Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2019/2183(INL)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A9-0295/2022

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A9-0295/2022

Συζήτηση :

PV 19/01/2023 - 4
CRE 19/01/2023 - 4

Ψηφοφορία :

PV 02/02/2023 - 5.10
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P9_TA(2023)0028

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 232kWORD 75k
Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2023 - Βρυξέλλες
Αναθεώρηση της οδηγίας για τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων
P9_TA(2023)0028A9-0295/2022
Ψήφισμα
 Παράρτημα

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Φεβρουαρίου 2023 που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την αναθεώρηση της οδηγίας για τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων (2019/2183(INL))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 3 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 9, το άρθρο 151, το άρθρο 153 παράγραφος 1 στοιχεία ε) και στ) και το άρθρο 225 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 12, 27, 28, 30, 31 και 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Χάρτης),

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 2009/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, σχετικά με τη θέσπιση ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους(1),

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα(2),

–  έχοντας υπόψη τις οδηγίες 2001/86/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Οκτωβρίου 2001, για τη συμπλήρωση του καταστατικού της ευρωπαϊκής εταιρίας όσον αφορά το ρόλο των εργαζομένων(3), και 2003/72/EΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, για τη συμπλήρωση του καταστατικού του ευρωπαϊκού συνεταιρισμού όσον αφορά το ρόλο των εργαζομένων(4),

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 98/59/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998, για προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις ομαδικές απολύσεις(5),

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία(6),

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων(7),

–  έχοντας υπόψη την οδηγία (ΕΕ) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, περί προστασίας της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους(8),

–  έχοντας υπόψη τις αξιολογήσεις περί ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας του Κοινοβουλίου, του Νοεμβρίου 2012, με τίτλο «European added value of an EU measure on information and consultation of workers, anticipation and management of restructuring processes» (Ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία ενός μέτρου της ΕΕ σχετικά με την ενημέρωση και τη διαβούλευση με τους εργαζομένους, την πρόβλεψη και τη διαχείριση των διαδικασιών αναδιάρθρωσης) και του Ιανουαρίου 2021 με τίτλο «European works councils (EWCs) – legislative-initiative procedure: revision of European Works Councils Directive» (Ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων – διαδικασία νομοθετικής πρωτοβουλίας: αναθεώρηση της οδηγίας για το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Ιανουαρίου 2021 σχετικά με τη νέα στρατηγική της ΕΕ για την ισότητα των φύλων(9),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Δεκεμβρίου 2021 σχετικά με τη δημοκρατία στην εργασία: ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για τα δικαιώματα συμμετοχής των εργαζομένων και την αναθεώρηση της οδηγίας για το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων(10),

–  έχοντας υπόψη τη μελέτη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, με ημερομηνία 31 Αυγούστου 2020 και τίτλο «Ένα νομικό πλαίσιο της ΕΕ για τη διασφάλιση και την ενίσχυση της ενημέρωσης, της διαβούλευσης και της συμμετοχής των εργαζομένων»,

–  έχοντας υπόψη το ερευνητικό πρόγραμμα του Πανεπιστημίου της Λουβαίνης, του Μαΐου 2016, με τίτλο «European Works Councils on the Move: Management Perspectives on the Development of a Transnational Institution for Social Dialogue» (Τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων εν κινήσει: προοπτικές διοίκησης στον τομέα της ανάπτυξης ενός διακρατικού οργάνου για τον κοινωνικό διάλογο),

–  έχοντας υπόψη τη μελέτη της Επιτροπής, της 16ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με την παρακολούθηση της εφαρμογής του πλαισίου ποιότητας της ΕΕ για την πρόβλεψη της αλλαγής και την αναδιάρθρωση,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής, της 14ης Μαΐου 2018, σχετικά με την εφαρμογή από τα κράτη μέλη της οδηγίας 2009/38/ΕΚ για τη θέσπιση ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους,

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής, της 14ης Μαΐου 2018, με τίτλο «Αξιολόγηση που συνοδεύει το έγγραφο: Έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή από τα κράτη μέλη της οδηγίας 2009/38/ΕΚ για τη θέσπιση ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους»,

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 4ης Μαρτίου 2021, σχετικά με το σχέδιο δράσης για τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων (COM(2021)0102) (ο «Πυλώνας»),

–  έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 17ης Οκτωβρίου 2018, σχετικά με τη δέσμη μέτρων για το ευρωπαϊκό εταιρικό δίκαιο(11),

–  έχοντας υπόψη την κοινωνική δέσμευση του Πόρτο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 2021, και τη δήλωση του Πόρτο της 8ης Μαΐου 2021,

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 47 και 54 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A9-0295/2022),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αριθμός των πολυεθνικών εταιρειών με περιουσιακά στοιχεία ή εργοστάσια σε αρκετές χώρες το 2015 ήταν περίπου 45 φορές υψηλότερος από ό,τι κατά τη δεκαετία του 1990(12)·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημοκρατία εν γένει και η δημοκρατία στην εργασία αποτελούν θεμελιώδεις αξίες της Ένωσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ελευθερία του συνέρχεσθαι, το δικαίωμα των εργαζομένων στην ενημέρωση και τη διαβούλευση, καθώς και το δικαίωμα συλλογικής διαπραγμάτευσης και δράσης αποτελούν θεμελιώδη δικαιώματα που προστατεύονται από τον Χάρτη και συνεισφέρουν σε ένα οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά βιώσιμο μέλλον· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αρχή αριθ. 8 του Πυλώνα προβλέπει τη σημασία της εξασφάλισης της συμμετοχής των εργαζομένων σε θέματα που τους αφορούν·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 151 ΣΛΕΕ ορίζει πως η Ένωση και τα κράτη μέλη έχουν ως στόχο την προώθηση της απασχόλησης και τη βελτίωση των όρων διαβίωσης και εργασίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι, προς τούτο, η Ένωση και τα κράτη μέλη εφαρμόζουν μέτρα στα οποία λαμβάνεται υπόψη η ποικιλομορφία των εθνικών πρακτικών, ιδιαιτέρως στον τομέα των συμβατικών σχέσεων, καθώς και η ανάγκη να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της Ένωσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ, η εξέλιξη αυτή θα προκύψει όχι μόνον από τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, αλλά και από τις διαδικασίες που θεσπίζουν οι Συνθήκες στον τομέα της απασχόλησης και της κοινωνικής πολιτικής, και από την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κοινωνικός διάλογος, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης των εργαζομένων και της διαβούλευσης μαζί τους, αποτελεί βασικό στοιχείο του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων (ΕΣΕ) αποτυπώνουν τη σημασία που αποδίδεται στην εκπροσώπηση των εργαζομένων· λαμβάνοντας υπόψη ότι το κράτος δικαίου αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις αξίες της Ένωσης, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, και προϋπόθεση για την προστασία όλων των άλλων θεμελιωδών αξιών της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των θεμελιωδών δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και της αποτελεσματικής εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης όσον αφορά την ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση με αυτούς·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εύρυθμα λειτουργούντα ΕΣΕ διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διασφάλιση της ορθής διαχείρισης των πολυεθνικών επιχειρήσεων·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στην Ένωση υπάρχουν σήμερα περίπου 1 200 ΕΣΕ, με 18 000 μεμονωμένους εκπροσώπους(13)·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2 ΣΕΕ, η ισότητα αποτελεί θεμελιώδη αξία της Ένωσης και λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 ΣΕΕ, η Ένωση προωθεί την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών· λαμβάνοντας υπόψη, σύμφωνα με την αρχή αριθ. 2 του Πυλώνα, πρέπει να διασφαλίζονται οι ίσες ευκαιρίες και η ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας, τους όρους και τις συνθήκες απασχόλησης καθώς και την εξέλιξη της σταδιοδρομίας τους·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με στοιχεία μιας έρευνας του Ευρωπαϊκού Συνδικαλιστικού Ινστιτούτου(14), η συντριπτική πλειονότητα των μελών των ΕΣΕ είναι άνδρες, ενώ οι γυναίκες αποτελούν μόλις το 15,4 % των μελών των ΕΣΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες που είναι μέλη ΕΣΕ είναι λιγότερο πιθανό να βρεθούν σε ανώτερες θέσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι εξακολουθούν να υφίστανται διαφορές μεταξύ των φύλων και μισθολογικό χάσμα στα όργανα λήψης αποφάσεων, με αποτέλεσμα να αποτρέπεται η πλήρης συμμετοχή ή η συμβολή των γυναικών στην οικονομική και κοινωνική ζωή·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι σημειώνονται μεγάλες διαφορές στην ανάπτυξη των ΕΣΕ τόσο μεταξύ βιομηχανικών τομέων όσο και μεταξύ κρατών μελών· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με δεδομένα, συνολικά 992 ΕΣΕ είναι ενεργά και περίπου 400 έχουν διαλυθεί με την πάροδο του χρόνου λόγω παραγόντων όπως οι συγχωνεύσεις, η πτώχευση ή η διάλυση(15)·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με μελέτη, τα ΕΣΕ θα μπορούσαν να έχουν θετικό αντίκτυπο στη μετάβαση σε μια οικονομία με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα και ότι μπορούν να βελτιώσουν την οργάνωση της εργασίας και τη λήψη αποφάσεων(16)·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά το γεγονός ότι διαθέτουν το δικαίωμα έκφρασης γνώμης, τα μέλη των ΕΣΕ φαίνεται να έχουν μικρή επιρροή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στις επιχειρήσεις τους, ιδίως σε περιπτώσεις αναδιάρθρωσης·

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ΕΣΕ θα πρέπει να γίνονται αντιληπτά από τους εργοδότες ως χρήσιμα εργαλεία, τα οποία αποφέρουν οφέλη σε όλα τα μέρη με πολλούς τρόπους, όπως η βελτίωση της κοινής αντίληψης σχετικά με ζητήματα και αποφάσεις και η συμβολή στον διακρατικό κοινωνικό διάλογο στο επίπεδο της επιχείρησης·

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στα περισσότερα κράτη μέλη, οι κυρώσεις που προβλέπονται σε περίπτωση παράλειψης διαβούλευσης με τους εργαζομένους είναι χρηματικές ποινές που κυμαίνονται από 23 EUR έως 187 515 EUR(17) και ότι, ως εκ τούτου, σε πολλές περιπτώσεις αυτές δεν είναι αποτελεσματικές, αποτρεπτικές και αναλογικές·

ΙΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τρόπος με τον οποίο τα ΕΣΕ και οι ειδικές διαπραγματευτικές ομάδες μπορούν να έχουν πρόσβαση στη δικαιοσύνη ποικίλλει στα διάφορα κράτη μέλη ανάλογα με τα αντίστοιχα εθνικά τους συστήματα, καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα, από την παροχή νομικής προσωπικότητας στα ΕΣΕ μέχρι την αναγνώριση της δυνατότητάς τους να ενεργούν σε διαδικασίες μέσω των μελών τους ή μέσω συνδικαλιστικής οργάνωσης(18)·

ΙΕ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι μόνο σε τέσσερα κράτη μέλη (Αυστρία, Γαλλία, Ρουμανία και Σουηδία) τα ΕΣΕ διαθέτουν πλήρη νομική προσωπικότητα, η οποία επιτρέπει στα μέλη των ΕΣΕ να κινούν δικαστικές διαδικασίες εξ ονόματος των ΕΣΕ και να τα εκπροσωπούν στις σχέσεις με τρίτους(19)· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή έχει λάβει μόνο μία επίσημη καταγγελία σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2009/38/ΕΚ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η δυνατότητα ένδικης επίλυσης διαφορών παραμένει περιορισμένη σε εθνικό επίπεδο λόγω των δυσκολιών πρόσβασης στη δικαιοσύνη και της έλλειψης σαφών διατάξεων όσον αφορά τα ΕΣΕ και τις ειδικές διαπραγματευτικές ομάδες στην οδηγία 2009/38/ΕΚ·

ΙΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιτυχία και ο θετικός αντίκτυπος των ΕΣΕ απαιτούν μια σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ ΕΣΕ και διοίκησης, η οποία βασίζεται σε εποικοδομητικό διάλογο που μπορεί να επηρεάζεται από την κουλτούρα που επικρατεί σε κάθε κράτος μέλος όσον αφορά τις εργασιακές σχέσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η έγκαιρη διαβούλευση μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ασφάλεια των θέσεων εργασίας κατά τη διάρκεια των διαδικασιών αναδιάρθρωσης και ότι η διαβούλευση με τους εργαζομένους και η συμμετοχή τους είναι απαραίτητες για τη διασφάλιση της ευημερίας των εργαζομένων και μπορούν να έχουν θετικό αντίκτυπο στην ποιότητα των θέσεων εργασίας(20)· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ΕΣΕ διαδραματίζουν καίριο ρόλο στον εξευρωπαϊσμό των εργασιακών σχέσεων·

ΙΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κενά και η έλλειψη επιβολής της οδηγίας 2009/38/ΕΚ συμβάλλουν σε μια κατακερματισμένη προσέγγιση όσον αφορά τα δικαιώματα των εργαζομένων για ενημέρωση και διαβούλευση σχετικά με διακρατικά θέματα σε ολόκληρη την Ένωση·

ΙΗ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ερμηνεία της έννοιας της διακρατικότητας σε συγκεκριμένες περιπτώσεις παραμένει δύσκολη και αφηρημένη(21), τόσο για τα μέλη των ΕΣΕ όσο και για την κεντρική διοίκηση·

ΙΘ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρόλο που η εκτεταμένη χρήση των ρητρών εμπιστευτικότητας βάσει του άρθρου 8 της οδηγίας 2009/38/ΕΚ θα μπορούσε να αιτιολογηθεί σε ορισμένες περιπτώσεις, η καταχρηστική επίκλησή τους αποτελεί εμπόδιο για τα την αποτελεσματική άσκηση των δικαιωμάτων ενημέρωσης και διαβούλευσης(22)·

Κ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κοινωνικοί εταίροι έχουν διαδραματίσει καίριο ρόλο στον μετριασμό των επιπτώσεων της πανδημίας της COVID-19 στον χώρο εργασίας, όπως η θέσπιση μέτρων για την υγεία και την ασφάλεια, η εφαρμογή συστημάτων διατήρησης θέσεων εργασίας και οι νέες μορφές οργάνωσης της εργασίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας σημαντικός αριθμός διαδικασιών αναδιάρθρωσης βρίσκεται σε εξέλιξη λόγω της κρίσης της νόσου COVID-19(23)· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαβούλευση με τους εργαζομένους και η ικανότητά τους να συμμετέχουν σε γενικές και συλλογικές διαπραγματεύσεις είναι απαραίτητες για την αντιμετώπιση των θετικών και αρνητικών επιπτώσεων μιας αναδιάρθρωσης·

ΚΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόσφατη έρευνα του Eurofound κατέδειξε τον αντίκτυπο της κρίσης της COVID-19 στη λειτουργία και τη σύσταση των ΕΣΕ, όπου οι περιορισμοί κινητικότητας που επιβάλλονται από τα μέτρα για τη δημόσια υγεία έχουν σταματήσει την πρόοδο των συζητήσεων σχετικά με τη σύσταση νέων ΕΣΕ· παρά το γεγονός ότι τα υφιστάμενα ΕΣΕ πραγματοποιούν τις συνεδριάσεις τους σε μεγάλο βαθμό διαδικτυακά, καθιστώντας έτσι δυνατή μια πιο ενεργό ανταλλαγή απόψεων και συμβάλλοντας σε αυτήν, οι συνεδριάσεις με φυσική παρουσία θα πρέπει να παραμείνουν ο κανόνας, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα για τη δημόσια υγεία δεν απαιτούν κάτι διαφορετικό·

ΚΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης στον τομέα της ενημέρωσης των εργαζομένων και της διαβούλευσης με αυτούς είναι κατακερματισμένη και θα μπορούσε να οδηγήσει σε έλλειψη ασφάλειας δικαίου τόσο για τους εργοδότες όσο και για τους εργαζομένους· λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η εργαλειοθήκη της Ένωσης με μια φιλόδοξη αναθεώρηση της οδηγίας 2009/38/ΕΚ που να ενισχύει τα δικαιώματα των εργαζομένων για ενημέρωση, διαβούλευση και συμμετοχή·

ΚΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι θα μπορούσαν να προβλεφθούν πιο δομημένες και προορατικές μέθοδοι ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εκπροσώπους των εργαζομένων κατά την προετοιμασία νέων εταιρικών στρατηγικών και πολιτικών, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των ρητρών εμπιστευτικότητας· λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να ζητείται η γνώμη των κοινωνικών εταίρων όσον αφορά την κατάρτιση και, κατά περίπτωση, την εφαρμογή των σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας των κρατών μελών·

ΚΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο ψήφισμά του της 9ης Ιουνίου 2022 σχετικά με το αίτημα για σύγκληση Συνέλευσης για την αναθεώρηση των Συνθηκών(24), το Κοινοβούλιο κάλεσε το Συμβούλιο να συμπεριλάβει στο άρθρο 9 ΣΛΕΕ αναφορά στην κοινωνική πρόοδο, η οποία θα συνδέεται με ένα πρωτόκολλο κοινωνικής προόδου με στόχο να ενισχυθεί ο κοινωνικός διάλογος και να στηριχθεί η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της ανθεκτικότητας της οικονομίας της Ένωσης, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και στους ελέγχους ανταγωνιστικότητας και προωθώντας μελλοντοστραφείς επενδύσεις με επίκεντρο τη δίκαιη, πράσινη και ψηφιακή μετάβαση·

ΚΕ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αποδιοργανωτικός αντίκτυπος στην οικονομία και την αγορά εργασίας που επιφέρουν οι εν εξελίξει μετασχηματισμοί, όπως η τεχνολογική ανάπτυξη, η ψηφιοποίηση, η μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, τα μέτρα πρόληψης της πανδημίας της COVID-19 και η οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη από την πανδημία, καθώς και οι νέες μορφές απασχόλησης, όπως η εργασία σε πλατφόρμες και η εξ αποστάσεως εργασία, θα πρέπει να συνοδεύεται από αναθεώρηση των νομοθετικών μέσων και πρακτικών της Ένωσης για την αντιμετώπιση των υφιστάμενων προκλήσεων, με παράλληλη αξιοποίηση του δυναμικού των εν λόγω μετασχηματισμών·

ΚΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρήση ψηφιακών εργαλείων, όπως τα συστήματα βιντεοδιάσκεψης, θα πρέπει να συνιστά μέσο για την ενίσχυση των δικαιωμάτων που προβλέπει η οδηγία 2009/38/ΕΚ και της πρακτικής εφαρμογής της, αλλά δεν θα πρέπει ποτέ να υποκαθιστά τις διαδικαστικές υποχρεώσεις διαβούλευσης με τους εργαζομένους και ενημέρωσής τους, όπως η διεξαγωγή τακτικών συνεδριάσεων μεταξύ ΕΣΕ και κεντρικής διοίκησης με φυσική παρουσία·

Έκκληση προς την Επιτροπή να πραγματοποιηθεί η πολυαναμενόμενη αναθεώρηση της οδηγίας 2009/38/ΕΚ

1.  υπογραμμίζει ότι τα δικαιώματα των εργαζομένων στην ενημέρωση, τη διαβούλευση και τη συμμετοχή διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη λειτουργία της οικονομίας της αγοράς, ιδίως στο πλαίσιο των μετασχηματισμών της αγοράς εργασίας που προκύπτουν από την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση· τονίζει ότι τα ΕΣΕ αποτελούν ένα από τα βασικά μέσα για την ενίσχυση της δημοκρατίας στον χώρο εργασίας σε θέματα διακρατικών θεμάτων, επιβολής των δικαιωμάτων των εργαζομένων, αύξησης της συμμετοχής των εργαζομένων και προώθησης της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ διοίκησης και εργαζομένων· πιστεύει ότι είναι σημαντικό να ενισχυθούν τα ΕΣΕ και η ικανότητά τους να ασκούν τα δικαιώματά τους όσον αφορά την ενημέρωση και τη διαβούλευση, καθώς και να αυξηθεί ο αριθμός των ΕΕΕ, λαμβανομένων παράλληλα υπόψη των διαφορετικών συστημάτων εργασιακών σχέσεων στα κράτη μέλη·

2.  επαναλαμβάνει την ανάγκη να αυξηθούν η ευαισθητοποίηση και η προβολή των ΕΣΕ και των δυνητικών οφελών τους μεταξύ των εκπροσώπων των εργαζομένων και των διευθυντικών στελεχών, καθώς και να δημιουργηθούν κίνητρα για την ανάπτυξη των ΕΣΕ, την ευρύτερη χρήση τους και την αποτελεσματική επιβολή τους· στο πλαίσιο αυτό, καλεί την Επιτροπή να συλλέξει δεδομένα σχετικά με τις επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2009/38/ΕΚ· καλεί την Επιτροπή να διοργανώσει διάσκεψη υψηλού επιπέδου το 2023 για την κινητοποίηση επιχειρήσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2009/38/ΕΚ, των κοινωνικών εταίρων σε διάφορους τομείς, καθώς και εθνικών θεσμικών οργάνων της αγοράς εργασίας σχετικά με τη σημασία των ΕΣΕ, προκειμένου να τεθεί το θέμα αυτό ψηλά στο θεματολόγιο πολιτικής·

3.  σημειώνει τη σημαντική συμβολή που μπορεί να διαδραματίσει η ανταλλαγή γνώσεων, εμπειριών και βέλτιστων πρακτικών στην περαιτέρω ανάπτυξη των ΕΣΕ και στη βελτίωση της λειτουργίας τους, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας μιας πλατφόρμας για τη διαρθρωμένη και τακτική ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών και των τομέων, ιδίως για να αυξηθεί η προβολή των ΕΣΕ σε τομείς και κράτη μέλη όπου η αξιοποίησή τους είναι περιορισμένη·

4.  καλεί την Επιτροπή να στηρίξει τις ευρωπαϊκές συνδικαλιστικές οργανώσεις, και τα κράτη μέλη να στηρίξουν τις πλέον αντιπροσωπευτικές οργανώσεις εργαζομένων που προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία ή πρακτική, να διοργανώσουν εξειδικευμένα προγράμματα κατάρτισης σχετικά με τα δικαιώματα των ΕΣΕ, προκειμένου να ενημερώνουν δεόντως τα μέλη τους σχετικά με τη λειτουργικότητα των ΕΣΕ, καθώς και να διαθέσουν πόρους σε εκστρατείες ευαισθητοποίησης·

5.  υπενθυμίζει ότι τα ΕΣΕ είναι μοναδικοί διακρατικοί φορείς που έχουν συσταθεί με σκοπό την ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση με αυτούς, καθώς και την οικοδόμηση και προώθηση της εταιρικής ταυτότητας, και ότι η συμμετοχή των ΕΣΕ μπορεί να αναπτύξει και να προωθήσει την εταιρική νοοτροπία και συνοχή· τονίζει τη σημασία της ουσιαστικής συμμετοχής των εκπροσώπων των εργαζομένων, και ιδίως των ΕΣΕ, μετά από αποτελεσματική ενημέρωση και διαβούλευση, στην κατάρτιση και την εφαρμογή αποφάσεων που σχετίζονται με διακρατικά θέματα που επηρεάζουν σημαντικά τα συμφέροντα των εργαζομένων·

6.  εκφράζει τη βαθιά λύπη του για το γεγονός ότι οι οικονομικοί, υλικοί και νομικοί πόροι που απαιτούνται για να μπορέσουν τα ΕΣΕ να εκτελούν τα καθήκοντά τους με τον κατάλληλο τρόπο δεν παρέχονται πάντα από την κεντρική διοίκηση· εκφράζει την ανησυχία του για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα ΕΣΕ όσον αφορά την πρόσβαση στη χρηματοδοτική στήριξη που παρέχει η Επιτροπή και τονίζει την επείγουσα ανάγκη να διευκολυνθεί η διαδικασία υποβολής αιτήσεων και να μειωθεί κάθε διοικητικός φόρτος για την πρόσβαση σε αυτή τη χρηματοδότηση· καλεί την Επιτροπή να παρακολουθεί τη μεταφορά της οδηγίας 2009/38/ΕΚ και να κινεί διαδικασίες επί παραβάσει όπου αρμόζει·

7.  επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς την Επιτροπή να προτείνει αναθεώρηση της οδηγίας 2009/38/ΕΚ με σκοπό την αποσαφήνιση των στόχων, των ορισμών και των διαδικασιών της και την ενίσχυση του δικαιώματος των εκπροσώπων των εργαζομένων στην ενημέρωση και τη διαβούλευση, ιδίως κατά τη διάρκεια διαδικασιών αναδιάρθρωσης, σύμφωνα με τις συστάσεις που περιέχονται στο ψήφισμά του της 16ης Δεκεμβρίου 2021·

8.  καλεί την Επιτροπή, στο πλαίσιο της επικείμενης αναθεώρησης, να διερευνήσει τα πλεονεκτήματα της συμπερίληψης συμβάσεων που επιτρέπουν σε διαρθρωτικά ανεξάρτητες επιχειρήσεις να επηρεάζουν η μία τη λειτουργία και τις επιχειρηματικές αποφάσεις της άλλης (όπως οι συμβάσεις δικαιόχρησης ή διαχείρισης)(25) στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2009/38/ΕΚ, προκειμένου να αποφευχθούν πιθανά κενά.

Διασφάλιση έγκαιρης και ουσιαστικής διαβούλευσης

9.  αναγνωρίζει ότι η οδηγία 2009/38/ΕΚ έχει οδηγήσει σε βελτιώσεις όσον αφορά τη σύσταση και τη λειτουργία των ΕΣΕ· εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του για το γεγονός ότι τα ΕΣΕ εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες όσον αφορά την επιβολή των δικαιωμάτων τους, ιδίως όσον αφορά την έγκαιρη ενημέρωση και την εκ των προτέρων και αποτελεσματική διαβούλευση σε θέματα διακρατικού χαρακτήρα που θα μπορούσαν να έχουν αντίκτυπο στις θέσεις εργασίας και τις συνθήκες εργασίας του εργατικού δυναμικού στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένων των αλλαγών που απορρέουν από την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση·

10.  υπογραμμίζει ότι ο ορισμός και η επακόλουθη ερμηνεία του τι πρέπει να θεωρείται «διακρατικό ζήτημα» παραμένουν ασαφή ζητήματα και υπόκεινται σε ερμηνεία, οπότε έχουν ως αποτέλεσμα τον κατακερματισμό της μεταφοράς και της εφαρμογής της οδηγίας 2009/38/ΕΚ από τα κράτη μέλη, και συνεπάγονται τον κατακερματισμό της εφαρμογής από τις επιχειρήσεις· επισημαίνει το γεγονός ότι ο ορισμός πρέπει να είναι ακριβής και περιεκτικός και ότι το εύρος των πιθανών επιπτώσεων, καθώς και το σχετικό επίπεδο διοίκησης και εκπροσώπησης που συμμετέχει, αποτελούν στοιχεία που λείπουν και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό του διακρατικού χαρακτήρα ενός ζητήματος· επαναλαμβάνει την έκκλησή του να αποσαφηνιστεί η έννοια του «διακρατικού χαρακτήρα ενός ζητήματος» στην οδηγία 2009/38/ΕΚ·

11.  εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι η έγκαιρη διαβούλευση εξακολουθεί να συνιστά πρόβλημα, στο πλαίσιο του οποίου η γνώμη των εκπροσώπων των εργαζομένων μπορεί να ζητηθεί ή να δοθεί σε χρονική στιγμή κατά την οποία δεν μπορεί να ληφθεί ουσιαστικά υπόψη ή όταν έχει ήδη ληφθεί η απόφαση της διοίκησης σχετικά με το προτεινόμενο μέτρο· εκφράζει τη δυσαρέσκειά του καθώς το γεγονός ότι η διοίκηση δεν είναι υποχρεωμένη να λαμβάνει υπόψη μια γνώμη έχει συχνά ως αποτέλεσμα οι πληροφορίες να παραβλέπονται ή να μην επηρεάζουν πραγματικά το επίμαχο προτεινόμενο μέτρο· επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προωθήσουν την ενίσχυση των δικαιωμάτων ενημέρωσης και διαβούλευσης, καθώς και τις ουσιαστικές διαδικασίες διαβούλευσης· ζητεί να αναθεωρηθεί ο ορισμός του όρου «διαβούλευση» στην οδηγία 2009/38/ΕΚ, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η γνώμη του ΕΣΕ λαμβάνεται υπόψη στις αποφάσεις των επιχειρήσεων και ότι η γνώμη διατυπώνεται πριν από την ολοκλήρωση της διαβούλευσης στο αντίστοιχο επίπεδο, πριν από τη λήψη απόφασης από τα διοικητικά όργανα της επιχείρησης, και κατά τρόπο που να επιτρέπει στο ΕΣΕ να λάβει αιτιολογημένη απάντηση στη γνώμη του σύμφωνα με την οδηγία 2002/14/ΕΚ·

12.  τονίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι οι επιχειρήσεις ή οι όμιλοι επιχειρήσεων μπορούν να λαμβάνουν αποφάσεις αποτελεσματικά·

13.  υπογραμμίζει την ανάγκη τα μέλη των ΕΣΕ να έχουν έγκαιρη πρόσβαση σε ουσιαστικές και επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με προβλεπόμενες αποφάσεις διακρατικού χαρακτήρα, και τονίζει ότι είναι σημαντικό να αρκούν ο χρόνος και οι πόροι για την εκτίμηση, την αξιολόγηση και τη συζήτηση των πληροφοριών που λαμβάνονται με την υποστήριξη των διαθέσιμων εμπειρογνωμόνων· τονίζει ότι είναι σημαντικό να διασφαλιστούν η καλή επικοινωνία και η συνεργασία μεταξύ της κεντρικής διοίκησης και των ΕΣΕ, συμπεριλαμβανομένης της εκπροσώπησης των εργαζομένων σε επίπεδο διοικητικού συμβουλίου, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τηρούνται δεόντως τα δικαιώματα των εργαζομένων στην ενημέρωση, τη διαβούλευση και τη συμμετοχή·

Ενίσχυση επικουρικών υποχρεώσεων

14.  σημειώνει ότι η τριετής προθεσμία που εφαρμόζεται μετά από αίτηση προτού ισχύσουν οι επικουρικές υποχρεώσεις σε περίπτωση μη σύναψης συμφωνίας είναι υπερβολική, συχνά δεν χρησιμοποιείται αποτελεσματικά και αποβαίνει εις βάρος των εργαζομένων· επαναλαμβάνει την έκκλησή του για ενίσχυση των επικουρικών υποχρεώσεων της οδηγίας 2009/38/ΕΚ, οι οποίες παρέχουν τη βάση για συμφωνίες κατόπιν διαπραγμάτευσης· υπογραμμίζει ότι το δικαίωμα των ΕΣΕ για ετήσια συνεδρίαση με την κεντρική διεύθυνση είναι ανεπαρκές και θα πρέπει να επεκταθεί ώστε να πραγματοποιούνται συνεδριάσεις ανά έξι μήνες, προκειμένου να βελτιωθούν η πρακτική λειτουργία, ο αντίκτυπος και η διαχείριση των ΕΣΕ·

Αποσαφήνιση του πεδίου εφαρμογής της εμπιστευτικότητας

15.  επισημαίνει το γεγονός ότι η εφαρμογή των διατάξεων περί εμπιστευτικότητας από τα κράτη μέλη είναι κατακερματισμένη λόγω της έλλειψης σαφούς ορισμού και, ως εκ τούτου, ζητεί σαφή ορισμό των εμπιστευτικών πληροφοριών· τονίζει, εν προκειμένω, ότι απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες από τα κράτη μέλη προκειμένου να προσδιοριστούν και να αποσαφηνιστούν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες η κεντρική διεύθυνση δεν υποχρεούται να διαβιβάζει πληροφορίες που θα μπορούσαν να είναι επιζήμιες· επαναλαμβάνει την έκκλησή του(26) να αποτραπεί η κατάχρηση των κανόνων εμπιστευτικότητας ως μέσο περιορισμού της πρόσβασης σε πληροφορίες και της αποτελεσματικής συμμετοχής και καλεί την Επιτροπή, στο πλαίσιο της αναθεώρησης της οδηγίας 2009/38/ΕΚ, να απαιτήσει από τα κράτη μέλη να ορίσουν σαφώς σε ποιες περιπτώσεις δικαιολογείται η εμπιστευτικότητα προκειμένου να περιοριστεί η πρόσβαση σε πληροφορίες·

Βελτίωση της επίλυσης διαφορών

16.  τονίζει ότι, σε περιπτώσεις διαφωνίας σχετικά με το κατά πόσο πρέπει να διεξαχθεί διαδικασία ενημέρωσης ή διαβούλευσης, υπάρχει έλλειψη καθοδήγησης σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης των αρνητικών επιπτώσεων που μπορεί να έχουν τέτοιες διαφωνίες για τα ΕΣΕ και τους εκπροσώπους των εργαζομένων· τονίζει, ως εκ τούτου, την προστιθέμενη αξία που θα μπορούσαν να έχουν οι πρωτοβουλίες της Ένωσης για την παροχή τέτοιας καθοδήγησης·

Θέσπιση αποτελεσματικών, αποτρεπτικών και αναλογικών κυρώσεων

17.  εκφράζει την ανησυχία του για την κατακερματισμένη και ανεπαρκή συμμόρφωση με την οδηγία 2009/38/ΕΚ σε όλη την Ένωση και τονίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί η ορθή, αποτελεσματική και έγκαιρη συμμόρφωση, εφαρμογή και επιβολή της οδηγίας προς όφελος των εργαζομένων σε όλη την Ένωση·

18.  ζητεί, στο πλαίσιο αυτό, ενισχυμένους κανόνες και διαδικασίες και άλλα μέτρα, όπως η θέσπιση στην οδηγία 2009/38/ΕΚ του δικαιώματος να ζητείται η έκδοση προσωρινής διαταγής από τα εθνικά δικαστήρια ή άλλες αρμόδιες αρχές για προσωρινή αναστολή της εφαρμογής των αποφάσεων διαχείρισης έως ότου η διαδικασία ενημέρωσης και διαβούλευσης με το ΕΣΕ λάβει χώρα στο σχετικό επίπεδο διοίκησης και εκπροσώπησης και κατά τρόπο που να καθιστά δυνατή την αιτιολογημένη απάντηση από τη διοίκηση σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία·

19.  εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι σε πολλά κράτη μέλη οι κυρώσεις για μη συμμόρφωση δεν είναι αποτελεσματικές, αποτρεπτικές ή αναλογικές, όπως απαιτεί η οδηγία 2009/38/ΕΚ· τονίζει ότι οι διατάξεις που διέπουν τις κυρώσεις των κρατών μελών πρέπει να ενισχυθούν προκειμένου να βελτιωθεί η συμμόρφωση με την οδηγία 2009/38/ΕΚ, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι δεν δημιουργεί επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις· επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς την Επιτροπή να αναθεωρήσει την οδηγία 2009/38/ΕΚ με σκοπό τη θέσπιση αποτελεσματικών, αποτρεπτικών και αναλογικών κυρώσεων προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωση·

Κατάργηση της εξαίρεσης των συμφωνιών που προηγούνται της οδηγίας

20.  επισημαίνει ότι, πάνω από 25 έτη μετά την έγκριση της πρώτης οδηγίας ΕΣΕ(27), πολλές συμφωνίες που είχαν συναφθεί πριν από την οδηγία εξακολουθούν να ισχύουν και δεν έχουν προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της οδηγίας 2009/38/ΕΚ· πιστεύει ότι είναι σημαντικό όλες οι συμφωνίες ΕΣΕ να διέπονται από τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις, προκειμένου να διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση των εργαζομένων, η πρόσβαση στην εφαρμογή υψηλών προτύπων της Ένωσης και η ασφάλεια δικαίου· επαναλαμβάνει την προηγούμενη έκκλησή του προς την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να θέσουν τέλος στην εξαίρεση για τις επονομαζόμενες εθελοντικές συμφωνίες που προηγούνται της οδηγίας και ζητεί την αναθεώρηση των σχετικών διατάξεων της οδηγίας 2009/38/ΕΚ, με στόχο να δημιουργηθούν ισότιμοι όροι κανονιστικού ανταγωνισμού που να διέπουν τη λειτουργία των ΕΣΕ·

Εξασφάλιση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη

21.  τονίζει τη σημασία της πρόσβασης των ΕΣΕ σε δικαστήρια ή αρμόδιες εθνικές αρχές εργασίας· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα ΕΣΕ αντιμετωπίζουν εμπόδια κατά την άσκηση των δικαιωμάτων ενημέρωσης και διαβούλευσης, όπως ορίζονται στην οδηγία 2009/38/ΕΚ· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι σε ορισμένα κράτη μέλη τα δικαστήρια ή οι αρχές που είναι αρμόδιες να παρέχουν συμβουλές ή να εξετάζουν ή να επιλύουν διαφορές που σχετίζονται με τα ΕΣΕ δεν διαθέτουν εμπειρογνωμοσύνη στα ζητήματα που προβλέπονται στην εν λόγω οδηγία· καλεί εκ νέου τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν τη διευκόλυνση των διοικητικών και νομικών διαδικασιών για αποτελεσματική πρόσβαση των ΕΣΕ και των ειδικών διαπραγματευτικών ομάδων στη δικαιοσύνη, καθώς και για τον προσδιορισμό του νομικού καθεστώτος των ΕΣΕ και των ειδικών διαπραγματευτικών ομάδων, συμπεριλαμβανομένης της αναγνώρισης νομικής προσωπικότητας, στο πλαίσιο της εκτίμησης επιπτώσεων της Επιτροπής·

22.  τονίζει το δικαίωμα των εργαζομένων και των εργοδοτών, ή των αντίστοιχων οργανώσεών τους, να συμμετέχουν σε συλλογικές διαπραγματεύσεις και να απολαύουν της ελευθερίας του συνέρχεσθαι, καθώς και το γεγονός ότι δεν θα πρέπει να υπάρχουν παρεμβάσεις από τους εργοδότες που θα μπορούσαν να περιορίσουν τα εν λόγω δικαιώματα και ότι οι εκπρόσωποι των εργαζομένων σε ΕΣΕ θα πρέπει να προστατεύονται κατά την άσκηση των δικαιωμάτων τους από τυχόν πρακτικές αντιποίνων·

23.  τονίζει τη σημασία των αγορών εργασίας χωρίς αποκλεισμούς και το γεγονός ότι απαιτείται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για την επίτευξη της ισότητας των φύλων στον χώρο εργασίας· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι πρέπει να γίνουν ακόμη πολλά προκειμένου να εξασφαλιστούν ίσες ευκαιρίες και τονίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί μεγαλύτερη συμμετοχή των γυναικών και των ατόμων με αναπηρία στην αγορά εργασίας· υπογραμμίζει τη σημασία της διασφάλισης ισόρροπης εκπροσώπησης των φύλων στη σύνθεση των ΕΣΕ και τονίζει ότι τα μέλη των ΕΣΕ και άλλα όργανα εκπροσώπησης των εργαζομένων μπορούν να αποτελέσουν χρήσιμα εργαλεία στο πλαίσιο αυτό·

24.  ζητεί να υποβάλει η Επιτροπή, μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 2024, βάσει του άρθρου 153 παράγραφος 1 στοιχείο ε) ΣΛΕΕ, πρόταση για αναθεώρηση της οδηγίας 2009/38/ΕΚ, ακολουθώντας τις συστάσεις που παρατίθενται στο παράρτημα·

o
o   o

25.  αναθέτει στην Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα καθώς και τις συνημμένες συστάσεις στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο.

(1) ΕΕ L 122 της 16.5.2009, σ. 28.
(2) ΕΕ L 80 της 23.3.2002, σ. 29.
(3) ΕΕ L 294 της 10.11.2001, σ. 22.
(4) ΕΕ L 207 της 18.8.2003, σ. 25.
(5) ΕΕ L 225 της 12.8.1998, σ. 16.
(6) ΕΕ L 303 της 2.12.2000, σ. 16.
(7) ΕΕ L 82 της 22.3.2001, σ. 16.
(8) ΕΕ L 157 της 15.6.2016, σ. 1.
(9) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P9_TA(2021)0025.
(10) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P9_TA(2021)0508.
(11) https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:52018AE1917&rid=3
(12) Μελέτη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 31ης Αυγούστου 2020, σ. 24.
(13) Μελέτη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 31ης Αυγούστου 2020, σ. 25.
(14) ETUI. Can anybody hear us? An overview of the 2018 survey of EWC and SEWC representatives (2019).
(15) https://www.eurofound.europa.eu/el/node/52251
(16) https://www.boeckler.de/en/faust-detail.htm?sync_id=8473
(17) Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής, της 14ης Μαΐου 2018, σ. 33-35.
(18) Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής, της 14ης Μαΐου 2018, σ. 34.
(19) Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής, της 14ης Μαΐου 2018, σ. 34.
(20) Αξιολόγηση της ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας του Κοινοβουλίου, Νοέμβριος 2012.
(21) Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής, της 14ης Μαΐου 2018, σ. 6.
(22) Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής, της 14ης Μαΐου 2018, σ. 27-28.
(23) https://www.eurofound.europa.eu/el/publications/report/2020/erm-report-2020-restructuring-across-borders
(24) ΕΕ C 493 της 27.12.2022, σ. 130.
(25) Οι συμβάσεις διαχείρισης είναι συμφωνίες με τις οποίες μία επιχείρηση, ενώ παραμένει ανεξάρτητη δομή, αναθέτει την καθημερινή λειτουργία της σε άλλη επιχείρηση. Επομένως, η επιχείρηση που ασκεί τη διαχείριση μπορεί να ελέγχει τους υπαλλήλους της επιχείρησης που υπόκειται σε διαχείριση, χωρίς να έχει την κυριότητα της ίδιας της επιχείρησης.
(26) P9_TA(2021)0508, παράγραφος 30.
(27) Οδηγία 94/45/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 1994, για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους (EE L 254 της 30.9.1994, σ. 64).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΨΗΦΙΣΜΑ

ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΖΗΤΟΥΜΕΝΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/38/ΕΚ για τη θέσπιση ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους, βάσει των ακόλουθων συστάσεων:

1.  Η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση δημιουργούν ευκαιρίες και προκλήσεις για τις αγορές εργασίας, τους εργοδότες και τους εργαζομένους. Για την εξεύρεση βιώσιμων λύσεων για τις αλλαγές στην αγορά εργασίας, οι εργαζόμενοι, οι εργοδότες και οι πολίτες θα πρέπει να ενθαρρύνονται να συμμετέχουν στα δημοκρατικά συστήματα και στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.

2.  Τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων αποτελούν αδιαμφισβήτητα επιτυχία και σημαντικό πυλώνα του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου. Έχουν περάσει σχεδόν τρεις δεκαετίες από την έκδοση και τη μεταφορά της οδηγίας 94/45/ΕΚ στο εθνικό δίκαιο και πάνω από μία δεκαετία από την έκδοση της οδηγίας 2009/38/ΕΚ. Δεν δικαιολογείται πλέον η εξαίρεση των συμφωνιών που είχαν υπογραφεί πριν από την οδηγία 94/45/ΕΚ, ούτε η διατήρηση αυτής της κατά τα άλλα παρωχημένης οδηγίας για τις συμφωνίες που υπογράφηκαν ή τροποποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου μεταφοράς της οδηγίας 2009/38/ΕΚ στο εθνικό δίκαιο. Ως εκ τούτου, οι συμφωνίες που εξαιρούνται βάσει του άρθρου 14 της οδηγίας 2009/38/ΕΚ θα πρέπει να ενταχθούν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας.

3.  Ορισμένες αποφάσεις που ενδέχεται να επηρεάζουν σημαντικά με άμεσο ή έμμεσο τρόπο τα συμφέροντα των εργαζομένων πρέπει να υπόκεινται το ταχύτερο δυνατόν σε ενημέρωση και διαβούλευση με τους διορισμένους εκπροσώπους των εργαζομένων.

4.  Παρά το γεγονός ότι οι οδηγίες 94/45/ΕΚ και 2009/38/ΕΚ θέσπισαν διακρατικά συλλογικά εργασιακά δικαιώματα σχετικά με την ενημέρωση και τη διαβούλευση, στην πράξη τα δικαιώματα αυτά συχνά δεν γίνονται σεβαστά και έχει αποδειχθεί ότι είναι πολύ δύσκολο να εφαρμοστούν. Σε πολλές περιπτώσεις, οι εργοδότες έχουν εφαρμόσει μέτρα σχετικά με διακρατικά ζητήματα χωρίς να ενημερώσουν το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων και να διαβουλευθούν με αυτό (Renault Vilvoorde)(1), και συχνά τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων ενημερώνονται και ζητείται η γνώμη τους μόνο μετά την εφαρμογή μέτρων σχετικών με διακρατικά ζητήματα. Επομένως, θα πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις που θα επιτρέπουν την αποτελεσματική επιβολή.

Η οδηγία 2009/38/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)  Στο άρθρο 1, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο::

«4. Διακρατικά θεωρούνται τα ζητήματα των οποίων οι ενδεχόμενες επιπτώσεις αφορούν, άμεσα ή έμμεσα, μια επιχείρηση ενωσιακής κλίμακας ή το σύνολο ενός ομίλου επιχειρήσεων ενωσιακής κλίμακας ή τουλάχιστον δύο επιχειρήσεις ή εγκαταστάσεις της επιχείρησης ή του ομίλου που βρίσκονται σε δύο διαφορετικά κράτη μέλη.

4α.  Προκειμένου να καθοριστεί ο διακρατικός χαρακτήρας ενός ζητήματος λαμβάνεται υπόψη το εύρος των πιθανών αποτελεσμάτων του και το εμπλεκόμενο επίπεδο της διοίκησης ή της εκπροσώπησης. Περιλαμβάνονται ζητήματα τα οποία, ανεξάρτητα από τον αριθμό των εμπλεκόμενων κρατών μελών, αφορούν τους εργαζομένους λόγω του εύρους των πιθανών επιπτώσεών τους, καθώς και ζητήματα που αφορούν τη μεταβίβαση δραστηριοτήτων μεταξύ δύο ή περισσότερων κρατών μελών. Θεωρείται ότι θίγονται επιχειρήσεις ή εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε διαφορετικά κράτη μέλη όταν μπορεί ευλόγως να υποτεθεί ότι ένα θέμα που επηρεάζει μια επιχείρηση ή μια εγκατάσταση έχει ή μπορεί να έχει στο εγγύς μέλλον επιπτώσεις σε επιχειρήσεις ή εγκαταστάσεις σε άλλα κράτη μέλη, ακόμη και όταν οι αποφάσεις που προτίθεται να λάβει μια επιχείρηση ή ένας όμιλος επιχειρήσεων λαμβάνονται σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο παράγονται τα εν λόγω αποτελέσματα.».

2)  Στο άρθρο 2, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)  το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ) εκπρόσωποι των εργαζομένων: συνδικαλιστικές οργανώσεις ή εκπρόσωποι των εργαζομένων που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο ή τις πρακτικές·»·

β)  το στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ) «διαβούλευση»: η καθιέρωση διαλόγου και ανταλλαγής απόψεων μεταξύ των εκπροσώπων των εργαζομένων και της κεντρικής διεύθυνσης ή τυχόν άλλου καταλληλότερου επιπέδου διεύθυνσης, σε χρόνο, με τρόπο και με περιεχόμενο που δίνουν τη δυνατότητα στους εκπροσώπους των εργαζομένων, με βάση τα στοιχεία που παρασχέθηκαν, να διατυπώσουν εκ των προτέρων γνώμη για τα προτεινόμενα μέτρα με τα οποία σχετίζεται η διαβούλευση, με κάθε επιφύλαξη των ευθυνών της διεύθυνσης και σε εύλογη προθεσμία, η οποία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από την επιχείρηση ενωσιακής κλίμακας ή τον όμιλο επιχειρήσεων ενωσιακής κλίμακας. Η διαβούλευση πραγματοποιείται κατά τρόπο που να επιτρέπει στους εκπροσώπους των εργαζομένων να λαμβάνουν αιτιολογημένη απάντηση από την κεντρική διεύθυνση σε εύθετο χρόνο πριν από την έκδοση της απόφασης·».

3)  Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)  η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. «Για την επίτευξη του στόχου που ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, η κεντρική διεύθυνση αρχίζει διαπραγματεύσεις για τη σύσταση ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή διαδικασία ενημέρωσης και διαβούλευσης, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν κοινής ή χωριστής γραπτής αίτησης τουλάχιστον 100 εργαζομένων ή των εκπροσώπων τους, οι οποίοι υπάγονται σε τουλάχιστον δύο επιχειρήσεις ή εγκαταστάσεις σε τουλάχιστον δύο διαφορετικά κράτη μέλη.»·

β)  η παράγραφος 2, εισαγωγή, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Για τον σκοπό αυτό, συγκροτείται ειδική διαπραγματευτική ομάδα εντός έξι μηνών από την ημερομηνία της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 1, με δυνατότητα εξάμηνης παράτασης, σύμφωνα με τις ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές:

γ)  στην παράγραφο 2, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) Τα μέλη της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας εκλέγονται ή διορίζονται ανάλογα με τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούνται σε κάθε κράτος μέλος από την επιχείρηση ενωσιακής κλίμακας ή τον όμιλο επιχειρήσεων ενωσιακής κλίμακας, κατά τρόπο που επιδιώκει την επίτευξη ισόρροπης εκπροσώπησης των φύλων, κατανέμοντας για κάθε κράτος μέλος μία έδρα ανά μερίδα εργαζομένων που απασχολούνται στο ίδιο κράτος μέλος ίση με το 10% του αριθμού των εργαζομένων που απασχολούνται στο σύνολο των κρατών μελών ή με κλάσμα της εν λόγω μερίδας.»·

δ)  στην παράγραφο 4, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για τους σκοπούς των διαπραγματεύσεων, η ειδική διαπραγματευτική ομάδα μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή εκπροσώπων αρμόδιων αναγνωρισμένων συνδικαλιστικών οργανώσεων σε ενωσιακό επίπεδο και, εάν χρειάζεται, περαιτέρω εμπειρογνωμόνων της επιλογής της. Οι εμπειρογνώμονες και οι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι μπορούν να παρευρίσκονται, με συμβουλευτική ιδιότητα, στις διαπραγματευτικές συνεδριάσεις, κατόπιν αιτήματος της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας.»·

ε)  στην παράγραφο 6, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τηρουμένης αυτής της αρχής, τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν δημοσιονομικούς κανόνες σχετικά με τη λειτουργία της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας. Ειδικότερα, μπορούν να περιορίζουν τη χρηματοδότηση για την κάλυψη μόνο ενός εμπειρογνώμονα, επιπλέον του εκπροσώπου μιας αναγνωρισμένης συνδικαλιστικής οργάνωσης σε ενωσιακό επίπεδο.».

4)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 5α

Στόχοι όσον αφορά την ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων στα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων και στις ειδικές επιτροπές

Η κεντρική διεύθυνση και η ειδική διαπραγματευτική ομάδα κατά τη σύσταση νέου ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων, ή η κεντρική διεύθυνση και το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων κατά την αναδιαπραγμάτευση συμφωνίας περί ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων, διαπραγματεύονται με πνεύμα καλόπιστης συνεργασίας τις αναγκαίες ρυθμίσεις προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων υπόκεινται στους ακόλουθους στόχους:

α)  το υποεκπροσωπούμενο φύλο περιλαμβάνει τουλάχιστον το 40 % των μελών του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων·

β)  τα μέλη του υποεκπροσωπούμενου φύλου κατέχουν τουλάχιστον το 40 % των θέσεων σε ειδική επιτροπή.

Ο αριθμός των μελών του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων και των θέσεων σε ειδικές επιτροπές που κρίνονται αναγκαίες για την επίτευξη του στόχου που καθορίζεται στο πρώτο εδάφιο πρέπει να είναι ο πλησιέστερος προς το ποσοστό του 40 %, χωρίς όμως να υπερβαίνει το 49 %.».

5)  Στο άρθρο 6 παράγραφος 2, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) τη σύνθεση του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων, τον αριθμό των μελών, την κατανομή των εδρών, λαμβανομένης υπόψη, στο μέτρο του δυνατού, της ανάγκης ισόρροπης εκπροσώπησης των εργαζομένων κατά δραστηριότητα και κατηγορία, και τη διάρκεια της θητείας, συμπεριλαμβανομένης μιας δέσμης ειδικών απαιτήσεων κατά την κατανομή των εδρών για την επίτευξη της ισόρροπης εκπροσώπησης των φύλων.».

6)  Στο άρθρο 7 παράγραφος 1, η δεύτερη και η τρίτη περίπτωση αντικαθίστανται με το ακόλουθο κείμενο:

«- εάν η πρώτη συνεδρίαση της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας δεν συγκληθεί εντός έξι μηνών από την υποβολή του αιτήματος που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1,

—  εάν, εντός 18 μηνών από την ημερομηνία υποβολής του εν λόγω αιτήματος, τα μέρη δεν καταφέρουν να καταλήξουν στη συμφωνία που αναφέρεται στο άρθρο 6 και η ειδική διαπραγματευτική ομάδα δεν λάβει την απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 5.».

7)  Στο άρθρο 8, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο(2):

«1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέλη της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας και του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων, καθώς και οι εμπειρογνώμονες που ενδεχομένως τα επικουρούν, δεν επιτρέπεται, υπό τους όρους και εντός των ορίων που θέτουν η ενωσιακή και η εθνική νομοθεσία και βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, να αποκαλύπτουν σε τρίτους τις πληροφορίες που τους ανακοινώθηκαν ρητά ως εμπιστευτικές στο πλαίσιο του έννομου συμφέροντος της επιχείρησης ή της εγκατάστασης.

Το ίδιο ισχύει και για τους εκπροσώπους των εργαζομένων στο πλαίσιο διαδικασίας για την ενημέρωση και τη διαβούλευση.

Η υποχρέωση αυτή εξακολουθεί να υφίσταται, ανεξάρτητα από τον τόπο όπου βρίσκονται τα πρόσωπα που αναφέρονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο, και μετά τη λήξη της θητείας τους:

Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται στα μέλη του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων που αποκαλύπτουν πληροφορίες σε εθνικά ή τοπικά συμβούλια εργαζομένων, οι οποίες ενδέχεται να επηρεάσουν την κατάσταση των εργαζομένων, εφόσον οι πληροφορίες αυτές τους έχουν παρασχεθεί εμπιστευτικά και υπόκεινται στους εθνικούς κανόνες περί εμπιστευτικότητας.

Η κεντρική διεύθυνση παρέχει στα μέλη του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων τα αντικειμενικά κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και καθορίζει τη διάρκεια των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας.

2.  Κάθε κράτος μέλος προβλέπει ότι, σε συγκεκριμένες και αιτιολογημένες περιπτώσεις και υπό τους όρους και εντός των ορίων που θέτει η εθνική νομοθεσία, η κεντρική διεύθυνση που βρίσκεται εγκατεστημένη στην επικράτειά του δεν είναι υποχρεωμένη να ανακοινώνει πληροφορίες εφόσον η φύση τους είναι τέτοια που, σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια, ενδέχεται να δυσχεράνουν σοβαρά τη λειτουργία των συγκεκριμένων επιχειρήσεων.

Το κράτος μέλος θέτει ως προϋπόθεση για την απαλλαγή αυτή την έκδοση προηγούμενης διοικητικής ή δικαστικής άδειας.».

8)  Στο άρθρο 9, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«Μια διαδικασία ενημέρωσης και διαβούλευσης κινείται εντός χρονικού πλαισίου και κατά τρόπο που να επιτρέπει στο ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων να διαβουλεύεται ουσιαστικά με τους ενδιαφερόμενους εκπροσώπους των εργαζομένων σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, με σκοπό να διατυπώσει τη γνώμη του πριν από την ολοκλήρωση της διαδικασίας διαβούλευσης στο αντίστοιχο επίπεδο.

Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της κεντρικής διεύθυνσης και του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή των εκπροσώπων των εργαζομένων σχετικά με το κατά πόσο πρέπει να διεξαχθεί ενημέρωση και διαβούλευση, η κεντρική διεύθυνση αναφέρει τους γραπτούς και δεόντως τεκμηριωμένους λόγους για τους οποίους δεν εφαρμόζονται οι απαιτήσεις ενημέρωσης και διαβούλευσης δυνάμει της παρούσας οδηγίας ή συμφωνιών που συνήφθησαν κατ’ εφαρμογή αυτής, συμπεριλαμβανομένων των λόγων που δικαιολογούν την απουσία διακρατικών ζητημάτων.

Εφόσον είναι αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων, το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων ή η ειδική επιτροπή μπορούν να ζητήσουν τη συνδρομή εμπειρογνωμόνων της επιλογής τους. Στους εν λόγω εμπειρογνώμονες μπορεί να περιλαμβάνονται εκπρόσωποι των αρμόδιων αναγνωρισμένων συνδικαλιστικών οργανώσεων σε ενωσιακό επίπεδο. Κατόπιν αιτήματος του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων, οι εν λόγω εμπειρογνώμονες συμμετέχουν στις συνεδριάσεις του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων και στις συνεδριάσεις με την κεντρική διεύθυνση με συμβουλευτική ιδιότητα.

Σύμφωνα με το παρόν άρθρο, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν δημοσιονομικούς κανόνες σχετικά με τη λειτουργία του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων. Ειδικότερα, μπορούν να περιορίζουν τη χρηματοδότηση για την κάλυψη την αναζήτησης στήριξης από έναν και μόνο εμπειρογνώμονα, επιπλέον του εκπροσώπου μιας αναγνωρισμένης συνδικαλιστικής οργάνωσης σε ενωσιακό επίπεδο.».

9)  Το άρθρο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 10

Ρόλος και προστασία των εκπροσώπων των εργαζομένων

1.  Με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας άλλων φορέων ή οργανισμών εν προκειμένω, τα μέλη της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας και τα μέλη του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων διαθέτουν τα μέσα και την νομική ικανότητα που απαιτούνται για την εφαρμογή των δικαιωμάτων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία, για να εκπροσωπούν συλλογικά τα συμφέροντα των εργαζομένων της επιχείρησης ενωσιακής κλίμακας ή του ομίλου επιχειρήσεων ενωσιακής κλίμακας.

2.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 8, τα μέλη του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων έχουν το δικαίωμα και τους αναγκαίους πόρους να ενημερώνουν τους εκπροσώπους των εργαζομένων των εγκαταστάσεων ή των επιχειρήσεων ομίλου επιχειρήσεων ενωσιακής κλίμακας ή, ελλείψει εκπροσώπων, το σύνολο των εργαζομένων, σχετικά με το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της διαδικασίας ενημέρωσης και διαβούλευσης που διεξάγεται και όποτε κρίνεται αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων του συμβουλίου που απορρέουν από την παρούσα οδηγία, ιδίως πριν και μετά τις συνεδριάσεις του.

3.  Τα μέλη των ειδικών διαπραγματευτικών ομάδων, τα μέλη των ευρωπαϊκών συμβουλίων εργαζομένων και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων που ασκούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 απολαύουν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος σύστασης συνδικαλιστικών ενώσεων και συμμετοχής σε αυτές, προστασίας, ιδίως έναντι αντιποίνων ή απόλυσης, καθώς και εγγυήσεων ανάλογων με εκείνες που προβλέπονται για τους εκπροσώπους των εργαζομένων από την εθνική νομοθεσία ή/και πρακτική που ισχύει στη χώρα απασχόλησής τους.

Αυτό αφορά ιδιαίτερα τη συμμετοχή στις συνεδριάσεις της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας ή του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή σε οποιαδήποτε άλλη συνεδρίαση, η οποία πραγματοποιείται στο πλαίσιο της συμφωνίας κατά το άρθρο 6 παράγραφος 3, καθώς και την καταβολή των αποδοχών των μελών που ανήκουν στο προσωπικό της επιχείρησης ενωσιακής κλίμακας ή του ενωσιακής κλίμακας ομίλου επιχειρήσεων, κατά την αναγκαία για την άσκηση των καθηκόντων τους απουσία.

Ένα μέλος ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας ή του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή ο αναπληρωτής του, που είναι μέλος πληρώματος ποντοπόρου σκάφους, δικαιούται να συμμετέχει σε συνεδρίαση της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας ή του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή σε οποιαδήποτε άλλη συνάντηση κατά τις όποιες διαδικασίες που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3, σε περίπτωση που το εν λόγω μέλος ή ο αναπληρωτής του δεν βρίσκεται εν πλω ή σε λιμένα κράτους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο η ναυτιλιακή εταιρεία έχει την έδρα της, όταν πραγματοποιείται η συνεδρίαση.

Οι συνεδριάσεις, όπου είναι εφικτό, πρέπει να προγραμματίζονται ώστε να διευκολύνουν τη συμμετοχή των μελών, ή των αναπληρωτών, που είναι μέλη των πληρωμάτων ποντοπόρων σκαφών.

Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα μέλος της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας ή του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή ο αναπληρωτής του, που είναι μέλος του πληρώματος ποντοπόρου σκάφους, δεν δύναται να παραστεί στη συνεδρίαση, εξετάζεται η δυνατότητα χρησιμοποίησης, εφόσον είναι δυνατόν, νέων τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας.

4.  Στο βαθμό που είναι απαραίτητο για την άσκηση των καθηκόντων εκπροσώπησης σε διεθνές περιβάλλον, παρέχεται επιμόρφωση χωρίς επιβάρυνση και χωρίς απώλεια μισθού στα μέλη της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας ή του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων.».

10)  Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)  η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο(3):

«2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν κατάλληλα μέτρα σε περίπτωση που δεν τηρείται η παρούσα οδηγία, ιδίως, εξασφαλίζουν την ύπαρξη και την εύκολη πρόσβαση σε κατάλληλες διοικητικές και δικαστικές διαδικασίες, ώστε να επιτυγχάνεται η άσκηση των δικαιωμάτων και η επιβολή των υποχρεώσεων που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία κατά τρόπο έγκαιρο και αποτελεσματικό.

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν αποτελεσματικές δικαστικές διαδικασίες, στις οποίες υπάρχει έγκαιρη πρόσβαση, για την αίτηση για προσωρινή αναστολή των αποφάσεων της κεντρικής διεύθυνσης και τον τερματισμό της, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας αίτησης για έκδοση προκαταρκτικής δικαστικής εντολής, όταν οι αποφάσεις αυτές έχουν προσβληθεί λόγω παραβίασης των απαιτήσεων ενημέρωσης και διαβούλευσης δυνάμει της παρούσας οδηγίας ή των συμφωνιών που συνάπτονται κατ’ εφαρμογή της. Τα αποτελέσματα των προσβαλλόμενων αποφάσεων επί των συμβάσεων εργασίας ή των σχέσεων εργασίας των θιγόμενων εργαζομένων αναστέλλονται αναλόγως.»·

β)  στην παράγραφο 3, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Τα κράτη μέλη, όταν εφαρμόζουν το άρθρο 8, προβλέπουν διαδικασίες διοικητικών ή δικαστικών προσφυγών, τις οποίες μπορούν να κινήσουν το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων ή/και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων όταν η κεντρική διεύθυνση απαιτεί να τηρείται ο εμπιστευτικός χαρακτήρας των πληροφοριών ή δεν παρέχει πληροφορίες σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο. Οι εν λόγω διαδικασίες διασφαλίζουν την έγκαιρη λήψη απόφασης, ώστε το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων να μπορεί να ασκεί αποτελεσματικά τα δικαιώματά του για ενημέρωση και διαβούλευση.

Η κεντρική διεύθυνση αναλαμβάνει τις δικαστικές δαπάνες που προκύπτουν από τη διεξαγωγή των διαδικασιών, τις δαπάνες νομικής εκπροσώπησης και παρεπόμενες δαπάνες, όπως τα έξοδα διαμονής και ταξιδίου για τουλάχιστον έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων.».

11)  Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 11α

Κυρώσεις

1.  Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης της παρούσας οδηγίας ή των συμφωνιών που συνάπτονται κατ’ εφαρμογή της. Οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

2.  Οι κυρώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν:

α)  χρηματικές ποινές ανάλογες προς τη φύση, τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της παραβίασης που διέπραξε η επιχείρηση και οι οποίες αυξάνονται ανάλογα με τον αριθμό των θιγόμενων εργαζομένων·

β)  διαταγές που αποκλείουν την επιχείρηση από το δικαίωμα σε ορισμένες ή όλες τις δημόσιες παροχές, ενισχύσεις ή επιδοτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των κονδυλίων της ΕΕ που διαχειρίζονται τα οικεία κράτη μέλη, για περίοδο έως τριών ετών·

γ)  διαταγές που αποκλείουν τη συμμετοχή της επιχείρησης σε δημόσια σύμβαση, όπως ορίζεται στην οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(4).

3.  Σε περίπτωση παραβιάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 οι οποίες δεν διαπράττονται εκ προθέσεως, οι χρηματικές ποινές που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) είναι ουσιαστικές και ισοδύναμες με εκείνες που προβλέπονται στο άρθρο 83 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679(5).

4.  Σε περίπτωση παραβιάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 οι οποίες διαπράττονται εκ προθέσεως, οι χρηματικές ποινές που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) είναι ουσιαστικές και ισοδύναμες με εκείνες που προβλέπονται στο άρθρο 83 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.».

12)  Το άρθρο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 14

Ισχύουσες συμφωνίες

1.  Οι υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα οδηγία εφαρμόζονται πλήρως σε όλες τις επιχειρήσεις ενωσιακής κλίμακας ή τους ομίλους επιχειρήσεων ενωσιακής κλίμακας έως τις ... [δύο έτη μετά την προθεσμία για τη μεταφορά της παρούσας τροποποιητικής οδηγίας στο εθνικό δίκαιο].

2.  Όλες οι συμφωνίες που έχουν συναφθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 13 παράγραφος 1 της οδηγίας 94/45/ΕΚ και οι συμφωνίες που έχουν συναφθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6 της οδηγίας 94/45/ΕΚ, οι οποίες υπεγράφησαν ή αναθεωρήθηκαν μεταξύ της 5ης Ιουνίου 2009 και της 5ης Ιουνίου 2011, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας χωρίς υποχρέωση επαναδιαπραγμάτευσης. Η επαναδιαπραγμάτευση υφιστάμενων συμφωνιών παραμένει δυνατή κατ’ εφαρμογή των σχετικών διατάξεων των ίδιων των συμφωνιών και όπως ορίζεται στα άρθρα 5 και 13 της παρούσας οδηγίας.

3.  Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις διατάξεις των υφιστάμενων συμφωνιών που είναι ευνοϊκότερες για τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων.».

13)  Στο άρθρο 16, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα ληφθέντα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 το συντομότερο δυνατόν.».

14)  Το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:

α)  το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. «Το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων δικαιούται να συνέρχεται με την κεντρική διεύθυνση δύο φορές κατ’ έτος προκειμένου να ενημερώνεται και να γνωμοδοτεί, με βάση έκθεση της κεντρικής διεύθυνσης, για την εξέλιξη των δραστηριοτήτων και τις προοπτικές της επιχείρησης ενωσιακής κλίμακας ή του ομίλου επιχειρήσεων ενωσιακής κλίμακας. Οι τοπικές διοικήσεις ενημερώνονται σχετικά.»·

β)  στο σημείο 3 η πρώτη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. «Όταν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις ή έχουν ληφθεί αποφάσεις που ενδέχεται να επηρεάσουν τα συμφέροντα των εργαζομένων σε μεγάλο βαθμό και ο επείγων χαρακτήρας δεν επιτρέπει να πραγματοποιηθεί ενημέρωση ή διαβούλευση κατά την επόμενη προγραμματισμένη συνεδρίαση του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων, ιδίως σε περίπτωση μετεγκατάστασης, κλεισίματος εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων ή ομαδικών απολύσεων, η ειδική επιτροπή ή, εάν δεν υπάρχει τέτοια επιτροπή, το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων έχει το δικαίωμα να ενημερώνεται εγκαίρως. Έχει το δικαίωμα να συνεδριάζει, μετά από αίτηση, με την κεντρική διεύθυνση, ή με οποιοδήποτε άλλο καταλληλότερο όργανο διευθυντικού επιπέδου στο πλαίσιο της επιχείρησης ή του ομίλου επιχειρήσεων ενωσιακής κλίμακας που είναι αρμόδιο να λαμβάνει ίδιες αποφάσεις, προκειμένου να ενημερώνεται και να γνωμοδοτεί. Πέρα από την ειδική επιτροπή, τα μέλη του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων που έχουν ορισθεί στις χώρες τις οποίες αφορούν άμεσα ή δυνητικά οι εξαιρετικές περιστάσεις έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν στις έκτακτες συνεδριάσεις.»·

γ)  το σημείο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων ή η ειδική επιτροπή μπορούν να επικουρούνται από εμπειρογνώμονες της επιλογής τους, στο μέτρο που είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. Στους εν λόγω εμπειρογνώμονες μπορεί να περιλαμβάνονται εκπρόσωποι αναγνωρισμένων συνδικαλιστικών οργανώσεων σε ενωσιακό επίπεδο. Κατόπιν αιτήματος του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων, οι εν λόγω εμπειρογνώμονες συμμετέχουν στις συνεδριάσεις του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων και στις συνεδριάσεις με την κεντρική διεύθυνση με συμβουλευτική ιδιότητα.»·

δ)  στο σημείο 6 η πρώτη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Τηρουμένων των αρχών αυτών, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν δημοσιονομικούς κανόνες σχετικά με τη λειτουργία του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων. Ειδικότερα, μπορούν να περιορίζουν τη χρηματοδότηση για την κάλυψη μόνο ενός εμπειρογνώμονα, επιπλέον του εκπροσώπου μιας αναγνωρισμένης συνδικαλιστικής οργάνωσης σε ενωσιακό επίπεδο.».

(1) https://www.eurofound.europa.eu/publications/article/1997/the-renault-case-and-the-future-of-social-europe
(2)2. Το υπάρχον κείμενο έχει ως εξής:«1. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα μέλη της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας και του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων, καθώς και οι εμπειρογνώμονες που ενδεχομένως τα επικουρούν, δεν επιτρέπεται να αποκαλύπτουν σε τρίτους τις πληροφορίες που τους ανακοινώθηκαν ρητά ως εμπιστευτικές.Το ίδιο ισχύει και για τους εκπροσώπους των εργαζομένων στο πλαίσιο διαδικασίας για την ενημέρωση και τη διαβούλευση.Η υποχρέωση αυτή εξακολουθεί να υφίσταται, ανεξάρτητα από τον τόπο όπου βρίσκονται τα πρόσωπα που αναφέρονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο, και μετά τη λήξη της θητείας τους.Κάθε κράτος μέλος προβλέπει ότι, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και υπό τους όρους και εντός των ορίων που θέτει η εθνική νομοθεσία, η κεντρική διεύθυνση που βρίσκεται εγκατεστημένη στην επικράτειά του δεν είναι υποχρεωμένη να ανακοινώνει πληροφορίες εφόσον η φύση τους είναι τέτοια που, σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια, ενδέχεται να δυσχεράνουν σοβαρά τη λειτουργία των συγκεκριμένων επιχειρήσεων ή να τις ζημιώσουν.Τα κράτη μέλη μπορούν να θέσουν ως προϋπόθεση για την απαλλαγή αυτή την έκδοση προηγούμενης διοικητικής ή δικαστικής άδειας.».
(3) Το υπάρχον κείμενο έχει ως εξής: «2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν κατάλληλα μέτρα σε περίπτωση που δεν τηρείται η παρούσα οδηγία, ιδίως, εξασφαλίζουν την ύπαρξη κατάλληλων διοικητικών ή δικαστικών διαδικασιών οι οποίες επιτρέπουν να επιτυγχάνεται η εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία.».
(4) Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 65).
(5) Κανονισμός (EΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

Τελευταία ενημέρωση: 16 Αυγούστου 2023Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου