Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2017/2037(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A8-0203/2018

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A8-0203/2018

Συζήτηση :

PV 02/07/2018 - 21
CRE 02/07/2018 - 21

Ψηφοφορία :

PV 03/07/2018 - 11.5
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P8_TA(2018)0273

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 166kWORD 64k
Τρίτη 3 Ιουλίου 2018 - Στρασβούργο
Ο ρόλος των πόλεων στο θεσμικό πλαίσιο της Ένωσης
P8_TA(2018)0273A8-0203/2018

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 3ης Ιουλίου 2018 σχετικά με τον ρόλο των πόλεων στο θεσμικό πλαίσιο της Ένωσης (2017/2037(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τον αντίκτυπο της Συνθήκης της Λισαβόνας στην ανάπτυξη της θεσμικής ισορροπίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης(1),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 19ης Μαΐου 2015 με τίτλο «Βελτίωση της νομοθεσίας για καλύτερα αποτελέσματα – Ένα θεματολόγιο της ΕΕ» (COM(2015)0215),

–  έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης(2), ιδίως το άρθρο 41,

–  έχοντας υπόψη το Σύμφωνο του Άμστερνταμ, το οποίο θεσπίζει το αστικό θεματολόγιο της ΕΕ, όπως συμφωνήθηκε από τους Υπουργούς Αστικής Πολιτικής της ΕΕ στις 30 Μαΐου 2016,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 9ης Σεπτεμβρίου 2015 σχετικά με την αστική διάσταση των πολιτικών της ΕΕ(3),

–  έχοντας υπόψη τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 240/2014 της Επιτροπής, της 7ης Ιανουαρίου 2014, σχετικά με τον ευρωπαϊκό κώδικα δεοντολογίας για την εταιρική σχέση στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων(4),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 18ης Ιουλίου 2014 με τίτλο «Αστική διάσταση των πολιτικών της ΕΕ – Βασικά χαρακτηριστικά ενός αστικού θεματολογίου της ΕΕ» (COM(2014)0490),

–  έχοντας υπόψη τη Διακήρυξη προς το αστικό θεματολόγιο της ΕΕ, που συμφωνήθηκε από τους υπουργούς που είναι αρμόδιοι για την εδαφική συνοχή και τα αστικά θέματα, στις 10 Ιουνίου 2015,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Φεβρουαρίου 2017 σχετικά με τη βελτίωση της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση τις δυνατότητες της Συνθήκης της Λισαβόνας(5),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Φεβρουαρίου 2017 σχετικά με πιθανές εξελίξεις και αναπροσαρμογές στην τρέχουσα θεσμική δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης(6),

–  έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 24ης Ιουνίου 2016 σχετικά με ένα «Ψηφιακό Θεματολόγιο για την Ευρώπη»,

–  έχοντας υπόψη τον Χάρτη της Λειψίας για τις Βιώσιμες Ευρωπαϊκές Πόλεις, ο οποίος συμφωνήθηκε στη Λειψία στις 24 και 25 Μαΐου 2007, κατά την άτυπη υπουργική συνάντηση για την αστική ανάπτυξη και την εδαφική συνοχή,

–   έχοντας υπόψη το νέο αστικό θεματολόγιο που εγκρίθηκε στη Διάσκεψη του OHΕ για τη Στέγαση και τη Βιώσιμη Αστική Ανάπτυξη (Habitat III) στο Κίτο, Ισημερινός, στις 20 Οκτωβρίου 2016,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής «Η κατάσταση των ευρωπαϊκών πόλεων 2016»,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, 12η Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με την έκθεση 2017 για την ιθαγένεια της ΕΕ: Ενίσχυση των δικαιωμάτων των πολιτών σε μια Ένωση δημοκρατικών αλλαγών(7),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 52 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A8-0203/2018),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη του Μάαστριχτ θέσπισε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών και, με τον τρόπο αυτό, έδωσε στις πόλεις στο πλαίσιο της εκπροσώπησής τους από αυτήν τη δυνατότητα να μπορούν να συμμετέχουν με συμβουλευτικό ρόλο στο πλαίσιο της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της ΕΕ·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή των Περιφερειών εκπληρώνει τον ρόλο αυτό μέσω μιας σειράς δραστηριοτήτων που στοχεύουν στην προώθηση του διαλόγου και στην ενεργή συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΕ·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι με το πρωτόκολλο αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, ανατίθεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών η αρμοδιότητα να ασκεί, μέσω του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προσφυγή κατά νομοθετικών πράξεων όταν δεν τηρείται η αρχή της επικουρικότητας ή της αναλογικότητας σε περίπτωση που υπάρχουν πράξεις έγκρισης για τις οποίες η Συνθήκη προβλέπει την υποχρέωση διαβούλευσης με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πόλεις διαθέτουν έτσι ένα μέσο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την προάσπιση των συμφερόντων τους εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να υπάρξει σαφής διάκριση μεταξύ των αντιπροσώπων των πόλεων που προβλέπονται στις συνθήκες, όπως είναι τα μέλη της Επιτροπής των Περιφερειών, και μεταξύ των οργανώσεων που αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα των πόλεων·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η πλειονότητα των πολιτών της ΕΕ (πάνω από το 70 %) ζουν σε αστικές περιοχές·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαδικασία της αποεδαφικοποίησης της εξουσίας, που απορρέει από την παγκοσμιοποίηση, απαιτεί δίκτυα ευρωπαϊκών πόλεων στο πλαίσιο των οποίων δημιουργούνται και επιδιώκονται τα συμφέροντα των πολιτών της Ένωσης·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περισσότερες πολιτικές και νομοθετικές πράξεις της ΕΕ εφαρμόζονται σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, μεταξύ άλλων σε επίπεδο δήμων και καλύπτουν σήμερα όλους σχεδόν τους πολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς τομείς·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η θεσμική αρχιτεκτονική της ΕΕ βασίζεται στην αρχή της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης και της επικουρικότητας·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο «Χάρτης για την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση στην Ευρώπη» που εγκρίθηκε από την Επιτροπή των Περιφερειών παραπέμπει στη στενή σχέση μεταξύ μιας καλόπιστης συνεργασίας στο πλαίσιο εταιρικών σχέσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των κρατών μελών, καθώς και των περιφερειακών και τοπικών αρχών και της ισότητας της νομιμοποίησης και των ευθυνών κάθε επιπέδου·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή των Περιφερειών δημιούργησε το Δίκτυο Παρακολούθησης της Επικουρικότητας, για να διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ τοπικών και περιφερειακών αρχών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ σχετικά με έγγραφα της Επιτροπής και νομοθετικές προτάσεις που έχουν άμεσο αντίκτυπο στις περιφερειακές και τοπικές αρχές·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στο ανωτέρω ψήφισμά του της 12ης Δεκεμβρίου 2017 κάλεσε την Επιτροπή, με σκοπό την ενίσχυση της ιθαγένειας της Ένωσης και την άσκηση της ιθαγένειας αυτής, να ενθαρρύνει τις τοπικές αρχές να ορίζουν συμβούλους αρμόδιους για ευρωπαϊκά ζητήματα, καθώς είναι το πιο κοντινό στους πολίτες επίπεδο·

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στον Χάρτη της Λειψίας για τις βιώσιμες ευρωπαϊκές πόλεις χρησιμοποιείται ο όρος «ευρωπαϊκές πόλεις»·

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Σύμφωνο των Δημάρχων έχει βοηθήσει στην ανάπτυξη ολοκληρωμένων στρατηγικών για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτήν, στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, καθώς και στην ευρύτερη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας· λαμβάνοντας υπόψη ότι τέτοιες πρωτοβουλίες αναδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο η συνεργασία ανάμεσα στις πόλεις και η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μπορούν να βοηθήσουν στην επίτευξη των στόχων της πολιτικής της ΕΕ·

ΙΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το Χάρτη της Λειψίας, οι ευρωπαϊκές πόλεις θεωρούνται «πολύτιμοι και αναντικατάστατοι οικονομικοί, κοινωνικοί και πολιτισμικοί πόροι» και πρέπει να αναλάβουν ευθύνη για την εδαφική συνοχή, ενώ ένα από τα κύρια συμπεράσματα της έκθεσης της Επιτροπής «Η κατάσταση των ευρωπαϊκών πόλεων 2016» είναι ότι οι πόλεις διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην επίτευξη βασικών οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών στόχων· λαμβάνοντας υπόψη ότι, ως εκ τούτου, πρέπει να αποδοθεί καίριος ρόλος στις πόλεις στο πλαίσιο της πολιτικής για τη συνοχή·

ΙΕ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Χάρτης της Λειψίας αναγνωρίζει την υποχρέωση των αρμόδιων υπουργών των κρατών μελών να προωθούν ισορροπημένη εδαφική οργάνωση βασιζόμενη σε μια ευρωπαϊκή πολυκεντρική αστική δομή, και δηλώνει ότι οι πόλεις θα πρέπει να αποτελούν τον βασικό μοχλό ανάπτυξης των αστικών περιοχών και να είναι αρμόδιες για την εδαφική συνοχή·

ΙΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το αστικό θεματολόγιο για την ΕΕ (εφεξής «Σύμφωνο του Άμστερνταμ») επιβεβαιώνει την πλήρη συμμόρφωσή του με την αρχή της επικουρικότητας και τις αρμοδιότητες βάσει των Συνθηκών της ΕΕ και, ταυτόχρονα, δημιουργεί μια πλατφόρμα συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών, περιφερειών, πόλεων, της Επιτροπής, του Κοινοβουλίου, των συμβουλευτικών οργάνων της Ένωσης και άλλων ενδιαφερόμενων μερών στο πλαίσιο εταιρικών σχέσεων, με απώτερο σκοπό την άτυπη συμβολή, τόσο στον σχεδιασμό της μελλοντικής, όσο και στην επανεξέταση της ισχύουσας νομοθεσίας της ΕΕ·

ΙΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το πεδίο εφαρμογής του αστικού θεματολογίου περιλαμβάνει ιδίως ένα πυλώνα για τη βελτίωση της νομοθεσίας προκειμένου να υπάρξει αποτελεσματικότερη και πιο συνεπής εφαρμογή των ενωσιακών πολιτικών, της νομοθεσίας και των νομικών πράξεων, μολονότι δεν στοχεύει στην κίνηση της διαδικασίας για νέα νομοθεσία·

ΙΗ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλεί, ως μέρος της δέσμης μέτρων για τη βελτίωση της νομοθεσίας και κατά περίπτωση, τις τοπικές αρχές να προβούν σε αξιολογήσεις εδαφικού αντίκτυπου μελλοντικών νομοθετικών προτάσεων·

ΙΘ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο, στα συμπεράσματά του της 24ης Ιουνίου 2016, εξέφρασε ικανοποίηση για το Σύμφωνο του Άμστερνταμ και κάλεσε την Επιτροπή, τα κράτη μέλη, τις τοπικές και περιφερειακές αρχές, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να αναλάβουν, μεταξύ άλλων, περαιτέρω δράση σε αυτό το πλαίσιο, ενώ ζήτησε συγκεκριμένα από το Κοινοβούλιο, όταν λάβει τις κατευθυντήριες γραμμές από τους αρμόδιους για αστικά θέματα Γενικούς Διευθυντές, να συνυπολογίσει τα αποτελέσματα και τις συστάσεις των εταιρικών σχέσεων στις ημερήσιες διατάξεις των σχετικών επιτροπών που θα κληθούν να εξετάσουν τις νέες ή τις υφιστάμενες νομοθετικές πράξεις οι οποίες συνδέονται με ζητήματα αστικής ανάπτυξης·

Κ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το ίδιο αστικό θεματολόγιο αναθέτει στην Επιτροπή το καθήκον να εξετάζει, μεταξύ άλλων, τα αποτελέσματα και τις συστάσεις των εταιρικών σχέσεων κατά την κατάρτιση ή αναθεώρηση της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας, καθώς και των μέσων και πρωτοβουλιών, και να συνεργάζεται με τις αστικές αρχές και τις οργανώσεις που τις αντιπροσωπεύουν εκμεταλλευόμενη τις δυνατότητες διαβούλευσης και ενημέρωσης για την ανάπτυξη νέων πολιτικών και νομοθετικών πρωτοβουλιών και να αξιολογεί τις εν ισχύι ενωσιακές στρατηγικές, πολιτικές και νομοθετικές πράξεις·

ΚΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι νέες παγκόσμιες προκλήσεις στους τομείς της ασφάλειας, της μετανάστευσης, της δημογραφικής αλλαγής, της ανεργίας των νέων, της ποιότητας των δημόσιων υπηρεσιών, της πρόσβασης σε οικονομικά προσιτή και καθαρή ενέργεια, των φυσικών καταστροφών και της περιβαλλοντικής προστασίας απαιτούν λύσεις σε τοπικό επίπεδο και, συνεπώς, μια ισχυρότερη δέσμευση των πόλεων κατά τον σχεδιασμό και την εφαρμογή των ενωσιακών πολιτικών·

ΚΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η αξία των ευρωπαϊκών πόλεων απορρέει επίσης από το γεγονός ότι οι πόλεις είναι κοιτίδα σημαντικού τμήματος της κοινής ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς·

ΚΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πόλεις είναι το πολιτικό επίπεδο που κατανοούν καλύτερα οι πολίτες και ότι διαθέτουν ως εκ τούτου μεγάλο δυναμικό ως χώροι στους οποίους οι πολίτες συμμετέχουν σε εποικοδομητικούς διαλόγους, για τους οποίους η πείρα της Επιτροπής των Περιφερειών στη διοργάνωση διαλόγων με τους πολίτες, σε συνδυασμό με τους τοπικούς και τους περιφερειακούς εταίρους, προσφέρει πολλά υποσχόμενες προοπτικές·

ΚΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι με βάση τις πολιτικές απαιτήσεις που προέκυψαν από το θεματολόγιο βιώσιμης ανάπτυξης με ορίζοντα το 2030 και τη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή ενισχύθηκε η ικανότητα των πόλεων να αναπτύσσουν καινοτόμες πολιτικές λύσεις και μέσα προς όφελος της κοινωνικής, οικολογικής και οικονομικής βιωσιμότητας, καθώς και δίκαια συστήματα εμπορίου και να δικτυώνονται με σκοπό την εφαρμογή αυτών μέσω των υφιστάμενων δομών τόσο στο εσωτερικό της ΕΕ όσο και διεθνώς·

ΚΕ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Διακήρυξη προς το αστικό θεματολόγιο της ΕΕ, που συμφωνήθηκε από τους υπουργούς της ΕΕ που είναι αρμόδιοι για την εδαφική συνοχή και τα αστικά θέματα τον Ιούνιο του 2015, αναγνωρίζει τον σημαντικό ρόλο της Επιτροπής Περιφερειών, του δικτύου EUROCITIES και του Συμβουλίου των Δήμων και Περιφερειών της Ευρώπης (CEMR) στην έκφραση των συμφερόντων των αστικών περιοχών·

ΚΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πόλεις μπορούν να προσφέρουν δυνατότητα πραγμάτωσης του δυναμικού της ευρωπαϊκής ιθαγένειας και ενίσχυσής της μέσω της προώθησης ενεργού ιθαγένειας, που απορρέει από την αναγνώριση ότι οι πόλεις μπορούν να υλοποιήσουν δομές διαμεσολάβησης μεταξύ της ΕΕ και των πολιτών της πιο αποτελεσματικά·

ΚΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η συμμετοχή των πόλεων στις ενωσιακές πολιτικές συμβάλλει στην ενίσχυση της τοπικής οικειοποίησης των διαδικασιών της ΕΕ, στη βελτίωση της διακυβέρνησης μέσω περισσότερο συμμετοχικής ευρωπαϊκής δημοκρατίας, στη βελτίωση της διοικητικής ικανότητας και στη βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων υπηρεσιών σε κλίμακα ολόκληρης της ΕΕ, συμβάλλοντας, έτσι, στην εφαρμογή του δικαιώματος για χρηστή διοίκηση, όπως προβλέπεται στο άρθρο 41 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

ΚΗ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σημαντική η συμμετοχή τοπικών και περιφερειακών αρχών σε όσο το δυνατόν πιο πρώιμο στάδιο του κύκλου λήψεως αποφάσεων, καθώς και η ενίσχυσή τους ως αναπόσπαστα μέρη των αξιολογήσεων εδαφικού αντίκτυπου·

ΚΘ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι εξακολουθούν να είναι ανεπαρκείς οι υφιστάμενες μορφές συμμετοχής των πόλεων υπό το πρίσμα του επιθυμητού αντίκτυπου στη χάραξη και την εφαρμογή των πολιτικών και της νομοθεσίας της ΕΕ· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι ο αντίκτυπος θα είναι μεγαλύτερος αν οι πόλεις συγκεντρωθούν σε δίκτυα που βασίζονται σε κοινούς ιστορικούς, γεωγραφικούς, δημογραφικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς και πολιτισμικούς δεσμούς·

1.  επισημαίνει ότι η συμμετοχή των πόλεων, νοουμένων ως των κωμοπόλεων, των αστικών και μητροπολιτικών περιοχών, καθώς και των μικρών και μεσαίων πόλεων, στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΕ, διευκολύνεται μέσω της συμμετοχής τους στην Επιτροπή των Περιφερειών, ως συμβουλευτικού οργάνου· πιστεύει ότι το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο παρέχει πλατφόρμες για την προώθηση της συνεργασίας μεταξύ πόλεων και μεταξύ πόλεων και των αντιπροσωπευτικών οργανώσεών τους και οργάνων λήψης αποφάσεων τόσο σε εθνικό όσο και σε ενωσιακό επίπεδο, σύμφωνα με τις αρχές της ειλικρινούς συνεργασίας, της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·

2.  επισημαίνει ότι, εκτός από τον βαθμό αστικοποίησης και συγκέντρωσης κατοίκων, δεν υπάρχει ενιαίος ορισμός του τι συνιστά μια πόλη σε συνάρτηση με τον πληθυσμό, την έκταση, τις λειτουργίες, ή το επίπεδο αυτονομίας, αλλά μόνο όσον αφορά τον βαθμό αστικοποίησης και συγκέντρωσης των κατοίκων, και ότι, κατά συνέπεια, κάθε κράτος μέλος μπορεί και θα έχει διαφορετική προσέγγιση στον όρο·

3.  παρατηρεί ότι η ΕΕ σταδιακά ενισχύει την αστική διάσταση πολλών πολιτικών της, όπως φαίνεται, για παράδειγμα, από την ιδέα των «έξυπνων πόλεων και κοινοτήτων» (Ευρωπαϊκή Σύμπραξη Καινοτομίας), και από πρωτοβουλίες όπως η κοινοτική πρωτοβουλία Urban I (URBAN I), η URBAN II, η βιώσιμη αστική ανάπτυξη (Άρθρο 7 ΕΤΠΑ(8)), το «Δίκτυο αστικής ανάπτυξης» (Urban Development Network), οι αστικές καινοτόμες δράσεις (Urban Innovative Actions), η Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, η Πράσινη Πρωτεύουσα της Ευρώπης, η Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Καινοτομίας, το Σύμφωνο των Δημάρχων και το αστικό θεματολόγιο της ΕΕ·

4.  υπενθυμίζει ότι οι πόλεις παίζουν σημαντικό ρόλο κατά την εφαρμογή ορισμένων πολιτικών και μέσων της ΕΕ, όπως στον τομέα της πολιτικής συνοχής και των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων· καλεί, ως εκ τούτου τις πόλεις να εργαστούν με ολοκληρωμένο τρόπο, σε συνεργασία με όλα τα επίπεδα διοίκησης, τον ιδιωτικό τομέα και την κοινωνία των πολιτών, σύμφωνα με την αρχή της εταιρικής σχέσης·

5.  τονίζει τον καίριο ρόλο που διαδραματίζουν οι πόλεις καθώς και όλες οι τοπικές και περιφερειακές αρχές στην προετοιμασία, τον σχεδιασμό, τη χρηματοδότηση και την εφαρμογή των βασικών πολιτικών της Ένωσης, όσον αφορά, για παράδειγμα, την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, μέσω της αστικής, οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής διαδικασίας ανάπτυξης· κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι πόλεις θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τις νέες προκλήσεις και ευκαιρίες στο πλαίσιο της επερχόμενης περιόδου χρηματοδότησης της ΕΕ, με σκοπό την κινητοποίηση διαθέσιμων πόρων, όχι μόνο για έξυπνες και βιώσιμες, αλλά και για τις δημιουργικές πόλεις του μέλλοντος· τονίζει επίσης, στο πλαίσιο αυτό, τη σημασία που έχουν οι παγκόσμιες στρατηγικές και πρωτοβουλίες, όπως οι στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ και το Παγκόσμιο Σύμφωνο των Δημάρχων·

6.  υπογραμμίζει ότι, εφόσον οι πόλεις έχουν αποδείξει την ικανότητά τους στην αποτελεσματική διαχείριση ολοκληρωμένων δράσεων για βιώσιμη αστική ανάπτυξη, θα πρέπει να τους δοθεί μεγαλύτερος ρόλος κατά την υλοποίηση όλων των σχετικών πολιτικών·

7.  υπογραμμίζει το δυναμικό για ανάληψη σημαντικού ρόλου των πόλεων στην εξωτερική πολιτική της Ένωσης ως εργαλείο της δημόσιας διπλωματίας, φέρνοντας σε επαφή ανθρώπους από διαφορετικές χώρες, καθώς και για την αντιμετώπιση θεμάτων τα οποία, για διάφορους λόγους, δεν εμπεριέχονται στις στρατηγικές υψηλού επιπέδου και, ως εκ τούτου, ζητεί καλύτερη χρηματοδότηση των αντίστοιχων μηχανισμών στήριξης της Ένωσης·

8.  σημειώνει ωστόσο ότι οι πόλεις δεν διαθέτουν τον κατάλληλο εξοπλισμό και τη διοικητική ικανότητα που απαιτείται για να συμμετάσχουν σε διαγωνισμούς για άντληση ενωσιακών κονδυλίων· επικροτεί, ως εκ τούτου, τη δημιουργία μιας «μονοαπευθυντικής θυρίδας» για τις πόλεις, ο ιστότοπος και τα έγγραφα των οποίων να διατίθενται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης· ζητεί τον καλύτερο συντονισμό και την ολοκλήρωση των μέσων και προγραμμάτων που απευθύνονται στις πόλεις στο πλαίσιο των διαφόρων πολιτικών της ΕΕ, κάτι το οποίο θα επιτευχθεί με τον ορισμό ενός επιτρόπου που θα αναλάβει ηγετικό πολιτικό ρόλο στο θέμα αυτό, ώστε να δοθεί στρατηγική κατεύθυνση στις εν λόγω πολιτικές με την αυξανόμενη προσοχή που αρχίζουν να επιδεικνύουν οι ενωσιακές πολιτικές στις αστικές περιοχές, λαμβανομένης επίσης υπόψη και της ποικίλης φύσης των διαφορών που υφίστανται μεταξύ των ευρωπαϊκών τοπικών αρχών και των αντίστοιχων δυνατοτήτων τους· υπογραμμίζει ότι είναι πολύ σημαντικό να προωθηθεί μία πιο ισόρροπη προσέγγιση όσον αφορά τις πόλεις, ανεξαρτήτως του μεγέθους τους, σε συνάρτηση με την πρόσβαση στα οικεία μέσα και προγράμματα, ιδίως με την ανάπτυξη συμβουλευτικών ικανοτήτων·

9.  εκφράζει την ικανοποίησή του για το αστικό θεματολόγιο της ΕΕ το οποίο συνιστά ένα νέο μοντέλο πολυεπίπεδης διακυβέρνησης βασιζόμενο στις εταιρικές σχέσεις με το οποίο δεσμεύονται, μεταξύ άλλων, οι πόλεις να αναθεωρήσουν την υφιστάμενη νομοθεσία και τον προβληματισμό για τη μελλοντική διαμόρφωση των πολιτικών· τονίζει την ανάγκη για ολοκληρωμένη και συνολική προσέγγιση όσον αφορά την πρακτική εφαρμογή της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης που καθορίζεται στις πράξεις του δικαίου της Ένωσης, σύμφωνα με τους θεμελιώδεις στόχους των ενωσιακών πολιτικών· επισημαίνει τον σημαντικό συμπληρωματικό ρόλο που διαδραματίζουν οι τοποκεντρικές και από τη βάση προς την κορυφή προσεγγίσεις, όπως, για παράδειγμα, καταδεικνύεται από την τοπική ανάπτυξη με πρωτοβουλία των τοπικών κοινοτήτων·

10.  ζητεί τον συντονισμό, την ενίσχυση και την επισημοποίηση του αστικού θεματολογίου· πιστεύει ότι το αστικό θεματολόγιο δεν θα πρέπει να παραμείνει μια προαιρετική διαδικασία και ότι τα κράτη μέλη και η Επιτροπή οφείλουν να το οικειοποιηθούν περαιτέρω και να δεσμευτούν για την προσεκτική εξέταση και, όπου είναι δυνατόν, για την υλοποίηση των συστάσεων που έλαβαν·

11.  ζητεί από τις εταιρικές σχέσεις που λειτουργούν στο πλαίσιο του αστικού θεματολογίου να υιοθετήσουν ταχύτατα τις συστάσεις και τα σχέδια δράσης τους· καλεί επιπλέον την Επιτροπή να υποδείξει τον τρόπο με τον οποίο συνεκτιμώνται τέτοιες συγκεκριμένες προτάσεις, ιδίως σε σχέση με τη βελτίωση της νομοθεσίας, της χρηματοδότησης και της γνώσης, και να τις ενσωματώσει, κατά περίπτωση, σε μελλοντικές νομοθετικές προτάσεις· καλεί την Επιτροπή να τροφοδοτεί διαρκώς το Κοινοβούλιο με τα αποτελέσματα αυτά·

12.  καλωσορίζει τις πλατφόρμες συνεργασίας μεταξύ πόλεων που επιτρέπουν τη δημιουργία συνεργειών για διασυνοριακές συνεργασίας και καλύτερη εφαρμογή των πολιτικών της ΕΕ επί τόπου· πιστεύει ότι το Σύμφωνο των δημάρχων της ΕΕ για το κλίμα και την ενέργεια αποτελεί καλό παράδειγμα προς μίμηση·

13.  εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η Επιτροπή συνέστησε την πλατφόρμα αστικών δεδομένων· καλεί, ωστόσο, την Eurostat και την Επιτροπή να συλλέξουν και να συγκεντρώσουν πιο λεπτομερή δεδομένα, ιδίως δεδομένα ροής, με σκοπό την αποτελεσματική προσαρμογή των υφιστάμενων πολιτικών και τη διαμόρφωση των μελλοντικών·

14.  θεωρεί απαραίτητο να ενισχυθεί η έγκαιρη και συντονισμένη συμμετοχή των πόλεων στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων της ΕΕ στο πλαίσιο της σημερινής θεσμικής οργάνωσης της ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τη νομοθεσία που τους επηρεάζει άμεσα, με τρόπο που διασφαλίζει τη διαφάνεια και την αποτελεσματικότητα στη χάραξη πολιτικής και τη λήψη αποφάσεων, τις διαφορετικές συνταγματικές πραγματικότητες των κρατών μελών· ζητεί μεγαλύτερη διαφάνεια και συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΕ· χαιρετίζει, σε σχέση με αυτό, την πρωτοβουλία ευρωπαίων πολιτών και ζητεί καλύτερη προώθηση του εργαλείου αυτού στα κράτη μέλη·

15.  είναι πεπεισμένο για την ανάγκη σημαντικής ενίσχυσης του ρόλου των πόλεων στη διαμόρφωση των μελλοντικών πολιτικών της ΕΕ· ζητεί, κατά συνέπεια, από την ΕΕ ειδικά υπό το πρίσμα μακροπρόθεσμων εκτιμήσεων, να επανεξετάσει τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αστικής πολιτικής·

16.  υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή των Περιφερειών συντονίζει τον Δίαυλο παρακολούθησης της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» (EUROPE 2020MP), κύριο καθήκον του οποίου είναι η διασφάλιση ότι οι απόψεις των πόλεων, των περιφερειών και άλλων τοπικών αρχών λαμβάνονται υπόψη στον ορισμό της στρατηγικής της Επιτροπής για την οικονομική ανάπτυξη και την καινοτομία·

17.  προτείνει την ενδυνάμωση της πολιτικής εκπροσώπησης των πόλεων και κοινοτήτων στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ, εξετάζοντας επίσης την ενίσχυση της εκπροσώπησης των πόλεων από τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο της Επιτροπής των Περιφερειών της ΕΕ, χωρίς συρρίκνωση του ρόλου των περιφερειών και των αγροτικών περιοχών·

18.  ζητεί από τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι η ποικιλομορφία των εδαφικών τους δομών αντικατοπτρίζεται πλήρως στις προτάσεις τους περί διορισμού των μελών της Επιτροπής των Περιφερειών και να προτείνουν, όπου κρίνεται σκόπιμο, τον διορισμό μεγαλύτερου αριθμού εκπροσώπων από το τοπικό επίπεδο στην Επιτροπή των Περιφερειών·

19.  τονίζει τη σημασία των οργανώσεων που εκπροσωπούν πόλεις, όπως είναι το EUROCITIES και το CEMR· υποστηρίζει ότι πρέπει να καθιερωθεί η συμμετοχή ενώσεων που εκπροσωπούν τις τοπικές αρχές και τα αστικά συμφέροντα στη διαμόρφωση πολιτικής, όπως είναι το δίκτυο EUROCITIES και το CEMR και άλλες, και θεωρεί ότι οι ενώσεις αυτές θα πρέπει να καταστούν βασικοί εταίροι των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, θεσπίζοντας μόνιμο μηχανισμό διαρθρωμένου διαλόγου, ιδίως στο προνομοθετικό στάδιο·

20.  συνιστά να αξιολογούνται οι εδαφικές επιπτώσεις όλων των μέτρων πολιτικής και της νομοθεσίας που επηρεάζουν το τοπικό επίπεδο· πιστεύει ότι ο διάλογος με οργανισμούς που εκπροσωπούν τοπικές και αστικές αρχές πρέπει να τους επιτρέπει να συνεισφέρουν σε αξιολογήσεις εδαφικού αντίκτυπου, να συμβουλεύουν σχετικά με προπαρασκευαστικές μελέτες για σχεδιασμό πολιτικής και να παρέχουν τακτική, στοχευμένη, τεχνική εμπειρογνωμοσύνη σχετικά με την εφαρμογή σε υποεθνικό επίπεδο της νομοθεσίας της ΕΕ· υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή των Περιφερειών διενεργεί αξιολογήσεις εδαφικού αντικτύπου·

21.  ενθαρρύνει τη στενότερη συνεργασία μεταξύ του Συμβουλίου και των τοπικών αρχών· ζητεί να ενισχυθεί ο συμβουλευτικός ρόλος των πόλεων και των περιφερειών και των αντιπροσωπευτικών οργανισμών τους στο Συμβούλιο, όταν ασχολούνται με ζητήματα που επηρεάζουν το τοπικό επίπεδο·

22.  φρονεί ότι οι πόλεις, τα αστικά κέντρα και οι κοινότητες δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως αμιγείς δομές δημόσιας διοίκησης υπό δημοκρατικό έλεγχο και θα πρέπει να αποτελούν ένα δυνητικό βήμα για δημόσιο διάλογο, μεταφορά γνώσεων και διαμόρφωση πολιτικού χώρου στην ΕΕ· επισημαίνει ότι είναι αναγκαίο να οριστούν τα στοιχεία που διατηρούν αυτόν τον ευρωπαϊκό δημόσιο χώρο που χαρακτηρίζεται από την απόλαυση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, και αξιών όπως η ισότητα, η εξάλειψη των διακρίσεων, και η δικαιοσύνη·

23.  τονίζει τη σημασία του ρόλου της κοινωνίας των πολιτών στην πολιτική ζωή της ΕΕ· θεωρεί ότι οι πόλεις συνιστούν το επίπεδο στο οποίο οι πολίτες μπορούν να συμμετέχουν πιο εύκολα, διαθέτοντας προνομιακή πρόσβαση σε ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού της ΕΕ· σημειώνει ότι οι πόλεις μπορούν να έχουν, ως εκ τούτου, νομιμοποιητικό ρόλο, και μπορούν να συμβάλουν στην αύξηση της ευαισθητοποίησης για τα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ·

24.  υποστηρίζει ότι οι περιφέρειες και οι πόλεις θα πρέπει να αναγνωριστούν ως κέντρα που διαδραματίζουν θετικό ρόλο στην ανάπτυξη των στρατηγικών της ΕΕ, όπου τα παγκόσμια ζητήματα που ανακύπτουν αντιμετωπίζονται τοπικά, συμβάλλοντας στην ενίσχυση του πολυεπίπεδου συστήματος διακυβέρνησης της Ένωσης και θεωρεί ότι αυτή η προοπτική έχει μια πρακτική συνέπεια όσον αφορά το θεσμικό πλαίσιο στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΕ με προσέγγιση είτε από τη βάση προς την κορυφή είτε από την κορυφή προς τη βάση·

25.  πιστεύει ότι η εκπροσώπηση των πόλεων δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στους επίσημους εκπροσώπους που συμμετέχουν στη διαχείριση και τις συμβουλευτικές δομές, και ότι οι πόλεις, οι κωμοπόλεις και τα χωριά – και όχι μόνο οι πρωτεύουσες των χωρών και των περιφερειών – θα μπορούσαν να καταστούν το επίκεντρο της συζήτησης για το μέλλον της Ένωσης και των πολιτικών της·

26.  θεωρεί ότι οι δήμοι πρέπει να διορίσουν σύμβουλο αρμόδιο για ευρωπαϊκά ζητήματα και ότι πρέπει να δημιουργηθεί δίκτυο τοπικών συμβούλων με την εντολή αυτή, προκειμένου να καταστούν οι δήμοι κέντρα των συζητήσεων για το μέλλον της Ένωσης και των πολιτικών της·

27.  ζητεί την απόδοση επαρκούς στήριξης σε πόλεις και τοπικές αρχές, που θα τις επιτρέψει να βελτιώσουν την αστική διάσταση της χάραξης πολιτικής της ΕΕ·

28.  συνιστά την αξιοποίηση του δυναμικού των πόλεων της ΕΕ για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση ενωσιακών πολιτικών μέσω συζητήσεων και διαβουλεύσεων σε τομείς που τις αφορούν και είναι ευρύτεροι από την αστική πολιτική με την συσταλτική έννοια του όρου·

29.  επιμένει ότι ένας τέτοιος σκοπός καθίσταται εφικτός μόνον εφόσον οι συζητήσεις διεξάγονται σε αστικές περιοχές οι οποίες δεν είναι εθνικές ή περιφερειακές πρωτεύουσες και μπορούν να αποτελέσουν ένα εύκολα προσβάσιμο φόρουμ για τους πολίτες που ζουν στις γύρω περιοχές, συμπεριλαμβανομένων των πόλεων και των χωριών, με κύριο στόχο να έρθει η Ευρωπαϊκή Ένωση πιο κοντά στους πολίτες·

30.  αναγνωρίζει ότι είναι σημαντικό να υπάρχουν μοντέλα συμμετοχής προσαρμοσμένα σε διαφορετικά πλαίσια και αστικές περιοχές διαφορετικού μεγέθους και σημασίας από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες έως τις μικρές και μεσαίες πόλεις·

31.  θεωρεί ότι το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή των Περιφερειών αποτελούν τους φυσιολογικούς φορείς υλοποίησης μιας τέτοιας διαδικασίας, ως όργανα που έχουν τη δυνατότητα να διατυπώνουν τα ερωτήματα που αποτελούν το σημείο εκκίνησης για τις συζητήσεις και διαβουλεύσεις και να συνάγουν συμπεράσματα με βάση τις απόψεις, τις γνώμες και τα σχέδια που έχουν συλλεχθεί·

32.  προτείνει ότι η διαδικασία διαβούλευσης με τους πολίτες πρέπει να διοργανώνεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Επιτροπή των Περιφερειών, σε συνεργασία με εκείνα τα ευρωπαϊκά δημοτικά συμβούλια που αναγνωρίζονται ως βήματα για συζήτηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και ότι τέτοιου είδους φόρα πρέπει, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, να δημιουργούνται πρωτίστως σε πόλεις των οποίων το πεδίο εφαρμογής έχει σημασία και αντίκτυπο στο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της περιοχής στην οποία ζουν, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ευρύτερη δυνατή συμμετοχή·

33.  προτείνει, επιπλέον, ότι τα συμβούλια των πόλεων που έχουν αναγνωριστεί ως ευρωπαϊκά φόρα συζητήσεων θα πρέπει αφενός να προσφέρουν ελεύθερη πρόσβαση στα πανεπιστήμια, τοπικά σχολεία και άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα, καθώς και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τις κοινωνικές οργανώσεις και ενώσεις και στο γενικό κοινό με ευρεία επαγγελματική πείρα και πείρα στα δημόσια θέματα, και αφετέρου να παρέχουν τη δυνατότητα συμμετοχής σε συζητήσεις και διαβουλεύσεις· πιστεύει ότι τα συμβούλια θα πρέπει επίσης να έχουν την αρμοδιότητα να προσκαλούν τους εκπροσώπους όλων των επιπέδων διακυβέρνησης των αστικών κέντρων, συμπεριλαμβανομένων των μικρότερων μονάδων ή των συμβουλίων εταίρων από την ευρύτερη αστική περιοχή, και θεωρεί ότι θα ήταν επίσης λογικό να εξειδικευθεί το εδαφικό πεδίο εφαρμογής μιας τέτοιας υποχρεώσεως στη συμφωνία που έχει συναφθεί μεταξύ των αρμοδίων φορέων σε επίπεδο ΕΕ και του συμβουλίου του ευρωπαϊκού φόρουμ των πόλεων·

34.  προτείνει τη δημιουργία ενός πιλοτικού προγράμματος 54 ευρωπαϊκών βημάτων συζήτησης – εξασφαλίζοντας ισορροπημένη εδαφική αντιπροσώπευση και εκπροσώπηση πόλεων διαφορετικού μεγέθους – τα οποία θα διεξάγονται σε πόλεις που δεν είναι πρωτεύουσες των κρατών μελών, με σκοπό τη δημιουργία ενός μόνιμου συστήματος συζητήσεων και διαβούλευσης σε θέματα της ΕΕ σε επίπεδο δήμων·

35.  υπογραμμίζει την ανάγκη για ανταλλαγή ορθών πρακτικών μεταξύ ευρωπαϊκών πόλεων, καθώς κάποιες από αυτές έχουν εφαρμόσει με επιτυχία προγράμματα για τη μετανάστευση, την κλιματική αλλαγή ή καινοτόμα σχέδια αστικής διαχείρισης·

36.  τονίζει ότι η ενδυνάμωση της θέσης των πόλεων στη διαμόρφωση των πολιτικών της ΕΕ, μεταξύ άλλων και εντός της Επιτροπής των Περιφερειών, δεν θέτει σε κίνδυνο το κλίμα εμπιστοσύνης σε άλλα επίπεδα διακυβέρνησης, αντιθέτως το ενισχύει, δεδομένου ότι στηρίζει την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση και την αρχή της επικουρικότητας που βασίζεται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη που υφίσταται μεταξύ της Ένωσης, των κρατών μελών και των περιφερειακών και τοπικών αρχών·

37.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Επιτροπή των Περιφερειών, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.

(1) ΕΕ C 212 E της 5.8.2010, σ. 82.
(2) ΕΕ C 326 της 26.10.2012, σ. 391.
(3) ΕΕ C 316 της 22.9.2017, σ. 124.
(4) ΕΕ L 74 της 14.3.2014, σ. 1.
(5) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P8_TA(2017)0049.
(6) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P8_TA(2017)0048.
(7) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P8_TA(2017)0487.
(8) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1301/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και για τη θέσπιση ειδικών διατάξεων σχετικά με τον στόχο «Επενδύσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση» (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 289).

Τελευταία ενημέρωση: 7 Νοεμβρίου 2019Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου