείμματος»·
18. επαναλαμβάνει την έκκληση που απηύθυνε, μέσω του προαναφερθέντος ψηφίσματος της 14ης Σεπτεμβρίου 2011, για τη χρήση εθνικών εκτιμήσεων επιπτώσεων συμπληρωματικά προς τις εκτιμήσεις που πραγματοποιεί η Επιτροπή (των οποίων η αναθεώρηση βρίσκεται υπό συζήτηση) προς υποστήριξη της προτεινόμενης νομοθεσίας· φρονεί ότι οι μονάδες εκτίμησης επιπτώσεων που δημιούργησε πρόσφατα το Κοινοβούλιο θα προσφέρουν χρήσιμο έργο συμπληρωματικά προς το έργο της Επιτροπής·
19. εκφράζει την απογοήτευσή του για την απάντηση της Επιτροπής προς τα εθνικά κοινοβούλια στις περιπτώσεις στις οποίες εκδόθηκαν κίτρινες κάρτες· θεωρεί ότι η Επιτροπή οφείλει να δίνει ολοκληρωμένη απάντηση στις ανησυχίες που εγείρονται από τα εθνικά κοινοβούλια, καθώς και μεμονωμένη απάντηση στο πλαίσιο διαλόγου, επιπλέον των δημοσιευμένων γνωμοδοτήσεων· θεωρεί ότι εκπρόσωποι της Επιτροπής πρέπει επίσης να παρουσιάζονται ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής ή επιτροπών του Κοινοβουλίου ώστε να αναπτύσσουν λεπτομερώς τη θέση της Επιτροπής·
20. επισημαίνει ότι ο μηχανισμός της κίτρινης κάρτας, ο οποίος επηρεάζει τη λήψη αποφάσεων στην ΕΕ, θα μπορούσε να ενισχυθεί αποτελεσματικά με μία προκαταρκτική ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις θέσεις των εθνικών κοινοβουλίων και, συνεπώς, ενθαρρύνει τα εθνικά κοινοβούλια να ανταλλάσσουν απόψεις σχετικά με το πεδίο εφαρμογής και τις μεθόδους αξιολόγησης που χρησιμοποιούνται για να διαπιστώνεται η συμμόρφωση προς τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·
21. διαπιστώνει ότι ο πολιτικός διάλογος συμβάλλει όλο και περισσότερο στη διασφάλιση της τήρησης της αρχής της επικουρικότητας· θεωρεί ότι ο πολιτικός διάλογος πρέπει να βελτιωθεί όχι μόνο στις περιπτώσεις έκδοσης κίτρινης ή πορτοκαλί κάρτας αλλά και γενικότερα· επικροτεί εν προκειμένω την προσπάθεια της Επιτροπής Juncker να έχει ισχυρότερη παρουσία ενώπιον των εθνικών κοινοβουλίων, και καλεί το Κοινοβούλιο να εξετάσει το ενδεχόμενο ανάληψης παρόμοιων πρωτοβουλιών· θεωρεί ότι θα ήταν σκόπιμο οι εισηγητές να ενθαρρύνονται να έχουν συχνότερη επαφή με τα εθνικά κοινοβούλια, ιδίως εφόσον οι τηλεδιασκέψεις και άλλες δυνατότητες διαδικτυακής επικοινωνίας έχουν καταστεί ευκολότερες και αποτελεσματικότερες·
22. τονίζει ότι τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και τα εθνικά κοινοβούλια πρέπει να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες για να προωθήσουν ένα «πνεύμα επικουρικότητας» σε ολόκληρη την ΕΕ· συνιστά να αναληφθούν δύο συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που θα συμβάλλουν να αποκτήσει από τώρα η επικουρικότητα πλέον βαρύνουσα σημασία κατά τη νομοθετική διαδικασία, ήτοι να διευκολυνθεί η μεγαλύτερη συμπερίληψη θέσεων, προοπτικών ή άλλων προτάσεων που διατυπώνουν τα εθνικά κοινοβούλια στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου, ιδίως κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες για τις Πράσινες ή τις Λευκές Βίβλους που εκπονούνται από την Επιτροπή, και να εξεταστεί το ενδεχόμενο να επεκταθεί η χρονική περίοδος της διαβούλευσης με τα εθνικά κοινοβούλια στο πλαίσιο του ελέγχου της επικουρικότητας εφόσον ζητήσουν τούτο τα εθνικά κοινοβούλια λόγω χρονικών περιορισμών εξαιτίας δικαιολογημένων αντικειμενικών λόγων, όπως φυσικές καταστροφές και περίοδοι διακοπών, που θα συμφωνηθούν μεταξύ των εθνικών κοινοβουλίων και της Επιτροπής· θεωρεί ότι αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ανάληψης πολιτικής δέσμευσης από τα θεσμικά όργανα και τα εθνικά κοινοβούλια κατά πρώτο λόγο, χωρίς να προκαλείται καθυστέρηση στην έγκριση της σχετικής νομοθεσίας·
23. Εάν τα κράτη μέλη συμφωνήσουν να παρατείνουν την προθεσμία που παρέχεται στα εθνικά κοινοβούλια για την έκδοση αιτιολογημένης γνώμης σύμφωνα με το άρθρο 6 του πρωτοκόλλου σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, η παράταση αυτή θα πρέπει να συμπεριληφθεί σε μία από τις επόμενες αναθεωρήσεις των Συνθηκών· η παράταση αυτή θα μπορούσε στη συνέχεια να κατοχυρωθεί και στο παράγωγο δίκαιο·
24. θεωρεί ότι είναι σημαντικό η διαδικασία της κίτρινης κάρτας να μπορεί να εφαρμόζεται εύκολα από τα κοινοβούλια, ενώ παράλληλα επιβεβαιώνει την αρχή της επικουρικότητας σύμφωνα με τις Συνθήκες·
25. επισημαίνει ότι αρκετά εθνικά κοινοβούλια έχουν δηλώσει στο πλαίσιο της COSAC ότι ενδιαφέρονται να προτείνουν τη θέσπιση μιας πράσινης κάρτας ως εργαλείο που θα βελτιώνει τον πολιτικό διάλογο και που θα παρέχει στα εθνικά κοινοβούλια, αφού πρώτα διασφαλίσουν την υποστήριξη του Κοινοβουλίου, τη δυνατότητα να υποβάλλουν εποικοδομητικές προτάσεις προκειμένου να εξεταστούν από την Επιτροπή λαμβανομένου δεόντως υπόψη του δικαιώματος πρωτοβουλίας της Επιτροπής·
26. επισημαίνει ότι οι νομοθετικές προτάσεις μπορεί να μεταβληθούν ριζικά στο διάστημα μέχρι την έγκρισή τους από τα θεσμικά όργανα· υπενθυμίζει ότι έλεγχος της συμμόρφωσης με την αρχή της επικουρικότητας διενεργείται μόνο κατά την έναρξη και όχι κατά την ολοκλήρωση της νομοθετικής διαδικασίας· υπενθυμίζει επιπλέον ότι, σε γενικές γραμμές, οι εκτιμήσεις επιπτώσεων εκπονούνται μόνο για τα αρχικά και όχι για τα τελικά στάδια της νομοθετικής διαδικασίας· τονίζει την ανάγκη διενέργειας ενδιάμεσης αξιολόγησης μετά την έναρξη της διαδικασίας έγκρισης και στο τέλος της νομοθετικής διαδικασίας, καθιστώντας δυνατή, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, την έκδοση προειδοποίησης προς τα κράτη μέλη που δεν τηρούν την αρχή της επικουρικότητας·
27. ζητά ως εκ τούτου να διενεργείται πρόσθετος έλεγχος συμμόρφωσης με την αρχή της επικουρικότητας και πλήρης εκτίμηση επιπτώσεων κατά την ολοκλήρωση των νομοθετικών διαπραγματεύσεων και πριν από την έγκριση του τελικού κειμένου, ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με την αρχή της επικουρικότητας και να καθίσταται δυνατή η αξιολόγηση της αναλογικότητας· θεωρεί ότι μια τέτοια περίοδος «αναμονής» θα βοηθούσε τους φορείς χάραξης πολιτικής να αξιολογούν κατά πόσον η νομοθεσία συμμορφώνεται με τις αρχές της Ένωσης, και θα συνέβαλε στην αύξηση της διαφάνειας σχετικά με τα αποτελέσματα των περιόδων έντονων διαπραγματεύσεων·
28. σημειώνει τους νέους στόχους πολιτικής της Επιτροπής όσον αφορά τις πρωτοβουλίες και τις προτάσεις για θέσπιση νομοθεσίας σε επίπεδο ΕΕ που αφορούν συγκεκριμένα τα εξής: ελάχιστο κόστος· όφελος για τους πολίτες, τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους· και αποφυγή μη απαραίτητων κανονιστικών επιβαρύνσεων·
29. θεωρεί ότι τα προγράμματα που καλύπτονται από το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο πρέπει να αξιολογούν και να αποδεικνύουν τη συμμόρφωσή τους με την αρχή της επικουρικότητας όσον αφορά την αποδείξιμη προστιθέμενη αξία εντός των δικαιούχων κρατών μελών·
30. ζητεί από την Επιτροπή, σύμφωνα με τις αρχές της αναλογικότητας και της επικουρικότητας, να απλοποιήσει τη διαδικασία αίτησης για κονδύλια της ΕΕ, με σκοπό να καταστεί η διαδικασία αίτησης περισσότερο αποδοτική και προσανατολισμένη στα αποτελέσματα·
31. υπογραμμίζει τη δέσμευσή του να διασφαλίζει τη συμμόρφωση με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας μέσω αξιολογήσεων των οικείων νομοθετικών εκθέσεων πρωτοβουλίας, εκ των προτέρων αξιολογήσεων των εκτιμήσεων επιπτώσεων της Επιτροπής και μέσω της συνεχούς αξιολόγησης της δυνητικής προστιθέμενης αξίας για την ΕΕ και του «κόστους της μη Ευρώπης»·
32. σημειώνει συγκεκριμένα τις πρόσφατες συζητήσεις σχετικά με την επίλυση διαφορών επενδυτή-κράτους (ΕΔΕΚ) και τις προτάσεις της Επιτροπής για αντικατάσταση του υφιστάμενου μοντέλου· υπενθυμίζει ότι το άρθρο 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει την κοινή εμπορική πολιτική ως αναπόσπαστο μέρος της αποκλειστικής αρμοδιότητας της Ένωσης, η οποία θα βασίζεται σε ενιαίες αρχές· σημειώνει, κατά συνέπεια, ότι η αρχή της επικουρικότητας δεν ισχύει για την κοινή εμπορική πολιτική·
33. ζητεί από τα κράτη μέλη να προχωρήσουν τη διαδικασία της Σύμβασης της UNCITRAL σχετικά με τη διαφάνεια στη διαιτητική επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και κράτους βάσει συνθήκης, ώστε να μπορέσει η Επιτροπή να υπογράψει τη Σύμβαση εξ ονόματος ολόκληρης της Ένωσης· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή κάποια κράτη μέλη αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη σε αυτή τη σύμβαση ενώ άλλα όχι· θεωρεί ότι το παράδειγμα αυτό καθιστά εμφανή την ανάγκη για βελτίωση της σαφήνειας σε κάθε πλευρά όσον αφορά το εύρος της αποκλειστικής αρμοδιότητας της Ένωσης στον τομέα των άμεσων ξένων επενδύσεων· υπενθυμίζει ότι οι διαφορετικές πολιτικές που εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη όσον αφορά την προστασία των επενδύσεων έχουν οδηγήσει στην τρέχουσα κατάσταση στην οποία τα κράτη μέλη αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη σε περίπου 1 400 διμερείς επενδυτικές συμβάσεις, οι οποίες ορισμένες φορές περιέχουν διαφορετικές διατάξεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ποικίλες μορφές μεταχείρισης των επενδυτών της ΕΕ στο εξωτερικό, ανάλογα με την προέλευση των εκάστοτε επενδύσεων·
34. ζητεί, όσον αφορά την οικονομική συνδρομή που παρέχει η ΕΕ σε άλλες χώρες, και ιδίως τη μακροοικονομική συνδρομή, να διενεργούνται πιο αναλυτικές εκ των προτέρων και εκ των υστέρων εκτιμήσεις επιπτώσεων όσον αφορά τον αναλογικό χαρακτήρα των προτεινόμενων μέτρων, προκειμένου η συνδρομή να καθίσταται αποτελεσματική και να βοηθά πραγματικά τους εταίρους μας που την έχουν ανάγκη· επιμένει ότι πρέπει να θεσπιστούν προϋποθέσεις για την εκταμίευση της συνδρομής, αποτελεσματικός έλεγχος της χρήσης των κονδυλίων, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την πρόληψη και την καταπολέμηση της απάτης και της διαφθοράς, καθώς και ουσιαστικός έλεγχος από το Κοινοβούλιο· ζητεί μια ισχυρή ολοκλήρωση των εξωτερικών εργαλείων της ΕΕ που θα συνδυάζει την εμπορική, την αναπτυξιακή, την εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφαλείας· τονίζει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να επιδείξουν ισχυρότερη δέσμευση στον τομέα αυτόν·
35. τονίζει την ύψιστη σημασία ενός κατάλληλου πλαισίου διαβούλευσης, διαλόγου και συμμετοχής των πολιτών, των επιχειρήσεων (ιδίως των ΜΜΕ) και της κοινωνίας των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΕ στον τομέα της εμπορικής πολιτικής·
36. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την άσκηση του δικαιώματος ανάληψης συλλογικής δράσης στο πλαίσιο της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών (COM(2012)0130).
Ανακοίνωση της Επιτροπής της 27ης Νοεμβρίου 2013 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και τα Εθνικά Κοινοβούλια για την αναθεώρηση της πρότασης κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας σε ό,τι αφορά την αρχή της επικουρικότητας, σύμφωνα με το πρωτόκολλο αριθ. 2 (COM(2013)0851).