Αμυντική βιομηχανία

Με κύκλο εργασιών 119 δισ. ευρώ το 2020, 463 000 άτομα άμεσα απασχολούμενα και με πάνω από 2 500 ΜΜΕ, η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία αποτελεί μείζονα βιομηχανικό κλάδο. Χαρακτηρίζεται από οικονομικές και τεχνολογικές συνιστώσες που αποτελούν σημαντικούς παράγοντες για τη βιομηχανική ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας, ο οποίος δημιουργήθηκε το 2004, στηρίζει τα κράτη μέλη στη βελτίωση των αμυντικών ικανοτήτων τους μέσω της συνεργασίας και συμβάλλει στην ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας τους. Ο τομέας αποφάσισε πρόσφατα να αντιμετωπίσει ορισμένες από τις κύριες μακροχρόνιες προκλήσεις του, όπως ο κατακερματισμός της αγοράς και τα χαμηλά επίπεδα δαπανών, ενισχύοντας τις κοινές δημόσιες συμβάσεις και τις αμυντικές δαπάνες της ΕΕ.

Νομική βάση

Η δράση της ΕΕ στον τομέα αυτό πρέπει να βασίζεται στο άρθρο 352 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), το οποίο καλύπτει τις περιπτώσεις στις οποίες οι Συνθήκες της ΕΕ δεν περιλαμβάνουν σαφή πρόβλεψη για τη δράση που απαιτείται προκειμένου να επιτευχθεί κάποιος από τους στόχους της Ένωσης. Το άρθρο 173 της ΣΛΕΕ παρέχει νομική βάση για τη βιομηχανική πολιτική της ΕΕ. Εντούτοις, η πρόοδος όσον αφορά την εφαρμογή κανόνων για την εσωτερική αγορά στην αγορά αμυντικού εξοπλισμού ανακόπηκε από το άρθρο 346 (παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ), όπου ορίζεται ότι «κάθε κράτος μέλος δύναται να λαμβάνει τα μέτρα που θεωρεί αναγκαία για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων της ασφαλείας του, που αφορούν την παραγωγή ή εμπορία όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού».

Στόχοι

Η αμυντική βιομηχανία είναι σημαντική για την Ευρωπαϊκή Ένωση, εξαιτίας του ενδιαφέροντος που παρουσιάζει από άποψη τεχνολογικής και οικονομικής πολιτικής. Η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας είναι ζωτικής σημασίας για την αξιοπιστία της εκκολαπτόμενης Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας (ΚΠΑΑ). Είναι σημαντικό να συνεργάζονται τα κράτη μέλη της ΕΕ, προκειμένου να θέσουν ένα τέρμα σε πολιτικές και πρακτικές που εμποδίζουν την αποτελεσματικότερη συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών εταιρειών αμυντικού εξοπλισμού.

Επιτεύγματα

Η αμυντική βιομηχανία της ΕΕ είναι σημαντική για την ευρωπαϊκή οικονομία στο σύνολό της. Όπως όλες οι άλλες βιομηχανικές δραστηριότητες στην ΕΕ, η αμυντική βιομηχανία οφείλει να λειτουργεί με αυξημένη αποδοτικότητα, να επιτυγχάνει την καλύτερη δυνατή σχέση κόστους-οφέλους για τους πελάτες της και, ταυτόχρονα, να προστατεύει τα συμφέροντα των μετόχων της.

A. Ιστορικό

1. Πολιτική για την έρευνα και την ανάπτυξη

Η χρηματοδότηση της ΕΕ για την έρευνα αφορά κυρίως μη στρατιωτικούς στόχους. Ωστόσο, ορισμένοι από τους τεχνολογικούς τομείς που καλύπτει — π.χ. υλικά ή τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών — μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση της αμυντικής τεχνολογικής βάσης και της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας. Επομένως, οι ανάγκες της αμυντικής βιομηχανίας θα έπρεπε να αντικατοπτρίζονται στην εφαρμογή της πολιτικής της ΕΕ για την έρευνα. Κατά τη σύνοδο του Δεκεμβρίου 2013, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε τα κράτη μέλη να αυξήσουν τις επενδύσεις σε συνεταιριστικά προγράμματα έρευνας, ζητώντας επίσης από την Επιτροπή, από κοινού με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας (EΟA), να εκπονήσει προτάσεις ώστε να παρασχεθούν περαιτέρω κίνητρα σε σχέση με την έρευνα διττής χρήσης (στρατιωτική και μη). Το 2015, τα κράτη μέλη αποφάσισαν να μεταβούν από την έρευνα που επικεντρώνεται αποκλειστικά στη μη στρατιωτική και τη διττή χρήση προς ένα ενιαίο ευρωπαϊκό ερευνητικό πρόγραμμα στον τομέα της άμυνας.

2. Εξαγωγές

Το 2008, το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή θέση 2008/944/CFSP (ΚΘ), η οποία καθορίζει κοινούς κανόνες που διέπουν τον έλεγχο των εξαγωγών στρατιωτικής τεχνολογίας και εξοπλισμού, εις αντικατάσταση της προγενέστερης πολιτικής συμφωνίας που ήταν ο Κώδικας Συμπεριφοράς της ΕΕ για τις εξαγωγές όπλων (1998). Η έγκριση της κοινής θέσης καθιστά την ΕΕ τη μόνη περιφερειακή οργάνωση που έχει καθιερώσει μια νομικά δεσμευτική συμφωνία για τις εξαγωγές συμβατικών όπλων. Στόχος της κοινής θέσης είναι να ενισχυθεί η σύγκλιση των πολιτικών των κρατών μελών της ΕΕ σχετικά με τον έλεγχο των εξαγωγών όπλων δεδομένου ότι οι εξαγωγές όπλων παραμένουν, εν τέλει, ζήτημα εθνικής αρμοδιότητας. Το σύστημα ελέγχου εξαγωγών της ΕΕ διέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 428/2009, ο οποίος προβλέπει κοινούς κανόνες ελέγχου της ΕΕ, έναν κοινό ενωσιακό κατάλογο των ειδών διπλής χρήσης και τον συντονισμό και τη συνεργασία με σκοπό τη στήριξη της συνεπούς εφαρμογής και επιβολής του σε ολόκληρη την ΕΕ.

Στις 30 Ιουνίου 2011, η Επιτροπή δημοσίευσε Πράσινη Βίβλο σχετικά με το σύστημα ελέγχου των εξαγωγών ειδών διπλής χρήσης της ΕΕ, με στόχο τον απολογισμό της λειτουργίας του συστήματος και την εξέταση πιθανών τομέων μεταρρύθμισης. Αυτό άνοιξε τον δρόμο για την έγκριση της ανακοίνωσης (COM(2014)0244) στην οποία παρουσιάζεται ένα μακροπρόθεσμο όραμα της στρατηγικής ελέγχου των εξαγωγών της ΕΕ και προσδιορίζονται συγκεκριμένες επιλογές πολιτικής για τον εκσυγχρονισμό του συστήματος ελέγχου των εξαγωγών. Κατά τη διάρκεια του Σεπτεμβρίου 2016, η Επιτροπή εξέδωσε πρόταση για τον εκσυγχρονισμό του υφιστάμενου κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 428/2009 και την ενίσχυση των ελέγχων στις εξαγωγές ειδών διπλής χρήσης.

B. Πολιτική της ΕΕ για την αμυντική βιομηχανία

1. Προς μια αγορά αμυντικού εξοπλισμού

Τον Σεπτέμβριο του 2004, η Επιτροπή παρουσίασε ένα Πράσινο Βιβλίο για τις δημόσιες συμβάσεις στον τομέα της άμυνας (COM(2004)0608), που είχε ως στόχο να συμβάλει «στη σταδιακή δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού» μεταξύ των κρατών μελών, σε πιο διαφανή και ανοικτή βάση. Το Πράσινο Βιβλίο αποτελεί μέρος της στρατηγικής «Για να χαραχθεί μια πολιτική της ΕΕ στον τομέα του αμυντικού εξοπλισμού», η οποία εγκρίθηκε από την Επιτροπή στις αρχές του 2003. Ο στόχος είναι η επίτευξη αποδοτικότερης χρήσης των πόρων στον τομέα της άμυνας και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας στην Ευρώπη, καθώς και η επίτευξη βελτιώσεων στον στρατιωτικό εξοπλισμό στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας.

Το 2007, τα κράτη μέλη συμφώνησαν να ενισχύσουν την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής τεχνολογικής και βιομηχανικής βάσης στον τομέα της άμυνας με τη βοήθεια ειδικής στρατηγικής. Η διατήρηση και η περαιτέρω ανάπτυξη της ευρωπαϊκής τεχνολογικής και βιομηχανικής βάσης στον τομέα της άμυνας αποτελεί έναν από τους κύριους στόχους της πολιτικής για την αμυντική βιομηχανία της ΕΕ. Τον Ιούλιο του 2006, εγκαινιάστηκε το διακυβερνητικό καθεστώς για την «Προαγωγή της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού». Αυτό το προαιρετικό διακυβερνητικό καθεστώς λειτουργεί επί τη βάσει ενός κώδικα δεοντολογίας για την προμήθεια αμυντικού εξοπλισμού (Νοέμβριος 2005), ο οποίος υποστηρίζεται από ένα σύστημα υποβολής δηλώσεων και παρακολούθησης που συμβάλλει στην εξασφάλιση αμοιβαίας διαφάνειας και της υποχρέωσης λογοδοσίας μεταξύ των κρατών μελών. Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο είναι ο κώδικας βέλτιστης πρακτικής στην αλυσίδα εφοδιασμού (Μάιος 2005).

Η τυποποίηση του αμυντικού εξοπλισμού είναι σημαντική για την ολοκλήρωση των εθνικών αγορών. Έχουν ληφθεί μέτρα με τη δρομολόγηση, το 2012, δικτυακής πύλης ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Αναφοράς για τα Αμυντικά Πρότυπα (EDSTAR) η οποία αντικαθιστά το ευρωπαϊκό εγχειρίδιο για τις προμήθειες του τομέα της άμυνας (EHDP) που ήταν προκάτοχός της. Ο EDSTAR ακολούθησε την καθιέρωση ενός ευρωπαϊκού συστήματος πληροφοριών για θέματα αμυντικών προτύπων (EDSIS), το οποίο αποτελεί πύλη για μία ευρύτερου φάσματος τυποποίηση του ευρωπαϊκού αμυντικού υλικού με στόχο τη γνωστοποίηση των προτύπων των υλικών που πρόκειται να διαμορφωθούν ή να τροποποιηθούν σε σημαντικό βαθμό.

Στις 24 Ιουλίου 2013, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση που περιλαμβάνει σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της αποδοτικότητας και της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας (COM(2013)0542). Κάλυπτε τους ακόλουθους τομείς: εσωτερική αγορά, βιομηχανική πολιτική, έρευνα και καινοτομία, ικανότητες, διάστημα, ενέργεια και διεθνές εμπόριο. Όσον αφορά τις αμυντικές προμήθειες, η ανακοίνωση αναγγέλλει τη δημιουργία ενός μηχανισμού παρακολούθησης της αγοράς.

2. Συμβάσεις στον τομέα της άμυνας και μεταφορές αμυντικών προϊόντων εντός της ΕΕ

Μέσω της οδηγίας 2009/43/ΕΚ σχετικά με ενδοκοινοτικές μεταφορές προϊόντων συνδεόμενων με τον τομέα της άμυνας και της οδηγίας 2009/81/ΕΚ σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας, η ΕΕ έχει θεσπίσει σχετικές κατευθυντήριες γραμμές για τον καθορισμό ενωσιακού πλαισίου στον συγκεκριμένο τομέα.

Η οδηγία 2009/43/ΕΚ για ενδοκοινοτικές μεταφορές προϊόντων συνδεόμενων με τον τομέα της άμυνας απλοποιεί και εναρμονίζει τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες για μεταφορές τέτοιων προϊόντων σε ολόκληρη την ΕΕ. Δημιουργεί ένα ομοιόμορφο και διαφανές σύστημα τριών τύπων αδειών: γενικών αδειών, συνολικών αδειών και ατομικών αδειών. Ένα άλλο ζωτικής σημασίας στοιχείο της οδηγίας είναι η πιστοποίηση των εταιρειών. Οι εταιρείες που θεωρούνται αξιόπιστες θα έχουν το δικαίωμα να αναλαμβάνουν μεταφορές με γενικές άδειες. Πρόθεση ήταν οι ατομικές άδειες να αποτελούν την εξαίρεση και να περιορίζονται σε απόλυτα δικαιολογημένες περιπτώσεις.

Η οδηγία 2009/81/ΕΚ θέσπισε δίκαιους και διαφανείς κανόνες για τις συμβάσεις στον τομέα της άμυνας, με στόχο να διευκολύνει τις εταιρείες αμυντικού εξοπλισμού να έχουν πρόσβαση στις αγορές αμυντικού εξοπλισμού άλλων κρατών μελών. Προβλέπει μια διαδικασία διαπραγμάτευσης με προηγούμενη δημοσίευση ως τυποποιημένη διαδικασία, δίνοντας περιθώρια για μεγαλύτερη ευελιξία, ειδικούς κανόνες για την ασφάλεια απόρρητων πληροφοριών, ρήτρες για την ασφάλεια της προμήθειας και ειδικούς κανόνες για τις υπεργολαβίες. Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν τις συμβάσεις στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας, εάν αυτό είναι απαραίτητο για την προστασία ουσιαστικών συμφερόντων τους σχετικών με την ασφάλεια (άρθρο 346 της ΣΛΕΕ).

Τον Ιούνιο του 2021, η ΕΕ δρομολόγησε ανάλυση του μέλλοντος της ευρωπαϊκής ασφάλειας και άμυνας. Η διαδικασία αυτή οδήγησε στη δημιουργία της στρατηγικής πυξίδας, ενός εγγράφου πολιτικής που καθορίζει τη στρατηγική ασφάλειας και άμυνας της ΕΕ για τα επόμενα 5-10 έτη.

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είχε σημαντικές επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή άμυνα. Τον Φεβρουάριο του 2022, η Επιτροπή δημοσίευσε χάρτη πορείας σχετικά με τις κρίσιμες τεχνολογίες για την ασφάλεια και την άμυνα (COM(2022)0061). Τον Μάρτιο του 2022, το Συμβούλιο αναθεώρησε σημαντικά τη στρατηγική πυξίδα ώστε να ληφθεί υπόψη η αποσταθεροποίηση της ευρωπαϊκής τάξης ασφάλειας και η επακόλουθη αλλαγή της στάσης, της φιλοδοξίας και των εργαλείων της ΕΕ στον τομέα της άμυνας. (Βλέπε 5.1.2)

Στις 19 Ιουλίου 2022, όπως ανακοινώθηκε δύο μήνες νωρίτερα στην κοινή ανακοίνωση της Επιτροπής και του Ύπατου Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας σχετικά με την ανάλυση των επενδυτικών κενών στον τομέα της άμυνας και την μελλοντική πορεία (JOIN (2022) 0024), η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση κανονισμού σχετικά με τη θέσπιση του ευρωπαϊκού νόμου για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας μέσω κοινής πράξης για τις δημόσιες συμβάσεις (COM(2022)0349), ένα βραχυπρόθεσμο χρηματοδοτικό μέσο ύψους 500 εκατ. EUR για την παροχή κινήτρων για κοινές προμήθειες στον τομέα της άμυνας μεταξύ των κρατών μελών.

3. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας (ΕΟΑ) ιδρύθηκε τον Ιούλιο του 2004 στο πλαίσιο κοινής δράσης του Συμβουλίου Υπουργών για την ανάπτυξη αμυντικών δυνατοτήτων, την προώθηση και την ενίσχυση της ευρωπαϊκής συνεργασίας στον τομέα των εξοπλισμών, την ενίσχυση της ευρωπαϊκής τεχνολογικής και βιομηχανικής βάσης στον τομέα της άμυνας, τη δημιουργία μιας διεθνώς ανταγωνιστικής ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της ευρωπαϊκής έρευνας και τεχνολογίας στον τομέα της άμυνας. Η κοινή δράση του 2004 αντικαταστάθηκε αρχικά από απόφαση του Συμβουλίου τον Ιούλιο του 2011 και στη συνέχεια αναθεωρήθηκε τον Οκτώβριο του 2015 με την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/1835 του Συμβουλίου σχετικά με το καταστατικό, την έδρα και τους κανόνες λειτουργίας του ΕΟΑ.

4. Το ευρωπαϊκό ερευνητικό πρόγραμμα στον τομέα της άμυνας

Παρά τις προσπάθειες για τη δημιουργία κοινού πλαισίου για την ευρωπαϊκή πολιτική άμυνας, η ευρωπαϊκή έρευνα στον τομέα της άμυνας συνολικά έχει μειωθεί σημαντικά από το 2006 και μετά. Πολλά από τα πολιτικά όργανα της Ένωσης, έχοντας επίγνωση αυτής της ανησυχητικής τάσης, άρχισαν να αντιδρούν. Το 2015, τα κράτη μέλη συμφώνησαν να μεταβούν σταδιακά από την έρευνα που επικεντρώνεται αποκλειστικά στη μη στρατιωτική και τη διττή (στρατιωτική και μη στρατιωτική) χρήση στο πλαίσιο του προγράμματος «Ορίζων 2020» προς ένα ειδικό ευρωπαϊκό ερευνητικό πρόγραμμα στον τομέα της άμυνας, το οποίο χρηματοδοτείται από τον προϋπολογισμό της ΕΕ από το 2021, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας (ΕΤΑ).

Τον Νοέμβριο του 2016, η Επιτροπή δημοσίευσε το σχέδιο δράσης για την ευρωπαϊκή άμυνα (COM(2016)0950), στο οποίο πρότεινε τη θέσπιση του ΕΤΑ και άλλων δράσεων για τη βελτίωση της αποδοτικότητας των δαπανών των κρατών μελών για κοινές αμυντικές ικανότητες, την ενίσχυση της ασφάλειας των Ευρωπαίων πολιτών και την προώθηση μιας ανταγωνιστικής και καινοτόμου βιομηχανικής βάσης. Το ΕΤΑ προβλεπόταν από την προπαρασκευαστική δράση για την έρευνα στον τομέα της άμυνας (PADR), με προϋπολογισμό 90 εκατ. EUR για την περίοδο 2017-2019, και από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα βιομηχανικής ανάπτυξης στον τομέα της άμυνας, με προϋπολογισμό 500 εκατ. EUR για την περίοδο 2019-2020. Τον Ιούνιο του 2018, η Επιτροπή υπέβαλε νομοθετική πρόταση για τη σύσταση του ΕΤΑ, το οποίο άρχισε να λειτουργεί την 1η Ιανουαρίου 2021 με συνολικό συμφωνηθέντα προϋπολογισμό ύψους σχεδόν 8 δισ. EUR για την περίοδο 2021-2027 [κανονισμός (ΕΕ) 2021/697].

Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Το Κοινοβούλιο έχει εγκρίνει διάφορα ψηφίσματα που άπτονται της αμυντικής βιομηχανίας.

Σε ψήφισμα στις 10 Απριλίου 2002, το Κοινοβούλιο ζήτησε τη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξοπλισμών και την τυποποίηση στον τομέα της άμυνας.

Σε ψήφισμα στις 17 Νοεμβρίου 2005 σχετικά με το πράσινο βιβλίο για τις δημόσιες συμβάσεις προμήθειας στον τομέα της άμυνας, το Κοινοβούλιο επανέλαβε την άποψή που είχε εκφράσει στο ψήφισμά του το 2002, ότι μια ισχυρή, αποτελεσματική και βιώσιμη ευρωπαϊκή βιομηχανία εξοπλισμών, καθώς και μια αποτελεσματική πολιτική προμηθειών, έχουν ζωτική σημασία για την ανάπτυξη της ΕΠΑΑ. Το ψήφισμα ενθάρρυνε επίσης την Επιτροπή στις προσπάθειές της να συμβάλει στη σταδιακή δημιουργία μιας πιο διαφανούς και ανοικτής για όλα τα κράτη μέλη ευρωπαϊκής αγοράς στον τομέα του αμυντικού εξοπλισμού.

Στο ψήφισμά του της 22ας Νοεμβρίου 2012 σχετικά με την εφαρμογή της ΚΠΑΑ, το Κοινοβούλιο επέμεινε στο γεγονός ότι η οικοδόμηση των ευρωπαϊκών ικανοτήτων θα έπρεπε επίσης να έχει ως αποτέλεσμα την ενοποίηση της βιομηχανικής και τεχνολογικής βάσης της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και ζήτησε από τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν πλήρως την οδηγία 2009/81/ΕΚ προκειμένου να επιτευχθεί μεγαλύτερη διαλειτουργικότητα του εξοπλισμού και να αντιμετωπιστεί ο κατακερματισμός της αγοράς.

Σε ψήφισμα της 21ης Νοεμβρίου 2013 σχετικά με την ευρωπαϊκή βιομηχανική και τεχνολογική βάση στον τομέα της άμυνας, το Κοινοβούλιο ζήτησε την ενίσχυση της ευρωπαϊκής βιομηχανικής συνεργασίας και τόνισε την ανάγκη στήριξης των αποστολών ΚΠΑΑ μέσω της ευρωπαϊκής έρευνας και ανάπτυξης μέσω του ερευνητικού προγράμματος «Ορίζοντας 2020». Κάλεσε επίσης τα κράτη μέλη να προβούν σε βελτιώσεις όσον αφορά τη διαφάνεια και να αυξήσουν την ανοικτή προσέγγιση των αγορών τους στον τομέα της άμυνας, τονίζοντας ιδιαίτερα τον ιδιάζοντα χαρακτήρα των προμηθειών στον τομέα της άμυνας.

Σε δύο ψηφίσματα που εγκρίθηκαν τον Μάιο 2015 και τον Απρίλιο 2016, το Κοινοβούλιο απηύθυνε έκκληση για μια αποτελεσματική και φιλόδοξη ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας που βασίζεται σε ένα κοινό όραμα για τα βασικά ευρωπαϊκά συμφέροντα. Καλεί τα κράτη μέλη να καθορίσουν πολιτικούς στόχους βασιζόμενους σε κοινά συμφέροντα και υποστηρίζει ότι θα πρέπει να εγκριθεί, επί τη βάσει της συνολικής στρατηγικής, Λευκή Βίβλος για την άμυνα της ΕΕ. Το Κοινοβούλιο υποστήριξε την ανάπτυξη μίας ισχυρής Κοινής Πολιτικής Aσφάλειας και Άμυνας και αμυντικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών.

Σε ψήφισμα της 22ας Νοεμβρίου 2016, το Κοινοβούλιο πρότεινε να δρομολογηθεί επειγόντως μια Ευρωπαϊκή Αμυντική Ένωση.

Σε ψήφισμα της 25ης Μαρτίου 2021 σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας και τη μεταφορά προϊόντων συνδεόμενων με τον τομέα της άμυνας, το Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να βελτιώσει την πρόσβαση των ΜΜΕ στη χρηματοδότηση και να εξετάσει διεξοδικά τους λόγους για τους οποίους οι ΜΜΕ δεν είναι πλήρως ενσωματωμένες στην ενιαία αγορά αμυντικών προϊόντων. Καλεί επίσης τα κράτη μέλη να επιδείξουν πολιτική βούληση με την ενίσχυση των προμηθειών στον τομέα της άμυνας και της συνεργασίας στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης εντός της ΕΕ, καθώς και να χρησιμοποιήσουν κοινές δημόσιες συμβάσεις και ερευνητικά έργα για την ενίσχυση της διαλειτουργικότητας μεταξύ των στρατιωτικών τους δυνάμεων.

Στο ψήφισμά του της 1ης Μαρτίου 2022 σχετικά με τη ρωσική επίθεση κατά της Ουκρανίας, το Κοινοβούλιο ζήτησε να αυξηθούν οι συνεισφορές για την ενίσχυση των αμυντικών ικανοτήτων της Ουκρανίας. Υποστήριξε την ιστορική απόφαση να διατεθεί σημαντική πρόσθετη χρηματοδότηση για να παρασχεθούν αμυντικά όπλα στην Ουκρανία μέσω του ευρωπαϊκού μηχανισμού για την ειρήνη και την παροχή στρατιωτικού εξοπλισμού από τα κράτη μέλη. Ζητήθηκε από τα κράτη μέλη να επιταχύνουν την παροχή αμυντικών όπλων στην Ουκρανία ανταποκρινόμενα σε σαφώς προσδιορισμένες ανάγκες.

 

Matteo Ciucci