Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Ιανουαρίου 2018 στην πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση της οδηγίας 2012/27/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση (COM(2016)0761 – C8-0498/2016 – 2016/0376(COD))(1)
(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή
Τροπολογία
Τροπολογία 1 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 1
(1) Η συγκράτηση της ενεργειακής ζήτησης συνιστά μια εκ των πέντε διαστάσεων της στρατηγικής για την Ενεργειακή Ένωση που εγκρίθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2015. Με τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης θα ωφεληθεί το περιβάλλον, θα μειωθούν οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου, θα βελτιωθεί η ενεργειακή ασφάλεια με τη μείωση της εξάρτησης από την εισαγόμενη ενέργεια από χώρες εκτός της Ένωσης, θα περικοπεί το ενεργειακό κόστος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, θα μετριασθεί η ενεργειακή ένδεια και θα επέλθει αύξηση των θέσεων εργασίας και της οικονομικής δραστηριότητας σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Αυτό συνάδει με τις δεσμεύσεις της Ένωσης στο πλαίσιο της Ενεργειακής Ένωσης και του παγκόσμιου θεματολογίου για το κλίμα που αποφάσισαν με τη συμφωνία του Παρισιού τον Δεκέμβριο του 2015 τα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή.
(1) Η συγκράτηση της ενεργειακής ζήτησης συνιστά μια εκ των πέντε διαστάσεων της στρατηγικής για την Ενεργειακή Ένωση που εγκρίθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2015. Με τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης σε ολόκληρη την ενεργειακή αλυσίδα, συμπεριλαμβανομένων της παραγωγής, της μεταφοράς, της διανομής και της τελικής χρήσης της ενέργειας, θα ωφεληθεί το περιβάλλον, θα βελτιωθούν η ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και η δημόσια υγεία, θα μειωθούν οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου, θα βελτιωθεί η ενεργειακή ασφάλεια με τη μείωση της εξάρτησης από την εισαγόμενη ενέργεια από χώρες εκτός της Ένωσης, θα περικοπεί το ενεργειακό κόστος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, θα μετριασθεί η ενεργειακή ένδεια και θα επέλθει αύξηση της παραγωγικότητας, των θέσεων εργασίας και της οικονομικής δραστηριότητας σε όλους τους τομείς της οικονομίας, με αποτέλεσμα την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των πολιτών. Αυτό συνάδει με τις δεσμεύσεις της Ένωσης στο πλαίσιο της Ενεργειακής Ένωσης και του παγκόσμιου θεματολογίου για το κλίμα που καθορίστηκε από τη διάσκεψη των μερών της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (COP21) που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι τον Δεκέμβριο του 2015 («συμφωνία του Παρισιού»), με τη δέσμευση να συγκρατηθεί η αύξηση της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας σαφώς κάτω από 2°C σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα και την καταβολή προσπαθειών για περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας στους 1,5°C.
Τροπολογία 2 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 2
(2) Η οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου9 αποτελεί ένα στοιχείο προόδου προς την επίτευξη της Ενεργειακής Ένωσης, στο πλαίσιο της οποίας η ενεργειακή απόδοση θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως αυτοτελής πηγή ενέργειας. Η αρχή «προτεραιότητα στην ενεργειακή απόδοση» θα πρέπει να συνεκτιμάται κατά τον καθορισμό νέων κανόνων από πλευράς προσφοράς και άλλων τομέων πολιτικής. Η Επιτροπή πρέπει να μεριμνήσει ώστε η ενεργειακή απόδοση και η ανταπόκριση στη ζήτηση να μπορούν να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις με τη δυναμικότητα παραγωγής. Η ενεργειακή απόδοση πρέπει να εξετάζεται όποτε λαμβάνονται αποφάσεις σχετικές με τον προγραμματισμό ή τη χρηματοδότηση ενεργειακού συστήματος. Πρέπει να επιτυγχάνονται βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης όποτε αυτό είναι οικονομικά αποδοτικότερο από ισοδύναμες λύσεις στο σκέλος της προσφοράς. Αυτό αναμένεται να βοηθήσει στην αξιοποίηση πολλών οφελών της ενεργειακής απόδοσης για την ευρωπαϊκή κοινωνία, και ιδίως για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
(2) Η οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου9 αποτελεί ένα στοιχείο προόδου προς την επίτευξη της Ενεργειακής Ένωσης, στο πλαίσιο της οποίας η ενεργειακή απόδοση θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως αυτοτελής πηγή ενέργειας. Η αρχή «προτεραιότητα στην ενεργειακή απόδοση» θα πρέπει να συνεκτιμάται κατά τον καθορισμό νέων κανόνων από πλευράς προσφοράς και άλλων τομέων πολιτικής. Η Επιτροπή πρέπει να δώσει προτεραιότητα στην ενεργειακή απόδοση και στην ανταπόκριση από την πλευρά της ζήτησης, έναντι της δυναμικότητας παραγωγής. Η ενεργειακή απόδοση πρέπει να εξετάζεται όποτε λαμβάνονται αποφάσεις σχετικές με τον προγραμματισμό και τη χρηματοδότηση ενεργειακού συστήματος. Πρέπει να πραγματοποιούνται επενδύσεις για τη βελτίωση της τελικής ενεργειακής απόδοσης όποτε αυτό είναι οικονομικά αποδοτικότερο από ισοδύναμες λύσεις στο σκέλος της προσφοράς. Αυτό αναμένεται να βοηθήσει στην αξιοποίηση πολλών οφελών της αύξησης της ενεργειακής απόδοσης σε όλα τα στάδια της ενεργειακής ροής και συνεπώς να βελτιώσει την ευημερία της ευρωπαϊκής κοινωνίας. Για να αξιοποιηθούν πλήρως τα οφέλη αυτά και για την επιτυχή εφαρμογή των επιδιωκόμενων μέτρων πολιτικής, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται με τις τοπικές και με τις περιφερειακές αρχές, τους δήμους, τις επιχειρήσεις και τους πολίτες σε ολόκληρη την Ένωση, προκειμένου να εξασφαλίζουν ότι η αύξηση της ενεργειακής απόδοσης λόγω τεχνολογικών, συμπεριφορικών και οικονομικών αλλαγών συμβαδίζει με την αύξηση της οικονομικής μεγέθυνσης.
__________________
__________________
9 Οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 1).
9 Οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 1).
(2α) Όλες οι μορφές πρωτογενούς ενέργειας (μη ανανεώσιμη και ανανεώσιμη), θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την επιπλέον ενεργειακή κατανάλωση που απαιτείται για την απόκτηση αυτής της ενέργειας, για τη δημιουργία, τη λειτουργία και τη διάλυση εγκαταστάσεων ηλεκτροπαραγωγής και για την εξάλειψη των σχετικών απειλών για το περιβάλλον.
(2β) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποστηρίζονται από καλά σχεδιασμένα και αποτελεσματικά χρηματοδοτικά μέσα της Ένωσης, όπως τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, τα οποία θα πρέπει να υποστηρίζουν επενδύσεις στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης σε όλα τα στάδια της ενεργειακής αλυσίδας και να χρησιμοποιούν πλήρη ανάλυση κόστους-οφέλους με βάση μοντέλο διαφοροποιημένων προεξοφλητικών επιτοκίων. Η χρηματοδοτική υποστήριξη θα πρέπει να εστιάζεται σε αποδοτικές μεθόδους για την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης, που να οδηγούν σε μείωση της κατανάλωσης ενέργειας. Για την επίτευξη ενός φιλόδοξου στόχου ενεργειακής απόδοσης, απαιτείται η άρση των φραγμών, όπως με την πρόσφατη διευκρίνιση της Eurostat σχετικά με το πώς πρέπει να καταγράφονται οι συμβάσεις ενεργειακής απόδοσης στους εθνικούς λογαριασμούς ώστε να είναι ευκολότερη η πραγματοποίηση επενδύσεων σε μέτρα ενεργειακής απόδοσης.
Τροπολογία 5 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 3
(3) Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Οκτωβρίου 2014 καθόρισε στόχο ενεργειακής απόδοσης 27% έως το 2030, ο οποίος θα επανεξετασθεί «με γνώμονα ενωσιακό ποσοστό 30%». Τον Δεκέμβριο του 2015, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να αξιολογήσει τη βιωσιμότητα του στόχου 40% της ενεργειακής απόδοσης για το ίδιο χρονικό διάστημα. Επομένως, κρίνεται σκόπιμο να επανεξετασθεί και, κατά συνέπεια, να τροποποιηθεί η οδηγία ώστε να προσαρμοστεί στην προοπτική του 2030.
(3) Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Οκτωβρίου 2014 υποστήριξε στόχο ενεργειακής απόδοσης 27% έως το 2030, ο οποίος θα επανεξετασθεί «με γνώμονα ενωσιακό ποσοστό 30%». Τον Δεκέμβριο του 2015, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να αξιολογήσει τη βιωσιμότητα του στόχου 40% της ενεργειακής απόδοσης για το ίδιο χρονικό διάστημα. Επομένως, κρίνεται σκόπιμο να επανεξετασθεί και, κατά συνέπεια, να τροποποιηθεί η οδηγία ώστε να προσαρμοστεί στην προοπτική του 2030.
(4) Δεν υφίστανται δεσμευτικοί στόχοι σε εθνικό επίπεδο με προοπτική το 2030. Για να επιτύχει η Ένωση τους στόχους ενεργειακής απόδοσης για το 2020 και το 2030 σε επίπεδο ΕΕ, εκφρασμένους σε πρωτογενή και τελική κατανάλωση ενέργειας, είναι αναγκαίο να καθορισθούν με σαφήνεια υπό μορφή δεσμευτικού στόχου 30 %. Η ανωτέρω διευκρίνιση σε επίπεδο Ένωσης δεν πρέπει να περιορίσει τα κράτη μέλη, διότι διατηρούν την ελευθερία τους να καθορίζουν τις εθνικές συνεισφορές με βάση την πρωτογενή ή την τελική κατανάλωση ενέργειας ή την εξοικονόμηση πρωτογενούς ή τελικής ενέργειας ή την ενεργειακή ένταση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν ενδεικτικές εθνικές συνεισφορές ενεργειακής απόδοσης λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2030 δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 1 321 εκατ. ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας ή τα 987 εκατ. ΤΙΠ τελικής ενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας πρέπει να μειωθεί στην Ένωση κατά 23% και η κατανάλωση τελικής ενέργειας κατά 17% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2005. Η τακτική αξιολόγηση της προόδου που σημειώνεται προς την επίτευξη του στόχου της Ένωσης για το 2030 είναι αναγκαία και προς τούτο προβλέπεται στη νομοθετική πρόταση για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης.
(4) Δεν υφίστανται δεσμευτικοί στόχοι σε εθνικό επίπεδο με προοπτική το 2030. Για να επιτύχει η Ένωση τους στόχους ενεργειακής απόδοσης για το 2020 και το 2030 σε επίπεδο ΕΕ, εκφρασμένους σε πρωτογενή και τελική κατανάλωση ενέργειας, είναι αναγκαίο να καθορισθούν με σαφήνεια υπό μορφή ενδεικτικού στόχου 30 %. Η ανωτέρω διευκρίνιση σε επίπεδο Ένωσης δεν πρέπει να περιορίσει τα κράτη μέλη, διότι διατηρούν την ελευθερία τους να καθορίζουν τις εθνικές συνεισφορές με βάση την πρωτογενή ή την τελική κατανάλωση ενέργειας ή την εξοικονόμηση πρωτογενούς ή τελικής ενέργειας ή την ενεργειακή ένταση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν ενδεικτικές εθνικές συνεισφορές ενεργειακής απόδοσης λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2030 δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 1 321 εκατ. ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας ή τα 987 εκατ. ΤΙΠ τελικής ενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας πρέπει να μειωθεί στην Ένωση κατά 23 % και η κατανάλωση τελικής ενέργειας κατά 17 % σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2005. Η τακτική αξιολόγηση της προόδου που σημειώνεται προς την επίτευξη του στόχου της Ένωσης για το 2030 είναι αναγκαία και προς τούτο προβλέπεται στη νομοθετική πρόταση για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης
(4α) Για τον καθορισμό των εθνικών συνεισφορών στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης θα πρέπει να εφαρμόζεται η αρχή της ισότητας μεταξύ κρατών μελών. Η ενέργεια αποτελεί βασικό αγαθό για τους ανθρώπους, και είναι συνεπώς αναπόφευκτο να υπάρχουν ελάχιστα επίπεδα κατανάλωσης ενέργειας, γεγονός που πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη κατά τον καθορισμό των εθνικών στόχων. Γενικώς, οι χώρες που έχουν κατά κεφαλήν κατανάλωση ενέργειας χαμηλότερη από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να διαθέτουν περισσότερη ευελιξία στον καθορισμό των στόχων τους.
(4β) Η λειτουργικότητα των ενεργειακών συστημάτων σε οποιαδήποτε δεδομένη χρονική στιγμή εξαρτάται από την ικανότητα απρόσκοπτης και ευέλικτης τροφοδότησης του δικτύου με ηλεκτρική ενέργεια από διάφορες πηγές –με διαφορετικούς χρόνους αδράνειας και εκκίνησης· η βελτίωση αυτής της λειτουργικότητας θα επιτρέψει την καλύτερη χρήση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, όπως η αιολική ενέργεια σε συνδυασμό με αεριοστροβίλους, ώστε να αποφεύγεται η υπερφόρτωση των δικτύων που εξυπηρετούνται από συμβατικές μεγάλες μονάδες παραγωγής ενέργειας οι οποίες χαρακτηρίζονται από σημαντική θερμική αδράνεια.
(4γ) Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίζουν ότι η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας είναι αποτέλεσμα μεγαλύτερης ενεργειακής απόδοσης και όχι μακροοικονομικών συνθηκών.
(4δ) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εντοπίσουν για κάθε τομέα ξεχωριστά, βάσει υπολογισμού από τη βάση προς την κορυφή, τις δυνατότητες για επίτευξη ενεργειακής απόδοσης με οικονομικό τρόπο, καθώς οι δυνατότητες αυτές εξαρτώνται από το ενεργειακό μίγμα, τη διάρθρωση της οικονομίας και τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης.
Τροπολογία 11 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 5
(5) Η υποχρέωση των κρατών μελών να χαράξουν μακροπρόθεσμες στρατηγικές για την κινητοποίηση επενδύσεων για την ανακαίνιση του εθνικού κτιριακού αποθέματος και να τις κοινοποιήσουν στην Επιτροπή πρέπει να διαγραφεί από την οδηγία 2012/27/EΕ και να προστεθεί στην οδηγία 2010/31/EΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου10, στην οποία αρμόζει με τα μακροπρόθεσμα σχέδια για κτίρια με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας και την απαλλαγή των κτιρίων από ανθρακούχες εκπομπές.
(5) Η υποχρέωση των κρατών μελών να χαράξουν μακροπρόθεσμες στρατηγικές για τη διευκόλυνση της ανακαίνισης του εθνικού κτιριακού αποθέματος και να τις κοινοποιήσουν στην Επιτροπή πρέπει να διαγραφεί από την οδηγία 2012/27/EΕ και να προστεθεί στην οδηγία 2010/31/EΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου10, στην οποία αρμόζει με τα μακροπρόθεσμα σχέδια για κτίρια με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας και την απαλλαγή των κτιρίων από ανθρακούχες εκπομπές.
__________________
__________________
10 Οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (ΕΕ L 153 της 18.6.2010, σ. 13).
10 Οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (ΕΕ L 153 της 18.6.2010, σ. 13).
Τροπολογία 12 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 6
(6) Ενόψει του πλαισίου για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030, η υποχρέωση εξοικονόμησης ενέργειας θα πρέπει να παραταθεί πέραν του 2020. Η παράταση της περιόδου δέσμευσης πέραν του 2020 θα δημιουργούσε μεγαλύτερη σταθερότητα για τους επενδυτές και, συνεπώς, θα ενθαρρύνει τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις και τα μακροπρόθεσμα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, όπως η ανακαίνιση κτιρίων.
(6) Ενόψει του πλαισίου για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030, η υποχρέωση εξοικονόμησης ενέργειας θα πρέπει να παραταθεί πέραν του 2020. Η παράταση της περιόδου δέσμευσης πέραν του 2020 θα δημιουργούσε μεγαλύτερη σταθερότητα για τους επενδυτές και, συνεπώς, θα ενθαρρύνει τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις και τα μακροπρόθεσμα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, όπως η ριζική ανακαίνιση κτιρίων με μακροπρόθεσμο στόχο την επίτευξη αποθέματος κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας (NZEB) έως το 2050. Η υποχρέωση εξοικονόμησης ενέργειας διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία ανάπτυξης και θέσεων εργασίας σε τοπικό επίπεδο και θα πρέπει να συνεχιστεί ώστε να εξασφαλιστεί ότι η Ένωση μπορεί να επιτύχει τους στόχους της για την ενέργεια και το κλίμα δημιουργώντας περαιτέρω ευκαιρίες και μειώνοντας την εξάρτηση της ανάπτυξης από την κατανάλωση ενέργειας. Η συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα είναι σημαντική προκειμένου να αξιολογηθεί υπό ποιες προϋποθέσεις μπορούν να αποδεσμευτούν οι ιδιωτικές επενδύσεις για έργα ενεργειακής απόδοσης και να αναπτυχθούν νέα μοντέλα εσόδων για την καινοτομία στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης.
(6α) Οι βελτιώσεις ενεργειακής απόδοσης έχουν επίσης θετικό αντίκτυπο στην ποιότητα του αέρα, καθώς τα κτίρια υψηλότερης ενεργειακής απόδοσης μειώνουν τη ζήτηση για καύσιμα θέρμανσης, ιδίως στερεά καύσιμα θέρμανσης. Επομένως, τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα εσωτερικών χώρων και του εξωτερικού αέρα και βοηθούν να επιτευχθούν με οικονομικά αποδοτικό τρόπο οι στόχοι της πολιτικής της Ένωσης για την ποιότητα του αέρα, όπως καθορίζονται ιδίως στην οδηγία (ΕΕ) 2016/2284 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου1a. Η μείωση της ζήτησης για ενέργεια στα κτίρια θα πρέπει να εξετάζεται ως στοιχείο της πολιτικής για την ποιότητα του αέρα, γενικότερα και ιδιαίτερα στα κράτη μέλη όπου η επίτευξη των ορίων της Ένωσης για τις εκπομπές αέριων ρύπων είναι προβληματική και η ενεργειακή απόδοση θα μπορούσε να βοηθήσει στην επίτευξη των εν λόγω στόχων.
__________________
1αΟδηγία (ΕΕ) 2016/2284 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με τη μείωση των εθνικών εκπομπών ορισμένων ατμοσφαιρικών ρύπων, την τροποποίηση της οδηγίας 2003/35/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2001/81/ΕΚ (ΕΕ L 344 της 17.12.2016, σ. 1-31).
Τροπολογία 14 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 7
(7) Τα κράτη μέλη απαιτείται να τηρήσουν υποχρέωση σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση για όλη την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης, ισοδύναμη με «νέα» εξοικονόμηση 1,5% στις ετήσιες πωλήσεις ενέργειας. Η απαίτηση αυτή θα μπορούσε να τηρηθεί με νέα μέτρα πολιτικής που θα ληφθούν κατά τη διάρκεια της νέας περιόδου υποχρέωσης από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2030 ή με μεμονωμένες νέες δράσεις συνεπεία της λήψης μέτρων πολιτικής κατά τη διάρκεια ή πριν από την προηγούμενη περίοδο, για τα οποία όμως οι μεμονωμένες δράσεις που επιφέρουν εξοικονόμηση ενέργειας αναλαμβάνονται στην πραγματικότητα κατά τη διάρκεια της νέας περιόδου.
(7) Τα κράτη μέλη απαιτείται να τηρήσουν υποχρέωση σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση για όλη την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης, ισοδύναμη με «νέα» εξοικονόμηση τουλάχιστον 1,5%. Η απαίτηση αυτή θα μπορούσε να τηρηθεί μέσω εξοικονόμησης ενέργειας με μέτρα πολιτικής, με την προϋπόθεση να μπορεί να αποδειχτεί πως τα μέτρα αυτά οδηγούν σε μεμονωμένες δράσεις που αποφέρουν επαληθεύσιμη εξοικονόμηση ενέργειας μετά το 2020. Η εξοικονόμηση για κάθε περίοδο θα πρέπει να προστίθεται στην εξοικονόμηση που έπρεπε να επιτευχθεί την(τις) προηγούμενη(ες) περίοδο(ους).
Τροπολογία 15 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 9
(9) Η νέα εξοικονόμηση πρέπει να είναι επιπρόσθετη της συνήθους, ώστε η εξοικονόμηση που θα επιτυγχανόταν ούτως ή άλλως να μην μπορεί να δηλωθεί. Προκειμένου να υπολογίζονται οι επιπτώσεις των εισαγόμενων μέτρων, επιτρέπεται να υπολογίζεται μόνον η καθαρή εξοικονόμηση, μετρούμενη ως η μεταβολή της κατανάλωσης ενέργειας που συνδέεται απευθείας με τα συγκεκριμένα μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Για να υπολογίζουν την καθαρή εξοικονόμηση, τα κράτη μέλη πρέπει να καθορίσουν ένα βασικό σενάριο όσον αφορά την εξέλιξη της κατάστασης σε περίπτωση μη άσκησης της εν λόγω πολιτικής. Η πολιτική παρέμβαση θα πρέπει να αξιολογείται με βάση το καθορισμένο βασικό σενάριο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη ότι ενδέχεται να αναληφθούν άλλες πολιτικές παρεμβάσεις κατά το ίδιο χρονικό πλαίσιο, οι οποίες μπορούν επίσης να έχουν επίπτωση στην εξοικονόμηση ενέργειας, ώστε να μην είναι δυνατόν να αποδοθούν μόνο στο συγκεκριμένο μέτρο πολιτικής όλες οι παρατηρούμενες αλλαγές από την άσκηση της αξιολογούμενης πολιτικής παρέμβασης. Οι δράσεις του υπόχρεου, του συμμετέχοντος ή του εξουσιοδοτηθέντος μέρους αναμένεται ότι θα συμβάλουν στην επίτευξη της δηλούμενης εξοικονόμησης, ώστε να διασφαλίζεται η εκπλήρωση της υποχρέωσης της σημαντικότητας.
(9) Η νέα εξοικονόμηση ενέργειας πρέπει να είναι επιπρόσθετη της συνήθους, ώστε η εξοικονόμηση που θα επιτυγχανόταν ούτως ή άλλως να μην μπορεί να δηλωθεί. Προκειμένου να υπολογίζονται οι επιπτώσεις των εισαγόμενων μέτρων, επιτρέπεται να υπολογίζεται μόνον η καθαρή εξοικονόμηση, μετρούμενη ως η μεταβολή της κατανάλωσης ενέργειας που συνδέεται απευθείας με τα συγκεκριμένα μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Για να υπολογίζουν την καθαρή εξοικονόμηση, τα κράτη μέλη πρέπει να καθορίσουν ένα βασικό σενάριο όσον αφορά την εξέλιξη της κατάστασης σε περίπτωση μη άσκησης της εν λόγω πολιτικής. Η πολιτική παρέμβαση θα πρέπει να αξιολογείται με βάση το καθορισμένο βασικό σενάριο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη ότι ενδέχεται να αναληφθούν άλλες πολιτικές παρεμβάσεις κατά το ίδιο χρονικό πλαίσιο, οι οποίες μπορούν επίσης να έχουν επίπτωση στην εξοικονόμηση ενέργειας, ώστε να μην είναι δυνατόν να αποδοθούν μόνο στο συγκεκριμένο μέτρο πολιτικής όλες οι παρατηρούμενες αλλαγές από την άσκηση της αξιολογούμενης πολιτικής παρέμβασης. Οι δράσεις του υπόχρεου, του συμμετέχοντος ή του εξουσιοδοτηθέντος μέρους αναμένεται ότι θα συμβάλουν στην επίτευξη της δηλούμενης εξοικονόμησης, ώστε να διασφαλίζεται η εκπλήρωση της υποχρέωσης της σημαντικότητας.
(9α) Είναι σημαντικό να συμπεριληφθούν όλα τα στάδια της αλυσίδας ενέργειας στον υπολογισμό της εξοικονόμησης, προκειμένου να αυξηθούν οι δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας κατά τη μεταφορά και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας.
(10) Η εξοικονόμηση ενέργειας που προκύπτει από την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας δεν επιτρέπεται να δηλώνεται, εκτός εάν το συγκεκριμένο μέτρο υπερβαίνει τα ελάχιστα απαιτούμενα της ενωσιακής νομοθεσίας, είτε με καθορισμό πιο φιλόδοξων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης σε εθνικό επίπεδο είτε με αύξηση της εφαρμογής του μέτρου. Επειδή αναγνωρίζεται ότι η ανακαίνιση των κτηρίων αποτελεί ουσιαστικό και μακροπρόθεσμο στοιχείο για την αύξηση της εξοικονόμησης ενέργειας, χρειάζεται να διευκρινιστεί ότι όλη η εξοικονόμηση ενέργειας που προκύπτει από μέτρα προώθησης της ανακαίνισης υφιστάμενων κτηρίων μπορεί να δηλώνεται εφόσον είναι επιπρόσθετη των εξελίξεων που θα επέρχονταν χωρίς το μέτρο πολιτικής και εάν το κράτος μέλος αποδείξει ότι τα υπόχρεα, τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη έχουν συμβάλει όντως στην επίτευξη της εξοικονόμησης που δηλώνεται από το εν λόγω μέτρο.
(10) Η εξοικονόμηση ενέργειας που προκύπτει από την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας δεν επιτρέπεται να δηλώνεται, εκτός εάν το συγκεκριμένο μέτρο υπερβαίνει τα ελάχιστα απαιτούμενα της ενωσιακής νομοθεσίας, είτε με καθορισμό πιο φιλόδοξων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης σε εθνικό επίπεδο είτε με αύξηση της εφαρμογής του μέτρου. Τα κτίρια προσφέρουν σημαντικές δυνατότητες για περαιτέρω αύξηση της ενεργειακής απόδοσης, και η ανακαίνιση των κτηρίων αποτελεί ουσιαστικό και μακροπρόθεσμο στοιχείο με οικονομίες κλίμακας για την αύξηση της εξοικονόμησης ενέργειας. Χρειάζεται επομένως να διευκρινιστεί ότι όλη η εξοικονόμηση ενέργειας που προκύπτει από μέτρα προώθησης της ανακαίνισης υφιστάμενων κτηρίων μπορεί να δηλώνεται εφόσον είναι επιπρόσθετη των εξελίξεων που θα επέρχονταν χωρίς το μέτρο πολιτικής και εάν το κράτος μέλος αποδείξει ότι τα υπόχρεα, τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη έχουν συμβάλει όντως στην επίτευξη της εξοικονόμησης που δηλώνεται από το εν λόγω μέτρο.
(10α) Η αποτελεσματική διαχείριση των υδάτων μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στην εξοικονόμηση ενέργειας. Ο τομέας υδάτων και λυμάτων αντιπροσωπεύει το 3,5% της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ένωση1α. Επιπλέον, η ζήτηση ύδατος αναμένεται να αυξηθεί κατά 25 % έως το 2040, κυρίως στις αστικές περιοχές. Ταυτόχρονα, οι διαρροές ύδατος αντιπροσωπεύουν το 24% της συνολικής ποσότητας ύδατος που καταναλώνεται στην Ευρώπη, πράγμα το οποίο οδηγεί σε απώλειες ενέργειας και ύδατος. Όλα τα μέτρα που αποσκοπούν σε αποτελεσματικότερη διαχείριση των υδάτων και μείωση της χρήσης ύδατος μπορούν συνεπώς να συμβάλουν σημαντικά στον στόχο ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης1β.
(10β) Η αναθεώρηση αυτή περιλαμβάνει διατάξεις που σχετίζονται με την αντιμετώπιση της ενεργειακής απόδοσης ως προτεραιότητας στον τομέα των υποδομών, αναγνωρίζοντας ότι πληροί τον ορισμό της υποδομής που χρησιμοποιείται από το ΔΝΤ και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, και την αναδεικνύει σε καίριο στοιχείο και προτεραιότητα των μελλοντικών αποφάσεων για επενδύσεις στις ενεργειακές υποδομές της Ευρώπης1α.
__________________
1αΔιατύπωση από την έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Ιουνίου 2016 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση (2012/27/ΕΕ)-(2015/2232(INI))
(10γ) Ο τομέας της ενέργειας είναι ο τομέας με τη μεγαλύτερη κατανάλωση ύδατος στην Ένωση, δεδομένου ότι του αναλογεί το 44% της κατανάλωσης ύδατος1α. Η χρήση ευφυών τεχνολογιών και διεργασιών για την αποδοτική διαχείριση υδάτων έχει τη δυνατότητα να αποφέρει σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας, ενισχύοντας ταυτόχρονα την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
__________________
1αΥπηρεσιακό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής, Γεωργία και βιώσιμη διαχείριση υδάτων στην ΕΕ, 28 Απριλίου 2017
(10δ) Ο τομέας υδάτων και λυμάτων μπορεί, επίσης, να συμβάλει στην παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας και στη μείωση του εφοδιασμού ενέργειας από ορυκτές πηγές. Για παράδειγμα, η ανάκτηση ενέργειας από ιλύ που παράγεται μέσω της επεξεργασίας λυμάτων καθιστά δυνατή την επιτόπου παραγωγή ενέργειας.
(12) Οι βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων θα πρέπει να ωφελούν ιδίως τους καταναλωτές που πλήττονται από ενεργειακή ένδεια. Τα κράτη μέλη μπορούν ήδη να απαιτούν από τα υπόχρεα μέρη να συμπεριλαμβάνουν κοινωνικούς στόχους στα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, για την ενεργειακή ένδεια, και αυτή η δυνατότητα θα πρέπει να επεκτείνεται πλέον και στα εναλλακτικά μέτρα και μετατρέπεται σε υποχρέωση, ενώ ταυτόχρονα επαφίεταιι πλήρης ευελιξία στα κράτη μέλη όσον αφορά το μέγεθος, το πεδίο εφαρμογής και το περιεχόμενο των εν λόγω μέτρων. Σύμφωνα με το άρθρο 9 της Συνθήκης, οι πολιτικές ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης θα πρέπει να ευνοούν την ένταξη και συνεπώς να διασφαλίζουν την προσβασιμότητα μέτρων ενεργειακής απόδοσης στους καταναλωτές με ενεργειακή ένδεια.
(12) Οι βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων θα πρέπει να ωφελούν όλους τους καταναλωτές, ιδίως δε τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που πλήττονται από ενεργειακή ένδεια. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να ορίζει τι συνιστά ενεργειακή φτώχεια και ποια είναι τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος, σύμφωνα με τις ιδιαίτερες εθνικές συνθήκες του. Τα κράτη μέλη μπορούν ήδη να απαιτούν από τα υπόχρεα μέρη να συμπεριλαμβάνουν κοινωνικούς στόχους στα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, για την ενεργειακή ένδεια. Αυτή η δυνατότητα θα πρέπει να επεκτείνεται πλέον και στα εναλλακτικά μέτρα και να μετατρέπεται σε υποχρέωση, ενώ ταυτόχρονα επαφίεται πλήρης ευελιξία στα κράτη μέλη όσον αφορά το μέγεθος, το πεδίο εφαρμογής και το περιεχόμενο των εν λόγω μέτρων. Σύμφωνα με το άρθρο 9 της Συνθήκης, οι πολιτικές ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης θα πρέπει να ευνοούν την ένταξη και συνεπώς να διασφαλίζουν την προσβασιμότητα μέτρων ενεργειακής απόδοσης στους καταναλωτές χαμηλού εισοδήματος που πλήττονται από ενεργειακή ένδεια.
(12α) Η απόκριση στη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας κατά τη διάρκεια της ημέρας και κατά τη διάρκεια της νύκτας αποτελεί σημαντικό μέσο για τη βελτίωση της αποδοτικής χρήσης της πρωτογενούς ενέργειας, δεδομένου ότι αυξάνει σημαντικά τις ευκαιρίες των καταναλωτών για εξοικονόμηση ενέργειας, επιτρέποντάς τους να αποφασίζουν με βάση πληροφορίες από τις οποίες προκύπτει η δυνατότητα βελτιστοποίησης της κατανάλωσης ενέργειας όταν υπάρχει ζήτηση ενέργειας, μεταξύ άλλων και σε ώρες αιχμής, ώστε να καταστεί δυνατή η καλύτερη χρήση των δικτύων μεταφοράς και των παραγωγικών πόρων.
(12β) Οι χαμηλοί λογαριασμοί ενέργειας θα πρέπει να επιτυγχάνονται με την παροχή βοήθειας στους καταναλωτές για να μειώσουν τη χρήση ενέργειας μέσω της μείωσης των ενεργειακών αναγκών των κτιρίων, μέσω βελτιώσεων στην απόδοση των συσκευών, και μέσω της παροχής τρόπων μεταφοράς χαμηλής ενέργειας, ενσωματωμένων στις δημόσιες μεταφορές, και της χρήσης ποδηλάτου. Η βελτίωση του κελύφους των κτιρίων και η μείωση των ενεργειακών αναγκών και χρήσεων συνιστούν θεμελιώδη στοιχεία για τη βελτίωση των συνθηκών υγείας των χαμηλών εισοδηματικών στρωμάτων.
(12γ) Είναι καθοριστικό να ενισχυθεί η ευαισθητοποίηση και να δοθούν ακριβείς πληροφορίες για τα οφέλη της αυξημένης ενεργειακής απόδοσης και της πιθανής εφαρμογής της σε όλους τους πολίτες της Ένωσης. Η αυξημένη ενεργειακή απόδοση έχει, επίσης, καθοριστική σημασία για τη γεωπολιτική θέση και την ασφάλεια της Ένωσης μέσω της μείωσης της εξάρτησής της από την εισαγωγή καυσίμων από τρίτες χώρες.
(12δ) Περίπου 50 εκατομμύρια νοικοκυριά στην Ένωση πλήττονται από ενεργειακή ένδεια. Τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης πρέπει επομένως να βρίσκονται στο επίκεντρο κάθε αποδοτικής ως προς το κόστος στρατηγικής για την αντιμετώπιση της ενεργειακής ένδειας και της ευάλωτης θέσης των καταναλωτών, και να είναι συμπληρωματικά προς τις πολιτικές κοινωνικής ασφάλειας σε επίπεδο κρατών μελών. Για να εξασφαλιστεί ότι τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης μειώνουν την ενεργειακή ένδεια των ενοίκων κατά τρόπο βιώσιμο, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η σχέση κόστους-απόδοσης αυτών των μέτρων και η οικονομική προσιτότητα για τους ιδιοκτήτες και τους ενοίκους, και να εξασφαλίζεται οικονομική υποστήριξη για τα εν λόγω μέτρα σε επίπεδο κράτους μέλους. Το κτιριακό δυναμικό της Ένωσης θα πρέπει να μακροπρόθεσμα να καταστεί NZEB, σύμφωνα με τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού. Οι τρέχοντες ρυθμοί ανακαίνισης είναι ανεπαρκείς και τα κτίρια που κατοικούνται από πολίτες χαμηλού εισοδήματος οι οποίοι πλήττονται από ενεργειακή ένδεια παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη δυσκολία πρόσβασης. Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό σε σχέση με τις υποχρεώσεις εξοικονόμησης ενέργειας, τα καθεστώτα επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης και εναλλακτικά μέτρα πολιτικής έχουν ως εκ τούτου ιδιαίτερη σημασία.
(12ε) Το κόστος και τα οφέλη όλων των μέτρων ενεργειακής απόδοσης που λαμβάνονται, συμπεριλαμβανομένων των περιόδων απόσβεσης, θα πρέπει να καθίστανται πλήρως διαφανή στους καταναλωτές.
(13) Ενέργεια που παράγεται για ή σε κτίρια με τεχνολογίες ανανεώσιμης ενέργειας μειώνει την ενέργεια από ορυκτές πηγές. Η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και η χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον κτιριακό τομέα συνιστούν σημαντικά μέτρα μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης της Ένωσης και των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ιδίως ενόψει των φιλόδοξων στόχων για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030, καθώς και της συνολικής δέσμευσης που διατυπώθηκε κατά τη διάρκεια της διάσκεψης των μερών της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (COP21) που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι τον Δεκέμβριο του 2015.Συνεπώς, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να λαμβάνουν υπόψη ορισμένη ποσότητα της ανανεώσιμης ενέργειας που παράγεται για ή σε κτίρια για ίδια χρήση προκειμένου να τηρούν τις απαιτήσεις εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση. Προς τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τις μεθοδολογίες υπολογισμού που καθορίσθηκαν δυνάμει της οδηγίας 2010/31/ΕΕ.
(13) Ενέργεια που παράγεται για ή σε κτίρια με τεχνολογίες ανανεώσιμης ενέργειας μειώνει την ενέργεια από ορυκτές πηγές. Η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και η χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον κτιριακό τομέα συνιστούν σημαντικά μέτρα μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης της Ένωσης και των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ιδίως ενόψει των φιλόδοξων στόχων για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030, καθώς και της συνολικής δέσμευσης που διατυπώθηκε στη συμφωνία του Παρισιού.
(13α) Η ενεργειακή ισορροπία στις επιχειρήσεις και τους οικονομικούς τομείς των κρατών μελών μπορεί να βελτιωθεί με βάση τις αρχές της κυκλικής οικονομίας και με την ορθή χρήση των βιομηχανικών αποβλήτων ως δευτερογενών πρώτων υλών, υπό την προϋπόθεση ότι το ενεργειακό τους δυναμικό θα είναι υψηλότερο από το δυναμικό εναλλακτικών πρωτογενών πρώτων υλών·
(13β) Αξιοποιώντας νέα επιχειρηματικά μοντέλα και τεχνολογίες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προσπαθήσουν να προωθήσουν και να διευκολύνουν τη λήψη μέτρων ενεργειακής απόδοσης, μεταξύ άλλων, μέσω καινοτόμων υπηρεσιών ενέργειας για μεγάλους και μικρούς πελάτες.
(13γ) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδεικνύουν ευελιξία κατά τον σχεδιασμό και την εφαρμογή εναλλακτικών μέτρων προσδιορισμού των εθνικών τους προτεραιοτήτων όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση, συμπεριλαμβανομένων τόσο των ενεργειακά αποδοτικών προϊόντων όσο και των ενεργειακά αποδοτικών τεχνολογικών διεργασιών παραγωγής. Απαιτείται υποστήριξη για ενέργειες επικεντρωμένες σε στόχους που σχετίζονται με την αποτελεσματική χρήση των φυσικών πόρων ή την ανάγκη για καθιέρωση της κυκλικής οικονομίας.
(14) Μεταξύ των μέτρων που καθορίζονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής για τη Νέα Συμφωνία για τους καταναλωτές ενέργειας, στο πλαίσιο της Ενεργειακής Ένωσης και της στρατηγικής για τη θέρμανση και την ψύξη, είναι αναγκαίο να ενισχυθούν τα ελάχιστα δικαιώματα των καταναλωτών για σαφή και έγκαιρη πληροφόρηση σχετικά με την ενέργεια που καταναλώνουν. Τα άρθρα 9 έως 11 και το παράρτημα VII της οδηγίας 2012/27/EΕ πρέπει επομένως να τροποποιηθούν ώστε να προβλεφθεί συχνή και αυξημένη ανάδραση για την κατανάλωση ενέργειας. Πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι τα δικαιώματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση και τα στοιχεία τιμολόγησης ισχύουν για τους καταναλωτές θέρμανσης, ψύξης ή ζεστού νερού από κεντρική πηγή, ακόμα και όταν δεν υφίσταται άμεση και ατομική συμβατική σχέση με προμηθευτή ενέργειας. Συνεπώς, για τους σκοπούς των εν λόγω διατάξεων, ο όρος «τελικός χρήστης» πρέπει να καλύπτει τους τελικούς πελάτες που αγοράζουν θέρμανση, ψύξη ή ζεστό νερό προς ιδία χρήση, καθώς και τους ενοίκους μεμονωμένων μονάδων πολυκατοικιών ή κτιρίων πολλαπλών χρήσεων, εφόσον οι εν λόγω μονάδες τροφοδοτούνται από κεντρική πηγή. Ο όρος «τοπική μέτρηση» πρέπει να παραπέμπει στη μέτρηση κατανάλωσης από μεμονωμένες μονάδες των εν λόγω κτιρίων. Έως την 1η Ιανουαρίου 2020, οι νεοεγκατεστημένοι μετρητές και κατανεμητές κόστους θερμότητας θα πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα ανάγνωσης εξ αποστάσεως, ώστε να διασφαλίζεται η οικονομικά αποδοτική και συχνή παροχή πληροφοριών κατανάλωσης. Το νέο άρθρο 9a πρόκειται να εφαρμόζεται μόνο για τη θέρμανση, την ψύξη και το ζεστό νερό από κεντρική πηγή.
(14) Μεταξύ των μέτρων που καθορίζονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής για τη Νέα Συμφωνία για τους καταναλωτές ενέργειας, στο πλαίσιο της Ενεργειακής Ένωσης και της στρατηγικής για τη θέρμανση και την ψύξη, είναι αναγκαίο να ενισχυθούν τα ελάχιστα δικαιώματα των καταναλωτών για ακριβή, αξιόπιστη, σαφή και έγκαιρη πληροφόρηση σχετικά με την ενέργεια που καταναλώνουν. Μολονότι θα πρέπει να εξακολουθήσουν να απαιτούνται επιμέρους μετρήσεις όπου αυτό είναι τεχνικά εφικτό και οικονομικά αποδοτικό υπό την έννοια ότι δεν είναι δυσανάλογο σε σχέση με τη δυνητική εξοικονόμηση ενέργειας, τα άρθρα 9 έως 11 και το παράρτημα VII της οδηγίας 2012/27/EΕ πρέπει επομένως να τροποποιηθούν ώστε να προβλεφθεί συχνή και αυξημένη ανάδραση για την κατανάλωση ενέργειας, με συνεκτίμηση της διαθεσιμότητας και των δυνατοτήτων των οργάνων μέτρησης, με στόχο τη βελτιστοποίηση της χρήσης της ενέργειας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη ότι η επιτυχής εφαρμογή νέων τεχνολογιών για τη μέτρηση της κατανάλωσης ενέργειας απαιτεί μεγαλύτερη επένδυση στην εκπαίδευση και τις δεξιότητες τόσο για τους χρήστες όσο και για τους προμηθευτές ενέργειας. Πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι τα δικαιώματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση ή την κατανάλωση και τα στοιχεία τιμολόγησης ισχύουν για τους καταναλωτές θέρμανσης, ψύξης ή ζεστού νερού από κεντρική πηγή, ακόμα και όταν δεν υφίσταται άμεση και ατομική συμβατική σχέση με προμηθευτή ενέργειας. Συνεπώς, για τους σκοπούς των εν λόγω διατάξεων, ο όρος «τελικός χρήστης», πέρα από τους τελικούς πελάτες που αγοράζουν θέρμανση, ψύξη ή ζεστό νερό προς ιδία τελική χρήση, θα πρέπει επίσης να καλύπτει και τους ενοίκους μεμονωμένων μονάδων πολυκατοικιών ή κτιρίων πολλαπλών χρήσεων, εφόσον οι εν λόγω μονάδες τροφοδοτούνται από κεντρική πηγή και οι ένοικοι δεν έχουν άμεση ή ατομική σύμβαση με τον προμηθευτή ενέργειας. Ο όρος «τοπική μέτρηση» πρέπει να παραπέμπει στη μέτρηση κατανάλωσης από μεμονωμένες μονάδες των εν λόγω κτιρίων. Έως την 1η Ιανουαρίου 2020, οι νεοεγκατεστημένοι μετρητές και κατανεμητές κόστους θερμότητας θα πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα ανάγνωσης εξ αποστάσεως, ώστε να διασφαλίζεται η οικονομικά αποδοτική και συχνή παροχή πληροφοριών κατανάλωσης. Το νέο άρθρο 9a πρόκειται να εφαρμόζεται μόνο για τη θέρμανση, την ψύξη και το ζεστό νερό από κεντρική πηγή.
(14α) Τα στοιχεία τιμολόγησης και οι ετήσιοι λογαριασμοί συνιστούν ένα σημαντικό μέσο πληροφόρησης των καταναλωτών. Τα δεδομένα σχετικά με την κατανάλωση και το κόστος μπορούν, επίσης, να μεταφέρουν άλλες πληροφορίες που βοηθούν τους καταναλωτές να συγκρίνουν την τρέχουσα προσφορά τους με άλλες προσφορές και να καταφεύγουν στη διαχείριση παραπόνων και την επίλυση διαφορών. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαφωνίες σχετικά με τους λογαριασμούς αποτελούν πολύ συχνή αιτία παραπόνων των καταναλωτών, παράγοντας που συντελεί σε συστηματικά χαμηλά επίπεδα ικανοποίησης και συμμετοχής των καταναλωτών στον ενεργειακό τομέα, είναι αναγκαίο να καταστούν οι λογαριασμοί απλούστεροι, σαφέστεροι και ευκολότερα κατανοητοί, και παράλληλα να υπάρξει μέριμνα για την παροχή των αναγκαίων πληροφοριών με χωριστά μέσα, όπως τα στοιχεία τιμολόγησης, τα εργαλεία πληροφόρησης και οι ετήσιοι λογαριασμοί, προκειμένου οι καταναλωτές να μπορούν να ρυθμίζουν την ενεργειακή τους κατανάλωση, να συγκρίνουν προσφορές και να αλλάζουν προμηθευτή.
(14β) Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας είναι εκείνες που απασχολούν λιγότερους από 250 εργαζομένους και έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών δεν που δεν υπερβαίνει τα 50 εκατομμύρια EUR και/ή συνολικό ετήσιο ισολογισμό που δεν υπερβαίνει τα 43 εκατομμύρια EUR, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του παραρτήματος της σύστασης 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής1α.
_______________
1a. Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).
(15β) Η αύξηση της ενεργειακής απόδοσης είναι άμεσο αποτέλεσμα των ακόλουθων σταδίων της παραγωγής ενέργειας και των διεργασιών μετατροπής: αποδοτική μετατροπή πρωτογενούς ενέργειας σε τελική ενέργεια, αποδοτική μεταφορά της ενέργειας αυτής στους καταναλωτές υπό μορφή ηλεκτρικής ενέργειας, θερμότητας ή καυσίμων, και φειδωλή χρήση της από τους τελικούς χρήστες· το αποτέλεσμα εξοικονόμησης που επιτυγχάνεται για την καταναλωτική αγορά δεν θα πρέπει να θεωρείται μοναδικός στόχος αυτής της αποδοτικότητας, δεδομένου ότι το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να οφείλεται σε δυσμενείς ενεργειακές τιμές.
(16) Με βάση την τεχνολογική πρόοδο και την αυξανόμενη χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, ο προκαθορισμένος συντελεστής για την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας σε kWh θα πρέπει να επανεξεταστεί ώστε να αντικατοπτρίζει τις αλλαγές στον συντελεστή πρωτογενούς ενέργειας (PEF) για την ηλεκτρική ενέργεια. Ο υπολογισμός του συντελεστή πρωτογενούς ενέργειας (PEF) για την ηλεκτρική ενέργεια βασίζεται στις ετήσιες μέσες τιμές. Για την ηλεκτροπαραγωγή από πυρηνικούς σταθμούς και την παραγωγή θερμότητας χρησιμοποιείται η μέθοδος υπολογισμού του φυσικού ενεργειακού περιεχομένου και για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας από ορυκτά καύσιμα και βιομάζα χρησιμοποιείται η μέθοδος της τεχνικής απόδοσης της μετατροπής. Όσον αφορά την άκαυστη ανανεώσιμη ενέργεια, χρησιμοποιείται η μέθοδος του άμεσου ισοδύναμου με βάση την προσέγγιση της συνολικής πρωτογενούς ενέργειας. Για τον υπολογισμό του ποσοστού πρωτογενούς ενέργειας για την ηλεκτρική ενέργεια στη συνδυασμένη παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας (CHP), εφαρμόζεται η μέθοδος που καθορίζεται στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 2012/27/ΕΕ. Χρησιμοποιείται η μέση θέση στην αγορά, αντί της οριακής. Οι αποδόσεις μετατροπής θεωρείται ότι ανέρχονται στο 100% για άκαυστη ανανεώσιμη ενέργεια, στο 10% για γεωθερμικές μονάδες και στο 33% για πυρηνικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής. Η συνολική απόδοση για συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας υπολογίζεται βάσει των πλέον πρόσφατων στοιχείων της Eurostat. Όσον αφορά τα όρια του συστήματος, ο PEF είναι 1 για όλες τις πηγές ενέργειας. Οι υπολογισμοί βασίζονται στην πιο πρόσφατη έκδοση του σεναρίου αναφοράς PRIMES. Η τιμή του PEF βασίζεται στην προβολή για το 2020. Η ανάλυση καλύπτει τα 28 κράτη μέλη της ΕΕ και τη Νορβηγία. Το σύνολο δεδομένων για τη Νορβηγία βασίζεται σε δεδομένα του ENTSO-E.
(16) Αυστηρά για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και με βάση την τεχνολογική πρόοδο και την αυξανόμενη χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, ο βασικός συντελεστής για την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας σε kWh σε αυτά θα πρέπει να επανεξεταστεί και να αναλυθεί προσεκτικά ώστε να αντικατοπτρίζει τις αλλαγές στον συντελεστή πρωτογενούς ενέργειας (PEF) για την ηλεκτρική ενέργεια, αντικατοπτρίζοντας το ενεργειακό μείγμα του αντίστοιχου κράτους μέλους, μέσω συγκρίσιμης και διαφανούς μεθοδολογίας.
(16α) Λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στα συμπεράσματά του της 10ης Ιουνίου 2011 σχετικά με το σχέδιο δράσης για την ενεργειακή απόδοση, τόνισε ότι τα κτίρια αντιπροσωπεύουν το 40% της κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας στην Ένωση, η οποία αντιπροσωπεύει το 50% της κατανάλωσης τελικής ενέργειας, και, προκειμένου να διευκολυνθεί η οικονομική ανάπτυξη και να ενθαρρυνθεί η απασχόληση σε τομείς που απαιτούν ειδικά προσόντα, ιδίως στον κατασκευαστικό τομέα και στον τομέα κατασκευής δομικών προϊόντων, καθώς και σε επαγγελματικές δραστηριότητες όπως η αρχιτεκτονική και η πολεοδομία, και στις υπηρεσίες παροχής συμβουλών σχετικά με τις τεχνολογίες θέρμανσης και ψύξης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταρτίσουν μακροπρόθεσμη στρατηγική στους συγκεκριμένους τομείς που να εκτείνεται πέραν του 2020.
(16β) Ο συντελεστής πρωτογενούς ενέργειας (PEF) θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως εργαλείο για τη μείωση της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων και της εξάρτησης από αυτά, για την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης, καθώς και για την περαιτέρω επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Εν προκειμένω, ο προκαθορισμένος συντελεστής για την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας σε kWh θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί όταν οι τεχνολογικές, οικονομικές ή κοινωνικές εξελίξεις καταδείξουν την ανάγκη για χαμηλότερο προκαθορισμένο συντελεστή. Η Επιτροπή θα πρέπει να αναλύσει και, αν κρίνεται κατάλληλο, να υποβάλει νομοθετική πρόταση για την προσαρμογή του προκαθορισμένου συντελεστή του PEF έως το 2024.
(17) Για να διασφαλιστεί ότι τα παραρτήματα της οδηγίας και οι εναρμονισμένες τιμές αναφοράς απόδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 10 είναι δυνατόν να επικαιροποιηθούν, είναι αναγκαίο να παραταθεί η ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή.
(18) Για να καταστεί δυνατή η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της οδηγίας 2012/27/ΕΕ, πρέπει να εισαχθεί απαίτηση γενικής επανεξέτασης της οδηγίας και υποβολήςέκθεσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έως τις 28 Φεβρουαρίου 2024.
(18) Για να καταστεί δυνατή η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της οδηγίας 2012/27/ΕΕ, θα πρέπει να εισαχθεί απαίτηση γενικής επανεξέτασης της εν λόγω οδηγίας και να υποβληθεί έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έως τις 28 Φεβρουαρίου 2024. Η ημερομηνία αυτή θα είναι μετά την παγκόσμια αποτίμηση της κατάστασης στο πλαίσιο της UNFCCC το 2023 ώστε να επιτρέψει την εισαγωγή αναγκαίων ευθυγραμμίσεων στην εν λόγω διαδικασία, λαμβανομένων επίσης υπόψη των εξελίξεων στην οικονομία και την καινοτομία.
(19α) Τα κράτη μέλη των οποίων το κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ είναι χαμηλότερο από το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ της Ένωσης θα πρέπει να είναι σε θέση να αυξήσουν την κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας, υπό την προϋπόθεση ότι κατά τη μετατροπή της σε τελική ενέργεια, την περαιτέρω μεταφορά και διανομή της, καθώς και τη χρήσιμη εξοικονόμηση στην καταναλωτική αγορά θα επιδιώκεται σημαντική αύξηση της ενεργειακής απόδοσης σε όλα τα στάδια μιας τεχνολογικής διαδικασίας συνιστάμενης στη ροή εκλυόμενης πρωτογενούς ενέργειας.
(19β) Θα πρέπει να δοθεί πρωταγωνιστικός ρόλος στις τοπικές και περιφερειακές αρχές όσον αφορά την ανάπτυξη, τον σχεδιασμό, την εκτέλεση και την αξιολόγηση των μέτρων που προβλέπονται στην οδηγία, για να μπορούν να ανταποκριθούν κατάλληλα στις κλιματολογικές, πολιτιστικές και κοινωνικές ιδιαιτερότητές τους.
1. Με την παρούσα οδηγία ορίζεται κοινό πλαίσιο μέτρων για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης εντός της Ένωσης προκειμένου να διασφαλισθεί η επίτευξη των πρωταρχικών στόχων ενεργειακής απόδοσης στην Ένωση 20% για το 2020 και του δεσμευτικού στόχου 30% για το 2030 και να προετοιμασθεί το έδαφος για περαιτέρω βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης μετά τις προαναφερόμενες χρονολογίες. Καθορίζονται κανόνες με σκοπό την άρση των φραγμών στην αγορά ενέργειας και την εξάλειψη των αδυναμιών της αγοράς που παρεμποδίζουν την απόδοση στον εφοδιασμό και τη χρήση ενέργειας, και προβλέπει τον καθορισμό ενδεικτικών εθνικών στόχων ενεργειακής απόδοσης και συνεισφορών για το 2020 και το 2030.
1. Με την παρούσα οδηγία ορίζεται κοινό πλαίσιο μέτρων για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης εντός της Ένωσης, με την εφαρμογή της αρχής «προτεραιότητα στην ενεργειακή απόδοση» σε ολόκληρη την αλυσίδα ενέργειας, όπου συμπεριλαμβάνονται η παραγωγή, η μεταφορά, η διανομή και η τελική χρήση ενέργειας, προκειμένου να διασφαλισθεί η επίτευξη των πρωταρχικών στόχων ενεργειακής απόδοσης στην Ένωση που ορίζουν 20% για το 2020 και του δεσμευτικού στόχου για τουλάχιστον 35% για το 2030 και να προετοιμασθεί το έδαφος για περαιτέρω βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης μετά το 2030, σύμφωνα με τους μακροπρόθεσμους στόχους της Ένωσης για την ενέργεια και το κλίμα για το 2050 και τη συμφωνία του Παρισιού. Καθορίζονται κανόνες με σκοπό την άρση των φραγμών στην αγορά ενέργειας και την εξάλειψη των αδυναμιών της αγοράς που παρεμποδίζουν την απόδοση στον εφοδιασμό και τη χρήση ενέργειας, και προβλέπει τον καθορισμό ενδεικτικών εθνικών στόχων ενεργειακής απόδοσης για το 2020 και εθνικών στόχων ενεργειακής απόδοσης για το 2030.
1α. Η παρούσα οδηγία συμβάλλει στην εφαρμογή της αρχής «προτεραιότητα στην ενεργειακή απόδοση» και διασφαλίζει ότι η ενεργειακή απόδοση και η ανταπόκριση της πλευράς της ζήτησης μπορούν να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις με τη δυναμικότητα παραγωγής.Κατά τη λήψη αποφάσεων σχεδιασμού ή χρηματοδότησης σε σχέση με ενεργειακά συστήματα λαμβάνεται υπόψη η ενεργειακή απόδοση.
1β. Προκειμένου να κινητοποιηθούν ιδιωτικές επενδύσεις για μέτρα ενεργειακής απόδοσης και ενεργειακή ανακαίνιση, η Επιτροπή ξεκινά διάλογο με χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα, για τη διερεύνηση δυνητικών μηχανισμών πολιτικής. Δεδομένου ότι υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες για βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στον τομέα των κτιρίων, δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στις επενδύσεις σε αυτόν τον τομέα, με πρωταρχική εστίαση σε οικιστικά κτίρια με χαμηλού εισοδήματος νοικοκυριά που κινδυνεύουν από ενεργειακή ένδεια. Επιπλέον, για να γίνουν οι επενδύσεις σε έργα ενεργειακής απόδοσης περισσότερο ενδιαφέρουσες από οικονομική άποψη και εφικτές για τους επενδυτές, η Επιτροπή μελετά εναλλακτικές λύσεις για τον τρόπο ενσωμάτωσης μικρών έργων σε μεγαλύτερα με τη μορφή δέσμης. Η Επιτροπή παρέχει καθοδήγηση στα κράτη μέλη σχετικά με τρόπους απελευθέρωσης των ιδιωτικών επενδύσεων έως την 1η Ιανουαρίου 2019.
1. Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει ενδεικτικό εθνικό στόχο ενεργειακής απόδοσης για το 2020, βασιζόμενο είτε στην πρωτογενή ή στην τελική κατανάλωση ενέργειας, είτε στην εξοικονόμηση πρωτογενούς ή τελικής ενέργειας, είτε στην ενεργειακή ένταση. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τους στόχους αυτούς στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 1 και το παράρτημα XIV μέρος 1. Στην κοινοποίηση εκφράζουν επίσης τους στόχους αυτούς ως απόλυτο επίπεδο κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας και τελικής κατανάλωσης ενέργειας το 2020 και εξηγούν με ποιον τρόπο και βάσει ποιων στοιχείων έγινε ο υπολογισμός.
1. Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει ενδεικτικό εθνικό στόχο ενεργειακής απόδοσης για το 2020, βασιζόμενο είτε στην πρωτογενή ή στην τελική κατανάλωση ενέργειας, είτε στην εξοικονόμηση πρωτογενούς ή τελικής ενέργειας, είτε στην ενεργειακή ένταση. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τους στόχους αυτούς στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 1 και το παράρτημα XIV μέρος 1. Στην κοινοποίηση εκφράζουν επίσης τους στόχους αυτούς ως απόλυτο επίπεδο κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας και τελικής κατανάλωσης ενέργειας το 2020 και εξηγούν με ποιον τρόπο και βάσει ποιων στοιχείων έγινε ο υπολογισμός.
Κατά τον καθορισμό των εν λόγω στόχων, τα κράτη μέλη συνεκτιμούν:
Κατά τον καθορισμό των εν λόγω στόχων, τα κράτη μέλη συνεκτιμούν:
α) ότι η κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2020 δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 1 483 εκατομμύρια ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας ή τα 1 086 εκατομμύρια ΤΙΠ τελικής ενέργειας·
α) ότι η κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2020 δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 1 483 εκατομμύρια ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας ή τα 1 086 εκατομμύρια ΤΙΠ τελικής ενέργειας·
β) τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία·
β) τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία·
γ) τα μέτρα που ελήφθησαν για την επίτευξη των εθνικών στόχων εξοικονόμησης ενέργειας και εγκρίθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/32/ΕΚ και
γ) τα μέτρα που ελήφθησαν για την επίτευξη των εθνικών στόχων εξοικονόμησης ενέργειας και εγκρίθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/32/ΕΚ και
δ) άλλα μέτρα για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης στα κράτη μέλη και σε επίπεδο Ένωσης.
δ) άλλα μέτρα για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης στα κράτη μέλη και σε επίπεδο Ένωσης.
Κατά τον καθορισμό των στόχων αυτών, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν επίσης υπόψη εθνικές συνθήκες που επηρεάζουν την κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας, όπως:
Κατά τον καθορισμό των στόχων αυτών, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν επίσης υπόψη εθνικές συνθήκες που επηρεάζουν την κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας, όπως:
γ) αλλαγές στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ενέργειας·
γ) αλλαγές στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ενέργειας·
δ) την ανάπτυξη όλων των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την πυρηνική ενέργεια, τη δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα· και
δ) την ανάπτυξη όλων των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την πυρηνική ενέργεια, τη δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα· και
ε) την έγκαιρη δράση.
ε) την έγκαιρη δράση.
2. Έως τις 30 Ιουνίου 2014, η Επιτροπή εκτιμά την επιτευχθείσα πρόοδο και κατά πόσον η Ένωση έχει πιθανότητες να επιτύχει κατανάλωση ενέργειας που δεν θα υπερβαίνει τα 1 483 εκατ. ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας και τα 1 086 εκατ. ΤΙΠ τελικής ενέργειας το 2020.
2. Έως τις 30 Ιουνίου 2014, η Επιτροπή εκτιμά την επιτευχθείσα πρόοδο και κατά πόσον η Ένωση έχει πιθανότητες να επιτύχει κατανάλωση ενέργειας που δεν θα υπερβαίνει τα 1 483 εκατ. ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας και/ή τα 1 086 εκατ. ΤΙΠ τελικής ενέργειας το 2020.
3. Κατά τη διενέργεια της εκτίμησης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή:
3. Κατά τη διενέργεια της εκτίμησης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή:
α) αθροίζει τους εθνικούς ενδεικτικούς στόχους ενεργειακής απόδοσης που έχουν κοινοποιήσει τα κράτη μέλη·
α) αθροίζει τους εθνικούς ενδεικτικούς στόχους ενεργειακής απόδοσης που έχουν κοινοποιήσει τα κράτη μέλη·
β) εκτιμά κατά πόσον το άθροισμα αυτών των στόχων μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστη ένδειξη για το κατά πόσον η Ένωση ως σύνολο βρίσκεται στον σωστό δρόμο λαμβάνοντας υπόψη την αξιολόγηση της πρώτης ετήσιας έκθεσης σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 1 και την αξιολόγηση των εθνικών σχεδίων δράσης για την ενεργειακή απόδοση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2·
β) εκτιμά κατά πόσον το άθροισμα αυτών των στόχων μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστη ένδειξη για το κατά πόσον η Ένωση ως σύνολο βρίσκεται στον σωστό δρόμο λαμβάνοντας υπόψη την αξιολόγηση της πρώτης ετήσιας έκθεσης σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 1 και την αξιολόγηση των εθνικών σχεδίων δράσης για την ενεργειακή απόδοση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2·
i) αξιολόγηση της προόδου όσον αφορά την ενεργειακή κατανάλωση σε απόλυτα μεγέθη αλλά και σε σχέση με την οικονομική δραστηριότητα σε επίπεδο Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της προόδου όσον αφορά την αποτελεσματικότητα του εφοδιασμού ενέργειας στα κράτη μέλη τα οποία έχουν βασίσει τους εθνικούς ενδεικτικούς στόχους τους στην τελική κατανάλωση ενέργειας ή στην εξοικονόμηση τελικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της προόδου που οφείλεται στη συμμόρφωση των κρατών μελών με το κεφάλαιο ΙΙΙ της παρούσας οδηγίας·
i) αξιολόγηση της προόδου όσον αφορά την ενεργειακή κατανάλωση σε απόλυτα μεγέθη αλλά και σε σχέση με την οικονομική δραστηριότητα σε επίπεδο Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της προόδου όσον αφορά την αποτελεσματικότητα του εφοδιασμού ενέργειας στα κράτη μέλη τα οποία έχουν βασίσει τους εθνικούς ενδεικτικούς στόχους τους στην τελική κατανάλωση ενέργειας ή στην εξοικονόμηση τελικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της προόδου που οφείλεται στη συμμόρφωση των κρατών μελών με το κεφάλαιο ΙΙΙ της παρούσας οδηγίας·
ii) τα αποτελέσματα ασκήσεων σε μοντέλα σχετικά με τις μελλοντικές τάσεις της κατανάλωσης ενέργειας σε επίπεδο Ένωσης.
ii) τα αποτελέσματα ασκήσεων σε μοντέλα σχετικά με τις μελλοντικές τάσεις της κατανάλωσης ενέργειας σε επίπεδο Ένωσης.
δ) συγκρίνει τα αποτελέσματα των στοιχείων α) έως γ) με την ποσότητα κατανάλωσης ενέργειας που θα χρειαζόταν προκειμένου να επιτευχθεί κατανάλωση ενέργειας, η οποία δεν θα υπερβαίνει τα 1 483 εκατ. ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας και τα 1 086 εκατ. ΤΙΠ τελικής ενέργειας το 2020.
δ) συγκρίνει τα αποτελέσματα των στοιχείων α) έως γ) με την ποσότητα κατανάλωσης ενέργειας που θα χρειαζόταν προκειμένου να επιτευχθεί κατανάλωση ενέργειας, η οποία δεν θα υπερβαίνει τα 1 483 εκατ. ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας και/ή τα 1 086 εκατ. ΤΙΠ τελικής ενέργειας το 2020.
4. Κάθε κράτος μέλος ενδεικτικές συνεισφορές ενεργειακής απόδοσης στον στόχο της Ένωσης για το 2030 που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 σύμφωνα με τα άρθρα [4] και [6] του κανονισμού (EΕ) XX/20XX [Διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης]. Κατά τον καθορισμό των εν λόγω συνεισφορών, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη ότι η κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2030 δεν θα υπερβαίνει τα 1 321 εκατομμύρια ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας και τα 987 εκατομμύρια ΤΙΠ τελικής ενέργειας. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις συνεισφορές αυτές στην Επιτροπή ως μέρος των οικείων ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα [3] και [7] έως [11] του κανονισμού (EΕ) XX/20XX [Διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης].
4. Κάθε κράτος μέλος ορίζει ενδεικτικούςεθνικούς στόχους ενεργειακής απόδοσης στον στόχο της Ένωσης για το 2030 που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 και σύμφωνα με τα άρθρα [4] και [6] του κανονισμού (EΕ) XX/20XX [Διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης]. Κατά τον καθορισμό των εν λόγω συνεισφορών, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη ότι η κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2030 δεν θα υπερβαίνει τα 1 321 εκατομμύρια ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας και τα 987 εκατομμύρια ΤΙΠ τελικής ενέργειας. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις συνεισφορές αυτές στην Επιτροπή ως μέρος των οικείων ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα [3] και [7] έως [11] του κανονισμού (EΕ) XX/20XX [Διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης].
Τροπολογίες 54, 105 και 107 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 3 Οδηγία 2012/27/ΕΕ Άρθρο 7
Άρθρο 7
Άρθρο 7
Υποχρέωση εξοικσονόμησης ενέργειας
Υποχρέωση εξοικονόμησης ενέργειας
1. Τα κράτη μέλη επιτυγχάνουν σωρευτικό στόχο εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση, ο οποίος ισοδυναμεί τουλάχιστον με:
1. Τα κράτη μέλη επιτυγχάνουν σωρευτικό στόχο εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση, ο οποίος ισοδυναμεί τουλάχιστον με:
α) νέα εξοικονόμηση κάθε χρόνο από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, ίση με το 1,5% των κατ’ όγκο ετήσιων πωλήσεων ενέργειας στους τελικούς πελάτες, κατά μέσο όρο σε σχέση με την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2013·
α) νέα εξοικονόμηση κάθε χρόνο από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, ίση με το 1,5% των κατ’ όγκο ετήσιων πωλήσεων ενέργειας στους τελικούς πελάτες, κατά μέσο όρο σε σχέση με την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2013·
β) νέα εξοικονόμηση κάθε έτος από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 ίση με το 1,5% των κατ’ όγκο ετήσιων πωλήσεων ενέργειας στους τελικούς πελάτες, κατά μέσο όρο σε σχέση με την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019.
β) νέα εξοικονόμηση κάθε έτος από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 ίση με τουλάχιστον το 1,5% των κατ’ όγκο ετήσιων πωλήσεων ενέργειας στους τελικούς πελάτες, κατά μέσο όρο σε σχέση με την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019.
Τα κράτη μέλη εξακολουθούν να επιτυγχάνουν νέα ετήσια εξοικονόμηση της τάξεως του 1,5% για δεκαετείς περιόδους μετά το 2030, εκτός εάν από τις επανεξετάσεις της Επιτροπής έως το 2027 και κάθε δέκα (10) έτη εφεξής συναχθεί το συμπέρασμα ότι δεν είναι απαραίτητη η επίτευξη των μακροπρόθεσμων στόχων της Ένωσης για το κλίμα και την ενέργεια το 2050.
Τα κράτη μέλη εξακολουθούν να επιτυγχάνουν νέα ετήσια εξοικονόμηση της τάξεως του 1,5% για δεκαετείς περιόδους μετά το 2030, εκτός εάν από τις επανεξετάσεις της Επιτροπής έως το 2027 και κάθε 10 έτη εφεξής συναχθεί το συμπέρασμα ότι δεν είναι απαραίτητη η επίτευξη των μακροπρόθεσμων στόχων της Ένωσης για το κλίμα και την ενέργεια το 2050.
Η εξοικονόμηση που πρέπει να επιτυγχάνεται σε κάθε περίοδο υπολογίζεται σωρευτικά στην εξοικονόμηση που έπρεπε να επιτευχθεί την(τις) προηγούμενη(ες) περίοδο(ους). Ειδικότερα, σε περίπτωση που προηγούμενα μέτρα, προγράμματα και/ή επιμέρους ενέργειες πολιτικής δεν αποφέρουν πλέον εξοικονόμηση, η απώλεια της εν λόγω εξοικονόμησης λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό της συνολικής εξοικονόμησης που πρέπει να επιτυγχάνεται στο τέλος κάθε περιόδου, και αντισταθμίζεται με νέα εξοικονόμηση.
Για τους σκοπούς του στοιχείου β) και με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 και 3, τα κράτη μέλη μπορούν να υπολογίζουν μόνο την εξοικονόμηση ενέργειας που απορρέει από τα νέα μέτρα πολιτικής που εισάγονται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020 ή μέτρα πολιτικής που εισάγονται κατά τη διάρκεια της περιόδου από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, εφόσον μπορεί να αποδειχθεί ότι τα εν λόγω μέτρα οδηγούν σε μεμονωμένες δράσεις που πραγματοποιούνται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020 και αποφέρουν εξοικονόμηση.
Οι εξοικονομήσεις που απαιτούνται για την περίοδο που αναφέρεται στο στοιχείο β), είναι σωρευτικές και επιπρόσθετες εκείνων που απαιτούνται για την περίοδο που αναφέρεται στο στοιχείο α). Για τον σκοπό αυτό, και με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 και 3, τα κράτη μέλη μπορούν να υπολογίζουν την εξοικονόμηση ενέργειας που απορρέει από τα νέα μέτρα πολιτικής, είτε αυτά εισάγονται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020 είτε νωρίτερα, εφόσον μπορεί να αποδειχθεί ότι τα εν λόγω μέτρα οδηγούν σε νέες μεμονωμένες δράσεις που πραγματοποιούνται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020 και αποφέρουν νέα εξοικονόμηση. Επίσης, τα κράτη μέλη μπορούν να προσμετρούν την εξοικονόμηση από τις μεμονωμένες δράσεις που αναλαμβάνονται κατά τη διάρκεια της περιόδου από την 1 Ιανουαρίου 2014 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, υπό τον όρο ότι θα συνεχίσουν να παρέχουν επαληθεύσιμη εξοικονόμηση ενέργειας μετά το 2020.
Οι κατ’ όγκο πωλήσεις ενέργειας που χρησιμοποιούνται στις μεταφορές μπορούν να εξαιρούνται εν όλω ή εν μέρει από τους εν λόγω υπολογισμούς.
Αποκλειστικά για τους σκοπούς του στοιχείου α), οι κατ’ όγκο πωλήσεις ενέργειας που χρησιμοποιείται στις μεταφορές μπορούν να εξαιρούνται εν όλω ή εν μέρει από τους εν λόγω υπολογισμούς. Ωστόσο, οι πωλήσεις ενέργειας που χρησιμοποιούνται στις μεταφορές περιλαμβάνονται εν όλω στους υπολογισμούς για την περίοδο μετά το 2020 που αναφέρεται στο στοιχείο β).
Τα κράτη μέλη αποφασίζουν τον τρόπο σταδιακής εισαγωγής της υπολογισθείσας ποσότητας νέας εξοικονόμησης σε κάθε περίοδο όπως αναφέρεται στα στοιχεία α) και β), εφόσον η απαιτούμενη συνολική σωρευτική εξοικονόμηση έχει επιτευχθεί έως τη λήξη κάθε περιόδου.
Τα κράτη μέλη αποφασίζουν τον τρόπο σταδιακής εισαγωγής της υπολογισθείσας ποσότητας νέας εξοικονόμησης σε κάθε περίοδο όπως αναφέρεται στα στοιχεία α) και β), εφόσον η απαιτούμενη συνολική σωρευτική εξοικονόμηση έχει επιτευχθεί έως τη λήξη κάθε περιόδου.
2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, κάθε κράτος μέλος μπορεί:
2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, κάθε κράτος μέλος μπορεί:
α) να πραγματοποιεί τον υπολογισμό που απαιτείται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) χρησιμοποιώντας τιμές 1% το 2014 και το 2015, 1,25% το 2016 και το 2017· και 1,5% το 2018, 2019 και 2020·
α) να πραγματοποιεί τον υπολογισμό που απαιτείται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) χρησιμοποιώντας τιμές 1% το 2014 και το 2015, 1,25% το 2016 και το 2017· και 1,5% το 2018, 2019 και 2020·
β) να εξαιρεί από τον υπολογισμό το σύνολο ή μέρος των πωλήσεων ενέργειας, κατ’ όγκο, που χρησιμοποιείται στις βιομηχανικές δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·
β) να εξαιρεί από τον υπολογισμό το σύνολο ή μέρος των πωλήσεων ενέργειας, κατ’ όγκο, που χρησιμοποιείται στις βιομηχανικές δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·
γ) επιτρέπει η εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται στους τομείς μετατροπής, μεταφοράς και διανομής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των αποδοτικών υποδομών τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των απαιτήσεων του άρθρου 14 παράγραφος 4, του άρθρου 14 παράγραφος 5 στοιχείο β) και του άρθρου 15 παράγραφοι 1 έως 6 και παράγραφος 9, να υπολογίζεται για την ποσότητα εξοικονόμησης ενέργειας που απαιτείται βάσει της παραγράφου 1·
γ) να επιτρέπει η εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται στους τομείς μετατροπής, μεταφοράς και διανομής ενέργειας, περιλαμβανομένων των αποδοτικών υποδομών τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των απαιτήσεων του άρθρου 14 παράγραφος 4, του άρθρου 14 παράγραφος 5 στοιχείο β) και του άρθρου 15 παράγραφοι 1 έως 6 και παράγραφος 9, να υπολογίζεται για την ποσότητα εξοικονόμησης ενέργειας που απαιτείται βάσει της παραγράφου 1 στοιχεία α) και β)· και
δ) να μετρά την εξοικονόμηση ενέργειας από μεμονωμένες πρόσφατα εφαρμοσθείσες δράσεις από την 31η Δεκεμβρίου 2008 που εξακολουθούν να έχουν αντίκτυπο το 2020 και εντεύθεν και η μέτρηση και η επαλήθευσή της είναι δυνατές για την εξοικονόμηση ενέργειας που αναφέρεται στην παράγραφο 1· και
δ) να μετρά την εξοικονόμηση ενέργειας από μεμονωμένες πρόσφατα εφαρμοσθείσες δράσεις από την 31η Δεκεμβρίου 2008 που εξακολουθούν να έχουν αντίκτυπο το 2020 και η μέτρηση και η επαλήθευσή της είναι δυνατές για την εξοικονόμηση ενέργειας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α)·
ε) να εξαιρεί από τον υπολογισμό της απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 την επαληθεύσιμη ποσότητα ενέργειας που παράγεται για ή σε κτίρια για ίδια χρήση συνεπεία μέτρων πολιτικής που προάγουν τη νέα εγκατάσταση τεχνολογιών ανανεώσιμης ενέργειας.
3. Το σύνολο των προτιμώμενων επιλογών δυνάμει της παραγράφου 2 δεν μπορεί να υπερβαίνει το 25% της ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν και υπολογίζουν χωριστά τις επιπτώσεις των προτιμώμενων επιλογών για τις περιόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β):
3. Το σύνολο των προτιμώμενων επιλογών δυνάμει της παραγράφου 2 δεν μπορεί να υπερβαίνει το 25% της ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν και υπολογίζουν χωριστά τις επιπτώσεις των προτιμώμενων επιλογών για τις περιόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β):
α) για τον υπολογισμό της απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας για την περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τα στοιχεία α), β), γ) και δ) της παραγράφου 2·
α) για τον υπολογισμό της απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας για την περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τα στοιχεία α), β), γ) και δ) της παραγράφου 2·
β) για τον υπολογισμό της απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας για την περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τα στοιχεία β), γ), δ) και ε) της παραγράφου 2, με την προϋπόθεση ότι οι μεμονωμένες δράσεις κατά την έννοια του στοιχείου δ) εξακολουθούν να έχουν επαληθεύσιμες και μετρήσιμες επιπτώσεις μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020.
β) για τον υπολογισμό της απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας για την περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τα στοιχεία β), γ), δ) και ε) της παραγράφου 2, με την προϋπόθεση ότι οι μεμονωμένες δράσεις κατά την έννοια του στοιχείου δ) εξακολουθούν να έχουν επαληθεύσιμες και μετρήσιμες επιπτώσεις μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020.
4. Η εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020 δεν επιτρέπεται να συνυπολογιστεί για την απαιτούμενη σωρευτική εξοικονόμηση για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020.
4. Η εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020 δεν επιτρέπεται να συνυπολογιστεί για την απαιτούμενη σωρευτική εξοικονόμηση για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020.
5. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η εξοικονόμηση που απορρέει από μέτρα πολιτικής σύμφωνα με τα άρθρα 7α και 7β και το άρθρο 20 παράγραφος 6 να υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα V.
5. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η εξοικονόμηση που απορρέει από μέτρα πολιτικής σύμφωνα με τα άρθρα 7α και 7β και το άρθρο 20 παράγραφος 6 να υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα V.
6. Τα κράτη μέλη επιτυγχάνουν την απαιτούμενη εξοικονόμηση δυνάμει της παραγράφου 1 είτε με την καθιέρωση καθεστώτος επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 7α, είτε με τη λήψη εναλλακτικών μέτρων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7β. Τα κράτη μέλη δύνανται να συνδυάζουν το καθεστώς επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης με εναλλακτικά μέτρα πολιτικής.
6. Τα κράτη μέλη επιτυγχάνουν την απαιτούμενη εξοικονόμηση δυνάμει της παραγράφου 1 είτε με την καθιέρωση καθεστώτος επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 7α, είτε με τη λήψη εναλλακτικών μέτρων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7β. Τα κράτη μέλη δύνανται να συνδυάζουν το καθεστώς επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης με εναλλακτικά μέτρα πολιτικής.
7. Τα κράτη μέλη αποδεικνύουν ότι, όταν υπάρχει αλληλεπικάλυψη του αντικτύπου των μέτρων πολιτικής ή των επιμέρους δράσεων, δεν μετράται διπλά η εξοικονόμηση ενέργειας.
7. Τα κράτη μέλη αποδεικνύουν ότι, όταν υπάρχει αλληλεπικάλυψη του αντικτύπου των μέτρων πολιτικής ή των επιμέρους δράσεων, δεν μετράται διπλά η εξοικονόμηση ενέργειας.
1. Εφόσον τα κράτη μέλη αποφασίσουν να τηρήσουν την υποχρέωση επίτευξης της απαιτούμενης εξοικονόμησης δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 με την καθιέρωση καθεστώτος υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης, μεριμνούν ώστε τα υπόχρεα μέρη που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και δραστηριοποιούνται στην επικράτεια του εκάστοτε κράτους μέλους επιτυγχάνουν, με την επιφύλαξη του άρθρου 7 παράγραφος 2, την απαίτηση σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση που καθορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1.
1. Εφόσον τα κράτη μέλη αποφασίσουν να τηρήσουν την υποχρέωση επίτευξης της απαιτούμενης εξοικονόμησης δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 με την καθιέρωση καθεστώτος υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης, μεριμνούν ώστε τα υπόχρεα μέρη που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και δραστηριοποιούνται στην επικράτεια του εκάστοτε κράτους μέλους επιτυγχάνουν, με την επιφύλαξη του άρθρου 7 παράγραφος 2, την απαίτηση σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση που καθορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1, ή με την καταβολή ετήσιων εισφορών στο εθνικό ταμείο ενεργειακής απόδοσης, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 6.
2. Τα κράτη μέλη ορίζουν, με βάση αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια, υπόχρεα μέρη μεταξύ των διανομέων ενέργειας ή/και των εταιρειών λιανικής πώλησης ενέργειας που δραστηριοποιούνται στην επικράτειά του, στα οποία είναι δυνατό να περιλαμβάνονται οι διανομείς καυσίμων κίνησης ή οι εταιρείες λιανικής πώλησης καυσίμων κίνησης που δραστηριοποιούνται στην επικράτειά του. Η απαραίτητη εξοικονόμηση ενέργειας για την εκπλήρωση της υποχρέωσης επιτυγχάνεται από τα υπόχρεα μέρη μεταξύ των τελικών πελατών οι οποίοι ορίζονται από το κράτος μέλος, ανεξάρτητα από τον υπολογισμό βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1, ή, εάν τα κράτη μέλη λάβουν σχετική απόφαση, με πιστοποιημένη εξοικονόμηση που απορρέει από άλλα μέρη όπως αναφέρονται στην παράγραφο 5 στοιχείο β).
2. Τα κράτη μέλη ορίζουν, με βάση αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια, υπόχρεα μέρη μεταξύ των διανομέων ενέργειας, των εταιρειών λιανικής πώλησης καυσίμων κίνησης και των διανομέων καυσίμων κίνησης που δραστηριοποιούνται στην επικράτειά τους. Η απαραίτητη εξοικονόμηση ενέργειας για την εκπλήρωση της υποχρέωσης επιτυγχάνεται από τα υπόχρεα μέρη μεταξύ των τελικών πελατών οι οποίοι ορίζονται από το κράτος μέλος, ανεξάρτητα από τον υπολογισμό βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1, ή, εάν τα κράτη μέλη λάβουν σχετική απόφαση, με πιστοποιημένη εξοικονόμηση που απορρέει από άλλα μέρη όπως αναφέρονται στην παράγραφο 5 στοιχείο β).
2α. Όταν εταιρείες λιανικής πώλησης ενέργειας ορίζονται ως υπόχρεα μέρη σύμφωνα με την παράγραφο 2, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όσον αφορά την εκπλήρωση της υποχρέωσής τους, οι εταιρείες λιανικής πώλησης ενέργειας δεν δημιουργούν εμπόδια στους καταναλωτές σε σχέση με την αλλαγή προμηθευτή.
β) επιτρέπουν στα υπόχρεα μέρη να προσμετρούν, στο πλαίσιο της υποχρέωσής τους, την πιστοποιημένη εξοικονόμηση ενέργειας που επέτυχαν οι πάροχοι ενεργειακών υπηρεσιών ή άλλα τρίτα μέρη, ακόμη και όταν τα υπόχρεα μέρη προωθούν μέτρα μέσω άλλων εγκεκριμένων από το κράτος φορέων ή μέσω δημόσιων αρχών, ανεξαρτήτως εάν σε αυτές συμμετέχουν επίσημες συμπράξεις ή όχι και σε συνδυασμό ενδεχομένως με άλλες πηγές χρηματοδότησης. Όταν τα κράτη μέλη το επιτρέπουν, μεριμνούν για εφαρμογή διαδικασίας έγκρισης σαφούς, διαφανούς και ανοικτής σε όλους τους παράγοντες της αγοράς, η οποία αποσκοπεί στην ελαχιστοποίηση του κόστους πιστοποίησης·
β) επιτρέπουν στα υπόχρεα μέρη να προσμετρούν, στο πλαίσιο της υποχρέωσής τους, την πιστοποιημένη εξοικονόμηση ενέργειας που επέτυχαν οι πάροχοι ενεργειακών υπηρεσιών ή άλλα τρίτα μέρη, ακόμη και όταν τα υπόχρεα μέρη προωθούν μέτρα μέσω άλλων εγκεκριμένων από το κράτος φορέων ή μέσω δημόσιων αρχών, ανεξαρτήτως εάν σε αυτές συμμετέχουν επίσημες συμπράξεις ή όχι και σε συνδυασμό ενδεχομένως με άλλες πηγές χρηματοδότησης. Όταν τα κράτη μέλη το επιτρέπουν, μεριμνούν για εφαρμογή διαπιστευμένης διαδικασίας έγκρισης σαφούς, διαφανούς, συμμετοχικής και ανοικτής σε όλους τους παράγοντες της αγοράς, η οποία αποσκοπεί στην ελαχιστοποίηση του κόστους πιστοποίησης·
γα) στην εξοικονόμηση ενέργειας που απαιτείται σύμφωνα με την παράγραφο 1, επιτρέπουν την προσμέτρηση συμπληρωματικής εξοικονόμησης που επιτυγχάνεται μέσω της χρήσης πιο βιώσιμων τεχνολογιών στα συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης σε αστικά περιβάλλοντα (με αποτέλεσμα επίσης τη μείωση των ρύπων και των σωματιδίων)·
γβ) προάγουν τη θέσπιση μέτρων με σκοπό την αξιοποίηση των δυνατοτήτων θέρμανσης και ψύξης για εξοικονόμηση ενέργειας, παρέχοντας ενδεχομένως πρόσθετη ανταμοιβή για παρεμβάσεις που οδηγούν σε μετριασμό της ρύπανσης·
γγ) θεσπίζουν μηχανισμούς που πιστοποιούν την εξοικονόμηση ενέργειας η οποία διαπιστώνεται από ενεργειακούς ελέγχους ή ισοδύναμα συστήματα διαχείρισης ενέργειας που αναφέρονται στο άρθρο 8 για την προσμέτρηση της συγκεκριμένης εξοικονόμησης στην απαιτούμενη εξοικονόμηση ενέργειας δυνάμει της παραγράφου 1·
γδ) δύνανται να επιτρέπουν στα υπόχρεα μέρη να προσμετρούν, στο πλαίσιο της εκπλήρωσης της υποχρέωσής τους, την εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται κατά την τελική χρήση σε αποδοτικές υποδομές θέρμανσης και ψύξης·
γστ) αξιολογούν και λαμβάνουν μέτρα για την ελαχιστοποίηση του αντικτύπου των άμεσων και έμμεσων δαπανών αυτών των καθεστώτων στην ανταγωνιστικότητα των κλάδων έντασης ενέργειας που εκτίθενται στον διεθνή ανταγωνισμό.
6α. Στο πλαίσιο των ολοκληρωμένων εθνικών σχεδίων τους για την ενέργεια και το κλίμα, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα πολιτικής που πρόκειται να λάβουν δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 2 στοιχείο γ). Ο αντίκτυπος αυτών των μέτρων υπολογίζεται και περιλαμβάνεται στα εν λόγω σχέδια. Η μέθοδος υπολογισμού που χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη βασίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια που δεν εισάγουν διακρίσεις, τα οποία καταρτίζονται σε διαβούλευση με την Επιτροπή έως την 1η Ιανουαρίου 2019.
1. Εφόσον τα κράτη μέλη αποφασίσουν να τηρήσουν την υποχρέωση επίτευξης της απαιτούμενης εξοικονόμησης δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 με τη λήψη εναλλακτικών μέτρων πολιτικής, μεριμνούν ώστε η απαιτούμενη εξοικονόμηση ενέργειας δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 να επιτυγχάνεται στους τελικούς πελάτες.
1. Εφόσον τα κράτη μέλη αποφασίσουν να τηρήσουν την υποχρέωση επίτευξης της απαιτούμενης εξοικονόμησης δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 με τη λήψη εναλλακτικών μέτρων πολιτικής, μεριμνούν ώστε η απαιτούμενη εξοικονόμηση ενέργειας δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 να επιτυγχάνεται πλήρως στους τελικούς πελάτες.
1α. Επιπλέον, όλες οι ενέργειες για την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης, μεταξύ άλλων με τη χρήση χρήσης καυσίμων υψηλότερης απόδοσης στις μεταφορές, είναι επιλέξιμες σε σχέση με την απαίτηση σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση, που ορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1.
2. Κατά τον σχεδιασμό εναλλακτικών μέτρων πολιτικής με στόχο την εξοικονόμησης ενέργειας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις σε νοικοκυριά που πλήττονται από ενεργειακή ένδεια.
2. Κατά τον σχεδιασμό εναλλακτικών μέτρων πολιτικής με στόχο την εξοικονόμησης ενέργειας μέσω ενεργειακής απόδοσης, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις σε νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που πλήττονται από ενεργειακή ένδεια, και εξασφαλίζουν ότι ένα σημαντικό μέρος των μέτρων αυτών εφαρμόζονται κατά προτεραιότητα στα νοικοκυριά αυτά και σε εργατικές κατοικίες.
Τα κράτη μέλη υπολογίζουν την εξοικονόμηση που επιτυγχάνεται στα νοικοκυριά αυτά σε σύγκριση με τη συνολική εξοικονόμηση που επιτυγχάνεται σε όλα τα νοικοκυριά σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
Η εν λόγω εξοικονόμηση δημοσιεύεται και περιλαμβάνεται στις ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) XX/20XX [Διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης].
Η Επιτροπή, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, διασφαλίζει ότι η παροχή υπηρεσιών στην αγορά ενεργειακής απόδοσης πρέπει να πραγματοποιείται σε πλαίσιο ανταγωνισμού και διαφάνειας, ικανό να εξασφαλίσει στον τελικό καταναλωτή, μέσω χαμηλότερου κόστους και καλύτερης ποιότητας υπηρεσιών, τα οφέλη που συνδέονται με τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την χωρίς διακρίσεις πρόσβαση των επιχειρήσεων, ιδίως των ΜΜΕ, στην αγορά υπηρεσιών ενεργειακής απόδοσης, διευκολύνοντας τη συμμετοχή τους σε ισότιμη βάση με τους κάθετα ολοκληρωμένους φορείς και εξαλείφοντας τις θέσεις συγκριτικού πλεονεκτήματος που ευνοούν φορείς οι οποίοι δραστηριοποιούνται τόσο στη διανομή όσο και στην πώληση ενέργειας. Τα κράτη μέλη εκδίδουν εν προκειμένω όλες τις αναγκαίες πράξεις προκειμένου οι ολοκληρωμένοι φορείς να παρέχουν σε τρίτους τις ίδιες προϋποθέσεις και τα ίδια μέσα που χρησιμοποιούν για την παροχή υπηρεσιών ενεργειακής απόδοσης.»
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, εφόσον είναι τεχνικώς εφικτό, οικονομικώς εύλογο και ανάλογο προς τη δυνητική εξοικονόμηση ενέργειας, παρέχονται σε ανταγωνιστική τιμή στους τελικούς καταναλωτές φυσικού αερίου ατομικοί μετρητές που να αντικατοπτρίζουν επακριβώς την πραγματική ενεργειακή κατανάλωση του τελικού καταναλωτή και να παρέχουν πληροφορίες όσον αφορά τον πραγματικό χρόνο χρήσης·
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, εφόσον είναι τεχνικώς εφικτό, οικονομικώς εύλογο και ανάλογο προς τη δυνητική εξοικονόμηση ενέργειας, παρέχονται σε ανταγωνιστική τιμή στους τελικούς καταναλωτές φυσικού αερίου, όσον αφορά την επιλεγμένη τεχνολογία και τις λειτουργικές δυνατότητες, ατομικοί μετρητές και αυτοματισμοί θέρμανσης που να αντικατοπτρίζουν επακριβώς την πραγματική ενεργειακή κατανάλωση του τελικού καταναλωτή και να παρέχουν πληροφορίες όσον αφορά τον πραγματικό χρόνο χρήσης και άλλες λειτουργίες, σύμφωνα με τις διατάξεις για τη μέτρηση της ηλεκτρικής ενέργειας που περιλαμβάνονται στα άρθρα 19 έως 22 της οδηγίας (ΕΕ) .../... [σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (αναδιατύπωση)].
Το έξυπνο σύστημα μέτρησης παρέχει στους τελικούς καταναλωτές πρόσβαση στα δεδομένα κατανάλωσης ενέργειας και στις χρονοσειρές τους με βάση τις περιόδους εκκαθάρισης που ισχύουν στην αγορά.
δ) η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«3. Όσον αφορά τη μορφή των δεδομένων και τις λειτουργίες, οι διατάξεις ευθυγραμμίζονται με τα άρθρα 18 έως 21 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου1α, στον βαθμό που είναι σκόπιμο. Η διαχείριση των δεδομένων των καταναλωτών γίνεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου1β.Δεν επιτρέπεται η χρέωση των τελικών πελατών για την πρόσβαση στα δεδομένα τους σε μορφή που τους εξυπηρετεί.
––––––––––––––––––
1α Οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009 , σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 55).
1β Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).»
Μέτρηση, τοπική μέτρηση και επιμερισμός του κόστους για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης
Μέτρηση, τοπική μέτρηση και επιμερισμός του κόστους για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρέχονται σε ανταγωνιστική τιμή στους τελικούς καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου, τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης και ζεστού νερού για οικιακή κατανάλωση, μετρητές που αναγράφουν επακριβώς την πραγματική ενεργειακή κατανάλωση του τελικού πελάτη.
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρέχονται σε ανταγωνιστική τιμή στους τελικούς καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου, τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης και ζεστού νερού για οικιακή κατανάλωση, μετρητές που αναγράφουν επακριβώς την πραγματική ενεργειακή κατανάλωση του τελικού πελάτη.
Εφόσον η θέρμανση και η ψύξη ή το ζεστό νερό ενός κτιρίου παρέχονται από δίκτυο τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης ή από κεντρική πηγή που εξυπηρετεί πολλά κτίρια, εγκαθίσταται πάντοτε συσκευή μέτρησης της κατανάλωσης θερμότητας ή ζεστού νερού στον εναλλάκτη θερμότητας ή στο σημείο διανομής.
Εφόσον η θέρμανση, η ψύξη ή το ζεστό νερό ενός κτιρίου παρέχονται από δίκτυο τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης ή από κεντρική πηγή που εξυπηρετεί πολλά κτίρια, εγκαθίσταται συσκευή μέτρησης στον εναλλάκτη θερμότητας ή στο σημείο διανομής.
2. Σε πολυκατοικίες και σε κτίρια πολλαπλών χρήσεων όπου η θέρμανση ή η ψύξη παρέχεται από κεντρική πηγή ή δίκτυο τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης, εγκαθίστανται επίσης ατομικοί μετρητές για τη μέτρηση της κατανάλωσης για θέρμανση ή ψύξη ή για ζεστό νερό σε κάθε κτιριακή μονάδα.
2. Σε πολυκατοικίες και σε κτίρια πολλαπλών χρήσεων όπου η θέρμανση ή η ψύξη παρέχεται από κεντρική πηγή ή δίκτυο τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης, εγκαθίστανται επίσης ατομικοί μετρητές για τη μέτρηση της κατανάλωσης για θέρμανση ή ψύξη ή για ζεστό νερό σε κάθε κτιριακή μονάδα, όπου αυτό είναι τεχνικά εφικτό και οικονομικά αποδοτικό καθότι ανάλογο προς τη δυνητική εξοικονόμηση ενέργειας.
Εφόσον η χρήση ατομικών μετρητών δεν είναι τεχνικά εφικτή ή οικονομικώς αποδοτική για τη μέτρηση της θέρμανσης ή της ψύξης σε κάθε κτιριακή μονάδα, χρησιμοποιούνται ατομικοί κατανεμητές κόστους της θέρμανσης για τη μέτρηση της κατανάλωσης θέρμανσης σε κάθε θερμαντικό σώμα, εκτός εάν το συγκεκριμένο κράτος μέλος αποδείξει ότι η εγκατάσταση των εν λόγω κατανεμητών κόστους θέρμανσης δεν είναι οικονομικώς αποδοτική. Στις περιπτώσεις αυτές, είναι δυνατόν να εξετάζονται εναλλακτικές και οικονομικώς αποδοτικές μέθοδοι μέτρησης της κατανάλωσης θέρμανσης. Οι όροι αδυναμίας τεχνικής εφαρμογής και οικονομικής αποδοτικότητας καθορίζονται σαφώς και δημοσιεύονται από τα κράτη μέλη.
Εφόσον η χρήση ατομικών μετρητών δεν είναι τεχνικά εφικτή ή οικονομικώς αποδοτική για τη μέτρηση της θέρμανσης ή της ψύξης σε κάθε κτιριακή μονάδα, χρησιμοποιούνται ατομικοί κατανεμητές κόστους της θέρμανσης για τη μέτρηση της κατανάλωσης θέρμανσης σε κάθε θερμαντικό σώμα, εκτός εάν το συγκεκριμένο κράτος μέλος αποδείξει ότι η εγκατάσταση των εν λόγω κατανεμητών κόστους θέρμανσης δεν είναι οικονομικώς αποδοτική. Στις περιπτώσεις αυτές, είναι δυνατόν να εξετάζονται εναλλακτικές και οικονομικώς αποδοτικές μέθοδοι μέτρησης της κατανάλωσης θέρμανσης. Μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή, τα γενικά κριτήρια, οι μεθοδολογίες και/ή οι διαδικασίες για τη διαπίστωση της αδυναμίας τεχνικής εφαρμογής και οικονομικής αποδοτικότητας καθορίζονται σαφώς και δημοσιεύονται από τα κράτη μέλη.
Στα νέα κτίρια του τύπου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο ή όταν σε ένα τέτοιο κτίριο πραγματοποιείται ανακαίνιση μεγάλης κλίμακας, όπως ορίζεται στην οδηγία 2010/31/ΕΕ, προβλέπονται πάντοτε ατομικοί μετρητές.
Σε νέες πολυκατοικίες και στο κατοικήσιμο τμήμα νέων κτιρίων πολλαπλών χρήσεων, εφόσον αυτά έχουν κεντρική πηγή θέρμανσης για ζεστό νερό ή τροφοδοτούνται από συστήματα τηλεθέρμανσης, τοποθετούνται ατομικοί μετρητές για το ζεστό νερό, ανεξάρτητα από τα προβλεπόμενα στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο.
3. Στις πολυκατοικίες ή τα κτίρια πολλαπλών χρήσεων που διαθέτουν τηλεθέρμανση ή τηλεψύξη, ή εφόσον σε τέτοια κτίρια είναι διαδεδομένα τα κοινόχρηστα συστήματα ψύξης ή θέρμανσης, τα κράτη μέλη καθορίζουν διαφανείς κανόνες για την κατανομή του κόστους της κατανάλωσης θέρμανσης, ψύξης ή ζεστού νερού στα κτίρια αυτά, ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια και η ακρίβεια του καταμερισμού της ατομικής κατανάλωσης, συμπεριλαμβανομένων των ακολούθων:
3. Στις πολυκατοικίες ή τα κτίρια πολλαπλών χρήσεων που διαθέτουν τηλεθέρμανση ή τηλεψύξη, ή εφόσον σε τέτοια κτίρια είναι διαδεδομένα τα κοινόχρηστα συστήματα ψύξης ή θέρμανσης, τα κράτη μέλη καθορίζουν διαφανείς κανόνες για την κατανομή του κόστους της κατανάλωσης θέρμανσης, ψύξης ή ζεστού νερού στα κτίρια αυτά, ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια και η ακρίβεια του καταμερισμού της ατομικής κατανάλωσης, συμπεριλαμβανομένων των ακολούθων:
α) του ζεστού νερού οικιακής χρήσης·
α) του ζεστού νερού οικιακής χρήσης·
β) της θέρμανσης από την εγκατάσταση του κτιρίου και για τη θέρμανση των κοινόχρηστων χώρων (εφόσον τα κλιμακοστάσια και οι διάδρομοι είναι εξοπλισμένοι με θερμαντικά σώματα)·
β) της θέρμανσης από την εγκατάσταση του κτιρίου και για τη θέρμανση των κοινόχρηστων χώρων (εφόσον τα κλιμακοστάσια και οι διάδρομοι είναι εξοπλισμένοι με θερμαντικά σώματα)·
γ) της θέρμανσης ή της ψύξης διαμερισμάτων.
γ) της θέρμανσης ή της ψύξης διαμερισμάτων.
4. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, από την 1η Ιανουαρίου 2020, οι εγκατεστημένοι μετρητές και οι κατανεμητές κόστους παρέχουν τη δυνατότητα ανάγνωσης εξ αποστάσεως.
4. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, από την 1η Ιανουαρίου 2020, οι νεοεγκατεστημένοι μετρητές και κατανεμητές κόστους θέρμανσης παρέχουν τη δυνατότητα ανάγνωσης εξ αποστάσεως. Οι προϋποθέσεις τεχνικής σκοπιμότητας και οικονομικής αποδοτικότητας που καθορίζονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 εξακολουθούν να ισχύουν.
Μετρητές και κατανεμητές κόστους που έχουν ήδη εγκατασταθεί αλλά δεν παρέχουν τη δυνατότητα ανάγνωσης εξ αποστάσεως εξοπλίζονται έως την 1η Ιανουαρίου 2027 με την εν λόγω δυνατότητα ή αντικαθίστανται με συσκευές που παρέχουν τη δυνατότητα εξ αποστάσεως ανάγνωσης, εκτός εάν το οικείο κράτος μέλος αποδείξει ότι αυτό δεν είναι οικονομικά αποδοτικό.
Μετρητές και κατανεμητές κόστους θέρμανσης που έχουν ήδη εγκατασταθεί αλλά δεν παρέχουν τη δυνατότητα ανάγνωσης εξ αποστάσεως εξοπλίζονται έως την 1η Ιανουαρίου 2027 με την εν λόγω δυνατότητα ή αντικαθίστανται με συσκευές που παρέχουν τη δυνατότητα εξ αποστάσεως ανάγνωσης, εκτός εάν το οικείο κράτος μέλος αποδείξει ότι αυτό δεν είναι οικονομικά αποδοτικό.
1. Στις περιπτώσεις που οι τελικοί καταναλωτές δεν διαθέτουν τους έξυπνους μετρητές που αναφέρονται στην οδηγία 2009/73/ΕΚ, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν, το αργότερο έως την 31η Δεκεμβρίου 2014, ότι οι πληροφορίες τιμολόγησης είναι ακριβείς και βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση φυσικού αερίου, σύμφωνα με το παράρτημα VΙΙ σημείο 1.1, εφόσον αυτό είναι τεχνικά δυνατό και οικονομικά αιτιολογημένο.
1. Στις περιπτώσεις που οι τελικοί καταναλωτές δεν διαθέτουν τους έξυπνους μετρητές που αναφέρονται στην οδηγία 2009/73/ΕΚ, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν, το αργότερο έως την 31η Δεκεμβρίου 2014, ότι οι πληροφορίες τιμολόγησης είναι αξιόπιστες, ακριβείς και βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση φυσικού αερίου, σύμφωνα με το παράρτημα VΙΙ σημείο 1.1, εφόσον αυτό είναι τεχνικά δυνατό και οικονομικά αιτιολογημένο.
«Οι μετρητές που εγκαθίστανται σύμφωνα με την οδηγία 2009/73/ΕΚ θα παρέχουν τη δυνατότητα ακριβούς τιμολόγησης, με βάση την πραγματική κατανάλωση. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικοί καταναλωτές έχουν τη δυνατότητα εύκολης πρόσβασης σε συμπληρωματικές πληροφορίες που τους επιτρέπουν να ελέγχουν οι ίδιοι λεπτομερώς το ιστορικό της κατανάλωσής τους.
Οι μετρητές που εγκαθίστανται σύμφωνα με την οδηγία 2009/73/ΕΚ θα παρέχουν ακριβή τιμολόγηση με βάση την πραγματική κατανάλωση. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικοί καταναλωτές έχουν τη δυνατότητα εύκολης πρόσβασης σε συμπληρωματικές πληροφορίες που τους επιτρέπουν να ελέγχουν οι ίδιοι λεπτομερώς το ιστορικό της κατανάλωσής τους.
Τιμολόγηση και πληροφορίες κατανάλωσης για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης
Τιμολόγηση και πληροφορίες κατανάλωσης για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης
1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πληροφορίες τιμολόγησης και κατανάλωσης να είναι ακριβείς και να βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση, σύμφωνα με τα σημεία 1 και 2 του παραρτήματος VIIα, για όλους τους τελικούς χρήστες στους οποίους έχει γίνει εγκατάσταση μετρητών και κατανεμητών κόστους.
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όπου έχουν εγκατασταθεί μετρητές και κατανεμητές κόστους, οι πληροφορίες τιμολόγησης και κατανάλωσης είναι αξιόπιστες, ακριβείς και βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση ή σε αναγνώσεις κατανεμητή κόστους θέρμανσης, σύμφωνα με τα σημεία 1 και 2 του παραρτήματος VIIα, για όλους τους τελικούς χρήστες, δηλαδή για τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αγοράζουν θέρμανση, ψύξη ή ζεστό νερό για δική τους τελική χρήση ή για φυσικά ή νομικά πρόσωπα που κατοικούν σε μονοκατοικία ή σε διαμέρισμα πολυκατοικίας ή κτιρίου πολλαπλών χρήσεων που τροφοδοτείται με θέρμανση, ψύξη ή ζεστό νερό από κεντρική πηγή που δεν έχει άμεση ή ατομική σύμβαση με τον προμηθευτή ενέργειας.
Η υποχρέωση αυτή μπορεί, με εξαίρεση την περίπτωση της τοπικής μέτρησης κατανάλωσης δυνάμει του άρθρου 9α παράγραφος 2, να τηρείται με σύστημα τακτικής ανάγνωσης της κατανάλωσης στον μετρητή από τους τελικούς πελάτες, την οποία κοινοποιούν στον προμηθευτή ενέργειας. Μόνο στις περιπτώσεις που ο τελικός πελάτης δεν έχει γνωστοποιήσει τα αποτελέσματα αυτής της μέτρησης για δεδομένη περίοδο τιμολόγησης, η τιμολόγηση θα βασίζεται σε κατ’ εκτίμηση ή σε κατ’ αποκοπήν χρέωση.
Η υποχρέωση αυτή μπορεί, σε περίπτωση που προβλέπεται από κράτος μέλος και με εξαίρεση την περίπτωση της τοπικής μέτρησης κατανάλωσης βάσει ατομικών κατανεμητών κόστους θερμότητας δυνάμει του άρθρου 9α παράγραφος 2, να τηρείται με σύστημα τακτικής ανάγνωσης της κατανάλωσης στον μετρητή από τους τελικούς πελάτες ή τελικούς χρήστες, την οποία κοινοποιούν. Μόνο στις περιπτώσεις που ο τελικός πελάτης ή ο τελικός χρήστης δεν έχει γνωστοποιήσει τα αποτελέσματα αυτής της μέτρησης για δεδομένη περίοδο τιμολόγησης, η τιμολόγηση θα βασίζεται σε κατ’ εκτίμηση ή σε κατ’ αποκοπήν χρέωση.
2. Τα κράτη μέλη:
2. Τα κράτη μέλη:
α) απαιτούν, αν οι πληροφορίες που αφορούν την ενεργειακή τιμολόγηση και το ιστορικό της κατανάλωσης των τελικών χρηστών είναι διαθέσιμα, να διατίθενται σε πάροχο ενεργειακών υπηρεσιών τον οποίο έχει ορίσει τελικός χρήστης·
α) απαιτούν, αν οι πληροφορίες που αφορούν την ενεργειακή τιμολόγηση και το ιστορικό της κατανάλωσης ή τις ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης των τελικών χρηστών είναι διαθέσιμα, να διατίθενται, κατόπιν αιτήματος του τελικού χρήστη, σε πάροχο ενεργειακών υπηρεσιών τον οποίο έχει ορίσει ο τελικός χρήστης·
β) διασφαλίζουν ότι στους τελικούς πελάτες προσφέρεται η επιλογή παροχής των πληροφοριών τιμολόγησης και των λογαριασμών με ηλεκτρονικό τρόπο και ότι, εάν οι πελάτες το ζητήσουν, λαμβάνουν σαφείς και κατανοητές εξηγήσεις για τον τρόπο με τον οποίο καταρτίσθηκε ο λογαριασμός τους, ιδίως εφόσον οι λογαριασμοί δεν βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση·
β) διασφαλίζουν ότι στους τελικούς πελάτες προσφέρεται η επιλογή παροχής των πληροφοριών τιμολόγησης και των λογαριασμών με ηλεκτρονικό τρόπο.
γ) διασφαλίζουν ότι στους λογαριασμούς παρέχονται σε όλους τους τελικούς χρήστες κατάλληλες πληροφορίες βάσει της πραγματικής κατανάλωσης σύμφωνα με το σημείο 3 του παραρτήματος VII·
γ) διασφαλίζουν ότι στους λογαριασμούς παρέχονται σε όλους τους τελικούς χρήστες σαφείς και κατανοητές πληροφορίες βάσει της πραγματικής κατανάλωσης σύμφωνα με το σημείο 3 του παραρτήματος VIIα·
δ) μπορούν να προβλέπουν ότι, κατόπιν αιτήματος του τελικού πελάτη, η παροχή πληροφοριών τιμολόγησης δεν θεωρείται αίτημα προς πληρωμή. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι παρέχονται ευέλικτες ρυθμίσεις για τις πληρωμές.
δ) μπορούν να προβλέπουν ότι, κατόπιν αιτήματος του τελικού πελάτη, η παροχή πληροφοριών τιμολόγησης δεν θεωρείται αίτημα προς πληρωμή. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι παρέχονται ευέλικτες ρυθμίσεις για τις πληρωμές.
δα) προωθούν την κυβερνοασφάλεια και διασφαλίζουν την προστασία της ιδιωτικότητας και των δεδομένων των τελικών χρηστών σύμφωνα με το συναφές δίκαιο της Ένωσης.
2α. Τα κράτη μέλη αποφασίζουν ποιος είναι υπεύθυνος να παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 σε όσους τελικούς χρήστες δεν έχουν άμεση ή ατομική σύμβαση με προμηθευτή ενέργειας.
-α) στην παράγραφο 4 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Κατόπιν διαβούλευσης με τους σχετικούς ενδιαφερόμενους φορείς, η Επιτροπή καθορίζει κοινή μεθοδολογία προκειμένου να ενθαρρύνει τους διαχειριστές δικτύων να περιορίσουν τις απώλειες, να εφαρμόσουν ένα αποδοτικό από άποψη κόστους και ενέργειας πρόγραμμα επενδύσεων σε υποδομή, και να λαμβάνουν κατάλληλα υπόψη την ενεργειακή απόδοση και την ευελιξία του δικτύου. Η Επιτροπή εκδίδει έως … [12 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας] κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 23, όσον αφορά τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με τον προσδιορισμό της εν λόγω μεθοδολογίας.»
Τροπολογία 79 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 11 – στοιχείο α – σημείο ii Οδηγία 2012/27/ΕΕ Άρθρο 15 – παράγραφος 5 – εδάφιο 3
Οι φορείς εκμετάλλευσης του συστήματος μεταφοράς και οι φορείς εκμετάλλευσης του συστήματος διανομής συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του παραρτήματος ΧΙΙ.
Οι φορείς εκμετάλλευσης του συστήματος μεταφοράς και οι φορείς εκμετάλλευσης του συστήματος διανομής λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη εξασφάλισης συνέχειας στην παροχή θέρμανσης κατά τη σύνδεση, τη διασφάλιση πρόσβασης στο δίκτυο και τον καταμερισμό της συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης, και συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του παραρτήματος ΧΙΙ.
Χρηματοδότηση της ενεργειακής απόδοσης από ευρωπαϊκές τράπεζες
Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕΤΑΑ) προσαρμόζουν τους στόχους πολιτικής τους προκειμένου να αναγνωρίζονται, η ενεργειακή απόδοση ως πηγή ενέργειας καθεαυτή και οι επενδύσεις σε ενεργειακή απόδοση ως μέρος του χαρτοφυλακίου επενδύσεών τους σε υποδομή.
Η ΕΤΕπ και η ΕΤΑΑ, από κοινού με εθνικές αναπτυξιακές τράπεζες, σχεδιάζουν, παράγουν και χρηματοδοτούν προγράμματα και έργα προσαρμοσμένα στον τομέα της απόδοσης, συμπεριλαμβανομένων προγραμμάτων και έργων για νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν ενεργειακή ένδεια.
Τα κράτη μέλη αξιοποιούν πλήρως τις δυνατότητες και τα εργαλεία που προτείνει η πρωτοβουλία Έξυπνη χρηματοδότηση για έξυπνα κτίρια.»
(12α) Στο άρθρο 23 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:
«3α. Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.»
(12β) Στο άρθρο 24 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:
«4α.Στο πλαίσιο της έκθεσης για την Κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης, η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση σχετικά με τη λειτουργία της αγοράς άνθρακα, σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφοι 1 και 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) XX/20XX [σχετικά με τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης], λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.»
12. Η Επιτροπή αξιολογεί την παρούσα οδηγία το αργότερο μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 2024 και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται, ενδεχομένως, από προτάσεις για περαιτέρω μέτρα·
12. Η Επιτροπή αξιολογεί την παρούσα οδηγία το αργότερο μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 2024 και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, στην οποία αξιολογούνται η γενική αποτελεσματικότητα της οδηγίας και η ανάγκη περαιτέρω προσαρμογής της πολιτικής της Ένωσης για την ενεργειακή απόδοση στους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού και στις εξελίξεις της οικονομίας και της καινοτομίας. Η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται, ενδεχομένως, από προτάσεις για περαιτέρω μέτρα.
(13α) Στο άρθρο 24 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:
«12α. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019, η Επιτροπή διενεργεί χωριστή διεξοδική ανάλυση των δυνατοτήτων ενεργειακής απόδοσης όσον αφορά τα ακόλουθα:
α) τη μετατροπή και τον μετασχηματισμό ενέργειας·
β) τη μεταφορά και διανομή ενέργειας·
γ) την παραγωγή και συνακόλουθη μεταφορά ενέργειας προς παροχή, δηλαδή ενέργεια που δαπανάται για την εξόρυξη ορυκτών καυσίμων και τη μεταφορά τους στον τόπο χρήσης·
δ) την αποθήκευση ενέργειας.
Βάσει των ευρημάτων της, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετική νομοθετική πρόταση το αργότερο μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 2021.»
Τροπολογία 114 Πρόταση οδηγίας Παράρτημα Ι - σημείο 1 – στοιχείο α Οδηγία 2012/27/ΕΕ Παράρτημα IV – υποσημείωση 3
α) στο παράρτημα ΙV, η υποσημείωση 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «3) Ισχύει όταν η εξοικονόμηση ενέργειας υπολογίζεται σε όρους πρωτογενούς ενέργειας με χρήση μιας προσέγγισης από επάνω προς τα κάτω για την τελική κατανάλωση ενέργειας. Για την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας σε kWh τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν προκαθορισμένο συντελεστή 2,0. Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν διαφορετικό συντελεστή, εφόσον μπορούν να τον δικαιολογήσουν.».
α) στο παράρτημα ΙV, η υποσημείωση 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «(3) Ισχύει μόνο για τον σκοπό της παρούσας οδηγίας και όταν η εξοικονόμηση ενέργειας υπολογίζεται σε όρους πρωτογενούς ενέργειας με χρήση μιας προσέγγισης από επάνω προς τα κάτω για την τελική κατανάλωση ενέργειας. Για την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας σε kWh τα κράτη μέλη εφαρμόζουν συντελεστή που καθορίζεται μέσω διαφανούς μεθόδου, συγκρίσιμης μεταξύ των κρατών μελών, η οποία αποτυπώνει το εθνικό ενεργειακό μείγμα. Οι εν λόγω συνθήκες πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένες, μετρήσιμες και επαληθεύσιμες και να βασίζονται σε αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια. Για την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας σε kWh τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν προκαθορισμένο συντελεστή 2,3 ή διαφορετικό συντελεστή, εφόσον μπορούν να τον δικαιολογήσουν.» Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη το ενεργειακό τους μίγμα που περιλαμβάνεται στα ολοκληρωμένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα τα οποία κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο [3] του κανονισμού (ΕΕ) XX/20XX [Διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης]. Ο προκαθορισμένος συντελεστής αναθεωρείται ανά πενταετία με βάση τα πραγματικά παρατηρούμενα στοιχεία.
Τροπολογία 87 Πρόταση οδηγίας Παράρτημα I – σημείο 1 – στοιχείο β Οδηγία 2012/27/ΕΕ Παράρτημα V – παράγραφος 2 – στοιχείο α
α) η εξοικονόμηση πρέπει να αποδεικνύεται ότι είναι συμπληρωματική εκείνης που θα είχε επιτευχθεί ούτως ή άλλως χωρίς τη δραστηριότητα των υπόχρεων, των συμμετεχόντων ή των εξουσιοδοτηθέντων μερών ή/και των αρμοδίων αρχών επιβολής. Για να υπολογισθεί η εξοικονόμηση που είναι δυνατόν να χαρακτηρισθεί ως συμπληρωματική, τα κράτη μέλη καθορίζουν ένα βασικό σενάριο, στο οποίο περιγράφεται πώς θα εξελισσόταν η ενεργειακή κατανάλωση χωρίς τη λήψη του συγκεκριμένου μέτρου πολιτικής. Το βασικό σενάριο εμπεριέχει τουλάχιστον τους ακόλουθους παράγοντες: τις τάσεις κατανάλωσης ενέργειας, τις αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών, την τεχνολογική πρόοδο και τις αλλαγές που επέρχονται από άλλα μέτρα που εφαρμόζονται σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο·
α) η εξοικονόμηση πρέπει να αποδεικνύεται ότι είναι συμπληρωματική εκείνης που θα είχε επιτευχθεί ούτως ή άλλως χωρίς τη δραστηριότητα των υπόχρεων, των συμμετεχόντων ή των εξουσιοδοτηθέντων μερών ή/και των αρμοδίων αρχών επιβολής. Για να υπολογισθεί η εξοικονόμηση που είναι δυνατόν να χαρακτηρισθεί ως συμπληρωματική, τα κράτη μέλη καθορίζουν ένα βασικό σενάριο, στο οποίο περιγράφεται πώς θα εξελισσόταν η ενεργειακή κατανάλωση χωρίς τη λήψη του συγκεκριμένου μέτρου πολιτικής και τις νέες μεμονωμένες δράσεις που αυτό προβλέπει. Το βασικό σενάριο εμπεριέχει τουλάχιστον τους ακόλουθους παράγοντες: τις τάσεις κατανάλωσης ενέργειας, τις αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών, την τεχνολογική πρόοδο και τις αλλαγές που επέρχονται από άλλα μέτρα που εφαρμόζονται σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο·
Τροπολογία 88 Πρόταση οδηγίας Παράρτημα I – σημείο 1 – στοιχείο β Οδηγία 2012/27/ΕΕ Παράρτημα V – σημείο 2 – στοιχείο β)
β) εξοικονόμηση που προκύπτει από την εφαρμογή της υποχρεωτικής ενωσιακής νομοθεσίας θεωρείται εξοικονόμηση που θα είχε προκύψει ούτως ή άλλως χωρίς τη δραστηριότητα των υπόχρεων, των συμμετεχόντων ή των εξουσιοδοτηθέντων μερών ή/και των αρμοδίων αρχών επιβολής και η οποία, ως εκ τούτου, δεν επιτρέπεται να δηλώνεται βάσει του άρθρο 7 παράγραφος 1, εξαιρουμένης της εξοικονόμησης από την ανακαίνιση υφιστάμενων κτιρίων, με την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται το κριτήριο της σημαντικότητας που αναφέρεται στο σημείο 3 στοιχείο η)·
β) εξοικονόμηση που προκύπτει από την εφαρμογή της υποχρεωτικής ενωσιακής νομοθεσίας θεωρείται εξοικονόμηση που θα είχε προκύψει ούτως ή άλλως χωρίς τη δραστηριότητα των υπόχρεων, των συμμετεχόντων ή των εξουσιοδοτηθέντων μερών ή/και των αρμοδίων αρχών επιβολής και η οποία, ως εκ τούτου, δεν επιτρέπεται να δηλώνεται βάσει του άρθρο 7 παράγραφος 1, εξαιρουμένης της εξοικονόμησης από μέτρα για την προώθηση της ανακαίνισης υφιστάμενων κτιρίων, με την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται το κριτήριο της σημαντικότητας που αναφέρεται στο σημείο 3 στοιχείο η)·
Τροπολογία 89 Πρόταση οδηγίας Παράρτημα I – σημείο 1 – στοιχείο β Οδηγία 2012/27/ΕΕ Παράρτημα V – σημείο 2 – στοιχείο η)
η) κατά τον υπολογισμό της εξοικονόμησης ενέργειας λαμβάνεται υπόψη ο κύκλος ζωής των μέτρων. Εν προκειμένω συνυπολογίζεται η εξοικονόμηση που επιτυγχάνεται με κάθε μεμονωμένη δράση μεταξύ της ημερομηνίας υλοποίησης της 31ης Δεκεμβρίου 2020 και της 31ης Δεκεμβρίου 2030, αναλόγως. Εναλλακτικά, τα κράτη μέλη δύνανται να υιοθετήσουν διαφορετική μέθοδο με την οποία κρίνουν ότι επιτυγχάνεται τουλάχιστον η ίδια συνολική εξοικονόμηση. Όταν χρησιμοποιούνται άλλες μέθοδοι, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η συνολική εξοικονόμηση ενέργειας που υπολογίζεται βάσει αυτών των άλλων μεθόδων δεν υπερβαίνει την εξοικονόμηση ενέργειας που θα προέκυπτε από τον υπολογισμό της εξοικονόμησης από κάθε μεμονωμένη δράση μεταξύ της ημερομηνίας εφαρμογής της και της 31ης Δεκεμβρίου 2020 ή της 31ης Δεκεμβρίου 2030, αναλόγως. Τα κράτη μέλη περιγράφουν λεπτομερώς στα οικεία ολοκληρωμένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης τις άλλες μεθόδους που χρησιμοποίησαν και ποιες διατάξεις εισήγαγαν για να διασφαλίσουν ότι τηρούν την εν λόγω δεσμευτική απαίτηση υπολογισμού.
η) κατά τον υπολογισμό της εξοικονόμησης ενέργειας λαμβάνονται υπόψη ο κύκλος ζωής των μέτρων και ο ρυθμός μείωσης της εξοικονόμησης με την πάροδο του χρόνου. Στον υπολογισμό συνυπολογίζεται η εξοικονόμηση που επιτυγχάνεται με κάθε μεμονωμένη δράση μεταξύ της ημερομηνίας υλοποίησης της 31ης Δεκεμβρίου 2020 και της 31ης Δεκεμβρίου 2030, αναλόγως. Εναλλακτικά, τα κράτη μέλη δύνανται να υιοθετήσουν διαφορετική μέθοδο με την οποία κρίνουν ότι επιτυγχάνεται τουλάχιστον η ίδια συνολική εξοικονόμηση. Όταν χρησιμοποιούνται άλλες μέθοδοι, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η συνολική εξοικονόμηση ενέργειας που υπολογίζεται βάσει αυτών των άλλων μεθόδων δεν υπερβαίνει την εξοικονόμηση ενέργειας που θα προέκυπτε από τον υπολογισμό της εξοικονόμησης από κάθε μεμονωμένη δράση μεταξύ της ημερομηνίας εφαρμογής της και της 31ης Δεκεμβρίου 2020 ή της 31ης Δεκεμβρίου 2030, αναλόγως. Τα κράτη μέλη περιγράφουν λεπτομερώς στα οικεία ολοκληρωμένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με τον κανονισμό για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης τις άλλες μεθόδους που χρησιμοποίησαν και ποιες διατάξεις εισήγαγαν για να διασφαλίσουν ότι τηρούν την εν λόγω δεσμευτική απαίτηση υπολογισμού.
Τροπολογία 90 Πρόταση οδηγίας Παράρτημα I – σημείο 1 – στοιχείο β Οδηγία 2012/27/ΕΕ Παράρτημα V – σημείο 3 – στοιχείο δ)
δ) η εξοικονόμηση ενεργείας που απαιτείται ή πρόκειται να επιτευχθεί από το μέτρο πολιτικής εκφράζεται ως κατανάλωση είτε τελικής είτε πρωτογενούς ενέργειας, με χρήση των συντελεστών μετατροπής που καθορίζονται στο παράρτημα IV·
δ) η εξοικονόμηση ενεργείας που απαιτείται ή πρόκειται να επιτευχθεί από το μέτρο πολιτικής εκφράζεται ως κατανάλωση τελικής και πρωτογενούς ενέργειας, με χρήση των συντελεστών μετατροπής που καθορίζονται στο παράρτημα IV·
Τροπολογία 91 Πρόταση οδηγίας Παράρτημα I – σημείο 1 – στοιχείο β Οδηγία 2012/27/ΕΕ Παράρτημα V – σημείο 3 – εδάφιο 2
Για μέτρα πολιτικής που λαμβάνονται σύμφωνα με άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο ε), τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τη μέθοδο υπολογισμού που καθορίσθηκε στην οδηγία 2010/31/EΕ, εφόσον συνάδει με τις απαιτήσεις του άρθρου 7 της εν λόγω οδηγίας και του παρόντος παραρτήματος.
διαγράφεται
Τροπολογία 92 Πρόταση οδηγίας Παράρτημα I – σημείο 2 – στοιχείο β Οδηγία 2012/27/ΕΕ Παράρτημα VII α
Παράρτημα VII α
Παράρτημα VII α
Ελάχιστες απαιτήσεις για την τιμολόγηση και την πληροφόρηση κατανάλωσης με βάση την πραγματική κατανάλωση θέρμανσης, ψύξης και ζεστού νερού
Ελάχιστες απαιτήσεις για την τιμολόγηση και την πληροφόρηση κατανάλωσης θέρμανσης, ψύξης και ζεστού νερού
1. Τιμολόγηση με βάση την πραγματική κατανάλωση
1. Τιμολόγηση με βάση την πραγματική κατανάλωση ή τις αναγνώσεις κατανεμητή κόστους της θέρμανσης
Προκειμένου να είναι σε θέση οι τελικοί καταναλωτές να ρυθμίζουν οι ίδιοι την ενεργειακή τους κατανάλωση, η τιμολόγηση πραγματοποιείται με βάση την πραγματική κατανάλωση τουλάχιστον μία φορά ετησίως.
Προκειμένου να είναι σε θέση οι τελικοί καταναλωτές να ρυθμίζουν οι ίδιοι την ενεργειακή τους κατανάλωση, η τιμολόγηση πραγματοποιείται με βάση την πραγματική κατανάλωση ή τις αναγνώσεις κατανεμητή κόστους της θέρμανσης τουλάχιστον μία φορά το χρόνο.
2. Ελάχιστη συχνότητα τιμολόγησης ή πληροφόρηση κατανάλωσης
2. Ελάχιστη συχνότητα τιμολόγησης ή πληροφόρηση κατανάλωσης
Από τις [ημερομηνία έναρξης ισχύος] εφόσον έχουν εγκατασταθεί εξ αποστάσεως αναγνώσιμοι μετρητές ή κατανεμητές δαπανών, η τιμολόγηση ή η πληροφόρηση κατανάλωσης με βάση την πραγματική κατανάλωση διατίθεται τουλάχιστον ανά τρίμηνο ή όταν οι τελικοί καταναλωτές έχουν επιλέξει να λαμβάνουν ηλεκτρονική τιμολόγηση, ειδάλλως δύο φορές ετησίως.
Από τις [ημερομηνία μεταφοράς] εφόσον έχουν εγκατασταθεί εξ αποστάσεως αναγνώσιμοι μετρητές ή κατανεμητές δαπανών θέρμανσης, η τιμολόγηση ή η πληροφόρηση κατανάλωσης με βάση την πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις των κατανεμητών των δαπανών θέρμανσης παρέχεται τουλάχιστον ανά τρίμηνο ή όταν οι τελικοί καταναλωτές έχουν επιλέξει να λαμβάνουν ηλεκτρονική τιμολόγηση, ειδάλλως δύο φορές ετησίως.
Από την 1η Ιανουαρίου 2022, εφόσον έχουν εγκατασταθεί εξ αποστάσεως αναγνώσιμοι μετρητές ή κατανεμητές δαπανών, η τιμολόγηση ή η πληροφόρηση κατανάλωσης διατίθεται τουλάχιστον σε μηνιαία βάση. Η θέρμανση και η ψύξη επιτρέπεται να εξαιρείται της παρούσας διάταξης εκτός της εποχής θέρμανσης/ψύξης.
Από την 1η Ιανουαρίου 2022, εφόσον έχουν εγκατασταθεί εξ αποστάσεως αναγνώσιμοι μετρητές ή κατανεμητές δαπανών θέρμανσης, η τιμολόγηση ή η πληροφόρηση κατανάλωσης με βάση την πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις κατανεμητή δαπανών θέρμανσης, παρέχεται στους τελικούς καταναλωτές τουλάχιστον σε μηνιαία βάση. Διατίθεται επίσης σε συνεχή βάση μέσω του διαδικτύου και επικαιροποιείται όσο συχνά επιτρέπεται από τις συσκευές και τα συστήματα μέτρησης που χρησιμοποιούνται. Η θέρμανση και η ψύξη επιτρέπεται να εξαιρείται της παρούσας διάταξης εκτός της εποχής θέρμανσης/ψύξης.
3. Ελάχιστες πληροφορίες στον λογαριασμό με βάση την πραγματική κατανάλωση
3. Ελάχιστες πληροφορίες που περιλαμβάνονται στον λογαριασμό
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι στους λογαριασμούς ή μαζί με αυτούς οι κάτωθι πληροφορίες είναι ακριβείς και διατίθενται στους τελικούς χρήστες με σαφή και κατανοητό τρόπο:
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι στους λογαριασμούς ή μαζί με αυτούς οι κάτωθι ακριβείς πληροφορίες διατίθενται στους τελικούς χρήστες, με σαφή και κατανοητό τρόπο και με βάση την πραγματική κατανάλωση ή τις αναγνώσεις κατανεμητή κόστους θέρμανσης:
α) οι τρέχουσες πραγματικές τιμές και η πραγματική κατανάλωση ενέργειας,
α) οι τρέχουσες πραγματικές τιμές και η πραγματική κατανάλωση ενέργειας ή το συνολικό κόστος θέρμανσης και οι ενδείξεις κατανεμητή δαπανών θέρμανσης,
β) πληροφορίες για το μείγμα καυσίμων που χρησιμοποιείται, και για τους τελικούς χρήστες τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης·
β) πληροφορίες για το πραγματικό μείγμα καυσίμων που χρησιμοποιείται και για τις αντίστοιχες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, και για τους τελικούς χρήστες τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης, καθώς και επεξήγηση των διαφορετικών φόρων, εισφορών και τιμολογίων·
γ) συγκρίσεις της τρέχουσας κατανάλωσης των τελικών χρηστών με την κατανάλωση κατά την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους, υπό μορφή διαγράμματος, με διορθωμένα τα στοιχεία των κλιματικών διακυμάνσεων για τη θέρμανση και την ψύξη·
γ) συγκρίσεις της τρέχουσας κατανάλωσης των τελικών χρηστών με την κατανάλωση κατά την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους, υπό μορφή διαγράμματος, με διορθωμένα τα στοιχεία των κλιματικών διακυμάνσεων για τη θέρμανση και την ψύξη·
δ) τα στοιχεία επικοινωνίας των οργανώσεων των τελικών καταναλωτών, των οργανισμών ενέργειας, των υπηρεσιών διαμεσολάβησης ή συναφών οργανισμών, μαζί με διευθύνσεις ιστότοπων, από τους οποίους μπορούν να αντλούνται πληροφορίες για τα διαθέσιμα μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, συγκρίσεις των χαρακτηριστικών των τελικών χρηστών και αντικειμενικές τεχνικές προδιαγραφές για τον εξοπλισμό χρήσης ενέργειας.
δ) τα στοιχεία επικοινωνίας των οργανώσεων των τελικών καταναλωτών, των οργανισμών ενέργειας, των υπηρεσιών διαμεσολάβησης ή συναφών οργανισμών, μαζί με διευθύνσεις ιστότοπων, από τους οποίους μπορούν να αντλούνται πληροφορίες για τα διαθέσιμα μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, συγκρίσεις των χαρακτηριστικών των τελικών χρηστών και αντικειμενικές τεχνικές προδιαγραφές για τον εξοπλισμό χρήσης ενέργειας.
δα) πληροφορίες για τις σχετικές διαδικασίες υποβολής καταγγελιών, τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης ή εναλλακτικούς μηχανισμούς επίλυσης διαφορών·
Επιπλέον, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι συγκρίσεις με τον μέσο κανονικοποιημένο ή πρότυπο τελικό χρήστη αναφοράς της ίδιας κατηγορίας χρήστη διατίθενται στον τελικό χρήστη με σαφή και κατανοητό τρόπο στους λογαριασμούς ή τους συνοδεύουν ή σηματοδοτούνται στους λογαριασμούς.
δβ) συγκρίσεις με τον μέσο κανονικό ή υποδειγματικό τελικό καταναλωτή της ίδιας κατηγορίας χρήστη.
Οι λογαριασμοί που δεν βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση ή σε αναγνώσεις κατανεμητή κόστους θέρμανσης περιλαμβάνουν σαφή και κατανοητή εξήγηση του τρόπου με τον οποίο υπολογίστηκε το ποσό που αναφέρεται στον λογαριασμό, και τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία δ) και δα).
Τροπολογία 93 Πρόταση οδηγίας Παράρτημα I – σημείο 2 α (νέο) Οδηγία 2012/27/ΕΕ Παράρτημα IX – Μέρος 1 – εδάφιο 4 – στοιχείο ζ
(2α) Στο παράρτημα IX μέρος I τέταρτο εδάφιο, το στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
ζ) Οικονομική ανάλυση: Κατάλογος στοιχείων
«ζ) Οικονομική ανάλυση: Κατάλογος στοιχείων
Για τις οικονομικές αναλύσεις λαμβάνονται υπόψη όλα τα σχετικά οικονομικά στοιχεία.
Για τις οικονομικές αναλύσεις λαμβάνονται υπόψη όλα τα σχετικά οικονομικά στοιχεία.
Τα κράτη μέλη μπορούν να αξιολογούν και να λαμβάνουν υπόψη κατά τη λήψη αποφάσεων το κόστος και την εξοικονόμηση ενέργειας από την αυξημένη ευελιξία στον ενεργειακό εφοδιασμό και από την πλέον βέλτιστη λειτουργία των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, περιλαμβανομένου και του κόστους που αποφεύγεται και της εξοικονόμησης από μειωμένες επενδύσεις υποδομών στην ανάλυση των σεναρίων.
Τα κράτη μέλη αξιολογούν και λαμβάνουν υπόψη κατά τη λήψη αποφάσεων το κόστος και την εξοικονόμηση ενέργειας από την αυξημένη ευελιξία στον ενεργειακό εφοδιασμό και από την πλέον βέλτιστη λειτουργία των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, περιλαμβανομένου και του κόστους που αποφεύγεται και της εξοικονόμησης από μειωμένες επενδύσεις υποδομών στην ανάλυση των σεναρίων.
Το κόστος και τα οφέλη που λαμβάνονται υπόψη περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:
Το κόστος και τα οφέλη που λαμβάνονται υπόψη περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:
i) Οφέλη
i) Οφέλη
— Αξία της παραγωγής προς τον καταναλωτή (θερμότητα και ηλεκτρική ενέργεια)
— Αξία της παραγωγής προς τον καταναλωτή (θερμότητα και ηλεκτρική ενέργεια)
–– Εξωτερικά οφέλη όπως περιβαλλοντικά και οφέλη υγείας, στον βαθμό του δυνατού.
–– Εξωτερικά οφέλη όπως περιβαλλοντικά οφέλη, οφέλη σε σχέση με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, καθώς και οφέλη υγείας και ασφάλειας
— Επίδραση στην αγορά εργασίας, ενεργειακή ασφάλεια και ανταγωνιστικότητα
ii) Κόστος
ii) Κόστος
— Κόστος κεφαλαίου εγκαταστάσεων και εξοπλισμού
— Κόστος κεφαλαίου εγκαταστάσεων και εξοπλισμού
— Κόστος κεφαλαίου των συνδεδεμένων ενεργειακών δικτύων
— Κόστος κεφαλαίου των συνδεδεμένων ενεργειακών δικτύων
— Μεταβλητό και πάγιο λειτουργικό κόστος
— Μεταβλητό και πάγιο λειτουργικό κόστος
— Κόστος ενέργειας
— Κόστος ενέργειας
— Κόστος για το περιβάλλον και την υγεία, στο μέτρο του δυνατού
— Κόστος για το περιβάλλον, την υγεία και την ασφάλεια
— Κόστος αγοράς εργασίας, ενεργειακή ασφάλεια και ανταγωνιστικότητα»
Τροπολογία 94 Πρόταση οδηγίας Παράρτημα – σημείο 2 β (νέο) Οδηγία 2012/27/ΕΕ Παράρτημα XII – εδάφιο 1 – στοιχείο α
(2β) Στο παράρτημα XII πρώτο εδάφιο, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«α) θεσπίζουν και δημοσιοποιούν τους τυποποιημένους κανόνες τους για την ανάληψη και τον επιμερισμό του κόστους των τεχνικών προσαρμογών, όπως των συνδέσεων με το ηλεκτρικό δίκτυο και των ενισχύσεων του δικτύου, τη βελτίωση της λειτουργίας του δικτύου και κανόνες σχετικά με την αμερόληπτη εφαρμογή των κωδικών δικτύου, οι οποίοι είναι απαραίτητοι προκειμένου να ενταχθούν οι νέοι παραγωγοί που τροφοδοτούν το διασυνδεδεμένο δίκτυο με ηλεκτρική ενέργεια που προέρχεται από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης,
«α) θεσπίζουν και δημοσιοποιούν τους τυποποιημένους κανόνες τους για την ανάληψη και τον επιμερισμό του κόστους των τεχνικών προσαρμογών, όπως των συνδέσεων με το ηλεκτρικό δίκτυο, των ενισχύσεων του δικτύου και της εισαγωγής νέων δικτύων, τη βελτίωση της λειτουργίας του δικτύου και κανόνες σχετικά με την αμερόληπτη εφαρμογή των κωδικών δικτύου, οι οποίοι είναι απαραίτητοι προκειμένου να ενταχθούν οι νέοι παραγωγοί που τροφοδοτούν το διασυνδεδεμένο δίκτυο με ηλεκτρική ενέργεια που προέρχεται από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης, και άλλες διάχυτες πηγές.»
Το θέμα αναπέμφθηκε για διοργανικές διαπραγματεύσεις στην αρμόδια επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 4 τέταρτο εδάφιο του Κανονισμού (Α8-0391/2017).