ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την ένταξη των νέων κρατών μελών στην κοινή γεωργική πολιτική

1.3.2007 - (2006/2042(INI))

Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου
Εισηγητής: Csaba Sándor Tabajdi

Διαδικασία : 2006/2042(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0037/2007
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0037/2007
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την ένταξη των νέων κρατών μελών στην κοινή γεωργική πολιτική

(2006/2042 (INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 33 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1268/1999 του Συμβουλίου της 21ης Ιουνίου 1999 σχετικά με την κοινοτική στήριξη για τα προενταξιακά μέτρα που αφορούν τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη στις υποψήφιες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης κατά την προενταξιακή περίοδο[1],

–   έχοντας υπόψη την πράξη περί των όρων προσχωρήσεως της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση[2],

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου της 29ης Σεπτεμβρίου 2003 για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς[3]

–   έχοντας υπόψη την απόφαση του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 2004 για την αναπροσαρμογή της πράξης περί των όρων προσχωρήσεως της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, κατόπιν της μεταρρύθμισης της κοινής γεωργικής πολιτικής[4],

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 864/2004 του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου της 29ης Σεπτεμβρίου 2003 για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς, και για την προσαρμογή του λόγω της προσχώρησης της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Εσθονίας, της Κύπρου, της Λετονίας, της Λιθουανίας, της Ουγγαρίας, της Μάλτας, της Πολωνίας, της Σλοβενίας και της Σλοβακίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση[5],

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου της 21ης Ιουνίου 2005 για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής[6],

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου της 20ής Σεπτεμβρίου 2005 για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ)[7],

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 2006 για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης[8],

–   έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση της 17ης Μαΐου 2006[9],

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για κανονισμό του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση και διόρθωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς και σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ)[10],

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου (A6‑0037/2007),

A. λαμβάνοντας υπόψη ότι η διεύρυνση του 2004 αύξησε σημαντικά τη γεωργική έκταση (περίπου κατά 27%), τον αριθμό των εκμεταλλεύσεων (περίπου κατά 60%) και τον αριθμό των απασχολούμενων στη γεωργία (περίπου κατά 57%) στην ΕΕ, ενισχύοντας, ως εκ τούτου, και το παραγωγικό δυναμικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καθιστώντας σημαντικότερη τη γεωργία· ότι με την αύξηση των αποδόσεων ανά εκτάριο κατά την παραγωγή τροφίμων και ζωοτροφών απελευθερώνονται επαρκείς εκτάσεις για την καλλιέργεια βιομάζας και αυτό συνέβαλε στην περαιτέρω διαφοροποίηση του γεωργικού και αγροτικού ιστού της Ευρώπης· ότι η διαδικασία αυτή θα συνεχιστεί με την προσχώρηση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η γεωργία στα περισσότερα νέα κράτη μέλη διαφέρει σημαντικά από εκείνη της ΕΕ των 15 όσον αφορά το επίπεδο και τη δομή της παραγωγής, καθώς και το μέγεθος των εκμεταλλεύσεων, και ότι, σε σχέση με τα παλαιά κράτη μέλη, υστερεί όσον αφορά την αποδοτικότητα και το επίπεδο τεχνολογικής ανάπτυξης και οριζόντιας και κάθετης ολοκλήρωσης,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η γεωργία διαδραματίζει σημαντικότερο οικονομικό και κοινωνικό ρόλο στα περισσότερα νέα κράτη μέλη από ότι στην ΕΕ των 15, καθώς η συμβολή του εν λόγω τομέα στο ΑΕΕ και το ποσοστό των απασχολούμενων σε αυτόν υπερβαίνουν τον κοινοτικό μέσο όρο,

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι σε ορισμένα νέα κράτη μέλη, η γεωργία επιβίωσης και ημιεπιβίωσης έχει μεγάλη κοινωνική, πολιτιστική και περιβαλλοντική σημασία,

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα νέα κράτη μέλη εντάχθηκαν επιτυχώς και ομαλώς στην εσωτερική αγορά, συμβάλλοντας σε μια σημαντική αύξηση του εμπορίου αγροτικών προϊόντων και τροφίμων της ΕΕ· ότι τα νέα κράτη μέλη εισήγαγαν και εφάρμοσαν δεόντως κανόνες κτηνιατρικούς, φυτοϋγειονομικούς, περί ασφάλειας των τροφίμων, περί κοινής οργάνωσης αγορών, καθώς και άλλους οριζόντιους κανόνες, με αποτέλεσμα να μην είναι απαραίτητο να εφαρμοστούν ειδικά μέτρα διασφάλισης,

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα νέα κράτη μέλη αναγκάστηκαν να επωμιστούν το κοινωνικό και οικονομικό κόστος προκειμένου να προσαρμοστούν στους κανόνες της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ) και να τους ενσωματώσουν και να προσαρμοστούν στο ανταγωνιστικό περιβάλλον της ΕΕ· ότι τα προενταξιακά κονδύλια κάλυψαν μόνο εν μέρει το κόστος προσαρμογής και της διαδικασίας ολοκλήρωσης πριν από την ένταξη· ότι η ένταξη στην ΕΕ αποκάλυψε τα γενικά οικονομικά προβλήματα και προβλήματα ανταγωνιστικότητας των νέα κράτη μέλη και ότι η ΚΓΠ δεν κατόρθωσε να συμβάλει στην πλήρη επίλυση των εν λόγω προβλημάτων,

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινή γεωργική πολιτική (ΚΓΠ) προκάλεσε σημαντική ανάπτυξη και σημαντικές αλλαγές στον τομέα της γεωργίας των νέων κρατών μελών, παρά τα προβλήματα και τις εντάσεις που ανέκυψαν λόγω του ότι οι κανόνες της ΚΓΠ δεν στηρίζουν επαρκώς τη δημιουργία και την ανάπτυξη ενός ισορροπημένου, αειφόρου γεωργικού τομέα, ειδικότερα όσον αφορά τομείς όπως η ζωοτεχνία, η κηπευτική, και η ανάντη και κατάντη ολοκλήρωση,

Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Πράξη Προσχώρησης θέσπισε μακρά περίοδο σταδιακής εφαρμογής (9 χρόνια), με χαμηλό επίπεδο έναρξης (25% του επιπέδου που ισχύει στην ΕΕ) για τις άμεσες ενισχύσεις στα νέα κράτη μέλη, ενώ οι κανόνες εσωτερικής αγοράς και δημοσιονομικής συνεισφοράς ισχύουν πλήρως σε αυτά· ότι τα επίπεδα δαπανών και εσόδων στα νέα κράτη μέλη δεν δικαιολογούν αυτόν τον βαθμό διαφοροποίησης, ο οποίος δημιουργεί άνισους όρους ανταγωνισμού για τους γεωργούς των νέων κρατών μελών,

Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα προβλήματα τα οποία πρέπει να αντιμετωπιστούν στα νέα κράτη μέλη είναι, κατά κύριο λόγο, εκείνα που απαιτούν διαρθρωτικές αλλαγές για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας· ότι τα μέτρα ΚΓΠ που στηρίζουν τα εισοδήματα και εγγυώνται τις τιμές συνέβαλαν σημαντικά στην εν λόγω ενίσχυση,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή και το Συμβούλιο καθυστέρησαν ή δίστασαν να κατανοήσουν τα ιδιαίτερα προβλήματα των νέων κρατών μελών και να παράσχουν την απαραίτητη βοήθεια (π.χ. τα προβλήματα στην αγορά οπωροκηπευτικών, ιδίως όσον αφορά τους σαρκώδεις καρπούς, τα κεράσια και τα μήλα, η αδικαιολόγητη απαγόρευση πολωνικών εξαγωγών από τη Ρωσία και την Ουκρανία, η τροποποίηση και η προταθείσα κατάργηση των κανόνων παρέμβασης στον τομέα του αραβόσιτου, και εισαγωγής μελιού από τρίτες χώρες),

ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας υπερβολικά μικρός αριθμός παραγωγών στα νέα κράτη μέλη και η κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης εκ μέρους των εμπορικών αλυσίδων μειώνει σημαντικά την ανταγωνιστικότητα των γεωργών καθώς και τον βαθμό συνεργασίας και ένταξής τους,

ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι 8 από τα 10 νέα κράτη μέλη επέλεξαν το καθεστώς ενιαίας στρεμματικής ενίσχυσης (ΚΕΣΕ) για τις άμεσες ενισχύσεις,

ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ανάγκες κοινοτικής στήριξης της αγροτικής ανάπτυξης στα νέα κράτη μέλη αποδείχθηκαν πολύ μεγαλύτερες από τα διαθέσιμα κονδύλια του προϋπολογισμού για την περίοδο 2004-2006 και, ταυτόχρονα, οι κανόνες εφαρμογής των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης περιόρισαν τη δυναμική χρήση των κοινοτικών πόρων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εν λόγω παράγοντες άμβλυναν αισθητά τον αντίκτυπο του δεύτερου πυλώνα της ΚΓΠ στα νέα κράτη μέλη, κατάσταση που ενδέχεται να συνεχιστεί και στο πλαίσιο του νέου δημοσιονομικού πλαισίου,

Ομαλή ένταξη, όφελος για όλους

1.   χαιρετίζει το γεγονός ότι ο τομέας της γεωργίας και των τροφίμων των νέων κρατών μελών έχει ενταχθεί πλήρως και ομαλώς στην κοινοτική αγορά·

2.   τονίζει ότι η διεύρυνση του 2004, παρότι προκάλεσε διαταραχές στη γεωργική αγορά και στην αγορά τροφίμων ορισμένων νέων κρατών μελών, συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη σταθερών εμπορικών σχέσεων για τα 25 κράτη μέλη στο σύνολό τους·

3.   επισημαίνει ότι ο τομέας της γεωργίας και των τροφίμων τόσο στα παλαιά όσο και στα νέα κράτη μέλη ωφελήθηκε έστω εν μέρει από τη διεύρυνση – οι ενδιαφερόμενοι φορείς στα νέα κράτη μέλη ωφελήθηκαν από το υψηλότερο επίπεδο γεωργικής ενίσχυσης και από την αύξηση των δυνατοτήτων εμπορίας, ενώ ο τομέας γεωργικών ειδών διατροφής και διεθνούς εμπορίου στα παλαιά κράτη μέλη σημείωσε πρόοδο, και αυξήθηκαν οι επενδύσεις και ο όγκο των συναλλαγών στον τομέα λιανικής πώλησης, ιδίως κατά την περίοδο πριν από την ένταξη·

4.   θεωρεί ότι συνολικά η ένταξη των νέων κρατών μελών ήταν επιτυχής αλλά ότι η κατάσταση δεν είναι πάντα σαφής, καθώς δεν σημειώθηκε αύξηση στα έσοδα όλων των γεωργικών εκμεταλλεύσεων· επισημαίνει ότι η αύξηση στις τιμές αγοράς και στις επιδοτήσεις αντισταθμίστηκε εν μέρει από τις σημαντικές αυξήσεις του κόστους παραγωγής (επί παραδείγματι αυξήσεις στο κόστος των καυσίμων, της ενέργειας, των λιπασμάτων, των προϊόντων φυτοπροστασίας και του μηχανικού εξοπλισμού)·

5.   τονίζει το γεγονός ότι η διεύρυνση δεν αύξησε το επίπεδο κινδύνου όσον αφορά την ασφάλεια των τροφίμων, την υγεία των ζώων και των φυτών και επισημαίνει, εν προκειμένω, ότι οι προδιαγραφές και η αποδοτικότητα του έργου των αρμόδιων αρχών στα νέα κράτη μέλη είναι άνω του κοινοτικού μέσου όρου από ορισμένες απόψεις·

6.   παρατηρεί ότι η διεύρυνση του 2004 δεν επιβάρυνε δυσβάσταχτα τον προϋπολογισμό της ΚΓΠ και δεν απαίτησε σημαντικές αλλαγές στον προϋπολογισμό της ΕΕ· παρατηρεί, εντούτοις, ότι οι αποφάσεις για πάγωμα της αγοράς και του προϋπολογισμού άμεσων ενισχύσεων και το δημοσιονομικό πλαίσιο για την περίοδο 2007-2013 απαιτούν θυσίες από την ΕΕ των 15, βάσει της αρχής της αλληλεγγύης, από το 2007 και εφεξής· σημειώνει, επίσης, ότι συνεπεία των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου 2005, οι παραγωγοί της ΕΕ των 15 επιβαρύνθηκαν με περικοπές λόγω της ένταξης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας πέραν των αποφάσεων για την εφαρμογή πολιτικών όπως αυτή της εθελοντικής διαφοροποίησης για την ενίσχυση του πυλώνα ΙΙ·

7.   εκφράζει τη λύπη του διότι τόσο κατά την διεύρυνση του 2004 όσο και κατά εκείνη του 2007 δεν καθορίσθηκαν υψηλότερες ποσοστώσεις, ούτε καν στο αρχικά προγραμματισμένο ύψος·

Εφαρμογή της ΚΓΠ στα νέα κράτη μέλη

8.  επισημαίνει ότι οι σημαντικές διαφορές που παρατηρούνται μεταξύ των γεωργικών τομέων των νέων κρατών μελών συνεπάγονται διαφορετικό αντίκτυπο της εφαρμογής της ΚΓΠ και διαφορετικό εύρος και βαρύτητα των προκλήσεων για κάθε νέο κράτος μέλος·

9.  εκτιμά ότι οι κοινοτικές διατάξεις δεν προσαρμόστηκαν μετά τη διεύρυνση της ΕΕ με δέκα νέα κράτη μέλη το 2004 με κατάλληλο τρόπο στις νέες συνθήκες που ισχύουν σε ορισμένες αγορές (π.χ. στις αγορές σαρκωδών καρπών και αμύλου)·

10. επισημαίνει ότι για την προσαρμογή στις συνθήκες και στους κανόνες της εσωτερικής αγοράς και την εφαρμογή της ΚΓΠ –ειδικότερα όσον αφορά κανόνες κτηνιατρικούς, φυτοϋγειονομικούς, περί ασφάλειας των τροφίμων, περί κοινής οργάνωσης αγοράς, καθώς και άλλους οριζόντιους κανόνες– απαιτήθηκαν σημαντικές προσπάθειες από τους γεωργούς και τις διοικητικές αρχές στα νέα κράτη μέλη·

11. εκτιμά ότι η Επιτροπή δεν έδωσε επί πολλούς μήνες τη δέουσα προσοχή στην απαγόρευση των εξαγωγών πολωνικών γεωργικών προϊόντων προς την Ουκρανία και τη Ρωσία και δεν έλαβε αποτελεσματικά μέτρα για την άρση της·

12. επισημαίνει ότι, παρόλο που τα χρηματοδοτούμενα από την ΕΕ προενταξιακά προγράμματα συνέβαλαν στην προετοιμασία του εδάφους για την εφαρμογή της ΚΓΠ και τα προγράμματα εταιρικής σχέσης αποδείχθηκαν χρήσιμα, οι αρχικοί στόχοι επετεύχθησαν μόνον εν μέρει και η αποτελεσματικότητα των κοινοτικών μέτρων ήταν περιορισμένη·

13. υπενθυμίζει ότι το πρόγραμμα SAPARD ξεκίνησε με σημαντική καθυστέρηση και είχε περιορισμένο πεδίο εφαρμογής, κυρίως λόγω των περίπλοκων λεπτομερειών εφαρμογής και της απουσίας έγκαιρων αποφάσεων εκ μέρους της Επιτροπής και των αρχών των νέων κρατών μελών·

14. παρατηρεί ότι ορισμένα νέα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες κατά την εφαρμογή των κοινοτικών προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης λόγω των πολύπλοκων ειδικών κανόνων τους και της διοικητικής επιβάρυνσης που συνεπάγεται η διαχείρισή τους·

15. επαναλαμβάνει ότι, δεδομένου ότι οι άμεσες ενισχύσεις διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στην ανάπτυξη και την προσαρμογή του γεωργικού τομέα των νέων κρατών μελών, το χαμηλό επίπεδο αυτών των ενισχύσεων τα πρώτα χρόνια της περιόδου σταδιακής εφαρμογής τους όχι μόνον παρακώλυσε την απαραίτητη προσαρμογή, αλλά και δημιούργησε άνισες συνθήκες ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, κατάσταση στην οποία πολλοί επιχειρηματίες δεν είχαν τα οικονομικά μέσα να ανταποκριθούν·

16. υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο των προγραμμάτων γεωργικής ανάπτυξης, τόσο για έναν νέο προσανατολισμό των γεωργικών εκμεταλλεύσεων με στόχο την αγορά – για παράδειγμα στον τομέα της επεξεργασίας και εμπορίας των εγχώριων προϊόντων ή σε εκείνον του τουρισμού – όσο και σε σχέση με την επίτευξη εναλλακτικών λύσεων για τα εισοδήματα εκείνων που εγκαταλείπουν την πρωτογενή γεωργική παραγωγή για οικονομικούς λόγους·

17. επισημαίνει ότι τα διαφορετικά επίπεδα άμεσων ενισχύσεων μεταξύ της ΕΕ των 10 και της ΕΕ των 15 δεν έχουν διασφαλίσει ίσους όρους ανταγωνισμού για όλους, με αποτέλεσμα σε αρκετά νέα κράτη μέλη οι παραγωγοί να έχουν χάσει έδαφος ακόμη και στις εγχώριες αγορές τους, γεγονός στο οποίο συνέβαλε κυρίως ο ανταγωνισμός από τις αυξημένες εισαγωγές από τρίτες χώρες λόγω της τροποποίησης του τελωνειακού καθεστώτος·

18. εκτιμά ότι οι επιφυλάξεις της Επιτροπής έναντι των νέων κρατών μελών όσον αφορά τα υποθετικά υπερβολικά υψηλά αποθέματα κατά την ημερομηνία της προσχώρησης στην ΕΕ, καθώς και οι απειλές για επιβολή σημαντικών χρηματικών προστίμων, δεν ήταν στην πλειονότητα των περιπτώσεων τεκμηριωμένες και βασίζονταν σε λανθασμένους υπολογισμούς και ότι σε καμία γεωργική αγορά δεν παρατηρήθηκε διαταραχή της ισορροπίας, η οποία θα μπορούσε να έχει προκύψει λόγω αυτών των υποθετικά υπερβολικά υψηλών αποθεμάτων·

19. τονίζει το γεγονός ότι τα νέα κράτη μέλη υποχρεώθηκαν να εφαρμόσουν το καθεστώς των συμπληρωματικών εθνικών άμεσων ενισχύσεων (ΣΕΑΕ, «top-up»), οι οποίες μπορούν να θεωρηθούν ως ένα είδος συγχρηματοδότησης και οιονεί επανεθνικοποίησης των κοινοτικών άμεσων ενισχύσεων και οι οποίες δημιούργησαν σοβαρά πολιτικά και οικονομικά προβλήματα σε διάφορα νέα κράτη μέλη, καθώς επιβάρυναν σημαντικά τον εθνικό προϋπολογισμό και περιόρισαν τις δυνατότητες εφαρμογής των καθεστώτων κρατικών ενισχύσεων·

20. επισημαίνει ότι, λόγω δημοσιονομικών περιορισμών, αντίθετα προς τους γενικούς στόχους και αρχές της ΚΓΠ και αντίθετα προς τη διαφοροποίηση στην ΕΕ των 15, η πλειονότητα των νέων κρατών μελών υποχρεώθηκαν να ομαδοποιήσουν μέρος των κοινοτικών τους χορηγήσεων για την αγροτική ανάπτυξη με σκοπό την εξυπηρέτηση των συμπληρωματικών εθνικών άμεσων ενισχύσεων, όπως προβλέπεται από την Πράξη Προσχώρησης·

21. παραπέμπει στην άποψη ορισμένων νέων κρατών μελών ότι οι πλήρως αποσυνδεδεμένες ενισχύσεις βάσει έκτασης δεν συμβάλλουν εντελώς στην ισορροπημένη ανάπτυξη και την αειφορία της γεωργίας τους και ότι οι τομεακές προτιμήσεις ή/και οι προαιρετικές συνδεδεμένες ενισχύσεις θα μπορούσαν να είναι απαραίτητες, τουλάχιστον προς το παρόν, σε ορισμένα κράτη μέλη έως το 2013, και θα πρέπει να εξετασθεί το ενδεχόμενο εφαρμογής τους, αν ζητηθεί· παραπέμπει, εν προκειμένω, στην επιτυχή πρακτική εφαρμογή των πλήρως ή μερικώς συνδεδεμένων ΣΕΑΣ και των προσωρινών μέτρων κρατικής ενίσχυσης·

22. παρατηρεί ότι η πλειονότητα των νέων κρατών μελών θα ήθελε να συνεχιστεί η εφαρμογή του καθεστώτος ενιαίας στρεμματικής ενίσχυσης (ΚΕΣΕ) για όσο το δυνατόν περισσότερο, καθώς η μετάβαση στο καθεστώς ενιαίας ενίσχυσης (ΚΕΕ) συνεπάγεται ιδιαίτερα μεγάλη διοικητική και τεχνική επιβάρυνση και ότι αυτό ταιριάζει με μια μελλοντική πολιτική αποσύνδεσης των ενισχύσεων·

23. κρίνει απαραίτητη την εφαρμογή κανόνων πολλαπλής συμμόρφωσης και απαιτήσεων σχετικά με ορθές γεωργικές πρακτικές και περιβαλλοντικές συνθήκες τόσο στα νέα όσο και στα παλαιά κράτη μέλη· προτείνει σταδιακή εισαγωγή των κανόνων πολλαπλής συμμόρφωσης, κατά τρόπον ώστε να ολοκληρωθεί με το πέρας της περιόδου σταδιακής εφαρμογής· προτείνει επίσης να δοθεί στα νέα κράτη μέλη η δυνατότητα αναβολής της εφαρμογής των κανόνων πολλαπλής συμμόρφωσης στα νέα κράτη μέλη έως τη λήξη της σταδιακής εφαρμογής των άμεσων ενισχύσεων· προτείνει επίσης να συνεχίσουν να ισχύουν οι απαιτήσεις για τις ορθές γεωργικές και περιβαλλοντικές συνθήκες τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της περιόδου του ΚΕΣΕ, καθώς τα περισσότερα νέα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν ενδεχομένως δυσκολίες συμμόρφωσης προς τους περίπλοκους κανόνες πολλαπλής συμμόρφωσης η εφαρμογή των οποίων αποδεικνύεται δαπανηρή·

24. χαιρετίζει το γεγονός ότι το Συμβούλιο ενέκρινε την πρόταση της Επιτροπής για την παράταση του ΚΕΣΕ έως το τέλος του 2010 και τη συμμετοχή των νέων κρατών μελών στο καθεστώς ενισχύσεων ενεργειακών καλλιεργειών·

25. καλεί την Επιτροπή, στο πλαίσιο της απλούστευσης και του εξορθολογισμού της εφαρμογής της ΚΓΠ, των καθεστώτων άμεσων ενισχύσεων και των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης, να λάβει υπόψη τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν κυρίως τα νέα κράτη μέλη και να προτείνει τις ενδεδειγμένες λύσεις, χωρίς όμως να απομακρύνεται από τους κανόνες της εφαρμογής της ΚΓΠ·

26. τονίζει ότι η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει περισσότερο υπόψη της τα ιδιαίτερα προβλήματα και τις ανησυχίες των νέων κρατών μελών κατά τη λήψη αποφάσεων στο πλαίσιο της ΚΓΠ·

27. εκφράζει την σοβαρή του ανησυχία σχετικά με τη νέα πρόταση της Επιτροπής για πλήρη κατάργηση του συστήματος παρέμβασης στον τομέα του αραβοσίτου από το 2007· διαπιστώνει ότι ο τρόπος με τον οποίο υποβλήθηκε η πρόταση έρχεται σε αντίθεση προς τις θεμελιώδεις αρχές της Ένωσης, όσον αφορά τη χρονική στιγμή, την έλλειψη ικανοποιητικής αξιολόγησης –κυρίως όσον αφορά τις συνέπειες για την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των σιτηρών και των άμεσων ενισχύσεων βάσει της έκτασης– καθώς και την έλλειψη εναλλακτικών ή μεταβατικών περιόδων· εκτιμά ότι η πρόωρη κατάργηση του συστήματος παρέμβασης στον τομέα του αραβοσίτου ενδέχεται να έχει σημαντικές συνέπειες·

28. εκτιμά ότι θα πρέπει, σύμφωνα με το πνεύμα της αναθεώρησης της ΚΓΠ του 2003, να εξετασθεί η καθιέρωση ενισχύσεων βάσει της έκτασης για την καλλιέργεια ορισμένων σαρκωδών καρπών που προορίζονται για επεξεργασία και η σύνδεσή τους με την υποχρέωση για συμμετοχή στις δραστηριότητες ομάδων παραγωγής αγροτικών ειδών διατροφής ή σε οργανώσεις παραγωγών, καθώς και η καθιέρωση υποχρέωσης πώλησης των εν λόγω προϊόντων στο πλαίσιο εμπορικών συμβάσεων, πράγμα που θα μπορούσε να συμβάλει σε μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα του τομέα των σαρκωδών καρπών καθώς και στη βελτίωση της κατάστασης των γεωργών σε κράτη μέλη, όπως η Πολωνία·

29. εκτιμά ότι απαιτούνται περαιτέρω αλλαγές στη γεωργική παραγωγή και στον αγροτικό ιστό των νέων κρατών μελών και τονίζει ότι οι κανόνες της ΚΓΠ και οι κοινοτικές ενισχύσεις πρέπει να συνδράμουν σε αυτήν τη διαδικασία· τονίζει ότι είναι καίριας σημασίας αυτές οι αλλαγές να πραγματοποιηθούν προοδευτικά, καθώς η βασιζόμενη στη γεωργία αγροτική κοινωνία και οικονομία των νέων κρατών μελών δεν θα μπορούσε να αντέξει υπερβολικά ταχείς και δραστικές αλλαγές στις διαρθρώσεις παραγωγής και απασχόλησής τους·

Το μέλλον της ΚΓΠ στη διευρυμένη ΕΕ

30. επισημαίνει ότι η σημερινή ΚΓΠ δεν ενδείκνυται για τη διαχείριση σημαντικού τμήματος των γεωργικών προβλημάτων και των προβλημάτων που άπτονται της γεωργίας στη διευρυμένη ΕΕ· εκτιμά ότι η αποσύνδεση των άμεσων ενισχύσεων, όπως επεβλήθη από τον ΠΟΕ, αυξάνει γενικά τον εμπορικό προσανατολισμό της γεωργίας της ΕΕ, αλλά οι αποσυνδεδεμένες άμεσες ενισχύσεις δεν συμβάλλουν άμεσα στη διαμόρφωση ενός αειφόρου γεωργικού τομέα και μιας αειφόρου αγροτικής κοινωνίας, είτε στα νέα κράτη μέλη είτε σε σημαντικό μέρος της ΕΕ των 15· επισημαίνει δε ότι απαιτούνται είτε επιπρόσθετα μέτρα είτε εξατομικευμένη λύση για την εφαρμογή του καθεστώτος των άμεσων ενισχύσεων·

31. είναι της άποψης ότι, ειδικά στα κράτη μέλη και στις περιφέρειες όπου οι εξειδικευμένες γεωργικές εκμεταλλεύσεις διαδραματίζουν αποφασιστικό ρόλο στη γεωργία, το υφιστάμενο σύστημα άμεσων ενισχύσεων προωθεί υπερβολικά τις αροτραίες καλλιέργειες, δεν συνδράμει κατάλληλα στη διαμόρφωση αειφόρου ζωοτεχνίας και δεν προάγει ούτε διευκολύνει τις απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές·

32. επισημαίνει ότι, στην περίπτωση ορισμένων νέων κρατών μελών, σε ορισμένους τομείς τα επίπεδα των χορηγούμενων ποσοστώσεων οδήγησαν στο πάγωμα ή ακόμη και στη μείωση της γεωργικής παραγωγής, ενώ το γεγονός ότι οι αποσυνδεδεμένες ενισχύσεις συνδέθηκαν με το χαμηλότερο επίπεδο ποσοστώσεων αποτέλεσε ένα επιπλέον μειονέκτημα επιδότησης για τα νέα κράτη μέλη πέραν της σταδιακής εφαρμογής· παρατηρεί επίσης ότι το πρόβλημα υφίσταται επίσης σε ορισμένα από τα παλαιά κράτη μέλη·

33. πιστεύει ότι η επίτευξη των στόχων της ΚΓΠ παρεμποδίζεται στα νέα κράτη μέλη και από την ανεπαρκή χρηματοδότηση της αγροτικής ανάπτυξης, από την απουσία ενός αποτελεσματικού συστήματος διαχείρισης κινδύνων και κρίσεων και από τους υπερβολικά αυστηρούς κοινοτικούς κανόνες σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις·

34. τονίζει ότι η ΚΓΠ θα πρέπει να διατηρηθεί σε κοινοτικό επίπεδο στο πλαίσιο μιας μεταρρυθμισμένης ΚΓΠ και να αποφευχθεί η επανεθνικοποίησή της· τονίζει, ωστόσο, ότι πρέπει να εφαρμοστούν συγκεκριμένα μέτρα βάσει της αρχής της επικουρικότητας· είναι της άποψης ότι απαιτείται η αναθεώρηση του πεδίου εφαρμογής, των αντικειμενικών στόχων, των σκοπών και των αρχών της ΚΓΠ, συμπεριλαμβανομένου του ευρωπαϊκού γεωργικού μοντέλου, λαμβάνοντας υπόψη τις επιδιώξεις και τις ανάγκες της γεωργίας, των αγροτικών περιοχών, των αγροτών, των καταναλωτών και του συνόλου της κοινωνίας στη διευρυμένη ΕΕ των 27 χωρών, προκειμένου να καθοριστούν οι απαραίτητοι οικονομικοί πόροι και να διασφαλιστεί η ορθή, ισότιμη και πλήρως αιτιολογημένη κατανομή τους·

35. τονίζει ότι όλοι οι πιθανοί παράγοντες (π.χ. οι συνέπειες παλαιότερων οικονομικών αποφάσεων, οι μεταρρυθμίσεις της ΚΓΠ, οι εμπειρίες των νέων κρατών μελών, η ποικιλομορφία και η ποικιλία που εμφανίζει η ευρωπαϊκή γεωργία) θα πρέπει να ληφθούν δεόντως υπόψη στη μελλοντική μεταρρύθμιση της ΚΓΠ, ιδιαίτερα κατά τον «έλεγχο υγείας της ΚΓΠ» και την ενδιάμεση αναθεώρηση το 2008-2009 του δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2007-2013·

36. τονίζει επιπλέον ότι πρέπει να αποφευχθούν επιβεβλημένες αποφάσεις που αποσκοπούν μόνον να μειωθεί το επίπεδο κοινοτικής χρηματοδότησης ή να διατηρηθεί το οικονομικό status-quo μεταξύ των κρατών μελών·

37. θεωρεί ότι η παραγωγή βιομάζας και βιοενέργειας θα διαδραματίσει στρατηγικό ρόλο στο μέλλον του γεωργικού τομέα της ΕΕ· ζητεί να διατεθούν επαρκή κεφάλαια για την προώθηση της παραγωγής βιομάζας σε εκτάσεις οι οποίες δεν είναι πλέον απαραίτητες για την καλλιέργεια τροφίμων και ζωοτροφών· υπενθυμίζει, σε αυτό το πλαίσιο, τις σημαντικές δυνατότητες των νέων κρατών μελών, και το αυξημένο συνολικό παραγωγικό δυναμικό της διευρυμένης ΕΕ·

38. υπογραμμίζει ότι η κάλυψη των συγκεκριμένων αναγκών των κρατών μελών και των περιφερειών, συμπεριλαμβανομένης και της επίλυσης προβλημάτων και δυσκολιών στα νέα κράτη μέλη, θα πρέπει να επιτευχθεί βάσει της αρχής της επικουρικότητας με τα εξής εξατομικευμένα εργαλεία:

α)  εισαγωγή αναθεωρημένου συστήματος άμεσων ενισχύσεων, συμπεριλαμβανομένων νέων μέτρων, όπως οι επιλογές εκούσιας επανασύνδεσης, για χρήση μόνο από τα κράτη μέλη που το θεωρούν απαραίτητο, προκειμένου να επιτύχουν τους στόχους τόσο από κοινωνική άποψη όσο και από άποψη απασχόλησης και αειφορίας· η επέκταση των ενισχύσεων σε νέους τομείς και νέους δικαιούχους (επί παραδείγματι σαρκώδεις καρπούς που προορίζονται για επεξεργασία), στο πλαίσιο του αναθεωρημένου συστήματος εθνικών κονδυλίων και πλήρους κοινοτικής χρηματοδότησης,

β)  θέσπιση επιπρόσθετων, προαιρετικών, περιφερειακών ή προσωρινών μέτρων της αγοράς με κοινοτική χρηματοδότηση,

γ)  εφαρμογή του συστήματος εθνικών κονδυλίων από τον προϋπολογισμό της ΕΕ στους τομείς προς μεταρρύθμιση (οίνος, οπωροκηπευτικά),

δ)  αύξηση της υποστήριξης και ενεργός στήριξη προς τις οργανώσεις παραγωγών καθώς και κατάργηση της εθνικής νομοθεσίας που παρακωλύει αυτές τις ενέργειες,

ε)  προώθηση της διασυνοριακής συνεργασίας μεταξύ οργανώσεων παραγωγών,

στ) θέσπιση αποτελεσματικού συστήματος διαχείρισης του κινδύνου και των κρίσεων στον τομέα της γεωργίας με κοινοτική οικονομική συνδρομή, που θα καλύπτεται από τα εθνικά κονδύλια,

ζ)  ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς με κοινούς κανόνες που θα διέπουν τις προδιαγραφές ποιότητας, την εμπορία, τον ανταγωνισμό, την ασφάλεια των τροφίμων, την προστασία του περιβάλλοντος και την καλή διαβίωση των ζώων,

η)  ενίσχυση της αγροτικής ανάπτυξης και της χρηματοδότησής της,

θ)  αύξηση της ευελιξίας των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων (π.χ. διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των απαλλαγών κατά κατηγορία και αύξηση του επιπέδου «de minimis»)·

39. κρίνει ότι η συμβατότητα με τον ΠΟΕ θα πρέπει να διασφαλιστεί κατά τις διαπραγματεύσεις του γύρου της Ντόχα στο πλαίσιο της προσφοράς της ΕΕ να μειώσει τους εμπορικούς φραγμούς ή ως αντάλλαγμα για τη συμφωνία να διατηρηθούν τα επίπεδα εγχώριων ενισχύσεων των άλλων μελών του ΠΟΕ·

40. υπενθυμίζει ότι οι πρόσθετοι δασμοί που επιβάλλονται στο πλαίσιο του μηχανισμού ειδικών διασφαλίσεων (ΕΔΔ), θα μπορούσαν να αποτελέσουν χρήσιμο μέσον προστασίας από υπερβολικές εισαγωγές και από εισαγωγές σε τεχνητά χαμηλές τιμές σε ευάλωτους τομείς, μεταξύ άλλων σε ευάλωτους για τα νέα κράτη μέλη τομείς· ζητεί από την Επιτροπή να δημιουργήσει, στο πλαίσιο του τρέχοντος γύρου διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ, τις προϋποθέσεις για την κατάλληλη τροποποίηση της εμβέλειας των ΕΔΔ στον κατάλογο των παραχωρήσεων της ΕΕ· υπενθυμίζει ότι ορισμένα εκ των νέων κρατών μελών είχαν τη δυνατότητα να κάνουν χρήση των ειδικών διασφαλίσεων σε ευάλωτους γεωργικούς τομείς, οι οποίες δεν περιλαμβάνονταν στον τρέχοντα κατάλογο της ΕΕ·

41. προσδοκά ότι η μελλοντική ΚΓΠ όχι μόνον θα λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες της διευρυμένης ΕΕ, αλλά και θα επιτρέπει την ευκολότερη διαχείρισή της· προσδοκά ότι θα μειώσει τη διοικητική επιβάρυνση για τους γεωργούς και τις εθνικές αρχές και ότι θα υποστηρίζει την προσανατολισμένη προς την αγορά και περιβαλλοντικά ορθή παραγωγή ασφαλών προϊόντων, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα το μέλλον της αειφόρου γεωργίας·

42. καλεί την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς να διεξαγάγουν ανοικτή συζήτηση και να υποβάλουν διορατικές προτάσεις, ώστε να οικοδομηθεί ένα αειφόρο μέλλον για τη γεωργία στη διευρυμένη ΕΕ·

43. χαιρετίζει την πρόθεση της Επιτροπής για τη διαμόρφωση μιας μακροπρόθεσμης προοπτικής για το μέλλον της ΚΓΠ μετά το 2013, η οποία: θα ανταποκρίνεται πλήρως στη εξαιρετική δυνατότητα που παρουσιάζεται από τις προβλέψεις να είναι η ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορίου γεωργικών τροφίμων πιθανότατα διπλάσια από τη συνολική αναμενόμενη ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορίου μέσα στα επόμενα 30 χρόνια· θα επιδιώξει να εξασφαλίσει ότι η ανάπτυξη της γεωργίας σε όλη την ΕΕ θα είναι ομοιόμορφη και, μέσω των συνδυασμένων προσπαθειών της ΕΕ των 15 και των νέων κρατών μελών, θα δοθεί η δυνατότητα στην γεωργία να εκπληρώσει τον σταθερό της ρόλο όσον αφορά την παραγωγή και άλλες δραστηριότητες·

44. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.

  • [1]  ΕΕ L 161 της 26.6.1999, σελ. 87.
  • [2]  ΕΕ L 236 της 23.9.2003 σελ. 33.
  • [3]  ΕΕ L 270 της 21.10.2003 σελ. 1.
  • [4]  ΕΕ L 93 της 30.3.2004, σελ. 1.
  • [5]  ΕΕ L 161 της 30.4.2004, σελ. 48.
  • [6]  ΕΕ L 209 της 11.8.2005, σελ. 1.
  • [7]  ΕΕ L 277 της 21.10.2005, σελ. 1.
  • [8]  ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σελ. 1.
  • [9]  EE C 139 της 14.6.2006, σελ. 1.
  • [10]  COM(2006)0500.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Κύριες επιπτώσεις της ένταξης και της εφαρμογής της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ) στα νέα κράτη μέλη (ΝΚΜ), συμπεριλαμβανομένου του γενικού αντικτύπου της στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση

Γενικά χαρακτηριστικά

Η γεωργία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εθνική οικονομία και στην αγροτική ζωή των νέων κρατών μελών. Σύμφωνα με στοιχεία του 2004, το 22% της συνολικής έκτασης των νέων κρατών μελών δεσμεύεται για γεωργικούς σκοπούς, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ των 15 είναι μόλις σε 4%. Το ποσοστό των απασχολούμενων στη γεωργία επί του συνόλου του ενεργού πληθυσμού στα νέα κράτη μέλη είναι 13%, ενώ στην ΕΕ των 15 είναι 1,6%. Το ποσοστό της συμμετοχής της γεωργίας στο ΑΕγχΠ ανέρχεται σε 2,8% και 1,6% αντιστοίχως. Σε ορισμένες αγροτικές περιοχές των νέων κρατών μελών, η γεωργία είναι η μόνη πηγή εισοδήματος.

Το μέσο επίπεδο γεωργικής παραγωγής στα νέα κράτη μέλη υπολείπεται κατά πολύ του μέσου όρου της ΕΕ των 15. Η γεωργία χαρακτηρίζεται από ένα υψηλό ποσοστό μικρών γεωργικών εκμεταλλεύσεων ημιεπιβίωσης που λειτουργούν με καθεστώς μερικής απασχόλησης και χαρακτηρίζονται από χαμηλό επίπεδο τεχνολογίας παραγωγής και επενδυμένων κεφαλαίων. Λόγω της χαμηλότερης αποδοτικότητας, η παραγωγή απαιτεί σημαντικά μεγαλύτερο αριθμό μονάδων εργασίας. Οι οριζόντιες και κάθετες ολοκληρώσεις είναι περιορισμένες. Ο αριθμός των συνεταιρισμών και των οργανώσεων παραγωγών είναι ανεπαρκής· οι γεωργοί δεν διαθέτουν μερίδιο στη βιομηχανία επεξεργασίας τροφίμων. Η λιγότερη εντατική παραγωγή είναι μειονέκτημα όσον αφορά τον ανταγωνισμό· εντούτοις, συνιστά μικρότερο κίνδυνο για το περιβάλλον και συμβάλλει στη διατήρηση της βιοποικιλότητας.

Η γεωργία στα νέα κράτη μέλη χαρακτηρίζεται επίσης από αυξημένη ποικιλομορφία όσον αφορά τις φυσικές και οικονομικές συνθήκες. Κατά συνέπεια, σημαντικές είναι οι διαφορές και στη διάρθρωση της παραγωγής. Στην Πολωνία το μεγαλύτερο μέρος της γεωργίας βασίζεται σε μικρομεσαίες οικογενειακές εκμεταλλεύσεις με μεικτή δραστηριότητα αροτραίων καλλιεργειών και ζωοτεχνίας ελευθέρας βοσκής. Στην Ουγγαρία και στην Εσθονία σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν οι εξειδικευμένες εκμεταλλεύσεις. Στη Σλοβενία κυριαρχούν οι ανεπτυγμένες, οικογενειακές εκμεταλλεύσεις ευρωπαϊκού τύπου. Η Τσεχική Δημοκρατία και η Σλοβακία έχουν σχετικά ανεπτυγμένη, ομοιογενή διάρθρωση παραγωγής. Η πλειονότητα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στα κράτη της Βαλτικής επίσης διεξάγει μεικτές δραστηριότητες. Η ουγγρική γεωργία έχει διττή διάρθρωση, με τις μεγάλες γεωργικές επιχειρήσεις να συμβιώνουν με πολλές μικρές, μη αποδοτικές οικογενειακές εκμεταλλεύσεις. Η γεωργία στην Κύπρο και στη Μάλτα χαρακτηρίζεται από την παραγωγή μεσογειακών προϊόντων. Η κηπευτική συνιστά σημαντικό τομέα στην Πολωνία και στην Ουγγαρία.

Ορισμένα από τα μειονεκτήματα των παλαιότερων γεωργικών πολιτικών εξακολουθούν να είναι εμφανή, καθώς η ανάπτυξη της γεωργίας, στα κομμουνιστικά καθεστώτα, κινείτο επί δεκαετίες προς τελείως διαφορετική κατεύθυνση από αυτήν της ΚΓΠ. Μετά την αλλαγή του καθεστώτος, η κατάρρευση των παραδοσιακών αγορών, οι αλλαγές στο ιδιοκτησιακό καθεστώς και στη διάρθρωση της παραγωγής, η σημαντική έλλειψη κεφαλαίων, οι ανεπαρκείς ολοκληρώσεις, το χαμηλό επίπεδο και η ανεπαρκής διάρθρωση των εθνικών επιδοτήσεων δημιούργησαν περαιτέρω προβλήματα.

Είναι προφανές ότι σημαντικές περαιτέρω αλλαγές είναι αναπόφευκτες στη γεωργική και αγροτική οικονομία των νέων κρατών μελών. Λόγω των περιορισμένων δυνατοτήτων στις εσωτερικές αγορές και στις αγορές τρίτων χωρών, η ποσοτική αύξηση της παραγωγής αποτελεί βιώσιμη λύση μόνον στην περίπτωση προϊόντων που εκτιμώνται από την αγορά. Η αύξηση της αποδοτικότητας θα επιφέρει συγκέντρωση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και μείωση της απασχόλησης. Οι δυνατότητες διαφοροποίησης της αγροτικής οικονομίας είναι περιορισμένες, καθώς οι αγροτικές περιοχές των νέων κρατών μελών δεν προσελκύουν επαρκή κεφάλαια. Η ανεργία που οφείλεται στη γεωργία συνιστά σοβαρό πρόβλημα. Οι υπερβολικά ταχείες και δραστικές αλλαγές στη διάρθρωση της παραγωγής και της απασχόλησης θα δημιουργούσαν δύσκολα διαχειρίσιμες πολιτικές και οικονομικές εντάσεις.

Ομαλή ένταξη, όφελος για όλους

Η προσχώρηση δέκα κρατών μελών αύξησε τον αριθμό των ευρωπαίων καταναλωτών κατά περίπου 20%. Η χρησιμοποιούμενη γεωργική έκταση και ο αριθμός των απασχολούμενων στη γεωργία αυξήθηκαν κατά 27% και 57% αντίστοιχα.

Αυτή η «έκρηξη» δεν προκάλεσε διαταραχές στην ενιαία αγορά της ΕΕ, ούτε στα παλαιά ή στα νέα κράτη μέλη. Στην ΕΕ των 15, η διεύρυνση δεν επέφερε καμία αισθητή αλλαγή στις τιμές των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων, στις παγιωμένες σχέσεις της αγοράς και στα γενικά πρότυπα παραγωγής και κατανάλωσης. Τα αγαθά με προέλευση τα νέα κράτη μέλη δεν προκάλεσαν ντάμπινγκ στην ΕΕ των 15, εν μέρει λόγω του γεγονότος ότι ήδη το μεγαλύτερο μέρος του εμπορίου γεωργικών προϊόντων και τροφίμων πραγματοποιούταν ήδη χωρίς δασμούς και επιδοτήσεις και πριν από τη διεύρυνση. Παρόλο που ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί η συναφής έρευνα της Επιτροπής, οι έρευνες αγοράς υποδεικνύουν ότι οι φορείς εκμετάλλευσης στα νέα κράτη μέλη δεν προέβησαν σε συσσώρευση αποθεμάτων κερδοσκοπικού χαρακτήρα πριν από την προσχώρηση.

Εν μέρει χάρη στην προενταξιακή κοινοτική στήριξη, τα νέα κράτη μέλη ενίσχυσαν τα κτηνιατρικά και φυτοϋγειονομικά τους συστήματα, καθώς και τα συστήματα ασφάλειας τροφίμων. Οι προσπάθειες επικεντρώθηκαν στον συνοριακό έλεγχο επί των εισαγωγών από τρίτες χώρες, στα σφαγεία και στις μονάδες επεξεργασίας τροφίμων. Η προσεκτική προπαρασκευαστική εργασία διασφάλισε ότι με τη διεύρυνση δεν αυξήθηκε το επίπεδο του κινδύνου σε αυτούς τους τομείς στην ΕΕ. Μετά την προσχώρηση, δεν προέκυψε καμία περίπτωση στην οποία να εξεταστεί έστω και το ενδεχόμενο λήψης μέτρων διασφάλισης.

Η γεωργία στα νέα κράτη μέλη ωφελήθηκε από την προσχώρηση και την εφαρμογή της ΚΓΠ. Στους τομείς των δημητριακών, των ζαχαρότευτλων, του βοείου κρέατος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, οι κανόνες της ΚΓΠ σταθεροποίησαν τις τιμές και τις αγορές. Τα γεωργικά εισοδήματα αυξήθηκαν σημαντικά στα νέα κράτη μέλη, ιδιαίτερα στις χώρες και στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις όπου κυριαρχούν οι αροτραίες καλλιέργειες και η ζωοτεχνία ελευθέρας βοσκής. Αυξήθηκαν οι τιμές μόνον ορισμένων γεωργικών προϊόντων και τροφίμων, καθώς ήδη πριν από την προσχώρηση είχε ήδη πραγματοποιηθεί σημαντική προσαρμογή των τιμών. Η πιο αξιοσημείωτη αύξηση εσόδων καταγράφηκε στην Πολωνία, στη Λετονία, στη Λιθουανία και στην Τσεχική Δημοκρατία.

Τα παλαιά κράτη μέλη ωφελήθηκαν κυρίως από την εξάλειψη των εσωτερικών συνόρων. Οι εξαγωγείς της ΕΕ των 15 αύξησαν το μερίδιο της αγοράς τους στα νέα κράτη μέλη, ιδιαίτερα στον τομέα των επεξεργασμένων προϊόντων. Η ένταξη στην ΕΕ παρείχε καλύτερες συνθήκες και για τους επενδυτές της ΕΕ των 15 στον τομέα της γεωργίας και των τροφίμων. Αυτές οι δυνατότητες αντισταθμίζουν γενναιόδωρα την περιορισμένη επιβάρυνση που δέχονται τα παλαιά κράτη μέλη για τη χρηματοδότηση της ΚΓΠ.

Παρά την ιστορική της σημασία και τις διαστάσεις της, η διεύρυνση του 2004 δεν απαίτησε σημαντικές, επαχθείς αλλαγές στη διαχείριση και τη χρηματοδότηση της ΚΓΠ. Από το 2000 έως και την προσχώρηση, τα νέα κράτη μέλη έλαβαν ενίσχυση στο πλαίσιο του προγράμματος SAPARD με ετήσιο προϋπολογισμό 520 εκατομμύρια ευρώ, δηλαδή ποσό κατά ελάχιστα μεγαλύτερο του 1% του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ). Την περίοδο 2004-2006, τα νέα κράτη μέλη έλαβαν περίπου το 5-8% των κονδυλίων του ΕΓΤΠΕ. Το υφιστάμενο δημοσιονομικό πλαίσιο είχε επαρκή αποθέματα και δεν εθίγη το συμφέρον των κρατών μελών της ΕΕ των 15. Η σταδιακή εφαρμογή των άμεσων ενισχύσεων στα νέα κράτη μέλη συνέβαλε στη μείωση των οικονομικών επιβαρύνσεων στα κράτη μέλη. Ακόμη και έως το τέλος των δημοσιονομικών προοπτικών για την περίοδο 2007-2013, το μερίδιο των άμεσων ενισχύσεων και των πιστώσεων για την αγροτική ανάπτυξη για τα νέα κράτη μέλη από τον προϋπολογισμό της ΕΕ των 27 θα ανέλθει μόλις στο 19%, ενώ περίπου το 30% της χρησιμοποιούμενης γεωργικής έκτασης και το 50% των απασχολούμενων στη γεωργία θα βρίσκονται στα 12 νέα κράτη μέλη.

Ωστόσο, η μελλοντική χρηματοδότηση της ΚΓΠ στην ΕΕ των 27 θα πραγματοποιηθεί σε ένα γενικότερα αρνητικό πολιτικό και δημοσιονομικό περιβάλλον. Η απόφαση περί δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2007-2013 επιβεβαίωσε την απόφαση της συνόδου κορυφής των Βρυξελλών για πάγωμα του προϋπολογισμού άμεσων ενισχύσεων και των μέτρων της αγοράς στα επίπεδα του 2002 για την ΕΕ των 15, και συμφωνήθηκε η δραστική μείωση των χορηγήσεων για αγροτική ανάπτυξη για τα παλαιά κράτη μέλη. Είναι πολύ πιθανόν, από το 2008 και εφεξής, οι διαθέσιμοι οικονομικοί πόροι να μην επιτρέπουν την εκχώρηση άμεσων ενισχύσεων στα επίπεδα που ορίζονται από τη συναφή κοινοτική νομοθεσία.

Εφαρμογή της κοινής γεωργικής πολιτικής στα νέα κράτη μέλη

Στην προενταξιακή περίοδο, οι υποψήφιες προς ένταξη χώρες κατέβαλαν σημαντικές προσπάθειες να μεταφέρουν το «κοινοτικό κεκτημένο» και να θεσπίσουν το απαραίτητο θεσμικό πλαίσιο για την εφαρμογή της ΚΓΠ. Τα προγράμματα αδελφοποίησης με χρηματοδότηση της ΕΕ παρείχαν χρήσιμη συνδρομή σε αυτήν τη διαδικασία. Εντούτοις, οι εθνικές πολιτικές γεωργικής και αγροτικής ανάπτυξης δεν προετοίμασαν επαρκώς τους γεωργούς και την αγροτική κοινωνία για τις νέες δυνατότητες και τις νέες προκλήσεις, καθώς οι υποψήφιες χώρες εστίαζαν περισσότερο στα πιο επείγοντα προβλήματα και δεν υπήρχαν επαρκείς διαθέσιμοι εθνικοί οικονομικοί πόροι. Η ΕΕ παρείχε ενίσχυση για τη γεωργική και αγροτική ανάπτυξη των υποψήφιων χωρών, αλλά λόγω των περίπλοκων απαιτήσεων και της απουσίας έγκαιρων αποφάσεων, το πρόγραμμα SAPARD ξεκίνησε με σημαντική καθυστέρηση, οπότε μεγάλο μέρος των κονδυλίων χρησιμοποιήθηκε μετά την προσχώρηση.

Η πιο σημαντική και εμφανής αλλαγή που επέφερε η προσχώρηση στην ΕΕ στη γεωργία των νέων κρατών μελών ήταν η εισαγωγή του καθεστώτος άμεσων ενισχύσεων. Παρόλο που πολλές υποψήφιες χώρες εφάρμοζαν παρόμοια καθεστώτα, οι κοινοτικές άμεσες ενισχύσεις θέσπισαν ένα νέο σύστημα στήριξης στα νέα κράτη μέλη, ιδιαίτερα όσον αφορά το μέγεθος, τους κανόνες κατανομής και το φάσμα των δικαιούχων. Προκειμένου να υπάρξουν ίσοι όροι ανταγωνισμού για τους γεωργούς, κάθε νέο κράτος μέλος εφαρμόζει συμπληρωματικές εθνικές άμεσες ενισχύσεις (ΣΕΑΕ) όπως προβλέπονται από την Πράξη Προσχώρησης. Αλλά πέραν της σημαντικής επιβάρυνσης επί του εθνικού προϋπολογισμού που προκαλεί, αφαιρεί εθνικούς πόρους από κρατικά καθεστώτα ενίσχυσης εγκεκριμένα από την ΕΚ, τα οποία ενδέχεται να είναι σημαντικά για την υποστήριξη των απαραίτητων αλλαγών σε τομείς όπου διατίθενται περιορισμένοι ή δεν διατίθενται καθόλου κοινοτικοί πόροι. Η πλειονότητα των νέων κρατών μελών αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει την επιλογή της «αρνητικής διαφοροποίησης» (συγκέντρωση πόρων αγροτικής ανάπτυξης για καταβολή των ΣΕΑΕ).

Οκτώ νέα κράτη μέλη επέλεξαν το καθεστώς ενιαίας στρεμματικής ενίσχυσης (ΚΕΣΕ), λόγω του ότι δεν ήταν έτοιμες για τη λειτουργία του εξεζητημένου συστήματος άμεσων ενισχύσεων της ΕΕ των 15. Σε γενικές γραμμές, οι στρεμματικές, πλήρως αποσυνδεδεμένες, κατ’ αποκοπή ενισχύσεις του ΚΕΣΕ αποδείχθηκαν επιτυχείς. Τόσο οι γεωργοί όσοι και οι εθνικές αρχές είναι ευχαριστημένοι με τους απλούς κανόνες και προϋποθέσεις. Η πλειονότητα των νέων κρατών μελών θα επιθυμούσε να συνεχίσει να ισχύει το ΚΕΣΕ για όσο το δυνατόν περισσότερο, παρά κάποια μειονεκτήματα του συστήματος. Ωστόσο, ορισμένα νέα κράτη μέλη θεωρούν ότι χρειάζονται κάποιες συνδεδεμένες ενισχύσεις, τουλάχιστον προσωρινά για τον προσανατολισμό των μεταβολών στη γεωργική παραγωγή. Οι χώρες αυτές θέσπισαν με επιτυχία ορισμένα κονδύλια ΣΕΑΕ, με πλήρως ή μερικώς συνδεδεμένες ενισχύσεις για τομείς όπου οι ενισχύσεις του ΚΕΣΕ είχαν προκαλέσει σημαντικά μειονεκτήματα (π.χ. καπνός, γάλα και βόειο κρέας).

Οι τροποποιήσεις της κοινοτικής νομοθεσίας τις οποίες θέσπισε η μεταρρύθμιση στον τομέα της ζάχαρης διευκόλυναν τη μετάβαση από το ΚΕΣΕ στο ΚΕΕ. Μεταξύ άλλων, επιτρέπουν στα νέα κράτη μέλη να αποκλίνουν από το σαφώς περιφερειακό μοντέλο του ΚΕΕ. Ωστόσο, η Επιτροπή ακόμη δεν έχει υποβάλει πρόταση για τους λεπτομερείς κανόνες αυτής της αλλαγής, ιδιαίτερα όσον αφορά τους κανόνες των ΣΕΑΕ. Αυτή η αβεβαιότητα αναγκάζει τα νέα κράτη μέλη να συνεχίζουν την εφαρμογή του ΚΕΣΕ.

Τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης καλύπτουν μόνο εν μέρει τις προσδοκίες των νέων κρατών μελών. Τo σημερινό σύστημα συμβάλλει μόνον μερικώς στην υλοποίηση των από κοινού συμπεφωνημένων στόχων. Δεν παρέχεται επαρκής προσανατολισμός για μια αειφόρο ανάπτυξη και για την επίλυση προβλημάτων εκτός του τομέα της γεωργίας. Οι κοινοτικοί πόροι είναι περιορισμένοι, οι κανόνες περίπλοκοι. Παρόλο που τα κοινοτικά μέτρα που ελήφθησαν πρόσφατα παρέχουν την επιλογή εθελοντικής διαφοροποίησης των άμεσων ενισχύσεων και στα νέα κράτη μέλη, είναι μάλλον απίθανο να γίνει χρήση αυτής της επιλογής για όσο διάστημα ισχύει η σταδιακή εφαρμογή των άμεσων ενισχύσεων.

Με τη συνδρομή των άμεσων ενισχύσεων, των μέτρων αγροτικής ανάπτυξης και των εγκεκριμένων καθεστώτων κρατικών ενισχύσεων, τα νέα κράτη μέλη μπορούν να διαμορφώσουν ένα καταλληλότερο σύστημα για την ανάπτυξη της γεωργίας τους και της αγροτικής τους κοινωνίας. Οι πρόσφατες αλλαγές στη νομοθεσία και οι συναφείς προτάσεις (π.χ. η μεταρρύθμιση στον τομέα της ζάχαρης, η επέκταση της εφαρμογής του ΚΕΣΕ, οι ενεργειακές καλλιέργειες) συνεισφέρουν σε αυτόν τον στόχο, αλλά απαιτείται περαιτέρω διευκόλυνση κάποιων κανόνων. Θα ήταν σώφρον να αναβληθεί η εφαρμογή των κανόνων πολλαπλής συμμόρφωσης στα νέα κράτη μέλη έως ότου ολοκληρωθεί η σταδιακή εφαρμογή των άμεσων ενισχύσεων. Επίσης, θα μπορούσε να απλουστευτεί η διαχείριση των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης, χωρίς όμως να θίγονται οι γενικές αρχές.

Οι επιπτώσεις της ΚΓΠ στους διάφορους γεωργικούς τομείς στα νέα κράτη μέλη ποικίλουν σημαντικά.. Η καλλιέργεια δημητριακών αποδείχθηκε ο μεγάλος κερδισμένος από την εφαρμογή της ΚΓΠ. Το σύστημα παρεμβάσεων και εγγυημένων τιμών βάσει των άμεσων ενισχύσεων έδωσε τη δυνατότητα στους γεωργούς να αξιοποιήσουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των εκτάσεών τους και αναμένεται περαιτέρω αύξηση της παραγωγής. Στον τομέα του βοείου κρέατος και του γάλακτος παρατηρείται ανάμεικτη κατάσταση. Οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις για τις ενισχύσεις στον γαλακτοκομικό τομέα, με τη μορφή συμπληρωματικών ενισχύσεων που ξεκίνησαν σε επίπεδο 85% το 2004, συνέβαλαν στη διατήρηση της παραγωγής γάλακτος σε πολλές χώρες. Οι ευκαιρίες για τον τομέα εκτροφής βοοειδών είναι περιορισμένες εάν οι ΣΕΑΕ κατανεμηθούν στρεμματικά. Οι τομείς της χοιροτροφίας και της πτηνοτροφίας είναι αντιμέτωποι με τεράστιες προκλήσεις. Ουσιαστικά δεν λαμβάνουν καμία κοινοτική ενίσχυση και το επίπεδο των εθνικών ενισχύσεων είναι επίσης περιορισμένο. Το κόστος παραγωγής αυξήθηκε λόγω της αύξησης των τιμών των ζωοτροφών, ενώ οι τιμές παραγωγού παρέμειναν στα ίδια επίπεδα. Ο τομέας των οπωροκηπευτικών είναι σημαντικός μόνον σε ορισμένα νέα κράτη μέλη. Η εισαγωγή χαμηλής ποιότητας οπωροκηπευτικών προϊόντων συνιστά πραγματική πρόκληση για τους γεωργούς. Μόνο μια μειονότητα των παραγωγών είναι μέλη σε αναγνωρισμένες οργανώσεις παραγωγών ώστε να μπορούν να λαμβάνουν κοινοτικές ενισχύσεις.

Ένα από τα σημαντικότερα επιχειρήματα για τη σταδιακή εφαρμογή των άμεσων ενισχύσεων ήταν αυτά που αφορούσαν τα διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης, βιοτικού επιπέδου και, ειδικότερα, επιπέδου δαπανών και το γεγονός ότι οι γεωργοί στα νέα κράτη μέλη απαιτούν μικρότερη αντιστάθμιση λόγω απώλειας εισοδήματος. Δόθηκε επίσης η υπόσχεσή ότι η διακριτική μεταχείριση στις άμεσες ενισχύσεις θα αντισταθμιζόταν με αυξημένες χορηγήσεις για αγροτική ανάπτυξη. Τα πραγματικά αριθμητικά στοιχεία, ωστόσο, δεν μπόρεσαν να στηρίξουν την αρχική ιδέα και οι προσδοκίες για αυξημένη χρηματοδότηση στο πλαίσιο του δεύτερου πυλώνα επίσης αποδείχθηκαν εσφαλμένες. Στις δημοσιονομικές προοπτικές για την περίοδο 2007-2013 υπάρχει σοβαρή ανισορροπία στην κατανομή των πόρων. Το μέσο επίπεδο κοινοτικής στήριξης στη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη για τα νέα κράτη μέλη εκτιμάται μόλις το 29-33% ανά γεωργό και 62-64% ανά εκτάριο σε σύγκριση με τα ποσοστά που ισχύουν για τα παλαιά κράτη μέλη για αυτά τα επτά χρόνια.

Ο πίνακας I δείχνει πώς τα επίπεδα άμεσων ενισχύσεων και χορηγήσεων αγροτικής ανάπτυξης ανά 1 εκτάριο χρησιμοποιούμενης γεωργικής έκτασης στα νέα κράτη μέλη πλησιάζουν σταδιακά αυτά της ΕΕ των 15. Μετά το 2013 δεν θα υπάρχουν σημαντικές διαφορές. Ωστόσο, εάν ληφθεί υπόψη η ενίσχυση ανά απασχολούμενο στη γεωργία, τότε η διαφορά παραμένει σημαντική (Πίνακας II).

Πίνακας I

Πίνακας II

Το μέλλον της ΚΓΠ στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση

Η διεύρυνση του 2004 αύξησε την ποικιλομορφία της ευρωπαϊκής γεωργίας και μείωσε περαιτέρω τη δυνατότητα εφαρμογής κοινών κανόνων. Οι μεταβαλλόμενες ανάγκες και τα μεταβαλλόμενα χαρακτηριστικά μιας διευρυμένης ΕΕ πρέπει να ληφθούν υπόψη στις μελλοντικές μεταρρυθμίσεις της ΚΓΠ. Επιβάλλεται να τεθούν νέοι στόχοι και επιδιώξεις, ώστε να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη αειφορία, να καλυφθούν οι ειδικές τοπικές και περιφερειακές ανάγκες της γεωργικής και αγροτικής κοινωνίας και οι προσδοκίες των καταναλωτών, των φορολογούμενων, των περιβαλλοντολόγων, κλπ.

Η εμπειρία των νέων κρατών μελών αποδεικνύει ότι απαιτείται περαιτέρω μεταρρύθμιση της ΚΓΠ. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, έχει σημειωθεί σημαντική ευρύτερη ανάπτυξη του γεωργικού εισοδήματος στα νέα κράτη μέλη, αλλά είναι κυρίως η παραγωγή δημητριακών και της ζωοτεχνίας ελεύθερης βοσκής που ωφελούνται από τις άμεσες ενισχύσεις. Το γνωστό φαινόμενο της «παραγωγής για τις επιδοτήσεις» επίσης απαντάται στα νέα κράτη μέλη. Αν και αποσυνδεδεμένες, οι ενισχύσεις στο πλαίσιο του ΚΕΣΕ επιταχύνουν τη συγκέντρωση των εκμεταλλεύσεων και ενισχύουν τις αροτραίες καλλιέργειες.

Η εμπειρία στα νέα κράτη μέλη δεν επιβεβαιώνει εντελώς την ιδέα της πλήρους αποσύνδεσης των άμεσων ενισχύσεων, όπως προωθείται από την Επιτροπή, καθώς τα κράτη μέλη δεν τάσσονται υπέρ του απλού συστήματος κατ’ αποκοπή ενισχύσεων. Τα περισσότερα δε τείνουν να προτιμούν τομείς που παρέχουν τη δυνατότητα επιλογής, όπως προβλέπεται από την πρόσφατη νομοθεσία.

Κατά τον «έλεγχο υγείας», θα πρέπει να εξεταστούν και ενδεχομένως να επιτραπούν περαιτέρω επιλογές, συμπεριλαμβανομένων των άμεσων ενισχύσεων για τομείς και δικαιούχους που επί του παρόντος αποκλείονται. Μπορεί να εξεταστεί το ενδεχόμενο των κονδυλίων ΚΕΕ ως κοινοτικής οικονομικής ενίσχυσης για αντιστάθμιση για την απώλεια εισοδήματος στον γεωργικό τομέα των κρατών μελών. Λαμβάνοντας υπόψη τη συγκεκριμένη κατάσταση, τις δυσκολίες και τις απαιτήσεις του γεωργικού του τομέα, κάθε κράτος μέλος θα μπορούσε να διαμορφώσει το καταλληλότερο σύστημα αντιστάθμισης, κάνοντας χρήση του «καταλόγου επιλογών» που έχει θεσπιστεί στην κοινοτική νομοθεσία. Νέες επιλογές σημαίνει, μεταξύ άλλων, ευρύτερη ενίσχυση στις οργανώσεις παραγωγών και συμβολή σε ένα αποτελεσματικό σύστημα διαχείρισης κινδύνων και κρίσεων στον γεωργικό τομέα. Η Επιτροπή οφείλει να επιτηρεί την εφαρμογή αυτών, ώστε να αποφευχθεί κάθε είδους στρέβλωση. Η ιδέα αυτή βέβαια δεν θα σημαίνει επανεθνικοποίηση της ΚΓΠ. Αντί για συμβιβαστικούς γενικούς όρους, που πουθενά δεν λειτουργούν άψογα, απαιτείται ένα πιο ευέλικτο σύστημα. Ας σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι δεν πρόκειται για εντελώς νέα σύλληψη. Η πρόταση της Επιτροπής για τη μεταρρύθμιση της κοινής οργάνωσης αγοράς για την μπανάνα βασίζεται στις ίδιες αρχές και επίσης ένα εν μέρει παρόμοιο σύστημα προτείνεται στην περίπτωση της μεταρρύθμισης στον τομέα του οίνου.

Η διαχείριση των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης επίσης πρέπει να διευκολυνθεί. Προκειμένου να εκπληρωθούν οι προσδοκίες των καταναλωτών και των φορολογούμενων, θα πρέπει συνεχώς να ενισχύονται οι κοινοτικές προδιαγραφές και οι κοινοτικοί κανόνες όσον αφορά την ποιότητα, την ασφάλεια των τροφίμων, το περιβάλλον και την καλή διαβίωση των ζώων.

Ένα περαιτέρω σημαντικό βήμα θα πρέπει να είναι η αύξηση της ευελιξίας στην περίπτωση των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων. Ένα σαφώς καθορισμένο και επαρκώς ευρύ φάσμα απαλλαγών κατά κατηγορία και μια σημαντική αύξηση του επιπέδου «de minimis» θα επέφεραν την απαραίτητη ευελιξία στα νέα κράτη μέλη, χωρίς να θίγονται οι κανόνες περί ανταγωνισμού.

Η Επιτροπή διατείνεται ότι οι κανόνες περί αποσυνδεδεμένων άμεσων ενισχύσεων είναι απαραίτητοι για την εκπλήρωση των δεσμεύσεων στο πλαίσιο του ΠΟΕ όσον αφορά την εσωτερική ενίσχυση. Τα διαπραγματευόμενα μέρη στον ΠΟΕ, ειδικά οι ΗΠΑ, ενδιαφέρονται για τη διατήρηση του επιπέδου εσωτερικών ενισχύσεων και για την περαιτέρω μείωση της προστασίας της αγοράς. Η ΕΕ μπορεί να συμφωνήσει με αυτές τις προσπάθειες, εάν τα διαπραγματευόμενα μέρη επίσης συμφωνήσουν ότι μόνο ορισμένο τμήμα των κοινοτικών άμεσων ενισχύσεων θα αποσυνδεθεί και κατά συνέπεια τμήμα του «πράσινου κουτιού».

Είναι σημαντικό οι μελλοντικές μεταρρυθμίσεις της ΚΓΠ να υποκινούνται από τον στόχο της κάλυψης των αναγκών των γεωργικών και αγροτικών πληθυσμών των κρατών μελών και της διασφάλισης της αειφορίας, από την προσπάθεια απλούστευσης και μείωσης των διοικητικών επιβαρύνσεων και από την επιτακτική ανάγκη θέσπισης ενός συστήματος που θα συνάδει πλήρως με τις προσδοκίες των καταναλωτών στο δεδομένο δημοσιονομικό πλαίσιο.

Τελικά σχόλια του εισηγητή

Ο εισηγητής θα ήθελε να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του προς τους συναδέλφους του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Ινστιτούτο Έρευνας Αγροτικής Οικονομίας της Ουγγαρίας, στα Υπουργεία Γεωργίας και στις κοινοβουλευτικές επιτροπές γεωργίας της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας για τη συμβολή και τη βοήθειά τους κατά την εκπόνηση της παρούσας έκθεσης.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

H ένταξη των νέων κρατών μελών στην κοινή γεωργική πολιτική

Αριθμός διαδικασίας

2006/2042(INI)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια de l'autorisation

AGRI
16.2.2007

Εισηγητής(ές)
  Ημερομηνία ορισμού

Csaba Sándor Tabajdi
23.11.2005

 

Εξέταση στην επιτροπή

12.7.2006

3.10.2006

19.12.2006

27.2.2007

 

Ημερομηνία έγκρισης

27.2.2007

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

31

1

3

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Vincenzo Aita, Peter Baco, Sergio Berlato, Thijs Berman, Niels Busk, Luis Manuel Capoulas Santos, Giuseppe Castiglione, Dumitru Gheorghe Mircea Coşea, Gintaras Didžiokas, Michl Ebner, Carmen Fraga Estévez, Ιωάννης Γκλαβάκης, Lutz Goepel, Esther Herranz García, Elisabeth Jeggle, Tchetin Kazak, Atilla Béla Ladislau Kelemen, Heinz Kindermann, Διαμάντω Μανωλάκου, Véronique Mathieu, Mairead McGuinness, María Isabel Salinas García, Willem Schuth, Czesław Adam Siekierski, Csaba Sándor Tabajdi, Marc Tarabella, Witold Tomczak, Donato Tommaso Veraldi, Bernard Piotr Wojciechowski

Αναπληρωτής(ές) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Bernadette Bourzai, Béla Glattfelder, Gábor Harangozó, Wiesław Stefan Kuc, Astrid Lulling, Albert Jan Maat

Ημερομηνία κατάθεσης

1.3.2007

Παρατηρήσεις (πληροφορίες που διατίθενται σε μία μόνον γλώσσα)

...