Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Ιουλίου 2018 σχετικά με την επάρκεια της προστασίας που παρέχεται από την Ασπίδα Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής ΕΕ-ΗΠΑ (2018/2645(RSP))
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και τα άρθρα 6, 7, 8, 11, 16, 47 και 52 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ο Χάρτης ΕΕ),
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων)(1) (ΓΚΠΔ), και την οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου(2),
– έχοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 6ης Οκτωβρίου 2015, στην υπόθεση C-362/14 Maximillian Schrems κατά Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων(3),
– έχοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 21ης Δεκεμβρίου 2016, στις υποθέσεις C-203/15 Tele2 Sverige AB κατά Post- och telestyrelsen και C-698/15 Secretary of State for the Home Department κατά Tom Watson και άλλων(4)·
– έχοντας υπόψη την εκτελεστική απόφαση (EΕ) 2016/1250 της Επιτροπή, της 12ης Ιουλίου 2016, βάσει της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την επάρκεια της προστασίας που παρέχεται από την Ασπίδα Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής ΕΕ-ΗΠΑ(5),
– έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση 4/2016 του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων (ΕΕΠΔ) της 30ής Μαΐου 2016 σχετικά με το σχέδιο απόφασης περί επάρκειας της «Ασπίδας Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής ΕΕ-ΗΠΑ»(6),
– έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της ομάδας εργασίας του άρθρου 29 (WP29), της 13ης Απριλίου 2016, σχετικά με την Ασπίδα Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής ΕΕ-ΗΠΑ(7) και τη δήλωση της WP29 της 26ης Ιουλίου 2016(8),
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής της 18ης Οκτωβρίου 2017 προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την πρώτη ετήσια επανεξέταση της λειτουργίας της Ασπίδας Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής ΕΕ-ΗΠΑ(COM(2017)0611) και το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής που συνοδεύει την έκθεση (SWD(2017)0344),
– έχοντας υπόψη το έγγραφο της WP29, της 28ης Νοεμβρίου 2017, με τίτλο «Ασπίδα Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής ΕΕ-ΗΠΑ – Πρώτη ετήσια κοινή επανεξέταση»(9),
– έχοντας υπόψη την απαντητική επιστολή της WP29, της 11ης Απριλίου 2018, σχετικά με την επανέγκριση του τμήματος 702 του νόμου των ΗΠΑ περί παρακολούθησης των επικοινωνιών των αλλοδαπών υπηρεσιών πληροφοριών (FISA)·
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 6ης Απριλίου 2017, σχετικά με την επάρκεια της προστασίας που παρέχεται από την ασπίδα προστασίας ΕΕ-ΗΠΑ για την ιδιωτικότητα(10)·
– έχοντας υπόψη το άρθρο 123 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) στην απόφασή του της 6ης Οκτωβρίου 2015 στην υπόθεση C-362/14 Maximillian Schrems κατά Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων, ακύρωσε την απόφαση του Ασφαλούς Λιμένα και διευκρίνισε ότι το επαρκές επίπεδο προστασίας σε τρίτη χώρα πρέπει να νοείται ως «ουσιαστικά ισοδύναμο» με την προστασία που παρέχεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση δυνάμει της οδηγίας 95/46/ΕΚ υπό το πρίσμα του Χάρτη ΕΕ, πράγμα που πυροδότησε την ανάγκη να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις σχετικά με νέες ρυθμίσεις, προκειμένου να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου σχετικά με το πώς πρέπει να διαβιβάζονται τα προσωπικά δεδομένα από την ΕΕ στις ΗΠΑ·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι, όταν εξετάζει το επίπεδο προστασίας που παρέχει μια τρίτη χώρα, η Επιτροπή είναι υποχρεωμένη να αξιολογεί το περιεχόμενο των εφαρμοστέων κανόνων της εν λόγω χώρας που απορρέουν από την εθνική νομοθεσία ή τις διεθνείς δεσμεύσεις της, καθώς και τις πρακτικές που αποσκοπούν στην εξασφάλιση της συμμόρφωσης με τους εν λόγω κανόνες, δεδομένου ότι, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλες οι περιστάσεις που επηρεάζουν μια διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτη χώρα· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αξιολόγηση αυτή δεν πρέπει να αναφέρεται μόνο στη νομοθεσία και τις πρακτικές που αφορούν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για εμπορικούς και ιδιωτικούς σκοπούς, αλλά πρέπει να καλύπτει επίσης όλες τις πτυχές του πλαισίου που ισχύει για την εν λόγω χώρα ή τον εν λόγω τομέα, και συγκεκριμένα, αλλά όχι μόνο, την επιβολή του νόμου, την εθνική ασφάλεια και τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ εμπορικών οργανισμών της ΕΕ και των ΗΠΑ αποτελούν σημαντικό στοιχείο των διατλαντικών σχέσεων υπό το φως της διαρκώς αναπτυσσόμενης ψηφιοποίησης της παγκόσμιας οικονομίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαβιβάσεις αυτές πρέπει να διενεργούνται με πλήρη σεβασμό του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή· λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας από τους θεμελιώδεις στόχους της ΕΕ είναι η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως αυτά κατοχυρώνονται στον Χάρτη ΕΕ·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Facebook, συμβαλλόμενο μέρος της Ασπίδας Προστασίας, επιβεβαίωσε ότι τα δεδομένα 2,7 εκατομμυρίων πολιτών της ΕΕ ήταν μεταξύ εκείνων που χρησιμοποίησε καταχρηστικά η εταιρεία ανάλυσης πολιτικών δεδομένων Cambridge Analytica·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στη γνωμοδότησή του 4/2016, ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας των Δεδομένων εξέφρασε πολλές ανησυχίες σχετικά με το σχέδιο απόφασης για την Ασπίδα Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής· λαμβάνοντας υπόψη ότι στην εν λόγω γνωμοδότηση ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας των Δεδομένων εκφράζει ικανοποίηση για τις προσπάθειες που κατέβαλαν όλα τα μέρη για την ανεύρεση λύσης για τις διαβιβάσεις προσωπικών δεδομένων από την ΕΕ στις ΗΠΑ για εμπορικούς σκοπούς βάσει συστήματος αυτοπιστοποίησης·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στη γνωμοδότησή της 01/2016 σχετικά με το σχέδιο εκτελεστικής απόφασης για την επάρκεια της Ασπίδας Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής ΕΕ-ΗΠΑ, η WP29 εξέφρασε ικανοποίηση για τις σημαντικές βελτιώσεις που επέφερε η Ασπίδα Προστασίας σε σύγκριση με την απόφαση του Ασφαλούς Λιμένα, ενώ παράλληλα εξέφρασε σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τις εμπορικές πτυχές και την πρόσβαση των δημόσιων αρχών στα δεδομένα που μεταφέρονται στο πλαίσιο της Ασπίδας Προστασίας·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 12 Ιουλίου 2016, εν συνεχεία περαιτέρω συζητήσεων με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, η Επιτροπή ενέκρινε την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/1250, στην οποία δηλώνεται το επαρκές επίπεδο προστασίας προσωπικών δεδομένων που διαβιβάζονται από την Ένωση σε οργανισμούς στις ΗΠΑ στο πλαίσιο της Ασπίδας Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής ΕΕ-ΗΠΑ·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ασπίδα Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής ΕΕ-ΗΠΑ συνοδεύεται από πολλές μονομερείς δεσμεύσεις και διαβεβαιώσεις εκ μέρους της κυβέρνησης των ΗΠΑ, στις οποίες διευκρινίζονται, μεταξύ άλλων, οι αρχές για την προστασία των δεδομένων, η λειτουργία της εποπτείας, οι μηχανισμοί επιβολής και έννομης προστασίας και οι τρόποι προστασίας και οι εγγυήσεις βάσει των οποίων οι υπηρεσίες ασφαλείας μπορούν να αποκτούν πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και να τα επεξεργάζονται·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στη δήλωσή της, της 26ης Ιουλίου 2016, η WP29 εκφράζει ικανοποίηση για τις βελτιώσεις που επέφερε ο μηχανισμός Ασπίδας Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής ΕΕ-ΗΠΑ σε σύγκριση με τον Ασφαλή Λιμένα και επικροτεί το γεγονός ότι η Επιτροπή και οι αρχές των ΗΠΑ έλαβαν υπόψη τις ανησυχίες της· λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη ότι η WP29 αναφέρει ότι ορισμένες ανησυχίες της εξακολουθούν να ισχύουν, όσον αφορά εμπορικές πτυχές και την πρόσβαση των δημόσιων αρχών των ΗΠΑ στα δεδομένα που μεταφέρονται από την ΕΕ, όπως είναι για παράδειγμα η απουσία συγκεκριμένων κανόνων για αυτοματοποιημένες αποφάσεις και γενικού δικαιώματος ένστασης, η ανάγκη για αυστηρότερες εγγυήσεις όσον αφορά την ανεξαρτησία και τις εξουσίες του μηχανισμού Διαμεσολαβητή και η απουσία συγκεκριμένων διασφαλίσεων ότι δεν θα πραγματοποιείται μαζική και αδιάκριτη συλλογή προσωπικών δεδομένων·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο ψήφισμά του, της 6ης Απριλίου 2017, το Κοινοβούλιο, ενώ αναγνώρισε ότι η Ασπίδα Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής ΕΕ-ΗΠΑ περιέχει σημαντικές βελτιώσεις όσον αφορά τη σαφήνεια των προτύπων σε σχέση με τον πρώην Ασφαλή Λιμένα ΕΕ-ΗΠΑ, εξέφρασε επίσης την άποψη ότι σημαντικά ζητήματα παραμένουν ανεπίλυτα όσον αφορά συγκεκριμένες εμπορικές πτυχές, την εθνική ασφάλεια και την επιβολή του νόμου· λαμβάνοντας υπόψη ότι ζητεί από την Επιτροπή να διενεργήσει, κατά την πρώτη κοινή ετήσια επανεξέταση, λεπτομερή και εις βάθος εξέταση όλων των ελλείψεων και των αδυναμιών, και να υποδείξει με ποιον τρόπο αυτές αντιμετωπίστηκαν ούτως ώστε να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τον Χάρτη της ΕΕ και το ενωσιακό δίκαιο, καθώς και να εξετάσει προσεκτικά κατά πόσον οι μηχανισμοί και οι εγγυήσεις που περιλαμβάνονται στις διαβεβαιώσεις και τις διευκρινίσεις της κυβέρνησης των ΗΠΑ είναι αποτελεσματικοί και εφικτοί·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκθεση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την πρώτη ετήσια επανεξέταση της λειτουργίας της Ασπίδας Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής ΕΕ-ΗΠΑ και το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής που συνοδεύει την έκθεση, ενώ αναγνωρίζουν ότι οι αρχές των ΗΠΑ έχουν θέσει σε εφαρμογή τις απαραίτητες δομές και διαδικασίες για να διασφαλίσουν την ορθή λειτουργία της Ασπίδας Προστασίας και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να διασφαλίζουν επαρκές επίπεδο προστασίας για τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που μεταφέρονται δυνάμει της Ασπίδας Προστασίας, έκαναν δέκα συστάσεις στις αρχές των ΗΠΑ προκειμένου να αντιμετωπιστούν ανησυχίες, όχι μόνο όσον αφορά τα καθήκοντα και τις δραστηριότητες του Υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ, που είναι επιφορτισμένο με την παρακολούθηση της πιστοποίησης των οργανισμών της Ασπίδας Προστασίας και με την επιβολή των αρχών της, αλλά και όσον αφορά τα ζητήματα εκείνα που σχετίζονται με την εθνική ασφάλεια, όπως η επανέγκριση του τμήματος 702 του FISA, ή ο διορισμός μόνιμου Διαμεσολαβητή ή το γεγονός ότι τα μέλη της Επιτροπή Εποπτείας της Ιδιωτικής Ζωής και των Ατομικών Ελευθεριών (PCLOB) δεν έχουν ακόμη διοριστεί·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η γνωμοδότηση της WP29, της 28ης Νοεμβρίου 2017, με τίτλο «Ασπίδα Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής ΕΕ-ΗΠΑ – Πρώτη Ετήσια Επανεξέταση», που ακολουθεί την πρώτη ετήσια κοινή επανεξέταση, αναγνωρίζει την πρόοδο της Ασπίδας Προστασίας σε σύγκριση με την ακυρωθείσα απόφαση περί Ασφαλούς Λιμένος· λαμβάνοντας υπόψη ότι η WP29 αναγνωρίζει τις προσπάθειες που κατέβαλαν οι αρχές των ΗΠΑ και η Επιτροπή για την εφαρμογή της Ασπίδας Προστασίας·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η WP29 έχει εντοπίσει ορισμένα σημαντικά ανεπίλυτα ζητήματα που προκαλούν έντονο προβληματισμό, και όσον αφορά τις εμπορικές πτυχές και όσον αφορά την πρόσβαση των δημόσιων αρχών των ΗΠΑ σε δεδομένα που μεταφέρονται στις ΗΠΑ στο πλαίσιο της Ασπίδας Προστασίας (είτε για λόγους επιβολής του νόμου είτε για λόγους εθνικής ασφαλείας), τα οποία πρέπει να αντιμετωπίσουν τόσο η Επιτροπή όσο και οι αρχές των ΗΠΑ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ομάδα εργασίας έχει ζητήσει να εκπονηθεί άμεσα σχέδιο δράσης, ώστε να καταδειχθεί ότι όλες οι ανησυχίες αυτές θα αντιμετωπιστούν, το αργότερο κατά τη δεύτερη κοινή επανεξέταση·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι αν οι ανησυχίες της WP29 δεν αντιμετωπιστούν εντός της προβλεπόμενης χρονικής περιόδου, τα μέλη της WP29 θα λάβουν τα κατάλληλα μέτρα, μεταξύ άλλων φέρνοντας την απόφαση περί επάρκειας της Ασπίδας Προστασίας ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, ώστε αυτά να στραφούν στο ΔΕΕ για την έκδοση προδικαστικής απόφασης·
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ενώπιον του ΔΕΕ έχει κατατεθεί προσφυγή ακύρωσης στην υπόθεση La Quadrature du Net και άλλοι κατά Επιτροπής (υπόθεση T-738/16), ενώ στο ίδιο δικαστήριο έχει παραπεμφθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ιρλανδίας η υπόθεση μεταξύ του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων της Ιρλανδίας και της Facebook Ireland Limited και του Maximilian Schrems (υπόθεση Schrems II)· λαμβάνοντας υπόψη ότι στο πλαίσιο της εν λόγω παραπομπής αναφέρεται ότι η μαζική παρακολούθηση είναι ακόμη σε εξέλιξη και εξετάζεται το κατά πόσον υπάρχει δικαίωμα πραγματικής προσφυγής στο δίκαιο των ΗΠΑ για τους πολίτες της ΕΕ, των οποίων τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαβιβάζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες·
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 11 Ιανουαρίου 2018, το Κογκρέσο των ΗΠΑ προέβη σε επανέγκριση και τροποποίηση του τμήματος 702 του FISA για έξι έτη χωρίς να λάβει υπόψη τους προβληματισμούς που εκφράστηκαν στην κοινή έκθεση επανεξέτασης της Επιτροπής και τη γνωμοδότηση της WP29·
ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο του γενικού νόμου περί προϋπολογισμού, που εγκρίθηκε στις 23 Μαρτίου 2018, το Κογκρέσο των ΗΠΑ θέσπισε τον νόμο για τη διασαφήνιση της χρήσης των δεδομένων στο εξωτερικό (Clarifying Overseas Use of Data, CLOUD), με τον οποίο διευκολύνεται η πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο περιεχόμενο επικοινωνιών και σε άλλα σχετικά δεδομένα, καθώς δίνεται στις αρχές επιβολής του νόμου των ΗΠΑ η δυνατότητα να απαιτούν την προσκόμιση δεδομένων επικοινωνιών, ακόμη και αυτά αποθηκεύονται εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών, και επιτρέπεται σε ορισμένες ξένες χώρες να συνάπτουν εκτελεστικές συμφωνίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες για να επιτρέπεται στους παρόχους υπηρεσιών των ΗΠΑ να ανταποκρίνονται σε ορισμένες διαταγές από το εξωτερικό, με τις οποίες ζητείται πρόσβαση σε δεδομένα επικοινωνιών·
ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Facebook Inc., η Cambridge Analytica και η SCL Elections Ltd είναι εταιρείες που έχουν πιστοποιηθεί στο πλαίσιο της Ασπίδας Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής και, ως εκ τούτου, αξιοποίησαν την απόφαση περί επάρκειας ως νομική βάση για τη διαβίβαση και την περαιτέρω επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση προς τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής·
ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 5 του ΓΚΠΔ, εφόσον καταστούν διαθέσιμα στοιχεία που αποκαλύπτουν ότι τρίτη χώρα δεν διασφαλίζει πλέον επαρκές επίπεδο προστασίας, η Επιτροπή καταργεί, τροποποιεί ή αναστέλλει την απόφαση περί επάρκειας·
1. υπογραμμίζει τις συνεχιζόμενες αδυναμίες της Ασπίδας Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής όσον αφορά τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων· καθώς και τον αυξανόμενο κίνδυνο το ΔΕΕ να ακυρώσει την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/1250 της Επιτροπής σχετικά με την Ασπίδα Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής·
2. λαμβάνει υπό σημείωση τις βελτιώσεις σε σύγκριση με τη συμφωνία περί Ασφαλούς Λιμένα, στις οποίες περιλαμβάνονται η προσθήκη βασικών ορισμών, η επιβολή αυστηρότερων υποχρεώσεων σχετικά με τη διατήρηση των δεδομένων και τις περαιτέρω διαβιβάσεις προς τρίτες χώρες, η δημιουργία ενός διαμεσολαβητή για να εξασφαλίζει την ατομική έννομη προστασία και την ανεξάρτητη εποπτεία, η επιβολή ελέγχων και ισορροπιών για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων (PCLOB), οι εξωτερικές και εσωτερικές αξιολογήσεις συμμόρφωσης, η τακτικότερη και αυστηρότερη τεκμηρίωση και παρακολούθηση, η διαθεσιμότητα διαφόρων τρόπων για την άσκηση ενδίκου βοηθήματος, καθώς και ο εξέχων ρόλος των εθνικών αρχών προσωπικών δεδομένων για τη διερεύνηση καταγγελιών·
3. υπενθυμίζει ότι η WP29 έθεσε την 25η Μαΐου 2018 ως ημερομηνία μέχρι την οποία πρέπει να έχουν επιλυθεί τα εκκρεμή θέματα, και, ειδάλλως, ενδέχεται να αποφασίσει να φέρει την Ασπίδα Προστασίας ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, προκειμένου αυτά να παραπέμψουν την υπόθεση στο ΔΕΕ για την έκδοση προδικαστικής απόφασης(11)·
Θεσμικά ζητήματα / υποψηφιότητες
4. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι χρειάστηκε τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα για να διοριστούν τα δύο συμπληρωματικά μέλη σε συνδυασμό με τον διορισμό του προέδρου της PCLOB, και καλεί τη Γερουσία ελέγξει τα προφίλ τους, προκειμένου να επικυρώσει τον διορισμό, ώστε να αποκατασταθεί η απαρτία του ανεξάρτητου οργανισμού για να μπορέσει να εκπληρώσει τις αποστολές του, δηλαδή την πρόληψη της τρομοκρατίας και τη διασφάλιση της ανάγκης για προστασία της ιδιωτικής ζωής και των ατομικών ελευθεριών·
5. εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η απουσία προέδρου και η έλλειψη απαρτίας της PCLOB περιόρισαν την ικανότητα δράσης της για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της· τονίζει ότι, όταν η PCLOB βρίσκεται υπό καθεστώς μερικής απαρτίας, δεν μπορεί να δρομολογήσει νέα συμβουλευτικά ή εποπτικά σχέδια, ούτε να προσλάβει προσωπικό· υπενθυμίζει ότι η PCLOB δεν έχει ακόμη εκδώσει την πολυαναμενόμενη έκθεσή της σχετικά με την άσκηση της εποπτείας δυνάμει του εκτελεστικού διατάγματος 12333 για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τη συγκεκριμένη εφαρμογή του παρόντος εκτελεστικού διατάγματος και σχετικά με την αναγκαιότητα και την αναλογικότητά του όσον αφορά τις παρεμβάσεις στην προστασία των δεδομένων στο πλαίσιο αυτό· σημειώνει ότι είναι ιδιαιτέρως επιθυμητή η εκπόνηση της έκθεσης αυτής, λαμβανομένης υπόψη της αβεβαιότητας και της έλλειψης προβλεψιμότητας που διέπουν τη χρήση του εκτελεστικού διατάγματος 12333· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η PCLOB δεν εξέδωσε νέα έκθεση σχετικά με το τμήμα 702 του FISA πριν από την επανέγκρισή του, τον Ιανουάριο του 2018· θεωρεί ότι το καθεστώς μερικής απαρτίας υπονομεύει σοβαρά τις εγγυήσεις περί συμμόρφωσης και εποπτείας εκ μέρους των αρχών των ΗΠΑ· παροτρύνει, ως εκ τούτου, τις αρχές των ΗΠΑ να διορίσουν και να επικυρώσουν τον διορισμό των νέων μελών αμελλητί·
6. δεδομένου του γεγονότος ότι η προεδρική οδηγία πολιτικής 28 (ΠΟΠ 28) είναι ένα από τα βασικά στοιχεία, στα οποία θεμελιώνεται η Ασπίδα Προστασίας, ζητεί τη δημοσίευση της έκθεσης της PCLOB επί της ΠΟΠ 28, η οποία δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη, καθώς η δημοσίευση της αποτελεί αντικείμενο προεδρικού προνομίου·
7. επαναλαμβάνει τη θέση του ότι ο μηχανισμός Διαμεσολαβητή του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ δεν είναι επαρκώς ανεξάρτητος και δεν διαθέτει επαρκείς αποτελεσματικές εξουσίες για την εκτέλεση των καθηκόντων του και την παροχή αποτελεσματικής έννομης προστασίας για τους πολίτες της ΕΕ· τονίζει ότι οι ακριβείς εξουσίες του μηχανισμού Διαμεσολαβητή πρέπει να αποσαφηνιστούν, ιδίως όσον αφορά τις εξουσίες του έναντι των υπηρεσιών πληροφοριών και το επίπεδο στο οποίο υπάρχει δικαίωμα πραγματικής προσφυγής κατά των αποφάσεών του· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι ο Διαμεσολαβητής μπορεί να ζητήσει δράση και πληροφορίες μόνον από κυβερνητικούς φορείς των ΗΠΑ, και δεν μπορεί να υποχρεώσει τις αρχές να σταματήσουν και να διακόψουν παράνομη παρακολούθηση ή να καταστρέψουν μόνιμα πληροφορίες· επισημαίνει ότι, ενώ υπάρχει ασκών χρέη Διαμεσολαβητή, μέχρι σήμερα η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν έχει ακόμη διορίσει νέο μόνιμο Διαμεσολαβητή, γεγονός που δεν συμβάλλει στην αμοιβαία εμπιστοσύνη· θεωρεί ότι, εάν δεν διοριστεί ανεξάρτητος, έμπειρος και επαρκώς εξουσιοδοτημένος Διαμεσολαβητής, οι διαβεβαιώσεις των ΗΠΑ όσον αφορά την παροχή αποτελεσματικής έννομης προστασίας στους πολίτες της ΕΕ θα είναι άκυρες·
8. αναγνωρίζει την πρόσφατη επικύρωση από τη Γερουσία του διορισμού νέου προέδρου της ομοσπονδιακής επιτροπής εμπορίου (FTC) και τεσσάρων επιτρόπων FTC· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι μέχρι την εν λόγω επικύρωση τέσσερις από τις πέντε θέσεις της FTC παρέμεναν κενές, λαμβανομένου υπόψη ότι η FTC είναι η αρμόδια υπηρεσία για την εφαρμογή των αρχών της Ασπίδας Προστασίας από τους οργανισμούς των ΗΠΑ·
9. τονίζει ότι οι πρόσφατες αποκαλύψεις σχετικά με τις πρακτικές του Facebook και της Cambridge Analytica υπογραμμίζουν την ανάγκη για προορατική εποπτεία και μέτρα επιβολής, τα οποία δεν θα βασίζονται μόνο σε καταγγελίες, αλλά θα περιλαμβάνουν συστηματικούς ελέγχους της πρακτικής συμμόρφωσης των πολιτικών προστασίας της ιδιωτικής ζωής με τις αρχές της Ασπίδας Προστασίας καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής της πιστοποίησης· καλεί τις αρμόδιες αρχές προστασίας δεδομένων της ΕΕ να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα και να αναστέλλουν τις μεταβιβάσεις δεδομένων σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης·
Ζητήματα εμπορικού χαρακτήρα
10. θεωρεί ότι, προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφάνεια και να αποφευχθούν οι ψευδείς ισχυρισμοί περί πιστοποίησης, το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ δεν πρέπει να επιτρέπει στις αμερικανικές εταιρείες να δημοσιοποιούν στοιχεία σχετικά με την πιστοποίηση τη Ασπίδας Προστασίας προτού ολοκληρωθεί η διαδικασία πιστοποίησης και συμπεριληφθούν στον κατάλογο της Ασπίδας Προστασίας· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ δεν έκανε χρήση της δυνατότητας που παρέχει η Ασπίδα Προστασίας να ζητήσει, για λόγους διασφάλισης της συμμόρφωσης, αντίγραφα των συμβατικών όρων που χρησιμοποιούν πιστοποιημένες εταιρείες στις συμβάσεις τους με τρίτα μέρη· θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι δεν υπάρχει αποτελεσματικός έλεγχος σχετικά με το κατά πόσον πιστοποιημένες εταιρείες όντως συμμορφώνονται με τις διατάξεις της Ασπίδας Προστασίας· καλεί το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ να πραγματοποιεί αυτεπαγγέλτως, προορατικά και σε τακτική βάση, αξιολογήσεις συμμόρφωσης, για την παρακολούθηση της αποτελεσματικής συμμόρφωσης των εταιρειών με τους κανόνες και τις απαιτήσεις της Ασπίδας Προστασίας της Ιδιωτικής Ζωής·
11. θεωρεί ότι οι διάφορες διαδικασίες προσφυγής για τους πολίτες της ΕΕ μπορεί να αποδειχθούν υπερβολικά πολύπλοκες, δύσχρηστες και, ως εκ τούτου, αναποτελεσματικές· σημειώνει ότι, όπως υπογραμμίζουν οι εταιρείες που παρέχουν ανεξάρτητους μηχανισμούς προσφυγής, οι περισσότερες καταγγελίες απευθύνονται απευθείας στις εταιρείες από ιδιώτες που ζητούν γενικές πληροφορίες σχετικά με την Ασπίδα Προστασίας και την επεξεργασία των δεδομένων τους· συνιστά, ως εκ τούτου, στις αμερικανικές αρχές, να παράσχουν στους πολίτες στον ιστότοπο της Ασπίδας Προστασίας πιο συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματά τους και τα διαθέσιμα ένδικα βοηθήματα και μέσα·
12. λαμβανομένων υπόψη των πρόσφατων αποκαλύψεων περί κατάχρησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από εταιρείες που είχαν πιστοποιηθεί στο πλαίσιο της Ασπίδας Προστασίας, όπως η Facebook και η Cambridge Analytica, καλεί τις αρχές των ΗΠΑ που είναι επιφορτισμένες με την επιβολή της Ασπίδας Προστασίας να ενεργούν αμελλητί σε περίπτωση παρόμοιων αποκαλύψεων, σε πλήρη συμμόρφωση με τις διαβεβαιώσεις και τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν για τη διατήρηση της τρέχουσας ρύθμισης της Ασπίδας Προστασίας και, εφόσον χρειάζεται, για την απομάκρυνση τέτοιων εταιρειών από τον κατάλογο της Ασπίδας Προστασίας· καλεί, επίσης, τις αρμόδιες αρχές προστασίας δεδομένων της ΕΕ για να διερευνούν τέτοιες αποκαλύψεις αυτές και, ανάλογα με την περίπτωση, να αναστέλλουν ή να απαγορεύουν τις διαβιβάσεις δεδομένων στο πλαίσιο της Ασπίδας Προστασίας· εκτιμά ότι οι αποκαλύψεις καταδεικνύουν σαφώς ότι ο μηχανισμός της Ασπίδας Προστασίας δεν προασπίζει επαρκώς το δικαίωμα της προστασίας των δεδομένων·
13. εκφράζει τη σοβαρή του ανησυχία για τη μεταβολή των όρων υπηρεσίας του Facebook για τους εκτός ΕΕ χρήστες εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών και του Καναδά, των οποίων τα δικαιώματα μέχρι σήμερα προστατεύονταν βάσει του δικαίου της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων, και οι οποίοι τώρα πρέπει να αποδεχθούν ως υπεύθυνο επεξεργασίας δεδομένων την Facebook US και όχι την Facebook Ireland· θεωρεί ότι τούτο συνιστά διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτη χώρα, που αφορά περίπου 1,5 δισεκατομμύρια χρήστες· εκφράζει σοβαρές αμφιβολίες για το γεγονός ότι ένας τέτοιος άνευ προηγουμένου μεγάλης κλίμακας περιορισμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων των χρηστών από μια πλατφόρμα που κατέχει εκ των πραγμάτων το μονοπώλιο στον τομέα ήταν ο σκοπός στον οποίο απέβλεπε η Ασπίδα Προστασίας· ζητεί από τις αρχές προστασίας των δεδομένων της ΕΕ να διερευνήσουν το ζήτημα·
14. εκφράζει την έντονη ανησυχία του για το γεγονός ότι, εάν το ζήτημα δεν αντιμετωπιστεί, τέτοιες καταχρήσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από διάφορες οντότητες, που έχουν ως στόχο να χειραγωγούν την πολιτική βούληση ή την εκλογική συμπεριφορά, ενδέχεται να συνιστούν απειλή για τη δημοκρατική διαδικασία και για την ιδέα στην οποία αυτή βασίζεται, δηλαδή ότι οι ψηφοφόροι μπορούν οι ίδιοι να λαμβάνουν συνειδητές και τεκμηριωμένες αποφάσεις·
15. χαιρετίζει και υποστηρίζει τις εκκλήσεις, σύμφωνα με τις οποίες ο νομοθέτης των ΗΠΑ πρέπει να θεσπίσει έναν γενικό νόμο για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων·
16. υπενθυμίζει τις ανησυχίες του σχετικά με την έλλειψη ειδικών κανόνων και εγγυήσεων στην Ασπίδα Προστασίας σε σχέση με τις αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει αυτοματοποιημένης επεξεργασίας/κατάρτισης προφίλ, οι οποίες παράγουν έννομα αποτελέσματα ή επηρεάζουν σημαντικά το άτομο· αναγνωρίζει την πρόθεση της Επιτροπής να αναθέσει μελέτη για τη συλλογή πραγματικών αποδεικτικών στοιχείων και για την περαιτέρω αξιολόγηση της σημασίας της αυτοματοποιημένης λήψης αποφάσεων για τις διαβιβάσεις δεδομένων στο πλαίσιο της Ασπίδας Προστασίας· ζητεί από την Επιτροπή να θεσπίσει ειδικούς κανόνες σχετικά με την αυτοματοποιημένη λήψη αποφάσεων, ώστε να παρέχονται επαρκείς εγγυήσεις, εάν από τη μελέτη προκύψει ανάγκη για κάτι τέτοιο· λαμβάνει υπό σημείωση, εν προκειμένω, τις πληροφορίες που παρέχει η κοινή επανεξέταση, βάσει των οποίων η αυτοματοποιημένη λήψη αποφάσεων δεν μπορεί να πραγματοποιείται με βάση δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν μεταφερθεί στο πλαίσιο της Ασπίδας Προστασίας· εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του διότι, σύμφωνα με την ομάδα εργασίας του άρθρου 29, η ανατροφοδότηση των εταιρειών παρέμεινε πολύ γενική, καθιστώντας, έτσι, ασαφές το κατά πόσον τα εν λόγω επιχειρήματα αντιστοιχούν στην πραγματικότητα όλων των εταιρειών που συμμετέχουν στην Ασπίδα Προστασίας· τονίζει, περαιτέρω, τη δυνατότητα εφαρμογής του ΓΚΠΔ υπό τις προϋποθέσεις του άρθρο 3 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ·
17. τονίζει ότι πρέπει να γίνουν περαιτέρω βελτιώσεις όσον αφορά την ερμηνεία και τον χειρισμό των δεδομένων που αφορούν ανθρώπινους πόρους, λόγω της διαφορετικής ερμηνείας που αποδίδεται στην έννοια «ανθρώπινοι πόροι» από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, αφενός, και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την WP29, αφετέρου· συμφωνεί απολύτως με την WP29, η οποία καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμμετάσχει σε διαπραγματεύσεις με τις αρχές των ΗΠΑ, προκειμένου να τροποποιηθεί ο μηχανισμός της Ασπίδας Προστασίας σχετικά με το θέμα αυτό·
18. επαναλαμβάνει την ανησυχία του για το γεγονός ότι οι αρχές της Ασπίδας Προστασίας δεν ακολουθούν το πρότυπο της ΕΕ για την βάσει συγκατάθεσης επεξεργασία, αλλά επιτρέπουν τη δυνατότητα αυτοεξαίρεσης/το δικαίωμα αντίταξης μόνο σε πολύ ειδικές περιστάσεις· παροτρύνει, ως εκ τούτου, υπό το φως της κοινής επανεξέτασης, το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ να συνεργαστεί με τις Ευρωπαϊκές Αρχές Προστασίας των Δεδομένων, προκειμένου να προσφέρουν ακριβέστερη καθοδήγηση όσον αφορά τις βασικές αρχές της Ασπίδας Προστασίας, όπως η αρχή της επιλογής, η αρχή της κοινοποίησης, οι περαιτέρω διαβιβάσεις, η σχέση και η πρόσβαση του υπεύθυνου επεξεργασίας δεδομένων και εκείνου που εκτελεί την επεξεργασία δεδομένων, που είναι πολύ περισσότερο ευθυγραμμισμένες με τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679·
19. επαναλαμβάνει τις ανησυχίες του για την απόρριψη από το Κογκρέσο, τον Μάρτιο του 2017, του κανόνα που υπέβαλε η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών σχετικά με την «Προστασία της ιδιωτικής ζωής των πελατών ευρυζωνικών και άλλων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών», γεγονός που στην πράξη καταργεί τους κανόνες περί απορρήτου των ευρυζωνικών υπηρεσιών που θα απαιτούσαν από τους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου να λαμβάνουν τη ρητή συγκατάθεση του καταναλωτή πριν από την πώληση ή την ανταλλαγή δεδομένων διαδικτυακής περιήγησης και άλλων ιδιωτικών πληροφοριών με διαφημιστικές και άλλες εταιρείες· θεωρεί ότι τούτο αποτελεί ακόμα μία απειλή κατά των διασφαλίσεων της ιδιωτικότητας στις Ηνωμένες Πολιτείες·
Ζητήματα επιβολής του νόμου και εθνικής ασφάλειας
20. θεωρεί ότι η έννοια της «εθνικής ασφάλειας» στον μηχανισμό της Ασπίδας Προστασίας δεν ορίζεται με επαρκή ακρίβεια ώστε να διασφαλίζεται ότι οι παραβιάσεις της προστασίας δεδομένων μπορούν να υποβάλλονται σε αποτελεσματική επανεξέταση από τα δικαστήρια, για να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση και η αυστηρή εξέταση της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας· ζητεί, ως εκ τούτου, έναν ακριβέστερο ορισμό της «εθνικής ασφάλειας»·
21. σημειώνει ότι ο αριθμός των στόχων δυνάμει του τμήματος 702 του FISA έχει αυξηθεί, λόγω των αλλαγών στην τεχνολογία και στα πρότυπα επικοινωνίας, καθώς και λόγω του εξελισσόμενου απειλητικού περιβάλλοντος·
22. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι ΗΠΑ δεν άδραξαν την ευκαιρία της πρόσφατης επανέγκρισης του τμήματος 702 του FISA για να συμπεριλάβουν τις διασφαλίσεις που προβλέπει η ΠΟΠ 28· ζητεί αποδεικτικά στοιχεία και νομικές δεσμεύσεις που θα διασφαλίζουν ότι η συλλογή δεδομένων δυνάμει του τμήματος 702 του FISA δεν πραγματοποιείται αδιακρίτως και ότι η πρόσβαση δεν δίδεται σε γενικευμένη βάση (μαζική συλλογή), παραβιάζοντας τις επιταγές του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ· λαμβάνει υπό σημείωση την εξήγηση της Επιτροπής στο έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της, ότι η παρακολούθηση δυνάμει του τμήματος 702 του FISA βασίζεται πάντοτε σε επιλογείς και, ως εκ τούτου, δεν επιτρέπει τη μαζική συλλογή· συντάσσεται, επομένως, με την WP29, η οποία ζητεί μια επικαιροποιημένη έκθεση της PCLOB σχετικά με τον ορισμό των «στόχων», για την «ανάθεση των επιλογέων» και σχετικά με τη συγκεκριμένη διαδικασία που εφαρμόζουν οι επιλογείς στο πλαίσιο του προγράμματος UPSTREAM για να διασαφηνίσουν και να εκτιμήσουν κατά πόσον στο πλαίσιο αυτό πραγματοποιείται μαζική πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα · αποδοκιμάζει το γεγονός ότι πολίτες της ΕΕ αποκλείονται από την πρόσθετη προστασία που παρέχει η επανέγκριση του τμήματος 702 του FISA· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η επανέγκριση του τμήματος 702 περιλαμβάνει πολλές τροποποιήσεις που είναι απλώς διαδικαστικές και δεν αντιμετωπίζει τα εν λόγω πιο προβληματικά ζητήματα, γεγονός που έθιξε και η WP29· καλεί την Επιτροπή να λάβει σοβαρά υπόψη την επικείμενη ανάλυση της WP29 με θέμα το τμήμα 702 του FISA και να πράξει αναλόγως·
23. επιβεβαιώνει ότι η επανέγκριση του τμήματος 702 του FISA για 6 ακόμη έτη θέτει υπό αμφισβήτηση τη νομιμότητα της Ασπίδας Προστασίας·
24. επαναλαμβάνει τις ανησυχίες του σχετικά με το εκτελεστικό διάταγμα 12333, που επιτρέπει στην Υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας να προβαίνει σε διαβίβαση τεράστιων όγκων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συγκεντρώνονται χωρίς εντάλματα, δικαστικές εντολές ή άδεια του Κογκρέσου, με 16 άλλους οργανισμούς, περιλαμβανομένου του FBI, της Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών και του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών· εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την απουσία δικαστικού ελέγχου των δραστηριοτήτων επιτήρησης που πραγματοποιούνται βάσει του εκτελεστικού διατάγματος 12333·
25. τονίζει τα επίμονα εμπόδια για την έννομη προστασία μη υπηκόων των ΗΠΑ που υπόκεινται σε μέτρα επιτήρησης με βάση το τμήμα 702 του FISA ή το εκτελεστικό διάταγμα 12333, λόγω των δικονομικών προϋποθέσεων της «ενεργητικής νομιμοποίησης», όπως ερμηνεύονται επί του παρόντος από τα δικαστήρια των ΗΠΑ, προκειμένου να αποκτήσουν τη δυνατότητα όσοι δεν είναι πολίτες των ΗΠΑ να απευθύνονται στα αμερικανικά δικαστήρια και να στρέφονται κατά αποφάσεων που τους αφορούν·
26. εκφράζει την ανησυχία του σχετικά με τις επιπτώσεις του εκτελεστικού διατάγματος 13768 με τίτλο «Ενίσχυση της δημόσιας ασφάλειας στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών» για τα δικαστικά και διοικητικά ένδικα βοηθήματα που έχουν στη διάθεσή τους οι πολίτες των ΗΠΑ, δεδομένου ότι η προστασία της πράξης περί ιδιωτικής ζωής δεν ισχύει πλέον για όσους δεν είναι πολίτες των ΗΠΑ· σημειώνει τη θέση της Επιτροπής ότι η αξιολόγηση της επάρκειας δεν βασίζεται στην προστασία που παρέχει ο νόμος περί ιδιωτικής ζωής και, ότι ως εκ τούτου, το εν λόγω εκτελεστικό διάταγμα δεν θίγει την Ασπίδα Προστασίας· θεωρεί ότι το εκτελεστικό διάταγμα 13768, ωστόσο, καταδεικνύει την πρόθεση της εκτελεστικής εξουσίας των ΗΠΑ να ανακαλέσει εγγυήσεις για την προστασία των δεδομένων που είχαν χορηγηθεί προηγουμένως σε πολίτες της ΕΕ, καθώς και τις δεσμεύσεις που ανελήφθησαν προς την ΕΕ κατά τη διάρκεια της Προεδρίας Obama·
27. εκφράζει την έντονη ανησυχία σχετικά με την πρόσφατη έγκριση του νόμου για την αποσαφήνιση της νόμιμης χρήσης δεδομένων στο εξωτερικό (CLOUD) (H.R. 4943), που επεκτείνει τις ικανότητες των αμερικανικών και των ξένων αρχών επιβολής του νόμου να στοχεύουν και να αποκτούν πρόσβαση σε δεδομένα ατόμων πέρα από τα διεθνή σύνορα, χωρίς να χρησιμοποιούν τη συνθήκη της αμοιβαίας νομικής συνδρομής (MLAT), τα οποία προσφέρουν κατάλληλα μέτρα διασφάλισης και σεβασμού των δικαστικών ικανοτήτων των χωρών στις οποίες βρίσκονται οι πληροφορίες· υπογραμμίζει ότι ο CLOUD θα μπορούσε να έχει σοβαρές επιπτώσεις για την ΕΕ, δεδομένου ότι είναι ιδιαίτερα ευρύς και δημιουργεί δυνητικές συγκρούσεις με την ενωσιακή νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων·
28. θεωρεί ότι μια πιο ισορροπημένη λύση θα ήταν να ενισχυθεί το υπάρχον διεθνές σύστημα των συμβάσεων αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής (MLAT), ενόψει της ενθάρρυνσης της διεθνούς και δικαστικής συνεργασίας· επαναλαμβάνει ότι, όπως προβλέπεται, παραδείγματος χάριν, στο άρθρο 48 του ΓΚΠΔ, η αμοιβαία δικαστική συνδρομή και άλλες διεθνείς συμφωνίες αποτελούν τον προτιμώμενο μηχανισμό για την παροχή πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες·
29. θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι οι αρχές των ΗΠΑ απέτυχαν να εκπληρώσουν προορατικά τη δέσμευσή τους να παράσχουν στην Επιτροπή έγκαιρη και ολοκληρωμένη ενημέρωση σχετικά με τυχόν εξελίξεις που θα μπορούσαν να παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την Ασπίδα Προστασίας, συμπεριλαμβανομένης της παράλειψης κοινοποίησης προς την Επιτροπή των αλλαγών στο νομικό πλαίσιο των ΗΠΑ, για παράδειγμα σε σχέση με το εκτελεστικό διάταγμα 13768 του Προέδρου Trump «Ενίσχυση της δημόσιας ασφάλειας στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών» ή την κατάργηση των κανόνων προστασίας της ιδιωτικής ζωής για τους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου·
30. υπενθυμίζει ότι, όπως αναφέρεται στο ψήφισμά του της 6ης Απριλίου 2017, ούτε οι αρχές της Ασπίδας Προστασίας ούτε οι επιστολές της κυβέρνησης των ΗΠΑ που παρέχουν διευκρινίσεις και διασφαλίσεις αποδεικνύουν την ύπαρξη αποτελεσματικών δικαιωμάτων προσφυγής στη δικαιοσύνη για πολίτες της ΕΕ, όσον αφορά τη χρήση των προσωπικών δεδομένων τους από τις αρχές των ΗΠΑ για σκοπούς επιβολής του νόμου και για σκοπούς δημόσιου συμφέροντος, δικαιώματα που, όπως είχε υπογραμμίσει το ΔΕΕ στην απόφασή του, της 6ης Οκτωβρίου 2015, αποτελούν την ουσία του θεμελιώδους δικαιώματος του άρθρου 47 του Χάρτη της ΕΕ·
Συμπεράσματα
31. καλεί την Επιτροπή να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι η ασπίδα προστασίας θα συμμορφώνεται πλήρως προς τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, που θα τεθεί σε εφαρμογή από τις 25 Μαΐου 2018, και προς τον Χάρτη της ΕΕ, έτσι ώστε η επάρκεια να μην οδηγήσει σε «παραθυράκια» ή σε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των ΗΠΑ·
32. εκφράζει αποδοκιμασία για το γεγονός ότι η Επιτροπή και οι αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ δεν επανέλαβαν τις συζητήσεις για τη ρύθμιση της Ασπίδας Προστασίας ούτε κατάρτισαν σχέδιο δράσης για την ταχύτερη δυνατή αντιμετώπιση των ανεπαρκειών που εντοπίστηκαν, όπως είχε ζητήσει η WP29 στην έκθεσή της του Δεκεμβρίου σχετικά με την κοινή επανεξέταση· καλεί την Επιτροπή και τις αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ να το πράξουν χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση·
33. υπενθυμίζει ότι η ιδιωτικότητα και η προστασία των δεδομένων συνιστούν θεμελιώδη δικαιώματα επιβαλλόμενα από τον νόμο, τα οποία κατοχυρώνονται στις Συνθήκες, στον Χάρτη της ΕΕ και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, όπως επίσης στη νομοθεσία και στη νομολογία· τονίζει ότι πρέπει να εφαρμόζονται κατά τρόπο που να μην θέτει περιττά εμπόδια στο εμπόριο ή τις διεθνείς σχέσεις, αλλά δεν μπορεί να «αντισταθμίζονται» έναντι εμπορικών ή πολιτικών συμφερόντων·
34. εκφράζει την άποψη ότι η τρέχουσα ρύθμιση της Ασπίδας Προστασίας δεν παρέχει το κατάλληλο επίπεδο προστασίας που απαιτείται από την ενωσιακή νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων και από τον Χάρτη της ΕΕ, όπως ερμηνεύονται από το ΔΕΕ·
35. θεωρεί ότι, εκτός εάν οι ΗΠΑ συμμορφωθούν πλήρως από την 1η Σεπτεμβρίου 2018, η Επιτροπή έχει παραλείψει να ενεργήσει σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 5 του ΓΚΠΔ· καλεί, ως εκ τούτου, την Επιτροπή να αναστείλει την Ασπίδα Προστασίας έως ότου οι αρχές των ΗΠΑ συμμορφωθούν με τους όρους της·
36. αναθέτει στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων να συνεχίσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις στον τομέα αυτόν, μεταξύ άλλων τις υποθέσεις που εκδικάζονται ενώπιον του ΔΕΕ, καθώς και τη συνέχεια που δόθηκε στις συστάσεις που διατυπώθηκαν στο ψήφισμα·
o o o
37. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και στο Συμβούλιο της Ευρώπης.