Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Ιουλίου 2023 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα βιώσιμα προϊόντα και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/125/ΕΚ (COM(2022)0142 – C9-0132/2022 – 2022/0095(COD))(1)
(1) Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία25 είναι η ευρωπαϊκή στρατηγική βιώσιμης ανάπτυξης η οποία αποσκοπεί στον μετασχηματισμό της Ένωσης σε δίκαιη και ευημερούσα κοινωνία με σύγχρονη, ανταγωνιστική, κλιματικά ουδέτερη και κυκλική οικονομία. Θέτει τον φιλόδοξο στόχο να διασφαλιστεί ότι η Ένωση θα καταστεί η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος έως το 2050. Αναγνωρίζει τα πλεονεκτήματα της επένδυσης στην ανταγωνιστική βιωσιμότητα της Ένωσης μέσω της οικοδόμησης δικαιότερης, πιο πράσινης και πιο ψηφιακής Ευρώπης. Τα προϊόντα διαδραματίζουν καίριο ρόλο σʼ αυτή την πράσινη μετάβαση. Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, υπογραμμίζοντας ότι οι τρέχουσες διαδικασίες παραγωγής και τα καταναλωτικά πρότυπα παραμένουν υπερβολικά γραμμικά και εξαρτημένα από την παροχή νέων υλικών που εξορύσσονται, πωλούνται και μεταποιούνται σε αγαθά και, στο τέλος, απορρίπτονται ως απόβλητα ή εκπομπές, δίνει έμφαση στην επείγουσα ανάγκη μετάβασης σε ένα μοντέλο κυκλικής οικονομίας και τονίζει τη σημαντική πρόοδο που απομένει να επιτευχθεί. Προσδιορίζει επίσης την ενεργειακή απόδοση ως προτεραιότητα για την απανθρακοποίηση του ενεργειακού τομέα και για την επίτευξη των κλιματικών στόχων για το 2030 και το 2050.
(1) Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία25 είναι η ευρωπαϊκή στρατηγική βιώσιμης ανάπτυξης η οποία αποσκοπεί στον μετασχηματισμό της Ένωσης σε δίκαιη και ευημερούσα κοινωνία με σύγχρονη, ανταγωνιστική, κλιματικά ουδέτερη και κυκλική οικονομία και περιβάλλον χωρίς τοξικές ουσίες. Θέτει τον φιλόδοξο στόχο να διασφαλιστεί ότι η Ένωση θα καταστεί η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος έως το 2050. Αναγνωρίζει τα πλεονεκτήματα της επένδυσης στην ανταγωνιστική βιωσιμότητα της Ένωσης μέσω της οικοδόμησης δικαιότερης, πιο πράσινης και πιο ψηφιακής Ευρώπης. Τα προϊόντα διαδραματίζουν καίριο ρόλο σʼ αυτή την πράσινη μετάβαση. Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, υπογραμμίζοντας ότι οι τρέχουσες διαδικασίες παραγωγής και τα καταναλωτικά πρότυπα παραμένουν υπερβολικά γραμμικά και εξαρτημένα από την παροχή νέων υλικών που εξορύσσονται, πωλούνται και μεταποιούνται σε αγαθά και, στο τέλος, απορρίπτονται ως απόβλητα ή εκπομπές, δίνει έμφαση στην επείγουσα ανάγκη μετάβασης σε ένα μοντέλο κυκλικής οικονομίας και τονίζει τη σημαντική πρόοδο που απομένει να επιτευχθεί. Προσδιορίζει επίσης την ενεργειακή απόδοση ως προτεραιότητα για την απανθρακοποίηση του ενεργειακού τομέα και για την επίτευξη των κλιματικών στόχων για το 2030 και το 2050.
__________________
__________________
25 Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία» (COM(2019)0640).
25 Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία» (COM(2019)0640).
(2) Για να επιταχυνθεί η μετάβαση σε ένα μοντέλο κυκλικής οικονομίας, η Επιτροπή σχεδίασε, στο σχέδιο δράσης της για την κυκλική οικονομία, ένα θεματολόγιο προσανατολισμένο στο μέλλον για την επίτευξη πιο καθαρής και πιο ανταγωνιστικής Ευρώπης26, με στόχο να καταστεί το κανονιστικό πλαίσιο κατάλληλο για ένα βιώσιμο μέλλον. Όπως ορίζεται στο εν λόγω σχέδιο, επί του παρόντος δεν υπάρχει ολοκληρωμένο σύνολο απαιτήσεων που να διασφαλίζει ότι όλα τα προϊόντα που διατίθενται στην ενωσιακή αγορά καθίστανται ολοένα και πιο βιώσιμα και ότι πληρούν τους όρους κυκλικότητας. Ειδικότερα, ο σχεδιασμός των προϊόντων δεν προωθεί επαρκώς τη βιωσιμότητα καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής. Ως εκ τούτου, τα προϊόντα αντικαθίστανται συχνά, με σημαντική χρήση ενέργειας και πόρων για την παραγωγή και διανομή νέων προϊόντων και την απόρριψη των παλαιών. Εξακολουθεί να είναι πολύ δύσκολο για τους οικονομικούς φορείς και τους πολίτες να κάνουν βιώσιμες επιλογές σε σχέση με τα προϊόντα, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν σχετικές πληροφορίες και οικονομικά προσιτές επιλογές για τον σκοπό αυτόν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να χάνονται ευκαιρίες για τη βιωσιμότητα και για δραστηριότητες διατήρησης της αξίας, να είναι περιορισμένη η ζήτηση δευτερογενών υλικών και να δημιουργούνται εμπόδια στην υιοθέτηση κυκλικών επιχειρηματικών μοντέλων.
(2) Για να επιταχυνθεί η μετάβαση σε ένα μοντέλο κυκλικής οικονομίας, η Επιτροπή σχεδίασε, στο σχέδιο δράσης της για την κυκλική οικονομία, ένα θεματολόγιο προσανατολισμένο στο μέλλον για την επίτευξη πιο καθαρής και πιο ανταγωνιστικής Ευρώπης26, με στόχο να καταστεί το κανονιστικό πλαίσιο κατάλληλο για ένα βιώσιμο μέλλον. Στο σχέδιο τονίζεται ότι, όσον αφορά τους πολίτες, η κυκλική οικονομία θα παρέχει υψηλής ποιότητας, λειτουργικά και ασφαλή προϊόντα, τα οποία είναι αποδοτικά και οικονομικά προσιτά, διαρκούν περισσότερο και είναι σχεδιασμένα για επαναχρησιμοποίηση, επισκευή και υψηλής ποιότητας ανακύκλωση. Όπως ορίζεται στο εν λόγω σχέδιο, επί του παρόντος δεν υπάρχει ολοκληρωμένο σύνολο απαιτήσεων που να διασφαλίζει ότι όλα τα προϊόντα που διατίθενται στην ενωσιακή αγορά καθίστανται ολοένα και πιο βιώσιμα και ότι πληρούν τους όρους κυκλικότητας. Ειδικότερα, ο σχεδιασμός των προϊόντων δεν προωθεί επαρκώς τη βιωσιμότητα καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής. Ως εκ τούτου, τα προϊόντα αντικαθίστανται συχνά, με σημαντική χρήση ενέργειας και πόρων για την παραγωγή και διανομή νέων προϊόντων και την απόρριψη των παλαιών. Εξακολουθεί να είναι πολύ δύσκολο για τους οικονομικούς φορείς και τους πολίτες να κάνουν βιώσιμες επιλογές σε σχέση με τα προϊόντα, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν σχετικές πληροφορίες και οικονομικά προσιτές επιλογές για τον σκοπό αυτόν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να χάνονται ευκαιρίες για τη βιωσιμότητα και για δραστηριότητες διατήρησης της αξίας, να είναι περιορισμένη η ζήτηση δευτερογενών υλικών και να δημιουργούνται εμπόδια στην υιοθέτηση κυκλικών επιχειρηματικών μοντέλων.
__________________
__________________
26 Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο «Ένα νέο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία – Για μια πιο καθαρή και πιο ανταγωνιστική Ευρώπη» (COM(2020)0098).
26 Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο «Ένα νέο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία – Για μια πιο καθαρή και πιο ανταγωνιστική Ευρώπη» (COM(2020)0098).
(3α) Η ασφάλεια και η επάρκεια πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας είναι καίρια για μια επιτυχή ευρωπαϊκή διττή μετάβαση, με παράλληλη εξασφάλιση μιας ανταγωνιστικής ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Είναι σημαντικό να καθοριστούν ολοκληρωμένες απαιτήσεις πληροφόρησης σχετικά με τα υλικά, συμπεριλαμβανομένων των κρίσιμων πρώτων υλών, για τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά της Ένωσης, προκειμένου να υλοποιηθεί η προσέγγιση που περιγράφεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής, της 3ης Σεπτεμβρίου 2020, με τίτλο «Ανθεκτικότητα ως προς τις πρώτες ύλες κρίσιμης σημασίας: Χαρτογραφώντας την πορεία προς μεγαλύτερη ασφάλεια και βιωσιμότητα»1α και το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2021 σχετικά με μια ευρωπαϊκή στρατηγική για τις κρίσιμες πρώτες ύλες1β.
__________________
1α Ανακοίνωση της Επιτροπής, της 3ης Σεπτεμβρίου 2020, με τίτλο «Ανθεκτικότητα ως προς τις πρώτες ύλες κρίσιμης σημασίας: Χαρτογραφώντας την πορεία προς μεγαλύτερη ασφάλεια και βιωσιμότητα (COM(2020)00474).
(4) Ελλείψει νομοθεσίας σε ενωσιακό επίπεδο, έχουν ήδη υιοθετηθεί αποκλίνουσες εθνικές προσεγγίσεις για τη βελτίωση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των προϊόντων, οι οποίες ποικίλλουν από απαιτήσεις παροχής πληροφοριών σχετικά με τη διάρκεια της συμβατότητας του λογισμικού των ηλεκτρονικών συσκευών έως υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων σχετικά με τον χειρισμό μη πωληθέντων διαρκών αγαθών. Οι αποκλίσεις αυτές αποτελούν ένδειξη ότι περαιτέρω εθνικές προσπάθειες για την επίτευξη των στόχων που επιδιώκονται με τον παρόντα κανονισμό είναι πιθανό να οδηγήσουν σε περαιτέρω κατακερματισμό της εσωτερικής αγοράς. Ως εκ τούτου, προκειμένου να διασφαλιστεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και, παράλληλα, να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, είναι αναγκαίο ένα κανονιστικό πλαίσιο για τη σταδιακή θέσπιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τα προϊόντα. Ο παρών κανονισμός, προβλέποντας την εφαρμογή της προσέγγισης οικολογικού σχεδιασμού που είχε αρχικά καθοριστεί στην οδηγία 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου29 στο ευρύτερο δυνατό φάσμα προϊόντων, θα παράσχει το πλαίσιο αυτό.
(4) Ελλείψει νομοθεσίας σε ενωσιακό επίπεδο, έχουν ήδη υιοθετηθεί αποκλίνουσες εθνικές προσεγγίσεις για τη βελτίωση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των προϊόντων, οι οποίες ποικίλλουν από απαιτήσεις παροχής πληροφοριών σχετικά με τη διάρκεια της συμβατότητας του λογισμικού των ηλεκτρονικών συσκευών έως υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων σχετικά με τον χειρισμό μη πωληθέντων διαρκών αγαθών. Οι αποκλίσεις αυτές αποτελούν ένδειξη ότι περαιτέρω εθνικές προσπάθειες για την επίτευξη των στόχων που επιδιώκονται με τον παρόντα κανονισμό είναι πιθανό να οδηγήσουν σε περαιτέρω κατακερματισμό της εσωτερικής αγοράς. Ως εκ τούτου, προκειμένου να διασφαλιστεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και, παράλληλα, να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, είναι αναγκαίο ένα φιλόδοξο κανονιστικό πλαίσιο για τη σταδιακή θέσπιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τα προϊόντα. Ο παρών κανονισμός, προβλέποντας την εφαρμογή της προσέγγισης οικολογικού σχεδιασμού που είχε αρχικά καθοριστεί στην οδηγία 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου29 στο ευρύτερο δυνατό φάσμα προϊόντων, θα παράσχει το πλαίσιο αυτό.
__________________
__________________
29 Οδηγία 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ L 285 της 31.10.2009, σ. 10).
29 Οδηγία 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ L 285 της 31.10.2009, σ. 10).
(5) Ο παρών κανονισμός θα συμβάλει στο να καταστούν τα προϊόντα κατάλληλα για κλιματικά ουδέτερη, αποδοτική από πλευράς πόρων και κυκλική οικονομία, στη μείωση των αποβλήτων και στη διασφάλιση ότι οι επιδόσεις των πρωτοπόρων στη βιωσιμότητα θα αποτελέσουν προοδευτικά συνήθη πρακτική. Θα πρέπει να προβλέπει τον καθορισμό νέων απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας, της δυνατότητας επαναχρησιμοποίησης, της δυνατότητας αναβάθμισης και επισκευής των προϊόντων, τη βελτίωση των δυνατοτήτων ανακαίνισης και συντήρησης, την αντιμετώπιση της παρουσίας επικίνδυνων χημικών ουσιών στα προϊόντα, την αύξηση της ενεργειακής τους απόδοσης και της αποδοτικής χρήσης των πόρων, τη μείωση της προβλεπόμενης παραγωγής αποβλήτων και την αύξηση του ανακυκλωμένου περιεχομένου στα προϊόντα, διασφαλίζοντας παράλληλα τις επιδόσεις και την ασφάλειά τους, καθιστώντας δυνατή την ανακατασκευή και την ανακύκλωση υψηλής ποιότητας και μειώνοντας το αποτύπωμα άνθρακα και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
(5) Ο παρών κανονισμός θα στηρίξει την παραγωγή και τα καταναλωτικά πρότυπα τα οποία εναρμονίζονται με τους συνολικούς στόχους βιωσιμότητας της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων του κλίματος, του περιβάλλοντος, της ενέργειας, της χρήσης πόρων και της βιοποικιλότητας, παραμένοντας παράλληλα εντός των ορίων του πλανήτη, μέσω της θέσπισης νομοθετικού πλαισίου που θα συμβάλει στο να καταστούν τα προϊόντα κατάλληλα για κλιματικά ουδέτερη, αποδοτική από πλευράς πόρων και κυκλική οικονομία, στη μείωση των αποβλήτων και στη διασφάλιση ότι οι επιδόσεις των πρωτοπόρων στη βιωσιμότητα θα αποτελέσουν προοδευτικά συνήθη πρακτική. Θα πρέπει να προβλέπει τον καθορισμό νέων απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας, της δυνατότητας επαναχρησιμοποίησης, της δυνατότητας αναβάθμισης, της ανακυκλωσιμότητας και της δυνατότητας επισκευής των προϊόντων, τη βελτίωση των δυνατοτήτων ανακαίνισης και συντήρησης, την αντιμετώπιση της παρουσίας επικίνδυνων χημικών ουσιών στα προϊόντα, την αύξηση της ενεργειακής τους απόδοσης και της αποδοτικής χρήσης των πόρων, τη μείωση της προβλεπόμενης παραγωγής αποβλήτων και την αύξηση του ανακυκλωμένου περιεχομένου στα προϊόντα, διασφαλίζοντας παράλληλα τις επιδόσεις και την ασφάλειά τους, καθιστώντας δυνατή την ανακατασκευή και την ανακύκλωση υψηλής ποιότητας και μειώνοντας το αποτύπωμα άνθρακα και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
(5α) Οι πρακτικές που καθιστούν τα προϊόντα πρόωρα παρωχημένα ή μη λειτουργικά επηρεάζουν αρνητικά τους καταναλωτές και έχουν αρνητικό αντίκτυπο στο περιβάλλον λόγω της αυξημένης χρήσης υλικών στην οικονομία μας. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα προϊόντα έχουν μακρά διάρκεια ζωής για τους καταναλωτές, να μειωθεί η παραγωγή αποβλήτων και να συμβάλει στη βιώσιμη κατανάλωση, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αντιμετωπίζει τις εν λόγω πρακτικές, ιδίως όταν είναι αποτέλεσμα επιλογών σχεδιασμού από τους κατασκευαστές, όταν οι επικαιροποιήσεις λογισμικού ή τα εξαρτήματα δεν παρέχονται εντός κατάλληλου χρονικού διαστήματος ή όταν η λειτουργικότητα ενός προϊόντος είναι περιορισμένη όταν οι καταναλωτές χρησιμοποιούν αναλώσιμα, ανταλλακτικά ή εξαρτήματα που δεν παρέχονται από τον αρχικό κατασκευαστή. Δεδομένου ότι η δυνατότητα επισκευής αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της μακράς διάρκειας ζωής των προϊόντων, ο κανονισμός θα πρέπει επίσης να διασφαλίζει ότι δεν παρεμποδίζεται η αποσυναρμολόγηση βασικών κατασκευαστικών στοιχείων και ότι η πρόσβαση σε πληροφορίες επισκευής και ανταλλακτικά δεν περιορίζεται στους εξουσιοδοτημένους επισκευαστές.
(6) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο ψήφισμά του της 25ης Νοεμβρίου 2020 με τίτλο «Μετάβαση προς μια πιο βιώσιμη ενιαία αγορά για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές»30, επικρότησε την προώθηση βιώσιμων προϊόντων, τα οποία είναι ευκολότερο να επισκευαστούν, να επαναχρησιμοποιηθούν και να ανακυκλωθούν. Στην έκθεσή του σχετικά με το νέο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία η οποία εγκρίθηκε στις 16 Φεβρουαρίου 202131, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποστήριξε περαιτέρω το θεματολόγιο που παρουσίασε η Επιτροπή στο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία. Έκρινε ότι η μετάβαση σε κυκλική οικονομία μπορεί να παράσχει λύσεις για την αντιμετώπιση των σημερινών περιβαλλοντικών προκλήσεων και της οικονομικής κρίσης που προκάλεσε η πανδημία COVID-19. Το Συμβούλιο, στα συμπεράσματά του για μια κυκλική και πράσινη ανάκαμψη, που εγκρίθηκαν στις 11 Δεκεμβρίου 202032, εξέφρασε επίσης την ικανοποίησή του για την πρόθεση της Επιτροπής να υποβάλει νομοθετικές προτάσεις ως μέρος ενός ολοκληρωμένου και συνολικού πλαισίου πολιτικής για βιώσιμα προϊόντα, το οποίο θα προάγει την κλιματική ουδετερότητα, την ενεργειακή απόδοση και την αποδοτική χρήση των πόρων και μια μη τοξική κυκλική οικονομία, θα προστατεύει τη δημόσια υγεία και τη βιοποικιλότητα, θα ενδυναμώνει και θα προστατεύει τους καταναλωτές και τους αγοραστές του δημόσιου τομέα.
(6) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο ψήφισμά του της 25ης Νοεμβρίου 2020 με τίτλο «Μετάβαση προς μια πιο βιώσιμη ενιαία αγορά για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές»30, ζήτησε τον καθορισμό κατάλληλου πλαισίου για τη διασφάλιση της παραγωγής βιώσιμων προϊόντων, τα οποία είναι ευκολότερο να επισκευαστούν, να επαναχρησιμοποιηθούν και να ανακυκλωθούν, παρέχοντας παράλληλα αυξημένα δικαιώματα στους καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένων απαιτήσεων παροχής πληροφοριών και μεγαλύτερης διάρκειας περιόδων νόμιμης εγγύησης. Στην έκθεσή του της 16ης Φεβρουαρίου 2021 σχετικά με το νέο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία31, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπογράμμισε ότι τα βιώσιμα, κυκλικά, ασφαλή και μη τοξικά προϊόντα και υλικά θα πρέπει να καταστούν ο κανόνας στην αγορά της Ένωσης και όχι η εξαίρεση, και θα πρέπει να θεωρούνται η βασική επιλογή, η οποία είναι ελκυστική, οικονομικά προσιτή και προσβάσιμη για όλους τους καταναλωτές. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε επίσης τη θέσπιση ενωσιακών δεσμευτικών στόχων για τη σημαντική μείωση του αποτυπώματος υλικού και κατανάλωσης της Ένωσης. Έκρινε ότι η μετάβαση σε κυκλική οικονομία μπορεί να παράσχει λύσεις για την αντιμετώπιση των σημερινών περιβαλλοντικών προκλήσεων και της οικονομικής κρίσης που προκάλεσε η πανδημία της COVID-19. Το Συμβούλιο, στα συμπεράσματά του για μια κυκλική και πράσινη ανάκαμψη, που εγκρίθηκαν στις 11 Δεκεμβρίου 202032, εξέφρασε επίσης την ικανοποίησή του για την πρόθεση της Επιτροπής να υποβάλει νομοθετικές προτάσεις ως μέρος ενός ολοκληρωμένου και συνολικού πλαισίου πολιτικής για βιώσιμα προϊόντα, το οποίο θα προάγει την κλιματική ουδετερότητα, την ενεργειακή απόδοση και την αποδοτική χρήση των πόρων και μια μη τοξική κυκλική οικονομία, θα προστατεύει τη δημόσια υγεία και τη βιοποικιλότητα, θα ενδυναμώνει και θα προστατεύει τους καταναλωτές και τους αγοραστές του δημόσιου τομέα.
(8) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει επίσης να συμβάλει στην επίτευξη των ευρύτερων περιβαλλοντικών στόχων της Ένωσης. Το 8ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον38 κατοχυρώνει σε νομικό πλαίσιο τον στόχο της Ένωσης να παραμείνει εντός των ορίων του πλανήτη και προσδιορίζει τους αναγκαίους πρόσφορους όρους για την επίτευξη των στόχων προτεραιότητας, οι οποίοι περιλαμβάνουν τη μετάβαση σε μη τοξική κυκλική οικονομία. Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας καλείται επίσης η Ένωση να παρακολουθεί καλύτερα, να αναφέρει, να προλαμβάνει και να αντιμετωπίζει τη ρύπανση του αέρα, των υδάτων, του εδάφους και των καταναλωτικών προϊόντων. Αυτό σημαίνει ότι οι χημικές ουσίες, τα υλικά και τα προϊόντα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο ασφαλή και βιώσιμα εκ σχεδιασμού και καθʼ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους, ώστε να επιτυγχάνονται μη τοξικοί κύκλοι υλικών39. Επιπλέον, τόσο στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία όσο και στο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία αναγνωρίζεται ότι η εσωτερική αγορά της Ένωσης παρέχει μια κρίσιμη μάζα που μπορεί να επηρεάσει τα παγκόσμια πρότυπα στον τομέα της βιωσιμότητας των προϊόντων και τον σχεδιασμό των προϊόντων. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επίτευξη διαφόρων στόχων που έχουν τεθεί στο πλαίσιο των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης της ατζέντας του 2030 των Ηνωμένων Εθνών για τη βιώσιμη ανάπτυξη «Υπεύθυνη κατανάλωση και παραγωγή»40, τόσο εντός όσο και εκτός της Ένωσης.
(8) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει επίσης να συμβάλει στην επίτευξη των ευρύτερων περιβαλλοντικών στόχων της Ένωσης. Το 8ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον38 κατοχυρώνει σε νομικό πλαίσιο τον στόχο της Ένωσης να παραμείνει εντός των ορίων του πλανήτη και προσδιορίζει τους αναγκαίους πρόσφορους όρους για την επίτευξη των στόχων προτεραιότητας, οι οποίοι περιλαμβάνουν τη μετάβαση σε μη τοξική κυκλική οικονομία. Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας καλείται επίσης η Ένωση να παρακολουθεί καλύτερα, να αναφέρει, να προλαμβάνει και να αντιμετωπίζει τη ρύπανση του αέρα, των υδάτων, του εδάφους και των καταναλωτικών προϊόντων. Αυτό σημαίνει ότι οι χημικές ουσίες, τα υλικά και τα προϊόντα πρέπει να είναι ή να γίνουν ασφαλή και βιώσιμα εκ σχεδιασμού και καθʼ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους, ώστε να επιτυγχάνονται μη τοξικοί κύκλοι υλικών39. Επιπλέον, τόσο στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία όσο και στο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία αναγνωρίζεται ότι η εσωτερική αγορά της Ένωσης παρέχει μια κρίσιμη μάζα που μπορεί να επηρεάσει τα παγκόσμια πρότυπα στον τομέα της βιωσιμότητας των προϊόντων και τον σχεδιασμό των προϊόντων. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επίτευξη διαφόρων στόχων που έχουν τεθεί στο πλαίσιο των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης της ατζέντας του 2030 των Ηνωμένων Εθνών για τη βιώσιμη ανάπτυξη «Υπεύθυνη κατανάλωση και παραγωγή»40, τόσο εντός όσο και εκτός της Ένωσης.
__________________
__________________
38 Απόφαση (ΕΕ) 2022/…. του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με γενικό ενωσιακό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον έως το 2030 [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα – συμφωνία στο πλαίσιο τριμερούς διαλόγου 2 Δεκεμβρίου 2021].
38 Απόφαση (ΕΕ) 2022/…. του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με γενικό ενωσιακό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον έως το 2030 [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα — συμφωνία στο πλαίσιο τριμερούς διαλόγου 2 Δεκεμβρίου 2021].
39 Όπως ορίζεται στο σχέδιο δράσης της ΕΕ για μηδενική ρύπανση των υδάτων, του αέρα, και του εδάφους (COM(2021)0400) και στη στρατηγική για τη βιωσιμότητα των χημικών προϊόντων (COM(2020)0667), όπου ζητείται η ενσωμάτωση των στόχων μηδενικής ρύπανσης στην παραγωγή και την κατανάλωση.
39 Όπως ορίζεται στο σχέδιο δράσης της ΕΕ για μηδενική ρύπανση των υδάτων, του αέρα, και του εδάφους (COM(2021)0400) και στη στρατηγική για τη βιωσιμότητα των χημικών προϊόντων (COM(2020)0667), όπου ζητείται η ενσωμάτωση των στόχων μηδενικής ρύπανσης στην παραγωγή και την κατανάλωση.
40 Συμπεριλαμβανομένων ιδίως των στόχων στο πλαίσιο του ΣΒΑ 12 («Υπεύθυνη κατανάλωση και παραγωγή»).
40 Συμπεριλαμβανομένων ιδίως των στόχων στο πλαίσιο του ΣΒΑ 12 («Υπεύθυνη κατανάλωση και παραγωγή»).
(12α) Ο τομέας μεταχειρισμένων προϊόντων διαδραματίζει συγκεκριμένο ρόλο στην προώθηση της βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης, μεταξύ άλλων στην ανάπτυξη νέων κυκλικών επιχειρηματικών μοντέλων. Λόγω των ιδιαιτεροτήτων του εν λόγω τομέα, ο οποίος βασίζεται στην παράταση της διάρκειας ζωής ενός προϊόντος και στην αποφυγή του να καταστεί απόβλητο, τα μεταχειρισμένα προϊόντα, ιδίως τα προϊόντα που υποβάλλονται σε ανακαίνιση ή επισκευή και προέρχονται από το εσωτερικό της Ένωσης, δεν θα πρέπει να θεωρούνται νέα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά ή τίθενται σε λειτουργία και, ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού. Τα προϊόντα που εισάγονται από τρίτες χώρες θα πρέπει να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, αλλά θα πρέπει να είναι δυνατή η απαλλαγή τους υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις.
(13) Προκειμένου να βελτιωθεί η περιβαλλοντική βιωσιμότητα των προϊόντων και να διασφαλιστεί η ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων στην εσωτερική αγορά, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού. Οι εν λόγω απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού θα πρέπει καταρχήν να εφαρμόζονται σε συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων, όπως πλυντήρια ρούχων ή πλυντήρια ρούχων και πλυντήρια-στεγνωτήρια ρούχων. Προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητα των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού και να βελτιωθεί αποτελεσματικά η περιβαλλοντική βιωσιμότητα των προϊόντων, θα πρέπει επίσης να είναι δυνατό να καθοριστούν μία ή περισσότερες οριζόντιες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για ευρύτερο φάσμα ομάδων προϊόντων, όπως οι ηλεκτρονικές συσκευές ή τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα. Θα πρέπει να θεσπιστούν οριζόντιες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού όταν οι τεχνικές ομοιότητες των ομάδων προϊόντων επιτρέπουν τη βελτίωση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητάς τους με βάση τις ίδιες απαιτήσεις.
(13) Προκειμένου να βελτιωθεί η περιβαλλοντική βιωσιμότητα των προϊόντων και να διασφαλιστεί η ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων στην εσωτερική αγορά, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού. Οι εν λόγω απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού θα πρέπει καταρχήν να εφαρμόζονται σε συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων, όπως πλυντήρια ρούχων ή πλυντήρια ρούχων και πλυντήρια-στεγνωτήρια ρούχων. Προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητα των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού και να βελτιωθεί αποτελεσματικά η περιβαλλοντική βιωσιμότητα των προϊόντων, θα πρέπει επίσης να είναι δυνατό να καθοριστούν μία ή περισσότερες οριζόντιες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για ευρύτερο φάσμα ομάδων προϊόντων, όπως οι ηλεκτρονικές συσκευές ή τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα. Θα πρέπει να θεσπιστούν οριζόντιες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού όταν οι τεχνικές ομοιότητες των ομάδων προϊόντων επιτρέπουν τη βελτίωση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητάς τους με βάση τις ίδιες απαιτήσεις. Είναι σημαντικό να αναπτυχθούν οριζόντιες απαιτήσεις, ιδίως όσον αφορά την ανθεκτικότητα και τη δυνατότητα επισκευής. Θα πρέπει να δοθεί επαρκής χρόνος στους οικονομικούς φορείς για να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού. Αυτές οι οριζόντιες απαιτήσεις θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα δυνητικά περιβαλλοντικά οφέλη που απορρέουν από τη χρήση ενός κοινού φορτιστή για διάφορα προϊόντα. Ως εκ τούτου, οι ομάδες προϊόντων με τεχνικές ομοιότητες θα πρέπει να είναι εξοπλισμένες με κοινούς φορτιστές.
(14) Για να μπορέσει η Επιτροπή να καθορίσει απαιτήσεις ανάλογα με τις ομάδες προϊόντων που καλύπτονται, οι απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού θα πρέπει να περιλαμβάνουν απαιτήσεις επιδόσεων και παροχής πληροφοριών. Οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση των πτυχών των προϊόντων που σχετίζονται με την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, όπως η ενεργειακή απόδοση, η ανθεκτικότητα, η δυνατότητα επισκευής, το αποτύπωμα άνθρακα και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Οι απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού θα πρέπει να είναι διαφανείς, αντικειμενικές, αναλογικές και σύμφωνες με τους κανόνες του διεθνούς εμπορίου.
(14) Για να μπορέσει η Επιτροπή να καθορίσει απαιτήσεις ανάλογα με τις ομάδες προϊόντων που καλύπτονται, οι απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού θα πρέπει να περιλαμβάνουν απαιτήσεις επιδόσεων και παροχής πληροφοριών. Οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση των συναφών πτυχών των προϊόντων που αφορούν την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, όπως η ενεργειακή απόδοση, η ανθεκτικότητα, η δυνατότητα επισκευής, η δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης, η ανακυκλωσιμότητα, καθώς και το αποτύπωμα άνθρακα και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Οι απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού θα πρέπει να είναι διαφανείς, αντικειμενικές, αναλογικές και σύμφωνες με τους κανόνες του διεθνούς εμπορίου. Οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει επίσης να βασίζονται στις παραμέτρους των προϊόντων που αναφέρονται στο παράρτημα Ι και, κατά τον καθορισμό τους, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τους στόχους της Ένωσης στους τομείς του κλίματος, του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας, της ενεργειακής απόδοσης και της ασφάλειας των πόρων. Οι απαιτήσεις αυτές θα πρέπει να συμβάλουν στη μείωση των αποτυπωμάτων της Ένωσης όσον αφορά το περιβάλλον, τα υλικά και την κατανάλωση, προκειμένου να ενταχθούν στα όρια του πλανήτη το συντομότερο δυνατόν.
(15) Μετά την έκδοση, από την Επιτροπή, κατ’ εξουσιοδότηση πράξης για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για δεδομένη ομάδα προϊόντων, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει πλέον να επιτρέπεται, προκειμένου να διασφαλιστεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, να καθορίζουν εθνικές απαιτήσεις επιδόσεων με βάση τις παραμέτρους προϊόντος που καλύπτονται από τις εν λόγω απαιτήσεις επιδόσεων οι οποίες ορίζονται στην εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξη και δεν θα πρέπει πλέον να επιτρέπεται να καθορίζουν εθνικές απαιτήσεις παροχής πληροφοριών με βάση τις παραμέτρους προϊόντος που καλύπτονται από τις εν λόγω απαιτήσεις παροχής πληροφοριών οι οποίες ορίζονται στην εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξη. Προκειμένου να διασφαλιστεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να καθορίσει ότι δεν απαιτούνται απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού υπό μορφή απαιτήσεων επιδόσεων και/ή υπό μορφή απαιτήσεων παροχής πληροφοριών σε σχέση με συγκεκριμένη παράμετρο προϊόντος.
(15) Μετά την έκδοση, από την Επιτροπή, κατ’ εξουσιοδότηση πράξης για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για δεδομένη ομάδα προϊόντων, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει πλέον να επιτρέπεται, προκειμένου να διασφαλιστεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, να καθορίζουν εθνικές απαιτήσεις επιδόσεων με βάση τις παραμέτρους προϊόντος που καλύπτονται από τις εν λόγω απαιτήσεις επιδόσεων οι οποίες ορίζονται στην εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξη και δεν θα πρέπει πλέον να επιτρέπεται να καθορίζουν εθνικές απαιτήσεις παροχής πληροφοριών με βάση τις παραμέτρους προϊόντος που καλύπτονται από τις εν λόγω απαιτήσεις παροχής πληροφοριών οι οποίες ορίζονται στην εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξη. Προκειμένου να διασφαλιστεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να καθορίσει ότι δεν απαιτούνται απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού υπό μορφή απαιτήσεων επιδόσεων και/ή υπό μορφή απαιτήσεων παροχής πληροφοριών σε σχέση με συγκεκριμένη παράμετρο προϊόντος. Είναι σημαντικό η Επιτροπή να αιτιολογεί δεόντως την απόφασή της όταν αποφασίζει να μην καθορίσει απαιτήσεις επιδόσεων ή ενημέρωσης.
(17) Για να αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη των προσπαθειών και η κανονιστική επιβάρυνση, θα πρέπει να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ του παρόντος κανονισμού και των απαιτήσεων που καθορίζονται σε άλλη ενωσιακή νομοθεσία ή σύμφωνα με αυτήν, ιδίως στη νομοθεσία για τα προϊόντα, τα χημικά και τα απόβλητα51. Ωστόσο, η ύπαρξη εξουσιοδοτήσεων βάσει άλλης ενωσιακής νομοθεσίας για τον καθορισμό απαιτήσεων με τα ίδια ή παρόμοια αποτελέσματα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν περιορίζει τις εξουσιοδοτήσεις που περιλαμβάνονται στον παρόντα κανονισμό, εκτός εάν ορίζεται στον παρόντα κανονισμό.
(17) Θα πρέπει να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ του παρόντος κανονισμού και των απαιτήσεων που καθορίζονται σε άλλη ενωσιακή νομοθεσία ή σύμφωνα με αυτήν, ιδίως στη νομοθεσία για τα προϊόντα, τα χημικά, τις συσκευασίες και τα απόβλητα51. Ωστόσο, η ύπαρξη εξουσιοδοτήσεων βάσει άλλης ενωσιακής νομοθεσίας για τον καθορισμό απαιτήσεων με τα ίδια ή παρόμοια αποτελέσματα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν περιορίζει τις εξουσιοδοτήσεις που περιλαμβάνονται στον παρόντα κανονισμό, εκτός εάν ορίζεται στον παρόντα κανονισμό.
__________________
__________________
51 Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με την εφαρμογή της δέσμης μέτρων για την κυκλική οικονομία – επιλογές σχετικά με τα θέματα διεπαφής μεταξύ της νομοθεσίας για τα χημικά, τα προϊόντα και τα απόβλητα (COM(2018)0032).
51 Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με την εφαρμογή της δέσμης μέτρων για την κυκλική οικονομία – επιλογές σχετικά με τα θέματα διεπαφής μεταξύ της νομοθεσίας για τα χημικά, τα προϊόντα και τα απόβλητα (COM(2018)0032).
(19) Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ποικιλομορφία των προϊόντων, η Επιτροπή θα πρέπει να επιλέξει τις μεθόδους για την αξιολόγηση του καθορισμού των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού και, κατά περίπτωση, να τις αναπτύξει περαιτέρω με βάση τη φύση του προϊόντος, τις σημαντικότερες πτυχές του και τις επιπτώσεις του καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει υπόψη την πείρα που απέκτησε κατά την αξιολόγηση του καθορισμού απαιτήσεων βάσει της οδηγίας 2009/125/ΕΚ και τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για την ανάπτυξη και τη βελτίωση επιστημονικά τεκμηριωμένων εργαλείων αξιολόγησης, όπως η επικαιροποίηση της μεθοδολογίας για τον οικολογικό σχεδιασμό των συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων και η μέθοδος περιβαλλοντικού αποτυπώματος προϊόντος που ορίζεται στη σύσταση (ΕΕ) 2021/2279 της Επιτροπής56, μεταξύ άλλων όσον αφορά την προσωρινή αποθήκευση άνθρακα, καθώς και την ανάπτυξη προτύπων από διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης, μεταξύ άλλων σχετικά με την αποδοτική χρήση των υλικών των συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων. Με βάση τα εργαλεία αυτά και με τη χρήση ειδικών μελετών όταν χρειάζεται, η Επιτροπή θα πρέπει να ενισχύσει περαιτέρω τις πτυχές κυκλικότητας (όπως η ανθεκτικότητα, η δυνατότητα επισκευής, συμπεριλαμβανομένης της βαθμολόγησης της δυνατότητας επισκευής, ο προσδιορισμός των χημικών ουσιών που εμποδίζουν την επαναχρησιμοποίηση και την ανακύκλωση) κατά την αξιολόγηση των προϊόντων και την κατάρτιση των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, και θα πρέπει να αναπτύξει νέες μεθόδους ή εργαλεία, κατά περίπτωση. Ενδέχεται επίσης να χρειαστούν νέες προσεγγίσεις για την κατάρτιση υποχρεωτικών κριτηρίων για τις δημόσιες συμβάσεις και για την απαγόρευση της καταστροφής μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων.
(19) Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ποικιλομορφία των προϊόντων, η Επιτροπή θα πρέπει να επιλέξει τις μεθόδους για την αξιολόγηση του καθορισμού των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού και, κατά περίπτωση, να τις αναπτύξει περαιτέρω με βάση τη φύση του προϊόντος, τις σημαντικότερες πτυχές του και τις επιπτώσεις του καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει υπόψη την πείρα που απέκτησε κατά την αξιολόγηση του καθορισμού απαιτήσεων βάσει της οδηγίας 2009/125/ΕΚ και τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για την ανάπτυξη και τη βελτίωση επιστημονικά τεκμηριωμένων εργαλείων αξιολόγησης, όπως η επικαιροποίηση της μεθοδολογίας για τον οικολογικό σχεδιασμό των συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων και η μέθοδος περιβαλλοντικού αποτυπώματος προϊόντος που ορίζεται στη σύσταση (ΕΕ) 2021/2279 της Επιτροπής56, μεταξύ άλλων όσον αφορά την προσωρινή αποθήκευση άνθρακα, καθώς και την ανάπτυξη προτύπων από διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης, μεταξύ άλλων σχετικά με την αποδοτική χρήση των υλικών των συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων, καθώς επίσης και τον τομέα κατασκευής ηλεκτρολογικών και ηλεκτρονικών ειδών. Με βάση τα εργαλεία αυτά και με τη χρήση ειδικών μελετών όταν χρειάζεται, η Επιτροπή θα πρέπει να ενισχύσει περαιτέρω τις πτυχές κυκλικότητας (όπως η ανθεκτικότητα, η δυνατότητα επισκευής, συμπεριλαμβανομένης της βαθμολόγησης της δυνατότητας επισκευής, η ανακυκλωσιμότητα, η δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης, ο προσδιορισμός των χημικών ουσιών που εμποδίζουν την επαναχρησιμοποίηση και την ανακύκλωση) κατά την αξιολόγηση των προϊόντων σύμφωνα με την προσέγγιση του κύκλου ζωής, με σκοπό την κατάρτιση των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, και θα πρέπει να αναπτύξει νέες μεθόδους ή εργαλεία, κατά περίπτωση. Ενδέχεται επίσης να χρειαστούν νέες προσεγγίσεις για την κατάρτιση υποχρεωτικών κριτηρίων για τις δημόσιες συμβάσεις και για την απαγόρευση της καταστροφής μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων.
__________________
__________________
56 Σύσταση (ΕΕ) 2021/2279 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2021, σχετικά με τη χρήση των μεθόδων περιβαλλοντικού αποτυπώματος για τη μέτρηση και τη γνωστοποίηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων κατά τον κύκλο ζωής των προϊόντων και των οργανισμών.
56 Σύσταση (ΕΕ) 2021/2279 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2021, σχετικά με τη χρήση των μεθόδων περιβαλλοντικού αποτυπώματος για τη μέτρηση και τη γνωστοποίηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων κατά τον κύκλο ζωής των προϊόντων και των οργανισμών.
(20) Οι απαιτήσεις επιδόσεων θα πρέπει να αφορούν επιλεγμένη παράμετρο προϊόντος που θα σχετίζεται με τη στοχευόμενη πτυχή του προϊόντος σε σχέση με την οποία έχει διαπιστωθεί δυνατότητα βελτίωσης της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. Οι εν λόγω απαιτήσεις μπορούν να περιλαμβάνουν ελάχιστα ή μέγιστα επίπεδα επιδόσεων σε σχέση με την παράμετρο του προϊόντος, μη ποσοτικές απαιτήσεις που αποσκοπούν στη βελτίωση των επιδόσεων σε σχέση με την παράμετρο του προϊόντος ή απαιτήσεις που σχετίζονται με τις λειτουργικές επιδόσεις ενός προϊόντος, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι επιλεγμένες απαιτήσεις επιδόσεων δεν επηρεάζουν αρνητικά την ικανότητα του προϊόντος να επιτελεί τη λειτουργία για την οποία σχεδιάστηκε και διατίθεται στην αγορά. Όσον αφορά τα ελάχιστα ή μέγιστα επίπεδα, μπορούν, για παράδειγμα, να λάβουν τη μορφή ορίου στην κατανάλωση ενέργειας κατά το στάδιο χρήσης ή στις ποσότητες συγκεκριμένου υλικού που ενσωματώνεται στο προϊόν, απαίτησης για ελάχιστες ποσότητες ανακυκλωμένου περιεχομένου, ή ορίου επί συγκεκριμένης κατηγορίας περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή επί του συνόλου όλων των σχετικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Παράδειγμα μη ποσοτικής απαίτησης είναι η απαγόρευση συγκεκριμένης τεχνικής λύσης που είναι επιζήμια για τη δυνατότητα επισκευής του προϊόντος. Οι απαιτήσεις επιδόσεων θα χρησιμοποιούνται για να διασφαλίζεται η απόσυρση από την αγορά των προϊόντων με τις χειρότερες επιδόσεις, όταν αυτό είναι αναγκαίο για να εξασφαλιστεί η συμβολή στην επίτευξη των στόχων περιβαλλοντικής βιωσιμότητας του κανονισμού.
(20) Οι απαιτήσεις επιδόσεων θα πρέπει να αφορούν επιλεγμένη παράμετρο προϊόντος που θα σχετίζεται με τη στοχευόμενη πτυχή του προϊόντος σε σχέση με την οποία έχει διαπιστωθεί δυνατότητα βελτίωσης της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. Οι εν λόγω απαιτήσεις μπορούν να περιλαμβάνουν ελάχιστα ή μέγιστα επίπεδα επιδόσεων σε σχέση με την παράμετρο του προϊόντος, μη ποσοτικές απαιτήσεις που αποσκοπούν στη βελτίωση των επιδόσεων σε σχέση με την παράμετρο του προϊόντος ή απαιτήσεις που σχετίζονται με τις λειτουργικές επιδόσεις ενός προϊόντος, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι επιλεγμένες απαιτήσεις επιδόσεων δεν επηρεάζουν αρνητικά την ικανότητα του προϊόντος να επιτελεί τη λειτουργία για την οποία σχεδιάστηκε και διατίθεται στην αγορά. Όσον αφορά τα ελάχιστα ή μέγιστα επίπεδα, μπορούν, για παράδειγμα, να λάβουν τη μορφή ορίου στην κατανάλωση ενέργειας κατά το στάδιο χρήσης ή στις ποσότητες συγκεκριμένου υλικού που ενσωματώνεται στο προϊόν, απαίτησης για ελάχιστες ποσότητες ανακυκλωμένου περιεχομένου, λαμβάνοντας υπόψη τη διαθεσιμότητα των ανακυκλωμένων υλικών, ή ορίου επί συγκεκριμένης κατηγορίας περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή επί του συνόλου όλων των σχετικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Παράδειγμα μη ποσοτικής απαίτησης είναι η απαγόρευση συγκεκριμένης τεχνικής λύσης που είναι επιζήμια για τη δυνατότητα επισκευής του προϊόντος. Οι απαιτήσεις επιδόσεων θα χρησιμοποιούνται για να διασφαλίζεται η απόσυρση από την αγορά των προϊόντων με τις χειρότερες επιδόσεις και για τη σταδιακή μετάβαση σε προϊόντα με τις καλύτερες επιδόσεις, όταν αυτό είναι αναγκαίο για να εξασφαλιστεί η συμβολή στην επίτευξη των στόχων περιβαλλοντικής βιωσιμότητας του κανονισμού. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει επίσης να εξετάζει τη χρήση ανανεώσιμων υλικών βιώσιμης προέλευσης σε προϊόντα και να αντιμετωπίζει την έκλυση νανοπλαστικών και μικροπλαστικών.
(22) Η χημική ασφάλεια αποτελεί αναγνωρισμένο στοιχείο της βιωσιμότητας των προϊόντων. Βασίζεται στους εγγενείς κινδύνους των χημικών για την υγεία ή το περιβάλλον σε συνδυασμό με ειδική ή γενική έκθεση και καλύπτεται από τη νομοθεσία για τα χημικά, όπως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1935/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου58, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου59, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου60, ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/745 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου61 και η οδηγία 2009/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου62. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να επιτρέπει τον περιορισμό ουσιών για λόγους χημικής ασφάλειας, όπως επιτρέπεται βάσει άλλης ενωσιακής νομοθεσίας. Ομοίως, ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να επιτρέπει τον περιορισμό των ουσιών για λόγους που σχετίζονται με την ασφάλεια των τροφίμων. Ωστόσο, το ενωσιακό δίκαιο για τα χημικά προϊόντα και τα τρόφιμα δεν επιτρέπει την αντιμετώπιση, μέσω περιορισμών ορισμένων ουσιών, των επιπτώσεων στη βιωσιμότητα που δεν σχετίζονται με τη χημική ασφάλεια ή την ασφάλεια των τροφίμων. Για να ξεπεραστεί αυτός ο περιορισμός, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να επιτρέπει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τον περιορισμό, κυρίως για λόγους άλλους από τη χημική ασφάλεια ή την ασφάλεια των τροφίμων, ουσιών που περιέχονται σε προϊόντα ή χρησιμοποιούνται στις διαδικασίες παρασκευής τους, οι οποίες επηρεάζουν αρνητικά τη βιωσιμότητα των προϊόντων. Επιπλέον, ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την αναπαραγωγή ή την αντικατάσταση των περιορισμών ουσιών που καλύπτονται από την οδηγία 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου63, η οποία έχει ως στόχο την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένης της περιβαλλοντικώς ορθής ανάκτησης και διάθεσης αποβλήτων ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού.
(22) Η χημική ασφάλεια αποτελεί αναγνωρισμένο στοιχείο της βιωσιμότητας των προϊόντων. Βασίζεται στους εγγενείς κινδύνους των χημικών για την υγεία ή το περιβάλλον σε συνδυασμό με ειδική ή γενική έκθεση και καλύπτεται από τη νομοθεσία για τα χημικά, όπως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1935/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου58, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου59, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου60, ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/745 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου61 και η οδηγία 2009/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου62. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να επιτρέπει τον περιορισμό ουσιών για λόγους χημικής ασφάλειας, όπως επιτρέπεται βάσει άλλης ενωσιακής νομοθεσίας, εκτός εάν υπάρχει απαράδεκτος κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον από τη χρήση ουσίας που περιέχεται στο προϊόν ή συστατικό του προϊόντος όταν διατίθεται στην αγορά ή κατά τα επόμενα στάδια του κύκλου ζωής του.O παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να επιτρέπει τον περιορισμό των ουσιών για λόγους που σχετίζονται με την ασφάλεια των τροφίμων. Ωστόσο, το ενωσιακό δίκαιο για τα χημικά προϊόντα και τα τρόφιμα δεν επιτρέπει την αντιμετώπιση, μέσω περιορισμών ορισμένων ουσιών, των επιπτώσεων στη βιωσιμότητα που δεν σχετίζονται με τη χημική ασφάλεια ή την ασφάλεια των τροφίμων. Για να ξεπεραστεί αυτός ο περιορισμός, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να επιτρέπει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τον περιορισμό ουσιών που περιέχονται σε προϊόντα και που επηρεάζουν αρνητικά τη βιωσιμότητα των προϊόντων. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να συμπληρώνει, όπου χρειάζεται, αλλά να μην έχει ως αποτέλεσμα την αναπαραγωγή ή την αντικατάσταση των περιορισμών ουσιών που καλύπτονται από την οδηγία 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου63, η οποία έχει ως στόχο την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένης της περιβαλλοντικώς ορθής ανάκτησης και διάθεσης αποβλήτων ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού.
__________________
__________________
58 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1935/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με τα υλικά και αντικείμενα που προορίζονται να έρθουν σε επαφή με τρόφιμα και με την κατάργηση των οδηγιών 80/590/ΕΟΚ και 89/109/ΕΟΚ (ΕΕ L 338 της 13.11.2004, σ. 4).
58 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1935/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με τα υλικά και αντικείμενα που προορίζονται να έρθουν σε επαφή με τρόφιμα και με την κατάργηση των οδηγιών 80/590/ΕΟΚ και 89/109/ΕΟΚ (ΕΕ L 338 της 13.11.2004, σ. 4).
59 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ (ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1).
59 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ (ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1).
60 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για τα καλλυντικά προϊόντα (ΕΕ L 342 της 22.12.2009, σ. 59).
60 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για τα καλλυντικά προϊόντα (ΕΕ L 342 της 22.12.2009, σ. 59).
61 Κανονισμός (ΕΕ) 2017/746 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2017, για τα in vitro διαγνωστικά ιατροτεχνολογικά προϊόντα και για την κατάργηση της οδηγίας 98/79/ΕΚ και της απόφασης 2010/227/ΕΕ της Επιτροπής (ΕΕ L 117 της 5.5.2017, σ. 176).
61 Κανονισμός (ΕΕ) 2017/746 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2017, για τα in vitro διαγνωστικά ιατροτεχνολογικά προϊόντα και για την κατάργηση της οδηγίας 98/79/ΕΚ και της απόφασης 2010/227/ΕΕ της Επιτροπής (ΕΕ L 117 της 5.5.2017, σ. 176).
62 Οδηγία 2009/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2009, σχετικά με την ασφάλεια των παιχνιδιών (ΕΕ L 170 της 30.6.2009, σ. 1).
62 Οδηγία 2009/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2009, σχετικά με την ασφάλεια των παιχνιδιών (ΕΕ L 170 της 30.6.2009, σ. 1).
63 Οδηγία 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, για τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό (ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 88)·
63 Οδηγία 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, για τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό (ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 88)·
(23) Για τη βελτίωση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των προϊόντων, οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών θα πρέπει να αφορούν επιλεγμένη παράμετρο προϊόντος που σχετίζεται με την πτυχή του προϊόντος, όπως το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του προϊόντος ή η ανθεκτικότητά του. Βάσει των απαιτήσεων αυτών, μπορεί να επιβάλλεται στον κατασκευαστή η υποχρέωση να καθιστά διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τις επιδόσεις του προϊόντος σε σχέση με επιλεγμένη παράμετρο προϊόντος ή άλλες πληροφορίες που ενδέχεται να επηρεάσουν τον τρόπο χειρισμού του προϊόντος από άλλα μέρη εκτός του κατασκευαστή, προκειμένου να βελτιωθούν οι επιδόσεις σε σχέση με την παράμετρο αυτή. Οι εν λόγω απαιτήσεις παροχής πληροφοριών θα πρέπει να καθορίζονται είτε επιπλέον των απαιτήσεων επιδόσεων για την ίδια παράμετρο του προϊόντος είτε αντί αυτών, ανάλογα με την περίπτωση. Όταν μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη περιλαμβάνει απαιτήσεις παροχής πληροφοριών, θα πρέπει να αναφέρει τη μέθοδο για τη διάθεση των απαιτούμενων πληροφοριών, όπως η προσθήκη τους σε ιστότοπο ελεύθερης πρόσβασης, διαβατήριο προϊόντος ή ετικέτα προϊόντος. Οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών είναι απαραίτητες για να επιτευχθεί η αλλαγή συμπεριφοράς που απαιτείται προκειμένου να διασφαλιστεί η επίτευξη των στόχων περιβαλλοντικής βιωσιμότητας του παρόντος κανονισμού. Με την παροχή στέρεης βάσης για να συγκρίνουν οι αγοραστές και οι δημόσιες αρχές τα προϊόντα με βάση την περιβαλλοντική τους βιωσιμότητα, οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών αναμένεται να ωθήσουν τους καταναλωτές και τις δημόσιες αρχές σε πιο βιώσιμες επιλογές.
(23) Για τη βελτίωση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των προϊόντων, οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών θα πρέπει να αφορούν επιλεγμένη παράμετρο προϊόντος που σχετίζεται με την πτυχή του προϊόντος, όπως το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και το αποτύπωμα άνθρακα του προϊόντος και η ανθεκτικότητά του. Βάσει των απαιτήσεων αυτών, θα πρέπει να επιβάλλεται στον κατασκευαστή η υποχρέωση να καθιστά διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τις επιδόσεις του προϊόντος σε σχέση με επιλεγμένη παράμετρο προϊόντος ή άλλες πληροφορίες που ενδέχεται να επηρεάσουν τον τρόπο χειρισμού του προϊόντος από άλλα μέρη εκτός του κατασκευαστή, προκειμένου να βελτιωθούν οι επιδόσεις σε σχέση με την παράμετρο αυτή. Οι εν λόγω απαιτήσεις παροχής πληροφοριών θα πρέπει να καθορίζονται είτε επιπλέον των απαιτήσεων επιδόσεων για την ίδια παράμετρο του προϊόντος είτε αντί αυτών, ανάλογα με την περίπτωση. Είναι σημαντικό η Επιτροπή να αιτιολογεί δεόντως την απόφασή της όταν αποφασίζει να καθορίσει μόνο απαιτήσεις παροχής πληροφοριών αντί για απαιτήσεις επιδόσεων. Όταν μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη περιλαμβάνει απαιτήσεις παροχής πληροφοριών, θα πρέπει να αναφέρει τη μέθοδο για τη διάθεση των απαιτούμενων πληροφοριών και την εύκολη πρόσβαση σε αυτές, όπως η προσθήκη τους σε ιστότοπο ελεύθερης πρόσβασης, διαβατήριο προϊόντος ή ετικέτα προϊόντος. Οι ουσιώδεις πληροφορίες σχετικά με την υγεία, την ασφάλεια και τα δικαιώματα των τελικών χρηστών θα πρέπει πάντα να παρέχονται στους καταναλωτές με υλικά μέσα και να είναι προσβάσιμες μέσω ενός φορέα δεδομένων που περιλαμβάνεται στο προϊόν.Οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών είναι απαραίτητες για να επιτευχθεί η αλλαγή συμπεριφοράς που απαιτείται προκειμένου να διασφαλιστεί η επίτευξη των στόχων περιβαλλοντικής βιωσιμότητας του παρόντος κανονισμού. Οι πληροφορίες για μια συνειδητή απόφαση αγοράς θα πρέπει να παρέχονται στον καταναλωτή πριν από την αγορά του προϊόντος. Με την παροχή στέρεης βάσης για να συγκρίνουν οι αγοραστές και οι δημόσιες αρχές τα προϊόντα με βάση την περιβαλλοντική τους βιωσιμότητα, οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών αναμένεται να ωθήσουν τους καταναλωτές και τις δημόσιες αρχές σε πιο βιώσιμες επιλογές.
(24) Όταν οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις περιλαμβάνουν απαιτήσεις παροχής πληροφοριών, μπορούν επιπλέον να καθορίζουν κατηγορίες επιδόσεων σε σχέση με μία ή περισσότερες σχετικές παραμέτρους προϊόντων, προκειμένου να διευκολύνεται η σύγκριση μεταξύ προϊόντων με βάση την εν λόγω παράμετρο. Οι κατηγορίες επιδόσεων θα πρέπει να επιτρέπουν τη διαφοροποίηση των προϊόντων με βάση τη σχετική βιωσιμότητά τους και θα μπορούσαν να χρησιμοποιούνται τόσο από τους καταναλωτές όσο και από τις δημόσιες αρχές. Ως εκ τούτου, σκοπός τους είναι να ωθήσουν την αγορά προς πιο βιώσιμα προϊόντα.
(24) Όταν οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις περιλαμβάνουν απαιτήσεις παροχής πληροφοριών, μπορούν επιπλέον να καθορίζουν κατηγορίες επιδόσεων σε σχέση με μία ή περισσότερες σχετικές παραμέτρους προϊόντων, προκειμένου να διευκολύνεται η σύγκριση μεταξύ προϊόντων με βάση την εν λόγω παράμετρο. Οι κατηγορίες επιδόσεων θα πρέπει να επιτρέπουν τη διαφοροποίηση των προϊόντων με βάση τη σχετική βιωσιμότητά τους και θα μπορούσαν να χρησιμοποιούνται τόσο από τους καταναλωτές όσο και από τις δημόσιες αρχές. Ως εκ τούτου, σκοπός τους είναι να ωθήσουν την αγορά προς πιο βιώσιμα προϊόντα, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η λειτουργικότητα.Δεδομένου ότι οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών σχετικά με την ανθεκτικότητα και τη δυνατότητα επισκευής των προϊόντων διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο όσον αφορά τη συμμετοχή των καταναλωτών σε πρότυπα βιώσιμης κατανάλωσης, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να επιτρέπει τον καθορισμό βαθμολογιών όσον αφορά τη δυνατότητα επισκευής.
(26) Οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να περιλαμβάνουν την απαίτηση διάθεσης διαβατηρίου προϊόντος. Το διαβατήριο προϊόντος αποτελεί σημαντικό εργαλείο για τη διάθεση πληροφοριών σε φορείς σε ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα και η διαθεσιμότητα διαβατηρίου προϊόντος αναμένεται να ενισχύσει σημαντικά την ιχνηλασιμότητα από άκρο σε άκρο ενός προϊόντος σε ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα του. Μεταξύ άλλων, το διαβατήριο προϊόντος θα πρέπει να βοηθά τους καταναλωτές να κάνουν συνειδητές επιλογές με τη βελτίωση της πρόσβασής τους σε πληροφορίες για τα προϊόντα που τους ενδιαφέρουν, να επιτρέπει σε οικονομικούς φορείς και άλλους φορείς της αξιακής αλυσίδας, όπως επισκευαστές ή επιχειρήσεις ανακύκλωσης, να έχουν πρόσβαση σε σχετικές πληροφορίες και να δίνει τη δυνατότητα στις αρμόδιες εθνικές αρχές να εκτελούν τα καθήκοντά τους. Για τον σκοπό αυτόν, το διαβατήριο προϊόντος δεν θα πρέπει να αντικαθιστά αλλά να συμπληρώνει τις μη ψηφιακές μορφές διαβίβασης πληροφοριών, όπως οι πληροφορίες που περιέχονται στο εγχειρίδιο προϊόντος ή σε ετικέτα. Επιπλέον, το διαβατήριο προϊόντος θα πρέπει να μπορεί να χρησιμοποιείται για την παροχή πληροφοριών σχετικά με άλλες πτυχές βιωσιμότητας που αφορούν τη σχετική ομάδα προϊόντων σύμφωνα με άλλη ενωσιακή νομοθεσία.
(26) Οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να περιλαμβάνουν την απαίτηση διάθεσης διαβατηρίου προϊόντος. Το διαβατήριο προϊόντος αποτελεί σημαντικό εργαλείο για τη διάθεση πληροφοριών σε φορείς σε ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα και η διαθεσιμότητα διαβατηρίου προϊόντος αναμένεται να ενισχύσει σημαντικά την ιχνηλασιμότητα από άκρο σε άκρο ενός προϊόντος σε ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα του. Μεταξύ άλλων, το διαβατήριο προϊόντος θα πρέπει να βοηθά τους καταναλωτές να κάνουν συνειδητές επιλογές με τη βελτίωση της πρόσβασής τους στα σχετικά προϊόντα, να επιτρέπει σε οικονομικούς φορείς και άλλους φορείς της αξιακής αλυσίδας, όπως επαγγελματίες επισκευαστές, ανεξάρτητους φορείς, επιχειρήσεις ανακαίνισης ή επιχειρήσεις ανακύκλωσης, να έχουν πρόσβαση σε σχετικές πληροφορίες και να δίνει τη δυνατότητα στις αρμόδιες εθνικές αρχές να εκτελούν τα καθήκοντά τους, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η προστασία των εμπιστευτικών επιχειρηματικών πληροφοριών. Για τον σκοπό αυτόν, το διαβατήριο προϊόντος δεν θα πρέπει να αντικαθιστά αλλά να συμπληρώνει τις μη ψηφιακές μορφές διαβίβασης πληροφοριών, όπως οι πληροφορίες που περιέχονται στο εγχειρίδιο προϊόντος ή στην ετικέτα. Επιπλέον, το διαβατήριο προϊόντος θα πρέπει να μπορεί να χρησιμοποιείται για την παροχή πληροφοριών σχετικά με άλλες πτυχές βιωσιμότητας που αφορούν τη σχετική ομάδα προϊόντων σύμφωνα με άλλη ενωσιακή νομοθεσία.
(27) Για να ληφθούν υπόψη η φύση του προϊόντος και η αγορά του, οι πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στο διαβατήριο προϊόντος θα πρέπει να εξετάζονται προσεκτικά, κατά περίπτωση, κατά την κατάρτιση ειδικών ανά προϊόν κανόνων. Για να βελτιστοποιηθεί η πρόσβαση στις πληροφορίες που προκύπτουν και, παράλληλα, να προστατεύονται τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, το διαβατήριο προϊόντος πρέπει να σχεδιαστεί και να εφαρμοστεί έτσι ώστε να καθίσταται δυνατή η διαφοροποιημένη πρόσβαση στις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο διαβατήριο προϊόντος, ανάλογα με το είδος των πληροφοριών και την τυπολογία των ενδιαφερόμενων μερών. Ομοίως, για να αποφευχθεί να επιβαρυνθούν οι εταιρείες και οι πολίτες με δυσανάλογο κόστος σε σχέση με τα ευρύτερα οφέλη, το διαβατήριο προϊόντος θα πρέπει να αφορά ειδικά το είδος, την παρτίδα ή το μοντέλο προϊόντος, ανάλογα, για παράδειγμα, με την πολυπλοκότητα της αξιακής αλυσίδας, το μέγεθος, τη φύση ή τις επιπτώσεις των εξεταζόμενων προϊόντων.
(27) Για να ληφθούν υπόψη η φύση του προϊόντος και η αγορά του, οι πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στο διαβατήριο προϊόντος θα πρέπει να εξετάζονται προσεκτικά, κατά περίπτωση, κατά την κατάρτιση ειδικών ανά προϊόν κανόνων, λαµβάνοντας υπόψη τις περιπτώσεις μοναδικών αντικειμένων και την προστασία των εµπιστευτικών επιχειρηµατικών πληροφοριών. Για να βελτιστοποιηθεί η πρόσβαση στις πληροφορίες που προκύπτουν και, παράλληλα, να προστατεύονται τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, το διαβατήριο προϊόντος πρέπει να σχεδιαστεί και να εφαρμοστεί έτσι ώστε να καθίσταται δυνατή η διαφοροποιημένη πρόσβαση στις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο διαβατήριο προϊόντος, ανάλογα με το είδος των πληροφοριών και την τυπολογία των ενδιαφερόμενων μερών. Ομοίως, για να αποφευχθεί να επιβαρυνθούν οι εταιρείες και οι πολίτες με δυσανάλογο κόστος σε σχέση με τα ευρύτερα οφέλη, το διαβατήριο προϊόντος θα πρέπει να αφορά ειδικά το είδος, την παρτίδα ή το μοντέλο προϊόντος, ανάλογα, για παράδειγμα, με την πολυπλοκότητα της αξιακής αλυσίδας, το μέγεθος, τη φύση ή τις επιπτώσεις των εξεταζόμενων προϊόντων. Το διαβατήριο προϊόντος θα πρέπει να παραμένει διαθέσιμο τουλάχιστον για την αναμενόμενη διάρκεια ζωής ενός συγκεκριμένου προϊόντος, αλλά με επαρκές περιθώριο ώστε να διασφαλίζεται ότι το διαβατήριο προϊόντος είναι διαθέσιμο σε περιπτώσεις στις οποίες το προϊόν διαρκεί περισσότερο από το αναμενόμενο.
(28) Για να εξασφαλιστεί η διαλειτουργικότητα, θα πρέπει να προσδιοριστούν τα είδη των επιτρεπόμενων φορέων δεδομένων. Για τον ίδιο λόγο, ο φορέας δεδομένων και ο μοναδικός αναγνωριστικός κωδικός προϊόντος θα πρέπει να εκδίδονται σύμφωνα με διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα. Θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ, για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού με την αντικατάσταση ή την προσθήκη προτύπων σύμφωνα με τα οποία θα μπορούν να εκδίδονται ο φορέας δεδομένων και οι μοναδικοί αναγνωριστικοί κωδικοί, λαμβανομένης υπόψη της τεχνικής ή επιστημονικής προόδου. Με τον τρόπο αυτόν αναμένεται να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες που περιέχονται στο διαβατήριο προϊόντος μπορούν να καταγράφονται και να διαβιβάζονται από όλους τους οικονομικούς φορείς, καθώς και να εξασφαλίζεται η συμβατότητα του μοναδικού αναγνωριστικού κωδικού με εξωτερικά στοιχεία, όπως οι συσκευές σάρωσης.
(28) Για να εξασφαλιστεί η διαλειτουργικότητα, θα πρέπει να προσδιοριστούν τα είδη των επιτρεπόμενων φορέων δεδομένων. Για τον ίδιο λόγο, ο φορέας δεδομένων και ο μοναδικός αναγνωριστικός κωδικός προϊόντος θα πρέπει να εκδίδονται σύμφωνα με διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα. Τα δεδομένα θα πρέπει να είναι μεταβιβάσιμα μέσω ενός ανοιχτού διαλειτουργικού δικτύου ανταλλαγής δεδομένων χωρίς εγκλωβισμό σε συγκεκριμένο πάροχο. Θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού με την αντικατάσταση ή την προσθήκη προτύπων σύμφωνα με τα οποία θα μπορούν να εκδίδονται ο φορέας δεδομένων και οι μοναδικοί αναγνωριστικοί κωδικοί, λαμβανομένης υπόψη της τεχνικής ή επιστημονικής προόδου. Με τον τρόπο αυτόν αναμένεται να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες που περιέχονται στο διαβατήριο προϊόντος μπορούν να καταγράφονται και να διαβιβάζονται από όλους τους οικονομικούς φορείς, καθώς και να εξασφαλίζεται η συμβατότητα του μοναδικού αναγνωριστικού κωδικού με εξωτερικά στοιχεία, όπως οι συσκευές σάρωσης.
(29) Προκειμένου να μην καθυστερήσει άσκοπα η θέσπιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, με την εξαίρεση των απαιτήσεων για το διαβατήριο προϊόντος, ή να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των διαβατηρίων προϊόντων, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εξαιρεί ομάδες προϊόντων από τις απαιτήσεις που αφορούν το διαβατήριο προϊόντος σε περίπτωση που δεν υπάρχουν τεχνικές προδιαγραφές σε σχέση με τις βασικές απαιτήσεις για τον τεχνικό σχεδιασμό και τη λειτουργία του διαβατηρίου προϊόντος. Ομοίως, προκειμένου να αποφευχθεί η περιττή διοικητική επιβάρυνση των οικονομικών φορέων, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εξαιρεί ομάδες προϊόντων από τις απαιτήσεις που αφορούν το διαβατήριο προϊόντος σε περίπτωση που άλλη ενωσιακή νομοθεσία περιλαμβάνει ήδη σύστημα για την ψηφιακή παροχή πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα, το οποίο επιτρέπει στους φορείς σε ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα να έχουν πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες για τα προϊόντα και διευκολύνει την επαλήθευση της συμμόρφωσης των προϊόντων από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Οι εξαιρέσεις αυτές θα πρέπει να επανεξετάζονται περιοδικά, λαμβανομένης υπόψη της περαιτέρω διαθεσιμότητας τεχνικών προδιαγραφών.
(29) Προκειμένου να μην καθυστερήσει άσκοπα η θέσπιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, με την εξαίρεση των απαιτήσεων για το διαβατήριο προϊόντος, ή να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των διαβατηρίων προϊόντων, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εξαιρεί ομάδες προϊόντων από τις απαιτήσεις που αφορούν το διαβατήριο προϊόντος σε περίπτωση που δεν υπάρχουν τεχνικές προδιαγραφές σε σχέση με τις βασικές απαιτήσεις για τον τεχνικό σχεδιασμό και τη λειτουργία του διαβατηρίου προϊόντος. Ομοίως, προκειμένου να αποφευχθεί η περιττή διοικητική επιβάρυνση των οικονομικών φορέων, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εξαιρεί ομάδες προϊόντων από τις απαιτήσεις που αφορούν το διαβατήριο προϊόντος κατ’ εξαίρεση σε περίπτωση που άλλη ενωσιακή νομοθεσία περιλαμβάνει ήδη σύστημα για την ψηφιακή παροχή πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα, το οποίο επιτρέπει στους φορείς σε ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα να έχουν πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες για τα προϊόντα και διευκολύνει την επαλήθευση της συμμόρφωσης των προϊόντων από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Οι εξαιρέσεις αυτές θα πρέπει να επανεξετάζονται περιοδικά, λαμβανομένης υπόψη της περαιτέρω διαθεσιμότητας τεχνικών προδιαγραφών και να τερματίζονται όπου είναι δυνατόν.
(33) Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική ανάπτυξη του διαβατηρίου προϊόντος, ο τεχνικός σχεδιασμός, οι απαιτήσεις δεδομένων και η λειτουργία του διαβατηρίου προϊόντος θα πρέπει να τηρούν ένα σύνολο βασικών τεχνικών απαιτήσεων. Οι απαιτήσεις αυτές θα πρέπει να παρέχουν τη βάση για τη συνεπή ανάπτυξη του διαβατηρίου προϊόντος σε όλους τους τομείς. Θα πρέπει να θεσπιστούν τεχνικές προδιαγραφές για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των εν λόγω βασικών απαιτήσεων, είτε με τη μορφή εναρμονισμένου προτύπου τα στοιχεία αναφοράς του οποίου έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα είτε, ως εφεδρική επιλογή, με τη μορφή κοινών προδιαγραφών που θεσπίζονται από την Επιτροπή. Ο τεχνικός σχεδιασμός θα πρέπει να διασφαλίζει ότι το διαβατήριο προϊόντος φέρει δεδομένα με ασφαλή τρόπο, τηρώντας τους κανόνες για την προστασία της ιδιωτικότητας. Το ψηφιακό διαβατήριο προϊόντος θα αναπτυχθεί στο πλαίσιο ανοικτού διαλόγου με τους διεθνείς εταίρους, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι απόψεις τους κατά την ανάπτυξη των τεχνικών προδιαγραφών και να διασφαλιστεί ότι συμβάλλουν στην άρση των εμπορικών φραγμών για πιο πράσινα προϊόντα και στη μείωση του κόστους για βιώσιμες επενδύσεις, εμπορία και συμμόρφωση. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική εφαρμογή τους σε ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα, οι τεχνικές προδιαγραφές και οι απαιτήσεις που σχετίζονται με την ιχνηλασιμότητα θα πρέπει να αναπτυχθούν, στο μέτρο του δυνατού, βάσει συναινετικής προσέγγισης και με τη συμμετοχή, τον ενστερνισμό και την αποτελεσματική συνεργασία διαφόρων φορέων, συμπεριλαμβανομένων φορέων τυποποίησης, κλαδικών ενώσεων, οργανώσεων καταναλωτών, εμπειρογνωμόνων, ΜΚΟ και διεθνών εταίρων, καθώς και των αναπτυσσόμενων οικονομιών.
(33) Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική ανάπτυξη του διαβατηρίου προϊόντος, ο τεχνικός σχεδιασμός, οι απαιτήσεις δεδομένων και η λειτουργία του διαβατηρίου προϊόντος θα πρέπει να τηρούν ένα σύνολο βασικών τεχνικών απαιτήσεων. Οι απαιτήσεις αυτές θα πρέπει να παρέχουν τη βάση για τη συνεπή ανάπτυξη του διαβατηρίου προϊόντος σε όλους τους τομείς. Θα πρέπει να θεσπιστούν τεχνικές προδιαγραφές για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των εν λόγω βασικών απαιτήσεων, είτε με τη μορφή εναρμονισμένου προτύπου τα στοιχεία αναφοράς του οποίου έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα είτε, ως εφεδρική επιλογή, με τη μορφή κοινών προδιαγραφών που θεσπίζονται από την Επιτροπή. Ο τεχνικός σχεδιασμός θα πρέπει να διασφαλίζει ότι το διαβατήριο προϊόντος φέρει δεδομένα με ασφαλή τρόπο, τηρώντας τους κανόνες για την προστασία της ιδιωτικότητας. Το ψηφιακό διαβατήριο προϊόντος θα αναπτυχθεί στο πλαίσιο ανοικτού διαλόγου με τους διεθνείς εταίρους, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι απόψεις τους κατά την ανάπτυξη των τεχνικών προδιαγραφών και να διασφαλιστεί ότι συμβάλλουν στην άρση των εμπορικών φραγμών για πιο πράσινα προϊόντα με εκτενείς κύκλους ζωής και κυκλικότητα, στη μείωση του κόστους για βιώσιμες επενδύσεις, εμπορία και συμμόρφωση και στην υποστήριξη της καινοτομίας. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική εφαρμογή τους σε ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα, οι τεχνικές προδιαγραφές και οι απαιτήσεις που σχετίζονται με την ιχνηλασιμότητα θα πρέπει να αναπτυχθούν, στο μέτρο του δυνατού, βάσει συναινετικής προσέγγισης και με τη συμμετοχή, τον ενστερνισμό και την αποτελεσματική συνεργασία διαφόρων φορέων, συμπεριλαμβανομένων φορέων τυποποίησης, κλαδικών ενώσεων, νεοφυών επιχειρήσεων, οργανώσεων καταναλωτών, εμπειρογνωμόνων, ΜΚΟ και διεθνών εταίρων, καθώς και των αναπτυσσόμενων οικονομιών.
(35) Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να συμμορφώνεται προς τους ισχύοντες κανόνες για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες εθνικές αρχές εντός των κρατών μελών θα πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου66. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Επιτροπή θα πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου67.
(35) Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να συμμορφώνεται προς τους ισχύοντες κανόνες για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες εθνικές αρχές εντός των κρατών μελών θα πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου66 με ιδιαίτερη προσοχή στις αρχές της προστασίας των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Επιτροπή θα πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου67. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των τελικών χρηστών δεν θα πρέπει να αποθηκεύονται στο ψηφιακό διαβατήριο προϊόντος.
__________________
__________________
66 Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).
66 Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).
67 Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).
67 Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).
(39) Για να εξασφαλιστεί η στροφή των καταναλωτών σε πιο βιώσιμες επιλογές, οι ετικέτες θα πρέπει, όταν απαιτείται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, να παρέχουν πληροφορίες που επιτρέπουν την αποτελεσματική σύγκριση των προϊόντων, για παράδειγμα με την αναγραφή κατηγοριών επιδόσεων. Ειδικά για τους καταναλωτές, οι φυσικές ετικέτες μπορούν να αποτελέσουν πρόσθετη πηγή πληροφοριών στον τόπο πώλησης. Μπορούν να παρέχουν στους καταναλωτές γρήγορη οπτική βάση χάρη στην οποία θα μπορούν να κάνουν διάκριση μεταξύ προϊόντων με βάση τις επιδόσεις τους σε σχέση με συγκεκριμένη παράμετρο προϊόντος ή σύνολο παραμέτρων προϊόντος. Θα πρέπει επίσης να επιτρέπουν, κατά περίπτωση, την πρόσβαση σε πρόσθετες πληροφορίες με την αναγραφή συγκεκριμένων στοιχείων αναφοράς, όπως διευθύνσεις ιστοτόπων, δυναμικοί κωδικοί ταχείας απόκρισης (QR), σύνδεσμοι προς ετικέτες στο διαδίκτυο ή οποιοδήποτε κατάλληλο μέσο προσανατολισμένο στον καταναλωτή. Η Επιτροπή θα πρέπει να ορίσει στη σχετική κατ’ εξουσιοδότηση πράξη τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο παρουσίασης των εν λόγω ετικετών, μεταξύ άλλων στην περίπτωση των επιγραμμικών εξ αποστάσεως πωλήσεων, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις για τους πελάτες και τους οικονομικούς φορείς και τα χαρακτηριστικά των οικείων προϊόντων. Η Επιτροπή μπορεί επίσης να απαιτήσει να τυπώνεται η ετικέτα επί της συσκευασίας του προϊόντος.
(39) Για να εξασφαλιστεί η στροφή των καταναλωτών σε βιώσιμες επιλογές, οι ετικέτες θα πρέπει, όταν απαιτείται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, να παρέχουν σαφείς και εύκολα κατανοητές πληροφορίες που επιτρέπουν την αποτελεσματική σύγκριση των προϊόντων, για παράδειγμα με την αναγραφή κατηγοριών επιδόσεων. Ειδικά για τους καταναλωτές, οι φυσικές ετικέτες μπορούν να αποτελέσουν πρόσθετη πηγή πληροφοριών στον τόπο πώλησης. Μπορούν να παρέχουν στους καταναλωτές γρήγορη οπτική βάση χάρη στην οποία θα μπορούν να κάνουν διάκριση μεταξύ προϊόντων με βάση τις επιδόσεις τους σε σχέση με συγκεκριμένη παράμετρο προϊόντος ή σύνολο παραμέτρων προϊόντος. Θα πρέπει επίσης να επιτρέπουν, κατά περίπτωση, την πρόσβαση σε πρόσθετες πληροφορίες με την αναγραφή συγκεκριμένων στοιχείων αναφοράς, όπως διευθύνσεις ιστοτόπων, δυναμικοί κωδικοί ταχείας απόκρισης (QR), σύνδεσμοι προς ετικέτες στο διαδίκτυο ή οποιοδήποτε κατάλληλο μέσο προσανατολισμένο στον καταναλωτή. Η Επιτροπή θα πρέπει να ορίσει στη σχετική κατ’ εξουσιοδότηση πράξη τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο παρουσίασης των εν λόγω ετικετών, μεταξύ άλλων στην περίπτωση των επιγραμμικών εξ αποστάσεως πωλήσεων, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις για τους πελάτες και τους οικονομικούς φορείς και τα χαρακτηριστικά των οικείων προϊόντων. Η Επιτροπή μπορεί επίσης να απαιτήσει να τυπώνεται η ετικέτα επί της συσκευασίας του προϊόντος.
(41) Οι καταναλωτές θα πρέπει να προστατεύονται από παραπλανητικές πληροφορίες που θα μπορούσαν να παρεμποδίσουν τις επιλογές τους για πιο βιώσιμα προϊόντα. Για τους λόγους αυτούς, θα πρέπει να απαγορευθεί η διάθεση στην αγορά προϊόντων που φέρουν ετικέτα η οποία αποτελεί απομίμηση των ετικετών που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.
(41) Οι καταναλωτές θα πρέπει να προστατεύονται από παραπλανητικές πληροφορίες που θα μπορούσαν να παρεμποδίσουν τις επιλογές τους για πιο βιώσιμα προϊόντα. Για τους λόγους αυτούς, θα πρέπει να απαγορευθεί η διάθεση στην αγορά προϊόντων που φέρουν ετικέτα με ψευδείς ή αντιφατικές πληροφορίες ή η οποία αποτελεί απομίμηση των ετικετών που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Ωστόσο, θα πρέπει να είναι δυνατή η συνέχιση της εμφάνισης οικολογικού σήματος της ΕΕ ή άλλου υφιστάμενου οικολογικού σήματος τύπου I, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 66/2010.
(42) Προκειμένου να επιτευχθούν με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο οι στόχοι της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και να καλυφθούν πρώτα τα προϊόντα με τον μεγαλύτερο αντίκτυπο, η Επιτροπή θα πρέπει να προβεί σε ιεράρχηση των προϊόντων που θα ρυθμιστούν βάσει του παρόντος κανονισμού και των απαιτήσεων που θα ισχύουν γι’ αυτά. Με βάση τη διαδικασία που ακολουθείται για την ιεράρχηση δυνάμει της οδηγίας 2009/125/ΕΚ, η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει πρόγραμμα εργασίας, το οποίο θα καλύπτει τουλάχιστον 3 έτη και θα καθορίζει κατάλογο των ομάδων προϊόντων για τις οποίες προτίθεται να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, καθώς και τις πτυχές των προϊόντων για τις οποίες προτίθεται να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις οριζόντιας εφαρμογής. Η Επιτροπή θα πρέπει να βασίσει την ιεράρχησή της σε σύνολο κριτηρίων που θα αφορούν ιδίως τη δυνητική συμβολή των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων στους κλιματικούς, περιβαλλοντικούς και ενεργειακούς στόχους της Ένωσης και τη δυνατότητά τους να βελτιώσουν τις πτυχές των προϊόντων που επιλέγονται χωρίς δυσανάλογο κόστος για το κοινό και τους οικονομικούς φορείς. Δεδομένης της σημασίας τους για την επίτευξη των ενεργειακών στόχων της Ένωσης, τα προγράμματα εργασίας θα πρέπει να περιλαμβάνουν επαρκή αριθμό δράσεων σε σχέση με συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα. Θα πρέπει επίσης να ζητηθεί η γνώμη των κρατών μελών και των ενδιαφερόμενων μερών μέσω του φόρουμ οικολογικού σχεδιασμού. Λόγω της συμπληρωματικότητας μεταξύ του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1369 για τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα, τα χρονοδιαγράμματα για το πρόγραμμα εργασίας βάσει του παρόντος κανονισμού και το χρονοδιάγραμμα που προβλέπεται στο άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1369 θα πρέπει να εναρμονιστούν.
(42) Προκειμένου να επιτευχθούν με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο οι στόχοι της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και να καλυφθούν πρώτα τα προϊόντα με τον μεγαλύτερο αντίκτυπο, η Επιτροπή θα πρέπει να προβεί σε ιεράρχηση των προϊόντων που θα ρυθμιστούν βάσει του παρόντος κανονισμού και των απαιτήσεων που θα ισχύουν γι’ αυτά. Με βάση τη διαδικασία που ακολουθείται για την ιεράρχηση δυνάμει της οδηγίας 2009/125/ΕΚ, η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει πρόγραμμα εργασίας, το οποίο θα καλύπτει τουλάχιστον 3 έτη και θα καθορίζει κατάλογο των ομάδων προϊόντων για τις οποίες προτίθεται να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, καθώς και τις πτυχές των προϊόντων για τις οποίες προτίθεται να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις οριζόντιας εφαρμογής, καθώς και τα εκτιμώμενα χρονοδιαγράμματα για τη θέσπισή τους. Το πρόγραμμα εργασίας και οι επικαιροποιήσεις του θα πρέπει να δημοσιοποιείται και να υποβάλλεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν από την έγκρισή τους. Η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει ιδίως τις ομάδες προϊόντων και τις πρώτες ύλες που προσδιορίζονται στον παρόντα κανονισμό, και να βασίσει την ιεράρχησή της σε σύνολο κριτηρίων που θα αφορούν ιδίως τη συμβολή των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων στους κλιματικούς, περιβαλλοντικούς και ενεργειακούς στόχους της Ένωσης και τη δυνατότητά τους να βελτιώσουν τις πτυχές των προϊόντων που επιλέγονται χωρίς δυσανάλογο κόστος για το κοινό και τους οικονομικούς φορείς. Δεδομένης της σημασίας τους για την επίτευξη των ενεργειακών στόχων της Ένωσης, τα προγράμματα εργασίας θα πρέπει να περιλαμβάνουν επαρκή αριθμό δράσεων σε σχέση με συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα. Θα πρέπει επίσης να ζητηθεί η γνώμη των κρατών μελών και των ενδιαφερόμενων μερών μέσω του φόρουμ οικολογικού σχεδιασμού. Λόγω της συμπληρωματικότητας μεταξύ του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1369 για τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα, τα χρονοδιαγράμματα για το πρόγραμμα εργασίας βάσει του παρόντος κανονισμού και το χρονοδιάγραμμα που προβλέπεται στο άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1369 θα πρέπει να εναρμονιστούν.
(42α) Η τσιμεντοβιομηχανία, ως ένας από τους τομείς με τη μεγαλύτερη ένταση ενέργειας, υλικών και άνθρακα, ευθύνεται σήμερα για το 7 % περίπου των παγκόσμιων εκπομπών CO2 και το 4 % των εκπομπών CO2 της ΕΕ1α, γεγονός που την καθιστά κομβικό τομέα για την ευθυγράμμιση με τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα και τους κλιματικούς στόχους της Ένωσης το συντομότερο δυνατόν. Ενώ τα δομικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του τσιμέντου, πρέπει να καλύπτονται από [τον επικείμενο κανονισμό για τη θέσπιση εναρμονισμένων όρων εμπορίας δομικών προϊόντων, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2011 (2022/0094COD)], παραμένουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Για να αποφευχθεί η έλλειψη απαιτήσεων για τα προϊόντα που χρειάζονται επειγόντως για την επίτευξη των στόχων μας για το κλίμα και το περιβάλλον, τυχόν απουσία επαρκών απαιτήσεων επιδόσεων και παροχής πληροφοριών για τα εν λόγω προϊόντα στο πλαίσιο του [επικείμενου κανονισμού για τη θέσπιση εναρμονισμένων όρων εμπορίας δομικών προϊόντων, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2011 (2022/0094COD)] θα πρέπει να ενεργοποιήσει τη συμπερίληψή τους στο επόμενο πρόγραμμα εργασίας του παρόντος κανονισμού.
__________________
1α Decarbonisation options for the cement industry, EUR 31378 EN, Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Λουξεμβούργο, 2023, ISBN 978-92-76-61599-6, doi:10.2760/174037, JRC131246.
(43) Όσον αφορά τα δομικά προϊόντα, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίζει απαιτήσεις για τα τελικά προϊόντα μόνον όταν οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τον [αναθεωρημένο κανονισμό για τα δομικά προϊόντα] και η εφαρμογή του είναι απίθανο να επιτύχουν επαρκώς τους στόχους περιβαλλοντικής βιωσιμότητας που επιδιώκονται με τον παρόντα κανονισμό. Επιπλέον, κατά τη διαμόρφωση των προγραμμάτων εργασίας, η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει υπόψη ότι, σε συνέχεια της τρέχουσας πρακτικής, οι απαιτήσεις βιωσιμότητας που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό θα υπερισχύουν των αντίστοιχων απαιτήσεων [στον αναθεωρημένο κανονισμό για τα δομικά προϊόντα], σε σχέση με συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα που είναι επίσης δομικά προϊόντα. Τέτοια προϊόντα είναι, για παράδειγμα, οι θερμαντήρες, οι λέβητες, οι αντλίες θερμότητας, οι συσκευές θέρμανσης νερού και χώρου, οι ανεμιστήρες, τα συστήματα ψύξης και εξαερισμού και τα φωτοβολταϊκά προϊόντα (εξαιρουμένων των φωτοβολταϊκών συλλεκτών που είναι ενσωματωμένοι σε κτίρια). Για τα προϊόντα αυτά, [ο αναθεωρημένος κανονισμός για τα δομικά προϊόντα] μπορεί να παρεμβαίνει με συμπληρωματικό τρόπο, όπου απαιτείται, κυρίως σε σχέση με τις πτυχές ασφάλειας, λαμβανομένων επίσης υπόψη άλλων ενωσιακών νομοθετικών πράξεων σχετικά με προϊόντα όπως οι συσκευές αερίου, η χαμηλή τάση και τα μηχανήματα.
(43) Κατά τη διαμόρφωση των προγραμμάτων εργασίας, η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει υπόψη ότι, σε συνέχεια της τρέχουσας πρακτικής, οι απαιτήσεις βιωσιμότητας που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό θα υπερισχύουν των αντίστοιχων απαιτήσεων [στον αναθεωρημένο κανονισμό για τα δομικά προϊόντα], σε σχέση με συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα που είναι επίσης δομικά προϊόντα. Τέτοια προϊόντα είναι, για παράδειγμα, οι θερμαντήρες, οι λέβητες, οι αντλίες θερμότητας, οι συσκευές θέρμανσης νερού και χώρου, οι ανεμιστήρες, τα συστήματα ψύξης και εξαερισμού και τα φωτοβολταϊκά προϊόντα (εξαιρουμένων των φωτοβολταϊκών συλλεκτών που είναι ενσωματωμένοι σε κτίρια). Για τα προϊόντα αυτά, [ο αναθεωρημένος κανονισμός για τα δομικά προϊόντα] μπορεί να παρεμβαίνει με συμπληρωματικό τρόπο, όπου απαιτείται, κυρίως σε σχέση με τις πτυχές ασφάλειας, λαμβανομένων επίσης υπόψη άλλων ενωσιακών νομοθετικών πράξεων σχετικά με προϊόντα όπως οι συσκευές αερίου, η χαμηλή τάση και τα μηχανήματα.
(44) Προκειμένου να ενθαρρυνθεί η αυτορρύθμιση ως έγκυρη εναλλακτική λύση αντί των ρυθμιστικών προσεγγίσεων, ο παρών κανονισμός θα πρέπει, σε συνέχεια της οδηγίας 2009/125/ΕΚ, να περιλαμβάνει τη δυνατότητα της βιομηχανίας να υποβάλλει μέτρα αυτορρύθμισης. Η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει τα μέτρα αυτορρύθμισης που προτείνει η βιομηχανία, μαζί με τις πληροφορίες και τα αποδεικτικά στοιχεία που υποβάλλουν οι υπογράφοντες, μεταξύ άλλων υπό το πρίσμα των διεθνών εμπορικών δεσμεύσεων της Ένωσης και της ανάγκης να διασφαλιστεί η συνεκτικότητα με το ενωσιακό δίκαιο. Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για την έκδοση και την επικαιροποίηση πράξης στην οποία θα παρατίθενται τα μέτρα αυτορρύθμισης που θεωρούνται έγκυρες εναλλακτικές λύσεις αντί της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού. Είναι επίσης σκόπιμο, λαμβανομένων υπόψη, για παράδειγμα, των σχετικών εξελίξεων στην αγορά ή των τεχνολογικών εξελίξεων στο πλαίσιο της οικείας ομάδας προϊόντων, να μπορεί η Επιτροπή να ζητεί αναθεωρημένη έκδοση του μέτρου αυτορρύθμισης όποτε κρίνεται αναγκαίο. Από τη στιγμή που ένα μέτρο αυτορρύθμισης παρατίθεται σε εκτελεστική πράξη, οι οικονομικοί φορείς έχουν θεμιτή προσδοκία ότι η Επιτροπή δεν θα εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη για τη θέσπιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τη συγκεκριμένη ομάδα προϊόντων. Ωστόσο, δεν αποκλείεται να μπορεί η Επιτροπή να θεσπίζει οριζόντιες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού που να ισχύουν και για τα προϊόντα που καλύπτονται από αναγνωρισμένο μέτρο αυτορρύθμισης για τις πτυχές προϊόντων που δεν καλύπτονται από το εν λόγω μέτρο αυτορρύθμισης. Όταν η Επιτροπή θεωρεί ότι ένα μέτρο αυτορρύθμισης δεν πληροί πλέον τα κριτήρια που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να διαγράφει το εν λόγω μέτρο αυτορρύθμισης από την εκτελεστική πράξη στην οποία παρατίθενται τα αναγνωρισμένα μέτρα αυτορρύθμισης. Κατά συνέπεια, μπορούν στη συνέχεια να θεσπιστούν απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για τις ομάδες προϊόντων τις οποίες αφορούσε προηγουμένως το μέτρο αυτορρύθμισης, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.
(44) Προκειμένου να ενθαρρυνθεί η αυτορρύθμιση ως έγκυρη εναλλακτική λύση αντί των ρυθμιστικών προσεγγίσεων, ο παρών κανονισμός θα πρέπει, σε συνέχεια της οδηγίας 2009/125/ΕΚ, να περιλαμβάνει τη δυνατότητα της βιομηχανίας να υποβάλλει μέτρα αυτορρύθμισης όταν τα εν λόγω προϊόντα ή ομάδες προϊόντων δεν περιλαμβάνονται στο σχέδιο εργασίας για τον οικολογικό σχεδιασμό. Τα μέτρα αυτορρύθμισης θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τους στόχους του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει τα μέτρα αυτορρύθμισης που προτείνει η βιομηχανία, μαζί με τις πληροφορίες και τα αποδεικτικά στοιχεία που υποβάλλουν οι υπογράφοντες, μεταξύ άλλων υπό το πρίσμα των διεθνών εμπορικών δεσμεύσεων της Ένωσης και της ανάγκης να διασφαλιστεί η συνεκτικότητα με το ενωσιακό δίκαιο. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για την έκδοση και την επικαιροποίηση πράξης στην οποία θα παρατίθενται τα μέτρα αυτορρύθμισης που θεωρούνται έγκυρες εναλλακτικές λύσεις αντί της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού. Είναι επίσης σκόπιμο, λαμβανομένων υπόψη, για παράδειγμα, των σχετικών εξελίξεων στην αγορά ή των τεχνολογικών εξελίξεων στο πλαίσιο της οικείας ομάδας προϊόντων, να μπορεί η Επιτροπή να ζητεί αναθεωρημένη έκδοση του μέτρου αυτορρύθμισης όποτε κρίνεται αναγκαίο. Από τη στιγμή που ένα μέτρο αυτορρύθμισης παρατίθεται σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, οι οικονομικοί φορείς έχουν θεμιτή προσδοκία ότι η Επιτροπή δεν θα εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη για τη θέσπιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τη συγκεκριμένη ομάδα προϊόντων. Ωστόσο, δεν αποκλείεται να μπορεί η Επιτροπή να θεσπίζει οριζόντιες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού που να ισχύουν και για τα προϊόντα που καλύπτονται από αναγνωρισμένο μέτρο αυτορρύθμισης για τις πτυχές προϊόντων που δεν καλύπτονται από το εν λόγω μέτρο αυτορρύθμισης. Όταν η Επιτροπή θεωρεί ότι ένα μέτρο αυτορρύθμισης δεν πληροί πλέον τα κριτήρια που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να διαγράφει το εν λόγω μέτρο αυτορρύθμισης από την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη στην οποία παρατίθενται τα αναγνωρισμένα μέτρα αυτορρύθμισης. Κατά συνέπεια, μπορούν στη συνέχεια να θεσπιστούν απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για τις ομάδες προϊόντων τις οποίες αφορούσε προηγουμένως το μέτρο αυτορρύθμισης, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.
(45) Οι πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) θα μπορούσαν να επωφεληθούν σε μεγάλο βαθμό από την αύξηση της ζήτησης για βιώσιμα προϊόντα, αλλά θα μπορούσαν επίσης να αντιμετωπίσουν πρόσθετο κόστος και δυσκολίες σε σχέση με ορισμένες από τις απαιτήσεις. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχουν, στους αντίστοιχους τομείς αρμοδιότητάς τους, επαρκείς πληροφορίες, να εξασφαλίζουν στοχευμένη και εξειδικευμένη κατάρτιση και να παρέχουν ειδική βοήθεια και στήριξη, συμπεριλαμβανομένης χρηματοδοτικής στήριξης, σε ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή προϊόντων για τα οποία καθορίζονται απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού. Οι δράσεις αυτές θα πρέπει, για παράδειγμα, να καλύπτουν τον υπολογισμό του περιβαλλοντικού αποτυπώματος προϊόντος και την τεχνική εφαρμογή του διαβατηρίου προϊόντος. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν μέτρα σε σχέση με τους ισχύοντες κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις.
(45) Οι πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) θα μπορούσαν να επωφεληθούν σε μεγάλο βαθμό από την αύξηση της ζήτησης για βιώσιμα προϊόντα, αλλά θα μπορούσαν επίσης να αντιμετωπίσουν πρόσθετο κόστος και δυσκολίες σε σχέση με ορισμένες από τις απαιτήσεις. Προκειμένου να στηρίξουν τις ΜΜΕ, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχουν, στους αντίστοιχους τομείς αρμοδιότητάς τους, επαρκείς πληροφορίες, να εξασφαλίζουν στοχευμένη και εξειδικευμένη κατάρτιση και να παρέχουν ειδική βοήθεια και στήριξη, συμπεριλαμβανομένης χρηματοδοτικής στήριξης, μέσω υφιστάμενης χρηματοδότησης και χρηματοδοτικών εργαλείων, σε πολύ μικρές επιχειρήσεις και σε ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή προϊόντων για τα οποία καθορίζονται απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον ειδικούς μηχανισμούς για τη διευκόλυνση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο διαβατήριο προϊόντος και με τη διενέργεια αξιολογήσεων του κύκλου ζωής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν μέτρα σε σχέση με τους ισχύοντες κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις.
(46) Η καταστροφή μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων, όπως τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα υποδήματα, από τους οικονομικούς φορείς ανάγεται σε ευρέως διαδεδομένο περιβαλλοντικό πρόβλημα σε ολόκληρη την Ένωση, ιδίως λόγω της ταχείας αύξησης των επιγραμμικών πωλήσεων. Ισοδυναμεί με απώλεια πολύτιμων οικονομικών πόρων, καθώς τα εμπορεύματα παράγονται, μεταφέρονται και στη συνέχεια καταστρέφονται χωρίς ποτέ να χρησιμοποιούνται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο, για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος, να θεσπίσει ο παρών κανονισμός πλαίσιο για την πρόληψη της καταστροφής μη πωληθέντων προϊόντων που προορίζονται κυρίως για τους καταναλωτές σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2019/771 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου69, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων που έχουν επιστραφεί από καταναλωτή με βάση το δικαίωμα υπαναχώρησης, όπως ορίζεται στην οδηγία (ΕΕ) 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου70. Με τον τρόπο αυτόν θα μειωθούν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις των εν λόγω προϊόντων με τη μείωση της παραγωγής αποβλήτων και με την αποθάρρυνση της υπερπαραγωγής προϊόντων. Επιπλέον, δεδομένου ότι αρκετά κράτη μέλη έχουν θεσπίσει εθνική νομοθεσία σχετικά με την καταστροφή μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων, δημιουργώντας έτσι στρεβλώσεις στην αγορά, απαιτούνται εναρμονισμένοι κανόνες για την καταστροφή των μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι διανομείς, οι έμποροι λιανικής πώλησης και άλλοι οικονομικοί φορείς υπόκεινται στους ίδιους κανόνες και στα ίδια κίνητρα σε όλα τα κράτη μέλη.
(46) Η καταστροφή μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων, όπως τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα υποδήματα, καθώς και ο ηλεκτρικός και ηλεκτρονικός εξοπλισμός ή οι ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές, από τους οικονομικούς φορείς ανάγεται σε ευρέως διαδεδομένο περιβαλλοντικό πρόβλημα σε ολόκληρη την Ένωση, ιδίως λόγω της ταχείας αύξησης των επιγραμμικών πωλήσεων. Ισοδυναμεί με απώλεια πολύτιμων οικονομικών πόρων, καθώς τα εμπορεύματα παράγονται, μεταφέρονται και στη συνέχεια καταστρέφονται χωρίς ποτέ να χρησιμοποιούνται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο, για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος, να θεσπίσει ο παρών κανονισμός πλαίσιο για την πρόληψη της καταστροφής μη πωληθέντων προϊόντων που προορίζονται κυρίως για τους καταναλωτές σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2019/771 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου69, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων που έχουν επιστραφεί από καταναλωτή με βάση το δικαίωμα υπαναχώρησης, όπως ορίζεται στην οδηγία (ΕΕ) 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου70. Με τον τρόπο αυτόν θα μειωθούν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις των εν λόγω προϊόντων με τη μείωση της παραγωγής αποβλήτων και με την αποθάρρυνση της υπερπαραγωγής προϊόντων. Επιπλέον, δεδομένου ότι αρκετά κράτη μέλη έχουν θεσπίσει εθνική νομοθεσία σχετικά με την καταστροφή μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων, δημιουργώντας έτσι στρεβλώσεις στην αγορά, απαιτούνται εναρμονισμένοι κανόνες για την καταστροφή των μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι διανομείς, οι έμποροι λιανικής πώλησης και άλλοι οικονομικοί φορείς υπόκεινται στους ίδιους κανόνες και στα ίδια κίνητρα σε όλα τα κράτη μέλη.
__________________
__________________
69 Οδηγία (ΕΕ) 2019/771 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, σχετικά με ορισμένες πτυχές που αφορούν τις συμβάσεις για τις πωλήσεις αγαθών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2394 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ, και την κατάργηση της οδηγίας 1999/44/ΕΚ (ΕΕ L 136 της 22.5.2019, σ. 6).
69 Οδηγία (ΕΕ) 2019/771 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, σχετικά με ορισμένες πτυχές που αφορούν τις συμβάσεις για τις πωλήσεις αγαθών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2394 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ, και την κατάργηση της οδηγίας 1999/44/ΕΚ (ΕΕ L 136 της 22.5.2019, σ. 6).
70 Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).
70 Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).
(47) Για την αποθάρρυνση της καταστροφής μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων και για την περαιτέρω παραγωγή δεδομένων σχετικά με την συχνότητα χρήσης αυτής της πρακτικής, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να θεσπίσει υποχρέωση διαφάνειας για τους οικονομικούς φορείς που κατέχουν καταναλωτικά προϊόντα στην Ένωση, απαιτώντας από αυτούς να δημοσιοποιούν πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων που απορρίπτονται ετησίως. Ο οικονομικός φορέας θα πρέπει να επισημαίνει το είδος ή την κατηγορία των προϊόντων και τους λόγους της απόρριψής τους και της παράδοσής του για επακόλουθες εργασίες επεξεργασίας αποβλήτων. Παρότι οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να καθορίζουν τον τρόπο δημοσιοποίησης των εν λόγω πληροφοριών με τρόπο κατάλληλο για το επιχειρηματικό τους περιβάλλον, θα πρέπει να θεωρείται βέλτιστη πρακτική να περιλαμβάνονται οι απαιτούμενες πληροφορίες σε διαθέσιμη στο κοινό μη χρηματοοικονομική κατάσταση που συντάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 19α της οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου71, κατά περίπτωση.
(47) Για την αποθάρρυνση της καταστροφής μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων και για την περαιτέρω παραγωγή δεδομένων σχετικά με την συχνότητα χρήσης αυτής της πρακτικής, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να θεσπίσει υποχρέωση διαφάνειας για τους οικονομικούς φορείς που κατέχουν καταναλωτικά προϊόντα στην Ένωση, απαιτώντας από αυτούς να δημοσιοποιούν πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων που απορρίπτονται ετησίως σε ιστότοπο της Επιτροπής. Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να επισημαίνουν το είδος ή την κατηγορία των προϊόντων και τους λόγους της απόρριψής τους και της παράδοσής του για επακόλουθες εργασίες επεξεργασίας αποβλήτων. Θα πρέπει επίσης να θεωρείται βέλτιστη πρακτική να περιλαμβάνονται οι απαιτούμενες πληροφορίες σε διαθέσιμη στο κοινό μη χρηματοοικονομική κατάσταση που συντάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 19α της οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου71, κατά περίπτωση.
__________________
__________________
71 Οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/EOK και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19).
71 Οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/EOK και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19).
(48) Προκειμένου να αποφευχθεί η καταστροφή μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων, όταν η καταστροφή των εν λόγω προϊόντων είναι ευρέως διαδεδομένη, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ, για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με την απαγόρευση της καταστροφής των προϊόντων αυτών. Δεδομένου του ευρέος φάσματος προϊόντων που μπορούν ενδεχομένως να καταστρέφονται χωρίς ποτέ να πωληθούν ή να χρησιμοποιηθούν, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί η εν λόγω εξουσιοδότηση στον παρόντα κανονισμό. Ωστόσο, η απαγόρευση που προβλέπεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις θα πρέπει να εφαρμόζεται σε συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων που θα καθοριστούν βάσει αξιολόγησης από την Επιτροπή του βαθμού στον οποίο πραγματοποιείται στην πράξη η καταστροφή των εν λόγω προϊόντων, λαμβανομένων υπόψη των πληροφοριών που παρέχουν οι οικονομικοί φορείς, κατά περίπτωση. Για να διασφαλιστεί ότι η υποχρέωση αυτή είναι αναλογική, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο θέσπισης ειδικών εξαιρέσεων βάσει των οποίων μπορεί να εξακολουθήσει να επιτρέπεται η καταστροφή μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων, για παράδειγμα λόγω ανησυχιών για την υγεία και την ασφάλεια. Για να παρακολουθείται η αποτελεσματικότητα της εν λόγω απαγόρευσης και να αποθαρρύνεται η καταστρατήγηση, οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να υποχρεούνται να δημοσιοποιούν τον αριθμό των μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων που καταστράφηκαν και τους λόγους της καταστροφής τους στο πλαίσιο των ισχυουσών εξαιρέσεων. Τέλος, για να αποφευχθεί τυχόν περιττή διοικητική επιβάρυνση για τις ΜΜΕ, θα πρέπει να εξαιρούνται από την υποχρέωση δημοσιοποίησης των μη πωληθέντων απορριφθέντων προϊόντων τους και από την απαγόρευση απόρριψης συγκεκριμένων ομάδων προϊόντων που καθορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις. Ωστόσο, όταν υπάρχουν εύλογες αποδείξεις ότι οι ΜΜΕ μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την καταστρατήγηση των εν λόγω υποχρεώσεων, η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να απαιτεί, στις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, για ορισμένες ομάδες προϊόντων, οι υποχρεώσεις αυτές να ισχύουν και για τις πολύ μικρές, μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις.
(48) Προκειμένου να αποφευχθεί η καταστροφή μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων, όταν η καταστροφή των εν λόγω προϊόντων είναι ευρέως διαδεδομένη, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με την απαγόρευση της καταστροφής των προϊόντων αυτών. Δεδομένου του ευρέος φάσματος προϊόντων που μπορούν ενδεχομένως να καταστρέφονται χωρίς ποτέ να πωληθούν ή να χρησιμοποιηθούν, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί η εν λόγω εξουσιοδότηση στον παρόντα κανονισμό. Ωστόσο, η απαγόρευση που προβλέπεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις θα πρέπει να εφαρμόζεται σε συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων που θα καθοριστούν βάσει αξιολόγησης από την Επιτροπή του βαθμού στον οποίο πραγματοποιείται στην πράξη η καταστροφή των εν λόγω προϊόντων, λαμβανομένων υπόψη των πληροφοριών που παρέχουν οι οικονομικοί φορείς, κατά περίπτωση. Για να διασφαλιστεί ότι η υποχρέωση αυτή είναι αναλογική, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο θέσπισης ειδικών εξαιρέσεων βάσει των οποίων μπορεί να εξακολουθήσει να επιτρέπεται η καταστροφή μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων, για παράδειγμα λόγω ανησυχιών για την υγεία και την ασφάλεια. Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να παρέχει στους οικονομικούς φορείς επαρκή χρόνο για να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις μιας τέτοιας απαγόρευσης. Για να παρακολουθείται η αποτελεσματικότητα της εν λόγω απαγόρευσης και να αποθαρρύνεται η καταστρατήγηση, οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να υποχρεούνται να δημοσιοποιούν τον αριθμό των μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων που καταστράφηκαν και τους λόγους της καταστροφής τους στο πλαίσιο των ισχυουσών εξαιρέσεων. Τέλος, για να αποφευχθεί τυχόν περιττή διοικητική επιβάρυνση για τις πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, θα πρέπει να εξαιρούνται από την υποχρέωση δημοσιοποίησης των μη πωληθέντων απορριφθέντων προϊόντων τους και από την απαγόρευση απόρριψης συγκεκριμένων ομάδων προϊόντων που καθορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις. Ωστόσο, όταν υπάρχουν εύλογες αποδείξεις ότι οι πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την καταστρατήγηση των εν λόγω υποχρεώσεων, η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να απαιτεί, στις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, για ορισμένες ομάδες προϊόντων, οι υποχρεώσεις αυτές να ισχύουν και για τις πολύ μικρές, μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις. Ένα έτος μετά τις ... [ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού], η καταστροφή μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων από οικονομικούς φορείς θα πρέπει να απαγορεύεται για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα υποδήματα, καθώς και για τον ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό, εφόσον υπάρχουν επαρκή στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η καταστροφή των εν λόγω προϊόντων λαμβάνει χώρα και είναι επιβλαβής για το περιβάλλον.
(59) Είναι σημαντικό οι επιγραμμικές αγορές να συνεργάζονται στενά με τις αρχές εποπτείας της αγοράς. Υποχρέωση συνεργασίας με τις αρχές εποπτείας της αγοράς επιβάλλεται στους παρόχους υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου74 όσον αφορά τα προϊόντα που καλύπτονται από τον εν λόγω κανονισμό, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων για τα οποία καθορίζονται απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού. Προκειμένου να βελτιωθεί περαιτέρω η συνεργασία για την αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου που σχετίζεται με μη συμμορφούμενα προϊόντα, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να περιλαμβάνει συγκεκριμένες υποχρεώσεις για την πρακτική εφαρμογή της εν λόγω συνεργασίας όσον αφορά τις επιγραμμικές αγορές. Για παράδειγμα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς βελτιώνουν διαρκώς τα τεχνολογικά εργαλεία που χρησιμοποιούν για την εποπτεία των επιγραμμικών αγορών ώστε να εντοπίζουν τα μη συμμορφούμενα προϊόντα που πωλούνται διαδικτυακά. Προκειμένου τα εν λόγω εργαλεία να τεθούν σε λειτουργία, οι επιγραμμικές αγορές θα πρέπει να παράσχουν πρόσβαση στις διεπαφές τους. Επιπλέον, οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενδέχεται επίσης να χρειαστεί να προβούν σε συγκομιδή δεδομένων από τις επιγραμμικές αγορές.
(59) Είναι σημαντικό οι επιγραμμικές αγορές να συνεργάζονται στενά με τις αρχές εποπτείας της αγοράς. Υποχρέωση συνεργασίας με τις αρχές εποπτείας της αγοράς επιβάλλεται στους παρόχους υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου74 όσον αφορά τα προϊόντα που καλύπτονται από τον εν λόγω κανονισμό, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων για τα οποία καθορίζονται απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού. Προκειμένου να παρακολουθούνται οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι νέες μέθοδοι πώλησης, οι υποχρεώσεις συμμόρφωσης εκ σχεδιασμού που προβλέπει για τους παρόχους επιγραμμικών αγορών το άρθρο 31 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου74α θα πρέπει να ισχύουν για τους σκοπούς των πληροφοριών που απαιτούν τα άρθρα 25 και 30 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού και, κατά περίπτωση, για τις απαιτήσεις που ορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού. Η επιβολή των υποχρεώσεων αυτών θα πρέπει να υπόκειται στους κανόνες που καθορίζονται στο κεφάλαιο IV του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065. Για τους σκοπούς του άρθρου 31 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065, οι πάροχοι επιγραμμικών αγορών θα πρέπει να χρησιμοποιούν τουλάχιστον το σύστημα πληροφοριών και επικοινωνίας που αναφέρεται στο άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020. Το ενιαίο σημείο επαφής βάσει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να μπορεί να είναι το ίδιο με το σημείο επαφής βάσει του άρθρου 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065, χωρίς να διακυβεύεται ο στόχος της αντιμετώπισης των ζητημάτων που συνδέονται με την ασφάλεια των προϊόντων με ταχύ και συγκεκριμένο τρόπο.
_________________
_________________
74 Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1020 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την εποπτεία της αγοράς και τη συμμόρφωση των προϊόντων και για την κατάργηση της οδηγίας 2004/42/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και (ΕΕ) αριθ. 305/2011 (ΕΕ L 169 της 25.6.2019, σ. 1).
74 Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1020 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την εποπτεία της αγοράς και τη συμμόρφωση των προϊόντων και για την κατάργηση της οδηγίας 2004/42/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και (ΕΕ) αριθ. 305/2011 (ΕΕ L 169 της 25.6.2019, σ. 1).
74α Κανονισμός (ΕΕ) 2022/2065 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 2022 σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/31/ΕΚ (πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες) (ΕΕ L 277 της 27.10.2022, σ. 1).
(68) Ελλείψει εναρμονισμένων προτύπων, η προσφυγή σε κοινές προδιαγραφές θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως εφεδρική λύση ώστε να διευκολύνεται η εκπλήρωση της υποχρέωσης συμμόρφωσης του κατασκευαστή με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, για παράδειγμα όταν η διαδικασία τυποποίησης παρεμποδίζεται λόγω έλλειψης συναίνεσης μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών ή όταν υπάρχουν αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην κατάρτιση εναρμονισμένου προτύπου. Τέτοιες καθυστερήσεις θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να υπάρξουν όταν δεν επιτυγχάνεται η απαιτούμενη ποιότητα. Επιπλέον, η προσφυγή στη λύση αυτή θα πρέπει να είναι δυνατή όταν η Επιτροπή έχει περιορίσει ή αποσύρει τα στοιχεία αναφοράς των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012. Η συμμόρφωση με τις κοινές προδιαγραφές θα πρέπει επίσης να παρέχει τεκμήριο συμμόρφωσης.
(68) Το ισχύον ενωσιακό πλαίσιο τυποποίησης, το οποίο βασίζεται στις αρχές της λεγόμενης «νέας προσέγγισης» και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012, αποτελεί το πλαίσιο για την εκπόνηση προτύπων που παρέχουν τεκμήριο συμμόρφωσης με τις σχετικές απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.Ελλείψει σχετικών αναφορών σε εναρμονισμένα πρότυπα, η προσφυγή σε κοινές προδιαγραφές, μέσω της έκδοσης εκτελεστικών πράξεων, θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως εφεδρική λύση ώστε να διευκολύνεται η εκπλήρωση της υποχρέωσης συμμόρφωσης του κατασκευαστή με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, για παράδειγμα όταν η διαδικασία τυποποίησης παρεμποδίζεται λόγω έλλειψης συναίνεσης μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών ή όταν υπάρχουν αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην κατάρτιση εναρμονισμένου προτύπου και δεν μπορεί να τηρηθεί η ταχθείσα προθεσμία. Τέτοιες καθυστερήσεις θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να υπάρξουν όταν δεν επιτυγχάνεται η απαιτούμενη ποιότητα. Επιπλέον, η προσφυγή στη λύση αυτή θα πρέπει να είναι δυνατή όταν η Επιτροπή έχει περιορίσει ή αποσύρει τα στοιχεία αναφοράς των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012. Η συμμόρφωση με τις κοινές προδιαγραφές θα πρέπει επίσης να παρέχει τεκμήριο συμμόρφωσης. Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα, η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίσει τη συμμετοχή των σχετικών ενδιαφερόμενων μερών στη διαδικασία καθορισμού των κοινών προδιαγραφών που καλύπτουν τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού του παρόντος κανονισμού.
(86) Προκειμένου να δοθούν κίνητρα στους καταναλωτές για να κάνουν βιώσιμες επιλογές, ιδίως όταν τα πιο βιώσιμα προϊόντα δεν είναι επαρκώς οικονομικά προσιτά, θα πρέπει να προβλεφθούν μηχανισμοί όπως τα οικολογικά κουπόνια (eco-vouchers) και η πράσινη φορολογία. Όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν να χρησιμοποιήσουν κίνητρα για την επιβράβευση των προϊόντων με τις καλύτερες επιδόσεις μεταξύ εκείνων για τα οποία έχουν καθοριστεί κατηγορίες επιδόσεων με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να το πράττουν στοχεύοντας τα εν λόγω κίνητρα στα προϊόντα που εντάσσονται στις δύο υψηλότερες κατηγορίες επιδόσεων, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στη σχετική κατ’ εξουσιοδότηση πράξη. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να μπορούν να απαγορεύουν τη διάθεση στην αγορά ενός προϊόντος με βάση την κατηγορία επιδόσεών του. Για τον ίδιο λόγο, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τον περαιτέρω προσδιορισμό των παραμέτρων προϊόντος ή των σχετικών επιπέδων επιδόσεων που αφορούν τα κίνητρα των κρατών μελών σε περίπτωση που δεν προσδιορίζεται καμία κατηγορία επιδόσεων στην εφαρμοστέα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ή όταν καθορίζονται κατηγορίες επιδόσεων σε σχέση με περισσότερες από μία παραμέτρους προϊόντος. Η θέσπιση κινήτρων από τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να θίγει την εφαρμογή των ενωσιακών κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις.
(86) Προκειμένου να δοθούν κίνητρα στους καταναλωτές για να κάνουν βιώσιμες επιλογές, ιδίως όταν τα πιο βιώσιμα προϊόντα δεν είναι επαρκώς οικονομικά προσιτά, θα πρέπει να προβλεφθούν μηχανισμοί όπως τα οικολογικά κουπόνια (eco-vouchers), τα οποία θα πρέπει να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την αγορά προϊόντων και υπηρεσιών που σέβονται το περιβάλλον, και η πράσινη φορολογία. Όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν να χρησιμοποιήσουν κίνητρα για την επιβράβευση των προϊόντων με τις καλύτερες επιδόσεις μεταξύ εκείνων για τα οποία έχουν καθοριστεί κατηγορίες επιδόσεων με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να το πράττουν στοχεύοντας τα εν λόγω κίνητρα στα προϊόντα που εντάσσονται στις δύο υψηλότερες κατηγορίες επιδόσεων, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στη σχετική κατ’ εξουσιοδότηση πράξη. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να μπορούν να απαγορεύουν τη διάθεση στην αγορά ενός προϊόντος με βάση την κατηγορία επιδόσεών του. Για τον ίδιο λόγο, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τον περαιτέρω προσδιορισμό των παραμέτρων προϊόντος ή των σχετικών επιπέδων επιδόσεων που αφορούν τα κίνητρα των κρατών μελών σε περίπτωση που δεν προσδιορίζεται καμία κατηγορία επιδόσεων στην εφαρμοστέα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ή όταν καθορίζονται κατηγορίες επιδόσεων σε σχέση με περισσότερες από μία παραμέτρους προϊόντος. Η θέσπιση κινήτρων από τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να θίγει την εφαρμογή των ενωσιακών κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις.
(87) Οι δημόσιες συμβάσεις ανέρχονται στο 14 % του ΑΕΠ της Ένωσης. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμβολή στην επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας, στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και της αποδοτικής χρήσης των πόρων και στη μετάβαση σε μια κυκλική οικονομία που προστατεύει τη δημόσια υγεία και τη βιοποικιλότητα, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ, με την επιβολή απαίτησης, κατά περίπτωση, στις αναθέτουσες αρχές και τους αναθέτοντες φορείς, όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/24/ΕΕ78 και στην οδηγία 2014/25/ΕΕ79 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, να εναρμονίζουν τις δημόσιες συμβάσεις τους με συγκεκριμένα κριτήρια ή στόχους για πράσινες δημόσιες συμβάσεις, που θα καθορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Τα κριτήρια ή οι στόχοι που καθορίζονται με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων θα πρέπει να τηρούνται όχι μόνο κατά την απευθείας προμήθεια των εν λόγω προϊόντων στο πλαίσιο δημόσιων συμβάσεων προμηθειών, αλλά και στις συμβάσεις δημόσιων έργων ή δημόσιων υπηρεσιών, όταν τα εν λόγω προϊόντα θα χρησιμοποιηθούν για δραστηριότητες που αποτελούν το αντικείμενο των εν λόγω συμβάσεων. Σε σύγκριση με την εθελοντική προσέγγιση, τα υποχρεωτικά κριτήρια ή στόχοι θα διασφαλίσουν τη μεγιστοποίηση της αξιοποίησης των δημόσιων δαπανών για την τόνωση της ζήτησης για προϊόντα με καλύτερες επιδόσεις. Τα κριτήρια θα πρέπει να χαρακτηρίζονται από διαφάνεια και αντικειμενικότητα και δεν θα πρέπει να εισάγουν διακρίσεις.
(87) Οι δημόσιες συμβάσεις ανέρχονται στο 14 % του ΑΕΠ της Ένωσης. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμβολή στην επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας, στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και της αποδοτικής χρήσης των πόρων και στη μετάβαση σε μια κυκλική οικονομία που προστατεύει τη δημόσια υγεία και τη βιοποικιλότητα, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, με την επιβολή απαίτησης, κατά περίπτωση, στις αναθέτουσες αρχές και τους αναθέτοντες φορείς, όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/24/ΕΕ78 και στην οδηγία 2014/25/ΕΕ79 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, να εναρμονίζουν τις δημόσιες συμβάσεις τους με συγκεκριμένα κριτήρια ή στόχους για πράσινες δημόσιες συμβάσεις, που θα καθορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Τα κριτήρια ή οι στόχοι που καθορίζονται με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων θα πρέπει να τηρούνται όχι μόνο κατά την απευθείας προμήθεια των εν λόγω προϊόντων στο πλαίσιο δημόσιων συμβάσεων προμηθειών, αλλά και στις συμβάσεις δημόσιων έργων ή δημόσιων υπηρεσιών, όταν τα εν λόγω προϊόντα θα χρησιμοποιηθούν για δραστηριότητες που αποτελούν το αντικείμενο των εν λόγω συμβάσεων. Σε σύγκριση με την εθελοντική προσέγγιση, τα υποχρεωτικά κριτήρια ή στόχοι θα διασφαλίσουν τη μεγιστοποίηση της αξιοποίησης των δημόσιων δαπανών για την τόνωση της ζήτησης για προϊόντα με καλύτερες επιδόσεις σε όλα τα κράτη μέλη. Τα κριτήρια θα πρέπει να χαρακτηρίζονται από διαφάνεια και αντικειμενικότητα και δεν θα πρέπει να εισάγουν διακρίσεις.
__________________
__________________
78 Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 65).
78 Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 65).
79 Οδηγία 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβούλιου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση της οδηγίας 2004/17/ΕΚ (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 243).
79 Οδηγία 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβούλιου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση της οδηγίας 2004/17/ΕΚ (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 243).
(88) Η αποτελεσματική επιβολή των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού έχει ουσιαστική σημασία για τη διασφάλιση του ισότιμου ανταγωνισμού στην αγορά της Ένωσης και για τη διασφάλιση της επίτευξης των προσδοκώμενων οφελών και της συμβολής του παρόντος κανονισμού στην επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το κλίμα, την ενέργεια και την κυκλικότητα. Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/1020 που καθορίζει οριζόντιο πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς και τον έλεγχο των προϊόντων που εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης θα πρέπει να εφαρμόζεται στα προϊόντα για τα οποία καθορίζονται απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, στον βαθμό που δεν υπάρχουν ειδικές διατάξεις με τον ίδιο στόχο, χαρακτήρα ή αποτέλεσμα στον παρόντα κανονισμό. Επιπλέον, για να μειωθούν τα προβληματικά επίπεδα μη συμμόρφωσης των προϊόντων που καλύπτονται από μέτρα εφαρμογής τα οποία θεσπίζονται δυνάμει της οδηγίας 2009/125/ΕΚ, για την καλύτερη πρόληψη της μη συμμόρφωσης με τις μελλοντικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, και λαμβανομένων υπόψη του ευρύτερου πεδίου εφαρμογής και της αυξημένης φιλοδοξίας του παρόντος κανονισμού σε σύγκριση με την οδηγία 2009/125/ΕΚ, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να περιλαμβάνει ειδικούς πρόσθετους κανόνες που θα συμπληρώνουν το πλαίσιο που δημιουργήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/1020. Οι εν λόγω ειδικοί πρόσθετοι κανόνες θα πρέπει να αποσκοπούν στην περαιτέρω ενίσχυση του σχεδιασμού, του συντονισμού και της στήριξης των προσπαθειών των κρατών μελών και θα πρέπει να παρέχουν πρόσθετα εργαλεία στην Επιτροπή ώστε να διασφαλίζει ότι οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη της μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού.
(88) Η αποτελεσματική επιβολή των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού έχει ουσιαστική σημασία για τη διασφάλιση του ισότιμου ανταγωνισμού στην αγορά της Ένωσης και για τη διασφάλιση της επίτευξης των προσδοκώμενων οφελών και της συμβολής του παρόντος κανονισμού στην επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το κλίμα, την ενέργεια και την κυκλικότητα. Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/1020 που καθορίζει οριζόντιο πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς και τον έλεγχο των προϊόντων που εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης θα πρέπει να εφαρμόζεται στα προϊόντα για τα οποία καθορίζονται απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, στον βαθμό που δεν υπάρχουν ειδικές διατάξεις με τον ίδιο στόχο, χαρακτήρα ή αποτέλεσμα στον παρόντα κανονισμό. Επιπλέον, για να μειωθούν τα προβληματικά επίπεδα μη συμμόρφωσης των προϊόντων που καλύπτονται από μέτρα εφαρμογής τα οποία θεσπίζονται δυνάμει της οδηγίας 2009/125/ΕΚ, για την καλύτερη πρόληψη της μη συμμόρφωσης με τις μελλοντικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, και λαμβανομένων υπόψη του ευρύτερου πεδίου εφαρμογής και της αυξημένης φιλοδοξίας του παρόντος κανονισμού σε σύγκριση με την οδηγία 2009/125/ΕΚ, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να περιλαμβάνει ειδικούς πρόσθετους κανόνες που θα συμπληρώνουν το πλαίσιο που δημιουργήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/1020. Οι εν λόγω ειδικοί πρόσθετοι κανόνες θα πρέπει να αποσκοπούν στην περαιτέρω ενίσχυση του σχεδιασμού, του συντονισμού και της στήριξης των προσπαθειών των κρατών μελών και θα πρέπει να παρέχουν πρόσθετα εργαλεία στην Επιτροπή ώστε να διασφαλίζει ότι οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη της μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού και για την αποκατάσταση της συμμόρφωσης όπου απαιτείται.
(90) Για να διασφαλιστεί η διενέργεια κατάλληλων ελέγχων σε επαρκή κλίμακα σε σχέση με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταρτίσουν ειδικό σχέδιο δράσης στο οποίο θα προσδιορίζονται τα προϊόντα ή οι απαιτήσεις που καθορίζονται ως προτεραιότητες για την εποπτεία της αγοράς βάσει του παρόντος κανονισμού και οι δραστηριότητες που προγραμματίζονται για τη μείωση της μη συμμόρφωσης των σχετικών προϊόντων ή της μη συμμόρφωσης με τις σχετικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού. Κατά περίπτωση, το εν λόγω σχέδιο δράσης θα πρέπει να αποτελεί μέρος των εθνικών στρατηγικών εποπτείας της αγοράς των κρατών μελών που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020.
(90) Για να διασφαλιστεί η διενέργεια κατάλληλων ελέγχων σε επαρκή κλίμακα σε σχέση με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταρτίσουν ειδικό σχέδιο δράσης στο οποίο θα προσδιορίζονται τα προϊόντα ή οι απαιτήσεις που καθορίζονται ως προτεραιότητες για την εποπτεία της αγοράς βάσει του παρόντος κανονισμού και οι δραστηριότητες που προγραμματίζονται για τη μείωση ή την παύση της μη συμμόρφωσης των σχετικών προϊόντων ή της μη συμμόρφωσης με τις σχετικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού. Κατά περίπτωση, το εν λόγω σχέδιο δράσης θα πρέπει να αποτελεί μέρος των εθνικών στρατηγικών εποπτείας της αγοράς των κρατών μελών που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020.
(91) Οι προτεραιότητες για την εποπτεία της αγοράς βάσει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να προσδιορίζονται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, όπως τα παρατηρούμενα επίπεδα μη συμμόρφωσης ή οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις που προκύπτουν από τη μη συμμόρφωση. Οι δραστηριότητες που προγραμματίζονται για την αντιμετώπιση των εν λόγω προτεραιοτήτων θα πρέπει με τη σειρά τους να είναι ανάλογες προς τα στοιχεία που οδηγούν στην ιεράρχησή τους. Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για τον καθορισμό των προϊόντων και των απαιτήσεων που τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεωρούν ως προτεραιότητες για την εποπτεία της αγοράς στο πλαίσιο των σχεδίων δράσης τους για τον προσδιορισμό των προτεραιοτήτων για την εποπτεία της αγοράς δυνάμει του παρόντος κανονισμού και των προγραμματιζόμενων δραστηριοτήτων για τη μείωση της μη συμμόρφωσης.
(91) Οι προτεραιότητες για την εποπτεία της αγοράς βάσει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να προσδιορίζονται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, όπως τα παρατηρούμενα επίπεδα μη συμμόρφωσης ή οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις που προκύπτουν από τη μη συμμόρφωση ή ο αριθμός των καταγγελιών που λαμβάνονται. Οι δραστηριότητες που προγραμματίζονται για την αντιμετώπιση των εν λόγω προτεραιοτήτων θα πρέπει με τη σειρά τους να είναι ανάλογες προς τα στοιχεία που οδηγούν στην ιεράρχησή τους. Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για τον καθορισμό των προϊόντων και των απαιτήσεων που τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεωρούν ως προτεραιότητες για την εποπτεία της αγοράς στο πλαίσιο των σχεδίων δράσης τους για τον προσδιορισμό των προτεραιοτήτων για την εποπτεία της αγοράς δυνάμει του παρόντος κανονισμού και των προγραμματιζόμενων δραστηριοτήτων για τη μείωση της μη συμμόρφωσης.
(92) Όταν παρατηρούνται προβληματικά επίπεδα μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού παρά την ενίσχυση του σχεδιασμού, του συντονισμού και της στήριξης που προβλέπει ο παρών κανονισμός, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση να παρεμβαίνει για να διασφαλίζει ότι οι αρχές εποπτείας της αγοράς διενεργούν ελέγχους σε επαρκή κλίμακα. Ως εκ τούτου, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική επιβολή των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ για τη θέσπιση ελάχιστου αριθμού ελέγχων που πρέπει να διενεργούνται σε συγκεκριμένα προϊόντα ή σε σχέση με συγκεκριμένες απαιτήσεις. Η εν λόγω εξουσιοδότηση θα πρέπει να ανατεθεί επιπλέον της εξουσιοδότησης που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020.
(92) Όταν παρατηρούνται προβληματικά επίπεδα μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού παρά την ενίσχυση του σχεδιασμού, του συντονισμού και της στήριξης που προβλέπει ο παρών κανονισμός, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση να παρεμβαίνει με ταχύ και αποδοτικό τρόπο για να διασφαλίζει ότι οι αρχές εποπτείας της αγοράς διενεργούν ελέγχους σε επαρκή κλίμακα. Ως εκ τούτου, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική επιβολή των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ για τη θέσπιση ελάχιστου αριθμού ελέγχων που πρέπει να διενεργούνται σε συγκεκριμένα προϊόντα ή σε σχέση με συγκεκριμένες απαιτήσεις. Η εν λόγω εξουσιοδότηση θα πρέπει να ανατεθεί επιπλέον της εξουσιοδότησης που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020.
(94) Για να ενισχυθεί περαιτέρω ο συντονισμός των αρχών εποπτείας της αγοράς, η ομάδα διοικητικής συνεργασίας («ADCO») που συγκροτείται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 θα πρέπει, για τους σκοπούς του προσδιορισμού των προϊόντων ή των απαιτήσεων που καθορίζονται ως προτεραιότητες για την εποπτεία της αγοράς δυνάμει του παρόντος κανονισμού και των προγραμματιζόμενων δραστηριοτήτων για τη μείωση της μη συμμόρφωσης, να συνεδριάζει σε τακτά χρονικά διαστήματα και να προσδιορίζει κοινές προτεραιότητες για την εποπτεία της αγοράς που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στα σχέδια δράσης των κρατών μελών, προτεραιότητες για την παροχή ενωσιακής στήριξης και απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού που ερμηνεύονται διαφορετικά και οδηγούν σε στρέβλωση της αγοράς.
(94) Για να ενισχυθεί περαιτέρω ο συντονισμός των αρχών εποπτείας της αγοράς, η ομάδα διοικητικής συνεργασίας («ADCO») που συγκροτείται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 θα πρέπει, για τους σκοπούς του προσδιορισμού των προϊόντων ή των απαιτήσεων που καθορίζονται ως προτεραιότητες για την εποπτεία της αγοράς δυνάμει του παρόντος κανονισμού και των προγραμματιζόμενων δραστηριοτήτων για τη μείωση ή την παύση της μη συμμόρφωσης, να συνεδριάζει σε τακτά χρονικά διαστήματα και να προσδιορίζει κοινές προτεραιότητες για την εποπτεία της αγοράς που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στα σχέδια δράσης των κρατών μελών, προτεραιότητες για την παροχή ενωσιακής στήριξης και απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού που ερμηνεύονται διαφορετικά και οδηγούν σε στρέβλωση της αγοράς.
(95) Για να στηρίξει τα κράτη μέλη στις προσπάθειές τους να διασφαλίσουν τη λήψη κατάλληλων μέτρων για την πρόληψη της μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, η Επιτροπή θα πρέπει, κατά περίπτωση, να κάνει χρήση των μέτρων στήριξης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2019/1020. Η Επιτροπή θα πρέπει να οργανώνει και, κατά περίπτωση, να χρηματοδοτεί κοινά έργα εποπτείας της αγοράς και δοκιμών σε τομείς κοινού ενδιαφέροντος, κοινές επενδύσεις σε ικανότητες εποπτείας της αγοράς και κοινή κατάρτιση για το προσωπικό των αρχών εποπτείας της αγοράς, των κοινοποιουσών αρχών και των κοινοποιημένων οργανισμών. Επιπλέον, η Επιτροπή θα πρέπει να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής και επιβολής των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, όπου αυτό είναι αναγκαίο, προκειμένου να διασφαλίζεται η εναρμονισμένη εφαρμογή τους.
(95) Για να στηρίξει τα κράτη μέλη στις προσπάθειές τους να διασφαλίσουν τη λήψη κατάλληλων μέτρων για την πρόληψη της μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, η Επιτροπή θα πρέπει, κατά περίπτωση, να κάνει χρήση των μέτρων στήριξης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2019/1020. Η Επιτροπή θα πρέπει να οργανώνει και, κατά περίπτωση, να χρηματοδοτεί κοινά έργα εποπτείας της αγοράς και δοκιμών σε τομείς κοινού ενδιαφέροντος, κοινές επενδύσεις σε ικανότητες εποπτείας της αγοράς και κοινή κατάρτιση για το προσωπικό των αρχών εποπτείας της αγοράς, των κοινοποιουσών αρχών και των κοινοποιημένων οργανισμών. Επιπλέον, η Επιτροπή θα πρέπει να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής και επιβολής των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού προκειμένου να διασφαλίζεται η εναρμονισμένη εφαρμογή τους.
(101) Για να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά, ιδίως όσον αφορά τη συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, το κοινό πρέπει να είναι βέβαιο ότι οι οικονομικοί φορείς που διαθέτουν μη συμμορφούμενα προϊόντα στην αγορά θα υπόκεινται σε κυρώσεις. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο τα κράτη μέλη να θεσπίσουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις στην εθνική νομοθεσία οι οποίες θα επιβάλλονται στις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.
(101) Για να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά, ιδίως όσον αφορά τη συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, το κοινό πρέπει να είναι βέβαιο ότι οι οικονομικοί φορείς που διαθέτουν μη συμμορφούμενα προϊόντα στην αγορά θα υπόκεινται σε κυρώσεις. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο τα κράτη μέλη να θεσπίσουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις στην εθνική νομοθεσία οι οποίες θα επιβάλλονται στις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό. Προκειμένου να διευκολυνθεί η συνεκτικότερη εφαρμογή των κυρώσεων, θα πρέπει να θεσπιστούν κοινά ενδεικτικά κριτήρια για τον καθορισμό του είδους και του επιπέδου των κυρώσεων που θα πρέπει να επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης του παρόντος κανονισμού. Τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τη φύση και τη σοβαρότητα της παράβασης, τα οικονομικά οφέλη που απορρέουν από την παράβαση και την περιβαλλοντική ζημία που προκάλεσε η παράβαση, εφόσον μπορούν να προσδιοριστούν.
Ο παρών κανονισμός θεσπίζει πλαίσιο για τη βελτίωση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των προϊόντων και τη διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας στην εσωτερική αγορά με τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού τις οποίες πρέπει να πληρούν τα προϊόντα προκειμένου να διατίθενται στην αγορά ή να τίθενται σε λειτουργία. Οι εν λόγω απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, οι οποίες αναλύονται περαιτέρω από την Επιτροπή με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, αφορούν:
Ο παρών κανονισμός θεσπίζει πλαίσιο για τη βελτίωση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των προϊόντων, ώστε τα βιώσιμα προϊόντα να γίνουν ο κανόνας και να μειωθεί το συνολικό περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους, καθώς και τη διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας στην εσωτερική αγορά με τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού τις οποίες πρέπει να πληρούν τα προϊόντα προκειμένου να διατίθενται στην αγορά ή να τίθενται σε λειτουργία. Οι εν λόγω απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, οι οποίες αναλύονται περαιτέρω από την Επιτροπή με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, αφορούν:
13) «τέλος του κύκλου ζωής»: το στάδιο του κύκλου ζωής που αρχίζει όταν ένα προϊόν απορρίπτεται και τελειώνει όταν το προϊόν επανέρχεται στη φύση ως απόβλητο ή εισέρχεται στον κύκλο ζωής άλλου προϊόντος·
13) «τέλος του κύκλου ζωής»: το στάδιο του κύκλου ζωής που αρχίζει όταν ένα προϊόν απορρίπτεται και τελειώνει όταν το απόβλητο που προκύπτει από το προϊόν επανέρχεται στη φύση ή εισέρχεται στον κύκλο ζωής άλλου προϊόντος·
15) «κατηγορία επιδόσεων»: εύρος επιπέδων επιδόσεων σε σχέση με μία ή περισσότερες παραμέτρους προϊόντων που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, τα οποία κατατάσσονται σε διαδοχικά στάδια ώστε να καθίσταται δυνατή η διαφοροποίηση των προϊόντων·
15) «κατηγορία επιδόσεων»: εύρος επιπέδων επιδόσεων σε σχέση με μία ή περισσότερες παραμέτρους προϊόντων που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, βάσει κοινής μεθοδολογίας για το προϊόν ή την ομάδα προϊόντων, τα οποία κατατάσσονται σε διαδοχικά στάδια ώστε να καθίσταται δυνατή η διαφοροποίηση των προϊόντων·
16) «ανακατασκευή»: μέθοδος βιομηχανικής παραγωγής κατά την οποία ένα προϊόν παράγεται από αντικείμενα που αποτελούν απόβλητα, προϊόντα ή συστατικά μέρη και στην οποία πραγματοποιείται τουλάχιστον μία αλλαγή στο προϊόν η οποία επηρεάζει την ασφάλεια, τις επιδόσεις, τον σκοπό ή τον τύπο του προϊόντος που διατίθεται συνήθως στην αγορά με εμπορική εγγύηση·
16) «ανακατασκευή»: μέθοδος βιομηχανικής παραγωγής κατά την οποία ένα προϊόν παράγεται από αντικείμενα που αποτελούν απόβλητα, προϊόντα ή συστατικά μέρη και στην οποία πραγματοποιείται τουλάχιστον μία αλλαγή στο προϊόν η οποία επηρεάζει σημαντικά την ασφάλεια ή τις επιδόσεις, ή επηρεάζει τον σκοπό ή τον τύπο του προϊόντος που διατίθεται συνήθως στην αγορά με εμπορική εγγύηση·
18) «ανακαίνιση»: η προετοιμασία ή η τροποποίηση αντικειμένου που αποτελεί απόβλητο ή προϊόν με σκοπό την αποκατάσταση των επιδόσεων ή της λειτουργικότητάς του στο πλαίσιο της προβλεπόμενης χρήσης, του εύρους επιδόσεων και της συντήρησης που είχαν αρχικά προβλεφθεί στο στάδιο του σχεδιασμού, ή για την εκπλήρωση των εφαρμοστέων τεχνικών προτύπων ή κανονιστικών απαιτήσεων, με αποτέλεσμα να καταστεί πλήρως λειτουργικό προϊόν·
18) «ανακαίνιση»: η δοκιμή, η συντήρηση ή επισκευή αντικειμένου που αποτελεί προϊόν ή απόβλητο με σκοπό την αποκατάσταση των επιδόσεων ή της λειτουργικότητάς του στο πλαίσιο της προβλεπόμενης χρήσης που είχαν αρχικά προβλεφθεί στο στάδιο του σχεδιασμού, με αποτέλεσμα να καταστεί πλήρως λειτουργικό προϊόν·
21) «ανθεκτικότητα»: η ικανότητα ενός προϊόντος να λειτουργεί όπως απαιτείται, υπό καθορισμένες συνθήκες χρήσης, συντήρησης και επισκευής, έως ότου ένα περιοριστικό συμβάν εμποδίσει τη λειτουργία του·
21) «ανθεκτικότητα»: η ικανότητα ενός προϊόντος να λειτουργεί και να διατηρεί για ορισμένο χρονικό διάστημα την απαιτούμενη λειτουργία και τις επιδόσεις του, υπό κανονικές συνθήκες χρήσης, συντήρησης και επισκευής, έως ότου ένα περιοριστικό συμβάν εμποδίσει τη λειτουργία του προϊόντος·
22) «αξιοπιστία»: η πιθανότητα να λειτουργεί ένα προϊόν όπως απαιτείται υπό δεδομένες συνθήκες για δεδομένο χρονικό διάστημα χωρίς περιοριστικό συμβάν·
22) «αξιοπιστία»: η μεγάλη πιθανότητα να λειτουργεί ένα προϊόν όπως απαιτείται υπό δεδομένες συνθήκες για δεδομένο χρονικό διάστημα χωρίς περιοριστικό συμβάν·
23) «περιβαλλοντικό αποτύπωμα»: ποσοτικός προσδιορισμός των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ενός προϊόντος, είτε σε σχέση με μία μόνο κατηγορία περιβαλλοντικών επιπτώσεων είτε με μια συγκεντρωτική δέσμη κατηγοριών επιπτώσεων με βάση τη μέθοδο περιβαλλοντικού αποτυπώματος προϊόντος·
23) «περιβαλλοντικό αποτύπωμα»: ποσοτικός προσδιορισμός των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του κύκλου ζωής ενός προϊόντος, είτε σε σχέση με μία μόνο κατηγορία περιβαλλοντικών επιπτώσεων είτε με μια συγκεντρωτική δέσμη κατηγοριών επιπτώσεων με βάση τη μέθοδο περιβαλλοντικού αποτυπώματος προϊόντος ή άλλες επιστημονικές μεθόδους που έχουν αναπτυχθεί από διεθνείς οργανισμούς και έχουν δοκιμαστεί ευρέως σε συνεργασία με διάφορους βιομηχανικούς κλάδους και έχουν αναγνωριστεί από την Επιτροπή·
25α) «αποτύπωμα υλικού»: ο ποσοτικός προσδιορισμός των υλικών που απαιτούνται για ένα σύστημα προϊόντων όπως το άθροισμα της βιομάζας, των ορυκτών καυσίμων, των μεταλλευμάτων και των μη μεταλλικών ορυκτών που καταναλώθηκαν·
— ουσίες που ρυθμίζονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1021 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου1α·
__________________
1α Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1021 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για τους έμμονους οργανικούς ρύπους (ΕΕ L 169 της 25.6.2019, σ. 45).
35) «καταστροφή»: η σκόπιμη φθορά ή απόρριψη ενός προϊόντος ως αποβλήτου, με εξαίρεση την απόρριψή του αποκλειστικά για τον σκοπό της παράδοσης ενός προϊόντος για εργασίες προετοιμασίας για επαναχρησιμοποίηση ή εργασίες ανακατασκευής·
35) «καταστροφή»: η σκόπιμη φθορά ή απόρριψη ενός προϊόντος ως αποβλήτου, με εξαίρεση την απόρριψή του αποκλειστικά για τον σκοπό της παράδοσης ενός προϊόντος για εργασίες προετοιμασίας για επαναχρησιμοποίηση ή εργασίες ανακαίνισης ή ανακατασκευής·
37) «μη πωληθέν καταναλωτικό προϊόν»: κάθε καταναλωτικό προϊόν που δεν έχει πωληθεί ή που έχει επιστραφεί από καταναλωτή βάσει του δικαιώματος υπαναχώρησής του σύμφωνα με το άρθρο 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2011/83/ΕΕ·
37) «μη πωληθέν καταναλωτικό προϊόν»: κάθε καταναλωτικό προϊόν κατάλληλο για κατανάλωση ή πώληση που δεν έχει πωληθεί, συμπεριλαμβανομένων του πλεονάσματος, των υπερβολικών αποθεμάτων, του πλεονάζοντος αποθέματος και του νεκρού αποθέματος, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων που επιστρέφονται από καταναλωτή βάσει του δικαιώματος υπαναχώρησής του σύμφωνα με το άρθρο 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2011/83/ΕΕ·
46α) «ανεξάρτητος φορέας»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο είναι ανεξάρτητο από τον κατασκευαστή και εμπλέκεται άμεσα ή έμμεσα στην ανακαίνιση, την επισκευή, τη συντήρηση ή την αναπροσαρμογή χρήσης του προϊόντος και περιλαμβάνει φορείς διαχείρισης αποβλήτων, επιχειρήσεις ανακαίνισης, επισκευαστές, κατασκευαστές ή διανομείς εξοπλισμού επισκευής, εργαλείων ή ανταλλακτικών, καθώς και εκδότες τεχνικών πληροφοριών, φορείς που παρέχουν υπηρεσίες επιθεώρησης και δοκιμών και φορείς που παρέχουν κατάρτιση σε εγκαταστάτες, κατασκευαστές και επισκευαστές εξοπλισμού·
46β) «επαγγελματίας επισκευαστής»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες επισκευής ή συντήρησης ενός προϊόντος, χωρίς να έχει σημασία αν το εν λόγω πρόσωπο ενεργεί στο πλαίσιο του συστήματος διανομής του κατασκευαστή ή ανεξάρτητα·
55) «επιγραμμική αγορά»: πάροχος ενδιάμεσης υπηρεσίας που χρησιμοποιεί λογισμικό, συμπεριλαμβανομένου ιστοτόπου, μέρους ιστοτόπου ή εφαρμογής, που επιτρέπει στους πελάτες να συνάπτουν συμβάσεις εξ αποστάσεως με οικονομικούς φορείς για την πώληση προϊόντων που καλύπτονται από κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4·
55) «επιγραμμική αγορά»: πάροχος ενδιάμεσης υπηρεσίας που χρησιμοποιεί επιγραμμική διεπαφή που επιτρέπει στους πελάτες να συνάπτουν συμβάσεις εξ αποστάσεως με οικονομικούς φορείς για την πώληση προϊόντων που καλύπτονται από κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4·
Ισχύει ο ορισμός του «ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού» ή «ΗΗΕ» του άρθρου 3 σημείο 1 στοιχείο α) της οδηγίας 2012/19/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου1α·
__________________
1α Οδηγία 2012/19/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, σχετικά με τα απόβλητα ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΑΗΗΕ) (ΕΕ L 197 της 24.7.2012, σ. 38).
Ισχύουν οι ορισμοί του «προμηθευτή ουσίας ή μείγματος» και του «προμηθευτή αντικειμένου» του άρθρου 3 σημεία 32 και 33 αντίστοιχα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 66 για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού, με τη θέσπιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για προϊόντα ή σε σχέση με προϊόντα με σκοπό τη βελτίωση της περιβαλλοντικής τους βιωσιμότητας. Οι απαιτήσεις αυτές περιλαμβάνουν τα στοιχεία που απαριθμούνται στο παράρτημα VI και θεσπίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 5, 6 και 7 και το κεφάλαιο III. Η εξουσιοδότηση για την έκδοση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού περιλαμβάνει την εξουσία να διαπιστώνεται ότι δεν είναι αναγκαία η επιβολή απαιτήσεων επιδόσεων, απαιτήσεων παροχής πληροφοριών ή ούτε απαιτήσεων επιδόσεων ούτε απαιτήσεων παροχής πληροφοριών για ορισμένες συγκεκριμένες παραμέτρους προϊόντων που αναφέρονται στο παράρτημα I.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 66 για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού, με τη θέσπιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για προϊόντα ή σε σχέση με προϊόντα με σκοπό τη βελτίωση της περιβαλλοντικής τους βιωσιμότητας. Οι απαιτήσεις αυτές περιλαμβάνουν τα στοιχεία που απαριθμούνται στο παράρτημα VI και θεσπίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 5, 6 και 7 και το κεφάλαιο III. Η εξουσιοδότηση για την έκδοση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού περιλαμβάνει την εξουσία να διαπιστώνεται ότι δεν είναι αναγκαία η επιβολή απαιτήσεων επιδόσεων ή απαιτήσεων παροχής πληροφοριών ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ότι δεν είναι αναγκαία η επιβολή ούτε απαιτήσεων επιδόσεων ούτε απαιτήσεων παροχής πληροφοριών για ορισμένες συγκεκριμένες παραμέτρους προϊόντων που αναφέρονται στο παράρτημα I.
Η εξουσιοδότηση για τη θέσπιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού περιλαμβάνει την εξουσία να ορίζεται ότι δεν ισχύουν απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για εισαγόμενα μεταχειρισμένα προϊόντα ή ομάδες προϊόντων, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, όταν, με βάση την εκτίμηση επιπτώσεων που διενεργείται δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 4 στοιχείο β), η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι:
α) είναι σκόπιμο να εξαιρεθεί ένα δεδομένο εισαγόμενο μεταχειρισμένο προϊόν ή ομάδα προϊόντων λόγω του σημαντικού μεριδίου που αντιπροσωπεύει στη σχετική αγορά μεταχειρισμένων προϊόντων της Ένωσης και της πραγματικής καταναλωτικής ζήτησης στην οποία ανταποκρίνεται· καθώς και
β) μια τέτοια εξαίρεση δεν θα υπονόμευε την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού και την ευρύτερη εφαρμογή των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού στη σχετική αγορά προϊόντων της Ένωσης· καθώς και
γ) η εξοικονόμηση πόρων λόγω της διάθεσης στην αγορά του εισαγόμενου μεταχειρισμένου προϊόντος ή ομάδας προϊόντων αντισταθμίζει τα οφέλη των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για νέα προϊόντα ή ομάδες προϊόντων.
Κατά τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή συμπληρώνει επίσης τον παρόντα κανονισμό προσδιορίζοντας τις εφαρμοστέες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, επιλέγοντας μεταξύ των ενοτήτων που παρατίθενται στο παράρτημα IV του παρόντος κανονισμού και στο παράρτημα II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ, με τις προσαρμογές που απαιτούνται για το συγκεκριμένο προϊόν ή τις σχετικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, σύμφωνα με το άρθρο 36.
Κατά τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή παρέχει στους οικονομικούς φορείς επαρκή χρόνο για να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις ανάγκες των πολύ μικρών επιχειρήσεων και των ΜΜΕ.Η Επιτροπή συμπληρώνει επίσης τον παρόντα κανονισμό προσδιορίζοντας τις εφαρμοστέες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, επιλέγοντας μεταξύ των ενοτήτων που παρατίθενται στο παράρτημα IV του παρόντος κανονισμού και στο παράρτημα II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ, με τις προσαρμογές που απαιτούνται για το συγκεκριμένο προϊόν ή τις σχετικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, σύμφωνα με το άρθρο 36.
γα) προσδιορίζοντας τη μεθοδολογία για την αξιολόγηση της δυνατότητας επισκευής ενός προϊόντος, τον καθορισμό των κατηγοριών επιδόσεων που πρέπει να εμφανίζονται με τη βαθμολογία της δυνατότητας επισκευής και τον καθορισμό των κατηγοριών προϊόντων στις οποίες θα εφαρμόζεται·
Ωστόσο, όταν δύο ή περισσότερες ομάδες προϊόντων παρουσιάζουν τεχνικές ομοιότητες που επιτρέπουν τη βελτίωση μιας πτυχής προϊόντος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 βάσει κοινής απαίτησης, μπορούν να θεσπίζονται οριζόντιες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για τις εν λόγω ομάδες προϊόντων.
Όταν δύο ή περισσότερες ομάδες προϊόντων παρουσιάζουν τεχνικές ομοιότητες που επιτρέπουν τη βελτίωση μιας πτυχής προϊόντος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 βάσει κοινής απαίτησης, μπορούν να θεσπίζονται οριζόντιες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για τις εν λόγω ομάδες προϊόντων. Οι εν λόγω οριζόντιες απαιτήσεις μπορούν να προσδιοριστούν περαιτέρω με τη θέσπιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για συγκεκριμένη ομάδα προϊόντων που καλύπτεται από οριζόντια απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού.
4. Κατά την κατάρτιση των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, η Επιτροπή:
4. Κατά την κατάρτιση των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, η Επιτροπή διασφαλίζει τη συνοχή και αποφεύγει τη θέσπιση αντικρουόμενων απαιτήσεων με άλλη νομοθεσία της Ένωσης και:
Τροπολογία 78 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 4 – στοιχείο α – σημείο i
i) τις προτεραιότητες της Ένωσης για το κλίμα, το περιβάλλον και την ενεργειακή απόδοση και άλλες σχετικές προτεραιότητες της Ένωσης·
i) τους στόχους της Ένωσης σχετικά με:
— το κλίμα, ιδίως τον στόχο επίτευξης κλιματικής ουδετερότητας το αργότερο έως το 2050, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1119·
— το περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένης της βιοποικιλότητας, της αποδοτικής χρήσης των πόρων και της ασφάλειας και της μείωσης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, του υλικού και καταναλωτικού αποτυπώματος, και η παραμονή εντός των ορίων του πλανήτη, όπως ορίζεται στο 8ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον·
— τη μη τοξικότητα·
— την ενεργειακή απόδοση· και
— άλλους σχετικούς στόχους της Ένωσης·
Τροπολογία 79 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 4 – στοιχείο α – σημείο ii
ii) τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του βαθμού στον οποίο καλύπτει τις σχετικές πτυχές των προϊόντων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1·
ii) τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του βαθμού στον οποίο καλύπτει τις σχετικές πτυχές των προϊόντων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1, και την αρχή της μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852·
Τροπολογία 80 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 4 – στοιχείο α – σημείο ii α (νέο)
iiα) τις σχετικές διεθνείς συμφωνίες·
Τροπολογία 81 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 4 – στοιχείο α – σημείο v α (νέο)
vα) την ιεράρχηση των μέτρων σύμφωνα με την ιεραρχία των αποβλήτων που ορίζεται στην οδηγία 2008/98/ΕΚ·
β) διενεργεί εκτίμηση επιπτώσεων με βάση τα βέλτιστα διαθέσιμα στοιχεία και αναλύσεις και, κατά περίπτωση, βάσει πρόσθετων μελετών και ερευνητικών αποτελεσμάτων που παράγονται στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών προγραμμάτων. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή διασφαλίζει ότι το βάθος της ανάλυσης των πτυχών των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι ανάλογο προς τη σημασία τους. Η θέσπιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τις σημαντικότερες πτυχές ενός προϊόντος μεταξύ εκείνων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 δεν καθυστερεί αδικαιολόγητα λόγω αβεβαιοτήτων σχετικά με τη δυνατότητα θέσπισης απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τη βελτίωση άλλων πτυχών του εν λόγω προϊόντος·
β) διενεργεί εκτίμηση επιπτώσεων με βάση τα βέλτιστα διαθέσιμα στοιχεία και αναλύσεις και, κατά περίπτωση, βάσει πρόσθετων μελετών και ερευνητικών αποτελεσμάτων που παράγονται στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών προγραμμάτων. Η θέσπιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τις πτυχές του προϊόντος που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 δεν καθυστερεί αδικαιολόγητα λόγω αβεβαιοτήτων σχετικά με τη δυνατότητα θέσπισης απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τη βελτίωση άλλων πτυχών του εν λόγω προϊόντος. Στις εκτιμήσεις επιπτώσεων, η Επιτροπή:
i) διασφαλίζει ότι αναλύονται όλες οι πτυχές του προϊόντος που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και ότι το βάθος της ανάλυσης των πτυχών των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι ανάλογο προς τη σημασία τους·
ii) διασφαλίζει ότι αναλύονται οι συμβιβασμοί μεταξύ των διαφόρων πτυχών του προϊόντος που απαριθμούνται στην παράγραφο 1·
iii) παρέχει αξιολόγηση της αναμενόμενης μείωσης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, των αποτυπωμάτων άνθρακα και υλικού από τις νέες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού·
iv) παρέχει αξιολόγηση της εκπλήρωσης των κριτηρίων που ορίζονται στο άρθρο 4 δεύτερο εδάφιο για τα εισαγόμενα μεταχειρισμένα προϊόντα, κατά περίπτωση·
v) παρέχει εκτίμηση των πιθανών σχετικών επιπτώσεων στην ανθρώπινη υγεία·
vi) παρέχει αξιολόγηση του ελάχιστου επιπέδου επιδόσεων ενός προϊόντος ή μιας ομάδας προϊόντων που πρέπει δυνητικά να επιτευχθεί στο μέλλον προκειμένου το εν λόγω προϊόν ή η εν λόγω ομάδα προϊόντων να συνάδει με τους στόχους της Ένωσης, όπως απαριθμούνται στην παράγραφο 4 στοιχείο α) σημείο i)·
Όπου αρμόζει, η εκτίμηση επιπτώσεων χρησιμοποιείται επίσης για τη στήριξη του ορισμού κριτηρίων για τις πράσινες δημόσιες συμβάσεις, το οικολογικό σήμα, καθώς και άλλα οικονομικά κίνητρα προκειμένου να βελτιωθεί η συνοχή μεταξύ των διαφόρων μέσων άσκησης πολιτικής.
γ) δεν υπάρχει σημαντικός αρνητικός αντίκτυπος στους καταναλωτές όσον αφορά την οικονομική προσιτότητα των σχετικών προϊόντων, λαμβανομένων επίσης υπόψη της πρόσβασης σε μεταχειρισμένα προϊόντα, της ανθεκτικότητας και του κόστους του κύκλου ζωής των προϊόντων·
γ) δεν υπάρχει σημαντικός αρνητικός αντίκτυπος στους καταναλωτές όσον αφορά την οικονομική προσιτότητα των σχετικών προϊόντων, λαμβανομένων επίσης υπόψη της πρόσβασης σε μεταχειρισμένα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των εισαγόμενων μεταχειρισμένων προϊόντων, της ανθεκτικότητας και του κόστους του κύκλου ζωής των προϊόντων·
στ) δεν υπάρχει δυσανάλογη διοικητική επιβάρυνση για τους κατασκευαστές ή άλλους οικονομικούς φορείς.
στ) δεν υπάρχει δυσανάλογη διοικητική επιβάρυνση για τους κατασκευαστές ή άλλους οικονομικούς φορείς, ιδίως για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και για τις ΜΜΕ·
στα) παρέχεται επαρκής χρόνος στους κατασκευαστές ή σε άλλους οικονομικούς παράγοντες για να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις ανάγκες των πολύ μικρών επιχειρήσεων και των ΜΜΕ.
8. Η Επιτροπή δημοσιεύει σχετικές μελέτες και αναλύσεις που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.
8. Η Επιτροπή δημοσιεύει σχετικές μελέτες και αναλύσεις μόλις είναι διαθέσιμες, συμπεριλαμβανομένων των εκτιμήσεων επιπτώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχείο β), που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.
Τροπολογία 91 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 α (νέο)
Άρθρο 5α
Διάρκεια και δυνατότητα επισκευής προϊόντων
1. Κατά τον καθορισμό των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι οι κατασκευαστές δεν περιορίζουν την ανθεκτικότητα ενός προϊόντος καθιστώντας το πρόωρα παρωχημένο, ιδίως λόγω του σχεδιασμού κάποιου ειδικού χαρακτηριστικού, της χρήσης αναλώσιμων, ανταλλακτικών ή της μη παροχής ενημερώσεων ή εξαρτημάτων λογισμικού εντός κατάλληλου χρονικού διαστήματος.
2. Κατά τον καθορισμό των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1, η Επιτροπή διασφαλίζει ότι οι κατασκευαστές δεν περιορίζουν τη δυνατότητα επισκευής των προϊόντων παρεμποδίζοντας την αποσυναρμολόγηση βασικών κατασκευαστικών στοιχείων ή περιορίζοντας την πρόσβαση σε πληροφορίες επισκευής και ανταλλακτικά αποκλειστικά σε εξουσιοδοτημένους επισκευαστές.
2. Οι απαιτήσεις επιδόσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 βασίζονται στις παραμέτρους προϊόντος που αναφέρονται στο παράρτημα Ι και, κατά περίπτωση, περιλαμβάνουν:
2. Οι απαιτήσεις επιδόσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 βασίζονται στις σχετικές παραμέτρους προϊόντος που αναφέρονται στο παράρτημα Ι και, κατά περίπτωση, περιλαμβάνουν:
3. Οι απαιτήσεις επιδόσεων που βασίζονται στην παράμετρο προϊόντος που ορίζεται στο παράρτημα Ι στοιχείο στ) δεν περιορίζουν την παρουσία ουσιών σε προϊόντα για λόγους που σχετίζονται κυρίως με τη χημική ασφάλεια.
3. Οι απαιτήσεις επιδόσεων που βασίζονται στην παράμετρο προϊόντος που ορίζεται στο παράρτημα Ι στοιχείο στ) δεν περιορίζουν την παρουσία ουσιών σε προϊόντα για λόγους που σχετίζονται κυρίως με τη χημική ασφάλεια, εκτός εάν υπάρχει απαράδεκτος κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον από τη χρήση ουσίας που περιέχεται στο προϊόν ή συστατικό του προϊόντος όταν διατίθεται στην αγορά ή κατά τα επόμενα στάδια του κύκλου ζωής του.
Τροπολογία 94 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 2 – στοιχείο β – εδάφιο 1 – σημείο ii
ii) πληροφορίες για τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες σχετικά με τον τρόπο εγκατάστασης, χρήσης, συντήρησης και επισκευής του προϊόντος, προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις του στο περιβάλλον και να διασφαλιστεί η βέλτιστη ανθεκτικότητα, καθώς και σχετικά με τον τρόπο επιστροφής ή διάθεσης του προϊόντος στο τέλος του κύκλου ζωής του·
ii) σαφείς και εύκολα κατανοητές πληροφορίες για τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες σχετικά με τον τρόπο εγκατάστασης, χρήσης, συντήρησης και επισκευής του προϊόντος, προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις του στο περιβάλλον και να διασφαλιστεί η βέλτιστη ανθεκτικότητα, καθώς και σχετικά με τον τρόπο επιστροφής ή διάθεσης του προϊόντος στο τέλος του κύκλου ζωής του·
Τροπολογία 95 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 2 – στοιχείο β – εδάφιο 1 – σημείο ii α (νέο)
iiα) σαφείς και εύκολα κατανοητές πληροφορίες για τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες σχετικά με τον τρόπο εγκατάστασης λειτουργικών συστημάτων τρίτων·
Τροπολογία 96 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 2 – στοιχείο β – εδάφιο 1 – σημείο ii β (νέο)
iiβ) σχετικές πληροφορίες για τους παρόχους υπηρεσιών επισκευής και ανακαίνισης και τους φορείς που συμμετέχουν στην προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση, επισκευή και αποσυναρμολόγηση·
Οι εν λόγω κατηγορίες επιδόσεων αντιστοιχούν σε στατιστικά σημαντικές βελτιώσεις των επιπέδων επιδόσεων.
Οι εν λόγω κατηγορίες επιδόσεων αντιστοιχούν σε στατιστικά σημαντικές βελτιώσεις των επιπέδων επιδόσεων και χρησιμοποιούν ως ελάχιστο επίπεδο τις ελάχιστες απαιτήσεις επιδόσεων που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 6.
4α. Κατά περίπτωση, με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία που παρέχονται στην εκτίμηση επιπτώσεων που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 4 στοιχείο β), οι απαιτήσεις πληροφόρησης σχετικά με τις επιδόσεις του προϊόντος όσον αφορά τη δυνατότητα επισκευής λαμβάνουν τη μορφή βαθμολογίας της δυνατότητας επισκευής, ώστε να μπορούν οι τελικοί χρήστες να συγκρίνουν εύκολα τις επιδόσεις των προϊόντων. Η μεθοδολογία για την αξιολόγηση της δυνατότητας επισκευής των προϊόντων αναπτύσσεται σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες των κατηγοριών προϊόντων και προσδιορίζεται στη σχετική κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 4. Η εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξη καθορίζει επίσης το περιεχόμενο και τη διάταξη της ετικέτας που περιέχει τη βαθμολογία της δυνατότητας επισκευής, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 14, χρησιμοποιώντας σαφή και εύληπτη γλώσσα και εικονογράμματα, ώστε να αποφεύγεται ο υπερβολικός φόρτος πληροφοριών για τους καταναλωτές.
Όταν είναι διαθέσιμη, η μεθοδολογία για την αξιολόγηση της δυνατότητας επισκευής των προϊόντων μπορεί να περιλαμβάνει άλλες σχετικές πτυχές ενός προϊόντος, όπως η ανθεκτικότητα, η αξιοπιστία ή η στιβαρότητα, και να προσδιορίζεται περαιτέρω στη σχετική κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων της κατηγορίας προϊόντων.
Οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθιστούν δυνατή την παρακολούθηση όλων των ουσιών που προκαλούν ανησυχία καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής των προϊόντων, εκτός εάν η παρακολούθηση αυτή καθίσταται ήδη δυνατή με άλλη κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4 και καλύπτει τα σχετικά προϊόντα, και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:
Οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθιστούν δυνατή την παρακολούθηση όλων των ουσιών που προκαλούν ανησυχία και περιέχονται στο προϊόν που διατίθεται στην αγορά, σύμφωνα με μια προσέγγιση που βασίζεται σε κατώτατα όρια, καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής των προϊόντων, εκτός εάν η παρακολούθηση αυτή καθίσταται ήδη δυνατή με άλλη κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4 και καλύπτει τα σχετικά προϊόντα, και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:
α) την ονομασία των ουσιών που προκαλούν ανησυχία οι οποίες περιέχονται στο προϊόν·
α) την ονομασία IUPAC (Διεθνής Ένωση Καθαρής και Εφαρμοσμένης Χημείας) των ουσιών που προκαλούν ανησυχία οι οποίες περιέχονται στο προϊόν, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού χημικής ταυτοποίησης, δηλαδή του αριθμού του ευρωπαϊκού ευρετηρίου των χημικών ουσιών που κυκλοφορούν στο εμπόριο (EINECS) ή του ευρωπαϊκού καταλόγου των κοινοποιηθεισών ουσιών (ELINCS) ή του αριθμού ευρετηρίου της Chemical Abstracts Service (CAS)·
Οι εξαιρέσεις που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο στοιχείο γ) μπορούν να προβλέπονται με βάση την τεχνική σκοπιμότητα ή τη συνάφεια των ουσιών που προκαλούν ανησυχία, την ανάγκη προστασίας εμπιστευτικών επιχειρηματικών πληροφοριών και σε άλλες δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.
Οι εξαιρέσεις που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο στοιχείο γ) μπορούν να προβλέπονται με βάση την τεχνική σκοπιμότητα ή τη συνάφεια των ουσιών που προκαλούν ανησυχία, την ύπαρξη αναλυτικών μεθόδων για την ανίχνευση και την ποσοτικοποίησή τους, την ανάγκη προστασίας εμπιστευτικών επιχειρηματικών πληροφοριών και σε άλλες δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.
Οι πληροφορίες που διασφαλίζουν την ιχνηλασιμότητα των ουσιών σύμφωνα με την παράγραφο 5 είτε παρέχονται επί του προϊόντος είτε είναι προσβάσιμες μέσω φορέα δεδομένων που περιλαμβάνεται στο προϊόν.
Οι πληροφορίες που είναι ουσιώδεις για την υγεία, την ασφάλεια και τα δικαιώματα των τελικών χρηστών παρέχονται και είναι προσβάσιμες σε υλική μορφή μαζί με το προϊόν και είναι προσβάσιμες μέσω φορέα δεδομένων που περιλαμβάνεται στο προϊόν.
7α. Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών πρέπει να διατίθενται σύμφωνα με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας που προβλέπονται στην οδηγία (ΕΕ) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου1α.
__________________
1α Οδηγία (EE) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 70).
1. Οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 προβλέπουν ότι τα προϊόντα μπορούν να διατίθενται στην αγορά ή να τίθενται σε λειτουργία μόνον εάν είναι διαθέσιμο το διαβατήριο προϊόντος σύμφωνα με την εφαρμοστέα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 4 και των άρθρων 9 και 10.
1. Οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 προβλέπουν ότι τα προϊόντα μπορούν να διατίθενται στην αγορά ή να τίθενται σε λειτουργία μόνον εάν είναι διαθέσιμο το διαβατήριο προϊόντος σύμφωνα με την εφαρμοστέα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 4 και των άρθρων 9 και 10. Οι πληροφορίες στο διαβατήριο προϊόντος είναι ακριβείς, πλήρεις και επικαιροποιημένες.
α) τις πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στο διαβατήριο προϊόντος σύμφωνα με το παράρτημα III·
α) τις πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στο διαβατήριο προϊόντος σύμφωνα με το παράρτημα III, με ιδιαίτερη προσοχή στις εμπιστευτικές επιχειρηματικές πληροφορίες.
στ) τους παράγοντες που έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες του διαβατηρίου προϊόντος καθώς και τις πληροφορίες στις οποίες έχουν πρόσβαση, συμπεριλαμβανομένων των πελατών, των τελικών χρηστών, των κατασκευαστών, των εισαγωγέων και των διανομέων, των εμπόρων, των επισκευαστών, των επιχειρήσεων ανακατασκευής, των επιχειρήσεων ανακύκλωσης, των αρμόδιων εθνικών αρχών, των οργανισμών δημοσίου συμφέροντος και της Επιτροπής, ή κάθε οργανισμού που ενεργεί για λογαριασμό τους·
στ) τους παράγοντες που έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες του διαβατηρίου προϊόντος καθώς και τις πληροφορίες στις οποίες έχουν πρόσβαση, συμπεριλαμβανομένων των πελατών, των τελικών χρηστών, των κατασκευαστών, των εισαγωγέων και των διανομέων, των εμπόρων, των ανεξάρτητων φορέων, των επαγγελματιών επισκευαστών, των ανεξάρτητων φορέων, των επιχειρήσεων ανακαίνισης, των επιχειρήσεων ανακατασκευής, των επιχειρήσεων ανακύκλωσης, των αρμόδιων εθνικών αρχών, των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, των ερευνητών, των συνδικαλιστικών οργανώσεων και της Επιτροπής, ή κάθε οργανισμού που ενεργεί για λογαριασμό τους·
ζ) τους παράγοντες που μπορούν να εισάγουν ή να επικαιροποιούν τις πληροφορίες στο διαβατήριο προϊόντος, συμπεριλαμβανομένης, όπου απαιτείται, της δημιουργίας νέου διαβατηρίου προϊόντος, καθώς και τις πληροφορίες τις οποίες μπορούν να εισάγουν ή να επικαιροποιούν, συμπεριλαμβανομένων των κατασκευαστών, των επισκευαστών, των επαγγελματιών συντήρησης, των επιχειρήσεων ανακατασκευής, των επιχειρήσεων ανακύκλωσης, των αρμόδιων εθνικών αρχών και της Επιτροπής, ή κάθε οργανισμού που ενεργεί για λογαριασμό τους·
ζ) τους παράγοντες που εισάγουν ή επικαιροποιούν τις πληροφορίες στο διαβατήριο προϊόντος, συμπεριλαμβανομένης, όπου απαιτείται, της δημιουργίας νέου διαβατηρίου προϊόντος, που συνδέεται με το διαβατήριο ή τα διαβατήρια του αρχικού προϊόντος, καθώς και τις πληροφορίες τις οποίες μπορούν να εισάγουν ή να επικαιροποιούν, συμπεριλαμβανομένων των κατασκευαστών, των επαγγελματιών επισκευαστών, των ανεξάρτητων φορέων, των επιχειρήσεων ανακαίνισης, των επαγγελματιών συντήρησης, των επιχειρήσεων ανακατασκευής, των επιχειρήσεων ανακύκλωσης, των αρμόδιων εθνικών αρχών και της Επιτροπής, ή κάθε οργανισμού που ενεργεί για λογαριασμό τους, αποφεύγοντας την διπλή πληροφόρηση και υποβολή εκθέσεων·
η) η περίοδος κατά την οποία παραμένει διαθέσιμο το διαβατήριο προϊόντος.
η) η περίοδος κατά την οποία παραμένει διαθέσιμο το διαβατήριο προϊόντος, η οποία αντιστοιχεί τουλάχιστον στην αναμενόμενη διάρκεια ζωής ενός συγκεκριμένου προϊόντος.
α) διασφαλίζουν ότι οι παράγοντες κατά μήκος της αξιακής αλυσίδας, ειδικότερα οι καταναλωτές, οι οικονομικοί φορείς και οι αρμόδιες εθνικές αρχές, μπορούν να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες για τα προϊόντα που τους αφορούν·
α) διασφαλίζουν ότι οι παράγοντες κατά μήκος της αξιακής αλυσίδας μπορούν να έχουν εύκολα πρόσβαση σε πληροφορίες για τα προϊόντα που τους αφορούν·
α) συνδέεται μέσω φορέα δεδομένων με μοναδικό αναγνωριστικό κωδικό προϊόντος·
α) συνδέεται μέσω φορέα δεδομένων με μοναδικό αναγνωριστικό κωδικό προϊόντος που ταυτοποιεί το προϊόν, ανεξάρτητα από οποιοδήποτε αναγνωριστικό του διαβατηρίου προϊόντος και από οποιοδήποτε διαδικτυακό όνομα τομέα·
δ) όλες οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο διαβατήριο προϊόντος βασίζονται σε ανοικτά πρότυπα, αναπτύσσονται σε διαλειτουργικό μορφότυπο και είναι μηχαναγνώσιμες, δομημένες και με δυνατότητα αναζήτησης, σύμφωνα με τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 10·
δ) όλες οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο διαβατήριο προϊόντος βασίζονται σε ανοικτά πρότυπα, αναπτύσσονται σε διαλειτουργικό μορφότυπο και είναι μηχαναγνώσιμες, δομημένες και με δυνατότητα αναζήτησης, και είναι διαβιβάσιμες μέσω ανοικτού διαλειτουργικού δικτύου ανταλλαγής δεδομένων χωρίς εγκλωβισμό σε συγκεκριμένο πάροχο, σύμφωνα με τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 10·
3. Ο οικονομικός φορέας που διαθέτει το προϊόν στην αγορά παρέχει στους εμπόρους ψηφιακό αντίγραφο του φορέα δεδομένων, ώστε να μπορεί ο έμπορος να το καθιστά προσβάσιμο στους πελάτες σε περίπτωση που αυτοί δεν μπορούν να έχουν φυσική πρόσβαση στο προϊόν. Ο οικονομικός φορέας παρέχει το εν λόγω ψηφιακό αντίγραφο δωρεάν και εντός 5 εργάσιμων ημερών από το αίτημα του εμπόρου.
3. Ο οικονομικός φορέας που διαθέτει το προϊόν στην αγορά παρέχει στους εμπόρους και στις επιγραμμικές αγορές ψηφιακό αντίγραφο του φορέα δεδομένων, ώστε να μπορούν να το καθιστούν προσβάσιμο στους πελάτες σε περίπτωση που αυτοί δεν μπορούν να έχουν φυσική πρόσβαση στο προϊόν. Ο οικονομικός φορέας παρέχει το εν λόγω ψηφιακό αντίγραφο δωρεάν και εντός 5 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του αιτήματος.
αα) τα διαβατήρια προϊόντων είναι διαλειτουργικά με υφιστάμενες βάσεις δεδομένων προϊόντων, όπως η βάση δεδομένων SCIP (βάση δεδομένων που περιέχει πληροφορίες για ουσίες που προκαλούν ανησυχία και περιέχονται σε αντικείμενα καθαυτά ή σε σύνθετα προϊόντα) και η βάση δεδομένων EPREL (ευρωπαϊκό μητρώο προϊόντων για την ενεργειακή επισήμανση), όποτε αυτό είναι εφικτό και σχετικό·
β) οι καταναλωτές, οι οικονομικοί φορείς και άλλοι σχετικοί παράγοντες έχουν ελεύθερη πρόσβαση στο διαβατήριο προϊόντος με βάση τα αντίστοιχα δικαιώματα πρόσβασής τους που ορίζονται στην εφαρμοστέα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4·
β) οι πελάτες, οι τελικοί χρήστες, οι κατασκευαστές, οι εισαγωγείς και οι διανομείς, οι έμποροι, οι επαγγελματίες επισκευαστές, οι ανεξάρτητοι φορείς, οι επιχειρήσεις ανακαίνισης, οι επιχειρήσεις ανακατασκευής, οι επιχειρήσεις ανακύκλωσης, οι αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και άλλοι σχετικοί παράγοντες έχουν δωρεάν και εύκολη πρόσβαση στο διαβατήριο προϊόντος με βάση τα αντίστοιχα δικαιώματα πρόσβασής τους που ορίζονται στην εφαρμοστέα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4·
γ) τα δεδομένα που περιλαμβάνονται στο διαβατήριο προϊόντος αποθηκεύονται από τον οικονομικό φορέα που είναι υπεύθυνος για τη δημιουργία του ή από φορείς εξουσιοδοτημένους να ενεργούν για λογαριασμό του·
1. Έως τις [να εισαχθεί η ημερομηνία 12 μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού], η Επιτροπή δημιουργεί και διατηρεί ένα δημοσίως προσβάσιμο διαδικτυακό εργαλείο που επιτρέπει στα ενδιαφερόμενα μέρη να συγκρίνουν τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στα διαβατήρια προϊόντων που αποθηκεύονται από τον οικονομικό φορέα σύμφωνα με το άρθρο 10 στοιχείο γ). Το εργαλείο σχεδιάζεται έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να αναζητούν τις πληροφορίες σύμφωνα με τα αντίστοιχα δικαιώματα πρόσβασής τους σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο β).
γ) τον τρόπο παρουσίασης της ετικέτας στους πελάτες, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης πωλήσεων εξ αποστάσεως, λαμβανομένων υπόψη των απαιτήσεων που ορίζονται στο άρθρο 26 και των επιπτώσεων για τους σχετικούς οικονομικούς φορείς·
γ) τον τρόπο παρουσίασης της ετικέτας στους πελάτες, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης πωλήσεων εξ αποστάσεως, λαμβανομένων υπόψη των απαιτήσεων που ορίζονται στο άρθρο 26, των απαιτήσεων που ορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2019/882, καθώς και των επιπτώσεων για τους σχετικούς οικονομικούς φορείς·
2. Όταν μια απαίτηση παροχής πληροφοριών συνεπάγεται την ενσωμάτωση της κατηγορίας επιδόσεων ενός προϊόντος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 4, σε ετικέτα, η διάταξη της ετικέτας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) επιτρέπει στους πελάτες να συγκρίνουν εύκολα τις επιδόσεις του προϊόντος σε σχέση με τη σχετική παράμετρο προϊόντος και να επιλέγουν προϊόντα με καλύτερες επιδόσεις.
2. Όταν μια απαίτηση παροχής πληροφοριών συνεπάγεται την ενσωμάτωση της κατηγορίας επιδόσεων ενός προϊόντος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 4, σε ετικέτα, η διάταξη της ετικέτας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) είναι σαφής και εύκολα κατανοητή και επιτρέπει στους πελάτες να συγκρίνουν εύκολα τις επιδόσεις του προϊόντος σε σχέση με τη σχετική παράμετρο προϊόντος και να επιλέγουν προϊόντα με καλύτερες επιδόσεις.
Όταν οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 δεν απαιτούν τα προϊόντα να φέρουν ετικέτα, τα εν λόγω προϊόντα δεν επιτρέπεται να διατίθενται στην αγορά ή να τίθενται σε λειτουργία εάν παρέχουν ή προβάλλουν ετικέτες που ενδέχεται να παραπλανήσουν ή να προκαλέσουν σύγχυση στους πελάτες σε σχέση με τις σημάνσεις που προβλέπονται στο άρθρο 14.
Τα προϊόντα δεν διατίθενται στην αγορά ούτε τίθενται σε λειτουργία εάν παρέχουν ή προβάλλουν ετικέτες που ενδέχεται να παραπλανήσουν ή να προκαλέσουν σύγχυση στους πελάτες σε σχέση με τις σημάνσεις που προβλέπονται στο άρθρο 14, μεταξύ άλλων όταν οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 δεν απαιτούν τα προϊόντα να φέρουν ετικέτα.
γ) την κατανομή των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, της χρήσης ενέργειας και της παραγωγής αποβλήτων σε ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα, ιδίως αν λαμβάνουν χώρα εντός της Ένωσης·
γ) την κατανομή των περιβαλλοντικών και κλιματικών επιπτώσεων, της χρήσης ενέργειας, της χρήσης πόρων και της παραγωγής αποβλήτων σε ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα·
Η Επιτροπή εγκρίνει και επικαιροποιεί τακτικά πρόγραμμα εργασίας, το οποίο καλύπτει περίοδο τουλάχιστον 3 ετών, στο οποίο παρατίθεται κατάλογος των ομάδων προϊόντων για τις οποίες προτίθεται να θεσπίσει απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Ο εν λόγω κατάλογος περιλαμβάνει τις πτυχές των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 για τις οποίες η Επιτροπή προτίθεται να θεσπίσει οριζόντιες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο.
Η Επιτροπή εγκρίνει πρόγραμμα εργασίας και το δημοσιοποιεί μαζί με τα σχετικά προπαρασκευαστικά έγγραφα. Στο πρόγραμμα εργασίας παρατίθεται κατάλογος των ομάδων προϊόντων για τις οποίες προτίθεται να θεσπίσει απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό καθώς και τα εκτιμώμενα χρονοδιαγράμματα για τη θέσπισή τους. Ο εν λόγω κατάλογος περιλαμβάνει τις πτυχές των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 για τις οποίες η Επιτροπή προτίθεται να θεσπίσει οριζόντιες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο. Το πρόγραμμα εργασίας καλύπτει περίοδο τουλάχιστον 3 ετών και επικαιροποιείται τακτικά.
Κατά την έγκριση ή την επικαιροποίηση του προγράμματος εργασίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και διαβουλεύεται με το φόρουμ οικολογικού σχεδιασμού που αναφέρεται στο άρθρο 17.
Κατά την έγκριση ή την επικαιροποίηση του προγράμματος εργασίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και διαβουλεύεται με το φόρουμ οικολογικού σχεδιασμού που αναφέρεται στο άρθρο 17 εντός κατάλληλου χρονοδιαγράμματος.
Για την περίοδο 2024-2027, η Επιτροπή εξετάζει το ενδεχόμενο να δώσει προτεραιότητα στις ακόλουθες ομάδες προϊόντων στο πρώτο πρόγραμμα εργασίας που πρόκειται να εγκριθεί το αργότερο [να εισαχθεί η ημερομηνία 3 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού]. Εάν κάποια από τις ακόλουθες ομάδες προϊόντων δεν περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα εργασίας, η Επιτροπή αιτιολογεί την απόφασή της στο πρόγραμμα εργασίας:
— σίδηρος, χάλυβας
— αργιλούχος
— κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, ιδίως ενδύματα και υποδήματα
— έπιπλα, συμπεριλαμβανομένων των στρωμάτων
— ελαστικά
— απορρυπαντικά
— χρώματα
— λιπαντικά
— χημικά προϊόντα
— συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα, για τα οποία τα μέτρα εφαρμογής πρέπει να αναθεωρηθούν ή να καθοριστούν εκ νέου
Τυχόν απουσία επαρκών απαιτήσεων επιδόσεων και πληροφοριών σχετικά με το περιβάλλον και το αποτύπωμα άνθρακα για το τσιμέντο βάσει του [επικείμενου κανονισμού για τη θέσπιση εναρμονισμένων όρων εμπορίας δομικών προϊόντων, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) 305/2011 (2022/0094 COD)] έως το 2027 θα προκαλέσει τη συμπερίληψη του τσιμέντου ως κατηγορίας προϊόντων προτεραιότητας στο επόμενο σχέδιο εργασίας του παρόντος κανονισμού.
Η Επιτροπή διασφαλίζει ότι, κατά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων της, εφαρμόζει ισόρροπη συμμετοχή των εκπροσώπων των κρατών μελών και όλων των ενδιαφερόμενων μερών για το εν λόγω προϊόν ή ομάδα προϊόντων, όπως της βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ και των βιοτεχνιών, των συνδικαλιστικών ενώσεων, των εμπόρων, των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου, των εισαγωγέων, των ενώσεων προστασίας του περιβάλλοντος και των οργανώσεων καταναλωτών. Τα εν λόγω μέρη συμβάλλουν ειδικότερα στην κατάρτιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, στην εξέταση της αποτελεσματικότητας των καθιερωμένων μηχανισμών εποπτείας της αγοράς και στην αξιολόγηση των μέτρων αυτορρύθμισης.
Η Επιτροπή διασφαλίζει ότι, κατά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων της, εφαρμόζει ισόρροπη συμμετοχή των εκπροσώπων των κρατών μελών και όλων των ενδιαφερόμενων μερών για το εν λόγω προϊόν ή ομάδα προϊόντων, όπως της βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, των κοινωνικών επιχειρήσεων και των βιοτεχνιών, των φορέων διαχείρισης των αποβλήτων, των οργανισμών τυποποίησης, των συνδικαλιστικών ενώσεων και οργανώσεων, των εμπόρων, των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου, των εισαγωγέων, των οργανώσεων προστασίας του περιβάλλοντος, των οργανώσεων καταναλωτών, των ερευνητών και άλλων ειδικών.
Τα μέρη που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο συμβάλλουν ειδικότερα στην κατάρτιση απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, στην εξέταση της αποτελεσματικότητας των καθιερωμένων μηχανισμών εποπτείας της αγοράς και στην αξιολόγηση των μέτρων αυτορρύθμισης.
Η Επιτροπή δημοσιεύει στον ιστότοπό της τις προσεχείς συνεδριάσεις του «φόρουμ οικολογικού σχεδιασμού», διασφαλίζοντας ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώνονται εγκαίρως πριν από τη διεξαγωγή διαβούλευσης.
Το φόρουμ οικολογικού σχεδιασμού εκτελεί τα καθήκοντά του με πλήρη διαφάνεια. Η Επιτροπή δημοσιεύει τα εγκριθέντα συμπεράσματα και τα πρακτικά των συνεδριάσεων του φόρουμ οικολογικού σχεδιασμού και όλα τα άλλα σχετικά έγγραφα στον ιστότοπό της.
Το φόρουμ οικολογικού σχεδιασμού μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να καταρτίσει απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για μια συγκεκριμένη ομάδα προϊόντων. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το αίτημα αυτό.
1. Δύο ή περισσότεροι οικονομικοί φορείς μπορούν να υποβάλουν στην Επιτροπή μέτρο αυτορρύθμισης που θεσπίζει απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για προϊόντα ως εναλλακτική λύση αντί κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4. Οι εν λόγω φορείς παρέχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πληρούνται τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α) έως ε). Όσον αφορά την παράγραφο 3 στοιχείο α), τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία συνίστανται σε δομημένη τεχνική, περιβαλλοντική και οικονομική ανάλυση, η οποία αιτιολογεί τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού και τους στόχους του μέτρου αυτορρύθμισης και αξιολογεί τις επιπτώσεις των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού που καθορίζονται στο εν λόγω μέτρο αυτορρύθμισης.
1. Δύο ή περισσότεροι οικονομικοί φορείς μπορούν να υποβάλουν στην Επιτροπή μέτρο αυτορρύθμισης που θεσπίζει απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για προϊόντα ως εναλλακτική λύση αντί κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4, εάν τα προϊόντα δεν περιέχονται στο σχέδιο εργασίας. Οι εν λόγω φορείς παρέχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πληρούνται τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α) έως ε). Όσον αφορά την παράγραφο 3 στοιχείο α), τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία συνίστανται σε δομημένη τεχνική, περιβαλλοντική και οικονομική ανάλυση, η οποία αιτιολογεί τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού και τους στόχους του μέτρου αυτορρύθμισης και αξιολογεί τις επιπτώσεις των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού που καθορίζονται στο εν λόγω μέτρο αυτορρύθμισης.
δβ) επεξήγηση του τρόπου με τον οποίο το μέτρο αυτορρύθμισης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 βελτιώνει την περιβαλλοντική βιωσιμότητα των προϊόντων σύμφωνα με τους στόχους του παρόντος κανονισμού και διασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία στην εσωτερική αγορά ταχύτερα ή με μικρότερο κόστος από ό,τι μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4.
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο επικαιροποιούνται και είναι διαθέσιμες σε δημόσια προσβάσιμο ιστότοπο.
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο επικαιροποιούνται και είναι διαθέσιμες σε δημόσια προσβάσιμο ιστότοπο της Επιτροπής.Οι οικονομικοί φορείς κοινοποιούν χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή τυχόν αλλαγές στο μέτρο αυτορρύθμισης, ιδίως τυχόν αλλαγές στους υπογράφοντες.
Η Επιτροπή αξιολογεί το προτεινόμενο μέτρο αυτορρύθμισης και, εφόσον απαιτείται, ζητεί επιστημονικές συμβουλές από αποκεντρωμένους οργανισμούς της Ένωσης. Με βάση την εν λόγω αξιολόγηση, καθορίζει αν πρόκειται για έγκυρη εναλλακτική λύση αντί κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4, εφόσον πληρούνται τα ακόλουθα κριτήρια:
Η Επιτροπή αξιολογεί το προτεινόμενο μέτρο αυτορρύθμισης και, εφόσον απαιτείται, ζητεί επιστημονικές συμβουλές από αποκεντρωμένους οργανισμούς της Ένωσης. Η Επιτροπή διαβουλεύεται επίσης με το φόρουμ οικολογικού σχεδιασμού σχετικά με το μέτρο αυτορρύθμισης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 1. Με βάση την εν λόγω αξιολόγηση, καθορίζει αν πρόκειται για έγκυρη εναλλακτική λύση αντί κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4, εφόσον πληρούνται τα ακόλουθα κριτήρια:
α) το μέτρο αυτορρύθμισης συμβάλλει στη βελτίωση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των προϊόντων και στη διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας στην εσωτερική αγορά γρήγορα ή με μικρότερο κόστος σε σύγκριση με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4·
α) το μέτρο αυτορρύθμισης συμβάλλει στη βελτίωση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των προϊόντων σε ευθυγράμμιση με τους στόχους του παρόντος κανονισμού και στη διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας στην εσωτερική αγορά πιο γρήγορα ή με μικρότερο κόστος σε σύγκριση με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4·
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη που περιέχει κατάλογο των μέτρων αυτορρύθμισης που έχουν θεσπιστεί ως έγκυρες εναλλακτικές λύσεις αντί κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4. H εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 2.
Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 66 που περιέχει κατάλογο των μέτρων αυτορρύθμισης που έχουν θεσπιστεί ως έγκυρες εναλλακτικές λύσεις αντί κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4. H εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 2.
4. Η Επιτροπή μπορεί ανά πάσα στιγμή να ζητήσει από τους υπογράφοντες μέτρο αυτορρύθμισης να υποβάλουν αναθεωρημένη και επικαιροποιημένη έκδοση του εν λόγω μέτρου λαμβανομένων υπόψη των σχετικών εξελίξεων της αγοράς ή των τεχνολογικών εξελίξεων εντός της σχετικής ομάδας προϊόντων ή όταν έχει λόγους να πιστεύει ότι δεν πληρούνται πλέον τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 3.
4. Η Επιτροπή μπορεί ανά πάσα στιγμή να ζητήσει από τους υπογράφοντες μέτρο αυτορρύθμισης να υποβάλουν αναθεωρημένη και επικαιροποιημένη έκδοση του εν λόγω μέτρου λαμβανομένων υπόψη των σχετικών εξελίξεων της αγοράς ή των τεχνολογικών εξελίξεων εντός της σχετικής ομάδας προϊόντων ή όταν έχει λόγους να πιστεύει ότι δεν πληρούνται πλέον τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 3. Οι υπογράφοντες υποβάλλουν αναθεωρημένη και επικαιροποιημένη έκδοση του εν λόγω μέτρου εντός τριών μηνών από την υποβολή του αιτήματος της Επιτροπής.
5. Άπαξ και ένα μέτρο αυτορρύθμισης συμπεριληφθεί σε εκτελεστική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο, οι υπογράφοντες το εν λόγω μέτρο υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή, σε τακτά χρονικά διαστήματα που ορίζονται στην εν λόγω εκτελεστική πράξη, σχετικά με την πρόοδο προς την επίτευξη των στόχων των μέτρων αυτορρύθμισης και προκειμένου να αποδειχθεί ότι εξακολουθούν να πληρούνται τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α) έως ε). Οι εκθέσεις αυτές διατίθενται επίσης σε δημόσια προσβάσιμο ιστότοπο.
5. Άπαξ και ένα μέτρο αυτορρύθμισης συμπεριληφθεί σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο, οι υπογράφοντες το εν λόγω μέτρο υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή, σε τακτά χρονικά διαστήματα που ορίζονται στην εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, σχετικά με την πρόοδο προς την επίτευξη των στόχων των μέτρων αυτορρύθμισης και προκειμένου να αποδειχθεί ότι εξακολουθούν να πληρούνται τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α) έως ε). Όταν ένας υπογράφων δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του μέτρου αυτορρύθμισης, λαμβάνει διορθωτικά μέτρα. Ο ανεξάρτητος φορέας ελέγχου ενημερώνει την Επιτροπή για την έλλειψη συμμόρφωσης ενός υπογράφοντος. Οι εκθέσεις προόδου, συμπεριλαμβανομένων των εκθέσεων συμμόρφωσης που υποβάλλει ο ανεξάρτητος φορέας ελέγχου, και οι κοινοποιήσεις σχετικά με την έλλειψη συμμόρφωσης και τα αντίστοιχα διορθωτικά μέτρα διατίθενται σε δημόσια προσβάσιμο ιστότοπο της Επιτροπής.
6. Όταν η Επιτροπή κρίνει, βάσει των πληροφοριών που λαμβάνει σύμφωνα με τις παραγράφους 4 ή 5, ότι ένα μέτρο αυτορρύθμισης δεν πληροί πλέον τα κριτήρια της παραγράφου 3, το διαγράφει από τον κατάλογο που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο. Στις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να θεσπίσει απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού που ισχύουν για το προϊόν που καλύπτεται από το εν λόγω μέτρο αυτορρύθμισης.
6. Όταν η Επιτροπή κρίνει, βάσει των πληροφοριών που λαμβάνει σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 4 ή 5, ότι ένα μέτρο αυτορρύθμισης δεν πληροί πλέον τα κριτήρια της παραγράφου 3, το διαγράφει από τον κατάλογο που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο. Στις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να θεσπίσει απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού που ισχύουν για το προϊόν που καλύπτεται από το εν λόγω μέτρο αυτορρύθμισης.
1. Στο πλαίσιο προγραμμάτων από τα οποία μπορούν να επωφεληθούν οι ΜΜΕ, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη πρωτοβουλίες που βοηθούν τις ΜΜΕ να ενσωματώσουν παραμέτρους περιβαλλοντικής βιωσιμότητας, συμπεριλαμβανομένης της ενεργειακής απόδοσης, στην αξιακή αλυσίδα τους.
1. Στο πλαίσιο προγραμμάτων από τα οποία μπορούν να επωφεληθούν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις και οι ΜΜΕ, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη πρωτοβουλίες που βοηθούν τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τις ΜΜΕ να ενσωματώσουν παραμέτρους περιβαλλοντικής βιωσιμότητας, συμπεριλαμβανομένης της ενεργειακής απόδοσης, στην αξιακή αλυσίδα τους.
2. Κατά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 4, η Επιτροπή συνοδεύει, κατά περίπτωση, τις εν λόγω πράξεις με κατευθυντήριες γραμμές που καλύπτουν τις ιδιαιτερότητες των ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται στον τομέα του προϊόντος ή της ομάδας προϊόντων που επηρεάζεται για τη διευκόλυνση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού από τις ΜΜΕ.
2. Κατά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 4, η Επιτροπή συνοδεύει, κατά περίπτωση, τις εν λόγω πράξεις με κατευθυντήριες γραμμές που καλύπτουν τις ιδιαιτερότητες των πολύ μικρών επιχειρήσεων και των ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται στον τομέα του προϊόντος ή της ομάδας προϊόντων που επηρεάζεται για τη διευκόλυνση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού από πολύ μικρές επιχειρήσεις και ΜΜΕ.Η Επιτροπή διαβουλεύεται με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των πολύ μικρών επιχειρήσεων και των ΜΜΕ κατά την κατάρτιση των κατευθυντήριων γραμμών.
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για να βοηθήσουν τις ΜΜΕ στην εφαρμογή των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού που καθορίζονται σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4.
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για να βοηθήσουν τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τις ΜΜΕ στην εφαρμογή των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού που καθορίζονται σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4. Κατά την προετοιμασία των εν λόγω μέτρων, τα κράτη μέλη διαβουλεύονται με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των πολύ μικρών επιχειρήσεων και των ΜΜΕ.
Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν τουλάχιστον τη διασφάλιση της διαθεσιμότητας υπηρεσιών μίας στάσης ή παρόμοιων μηχανισμών για την ευαισθητοποίηση και τη δημιουργία ευκαιριών δικτύωσης για τις ΜΜΕ ώστε να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις.
Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν τουλάχιστον τη διασφάλιση της διαθεσιμότητας υπηρεσιών μίας στάσης ή παρόμοιων μηχανισμών για την ευαισθητοποίηση και τη δημιουργία ευκαιριών δικτύωσης για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τις ΜΜΕ ώστε να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν επίσης τουλάχιστον ειδικούς μηχανισμούς για τη διευκόλυνση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 8 με 12α και με τη διενέργεια αξιολογήσεων του κύκλου ζωής.
α) χρηματοδοτική στήριξη, μεταξύ άλλων με την παροχή φορολογικών πλεονεκτημάτων και την παροχή επενδύσεων σε υλικές και ψηφιακές υποδομές·
α) χρηματοδοτική στήριξη, μεταξύ άλλων με την παροχή φορολογικών πλεονεκτημάτων, τη δυνατότητα συμμετοχής στο φόρουμ οικολογικού σχεδιασμού και την παροχή επενδύσεων σε υλικές και ψηφιακές υποδομές·
γ) την παράδοση των προϊόντων που απορρίπτονται για εργασίες προετοιμασίας για επαναχρησιμοποίηση, ανακατασκευής, ανακύκλωσης, ανάκτησης ενέργειας και διάθεσης σύμφωνα με την ιεράρχηση των αποβλήτων, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ.
γ) την παράδοση των προϊόντων που απορρίπτονται για δωρεά, εργασίες προετοιμασίας για επαναχρησιμοποίηση, ανακατασκευής, ανακύκλωσης, ανάκτησης ενέργειας και διάθεσης σύμφωνα με την ιεράρχηση των αποβλήτων, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ.
Ο οικονομικός φορέας δημοσιοποιεί τις πληροφορίες αυτές σε ελεύθερα προσβάσιμο ιστότοπο ή τις καθιστά διαθέσιμες στο κοινό με άλλον τρόπο, έως ότου αρχίσει να εφαρμόζεται κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 στην κατηγορία των μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων που απορρίπτονται από τον εν λόγω φορέα.
Ο οικονομικός φορέας δημοσιοποιεί τις πληροφορίες αυτές σε ελεύθερα προσβάσιμο ιστότοπο της Επιτροπής, έως ότου αρχίσει να εφαρμόζεται κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 στην κατηγορία των μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων που απορρίπτονται από τον εν λόγω φορέα.
Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό του μορφοτύπου για τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, συμπεριλαμβανομένων του τύπου ή της κατηγορίας και του τρόπου επαλήθευσης των πληροφοριών.
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό του μορφοτύπου για τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, συμπεριλαμβανομένων του τύπου ή της κατηγορίας και του τρόπου επαλήθευσης των πληροφοριών.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 66 για να συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό απαγορεύοντας στους οικονομικούς φορείς να καταστρέφουν μη πωληθέντα καταναλωτικά προϊόντα στην Ένωση, όταν η καταστροφή μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων που ανήκουν σε συγκεκριμένη ομάδα προϊόντων έχει σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 66 για να συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό απαγορεύοντας στους οικονομικούς φορείς να καταστρέφουν μη πωληθέντα καταναλωτικά προϊόντα, όταν η καταστροφή μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων που ανήκουν σε συγκεκριμένη ομάδα προϊόντων έχει μη αμελητέες περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Με βάση τις πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, η Επιτροπή, έως τις ... [να εισαχθεί η ημερομηνία 2 έτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού] και στη συνέχεια κάθε 3 έτη δημοσιεύει έκθεση σχετικά με την καταστροφή των μη πωληθέντων εμπορευμάτων. Στην εν λόγω έκθεση, η Επιτροπή προσδιορίζει τα προϊόντα για τα οποία θεωρεί αναγκαία την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης για την απαγόρευση της καταστροφής των μη πωληθέντων εμπορευμάτων.
β) ζημία σε προϊόντα η οποία προκύπτει ως αποτέλεσμα του χειρισμού τους ή η οποία ανιχνεύεται μετά την επιστροφή προϊόντος από καταναλωτή·
β) ζημία σε προϊόντα που δεν μπορεί να επισκευαστεί με οικονομικά αποδοτικό τρόπο και η οποία προκύπτει ως αποτέλεσμα του χειρισμού τους ή η οποία ανιχνεύεται μετά την επιστροφή προϊόντος·
γ) καταλληλότητα του προϊόντος για τον σκοπό για τον οποίο προορίζεται, λαμβανομένων υπόψη, κατά περίπτωση, του ενωσιακού και του εθνικού δικαίου και τεχνικών προτύπων·
1. Ένα έτος μετά τις ... [να εισαχθεί η ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, η καταστροφή μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων από οικονομικούς φορείς απαγορεύεται για τις ακόλουθες κατηγορίες προϊόντων:
α) κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και υποδήματα·
β) ηλεκτρικός και ηλεκτρονικός εξοπλισμός.
2. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 66 για να συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό ώστε να καθορίζει ορισμένες εξαιρέσεις από τις απαγορεύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κατά περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη τα ακόλουθα:
α) ανησυχίες για την υγεία, την υγιεινή και την ασφάλεια·
β) ζημία σε προϊόντα που δεν μπορεί να επισκευαστεί με οικονομικά αποδοτικό τρόπο και η οποία προκύπτει ως αποτέλεσμα του χειρισμού τους ή η οποία ανιχνεύεται μετά την επιστροφή προϊόντος·
γ) μη αποδοχή προϊόντων για δωρεά, προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση ή ανακατασκευή·
δ) προϊόντα παραποίησης/απομίμησης.
3. Όταν μη πωληθέντα προϊόντα καταστρέφονται βάσει εξαίρεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, ο υπεύθυνος οικονομικός φορέας δημοσιοποιεί σε ελεύθερα προσβάσιμο ιστότοπο ή καθιστά διαθέσιμα στο κοινό με άλλον τρόπο τα ακόλουθα:
α) τον αριθμό και το ποσοστό των μη πωληθέντων προϊόντων που καταστρέφονται·
β) τους λόγους της καταστροφής των μη πωληθέντων προϊόντων, με παραπομπή στην εφαρμοστέα εξαίρεση·
γ) την παράδοση των προϊόντων που καταστρέφονται για εργασίες ανακύκλωσης, ανάκτησης ενέργειας και διάθεσης σύμφωνα με την ιεράρχηση των αποβλήτων, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ.
Οι λεπτομέρειες και ο μορφότυπος για τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών που προβλέπονται στην εκτελεστική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2 εφαρμόζονται στις πληροφορίες που πρέπει να δημοσιοποιούνται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 2.
4. Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε ΜΜΕ.
Ωστόσο, η Επιτροπή μπορεί, στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 2, να προβλέπει ότι η απαγόρευση της καταστροφής μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή η υποχρέωση δημοσιοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 3 ισχύουν για:
α) μεσαίες επιχειρήσεις, όταν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που αποδεικνύουν ότι αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό των μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων που καταστρέφονται·
β) πολύ μικρές επιχειρήσεις, μικρές επιχειρήσεις ή μεσαίες επιχειρήσεις, όταν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που αποδεικνύουν ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την καταστρατήγηση της απαγόρευσης καταστροφής μη πωληθέντων καταναλωτικών προϊόντων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή της υποχρέωσης δημοσιοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 3.
3. Οι κατασκευαστές διατηρούν τον τεχνικό φάκελο και τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ επί 10 έτη από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά ή τη θέση του σε λειτουργία. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 μπορούν να καθορίζουν περίοδο μεγαλύτερη ή μικρότερη των 10 ετών, προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη η φύση των σχετικών προϊόντων ή απαιτήσεων.
3. Οι κατασκευαστές διατηρούν τον τεχνικό φάκελο και τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ επί 10 έτη από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά ή τη θέση του σε λειτουργία. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 μπορούν να καθορίζουν περίοδο μεγαλύτερη ή μικρότερη των 10 ετών, προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη η φύση των σχετικών προϊόντων, η πολυπλοκότητα των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται ή των σχετικών απαιτήσεων.
7. Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι ένα προϊόν που καλύπτεται από κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4 συνοδεύεται από οδηγίες που επιτρέπουν στους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες να συναρμολογούν, να εγκαθιστούν, να λειτουργούν, να αποθηκεύουν, να συντηρούν, να επισκευάζουν και να διαθέτουν με ασφάλεια το προϊόν σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως καθορίζεται από το οικείο κράτος μέλος. Οι οδηγίες αυτές είναι σαφείς, κατανοητές και ευανάγνωστες και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που καθορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 και σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο ii).
7. Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι ένα προϊόν που καλύπτεται από κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4 συνοδεύεται από οδηγίες σε ψηφιακή μορφή που επιτρέπουν στους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες να συναρμολογούν, να εγκαθιστούν, να λειτουργούν, να αποθηκεύουν, να συντηρούν, να επισκευάζουν και να διαθέτουν με ασφάλεια το προϊόν σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως καθορίζεται από το οικείο κράτος μέλος. Οι οδηγίες αυτές είναι σαφείς, κατανοητές και ευανάγνωστες και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που καθορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 και σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο ii). Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 καθορίζουν επίσης την περίοδο κατά την οποία οι εν λόγω οδηγίες καθίστανται προσβάσιμες επιγραμμικά. Η περίοδος αυτή δεν είναι μικρότερη των 10 ετών από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά.
7α. Ο κατασκευαστής, όταν παρέχει τις οδηγίες που αναφέρονται στην παράγραφο 7, οφείλει να τις παρουσιάζει σε μορφότυπο που επιτρέπει την καταφόρτωσή τους και την αποθήκευση σε ηλεκτρονική συσκευή, ώστε να μπορεί ο καταναλωτής ή άλλος τελικός χρήστης να έχει πρόσβαση σε αυτές ανά πάσα στιγμή.
7β. Κατόπιν αιτήματος του καταναλωτή ή άλλου τελικού χρήστη κατά τον χρόνο της αγοράς ή έως 6 μήνες μετά την εν λόγω αγορά, ο κατασκευαστής παρέχει τις οδηγίες σε έντυπη μορφή δωρεάν.
7γ. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 μπορούν να ορίζουν, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, ότι ορισμένες συνοπτικές πληροφορίες που αποτελούν μέρος των οδηγιών που προβλέπονται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου μπορούν να παρέχονται σε έντυπη μορφή.
Οι κατασκευαστές που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι προϊόν που καλύπτεται από κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4 το οποίο έχουν διαθέσει στην αγορά ή έχουν θέσει σε λειτουργία δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξη λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του εν λόγω προϊόντος, να το αποσύρουν ή να το ανακαλέσουν, κατά περίπτωση.
Οι κατασκευαστές που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι προϊόν που καλύπτεται από κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4 το οποίο έχουν διαθέσει στην αγορά ή έχουν θέσει σε λειτουργία δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξη λαμβάνουν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του εν λόγω προϊόντος, ή για να το αποσύρουν ή να το ανακαλέσουν αμέσως, κατά περίπτωση.
8α. Οι κατασκευαστές καθιερώνουν διαθέσιμους στο κοινό διαύλους επικοινωνίας, όπως αριθμό τηλεφώνου, ηλεκτρονική διεύθυνση ή ειδικό τμήμα του ιστοτόπου τους, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες προσβασιμότητας για τα άτομα με αναπηρία, προκειμένου να μπορούν οι τελικοί χρήστες να υποβάλλουν καταγγελίες ή προβληματισμούς σχετικά με την πιθανή μη συμμόρφωση των προϊόντων.
Οι κατασκευαστές λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα όταν θεωρούν ότι υπάρχει περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και ενημερώνουν τις αρχές εποπτείας της αγοράς. Οι κατασκευαστές τηρούν μητρώο των καταγγελιών και των προβληματισμών μόνο για το χρονικό διάστημα που είναι απαραίτητο για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και το καθιστούν διαθέσιμο κατόπιν αιτήματος μιας αρχής εποπτείας της αγοράς.
Οι κατασκευαστές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος που υποβάλλεται από αρμόδια εθνική αρχή, παρέχουν όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του προϊόντος, συμπεριλαμβανομένου του τεχνικού φακέλου, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από την εν λόγω αρχή. Αυτές οι πληροφορίες και η τεκμηρίωση παρέχονται είτε σε έντυπη είτε σε ηλεκτρονική μορφή. Τα σχετικά έγγραφα τίθενται στη διάθεση αρμόδιας εθνικής αρχής εντός 10 ημερών μετά την παραλαβή σχετικού αιτήματος.
Οι κατασκευαστές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος που υποβάλλεται από αρμόδια εθνική αρχή, παρέχουν όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του προϊόντος, συμπεριλαμβανομένου του τεχνικού φακέλου, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από την εν λόγω αρχή. Αυτές οι πληροφορίες και η τεκμηρίωση παρέχονται είτε σε έντυπη είτε σε ηλεκτρονική μορφή. Τα σχετικά έγγραφα τίθενται στη διάθεση αρμόδιας εθνικής αρχής το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός 15 ημερών μετά την παραλαβή σχετικού αιτήματος.
δ) κατόπιν αιτήματος που υποβάλλεται από αρμόδια εθνική αρχή, να καθιστά διαθέσιμα τα σχετικά έγγραφα εντός 10 ημερών από την παραλαβή του εν λόγω αιτήματος·
δ) κατόπιν αιτήματος που υποβάλλεται από αρμόδια εθνική αρχή, να καθιστά διαθέσιμα τα σχετικά έγγραφα το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός 15 ημερών από την παραλαβή του εν λόγω αιτήματος·
4. Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι το προϊόν συνοδεύεται από οδηγίες που επιτρέπουν στον καταναλωτή να συναρμολογεί, να εγκαθιστά, να λειτουργεί, να αποθηκεύει, να συντηρεί, να επισκευάζει και να διαθέτει το προϊόν σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως καθορίζεται από το οικείο κράτος μέλος. Οι οδηγίες αυτές είναι σαφείς, κατανοητές και ευανάγνωστες και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που καθορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4.
4. Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι το προϊόν συνοδεύεται από οδηγίες που επιτρέπουν στον καταναλωτή να συναρμολογεί, να εγκαθιστά, να λειτουργεί, να αποθηκεύει, να συντηρεί, να επισκευάζει και να διαθέτει το προϊόν σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως καθορίζεται από το οικείο κράτος μέλος. Οι οδηγίες αυτές είναι σαφείς, κατανοητές και ευανάγνωστες και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που καθορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4. Οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 21 παράγραφοι 7β και 7γ εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών.
Οι εισαγωγείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι προϊόν που καλύπτεται από κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4 το οποίο έχουν διαθέσει στην αγορά ή έχουν θέσει σε λειτουργία δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην εν λόγω πράξη λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του εν λόγω προϊόντος, να το αποσύρουν ή να το ανακαλέσουν, κατά περίπτωση.
Οι εισαγωγείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι προϊόν που καλύπτεται από κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4 το οποίο έχουν διαθέσει στην αγορά ή έχουν θέσει σε λειτουργία δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην εν λόγω πράξη λαμβάνουν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του εν λόγω προϊόντος, ή για να το αποσύρουν ή να το ανακαλέσουν αμέσως, κατά περίπτωση.
Οι εισαγωγείς, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος που υποβάλλεται από αρμόδια εθνική αρχή, παρέχουν στην εν λόγω αρχή όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση ενός προϊόντος, συμπεριλαμβανομένου του τεχνικού φακέλου, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από την εν λόγω αρχή. Αυτές οι πληροφορίες και η τεκμηρίωση παρέχονται είτε σε έντυπη είτε σε ηλεκτρονική μορφή. Τα σχετικά έγγραφα τίθενται στη διάθεση της αρμόδιας αρχής κράτους μέλους εντός 10 ημερών μετά την παραλαβή σχετικού αιτήματος.
Οι εισαγωγείς, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος που υποβάλλεται από αρμόδια εθνική αρχή, παρέχουν στην εν λόγω αρχή όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση ενός προϊόντος, συμπεριλαμβανομένου του τεχνικού φακέλου, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από την εν λόγω αρχή. Αυτές οι πληροφορίες και η τεκμηρίωση παρέχονται είτε σε έντυπη είτε σε ηλεκτρονική μορφή. Τα σχετικά έγγραφα τίθενται στη διάθεση της αρμόδιας αρχής κράτους μέλους το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός 15 ημερών μετά την παραλαβή σχετικού αιτήματος.
β) το προϊόν συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα και από οδηγίες, ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να συναρμολογεί, να εγκαθιστά, να λειτουργεί, να αποθηκεύει, να συντηρεί και να διαθέτει το προϊόν, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως ορίζεται από το κράτος μέλος στην αγορά του οποίου πρόκειται να καταστεί διαθέσιμο το προϊόν, και ότι οι εν λόγω οδηγίες είναι σαφείς, κατανοητές και ευανάγνωστες και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο ii), όπως ορίζεται στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4·
β) το προϊόν συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα και από οδηγίες, ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να συναρμολογεί, να εγκαθιστά, να λειτουργεί, να αποθηκεύει, να συντηρεί και να διαθέτει το προϊόν, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως ορίζεται από το κράτος μέλος στην αγορά του οποίου πρόκειται να καταστεί διαθέσιμο το προϊόν, και ότι οι εν λόγω οδηγίες είναι σαφείς, κατανοητές και ευανάγνωστες και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο ii), όπως ορίζεται στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4· οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 21 παράγραφοι 7β και 7γ εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών·
γ) δεν παρέχει ούτε παρουσιάζει άλλες ετικέτες, σήματα, σύμβολα ή επιγραφές που ενδέχεται να παραπλανήσουν ή να προκαλέσουν σύγχυση στους πελάτες όσον αφορά τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην ετικέτα.
γ) δεν παρέχει ούτε παρουσιάζει άλλες ετικέτες, σήματα, σύμβολα ή επιγραφές που ενδέχεται να παραπλανήσουν ή να προκαλέσουν σύγχυση στους πελάτες όσον αφορά τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην ετικέτα σχετικά με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού.
Ο προμηθευτής ουσίας ή μείγματος ή ο προμηθευτής αντικειμένου παρέχει δωρεάν όλες τις σχετικές πληροφορίες στους οικονομικούς φορείς για να διευκολύνει τη συμμόρφωσή του με τις απαιτήσεις επιδόσεων και πληροφοριών που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.
β) δεν παρέχει ούτε παρουσιάζει άλλες ετικέτες, σήματα, σύμβολα ή επιγραφές που ενδέχεται να παραπλανήσουν ή να προκαλέσουν σύγχυση στους πελάτες όσον αφορά τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην ετικέτα.
β) δεν παρέχει ούτε παρουσιάζει άλλες ετικέτες, σήματα, σύμβολα ή επιγραφές που ενδέχεται να παραπλανήσουν ή να προκαλέσουν σύγχυση στους πελάτες όσον αφορά τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην ετικέτα, μέσω της απομίμησης υποχρεωτικών ετικετών ή της παροχής πληροφοριών που έρχονται σε σύγκρουση ή δεν συνάδουν με τις υποχρεωτικές ετικέτες.Οι περιορισμοί αυτοί δεν περιλαμβάνουν το οικολογικό σήμα της ΕΕ που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 66/2010 και σε άλλα εθνικά ή περιφερειακά αναγνωρισμένα οικολογικά σήματα EN ISO 14024 τύπου 1, όπως αναφέρεται στον εν λόγω κανονισμό.
1. Η συνεργασία που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020, όσον αφορά τις επιγραμμικές αγορές και για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, περιλαμβάνει ιδίως τα ακόλουθα:
1. Οι επιγραμμικές αγορές συνεργάζονται με τις αρχές εποπτείας της αγοράς για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, μετά από αίτημα των αρχών εποπτείας της αγοράς και σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, για να διευκολύνουν κάθε μέτρο που λαμβάνεται με σκοπό την εξάλειψη ή, όπου αυτό δεν είναι δυνατό, τον μετριασμό των κινδύνων που παρουσιάζει ένα προϊόν το οποίο προσφέρεται ή προσφέρθηκε προς πώληση διαδικτυακά μέσω των δικών τους υπηρεσιών.
α) συνεργασία για τη διασφάλιση αποτελεσματικών μέτρων εποπτείας της αγοράς, μεταξύ άλλων με την αποφυγή της δημιουργίας εμποδίων στα εν λόγω μέτρα·
β) ενημέρωση των αρχών εποπτείας της αγοράς σχετικά με τυχόν ληφθέντα μέτρα·
γ) καθιέρωση τακτικής και διαρθρωμένης ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τις προσφορές που έχουν αφαιρεθεί βάσει του παρόντος άρθρου από τις επιγραμμικές αγορές·
δ) παροχή της δυνατότητας πρόσβασης στις διεπαφές τους στα επιγραμμικά εργαλεία που διαχειρίζονται οι αρχές εποπτείας της αγοράς, προκειμένου να εντοπίζουν τα μη συμμορφούμενα προϊόντα·
ε) κατόπιν αιτήματος των αρχών εποπτείας της αγοράς, σε περίπτωση που επιγραμμικές αγορές ή επιγραμμικοί πωλητές δημιουργούν τεχνικά εμπόδια για την εξαγωγή δεδομένων από τις επιγραμμικές διεπαφές τους, παροχή της δυνατότητας συγκομιδής τέτοιων δεδομένων στις εν λόγω αρχές για λόγους συμμόρφωσης των προϊόντων με βάση τις παραμέτρους ταυτοποίησης που παρέχουν οι αρχές εποπτείας της αγοράς που υποβάλλουν το αίτημα.
Για τους σκοπούς των απαιτήσεων του [άρθρου 22 παράγραφος 7] του κανονισμού (ΕΕ).../... [πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες], οι επιγραμμικές αγορές σχεδιάζουν και οργανώνουν την επιγραμμική διεπαφή τους κατά τρόπο που παρέχει στους εμπόρους τη δυνατότητα να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους που ορίζονται στο άρθρο 25 και επιτρέπει στους οικονομικούς φορείς να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του άρθρου 30 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.
Οι πληροφορίες πρέπει να μπορούν να παρέχονται για κάθε προϊόν που προσφέρεται και εκτίθεται ή καθίσταται με άλλον τρόπο εύκολα προσβάσιμο από τους πελάτες στον κατάλογο των προϊόντων.
Ειδικότερα, όταν οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 απαιτούν η επιγραμμική οπτική διαφήμιση για ορισμένα προϊόντα να συνοδεύεται από επιγραμμικές ηλεκτρονικές πληροφορίες που πρέπει να εμφανίζονται στον μηχανισμό απεικόνισης, οι επιγραμμικές αγορές δίνουν τη δυνατότητα στους εμπόρους να την προβάλλουν. Η υποχρέωση αυτή ισχύει επίσης για τις επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης και άλλες επιγραμμικές πλατφόρμες που παρέχουν επιγραμμικές οπτικές διαφημίσεις για τα σχετικά προϊόντα.
3. Όσον αφορά τις εξουσίες που ανατίθενται στα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020, τα κράτη μέλη εκχωρούν στις οικείες αρχές εποπτείας της αγοράς την εξουσία, για όλα τα προϊόντα που καλύπτονται από σχετική κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4, να δίνουν εντολή σε επιγραμμική αγορά να αφαιρέσει από την επιγραμμική διεπαφή της συγκεκριμένο παράνομο περιεχόμενο που αναφέρεται σε μη συμμορφούμενο προϊόν, να απενεργοποιήσει την πρόσβαση σ’ αυτό ή να αναρτήσει ρητή προειδοποίηση προς τους τελικούς χρήστες κατά την πρόσβασή τους σ’ αυτό. Οι εντολές αυτές συνάδουν με το [άρθρο 8 παράγραφος 1] του κανονισμού (ΕΕ) .../... [πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες].
3. Όσον αφορά τις εξουσίες που ανατίθενται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο14 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020, τα κράτη μέλη αναθέτουν στις οικείες αρχές εποπτείας της αγοράς την εξουσία, όσον αφορά συγκεκριμένο περιεχόμενο που αναφέρεται σε προσφορά μη συμμορφούμενου προϊόντος με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, να εκδίδουν εντολή που απαιτεί από τους παρόχους επιγραμμικών αγορών να αφαιρούν το εν λόγω περιεχόμενο από την επιγραμμική διεπαφή τους, να απενεργοποιούν την πρόσβαση σε αυτό ή να επιδεικνύουν ρητή προειδοποίηση προς τους τελικούς χρήστες κατά την πρόσβασή τους σε αυτό. Οι εντολές αυτές συνάδουν με το [άρθρο 8 παράγραφος 1] του κανονισμού (ΕΕ) .../... [πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες].
4. Οι επιγραμμικές αγορές λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για τη λήψη και την επεξεργασία των εντολών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 σύμφωνα με το [άρθρο 8] του κανονισμού (ΕΕ) .../... [πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες].
Οι επιγραμμικές αγορές καθορίζουν ένα ενιαίο σημείο επαφής το οποίο παρέχει τη δυνατότητα άμεσης επικοινωνίας με τις αρχές εποπτείας της αγοράς των κρατών μελών σχετικά με τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό και τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4.
Οι επιγραμμικές αγορές καθορίζουν ή ορίζουν ένα υφιστάμενο σημείο επαφής ως ενιαίο σημείο επαφής, το οποίο παρέχει τη δυνατότητα άμεσης επικοινωνίας με τις αρχές εποπτείας της αγοράς των κρατών μελών σχετικά με τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό και τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 και επιτρέπουν στους καταναλωτές να επικοινωνούν άμεσα και γρήγορα με αυτό σε σχέση με απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού.
Το εν λόγω σημείο επαφής μπορεί να είναι το ίδιο με εκείνο που αναφέρεται στο [άρθρο 20 παράγραφος 1] του κανονισμού (ΕΕ) .../... [κανονισμός για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων] ή [στο άρθρο 10 παράγραφος 1] του κανονισμού (ΕΕ) .../... [πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες].
Το εν λόγω σημείο επαφής μπορεί να είναι το ίδιο με εκείνο που αναφέρεται στο [άρθρο 20 παράγραφος 1] του κανονισμού (ΕΕ) .../... [κανονισμός για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων] ή στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065.
γ) πληροφορίες για την ταυτοποίηση του προϊόντος, συμπεριλαμβανομένου του τύπου προϊόντος και, εφόσον διατίθεται, του αριθμού παρτίδας ή σειράς καθώς και τυχόν άλλου αναγνωριστικού κωδικού του προϊόντος.
γ) πληροφορίες που επιτρέπουν την ταυτοποίηση του προϊόντος, συμπεριλαμβανομένης μιας εικόνας του προϊόντος, του τύπου του καθώς και τυχόν άλλου αναγνωριστικού κωδικού του προϊόντος·
Όταν απαιτεί από τους κατασκευαστές, τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους τους ή τους εισαγωγείς να διαθέτουν σε ψηφιακή μορφή μέρη του τεχνικού φακέλου που αφορά το σχετικό προϊόν σύμφωνα με το άρθρο 4 τρίτο εδάφιο στοιχείο α), η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια:
Όταν απαιτεί, κατόπιν αιτήματος που υποβάλλεται από αρμόδια εθνική αρχή, από τους κατασκευαστές, τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους τους ή τους εισαγωγείς να διαθέτουν σε ψηφιακή μορφή μέρη του τεχνικού φακέλου που αφορά το σχετικό προϊόν σύμφωνα με το άρθρο 4 τρίτο εδάφιο στοιχείο α), η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια:
α) συλλογή των δεδομένων κατά τη χρήση, εάν η πρόσβαση σε αυτά είναι δυνατή εξ αποστάσεως μέσω του διαδικτύου, εκτός εάν ο τελικός χρήστης αρνηθεί ρητά να διαθέσει τα εν λόγω δεδομένα·
α) συλλογή των δεδομένων κατά τη χρήση, εάν η πρόσβαση σε αυτά είναι δυνατή εξ αποστάσεως μέσω του διαδικτύου κατόπιν ρητής συγκατάθεσης του τελικού χρήστη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 για τη διάθεση των εν λόγω δεδομένων·
Οι ενημερώσεις λογισμικού ή υλικολογισμικού δεν επιδεινώνουν τις επιδόσεις του προϊόντος σε σχέση με οποιαδήποτε από τις παραμέτρους προϊόντος που ρυθμίζονται σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 από τις οποίες καλύπτονται τα προϊόντα ή τις λειτουργικές επιδόσεις από τη σκοπιά του χρήστη όταν μετρώνται με τη μέθοδο δοκιμής που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, εκτός εάν υπάρχει ρητή συγκατάθεση του τελικού χρήστη πριν από την ενημέρωση. Δεν επέρχεται καμία μεταβολή στις επιδόσεις λόγω απόρριψης της ενημέρωσης.
Οι ενημερώσεις λογισμικού ή υλικολογισμικού δεν επιδεινώνουν σημαντικά τις επιδόσεις του προϊόντος σε σχέση με οποιαδήποτε από τις παραμέτρους προϊόντος που ρυθμίζονται σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 από τις οποίες καλύπτονται τα προϊόντα ή τις λειτουργικές επιδόσεις από τη σκοπιά του χρήστη όταν μετρώνται με τη μέθοδο δοκιμής που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, εκτός εάν υπάρχει ρητή συγκατάθεση του τελικού χρήστη πριν από την ενημέρωση. Δεν επέρχεται καμία μεταβολή στις επιδόσεις λόγω απόρριψης της ενημέρωσης.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο67 παράγραφος3.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 3. Όταν ένα εναρμονισμένο πρότυπο εγκρίνεται από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης και υποβάλλεται στην Επιτροπή με σκοπό τη δημοσίευση των στοιχείων αναφοράς του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή αξιολογεί το εναρμονισμένο πρότυπο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012. Όταν τα στοιχεία αναφοράς ενός εναρμονισμένου προτύπου δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή καταργεί τις εκτελεστικές πράξεις ή μέρη αυτών που περιέχουν τις ίδιες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού.
1. Οι απαιτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 4 τρίτο εδάφιο στοιχείο η) για τις δημόσιες συμβάσεις που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ ή στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ, ή αναθέτοντες φορείς, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ, μπορούν να λάβουν τη μορφή υποχρεωτικών τεχνικών προδιαγραφών, κριτηρίων επιλογής, κριτηρίων ανάθεσης, ρητρών εκτέλεσης της σύμβασης ή στόχων, κατά περίπτωση.
1. Με την επιφύλαξη των οδηγιών 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ, οι απαιτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 4 τρίτο εδάφιο στοιχείο η) για τις δημόσιες συμβάσεις που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ ή στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ, ή αναθέτοντες φορείς, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ, λαμβάνουν τη μορφή υποχρεωτικών τεχνικών προδιαγραφών, κριτηρίων επιλογής, κριτηρίων ανάθεσης, ρητρών εκτέλεσης της σύμβασης ή στόχων, κατά περίπτωση.
1α. Τα κράτη μέλη, από κοινού με την Επιτροπή, παρέχουν βοήθεια στις εθνικές αναθέτουσες αρχές για την αναβάθμιση των δεξιοτήτων και την επανειδίκευση του προσωπικού που είναι αρμόδιο για τις πράσινες δημόσιες συμβάσεις.
Με την επιφύλαξη του άρθρου 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020, κάθε κράτος μέλος καταρτίζει, τουλάχιστον ανά διετία, σχέδιο δράσης στο οποίο περιγράφονται οι προγραμματισμένες δραστηριότητες εποπτείας της αγοράς προκειμένου να διασφαλιστεί ότι διενεργούνται κατάλληλοι έλεγχοι σε επαρκή κλίμακα σε σχέση με τον παρόντα κανονισμό και τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4. Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει το πρώτο τέτοιο σχέδιο δράσης έως τις [16 Ιουλίου 2024].
Με την επιφύλαξη του άρθρου 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020, κάθε κράτος μέλος καταρτίζει, τουλάχιστον ανά διετία, σχέδιο δράσης στο οποίο περιγράφονται οι προγραμματισμένες δραστηριότητες εποπτείας της αγοράς προκειμένου να διασφαλιστεί ότι διενεργούνται κατάλληλοι έλεγχοι σε επαρκή κλίμακα, συμπεριλαμβανομένων φυσικών και εργαστηριακών ελέγχων βάσει επαρκών δειγμάτων, σε σχέση με τον παρόντα κανονισμό και τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4. Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει το πρώτο τέτοιο σχέδιο δράσης έως τις [16 Ιουλίου 2024].
β) τις δραστηριότητες εποπτείας της αγοράς που προγραμματίζονται με σκοπό τη μείωση της μη συμμόρφωσης για τα προϊόντα ή τις απαιτήσεις που προσδιορίζονται ως προτεραιότητες, συμπεριλαμβανομένης της φύσης και του ελάχιστου αριθμού ελέγχων που πρέπει να διενεργούνται κατά την περίοδο που καλύπτεται από το σχέδιο δράσης.
β) τις δραστηριότητες εποπτείας της αγοράς που προγραμματίζονται με σκοπό τη μείωση ή την παύση της μη συμμόρφωσης για τα προϊόντα ή τις απαιτήσεις που προσδιορίζονται ως προτεραιότητες, συμπεριλαμβανομένης της φύσης και του ελάχιστου αριθμού ελέγχων που πρέπει να διενεργούνται κατά την περίοδο που καλύπτεται από το σχέδιο δράσης.
βα) ο αριθμός των καταγγελιών που ελήφθησαν από τελικούς χρήστες, οργανώσεις καταναλωτών ή άλλες πληροφορίες που ελήφθησαν από οικονομικούς φορείς ή μέσα ενημέρωσης·
3. Η φύση και ο αριθμός των ελέγχων που προγραμματίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) είναι ανάλογα προς τα αντικειμενικά κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των προτεραιοτήτων σύμφωνα με την παράγραφο 2.
3. Η φύση και ο αριθμός των ελέγχων που προγραμματίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) είναι ανάλογα προς τα αντικειμενικά κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των προτεραιοτήτων σύμφωνα με την παράγραφο 2. Για τις κατηγορίες προϊόντων που χαρακτηρίζονται ως υψηλού κινδύνου μη συμμόρφωσης, οι αρχές εποπτείας της αγοράς θεωρούν ότι οι εν λόγω έλεγχοι περιλαμβάνουν φυσικούς και εργαστηριακούς ελέγχους βάσει επαρκών δειγμάτων.
3α. Για τη διενέργεια της εποπτείας της αγοράς σε σχέση με τον παρόντα κανονισμό και τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρχές εποπτείας της αγοράς τους διαθέτουν τους αναγκαίους πόρους, συμπεριλαμβανομένων επαρκών δημοσιονομικών και άλλων πόρων, όπως επαρκή αριθμό ικανού προσωπικού, εμπειρογνωσία, διαδικασίες και άλλες ρυθμίσεις για την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων τους.
Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις στις οποίες απαριθμούνται τα προϊόντα ή οι απαιτήσεις που τα κράτη μέλη θεωρούν τουλάχιστον ως προτεραιότητες για την εποπτεία της αγοράς σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α).
Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 66 για να συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό απαριθμώντας τα προϊόντα ή τις απαιτήσεις που τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν ως προτεραιότητες για την εποπτεία της αγοράς σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α).
1. Οι αρχές εποπτείας της αγοράς εισάγουν στο σύστημα πληροφοριών και επικοινωνίας που αναφέρεται στο άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 πληροφορίες σχετικά με τη φύση και τη σοβαρότητα τυχόν κυρώσεων που επιβάλλονται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.
1. Οι αρχές εποπτείας της αγοράς εισάγουν στο σύστημα πληροφοριών και επικοινωνίας που αναφέρεται στο άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό και το είδος των διενεργούμενων ελέγχων, καθώς και σχετικά με τη φύση και τη σοβαρότητα τυχόν κυρώσεων που επιβάλλονται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.
3. Η Επιτροπή δημοσιεύει την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου στο σύστημα πληροφοριών και επικοινωνίας που αναφέρεται στο άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 και δημοσιοποιεί περίληψη της έκθεσης.
3. Η Επιτροπή δημοσιεύει την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου στο σύστημα πληροφοριών και επικοινωνίας που αναφέρεται στο άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 και δημοσιοποιεί περίληψη της έκθεσης και την πλήρη έκθεση.
Εάν, κατά την εν λόγω αξιολόγηση, οι αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το προϊόν δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στις εφαρμοστέες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4, απαιτούν αμελλητί από τον σχετικό οικονομικό φορέα να λάβει κατάλληλα και αναλογικά διορθωτικά μέτρα, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος που ορίζεται από τις αρχές εποπτείας της αγοράς και ανάλογο προς τη φύση και, κατά περίπτωση, τον βαθμό της μη συμμόρφωσης, προκειμένου να παύσει τη μη συμμόρφωση. Τα διορθωτικά μέτρα που απαιτείται να ληφθούν από τον οικονομικό φορέα μπορούν να περιλαμβάνουν τα μέτρα που απαριθμούνται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020.
Εάν, κατά την εν λόγω αξιολόγηση, οι αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το προϊόν δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στις εφαρμοστέες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4, απαιτούν αμελλητί από τον σχετικό οικονομικό φορέα να λάβει κατάλληλα και αναλογικά διορθωτικά μέτρα, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος που ορίζεται από τις αρχές εποπτείας της αγοράς και ανάλογο προς τη φύση και, κατά περίπτωση, τον βαθμό της μη συμμόρφωσης, προκειμένου να παύσει τη μη συμμόρφωση. Τα διορθωτικά μέτρα που απαιτείται να ληφθούν από τον οικονομικό φορέα μπορούν να περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα μέτρα που απαριθμούνται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020.
2. Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρεται στο άρθρο 4, στο άρθρο 9 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 11 παράγραφος 4, στο άρθρο 20 παράγραφος 3 και στο άρθρο 61 παράγραφος 1 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο έξι ετών από τις [ένα μήνα μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας πράξης]. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εν λόγω εξουσιοδότηση το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της εξαετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.
2. Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρεται στο άρθρο 4, στο άρθρο 9 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 11 παράγραφος 4, στο άρθρο 20 παράγραφος 3 και στο άρθρο 61 παράγραφος 1 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις [ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας πράξης]. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εν λόγω εξουσιοδότηση το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.
3. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 4, στο άρθρο 9 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 11 παράγραφος 4, στο άρθρο 20 παράγραφος 3 και στο άρθρο 61 παράγραφος 1 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος τυχόν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.
3. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 4, στο άρθρο 9 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 11 παράγραφος 4, στο άρθρο 20 παράγραφος 3 και στο άρθρο 60 παράγραφος 1 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος τυχόν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που εφαρμόζονται στις περιπτώσεις παραβίασης του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο ώστε να διασφαλίζουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές, λαμβανομένου υπόψη του βαθμού μη συμμόρφωσης και του αριθμού τεμαχίων των μη συμμορφούμενων προϊόντων που διατίθενται στην ενωσιακή αγορά. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή το αργότερο [ένα έτος μετά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού] και της γνωστοποιούν αμελλητί κάθε ενδεχόμενη μεταγενέστερη τροποποίησή τους.
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που εφαρμόζονται στις περιπτώσεις παραβίασης του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο ώστε να διασφαλίζουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή το αργότερο [ένα έτος μετά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού] και της γνωστοποιούν αμελλητί κάθε ενδεχόμενη μεταγενέστερη τροποποίησή τους.
Κατά τον καθορισμό του είδους και του επιπέδου των κυρώσεων που θα πρέπει να επιβάλλονται σε περίπτωση παραβάσεων, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια:
α) τη φύση, τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της παράβασης, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού των μονάδων μη συμμορφούμενων προϊόντων που διατίθενται στην αγορά της Ένωσης·
β) κατά περίπτωση, εάν η παράβαση είναι εσκεμμένη ή οφείλεται σε αμέλεια·
γ) την οικονομική ισχύ του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου, όπως προκύπτει, για παράδειγμα, από τον συνολικό κύκλο εργασιών του υπαίτιου νομικού προσώπου ή από το ετήσιο εισόδημα του υπαίτιου φυσικού προσώπου·
δ) τα οικονομικά οφέλη που αντλήθηκαν από την παράβαση από το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν·
ε) ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν·
στ) κάθε ενέργεια του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου για τον μετριασμό ή την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε·
ζ) τον βαθμό συνεργασίας του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου με την αρμόδια αρχή·
η) προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου·
θ) κάθε ενέργεια που αποσκοπεί στην παράκαμψη ή παρεμπόδιση των διοικητικών ελέγχων και
ι) κάθε άλλη επιβαρυντική ή ελαφρυντική περίσταση που είναι εφαρμοστέα στις συνθήκες της υπόθεσης.
-1. Η Επιτροπή συγκεντρώνει σχετικά δεδομένα για τα προϊόντα και τις ομάδες προϊόντων που υπόκεινται σε απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, μεταξύ άλλων όσον αφορά τον κύκλο ζωής τους, το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, το αποτύπωμα άνθρακα και το αποτύπωμα υλικού, με σκοπό την αξιολόγηση των βελτιώσεων της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των εν λόγω προϊόντων. Με βάση τα στοιχεία αυτά, η Επιτροπή δημοσιεύει ετήσια έκθεση.
Η Επιτροπή διενεργεί τακτικά, και τουλάχιστον μία φορά κάθε 3 έτη μετά τη θέσπιση των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, αξιολόγηση των εν λόγω απαιτήσεων, με σκοπό τον προσδιορισμό της ανάγκης για ενδεχόμενη επανεξέταση.
Το νωρίτερο [8 έτη μετά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού], η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση του παρόντος κανονισμού και της συμβολής του στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και στη βελτίωση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των προϊόντων. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τα κύρια πορίσματα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών.Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τις αναγκαίες πληροφορίες για την εκπόνηση της εν λόγω έκθεσης.
Το αργότερο [6 έτη μετά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού] και στη συνέχεια ανά εξαετία, η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση του παρόντος κανονισμού και της συμβολής του στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και στη βελτίωση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των προϊόντων. Η Επιτροπή αξιολογεί επίσης τη χρήση των απαλλαγών για εισαγόμενα μεταχειρισμένα προϊόντα ή ομάδες προϊόντων που προβλέπονται σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού.
Το αργότερο [να προστεθεί η ημερομηνία 4 έτη μετά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού], η Επιτροπή εξετάζει το ενδεχόμενο να συμπεριληφθούν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού απαιτήσεις κοινωνικής βιωσιμότητας και δέουσας επιμέλειας.
Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τα κύρια πορίσματα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών, την οποία και δημοσιοποιεί.Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τις αναγκαίες πληροφορίες για την εκπόνηση της εν λόγω έκθεσης.
1. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ενός προϊόντος με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, το προϊόν θεωρείται ότι δεν συμμορφώνεται με τη σύμβαση πώλησης, κατά την έννοια του άρθρου 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/771, και παρέχεται στους καταναλωτές το δικαίωμα επανόρθωσης υπό τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 13 της παρούσας οδηγίας, ανεξάρτητα από τη λήξη των προθεσμιών που ορίζονται στο άρθρο 10 της παρούσας οδηγίας.
2. Η εμπορία ή η προσφορά προς πώληση προϊόντος που δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού θεωρείται αθέμιτη εμπορική πρακτική σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2005/29/ΕΚ και, ως εκ τούτου, παρέχει στους καταναλωτές το δικαίωμα προσφυγής δυνάμει του άρθρου 11α της παρούσας οδηγίας.
Το σημείο 27 του παραρτήματος I της οδηγίας (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου1α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«27) Κανονισμός (ΕΕ) .../... του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ..., για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα βιώσιμα προϊόντα και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/125/ΕΚ.»
__________________
1α Οδηγία (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 409 της 4.12.2020, σ. 1).
Οι ακόλουθες παράμετροι μπορούν, κατά περίπτωση, και εφόσον είναι αναγκαίο να συμπληρωθούν από άλλες, να χρησιμοποιηθούν ως βάση για τη βελτίωση των πτυχών των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1:
Οι ακόλουθες παράμετροι χρησιμοποιούνται, κατά περίπτωση, και εφόσον είναι αναγκαίο να συμπληρωθούν από άλλες, μεμονωμένα ή συνδυαστικά, ως βάση για τη βελτίωση των πτυχών των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1:
β) ευκολία επαναχρησιμοποίησης και ανακύκλωσης, όπως εκφράζεται μέσω των ακόλουθων στοιχείων: χαρακτηριστικά, διαθεσιμότητα και χρόνος παράδοσης ανταλλακτικών, δομοστοιχείωση, συμβατότητα με κοινώς διαθέσιμα ανταλλακτικά, διαθεσιμότητα οδηγιών επισκευής και συντήρησης, αριθμός χρησιμοποιούμενων υλικών και συστατικών μερών, χρήση τυποποιημένων συστατικών μερών, χρήση προτύπων κωδικοποίησης συστατικών μερών και υλικών για τον προσδιορισμό των συστατικών μερών και των υλικών, αριθμός και πολυπλοκότητα των απαιτούμενων διαδικασιών και εργαλείων, ευκολία μη καταστρεπτικής αποσυναρμολόγησης και επανασυναρμολόγησης, όροι πρόσβασης σε δεδομένα προϊόντος, όροι πρόσβασης ή χρήσης του αναγκαίου υλισμικού και λογισμικού·
β) ευκολία επισκευής και συντήρησης, λαμβανομένης υπόψη της ασφάλειας των προϊόντων, όπως εκφράζεται μέσω των ακόλουθων στοιχείων: χαρακτηριστικά, διαθεσιμότητα, χρόνος παράδοσης και οικονομική προσιτότητα ανταλλακτικών, δομοστοιχείωση, συμβατότητα με κοινώς διαθέσιμα εργαλεία και ανταλλακτικά, διαθεσιμότητα οδηγιών επισκευής και συντήρησης, αριθμός χρησιμοποιούμενων υλικών και συστατικών μερών, χρήση τυποποιημένων συστατικών μερών, χρήση προτύπων κωδικοποίησης συστατικών μερών και υλικών για τον προσδιορισμό των συστατικών μερών και των υλικών, αριθμός και πολυπλοκότητα των απαιτούμενων διαδικασιών και αν χρειάζονται ειδικά εργαλεία, ευκολία μη καταστρεπτικής αποσυναρμολόγησης και επανασυναρμολόγησης, όροι πρόσβασης σε δεδομένα προϊόντος, όροι πρόσβασης ή χρήσης του αναγκαίου υλισμικού και λογισμικού·
δ) ευκολία και ποιότητα ανακύκλωσης, όπως εκφράζεται μέσω των ακόλουθων στοιχείων: χρήση εύκολα ανακυκλώσιμων υλικών, ασφαλής, εύκολη και μη καταστρεπτική πρόσβαση σε ανακυκλώσιμα συστατικά μέρη και υλικά ή σε συστατικά μέρη και υλικά που περιέχουν επικίνδυνες ουσίες, σύνθεση υλικών και ομοιογένεια, δυνατότητα διαλογής υψηλής καθαρότητας, αριθμός υλικών και συστατικών μερών που χρησιμοποιούνται, χρήση τυποποιημένων συστατικών μερών, χρήση προτύπων κωδικοποίησης συστατικών μερών και υλικών για τον προσδιορισμό των συστατικών μερών και υλικών, αριθμός και πολυπλοκότητα των απαιτούμενων διαδικασιών και εργαλείων, ευκολία μη καταστρεπτικής αποσυναρμολόγησης και επανασυναρμολόγησης, όροι πρόσβασης σε δεδομένα προϊόντος, όροι πρόσβασης ή χρήσης του αναγκαίου υλισμικού και λογισμικού·
δ) ευκολία, ποιότητα και οικονομική βιωσιμότητα της ανακύκλωσης, όπως εκφράζεται μέσω των ακόλουθων στοιχείων: χρήση εύκολα ανακυκλώσιμων υλικών, ασφαλής, εύκολη και μη καταστρεπτική πρόσβαση σε ανακυκλώσιμα συστατικά μέρη και υλικά ή σε συστατικά μέρη και υλικά που περιέχουν επικίνδυνες ουσίες και σύνθεση υλικών και ομοιογένεια, δυνατότητα διαλογής υψηλής καθαρότητας, σχεδιασμός για ανακύκλωση, αριθμός υλικών και συστατικών μερών που χρησιμοποιούνται, χρήση τυποποιημένων συστατικών μερών, χρήση προτύπων κωδικοποίησης συστατικών μερών και υλικών για τον προσδιορισμό των συστατικών μερών και υλικών, αριθμός και πολυπλοκότητα των απαιτούμενων διαδικασιών και εργαλείων, ευκολία μη καταστρεπτικής αποσυναρμολόγησης και επανασυναρμολόγησης, όροι πρόσβασης σε δεδομένα προϊόντος, όροι πρόσβασης ή χρήσης του αναγκαίου υλισμικού και λογισμικού·
ε) αποφυγή τεχνικών λύσεων επιζήμιων για την επαναχρησιμοποίηση, την αναβάθμιση, την επισκευή, τη συντήρηση, την ανακαίνιση, την ανακατασκευή και την ανακύκλωση προϊόντων και συστατικών μερών·
ε) αποφυγή τεχνικών λύσεων επιζήμιων για την επαναχρησιμοποίηση, την αναβάθμιση, την επισκευή, τη συντήρηση, την ανακαίνιση, την ανακατασκευή και την ανακύκλωση προϊόντων και συστατικών μερών, λαμβανομένης υπόψη της ασφάλειας των προϊόντων·
στ) χρήση ουσιών, σε καθαρή μορφή, ως συστατικών ουσιών ή σε μείγματα, κατά τη διαδικασία παραγωγής προϊόντων ή με αποτέλεσμα την παρουσία τους σε προϊόντα, ακόμη και όταν τα προϊόντα αυτά καταστούν απόβλητα·
στ) χρήση ουσιών, ιδίως δε ουσιών που προκαλούν ανησυχία, σε καθαρή μορφή, ως συστατικών ουσιών ή σε μείγματα, κατά τη διαδικασία παραγωγής προϊόντων ή με αποτέλεσμα την παρουσία τους σε προϊόντα, ακόμη και όταν τα προϊόντα αυτά καταστούν απόβλητα·
ιστ) ποσότητες παραγόμενων αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων των πλαστικών αποβλήτων και των απορριμμάτων συσκευασίας και της ευκολίας επαναχρησιμοποίησής τους, καθώς και ποσότητες παραγόμενων επικίνδυνων αποβλήτων·
ιστ) ποσότητες παραγόμενων αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων των πλαστικών αποβλήτων και των απορριμμάτων συσκευασίας και της ευκολίας επαναχρησιμοποίησής τους, της ευκολίας ανακύκλωσης, καθώς και ποσότητες παραγόμενων επικίνδυνων αποβλήτων·
ιζβ) ασφαλής και βιώσιμος εφοδιασμός με πρώτες ύλες.
Τροπολογία 239 Πρόταση κανονισμού Παράρτημα II – εδάφιο 1 – εισαγωγικό μέρος
Οι απαιτήσεις επιδόσεων ορίζονται ως εξής:
Οι απαιτήσεις επιδόσεων συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4 σημείο α) και λαμβάνουν υπόψη τα αποτελέσματα της σχετικής εκτίμησης επιπτώσεων. Οι απαιτήσεις επιδόσεων ορίζονται ως εξής:
Τροπολογία 240 Πρόταση κανονισμού Παράρτημα II – εδάφιο 1 – σημείο 1 – εδάφιο 2
Η τεχνική, περιβαλλοντική και οικονομική ανάλυση προσδιορίζει επίσης, για την υπό εξέταση παράμετρο, τα προϊόντα και τις τεχνολογίες με τις καλύτερες επιδόσεις που είναι διαθέσιμα/-ες στην αγορά.
Η τεχνική, περιβαλλοντική και οικονομική ανάλυση προσδιορίζει επίσης, για την υπό εξέταση παράμετρο, τα προϊόντα και τις τεχνολογίες με τις καλύτερες επιδόσεις που είναι διαθέσιμα/-ες στην αγορά, καθώς και τις αναμενόμενες τεχνολογικές βελτιώσεις. Λαμβάνει επίσης υπόψη τους υφιστάμενους τομεακούς χάρτες πορείας, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1119.
Τροπολογία 241 Πρόταση κανονισμού Παράρτημα II – εδάφιο 1 – σημείο 1 – εδάφιο 4
Με βάση την ανάλυση αυτή, και λαμβανομένης υπόψη της οικονομικής και τεχνικής σκοπιμότητας, συμπεριλαμβανομένης της διαθεσιμότητας βασικών πόρων και τεχνολογιών, καθώς και των δυνατοτήτων βελτίωσης, καθορίζονται επίπεδα ή μη ποσοτικές απαιτήσεις.
Με βάση την ανάλυση αυτή, και λαμβανομένων υπόψη των δυσμενών επιπτώσεων του προϊόντος στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής του, των ορίων του πλανήτη, της οικονομικής και τεχνικής σκοπιμότητας, συμπεριλαμβανομένης της διαθεσιμότητας βασικών πόρων και τεχνολογιών, καθώς και των δυνατοτήτων βελτίωσης, καθορίζονται επίπεδα ή μη ποσοτικές απαιτήσεις.
Τροπολογία 242 Πρόταση κανονισμού Παράρτημα VI – εδάφιο 1 – σημείο 8
(8) ημερομηνίες εφαρμογής, τυχόν σταδιακά ή μεταβατικά μέτρα ή περιόδους, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των ενδεχόμενων επιπτώσεων για τις ΜΜΕ ή για συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων που κατασκευάζονται κατά κύριο λόγο από ΜΜΕ·
(8) ημερομηνίες εφαρμογής, τυχόν σταδιακά ή μεταβατικά μέτρα ή περιόδους, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των αναγκών των πολύ μικρών επιχειρήσεων και των ΜΜΕ ή για συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων που κατασκευάζονται κατά κύριο λόγο από πολύ μικρές επιχειρήσεις και ΜΜΕ·
Τροπολογία 243 Πρόταση κανονισμού Παράρτημα VII – εδάφιο 1 – εισαγωγικό μέρος
Ο ακόλουθος μη εξαντλητικός κατάλογος ενδεικτικών κριτηρίων μπορεί να χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση μέτρων αυτορρύθμισης ως εναλλακτικής λύσης αντί κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού:
Ο ακόλουθος μη εξαντλητικός κατάλογος ενδεικτικών κριτηρίων χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση μέτρων αυτορρύθμισης ως εναλλακτικής λύσης αντί κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού:
Τροπολογία 244 Πρόταση κανονισμού Παράρτημα VII – εδάφιο 1 – σημείο 2
Τα μέτρα αυτορρύθμισης πρέπει να ανταποκρίνονται στους στόχους πολιτικής του παρόντος κανονισμού, καθώς και να συνάδουν με την οικονομική και την κοινωνική διάσταση της βιώσιμης ανάπτυξης. Τα μέτρα αυτορρύθμισης πρέπει να έχουν ολοκληρωμένη προσέγγιση για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών, της υγείας, της ποιότητας ζωής και των οικονομικών συμφερόντων.
Τα μέτρα αυτορρύθμισης πρέπει να ανταποκρίνονται στους στόχους πολιτικής του παρόντος κανονισμού, καθώς και να συνάδουν με την οικονομική και την κοινωνική διάσταση της βιώσιμης ανάπτυξης. Τα μέτρα αυτορρύθμισης πρέπει να έχουν ολοκληρωμένη προσέγγιση για την προστασία του περιβάλλοντος, των συμφερόντων των καταναλωτών, της υγείας, της ποιότητας ζωής και των οικονομικών συμφερόντων.
Τροπολογία 245 Πρόταση κανονισμού Παράρτημα VII – εδάφιο 1 – σημείο 4
Οι στόχοι τους οποίους καθορίζουν οι υπογράφοντες στα μέτρα αυτορρύθμισής τους πρέπει να εκφράζονται με σαφήνεια και ακρίβεια, σε επακριβώς καθορισμένη βάση. Αν το μέτρο αυτορρύθμισης καλύπτει μεγάλο χρονικό διάστημα, πρέπει να περιλαμβάνονται ενδιάμεσοι στόχοι. Πρέπει να εξασφαλίζεται η δυνατότητα παρακολούθησης της συμμόρφωσης προς τους στόχους και τους ενδιαμέσους στόχους κατά τρόπο οικονομικά προσιτό και αξιόπιστο, με τη χρήση σαφών και αξιόπιστων δεικτών.
Οι στόχοι τους οποίους καθορίζουν οι υπογράφοντες στα μέτρα αυτορρύθμισής τους πρέπει να εκφράζονται με σαφήνεια και ακρίβεια και να είναι ποσοτικοποιημένοι, σε επακριβώς καθορισμένη βάση. Αν το μέτρο αυτορρύθμισης καλύπτει μεγάλο χρονικό διάστημα, πρέπει να περιλαμβάνονται ενδιάμεσοι στόχοι. Πρέπει να εξασφαλίζεται η δυνατότητα παρακολούθησης της συμμόρφωσης προς τους στόχους και τους ενδιαμέσους στόχους κατά τρόπο οικονομικά προσιτό και αξιόπιστο, με τη χρήση σαφών και αξιόπιστων δεικτών.
Τροπολογία 246 Πρόταση κανονισμού Παράρτημα VII – εδάφιο 1 – σημείο 5 – σημείο 1
Για τη διασφάλιση της διαφάνειας, τα μέτρα αυτορρύθμισης πρέπει να δημοσιοποιούνται, μεταξύ άλλων επιγραμμικά και μέσω της χρήσης άλλων ηλεκτρονικών μέσων διάδοσης των πληροφοριών.
Για τη διασφάλιση της διαφάνειας, τα μέτρα αυτορρύθμισης πρέπει να δημοσιοποιούνται, μεταξύ άλλων επιγραμμικά σε δημόσια προσβάσιμο ιστότοπο της Επιτροπής και μέσω της χρήσης άλλων ηλεκτρονικών μέσων διάδοσης των πληροφοριών.
Τροπολογία 247 Πρόταση κανονισμού Παράρτημα VII – εδάφιο 1 – σημείο 5 – σημείο 2
Τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των κρατών μελών, της βιομηχανίας, περιβαλλοντικών ΜΚΟ και ενώσεων καταναλωτών, πρέπει να καλούνται να υποβάλλουν παρατηρήσεις σχετικά με τα μέτρα αυτορρύθμισης.
Τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των κρατών μελών, της βιομηχανίας εντός της Ένωσης και σε τρίτες χώρες, περιβαλλοντικών ΜΚΟ και ενώσεων καταναλωτών, πρέπει να καλούνται να υποβάλλουν παρατηρήσεις σχετικά με τα μέτρα αυτορρύθμισης.
Τροπολογία 248 Πρόταση κανονισμού Παράρτημα VII – εδάφιο 1 – σημείο 6 – σημείο 4
Όταν ένας υπογράφων δεν έχει συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του μέτρου αυτορρύθμισης, πρέπει να λαμβάνει διορθωτικά μέτρα.
Όταν ένας υπογράφων δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του μέτρου αυτορρύθμισης, πρέπει να λαμβάνει διορθωτικά μέτρα. Ο ανεξάρτητος φορέας ελέγχου πρέπει να ενημερώνει τους λοιπούς υπογράφοντες που συμμετέχουν στο μέτρο αυτορρύθμισης για την έλλειψη συμμόρφωσης ενός υπογράφοντος και για τα διορθωτικά μέτρα που προτίθεται να λάβει ο υπογράφων. Εάν ο υπογράφων δεν λάβει επαρκή διορθωτικά μέτρα εντός τριών μηνών, πρέπει να απορριφθεί από το μέτρο αυτορρύθμισης.
Το θέμα αναπέμφθηκε για διοργανικές διαπραγματεύσεις στην αρμόδια επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 4 τέταρτο εδάφιο του Κανονισμού (Α9-0218/2023).