Ενεργειακή πολιτική: γενικές αρχές
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ στον τομέα της ενέργειας περιλαμβάνουν ζητήματα όπως η εξάρτηση από τις εισαγωγές ενεργειακών πόρων, η περιορισμένη διαφοροποίηση, οι υψηλές και ασταθείς τιμές της ενέργειας, η διογκούμενη ενεργειακή ζήτηση, οι κίνδυνοι ασφάλειας για τις χώρες παραγωγής και διαμετακόμισης, οι αυξανόμενες απειλές της κλιματικής αλλαγής, η απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές, η βραδεία πρόοδος στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, οι προκλήσεις που συνεπάγεται η αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καθώς και η ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια, περαιτέρω ολοκλήρωση και διασύνδεση στις αγορές ενέργειας. Στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής βρίσκονται ποικίλα μέτρα που αποσκοπούν στην επίτευξη μιας ολοκληρωμένης Ενεργειακής Ένωσης.
Νομική βάση
Άρθρο 194 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).
Ειδικές διατάξεις:
- Ασφάλεια εφοδιασμού: άρθρο 122 της ΣΛΕΕ·
- Ενεργειακά δίκτυα: άρθρα 170-172 της ΣΛΕΕ·
- Άνθρακας: το πρωτόκολλο 37 αποσαφηνίζει τις δημοσιονομικές επιπτώσεις από την εκπνοή της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα το 2002·
- Πυρηνική ενέργεια: η Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (Συνθήκη Ευρατόμ) λειτουργεί ως νομική βάση για τις περισσότερες ενωσιακές δράσεις στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας.
Λοιπές διατάξεις που επηρεάζουν την ενεργειακή πολιτική:
- Εσωτερική αγορά ενέργειας: άρθρο 114 της ΣΛΕΕ·
- Εξωτερική ενεργειακή πολιτική: άρθρα 216-218 της ΣΛΕΕ.
Στόχοι
Σύμφωνα με την Ενεργειακή Ένωση (2015), οι πέντε κύριοι στόχοι της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ επιδιώκουν:
- τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας της Ευρώπης, ώστε να διασφαλιστεί η ενεργειακή ασφάλεια μέσω της αλληλεγγύης και της συνεργασίας των χωρών της ΕΕ·
- τη διασφάλιση της λειτουργίας μιας πλήρως ολοκληρωμένης εσωτερικής αγοράς ενέργειας, ώστε να καταστεί δυνατή η ελεύθερη ροή ενέργειας στην ΕΕ μέσω κατάλληλων υποδομών και χωρίς τεχνικούς ή ρυθμιστικούς φραγμούς·
- τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και τη μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές ενέργειας, τη μείωση των εκπομπών και την προώθηση της απασχόλησης και της ανάπτυξης·
- την απαλλαγή της οικονομίας από τις ανθρακούχες εκπομπές και τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών σύμφωνα με τη συμφωνία του Παρισιού·
- την προώθηση της έρευνας σε τεχνολογίες χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών και καθαρές μορφές ενέργειας, και την ιεράρχηση της έρευνας και της καινοτομίας για την προώθηση της ενεργειακής μετάβασης και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.
Το άρθρο 194 της ΣΛΕΕ καθιστά ορισμένους τομείς της ενεργειακής πολιτικής τομείς συντρέχουσας αρμοδιότητας και σηματοδοτεί τη μετάβαση προς μια κοινή ενεργειακή πολιτική. Εντούτοις, κάθε κράτος μέλος διατηρεί το δικαίωμά του «να καθορίζει τους όρους εκμετάλλευσης των ενεργειακών του πόρων, την επιλογή του μεταξύ διαφόρων ενεργειακών πηγών και τη γενική διάρθρωση του ενεργειακού του εφοδιασμού» (άρθρο 194 παράγραφος 2).
Επιτεύγματα
A. Γενικό πλαίσιο πολιτικής
Η ισχύουσα ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική βασίζεται στην στρατηγική της ενεργειακής ένωσης που δημοσιεύτηκε το Φεβρουάριο του 2015 και αποσκοπούσε στην οικοδόμηση μιας ενεργειακής ένωσης που θα εξασφαλίζει τον ασφαλή, βιώσιμο, ανταγωνιστικό και οικονομικά προσιτό ενεργειακό εφοδιασμό των ενωσιακών νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Οι τρέχοντες ενεργειακοί στόχοι της ΕΕ για το 2030 περιλαμβάνουν:
- αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην τελική ενεργειακή κατανάλωση σε 42.5% με στόχο την επίτευξη του 45 %·
- Μείωση κατά 11,7 % της πρωτογενούς (ενδεικτικής) και της τελικής κατανάλωσης ενέργειας σε σύγκριση με τις προβλέψεις του 2020, η οποία ισοδυναμεί με 992.5 και 763 εκατ. τόνους ισοδύναμου πετρελαίου (εκατ. ΤΙΠ) αντίστοιχα·
- διασύνδεση του 15 % τουλάχιστον των συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ.
Το ισχύον ευρωπαϊκό κανονιστικό πλαίσιο για την ενέργεια βασίστηκε στη σημαντική δέσμη μέτρων «Fit For 55»της ΕΕ , η οποία αρχικά αποσκοπούσε στην ευθυγράμμιση όλων των στόχων για το κλίμα και την ενέργεια. Αυτό τροποποιήθηκε διαδοχικά από το σχέδιο REPowerEU, στόχος του οποίου ήταν η ταχεία και πλήρης σταδιακή κατάργηση της εξάρτησης από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα.
Το πλαίσιο αποτελείται από διάφορες διατάξεις που καλύπτουν την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (οδηγία (ΕΕ) 2018/2001), την ενεργειακή απόδοση (οδηγία (ΕΕ) 2018/2002), τη διακυβέρνηση και τη διασυνδεσιμότητα ηλεκτρικής ενέργειας [κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999], τον σχεδιασμό της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας [οδηγία (ΕΕ) 2019/944 και κανονισμός (ΕΕ) 2019/943], την ετοιμότητα αντιμετώπισης κινδύνων [κανονισμός (ΕΕ) 2019/941], την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (οδηγία (ΕΕ) 2018/844), τις απαλλαγμένες από ανθρακούχες εκπομπές αγορές αερίου και υδρογόνου [οδηγία 2009/73/ΕΚ και κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 715/2009], τη φορολογία της ενέργειας (οδηγία 2003/96/ΕΚ), τις διευρωπαϊκές ενεργειακές υποδομές [κανονισμός (ΕΕ) 2022/869], τη συνεργασία των ρυθμιστικών αρχών ενέργειας (κανονισμός (ΕΕ) 2019/942), τις μπαταρίες [κανονισμός (ΕΕ) 2023/1542], τις αλλαγές μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ (απόφαση (ΕΕ) 2019/504), και τις πρωτοβουλίες για τις αεροπορικές και θαλάσσιες μεταφορές [κανονισμός (ΕΕ) 2023/2405 και κανονισμός (ΕΕ) 2023/1805]. Σύμφωνα με το ισχύον πλαίσιο, τα κράτη μέλη της ΕΕ πρέπει να καταρτίσουν δεκαετή ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ) για την περίοδο από το 2021 έως το 2030, να υποβάλλουν έκθεση προόδου ανά διετία, και να αναπτύξουν συνεπείς εθνικές μακροπρόθεσμες στρατηγικές για την επίτευξη των συμφωνηθέντων ενεργειακών στόχων και των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού.
Ως αποτέλεσμα των τροποποιήσεων του REPowerEU, το πλαίσιο για την ενέργεια επεκτάθηκε ώστε να περιλαμβάνει κανόνες για ελάχιστα επίπεδα πλήρωσης των εγκαταστάσεων αποθήκευσης αερίου κατά 90 % πριν από τον χειμώνα [κανονισμός (ΕΕ) 2022/1032], εθελοντικούς στόχους μείωσης της ζήτησης αερίου για τα κράτη μέλη κατά 15 % [κανονισμός (ΕΕ) 2022/1369]· παρατάθηκε έως τον Μάρτιο του 2024), εθελοντική συγκέντρωση της ζήτησης αερίου [κανονισμός (ΕΕ) 2022/2576· Ενεργειακή πλατφόρμα της ΕΕ), στόχοι μείωσης της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας κατά 10 % και 5 % κατά τις ώρες αιχμής και χρονικά περιορισμένες παρεμβάσεις έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών ενέργειας [κανονισμός (ΕΕ) 2022/1854]. Το τρέχον θεματολόγιο πολιτικής εξακολουθεί να βασίζεται σε ανησυχίες σχετικά με την ενεργειακή ασφάλεια και την οικονομική προσιτότητα των τιμών.
B. Ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας
Μια πλήρως ολοκληρωμένη και εύρυθμα λειτουργούσα εσωτερική αγορά ενέργειας διασφαλίζει προσιτές τιμές ενέργειας, παρέχει τα αναγκαία τιμολογιακά σήματα για επενδύσεις στην πράσινη ενέργεια, εξασφαλίζει τον ενεργειακό εφοδιασμό και ανοίγει τον λιγότερο δαπανηρό δρόμο προς την κλιματική ουδετερότητα.
Η νομοθεσία για την εσωτερική αγορά ενέργειας, η οποία θεσπίστηκε για πρώτη φορά στην τρίτη δέσμη μέτρων για την ενέργεια (2009-2014), βασίστηκε στις αρχές της διασυνοριακής συνεργασίας και των δίκαιων αγορών λιανικής. Οι δέσμες μέτρων που ακολούθησαν επικεντρώθηκαν στην ετοιμότητα αντιμετώπισης κινδύνων, τον συντονισμό, τα κίνητρα για τους καταναλωτές, την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές και την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού. Οι θεσμικές διαπραγματεύσεις μεταξύ των συννομοθετών για τη μεταρρύθμιση του σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας βρίσκονται σε εξέλιξη (βλ. ενημερωτικό δελτίο 2.1.9 σχετικά με την εσωτερική αγορά ενέργειας).
C. Ενεργειακή απόδοση
Ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής ενεργειακής απόδοσης της ΕΕ είναι η νέα οδηγία για την ενεργειακή απόδοση (οδηγία (ΕΕ) 2023/1791 )(ΟΕΑ), η οποία βασίζεται στην αρχή «προτεραιότητα στην ενεργειακή απόδοση» και ορίζει, ως στόχο ενεργειακής απόδοσης της ΕΕ για το 2030, μείωση κατά 11,7 % της πρωτογενούς (ενδεικτικής) και της τελικής κατανάλωσης ενέργειας της ΕΕ, σε σύγκριση με τις προβλέψεις του 2020. Αυτό ισοδυναμεί κατ’ ανώτατο όριο με 992.5 και 763 εκατ. ΤΙΠ αντίστοιχα. Η αρχή «προτεραιότητα στην ενεργειακή απόδοση» επιβάλλει στις χώρες της ΕΕ την υποχρέωση να διασφαλίζουν ότι οι λύσεις ενεργειακής απόδοσης λαμβάνονται υπόψη στις αποφάσεις σχεδιασμού, πολιτικής και επενδύσεων τόσο στον ενεργειακό όσο και στον μη ενεργειακό τομέα (βλ. δελτίο 2.4.8 για την ενεργειακή απόδοση).
D. Ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές
Η ηλιακή ενέργεια, η αιολική ενέργεια, η ωκεάνια και η υδροηλεκτρική ενέργεια, η βιομάζα και τα βιοκαύσιμα αποτελούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι αγορές ενέργειας από μόνες τους αδυνατούν να εξασφαλίσουν το επιθυμητό επίπεδο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ΕΕ, πράγμα που σημαίνει ότι ενδέχεται να χρειαστούν εθνικά προγράμματα στήριξης και ενωσιακά χρηματοδοτικά προγράμματα. Οι αρχές της πολιτικής της ΕΕ στον τομέα της ανανεώσιμης ενέργειας περιλαμβάνουν την διαφοροποίηση του ενεργειακού εφοδιασμού, την ανάπτυξη εγχώριων πηγών ενέργειας προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια του εφοδιασμού και την μείωση της εξωτερικής ενεργειακής εξάρτησης. Ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι η νέα οδηγία (ΕΕ) 2023/2413για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η οποία έθεσε ως στόχο το 42,5 % του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην τελική κατανάλωση ενέργειας της ΕΕ έως το 2030, με στόχο την επίτευξη του 45 %. Ιδιαίτερο ρόλο διαδραματίζει το υδρογόνο, το οποίο είναι ένας φορέας ενέργειας απαλλαγμένος από ανθρακούχες εκπομπές. Υπάρχουν διάφορες στρατηγικές για διάφορες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (βλ. δελτίο 2.4.9 σχετικά με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας).
E. Ενίσχυση των εξωτερικών σχέσεων στον τομέα της ενέργειας
Μετά την απόφαση για σταδιακή κατάργηση των ρωσικών εισαγωγών ενέργειας, η ισχύουσα εξωτερική ενεργειακή πολιτική της ΕΕ βασίζεται στη διαφοροποίηση του ενεργειακού εφοδιασμού της. Τον Μάρτιο του 2022, η ανακοίνωση REPowerEU πρότεινε μαζικές και ταχείες μειώσεις της χρήσης ορυκτού αερίου στην ΕΕ κατά τουλάχιστον 155 bcm, ισοδύναμες με τον όγκο εισαγωγών από τη Ρωσία το 2021, εκ των οποίων τα δύο τρίτα πρέπει να επιτευχθούν εντός ενός έτους. Τον Μάιο του 2022, σύμφωνα με το σχέδιο REPowerEU, η ΕΕ συνεργάστηκε με διεθνείς εταίρους για τη διαφοροποίηση του εφοδιασμού, την εξασφάλιση των εισαγωγών ΥΦΑ και την αύξηση προμηθειών φυσικού αερίου μέσω αγωγών. Δημιούργησε μια ενεργειακή πλατφόρμα της ΕΕ, ένα μηχανισμό προαιρετικού συντονισμού που στηρίζει τις κοινές αγορές φυσικού αερίου και υδρογόνου για την ΕΕ και δημοσίευσε μία εξωτερική ενεργειακή στρατηγική της ΕΕ υποστηρίζοντας την Ουκρανία, την Μολδαβία, τα Δυτικά Βαλκάνια και τις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης.
F. Βελτίωση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού
Η ισχύουσα πολιτική της ΕΕ για την ενεργειακή ασφάλεια περιλαμβάνει μέτρα συντονισμού για τη διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού και κανόνες για την πρόληψη και την αντιμετώπιση ατυχημάτων σε υπεράκτιες εγκαταστάσεις και πιθανών διαταραχών στον ενεργειακό εφοδιασμό και αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένων των αδειών εξερεύνησης και παραγωγής. Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού κατέστη η κύρια ενεργειακή προτεραιότητα.
Η πολιτική της ΕΕ για τις διευρωπαϊκές ενεργειακές υποδομές καλύπτεται από τους κανονισμούς ΔΕΔ-Ε. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2022/869 ΔΕΔ-Ε, ο οποίος εκδόθηκε τον Ιούνιο του 2022, προσδιορίζει έντεκα διαδρόμους προτεραιότητας σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές για τις υποδομές ηλεκτρικής ενέργειας, υπεράκτιων δικτύων και υδρογόνου. Προσδιορίζει τα έργα κοινού ενδιαφέροντος της ΕΕ Έργα κοινού ενδιαφέροντος (ΕΚΕ) εντός των χωρών της ΕΕ και τα έργα κοινού ενδιαφέροντος μεταξύ της ΕΕ και των τρίτων χωρών, τερματίζει τη στήριξη νέων έργων φυσικού αερίου και πετρελαίου και εισάγει υποχρεωτικά κριτήρια βιωσιμότητας για όλα τα έργα. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2022/869 ΔΕΔ-Ε χρηματοδοτείται από τον μηχανισμό «Συνδέοντας την Ευρώπη» 2021-2027, που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1153.
Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης είναι το κύριο μέσο συνοχής που στηρίζει τις περιφέρειες υψηλής έντασης άνθρακα και ανθρακούχων εκπομπών στη μετάβασή τους σε πηγές ενέργειας χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών.
G. Έργα έρευνας, ανάπτυξης και επίδειξης
Το πρόγραμμα «Ορίζων Ευρώπη» είναι το πρόγραμμα-πλαίσιο που εκτείνεται από το 2021 έως το 2027 και το βασικό μέσο της ΕΕ για την προώθηση της ενεργειακής έρευνας, με προϋπολογισμό ύψους 95.5 δισ. EUR (σε τιμές 2018), συμπεριλαμβανομένων 5.4 δισ. EUR από το πρόγραμμα «Next Generation EU».
Το ευρωπαϊκό στρατηγικό σχέδιο ενεργειακών τεχνολογιών (σχέδιο ΣΕΤ), επιτάχυνε τη διάθεση και διείσδυση στην αγορά ενός κλιματικά ουδέτερου ενεργειακού συστήματος, με την υιοθέτηση τεχνολογιών χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών. Προσδιόρισε 10 τεχνολογίες και δράσεις για την έρευνα και την καινοτομία που καλύπτουν ολόκληρη την αλυσίδα καινοτομίας, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδότησης και του κανονιστικού πλαισίου.
Λόγω του σημαντικού ρόλου της ηλεκτρικής ενέργειας στην απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές, έχει αναγνωριστεί ότι οι συσσωρευτές, ως συσκευές αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, αποτελούν βασικές τεχνολογίες για να καταστεί δυνατή μια οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών. Το στρατηγικό σχέδιο δράσης για τους συσσωρευτές αποσκοπεί στη δημιουργία μιας παγκοσμίως ολοκληρωμένης, βιώσιμης και ανταγωνιστικής βιομηχανικής βάσης για τους συσσωρευτές.
Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Το Κοινοβούλιο υπήρξε ανέκαθεν υπέρμαχος μιας κοινής ενεργειακής πολιτικής ικανής να δώσει απαντήσεις σε ζητήματα απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές, ανταγωνιστικότητας, ασφάλειας και βιωσιμότητας. Επανειλημμένα το Κοινοβούλιο έχει ζητήσει από τα κράτη μέλη να επιδείξουν συνοχή, αποφασιστικότητα, συνεργασία και αλληλεγγύη μεταξύ τους για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις σημερινές και τις μελλοντικές προκλήσεις στην εσωτερική αγορά της ΕΕ, όπως επίσης έχει ζητήσει πολιτική δέσμευση εκ μέρους όλων των κρατών μελών της ΕΕ.
Τα τελευταία ψηφίσματα του Κοινοβουλίου σχετικά με την ενέργεια έχουν αυξήσει τη σημασία και τη φιλοδοξία όλων των κλιματικών και περιβαλλοντικών στόχων που διέπουν την ενεργειακή πολιτική της ΕΕ: Το Νοέμβριο του 2019 το Κοινοβούλιο κήρυξε την Ευρώπη σε κατάσταση κλιματικής και περιβαλλοντικής έκτακτης ανάγκης. Τον Οκτώβριο του 2020 ζήτησε να τεθεί ένας στόχος της ΕΕ για τη μείωση όλων των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της ΕΕ κατά 60 % έως το 2030 και τη σταδιακή κατάργηση όλων των επιδοτήσεων ορυκτών καυσίμων το αργότερο έως το 2025. Ως αντίδραση στην πανδημία COVID-19, επαναβεβαίωσε τις πράσινες και ψηφιακές στρατηγικές ως ακρογωνιαίους λίθους της Ενεργειακής Ένωσης της ΕΕ. Τον Σεπτέμβριο του 2022, υποστήριξε πιο φιλόδοξους στόχους για την ενεργειακή απόδοση και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Την 1η Μαρτίου 2022, το Κοινοβούλιο καταδίκασε την παράνομη, απρόκλητη και αδικαιολόγητη στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία. Τον Απρίλιο του 2022, ζήτησε να επιβληθεί άμεσο πλήρες εμπάργκο στις ρωσικές εισαγωγές πετρελαίου, άνθρακα, πυρηνικών καυσίμων και φυσικού αερίου. Τον Οκτώβριο του 2022, κάλεσε τις χώρες της ΕΕ να αποφύγουν τη διακοπή του ενεργειακού εφοδιασμού και των εξώσεων για τα ευάλωτα νοικοκυριά και εξέφρασε τη λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή υπέβαλε πολλές από τις προτάσεις της με τη μορφή κανονισμού του Συμβουλίου αντί της διαδικασίας συναπόφασης. Ενέκρινε επίσης διάφορα άλλα ψηφίσματα σχετικά με συγκεκριμένες πτυχές της σύγκρουσης, με τα οποία: επικροτώντας την χορήγηση στην Ουκρανία και στη Μολδαβία καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη στην ΕΕ χώρας, καθώς και ευρωπαϊκή προοπτική για τη Γεωργία· ενισχύοντας την ενωσιακή προστασία για παιδιά και νέους που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την Ουκρανία λόγω του πολέμου· και επισημαίνοντας τον αντίκτυπο του πολέμου στις γυναίκες.
Το Κοινοβούλιο υποστηρίζει επίσης τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας και των οδών εφοδιασμού. Έχει τονίσει πόσο σημαντικές είναι οι διασυνδέσεις αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας στην κεντρική και νοτιοανατολική Ευρώπη κατά μήκος ενός άξονα Βορρά-Νότου για την κατασκευή περισσότερων διασυνδέσεων, τη διαφοροποίηση των εγκαταστάσεων ΥΦΑ και την ανάπτυξη αγωγών, ώστε να ανοίξει, με τον τρόπο αυτόν, η εσωτερική αγορά. Επισημαίνοντας τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η έρευνα στη διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού, το Κοινοβούλιο ανέδειξε την ανάγκη για την καταβολή από κοινού προσπαθειών στον τομέα των νέων ενεργειακών τεχνολογιών, καθώς και επιπρόσθετης δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης.
Για περισσότερες πληροφορίες επί του θέματος, επισκεφθείτε τον ιστότοπο της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας.
Matteo Ciucci