Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2023/2095(REG)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A9-0262/2023

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A9-0262/2023

Συζήτηση :

PV 11/09/2023 - 19
CRE 11/09/2023 - 19

Ψηφοφορία :

PV 13/09/2023 - 7.6
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P9_TA(2023)0316

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 224kWORD 70k
Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 2023 - Στρασβούργο
Τροπολογίες στον Κανονισμό του Κοινοβουλίου με σκοπό την ενίσχυση της ακεραιότητας, της ανεξαρτησίας και της λογοδοσίας
P9_TA(2023)0316A9-0262/2023

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2023 σχετικά με τροπολογίες(1) στον Κανονισμό του Κοινοβουλίου με σκοπό την ενίσχυση της ακεραιότητας, της ανεξαρτησίας και της λογοδοσίας (2023/2095(REG))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την από 9ης Μαρτίου 2023 επιστολή της Προέδρου του,

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 236 και 237 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A9-0262/2023),

1.  αποφασίζει να επιφέρει στον Κανονισμό του τις ακόλουθες τροποποιήσεις·

2.  αποφασίζει ότι οι τροποποιήσεις αρχίζουν να ισχύουν την 1η Νοεμβρίου 2023· αποφασίζει, ωστόσο, ότι οι τροπολογίες που εξουσιοδοτούν το Προεδρείο και τους Κοσμήτορες να εγκρίνουν εκτελεστικά μέτρα εφαρμόζονται από την ημερομηνία έγκρισης της παρούσας απόφασης·

3.  αποφασίζει ότι οι δηλώσεις συμφερόντων που υποβάλλονται βάσει των διατάξεων του Κανονισμού που ισχύουν κατά την ημερομηνία έγκρισης της παρούσας απόφασης θα παραμείνουν σε ισχύ έως τις 31 Δεκεμβρίου 2023·

4.  αναθέτει στην Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.

Ισχύον κείμενο   Τροπολογία
Τροπολογία 1
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Άρθρο 11
Άρθρο 11
Άρθρο 11
Οικονομικά συμφέροντα των βουλευτών και Μητρώο Διαφάνειας
Κανόνες δεοντολογίας σχετικά με την ακεραιότητα και τη διαφάνεια
1.  Το Κοινοβούλιο θεσπίζει κανόνες διαφάνειας για τα οικονομικά συμφέροντα των βουλευτών του με τη μορφή κώδικα δεοντολογίας που εγκρίνεται από την πλειοψηφία των μελών του και προσαρτάται στον παρόντα Κανονισμό ως παράρτημα5.
1.  Το Κοινοβούλιο θεσπίζει κανόνες δεοντολογίας σχετικά με την ακεραιότητα και τη διαφάνεια με τη μορφή κώδικα δεοντολογίας, που εγκρίνεται από την πλειοψηφία των μελών του και προσαρτάται στον παρόντα Κανονισμό ως παράρτημα5.
Οι κανόνες αυτοί δεν θίγουν ούτε περιορίζουν κατά τα λοιπά την άσκηση της εντολής και των πολιτικών ή άλλων συναφών δραστηριοτήτων που συνδέονται μ’ αυτήν.
Οι κανόνες αυτοί δεν θίγουν ούτε περιορίζουν κατά τα λοιπά την άσκηση της εντολής και των πολιτικών ή άλλων συναφών δραστηριοτήτων που συνδέονται μ’ αυτήν.
2.  Οι βουλευτές θα πρέπει να υιοθετήσουν τη συστηματική πρακτική να πραγματοποιούν συναντήσεις μόνο με εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων που έχουν εγγραφεί επισήμως στο μητρώο διαφάνειας που θεσπίστηκε με βάση τη διοργανική συμφωνία για ένα υποχρεωτικό μητρώο διαφάνειας6.
3.  Οι βουλευτές θα πρέπει να δημοσιοποιούν ηλεκτρονικά όλες τις προγραμματισμένες συναντήσεις με εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της διοργανικής συμφωνίας. Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 παράγραφος 6 του παραρτήματος I, για κάθε έκθεση, οι εισηγητές, οι σκιώδεις εισηγητές και οι πρόεδροι επιτροπών δημοσιεύουν στο διαδίκτυο όλες τις προγραμματισμένες συναντήσεις με εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της διοργανικής συμφωνίας. Το Προεδρείο παρέχει την απαιτούμενη υποδομή στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου.
4.  Το Προεδρείο παρέχει την απαραίτητη υποδομή στη σελίδα του εκάστοτε βουλευτή στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου για τους βουλευτές που επιθυμούν να δημοσιεύσουν εθελοντικό έλεγχο ή επιβεβαίωση, όπως προβλέπεται στους ισχύοντες κανόνες του καθεστώτος των βουλευτών και τους κανόνες εφαρμογής του, ότι ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιούν την αποζημίωση γενικών εξόδων συνάδει με τους ισχύοντες κανόνες του καθεστώτος των βουλευτών και τα μέτρα εφαρμογής του.
4.  Το Προεδρείο παρέχει την απαραίτητη υποδομή στη σελίδα του εκάστοτε βουλευτή στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου για τους βουλευτές που επιθυμούν να δημοσιεύσουν εθελοντικό έλεγχο ή επιβεβαίωση, όπως προβλέπεται στους ισχύοντες κανόνες του καθεστώτος των βουλευτών και τους κανόνες εφαρμογής του, ότι ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιούν την αποζημίωση γενικών εξόδων συνάδει με τους ισχύοντες κανόνες του καθεστώτος των βουλευτών και τα μέτρα εφαρμογής του.
5.  Οι κανόνες αυτοί δεν θίγουν ούτε περιορίζουν κατά τα άλλα την άσκηση της εντολής και των πολιτικών ή άλλων συναφών δραστηριοτήτων που συνδέονται μ’ αυτήν.
6.  Οι κανόνες συμπεριφοράς και τα δικαιώματα και τα προνόμια πρώην βουλευτών καθορίζονται με απόφαση του Προεδρείου. Δεν γίνεται διάκριση στη μεταχείριση πρώην βουλευτών.
6.  Οι κανόνες δεοντολογίας σχετικά με την ακεραιότητα και τη διαφάνεια για τους πρώην βουλευτές καθορίζονται με απόφαση του Προεδρείου.
__________
__________
5 Βλέπε παράρτημα I.
5 Βλ. παράρτημα I.
6 Διοργανική συμφωνία της 20ής Μαΐου 2021 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ένα υποχρεωτικό Μητρώο Διαφάνειας (ΕΕ L 207 της 11.6.2021, σ. 1).
Τροπολογία 2
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Άρθρο 35
Άρθρο 35
Άρθρο 35
Διακομματικές ομάδες
Διακομματικές ομάδες
1.  Μεμονωμένοι βουλευτές μπορεί να σχηματίζουν διακομματικές ομάδες ή άλλες ανεπίσημες ομάδες βουλευτών για την πραγματοποίηση άτυπης διακομματικής ανταλλαγής απόψεων επί συγκεκριμένων ζητημάτων, συνεργαζόμενοι με μέλη διαφόρων κοινοβουλευτικών επιτροπών, και για την προώθηση των επαφών μεταξύ βουλευτών και κοινωνίας των πολιτών.
1.  Μεμονωμένοι βουλευτές μπορεί να σχηματίζουν διακομματικές ομάδες για την πραγματοποίηση άτυπης διακομματικής ανταλλαγής απόψεων επί συγκεκριμένων ζητημάτων, συνεργαζόμενοι με μέλη διαφόρων κοινοβουλευτικών επιτροπών, και για την προώθηση των επαφών μεταξύ βουλευτών και κοινωνίας των πολιτών.
2.  Οι διακομματικές ομάδες, καθώς και άλλες ανεπίσημες ομάδες, είναι απολύτως διαφανείς στις δράσεις τους και δεν συμμετέχουν σε δραστηριότητες που ενδέχεται να οδηγήσουν σε σύγχυση με τις επίσημες δραστηριότητες του Κοινοβουλίου ή των οργάνων του. Δεν μπορούν να διοργανώνουν εκδηλώσεις σε τρίτες χώρες που συμπίπτουν με αποστολή επίσημου οργάνου του Κοινοβουλίου, συμπεριλαμβανομένης επίσημης αντιπροσωπείας εκλογικών παρατηρητών.
2.  Οι διακομματικές ομάδες είναι απολύτως διαφανείς στις δράσεις τους. Δεν συμμετέχουν σε δραστηριότητες που ενδέχεται να οδηγήσουν σε σύγχυση με τις επίσημες δραστηριότητες του Κοινοβουλίου ή των οργάνων του. Ειδικότερα, δεν χρησιμοποιούν το όνομα ή το λογότυπο του Κοινοβουλίου. Δεν μπορούν να διοργανώνουν εκδηλώσεις σε τρίτες χώρες που συμπίπτουν με αποστολή επίσημου οργάνου του Κοινοβουλίου, συμπεριλαμβανομένης επίσημης αντιπροσωπείας εκλογικών παρατηρητών.
3.  Υπό την προϋπόθεση της τήρησης των όρων που θεσπίζουν οι εσωτερικοί κανόνες του Κοινοβουλίου, οι οποίοι διέπουν τη συγκρότηση αυτών των ομάδων, οι πολιτικές ομάδες μπορούν να διευκολύνουν τις δραστηριότητες των διακομματικών ομάδων παρέχοντάς τους υλικοτεχνική υποστήριξη.
3.  Υπό την προϋπόθεση της τήρησης των όρων που θεσπίζουν οι εσωτερικοί κανόνες του Κοινοβουλίου, οι οποίοι διέπουν τη συγκρότηση διακομματικών ομάδων, οι πολιτικές ομάδες μπορούν να διευκολύνουν τις δραστηριότητες των διακομματικών ομάδων παρέχοντάς τους υλικοτεχνική υποστήριξη.
4.  Οι διακομματικές ομάδες οφείλουν να υποβάλλουν ανά έτος δήλωση σχετικά με κάθε υποστήριξη, σε χρήματα ή σε είδος (π.χ. γραμματειακή υποστήριξη), η οποία, εάν δινόταν ατομικά στους βουλευτές, θα έπρεπε να δηλωθεί δυνάμει του παραρτήματος Ι.
4.  Οι διακομματικές ομάδες οφείλουν να υποβάλλουν ανά έτος δήλωση σχετικά με κάθε υποστήριξη, μεταξύ άλλων σε χρήματα ή σε είδος, η οποία, εάν δινόταν ατομικά στους βουλευτές, θα έπρεπε να δηλωθεί δυνάμει του παραρτήματος Ι.
Άλλες ανεπίσημες ομάδες υποχρεούνται επίσης να δηλώνουν, μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα, κάθε υποστήριξη, σε χρήματα ή σε είδος, την οποία οι βουλευτές δεν έχουν δηλώσει ατομικά, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από το παράρτημα Ι.
5.  Μόνο οι εκπρόσωποι ομάδων συμφερόντων που είναι καταχωρισμένοι στο Μητρώο Διαφάνειας μπορούν να συμμετέχουν σε διακομματικές δραστηριότητες ή σε άλλες δραστηριότητες ανεπίσημων ομάδων που διοργανώνονται στον χώρο του Κοινοβουλίου, για παράδειγμα με την παρουσία τους σε συνεδριάσεις ή εκδηλώσεις της διακομματικής ομάδας ή άλλης ανεπίσημης ομάδας, με την παροχή υποστήριξης σε αυτή, ή με τη σύμπραξή τους στην οργάνωση των εκδηλώσεών της.
5.  Οι εκπρόσωποι ομάδων συμφερόντων μπορούν να συμμετέχουν σε διακομματικές δραστηριότητες που διοργανώνονται στον χώρο του Κοινοβουλίου, για παράδειγμα με την παρουσία τους σε συνεδριάσεις ή εκδηλώσεις της διακομματικής ομάδας, με την παροχή υποστήριξης σε αυτή, ή με τη σύμπραξή τους στην οργάνωση των εκδηλώσεών της, μόνον εάν είναι καταχωρισμένοι στο Μητρώο Διαφάνειας που θεσπίστηκε με βάση τη διοργανική συμφωνία για ένα υποχρεωτικό μητρώο διαφάνειας1a.
6.  Οι Κοσμήτορες τηρούν μητρώο των δηλώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 4. Οι Κοσμήτορες εγκρίνουν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις εν λόγω δηλώσεις και τη δημοσίευσή τους στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου.
6.  Οι Κοσμήτορες τηρούν δημόσιο μητρώο των διακομματικών ομάδων και των δηλώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 4. Το Προεδρείο εγκρίνει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με το εν λόγω μητρώο και τις εν λόγω δηλώσεις και τη δημοσίευσή τους στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου.
7.  Οι Κοσμήτορες μεριμνούν για την αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
7.  Οι Κοσμήτορες μεριμνούν για την αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
7α.  Σε περίπτωση παραβίασης του παρόντος άρθρου, οι Κοσμήτορες μπορούν να επιβάλουν στη διακομματική ομάδα απαγόρευση χρήσης των εγκαταστάσεων του Κοινοβουλίου για περίοδο που δεν μπορεί να υπερβαίνει το υπόλοιπο της κοινοβουλευτικής περιόδου.
__________
1a Διοργανική συμφωνία της 20ής Μαΐου 2021 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ένα υποχρεωτικό Μητρώο Διαφάνειας (ΕΕ L 207 της 11.6.2021, σ. 1).
Τροπολογία 3
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Άρθρο 35 α (νέο)
Άρθρο 35α
Ανεπίσημες ομάδες
1.   Μεμονωμένοι βουλευτές μπορούν να σχηματίζουν ανεπίσημες ομάδες για την πραγματοποίηση άτυπης διακομματικής ανταλλαγής απόψεων επί συγκεκριμένων ζητημάτων, συνεργαζόμενοι με μέλη διαφόρων κοινοβουλευτικών επιτροπών, και για την προώθηση των επαφών μεταξύ βουλευτών και κοινωνίας των πολιτών.
2.   Οι ανεπίσημες ομάδες είναι απολύτως διαφανείς στις δράσεις τους. Δεν συμμετέχουν σε δραστηριότητες που ενδέχεται να οδηγήσουν σε σύγχυση με τις επίσημες δραστηριότητες του Κοινοβουλίου ή των οργάνων του. Ειδικότερα, δεν χρησιμοποιούν το όνομα ή το λογότυπο του Κοινοβουλίου. Δεν μπορούν να διοργανώνουν εκδηλώσεις σε τρίτες χώρες που συμπίπτουν με αποστολή επίσημου οργάνου του Κοινοβουλίου, συμπεριλαμβανομένης επίσημης αντιπροσωπείας εκλογικών παρατηρητών. Οι βουλευτές που συμμετέχουν σε ανεπίσημες ομάδες γνωστοποιούν προορατικά σε εξωτερικούς συνομιλητές ότι ενεργούν υπό την ιδιότητά τους ως μεμονωμένων βουλευτών.
3.   Μια πολιτική ομάδα μπορεί να διευκολύνει τις δραστηριότητες ανεπίσημων ομάδων παρέχοντάς τους υλικοτεχνική υποστήριξη, εκτός από την περίπτωση ανεπίσημων ομάδων που σχετίζονται με τρίτες χώρες για τις οποίες υπάρχει μόνιμη διακοινοβουλευτική αντιπροσωπεία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 223.
Οι ανεπίσημες ομάδες που σχετίζονται με τρίτες χώρες για τις οποίες υπάρχει μόνιμη διακοινοβουλευτική αντιπροσωπεία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 223, δεν χρησιμοποιούν οιεσδήποτε εγκαταστάσεις του Κοινοβουλίου για τις δραστηριότητές τους.
Η σχέση με την τρίτη χώρα μπορεί να προκύπτει από το όνομα ή τις δραστηριότητες της ανεπίσημης ομάδας.
4.   Οι ανεπίσημες ομάδες υποχρεούνται να δηλώνουν, έως το τέλος του επόμενου μήνα, κάθε στήριξη, συμπεριλαμβανομένων των ενισχύσεων σε χρήματα ή σε είδος. Ελλείψει τέτοιας δήλωσης, ο πρόεδρος της ομάδας ή, εάν η ομάδα δεν έχει πρόεδρο, οποιοσδήποτε βουλευτής που συμμετέχει σε αυτήν δηλώνει τη στήριξη εντός 10 εργάσιμων ημερών από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας.
5.   Οι εκπρόσωποι ομάδων συμφερόντων μπορούν να συμμετέχουν σε δραστηριότητες ανεπίσημων ομάδων που διοργανώνονται στον χώρο του Κοινοβουλίου, για παράδειγμα με την παρουσία τους σε συνεδριάσεις ή εκδηλώσεις της ανεπίσημης ομάδας, με την παροχή υποστήριξης σε αυτή, ή με τη σύμπραξή τους στην οργάνωση των εκδηλώσεών της, μόνον εάν είναι καταχωρισμένοι στο Μητρώο Διαφάνειας.
6.   Οι Κοσμήτορες τηρούν δημόσιο μητρώο των δηλώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 4 και των ανεπίσημων ομάδων που τις έχουν υποβάλει. Το Προεδρείο εγκρίνει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με το εν λόγω μητρώο και τις εν λόγω δηλώσεις και τη δημοσίευσή τους στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου.
7.   Οι Κοσμήτορες μεριμνούν για την αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
8.   Σε περίπτωση παραβίασης του παρόντος άρθρου, οι Κοσμήτορες μπορούν να επιβάλουν στην ανεπίσημη ομάδα απαγόρευση χρήσης των εγκαταστάσεων του Κοινοβουλίου για περίοδο που δεν μπορεί να υπερβαίνει το υπόλοιπο της κοινοβουλευτικής περιόδου.
Τροπολογία 4
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Άρθρο 123
Άρθρο 123
Άρθρο 123
Πρόσβαση στο Κοινοβούλιο
Πρόσβαση στο Κοινοβούλιο
1.  Οι κάρτες ελευθέρας εισόδου για τους βουλευτές, τους βοηθούς βουλευτών και τρίτους χορηγούνται βάσει των κανόνων που καθορίζει το Προεδρείο. Οι κανόνες αυτοί διέπουν επίσης τη χρήση και την αφαίρεση των καρτών ελευθέρας εισόδου.
1.  Οι κάρτες ελευθέρας εισόδου για τους βουλευτές, τους πρώην βουλευτές, τους βοηθούς βουλευτών και τρίτους χορηγούνται βάσει των κανόνων που καθορίζει το Προεδρείο. Οι κανόνες αυτοί διέπουν επίσης τη χρήση και την αφαίρεση των καρτών ελευθέρας εισόδου.
2.  Κάρτες ελευθέρας εισόδου δεν χορηγούνται σε άτομα του περιβάλλοντος του βουλευτή που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της διοργανικής συμφωνίας σχετικά με ένα υποχρεωτικό μητρώο διαφάνειας.
2.  Κάρτες ελευθέρας εισόδου δεν χορηγούνται σε άτομα του περιβάλλοντος του βουλευτή που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της διοργανικής συμφωνίας σχετικά με ένα υποχρεωτικό μητρώο διαφάνειας.
3.  Οι φορείς που καταχωρίζονται στο μητρώο διαφάνειας και οι εκπρόσωποί τους, για τους οποίους έχει εκδοθεί κάρτα ελευθέρας εισόδου μακράς διαρκείας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οφείλουν να τηρούν:
3.  Οι φορείς που καταχωρίζονται στο μητρώο διαφάνειας και οι εκπρόσωποί τους, για τους οποίους έχει εκδοθεί κάρτα ελευθέρας εισόδου μακράς διαρκείας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οφείλουν να τηρούν:
–  τον κώδικα δεοντολογίας για εγγεγραμμένους στο μητρώο, ο οποίος επισυνάπτεται στη διοργανική συμφωνία·
–  τον κώδικα δεοντολογίας για εγγεγραμμένους στο μητρώο, ο οποίος επισυνάπτεται στη διοργανική συμφωνία·
–  τις διαδικασίες και τις άλλες υποχρεώσεις που ορίζονται από τη διοργανική συμφωνία· και
–  τις διαδικασίες και τις άλλες υποχρεώσεις που ορίζονται από τη διοργανική συμφωνία· και
–  τις διατάξεις εφαρμογής του παρόντος άρθρου.
–  τις διατάξεις εφαρμογής του παρόντος άρθρου.
Με την επιφύλαξη του εφαρμοσίμου των γενικών κανόνων που διέπουν την αφαίρεση ή προσωρινή απενεργοποίηση των καρτών ελευθέρας εισόδου μακράς διαρκείας και, εφόσον δεν συντρέχουν σοβαροί λόγοι περί του αντιθέτου, ο Γενικός Γραμματέας, με έγκριση των Κοσμητόρων, αφαιρεί ή απενεργοποιεί την κάρτα ελευθέρας εισόδου μακράς διαρκείας, όταν ο κάτοχός της έχει διαγραφεί από το μητρώο διαφάνειας λόγω παραβίασης του κώδικα δεοντολογίας των εγγεγραμμένων στο μητρώο, ή είναι ένοχος σοβαρής αθέτησης των υποχρεώσεων που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο, ή αρνήθηκε, χωρίς επαρκή αιτιολόγηση, να ανταποκριθεί σε επίσημη πρόσκληση να παραστεί σε ακρόαση ή σε συνεδρίαση επιτροπής ή σε εξεταστική επιτροπή.
Με την επιφύλαξη του εφαρμοσίμου των γενικών κανόνων που διέπουν την αφαίρεση ή προσωρινή απενεργοποίηση των καρτών ελευθέρας εισόδου μακράς διαρκείας και, εφόσον δεν συντρέχουν σοβαροί λόγοι περί του αντιθέτου, ο Γενικός Γραμματέας, με έγκριση των Κοσμητόρων, αφαιρεί ή απενεργοποιεί την κάρτα ελευθέρας εισόδου μακράς διαρκείας, όταν ο κάτοχός της έχει διαγραφεί από το μητρώο διαφάνειας λόγω παραβίασης του κώδικα δεοντολογίας των εγγεγραμμένων στο μητρώο, ή είναι ένοχος σοβαρής αθέτησης των υποχρεώσεων που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο, ή αρνήθηκε, χωρίς επαρκή αιτιολόγηση, να ανταποκριθεί σε επίσημη πρόσκληση να παραστεί σε ακρόαση ή σε συνεδρίαση επιτροπής ή σε εξεταστική επιτροπή.
4.  Οι Κοσμήτορες μπορούν να ορίζουν σε ποιο βαθμό ο κώδικας δεοντολογίας που αναφέρεται στην παράγραφο 3 έχει εφαρμογή σε πρόσωπα τα οποία, παρά το ότι κατέχουν κάρτα ελευθέρας εισόδου μακράς διαρκείας, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της διοργανικής συμφωνίας.
4.  Οι Κοσμήτορες μπορούν να ορίζουν σε ποιο βαθμό ο κώδικας δεοντολογίας που αναφέρεται στην παράγραφο 3 έχει εφαρμογή σε πρόσωπα τα οποία, παρά το ότι κατέχουν κάρτα ελευθέρας εισόδου μακράς διαρκείας, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της διοργανικής συμφωνίας.
5.  Το Προεδρείο, ύστερα από πρόταση του Γενικού Γραμματέα, θεσπίζει τα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή του μητρώου διαφάνειας, σύμφωνα με τις διατάξεις της διοργανικής συμφωνίας.
5.  Το Προεδρείο, ύστερα από πρόταση του Γενικού Γραμματέα, θεσπίζει τα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή του μητρώου διαφάνειας, σύμφωνα με τις διατάξεις της διοργανικής συμφωνίας.
Τροπολογία 5
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Άρθρο 176
Άρθρο 176
Άρθρο 176
Κυρώσεις
Κυρώσεις
1.  Σε σοβαρές περιπτώσεις παραβίασης των διατάξεων του άρθρου 10 παράγραφοι 2 έως 9, ο Πρόεδρος λαμβάνει αιτιολογημένη απόφαση που επιβάλλει στον ενδιαφερόμενο βουλευτή την κατάλληλη κύρωση σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
1.  Σε σοβαρές περιπτώσεις παραβίασης των διατάξεων του άρθρου 10 παράγραφοι 2 έως 9, του άρθρου 35 ή του άρθρου 35α, ο Πρόεδρος λαμβάνει αιτιολογημένη απόφαση που επιβάλλει στον ενδιαφερόμενο βουλευτή την κατάλληλη κύρωση σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
Όσον αφορά τις διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 3 ή 4, ο Πρόεδρος μπορεί να εκδώσει αιτιολογημένη απόφαση σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ανεξάρτητα από το αν είχε προηγουμένως επιβληθεί ή όχι στον ενδιαφερόμενο βουλευτή άμεσο μέτρο υπό την έννοια του άρθρου 175.
Όσον αφορά τις διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 3 ή 4, ο Πρόεδρος μπορεί να εκδώσει αιτιολογημένη απόφαση σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ανεξάρτητα από το αν είχε προηγουμένως επιβληθεί ή όχι στον ενδιαφερόμενο βουλευτή άμεσο μέτρο υπό την έννοια του άρθρου 175.
Όσον αφορά τις διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 6, ο Πρόεδρος μπορεί να εκδώσει αιτιολογημένη απόφαση σύμφωνα με το παρόν άρθρο μόνο μετά τη διαπίστωση του περιστατικού παρενόχλησης σύμφωνα με την ισχύουσα εσωτερική διοικητική διαδικασία για την παρενόχληση και την πρόληψή της.
Όσον αφορά τις διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 6, ο Πρόεδρος μπορεί να εκδώσει αιτιολογημένη απόφαση σύμφωνα με το παρόν άρθρο μόνο μετά τη διαπίστωση του περιστατικού παρενόχλησης σύμφωνα με την ισχύουσα εσωτερική διοικητική διαδικασία για την παρενόχληση και την πρόληψή της.
Ο Πρόεδρος μπορεί να επιβάλει κυρώσεις σε βουλευτή στις περιπτώσεις στις οποίες ο παρών Κανονισμός προβλέπει την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ή δυνάμει απόφασης του Προεδρείου σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με το άρθρο 25.
1α.  Ο Πρόεδρος μπορεί επίσης να επιβάλει κυρώσεις σε βουλευτή στις περιπτώσεις στις οποίες ο παρών Κανονισμός, συμπεριλαμβανομένου του κώδικα δεοντολογίας σχετικά με την ακεραιότητα και τη διαφάνεια1a, προβλέπει την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ή δυνάμει απόφασης του Προεδρείου σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με το άρθρο 25.
2.  Πριν την έγκριση της απόφασης, ο Πρόεδρος καλεί τον ενδιαφερόμενο βουλευτή να υποβάλει γραπτές παρατηρήσεις. Ο Πρόεδρος μπορεί να αποφασίσει να συγκαλέσει προφορική ακρόαση, εφόσον το κρίνει περισσότερο σκόπιμο.
2.  Πριν την έγκριση της απόφασης, ο Πρόεδρος καλεί τον ενδιαφερόμενο βουλευτή να υποβάλει γραπτές παρατηρήσεις. Ο Πρόεδρος μπορεί να αποφασίσει να συγκαλέσει προφορική ακρόαση, εφόσον το κρίνει περισσότερο σκόπιμο.
Η απόφαση που επιβάλλει την κύρωση κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο βουλευτή με συστημένη επιστολή ή, σε περιπτώσεις κατεπείγοντος, από τους κλητήρες.
Η απόφαση που επιβάλλει την κύρωση κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο βουλευτή.
Μετά την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο βουλευτή, τυχόν κύρωση που επιβάλλεται σε βουλευτή ανακοινώνεται από τον Πρόεδρο στο Κοινοβούλιο. Ενημερώνονται οι πρόεδροι των οργάνων, επιτροπών και αντιπροσωπειών, στις οποίες ανήκει ο βουλευτής.
Μόλις η κύρωση καταστεί οριστική, ανακοινώνεται από τον Πρόεδρο στο Κοινοβούλιο. Ενημερώνονται οι πρόεδροι των οργάνων, επιτροπών και αντιπροσωπειών, στις οποίες ανήκει ο βουλευτής.
Όταν η κύρωση καταστεί αμετάκλητη, δημοσιεύεται σε εμφανές σημείο του ιστοτόπου του Κοινοβουλίου και παραμένει εκεί για το υπόλοιπο της κοινοβουλευτικής περιόδου.
Η επιβληθείσα κύρωση δημοσιεύεται σε εμφανές σημείο του ιστοτόπου του Κοινοβουλίου και στην ιστοσελίδα του βουλευτή στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου.
3.  Κατά την αξιολόγηση των παρατηρουμένων συμπεριφορών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο ειδικός, επαναλαμβανόμενος ή διαρκής χαρακτήρας τους, καθώς και ο βαθμός σοβαρότητάς τους. Κατά περίπτωση, λαμβάνεται επίσης υπόψη η πιθανή βλάβη που προκαλείται στο κύρος και στη φήμη του Κοινοβουλίου.
3.  Κατά την αξιολόγηση των παρατηρουμένων συμπεριφορών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο ειδικός, επαναλαμβανόμενος ή διαρκής χαρακτήρας τους, καθώς και ο βαθμός σοβαρότητάς τους. Κατά περίπτωση, λαμβάνεται επίσης υπόψη η πιθανή βλάβη που προκαλείται στο κύρος και στη φήμη του Κοινοβουλίου.
4.  Η επιβαλλόμενη κύρωση μπορεί να συνίσταται σε ένα ή περισσότερα από τα εξής μέτρα:
4.  Η επιβαλλόμενη κύρωση είναι αποτελεσματική, αναλογική και αποτρεπτική. Η επιβαλλόμενη κύρωση μπορεί να συνίσταται σε ένα ή περισσότερα από τα εξής μέτρα:
α)  επίπληξη·
α)  επίπληξη·
αα)  απαγόρευση για το βουλευτή να εκπροσωπεί το Κοινοβούλιο σε διακοινοβουλευτική αντιπροσωπεία, διακοινοβουλευτική διάσκεψη ή σε οποιοδήποτε διοργανικό φόρουμ για χρονικό διάστημα έως και ενός έτους·
αβ)  σε περίπτωση παραβίασης της τήρησης του απορρήτου, περιορισμός των δικαιωμάτων πρόσβασης σε εμπιστευτικές ή διαβαθμισμένες πληροφορίες για χρονικό διάστημα έως και ενός έτους·
β)  απώλεια του δικαιώματος αποζημίωσης διαμονής για χρονικό διάστημα που μπορεί να κυμαίνεται από δύο έως τριάντα ημέρες·
β)  απώλεια του δικαιώματος αποζημίωσης διαμονής για χρονικό διάστημα που μπορεί να κυμαίνεται από δύο έως εξήντα ημέρες·
γ)  χωρίς να θίγεται η άσκηση του δικαιώματος ψήφου στην Ολομέλεια, και υπό την επιφύλαξη, στην περίπτωση αυτή, της αυστηρής τήρησης των κανόνων συμπεριφοράς, προσωρινή αναστολή της συμμετοχής στο σύνολο ή μέρος των δραστηριοτήτων του Κοινοβουλίου για χρονικό διάστημα που μπορεί να κυμαίνεται από δύο έως τριάντα ημέρες συνεδρίασης του Κοινοβουλίου ή οποιουδήποτε από τα όργανα, τις επιτροπές ή τις αντιπροσωπείες του·
γ)  χωρίς να θίγεται η άσκηση του δικαιώματος ψήφου στην Ολομέλεια, και υπό την επιφύλαξη, στην περίπτωση αυτή, της αυστηρής τήρησης των κανόνων συμπεριφοράς, προσωρινή αναστολή της συμμετοχής στο σύνολο ή μέρος των δραστηριοτήτων του Κοινοβουλίου για χρονικό διάστημα που μπορεί να κυμαίνεται από δύο έως εξήντα ημέρες συνεδρίασης του Κοινοβουλίου ή οποιουδήποτε από τα όργανα, τις επιτροπές ή τις αντιπροσωπείες του·
δ)  απαγόρευση για το βουλευτή να εκπροσωπεί το Κοινοβούλιο σε διακοινοβουλευτική αντιπροσωπεία, διακοινοβουλευτική διάσκεψη ή σε οποιοδήποτε διοργανικό φόρουμ για χρονικό διάστημα έως και ενός έτους·
ε)  σε περίπτωση παραβίασης της τήρησης του απορρήτου, περιορισμός του δικαιώματος πρόσβασης σε εμπιστευτικές ή διαβαθμισμένες πληροφορίες για χρονικό διάστημα έως και ενός έτους.
5.  Τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 4 στοιχεία β) έως ε) μπορούν να διπλασιαστούν σε περίπτωση κατ’ επανάληψη παραβιάσεων ή εάν ο βουλευτής αρνείται να συμμορφωθεί με μέτρο που ελήφθη βάσει του άρθρου 175 παράγραφος 3.
5.  Τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 4 στοιχεία αα) έως γ) μπορούν να διπλασιαστούν σε περίπτωση κατ’ επανάληψη παραβιάσεων ή εάν ο βουλευτής αρνείται να συμμορφωθεί με μέτρο που ελήφθη βάσει του άρθρου 175 παράγραφος 3.
6.  Επιπλέον, ο Πρόεδρος μπορεί να υποβάλει πρόταση στη Διάσκεψη των Προέδρων για την αναστολή ή την αφαίρεση ενός ή περισσότερων από τα αξιώματα που κατέχει ο εν λόγω βουλευτής στο Κοινοβούλιο, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 21.
6.  Επιπλέον, ο Πρόεδρος μπορεί να υποβάλει πρόταση στη Διάσκεψη των Προέδρων για την αναστολή ή την αφαίρεση ενός ή περισσότερων από τα αξιώματα που κατέχει ο εν λόγω βουλευτής στο Κοινοβούλιο, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 21.
6α.  Ο Πρόεδρος αποφασίζει για την περίοδο δημοσίευσης των κυρώσεων λαμβάνοντας υπόψη ότι η ελάχιστη περίοδος δημοσίευσης, ανεξάρτητα από τη λήξη της θητείας του ενδιαφερόμενου βουλευτή, είναι:
–  δύο έτη για τις κυρώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχεία α), αα) και αβ)·
–  τρία έτη για τις κυρώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχεία β) και γ).
Ωστόσο, σε περιπτώσεις παραβάσεων ήσσονος σημασίας, ο Πρόεδρος μπορεί να αποφασίσει συντομότερη περίοδο δημοσίευσης.
__________
1a Βλ. παράρτημα Ι.
Τροπολογία 6
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παράρτημα Ι – τίτλος
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ
ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ
Τροπολογία 7
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παράρτημα – άρθρο 1
Άρθρο 1
Άρθρο 1
Κατευθυντήριες αρχές
Κατευθυντήριες αρχές
Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου:
Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου:
α)  ακολουθούν και σέβονται τις ακόλουθες γενικές αρχές δεοντολογίας: ανιδιοτέλεια, ακεραιότητα, διαφάνεια, επιμέλεια, τιμιότητα, υπευθυνότητα και σεβασμός για το κύρος του Κοινοβουλίου,
α)  ακολουθούν και σέβονται τις ακόλουθες γενικές αρχές δεοντολογίας: ανιδιοτέλεια, ακεραιότητα, διαφάνεια, επιμέλεια, τιμιότητα, υπευθυνότητα και σεβασμός για την αξιοπρέπεια και το κύρος του Κοινοβουλίου,
β)  ενεργούν αποκλειστικά υπέρ του δημόσιου συμφέροντος και δεν λαμβάνουν ούτε επιδιώκουν να λάβουν άμεσα ή έμμεσα οικονομικά οφέλη ή άλλη αμοιβή.
β)  ενεργούν αποκλειστικά υπέρ του δημόσιου συμφέροντος και δεν λαμβάνουν ούτε επιδιώκουν να λάβουν άμεσα ή έμμεσα οφέλη ή άλλη αμοιβή.
Τροπολογία 8
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παράρτημα Ι – άρθρο 2
Άρθρο 2
Άρθρο 2
Κύρια καθήκοντα των βουλευτών
Κύρια καθήκοντα των βουλευτών
Στο πλαίσιο της εντολής τους, οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου:
Στο πλαίσιο της εντολής τους, οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου:
α)  δεν έρχονται σε οποιαδήποτε συμφωνία για δράση ή ψήφο προς όφελος οποιουδήποτε τρίτου φυσικού ή νομικού προσώπου, η οποία θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ελευθερία ψήφου τους, όπως ορίζεται στο άρθρο 6 της Πράξης της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 για την εκλογή των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση καθολική ψηφοφορία και στο άρθρο 2 του Καθεστώτος των Βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,
α)  δεν έρχονται σε οποιαδήποτε συμφωνία για δράση ή ψήφο προς όφελος οποιουδήποτε τρίτου φυσικού ή νομικού προσώπου, η οποία θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ελευθερία ψήφου τους, όπως ορίζεται στο άρθρο 6 της Πράξης της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 για την εκλογή των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση καθολική ψηφοφορία και στο άρθρο 2 του Καθεστώτος των Βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,
β)  δεν επιζητούν, αποδέχονται ή λαμβάνουν οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση παροχή ή άλλη αμοιβή, είτε σε χρήματα είτε σε είδος, ως αντάλλαγμα για ορισμένη συμπεριφορά στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού έργου του βουλευτή, και αποφεύγουν συνειδητά οποιασδήποτε κατάσταση που ενδέχεται να παραπέμπει σε δωροδοκία ή αθέμιτη επιρροή,
β)  δεν επιζητούν, αποδέχονται ή λαμβάνουν οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση παροχή ή άλλη αμοιβή, μεταξύ άλλων σε χρήματα ή σε είδος, ως αντάλλαγμα για ορισμένη συμπεριφορά στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού έργου του βουλευτή, και αποφεύγουν συνειδητά οποιασδήποτε κατάσταση που ενδέχεται να παραπέμπει σε δωροδοκία ή αθέμιτη επιρροή,
γ)  δεν δραστηριοποιούνται επαγγελματικά και επ’ αμοιβή σε ομάδες συμφερόντων που συνδέονται άμεσα με τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων της Ένωσης.
γ)  δεν δραστηριοποιούνται επ’ αμοιβή σε ομάδες συμφερόντων που συνδέονται άμεσα με τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων της Ένωσης.
Τροπολογία 9
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παράρτημα Ι – άρθρο 3
Άρθρο 3
Άρθρο 3
Συγκρούσεις συμφερόντων
Συγκρούσεις συμφερόντων
1.   Σύγκρουση συμφερόντων υπάρχει στην περίπτωση που βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχει προσωπικό συμφέρον που θα μπορούσε να επηρεάσει αθέμιτα την εκτέλεση των καθηκόντων του ως βουλευτή. Σύγκρουση συμφερόντων δεν υπάρχει στην περίπτωση που ο βουλευτής αντλεί κάποιο όφελος μόνο ως μέλος του γενικότερου κοινού ή μίας ευρύτερης κατηγορίας ατόμων.
1.   Σύγκρουση συμφερόντων υπάρχει στην περίπτωση που η άσκηση της εντολής ενός βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς το δημόσιο συμφέρον μπορεί να επηρεαστεί αθέμιτα για λόγους που αφορούν την οικογένεια, τη συναισθηματική ζωή, το οικονομικό συμφέρον ή οποιοδήποτε άλλο άμεσο ή έμμεσο ιδιωτικό του συμφέρον.
Σύγκρουση συμφερόντων δεν υπάρχει στην περίπτωση που ο βουλευτής αντλεί κάποιο όφελος μόνο ως μέλος του γενικότερου κοινού ή μίας ευρύτερης κατηγορίας ατόμων.
2.   Στην περίπτωση που ένας βουλευτής θεωρήσει ότι αντιμετωπίζει σύγκρουση συμφερόντων λαμβάνει άμεσα τα απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπισή της, σύμφωνα με τις αρχές και τις διατάξεις του παρόντος κώδικα δεοντολογίας. Στην περίπτωση που αδυνατεί να επιλύσει τη σύγκρουση συμφερόντων, το αναφέρει γραπτώς στον Πρόεδρο. Σε περίπτωση αμφιβολιών, ο βουλευτής μπορεί να ζητήσει, εμπιστευτικά, τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής δεοντολογίας των βουλευτών, που συγκροτείται βάσει του άρθρου 7.
2.  Οι βουλευτές καταβάλλουν κάθε εύλογη προσπάθεια για τον εντοπισμό συγκρούσεων συμφερόντων.
Ένας βουλευτής που αντιλαμβάνεται ότι αντιμετωπίζει σύγκρουση συμφερόντων προσπαθεί αμέσως να την επιλύσει. Στην περίπτωση που αδυνατεί να την επιλύσει, ο βουλευτής διασφαλίζει ότι το εν λόγω ιδιωτικό συμφέρον δηλώνεται σύμφωνα με το άρθρο 4.
3.   Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2, ο βουλευτής, πριν λάβει το λόγο ή συμμετάσχει σε ψηφοφορία στην Ολομέλεια ή σε ένα από τα όργανα του Κοινοβουλίου, ή στην περίπτωση που προταθεί ως εισηγητής, γνωστοποιεί οποιαδήποτε υπάρχουσα ή δυνητική σύγκρουση συμφερόντων σε σχέση με το θέμα που εξετάζεται, όταν αυτό δεν προκύπτει σαφώς από τα στοιχεία που έχουν δηλωθεί σύμφωνα με το άρθρο 4. Η γνωστοποίηση αυτή γίνεται γραπτώς ή προφορικώς στον πρόεδρο κατά τη διάρκεια των εν λόγω κοινοβουλευτικών διαδικασιών.
3.  Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2, ο βουλευτής, πριν λάβει τον λόγο ή συμμετάσχει σε ψηφοφορία στην Ολομέλεια ή σε ένα από τα όργανα του Κοινοβουλίου, γνωστοποιεί οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων σε σχέση με το θέμα που εξετάζεται, όταν αυτό δεν προκύπτει σαφώς από τα στοιχεία που έχουν δηλωθεί σύμφωνα με το άρθρο 4. Η γνωστοποίηση αυτή γίνεται προφορικώς με παρέμβαση στην οικεία σύνοδο ή συνεδρίαση.
3α.   Πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του ως Αντιπροέδρου, Κοσμήτορα, προέδρου ή αντιπροέδρου επιτροπής ή αντιπροσωπείας, ο βουλευτής υποβάλλει δήλωση στην οποία αναφέρει αν γνωρίζει ή όχι σύγκρουση συμφερόντων σε σχέση με τις αρμοδιότητες του εν λόγω αξιώματος.
Εάν ο βουλευτής γνωρίζει ότι αντιμετωπίζει τέτοια σύγκρουση συμφερόντων, περιγράφει τη σύγκρουση στην εν λόγω δήλωση. Στην περίπτωση αυτή, μπορεί να αναλάβει το αξίωμα μόνον εάν το αντίστοιχο όργανο αποφασίσει ότι η σύγκρουση συμφερόντων δεν εμποδίζει τον βουλευτή να ασκήσει την εντολή του προς το δημόσιο συμφέρον.
Όταν προκύπτει σύγκρουση συμφερόντων κατά την άσκηση της εν λόγω εντολής, ο βουλευτής υποβάλλει δήλωση που περιγράφει την εν λόγω σύγκρουση και απέχει από την άσκηση των αρμοδιοτήτων όσον αφορά την εν λόγω κατάσταση σύγκρουσης, εκτός εάν το αντίστοιχο όργανο αποφασίσει ότι η σύγκρουση συμφερόντων δεν εμποδίζει τον βουλευτή να ασκήσει την εντολή του προς το δημόσιο συμφέρον.
3β.   Βουλευτής που προτείνεται ως εισηγητής ή σκιώδης εισηγητής ή ως συμμετέχων σε επίσημη αντιπροσωπεία ή σε διοργανικές διαπραγματεύσεις υποβάλλει δήλωση στην οποία αναφέρει αν γνωρίζει ή όχι ότι αντιμετωπίζει σύγκρουση συμφερόντων σε σχέση, αντιστοίχως, με την εν λόγω έκθεση ή γνωμοδότηση ή με την εν λόγω αντιπροσωπεία ή τις εν λόγω διαπραγματεύσεις. Εάν ο βουλευτής γνωρίζει ότι αντιμετωπίζει τέτοια σύγκρουση συμφερόντων, περιγράφει τη σύγκρουση στην εν λόγω δήλωση.
Όταν ο βουλευτής που έχει προταθεί ως εισηγητής δηλώνει ότι αντιμετωπίζει σύγκρουση συμφερόντων, η αντίστοιχη επιτροπή μπορεί να αποφασίσει με την πλειοψηφία των ψηφισάντων ότι ο βουλευτής μπορεί παρ’ όλα αυτά να οριστεί εισηγητής με την αιτιολογία ότι η σύγκρουση δεν εμποδίζει τον βουλευτή να ασκήσει την εντολή του προς το δημόσιο συμφέρον.
Όταν ο βουλευτής που έχει προταθεί ως σκιώδης εισηγητής ή ως συμμετέχων σε επίσημη αντιπροσωπεία ή σε διοργανικές διαπραγματεύσεις δηλώνει ότι τελεί σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων, η αντίστοιχη πολιτική ομάδα μπορεί να αποφασίσει ότι ο βουλευτής μπορεί παρ’ όλα αυτά να οριστεί σκιώδης εισηγητής ή συμμετέχων σε επίσημη αντιπροσωπεία ή σε διοργανικές διαπραγματεύσεις με την αιτιολογία ότι η σύγκρουση δεν εμποδίζει τον βουλευτή να ασκήσει την εντολή του προς το δημόσιο συμφέρον. Το αντίστοιχο όργανο μπορεί, ωστόσο, να αντιταχθεί στον ορισμό αυτόν με την πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων.
3γ.   Το Προεδρείο καταρτίζει το έντυπο των δηλώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 3α και 3β του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με το άρθρο 9. Οι δηλώσεις αυτές δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα των βουλευτών στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου.
Τροπολογία 10
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παράρτημα Ι – άρθρο 4
Άρθρο 4
Άρθρο 4
Δήλωση των βουλευτών
Δήλωση ιδιωτικών συμφερόντων
1.   Για λόγους διαφάνειας, οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υποβάλλουν με ατομική τους ευθύνη δήλωση οικονομικών συμφερόντων στον Πρόεδρο έως το τέλος της πρώτης περιόδου συνόδου που έπεται των εκλογών για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ή εντός 30 ημερών από την ανάληψη των καθηκόντων τους στο Κοινοβούλιο κατά τη διάρκεια μιας κοινοβουλευτικής περιόδου), χρησιμοποιώντας το έντυπο που εγκρίνεται από το Προεδρείο σύμφωνα με το άρθρο 9. Κοινοποιούν στον Πρόεδρο οποιεσδήποτε αλλαγές που επηρεάζουν τη δήλωσή τους μέχρι το τέλος του μήνα που ακολουθεί κάθε επερχόμενη αλλαγή.
1.   Για λόγους διαφάνειας και λογοδοσίας, οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υποβάλλουν δήλωση ιδιωτικών συμφερόντων στον Πρόεδρο έως το τέλος της πρώτης περιόδου συνόδου που έπεται των εκλογών για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ή εντός 30 ημερολογιακών ημερών από την ανάληψη των καθηκόντων τους στο Κοινοβούλιο κατά τη διάρκεια μιας κοινοβουλευτικής περιόδου), χρησιμοποιώντας το έντυπο που καταρτίζεται από το Προεδρείο σύμφωνα με το άρθρο 9. Κοινοποιούν στον Πρόεδρο οποιεσδήποτε αλλαγές που επηρεάζουν τη δήλωσή τους μέχρι το τέλος του μήνα που ακολουθεί κάθε επερχόμενη αλλαγή.
2.   Η δήλωση οικονομικών συμφερόντων περιλαμβάνει τα παρακάτω στοιχεία, με σαφή τρόπο:
2.   Η δήλωση ιδιωτικών συμφερόντων περιλαμβάνει τα παρακάτω στοιχεία, με λεπτομερή και σαφή τρόπο:
α)  την επαγγελματική δραστηριότητα ή τις επαγγελματικές δραστηριότητες των βουλευτών κατά τη διάρκεια των τριών ετών πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους στο Κοινοβούλιο, και τη συμμετοχή τους κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου σε διοικητικά συμβούλια ή επιτροπές εταιρειών, μη κυβερνητικών οργανώσεων, ενώσεων ή άλλων οργανισμών με νομική προσωπικότητα,
α)  την επαγγελματική δραστηριότητα ή τις επαγγελματικές δραστηριότητες των βουλευτών κατά τη διάρκεια των τριών ετών πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους στο Κοινοβούλιο, και τη συμμετοχή τους κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου σε διοικητικά συμβούλια ή επιτροπές εταιρειών, μη κυβερνητικών οργανώσεων, ενώσεων ή άλλων οργανισμών με νομική προσωπικότητα,
β)  κάθε αποζημίωση που λαμβάνει ο βουλευτής για την άσκηση εντολής σε άλλο κοινοβούλιο,
γ)  οποιαδήποτε αμειβόμενη τακτική δραστηριότητα που αναλαμβάνουν οι βουλευτές από κοινού με την άσκηση των καθηκόντων τους, είτε ως υπάλληλοι είτε ως αυτοαπασχολούμενοι,
γ)  οποιαδήποτε αμειβόμενη δραστηριότητα που αναλαμβάνεται από κοινού με την άσκηση των καθηκόντων του βουλευτή, συμπεριλαμβανομένης της ονομασίας της οντότητας, καθώς και του τομέα και της φύσης της δραστηριότητας, όταν η συνολική αμοιβή για όλες τις εξωτερικές δραστηριότητες του βουλευτή υπερβαίνει τα 5 000 EUR ακαθάριστα ανά ημερολογιακό έτος,
δ)  τη συμμετοχή σε διοικητικά συμβούλια ή επιτροπές εταιρειών, μη κυβερνητικών οργανώσεων, ενώσεων ή άλλων οργανισμών με νομική προσωπικότητα, ή οποιαδήποτε άλλη εξωτερική δραστηριότητα, αμειβόμενη ή μη,
δ)  τη συμμετοχή σε διοικητικά συμβούλια ή επιτροπές εταιρειών, μη κυβερνητικών οργανώσεων, ενώσεων ή άλλων οργανισμών με νομική προσωπικότητα, ή οποιαδήποτε άλλη εξωτερική δραστηριότητα,
ε)  οποιαδήποτε περιστασιακή αμειβόμενη εξωτερική δραστηριότητα (περιλαμβανομένων της συγγραφικής δραστηριότητας, του διδακτικού έργου ή της παροχής ειδικευμένων συμβουλών), εάν η συνολική αμοιβή για όλες τις περιστασιακές εξωτερικές δραστηριότητες του βουλευτή υπερβαίνει τα 5 000 EUR ανά ημερολογιακό έτος,
στ)  τη συμμετοχή σε εταιρεία ή σύμπραξη, όταν αυτή ενδέχεται να έχει επιπτώσεις επί της δημόσιας πολιτικής, ή όταν η συμμετοχή αυτή δίνει στο βουλευτή τη δυνατότητα σημαντικής επιρροής επί υποθέσεων του εν λόγω οργανισμού,
στ)  τη συμμετοχή σε εταιρεία ή σύμπραξη, όταν αυτή ενδέχεται να έχει επιπτώσεις επί της δημόσιας πολιτικής, ή όταν η συμμετοχή αυτή δίνει στο βουλευτή τη δυνατότητα σημαντικής επιρροής επί υποθέσεων του εν λόγω οργανισμού,
ζ)  οποιαδήποτε οικονομική υποστήριξη, σε προσωπικό ή σε υλικούς πόρους, που έρχεται να προστεθεί στα παρεχόμενα από το Κοινοβούλιο μέσα και που χορηγείται στο βουλευτή στο πλαίσιο των πολιτικών του δραστηριοτήτων από τρίτους, με ένδειξη της ταυτότητας των τρίτων αυτών,
ζ)  οποιαδήποτε οικονομική υποστήριξη, σε προσωπικό ή σε υλικούς πόρους, που έρχεται να προστεθεί στα παρεχόμενα από το Κοινοβούλιο μέσα και που χορηγείται στο βουλευτή στο πλαίσιο των πολιτικών του δραστηριοτήτων από τρίτους, με ένδειξη της ταυτότητας των τρίτων αυτών,
η)  οποιαδήποτε άλλα οικονομικά συμφέροντα που μπορεί να επηρεάζουν την εκτέλεση των καθηκόντων των βουλευτών.
η)  οποιαδήποτε άμεσα ή έμμεσα ιδιωτικά συμφέροντα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1, που μπορεί να επηρεάζουν την εκτέλεση των καθηκόντων των βουλευτών και τα οποία δεν αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ζ).
Για κάθε στοιχείο που θα δηλωθεί σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, οι βουλευτές προσδιορίζουν, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, κατά πόσο συνοδεύεται από αμοιβή ή όχι· για τα στοιχεία α), γ), δ), ε) και στ), οι βουλευτές προσδιορίζουν επίσης μία από τις παρακάτω κατηγορίες εισοδήματος:
2α.   Για κάθε στοιχείο που θα δηλωθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2, οι βουλευτές προσδιορίζουν, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, κατά πόσο παράγει εισόδημα ή άλλες παροχές ή όχι·
Εάν παράγει εισόδημα, οι βουλευτές προσδιορίζουν για κάθε χωριστό στοιχείο το αντίστοιχο ποσό του εν λόγω εισοδήματος και, κατά περίπτωση, την περιοδικότητά του. Οι άλλες παροχές περιγράφονται ως προς τη φύση τους.
–  άνευ αμοιβής·
–  από 1 ως 499 EUR μηνιαίως·
–  από 500 έως 1 000 EUR μηνιαίως·
–  από 1 001 έως 5 000 EUR μηνιαίως·
–  από 5 001 έως 10 000 EUR μηνιαίως·
–  άνω των 10 000 EUR μηνιαίως, με ένδειξη του συνολικού ποσού κατά προσέγγιση δέκα χιλιάδων.
Οποιαδήποτε εισοδήματα λαμβάνονται από βουλευτές στο πλαίσιο κάθε δηλούμενου στοιχείου σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, αλλά σε μη τακτική βάση, υπολογίζονται σε ετήσια βάση, διαιρούνται δια δώδεκα και τοποθετούνται σε μία από τις κατηγορίες που καθορίζονται στο δεύτερο εδάφιο.
3.   Οι πληροφορίες που γνωστοποιούνται στον Πρόεδρο σύμφωνα με το παρόν άρθρο δημοσιοποιούνται στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου με ευχερή στην πρόσβαση τρόπο.
3.   Οι πληροφορίες που γνωστοποιούνται στον Πρόεδρο σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 2α δημοσιοποιούνται στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου με ευχερή στην πρόσβαση τρόπο.
4.   Οι βουλευτές δεν μπορούν να εκλεγούν σε κάποιο αξίωμα του Κοινοβουλίου ή των οργάνων του, να οριστούν εισηγητές ή να συμμετάσχουν σε επίσημη αντιπροσωπεία ή σε διοργανικές διαπραγματεύσεις, εάν δεν έχουν υποβάλει τη δήλωση οικονομικών συμφερόντων τους.
4.   Οι βουλευτές δεν μπορούν να εκλεγούν σε κάποιο αξίωμα του Κοινοβουλίου ή των οργάνων του, να οριστούν εισηγητές ή σκιώδεις εισηγητές ή να συμμετάσχουν σε επίσημη αντιπροσωπεία ή σε διοργανικές διαπραγματεύσεις, εάν δεν έχουν υποβάλει τη δήλωση ιδιωτικών συμφερόντων τους.
5.   Εάν ο Πρόεδρος, βάσει πληροφοριών που έχει λάβει, πιστεύει ότι η δήλωση οικονομικών συμφερόντων βουλευτή περιέχει σημαντικές ανακρίβειες ή δεν έχει επικαιροποιηθεί, δύναται να ζητήσει τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 7. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, ο Πρόεδρος καλεί τον βουλευτή να διορθώσει τη δήλωσή του εντός 10 ημερών. Το Προεδρείο μπορεί να εκδώσει απόφαση για την εφαρμογή της παραγράφου 4 στους βουλευτές που δεν συμμορφώνονται προς το αίτημα διόρθωσης του Προέδρου.
5.   Εάν ο Πρόεδρος, βάσει πληροφοριών που έχει λάβει, πιστεύει ότι η δήλωση ιδιωτικών συμφερόντων βουλευτή περιέχει σημαντικές ανακρίβειες ή δεν έχει επικαιροποιηθεί, ζητεί διευκρίνιση από τον βουλευτή. Ελλείψει ικανοποιητικής διευκρίνισης, ο Πρόεδρος ζητεί τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής δεοντολογίας των βουλευτών, που συγκροτείται βάσει του άρθρου 7. Εάν η συμβουλευτική επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η δήλωση δεν συμμορφώνεται με τον παρόντα κώδικα δεοντολογίας, συνιστά στον Πρόεδρο να ζητήσει από τον βουλευτή να διορθώσει τη δήλωσή του. Εάν, λαμβάνοντας υπόψη τη σύσταση αυτή, ο Πρόεδρος καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο βουλευτής έχει παραβιάσει τον παρόντα κώδικα δεοντολογίας, καλεί τον βουλευτή να διορθώσει τη δήλωση εντός 15 ημερολογιακών ημερών. Εάν ο βουλευτής δεν συμμορφωθεί προς το εν λόγω αίτημα διόρθωσης, ο Πρόεδρος εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3. Ο εν λόγω βουλευτής διαθέτει τις εσωτερικές δυνατότητες προσφυγής που καθορίζονται στο άρθρο 177 του Κανονισμού.
6.   Οι εισηγητές μπορούν να αναφέρουν οικειοθελώς στην αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει την έκθεσή τους, τους εκπροσώπους εξωτερικών συμφερόντων των οποίων ζητήθηκε η γνώμη σχετικά με ζητήματα που άπτονται του θέματος της έκθεσης56.
__________
56 Βλ. απόφαση του Προεδρείου της 12ης Σεπτεμβρίου 2016 για την εφαρμογή της Διοργανικής Συμφωνίας σχετικά με το Μητρώο Διαφάνειας.
Τροπολογία 11
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παράρτημα I – άρθρο 4 α (νέο)
Άρθρο 4α
Δήλωση περιουσιακών στοιχείων
Οι βουλευτές δηλώνουν το ενεργητικό και το παθητικό τους κατά την έναρξη και τη λήξη κάθε θητείας. Το Προεδρείο καταρτίζει τον κατάλογο των κατηγοριών ενεργητικού και παθητικού που πρέπει να δηλωθούν και συντάσσει το έντυπο της δήλωσης. Οι δηλώσεις αυτές υποβάλλονται στον Πρόεδρο και είναι προσβάσιμες μόνο στις αρμόδιες αρχές, με την επιφύλαξη του εθνικού δικαίου.
Τροπολογία 12
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παράρτημα Ι – άρθρο 5
Άρθρο 5
Άρθρο 5
Δώρα ή παρόμοιες παροχές
Δώρα ή παρόμοιες παροχές
1.   Οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απέχουν, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, από την αποδοχή τυχόν δώρων ή παρόμοιων παροχών, πέραν αυτών των οποίων η κατά προσέγγιση αξία είναι μικρότερη των 150 EUR και δίνονται ως δώρα φιλοφρόνησης, ή εκείνων που δίνονται ως δώρα φιλοφρόνησης όταν εκπροσωπούν το Κοινοβούλιο υπό επίσημη ιδιότητα.
1.   Οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απέχουν, υπό την ιδιότητά τους ως βουλευτών, από την αποδοχή τυχόν δώρων ή παρόμοιων παροχών, πέραν αυτών των οποίων η κατά προσέγγιση αξία είναι μικρότερη των 150 EUR και δίνονται ως δώρα φιλοφρόνησης, ή εκείνων που δίνονται ως δώρα φιλοφρόνησης όταν εκπροσωπούν το Κοινοβούλιο υπό επίσημη ιδιότητα.
2.   Τυχόν δώρα που δίνονται στους βουλευτές, σύμφωνα με την παράγραφο 1 όταν αυτοί εκπροσωπούν το Κοινοβούλιο με την επίσημη ιδιότητά τους, παραδίδονται στον Πρόεδρο, ο οποίος τα διαχειρίζεται στο πλαίσιο των μέτρων εφαρμογής που θεσπίζει το Προεδρείο δυνάμει του άρθρου 9.
2.   Τυχόν δώρα με κατά προσέγγιση αξία άνω των 150 EUR που δίνονται σε βουλευτή, σύμφωνα με την παράγραφο 1 όταν εκπροσωπεί το Κοινοβούλιο με την επίσημη ιδιότητά του, παραδίδονται στον Πρόεδρο, ο οποίος τα διαχειρίζεται στο πλαίσιο των μέτρων εφαρμογής που θεσπίζει το Προεδρείο δυνάμει του άρθρου 9.
3.   Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται όσον αφορά την επιστροφή των εξόδων ταξιδίου και διαμονής των βουλευτών, ή την απευθείας καταβολή των εξόδων αυτών από τρίτους, στις περιπτώσεις που οι βουλευτές, κατόπιν προσκλήσεως και κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, συμμετέχουν σε εκδηλώσεις που έχουν οργανωθεί από τρίτους.
3.   Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται όσον αφορά την επιστροφή των εξόδων ταξιδίου και διαμονής των βουλευτών, ή την απευθείας καταβολή των εξόδων αυτών από τρίτους, εν όλω ή εν μέρει, στις περιπτώσεις που οι βουλευτές, κατόπιν προσκλήσεως και κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, συμμετέχουν σε εκδηλώσεις που έχουν οργανωθεί από τρίτους. Οι βουλευτές δηλώνουν στον Πρόεδρο τη συμμετοχή τους στις εν λόγω εκδηλώσεις και τις απαιτούμενες πληροφορίες σύμφωνα με τα μέτρα εφαρμογής που θεσπίζει το Προεδρείο δυνάμει του άρθρου 9.
Το πεδίο εφαρμογής της παρούσας παραγράφου, ιδίως των κανόνων που διασφαλίζουν τη διαφάνεια, καθορίζεται από τα μέτρα εφαρμογής που θεσπίζει το Προεδρείο δυνάμει του άρθρου 9.
Τροπολογία 13
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παράρτημα I – άρθρο 5 α (νέο)
Άρθρο 5α
Δημοσίευση των συνεδριάσεων
1.   Οι βουλευτές θα πρέπει να συναντούν μόνο εκπροσώπους συμφερόντων που είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο διαφάνειας που θεσπίστηκε με βάση τη διοργανική συμφωνία για ένα υποχρεωτικό μητρώο διαφάνειας1a.
2.   Οι βουλευτές δημοσιεύουν ηλεκτρονικά όλες τις προγραμματισμένες συνεδριάσεις που αφορούν κοινοβουλευτικές εργασίες
α)  με εκπροσώπους συμφερόντων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της διοργανικής συμφωνίας σχετικά με υποχρεωτικό μητρώο διαφάνειας, ή
β)  με εκπροσώπους δημόσιων αρχών τρίτων χωρών, συμπεριλαμβανομένων των διπλωματικών αποστολών και πρεσβειών τους.
3.   Η υποχρέωση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 ισχύει για τις συνεδριάσεις στις οποίες παρίστανται ο βουλευτής ή οι κοινοβουλευτικοί βοηθοί του βουλευτή εξ ονόματός του.
4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, οι βουλευτές δεν δημοσιεύουν συνεδρίαση της οποίας η αποκάλυψη θα έθετε σε κίνδυνο τη ζωή, τη σωματική ακεραιότητα ή την ελευθερία ενός ατόμου, ή μπορούν να αποφασίσουν να μην δημοσιεύσουν συνεδρίαση όταν υπάρχουν άλλοι επιτακτικοί λόγοι για την τήρηση της εμπιστευτικότητας. Αντιθέτως, οι συνεδριάσεις αυτές δηλώνονται στον Πρόεδρο, ο οποίος τηρεί εμπιστευτική τη δήλωση αυτή ή αποφασίζει σχετικά με ανωνυμοποιημένη ή καθυστερημένη δημοσίευση. Το Προεδρείο καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ο Πρόεδρος μπορεί να δημοσιοποιήσει τη δήλωση αυτή.
5.   Το Προεδρείο παρέχει την απαιτούμενη υποδομή στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου.
6.   Το άρθρο 4 παράγραφος 5 εφαρμόζεται κατ’ αναλογία.
__________
1a Διοργανική συμφωνία της 20ής Μαΐου 2021 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ένα υποχρεωτικό Μητρώο Διαφάνειας (ΕΕ L 207 της 11.6.2021, σ. 1).
Τροπολογία 14
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παράρτημα I – άρθρο 5 β (νέο)
Άρθρο 5β
Δήλωση εισηγήσεων
Με την επιφύλαξη της απαίτησης δημοσίευσης των συνεδριάσεων σύμφωνα με το άρθρο 5α, οι εισηγητές και οι συντάκτες γνωμοδότησης συντάσσουν, σε παράρτημα της έκθεσης ή της γνωμοδότησής τους, κατάλογο των οντοτήτων ή των προσώπων από τα οποία έλαβαν εισηγήσεις για θέματα που αφορούν το αντικείμενο του φακέλου. Το άρθρο 5α παράγραφος 4 εφαρμόζεται τηρουμένων των αναλογιών.
Τροπολογία 15
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παράρτημα Ι – άρθρο 6
Άρθρο 6
Άρθρο 6
Δραστηριότητες των πρώην βουλευτών
Δραστηριότητες των πρώην βουλευτών
Οι πρώην βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που δραστηριοποιούνται επαγγελματικά σε ομάδες συμφερόντων ή ασκούν δραστηριότητες εκπροσώπησης άμεσα συνδεδεμένες με τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενημερώνουν σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και δεν μπορούν, καθ’ όλη τη διάρκεια μιας τέτοιας δραστηριότητας, να επωφελούνται των διευκολύνσεων που χορηγούνται στους πρώην βουλευτές σύμφωνα με τους κανόνες που έχει καθορίσει το Προεδρείο προς τον σκοπό αυτό57.
Οι πρώην βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που δραστηριοποιούνται επαγγελματικά σε ομάδες συμφερόντων ή ασκούν δραστηριότητες εκπροσώπησης άμεσα συνδεδεμένες με τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενημερώνουν σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και δεν μπορούν, καθ’ όλη τη διάρκεια μιας τέτοιας δραστηριότητας, να επωφελούνται των διευκολύνσεων που χορηγούνται στους πρώην βουλευτές σύμφωνα με τους κανόνες που έχει καθορίσει το Προεδρείο προς τον σκοπό αυτό57.
Οι βουλευτές δεν συνεργάζονται με πρώην βουλευτές των οποίων η εντολή έληξε λιγότερο από έξι μήνες νωρίτερα και οι οποίοι εμπίπτουν στις κατηγορίες ατόμων που αναφέρονται στο άρθρο 5α παράγραφος 2 σε οποιαδήποτε δραστηριότητα που θα μπορούσε να επιτρέψει στους πρώην βουλευτές να επηρεάσουν τη διαμόρφωση ή την εφαρμογή πολιτικής ή νομοθεσίας ή τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων του Κοινοβουλίου.
__________
__________
57 Απόφαση του Προεδρείου της 12ης Απριλίου 1999 σχετικά με τις διευκολύνσεις που παρέχονται στους πρώην βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
57 Απόφαση του Προεδρείου της 17ης Απριλίου 2023 σχετικά με τους πρώην βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Τροπολογίες 16, 21 ΑΤ7, 25 AT2-5 και 25 ΑΤ9
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παράρτημα Ι – άρθρο 7
Άρθρο 7
Άρθρο 7
Συμβουλευτική επιτροπή δεοντολογίας των βουλευτών
Συμβουλευτική επιτροπή δεοντολογίας των βουλευτών
1.   Θεσπίζεται συμβουλευτική επιτροπή δεοντολογίας των βουλευτών («συμβουλευτική επιτροπή»).
1.   Θεσπίζεται συμβουλευτική επιτροπή δεοντολογίας των βουλευτών («συμβουλευτική επιτροπή»).
2.   Η συμβουλευτική επιτροπή αποτελείται από πέντε μέλη, τα οποία ορίζει ο Πρόεδρος στην αρχή της θητείας του από τα μέλη της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την πείρα των μελών και τις πολιτικές ισορροπίες.
2.   Η συμβουλευτική επιτροπή αποτελείται από εν ενεργεία μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τα οποία ορίζει ο Πρόεδρος στην αρχή της θητείας του, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την πείρα των μελών και τις πολιτικές ισορροπίες, όπως και την ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων.
Κάθε μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής αναλαμβάνει εκ περιτροπής την προεδρία για έξι μήνες.
Η προεδρία ασκείται εκ περιτροπής κάθε έξι μήνες από τα μέλη της συμβουλευτικής επιτροπής.
3.   Στην αρχή της θητείας του, ο Πρόεδρος ορίζει επίσης αναπληρωματικά μέλη για τη συμβουλευτική επιτροπή, ένα από κάθε πολιτική ομάδα μη εκπροσωπούμενη στη συμβουλευτική επιτροπή.
3.   Στην αρχή της θητείας του, ο Πρόεδρος ορίζει επίσης αναπληρωματικά μέλη για τη συμβουλευτική επιτροπή, ένα από κάθε πολιτική ομάδα μη εκπροσωπούμενη στη συμβουλευτική επιτροπή.
Στην περίπτωση εικαζόμενης παράβασης του παρόντος κώδικα δεοντολογίας από μέλος πολιτικής ομάδας μη εκπροσωπούμενης στη συμβουλευτική επιτροπή, το αρμόδιο αναπληρωματικό μέλος αναλαμβάνει καθήκοντα ως έκτο πλήρες μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής για τους σκοπούς της εξέτασης της εν λόγω εικαζόμενης παράβασης.
Στην περίπτωση εικαζόμενης παράβασης του παρόντος κώδικα δεοντολογίας από μέλος πολιτικής ομάδας μη εκπροσωπούμενης στη συμβουλευτική επιτροπή ή στην περίπτωση αιτήματος σύμφωνα με την παράγραφο 4 σχετικά με το εν λόγω μέλος, το αρμόδιο αναπληρωματικό μέλος αναλαμβάνει καθήκοντα ως ένατο πλήρες μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής.
3α.   Σε περίπτωση εικαζόμενης παράβασης του παρόντος κώδικα δεοντολογίας από τακτικό ή από αναπληρωματικό μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής, το εν λόγω τακτικό ή αναπληρωματικό μέλος δεν συμμετέχει στις εργασίες της συμβουλευτικής επιτροπής που σχετίζονται με την εικαζόμενη παράβαση.
4.   Κατόπιν αιτήματος βουλευτή, η συμβουλευτική επιτροπή, εμπιστευτικά και εντός 30 ημερολογιακών ημερών, καθοδηγεί αυτόν στην ερμηνεία και την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κώδικα δεοντολογίας. Ο εν λόγω βουλευτής δικαιούται να βασίζεται στην καθοδήγηση αυτή.
4.   Κατόπιν αιτήματος βουλευτή, η συμβουλευτική επιτροπή, εμπιστευτικά και εντός 30 ημερολογιακών ημερών, καθοδηγεί αυτόν στην ερμηνεία και την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κώδικα δεοντολογίας, ιδίως όσον αφορά τις συγκρούσεις συμφερόντων. Ο εν λόγω βουλευτής δικαιούται να βασίζεται στην καθοδήγηση αυτή.
Κατόπιν αιτήματος του Προέδρου, η συμβουλευτική επιτροπή αξιολογεί επίσης τις εικαζόμενες περιπτώσεις παράβασης του παρόντος κώδικα δεοντολογίας και συμβουλεύει τον Πρόεδρο για ενδεχόμενη λήψη μέτρων.
Κατόπιν αιτήματος του Προέδρου, η συμβουλευτική επιτροπή αξιολογεί επίσης τις εικαζόμενες περιπτώσεις παράβασης του παρόντος κώδικα δεοντολογίας και συμβουλεύει τον Πρόεδρο για ενδεχόμενη λήψη μέτρων.
Η συμβουλευτική επιτροπή παρακολουθεί προορατικά τη συμμόρφωση των βουλευτών με τον παρόντα κώδικα δεοντολογίας και τα μέτρα εφαρμογής του. Ειδοποιεί τον Πρόεδρο για τυχόν παραβάσεις των εν λόγω διατάξεων.
Οι εικαζόμενες παραβάσεις του παρόντος κώδικα δεοντολογίας μπορούν να επισημαίνονται απευθείας στη συμβουλευτική επιτροπή, η οποία μπορεί να τις αξιολογεί και να συμβουλεύει τον Πρόεδρο σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Προεδρείο μπορεί να εγκρίνει κανόνες σχετικά με τη διαδικασία για την επισήμανση εικαζόμενων παραβάσεων.
5.   Η συμβουλευτική επιτροπή έχει τη δυνατότητα, μετά από διαβούλευση με τον Πρόεδρο, να ζητήσει τη συμβουλή εξωτερικών εμπειρογνωμόνων.
5.   Η συμβουλευτική επιτροπή έχει τη δυνατότητα να ζητήσει τη συμβουλή εξωτερικών εμπειρογνωμόνων, με πλήρη εμπιστευτικότητα.
6.   Η συμβουλευτική επιτροπή δημοσιεύει ετήσια έκθεση για το έργο της.
6.   Η συμβουλευτική επιτροπή δημοσιεύει ετήσια έκθεση για το έργο της και ενημερώνει τους βουλευτές σχετικά με τον παρόντα κώδικα δεοντολογίας και τα μέτρα εφαρμογής του σε τακτική βάση.
Τροπολογία 17
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παράρτημα Ι – άρθρο 8
Άρθρο 8
Άρθρο 8
Διαδικασία στην περίπτωση ενδεχόμενης παράβασης του κώδικα δεοντολογίας
Διαδικασία στην περίπτωση εικαζόμενης παράβασης του παρόντος κώδικα δεοντολογίας
1.   Στην περίπτωση που υπάρχει υποψία ενδεχόμενης παράβασης του παρόντος κώδικα δεοντολογίας από βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο Πρόεδρος παραπέμπει το θέμα, εκτός από προφανώς προσβλητικές περιπτώσεις, στη συμβουλευτική επιτροπή.
1.   Στην περίπτωση που υπάρχει υποψία ενδεχόμενης παράβασης του παρόντος κώδικα δεοντολογίας από βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο Πρόεδρος παραπέμπει το θέμα στη συμβουλευτική επιτροπή.
2.   Η συμβουλευτική επιτροπή εξετάζει τις συνθήκες της εικαζόμενης παράβασης και μπορεί να ακούσει τον εν λόγω βουλευτή. Με βάση τα αποτελέσματά της, προβαίνει σε σύσταση προς τον Πρόεδρο για ενδεχόμενη απόφαση.
2.   Η συμβουλευτική επιτροπή εξετάζει τις συνθήκες της εικαζόμενης παράβασης και μπορεί να ακούσει τον εν λόγω βουλευτή. Με βάση τα αποτελέσματά της, προβαίνει σε σύσταση προς τον Πρόεδρο, η οποία περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, κύρωση που μπορεί να συνίσταται σε ένα ή περισσότερα από τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 176 παράγραφοι 4, 5 και 6 του Κανονισμού.
Σε περίπτωση εικαζόμενης παράβασης του κώδικα δεοντολογίας από τακτικό ή από αναπληρωματικό μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής, το εν λόγω τακτικό ή αναπληρωματικό μέλος απέχει από τη συμμετοχή στις εργασίες της συμβουλευτικής επιτροπής που σχετίζονται με την εικαζόμενη παράβαση.
3.   Εάν, λαμβάνοντας υπόψη τη σύσταση αυτή και έχοντας καλέσει τον εν λόγω βουλευτή να υποβάλει γραπτώς τις παρατηρήσεις του, ο Πρόεδρος συμπεράνει ότι ο εν λόγω βουλευτής έχει παραβεί τον κώδικα δεοντολογίας, εγκρίνει αιτιολογημένη απόφαση με κύρωση. Ο Πρόεδρος κοινοποιεί την αιτιολογημένη αυτή απόφαση στον εν λόγω βουλευτή.
3.   Εάν, λαμβάνοντας υπόψη τη σύσταση αυτή και έχοντας καλέσει τον εν λόγω βουλευτή να υποβάλει γραπτώς τις παρατηρήσεις του, ο Πρόεδρος συμπεράνει ότι ο εν λόγω βουλευτής έχει παραβεί τον παρόντα κώδικα δεοντολογίας, εγκρίνει αιτιολογημένη απόφαση που επιβάλλει κύρωση. Ο Πρόεδρος κοινοποιεί την αιτιολογημένη αυτή απόφαση στον εν λόγω βουλευτή.
Η επιβαλλόμενη κύρωση μπορεί να συνίσταται σε ένα ή περισσότερα από τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 176 παράγραφοι 4 έως 6 του Κανονισμού.
Η επιβαλλόμενη κύρωση μπορεί να συνίσταται σε ένα ή περισσότερα από τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 176 παράγραφοι 4, 5 και 6 του Κανονισμού.
4.   Ο εν λόγω βουλευτής διαθέτει τις εσωτερικές δυνατότητες προσφυγής που καθορίζονται στο άρθρο 177 του Κανονισμού.
4.   Ο εν λόγω βουλευτής διαθέτει τις εσωτερικές δυνατότητες προσφυγής που καθορίζονται στο άρθρο 177 του Κανονισμού.
4α.   Ο Πρόεδρος παραπέμπει επίσης στη συμβουλευτική επιτροπή συστηματικές, σοβαρές ή επαναλαμβανόμενες παραλείψεις συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις γνωστοποίησης που ορίζονται στον παρόντα κώδικα δεοντολογίας.
Τροπολογία 18
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παράρτημα Ι – άρθρο 9
Άρθρο 9
Άρθρο 9
Εφαρμογή
Εφαρμογή
Το Προεδρείο θεσπίζει μέτρα εφαρμογής του παρόντος κώδικα δεοντολογίας, συμπεριλαμβανομένης διαδικασίας παρακολούθησης, και ενημερώνει, όταν χρειάζεται, τα ποσά που αναφέρονται στα άρθρα 4 και 5.
Το Προεδρείο θεσπίζει μέτρα εφαρμογής του παρόντος κώδικα δεοντολογίας, συμπεριλαμβανομένης διαδικασίας παρακολούθησης της συμμόρφωσης και κατάρτισης των βουλευτών.
Το Προεδρείο μπορεί να διατυπώνει προτάσεις για την αναθεώρηση του παρόντος κώδικα δεοντολογίας.
Το Προεδρείο μπορεί να διατυπώνει προτάσεις για την αναθεώρηση του παρόντος κώδικα δεοντολογίας.

(1)* Στις επικεφαλίδες των τροπολογιών που εγκρίθηκαν, με το αρκτικόλεξο «ΑΤ» σημαίνεται το αντίστοιχο τμήμα των εν λόγω τροπολογιών.

Τελευταία ενημέρωση: 19 Δεκεμβρίου 2023Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου