Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Ιανουαρίου 2019 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία του προϋπολογισμού της Ένωσης στην περίπτωση γενικευμένων ελλείψεων όσον αφορά το κράτος δικαίου στα κράτη μέλη (COM(2018)0324 – C8-0178/2018 – 2018/0136(COD))(1)
(1) Το κράτος δικαίου είναι μία από τις βασικές αξίες στις οποίες εδράζεται η Ένωση. Όπως υπενθυμίζεται στο άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι αξίες αυτές είναι κοινές για τα κράτη μέλη.
(1) Η Ένωση εδράζεται στις αξίες του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ατόμων που ανήκουν σε μειονότητες, που κατοχυρώνονται στο άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και στα κριτήρια για την ιδιότητα του μέλους της Ένωσης. Όπως υπενθυμίζεται στο άρθρο 2 της ΣΕΕ, οι αξίες αυτές είναι κοινές για τα κράτη μέλη εντός μιας κοινωνίας που χαρακτηρίζεται από τον πλουραλισμό, την απαγόρευση των διακρίσεων, την ανοχή, τη δικαιοσύνη, την αλληλεγγύη και την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών.
(1α) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να τηρούν τις υποχρεώσεις τους και να αποτελούν παράδειγμα εκπληρώνοντας πράγματι τις υποχρεώσεις αυτές και να προχωρήσουν σε μια κοινή αντίληψη για το κράτος δικαίου ως οικουμενικής αξίας που πρέπει να εφαρμόζεται από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη αμερόληπτα. Η πλήρης τήρηση και προώθηση των εν λόγω αρχών αποτελεί το βασικό προαπαιτούμενο για τη νομιμοποίηση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος στο σύνολό του, καθώς και τη βασική προϋπόθεση για την οικοδόμηση της εμπιστοσύνης των πολιτών στην Ένωση και για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής των πολιτικών της.
(1β) Σύμφωνα με το άρθρο 2, το άρθρο 3 παράγραφος 1 και το άρθρο 7 της ΣΕΕ, η Ένωση έχει τη δυνατότητα να ενεργεί προκειμένου να προστατεύσει τον «συνταγματικό πυρήνα» της και τις κοινές αξίες στις οποίες εδράζεται, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιονομικών αρχών της. Τα κράτη μέλη, τα θεσμικά και λοιπά όργανα, καθώς και οι οργανισμοί και οι υπηρεσίες της Ένωσης και οι υποψήφιες χώρες υποχρεούνται να τηρούν, να προστατεύουν και να προωθούν τις εν λόγω αρχές και αξίες, και οφείλουν να συνεργάζονται με ειλικρίνεια.
(2) Η έννοια του κράτους δικαίου απαιτεί όλες οι δημόσιες εξουσίες να ενεργούν στα πλαίσια των περιορισμών που θέτει η νομοθεσία, σύμφωνα με τις αξίες της δημοκρατίας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων, και υπό τον έλεγχο ανεξάρτητων και αμερόληπτων δικαστηρίων. Ειδικότερα, απαιτεί να τηρούνται7 οι αρχές της νομιμότητας8, της ασφάλειας δικαίου9, της απαγόρευσης της αυθαιρεσίας της εκτελεστικής εξουσίας10, της διάκρισης των εξουσιών11 και της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας από ανεξάρτητα δικαστήρια12.
(2) Η έννοια του κράτους δικαίου απαιτεί όλες οι δημόσιες εξουσίες να ενεργούν στα πλαίσια των περιορισμών που θέτει η νομοθεσία, σύμφωνα με τις αξίες της δημοκρατίας και του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων, και υπό τον έλεγχο ανεξάρτητων και αμερόληπτων δικαστηρίων. Ειδικότερα, απαιτεί να τηρούνται7 οι αρχές της νομιμότητας8, συμπεριλαμβανομένης μιας διαφανούς, υπεύθυνης και δημοκρατικής διαδικασίας θέσπισης νόμων, της ασφάλειας δικαίου9, της απαγόρευσης της αυθαιρεσίας της εκτελεστικής εξουσίας10, της διάκρισης των εξουσιών11, της πρόσβασης στη δικαιοσύνη και της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας ενώπιον ανεξάρτητων και αμερόληπτων δικαστηρίων12. Οι εν λόγω αρχές αντικατοπτρίζονται, μεταξύ άλλων, στο επίπεδο της Επιτροπής της Βενετίας του Συμβουλίου της Ευρώπης και επίσης στη βάση της συναφούς νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων12α.
__________________
__________________
7 Απόφαση του Δικαστηρίου, της 29ης Απριλίου 2004, CAS Succhi di Frutta, C-496/99, PECLI:EU:C:2004:236, σκέψη 63.
7 Απόφαση του Δικαστηρίου, της 29ης Απριλίου 2004, CAS Succhi di Frutta, C-496/99, PECLI:EU:C:2004:236, σκέψη 63.
8 Απόφαση του Δικαστηρίου, της 12ης Νοεμβρίου 1981, Amministrazione delle finanze dello Stato κατά Srl Meridionale Industria Salumi και λοιπών — Ditta Italo Orlandi & Figlio και Ditta Vincenzo Divella κατά Amministrazione delle finanze dello Stato. Συνεκδικασθείσες υποθέσεις 212 έως 217/80, ECLI:EU:C:1981:270, σκέψη 10.
8 Απόφαση του Δικαστηρίου, της 12ης Νοεμβρίου 1981, Amministrazione delle finanze dello Stato κατά Srl Meridionale Industria Salumi και λοιπών — Ditta Italo Orlandi & Figlio και Ditta Vincenzo Divella κατά Amministrazione delle finanze dello Stato. Συνεκδικασθείσες υποθέσεις 212 έως 217/80, ECLI:EU:C:1981:270, σκέψη 10.
9 Απόφαση του Δικαστηρίου, της 21ης Σεπτεμβρίου 1989, Hoechst, Συνεκδικασθείσες υποθέσεις 46/87 και 227/88, ECLI:EU:C:1989:337, σκέψη 19.
9 Απόφαση του Δικαστηρίου, της 21ης Σεπτεμβρίου 1989, Hoechst, Συνεκδικασθείσες υποθέσεις 46/87 και 227/88, ECLI:EU:C:1989:337, σκέψη 19.
10 Απόφαση του Δικαστηρίου, της 10ης Νοεμβρίου 2016, Kovalkovas, C 477/16, ECLI:EU:C:2016:861, σκέψη 36· Απόφαση του Δικαστηρίου, της 10ης Νοεμβρίου 2016, Poltorak, C 452/16, ECLI:EU:C:2016:858, σκέψη 35· και απόφαση του Δικαστηρίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2010, DEB, C-279/09, ECLI:EU:C:2010:811, σκέψη 58.
10 Απόφαση του Δικαστηρίου, της 10ης Νοεμβρίου 2016, Kovalkovas, C 477/16, ECLI:EU:C:2016:861, σκέψη 36· Απόφαση του Δικαστηρίου, της 10ης Νοεμβρίου 2016, Poltorak, C 452/16, ECLI:EU:C:2016:858, σκέψη 35· και απόφαση του Δικαστηρίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2010, DEB, C-279/09, ECLI:EU:C:2010:811, σκέψη 58.
11 Απόφαση του Δικαστηρίου, της 27ης Φεβρουαρίου 2018, Associação Sindical dos Juízes Portugueses κατά Tribunal de Contas, C-64/16, ECLI:EU:C:2018:117, σκέψεις 31, 40-41.
11 Απόφαση του Δικαστηρίου, της 27ης Φεβρουαρίου 2018, Associação Sindical dos Juízes Portugueses κατά Tribunal de Contas, C-64/16, ECLI:EU:C:2018:117, σκέψεις 31, 40-41· απόφαση του Δικαστηρίου, της 25ης Ιουλίου 2018, LM, C-216/18 PPU, ECLI:EU:C:2018:586, σκέψεις 63-67.
12 Ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου», COM(2014)0158, Παράρτημα I.
12 Ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου», COM(2014)0158, Παράρτημα I.
12α Έκθεση της Επιτροπής της Βενετίας, της 4ης Απριλίου 2011, Μελέτη αριθ. 512/2009 (CDL-AD(2011)003rev).
(2α) Τα κριτήρια προσχώρησης, ή κριτήρια της Κοπεγχάγης, που καθορίστηκαν το 1993 από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κοπεγχάγης και ενισχύθηκαν το 1995 από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Μαδρίτης, αποτελούν τους βασικούς όρους που πρέπει να πληρούν όλες οι υποψήφιες χώρες για να γίνουν κράτη μέλη. Τα κριτήρια αυτά περιλαμβάνουν τη σταθερότητα των θεσμών που εγγυώνται το δημοκρατικό πολίτευμα, το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον σεβασμό και την προστασία των μειονοτήτων· μια λειτουργούσα οικονομία της αγοράς και την ικανότητα αντιμετώπισης των ανταγωνιστικών πιέσεων και των δυνάμεων της αγοράς στην ΕΕ· και την ικανότητα εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του μέλους της Ένωσης.
(2β) Η αδυναμία μιας υποψήφιας χώρας να ανταποκριθεί στα απαιτούμενα πρότυπα, τις αξίες και τις δημοκρατικές αρχές έχει ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση της προσχώρησης της εν λόγω χώρας στην Ένωση, έως ότου συμμορφωθεί πλήρως με τα εν λόγω πρότυπα. Οι υποχρεώσεις που βαρύνουν τις υποψήφιες χώρες βάσει των κριτηρίων της Κοπεγχάγης εξακολουθούν να ισχύουν για τα κράτη μέλη και μετά την προσχώρησή τους στην Ένωση, δυνάμει του άρθρου 2 της ΣΕΕ και της αρχής της καλόπιστης συνεργασίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 4 της ΣΕΕ. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, συνεπώς, να αξιολογούνται σε τακτική βάση, ώστε να επαληθεύεται ότι οι νόμοι και οι πρακτικές τους εξακολουθούν να συμμορφώνονται με τα εν λόγω κριτήρια και τις κοινές αξίες στις οποίες εδράζεται η Ένωση και να παρέχεται, με τον τρόπο αυτόν, ένα υγιές νομικό και διοικητικό πλαίσιο για την εφαρμογή των πολιτικών της Ένωσης.
(3) Το κράτος δικαίου αποτελεί προϋπόθεση για την προστασία των άλλων θεμελιωδών αξιών στις οποίες εδράζεται η Ένωση, όπως η ελευθερία, η δημοκρατία, η ισότητα και ο σεβασμός των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Ο σεβασμός του κράτους δικαίου είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τον σεβασμό της δημοκρατίας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων: δεν μπορεί να υπάρξει δημοκρατία και σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων χωρίς σεβασμό του κράτους δικαίου, και αντιστρόφως.
(3) Παρόλο που δεν υπάρχει κάποια ιεράρχηση των αξιών της Ένωσης, ο σεβασμός του κράτους δικαίου είναι ζωτικής σημασίας για την προστασία των άλλων θεμελιωδών αξιών στις οποίες εδράζεται η Ένωση, όπως η ελευθερία, η δημοκρατία, η ισότητα και ο σεβασμός των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Ο σεβασμός του κράτους δικαίου είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τον σεβασμό της δημοκρατίας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων: δεν μπορεί να υπάρξει δημοκρατία και σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων χωρίς σεβασμό του κράτους δικαίου, και αντιστρόφως. Η συνοχή και η συνέπεια της εσωτερικής και της εξωτερικής δημοκρατίας, το κράτος δικαίου και η πολιτική για τα θεμελιώδη δικαιώματα είναι κρίσιμης σημασίας για την αξιοπιστία της Ένωσης.
(6) Τα δικαστικά όργανα θα πρέπει να ενεργούν ανεξάρτητα και αμερόληπτα και οι ανακριτικές και εισαγγελικές υπηρεσίες θα πρέπει να είναι σε θέση να εκτελούν ορθά τα καθήκοντά τους. Θα πρέπει να διαθέτουν επαρκείς πόρους και διαδικασίες, ώστε να δρουν αποτελεσματικά και με πλήρη σεβασμό του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη. Οι προϋποθέσεις αυτές απαιτούνται ως ελάχιστη εγγύηση έναντι παράνομων και αυθαίρετων αποφάσεων από τις δημόσιες αρχές, οι οποίες αποφάσεις θα μπορούσαν να βλάψουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης.
(6) Η ανεξαρτησία και η αμεροληψία του δικαστικού συστήματος θα πρέπει πάντα να εξασφαλίζονται και οι ανακριτικές και εισαγγελικές υπηρεσίες θα πρέπει να είναι σε θέση να εκτελούν ορθά τα καθήκοντά τους. Θα πρέπει να διαθέτουν επαρκείς πόρους και διαδικασίες, ώστε να δρουν αποτελεσματικά και με πλήρη σεβασμό του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη. Οι προϋποθέσεις αυτές απαιτούνται ως ελάχιστη εγγύηση έναντι παράνομων και αυθαίρετων αποφάσεων από τις δημόσιες αρχές, οι οποίες αποφάσεις θα μπορούσαν να υπονομεύσουν αυτές τις θεμελιώδεις αρχές και να βλάψουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης.
(7α) Η ανεξαρτησία των εισαγγελικών και των δικαστικών αρχών αφορά τόσο την εκ του νόμου (de jure) όσο και την εκ των πραγμάτων (de facto) ανεξαρτησία των εισαγγελικών και των δικαστικών αρχών, καθώς και των μεμονωμένων εισαγγελέων και δικαστών.
(8) Ο σεβασμός του κράτους δικαίου δεν είναι σημαντικός μόνο για τους πολίτες της Ένωσης, αλλά και για τις επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, την καινοτομία, τις επενδύσεις και την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, η οποία θα αναπτυχθεί περισσότερο όπου υπάρχει σταθερό νομικό και θεσμικό πλαίσιο.
(8) Ο σεβασμός του κράτους δικαίου δεν είναι καίριος μόνο για τους πολίτες της Ένωσης, αλλά και για τις επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, την καινοτομία, τις επενδύσεις, την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή και την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, η οποία θα αναπτυχθεί με βιώσιμο τρόπο μόνον όπου υπάρχει σταθερό νομικό και θεσμικό πλαίσιο.
(8α) Η ενσωμάτωση υφιστάμενων ενωσιακών μηχανισμών παρακολούθησης, όπως ο μηχανισμός συνεργασίας και ελέγχου, ο πίνακας αποτελεσμάτων στον τομέα της δικαιοσύνης και οι εκθέσεις για την καταπολέμηση της διαφθοράς, σε ένα ευρύτερο πλαίσιο παρακολούθησης του κράτους δικαίου θα μπορούσαν να προσφέρουν πιο αποτελεσματικούς και αποδοτικούς μηχανισμούς ελέγχου για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης.
(8β) Η έλλειψη διαφάνειας, οι αυθαίρετες διακρίσεις, η στρέβλωση του ανταγωνισμού και οι άνισοι όροι ανταγωνισμού εντός και εκτός της εσωτερικής αγοράς, ο αντίκτυπος στην ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς και στην αμεροληψία, τη σταθερότητα και τη νομιμότητα του φορολογικού συστήματος, οι αυξημένες οικονομικές ανισότητες, ο αθέμιτος ανταγωνισμός μεταξύ κρατών, η κοινωνική δυσφορία, η δυσπιστία και το δημοκρατικό έλλειμμα αποτελούν ορισμένες από τις αρνητικές επιπτώσεις των επιζήμιων φορολογικών πρακτικών.
(10α) Η Ένωση έχει στη διάθεσή της πλειάδα μέσων και διαδικασιών για την εξασφάλιση της πλήρους και ορθής εφαρμογής των αρχών και των αξιών που ορίζονται στη ΣΕΕ, αλλά προς το παρόν δεν υπάρχει άμεση και αποτελεσματική απάντηση από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης, ιδίως για τη διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης. Τα υφιστάμενα μέσα θα πρέπει να εφαρμόζονται, να αξιολογούνται και να συμπληρώνονται στο πλαίσιο ενός μηχανισμού του κράτους δικαίου που θα είναι επαρκής και αποτελεσματικός.
(11) Οι γενικευμένες ελλείψεις στα κράτη μέλη όσον αφορά το κράτος δικαίου, οι οποίες επηρεάζουν ιδίως την εύρυθμη λειτουργία των δημόσιων αρχών και την αποτελεσματική δικαστική επανεξέταση, μπορούν να βλάψουν σοβαρά τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης.
(11) Οι γενικευμένες ελλείψεις στα κράτη μέλη όσον αφορά το κράτος δικαίου, οι οποίες επηρεάζουν ιδίως την εύρυθμη λειτουργία των δημόσιων αρχών και την αποτελεσματική δικαστική επανεξέταση, μπορούν να βλάψουν σοβαρά τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης. Οι αποτελεσματικές έρευνες για τέτοιου είδους ελλείψεις, καθώς και η εφαρμογή αποτελεσματικών και αναλογικών μέτρων όταν διαπιστώνεται γενικευμένη έλλειψη, είναι αναγκαίες όχι μόνο για τη διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικής είσπραξης εσόδων, αλλά και για την εξασφάλιση της εμπιστοσύνης του κοινού στην Ένωση και στα θεσμικά της όργανα.Εντέλει, μόνο ένα ανεξάρτητο δικαστικό σύστημα, το οποίο προασπίζει το κράτος δικαίου και την ασφάλεια δικαίου σε όλα τα κράτη μέλη, μπορεί να εγγυηθεί ότι τα κονδύλια του προϋπολογισμού της Ένωσης προστατεύονται επαρκώς.
(11α) Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Επιτροπής, το ύψος της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής ανέρχεται σε 1 τρισεκατομμύριο EUR ετησίως. Οι αρνητικές συνέπειες των εν λόγω πρακτικών για τους προϋπολογισμούς των κρατών μελών και της Ένωσης, καθώς και για τους πολίτες, είναι εμφανείς και θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την εμπιστοσύνη στη δημοκρατία.
(11β) Η εταιρική φοροαποφυγή έχει άμεσο αντίκτυπο στους προϋπολογισμούς των κρατών μελών και της Ένωσης και στην κατανομή των φορολογικών βαρών μεταξύ των κατηγοριών φορολογουμένων, καθώς και μεταξύ οικονομικών παραγόντων.
(11δ) Ως θεματοφύλακας των Συνθηκών, η Επιτροπή θα πρέπει να μεριμνά για την πλήρη συμμόρφωση με το δίκαιο της Ένωσης και την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών.
(11ε) Η αξιολόγηση και η παρακολούθηση των φορολογικών πολιτικών των κρατών μελών σε ενωσιακό επίπεδο θα μπορούσε να εξασφαλίσει τη μη εφαρμογή νέων επιζήμιων φορολογικών μέτρων στα κράτη μέλη. Η παρακολούθηση της συμμόρφωσης των κρατών μελών, των δικαιοδοσιών τους, των περιφερειών ή άλλων διοικητικών δομών τους, με τη χρήση του κοινού ενωσιακού καταλόγου μη συνεργάσιμων περιοχών δικαιοδοσίας, θα μπορούσε να διαφυλάξει την ενιαία αγορά και να εξασφαλίσει την εύρυθμη και συνεκτική λειτουργία της.
(12) Ο προσδιορισμός γενικευμένων ελλείψεων απαιτεί ποιοτική αξιολόγηση από την Επιτροπή. Η αξιολόγηση αυτή θα μπορούσε να βασίζεται σε πληροφορίες από όλες τις διαθέσιμες πηγές και τα αναγνωρισμένα θεσμικά όργανα, συμπεριλαμβανομένων αποφάσεων του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκθέσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και συμπερασμάτων και συστάσεων συναφών διεθνών οργανισμών και δικτύων, όπως είναι τα όργανα του Συμβουλίου της Ευρώπης, καθώς και το Ευρωπαϊκό Δίκτυο των Ανωτάτων Δικαστηρίων και το Ευρωπαϊκό δίκτυο δικαστικών συμβουλίων.
(12) Ο προσδιορισμός γενικευμένων ελλείψεων απαιτεί ενδελεχή ποιοτική αξιολόγηση από την Επιτροπή. Η αξιολόγηση αυτή θα πρέπει να είναι αντικειμενική, αμερόληπτη και διαφανής και να βασίζεται σε πληροφορίες από όλες τις συναφείς πηγές, λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για την προσχώρηση στην Ένωση, ιδίως των κεφαλαίων του κεκτημένου σχετικά με το δικαστικό σύστημα και τα θεμελιώδη δικαιώματα, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία και την ασφάλεια, τον δημοσιονομικό έλεγχο και τη φορολογία, καθώς και των κατευθυντήριων γραμμών που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο του μηχανισμού συνεργασίας και ελέγχου για την παρακολούθηση της προόδου ενός κράτους μέλους, και από αναγνωρισμένα θεσμικά όργανα, συμπεριλαμβανομένων αποφάσεων του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ψηφισμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εκθέσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και συμπερασμάτων και συστάσεων συναφών διεθνών οργανισμών, όπως είναι τα όργανα του Συμβουλίου της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένου ιδίως του καταλόγου ελέγχου για το κράτος δικαίου που έχει εκπονήσει η Επιτροπή της Βενετίας, καθώς και συναφών διεθνών δικτύων όπως το Ευρωπαϊκό Δίκτυο των Ανωτάτων Δικαστηρίων και το Ευρωπαϊκό δίκτυο δικαστικών συμβουλίων.
(12α) Θα πρέπει να συσταθεί συμβουλευτική ομάδα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων συνταγματικού δικαίου και οικονομικών και δημοσιονομικών θεμάτων, στόχος της οποίας θα είναι να επικουρεί την Επιτροπή στην αξιολόγηση των γενικευμένων ελλείψεων. Η εν λόγω ομάδα θα πρέπει να διενεργεί ανεξάρτητη ετήσια αξιολόγηση των ζητημάτων που αφορούν το κράτος δικαίου σε όλα τα κράτη μέλη και επηρεάζουν ή απειλούν να επηρεάσουν τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση ή την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, λαμβανομένων υπόψη πληροφοριών από όλες τις συναφείς πηγές και τα αναγνωρισμένα ιδρύματα. Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με την έγκριση ή την άρση πιθανών μέτρων, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις σχετικές γνώμες που εκφράζει η ομάδα αυτή.
(13) Θα πρέπει να καθοριστούν τα πιθανά μέτρα που πρέπει να θεσπίζονται στην περίπτωση γενικευμένων ελλείψεων και η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται για τη θέσπισή τους. Τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να περιλαμβάνουν αναστολή των πληρωμών και των αναλήψεων υποχρεώσεων, μείωση της χρηματοδότησης στο πλαίσιο των υφιστάμενων αναλήψεων υποχρεώσεων και απαγόρευση της σύναψης νέων αναλήψεων υποχρεώσεων με τους αποδέκτες.
(13) Θα πρέπει να καθοριστούν τα μέτρα που πρέπει να θεσπίζονται στην περίπτωση γενικευμένων ελλείψεων και η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται για τη θέσπισή τους. Τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να περιλαμβάνουν αναστολή των πληρωμών και των αναλήψεων υποχρεώσεων, μείωση της χρηματοδότησης στο πλαίσιο των υφιστάμενων αναλήψεων υποχρεώσεων και απαγόρευση της σύναψης νέων αναλήψεων υποχρεώσεων με τους αποδέκτες.
(14α) Είναι ουσιώδες να διασφαλίζονται δεόντως τα νόμιμα συμφέροντα των τελικών αποδεκτών και δικαιούχων, όταν λαμβάνονται μέτρα σε περίπτωση γενικευμένων ελλείψεων. Κατά την εξέταση της έγκρισης μέτρων, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον δυνητικό αντίκτυπό τους στους τελικούς αποδέκτες και δικαιούχους. Για να ενισχυθεί η προστασία των τελικών αποδεκτών ή δικαιούχων, η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχει πληροφορίες και καθοδήγηση μέσω δικτυακού τόπου ή διαδικτυακής πύλης, μαζί με τα κατάλληλα εργαλεία για την ενημέρωση της Επιτροπής σχετικά με τυχόν παραβίαση της νομικής υποχρέωσης των κρατικών φορέων και των κρατών μελών να συνεχίσουν να πραγματοποιούν πληρωμές μετά την έγκριση μέτρων βάσει του παρόντος κανονισμού. Όπου κρίνεται απαραίτητο, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι κάθε ποσό που οφείλεται από κρατικούς φορείς ή κράτη μέλη καταβάλλεται πράγματι στους τελικούς αποδέκτες ή δικαιούχους, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση να ανακτά τις πληρωμές που πραγματοποιούνται προς τους εν λόγω φορείς ή, κατά περίπτωση, να προβαίνει σε δημοσιονομική διόρθωση μειώνοντας τη στήριξη σε ένα πρόγραμμα, και να μεταφέρει ισοδύναμο ποσό στο αποθεματικό της Ένωσης προκειμένου να χρησιμοποιηθεί προς όφελος των τελικών αποδεκτών ή δικαιούχων.
(15) Για να εξασφαλιστεί η ενιαία εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, και υπό το πρίσμα της σημασίας των δημοσιονομικών επιπτώσεων των μέτρων που επιβάλλονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στο Συμβούλιο, το οποίο θα πρέπει να ενεργεί βάσει πρότασης της Επιτροπής. Για να διευκολυνθεί η έκδοση αποφάσεων που απαιτούνται για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, θα πρέπει να χρησιμοποιείται ψηφοφορία με αντίστροφη ειδική πλειοψηφία.
(15) Για να εξασφαλιστεί η ενιαία εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, και υπό το πρίσμα της σημασίας των δημοσιονομικών επιπτώσεων των μέτρων που επιβάλλονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή.
(15α) Λόγω των επιπτώσεών τους στον προϋπολογισμό της Ένωσης, τα μέτρα που επιβάλλονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ μόνον αφού το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εγκρίνουν μεταφορά σε δημοσιονομικό αποθεματικό ποσού ισοδύναμου με την αξία των μέτρων που έχουν εγκριθεί. Για να διευκολυνθεί η έκδοση αποφάσεων που απαιτούνται για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, οι μεταφορές αυτές θα πρέπει να θεωρούνται εγκεκριμένες εκτός εάν, εντός καθορισμένης προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, τις τροποποιεί ή τις απορρίπτει.
(16) Η Επιτροπή, πριν να προτείνει τη θέσπιση οποιουδήποτε μέτρου δυνάμει του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ενημερώσει το οικείο κράτος μέλος για τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι ενδέχεται να υπάρχει γενικευμένη έλλειψη όσον αφορά το κράτος δικαίου στο εν λόγω κράτος μέλος. Το κράτος μέλος θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του. Η Επιτροπή και το Συμβούλιο θα πρέπει να λάβουν υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές.
(16) Η Επιτροπή, πριν να προτείνει τη θέσπιση οποιουδήποτε μέτρου δυνάμει του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ενημερώσει το οικείο κράτος μέλος για τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι ενδέχεται να υπάρχει γενικευμένη έλλειψη όσον αφορά το κράτος δικαίου στο εν λόγω κράτος μέλος. Η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για κάθε τέτοια κοινοποίηση και για το περιεχόμενό της. Το οικείο κράτος μέλος θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του. Η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές.
(17) Το Συμβούλιο, έπειτα από πρόταση της Επιτροπής, θα πρέπει να άρει μέτρα με ανασταλτικό αποτέλεσμα, αν η κατάσταση που οδήγησε στην επιβολή των εν λόγω μέτρων έχει αποκατασταθεί επαρκώς.
(17) Η Επιτροπή θα πρέπει να άρει μέτρα με ανασταλτικό αποτέλεσμα και να προτείνει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο την πλήρη ή μερική άρση του αποθεματικού του προϋπολογισμού για τα εν λόγω μέτρα αν η κατάσταση που οδήγησε στην επιβολή των εν λόγω μέτρων έχει αποκατασταθεί επαρκώς.
(18) Η Επιτροπή θα πρέπει να τηρεί ενήμερο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για οποιαδήποτε μέτρα προτείνονται και θεσπίζονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό,
α) «κράτος δικαίου»: η αξία της Ένωσης που κατοχυρώνεται στο άρθρο2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία περιλαμβάνει τις εξής αρχές: νομιμότητα, που υποδηλώνει διαφανή, υπεύθυνη, δημοκρατική και πλουραλιστική διαδικασία για τη θέσπιση νόμων· ασφάλεια δικαίου· απαγόρευση της αυθαιρεσίας της εκτελεστικής εξουσίας· αποτελεσματική δικαστική προστασία από ανεξάρτητα δικαστήρια, συμπεριλαμβανομένων των θεμελιωδών δικαιωμάτων· διάκριση των εξουσιών και ισότητα ενώπιον του νόμου·
α) «κράτος δικαίου»: νοείται σε σχέση με τις αξίες της Ένωσης που κατοχυρώνονται στο άρθρο 2 της ΣΕΕ και στα κριτήρια προσχώρησης στην Ένωση που αναφέρονται στο άρθρο 49 της ΣΕΕ· περιλαμβάνει τις εξής αρχές: νομιμότητα, που υποδηλώνει διαφανή, υπεύθυνη, δημοκρατική και πλουραλιστική διαδικασία για τη θέσπιση νόμων· ασφάλεια δικαίου· απαγόρευση της αυθαιρεσίας της εκτελεστικής εξουσίας· πρόσβαση στη δικαιοσύνη και σε αποτελεσματική δικαστική προστασία ενώπιον ανεξάρτητων και αμερόληπτων δικαστηρίων, συμπεριλαμβανομένων των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως αυτά ορίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε διεθνείς συνθήκες για τα ανθρώπινα δικαιώματα· διάκριση των εξουσιών· απαγόρευση των διακρίσεων και ισότητα ενώπιον του νόμου·
β) «γενικευμένη έλλειψη όσον αφορά το κράτος δικαίου»: διαδεδομένη ή επαναλαμβανόμενη πρακτική ή παράλειψη ή μέτρο λαμβανόμενο από δημόσιες αρχές που επηρεάζει το κράτος δικαίου·
β) «γενικευμένη έλλειψη όσον αφορά το κράτος δικαίου»: διαδεδομένη ή επαναλαμβανόμενη πρακτική ή παράλειψη ή μέτρο λαμβανόμενο από δημόσιες αρχές που επηρεάζει το κράτος δικαίου, όταν επηρεάζει ή απειλεί να επηρεάσει τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης ή την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης· μια γενικευμένη έλλειψη όσον αφορά το κράτος δικαίου μπορεί επίσης να είναι απόρροια μιας συστημικής απειλής κατά των αξιών της Ένωσης που κατοχυρώνονται στο άρθρο 2 της ΣΕΕ, που επηρεάζει ή απειλεί να επηρεάσει τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης ή την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης·
γ) «κρατικός φορέας»: το σύνολο των δημόσιων αρχών σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών, καθώς και των οργανισμών των κρατών μελών κατά την έννοια του [άρθρο 2 σημείο 42] του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. [...] (ο «δημοσιονομικός κανονισμός»).
γ) «κρατικός φορέας»: οποιαδήποτε δημόσια αρχή σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών, καθώς και των οργανισμών των κρατών μελών κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 42 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου1α (ο «δημοσιονομικός κανονισμός»).
__________________
1α Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).
Τροπολογία 32 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 2 α (νέο)
Άρθρο 2α
Γενικευμένες ελλείψεις
Ειδικότερα, θεωρούνται γενικευμένες ελλείψεις όσον αφορά το κράτος δικαίου στις περιπτώσεις που επηρεάζουν ή απειλούν να επηρεάσουν τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης ή την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης:
α) η διακινδύνευση της ανεξαρτησίας του δικαστικού σώματος, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής οιωνδήποτε περιορισμών στη δυνατότητα ανεξάρτητης άσκησης των δικαστικών καθηκόντων μέσω έξωθεν παρέμβασης στις εγγυήσεις ανεξαρτησίας, λήψης εξαναγκαστικών αποφάσεων κατόπιν έξωθεν εντολής, αυθαίρετης αναθεώρησης των κανόνων για τον διορισμό ή τους όρους υπηρεσίας του δικαστικού προσωπικού, ή μέσω επηρεασμού του δικαστικού προσωπικού καθ’ οιονδήποτε τρόπο υπονομεύει την αμεροληψία του ή παρεμβαίνει στην ανεξαρτησία των νομικών εκπροσώπων·
β) η παράλειψη αποτροπής, διόρθωσης και επιβολής κυρώσεων σε αυθαίρετες ή παράνομες αποφάσεις εκ μέρους των δημόσιων αρχών, συμπεριλαμβανομένων των αρχών επιβολής του νόμου, η άρνηση παροχής χρηματοοικονομικών και ανθρώπινων πόρων που επηρεάζουν την εύρυθμη λειτουργία τους ή η παράλειψη διασφάλισης της απουσίας συγκρούσεων συμφερόντων·
γ) ο περιορισμός της διαθεσιμότητας και της αποτελεσματικότητας των ένδικων μέσων, μεταξύ άλλων μέσω περιοριστικών δικονομικών κανόνων, μη εφαρμογής αποφάσεων ή περιορισμού της αποτελεσματικής έρευνας, της δίωξης ή της επιβολής κυρώσεων για παραβιάσεις του νόμου·
δ) η διακινδύνευση της διοικητικής ικανότητας κράτους μέλους να τηρεί τις υποχρεώσεις του μέλους της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της ικανότητας αποτελεσματικής εφαρμογής των κανόνων, προτύπων και πολιτικών που συνιστούν την κείμενη νομοθεσία της Ένωσης· ε) τα μέτρα που αποδυναμώνουν την προστασία των εμπιστευτικών επικοινωνιών μεταξύ δικηγόρου και πελάτη.
1. Λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα όταν γενικευμένη έλλειψη όσον αφορά το κράτος δικαίου σε ένα κράτος μέλος επηρεάζει ή απειλεί να επηρεάσει τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης ή την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, και ειδικότερα:
1. Γενικευμένη έλλειψη όσον αφορά το κράτος δικαίου σε ένα κράτος μέλος μπορεί να διαπιστωθεί όταν επηρεάζονται ή υπάρχει κίνδυνος να επηρεαστούν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα στοιχεία, και ειδικότερα:
α) την εύρυθμη λειτουργία των αρχών του εν λόγω κράτους μέλους που εκτελεί τον προϋπολογισμό της Ένωσης, ιδίως στο πλαίσιο διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων ή επιδοτήσεων, και κατά τη διενέργεια παρακολούθησης και ελέγχων·
α) η εύρυθμη λειτουργία των αρχών του εν λόγω κράτους μέλους που εκτελεί τον προϋπολογισμό της Ένωσης, ιδίως στο πλαίσιο διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων ή επιδοτήσεων·
αα) η εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας της αγοράς, σε πλαίσιο σεβασμού του ανταγωνισμού και των δυνάμεων της αγοράς στην Ένωση, καθώς και η αποτελεσματική εφαρμογή των υποχρεώσεων που απορρέουν από την ιδιότητα του μέλους, συμπεριλαμβανομένης της προσήλωσης στον στόχο της πολιτικής, οικονομικής και νομισματικής ένωσης·
αβ) η εύρυθμη λειτουργία των αρχών που διενεργούν οικονομικούς ελέγχους, την παρακολούθηση και τους εσωτερικούς και εξωτερικούς ελέγχους, καθώς και η ορθή λειτουργία αποτελεσματικών και διαφανών συστημάτων δημοσιονομικής διαχείρισης και λογοδοσίας·
β) την εύρυθμη λειτουργία των ανακριτικών και δημόσιων εισαγγελικών υπηρεσιών σε σχέση με τη δίωξη απάτης, διαφθοράς ή άλλων παραβιάσεων του δικαίου της Ένωσης όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού της Ένωσης·
β) η εύρυθμη λειτουργία των ανακριτικών και δημόσιων εισαγγελικών υπηρεσιών σε σχέση με τη δίωξη απάτης, συμπεριλαμβανομένης της φορολογικής απάτης, διαφθοράς ή άλλων παραβιάσεων του δικαίου της Ένωσης όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού της Ένωσης·
γ) την αποτελεσματική δικαστική επανεξέταση, από ανεξάρτητα δικαστήρια, πράξεων ή παραλείψεων εκ μέρους των αρχών, οι οποίες πράξεις και παραλείψεις αναφέρονται στα στοιχεία α) και β)·
γ) η αποτελεσματική δικαστική επανεξέταση, από ανεξάρτητα δικαστήρια, πράξεων ή παραλείψεων εκ μέρους των αρχών, οι οποίες πράξεις και παραλείψεις αναφέρονται στα στοιχεία α), αβ) και β)·
δ) την πρόληψη και την τιμωρία της απάτης, της διαφθοράς ή άλλων παραβιάσεων του δικαίου της Ένωσης όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού της Ένωσης, και την επιβολή αποτελεσματικών και αποτρεπτικών κυρώσεων στους αποδέκτες από εθνικά δικαστήρια ή από διοικητικές αρχές·
δ) η πρόληψη και η τιμωρία της απάτης, συμπεριλαμβανομένης της φορολογικήςαπάτης, της διαφθοράς ή άλλων παραβιάσεων του δικαίου της Ένωσης όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού της Ένωσης, και η επιβολή αποτελεσματικών και αποτρεπτικών κυρώσεων στους αποδέκτες από εθνικά δικαστήρια ή από διοικητικές αρχές·
εα) η πρόληψη και η επιβολή κυρώσεων για φοροδιαφυγή και φορολογικό ανταγωνισμό και η εύρυθμη λειτουργία των αρχών που συμβάλλουν στη διοικητική συνεργασία σε φορολογικά θέματα·
στ) την αποτελεσματική και έγκαιρη συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης και την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία στις δικές τους έρευνες ή διώξεις, σύμφωνα με τις αντίστοιχες νομικές πράξεις τους και με την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας.
στ) η αποτελεσματική και έγκαιρη συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης και, υπό την επιφύλαξη της συμμετοχής του οικείου κράτους μέλους, με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία στις δικές τους έρευνες ή διώξεις, σύμφωνα με τις αντίστοιχες νομικές πράξεις τους και με την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας.
2. Γενικευμένες ελλείψεις όσον αφορά το κράτος δικαίου μπορούν, ιδίως, να θεωρηθούν τα ακόλουθα:
διαγράφεται
α) διακινδύνευση της ανεξαρτησίας του δικαστικού σώματος·
β) παράλειψη αποτροπής, διόρθωσης και επιβολής κυρώσεων σε αυθαίρετες ή παράνομες αποφάσεις εκ μέρους των δημόσιων αρχών, συμπεριλαμβανομένων των αρχών επιβολής του νόμου, άρνηση παροχής χρηματοοικονομικών και ανθρώπινων πόρων που επηρεάζουν την εύρυθμη λειτουργία τους ή παράλειψη διασφάλισης της απουσίας συγκρούσεων συμφερόντων·
γ) περιορισμός της διαθεσιμότητας και της αποτελεσματικότητας των ένδικων μέσων, μεταξύ άλλων μέσω περιοριστικών δικονομικών κανόνων, μη εφαρμογής αποφάσεων ή περιορισμού της αποτελεσματικής έρευνας, της δίωξης ή της επιβολής κυρώσεων σε παραβιάσεις του νόμου.
Τροπολογία 45 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 3 α (νέο)
Άρθρο 3α
Ομάδα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων
1. Η Επιτροπή συγκροτεί ομάδα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων (η «Ομάδα»).
Η Ομάδα αποτελείται από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες συνταγματικού δικαίου και οικονομικών και δημοσιονομικών θεμάτων. Ένας εμπειρογνώμονας ορίζεται από το εθνικό κοινοβούλιο κάθε κράτους μέλους και πέντε εμπειρογνώμονες ορίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η σύνθεση της Ομάδας διασφαλίζει την ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων.
Κατά περίπτωση, εκπρόσωποι των συναφών οργανισμών και δικτύων, όπως η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία των Ακαδημιών Θετικών και Ανθρωπιστικών Επιστημών, το Ευρωπαϊκό Δίκτυο των Εθνικών Οργανισμών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, τα όργανα του Συμβουλίου της Ευρώπης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης, το Συμβούλιο των Δικηγορικών Συλλόγων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Δίκτυο Φορολογικής Δικαιοσύνης, τα Ηνωμένα Έθνη, ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, μπορεί να προσκαλούνται ως παρατηρητές στην Ομάδα σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 6.
2. Τα συμβουλευτικά καθήκοντα της Ομάδας ανατίθενται προκειμένου να επικουρείται η Επιτροπή στο έργο του εντοπισμού γενικευμένων ελλείψεων όσον αφορά το κράτος δικαίου σε ένα κράτος μέλος, που επηρεάζουν ή απειλούν να επηρεάσουν τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης ή της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης.
Η Ομάδα αξιολογεί ετησίως την κατάσταση σε όλα τα κράτη μέλη με βάση ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια και πληροφορίες, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις πληροφορίες και την καθοδήγηση που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2.
3. Κάθε χρόνο η Ομάδα δημοσιοποιεί μια σύνοψη των διαπιστώσεών της.
4. Στο πλαίσιο του συμβουλευτικού της έργου και λαμβάνοντας υπόψη το αποτέλεσμα των αξιολογήσεων σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Ομάδα μπορεί να διατυπώσει γνώμη σχετικά με γενικευμένη έλλειψη όσον αφορά το κράτος δικαίου σε ένα κράτος μέλος.
Όταν διατυπώνει τη γνώμη της, η Ομάδα επιδιώκει την επίτευξη συναίνεσης. Εάν δεν μπορεί να επιτευχθεί συναίνεση, η Ομάδα διατυπώνει γνώμη με απλή πλειοψηφία των μελών της.
5. Κατά την έκδοση εκτελεστικών πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 6 και το άρθρο 6 παράγραφος 2, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη οποιαδήποτε σχετική γνώμη έχει διατυπώσει η Ομάδα σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.
6. Η ομάδα εκλέγει τον πρόεδρό της μεταξύ των μελών της. Η Ομάδα καταρτίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.
Τροπολογία 46 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 – τίτλος
Περιεχόμενο των μέτρων
Μέτρα για την προστασία του προϋπολογισμού της Ένωσης
3. Τα μέτρα που λαμβάνονται είναι αναλογικά προς τη φύση, τη σοβαρότητα και την έκταση της γενικευμένης έλλειψης όσον αφορά το κράτος δικαίου. Τα κράτη μέλη, στο μέτρο του δυνατού, στοχοθετούν τις δράσεις της Ένωσης που επηρεάζονται ή ενδέχεται να επηρεαστούν από την εν λόγω έλλειψη.
3. Τα μέτρα που λαμβάνονται είναι αναλογικά προς τη φύση, τη σοβαρότητα, τη διάρκεια και την έκταση της γενικευμένης έλλειψης όσον αφορά το κράτος δικαίου. Τα κράτη μέλη, στο μέτρο του δυνατού, στοχοθετούν τις δράσεις της Ένωσης που επηρεάζονται ή ενδέχεται να επηρεαστούν από την εν λόγω έλλειψη.
3α. Η Επιτροπή παρέχει πληροφορίες και καθοδήγηση προς όφελος των τελικών αποδεκτών ή δικαιούχων σχετικά με τις υποχρεώσεις των κρατών μελών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 μέσω δικτυακού τόπου ή διαδικτυακής πύλης.
Η Επιτροπή παρέχει επίσης, στον ίδιο δικτυακό τόπο ή στη διαδικτυακή πύλη, επαρκή εργαλεία ώστε οι τελικοί αποδέκτες ή δικαιούχοι να ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τυχόν παραβίαση των υποχρεώσεων αυτών που, κατά την άποψη των εν λόγω τελικών αποδεκτών ή δικαιούχων, τους επηρεάζει άμεσα. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται κατά τρόπο που διασφαλίζει την προστασία των προσώπων που καταγγέλλουν παραβιάσεις του δικαίου της Ένωσης, σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στην οδηγία XXX (οδηγία για την προστασία των προσώπων που καταγγέλλουν παραβιάσεις του δικαίου της Ένωσης). Οι πληροφορίες που παρέχονται από τους τελικούς αποδέκτες ή δικαιούχους σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο μπορούν να λαμβάνονται υπόψη από την Επιτροπή μόνον εάν συνοδεύονται από αποδεικτικό στοιχείο ότι ο ενδιαφερόμενος τελικός αποδέκτης ή δικαιούχος έχει υποβάλει επίσημη καταγγελία στην αρμόδια αρχή.
3β. Με βάση τις πληροφορίες που παρέχουν οι τελικοί αποδέκτες ή δικαιούχοι σύμφωνα με την παράγραφο 3α, η Επιτροπή διασφαλίζει ότι οποιοδήποτε ποσό οφείλεται από κρατικούς φορείς ή κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 2 καταβάλλεται πράγματι στους τελικούς αποδέκτες ή δικαιούχους. Εφόσον κρίνεται απαραίτητο:
α) όσον αφορά κονδύλια από τον προϋπολογισμό της Ένωσης που τελούν υπό διαχείριση σύμφωνα με το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του δημοσιονομικού κανονισμού, η Επιτροπή:
i) ανακτά την πληρωμή προς οποιονδήποτε από τους φορείς που αναφέρονται στα σημεία v) έως vii) του άρθρου 62 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του δημοσιονομικού κανονισμού, για ποσό ισοδύναμο με το ποσό που δεν καταβλήθηκε σε τελικούς αποδέκτες ή δικαιούχους, κατά παράβαση της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου·
ii) μεταφέρει ποσό ισοδύναμο με το ποσό που αναφέρεται στο προηγούμενο σημείο στο αποθεματικό της Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 12 του κανονισμού XXX του Συμβουλίου (κανονισμός για το ΠΔΠ). Το ποσό αυτό θεωρείται διαθέσιμο περιθώριο κατά την έννοια του άρθρου 12 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού XXX του Συμβουλίου (κανονισμός για το ΠΔΠ) και κινητοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 του κανονισμού XXX του Συμβουλίου (κανονισμός για το ΠΔΠ), προς όφελος, στο μέτρο του δυνατού, των τελικών αποδεκτών ή δικαιούχων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου·
β) όσον αφορά κονδύλια από τον προϋπολογισμό της Ένωσης που τελούν υπό διαχείριση σύμφωνα με το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού:
i) η υποχρέωση των κρατικών αρχών ή των κρατών μελών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου θεωρείται υποχρέωση των κρατών μελών κατά την έννοια του [άρθρου 63] του κανονισμού XXX (κανονισμός ΚΚΔ). Οποιαδήποτε παραβίαση της εν λόγω υποχρέωσης αντιμετωπίζεται σύμφωνα με το [άρθρο 98] του κανονισμού XXX (κανονισμός ΚΚΔ)·
ii) το ποσό που προκύπτει λόγω μειωμένης στήριξης από τα Ταμεία προς ένα πρόγραμμα, κατ’ εφαρμογή του [άρθρου 98] του κανονισμού XXX (κανονισμός ΚΚΔ) μεταφέρεται από την Επιτροπή στο αποθεματικό της Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού XXX του Συμβουλίου (κανονισμός για το ΠΔΠ). Το ποσό αυτό θεωρείται διαθέσιμο περιθώριο κατά την έννοια του άρθρου 12 στοιχείο α) του κανονισμού XXX του Συμβουλίου (κανονισμός για το ΠΔΠ) και κινητοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 του κανονισμού XXX του Συμβουλίου (κανονισμός για το ΠΔΠ), προς όφελος, στο μέτρο του δυνατού, των τελικών αποδεκτών ή δικαιούχων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
1. Όπου η Επιτροπή διαπιστώνει ότι έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι πληρούνται οι όροι του άρθρου 3, αποστέλλει γραπτή κοινοποίηση προς το εν λόγω κράτος μέλος, εκθέτοντας τους λόγους στους οποίους στήριξε τη διαπίστωσή της.
1. Όπου η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη οποιεσδήποτε γνώμες της Ομάδας, διαπιστώνει ότι έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι πληρούνται οι όροι του άρθρου 3, αποστέλλει γραπτή κοινοποίηση προς το εν λόγω κράτος μέλος, εκθέτοντας τους λόγους στους οποίους στήριξε τη διαπίστωσή της. Η Επιτροπή ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εν λόγω κοινοποίηση και το περιεχόμενό της.
2. Η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει υπόψη όλες τις σχετικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων αποφάσεων του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκθέσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και συμπερασμάτων και συστάσεων συναφών διεθνών οργανισμών.
2. Κατά την αξιολόγηση του κατά πόσον πληρούνται οι όροι του άρθρου 3, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη όλες τις σχετικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων γνωμοδοτήσεων της Ομάδας, αποφάσεων του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ψηφισμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εκθέσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και συμπερασμάτων και συστάσεων συναφών διεθνών οργανισμών και δικτύων.Η Επιτροπή λαμβάνει επίσης υπόψη τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων προσχώρησης στην Ένωση, ιδίως τα κεφάλαια του κεκτημένου που αφορούν τον δικαστικό τομέα και τα θεμελιώδη δικαιώματα, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία και την ασφάλεια, τον δημοσιονομικό έλεγχο και τη φορολογία, καθώς και τις κατευθυντήριες γραμμές που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο του μηχανισμού συνεργασίας και ελέγχου για την παρακολούθηση της προόδου ενός κράτους μέλους.
4. Το οικείο κράτος μέλος παρέχει όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες και μπορεί να υποβάλει παρατηρήσεις εντός προθεσμίας που ορίζεται από την Επιτροπή, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη του 1 μήνα από την ημερομηνία κοινοποίησης της διαπίστωσης. Στις παρατηρήσεις του, το κράτος μέλος μπορεί να προτείνει τη λήψη διορθωτικών μέτρων.
4. Το οικείο κράτος μέλος παρέχει τις απαιτούμενες πληροφορίες και μπορεί να υποβάλει παρατηρήσεις εντός προθεσμίας που ορίζεται από την Επιτροπή, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ενός μηνός ούτε μεγαλύτερη των τριών μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της διαπίστωσης. Στις παρατηρήσεις του, το κράτος μέλος μπορεί να προτείνει τη λήψη διορθωτικών μέτρων.
5. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις πληροφορίες που ελήφθησαν και τις παρατηρήσεις που διατύπωσε το οικείο κράτος μέλος, καθώς και την επάρκεια των προτεινόμενων διορθωτικών μέτρων, όταν αποφασίζει αν θα υποβάλει ή όχι πρόταση απόφασης σχετικά με τα κατάλληλα μέτρα.
5. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις πληροφορίες που ελήφθησαν και τις παρατηρήσεις που διατύπωσε το οικείο κράτος μέλος, καθώς και την επάρκεια των προτεινόμενων διορθωτικών μέτρων, όταν αποφασίζει αν θα εκδώσει ή όχι απόφαση σχετικά με οποιαδήποτε μέτρα αναφέρονται στο άρθρο 4.Η Επιτροπή αποφασίζει για τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί στις πληροφορίες που λαμβάνει εντός ενδεικτικής προθεσμίας ενός μηνός και, σε κάθε περίπτωση, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την ημερομηνία παραλαβής των εν λόγω πληροφοριών.
5α. Κατά την αξιολόγηση της αναλογικότητας των μέτρων που πρόκειται να επιβληθούν, η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως υπόψη τις πληροφορίες και τις κατευθύνσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2.
6. Όπου η Επιτροπή θεωρεί ότι έχει αποδειχθεί η γενικευμένη έλλειψη όσον αφορά το κράτος δικαίου, υποβάλλει στο Συμβούλιο πρόταση εκτελεστικής πράξης σχετικά με τα κατάλληλα μέτρα.
6. Όπου η Επιτροπή θεωρεί ότι έχει αποδειχθεί η γενικευμένη έλλειψη όσον αφορά το κράτος δικαίου, εκδίδει απόφαση σχετικά με τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 4 μέσω εκτελεστικής πράξης.
6α. Κατά την έκδοση της απόφασής της, η Επιτροπή υποβάλλει ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο πρόταση για τη μεταφορά σε δημοσιονομικό αποθεματικό ποσού που αντιστοιχεί στην αξία των μέτρων που έχουν εγκριθεί.
6β. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 31 παράγραφοι 4 και 6 του δημοσιονομικού κανονισμού, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αποφασίζουν επί της πρότασης μεταφοράς εντός τεσσάρων εβδομάδων από την παραλαβή της και από τα δύο θεσμικά όργανα. Η πρόταση μεταφοράς θεωρείται ότι έχει εγκριθεί, εκτός εάν, εντός της προθεσμίας των τεσσάρων εβδομάδων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ενεργώντας με την πλειοψηφία των ψηφισάντων, ή το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία, την τροποποιήσει ή την απορρίψει. Εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο τροποποιήσουν την πρόταση μεταφοράς, εφαρμόζεται το άρθρο 31 παράγραφος 8 του δημοσιονομικού κανονισμού.
6γ. Η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 6 τίθεται σε ισχύ εάν ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο απορρίψουν την πρόταση μεταφοράς εντός της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 6β.
7. Η απόφαση θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο, εκτός εάν αυτό αποφασίσει, με ειδική πλειοψηφία, να απορρίψει την πρόταση της Επιτροπής εντός ενός μήνα από την έγκρισή της από την Επιτροπή.
8. Το Συμβούλιο, ενεργώντας με ειδική πλειοψηφία, μπορεί να τροποποιήσει την πρόταση της Επιτροπής και να εγκρίνει το τροποποιημένο κείμενο ως απόφαση του Συμβουλίου.
1. Το οικείο κράτος μέλος μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να υποβάλει στην Επιτροπή αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι η γενικευμένη έλλειψη όσον αφορά το κράτος δικαίου έχει αποκατασταθεί ή έχει πάψει να υφίσταται.
1. Το οικείο κράτος μέλος μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να υποβάλει στην Επιτροπή επίσημη κοινοποίηση που περιλαμβάνει αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι η γενικευμένη έλλειψη όσον αφορά το κράτος δικαίου έχει αποκατασταθεί ή έχει πάψει να υφίσταται.
2. Η Επιτροπή αξιολογεί την κατάσταση στο οικείο κράτος μέλος. Όταν παύουν να υφίστανται, εν όλω ή εν μέρει, οι γενικευμένες ελλείψεις όσον αφορά το κράτος δικαίου εξαιτίας των οποίων θεσπίστηκαν τα κατάλληλα μέτρα, η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο πρόταση απόφασης για την άρση των μέτρων αυτών εν όλω ή εν μέρει. Εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφοι 2, 4, 5, 6 και 7.
2. Κατόπιν αιτήσεως του οικείου κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη οποιεσδήποτε γνώμες της Ομάδας, αξιολογεί την κατάσταση στο οικείο κράτος μέλος εντός ενδεικτικής προθεσμίας ενός μηνός και, σε κάθε περίπτωση, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την ημερομηνία παραλαβής της επίσημης κοινοποίησης. Όταν παύουν να υφίστανται, εν όλω ή εν μέρει, οι γενικευμένες ελλείψεις όσον αφορά το κράτος δικαίου εξαιτίας των οποίων θεσπίστηκαν τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 4, η Επιτροπή εκδίδει, χωρίς καθυστέρηση, απόφαση για την άρση των μέτρων αυτών εν όλω ή εν μέρει. Κατά την έκδοση της απόφασής της, η Επιτροπή υποβάλλει ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο πρόταση για την εν όλω ή εν μέρει άρση του δημοσιονομικού αποθεματικού που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6α. Εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφοι 2, 4, 5, 6, 6β και 6γ.
3. Όπου αίρονται μέτρα σχετικά με την αναστολή της έγκρισης ενός ή περισσότερων προγραμμάτων ή τροποποιήσεων αυτών, που αναφέρεται στο άρθρο 4 σημείο 2 στοιχείο β) σημείο i), ή την αναστολή των αναλήψεων υποχρεώσεων, που αναφέρεται στο άρθρο 4 σημείο 2 στοιχείο β) σημείο ii), τα ποσά που αντιστοιχούν στις ανασταλείσες αναλήψεις υποχρεώσεων εγγράφονται στον προϋπολογισμό, με την επιφύλαξη του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. XXXX του Συμβουλίου (κανονισμός για το ΠΔΠ). Οι ανασταλείσες δεσμεύσεις του έτους ν δεν εγγράφονται στον προϋπολογισμό πέραν του έτους ν+2.
3. Όπου αίρονται μέτρα σχετικά με την αναστολή της έγκρισης ενός ή περισσότερων προγραμμάτων ή τροποποιήσεων αυτών, που αναφέρεται στο άρθρο 4 σημείο 2 στοιχείο β) σημείο i), ή την αναστολή των αναλήψεων υποχρεώσεων, που αναφέρεται στο άρθρο 4 σημείο 2 στοιχείο β) σημείο ii), τα ποσά που αντιστοιχούν στις ανασταλείσες αναλήψεις υποχρεώσεων εγγράφονται στον προϋπολογισμό, με την επιφύλαξη του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. XXXX του Συμβουλίου (κανονισμός για το ΠΔΠ). Οι ανασταλείσες δεσμεύσεις του έτους ν δεν εγγράφονται στον προϋπολογισμό πέραν του έτους ν+2. Αρχής γενομένης από το έτος ν+3, εγγράφεται στο ενωσιακό αποθεματικό για αναλήψεις υποχρεώσεων ποσό ισοδύναμο με τις ανασταλείσες αναλήψεις υποχρεώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. XXXX του Συμβουλίου (κανονισμός για το ΠΔΠ).
Τροπολογία 65 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7
Άρθρο 7
διαγράφεται
Ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Η Επιτροπή ενημερώνει αμέσως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με μέτρα που προτείνονται ή θεσπίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 5.
Τροπολογία 66 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 α (νέο)
Άρθρο 7α
Υποβολή εκθέσεων
Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των μέτρων που ενδεχομένως ελήφθησαν, το αργότερο πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος του.
Η έκθεση συνοδεύεται, εφόσον απαιτείται, από κατάλληλες προτάσεις.
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2021.
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τροπολογία 68 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 8 α (νέο)
Άρθρο 8α
Συμπερίληψη στον δημοσιονομικό κανονισμό
Το περιεχόμενο του παρόντος κανονισμού εγγράφεται στον δημοσιονομικό κανονισμό κατά την επόμενη αναθεώρησή του.
Το θέμα αναπέμφθηκε για διοργανικές διαπραγματεύσεις στις αρμόδιες επιτροπές, σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 4 τέταρτο εδάφιο του Κανονισμού (Α8-0469/2018).