Ομιλίες στην ολομέλεια και γραπτές δηλώσεις σχετικά με συζητήσεις στην ολομέλειας Άρθρα 204 και 171 παράγραφος 11
Ο εισηγητής ορίζεται στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή για να συντάξει έκθεση σχετικά με προτάσεις νομοθετικού ή δημοσιονομικού χαρακτήρα ή άλλα θέματα. Κατά τη σύνταξη της έκθεσής τους, οι εισηγητές μπορούν να διαβουλεύονται με αρμόδιους εμπειρογνώμονες και ενδιαφερόμενα μέρη. Είναι επίσης υπεύθυνοι για τη σύνταξη συμβιβαστικών τροπολογιών και για τις διαπραγματεύσεις με τους σκιώδεις εισηγητές. Οι εκθέσεις που εγκρίνονται σε επίπεδο επιτροπής στη συνέχεια εξετάζονται και ψηφίζονται στην ολομέλεια. Άρθρο 55 του Κανονισμού
Οι πολιτικές ομάδες ορίζουν για κάθε έκθεση σκιώδη εισηγητή στην αρμόδια επιτροπή για να παρακολουθεί την πρόοδο και να διαπραγματεύεται συμβιβαστικά κείμενα με τον εισηγητή. Άρθρο 215 του Κανονισμού
Οι επιτροπές μπορούν να συντάσσουν γνωμοδότηση επί έκθεσης της αρμόδιας επιτροπής, η οποία καλύπτει τα θέματα που συνδέονται με την αποστολή τους. Οι συντάκτες αυτών των γνωμοδοτήσεων είναι επίσης υπεύθυνοι για τη σύνταξη συμβιβαστικών τροπολογιών και για τις διαπραγματεύσεις με τους σκιώδεις εισηγητές της γνωμοδότησης. Άρθρο 56, Άρθρο 57, Παράρτημα VI του Κανονισμού
Οι πολιτικές ομάδες ορίζουν για κάθε γνωμοδότηση σκιώδη συντάκτη γνωμοδότησης για να παρακολουθεί την πρόοδο και να διαπραγματεύεται συμβιβαστικά κείμενα με τον συντάκτη γνωμοδότησης. Άρθρο 215 του Κανονισμού
Οι ερωτήσεις με αίτημα προφορικής απάντησης ακολουθούμενης από συζήτηση οι οποίες απευθύνονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο Συμβούλιο ή στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης μπορούν να υποβληθούν από επιτροπή, πολιτική ομάδα ή τουλάχιστον το 5% των βουλευτών του Κοινοβουλίου. Άρθρο 136
Οι ήσσονος σημασίας επερωτήσεις με αίτημα γραπτής απάντησης οι οποίες απευθύνονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης μπορούν να υποβληθούν από επιτροπή, πολιτική ομάδα ή τουλάχιστον το 5% των βουλευτών του Κοινοβουλίου. Άρθρο 130α, Παράρτημα III του Κανονισμού
Οι μείζονος σημασίας επερωτήσεις με αίτημα γραπτής απάντησης ακολουθούμενης από συζήτηση που απευθύνονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο Συμβούλιο ή στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης μπορούν να υποβληθούν από επιτροπή, πολιτική ομάδα ή τουλάχιστον το 5% των βουλευτών του Κοινοβουλίου. Άρθρο 139, Παράρτημα III του Κανονισμού
Οι βουλευτές μπορούν να υποβάλουν γραπτή αιτιολόγηση της ψήφου τους στην ολομέλεια. Άρθρο 194 του Κανονισμού
Οι βουλευτές μπορούν να υποβάλουν έναν ορισμένο αριθμό ερωτήσεων στον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για γραπτή απάντηση. Άρθρο 138, Παράρτημα III του Κανονισμού
Οι βουλευτές μπορούν να υποβάλλουν ερωτήσεις με αίτημα γραπτής απάντησης στην ΕΚΤ και ερωτήσεις σχετικά με τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό και τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης. Οι ερωτήσεις αυτές υποβάλλονται πρώτα στον πρόεδρο της αρμόδιας επιτροπής. Άρθρο 140, Άρθρο 141, Παράρτημα III του Κανονισμού
Απαντήσεις στις ερωτήσεις των βουλευτών προς την ΕΚΤ και τις ερωτήσεις σχετικά με τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό και τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης. Άρθρο 140, Άρθρο 141, Παράρτημα III του Κανονισμού
Κάθε βουλευτής μπορεί να υποβάλει πρόταση ψηφίσματος επί θεμάτων που εμπίπτουν στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της ΕΕ. Οι αποδεκτές προτάσεις ψηφίσματος παραπέμπονται στην αρμόδια επιτροπή, η οποία αποφασίζει ποια διαδικασία πρέπει να ακολουθηθεί. Άρθρο 143 του Κανονισμού
** Το μέσο αυτό δεν υφίσταται από τις 16 Ιανουαρίου 2017**. Η γραπτή δήλωση ήταν μια πρωτοβουλία για ένα θέμα που εμπίπτει στην αρμοδιότητα της ΕΕ. Οι βουλευτές μπορούσαν να τη συνυπογράψουν εντός περιόδου 3 μηνών.
Πρωτότυπη δήλωση, με ημερομηνία και υπογραφή, που αρχειοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.