Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 2018 με συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την ταχεία διευθέτηση εμπορικών διαφορών (2018/2079(INL))
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 225 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 67 παράγραφος 4 και το άρθρο 81 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ,
– έχοντας το άρθρο 19 παράγραφος 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), και το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο Χάρτης»),
– έχοντας υπόψη τη μελέτη της Γενικής Διεύθυνσης Εσωτερικών Πολιτικών με τίτλο «Building competence in commercial law in the Member States» (Απόκτηση εξειδίκευσης στον τομέα του εμπορικού δικαίου στα κράτη μέλη),
– έχοντας υπόψη τον πίνακα αποτελεσμάτων της ΕΕ στον τομέα της δικαιοσύνης 2018,
– έχοντας υπόψη τις «αρχές της δικαστικής επιμόρφωσης»(1) του ευρωπαϊκού δικτύου κατάρτισης δικαστικών (ΕΔΚΔ) του έτους 2016,
– έχοντας υπόψη το ενωσιακό κεκτημένο στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 46 και 52 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A8-0396/2018),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι το δικαίωμα σε δίκαιη, δημόσια και εμπρόθεσμη δίκη, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη και στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις εγγυήσεις για το κράτος δικαίου και τη δημοκρατία και είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την πολιτική δικονομία γενικότερα·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι η καθιέρωση μιας ευρωπαϊκής ταχείας αστικής διαδικασίας θα μπορούσε να συμβάλει στον εκσυγχρονισμό των εθνικών διαδικασιών, στην εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού για τις επιχειρήσεις, καθώς και στην ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης μέσω αποτελεσματικών και αποδοτικών δικαστικών συστημάτων, διευκολύνοντας παράλληλα την πρόσβαση στη δικαιοσύνη εντός της Ένωσης και συμβάλλοντας στην προστασία των θεμελιωδών ελευθεριών της Ένωσης·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πίνακας αποτελεσμάτων στον τομέα της δικαιοσύνης για το 2018 έδειξε ότι η διαθεσιμότητα νομικής βοήθειας και το επίπεδο δικαστικών εξόδων έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην πρόσβαση στη δικαιοσύνη, ειδικότερα για τους πολίτες που ζουν σε συνθήκες φτώχειας·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η δικαστική συνεργασία προωθείται, υποστηρίζεται και ενθαρρύνεται από πολλές διαδικαστικού χαρακτήρα πράξεις του παραγώγου δικαίου της Ένωσης, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται ο κανονισμός για τις μικροδιαφορές, η οδηγία για τη δικαστική συνδρομή, ο κανονισμός για τη διεξαγωγή αποδείξεων και ο κανονισμός για την επίδοση εγγράφων·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι η δικαστική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών αποσκοπεί μεταξύ άλλων στη διασφάλιση πλήρους σεβασμού στο δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και δίκαιης δίκης σε διασυνοριακές υποθέσεις, στη διασφάλιση αποτελεσματικών και ομαλών δικαστικών διαδικασιών και σε αυτές τις περιπτώσεις, και στην ενίσχυση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης στα δικαστικά συστήματα, κάτι που αποτελεί τη βάση για την περαιτέρω αμοιβαία αναγνώριση των δικαστικών αποφάσεων στην Ένωση·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλά ζητήματα διαδικαστικού χαρακτήρα στον τομέα της αστικής δικαιοσύνης ρυθμίζονται σε εθνικό επίπεδο και για το λόγο αυτό το διαδικαστικό δίκαιο στον τομέα αυτό διαφέρει από κράτος μέλος σε κράτος μέλος, γεγονός που συνάδει με την αρχή της επικουρικότητας και της αναλογικότητας· λαμβάνοντας υπόψη ότι μια ταχεία διαδικασία μπορεί να οδηγήσει στην αναγκαία προσέγγιση των δικονομικών συστημάτων στην Ένωση·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι αναγκαίο να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των αρχών και των δικαστικών συστημάτων σε επίπεδο Ένωσης, προκειμένου να αρθούν τα εμπόδια που ενδέχεται να προκύψουν από ασυμβατότητες μεταξύ των διαφόρων δικαστικών και διοικητικών συστημάτων·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι στον κανονισμό Βρυξέλλες Ι θεσπίζονται βασικές διατάξεις για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε διασυνοριακές υποθέσεις στην Ένωση· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αναδιατυπωμένη έκδοσή του, η οποία ισχύει από το 2015 (Βρυξέλλες Ια), εισήγαγε σημαντικές προσαρμογές για την επίλυση των διασυνοριακών διαφορών στην ΕΕ, οδηγώντας σε εξοικονόμηση κόστους και χρόνου τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους πολίτες·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στον κανονισμό Ρώμη Ι θεσπίζονται διατάξεις σχετικά με το εφαρμοστέο στις συμβατικές ενοχές δίκαιο σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαδικαστικοί κανόνες πρέπει να διασφαλίζουν τόσο την προστασία των δικαιωμάτων των μερών όσο και την ταχεία επίλυση των διαφορών·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εκδίκαση εμπορικών υποθέσεων σε δημόσια δικαστήρια των κρατών μελών είναι γενικώς αργή και δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των μερών μιας εμπορικής διαφοράς, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται από την καθιέρωση της ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών, η οποία, αντιθέτως, είχε ως αποτέλεσμα μια σαφώς ταχύτερη διευθέτηση των καταναλωτικών διαφορών· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι η κατάλληλη χρήση των τεχνολογιών των πληροφοριών και επικοινωνιών στα δικαστήρια συμβάλλει στην επιτάχυνση των διαδικασιών και στη μείωση των εξόδων.
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αργή διευθέτηση εμπορικών διαφορών στην Ένωση θα μπορούσε να οδηγήσει τους εμπορικούς εταίρους να αναζητήσουν εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης διαφορών ή την επίλυση των διαφορών σε τρίτες χώρες και να αποφασίσουν να εφαρμόσουν στις συμβάσεις τους το εθνικό δίκαιο ενός τρίτου κράτους·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι για τη διευθέτηση των εμπορικών διαφορών κατά τρόπο άρτιο απαιτείται τα δικαστήρια, οι δικαστές, οι δικηγόροι και οι ασκούντες νομικά επαγγέλματα να διαθέτουν υψηλού επιπέδου εξειδίκευση και εμπειρία στον τομέα αυτό·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ύπαρξη μιας ταχείας και με μειωμένο κόστος διαδικασίας, την οποία θα διευθύνουν δικαστές και δικηγόροι με υψηλή κατάρτιση και εμπειρία στα κράτη μέλη, θα έχει ως πιθανότερο αποτέλεσμα να αποφασίζουν τα μέρη να επιλέγουν το εθνικό δίκαιο ενός κράτους μέλους και συνεπώς θα ενισχύεται η εξειδίκευση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις στα κράτη μέλη·
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη τη διαφαινόμενη ανάγκη να βρεθεί κατάλληλη λύση όσον αφορά τα διαφορετικά γλωσσικά καθεστώτα, η οποία θα μπορούσε να συνίσταται στην ύπαρξη εναρμονισμένων εντύπων, διαθέσιμων σε όλες τις γλώσσες της Ένωσης·
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εξειδικευμένα σε εμπορικές υποθέσεις δικαστήρια και εμπορικά τμήματα θα διασφαλίσουν ένα υψηλότερο επίπεδο επάρκειας και ανεξαρτησίας στις υποθέσεις αυτές και, ως εκ τούτου, οι εμπορικές υποθέσεις θα εκδικάζονται από τα δικαστήρια των κρατών μελών·
1. επισημαίνει ότι η διευθέτηση εμπορικών υποθέσεων είναι πολύ πιο αργή από ό,τι θα έπρεπε να είναι, με μέση διάρκεια 3-4 έτη, και ότι αυτό έχει ως αποτέλεσμα σημαντική επιβάρυνση των επιχειρήσεων, όχι μόνο από οικονομικής σκοπιάς αλλά και από πλευράς χρόνου και ενέργειας και άλλων πόρων που θα μπορούσαν να κατευθυνθούν σε άλλες δραστηριότητες·
2. τονίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί πλήρης σεβασμός του δικαιώματος των μερών σε πραγματική προσφυγή και δίκαιη δίκη, σύμφωνα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και να υπάρχει εγγύηση υψηλής ποιότητας της δικαστικής διαδικασίας σε εμπορικές υποθέσεις·
3. τονίζει την επιτυχή εφαρμογή της ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών (ΕΔΜ), η οποία κατέστησε δυνατή την επίλυση διασυνοριακών καταναλωτικών και άλλων διαφορών σχετικά με μικρά ποσά στην Ένωση με ταχύτητα και οικονομικά αποδοτικό τρόπο, διαφυλάσσοντας ταυτόχρονα την προστασία των δικαιωμάτων των μερών·
4. υπογραμμίζει το γεγονός ότι η αμοιβαία εμπιστοσύνη αποτελεί σύνθετη έννοια και ότι στην ανάπτυξή της συμβάλλουν πολλοί παράγοντες, όπως η δικαστική κατάρτιση και επιμόρφωση, η διασυνοριακή δικαστική συνεργασία και η ανταλλαγή εμπειριών και βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των δικαστικών λειτουργών·
5. υπογραμμίζει ότι χάριν της διεξαγωγής δίκαιης δίκης και της πρόσβασης στη δικαιοσύνη, τα δίκτυα συνεργασίας και οι βάσεις δεδομένων που ενισχύουν τη δικαστική συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών θα πρέπει να διατηρηθούν και να διευρυνθούν, σε αυτά δε συγκαταλέγονται το ευρωπαϊκό δικαστικό δίκτυο και η διαδικτυακή πύλη της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης, η οποία πρέπει να καταστεί μια υπηρεσία ενιαίας στάσης στο δικαστικό σύστημα της Ένωσης·
6. φρονεί ότι η έκδοση κανονισμού για την ταχεία ευρωπαϊκή αστική διαδικασία κατά το πρότυπο της διαδικασίας περί μικροδιαφορών, η οποία θα εφαρμόζεται σε διασυνοριακές εμπορικές διαφορές, θα ήταν ο καλύτερος τρόπος για την αντιμετώπιση των μεγάλων καθυστερήσεων που σημειώνονται για τη διευθέτηση των εμπορικών διαφορών στην Ένωση, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντικές εξοικονομήσεις για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και στην ενεργοποίηση του αδρανούς κεφαλαίου·
7. υποστηρίζει ότι οι εμπορικοί εταίροι θα έχουν καλύτερες δυνατότητες καταβολής εξόδων για την εκπροσώπησή τους και προετοιμασίας για μια δικαστική διαδικασία, πράγμα που σημαίνει θα έχουν καλύτερες προοπτικές για να προστατέψουν αποτελεσματικότερα τα δικαιώματά τους στο πλαίσιο μιας ταχύτερης ολοκλήρωσης της διαδικασίας·
8. φρονεί ότι η διαδικασία αυτή θα μπορούσε να συνδυαστεί με απαιτήσεις σχετικά με μια κατάλληλη προετοιμασία των μερών πριν από την έναρξη της διαδικασίας, με αυστηρές προθεσμίες, με περιορισμένες δυνατότητες επίκλησης πρόσθετων πραγματικών περιστατικών ή αποδεικτικών στοιχείων κατά τη διάρκεια της διαδικασίας καθώς και με τη μη δυνατότητα άσκησης ξεχωριστής προσφυγής κατά διαδικαστικών αποφάσεων, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυνατή η επιτάχυνση της διαδικασίας·
9. φρονεί ότι το αυστηρό αυτό διαδικαστικό σύστημα είναι συμβατό με την προστασία των δικαιωμάτων των μερών, υπό τον όρο ότι η ευρωπαϊκή ταχεία αστική διαδικασία θα είναι προαιρετική και θα εφαρμόζεται μόνο:
˗
όταν τα μέρη έχουν συμφωνήσει να κάνουν χρήση της διαδικασίας αφότου έχει προκύψει η διαφορά, ή
˗
όταν ο εναγόμενος συμφωνεί να συμμετάσχει στη διαδικασία, αφού προηγουμένως ο ενάγων έχει ασκήσει αγωγή στο πλαίσιο της ταχείας αυτής διαδικασίας, υπό την προϋπόθεση ότι ο εναγόμενος έχει αρκετό χρόνο για να προετοιμαστεί επαρκώς πριν από την εκκίνηση της διαδικασίας·
10. πιστεύει ότι η ευρωπαϊκή ταχεία αστική διαδικασία, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να ισχύει μόνο όταν τα μέρη έχουν ενημερωθεί δεόντως εκ των προτέρων για τις συνέπειες που θα υπάρξουν αν συναινέσουν στη χρήση αυτής της διαδικασίας· θεωρεί ότι το κόστος της ευρωπαϊκής ταχείας αστικής διαδικασίας δεν θα πρέπει να είναι υπερβολικό για τα μέρη, προκειμένου να διασφαλίζεται ο σεβασμός του δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη·
11. τονίζει ότι τα μέρη συχνά καταλήγουν σε φιλική επίλυση της διαφοράς τους υπό τον όρο ότι έχουν διευκρινιστεί πλήρως τα πραγματικά περιστατικά και τα επιχειρήματα, γεγονός που σημαίνει ότι σε ένα διαδικαστικό σύστημα που υποχρεώνει τα μέρη να διερευνήσουν τα πραγματικά περιστατικά και να αναπτύξουν τα επιχειρήματά τους προτού προσφύγουν στο δικαστήριο, οι περισσότερες διαφορές θα επιλύονταν με φιλικό διακανονισμό σε πρώιμο στάδιο·
12. επισημαίνει ότι ο στόχος μιας ταχείας και με χαμηλό κόστος διευθέτησης των εμπορικών διαφορών στην Ένωση δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την καθιέρωση μιας εναρμονισμένης και ταχείας διαδικασίας· τονίζει ότι προς τούτο απαιτούνται δικαστήρια, δικαστές, δικηγόροι και ασκούντες νομικά επαγγέλματα με υψηλή εξειδίκευση στον τομέα του εμπορικού δικαίου και του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου προκειμένου η διαδικασία αυτή να εφαρμόζεται αποτελεσματικά·
13. τονίζει ότι οι διαφορές που υπάρχουν σήμερα όσον αφορά την επιλογή του εφαρμοστέου σε εμπορικές συμβάσεις δικαίου μεταξύ των διαφόρων ευρωπαϊκών εννόμων τάξεων δεν είναι ισοδύναμα κατανεμημένες στα διάφορα κράτη μέλη·
14. διαπιστώνει ότι η επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου βασίζεται συχνά σε πολύπλοκα κριτήρια και ότι, ωστόσο, ο συνδυασμός αλλοδαπού δικαίου και αλλοδαπού δικαστηρίου εκθέτει συχνά ένα μέρος σε σημαντικούς οικονομικούς κινδύνους, και ότι οι διατάξεις αυτές είναι ιδιαιτέρως αμφισβητήσιμες όταν συμφωνούνται στο πλαίσιο τυποποιημένων συμβάσεων ή σε περιπτώσεις στις οποίες ένα από τα μέρη δεν έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει τη σχετική συμφωνία·
15. αντιλαμβάνεται ότι οι γλωσσικοί φραγμοί θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα επιπλέον εμπόδιο και ως εκ τούτου άλλον ένα λόγο για να επιλεγεί η εφαρμογή ενός δικαίου αντί ενός άλλου·
16. υπογραμμίζει ότι η διάθεση ενιαίων τυποποιημένων εντύπων σε όλες τις γλώσσες της Ένωσης θα διευκόλυνε την πρόσβαση στην ευρωπαϊκή ταχεία αστική διαδικασία·
17. προτείνει, προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαία τυποποιημένα έντυπα, να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές εξουσίες και να ασκούνται σύμφωνα με τη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου·
18. καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει αν πρέπει να αναθεωρηθούν οι κανονισμοί Ρώμη Ι, Ρώμη ΙΙ και Βρυξέλλες Ια προκειμένου να ενισχυθεί η σύνδεση μεταξύ σκοπού και αντικειμένου των συμβάσεων και του επιλεγέντος δικαίου και ταυτόχρονα να διασφαλίσει την προστασία των ασθενέστερων μερών σε επιχειρηματικές σχέσεις και συμβάσεις και να διαφυλάξει την αυτονομία των μερών σε συνάρτηση με την επιλογή δικαίου·
19. τονίζει ότι τα ζητήματα αυτά δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με νομοθετικά μέτρα και συνεπώς απαιτείται η λήψη πρακτικών μέτρων για την ενίσχυση της εξειδίκευσης των δικαστηρίων και των δικηγόρων, όπως η ενίσχυση της εκπαίδευσής τους σε εμπορικά θέματα, η αύξηση της πρόσβασης στο ενωσιακό δίκαιο και στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών, ιδίως δε στη νομολογία·
20. διαπιστώνει ότι οι κωδικοποιήσεις στο εμπορικό δίκαιο και στο ιδιωτικό διεθνές ιδιωτικό δίκαιο υπολείπονται σε σχέση με άλλους κλάδους του δικαίου, με αποτέλεσμα η επιστημονική έρευνα να διαδραματίζει σημαντικότερο ρόλο, δεδομένου ότι ένα από τα μέτρα για την απόκτηση εξειδίκευσης σε εμπορικές υποθέσεις στα κράτη μέλη συνίσταται στη διάθεση περισσοτέρων κονδυλίων για έρευνα στον τομέα αυτό·
21. επικροτεί συνεπώς τις εννέα αρχές της δικαστικής επιμόρφωσης, οι οποίες εγκρίθηκαν το 2016 από τη γενική συνέλευση του ευρωπαϊκού δικτύου δικαστικής επιμόρφωσης, δεδομένου ότι αυτές προσφέρουν μια κοινή βάση και ένα κοινό πλαίσιο τόσο για τη δικαιοσύνη όσο και για τα ιδρύματα δικαστικής κατάρτισης της Ευρώπης·
22. τονίζει ότι μείζονος σημασίας είναι επίσης η ποιότητα του εφαρμοστέου σε εμπορικές υποθέσεις δικαίου και ο βαθμός προσαρμογής του στις πρακτικές και εξελίξεις στο εμπόριο·
23. καλεί συνεπώς την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 225 ΣΛΕΕ, να υποβάλει έως την 1η Ιανουαρίου 2020, βάσει του άρθρου 81 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ, νομοθετική πρόταση σχετικά με μια ευρωπαϊκή ταχεία αστική διαδικασία καθώς και ενδεχομένως πρόταση για την τροποποίηση των κανονισμών Ρώμη Ι και Ρώμη ΙΙ και Βρυξέλλες Ια, σύμφωνα με τις συστάσεις που περιλαμβάνονται στο παράρτημα του παρόντος ψηφίσματος και μετά από εκτίμηση της Επιτροπής για την ανάγκη της αναθεώρησης αυτής·
24. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να συμπληρώσουν τις προτάσεις αυτές με περαιτέρω υποστηρικτικά μέτρα, με στόχο την αύξηση της εξειδίκευσης στα κράτη μέλη στους τομείς του εμπορικού δικαίου και του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου·
25. επιβεβαιώνει ότι οι συστάσεις που περιλαμβάνονται στο παράρτημα του παρόντος ψηφίσματος είναι συμβατές με τα θεμελιώδη δικαιώματα, τις αρχές της εθνικής διαδικαστικής αυτονομίας και τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·
26. εκτιμά ότι οι τυχόν οικονομικές συνέπειες της πρότασης, δηλαδή τα διαδικαστικά έξοδα στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ταχείας αστικής διαδικασίας, θα αντισταθμισθούν από ισοδύναμες εξοικονομήσεις, δεδομένου ότι η ευρωπαϊκή ταχεία αστική διαδικασία αναμένεται να είναι πολύ λιγότερο δαπανηρή από τις συνήθεις διαδικασίες των κρατών μελών και επειδή οι σχετικές διαφορές δεν θα ρυθμίζονται με βάση το γενικό διαδικαστικό σύστημα του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους·
27. τονίζει ότι το εμπορικό δίκαιο είναι μόνο ένας από τους τομείς στους οποίους χρειάζονται περαιτέρω ενέργειες σε ενωσιακό επίπεδο ώστε να επιτευχθούν καλύτερη πρόσβαση στη δικαιοσύνη, υψηλότερη ποιότητα των διαδικασιών, ισχυρότερες διασφαλίσεις για τα μέρη και ταχύτερη επίλυση διαφορών·
28. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα και τις συστάσεις που περιλαμβάνονται στο παράρτημα στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο, καθώς και στα κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών.
ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΛΗΨΗ ΜΕΤΡΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΘΕΣΠΙΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΜΙΑΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΤΑΧΕΙΑΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΖΗΤΟΥΜΕΝΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ
I. Ταχεία ευρωπαϊκή αστική διαδικασία
Κύριος στόχος της ακόλουθης πρότασης είναι να θεσπιστεί μια ταχεία εθελοντική ευρωπαϊκή αστική διαδικασία, με την οποία θα παρέχεται στις ευρωπαϊκές εταιρείες η δυνατότητα να διευθετούν τις αμιγώς εμπορικές διαφορές διασυνοριακού χαρακτήρα εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.
Η ταχεία ευρωπαϊκή αστική διαδικασία θα μπορούσε να βασιστεί στις ακόλουθες αρχές:
1. Θα πρέπει να ισχύει για διασυνοριακές εμπορικές διαφορές, στις οποίες δεν μπορεί να εφαρμοστεί η ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών.
2. Θα πρέπει να εφαρμόζεται, εφόσον τα μέρη συμφωνούν σχετικά μετά την έναρξη της διαδικασίας ή όταν ο ενάγων έχει ασκήσει αγωγή με βάση τη διαδικασία αυτή και ο εναγόμενος την έχει αποδεχθεί.
3. Θα πρέπει να ισχύει μόνο όταν τα μέρη έχουν ενημερωθεί καταλλήλως εκ των προτέρων για το τι επακολουθεί αν συναινέσουν στη χρήση αυτής της διαδικασίας.
4. Τα μέρη θα πρέπει να υποχρεούνται να προετοιμάζουν προσεκτικά τις εναγώγιμες αξιώσεις τους προτού προσφύγουν στο δικαστήριο· θα απαγορεύεται επίσης, σε πρώιμο στάδιο, η επίκληση νέων πραγματικών περιστατικών ή αποδεικτικών στοιχείων.
5. Δεν θα επιτρέπεται η άσκηση ξεχωριστής προσφυγής κατά διαδικαστικών αποφάσεων.
6. Η διαδικασία θα μπορεί καταρχήν να είναι έγγραφη, ενώ θα είναι δυνατή η διεξαγωγή προφορικής συζήτησης μετά από αίτηση τουλάχιστον ενός εκ των μερών.
7. Θα πρέπει εν πρώτοις να ισχύουν λίαν βραχείες προθεσμίες στη διαδικασία, παρέχοντας ωστόσο στο δικαστήριο τη δυνατότητα να εφαρμόζει, κατόπιν συναίνεσης των μερών, μακρότερες προθεσμίες σε περίπτωση περίπλοκων υποθέσεων.
8. Θα πρέπει να προωθηθεί ένας δικαστικός ή εξωδικαστικός φιλικός διακανονισμός στο πλαίσιο των διασυνοριακών εμπορικών διαφορών, συμπεριλαμβανομένης της διαμεσολάβησης.
9. Θα πρέπει να προωθείται η χρήση σύγχρονων τεχνολογιών για τους σκοπούς των προφορικών συζητήσεων, της αποδεικτικής διαδικασίας και της επίδοσης εγγράφων.
10. Το κόστος της διαδικασίας θα πρέπει να είναι περιορισμένο, προκειμένου να διασφαλίζεται ο σεβασμός του δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη.
11. Η αναγνώριση και εκτέλεση μιας τελεσίδικης απόφασης στο πλαίσιο της διαδικασίας θα πρέπει να πραγματοποιείται με τον πιο απλό και φιλικό για τον χρήστη τρόπο, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο.
II. Πιθανές τροποποιήσεις των κανονισμών Ρώμη I, Ρώμη II και Βρυξέλλες Iα
Η πρόταση για μια ευρωπαϊκή ταχεία αστική διαδικασία θα πρέπει να συνοδευτεί από μια πρόταση για την τροποποίηση των κανονισμών Ρώμη Ι και Ρώμη ΙΙ και Βρυξέλλες Iα, προκειμένου να δημιουργηθεί μια σαφέστερη σχέση μεταξύ σκοπού και στόχου των συμφωνιών και του επιλεγέντος εντός της Ένωσης δικαίου καθώς και να παρασχεθεί στα μέρη σε αμιγώς εμπορικές συμβάσεις περαιτέρω αυτονομία και να διασφαλιστεί ταυτόχρονα η προστασία των ασθενέστερων μερών στο πλαίσιο των σχέσεων μεταξύ επιχειρήσεων.
Ο κανονισμός Ρώμη Ι θα μπορούσε να περιλαμβάνει τις ακόλουθες αλλαγές:
1. Να εξεταστεί η ενίσχυση της σχέσης μεταξύ επιλεγέντος δικαίου και περιεχομένου, σκοπού και στόχου της σύμβασης και των μερών.
2. Να επανεξεταστούν οι ισχύοντες για την εγκυρότητα της επιλογής του εφαρμοστέου δικαίου κανόνες, σύμφωνα με το εξ ορισμού ισχύον για τη σύμβαση δίκαιο.
III. Περαιτέρω μέτρα για τη δημιουργία εξειδίκευσης σε εμπορικές υποθέσεις στα κράτη μέλη
1. Για την υποστήριξη των προτάσεων αυτών, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα μέτρα με στόχο τη δημιουργία εξειδίκευσης σε εμπορικές υποθέσεις:
α) κατάρτιση δικαστών, δικηγόρων και ασκούντων νομικά επαγγέλματα σε εμπορικές υποθέσεις·
β) απλούστερη και καλύτερη πρόσβαση στο ενωσιακό δίκαιο και στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένης της νομολογίας·
γ) μεγαλύτερη έμφαση στο εμπορικό δίκαιο και στο ιδιωτικό διεθνές δίκαιο στο πλαίσιο της νομικής εκπαίδευσης·
δ) επιπλέον κονδύλια για την επιστημονική έρευνα στους τομείς του εμπορικού δικαίου και του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου· και
ε) εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας και της νομικής ορολογίας σε αυτήν.
2. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνήσουν ώστε τα δικαστήρια που εφαρμόζουν την ευρωπαϊκή ταχεία αστική διαδικασία να είναι εξειδικευμένα στους τομείς του εμπορικού δικαίου, ιδρύοντας για παράδειγμα εμποροδικεία ή εμπορικά τμήματα ή ενισχύοντας τα ήδη υπάρχοντα.
3. Η Επιτροπή θα πρέπει εξάλλου να εξετάσει περαιτέρω τη δυνατότητα σύστασης ενός Ευρωπαϊκού Εμποροδικείου, το οποίο θα συμπληρώνει τα δικαστήρια των κρατών μελών και θα θέτει στη διάθεση των διαδίκων ένα πρόσθετο διεθνές δικαιοδοτικό όργανο, το οποίο θα είναι εξειδικευμένο στη διευθέτηση εμπορικών διαφορών.
4. Ως έσχατο μέτρο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επανεξετάσουν τις νομοθετικές τους διατάξεις που διέπουν τις εμπορικές υποθέσεις μεταξύ εταιρειών, δεδομένου ότι ένα από τα σημαντικότερα κριτήρια για την επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου είναι η αποτελεσματικότητα και ποιότητα του εμπορικού δικαίου μιας χώρας.