1. Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 28ης Απριλίου 2021 σχετικά με την απαλλαγή όσον αφορά την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2019, τμήμα II – Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και Συμβούλιο (2020/2142(DEC))
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2019(1),
– έχοντας υπόψη τους ενοποιημένους ετήσιους λογαριασμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2019 (COM(2020)0288 – C9-0222/2020)(2),
– έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση του Συμβουλίου προς την αρμόδια για την απαλλαγή αρχή σχετικά με τους εσωτερικούς ελέγχους που πραγματοποιήθηκαν το 2019,
– έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού για το οικονομικό έτος 2019, που συνοδεύεται από τις απαντήσεις των οργάνων(3),
– έχοντας υπόψη τη δήλωση αξιοπιστίας(4) η οποία βεβαιώνει την ακρίβεια των λογαριασμών και τη νομιμότητα και κανονικότητα των σχετικών πράξεων, την οποία ενεχείρισε το Ελεγκτικό Συνέδριο για το οικονομικό έτος 2019, σύμφωνα με το άρθρο 287 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 314 παράγραφος 10 και τα άρθρα 317, 318 και 319 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012(5), και ιδίως τα άρθρα 59, 118, 260, 261 και 262,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 100 και το παράρτημα V του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού (A9-0056/2021),
1. αναβάλλει την απόφασή του για τη χορήγηση απαλλαγής στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Συμβουλίου για το οικονομικό έτος 2019·
2. εκθέτει τις παρατηρήσεις του στο ψήφισμα που ακολουθεί·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση, καθώς και το ψήφισμα που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στο Ελεγκτικό Συνέδριο, και να μεριμνήσει για τη δημοσίευσή τους στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (σειρά L).
2. Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 29ης Απριλίου 2021 με τις παρατηρήσεις που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της απόφασης σχετικά με την απαλλαγή όσον αφορά την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2019, τμήμα II – Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και Συμβούλιο (2020/2142(DEC))
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την απόφασή του σχετικά με την απαλλαγή όσον αφορά την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2019, τμήμα II – Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και Συμβούλιο,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 100 και το παράρτημα V του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού (A9-0056/2021),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο της διαδικασίας απαλλαγής, η αρμόδια για την απαλλαγή αρχή επιθυμεί να τονίσει την ιδιαίτερη σημασία που έχουν η περαιτέρω ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμοποίησης των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, μέσω της ενίσχυσης της διαφάνειας και της λογοδοσίας, και η εφαρμογή της έννοιας της κατάρτισης του προϋπολογισμού βάσει επιδόσεων και της χρηστής διαχείρισης των ανθρώπινων πόρων·
1. εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι, στην ετήσια έκθεσή του για το 2019, το Ελεγκτικό Συνέδριο παρατηρεί ότι δεν εντοπίστηκαν σημαντικές αδυναμίες όσον αφορά τα υπό έλεγχο ζητήματα που σχετίζονται με τους ανθρώπινους πόρους και την ανάθεση συμβάσεων για το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο («το Συμβούλιο»)·
2. σημειώνει με ικανοποίηση ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο, βασιζόμενο στο ελεγκτικό έργο του, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το σύνολο των πληρωμών, για το οικονομικό έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2019, οι οποίες περιλαμβάνουν τις διοικητικές και λοιπές δαπάνες του Συμβουλίου, δεν περιείχε ουσιώδη σφάλματα και ότι τα εξετασθέντα συστήματα εποπτείας και ελέγχου υπήρξαν αποτελεσματικά·
3. εκφράζει τη λύπη του, ως γενική παρατήρηση, διότι το κεφάλαιο 9 «Διοίκηση» της ετήσιας έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου έχει μάλλον περιορισμένο πεδίο εφαρμογής και συμπεράσματα, παρότι ο τομέας 5 «Διοίκηση» του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου θεωρείται χαμηλού κινδύνου· ζητεί το ελεγκτικό έργο για το συγκεκριμένο κεφάλαιο να επικεντρώνεται περισσότερο σε ζητήματα μεγάλης ή ακόμη και κρίσιμης σημασίας για το Συμβούλιο·
Δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση
4. παρατηρεί ότι ο προϋπολογισμός του Συμβουλίου είναι κυρίως διοικητικός, ενώ μεγάλο μέρος του χρησιμοποιείται σε δαπάνες για πρόσωπα, κτίρια, επίπλωση, εξοπλισμό και διάφορες δαπάνες λειτουργίας· θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι το πάγιο αίτημα διαχωρισμού του προϋπολογισμού του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Συμβουλίου σε χωριστό προϋπολογισμό για καθένα από τα δύο θεσμικά όργανα για λόγους διαφάνειας και προκειμένου να βελτιωθεί η λογοδοσία για αμφότερα τα θεσμικά όργανα, δεν ελήφθη υπόψη, και ζητεί από το Συμβούλιο, όπως έχει πράξει επανειλημμένα σε προηγούμενα ψηφίσματα απαλλαγής, να καταρτίζει χωριστούς προϋπολογισμούς για το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο για λόγους διαφάνειας και να βελτιώσει τη λογοδοσία και την αποτελεσματικότητα των δαπανών και για τα δύο θεσμικά όργανα·
5. σημειώνει ότι το 2019 το Συμβούλιο είχε συνολικό προϋπολογισμό ύψους 581 895 459 EUR (έναντι 572 854 377 EUR το 2018 και 561 576 000 EUR το 2017), με συνολικό ποσοστό εκτέλεσης 92,3 % (έναντι 91,9 % το 2018 και 93,8 % το 2017)· σημειώνει μια φθίνουσα αύξηση του προϋπολογισμού που ανέρχεται σε 9 εκατομμύρια EUR (σε σύγκριση με 11,3 εκατομμύρια EUR το 2018 και 16,5 εκατομμύρια EUR το 2017), η οποία ισοδυναμεί με αύξηση κατά 1,6 % (σε σύγκριση με αυξήσεις κατά 2 % το 2018 και κατά 3 % το 2017)·
6. υπενθυμίζει ότι οι πιστώσεις που μεταφέρθηκαν από το 2018 στο 2019 ανήλθαν συνολικά σε 56 599 584 EUR, ποσό που αντιστοιχεί σε ποσοστό μεταφοράς 10,7 %, και προέρχονταν κυρίως από κατηγορίες όπως η πληροφορική (19,5 εκατομμύρια EUR), τα κτίρια (16 εκατομμύρια EUR) και η διερμηνεία (11,9 εκατομμύρια EUR)· εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η εκτέλεση των μεταφορών πιστώσεων το 2019 ανήλθε σε πληρωμές συνολικού ύψους 49 240 654 EUR ή ποσοστό 87,7 %, συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών για πληροφορική (18,7 εκατομμύρια EUR), κτίρια (12,5 εκατομμύρια EUR) και διερμηνεία (10,4 εκατομμύρια EUR)·
7. αναγνωρίζει μια ελαφρά μείωση του ποσοστού μεταφοράς πιστώσεων, που ανέρχεται σε 9,8 %, από το 2019 στο 2020 (σε σύγκριση με μεταφορά πιστώσεων της τάξης του 10,7 % από το 2018 στο 2019 και 11,5 % από το 2017 στο 2018)· υπενθυμίζει, ωστόσο, στο Συμβούλιο ότι οι μεταφορές αποτελούν εξαιρέσεις από την αρχή της ετήσιας διάρκειας του προϋπολογισμού και θα πρέπει να αντικατοπτρίζουν πραγματικές ανάγκες· καλεί το Συμβούλιο να εντείνει τις προσπάθειές του για την αποφυγή υπερεκτιμήσεων του προϋπολογισμού·
8. συγχαίρει το Συμβούλιο για το γεγονός ότι πέτυχε ποσοστό ανάληψης υποχρεώσεων και πληρωμών της τάξης του 100 % για τη γραμμή του προϋπολογισμού «Έξοδα ταξιδίου των αντιπροσωπειών»· σημειώνει επίσης το ποσοστό ανάληψης υποχρεώσεων 100 % για τις γραμμές του προϋπολογισμού «Πληροφορική» και «Πληροφόρηση», αλλά επισημαίνει το ποσοστό μεταφοράς σε αυτές τις γραμμές του προϋπολογισμού στο 2020, 35,4 % και 32,9 %, αντίστοιχα·
9. πληροφορείται ότι ο αριθμός των «θεσμικών» και «λοιπών» συνεδριάσεων το 2019 ανήλθε σε 7 668 (έναντι 6 338 το 2010)· σημειώνει ότι ο συνολικός αριθμός των συνεδριάσεων που διοργανώθηκαν το 2019 μειώθηκε κατά 0,8 % (ή 65 συνεδριάσεις) σε σύγκριση με το 2018, λόγω της μείωσης της νομοθετικής δραστηριότητας κατά το δεύτερο εξάμηνο εξαιτίας των ευρωπαϊκών εκλογών και της εκλογής ή του διορισμού νέων μελών σε όλα τα θεσμικά όργανα·
10. σημειώνει ότι, αναλογικά με τη μείωση της δραστηριότητας σε επίπεδο συνεδριάσεων και παρά την αύξηση κατά 2 % της τιμής των χρονοθυρίδων διερμηνείας (10 EUR υψηλότερη συγκριτικά με το 2018), το κόστος διερμηνείας μειώθηκε κατά 11 % (62,2 εκατομμύρια EUR σε σύγκριση με 70 εκατομμύρια EUR το 2018) και ότι το εν λόγω κόστος κάλυψε 62 480 ημέρες εργασίας διερμηνέως, ήτοι υπήρξε μείωση κατά 13 % σε σύγκριση με το 2018·
11. σημειώνει ότι ο αριθμός των νομοθετικών πράξεων που δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2019 ανήλθε σε 1 326 (έναντι 1 210 το 2018, 1 130 το 2017 και 825 το 2010)· συμφωνεί ότι η αύξηση του αριθμού των νομοθετικών πράξεων εξηγείται κυρίως από την ανάγκη να εγκριθούν όσο το δυνατόν περισσότερες νομοθετικές πράξεις πριν από τις ευρωπαϊκές εκλογές του 2019·
12. υπενθυμίζει στο Συμβούλιο ότι η διενέργεια εκτιμήσεων επιπτώσεων αποτελεί έναν από τους βασικούς παράγοντες που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου και της υπόσχεσης του Συμβουλίου να διενεργεί εκτιμήσεις επιπτώσεων σε σχέση με τις ουσιαστικές τροποποιήσεις που επιφέρει στις προτάσεις της Επιτροπής· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το Συμβούλιο δεν έχει μέχρι στιγμής διενεργήσει εκτιμήσεις επιπτώσεων για καμία από τις τροποποιήσεις του·
13. σημειώνει, στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού, τα μέτρα που έλαβε το Συμβούλιο για τη δημιουργία μιας πιο επίπεδης διευθυντικής δομής, μέσω της αφαίρεσης επιπέδων ιεραρχίας, με στόχο τη βελτίωση της επικοινωνίας, μέσω της διευκόλυνσης της λήψης αποφάσεων και της ενδυνάμωσης του προσωπικού με την παροχή της δυνατότητας ανάληψης μεγαλύτερης ευθύνης για τους φακέλους· σημειώνει την έναρξη χρήσης ενός καλά δοκιμασμένου εργαλείου ΤΠ για τους ανθρώπινους πόρους (SYSPER) και άλλων εργαλείων ΤΠ που χρησιμοποιούνται για τη διαχείριση του κύκλου ζωής των αποστολών· επιδοκιμάζει τα εν λόγω μέτρα και καλεί το Συμβούλιο να συνεχίσει τις προσπάθειες αυτές·
14. αναγνωρίζει ότι υπάρχει ένα πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου που παρέχει εύλογη βεβαιότητα για την επίτευξη των στόχων· εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι, όσον αφορά το έτος 2019, στις εκθέσεις ελέγχου του εσωτερικού ελεγκτή ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ή στις γνωμοδοτήσεις της ελεγκτικής επιτροπής, δεν αναφέρεται καμία κατάχρηση κονδυλίων ή παρατυπία· σημειώνει ακόμη ότι όλα τα τμήματα εφάρμοσαν διαχείριση κινδύνου με την τήρηση μητρώων κινδύνου που περιλαμβάνουν πληροφορίες για εντοπισμένους κινδύνους, αξιολογήσεις των κινδύνων αυτών και την επιλεγείσα αντιμετώπιση κινδύνων· σημειώνει ότι το 2019 δεν αναφέρθηκαν κρίσιμα επίπεδα κινδύνου και δεν ανέκυψαν σημαντικοί κίνδυνοι· εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι το 93 % των συστάσεων που εκδόθηκαν κατά την περίοδο 2016 έως 2018 έχουν εφαρμοστεί ή βρίσκονται σε διαδικασία εφαρμογής·
15. εκφράζει την ικανοποίησή του για τις βελτιώσεις στα συστήματα δημοσιονομικής διαχείρισης και επιδόσεων του Συμβουλίου, όπως για την έναρξη του σχεδίου για τον ολοκληρωμένο οικονομικό σχεδιασμό και το σχέδιο για τον προγραμματισμό δραστηριοτήτων του Οκτωβρίου 2019, που θα οδηγήσουν στην ενσωμάτωση του ετήσιου και πολυετούς δημοσιονομικού προγραμματισμού και τη δημιουργία σύνδεσης μεταξύ του δημοσιονομικού σχεδιασμού και της εκτέλεσης του προϋπολογισμού σε επίπεδο δραστηριοτήτων·
16. σημειώνει ότι, στο πλαίσιο της βελτίωσης της κατάστασης των ταμειακών ροών, η μέση καθυστέρηση στην πληρωμή των τιμολογίων ήταν 19 ημέρες το 2019, με μέγιστη καθυστέρηση τις 30 ημερολογιακές ημέρες·
17. υπενθυμίζει ότι οι κύριοι δείκτες επιδόσεων αποτελούν ευρέως αναγνωρισμένο εργαλείο για τη μέτρηση των επιτευγμάτων σε σχέση με τους στόχους που έχουν τεθεί· καλεί το Συμβούλιο να παράσχει, στις εκθέσεις διαχείρισής του, σύνοψη των σημαντικότερων βασικών δεικτών επιδόσεων και των σχετικών αποτελεσμάτων·
Ανθρώπινοι πόροι
18. σημειώνει ότι ο αριθμός των θέσεων στον πίνακα προσωπικού για το 2019 ορίστηκε σε 3 033 θέσεις (έναντι 3 031 θέσεων το 2018 και 3 027 θέσεων το 2017)· χαιρετίζει τις προσπάθειες εξορθολογισμού της οργάνωσης με τη μετατροπή 30 θέσεων AST5 σε 30 θέσεις AD5 στο πλαίσιο της συνέχισης του διοικητικού εκσυγχρονισμού· χαιρετίζει εν γένει τη διαδικασία διοικητικού εκσυγχρονισμού με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας της οργάνωσης του Συμβουλίου και της ορθής χρήσης των πόρων·
19. ζητεί από το Συμβούλιο να υποβάλει έκθεση σχετικά με τη διεργασία απλούστευσης και βελτίωσης των διαδικασιών για τους ανθρώπινους πόρους και όλες τις σχετικές δράσεις, όπως τη συνέχεια που δόθηκε στην έρευνα προσωπικού που πραγματοποιήθηκε το φθινόπωρο του 2018, την ενίσχυση των ευκαιριών σταδιοδρομίας για το προσωπικό, την ενίσχυση της ανταλλαγής εμπειριών και γνώσεων, την προώθηση σύγχρονων εργαλείων επικοινωνίας και τη διατήρηση της πρόληψης των ψυχοκοινωνικών κινδύνων· ενθαρρύνει το Συμβούλιο να συμπληρώσει τις ευέλικτες εργασιακές ρυθμίσεις με την προστασία του δικαιώματος αποσύνδεσης των μελών του προσωπικού·
20. εκφράζει την ικανοποίησή του για το πρόγραμμα θετικής δράσης της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου για τους ασκουμένους με αναπηρία, το οποίο διευκολύνει την αμειβόμενη πρακτική άσκηση για 4 έως 6 πολίτες της Ένωσης με αναγνωρισμένη αναπηρία σε ετήσια βάση, καθώς και για την πολιτική του Συμβουλίου για εύλογες προσαρμογές, η οποία επιτρέπει στα άτομα με αναπηρία να εκτελούν εργασία επί ίσοις όροις με τους άλλους·
21. καλεί το Συμβούλιο να υποβάλει έκθεση σχετικά με το σχέδιο δράσης για την ισότητα των φύλων και τα μέτρα που έλαβε για τη διασφάλιση ίσων ευκαιριών για τα άτομα με αναπηρία στο Συμβούλιο, τις σχετικές διαδικασίες που έχει θεσπίσει και τα μέτρα που έχει λάβει για την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ γυναικών και ανδρών σε όλα τα επίπεδα ιεραρχίας· ζητεί ακόμη από το Συμβούλιο να παράσχει πληροφορίες σχετικά με την αναλογία των εργαζομένων με αναπηρία μεταξύ του προσωπικού του, όπως και για τη γεωγραφική ισορροπία, καθώς και για τα μέτρα που έχει λάβει για τη διασφάλιση ισορροπίας·
22. υπενθυμίζει το ψήφισμα του Κοινοβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2020, σχετικά με την ανάγκη για μια ειδική σύνθεση του Συμβουλίου σχετικά με την ισότητα των φύλων, με το οποίο ζητεί από τους υπουργούς και τους υφυπουργούς που είναι αρμόδιοι για την ισότητα των φύλων να δημιουργήσουν ειδικό θεσμικό φόρουμ για τη διασφάλιση μεγαλύτερης ενσωμάτωσης της ισότητας των φύλων στις στρατηγικές και τις διαδικασίες πολιτικής της Ένωσης, τον συντονισμό όλων των συναφών πολιτικών, καθώς και την εναρμόνιση της προστασίας των δικαιωμάτων των γυναικών και της ισότητας των φύλων στην Ένωση μέσω διατομεακής προσέγγισης· υπογραμμίζει ότι αυτή η ειδική διάρθρωση αναμένεται ότι θα αποτελέσει βασικό στοιχείο για την απεμπλοκή των διαπραγματεύσεων για τους κύριους φακέλους που αφορούν την ισότητα των φύλων·
23. καλεί το Συμβούλιο να αντιμετωπίσει τις ανισορροπίες μεταξύ των φύλων και τις γεωγραφικές ανισορροπίες, προκειμένου να επιτευχθεί η κατάλληλη εκπροσώπηση των πολιτών όλων των κρατών μελών, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο διοίκησης·
24. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι δεν έχει λάβει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τυχόν βελτιώσεις στην αντίληψη περί δεοντολογίας και τα πρότυπα του Συμβουλίου, όπως ειδικό διαδικτυακό σύνδεσμο που θα παρουσιάζει ειδική κατάρτιση σχετικά με τη δημόσια δεοντολογία, κώδικα δεοντολογίας που θα εφαρμόζεται σε όλα τα μέλη του προσωπικού και θα καθορίζει τις προσδοκίες όσον αφορά την ακεραιότητα και τις δεοντολογικές αξίες, εσωτερικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με συχνές ερωτήσεις όσον αφορά δεοντολογικά ζητήματα ή διαδικασίες για την προστασία των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος·
25. έχει επίγνωση του καίριου ρόλου του Συμβουλίου όσον αφορά τους διορισμούς και τις διαδικασίες διορισμού των θεσμικών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης, ιδίως του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της Επιτροπής, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και των συμβουλευτικών επιτροπών (της Επιτροπής των Περιφερειών και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής)· συνιστά ένθερμα να επανεξεταστεί ο εν λόγω ρόλος υπό το πρίσμα των δεοντολογικών αρχών που ασπάζεται η Ένωση, όπως η ακεραιότητα και η αξιοπρέπεια· υπενθυμίζει τη δήλωση του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι η δεοντολογική συμπεριφορά «συμβάλλει στη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών, η οποία είναι απαραίτητη για την επιτυχία των δημόσιων πολιτικών» και, ειδικότερα, ότι «κάθε αντιδεοντολογική συμπεριφορά υπαλλήλου ή μέλους των θεσμικών και λοιπών οργάνων της Ένωσης κινεί σε μεγάλο βαθμό το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και αποδυναμώνει την εμπιστοσύνη στα θεσμικά όργανα της Ένωσης»· θεωρεί, κατά συνέπεια, αναγκαίο να αποφεύγεται ο διορισμός ως μελών των θεσμικών οργάνων και λοιπών οργάνων της Ένωσης υποψηφίων που συνιστούν κίνδυνο για τη φήμη της Ένωσης ως συνόλου, όπως υποψήφιοι με αντιδεοντολογική συμπεριφορά που έχει επιβεβαιωθεί από την OLAF ή υποψήφιοι κατά των οποίων έχουν κινηθεί νομικές διαδικασίες·
26. εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για το γεγονός ότι το Συμβούλιο διόρισε επανειλημμένα ως μέλη του ΕΕΣ υποψηφίους οι οποίοι είχαν απορριφθεί με την ψήφο της συντριπτικής πλειοψηφίας στην ολομέλεια του Κοινοβουλίου λόγω έλλειψης επαρκών ικανοτήτων και προσωπικής ή πολιτικής αμεροληψίας·
27. εκφράζει την ανησυχία του για την απουσία, από τον επίσημο ιστότοπο του Συμβουλίου, κεφαλαίου σχετικά με ένα δεοντολογικό πλαίσιο το οποίο θα περιλαμβάνει κανόνες για την πρόληψη, τον εντοπισμό και την αποφυγή δυνητικών συγκρούσεων συμφερόντων· καλεί το Συμβούλιο να ευθυγραμμιστεί εν προκειμένω με άλλα θεσμικά όργανα της Ένωσης, όπως με το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο διαθέτει ιστότοπο με ειδικό τμήμα για τη διαφάνεια· καλεί το Συμβούλιο να υποβάλει σχέδιο για τη θέσπιση σχετικών μέτρων με σαφείς προθεσμίες·
28. συμμερίζεται την ανησυχία του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με την απουσία κοινού πλαισίου δεοντολογίας της ΕΕ που να διέπει το έργο των εκπροσώπων των κρατών μελών στο Συμβούλιο· λαμβάνοντας υπόψη τα επανειλημμένα αιτήματα του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας για ενίσχυση της δεοντολογίας και της διαφάνειας του θεσμικού οργάνου, τονίζει τη σημασία που έχει για το Συμβούλιο, συμπεριλαμβανομένων των εκπροσώπων των κρατών μελών που εργάζονται στο Συμβούλιο, η εναρμόνιση των κανόνων δεοντολογίας και η επιβολή των ήδη υφιστάμενων κανόνων δεοντολογίας· υπενθυμίζει την υποχρέωση του Συμβουλίου σε σχέση με την αντιμετώπιση των συγκρούσεων συμφερόντων υψηλού επιπέδου, τη μεταπήδηση στον ιδιωτικό τομέα και τους κανόνες διαφάνειας σε σχέση με τις ομάδες συμφερόντων·
29. επαναλαμβάνει εμφατικά το αίτημά του προς το Συμβούλιο να ευθυγραμμίσει τον κώδικα δεοντολογίας για τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου με τους αντίστοιχους κώδικες του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, προκειμένου να θεσπιστούν κανόνες για την έγκριση δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τη νομοθεσία της Ένωσης μετά την αποχώρηση του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου από τη θέση του·
30. υπογραμμίζει το γεγονός ότι η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου απέστειλε, στις 21 Ιανουαρίου 2020, στις αντιπροσωπείες επιστολή με την οποία παρείχε πληροφορίες σχετικά με τις επαγγελματικές δραστηριότητες των πρώην ανώτερων υπαλλήλων της Γενικής Γραμματείας μετά την αποχώρησή τους από την υπηρεσία, σύμφωνα με το τρίτο και τέταρτο εδάφιο του άρθρου 16 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για το 2019, και με τους κανόνες εφαρμογής·
31. εκφράζει εκ νέου την βαθιά του ανησυχία για τη σύγκρουση συμφερόντων ορισμένων εκπροσώπων κρατών μελών που συμμετέχουν στις διαδικασίες για τη χάραξη και τη λήψη αποφάσεων για τον προϋπολογισμό· επαναλαμβάνει το ισχυρό αίτημα του Κοινοβουλίου προς το Συμβούλιο να διασφαλίσει ότι οι εκπρόσωποι κρατών μελών που πρόκειται να ωφεληθούν άμεσα από επιδοτήσεις της Ένωσης μέσω των επιχειρήσεων που έχουν στην ιδιοκτησία τους δεν θα συμμετέχουν στις σχετικές συζητήσεις και ψηφοφορίες για θέματα πολιτικής ή προϋπολογισμού· ζητεί από το Συμβούλιο να παράσχει στο Κοινοβούλιο πληροφορίες σχετικά με τα αναγκαία μέτρα που έχουν ληφθεί για την αποφυγή κάθε σύγκρουσης συμφερόντων·
Κτίρια
32. εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η τελική πληρωμή του οφειλόμενου στις βελγικές αρχές ποσού για το έργο του κτιρίου Europa πραγματοποιήθηκε το 2019, καθώς δεν είχε καταστεί δυνατή η υπογραφή της σχετικής τελικής πράξης πώλησης από το 2017· σημειώνει ότι οι πιστώσεις ύψους 4,1 εκατομμυρίων EUR που μεταφέρθηκαν με απόφαση από το 2017 έως το 2018 δεσμεύτηκαν δεόντως το 2018, αλλά δεν καταβλήθηκαν, και μεταφέρθηκαν στο 2019 για πληρωμή·
33. εκφράζει εκ νέου τον προβληματισμό του για τις ανησυχητικές πληροφορίες που αναφέρθηκαν από τα μέσα ενημέρωσης όσον αφορά την κατασκευή του νέου κτιρίου Europa· καλεί το Συμβούλιο να διεξαγάγει διεξοδική έρευνα για τον κύριο ανάδοχο και ολόκληρη την αλυσίδα υπεργολάβων (οι οποίοι φτάνουν τους 12, σύμφωνα με τα μέσα ενημέρωσης), όπως επίσης για τις συνθήκες εργασίας των εργαζομένων, και να διαβιβάσει στην Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού του Κοινοβουλίου όλα τα πορίσματά του·
34. χαιρετίζει τις προσπάθειες που καταβάλλει το Συμβούλιο για τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος στα κτίριά του, τα οποία είναι καταχωρισμένα στο ευρωπαϊκό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) από το 2016· εκφράζει την ικανοποίησή του για τη δημοσίευση λεπτομερούς περιβαλλοντικής δήλωσης τον Οκτώβριο του 2020 με βάση στοιχεία του 2019·
Ψηφιοποίηση
35. σημειώνει ότι το 2019 το τμήμα ψηφιακών υπηρεσιών (SMART) παρείχε ευρύ φάσμα υπηρεσιών στο Συμβούλιο και ότι πραγματοποιήθηκαν σημαντικές επενδύσεις στην ανάπτυξη νέων εργαλείων, όπως του συστήματος διαχείρισης της μετάφρασης, του εργαλείου ενημερώσεων, του επεξεργαστή πινάκων τριμερούς διαλόγου για τη δημιουργία και διαχείριση πινάκων τριμερούς διαλόγου, του EDiT για τη συνεργατική εκπόνηση και επεξεργασία νομοθετικών κειμένων, του eAgenda και άλλων τεχνικών πλατφορμών·
36. ενθαρρύνει το Συμβούλιο να χρησιμοποιήσει την τεχνολογία ανοικτού κώδικα προκειμένου να αποτρέψει τον εγκλωβισμό σε προμηθευτές, να διατηρήσει τον έλεγχο των δικών του τεχνικών συστημάτων, να παράσχει ισχυρότερες διασφαλίσεις για την προστασία της ιδιωτικότητας και των δεδομένων των χρηστών, και να αυξήσει την ασφάλεια και τη διαφάνεια για το κοινό·
37. προτρέπει το Συμβούλιο να ακολουθήσει τις συστάσεις του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων και να επαναδιαπραγματευτεί τη διοργανική συμφωνία αδειοδότησης και τη σύμβαση εφαρμογής, που υπεγράφη μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης και της Microsoft το 2018, με στόχο να επιτευχθεί ψηφιακή κυριαρχία, να αποφευχθούν ο εγκλωβισμός σε συγκεκριμένους προμηθευτές και η έλλειψη ελέγχου και να διασφαλιστεί η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·
Διαφάνεια
38. επισημαίνει το γεγονός ότι το σχέδιο κατευθυντήριων γραμμών για τις βέλτιστες πρακτικές της Προεδρίας σχετικά με το ζήτημα της χορηγίας απεστάλη στις αντιπροσωπείες στις 29 Ιουνίου 2020 από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου, μετά την έγκριση από το Συμβούλιο της σύστασης του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή («η Διαμεσολαβήτρια») σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τα κράτη μέλη όσον αφορά τη χορηγία και τις τακτικές υπομνήσεις της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού του Κοινοβουλίου· επαναλαμβάνει ότι οιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων θέτει σε κίνδυνο τη φήμη του Συμβουλίου και της Ένωσης στο σύνολό της·
39. επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη αναμένεται να χρηματοδοτήσουν τις προεδρίες τους και θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι καταφεύγουν σε εταιρικές χορηγίες για την κάλυψη μέρους των δαπανών τους· εκφράζει την έντονη ανησυχία του για την πιθανή βλάβη της φήμης του Συμβουλίου και της Ένωσης που θα μπορούσε να προκαλέσει η πρακτική αυτή· απευθύνει έκκληση στις προεδρίες του Συμβουλίου να αποφεύγουν την προσφυγή σε εταιρικές χορηγίες για την κάλυψη δαπανών και ζητεί, στο πλαίσιο αυτό, από το Συμβούλιο να προβλέψει την εγγραφή των προεδριών στον προϋπολογισμό·
40. ενθαρρύνει το Συμβούλιο να συμβουλεύει καταλλήλως τις προεδρίες για τη θέσπιση σαφών και διαφανών κανόνων σχετικά με τη χορηγία, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή σε πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων σε περιπτώσεις όπου ο εταιρικός τομέας έχει εμφανή συμφέροντα που σχετίζονται με τις αποφάσεις που λαμβάνει το Συμβούλιο· καλεί το Συμβούλιο να σημειώσει χωρίς καθυστέρηση πρόοδο όσον αφορά τις κατευθυντήριες γραμμές και, ειδικότερα, να εξετάσει τον επί του παρόντος μη δεσμευτικό χαρακτήρα των κατευθυντήριων γραμμών·
41. υπενθυμίζει ότι η Διαμεσολαβήτρια κίνησε έρευνα (OI/2/2017) σχετικά με τη διαφάνεια του νομοθετικού έργου του Συμβουλίου το 2017, προκειμένου να δοθεί στους πολίτες η δυνατότητα να παρακολουθούν ευκολότερα τη νομοθετική διαδικασία της Ένωσης· χαιρετίζει την πρόσφατη θετική υποδοχή που επιφύλαξε η Διαμεσολαβήτρια στα νέα μέτρα διαφάνειας που έλαβε το Συμβούλιο, όπως η προορατική δημοσίευση εκθέσεων προόδου σχετικά με τις διαπραγματεύσεις επί σχεδίων νομοθετικών πράξεων, που συνάδουν πλήρως με τις προτάσεις τις οποίες υπέβαλε η Διαμεσολαβήτρια κατόπιν των ερευνών της και με τα αιτήματα των τελευταίων ψηφισμάτων απαλλαγής·
42. υπενθυμίζει ότι το Κοινοβούλιο, στο ψήφισμά του της 17ης Ιανουαρίου 2019 σχετικά με τη στρατηγική έρευνα OI/2/2017 της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας όσον αφορά τη διαφάνεια των νομοθετικών συζητήσεων στο πλαίσιο των προπαρασκευαστικών οργάνων του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υποστήριξε με συντριπτική πλειοψηφία τις προτάσεις της Διαμεσολαβήτριας για τη νομοθετική διαφάνεια, και ζητεί από το Συμβούλιο να βελτιώσει περαιτέρω τη νομοθετική διαφάνεια, ιδίως μέσω της καταγραφής και της δημοσίευσης των θέσεων των κρατών μελών και της διάθεσης περισσότερων εγγράφων τριμερούς διαλόγου· παροτρύνει το Συμβούλιο να εντείνει τις προσπάθειές του για διαφάνεια, μεταξύ άλλων δημοσιεύοντας τα έγγραφα εργασίας του σε μηχαναγνώσιμο μορφότυπο· καλεί το Συμβούλιο να υποβάλει έκθεση σχετικά με τα λοιπά μέτρα που έχουν ληφθεί για τη βελτίωση της νομοθετικής διαφάνειας·
43. εφιστά την προσοχή στην απόφαση της Διαμεσολαβήτριας στην υπόθεση 1946/2018/KR όπου η Διαμεσολαβήτρια ζήτησε από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου να τηρεί πλήρη πρακτικά όλων των συνεδριάσεων που πραγματοποιούνται μεταξύ εκπροσώπων ομάδων συμφερόντων και του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή μελών του ιδιαίτερου γραφείου του· συντάσσεται ανεπιφύλακτα με τη δήλωση της Διαμεσολαβήτριας ότι τα μέλη του ιδιαίτερου γραφείου του Προέδρου θα πρέπει να συναντούν μόνο εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων – ή να παρίστανται σε εκδηλώσεις τους – οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Διαφάνειας· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η δήλωση αυτή πέρασε απαρατήρητη, και ζητεί να δοθεί απάντηση στη Διαμεσολαβήτρια·
44. εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι τα τρία θεσμικά όργανα, Κοινοβούλιο, Συμβούλιο και Επιτροπή, επανέλαβαν την κοινή τους φιλοδοξία να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με ένα τρι-οργανικό μητρώο διαφάνειας για την ενίσχυση της διαφάνειας των αλληλεπιδράσεων με τους εκπροσώπους συμφερόντων· συγχαίρει το Συμβούλιο για τα θετικά βήματα και τα περαιτέρω επιτεύγματα υπό τη γερμανική Προεδρία, τα οποία οδηγήσαν σε μια πολιτική συμφωνία για το υποχρεωτικό μητρώο διαφάνειας στις 15 Δεκεμβρίου 2020, και ενθαρρύνει όλους τους εμπλεκόμενους φορείς να υπογράψουν την διοργανική συμφωνία που εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο στις 27 Απριλίου 2021, έτσι ώστε το μητρώο να καταστεί υποχρεωτικό με τη συμπερίληψη του Συμβουλίου· παροτρύνει το Συμβούλιο να διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας καθιστώντας υποχρεωτική την εγγραφή των εκπροσώπων ομάδων συμφερόντων προκειμένου να συναντώνται με τους πρέσβεις της τρέχουσας ή της επόμενης Προεδρίας, καθώς και με τους αναπληρωτές τους στην Επιτροπή των Μόνιμων Αντιπροσώπων (ΕΜΑ), όπως και με τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου και τους Γενικούς Διευθυντές·
45. σημειώνει ότι στη Διαμεσολαβήτρια υποβλήθηκαν επτά καταγγελίες και ότι πραγματοποιήθηκε μία στρατηγική έρευνα, όλες σχετικά με τη διαφάνεια· σημειώνει ότι, από τις επτά καταγγελίες, η Διαμεσολαβήτρια έκρινε ότι οι δύο ήταν υποθέσεις κακοδιοίκησης· σημειώνει ότι μία υπόθεση έκλεισε, και δύο θεωρήθηκε ότι δεν συνιστούν κακοδιοίκηση, ενώ οι υπόλοιπες δύο καταγγελίες εξακολουθούν να εκκρεμούν· σημειώνει ότι στην έρευνα, η οποία αφορούσε τη διαφάνεια των οργάνων που συμμετέχουν στην προετοιμασία των συνεδριάσεων της Ευρωομάδας, η Διαμεσολαβήτρια διαπίστωσε ότι το Συμβούλιο είχε λάβει μέτρα για την περαιτέρω βελτίωση της πολιτικής διαφάνειας και αποφάσισε να περατώσει αυτή τη στρατηγική έρευνα·
Επικοινωνία
46. συμφωνεί ότι η βελτίωση της προσβασιμότητας στον ιστότοπο του Συμβουλίου, η οποία αποτελούσε μέρος των συστάσεων του εξωτερικού ελέγχου το 2018, είχε προτεραιότητα το 2019· χαιρετίζει ως ένα από τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα το γεγονός ότι οι λεγόμενες «σελίδες πολιτικών», οι οποίες παρέχουν γενικές πληροφορίες σχετικά με τις κύριες πρωτοβουλίες και την υπό συζήτηση νομοθεσία στο Συμβούλιο, αποτελούν το ταχύτερα αναπτυσσόμενο τμήμα του ιστότοπου·
47. εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι οι βελτιώσεις οδήγησαν σε καλύτερη διαδικτυακή εμπειρία των χρηστών, μεταξύ άλλων για τα άτομα με αναπηρία, με βάση τις μετρήσεις των επιδόσεων προσβασιμότητας, η οποία αυξήθηκε από 47 %, στο τέλος του 2018, σε 67 % τον Δεκέμβριο του 2019· σημειώνει ότι οι υπόλοιπες συστάσεις του ελέγχου, οι οποίες σχετίζονται πρωτίστως με την εμπειρία των χρηστών και τα πρότυπα δημιουργίας περιεχομένου, θα εφαρμοστούν το 2020· ζητεί από το Συμβούλιο να υποβάλει περαιτέρω έκθεση στην αρμόδια για την απαλλαγή αρχή σχετικά με τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν σε συνέχεια των συστάσεων ελέγχου, ιδίως όσον αφορά την πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία·
48. σημειώνει ότι η υποδομή οπτικοακουστικών εκπομπών και οι εγκαταστάσεις παραγωγής του Συμβουλίου βελτιώθηκαν περαιτέρω το 2019, προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των δραστηριοτήτων και να καταστεί η υποδομή διαχρονική και ανθεκτικότερη, ώστε να είναι σε θέση να χειρίζεται τον αυξανόμενο όγκο κάλυψης βίντεο·
Ο ρόλος του Συμβουλίου στον διορισμό των Ευρωπαίων εισαγγελέων στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO)
49. υπενθυμίζει ότι το 2019 και το 2020 οι εθνικές επιτροπές προεπιλογής όρισαν υποψηφίους για αξιολόγηση και η ευρωπαϊκή επιτροπή επιλογής εξέτασε τα προσόντα των 22 Ευρωπαίων εισαγγελέων που θα διοριστούν στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία το 2020· υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2018/1696(1), η ευρωπαϊκή επιτροπή επιλογής αξιολογεί τους υποψηφίους και παρέχει στο Συμβούλιο κατάταξη την οποία λαμβάνει υπόψη το Συμβούλιο·
50. υπενθυμίζει ότι η εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2020/1117(2), για τον διορισμό των Ευρωπαίων εισαγγελέων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας αναφέρει ότι «όσον αφορά τους υποψηφίους που προτάθηκαν από το Βέλγιο, τη Βουλγαρία και την Πορτογαλία, το Συμβούλιο δεν ακολούθησε τη μη δεσμευτική σειρά προτίμησης της επιτροπής επιλογής, επί τη βάσει διαφορετικής αξιολόγησης των ουσιαστικών προσόντων των εν λόγω υποψηφίων από τα σχετικά προπαρασκευαστικά όργανα του Συμβουλίου»·
51. υπενθυμίζει ότι, στις 27 Ιουλίου 2020, η Αυστρία, η Εσθονία, το Λουξεμβούργο και οι Κάτω Χώρες δημοσίευσαν δήλωση σύμφωνα με την οποία «πρέπει να αποφευχθεί ο ανταγωνισμός μεταξύ των κατατάξεων των εθνικών επιτροπών επιλογής και της κατάταξης της ευρωπαϊκής επιτροπής επιλογής, με κίνδυνο να υπονομευθεί η ευρωπαϊκή παράμετρος της διαδικασίας διορισμού»·
52. θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι το Συμβούλιο δεν απάντησε επαρκώς σε διάφορες κοινοβουλευτικές γραπτές ερωτήσεις μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου 2020, με τις οποίες καλείτο να διευκρινίσει τους λόγους για τους οποίους αποφάσισε να μην ακολουθήσει τις συστάσεις της ευρωπαϊκής επιτροπής επιλογής και να εξηγήσει αναλυτικότερα τη διαδικασία αξιολόγησης βάσει της οποίας ελήφθη η απόφαση να μην ακολουθηθούν οι συστάσεις της ευρωπαϊκής επιτροπής επιλογής·
53. εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τις αποκαλύψεις των μέσων ενημέρωσης, σύμφωνα με τις οποίες η πορτογαλική κυβέρνηση υπέβαλε εσφαλμένες πληροφορίες στο Συμβούλιο σχετικά με τον τίτλο και την πείρα του υποψηφίου που κατατάχθηκε στη δεύτερη θέση από την ευρωπαϊκή επιτροπή επιλογής, με αποτέλεσμα να διοριστεί τελικά ως Πορτογάλος Ευρωπαίος εισαγγελέας·
54. υπενθυμίζει ότι οι Ευρωπαίοι εισαγγελείς πρέπει να είναι ανεξάρτητοι και ότι οιαδήποτε υπόνοια για παρέμβαση εθνικής κυβέρνησης υπέρ υποψηφίου παρά την αντίθετη σύσταση της ευρωπαϊκής επιτροπής επιλογής θα είχε σοβαρό αρνητικό αντίκτυπο στη φήμη, την ακεραιότητα και την ανεξαρτησία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ως θεσμικού οργάνου·
Τρέχουσα κατάσταση όσον αφορά την άρνηση χορήγησης απαλλαγής
55. τονίζει ότι το Κοινοβούλιο έχει το προνόμιο να χορηγεί απαλλαγή δυνάμει του άρθρου 319 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των εφαρμοστέων διατάξεων του δημοσιονομικού κανονισμού και του Κανονισμού του Κοινοβουλίου, σύμφωνα με την τρέχουσα ερμηνεία και πρακτική, δηλαδή την εξουσία να χορηγεί απαλλαγή για να διαφυλάσσεται η διαφάνεια και να διασφαλίζεται η δημοκρατική λογοδοσία προς τους φορολογουμένους της Ένωσης·
56. σημειώνει ότι, εδώ και σχεδόν είκοσι χρόνια, το Κοινοβούλιο έχει αναπτύξει την πρακτική της χορήγησης απαλλαγής σε όλα τα θεσμικά και λοιπά όργανα, τις υπηρεσίες και τους οργανισμούς της Ένωσης·
57. επισημαίνει ότι η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης υποστηρίζει το δικαίωμα των φορολογουμένων και της κοινής γνώμης να τηρούνται ενήμεροι για τη χρήση των δημοσίων εσόδων·
58. επαναλαμβάνει ότι, για να είναι ανοικτή και διαφανής η διοίκηση της Ένωσης και να προστατεύονται τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, απαιτείται μια ανοικτή και διαφανής διαδικασία χορήγησης απαλλαγής, στο πλαίσιο της οποίας κάθε θεσμικό όργανο της Ένωσης λογοδοτεί για τον προϋπολογισμό που εκτελεί, σύμφωνα με το άρθρο 59 του δημοσιονομικού κανονισμού·
59. επαναλαμβάνει την ανάγκη βελτίωσης της συνεργασίας μεταξύ των θεσμικών οργάνων στο πλαίσιο της διαδικασίας απαλλαγής μέσω μνημονίου συνεννόησης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου κατά την ετήσια διαδικασία απαλλαγής·
60. τονίζει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 13 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, κάθε θεσμικό όργανο δρα εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων που του ανατίθενται από τις Συνθήκες, σύμφωνα με τις διαδικασίες, τους όρους και τους σκοπούς τους οποίους προβλέπουν, και τα θεσμικά όργανα της Ένωσης συνεργάζονται μεταξύ τους καλή τη πίστει·
61. υπενθυμίζει τις δυσκολίες που έχουν προκύψει κατ’ επανάληψη μέχρι σήμερα στις διαδικασίες απαλλαγής εξαιτίας της έλλειψης συνεργασίας από πλευράς του Συμβουλίου, καθώς και το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο αρνήθηκε να χορηγήσει απαλλαγή στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου για τα οικονομικά έτη 2009 έως 2019·
62. τονίζει ότι η τρέχουσα κατάσταση, όπου το Κοινοβούλιο μπορεί να ελέγχει μόνο τις εκθέσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή, καθώς και τις πληροφορίες στην ιστοσελίδα του Συμβουλίου, αλλά δεν λαμβάνει γραπτές ή προφορικές απαντήσεις από το Συμβούλιο κατά την ετήσια διαδικασία απαλλαγής, καθιστά αδύνατο για το Κοινοβούλιο να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση σχετικά με τη χορήγηση απαλλαγής, γεγονός που έχει μακροχρόνιες αρνητικές επιπτώσεις και για τα δύο θεσμικά όργανα και ακυρώνει τη διαδικασία πολιτικού ελέγχου της διαχείρισης του προϋπολογισμού·
63. υπογραμμίζει την ανάγκη να ξεκινήσουν εκ νέου διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο με σκοπό την επίτευξη αμοιβαία ικανοποιητικής συμφωνίας, ώστε να ξεπεραστεί επιτέλους η παρούσα αδιέξοδη κατάσταση·
64. επαναλαμβάνει ότι έχει συγκροτηθεί διαπραγματευτική ομάδα εξ ονόματος του Κοινοβουλίου και ότι, στις 25 Μαΐου 2020, εστάλη επιστολή από την Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού του Κοινοβουλίου στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου όπου προτείνεται η έναρξη διαπραγματεύσεων·
65. παραμένει πεπεισμένο ότι είναι δυνατή η επίτευξη συμφωνίας επ’ αυτού του θέματος και, ως εκ τούτου, καλεί το Συμβούλιο να προβεί στην επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, προκειμένου να βρεθεί μια λύση που θα σέβεται το δικαίωμα των πολιτών στη λογοδοσία·
66. σημειώνει ότι οι ρόλοι των αντίστοιχων θεσμικών οργάνων στις διαδικασίες απαλλαγής θα πρέπει να είναι διακριτοί· τονίζει ότι το Κοινοβούλιο δεν δέχεται ότι τα δύο θεσμικά όργανα έχουν ισοδύναμο και αμοιβαίο ρόλο στη διαδικασία απαλλαγής·
67. σε σχέση με τον ειδικό ρόλο του Συμβουλίου ως θεσμικού οργάνου που διατυπώνει συστάσεις σχετικά με τη διαδικασία απαλλαγής, επαναλαμβάνει τα αιτήματά του προς το Συμβούλιο να δίνει συστάσεις απαλλαγής όσον αφορά τα άλλα θεσμικά όργανα της Ένωσης·
68. αναγνωρίζει ότι η θετική τάση της εν λόγω διαδικασίας διακόπηκε από την επιδημία της νόσου COVID-19· επισημαίνει, ωστόσο, με ανησυχία ότι, το φθινόπωρο του 2020, όλες οι απόπειρες από την πλευρά του Κοινοβουλίου για συνάντηση με το Συμβούλιο με σκοπό μια πρώτη προκαταρκτική ανταλλαγή απόψεων απέτυχαν·
69. επισημαίνει ότι, όσο δεν διεξάγονται διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών, οι απόψεις του Κοινοβουλίου εξακολουθούν να ισχύουν και ότι οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών αποτελούν προϋπόθεση για την επίλυση του ζητήματος·
70. υπενθυμίζει τις δηλώσεις της Αντιπροέδρου Věra Jourová και του Επιτρόπου Johannes Hahn, στο πλαίσιο των ακροάσεών τους ενώπιον του Κοινοβουλίου το 2019, βάσει των οποίων επιθυμούν να ασχοληθούν με το θέμα αυτό προκειμένου να συμβάλουν στην επίτευξη μεγαλύτερης διαφάνειας όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του Συμβουλίου· θεωρεί ότι οι διαπραγματεύσεις θα μπορούσαν να επεκταθούν ώστε να συμπεριλάβουν και την Επιτροπή, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι παρέχονται στο Κοινοβούλιο οι αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο το Συμβούλιο εκτελεί τον προϋπολογισμό του.
71. σημειώνει ότι πολλές ανακοινώσεις και έγγραφα της Επιτροπής διατίθενται μόνο στα αγγλικά· σημειώνει επιπλέον ότι πραγματοποιήθηκαν συνεδριάσεις εργασίας χωρίς δυνατότητα διερμηνείας· ζητεί από το Συμβούλιο να σεβαστεί τις αρχές, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και στον κανονισμό αριθ. 1/1958, καθώς και στις εσωτερικές κατευθυντήριες γραμμές και αποφάσεις, όπως ο Κώδικας Ορθής Διοικητικής Συμπεριφοράς· καλεί, συνεπώς, το Συμβούλιο να διαθέσει τους αναγκαίους ανθρώπινους πόρους για να διασφαλίσει τον σεβασμό της πολυγλωσσίας, αυξάνοντας τον αριθμό του προσωπικού που είναι αρμόδιο για τη μετάφραση και τη διερμηνεία·
Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2018/1696 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2018, για τους κανόνες λειτουργίας της επιτροπής επιλογής που προβλέπεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939 σχετικά με την εφαρμογή ενισχυμένης συνεργασίας για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (ΕΕ L 282 της 12.11.2018, σ. 8).
Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2020/1117 της 27ης Ιουλίου 2020, για τον διορισμό των Ευρωπαίων εισαγγελέων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (ΕΕ L 244 της 29.7.2020, σ. 18).