ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες: συστάσεις για δράσεις και πρωτοβουλίες που πρέπει να αναληφθούν (τελική έκθεση)

26.9.2013 - (2013/2107(INI))

Ειδική επιτροπή για το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες
Εισηγητής: Salvatore Iacolino


Διαδικασία : 2013/2107(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A7-0307/2013
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A7-0307/2013
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες: συστάσεις για δράσεις και πρωτοβουλίες που πρέπει να αναληφθούν (τελική έκθεση)

(2013/2107(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

 έχοντας υπόψη την απόφασή του, της 14ης Μαρτίου 2012, σχετικά με τη σύσταση, τις αρμοδιότητες, την αριθμητική σύνθεση και τη διάρκεια της εντολής της ειδικής επιτροπής για το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές ενέργειες, που εγκρίθηκε σύμφωνα με το άρθρο 184 του Κανονισμού του,

 έχοντας υπόψη την απόφασή του, της 11ης Δεκεμβρίου 2012, σχετικά με την παράταση της εντολής της ειδικής επιτροπής για το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές ενέργειες έως την 30ή Σεπτεμβρίου 2013,

 έχοντας υπόψη το άρθρο 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το άρθρο 67, το κεφάλαιο 4 (άρθρα 82 έως 86) και το κεφάλαιο 5 (άρθρα 87 έως 89) του τίτλου V του τρίτου μέρους της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συγκεκριμένα τα άρθρα 5, 6, 8, 17, 32, 38, 41, τον τίτλο VI (άρθρα 47 έως 50) και το άρθρο 52,

 έχοντας υπόψη το πρόγραμμα της Στοκχόλμης στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης[1], την ανακοίνωση της Επιτροπής «Για ένα χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης στην υπηρεσία των πολιτών της Ευρώπης: σχέδιο δράσης για την εφαρμογή του προγράμματος της Στοκχόλμης» (COM(2010)0171) και την ανακοίνωση της Επιτροπής «Η στρατηγική εσωτερικής ασφάλειας της ΕΕ στην πράξη: πέντε βήματα για μια ασφαλέστερη Ευρώπη» (COM(2010)0673),

 έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 22ας Μαΐου 2013, ιδίως εκείνα που αφορούν την ανάγκη πάταξης της φοροδιαφυγής και της φορολογικής απάτης και αντιμετώπισης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες,

 έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου ΔΕΥ της 8ης και 9ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη χάραξη και την εφαρμογή κύκλου πολιτικής της ΕΕ για την καταπολέμηση του διεθνούς σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος, τα συμπεράσματα του Συμβουλίου ΔΕΥ της 9ης και 10ης Ιουνίου 2011 που καθορίζουν τις προτεραιότητες της ΕΕ στην καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος κατά την περίοδο 2011-2013 και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου ΔΕΥ της 6ης και 7ης Ιουνίου 2013 που καθορίζουν τις προτεραιότητες για την περίοδο 2014-2017,

 έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου (07769/3/2010) της 28ης Μαΐου 2010 σχετικά με τη δήμευση και την ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων,

 έχοντας υπόψη τη στρατηγική της ΕΕ για τα ναρκωτικά για την περίοδο 2005-2012 και για την περίοδο 2013-2020 καθώς και το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση των ναρκωτικών για την περίοδο 2009-2012,

 έχοντας υπόψη τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών, η οποία εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση στις 20 Δεκεμβρίου 1988 (απόφαση 1988/8) και ετέθη προς υπογραφή στη Βιέννη από τις 20 Δεκεμβρίου 1998 έως τις 28 Φεβρουαρίου 1989 και εν συνεχεία στη Νέα Υόρκη έως τις 20 Δεκεμβρίου 1989,

 έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος, που εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση στις 15 Νοεμβρίου 2000 (απόφαση 55/25), η οποία ετέθη προς υπογραφή στο Παλέρμο στις 12 Δεκεμβρίου 2000, τα σχετικά πρωτόκολλα και την ανασκόπηση του Γραφείου των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος (UNODC) για υποθέσεις οργανωμένου εγκλήματος (2012),

 έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της διαφθοράς (UNCAC), η οποία ετέθη προς υπογραφή στη Μέριδα, στις 9 Δεκεμβρίου 2003,

 έχοντας υπόψη τις συμβάσεις ποινικού και αστικού δικαίου του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με τη δωροδοκία, οι οποίες ετέθησαν προς υπογραφή στο Στρασβούργο στις 27 Ιανουαρίου και στις 4 Νοεμβρίου 1999 αντιστοίχως, καθώς και τα ψηφίσματα (98) 7 και (99) 5, που εγκρίθηκαν από την επιτροπή υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης στις 5 Μαΐου 1998 και την 1η Μαΐου 1999 αντίστοιχα, για την ίδρυση ομάδας κρατών του Συμβουλίου της Ευρώπης κατά της δωροδοκίας (GRECO),

 έχοντας υπόψη την πράξη του Συμβουλίου της 26ης Μαΐου 1997 για την κατάρτιση, δυνάμει του άρθρου Κ.3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, της σύμβασης για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης[2],

 έχοντας υπόψη τη σύμβαση του ΟΟΣΑ για την καταπολέμηση της δωροδοκίας αλλοδαπών δημοσίων υπαλλήλων σε διεθνείς εμπορικές συναλλαγές, η οποία ετέθη προς υπογραφή στο Παρίσι στις 17 Δεκεμβρίου 1997, καθώς και τις μεταγενέστερες προσθήκες,

 έχοντας υπόψη τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, την έρευνα, την κατάσχεση και τη δήμευση των προϊόντων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, η οποία ετέθη προς υπογραφή στη Βαρσοβία στις 16 Μαΐου 2005, και το ψήφισμα CM/Res(2010)12 της επιτροπής υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 13ης Οκτωβρίου 2010, σχετικά με το καταστατικό της επιτροπής εμπειρογνωμόνων για την αξιολόγηση των μέτρων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (MONEYVAL),

 έχοντας υπόψη τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο, η οποία ετέθη προς υπογραφή στη Βουδαπέστη στις 23 Νοεμβρίου 2001,

 έχοντας υπόψη τη Στρατηγική Αντίληψη για την Άμυνα και την Ασφάλεια των μελών της οργάνωσης της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού (ΝΑΤΟ) «ενεργός συμμετοχή, σύγχρονη άμυνα», η οποία εγκρίθηκε από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων του NATO στη Λισαβόνα στις 19-20 Νοεμβρίου 2010,

 έχοντας υπόψη τις 40 συστάσεις και τις 9 ειδικές συστάσεις της Ομάδας χρηματοπιστωτικής δράσης FATF για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες,

 έχοντας υπόψη το έργο της Επιτροπής της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία (BCBS),

 έχοντας υπόψη τις εκθέσεις του Γραφείου των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος (UNODC) με τίτλο «Η παγκοσμιοποίηση της εγκληματικότητας. Αξιολόγηση της απειλής που αντιπροσωπεύει το διεθνικό οργανωμένο έγκλημα» (2010), «Εκτίμηση των παράνομων χρηματικών ροών προερχομένων από εμπορία ναρκωτικών και άλλες πτυχές του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος» (2011) και «Πλήρης μελέτη της εγκληματικότητας στον κυβερνοχώρο» (2013),

 έχοντας υπόψη την απόφαση-πλαίσιο 2008/841/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2008, για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος[3],

 έχοντας υπόψη την απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2001 για το ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δέσμευση, την κατάσχεση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος[4], την απόφαση-πλαίσιο 2003/577/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, σχετικά με την εκτέλεση αποφάσεων δέσμευσης περιουσιακών ή αποδεικτικών στοιχείων στην Ευρωπαϊκή Ένωση[5], την απόφαση-πλαίσιο 2005/212/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 24ης Φεβρουαρίου 2005, για τη δήμευση των προϊόντων, οργάνων και περιουσιακών στοιχείων του εγκλήματος[6], και την απόφαση-πλαίσιο 2006/783/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2006, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης στις αποφάσεις δήμευσης[7],

 έχοντας υπόψη την απόφαση 2007/845/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 2007, σχετικά με τη συνεργασία των υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων στα κράτη μέλη προς ανίχνευση και εντοπισμό προϊόντων εγκλήματος ή άλλων συναφών περιουσιακών στοιχείων[8], και την έκθεση που εκπόνησε η Επιτροπή βάσει του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης (COM(2011)0176),

 έχοντας υπόψη την απόφαση 2009/426/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2008 για την ενίσχυση της Eurojust και την τροποποίηση της απόφασης-πλαισίου 2002/187/ΔΕΥ σχετικά με τη σύσταση της Eurojust προκειμένου να ενισχυθεί η καταπολέμηση των σοβαρών μορφών εγκλήματος[9],

 έχοντας υπόψη την απόφαση 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 6ης Απριλίου 2009, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ)[10],

 έχοντας υπόψη την απόφαση-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2008 για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις[11],

 έχοντας υπόψη την απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών[12], καθώς και τις μετέπειτα τροποποιητικές πράξεις,

 έχοντας υπόψη την απόφαση-πλαίσιο 2002/465/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, σχετικά με τις κοινές ομάδες έρευνας[13], και την έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την ενσωμάτωση της εν λόγω απόφασης-πλαισίου (COM(2004)0858),

 έχοντας υπόψη την απόφαση 2009/902/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για τη δημιουργία Ευρωπαϊκού Δικτύου Πρόληψης του Εγκλήματος (EUCPN)[14],

 έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου 2002/629/ΔΕΥ[15], και την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο: «Στρατηγική της ΕΕ για την εξάλειψη της εμπορίας ανθρώπων 2012–2016» (COM(2012)0286),

 έχοντας υπόψη την οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας[16], και την έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας (COM(2012)0168),

 έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1889/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την Κοινότητα[17],

 έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Νοεμβρίου 2006, περί των πληροφοριών για τον πληρωτή που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών[18],

 έχοντας υπόψη την οδηγία 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, την τροποποίηση των οδηγιών 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2000/46/ΕΚ,

 έχοντας υπόψη την οδηγία 2007/64/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Νοεμβρίου 2007 για τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ, 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ, και την κατάργηση της οδηγίας 97/5/ΕΚ[19],

 έχοντας υπόψη την απόφαση-πλαίσιο 2003/568/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 2003, για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα[20] και την έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο βάσει του άρθρου 9 της εν λόγω απόφασης-πλαισίου (COM(2007)0328),

 έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών[21], και την οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, και τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις[22],

 έχοντας υπόψη την οδηγία 2012/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της εγκληματικότητας και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου 2001/220/ΔΕΥ[23],

 έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου,

 έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 273/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, περί των προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών[24],

 έχοντας υπόψη την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών,

 έχοντας υπόψη την απόφαση της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, για τη σύσταση της ομάδας εμπειρογνωμόνων για τη διαφθορά[25], την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, της 6ης Ιουνίου 2011, με τίτλο «Καταπολέμηση της δωροδοκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση» (COM (2011)0308) και την απόφαση της Επιτροπής της 6ης Ιουνίου 2011 για τη θέσπιση σε επίπεδο Ένωσης ενός μηχανισμού υποβολής εκθέσεων για την περιοδική αξιολόγηση σχετικά με την καταπολέμηση της δωροδοκίας («έκθεση της ΕΕ για την καταπολέμηση της δωροδοκίας») (C(2011)3673),

 έχοντας υπόψη την απόφαση της Επιτροπής της 14ης Φεβρουαρίου 2012, για τη συγκρότηση ομάδας εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής επιφορτισμένης με τη μελέτη των πολιτικών αναγκών για δεδομένα σχετικά με την εγκληματικότητα και για την κατάργηση της απόφασης 2006/581/ΕΚ[26],

 έχοντας υπόψη τη σύσταση 2007/425 της Επιτροπής, της 13ης Ιουνίου 2007, σχετικά με τον προσδιορισμό σειράς δράσεων με σκοπό την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 338/97 του Συμβουλίου για την προστασία των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας μέσω του ελέγχου του εμπορίου τους[27],

 έχοντας υπόψη την πρωτοβουλία του Βασιλείου του Βελγίου, της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και του Βασιλείου της Σουηδίας για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ευρωπαϊκή εντολή έρευνας σε ποινικές υποθέσεις (2010/0817(COD)),

 έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 2012, σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση των προϊόντων του εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση (CΟΜ(2012)0085),

 έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις συμβάσεις που συνάπτονται από φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (COM(2011)0895) και την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις (COM(2011)0896),

 έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Φεβρουαρίου 2013, για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (COM(2013)0045),

 έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Φεβρουαρίου 2013, περί των πληροφοριών που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών (COM(2013)0044),

 έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Σεπτεμβρίου 2012, σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων (COM(2012)0499),

 έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Νοεμβρίου 2012, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 όσον αφορά τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων (COM(2012)0712),

 έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία του ευρώ και άλλων νομισμάτων από την παραχάραξη και την κιβδηλεία μέσω του ποινικού δικαίου, και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2000/383/ΔΕΥ του Συμβουλίου (COM(2013)0042),

 έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις επιθέσεις κατά των συστημάτων πληροφοριών και την κατάργηση της απόφασης-πλαισίου 2005/222/ΔΕΥ του Συμβουλίου (COM(2010)0517),

 έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (COM(2012)0010),

 έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων) (COM(2012)0011),

 έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (COM(2012)0363),

 έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (COM(2013)0534) και την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης (Eurojust) (COM(2013)0535),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο «Καλύτερη προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης: Σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και μεταρρύθμιση της Eurojust» (COM(2013)0532),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο «Βελτίωση της διακυβέρνησης της OLAF και ενίσχυση των διαδικαστικών εγγυήσεων στις έρευνες: Μία σταδιακή προσέγγιση που θα συνοδεύει τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας» (COM(2013)0533),

 έχοντας υπόψη την κοινή ανακοίνωση της Επιτροπής και της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο «Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο: Για έναν ανοικτό, ασφαλή και προστατευμένο κυβερνοχώρο» (JOIN(2013)0001),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με τίτλο «Σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής» (COM(2012)0722),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο «Οικοδόμηση μιας ανοιχτής και ασφαλούς Ευρώπης: προϋπολογισμός του τομέα εσωτερικών υποθέσεων για την περίοδο 2014-2020» (COM(2011)0749),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο με τίτλο «Πρώτη ετήσια έκθεση για την εφαρμογή της στρατηγικής εσωτερικής ασφάλειας της ΕΕ» (COM(2011)0790),

 έχοντας υπόψη την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής με τίτλο «Σκιώδες τραπεζικό σύστημα» (COM(2012)0102),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο «Αντιμετώπιση του εγκλήματος στην ψηφιακή μας εποχή: ίδρυση του ευρωπαϊκού κέντρου για εγκλήματα στον κυβερνοχώρο» (COM(2012)0140),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο «Προς ένα ολοκληρωμένο ευρωπαϊκό πλαίσιο για τα τυχερά παιχνίδια σε απευθείας σύνδεση» (COM(2012)0596),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με τίτλο «Μέτρηση της εγκληματικότητας στην ΕΕ: στατιστικό σχέδιο δράσης 2011-2015» (COM(2011)0713),

 έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο όσον αφορά την έκθεση αξιολόγησης σχετικά με το ευρωπαϊκό δίκτυο πρόληψης του εγκλήματος (COM(2012)0717),

 έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο όσον αφορά την εφαρμογή της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 23ης Ιουνίου 2008 σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος («απόφαση Prüm») (COM(2012)0732),

 έχοντας υπόψη την Πράσινη βίβλο της Επιτροπής με τίτλο «Προς μία ενοποιημένη ευρωπαϊκή αγορά πληρωμών με κάρτα, μέσω του Διαδικτύου και μέσω κινητών τηλεφώνων» (COM(2011)0941),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τους συγκεκριμένους τρόπους για την ενίσχυση της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής, επίσης και σε σχέση με τρίτες χώρες (COM(2012)0351),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο «Προς μια πολιτική ποινικού δικαίου της ΕΕ: κατοχύρωση της αποτελεσματικής εφαρμογής των πολιτικών της ΕΕ μέσω του ποινικού δικαίου» (COM(2011)0573),

 έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο για τις πρακτικές λεπτομέρειες όσον αφορά τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ομάδα κρατών κατά της διαφθοράς του Συμβουλίου της Ευρώπης (GRECO), της 6ης Ιουνίου 2011 (COM(2011)0307),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με τίτλο «Προϊόντα οργανωμένου εγκλήματος: Το έγκλημα δεν επιβραβεύεται» (COM(2008)0766),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με το ρόλο της Eurojust και του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου στο πλαίσιο της καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (COM(2007)0644),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος στον χρηματοοικονομικό τομέα (COM(2004)0262),

 έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής σχετικά με τη σκοπιμότητα εκπόνησης νομοθεσίας ΕΕ στον τομέα της προστασίας των μαρτύρων και των προσώπων που συνεργάζονται με τη δικαιοσύνη (COM(2007)0693),

 έχοντας υπόψη τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας[28],

 έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 8ης Μαρτίου 2011 με τίτλο «Φορολογία και ανάπτυξη - Συνεργασία με τις αναπτυσσόμενες χώρες για την προώθηση της χρηστής διακυβέρνησης στον φορολογικό τομέα»[29],

 έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 15ης Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με τις προσπάθειες της ΕΕ για την καταπολέμηση της διαφθοράς[30], της 25ης Οκτωβρίου 2011 σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση[31], της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά με την προσέγγιση της ΕΕ όσον αφορά το ποινικό δίκαιο[32] και της 14ης Μαρτίου 2013 σχετικά με το στήσιμο αγώνων και τη διαφθορά στον αθλητισμό[33],

 έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Ιανουαρίου 2013 που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με το διοικητικό δικονομικό δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης[34],

 έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με σχετικά με την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και των φορολογικών παραδείσων[35],

 έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Ιουνίου 2013 σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες: συστάσεις για δράσεις και πρωτοβουλίες που πρέπει να αναληφθούν (ενδιάμεση έκθεση),

 έχοντας υπόψη τη γραπτή δήλωσή του αριθ. 2/2010 σχετικά με τις προσπάθειες της Ένωσης για πάταξη της διαφθοράς[36],

 έχοντας υπόψη την κοινή έκθεση της Ευρωπόλ, της Eurojust και του Frontex σχετικά με την κατάσταση της εσωτερικής ασφάλειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2010),

 έχοντας υπόψη το πολυετές στρατηγικό σχέδιο 2012-2014 της Eurojust καθώς και την ετήσια έκθεσή της για το 2011,

 έχοντας υπόψη την έκθεση SOCTA (Serious and Organised Crime Threat Assessment – Αξιολόγηση απειλών όσον αφορά το σοβαρό και το οργανωμένο έγκλημα) που εκπόνησε η Ευρωπόλ, τον Μάρτιο του 2013,

 έχοντας υπόψη την έκθεση της Ευρωπόλ του 2012 σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά τις περιπτώσεις απάτης στις συναλλαγές με κάρτες πληρωμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

 έχοντας υπόψη την έκθεση που συνέταξαν από κοινού τον Ιανουάριο του 2013 το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης των Ναρκωτικών και της Τοξικομανίας και η Ευρωπόλ με τίτλο «Αγορές ναρκωτικών ουσιών της ΕΕ - Μία στρατηγική ανάλυση»,

 έχοντας υπόψη τη γνώμη αριθ. 14/2011, της 13ης Ιουνίου 2011, σχετικά με την προστασία των στοιχείων που συνδέονται με την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, την οποία ενέκρινε η ομάδα εργασίας που συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 29 της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[37],

 έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα των δημόσιων ακροάσεων, των συζητήσεων όσον αφορά τα έγγραφα εργασίας και την ενδιάμεση έκθεση, των ανταλλαγών απόψεων με ιθύνουσες προσωπικότητες, καθώς επίσης των αποστολών που πραγματοποίησαν οι αντιπροσωπείες της ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής για το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές ενέργειες,

 έχοντας υπόψη τη συμβολή των Εμπειρογνωμόνων Υψηλού Επιπέδου που ζητήθηκε συγκεκριμένα από την ειδική επιτροπή του για το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές ενέργειες,

 έχοντας υπόψη τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο το οποίο εστάλη στα εθνικά κοινοβούλια σχετικά με τον ρόλο και την εμπειρία τους στην καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, καθώς και τα πορίσματα της διακοινοβουλευτικής συνεδρίασης για το ίδιο θέμα η οποία διεξήχθη στις Βρυξέλλες στις 7 Μαΐου 2013,

 έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

 έχοντας υπόψη την έκθεση της Ειδικής επιτροπής για το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές ενέργειες (A7-0307/2013),

Οργανωμένο έγκλημα, διαφθορά και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές ενέργειες

Α.       λαμβάνοντας υπόψη ότι η ειδική επιτροπή για το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές ενέργειες (CRIM) έλαβε εντολή να διερευνήσει την έκταση του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές ενέργειες, βασιζόμενη στις καλύτερες διαθέσιμες αξιολογήσεις της απειλής, και να προτείνει τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη και την αποτροπή των εν λόγω απειλών από την ΕΕ, καθώς και για την αποτελεσματική αντιμετώπισή τους σε διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο·

Β.       λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εγκληματικές οργανώσεις έχουν διευρύνει σταδιακά το πεδίο δράσης τους σε διεθνή κλίμακα, εκμεταλλευόμενες τις ευκαιρίες που προσφέρουν το άνοιγμα των εσωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και η οικονομική παγκοσμιοποίηση και οι νέες τεχνολογίες, και συνάπτοντας συμμαχίες με εγκληματικές ομάδες άλλων χωρών (όπως για παράδειγμα με τα καρτέλ ναρκωτικών της Νότιας Αμερικής και με ρωσόφωνες εγκληματικές οργανώσεις), με στόχο να δημιουργήσουν αγορές και ζώνες επιρροής· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εγκληματικές ομάδες ολοένα και περισσότερο διαφοροποιούν τη δράση τους και ότι η σύνδεση μεταξύ του λαθρεμπορίου ναρκωτικών, της εμπορίας ανθρώπων, της διευκόλυνσης της παράνομης μετανάστευσης, του λαθρεμπορίου όπλων και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ενισχύεται·

Γ.        λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφθορά και το οργανωμένο έγκλημα συνιστούν σοβαρές απειλές από άποψη κόστους για την οικονομία της ΕΕ· εκτιμώντας ότι οι πρόσοδοι και η ικανότητα διείσδυσης των εγκληματικών οργανώσεων έχουν αυξηθεί σημαντικά εξαιτίας του γεγονότος ότι δρουν σε πολλούς τομείς της οικονομίας οι περισσότεροι από τους οποίους υπόκεινται στον έλεγχο κρατικών υπηρεσιών· λαμβάνοντας υπόψη ότι το οργανωμένο έγκλημα προσλαμβάνει όλο και περισσότερο χαρακτήρα παγκόσμιου οικονομικού παράγοντα με έντονο επιχειρηματικό προσανατολισμό που του επιτρέπει να παρέχει ταυτόχρονα διαφορετικά είδη παράνομων - αλλά, σε ολοένα μεγαλύτερο βαθμό, και νόμιμων - αγαθών και υπηρεσιών με όλο και ισχυρότερο αντίκτυπο στην ευρωπαϊκή και την παγκόσμια οικονομία, επηρεάζοντας σημαντικά τα φορολογικά έσοδα των κρατών μελών και της Ένωσης συνολικά και προκαλώντας στις επιχειρήσεις απώλειες που εκτιμάται ότι υπερβαίνουν τα 670 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως·

Δ.       λαμβάνοντας υπόψη ότι το οργανωμένο έγκλημα συνιστά σοβαρή διασυνοριακή απειλή για την εσωτερική ασφάλεια της ΕΕ ως προς τον αριθμό των θυμάτων· λαμβάνοντας υπόψη ότι το οργανωμένο έγκλημα αποκομίζει τεράστια κέρδη από δραστηριότητες όπως η εμπορία ανθρώπων, η παράνομη διακίνηση και το λαθρεμπόριο ανθρωπίνων οργάνων, όπλων, ναρκωτικών και των πρόδρομων ουσιών τους, πυρηνικών, ραδιολογικών, βιολογικών, χημικών και φαρμακευτικών ουσιών, ακόμη και συνταγογραφούμενων, παραποιημένων καταναλωτικών προϊόντων καθημερινής χρήσης όπως τροφίμων και φαρμακευτικών προϊόντων, προστατευόμενων ζωικών και φυτικών ειδών και μερών αυτών, κάθε μορφής προϊόντων καπνού, έργων τέχνης και άλλων διαφόρων αγαθών συχνά παραποιημένων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι προαναφερθείσες μορφές λαθρεμπορίου συνεπάγονται αφενός απώλεια δημόσιων εσόδων για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη και αφετέρου ζημία για τους καταναλωτές, τη δημόσια υγεία και τις κατασκευαστικές εταιρείες ενώ ενδέχεται επίσης να διευκολύνουν τη διάδοση άλλων μορφών οργανωμένου εγκλήματος·

Ε.        λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οργανωμένες εγκληματικές δραστηριότητες τύπου μαφίας στον τομέα του περιβάλλοντος – στις διάφορες μορφές λαθρεμπορίου και παράνομης διάθεσης αποβλήτων και καταστροφής του περιβάλλοντος, του τοπίου, της τέχνης και του πολιτισμού – έχουν πλέον αποκτήσει διεθνή διάσταση, με αποτέλεσμα να απαιτείται κοινή προσπάθεια όλων των ευρωπαϊκών χωρών για την ανάληψη πιο αποτελεσματικής κοινής δράσης με στόχο την πρόληψη και την καταπολέμηση της οικολογικής μαφίας·

ΣΤ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διάφορες εγκληματικές οργανώσεις παρουσιάζουν μία δικτυακή δομή που χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό ευελιξίας, κινητικότητας, διασύνδεσης και διεθνικότητας, και διαθέτουν μεγάλη ικανότητα διείσδυσης και μιμητισμού· λαμβάνοντας υπόψη ότι παρατηρείται μία αυξανόμενη τάση αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των διαφόρων εγκληματικών οργανώσεων – συν τοις άλλοις, και μέσω των νέων διεθνών δομών τους και της διαφοροποίησης των δραστηριοτήτων τους – που τους επιτρέπει να παρακάμπτουν διαφορές γλώσσας, εθνοτικής καταγωγής ή εμπορικών συμφερόντων και να εφαρμόζονται με κοινές πρακτικές λαθρεμπορίου, με αποτέλεσμα τη μείωση του κόστους και τη μεγιστοποίηση των κερδών σε μία περίοδο παγκόσμιας οικονομικής κρίσης·

Ζ.        λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την έκθεση SOCTA της Ευρωπόλ του 2013, ο αριθμός των διεθνών εγκληματικών οργανώσεων που δρουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπολογίζεται σε 3.600 και ότι το 70% των οργανώσεων αυτών έχουν γεωγραφικά ετερογενή σύνθεση και ακτίνα δράσης ενώ ποσοστό άνω του 30% έχουν πολύπλευρη εγκληματική δραστηριότητα·

Η.       λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητο να εκτιμήσει η Ευρωπόλ, βάσει κατάλληλων πληροφοριών που παρέχουν τα κράτη μέλη, την έκταση της δράσης ορισμένων οργανωμένων εγκληματικών ομάδων που δρουν δια μέσου των εσωτερικών και εξωτερικών συνόρων της ΕΕ καθώς και τις μορφές των ιδιαιτέρως σοβαρών εγκλημάτων με διασυνοριακή διάσταση τα οποία διαπράττουν, όπως αυτά απαριθμούνται στο άρθρο 83 της ΣΛΕΕ, εστιάζοντας σε διαφορετικό ειδικό τομέα κάθε φορά· η εν λόγω αξιολόγηση πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα εθνικά κοινοβούλια και άλλους σχετικούς φορείς, με σκοπό την καλύτερη στόχευση και την εξασφάλιση προστιθέμενης αξίας στη δράση της ΕΕ και της συνεργασίας μεταξύ των αστυνομικών και δικαστικών αρχών των κρατών μελών με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς·

Θ.       λαμβάνοντας υπόψη ότι εγκληματικές οργανώσεις μπορούν να επωφελούνται από μία γκρίζα ζώνη αθέμιτης σύμπραξης με τρίτους και μπορούν, στο πλαίσιο ορισμένων δραστηριοτήτων, να συνεργάζονται με άσπρα κολλάρα (επιχειρηματίες, δημόσιους υπαλλήλους σε όλα τα επίπεδα λήψης αποφάσεων, πολιτικούς, στελέχη τραπεζών, επαγγελματίες κ.λπ.), το οποίο, παρόλο που δεν συμμετέχει άμεσα στη δομή των εγκληματικών οργανώσεων, εντούτοις διατηρεί με αυτές αμοιβαία επικερδείς επιχειρηματικές σχέσεις·

Ι.         λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις επισημάνσεις του Γραφείου των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος (UNODC), οι χρηματοοικονομικές ροές που σχετίζονται με τη διεθνή διακίνηση ναρκωτικών από οργανώσεις της μαφίας συνδέονται, σε πολλές περιπτώσεις, με τραπεζικά ιδρύματα σε διάφορες χώρες του κόσμου και, συνεπώς, καθίσταται απαραίτητη η συντονισμένη έρευνα σε διεθνές επίπεδο για τον εντοπισμό, μέσω τραπεζικών διαύλων, των χρηματοοικονομικών φορέων που εμπλέκονται στη διεθνή διακίνηση ναρκωτικών·

ΙΑ.      λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική κρίση των τελευταίων ετών επέφερε σημαντικές αλλαγές στις περιοχές οικονομικού ενδιαφέροντος του οργανωμένου εγκλήματος, το οποίο κατόρθωσε πολύ γρήγορα να εντοπίσει τις νέες ευκαιρίες που του προσφέρονταν, και ότι η κρίση αυτή, η οποία ώθησε νέα κύματα μεταναστών στην αναζήτηση καλύτερων συνθηκών ζωής και εργασίας, ενδέχεται να προμηθεύσει στο οργανωμένο έγκλημα νέα θύματα εκμετάλλευσης και εργατικό δυναμικό·

ΙΒ.      λαμβάνοντας υπόψη ότι ο επιχειρηματικός χαρακτήρας των σύγχρονων εγκληματικών οργανώσεων είναι ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά τους, με μορφές δράσης έντονα προσανατολισμένες στην κάλυψη της ζήτησης που παρατηρείται στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών, που προϋποθέτουν έντονη συνεργασία με άλλες εγκληματικές και μη εγκληματικές οντότητες και με συνεχή ταλάντευση μεταξύ μιας φαινομενικά νόμιμης διάστασης των δραστηριοτήτων τους, μεθόδων δωροδοκίας και εκφοβισμού και της επιδίωξης παράνομων στόχων (όπως, για παράδειγμα, η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες)·

ΙΓ.      λαμβάνοντας υπόψη ότι η διακρατική διάσταση του οργανωμένου εγκλήματος ενισχύεται πλέον λόγω της ευκολίας με την οποία οι εγκληματικές οργανώσεις χρησιμοποιούν κάθε μέσο μεταφοράς, δοκιμασμένα δρομολόγια και υφιστάμενες υποδομές ακόμη και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης· λαμβάνοντας υπόψη, ειδικότερα, ότι η αναβάθμιση των υποδομών επικοινωνίας και μεταφορών που επιτελείται επί του παρόντος στην αφρικανική ήπειρο ενέχει τον κίνδυνο να αξιοποιηθεί από το οργανωμένο έγκλημα για τη διευκόλυνση του παράνομου εμπορίου στο οποίο επιδίδεται·

ΙΔ.      λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ευρωπαϊκά δρομολόγια, ιδίως αυτά που διέρχονται από τα δυτικά Βαλκάνια, βρίσκονται στο επίκεντρο της δράσης ενός μεγάλου μέρους των εγκληματικών ομάδων που δρουν στην Ευρώπη στους τομείς της εμπορίας ανθρώπων, του λαθρεμπορίου όπλων και ναρκωτικών (και των πρόδρομων ουσιών τους), καθώς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ηρωίνη που προορίζεται για την Ευρωπαϊκή Ένωση καταφθάνει στην ευρωπαϊκή ήπειρο μέσω συνεχώς μεταβαλλόμενων δρομολογίων και ότι η νοτιοανατολική ευρωπαϊκή περιφέρεια αποτελεί ούτως ή άλλως ένα από τα κυριότερα ενδιάμεσα σημεία μετεπιβίβασης παράνομων μεταναστών·

ΙΕ.      λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διεθνικές εγκληματικές οργανώσεις είναι αυτές που συχνά διαχειρίζονται την εμπορία ανθρώπων και ανθρώπινων οργάνων, τον εξαναγκασμό σε πορνεία, την καθυπόταξη προσώπων σε δουλεία καθώς και τη δημιουργία στρατοπέδων εργασίας· λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ότι η εμπορία ανθρώπων δημιουργεί κάθε έτος κέρδη υπολογιζόμενα σε 25 δισεκατομμύρια ευρώ και ότι αυτό το εγκληματικό φαινόμενο αφορά όλες τις χώρες της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα έσοδα που δημιουργούνται από το εμπόριο άγριων ειδών και μερών αυτών εκτιμώνται από 18 έως 26 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως και ότι η ΕΕ αντιπροσωπεύει τη σπουδαιότερη αγορά προορισμού των προϊόντων αυτών στον κόσμο·

ΙΣΤ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρόλο που ο ακριβής προσδιορισμός της έκτασης της εμπορίας ανθρώπων στην ΕΕ εξακολουθεί να μην εύκολος διότι η εν λόγω δραστηριότητα είτε κρύβεται πίσω από άλλες μορφές εγκληματικής δραστηριότητας είτε δεν καταγράφεται ή δεν διερευνάται, ο συνολικός αριθμός ατόμων υπό καθεστώς καταναγκαστικής εργασίας στα κράτη μέλη της ΕΕ εκτιμάται στις 880.000, εκ των οποίων οι 270.000 είναι θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης ενώ οι γυναίκες αποτελούν την πλειοψηφία των θυμάτων στην ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εμπορία και η δουλεία ανθρώπων είναι πολύ επικερδείς μορφές εγκληματικής δραστηριότητας τις οποίες συχνά διαχειρίζονται διεθνικές εγκληματικές οργανώσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι όλες οι χώρες της ΕΕ αντιμετωπίζουν το πρόβλημα αυτό, αλλά δεν έχουν όλες κυρώσει όλες τις σχετικές διεθνείς πράξεις, που θα επέτρεπαν την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων· λαμβάνοντας υπόψη ότι μόνον εννέα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει στο εθνικό τους δίκαιο και έχουν θέσει σε εφαρμογή την οδηγία του 2011 για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, ενώ η Επιτροπή εξακολουθεί να μην εφαρμόζει πλήρως τη στρατηγική της ΕΕ για την εξάλειψη της εμπορίας ανθρώπων 2012-2016·

ΙΖ.      λαμβάνοντας υπόψη ότι το παράνομο εμπόριο τσιγάρων επιφέρει απώλεια δημοσίων εσόδων της τάξης των 10 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κύκλος εργασιών της διακίνησης ελαφρού οπλισμού σε παγκόσμια κλίμακα εκτιμάται ότι κυμαίνεται μεταξύ 130 και 250 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως και ότι στην Ευρώπη κυκλοφορούν περισσότερα από 10 εκατομμύρια παράνομα όπλα, που συνιστούν σοβαρή απειλή για την ασφάλεια των πολιτών καθώς και για την επιβολή του νόμου· λαμβάνοντας υπόψη ότι από τους 30.000 ιστότοπους που πωλούν στους Ευρωπαίους παραποιημένα φάρμακα σε τιμή ευκαιρίας, τα οποία ενίοτε είναι επιβλαβή για την υγεία ή θανατηφόρα, το 97% λειτουργεί παράνομα, με αποτέλεσμα οι εκτιμώμενες επιπτώσεις των φαρμάκων αυτών στον τομέα της δημόσιας υγείας στην Ευρώπη να ανέρχονται σε 3 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, με την πλειονότητα των παραποιημένων φαρμακευτικών προϊόντων να προέρχονται από την Κίνα και την Ινδία·

ΙΗ.      λαμβάνοντας υπόψη ότι μία δόλια και παραπλανητική χρήση του Διαδικτύου επιτρέπει στο οργανωμένο έγκλημα να διευρύνει την παράνομη διακίνηση ψυχοτρόπων ουσιών, πυροβόλων όπλων, υλικών που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή εκρηκτικών, πλαστών χαρτονομισμάτων, παραποιημένων και άλλων προϊόντων και υπηρεσιών που παραβιάζουν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας καθώς και απειλούμενων ζωικών και φυτικών ειδών, να αποφύγει την καταβολή ειδικών φόρων κατανάλωσης και άλλων φόρων που βαρύνουν την πώληση αυθεντικών προϊόντων, και να πειραματιστεί με ολοένα και μεγαλύτερη επιτυχία σε νέες εγκληματικές δραστηριότητες, αποδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό την τρομερή ικανότητα προσαρμογής που διαθέτει όσον αφορά τις νέες τεχνολογίες·

ΙΘ.      λαμβάνοντας υπόψη ότι το έγκλημα στον κυβερνοχώρο προκαλεί ολοένα μεγαλύτερες οικονομικές και κοινωνικές ζημιές που πλήττουν εκατομμύρια καταναλωτών, και ετήσιες απώλειες που υπολογίζονται σε 290 δισεκατομμύρια ευρώ[38]·

Κ.       λαμβάνοντας υπόψη ότι σε πολλές περιπτώσεις η διαφθορά δημοσίων υπαλλήλων είναι ζωτικής σημασίας για παράνομο εμπόριο στο οποίο επιδίδεται το οργανωμένο έγκλημα, δεδομένου ότι μέσω της διαφθοράς μπορεί να έχει πρόσβαση σε εμπιστευτικές πληροφορίες, να προμηθεύεται πλαστά έγγραφα, να χειραγωγεί το αποτέλεσμα των δημόσιων διαγωνισμών, να νομιμοποιεί παρανόμως κτηθέντα έσοδα και να καταστρατηγεί και να αποφεύγει τα μέτρα επιβολής του νόμου που λαμβάνουν οι αρμόδιες δικαστικές και αστυνομικές αρχές·

ΚΑ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοκαΐνη που προέρχεται από την Κεντρική και Νότια Αμερική διοχετεύεται στις ευρωπαϊκές αγορές μέσω των λιμένων της βορειοανατολικής περιφέρειας της Ευρώπης, της Ιβηρικής χερσονήσου και της Μαύρης Θάλασσας·

ΚΒ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι μόνο το 2012 εμφανίστηκαν στην ευρωπαϊκή αγορά περισσότερες από 70 νέες ψυχοτρόπες ουσίες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οργανωμένο έγκλημα κάνει όλο και συχνότερη χρήση παράνομων εργαστηρίων που είναι εγκατεστημένα σε διάφορα μέρη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για να μετατρέπει νόμιμες χημικές ουσίες σε πρόδρομες ουσίες συνθετικών ναρκωτικών τα οποία, στη συνέχεια, και παράγει·

ΚΓ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη και η ΕΕ πρέπει να προσδιορίσουν και να καταπολεμήσουν τις σχετικά νέες μορφές του οργανωμένου εγκλήματος, συμπεριλαμβανομένων του εμπορίου σπάνιων ορυκτών και κλεμμένων μετάλλων και της απόρριψης τοξικών αποβλήτων, οι οποίες έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις νόμιμες αγορές·

ΚΔ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι πλέον συχνές οι ευκαιρίες επαφής και οι μορφές συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και ότι, για τον λόγο αυτό, είναι όλο και πιο διαδεδομένες οι καταστάσεις που αντιπροσωπεύουν δυνητικό κίνδυνο σύγκρουσης συμφερόντων·

ΚΕ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας από τους εχθρούς της ευρωζώνης είναι η διαφορά παραγωγικότητας μεταξύ των κρατών μελών· εκτιμώντας ότι, μεσο-μακροπρόθεσμα, αυτό δημιουργεί μία διαφορά σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας η οποία δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με υποτίμηση του νομίσματος και η οποία υπαγορεύει αυστηρά προγράμματα λιτότητας, μη βιώσιμα από πολιτική σκοπιά, τα οποία στοχεύουν σε εσωτερική υποτίμηση· λαμβάνοντας υπόψη ότι η συστημική διαφθορά στον δημόσιο τομέα συνιστά σοβαρό πρόσκομμα στην αποτελεσματικότητα, τις άμεσες ξένες επενδύσεις και στην καινοτομία και εμποδίζει, με τον τρόπο αυτό, τη σωστή λειτουργία της νομισματικής ένωσης·

ΚΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η διαφθορά αντιστοιχεί σε ποσοστό 5% του παγκόσμιου ΑΕγχΠ (2,6 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ), με το ποσό που δαπανάται σε δωροδοκίες να υπερβαίνει το 1 δισεκατομμύριο δολάρια ΗΠΑ ετησίως· λαμβάνοντας υπόψη ότι η δωροδοκία αποτελεί το 10% του συνολικού κόστους των εμπορικών δραστηριοτήτων σε παγκόσμιο επίπεδο και το 25% του κόστους των δημόσιων συμβάσεων στις αναπτυσσόμενες χώρες[39]·

ΚΖ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι στον δημόσιο τομέα στην ΕΕ έχουν σημειωθεί τουλάχιστον 20 εκατομμύρια περιπτώσεις διαφθοράς ήσσονος σημασίας και είναι προφανές ότι το φαινόμενο αυτό επηρεάζει και φορείς της δημόσιας διοίκησης των κρατών μελών (και τους αντίστοιχους πολιτικούς) που είναι αρμόδιοι για τη διαχείριση των κονδυλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων οικονομικών συμφερόντων·

ΚΗ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι η ροή χρήματος από παράνομες δραστηριότητες με μεταφορές χρηματικών ποσών μπορεί να βλάψει τη σταθερότητα και το κύρος του χρηματοπιστωτικού τομέα και να απειλήσει την εσωτερική αγορά της Ένωσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι η πλήρης ιχνηλασιμότητα των χρηματικών ποσών μπορεί να αποτελέσει ιδιαίτερα σημαντικό και πολύτιμο εργαλείο για την πρόληψη, τη διερεύνηση και τον εντοπισμό περιπτώσεων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·

ΚΘ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι, ενώ οι εξελίξεις στις νέες τεχνολογίες και στις μεθόδους πληρωμής θα έπρεπε να οδηγήσουν σε μια ασφαλέστερη κοινωνία χωρίς τη χρήση μετρητών, τα μετρητά εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται ευρέως, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΚΤ για την έκδοση τραπεζογραμματίων, σύμφωνα με τα οποία ο όγκος των τραπεζογραμματίων ευρώ παρουσιάζει σταθερή αύξηση από το 2002 (ιδίως όσον αφορά τα χαρτονομίσματα μεγάλης ονομαστικής αξίας)· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κίνηση τεράστιων ποσών σε μετρητά, προερχόμενων από παράνομες πηγές συνεχίζει να αποτελεί ζήτημα που προκαλεί ανησυχία στις αρχές επιβολής του νόμου και ότι η εν λόγω μέθοδος εξακολουθεί να χρησιμοποιείται κατά κόρον για τον «επαναπατρισμό» των προϊόντων εγκλήματος·

Προς προστασία των πολιτών και της νόμιμης οικονομίας

Λ.       λαμβάνοντας υπόψη ότι η ασφάλεια των πολιτών και των καταναλωτών, η ελεύθερη κυκλοφορία, η προστασία των επιχειρήσεων, του ελεύθερου και δίκαιου ανταγωνισμού, η ανάγκη να αποφευχθεί η στρέβλωση του νόμιμου οικονομικού κύκλου μέσα από την συσσώρευση παράνομων κεφαλαίων και χρηματικών εσόδων και οι θεμελιώδεις δημοκρατικές αρχές και αξίες επί των οποίων εδράζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη απειλούνται σοβαρά από τη διάδοση του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες· εκτιμώντας ότι η εξάλειψη αυτών των φαινομένων απαιτεί στιβαρή πολιτική βούληση σε όλα τα επίπεδα·

ΛΑ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι το οργανωμένο έγκλημα, εκτός από πράξεις εκφοβισμού και βίας, εμπλέκεται και σε όλο και πιο εξελιγμένες και κερδοφόρες απάτες οι οποίες αφαιρούν σημαντικούς πόρους από τη νόμιμη οικονομία και υπονομεύουν τις δυνατότητες ανάπτυξης, ιδίως σε δύσκολους καιρούς όπως οι σημερινοί· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα φαινόμενα οργανωμένου εγκλήματος, διαφθοράς και νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, τα οποία ενισχύονται από μια εκτεταμένη διείσδυση στη νόμιμη οικονομία, έχουν καταστροφικές συνέπειες για τα κράτη μέλη·

ΛΒ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος (UNODC), τα έσοδα από παράνομες δραστηριότητες σε παγκόσμιο επίπεδο ανέρχονται περίπου στο 3,6% του παγκόσμιου ΑΕγχΠ και ότι, επί του παρόντος, οι ροές παράνομου χρήματος στον κόσμο κυμαίνονται στο 2,7% του παγκόσμιου ΑΕγχΠ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι το κόστος της διαφθοράς μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανέρχεται σε περίπου 120 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, ή αλλιώς στο 1,1% του ΑΕγχΠ της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόκειται για σημαντικούς πόρους που αφαιρούνται από την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, από τα δημόσια οικονομικά και από την ευημερία των πολιτών·

ΛΓ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι παρατηρείται μία ολοένα και μεγαλύτερη σύνδεση μεταξύ εγκληματικών οργανώσεων και τρομοκρατικών ομάδων· εκτιμώντας ότι, εκτός από την ύπαρξη καθαρά διαρθρωτικών δεσμών, η σύνδεση αυτή περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, αμοιβαία παροχή υπηρεσιών, χρημάτων και άλλων μορφών υλικής βοήθειας· θεωρώντας ότι αυτοί οι δεσμοί συνιστούν σοβαρή απειλή για την ακεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την ασφάλεια των πολιτών της·

ΛΔ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπερβολική γραφειοκρατία μπορεί να αποθαρρύνει τις νόμιμες οικονομικές δραστηριότητες και να προσφέρει κίνητρα για δωροδοκία δημοσίων υπαλλήλων· εκτιμώντας ότι τα υψηλά ποσοστά διαφθοράς αντιπροσωπεύουν σοβαρή απειλή για τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου και την ίση μεταχείριση όλων των πολιτών από το κράτος, αλλά και αδικαιολόγητο κόστος για τις επιχειρήσεις που δεν μπορούν να λειτουργήσουν σε περιβάλλον θεμιτού ανταγωνισμού· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφθορά μπορεί να βλάψει την οικονομική ανάπτυξη μέσω της ακατάλληλης κατανομής των πόρων, ιδίως σε βάρος των δημοσίων υπηρεσιών και, πιο συγκεκριμένα, σε βάρος των υπηρεσιών κοινωνικών ασφαλίσεων και παροχών·

ΛΕ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι το 74% των ευρωπαίων πολιτών θεωρεί τη διαφθορά ως ένα από τα μεγαλύτερα εθνικά και διακρατικά προβλήματα[40] και ότι φαινόμενα διαφθοράς εκδηλώνονται σε όλους τους τομείς της κοινωνίας· λαμβάνοντας, εξάλλου, υπόψη ότι η διαφθορά υπονομεύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους δημοκρατικούς θεσμούς και στην αποτελεσματικότητα των εκλεγμένων κυβερνήσεων όσον αφορά τη διατήρηση του κράτους δικαίου, δεδομένου ότι δημιουργεί προνόμια και, κατά συνέπεια, κοινωνική ανισότητα· λαμβάνοντας υπόψη ότι σε περιόδους σοβαρής οικονομικής κρίσης εντείνεται η δυσπιστία των πολιτών προς την πολιτική τάξη·

ΛΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν διαθέτουν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες σύστημα τυποποίησης και ολοκληρωμένη προστασία της πρόσβασης των πολιτών στις πληροφορίες ως μέσο παρακολούθησης και γνώσης που να διασφαλίζει έναν πραγματικό νόμο περί ελεύθερης πρόσβασης στην πληροφόρηση στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

ΛΖ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι, συν τοις άλλοις, λόγω της οικονομικής κρίσης, η πρόσβαση των υγιών επιχειρήσεων σε πιστώσεις καθίσταται δυσκολότερη εξαιτίας του υψηλότερου κόστους και των μεγαλύτερων εγγυήσεων που απαιτούν οι τράπεζες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επιχειρήσεις που βρίσκονται σε δυσχερή οικονομική κατάσταση καταφεύγουν ενίοτε σε εγκληματικές οργανώσεις για να λάβουν κεφάλαια για επενδύσεις, πράγμα που επιτρέπει την εισροή κεφαλαίων από εγκληματικές δραστηριότητες σε νόμιμες επιχειρήσεις·

ΛΗ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες λαμβάνει ολοένα πιο περίπλοκη μορφή και έχει φτάσει στο σημείο να περιλαμβάνει, για παράδειγμα, το παράνομο εμπόριο, ενίοτε δε και το νόμιμο, των στοιχημάτων, ιδίως όσων σχετίζονται με αθλητικούς αγώνες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η βιομηχανία των τυχερών παιχνιδιών μπορεί να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι το οργανωμένο έγκλημα εμπλέκεται συχνά στις απάτες που αφορούν τα αποτελέσματα αθλητικών αγώνων (στήσιμο αγώνων) και συνιστούν προσοδοφόρα εγκληματική δραστηριότητα· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα νόμιμα τυχερά παιχνίδια, ως έκφραση επιχειρηματικής δραστηριότητας, θα πρέπει να υποστηρίζονται επί τη βάσει των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·

ΛΘ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι το οργανωμένο έγκλημα εκμεταλλεύεται συχνά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνονται με δόλιο τρόπο, συν τοις άλλοις και ηλεκτρονικά, για την έκδοση πλαστών ή την παραποίηση αυθεντικών εγγράφων και τη διάπραξη, με τον τρόπο αυτό, άλλων αδικημάτων· εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής[41], το 8% των χρηστών του διαδικτύου στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πέσει θύμα κλοπής στοιχείων ταυτότητας ή είχε ανάλογη εμπειρία και ότι το 12% έχει πέσει θύμα κάποιας μορφής διαδικτυακής απάτης· εκτιμώντας ότι η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο διαδίκτυο αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση για την καταπολέμηση του ηλεκτρονικού εγκλήματος και σημαντικό μέσο για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στις διαδικτυακές υπηρεσίες·

Μ.      λαμβάνοντας υπόψη ότι στις δραστηριότητες του οργανωμένου εγκλήματος περιλαμβάνεται όλο και συχνότερα η παραποίηση παντός είδους προϊόντων, από τα αγαθά πολυτελείας έως τα προϊόντα καθημερινής χρήσης· εκτιμώντας ότι αυτό συνιστά σοβαρό κίνδυνο για την υγεία των καταναλωτών, θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των θέσεων εργασίας, ζημιώνει τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις και προξενεί σημαντικές απώλειες δημόσιων εσόδων· λαμβάνοντας υπόψη ότι ενίοτε η παραποίηση προϊόντων γίνεται κοινωνικά αποδεκτή διότι θεωρείται ότι δεν προξενεί πραγματικά θύματα, και ότι το γεγονός αυτό μειώνει, για τις ενεχόμενες εγκληματικές οργανώσεις, τον κίνδυνο να αποκαλυφθούν·

ΜΑ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι αυξάνεται ο αριθμός των εγκλημάτων που διαπράττονται στον τομέα των γεωργικών ειδών διατροφής και που όχι μόνο θέτουν σε σοβαρό κίνδυνο την υγεία των ευρωπαίων πολιτών, αλλά ζημιώνουν επίσης σημαντικά τις χώρες εκείνες που έχουν αναγάγει σε προτέρημά τους την αριστεία στον διατροφικό τομέα·

ΜΒ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι οι απάτες στον τομέα του ΦΠΑ ευθύνονται για απώλεια φορολογικών εσόδων ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως· λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκταση της φορολογικής απάτης και της φοροαποφυγής υπονομεύει την πίστη και την εμπιστοσύνη των πολιτών στον δίκαιο χαρακτήρα και τη νομιμότητα της είσπραξης φόρων και του φορολογικού συστήματος συνολικά·

Η ανάγκη για κοινή προσέγγιση σε ευρωπαϊκό επίπεδο

ΜΓ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι το γεγονός ότι οι εγκληματικές οργανώσεις τύπου μαφίας εντοπίστηκαν ως θέμα στο οποίο πρέπει να δοθεί προσοχή μεταξύ των προτεραιοτήτων που εξετάστηκαν από το Συμβούλιο ΔΕΥ στις 6 και 7 Ιουνίου 2013 για τον κύκλο πολιτικών 2014-2017 για την καταπολέμηση του διασυνοριακού οργανωμένου εγκλήματος, αποδεικνύει το κύρος του έργου της επιτροπής CRIM –και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εν γένει– η οποία αφιέρωσε σημαντικό μέρος των ακροάσεών της στο εν λόγω ζήτημα και αντιπροσωπεύει την αναγνώριση μιας κοινής και ισχυρής πολιτικής γραμμής μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων απέναντι στην απειλή της εγκληματικής μαφίας και των εγκληματικών συστημάτων·

ΜΔ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι, όπως επιβεβαιώθηκε από την Ευρωπόλ το 2013, ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους για την καταπολέμηση των οργανώσεων τύπου μαφίας συνίσταται στην πιθανή υποτίμηση του φαινομένου, της περιπλοκότητάς του, της εξαιρετικής οργανωτικής ικανότητας των εγκληματιών, της δυνατότητάς τους να προσαρμόζονται σε διαφορετικά γεωγραφικά και κοινωνικά πλαίσια, εγκαταλείποντας μερικές φορές τον «στρατιωτικό έλεγχο» του χώρου και επιλέγοντας, αντ’ αυτού, μια στρατηγική «χαμηλού προφίλ», που τους επιτρέπει να αποκομίζουν τεράστια κέρδη παραμένοντας στην αφάνεια·

ΜΕ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εγκληματικές οργανώσεις διαθέτουν τα μέσα για να μπορούν να εκμεταλλεύονται προς όφελός τους την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, των κεφαλαίων, των υπηρεσιών και των αγαθών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και τις διαφορές που υφίστανται στη νομοθεσία και στις νομικές παραδόσεις των κρατών μελών· εκτιμώντας ότι οι φορολογικοί παράδεισοι και οι χώρες που εφαρμόζουν αδιαφανείς και ζημιογόνες φορολογικές πρακτικές διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνεχιζόμενη ύπαρξη στρεβλώσεων που προκαλούνται από τους φορολογικούς παραδείσους μπορεί να οδηγήσει σε τεχνητές ροές και σε αρνητικές επιπτώσεις εντός της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ζημιογόνος φορολογικός ανταγωνισμός εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντίκειται εμφανώς στη λογική της ενιαίας αγοράς· λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για την εναρμόνιση των φορολογικών βάσεων στο πλαίσιο μιας ακόμη στενότερης οικονομικής, φορολογικής και δημοσιονομικής Ένωσης·

ΜΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουν ήδη καταβληθεί ορισμένες προσπάθειες σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τη διασφάλιση ενός εναρμονισμένου νομικού και νομοθετικού πλαισίου για το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες· λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένοι στόχοι όσον αφορά την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες δεν μπορούν να επιτευχθούν μόνο μέσω της δράσης που αναλαμβάνουν τα κράτη μέλη μεμονωμένα· λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη ότι απαιτούνται νέα μέτρα επιβολής του νόμου και εναρμόνισης των εθνικών νομοθεσιών για την αντιμετώπιση των πολύπλευρων αυτών φαινομένων·

ΜΖ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι, για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, οι νομοθέτες στα κράτη μέλη πρέπει να είναι σε θέση να αντιδρούν γρήγορα και αποτελεσματικά στις μεταβαλλόμενες δομές και στις νέες μορφές εγκλήματος, πολλώ δε μάλλον εφόσον όλα τα κράτη μέλη οφείλουν, δυνάμει της Συνθήκης της Λισαβόνας, να διασφαλίσουν μια Ένωση ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης·

ΜΗ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι η προστασία των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ και του ευρώ πρέπει να συνιστά προτεραιότητα· λαμβάνοντας υπόψη ότι, για τον σκοπό αυτό, πρέπει να αναχαιτιστεί το εντεινόμενο φαινόμενο της υπεξαίρεσης ευρωπαϊκών κονδυλίων από εγκληματικές οργανώσεις (ήτοι κοινοτικές απάτες) και της παραχάραξης του ευρώ· λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουν αναπτυχθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο προγράμματα όπως τα προγράμματα Hercule, Fiscalis, «Τελωνεία» και Pericles, τα οποία αποσκοπούν στην προστασία των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ και στην καταπολέμηση των εγκληματικών και παράνομων δραστηριοτήτων σε υπερεθνικό και διασυνοριακό επίπεδο·

ΜΘ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αμοιβαία αναγνώριση θεωρείται θεμελιώδης αρχή στην οποία εδράζεται η δικαστική συνεργασία σε αστικά και ποινικά θέματα μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ·

Ν.       λαμβάνοντας υπόψη ότι, όπως αναφέρεται στην ανασκόπηση των υποθέσεων οργανωμένου εγκλήματος του UNODC 2012, «οι ειδικές τεχνικές έρευνας συχνά αποδεικνύονται πολύτιμες για τη διερεύνηση και τη δίωξη του οργανωμένου εγκλήματος. Σε αυτές οφείλονται τα επιτεύγματα στις πιο σωστά διαρθρωμένες και περίπλοκες έρευνες, όπως φαίνεται από τις υποθέσεις»· λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 20 παράγραφος 1 της Σύμβασης του Παλέρμο καλεί τα κράτη μέλη να συμμετάσχουν στη χρήση ειδικών τεχνικών ερευνών «με στόχο την αποτελεσματική αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος»·

ΝΑ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι ενώ η δικαστική ανεξαρτησία έχει ουσιαστική σημασία για την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, η οικοδόμηση ενός αποτελεσματικού, ανεξάρτητου και αμερόληπτου δικαστικού συστήματος είναι εξίσου σημαντική για το κράτος δικαίου και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών των πολιτών· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα δικαστήρια δεν πρέπει να υπόκεινται σε κανενός είδους παρεμβάσεις ή συμφέροντα·

Για ένα ομοιογενές και συνεκτικό νομοθετικό πλαίσιο

1.        τονίζει εκ νέου τις διαπιστώσεις που περιέχονται στην ενδιάμεση έκθεσή του η οποία εγκρίθηκε με ψήφισμα της 11ης Ιουνίου 2013, τις οποίες το παρόν ψήφισμα προτίθεται να επιβεβαιώσει, έστω και αν δεν αναφέρονται ρητώς, και να συμπληρώσει·

2.        ζητεί από την Επιτροπή να δρομολογήσει ένα ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης για την πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, το οποίο θα περιλαμβάνει νομοθετικά μέτρα και θετικές δράσεις για την αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτών των εγκληματικών φαινομένων·

3.        προτρέπει όλα τα κράτη μέλη να μεταφέρουν έγκαιρα και ορθά στο εσωτερικό τους δίκαιο όλα τα εν ισχύι ενωσιακά και διεθνή νομοθετικά μέσα για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες· προτρέπει τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να ολοκληρώσουν τον οδικό χάρτη για τα δικαιώματα των υπόπτων και των κατηγορουμένων σε ποινικές διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένης οδηγίας για την προφυλάκιση·

4.        υποστηρίζει τον κύκλο πολιτικής για την καταπολέμηση του διακρατικού οργανωμένου εγκλήματος για την περίοδο 2011-2013 και για την περίοδο 2014-2017 που έπεται, και ζητεί από τα κράτη μέλη και τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς να καταβάλουν προσπάθειες ώστε η εν λόγω πρωτοβουλία να φέρει απτά αποτελέσματα· θεωρεί ότι ο εν λόγω κύκλος πολιτικής πρέπει να ενταχθεί σε ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και των εγκληματικών συστημάτων· πιστεύει ότι ο εν λόγω κύκλος πολιτικής, αρχής γενομένης από την προγραμματισμένη αναθεώρησή του τον Οκτώβριο 2015, πρέπει να συμπεριλάβει μεταξύ των εγκάρσιων προτεραιοτήτων του και τη διαφθορά·

5.        καλεί το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αναθεωρήσει εν ευθέτω χρόνω τα συμπεράσματά του της 8ης και 9ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη χάραξη και την εφαρμογή κύκλου πολιτικής της ΕΕ για την καταπολέμηση του διεθνούς σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος, με στόχο να καταστεί δυνατή η συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το πνεύμα της Συνθήκης της Λισαβόνας, στον καθορισμό των προτεραιοτήτων, στη συζήτηση των στρατηγικών στόχων και στην αξιολόγηση των αποτελεσμάτων του εν λόγω κύκλου πολιτικής· ζητεί να ενημερωθεί από το Συμβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα του πρώτου κύκλου πολιτικής 2011-2013 και να ελέγχει ετησίως την COSI ώστε να γνωρίζει λεπτομερώς την πρόοδο των ετήσιων σχεδίων υλοποίησης των στρατηγικών στόχων·

6.        επαναδιατυπώνει το αίτημά του στην Επιτροπή να προτείνει κοινά νομοθετικά πρότυπα για την ενίσχυση της ολοκλήρωσης και της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών· καλεί συγκεκριμένα την Επιτροπή να υποβάλει, εντός του 2013, βασιζόμενη στην αξιολόγηση της εφαρμογής της απόφασης-πλαισίου σχετικά με την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και με γνώμονα την πιο εξελιγμένη νομοθεσία των κρατών μελών, νομοθετική πρόταση η οποία θα θεσπίζει κοινό ορισμό του οργανωμένου εγκλήματος ο οποίος θα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και το αδίκημα της συμμετοχής σε διακρατική εγκληματική οργάνωση, και να δώσει έμφαση στο γεγονός ότι οι εγκληματικές ομάδες αυτής της μορφής έχουν επιχειρηματική διάσταση, είναι εξαιρετικά οργανωμένες, χρησιμοποιούν εξελιγμένα τεχνολογικά συστήματα και καταφεύγουν συχνά στον εκφοβισμό και τον εκβιασμό· καλεί επίσης την Επιτροπή να λάβει υπόψη το άρθρο 2 στοιχείο α) της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος·

7.        τονίζει ότι οι διατάξεις ουσιαστικού ποινικού δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, καθώς και τις θέσεις του ψηφίσματος του Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά με την προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά το ποινικό δίκαιο·

8.        καλεί την Επιτροπή να ποινικοποιήσει τη χρήση υπηρεσιών που παρέχονται από θύματα κάθε μορφής εκμετάλλευσης που συνδέεται με την εμπορία ανθρώπων και να αναπτύξει επειγόντως, από κοινού με τα κράτη μέλη και τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, ένα συγκρίσιμο και αξιόπιστο σύστημα συλλογής δεδομένων σε επίπεδο ΕΕ, βάσει κοινών και συμφωνημένων ισχυρών δεικτών· καλεί την Επιτροπή να εφαρμόσει το συντομότερο δυνατό όλα τα μέτρα και τα μέσα που παρουσιάζονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Η στρατηγική της ΕΕ για την εξάλειψη της εμπορίας ανθρώπων 2012-2016» και να δημιουργήσει ένα παρατηρητήριο της ΕΕ για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, στο οποίο θα έχουν πρόσβαση οι κυβερνήσεις, οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου και οι ΜΚΟ· καλεί την Επιτροπή και την ΕΥΕΔ να ενισχύσουν την εξωτερική διάσταση και τον προληπτικό χαρακτήρα των μέτρων και των προγραμμάτων, ιδίως μέσω διμερών συμφωνιών με τις χώρες προέλευσης και διέλευσης, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στους ασυνόδευτους ανηλίκους· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να φροντίσουν ώστε η εμπορία ανθρώπων να μην είναι αποδεκτή σε κοινωνικό επίπεδο, μέσω δυναμικών και συνεχών εκστρατειών ευαισθητοποίησης που θα αξιολογούνται σε ετήσια βάση στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ημέρας κατά της Εμπορίας Ανθρώπων·

9.        ζητεί από την Επιτροπή να αναπτύξει μία σφαιρική και συνεκτική πολιτική για την καταπολέμηση της διαφθοράς· συνιστά στην Επιτροπή, όταν θα εκπονήσει την έκθεσή της για τις δράσεις που έχουν αναλάβει τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ για την καταπολέμηση της διαφθοράς, να προτείνει και να συμπεριλάβει κατάλογο συγκεκριμένων συστάσεων για κάθε κράτος μέλος και κάθε θεσμικό όργανο της ΕΕ, δίνοντας έμφαση σε παραδείγματα βέλτιστης πρακτικής όσον αφορά την καταπολέμηση της διαφθοράς, με σκοπό την ενθάρρυνση των κρατών μελών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ να διοργανώνουν δραστηριότητες αλληλοδιδαχής σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα· συνιστά επίσης στην Επιτροπή να συμπεριλάβει πλήρη επισκόπηση των τομέων που είναι πιο ευάλωτοι στη διαφθορά ανά κράτος μέλος· καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει για την έκδοση της επόμενης έκθεσης το 2015 με σκοπό την καταγραφή της σταδιακής προόδου που σημειώνουν τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ όσον αφορά την καταπολέμηση της διαφθοράς· καλεί την Επιτροπή να ενημερώνει σε τακτική βάση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις δράσεις που αναλαμβάνουν τα κράτη μέλη και να επικαιροποιεί, όπου κρίνεται απαραίτητο, την ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ·

10.      φρονεί ότι η νομοθεσία για τη δυσφήμιση/συκοφαντική δυσφήμιση σε ορισμένες περιπτώσεις λειτουργεί αποτρεπτικά όσον αφορά την καταγγελία κρουσμάτων διαφθοράς· παροτρύνει, συνεπώς, όλα τα κράτη μέλη να αποποινικοποιήσουν τη δυσφήμιση/συκοφαντική δυσφήμιση στο νομικό τους σύστημα, τουλάχιστον για τις περιπτώσεις που αφορούν ισχυρισμούς για την ύπαρξη οργανωμένου εγκλήματος, διαφθοράς και νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες στα κράτη μέλη και στο εξωτερικό·

11.      καλεί την Επιτροπή να ενημερώνει σε τακτική βάση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις δράσεις που αναλαμβάνουν τα κράτη μέλη για την πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες·

12.      καλεί την Επιτροπή να υποβάλει, εντός του 2013, πρόταση για την εναρμόνιση του ποινικού δικαίου στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, να περιλάβει στην πρόταση αυτή κοινό ορισμό για το έγκλημα της αυτονομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες επί τη βάσει των βέλτιστων πρακτικών των κρατών μελών·

13.      λαμβάνει υπό σημείωση τις πρόσφατες νομοθετικές προτάσεις σχετικά με τη δημιουργία Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (EPPO) και τον οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης (Eurojust) και ζητεί την άμεση έγκρισή τους· εκτιμά ότι είναι ζωτικής σημασίας η EPPO να υποστηρίζεται από ένα ακριβές πλαίσιο για τα δικονομικά δικαιώματα και να είναι σαφώς καθορισμένα τα αδικήματα για τα οποία θα είναι αρμόδια·

14.      καλεί την Επιτροπή να υποβάλει, εντός του 2013, νομοθετική πρόταση για τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού και ολοκληρωμένου ευρωπαϊκού προγράμματος προστασίας των καταγγελτών τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα, με σκοπό την προστασία εκείνων που εντοπίζουν κακοδιαχείριση και παρατυπίες και καταγγέλλουν περιπτώσεις διαφθοράς εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα που συνδέονται με οικονομικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και για την προστασία των μαρτύρων, των πληροφοριοδοτών και των ατόμων που συνεργάζονται με τη δικαιοσύνη, και ειδικότερα των μαρτύρων που καταθέτουν κατά οργανώσεων τύπου μαφίας και άλλων εγκληματικών οργανώσεων, πρόγραμμα το οποίο θα παρέχει μια λύση για τις δύσκολες συνθήκες που βιώνουν τα πρόσωπα αυτά (από τον κίνδυνο της αντεκδίκησης μέχρι τη διάλυση των οικογενειακών δεσμών τους και από τη φυγή από τις εστίες τους μέχρι τον κοινωνικό και επαγγελματικό αποκλεισμό τους, κλπ.)· καλεί επίσης τα κράτη μέλη να θεσπίσουν κατάλληλα και ουσιαστικά μέσα προστασίας για τους καταγγέλτες·

15.      υποστηρίζει ότι ένα αποτελεσματικό κανονιστικό πλαίσιο οφείλει να λαμβάνει δεόντως υπόψη τη διάδραση μεταξύ των διατάξεων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και του θεμελιώδους δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κατά τρόπο ώστε να διώκεται η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες χωρίς να μειώνονται τα επίπεδα των καθιερωμένων προδιαγραφών προστασίας των δεδομένων· επικροτεί, στο πλαίσιο αυτό, το σύστημα προστασίας των δεδομένων που χρησιμοποιεί η Ευρωπόλ· εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόταση τέταρτης οδηγίας της Επιτροπής σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες· επιπλέον, προτείνει τη θέσπιση επαρκών ασφαλιστικών δικλείδων προκειμένου οι αστυνομικές αρχές να έχουν τη δυνατότητα να συγκεντρώνουν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι απαραίτητα για τη διερεύνηση δραστηριοτήτων που σχετίζονται με το οργανωμένο έγκλημα· ζητεί να καταστεί δυνατή η διασυνοριακή μεταφορά δεδομένων που αφορούν την εγκληματική δραστηριότητα κρατουμένων και υπόπτων, κατά περίπτωση·

16.      συνιστά να καθιερωθούν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, με την υποστήριξη της Ευρωπόλ, της Eurojust και του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο το δυνατόν πιο ομοιογενείς και συνεκτικοί δείκτες, βάσει αναγνωρισμένων συστημάτων και κοινών κριτηρίων, για να καταστεί δυνατή η μέτρηση, τουλάχιστον, της έκτασης, του οικονομικού κόστους και της κοινωνικής ζημίας του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διερευνήσουν την κοινωνική ζημία που προκαλούν τα περιβαλλοντικά, οικονομικά και εταιρικά εγκλήματα·

17.      εμμένει στην ανάγκη να τεθούν σε πλήρη εφαρμογή και να ενισχυθούν τα εν ισχύι μέσα αμοιβαίας αναγνώρισης, καθώς και μια ευρωπαϊκή νομοθεσία που θα διασφαλίζει την άμεση εκτελεστότητα όλων των δικαστικών μέτρων, ιδίως των καταδικαστικών αποφάσεων, των ενταλμάτων σύλληψης και δήμευσης στην επικράτεια κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο έχουν εκδοθεί, σε πλαίσιο πλήρους σεβασμού της αρχής της αναλογικότητας· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει, κατά προτεραιότητα, τη συγκεκριμένη νομοθετική πρόταση που απαιτείται προκειμένου να καταστεί εφικτή η αμοιβαία αναγνώριση των ενταλμάτων κατάσχεσης και δήμευσης, συμπεριλαμβανομένων των ενταλμάτων που εκδίδονται για υποθέσεις αστικού δικαίου· θεωρεί ότι πρέπει να βελτιωθεί η αμοιβαία δικαστική συνδρομή και το αμοιβαίως παραδεκτό των αποδείξεων μεταξύ των κρατών μελών· υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η επικαιροποίηση και η βελτίωση του μηχανισμού αιτημάτων δικαστικής συνδρομής· ζητεί οι αιτήσεις έκδοσης που αφορούν μέλη εγκληματικών οργανώσεων να αντιμετωπίζονται κατά προτεραιότητα από τις αποδέκτριες αρχές·

18.      καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να συνεχίσουν τις κοινές προσπάθειες για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων όσον αφορά το σχέδιο οδηγίας σχετικά με την ευρωπαϊκή εντολή έρευνας σε ποινικές υποθέσεις, ώστε να απλοποιηθεί η συλλογή αποδεικτικών στοιχείων σε διασυνοριακές υποθέσεις και να καταστεί εφικτή η ομαλή και αποτελεσματική δικαστική συνεργασία με στόχο την καταπολέμηση του διακρατικού εγκλήματος·

19.      θεωρεί θεμελιώδους σημασίας την ταχεία έγκριση της οδηγίας για τη δήμευση των προϊόντων εγκλήματος και αναγνωρίζει την πρωταρχική σημασία της θέσπισης σαφών και αποτελεσματικών κανόνων που να μπορούν να οδηγήσουν σε ουσιαστική εναρμόνιση σε ευρωπαϊκό επίπεδο· καλεί τα κράτη μέλη να μεταφέρουν εγκαίρως στο εσωτερικό τους δίκαιο τη μελλοντική οδηγία με αποτελεσματικό τρόπο·

20.      καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειες για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και της καταναγκαστικής εργασίας· θεωρεί ότι η καταπολέμηση της καταναγκαστικής εργασίας θα πρέπει να εστιάζει σε περιοχές όπου η φθηνή καταναγκαστική εργασία αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης· καλεί, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τους ελέγχους των επιθεωρήσεων εργασίας και να διευκολύνουν τις οργανώσεις που μπορούν να συμβάλουν στον εντοπισμό περιπτώσεων καταναγκαστικής εργασίας, όπως είναι οι συνδικαλιστικές οργανώσεις·

21.      θεωρεί ότι η καθιέρωση μιας αλυσίδας ευθύνης για τις επιχειρήσεις αποτελεί σημαντικό εργαλείο στον αγώνα κατά της καταναγκαστικής εργασίας· καλεί, ως εκ τούτου, την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση για τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων για μια αλυσίδα ευθύνης για τις επιχειρήσεις· παροτρύνει τα κράτη μέλη να απαγορεύσουν την υπεργολαβία στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων έως ότου επιτευχθεί συμφωνία για την καθιέρωση αλυσίδας ευθύνης για τις επιχειρήσεις·

22.      υπενθυμίζει στην Επιτροπή ότι πρέπει να προβλεφθεί ειδική μεταχείριση για τα παιδιά που πέφτουν θύματα εμπορίας ανθρώπων, καθώς και να βελτιωθεί η προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων ή των παιδιών που αποτελούν αντικείμενο εμπορίας από τις ίδιες τις οικογένειές τους (περιπτώσεις που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν προτείνεται επιστροφή στις χώρες προέλευσης, κατά την αναγνώριση των κηδεμόνων κ.λπ.)· ζητεί να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνο μια ειδική προσέγγιση με βάση το φύλο, αλλά και οι επιπτώσεις των προβλημάτων υγείας και των αναπηριών·

23.      καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει Χάρτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προστασία και τη συνδρομή των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων προκειμένου να συγκεντρώσει όλους τους υφιστάμενους δείκτες, μέτρα, προγράμματα και πόρους με πιο συνεκτικό, αποτελεσματικό και χρήσιμο τρόπο για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, με στόχο την ενίσχυση της προστασίας των θυμάτων· καλεί την Επιτροπή να δημιουργήσει τηλεφωνική γραμμή βοήθειας για τα θύματα εμπορίας ανθρώπων·

24.      υπογραμμίζει ότι, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, κάθε χρόνο στις αναπτυσσόμενες χώρες υπεξαιρούνται 20 έως 40 δισεκατομμύρια δολάρια - ποσό που αντιστοιχεί στο 20-40% της επίσημης αναπτυξιακής βοήθειας - από τους κρατικούς προϋπολογισμούς μέσω μηχανισμών δωροδοκίας σε υψηλό επίπεδο οι οποίοι είναι άγνωστοι στο εξωτερικό[42]· δεδομένου ότι η ΕΕ αποτελεί τον σημαντικότερο χορηγό βοήθειας παγκοσμίως, καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να παγιώσει τη συνεργασία με άλλους χορηγούς και με τον Διεθνή Οργανισμό των Ανωτάτων Οργάνων Ελέγχου για την ανάπτυξη ικανοτήτων των ανωτάτων οργάνων ελέγχου στις αποδέκτριες χώρες, με σκοπό την εφαρμογή των διεθνών προτύπων για τα ανώτατα όργανα ελέγχου και τη διασφάλιση ότι η χρηματοδοτική συνδρομή της ΕΕ εξυπηρετεί τους σκοπούς για τους οποίους χορηγείται και δεν διοχετεύεται αλλού·

Παύση των δραστηριοτήτων του οργανωμένου εγκλήματος με δήμευση εσόδων και περιουσιακών στοιχείων

25.      καλεί τα κράτη μέλη να θεσπίσουν, επί τη βάσει των πιο εξελιγμένων εθνικών νομοθεσιών, μοντέλο δήμευσης μη βασιζόμενης σε καταδίκη, στις περιπτώσεις όπου, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων και με την επιφύλαξη απόφασης που εκδίδει η δικαστική αρχή, είναι δυνατόν να διαπιστωθεί ότι τα εν λόγω αγαθά προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες ή έχουν χρησιμοποιηθεί για εγκληματικές δραστηριότητες·

26.      θεωρεί ότι, σύμφωνα με τις εθνικές συνταγματικές εγγυήσεις και με την επιφύλαξη του δικαιώματος κυριότητας και του δικαιώματος υπεράσπισης, θα μπορούσαν να προβλεφθούν προληπτικά μέτρα κατάσχεσης τα οποία θα εφαρμόζονται μόνον εφόσον έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση·

27.      καλεί την Επιτροπή να υποβάλει νομοθετική πρόταση που θα διασφαλίζει με αποτελεσματικό τρόπο την αμοιβαία αναγνώριση των ενταλμάτων κατάσχεσης και δήμευσης που συνδέονται με τα προληπτικά μέτρα τα οποία έχουν θεσπιστεί από τις ιταλικές δικαστικές αρχές σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία, καθώς και με τις διατάξεις που εφαρμόζονται σε αστικές υποθέσεις στα διάφορα κράτη μέλη· ζητεί από τα κράτη μέλη να λάβουν χωρίς καθυστέρηση τα αναγκαία επιχειρησιακά μέτρα για την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων·

28.      ζητεί από τα κράτη μέλη να αναπτύξουν τη διοικητική, αστυνομική και δικαστική συνεργασία για τον εντοπισμό, σε όλη την επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματική δραστηριότητα, με στόχο την κατάσχεση και τη δήμευσή τους, μεταξύ άλλων μέσω της πλήρους λειτουργίας του δικτύου των υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων και της ταχείας πρόσβασης στις εθνικές βάσεις δεδομένων, όπως, για παράδειγμα, σε εκείνες των φορολογικών αρχών, στους δημόσιους καταλόγους οχημάτων, στο κτηματολόγιο και στα τραπεζικά μητρώα·

29.      ζητεί από την Επιτροπή να ενισχύσει τον ρόλο και τις αρμοδιότητες των υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων (ΥΑΠΣ), δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια πιο ευέλικτη και ομοιόμορφη πρόσβαση αυτών στις πληροφορίες, με πλήρη σεβασμό στην προστασία των δεδομένων και των θεμελιωδών δικαιωμάτων· καλεί τα κράτη μέλη να στηρίξουν την ενίσχυση των ΥΑΠΣ, μεταξύ άλλων με την παροχή επαρκών πόρων και λαμβάνοντας υπόψη τη δυνατότητα που έχουν οι εν λόγω υπηρεσίες να ανακτούν τα περιουσιακά στοιχεία που προέρχονται από εγκληματική δραστηριότητα· επικροτεί το έργο που έχει επιτελέσει μέχρι σήμερα η πλατφόρμα ΥΑΠΣ και ενθαρρύνει τη συνέχισή του με στόχο την πλήρη αξιοποίηση των υφιστάμενων βέλτιστων πρακτικών και των δραστηριοτήτων των εν λόγω υπηρεσιών, σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

30.      θεωρεί θεμελιώδους σημασίας, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των εγκληματικών συστημάτων μέσω της στέρησης του πλούτου τους, την ανάγκη θέσπισης όλων των μέσων που χρησιμεύουν στον εντοπισμό των περιουσιακών στοιχείων εγκληματικών ομάδων και οργανώσεων τύπου μαφίας, για παράδειγμα μέσω της δημιουργίας κεντρικών μητρώων για τους τρέχοντες τραπεζικούς λογαριασμούς·

31.      παροτρύνει τα κράτη μέλη να προωθήσουν την επαναχρησιμοποίηση των κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες για κοινωνικούς σκοπούς, μεταξύ άλλων με την επαναδιοχέτευσή τους στα θύματα και τις κοινότητες που έχουν πληγεί από τα ναρκωτικά και το οργανωμένο έγκλημα, και να τα χρησιμοποιήσουν για τη χρηματοδότηση του αγώνα για την πάταξη της εγκληματικότητας σε τοπικό επίπεδο, καθώς και διασυνοριακών δράσεων των διωκτικών αρχών, και προτείνει την ενεργοποίηση πόρων για τη χρηματοδότηση παρεμβάσεων προκειμένου να διατηρηθεί η ακεραιότητα αυτών των περιουσιακών στοιχείων·

32.      συνιστά στα κράτη μέλη να θεσπίσουν νομοθεσία για την ποινικοποίηση τόσο της συμπεριφοράς που ψευδώς αποδίδει σε άλλους την κυριότητα ή τη διαθεσιμότητα αγαθών, χρημάτων ή άλλων οφελών προκειμένου να τα διαφυλάξει από την κατάσχεση ή τη δήμευση, όσο και της συμπεριφοράς τρίτων που ψευδώς αποδέχονται την κυριότητα ή τη διαθεσιμότητα των εν λόγω αγαθών·

33.      συνιστά τον αποκλεισμό οικονομικού φορέα για τουλάχιστον πέντε έτη από τη συμμετοχή του σε δημόσια σύμβαση σε ολόκληρη την ΕΕ εάν έχει καταδικαστεί με τελεσίδικη απόφαση για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, για συμμετοχή στην εκμετάλλευση εμπορίας ανθρώπων και παιδικής εργασίας, για διαφθορά ή οιοδήποτε άλλο σοβαρό αδίκημα κατά του δημοσίου συμφέροντος είτε αυτά τα αδικήματα υπονομεύουν τη δημοσιονομική ικανότητα του κράτους, είτε συνεπάγονται κοινωνική ζημία, όπως, για παράδειγμα, για φοροδιαφυγή ή άλλο φορολογικό αδίκημα ή για άλλα ιδιαιτέρως σοβαρά εγκλήματα με διασυνοριακή διάσταση όπως αναφέρει το άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ (τα επονομαζόμενα «ευρωεγκλήματα»), με πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων υπεράσπισης σύμφωνα με την ΕΣΑΔ, τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και το παράγωγο δίκαιο της Ένωσης για τα δικαιώματα των υπόπτων και των κατηγορουμένων σε ποινικές διαδικασίες· η ανωτέρω διάταξη πρέπει να εφαρμόζεται ακόμα και όταν μια τέτοια αιτία αποκλεισμού ανακύπτει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας για την ανάθεση συμβάσεων· συνιστά, επιπλέον, να αποκλείονται από τη συμμετοχή σε δημόσια σύμβαση οι οικονομικοί φορείς που είναι καταχωρισμένοι σε μέρος το οποίο διεθνείς οργανισμοί αναγνωρίζουν ως φορολογικό παράδεισο·

34.      θεωρεί ότι οι διαδικασίες για τις δημόσιες συμβάσεις πρέπει να βασίζονται στην αρχή της νομιμότητας και ότι, στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να καθορίζεται το κριτήριο που βασίζεται στην πλέον συμφέρουσα, από οικονομικής πλευράς, προσφορά για την εξασφάλιση διαφάνειας (που επιτυγχάνεται, μεταξύ άλλων, και μέσω συστημάτων για την ηλεκτρονική ανάθεση συμβάσεων) και την πρόληψη περιπτώσεων απάτης, διαφθοράς και άλλων σοβαρών παρατυπιών·

35.      ζητεί από τα κράτη μέλη να μεριμνήσουν για την πρόληψη των κινδύνων διείσδυσης του εγκλήματος και της διαφθοράς στον χώρο των δημοσίων συμβάσεων, μέσω της καθιέρωσης κατάλληλων ελέγχων και αντικειμενικών και διαφανών διαδικασιών·

36.      θεωρεί ότι, για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, η ουσιαστική και αναλογική δράση των δικαστικών και αστυνομικών αρχών, συμπεριλαμβανομένων της Eurojust και την Ευρωπόλ, πρέπει να μπορεί να επωφελείται - με την επιφύλαξη, κατά περίπτωση, των υποχρεώσεων τήρησης του απορρήτου των δεδομένων των ενδιαφερομένων εταιριών καθώς και με την επιφύλαξη των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ιδίως της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα - από διακανονισμούς συνεργασίας με τις εν λόγω εταιρίες στους τομείς μεταφορών και υλικοτεχνικής υποστήριξης, της χημικής βιομηχανίας, της παροχής διαδικτυακών υπηρεσιών, καθώς και στον τομέα των τραπεζών και των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, τόσο στα κράτη μέλη της ΕΕ, όσο και σε τρίτες χώρες· παροτρύνει, επιπλέον, τα κράτη μέλη - στο πλαίσιο της τήρησης της αρχής της αλληλεγγύης -να εξασφαλίσουν επαρκείς πόρους και χρηματοδότηση για την Ευρωπόλ, τη Eurojust, τον Frontex και τη μελλοντική EPPO, η δράση των οποίων είναι επωφελής τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για τους πολίτες·

37.      καλεί την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τις επιχειρήσεις να βελτιώσουν την ιχνηλασιμότητα των προϊόντων – για παράδειγμα, μέσω της επισήμανσης της χώρας προέλευσης για τα γεωργικά προϊόντα διατροφής, της επισήμανσης C.I.P. για τα πυροβόλα όπλα, ή ψηφιακών κωδικών ταυτοποίησης, μεταξύ άλλων για σκοπούς φορολογίας, για τα τσιγάρα, τα οινοπνευματώδη ποτά και τα συνταγογραφούμενα φαρμακευτικά παρασκευάσματα – για να προλαμβάνεται η παραποίηση, να στερηθεί το οργανωμένο έγκλημα μία σημαντική πηγή εσόδων και να προστατεύεται η υγεία των καταναλωτών· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα κράτη μέλη δεν θέλησαν να περιληφθεί η ιχνηλασιμότητα στον εκσυγχρονισμό του τελωνειακού κώδικα της Ένωσης·

38.      ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τη θαλάσσια συνεργασία τους ως μέσο καταπολέμησης της εμπορίας ανθρώπων, της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών ουσιών και του λαθρεμπορίου προϊόντων καπνου καθώς και άλλων παράνομων και παραποιημένων προϊόντων· αναγνωρίζει ότι η μη συνεκτική διαχείριση των συνόρων, στα οποία περιλαμβάνονται και τα θαλάσσια σύνορα, παρέχει στο οργανωμένο έγκλημα μια ευκαιρία να διεισδύσει στην ΕΕ και είναι ένα ζήτημα που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε μόνιμη βάση· καλεί, ως εκ τούτου, την Ευρωπόλ, τον Frontex και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάσουν τις τάσεις που παρατηρούνται στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ και τις συναφείς παθογένειες·

39.      επισημαίνει τις σχέσεις που υφίστανται μεταξύ οργανωμένου εγκλήματος και τρομοκρατίας, τις οποίες αποκαλύπτουν οι δικαστικές και αστυνομικές αρχές, ενίοτε σε συνδυασμό με τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων τρομοκρατικών ομάδων μέσω προσόδων από το διεθνές λαθρεμπόριο και καλεί τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τα μέτρα για την πάταξη αυτών των δραστηριοτήτων· εν προκειμένω, επισημαίνει τη σημασία της ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών, μέσω της δημιουργίας ενός ενωσιακού συστήματος για τις καταστάσεις με τα ονόματα επιβατών (PNR) και ενός ενωσιακού συστήματος για την παρακολούθηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (TFTP), καθώς και μέσω της ομαλής συνεργασίας, σε διεθνές επίπεδο, μεταξύ των αρχών και των φορέων επιβολής του νόμου·

40.      ενθαρρύνει την κοινή κατάρτιση των εμπειρογνωμόνων εγκληματολογικής και αντιτρομοκρατικής έρευνας, μεταξύ άλλων ενόψει της δημιουργίας κοινών ειδικών ομάδων που δρουν σε εθνικό, τουλάχιστον, επίπεδο, και τη δημιουργία και τη χρήση κοινών ομάδων ερευνών σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

41.      υπογραμμίζει τα σημαντικά αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί μέχρι στιγμής χάρη στη δημιουργία κοινών ομάδων ερευνών και αναγνωρίζει τη θεμελιώδη σημασία τους για τη διάδοση πνεύματος συνεργασίας για την καταπολέμηση της διασυνοριακής εγκληματικότητας· ζητεί από τα κράτη μέλη να μεταφέρουν επαρκώς στο εσωτερικό τους δίκαιο την απόφαση-πλαίσιο 2002/645/ΔΕΥ και να ενθαρρύνουν τις αρμόδιες αρχές τους, ιδίως τις δικαστικές, να αναπτύξουν αυτό το μέσο· αναγνωρίζει τη σημαντική προστιθέμενη αξία που προσφέρουν οι κοινές ομάδες ερευνών και επισημαίνει την ανάγκη να συνεχιστεί η χρηματοδότηση αυτού του εξαιρετικά χρήσιμου εργαλείου διερεύνησης·

42.      επισημαίνει με ανησυχία ότι το οργανωμένο έγκλημα κατορθώνει ήδη να πλησιάζει μεγάλο αριθμό δυνητικών θυμάτων μέσω της δόλιας χρήσης του Διαδικτύου, εκμεταλλευόμενο ιδίως τα κοινωνικά δίκτυα, τα ανεπιθύμητα ηλεκτρονικά μηνύματα (spamming), τη διευκόλυνση της κλοπής πνευματικής ιδιοκτησίας, τα λογισμικά κακόβουλης λειτουργίας για ηλεκτρονικό «ψάρεμα» («phishing websites») και τους πλειστηριασμούς που διεξάγονται στο Διαδίκτυο· στο πλαίσιο αυτό, ενθαρρύνει τη χάραξη ολοκληρωμένων εθνικών στρατηγικών, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης, της διοργάνωσης εκστρατειών ευαισθητοποίησης του κοινού και της διάδοσης ορθών επιχειρηματικών πρακτικών, με σκοπό την καλύτερη συνειδητοποίηση των κινδύνων και των συνεπειών της εγκληματικής δραστηριότητας μέσω Διαδικτύου·

43.      καταγγέλλει τη συμμετοχή του οργανωμένου εγκλήματος στη δημιουργία και τη διαχείριση παράνομων χώρων διάθεσης αποβλήτων και στην παράνομη διακίνησή τους προς ορισμένες τρίτες χώρες, ιδίως στην Αφρική και την Ασία· καλεί τα κράτη μέλη να τιμωρούν αυστηρά τις εγκληματικές δραστηριότητες που αποσκοπούν στην καταχρηστική εκμετάλλευση των αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων των τοξικών αποβλήτων, καθώς και την τυχόν συμμετοχή διεφθαρμένων δημόσιων λειτουργών·

44.      υπογραμμίζει ότι η ανεξάρτητη ερευνητική δημοσιογραφία διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην αποκάλυψη υποθέσεων απάτης, διαφθοράς και οργανωμένου εγκλήματος, όπως αποδεικνύεται από την υπόθεση «Offshore leaks», στο πλαίσιο της οποίας αποκαλύφθηκαν, τον Απρίλιο του 2013, τα λεπτομερή στοιχεία 130.000 εξωχώριων λογαριασμών έπειτα από μακροχρόνιες έρευνες της Διεθνούς Σύμπραξης Ερευνητών Δημοσιογράφων σε συνεργασία με 36 διεθνείς εφημερίδες· θεωρεί ότι οι εκθέσεις των ερευνητών δημοσιογράφων αποτελούν πολύτιμη πηγή πληροφοριών και, ως εκ τούτου, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από την OLAF και τις αστυνομικές αρχές ή άλλες αρμόδιες αρχές των κρατών μελών·

45.      ζητεί τη χορήγηση, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, κονδυλίων για σχέδια και μέτρα με στόχο την καταπολέμηση της εγκατάστασης οργανώσεων τύπου μαφίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

Ενίσχυση της δικαστικής και αστυνομικής συνεργασίας σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο

46.      καλεί τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν, σε εθνικό επίπεδο, δομές αφιερωμένες στην έρευνα και την καταπολέμηση των εγκληματικών οργανώσεων και των οργανώσεων μαφίας, με δυνατότητα να αναπτυχθεί, με τον συντονισμό της Ευρωπόλ και τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ένα «επιχειρησιακό δίκτυο κατά της μαφίας», που θα χαρακτηρίζεται από ευελιξία και ανεπισημότητα, με στόχο την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά των οργανώσεων της μαφίας, τις προβλέψεις όσον αφορά τις εγκληματικές και οικονομικές δραστηριότητες, τον εντοπισμό των περιουσιακών στοιχείων και τις προσπάθειες διείσδυσης στις διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων·

47.      τονίζει τη σημασία που έχει η ενίσχυση της συνεργασίας με την ανάπτυξη αποτελεσματικών συστημάτων επικοινωνίας και την προαγωγή της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των δικαστικών και αστυνομικών αρχών των κρατών μελών, της Ευρωπόλ, της Eurojust, της OLAF και του ENISA, και των αντίστοιχων αρχών τρίτων χωρών, ιδίως δε των γειτονικών χωρών της ΕΕ, με βάση τα πρότυπα για τα δικονομικά δικαιώματα και την προστασία των δεδομένων, για τη βελτίωση των συστημάτων συλλογής των αποδεικτικών στοιχείων και τη διασφάλιση της επεξεργασίας και ανταλλαγής δεδομένων και πληροφοριών που θα χρησιμεύσουν στην εξακρίβωση των αδικημάτων, συμπεριλαμβανομένων αδικημάτων που στρέφονται κατά των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ, σε πλαίσιο αυξημένης ακρίβειας και ταχύτητας, με πλήρη σεβασμό στις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, καθώς και στα θεμελιώδη δικαιώματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης· υπενθυμίζει ότι η συλλογή, αποθήκευση και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων κατά την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να συμμορφώνεται με τις αρχές για την προστασία των δεδομένων που ορίζονται στην ΕΣΑΔ, τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και το παράγωγο δίκαιο της Ένωσης· επισημαίνει, επιπλέον, την ανάγκη να επιτευχθεί, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της Ευρωπόλ και της Eurojust, υψηλότερος βαθμός ευθύνης και λογοδοσίας ως προς τα δημοκρατικά και τα θεμελιώδη δικαιώματα με την ευκαιρία της επικείμενης αξιολόγησής τους·

48.      επισημαίνει ότι συχνά η έλλειψη συνέργειας μεταξύ των αστυνομικών αρχών και των νομοθετικών οργάνων, οι καθυστερήσεις στον δικαστικό τομέα και η ανεπαρκής νομοθεσία καθιστούν δυνατή την εκμετάλλευση από τους εγκληματίες των νομοθετικών κενών και της ζήτησης για παράνομα αγαθά·

49.      θεωρεί ότι η διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας εντός του χώρου Σένγκεν συνδέεται άμεσα με την αποτελεσματική καταπολέμηση του οργανωμένου διασυνοριακού εγκλήματος· επικροτεί, εν προκειμένω, την πρόσφατη θέσπιση του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς, το οποίο θα καταστήσει δυνατή την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών·

50.      καλεί την Επιτροπή να συμμετάσχει στην αξιοποίηση των υφιστάμενων συνεργειών μεταξύ του ευρωπαϊκού δικαστικού δικτύου και της Eurojust, προκειμένου να επιτευχθεί ενδοευρωπαϊκή δικαστική συνεργασία ύψιστου επιπέδου·

51.      τονίζει ότι είναι σημαντικό να διευκολύνει η Ευρωπαϊκή Ένωση την ανταλλαγή ορθών πρακτικών σε σχέση με τους τρόπους καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας και τον προσδιορισμό των βαθύτερων αιτίων, τόσο εντός της ΕΕ όσο και στις τρίτες χώρες, ιδίως στις χώρες από όπου ξεκινούν συνήθως τα προβλήματα αυτά·

52.      καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει στις συμφωνίες σύνδεσης και στις εμπορικές συμφωνίες με τρίτες χώρες ειδικές ρήτρες συνεργασίας που αφορούν την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου που διεξάγει το οργανωμένο έγκλημα και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες· διαπιστώνει την πλημμελή διεθνή συνεργασία, ιδίως με τις τρίτες χώρες και ειδικότερα με τις γειτονικές χώρες προέλευσης και διέλευσης· αναγνωρίζει ότι απαιτείται ισχυρή διπλωματική δράση για την προτροπή των χωρών αυτών να συνάψουν συμφωνίες συνεργασίας ή να συμμορφωθούν με τους όρους των ήδη υπογεγραμμένων συμφωνιών·

53.      ζητεί από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να ενισχύσουν τον ρόλο των δικαστών, των εισαγγελέων και των αξιωματικών-συνδέσμων, και να ενθαρρύνουν την κατάρτιση, μεταξύ άλλων στον τομέα της χρηματοοικονομικής έρευνας, των ασκούντων δικαστικά επαγγέλματα, ώστε να μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να αντιμετωπίζουν κάθε μορφή οργανωμένου εγκλήματος (ακόμη και εγκλήματα στον κυβερνοχώρο), διαφθοράς και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες ενέργειες, ιδίως με τη χρήση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Ακαδημίας (CEPOL) και του Ευρωπαϊκού Δικτύου Κατάρτισης Δικαστικών, αλλά και μέσω της πλήρους αξιοποίησης των χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως το Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας για την αστυνομική συνεργασία ή το πρόγραμμα Hercules III· ενθαρρύνει την εκμάθηση ξένων γλωσσών κατά την κατάρτιση των δικαστικών και αστυνομικών αρχών με σκοπό τη διευκόλυνση της διακρατικής συνεργασίας και ζητεί την προώθηση ενός ευρωπαϊκού προγράμματος ανταλλαγών βέλτιστων πρακτικών και κατάρτισης για τους δικαστές, τους εισαγγελείς και τις αστυνομικές δυνάμεις·

54.      καλεί τα κράτη μέλη να αναπτύξουν ειδικές στρατηγικές προκειμένου οι υπηρεσίες πληροφοριών τους και οι αστυνομικές και ανακριτικές αρχές να διευκολύνουν, με τρόπο που θα εξασφαλίζει την πλήρη συμμετοχή της Ευρωπόλ και την ενίσχυση του ρόλου της, την κυκλοφορία πληροφοριών και να προβαίνουν στις απαραίτητες αναλύσεις για τον εντοπισμό και, ει δυνατόν, την πρόληψη των αναδυόμενων τάσεων του οργανωμένου εγκλήματος, επιδεικνύοντας παράλληλα σεβασμό προς τα θεμελιώδη δικαιώματα, και ιδίως στο δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή και το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

55.      θεωρεί ότι η παγκοσμιοποίηση του οργανωμένου εγκλήματος απαιτεί μία πιο ισχυρή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο· ενθαρρύνει τη μεγαλύτερη αλληλεπίδραση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΟΗΕ, του ΟΟΣΑ και του Συμβουλίου της Ευρώπης στην καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες· υποστηρίζει τις προσπάθειες που κατέβαλε η FATF για την προώθηση πολιτικών που αποσκοπούν στην πάταξη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες· καλεί την Επιτροπή να υποστηρίξει αποτελεσματικά τα κράτη μέλη στις προσπάθειές τους για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και συνιστά την προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως πλήρους μέλους, στην ομάδα κρατών του Συμβουλίου της Ευρώπης κατά της διαφθοράς (GRECO)· επίσης, ενθαρρύνει την ΕΕ να μην στρέφεται μόνον προς τους συνήθεις συμμάχους και εταίρους της για την ανάπτυξη συνεργασίας, αλλά να επιδιώξει τη διεθνή και συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, της διαφθοράς και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και την εξεύρεση λύσεων προς αυτή την κατεύθυνση·

56.      καλεί την Επιτροπή και ειδικότερα την Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας να λάβει τα αναγκαία μέτρα ώστε να αναλάβει η Ένωση την ευθύνη μιας ενιαίας προσέγγισης έναντι των τρίτων χωρών στον τομέα της σχέσης μεταξύ οργανωμένου εγκλήματος και τρομοκρατίας· ζητεί από τα κράτη μέλη να επαγρυπνούν όσον αφορά τα σύνορά τους και να ανταλλάσσουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε να κοπούν οι πραγματικοί ή δυνητικοί δεσμοί μεταξύ ομάδων οργανωμένου εγκλήματος και τρομοκρατικών ομάδων·

57.      επισημαίνει την επιτακτική, πλέον, ανάγκη κατάρτισης ενός ευρωπαϊκού σχεδίου δράσης για την αποτελεσματική καταπολέμηση των εγκλημάτων στον κυβερνοχώρο, με στόχο την επίτευξη μεγαλύτερης ενδοευρωπαϊκής και διεθνούς συνεργασίας και την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Κέντρου για το Έγκλημα στον Κυβερνοχώρο (EC3), προκειμένου να εξασφαλιστεί για τους πολίτες (ιδίως τους πλέον ευάλωτους, και με κύριο στόχο την αποτροπή της εκμετάλλευσης των παιδιών), τις επιχειρήσεις και τις δημόσιες αρχές ένα υψηλό επίπεδο προστασίας με πλήρη διασφάλιση της ελευθερίας πληροφόρησης και του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

58.      υποστηρίζει την έκκληση των ευρωπαίων ηγετών, στο πλαίσιο της πρόσφατης διάσκεψης κορυφής G8, για διασύνδεση των βάσεων φορολογικών δεδομένων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και προσβλέπει σε περαιτέρω επιμερισμό της κυριαρχίας προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα των διαδικασιών ανάκτησης φόρων που χάνονται μέσα από τα κανάλια της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής·

59.      συνιστά την ανάληψη κοινής δράσης για την πρόληψη και την καταπολέμηση φαινομένων παρανομίας σε περιβαλλοντικά θέματα που συνδέονται με εγκληματικές δραστηριότητες οργανωμένου τύπου ή τύπου μαφίας ή προέρχονται από αυτές, μεταξύ άλλων μέσω της ενίσχυσης ευρωπαϊκών οργανισμών όπως η Ευρωπόλ και η Eurojust, καθώς και διεθνών οργανισμών όπως η Interpol, το Διαπεριφερειακό Ινστιτούτο Ερευνών των Ηνωμένων Εθνών για το Έγκλημα και τη Δικαιοσύνη (UNICRI), αλλά και μέσω της ανταλλαγής μεθόδων εργασίας και των πληροφοριών που έχουν στη διάθεσή τους τα κράτη μέλη που ασχολούνται περισσότερο με την καταπολέμηση της εν λόγω μορφής εγκληματικότητας, ώστε να καταστεί εφικτή η εφαρμογή κοινού σχεδίου δράσης·

60.      επισημαίνει ότι το διασυνοριακό έγκλημα μπορεί να αντιμετωπισθεί μόνο μέσω διασυνοριακής δικαστικής και αστυνομικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και ότι, ακόμα και αν η ΕΕ χρειάζεται περισσότερα νομικά μέσα για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, υπάρχει ήδη μια εργαλειοθήκη την οποία μπορούν να χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη· επισημαίνει ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο στην ουσιαστική καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος σε επίπεδο ΕΕ είναι η έλλειψη πολιτικής βούλησης στα κράτη μέλη· καλεί, συνεπώς, τα κράτη μέλη να κάνουν χρήση των μέσων που παρέχουν η ΕΕ και οι οργανισμοί της·

61.      προτείνει να τιμάται η μνήμη όλων των αθώων θυμάτων του οργανωμένου εγκλήματος, και ιδίως των θυμάτων οργανώσεων τύπου μαφίας, και να αποδίδεται ιδιαίτερος φόρος τιμής σε όσους έπεσαν στον αγώνα κατά οργανωμένων εγκληματικών ομάδων, με την καθιέρωση «Ευρωπαϊκής ημέρας μνήμης και ευθύνης εις ανάμνηση των αθώων θυμάτων του οργανωμένου εγκλήματος και τον αγώνα για δικαιοσύνη και ελευθερίες», η οποία θα εορτάζεται, με αφετηρία το 2014, την ημέρα έγκρισης του παρόντος ψηφίσματος από το Κοινοβούλιο·

Για μια αποτελεσματική δημόσια διοίκηση που αντιστέκεται στη δωροδοκία

62.      θεωρεί ότι, η μεγάλη γραφειοκρατία και οι πολύπλοκες διαδικασίες, πέραν του ότι μπορούν δυνητικά να πλήξουν την αποτελεσματικότητα του διοικητικού έργου αλλά και την ευημερία των διοικουμένων, υπονομεύουν τη διαφάνεια των διαδικασιών λήψης αποφάσεων και διαψεύδουν τις νόμιμες προσδοκίες των ενδιαφερομένων πολιτών και των επιχειρήσεων και, με τον τρόπο αυτό, δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για διαφθορά·

63.      εκτιμά ότι οι δημοσιογράφοι που διενεργούν έρευνες, όπως και οι ΜΚΟ και οι πανεπιστημιακοί, διαδραματίζουν ζωτικής σημασίας ρόλο στην αποκάλυψη υποθέσεων διαφθοράς, απάτης και οργανωμένου εγκλήματος και ότι, ως εκ τούτου, βρίσκονται εκτεθειμένοι σε απειλές που αφορούν την ασφάλειά τους· υπενθυμίζει ότι σε διάστημα πέντε ετών έχουν δημοσιευθεί συνολικά 233 δημοσιογραφικές έρευνες για περιπτώσεις απάτης που σχετίζονται με κατάχρηση κονδυλίων της ΕΕ στα 27 κράτη μέλη[43] και εκτιμά ότι η ερευνητική δημοσιογραφία θα πρέπει να έχει τη διάθεσή της επαρκείς πόρους· στηρίζει, ειδικότερα, τις δράσεις της Επιτροπής που αποσκοπούν στην αναγνώριση του ρόλου της ερευνητικής δημοσιογραφίας στην αποκάλυψη και την καταγγελία γεγονότων που συνδέονται με σοβαρά ποινικά αδικήματα·

64.      τονίζει ότι οι κάτοχοι υψηλών αξιωμάτων θα έπρεπε να υπόκεινται σε κατάλληλους ελέγχους, μεταξύ άλλων και από τις φορολογικές αρχές· ζητεί, ειδικότερα, οι κάτοχοι δημοσίων αξιωμάτων να υποβάλλουν δηλώσεις σχετικά με τις δραστηριότητες, τα εισοδήματα, τις ευθύνες και τα συμφέροντά τους·

65.      καλεί το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να κυρώσουν και να εφαρμόσουν πλήρως τη σύμβαση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την καταπολέμηση της δωροδοκίας των ξένων δημοσίων υπαλλήλων σε διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές· τονίζει τον αρνητικό αντίκτυπο που έχει η δωροδοκία ξένων δημοσίων υπαλλήλων στις πολιτικές της Ένωσης σε θέματα θεμελιωδών δικαιωμάτων, περιβάλλοντος και ανάπτυξης·

66.      τονίζει ότι η καταπολέμηση της διαφθοράς αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ανάπτυξης ικανοτήτων για τη φορολογική διοίκηση· ζητεί την πλήρη εφαρμογή της Σύμβασης της Μερίδα κατά της διαφθοράς (2003)·

67.      συνιστά την καθιέρωση ισχυρότερων μηχανισμών για να καταστούν διαφανείς και αδιάβλητες οι διοικητικές διαδικασίες και πρακτικές και να εξαλειφθεί η γραφειοκρατία από τη δημόσια διοίκηση και τους άλλους δημόσιους φορείς, με στόχο την πλήρη πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με κάθε πτυχή της διοικητικής οργάνωσης και δράσης, την άσκηση των θεσμικών λειτουργιών και την αξιοποίηση των δημόσιων πόρων, διασφαλίζοντας το δικαίωμα των πολιτών στην πρόσβαση των εγγράφων (ξεκινώντας από τον εξαιρετικά ευαίσθητο τομέα των διαδικασιών ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων)· ενθαρρύνει την προώθηση νοοτροπίας νομιμότητας και ακεραιότητας τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, μεταξύ άλλων μέσω της δημιουργίας ενός αποτελεσματικού προγράμματος για την προστασία των καταγγελτών·

68.      ενθαρρύνει, στο πλαίσιο του καλύτερου εντοπισμού φαινομένων διαφθοράς στη δημόσια διοίκηση, τη χρήση των διαθέσιμων μέσων για μυστικές έρευνες σε πλαίσιο σεβασμού της αρχής του κράτους δικαίου και με την επιφύλαξη των μηχανισμών δημοκρατικού ελέγχου και της εφαρμογής της εθνικής νομοθεσίας·

69.      προσβλέπει στη θέσπιση, στο πλαίσιο ενός κώδικα συμπεριφοράς, σαφών και αναλογικών διατάξεων, καθώς και αντίστοιχων μηχανισμών εφαρμογής και ελέγχου με σκοπό να αποτρέπονται φαινόμενα μεταπήδησης από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα και να απαγορεύεται σε δημοσίους υπαλλήλους με σαφείς οικονομικές ή διαχειριστικές αρμοδιότητες να μεταπηδούν στον ιδιωτικό τομέα προτού παρέλθει συγκεκριμένη χρονική περίοδος μετά τη λήξη των καθηκόντων τους, εφόσον υπάρχει κίνδυνος σύγκρουσης συμφερόντων με τα δημόσια καθήκοντα που ασκούσαν προηγουμένως· φρονεί, εξάλλου, ότι, οσάκις υφίσταται κίνδυνος σύγκρουσης συμφερόντων, ανάλογοι περιορισμοί θα πρέπει να ισχύουν και για τους υπαλλήλους που μεταπηδούν από τον ιδιωτικό στον δημόσιο τομέα· ζητεί την εναρμόνιση των κανόνων που αφορούν τη σύγκρουση συμφερόντων, καθώς και των συστημάτων παρακολούθησης σε ολόκληρη την ΕΕ για τους διάφορους φορείς εποπτείας·

70.      καλεί τα κράτη μέλη να αναπτύξουν ένα ολοκληρωμένο σύστημα προστασίας των ατόμων που καταγγέλλουν περιπτώσεις διαφθοράς και να επεκτείνουν το πεδίο για την υποβολή ανώνυμων καταγγελιών περιπτώσεων διαφθοράς· προτείνει τη δημιουργία εμπιστευτικών διαύλων για τις καταγγελίες περιπτώσεων διαφθοράς· ζητεί τη διεύρυνση του πεδίου για την αμφισβήτηση του αποτελέσματος διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων·

71.      επισημαίνει ότι οι επενδύσεις άμεσης προτεραιότητας σε εναλλακτικές ενεργειακές λύσεις συνδέονται με τη χορήγηση υψηλών επιχορηγήσεων και φορολογικών επιδοτήσεων από τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Ένωση· ζητεί τόσο από τις εθνικές όσο και από τις ενωσιακές αρχές να διασφαλίσουν ότι οι εν λόγω επιδοτήσεις δεν ωφελούν εγκληματικές οργανώσεις·

Για μια πιο υπεύθυνη πολιτική

72.      υπενθυμίζει στα πολιτικά κόμματα τις ευθύνες που έχουν όταν προτείνουν υποψηφίους και, ειδικότερα, όταν καταρτίζουν τους εκλογικούς συνδυασμούς σε όλα τα επίπεδα· επιμένει ότι έχουν χρέος να μεριμνούν για το ήθος των υποψηφίων μέσω της πρόβλεψης αυστηρού κώδικα δεοντολογίας με τον οποίο θα πρέπει να συμμορφώνονται και ο οποίος θα περιλαμβάνει, εκτός από τους κανόνες συμπεριφοράς, σαφείς και διαφανείς διατάξεις σχετικά με τις δωρεές στα πολιτικά κόμματα·

73.      υπεραμύνεται της αρχής περί μη εκλογιμότητας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή της απαγόρευσης άσκησης καθηκόντων σε άλλα θεσμικά όργανα και οργανισμούς της ΕΕ, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της αρχής της αναλογικότητας, όσων έχουν καταδικαστεί τελεσίδικα για πράξεις που σχετίζονται με το οργανωμένο έγκλημα, τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, τη διαφθορά και άλλα σοβαρά αδικήματα, συμπεριλαμβανομένων των αδικημάτων οικονομικής και χρηματοπιστωτικής φύσεως· ζητεί να εφαρμόζονται ανάλογοι περιορισμοί, σε πλαίσιο σεβασμού των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, για κάθε αιρετό αξίωμα, αρχής γενομένης από το βουλευτικό αξίωμα σε εθνικό κοινοβούλιο·

74.      παροτρύνει τα κράτη μέλη να προβλέψουν, στο πλαίσιο του αντίστοιχου συστήματος κυρώσεών τους, τη μη αποδοχή στους εκλογικούς συνδυασμούς (απαγόρευση υποβολής υποψηφιότητας) κάθε ατόμου που έχει καταδικαστεί τελεσίδικα για συμμετοχή σε πράξεις που σχετίζονται με το οργανωμένο έγκλημα, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, διαφθορά ή για άλλα σοβαρά αδικήματα, συμπεριλαμβανομένων των αδικημάτων οικονομικής και χρηματοπιστωτικής φύσεως· θεωρεί ότι η κύρωση αυτή πρέπει να ισχύει για διάστημα τουλάχιστον 5 ετών και να περιλαμβάνει, για την ίδια χρονική περίοδο, αποκλεισμό της ανάληψης κυβερνητικών αξιωμάτων όλων των βαθμίδων·

75.      συνιστά στα κράτη μέλη να ορίσουν ότι θα εκπίπτουν από πολιτικά αξιώματα και/ή από διευθυντικά και διαχειριστικά καθήκοντα τα πρόσωπα τα οποία έχουν καταδικαστεί τελεσίδικα για αδικήματα που σχετίζονται με οργανωμένο έγκλημα, διαφθορά ή νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες·

76.      τάσσεται υπέρ της μεγαλύτερης διαφάνειας των προϋπολογισμών των πολιτικών κομμάτων μέσω της ενίσχυσης, μεταξύ άλλων, των υποχρεώσεων λογοδοσίας όσον αφορά τα έσοδα και τις δαπάνες· ζητεί, στο πλαίσιο της αποφυγής καταχρήσεων και σπατάλης, να γίνεται καλύτερος και πιο επισταμένος έλεγχος των χρηματοδοτήσεων από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα και να διασφαλίζεται ότι τα πολιτικά κόμματα και όσοι τα στηρίζουν οικονομικά θα λογοδοτούν και θα αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους· εμμένει στην άποψη ότι, σε περίπτωση παραβίασης των νόμων σχετικά με τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων και των εκστρατειών τους, θα πρέπει να επιβάλλονται αυστηροί, ενδελεχείς και έγκαιροι έλεγχοι των οποίων θα έπονται αποτρεπτικές κυρώσεις·

77.      καλεί τα κράτη μέλη να επιβάλλουν κυρώσεις για την εξαγορά ψήφων λαμβάνοντας ειδικότερα υόψη ότι η εξυπηρέτηση που παρέχεται με αντάλλαγμα την υπόσχεση ψήφου μπορεί να συνίσταται όχι μόνο σε χρήματα αλλά και σε διαφορετικής μορφής οφέλη, όπως άυλα οφέλη και οφέλη προς τρίτους που δεν εμπλέκονται άμεσα στην παράνομη συμφωνία· συνιστά να απαγορευθούν και να κηρυχθούν παράνομες αυτές οι πρακτικές που δεν συνάδουν με τις δημοκρατικές αρχές, ανεξάρτητα από το εάν αποδεικνύεται ή όχι η άσκηση εκφοβισμού·

78.      εκτιμά ότι το μητρώο ομάδων εκπροσώπησης συμφερόντων είναι ένα χρήσιμο εργαλείο διαφάνειας· καλεί τα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν ακόμη το εν λόγω εργαλείο να το δημιουργήσουν· ενθαρρύνει επίσης τις κυβερνήσεις και τη δημόσια διοίκηση να ορίσουν την καταχώριση σε μητρώο ομάδων εκπροσώπησης συμφερόντων ως προϋπόθεση για την πραγματοποίηση συνάντησης με οργανώσεις εκπροσώπησης επιχειρήσεων, ομάδες ενδιαφέροντος ή συμφερόντων·

Για μια πιο αξιόπιστη ποινική δικαιοσύνη

79.      συνιστά στα κράτη μέλη να θεσπίσουν συστήματα ποινικής δικαιοσύνης τα οποία θα είναι αποτελεσματικά, αποδοτικά, ισόρροπα και θα υπόκεινται σε λογοδοσία και τα οποία θα κατοχυρώνουν τα δικαιώματα της υπεράσπισης όπως προβλέπεται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης· συνιστά επίσης τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού μηχανισμού παρακολούθησης της αποτελεσματικότητας των συστημάτων ποινικής δικαιοσύνης σε ζητήματα καταπολέμησης της διαφθοράς, ο οποίος θα διενεργεί τακτικές αξιολογήσεις βάσει κοινών, σαφών, διαφανών και αντικειμενικών κριτηρίων και προτύπων, και θα δημοσιεύει συστάσεις·

80.      φρονεί ότι τα μέτρα για την προσέγγιση των διατάξεων στον τομέα της διαφθοράς πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το πρόβλημα των διαφορετικών προθεσμιών παραγραφής που προβλέπονται στα κράτη μέλη ώστε να συνυπολογίζονται τόσο οι ανάγκες υπεράσπισης όσο και η ανάγκη βεβαιότητας της ποινής, και προτείνει αυτές οι προθεσμίες παραγραφής να εφαρμόζονται ανάλογα με τα στάδια της διαδικασίας ή τους βαθμούς δικαιοδοσίας, με την έννοια ότι το αδίκημα δύναται να παραγραφεί μόνο εάν το εν λόγω στάδιο ή ο βαθμός δεν μπορούν να ολοκληρωθούν εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος· θεωρεί επίσης ότι, στο πλαίσιο των αρχών της αναλογικότητας και του κράτους δικαίου, δεν θα πρέπει να είναι δυνατή η παραγραφή αδικήματος διαφθοράς εφόσον εκκρεμεί ακόμη η σχετική ποινική διαδικασία·

81.      εκτιμά ότι για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος πρέπει να γίνεται χρήση αποτελεσματικών και αποτρεπτικών μηχανισμών με σκοπό τη δήμευση των περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματική δραστηριότητα, πρέπει να καταβάλλονται προσπάθειες που θα στοχεύουν στην προσαγωγή ενώπιον της δικαιοσύνης όσων οικειοθελώς διαφεύγουν των ερευνών (φυγόδικοι), και πρέπει να λαμβάνονται μέτρα, με την επιφύλαξη των θεμελιωδών δικαιωμάτων των κρατουμένων, ώστε τα αφεντικά εγκληματικών ομάδων που βρίσκονται υπό κράτηση να μην μπορούν να συνεχίζουν να διευθύνουν την οργάνωσή τους δίνοντας εντολές στα μέλη τους παρά το γεγονός ότι κρατούνται στις φυλακές·

82.      ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να προβλέψουν στερητικές της ελευθερίας ποινές και υψηλές χρηματικές ποινές για κάθε μορφής σοβαρό αδίκημα που βλάπτει την υγεία και την ασφάλεια των πολιτών· επισημαίνει, ωστόσο, τη σημασία που έχει η πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος· παροτρύνει, προς τούτο, τα κράτη μέλη να προβλέψουν εναλλακτικές της φυλάκισης ποινές, όπως είναι η επιβολή χρηματικών ποινών και η κοινωνική υπηρεσία, στις περιπτώσεις που θα επιτρεπόταν η λύση αυτή, και έχοντας λάβει υπόψη όλες τις συνθήκες, ιδίως τη μη σοβαρή φύση του αδικήματος ή τον δευτερεύοντα ρόλο που διαδραμάτισε ο κατηγορούμενος, ούτως ώστε να παρέχεται, ιδίως στους παραβάτες νεαρής ηλικίας, η ευκαιρία να φτιάξουν τη ζωή τους έξω από τον κόσμο του εγκλήματος·

83.      καλεί τα κράτη μέλη να θεσπίσουν και να εφαρμόσουν κυρώσεις που θα έχουν αποτρεπτικό αποτέλεσμα και οι οποίες, σε περίπτωση νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, θα είναι ανάλογες με τα εμπλεκόμενα ποσά·

84.      συνιστά τη θέσπιση νομοθετικού μέσου που θα διευκολύνει τον εντοπισμό των διεθνικών εγκληματικών οργανώσεων που συνιστούν σοβαρή απειλή για την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με στόχο την προώθηση της θέσπισης διοικητικών μέτρων κατά των εν λόγω οργανώσεων, των συνεργατών, των ηγετικών στελεχών και των υποστηρικτών τους, τα οποία θα αποσκοπούν στη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων και των κεφαλαίων τους, καθώς και στην παρακώλυση της εξυπηρέτησης των συμφερόντων τους στην Ένωση·

Για μια πιο υγιή επιχειρηματικότητα

85.      υπενθυμίζει τον προεξάρχοντα ρόλο που διαδραματίζουν οι επιχειρήσεις και οι ιδιωτικοί επιχειρηματικοί φορείς που οφείλουν να αρνούνται να συμμετέχουν και να καταγγέλλουν παράνομες ή αθέμιτες πρακτικές οι οποίες προάγουν το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή άλλα σοβαρά εγκλήματα, καθώς και να απέχουν από αυτές· τους καλεί να συνεργαστούν πλήρως και να καταγγέλλουν στις αρχές επιβολής του νόμου τυχόν εγκληματικές δραστηριότητες που υποπίπτουν στην αντίληψή τους· καλεί τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου να προστατεύουν από πιθανές απειλές εκείνους που συμμορφώνονται με τον νόμο και καταγγέλλουν παράνομες δραστηριότητες·

86.      καλεί μετ' επιτάσεως τις επιχειρήσεις να εφαρμόσουν μέσω κωδίκων συμπεριφοράς διαδικασίες αυτορρύθμισης και εξασφάλισης διαφάνειας και να θεσπίσουν διαδικασίες ελέγχου, συμπεριλαμβανομένων εσωτερικών και εξωτερικών ελέγχων των λογαριασμών και της κατάρτισης δημόσιων μητρώων των εκπροσώπων συμφερόντων που αναπτύσσουν δραστηριότητα στα θεσμικά όργανα, για να αποτραπούν κρούσματα διαφθοράς, μυστικές συμφωνίες και συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και να προληφθεί ο αθέμιτος ανταγωνισμός·

87.      καλεί την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο κατάρτισης δημόσιου καταλόγου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις εταιρείες που έχουν καταδικαστεί για πρακτικές διαφθοράς ή στελέχη των οποίων έχουν παραπεμφθεί σε δίκη για πρακτικές διαφθοράς στα κράτη μέλη ή σε τρίτες χώρες· εκτιμά ότι, βάσει του εν λόγω καταλόγου, σε περίπτωση που οικονομικός φορέας έχει καταδικαστεί τελεσίδικα, θα πρέπει να απαγορεύεται η συμμετοχή του σε δημόσια σύμβαση σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση· επισημαίνει ότι η κατάρτιση «μαύρης λίστας» έχει ιδιαίτερα αποτρεπτικά αποτελέσματα όσον αφορά τη συμμετοχή των εταιρειών σε δραστηριότητες διαφθοράς, παρέχοντάς τους ένα σημαντικό κίνητρο για βελτίωση και εφαρμογή των εσωτερικών τους διαδικασιών για τη διασφάλιση της ακεραιότητάς τους·

88.      καλεί τα κράτη μέλη αφενός να ενισχύσουν τον ρόλο των εμπορικών επιμελητηρίων τους όσον αφορά την πρόληψη, την παροχή πληροφοριών και την αντιμετώπιση των συνηθέστερων κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες ενέργειες στον επιχειρηματικό κόσμο, και αφετέρου να εφαρμόσουν πλήρως το σχέδιο δράσης για τη δραστικότερη καταπολέμηση της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής· ενθαρρύνει την εναρμόνιση της φορολόγησης των επιχειρήσεων ως μέσου για την καταπολέμηση ανάλογων φαινομένων καθώς και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, και προσβλέπει, στο πλαίσιο αυτό, στην καθιέρωση ενιαίου φορολογικού συστήματος σε όλα τα κράτη μέλη· συνιστά στα κράτη μέλη να προβούν σε καλύτερη κατανομή του πλούτου μέσω ενός πιο δίκαιου φορολογικού συστήματος, διότι οι εγκληματικές οργανώσεις εκμεταλλεύονται τις μεγάλες ανισότητες και τη φτώχεια, που προάγουν έτσι το οργανωμένο έγκλημα·

Για ένα πιο διαφανές σύστημα τραπεζών και επαγγελμάτων

89.      επισημαίνει τη σημασία της ύπαρξης κοινών κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εξασφάλιση αποτελεσματικών και αξιόπιστων μέσων για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης· επικροτεί, ως εκ τούτου, την τραπεζική ένωση της ζώνης του ευρώ, η οποία θα συνοδεύεται από αποτελεσματικότερη εποπτεία για τις 6.000 τράπεζες της ζώνης του ευρώ·

90.      ζητεί η συνεργασία με το τραπεζικό σύστημα και με τα επαγγέλματα, μεταξύ άλλων με τα επαγγέλματα του χρηματοοικονομικού τομέα και της λογιστικής, να γίνεται ολοένα στενότερη και να υπάρξει μεγαλύτερη διαφάνεια στον χώρο αυτό σε όλα τα κράτη μέλη, και να εντατικοποιηθεί η συνεργασία με τις τρίτες χώρες, με κύριο στόχο τον προσδιορισμό των εργαλείων πληροφορικής και των νομοθετικών, διοικητικών και λογιστικών μέτρων τα οποία θα εξασφαλίσουν την ιχνηλασιμότητα των χρηματοοικονομικών ροών και τον εντοπισμό των εγκληματικών δραστηριοτήτων, καθώς και τον εντοπισμό μεθόδων για την καταγγελία ενδεχόμενων αδικημάτων·

91.      καλεί τις εταιρείες λογιστικού ελέγχου και τους νομικούς συμβούλους να ειδοποιούν τις εθνικές φορολογικές αρχές για τυχόν ενδείξεις επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού της εταιρείας στην οποία ασκούν φορολογικό έλεγχο ή παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες·

92.      καλεί την Επιτροπή και τις λοιπές εποπτικές αρχές που έχουν την απαιτούμενη πρόσβαση σε εγχώριους και διεθνείς διαύλους συνεργασίας να μεριμνήσουν για τον δέοντα έλεγχο των πελατών και των αντίστοιχων κατηγοριών κινδύνου από πλευράς τραπεζών, ασφαλιστικών εταιρειών και πιστωτικών ιδρυμάτων, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι επιχειρήσεις ή οι νομικές οντότητες στα κράτη μέλη θα λαμβάνουν κατάλληλες και επικαιροποιημένες πληροφορίες για τους εκάστοτε πραγματικούς ιδιοκτήτες εταιρειών, καταπιστευμάτων, ιδρυμάτων και άλλων παρόμοιων νομικών δομών, περιλαμβανομένων φορολογικών παραδείσων («off-shores»), χρησιμοποιώντας, για την ταυτοποίηση των δικαιούχων ύποπτων συναλλαγών, μέσα πληροφοριών που θα βελτιστοποιούν τη διεισδυτικότητα, και ότι τα εμπορικά μητρώα θα επικαιροποιούνται τακτικά και θα υπόκεινται σε έλεγχο ποιότητας· φρονεί ότι η διαφάνεια αυτών των πληροφοριών – συν τοις άλλοις, με τη δημοσίευση μητρώων ανά χώρα με τους πραγματικούς δικαιούχους και με διασυνοριακή συνεργασία – μπορεί να συμβάλει στην καταπολέμηση φαινομένων όπως η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, οι φορολογικές απάτες και η φοροδιαφυγή·

93.      καλεί την Επιτροπή να θεσπίσει αυστηρά κριτήρια όσον αφορά τα ουσιαστικά στοιχεία της επιχειρηματικής δραστηριότητας με σκοπό να τεθεί τέλος στη δημιουργία εικονικών εταιρειών ή εταιρειών «γραμματοθυρίδας» που προωθούν νόμιμες ή παράνομες πρακτικές φοροαποφυγής και φοροδιαφυγής·

94.      συνιστά προσεκτική αξιολόγηση των κινδύνων που συνδέονται με νέα τραπεζικά και χρηματοοικονομικά προϊόντα σε περίπτωση που επιτρέπουν την ανωνυμία και τις εξ αποστάσεως συναλλαγές· ζητεί επίσης έναν κοινό ορισμό και ένα σαφές σύνολο κριτηρίων για τον προσδιορισμό των φορολογικών παραδείσων, όπως προτείνεται στο ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και των φορολογικών παραδείσων, δεδομένου ότι οι εγκληματικές οργανώσεις τούς χρησιμοποιούν συχνά δια μέσου εταιρειών ή τραπεζών η ταυτοποίηση των ιδιοκτητών των οποίων δεν είναι εύκολη·

95.      ζητεί κοινούς εννοιολογικούς ορισμούς και εναρμόνιση των κανονισμών σχετικά με τα ηλεκτρονικά μέσα πληρωμών (μεταξύ άλλων, των προπληρωμένων καρτών, των εικονικών νομισμάτων κ.λπ.) και τις πληρωμές μέσω κινητού τηλεφώνου όσον αφορά την πιθανή χρήση τους για σκοπούς νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·

96.      θεωρεί ότι το αδιαπέραστο τραπεζικό απόρρητο μπορεί να καλύψει παράνομα έσοδα που προέρχονται από κρούσματα διαφθοράς, νομιμοποίησης προσόδων από παράνομες δραστηριότητες και οργανωμένου εγκλήματος· προτείνει, για τον λόγο αυτό, την κατάργησή του·

Για να μην επιβραβεύεται το έγκλημα

97.      καλεί όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, δημόσιους και ιδιωτικούς, να καταπολεμήσουν αποφασιστικά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες ενέργειες· ζητεί την εξασφάλιση της πλήρους εκπλήρωσης των υποχρεώσεων των επαγγελματιών όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες ενέργειες, με την προώθηση μηχανισμών αναφοράς ύποπτων συναλλαγών και κωδίκων συμπεριφοράς που αφορούν επαγγελματικούς φορείς και επαγγελματικές ενώσεις·

98.      καλεί τις τρίτες χώρες, ιδίως αυτές που είναι μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης ή των οποίων το έδαφος βρίσκεται στην ευρωπαϊκή ήπειρο, να εξοπλιστούν με αποτελεσματικά συστήματα κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες ενέργειες·

99.      υπενθυμίζει τον βασικό ρόλο που διαδραματίζουν οι μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ) στην εξασφάλιση αποτελεσματικής καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και επικροτεί τη στενή τους συνεργασία με την Ευρωπόλ· ζητεί να διευρυνθούν και να εναρμονιστούν οι αρμοδιότητές τους και να συνεχιστεί η τεχνική ενσωμάτωσή τους στην Ευρωπόλ·

100.    θεωρεί ότι, δεδομένου του ουσιαστικού ρόλου της διεθνούς συνεργασίας μεταξύ των ΜΧΠ στον τομέα της λήψης μέτρων κατά της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της καταπολέμησης της διεθνούς τρομοκρατίας, είναι αναγκαίο ο νέος κανονισμός να προβλέπει επίσης την επικαιροποίηση της νομοθεσίας που αφορά τον ρόλο και την οργάνωση των ΜΧΠ καθώς και τους τρόπους της μεταξύ τους διεθνούς συνεργασίας, σε σχέση με τις περιπτώσεις παράβασης των «προτύπων Egmont», που συνίστανται σε συμπεριφορές άρνησης ή ανεπαρκούς συνεργασίας σε διεθνές επίπεδο·

101.    συνιστά αφενός την απαγόρευση της χρήσης ανώνυμων μέσων πληρωμής για τη ρύθμιση των ποσών που διακυβεύονται στα τυχερά παιχνίδια μέσω Διαδικτύου και, γενικότερα, την πρόληψη της ανωνυμίας στα τυχερά επιγραμμικά παιχνίδια ώστε να είναι δυνατόν να εντοπίζονται οι διακομιστές που τα φιλοξενούν, και αφετέρου την ανάπτυξη συστημάτων πληροφορικής που επιτρέπουν τον πλήρη εντοπισμό κάθε μεταφοράς χρημάτων που πραγματοποιείται μέσω των επιγραμμικών και των παραδοσιακών τυχερών παιχνιδιών·

102.    επισημαίνει ότι θα πρέπει να ενισχυθεί η συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, των ρυθμιστικών τους φορέων, της Ευρωπόλ και της Eurojust με στόχο την καταπολέμηση εγκληματικών δραστηριοτήτων σε διασυνοριακές δραστηριότητες τυχερών παιχνιδιών μέσω Διαδικτύου·

103.    καλεί την Επιτροπή να προτείνει κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες ενέργειες που συνδέονται με τυχερά παιχνίδια και στοιχήματα, ιδίως σε αθλητικούς αγώνες και αγώνες μεταξύ ζώων, καθορίζοντας νέες αξιόποινες πράξεις, όπως η προσυνεννόηση των αγώνων, και προβλέποντας επαρκώς αυστηρές κυρώσεις και μηχανισμούς ελέγχου για την παρακολούθηση αθλητικών ομοσπονδιών, συλλόγων και φορέων εντός και εκτός Διαδικτύου, αλλά, όπου κριθεί απαραίτητο, ακόμη και εθνικών αρχών·

104.    ζητεί μεγαλύτερη συνεργασία σε ευρωπαϊκό επίπεδο – υπό τον συντονισμό της Επιτροπής – για τον εντοπισμό και την πρόληψη της συμμετοχής των φορέων εκμετάλλευσης τυχερών παιχνιδιών μέσω Διαδικτύου σε δραστηριότητες στημένων αγώνων και άλλες έκνομες ενέργειες·

105.    παροτρύνει τις αθλητικές οργανώσεις να θεσπίσουν κώδικα δεοντολογίας για το σύνολο του προσωπικού και των στελεχών τους με σαφή απαγόρευση των στημένων αγώνων για στοιχήματα ή άλλους σκοπούς, απαγόρευση συμμετοχής σε στοιχήματα που αφορούν δικούς τους αγώνες και υποχρέωση αναφοράς πληροφοριών που θα υποπίπτουν στην αντίληψή τους σχετικά με στημένους αγώνες, κώδικας ο οποίος θα συνοδεύεται από κατάλληλο μηχανισμό για την προστασία των καταγγελλόντων·

106.    συνιστά, στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, να ανατεθεί ρόλος εποπτείας σε ευρωπαϊκό επίπεδο σε θέματα νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, στην Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων, καθώς και στον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό, σε συνεργασία με την Ευρωπόλ και άλλους αρμόδιους ευρωπαϊκούς οργανισμούς, ενόψει της σύστασης μιας αποτελεσματικής ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης που θα συμβάλλει με επάρκεια στην καταπολέμηση φαινομένων διαφθοράς και νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες· επιμένει ότι, εν τω μεταξύ, θα πρέπει να ενισχυθούν οι εποπτικές ικανότητες, η εμπειρογνωμοσύνη και η αποφασιστικότητα σε εθνικό επίπεδο, ενώ θα πρέπει επίσης να ενθαρρυνθεί και να διευκολυνθεί η ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ εθνικών αρχών·

107.    τονίζει ότι οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα έχουν καίρια σημασία για την εξασφάλιση συνεργατικής και αποτελεσματικής λύσης που θα ελαχιστοποιεί τις αδυναμίες των νόμιμων αγορών, και ότι θα πρέπει να προσδιοριστούν και να λάβουν προτεραιότητα οι βασικοί παράγοντες του τομέα των επιγραμμικών υπηρεσιών και του χρηματοπιστωτικού τομέα όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών και τη συντονισμένη δράση για την αντιμετώπιση των τρωτών σημείων των αναδυόμενων τεχνολογιών·

108.    ενθαρρύνει τη θέσπιση ελάχιστων κανόνων χρηστής διακυβέρνησης στον φορολογικό τομέα, κυρίως μέσω κοινών πρωτοβουλιών των κρατών μελών όσον αφορά τις σχέσεις τους με εδάφη που έχουν χαρακτήρα φορολογικού παραδείσου, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να επιτυγχάνεται πρόσβαση σε αποκλειστικές πληροφορίες σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς εικονικών εταιρειών που ενδέχεται να έχουν την έδρα τους εκεί· ζητεί να εφαρμοσθεί σύντομα και στο έπακρο η ανακοίνωση της Επιτροπής της 6ης Δεκεμβρίου 2012 με τίτλο «Σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής» (COM(2012)0722), συμπεριλαμβανομένης της αναθεώρησης των οδηγιών για τις μητρικές και θυγατρικές εταιρείες, καθώς και για τους τόκους και τα δικαιώματα·

109.    καλεί τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να εξετάσουν το ενδεχόμενο, ακόμη και δραστηριότητες που φαινομενικά έχουν καθαρά τοπικό χαρακτήρα, όπως η κλοπή αυτοκινήτων, η κλοπή αγροτικών και βιομηχανικών μηχανημάτων, η ληστεία με διάρρηξη, οι ένοπλες ληστείες, η κλοπή χαλκού και άλλων μετάλλων βιομηχανικής χρήσεως, η κλοπή του φορτίου από βαρέα φορτηγά οχήματα, να συνδέονται στην πράξη με το υπερεθνικό οργανωμένο έγκλημα και να αποσκοπούν στη τέλεση άλλων, σοβαρότερων εγκλημάτων·

110.    εκφράζει τη λύπη του για τις υφιστάμενες διαφορές στις νομοθεσίες των κρατών μελών όσον αφορά την παραχάραξη του ευρώ, ιδίως για τις κυρώσεις, και ζητεί την άμεση ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων σχετικά με την πρόταση οδηγίας για την ποινική προστασία του ευρώ και των λοιπών νομισμάτων από την παραχάραξη, την οποία η Επιτροπή υπέβαλε τον Φεβρουάριο του 2013· καλεί όλους τους ενδιαφερόμενους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, τόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και σε επίπεδο κρατών μελών, να καταβάλουν κοινές προσπάθειες για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου·

111.    εκτιμά ότι η αρχή της προέλευσης του πλούτου διευκολύνει τις φορολογικές αρχές στην αποτελεσματική επιβολή φορολογίας και την αποφυγή της φοροδιαφυγής· εκτιμά ότι είναι απολύτως αναγκαία η ύπαρξη δίκαιου φορολογικού συστήματος, ιδίως σε περιόδους κρίσης, κατά τις οποίες η φορολογική επιβάρυνση μετακυλίεται αδίκως στις μικρές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, ενώ η φοροδιαφυγή οφείλεται εν μέρει στους φορολογικούς παραδείσους στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

112.    υπογραμμίζει ότι η ενίσχυση της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής είναι ζωτικής σημασίας για την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης στην ΕΕ· τονίζει ότι η μείωση των επιπέδων φορολογικής απάτης και φοροδιαφυγής θα ενίσχυε το δυναμικό ανάπτυξης της οικονομίας, δεδομένου ότι τα δημόσια οικονομικά θα εξυγιαίνονταν και θα αναπτύσσονταν δίκαιοι και ίσοι όροι ανταγωνισμού ανάμεσα στις επιχειρήσεις·

113.    τονίζει ιδίως τη σημασία προσδιορισμού των σταδίων επεξεργασίας των τραπεζογραμματίων ώστε να εξασφαλιστεί ανιχνευσιμότητα σε όλο το μήκος της αλυσίδας επεξεργασίας των τραπεζογραμματίων και, ως εκ τούτου, καλεί την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες να θεσπίσουν ένα σύστημα ανιχνευσιμότητας για τα τραπεζογραμμάτια του ευρώ, ιδίως για τα τραπεζογραμμάτια μεγάλης ονομαστικής αξίας, όπως των 200 και των 500 ευρώ·

Οι νέες τεχνολογίες στην υπηρεσία της καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος

114.    φρονεί ότι όλα τα δορυφορικά συστήματα για την παρακολούθηση της γης μπορούν να συμβάλουν στον εντοπισμό της πορείας των πλοίων που πραγματοποιούν κρυφά απαγορευμένες μεταφορές, εκφορτώσεις και μεταφορτώσεις εμπορευμάτων· καλεί, ως εκ τούτου, τις δικαστικές αρχές και τις αρχές επιβολής του νόμου να εντατικοποιήσουν τη χρήση των νέων τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης μέσω δορυφόρου, ως συμπληρωματικού μέσου για την αντιμετώπιση της δράσης του οργανωμένου εγκλήματος·

115.    εκφράζει την ικανοποίησή του για την ίδρυση Ευρωπαϊκού Κέντρου για το Έγκλημα στον Κυβερνοχώρο (EC3) στους κόλπους της Ευρωπόλ και ζητεί την ενίσχυσή του, ιδίως προκειμένου να καταπολεμηθούν οι αξιόποινες πράξεις τις οποίες μετέρχεται το οργανωμένο έγκλημα σε διασυνοριακό επίπεδο, καθώς και τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και στον τομέα της έρευνας και την ενίσχυση της συνεργασίας με τρίτες χώρες, ιδίως με εκείνες που συνιστούν σοβαρή απειλή για την ΕΕ όσον αφορά τα εγκλήματα στον κυβερνοχώρο· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι χρηματοδοτικοί και ανθρώπινοι πόροι που απαιτούνταν για την ίδρυση του εν λόγω κέντρου αποσπάστηκαν από άλλους επιχειρησιακούς τομείς· καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει τις νέες αρμοδιότητες της Ευρωπόλ στο δημοσιονομικό της δελτίο και να της παράσχει επαρκή χρηματοδότηση για την καταπολέμηση της παιδικής πορνογραφίας, της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ, της εμπορίας ανθρώπων κ.λπ.·

116.    θεωρεί ότι το Ευρωπαϊκό Σύστημα Επιτήρησης των Συνόρων (EUROSUR) θα αποτελέσει σημαντικό εργαλείο για την καταπολέμηση του διασυνοριακού οργανωμένου εγκλήματος ως αποτέλεσμα της βελτιωμένης συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρχών των κρατών μελών καθώς και της χρήσης νέων τεχνολογιών για την παρακολούθηση των εξωτερικών συνόρων και των προ των συνόρων περιοχών· παροτρύνει τα κράτη μέλη, την Επιτροπή και τον Frontex να διασφαλίσουν ότι το EUROSUR θα τεθεί σε πλήρη λειτουργία έως τα τέλη του 2014·

117.    επικροτεί την πρόσφατη διεύρυνση και ενίσχυση της εντολής του ENISA και θεωρεί ότι μπορεί να διαδραματίσει ρόλο καίριας σημασίας για την εξασφάλιση ενός υψηλού επιπέδου ασφάλειας των συστημάτων και δικτύων ΤΡ εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χάρη στην τεχνική και επιστημονική του εμπειρογνωμοσύνη και στη συμβολή του στην πρόληψη και στην καταπολέμηση των συμβάντων στον κυβερνοχώρο· παροτρύνει τον ENISA να εντείνει τις προσπάθειές του για τη βελτίωση των ικανοτήτων ανταπόκρισης και υποστήριξης των ομάδων αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική (CERT) και να συμβάλει στη θέσπιση ευρωπαϊκών προτύπων ασφαλείας για ηλεκτρονικές συσκευές, δίκτυα και υπηρεσίες·

118.    συνιστά την καλλιέργεια ενός πνεύματος πρόληψης και ασφάλειας στον κυβερνοχώρο («cybersecurity») στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης και διεπιστημονικής προσέγγισης με στόχο την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης και την προώθηση της έρευνας και της κατάρτισης τεχνικών εμπειρογνωμόνων, της συνεργασίας μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και της ανταλλαγής πληροφοριών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο· επικροτεί την ένταξη των επιθέσεων στον κυβερνοχώρο στο στρατηγικό σχέδιο για την προστασία και την ασφάλεια των κρατών μελών του ΝΑΤΟ· εκφράζει την ικανοποίησή του για τη συγκρότηση εθνικών φορέων συντονισμού σε ορισμένα κράτη μέλη με στόχο την αντιμετώπιση των απειλών στον κυβερνοχώρο και καλεί τα υπόλοιπα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συμμετάσχουν στην προσπάθεια αυτή·

Τελικές συστάσεις για ένα ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες ενέργειες

119.    καλεί την Επιτροπή να καθορίσει, μέσω της OLAF, επαρκές ποσοστό αυτεπάγγελτων ερευνών των ανακριτικών αρχών της ΕΕ που είναι αρμόδιες για την καταπολέμηση της απάτης, που θα στοχεύουν στους τομείς, τις περιοχές ή τις περιπτώσεις όπου υπάρχουν υποψίες για συστημική και μεγάλης κλίμακας διαφθορά που επηρεάζει τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ και, όπου συντρέχουν λόγοι, για τη διεξαγωγή τέτοιων ερευνών·

120.    εκφράζει ανησυχία για το γεγονός ότι μια ολόκληρη σειρά από τα επονομαζόμενα «αναδυόμενα» εγκλήματα – όπως, για παράδειγμα, η παράνομη διακίνηση αποβλήτων, το λαθρεμπόριο έργων τέχνης και προστατευόμενων ειδών και η παραποίηση προϊόντων – αποτελούν εξαιρετικά επικερδείς δραστηριότητες για τις εγκληματικές οργανώσεις·

121.    καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να αναπτύξουν ένα ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης κατά της παράνομης εμπορίας ειδών άγριας χλωρίδας και πανίδας·

122.    παροτρύνει τα κράτη μέλη να μεταφέρουν το συντομότερο δυνατό στο εθνικό τους δίκαιο την οδηγία 2012/29/EΕ για τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία των θυμάτων της εγκληματικότητας· ζητεί από την Επιτροπή να μεριμνήσει για την ορθή μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο· παροτρύνει τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να ολοκληρώσουν τον οδικό χάρτη για τα δικαιώματα των υπόπτων και των κατηγορούμενων σε ποινικές διαδικασίες και να εκπονήσουν οδηγία για την προφυλάκιση·

123.    υπογραμμίζει την ανάγκη να καλλιεργηθεί μια νοοτροπία νομιμότητας και να αυξηθεί η ενημέρωση των πολιτών σχετικά με το φαινόμενο της μαφίας· αναγνωρίζει, εν προκειμένω, τον θεμελιώδη ρόλο που διαδραματίζουν οι πολιτιστικοί, ψυχαγωγικοί και αθλητικοί σύλλογοι στην ευαισθητοποίηση των πολιτών όσον αφορά την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και την προώθηση της νομιμότητας και της δικαιοσύνης·

124.    ζητεί από την Επιτροπή να δημοσιεύσει πίνακα αποτελεσμάτων σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος στο εθνικό δίκαιο κάθε κράτους μέλους·

125.    επιμένει στην εφαρμογή του παρόντος ψηφίσματος μέσω ενός ευρωπαϊκού σχεδίου δράσης για την περίοδο 2014-2019 για την εξάλειψη του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, το οποίο θα παρέχει οδικό χάρτη και επαρκείς πόρους και, με τον δέοντα σεβασμό των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, θα περιλαμβάνει ως προτεραιότητες - ενδεικτικά και όχι αποκλειστικά - τις ακόλουθες θετικές δράσεις που αναφέρθηκαν στις προηγούμενες παραγράφους και επιβεβαιώνονται κατωτέρω:

(i)  θέσπιση ορισμού του οργανωμένου εγκλήματος (ο οποίος θα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το αδίκημα της συμμετοχής σε οργάνωση τύπου μαφίας), της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (συμπεριλαμβανομένης της αυτονομιμοποίησης), που θα βασίζεται, μεταξύ άλλων, σε έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της συναφούς ευρωπαϊκής νομοθεσίας·

(ii)  κατάργηση του τραπεζικού απορρήτου·

(iii)  εξάλειψη των φορολογικών παραδείσων από το έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εξάλειψη της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής μέσω της εφαρμογής της αρχής της προέλευσης του πλούτου, κατά τις συστάσεις του ΟΟΣΑ·

(iv)  διασφάλιση πλήρους πρόσβασης στις πληροφορίες που αφορούν τους πραγματικούς ιδιοκτήτες εταιρειών, ιδρυμάτων και καταπιστευμάτων (την επονομαζόμενη «beneficial ownership»), μεταξύ άλλων με την αναπροσαρμογή και τη διασύνδεση των μητρώων επιχειρήσεων των κρατών μελών·

(v)  καθιέρωση της αρχής της νομικής ευθύνης των νομικών οντοτήτων - ιδίως της ευθύνης των εταιρειών συμμετοχών και των μητρικών εταιρειών για τις θυγατρικές τους - σε υποθέσεις οικονομικού εγκλήματος·

(vi)  εξάλειψη της εμπορίας ανθρώπων και της καταναγκαστικής εργασίας, ιδιαίτερα όσον αφορά τους ανηλίκους και τις γυναίκες, μέσω αυστηρότερων ποινών και διασφάλιση της κατάλληλης προστασίας και υποστήριξης για τα θύματα εμπορίας·

(vii)  χαρακτηρισμός της προσυνεννόησης των αγώνων ως αξιόποινης πράξης προκειμένου να ενισχυθεί η πάταξη των παράνομων αθλητικών στοιχημάτων·

(viii)  ποινικοποίηση της εξαγοράς ψήφων, ακόμη και έναντι άυλων οφελών ή οφελών προς τρίτους·

(ix)  πρόβλεψη για μια όσο το δυνατόν πιο ενιαία, ισότιμη και ομοιογενή φορολόγηση των επιχειρήσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

(x)  ενίσχυση των συμφωνιών δικαστικής και αστυνομικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτων χωρών·

(xi)  προώθηση των μέσων κατάσχεσης και δήμευσης των περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματική δραστηριότητα, περιλαμβανομένων πρόσθετων μεθόδων δήμευσης, όπως είναι τα μοντέλα αστικού δικαίου, και επαναχρησιμοποίηση των κατασχεθέντων αγαθών για κοινωνικούς σκοπούς, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας·

(xii)  ενίσχυση της καταπολέμησης των περιβαλλοντικών εγκλημάτων και της διακίνησης ναρκωτικών·

(xiii)             διασφάλιση της αμοιβαίας και ταχείας αναγνώρισης, σε πλαίσιο σεβασμού της αρχής της αναλογικότητας, όλων των δικαστικών μέτρων, ιδιαίτερα δε των ποινικών αποφάσεων, των ενταλμάτων κατάσχεσης και των ευρωπαϊκών ενταλμάτων σύλληψης·

(xiv)  αποκλεισμός από τις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση των οικονομικών φορέων που έχουν καταδικαστεί τελεσίδικα για οργανωμένο έγκλημα, διαφθορά και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες ενέργειες·

(xv)  ίδρυση και ενεργοποίηση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, στην οποία θα παρασχεθούν οι απαραίτητοι ανθρώπινοι και οικονομικοί πόροι· παράλληλα, υποστήριξη των ευρωπαϊκών οργανισμών, όπως Ευρωπόλ και Eurojust, καθώς και των κοινών ομάδων ερευνών και των υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων·

(xvi)  πλήρης συμμόρφωση, σε επίπεδο κρατών μελών και Ευρωπαϊκής Ένωσης, προς τις υποχρεώσεις που ορίζουν τα διεθνή νομοθετικά μέσα για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες·

(xvii)  αναγνώριση του σημαντικού ρόλου της ερευνητικής δημοσιογραφίας στον εντοπισμό σοβαρών εγκλημάτων·

(xviii)  θέσπιση ομοιόμορφων κανόνων για την προστασία των μαρτύρων, των πληροφοριοδοτών και των ατόμων που συνεργάζονται με τη δικαιοσύνη σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

(xix)  πρόβλεψη του ενδεχομένου απαγόρευσης υποβολής υποψηφιότητας, μη εκλογιμότητας και έκπτωσης από πολιτικά αξιώματα έπειτα από τελεσίδικη καταδίκη για αδικήματα που σχετίζονται με το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες·

(xx)  προσδιορισμός και θέσπιση ενδεδειγμένων κυρώσεων, μεταξύ άλλων με βάση ένα ενιαίο σύστημα καταγγελίας, για συνήθη εγκλήματα στον κυβερνοχώρο·

(xxi)  πρόληψη της δωροδοκίας στον δημόσιο τομέα μέσω της καλύτερης πρόσβασης του κοινού σε έγγραφα, ειδικών κανόνων για τις συγκρούσεις συμφερόντων, καθώς και μητρώων διαφάνειας·

126.    επιμένει ότι το Κοινοβούλιο πρέπει να εξακολουθήσει να επιδεικνύει ιδιαίτερη προσοχή στα ζητήματα των οποίων επιλαμβάνεται η ειδική επιτροπή για το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές ενέργειες και, για τον σκοπό αυτό, καλεί την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, σε συνεργασία, εφόσον απαιτείται, με κάθε άλλη αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, να εξασφαλίσει ότι οι συστάσεις που περιλαμβάνονται στο παρόν ψήφισμα έχουν εφαρμοστεί δεόντως σε πολιτικό και θεσμικό επίπεδο και, ανάλογα με την περίπτωση, να συμβουλευτεί εμπειρογνώμονες, να συγκροτήσει ομάδες εργασίας και να εγκρίνει εκθέσεις παρακολούθησης·

127.    αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, στην Eurojust, στην Ευρωπόλ, στον Frontex, στην Ευρωπαϊκή Αστυνομική Ακαδημία, στην OLAF, στην COSI, στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στον ΟΟΣΑ, στην Interpol, στο Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος (UNODC), στην Παγκόσμια Τράπεζα και στην ομάδα χρηματοοικονομικής δράσης για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (FATF) καθώς και στις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές (ΕΑΤ, ΕΑΚΑΑ, ΕΑΑΕΣ).

  • [1]  ΕΕ C 115 της 4.5.2010, σ. 1.
  • [2]  ΕΕ C 195 της 25.6.1997, σ. 1.
  • [3]  ΕΕ L 300 της 11.11.2008, σ. 42.
  • [4]  EE L 182 της 5.7.2001, σ. 1.
  • [5]  EE L 196 της 2.8.2003, σ. 45.
  • [6]  EE L 68 της 15.3.2005, σ. 49.
  • [7]  EE L 328 της 24.11.2006, σ. 59.
  • [8]  EE L 332 της 18.12.2007, σ. 103.
  • [9]  EE L 138 της 4.6.2009, σ. 14.
  • [10]  EE L 121 της 15.5.2009, σ. 37.
  • [11]  EE L 350 της 30.12.2008, σ. 60.
  • [12]  EE L 190 της 18.7.2002, σ. 1.
  • [13]  EE L 162 της 20.6.2002, σ. 1.
  • [14]  ΕΕ L 321 της 8.12.2009, σ. 44.
  • [15]  EE L 101 της 15.4.2011, σ. 1.
  • [16]  EE L 309 της 25.11.2005, σ. 15.
  • [17]  EE L 309 της 25.11.2005, σ. 9.
  • [18]  ΕΕ L 345 της 8.12.2006, σ. 1.
  • [19]  EE L 319 της 5.12.2007, σ. 1.
  • [20]  EE L 192 της 31.7.2003, σ. 54.
  • [21]  EE L 134 της 30.4.2004, σ. 1.
  • [22]  EE L 134 της 30.4.2004, σ. 114.
  • [23]  EE L 315 της 14.11.2012, σ. 57.
  • [24]  EE L 47 της 18.2.2004, σ. 1.
  • [25]  ΕΕ C 286 της 30.9.2011, σ. 4.
  • [26]  ΕΕ C 42 της 15.2.2012, σ. 2.
  • [27]  EE L 159 της 20.6.2007, σ. 45.
  • [28]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2005)0222.
  • [29]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2011)0082).
  • [30]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2011)0388.
  • [31]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2011)0459.
  • [32]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0208.
  • [33]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0098.
  • [34]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0004.
  • [35]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0205.
  • [36]  P7_DCL(2010)0002.
  • [37]  http://ec.europa.eu/justice/policies/privacy/docs/wpdocs/2011/wp186_en.pdf.
  • [38]  Πηγή: Έκθεση Norton Cybercrime 2012.
  • [39]  Διεθνές Εμπορικό Επιμελητήριο, Transparency International, πρωτοβουλία του Διεθνούς Συμφώνου των ΗΕ, Παγκόσμιο οικονομικό φόρουμ, Clean Business is Good Business, 2009.
  • [40]  Ειδική έκδοση του Ευρωβαρομέτρου αριθ. 374 για τη διαφθορά, Φεβρουάριος 2012.
  • [41]  Πρβλ. Ευρωβαρόμετρο, ειδική έκθεση αριθ. 390 σχετικά με την ασφάλεια του κυβερνοχώρου, Ιούλιος 2012.
  • [42]  Διεθνές Εμπορικό Επιμελητήριο, Transparency International, πρωτοβουλία του Διεθνούς Συμφώνου των ΗΕ, Παγκόσμιο οικονομικό φόρουμ, Clean Business is Good Business, 2009.
  • [43]  Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Μελέτη για την αποτροπή της απάτης που αφορά κονδύλια της ΕΕ μέσω της ερευνητικής δημοσιογραφίας στην ΕΕ-27, Οκτώβριος 2012

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Η παρουσίαση του τελικού σχεδίου έκθεσης αντιπροσωπεύει την ολοκλήρωση των δραστηριοτήτων που διεξήχθησαν μέχρι σήμερα από την Ειδική επιτροπή για το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες ενέργειες, η οποία συγκροτήθηκε με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Μαρτίου 2012.

Μέχρι την ημερομηνία που συντάχθηκε το παρόν σχέδιο έκθεσης, η παρούσα επιτροπή είχε διεξαγάγει 24 συνεδριάσεις εκ των οποίων οι 15 ήταν ακροάσεις με συμμετοχή εμπειρογνωμόνων· άκουσε, συγκεκριμένα, τους Επιτρόπους Malmström, Šemeta, Reding και Barnier, και περισσότερους από 100 συμμετέχοντες στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν, μεταξύ άλλων, εκπρόσωποι των θεσμικών οργάνων και των οργανισμών της Ένωσης, των Ηνωμένων Εθνών, της Παγκόσμιας Τράπεζας, του Συμβουλίου της Ευρώπης και άλλων διεθνών οργανισμών, καθώς επίσης και εκπρόσωποι του ακαδημαϊκού κόσμου, της δικαιοσύνης, της αστυνομίας, των εθνικών διοικήσεων και της κοινωνίας των πολιτών· πραγματοποίησε διερευνητικές επισκέψεις στο Βελιγράδι, στο Μιλάνο, στο Παλέρμο, στη Ρώμη, στη Χάγη και στην Ουάσιγκτον όπου δέχτηκε σε ακρόαση συνολικά περισσότερες από 150 αρχές και εμπειρογνώμονες, μεταξύ των οποίων μέλη εθνικών κοινοβουλίων, δικαστές, εισαγγελείς, νομάρχες, αστυνομικές αρχές, μέλη ειδικευμένων ομάδων εργασίας, κυβερνητικούς φορείς και τελωνειακές αρχές, πανεπιστημιακούς, δημοσιογράφους, μάρτυρες, μη κυβερνητικές οργανώσεις και διάφορα άλλα πρόσωπα που συμμετέχουν με διάφορους τρόπους στην καταπολέμηση των εγκληματικών δραστηριοτήτων ακόμα και στο εξωτερικό· διεξήγαγε μία διακοινοβουλευτική συνεδρίαση με εκπροσώπους των επιτροπών των εθνικών κοινοβουλίων οι οποίες ασχολούνται με θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της παρούσας επιτροπής.

Ο εισηγητής εμπνεύστηκε συνεπώς, στη διάρκεια αυτών των μηνών, από όλες τις ανωτέρω παρεμβάσεις καθώς και από τις παρατηρήσεις των συναδέλφων, και επεδίωξε να προσφέρει ένα κείμενο που ανταποκρίνεται στην επιτακτική πλέον ανάγκη για αποτελεσματική καταπολέμηση των φαινομένων οργανωμένου εγκλήματος, διαφθοράς και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Πράγματι, πρόκειται για φαινόμενα τα οποία, έχοντας πλέον λάβει παγκόσμια διάσταση, απαιτούν ανάλογη αντιμετώπιση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να ανταποκριθεί σε αυτή την πρόκληση αποκτώντας επαρκή και κατάλληλα μέσα για τον σκοπό αυτό στο πρότυπο των πλέον προηγμένων νομοθεσιών οι οποίες εφαρμόζονται στα κράτη μέλη.

Μεταξύ των συνηθισμένων τρόπων λειτουργίας του οργανωμένου εγκλήματος συγκαταλέγεται, εκτός από τη βία και τον εκφοβισμό, και η διαφθορά. Η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες αποτελεί, με τη σειρά της, όχι μόνο ενέργεια που συνδυάζεται συχνά με τις συνηθισμένες δραστηριότητες του οργανωμένου εγκλήματος, αλλά και φαινόμενο που έχει άμεση συνάφεια με τη διαφθορά, τη φορολογική απάτη και τη φοροδιαφυγή. Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι το οργανωμένο έγκλημα, η διαφθορά και η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ενώ αποτελούν διαφορετικά μεταξύ τους φαινόμενα, συχνά χαρακτηρίζονται εκ των πραγμάτων από αλληλεπιδράσεις που απαιτούν στοχευμένη δράση.

Από την άλλη πλευρά, το οργανωμένο έγκλημα δεν αποτελεί πλέον φαινόμενο που περιορίζεται ιστορικά και εδαφικά: σε 3600 υπολογίζονται οι διεθνείς εγκληματικές οργανώσεις που δρουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εξ αυτών, το 70% έχει γεωγραφικά ετερογενή σύνθεση και ακτίνα δράσεως που υπερβαίνει τα εθνικά σύνορα, δεδομένου ότι τις οργανώσεις αυτές συγκροτούν άτομα διαφορετικών εθνικοτήτων που ασκούν ανενόχλητα εγκληματική δραστηριότητα πέρα από τα εθνικά σύνορα, εκμεταλλευόμενα τις ευκαιρίες που προσφέρουν η οικονομική παγκοσμιοποίηση και οι νέες τεχνολογίες και συνάπτοντας συμμαχίες με εγκληματικές οργανώσεις άλλων χωρών.

Εξάλλου, το 30% των ομάδων αυτών έχει πολύπλευρο εγκληματικό χαρακτήρα, ήτοι μία ικανότητα διαφοροποίησης των επιχειρησιακών πεδίων τους που τους επιτρέπει να αποκομίζουν κέρδη από κάθε μορφής παράνομη εμπορία βλάπτοντας με τον τρόπο αυτό τη νόμιμη οικονομία στην οποία αρχίζουν να καταγράφονται πολύ υψηλά και ανησυχητικά επίπεδα διείσδυσης.

Για τον λόγο αυτό, στους κόλπους της παρούσας επιτροπής επιδιώχθηκε η προώθηση ενός ομοιογενούς και συνεκτικού νομοθετικού πλαισίου για την πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος στην οικονομική καρδιά του και για να ενισχυθεί η δικαστική και η αστυνομική συνεργασία σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Καταβλήθηκαν επίσης προσπάθειες ώστε να προωθηθεί μια δημόσια διοίκηση πιο ευέλικτη και απλή και, ως εκ τούτου, πιο αδιάφθορη, μια πιο υπεύθυνη πολιτική, μια ταχύτερη και πιο αξιόπιστη ποινική δικαιοσύνη, μια πιο υγιής επιχειρηματικότητα, ένα πιο διαφανές σύστημα τραπεζών και επαγγελμάτων καθώς επίσης και ενδεδειγμένα μέτρα κατά της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, ώστε το έγκλημα να μην αποτελεί πλέον μια προσοδοφόρα επιχείρηση που τιμωρεί τη νόμιμη οικονομία, τους έντιμους επιχειρηματίες και καταναλωτές.

Οι νέες τεχνολογίες και οι ευκαιρίες που προσφέρει η Συνθήκη της Λισαβόνας, ιδίως όσον αφορά τη δημιουργία και την ενεργοποίηση της ευρωπαϊκής εισαγγελικής αρχής, θα μπορέσουν αισίως να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων της έκθεσης αυτής.

ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑΣ

Η θέση της Ομάδα Verts/ALE στην επιτροπή CRIM ήταν πάντα προς την κατεύθυνση της βάσει στοιχείων ανάπτυξης της επιβολής του νόμου, της αποφυγής του στιγματισμού των μεταναστών και των εθνοτικών μειονοτήτων και της απόδοσης προτεραιότητας στα εγκλήματα των υπαλλήλων και στα οικονομικά εγκλήματα, δεδομένου ότι αυτά προκαλούν τη μεγαλύτερη κοινωνική ζημία. Για τον λόγο αυτό είναι λίαν ευπρόσδεκτο το γεγονός ότι η επιτροπή CRIM καλύπτει επίσης τα συναφή ζητήματα της δωροδοκίας και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, με αποτέλεσμα να προβάλλονται οι δεσμοί μεταξύ οργανωμένου εγκλήματος και φορολογικών παραδείσων.

Η τελική έκθεση της επιτροπής CRIM, δυστυχώς, δεν κατάφερε να δώσει πειστική απάντηση στις προκλήσεις που θέτουν το οργανωμένο έγκλημα, η διαφθορά και η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Δεν μπορούμε να υπεραπλουστεύουμε τις διάφορες απειλές που υφίστανται και να συνιστούμε μια ενιαία προσέγγιση που βασίζεται στην καταστολή και την επιτήρηση. Είναι ιδιαίτερα δυσάρεστο το γεγονός ότι η πλειονότητα των μελών της επιτροπής CRIM ενέκρινε τροπολογία που ζητεί τη δημιουργία ενός συστήματος καταστάσεων ονομάτων επιβατών στην ΕΕ και ενός ευρωπαϊκού συστήματος παρακολούθησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Για τον λόγο αυτό απείχαμε από την τελική ψηφοφορία. Θα καταθέσουμε τροπολογίες στην ολομέλεια για τη διαγραφή των σχετικών αναφορών.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

17.9.2013

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

29

0

8

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Jan Philipp Albrecht, Sonia Alfano, Mario Borghezio, Rita Borsellino, Salvatore Caronna, Françoise Castex, Carlos Coelho, Cornelis de Jong, Ioan Enciu, Hynek Fajmon, Tanja Fajon, Marielle Gallo, Ágnes Hankiss, Monika Hohlmeier, Salvatore Iacolino, Timothy Kirkhope, Juan Fernando López Aguilar, Monica Luisa Macovei, Véronique Mathieu Houillon, Anthea McIntyre, Roberta Metsola, Bill Newton Dunn, Hubert Pirker, Olle Schmidt, Søren Bo Søndergaard, Rui Tavares, Axel Voss, Tadeusz Zwiefka, Θεόδωρος Σκυλακάκης, Мария Габриел, Илияна Малинова Йотова

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Heinz K. Becker, Alain Cadec, Giuseppe Gargani, Ana Gomes, Anneli Jäätteenmäki, Gabriel Mato Adrover, Carl Schlyter, Bogusław Sonik, Peter Šťastný, Salvatore Tatarella, Γεώργιος Παπανικολάου, Преслав Борисов

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Jean-Pierre Audy, Antonio Cancian, Birgit Collin-Langen, Kinga Gál, Juozas Imbrasas