Καταλληλότητα του κανονιστικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επικουρικότητα και αναλογικότητα - έκθεση για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου για τα έτη 2017, 2018 και 2019
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Ιουνίου 2021 σχετικά με την καταλληλότητα του κανονιστικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την επικουρικότητα και την αναλογικότητα - έκθεση για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου για τα έτη 2017, 2018 και 2019 (2020/2262(INI))
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ),
– έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο αριθ. 1 σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση,
– έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας,
– έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 16ης Δεκεμβρίου 2003 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, και την πιο πρόσφατη εκδοχή, τη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου,
– έχοντας υπόψη τις πρακτικές ρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν στις 22 Ιουλίου 2011 μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή του άρθρου 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), σε περίπτωση συμφωνιών σε πρώτη ανάγνωση,
– έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση της Επιτροπής για το 2017 σχετικά με την επικουρικότητα και την αναλογικότητα (COM(2018)0490), την ετήσια έκθεση της Επιτροπής για το 2018 σχετικά με την επικουρικότητα και την αναλογικότητα (COM(2019)0333) και την ετήσια έκθεση της Επιτροπής για το 2019 σχετικά με την επικουρικότητα και την αναλογικότητα (COM(2020)0272),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας: ενίσχυση του ρόλου τους στη διαδικασία χάραξης των πολιτικών της ΕΕ» (COM(2018)0703), και το παράρτημά της,
– έχοντας υπόψη την ειδική ομάδα για την επικουρικότητα, την αναλογικότητα και την προσέγγιση «Κάνουμε λιγότερα με πιο αποδοτικό τρόπο», η οποία παρουσίασε τα πορίσματά της στις 10 Ιουλίου 2018,
– έχοντας υπόψη τις γνωμοδοτήσεις και τα ψηφίσματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Περιφερειών, και συγκεκριμένα το ψήφισμα της 1ης Φεβρουαρίου 2018 με θέμα την τροποποίηση του κανονισμού περί κοινών διατάξεων των ΕΔΕΤ για την υποστήριξη των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων(1), τη γνωμοδότηση της 9ης Οκτωβρίου 2018 με θέμα «Προβληματισμοί για την Ευρώπη: η φωνή των τοπικών και περιφερειακών αρχών για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην Ευρωπαϊκή Ένωση (CDR 1230/2018), και το ψήφισμα της 10ης Δεκεμβρίου 2020 σχετικά με το πρόγραμμα εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2021(2), και έχοντας υπόψη τις προτεραιότητες της Επιτροπής των Περιφερειών για την περίοδο 2020-2025 – «Η Ευρώπη πιο κοντά στους πολίτες μέσω των χωριών, των πόλεων και των περιφερειών της», που εγκρίθηκαν κατά τη σύνοδο ολομέλειάς της στις 30 Ιουνίου έως τις 2 Ιουλίου 2020,
– έχοντας υπόψη την 9η Διάσκεψη για την Επικουρικότητα με θέμα «Ενεργός επικουρικότητα: Από κοινού δημιουργία ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας», που διοργανώθηκε στη Ρώμη στις 22 Νοεμβρίου 2019 από κοινού από την Επιτροπή των Περιφερειών και την Ιταλική Διάσκεψη των Προέδρων των Περιφερειακών Κοινοβουλίων,
– έχοντας υπόψη τη συμφωνία συνεργασίας που υπεγράφη στις 5 Φεβρουαρίου 2014 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής των Περιφερειών,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Ιανουαρίου 2020 σχετικά με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία(3), το οποίο χαιρετίζει τη δέσμευση της Επιτροπής να διασφαλίσει ότι όλες οι δράσεις της ΕΕ θα βοηθήσουν την ΕΕ να επιτύχει ένα βιώσιμο μέλλον και μια δίκαιη μετάβαση και να επικαιροποιήσει αναλόγως τις κατευθυντήριες γραμμές για τη βελτίωση της νομοθεσίας, απαιτώντας, μεταξύ άλλων, να ενσωματωθεί η αρχή της «προτεραιότητας στη βιωσιμότητα» στα θεματολόγια για τη βελτίωση της νομοθεσίας της ΕΕ και των κρατών μελών της,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 9ης Ιουνίου 2016 σχετικά με μια ανοικτή, αποτελεσματική και ανεξάρτητη διοίκηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης(4),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 54 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A9-0191/2021),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αρχή επικουρικότητας και η αρχή της αναλογικότητας διέπουν την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι, στους τομείς που δεν υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΕ, η αρχή της επικουρικότητας έχει ως στόχο να προασπίσει τη δυνατότητα των κρατών μελών να λαμβάνουν αποφάσεις και μέτρα, νομιμοποιεί δε την παρέμβαση της Ένωσης, εάν οι στόχοι ενός μέτρου δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, αλλά μπορούν μάλλον να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, «λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης»· λαμβάνοντας υπόψη ότι στόχος της ενσωμάτωσης αναφοράς στην αρχή της επικουρικότητας στις Συνθήκες της ΕΕ ήταν επίσης να ασκούνται οι αρμοδιότητες όσο το δυνατόν εγγύτερα στον πολίτη, σύμφωνα με την αρχή της εγγύτητας που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 ΣΕΕ·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Ιούλιο του 2017 η Επιτροπή Juncker ενέκρινε αναθεωρημένη δέσμη κατευθυντήριων γραμμών για τη βελτίωση της νομοθεσίας και τη συνοδευτική τους εργαλειοθήκη· λαμβάνοντας υπόψη ότι επέκτεινε την πύλη της για τη βελτίωση της νομοθεσίας, ώστε να διευκολυνθεί η πλοήγηση των πολιτών στο διαδίκτυο· λαμβάνοντας υπόψη ότι δεσμεύτηκε να θέσει τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής δημοκρατικής διαδικασίας και καθ’ όλη τη διάρκεια της νομοθετικής διαδικασίας συστήνοντας ειδική ομάδα για την επικουρικότητα, την αναλογικότητα και την προσέγγιση «Κάνουμε λιγότερα με πιο αποδοτικό τρόπο», η οποία υπέβαλε την έκθεσή της στις 10 Ιουλίου 2018·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ειδική ομάδα εξέδωσε συστάσεις, αφενός, για τη βελτίωση της κοινής κατανόησης και εφαρμογής των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας στο έργο των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και, αφετέρου, για να δοθεί στις τοπικές και περιφερειακές αρχές και στα εθνικά κοινοβούλια πιο εξέχων ρόλος, προκειμένου να επιτευχθεί η «ενεργός επικουρικότητα», η οποία στοχεύει στην ανάληψη μεγαλύτερης ευθύνης στο πλαίσιο των πολιτικών της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι απάντησε στα ερωτήματα «πώς μπορούν να εφαρμοστούν καλύτερα οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας εντός των θεσμικών οργάνων της ΕΕ» και «πώς μπορεί να βελτιωθεί η συμμετοχή των περιφερειακών και τοπικών αρχών και των εθνικών κοινοβουλίων στη χάραξη και την εφαρμογή των πολιτικών της ΕΕ»·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στην ανακοίνωσή της, της 23ης Οκτωβρίου 2018, με τίτλο «Οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας: ενίσχυση του ρόλου τους στη διαδικασία χάραξης των πολιτικών της ΕΕ» (COM(2018)0703), η Επιτροπή επεσήμανε τον θεμελιώδη ρόλο της επικουρικότητας και της αναλογικότητας στη βελτίωση της νομοθεσίας και παρουσίασε τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν ως απάντηση στην έκθεση της ειδικής ομάδας, στα οποία περιλαμβάνονται η εστίαση στις απόψεις των τοπικών και περιφερειακών αρχών, η προώθηση της κοινής κατανόησης εντός της ΕΕ όσον αφορά την επικουρικότητα και την αναλογικότητα, η προσεκτικότερη εξέταση της ισχύουσας νομοθεσίας από την άποψη της επικουρικότητας και της αναλογικότητας και η παροχή βοήθειας στα εθνικά κοινοβούλια για την αποτελεσματικότερη εκτέλεση του ρόλου τους·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή προχώρησε με την εφαρμογή του ενισχυμένου θεματολογίου της για τη βελτίωση της νομοθεσίας και την ενσωμάτωση των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας σε όλα τα στάδια της διαδικασίας χάραξης πολιτικών·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 3 Ιουλίου 2020, η Επιτροπή εγκαινίασε μια πλήρως ανανεωμένη έκδοση της διαδικτυακής πύλης «Πείτε την άποψή σας», προκειμένου να διευκολύνει τους πολίτες να συμβάλλουν διαδικτυακά στη θέσπιση νομοθεσίας και τη χάραξη πολιτικών της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η νέα έκδοση της δικτυακής πύλης αναμένεται να βελτιώσει περαιτέρω τη διαβούλευση και την επικοινωνία της Επιτροπής με το κοινό και να αυξήσει τη διαφάνεια· λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο του θεματολογίου για τη «βελτίωση της νομοθεσίας», στόχος της πύλης είναι να βελτιωθεί η ποιότητα της χάραξης πολιτικών της ΕΕ·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαδικτυακή πύλη «Πείτε την άποψή σας» έχει αποδειχθεί χρήσιμο σημείο πρόσβασης για τους πολίτες και τα ενδιαφερόμενα μέρη προκειμένου να συμμετέχουν στη χάραξη των πολιτικών της ΕΕ· λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη ότι το 2019 το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο δημοσίευσε ειδική έκθεση με σειρά συστάσεων για τη βελτίωση αυτής της πύλης, ιδίως όσον αφορά τη χρήση της μετάφρασης·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2018 η Επιτροπή ξεκίνησε την πρακτική της συγχώνευσης των εκθέσεων σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας κατά την κατάρτιση της νομοθεσίας της ΕΕ με εκθέσεις σχετικά με τις σχέσεις της με τα εθνικά κοινοβούλια, δίνοντας έτσι μεγαλύτερη έμφαση στις απόψεις των εθνικών κοινοβουλίων και αποφεύγοντας τις αλληλεπικαλύψεις μεταξύ των δύο ετήσιων εκθέσεων·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή έλαβε 52 αιτιολογημένες γνώμες από εθνικά κοινοβούλια σχετικά με την αρχή της επικουρικότητας το 2017, 37 το 2018 και καμία το 2019·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι η απουσία αιτιολογημένων γνωμών εθνικών κοινοβουλίων το 2019 δεν οφειλόταν στην καλύτερη εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, αλλά στο γεγονός ότι το 2019 ήταν ένα μεταβατικό έτος μεταξύ δύο θητειών της Επιτροπής, το οποίο σηματοδοτήθηκε από τη διάλυση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τη διεξαγωγή ευρωπαϊκών εκλογών και, κατά συνέπεια, από τη μείωση του αριθμού των νομοθετικών πρωτοβουλιών και προτάσεων σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο εκτιμά την ανάγκη για μεγαλύτερη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων παράλληλα με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στον δημοκρατικό έλεγχο της ενισχυμένης συνεργασίας, όσον αφορά τομείς πολιτικής στους οποίους υπάρχει συντρέχουσα αρμοδιότητα Ένωσης και κρατών µελών·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή των Περιφερειών εγκαινίασε πρόσφατα, τον Μάρτιο του 2021, τους «Περιφερειακούς κόμβους 2.0»· λαμβάνοντας υπόψη ότι το εν λόγω σχέδιο δρομολογήθηκε με πρωτοβουλία της ΕτΠ για την παρακολούθηση του τρόπου με τον οποίο οι πολιτικές της ΕΕ λειτουργούν στην πράξη·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εντολή της επιτροπής ρυθμιστικού ελέγχου περιλαμβάνει τον έλεγχο της ποιότητας των εκτιμήσεων επιπτώσεων·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή, ενώ έχει δεσμευτεί να εφαρμόζει την αρχή «μία εντός, μία εκτός» («one in, one out»), σύμφωνα με την οποία κάθε νομοθετική πρόταση που δημιουργεί νέες επιβαρύνσεις θα πρέπει να απαλλάσσει τους πολίτες και τις επιχειρήσεις από ισοδύναμη υφιστάμενη επιβάρυνση σε επίπεδο ΕΕ στον ίδιο τομέα πολιτικής, μέχρι στιγμής δεν έχει κατορθώσει να την εφαρμόσει με επιτυχία·
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η τρέχουσα κρίση έχει αναδείξει την ανάγκη να εντοπιστούν και να μετριαστούν οι περιττές κανονιστικές επιβαρύνσεις, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η νομοθεσία της ΕΕ αποφέρει τα επιδιωκόμενα οφέλη, μειώνοντας παράλληλα το περιττό κόστος και εντός εύλογων χρονικών πλαισίων, ιδίως επισπεύδοντας τα μέτρα στήριξης για τους καταναλωτές, τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι, προς όφελος των καταναλωτών, των εργαζομένων, των ΜΜΕ και των πολιτών στο σύνολό τους, η νομοθεσία θα πρέπει να είναι ισορροπημένη, σαφής, ολοκληρωμένη, χωρίς αποκλεισμούς και, κατά περίπτωση, να βασίζεται στα απαραίτητα επιστημονικά στοιχεία· επισημαίνει ότι οι πολύ μικρές επιχειρήσεις και οι ΜΜΕ θα πρέπει να αντιμετωπίζουν μόνο υποχρεώσεις που είναι ανάλογες με τις ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά του τομέα τους, και ενθαρρύνει την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει ισχυρά μέτρα επιβολής για τον περιορισμό του κατακερματισμού της αγοράς, την άρση των αδικαιολόγητων φραγμών στην αγορά και τη διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού· λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη ότι η «βελτίωση της νομοθεσίας» θα πρέπει να αποφέρει αποτελέσματα για όλους και να υπηρετεί τα συμφέροντα της ευρωπαϊκής κοινωνίας·
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο, η Επιτροπή και το Συμβούλιο, ως νομοθετικά όργανα, πρέπει να τηρούν τις αρχές της δοτής αρμοδιότητας, της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·
1. επισημαίνει τη σημασία των ετήσιων εκθέσεων της Επιτροπής σχετικά με την επικουρικότητα και την αναλογικότητα·
2. επικροτεί τη συνεχή συνεκτίμηση των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, οι οποίες αποτελούν θεμελιώδεις κατευθυντήριες αρχές για την Ευρωπαϊκή Ένωση· υπενθυμίζει τη σημασία που έχει η προώθηση μιας κοινής αντίληψης σε επίπεδο ΕΕ όσον αφορά την επικουρικότητα και την αναλογικότητα, και σημειώνει τις ανησυχίες που εκφράστηκαν σε προηγούμενες εκθέσεις σχετικά με τον κάπως επιφανειακό χαρακτήρα των ετήσιων εκθέσεων της Επιτροπής σχετικά με την επικουρικότητα και την αναλογικότητα, οι οποίες συχνά δεν εξετάζουν λεπτομερώς τον τρόπο με τον οποίο οι αρχές αυτές τηρούνται κατά τη χάραξη πολιτικής της ΕΕ· αναγνωρίζει την αυξανόμενη πληρότητα των ετήσιων εκθέσεων της Επιτροπής σχετικά με την επικουρικότητα και την αναλογικότητα·
3. υπενθυμίζει ότι είναι σημαντικό να τηρείται συνεχώς η αρχή της επικουρικότητας, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 ΣΕΕ, σύμφωνα με την οποία οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται στο καταλληλότερο επίπεδο πολιτικής και όσο το δυνατόν εγγύτερα στους πολίτες και τις επιχειρήσεις, και ότι η ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ δικαιολογείται με βάση τις δυνατότητες που είναι διαθέσιμες σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο, με παράλληλο σεβασμό των ακόλουθων τριών θεμελιωδών διαδικασιών: αναδρομική αξιολόγηση, εκτίμηση επιπτώσεων και διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη· ενθαρρύνει περαιτέρω την Επιτροπή να φέρει την ΕΕ πιο κοντά στους πολίτες της· επισημαίνει ότι οι τοπικές και περιφερειακές αρχές εφαρμόζουν και χρησιμοποιούν περίπου το 70 % της νομοθεσίας της ΕΕ· θεωρεί ότι η στενή συνεργασία με τους εκλεγμένους εκπροσώπους των πολιτών της ΕΕ είναι ένας πολύ αποτελεσματικός τρόπος για να έρθουν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πιο κοντά στους πολίτες· καλεί τις αρχές των κρατών μελών σε εθνικό επίπεδο, καθώς και τους σχετικούς ενδιαφερόμενους φορείς, να εμπλέκονται στενότερα σε αρχικό στάδιο της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, με ελέγχους επικουρικότητας και αναλογικότητας και αξιολογήσεις του διοικητικού φόρτου της νομοθεσίας της ΕΕ, ώστε να διασφαλίζεται ότι η ΕΕ δεν αναλαμβάνει δράση παρά μόνο στους τομείς που εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητά της, εκτός εάν είναι πιο αποτελεσματική από τη δράση που αναλαμβάνεται σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο· υπενθυμίζει, επίσης, ότι η αρχή της αναλογικότητας απαιτεί κάθε δράση της ΕΕ να μην υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων των Συνθηκών· ενθαρρύνει την Επιτροπή να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα της διαδικασίας επικουρικότητας προκειμένου να εντοπίσει και να αντιμετωπίσει τις αδυναμίες της·
4. τονίζει ότι η υφιστάμενη δομή της διαδικασίας για τον μηχανισμό ελέγχου της επικουρικότητας έχει ως αποτέλεσμα οι επιτροπές των εθνικών κοινοβουλίων για την ΕΕ να αφιερώνουν υπερβολικά πολύ χρόνο σε τεχνικές και νομικές αξιολογήσεις με σύντομες προθεσμίες, γεγονός που υπονομεύει τον στόχο της εμβάθυνσης της πολιτικής συζήτησης για την ευρωπαϊκή πολιτική·
5. ζητεί να αναθεωρηθεί ΣΛΕΕ και να καθιερωθεί αυτόνομο δικαίωμα νομοθετικής πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεδομένου ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκπροσωπεί άμεσα τους Ευρωπαίους πολίτες·
6. υπογραμμίζει πόσο σημαντικό είναι να εξηγείται επαρκώς η ανάγκη για νομοθετικές πρωτοβουλίες και τον αντίκτυπό τους σε όλους τους σημαντικούς τομείς (οικονομικό, περιβαλλοντικό, κοινωνικό), με σκοπό να τηρούνται οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·
7. πιστεύει ότι η προώθηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της βελτίωσης της νομοθεσίας εξασφαλίζει σταθερότητα και ασφάλεια δικαίου στους πολίτες και τις επιχειρήσεις της ΕΕ συμβάλλοντας έτσι στην οικονομική ανάπτυξη, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την ευημερία·
8. πιστεύει ότι η εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας αποτελεί πάντα το σημείο εκκίνησης για τη χάραξη μιας πολιτικής και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του κύκλου ζωής της·
9. λαμβάνει υπό σημείωση τα συμπεράσματα της ειδικής ομάδας για την επικουρικότητα, την αναλογικότητα και την προσέγγιση «Κάνουμε λιγότερα με πιο αποδοτικό τρόπο»· εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι το Κοινοβούλιο έκρινε ότι η συμμετοχή του στην ειδική ομάδα που συστάθηκε από την Επιτροπή θα υπονόμευε τον θεσμικό ρόλο και το καθεστώς του ως του μοναδικού άμεσα εκλεγμένου θεσμικού οργάνου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο εκπροσωπεί τους πολίτες και τις επιχειρήσεις σε επίπεδο Ένωσης και ασκεί πολιτικό έλεγχο επί της Επιτροπής, και ότι, για τον λόγο αυτό, δεν ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση διορισμού μελών στην ειδική ομάδα· εκφράζει την ικανοποίησή του για τα αποτελέσματα και τις συστάσεις της έκθεσης της ειδικής ομάδας, σύμφωνα με τα οποία υπάρχει ενωσιακή προστιθέμενη αξία σε όλους τους υφιστάμενους τομείς δραστηριότητας, καθώς και για το γεγονός ότι η ειδική ομάδα δεν εντόπισε, επομένως, αρμοδιότητες ή τομείς πολιτικής βάσει της Συνθήκης που θα πρέπει να ανατεθούν οριστικά, εν όλω ή εν μέρει, στα κράτη μέλη· καλεί την Επιτροπή να υλοποιήσει αυτά τα συμπεράσματα, και ιδίως να εξασφαλίσει την πλήρη συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών αρχών στις διαδικασίες της διαβούλευσης, καθώς και να ενσωματώσει το «υπόδειγμα πίνακα εκτίμησης», προκειμένου να αξιολογήσει την εφαρμογή των δύο αυτών αρχών καθ’ όλη τη διαδικασία λήψης αποφάσεων· επισημαίνει ότι προς τούτο θα απαιτηθεί μια ισχυρή δέσμευση, ακόμα και από πλευράς των συννομοθετών της ΕΕ· προτείνει επίσης να αξιολογηθούν και να αναπτυχθούν περαιτέρω τα υφιστάμενα πλαίσια διακοινοβουλευτικής συνεργασίας·
10. θεωρεί ότι κάθε πρόταση της Επιτροπής θα πρέπει να έχει θετικό αντίκτυπο στη ζωή των πολιτών, με αναλογικό και αποδεκτό κόστος·
11. τονίζει ότι τα εθνικά κοινοβούλια θα πρέπει να συμμετέχουν όσο το δυνατόν νωρίτερα στη νομοθετική διαδικασία, κατά προτίμηση αμέσως μετά τη δημοσίευση του χάρτη πορείας και κατά τη φάση διαβούλευσης· θεωρεί ότι θα πρέπει επίσης να δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στην επικουρικότητα πριν από την υποβολή νέας νομικής πράξης και ότι, ειδικότερα, το στάδιο της διαβούλευσης θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την προορατική συγκέντρωση των απόψεων των εθνικών κοινοβουλίων και για την καταγραφή των προβληματισμών τους, καθώς με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε να αποφευχθεί η χρήση της «κίτρινης κάρτας» και να αποτραπούν τα προβλήματα που προκύπτουν κατά τη φάση των διαπραγματεύσεων·
12. εκφράζει την ικανοποίησή του για το μέτρο που θα βοηθήσει τα εθνικά κοινοβούλια να εκπληρώνουν αποτελεσματικότερα τον ρόλο τους, με την εξαίρεση της περιόδου από 20 Δεκεμβρίου έως 10 Ιανουαρίου από την περίοδο των οκτώ εβδομάδων κατά την οποία τα εθνικά κοινοβούλια μπορούν να υποβάλλουν αιτιολογημένες γνώμες·
13. τονίζει τη σημασία της συμμετοχής των εθνικών κοινοβουλίων στη νομοθετική διαδικασία σε επίπεδο ΕΕ· επισημαίνει ότι, παρότι ο αριθμός των αιτιολογημένων γνωμών που διαβιβάστηκαν από τα εθνικά κοινοβούλια συνέχισε να μειώνεται μεταξύ των ετών 2017 και 2019, το δε 2019 δεν υποβλήθηκε καμία αιτιολογημένη γνώμη, ο αριθμός των γνωμών που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή και των συνεισφορών που κατατέθηκαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μεταξύ άλλων και επί μη νομοθετικών πρωτοβουλιών, παραμένει σταθερά υψηλός, γεγονός που αποδεικνύει την ενεργό και μακροπρόθεσμη εμπλοκή των εθνικών κοινοβουλίων στον κύκλο πολιτικής της ΕΕ· επισημαίνει ότι πολλές από αυτές τις συνεισφορές επικεντρώνονταν σε σημαντικά θεσμικά ζητήματα, όπως για παράδειγμα η ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ) και η ενεργοποίηση «ρητρών γέφυρας»· παρατηρεί ότι καμία πρόταση δεν έλαβε περισσότερες από τέσσερις αιτιολογημένες γνώμες· υπενθυμίζει ότι οι Συνθήκες αναθέτουν έναν ρόλο στη διακοινοβουλευτική συνεργασία, καθιστώντας τα εθνικά κοινοβούλια αρμόδια για την εξέταση νομοθετικών και μη νομοθετικών πρωτοβουλιών· χαιρετίζει την ενεργό συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων στον νομοθετικό διάλογο με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ με τη χρήση μέσων πέραν του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας· υπενθυμίζει ότι η διαδικασία της «πορτοκαλί κάρτας» δεν έχει ενεργοποιηθεί ποτέ, και ότι η διαδικασία της «κίτρινης κάρτας» ενεργοποιήθηκε μόνο τρεις φορές, επί συνόλου 439 αιτιολογημένων γνωμών και 5 513 γνωμών κατά την περίοδο 2007-2019· σημειώνει ότι, με την άσκηση του δικαιώματος των εθνικών κοινοβουλίων να ελέγχουν τη συμμόρφωση με την αρχή της επικουρικότητας, με βάση το αποκαλούμενο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης (ΣΕΠ), έχουν βελτιωθεί εν μέρει οι σχέσεις μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των εθνικών κοινοβουλίων· εξαίρει τη δέσμευση που έχει αναλάβει η Επιτροπή να παρέχει, στο μέλλον, συγκεντρωτικές απαντήσεις σε περιπτώσεις όπου τουλάχιστον τέσσερα κοινοβούλια έχουν εκδώσει αιτιολογημένες γνώμες και να επιδεικνύει ευελιξία σε συνάρτηση με την βασισμένη στις Συνθήκες προθεσμία των οκτώ εβδομάδων εντός της οποίας τα εθνικά κοινοβούλια πρέπει να υποβάλλουν τις αιτιολογημένες γνώμες τους, λαμβάνοντας τις κοινές περιόδους αργιών και θερινών διακοπών· πιστεύει ότι η Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης θα προσφέρει μια εξαιρετική ευκαιρία στους πολίτες για να εκφραστούν σε σχέση με τον πραγματικό αντίκτυπο της νομοθεσίας σε εθνικό επίπεδο και να υποδείξουν τρόπους με τους οποίους μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα οι στόχοι για βελτίωση της νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένης της επανεκτίμησης της διαδικασίας επικουρικότητας· υπενθυμίζει ότι η διαφάνεια και η πρόσβαση του κοινού είναι ουσιαστικής σημασίας για τη νομοθετική διαδικασία και δικαιολογούν επίσης τη συμμετοχή των εθνικών και περιφερειακών κοινοβουλίων, προσδίδοντας παράλληλα μεγαλύτερη νομιμότητα και εμπιστοσύνη στη δημοκρατική νομοθετική διαδικασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης· εκφράζει εν προκειμένω την ικανοποίησή του για την πρόοδο που έχει σημειώσει το Κοινοβούλιο, μετά την έκδοση της απόφασης De Capitani, όσον αφορά τη δημοσιοποίηση των πολύστηλων εγγράφων·
14. σημειώνει ότι το 2016, από συνολικά 41 σώματα εθνικών κοινοβουλίων, 26 εξέδωσαν αιτιολογημένες γνώμες, ενώ ο αριθμός αυτός μειώθηκε σε 19 το 2017 και σε 14 το 2018· τονίζει ότι η μείωση αυτή συμβαδίζει με τη μείωση των αιτιολογημένων γνωμών συνολικά·
15. υπογραμμίζει ότι η τάση του αριθμού των γνωμών και των αιτιολογημένων γνωμών κατά την περίοδο 2007-2019 καταδεικνύει ότι τα εθνικά κοινοβούλια ζητούν όλο και περισσότερο να συμμετέχουν πιο ενεργά στις συζητήσεις για τις πολιτικές της ΕΕ και σε έναν πιο πολιτικό διάλογο και, επομένως, αφιερώνουν λιγότερο χρόνο στην κανονιστική ανάλυση των νομοθετικών προτάσεων της ΕΕ·
16. αναγνωρίζει το γεγονός ότι το 2019 ήταν το πρώτο έτος από τη θέσπιση του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας κατά το οποίο τα εθνικά κοινοβούλια δεν υπέβαλαν αιτιολογημένες γνώμες, λόγω της απότομης μείωσης των νομοθετικών δραστηριοτήτων της Επιτροπής κατά τη διάρκεια του μεταβατικού έτους μεταξύ δύο Επιτροπών·
17. επισημαίνει ότι η Επιτροπή υποχρεούται να διεξάγει όσο το δυνατόν ευρύτερες διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη πριν από οποιαδήποτε νομοθετική πρόταση, λαμβάνοντας υπόψη την περιφερειακή και τοπική διάσταση της σχεδιαζόμενης δράσης·
18. υπενθυμίζει ότι η εφαρμογή της αρχής «Προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις» που κατοχυρώνεται στην Πράξη για τις Μικρές Επιχειρήσεις αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο για τον έλεγχο της αναλογικότητας, πριν από οποιαδήποτε νομοθετική πρόταση, και θα πρέπει να αποσκοπεί στο να διασφαλιστεί ότι η φωνή των ΜΜΕ ακούγεται και τα συμφέροντά τους λαμβάνονται υπόψη όσο το δυνατόν νωρίτερα, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον για την ανάπτυξη των ΜΜΕ, οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής μας οικονομίας·
19. αποδοκιμάζει την πρακτική σύμφωνα με την οποία γίνεται συστηματικά επίκληση της «αποτελεσματικότητας της διαδικασίας λήψης αποφάσεων του θεσμικού οργάνου» για την άρνηση της πρόσβασης σε προπαρασκευαστικά νομοθετικά έγγραφα, γεγονός που ενέχει τον κίνδυνο οι εξαιρέσεις από την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα να καταστούν de facto κανόνας·
20. εκφράζει την ικανοποίησή του για τη σύναψη της διοργανικής συμφωνίας σχετικά με ένα υποχρεωτικό Μητρώο Διαφάνειας για τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του Συμβουλίου·
21. τονίζει ότι οι εκ των προτέρων εκτιμήσεις αντικτύπου, μαζί με τις διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη, αποτελούν σημαντικό εργαλείο για τη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων και βασικό μέσο για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας και για την προώθηση της λογοδοσίας και της αποτελεσματικότητας· υπογραμμίζει την ανάγκη να προωθηθεί και να ενθαρρυνθούν ο τακτικός διάλογος και η κατάλληλη και διαφανής διαβούλευση με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη· επικροτεί τη χρήση εργαλείων για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου και τη συνεργασία με διάφορους σχετικούς εμπειρογνώμονες σε επίπεδο ΕΕ κατά τη σύνταξη εκτιμήσεων επιπτώσεων· υπογραμμίζει την ανάγκη να απλουστευθούν αυτά τα εργαλεία και να διευκολυνθούν η κατανόηση και η χρήση τους από τα ενδιαφερόμενα μέρη· υπογραμμίζει ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη να βελτιωθούν οι εκτιμήσεις επιπτώσεων γενικά όσον αφορά την επικουρικότητα και την αναλογικότητα· τονίζει ότι όλες οι εκτιμήσεις επιπτώσεων, οι αξιολογήσεις και οι έλεγχοι καταλληλότητας θα πρέπει να περιλαμβάνουν ανάλυση σχετικά με την επικουρικότητα και την αναλογικότητα· εκφράζει την ικανοποίησή του για τη χρήση μέσων όπως, για παράδειγμα, το πρόγραμμα βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου (REFIT) και η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου, που εργάζονται από το 2017 για την εξεύρεση τρόπων απλούστευσης της νομοθεσίας και ελαχιστοποίησης του κόστους, προτού η Επιτροπή προτείνει την αναθεώρηση οποιασδήποτε ισχύουσας νομοθεσίας· επικροτεί επίσης τη συμπερίληψη στα ετήσια προγράμματα εργασίας της Επιτροπής των πρωτοβουλιών που προκύπτουν από τις εργασίες αυτές, οι οποίες πρέπει να παρακολουθούνται μέσω του πίνακα αποτελεσμάτων REFIT· σημειώνει, στη συνάρτηση αυτή, ότι το πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2020 περιλαμβάνει 44 πρωτοβουλίες στο πλαίσιο του προγράμματος REFIT· επισημαίνει ότι οι εν λόγω διαδικασίες θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις οικονομικές, περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις με ολοκληρωμένο και ισορροπημένο τρόπο και να χρησιμοποιούν ποιοτικές και ποσοτικές αναλύσεις, καθώς και να αντιμετωπίζουν το κόστος της μη εναρμόνισης σε επίπεδο ΕΕ· επισημαίνει ότι τα μέσα ελέγχου μπορούν να υποστηριχθούν και να ενισχυθούν περαιτέρω από άλλα εργαλεία, όπως για παράδειγμα η πλατφόρμα «Fit for Future» (F4F) ή άλλες παρόμοιες ειδικές πλατφόρμες· πιστεύει ότι η πλατφόρμα REFIT θα πρέπει να διευρυνθεί προκειμένου να δίδεται μεγαλύτερη έμφαση, πέραν από τις κανονιστικές επιβαρύνσεις, και σε ζητήματα επικουρικότητας και αναλογικότητας· υπενθυμίζει ότι η θέσπιση ρυθμίσεων «κατάλληλων για το μέλλον» συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, τη διασφάλιση της οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής βιωσιμότητάς τους· εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι οι δύο αρχές αποτελούν μέρος του ελέγχου ποιότητας που διενεργεί η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου· τονίζει, ωστόσο, ότι η ανεξαρτησία της επιτροπής μπορεί να βελτιωθεί περαιτέρω·
22. υπογραμμίζει ότι η συστηματική αναθεώρηση της νομοθεσίας διαδραματίζει ολοένα και σημαντικότερο ρόλο στη βελτίωση της νομοθεσίας· επισημαίνει, στο πλαίσιο αυτό, ότι είναι σημαντικό το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή να εργαστούν για την καθιέρωση μιας πιο διαρθρωμένης συνεργασίας με σκοπό την αξιολόγηση και, κατά συνέπεια, βελτίωση της εφαρμογής και της αποτελεσματικότητας του δικαίου της Ένωσης· επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόζουν τη νομοθεσία της ΕΕ με κατάλληλο, έγκαιρο και ορθό τρόπο, ώστε να μπορεί να αξιολογηθεί δεόντως η ανάγκη για συμπληρωματική νομοθεσία·
23. υπογραμμίζει ότι η «στρατηγική ανάλυση προοπτικών» θα μπορούσε να διαδραματίσει βασικό ρόλο στη χάραξη μακρόπνοης πολιτικής της ΕΕ, εξασφαλίζοντας ότι οι βραχυπρόθεσμες πρωτοβουλίες βασίζονται σε μια πιο μακροπρόθεσμη προοπτική· επιβεβαιώνει ότι τα «στοιχεία ανάλυσης προοπτικών» θα ενσωματωθούν πλήρως στο θεματολόγιο της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας, στις εκτιμήσεις επιπτώσεων και στις αξιολογήσεις· σημειώνει επίσης ότι η «στρατηγική ανάλυση προοπτικών» θα στηρίξει το πρόγραμμα REFIT, το οποίο εντοπίζει ευκαιρίες για τη μείωση του κανονιστικού φόρτου και διασφαλίζει ότι η ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ παραμένει «κατάλληλη για το μέλλον»·
24. σημειώνει ότι το 2017 η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου εξέτασε συνολικά 53 εκτιμήσεις επιπτώσεων και 17 χωριστές αξιολογήσεις· παρατηρεί ότι το 43 % των εν λόγω εκτιμήσεων επιπτώσεων και το 41 % των αξιολογήσεων που εξετάστηκαν από την επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου έλαβαν αρχικά αρνητικές γνώμες και ότι, για όλες σχεδόν τις εκτιμήσεις επιπτώσεων, οι υπηρεσίες έπρεπε να βελτιώσουν τις εκθέσεις ώστε να πληρούν τα πρότυπα ποιότητας της επιτροπής· καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ποιότητα των αρχικών εκτιμήσεων επιπτώσεων και αξιολογήσεων χρήζει σημαντικής βελτίωσης· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι το 2019 η επιτροπή εξέτασε μόνο μία εκτίμηση επιπτώσεων·
25. υποστηρίζει τη δέσμευση της Επιτροπής να διενεργεί εκ των προτέρων αξιολόγηση πριν από την εξέταση νομοθετικών πράξεων· πιστεύει ότι η Επιτροπή και οι εθνικές αρχές θα πρέπει να συνεχίσουν να συνεργάζονται στενά προκειμένου να αξιολογήσουν τον πραγματικό αντίκτυπο της νομοθεσίας της ΕΕ στους πολίτες, τις επιχειρήσεις και το περιβάλλον· χαιρετίζει επίσης τη συμβολή των εθνικών κοινοβουλίων στην εκ των προτέρων αξιολόγηση μέσω άτυπου πολιτικού διαλόγου, συμπεριλαμβανομένων κοινών γνωμών πρωτοβουλίας· καλεί περαιτέρω τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν την ταχεία και συνεπή μεταφορά, εφαρμογή και επιβολή της νομοθεσίας, και να αποφύγουν πρακτικές που οδηγούν σε υπερβολικές και αδικαιολόγητες διοικητικές απαιτήσεις οι οποίες θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς·
26. εκφράζει την ικανοποίησή του για τις προσπάθειες της Επιτροπής να αξιολογήσει με εκτιμήσεις επιπτώσεων ένα ευρύ και ολοκληρωμένο φάσμα δυνητικών νομοθετικών πράξεων για την ενιαία αγορά· τονίζει ότι οι ανεξάρτητες και αμερόληπτες εκτιμήσεις αντικτύπου αποτελούν ουσιαστικό και πολύτιμο εργαλείο για την επίτευξη καλά τεκμηριωμένων πολιτικών αποφάσεων μέσω της νομοθετικής διαδικασίας λήψης αποφάσεων (με παράλληλη τήρηση της κοινοτικής μεθόδου), το οποίο είναι απαραίτητο για την ταχεία αντιμετώπιση πιεστικών προκλήσεων, όπως η ψηφιακή και βιώσιμη μετάβαση· φρονεί ότι το περιεχόμενο των εκτιμήσεων επιπτώσεων πρέπει να βελτιωθεί και η χρήση τους να επεκταθεί, με το να εξετάζονται πρόσθετα στοιχεία, ώστε η συμβολή τους να καταστεί πιο έγκαιρη και πολύτιμη και να λαμβάνεται καλύτερα υπόψη κατά τη λήψη αποφάσεων σε πολιτικό επίπεδο· υπενθυμίζει, επιπλέον, τον περιορισμένο αριθμό εκτιμήσεων επιπτώσεων που διενεργήθηκαν από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τις ουσιαστικές τροποποιήσεις τους·
27. τονίζει ότι το Κοινοβούλιο θα πρέπει, όταν είναι αναγκαίο, να διεξάγει εσωτερικά εκτιμήσεις αντικτύπου σε σχέση με σημαντικές τροπολογίες και τις ενδεχόμενες συνέπειές τους για την πρόταση της Επιτροπής, πριν προχωρήσει στην έγκρισή τους, αν δεν έχουν ήδη αναλυθεί από την Επιτροπή και τις υπηρεσίες της·
28. τονίζει τον ρόλο της Υπηρεσίας Έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία παρέχει εκ των προτέρων εκτιμήσεις αντικτύπου και αναλύσεις της ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας των προτάσεων, καθώς και αξιολογήσεις της εφαρμογής· θεωρεί ότι η συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής και της Υπηρεσίας Έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα μπορούσε να βελτιωθεί, ώστε να καταστεί δυνατή η διενέργεια απλουστευμένης, ταχείας και ολοκληρωμένης ανάλυσης σχετικά με τη νομοθετική δράση και τις ουσιαστικές τροποποιήσεις της, τις εναλλακτικές λύσεις, το δυνητικό κόστος και τα οφέλη τους, τον προβλεπόμενο διοικητικό φόρτο, τη γραφειοκρατία για τις ΜΜΕ και το «κόστος της μη-Ευρώπης»·
29. εκφράζει την ικανοποίησή του για τη δημιουργία και τη βελτίωση της δικτυακής πύλης «Πείτε την άποψή σας» και καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει περαιτέρω τα εργαλεία αυτά ώστε οι πολίτες και τα μέρη να μπορούν να έχουν άμεση πρόσβαση και να συμμετέχουν στη χάραξη των πολιτικών της ΕΕ·
30. προτείνει στην Επιτροπή να λάβει δεόντως υπόψη τις συστάσεις του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τη δικτυακή πύλη «Πείτε την άποψή σας», ιδίως βελτιώνοντας τη γλωσσική προσβασιμότητα των διαβουλεύσεων, ώστε οι πολίτες και τα ενδιαφερόμενα μέρη να μπορούν να προσδιορίζουν τι εννοούν ως «γενικό δημόσιο συμφέρον»·
31. υποστηρίζει τη δέσμευση της Επιτροπής να επανεξετάζει τις πολιτικές και ενθαρρύνει την αυξημένη χρήση εκ των υστέρων αξιολογήσεων, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι αντλούνται διδάγματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα και τα οφέλη της νομοθεσίας, τα οποία στη συνέχεια μπορούν να αξιοποιηθούν για την ανάπτυξη νέων πολιτικών και τη βελτίωση των ρυθμιστικών προσεγγίσεων·
32. τονίζει ότι οι εκ των υστέρων αξιολογήσεις αποτελούν επίσης σημαντικό εργαλείο για την εκτίμηση του αντικτύπου της νομοθεσίας στους πολίτες και τις επιχειρήσεις και ότι θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στον αντίκτυπο στις ΜΜΕ·
33. παροτρύνει την Επιτροπή να κάνει ακόμη μεγαλύτερη χρήση των διαδικασιών αναδιατύπωσης και κωδικοποίησης προκειμένου να εξορθολογίσει το παράγωγο δίκαιο·
34. υποστηρίζει την ενοποίηση των απαντήσεων σε περίπτωση που επτά ή περισσότερα εθνικά κοινοβούλια εκδώσουν αιτιολογημένες γνώμες σχετικά με μία από τις νομοθετικές προτάσεις της Επιτροπής, παρά το γεγονός ότι δεν έχει επιτευχθεί το κατώτατο όριο για την έναρξη της διαδικασίας «κίτρινης κάρτας»· θεωρεί ότι τούτο δίνει μεγαλύτερη προβολή στις απόψεις των εθνικών κοινοβουλίων·
35. λαμβάνει υπό σημείωση τη βασιζόμενη στη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων μερών αρχή «one in, one out», μέσω της οποίας η Επιτροπή επιδιώκει να αντισταθμίσει τις νέες επιβαρύνσεις, ιδίως για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τις ΜΜΕ, απαλλάσσοντας τους πολίτες και τις επιχειρήσεις από αντίστοιχες επιβαρύνσεις σε επίπεδο ΕΕ στον ίδιο τομέα πολιτικής· υπογραμμίζει ότι η εφαρμογή αυτής της προσέγγισης δεν θα πρέπει να αντιβαίνει στους στόχους της βελτίωσης της νομοθεσίας, τονίζει δε ότι δεν θα πρέπει να οδηγεί σε μηχανικές αποφάσεις για την κατάργηση της νομοθεσίας ή σε χαμηλότερα πρότυπα, και ότι στόχος της θα πρέπει να είναι ο εκσυγχρονισμός και η μεταρρύθμιση της νομοθεσίας της ΕΕ για την αντιμετώπιση νέων κοινωνικών προκλήσεων· υπενθυμίζει ότι, ενώ δεν θα πρέπει να επιβάλλονται πρόσθετα και περιττά διοικητικά βάρη κατά τον σχεδιασμό, τη μεταφορά και την εφαρμογή των πράξεων της ΕΕ, αυτό δεν πρέπει να εννοείται ως απορρύθμιση ή «μη ρύθμιση», ούτε να εμποδίζει τα κοινοβούλια των κρατών μελών να λαμβάνουν πιο φιλόδοξα μέτρα και να θεσπίζουν αυστηρότερα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα, καθώς και πρότυπα προστασίας των καταναλωτών σε περιπτώσεις όπου στο δίκαιο της Ένωσης προβλέπονται μόνο ελάχιστα πρότυπα·
36. τονίζει ότι οι ανοικτές, αποτελεσματικές, διαφανείς και ανεξάρτητες νομοθετικές και διοικητικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων αποτελούν προϋπόθεση για πολιτικές και ρυθμίσεις υψηλής ποιότητας· τονίζει ότι η καθιέρωση εναρμονισμένων διοικητικών διαδικασιών θα συμβάλει θετικά στη χρηστή διακυβέρνηση και τις ρυθμιστικές πρακτικές στην ΕΕ και θα ενισχύσει τη σύνδεση μεταξύ της λήψης αποφάσεων από εμπειρογνώμονες και της δημοκρατικής νομιμότητας·
37. επικροτεί, στο πλαίσιο αυτό, τη δημιουργία από την Επιτροπή, με βάση την εμπειρία από την πλατφόρμα REFIT, της πλατφόρμας «Fit for Future», μιας ομάδας εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου με τη συμμετοχή διαφόρων ενδιαφερόμενων μερών, εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών και εκπροσώπων της Επιτροπής των Περιφερειών και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, η οποία συμβουλεύει την Επιτροπή σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η νομοθεσία της ΕΕ μπορεί να καταστεί αποτελεσματικότερη, εντοπίζοντας υφιστάμενα, ενδεχομένως αδικαιολόγητα επαχθή μέτρα και τρόπους απλούστευσης και εκσυγχρονισμού τους, μεταξύ άλλων μέσω της ψηφιοποίησης, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η νομοθεσία της ΕΕ βοηθά, αντί να παρεμποδίζει, τους πολίτες και τις επιχειρήσεις της ΕΕ·
38. ενθαρρύνει τα εθνικά κοινοβούλια να διευκολύνουν τη συμμετοχή περιφερειακών κοινοβουλίων με νομοθετικές εξουσίες στις νομοθετικές πρωτοβουλίες της ΕΕ, και υποστηρίζει τη συστηματική διαβούλευση με αυτά επί σημαντικών πρωτοβουλιών, ιδίως όταν υπάρχει σύνδεση με περιφερειακές αρμοδιότητες· υπενθυμίζει ότι τα εν λόγω κοινοβούλια εκπροσωπούνται στην Επιτροπή των Περιφερειών και ότι, σύμφωνα με το άρθρο 6 του πρωτοκόλλου αριθ. 2 ΣΛΕΕ, τα εθνικά κοινοβούλια μπορούν να τα συμβουλεύονται·
39. υπενθυμίζει ότι η ψηφιακή καινοτομία αναπτύσσεται γρήγορα και ότι οι επιχειρηματίες καθοδηγούν το ψηφιακό θεματολόγιο· θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι έχει ζωτική σημασία, με την επιφύλαξη των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, να θεσπιστούν διαχρονικοί κανόνες που να συμβαδίζουν με την ψηφιακή καινοτομία· σημειώνει ότι μεγάλο μέρος των βασικών νομοθετικών προτεραιοτήτων της ΕΕ για την περίοδο 2017-2019 ήταν πρωτοβουλίες στο πλαίσιο της εντολής της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (IMCO) και αφορούσαν κυρίως την εφαρμογή της στρατηγικής για την ενιαία αγορά και της στρατηγικής για την ψηφιακή ενιαία αγορά, εστιάζοντας, παράλληλα, σε ρυθμίσεις που είχαν σκοπό να εξαλείψουν τα αδικαιολόγητα και δυσανάλογα εμπόδια και αξιοποιώντας νέες ευκαιρίες προς όφελος των καταναλωτών και των επιχειρήσεων·
40. υπενθυμίζει ότι, σε γενικές γραμμές, η νομοθεσία της ΕΕ αντικαθιστά 27 αποκλίνοντες τρόπους ρύθμισης, γεγονός που συμβάλλει στη μείωση του κατακερματισμού της εσωτερικής αγοράς· καλεί την Επιτροπή, κατά την αξιολόγηση της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, να διασφαλίζει ότι οι πρωτοβουλίες που αποσκοπούν στην επίτευξη βαθύτερης και δικαιότερης εσωτερικής αγοράς θα εξακολουθήσουν να συνιστούν βασικό πυλώνα του μελλοντικού ετήσιου προγραμματισμού, διατηρώντας παράλληλα υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών·
41. τονίζει ότι οι στόχοι για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου πρέπει να επανεξετάζονται και να αξιολογούνται τακτικά με βάση τα κριτήρια του θεματολογίου για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων· υπογραμμίζει ότι οι στόχοι πρέπει να είναι ισορροπημένοι και να αξιολογούνται από την άποψη της αποτελεσματικότητάς τους, λαμβανομένων υπόψη των πόρων που διατίθενται για δραστηριότητες για τη βελτίωση της νομοθεσίας και για εξωτερικές συνεισφορές· υπενθυμίζει ότι είναι σημαντικό να υπάρχουν συγκρίσιμα δεδομένα σε επίπεδο ΕΕ για τους σκοπούς της παρούσας αξιολόγησης και καλεί την Επιτροπή να εξετάσει κατά πόσον η χρήση των εργαλείων για τη βελτίωση της νομοθεσίας έχει συμβάλει στην επίτευξη στόχων όπως η βελτίωση των αποτελεσμάτων πολιτικής·
42. καλεί την Επιτροπή να λάβει υπόψη το παρόν ψήφισμα κατά τη σύνταξη της προαναγγελθείσας ανακοίνωσής της σχετικά με τη βελτίωση της νομοθεσίας·
43. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Επιτροπή των Περιφερειών, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.