Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 8ης Οκτωβρίου 2020 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου με στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 (ευρωπαϊκός νόμος για το κλίμα) (COM(2020)0080 – COM(2020)0563 – C9-0077/2020 – 2020/0036(COD))(1)
(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)
Σχέδιο νομοθετικού ψηφίσματος
Τροπολογία
Τροπολογία 1 Σχέδιο νομοθετικού ψηφίσματος Αιτιολογική αναφορά 5 α (νέα)
— έχοντας υπόψη την Ατζέντα των Ηνωμένων Εθνών για τη βιώσιμη ανάπτυξη με ορίζοντα το 2030 και τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ), συμπεριλαμβανομένου του ΣΒΑ 3 «Καλή υγεία και ευημερία»,
Τροπολογία 2 Σχέδιο νομοθετικού ψηφίσματος Αιτιολογική αναφορά 5 β (νέα)
— έχοντας υπόψη τις δραματικές επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην υγεία των ανθρώπων, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, προκαλεί 400 000 πρόωρους θανάτους ετησίως,
(-1) Η κλιματική αλλαγή συνιστά υπαρξιακή απειλή που απαιτεί ενισχυμένη φιλοδοξία και αυξημένη δράση για το κλίμα από την Ένωση και τα κράτη μέλη. Η Ένωση έχει δεσμευτεί να εντείνει τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και να εφαρμόσει αποτελεσματικά τη συμφωνία του Παρισιού του 2015 για την κλιματική αλλαγή μετά την 21η διάσκεψη των μερών της σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (στο εξής: συμφωνία του Παρισιού)1α, με βάση την ισότητα και τα βέλτιστα διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία, αναλαμβάνοντας το μερίδιο που της αναλογεί στις παγκόσμιες προσπάθειες περιορισμού της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη σε 1,5°C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα.
(1) Η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της της 11ης Δεκεμβρίου 2019 με τίτλο «Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία»19, καθόρισε μια νέα αναπτυξιακή στρατηγική που αποσκοπεί στη μετατροπή της Ένωσης σε δίκαιη και ευημερούσα κοινωνία, με μια σύγχρονη, αποδοτική ως προς τη χρήση των πόρων και ανταγωνιστική οικονομία, με μηδενικές καθαρές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου το 2050 και όπου η οικονομική ανάπτυξη είναι αποσυνδεδεμένη από τη χρήση πόρων. Αποσκοπεί επίσης στην προστασία, τη διατήρηση και την ενίσχυση του φυσικού κεφαλαίου της Ένωσης, καθώς και στην προστασία της υγείας και της ευημερίας των πολιτών από κινδύνους και επιπτώσεις που σχετίζονται με το περιβάλλον. Ταυτόχρονα, η μετάβαση αυτή πρέπει να είναι δίκαιη και χωρίς αποκλεισμούς και να μην αφήνει κανέναν στο περιθώριο.
(1) Η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της της 11ης Δεκεμβρίου 2019 με τίτλο «Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία»19, καθόρισε μια νέα βιώσιμη αναπτυξιακή στρατηγική που αποσκοπεί στη μετατροπή της Ένωσης σε υγιέστερη, δίκαιη και ευημερούσα κοινωνία, με μια σύγχρονη, βιώσιμη, αποδοτική ως προς τη χρήση των πόρων και διεθνώς ανταγωνιστική οικονομία και θέσεις εργασίας υψηλής ποιότητας, με μηδενικές καθαρές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου το 2050 και όπου η οικονομική ανάπτυξη είναι αποσυνδεδεμένη από τη χρήση πόρων. Αποσκοπεί επίσης στην προστασία, τη διατήρηση, την αποκατάσταση και την ενίσχυση του φυσικού κεφαλαίου, των θαλάσσιων και χερσαίων οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας της Ένωσης, καθώς και στην προστασία της υγείας και της ευημερίας των πολιτών από κινδύνους και επιπτώσεις που σχετίζονται με το περιβάλλον. Η μετάβαση αυτή πρέπει να βασίζεται στα πλέον πρόσφατα ανεξάρτητα επιστημονικά στοιχεία. Ταυτόχρονα, πρέπει να είναι κοινωνικά δίκαιη και χωρίς αποκλεισμούς και να βασίζεται στην αλληλεγγύη και τη συνεργατική προσπάθεια σε επίπεδο Ένωσης, διασφαλίζοντας ότι κανείς δεν μένει στο περιθώριο και στοχεύοντας παράλληλα στη δημιουργία οικονομικής ανάπτυξης, θέσεων εργασίας υψηλής ποιότητας και ενός προβλέψιμου επενδυτικού περιβάλλοντος, ενώ πρέπει να ακολουθεί και την αρχή του «μη βλάπτειν».
_________________
_________________
19 Ανακοίνωση της Επιτροπής — Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, COM(2019)0640 της 11ης Δεκεμβρίου 2019.
19 Ανακοίνωση της Επιτροπής — Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, COM(2019)0640 της 11ης Δεκεμβρίου 2019.
(2) Η ειδική έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) σχετικά με τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη κατά 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα και τις σχετικές παγκόσμιες διαδρομές εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου20 παρέχει μια ισχυρή επιστημονική βάση για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και καταδεικνύει την ανάγκη ενίσχυσης των δράσεων για το κλίμα. Επιβεβαιώνει ότι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου πρέπει να μειωθούν επειγόντως και ότι η κλιματική αλλαγή πρέπει να περιοριστεί στους 1,5°C ιδίως προκειμένου να μειωθεί η πιθανότητα εμφάνισης ακραίων καιρικών φαινομένων. Στην έκθεση της διακυβερνητικής πλατφόρμας επιστήμης–πολιτικής για τη βιοποικιλότητα και τις υπηρεσίες οικοσυστημάτων (IPBES) για την παγκόσμια αξιολόγηση του 201921 περιγράφεται υποβάθμιση της βιοποικιλότητας παγκοσμίως, με την κλιματική αλλαγή να αποτελεί την τρίτη σημαντικότερη αιτία απώλειας βιοποικιλότητας22.
(2) Η ειδική έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) σχετικά με τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη κατά 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα και τις σχετικές παγκόσμιες διαδρομές εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου20 παρέχει μια ισχυρή επιστημονική βάση για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και καταδεικνύει την ανάγκη ταχείας ενίσχυσης των δράσεων για το κλίμα και μετάβασης σε μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία. Επιβεβαιώνει ότι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου πρέπει να μειωθούν επειγόντως και ότι η κλιματική αλλαγή πρέπει να περιοριστεί στους 1,5 °C ιδίως προκειμένου να μειωθεί η πιθανότητα εμφάνισης ακραίων καιρικών φαινομένων και υπέρβασης των σημείων καμπής. Στην έκθεση της διακυβερνητικής πλατφόρμας επιστήμης–πολιτικής για τη βιοποικιλότητα και τις υπηρεσίες οικοσυστημάτων (IPBES) για την παγκόσμια αξιολόγηση του 201921 περιγράφεται υποβάθμιση της βιοποικιλότητας παγκοσμίως, με την κλιματική αλλαγή να αποτελεί την τρίτη σημαντικότερη αιτία απώλειας βιοποικιλότητας22. Στην εν λόγω έκθεση αναφέρεται επίσης ότι οι λύσεις που βασίζονται στη φύση εκτιμάται ότι θα συμβάλλουν σε ποσοστό 37 % στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής έως το 2030. Η κλιματική αλλαγή έχει σοβαρό αντίκτυπο στα θαλάσσια και χερσαία οικοσυστήματα, τα οποία αποτελούν τις βασικές καταβόθρες ανθρωπογενών ανθρακούχων εκπομπών με ακαθάριστη απορρόφηση περίπου 60 % των παγκόσμιων ανθρωπογενών εκπομπών κατ’ έτος.
_________________
_________________
20 IPCC, 2018: Global Warming of 1.5°C. An IPCC Special Report on the impacts of global warming of 1.5°C above pre-industrial levels and related global greenhouse gas emission pathways, in the context of strengthening the global response to the threat of climate change, sustainable development, and efforts to eradicate poverty [Masson-Delmotte, V., P. Zhai, H.-O. Pörtner, D. Roberts, J. Skea, P.R. Shukla, A. Pirani, W. Moufouma-Okia, C. Péan, R. Pidcock, S. Connors, J.B.R. Matthews, Y. Chen, X. Zhou, M.I. Gomis, E. Lonnoy, T. Maycock, M. Tignor, and T. Waterfield (eds.)].
20 IPCC, 2018: Global Warming of 1.5°C. An IPCC Special Report on the impacts of global warming of 1.5°C above pre-industrial levels and related global greenhouse gas emission pathways, in the context of strengthening the global response to the threat of climate change, sustainable development, and efforts to eradicate poverty [Masson-Delmotte, V., P. Zhai, H.-O. Pörtner, D. Roberts, J. Skea, P.R. Shukla, A. Pirani, W. Moufouma-Okia, C. Péan, R. Pidcock, S. Connors, J.B.R. Matthews, Y. Chen, X. Zhou, M.I. Gomis, E. Lonnoy, T. Maycock, M. Tignor, and T. Waterfield (eds.)].
21 IPBES 2019: Global Assessment on Biodiversity and Ecosystem Services.
21 IPBES 2019: Global Assessment on Biodiversity and Ecosystem Services
22 Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος: Το ευρωπαϊκό περιβάλλον — Κατάσταση και προοπτικές 2020 (Λουξεμβούργο: Υπηρεσία Εκδόσεων της ΕΕ, 2019).
22 Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος: Το ευρωπαϊκό περιβάλλον — Κατάσταση και προοπτικές 2020 (Λουξεμβούργο: Υπηρεσία Εκδόσεων της ΕΕ, 2019).
(3) Ο ορισμός ενός σταθερού μακροπρόθεσμου στόχου είναι κρίσιμης σημασίας για την προώθηση του οικονομικού και κοινωνικού μετασχηματισμού, της απασχόλησης, της ανάπτυξης και της επίτευξης των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και για τη μετάβαση με δίκαιο και οικονομικώς αποδοτικό τρόπο στον στόχο θερμοκρασίας που καθορίζεται στη συμφωνία του Παρισιού του 2015 για την κλιματική αλλαγή μετά την 21η διάσκεψη των μερών της σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (στο εξής: συμφωνία του Παρισιού).
(3) Ο ορισμός ενός σταθερού μακροπρόθεσμου στόχου είναι κρίσιμης σημασίας για την προώθηση ενός δίκαιου οικονομικού και κοινωνικού μετασχηματισμού, της απασχόλησης υψηλής ποιότητας, της κοινωνικής πρόνοιας, της βιώσιμης ανάπτυξης και της επίτευξης των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και για την ταχεία επίτευξη του στόχου θερμοκρασίας που καθορίζεται στη συμφωνία του Παρισιού του 2015 για την κλιματική αλλαγή μετά την 21η διάσκεψη των μερών της σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (στο εξής: συμφωνία του Παρισιού), με ισότιμο, αποτελεσματικό, οικονομικώς αποδοτικό και κοινωνικά δίκαιο τρόπο, χωρίς να μένει κανείς στο περιθώριο.
(3α) Η επιστήμη έχει αποδείξει τη διασύνδεση μεταξύ της υγειονομικής, της περιβαλλοντικής και της κλιματικής κρίσης, οι οποίες συνδέονται κυρίως με τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και με την απώλεια βιοποικιλότητας και οικοσυστημάτων. Οι κρίσεις που αφορούν την υγεία και τα υγειονομικά συστήματα, όπως η κρίση της COVID-19, ενδέχεται να πολλαπλασιαστούν τις επόμενες δεκαετίες και, επομένως, η Ένωση, ως παγκόσμιος παράγοντας, πρέπει να εφαρμόσει παγκόσμια στρατηγική με στόχο την πρόληψη της εμφάνισης τέτοιων φαινομένων, μέσω της αντιμετώπισης των προβλημάτων στη ρίζα τους, και την προώθηση μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης βάσει των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης.
(3β) Σύμφωνα με την ΠΟΥ, η αλλαγή του κλίματος επηρεάζει τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές παραμέτρους της υγείας —καθαρός αέρας, ασφαλές πόσιμο νερό, επαρκείς ποσότητες τροφίμων και ασφαλής στέγη— και αναμένονται 250 000 επιπλέον θάνατοι ετησίως, από υποσιτισμό, ελονοσία, διάρροια και θερμική καταπόνηση, μεταξύ του 2030 και του 2050, με τις ακραία υψηλές θερμοκρασίες του αέρα να ευθύνονται άμεσα για θανάτους, ιδίως μεταξύ των ηλικιωμένων και των ευάλωτων ατόμων. Η κλιματική αλλαγή, με τις πλημμύρες, τους καύσωνες, την ξηρασία και τις πυρκαγιές που συνεπάγεται, έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ανθρώπινη υγεία, μεταξύ άλλων μέσω του υποσιτισμού, των καρδιαγγειακών και αναπνευστικών νοσημάτων, καθώς και των λοιμώξεων που μεταδίδονται με διαβιβαστές.
(3γ) Στο προοίμιο της συμφωνίας του Παρισιού αναγνωρίζεται το δικαίωμα στην υγεία ως βασικό δικαίωμα. Σύμφωνα με τη σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή, όλα τα συμβαλλόμενα μέρη θα πρέπει να εφαρμόζουν κατάλληλες μεθόδους, διατυπωμένες και καθορισμένες σε εθνικό επίπεδο, όπως εκτιμήσεις επιπτώσεων, με σκοπό να ελαχιστοποιηθούν οι αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία, στη δημόσια υγεία και στην ποιότητα του περιβάλλοντος, των έργων που υλοποιούν ή των μέτρων που λαμβάνουν για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής ή την προσαρμογή σε αυτήν.
(3δ) Ο παρών κανονισμός συμβάλλει στην προστασία των αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων των πολιτών της Ένωσης στη ζωή και στο ασφαλές περιβάλλον που κατοχυρώνονται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και απαιτεί από τα αρμόδια θεσμικά όργανα της Ένωσης και από τα κράτη μέλη να λάβουν τα αναγκαία μέτρα σε επίπεδο Ένωσης ή σε εθνικό επίπεδο για την αντιμετώπιση των πραγματικών και άμεσων κινδύνων τόσο για τη ζωή και για την ευημερία των ανθρώπων όσο και για τον φυσικό κόσμο από τον οποίο εξαρτώνται, και οι οποίοι προκύπτουν από την παγκόσμια κατάσταση έκτακτης ανάγκης για το κλίμα. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να είναι ανθρωποκεντρικός και να αποσκοπεί στην προστασία της υγείας και της ευεξίας των πολιτών απέναντι σε περιβαλλοντογενείς κινδύνους και επιπτώσεις.
(3ε) Η προστασία του κλίματος θα πρέπει να αποτελέσει ευκαιρία για την ευρωπαϊκή οικονομία και θα πρέπει να συμβάλει στη διασφάλιση του ηγετικού της ρόλου στη βιομηχανία όσον αφορά την παγκόσμια καινοτομία. Οι καινοτομίες της βιώσιμης παραγωγής μπορούν να προωθήσουν την ευρωπαϊκή βιομηχανική ισχύ σε βασικά τμήματα της αγοράς και επομένως να συμβάλουν στην προστασία και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Προκειμένου να επιτευχθεί ο νομικά δεσμευτικός στόχος του 2030 για το κλίμα και ο στόχος της επίτευξης κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050 με τον εκμηδενισμό αυτών των εκπομπών έως το 2050 το αργότερο, η Επιτροπή θα πρέπει να διευκολύνει τις τομεακές «συμπράξεις για το κλίμα» σε επίπεδο Ένωσης, φέρνοντας σε επαφή τους βασικούς ενδιαφερόμενους φορείς (π.χ. από τη βιομηχανία, ΜΚΟ, ερευνητικά ιδρύματα, ΜΜΕ, συνδικαλιστικές οργανώσεις και οργανώσεις εργοδοτών). Οι συμπράξεις για το κλίμα θα πρέπει να λειτουργούν ως τομεακός διάλογος και να διευκολύνουν την ανταλλαγή των βέλτιστων πρακτικών που εφαρμόζουν οι Ευρωπαίοι «πρωτοπόροι της απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές» και να λειτουργούν ως κεντρικός συμβουλευτικός φορέας της Επιτροπής όταν εγκρίνει τις μελλοντικές νομοθετικές προτάσεις της για το κλίμα.
(4) Η συμφωνία του Παρισιού θέτει ως μακροπρόθεσμο στόχο τη διατήρηση της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη αρκετά κάτω από τους 2 °C σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα και τη συνέχιση των προσπαθειών για τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας στους 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα23, και τονίζει τη σημασία της προσαρμογής στις δυσμενείς επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής24 και της συμβατότητας των χρηματοδοτικών ροών με την κατεύθυνση προς την ανάπτυξη με χαμηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και την ανθεκτικότητα στις κλιματικές μεταβολές25.
(4) Η συμφωνία του Παρισιού θέτει ως μακροπρόθεσμο στόχο να συνεχιστούν οι προσπάθειες για τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας στους 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα23, να ενισχυθεί η ικανότητα προσαρμογής στις δυσμενείς επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής24 και να καταστούν οι χρηματοδοτικές ροές συμβατές με την κατεύθυνση προς την ανάπτυξη με χαμηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και την ανθεκτικότητα στις κλιματικές μεταβολές25. Ως το συνολικό πλαίσιο που καθορίζει τη συμβολή της Ένωσης στην υλοποίηση της συμφωνίας του Παρισιού, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι τόσο η Ένωση όσο και τα κράτη μέλη συμβάλλουν πλήρως στην επίτευξη των εν λόγω τριών στόχων της συμφωνίας του Παρισιού.
_________________
_________________
23 Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) της συμφωνίας του Παρισιού.
23 Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) της συμφωνίας του Παρισιού.
24 Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) της συμφωνίας του Παρισιού.
24 Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) της συμφωνίας του Παρισιού.
25 Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της συμφωνίας του Παρισιού.
25 Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της συμφωνίας του Παρισιού.
(5) Οι δράσεις της Ένωσης και των κρατών μελών για το κλίμα αποσκοπούν στην προστασία των ανθρώπων και του πλανήτη, της ευζωίας, της ευημερίας, της υγείας, των επισιτιστικών συστημάτων, της ακεραιότητας των οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας έναντι της απειλής της κλιματικής αλλαγής, στο πλαίσιο του θεματολογίου του 2030 για βιώσιμη ανάπτυξη και της επίτευξης των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού, τη μεγιστοποίηση της ευημερίας εντός των ορίων του πλανήτη και την αύξηση της ανθεκτικότητας και τη μείωση της ευπάθειας της κοινωνίας στην κλιματική αλλαγή.
(5) Οι δράσεις της Ένωσης και των κρατών μελών για το κλίμα αποσκοπούν στην προστασία των ανθρώπων και του πλανήτη, της ευζωίας, της ευημερίας, τηςοικονομίας, της υγείας, των επισιτιστικών συστημάτων, της ακεραιότητας των οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας έναντι της απειλής της κλιματικής αλλαγής, στο πλαίσιο του θεματολογίου του 2030 για βιώσιμη ανάπτυξη και της επίτευξης των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού, τη μεγιστοποίηση της ευημερίας εντός των ορίων του πλανήτη και την αύξηση της ανθεκτικότητας και τη μείωση της ευπάθειας της κοινωνίας στην κλιματική αλλαγή. Υπό το πρίσμα αυτό, οι δράσεις της Ένωσης και των κρατών μελών θα πρέπει να βασίζονται στην αρχή της προφύλαξης, στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», στην αρχή της προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση και στην αρχή του «μη βλάπτειν».
(5α) Με βάση το κανονιστικό πλαίσιο που έχει τεθεί από την Ένωση και τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην Ένωση μειώθηκαν κατά 23 % από το 1990 έως το 2018, ενώ η οικονομία αυξήθηκε κατά 61 % κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου, γεγονός που καταδεικνύει ότι είναι δυνατή η αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
(6) Η επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας θα πρέπει να επιβάλλει τη συνεισφορά όλων των τομέων της οικονομίας. Δεδομένης της σημασίας της παραγωγής και της κατανάλωσης ενέργειας για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, είναι ουσιαστικής σημασίας η μετάβαση σε ένα βιώσιμο, οικονομικά προσιτό και ασφαλές ενεργειακό σύστημα που θα βασίζεται σε μια εύρυθμη εσωτερική αγορά ενέργειας. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η τεχνολογική καινοτομία και η έρευνα και ανάπτυξη αποτελούν επίσης σημαντικούς μοχλούς για την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας.
(6) Η επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας επιβάλλει σε όλους τους τομείς της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων των αεροπορικών και θαλάσσιων μεταφορών, να μειώσουν γρήγορα τις εκπομπές τους σε σχεδόν μηδενικό επίπεδο. Στο πλαίσιο αυτό, βασικός παράγοντας θα πρέπει να είναι η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Δεδομένης της σημασίας της παραγωγής και της κατανάλωσης ενέργειας για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, είναι ουσιαστικής σημασίας η μετάβαση σε ένα βιώσιμο, οικονομικά προσιτό και ασφαλές ενεργειακό σύστημα υψηλής ενεργειακής απόδοσης που θα βασίζεται σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και θα στηρίζεται σε μια εύρυθμη εσωτερική αγορά ενέργειας, παράλληλα με τη μείωση της ενεργειακής φτώχειας.Η συνεισφορά της κυκλικής οικονομίας στην κλιματική ουδετερότητα θα πρέπει να διευρυνθεί μέσω της αποδοτικότερης χρήσης των πόρων και της αύξησης της χρήσης υλικών χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, ενώ παράλληλα θα πρέπει να προωθούνται η πρόληψη της παραγωγής αποβλήτων και η ανακύκλωση. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η τεχνολογική καινοτομία και η έρευνα και ανάπτυξη, που θα χρειαστούν πρόσθετη χρηματοδότηση, αποτελούν επίσης σημαντικούς μοχλούς για την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας. Η Ένωση και τα κράτη μέλη θα πρέπει να εγκρίνουν φιλόδοξα και συνεκτικά κανονιστικά πλαίσια για να εξασφαλίσουν τη συνεισφορά όλων των τομέων της οικονομίας στην επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το κλίμα.
(6α) Οι σωρευτικές συνολικές ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σε διαχρονικό επίπεδο και η αντίστοιχη συγκέντρωση αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα έχουν ιδιαίτερη σημασία για το κλιματικό σύστημα και την αύξηση της θερμοκρασίας. Η ειδική έκθεση της IPCC για την υπερθέρμανση του πλανήτη κατά 1,5 °C και η υποκείμενη βάση δεδομένων αυτού του σεναρίου αποτελούν τα βέλτιστα διαθέσιμα και πλέον πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία σχετικά με τον υπολειπόμενο παγκόσμιο προϋπολογισμό αερίων του θερμοκηπίου προκειμένου να περιοριστεί η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας τον 21ο αιώνα στους 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα. Προκειμένου να υπάρχει συνέπεια με τις δεσμεύσεις της Ένωσης για συνέχιση των προσπαθειών για περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας σε 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα, είναι αναγκαίο να καθοριστεί ένα δίκαιο μερίδιο της Ένωσης στον υπολειπόμενο παγκόσμιο προϋπολογισμό αερίων του θερμοκηπίου. Ο προϋπολογισμός αερίων του θερμοκηπίου αποτελεί επίσης σημαντικό εργαλείο για την ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας σε σχέση με τις πολιτικές της Ένωσης για το κλίμα. Στην εμπεριστατωμένη ανάλυσή της προς υποστήριξη της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 28ης Νοεμβρίου 2018 με τίτλο «Καθαρός πλανήτης για όλους - Ένα ευρωπαϊκό, στρατηγικό, μακρόπνοο όραμα για μια ευημερούσα, σύγχρονη, ανταγωνιστική και κλιματικά ουδέτερη οικονομία», η Επιτροπή αναφέρει ότι ο προϋπολογισμός άνθρακα της ΕΕ των 28 για την περίοδο 2018-2050, για να είναι συμβατός με τον στόχο των 1,5 °C, θα πρέπει να ανέρχεται σε 48 Gt CO2. Η Επιτροπή θα πρέπει να καταρτίσει έναν προϋπολογισμό για τις καθαρές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου της ΕΕ των 27, ο οποίος θα εκφράζεται σε ισοδύναμο CO2 με βάση τους πλέον πρόσφατους επιστημονικούς υπολογισμούς της IPCC, και θα αντιπροσωπεύει το δίκαιο μερίδιο της Ένωσης στις υπολειμματικές παγκόσμιες εκπομπές, σύμφωνα με τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού. Ο προϋπολογισμός αερίων θερμοκηπίου της Ένωσης θα πρέπει να αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την πορεία της Ένωσης προς μηδενικές καθαρές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050, και ιδίως για τους μελλοντικούς στόχους της για τα αέρια θερμοκηπίου με ορίζοντα το 2030 και το 2040.
(7) Η Ένωση εφαρμόζει μια φιλόδοξη πολιτική στον τομέα της δράσης για το κλίμα και έχει θεσπίσει κανονιστικό πλαίσιο για την επίτευξη του στόχου της για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030. Η νομοθεσία για την εφαρμογή του στόχου αυτού συνίσταται, μεταξύ άλλων, στην οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου26, με την οποία θεσπίστηκε σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου εντός της Ένωσης, στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου27, με τον οποίο θεσπίστηκαν εθνικοί στόχοι για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030, και στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου28 με τον οποίο υποχρεώνονται τα κράτη μέλη να εξισορροπούν τις εκπομπές και τις απορροφήσεις αερίων του θερμοκηπίου από τη χρήση γης, την αλλαγή χρήσης γης και τη δασοκομία.
(7) Η Ένωση έχει θεσπίσει κανονιστικό πλαίσιο για την επίτευξη του τρέχοντος στόχου της για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030 ο οποίος είχε θεσπιστεί προτού τεθεί σε ισχύ η συμφωνία του Παρισιού. Η νομοθεσία για την εφαρμογή του στόχου αυτού συνίσταται, μεταξύ άλλων, στην οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου26, με την οποία θεσπίστηκε σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου εντός της Ένωσης, στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου27, με τον οποίο θεσπίστηκαν εθνικοί στόχοι για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030, και στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου28 με τον οποίο υποχρεώνονται τα κράτη μέλη να εξισορροπούν τις εκπομπές και τις απορροφήσεις αερίων του θερμοκηπίου από τη χρήση γης, την αλλαγή χρήσης γης και τη δασοκομία.
__________________
__________________
26 Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32).
26 Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32).
27 Κανονισμός (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030, στο πλαίσιο της συμβολής στη δράση για το κλίμα για την τήρηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 (ΕΕ L 156 της 19.6.2018, σ. 26).
27 Κανονισμός (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030, στο πλαίσιο της συμβολής στη δράση για το κλίμα για την τήρηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 (ΕΕ L 156 της 19.6.2018, σ. 26).
28 Κανονισμός (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας στο πλαίσιο για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 525/2013 και της απόφασης αριθ. 529/2013/ΕΕ (ΕΕ L 156 της 19.6.2018, σ. 1).
28 Κανονισμός (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας στο πλαίσιο για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 525/2013 και της απόφασης αριθ. 529/2013/ΕΕ (ΕΕ L 156 της 19.6.2018, σ. 1).
(7α) Η σύστημα εμπορίας εκπομπών αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της κλιματικής πολιτικής της Ένωσης και βασικό εργαλείο της για τη μείωση των εκπομπών με οικονομικά αποδοτικό τρόπο.
(9) Η Ένωση, μέσω της δέσμης μέτρων «Καθαρή ενέργεια για όλους τους Ευρωπαίους»29, εργάζεται επίσης πάνω σε ένα φιλόδοξο θεματολόγιο για την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές, κυρίως μέσω της οικοδόμησης μιας ισχυρής Ενεργειακής Ένωσης, με τον καθορισμό στόχων για το 2030 ως προς την ενεργειακή απόδοση και τη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην οδηγία 2012/27/ΕΕ30 και την οδηγία (ΕΕ) 2018/200131 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και με την ενίσχυση της σχετικής νομοθεσίας, μεταξύ άλλων με την οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου32.
(9) Η Ένωση, μέσω της δέσμης μέτρων «Καθαρή ενέργεια για όλους τους Ευρωπαίους»29, εργάζεται επίσης πάνω σε ένα θεματολόγιο για την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές, κυρίως μέσω της οικοδόμησης μιας ισχυρής Ενεργειακής Ένωσης, με τον καθορισμό στόχων για το 2030 ως προς την ενεργειακή απόδοση και τη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην οδηγία 2012/27/ΕΕ30 και την οδηγία (ΕΕ) 2018/200131 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και με την ενίσχυση της σχετικής νομοθεσίας, μεταξύ άλλων με την οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου32.
30 Οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 1).
30 Οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 1).
31 Οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 82).
31 Οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 82).
32 Οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (ΕΕ L 153 της 18.6.2010, σ. 13).
32 Οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (ΕΕ L 153 της 18.6.2010, σ. 13).
(9α) Η Επιτροπή έχει αναπτύξει και εγκρίνει διάφορες νομοθετικές πρωτοβουλίες στον τομέα της ενέργειας, ιδίως όσον αφορά την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και την ενεργειακή απόδοση, συμπεριλαμβανομένης της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων. Αυτές οι πρωτοβουλίες αποτελούν δέσμη με βασικό θέμα την αρχή της προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση και την παγκόσμια ηγετική θέση της Ένωσης στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Οι πρωτοβουλίες αυτές θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο της εθνικής μακροπρόθεσμης προόδου στη διαδικασία επίτευξης του στόχου κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050, ώστε να διασφαλιστούν ένα σύστημα ενέργειας υψηλής ενεργειακής απόδοσης, βασιζόμενο στις ανανεώσιμες πηγές, και η ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας εντός της Ένωσης.
(9β) Η μετάβαση προς την καθαρή ενέργεια θα οδηγήσει σε ένα σύστημα ενέργειας στο πλαίσιο του οποίου η προμήθεια πρωτογενούς ενέργειας θα προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές, με αποτέλεσμα τη σημαντική βελτίωση της ασφάλειας του εφοδιασμού, τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης και την προώθηση εγχώριων θέσεων εργασίας.
(9γ) Η ενεργειακή μετάβαση βελτιώνει την ενεργειακή απόδοση και μειώνει την ενεργειακή εξάρτηση της Ένωσης και των κρατών μελών. Αυτή η διαρθρωτική αλλαγή προς μια πιο αποδοτική οικονομία βασισμένη στην ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές σε όλους τους τομείς δεν θα ωφελήσει μόνο το εμπορικό ισοζύγιο, αλλά θα ενισχύσει και την ενεργειακή ασφάλεια και θα συμβάλει στην καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας.
(9δ) Προκειμένου να διασφαλιστεί η αλληλεγγύη και να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική ενεργειακή μετάβαση, πρέπει να σχεδιαστεί, στο πλαίσιο της ενωσιακής κλιματικής πολιτικής, σαφής πορεία προς την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050. Η Ένωση θα πρέπει να διατηρήσει τη ρεαλιστική προσέγγισή της όσον αφορά την οικονομική αποδοτικότητα και τις τεχνικές δυσκολίες και να διασφαλίσει τη διαθεσιμότητα και οικονομική προσιτότητα κατανεμόμενων πηγών ενέργειας για την εξισορρόπηση των σημείων ζήτησης αιχμής και ελάχιστης ζήτησης στο σύστημα ενέργειας, όπως είναι οι τεχνολογίες υδρογόνου.
(9ε) Η προστασία του κλίματος προσφέρει στην οικονομία της Ένωσης μια ευκαιρία να εντείνει τη δράση της και να αποκομίσει τα οφέλη του πλεονεκτήματος του πρωτοπόρου αναλαμβάνοντας ηγετική θέση στον τομέα των καθαρών τεχνολογιών. Θα μπορούσε επίσης να συμβάλει στη διασφάλιση του ηγετικού της ρόλου στη βιομηχανία όσον αφορά την παγκόσμια καινοτομία. Οι καινοτομίες στον τομέα της βιώσιμης παραγωγής μπορούν να προωθήσουν τη βιομηχανική ισχύ της Ένωσης σε βασικά τμήματα της αγοράς και κατ’ επέκταση να συμβάλουν στην προστασία και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
(9στ) Είναι αναγκαίο να θεσπιστεί στήριξη για τις αναγκαίες επενδύσεις σε νέες βιώσιμες τεχνολογίες που είναι απαραίτητες για την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας. Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικό να τηρείται η τεχνολογική ουδετερότητα και παράλληλα να αποφεύγονται τυχόν φαινόμενα εγκλωβισμού. Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής, της 8ης Ιουλίου 2020, με τίτλο «Στρατηγική για το υδρογόνο για μια κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη», το υδρογόνο μπορεί επίσης να συμβάλει στη στήριξη της δέσμευσης της Ένωσης για επίτευξη ουδέτερου ισοζυγίου άνθρακα το αργότερο έως το 2050, ιδίως σε ενεργοβόρους τομείς.
(9ζ) Η Επιτροπή θα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές της για τη δημιουργία ευρωπαϊκών συμμαχιών, ιδίως στους τομείς των συσσωρευτών και του υδρογόνου, δεδομένου ότι πρόκειται για εξαιρετικά σημαντικούς τομείς. Όταν είναι συντονισμένες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προσφέρουν σημαντικές ευκαιρίες για τις διαδικασίες περιφερειακής ανάκαμψης και για επιτυχημένη διαρθρωτική αλλαγή μετά την COVID-19. Οι θεσμικές απαιτήσεις θα πρέπει να δημιουργήσουν ένα πλαίσιο για την ανάπτυξη καινοτομίας στους τομείς της φιλικής προς το κλίμα κινητικότητας και της παραγωγής ενέργειας. Οι εν λόγω συμμαχίες θα πρέπει να λαμβάνουν επαρκή στήριξη και χρηματοδότηση και θα πρέπει επίσης να αποτελούν μέρος της μελλοντικής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής γειτονίας καθώς και των εμπορικών συμφωνιών.
(10) Η Ένωση έχει ηγετικό ρόλο παγκοσμίως στη μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα και είναι αποφασισμένη να συμβάλει στην αύξηση του παγκόσμιου επιπέδου φιλοδοξίας και στην ενίσχυση της παγκόσμιας αντίδρασης στην κλιματική αλλαγή, με τη χρήση όλων των εργαλείων που έχει στη διάθεσή της, συμπεριλαμβανομένης της κλιματικής διπλωματίας.
(10) Η Ένωση έχει τόσο την ευθύνη όσο και τα μέσα για να συνεχίσει να διαδραματίζει ηγετικό ρόλο παγκοσμίως στη μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα και είναι αποφασισμένη να επιτύχει τον στόχο της με δίκαιο, κοινωνικά θεμιτό και συμμετοχικό τρόπο, καθώς και να συμβάλει στην αύξηση του παγκόσμιου επιπέδου φιλοδοξίας και στην ενίσχυση της παγκόσμιας αντίδρασης στην κλιματική αλλαγή, με τη χρήση όλων των εργαλείων που έχει στη διάθεσή της, συμπεριλαμβανομένων της κλιματικής διπλωματίας και των πολιτικών για το εμπόριο, τις επενδύσεις και τη βιομηχανία.Η Ένωση θα πρέπει να ενισχύσει την περιβαλλοντική διπλωματία της σε όλα τα διεθνή φόρουμ που σχετίζονται με την επίτευξη των διεθνών στόχων για το κλίμα, σε ευθυγράμμιση με τη συμφωνία του Παρισιού.
(11) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει ζητήσει να πραγματοποιηθεί η αναγκαία μετάβαση προς μια κλιματικά ουδέτερη κοινωνία έως το 2050 το αργότερο, κατά τρόπο τέτοιο ώστε αυτό να αποτελέσει μια ευρωπαϊκή ιστορία επιτυχίας33, και έχει κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης για το κλίμα και το περιβάλλον34. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στα συμπεράσματά του της 12ης Δεκεμβρίου 201935, ενστερνίστηκε τον στόχο να καταστεί η Ένωση κλιματικά ουδέτερη έως το 2050, σύμφωνα με τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι είναι ανάγκη να διαμορφωθεί ένα ευνοϊκό πλαίσιο και ότι η μετάβαση θα απαιτήσει σημαντικές δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε επίσης την Επιτροπή να εκπονήσει πρόταση για τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της Ένωσης το συντομότερο δυνατόν εντός του 2020, προκειμένου να εγκριθεί από το Συμβούλιο και να υποβληθεί στη σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή.
(11) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει ζητήσει από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αυξήσουν τις δράσεις για το κλίμα ώστε να διευκολυνθεί η αναγκαία μετάβαση προς μια κλιματικά ουδέτερη κοινωνία το συντομότερο δυνατό και έως το 2050 το αργότερο, κατά τρόπο τέτοιο ώστε αυτό να αποτελέσει μια ευρωπαϊκή ιστορία επιτυχίας33, και έχει κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης για το κλίμα και το περιβάλλον34. Επιπλέον, έχει ζητήσει επανειλημμένα από την Ένωση να αυξήσει τον στόχο για το κλίμα για το 2030, και ο εν λόγω υψηλότερος στόχος να είναι μέρος του ευρωπαϊκού νόμου για το κλίμα34α. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στα συμπεράσματά του της 12ης Δεκεμβρίου 201935, ενστερνίστηκε τον στόχο να καταστεί η Ένωση κλιματικά ουδέτερη έως το 2050, σύμφωνα με τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού, με βάση τη δικαιοσύνη και τη δίκαιη μετάβαση και λαμβανομένων υπόψη των διαφορετικών σημείων εκκίνησης των κρατών μελών, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι είναι ανάγκη να διαμορφωθεί ένα ευνοϊκό πλαίσιο και ότι η μετάβαση θα απαιτήσει σημαντικές δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε επίσης την Επιτροπή να εκπονήσει πρόταση για τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της Ένωσης το συντομότερο δυνατόν εντός του 2020, προκειμένου να εγκριθεί από το Συμβούλιο και να υποβληθεί στη σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή.
_________________
_________________
33 Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2020 σχετικά με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (2019/2956(RSP)).
33 Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2020 σχετικά με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (2019/2956(RSP)).
34 Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 28ης Νοεμβρίου 2019 σχετικά με την κλιματική και περιβαλλοντική κατάσταση έκτακτης ανάγκης (2019/2930(RSP)).
34 Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 28ης Νοεμβρίου 2019 σχετικά με την κλιματική και περιβαλλοντική κατάσταση έκτακτης ανάγκης (2019/2930(RSP)).
34α Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 28ης Νοεμβρίου 2019 σχετικά με τη διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή, 2019, στη Μαδρίτη, Ισπανία (COP25) (2019/2712(RSP)).
35 Συμπεράσματα που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στη συνεδρίαση της 12ης Δεκεμβρίου 2019, EUCO 29/19, CO EUR 31, CONCL 9.
35 Συμπεράσματα που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στη συνεδρίαση της 12ης Δεκεμβρίου 2019, EUCO 29/19, CO EUR 31, CONCL 9.
(12) Η Ένωση θα πρέπει να επιδιώξει την εξισορρόπηση των ανθρωπογενών εκπομπών από όλους τους τομείς της οικονομίας και των απορροφήσεων αερίων του θερμοκηπίου εντός της Ένωσης έως το 2050, μέσω φυσικών και τεχνολογικών λύσεων. Ο στόχος για κλιματική ουδετερότητα σε επίπεδο Ένωσης το 2050 θα πρέπει να επιδιωχθεί από όλα τα κράτη μέλη συλλογικά, και τα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την επίτευξή του. Τα μέτρα σε ενωσιακό επίπεδο θα αποτελέσουν σημαντικό μέρος των μέτρων που απαιτούνται για την επίτευξη του στόχου.
(12) Η Ένωση και τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδιώξουν την εξισορρόπηση των ανθρωπογενών εκπομπών από όλους τους τομείς της οικονομίας και των απορροφήσεων αερίων του θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και σε επίπεδο κρατών μελών το αργότερο έως το 2050, μέσω φυσικών και τεχνολογικών λύσεων. Ο στόχος για κλιματική ουδετερότητα σε επίπεδο Ένωσης το 2050 θα πρέπει να επιτευχθεί από όλα τα κράτη μέλη, και τα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την επίτευξή του. Τα μέτρα σε ενωσιακό επίπεδο θα αποτελέσουν σημαντικό μέρος των μέτρων που απαιτούνται για την επίτευξη του στόχου. Μετά το 2050, η Ένωση και όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεχίσουν να μειώνουν τις εκπομπές, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι απορροφήσεις αερίων του θερμοκηπίου υπερβαίνουν τις ανθρωπογενείς εκπομπές.
(12α) Κάθε κράτος μέλος έχει την ευθύνη να επιτύχει μεμονωμένα κλιματική ουδετερότητα το αργότερο έως το 2050. Για λόγους δικαιοσύνης και αλληλεγγύης, και προκειμένου να υποστηριχθεί ο ενεργειακός μετασχηματισμός κρατών μελών με διαφορετικά σημεία εκκίνησης, απαιτούνται επαρκείς μηχανισμοί στήριξης και χρηματοδότηση σε επίπεδο Ένωσης, όπως το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ).../... του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου1α και άλλοι σχετικοί μηχανισμοί χρηματοδότησης.
__________________
1α Κανονισμός (ΕΕ) .../... του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ... για τη θέσπιση του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης (ΕΕ ...).
(12β) Στο προοίμιο της συμφωνίας του Παρισιού αναγνωρίζεται ότι είναι σημαντικό να διασφαλιστεί η ακεραιότητα όλων των οικοσυστημάτων, συμπεριλαμβανομένων των ωκεανών. Στη σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή τονίζεται ότι τα συμβαλλόμενα μέρη προάγουν τη βιώσιμη διαχείριση, τη διατήρηση και την ενίσχυση των καταβοθρών και των ταμιευτήρων όλων των αερίων του θερμοκηπίου, συμπεριλαμβανομένων της βιομάζας, των δασών και των ωκεανών, καθώς και άλλων χερσαίων, παράκτιων και θαλάσσιων οικοσυστημάτων. Εάν δεν επιτευχθούν οι στόχοι της συμφωνίας του Παρισιού, η θερμοκρασία θα μπορούσε να υπερβεί το σημείο καμπής πέραν του οποίου ο ωκεανός δεν θα είναι πλέον σε θέση να απορροφά τόσο πολύ άνθρακα και να συμμετέχει στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.
(12γ) Οι φυσικές καταβόθρες άνθρακα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη κοινωνία. Η Επιτροπή διερευνά την ανάπτυξη κανονιστικού πλαισίου για την πιστοποίηση των απορροφήσεων άνθρακα σύμφωνα με το οικείο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία και τη στρατηγική «από το αγρόκτημα στο πιάτο». Η στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030 και οι σχετικές πρωτοβουλίες θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην αποκατάσταση των υποβαθμισμένων οικοσυστημάτων, ιδίως εκείνων που διαθέτουν τις μεγαλύτερες δυνατότητες δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα και πρόληψης και μείωσης των επιπτώσεων των φυσικών καταστροφών.Η αποκατάσταση των οικοσυστημάτων θα συμβάλει στη διατήρηση, τη διαχείριση και την ενίσχυση των φυσικών καταβοθρών και θα προωθήσει τη βιοποικιλότητα, συμβάλλοντας παράλληλα στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
12δ. Η Επιτροπή θα πρέπει να διερευνήσει τη δυνατότητα να καθιερωθούν συστήματα χορήγησης πιστώσεων άνθρακα, συμπεριλαμβανομένης της πιστοποίησης των απορροφήσεων αερίων θερμοκηπίου μέσω της δέσμευσης άνθρακα στη χρήση γης, στο έδαφος και στη βιομάζα στη γεωργία, με σκοπό την επίτευξη του στόχου της Ένωσης για κλιματική ουδετερότητα, καθώς και τη σκοπιμότητα της ανάπτυξης χωριστής αγοράς απορροφήσεων διοξειδίου του άνθρακα για δέσμευση αερίων θερμοκηπίου στο έδαφος. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να βασίζεται στις βέλτιστες διαθέσιμες επιστημονικές γνώσεις και σε ένα σύστημα αξιολόγησης και έγκρισης από την Επιτροπή, και παράλληλα να διασφαλίζει ότι δεν υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, ιδίως στη βιοποικιλότητα, στη δημόσια υγεία ή σε κοινωνικούς ή οικονομικούς στόχους. Η Επιτροπή θα πρέπει να δημοσιοποιήσει τα αποτελέσματα της εν λόγω εκτίμησης έως τις 30 Ιουνίου 2021.
(12στ) Στο πλαίσιο της μετάβασής της προς την κλιματική ουδετερότητα, η Ένωση θα πρέπει να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας της, ιδίως της ενεργοβόρου βιομηχανίας, μεταξύ άλλων μέσω της ανάπτυξης αποτελεσματικών μέτρων για την αντιμετώπιση της διαρροής άνθρακα κατά τρόπο σύμφωνο προς τους κανόνες του ΠΟΕ και για τη διαμόρφωση ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών, ώστε να αποφεύγεται ο αθέμιτος ανταγωνισμός λόγω μη υλοποίησης πολιτικών για το κλίμα που συνάδουν με τη συμφωνία του Παρισιού.
(13) Η Ένωση θα πρέπει να συνεχίσει τη δράση της για το κλίμα και τον διεθνή ηγετικό ρόλο της για το κλίμα μετά το 2050, προκειμένου να προστατεύσει τους ανθρώπους και τον πλανήτη από την απειλή της επικίνδυνης κλιματικής αλλαγής, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι θερμοκρασίας που ορίζονται στη συμφωνία του Παρισιού και κατ’ εφαρμογή των επιστημονικών συστάσεων της IPCC.
(13) Η Ένωση θα πρέπει να συνεχίσει τη δράση της για το κλίμα και τον διεθνή ηγετικό ρόλο της για το κλίμα μετά το 2050, ιδίως διά της παροχής βοήθειας στους πιο ευάλωτους πληθυσμούς μέσω της εξωτερικής της δράσης και της αναπτυξιακής της πολιτικής, προκειμένου να προστατεύσει τους ανθρώπους και τον πλανήτη από την απειλή της επικίνδυνης κλιματικής αλλαγής, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι θερμοκρασίας που ορίζονται στη συμφωνία του Παρισιού και κατ’εφαρμογή των επιστημονικών συστάσεων της IPCC, του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UNEP), της IPBES και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την Κλιματική Αλλαγή (ECCC).
(13α) Τα οικοσυστήματα, οι άνθρωποι και οι οικονομίες της Ένωσης θα αντιμετωπίσουν σημαντικές επιπτώσεις λόγω της κλιματικής αλλαγής, εάν δεν μετριαστούν επειγόντως οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ή δεν υπάρξει προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή θα ελαχιστοποιούσε περαιτέρω τις αναπόφευκτες επιπτώσεις με οικονομικά αποδοτικό τρόπο, με σημαντικά παράλληλα οφέλη από την εφαρμογή λύσεων που βασίζονται στη φύση.
(13β) Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ενδέχεται να υπερβαίνουν τις ικανότητες προσαρμογής των κρατών μελών. Συνεπώς, τα κράτη μέλη και η Ένωση θα πρέπει να συνεργαστούν για την αποτροπή, την ελαχιστοποίηση και την αντιμετώπιση των απωλειών και των ζημιών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 της συμφωνίας του Παρισιού, μεταξύ άλλων μέσω του Διεθνούς Μηχανισμού της Βαρσοβίας.
(14) Η προσαρμογή αποτελεί βασική συνιστώσα της μακροπρόθεσμης παγκόσμιας αντίδρασης στην κλιματική αλλαγή. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη και η Ένωση θα πρέπει να βελτιώσουν την προσαρμοστική τους ικανότητα, να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα και να μειώσουν την ευπάθεια στην κλιματική αλλαγή, όπως προβλέπεται στο άρθρο 7 της συμφωνίας του Παρισιού, καθώς και να μεγιστοποιήσουν τα παράλληλα οφέλη με άλλες περιβαλλοντικές πολιτικές και με την περιβαλλοντική νομοθεσία. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν ολοκληρωμένες εθνικές στρατηγικές και σχέδια προσαρμογής.
(14) Η προσαρμογή αποτελεί βασική συνιστώσα της μακροπρόθεσμης παγκόσμιας αντίδρασης στην κλιματική αλλαγή. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη και η Ένωση θα πρέπει να βελτιώσουν την προσαρμοστική τους ικανότητα, να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα και να μειώσουν την ευπάθεια στην κλιματική αλλαγή, όπως προβλέπεται στο άρθρο 7 της συμφωνίας του Παρισιού, καθώς και να μεγιστοποιήσουν τα παράλληλα οφέλη με άλλες περιβαλλοντικές πολιτικές και με την περιβαλλοντική νομοθεσία. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν ολοκληρωμένες εθνικές στρατηγικές και σχέδια προσαρμογής και η Επιτροπή θα πρέπει να συμβάλει στην παρακολούθηση της προόδου όσον αφορά την προσαρμογή, μέσω της ανάπτυξης κατάλληλων δεικτών.
(14α) Κατά την έγκριση των στρατηγικών και σχεδίων προσαρμογής τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στις περιοχές που πλήττονται περισσότερο. Επιπλέον, η προαγωγή, η διατήρηση και η αποκατάσταση της βιοποικιλότητας είναι ουσιαστικής σημασίας προκειμένου να αξιοποιηθεί πλήρως το δυναμικό της σε σχέση με τη ρύθμιση του κλίματος και την προσαρμογή. Οι στρατηγικές και τα σχέδια προσαρμογής θα πρέπει επομένως να ενθαρρύνουν λύσεις που βασίζονται στη φύση και μια προσαρμογή που βασίζεται στα οικοσυστήματα και συμβάλλει στην αποκατάσταση και τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, και να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις εδαφικές ιδιαιτερότητες και την τοπική γνώση, καθώς και να καθορίζουν συγκεκριμένα μέτρα για την προστασία των θαλάσσιων και παράκτιων οικοσυστημάτων. Επιπλέον, θα πρέπει να εξαλειφθούν οι δραστηριότητες που εμποδίζουν την ικανότητα των οικοσυστημάτων να προσαρμόζονται στην κλιματική αλλαγή, προκειμένου να διασφαλιστεί η ανθεκτικότητα της βιοποικιλότητας και των υπηρεσιών οικοσυστημάτων.
(14β) Οι στρατηγικές προσαρμογής θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνουν την αλλαγή μοντέλου στις επηρεαζόμενες περιοχές, βάσει φιλικών προς το περιβάλλον λύσεων που βασίζονται στη φύση.Θα πρέπει να εξασφαλίζουν βιώσιμα μέσα βιοπορισμού για τη διασφάλιση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης, συμπεριλαμβανομένων της βιώσιμης και τοπικής γεωργίας, της βιώσιμης διαχείρισης των υδάτων, και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, σύμφωνα με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης, προκειμένου να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα των εν λόγω περιοχών και να προστατευθούν τα οικοσυστήματά τους.
(15) Όταν λαμβάνονται τα σχετικά μέτρα σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο για την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας, τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τη συμβολή της μετάβασης σε κλιματική ουδετερότητα για την ευζωία των πολιτών, για την ευημερία της κοινωνίας και για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, την ενεργειακή και επισιτιστική ασφάλεια και οικονομική προσιτότητα, τη δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη εντός και μεταξύ των κρατών μελών με γνώμονα τις οικονομικές τους δυνατότητες, τις εθνικές περιστάσεις και την ανάγκη διαχρονικής σύγκλισης, την ανάγκη να καταστεί ισότιμη και κοινωνικά δίκαιη η μετάβαση, τα βέλτιστα διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία και ιδίως τα πορίσματα που δημοσιεύει η IPCC, την ανάγκη ενσωμάτωσης των κινδύνων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή στις αποφάσεις για τις επενδύσεις και τον σχεδιασμό, την οικονομική αποδοτικότητα και την τεχνολογική ουδετερότητα στην επίτευξη μειώσεων των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και απορροφήσεων και στην αύξηση της ανθεκτικότητας, και τη διαχρονική εξέλιξη της περιβαλλοντικής ακεραιότητας και του επιπέδου φιλοδοξίας.
(15) Όταν λαμβάνονται τα σχετικά μέτρα σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο για την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας, τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τη συμβολή της μετάβασης σε κλιματική ουδετερότητα για την υγεία, την ποιότητα ζωής και την ευζωία των πολιτών, για την κοινωνική δικαιοσύνη, την ευημερία της κοινωνίας και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων του θεμιτού ανταγωνισμού και ισότιμων όρων ανταγωνισμού σε παγκόσμιο επίπεδο.Τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τυχόν γραφειοκρατικούς ή άλλους νομοθετικούς φραγμούς που ενδέχεται να εμποδίζουν τους οικονομικούς παράγοντες ή τους τομείς να εκπληρώσουν τους στόχους για το κλίμα·το κοινωνικό, οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος της αδράνειας ή της ανεπαρκούς δράσης,το γεγονός ότι οι γυναίκες επηρεάζονται δυσανάλογα από την κλιματική αλλαγή και την ανάγκη ενίσχυσης της ισότητας των φύλων, την ανάγκη προώθησης βιώσιμων τρόπων διαβίωσης,τη μεγιστοποίηση της ενεργειακής απόδοσης και της αποδοτικής χρήσης των πόρων, την ενεργειακή και επισιτιστική ασφάλεια και οικονομική προσιτότητα, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη καταπολέμησης της ενεργειακής φτώχειας, τη δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη καθώς και τους ισότιμους όρους ανταγωνισμού εντός και μεταξύ των κρατών μελών με γνώμονα τις οικονομικές τους δυνατότητες, τις εθνικές περιστάσεις και τα διαφορετικά σημεία εκκίνησης, καθώς και την ανάγκη διαχρονικής σύγκλισης, την ανάγκη να καταστεί ισότιμη και κοινωνικά δίκαιη η μετάβαση, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που εξέδωσε το 2015 η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας για μια δίκαιη μετάβαση προς περιβαλλοντικά βιώσιμες οικονομίες και κοινωνίες για όλους, τα βέλτιστα διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία και ιδίως τα πορίσματα που δημοσιεύουν η IPCC και η IPBES, την ανάγκη ενσωμάτωσης των κινδύνων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή και των εκτιμήσεων ευπάθειας και προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή στις αποφάσεις για τις επενδύσεις και τον σχεδιασμό, διασφαλίζοντας παράλληλα την ανθεκτικότητα των πολιτικών της Ένωσης στην κλιματική αλλαγή, την οικονομική αποδοτικότητα και την τεχνολογική ουδετερότητα στην επίτευξη μειώσεων των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και απορροφήσεων και στην αύξηση της ανθεκτικότητας με βάση την ισότητα, την ανάγκη διαχείρισης, διατήρησης και αποκατάστασης των θαλάσσιων και χερσαίων οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας,την τρέχουσα κατάσταση των υποδομών και τις πιθανές ανάγκες για επικαιροποίηση των υποδομών της Ένωσης και για σχετικές επενδύσεις, τη διαχρονική εξέλιξη της περιβαλλοντικής ακεραιότητας και του επιπέδου φιλοδοξίας, την ικανότητα των διαφόρων ενδιαφερόμενων μερών να επενδύσουν με κοινωνικά βιώσιμο τρόπο στη μετάβαση, και τον πιθανό κίνδυνο διαρροής άνθρακα καθώς και μέτρα για την πρόληψή του.
(16) Η μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα απαιτεί αλλαγές σε ολόκληρο το φάσμα πολιτικής και συλλογική προσπάθεια όλων των τομέων της οικονομίας και της κοινωνίας, όπως καταδεικνύεται από την Επιτροπή στην ανακοίνωση με τίτλο «Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία». Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στα συμπεράσματα της 12ης Δεκεμβρίου 2019, δηλώνει ότι όλη η σχετική νομοθεσία και οι πολιτικές της Ένωσης πρέπει να παρουσιάζουν συνέπεια στη συμβολή τους προς την εκπλήρωση του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας με ταυτόχρονη εξασφάλιση ισότιμων όρων, και καλεί την Επιτροπή να εξετάσει αν αυτό απαιτεί προσαρμογή των υφιστάμενων κανόνων.
(16) Η μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα απαιτεί μετασχηματιστική αλλαγή σε ολόκληρο το φάσμα πολιτικής, φιλόδοξη και συνεχή χρηματοδότηση και συλλογική προσπάθεια όλων των τομέων της οικονομίας και της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων των αεροπορικών και θαλάσσιων μεταφορών, όπως καταδεικνύεται από την Επιτροπή στην ανακοίνωση με τίτλο «Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία». Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στα συμπεράσματα της 12ης Δεκεμβρίου 2019, δηλώνει ότι όλη η σχετική νομοθεσία και οι πολιτικές της Ένωσης πρέπει να παρουσιάζουν συνέπεια στη συμβολή τους προς την εκπλήρωση του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας με ταυτόχρονη εξασφάλιση ισότιμων όρων, και καλεί την Επιτροπή να εξετάσει αν αυτό απαιτεί προσαρμογή των υφιστάμενων κανόνων.
(16α) Όλοι οι βασικοί τομείς της οικονομίας, δηλαδή οι τομείς της ενέργειας, της βιομηχανίας, των μεταφορών, της θέρμανσης και ψύξης, των κατασκευών, της γεωργίας, των αποβλήτων και ο τομέας της χρήσης γης, της αλλαγής στη χρήση γης και της δασοκομίας, θα πρέπει να συνεργαστούν για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας. Όλοι οι τομείς, είτε καλύπτονται είτε όχι από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης (ΣΕΔΕ της ΕΕ), θα πρέπει να καταβάλλουν συγκρίσιμες προσπάθειες για την επίτευξη του στόχου κλιματικής ουδετερότητας της Ένωσης. Προκειμένου να εξασφαλιστεί προβλεψιμότητα και εμπιστοσύνη για όλους τους οικονομικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων, των εργαζομένων, των επενδυτών και των καταναλωτών, καθώς και η συμμετοχή τους, η Επιτροπή θα πρέπει να καθορίσει κατευθυντήριες γραμμές για τους τομείς της οικονομίας που θα μπορούσαν να συμβάλουν περισσότερο στην επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας. Οι κατευθυντήριες γραμμές θα πρέπει να περιέχουν ενδεικτικές πορείες για τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου στους εν λόγω τομείς σε επίπεδο Ένωσης. Με τον τρόπο αυτόν θα εξασφαλιστεί η βεβαιότητα που χρειάζονται για να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα και να σχεδιάσουν τις απαραίτητες επενδύσεις, κάτι που θα τους βοηθήσει να παραμείνουν σε πορεία μετάβασης. Ταυτόχρονα, αυτό θα λειτουργήσει επίσης ως μηχανισμός συμμετοχής των τομέων στην επιδίωξη λύσεων κλιματικής ουδετερότητας.
(16β) Η μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα προϋποθέτει τη συμμετοχή όλων των τομέων. Η Ένωση θα πρέπει να συνεχίσει τις προσπάθειές της για την ενίσχυση και την προώθηση της κυκλικής οικονομίας και την περαιτέρω στήριξη ανανεώσιμων λύσεων και εναλλακτικών επιλογών που μπορούν να υποκαταστήσουν προϊόντα και υλικά που βασίζονται σε ορυκτά καύσιμα.Η περαιτέρω χρήση ανανεώσιμων προϊόντων και υλικών θα συμβάλει σημαντικά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και θα έχει οφέλη για πολλούς και διαφορετικούς τομείς.
(16γ) Λαμβανομένου υπόψη του κινδύνου διαρροής άνθρακα, η μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα και η συνεχής προσπάθεια για τη διατήρησή της θα πρέπει να αποτελούν μια πραγματική και πράσινη μετάβαση, να οδηγούν στην πραγματική μείωση των εκπομπών και να μη δημιουργούν ένα ψευδές αποτέλεσμα που επικεντρώνεται στην Ένωση, δεδομένου ότι η παραγωγή και οι εκπομπές έχουν μεταφερθεί εκτός της Ένωσης. Για την επίτευξη αυτού του αποτελέσματος, οι ενωσιακές πολιτικές θα πρέπει να είναι σχεδιασμένες με τέτοιον τρόπο ώστε να ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο διαρροής άνθρακα και να διερευνούν τεχνολογικές λύσεις.
(16δ) Από τη μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα δεν πρέπει να εξαιρεθεί ο γεωργικός τομέας, ο μόνος παραγωγικός τομέας με ικανότητα αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα. Συγκεκριμένα, η δασοκομία, οι βοσκότοποι μακράς διαρκείας και οι πολυετείς καλλιέργειες γενικά εγγυώνται τη μακροχρόνια αποθήκευση.
(16ε) Για να επιτευχθεί κλιματική ουδετερότητα, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ο ιδιαίτερος ρόλος της γεωργίας και της δασοκομίας, καθώς μόνο μια ζωτική και παραγωγική γεωργία και δασοκομία μπορούν να προμηθεύσουν τον πληθυσμό με ασφαλή τρόφιμα υψηλής ποιότητας σε επαρκείς ποσότητες και σε προσιτές τιμές, καθώς και με ανανεώσιμες πρώτες ύλες για όλους τους σκοπούς της βιοοικονομίας.
(16στ) Τα δάση διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη μετάβαση σε κλιματική ουδετερότητα. Η βιώσιμη και «κοντά στη φύση» διαχείριση των δασών είναι καθοριστικής σημασίας για τη συνεχή απορρόφηση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από την ατμόσφαιρα και επίσης καθιστά δυνατή την παροχή ανανεώσιμων και φιλικών προς το κλίμα πρώτων υλών για προϊόντα ξυλείας, που αποθηκεύουν άνθρακα και μπορούν να υποκαταστήσουν υλικά και καύσιμα ορυκτής προέλευσης. Ο «τριπλός ρόλος» των δασών (καταβόθρες, αποθήκευση και υποκατάσταση) συμβάλλει στη μείωση των ανθρακούχων εκπομπών στην ατμόσφαιρα, ενώ διασφαλίζει παράλληλα ότι τα δάση συνεχίζουν να αναπτύσσονται και να προσφέρουν πολλές άλλες υπηρεσίες.
(16ζ) Το ενωσιακό δίκαιο θα πρέπει να προωθεί τη δάσωση και τη βιώσιμη διαχείριση των δασών στα κράτη μέλη τα οποία δεν διαθέτουν σημαντικούς δασικούς πόρους, μέσω της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και βιομηχανικής τεχνογνωσίας.
(17) Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωσή της με τίτλο “Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία”, η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της “Ενίσχυση της κλιματικής φιλοδοξίας της Ευρώπης για το 2030 — Επενδύουμε σε ένα κλιματικά ουδέτερο μέλλον προς όφελος των πολιτών μας”9, αξιολόγησε τον στόχο της Ένωσης για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030 βάσει μιας ολοκληρωμένης εκτίμησης επιπτώσεων και λαμβάνοντας υπόψη την ανάλυσή της για τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα που υποβάλλονται στην Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου10. Υπό το πρίσμα του στόχου κλιματικής ουδετερότητας για το 2050, έως το 2030 θα πρέπει να μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και να ενισχυθούν οι απορροφήσεις, έτσι ώστε οι καθαρές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, ήτοι οι εκπομπές μετά την αφαίρεση των απορροφήσεων, να μειωθούν στο σύνολο της οικονομίας και σε εγχώριο επίπεδο κατά τουλάχιστον 55 % έως το 2030 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Ο νέος αυτός στόχος της Ένωσης για το κλίμα για το 2030 αποτελεί επακόλουθη επιδίωξη για τους σκοπούς του άρθρου 2 σημείο 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 και, συνεπώς, αντικαθιστά την επιδίωξη για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου για το 2030 σε επίπεδο Ένωσης, που ορίζεται στο εν λόγω σημείο. Επιπλέον, η Επιτροπή θα πρέπει, έως τις 30 Ιουνίου 2021, να αξιολογήσει τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να τροποποιηθεί η σχετική νομοθεσία της Ένωσης για την εφαρμογή του κλιματικού στόχου για το 2030 προκειμένου να επιτευχθούν οι εν λόγω καθαρές μειώσεις εκπομπών.
(17) Η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της «Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία», εξέφρασε την πρόθεσή της να αξιολογήσει και να υποβάλει προτάσεις για την αύξηση του ενωσιακού στόχου μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030, ώστε να διασφαλιστεί η συνέπειά του με τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050. Στην ίδια ανακοίνωση, η Επιτροπή υπογράμμισε ότι όλες οι πολιτικές της Ένωσης θα πρέπει να συμβάλλουν στην επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας και ότι όλοι οι τομείς θα πρέπει να επωμιστούν το μερίδιό τους. Δεδομένου του στόχου της Ένωσης για επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας το αργότερο έως το 2050, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί περαιτέρω η δράση για το κλίμα και ιδίως να αυξηθεί ο στόχος της Ένωσης για το κλίμα με ορίζοντα το 2030 ώστε να προβλέπει μείωση των εκπομπών κατά 60 % σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Συνεπώς, η Επιτροπή θα πρέπει, έως τις 30 Ιουνίου 2021, να αξιολογήσει τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως η ενωσιακή νομοθεσία για την εφαρμογή του εν λόγω υψηλότερου στόχου και άλλες συναφείς ενωσιακές νομοθετικές πράξεις που συμβάλλουν στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και προάγουν την κυκλική οικονομία.
10 Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 1).
(17α) Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η Ένωση και όλα τα κράτη μέλη θα παραμείνουν σε καλό δρόμο για την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας, και για να εξασφαλιστεί προβλεψιμότητα και εμπιστοσύνη για όλους τους οικονομικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων, των εργαζομένων και των συνδικαλιστικών οργανώσεων, των επενδυτών και των καταναλωτών, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει διάφορες επιλογές για τον καθορισμό ενός ενωσιακού στόχου για το κλίμα με ορίζοντα το 2040 και να υποβάλει, κατά περίπτωση, νομοθετικές προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
(17β) Έως τις 30 Ιουνίου 2021, η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει και να προτείνει, κατά περίπτωση, την αναθεώρηση του συνόλου των πολιτικών και των μέσων που σχετίζονται με την επίτευξη του κλιματικού στόχου της Ένωσης για το 2030 και την επίτευξη του στόχου κλιματικής ουδετερότητας που ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1. Στο πλαίσιο αυτό, οι ενισχυμένοι ενωσιακοί στόχοι προϋποθέτουν ότι το ΣΕΔΕ της ΕΕ θα ανταποκρίνεται στον στόχο του. Η Επιτροπή θα πρέπει, συνεπώς, να αναθεωρήσει ταχύτατα την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου1α και να ενισχύσει το σχετικό Ταμείο Καινοτομίας για την περαιτέρω δημιουργία χρηματοδοτικών κινήτρων για τη νέα τεχνολογία, την ενίσχυση της ανάπτυξης, την ανταγωνιστικότητα, και τη στήριξη για τις καθαρές τεχνολογίες, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι η ενίσχυση του Ταμείου Καινοτομίας θα συμβάλει στη διαδικασία μιας δίκαιης μετάβασης.
_____________________
1α Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32).
(17γ) Για την επισήμανση της σημασίας και της βαρύτητας της πολιτικής για το κλίμα και για την παροχή των απαραίτητων πληροφοριών στους πολιτικούς φορείς κατά τη νομοθετική διαδικασία, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει όλη τη μελλοντική νομοθεσία από μια νέα οπτική, που θα συμπεριλαμβάνει το κλίμα και τις επιπτώσεις σε αυτό, και θα προσδιορίζει τον αντίκτυπο οποιασδήποτε προτεινόμενης νομοθεσίας στο κλίμα και στο περιβάλλον όπως ακριβώς η Επιτροπή αξιολογεί τη νομική βάση, την επικουρικότητα και την αναλογικότητα.
(17δ) Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να διασφαλίσει ότι η βιομηχανία είναι σε θέση να υποστεί τη σημαντική μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα και τους ιδιαίτερα φιλόδοξους στόχους για το 2030 και το 2040, μέσω ενδελεχούς κανονιστικού πλαισίου και με δημοσιονομικούς πόρους ανάλογους προς τις προκλήσεις. Αυτό το κανονιστικό και δημοσιονομικό πλαίσιο θα πρέπει να αξιολογείται τακτικά και να προσαρμόζεται, εφόσον απαιτείται, για την αποτροπή της διαρροής άνθρακα, της διακοπής δραστηριοτήτων βιομηχανικών μονάδων, της απώλειας θέσεων εργασίας και του αθέμιτου διεθνούς ανταγωνισμού.
(17ε) Η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει τις ανάγκες όσον αφορά την απασχόληση, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων εκπαίδευσης και κατάρτισης, καθώς και την ανάπτυξη της οικονομίας και τη διασφάλιση μιας δίκαιης και ισότιμης μετάβασης.
(17στ) Προκειμένου η Ένωση να επιτύχει τον στόχο κλιματικής ουδετερότητας το αργότερο έως το 2050 και τους ενδιάμεσους κλιματικούς στόχους για το 2030 και το 2040, τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει, το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο έως το 2025, να καταργήσουν σταδιακά όλες τις άμεσες και έμμεσες επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων. Η σταδιακή κατάργηση των εν λόγω επιδοτήσεων δεν θα πρέπει να έχει αντίκτυπο στις προσπάθειες καταπολέμησης της ενεργειακής φτώχειας και θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον ρόλο γέφυρας που διαδραματίζει το φυσικό αέριο στην μετάβαση σε μια οικονομία με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα.
(18) Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η Ένωση και τα κράτη μέλη θα παραμείνουν σε καλό δρόμο για την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας και της προόδου όσον αφορά την προσαρμογή, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογεί τακτικά την πρόοδο. Σε περίπτωση που η συλλογική πρόοδος που σημειώνουν τα κράτη μέλη ως προς την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας ή ως προς την προσαρμογή δεν είναι επαρκής ή τα μέτρα της Ένωσης δεν συνάδουν με τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας ή είναι ανεπαρκή για τη βελτίωση της προσαρμοστικής ικανότητας, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας ή τη μείωση της ευπάθειας, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα σύμφωνα με τις Συνθήκες. Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να αξιολογεί τακτικά τα σχετικά εθνικά μέτρα και να εκδίδει συστάσεις, όταν διαπιστώνει ότι τα μέτρα ενός κράτους μέλους δεν συνάδουν με τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας ή είναι ανεπαρκή για τη βελτίωση της προσαρμοστικής ικανότητας, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και τη μείωση της ευπάθειας στην κλιματική αλλαγή.
(18) Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η Ένωση και όλα τα κράτη μέλη θα παραμείνουν σε καλό δρόμο για την επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το κλίμα και της προόδου όσον αφορά την προσαρμογή, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογεί τακτικά την πρόοδο. Σε περίπτωση που η πρόοδος κάθε κράτους μέλους και η συλλογική πρόοδος που σημειώνουν τα κράτη μέλη ως προς την επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το κλίμα ή ως προς την προσαρμογή δεν είναι επαρκής ή οποιαδήποτε μέτρα της Ένωσης δεν συνάδουν με τους στόχους της Ένωσης για το κλίμα ή είναι ανεπαρκή για τη βελτίωση της προσαρμοστικής ικανότητας, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας ή τη μείωση της ευπάθειας, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα σύμφωνα με τις Συνθήκες. Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να αξιολογεί τακτικά τα σχετικά εθνικά μέτρα και να εκδίδει συστάσεις, όταν διαπιστώνει ότι τα μέτρα ενός κράτους μέλους δεν συνάδουν με τους στόχους της Ένωσης για το κλίμα ή είναι ανεπαρκή για τη βελτίωση της προσαρμοστικής ικανότητας, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και τη μείωση της ευπάθειας στην κλιματική αλλαγή. Η Επιτροπή θα πρέπει να δημοσιοποιεί την εν λόγω αξιολόγηση και τα συμπεράσματά της μόλις εγκριθούν.
(18α) Η κλιματική ουδετερότητα μπορεί να επιτευχθεί μόνον εφόσον όλα τα κράτη μέλη μοιραστούν το βάρος και παραμείνουν πλήρως προσηλωμένα στη μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα. Κάθε κράτος μέλος έχει την υποχρέωση να επιτύχει τους ενδιάμεσους και τελικούς στόχους και εάν η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν έχουν εκπληρωθεί οι εν λόγω υποχρεώσεις, θα πρέπει να έχει την εξουσία να λαμβάνει μέτρα κατά των κρατών μελών. Τα μέτρα θα πρέπει να είναι αναλογικά, κατάλληλα και να συνάδουν με τις Συνθήκες.
(18β) Η επιστημονική εμπειρογνωσία και τα βέλτιστα διαθέσιμα και επικαιροποιημένα αποδεικτικά στοιχεία, καθώς και οι αντικειμενικές και διαφανείς πληροφορίες για την κλιματική αλλαγή, αποτελούν απαραίτητα στοιχεία, στα οποία πρέπει να βασίζονται η δράση της Ένωσης για το κλίμα και οι προσπάθειές της για επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας το αργότερο έως το 2050. Οι εθνικοί ανεξάρτητοι συμβουλευτικοί φορείς για το κλίμα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο ενημερώνοντας το κοινό και συμβάλλοντας στη συζήτηση προσανατολισμού για την κλιματική αλλαγή στα κράτη μέλη όπου υφίστανται. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη που δεν το έχουν ήδη πράξει, ενθαρρύνονται να συστήσουν εθνικό συμβουλευτικό φορέα για το κλίμα, αποτελούμενο από επιστήμονες που επιλέγονται με βάση την εμπειρογνωσία τους στον τομέα της κλιματικής αλλαγής και σε άλλους κλάδους που σχετίζονται με την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού. Σε συνεργασία με τους εν λόγω εθνικούς συμβουλευτικούς φορείς για το κλίμα, η Επιτροπή θα πρέπει να συστήσει ανεξάρτητη επιστημονική συμβουλευτική ομάδα για την κλιματική αλλαγή —το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την Κλιματική Αλλαγή (ECCC)—, που θα πρέπει να συμπληρώνει το έργο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (EEA) και των υφιστάμενων ερευνητικών ιδρυμάτων και οργανισμών της Ένωσης. Η αποστολή του θα πρέπει να αποφεύγει οποιαδήποτε επικάλυψη με την αποστολή της IPCC σε διεθνές επίπεδο. Το ECCC θα πρέπει να απαρτίζεται από επιστημονική επιτροπή αποτελούμενη από επιλεγμένους εμπειρογνώμονες υψηλού επιπέδου, και να υποστηρίζεται από διοικητικό συμβούλιο που θα συνέρχεται δύο φορές ετησίως. Σκοπός του ECCC είναι να παρέχει ετησίως στα θεσμικά όργανα της Ένωσης αξιολογήσεις της συνέπειας των μέτρων της Ένωσης για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου με τους στόχους της Ένωσης για το κλίμα και τις διεθνείς δεσμεύσεις της για το κλίμα. Το ECCC θα πρέπει επίσης να αξιολογεί τις δράσεις και τις διαδρομές προς τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και να προσδιορίζει το δυναμικό παγίδευσης άνθρακα.
(19) Η Επιτροπή οφείλει να διασφαλίσει ότι η αξιολόγηση είναι αξιόπιστη, αντικειμενική και βασισμένη στα πλέον πρόσφατα επιστημονικά, τεχνικά και κοινωνικοοικονομικά ευρήματα, ότι είναι αντιπροσωπευτική ενός ευρέος φάσματος ανεξάρτητης εμπειρογνωσίας, και ότι βασίζεται σε σχετικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που υποβάλλονται και δηλώνονται από τα κράτη μέλη, των εκθέσεων του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος και των βέλτιστων διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των εκθέσεων της IPCC. Δεδομένου ότι η Επιτροπή έχει δεσμευτεί να διερευνήσει τους τρόπους με τους οποίους η ταξινόμηση της ΕΕ μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον δημόσιο τομέα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με περιβαλλοντικά βιώσιμες επενδύσεις από την Ένωση και τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/... [κανονισμός για την ταξινόμηση], όταν καταστούν διαθέσιμες τέτοιες πληροφορίες. Η Επιτροπή θα πρέπει να χρησιμοποιεί ευρωπαϊκά στατιστικά στοιχεία και δεδομένα, εφόσον είναι διαθέσιμα, και να επιζητεί έλεγχο από εμπειρογνώμονες. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή, κατά περίπτωση και σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών του.
(19) Η Επιτροπή οφείλει να διασφαλίσει ότι η αξιολόγηση είναι αξιόπιστη, αντικειμενική και βασισμένη στα πλέον πρόσφατα επιστημονικά, τεχνικά και κοινωνικοοικονομικά ευρήματα, ότι είναι αντιπροσωπευτική ενός ευρέος φάσματος ανεξάρτητης εμπειρογνωσίας, και ότι βασίζεται σε σχετικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που υποβάλλονται και δηλώνονται από τα κράτη μέλη, των εκθέσεων του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος και των βέλτιστων διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των εκθέσεων της IPCC, του UNEP, της IPBES, του ECCC και, όπου είναι δυνατόν, των ανεξάρτητων εθνικών συμβουλευτικών φορέων των κρατών μελών για το κλίμα. Δεδομένου ότι η Επιτροπή έχει δεσμευτεί να διερευνήσει τους τρόπους με τους οποίους η ταξινόμηση της ΕΕ μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον δημόσιο τομέα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με περιβαλλοντικά βιώσιμες επενδύσεις από την Ένωση και τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/... [κανονισμός για την ταξινόμηση], όταν καταστούν διαθέσιμες τέτοιες πληροφορίες. Η Επιτροπή θα πρέπει να χρησιμοποιεί ευρωπαϊκά στατιστικά στοιχεία και δεδομένα, εφόσον είναι διαθέσιμα, και να επιζητεί έλεγχο από εμπειρογνώμονες. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή, κατά περίπτωση και σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών του.
(20) Δεδομένου ότι οι πολίτες και οι κοινότητες έχουν σημαντικό ρόλο στην προώθηση του μετασχηματισμού προς την κλιματική ουδετερότητα, θα πρέπει να διευκολυνθεί η ισχυρή δημόσια και κοινωνική δραστηριοποίηση στις δράσεις για το κλίμα. Συνεπώς, η Επιτροπή θα πρέπει να συνεργάζεται με όλα τα μέρη της κοινωνίας προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα και η δύναμη να αναλαμβάνουν δράση προς μια κοινωνία κλιματικά ουδέτερη και ανθεκτική στην κλιματική αλλαγή, μεταξύ άλλων μέσω της δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού συμφώνου για το κλίμα.
(20) Δεδομένου ότι οι πολίτες, οι κοινότητες και οιπεριφέρειες έχουν σημαντικό ρόλο στην προώθηση του μετασχηματισμού προς την κλιματική ουδετερότητα, θα πρέπει ναενθαρρυνθεί και να διευκολυνθεί η ισχυρή δημόσια και κοινωνική δραστηριοποίηση στις δράσεις για το κλίμα, σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Συνεπώς, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται με όλα τα μέρη της κοινωνίας, με πλήρη διαφάνεια, προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα και η δύναμη να αναλαμβάνουν δράση προς μια κοινωνία κοινωνικά δίκαιη, ισορροπημένη ως προς την εκπροσώπηση των φύλων, κλιματικά ουδέτερη και ανθεκτική στην κλιματική αλλαγή, μεταξύ άλλων μέσω της δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού συμφώνου για το κλίμα.
(21) Προκειμένου να εξασφαλιστεί προβλεψιμότητα και εμπιστοσύνη για όλους τους οικονομικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων, των εργαζομένων, των επενδυτών και των καταναλωτών, να εξασφαλιστεί ότι η μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα είναι μη αναστρέψιμη, να εξασφαλιστεί η σταδιακή διαχρονική μείωση και να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της συνέπειας των μέτρων με τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας και η αξιολόγηση της προόδου προς τον στόχο αυτόν, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να καθοριστεί πορεία για την επίτευξη μηδενικών καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην Ένωση έως το 2050. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξαγάγει κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι εν λόγω διαβουλεύσεις να πραγματοποιηθούν σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου37. Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.
(21) Προκειμένου να εξασφαλιστεί προβλεψιμότητα και εμπιστοσύνη για όλους τους οικονομικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων, μεταξύ των οποίων οι ΜΜΕ, των εργαζομένων και των συνδικαλιστικών οργανώσεων, των επενδυτών και των καταναλωτών, να εξασφαλιστεί ότι η μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα είναι μη αναστρέψιμη, να εξασφαλιστεί η σταδιακή διαχρονική μείωση και να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της συνέπειας των μέτρων με τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας και η αξιολόγηση της προόδου προς τον στόχο αυτόν, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει τις επιλογές για τον καθορισμό πορείας για την επίτευξη μηδενικών καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην Ένωση έως το 2050 και θα πρέπει, κατά περίπτωση, να υποβάλει νομοθετικές προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
(22) Σύμφωνα με τη δέσμευση της Επιτροπής στις αρχές για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, θα πρέπει να επιδιώκεται συνέπεια των πράξεων της Ένωσης όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Το σύστημα για τη μέτρηση της προόδου προς την επίτευξη του στόχου κλιματικής ουδετερότητας, όπως και η συνέπεια των λαμβανόμενων μέτρων με τον στόχο αυτόν, θα πρέπει να βασίζονται και να συνάδουν με το πλαίσιο διακυβέρνησης που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999. Ειδικότερα, το σύστημα της τακτικής υποβολής εκθέσεων και η αλληλουχία της αξιολόγησης και των δράσεων της Επιτροπής βάσει των εκθέσεων θα πρέπει να συμβαδίζουν με τις απαιτήσεις για την υποβολή πληροφοριών και εκθέσεων από τα κράτη μέλη, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999. Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να συμπεριλάβει τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας στις σχετικές διατάξεις.
(22) Σύμφωνα με τη δέσμευση της Επιτροπής στις αρχές για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, θα πρέπει να επιδιώκεται συνέπεια των πράξεων της Ένωσης όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Το σύστημα για τη μέτρηση της προόδου προς την επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το κλίμα, όπως και η συνέπεια των λαμβανόμενων μέτρων με τον στόχο αυτόν, θα πρέπει να βασίζονται και να συνάδουν με το πλαίσιο διακυβέρνησης που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999. Ειδικότερα, το σύστημα της τακτικής υποβολής εκθέσεων και η αλληλουχία της αξιολόγησης και των δράσεων της Επιτροπής βάσει των εκθέσεων θα πρέπει να συμβαδίζουν με τις απαιτήσεις για την υποβολή πληροφοριών και εκθέσεων από τα κράτη μέλη, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999. Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να συμπεριλάβει τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας στις σχετικές διατάξεις.
(23) Η κλιματική αλλαγή είναι εξ ορισμού διασυνοριακή πρόκληση και απαιτείται συντονισμένη δράση σε επίπεδο Ένωσης για την αποτελεσματική συμπλήρωση και ενίσχυση των εθνικών πολιτικών. Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας στην Ένωση έως το 2050, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν επαρκώς μόνο από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών,
(23) Η κλιματική αλλαγή είναι εξ ορισμού διασυνοριακή πρόκληση και απαιτείται συντονισμένη δράση σε επίπεδο Ένωσης για την αποτελεσματική συμπλήρωση και ενίσχυση των εθνικών πολιτικών. Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας στην Ένωση και σε όλα τα κράτη μέλη το αργότερο έως το 2050, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν επαρκώς μόνο από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.
(23α) Η Ένωση ευθύνεται επί του παρόντος για το 10 % των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Ο στόχος της κλιματικής ουδετερότητας περιορίζεται στις εκπομπές που προέρχονται από την παραγωγή στην Ένωση. Μια συνεκτική κλιματική πολιτική σημαίνει επίσης έλεγχο στις εκπομπές που δημιουργούνται από την κατανάλωση και τις εισαγωγές ενέργειας και πόρων.
(23β) Το κλιματικό αποτύπωμα της κατανάλωσης στην Ένωση αποτελεί βασικό εργαλείο που πρέπει να αναπτυχθεί προκειμένου να βελτιωθεί η συνολική συνοχή των στόχων της Ένωσης για το κλίμα.
(23γ) Για να είναι πλήρως αποτελεσματική η πολιτική της Ένωσης για το κλίμα, θα πρέπει να καλύπτει το ζήτημα της διαρροής άνθρακα και να αναπτύσσει τα κατάλληλα μέσα, όπως είναι ο μηχανισμός συνοριακής προσαρμογής άνθρακα, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ζήτημα αυτό και να προστατευθούν τα πρότυπα της Ένωσης και οι πρωτοπόροι των ενωσιακών βιομηχανιών.
(23δ) Οι εισαγωγές γεωργικών προϊόντων και τροφίμων από τρίτες χώρες αυξάνονται συνεχώς τα τελευταία χρόνια. Αυτή η τάση υπαγορεύει τη διενέργεια αξιολόγησης προκειμένου να προσδιοριστούν τα εισαγόμενα από τρίτες χώρες προϊόντα που πρέπει να υπόκεινται σε απαιτήσεις συγκρίσιμες με εκείνες που ισχύουν για τους γεωργούς της Ένωσης, στις περιπτώσεις όπου οι εν λόγω απαιτήσεις απορρέουν από τους στόχους των πολιτικών της Ένωσης για τη μείωση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει έως τις 30 Ιουνίου 2021 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση και ανακοίνωση σχετικά με αυτό το θέμα.
(23ε) Στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία», η Επιτροπή επισημαίνει την ανάγκη να επιταχυνθεί η μετάβαση στη βιώσιμη και έξυπνη κινητικότητα ως πολιτική προτεραιότητας με γνώμονα την κλιματική ουδετερότητα. Για να εξασφαλιστεί η μετάβαση στη βιώσιμη και έξυπνη κινητικότητα, η Επιτροπή ανέφερε ότι θα εκδώσει μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τη βιώσιμη και έξυπνη κινητικότητα το 2020, με φιλόδοξα μέτρα για τη σημαντική μείωση των εκπομπών CO2 και ρύπων σε όλους τους τρόπους μεταφορών, μεταξύ άλλων με την ενίσχυση της χρήσης καθαρών οχημάτων και εναλλακτικών καυσίμων στις οδικές, θαλάσσιες και αεροπορικές μεταφορές, την αύξηση του μεριδίου των περισσότερο βιώσιμων τρόπων μεταφοράς, όπως οι σιδηροδρομικές και οι εσωτερικές πλωτές μεταφορές, και τη βελτίωση της αποδοτικότητας στο σύνολο του συστήματος μεταφορών, χάρη στην παροχή κινήτρων για περισσότερο βιώσιμες επιλογές από πλευράς καταναλωτών και για πρακτικές χαμηλών εκπομπών, αλλά και χάρη σε επενδύσεις σε λύσεις χαμηλών και μηδενικών εκπομπών, συμπεριλαμβανομένων των υποδομών.
(23στ) Οι υποδομές μεταφορών θα μπορούσαν να διαδραματίσουν καίριο ρόλο στην επιτάχυνση του μετασχηματισμού με γνώμονα τη βιώσιμη και έξυπνη κινητικότητα, εστιάζοντας στη στροφή των τρόπων μεταφοράς σε πιο βιώσιμες λύσεις, ιδίως όσον αφορά τις εμπορευματικές μεταφορές. Ταυτόχρονα, φαινόμενα που οφείλονται στην κλιματική αλλαγή —όπως η άνοδος της στάθμης των υδάτων, οι ακραίες καιρικές συνθήκες, η ξηρασία, και η αύξηση της θερμοκρασίας— μπορούν να προκαλέσουν ζημίες στις υποδομές και να διακόψουν τη λειτουργία τους, να ασκήσουν πιέσεις στην ικανότητα και την αποδοτικότητα των αλυσίδων εφοδιασμού, και συνεπώς να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην ευρωπαϊκή κινητικότητα. Επομένως, είναι υψίστης σημασίας η ολοκλήρωση του κεντρικού δικτύου του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών (ΔΕΔ-Μ) έως το 2030 και του συμπληρωματικού δικτύου του ΔΕΔ-Μ έως το 2040, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην ενωσιακή νομοθεσία όσον αφορά την αντιμετώπιση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου των έργων καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους. Επιπλέον, θα πρέπει η Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο να υποβάλει πρόταση νομοθετικού πλαισίου για την ενίσχυση των υποδομών μεταφορών όσον αφορά τη διαχείριση κινδύνων, την ανθεκτικότητα, και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή.
(23ζ) Στον πυρήνα των νομοθετικών δράσεων της Ένωσης θα πρέπει να βρίσκεται η συνδεσιμότητα του ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού δικτύου, και δη οι διεθνείς συνδέσεις, ώστε να καταστούν ελκυστικότερες οι σιδηροδρομικές επιβατικές μεταφορές για ταξίδια μεσαίων και μεγάλων αποστάσεων και να βελτιωθεί η ικανότητα των εμπορευματικών σιδηροδρομικών και εσωτερικών πλωτών μεταφορών.
Τροπολογία 70 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 23 η (νέα)
(23η) Σημαντικό είναι να εξασφαλιστούν επαρκείς επενδύσεις στην ανάπτυξη κατάλληλων υποδομών για κινητικότητα μηδενικών εκπομπών, όπως διατροπικές πλατφόρμες, και να ενισχυθεί ο ρόλος του μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη» (ΜΣΕ) ώστε να υποστηριχθεί η μετάβαση στην έξυπνη, βιώσιμη και ασφαλή κινητικότητα στην Ένωση.
(23θ) Με γνώμονα την προσπάθεια της Ένωσης να προτιμώνται οι σιδηροδρομικές μεταφορές αντί των οδικών, ώστε να λάβει εξέχουσα θέση ο πλέον αποδοτικός από άποψη CO2 τρόπος μεταφοράς, δεδομένου και του επικείμενου Ευρωπαϊκού Έτους Σιδηροδρόμων το 2021, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη νομοθετική έμφαση στη δημιουργία ενός πραγματικού ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου, με την κατάργηση του συνόλου του διοικητικού φόρτου και της προστατευτικής εθνικής νομοθεσίας έως το 2024.
(23ι) Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050, θα πρέπει επίσης η Επιτροπή να ενισχύσει τη νομοθεσία που αφορά συγκεκριμένα τα πρότυπα επιδόσεων για τις εκπομπές CO2 αυτοκινήτων, ημιφορτηγών και φορτηγών, να λάβει ειδικά μέτρα ώστε να προετοιμαστεί το έδαφος για τον εξηλεκτρισμό των οδικών μεταφορών, και να αναλάβει πρωτοβουλίες ώστε να ενισχυθούν η παραγωγή και η χρήση βιώσιμων εναλλακτικών καυσίμων.
(23ια) Στο ψήφισμά του, της 28ης Νοεμβρίου 2019, σχετικά τη διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή, 2019, στη Μαδρίτη, Ισπανία (COP 25), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επισήμανε ότι οι υφιστάμενοι παγκόσμιοι στόχοι και τα μέτρα που προβλέπουν ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός και ο Διεθνής Οργανισμός Πολιτικής Αεροπορίας, ακόμη και εάν εφαρμοστούν πλήρως, δεν αρκούν για την επίτευξη των αναγκαίων μειώσεων εκπομπών, αλλά απαιτείται η ανάληψη σημαντικής περαιτέρω δράσης σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, η οποία θα ευθυγραμμίζεται με τον στόχο του μηδενικού ισοζυγίου εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για το σύνολο της οικονομίας.
(23ιβ) Η Επιτροπή θα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές της για την επίτευξη μιας εύρυθμης εσωτερικής αγοράς ενέργειας δεδομένου ότι η τελευταία αποτελεί σημαντικό στοιχείο της ενεργειακής μετάβασης και θα συμβάλει στην οικονομική βιωσιμότητά της. Κατά συνέπεια, πρέπει να δοθεί πρώτη προτεραιότητα στην ανάπτυξη μικρών και ψηφιακών δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο ΠΔΠ. Τα προγράμματα για την ανάκαμψη από την πανδημία COVID-19 θα πρέπει επίσης να στηρίζουν την ανάπτυξη διεθνικών δικτύων ενέργειας. Χρειάζονται επίσης αποτελεσματικές και ταχείες διαδικασίες λήψης αποφάσεων για τη στήριξη της ανάπτυξης διεθνικών δικτύων, κυρίως σε μελλοντοστραφείς υποδομές αερίου, συμβατές με τη χρήση υδρογόνου.
Τροπολογία 74 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1
Άρθρο 1
Άρθρο 1
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
Ο παρών κανονισμός θεσπίζει πλαίσιο για τη σταδιακή και μη αναστρέψιμη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και τη βελτίωση των απορροφήσεων από φυσικές και άλλες καταβόθρες στην Ένωση.
Ο παρών κανονισμός θεσπίζει πλαίσιο για την προβλέψιμη, ταχεία και μη αναστρέψιμη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και τη βελτίωση των απορροφήσεων από φυσικές και άλλες καταβόθρες στην Ένωση, σύμφωνα με τους στόχους της Ένωσης για το κλίμα και το περιβάλλον.
Ο παρών κανονισμός ορίζει δεσμευτικό στόχο για κλιματική ουδετερότητα στην Ένωση έως το 2050, με σκοπό την επίτευξη του μακροπρόθεσμου στόχου θερμοκρασίας που ορίζεται στο άρθρο 2 της συμφωνίας του Παρισιού, και θεσπίζει ένα πλαίσιο για την επίτευξη προόδου στον παγκόσμιο στόχο προσαρμογής που ορίζεται στο άρθρο 7 της συμφωνίας του Παρισιού. Καθορίζει επίσης έναν δεσμευτικό ενωσιακό στόχο για καθαρή μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030.
Ο παρών κανονισμός ορίζει δεσμευτικό στόχο για κλιματική ουδετερότητα στην Ένωση το αργότερο έως το 2050, με σκοπό την επίτευξη του μακροπρόθεσμου στόχου θερμοκρασίας που ορίζεται στο άρθρο 2 της συμφωνίας του Παρισιού, και θεσπίζει ένα πλαίσιο για την επίτευξη προόδου στον παγκόσμιο στόχο προσαρμογής που ορίζεται στο άρθρο 7 της συμφωνίας του Παρισιού.
Ο παρών κανονισμός αφορά τις ανθρωπογενείς εκπομπές και τις απορροφήσεις, από φυσικές και άλλες καταβόθρες, των αερίων του θερμοκηπίου που παρατίθενται στο μέρος 2 του παραρτήματος V του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.
Ο παρών κανονισμός αφορά τις ανθρωπογενείς εκπομπές και τις απορροφήσεις, από φυσικές και άλλες καταβόθρες, των αερίων του θερμοκηπίου που παρατίθενται στο μέρος 2 του παραρτήματος V του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.
Τροπολογίες 75 και 159 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 2
Άρθρο 2
Άρθρο 2
Στόχος κλιματικής ουδετερότητας
Στόχος κλιματικής ουδετερότητας
1. Οι εκπομπές και οι απορροφήσεις των αερίων του θερμοκηπίου που ρυθμίζονται από το ενωσιακό δίκαιο, σε ολόκληρη την Ένωση, θα έχουν ισοσκελιστεί το αργότερο έως το 2050, έτσι ώστε οι καθαρές εκπομπές να είναι μηδενικές έως το έτος εκείνο.
1. Οι ανθρωπογενείς εκπομπές από πηγές και οι απορροφήσεις από καταβόθρες αερίων του θερμοκηπίου που ρυθμίζονται από το ενωσιακό δίκαιο, σε ολόκληρη την Ένωση, θα έχουν ισοσκελιστεί στην Ένωση το αργότερο έως το 2050, έτσι ώστε να επιτευχθούν μηδενικές καθαρές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έως το έτος εκείνο. Κάθε κράτος μέλος θα επιτύχει μηδενικές καθαρές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου το αργότερο έως το 2050.
2. Τα αρμόδια θεσμικά όργανα της Ένωσης και τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο αντίστοιχα, ώστε να καταστεί δυνατή η συλλογική επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας που ορίζεται στην παράγραφο 1, λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία της προώθησης της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών.
2. Τα αρμόδια θεσμικά όργανα της Ένωσης και τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα βάσει των βέλτιστων διαθέσιμων και επικαιροποιημένων επιστημονικών δεδομένων και παρέχουν στήριξη σε ενωσιακό, εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο αντίστοιχα, ώστε να καταστεί δυνατή η επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας στην Ένωση και σε όλα τα κράτη μέλη όπως ορίζεται στην παράγραφο 1, λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία της προώθησης της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης και της δίκαιης μετάβασης μεταξύ των κρατών μελών, της κοινωνικής και οικονομικής συνοχής, και της προστασίας των ευάλωτων πολιτών της Ένωσης, καθώς και τη σημασία της διαχείρισης, της αποκατάστασης, της προστασίας και της ενίσχυσης της θαλάσσιας και χερσαίας βιοποικιλότητας, των αντίστοιχων οικοσυστημάτων και των καταβοθρών άνθρακα.
2α. Από την 1η Ιανουαρίου 2051, οι απορροφήσεις αερίων του θερμοκηπίου από καταβόθρες υπερβαίνουν τις ανθρωπογενείς εκπομπές στην Ένωση και σε όλα τα κράτη μέλη.
2β. Έως τις 31 Μαΐου 2023, η Επιτροπή, κατόπιν λεπτομερούς εκτίμησης επιπτώσεων και λαμβάνοντας υπόψη τον προϋπολογισμό αερίων του θερμοκηπίου που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2α, εξετάζει επιλογές για τον καθορισμό ενωσιακού στόχου μείωσης, σε σύγκριση με το 1990, των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2040, και υποβάλλει, κατά περίπτωση, νομοθετικές προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
Κατά την εξέταση των διάφορων επιλογών για τον κλιματικό στόχο για το 2040, η Επιτροπή ζητεί τη γνώμη του ECCC και λαμβάνει υπόψη τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3.
2γ. Το αργότερο 12 μήνες από την έγκριση του κλιματικού στόχου για το 2040, η Επιτροπή αξιολογεί τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να τροποποιηθεί το σύνολο της νομοθεσίας της Ένωσης που αφορά την εκπλήρωση του εν λόγω στόχου, και εξετάζει το ενδεχόμενο λήψης των αναγκαίων μέτρων, συμπεριλαμβανομένης της έγκρισης νομοθετικών προτάσεων, σύμφωνα με τις Συνθήκες.
2δ. Έως τον Δεκέμβριο του 2020, η Επιτροπή εκπονεί σχέδιο στο οποίο περιγράφονται λεπτομερώς τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε επίπεδο Ένωσης, προκειμένου να διασφαλιστεί η κινητοποίηση των κατάλληλων πόρων για να καταστεί δυνατή η πραγματοποίηση των απαραίτητων επενδύσεων για την επίτευξη μιας κλιματικά ουδέτερης οικονομίας της Ένωσης. Το σχέδιο επανεξετάζει τους υφιστάμενους μηχανισμούς αντιστάθμισης για τα κράτη μέλη χαμηλότερου εισοδήματος, λαμβάνοντας υπόψη την αυξημένη επιβάρυνση που συνδέεται με τις αυξημένες φιλοδοξίες για το κλίμα, την στήριξη από τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, τα προγράμματα InvestEU και το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης.
Τροπολογίες 100, 148 και 150 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 2 α
Άρθρο 2α
Άρθρο 2α
Κλιματικός στόχος για το 2030
Κλιματικός στόχος για το 2030
1. Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της κλιματικής ουδετερότητας που ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, ως δεσμευτικός κλιματικός στόχος της Ένωσης για το 2030 τίθεται η μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου(εκπομπές μετά την αφαίρεση των απορροφήσεων) κατά τουλάχιστον 55 % σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990 έως το 2030.
1. Ως κλιματικός στόχος της Ένωσης για το 2030 τίθεται η μείωση των εκπομπών κατά τουλάχιστον 60 % σε σύγκριση με το 1990.
2. Έως τις 30 Ιουνίου 2021 η Επιτροπή επανεξετάζει τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος που ορίζεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και ο στόχος της κλιματικής ουδετερότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 και εξετάζει το ενδεχόμενο λήψης των αναγκαίων μέτρων, συμπεριλαμβανομένης της έγκρισης νομοθετικών προτάσεων, σύμφωνα με τις Συνθήκες.
2. Έως τις 30 Ιουνίου 2021 η Επιτροπή θα αξιολογήσει τους τρόπους με τους οποίους θα πρέπει να τροποποιηθούν όλες οι ενωσιακές νομοθετικές πράξεις που αφορούν την εκπλήρωση του κλιματικού στόχου της Ένωσης για το 2030 και άλλες σχετικές ενωσιακές νομοθετικές πράξεις που προωθούν την κυκλική οικονομία και συμβάλλουν στη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος μείωσης των εκπομπών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και να επιτευχθεί ο στόχος κλιματικής ουδετερότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, και θα λάβει τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της έγκρισης νομοθετικών προτάσεων, σύμφωνα με τις Συνθήκες. Η Επιτροπή αξιολογεί ιδίως τις επιλογές για την ευθυγράμμιση των εκπομπών από όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των αεροπορικών και των θαλάσσιων μεταφορών, με τον κλιματικό στόχο για το 2030 και τον στόχο κλιματικής ουδετερότητας για το 2050, προκειμένου οι καθαρές εκπομπές στους εν λόγω τομείς να είναι μηδενικές το αργότερο έως το 2050, και υποβάλλει, κατά περίπτωση, νομοθετικές προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η Επιτροπή κινητοποιεί επαρκείς πόρους για όλες τις επενδύσεις που είναι αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο.
2α. Η Επιτροπή βασίζει τις προτάσεις της που αναφέρονται στην παράγραφο 2 σε συνολική εκτίμηση επιπτώσεων που καλύπτει τις περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, αντικατοπτρίζοντας την οικονομική κατάσταση μετά την COVID-19 και δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στις τομεακές δυνατότητες μείωσης και εξάλειψης, καθώς και στον αντίκτυπο του Brexit στις εκπομπές της Ένωσης. Η Επιτροπή αξιολογεί τον σωρευτικό αντίκτυπο της τροποποίησης της ενωσιακής νομοθεσίας για την εφαρμογή του στόχου της Ένωσης για το 2030, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1, στους διάφορους βιομηχανικούς τομείς.
2β. Κατά την υποβολή των προτάσεών της που αναφέρονται στην παράγραφο 2 για την αναθεώρηση της σχετικής νομοθεσίας για το κλίμα και την ενέργεια με ορίζοντα το 2030, η Επιτροπή διασφαλίζει μια οικονομικά αποδοτική και δίκαιη ισορροπία μεταξύ του ΣΕΔΕ και του τομέα επιμερισμού των προσπαθειών, καθώς και μεταξύ των εθνικών στόχων στον τομέα του επιμερισμού των προσπαθειών, και σε κάθε περίπτωση δεν λαμβάνει απλώς υπόψη μια πρόσθετη προσπάθεια για κάθε κράτος μέλος που ανταποκρίνεται στην αυξηση της φιλοδοξίας κατά 15 %. Η Επιτροπή αξιολογεί τις επιπτώσεις της θέσπισης περισσότερων ευρωπαϊκών μέτρων που θα μπορούσαν να συμπληρώσουν υφιστάμενα μέτρα, όπως μέτρα που βασίζονται στην αγορά και περιλαμβάνουν ισχυρό μηχανισμό αλληλεγγύης.
Τροπολογία 76 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 2 β (νέο)
Άρθρο 2βα
Συμβουλευτικοί φορείς των κρατών μελών για το κλίμα και Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την Κλιματική Αλλαγή
1. Έως τις 30 Ιουνίου 2021, όλα τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τον εθνικό ανεξάρτητο συμβουλευτικό φορέα τους για το κλίμα, ο οποίος είναι αρμόδιος, μεταξύ άλλων, για την παροχή εξειδικευμένων επιστημονικών συμβουλών σχετικά με την εθνική κλιματική πολιτική. Τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να συστήσουν τέτοιο φορέα, σε περίπτωση που δεν υπάρχει ήδη.
Για τη στήριξη της επιστημονικής ανεξαρτησίας και αυτονομίας του εθνικού ανεξάρτητου συμβουλευτικού φορέα για το κλίμα, τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα που θα του επιτρέπουν να λειτουργεί με πλήρη διαφάνεια και να δημοσιοποιεί τα πορίσματά του, και κοινοποιούν τα εν λόγω μέτρα στην Επιτροπή.
2. Έως τις 30 Ιουνίου 2022, η Επιτροπή, σε συνεργασία με τους εν λόγω εθνικούς συμβουλευτικούς φορείς για το κλίμα, συγκροτεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την Κλιματική Αλλαγή (ECCC), ως μόνιμη, ανεξάρτητη, διεπιστημονική συμβουλευτική επιτροπή για την κλιματική αλλαγή, η οποία θα ακολουθεί τα πλέον πρόσφατα επιστημονικά πορίσματα όπως διατυπώνονται από την IPCC. Το ECCC συμπληρώνει το έργο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (EEA) και των υφιστάμενων ερευνητικών ιδρυμάτων και οργανισμών της Ένωσης. Προκειμένου να αποφευχθεί οποιαδήποτε αλληλεπικάλυψη εργασιών, ο EEA εκτελεί χρέη γραμματείας του ECCC, ενώ παράλληλα διασφαλίζεται η δημοσιονομική και διοικητική ανεξαρτησία του ECCC.
3. Η θητεία των μελών του ECCC είναι πενταετής, άπαξ ανανεώσιμη. Το ECCC απαρτίζεται από επιστημονική επιτροπή αποτελούμενη κατ’ ανώτατο όριο από 15 εμπειρογνώμονες υψηλού επιπέδου, της οποίας η σύνθεση εξασφαλίζει το πλήρες εύρος εμπειρογνωσίας που απαιτείται για τις δραστηριότητες της παραγράφου 4. Η επιστημονική επιτροπή είναι ανεξάρτητα υπεύθυνη για τη σύνταξη των επιστημονικών γνωμοδοτήσεων της ECCC.
4. Οι δραστηριότητες της επιστημονικής επιτροπής περιλαμβάνουν τα εξής:
α) αξιολόγηση της συνέπειας των υφιστάμενων και των προτεινόμενων πορειών της Ένωσης, του προϋπολογισμού αερίων θερμοκηπίου της Ένωσης και των κλιματικών στόχων της Ένωσης έναντι των δεσμεύσεων για το κλίμα σε ενωσιακό και διεθνές επίπεδο·
β) εκτίμηση της πιθανότητας να τηρηθεί ο ενωσιακός προϋπολογισμός αερίων του θερμοκηπίου και να επιτευχθεί κλιματική ουδετερότητα με τα υφιστάμενα και τα προγραμματισμένα μέτρα·
γ) αξιολόγηση της συνέπειας των μέτρων της Ένωσης για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου με τους στόχους που ορίζονται στο άρθρο 2·
δ) προσδιορισμός δράσεων και ευκαιριών για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και για την αύξηση του δυναμικού παγίδευσης άνθρακα· και
ε) προσδιορισμός των συνεπειών της αδράνειας ή της ανεπαρκούς δράσης.
5. Κατά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στην παράγραφο 4, το ECCC διασφαλίζει την κατάλληλη διαβούλευση με τους εθνικούς ανεξάρτητους συμβουλευτικούς φορείς για το κλίμα.
6. Η επιστημονική επιτροπή επικουρείται στο έργο της από διοικητικό συμβούλιο. Το διοικητικό συμβούλιο απαρτίζεται από ένα μέλος από κάθε εθνικό ανεξάρτητο συμβουλευτικό φορέα για το κλίμα που κοινοποιείται στην Επιτροπή όπως ορίζεται στην παράγραφο 1, δύο εκπροσώπους που επιλέγονται από την Επιτροπή, δύο εκπροσώπους που επιλέγονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και τον πρόεδρο της γραμματείας, που διορίζεται από τον EEA.
Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται δύο φορές ετησίως και είναι υπεύθυνο για την οργάνωση και την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων του ECCC. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο διορίζουν το διοικητικό συμβούλιο με κοινή συμφωνία, βάσει πρότασης της Επιτροπής. Ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου εκλέγεται μεταξύ των μελών του.
Οι αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου είναι οι εξής:
α) έγκριση του ετήσιου προγράμματος εργασίας κατόπιν πρότασης της επιστημονικής επιτροπής και διασφάλιση της συνέπειάς του με την εντολή του ECCC·
β) διορισμός των μελών της επιστημονικής επιτροπής, κατά τρόπο που να διασφαλίζει ότι η σύνθεση της επιστημονικής επιτροπής παρέχει το εύρος εμπειρογνωσίας που απαιτείται για τις δραστηριότητες του προγράμματος εργασίας·
γ) έγκριση του προϋπολογισμού του ECCC· και
δ) συντονισμός με τους εθνικούς συμβουλευτικούς φορείς για το κλίμα.
7. Τα μέλη της επιστημονικής επιτροπής διορίζονται σε προσωπική βάση από το διοικητικό συμβούλιο. Ο πρόεδρος της επιστημονικής επιτροπής εκλέγεται μεταξύ των μελών της. Η επιστημονική επιτροπή εγκρίνει με πλειοψηφία δύο τρίτων τον εσωτερικό κανονισμό της, ο οποίος διασφαλίζει την πλήρη επιστημονική ανεξαρτησία και αυτονομία της.
Οι υποψήφιοι για συμμετοχή στην επιστημονική επιτροπή προσδιορίζονται μέσω ανοικτής διαδικασίας αξιολόγησης. Οι υποψήφιοι για συμμετοχή στην επιστημονική επιτροπή που πληρούν τις απαιτήσεις επιλεξιμότητας της πρόσκλησης υπόκεινται σε συγκριτική αξιολόγηση ως προς την επαγγελματική τους πείρα, με βάση τα ακόλουθα κριτήρια επιλογής:
α) επιστημονική αριστεία·
β) πείρα στη διενέργεια επιστημονικών αξιολογήσεων και/ή στην παροχή επιστημονικών συμβουλών στους τομείς εμπειρογνωσίας·
γ) ευρεία εμπειρογνωσία στον τομέα των επιστημών του κλίματος και του περιβάλλοντος ή σε άλλους επιστημονικούς τομείς που σχετίζονται με την επίτευξη των κλιματικών στόχων της Ένωσης·
δ) πείρα στην αξιολόγηση επιστημονικών εργασιών από ομοτίμους·
ε) επαγγελματική πείρα σε διεπιστημονικό περιβάλλον σε διεθνές πλαίσιο.
Η σύνθεση της επιστημονικής επιτροπής διασφαλίζει την ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων, την επιστημονική και τομεακή εμπειρογνωσία, καθώς και την περιφερειακή κατανομή.
8. Το ECCC υποβάλλει, σε ετήσια βάση, έκθεση με τα πορίσματά του, σύμφωνα με την παράγραφο 4, στην Επιτροπή, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Όπου απαιτείται, το ECCC απευθύνει συστάσεις στην Επιτροπή για να διασφαλίσει την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού. Το ECCC διασφαλίζει ότι ακολουθεί πλήρως διαφανή διαδικασία και ότι οι εκθέσεις του δημοσιοποιούνται. Η Επιτροπή εξετάζει τις εκθέσεις και τις τυχόν συστάσεις και εκδίδει επίσημη απάντηση στο ECCC το αργότερο τρεις μήνες μετά την παραλαβή τους. Η απάντηση στις εν λόγω εκθέσεις και συστάσεις δημοσιοποιείται.
Τροπολογίες 77, 123 και 145 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 3
Άρθρο 3
Άρθρο 3
Πορεία για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας
Πορεία για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας
1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 9, για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού μέσω του καθορισμού μιας πορείας σε επίπεδο Ένωσης με σκοπό την επίτευξη του στόχου κλιματικής ουδετερότητας που ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 έως το 2050.Το αργότερο εντός έξι μηνών μετά από κάθε παγκόσμιο απολογισμό που αναφέρεται στο άρθρο 14 της συμφωνίας του Παρισιού, η Επιτροπή επανεξετάζει την πορεία.
1. Έως τις 31 Μαΐου 2023, η Επιτροπή αξιολογεί τις επιλογές για τον καθορισμό ενδεικτικής πορείας σε επίπεδο Ένωσης για την επίτευξη του στόχου που ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, αρχής γενομένης από τον κλιματικό στόχο της Ένωσης για το 2030 που αναφέρεται στο άρθρο 2α παράγραφος 1 και λαμβάνοντας υπόψη τον ενδιάμεσο δεσμευτικό κλιματικό στόχο για το 2040 που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2β, και υποβάλλει, κατά περίπτωση, σχετική νομοθετική πρόταση.
1α. Μόλις προσδιοριστεί η πορεία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή την επανεξετάζει το αργότερο έξι μήνες μετά από κάθε παγκόσμιο απολογισμό που αναφέρεται στο άρθρο 14 της συμφωνίας του Παρισιού, αρχής γενομένης από τον παγκόσμιο απολογισμό του 2028.Η Επιτροπή υποβάλλει νομοθετική πρόταση για την προσαρμογή της πορείας, εάν το κρίνει σκόπιμο ως αποτέλεσμα της επανεξέτασης.
2. Η πορεία ξεκινά απότονστόχο της Ένωσης γιατοκλίμα γιατο2030, που αναφέρεταιστοάρθρο 2α παράγραφος 1.
2. Κατά την υποβολή νομοθετικών προτάσεων γιατονκαθορισμό πορείας σύμφωνα με την παράγραφο 1, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τον ενωσιακό προϋπολογισμό αερίων του θερμοκηπίου που ορίζει τη συνολική υπολειπόμενη ποσότητα εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε ισοδύναμο CO2 που θα μπορούσε να εκπεμφθείτοαργότερο έως το 2050 χωρίς να διακυβεύονται οι δεσμεύσεις της Ένωσηςστοπλαίσιο της συμφωνίας του Παρισιού.
2α. Η Επιτροπή καθορίζει τον ενωσιακό προϋπολογισμό αερίων του θερμοκηπίου σε έκθεση την οποία υποβάλλει στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2021. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί την εν λόγω έκθεση και τη μεθοδολογία στην οποία αυτή βασίζεται.
3. Κατά τον καθορισμό της πορείας σύμφωνα με την παράγραφο 1, η Επιτροπή εξετάζει τα ακόλουθα:
3. Κατά την υποβολή νομοθετικών προτάσεων για τον καθορισμό ή την προσαρμογή της πορείας σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 1α αντίστοιχα, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια:
-α) τα βέλτιστα διαθέσιμα και πλέον πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των πλέον πρόσφατων εκθέσεων της IPCC, της IPBES, του ECCC και, όπου είναι δυνατόν, των ανεξάρτητων συμβουλευτικών φορέων των κρατών μελών για το κλίμα·
-α α) το κοινωνικό, οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος της αδράνειας ή της ανεπαρκούς δράσης·
-α β) την ανάγκη να διασφαλιστεί ισότιμη και κοινωνικά δίκαιη μετάβαση για όλους·
α) τη σχέση κόστους–αποτελεσματικότητας και την οικονομική αποδοτικότητα·
β) την ανταγωνιστικότητα της ενωσιακής οικονομίας·
β) την ανταγωνιστικότητα της ενωσιακής οικονομίας, κυρίως των ΜΜΕ και των τομέων που εκτίθενται περισσότερο στη διαρροή άνθρακα·
β α) το αποτύπωμα άνθρακα των τελικών προϊόντων και της κατανάλωσης στην Ένωση·
γ) τη βέλτιστη διαθέσιμη τεχνολογία·
γ) τις βέλτιστες διαθέσιμες, οικονομικά αποδοτικές, ασφαλείς και κλιμακώσιμες τεχνολογίες, με σεβασμό προς την έννοια της τεχνολογικής ουδετερότητας και αποφεύγοντας τυχόν φαινόμενα εγκλωβισμού·
δ) την ενεργειακή απόδοση, την οικονομική προσιτότητα της ενέργειας και την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού·
δ) την ενεργειακή απόδοση και την αρχή της προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση, την οικονομική προσιτότητα της ενέργειας, τη μείωση της ενεργειακής φτώχειας και την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού·
δ α) την ανάγκη σταδιακής κατάργησης των ορυκτών καυσίμων και εξασφάλισης της αντικατάστασής τους από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, υλικά και προϊόντα που παράγονται με βιώσιμο τρόπο·
ε) τη δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη εντός και μεταξύ των κρατών μελών·
ε) τη δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη εντός και μεταξύ των κρατών μελών και των περιφερειών·
στ) την ανάγκη να διασφαλιστεί περιβαλλοντική αποτελεσματικότητα και διαχρονική πρόοδος·
στ) την ανάγκη να διασφαλιστεί περιβαλλοντική αποτελεσματικότητα και διαχρονική πρόοδος·
στα) την ανάγκη να διασφαλιστεί περιβαλλοντική βιωσιμότητα, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης να αντιμετωπιστεί η κρίση βιοποικιλότητας, με παράλληλη αποκατάσταση των υποβαθμισμένων οικοσυστημάτων και αποτροπή της μη αναστρέψιμης ζημιάς στα οικοσυστήματα, προκειμένου να επιτευχθούν οι ενωσιακοί στόχοι για τη βιοποικιλότητα·
στβ) τη διαχρονική διασφάλιση σταθερών, μακροχρόνιων και κλιματικά αποτελεσματικών φυσικών καταβοθρών·
ζ) τις επενδυτικές ανάγκες και ευκαιρίες·
ζ) τις επενδυτικές ανάγκες και ευκαιρίες για καινοτομία που συνάδουν με τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/... [κανονισμός για την ταξινόμηση], λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τον κίνδυνο των μη αξιοποιήσιμων στοιχείων ενεργητικού.
η) την ανάγκη να διασφαλιστεί ισότιμη και κοινωνικά δίκαιη μετάβαση·
θ) τις διεθνείς εξελίξεις και τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την επίτευξη των μακροπρόθεσμων στόχων της συμφωνίας του Παρισιού και του απώτερου στόχου της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή·
ι) τα βέλτιστα διαθέσιμα και πλέον πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των πλέον πρόσφατων εκθέσεων της IPCC.
3α. Έως τις ... [ένα έτος από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού], η Επιτροπή εκδίδει, κατόπιν διεξοδικού διαλόγου με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη κάθε σχετικού τομέα, τομεακό χάρτη πορείας για την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές με στόχο την κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 το αργότερο για τον οικείο τομέα.
Τροπολογίες 78 και 146 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4
Άρθρο 4
Άρθρο 4
Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή
Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή
-1α. Έως τις 31 Ιανουαρίου 2021 και στη συνέχεια κάθε 5 έτη, η Επιτροπή εγκρίνει επικαιροποιημένη στρατηγική της ΕΕ για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Η επικαιροποιημένη στρατηγική της ΕΕ έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι οι πολιτικές προσαρμογής έχουν προτεραιότητα, ενσωματώνονται και εφαρμόζονται με συνεπή τρόπο στις πολιτικές, τις διεθνείς δεσμεύσεις, τις εμπορικές συμφωνίες και τις διεθνείς εταιρικές σχέσεις της Ένωσης.
1. Τα αρμόδια θεσμικά όργανα της Ένωσης και τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν διαρκή πρόοδο στη βελτίωση της προσαρμοστικής ικανότητας, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και τη μείωση της ευπάθειας στην κλιματική αλλαγή, σύμφωνα με το άρθρο 7 της συμφωνίας του Παρισιού.
1. Τα αρμόδια θεσμικά όργανα της Ένωσης και τα κράτη μέλη επιδιώκουν να εκπληρώσουν τους εθνικούς και ενωσιακούς στόχους προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή που ορίζονται στη στρατηγική της ΕΕ για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, και εξασφαλίζουν διαρκή πρόοδο στη βελτίωση της προσαρμοστικής ικανότητας, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και τη μείωση της ευπάθειας στην κλιματική αλλαγή, μεταξύ άλλων και των θαλάσσιων και χερσαίων οικοσυστημάτων, σύμφωνα με το άρθρο 7 της συμφωνίας του Παρισιού, και ενσωματώνουν την προσαρμογή στις σχετικές κοινωνικοοικονομικές και περιβαλλοντικές πολιτικές και δράσεις.Επικεντρώνονται ιδίως στους πλέον ευάλωτους και επηρεαζόμενους πληθυσμούς και οικονομικούς τομείς, εντοπίζουν ελλείψεις σε αυτό το πλαίσιο από πλευράς διαβούλευσης με την κοινωνία των πολιτών και εφαρμόζουν διορθωτικά μέτρα.
2. Τα κράτη μέλη αναπτύσσουν και εφαρμόζουν στρατηγικές και σχέδια προσαρμογής που περιλαμβάνουν ολοκληρωμένα πλαίσια διαχείρισης κινδύνων, τα οποία βασίζονται σε στέρεες βάσεις για το κλίμα και την ευπάθεια και σε αξιολογήσεις προόδου.
2. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2021 και στη συνέχεια κάθε 5 έτη, τα κράτη μέλη εγκρίνουν και εφαρμόζουν στρατηγικές και σχέδια προσαρμογής σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο που περιλαμβάνουν ολοκληρωμένα τοπικά πλαίσια διαχείρισης κινδύνων, τα οποία λαμβάνουν υπόψη τις τοπικές ανάγκες και ιδιαιτερότητες και βασίζονται σε στέρεες βάσεις αναφοράς και δείκτες για το κλίμα και την ευπάθεια και σε αξιολογήσεις προόδου, με γνώμονα τα βέλτιστα διαθέσιμα και επικαιροποιημένα επιστημονικά στοιχεία. Αυτές οι στρατηγικές και τα σχέδια περιλαμβάνουν μέτρα σύμφωνα με τους εθνικούς και ενωσιακούς στόχους για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Ειδικότερα, οι στρατηγικές αυτές λαμβάνουν υπόψη τις ευάλωτες και επηρεαζόμενες ομάδες, κοινότητες και οικοσυστήματα, και περιλαμβάνουν μέτρα για τη διαχείριση , την αποκατάσταση και την προστασία των θαλάσσιων και χερσαίων οικοσυστημάτων με σκοπό την ενίσχυση της ανθεκτικότητάς τους.Στις στρατηγικές τους, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη την ιδιαίτερη ευπάθεια των γεωργικών και επισιτιστικών συστημάτων και την επισιτιστική ασφάλεια, και προωθούν λύσεις που βασίζονται στη φύση και μια προσαρμογή που βασίζεται στα οικοσυστήματα.
2α. Η Επιτροπή ζητεί από τους δικαιούχους χρηματοδοτικών μέσων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των φορέων έργων που υποστηρίζονται από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, να διενεργούν προσομοίωση ακραίων καταστάσεων κλιματικής προσαρμογής για τα έργα που θεωρούνται ιδιαίτερα ευπαθή στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Έως τις ... [έξι μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού] η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά τα λεπτομερή κριτήρια για την προσομοίωση ακραίων καταστάσεων, συμπεριλαμβανομένου του καταλόγου των σχετικών τομέων, έργων και περιφερειών, καθώς και το όριο κύκλου εργασιών των δικαιούχων, διασφαλίζοντας παράλληλα την αποφυγή υπερβολικού διοικητικού φόρτου. Η Επιτροπή παρέχει καθοδήγηση στους δικαιούχους, βάσει της στρατηγικής της ΕΕ για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και των δεδομένων του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος σχετικά με τον τρόπο ευθυγράμμισης ενός επενδυτικού σχεδίου με τις απαιτήσεις προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή.
Τροπολογία 161 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 α (νέο)
Άρθρο 4α
Συνέπεια των χρηματοδοτικών ροών με την πορεία προς μια κλιματικά ουδέτερη και ανθεκτική κοινωνία
1. Τα αρμόδια θεσμικά όργανα της Ένωσης και τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη συνεχή πρόοδο όσον αφορά τη συνέπεια των δημόσιων και ιδιωτικών χρηματοδοτικών ροών με την πορεία προς μια κλιματικά ουδέτερη και ανθεκτική κοινωνία σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της συμφωνίας του Παρισιού, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους της Ένωσης για το κλίμα που ορίζονται στο άρθρο 2 του παρόντος κανονισμού.
2. Έως την 1η Ιουνίου 2021 και στη συνέχεια σε τακτά χρονικά διαστήματα, η Επιτροπή, στο πλαίσιο των αξιολογήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 5, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στην οποία αξιολογεί τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να τροποποιηθούν όλες οι σχετικές νομοθετικές πράξεις της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των πολυετών δημοσιονομικών πλαισίων της Ένωσης και όλων των ειδικών κανονισμών που αφορούν τα ταμεία και τα μέσα του προϋπολογισμού της Ένωσης, προκειμένου να συμπεριληφθούν δεσμευτικές και εκτελεστές διατάξεις, ώστε να διασφαλιστεί η συνοχή των δημόσιων και ιδιωτικών χρηματοδοτικών ροών με τους στόχους της Ένωσης για το κλίμα που ορίζονται στο άρθρο 2 του παρόντος κανονισμού. Η εν λόγω αξιολόγηση συνοδεύεται, κατά περίπτωση, από νομοθετικές προτάσεις.
3. Η Επιτροπή γνωστοποιεί ετησίως ποιο τμήμα των δαπανών της Ένωσης συνάδει με τις κατηγορίες ταξινόμησης που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2020/... [κανονισμός για την ταξινόμηση].
4. Υπό το πρίσμα της επίτευξης των στόχων της Ένωσης για το κλίμα που ορίζονται στο άρθρο 2, τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και όλα τα κράτη μέλη καταργούν σταδιακά όλες τις άμεσες και έμμεσες επιδοτήσεις για τα ορυκτά καύσιμα, και κινητοποιούν αντίστοιχα βιώσιμες επενδύσεις. Η σταδιακή κατάργηση αυτών των επιδοτήσεων δεν θα επηρεάσει τις προσπάθειες για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας.
Τροπολογία 80 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5
Άρθρο 5
Άρθρο 5
Αξιολόγηση της προόδου και των μέτρων της Ένωσης
Αξιολόγηση της προόδου και των μέτρων της Ένωσης
1. Έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2023 και στη συνέχεια κάθε 5 έτη, η Επιτροπή αξιολογεί, μαζί με την αξιολόγηση που προβλέπεται στο άρθρο 29 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, τα εξής:
1. Έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2023 και στη συνέχεια κάθε 2 έτη, η Επιτροπή αξιολογεί, μαζί με την αξιολόγηση που προβλέπεται στο άρθρο 29 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, τα εξής:
α) τη συλλογική πρόοδο που έχει σημειωθεί από όλα τα κράτη μέλη προς την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας που ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, όπως αποτυπώνεται στην πορεία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1·
α) την πρόοδο που έχει σημειωθεί από κάθε επιμέρους κράτος μέλος και τη συλλογική πρόοδο που έχει σημειωθεί από όλα τα κράτη μέλη προς την επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το κλίμα που ορίζονται στο άρθρο 2, όπως αποτυπώνεται στην πορεία που θα καθοριστεί όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1· σε περίπτωση που δεν υπάρχει διαθέσιμη πορεία, η αξιολόγηση πραγματοποιείται βάσει των κριτηρίων που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 και του κλιματικού στόχου για το 2030·
β) τη συλλογική πρόοδο που έχει σημειωθεί από όλα τα κράτη μέλη όσον αφορά την προσαρμογή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4.
β) την πρόοδο που έχει σημειωθεί από κάθε κράτος μέλος και τη συλλογική πρόοδο που έχει σημειωθεί από όλα τα κράτη μέλη όσον αφορά την προσαρμογή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4.
Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τα συμπεράσματα της αξιολόγησης αυτής μαζί με την έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης που έχει εκπονηθεί κατά το αντίστοιχο ημερολογιακό έτος, σύμφωνα με το άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.
Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τις εν λόγω αξιολογήσεις και τα συμπεράσματά τους μαζί με την έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης που έχει εκπονηθεί κατά το αντίστοιχο ημερολογιακό έτος, σύμφωνα με το άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, και τα δημοσιοποιεί.
2. Έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2023 και στη συνέχεια κάθε 5 έτη, η Επιτροπή επανεξετάζει τα εξής:
2. Έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2023 και στη συνέχεια κάθε 2 έτη, η Επιτροπή επανεξετάζει τα εξής:
α) τη συνέπεια των ενωσιακών μέτρων με τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας που ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, όπως αποτυπώνεται στην πορεία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1·
α) τη συνέπεια των ενωσιακών μέτρων και πολιτικών, συμπεριλαμβανομένων της τομεακής νομοθεσίας, της εξωτερικής δράσης της Ένωσης και του προϋπολογισμού της Ένωσης, με τους ενωσιακούς στόχους για το κλίμα που ορίζονται στο άρθρο 2, όπως αποτυπώνεται στην πορεία που θα καθοριστεί όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1· σε περίπτωση που δεν υπάρχει διαθέσιμη πορεία, η αξιολόγηση πραγματοποιείται βάσει των κριτηρίων που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 και του κλιματικού στόχου για το 2030·
β) την επάρκεια των μέτρων της Ένωσης για τη διασφάλιση προόδου όσον αφορά την προσαρμογή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4.
β) την επάρκεια των μέτρων και πολιτικών της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων της τομεακής νομοθεσίας, της εξωτερικής δράσης της Ένωσης και του προϋπολογισμού της Ένωσης, για τη διασφάλιση προόδου όσον αφορά την προσαρμογή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4.
3. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει, βάσει της αξιολόγησης που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2, ότι τα ενωσιακά μέτρα δεν συνάδουν με τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας που ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 ή δεν επαρκούν για να εξασφαλιστεί πρόοδος ως προς την προσαρμογή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4, ή ότι η πρόοδος προς τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας ή ως προς την προσαρμογή που αναφέρεται στο άρθρο 4 είναι ανεπαρκής, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα σύμφωνα με τις Συνθήκες, ταυτόχρονα με την επανεξέταση της πορείας που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1.
3. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει, βάσει της αξιολόγησης που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2, ότι τα ενωσιακά μέτρα και πολιτικές δεν συνάδουν με τους στόχους της Ένωσης για το κλίμα που ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 ή δεν επαρκούν για να εξασφαλιστεί πρόοδος ως προς την προσαρμογή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4, ή ότι η πρόοδος προς τους στόχους της Ένωσης για το κλίμα που ορίζονται στο άρθρο 2 ή ως προς την προσαρμογή που αναφέρεται στο άρθρο 4 είναι ανεπαρκής, λαμβάνει το συντομότερο δυνατό τα αναγκαία μέτρα σύμφωνα με τις Συνθήκες για την άρση αυτής της ασυνέπειας, ή το αργότερο ταυτόχρονα με την επανεξέταση της πορείας που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1α.
4. Η Επιτροπή αξιολογεί κάθε σχέδιο μέτρου και κάθε νομοθετική πρόταση υπό το πρίσμα του στόχου για κλιματική ουδετερότητα που ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, όπως αποτυπώνεται στην πορεία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, πριν από την έγκριση, συμπεριλαμβάνει την ανάλυση αυτή στην εκτίμηση επιπτώσεων που τυχόν συνοδεύει το εν λόγω μέτρο ή πρόταση, και δημοσιοποιεί το συμπέρασμα της αξιολόγησης αυτής κατά τον χρόνο της έγκρισης.
4. Η Επιτροπή αξιολογεί τη συνέπεια κάθε σχεδίου μέτρου, συμπεριλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, κάθε πρότασης νομοθετικής πράξης και προϋπολογισμού, με τους στόχους της Ένωσης για το κλίμα που ορίζονται στο άρθρο 2, και ευθυγραμμίζει το σχέδιο μέτρου με τους στόχους αυτούς πριν από την έγκρισή του.Η ανάλυση αυτή περιλαμβάνεται στην εκτίμηση επιπτώσεων που τυχόν συνοδεύει το εν λόγω μέτρο ή πρόταση.Μόλις καθοριστεί η πορεία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 και ο προϋπολογισμός αερίων του θερμοκηπίου που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2α, τα στοιχεία αυτά χρησιμοποιούνται ως βάση για την αξιολόγηση. Η Επιτροπή καθιστά την εν λόγω αξιολόγηση και τα συμπεράσματά της άμεσα προσβάσιμα στο κοινό μόλις ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και, σε κάθε περίπτωση, πριν από την έγκριση του σχετικού μέτρου ή πρότασης.
4α. Η Επιτροπή χρησιμοποιεί την αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 για να προωθήσει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και να προσδιορίσει τις ενέργειες που συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού.
Τροπολογία 81 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6
Άρθρο 6
Άρθρο 6
Αξιολόγηση εθνικών μέτρων
Αξιολόγηση εθνικών μέτρων
1. Έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2023 και στη συνέχεια κάθε 5 έτη, η Επιτροπή αξιολογεί τα εξής:
1. Έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2023 και στη συνέχεια κάθε 2 έτη, η Επιτροπή αξιολογεί τα εξής:
α) κατά πόσον τα εθνικά μέτρα που χαρακτηρίζονται, με βάση τα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα ή τις διετείς εκθέσεις προόδου που υποβάλλονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999, συναφή για την επίτευξη του στόχου για κλιματική ουδετερότητα που ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, είναι συνεπή με τον εν λόγω στόχο, όπως αυτός αποτυπώνεται στην πορεία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1·
α) κατά πόσον τα εθνικά μέτρα που χαρακτηρίζονται, με βάση τα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, τις εθνικές μακροπρόθεσμες στρατηγικές ή τις διετείς εκθέσεις προόδου που υποβάλλονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999, συναφή για την επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το κλίμα που ορίζονται στο άρθρο 2, είναι συνεπή με τους εν λόγω στόχους, όπως αυτοί αποτυπώνονται στην πορεία που θα καθοριστεί όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1· σε περίπτωση που δεν υπάρχει διαθέσιμη πορεία, η αξιολόγηση πραγματοποιείται βάσει των κριτηρίων που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 και του κλιματικού στόχου για το 2030·
β) κατά πόσον τα σχετικά εθνικά μέτρα είναι επαρκή για τη διασφάλιση προόδου όσον αφορά την προσαρμογή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4.
β) κατά πόσον τα σχετικά εθνικά μέτρα είναι επαρκή και αποτελεσματικά για τη διασφάλιση προόδου όσον αφορά την προσαρμογή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4.
Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τα συμπεράσματα της αξιολόγησης αυτής μαζί με την έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης που έχει εκπονηθεί κατά το αντίστοιχο ημερολογιακό έτος, σύμφωνα με το άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.
Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τις εν λόγω αξιολογήσεις και τα συμπεράσματά τους μαζί με την έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης που έχει εκπονηθεί κατά το αντίστοιχο ημερολογιακό έτος, σύμφωνα με το άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, και τα δημοσιοποιεί.
2. Σε περίπτωση που η Επιτροπή διαπιστώσει, έχοντας λάβει δεόντως υπόψη τη συλλογική πρόοδο που αξιολογείται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1, ότι τα μέτρα ενός κράτους μέλους δεν συνάδουν με τον εν λόγω στόχο όπως αυτός αποτυπώνεται στην πορεία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 ή είναι ανεπαρκή για να διασφαλιστεί πρόοδος ως προς την προσαρμογή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4, μπορεί να εκδίδει συστάσεις προς το εν λόγω κράτος μέλος. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί κάθε τέτοια σύσταση.
2. Σε περίπτωση που η Επιτροπή διαπιστώσει, έχοντας λάβει δεόντως υπόψη την πρόοδο που σημείωσε το κάθε κράτος μέλος και τη συλλογική πρόοδο που αξιολογείται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1, ότι τα μέτρα ενός κράτους μέλους δεν συνάδουν με τους στόχους της Ένωσης για το κλίμα, όπως αυτοί αποτυπώνονται στην πορεία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, μόλις προσδιοριστεί η πορεία αυτή, ή είναι ανεπαρκή για να διασφαλιστεί πρόοδος ως προς την προσαρμογή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4, εκδίδει συστάσεις προς το εν λόγω κράτος μέλος. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί κάθε τέτοια σύσταση.
2β. Η Επιτροπή περιλαμβάνει στη σύσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, προτάσεις για να διασφαλιστεί πρόοδος ως προς την προσαρμογή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4. Οι προτάσεις αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν, ανάλογα με την περίπτωση, ενδεχόμενη πρόσθετη τεχνική στήριξη, στήριξη σε ζητήματα καινοτομίας ή τεχνογνωσίας, οικονομική στήριξη ή άλλη αναγκαία στήριξη.
3. Όταν εκδίδεται σύσταση σύμφωνα με την παράγραφο 2, εφαρμόζονται οι ακόλουθες αρχές:
3. Όταν εκδίδεται σύσταση σύμφωνα με την παράγραφο 2, εφαρμόζονται οι ακόλουθες αρχές:
α) το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει δεόντως υπόψη τη σύσταση, με πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών και της Ένωσης και μεταξύ των κρατών μελών·
α) το οικείο κράτος μέλος, εντός έξι μηνών από την παραλαβή της σύστασης, κοινοποιεί στην Επιτροπή τα μέτρα που προτίθεται να εγκρίνει ώστε να ληφθεί δεόντως υπόψη η σύσταση, με πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών και της Ένωσης και μεταξύ των κρατών μελών, και σύμφωνα με την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας·
β) το οικείο κράτος μέλος περιγράφει, στην πρώτη έκθεση προόδου που υποβάλλει σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 κατά το έτος που ακολουθεί το έτος έκδοσης της σύστασης, πώς έχει λάβει δεόντως υπόψη τη σύσταση. Εάν το οικείο κράτος μέλος αποφασίσει να μη λάβει υπόψη κάποια σύσταση ή ένα ουσιώδες μέρος μιας σύστασης, το εν λόγω κράτος μέλος γνωστοποιεί το σκεπτικό του στην Επιτροπή·
β) το οικείο κράτος μέλος περιγράφει, εντός 18 μηνών από την παραλαβή της σύστασης, πώς έχει λάβει δεόντως υπόψη τη σύσταση, και τα αντίστοιχα μέτρα που έχει εγκρίνει·οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνονται στην έκθεση προόδου που υποβάλλεται κατά το αντίστοιχο έτος σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999·
γ) οι συστάσεις θα πρέπει να είναι συμπληρωματικές των τελευταίων ειδικών ανά χώρα συστάσεων που εκδόθηκαν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.
γ) οι συστάσεις θα πρέπει να είναι συμπληρωματικές των τελευταίων ειδικών ανά χώρα συστάσεων που εκδόθηκαν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.
3α. Εντός τριμήνου από την υποβολή της έκθεσης προόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο β), η Επιτροπή αξιολογεί κατά πόσον τα μέτρα που εγκρίθηκαν από το οικείο κράτος μέλος αντιμετωπίζουν αρκούντως τα ζητήματα που θίγονται στη σύσταση. Η εν λόγω αξιολόγηση και τα συμπεράσματά της δημοσιοποιούνται μόλις εγκριθούν.
Τροπολογία 82 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7
Άρθρο 7
Άρθρο 7
Κοινές διατάξεις για την αξιολόγηση από την Επιτροπή
Κοινές διατάξεις για την αξιολόγηση από την Επιτροπή
1. Επιπλέον στα εθνικά μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α), η Επιτροπή βασίζει την αξιολόγηση που αναφέρεται στα άρθρα 5 και 6 τουλάχιστον στα ακόλουθα:
1. Επιπλέον στα εθνικά μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α), η Επιτροπή βασίζει την αξιολόγηση που αναφέρεται στα άρθρα 5 και 6 τουλάχιστον στα ακόλουθα:
α) στις πληροφορίες που υποβάλλονται και δηλώνονται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999·
α) στις πληροφορίες που υποβάλλονται και δηλώνονται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999·
β) στις εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (EEA)·
β) στις εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (EEA) και του Κοινού Κέντρου Ερευνών (JRC)·
γ) σε ευρωπαϊκά στατιστικά στοιχεία και δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων δεδομένων για τις ζημίες λόγω δυσμενών κλιματικών επιπτώσεων, εφόσον υπάρχουν· and
γ) σε ευρωπαϊκά και παγκόσμια στατιστικά στοιχεία και δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων δεδομένων βάσει παρατηρήσεων και προβολών για τις ζημίες λόγω δυσμενών κλιματικών επιπτώσεων, και εκτιμήσεων του κόστους που συνεπάγονται η αδράνεια και η καθυστερημένη ανάληψη δράσης, εφόσον υπάρχουν· and
δ) στα βέλτιστα διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των πλέον πρόσφατων εκθέσεων της IPCC· and
δ) στα βέλτιστα διαθέσιμα και επικαιροποιημένα επιστημονικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των πλέον πρόσφατων εκθέσεων της IPCC, του UNEP, της IPBES, του ECCC και, όπου είναι δυνατόν, των ανεξάρτητων εθνικών συμβουλευτικών φορέων των κρατών μελών για το κλίμα· and
ε) σε τυχόν συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με περιβαλλοντικά βιώσιμες επενδύσεις, από την Ένωση και τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον διατίθενται, πληροφοριών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/... [κανονισμός για την ταξινόμηση].
ε) σε τυχόν συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με περιβαλλοντικά βιώσιμες επενδύσεις, από την Ένωση και τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον διατίθενται, πληροφοριών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/... [κανονισμός για την ταξινόμηση].
2. Ο EEA επικουρεί την Επιτροπή στην κατάρτιση της αξιολόγησης που αναφέρεται στα άρθρα 5 και 6, σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών του.
2. Ο EEA επικουρεί την Επιτροπή στην κατάρτιση της αξιολόγησης που αναφέρεται στα άρθρα 5 και 6, σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών του.
Τροπολογία 83 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 8
Άρθρο 8
Άρθρο 8
Συμμετοχή του κοινού
Συμμετοχή του κοινού και διαφάνεια
Η Επιτροπή συνεργάζεται με όλα τα μέρη της κοινωνίας προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα και η δύναμη να αναλαμβάνουν δράση προς μια κοινωνία κλιματικά ουδέτερη και ανθεκτική στην κλιματική αλλαγή. Η Επιτροπή παρέχει μια διαδικασία χωρίς αποκλεισμούς και με πρόσβαση για όλους, σε όλα τα επίπεδα, συμπεριλαμβανομένου του εθνικού, του περιφερειακού και του τοπικού, καθώς και για τους κοινωνικούς εταίρους, τους πολίτες και την κοινωνία των πολιτών, για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και για τον προσδιορισμό δράσεων που συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού. Επιπλέον, η Επιτροπή μπορεί επίσης να αξιοποιεί τους πολυεπίπεδους διαλόγους για το κλίμα και την ενέργεια, όπως καθιερώνονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.
1. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη συνεργάζονται με όλα τα μέρη της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών και περιφερειακών αρχών, προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα και η δύναμη να αναλαμβάνουν δράση προς μια κοινωνία κοινωνικά δίκαιη, κλιματικά ουδέτερη και ανθεκτική στην κλιματική αλλαγή, μεταξύ άλλων μέσω του ευρωπαϊκού συμφώνου για το κλίμα που ορίζεται στην παράγραφο 2. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη παρέχουν μια διαδικασία διαφανή, χωρίς αποκλεισμούς και με πρόσβαση για όλους, σε όλα τα επίπεδα, συμπεριλαμβανομένου του εθνικού, του περιφερειακού και του τοπικού, καθώς και για τους κοινωνικούς εταίρους, την πανεπιστημιακή κοινότητα, τους πολίτες και την κοινωνία των πολιτών, για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και για τον προσδιορισμό δράσεων που συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού. Επιπλέον, η Επιτροπή μπορεί επίσης να αξιοποιεί τους πολυεπίπεδους διαλόγους για το κλίμα και την ενέργεια, όπως καθιερώνονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.
2. Η Επιτροπή θεσπίζει ευρωπαϊκό σύμφωνο για το κλίμα με σκοπό να εξασφαλιστεί η συμμετοχή των πολιτών, των κοινωνικών εταίρων και των ενδιαφερόμενων μερών στη διαμόρφωση ενωσιακών πολιτικών για το κλίμα και να προωθηθούν ο διάλογος και η διάδοση επιστημονικά τεκμηριωμένων πληροφοριών σχετικά με την κλιματική αλλαγή και τις πτυχές κοινωνικής ισότητας και ισότητας των φύλων, καθώς και με σκοπό την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών για πρωτοβουλίες για το κλίμα.
3. Κατά τη λήψη μέτρων για την επίτευξη του στόχου κλιματικής ουδετερότητας που ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη μεριμνούν για την ενημέρωση των πολιτών, της κοινωνίας των πολιτών και των κοινωνικών εταίρων καθ’ όλη τη νομοθετική διαδικασία, καθώς και για τη διαβούλευση με αυτούς. Εν προκειμένω, τα κράτη μέλη ενεργούν με διαφάνεια.
Τροπολογία 143 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 8 α (νέο)
Άρθρο 8α
Η Ένωση τερματίζει την προστασία των επενδύσεων σε ορυκτά καύσιμα στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού της Συνθήκης για τον Χάρτη Ενέργειας.
Τροπολογίες 84 και 175/αναθ. Πρόταση κανονισμού Άρθρο 9
Άρθρο 9
Διαγράφεται
Άσκηση της ανάθεσης εξουσιών
1. Η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 παράγραφος 1 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.
2. Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστο από την ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού].
3. Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της ανάθεσης εξουσίας που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που προσδιορίζεται σ’ αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.
4. Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.
5. Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
6. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 3 τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.
Τροπολογία 85 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 9 α (νέο)
Άρθρο 9α
Επανεξέταση
Η Επιτροπή, έξι μήνες μετά από κάθε παγκόσμιο απολογισμό που αναφέρεται στο άρθρο 14 της συμφωνίας του Παρισιού, επανεξετάζει όλα τα στοιχεία του παρόντος κανονισμού, με βάση τα βέλτιστα διαθέσιμα και πλέον πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των πλέον πρόσφατων πορισμάτων και συστάσεων της IPCC και του ECCC, τις διεθνείς εξελίξεις και τις προσπάθειες να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας στους 1,5 °C, και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, συνοδευόμενη, αν χρειάζεται, από νομοθετικές προτάσεις.
α) την εφαρμογή στρατηγικών και μέτρων σχεδιασμένων για την επίτευξη του στόχου της Ένωσης για κλιματική ουδετερότητα, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα], των στόχων και των επιδιώξεων της Ενεργειακής Ένωσης και, για την πρώτη δεκαετή περίοδο από το 2021 έως το 2030, για την επίτευξη ιδίως των ενεργειακών και κλιματικών επιδιώξεων της Ένωσης για το 2030,
α) την εφαρμογή στρατηγικών και μέτρων σχεδιασμένων για την επίτευξη των στόχων και των επιδιώξεων της Ενεργειακής Ένωσης και των μακροπρόθεσμων δεσμεύσεων της Ένωσης για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σύμφωνα με τη συμφωνία του Παρισιού, ιδίως των στόχων της Ένωσης για το κλίμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα], και, για την πρώτη δεκαετή περίοδο από το 2021 έως το 2030, για την επίτευξη ιδίως των ενεργειακών και κλιματικών επιδιώξεων της Ένωσης για το 2030,
2α) στο άρθρο 2, το σημείο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
(11) «ενεργειακές και κλιματικές επιδιώξεις της Ένωσης για το 2030»: η δεσμευτική επιδίωξη της Ένωσης για εγχώρια μείωση κατά τουλάχιστον 40 % των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε σύγκριση με το 1990 σε όλους τους τομείς της οικονομίας με ορίζοντα επίτευξης το 2030, η δεσμευτική επιδίωξη σε επίπεδο Ένωσης για την επίτευξη μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που καταναλώνεται στην Ένωση τουλάχιστον 32 % έως το 2030, η πρωταρχική επιδίωξη σε επίπεδο Ένωσης για βελτίωση κατά τουλάχιστον 32,5 % της ενεργειακής απόδοσης το 2030 και η επιδίωξη διασύνδεσης ηλεκτρικής ενέργειας σε ποσοστό 15 % το 2030 ή τυχόν επακόλουθες σχετικές επιδιώξεις που θα συμφωνηθούν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για το 2030,
‘(11) «ενεργειακές και κλιματικές επιδιώξεις της Ένωσης για το 2030»: η δεσμευτική επιδίωξη της Ένωσης για εγχώρια μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε όλους τους τομείς της οικονομίας με ορίζοντα επίτευξης το 2030, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) .../... [νόμος για το κλίμα], η δεσμευτική επιδίωξη σε επίπεδο Ένωσης για την επίτευξη μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που καταναλώνεται στην Ένωση έως το 2030, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, η πρωταρχική επιδίωξη σε επίπεδο Ένωσης για βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης το 2030, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ, και η επιδίωξη διασύνδεσης ηλεκτρικής ενέργειας σε ποσοστό 15 % το 2030,’
‘62α) «ενδιαφερόμενο κοινό»: το κοινό το οποίο θίγεται ή ενδέχεται να θιγεί ή του οποίου διακυβεύονται συμφέροντα από τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σχετικά με το περιβάλλον που αναφέρονται στα κεφάλαια 2 και 3· για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος και ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις οι οποίες καθορίζονται από την οικεία εθνική νομοθεσία θεωρείται ότι έχουν συμφέροντα.’
στ) εκτίμηση των επιπτώσεων των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο στοιχείο β), συμπεριλαμβανομένης της συνέπειάς τους με τον στόχο της Ένωσης για κλιματική ουδετερότητα, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα], τους μακροπρόθεσμους στόχους μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου βάσει της συμφωνίας του Παρισιού και τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές που αναφέρονται στο άρθρο 15,
στ) εκτίμηση των επιπτώσεων των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο στοιχείο β), συμπεριλαμβανομένης της συνέπειάς τους με τους στόχους της Ένωσης για το κλίμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα], τους μακροπρόθεσμους στόχους μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου βάσει της συμφωνίας του Παρισιού και τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές που αναφέρονται στο άρθρο 15,
Τροπολογία 90 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 – παράγραφος 1 – σημείο 3 α (νέο) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 Άρθρο 4 –παράγραφος 1 – στοιχείο α – σημείο 1 – εισαγωγικό μέρος
3α) στο άρθρο 4 παράγραφος 1, η εισαγωγική φράση της παραγράφου 1 στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
(1) αναφορικά με τις εκπομπές και απορροφήσεις αερίων του θερμοκηπίου και ενόψει της συνεισφοράς στην επιδίωξη μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου σε όλους τους τομείς της οικονομίας στην Ένωσης:
‘(1) αναφορικά με τις εκπομπές και απορροφήσεις αερίων του θερμοκηπίου και με σκοπό τη συνεισφορά στηνεπίτευξη των στόχων της Ένωσης για το κλίμα που ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα]·’
ε) τον τρόπο με τον οποίο οι υπάρχουσες πολιτικές και μέτρα και οι προγραμματισμένες πολιτικές και μέτρα συμβάλλουν στην επίτευξη του στόχου της Ένωσης για κλιματική ουδετερότητα, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα].
ε) τον τρόπο με τον οποίο οι υπάρχουσες πολιτικές και μέτρα και οι προγραμματισμένες πολιτικές και μέτρα συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το κλίμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα].
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, τα μέλη του ενδιαφερόμενου κοινού που έχουν επαρκές συμφέρον ή επικαλούνται προσβολή δικαιώματος, εάν το δικαίωμα αυτό απαιτείται ως προϋπόθεση από το διοικητικό δικονομικό δίκαιο του κράτους μέλους, διαθέτουν πρόσβαση σε διαδικασία εξέτασης ενώπιον δικαστηρίου ή άλλης ανεξάρτητης και αμερόληπτης νομίμως συσταθείσας αρχής για την αμφισβήτηση της ουσιαστικής ή διαδικαστικής νομιμότητας αποφάσεων, πράξεων ή παραλείψεων που υπόκεινται στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.
2. Τα κράτη μέλη καθορίζουν σε ποιο στάδιο είναι δυνατόν να προσβάλλονται αποφάσεις, πράξεις ή παραλείψεις.
3. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τι συνιστά επαρκές συμφέρον και προσβολή δικαιώματος, σύμφωνα με τον στόχο να παρέχεται στο ενδιαφερόμενο κοινό ευρεία πρόσβαση στη δικαιοσύνη. Στο πλαίσιο αυτό, μη κυβερνητική οργάνωση που καλύπτεται από τον ορισμό του άρθρου 2 παράγραφος 62α θεωρείται ότι έχει επαρκές συμφέρον ή δικαιώματα που δύνανται να προσβληθούν για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
4. Το παρόν άρθρο δεν αποκλείει τη δυνατότητα προκαταρκτικής διαδικασίας εξέτασης ενώπιον διοικητικής αρχής και δεν θίγει την απαίτηση να εξαντλούνται οι διοικητικές διαδικασίες εξέτασης πριν από την προσφυγή σε δικαστικές διαδικασίες εξέτασης, εάν υφίσταται τέτοιου είδους απαίτηση κατά την εθνική νομοθεσία. Οι σχετικές διαδικασίες είναι ορθές, δίκαιες, εμπρόθεσμες και δεν έχουν απαγορευτικό κόστος.
5. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να τίθενται στη διάθεση του κοινού πρακτικές πληροφορίες σχετικά με την πρόσβαση στις διοικητικές και δικαστικές διαδικασίες εξέτασης.’
5β) στο άρθρο 15, το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
1. Έως την 1η Ιανουαρίου 2020 και στη συνέχεια έως την 1η Ιανουαρίου 2029 και εφεξής ανά 10 έτη, κάθε κράτος μέλος καταρτίζει και υποβάλλει στην Επιτροπή τη μακροπρόθεσμη στρατηγική του με προοπτική τουλάχιστον 30 ετών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, εφόσον χρειάζεται, να επικαιροποιούν τις στρατηγικές αυτές ανά πενταετία.
‘1. Έως την 1η Ιανουαρίου 2020 και στη συνέχεια έως την 1η Ιανουαρίου 2029 και εφεξής ανά 10 έτη, κάθε κράτος μέλος καταρτίζει και υποβάλλει στην Επιτροπή τη μακροπρόθεσμη στρατηγική του με προοπτική το 2050 και με ορίζοντα τριακονταετίας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, εφόσον χρειάζεται, να επικαιροποιούν τις στρατηγικές αυτές ανά πενταετία.’
γ) στην επίτευξη μακροπρόθεσμων μειώσεων στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και την ενίσχυση των απορροφήσεων από καταβόθρες σε όλους τους τομείς σύμφωνα με τον στόχο της Ένωσης για κλιματική ουδετερότητα, που ορίζεται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα],
γ) στην επίτευξη μακροπρόθεσμων μειώσεων στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σε όλους τους τομείς της οικονομίας και την ενίσχυση των απορροφήσεων από καταβόθρες, στο πλαίσιο της ανάγκης, σύμφωνα με τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) να μειωθούν οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου της Ένωσης με οικονομικά αποδοτικό τρόπο και να ενισχυθούν οι απορροφήσεις από καταβόθρες προς επίτευξη των στόχων θερμοκρασίας της συμφωνίας του Παρισιού, ώστε να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ των ανθρωπογενών εκπομπών από πηγές και των απορροφήσεων από καταβόθρες των αερίων του θερμοκηπίου εντός της Ένωσης το αργότερο έως το 2050 και να επιτευχθούν αρνητικές εκπομπές στη συνέχεια, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα],
Τροπολογία 95 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 – παράγραφος 1 – σημείο 7 – στοιχείο α Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 Παράρτημα I – Μέρος I – τμήμα A – σημείο 3.1.1. – σημείο i
i) Πολιτικές και μέτρα για την επίτευξη της επιδίωξης που έχει τεθεί βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 όπως αναφέρεται στο σημείο 2.1.1 και πολιτικές και μέτρα για τη συμμόρφωση με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841, τα οποία θα καλύπτουν όλους τους βασικούς κλάδους εκπομπών και τους τομείς για τη βελτίωση των απορροφήσεων, αποβλέποντας στον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας που ορίζεται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα]·
i) Πολιτικές και μέτρα για την επίτευξη της επιδίωξης που έχει τεθεί βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 όπως αναφέρεται στο σημείο 2.1.1 και πολιτικές και μέτρα για τη συμμόρφωση με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841, τα οποία θα καλύπτουν όλους τους βασικούς κλάδους εκπομπών και τους τομείς για τη βελτίωση των απορροφήσεων, αποβλέποντας στους στόχους της Ένωσης για το κλίμα που ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα]·
Τροπολογία 96 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 – παράγραφος 1 – σημείο 7 – στοιχείο β Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 Παράρτημα I – Μέρος I – τμήμα Β – σημείο 5.5.
5.5. Συνεισφορά των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων στην επίτευξη του στόχου της Ένωσης για κλιματική ουδετερότητα, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα]·
5.5. Συνεισφορά των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων στην επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το κλίμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα]·
Τροπολογία 97 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 – παράγραφος 1 – σημείο 7 α (νέο) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 Παράρτημα IV – σημείο 2.1.1.
(7α) στο παράρτημα IV, το σημείο 2.1.1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
2.1.1. Προβλεπόμενες μειώσεις εκπομπών και ενίσχυση των απορροφήσεων από καταβόθρες έωςτο2050
‘2.1.1. Προβλεπόμενες σωρευτικές εκπομπές για την περίοδο 2021-2050, με σκοπό τη συνεισφορά στην επίτευξη του ενωσιακού προϋπολογισμού αερίων του θερμοκηπίου που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2α του κανονισμού .../... [νόμος για τοκλίμα]·’
Τροπολογία 98 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 – παράγραφος 1 – σημείο 8 Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 Παράρτημα VI – στοιχείο γ – σημείο viii
viii) αξιολόγηση της συνεισφοράς της πολιτικής ή του μέτρου στην επίτευξη του στόχου της Ένωσης για κλιματική ουδετερότητα, που ορίζεται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα], και στην επίτευξη της μακροπρόθεσμης στρατηγικής που αναφέρεται στο άρθρο 15,
viii) αξιολόγηση της συνεισφοράς της πολιτικής ή του μέτρου στην επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το κλίμα, που ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού .../... [νόμος για το κλίμα], και στην επίτευξη της μακροπρόθεσμης στρατηγικής που αναφέρεται στο άρθρο 15,
Τροπολογία 99 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 α (νέο)
Άρθρο 10α
Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842
Στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου1α, παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι στο άρθρο 5:
«5α.Σε κάθε συναλλαγή που πραγματοποιείται δυνάμει της διάταξης που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 5, η ελάχιστη τιμή των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπών ορίζεται στα 100 EUR για κάθε τόνο ισοδύναμου CO2.
5β. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για κάθε δράση που αναλαμβάνεται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο και γνωστοποιούν, έως τις 31 Μαρτίου 2025, την πρόθεσή τους να κάνουν χρήση των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 5.
5γ. Το αργότερο έως τις 30 Ιουνίου 2025, η Επιτροπή αξιολογεί για όλα τα κράτη μέλη την πρόθεση να κάνουν χρήση των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 5, και δημοσιοποιεί τον δημοσιονομικό αντίκτυπο της χρήσης των εν λόγω διατάξεων.»
____________________
1α Κανονισμός (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030, στο πλαίσιο της συμβολής στη δράση για το κλίμα για την τήρηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 (ΕΕ L 56 της 19.6.2018, σ. 26).
Το θέμα αναπέμφθηκε για διοργανικές διαπραγματεύσεις στην αρμόδια επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 4 τέταρτο εδάφιο του Κανονισμού (Α9-0162/2020).