Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 29ης Νοεμβρίου 2018 σχετικά με το σκάνδαλο cum-ex: οικονομικό έγκλημα και κενά στο ισχύον νομικό πλαίσιο (2018/2900(RSP))
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τις αποκαλύψεις για το cum-ex, στις οποίες προέβη κοινοπραξία ερευνητικών δημοσιογράφων με επικεφαλής τη γερμανική μη κερδοσκοπική οργάνωση μέσων ενημέρωσης CORRECTIV στις 18 Οκτωβρίου 2018,
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ(1) (οδηγία ESMA),
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής(2) («κανονισμός ΕΑΤ»),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 2014/107/ΕΕ του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2014, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον φορολογικό τομέα (DAC2)(3),
– έχοντας υπόψη την οδηγία (EΕ) 2018/822 του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2018, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας σχετικά με δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις (DAC6)(4),
– έχοντας υπόψη την 4η Εξεταστική Επιτροπή της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Βουλής που ερευνά το σκάνδαλο, η οποία κατέληξε στην έκδοση έκθεσης(5) τον Ιούνιο του 2017,
– έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 25ης Νοεμβρίου 2015(6) και της 6ης Ιουλίου 2016(7) σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» και άλλα μέτρα παρόμοιου χαρακτήρα ή αποτελέσματος,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Δεκεμβρίου 2015 που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την επίτευξη διαφάνειας, συντονισμού και σύγκλισης στις πολιτικές όσον αφορά τη φορολογία των εταιρειών στην Ένωση(8),
– έχοντας υπόψη τη σύστασή του της 13ης Δεκεμβρίου 2017 προς το Συμβούλιο και την Επιτροπή εν συνεχεία της έρευνας για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τη φοροαποφυγή και τη φοροδιαφυγή(9),
– έχοντας υπόψη την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 1ης Μαρτίου 2018, για τη σύσταση, τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων, την αριθμητική σύνθεση και τη διάρκεια της θητείας της ειδικής επιτροπής σχετικά με το οικονομικό έγκλημα, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή (TAX3)(10),
– έχοντας υπόψη τη συζήτησή του στην ολομέλεια της 23ης Οκτωβρίου 2018 σχετικά με το σκάνδαλο cum-ex,
– έχοντας υπόψη την κοινή συνεδρίαση των επιτροπών ECON/TAX3 της 26ης Νοεμβρίου 2018,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 123 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι όροι «cum-ex» και «cum-cum» - ή εμπορικά συστήματα αρμπιτράζ μερισμάτων - αναφέρονται στην πρακτική αγοραπωλησίας μετοχών κατά τρόπο που αποκρύπτουν την ταυτότητα του πραγματικού ιδιοκτήτη και επιτρέπουν και στα δύο ή τα περισσότερα των δύο εμπλεκόμενα μέρη να ζητούν επιστροφές παρακρατήσεων επιστροφής φόρου από τον φόρο υπεραξίας κεφαλαίων που είχε καταβληθεί μόνο μία φορά·
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι το σκάνδαλο cum-ex αποκαλύφθηκε στο κοινό μέσω μιας συνεργατικής έρευνας μεταξύ 19 ευρωπαϊκών ειδησεογραφικών μέσων από 12 χώρες και 38 δημοσιογράφους·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με πληροφορίες 11 κράτη μέλη έχουν χάσει φορολογικά έσοδα ύψους έως και 55,2 δισεκατομμυρίων EUR εξαιτίας των συστημάτων cum-ex και cum-cum·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι δύσκολο να υπολογιστεί το μέγιστο ποσό της ζημίας που προκλήθηκε, δεδομένου ότι πολλές ενέργειες ξεκίνησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και έχουν παραγραφεί εδώ και αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι η έρευνα της κοινοπραξίας ευρωπαίων δημοσιογράφων χαρακτηρίζει τη Γερμανία, τη Δανία, την Ισπανία, την Ιταλία και τη Γαλλία ως τις κυριότερες αγορές-στόχους για εμπορικές πρακτικές cum-ex, ενώ ακολουθούν η Νορβηγία, η Φινλανδία, η Πολωνία, η Δανία, οι Κάτω Χώρες, η Αυστρία και η Τσεχική Δημοκρατία, και λαμβάνοντας υπόψη ότι στις εν λόγω πρακτικές εμπλέκεται ενδεχομένως ένας άγνωστος αριθμός κρατών μελών της ΕΕ, καθώς και χώρες της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (π.χ. Ελβετία)·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι έρευνες στα κράτη μέλη που επηρεάζονται περισσότερο βρίσκονται σε εξέλιξη·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα συστήματα cum-ex και cum-cum φέρουν ορισμένα από τα διακριτικά της φορολογικής απάτης και πρέπει να εκτιμηθεί το κατά πόσον έχει υπάρξει παραβίαση είτε της εθνικής είτε της ενωσιακής νομοθεσίας·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει αναφερθεί ότι στις εν λόγω εγκληματικές πρακτικές εμπλέκονται χρηματοπιστωτικά ιδρύματα κρατών μελών της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων πολλών μεγάλων γνωστών εμπορικών τραπεζών·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι σε ορισμένες περιπτώσεις οι αρμόδιες αρχές δεν διεξήγαγαν εις βάθος έρευνες σχετικά με τις πληροφορίες που κοινοποιήθηκαν από άλλα κράτη μέλη όσον αφορά τις αποκαλύψεις αναφορικά με τις συναλλαγές cum-ex·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι το γεγονός ότι οι ξένοι επενδυτές δικαιούνται να αξιώνουν επιστροφή των παρακρατούμενων φόρων επί των μερισμάτων διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στις αποκαλύψεις·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι από τον Σεπτέμβριο του 2017, η δεύτερη οδηγία σχετικά με τη διοικητική συνεργασία (ΟΔΣ2) απαιτεί από τα κράτη μέλη της ΕΕ να λαμβάνουν πληροφορίες από τα χρηματοπιστωτικά τους ιδρύματα και να τις ανταλλάσσουν με τα κράτη μέλη διαμονής των φορολογουμένων σε ετήσια βάση·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκτη οδηγία σχετικά με τη διοικητική συνεργασία (ΟΔΣ6) απαιτεί από κάθε πρόσωπο που καταρτίζει, διαθέτει στην αγορά, οργανώνει, καθιστά διαθέσιμη για εφαρμογή ή διαχειρίζεται την εφαρμογή μιας δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης η οποία διαθέτει προκαθορισμένα διακριτικά να δηλώνει τις ρυθμίσεις αυτές στις εθνικές φορολογικές αρχές·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εντολή της ειδικής επιτροπής σχετικά με το οικονομικό έγκλημα, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή (TAX3) καλύπτει ρητά οποιεσδήποτε σχετικές εξελίξεις στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της επιτροπής που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της θητείας της·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ρόλος των καταγγελτών κατά τα τελευταία 25 έτη έχει αποδειχθεί σημαντικός όσον αφορά την αποκάλυψη ευαίσθητων πληροφοριών που βρίσκονται στο επίκεντρο του δημοσίου συμφέροντος και ότι το ίδιο ισχύει για τις αποκαλύψεις σχετικά με το cum-ex(11)·
1. καταδικάζει απερίφραστα τη φορολογική απάτη και τη φοροαποφυγή που αποκαλύφθηκε, η οποία οδήγησε σε δημοσιοποιημένες απώλειες φορολογικών εσόδων των κρατών μελών που, σύμφωνα με εκτιμήσεις ορισμένων μέσων ενημέρωσης, ανέρχονται έως και σε 55,2 δισεκατομμύρια EUR, συνιστώντας πλήγμα για την ευρωπαϊκή κοινωνική οικονομία της αγοράς·
2. επισημαίνει ότι, σύμφωνα με την οδηγία της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες(12), τα «φορολογικά εγκλήματα» που σχετίζονται με άμεσους και έμμεσους φόρους περιλαμβάνονται στον ευρύ ορισμό της «εγκληματικής δραστηριότητας» και θεωρούνται βασικά αδικήματα για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες· υπενθυμίζει ότι τόσο τα πιστωτικά ιδρύματα όσο και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, καθώς και οι φοροτεχνικοί σύμβουλοι, λογιστές και δικηγόροι, θεωρούνται «υπόχρεες οντότητες» σύμφωνα με την οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και δεσμεύονται, ως εκ τούτου, να τηρούν σειρά καθηκόντων για την πρόληψη, τον εντοπισμό και την καταγγελία δραστηριοτήτων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες·
3. σημειώνει με ανησυχία ότι το σκάνδαλο cum-ex έχει κλονίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στα φορολογικά συστήματα και τονίζει ότι είναι πολύ σημαντικό να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη του κοινού και να διασφαλιστεί ότι όποια ζημία προκλήθηκε δεν θα επαναληφθεί·
4. εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι ο Επίτροπος που είναι αρμόδιος για τη φορολογία δεν αναγνωρίζει την ανάγκη να επεκταθεί το υπάρχον σύστημα για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ εθνικών φορολογικών αρχών·
5. ζητεί από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών και την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών να διενεργήσουν έρευνα για εμπορικά συστήματα αρμπιτράζ μερισμάτων, όπως το cum-ex ή το cum-cum, προκειμένου να αξιολογηθούν οι πιθανές απειλές για την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών και για τους εθνικούς προϋπολογισμούς· να διαπιστώσει τη φύση και το μέγεθος των παραγόντων στα εν λόγω συστήματα· να εκτιμήσει κατά πόσον υπήρξαν παραβιάσεις είτε της εθνικής είτε της ενωσιακής νομοθεσίας· να αξιολογήσει τα μέτρα που λήφθηκαν από τις αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας στα κράτη μέλη και να διατυπώσει κατάλληλες συστάσεις για μεταρρύθμιση και λήψη μέτρων προς τις οικείες αρμόδιες αρχές·
6. υπογραμμίζει ότι οι αποκαλύψεις αυτές δεν επηρεάζουν τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης·
7. συνιστά να διαπιστωθεί από την έρευνα τι απέτυχε στα καθήκοντα συντονισμού και εποπτείας των χρηματοπιστωτικών εποπτικών αρχών, των χρηματιστηρίων και των φορολογικών αρχών των κρατών μελών ώστε να καταστεί δυνατή η συνέχιση των εν λόγω συστημάτων φορολογικής κλοπής επί χρόνια, παρά το γεγονός ότι εντοπίστηκαν·
8. ζητεί να δοθεί στις εθνικές και στις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές εντολή να εξετάζουν πρακτικές φοροαποφυγής, δεδομένου ότι ενδέχεται αυτές να θέσουν σε κίνδυνο την ακεραιότητα της εσωτερικής αγοράς·
9. υπογραμμίζει ότι αυτές οι νέες αποκαλύψεις φαίνεται να υποδεικνύουν πιθανές ελλείψεις των εθνικών φορολογικών νομοθεσιών και των υφιστάμενων συστημάτων ανταλλαγής πληροφοριών και συνεργασίας μεταξύ των αρχών των κρατών μελών· καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν με αποτελεσματικό τρόπο την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον φορολογικό τομέα·
10. ζητεί να ενισχυθεί η ανταλλαγή πληροφοριών σε επίπεδο φορολογικών αρχών, προκειμένου να αποφευχθούν τα προβλήματα με το φορολογικό απόρρητο, που έχουν παρατηρηθεί σε ορισμένα κράτη μέλη·
11. προτρέπει τις φορολογικές αρχές όλων των κρατών μελών να ορίσουν ενιαία σημεία επαφής («ΕΣΕ») σύμφωνα με την κοινή διεθνή ειδική ομάδα του ΟΟΣΑ για την ανταλλαγή πληροφοριών και τη συνεργασία και καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει και να διευκολύνει τη μεταξύ τους συνεργασία, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες σχετικά με υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα ανταλλάσσονται γρήγορα και αποτελεσματικά μεταξύ των κρατών μελών·
12. καλεί επίσης τις εθνικές αρχές να κινήσουν, όπου είναι σκόπιμο, ποινικές έρευνες, να κάνουν χρήση νομικών μέσων για τη δέσμευση ύποπτων περιουσιακών στοιχείων, να δρομολογήσουν έρευνες στα διοικητικά συμβούλια που ενέχονται στο σκάνδαλο, και να επιβάλουν κατάλληλες και αποτρεπτικές ποινές στα εμπλεκόμενα μέρη· είναι της άποψης ότι οι δράστες και οι φορείς που διευκόλυναν τη διάπραξη των εγκλημάτων αυτών, όχι μόνο οι φοροτεχνικοί αλλά και οι δικηγόροι, οι λογιστές και οι τράπεζες, θα πρέπει να προσαχθούν στη δικαιοσύνη· τονίζει την επείγουσα ανάγκη για τερματισμό της ατιμωρησίας του εγκλήματος του «άσπρου κολάρου» και για διασφάλιση καλύτερης επιβολής των δημοσιονομικών κανόνων·
13. καλεί τις αρχές της ΕΕ και των κρατών μελών να διερευνήσουν το ρόλο των ασφαλιστικών ταμείων και των εποπτικών αρχών του ασφαλιστικού τομέα στο σκάνδαλο·
14. καλεί τις εθνικές φορολογικές αρχές να αξιοποιήσουν πλήρως το σύνολο των δυνατοτήτων της ΟΔΣ6 όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον φορολογικό τομέα σχετικά με τις δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις συμπεριλαμβανομένων των ομαδικών αιτημάτων· ζητεί επίσης να ενισχυθεί η ΟΔΣ6 προκειμένου να απαιτείται η υποχρεωτική γνωστοποίηση των συστημάτων αρμπιτράζ μερισμάτων και όλων των πληροφοριών σχετικά με την κεφαλαιακή υπεραξία, συμπεριλαμβανομένης της χορήγησης επιστροφών φόρου από μερίσματα και από φόρο υπεραξίας κεφαλαίων·
15. παροτρύνει όλα τα κράτη μέλη που χαρακτηρίστηκαν ως φερόμενες βασικές αγορές-στόχοι για εμπορικές πρακτικές αρμπιτράζ μερισμάτων να διερευνήσουν και να αναλύσουν διεξοδικά τις πρακτικές πληρωμής μερισμάτων στις δικαιοδοσίες τους, να εντοπίσουν τα κενά στη φορολογική τους νομοθεσία τα οποία δημιουργούν ευκαιρίες για εκμετάλλευση από όσους επιδίδονται σε φορολογική απάτη και φοροαποφυγή, να αναλύσουν την ενδεχόμενη διασυνοριακή διάσταση των πρακτικών αυτών και να θέσουν τέλος σε όλες αυτές τις επιζήμιες φορολογικές πρακτικές·
16. τονίζει την ανάγκη για συντονισμένη δράση μεταξύ των εθνικών αρχών προκειμένου να διασφαλιστεί η ανάκτηση των περιουσιακών στοιχείων που αποκομίστηκαν παρανόμως από δημόσιους λογαριασμούς·
17. παροτρύνει την Επιτροπή να αξιολογήσει και τα κράτη μέλη να επανεξετάσουν και να επικαιροποιήσουν τις διμερείς συμφωνίες περί φορολογίας μεταξύ κρατών μελών και με τρίτες χώρες προκειμένου να κλείσουν τα κενά που δημιουργούν κίνητρα για βασιζόμενες στη φορολογία εμπορικές πρακτικές που αποσκοπούν στη φοροαποφυγή·
18. καλεί την Επιτροπή να αρχίσει αμέσως να προετοιμάζει πρόταση για μια Ευρωπαϊκή Αστυνομία για το Χρηματοπιστωτικό Έγκλημα στο πλαίσιο της Ευρωπόλ, η οποία θα διαθέτει δικά της μέσα έρευνας, καθώς και ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για διασυνοριακές φορολογικές έρευνες·
19. καλεί την Επιτροπή να αναθεωρήσει την οδηγία για την κοινή φορολόγηση που ισχύει στην περίπτωση των μητρικών εταιρειών και των θυγατρικών από διαφορετικά κράτη μέλη με σκοπό την αντιμετώπιση των πρακτικών αρμπιτράζ μερισμάτων·
20. καλεί την Επιτροπή να εκτιμήσει τον ρόλο των φορέων ειδικού σκοπού (SPV) και των οντοτήτων ειδικού σκοπού (ΟΕΣ) που αποκάλυψαν τα έγγραφα σχετικά με τις συναλλαγές cum-ex και, κατά περίπτωση, να προτείνει τον περιορισμό της χρήσης των εν λόγω μέσων·
21. καλεί την Επιτροπή να εξετάσει την αναγκαιότητα ενός ευρωπαϊκού πλαισίου για τη φορολόγηση των εισοδημάτων κεφαλαίου, το οποίο θα μειώνει τα κίνητρα που αποσταθεροποιούν τις διασυνοριακές χρηματοπιστωτικές ροές, δημιουργούν φορολογικό ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών μελών και υπονομεύουν τις φορολογικές βάσεις που εγγυώνται τη βιωσιμότητα των ευρωπαϊκών κρατών πρόνοιας·
22. ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο νομοθετικής πρότασης για μια Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών της ΕΕ, ενός ευρωπαϊκού κόμβου για κοινές έρευνες και μηχανισμού έγκαιρης προειδοποίησης·
23. σημειώνει ότι η κρίση του 2008 οδήγησε σε γενικευμένες μειώσεις πόρων και προσωπικού στις φορολογικές διοικήσεις· καλεί τα κράτη μέλη να επενδύσουν και να εκσυγχρονίσουν τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους οι φορολογικές αρχές και να διαθέσουν τους αναγκαίους ανθρώπινους πόρους, με στόχο τη βελτίωση της επιτήρησης και τη μείωση του χρονικού και πληροφοριακού χάσματος· καλεί τα κράτη μέλη να βελτιώσουν τις ικανότητες και τις δυνατότητες των οικονομικών τους αρχών ώστε να διασφαλίσουν ότι είναι πλήρως λειτουργικές για την ανίχνευση της φορολογικής απάτης·
24. τονίζει την ανάγκη προστασίας των καταγγελτών, οι οποίοι αποκαλύπτουν πληροφορίες, για παράδειγμα, για περιπτώσεις φορολογικής απάτης και φοροδιαφυγής σε εθνικό επίπεδο και επίπεδο ΕΕ· καλεί οποιονδήποτε έχει πληροφορίες που είναι σημαντικές για το δημόσιο συμφέρον να τις υποβάλει, είτε εσωτερικά είτε εξωτερικά στις εθνικές αρχές, ή, όπου κρίνεται απαραίτητο, στο κοινό· ζητεί να εγκριθεί σύντομα η πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των προσώπων που καταγγέλλουν παραβάσεις του δικαίου της Ένωσης, λαμβανομένων υπόψη των γνωμοδοτήσεων που εγκρίθηκαν στις διάφορες επιτροπές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·
25. χαιρετίζει την πρόταση της Επιτροπής, της 12ης Σεπτεμβρίου 2018, σχετικά με την τροποποίηση, μεταξύ άλλων κανονισμών, του κανονισμού για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) προκειμένου να ενισχυθεί ο ρόλος της ΕΑΤ όσον αφορά την εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα στον τομέα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (COM(2018)0646· τονίζει ότι, σύμφωνα με τον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει το καθήκον να προβαίνει σε ενέργειες έγκαιρης παρέμβασης, όπως προβλέπεται στη σχετική νομοθεσία της Ένωσης· είναι της άποψης ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να διαδραματίζει ρόλο στην ενημέρωση των αρμόδιων εθνικών αρχών και να συντονίζει τις ενέργειες που αφορούν υπόνοιες μη συμμόρφωσης με τους κανόνες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες σε εποπτευόμενες τράπεζες ή ομίλους·
26. εκφράζει την άποψη ότι οι εργασίες των επιτροπών TAXE, TAX2, PANA και TAX3 θα πρέπει να συνεχιστούν κατά την προσεχή κοινοβουλευτική περίοδο, σε μια μόνιμη δομή εντός του Κοινοβουλίου, όπως μια υποεπιτροπή της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (ECON)·
27. καλεί την ειδική επιτροπή TAX3 να διεξαγάγει τη δική της αξιολόγηση των αποκαλύψεων σχετικά με τις συναλλαγές cum-ex και να συμπεριλάβει στην τελική της έκθεση τα αποτελέσματα καθώς και οποιεσδήποτε σχετικές συστάσεις·
28. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών.
Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).