Πρόταση ψηφίσματος - B6-0632/2006Πρόταση ψηφίσματος
B6-0632/2006

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ

6.12.2006

εν συνεχεία της προφορικής ερώτησης B6‑0120/2006
σύμφωνα με το άρθρο 108, παράγραφος 5 του Κανονισμού
των βουλευτών Pervenche Berès, Wolf Klinz, Monica Frassoni, Magda Kósáné Kovács, Adeline Hazan, Alain Lipietz, Antolín Sánchez Presedo, Benoît Hamon, Rosa Miguélez Ramos, Bernard Poignant, Catherine Trautmann, Henri Weber, Inés Ayala Sender, Jean Louis Cottigny, Jean-Luc Bennahmias, Marc Tarabella, Jean-Paul Gauzès, Kader Arif, Marie-Arlette Carlotti, Martine Roure, Yannick Vaugrenard, Harlem Désir, Gilles Savary, Guy Bono, Janelly Fourtou, Marie-Line Reynaud, Bernadette Vergnaud, Catherine Guy-Quint, Pierre Moscovici, Jean-Claude Fruteau, Csaba Sándor Tabajdi, Françoise Castex, Anne Ferreira, Robert Navarro, Brigitte Douay, Bernadette Bourzai, Alain Hutchinson, Sérgio Sousa Pinto, Alejandro Cercas, Maria Badia I Cutchet, Ignasi Guardans Cambó, Michel Rocard

Διαδικασία : 2006/2670(RSP)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
B6-0632/2006
Κείμενα που κατατέθηκαν :
B6-0632/2006
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

B6‑0632/2006

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις συνεπαγωγές της υπογραφής της Σύμβασης της Χάγης περί κινητών αξιών

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τη Σύμβαση της Χάγης για το εφαρμοστέο δίκαιο σε ορισμένα δικαιώματα επί τίτλων που κατέχονται από διαμεσολαβητές και την αιτιολογική της έκθεση,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με την υπογραφή της Σύμβασης της Χάγης για το εφαρμοστέο δίκαιο σε ορισμένα δικαιώματα επί τίτλων που κατέχονται από διαμεσολαβητές,

–  έχοντας υπόψη τη μελέτη της Επιτροπής σχετικά με ορισμένες νομικές πτυχές της Σύμβασης της Χάγης για το εφαρμοστέο δίκαιο σε ορισμένα δικαιώματα επί τίτλων που κατέχονται από διαμεσολαβητές,

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6ης Ιουνίου 2002 για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, συγκεκριμένα το άρθρο 9 αυτής,

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Μαΐου 1998 σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων, συγκεκριμένα το άρθρο 9, παράγραφος 2 αυτής,

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 2001/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Απριλίου 2001 για την εξυγίανση και την εκκαθάριση των πιστωτικών ιδρυμάτων, συγκεκριμένα το άρθρο 24 και το άρθρο 31, τρίτη παύλα αυτής,

–  έχοντας υπόψη τις γνωμοδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις εργασίες της Διάσκεψης της Χάγης μετά την προσχώρηση της Κοινότητας,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Εκκαθάριση και διακανονισμός στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Κυριότερα προβλήματα και μελλοντικές προκλήσεις,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 300, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο και παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο της Συνθήκης ΕΚ,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 108, παράγραφος 5 του Κανονισμού του,

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Σύμβαση της Χάγης για το εφαρμοστέο δίκαιο σε ορισμένα δικαιώματα επί τίτλων που κατέχονται από διαμεσολαβητές δεν είναι συμβατή προς τις τρείς οδηγίες που αποκαλούνται "παροχή χρηματοοικονομικής ασφαλείας", "αμετάκλητο του διακανονισμού" και "εκκαθάριση των πιστωτικών ιδρυμάτων",

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά συνέπειαν η Επιτροπή εξετάζει ως ενδεχόμενο την αναθεώρηση αυτών των τριών οδηγιών, οι οποίες έχουν εγκριθεί σε συναπόφαση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

Γ.  έχοντας υπόψη ότι αυτές οι τρεις οδηγίες έχουν θέσει την αρχή με την επωνυμία PRIMA (Place of the Relevant Intermediary Approach, ή προσέγγιση του τόπου του σχετικού διαμεσολαβητή) για να εξασφαλίζεται η ασφάλεια δικαίου των πληρωμών και μία αποτελεσματική εποπτεία των χρηματοοικονομικών μεσαζόντων,

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τη ελλείψει εναρμονίσεως του ουσιαστικού δικαίου στον τομέα της κυριότητας, του δικαιώματος ψήφου και των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των κεντρικών αποθετηρίων τίτλων έναντι των δικαιούχων λογαριασμών, συγκεκριμένα δε της διακρίσεως ανάμεσα στα περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται για ίδιο λογαριασμό και εκείνα που κατέχονται για λογαριασμό πελάτη, είναι απαραίτητο πριν να εγκαταλειφθεί η αρχή PRIMA να υπάρξει διαβούλευση στην πράξη με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, διαβούλευση βάσει εκ των προτέρων εις βάθος εξετάσεως από όλες τις σχετικές επιτροπές,

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαθέτει εξουσία σύμφωνης γνώμης ως προς την επικύρωση της Σύμβασης της Χάγης,

1.  επαναλαμβάνει πόσο απαραίτητος είναι ένας δημοκρατικός έλεγχος επί των διαπραγματεύσεων που διεξάγονται στους κόλπους της Διάσκεψης της Χάγης με θέμα το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο·

2.  εμμένει στο ότι είναι αναγκαία η διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν από την επικύρωση, ιδίως σχετικά με τα σχέδια εντολών για τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων και τη χρησιμότητα ρητρών αποσύνδεσης·

3.  υπενθυμίζει την προσήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην αρχή PRIMA, τον καθορισμό κοινού πλαισίου για την άσκηση δραστηριοτήτων συμψηφισμού και διακανονισμού, την αποτελεσματική καταπολέμηση του πλυσίματος του χρήματος και τον σεβασμό των προθέσεων ψήφου των μετόχων·

4.  εκτιμά ότι είναι κρίσιμης σημασίας τόσο η επίτευξη εκ των προτέρων ασφαλείας δικαίου όσον αφορά το εφαρμοστέο δίκαιο σε ορισμένα ζητήματα που αφορούν την κατοχή, την εγκυρότητα και τη μεταβίβαση τίτλων που πιστώνονται σε λογαριασμό και κατέχονται από διαμεσολαβητές καθώς και την εξασφάλιση των εγγυήσεων που παρέχονται σε αυτούς τους τίτλους σε ένα διεθνές πλαίσιο όσο και η μείωση των συστημικών κινδύνων που θα μπορούσαν να προέρχονται από αβεβαιότητες επί του θέματος·

5.  εκφράζει εντονότατη ανησυχία δεδομένων των επιφυλάξεων που έχει διατυπώσει κατ' επανάληψη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο θέμα του συστημικού κινδύνου και όσον αφορά τον κίνδυνο εκθετικής αυξήσεως των αντιδικιών που σχετίζονται με την εκτέλεση ασφαλειών στις οποίες τα δικαστήρια θα πρέπει να εφαρμόσουν νόμο της αλλοδαπής ιδίως όσον αφορά τον προσδιορισμό της ιεράρχησης των διαφόρων μορφών ασφάλειας·

6.  είναι της γνώμης ότι ένα μόνον νομικό σύστημα πρέπει να διέπει τις εμπράγματες πτυχές όλων των τίτλων που εγγράφονται στους λογαριασμούς των συμμετεχόντων στο σύστημα και ομοίως ότι ένα μόνον νομικό σύστημα πρέπει να διέπει τις συμβατικού χαρακτήρα πτυχές της σχέσεως ανάμεσα στο σύστημα και έκαστο συμμετέχοντα σε αυτό· τούτο για να προστατεύεται το αμετάκλητο, η ασφάλεια και η διαφάνεια του συστήματος·

7.  είναι της γνώμης ότι η επίτευξη ασφαλείας για τη διενέργεια ενδοευρωπαϊκών συναλλαγών πρέπει να έχει προτεραιότητα έναντι της διευκολύνσεως των συναλλαγών ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον υπόλοιπο κόσμο·

8.  εκφράζει τη λύπη του για τον εντελώς ανεπαρκή χαρακτήρα της πραγματικής δοκιμής (άρθρο 4, παράγραφος 1 της Σύμβασης) και τις εξαιρέσεις στο θέμα των κανόνων αναγκαστικού δικαίου (άρθρο 11, παράγραφος 3 της Σύμβασης), στοιχείο το οποίο σηματοδοτεί τον κίνδυνο να ενθαρρυνθεί η επιλογή των ολιγότερο δεσμευτικών νόμων και να δημιουργηθούν στρεβλώσεις στην εσωτερική αγορά χρηματοοικονομικών υπηρεσιών·

9.  καλεί την Επιτροπή να του παρουσιάσει μελέτη αντικτύπου η οποία να εξαντλεί το θέμα του τί συνεπάγεται η προσχώρηση για το δίκαιο και την οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης· αυτή η μελέτη θα καθιστά σαφείς ιδίως τις φορολογικές συνέπειες από την προσχώρηση στη Σύμβαση, τις συνέπειες που συνδέονται με τις μεταβιβάσεις κινδύνων μεταξύ οντοτήτων (κεντρικών θεματοφυλάκων, τραπεζών, καταθετών) τις οποίες θα προκαλέσει η εγκατάλειψη της αρχής PRIMA, τις συνέπειες που σχετίζονται με την άσκηση του δικαιώματος ψήφου που συνοδεύει τον τίτλο, τα αποτελέσματα επί της αμοιβής του τελευταίου κατόχου του τίτλου, επί της καταπολέμησης των καταχρήσεων της αγοράς, της καταπολέμησης του πλυσίματος χρήματος και της χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας, την αποτελεσματικότητα του συστήματος διακανονισμού και την ανίχνευση των κινδύνων αφερεγγυότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων·

10.  ζητεί αυτή η μελέτη αντικτύπου να εγκριθεί σε επίπεδο Σώματος των επιτρόπων πριν από την υπογραφή εξ ονόματος της Κοινότητας·

11.  αναθέτει στο Πρόεδρό του να διαβιβάσει τον παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.