ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με τις διακρίσεις σε βάρος των νέων γυναικών και των κοριτσιών στην εκπαίδευση

27.11.2006 - (2006/2135 (INI))

Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων
Εισηγήτρια: Věra Flasarová

Διαδικασία : 2006/2135(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0416/2006
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0416/2006
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τις διακρίσεις σε βάρος των νέων γυναικών και των κοριτσιών στην εκπαίδευση

(2006/2135 (INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   επιβεβαιώνοντας τις αρχές που θεσπίζονται στα άρθρα 2, 3 παράγραφος 2, 13, 137, παράγραφος 1, στοιχείο (i), και 141 της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η διακήρυξη του οποίου έγινε το 2000, και συγκεκριμένα το άρθρο 23,

–   έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών του 1950,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 1ης Ιουνίου 2005 με τίτλο "Απαγόρευση των διακρίσεων και ίσες ευκαιρίες για όλους-Στρατηγική- πλαίσιο" (COM(2004)0224),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 19ης Φεβρουαρίου 2004 (COM(2004)0115) και της 14ης Φεβρουαρίου 2005 (COM(2005)0044) για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών,

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Φεβρουαρίου 2006 για περαιτέρω ευρωπαϊκή συνεργασία με σκοπό τη διασφάλιση της ποιότητας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (2006/143/ΕΚ)[1],

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 5ης Φεβρουαρίου 2003 με τίτλο «Ο ρόλος των πανεπιστημίων στην Ευρώπη της γνώσης» (COM(2003)0058),

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 1998 για την ευρωπαϊκή συνεργασία με σκοπό τη διασφάλιση της ποιότητας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (98/561/ΕΚ)[2],

–   έχοντας υπόψη τις συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης, και συγκεκριμένα το ψήφισμα και το σχέδιο δράσης που ενέκρινε στην έκτη ευρωπαϊκή υπουργική διάσκεψη για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών που πραγματοποιήθηκε στη Στοκχόλμη στις 8-9 Ιουνίου 2006,

–   έχοντας υπόψη την υπουργική δήλωση της Αθήνας στην ευρωπαϊκή διάσκεψη «Γυναίκες στην Εξουσία» του 1992, η οποία αναφέρει ότι οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν το ήµισυ του ταλέντου και των δεξιοτήτων της ανθρωπότητας,

–   έχοντας υπόψη την υπουργική δήλωση της διάσκεψης Υπουργών υπεύθυνων των πολιτικών για την ισότητα των φύλων που πραγματοποιήθηκε στο Λουξεμβούργο στις 4 Φεβρουαρίου 2005,

–   έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου των Ηνωμένων Εθνών της 10ης Δεκεμβρίου 1948,

–   έχοντας υπόψη τους αναπτυξιακούς στόχους της χιλιετίας (ΑΣΧ), και ιδίως τον ΑΣΧ3 για την προαγωγή της ισότητας των φύλων και την ενίσχυση των γυναικών, ως προϋπόθεση, μεταξύ άλλων, για την επίτευξη ισότητας σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης και σε όλους τους τομείς εργασίας,

–   έχοντας υπόψη το Προαιρετικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (CEDAW), που εγκρίθηκε το 1999, το οποίο αναφέρει ότι οποιοδήποτε άτομο ή ομάδα ατόμων, στη δικαιοδοσία ενός συμβαλλόμενου κράτους, θεωρεί ότι τα δικαιώματά του/της, όπως αυτά κατοχυρώνονται στη σύμβαση, παραβιάστηκαν από το εν λόγω συμβαλλόμενο κράτος, δύναται να προβεί σε διαβήματα προς την επιτροπή για την εξάλειψη των διακρίσεων κατά των γυναικών,

–   έχοντας υπόψη την τέταρτη παγκόσμια διάσκεψη για τις γυναίκες που πραγματοποιήθηκε στο Πεκίνο τον Σεπτέμβριο του 1995, τη Δήλωση και την Πλατφόρμα Δράσης που εγκρίθηκαν στο Πεκίνο, και τα επακόλουθα έγγραφα αποτελεσμάτων που εγκρίθηκαν στις έκτακτες συνόδους των Ηνωμένων Εθνών Πεκίνο + 5 και Πεκίνο +10 σχετικά με περαιτέρω δράσεις και πρωτοβουλίες για την υλοποίηση της δήλωσης του Πεκίνου που εγκρίθηκε στις 9 Ιουνίου 2000 και της Πλατφόρμας Δράσης που εγκρίθηκε στις 11 Μαρτίου 2005,

–   έχοντας υπόψη το έγγραφο για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών: συνεισφορά στην οργάνωση δραστηριοτήτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, 2004-2005,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 7ης Ιουνίου 2006 με τίτλο "Κοινοτική στρατηγική -πλαίσιο για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών 2001-2005 (CΟΜ(2000)0413),

–   έχοντας υπόψη τις εκθέσεις και τις ομιλίες της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2006 με τίτλο "Χάρτης πορείας για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών 2006 – 2010 (CΟΜ(2006)0092),

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της ΟΥΝΕΣΚΟ με τίτλο «Gender and Education for All: The Leap to Equality 2003/2004» (Φύλο και Εκπαίδευση για όλους: Το Άλμα προς την Ισότητα, 2003/2004), 2005 και 2006,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 28ης Απριλίου 2005 σχετικά με την κατάσταση των Ρομ στην Ευρωπαϊκή Ένωση[3], και το ψήφισμά του της 1ης Ιουνίου 2006 σχετικά με την κατάσταση των γυναικών Ρομ στην Ευρωπαϊκή Ένωση[4]·

–   έχοντας υπόψη τη δήλωση για τη «Δεκαετία ένταξης των Ρομ» 2005-2015, που υπογράφηκε στη Σόφια στις 2 Φεβρουαρίου 2005,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A6‑0416/2006),

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στατιστικά στοιχεία των κρατών μελών καταδεικνύουν ότι είναι χαμηλότερο το ποσοστό των γυναικών σε σύγκριση με τους άνδρες που λαμβάνουν μεταπτυχιακούς τίτλους, και ότι υπάρχουν πληροφορίες ότι χαμηλότερος αριθμός γυναικών σε σχέση με τους άνδρες επιδίδεται σε διά βίου μάθηση εξαιτίας περιορισμών που συνδέονται με το φύλο τους,

B.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα οικιακά και οικογενειακά καθήκοντα εξακολουθούν να εκτελούνται σε μεγάλο βαθμό από γυναίκες, και, κατά συνέπεια, περιορίζουν τον χρόνο που μπορούν οι ίδιες να διαθέσουν για περαιτέρω κατάρτιση και δια βίου μάθηση,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόσβαση στην εκπαίδευση, και ειδικότερα στην ανώτατη εκπαίδευση, είναι ιδιαίτερα δύσκολη για τους νέους ανθρώπους από οικογένειες χαμηλού εισοδήματος, με αποτέλεσμα την ενίσχυση της παραδοσιακής προτίμησης στην εκπαίδευση των αγοριών,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η σημαντική πρόοδος σχετικά με την ισότητα των φύλων στον τομέα της εκπαίδευσης αφορά κυρίως θετικές ποσοτικές εξελίξεις, δηλαδή την αύξηση του ποσοστού πρόσβασης των γυναικών σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, χωρίς την αντίστοιχη ποιοτική εξέλιξη ως προς την επιλογή των κατευθύνσεων σπουδών και των ειδικοτήτων, κυρίως λόγω των κοινωνικών αντιλήψεων και των παραδοσιακών ρόλων των φύλων,

E.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η εκπαίδευση αποτελεί σημαντική ευρωπαϊκή αξία, θεμελιώδες δικαίωμα, και καίριο μέσο για την ένταξη στην κοινωνία· ότι εξακολουθούν να υπάρχουν προτιμήσεις και ορισμένες προκαταλήψεις στην κοινωνία κατά των μορφωμένων γυναικών, και ότι δεν παρουσιάζονται συχνά στις μορφωμένες γυναίκες ευκαιρίες να αξιοποιήσουν τις δυνατότητές τους στον επαγγελματικό και δημόσιο βίο,

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι σε ορισμένες κουλτούρες εξακολουθούν να υπάρχουν παραδοσιακές και θρησκευτικές προκαταλήψεις που περιορίζουν την πρόσβαση των κοριτσιών και των νέων γυναικών στην εκπαίδευση,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη, ότι τα μέσα ενημέρωσης εξακολουθούν να διαιωνίζουν στερεότυπα για το φύλο, και, κατά συνέπεια, οι παραδοσιακές εικόνες των γυναικών ενισχύονται εκ νέου,

H.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόσβαση στην εκπαίδευση για τα κορίτσια και τις νέες γυναίκες από εθνικές μειονότητες, και ιδίως από τη μειονότητα των Ρομ, ή για τα κορίτσια και τις νέες γυναίκες από ομάδες μεταναστών είναι ιδιαίτερα περιορισμένη, και/ ή συχνά χαρακτηρίζεται από διαδεδομένα φαινόμενα διακρίσεων και διαχωρισμού στα σχολεία, συμπεριλαμβανομένων των ενισχυτικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, με ελάχιστους πόρους, προσωπικό χωρίς κατάρτιση και κίνητρα, με κακές υποδομές, και ανεπαρκείς μεθόδους και προγράμματα διδασκαλίας και ελέγχου,

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι σε πολλά κράτη μέλη δεν υπάρχει επαρκής προϋπολογισμός για την εκπαίδευση και ταυτόχρονα το μεγαλύτερο μέρος της διδασκαλίας γίνεται από γυναίκες,

1.   επισημαίνει ότι η εκπαίδευση και η κατάρτιση των κοριτσιών και των γυναικών αποτελεί ανθρώπινο δικαίωμα και ουσιαστικό στοιχείο προκειμένου να απολαμβάνουν πλήρως όλα τα άλλα κοινωνικά, οικονομικά, πολιτιστικά και πολιτικά δικαιώματα·

2.   χαιρετίζει το γεγονός ότι, κατά μέσο όρο, οκτώ στα δέκα κορίτσια που φοιτούν σε ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στα κράτη μέλη ολοκληρώνουν τις σπουδές τους, και ότι από τα στατιστικά στοιχεία προκύπτει ότι παρέχονται ίσες ευκαιρίες στα δύο φύλα όσον αφορά την απόκτηση ανώτερης εκπαίδευσης και μάλιστα ότι οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερες φιλοδοξίες, ενώ δεν περιορίζονται από παράγοντες που συνδέονται με το φύλο·

3.   επισημαίνει ότι στην εκπαίδευση και την έρευνα, οι γυναίκες υπερτερούν αριθμητικά των ανδρών ως απόφοιτοι (59%), εντούτοις η παρουσία τους μειώνεται σταθερά όσο ανέρχονται στην επαγγελματική ιεραρχία, από ποσοστό 43% των κατόχων διδακτορικών τίτλων σε ποσοστό μόλις 15% σε θέσεις τακτικών καθηγητών·

4.   επιδοκιμάζει το γεγονός ότι στο πλαίσιο του σχεδίου της χιλιετίας των Ηνωμένων Εθνών έγιναν αρκετά πρακτικά βήματα για τον περιορισμό της ανισότητας μεταξύ των φύλων όσον αφορά την πρόσβαση στην εκπαίδευση και ότι το ζήτημα της ισότιμης πρόσβασης στην εκπαίδευση για αμφότερα τα φύλα αποτελεί αντικείμενο ανοιχτού διαλόγου στα κράτη μέλη·

5.   επικροτεί τη μεταρρύθμιση του συστήματος πανεπιστημιακής εκπαίδευσης που αποτελεί απόρροια της στρατηγικής της Λισαβόνας και αφορά ιδιαίτερα τη διά βίου μάθηση, η οποία προσφέρει στις νέες γυναίκες την ευκαιρία να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους·

6.   χαιρετίζει την έκθεση της Επιτροπής για την ποιότητα της σχολικής εκπαίδευσης, που δημοσιεύθηκε το 2000, η οποία αναλύει 16 δείκτες, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στην εκπαίδευση από τη σκοπιά του φύλου·

7.   επικροτεί τη σχεδιαζόμενη δημιουργία Ινστιτούτου για την Ισότητα των Φύλων, οι δραστηριότητες του οποίου πρέπει να περιλαμβάνουν την παρακολούθηση της κατάστασης όσον αφορά την πρόσβαση στην εκπαίδευση για αμφότερα τα φύλα σε μεμονωμένα κράτη μέλη και σε ολόκληρο τον κόσμο·

8.   συνιστά να αξιολογηθεί η πολιτική στον τομέα της ισότιμης πρόσβασης στην εκπαίδευση βάσει εκτίμησης των στατιστικών στοιχείων που διαφοροποιούνται ως προς το φύλο, ώστε να επισημανθούν καλύτερα και να επιλυθούν οι επίμονες ανισότητες όσον αφορά την πρόσβαση και την απόκτηση ορισμένων ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων, μεταξύ άλλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο και στον τομέα της επιστημονικής έρευνας, καθώς και στον τομέα της διά βίου μάθησης·

9.   καλεί τα κράτη μέλη να διευκολύνουν την πρόσβαση στην εκπαίδευση για γυναίκες και άνδρες που φροντίζουν παιδιά και για γονείς που διέκοψαν τη διαδικασία της απόκτησης τίτλων προκειμένου να αποκτήσουν παιδιά·

10. συνιστά διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους, ώστε να τους δοθούν κίνητρα να δημιουργήσουν ευνοϊκές προϋποθέσεις για τη βελτίωση της πρόσβασης στην εκπαίδευση και τη δια βίου μάθηση των γυναικών που έχουν διακόψει την εκπαίδευσή τους και των γυναικών που διαθέτουν λίγα προσόντα·

11. αναφέρεται στο γεγονός ότι η διαφορά στις αμοιβές μεταξύ ανδρών και γυναικών παραμένει σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα και δεν φαίνεται να μειώνεται· επισημαίνει ότι κατά μέσο όρο οι γυναίκες κερδίζουν 15% λιγότερο από τους άνδρες, κάτι που συνιστά αποτέλεσμα τόσο της μη συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ισότητας της αμοιβής, όσο και μιας σειράς διαρθρωτικών ανισοτήτων, όπως είναι ο διαχωρισμός της αγοράς εργασίας, οι διαφορές στα πρότυπα εργασίας, η πρόσβαση στην εκπαίδευση και την κατάρτιση, οι προκαταλήψεις όσον αφορά την αξιολόγηση και τα συστήματα αμοιβής, καθώς και τα στερεότυπα·

12. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους προκειμένου να εξαλείψουν τα κοινά στερεότυπα που εισάγουν διακρίσεις σε βάρος των γυναικών στο χώρο εργασίας, γεγονός που είναι ιδιαίτερα εμφανές στους τομείς της επιστήμης και της τεχνολογίας, όπου το επίπεδο εκπροσώπησης των γυναικών είναι πολύ χαμηλό, να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή σε θέματα φύλου και να παρακολουθούν και να αξιολογούν τα σχετικά δεδομένα σε τακτική βάση·

13. καλεί τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν την πρόσβαση των γυναικών σε υπεύθυνες θέσεις και θέσεις όπου λαμβάνονται αποφάσεις σε δημόσιες και ιδιωτικές επιχειρήσεις, εφιστώντας ιδιαίτερα την προσοχή σε ακαδημαϊκές θέσεις·

14. ενθαρρύνει την Επιτροπή να προωθήσει τις αρχές της ισότητας και της ίσης πρόσβασης των κοριτσιών στην εκπαίδευση στις σχέσεις της με τρίτες χώρες, και ειδικότερα στις πολιτικές της περί γειτονίας και αναπτυξιακής βοήθειας·

15. προτρέπει τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τη θέση των γυναικών εκπαιδευτικών στις υψηλότερες βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήματος και στα κέντρα λήψεων αποφάσεων σε θέματα εκπαίδευσης, θέσεις όπου παρατηρείται ακόμη ποσοτική υπεροχή των ανδρών συναδέλφων τους·

16. τονίζει την ανάγκη αναμόρφωσης του αναλυτικού προγράμματος σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και του περιεχομένου των σχολικών εγχειριδίων· συνιστά η κατάρτιση των καθηγητών και άλλων εργαζομένων στον εκπαιδευτικό τομέα να προσανατολίζεται προς το σεβασμό των απαιτήσεων μιας ισόρροπης πολιτικής ισότητας των φύλων και ότι ο προβληματισμός αυτής της πολιτικής να αποτελεί μέρος της κατάρτισης των διδασκόντων στα εκπαιδευτικά ιδρύματα και άλλες σχολές·

17. συνιστά στην Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν πολιτική για εθνικές, εθνοτικές και πολιτιστικές μειονότητες, και ιδιαίτερα την μειονότητα των Ρομ, η οποία να επιτρέπει την πρόσβαση στην ποιοτική εκπαίδευση και ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση για αγόρια και κορίτσια, συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων προσχολικής ηλικίας, δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στην πολυπολιτισμική προσέγγιση που διευκολύνει την ενσωμάτωση των νέων γυναικών και των κοριτσιών από μειονότητες ή ομάδες μεταναστών στο τακτικό εκπαιδευτικό σύστημα, με στόχο την καταπολέμηση των διπλών διακρίσεων·

18. καλεί το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προβούν σε όλες τις δέουσες ενέργειες για την προστασία των δικαιωμάτων των μεταναστριών γυναικών και κοριτσιών και την καταπολέμηση των διακρίσεων που αντιμετωπίζουν στην κοινότητα καταγωγής τους, απορρίπτοντας όλες τις μορφές πολιτιστικού και θρησκευτικού σχετικισμού που θα μπορούσαν να παραβιάσουν τα θεμελιώδη δικαιώματα των γυναικών·

19. συνιστά στα κράτη μέλη να υποστηρίξουν την ενημέρωση για την ίση πρόσβαση στην εκπαίδευση σε όλα τα επίπεδα, ιδίως μεταξύ των πιο ευάλωτων κοινοτήτων, με στόχο να εξαλειφθούν όλες οι μορφές προκαταλήψεων που επηρεάζουν την πρόσβαση των κοριτσιών και των νέων γυναικών στην εκπαίδευση·

20. συνιστά στα κράτη μέλη να προσαρμόσουν τα προγράμματα σπουδών τους στις ανάγκες των νέων ανθρώπων που εργάζονται και των ανθρώπων εκείνων, ιδίως των κοριτσιών και των γυναικών που φροντίζουν μικρά παιδιά ή που βρίσκονται σε άδεια μητρότητας· θεωρεί ότι οι σημερινές τεχνικές δυνατότητες καθιστούν δυνατή την εύρεση κατάλληλων λύσεων·

21. ζητεί μεγαλύτερες προσπάθειες για την αναγνώριση των κοριτσιών ή νέων γυναικών με γνωστικά χαρίσματα και την παροχή μεγαλύτερης υποστήριξης προς αυτές·

22. χαιρετίζει την υλοποίηση και τη χρήση εκπαιδευτικών προγραμμάτων χρηματοδοτούμενων με κεφάλαια της ΕΕ, καθώς και από άλλες πηγές, περιλαμβανομένου του μη κερδοσκοπικού κλάδου, προς όφελος της εκπαίδευσης κοριτσιών και νέων γυναικών από κοινωνικά μειονεκτούσες οικογένειες· επικροτεί ιδιαίτερα τη χρήση υπαρχόντων προγραμμάτων και ταμείων στήριξης, καθώς και την αναζήτηση νέων μορφών χρηματοδότησης· υπογραμμίζει επίσης την ανάγκη πολύ μεγαλύτερης επένδυσης στην εκπαίδευση των νέων σε όλα τα κράτη μέλη, καθότι αποτελούν το μέλλον·

23. προτείνει στα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν στον προϋπολογισμό τους το μέσο συνεκτίμησης της διάστασης της ισότητας των φύλων και να αντισταθμίσουν με αυτόν τον τρόπο τις αδικίες με βάση το φύλο, κάτι που θα ωφελήσει κυρίως τον τομέα της εκπαίδευσης·

24. συνιστά στα κράτη μέλη να δημιουργήσουν και να παρακολουθούν τις εθνικές εκπαιδευτικές πολιτικές που θα επιτρέπουν σε όλα τα κορίτσια, καθώς και στα αγόρια, να εισάγονται, να παραμένουν και να ολοκληρώνουν την υποχρεωτική εκπαίδευση, διασφαλίζοντας την παραμονή τους στο σχολείο μέχρις ότου φθάσουν στο κατώτατο επιτρεπόμενο όριο ηλικίας για την ένταξή τους στην αγορά εργασίας·

25. επισημαίνει την κεφαλαιώδους σημασίας ανάγκη για την ακριβή αξιολόγηση των στατιστικών στοιχείων για ζητήματα φύλου, καθώς και για άλλες πτυχές πολλαπλών διακρίσεων, όπως η εθνική καταγωγή, δεδομένου ιδίως ότι, όσον αφορά παιδιά και νέους, δεν υπάρχουν πάντοτε στατιστικά διαφοροποιημένα στοιχεία με βάση το φύλο· θεωρεί ότι αυτό πρέπει να αποτελέσει ένα από τα καθήκοντα του νέου Ινστιτούτου Ισότητας των Φύλων·

26. καλεί τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν τη θετική παρουσίαση των κατηγοριών φύλων στα μέσα ενημέρωσης, προβάλλοντας μια αξιοπρεπή εικόνα των γυναικών και των ανδρών, χωρίς προκατειλημμένες και διαστρεβλωμένες απόψεις που τελικά μειώνουν ή υποτιμούν το ένα ή και τα δύο φύλα·

27. επισημαίνει την ανάγκη προσαρμογής των νέων τεχνολογιών στον τομέα της κατάρτισης στις εκπαιδευτικές ανάγκες των γυναικών, για παράδειγμα τη δυνατότητα εξ αποστάσεως μάθησης μέσω της τεχνολογίας των υπολογιστών·

28. καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να προβούν σε ενέργειες για να θέσουν τέλος στο ψηφιακό χάσμα των φύλων ως μέρος της στρατηγικής της Λισαβόνας, με σκοπό τη διεύρυνση της κοινωνίας της πληροφορίας με μέτρα για την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών, καθώς και με δράσεις για την παροχή ευκολότερης πρόσβασης στις γυναίκες, που θα προωθούν την απόκτηση δεξιοτήτων χρήσης Η/Υ, θα εκτελούν προγράμματα που προβλέπουν συγκεκριμένες δράσεις για την ένταξη των γυναικών από ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες και θα αντισταθμίζουν τις ανισότητες μεταξύ των αστικών και των αγροτικών περιοχών·

29. συνιστά στα κράτη μέλη να αναπτύξουν πιο ευέλικτα προγράμματα εκπαίδευσης ενηλίκων και διά βίου μάθησης, ώστε οι εργαζόμενες γυναίκες και μητέρες να μπορούν να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους σε προγράμματα που ανταποκρίνονται στο καθημερινό τους πρόγραμμα, επιτρέποντας κατά συνέπεια στις γυναίκες να έχουν αυξημένη πρόσβαση στην εκπαίδευση, ενώ τους παρέχουν την ευκαιρία να συμμετάσχουν σε εναλλακτικά εκπαιδευτικά προγράμματα, ώστε να γίνουν πιο ανεξάρτητες και να είναι σε θέση να συμμετέχουν ουσιαστικά στην κοινωνία, προωθώντας περαιτέρω την ισότητα των φύλων·

30. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

  • [1]  ΕΕ L 64 της 4.3.2006, σελ. 60.
  • [2]  ΕΕ L 270 της 7.10.1998, σελ. 56.
  • [3]  ΕΕ C 45 E της 23.2.2006, σελ. 129.
  • [4]  Εγκριθέντα κείμενα, 1.6.2006, P6_TA(2006)0244.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχει μόνον κοινωνικές, πολιτιστικές και οικονομικές πτυχές, αλλά θέτει και μια πρόκληση από την άποψη της επίλυσης των προβλημάτων ανισότητας των φύλων στις διάφορες περιφέρειες της Ευρώπης. Τα ζητήματα αυτά συγκαταλέγονται μεταξύ των προτεραιοτήτων της στρατηγικής της Λισαβόνας. Η έκθεσή μου εστιάζει στην αξία της εκπαίδευσης και της διά βίου συνέχισής της προκειμένου να αξιοποιήσει κάποιος τις δυνατότητές του στην κοινωνία. Αν και έχει αποδειχθεί εδώ και πολύ καιρό ότι τα κορίτσια και οι γυναίκες είναι εξίσου ικανές με τους άνδρες και τα αγόρια στον τομέα της εκπαίδευσης, υπάρχουν ορισμένοι λόγοι για τους οποίους οι γυναίκες και τα κορίτσια βρίσκονται σε μειονεκτική θέση από την άποψη της πρόσβασης στην εκπαίδευση, ιδίως στην ανώτερη εκπαίδευση και τη διά βίου μάθηση. Οι λόγοι αυτοί συχνά θεωρούνται φυσικοί και σχετίζονται με τον βιολογικό ρόλο των γυναικών. Ωστόσο, η ευρωπαϊκή κοινωνία είναι επαρκώς αναπτυγμένη από πολιτιστική και οικονομική άποψη ώστε να είναι σε θέση να μειώσει σημαντικά, ή ακόμη και να εξαλείψει, τα αντικειμενικά εμπόδια που θέτει ο βιολογικός και οικογενειακός ρόλος των γυναικών, για να μην αναφέρουμε τα εμπόδια που δημιουργούνται από διάφορες βαθιά εδραιωμένες παραδόσεις και θρησκευτικές ή σχετιζόμενες με το φύλο προκαταλήψεις.

A.     Βασικές πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση που αφορά την πρόσβαση των νέων γυναικών και των κοριτσιών στην εκπαίδευση

Σε ό,τι αφορά τις ίσες ευκαιρίες για τα δύο φύλα, υπάρχουν οκτώ βασικοί παράγοντες που οδηγούν σε διακρίσεις εις βάρος των νέων γυναικών και των κοριτσιών σε σχέση με την πρόσβασή τους στην εκπαίδευση: (1) οικονομικοί παράγοντες σε κοινωνικά μειονεκτούσες οικογένειες που δίνουν προτεραιότητα στην εκπαίδευση των αγοριών, (2) προκαταλήψεις που σχετίζονται με το φύλο και επηρεάζουν την επιλογή κλάδου σπουδών, (3) αντικειμενικοί λόγοι που σχετίζονται με το φύλο και εμποδίζουν την ολοκλήρωση των σπουδών, (4) λόγοι που σχετίζονται με το φύλο και εμποδίζουν τις νέες γυναίκες να αποκτήσουν υψηλότερο επίπεδο προσόντων μέσω ανώτερων σπουδών, (5) κοινωνικές προκαταλήψεις κατά των μορφωμένων γυναικών, (6) χαμηλότερο επίπεδο επαγγελματικής αναγνώρισης γυναικών με ανώτερη εκπαίδευση, (7) θρησκευτικές προκαταλήψεις που εμποδίζουν τις γυναίκες να αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητές τους στην κοινωνία σε ορισμένες χώρες, (8) δυσκολίες στην πρόσβαση στην εκπαίδευση για κορίτσια και νέες γυναίκες από οικογένειες μεταναστών ή από εθνοτικές ή εθνικές μειονότητες.

Το 2004, οκτώ στα δέκα κορίτσια που φοιτούσαν σε ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε κράτη μέλη της ΕΕ ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους. Το ποσοστό αυτό είναι υψηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό για τα αγόρια, καθώς μόνον τα τρία τέταρτα των αγοριών ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους. Αυτό αποδεικνύει ότι τα κορίτσια και οι νέες γυναίκες δεν είναι λιγότερο φιλόδοξες ή ικανές από τα αγόρια και τους νέους άνδρες σε ό,τι αφορά την απόκτηση μόρφωσης. Ωστόσο, το ποσοστό των κοριτσιών και των νέων γυναικών που συνεχίζουν την εκπαίδευσή τους ή ακολουθούν ακαδημαϊκή σταδιοδρομία μειώνεται. Ενώ η αναλογία των γυναικών προς τους άνδρες στην εκπαίδευση πανεπιστημιακού επιπέδου είναι 59 % προς 41 %, μόλις το 43 % των κατόχων διδακτορικών τίτλων και μόλις το 15 % των κατόχων καθηγητικών εδρών είναι γυναίκες. Τα ποσοστά αυτά δείχνουν τις έντονες ανισότητες μεταξύ των φύλων σε ό,τι αφορά τη διά βίου μάθηση. Παρόμοια είναι και η κατάσταση που επικρατεί μετά την ολοκλήρωση των πανεπιστημιακών σπουδών στο πεδίο της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης για γυναίκες εκτός της ακαδημαϊκής σφαίρας, κάτι που επιβεβαιώνει ότι αμφότερα τα φαινόμενα έχουν τις ίδιες αιτίες, οι οποίες πρέπει να αναζητηθούν στη βαθιά εδραιωμένη ανισότητα μεταξύ των φύλων.

Οι «φυσικοί» λόγοι που περιορίζουν την πρόσβαση των γυναικών στην ανώτερη εκπαίδευση, σε ακαδημαϊκά προσόντα και στη διά βίου μάθηση περιλαμβάνουν τη μητρότητα και τη δημιουργία οικογένειας. Η αντιμετώπιση των δύο αυτών θετικών στοιχείων ως αντικειμενικών εμποδίων είναι μια παραδοσιακή παρανόηση σε ό,τι αφορά την ισότητα ευκαιριών, που ισχύει σχεδόν σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ και μάλιστα αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο. Επιπλέον, την ίδια άποψη επί αυτού του θέματος έχουν και οι άνδρες και οι γυναίκες.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, η ευθύνη της φροντίδας για τα παιδιά και την οικογένεια έχει ως αποτέλεσμα την ελάττωση του ενδιαφέροντος των γυναικών να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους. Πολλές γυναίκες οι οποίες διακόπτουν τις σπουδές τους όταν κάνουν παιδιά εγκαταλείπουν τελείως την προοπτική να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους.

Παρότι η πολιτική της ΕΕ έχει ως στόχο τη βελτίωση της κοινωνικής κατάστασης των οικογενειών, εξακολουθεί να υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό οικογενειών των οποίων η κατάσταση αποκλείει τη δυνατότητα εξασφάλισης στα παιδιά ανώτερης εκπαίδευσης. Δυστυχώς, δεν είναι πάντοτε δυνατό να βρεθεί λύση στα κοινωνικά προβλήματα μέσω κρατικής ενίσχυσης ή χρηματοδότησης της ΕΕ υπό τη μορφή υποτροφιών, μη επιστρεπτέων ενισχύσεων, δανείων ή άλλων τύπων υποστήριξης. Οι κοινωνικά μειονεκτούσες οικογένειες εξακολουθούν να θεωρούν την εκπαίδευση μια πολυτέλεια που υπερβαίνει τις οικονομικές δυνατότητές τους. Έτσι, σύμφωνα και με τις παραδοσιακές προκαταλήψεις σε σχέση με τα δύο φύλα, συχνά δίνεται προτεραιότητα στην εκπαίδευση των αγοριών έναντι αυτής των κοριτσιών.

Σε ό,τι αφορά την επιλογή κλάδου σπουδών, υπάρχουν ορισμένες εδραιωμένες προκαταλήψεις που σχετίζονται με τις «φυσικές» κλίσεις των δύο φύλων, σύμφωνα με τις οποίες τα αγόρια και οι άνδρες γενικά έχουν περισσότερο «τεχνικό» μυαλό από τα κορίτσια. Έτσι, υπάρχουν ακόμη συγκεκριμένα πεδία σπουδών στα οποία το ένα φύλο υπερισχύει εις βάρος του άλλου. Η άποψη αυτή επηρεάζει επίσης τη μετέπειτα επιλογή επαγγέλματος επειδή εξακολουθούν να ισχύουν αρκετά στερεότυπα σε σχέση με το ποια επαγγέλματα είναι «κατάλληλα» για άνδρες όπως και για γυναίκες.

Επιπλέον, υπάρχει μια ευρέως διαδεδομένη αντίληψη ότι τα «τυπικά» γυναικεία επαγγέλματα είναι χειρότερα αμειβόμενα. Το στερεότυπο αυτό αφορά επαγγέλματα όπως αυτά της νοσηλεύτριας ή του εκπαιδευτικού της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Είναι πολλά τα επαγγέλματα στα οποία εκδηλώνονται τέτοιου είδους ανισότητες ως προς τα δύο φύλα.

Ένα σημαντικό πρόβλημα που οδηγεί σε διακρίσεις εις βάρος των γυναικών και των κοριτσιών στην εκπαίδευση είναι η θέση των μορφωμένων και ικανών γυναικών στο εργασιακό περιβάλλον. Στον χώρο εργασίας, οι γυναίκες που έχουν τα προσόντα να αναλάβουν διοικητικές θέσεις αντιμετωπίζονται από τους άνδρες ως εν δυνάμει απειλή. Αυτό σχετίζεται και με τον παραδοσιακό ρόλο του άνδρα ως «κουβαλητή», και άρα ως αυτού που κερδίζει τα περισσότερα. Μια γυναίκα που φιλοδοξεί να φτάσει σε υψηλότερη θέση σε ένα εργασιακό περιβάλλον, και επομένως να διεκδικήσει υψηλότερες αποδοχές, αντιμετωπίζεται ως κάποια που παραβαίνει τους κανόνες και στερεί πόρους από τους άνδρες.

Παρόμοιο πρόβλημα συνιστά η θέση των μορφωμένων και επιτυχημένων γυναικών στην οικογένεια. Και σε αυτόν τον τομέα επικρατεί συχνά η άποψη ότι ο άνδρας είναι ο πιο επιτυχημένος από τους δύο συντρόφους. Ακόμη και πολλές γυναίκες θεωρούν φυσικό το πρότυπο αυτό και οι ίδιες οι γυναίκες επιδιώκουν να αποφύγουν τη δημιουργία προβλημάτων. Διαφωνίες αυτού του είδους μεταξύ συντρόφων μπορεί συχνά να αποτελούν έναν συγκαλυμμένο, και κατά συνέπεια ακόμη σοβαρότερο, λόγο για τη διάλυση της σχέσης. Οι γυναίκες περιέρχονται σε δύσκολη θέση από την οποία συχνά εξέρχονται αποφασίζοντας να εγκαταλείψουν την επαγγελματική σταδιοδρομία ή την περαιτέρω εκπαίδευσή τους.

Παρόλο που δεν υπάρχει κανένας νομοθετικός περιορισμός στα κράτη μέλη της ΕΕ στην πρόσβαση των νέων γυναικών και των κοριτσιών στην εκπαίδευση, εμπόδια προκύπτουν όταν υπάρχουν θρησκευτικές παραδόσεις και αξιώματα, ή όταν η παραδοσιακή ανισότητα μεταξύ των φύλων έχει βαθύτερες ρίζες. Τα προβλήματα αυτά είναι ιδιαίτερα έντονα σε αγροτικές περιοχές της Ευρώπης, σε περιφέρειες με έντονη θρησκευτική παράδοση και σε χώρες όπου δεν έχει δοθεί ακόμη επαρκής προσοχή στο ζήτημα των ίσων ευκαιριών.

Ένας από τους παράγοντες που περιορίζουν την πρόσβαση στην εκπαίδευση είναι η κινητικότητα των σπουδαστών. Οι σπουδές, ιδίως σε ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, συχνά συνεπάγονται αναπόφευκτες μετακινήσεις, πράγμα που σημαίνει ότι, και σε αυτήν την περίπτωση, συντρέχουν παράγοντες που θέτουν σε μειονεκτική θέση τα κορίτσια και τις νέες γυναίκες σε σύγκριση με τα αγόρια και τους άνδρες. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες εξακολουθεί να είναι δύσκολο για τα κορίτσια και τις γυναίκες να ταξιδεύουν μόνες το ίδιο ελεύθερα όπως οι άνδρες και τα αγόρια. Οι γυναίκες και τα κορίτσια μπορεί να αντιμετωπίζονται ως αντικείμενα σεξουαλικού ενδιαφέροντος ή ενδέχεται να αποτελέσουν θύματα βίας.

Η πρόσβαση στην εκπαίδευση κοριτσιών και νέων γυναικών από οικογένειες μεταναστών ή εθνοτικές ή εθνικές μειονότητες είναι περιορισμένη. Το γεγονός αυτό πολύ συχνά είναι αποτέλεσμα ποσοτικών παραγόντων που σχετίζονται με τον αριθμό των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που προσφέρουν προγράμματα σπουδών στη γλώσσα των ομάδων αυτών και επομένως δεν συνιστά απόδειξη άμεσων διακρίσεων. Επομένως, τα άτομα που ανήκουν στις ομάδες αυτές σίγουρα βρίσκονται σε μειονεκτική θέση για λόγους γλώσσας, εφόσον φοιτούν σε σχολεία που χρησιμοποιούν γλώσσα άλλη από τη μητρική τους. Αυτό το πρόβλημα αντιμετωπίζει ιδιαίτερα ο πληθυσμός των Ρομ σε ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ, δεδομένου ότι, απουσία ενός εκπαιδευτικού συστήματος των Ρομ, τα παιδιά τους υποχρεώνονται να παρακολουθούν τα μαθήματα σε γλώσσα άλλη από τη μητρική τους.

B.     Κοινοτική πολιτική σχετικά με τις διακρίσεις σε βάρος των νέων γυναικών και των κοριτσιών σε ό,τι αφορά την πρόσβασή τους στην εκπαίδευση

Η αρχή της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών είναι θεμελιώδης αρχή του κοινοτικού δικαίου, που κατοχυρώνεται στα άρθρα 2 και 3 παράγραφος 2 της Συνθήκης και αποσαφηνίζεται από τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Σύμφωνα με τη Συνθήκη, η ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών αποτελεί ένα από τα ιδιαίτερα καθήκοντα και στόχους της Κοινότητας, η οποία έχει την υποχρέωση να την προάγει σε όλα τα πεδία κοινοτικής δράσης.

Μεταξύ άλλων εγγράφων, η Επιτροπή έχει δημοσιεύσει έναν «χάρτη πορείας για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών 2006-2010», το κεφάλαιο 5 του οποίου περιλαμβάνει αναφορές στην εξάλειψη των στερεοτύπων που συνδέονται με το φύλο στην εκπαίδευση, την κατάρτιση και τον πολιτισμό. Το έγγραφο αναφέρει ότι, στα κράτη μέλη της ΕΕ, εξακολουθεί να ισχύει η τάση της εξάλειψης των κοινών στερεοτύπων στον τομέα των ίσων ευκαιριών στην εργασία. Η πολιτική της ΕΕ, σύμφωνα με την έκθεση, πρέπει να λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι τα στερεότυπα σχετικά με το φύλο πρέπει να καταπολεμούνται από νεαρή ηλικία, μεταξύ άλλων και σε ό,τι αφορά τις διακρίσεις εις βάρος των κοριτσιών και των νέων γυναικών στην εκπαίδευση. Επομένως, η πολιτική ίσων ευκαιριών πρέπει να ξεκινά από το σχολικό περιβάλλον και την ανατροφή από την οικογένεια. Η κατάρτιση των εκπαιδευτικών και των εργαζομένων στην εκπαίδευση στις σχολές κατάρτισης εκπαιδευτικών και σε άλλες σχολές πρέπει να προσαρμοστεί ανάλογα. Στην προετοιμασία των μελλοντικών εκπαιδευτικών για την επαγγελματική ζωή τους πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στα ζητήματα της ισότητας των φύλων. Το σύστημα εκπαίδευσης και κατάρτισης πρέπει να παρέχει στους νέους κατάλληλη και ισορροπημένη εκπαίδευση ανεξαρτήτως φύλου, και το ζήτημα του φύλου πρέπει επίσης να αντικατοπτρίζεται στον τρόπο διάρθρωσης του περιεχομένου και στον σχεδιασμό των εγχειριδίων διδασκαλίας σε όλα τα είδη σχολείων και τα προγράμματα διδασκαλίας.

Η έκθεση αυτή εστιάζει στις πιο εμφανείς πτυχές πιθανών διακρίσεων σε βάρος των νέων γυναικών και των κοριτσιών σε ό,τι αφορά την πρόσβασή τους στην εκπαίδευση. Η εισηγήτρια γνωρίζει ότι δεν υπάρχει μία ενιαία προσέγγιση στην ΕΕ όσον αφορά τον χειρισμό και την κατανόηση των ζητημάτων ισότητας των φύλων και ότι, αντίθετα, υπάρχουν διαφορές που απορρέουν από τις πολιτιστικές παραδόσεις και τη θρησκεία. Παρότι οι εν λόγω περιφερειακές διαφορές σταδιακά θα εξαλειφθούν ως αποτέλεσμα θετικών εξελίξεων σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, θα αυξηθούν παράλληλα με την επικείμενη ένταξη νέων κρατών μελών. Τα νέα αυτά κράτη μέλη είναι βέβαιο ότι θα προσθέσουν νέες και πολύπλοκες πτυχές στα ζητήματα φύλου, καθώς θα είναι, κατά κύριο λόγο, χώρες που επηρεάζονται από την πολύπλοκη πολιτισμική και θρησκευτική κατάσταση στα Βαλκάνια. Για τον λόγο αυτόν, η εισηγήτρια είναι της άποψης ότι η σημασία της αναζήτησης κατάλληλων λύσεων στα ζητήματα φύλου, μεταξύ άλλων και στον τομέα της εκπαίδευσης, θα συνεχίσει να αυξάνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Διακρίσεις σε βάρος των νέων γυναικών και των κοριτσιών στην εκπαίδευση

Αριθ. διαδικασίας

2006/2135(INI)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας
Ημερομηνία αναγγελίας στην ολομέλεια της έγκρισης εκπόνησης

FEMM
15.6.2006

Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες)
Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

CULT

15.6.2006

 

 

 

 

Αποφάσισε να μη γνωμοδοτήσει
  Ημερομηνία της απόφασης

CULT 12.7.2006

 

 

 

 

Εισηγητής(ές)
  Ημερομηνία ορισμού

Věra Flasarová

24.4.2006

 

Εισηγητής(ές) που αντικαταστάθηκε(καν)

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

12.9.2006

4.10.2006

13.11.2006

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

13.11.2006

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+

-

0

22

0

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Edit Bauer, Hiltrud Breyer, Maria Carlshamre, Ilda Figueiredo, Věra Flasarová, Lívia Járóka, Piia-Noora Kauppi, Ρόδη Κράτσα-Τσαγκαροπούλου, Siiri Oviir, Μαρία Παναγιωτοπούλου-Κασσιώτου, Marie-Line Reynaud, Teresa Riera Madurell, Raül Romeva i Rueda, Amalia Sartori, Eva-Britt Svensson, Anne Van Lancker, Corien Wortmann-Kool, Anna Záborská

Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Anna Hedh, Zita Pleštinská

Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 178, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Albert Deß

Ημερομηνία κατάθεσης

27.11.2006

Παρατηρήσεις (πληροφορίες που διατίθενται σε μία μόνον γλώσσα)